Professional Documents
Culture Documents
Αριστοτέλης:
Παρομοίωση με ζωντανό οργανισμό μέλη (πολίτες) δεν μπορούν να
υπάρξουν χωρίς το όλο – έτσι και το όλο (κράτος) δε μπορεί χωρίς τα μέλη
Επειδή είναι το στάδιο που η κοινωνική συμβίωση «τελειούται» (καθώς η
εξουσία ασκείται λογικά και όχι αυθαίρετα/δεσποτικά)
Δεν είναι ανεξέλεγκτη μορφή – νόμοι καθορίζουν το δίκαιο/άδικο (κεντρικά
οργανωμένη = επιβολή ρυθμού + σταθερότητας)
Άλλοι:
Ιστορικά κυρίαρχη μορφή (τεκμήριο υπεροχής)
Από αυτήν εξαρτώνται οι άλλες ενώσεις ανθρώπων.
1
§3: τρόποι ρυθμίσεως των κοινωνικών σχέσεων
Κοινωνική ηθική: Σύνολο αντιλήψεων περί αγαθού και κακού που επικρατούν στην
εκάστοτε κοινωνία (μορφή ηθικής). Όπως οι συνήθειες, δεν επιβάλλεται σκόπιμα &
τηρείται ασυνείδητα (εκτός κι αν συνδέεται με θρησκεία). Αφορά το σύνολο της
κοινωνίας (όχι επί μέρους ομάδες) & ρυθμίζει μόνο ηθικά σημαντικές πράξεις.
(σχετικότητα). Αυξημένη ικανότητα εξασφάλισης ομαλότητας + διαρκείας διότι 1)
ηθική μομφή προς παραβάτες ενδιέφερε πολύ 2) εξασφαλίζει μερικώς και τα τρία
είδη εμπιστοσύνης.
2
§4: ζητήματα γύρω από τον ορισμό του δικαίου
Συνήθης ορισμός του Δικαίου (από τα κοινά στοιχεία στη νομική βιβλιογραφία):
Σύνολο κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό τις σχέσεις των ανθρώπων
που συμβιούν σε μία κοινωνία οργανωμένη σε κράτος.
Προσεχές γένος = σύνολο κανόνων + υποχρεωτικότητα (§6)
Ειδοποιός διαφορά = κοινωνία οργανωμένη σε κράτος
Παράλειψη (όχι τα επουσιώδη) = περιεχόμενο + σχέση με δικαιοσύνη
Κανόνας:
αρχικά σημαίνει χάρακας. Μεταφορικά -> μέσο μέτρησης = πρότυπο
Ετυμολογικά συγγενής η «κανονικότητα» = τακτική & προβλεπτή επανάληψη
=διαπιστώνεται με τις αισθήσεις εμπειρικός κανόνας ≠ εξαίρεση
Πχ ο κανόνας είναι να μπαίνουν στο πανεπιστήμιο τα ανώτερα στρώματα
Νομικός ρεαλισμός: Διαφωνεί. θεωρεί ότι το δίκαιο είναι μια κοινωνική πρακτική,
δηλαδή σύνολο ομοιόμορφων συμπεριφορών (εμπειρικών κανόνων) & διαθέτει
μόνο πραγματική ισχύ, δεν εμπεριέχει δηλαδή καθήκον υπακοής.
Τι προσδίδει στους κανόνες ενότητα και τους κάνει αυτοτελές δίκαιο (έννομη τάξη);
Ο σύνδεσμος τους με την χώρα στην οποία υφίστανται.
Σχετικότητα δικαίου = κάθε χώρα αντιλαμβάνεται τους δικούς της κανόνες
ως δίκαιο (Έλληνες το ελληνικό δίκαιο – το γερμανικό δεν αποτελεί δίκαιο
για αυτούς). Μεταβάλλεται το περιεχόμενο αλλά όχι η ταυτότητα της
έννομης τάξης που καθορίζεται από τη χώρα.
3
§6: υποχρεωτικότητα, ισχύς και θετικότητα του δικαίου
Πραγματική ισχύς: η υλική δύναμη που διαθέτει το δίκαιο με την οποία κατορθώνει
να υποτάξει του κοινωνούς στους κανόνες. Η δύναμη αυτή πραγματώνεται από το
κράτος με εμπειρικά γεγονότα σε ορισμένο τόπο και χρόνο (ξεκινά και λήγει με την
αρχή και το τέλος των ομοιόμορφων συμπεριφορών). Όταν οι κανόνες
παραβιάζονται, αντιλαμβανόμαστε ότι το δίκαιο δεν έχει πραγματική ισχύ.
Κοινωνιολογικές θεωρίες:
Κανονιστική ισχύς του Δ οφείλεται σε πραγματικά γεγονότα =
Επιβολή από τους κοινωνικά ισχυρότερους / Αναγνώριση κανόνων από τους
κοινωνούς ως δεσμευτικούς με τη συναινετική συμπεριφορά τους
Austin (θεωρία προσταγών) = δίκαιο υπάρχει και δεσμεύει αποκλειστικά και μόνο
επειδή αποτελεί προσταγή του κυρίαρχου μαζί με απειλή εξαναγκασμού αίτιο
υποχρεωτικότητος είναι ο φόβος
Χαρτ: Διαφωνία με τον Κέλσεν μόνο ως προς τον θεμελιώδη κανόνα ισχύς του
οφείλεται σε εμπειρικά γεγονότα. Ο Χαρτ τον ονομάζει «κανόνα αναγνωρίσεως»
διότι μας λέει ποιοι κανόνες εμπεριέχονται στην έννομη τάξη.
[Διάκριση από νομικό ρεαλισμό: Ισχύς Δ είναι μόνο πραγματική, όχι κανονιστική =
δεν έχουμε καθήκον υπακοής, απλώς υπακούμε λόγω της δύναμης του δικαίου που
εκφράζεται από το κράτος]
Νομικές θεωρίες:
Εξετάζουν το δίκαιο από την πλευρά των προσώπων που ασκούν νομικά
επαγγέλματα (εσωτερικό έννομης τάξης). Κανόνας έχει κανονιστική
ισχύ/υποχρεώνει αν:
ανήκει στις πηγές του Δικαίου
έχει ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία για τη θέσπιση του…
από τα αρμόδια όργανα
έχει δημοσιευτεί
δεν υπάρχει αντινομία
Προϋπόθεση, δηλαδή, είναι η θετικότητα (κρίνεται από το ίδιο το Δίκαιο).
= θεμέλιο της ισχύος ενός κανόνα δικαίου αποτελούν άλλοι κανόνες δικαίου.
Κέλσεν: θεμέλιο της ισχύς ενός δέοντος είναι ένα άλλο δέον (αντίθεση με
κοινωνιολογικές θεωρίες). Οι κΔ δεν έχουν το ίδιο κύρος πυραμίδα.
5
Ο ανώτερος ιεραρχικά κανόνας που επιτάσσει υπακοή στο Σύνταγμα θεμελιώνει
την ισχύ του στον «θεμελιώδη κανόνα» (Grundnorm) που δεν έχει περιεχόμενο (δε
ρυθμίζει σχέσεις). Το μόνο που ορίζει είναι = το Σύνταγμα είναι υποχρεωτικό. Δεν
έχει τεθεί, αλλά είναι λογική προϋπόθεση ώστε να ισχύει η έννομη τάξη.
Φιλοσοφικές θεωρίες:
Συμφωνία με κοινωνιολογικές στο ότι ο λόγος ισχύς μιας έννομης τάξης δε μπορεί
να αναζητηθεί μέσα στην ίδια. Συμφωνία με Κέλσεν στο ότι το δέον δε μπορεί να
στηρίζει την ισχύ του στη σφαίρα του όντος. Γι’ αυτό αναζητούν το θεμέλιο της
υποχρεωτικότητος του δικαίου, εκτός έννομης τάξης και εκτός εμπειρικών
γεγονότων, σε ηθικές αξίες (δικαιοσύνη, ελευθερία, ισότητα). Η έννομη τάξη που δε
τις σέβεται δεν αξίζει τον τίτλο «δίκαιο» και δεν έχει δικαίωμα να απαιτεί υπακοή
σε αυτή.
Κριτική = κίνδυνος δογματισμού χαλάρωση δεσμευτικότητας θετού δικαίου με το
πρόσχημα της επικλήσεως δυσαπόδεικτων ηθικών αξιών.
6
= ρεύματα φιλοσοφίας του δικαίου
Φυσικό δίκαιο:
Το δίκαιο αντλεί την ισχύ του από ορισμένες αξίες και δεν είναι απαραίτητο να έχει
τεθεί. Το θετικό δίκαιο μπορεί να αποκαλείται δίκαιο μόνο αν δεν συγκρούεται με
το παραπάνω. (Υποστηρίζει τις φιλοσοφικές θεωρίες περί ισχύος του δικαίου.)
Αριστοτέλης: χωρίζει το δίκαιο εντός «πόλεως» στα δύο. Αυτό που υπάρχει εκ
φύσεως κ δεν εξαρτάται από γνώμες (φυσικό) & σε αυτό που θεσπίζεται με πράξη
(νομικό). Αν το νομικό δίκαιο δεν ρυθμίσει μια σχέση που του αναλογεί, δεν
ρυθμίζεται από το φυσικό δίκαιο, αλλά μένει ανεφάρμοστη. Επίσης, η θέσπιση του
δεν αρκεί, χρειάζεται και «έθος» ώστε να θεωρείται νομικό δίκαιο. Ο Αριστοτέλης
δεν ενδιαφέρεται για το θεμέλιο της δεσμευτικότητας του δικαίου αφού πόλις =
δίκαιο.
Νεότερη θεωρία περί φυσικού δικαίου: φύση δεν είναι τάξη σκοπών, αλλά
αποτέλεσμα εμπειρικής επιστημονικής γνώσης για τον άνθρωπο και τον κόσμο.
Εξετάζεται πριν ενταχθεί στην κοινωνία = πρόταξη του έναντι της κοινωνίας την
οποία δε χρειάζεται για να τελειωθεί (διαφωνία με κλασική θεωρία) ελεύθερος +
ίσος εκ φύσεως. Το δίκαιο δεν προέρχεται ούτε από το Θεό ούτε από την παράδοση
αλλά από ανθρώπινες αποφάσεις υποχρεωτικά συναφείς με τη φύση του
ανθρώπου. Ο σκοπός του καθενός δεν είναι προκαθορισμένος, αλλά επιλέγεται
7
συλλογικά με βάση την ισότητα. Αν η εξουσία παραβιάζει αυτές τις αρχές, οι
κοινωνοί έχουν δικαίωμα ανυπακοής. [θεωρίες κοινωνικού συμβολαίου]
Νομικός θετικισμός:
Υποστηρίζει κοινωνιολογικές + νομικές θεωρίες περί ισχύος. Γέννημα του νεότερου
φυσικού δικαίου.
Το μόνο δίκαιο που υπάρχει είναι αυτό που έχει τεθεί χάρη σε ένα εμπειρικό
γεγονός. Δεν δεσμεύεται από φυσικές αρχές & δεν έχει απαραίτητα σχέση με την
ηθική. Αν τυχαίνει να αποκλίνουν είναι άξια κατακρίσεως ή και ηθικά ανάξιο
υπακοής.
Κοινωνιολογικός θετικισμός:
νομικός ρεαλισμός = το δίκαιο ανήκει στη σφαίρα του όντος & συνίσταται
αποκλειστικά σε εμπειρικούς κανόνες (μόνο πραγματική ισχύς).
κοινωνιολογικές θεωρίες περί ισχύος = αιτία της κανονιστικής ισχύος δικαίου είναι
εμπειρικό γεγονός (επικρατούσα κοινωνική δύναμη / συναίνεση κοινωνών).
Κρατικός θετικισμός: δίκαιο θεσπίζεται μόνο από το κράτος (όχι ως σύνολο νομικών
ρυθμίσεων), δηλαδή την κυρίαρχη εξουσία (θεωρία προσταγών).
8
Καθήκον υπακοής στο δίκαιο = 1. προϊόν της πολιτικής επικράτησης των εκάστοτε
κοινωνικών δυνάμεων (θετικισμός) ή 2. ηθικά δικαιολογήσιμο και συνεπώς πειστικό
για την υποχρεωτικότητα του (φυσικό Δ);
1.
Ο κυρίαρχος τρόπος διαμόρφωσης του δικαίου (από το κοινοβούλιο) μέσα από
πολιτικές διαδικασίες, συζητήσεις και αντιπαραθέσεις έχει ως άμεση συνέπεια τον
έντονο πολιτικό του χαρακτήρα (πριν). Γι’ αυτό οι κανόνες δικαίου αντικατοπτρίζουν
τις πολιτικές αποφάσεις της οργανωμένης σε κράτος κοινωνίας (μετά). Η πολιτική
είναι, λοιπόν, διαρκώς παρόν στο δίκαιο.
Αντικείμενο πολιτικής διαμάχης = Η επιλογή των προτεραιοτήτων κ η κατανομή των
διαθέσιμων πόρων = ρύθμιση κοινωνικής συμβίωσης (σκοπός δικαίου).
2.
Πολιτικός αγώνας για την εξουσία = ακολουθεί κανόνες δικαίου, όχι ωμά
Σύνταγμα = προστατεύει δικαιώματα που είναι ανέγγιχτα στην πολιτική & θέτει
αξίες (ισότητα, ελευθερία) και βασικά αγαθά (υγεία, παιδεία, περιβάλλον) που
υποχρεούται να σέβεται η πολιτική. Ακόμη και η δημόσια διοίκηση, αν και έχει
διακριτική ευχέρεια, υποτάσσεται στην αρχή της νομιμότητας.
δίκαιο = υπερέχει (επιβεβαίωση φυσικού δικαίου)
1+2.
Νομικός θετικισμός θετικότητα από πολιτικό γεγονός = αναγκαία και μοναδική
προϋπόθεση για την ισχύ του δικαίου
Φυσικό δίκαιο προσθέτει μια ηθική προϋπόθεση = τρόπος θέσπισης του δικαίου
+ άσκησης πολιτικής = κοινωνική δικαιοσύνη
Συμπέρασμα: Και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο… εν μέρει όμως…
§10: δίκαιο και ηθική
9
Περιεχόμενο θετικού δικαίου = έκφραση των αντιλήψεων που επικρατούν στην
εκάστοτε κοινωνία (κατά κανόνα) = κοινωνική ηθική
Και τα δύο = ετερόνομα (ρυθμίσεις για τον δρώντα πηγάζουν εκτός εαυτού) & κοινό
θεμέλιο ισχύος (εκάστοτε κοινωνική δύναμη)
Σχέση δικαίου-ηθικής:
Αυτονομία/ετερονομία…
Ηθική αποτελείται από κανόνες τεθειμένους από τον δρώντα (αυτονομία) ενώ το
δίκαιο από κανόνες των νομοθετών του κράτους (ετερονομία).
- Όμως, η ηθική δεν είναι καθαρά ιδιωτική υπόθεση, διότι μας υποχρεώνει να
σκεφτούμε και τους άλλους.
- Σε δημοκρατικά πολιτεύματα, δε, το δίκαιο δεν είναι αμιγώς ετερόνομο,
γιατί ο πολίτης που δεσμεύεται, συμμετέχει αυτόνομα (εκλογές) στη
διαμόρφωση της πολιτικής και, επομένως, του δικαίου.
10
- Από την άλλη, αν η ηθική αδιαφορούσε για το αποτέλεσμα των πράξεων και
αρκούσε η αγαθή πρόθεση τότε θα ήταν ασήμαντη.
Ρυθμιστικό πεδίο…
Ηθικής = ευρύτερο του δικαίου που ρυθμίζει μόνο τις σημαντικές για κοινωνική
συμβίωση & δεν σκοπεύει στην ηθική τελειότητα των κοινωνών.
Όμως…
Ιστορία = όταν το δίκαιο αποβλέπει αποκλειστικά στην κοινωνική τάξη
αδιαφορώντας για την ηθική (απουσία κοινωνικής δικαιοσύνης) η κοινωνική τάξη
διατηρείται προσωρινά (όσο ο τρόμος της βίας). Η ηθική συμπεριφορά που
επιτυγχάνεται με βία δεν έχει ηθική αξία.
Επίσης, η άνωθεν επιβολή του ορθού ενέχει κίνδυνο καταχρήσεων & δεν εγγυάται
ηθική ορθότητα (ναζί αυτοανακηρύσσονταν ιστορική πραγμάτωση της ηθικής).
Συμπέρασμα…
σύνθεση θετικού + φυσικού δικαίου
§11: δίκαιο και εξαναγκασμός
11
Προσεχές γένος:
Σύνολο δεοντολογικών κανόνων…
Ισχύει λόγω του Θεμελιώδη κανόνα…
Ισχύει λόγω αναγνώρισης από κοινωνούς (εμπειρικό γεγονός)…
Ισχύει λόγω δημοκρατίας…
…Ισχύουν μόνο υπό τις αρχές της δικαιοσύνης (ηθική αυτονομία, ισότητα)
Ειδοποιός διαφορά:
Εξαναγκαστό… (απαλλοτρίωση/σύλληψη/φυλάκιση)
(δε χρειάζεται να επεμβαίνει σε όλους τους κανόνες ενδοτικού δικαίου) αρκεί να
είναι γνώρισμα της έννομης τάξης
όμως δίχως φόβο βίας και κυρώσεων = απουσία πραγματικής ισχύς
εξαναγκαστό δεν υπάρχει αχρήστευση δικαίου
Κρατική βία =
Νόμιμη + δημόσια + ηθικώς δικαιολογημένη + από αρμόδια όργανα + δικαίωμα
αυτοϋπεράσπισης
Διαφορετικά είναι αυθαίρετη και δε διαφέρει από των ληστών.
Δικαιολόγηση εξαναγκαστού =
1. αναγκαίο + μικρότερο κακό σε σχέση με την παραβίαση του δικαίου κίνδυνος
για την κοινωνική συμβίωση
2. προέρχεται από όργανα του δημοκρατικού κράτους που αντιπροσωπεύει το λαό
Καντ: ηθικό υπόβαθρο του δικαίου = ελευθερία. Η παραβίαση του δικαίου είναι
και παραβίαση της ελευθερίας. Εξαναγκασμός = «παρεμπόδιση των εμποδίων της
ελευθερίας»
Ορισμός:
Δίκαιο είναι σύνολο κανόνων τεθειμένων με προκαθορισμένες διαδικασίες κ
στηριζόμενων σε ηθικό-πολιτικές αρχές δικαιοσύνης, οι οποίες ρυθμίζουν κατά
τρόπο εξαναγκαστό τις σχέσεις των ανθρώπων που συμβιούν σε μια κοινωνία
οργανωμένη σε κράτος.
12
§12: αμφιβολίες γύρω από τη γνώση του δικαίου
Σκεπτικισμός:
επίλυση νομικών ζητημάτων βάσει της βούλησης του κρίνοντος – όχι μεθοδικά και
συστηματικά
Κέρτσμαν: Δίκαιο δεν είναι επιστήμη = αξία μόνο ως μέσο κοινωνική συμβίωση.
Επίλυση νομικών ζητημάτων = εμπειρία, διαίσθηση, όχι γνώση.
Μεταβλητότητα θετικού δικαίου αποτρέπει τη σταθερότητα γνώση του
δεν μπορεί να είναι επιστημονική, επειδή δεν γίνεται να εξετασθεί
ολοκληρωτικά / σφαιρικά.
«Αρκούν δύο τροποποιητικές λέξεις του νομοθέτη για να αχρηστευθούν
ολόκληρες βιβλιοθήκες»
Αντίκρουση σκεπτικισμού:
αίσθηση συνέχειας έννομης τάξης
επιτυχής σύνδεση δικαίου – ηθικής μέσω επιχειρημάτων αποδεικνύει
ζητήματα δικαιοσύνης = αντικείμενο γνώσης
Η γνώση του δικαίου μας αφορά όλους επειδή διέπει τις καθημερινές μας σχέσεις.
Ωστόσο, η πολυπλοκότητα, η έκταση και η μεταβλητότητα του δεν επιτρέπει στον
πολίτη να έχει επαρκή εποπτεία του.
νομικά επαγγέλματα = λειτουργήματα
13
Νομική θεωρία = διδάσκοντες σε νομικές & συγγραφείς νομικών βιβλίων
Νομική πράξη = δικαστές / δικηγόροι / συμβολαιογράφοι
Κέρτσμαν:
Βασίζεται σε αυτή τη διαφορά θεωρίας-πράξης & γενικεύει.
Ακόμη κι αν η θεωρητική (επιστημονική) ενασχόληση με Δίκαιο ήταν εφικτή, δεν θα
ήταν κοινωνικά χρήσιμη – διότι σκοπός του Δ = ρύθμιση κοινωνικών σχέσεων (κατ’
εξοχήν πρακτικά ζητήματα)
14
= νοητικές ενέργειες του δικαστή ώστε να βρει πως θα ρυθμίσει τη συγκεκριμένη
περίπτωση με βάση το ισχύον δίκαιο
διατακτικό:
ρύθμιση της σχέσης με πολιτειακή αυθεντία
(τι πρέπει να γίνει)
Σκεπτικό:
αιτιολόγηση του διατακτικού
(γιατί πρέπει να γίνει αυτό)
στοιχεία =
1. ισχυρισμοί για τα γεγονότα
δικαστής ελέγχει αν αληθεύουν ή όχι (πραγματικά ζητήματα)
πορεία δικαστή:
ατομικό γενικό = εφαρμογή των κανόνων δικαίου
γενικό ατομικό = ερμηνεία των κανόνων δικαίου
15
§16: εφαρμογή του ισχύοντος δικαίου
ανολοκλήρωτη §
Βήματα =
16
§17: η ερμηνεία του δικαίου γενικά
ανολοκλήρωτη §
Στάδια ερμηνείας:
17
§18: γραμματική ερμηνεία
ανολοκλήρωτη §
Πρόταξη γραμματικής ερμηνείας (κείμενο–γραπτός νόμος) επειδή…
Βεβαιότητα του ισχύοντος δικαίου
Αποτροπή δικαστικής αυθαιρεσίας
Σεβασμός του δημοκρατικού νομοθέτη
Ικανοποιούνται καλύτερα όσο πιστότερη στο κείμενο είναι η ερμηνεία
Αν δεν υπάρχει νομοθετικός ορισμός ούτε πρόκειται για νομικό όρο νομικά
λεξικά.
ορισμοί στα νομικά λεξικά = αντικειμενικοί, γενικής ισχύος ο ερμηνευτής δεν
παραθέτει κάτι υποκειμενικό αν τους ακολουθήσει
18
§19: υποκειμενική, συστηματική, αντικειμενική ερμηνεία
1. Υποκειμενική-ιστορική:
Βούληση νομοθέτη
Στοιχεία εκτός νομοθετικού κειμένου (πρακτικά βουλής + αιτιολογική εκθεση νόμου
Μειονεκτήματα =
- αβεβαιότητα
- κανονιστική ισχύ έχει το κείμενο του νόμου, όχι η βούληση του νομοθέτη
- βούληση του νομοθέτη θα ήταν καθοριστική μόνο ως θεμέλιο της ισχύος του
νόμου. Έτσι όμως, δεχόμαστε τη θεωρία προσταγών.
2. Συστηματική:
Με βάση το που τοποθετείται η διάταξη στην έννομη τάξη.
Επιλέγουμε την ερμηνεία που εξασφαλίζει αλληλουχία της διάταξης με τις άλλες
Πέντε εκδηλώσεις της συστηματικής…
3. Αντικειμενική-τελολογική:
κοινωνικό-πολιτικός σκοπός του νόμου / δικαιολογητικός λόγος ισχύς του
δε πρέπει να σκεφτούμε υποκειμενικά ως νομοθέτες αλλά να σκεφτούμε τι θα
στόχευε ένας νομοθέτης με τις «αγαθότερες δυνατές προθέσεις» που υποκινείται
από ηθικό-πολιτικές αρχές.
Ποια ανάγκη εξυπηρετεί η διάταξη;
Ορθότερη ερμηνεία= υπηρετεί το ηθικό υπόβαθρο του δικαίου και μόνο
19
§20: ενότητα της ερμηνείας
Κείμενο του νόμου = βουβό = δεν αποκαλύπτει την ερμηνεία του παρά μόνο σε
εκείνον που έχει τα κατάλληλα εφόδια (κρίση + εξοικείωση με τον νομικό κόσμο
μέσα από την τριβή), δηλαδή στον νομικό.
Η γραμματική ερμηνεία ποτέ δεν αρκεί από μόνη της (ειδεμή, θα μπορούσε να
ερμηνεύσει το δίκαιο μέχρι και ο γιατρός με προσφυγή σε λεξικά) αλλά σε
συνδυασμό με την τελολογική που είναι πάντα παρόν.
Συμπέρασμα:
Ερμηνευτής πρέπει να…
επιδιώκει την εναρμόνιση θετικότητας (αυθεντία νομοθέτη) και ηθικότητας
(ηθικό-πολιτικές αξίες δικαίου)
εξαντλεί όλα τα δυνατά επιχειρήματα
μην αυθαιρετεί (υποκειμενισμός)
κατευθύνεται από την δικαιοσύνη
ερμηνεύει από τη σκοπιά της ηθικής αυτονομίας
20
§22: δικανικός συλλογισμός
21
Η ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
§23: γνώση και κρίση κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή του Δ
Σκεπτικισμός:
αμφισβήτηση δυνατότητας γνώσης του δικαίου
ο νομικός κρίνει μεταξύ αντικρουόμενων
συμφερόντων/δικαιωμάτων/αγαθών/αξιών (γενική παραδοχή)
οι νοητικές ενέργειες του τελούνται αυτόματα/διαισθητικά, όχι
προγραμματισμένα
θεωρεί ότι η γνώση δεν είναι παρούσα στην δικαιοδοτική πράξη & πως
υπάρχει μόνο κρίση
δεν υπάρχουν ορθά θεμελιωμένες δικαστικές κρίσεις, παρά μόνο
εξουσιαστικές επιλογές
Αντίκρουση σκεπτικιστών:
σύγχυση ερμηνείας και εφαρμογής (μονόπλευρη σημασία στην πρακτική
πλευρά της νομικής εργασίας = επίλυση κοινωνικών προβλημάτων)
φαινόμενο δικαστικών συνηθειών (κοινωνιολογικό επίπεδο) δεν σημαίνει
ότι δεν υπάρχουν μεθοδολογικοί κανόνες που όφειλαν να ακολουθήσουν
Ερμηνεία νόμου:
μεθοδικότητα & συστηματικότητα (χαρακτηριστικά επιστήμης)
Δύσκολα αμφισβητείται η απουσία γνώσης
Εφαρμογή:
Κρίση = αναγνώριση του ατομικού ως στοιχείου του γενικού (την επίδικη σχέση ως
μια από τις περιπτώσεις που ρυθμίζει ο νόμος).
Γνώση δε μπορεί να υποκαταστήσει την κρίση, μόνο να την βοηθήσει με…
εύρεση = στήριξη του «ζητητικού» προσταδίου της κρίσης (αναζήτηση του
γενικού)
έλεγχο (μόνο μετά την κρίση) = αντίστροφη πορεία πρώτα ερμηνεία που
απαιτεί γνώση
22
§24: από τη φρόνηση στην επιστήμη
Αρχαιότητα:
το Δίκαιο δεν καλλιεργήθηκε συστηματικά λόγω απουσίας ενιαίων εννόμων
τάξεων
Ορθός τρόπος συμπεριφοράς = σύγχυση πολιτικής, οικονομίας & δικαίου
Γνώση Δικαίου θεωρούνταν είδος πρακτικής γνώσης
24
§25: μια επιστήμη του δικαίου και του αδίκου;
Οι Γλωσσογράφοι έφεραν τη νομική κοντά στην Ιστορία & τη Φιλολογία λόγω της
κοινής μεθόδου = ερμηνεία κειμένων/πηγών συμπεράσματα για το σήμερα.
Ο Savigny τη θεωρούσε ιστορική επιστήμη.
Γενίκευση των παραπάνω χαρακτηρίστηκε ερμηνευτική/ανθρωπιστική επιστήμη
Αυτή η κατάταξη οφείλεται στην διάδοση της παραδοσιακής διδασκαλίας
στη γραμματική ερμηνεία ο νομικός λειτουργεί ως φιλόλογος
στην υποκειμενική λειτουργεί σαν ιστορικός
25