You are on page 1of 16

Η στάση της Ελλάδας στην ιρανική καθεστωτική αλλαγή.

Μεταξύ σάχη Παχλαβί και αγιατολάχ Χοµεϊνί.

περιοδ. Ιστορία, τ. 588, Απρίλιος 2017, σ. 86-101

Πρόλογος
Στο τέλος της δεκαετίας του ‘70 η πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό του Ιράν
επηρέασε τις σχέσεις του και µε την Ελλάδα. Οι πολιτικές εξελίξεις µε αφορµή τη
διατήρηση στην εξουσία του καθεστώτος του σάχη Παχλαβί που διήρκησαν για
πολλούς µήνες µέχρι την οριστική επικράτηση του αγιατολάχ Χοµεϊνί, εµπόδισαν την
πρόοδο στις διµερείς επαφές. Η Ελλάδα απέφυγε να πάρει θέση στις εξελίξεις, αφού
δεν ήταν από την αρχή σαφές πιο πλευρά θα επικρατούσε στην εσωτερική διαπάλη για
τη νοµή της εξουσίας. Ακόµα και η προώθηση νέων θεµάτων προς συζήτηση και
βελτίωση της διµερούς συνεργασίας θα µπορούσε να εκληφθεί ως έµµεση στήριξη του
Σάχη, µε κίνδυνο να διακυβεύονταν η στάση ουδετερότητας που είχε επιλέξει. Έτσι το
πλαίσιο επαφών ήταν περιορισµένο και κυρίως αφορούσε κατάληξη
διαπραγµατεύσεων που είχαν ξεκινήσει πριν την πολιτική αστάθεια του Ιράν.

Εισαγωγή
Οι ελληνοϊρανικές επαφές µέχρι και την εδραίωση του Χοµεϊνί

Προσπάθειες βελτίωσης των διµερών σχέσεων


Οι ελληνοϊρανικές σχέσεις το 1974 είχαν πληγεί εξαιτίας δύο γεγονότων. Αφενός η
κατάργηση της µοναρχίας τόσο µε το δηµοψήφισµα του 1974 όσο και µε το
αντίστοιχο της δικτατορίας το 1973, δηµιούργησε προστριβές, εξαιτίας περισσότερο
των πολύ καλών διαπροσωπικών σχέσεων του βασιλιά Κωνσταντίνου µε τον Σάχη
Μοχάµεντ Ρεζά Παχλαβί παρά των ανησυχιών που δηµιουργούνταν στον Ιρανό
βασιλιά για τη διατήρηση της θέση του. Αφετέρου και κυρίως, η στήριξη που παρείχε
το Ιράν στην Τουρκία στο Κυπριακό. Ο Παχλαβί είχε εκφράσει δηµόσια τη στήριξή
του στις τουρκικές ενέργειες αµέσως µετά την πρώτη εισβολή στρατευµάτων στην
Κύπρο1.
Η ελληνική κυβέρνηση επιθυµούσε τη βελτίωση των σχέσεων µε το
καθεστώς του Σάχη. Αυτό όχι µόνο για να προωθήσει την οικονοµική συνεργασία,


1
www.wikileaks.org κωδικοί τηλεγραφηµάτων 1974TEHRAN06170 και 1974ANKARA06875.

1
αλλά και για να αντισταθµίσει την υποστήριξη που παρείχε το Ιράν στις τουρκικές
θέσεις για το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά. Με αυτό το σκοπό ο υπουργός
Εξωτερικών Δηµήτριος Μπίτσιος επισκέφθηκε την Τεχεράνη από τις 17 έως τις 19
Ιουνίου 1975. Γνωρίζοντας τις δυσκολίες, η επίσκεψη χαρακτηρίστηκε από ελληνικής
πλευράς «καλής θέλησης επί πολιτικού επιπέδου»2. Εντούτοις, ο Μπίτσιος είχε
εκτενείς επαφές µε τον οµόλογό του Αµπάς Αλί Καλατµπαρί, αλλά και συνάντηση µε
το σάχη. Σε αυτές διαπιστώθηκε η θέληση και αποφασίστηκε η προώθηση της
διµερούς συνεργασίας σε θέµατα που άπτονταν το εµπόριο, τον τουρισµό και την
πολεοδοµία. Η ιρανική πλευρά εξέφρασε την πρόθεση να ενισχυθεί η διµερής
συνεργασία στον οικονοµικό τοµέα3. Ωστόσο στα πολιτικά ζητήµατα –λ.χ.
ελληνοτουρκικά και Κυπριακό- η κυβέρνηση του Σάχη ήταν επιφυλακτική στο να
στηρίξει ελληνικές θέσεις, αναφερόµενοι τόσο ο Καλατµπαρί όσο και ο Παχλαβί
στην ανάγκη βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων4. Επιστέγασµα των
ελληνικών προσπαθειών για βελτίωση των διµερών σχέσεων µε το Ιράν ήταν η κοινή
βούληση για σύναψη εµπορικής συµφωνίας που τελικά υπογράφηκε στην Αθήνα,
στις 3 Φεβρουαρίου 19765.
Σηµαντική εξέλιξη στην πορεία των ελληνοϊρανικών σχέσεων ήταν η
επίσκεψη του Καλατµπαρί στην Αθήνα, στις 15-18 Οκτωβρίου 1976. Ο Ιρανός
υπουργός που συνοδευόταν από τον συνάδελφό του επί των Οικονοµικών και
Οικονοµίας Χουσάγνκ Ανσαρί, είχε συναντήσεις µε τον Πρόεδρο της Δηµοκρατίας
Κωνσταντίνο Τσάτσο και µε τον Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραµανλή. Η
επίσκεψη Καλαµτπαρί ήταν ανταποδοτική στη µετάβαση του Μπίτσιου στην
Τεχεράνη. Ακολούθως, το 1977 υπήρξε µικρή πρόοδος στις διµερείς σχέσεις,
συνιστάµενη κυρίως σε συνεργασία στον οικονοµικό τοµέα. Το 1978 φαινόταν πως οι
διµερείς σχέσεις θα οδηγούνταν σε στασιµότητα λόγω των πολιτικών εξελίξεων στο
Ιράν. Αυτό έγινε σαφές κυρίως µε τη συµφωνία για τις οδικές µεταφορές που
µονογράφηκε στις 13 Απριλίου 1978 στην Αθήνα6 και την τουριστική που


2
ΑΠΕ, τηλεγράφηµα 14ης Ιουνίου 1976.
3
Μπίτσιος, σ. 181-189.
4
ΑΠΕ, τηλεγραφήµατα 17 και 19 Ιουνίου 1975.
5
Ν. 517/1977, δηµοσ. σε ΦΕΚ1/Α/11.01.1977.
6
Δελτίο Τύπου Υπουργείου Συντονισµού, 13 Απριλίου 1978.

2
υπογράφηκε στην Τεχεράνη στις 21 Ιουνίου 1978. Παρόλα αυτά, η τουριστική
ουδέποτε αµοιβαίως επικυρώθηκε7 ενώ η µεταφορών δεν υπογράφηκε8.

Η στήριξη του σάχη στον Κωνσταντίνο και η φιλοτουρκική στάση


Σκιές στις ελληνοϊρανικές σχέσεις δηµιουργήθηκαν τον Οκτώβριο του 1975.
Εφηµερίδες, προσκείµενες στο Κέντρο και την Αριστερά, µετέφεραν πληροφορίες για
κονδύλια ύψους 3,5 εκατοµµυρίων δολαρίων που στάλθηκαν µέσω Λονδίνου και
Τεχεράνης στις φιλοβασιλικές οργανώσεις στην Ελλάδα ενόψει του δηµοψηφίσµατος
για το πολιτειακό9. Στις πληροφορίες αυτές δεν αναφέρθηκε δηµόσια ούτε η ελληνική
ούτε η ιρανική κυβέρνηση, ενώ και από τις υπάρχουσες πηγές δεν έχει καταστεί
δυνατό να διασταυρωθούν.
Ο Κωνσταντίνος, προκειµένου να επιτύχει διεθνή στήριξη και οικονοµική
βοήθεια, συζητούσε µε το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία –µε τους βασιλικούς οίκους
των οποίων όπως προαναφέρθηκε διατηρούσε άριστες διαπροσωπικές σχέσεις- τη
σύναψη δανείου ύψους 2 δισεκατοµµυρίων δολαρίων. Το δάνειο θα χορηγούνταν
στην περίπτωση επανόδου του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα. Μάλιστα επισκέφθηκε το
Νοέµβριο του 1975 τόσο την Τεχεράνη όσο και το Ριάντ, όπου έγινε δεκτός µε τιµές
αρχηγού κράτους10.
Βήµα προς τα πίσω, για τις διµερείς σχέσεις, αποτέλεσε η επίσκεψη του
σάχη στην Άγκυρα στις αρχές Νοεµβρίου 1975. Ήταν ενδεικτική η χρήση της λέξης
«αδιανόητο» στην προοπτική επιδείνωσης των σχέσεων µε την Τουρκία. Επίσης
δυσαρέσκεια δηµιουργήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση για το χειρισµό του θέµατος
της απόκτησης αµερικανικών αεροσκαφών από το Ιράν (οι ΗΠΑ είχαν πουλήσει
αεροσκάφη στο Ιράν που στη συνέχεια αυτό θα τα µεταπωλούσε στην Ελλάδα).
Εντούτοις στη 1 Δεκεµβρίου 1975 η πρεσβεία του Ιράν στην Άγκυρα ανακοίνωσε
πως τα αεροσκάφη θα παραδίδονταν στην ιορδανική πολεµική αεροπορία, αντί της
ελληνικής. Καθώς το θέµα έτεινε να µετατραπεί σε ρήξη στις σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ,
οι Αµερικανοί διέψευσαν επίσηµα τις περσικές και τουρκικές πληροφορίες11. Το

7
Ως προς τη ρύθµιση των θεµάτων τουριστικής συνεργασίας µεταξύ των δύο χωρών, µόλις στις
30.11.1998 υπογράφηκε στην Τεχεράνη µνηµόνιο συνεργασίας στον τοµέα του τουρισµού (κυρώθηκε
µε το Ν. 2758/1999, δηµοσ. σε ΦΕΚ 255/Α’/19.11.1999).
8
Συµφωνία οδικών µεταφορών υπογράφηκε στην Αθήνα στις 13 Δεκεµβρίου 1990 και κυρώθηκε µε
το Ν. 2088/1992, δηµοσ. σε ΦΕΚ 175/Α΄/11.11.1992.
9
Αναστασιάδης, σ. 153.
10
Αρχείο, Φ. 43Β, σηµείωµα αρχηγού Στόλου Σ.Κονοφάου προς πρωθυπουργόν Κ.Καραµανλή, την 4η
Νοεµβρίου 1975.
11
Ανακοίνωση προς τον τύπο Πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, 26 Δεκεµβρίου 1975.

3
ζήτηµα έληξε στις αρχές του 1976, οπότε και 10 από τα αεροσκάφη παρελήφθησαν
από την Ελλάδα

Α’ Μέρος
Οι ελληνικές αντιδράσεις στην καθεστωτική διαµάχη στο Ιράν

Αντιδράσεις από την αντιπολίτευση και οργανώσεις πολιτών


Καθώς οι εσωτερικές συγκρούσεις στο Ιράν συνεχίζονταν, η ελληνική κυβέρνηση
παρέµενε σταθερά ουδέτερη και δεν προέβαινε ούτε σε κινήσεις, πόσο µάλλον σε
δηλώσεις, στήριξης της µιας ή της άλλης πλευράς. Αντίθετα µε την κυβέρνηση
Καραµανλή, η αντιπολίτευση και δη οι νεολαιίστικες οργανώσεις τους, προέβαιναν σε
δηµόσιες διαδηλώσεις κατά του σάχη Παχλαβί.
Στις 12 Σεπτεµβρίου 1978 µέλη των νεολαιών του ΠΑΣΟΚ, της ΕΔΑ, της
φοιτητικής οργάνωσης Ρήγας Φεραίος αλλά και εξωκοινοβουλευτικών
κοµµουνιστικών σχηµάτων και κοµµάτων (Σοσιαλιστική Πορεία, ΚΚΕ Μ-Λ)
πραγµατοποίησαν συγκέντρωση διαµαρτυρίας έξω από την ιρανική πρεσβεία της
Αθήνας12. Παρότι ο αριθµός των διαδηλωτών προσέγγιζε, σύµφωνα µε εκτιµήσεις του
Υπουργείου Δηµόσιας Τάξης, τους 500 έξω από την πρεσβεία τοποθετήθηκαν ισχυρές
ειδικές αστυνοµικές δυνάµεις13. Όµοιες εκδηλώσεις στήριξης της ιρανικής
αντιπολίτευσης έγιναν από το ΚΚΕ. Στα πλαίσια του 4ου φεστιβάλ της Κοµµουνιστικής
Νεολαίας Ελλάδας – Οδηγητή, εστάλη τηλεγράφηµα στην ιρανική πρεσβεία της
Αθήνας στις 13 Σεπτεµβρίου 1978. Η ΚΝΕ διαµαρτυρόταν «για τα εγκλήµατα και τα
καταπιεστικά µέτρα του καθεστώτος του Σάχη» και παρέπεµπε σε κείµενο
αλληλεγγύης που είχε υπογραφεί από πολίτες αλλά και χρήµατα που συγκεντρώθηκαν
στα πλαίσια του φεστιβάλ «για την ενίσχυση του αγώνα του ιρανικού λαού»14. Η
ανησυχία για τυχόν επίθεση διαδηλωτών κατά της ιρανικής πρεσβείας ήταν έντονος
στην ελληνική κυβέρνηση, οπότε και ελήφθησαν αυξηµένα µέτρα προστασίας του
κτιρίου. Τούτο προκειµένου να µη µπορούσαν να ερµηνευθούν τυχόν επεισόδια ως
στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης –δια της ανοχής στους διαδηλωτές- στην ιρανική
αντιπολίτευση. Τα παραπάνω γεγονότα προέρχονταν από ένα τµήµα της ελληνικής
πολιτικής και κοινωνίας που τάσσονταν υπέρ της εξέγερσης στο Ιράν, όχι τόσο λόγω


12
Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου ΠΑΣΟΚ και οµοίως ΕΔΑ, αµφότερες 12 Σεπτεµβρίου 1978.
13
Απογευµατινή, φύλλο 13ης Σεπτεµβρίου 1978.
14
Ριζοσπάστης, φύλλο 14ης Σεπτεµβρίου 1978.

4
συµπάθειας στο Χοµεϊνί όσο κυρίως λόγω αντιπάθειας στο φιλοαµερικανικό καθεστώς
του σάχη.
Από την άλλη πλευρά, η επικράτηση της ισλαµικής επανάστασης προκάλεσε
αντιδράσεις από γυναικείες οργανώσεις στην Ελλάδα. Λόγω των απόψεων του
αγιατολάχ για τη θέση της γυναίκας σε ένα ισλαµικό κράτος, σωµατεία για την ισότητα
ανδρών-γυναικών στην Ελλάδα, επέδωσαν ψήφισµα στην ιρανική πρεσβεία, στις 24
Μαρτίου 1979. Σε αυτό έκαναν αναφορά στο ισλαµικό έθιµο του ακρωτηριασµού και
παραµόρφωσης των γυναικείων γεννητικών οργάνων µετά η γέννηση, στην κάλυψη
του προσώπου των γυναικών αλλά και στην πολυγαµία και το θεσµό του χαρεµιού,
θεωρώντας πως οι πράξεις αυτές ήταν απαράδεκτες για τα τέλη του 20ου αιώνα. Το
ψήφισµα κοινοποιούνταν και στην ένωση γυναικείων σωµατείων του Ιράν, που όµως
σταµάτησε κάθε δραστηριότητα της µετά την επικράτηση των ισλαµιστών15. Όµοιες
αντιδράσεις υπήρξαν και µετέπειτα· προέρχονταν από την ΕΔΑ στις 6 Σεπτεµβρίου
1979, εξαιτίας της καταδίκης 12 στελεχών του σοσιαλιστικού και εργατικού κόµµατος
του Ιράν αλλά και εκπροσώπων της κουρδικής µειονότητας. Η ΕΔΑ απέστειλε προς
τον αγιατολάχ Χοµεϊνί τηλεγράφηµα διαµαρτυρίας κάνοντας λόγω για παραβίαση
ανθρωπίνων δικαιωµάτων και ειδικότερα των πολιτικών φρονηµάτων αντιφρονούντων
στο Ιράν16.
Παρότι αµφότερα τα δύο ως άνω θέµατα έλαβαν δηµοσιότητα, η ελληνική
κυβέρνηση δεν έκανε καµία αναφορά. Στην περίπτωση του ψηφίσµατος, αν το
καταδίκαζε θα αντιµετώπιζε οξείες αντιδράσεις στο εσωτερικό ενώ σε αντίθετη
περίπτωση θα θεωρούνταν µη φιλική πράξη προς το νέο καθεστώς. Στην περίπτωση
του τηλεγραφήµατος διαµαρτυρίας της ΕΔΑ, ήταν πιο εύκολη η θέση της κυβέρνησης
αφού αυτό αφορούσε την ένδειξη συµπαράστασης του ελληνικού αριστερού κόµµατος
προς τους ιρανούς οµοϊδεάτες τους. Η ελληνική κυβέρνηση ούτως ή άλλως απέφευγε
να σχολιάζει την δραστηριότητα των αντιπολιτευόµενων κοµµάτων σε διεθνές επίπεδο
και από τη στιγµή που το τηλεγράφηµα της ΕΔΑ δεν εξέφραζε την επίσηµη ελληνική
θέση, η κυβέρνηση Καραµανλή το άφησε ασχολίαστο. Αντίστοιχα και το καθεστώς του
Χοµεϊνί δεν έκανε καµία αναφορά ούτε απάντησε στις διαµαρτυρίες της ΕΔΑ.
Καθώς φαινόταν πως επικρατούσαν οι υποστηρικτές του Χοµεϊνί, στην
Ελλάδα έλαβαν χώρα εκδηλώσεις υποστήριξής του. Η κυβέρνηση Καραµανλή δεν


15
Ψήφισµα προς την Πρεσβεία του Ιράν του Συνδέσµου για τα Δικαιώµατα της Γυναίκας, 24 Μαρτίου
1979.
16
Ανακοίνωση ΕΔΑ - κείµενο τηλεγραφήµατος διαµαρτυρίας, 6 Σεπτεµβρίου 1979.

5
µπορούσε να αποτρέψει τη διοργάνωση εκδηλώσεων συµπαράστασης υπέρ του
Χοµεϊνί. Τέτοια ήταν αυτή που διοργανώθηκε σε αθηναϊκό θέατρο από το πολιτιστικό
σωµατείο «Πρωτογόρας» µε θέµα τις εξελίξεις στο Ιράν στις 12 Φεβρουαρίου 1979.
Κεντρικός οµιλητής της εκδήλωσης ήταν στενός συνεργάτης του Χοµεϊνί, ονόµατι Αλί
Μοτζαµπί, ο οποίος παρουσίασε τις θέσεις της ιρανικής αντιπολίτευσης και παρά την
έντονα αντιδυτική ρητορεία του επέµεινε πως η Ελλάδα παρέµενε και θα παρέµεινε µια
φίλη χώρα του Ιράν17.

Αντίκτυπος σε επιχειρήσεις
Ως προς τις συνέπειες στις ελληνικές επιχειρήσεις από την συνεχιζόµενη πολιτική
κρίση που µάστιζε το Ιράν, αυτές άρχισαν να γίνονται έντονα αντιληπτές το 1979.
Πέραν των προβληµάτων που προκαλούσε στην Ελλάδα η άνοδος των τιµών του
αργού πετρελαίου λόγω της µείωσης της παραγωγής και εξαγωγών του Ιράν, έντονος
προβληµατισµός επικρατούσε και στις ελληνικές τεχνικές εταιρίες που
δραστηριοποιούνταν στο Ιράν. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση ήταν αυτή της εταιρίας
«Σκαπανεύς» που είχε αναλάβει έργα οδοποιίας στο Ιράκ και στο Ιράν. Μάλιστα στο
Ιράν συµµετείχε σε έργα κατασκευής του αυτοκινητοδρόµου που συνέδεε την
Τεχεράνη και το Σιράζ (στο νότο της χώρας) µε στα ιρανοπακιστανικά σύνορα. H
εταιρία απασχολούσε 500 Έλληνες µηχανικούς και εργατοτεχνίτες και αποφάσισε να
αναστείλει και να µεταφέρει τις δραστηριότητές της σε περίπτωση που η πολιτική
κρίση στο Ιράν συνεχίζονταν18, όπως και πράγµατι συνέβη πλην 50 εργαζοµένων που
παρέµεναν.
Ταυτόχρονα µε τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, η Ελλάδα έγινε χώρα
προορισµού όλων των δυτικών που προσπαθούσαν αεροπορικώς να εγκαταλείψουν το
Ιράν. Στην περίπτωση αυτή η Ελλάδα φαινόταν τόσο έναντι των δυτικών ως ασφαλής
χώρα-καταφύγιο ενώ έναντι των Ιρανών δεν υπήρχε κάποια εµπλοκή στις εσωτερικές
συγκρούσεις στη χώρα. Τούτο καθώς σε επίσηµο επίπεδο η ελληνική κυβέρνηση δεν
έλαβε, ούτε και στην περίπτωση των προσφύγων όπως και στην προαναφερθείσα
περίπτωση µετάβασης του Χοµεϊνί, δηµόσια θέση υπέρ κάποιας εκ των αντιµαχόµενων
πλευρών. Έτσι στις 9 Φεβρουαρίου 1979 διακόσιοι Αµερικανοί, εργαζόµενοι σε
εταιρίες που δραστηριοποιούνταν στο Ιράν µε τις οικογένειές τους, κατέλυσαν στην


17
Ενηµερωτικό δελτίο πολιτιστικού οµίλου «Πρωταγόρα» σχετικά µε εκδήλωση στο θέατρο «Κάβα»,
13 Φεβρουαρίου 1979 και καθηµερινή, φύλλο 10ης Φεβρουαρίου 1979.
18
Associated Press και ΑΠΕ, τηλεγραφήµατα 5ης Ιανουαρίου 1979.

6
ελληνική πρωτεύουσα ύστερα από αερογέφυρα που στήθηκε µε αµερικανικά
στρατιωτικά αεροπλάνα µεταξύ Τεχεράνης και Αθήνας. Η πλειονότητα από αυτούς
ύστερα από ολιγοήµερη διαµονή στην Ελλάδα αναχωρούσε µε προορισµό τις χώρες
καταγωγής τους. Η επαναλειτουργία της ιρανικής αεροπορικής εταιρίες στις 16
Φεβρουαρίου 1979, µέσω της εκτέλεσης πτήσεων Αθήνας-Τεχεράνης19, βοήθησε προς
την κατεύθυνση αυτή. Ήδη από την επόµενη ηµέρα της επαναλειτουργίας πάνω από
οκτακόσιοι Αµερικανοί αναχώρησαν από την Τεχεράνη µε προορισµό την Αθήνα20.
Τέλος η ελληνική πρεσβεία στην Τεχεράνη φρόντισε ώστε η µεγάλη
πλειονότητα των Ελλήνων να αποχωρήσει από τη χώρα, λόγω των συγκρούσεων και
της ανασφάλειας που προκαλούσαν οι καθηµερινές ογκώδεις συγκεντρώσεις των
οπαδών του Χοµεϊνί. Η αποχώρηση της πλειονότητας των Ελλήνων είχε λάβει χώρα
την περίοδο Νοεµβρίου-Δεκεµβρίου 1978, αλλά ολοκληρώθηκε επιτυχώς στα τέλη
Φεβρουαρίου 197921. Η εξέλιξη αυτή ασφαλώς αποτελούσε µεγάλο πλήγµα για τα
ελληνικά επιχειρηµατικά συµφέροντα στο Ιράν, αφού οι αποχωρήσαντες Έλληνες ήταν
σε συντριπτικό ποσοστό όχι µόνιµοι κάτοικοι αλλά εργαζόµενοι επιστήµονες και
εργατοτεχνίτες σε κατασκευαστικά έργα που εκτελούσαν ελληνικές τεχνικές εταιρίες.

Η επίσηµη θέση της κυβέρνησης Καραµανλή


Η Ελλάδα επιδίωξε να διατηρήσει ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας µε το καθεστώς
του Χοµεϊνί στο Ιράν, αλλά και να εµφανιστεί ως παράγοντας σταθερότητας στην
Εγγύς και Μέση Ανατολή· ακόµα και η υποδοχή προσφύγων από το Ιράν στην
Ελλάδα, ως ασφαλής χώρα, (βλ. ευθύς παρακάτω) εντασσόταν σε αυτό το πλάνο.
Παρόλα αυτά η διαµόρφωση ενός εντελώς νέου πολιτικού σκηνικού στο Ιράν και η
επιφυλακτικότητα που υπήρχε ως προς τις προθέσεις του Χοµεϊνί για συνεργασία µε
δυτικές χώρες, λόγω της άκρατης αντιαµερικανικής ρητορείας του, αποτελούσαν
αποτρεπτικούς παράγοντες στο να µπορούσαν να γίνουν ασφαλείς εκτιµήσεις για την
πορεία των ελληνοϊρανικών σχέσεων.
Μετά την επιδείνωση της πολιτικής κρίσης, η Ελλάδα κινδύνεψε να βρεθεί
στο επίκεντρο της εσωτερικής διαµάχης στο Ιράν. Τούτο καθώς ο εξόριστος στο
Παρίσι θρησκευτικός ηγέτης και πολιτικός αντίπαλος του σάχη, αγιατολάχ Χοµεϊνί,
ανακοινώθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1979 πως θα εγκατασταθεί στην Αθήνα, µε σκοπό

19
Καταχώρηση ανακοίνωσης στον ηµερήσιο πρωινό και απογευµατινό Τύπο αεροπορικής εταιρίας
«IRAN AIR», 16 Φεβρουαρίου 1979.
20
Associated Press, τηλεγράφηµα 17 Φεβρουαρίου 1979.
21
Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου Υπουργείου Εξωτερικών, 17 Φεβρουαρίου 1979.

7
το να καθοδηγεί από εγγύτερη απόσταση της κινήσεις των οπαδών του. Μάλιστα
εκπρόσωποι του Χοµεϊνί φρόντισαν να εξασφαλίσουν χώρους διαµονής σε κεντρικά
ξενοδοχεία της Αθήνας, όπως προέκυπτε από διαβεβαιώσεις των διευθύνσεων των
ξενοδοχείων της «Μεγάλης Βρετανίας» και του «Αστέρα» Βουλιαγµένης. Επίσης, από
διπλωµατικές πηγές του Παρισιού ενηµερώθηκαν οι ελληνικές αρχές και ελήφθησαν
αυστηρότατα µέτρα ασφαλείας στο αεροδρόµιο του Ελληνικού. Επίσηµα κανένα
αίτηµα δεν υποβλήθηκε στην ελληνική πρεσβεία στο Παρίσι είτε σχετικά µε διέλευση
του Χοµεϊνί από την Αθήνα είτε σχετικά µε παραµονή του στην Ελλάδα. Από την
άλλη, η γαλλική αεροπορική εταιρία ενηµέρωσε το αερολιµαναρχείο του Ελληνικού
πως ο Χοµεϊνί δε µεταβαίνει σε αεροσκάφος και πτήση της. Έτσι υπήρξε σύγχυση στις
ελληνικές αρχές ασφαλείας για το µε ποιο πτήση θα κατέφθανε στην Αθήνα ο Ιρανός
ηγέτης, µε αποτέλεσµα τα µέτρα ασφαλείας στο αεροδρόµιο να παρέµεναν αυστηρά.
Τελικά ο εκπρόσωπος του Χοµεϊνί στο Παρίσι δήλωσε πως ο Ιρανός αγιατολάχ δε
σκόπευε να µετεγκατασταθεί από το Παρίσι σε άλλη πόλη, παρά µόνο να επέστρεφε
στην Τεχεράνη22. Η ελληνική κυβέρνηση δέχθηκε µε ανακούφιση την ανακοίνωση της
ακύρωσης της µετάβασης του Χοµεϊνί στην Αθήνα. Σε µια τέτοια περίπτωση η θέση
της θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη καθώς θα καλούνταν να παράσχει άδεια στον Ιρανό
αντιπολιτευόµενο ηγέτη να παραµείνει στη χώρα. Ενόψει του ότι διαφαινόταν πως το
καθεστώς του σάχη θα ανατρεπόταν, η ελληνική κυβέρνηση θα βρισκόταν στο δίληµµα
του να εµπλακεί (σε περίπτωση έγκρισης της διαµονής Χοµεϊνί στην Αθήνα) στην
εσωτερική διαµάχη ή από την άλλη του να δυσαρεστήσει τον αγιατολάχ µε
αποτέλεσµα σε περίπτωση επικράτησής του να επιδεινώνονταν οι διµερείς σχέσεις.
Έγινε ήδη παραπάνω αναφορά σε εκδήλωση στην Αθήνα υπέρ της
καθεστωτικής αλλαγής στο Ιράν. Η ελληνική κυβέρνηση δεν την καταδίκασε και
φρόντισε έτσι να διατηρεί ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας µε την ιρανική
αντιπολίτευση ώστε σε περίπτωση της -διαφαινόµενης- καθεστωτικής αλλαγής στο
Ιράν να µη στερούνταν ερεισµάτων στη νέα ηγεσία. Στα πλαίσια αυτά ήταν λογικό η
ελληνική πλευρά να αναγνωρίσει αυθηµερόν την κυβέρνηση του πρωθυπουργού
Μέχντι Μπαζαργκάν που ανέλαβε την εξουσία στις 13 Φεβρουαρίου 1979 µετά την
ανατροπή του σαχικού πρωθυπουργού Σαπούρ Μπακτιάρ (στις 16 Ιανουαρίου 1979 ο
Σάχης είχε εγκαταλείψει το Ιράν µεταβαίνοντας στο Μαράκες του Μαρόκου, ενώ ο
Χοµεϊνί επανήλθε στη χώρα στη 1 Φεβρουαρίου 1979). Παρότι ο Μπακτιάρ δεν


22
Associated Press και ΑΠΕ, τηλεγραφήµατα 24 Ιανουαρίου 1979.

8
παραιτήθηκε, οπαδοί του Χοµεϊνί κατέλαβαν κτίρια υπουργείων και κυβερνητικές
υπηρεσίες στις 10 Φεβρουαρίου, µε αποτέλεσµα την εξουσία εν τοις πράγµασι να
ασκεί προσωρινά ο Μπαζαργκάν και ο Χοµεϊνί να αναγγέλλει την εγκαθίδρυση
ισλαµικής δηµοκρατίας.
Το Υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε πως η χώρα αναγνωρίζει ως νόµιµη τη
νέα κυβέρνηση του Μπαζαργκάν και µάλιστα δόθηκε εντολή στον Έλληνα πρεσβευτή
στην Τεχεράνη να προβεί στις πρώτες επαφές µε την ιρανική κυβέρνηση23. Από την
πλευρά του ο Ιρανός πρεσβευτής στην Αθήνα τάχθηκε, όπως και οι υπόλοιποι 11
επικεφαλής των ιρανικών πρεσβειών σε ευρωπαϊκό έδαφος, υπέρ της νέας κυβέρνησης.
Δηµόσια όχι απλώς αναφέρθηκε στο νέο πρωθυπουργό αλλά και στο πρόσωπο του
Χοµεϊνί προς τον οποίο, άπαντες οι 12 πρεσβευτές, εξέφρασαν την υποστήριξή τους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η ανακοίνωση των πρώτων προθέσεων της κυβέρνησης
Μπαζαργκάν σχετικά µε την αποχώρηση της χώρας από το CENTO καθώς και της
χάραξης αδέσµευτης και ουδέτερης πολιτικής· δεν παρέλειψε να εκφράσει την
ξεκάθαρη αντίθεση στην πολιτική του Ισραήλ και στην εξακολούθηση της κατοχής
αραβικών εδαφών από ισραηλινά στρατεύµατα24.

Β’ µέρος
Η ελληνική θέση µετά την επικράτηση του Χοµεϊνί

Η Ελλάδα και η οµηρεία στην αµερικανική πρεσβεία


Στο υπόλοιπο του 1979 δε σηµειώθηκαν εξελίξεις στις διµερείς σχέσεις. Η Ελλάδα
απέφυγε να εµπλακεί στις εσωτερικές εξελίξεις στο Ιράν αλλά και στη ραγδαία όξυνση
των σχέσεων µε τις ΗΠΑ. Ιδίως στο θέµα της οµηρείας των Αµερικανών στην
πρεσβεία της Τεχεράνης, η ελληνική κυβέρνηση, πέραν της έκκλησης για σεβασµό της
ασφάλειας των διπλωµατικών αποστολών, δεν είχε ενεργό ανάµιξη. Ωστόσο, στα τέλη
Νοεµβρίου 1979, µε αφορµή την υπόθεση της οµηρείας η ελληνική κυβέρνηση
δέχθηκε κρούση από τους Αµερικανούς να παρείχε διευκολύνσεις µέσω της στήριξης
των αεροπορικών δυνάµεων (χρήση αεροδροµίων, λιµανιών, εναέριου χώρου και
χωρικών υδάτων), σε περίπτωση επέµβασης µε σκοπό την απελευθέρωση των οµήρων
στο Ιράν25. Το αίτηµα δεν υποβλήθηκε επίσηµα, ωστόσο οι Αµερικανοί ζήτησαν την


23
Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου Υπουργείου Εξωτερικών 13 Φεβρουαρίου 1979.
24
Δήλωση προς τον Τύπο του Ιρανού πρέσβυ στην Αθήνα, κ. Σεπαµπόντι, 13 Φεβρουαρίου 1979.
25
AΠΕ, τηλεγράφηµα 23 Νοεµβρίου 1979.

9
παροχή διευκολύνσεων από τις συµµαχικές χώρες, εκ των οποίων εξέφρασαν
επιφυλάξεις µέχρι να απαντήσουν οι Γαλλία και Ελλάδα. Η ελληνική πλευρά
επικαλέστηκε τις άριστες σχέσεις µε τον αραβικό και µουσουλµανικό κόσµο και τις
οξείες αντιδράσεις που θα προκαλούνταν στις χώρες αυτές σε περίπτωση στρατιωτικής
επέµβασης26. Για το θέµα η επίσηµη θέση της κυβέρνησης, διά του υφυπουργού
Προεδρίας Αθανάσιου Τσαλδάρη, ήταν πως θα απαντούσε µόνο σε περίπτωση
επίσηµου αιτήµατος ενώ ταυτόχρονα αρνήθηκε πως βολιδοσκοπήθηκε από τις ΗΠΑ
προς τούτο και πως οι αµερικανικές βάσεις στην Ελλάδα είχαν τεθεί σε ετοιµότητα27.
Στο ίδιο µήκος κύµατος κινήθηκε και ο υφυπουργός Εξωτερικών Ανδρέας Ζαΐµης,
δηλώνοντας εκ των υστέρων, στις 28 Δεκεµβρίου 1979, στο κοινοβούλιο πως ούτε
άδεια είχε ζητηθεί ούτε είχε τεθεί το θέµα της διέλευσης αµερικανικών αεροσκαφών
από τον ελληνικό εναέριο χώρο ή της χρήσης των αµερικανικών βάσεων28.
Στο θέµα της οµηρείας των Αµερικανών διπλωµατών στην Τεχεράνη, η
Ελλάδα κατέστησε πλήρως σαφείς τις απόψεις της λίγες ηµέρες αργότερα, µέσω της
τοποθέτησης του µονίµου αντιπροσώπου στα Ηνωµένα Έθνη πρεσβευτή Νικόλαου
Κατωπόδη. Σε οµιλία του στο Συµβούλιο Ασφαλείας στις 4 Δεκεµβρίου 1979 ο
Κατωπόδης ανέφερε πως η ελληνική κυβέρνηση καταδίκαζε την οµηρεία των
Αµερικανών διπλωµατών, και κάλεσε τόσο σε άµεση και δίχως όρους απελευθέρωσή
τους όσο και, ταυτόχρονα, στην επίλυση των διαφορών ΗΠΑ-Ιράν µε ειρηνικά µέσα.
Την άποψη για απελευθέρωση όλων των οµήρων χωρίς χρονοτριβή µετέφερε, όπως
δήλωσε, η Ελλάδα στην ιρανική κυβέρνηση επικαλούµενη τόσο τις γενικές αρχές του
διεθνούς δικαίου όσο και τη Σύµβαση της Βιέννης του 196129.
Η αποφυγή της ελληνικής κυβέρνησης στο συνταχθεί µε τις ΗΠΑ σε
περίπτωση ένοπλης επέµβασης προς απελευθέρωση των οµήρων έγκειται ασφαλώς
στους φόβους πως κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο ολόκληρο το οικοδόµηµα των
ανοιγµάτων στον αραβικό και µουσουλµανικό κόσµο. Ακόµα και οι αµερικανόφιλες
αραβικές χώρες δεν ήταν υπέρ µιας τέτοιας αντίδρασης, ενώ για τους αντιαµερικανούς
Άραβες το θέµα ήταν καίριας σηµασίας. Συνεπώς στην περίπτωση που η Ελλάδα
συντασσόταν µε τους Αµερικανούς θα έθετε απέναντί της το σύνολο του αραβικού και
µουσουλµανικού κόσµου, µε αποτέλεσµα ό,τι σηµαντική πρόοδος είχε σηµειωθεί από

26
Καθηµερινή, φύλλο 24ης Νοεµβρίου 1979.
27
Δηλώσεις κυβερνητικού εκπροσώπου Αθανάσιου Τσαλδάρη, 23 Νοεµβρίου 1979, δηµοσ. σε ΑΠΕ.
28
Απάντηση υφυπουργού Εξωτερικών Α. Ζαϊµη προς ερώτηση του βουλευτών του ΚΚΕ, πρακτικά
Κοινοβουλίου συνεδρίασης 28ης Δεκεµβρίου 1979.
29
ΑΠΕ, αποσπάσµατα οµιλίας στο Συµβούλιο Ασφαλείας του µονίµου αντιπροσώπου της Ελληνικής
Δηµοκρατίας στον ΟΗΕ.

10
το 1974 να χανόταν. Επίσης η Ελλάδα θα είχε να αντιµετωπίσει και την αντίδραση της
Τουρκίας. Σε περίπτωση συµπαράστασης µε τις ΗΠΑ θα απολάµβαναν της στήριξης
των Αµερικανών έναντι της δυσαρέσκειάς τους έναντι της Ελλάδας. Από την άλλη αν
αρνούνταν θα έχαιραν µεγάλης εκτίµησης στον αραβικό και µουσουλµανικό κόσµο,
δυσκολεύοντας την Ελλάδα να προωθήσει τις απόψεις έναντι των τουρκικών στις
χώρες αυτές. Εκ των υστέρων φάνηκε πως οι ιρανοτουρκικές σχέσεις διέρχονταν από
κρίση καθώς ο Χοµεϊνί δηµόσια δήλωσε πως η κυβέρνηση Demirel (όπως και αυτές σε
Αίγυπτο και Ιράν) «στέκονται στα πόδια τους, υποστηριζόµενες από τις λόγχες, που
όταν αποσύρουν την υποστήριξή τους από τους κυβερνώντες θα καταρρεύσουν»· τόσο
ο πρωθυπουργός Demirel όσο και o υπουργός Εξωτερικών Hayrettin Erkmen απέφυγαν
ευθέως να αντιπαρατεθούν λεκτικά µε την ιρανική πλευρά αναφέροντας ωστόσο πως η
επέµβαση κάθε ξένης χώρας στα εσωτερικά µιας άλλης είναι θλιβερό γεγονός30.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση Καραµανλή φοβούνταν πως σε περίπτωση αµερικανικής
επέµβασης η ανασφάλεια που θα κυριαρχούσε σε διεθνές επίπεδο θα οδηγούσε σε
εµβάθυνση την ενεργειακή κρίση και άρα θα έθετε εν αµφιβόλω την προσπάθεια για
κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας. Τέλος, σε περίπτωση επέµβασης η
γεωπολιτική σηµασία της Τουρκίας θα αυξανόταν θεαµατικά για τους Αµερικάνους.
Ήδη η απώλεια του Ιράν εκτός αµερικανικής επιρροής ανάγκαζε τις ΗΠΑ να
ενίσχυσαν την Τουρκία ως το έσχατο σύνορο της δυτικής συµµαχίας στη Μέση
Ανατολή, πόσο µάλλον αν θα επερχόταν ένοπλη σύγκρουση µε τι Ιράν, που οι
στρατιωτικές επιχειρήσεις πιθανότατα θα εκκινούσαν από τις αµερικανικές βάσεις στην
Τουρκία. Αυτό έγινε ακόµα πιο σαφές όταν στις αρχές του 1980 οι ΗΠΑ µονογράψανε
συµφωνία µε την Τουρκία εγκατέστησαν στις βάσεις τους στην στη Σινώπη και στο
Πιρινκλίκ της Τουρκίας συστήµατα ηλεκτρονικής παρακολούθησης –ύστερα από την
εγκατάλειψη των δύο σταθµών ραντάρ που είχαν στο Ιράν- των σοβιετικών
στρατιωτικών δραστηριοτήτων στην Κεντρική Ασία και δη στο Αφγανιστάν31. Για τους
παραπάνω λόγους η Ελλάδα ανεπίσηµα εξέφρασε επιφυλάξεις έναντι των
αµερικανικών προτάσεων για παροχή στρατιωτικών διευκολύνσεων σε περίπτωση
ένοπλης επέµβασης στο Ιράν. Τέλος, ο Καραµανλής είχε να αντιµετωπίσει και τις
αντεγκλήσεις στο εσωτερικό από πλευράς αντιπολίτευσης. Τόσο ο Παπανδρέου όσο
και το ΚΚΕ εκφράστηκαν άρδην κατά τις προοπτικές παροχής διευκολύνσεων· το
ΠΑΣΟΚ τάχθηκε κατά τόσο λόγω των αναταραχών που θα προκαλούσε µια τέτοια

30
Associated Press, τηλεγράφηµα 21 Δεκεµβρίου 1979.
31
ΑΠΕ, τηλεγράφηµα 11 Ιανουαρίου 1980.

11
επέµβαση στις σχέσεις Δύσης-Αράβων και µουσουλµάνων και της δυσκολίας της
Ελλάδας να έµενε αµέτοχη όσο και λόγω των θέσεών του περί αποµάκρυνσης των
αµερικανικών βάσεων από την Ελλάδα, ενώ το ΚΚΕ κάλεσε τον Καραµανλή να
αρνούνταν ρητά κάθε παροχή διευκολύνσεων προς τις ΗΠΑ32.

Το άνοιγµα του Χοµεϊνί στην Ελλάδα


Στις αρχές του 1980 και έχοντας το καθεστώς Χοµεϊνί βεβαιώσει την πολιτική του
κυριαρχία στο εσωτερικό, προέβη στα πρώτα ανοίγµατα σε δυτικοευρωπαϊκές χώρες.
Επιλέχθηκε ως πρώτη χώρα για επίσκεψη η Ελλάδα, πριν µεταβή σε Ρώµη και Παρίσι.
Κατόπιν πρόσκλησης που απηύθυνε η Επιτροπή Αλληλεγγύης προς την Ιρανική
Επανάσταση, που απαρτιζόταν από φιλοκαθεστωτικούς Ιρανούς που ζούσαν στην
Ελλάδα, ο υπουργός Εξωτερικών Σαντέγκ Γκοτµπζαντέχ µετέβη στην Αθήνα στις 12
Φεβρουαρίου 1980.
Ο Γκοτµπζαντέχ είχε προγραµµατιστεί να συναντηθεί µε τον υπουργό
Εξωτερικών Γέωργιο Ράλλη αλλά και µε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Ράλλης έµµεσα
εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για των πρωτοβουλία της επιτροπής αλληλεγγύης να
προσκαλέσουν τον Γκοτµπζαντέχ δίχως την προηγούµενη ενηµέρωση της κυβέρνησης.
Τόνισε πως τέτοιες πρωτοβουλίες θα µπορούσαν να δηµιουργήσουν αρνητικές
εξελίξεις, στην περίπτωση που εν προκειµένω αρνούνταν τη συνάντηση µε τον
οµόλογό του. Παρόλα αυτά ο Ράλλης πως τέτοια προβλήµατα δεν υπήρξαν στην
περίπτωση της επίσκεψης του Γκοτµπζαντέχ33. Ο Ιρανός υπουργός µετέφερε µήνυµα
του προέδρου Μπάνι Σαντρ πως επιθυµούσε τις συνοµιλίες και επαφές µε τη Δύση.
Από την άλλη όµως δεν έκανε καµία υπαναχώρηση στο φλέγον θέµα της οµηρείας των
49 Αµερικανών διπλωµατών στην Τεχεράνη. Η ελληνική πλευρά αναφέρθηκε στην
πάγια τακτική πολιτική της για σύσφιξη των σχέσεων µε το µουσουλµανικό κόσµο και
εξέφρασε την ανησυχία της για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Επίσης αναφέρθηκε
στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό αλλά και στην ανάγκη να µειώνονταν η
ένταση µε τις δυτικές χώρες ώστε να εξοµαλυνόταν και η κατάσταση σχετικά µε την
ενεργειακή κρίση34. Από την πλευρά του ο Γκοτµπζαντέχ αναφέρθηκε στις συνοµιλίες
του µε το Ράλλη λέγοντας πως αυτές ήταν σε φιλικό επίπεδο και εκφράστηκε µε


32
Έγγραφες Ανακοινώσεις ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, 23 Νοεµβρίου 1979.
33
Ανακοίνωση Τύπου του Υπουργείου Εξωτερικών, δήλωση υπουργού κ. Ράλλη, 14 Φεβρουαρίου
1980.
34
Reuters και ΑΠΕ, τηλεγραφήµατα 14 Φεβρουαρίου 1980.

12
ευµενή σχόλια για τη στάση της Ελλάδας στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή35. Δήλωσε
πως επιδίωκε τη δηµιουργία διαύλων επικοινωνίας µε τις ευρωπαϊκές χώρες,
αναφέροντας πως αυτός ήταν και ο σκοπός της µετάβασής του σε Αθήνα, Ρώµη και
Παρίσι. Δεν παρέλειψε από την άλλη να καταφερθεί εναντίον της πολιτικής και των
δύο υπερδυνάµεων, ψέγοντας τους µεν Αµερικανούς για την στρατιωτική παρουσία
τους στον Ινδικό Ωκεανό, τους δε Σοβιετικούς για την επέµβασή τους στο Αφγανιστάν.
Τέλος, ως προς το Κυπριακό απέφυγε να καταδικάσει την τουρκική εισβολή και τόνισε
πως το Ιράν στήριζε το διακοινοτικό διάλογο µεταξύ των δύο πλευρών στο νησί36
Τέλος, ο Γκοτµπζαντέχ ολοκλήρωσε την επίσκεψή του µε οµιλία του στην εκδήλωση
τα επιτροπής αλληλεγγύης µε αφορµή τη συµπλήρωση ενός έτους από την ιρανική
επανάσταση37.
Η επίσκεψη του νέου Ιρανού υπουργού Εξωτερικών είχε στόχο το άνοιγµα του
καθεστώτος Χοµεϊνί προς τη Δύση. Από τη µια αντιλήφθηκαν οι Ιρανοί πως οι έντονες
αντιπαραθέσεις µε τις δυτικές χώρες δεν εξυπηρετούσαν τη χώρα τους, πόσο µάλλον
όταν υπήρχε ο φόβος της αύξησης της σοβιετικής επιρροής αλλά και η αντιπαράθεση
µε το γειτονικό Ιράκ (που τελικά κατέληξε στο ξέσπασα του πολέµου). Από την άλλη
και η Ελλάδα και τα άλλα δυτικοευρωπαϊκά κράτη είχαν σχηµατίσει πλήρη πεποίθηση
πως το καθεστώς του Χοµεϊνί ήταν καλά εδραιωµένο και πως δεν υπήρχε ορατός
κίνδυνος νέας πολιτικής αποσταθεροποίησης· δίχως εποµένως το άγχος του να φανεί
πως η ελληνική κυβέρνηση στήριζε το καθεστώς Χοµεϊνί έναντι των εσωτερικών
πολιτικών του αντιπάλων, έγινε δεκτό το αίτηµα του Γκοτµπζαντέχ για συνάντηση µε
το Ράλλη. Από τη συνάντηση αυτή η Ελλάδα επιδίωκε να δηµιουργήσει επαφές και
προσβάσεις µε το νέο καθεστώς. Μετά το 1974 οι διµερείς σχέσεις µε το Ιράν είχαν
πάντοτε να αντιµετωπίσουν τις πολύ θερµότερες ιρανοτουρκικές σχέσεις. Θεώρησε η
ελληνική πλευρά πως µε την Τουρκία να ταλανιζόταν από την εσωτερική πολιτική
αστάθεια, ήταν η κατάλληλη ευκαιρία να επιδίωκε σύσφιξη των σχέσεων µε το νέο
ιρανικό καθεστώς ώστε να προλάβει την τυχόν αναθέρµανση των ιρανοτουρκικών.
Αυτό φάνηκε εν µέρει να επιτυγχάνεται καθώς ο Γκοτµπζαντέχ στήριξε µεν τις
ειρηνευτικές προσπάθειες στο Κυπριακό, δίχως όµως να λάβει θέση υπέρ της µίας ή
της άλλης πλευράς και ιδίως αποφεύγοντας να καταδικάσει την τουρκική εισβολή.
Επίσης, η προσπάθεια της Ελλάδας να ανέπτυσσε διαύλους επικοινωνίες µε το νέο

35
Καθηµερινή, φύλλο 15ης Φεβρουαρίου 1980.
36
ΑΠΕ, τηλεγράφηµα 14 Φεβρουαρίου 1980, µε δηµοσ. αποσπάσµατα συνέντευξης τύπου Σαντέγκ
Γκοτµπζαντέχ.
37
Ό.π.

13
καθεστώς του Ιράν γινόταν µε φειδώ. Το τελευταίο που επιθυµούσε η Ελλάδα, σε µια
περίοδο που το θέµα της επανόδου της στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και της
ρύθµισης του νοµικού καθεστώτος των αµερικανικών βάσεων στην Ελλάδα γινόταν
όλο και εντονότερο, ήταν να αντιµετώπιζε µοµφές από τις ΗΠΑ ή άλλες νατοϊκές
χώρες ότι ανέπτυσσε επαφές µε ένα ακραία αντιαµερικανικό καθεστώς. Για το λόγο
αυτό άλλωστε απέφυγε να απαντήσει στις αρχές Μαρτίου 1980, θετικά ή αρνητικά ή
έστω να δηµοσιεύσει αίτηµα που υπέβαλλαν οι ΗΠΑ για παροχή διευκολύνσεων
προκειµένου να µετέφεραν εφόδια και στρατεύµατα στην περιοχή του Περσικού
Κόλπου σε περίπτωση ένοπλης επέµβασης στο Ιράν. Στο θέµα ωστόσο αναφέρθηκε ο
πρόεδρος του κόµµατος ΚΟΔΗΣΟ Γιάγκος Πεσµαζόγλου, ο οποίος κάλεσε την
ελληνική κυβέρνηση να απείχε από µια τέτοια δράση την οποία δε δικαιολογούσαν οι
πολιτικές συµµαχικές της υποχρεώσεις και θα προκαλούσε την αντίδραση των
Αράβων38.

Η ιρανοϊρακινή σύγκρουση
Η παραπάνω περιγραφείσα επίσκεψη Γκοτµπζαντέχ ήταν η τελευταία επαφή των δύο
χωρών πριν το ξέσπασµα του ιρανοϊρακινού πολέµου. Κατά την έναρξη της
σύγκρουσης η Ελλάδα δήλωσε ουδετερότητα. Σε αντίθεση µε το Ιράκ που διατήρησε
επαφές, η Ελλάδα δεν είχε καµία επαφή µε το Ιράν κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης,
πλην των προσπαθειών της ελληνικής πρεσβείας της Τεχεράνης να παρασχεθεί βοήθεια
ή διευκολύνσεις στους Έλληνες εργαζόµενους ή ναυτικούς που είχαν εγκλωβιστεί στο
Ιράν εξαιτίας των συγκρούσεων39.
Ειδικότερα στις 9 Οκτωβρίου 1980 µετέβη στην Αθήνα ο Ιρακινός
απεσταλµένος του Σαντάµ Χουσεϊν, Χουσεΐν Ελ Μολλά, στα πλαίσια αιτήµατος του
πρώτου για µεσολάβηση. Το µήνυµα του Χουσεΐν απευθυνόταν στον Καραµανλή
ζητώντας του να µεσολαβήσει στο Ιράν για να επέλθει ειρηνική επίλυση της
διαφοράς40. Ταυτόχρονα το µέλος του Μπάαθ Μαλέκ Μπαζίρ συναντήθηκε µε τον
Παπανδρέου41 επιβεβαιώνοντας τη θετική διάθεση του Παπανδρέου υπέρ του Ιράκ και
όπως και κατά την έναρξη των συγκρούσεων είχε πράξει, µε τηλεγράφηµα µόνο προς
την ιρακινή πλευρά. Η ελληνική κυβέρνηση απέφυγε να πάρει δηµόσια θέση, καθώς


38
Δελτίο Τύπου Κόµµατος Δηµοκρατικού Σοσιαλισµού, 11 Μαρτίου 1980.
39
Για τις εξελίξεις σχετικά µε την έναρξη του πολέµου Ιράν-Ιράκ και την ελληνική στάση βλ. ενότητα
ελληνοϊρακινών σχέσεων.
40
Associated Press, τηλεγράφηµα 9 Οκτωβρίου 1980.
41
Το Έθνος, φύλλο 13ης Οκτωβρίου 1980.

14
κάτι τέτοιο θα θεωρούνταν ξεκάθαρη στήριξη του Ιράκ, πράγµα που ευθέως απέφευγε
να εκδηλώσει η κυβέρνηση. Την επόµενη ηµέρα της επίσκεψης Μόλλα, ο υπουργός
Εξωτερικών Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συζήτησε τις εξελίξεις µε τους πρεσβευτές
ΗΠΑ και ΕΣΣΔ χωρίς όµως να εξέφραζε δηµόσια τη στήριξη της Ελλάδας στην
πρωτοβουλία του Χουσεΐν. Ταυτόχρονα τάχθηκε γενικόλογα υπέρ της ειρηνικής
επίλυσης της διαφοράς, ενώ ταυτόχρονα ανησυχούσε για τις επιπτώσεις που θα είχε
στη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή αλλά και στην ενεργειακή κρίση42.
Ωστόσο οι απώλειες που υπέστησαν ελληνικά εµπορικά πλοία που βρίσκονταν
στο µυχό του Περσικού Κόλπου ανάγκασαν την ελληνική κυβέρνηση ήταν να
απευθύνει διάβηµα διαµαρτυρίας στις πρεσβείες και του Ιράκ και του Ιράν. Τα
διαβήµατα έκανε ο υφυπουργός Εξωτερικών Θεοχάρης Ρέντης καλώντας ταυτόχρονα
τις αρχές των δύο χωρών στην εµπόλεµη περιοχή να λάµβαναν µέτρα προστασίας των
ελληνικών πλοίων και πληρωµάτων. Η απάντηση αµφότερων των διπλωµατικών
αποστολών, κατά τον υπουργό Εµπορικής Ναυτιλίας Ιωάννη Φικιώρη, ήταν πως δε θα
έπλητταν πλοία υπό ελληνική σηµαία43. Ωστόσο δύο ελληνικά πλοία, ανέφεραν πως
επλήγησαν από ιρανικούς όλµους και βοµβαρδίστηκαν από αεροπλάνα του Ιράν,
παρότι επιδεικτικά ύψωναν διαρκώς την ελληνική σηµαία44. Ακόµα, ενέργειες για την
προστασία των Ελλήνων µηχανικών και εργατών που εργαζόντουσαν σε
κατασκευαστικά έργα στις δύο χώρες έκανε και ο υπουργός Εργασίας Κωνσταντίνος
Λάσκαρης. Σε συνεργασία µε τις ελληνικές εταιρίες οι τελευταίες έδωσαν τη
δυνατότητα στους εργαζοµένους να επέστρεφαν άµεσα στην Ελλάδα, µε έξοδα της
εργοδοσίας45. Σύντοµα οι περισσότεροι Έλληνες του Ιράν µετακινήθηκαν προς
ασφαλείς περιοχές στο Πακιστάν46.

Συµπεράσµατα
Οι ελληνοϊρανικές σχέσεις το 1974 δεν ήταν στο καλύτερο δυνατό επίπεδο. Η Ελλάδα
επιδίωξε να βελτιώσει τις επαφές µε το καθεστώς του Σάχη, στα πλαίσια του
ανοίγµατος που πραγµατοποιούσε στον αραβικό και µουσουλµανικό κόσµο. Η

42
Ανακοίνωση προς τον Τύπο Υπουργείου Εξωτερικών, 12 Οκτωβρίου 1980.
43
Αποµαγνητοφωνηµένες δηλώσεις υπουργού Εµπορικής Ναυτιλίας κυρίου Φικιώρη, Δελτίο Τύπου
ΥΕΝ, 25 Σεπτεµβρίου 1980.
44
ΑΠΕ, τηλεγράφηµα 25 Σεπτεµβρίου 1980.
45
Πρακτικά της Βουλής, Απάντηση του υπουργού Εργασίας κυρίου Λάσκαρη σε ερώτηση του
κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ κυρίου Ιωάννη Αλευρά, συνεδρίαση 25ης Σεπτεµβρίου
1980.
46
Συνέντευξη Τύπου υφυπουργού Εξωτερικών Θεοχάρη Ρέντη, αποσπάσµατα σε ΑΠΕ, τηλεγράφηµα
30 Σεπτεµβρίου 1980.

15
προσπάθεια αυτή απέδιδε σε ορισµένους τοµείς καρπούς, αλλά διακόπηκε λόγω της
κυβερνητικής αναταραχής στο Ιράν. Εωσότου ξεκαθάριζε ποια πλευρά θα αποκτούσε
τη νοµή της εξουσίας, η ελληνική κυβέρνηση απέφυγε να εκφράσει τη στήριξή της.
Ωστόσο ύστερα από την επικράτηση του Χοµεϊνί δεν αρνήθηκε τις επαφές, ενώ
ταυτόχρονα ήταν επιφυλακτική λόγω της έντονης αντιδυτικής στάσης του ισλαµικού
Ιράν. Εν τέλει η όξυνση των σχέσεων Ιράν-Δύσης οδήγησε και σε περιορισµό των
διµερών επαφών µε αποτέλεσµα οι σχέσεις των δύο χωρών να οδηγούνταν το 1981 σε
τέλµα.

16

You might also like