Professional Documents
Culture Documents
adamak Θυσιάζω Kendimi çocuğuma adadım (θυσίασα τον εαυτό μου στο παιδί μου)
ağda yapmak κάνω αποτρίχωση Ayaklarıma ağda yaptım (έκανα αποτρίχωση στα πόδια μου)
alay etmek κοροϊδεύω Arkadaşlarınla alay etme! (μην κοροϊδεύεις τους φίλους σου)
aldatmak εξαπατώ, απατώ Ali, karısını aldatmış (Ο Αλί απάτησε την σύζυγο του)
almak παίρνω Yeni bir araba alacağım (θα πάρω ένα καινούριο αυτοκίνητο)
altını çizmek Υπογραμμίζω Bu konunun altını çizmeliyiz (πρέπει να υπογραμμίσουμε αυτό το θέμα)
anmak Μνημονεύω Dedemi sevgiyle anıyorum (μνημονεύω με αγάπη τον παππού μου)
asmak κρεμάω Çantamı kapıya astım (κρέμασα την τσάντα μου στη πόρτα)
ateşe vermek βάζω φωτιά Adam, evini ateşe vermiş (ο άνθρωπος έβαλε φωτιά στο σπίτι του)
atışmak λογοφέρνω Çift, otobüste atışmaya başladı (το ζευγάρι άρχισε να λογοφέρνει στο λεωφορείο )
atmak πετάω Eski elbiselerimi çöpe attım (πέταξα τα παλιά μου ρούχα στα σκουπίδια)
azmak αγριεύω, υπερβάλω το όριο Köpek birden azdı (ο σκύλος ξαφνικά αγρίεψε)
B
bağırmak φωνάζω, μαλώνω Anne, çocuğuna bağırıyor. (Η μαμά μαλώνει το παιδί της )
bakmak Κοιτάω Bütün gece bana bakıyordu. (Με κοίταζε όλο το βράδυ)
barışmak συμφιλιώνομαι Nihayet kardeşiyle barıştı. (Επιτέλους συμφιλιώθηκε με τον αδερφό του)
batmak βυθίζομαι Gemi okyanusta battı. (Το καράβι βυθίστηκε στον ωκεανό.)
bayılmak λιποθυμάω(πεθαίνω για κάτι) Makarnaya bayılıyorum. (Μου αρέσουν πολύ τα μακαρόνια)
becermek καταφέρνω Bu işi ancak sen becerebilirsin. (Αυτή τη δουλειά μπορείς να την καταφέρεις μόνο εσύ)
belirlemek καθορίζω Patron, maaşımızı belirliyor. (Το αφεντικό καθορίζει τους μισθούς μας)
benzemek μοιάζω Ben kardeşime benzemiyorum. (Εγώ δεν μοιάζω με τον αδερφό μου)
beslemek τρέφω Her sabah tavukları besliyorum. (Κάθε πρωί τρέφω τα κοτόπουλα)
birleşmek ενώνομαι Köprü, iki kıtayı birleştiriyor. (Η γέφυρα ενώνει τις δυο ηπείρους)
bölmek διαιρώ Ekmeği iki parçaya böldüm. (Χώρισα το χωμί σε δυο κομμάτια)
bombalamak βομβαρδίζω Savaş uçakları şehri bombalıyor. (Τα πολεμικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν τη πόλη)
boşanmak χωρίζω ,παίρνω διαζύγιο Ali’yle Ayşe boşandı. (Ο Αλί και η Αϊσέ χώρισαν)
buluşmak συναντιέμαι Akşam arkadaşlarımla buluşacağım. (Το βράδυ θα συναντηθώ με τους φίλους μου)
büyülemek μαγεύω Güzelliğinle beni büyüledin. (Με μάγεψες με την ομορφιά σου)
C–Ç
çağırmak φωνάζω Annem bizi yemeğe çağırıyor. (H μάμα, μας φωνάζει για φαγητό)
çalmak κλέβω Hırsız, çantamı çaldı. (Ο κλέφτης έκλεψε την τσάντα μου)
can vermek ψυχορραγώ Küçük kuş kaldırımda can verdi. (Το μικρό πουλάκι ψυχορράγησε στο πεζοδρόμιο)
cansızlaşmak απονεκρώνω Çocuk bilgisayarın önünde adeta cansızlaştı. (Το παιδί λες και απονεκρώθηκε απέναντι στον
υπολογιστή)
çarpmak χτυπώ Hoşçakal deyip kapıyı çarptı. (Είπε αντίο και χτύπησε πίσω του την πόρτα)
çekilmek αποχωρώ Oyuncu yorulunca oyundan çekildi. (Ο παίκτης όταν κουράστηκε, αποχώρησε από το
παιχνίδι)
çekmek τραβάω Günümüzde insanlar birçok zorluk çekiyor. (Στις μέρες μας οι άνθρωποι τραβούν πολλές
δυσκολίες)
cevaplamak απαντάω Zor soruları cevaplayamadım. (Δεν μπόρεσα να απαντήσω τις δύσκολες ερωτήσεις)
çevirmek γυρίζω, περιστρέφωμεταφράζω Bu belgeyi çevirebilir misin? (Μπορείς να μεταφράσεις αυτό το έγγραφο)
cezalandırmak καταδικάζω,τιμωρώ Mahkeme hırsızı cezalandırdı. (Το δικαστήριο καταδίκασε τον κλέφτη)
çiftleşmek ζευγαρώνω Geçen ay köpeğimi çiftleştirdim. (Τον περασμένο μήνα ζευγάρωσα το σκύλο μου)
çiğnemek καταπατώ, παραβιάζω Kuralları bu şekilde çiğneyemezsin. (Δεν μπορείς να παραβιάζεις έτσι τους κανόνες)
çıkarmak βγάζω Lütfen eve girerken ayakkabılarını çıkar! (Παρακαλώ όταν μπαίνεις στο σπίτι να βγάζεις τα
παπούτσια σου)
çıkmak βγαίνω Bugün işten geç çıktım. (Σήμερα βγήκα αργά από τη δουλειά)
çizmek σχεδιάζω, ζωγραφίζω Yeni bir proje çiziyorum. (Σχεδιάζω ένα καινούριο σχέδιο)
çökmek κάθομαι, παρακμάζω Yer sofrasına çöküp yedik. (Καθίσαμε κάτω και φάγαμε)
çürümek σαπίζω Buzdolabındaki meyveler çürümüş. (Σάπισαν τα φρούτα που βρισκόταν στο ψυγείο )
D
dağılmak διαλύομαι Sen gidince bütün aile dağıldı. (Όταν έφυγες εσύ, όλη η οικογένεια διαλύθηκε)
dağıtmak διαλύω Çocuklar bütün evi dağıttı. (Τα παιδιά διέλυσαν όλο το σπίτι)
dalgalanmak κυματίζομαι Saçları rüzgarda dalgalanıyordu. (Τα μαλλιά της κυματίζονταν στον αέρα)
dalmak καταδύομαι, αφαιρούμε Yine hayallere daldın. (Πάλι αφαιρέθηκες στα όνειρα)
dedikodu yapmak κουτσομπολεύω Arkadaşlarımla kahve içip dedikodu yaptık. (Ήπιαμε καφέ και κουτσομπολέψαμε με τις φίλες μου )
demek λέω Çocuk «Hemen geliyorum» dedi. (Το παιδί είπε: «Έρχομαι αμέσως»)
dikmek ράβω Terzi güzel bir elbise dikiyor. (Ο ράφτης ράβει ένα ωραίο φόρεμα)
dilemek εύχομαι Mutlu bir yıl diliyorum. (Εύχομαι έναν ευτυχισμένο χρόνο)
dizmek βάζω σε σειρά Kitapları rafa dizdim. (Έβαλα σε σειρά τα βιβλία στο ράφι )
doğurmak γεννάω Fatma güzel bir bebek doğurdu. (Η Φατμά γέννησε ένα όμορφο μωρό)
dolandırmak εξαπατώ Ortağı Ahmet’i dolandırdı. (Ο συνέταιρος του, εξαπάτησε τον Αχμέτ)
donmak παγώνω Hava çok soğuk, donuyoruz. (Ο καιρός είναι πολύ κρύος, παγώνουμε)
dönmek επιστρέφω, γυρίζω Ülkeme dönüyorum. (Επιστρέφω στη χώρα μου)
dövüşmek μάχομαι,μαλώνω Çocuklar sokakta dövüşüyordu. (Τα παιδιά δέρνονται στο δρόμο.)
doymak χορταίνω Yemekler çok güzeldi ama doymadım. (Τα φαγητά ήταν πολύ καλά, αλλά δεν χόρτασα)
durdurmak σταματάω κάτι Taksiyi durdur lütfen! (Σε παρακαλώ σταμάτα το ταξί)
durmak σταματάω Her zaman kırmızı ışıkta duruyorum. (Πάντα σταματάω στο κόκκινο)
duş almak κάνω ντους Her sabah duş alıyorum. (Κάθε πρωί κάνω ντους)
düşmek πέφτω Saksı balkondan sokağa düştü. (Η γλάστρα έπεσε από το μπαλκόνι στο δρόμο)
düşünmek σκέφτομαι Her gün seni düşünüyorum. (Σε σκέφτομαι κάθε μέρα)
duymak ακούω Seni duyamıyorum, biraz bağır lütfen! (Δεν σε ακούω, φώναξε λίγο)
düzeltmek επιδιορθώνω Biraz şişmanladım, giysilerimi düzeltmem (Πάχυνα λίγο, πρέπει να επιδιορθώσω τα ρούχα μου)
gerek.