You are on page 1of 3

ΑΝΑΛΥΣΗ << ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ>>

Υπόθεση του κειμένου:Κάποιο καλοκαίρι η Νέλλη, ο Γιάννης και η


αφηγήτρια επισκέφτηκαν το Άργος.Εκεί , κατάτη διάρκεια ενός περίπατου
,βρέθηκαν σ’ ένα νεκροταφείο.Τότε η αφηγήτρια νόμισε ότι άκουσε μια ανάσα,
χωρίς όμως να παρατηρήσει κάποιον άνθρωπο κοντά.Πίστεψε ότι ήταν
φάντασμα. Δεν το συζήτησε με την παρέα της , αν και φοβήθηκε πολύ. Μετά
από χρόνια η Νέλλη και η αφηγήτρια πήγαν διακοπές
στηνΎδρα .Κουβεντιάζοντας για τις κουκουβάγιες της περιοχής, κατάλαβε ότι
η ανάσα στο νεκροταφείο προέρχονταν από τις κουκουβάγιες.
Διακωμωδώντας την πίστη της στα φαντάσματα αναφέρει την απόφασή της
ν’ ανοίξει νηπιαγωγείο στην αυλή της για να εξαλείψει επτά χρόνια
γρουσουζιάς από το σπάσιμο ενός καθρέφτη.

Ενότητες του κειμένου:


α)Ενότ. 1η(Όταν σπάσεις…κάνω χάζι): Η καλοτυχία από το νηπιαγωγείο της
αυλής

β)Ενότ. 2Η("Θυμάμαι…αυτό για ύπνο;): Φόβος για φαντάσματος στο


νεκροταφείο

γ)Ενότ.3η (Τα χρόνια…απογοητεύτηκα): Η απομυθοποίηση και η


απογοήτευση

Πρόσωπα του κειμένου: Είναι η αφηγήτρια, η Νέλλη, η κυρία Μαρίκα, τα


παιδιά του νηπιαγωγείου και οι μαμάδες τους, η Αννούλα και ο Γιάννης.

Τίτλος:Φανερώνει την πίστη της αφηγήτριας στα φαντάσματα,


προσπαθώντας να δικαιλογήσει την αναπνοή που άκουσε στο νεκροταφείο.
Λογοτεχνικό είδος: Το απόσπασμα είναι αυτοτελές επεισόδιο από το
μυθιστόρημα «Η αυλή μας».

Ποιοι μιλούν στην αφήγηση:α)Η αφηγήτριας β)Η Νέλλη γ)Η κυρία


Μαρίκα.

Χρόνος:Υπάρχουν τρία επίπεδα χρόνου.


Το πρώτο είναι το παρόν με αναφορά στο πρόσφατο παρελθόν «Κοντεύει
χρόνος – Το νηπιαγωγείο»
Το δεύτερο βρίσκεται στο μακρινό παρελθόν (Ηεκδρομή στο Άργος).
Το τρίτο βρίσκεται μερικά χρόνια αργότερα,όταν κάνουν διακοπές στην
Ύδρα, την εποχή που ζευγαρώνουν οι κουκουβάγιες.

Τόπος: Η αυλή και το νηπιαγωγείο , το Άργος με το νεκροταφείο και ο


Βλυχός της Ύδρας, πιο ειδικά το σπίτι μιας γειτόνισσας.

Τεχνικές αφήγησης:

α)Αφήγηση:Υπάρχει σε όλο το κείμενο. Χρησιμοποιείται το β΄ και το


α΄πρόσωπο. Το κείμενο αποκτά θεατρικότητα .Φαίνεται πως η αφηγήτρια μιλά
σε εναν ακτοατή.

β) Περιγραφή:Περιγράφει τη νυχτερινή βόλτα στο νεκροταφείο και του σπίτι


στο Βλυχό.

γ) Διάλογος: Στο σημείο όπου αποκαλύπτει η Νέλλη ότι και η ίδια είχε
ακούσει την αναπνοή («Ντράπηκε, μου είπε…την ιδέα της»).

δ) Μονόλογος:Στα σημεία όπου η αφηγήτρια διατυπώνει τις σκέψεις της


(«Θυμάμαι…εκείνο το κακό») («Το μυστήριο λύθηκε, εγώ όμως
απογοητεύτηκα).

ε) Εσωτερικός μονόλογος: Υπάρχει στα σημεία όπου οι σκέψεις της


αφηγήτριας δεν εξωτερικεύονται («Τι διάολο, μήπως έκανα λάθος»,
«Ακούσανε κι αυτά δεν ακούσανε;», «Τι μπορούσε να ανασαίνει…για ύπνο»).

Γλώσσα: Είναι απλή, καθημερινή με λαϊκά στοιχεία (στοιχειά, τι διάολο,


κάνω χάζι, σκατζοχοίρια).

Ύφος:Είναι απλό, λιτό, ζωντανό, παραστατικό. Υπάρχει χιούμορ και λεπτή


ειρωνεία

Εκφραστικά μέσα:
α) Εικόνες: Οπτικές, ηχητικές, οσφρητικές. Ηχητικές: Τα κλάματα των
παιδιών που αντικαταστάθηκαν από τις φωνές τους. Οι φωνές των γρύλων
και των σκύλων. Η αναπνοή. Τα γέλια της Νέλλης κ.ά. Οσφρητική: Οι
μυρωδιές της φύσης.
β) Επαναφορά επανάληψη: Όταν δυο ή περισσότερες προτάσεις αρχίζουν
με την ίδια λέξη («Σταμάτησαν οι γρύλοι σταμάτησαν και τα σκυλιά»).
γ) Αναδίπλωση: Όταν η τελευταία λέξη ή φράση της πρότασης
επαναλαμβάνεται στην αρχή της επόμενης («Δεν είπα κουβέντα. Κουβέντα
δεν είπαν ούτε τα παιδιά»).
δ) Αποσιώπηση: Όταν ο λόγος σταματά επειδή ο ομιλητής δε θέλει να
συνεχίσει και μπαίνουν αποσιωπητικά («Εισπνοή…εκπνοή…»,
«Κουκουβάγιες… στο νεκροταφείο»).

You might also like