Professional Documents
Culture Documents
15438
15438
ΜΙΧΑΗΛ Ν. ΣΚΟΥΜΙΟΣ
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΤΟΜΟΣ Α
ΠΑΤΡΑ, 2005
i
ii
Στους γονείς μου
iii
iv
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
v
και τον εκπαιδευτικό και των γραπτών απαντήσεων των μαθητών σε φύλλα εργασίας.
Επιπλέον, συγκροτήθηκε γραπτό ερωτηματολόγιο που δόθηκε στους μαθητές πριν,
μετά τις διδασκαλίες και τέσσερις μήνες μετά τις διδασκαλίες.
Η αποτίμηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων του προγράμματος μαθημάτων,
μέσω της ανάλυσης του προφορικού και του γραπτού λόγου των μαθητών, επέτρεψε
τη χαρτογράφηση των διαφορετικών νοητικών «διαδρομών» που ακολούθησαν οι
μαθητές και τη μελέτη της συμβολής των διδακτικών καταστάσεων καθώς επίσης και
των γνωστικών συγκρούσεων στη νοητική εξέλιξη των μαθητών. Ειδικότερα,
εντοπίστηκαν χαρακτηριστικά των διδακτικών καταστάσεων που ευνοούν την
επεξεργασία των εμποδίων και περιπτώσεις αποφυγής και αποδοχής της γνωστικής
σύγκρουσης από τους μαθητές.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι τα εμπόδια δεν είναι ασύνδετα μεταξύ τους, αντίθετα
συνδέονται. Ειδικότερα, με αφορμή την επεξεργασία κάποιων εμποδίων
παρατηρήθηκε ανάδυση άλλων εμποδίων, τα οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχαν
εμφανιστεί. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε ότι η επεξεργασία ορισμένων εμποδίων
απετέλεσε «εφαλτήριο» για την αποτελεσματικότερη επεξεργασία άλλων εμποδίων.
Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων που προέκυψαν από την ημιποιοτική
ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών στα γραπτά ερωτηματολόγια πριν και μετά
τις διδασκαλίες, διαπιστώθηκε ότι μετά τις διδασκαλίες τα μαθησιακά αποτελέσματα
αναφορικά με τα εμπόδια των μαθητών είναι σημαντικά βελτιωμένα σε σχέση με τα
αντίστοιχα πριν τις διδασκαλίες και δεν ελαττώνονται σημαντικά με την πάροδο του
χρόνου.
vi
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
vii
Η εκπόνηση της διατριβής έγινε δυνατή χάρη στην εκπαιδευτική άδεια που μου
χορηγήθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Στον ανωτέρω
φορέα εκφράζω τις ευχαριστίες μου.
Ακόμα, εκφράζω τις ευχαριστίες μου στην Ευδοκία και στα παιδιά μου Νίκο και
Αργυρώ, που όλα αυτά τα χρόνια στάθηκαν κοντά μου, μοιράστηκαν τους φόβους και
τις αγωνίες μου και με στήριξαν με την εμπιστοσύνη τους. Τέλος, θα ήθελα να
ευχαριστήσω τους γονείς μου, Νίκο και Μαίρη. Μου έμαθαν, καθένας με τον τρόπο
του, να βάζω στόχους και να αγωνίζομαι για αυτούς. Πάνω από όλα όμως τους
ευχαριστώ για την αμέριστη συμπαράστασή τους και την πολύτιμη αγάπη τους.
viii
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ...................................................................................................................v
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ............................................................................................................vii
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ....................................................................................ix
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ ....................................................................................... xiii
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΧΗΜΑΤΩΝ ................................................................................. xviii
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ..........................................................................................1
1. 1. ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ ..........................................................................................2
1.2. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ..............................................................................6
1.3. ΔΟΜΗ.............................................................................................................6
1.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ .....................................................................................7
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ .....................................................................8
2.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ .....................................................................................................9
2.2. ΕΜΠΟΔΙΑ ......................................................................................................9
2.2.1. Εμπόδια και αντιλήψεις .........................................................................10
2.2.2. Διδακτική προσέγγιση της έννοιας του εμποδίου κατά Bachelard........11
2.2.3. Μοντέλο λειτουργίας των εμποδίων: Τα δυναμικά δίκτυα ...................14
2.3. ΣΤΟΧΟΙ – ΕΜΠΟΔΙΑ .................................................................................21
2.3.1. Οι στόχοι ................................................................................................22
2.3.2. Η έννοια του «στόχου-εμποδίου» ..........................................................22
2.3.3. Διδακτική διαχείριση των αντιλήψεων των μαθητών μέσω της έννοιας
του «στόχου-εμποδίου» ...................................................................................24
2.4. ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ .........................................26
2.4.1. Η διαλεκτική ανάμεσα στις «διδακτικές» και «α-διδακτικές
καταστάσεις» ...................................................................................................26
2.4.2. Εμπόδια μαθητών και διδακτικές καταστάσεις .....................................29
2.5. ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ..............................................31
2.5.1. Ιδιοποίηση του προβλήματος από τους μαθητές ...................................32
2.5.2. Κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και νοητική πρόοδος ..............................33
2.5.3. Διδακτική επεξεργασία των εμποδίων: Αρχές και φάσεις.....................44
2.6. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ...................................................................................52
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ..................................................................................................53
3.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ...................................................................................................54
3.2. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ...............................55
3.2.1. Αντιλήψεις μαθητών για τη θερμότητα .................................................55
3.2.2. Αντιλήψεις μαθητών για τη θερμοκρασία .............................................68
3.2.3. Αντιλήψεις μαθητών για τη θερμική ισορροπία ....................................78
3.2.4. Αντιλήψεις μαθητών για τη θερμική αγωγιμότητα των σωμάτων ........80
3.2.5. Συζήτηση................................................................................................85
3.3. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ
ΠΟΥ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ .........................87
3.3.1. Εισαγωγή ...............................................................................................87
3.3.2. Χαρακτηριστικά στοιχεία διδακτικών προτάσεων ................................87
3.3.3. Συζήτηση................................................................................................92
3.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ...................................................................................96
ix
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΣΚΕΨΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ........................................................97
4.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ...................................................................................................98
4.2. ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΣΚΕΨΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ..................................................................98
4.3. ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΣΚΕΨΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ
ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ.....................................................................................109
4.3.1. Εμπειρική έρευνα για τη συγκρότηση των μοντέλων σκέψης των
μαθητών .........................................................................................................109
4.3.2. Μοντέλα σκέψης μαθητών για εννοιολογική περιοχή θερμότητας .....149
4.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ .................................................................................167
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΙΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΤΟΥΣ .........................................................................................................................169
5.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ .................................................................................................170
5.2. ΕΜΠΟΔΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ
ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ.................................................................................................170
5.2.1. Εντοπισμός εμποδίων μαθητών ...........................................................170
5.2.2. Παρουσίαση των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας...............................................................................................177
5.3. ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΠΡΟΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ..............189
5.4. ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ........................................................191
5.4.1. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε1 .............................................................192
5.4.2. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε2 .............................................................196
5.4.3. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε3 .............................................................202
5.4.4. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε4 .............................................................207
5.4.5. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε5 .............................................................211
5.5. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ .................................................................................215
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ .............................................................................216
6.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ .................................................................................................217
6.2. ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ
ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ .....................................................................217
6.2.1. Αρχές διδακτικής επεξεργασίας εμποδίων μαθητών και διδακτικές
συνέπειες για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας .............................218
6.2.2. Εντοπισμός στοιχείων συγκρότησης διδακτικών καταστάσεων για
διδακτική επεξεργασία εμποδίων εννοιολογικής περιοχής θερμότητας........235
6.2.3. Καθορισμός της σειράς διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων........247
6.2.4. Γνωσιακό περιεχόμενο εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας προς
διδασκαλία .....................................................................................................252
6.2.5. Αποτίμηση της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος μαθημάτων253
6.3. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ .........................................................................258
6.3.1. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην ενότητα Α 263
6.3.2. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην ενότητα Β.285
6.3.3. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην ενότητα Γ .300
6.3.4. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην ενότητα Δ.327
6.3.5. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην ενότητα Ε.340
x
6.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ .................................................................................369
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ................370
7.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ .................................................................................................371
7.2. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
............................................................................................................................371
7.3. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ .........................375
7.3.1. Μαθησιακά αποτελέσματα: ανάλυση προφορικού και γραπτού λόγου
μαθητών .........................................................................................................375
7.3.2. Μαθησιακά αποτελέσματα: παρουσίαση της ανάλυσης των απαντήσεων
των μαθητών στα γραπτά ερωτηματολόγια ...................................................586
7.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ - ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ....................................................610
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ........................................................................616
8.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ .................................................................................................617
8.2. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ....................................................................................619
8.2.1. Σύνθεση διάσπαρτων ερευνητικών αποτελεσμάτων σχετικά με τις
αντιλήψεις των μαθητών................................................................................619
8.2.2. Συγκρότηση μοντέλων σκέψης των μαθητών με βάση τη βιβλιογραφική
ανασκόπηση των αντιλήψεών τους................................................................619
8.2.3. Χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων με επιπτώσεις στις
αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές ......................................................620
8.2.4. Μοντέλα σκέψης μαθητών με βάση την εμπειρική έρευνα.................622
8.2.5. Εμπόδια μαθητών και δυναμικά δίκτυα εμποδίων ..............................624
8.2.6. Πρόγραμμα μαθημάτων για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων626
8.2.7. Μαθησιακά αποτελέσματα ..................................................................631
8.3. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ .........643
8.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ .................................................................................645
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ............................................................................646
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ ......................................................................664
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ .....................................................................................................667
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ
ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ .....................................................................668
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II. ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ .....................................................................670
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III. ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ
ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ
ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ, ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΠΟΥ
ΚΑΤΑΓΡΑΦΤΗΚΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΗΛΙΚΙΑΚΟ ΦΑΣΜΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΠΟΥ
ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΑΝ ΣΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ..................................................................671
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΠΟΥ
ΕΝΤΑΣΣΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ 1, 2 ΚΑΙ 3 ................................................675
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΠΟΥ
ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΥΠΟΨΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥΣ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ
ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ
ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ.................................................................................................682
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΩΝ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΩΝ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ
ΠΟΥ ΤΕΘΗΚΑΝ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ............................................................699
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII. ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΣΚΕΨΗΣ
ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ (ΜΟΝΤΕΛΟ Α, ΜΟΝΤΕΛΟ Β, ΜΟΝΤΕΛΟ Γ) ΚΑΙ ΣΤΙΣ
xi
ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ........................................................................................712
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII. ΕΝΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΩΝ
ΜΟΝΤΕΛΩΝ I, II ΚΑΙ III ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ..................................................728
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX. ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ
ΕΡΕΥΝΑΣ .........................................................................................................732
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X. ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ ......................................................................735
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI. ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ....................................738
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII. ΦΥΛΛΑ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗΣ ΣΗΜΕΙΩΝ - ΚΛΕΙΔΙΩΝ ΤΩΝ
ΕΝΟΤΗΤΩΝ......................................................................................................901
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII. ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ
ΤΙΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ..........................................................................................909
xii
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ
Πίνακας 2.1. Αρχές και τρόποι διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων κατά τη φάση
της αποσταθεροποίησής του ................................................................................47
Πίνακας 2.2. Αρχές και τρόποι διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων κατά τη φάση
της εννοιολογικής αναδόμησής τους ...................................................................48
Πίνακας 2.3. Αρχές και τρόποι διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων κατά τη φάση
της αναγνώρισής τους από τους μαθητές.............................................................51
Πίνακας 3.1. Βιβλιογραφικές παραπομπές που αφορούν σε διδακτικές προτάσεις για
την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας ..........................................................88
Πίνακας 4.1. Μοντέλα μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας......108
Πίνακας 4.2. Διαστάσεις της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας προς
διερεύνηση .........................................................................................................115
Πίνακας 4.3: Αποτύπωση ερευνών για τις σχετικές με την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας αντιλήψεις των μαθητών σε σχέση με τα χαρακτηριστικά των
χρησιμοποιούμενων ερευνητικών πειραματικών καταστάσεων........................116
Πίνακας 4.4. Χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων με πιθανές επιπτώσεις
στις αντιλήψεις των μαθητών ............................................................................119
Πίνακας 4.5. Χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων, πειραματικές
καταστάσεις και έργα συνέντευξης που αντιστοιχούν σε αυτά.........................121
Πίνακας 4.6. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις του είδους μεγέθους της
θερμότητας (ποιοτικό – ποσοτικό) ....................................................................123
Πίνακας 4.7. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της διατήρησης ή μη της συνολικής
θερμότητας του συστήματος των σωμάτων.......................................................124
Πίνακας 4.8. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της θερμοκρασίας ως ένδειξης της
έντασης της θερμότητας ή ως μέτρου της ποσότητας της θερμότητας που
περιέχει το σώμα................................................................................................125
Πίνακας 4.9. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εξάρτησης της θερμοκρασίας
που αποκτά ένα σώμα από το μέγεθός του ........................................................127
Πίνακας 4.10. Κατανομή μαθητών στις εξηγήσεις της εξάρτησης της έντασης της
δράσης από το μέγεθος της θερμής/ψυχρής πηγής ............................................129
Πίνακας 4.11. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της θερμότητας (ψύχους) ως μιας
οντότητας και της θερμότητας και του ψύχους ως δύο διαφορετικών οντοτήτων,
σε συνάρτηση με τη θερμική κατάσταση των σωμάτων ...................................131
Πίνακας 4.12. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εκπομπής θερμότητας (ή
ψύχους) από το μονωτή και από το προς μόνωση σώμα, σε συνάρτηση με τη
σύσταση του μονωντή........................................................................................133
Πίνακας 4.13. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εξάρτησης της θερμοκρασίας
ενός σώματος από τη σύστασή του και από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
του, σε συνάρτηση με το αν τα σώματα είναι σε επαφή ή σε απόσταση ..........133
Πίνακας 4.14. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της της ύπαρξης τελικής θερμικής
κατάστασης και της συνεχώς μεταβαλλόμενης θερμοκρασίας, σε συνάρτηση με
τον τρόπο θέρμανσης (ή ψύξης) των σωμάτων .................................................135
Πίνακας 4.15. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εξάρτησης της θερμοκρασίας
ενός σώματος από τη σύστασή του και από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
του, σε συνάρτηση με το αν τα σώματα είναι σε επαφή ή σε απόσταση ..........136
Πίνακας 4.16. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εκπομπής θερμότητας (ή
ψύχους) από το μονωτή και από το προς μόνωση σώμα, σε συνάρτηση με τη
σύσταση του μονωντή........................................................................................138
xiii
Πίνακας 4.17. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της παραγωγής ψύχους από τους
αγωγούς και της επιβράδυνσης της διόδου θερμότητας/ψύχους από τους
αγωγούς, σε συνάρτηση με τη σύσταση του μονωντή ......................................139
Πίνακας 4.18. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της θερμότητας (ψύχους) ως μιας
οντότητας και της θερμότητας και του ψύχους ως δύο διαφορετικών οντοτήτων,
σε συνάρτηση με τη θερμική κατάσταση των σωμάτων ...................................140
Πίνακας 4.19. Μοντέλα μαθητών για καταστάσεις θέρμανσης ................................153
Πίνακας 4.20. Μοντέλα μαθητών για καταστάσεις μόνωσης ...................................159
Πίνακας 4.21. Μοντέλα μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας....165
Πίνακας 5.1. Τα μοντέλα σκέψης των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας: στοιχεία διαφοροποίησης..............................................................172
Πίνακας 5.2. Εμπόδια μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας ..........188
Πίνακας 5.3. Εμπόδια προς διδακτική επεξεργασία στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας και στόχοι προς επίτευξη ...............................................................191
Πίνακας 6.1. Ερωτήσεις κατάλληλες για διεξαγωγή έρευνας και σκοπιμότητά τους
(Hackling 1998) .................................................................................................229
Πίνακας 6.2. Πίνακας ελέγχου μεταβλητών (Hackling & Faibrother 1996).............230
Πίνακας 6.3. Αρχικό φύλλο εργασίας για διεξαγωγή πειραμάτων............................256
Πίνακας 6.4. Άρθρωση του προγράμματος μαθημάτων για την επεξεργασία των
εμποδίων στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας......................................258
Πίνακας 6.5. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε1 στα μαθήματα
της ενότητας Α...................................................................................................263
Πίνακας 6.6. Μάθημα Α1 ..........................................................................................265
Πίνακας 6.7. Μάθημα Α2 ..........................................................................................268
Πίνακας 6.8. Μάθημα Α3 ..........................................................................................270
Πίνακας 6.9. Μάθημα Α4 ..........................................................................................273
Πίνακας 6.10. Μάθημα Α5 ........................................................................................277
Πίνακας 6.11. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε2 και Ε1, στα
μαθήματα της ενότητας Β..................................................................................285
Πίνακας 6.12. Μάθημα Β1 ........................................................................................287
Πίνακας 6.13. Μάθημα Β2 ........................................................................................291
Πίνακας 6.14. Μάθημα Β3 ........................................................................................294
Πίνακας 6.15. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε3 και Ε1, στα
μαθήματα της ενότητας Γ ..................................................................................301
Πίνακας 6.16. Μάθημα Γ1.........................................................................................303
Πίνακας 6.17. Μάθημα Γ2.........................................................................................307
Πίνακας 6.18. Μάθημα Γ3.........................................................................................313
Πίνακας 6.19. Μάθημα Γ4.........................................................................................317
Πίνακας 6.20. Μάθημα Γ5.........................................................................................323
Πίνακας 6.21. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε4, Ε1, Ε2 και
Ε3 στα μαθήματα της ενότητας Δ......................................................................327
Πίνακας 6.22. Μάθημα Δ1 ........................................................................................329
Πίνακας 6.23. Μάθημα Δ2 ........................................................................................332
Πίνακας 6.24. Μάθημα Δ3 ........................................................................................336
Πίνακας 6.25. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε5, Ε1, Ε2, Ε3
και Ε4 στα μαθήματα της ενότητας Ε................................................................341
Πίνακας 6.26. Μάθημα Ε1.........................................................................................343
Πίνακας 6.27. Μάθημα Ε2.........................................................................................347
Πίνακας 6.28. Μάθημα Ε3.........................................................................................350
Πίνακας 6.29. Μάθημα Ε4.........................................................................................361
xiv
Πίνακας 6.30. Μάθημα Ε5.........................................................................................367
Πίνακας 6.31. Μαθήματα Ε6 και Ε7 .........................................................................368
Πίνακας 7.1. Παρουσίαση αξόνων ανάλυσης γραπτού και προφορικού λόγου
μαθητών .............................................................................................................373
Πίνακας 7.2. Αντιστοίχηση ερωτήσεων του ερωτηματολογίου που δίνεται στους
μαθητές πριν και μετά τη διδακτική παρέμβαση, με εμπόδια μαθητών που
αφορούν στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.......................................374
Πίνακας 7.3. Μετακινήσεις απαντήσεων μαθητή από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο»
αναφορικά με το εμπόδιο Ε1. ............................................................................389
Πίνακας 7.4. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1. ..396
Πίνακας 7.5. Επεξεργασία του εμποδίου Ε1: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων......................................................................................................420
Πίνακας 7.6. Μετακινήσεις απαντήσεων μαθητή από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο»
αναφορικά με το εμπόδιο Ε2 .............................................................................433
Πίνακας 7.7. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2. ..439
Πίνακας 7.8. Επεξεργασία του εμποδίου Ε2: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων......................................................................................................455
Πίνακας 7.9. Μετακινήσεις απαντήσεων μαθητή από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο»
αναφορικά με το εμπόδιο Ε3 .............................................................................471
Πίνακας 7.10. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3. ..476
Πίνακας 7.11. Επεξεργασία του εμποδίου Ε3: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων......................................................................................................492
Πίνακας 7.12. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε4. ..506
Πίνακας 7.13. Επεξεργασία του εμποδίου Ε4: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων......................................................................................................518
Πίνακας 7.14. Μετακινήσεις απαντήσεων μαθητή από το «τοπικό» προς το
«εγκάρσιο» αναφορικά με το εμπόδιο Ε5..........................................................532
Πίνακας 7.15. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε5. ..536
Πίνακας 7.16. Επεξεργασία του εμποδίου Ε5: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων......................................................................................................551
Πίνακας 7.17. Κατανομή απαντήσεων μαθητών στην ερώτηση 1 ............................587
Πίνακας 7.18. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε1 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου.............................................................................................................590
Πίνακας 7.19. Κατανομή απαντήσεων μαθητών στην ερώτηση 2 ............................591
Πίνακας 7.20. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε2 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου.............................................................................................................594
Πίνακας 7.21. Κατανομή απαντήσεων μαθητών στην ερώτηση 3 ............................595
Πίνακας 7.22. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε3 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου.............................................................................................................598
xv
Πίνακας 7.23. Κατανομή απαντήσεων μαθητών στην ερώτηση 4 ............................599
Πίνακας 7.24. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε4 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου.............................................................................................................602
Πίνακας 7.25. Κατανομή απαντήσεων μαθητών στην ερώτηση 5 ............................604
Πίνακας 7.26. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε5 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου.............................................................................................................606
Πίνακας 7.27. Κατανομή απαντήσεων μαθητών (που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους) στις ερωτήσεις των προ-τεστ και μετα-τεστ I και II 607
Πίνακας 7.28. Αποτύπωση των μαθητών που «παλινδρομούν» προς τα εμπόδια, σε
σχέση με τις ερωτήσεις των μετα-τεστ που καταγράφτηκαν αυτές οι
«παλινδρομήσεις», και την ομάδα κατάταξης των μαθητών με βάση την
ανάλυση του γραπτού και προφορικού λόγου τους κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων. ...............................................................................608
Πίνακας VII.1. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της θερμότητας με όρους μιας ή δυο
οντοτήτων. .........................................................................................................712
Πίνακας VII.2. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της της εκπομπής μόνο θερμότητας (ή
ψύχους) από το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα ή θερμότητας και ψύχους από το
θερμό και το ψυχρό σώμα αντίστοιχα ...............................................................713
Πίνακας VII.3. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη σύστασή του ή από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.714
Πίνακας VII.4. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών
των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας. ......................................715
Πίνακας VII.5. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της θερμότητας με όρους μιας ή δυο
οντοτήτων. .........................................................................................................716
Πίνακας VII.6. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από
το σώμα ή από το περιβάλλον του.....................................................................717
Πίνακας VII.7. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών
των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας .......................................718
Πίνακας VII.8. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της ύπαρξης ή μη μιας τελικής θερμικής
κατάστασης. .......................................................................................................719
Πίνακας VII.9. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών
των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας .......................................720
Πίνακας VII.10. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από
το σώμα ή από το περιβάλλον του.....................................................................721
xvi
Πίνακας VII.11. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη σύστασή του ή από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.722
Πίνακας VII.12. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών
των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας .......................................723
Πίνακας VII.13. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της ύπαρξης ή μη μιας τελικής θερμικής
κατάστασης. .......................................................................................................724
Πίνακας VII.14. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών
των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας .......................................725
Πίνακας VII.15. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της θερμότητας με όρους μιας ή δυο
οντοτήτων. .........................................................................................................726
Πίνακας VII.16. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα που ενεργοποιούν οι μαθητές και
στις αντιλήψεις των μαθητών σχετικά με το αν ο μονωτής ή το προς μόνωση
σώμα εκπέμπει θερμότητα ή ψύχος σε καταστάσεις μόνωσης..........................727
xvii
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΧΗΜΑΤΩΝ
xviii
Σχήμα 7.3. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε3 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων.................................................................................459
Σχήμα 7.4. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε4 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων.................................................................................495
Σχήμα 7.5. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε5 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων.................................................................................521
Σχήμα 7.6. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 1 κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων ................................................................................610
Σχήμα 7.7. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 2 κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων ................................................................................611
Σχήμα 7.8. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 3 κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων ................................................................................612
Σχήμα 7.9. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 4 κατά τη διάρκεια
της διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου .......................................................612
Σχήμα V.1. Πρόταση σχεδίου προοδευτικής οικοδόμησης της έννοιας της θερμότητας
από το Δημοτικό ως το Λύκειο (Agabra 1986) .................................................683
Σχήμα VIII.1. Αντιστοίχηση στοιχείων του Μοντέλου I ανάμεσα στους Πίνακες 4.8
και 5.1. ...............................................................................................................729
Σχήμα VIII.2. Αντιστοίχηση στοιχείων του Μοντέλου II ανάμεσα στους Πίνακες 4.8
και 5.1. ...............................................................................................................730
Σχήμα VIII.3. Αντιστοίχηση στοιχείων του Μοντέλου III ανάμεσα στους Πίνακες 4.8
και 5.1. ...............................................................................................................731
xix
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1
1. 1. ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ
Στην εποχή μας η εξέλιξη των κοινωνιών είναι τέτοια, που η προσφυγή στις
επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις γίνεται με ολοένα αυξανόμενο ρυθμό. Στο
εξής, οι γνώσεις αυτές δεν θα αποτελούν κληρονομιά μόνο των ειδικών και επομένως
μια από τις αποστολές του σχολείου είναι να δώσει πρόσβαση σε όλο και πιο μεγάλο
αριθμό μαθητών στις γνώσεις αυτές. Δεν πρόκειται πια μόνο για την προετοιμασία
για τα επαγγέλματα του μέλλοντος, αλλά και για τη δημιουργία πολιτών ικανών από
πολλές απόψεις, από τη μια για την παρακολούθηση των τεχνολογικών και
επιστημονικών εξελίξεων που αφορούν διάφορους τομείς της ανθρώπινης
δραστηριότητας και, από την άλλη, ικανών συνομιλητών στη λήψη αποφάσεων τόσο
σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο (Weil-Barais 1995).
Υιοθετείται λοιπόν η άποψη ότι όλοι οι μαθητές μπορούν και πρέπει να
αποκτήσουν πρόσβαση στις επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις, έτσι ώστε: «να
κατανοούν βασικές έννοιες και αρχές των Φυσικών Επιστημών, να είναι
εξοικειωμένοι με το φυσικό κόσμο και να αναγνωρίζουν τη διαφορετικότητα και την
ενότητά του, καθώς επίσης και να χρησιμοποιούν την επιστημονική γνώση και τους
επιστημονικούς τρόπους σκέψης για ατομικούς και κοινωνικούς σκοπούς» (American
Assosiation for the Advancement of Science 1989, σελ. 4).
Εκτιμάται όμως ότι σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις Η.Π.Α και στην
Ιαπωνία μια μειοψηφία του πληθυσμού που στην καλύτερη περίπτωση δεν ξεπερνάει
το 10% μπορεί να χαρακτηριστεί συνολικά ως «επιστημονικά εγγράμματο», με το
σχετικό ποσοστό στην Ελλάδα να μην υπερβαίνει το 1% (Eurobarometer 1993,
Miller, Pardo & Niwa 1997). Έρευνες σε διεθνές επίπεδο έχουν καταδείξει την
αδυναμία των εκπαιδευτικών συστημάτων στη μάθηση των Φυσικών Επιστημών και
των Μαθηματικών (TIMSS 1995). Επίσης, η αναποτελεσματικότητα των σχολικών
δραστηριοτήτων στις Φυσικές Επιστήμες αποτελεί συχνή διαπίστωση των
εκπαιδευτικών.
Η ανάπτυξη της Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών ως αυτόνομης
επιστημονικής περιοχής διεθνώς, συνοδεύτηκε από μια αύξηση των προσδοκιών για
τη βελτίωση της διδασκαλίας σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος,
προσδοκίες οι οποίες, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, δεν φαίνεται να εκπληρώνονται
(Ραβάνης 2002). Την τελευταία όμως δεκαετία σημειώθηκαν σημαντικές και
2
ενδιαφέρουσες εξελίξεις στην περιοχή της Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών, που
συνδέονται άμεσα με τη συγκρότηση ενός ικανοποιητικού θεωρητικού πλαισίου,
αυτού του κοινωνικού εποικοδομητισμού και την προώθηση της έρευνας σε νέες
κατευθύνσεις (Σταυρίδου 2004). Πράγματι, πέραν των αρχικών ερευνητικών
προσπαθειών οι οποίες στρέφονταν προς την ανίχνευση και την καταγραφή των
αντιλήψεων των μαθητών για έννοιες και φαινόμενα της σχολικής εκδοχής της
φυσικο-επιστημονικής γνώσης, ένα μεγάλο φάσμα πρωτοβουλιών στο πλαίσιο της
Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών σχετίζεται με το σχεδιασμό και την υλοποίηση
διδακτικού έργου σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες (Ραβάνης 2002). Ειδικότερα,
συνειδητοποιήθηκε η ανάγκη διαμόρφωσης νέων περιβαλλόντων μάθησης με
παράλληλη σχεδίαση νέων καινοτομικών διδακτικών προσεγγίσεων
(εποικοδομητικού και συνεργατικού τύπου) και άρχισαν να ερευνώνται με
συστηματικό τρόπο τόσο η μαθησιακή διαδικασία όσο και το αποτέλεσμά της στη
πράξη, στο περιβάλλον της σχολικής τάξης (Σταυρίδου 2004).
Προς την κατεύθυνση αυτή, μια από τις προβληματικές που έχει αναπτυχθεί στη
Διδακτική των Φυσικών Επιστημών -με απώτερο στόχο τη βελτίωση των
μαθησιακών αποτελεσμάτων και την πρόσβαση όσο το δυνατόν περισσότερου
μαθητικού πληθυσμού στις βασικές έννοιες των Φυσικών Επιστημών- έχει αναδείξει
την επικαιρότητα και τη σημασία της έννοιας του επιστημολογικού εμποδίου
(Bachelard 1938) στη διδασκαλία και τη μάθηση της φυσικο-επιστημονικής γνώσης.
Στο πλαίσιο της προοπτικής αυτής, στην υιοθετούμενη επιστημολογική παραδοχή ότι
η επιστήμη προοδεύει διαμέσου τομών σε σχέση με μια προϋπάρχουσα γνώση,
μπορούμε να αντιστοιχίσουμε, στο διδακτικό επίπεδο, την παραδοχή ότι η προς
επίτευξη νοητική πρόοδος των μαθητών συνίσταται στην υπέρβαση εμποδίων
(Peterfalvi 2001, Χατζηνικήτα 2001β).
Η εισαγωγή της έννοιας του εμποδίου στη Διδακτική ανανέωσε την υπάρχουσα
θεώρηση περί αντιλήψεων των μαθητών. Παράλληλα, είχε επιπτώσεις και στο
επίπεδο της προβληματικής των ερευνών για τις αντιλήψεις των μαθητών.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη διδακτική επεξεργασία των αντιλήψεων των μαθητών
που προέκυψαν, οι σχετικές ερευνητικές προσπάθειες έτειναν να περιορίζονται σε μια
περισσότερο μεμονωμένη αντιμετώπισή τους. Μια τέτοια σημειακή όμως
αντιμετώπιση των αντιλήψεων των μαθητών ενέχει προβλήματα, αφού υπάρχουν
αυξημένες πιθανότητες επανεμφάνισης των ίδιων αντιλήψεων με αφορμή τη μελέτη
μιας νέας κατάστασης (Giordan & De Vecchi 1987, Bednarz & Garnier 1989, Blaye
3
1989, Johsua 1989, Monteil 1989, Arca & Caravita 1993). Καθίσταται λοιπόν
αναγκαία η μετάβαση από τη μελέτη των αντιλήψεων των μαθητών, στη μελέτη των
εμποδίων που τις υποβαστάζουν και από την περιγραφική μελέτη αυτής της νοητικής
λειτουργίας στις πρακτικές δοκιμές τρόπων διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων
(Peterfalvi 2001, Χατζηνικήτα, Χρηστίδου & Peterfalvi 2004).
Προς την κατεύθυνση αυτή η ερευνητική ομάδα της Διδακτικής των Φυσικών
Επιστημών του Institut National de Recherche Pédagogique (I.N.R.P) διενήργησε μια
μελέτη «εφικτότητας» ώστε να διερευνηθεί αν είναι εφικτή από τους εκπαιδευτικούς
η ιδιοποίηση της προβληματικής και η πραγματοποίηση διδακτικών καταστάσεων για
την επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή των
μεταβολών της ύλης, αν υπάρχει η θεσμική δυνατότητα να υλοποιηθούν
αποτελεσματικά αυτές οι διδακτικές καταστάσεις και αν είναι εφικτή η επεξεργασία,
από τους μαθητές, των εμποδίων τους (Astolfi & Peterfalvi 1993, 1997, Vérin 1995,
Peterfalvi 1997, 2001, Plé 1997). Από τις διδακτικές παρεμβάσεις που οργανώθηκαν
προέκυψε ότι η πραγματοποίηση καταστάσεων επεξεργασίας των εμποδίων είναι
εφικτή στο σχολικό πλαίσιο και σε διαφορετικές εκπαιδευτικές βαθμίδες (Plé 1997,
Peterfalvi 2001).
Το θεωρητικό πλαίσιο που συγκροτήθηκε και υιοθετήθηκε από την πρόταση αυτή
για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών, υιοθετείται και στην
παρούσα διατριβή (βλ. κεφάλαιο 2).
Η εννοιολογική περιοχή που επελέγη για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων
των μαθητών, είναι η εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, κυρίως για τους εξής
δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος σχετίζεται με το ότι οι βασικές έννοιες της εν λόγω
εννοιολογικής περιοχής (θερμότητα, θερμοκρασία, θερμική ισορροπία, θερμική
μόνωση) διατρέχουν εγκάρσια όλα τα επιμέρους αντικείμενα των Φυσικών
Επιστημών και, κατά συνέπεια, καθίσταται κρίσιμες στη διδασκαλία και στη μάθηση.
Επιπλέον, οι έννοιες αυτές με θεμελιακό ρόλο στην εξέλιξη του κόσμου μας και
καθοριστικό ρόλο -μέσω των θερμοδυναμικών διαδικασιών- στη λειτουργία του,
αποτελούν την αρχή, το αντικείμενο και το πρόβλημα της όποιας κοινής μελέτης της
επιστήμης, της τεχνολογίας και του περιβάλλοντος. Ο δεύτερος αφορά στο
ψυχοπαιδαγωγικό ενδιαφέρον που δημιουργήθηκε κατά την διάρκεια της εφαρμογής
των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που αφορούν στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας εξαιτίας της εννοιολογικής απόστασης που παρατηρήθηκε ανάμεσα στο
περιεχόμενο των συγκεκριμένων εννοιών στην επιστήμη και στο περιεχόμενο που
4
αποδίδουν οι μαθητές στις έννοιες όταν τις χρησιμοποιούν πριν, κατά τη διάρκεια ή
μετά τη διδασκαλία (Linn & Hsi 2000). Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι
σήμερα, η εννοιολογική περιοχή της θερμότητας απετέλεσε ένα προνομιακό χώρο
όσον αφορά την ερευνητική δραστηριότητα των μελών της κοινότητας της
Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών. Γεγονός που αντικατοπτρίζεται τόσο στην
παραγωγή ενός ιδαίτερα εκτεταμένου σώματος ερευνητικών δεδομένων και
ευρημάτων για τις σχετικές αντιλήψεις και δυσκολίες των μαθητών (βλ. ενότητα 3.2),
όσο και στη συγκρότηση και μελέτη εναλλακτικών μορφών διδακτικής παρέμβασης
που αξιοποιούν τα ερευνητικά δεδομένα (βλ. ενότητα 3.3).
Η πρωτοτυπία της παρούσας διατριβής συνίστανται στη συγκρότηση
προγράμματος μαθημάτων που αποσκοπούν στη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών αναφορικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας και
όχι των σημειακών αντιλήψεών τους, στη χρήση διδακτικών στρατηγικών που
στοχεύουν τόσο στην επένδυση των μαθητών στις διδακτικές καταστάσεις όσο και
στην πριμοδότηση των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των μαθητών, και στην
αξιολόγηση του προγράμματος μαθημάτων μέσω της ποιοτικής μελέτης του γραπτού
και του προφορικού λόγου των μαθητών κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών (βλ. και
υποενότητα 3.3.3).
Το έργο που θα παραχθεί από το προτεινόμενη διατριβή δίνει δυνατότητες
αξιοποίησης του σε δύο επίπεδα: στο επίπεδο των ερευνητικών δραστηριοτήτων και
στο επίπεδο της συγκρότησης διδακτικού υλικού για τη διδασκαλία της
εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας.
• Στο επίπεδο της ερευνητικής δραστηριότητας, τα πορίσματα της διατριβής
αναμένεται να έχουν ιδιαίτερη σημασία τόσο για την εκπαιδευτική έρευνα στην
Ελλάδα, όσο και διεθνώς, γιατί θα συμβάλουν:
- στην καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας των εμποδίων και του ρόλου τους
στην εννοιολογική αλλαγή,
- στην ανάδειξη των δυνατοτήτων και των περιορισμών της διδακτικής
επεξεργασίας των εμποδίων των μαθητών,
- στη μελέτη των διδακτικών στρατηγικών που ευνοούν τη μαθησιακή
διαδικασία,
- στον εντοπισμό ορισμένων χαρακτηριστικών των διδακτικών καταστάσεων
που διευκολύνουν τη δυναμική της αλλαγής των αντιλήψεων των μαθητών,
- στην παραγωγή εργαλείων για τη διδασκαλία και
5
- στην αξιολόγηση σχολικών πρακτικών.
• Στο επίπεδο της συγκρότησης διδακτικού υλικού, τα πορίσματα της διατριβής
βραχυπρόθεσμα θα συμβάλουν στην αναβάθμιση του έργου της πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης μέσω των ποιοτικά βελτιωμένων διδακτικών καταστάσεων που θα
έχουν συγκροτηθεί, και, μακροπρόθεσμα, στη βαθύτερη κατανόηση και χρήση
της φυσικο-επιστημονικής γνώσης από τους πολίτες της χώρας σε περιστάσεις της
καθημερινής και επαγγελματικής τους ζωής.
1.3. ΔΟΜΗ
6
των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, η επιλογή των εμποδίων
για διδακτική επεξεργασία και η συγκρότηση των δυναμικών δικτύων των προς
επεξεργασία εμποδίων. Στο κεφάλαιο 6 παρουσιάζεται η λογική με την οποία
θεμελιώνεται το πρόγραμμα μαθημάτων και στη συνέχεια περιγράφεται και
αναλύεται το πρόγραμμα μαθημάτων που συγκροτήθηκε και παρουσιάζεται η
εφαρμογή του στη σχολική τάξη. Στο κεφάλαιο 7 παρουσιάζονται η μεθοδολογία
αποτίμησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων και τα μαθησιακά αποτελέσματα από
την εφαρμογή του προγράμματος μαθημάτων σε μαθητές της ΣΤ΄ τάξης του
δημοτικού. Στο κεφάλαιο 8 παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της διατριβής και
επισημαίνονται μελλοντικές προεκτάσεις της παρούσας έρευνας. Τέλος παρατίθενται
η βιβλιογραφία και τα παραρτήματα.
1.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
7
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
8
2.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
2.2. ΕΜΠΟΔΙΑ
Στην ενότητα αυτή θα αναπτυχθούν τα εξής ζητήματα: (α) η σχέση ανάμεσα στα
εμπόδια και τις αντιλήψεις των μαθητών (βλ. υποενότητα 2.2.1), (β) μια σύνοψη των
διδακτικών συστατικών χαρακτηριστικών της έννοιας του εμποδίου (βλ. υποενότητα
2.2.2) και (γ) το μοντέλο λειτουργίας των εμποδίων (βλ. υποενότητα 2.2.3).
9
2.2.1. Εμπόδια και αντιλήψεις
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι τα παιδιά έχουν και χρησιμοποιούν αντιλήψεις για
έννοιες και φαινόμενα των Φυσικών Επιστημών (Driver, Guesne & Tiberghien l985).
Καθώς οι αντιλήψεις αφορούν μια συγκεκριμένη εννοιολογική περιοχή των Φυσικών
Επιστημών, έχουν έναν τοπικό χαρακτήρα.
Αντίθετα, η έννοια του εμποδίου, αν και συνδέεται στενά με αυτή των
αντιλήψεων, εντούτοις μπορεί να χαρακτηριστεί ως πλέον γενική και εγκάρσια
έννοια. Το εμπόδιο δηλαδή έχει ένα περισσότερο γενικό χαρακτήρα, συγκρινόμενο με
τις αντιλήψεις, εφόσον άπτεται πιο γενικών τρόπων σκέψης και έχει ένα περισσότερο
εγκάρσιο χαρακτήρα καθώς είναι δυνατό να αφορά σε διάφορες εννοιολογικές
περιοχές των Φυσικών Επιστημών. Με άλλα λόγια, από το ίδιο δηλαδή εμπόδιο είναι
δυνατό να απορρέουν ποικίλες αντιλήψεις για διάφορες έννοιες. Σύμφωνα λοιπόν με
αυτή τη θεώρηση, «οι αντιλήψεις συνιστούν περισσότερο εκδηλώσεις ενός εμποδίου,
παρά αυτό καθαυτό το εμπόδιο» και το εμπόδιο συνιστά ένα είδος «σκληρού
πυρήνα» των αντιλήψεων (Peterfalvi 1995, σελ. 133). Έτσι, η επεξεργασία ενός
εμποδίου επιφέρει τροποποίηση των συνδεόμενων με αυτό αντιλήψεων, ενώ δεν
ισχύει πάντα το αντίστροφο. Η συγκρότηση δηλαδή διδακτικών καταστάσεων που
αποσκοπούν στη σημειακή υπέρβαση καθεμιάς από τις αντιλήψεις, δεν συνεπάγεται
και την υπέρβαση των εμποδίων από τις οποίες πηγάζουν. Είναι δυνατό να
τροποποιηθούν ορισμένες από τις αντιλήψεις μολονότι το σχετιζόμενο εμπόδιο
παραμένει ενεργό.
Ένα συστατικό χαρακτηριστικό των αντιλήψεων είναι η αντίσταση που
παρουσιάζουν σε κάθε προσπάθεια ιδιοποίησης της γνώσης. Oι έρευνες που έχουν
πραγματοποιηθεί πάνω στις αντιλήψεις έχουν καταδείξει ότι: «ακόμα και στην
περίπτωση που τα παιδιά αποδέχονται τις επεξηγήσεις του ενήλικα, αυτό δε
συμβαίνει παρά ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα, πριν τις ξεχάσουν και ξαναγυρίσουν
στις αρχικές τους αντιλήψεις… Aν οι αντιλήψεις των παιδιών έγιναν ένα
προνομιούχο αντικείμενο έρευνας, είναι όχι μόνο γιατί θεωρούνται ως αυθεντικές
παραγωγές της παιδικής σκέψης, αλλά επίσης διότι οι αντιλήψεις αντιστέκονται στις
προτεινόμενες απ’ έξω τροποποιήσεις» (Henriques 1987, σελ. 57-58). Επίσης, οι
Johsua και Dupin (1987) επισημαίνουν ότι: «η αντίσταση αυτού του είδους των
10
αντιλήψεων πρέπει να μας απασχολήσει πάνω στο τι δημιουργεί αυτή τη
σταθερότητα» (σελ. 33). Αυτή η σταθερότητα των αντιλήψεων θα μπορούσε να
αποδοθεί στην ύπαρξη των εμποδίων, που, όπως έχει αναφερθεί, συνιστούν το
«σκληρό πυρήνα» των αντιλήψεων που τις υποβαστάζουν.
Επίσης, οι αντιλήψεις είναι περισσότερο «κοντά» στις απαντήσεις των παιδιών και
κατά συνέπεια έχουν ένα περισσότερο συγκεκριμένο χαρακτήρα συγκρινόμενες με τα
εμπόδια (βλ. Σχήμα 2.2). Αντίθετα, τα εμπόδια σχετίζονται περισσότερο με την
οπτική γωνία κάτω από την οποία τα προσεγγίζει ο ερευνητής. Ως εκ τούτου τα
εμπόδια έχουν ένα περισσότερο υποθετικό χαρακτήρα σε σύγκριση με τις αντιλήψεις.
Η έννοια του εμποδίου ποικίλλει, ανάλογα με την οπτική γωνία που εξετάζεται.
Στη συνήθη περίπτωση που η νοητική εξέλιξη θεωρείται ως απλή συσσωρευτική
διαδικασία γνώσεων αποδίδεται στο εμπόδιο ένας περισσότερο εξωτερικός
χαρακτήρας. Είναι αυτό που αντιτίθεται ή που παρεμποδίζει την επίτευξη ενός
σκοπού και οφείλεται κυρίως στην πολυπλοκότητα και στον εφήμερο χαρακτήρα των
φαινομένων ή στην αδυναμία των αισθήσεων.
Σύμφωνα όμως με τον Bachelard, τα εμπόδια εμφανίζονται ως λειτουργική
αναγκαιότητα στο εσωτερικό της ίδιας της πράξης του γιγνώσκειν: «Δεν πρόκειται να
θεωρηθούν τα εξωτερικά εμπόδια, όπως η πολυπλοκότητα ή η ολιγάρκεια των
φαινομένων, ούτε να ενοχοποιηθεί η αδυναμία των ανθρώπινων αισθήσεων και
11
πνεύματος: είναι στην ίδια τη δραστηριότητα της γνώσης, ενδόμυχα, όπου
εμφανίζονται, από ένα είδος λειτουργικής αναγκαιότητας, βραδύτητες και
διαταραχές» (Bachelard 1986, σελ. 13-14). Συνεπώς, ο Bachelard αποδίδει στο
εμπόδιο ένα περισσότερο εσωτερικό χαρακτήρα.
Αυτή η θεώρηση του εσωτερικού χαρακτήρα του εμποδίου έχει συνέπειες στο
επίπεδο της διδακτικής επεξεργασίας του. Εφόσον το εμπόδιο εμφανίζεται στο
εσωτερικό της ίδιας της πράξης του γιγνώσκειν, η διδακτική στρατηγική που θα
ακολουθηθεί κατά τη διδακτική επεξεργασία του είναι απαραίτητο να στοχεύει στην
εμφάνιση του εμποδίου και να μην αποσκοπεί στην αποφυγή του.
12
(γ) Ο «επαμφοτερίζων» χαρακτήρας του εμποδίου (εργαλείο/εμπόδιο)
Στο βαθμό που το εμπόδιο δεν είναι κενό, αλλά γεμάτο από γνώσεις, υπάρχει ο
κίνδυνος να θεωρηθεί ως ένα παγιωμένο «αντικείμενο», το οποίο αποτελεί ένα τρόπο
σκέψης που πρέπει να απορριφθεί από μόνος του.
Η θεώρηση του εμποδίου ως παγιωμένου «αντικειμένου» αποσιωπά μια
σημαντική διάσταση του εμποδίου, τη λειτουργία του. Σύμφωνα με τον Bachelard,
για την κατανόηση της έννοιας του εμποδίου απαιτείται μια μετάβαση από την
ουσιοκρατική θεώρησή του στη λειτουργία του (νοητικά παγιωμένα αντικείμενα που
συχνά παραθέτουμε σε καταλόγους), στη διαλεκτική σχέση εργαλείου-εμποδίου
(Fabre 1995). Συγκεκριμένα, μια αντίληψη που λειτουργεί ως εργαλείο για την
επίλυση προβλημάτων σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο μπορεί ταυτόχρονα να
λειτουργεί ως εμπόδιο σε ένα διαφορετικό πλαίσιο. Συνεπώς, η έννοια του εμποδίου
παύει να έχει ένα μονολεκτικό χαρακτήρα, γίνεται διαλεκτική (εργαλείο/εμπόδιο).
Αυτή η διαλεκτική θεώρηση του εμποδίου (εργαλείο/εμπόδιο) επιφέρει ορισμένες
συνέπειες στο επίπεδο της διδακτικής επεξεργασίας του. Η διδακτική στρατηγική που
θα ακολουθηθεί επιβάλλεται να στοχεύει στον προσδιορισμό των ορίων εφαρμογής
των γνώσεων του μαθητή και στην εμφάνιση μιας νοητικής «δυσκολίας» στη σκέψη
του, προκειμένου να αρχίσει η διαδικασία της εννοιολογικής αναδόμησης του
εμποδίου.
13
Η διδακτική στρατηγική που θα ακολουθηθεί λοιπόν κατά τη διάρκεια της
επεξεργασίας των εμποδίων είναι απαραίτητο να αφιερώνει ικανό χρόνο στη
διαδικασία αναγνώρισης του εμποδίου από τους μαθητές. Αυτό που είναι αναγκαίο να
επιδιωχθεί είναι να αναπτυχθεί η ικανότητα του μαθητή, να αναγνωρίζει το εμπόδιο
εκ των υστέρων. Να αναγνωρίζει δηλαδή ότι πρόκειται για εμπόδιο και να το
αποφεύγει, όποτε αυτό επανεμφανίζεται.
14
(α) Δυναμικά δίκτυα εμποδίων
15
Δυναμικό δίκτυο εμποδίου
Εμπόδιο Επιδιωκόμενη
έννοια
Τι εμποδίζει να
κατανοήσουμε
Το μοντέλο του δυναμικού δικτύου του εμποδίου αποτελεί μια νέα και
διαφορετική προοπτική στο ερώτημα της διαχείρισης των αντιλήψεων των μαθητών.
Η προοπτική αυτή αποβλέπει στην εγκατάλειψη μιας τοπικής, μερικής θεώρησης και
επεξεργασίας των αντιλήψεων των μαθητών, ώστε να επεξεργαστεί το εμπόδιο, αυτό
δηλαδή που τις εξηγεί και συμβάλλει στην ανθεκτικότητά τους. Παράλληλα, η
προοπτική αυτή μπορεί να υπερβεί τα προβλήματα που προκύπτουν από την έντονη
αφαιρετικότητα που χαρακτηρίζει τους γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών (όπως
για παράδειγμα, επικέντρωση στα αντιληπτικά δεδομένα, γραμμικός αιτιακός
συλλογισμός, περιορισμένη εστίαση, βλ. Σχήμα 2.2) των οποίων η επεξεργασία
φαίνεται να είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη.
16
(β) Συνδέσεις των εμποδίων με αντιλήψεις και γενικούς τρόπους σκέψης
Ένας από τους λόγους της ανθεκτικότητας των εμποδίων συνίσταται στο ότι δεν
πρόκειται για μεμονωμένα λάθη, αλλά για ένα δίκτυο συσχετιζόμενων ιδεών. Το
γεγονός ότι οι ιδέες συγκροτούν ένα σύστημα εξηγεί την αντίσταση που εμφανίζουν
τα εμπόδια. Αυτή η ανθεκτικότητά τους ενισχύεται από την εγκάρσια λειτουργία
τους, δηλαδή από το γεγονός ότι το ίδιο το εμπόδιο υποβαστάζει μια ποικιλία
αντιλήψεων από διαφορετικές εννοιολογικές περιοχές. Στην περίπτωση που τα
εμπόδια επεξεργάζονται σε τοπικό επίπεδο, στην πραγματικότητα γίνονται
αντικείμενο επεξεργασίας περισσότερο οι εκδηλώσεις τους και όχι αυτά καθ’ αυτά τα
εμπόδια. Έτσι, κάθε φορά που μεταβαίνουμε σε διαφορετική εννοιολογική περιοχή,
απαιτείται εκ νέου επεξεργασία αυτών των εμποδίων. Παράλληλα, τα εμπόδια
συνδέονται με γενικούς και εγκάρσιους τρόπους σκέψης. Όταν τα εμπόδια
επεξεργάζονται σε γενικό επίπεδο, το ζήτημα που τίθεται είναι η διασφάλιση της
ικανότητας του μαθητή να μπορεί να μεταφέρει τη γνώση σε τοπικό επίπεδο.
Στη συνέχεια, θα παρουσιάσουμε την προβληματική που εισάγει η Peterfalvi
(1997) σχετικά με την επεξεργασία των εμποδίων. Το δίκτυο του Σχήματος 2.2,
αναπαριστά τις συνδέσεις των γενικών τρόπων σκέψης με τα εμπόδια και τις
συνδέσεις των εμποδίων με τις «τοπικές» αντιλήψεις που αφορούν μια συγκεκριμένη
εννοιολογική περιοχή (Peterfalvi 1997, σελ. 177).
17
ΓΕΝΙΚΟΙ TΡΟΠΟΙ ΣΚΕΨΗΣ ΑΠΟΦΑΝΣΕΙΣ ΙΔΕΩΝ
ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΣ «ΒΟΗΘΗΜΑ/ΕΜΠΟΔΙΟ» ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΣ « ΣΩΣΤΟ/ΛΑΘΟΣ»
18
Στη δεξιά στήλη του δικτύου παρουσιάζονται οι αποφάνσεις που αφορούν σε
γεγονότα και μπορούν να αξιολογηθούν ως σωστές ή λανθασμένες. H διατύπωσή
τους είναι παραπλήσια με τις απαντήσεις των μαθητών, όταν τους ζητηθεί να
εκφράσουν τις ιδέες τους για ένα φαινόμενο ή έννοια. Οι αποφάνσεις αυτές, που
αφορούν σε μια συγκεκριμένη εννοιολογική περιοχή, μπορούν να συσχετισθούν με
γενικότερους και εγκάρσιους τρόπους σκέψης οι οποίοι είναι εν μέρει υπεύθυνοι γι’
αυτές.
Στην αριστερή στήλη του δικτύου παρουσιάζονται οι γενικοί/εγκάρσιοι τρόποι
σκέψης των μαθητών οι οποίοι παρουσιάζουν έναν ερμηνευτικό χαρακτήρα σε σχέση
με τις αποφάνσεις των μαθητών και δε σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο
εννοιολογικό περιεχόμενο. Αυτοί οι γενικοί τρόποι σκέψης μπορούν κάποιες φορές
να αξιολογηθούν ως βοήθεια, δηλαδή ως διαθέσιμο στήριγμα για να γίνουν
κατανοητά τα φαινόμενα. Άλλες φορές όμως μπορούν να αξιολογηθούν ως εμπόδιο,
δηλαδή ως πηγή λανθασμένων αντιλήψεων. Πρέπει βέβαια να τονιστεί, ότι κανένας
από τους γενικούς τρόπους σκέψης δεν αποτελεί πραγματικά εμπόδιο, αλλά αντίθετα
είναι απαραίτητοι στη σκέψη (Peterfalvi 1997).
Σύμφωνα με την Peterfalvi (1997), στην περίπτωση που περιοριζόμαστε στη
διδακτική αντιμετώπιση των λανθασμένων ιδεών, που αφορούν δηλαδή σε ένα
συγκεκριμένο περιεχόμενο, το αποτέλεσμα συνίσταται στην απλή δημιουργία
«ρηγματώσεων» στο εμπόδιο και όχι στην επεξεργασία του εμποδίου. Όπως
μαρτυρούν τα ερευνητικά αποτελέσματα, οι εννοιολογικές αλλαγές που προκύπτουν
από την επεξεργασία σε ένα τέτοιο τοπικό επίπεδο είναι περισσότερο παροδικές και
υπάρχουν μειωμένες πιθανότητες μεταφοράς της γνώσης από το εν λόγω
εννοιολογικό περιεχόμενο σε ένα άλλο. Παράλληλα, υπάρχουν αυξημένες
πιθανότητες επανεμφάνισης του ίδιου ακριβώς εμποδίου με αφορμή τη μελέτη μιας
νέας κατάστασης (Giordan & De Vecchi 1987, Bednarz et al. 1989, Arca & Caravita
1993).
Αντίθετα, η επεξεργασία του εμποδίου σε ένα πιο εγκάρσιο επίπεδο φαίνεται να
πριμοδοτεί μια τέτοια μεταφορά γνώσης υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι οι γενικοί
τρόποι σκέψης συνδέονται με τοπικές εκδηλώσεις, γιατί, διαφορετικά, αυτού του
τύπου η προσέγγιση ενέχει τον κίνδυνο να είναι εντελώς αφηρημένη, χωρίς καμιά
σημασία για το μαθητή (Peterfalvi 2001).
19
Η εστίαση λοιπόν της επεξεργασίας σε ένα από τα δύο ακραία επίπεδα
(τοπική/εγκάρσια επεξεργασία), έχει περιορισμούς αναφορικά με τη δυναμική της
μεταφοράς της γνώσης σε άλλα πεδία εννοιολογικού περιεχομένου. Αντίθετα, η
συγκρότηση ενός ενδιάμεσου επιπέδου, που συνδέεται με καθένα από αυτά τα δύο
ακραία επίπεδα, αναδεικνύεται, όπως μαρτυρούν τα πρώτα ευρήματα σχετικών
ερευνών, πιο ενδιαφέρουσα και ελπιδοφόρα για την αποτελεσματική διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου (Peterfalvi 1997, σελ. 176). Στο πλαίσιο μιας τέτοιας
θεώρησης, τα εμπόδια φαίνεται να λειτουργούν ως γέφυρες που επιτρέπουν το
πέρασμα από το γενικό στο τοπικό επίπεδο και αντίστροφα: «Οι ενδιάμεσες
διατυπώσεις στο κέντρο του δικτύου, διαδραματίζουν ένα ρόλο γέφυρας που
επιτρέπει το πέρασμα από το γενικό στο τοπικό επίπεδο και αντιστρόφως, ενέχοντας
έτσι έναν πιο λειτουργικό ρόλο σε σχέση με τις ακραίες διατυπώσεις» (Peterfalvi
1995, σελ. 134).
20
- Δίκτυο συσχετιζόμενων ιδεών. Οι αντιλήψεις για τις οποίες είναι υπεύθυνο το
εμπόδιο εντάσσονται σε γνωστικές δομές που οργανώνονται με τέτοιον τρόπο
μεταξύ τους ώστε να σχηματίζονται συστήματα με σχετική συνάφεια. Ένας από
τους λόγους λοιπόν της ανθεκτικότητας των εμποδίων συνίσταται στο ότι δεν
πρόκειται για μεμονωμένα λάθη, αλλά για ένα δίκτυο συσχετιζόμενων ιδεών.
- Εγκάρσιος χαρακτήρας εμποδίου. Το εμπόδιο συνδέεται με ορισμένους
γενικούς/εγκάρσιους τρόπους σκέψης (Peterfalvi 2001). Συχνά όμως τα εμπόδια
καθορίζονται και επεξεργάζονται σε «τοπικό» επίπεδο. Στην περίπτωση αυτή,
αναφερόμαστε σε εκδηλώσεις του εμποδίου και όχι στο ίδιο το εμπόδιο, το οποίο
έχει υποστεί μόνο ορισμένες ρηγματώσεις και ως εκ τούτου έχει την τάση να
επανεμφανίζεται. Ο γενικός/εγκάρσιος λοιπόν χαρακτήρας του εμποδίου αποτελεί
μια άλλη πιθανή αιτία της ανθεκτικότητάς του.
- Πολύμορφος χαρακτήρας εμποδίου. Το εμπόδιο δεν περιορίζεται αποκλειστικά
στο γνωστικό πεδίο, αλλά δέχεται επιρροές και άλλων πεδίων όπως το
συναισθηματικό, το μυθικό και το κοινωνικό (Peterfalvi 2001). Η όποια λοιπόν
επεξεργασία του εμποδίου δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Κατά συνέπεια, ο
πολύμορφος χαρακτήρας του εμποδίου είναι ένας άλλος λόγος που εξηγεί την
ανθεκτικότητα του εμποδίου.
21
Η ενότητα αυτή εστιάζει στην παρουσίαση και το σχολιασμό της διαλεκτικής
σχέσης ανάμεσα στους στόχους και τα εμπόδια.
2.3.1. Οι στόχοι
Με την εισαγωγή από τον Martinand (1986) της έννοιας του «στόχου–εμποδίου»,
φαίνεται ότι μπορούν να ανοιχτούν νέες προοπτικές για τη διδακτική διαχείριση των
αντιλήψεων και των εμποδίων των μαθητών και παράλληλα να ξεπεραστούν τα
μειονεκτήματα και οι περιορισμοί που εμφανίζουν οι κατάλογοι με τους
πολυάριθμους στόχους.
Σύμφωνα με τον Bachelard (1998), η εξέλιξη της επιστήμης κατανοείται ως
ασυνεχής, διακοπτόμενη από επιστημολογικές τομές. Στο πλαίσιο της έννοιας του
«στόχου-εμποδίου», στην παραπάνω επιστημολογική παραδοχή, μπορούμε να
22
αντιστοιχίσουμε, στο διδακτικό επίπεδο, την παραδοχή ότι η νοητική πρόοδος των
μαθητών συνίσταται στην υπέρβαση εμποδίων (Peterfalvi 2001, Χατζηνικήτα 2001β).
Αυτή η εστίαση στην υπέρβαση των εμποδίων τροποποιεί τη συνήθη στατική
θεώρησή τους ως απλές αποκλίσεις από τη σχολική γνώση. Στα εμπόδια αποδίδεται
ένας πιο δυναμικός χαρακτήρας και μια περισσότερο θετική υπόσταση. Το εμπόδιο,
από απόκλιση σε σχέση με τη σχολική γνώση -συνήθης θεώρηση εμποδίου-, γίνεται
μάρτυρας της νοητικής προόδου του μαθητή. Μια τέτοια θεώρηση αναδεικνύει τα
εμπόδια σε κομβικά, συστατικά στοιχεία της μάθησης («Αντί να ακινητοποιούμαστε
κυριαρχούμενοι από το συναίσθημα της αδυναμίας μας απέναντι σε αυτό που
παρεμποδίζει τη μάθηση -το οποίο αντανακλά η έννοια του μπλοκαρίσματος- και
χωρίς να υποτιμούμε το εμπόδιο, εστιάζουμε την προσοχή μας στην αναζήτηση των
συνθηκών που θα επιτρέψουν την πιθανή υπέρβασή του από το μαθητή», Astolfi &
Peterfalvi 1993, σελ. 116).
Η έννοια του «στόχου-εμποδίου» ανανεώνει σημαντικά και τη λογική
συγκρότησης των στόχων. Παραδοσιακά, οι στόχοι καθορίζονται με βάση
αποκλειστικά την ανάλυση των προγραμμάτων σπουδών και του περιεχομένου χωρίς
να λαμβάνονται υπόψη οι αντιλήψεις και τα εμπόδια των μαθητών (Astolfi &
Peterfalvi 1993, σελ. 115). Όμως, όπως έχει αναφερθεί, η νοητική πρόοδος των
μαθητών συνίσταται στην υπέρβαση εμποδίων. Τα εμπόδια επομένως θεωρούνται ότι
διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επίτευξη της μάθησης. Αυτό μας οδηγεί στη
θεώρηση ότι τα εμπόδια μπορούν να αποτελέσουν ένα σύστημα αναφοράς για τον
καθορισμό από ένα σύνολο πιθανών στόχων, αυτών που είναι ιδιαίτερα βασικοί
(Σχήμα 2.4). Σύμφωνα με τον Martinand (1989): «Στο μέτρο που τα εμπόδια έχουν
μια βασική επιστημολογική σημασία … παρέχουν τα κλειδιά για τη διατύπωση των
στόχων που είναι οι πλέον βασικοί για την εκπαίδευση στις επιστήμες. Με άλλα
λόγια, πρόκειται για την έκφραση των στόχων με όρους υπερβατών εμποδίων, καθώς,
από την ποικιλία των «πιθανών στόχων», οι ενδιαφέροντες στόχοι είναι οι στόχοι-
εμπόδια, εξαιτίας ακριβώς της συσχέτισής τους με την υπέρβαση ενός εμποδίου»
(σελ. 219). Αντί λοιπόν να καθορίζουμε από τη μία πλευρά τους στόχους και από την
άλλη πλευρά τα εμπόδια, χρησιμοποιούμε το χαρακτηρισμό των εμποδίων ως ένα
κριτήριο για την επιλογή, μεταξύ των πιθανών στόχων, αυτών που αναδεικνύονται
παιδαγωγικά ενδιαφέροντες (Astolfi & Develay 1989).
Επιπλέον, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί ότι για τον Martinand μια πρώτη
τομή με την «στοχοθετική παιδαγωγική», μέσω των στόχων, πραγματοποιείται όταν
23
μεταβαίνουμε από τους στόχους θεωρούμενους ως κάτι το δεδομένο σε μια πρόταση
πιθανών στόχων» (Peterfalvi 2001, σελ. 56).
Πιθανός στόχος 1
Εμπόδιο 1
Πιθανός στόχος 2
Εμπόδιο 2
Πιθανός στόχος 3
Πιθανός στόχος 4
Στόχος-εμπόδιο 1 Στόχος-εμπόδιο 2
Η προβληματική που εισάγει η Peterfalvi (2001) εστιάζει στο ζήτημα των τρόπων
διδακτικής επεξεργασίας που θα επιτρέψουν την υπέρβαση του εμποδίου, που δεν
αποτελούσε στόχο του Martinand όταν εισήγαγε και στη συνέχεια εφάρμοσε την
έννοια του «στόχου-εμποδίου». Συγκεκριμένα, ο Martinand φαίνεται να ενδιαφέρεται
κυρίως για την επιλογή των στόχων που είναι ενδιαφέροντες, όπου τα εμπόδια
συνιστούν κριτήρια γι’ αυτήν την επιλογή. Ο Martinand δηλαδή φαίνεται να
πριμοδοτεί την κατασκευή «σχαρών» στόχων. Αντίθετα, η προβληματική της
24
Peterfalvi, ενώ διατηρεί τη σύνδεση στόχων και εμποδίων, πριμοδοτεί τον εντοπισμό
των εμποδίων, την ανάλυση της λειτουργίας τους και τους τρόπους διδακτικής
επεξεργασίας τους (Peterfalvi 2001, σελ. 58).
Η έρευνα για τις αντιλήψεις των μαθητών οδήγησε στη συγκρότηση καταλόγων με
ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό αντιλήψεων για κάθε εννοιολογική περιοχή των Φυσικών
Επιστημών (ενδεικτικά, Pfundt & Duit 1994). Διαπιστώνεται, όμως, ότι ο τεράστιος
όγκος δεδομένων που έχει συσσωρευτεί από την εμπειρική έρευνα χαρακτηρίζεται,
από μια «κονιορτοποίηση», η οποία είναι συμμετρική με αυτήν που χαρακτηρίζει
τους καταλόγους των στόχων (Astolfi et al. 1997, σελ. 124-125). Σε αυτήν δε την
«κονιορτοποίηση» θα μπορούσαμε να αποδώσουμε την αδυναμία που διαπιστώνεται
στους ερευνητές σχετικά με την παιδαγωγική διαχείριση των καταλόγων που έχουν
καταρτισθεί για τις αντιλήψεις των μαθητών που εμμένουν με ιδιαίτερη
ανθεκτικότητα στη μάθηση της σχολικής γνώσης (Χατζηνικήτα 2001β).
Σε ό,τι αφορά τη διδακτική επεξεργασία των αντιλήψεων που προέκυψαν από τις
παραπάνω έρευνες, οι σχετικές ερευνητικές προσπάθειες έτειναν να περιορίζονται σε
μια περισσότερο μεμονωμένη αντιμετώπισή τους. Μια τέτοια σημειακή όμως
αντιμετώπιση των αντιλήψεων ενέχει προβλήματα, που συνίστανται κυρίως στην
επανεμφάνιση των αντιλήψεων με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης (βλ.
υποενότητα 2.2.3).
Η έρευνα στη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών μετά από μια μεγάλη χρονική
περίοδο εστίασης στις αντιλήψεις των μαθητών, εστιάζεται στον εντοπισμό και τη
διδακτική διαχείριση των εμποδίων των μαθητών (Bednarz & Garnier 1989, Giordan,
Girault & Clement, 1994). Αυτή η αλλαγή εστίασης της έρευνας σηματοδοτεί την
εγκατάλειψη της περιγραφικής και «χαρτογραφικής» άποψης των αντιλήψεων προς
την κατεύθυνση της ανθεκτικότητας των αντιλήψεων, δηλαδή στα εμπόδια. Τα
εμπόδια μπορούν έτσι να περιγραφούν ως ανθεκτικές συνθέσεις και τρόποι σκέψης,
που δομούν συχνά μεταξύ τους ένα σύστημα με σαφήνεια και εκδηλώνονται
διαφορετικά σε κάθε προσπάθεια ιδιοποίησης της γνώσης. Η διδακτική διαδικασία
που λαμβάνει υπόψη της τους «στόχους-εμπόδια» είναι συνδεδεμένη με την εστίαση
των διδασκαλιών πάνω σε συγκεκριμένα εμπόδια των οποίων η επεξεργασία έχει
οριστεί ως στόχος (Peterfalvi 2001). Αυτή η πρόταση για τη διδακτική διαχείριση των
αντιλήψεων των μαθητών μέσω της έννοιας του «στόχου-εμποδίου» υιοθετείται στην
παρούσα διατριβή.
25
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η πρόταση δεν αντιπροσωπεύει παρά μια
προσέγγιση ανάμεσα σε πολλές άλλες που είναι δυνατό να υιοθετηθούν στο πλαίσιο
της διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών (Κολιόπουλος 2001). Μια εναλλακτική
προσέγγιση αποτελεί, για παράδειγμα, το εποικοδομητικό μοντέλο διδασκαλίας και
μάθησης κατά Driver και Oldham (1985). Επιλέξαμε όμως την προσέγγιση μέσω των
στόχων-εμποδίων, γιατί αυτή η πρόταση φαίνεται να μπορεί να υπερβεί τα
προβλήματα που παρουσιάζονται τόσο κατά τη σημειακή επεξεργασία των
αντιλήψεων, όσο και κατά την επεξεργασία σε επίπεδο γενικών τρόπων σκέψης. Με
βάση το δυναμικό δίκτυο του «στόχου-εμποδίου» και τη γενική/τοπική επεξεργασία
των εμποδίων, μπορούν να συγκροτηθούν διδακτικές καταστάσεις κατάλληλες για τη
διδακτική επεξεργασία των εμποδίων (Peterfalvi 2001).
Είναι ευρύτατα αποδεκτή η άποψη ότι η μάθηση βασίζεται στη δράση σε μια
συγκεκριμένη κατάσταση. Ποιο είδος όμως καταστάσεων πριμοδοτεί καλύτερα τη
διαδικασία μάθησης; Η θεωρία των διδακτικών καταστάσεων (Brousseau 1997)
επιχειρεί μια ανάλυση των διδακτικών φαινομένων στο σύνολό τους, αποφεύγοντας
κάθε κατάτμηση σε υποσυστήματα, και ως εκ τούτου ορισμένα στοιχεία της που
αφορούν στις «α-διδακτικές καταστάσεις» μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην
οργάνωση καταστάσεων που ευνοούν τις διεργασίες μάθησης. Η προσέγγιση της
διδακτικής διαχείρισης των αντιλήψεων των μαθητών -μέσω της έννοιας του
«στόχου-εμποδίου» και του δυναμικού δικτύου του- συνεισφέρει επιπλέον στον
προβληματισμό για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου οργάνωσης διδακτικών
καταστάσεων.
26
μαθητές, και/ή με ένα πρόβλημα, και/ή με τον εκπαιδευτικό χρησιμοποιώντας τις
γνώσεις και τις μεθόδους που κατέχει ή παράγει κατά τη διάρκεια μιας
δραστηριότητας.
Οι αλληλεπιδράσεις του μαθητή με τον εκπαιδευτικό σε συνάρτηση με τις γνώσεις
του διέπονται από το διδακτικό συμβόλαιο. Ο G. Brousseau (1980) περιγράφει το
διδακτικό συμβόλαιο ως «το σύνολο των ειδικών συνηθειών του εκπαιδευτικού, οι
οποίες αναμένονται από τον μαθητή, και των συμπεριφορών του μαθητή που είναι
αναμενόμενες από τον εκπαιδευτικό» (σελ. 181) ή πιο αναλυτικά ως «μια σχέση που
καθορίζει -ρητά όσον αφορά ένα μικρό της τμήμα, αλλά κυρίως υπαινικτικά- αυτό
που κάθε εταίρος, ο διδάσκων και ο διδασκόμενος, έχει την ευθύνη να χειριστεί και
για το οποίο κατά τον ένα ή κατά τον άλλο τρόπο θα είναι υπεύθυνος απέναντι στον
άλλο. Αυτό το σύστημα των αμοιβαίων υποχρεώσεων μοιάζει με ένα συμβόλαιο.
Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι το διδακτικό συμβόλαιο, δηλαδή το τμήμα του
συμβολαίου που αντιστοιχεί ως προς το περιεχόμενό του στην επιδιωκόμενη γνώση»
(Brousseau 1986, σελ. 51).
Ο εκπαιδευτικός λοιπόν κατά τις διδακτικές διαδικασίες συνήθως «επιχειρεί να
κάνει το μαθητή να μάθει ό,τι ο ίδιος θέλει να πραγματοποιήσει» (Brousseau 1986,
σελ. 51). Οφείλει επίσης να διδάξει ένα συγκεκριμένο αντικείμενο μέσα σε ένα
λογικό χρόνο. Ο Vergnaud (1994) μιλά για «τεχνητή γένεση των γνώσεων που η
διδασκαλία πρέπει να προκαλέσει σε όσους μαθαίνουν» (σελ. 75). Αυτή η τεχνητή
γένεση των γνώσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη χρήση «διδακτικών
καταστάσεων», αλλά και «α-διδακτικών καταστάσεων» (Brousseau 1986).
Οι «διδακτικές καταστάσεις» είναι εκείνες που έχουν δημιουργηθεί από τον
εκπαιδευτικό με συγκεκριμένους διδακτικούς στόχους, στις οποίες ο εκπαιδευτικός
καθοδηγεί το μαθητή και στη συνέχεια τον αξιολογεί. Πρόκειται για μια μονόδρομη
επικοινωνιακή δραστηριότητα από τον εκπαιδευτικό προς τους μαθητές. Ο μαθητής
μπορεί να θεωρηθεί είτε ως παθητικός αποδέκτης των γνώσεων που μεταδίδει ο
εκπαιδευτικός (προσέγγιση συμπεριφορισμού), είτε ως ενεργός κατασκευαστής
γνώσεων, που κινητοποιεί και αναδιοργανώνει παλαιότερες γνώσεις σε συνάρτηση με
τις νέες γνώσεις που μεταδίδονται από τον εκπαιδευτικό (προσέγγιση
εποικοδομητισμού). Οι νέες γνώσεις είναι το διακύβευμα της μονόδρομης
αλληλεπίδρασης ανάμεσα στον εκπαιδευτικό και τους μαθητές.
Οι «α-διδακτικές καταστάσεις» είναι εκείνες που έχουν δημιουργηθεί από τον
εκπαιδευτικό με συγκεκριμένους διδακτικούς στόχους, στις οποίες όμως ο
27
εκπαιδευτικός δεν παρεμβαίνει, ούτε για να προσανατολήσει το μαθητή προς μια
πορεία ούτε ακόμη για να τον αξιολογήσει (Brοusseau 1986). Πρόκειται για μια
κατάσταση δράσης, όπου ο μαθητής αναζητά την επίλυση ενός προβλήματος με τις
γνώσεις που κατέχει εκείνη τη στιγμή. Η λειτουργία της κατάστασης συνιστά από
μόνη της τη μεθοδολογία που είναι απαραίτητη για τη μάθηση της επιδιωκόμενης
έννοιας. Οι σκοπούμενες από τη διδασκαλία γνώσεις δε διακυβεύονται στις
αλληλεπιδράσεις του μαθητή με τον εκπαιδευτικό. Ο εκπαιδευτικός απλώς οργανώνει
αυτές τις αλληλεπιδράσεις. Οι απαιτούμενες από τη διδασκαλία γνώσεις είναι το
διακύβευμα των αλληλεπιδράσεων του μαθητή με άλλους μαθητές ή με μια εργασία
(πρόβλημα, παρατήρηση, πείραμα, κ.λ.π). Αυτού του τύπου οι καταστάσεις
περιλαμβάνουν φάσεις διατύπωσης (από τους μαθητές) και επικύρωσης (αυτή γίνεται
μέσα από τα γεγονότα και όχι από την κρίση του εκπαιδευτικού). Προκειμένου να
είναι αποτελεσματική από διδακτική άποψη, η «α-διδακτική κατάσταση» πρέπει να
συμπληρώνεται από μια φάση θεσμοποίησης: ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που
μετατρέπει ένα αποτέλεσμα δομημένο από τους μαθητές σε σαφώς διατυπωμένο
αντικείμενο γνώσης (Vergnaud 1994).
Βασικό ρόλο στις «α-διδακτικές καταστάσεις» διαδραματίζει η οργάνωση του
διδακτικού περιβάλλοντος (Margolinas 1992). Στις φάσεις των συμπερασμάτων
(δηλαδή στις φάσεις που ο μαθητής κρίνει ότι έδωσε μια απάντηση) υπάρχει η
διάκριση ανάμεσα στην επικύρωση και την αξιολόγηση, ενώ και οι δύο είναι δυνατό
να αφορούν αυτή την κατάσταση: Η αξιολόγηση αποτελεί τη διατύπωση κάποιας
κρίσης από τον εκπαιδευτικό, ενώ τα στοιχεία της επικύρωσης ή της μη επικύρωσης
παρέχονται από το περιβάλλον. Εφόσον το περιβάλλον αυτό γίνει αντιληπτό ως ένα
αντικειμενικό στοιχείο της κατάστασης, απογυμνωμένο από κάποιες διδακτικές
προθέσεις, μια παρόμοια επικύρωση δε γίνεται αποδεκτή από τον μαθητή ως μια
κρίση πάνω στη δική του ερώτηση ή τον εαυτό του, αλλά απλώς ως ένδειξη για την
ακαταλληλότητα της λύσης του (Vergnaud 1994).
Μια «α-διδακτική κατάσταση» είναι επομένως μια κατάσταση που γίνεται
αντιληπτή με τη διδακτική πρόθεση της δημιουργίας κάποιων συνθηκών,
προκειμένου να ευνοηθεί μια εξέλιξη των γνώσεων των μαθητών ως απάντηση στις
απαιτήσεις του περιβάλλοντος και όχι στην επιθυμία του εκπαιδευτικού. Σε μια
τέτοια κατάσταση ό,τι έχει ανατεθεί στο μαθητή παρουσιάζει ένα χαρακτήρα
αναγκαιότητας σε σχέση με υποχρεώσεις που δεν είναι ούτε αυθαίρετες ούτε
διδακτικές, αλλά αφορούν τη φύση της γνώσης (Vergnaud 1994). Η κατάσταση
28
επομένως βιώνεται από το μαθητή ως μη διδακτική κατάσταση, ακόμα και αν έχει
οργανωθεί από τον εκπαιδευτικό με συγκεκριμένους διδακτικούς στόχους.
Η οργάνωση της διδασκαλίας μπορεί να θεωρηθεί ως μια διαλεκτική ανάμεσα στις
«διδακτικές» και στις «α-διδακτικές καταστάσεις». Προκειμένου να εμπλακούν
ενεργά οι μαθητές στη διδακτική διαδικασία, να εκφράσουν τις ιδέες τους και να
ιδιοποιηθούν τις καταστάσεις, μια στρατηγική που προτείνει ο Brousseau (1986) είναι
αυτή της «μεταβίβασης» (dévolution) από τον εκπαιδευτικό στο μαθητή μιας «α-
διδακτικής κατάστασης». Υπάρχει τότε μια ρήξη του διδακτικού συμβολαίου που
προκαλείται με τη «μεταβίβαση» στην «α-διδακτική κατάσταση». Η «μεταβίβαση»
είναι τόσο πιο αποτελεσματική, όσο περισσότερο οι μαθητές δε λαμβάνουν υπόψη
τους τα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με το διδακτικό συμβόλαιο, αλλά δρουν με
αναφορά σε χαρακτηριστικά της «α-διδακτικής κατάστασης».
Κεντρικό ζήτημα της διδακτικής διαδικασίας που στοχεύει στην επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών, αποτελεί η συγκρότηση αντιλήψεων προς την κατεύθυνση
των επιδιωκόμενων στόχων. Μια τέτοια διδακτική διαδικασία στηρίζεται στην
οργάνωση κατάλληλων διδακτικών καταστάσεων. Η πορεία όμως μιας διδακτικής
κατάστασης, παρά τις προβλέψεις και τον προσεχτικό σχεδιασμό, αποτελεί ένα
επικοινωνιακό εγχείρημα του οποίου η έκβαση δεν μπορεί να προσδιοριστεί εκ των
προτέρων, ιδιαίτερα λόγω του χαρακτήρα των εμποδίων των μαθητών (Ραβάνης
1999).
Απαιτείται λοιπόν η διαμόρφωση ενός ειδικού πλαισίου, στο εσωτερικό του
οποίου θα εξελιχθούν οι διαδικασίες αλληλεπίδρασης μαθητών, εκπαιδευτικών και
διδακτικών αντικειμένων. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ευνοείται η μετάβαση της
σκέψης των μαθητών από τις αρχικές τους αντιλήψεις –οι οποίες στις περισσότερες
περιπτώσεις συνδέονται με τα εμπόδια των μαθητών– προς την οικοδόμηση
αντιλήψεων που συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους. Αυτό που κυρίως
επιδιώκεται είναι η δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τη μετάβαση αυτή, οι οποίες
αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχών διδακτικών παρεμβάσεων.
29
Οι πιθανότητες επιτυχών διδακτικών παρεμβάσεων είναι δυνατό να αυξηθούν,
όταν η οργάνωση των διδακτικών καταστάσεων στηρίζεται και σε ορισμένες
ερευνητικές διαπιστώσεις που έχουν ευρύτερη αποδοχή.
- Η μάθηση απαιτεί την ενεργό και εποικοδομητική συμμετοχή του μαθητή
(Piaget 1978, Scardamalia & Bereiter 1991)
- Η μάθηση δεν είναι υπόθεση του ενός ατόμου αλλά εγγενής κοινωνική
διαδικασία (Vygotsky 1978, Collins, Brown & Newman 1989, Rogoff 1990)
- Τα άτομα μαθαίνουν καλύτερα όταν συμμετέχουν σε «αυθεντικές»
δραστηριότητες, δηλαδή σε δραστηριότητες που έχουν νόημα σε ένα
επαγγελματικό χώρο ή στην καθημερινή τους ζωή (Brown, Collins & Duguid
1989)
- Οι νέες γνώσεις δομούνται πάνω στη βάση των όσων ήδη γνωρίζουμε
(Bransford, Brown & Cocking 1999).
Σε ό,τι αφορά τη συγκρότηση των διδακτικών έργων που θα συμπεριληφθούν στις
διδακτικές καταστάσεις, οι οποίες στοχεύουν στην επεξεργασία των εμποδίων των
μαθητών, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα δυναμικά δίκτυα των εμποδίων και οι
συνδέσεις των εμποδίων σε «τοπικό» και «γενικό» επίπεδο (βλ. Σχήμα 2.4 και
υποενότητα 2.2.3).
Η κατασκευή των δυναμικών δικτύων των εμποδίων οδηγεί στην ορθολογική και
συστηματική οργάνωση των διδακτικών έργων. Από τα δυναμικά δίκτυα των
εμποδίων αντλούνται σημαντικά στοιχεία για τη συγκρότηση διδακτικών έργων,
εφόσον σε αυτά αποτυπώνονται η υπάρχουσα εννοιολογική κατάσταση του μαθητή,
που λειτουργεί ως εμπόδιο, το εννοιολογικό πλαίσιο της σχολικής γνώσης, που θα
διδαχθεί, και οι συνθήκες που θα κάνουν δυνατή την πραγμάτωση της εννοιολογικής
αλλαγής.
Επίσης, από τις γενικές/τοπικές συνδέσεις των εμποδίων αντλούνται σημαντικά
στοιχεία για τη συγκρότηση διδακτικών έργων, ώστε η επεξεργασία των εμποδίων να
μην περιορίζεται μόνο σε τοπικό επίπεδο, αυτό των αντιλήψεων, αλλά να
επεκτείνεται, όσο αυτό είναι εφικτό, και σε γενικότερο επίπεδο, αυτό των γενικών
τρόπων σκέψης των μαθητών.
30
Δυναμικό δίκτυο Συνδέσεις εμποδίων με
εμποδίου αντιλήψεις και γενικούς
τρόπους σκέψης
Στοιχεία για τη
συγκρότηση διδακτικών
έργων
Προς την κατεύθυνση της οργάνωσης διδακτικών καταστάσεων, που αυξάνουν τις
πιθανότητες επιτυχών διδακτικών παρεμβάσεων, οι Astolfi και Peterfalvi (1997)
έχουν συγκροτήσει ένα ειδικό πλαίσιο για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων
των μαθητών, το οποίο θα παρουσιαστεί στην αμέσως επόμενη ενότητα του
κεφαλαίου αυτού (βλ. ενότητα 2.5).
Στη διαμόρφωση ενός πλαισίου για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των
μαθητών συνέδραμαν κυρίως οι απόψεις του κοινωνικού εποικοδομητισμού για τη
διδασκαλία και τη μάθηση, η στρατηγική του Brousseau περί «μεταβίβασης» από τον
εκπαιδευτικό στο μαθητή «α-διδακτικών καταστάσεων», καθώς επίσης και οι
εργασίες πάνω στη μεταγνωστική των Flavell (1976, 1985), Cauzinille και Melot
(1993) και Larochelle και Desautels (1992) που συνεισέφεραν ιδιαίτερα προς στην
κατεύθυνση της αναγνώρισης των εμποδίων από τους μαθητές.
Οι διδακτικές στρατηγικές για την επεξεργασία των εμποδίων δεν περιορίζονται
στη δημιουργία αντιφάσεων ανάμεσα σε μαθητές που εκθέτουν διαφορετικές
απόψεις, ούτε στην επεξεργασία ενός συλλογισμού ή την εκτέλεση ενός πειράματος
που θεωρούνται «κρίσιμα». Η διδακτική επεξεργασία των εμποδίων
πραγματοποιείται σύμφωνα με ορισμένες αρχές και διεξάγεται σε συγκεκριμένες
31
φάσεις. Σημαντικό ρόλο στην επεξεργασία των εμποδίων διαδραματίζουν η
ιδιοποίηση του προβλήματος από τους μαθητές και οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις.
Σε αυτή την ενότητα του κεφαλαίου παρουσιάζονται συγκεκριμένα ζητήματα που
αφορούν στη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων και ειδικότερα: (α) η ανάγκη για
ιδιοποίηση των προβλημάτων από τους μαθητές κατά τη διάρκεια της διδακτικής
επεξεργασίας των εμποδίων (βλ. υποενότητα 2.5.1), (β) η συμβολή των κοινωνικών
αλληλεπιδράσεων στην οικοδόμηση των εννοιών και κατ’ επέκταση στη νοητική
πρόοδο των μαθητών (βλ. υποενότητα 2.5.2) και (γ) οι αρχές που διέπουν τη
διδακτική επεξεργασία των εμποδίων και οι φάσεις για την επεξεργασία τους (βλ.
υποενότητα 2.5.3).
Για να είναι αποτελεσματική η μετάβαση του μαθητή από τον πόλο του
εννοιολογικού δικτύου που διαθέτει προς τον πόλο του δικτύου που επιδιώκεται να
δομήσει, είναι απαραίτητη η προσωπική εμπλοκή του μαθητή ή της σχολικής τάξης
στην αντιπαράθεση των ιδεών, όπως επίσης και η δημιουργία στους μαθητές μιας
αίσθησης ασφάλειας που θα επιτρέψει την έκφραση των ιδεών τους. Μια στρατηγική
που προτείνει ο Brousseau (1986) γι’ αυτό τον σκοπό, είναι η «μεταβίβαση» από τον
εκπαιδευτικό στους μαθητές καταστάσεων μάθησης που έχουν χαρακτηριστικά «α-
διδακτικών καταστάσεων» (βλ. ενότητα 2.4.1). Με άλλα λόγια, μπορεί ένα πρόβλημα
να τεθεί τεχνητά από πλευράς διδάσκοντα στη σχολική τάξη, αλλά προκειμένου να
έχει πραγματικά γνωστικά αποτελέσματα, είναι απαραίτητο οι μαθητές να
«στρατευθούν» σε σχέση με το πρόβλημα, να ιδιοποιηθούν τη σχετική διαμάχη των
ιδεών, να προσπαθήσουν αυτοί οι ίδιοι να το επιλύσουν και όχι να αφεθούν στην
παθητική καθοδήγηση που προάγουν οι διαδοχικές ερωτήσεις και δραστηριότητες
(Astolfi & Peterfalvi 1993, 1997).
Απαιτείται λοιπόν να ενθαρρύνουμε τους μαθητές να επενδύσουν πραγματικά στις
προτεινόμενες δραστηριότητες. Χωρίς επαρκή επένδυση, φαίνεται δύσκολο να
«μετακινηθούν» τα εμπόδια, τα οποία έχουν την τάση να αντιστέκονται στην
οποιαδήποτε προσπάθεια επεξεργασίας τους. Στην περίπτωση αυτή οι μαθητές θα
υπολειτουργούν νοητικά, επειδή περιορίζονται σε μια «λογική του πράττω» χωρίς
πραγματικό γνωστικό κίνητρο, ή επειδή παρασέρνονται από το «επάγγελμα του
μαθητή» αποκωδικοποιώντας τις προσδοκίες του δασκάλου (Perrenoud 1994 και
32
ενότητα 2.4.1). Μπορούμε να ενθαρρύνουμε διάφορες ενέργειες, όπως είναι η
προσωπική εμπλοκή των μαθητών σε μια «επιστημονική συζήτηση» (Johsua & Dupin
1989), το απαραίτητο αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης για την έκφραση των
ιδεών τους και η σοβαρή αντιμετώπιση των ιδεών που διατυπώνουν. Αυτό το
τελευταίο σημαίνει ότι λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη τις απαντήσεις (ή τις ιδέες) των
μαθητών, δίνοντας αξία ακόμα και σε αυτές που γνωρίζουμε ότι είναι
«λανθασμένες». Επίσης, προσαρμοζόμαστε ανάλογα με το που βρίσκεται πραγματικά
η τάξη και ανάλογα με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ούτως ώστε να αποκτηθεί
ευκολότερα η συναίνεση του κάθε μαθητή. Με άλλα λόγια, ο εκπαιδευτικός
απαιτείται να είναι ευέλικτος στις διδακτικές διατάξεις ούτως ώστε να επιτρέψει την
πραγματική «ένταξη» όλων των μαθητών (Bruner 1983).
33
πραγματικά, αλλά οι παρατηρήσεις και οι ερμηνείες αυτών επηρεάζονται από τα
υποκειμενικά ερμηνευτικά σχήματα του παρατηρητή. Δεύτερον, η γνώση είναι μια
κοινωνική κατασκευή (Driver 1989). Η γνώση κατασκευάζεται μέσα σε ορισμένα
κοινωνικά πλαίσια και κατά συνέπεια επηρεάζεται από ζητήματα ιδεολογικά,
θρησκευτικά, πολιτικά, οικονομικά, και από χαρακτηριστικά του μαθησιακού
περιβάλλοντος. Τρίτον, η γνώση υπόκειται σε συνεχή δοκιμασία. Η γνώση μας γύρω
από τον κόσμο δεν είναι ένα αντίγραφο της πραγματικότητας, αλλά είναι μια
ανακατασκευή της πραγματικότητας από το ίδιο το άτομο που σταδιακά με όλα τα
μέσα που διαθέτει προσπαθεί να προσεγγίσει. Η επιστημονική αλήθεια δεν είναι
απόλυτη, αλλά σχετική και μπορεί με την πάροδο του χρόνου να μεταβληθεί (Taylor
et al. 1997).
Μέσα στα πλαίσια της εκπαίδευσης έχουν διαμορφωθεί ποικίλες εκδοχές του
εποικοδομητισμού (von Glasersfeld 1995, Solomon 1997, Matthews 1998).
Εστιάζοντας στο υποκείμενο της μάθησης οι θεωρίες του προσωπικού και του
ριζοσπαστικού εποικοδομητισμού φαίνεται να παραμελούν ή να αγνοούν τους
τρόπους με τους οποίους οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις επηρεάζουν τη διαδικασία
με την οποία οικοδομείται η γνώση (Κόκκοτας 2002). Σημαντική είναι η συμβολή της
Solomon (1987) που αποδέχτηκε την άποψη ότι η γνώση κατέχεται από άτομα αλλά
προσπάθησε να ενσωματώσει στις θεωρίες του εποικοδομητισμού το ρόλο που
μπορεί να έχουν κοινωνικοί παράγοντες στην τροποποίηση των ιδεών που χειρίζονται
αυτά τα άτομα.
Ο κοινωνικός εποικοδομητισμός για τη διδασκαλία και τη μάθηση στις Φυσικές
Επιστήμες, θεμελιώνεται πάνω στις εργασίες του Vygotsky και της Solomon και
αναγνωρίζει ότι η μάθηση είναι μια κοινωνική δραστηριότητα κατά την οποία οι
μαθητές εμπλέκονται σε μια κατασκευή εννοιών μέσω συζητήσεων και
διαπραγματεύσεων με τους άλλους συμμαθητές τους και με τους διδάσκοντες. Η
μάθηση των Φυσικών Επιστημών στο πλαίσιο του κοινωνικού εποικοδομητισμού,
θεωρείται ως διαδικασία όπου οι μαθητές κατασκευάζουν γνώση, μέσω τόσο
ατομικών όσο και κοινωνικών διαδικασιών (Driver et al. 1994). «Τα ατομικά και
κοινωνικά στοιχεία του εποικοδομητισμού είναι μέρη μιας διαλεκτικής σχέσης, όπου
η διαδικασία μάθησης μπορεί να ειδωθεί δυϊστικά, τόσο ατομικά όσο και κοινωνικά,
ποτέ μόνο με τη μία όψη, αλλά πάντα με τις δύο» (Tobin & Tippins 1993, σελ. 21).
Στους μαθητές παρέχονται δυνατότητες να ελέγξουν νέες ιδέες με τη βοήθεια των
συμμαθητών τους και να συνδέσουν αυτές τις ιδέες με την προσωπική τους εμπειρία
34
και με τις υπάρχουσες ιδέες τους (McRobbie & Tobin 1997). Έτσι, σύμφωνα με την
προσέγγιση του κοινωνικού εποικοδομητισμού, η νοητική εξέλιξη του μαθητή, μέσω
της καταγραφής και τη συζήτησης των ιδεών του με τους άλλους συμμαθητές του,
είναι ένα ουσιαστικό μέρος της διαδικασίας μάθησης και εμπλέκει την άρθρωση, την
αιτιολόγηση, την επεξεργασία, τη διαπραγμάτευση και την επίτευξη συμφωνίας: «οι
μαθητές θα μπορούσαν να ενθαρρυνθούν να εμπλακούν σε μια έκφραση των
αντιλήψεών τους, σε έναν έλεγχο όσων έχουν κατανοήσει μαζί με άλλους
συμμαθητές τους και σε μια συνειδητοποίηση των αντιλήψεων των άλλων
συμμαθητών τους» (McRobbie & Tobin 1997, σελ. 197). Οι μαθητές μπορούν, να
αναγνωρίσουν και να συνθέσουν τις ιδέες τους, να ανταλλάξουν ιδέες και να
αναστοχαστούν πάνω στις ιδέες των άλλων συμμαθητών τους και στις δικές τους, και
όπου είναι απαραίτητο, να αναδιοργανώσουν τις ιδέες και να διαπραγματευτούν τις
γνώσεις που έχουν μοιραστεί με τους υπόλοιπους συμμαθητές τους (Prawat 1993).
β. Συνεργατική μάθηση
35
κύριος στόχος της συνεργατικής μάθησης είναι να προωθηθεί η διαδικασία
οικοδόμησης γνώσης μέσα από τις αλληλεπιδράσεις των μαθητών (Wegerif & Mercer
1996).
Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν συνοπτικά τα κύρια συστατικά στοιχεία της
συνεργατικής μάθησης, ώστε να αποσαφηνιστεί τι είναι συνεργατική μάθηση. Από τη
συναφή βιβλιογραφία προκύπτει ότι πέντε παράγοντες αποτελούν τα κύρια συστατικά
στοιχεία της συνεργατικής μάθησης (Johnson & Johnson 1989, Sharan 1990, Johnson
et al. 1994, Slavin 1996):
- Αλληλεξάρτηση. Το κλειδί της επιτυχίας της συνεργατικής μάθησης είναι η
αλληλεξάρτηση των μελών μιας ομάδας. Αλληλεξάρτηση υπάρχει όταν η ομάδα
για να ολοκληρώσει το έργο της χρειάζεται τη συμβολή του κάθε μέλους και
αντίστροφα, η επιτυχία κάθε μέλους εξαρτάται από τη συμβολή των υπολοίπων
μελών της ομάδας.
- Αλληλεπίδραση πρόσωπο με πρόσωπο. Κάθε μέλος της ομάδας γίνεται
και πομπός και δέκτης μέσα σε μια επικοινωνία με πολλά κανάλια. Κάθε μέλος
της ομάδας ενθαρρύνει τα άλλα μέλη στην προσπάθειά τους να επιτελέσουν ένα
έργο, ώστε να επιτύχουν τους στόχους που έχει θέσει η ομάδα. Σύμφωνα με τους
Johnson and Johnson (1991), η αλληλεπίδραση εκδηλώνεται ως αμοιβαία
βοήθεια, αμοιβαίος επηρεασμός, ενίσχυση και ενθάρρυνση, προσφορά
πληροφοριών, ανταλλαγή υλικού, ανατροφοδότηση συμμαθητών κ.ά.
- Κοινωνικές δεξιότητες. Μαθητές που δεν κατέχουν βασικές κοινωνικές
δεξιότητες είναι δύσκολο να επιτύχουν συνεργασία υψηλής ποιότητας. Για να
λειτουργήσουν αποδοτικά οι ομάδες, οι μαθητές πρέπει να κατέχουν βασικές
κοινωνικές δεξιότητες. Ο χαμηλός τόνος φωνής, η αποδοχή της
διαφορετικότητας, η έκφραση διαφωνίας είναι μερικές δεξιότητες που πρέπει να
αποκτηθούν για να γίνει η συνεργατική μάθηση πιο αποδοτική. Οι δεξιότητες
αυτές μπορούν να διδαχθούν από πριν ή να αποκτηθούν κατά τη διάρκεια της
εφαρμογής της μεθόδου.
- Προσωπική ευθύνη. Μέσα στην ομάδα το κάθε μέλος πρέπει να αισθάνεται
υπεύθυνο και απέναντι στον εαυτό του και απέναντι στα άλλα μέλη της ομάδας
του. Με άλλα λόγια το «εγώ» δεν χάνεται μέσα στο «εμείς». Ο μεγαλύτερος
κίνδυνος για να αποτύχει η συνεργατική μάθηση είναι όταν αφεθεί ένα μέλος να
κυριαρχήσει στην ομάδα και να επιβάλλει την άποψή του ή να υποβάλλει τις
36
λύσεις και τις απαντήσεις. Στην περίπτωση αυτή τα άλλα μέλη όχι μόνο δεν
ωφελούνται, αλλά συνήθως αδρανοποιούνται και οπισθοδρομούν.
- Ομαδική αυτο-αξιολόγηση. Αναφέρεται στα μέλη των συνεργατικών
ομάδων σχολιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησαν ως ομάδα, πόσο
αποτελεσματικά ήταν στο να επιτύχουν τους στόχους τους και στο να εργαστούν
μαζί. Μέσω αυτής της διαδικασίας, οι μαθητές επανέρχονται στις εργασίες που
έχουν πραγματοποιήσει και εξετάζουν όσα πραγματοποίησαν με επιτυχία, αυτά
στα οποία απέτυχαν και αυτά που πρέπει να κάνουν για να βελτιώσουν τις
ομαδικές εργασίες τους στο μέλλον. Ο σκοπός της ομαδικής αυτο-αξιολόγησης
είναι να βελτιώσει την παραγωγικότητα όλων των μελών της ομάδας καθώς αυτά
συνδράμουν στην επίτευξη των στόχων της ομάδας.
Τα οφέλη από τη συνεργατική μάθηση έχουν μελετηθεί και έχουν τεκμηριωθεί
επαρκώς. Σύμφωνα με τους Kutnick και Thomas (1990), όταν οι μαθητές
συνεργάζονται αποδίδουν πολύ περισσότερο σε σχέση με τους μαθητές που
δουλεύουν ατομικά. Οι μαθητές μαθαίνουν να σκέφτονται μέσα από τις κοινωνικές
αλληλεπιδράσεις με το περιβάλλον τους (τους συμμαθητές τους και τους δασκάλους).
Η μάθηση γίνεται μια κοινωνική εμπειρία, τοποθετώντας τους μαθητές σε
καταστάσεις όπου αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν και αντίθετες απόψεις από τις
δικές τους, οδηγώντας τους σε διάλογο ή και σε διαπραγμάτευση. Έτσι, η
συνεργατική μάθηση σαφώς ενισχύει την προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη των
μαθητών, εξοικειώνοντάς τους με υψηλότερου επιπέδου γνωστικές διεργασίες.
Πλήθος ερευνών για τη συνεργατική σε αντιδιαστολή με την ανταγωνιστική μάθηση,
έχουν επιβεβαιώσει ότι η συνεργατική μάθηση έχει -σε γενικές γραμμές- θετικά
αποτελέσματα στο επίπεδο της απόδοσης των μαθητών (βλ. και ενότητα 6.3, σελ.
259), στην διαδικασία επίλυσης προβλημάτων και στην επίτευξη θετικής στάσης για
τη μάθηση (Slavin 1990, Nastasi & Clements 1991, Sharan & Sharan 1992, Cohen
1994, Qin, Johnson & Johnson 1995, Johnson & Johnson 2002).
37
& Treagust 1987, Howe, Rodgers & Tolmie 1990, Blatchford, Kutnick & Baines’
1999, Howe & Tolmie 2003). Αυτή η διαδικασία έχει ιδιαίτερη σημασία και επιτρέπει
στους μαθητές, να αρθρώνουν και να αποσαφηνίζουν τις αντιλήψεις τους, τους φέρνει
σε επαφή με τις ιδέες των συμμαθητών τους (με το να τους ακούουν με προσοχή), και
τους επιτρέπει να τις αξιολογήσουν και να αναστοχαστούν πάνω στις δικές τους
αντιλήψεις και στις αντιλήψεις των συμμαθητών τους, καθώς επίσης και να
εξετάσουν αν και ποιες από αυτές ευσταθούν (Tobin 1990). Δίνει στους μαθητές την
ευκαιρία να δικαιολογήσουν, να υπερασπιστούν και πιθανά να αντιπαρατεθούν με τις
αντιλήψεις τους και τους επιτρέπει να διαπραγματευτούν και να οικοδομήσουν
έννοιες από κοινού με τους συμμαθητές τους. Η προαγωγή του διαλόγου και του
αναστοχασμού μέσω της συνεργατικής μάθησης έχει ιδιαίτερη σημασία: «Οι
κοινωνικοί εποικοδομητιστές πιστεύουν ότι η κατασκευή των εννοιών είναι μια
διαδικασία διαπραγμάτευσης ανάμεσα στους συμμετέχοντες, μέσω των διαλόγων και
των συνομιλιών» (Jonassen et al. 1999, σελ.5).
Η άρθρωση είναι το πρώτο βήμα για την αποσαφήνιση των αντιλήψεων ενός
μαθητή. «Μέχρι τη στιγμή που οι ιδέες των μαθητών αρθρωθούν δημόσια, ούτε ο
διδάσκοντας ούτε ο μαθητής μπορούν να αντιληφθούν τη σημασία τους και την
αξιοπιστία τους» (Gallas 1995, σελ. 29). Η άρθρωση των ιδεών των μαθητών με
σκοπό την επικοινωνία με ένα άλλο συμμαθητή τους, αποσαφηνίζει τις αντιλήψεις
τους και συχνά τους οδηγεί σε αναγνώρισή τους («Όταν οι μαθητές εκφράζουν τις
σκέψεις τους, μπορεί να αναγνωρίσουν την ποικιλία των ιδεών που χειρίζονται για
μια επιστημονική περιοχή», Linn & Hsi 2000, σελ. 90). Δεν προκαλεί έκπληξη το
γεγονός ότι η πλειοψηφία των ερευνητών που ασχολούνται με το ζήτημα της
εννοιολογικής αλλαγής προτρέπει τους μαθητές να αρθρώνουν τις ιδέες τους ως ένα
πρώτο βήμα για την μετατόπιση των αντιλήψεών τους προς τις αποδεκτές
επιστημονικές ιδέες (Taber & Watts 1997).
Η διαδικασία του αναστοχασμού εμπλέκει ενεργά το μαθητή σε αξιολόγηση
και τροποποίηση των σκέψεών του και σε σύγκριση τους με τις ιδέες των άλλων
συμμαθητών του και των διδασκόντων («Είναι μέσα στις δυνατότητές μας η σταθερή
ανανέωση των απόψεών μας. Ο αναστοχασμός είναι το κλειδί της κατανόησης και
της δημιουργίας μιας νέας αντίληψης …», Duffy & Cunningham 1996, σελ. 182).
Αυτός ο τύπος σκέψης απαιτεί ένα συνδυασμό διαδικασιών τόσο σε ατομικό όσο και
σε κοινωνικό επίπεδο. Στο ατομικό επίπεδο, η Solomon (1987) υποστηρίζει ότι ο
38
προφορικός λόγος των μαθητών μπορεί να «στραφεί ενδόμυχα» και να γίνει η βάση
του εσωτερικού λόγου και της ίδιας της σκέψης τους. Στο κοινωνικό επίπεδο,
διαδικασίες όπως η εξήγηση, η αποσαφήνιση, η επεξεργασία, η αιτιολόγηση, η
ανάλυση, η σύνθεση και η αναδόμηση συμβαίνουν όταν οι μαθητές στοχάζονται για
αυτά που έχουν μάθει και όταν αλληλεπιδρούν με τους συμμαθητές τους (Tobin
1990). Οι συζητήσεις ανάμεσα στους μαθητές κάνουν τις αντιλήψεις «φανερές»
στους άλλους συμμαθητές τους και δίνουν επίσης στους μαθητές σπουδαίες ευκαιρίες
να χειριστούν πολλαπλές ιδέες, να ακούσουν προσεχτικά τις ιδέες των άλλων και
επιπλέον, προάγουν τον αμοιβαίο σεβασμό ανάμεσα τους (Linn & Hsi 2000).
Αν ένας μαθητής εμπλέκεται σε μια ομαδική συζήτηση, είναι απαραίτητο να
ακούει τις ιδέες των άλλων και να καθορίζει πότε και με ποιες από αυτές συμφωνεί.
Αυτό κάνει την ερμηνεία των ιδεών των μαθητών μια κοινωνική υπόθεση («Χωρίς
την επιβεβαίωση από έναν ακροατή, δύσκολα πιστεύουμε στις ιδέες που
εκφράζουμε…, αφηνόμαστε μόνο στις εμπειρίες των άλλων. Έτσι, μέσω των
συζητήσεων, δίνουμε διέξοδο στις εμπειρίες μας και στη συνέχεια
επιχειρηματολογούμε πάνω στις ερμηνείες τους», Solomon 1998, σελ. 58). Η
διαδικασία του να κατανοεί κάποιος αυτά που ακούει γίνεται ευκολότερη καθώς οι
μαθητές χρησιμοποιούν τον απαραίτητο γλωσσικό κώδικα για την ηλικία και το
νοητικό επίπεδό τους (Hand, Treagust & Vance 1997). Οι μαθητές χρησιμοποιούν
δικές τους ιστορίες, μεταφορές και αναλογίες όταν συζητούν για αφηρημένες και
σύνθετες έννοιες. Έτσι, οι αντιλήψεις των μαθητών αναδύονται μέσα από τις
συζητήσεις που γίνονται ανάμεσα στους μαθητές μιας ομάδας και περισσότερο συχνά
επιδέχονται επεξεργασία και είναι περισσότερο ανοιχτές σε αλλαγές από ότι σε μια
συζήτηση σε επίπεδο τάξης υπό την καθοδήγηση του διδάσκοντα (Kelly & Crawford
1996).
Η διαδικασία της διαπραγμάτευσης των εννοιών από τους μαθητές πηγαίνει πέραν
από τον παραδοσιακό ρόλο που συνήθως ανατίθεται στους μαθητές (να βοηθούν ο
ένας τον άλλο να βρουν τη σωστή απάντηση σε ένα πρόβλημα), και εστιάζεται στη
δημιουργία κατάλληλων ευκαιριών ώστε οι μαθητές να εξηγούν και να αιτιολογούν
στους άλλους συμμαθητές τους τις ιδέες που αναπτύσσουν, να ακούουν προσεχτικά,
να κατανοούν και να αναστοχάζονται πάνω στην αξιοπιστία των αντιλήψεων των
άλλων συμμαθητών τους και κατ’ επέκταση και των δικών τους (Taylor, Fraser &
White 1994). Η αιτιολόγηση και η επιλογή των πλέον αξιόπιστων ιδεών κατά τη
διάρκεια των ομαδικών συζητήσεων θεωρείται το κλειδί για τη μάθηση στο πλαίσιο
39
του κοινωνικού εποικοδομητισμού: «Η αιτιολόγηση των θέσεων του ενός μέλους
μιας ομάδας σε ένα άλλο μέλος της ίδιας ομάδας και η επιλογή εκείνων των θεωριών
οι οποίες είναι οι πλέον αξιόπιστες μπορεί να οδηγήσουν σε συναίνεση τα μέλη μιας
ομάδας» (Tobin 1990, σελ. 32). Αν και μερικές φορές οι μαθητές δεν καταλήγουν σε
συναίνεση, οι περισσότεροι από αυτούς εκτιμούν την ευκαιρία που τους δίνεται να
συγκρίνουν τις ιδέες τους με αυτές των συμμαθητών τους πριν διαπραγματευτούν
νέες έννοιες: «η πίστη στις αντιλήψεις μας είναι παραδόξως δύσκολο να διατηρηθεί
χωρίς τη συνεργασία των άλλων … σχεδόν δεν καταλαβαίνουμε αυτά που
σκεφτόμαστε μέχρι να μπορέσουμε να τα συζητήσουμε και να πάρουμε πίσω τα
αποτελέσματα που αυτά παράγουν όταν οι φίλοι μας απαντούν» (Solomon 1987, σελ.
63). Έτσι, μέσω αυτών των ανταλλαγών, οι μαθητές γίνονται ενήμεροι για τις
αντιλήψεις των άλλων συμμαθητών τους, αναζητούν επιβεβαίωση των δικών τους
αντιλήψεων και τις ενισχύουν ή τις απορρίπτουν (Maor & Taylor 1995).
Οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μπορούν να καταλήξουν σε γνωστική πρόοδο στο
μέτρο που κατά τη διάρκεια τους δημιουργείται κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση. Με
βάση την έννοια αυτή η μάθηση θεωρείται ως διαδικασία προσωπικής οικοδόμησης
μέσω γνωστικών συγκρούσεων κοινωνικής προέλευσης (Doise & Mugny 1981). Σε
αυτή γίνεται προσπάθεια να τεθούν αντιμέτωποι δύο συλλογισμοί και κυριαρχεί η
επικοινωνιακή αντίθεση μεταξύ αυτών που συμμετέχουν στην διδακτική διαδικασία
(Ραβάνης 2001). Η σύγκρουση αυτή, ως μια ασυμφωνία ανάμεσα σε μαθητές
ανάλογων νοητικών δυνατοτήτων σχετικά με την λύση ενός προβλήματος ή την
κρίση πάνω σε ένα γνωστικό θέμα, συνιστά ένα μηχανισμό μέσω του οποίου η σκέψη
του μαθητή οδηγείται σε ανώτερου επιπέδου εξισορρόπηση (Κόμης 2002). Είναι
δηλαδή η διαδικασία κατά την οποία, όταν το άτομο αντιμετωπίζοντας ένα πρόβλημα
διατυπώνει κάποια εκτίμηση, δέχεται από το κοινωνικό περιβάλλον μια
συγκροτημένη αντίδραση που υπερασπίζεται με σαφήνεια αντίθετες από τη δική του
απόψεις. Ο μαθητής συνεχώς συνειδητοποιεί ότι, εκτός από τη δική του άποψη,
υπάρχουν και άλλες θεωρήσεις ενώ ταυτόχρονα η κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση
του παρέχει και νέες πληροφορίες καθιστώντας το ικανό για διαφορετικές
απαντήσεις. Οι κοινωνικο-γνωστικές συγκρούσεις λοιπόν, επιτρέπουν στο μαθητή να
αποκτήσει συνείδηση της σχετικότητας του νοητικού μοντέλου που κατέχει,
συνείδηση των αδυναμιών του μοντέλου αυτού και τεχνικές επικοινωνίας και
διαπραγμάτευσης της γνώσης που κατέχει. Τέτοιου είδους συγκρούσεις φαίνονται
καταλληλότερες για το εκπαιδευτικό έργο -σε σχέση με τις απλές και τις διεργασιακές
40
γνωστικές συγκρούσεις- καθώς οι διδακτικές διαδικασίες πραγματοποιούνται στα
πλαίσια συνεχούς επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης (Ραβάνης 2001).
Αντιμέτωποι με μια κατάσταση-πρόβλημα προς λύση, οι εμπλεκόμενοι σε μια
αλληλεπίδραση πρέπει αφενός να παρουσιάσουν μια διαφορά γνωστικών εστιάσεων
(απόψεων, μεθόδων, απαντήσεων …) και αφετέρου να βρουν μια κοινή απάντηση
στο πρόβλημα. Η κοινωνική αντίθεση των απόψεων χαρακτηρίζει την κοινωνικο-
γνωστική σύγκρουση που είναι ο μοχλός της αλληλεπίδρασης.
Η κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση εμπεριέχει δύο είδη συγκρούσεων: αφενός μια
σύγκρουση ανάμεσα στα άτομα που προέρχεται από την αντίθεση των απαντήσεων
στο πρόβλημα που έχει τεθεί και αφετέρου μια σύγκρουση ενδοατομική, γνωστικής
φύσης, που συντελείται ακριβώς μόλις το άτομο συνειδητοποιήσει την αντιφατική
απάντηση, προτρέποντάς το να αμφισβητήσει τη δική του. Η κοινωνική διάσταση της
σύγκρουσης είναι σημαντική (Foulin & Mouchon 1998). Η άμεση έκφραση και
αντιπαράθεση των επιχειρημάτων στην κοινωνική αλληλεπίδραση κάνουν τη
γνωστική ενδοατομική σύγκρουση συγχρόνως πιο χειροπιαστή και πιο δυναμική.
Εξάλλου η υπέρβαση της γνωστική ενδοατομικής ανισορροπίας διευκολύνεται
προφανώς από την προσπάθεια ανεύρεσης κοινής απάντησης, δηλαδή από την
εξάλειψη της σύγκρουσης ανάμεσα στα άτομα. Συμπερασματικά λοιπόν η κοινωνικο-
γνωστική σύγκρουση ευνοεί την ατομική γνωστική δραστηριότητα.
Σε ό,τι αφορά τους λόγους για τους οποίους η κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση
έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σε μια γνωστική ανάπτυξη, οι Doise και Mugny
(1987) αναφέρουν τουλάχιστον τρεις. Ο πρώτος λόγος είναι η συνειδητοποίηση από
μέρους του παιδιού των απαντήσεων των άλλων ως διαφορετικών από τις δικές του.
Τότε η σύγκρουση γίνεται πηγή ανισορροπίας που είναι ταυτόχρονα και κοινωνική
και γνωστική. Ο δεύτερος λόγος είναι το ότι οι άλλοι δίνουν στο άτομο ενδείξεις που
μπορεί να είναι κατάλληλες για την επεξεργασία ενός νέου γνωστικού εργαλείου.
Ένας τρίτος λόγος είναι το ότι η κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση αυξάνει την
πιθανότητα να γίνει το παιδί γνωστικά δραστήριο, δηλαδή να αποκτήσει μια
ενεργητικότητα.
Παρ’ όλα αυτά η αποφυγή της κοινωνικο-γνωστικής σύγκρουσης δεν είναι
αδύνατη και μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο στην εμφάνιση γνωστικών
προόδων. Οι Zimmerman και Blom (1983) συμπεραίνουν σαρκαστικά: «αν και
υπάρχουν εκτεταμένες ενδείξεις ότι η γνωστική σύγκρουση είναι χρήσιμη έννοια στη
σκέψη των θεωρητικών για την εξήγηση της διαδικασίας μάθησης, υπάρχουν
41
λιγότερες ενδείξεις σχετικά με το ότι η γνωστική σύγκρουση είναι ευρύτατα
εγκατεστημένη στη σκέψη των μαθητών» (σελ. 36). Από σειρά ερευνών (Linn 1986,
Dreyfus, Jungwirth & Eliovitch 1990, Tsai 2000, Kang, Scharmann & Noh 2004)
διαπιστώνεται ότι συχνά οι μαθητές δεν είναι ικανοί να επιτύχουν ουσιαστική
σύγκρουση ή να έρθουν σε αντιπαράθεση με τις αντιλήψεις τους ακόμα και όταν
έρχονται σε επαφή με καταστάσεις που εμπλέκουν σύγκρουση. Η αντίφαση ανάμεσα
στις αρχικές ιδέες του μαθητή και στο αποτέλεσμα ενός πειράματος δε φέρνει
αυτόματα γνωστική σύγκρουση (Chinn & Brewer 1998, Tirosh, Stavy & Cohen 1998,
Mason 2001) και όσο περισσότερο η πεποίθηση των μαθητών απέχει από το
καινούργιο επεξηγηματικό μοντέλο, τόσο πιο μεγάλη είναι η πιθανότητα για την
αποφυγή της σύγκρουσης. Ο Johsua (1989) σημειώνει ότι: «όσο τα υποκείμενα δεν
αλλάζουν ερμηνευτικό παράδειγμα, το ίδιο το πείραμα δεν αρκεί να κλονίσει τις
πεποιθήσεις τους…Δεν υπάρχει γνωστική σύγκρουση, εν ολίγοις, δεν υπάρχει
"καθοριστικό" πείραμα».
Στην πραγματικότητα μπορούν να υπάρξουν πολλές ρυθμίσεις μιας σύγκρουσης.
Μερικές από αυτές συνίστανται στην αναγωγή των διισταμένων απόψεων σε
ανθρωποσχεσιακές διευθετήσεις (Doise & Mugny 1987). Αυτό συμβαίνει για
παράδειγμα στην περίπτωση της συναίνεσης μέσα από την οποία προσπαθεί το παιδί
να περιορίσει την απόκλιση που παρατηρείται μεταξύ των απαντήσεων των ατόμων.
Σε αυτή την περίπτωση η γνωστική ρύθμιση υποσκελίζεται ουσιαστικά από μια
ανθρωποσχεσιακή ρύθμιση. Επιπλέον, μια σύγκρουση ανάμεσα σε παιδιά μπορεί να
λυθεί μονόπλευρα από ένα παιδί που διαθέτει τη σωστή απάντηση, χωρίς να
μπορέσουν τα άλλα παιδιά να παρέμβουν ενεργά στη ρύθμιση αυτής της ασύμμετρης
σχέσης. Ούτε λοιπόν η απλή παράθεση ατόμων, ούτε μια ολοκληρωτική ασυμμετρία
μεταξύ τους μπορούν να προκαλέσουν πρόοδο. Αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με τους
Doise και Mugny (1987), «είτε γιατί οι ατομικές προσεγγίσεις των προβλημάτων δεν
κοινολογούνται στους άλλους είτε γιατί κάποια από αυτές δεν εντάσσεται στο
κοινωνικό πεδίο» (σελ. 230).
Οι Chinn & Brewer (1998) κατέγραψαν διάφορους τρόπους με τους οποίους οι
μαθητές αντιδρούν σε καταστάσεις που εμπλέκουν σύγκρουση: (α) αγνοούν τα
δεδομένα, (β) απορρίπτουν τα δεδομένα, (γ) εκφράζουν αβεβαιότητα απέναντι στην
αξιοπιστία των δεδομένων, (δ) αποκλείουν τα δεδομένα, (ε) θέτουν τα δεδομένα σε
εκκρεμότητα (αναβολή), (στ) ερμηνεύουν εκ νέου τα δεδομένα, (ζ) αποδέχονται τα
δεδομένα και προβαίνουν σε μια «περιφερειακή» αλλαγή του τρόπου σκέψης τους
42
και (η) αποδέχονται τα δεδομένα και τροποποιούν τις αντιλήψεις τους. Σε παρόμοια
αποτελέσματα καταλήγουν και οι Kang, Scharmann και Noh (2004).
Επιπλέον, ο χειρισμός μιας κοινωνικο-γνωστικής σύγκρουση, είναι παράδοξος
γιατί αναγκάζει τον εκπαιδευτικό να δημιουργήσει μια κατάσταση αντιπαράθεσης
αποσαφηνίζοντας τους δυο όρους της αντίθεσης και συγχρόνως αναπτύσσει μια
ευνοϊκή ατμόσφαιρα για τη συνεργασία μεταξύ των μαθητών (Plé 1997). Αυτό που
διακυβεύεται σε κοινωνικό επίπεδο είναι καθοριστικό: «Tο πρόβλημα που πρέπει να
επιλυθεί δεν ανάγεται σε ατομικό πρόβλημα επειδή είναι κοινωνικό πρόβλημα, γι’
αυτό τα παιδιά κατευθύνονται στο να συντονίζουν τις απόψεις τους σε ένα νέο
σύστημα που επιτρέπει τη μεταξύ τους συμφωνία. Η αναζήτηση της υπέρβασης της
γνωστικής διαψυχικής αποσταθεροποίησης προκαλεί την υπέρβαση της γνωστικής
ενδοψυχικής αποσταθεροποίησης» (Gilly 1989). Επιτρέποντας το δικαίωμα στο
λάθος, αποδραματοποιώντας την κατάσταση, ή ακόμα, στηρίζοντας συναισθηματικά
το μαθητή στην υπεράσπιση της άποψής του, ο εκπαιδευτικός συμβάλλει στην
εγκατάσταση ενός ευνοϊκού κλίματος στην τάξη (Plé 1997).
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η διαδικασία οικοδόμησης της γνώσης μέσω των
κοινωνικών αλληλεπιδράσεων επιφέρει αλλαγές στο ρόλο των διδασκόντων. Καθώς
οι μαθητές κατασκευάζουν τη γνώση μέσα στην ομάδα των συμμαθητών τους, οι
διδάσκοντες παίρνουν το ρόλο να υποστηρίξουν τις αλληλεπιδράσεις των μαθητών με
τους συμμαθητές τους και με το εκπαιδευτικό περιβάλλον. Βοηθούν τους μαθητές
τους να αναδομήσουν τις υπάρχουσες αντιλήψεις και καθορίζουν την αξία ή την
απαξία των νέων αντιλήψεων των μαθητών: «οι διδάσκοντες γίνονται
διαμεσολαβητές των επαφών των μαθητών με το κοινωνικό και φυσικό κόσμο και
διευκολύνουν τους μαθητές στις ερμηνείες και στις εναλλακτικές τους προσεγγίσεις»
(Taylor et al. 1994, σελ. 3). Πράγματι, ο ρόλος του διδάσκοντα, που έχει
περισσότερες απαιτήσεις από ότι σε μια παραδοσιακή τάξη, εμπεριέχει τις
διαδικασίες αποτίμησης και ανακατασκευής των ιδεών καθώς και τη διαπραγμάτευση
της κατασκευής της επιστημονικά αποδεκτής γνώσης (Hand et al. 1997).
Επίσης, είναι αναγκαίο, οι διδάσκοντες να προάγουν τον αμοιβαίο σεβασμό
μεταξύ των μαθητών, με το να εξηγούν σε αυτούς τις βασικές θέσεις του
εποικοδομητισμού, όπως για παράδειγμα την ιδέα ότι διαφορετικοί μαθητές μπορούν
να κατέχουν διαφορετικές απόψεις γύρω από μια έννοια την ίδια στιγμή: «κάποιου
άλλου οι απόψεις, η δομή των πεποιθήσεων του, μπορεί να είναι τόσο «νόμιμες»,
όπως και οι δικές μας» (Duffy & Cunningham 1996, σελ. 182). Οι αποτελεσματικές
43
συνομιλίες μπορούν να λάβουν χώρα μόνο μέσω μιας συζήτησης που δίνει αξία στα
επιχειρήματα, εδραιώνεται στις αποδείξεις και τις εξηγήσεις (Linn & Burbules 1993).
Είναι απαραίτητο οι μαθητές να μάθουν πώς να παράγουν ιδέες μέσα από τη ομαδική
συζήτηση και να αποδέχονται και να επεξεργάζονται τις ιδέες των άλλων, χωρίς να
ασκούν κακοπροαίρετη κριτική. Οι Taylor et al. (1994) αναφέρονται στην ανάγκη
μιας ανοιχτής συζήτησης μέσα σε ένα κοινωνικο-εποικοδομητικό μαθησιακό
περιβάλλον, όπου ενθαρρύνεται ο σεβασμός μεταξύ των συμμετεχόντων ώστε να
προαχθεί η αυτο-αποκάλυψη των αξιών και των πεποιθήσεων.
44
(δ) Ενθάρρυνση των μαθητών να επενδύσουν πραγματικά στις προτεινόμενες
διδακτικές καταστάσεις: Έχει αναφερθεί (βλ. ενότητα 2.5.1) ότι χωρίς επαρκή
επένδυση των μαθητών στις προτεινόμενες διδασκαλίες, φαίνεται δύσκολο να
πραγματοποιηθεί μια αποτελεσματική επεξεργασία των εμποδίων.
(ε) Προοδευτική επεξεργασία (με διαδοχικές ρηγματώσεις) του εμποδίου: Η σειρά και
η ταχύτητα επεξεργασίας του εμποδίου δεν πρέπει να προκαλεί στους μαθητές την
αποφυγή της σύγκρουσης, ούτε να δημιουργεί μια τόσο μεγάλη έκπληξη που θα
επιφέρει την άμεση αποδοχή χωρίς όμως πραγματική επεξεργασία του εμποδίου
(Astolfi & Peterfalvi 1997). Δεν αναζητούνται απαραίτητα καταστάσεις «κρίσιμες»,
στοχεύοντας στη σχεδόν «χειρουργική εξαγωγή» του εμποδίου (Astolfi & Peterfalvi
1997). Κάθε φορά, προκαλείται μια ρηγμάτωση που γνωρίζουμε ότι είναι μερική και
προσωρινή και ο προβληματισμός μετατίθεται.
(στ) Πρόκληση αποσταθεροποίησης και αναδόμησης του εμποδίου: Το πέρασμα από
την υπάρχουσα εννοιολογική κατάσταση στην επιδιωκόμενη απαιτεί μια διπλή
επεξεργασία: μια αποδόμηση των αρχικών αντιλήψεων και μια αναδόμηση νέων
αντιλήψεων (προς την κατεύθυνση της επιθυμητής γνώσης) με τις οποίες ο μαθητής
θα πρέπει να νιώθει εξίσου άνετα όπως και με τις αρχικές. Η διδακτική στρατηγική
που αφήνει την αποδόμηση για να ασχοληθεί αμέσως με μια νέα δόμηση, αγνοεί την
έννοια του εμποδίου, ή μάλλον, λαμβάνει υπόψη μόνο την απόκλιση ανάμεσα στο
επεξηγηματικό μοντέλο του παιδιού και το μοντέλο που πρέπει να οικοδομηθεί. Η
στρατηγική αυτή είναι αποτελεσματική σε αρκετές περιπτώσεις, όμως
μακροπρόθεσμα δεν αποδεικνύεται λειτουργική για την επεξεργασία ενός εμποδίου.
Το εμπόδιο δεν είναι «κενό», αλλά «πολύ γεμάτο» από γνώσεις και κινδυνεύει να
επανέλθει «καλπάζοντας μόλις το κενό γεμίσει» (Fabre 1995).
(ζ) Απόδοση έμφασης στην εκ των υστέρων αναγνώριση του εμποδίου από τους
μαθητές: Στόχος της επεξεργασίας των εμποδίων είναι να αναπτυχθεί η ετοιμότητα
του μαθητή ώστε να επιτυγχάνει την αναγνώριση των εμποδίων σε νέες καταστάσεις
και να είναι σε θέση να ελέγχει τις καινούργιες τους εκδηλώσεις (μεταγνωστική
εγρήγορση, βλ. και υποενότητα 2.4.2).
(η) Παρότρυνση των μαθητών για καταγραφή των απαντήσεων και των
συμπερασμάτων τους: Η παραγωγή ενός γραπτού κειμένου αποτελεί ένα από τα μέσα
που ευνοούν την δημιουργία γνωστικής σύγκρουσης στους μαθητές (Astolfi &
Peterfalvi 1997). Η κατάθεση ιδεών στα γραπτά επιτρέπει να διατηρηθούν τα ίχνη
στα οποία θα στρέψουμε το βλέμμα μας σε κάποια άλλη φάση της εργασίας. Το
45
τελευταίο επιτρέπει να συνειδητοποιηθούν η πρόοδος ή οι διαφορές και
διευκολύνεται η αποστασιοποιημένη στάση.
Αποσταθεροποίηση
Εννοιολογική αναδόμηση
Αναγνώριση
46
α. Φάση «αποσταθεροποίησης» του εμποδίου
Πίνακας 2.1. Αρχές και τρόποι διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων κατά τη φάση
της αποσταθεροποίησής του
47
β. Φάση «εννοιολογικής αναδόμησης» του εμποδίου
Σκοπός αυτής της φάσης είναι η κατασκευή εκ μέρους των μαθητών μιας
εναλλακτικής αντίληψης προς την κατεύθυνση της επιθυμητής γνώσης, τουλάχιστον
το ίδιο εύχρηστης όσο και η προηγούμενη αντίληψή τους.
Στον Πίνακα 2.2, διακρίνουμε έναν αριθμό δυναμικών αρχών και μια σειρά
ενδεικτικών στοιχείων διδακτικών διατάξεων κατά τη φάση της εννοιολογικής
αναδόμησης του εμποδίου (Astolfi & Peterfalvi 1997).
Πίνακας 2.2. Αρχές και τρόποι διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων κατά τη φάση
της εννοιολογικής αναδόμησής τους
48
γ. Φάση «αναγνώρισης» του εμποδίου από τους μαθητές
Η φάση αυτή, έχει ως στόχο την ανάπτυξη, στους μαθητές, της ικανότητας
αναγνώρισης των εκδηλώσεων των εμποδίων με σκοπό την αποφυγή τους σε
περιπτώσεις επανεμφάνισής τους.
Τα εμπόδια συνήθως, αποδεικνύονται ιδιαίτερα ανθεκτικά, παρά την διδακτική
επεξεργασία τους κατά τις δύο προηγούμενες φάσεις (αποσταθεροποίηση και
εννοιολογική αναδόμηση). Φαίνεται ότι δεν καταργούνται εντελώς, αλλά τις
περισσότερες φορές επανέρχονται και επομένως αυτό που μπορούμε να επιδιώξουμε
είναι να αναπτύξουμε την ικανότητα στο μαθητή να αναγνωρίζει το εμπόδιο: «Τα
εμπόδια δεν καταργούνται και δε θα καταργηθούν ποτέ. Εξ ορισμού, υποκύπτουμε,
επανερχόμαστε, αρεσκόμαστε. Το εμπόδιο είναι μια συνεχής επανάληψη…Το πέρας
της επεξεργασίας του εμποδίου (αν μπορεί να υπάρξει πέρας), δεν μπορεί να είναι η
υπερπήδησή του, εφόσον ποτέ δεν ξεπερνιέται στα σίγουρα. Αυτό που λογικά
μπορούμε να επιδιώξουμε, είναι να αναπτύξουμε την ετοιμότητα κάποιου ούτως ώστε
να αναγνωρίζει με διαύγεια το παιχνίδι του εμποδίου (έστω και εκ των υστέρων).
Ακόμα, να αναγνωρίζει ότι πρόκειται για εμπόδιο, όταν αυτό παρουσιάζεται τυχαία,
με χαμόγελο έστω προσποιητό» (Astolfi & Peterfalvi 1997, σελ. 194).
Η αναγνώριση του εμποδίου από τους μαθητές είναι δυνατή μόλις έχει δουλευτεί
αρκετά για να μην αντιστέκεται ιδιαίτερα: «Το να σκέπτεται κανείς, είναι να σφάλει
και να διορθώνει τα λάθη του. Το λάθος αναγνωρίζεται παρά μόνο όταν γίνει: είναι το
παρελθόν της σκέψης όταν αυτή στρέφεται στον εαυτό της για να αυτοκριθεί» (Fabre
1995, στο Peterfalvi 1997, σελ. 173).
Η φάση της αναγνώρισης του εμποδίου, δεν υποκαθιστά την εννοιολογική δόμηση
η οποία παραμένει ο τελικός σκοπός της εκπαίδευσης, αλλά συμβάλλει στη
σταθεροποίηση της έννοιας. Η έννοια κτίζεται «ενάντια σε κάτι», και η διατύπωση
αυτού του «κάτι» είναι καθοριστική για τον ορισμό της (Peterfalvi 1997).
Διάφορες καταστάσεις ή προϋποθέσεις πριμοδοτούν την διαδικασία αναγνώρισης
των εμποδίων από τους μαθητές. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται (Peterfalvi 1997):
(α) Στοχαστική αποστασιοποίηση. Στην αναγνώριση του εμποδίου συμβάλλει η
στοχαστική αποστασιοποίηση του μαθητή από αυτό. Το να αναφέρεται ο μαθητής
στο εμπόδιο μέσα από μια πρόταση που διατυπώνει, αποτελεί ένα δείκτη της
αποστασιοποίησης αυτής. Η αποστασιοποίηση μπορεί να αφορά τον ίδιο το μαθητή
49
στο παρελθόν, ή κάποιο άλλο πρόσωπο ή σύνολο προσώπων. Είναι μια «δεύτερη
ματιά» που επιτρέπει στο πρόσωπο που μιλάει να διαχωριστεί από τη διατυπωμένη
ιδέα.
(β) Μετακινήσεις από το τοπικό προς το εγκάρσιο. Μια και οι διατυπώσεις των
μαθητών τοποθετούνται περισσότερο στην πλευρά του τοπικού, ενδιαφέρον
παρουσιάζει να προκαλέσουμε μετακινήσεις προς το εγκάρσιο, ή να αναζητήσουμε
πολλαπλά παραδείγματα ικανά να ενεργοποιήσουν τη μετακίνηση αυτή. Αυτού του
είδους η μετακίνηση ευνοεί την αναγνώριση των εμποδίων από τους μαθητές.
(γ) Αιτιολόγηση λανθασμένων προτάσεων. Μια άλλη δυναμική όψη της λειτουργίας
της σκέψης παρουσιάζεται όταν αιτιολογούμε ή επεξηγούμε προτάσεις που
αναγνωρίζονται ως εσφαλμένες. Αυτές οι θεωρήσεις σχετικά με τη διαδικασία που
αιτιολογεί το «λάθος» είναι τόσο σημαντικές για την κατανόηση της δυναμικής της
λειτουργίας του εμποδίου όσο και αυτές που αναφέρονται σ’ αυτό που το εμπόδιο
παρεμποδίζει.
(δ) Χρήση συμβολικών στηριγμάτων. Τα συμβολικά στηρίγματα που
χρησιμοποιούνται διαδραματίζουν έναν ειδικό ρόλο στη δυναμική της αναγνώρισης
των εμποδίων (Vérin 1995). Η πρωταρχική λειτουργία μερικών από αυτά, είναι να
επεξηγούν την ιδέα που «προκαλεί το εμπόδιο». Σε άλλες περιπτώσεις, πρωταρχική
λειτουργία τους είναι να υπενθυμίζουν την ιδέα «εμπόδιο», σε καινούργιες
καταστάσεις. Το όφελος της χρησιμοποίησης εικόνων ή σχημάτων σ’ αυτήν τη
διαδικασία έγκειται κυρίως στο γρήγορο συνειρμικό χαρακτήρα τους. Μπορούν να
διαδραματίσουν ένα σημαντικό ρόλο στην ενεργοποίηση και την αναγνώριση της
ιδέας-εμπόδιο και στην επιλογή καταγραφών της σκέψης που αποφεύγουν το
εμπόδιο. «Το να μιλάει κανείς γι’ αυτό που γράφει, το να γράφει γι’ αυτό που λέει, το
να σχηματοποιεί το λόγο, το να επεξηγεί ένα σχήμα, και γενικότερα, το πέρασμα από
ένα συμβολικό στήριγμα σε ένα άλλο, ευνοεί την αποστασιοποίηση» (Peterfalvi
1997, σελ. 183).
(ε) Προετοιμασία διδασκαλίας από μαθητές προς άλλους μαθητές. Μια άλλη
δραστηριότητα, που μπορεί να εφαρμοστεί στο τέλος των διδασκαλιών, και που είναι
δυνατόν να βοηθήσει προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης των εμποδίων, είναι να
ανακοινώσουμε στους μαθητές ότι θα πρέπει να διδάξουν σε κάποια άλλη τάξη αυτά
που έχουν μάθει: «Τους προσκαλούμε να εξερευνήσουν τις αρχικές προσωπικές τους
ιδέες και τα προβλήματα που συνάντησαν, επειδή είναι πιθανό οι συμμαθητές σας να
έχουν τις ίδιες ιδέες, να συναντήσουν τα ίδια προβλήματα, και πρέπει να τους
50
βοηθήσετε να καταλάβουν» (Peterfalvi 1997, σελ. 191). Έτσι, η αναζήτηση των
προσωπικών τους εμποδίων που κατάφεραν να υπερβούν, αναφέρεται σ’ αυτά που θα
συναντήσουν άλλοι μαθητές, χωρίς να γίνεται αναφορά στο υλικό των προσωπικών
τους λανθασμένων παραγωγών. Μ’ αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε την αυτο-
υποτίμηση. Η δυναμική αυτή ενισχύεται από τη μορφή της γραπτής εργασίας: «οι
μαθητές γράφουν όλοι μαζί ένα μοναδικό κείμενο και ο καθένας διατυπώνει τα
εμπόδια που έχει εντοπίσει στον εαυτό του και στους άλλους» (Peterfalvi 1997, σελ.
180).
Στον Πίνακα 2.3, διακρίνουμε έναν αριθμό δυναμικών αρχών (που αντιστοιχούν
στις νοητικές διαδικασίες που προσπαθούμε να προκαλέσουμε ή να συνάγουμε) και
μια σειρά ενδεικτικών στοιχείων διδακτικών διατάξεων (που πριμοδοτούν αυτές τις
νοητικές διαδικασίες) κατά τη φάση της αναγνώρισης του εμποδίου από τους μαθητές
(Astolfi & Peterfalvi 1997).
Πίνακας 2.3. Αρχές και τρόποι διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων κατά τη φάση
της αναγνώρισής τους από τους μαθητές
Η σειρά που προτείνεται στους παραπάνω πίνακες (βλ. Πίνακες 2.1, 2.2, 2.3), δεν
υπονοεί απαραιτήτως μια χρονολογική διαδοχή, και δεν πρέπει να παγιώνεται ένα
51
εργαλείο που πρώτιστα προορίζεται να καθοδηγεί τις διδακτικές ενότητες χωρίς να
τις επιβάλλει (Astolfi & Peterfalvi 1997). Οι προηγούμενοι τρόποι εργασίας
αποτελούν σημεία αναφοράς και δείκτες για να δομηθούν, με λεπτομέρεια, διδακτικές
ενότητες καλύτερα επικεντρωμένες στην επεξεργασία των εμποδίων.
2.6. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
52
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ
ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
53
3.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
54
της φυσικο-επιστημονικής γνώσης που επιλέχθηκε να διδαχθεί, η ηλικία και το
μέγεθος του χρησιμοποιούμενου δείγματος του μαθητικού πληθυσμού, ο
απαιτούμενος χρόνος της διδακτικής παρέμβασης και η μέθοδος αποτίμησης των
μαθησιακών αποτελεσμάτων (βλ. ενότητα 3.3).
Η ανασκόπηση των αντιλήψεων των μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας, που θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο αυτού του πρώτου μέρους του
κεφαλαίου, καλύπτει έρευνες οι οποίες έχουν δημοσιευτεί σε διεθνή και εθνικά
επιστημονικά περιοδικά και σε πρακτικά επιστημονικών συνεδρίων την τελευταία
εικοσιπενταετία (βλ. Παράρτημα I). Επικεντρώνεται στις αντιλήψεις των μαθητών για
τη θερμότητα, τη θερμοκρασία, τη θερμική ισορροπία και τη θερμική αγωγιμότητα
των σωμάτων, που αποτελούν θεμελιώδεις έννοιες για την κατανόηση της
εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας (Alonso & Finn 1995).
Στις ενότητες που ακολουθούν, αρχικά παρουσιάζονται οι αντιλήψεις των
μαθητών διαφόρων ηλικιών για τη θερμότητα (βλ. υποενότητα 3.2.1), τη
θερμοκρασία (βλ. υποενότητα 3.2.2), τη θερμική ισορροπία (βλ. υποενότητα 3.2.3)
και τη θερμική αγωγιμότητα των σωμάτων (βλ. υποενότητα 3.2.4), έτσι όπως αυτές
προκύπτουν από τη σύνθεση των σχετικών ερευνητικών πορισμάτων που περιέχει η
συναφής βιβλιογραφία. Στη συνέχεια, σχολιάζονται τα αποτελέσματα της
βιβλιογραφικής ανασκόπησης των αντιλήψεων των μαθητών (βλ. υποενότητα 3.2.5).
55
- η χρήση μιας οντότητας (θερμότητα) ή δύο διαφορετικών οντοτήτων (θερμότητα
και ψύχος) για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων,
- η διατήρηση ή μη της συνολικής θερμότητας του συστήματος των σωμάτων κατά
τη διάρκεια της εξέλιξης των θερμικών φαινομένων.
56
- Η θερμότητα διαμορφώνει τη θερμική κατάσταση των σωμάτων
Η θερμότητα επίσης, σύμφωνα με τους μαθητές, έχει την ιδιότητα, όταν υπάρχει
μέσα στο σώμα, αυτό να είναι θερμό και όταν απουσιάζει, να είναι ψυχρό. Η
παρουσία της θερμότητας καθορίζει το πόσο θερμά ή ψυχρά είναι τα σώματα, με
άλλα λόγια, καθορίζει τη θερμική τους κατάσταση (Erickson 1979, Liew & Treagust
1995, Meltzer 2001, 2002). Οι μαθητές, τείνουν να θεωρούν τη θερμοκρασία ως
ένδειξη ή ως μέτρο της θερμότητας που περιέχει ένα σώμα και κατά συνέπεια, δεν
διαφοροποιούν τη θερμότητα από τη θερμοκρασία (Erickson 1979, 1980, 1985,
Summers 1983, Warren 1983, Briggs & Brook 1984, Tiberghien 1985, Ellse 1988,
Καρανίκας 1996, Arnold et al.1996, Harrison et al. 1999, Aiello-Nicosia &
Sperandeo-Mineo 2000, Jones, Carter & Rua 2000).
- Η θερμότητα κινείται με «προτιμώμενη κατεύθυνση»
Σε αρκετές περιπτώσεις η θερμότητα εφοδιάζεται, σύμφωνα με τους μαθητές, με
κίνηση σε μια «προτιμώμενη κατεύθυνση» από σώμα σε σώμα.
Πιο συγκεκριμένα, για τους περισσότερους μαθητές η θερμότητα κινείται από το
θερμό προς το ψυχρό σώμα.
Στις περιπτώσεις όμως που στην πειραματική κατάσταση που τίθεται στους
μαθητές, εμπλέκεται ο άνθρωπος, οι μαθητές, θεωρούν ότι η θερμότητα οδεύει
σχεδόν πάντα από το αντικείμενο προς το χέρι του ανθρώπου και όχι αντίθετα (Engel
Clough & Driver 1985). Ενώ λοιπόν, δεν παρουσιάζουν δυσκολία με την ιδέα ότι η
θερμότητα μεταφέρεται από το θερμό αντικείμενο προς το ψυχρό, έχουν μεγάλη
δυσκολία στο να φανταστούν τη μεταφορά θερμότητας από το σώμα τους, όταν
αγγίζουν ένα θερμό ή ψυχρό αντικείμενο (Newell & Ross 1996). Γενικότερα, οι
μαθητές θεωρούν ότι η αίσθηση του θερμού και του ψυχρού οφείλεται σε κάτι που
φεύγει από το θερμό ή το ψυχρό αντικείμενο και εισέρχεται στο δικό τους σώμα,
παρά ότι η θερμότητα μεταφέρθηκε από το χέρι τους στο αντικείμενο (Brook et al.
1984).
Η κίνηση της θερμότητας σε μια «προτιμώμενη κατεύθυνση», αποδίδεται, από
τους μαθητές, είτε σε μια εσωτερική έμφυτη κινητήρια δύναμη της θερμότητας, είτε
σε ιδιότητες ενός παράγοντα.
Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση που η κίνηση της θερμότητας οφείλεται σε μια
εσωτερική έμφυτη κινητήρια δύναμη, η θερμότητα μπορεί να μεταφέρεται από σώμα
σε σώμα, να ρέει εντός του σώματος και να ανεβαίνει προς τα πάνω. Πολλοί όμως
μαθητές δεν αποδίδουν στη θερμότητα εσωτερική κινητήρια δύναμη και αντί για
57
αυτήν προτείνουν κάποιον ενδιάμεσο παράγοντα ή μέσο, συνήθως αέρα, για τη
μεταφορά της θερμότητας από ένα αντικείμενο σε ένα άλλο, ή ακόμη από μια
περιοχή ενός αντικειμένου σε μια άλλη (Erickson 1985).
58
Σχετικά με την προέλευση της παραπάνω αντίληψης, οι Lakoff και Johnson (1980)
υποστηρίζουν ότι υπάρχει μια φυσική τάση να περιγράφουμε τον κόσμο της κοινής
μας αντίληψης με μεταφορικούς όρους, όπου τις σχέσεις αιτίου και αποτελέσματος
τις βλέπουμε σαν αλληλεπιδράσεις μεταξύ τύπων ύλης. Ένα από τα πιο ισχυρά
γλωσσικά εργαλεία, που χρησιμοποιούμε για να δώσουμε δομή και να ερμηνεύσουμε
φυσικά φαινόμενα, είναι ένα σύνολο μεταφορών του τύπου «ουσία και οντότητα». Οι
μαθητές επομένως στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν τα θερμικά φαινόμενα
αποδίδουν στη θερμότητα χαρακτηριστικά ουσίας.
Η αντίληψη της θερμότητας ως ουσίας, μπορεί επίσης να προέρχεται από την
καθημερινή χρήση του όρου θερμότητα. Στις καθημερινές συζητήσεις η θερμότητα
είναι κάτι που έχει σχέση με το ζεστό και όχι με το κρύο, με το ρήμα «ζεσταίνω» και
με τη ζεστασιά των πραγμάτων και των ανθρώπων. Είναι κάτι το υλικό που
αποθηκεύεται μέσα στα αντικείμενα στα δωμάτια και στους ζωντανούς οργανισμούς.
Έχει, τέλος, την ικανότητα να ζεσταίνει και να «ταξιδεύει» από μια περιοχή σε μια
άλλη. Είναι συχνές οι εκφράσεις του τύπου: «κλείσε το παράθυρο και κράτησε τη
θερμότητα μέσα». Στις σχολικές τάξεις συνήθως οι μαθητές αναφέρουν ότι
«κερδίζεται ή χάνεται θερμότητα» από ένα αντικείμενο, όταν αυτό έρχεται σε
θερμική ισορροπία με κάποιο άλλο σώμα, ή ότι «η θερμότητα ταξιδεύει μέσα σε μια
μεταλλική ράβδο», όταν η μεταλλική ράβδος θερμαίνεται από μια φλόγα στο ένα
άκρο της (Erickson & Tiberghien 1985, σελ. 57).
Η αντίληψη της θερμότητας ως ουσίας συνιστά για τον μαθητή ένα επαρκές
μοντέλο που του επιτρέπει να εξηγήσει τα θερμικά φαινόμενα. Η ερμηνεία των
θερμικών φαινομένων με όρους ρευστού, συγκροτούν ένα ιδιαίτερα απλό
ερμηνευτικό μοντέλο συγκρινόμενο με αυτό της ενέργειας που προτείνει η σχολική
εκδοχή της επιστημονικής γνώσης. Επιπλέον το μοντέλο για τη θερμότητα έχει
συγκροτηθεί σε αναλογία με την κίνηση των ρευστών. Μολονότι το ερμηνευτικό
μοντέλο που χειρίζονται οι μαθητές για τη θερμότητα δεν είναι συμβατό με αυτό της
σχολικής γνώσης, η συγκρότησή του δεν στερείται εσωτερικής λογικής και συνοχής.
Επιπλέον, η αντίληψη της θερμότητας ως μιας ουσίας, παραπέμπει στην αντίληψη
του Lavoisier περί θερμικού ρευστού, που ήταν η επικρατούσα επιστημονική άποψη
για τη θερμότητα μέχρι περίπου τα μέσα του 19ου αιώνα (Conant 1957, Fox 1971). Ο
Lavoisier πίστευε ότι: «η θερμότητα είναι εκδήλωση ενός λεπτού, ελαστικού
ρευστού» (Gillispie 1994, σελ. 218). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η θερμότητα
θεωρείται ως ένα αόρατο αβαρές ρευστό που μεταφέρεται από ένα θερμό σε ένα
59
λιγότερο θερμό σώμα ενώ παραμένει ποσοτικά αμετάβλητο. Προς τα τέλη του 18ου
αιώνα, ο Lavoisier θα δώσει στο θερμικό ρευστό το όνομα «θερμογόνο» ή «θερμικό»:
«χαρακτηρίσαμε την αιτία της θερμότητας ή αυτό το εξαιρετικά ελαστικό ρευστό που
την παράγει, με τον όρο θερμικό» (Gillispie 1994, σελ. 222). Το «θερμογόνο» ή
«θερμικό» αποτελείται από σωματίδια μεταξύ τους αυτοαποθούμενα. Μπορούσε να
περιβάλλει τα σωματίδια της ύλης και έτσι να αποθηκεύεται σε αυτήν. Κατά τη
θέρμανση του σώματος συνέβαινε μια ροή θερμογόνου προς αυτό, γέμιζε τα κενά
ανάμεσα στα σωματίδια της ύλης και προκαλούσε τις διαστολές της. Αντίθετα, κατά
την ψύξη ενός σώματος δραπέτευε από αυτό και έρεε προς ένα άλλο σώμα. Η θεωρία
αυτή γνώρισε πλατιά αποδοχή, άντεξε επί πολλές δεκαετίες και μετά την απόρριψη
της άφησε τα σημάδια της και τη λογική της πάνω σε εκφράσεις του τύπου «με την
τριβή παράγεται θερμότητα» και «το έργο μετατρέπεται σε θερμότητα», οι οποίες
πέρασαν και στον εικοστό αιώνα διατηρούμενες σε σχολικά αλλά και σε
πανεπιστημιακά εγχειρίδια (Veiga 1988).
60
ενέργεια (Erickson & Tiberghien 1985, Harrison et al. 1999) ή με τη θερμική ενέργεια
(Erickson & Tiberghien 1985, Maskill et al. 1997). Ταυτίζουν επίσης τη θερμότητα
με τη θερμοκρασία, θεωρώντας ότι η θερμοκρασία εκφράζει τη θερμότητα που
παράγεται από τις κινήσεις ή τις συγκρούσεις των σωματιδίων (Van Roon & Van
Sprang 1994).
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί, ότι η αντίληψη της θερμότητας ως κίνησης των
σωματιδίων της ύλης, εμφανίζεται σε παιδιά από 11 ετών και άνω, και η
δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική τάση όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική
κλίμακα έως και τις πρώτες τάξεις του Λυκείου, ενώ στη συνέχεια φαίνεται να
σταθεροποιείται (Hewson & Hamlyn 1984, Veiga 1988, Veiga et al. 1989, Carlton
2000).
Επιπλέον, η αντίληψη της θερμότητας ως κίνησης των σωματιδίων της ύλης,
εμφανίζει κάποια κοινά στοιχεία με την αντίληψη των φυσικών του 18ου αιώνα για τη
φύση της θερμότητας. Στο κοινό τους «Μνημόνιο γύρω από μια νέα μέθοδο για τη
μέτρηση της θερμότητας», οι Lavoisier και Laplace, αναφέρουν: «Άλλοι φυσικοί
πάλι, πιστεύουν ότι η θερμότητα δεν είναι παρά το αποτέλεσμα ανεπαίσθητων
κινήσεων στα μόρια της ύλης. Καθένας ξέρει ότι όλα τα σώματα, ακόμα και τα
πυκνότερα, είναι γεμάτα από αναρίθμητους πόρους ή μικρές κοιλότητες, ο συνολικός
όγκος των οποίων μπορεί να ξεπερνάει κατά πολύ τον όγκο της ύλης που τα
περιβάλλουν. Αυτό δίνει περιθώριο στα μόρια να πάλλονται προς όλες τις
κατευθύνσεις, και είναι φυσικό να σκεφτεί κανείς ότι τα μόρια αυτά βρίσκονται σε
συνεχή κίνηση, που αν αυξηθεί και φτάσει σε ένα ορισμένο σημείο, μπορεί να
διασπάσει και να αποσυνθέσει το σώμα. Σύμφωνα, λοιπόν, με τους φυσικούς για τους
οποίους μιλάμε, αυτή ακριβώς η εσωτερική κίνηση, συνιστά τη θερμότητα» (Gillispie
1994, σελ. 221). Σύμφωνα επίσης με τον Gillispie (1994) ο Locke υποστήριζε ότι: «Η
θερμότητα είναι μια έντονη διέγερση των αδιόρατων μερών ενός αντικειμένου, η
οποία διέγερση μας δημιουργεί ένα αίσθημα που μας κάνει να ονομάζουμε αυτό το
αντικείμενο θερμό. Έτσι, αυτό που για τις αισθήσεις μας είναι θερμότητα, στο
αντικείμενο δεν είναι τίποτα άλλο παρά κίνηση» (σελ. 340).
61
μαθητές αποδίδουν στη θερμότητα χαρακτηριστικά ποιοτικού μεγέθους, ενώ άλλοι
αντιλαμβάνονται τη θερμότητα ως ένα ποσοτικό μέγεθος.
62
- Δραστηριότητες έμβιων όντων
Οι μαθητές επίσης, έχουν την τάση να συνδέουν τη θερμότητα με δραστηριότητες
έμβιων όντων και ειδικότερα με τις δραστηριότητες του σώματός τους (Albert 1978,
Erickson 1979,1985, Tiberghien 1980, Hewson & Hamlyn 1984). Πιο συγκεκριμένα,
άτομα που έχουν τρέξει μια μεγάλη απόσταση, ή που διακατέχονται από θυμό ή
ανυπομονησία, αναφέρονται από τους μαθητές ως θερμά και θεωρούνται ότι
διαθέτουν θερμότητα πολλών βαθμών.
- Κατάσταση θέρμανσης ενός σώματος
Οι μαθητές που αποδίδουν ποιοτικά χαρακτηριστικά στη θερμότητα έχουν την
τάση να μιλούν για αυτήν θεωρώντας την ως έκφραση της κατάστασης θέρμανσης
ενός σώματος (Albert 1978, Νεοκλέους 2000). Πραγματοποιούν την παραπάνω
σύνδεση θεωρώντας ότι η θερμότητα εκφράζει το πόσο θερμό, χλιαρό ή ψυχρό είναι
ένα σώμα. Γενικότερα, δεν διαφοροποιούν τη θερμότητα από τη θερμοκρασία. Η
έλλειψη της διάκρισης των παραπάνω εννοιών, όπως έχει αναφερθεί, έχει διαπιστωθεί
σε μαθητές όλων των ηλικιών (Wiser 1986).
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αντίληψη σύμφωνα με την οποία η
θερμότητα εκλαμβάνεται ως ποιοτικό μέγεθος, εμφανίζεται σε παιδιά των πρώτων
τάξεων του Δημοτικού, και η δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική τάση όσο
ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα έως και τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου,
ενώ στη συνέχεια φαίνεται να εμφανίζει μια καθοδική τάση (Albert 1978, Hewson &
Hamlyn 1984, Wiser 1986, Wiser & Kipman 1988, Kesidou & Duit 1993).
Η αντίληψη της θερμότητας ως ποιοτικού μεγέθους, παρουσιάζει ορισμένα κοινά
στοιχεία με την επικρατούσα άποψη από τον 6ο π.Χ. αιώνα (με τους Ίωνες
φιλοσόφους), μέχρι τον 17ο μ.Χ. αιώνα (με τους Πειραματιστές), σχετικά με το
ζήτημα του είδους του φυσικού μεγέθους της θερμότητας. Σύμφωνα με την
Αριστοτελική προσέγγιση, το «θερμό» και το «ψυχρό» ήταν ποιότητες/ιδιότητες των
σωμάτων (Τσελφές 1994). Σύμφωνα επίσης με τους Πειραματιστές, η θερμότητα
μετριόταν με την έντασή της ή με τη δύναμή της και όχι με την ποσότητά της (Wiser
& Carey 1983).
63
την έντασή της ή από τη δύναμή της αλλά αποκλειστικά από την ποσότητά της
(Kesidou & Duit 1993, Harisson et al. 1999, Loverude, Kautz & Heron 2002,
Greenbowe & Meltzer 2003).
Οι μαθητές που αντιλαμβάνονται τη θερμότητα ως ποσοτικό μέγεθος θεωρούν ότι
οι διαφορετικές θερμές πηγές εκπέμπουν διαφορετικές ποσότητες θερμότητας. Ένα
σώμα υψηλότερης θερμοκρασίας σε σχέση με ένα άλλο σώμα, δίνει περισσότερη
ποσότητα θερμότητας σε σχέση με το δεύτερο σώμα. Επιπλέον, σύμφωνα με τους
μαθητές αυτούς, μεταξύ δύο σωμάτων που βρίσκονται στην ίδια θερμοκρασία, το
σώμα μεγαλύτερης μάζας περιέχει περισσότερη ποσότητα θερμότητας.
Για τους μαθητές αυτούς, η θερμότητα, εμφανίζει χαρακτηριστικά εκτατικού
μεγέθους. Μετριέται μέσα από τη σύγκριση κλιμακωτών ποσοτήτων και επιπλέον η
συνολική θερμότητα που περιέχεται σε ένα σώμα ισούται με το άθροισμα των
ποσοτήτων θερμότητας που περιέχουν τα διάφορα μέρη του σώματος.
Οι περισσότεροι από τους μαθητές που θεωρούν τη θερμότητα ποσοτικό μέγεθος
έχουν την τάση να την θεωρούν ως έκφραση της κατάστασης θέρμανσης ενός
σώματος και επομένως δεν την διαφοροποιούν από τη θερμοκρασία (Wiser &
Kipman 1988).
Η αντίληψη ότι η θερμότητα είναι ποσοτικό μέγεθος, έχει εντοπιστεί σε μαθητές
από 11-12 ετών και άνω, και η δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική τάση όσο
ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα (Wiser 1986, Wiser & Kipman 1988,
Greenbowe & Meltzer 2003).
3.2.1.3. Χρήση μιας ή δυο οντοτήτων για εξήγηση των θερμικών φαινομένων
64
(α) Η αντίληψη της θερμότητας ως μίας οντότητας
Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης των μαθητών, η θερμότητα εμφανίζεται με μία
οντότητα, που είναι υπεύθυνη τόσο για τη θέρμανση όσο και για τη ψύξη των
σωμάτων (Erickson 1979, 1980, 1985, Appleton, 1984, 1985, Engel Clough & Driver
1985, Watts & Gilbert 1985, Arnold et al. 1996, Loverude 1999).
Οι μαθητές που χειρίζονται αυτή την αντίληψη, όταν αγγίζουν μια αρκετά θερμή
επιφάνεια, θεωρούν ότι η αίσθηση του θερμού, οφείλεται στη θερμότητα που αφήνει
το θερμό αντικείμενο και κινείται προς το σώμα τους. Όταν αγγίζουν μια αρκετά
ψυχρή επιφάνεια θεωρούν ότι η αίσθηση του ψυχρού, οφείλεται και πάλι στη
θερμότητα που αφήνει το σώμα τους και κινείται προς το ψυχρό αντικείμενο. Για
αυτούς, η θερμοκρασία ενός θερμού σώματος μειώνεται, όταν έρθει σε επαφή με ένα
ψυχρό σώμα, γιατί, η θερμότητα φεύγει από το θερμό σώμα και πηγαίνει στο ψυχρό
(Erickson 1979).
Η αντίληψη σύμφωνα με την οποία τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με τη χρήση
μιας μόνο οντότητας, της θερμότητας, εμφανίζεται σε μικρά ποσοστά σε μαθητές από
12 ετών και άνω, και η δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική τάση όσο
ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα μέχρι και το Λύκειο (Appleton, 1984, 1985,
Engel Clough & Driver 1985
(β) Η αντίληψη της θερμότητας και του ψύχους ως δύο διαφορετικών οντοτήτων
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη των μαθητών, η θερμότητα και το ψύχος είναι δύο
διαφορετικές οντότητες και πιο συγκεκριμένα, η θερμότητα είναι υπεύθυνη για τη
θέρμανση των σωμάτων και το ψύχος (ψυχρότητα ή κρύο), είναι υπεύθυνο για την
ψύξη των σωμάτων (Erickson 1979, 1980, 1985, Appleton, 1984, 1985, Briggs &
Brook 1984, Engel Clough & Driver 1985, Watts & Gilbert 1985, Magnusson,
Krajcik & Borko 1993, Arnold et al. 1996, Καρανίκας 1996, Aiello-Nicosia &
Sperandeo-Mineo 2000, Καρύδας & Κουμαράς 2000).
Αναφορικά με τη θερμοκρασία των σωμάτων, αυτή καθορίζεται συνήθως από την
ανάμειξη της θερμότητας και του ψύχους που υπάρχουν μέσα στο σώμα (Briggs &
Brook 1984).
65
Σύμφωνα με ορισμένους μαθητές, υπάρχουν δύο τύποι θερμότητας, η «ζεστή
θερμότητα» και η «κρύα θερμότητα». Η «κρύα θερμότητα» είναι πιο ισχυρή και
κινείται πιο γρήγορα σε σχέση με τη «ζεστή θερμότητα» (Erickson 1979).
Πολλές φορές, κάθε θερμοκρασία πάνω από το σημείο πήξης, θεωρείται από τους
μαθητές, ότι παριστάνει θερμότητα, το δε ψύχος είναι το αντίθετο της θερμότητας και
χρησιμοποιείται σε κάθε θερμοκρασία κάτω από το σημείο πήξης (Watts & Gilbert
1985).
Επιπλέον, στο πλαίσιο της εξήγησης των θερμικών φαινομένων με τη χρήση δύο
διαφορετικών οντοτήτων, τόσο η θερμότητα όσο και το ψύχος, εφοδιάζονται με
κίνηση. Οι μαθητές όταν αγγίζουν ένα θερμό αντικείμενο θεωρούν ότι η αίσθηση του
θερμού, οφείλεται στη θερμότητα που αφήνει το θερμό αντικείμενο και κινείται προς
το σώμα τους. Όταν αγγίζουν ένα ψυχρό αντικείμενο θεωρούν ότι η αίσθηση του
ψυχρού, οφείλεται στο ψύχος που αφήνει το ψυχρό αντικείμενο και κινείται προς το
σώμα τους. Αναφέρουν ότι το ψύχος μπορεί να μεταφερθεί σε ένα σώμα από ένα
άλλο ψυχρό σώμα. Θεωρούν δηλαδή το ψύχος ως μια οντότητα διαφορετική της
θερμότητας που, όπως και η θερμότητα, μπορεί να μετακινείται (Erickson
1977,1979,1985, Appleton, 1984, 1985, Brook et al.1984, Tiberghien1985, Watts et
al.1985, Jara-Guerrero 1993, Arnold et al.1996, Newell & Ross 1996).
Για τους μαθητές αυτούς, η θερμοκρασία ενός θερμού σώματος μειώνεται, όταν
έρθει σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα, γιατί το ψύχος φεύγει από το ψυχρό σώμα και
πηγαίνει στο θερμό (Erickson 1979).
Η εξήγηση των θερμικών φαινομένων με τη χρήση δύο διαφορετικών οντοτήτων
(θερμότητα και ψύχος), έχει εντοπιστεί σε παιδιά 10 ετών και άνω, και η
δημοτικότητα της ανάμεσα στους μαθητές παραμένει σταθερή όσο ανερχόμαστε την
εκπαιδευτική κλίμακα, μέχρι και το Γυμνάσιο, ενώ στο Λύκειο εμφανίζει μια
καθοδική τάση (Engel Clough & Driver 1985, Newell & Ross 1996, Aiello-Nicosia &
Sperandeo-Mineo 2000).
Η τάση των μαθητών να χρησιμοποιούν αυτή την αντίληψη μπορεί να ενισχύεται
από την καθημερινή εμπειρία (π.χ. την αίσθηση που έχουν οι μαθητές όταν
ακουμπούν ψυχρά αντικείμενα όπου το ψύχος φαίνεται να ρέει μέσα στο σώμα τους)
και από τον καθημερινό λόγο (π.χ. τη χρήση φράσεων όπως «κλείσε την πόρτα για να
μείνει το κρύο έξω») (Newell & Ross 1996).
Η αντίληψη των μαθητών για την ύπαρξη δύο διαφορετικών οντοτήτων, της
θερμότητας και του ψύχους, παρουσιάζει κοινά στοιχεία με την αντίληψη των Ιώνων
66
φιλοσόφων, του Αριστοτέλη και των Φυσικών του 13ου μ.Χ (πχ. Crosseteste) έως και
του 17ου μ.Χ αιώνα (Πειραματιστές) για το «θερμό» και το «ψυχρό» (Wiser & Carey
1983, Τσελφές 1994). Στις διάφορες εξηγήσεις τους για τα θερμικά φαινόμενα, ήταν
φανερή η χρήση δύο διαφορετικών οντοτήτων.
67
αν έχει το πράγμα, αφού μόνο αυτές οι δύο υποθέσεις είναι δυνατόν να γίνουν
σχετικά με τη φύση της θερμότητας, θα πρέπει να δεχτούμε τις αρχές που είναι κοινές
και στις δύο. Άλλωστε, είτε σύμφωνα με τη μία είτε σύμφωνα με την άλλη υπόθεση,
στα απλά μείγματα σωμάτων η ποσότητα ελεύθερης θερμότητας αποτελεί μια
σταθερά» (Gillispie 1994, σελ. 222).
Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης των μαθητών, η συνολική θερμότητα κατά τη
διάρκεια της εξέλιξης των θερμικών φαινομένων μεταβάλλεται και ειδικότερα
μειώνεται (Wiser 1986). Για παράδειγμα, συχνά οι μαθητές θεωρούν ότι η θερμότητα
που απορροφά ένα υγρό κατά τη θέρμανσή του είναι μεγαλύτερη από τη θερμότητα
που χάνει κατά την ψύξη του (Wiser 1986, Φασουλόπουλος 2001).
Συνήθως, οι μαθητές που θεωρούν ότι η θερμότητα έχει χαρακτηριστικά ποιοτικού
μεγέθους, θεωρούν ότι η συνολική θερμότητα ενός συστήματος σωμάτων
μεταβάλλεται.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αντίληψη της μη διατήρησης της συνολικής
θερμότητας του συστήματος των σωμάτων κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των
θερμικών φαινομένων, έχει εντοπιστεί σε μαθητές 10 ετών και άνω, και η
δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική τάση όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική
κλίμακα έως και τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, ενώ στη συνέχεια, η δημοτικότητα
της αντίληψης αυτής εμφανίζει μια καθοδική τάση (Wiser 1986).
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αντίληψη αυτή των μαθητών για την μη διατήρηση της
θερμότητας εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά με την επικρατούσα άποψη για τη
θερμότητα, από τον 6ο π.Χ. αιώνα (με τους Ίωνες φιλοσόφους), μέχρι τον 17ο μ.Χ.
αιώνα (με τους Πειραματιστές).
68
ποικίλες αντιλήψεις μη συμβατές με τη σχολική εκδοχή της επιστημονικής γνώσης
για τη θερμοκρασία.
Από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση των ερευνών προκύπτει ότι τα ζητήματα ως
προς τα οποία διερευνήθηκαν οι αντιλήψεις των μαθητών για τη θερμοκρασία
αφορούσαν:
- στη μη διαφοροποίηση θερμοκρασίας και θερμότητας και
- στον εντοπισμό παραγόντων από τους οποίους εξαρτάται η θερμοκρασία που
αποκτούν τα σώματα (όταν βρίσκονται σε θερμική ισορροπία με το περιβάλλον
τους).
Από το σύνολο σχεδόν των ερευνών που αναφέρονται στις αντιλήψεις των
μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, προκύπτει ότι οι μαθητές δεν
διαφοροποιούν τη θερμότητα από τη θερμοκρασία (ενδεικτικά, Erickson 1979, 1980,
1985, Summers 1983, Warren 1983, Briggs & Brooks 1984, Tiberghien 1985, Ellse
1988, Ραβάνης 1988, Καρανίκας 1996, Arnold et al.1996, Harrison et al. 1999,
Καρύδας & Κουμαράς 2000). Συγκεκριμένα, οι μαθητές τείνουν να θεωρούν ότι η
θερμοκρασία είναι μια ένδειξη της έντασης της θερμότητας (Wiser 1986, Kesidou &
Duit 1993) ή ότι η θερμοκρασία αποτελεί μέτρο της ποσότητας της θερμότητας που
περιέχεται σε ένα σώμα (Warren 1983, Briggs & Brook 1984, Tiberghien 1985, Ellse
1988, Καρανίκας 1996, Arnold et al.1996, Καρύδας & Κουμαράς 2000). Οι μαθητές
που δεν διαφοροποιούν τη θερμοκρασία από τη θερμότητα, θεωρούν ότι δυο σώματα
έχουν την ίδια θερμότητα, αν αυτά βρίσκονται στην ίδια θερμοκρασία και
αντίστροφα (Kesidou & Duit 1993).
Ειδικότερα, από τα βιβλιογραφικά ευρήματα (Erickson 1975,1979, Summers 1983,
Warren 1983, Briggs & Brook 1984, Tiberghien 1985, Kesidou & Duit 1993,
Kesidou, Duit & Glynn 1995, Arnold et al.1996) προκύπτει ότι οι μαθητές που δεν
διαφοροποιούν τη θερμοκρασία από τη θερμότητα, στις εξηγήσεις τους για τα
θερμικά φαινόμενα, χειρίζονται τις παρακάτω τρεις αντιλήψεις:
- Η θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης της θερμότητας.
- Η θερμοκρασία είναι μέτρο της ποσότητας της θερμότητας.
69
- Η θερμοκρασία συνδέεται με την ποσότητα της θερμότητας ανά μονάδα μάζας
του σώματος.
Ένας σημαντικός αριθμός μαθητών στο πλαίσιο της εξήγησης των θερμικών
φαινομένων, θεωρεί ότι η θερμοκρασία είναι μια ένδειξη της έντασης της θερμότητας
(ή και του ψύχους) που περιέχει ένα σώμα, όταν δίνει εξηγήσεις σε διάφορες
καταστάσεις θέρμανσης/ψύξης (Appleton, 1985, Wiser 1986, Kesidou & Duit 1993,
Kesidou, Duit & Glynn 1995, Meltzer 2001, Greenbowe & Meltzer 2003).
Οι μαθητές που χειρίζονται αυτή την αντίληψη, αντιλαμβάνονται τη θερμότητα ως
μέγεθος που χαρακτηρίζεται μόνο από την έντασή του, και κατά συνέπεια είναι
ανεξάρτητη της μάζας του σώματος. Η θερμότητα λοιπόν σύμφωνα με αυτούς τους
μαθητές, εμφανίζει χαρακτηριστικά εντατικού μεγέθους και η θερμοκρασία
εκλαμβάνεται ως «βαθμός της θερμότητας» (Appleton 1985, Wiser 1986, Kesidou &
Duit 1993, Greenbowe & Meltzer 2003).
Έτσι, σύμφωνα με τους μαθητές, σώματα διαφορετικού όγκου ή μάζας, που
βρίσκονται στην ίδια θερμοκρασία, θεωρούνται από τους μαθητές ότι περιέχουν
θερμότητες ίδιας έντασης. Επιπλέον, όταν ίσες ποσότητες διαφορετικών σωμάτων
θερμανθούν από όμοιες πηγές και φθάσουν στην ίδια θερμοκρασία, αν και οι χρόνοι
θέρμανσης τους είναι διαφορετικοί, οι μαθητές θεωρούν ότι τα σώματα έχουν λάβει
την ίδια θερμότητα. Ακόμα και όταν τους τονίζεται το γεγονός ότι θερμαίνονται για
διαφορετικό χρόνο, ένα μεγάλο μέρος αυτών εξακολουθεί να θεωρεί ότι έχουν λάβει
την ίδια θερμότητα (Kesidou & Duit 1993). Γι’ αυτούς, η θερμοκρασία εξομοιώνεται
με τη θερμότητα, και αφού τα σώματα φθάνουν στην ίδια θερμοκρασία, θα πρέπει να
έχουν δεχθεί ίδιες θερμότητες.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αντίληψη της θερμοκρασίας ως ένδειξης της
έντασης της θερμότητας εντοπίστηκε σε μαθητές 10 ετών και άνω και η
δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική τάση όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική
κλίμακα έως και τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, ενώ στη συνέχεια φαίνεται να
εμφανίζει μια καθοδική τάση (Wiser 1986, Kesidou & Duit 1993, Meltzer 2001).
70
(β) Η αντίληψη της θερμοκρασίας ως μέτρου της ποσότητας της θερμότητας
71
θερμότητας που περιέχει το σώμα η τελική θερμοκρασία του νερού που προκύπτει
από την ανάμειξη δύο ίσων ποσοτήτων νερού θερμοκρασίας 50οC, είναι 100οC
(Driver & Russel 1982) και αν προστίθεται θερμότητα σε ένα σώμα, η θερμοκρασία
του θα πρέπει απαραίτητα να αυξάνεται (Andersson 1979, 1986, Tiberghien 1985,
Ραβάνης 1988, Sciarretta et al. 1990, Nachmias et al. 1990, Arnold et al. 1994,
Thomaz et al. 1995, Καρανίκας 1996).
Η αντίληψη της θερμοκρασία ως μέτρου της ποσότητας θερμότητας, εμφανίζεται
σε μαθητές από 11-12 ετών και άνω, και η δημοτικότητα της εμφανίζει μια ανοδική
τάση όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα (Tiberghien 1985, Thomaz et al.
1995) Οι μαθητές άνω των 16 ετών, εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αυτή την
αντίληψη, σε σχετικά μικρότερο ποσοστό (Rosenquist, Popp & McDermott 1982,
Kesidou & Duit 1990, 1993, Magnusson & Krajcik 1993, Arnold et al.1994,1996,
Driver et al.1994, Καρανίκας 1996, Greenbowe & Meltzer 2003).
Μικρό ποσοστό μαθητών αντιλαμβάνεται ότι η θερμοκρασία δεν είναι απλά μέτρο
της θερμότητας που περιέχεται σε ένα σώμα, αλλά ότι είναι το μέτρο της ποσότητας
της θερμότητας που περιέχεται σε ένα σώμα ανά μονάδα όγκου ή μάζας του σώματος
(Kesidou & Duit 1993). Αν και αυτή η αντίληψη τείνει προς την κατεύθυνση της
σχολικής εκδοχής της επιστημονικής γνώσης, οι μαθητές δεν διαφοροποιούν τη
θερμοκρασία από τη θερμότητα.
72
αιώνα. Μέχρι τότε, οι δύο έννοιες (θερμότητα και θερμοκρασία) δεν είχαν
διαφοροποιηθεί και συχνά θεωρούνταν είτε ως ταυτόσημες είτε ότι η θερμοκρασία
δείχνει ή μετρά την ένταση ή την ποσότητα της θερμότητας (Wiser 1986).
(α) Η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από το
μέγεθός του
73
1985, Rozier & Viennot 1991, Καρανίκας 1996, Φασουλόπουλος, 2001). Πιο
συγκεκριμένα, σε συνθήκες δωματίου:
- για μεν τα θερμά σώματα, τα μεγαλύτερα σε μέγεθος έχουν υψηλότερη
θερμοκρασία από τα μικρότερα και
- για δε τα ψυχρά σώματα, τα μεγαλύτερα σε μέγεθος έχουν χαμηλότερη
θερμοκρασία σε σχέση με τα μικρότερα.
Οι προβλέψεις αυτές είναι πιθανόν να συνδέονται την αντίληψη των μαθητών, ότι
η θερμοκρασία είναι μέτρο της ποσότητας της θερμότητας/ψύχους που έχει ένα
σώμα. Έτσι, στο πλαίσιο μιας τέτοιας σύνδεσης, τα μεγαλύτερα σώματα μπορούν να
περιέχουν περισσότερη θερμότητα (ή ψύχος) και συνεπώς μπορούν να έχουν
υψηλότερη (ή χαμηλότερη) θερμοκρασία (Erickson 1979). Αυτοί λοιπόν οι μαθητές,
θεωρούν τη θερμοκρασία ως εκτατικό μέγεθος μάλλον, παρά ως εντατικό (Appleton,
1984, 1985, Frenkel & Strauss 1985, Maskill et al. 1997).
Με την αντίληψη των μαθητών ότι η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα
εξαρτάται από το μέγεθός του, σχετίζεται η αντίληψη ότι η θερμοκρασία που
προκύπτει από την ανάμιξη δύο υγρών, είναι ίση με το άθροισμα των αρχικών τους
θερμοκρασιών. Πιο συγκεκριμένα, έχουν διεξαχθεί αρκετές εργασίες για τις ιδέες των
παιδιών γύρω από την θερμοκρασία που προκύπτει όταν όγκοι νερού ίσων ή
διαφορετικών θερμοκρασιών αναμιγνύονται (Erickson 1979, Stavy & Berkovitz
1980, Strauss 1981, Engel 1982, Driver & Russel 1982, Strauss & Stavy 1983,
Καρανίκας 1996, Φασουλόπουλος 2001). Η περίπτωση της ανάμιξης ποσοτήτων
νερού διαφορετικών θερμοκρασιών είναι πιο δύσκολη παρά η ανάμιξη ποσοτήτων
νερού ίδιας θερμοκρασία. Οι απαντήσεις των παιδιών χωρίστηκαν σε κατηγορίες
ανάλογα με τις «στρατηγικές» που χρησιμοποιήθηκαν για την επίλυση του
προβλήματος και την ηλικία των μαθητών. Βρέθηκε ότι οι μαθητές χρησιμοποίησαν
τέσσερις διαφορετικές «στρατηγικές»:
- «προσθετική στρατηγική»: μια ομάδα μαθητών (κυρίως 7-9 ετών) προτίμησε σε
μεγάλο ποσοστό μια «προσθετική» στρατηγική, δηλαδή θεώρησε ότι η
θερμοκρασία που προκύπτει από την ανάμιξη δύο υγρών, είναι ίση με το
άθροισμα των αρχικών θερμοκρασιών (Stavy & Berkovitz 1980, Driver & Russel
1982, Καρανίκας 1996, Φασουλόπουλος 2001).
- «αφαιρετική στρατηγική»: η ομάδα μαθητών μεγαλύτερης ηλικίας (13-14 ετών)
παρουσίασε σε μεγάλο ποσοστό, εκτός της «προσθετικής» στρατηγικής, την
τάση επιλογής μιας «αφαιρετικής» στρατηγικής, δηλαδή θεώρησε ότι η
74
θερμοκρασία που προκύπτει από την ανάμιξη δύο υγρών, είναι ίση με τη διαφορά
των αρχικών θερμοκρασιών (Stavy & Berkovitz 1980, Driver & Russel 1982,
Καρανίκας 1996),
- «στρατηγική επικράτησης»: ένα μικρό ποσοστό μαθητών προτίμησε μια
στρατηγική «επικράτησης», θεώρησε δηλαδή ότι η θερμοκρασία που προκύπτει
από την ανάμιξη δύο υγρών, είναι ίση με την επικρατέστερη τιμή των αρχικών
τους θερμοκρασιών,
- «στρατηγική μέσου όρου»: μια σημαντική ομάδα μαθητών (13-14 ετών),
χρησιμοποίησε μια στρατηγική «μέσου όρου», θεώρησε δηλαδή ότι η
θερμοκρασία που προκύπτει από την ανάμιξη δύο υγρών, είναι ίση με το μέσο
όρο των αρχικών τους θερμοκρασιών.
Οι περισσότεροι μαθητές, φαίνεται ότι έχουν μια καλή διαισθητική σύλληψη της
ιδέας της εντατικότητας της θερμοκρασίας, όταν διαπραγματεύονται φαινόμενα με
ποιοτικά δεδομένα. Αντίθετα, όταν το πρόβλημα δίνει ποσοτικά δεδομένα, οι μαθητές
συναντούν σημαντικές δυσκολίες. Χρησιμοποιούν ενδεχομένως τις στρατηγικές
εκείνες που κανονικά χρησιμοποιούνται με ποσοτικά δεδομένα, δηλαδή πρόσθεση
και αφαίρεση (Strauss 1981).
Για παράδειγμα, οι Stavy και Berkovitz (1980), αναφέρουν ότι οι μαθητές αφού
αναμείγνυαν δύο ποσότητες νερού θερμοκρασίας 20οC, ήταν σίγουροι ότι το νερό θα
είχε θερμοκρασία 40οC. Συχνά μάλιστα έμεναν με την ιδέα ότι το θερμόμετρο είχε
χαλάσει γιατί έβλεπαν ότι το νερό είχε την ίδια θερμοκρασία όπως πριν.
Παράλληλα με τον προσθετικό συλλογισμό που έδειξαν οι μαθητές στα
προβλήματα, πολλοί μαθητές χρησιμοποιούσαν αφαίρεση στα προβλήματα εκείνα
που η θερμοκρασία είναι ίση με τη μέση τιμή των αρχικών θερμοκρασιών. Έτσι σε
ένα πρόβλημα ανάμειξης νερού 10οC με νερό 70οC (το οποίο καταλήγει με
θερμοκρασία 40οC), η πλειοψηφία των λανθασμένων απαντήσεων των παιδιών
οφειλόταν εν γένει στις προσθετικές τους στρατηγικές (το νερό θα είναι
10οC+70οC=80οC), ενώ υπήρχε και ένα μικρότερο ποσοστό λανθασμένων
απαντήσεων που οφειλόταν στην ενεργοποίηση αφαιρετικών στρατηγικών (το νερό
θα είναι 70οC-10οC=60οC).
Σύμφωνα με τους Strauss και Stavy (1982), σε έργα ανάμιξης υγρών, οι
απαντήσεις των μαθητών που βρίσκονται προς την κατεύθυνση της σχολικής γνώσης,
παρουσιάζουν την μορφή της καμπύλης U και χαρακτηρίζονται από τρία στάδια.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου σταδίου, οι μαθητές ανάμεσα στην ηλικία των
75
τεσσάρων με έξι χρόνων επιλύουν προβλήματα ανάμιξης υγρών στα οποία ζητείται η
θερμοκρασία με αρκετή ορθότητα. Στα δεύτερο στάδιο, οι μαθητές ηλικίας επτά με
εννέα χρόνων παρουσιάζουν μία πτωτική πορεία στην επίδοσή τους, η οποία και πάλι
ανεβαίνει καθώς πηγαίνουν προς το τρίτο στάδιο, γύρω στην ηλικία των δέκα με
έντεκα χρόνων. Η επίδοση των μαθητών από τεσσάρων έως και έξι χρόνων
αντιστοιχεί στην επίδοση των παιδιών που βρίσκονται στο τρίτο στάδιο.
(β) Η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από τη
σύστασή του
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη των μαθητών, η φύση του υλικού ενός σώματος
καθορίζει την θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με το
περιβάλλον του (Tiberghien 1980,1985, Appleton 1984, 1985, Erickson 1975,1985,
Frenkel & Strauss 1985, Thomaz et al. 1995, Καρανίκας 1996, Maskill et al.1997,
Harrison et al. 1999, Aiello-Nicosia & Sperandeo-Mineo 2000, Jasier & Oberem
2002).
Οι μαθητές υποστηρίζουν ότι η διαφορετική αίσθηση που τους δημιουργείται όταν
αγγίζουν δύο αντικείμενα (που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο σταθερής
θερμοκρασίας περιβάλλον), τους δίνει την εντύπωση ότι αυτά τα αντικείμενα θα
βρίσκονται σε διαφορετικές θερμοκρασίες (Appleton 1985, Gale 1993, Thomaz et al.
1995, Jasier & Oberem 2002). Συμπεραίνουν τότε ότι η θερμοκρασία που αποκτά ένα
σώμα εξαρτάται από το υλικό κατασκευής του. Πολλοί μαθητές, για παράδειγμα,
θεωρούν ότι τα μεταλλικά αντικείμενα είναι ψυχρότερα από τα ξύλινα (Tiberghien
1980).
Οι μαθητές λοιπόν, θεωρούν τη θερμοκρασία ως ιδιότητα των υλικών και δεν την
αναγνωρίζουν ως φυσική παράμετρο που μπορεί να περιγράψει την κατάσταση ενός
σώματος. Αυτό έχει τις παρακάτω συνέπειες:
- Σε ορισμένες περιπτώσεις οι μαθητές δεν αναγνωρίζουν ότι το ίδιο αντικείμενο
μπορεί να έχει διάφορες θερμοκρασίες (Tiberghien 1980).
- Δημιουργούνται προβλήματα στην κατανόηση της θερμικής ισορροπίας
(Tiberghien 1980). Οι μαθητές, δηλαδή, δεν αναγνωρίζουν ότι διάφορα
αντικείμενα, που βρίσκονται σε επαφή, θα αποκτήσουν τελικά την ίδια
θερμοκρασία.
76
- Σκέπτονται με βάση την ουσία και κατά περίπτωση, δηλαδή, σύμφωνα με την
πειραματική κατάσταση. Δεν εγκαθιστούν μια συστηματική αιτιακή σύνδεση
μεταξύ της θέρμανσης της ουσίας και του γεγονότος ότι η θερμοκρασία της
αυξάνεται. Μικρό ποσοστό των μαθητών αντιλαμβάνεται ότι η θερμοκρασία
όλων των σωμάτων αυξάνει όταν αυτά θερμαίνονται. Πολλοί μάλιστα από τους
μαθητές προβλέπουν ότι ορισμένα υλικά (π.χ. άμμος, ζάχαρη) δεν μπορούν να
θερμανθούν (Tiberghien 1985, Gale 1993).
Επιπλέον, η εξήγηση ότι τα υλικά έχουν την ιδιότητα να είναι θερμά ή ψυχρά
λόγω της φύσης τους, κυριαρχεί σε καταστάσεις στις οποίες υπάρχει ένα δοχείο,
του οποίου ο ρόλος είναι να διατηρεί το περιεχόμενο του σε ορισμένη
θερμοκρασία, για όσο το δυνατό περισσότερο διάστημα, καθώς και σε
καταστάσεις όπου περιλαμβάνεται επαφή. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της
θερμικής μόνωσης του πάγου οι μαθητές επιλέγουν ένα μεταλλικό δοχείο γιατί,
σύμφωνα με αυτούς, τα μεταλλικά δοχεία είναι ψυχρότερα από τα δοχεία άλλων
υλικών. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι μαθητές συσχετίζουν δύο ιδιότητες που τις
αποδίδουν στο υλικό: την ιδιότητα να είναι ψυχρό ή θερμό και την ιδιότητα να
διατηρεί κάτι κρύο (Tiberghien 1979,1985, Tiberghien et al. 1983, Engel Clough
& Driver 1985).
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας
που αποκτά ένα σώμα από τη σύστασή του, όπως προκύπτει από τα ερευνητικά
ευρήματα, εμφανίζεται σε μεγάλο ποσοστό σε μαθητές 10-11 ετών και η
δημοτικότητα της παραμένει σταθερή όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα
από το Δημοτικό έως και το Γυμνάσιο, ενώ στη συνέχεια, φαίνεται να εμφανίζει μια
καθοδική τάση (Tiberghien 1980, Erickson 1985, Gale 1993, Thomaz et al. 1995,
Maskill et al.1997, Aiello-Nicosia & Sperandeo-Mineo 2000, Jasier & Oberem,
2002).
(γ) Η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από την
πυκνότητα ή τη σκληρότητά του
77
μαθητές αυτοί θεωρούν ότι, ανάλογα με την πυκνότητα ή την σκληρότητα του υλικού
κατασκευής τους, η θερμότητα εισέρχεται ή φεύγει από αυτά, άλλες φορές πιο
εύκολα και άλλες πιο δύσκολα, με αποτέλεσμα τα σώματα αυτά να έχουν
διαφορετικές θερμοκρασίες (Gale 1993, Kesidou & Duit 1993).
Η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από τη
πυκνότητά του, εμφανίζεται σε μεγάλο ποσοστό σε μαθητές ηλικίας 10-11 ετών και
άνω και η δημοτικότητά της εμφανίζει μια καθοδική τάση όσο ανερχόμαστε την
εκπαιδευτική κλίμακα (Appleton 1985, Brook et al. 1984, Gale 1993).
(δ) Η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντός του
Για ορισμένους μαθητές, που φοιτούν κυρίως στο Λύκειο, τα σώματα που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, πρέπει απαραίτητα να έχουν την
ίδια θερμοκρασία με αυτήν του περιβάλλοντός τους (Linn & Songer 1991, Thomaz et
al. 1995, Arnold & Millar 1996, Frederik, Van der Valk, Leite & Thoren 1999, Jasier
& Oberem, 2002). Συνεπώς, γι’ αυτούς τους μαθητές, τα χαρακτηριστικά ενός
σώματος (π.χ. μέγεθος, σύσταση) δεν επηρεάζουν τη θερμοκρασία που αποκτά ένα
σώμα.
Όπως προκύπτει από τις έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με τις
αντιλήψεις των μαθητών για τη θερμική ισορροπία, το ζήτημα ως προς το οποίο
διερευνήθηκαν οι αντιλήψεις τους ήταν αν η θερμική ισορροπία υπάρχει ως πιθανή
κατάσταση, όπου τα σώματα είναι πιθανόν να αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες ή ως
αναγκαιότητα, όπου τα σώματα αποκτούν αναγκαστικά ίσες θερμοκρασίες
Τα βιβλιογραφικά ευρήματα κάνουν φανερή την ύπαρξη των δύο ακόλουθων
αντιλήψεων:
- θερμική ισορροπία ως πιθανή κατάσταση (τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό
χρόνο στο ίδιο περιβάλλον είναι πιθανόν να αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες)
- θερμική ισορροπία ως αναγκαιότητα (τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό
χρόνο στο ίδιο περιβάλλον αποκτούν αναγκαστικά ίσες θερμοκρασίες).
78
(α) Η αντίληψη της θερμικής ισορροπίας ως πιθανής κατάστασης
79
χάνει την παραπάνω ποσότητα θερμότητας και μειώνεται η θερμοκρασία του. Το
δεύτερο σώμα παίρνει αυτή την ποσότητα θερμότητας και ανεβαίνει η
θερμοκρασία του. Όσους βαθμούς θερμοκρασίας έχασε το πρώτο σώμα, τόσους
κέρδισε το δεύτερο (Kesidou & Duit 1993). Τα σώματα δηλαδή τείνουν να
αποκτήσουν την ίδια ποσότητα θερμότητας, άρα και την ίδια θερμοκρασία.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η θερμική
ισορροπία θεωρείται μια πιθανή κατάσταση, εντοπίζεται τόσο σε μαθητές ηλικίας
10-11 ετών όσο και σε μεγαλύτερους, και η δημοτικότητα της παραμένει σταθερή
όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα έως και τις πρώτες τάξεις του Λυκείου.
Στη συνέχεια, μέχρι την τελευταία τάξη του Λυκείου φαίνεται να εμφανίζει μια
καθοδική τάση. (Duit & Kesidou 1988, Wiser 1986, Kesidou & Duit 1993).
Η αντίληψη της θερμικής ισορροπίας ως πιθανής κατάστασης, παρουσιάζει κοινά
στοιχεία με την άποψη των Φυσικών έως και του 17ου μ.Χ αιώνα (Πειραματιστές).
Σύμφωνα με τους Πειραματιστές, τα διάφορα σώματα δεν φτάνουν απαραίτητα σε
μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από ισότητα των θερμοκρασιών τους. Σε
ορισμένες μόνο περιπτώσεις τα σώματα αποκτούν θερμότητες ίσων εντάσεων (Wiser
1986).
Για ορισμένους μαθητές, που φοιτούν κυρίως στο Λύκειο, τα σώματα που
βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον για αρκετό χρόνο, πρέπει πάντα να αποκτήσουν
απαραίτητα την ίδια θερμοκρασία (Linn & Songer 1991, Thomaz et al. 1995, Arnold
& Millar 1996, Aiello-Nicosia & Sperandeo-Mineo 2000). Συνεπώς, γι’ αυτούς τους
μαθητές, η θερμική ισορροπία αποτελεί μια αναγκαιότητα, και όχι απλά μια πιθανή
κατάσταση στην οποία μπορεί να βρεθούν τα σώματα.
Σε ό,τι αφορά τη διάδοση της θερμότητας με αγωγή, από τις απαντήσεις των
μαθητών σε ερωτήσεις σχετικές με καταστάσεις θέρμανσης ή μόνωσης, όπως αυτές
παρουσιάζονται στις έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί (Tiberghien 1979, 1985,
80
Erickson 1980, 1985, Engel Clough & Driver 1985, Bruce & Kopnicek 1990,
Sciarreta et al. 1990, Jara-Guerrero 1993, Lewis & Linn 1994, Newell & Ross 1996),
συνάγονται οι ακόλουθες αντιλήψεις για τη θερμική συμπεριφορά των σωμάτων:
- Οι μονωτές παράγουν θερμότητα.
- Οι αγωγοί έλκουν θερμότητα σε θερμό περιβάλλον και ψύχος σε ψυχρό
περιβάλλον.
- Οι αγωγοί άγουν τη θερμότητα πιο γρήγορα (ή πιο αργά) σε σχέση με τους
μονωτές σε θερμό (ή σε ψυχρό) αντίστοιχα περιβάλλον.
- Τα σώματα είναι αποκλειστικά είτε αγωγοί είτε μονωτές.
Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή των μαθητών, οι μονωτές (και πιο συγκεκριμένα
τα μάλλινα και βαμβακερά σώματα) έχουν την ιδιότητα να απορροφούν αλλά κυρίως
να δημιουργούν (παράγουν) θερμότητα και κατά συνέπεια να θερμαίνουν τα σώματα
(Erickson & Tiberghien1985, Bruce & Kopnicek 1990, Jara-Guerrero 1993, Lewis
1991, 1996, Vosniadou & Kempner 1993, Harrison 1994, Lewis & Linn 1994, Newell
& Ross 1996, Stylianidou 1997).
Οι μαθητές γνωρίζουν από την καθημερινή τους εμπειρία ότι όταν φορούν αρκετά
ρούχα, τότε ζεσταίνονται. Αναφέρουν λοιπόν ότι οι μονωτές θερμαίνουν τα σώματα
(Reterfalvi 1982, Erickson & Tiberghien1985, Sciarreta et al.1990, Kempner 1992,
Lewis & Linn 1994, Boohan 1996, Newell & Ross 1996). Θεωρούν τα μάλλινα ως
αντικείμενα που δημιουργούν θερμότητα και όχι ότι απλά επιβραδύνουν τη ροή
θερμότητας που εκπέμπεται από τα σώματά τους (Lewis & Linn 1994, Newell &
Ross 1996).
Πολλοί μαθητές εκπλήσσονται συχνά όταν ένας κύβος πάγου τυλιγμένος με
μάλλινο ύφασμα ή με κομμάτια εφημερίδας «κρατάει περισσότερο» από έναν άλλο
τοποθετημένο μέσα σε μεταλλικό φύλλο (Bruce & Kopnicek, 1990). Παρόμοια,
πιστεύουν ότι ο πάγος θα λιώσει πιο γρήγορα πάνω σε ξύλο, παρά σε μέταλλο,
προβάλλοντας ως αιτιολόγηση την αντίληψη σύμφωνα με την οποία, το ξύλο είναι
πιο ζεστό σε σχέση με το μέταλλο και έτσι το ξύλο θα θερμάνει πιο γρήγορα τον πάγο
(Sciarreta et al.1990).
81
Η ιδέα, επίσης, ότι η γούνα ζεσταίνει και ότι, αν τυλίξουμε ένα κομμάτι πάγου με
μια γούνα αυτό θα λιώσει πιο γρήγορα, εμφανίζεται να αντιστέκεται στην αλλαγή
παρά τις πειραματικές διαδικασίες που τη διαψεύδουν (Peterfalvi 1982).
Η αντίληψη των μαθητών ότι οι μονωτές παράγουν θερμότητα, εντοπίζεται σε
πολύ μεγάλα ποσοστά σε μαθητές ηλικίας 10-11 ετών και άνω, και η δημοτικότητα
της παραμένει σταθερή όσο ανερχόμαστε την εκπαιδευτική κλίμακα έως και τις
πρώτες τάξεις του Λυκείου (Bruce & Kopnicek 1990, Lewis & Linn 1994, Newell &
Ross 1996).
(β) Η αντίληψη της έλξης από τους αγωγούς θερμότητας σε θερμό περιβάλλον
και ψύχους σε ψυχρό περιβάλλον
Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης, οι μαθητές θεωρούν ότι οι αγωγοί (και
ειδικότερα τα μέταλλα), έχουν την ιδιότητα να έλκουν, να διατηρούν ή να
απορροφούν, ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται, άλλες φορές το ψύχος
και άλλες φορές τη θερμότητα (Tiberghien 1979,1985, Erickson 1980,1985,
Tiberghien et al. 1983, Engel Clough & Driver 1985, Kesidou & Duit 1993, Lewis
1991, 1996, Harrison 1994, Lewis & Linn 1994, Harrison et al. 1999). Ειδικότερα,
θεωρούν ότι:
- Σε θερμό περιβάλλον, οι αγωγοί έλκουν, διατηρούν ή απορροφούν θερμότητα.
- Σε ψυχρό περιβάλλον, οι αγωγοί έλκουν, διατηρούν ή απορροφούν ψύχος
82
Επειδή οι μαθητές αισθάνονται τα μέταλλα πιο θερμά σε σχέση με άλλα υλικά σε
θερμό περιβάλλον, είναι εύκολο να συμπεράνουν ότι τα μέταλλα πρέπει να έχουν την
ικανότητα να έλκουν, να απορροφούν ή να διατηρούν τη θερμότητα. Οι μαθητές τότε
φτάνουν στο συμπέρασμα ότι, επειδή τα μέταλλα είναι θερμά σε θερμό περιβάλλον,
αυτά θα είναι ιδανικά για να «κρατούν τα πράγματα ζεστά». Σε αυτήν την περίπτωση,
οι μαθητές συγχέουν, τις διαδικασίες μεταφοράς ενέργειας με τη θερμοκρασία ενός
δεδομένου υλικού.
Με την αντίληψη της έλξης, διατήρησης ή απορρόφησης της θερμότητας ή του
ψύχους σχετίζεται και η αντίληψη ότι τα μέταλλα είναι μονωτές, αφού, όπως έχει
αναφερθεί, τα μέταλλα είναι ιδανικά στο να κρατούν τα πράγματα θερμά ή ψυχρά.
Αυτή η αντίληψη ενισχύεται από τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα υλικά
στην καθημερινή ζωή.
Για παράδειγμα, τα σημερινά θερμιδόμετρα και τα δοχεία «θέρμος» είναι συνήθως
κατασκευασμένα από ατσάλι. Οι μαθητές συνήθως δεν γνωρίζουν ότι το κενό μεταξύ
των τοιχωμάτων του δοχείου είναι υπεύθυνο για την μονωτική ικανότητα που
παρουσιάζουν τα δοχεία αυτά. Οδηγούνται λοιπόν στο συμπέρασμα ότι τα μέταλλα
έχουν μονωτικές ιδιότητες.
Ένα άλλο παράδειγμα με το οποίο φαίνεται να ενισχύεται η αντίληψη ότι τα
μέταλλα έχουν μονωτικές ιδιότητες, είναι η συνηθισμένη πρακτική μαγείρων σε
εστιατόρια να τυλίγουν τα φαγητά για το σπίτι σε αλουμινόχαρτο με την αιτιολογία
ότι έτσι θα διατηρηθούν ζεστά (Lewis & Linn 1994). Αλλά και στο σπίτι, συχνά οι
μητέρες των μαθητών σκεπάζουν τα ζεστά φαγητά με αλουμινόχαρτο όταν τα
βγάζουν από το φούρνο, λέγοντας ότι έτσι θα τα διατηρήσουν ζεστά (Lewis & Linn
1994).
83
δυνατό περισσότερο διάστημα. Ο αγωγός, σύμφωνα με τους μαθητές, διατηρεί την
ψυχρή κατάσταση του αντικειμένου, που είναι στο εσωτερικό του, γιατί έχει την
ιδιότητα να απορροφά και να διατηρεί το ψύχος (Tiberghien 1979,1985, Tiberghien et
al. 1983, Engel Clough & Driver 1985).
Σε καταστάσεις μόνωσης ενός ψυχρού σώματος, τα υλικά που με το άγγιγμα
φαίνονται ψυχρά, επιλέγονται από τους μαθητές, για να κρατήσουν κρύα για όσο το
δυνατόν περισσότερο χρονικό διάστημα, τα ψυχρά αντικείμενα. Οι μαθητές
εγκαθιστούν μια αιτιακή σχέση του τύπου: «επειδή το υλικό είναι ψυχρό, ψύχει».
Ειδικότερα, το αλουμινόχαρτο θεωρείται ως το καλύτερο υλικό με το οποίο πρέπει να
τυλιχθεί ένα ψυχρό σώμα, για να παραμείνει όσο το δυνατόν για περισσότερο χρονικό
διάστημα ψυχρό (Lewis & Linn 1994). Η εξήγηση που δίνουν οι μαθητές γι’ αυτή
την επιλογή τους, είναι ότι το αλουμινόχαρτο και γενικά τα μέταλλα έλκουν,
διατηρούν ή απορροφούν ψύχος (Lewis & Linn 1994).
Σύμφωνα με τους μαθητές, η βασική ιδιότητα των αγωγών, σε ψυχρό περιβάλλον,
είναι ότι οι αγωγοί «διατηρούν τα πράγματα κρύα» (Lewis & Linn 1994). Οι μαθητές
διδάσκονται ότι τα μέταλλα είναι αγωγοί και διαπιστώνουν με τη βοήθεια των
αισθήσεων, ότι σε ψυχρό περιβάλλον, τα αισθάνονται κρύα. Έτσι είναι εύλογο γι’
αυτούς να συμπεράνουν ότι οι αγωγοί είναι σώματα ψυχρά, ή έχουν κάποια ιδιότητα
που τους επιτρέπει να είναι ψυχρότερα σώματα σε σχέση με άλλα υλικά που είναι στο
ίδιο περιβάλλον (Lewis & Linn 1994).
84
βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον θα είναι διαφορετική και μάλιστα ο αγωγός θα έχει
χαμηλότερη θερμοκρασία (Tiberghien 1979, 1985, Tiberghien et al. 1983, Engel
Clough & Driver 1985).
Αντίθετα, σε θερμό περιβάλλον, οι μαθητές θεωρούν ότι οι αγωγοί άγουν τη
θερμότητα πιο γρήγορα σε σχέση με τους μονωτές. Η αντίληψη αυτή εμφανίζεται
στις καταστάσεις όπου υπάρχουν δύο σώματα, ένας αγωγός και ένας μονωτής,
τοποθετημένα σε θερμό περιβάλλον. Οι περισσότεροι μαθητές θεωρούν ότι τα
σώματα θα βρίσκονται σε διαφορετική θερμοκρασία και μάλιστα ο αγωγός θα είναι
πιο θερμός. Η πιο συνηθισμένη εξήγηση των μαθητών είναι ότι οι αγωγοί είναι θερμά
σώματα γιατί άγουν τη θερμότητα πιο γρήγορα από τα άλλα υλικά, για παράδειγμα
από τους μονωτές που άγουν τη θερμότητα πολύ πιο αργά (Engel 1982).
(δ) Η αντίληψη της κατάταξης των σωμάτων είτε στους αγωγούς είτε στους
μονωτές
3.2.5. Συζήτηση
85
Από τον πίνακα του Παραρτήματος III, προκύπτει ότι οι περισσότερες έρευνες
αφορούν σε μαθητές που φοιτούν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (12-18 ετών) ενώ
είναι αρκετά λιγότερες οι έρευνες με μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Επιπλέον, διαπιστώνεται ότι και το εύρος των θεμάτων ως προς τα οποία
διερευνήθηκαν οι αντιλήψεις των μαθητών ποικίλει ανάλογα με τις βαθμίδες της
εκπαίδευσης. Από τις 21 διαφορετικές αντιλήψεις που παρουσιάζονται στον πίνακα
του Παραρτήματος III, οι 15 έχουν ανιχνευθεί σε μαθητές πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης, ενώ και οι 21 σε μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Είναι κοινά αποδεκτό επίσης ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των
αντιλήψεων των μαθητών, είναι η εξάρτησή τους από το πλαίσιο (Driver et al. 1985).
Οι αντιλήψεις δηλαδή των μαθητών δεν έχουν τη σταθερότητα μιας
ακινητοποιημένης δομής αλλά αντίθετα εξαρτώνται και από χαρακτηριστικά της
κατάστασης-πρόβλημα που τίθεται προς επεξεργασία. Παρά το μεγάλο όμως αριθμό
των ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με τις αντιλήψεις των μαθητών για
την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, δεν υπάρχουν έρευνες που να εντοπίζουν
και να διερευνούν συστηματικά τις επιπτώσεις παραγόντων του πλαισίου από τους
οποίους εξαρτώνται πιθανά οι συγκεκριμένες αντιλήψεις των μαθητών. Μια τέτοια
μελέτη θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη γιατί θα συνέβαλε στην σε βάθος κατανόηση της
εννοιολογικής δομής των μαθητών.
Επιπλέον, παρά τη συσσώρευση ενός αξιοσημείωτου αριθμού εμπειρικών
δεδομένων, φαίνεται να είναι περιορισμένες οι προσπάθειες συγκρότησης πιο
γενικών επιπέδων περιγραφής των σκέψεων των μαθητών για την εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας.
86
3.3. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ
ΜΑΘΗΤΩΝ
3.3.1. Εισαγωγή
87
Συγκεντρώθηκαν συνολικά δεκατέσσερις διδακτικές προτάσεις 1 που παρατίθενται
στον Πίνακα 3.1.
Η αναλυτική παρουσίαση των διδακτικών προτάσεων παρατίθεται στο Παράρτημα
V.
1
Στον πίνακα δεν συμπεριλαμβάνονται προτάσεις που αναφέρονται σε καταστάσεις αλλαγής φάσης,
διαστολής – συστολής σωμάτων, μεταφοράς ενέργειας με μηχανικό έργο. Επίσης δεν
συμπεριλαμβάνονται προτάσεις που απευθύνονται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας.
88
Παρά την παραπάνω ευρύτατα αποδεκτή άποψη για τη διδασκαλία και τη μάθηση,
οι ερευνητές στις διδακτικές παρεμβάσεις τους, χρησιμοποιούν διάφορες διδακτικές
προσεγγίσεις.
Στις περισσότερες από αυτές χρησιμοποιείται το εποικοδομητικό μοντέλο
διδασκαλίας των Driver and Oldham (1986) για τη διδακτική επεξεργασία των
αντιλήψεων των μαθητών. Αυτό περιλαμβάνει τις ακόλουθες φάσεις:
προσανατολισμός, ανάδειξη, αναδόμηση, εφαρμογή και ανασκόπηση των
αντιλήψεων των μαθητών.
Ένα άλλο μοντέλο διδασκαλίας που έχει χρησιμοποιηθεί είναι του Rogers (1962).
Το μοντέλο αυτό περιλαμβάνει τις ακόλουθες πέντε φάσεις: ενημέρωση (awareness),
ενδιαφέρον (interest), δοκιμή (trial), αξιολόγηση (evaluation) και υιοθέτηση
(adoption) (Thomaz, Malaquias, Valente & Antunes 1995).
Η Linn (1995) προτείνει μια διδακτική προσέγγιση (“Scaffolded Knowledge
Integration”), κατά την οποία οι μαθητές κάνουν υποθέσεις πάνω σε ένα πρόβλημα
που έχει τεθεί, εκτελούν πειράματα, σημειώνουν αντιφάσεις μεταξύ των προβλέψεων
και των πειραματικών δεδομένων και κάνουν συνδέσεις ανάμεσα στη καθημερινή
γνώση και σ’ αυτήν που εξάγουν από την εργαστηριακή έρευνα.
Έχει χρησιμοποιηθεί επίσης το διδακτικό μοντέλο του Grayson (1996). Κατά τη
διάρκεια της διδασκαλίας οι επιστημονικά ορθές όψεις των αντιλήψεων των μαθητών
αναγνωρίζονται και ενισχύονται, ώστε οι μαθητές να αντιληφθούν ότι αυτές οι
πλευρές των αντιλήψεών τους είναι ορθές. Οι ορθές όψεις των αντιλήψεων των
μαθητών χρησιμοποιούνται ως «εφαλτήριο» για τον ανασχηματισμό των
«λανθασμένων» όψεων των αντιλήψεών τους.
Επίσης, στο σύνολο των διδακτικών προτάσεων χρησιμοποιήθηκε η γνωστική ή η
κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση ως εργαλείο για την αλλαγή των αντιλήψεων των
μαθητών. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης διαδικασίες «μικρών βημάτων» (Καρανίκας
1996), αφηρημένες εικόνες (Boohan & Ogborn 1996) και αναλογίες (Arnold & Millar
1996).
89
εκτατικό μέγεθος, ενώ η θερμοκρασία εντατικό μέγεθος. Οι περισσότερες μάλιστα
διδακτικές προτάσεις εστιάζονται αποκλειστικά σε αυτό το ζήτημα.
Στις διδακτικές προτάσεις επίσης συμπεριλαμβάνονται:
- η οικοδόμηση των έννοιας της θερμικής ισορροπίας (Thomaz et al. 1995,
Ηarisson et al. 1999),
- η οικοδόμηση των έννοιας της θερμικής αλληλεπίδρασης (Ηarisson et al. 1999),
- η εξήγηση των θερμικών φαινομένων με τη βοήθεια της κινητικής θεωρίας της
θερμότητας και του σωματιδιακού μοντέλου (Ηollon & Anderson 1995,
Σαμαράκου, Γρηγοριάδου, Μητρόπουλος, Σταυρίδου, Σολομωνίδου &
Ρηγούτσος 2000),
- η διαφοροποίηση της θερμότητας από άλλες μορφές ενέργειας (Ηollon &
Anderson 1995),
- η τροποποίηση ορισμένων αντιλήψεων των μαθητών, και πιο συγκεκριμένα της
αντίληψης ότι τα σώματα είναι από τη φύση τους θερμά ή ψυχρά (Agabra 1986)
και της αντίληψης ότι το ψύχος υπάρχει ως οντότητα διαφορετική της
θερμότητας (Καρύδας & Κουμαράς 2000).
Σε ορισμένες διδακτικές προτάσεις (Thomaz, Malaquias, Valente & Antunes 1995,
Carlton 2000, Ma-Naim, Bar & Zinn 2002, Καρανίκας 1996) χρησιμοποιείται μια
«ενεργειακή» προσέγγιση της θερμότητας. Σύμφωνα με αυτήν, η θερμότητα είναι
διαφοροποιημένη σε σχέση με την εσωτερική ενέργεια και η διαπραγμάτευση των
εννοιών στηρίζεται στο σωματιδιακό μοντέλο της ύλης.
Στις υπόλοιπες όμως διδακτικές προτάσεις χρησιμοποιείται μια «θερμιδική»
προσέγγιση για τη θερμότητα. Εδώ η θερμότητα εμφανίζει χαρακτηριστικά (αβαρούς)
ρευστού που περιέχεται στα σώματα, ρέει από το ένα σώμα στο άλλο και
διαμορφώνει τη θερμική τους κατάσταση. Στην περίπτωση αυτή δεν γίνεται διάκριση
των εννοιών της θερμότητας και της εσωτερικής ενέργειας και δεν χρησιμοποιείται το
σωματιδιακό μοντέλο της ύλης.
Από τους Linn & Songer (1991) έγινε σύγκριση ανάμεσα στις δύο διαφορετικές
προσεγγίσεις της θερμότητας. Διαπιστώθηκε ότι η «ενεργειακή» προσέγγιση της
θερμότητας είναι περισσότερο δυσνόητη για τους μαθητές. Αντίθετα, η «θερμιδική»
προσέγγιση της θερμότητας είναι πιο κοντά στον τρόπο σκέψης των μαθητών.
90
(γ) Ηλικία μαθητών και μέγεθος δείγματος
Σε ό,τι αφορά τις ηλικίες των μαθητών στις οποίες απευθύνονται οι διδακτικές
προτάσεις, το σύνολό τους σχεδόν αφορά μαθητές Γυμνασίου, Λυκείου και φοιτητές-
μελλοντικούς δασκάλους και εν ενεργεία δασκάλους, ενώ μόνο δύο προτάσεις
(Agabra 1986, Καρύδας & Κουμαράς 2000) αφορούν μεταξύ των άλλων και μαθητές
του Δημοτικού.
Σε ό,τι αφορά το μέγεθος του δείγματος των ερευνών, αυτό ποικίλει από 5 μαθητές
(Harrison et al. 1999) μέχρι 128 μαθητές (Linn & Songer 1991). Στις περισσότερες
περιπτώσεις το δείγμα που συμμετέχει στις διδακτικές παρεμβάσεις είναι 2 σχολικά
τμήματα (περίπου 48 μαθητές).
91
3.3.3. Συζήτηση
92
Στις περισσότερες διδακτικές προτάσεις η μάθηση αντιμετωπίζεται περισσότερο
ως μια ατομική και λιγότερο ως μια κοινωνική διαδικασία. Ελάχιστες διδακτικές
προτάσεις, και συνήθως οι πιο πρόσφατες (π.χ. Harisson et al. 1999), δίνουν ιδιαίτερο
βάρος στην αλληλεπίδραση των μαθητών, την οποία θεωρούν ότι διαδραματίζει
πρωτεύοντα ρόλο στη μαθησιακή διαδικασία. Άλλωστε οι ψυχολογικές και
επιστημολογικές θεωρίες των τελευταίων ετών, αντιμετωπίζουν τις μαθησιακές
διαδικασίες ως προϊόντα γνωστικών μετασχηματισμών οφειλόμενων στις κοινωνικές
αλληλεπιδράσεις (Doise & Mugny 1987, Winnykamen 1998, Dumas-Carrè & Weil-
Barais 1998). Υποστηρίζεται δηλαδή, ότι οι γνώσεις συγκροτούνται μέσω μιας
διαδικασίας κοινωνικών αλληλεπιδράσεων στο πλαίσιο των οποίων: «οι γνώσεις
εγγράφονται σε ένα πλέγμα σημασιών που δομείται κοινωνικά μέσα από
αλληλεπιδράσεις με τους διδάσκοντες και τους συνομηλίκους» και «η γνώση δεν
νοείται πλέον ως μια σχέση του Εγώ και του κόσμου αλλά ως μια σχέση ατόμων και
προτάσεων που θεωρούνται έγκυρες σε σχέση με κάποιες συμβάσεις που
συμμερίζονται όλοι» (Weil-Barais 1995, σελ. 133). Αυτή λοιπόν η κοινωνική
διάσταση της μάθησης δεν αποτελεί πυλώνα δόμησης των διδακτικών καταστάσεων
που έχουν υλοποιηθεί.
Στο σύνολο των διδακτικών προτάσεων υπήρχε ένα προσχεδιασμένο διδακτικό
υλικό και μια διαδικασία διδασκαλίας, όπου οι μαθητές δεν είχαν δυνατότητα
παρέμβασης. Μια τέτοια όμως διαδικασία φαίνεται ότι δεν εμπλέκει ενεργά τους
μαθητές στη διαμόρφωση της όλης διδακτικής πορείας. Είναι λοιπόν πιθανόν ο
μαθητής να διαπραγματεύεται καταστάσεις που δεν τον ενδιαφέρουν προσωπικά ή
δεν βρίσκονται στα ενδιαφέροντα του συνόλου των μαθητών. Στην περίπτωση αυτή
υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες οι μαθητές να υπολειτουργούν νοητικά είτε επειδή
περιορίζονται σε μια «λογική του πράττω» είτε επειδή παρασύρονται από το
«επάγγελμα μαθητής» (βλ. υποενότητα 2.5.1).
Για να είναι αποτελεσματική η μετάβαση του μαθητή από τον πόλο του
εννοιολογικού δικτύου που χειρίζεται προς τον πόλο του δικτύου που επιδιώκεται να
δομήσει, οι μαθητές είναι απαραίτητο να «στρατευθούν» σε σχέση με το τιθέμενο
πρόβλημα, να ιδιοποιηθούν τη σχετική διαμάχη των ιδεών, να προσπαθήσουν αυτοί
οι ίδιοι να το επιλύσουν και όχι να αφεθούν στην παθητική καθοδήγηση που
προάγουν οι διαδοχικές ερωτήσεις και δραστηριότητες (Astolfi & Peterfalvi 1993,
1997).
93
Σε ό,τι αφορά τη διαφοροποίηση των εννοιών της θερμότητας και της
θερμοκρασίας, που αποτελεί σχεδόν τον αποκλειστικό διδακτικό στόχο των
διδακτικών προτάσεων, αυτή στηρίζεται στο ότι η θερμότητα είναι εκτατικό μέγεθος
και η θερμοκρασία εντατικό. Έχει επισημανθεί όμως, ότι και αν ακόμα οι μαθητές
οικοδομήσουν την αντίληψη ότι η θερμότητα είναι εκτατικό μέγεθος και η
θερμοκρασία εντατικό, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχουν διαφοροποιήσει και
κατανοήσει τις έννοιες της θερμότητας και της θερμοκρασίας (Alonso & Finn 1995,
Φασουλόπουλος 2001).
Από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση των διδακτικών προτάσεων προκύπτει επίσης
ότι η «θερμιδική» προσέγγιση της θερμότητας φαίνεται να δημιουργεί λιγότερα
προβλήματα σε σχέση με την «ενεργειακή» προσέγγισή της. Η «θερμιδική»
προσέγγιση της θερμότητας, επειδή είναι πιο κοντά στον τρόπο σκέψης των μαθητών
και ειδικά των μικρότερων, μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα για το πέρασμα από
τον καθημερινό τρόπο σκέψης προς τον επιστημονικό (Aiello-Nicossia & Sperandeo-
Mineo 2000).
Το σύνολο σχεδόν των διδακτικών προτάσεων που αφορούν την εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας, έχει σχεδιαστεί και απευθύνεται σε μαθητές Γυμνασίου και
μεγαλύτερους. Εντοπίστηκαν μόνο δύο προτάσεις για μαθητές των τελευταίων
τάξεων του Δημοτικού.
Η μία από τις δύο διδακτικές προτάσεις που αναφέρονται σε μαθητές Δημοτικού, η
πρόταση της Agabra (1986), επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στην
επεξεργασία της αντίληψης σύμφωνα με την οποία τα σώματα είναι από τη φύση
τους θερμά ή ψυχρά, ενώ δεν διαπραγματεύεται ζητήματα σχετικά με την
ποσοτικοποίηση της θερμότητας, το ψύχος, τη θερμική αγωγιμότητα ή τη διάκριση
θερμότητας και θερμοκρασίας, τα οποία θεωρεί ότι είναι καλύτερο να
διαπραγματευτούν στο Γυμνάσιο ή στο Λύκειο.
Η δεύτερη διδακτική πρόταση που αναφέρεται σε μαθητές Δημοτικού, η πρόταση
των Καρύδα και Κουμαρά (2000), διαπραγματεύεται τα ζητήματα της
διαφοροποίησης των εννοιών της θερμότητας και της θερμοκρασίας (μέσα από ένα
πείραμα παρμένο από την Ιστορία των Φυσικών Επιστημών) και της ύπαρξης του
ψύχους ως οντότητας διαφορετικής από τη θερμότητα (μέσα από ένα επιστημονικό
κριτήριο).
Αναφορικά με τη μέθοδο αποτίμησης του μαθησιακού αποτελέσματος στο σύνολο
σχεδόν των διδακτικών παρεμβάσεων που αφορούν την εννοιολογική περιοχή της
94
θερμότητας, έχουν χρησιμοποιηθεί γραπτά ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις για την
καταγραφή των αντιλήψεων των μαθητών πριν και μετά τις διδασκαλίες. Αυτή η
μέθοδος αποτίμησης δεν επιτρέπει τη μελέτη, βήμα προς βήμα, της εξέλιξης της
νοητικής προόδου των μαθητών και τη διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις
οποίες, η διδακτική επεξεργασία των αντιλήψεων, μπορεί να επηρεάσει τους
συλλογισμούς των μαθητών. Η μελέτη των διαδικασιών μάθησης δεν πρέπει να
αντιμετωπίζεται αποσπασματικά (μέσω επαναλαμβανόμενων ερωτηματολογίων και
συνεντεύξεων), αλλά σε όλη τη χρονική διάρκειά της, μέσα από το γραπτό και κυρίως
τον προφορικό λόγο των μαθητών (Leach & Scott 2003).
Από τις παραπάνω διαπιστώσεις προκύπτει η ανάγκη συγκρότησης προγράμματος
μαθημάτων σχετικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας για μαθητές
Δημοτικού που να διαπραγματεύεται τα εμπόδια των μαθητών (καθώς αυτά
αποτελούν το «σκληρό πυρήνα» των αντιλήψεων), να δίνει έμφαση στις κοινωνικές
αλληλεπιδράσεις των μαθητών και να είναι ευέλικτο, δίνοντας πρωτοβουλίες και
ευκαιρίες στους μαθητές, να ιδιοποιηθούν τα προβλήματα που τίθενται και τη σχετική
διαμάχη των ιδεών. Είναι ανάγκη επίσης, να μελετηθεί βήμα προς βήμα η εξέλιξη της
νοητικής προόδου των μαθητών και να διερευνηθούν οι συνθήκες κάτω από τις
οποίες μπορούν να τροποποιηθούν οι αντιλήψεις των μαθητών.
Η παρούσα διατριβή σκοπεύει να καλύψει αυτήν τη σημαντική έλλειψη. Η
πρωτοτυπία της συνίστανται: (α) στη συγκρότηση προγράμματος μαθημάτων, που
αποσκοπούν στη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών για την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας και όχι των σημειακών αντιλήψεών τους, (β)
στη χρήση διδακτικών στρατηγικών για την επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών
που στοχεύουν τόσο στην επένδυση των μαθητών στις προτεινόμενες διδακτικές
καταστάσεις, όσο και στην πριμοδότηση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των μαθητών
και (γ) στην αποτίμηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων του προγράμματος
μαθημάτων στη σχολική τάξη μέσω της ποιοτικής μελέτης της γραπτής και
προφορικής παραγωγής των μαθητών, σε ατομικό επίπεδο, καθόλη τη διάρκεια της
εφαρμογής του εν λόγω προγράμματος.
95
3.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
96
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΣΚΕΨΗΣ
ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
97
4.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο εντοπισμός των εμποδίων των μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας, απαιτεί τη σε βάθος κατανόηση της εννοιολογικής δομής που διαθέτουν
οι μαθητές. Προς την κατεύθυνση αυτή, η καταγραφή των αντιλήψεων των μαθητών
και η συγκρότηση των μοντέλων σκέψης τους για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας θα επιτρέψει τον εντοπισμό των εμποδίων καθώς επίσης και την
αποσαφήνιση και ερμηνεία των νοητικών μεταβολών που απαιτούνται για την
μετάβαση των μαθητών από την πρακτικο-βιωματική γνώση στη σχολική γνώση.
Το κεφάλαιο αυτό στοχεύει στη συγκρότηση των μοντέλων σκέψης των μαθητών
για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας και περιλαμβάνει δύο μέρη.
Αρχικά, συγκροτούνται τα μοντέλα σκέψης των μαθητών (γενικότεροι τρόποι
περιγραφής της σκέψης των μαθητών), με τη βοήθεια των ευρημάτων της
βιβλιογραφικής ανασκόπησης των ερευνών που αφορούν τις αντιλήψεις των μαθητών
για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Τα μοντέλα σκέψης των μαθητών
συνδυάζουν τις αντιλήψεις των μαθητών για τη θερμότητα, τη θερμοκρασία και τη
θερμική ισορροπία με τις εξηγήσεις τους για τα θερμικά φαινόμενα (βλ. ενότητα 4.2).
Στη συνέχεια, συγκροτούνται τα μοντέλα σκέψης των μαθητών για την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, αξιοποιώντας τα ευρήματα της έρευνας που
διεξήχθη με σκοπό την καταγραφή των αντιλήψεων των μαθητών ηλικίας 10-12 ετών
για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας και τον εντοπισμό των
χαρακτηριστικών της πειραματικής κατάστασης του τιθέμενου προβλήματος που
έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές (βλ. ενότητα 4.3).
98
κατεύθυνση, η περαιτέρω επεξεργασία των απαντήσεων των μαθητών που
παρουσιάζονται στις εμπειρικές έρευνες της συναφούς βιβλιογραφίας, επιτρέπει την
ταξινόμηση των εξηγήσεων των μαθητών για τα θερμικά φαινόμενα σε δύο
κατηγορίες, ανάλογα με το αν συγκροτούνται στη βάση μιας ανάγνωσης των
καταστάσεων με όρους δράσεων μεταξύ των σωμάτων ή με όρους διαφοράς στις
τιμές των θερμοκρασιών των σωμάτων.
(α) Εξηγήσεις με όρους δράσης (δράσεων) του ενός σώματος πάνω στο άλλο, με
ενδιάμεσους παράγοντες δύο «ποιότητες» ή ποσότητες (θερμότητα και ψύχος)
Οι μαθητές εμφανίζουν την τάση να ερμηνεύουν τα θερμικά φαινόμενα, με όρους
δράσης (δράσεων) του ενός σώματος, που διαδραματίζει ένα ρόλο ενεργητικού
παράγοντα, πάνω στο άλλο σώμα, που διαδραματίζει ένα ρόλο παθητικού
υφιστάμενου των δράσεων του πρώτου σώματος (Andersson 1986, Κολιόπουλος
1997). Συγκεκριμένα, το πρώτο σώμα δίνει αυθόρμητα στο δεύτερο, θερμότητα ή
ψύχος (ενδιάμεσοι παράγοντες).
Ειδικότερα, σε καταστάσεις θέρμανσης, ως αιτία της ροής θερμότητας θεωρείται
το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα και όχι η διαφορά θερμοκρασίας των σωμάτων (Wiser
1986, Tiberghien 1998, Viennot 1998). Στην περίπτωση για παράδειγμα, που ένα
θερμό (ή ψυχρό) σώμα Α έρθει σε επαφή με ένα άλλο σώμα Β, από τις απαντήσεις
των μαθητών συνάγεται ότι, το θερμό (ή ψυχρό) σώμα Α (ενεργητικός παράγοντας)
εκπέμπει αυθόρμητα θερμότητα (ή ψύχος) (Wiser 1986, Tiberghien 1998). Η
θερμότητα (ή το ψύχος) -που μπορούν να θεωρηθούν ενδιάμεσοι παράγοντες-
μεταδίδονται στο σώμα Β (παθητικός παράγοντας). Αυτό, παρουσιάζοντας μια
ορισμένη αντίσταση στη θέρμανση (ή ψύξη), παίρνει τη θερμότητα (ή το ψύχος). Όσο
πιο μεγάλη ένταση θερμότητας (ή ψυχρότητας) έχει το σώμα Α, τόσο μεγαλύτερο
αποτέλεσμα θα επιφέρει. Όσο μεγαλύτερη αντίσταση στη θέρμανση (ή ψύξη)
παρουσιάζει το σώμα Β, τόσο μικρότερο θα είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας
θέρμανσης (ή ψύξης) (Andersson 1986).
Σε καταστάσεις μόνωσης, όπου ένα δοχείο χρησιμοποιείται για να μονώσει ένα
θερμό (ή ψυχρό) σώμα Α, οι μαθητές θεωρούν ότι (Tiberghien 1998):
- το δοχείο έλκει ή απορροφά θερμότητα ή ψύχος και διατηρεί τη θερμική
κατάσταση του σώματος Α, ή
- το θερμό (ή ψυχρό) σώμα Α δίνει θερμότητα (ή ψύχος) η οποία διέρχεται μέσα
από το δοχείο και κατευθύνεται προς το περιβάλλον, περισσότερο ή λιγότερο
γρήγορα ανάλογα με τη σύσταση του δοχείου.
99
(β) Εξηγήσεις με όρους διαφοράς των τιμών θερμοκρασίας των σωμάτων, με ενδιάμεσο
παράγοντα μια ποσότητα (θερμότητα)
Στο πλαίσιο των εξηγήσεων που εντάσσονται στην κατηγορία αυτή, οι μαθητές
εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους διαφοράς των τιμών θερμοκρασίας των
σωμάτων, με ενδιάμεσο παράγοντα τη θερμότητα, χρησιμοποιώντας κατάλληλα τις
έννοιες θερμότητα και θερμοκρασία. Έτσι, θεωρούν ότι αν δύο σώματα διαφορετικής
θερμοκρασίας, έρθουν σε επαφή, τότε μεταφέρεται θερμότητα από το σώμα που
βρίσκεται στην υψηλότερη προς το σώμα με τη χαμηλότερη θερμοκρασία (Linn &
Songer 1991, Arnold & Millar 1996, Harisson et al. 1999). Αιτία, δηλαδή της
μεταφοράς θερμότητας είναι η διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ των σωμάτων και όχι
το θερμό σώμα από μόνο του. Η μεταφορά θερμότητας θα έχει ως αποτέλεσμα να
αρχίσει να μειώνεται η θερμοκρασία του θερμότερου σώματος, ενώ ταυτόχρονα να
αυξάνεται η θερμοκρασία του ψυχρότερου σώματος. Η μεταφορά θερμότητας θα
συνεχιστεί μέχρι τη στιγμή που οι θερμοκρασίες των δύο σωμάτων εξισωθούν
(κατάσταση θερμικής ισορροπίας) (Linn & Songer 1991, Lewis & Linn 1994, Arnold
& Millar 1996, Harisson et al. 1999).
Η προκείμενη εργασία στοχεύει στη διαμόρφωση ενός περιορισμένου αριθμού
μοντέλων σκέψης των μαθητών που συνδυάζουν τις αντιλήψεις των μαθητών για τη
θερμότητα, τη θερμοκρασία και τη θερμική ισορροπία με τις κατηγορίες εξηγήσεων
που χειρίζονται οι μαθητές για τα θερμικά φαινόμενα.
Το υλικό για το εγχείρημα αυτό αντλήθηκε από τα ευρήματα της ανασκόπησης
των εμπειρικών ερευνών. Χρησιμοποιήθηκαν, τόσο ευρήματα, όσο και αυτούσιες
απαντήσεις, έτσι όπως αυτές παρουσιάζονται στην υπάρχουσα σχετική βιβλιογραφία
της τελευταίας εικοσαετίας.
Κάθε ένα από τα τρία μοντέλα που συγκροτήθηκαν περιλαμβάνει τις συνδέσεις
μεταξύ των εξής τεσσάρων συστατικών στοιχείων: (α) αντιλήψεις μαθητών για
θερμότητα, (β) αντιλήψεις μαθητών για θερμοκρασία, (γ) αντιλήψεις μαθητών για
θερμική ισορροπία και (δ) εξηγήσεις μαθητών για τα θερμικά φαινόμενα. Οι
συνδέσεις με βάση τις οποίες κατασκευάσθηκαν τα μοντέλα, προέκυψαν από
ανάλυση πρωτογενούς εμπειρικού υλικού που παρατίθεται στη σχετική βιβλιογραφία
(Erickson 1975,1979,1980, Tiberghien 1980, Harris 1981, Engel 1982, Wiser
1986,1987, Wiser & Kipman 1988, Songer 1989, Lewis 1991,1996, Linn & Songer
1991, Kesidou & Duit 1993). Στο Παράρτημα IV, υπάρχουν σχολιασμένες
συγκεκριμένες απαντήσεις μαθητών για κάθε ένα μοντέλο.
100
Η παρουσίαση κάθε μοντέλου συνοδεύεται από μια συνοπτική παρουσίαση των
συστατικών του συνδέσεων, ένα παράδειγμα απάντησης μαθητή συμβατό με το
αντίστοιχο μοντέλο, και μία σχηματική απεικόνισή του.
101
Θερμότητα
Θερμοκρασία Θερμική ισορροπία
• Ουσία • Πιθανή κατάσταση,
• Ένδειξη της έντασης
• Ποιοτικό μέγεθος όπου αν βρεθούν τα
της θερμότητας (ή
• Δύο οντότητες σώματα αποκτούν
του ψύχους)
• Εκπέμπεται ή θερμότητες (ή
• Εξάρτηση από ψυχρότητες) ίσων
απορροφάται
μέγεθος/σύσταση εντάσεων
αυθόρμητα
σώματος
• Δεν διατηρείται
Εξηγήσεις θερμικών
φαινομένων
• Με όρους δράσης
(δράσεων) ενός
σώματος πάνω σε ένα
άλλο σώμα, με
ενδιάμεσο παράγοντα
δύο «ποιότητες»
(θερμότητα και ψύχος)
102
θερμοκρασία … Περιέχει περισσότερο κρύο από ότι το ξύλο. Έλκει
περισσότερο το κρύο. Είναι μέταλλο» (Wiser 1986, σελ. 24-39).
Θερμότητα Θερμοκρασία
• Θερμική ισορροπία
Ουσία • Μέτρο της
• Ποσοτικό μέγεθος ποσότητας της • Πιθανή κατάσταση,
όπου αν βρεθούν τα
• Δύο οντότητες θερμότητας (ή του
σώματα αποκτούν
• Εκπέμπεται ή ψύχους)
ίσες ποσότητες
απορροφάται • Εξάρτηση από
θερμότητας (ή
αυθόρμητα μέγεθος/σύσταση
ψύχους)
• Διατηρείται σώματος
Εξηγήσεις θερμικών
φαινομένων
• Με όρους δράσης
(δράσεων) ενός
σώματος πάνω σε ένα
άλλο σώμα, με
ενδιάμεσο παράγοντα
δύο ποσότητες
(θερμότητα και
ψύχος)
103
Παράδειγμα: Ένας σωλήνας με χρωματισμένο νερό τοποθετείται σε δοχείο με θερμό
νερό: «Μια ποσότητα θερμότητας εκπέμπεται από το θερμό νερό.
Διέρχεται μέσα από το γυαλί και απορροφάται από το χρωματισμένο
νερό ... Αν το αφήσεις αρκετά στο ζεστό νερό, θα αποκτήσει ίδιο ποσό
θερμότητας με το νερό ... Τα θερμά σώματα περιέχουν ποσότητα
θερμότητας. Όταν αυτά κρυώνουν αυτή η θερμότητα διαφεύγει στον
αέρα ... Η θερμότητα φεύγει από κάθε σώμα που είναι ζεστό ... Η
θερμοκρασία του σώματος βασίζεται στην ποσότητα της θερμότητας
που περιέχει ... Όση θερμότητα φεύγει από το ένα σώμα τόση πάει στο
άλλο…Η θερμοκρασία του νερού μειώνεται όταν ένα παγάκι προστεθεί
σε αυτό, γιατί το κρύο αφήνει το παγάκι και πηγαίνει στο νερό…Η
κρύα θερμότητα κινείται γρηγορότερα από τη ζεστή θερμότητα». «ο
σιδερένιος κύβος πρέπει να έχει μικρότερη θερμοκρασία από το ξύλινο.
Είναι από μέταλλο. Μπορούμε να τους αγγίξουμε και να το
διαπιστώσουμε». «Το μεγαλύτερο κομμάτι πάγου έχει πιο μικρή
θερμοκρασία από το μικρότερο» (Erickson 1979, σελ. 224).
104
Η απεικόνιση του Μοντέλου 3 παρουσιάζεται στο Σχήμα 4.3.
Εξηγήσεις θερμικών
φαινομένων
• Με όρους μιας σχέσης
διαφοράς των τιμών
θερμοκρασίας, με
ενδιάμεσο παράγοντα
μία ποσότητα
(θερμότητα)
Παράδειγμα: «Η ποσότητα της θερμότητας είναι κάτι που κρατά το σώμα σε κάποια
θερμοκρασία. Ένα μεγαλύτερο σώμα χρειάζεται περισσότερη θερμότητα
για να κρατηθεί σε μια ορισμένη θερμοκρασία, από ότι ένα μικρότερο
σώμα για να κρατηθεί στην ίδια θερμοκρασία. Ένα ποτήρι με νερό στους
20ο C έχει λιγότερη θερμότητα από μια μπανιέρα με νερό 20ο C γιατί
έχει λιγότερο νερό … Η θερμοκρασία μετρά το πόσο θερμό ή ψυχρό
είναι ένα σώμα. Η ποσότητα της θερμότητας μετριέται σε θερμίδες. Όσο
μεγαλύτερη είναι η μάζα τόσο περισσότερη ποσότητα θερμότητας έχει το
σώμα. Ένα κομμάτι πίτσας έχει την ίδια θερμοκρασία με ολόκληρη την
πίτσα, αλλά όχι την ίδια θερμότητα, γιατί ολόκληρη η πίτσα είναι
μεγαλύτερη και έχει περισσότερη μάζα και θερμότητα». «Επειδή η
θερμοκρασία του ζεστού κύβου είναι πιο μεγάλη από τη θερμοκρασία
του δωματίου στην οποία βρίσκεται ο ψυχρός κύβος, ο ζεστός κύβος θα
αρχίσει να χάνει θερμότητα και ο ψυχρός κύβος θα παίρνει αυτή τη
θερμότητα, μέχρι να φτάσουν και οι δύο στη θερμοκρασία του
δωματίου» (Linn & Songer 1991, σελ. 895).
105
Σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική βαθμίδα των μαθητών που χρησιμοποιούν τα
παραπάνω μοντέλα, φαίνεται ότι το Μοντέλο 1 εμφανίζεται κυρίως σε μαθητές του
Δημοτικού και του Γυμνασίου, ενώ το Μοντέλο 2 σε μαθητές που φοιτούν στο
Γυμνάσιο και Λύκειο. Το Μοντέλο 3, που συγκεντρώνει τη μικρότερη δημοτικότητα
έναντι των δύο προηγούμενων, εντοπίζεται περισσότερο σε μαθητές του Λυκείου.
Το στοιχείο εκείνο που φαίνεται να είναι κοινό και στα τρία μοντέλα των
μαθητών, είναι η τάση τους να αποδίδουν στη θερμότητα χαρακτηριστικά ουσίας
(ρευστού). Έτσι, η θερμότητα εμφανίζεται να ρέει από το ένα σώμα στο άλλο, να
μετακινείται από το ένα μέρος του σώματος στο άλλο και να μοιάζει με ζεστή ομίχλη,
ζεστό αέρα, ζεστή σκόνη κ.ά.
Αυτό που κατά κύριο λόγο είναι κοινό χαρακτηριστικό του Μοντέλου 1 και του
Μοντέλου 2 (και που τα διαφοροποιεί από το Μοντέλο 3), είναι ότι η θερμότητα και
η θερμοκρασία δεν εκλαμβάνονται ως μεγέθη που περιγράφουν αλληλεπιδράσεις του
σώματος με το περιβάλλον του, αλλά ως μεγέθη που σχετίζονται αποκλειστικά με το
σώμα και τα χαρακτηριστικά του. Η θερμότητα είναι ιδιότητα των σωμάτων και όχι
μια ποσότητα που μεταφέρεται από το ένα σώμα στο άλλο μόνο όταν υπάρχει
διαφορά θερμοκρασίας και μέχρι αυτή να εξαλειφθεί. Το ένα σώμα ασκεί μια δράση
πάνω σε ένα άλλο σώμα και η θερμότητα αποτελεί τον ενδιάμεσο παράγοντα σε αυτή
τη δράση. Επιπλέον, στις εξηγήσεις των μαθητών για τα θερμικά φαινόμενα, η
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα (που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο
περιβάλλον) φαίνεται ότι εξαρτάται από ορισμένα χαρακτηριστικά των σωμάτων (για
παράδειγμα από τη σύσταση, το μέγεθος, την πυκνότητα τους). Επομένως, και η
θερμοκρασία των σωμάτων, θεωρείται από τους μαθητές, ως ιδιότητα των σωμάτων
και όχι ως μέγεθος που περιγράφει την αλληλεπίδραση των σωμάτων, καθορίζοντας
την ύπαρξη και την κατεύθυνση της ροής ενέργειας από το ένα σώμα στο άλλο.
Επιπλέον, στα δύο πρώτα μοντέλα (Μοντέλο 1 και Μοντέλο 2), η θερμότητα δεν
διαφοροποιείται από τη θερμοκρασία. Η θερμοκρασία θεωρείται ένδειξη της έντασης
ή μέτρο της ποσότητας της θερμότητας. Αυτή η αντίληψη οδηγεί τους μαθητές στο
συμπέρασμα ότι η προσθήκη (ή η απομάκρυνση) θερμότητας, έχει πάντα ως
αποτέλεσμα την αύξηση (ή την ελάττωση) της θερμοκρασίας του σώματος, είτε το
σώμα αλλάζει φάση είτε όχι. Δύο σώματα επίσης που δέχονται το ίδιο ποσό
θερμότητας, σύμφωνα με τους μαθητές, πρέπει πάντα να φθάνουν στην ίδια
106
θερμοκρασία, αφού η θερμοκρασία είναι ένδειξη ή μέτρο της θερμότητας. Αντίθετα,
στο Μοντέλο 3, η θερμότητα και η θερμοκρασία είναι δύο διαφορετικές έννοιες.
Στα δύο πρώτα μοντέλα επίσης (Μοντέλο 1 και Μοντέλο 2), τα θερμικά
φαινόμενα εξηγούνται με τη χρήση δύο διαφορετικών οντοτήτων, της θερμότητας και
του ψύχους. Έτσι, η θέρμανση των σωμάτων οφείλεται στη θερμότητα που παίρνουν
τα σώματα, ενώ η ψύξη τους δεν οφείλεται στη θερμότητα που χάνουν αλλά σε μια
άλλη οντότητα διαφορετική της θερμότητας, το ψύχος. Στο Μοντέλο 3, το ψύχος δεν
είναι διαφορετική οντότητα αλλά αποτελεί έλλειψη της θερμότητας.
Τα δύο πρώτα μοντέλα των μαθητών (Μοντέλο 1 και Μοντέλο 2), καταδεικνύουν,
τέλος, ότι υπάρχει μεγάλη δυσκολία στην κατανόηση της θερμικής ισορροπίας. Αυτή
θεωρείται δυνατότητα (πιθανή κατάσταση) και όχι αναγκαιότητα (όπως συμβαίνει
στο Μοντέλο 3). Τα διάφορα σώματα όταν βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον, για
μακρό χρονικό διάστημα, δεν θεωρούνται, από τους μαθητές, ότι έχουν απαραίτητα
την ίδια θερμοκρασία. Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα φαίνεται να εξαρτάται
από τα χαρακτηριστικά του. Η κατανόηση της θερμικής ισορροπίας, είναι κεντρικής
σημασίας για τη μελέτη των διαδικασιών που σχετίζονται με θέρμανση και ψύξη,
γιατί οι έννοιες της θερμότητας και της θερμοκρασίας ορίζονται με βάση αυτήν. Για
τους μαθητές, η αίσθηση του θερμού ή του ψυχρού που δημιουργείται, όταν το
ανθρώπινο σώμα έρθει σε επαφή με ένα θερμό ή ψυχρό άλλο σώμα, εκλαμβάνεται ως
ένδειξη ότι το σώμα βρίσκεται σε υψηλή ή χαμηλή θερμοκρασία. Συνεπώς, γι’
αυτούς, διαφορετικές αισθήσεις συνεπάγονται διαφορετικές θερμοκρασίες.
Το κύριο στοιχείο που διαφοροποιεί το Μοντέλα 1 από το Μοντέλο 2, είναι το αν
η θερμότητα είναι ποιοτικό ή ποσοτικό μέγεθος. Στο Μοντέλο 1, οι μη
διαφοροποιημένες έννοιες της θερμότητας και της θερμοκρασίας έχουν ποιοτικά και
όχι ποσοτικά χαρακτηριστικά. Η θερμότητα εξομοιώνεται με τη ζεστασιά και μπορεί
να έχει διάφορα επίπεδα (βαθμούς). Η θερμοκρασία δείχνει αυτά τα διαφορετικά
επίπεδα της θερμότητας. Στην περίπτωση αυτή η θερμότητα δεν είναι ποσοτικό
μέγεθος και δεν διατηρείται. Στο Μοντέλο 2, οι μη διαφοροποιημένες έννοιες της
θερμότητας και της θερμοκρασίας έχουν ποσοτικά χαρακτηριστικά. Έτσι, υπάρχουν
διαφορετικές ποσότητες θερμότητας. Η θερμοκρασία μετρά την ποσότητα της
θερμότητας. Οι βαθμοί θερμοκρασίας μεταφέρονται από το ένα σώμα στο άλλο. Στην
περίπτωση επομένως αυτή, η συνολική θερμότητα του συστήματος των σωμάτων
διατηρείται.
107
Σε ό,τι αφορά το Μοντέλο 3 των μαθητών, πρέπει να επισημάνουμε ότι εμφανίζει
χαρακτηριστικά προς την κατεύθυνση της σχολικής γνώσης. Σε αντίθεση με το
Μοντέλο 1 και το Μοντέλο 2, τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους φυσικών
ποσοτήτων, της θερμοκρασίας και της θερμότητας, και η θερμική ισορροπία είναι μια
αναγκαιότητα.
Στον Πίνακα 4.1, παρατίθενται τα τρία μοντέλα που χρησιμοποιούν οι μαθητές.
Πίνακας 4.1. Μοντέλα μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας
108
(α) διαμορφώθηκαν με βάση τα ευρήματα ερευνών για τις αντιλήψεις μαθητών
κυρίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αφού είναι περιορισμένος ο αριθμός των
εργασιών με μαθητές που φοιτούν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση,
(β) δεν γνωρίζουμε αν τα μοντέλα που συγκροτήθηκαν με βάση τη βιβλιογραφική
επισκόπηση, συναντώνται και σε μαθητές του Δημοτικού σχολείου στην Ελλάδα και
(γ) δεν περιλαμβάνουν παράγοντες του πλαισίου από τους οποίους πιθανά να
εξαρτώνται οι αντιλήψεις των μαθητών οι οποίες συγκροτούν τα μοντέλα.
Αυτοί οι περιορισμοί εγείρουν το ζήτημα του ελέγχου των μοντέλων σκέψης των
μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, που συγκροτήθηκαν με βάση
τα βιβλιογραφικά ευρήματα, με εμπειρικά δεδομένα που θα αφορούν σε μαθητές του
Δημοτικού στην Ελλάδα και θα είναι τέτοια, ώστε να απαντούν στο ερώτημα των
επιπτώσεων ορισμένων παραγόντων που χαρακτηρίζουν το πλαίσιο στις αντιλήψεις
των μαθητών για την εν λόγω εννοιολογική περιοχή (βλ. ενότητα 4.3).
109
4.3.1.1. Αναγκαιότητα και στόχοι της έρευνας
110
(γ) η συγκρότηση των μοντέλων σκέψης των μαθητών και (δ) ο εντοπισμός των
εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
Ο σχεδιασμός της έρευνας περιλαμβάνει τον καθορισμό των διαστάσεων της
εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας ως προς τις οποίες θα διερευνηθούν οι
αντιλήψεις των μαθητών και την επιλογή ορισμένων χαρακτηριστικών της
πειραματικής κατάστασης που τίθεται στους μαθητές και που πιθανά έχουν
επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές.
111
αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας και σε μικρότερους μαθητές. Συνεπώς, καθίσταται
αναγκαίο να διερευνηθούν, στο πλαίσιο της παρούσης εμπειρικής έρευνας, οι
αντιλήψεις των μαθητών ως προς τις παρακάτω διαστάσεις της εννοιολογικής
περιοχής της θερμότητας:
- Αναφορικά με τη θερμότητα: η διατήρηση της θερμότητας (αν η συνολική
θερμότητα του συστήματος των σωμάτων διατηρείται ή όχι κατά τη διάρκεια της
εξέλιξης ενός θερμικού φαινομένου).
- Σχετικά με τη θερμική ισορροπία: η αναγκαιότητα ύπαρξης θερμικής ισορροπίας
(αν η θερμική ισορροπία θεωρείται ως πιθανή κατάσταση ή ως αναγκαιότητα).
Επιπλέον, από τη μελέτη της ιστορικής εξέλιξης των ιδεών για τη θερμότητα και
τη θερμοκρασία, αναδεικνύεται ως ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η εποχή των
Πειραματιστών (17ος μ.Χ. αιώνας), λόγω της ομοιότητας των αντιλήψεών τους με τις
αντιλήψεις των μαθητών (Wiser & Carey 1983). Σύμφωνα με τους Πειραματιστές, η
θερμότητα και το ψύχος είναι ως «δυνάμεις», με τη στενή έννοια της απευθείας
δράσης ενός αντικειμένου πάνω σε ένα άλλο. Σύμφωνα με αυτούς, οι δυνάμεις
ασκούνταν από αντίστοιχα θερμές ή ψυχρές πηγές και δρούσαν πάνω σε αποδέκτες-
καταβόθρες, δηλαδή σώματα που έρχονται σε επαφή με τις πηγές και υφίστανται την
δράση των δυνάμεων (Τσελφές 1994). Οι πηγές εξαντλούνται για λόγους που
συνδέονται με τα δικά τους κατασκευαστικά χαρακτηριστικά. Οι αποδέκτες
εμφανίζουν μετρήσιμες αλλοιώσεις ως αποτέλεσμα της δράσης των δυνάμεων που
ασκούν οι πηγές. Η έννοια λοιπόν της θερμικής ισορροπίας δεν έχει ακόμα
οικοδομηθεί. Επιπλέον, τα σώματα για τους Πειραματιστές δεν έφταναν απαραίτητα
σε μια μόνιμη τελική κατάσταση.
Με βάση τις αμέσως προηγούμενες διαπιστώσεις, αναδεικνύονται ορισμένες άλλες
διαστάσεις σχετικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας για τις οποίες δεν
έχουν διερευνηθεί οι αντιλήψεις των μαθητών και πιθανά να είναι κρίσιμες για την
οικοδόμηση των εννοιών κλειδιά της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας. Είναι
σημαντικό να διερευνηθούν οι αντιλήψεις των μαθητών ως προς αυτές τις διαστάσεις
της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας, αφού για τη συγκρότηση των μοντέλων
σκέψης τους είναι απαραίτητη η σε βάθος κατανόηση της εννοιολογικής τους δομής.
Πιο συγκεκριμένα κρίνεται απαραίτητο να θα διερευνηθούν οι αντιλήψεις των
μαθητών και ως προς τις παρακάτω διαστάσεις της εννοιολογικής περιοχής της
θερμότητας:
112
- Αναφορικά με τη θερμότητα: η αιτία ροής της θερμότητας (αν το σώμα δίνει
θερμότητα/ψύχος εξαιτίας της θερμικής του κατάστασης ή μεταφέρεται
θερμότητα από το σώμα υψηλότερης προς το σώμα χαμηλότερης θερμοκρασίας
επειδή τα σώματα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες).
- Σχετικά με τη θερμική ισορροπία: η μονιμότητα της θερμικής ισορροπίας (αν η
θερμική ισορροπία είναι μόνιμη τελική κατάσταση ή όχι).
- Σε ό,τι αφορά τις εξηγήσεις των μαθητών για τα διάφορα θερμικά φαινόμενα: (α)
ο ρόλος των σωμάτων (αν τα σώματα εμφανίζουν ίδιους ή διαφορετικούς ρόλους
και πιο συγκεκριμένα αν τα σώματα είναι ενεργητικοί παράγοντες ή ορισμένα από
αυτά είναι ενεργητικοί παράγοντες και κάποια άλλα παθητικοί παράγοντες), (β) η
ύπαρξη δράσεων ή αλληλεπιδράσεων (αν τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με
όρους μονόδρομης δράσης ή με όρους δύο αντίθετης κατεύθυνσης μονόδρομων
δράσεων ή με όρους αλληλεπίδρασης). Ειδικότερα, στην περίπτωση που οι
μαθητές εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους δράσης θα εξεταστεί η: (i) η
κατεύθυνση της δράσης (η δράση πραγματοποιείται σε συγκεκριμένη κατεύθυνση
με αρχή ένα σώμα και τέλος ένα άλλο σώμα ή όχι), (ii) οι παράγοντες εξάρτησης
της δράσης (η δράση εξαρτάται από το μέγεθος, τη σύσταση, τη θερμοκρασία των
σωμάτων ή όχι), (iii) η ύπαρξη σκοπιμότητας της δράσης (η δράση
πραγματοποιείται αυθόρμητα ή για την επίτευξη κάποιου σκοπού) και (iv) η
διάρκεια της δράσης (η δράση έχει ένα τέλος ή ενεργεί συνεχώς).
Η εννοιολογική περιοχή της θερμότητας περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό άλλων
διαστάσεων ως προς τις οποίες δεν έχουν διερευνηθεί οι αντιλήψεις των μαθητών,
όπως είναι για παράδειγμα ζητήματα που σχετίζονται με την εντροπία, την ισόθερμη,
την ισοβαρή και την αδιαβατική μεταβολή, τη λειτουργία των θερμικών μηχανών
κ.ά.. Η κατανόηση όμως αυτών των θεμάτων, προϋποθέτει την κατανόηση βασικών
διαστάσεων της θερμότητας και της θερμοκρασίας. Η παρούσα έρευνα αναφέρεται σε
μαθητές 11-12 ετών και ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμο να μην συμπεριληφθούν τα
ζητήματα αυτά στην παρούσα έρευνα.
Επιπλέον, δεν θα διερευνηθούν θέματα που αναφέρονται στη μικροσκοπική
προσέγγιση της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας, καθώς από τη συναφή
βιβλιογραφία προκύπτει ότι οι μαθητές, και ιδιαίτερα οι μικρότεροι από αυτούς
(τελευταίες τάξεις Δημοτικού και πρώτες του Γυμνασίου), εμφανίζουν σημαντικές
δυσκολίες όταν διαπραγματεύονται τέτοια θέματα (Linn & Songer 1991, Aiello-
Nicosia & Sperandeo-Mineo 2000). Αυτό δε αποτελεί και έναν από τους λόγους για
113
τους οποίους επελέγη η μακροσκοπική προσέγγιση στις διδασκαλίες της παρούσας
διατριβής.
Στον Πίνακα 4.2 συνοψίζονται οι διαστάσεις της εννοιολογικής περιοχής της
θερμότητας ως προς τις οποίες θα διερευνηθούν οι αντιλήψεις των μαθητών.
114
Πίνακας 4.2. Διαστάσεις της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας προς
διερεύνηση
• ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ:
(α) Φύση της θερμότητας (η θερμότητα εμφανίζει χαρακτηριστικά ουσίας ή όχι),
(β) Είδος φυσικού μεγέθους της θερμότητας (η θερμότητα είναι ποιοτικό ή ποσοτικό μέγεθος),
(γ) Αριθμός οντοτήτων με τις οποίες εμφανίζεται η θερμότητα (η θερμότητα εμφανίζεται με μία ή δύο
οντότητες (θερμότητα/ψύχος),
(δ) Αιτία ροής της θερμότητας (το σώμα δίνει θερμότητα επειδή είναι θερμό ή μεταφέρεται θερμότητα από ένα
σώμα σε ένα άλλο επειδή έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες),
(ε) Διατήρηση της θερμότητας (η συνολική θερμότητα του συστήματος των σωμάτων διατηρείται ή
μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια ενός θερμικού φαινομένου).
• ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ:
(α) Παράγοντες εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με
το περιβάλλον του (η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα εξαρτάται από ορισμένα χαρακτηριστικά του
σώματος (μάζα, σύσταση) ή από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του),
(β) Μη διαφοροποίηση θερμοκρασίας και θερμότητας (η θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης της
θερμότητας ή η θερμοκρασία είναι μέτρο τη ποσότητας της θερμότητας ή η θερμοκρασία συνδέεται με την
ποσότητα της θερμότητας ανά μονάδα μάζας του σώματος).
• ΘΕΡΜΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ:
(α) Μονιμότητα της θερμικής ισορροπίας (η θερμική ισορροπία αποτελεί μόνιμη τελική κατάσταση ή όχι),
(β) Αναγκαιότητα ύπαρξης θερμικής ισορροπίας (η θερμική ισορροπία θεωρείται ως αναγκαιότητα ή ως
πιθανή κατάσταση),
(γ) Εξίσωση θερμοκρασιών στη κατάσταση θερμικής ισορροπίας (η θερμική ισορροπία θεωρείται ως
κατάσταση εξίσωσης των εντάσεων ή των ποσοτήτων θερμότητας των σωμάτων ή χαρακτηρίζεται από
εξίσωση των θερμοκρασιών των σωμάτων ή τα σώματα αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες).
• ΘΕΡΜΙΚΗ ΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ
(α) Θερμική συμπεριφορά σωμάτων (τα σώματα έλκουν/παράγουν θερμότητα/ψύχος ή επιβραδύνουν τη ροή
θερμότητας/ψύχους).
• ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΘΕΡΜΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ
(α) Ρόλοι των σωμάτων (τα σώματα εμφανίζουν ίδιους ή διαφορετικούς ρόλους (ενεργητικοί/παθητικοί
παράγοντες),
(β) Ύπαρξη δράσεων ή αλληλεπιδράσεων (τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους μονόδρομης δράσης ή
με όρους δύο αντίθετων κατευθύνσεων μονόδρομων δράσεων ή με όρους αλληλεπίδρασης.
Στην περίπτωση που οι μαθητές εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους δράσης θα εξεταστούν
επιπρόσθετα:
- Η κατεύθυνση της δράσης (η δράση πραγματοποιείται σε συγκεκριμένη κατεύθυνση με αρχή ένα
σώμα και τέλος ένα άλλο σώμα ή προς όλες τις κατευθύνσεις),
- Οι παράγοντες εξάρτησης της δράσης (η δράση εξαρτάται από το μέγεθος, τη σύσταση, τη
θερμοκρασία των σωμάτων),
- Η ύπαρξη σκοπιμότητας της δράσης (η δράση γίνεται αυθόρμητα ή για την επίτευξη κάποιου
σκοπού)
- Η διάρκεια της δράσης (η δράση έχει ένα τέλος ή ενεργεί συνεχώς).
115
• Χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων με πιθανές επιπτώσεις στις
αντιλήψεις μαθητών
Από τη μελέτη των ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί διεθνώς, σχετικά με τις
αντιλήψεις των μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, προκύπτει ότι
αυτές έχουν καταγραφεί στο πλαίσιο οκτώ διαφορετικών πειραματικών καταστάσεων
που τέθηκαν στους μαθητές (βλ. Πίνακας 4.3).
Πίνακας 4.3: Αποτύπωση ερευνών 2 για τις σχετικές με την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας αντιλήψεις των μαθητών σε σχέση με τα χαρακτηριστικά των
χρησιμοποιούμενων ερευνητικών πειραματικών καταστάσεων.
Πειραματική κατάσταση
2
Οι αριθμοί στον πίνακα αυτό αντιστοιχούν τον αύξοντα αριθμό των ερευνών, όπως αυτές
παρουσιάζονται στο Παράρτημα I.
116
Η θερμοκρασία 4, 5, 15, 4, 5, 15, 21, 4, 5, 15, 21,
21, 22, 22, 23, 24, 22, 23, 24,
που αποκτά ένα 23, 24, 25, 68, 69, 25, 68, 69,
σώμα εξαρτάται 25, 68, 70 70, 103
από το μέγεθός 69, 70
του ή από τη
θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του
Η θερμοκρασία 10, 11, 10, 11, 18,
18, 19, 19, 20, 21,
που αποκτά ένα 20, 21, 22, 23, 24,
σώμα εξαρτάται 22, 23, 28, 75, 76,
από τη σύστασή 24, 28, 55, 77, 78,
του ή από τη 55, 75, 79, 80, 81
76, 77,
θερμοκρασία του 78, 79,
περιβάλλοντός του 80, 81
Η θερμική 16, 17, 93, 16, 17, 93,
94, 95, 96, 94, 95, 96,
ισορροπία 97 97
θεωρείται πιθανή
κατάσταση ή
αναγκαιότητα
Οι μονωτές και οι 21, 22, 21, 22,
23, 24, 23, 24,
αγωγοί έλκουν ή 36, 44, 36, 44,
παράγουν 45, 46, 45, 46,
θερμότητα ή 47, 48, 47, 48,
ψύχος 49, 50, 49, 50,
71, 72, 71, 72,
77, 78, 77, 78,
79, 80, 79, 80,
81, 82 81, 82
Από τον Πίνακα 4.3, προκύπτει ότι οι αντιλήψεις των μαθητών έχουν καταγραφεί
στο πλαίσιο πειραματικών καταστάσεων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ωστόσο,
καθώς ότι οι αντιλήψεις των μαθητών είναι δυνατόν να επηρεάζονται από
χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης, προκύπτει ότι υπάρχουν αρκετές
καταστάσεις για τις οποίες δεν γνωρίζουμε αν οι μαθητές χρησιμοποιούν τις ίδιες ή
διαφορετικές αντιλήψεις. Συγκεκριμένα:
- Η καταγραφή της αντίληψης σύμφωνα με την οποία η θερμότητα εμφανίζεται με
δύο οντότητες (Erickson 1975, 1979, 1980, 1985, Engel Clough & Driver 1985,
Watts & Gilbert 1985), έγινε στο πλαίσιο χρήσης πειραματικών καταστάσεων
όπου ένα θερμό ή ψυχρό σώμα έρχεται σε επαφή με σώμα θερμοκρασίας
δωματίου (βλ. Πίνακα 4.3). Από απαντήσεις μαθητών που παρατίθενται σε αυτές
τις έρευνες, προκύπτει ότι στην περίπτωση που ένα θερμό σώμα έρθει σε επαφή
με σώμα θερμοκρασίας δωματίου, οι μαθητές ερμηνεύουν το φαινόμενο
θεωρώντας ότι το θερμό σώμα δίνει θερμότητα στο σώμα θερμοκρασίας
δωματίου. Στην περίπτωση όμως που ένα ψυχρό σώμα έρθει σε επαφή με σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, οι περισσότεροι μαθητές θεωρούν ότι το ψυχρό σώμα
117
δίνει ψύχος (ή κρύο) στο σώμα θερμοκρασίας δωματίου. Ένας λοιπόν παράγοντας
που χαρακτηρίζει την πειραματική διάταξη και που πιθανά έχει επιπτώσεις στις
αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές είναι το αν τα σώματα στην πειραματική
κατάσταση που τίθεται στους μαθητές, είναι θερμά, ψυχρά ή «κανονικά» 3. Ένα
λοιπόν χαρακτηριστικό της πειραματικής κατάστασης που πιθανά έχει επιπτώσεις
στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές είναι η θερμική κατάσταση στην
οποία βρίσκονται τα σώματα (θερμά, ψυχρά ή «κανονικά» σώματα).
- Μπορούμε επίσης να υποθέσουμε ότι η θερμική κατάσταση του περιβάλλοντος
των σωμάτων (θερμό, ψυχρό ή «κανονικό» περιβάλλον) είναι δυνατόν να
επηρεάζει τις αντιλήψεις των μαθητών σχετικά με το αν μεταξύ των σωμάτων
μεταφέρεται η θερμότητα ή το ψύχος.
- Η καταγραφή της αντίληψης σύμφωνα με την οποία οι τελικές θερμοκρασίες των
σωμάτων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, είναι ίσες ή όχι
(Tiberghien 1980, Erickson 1985, Thomaz et al. 1995, Maskill et al.1997)
πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο χρήσης πειραματικών καταστάσεων όπου ένα
θερμό/ψυχρό σώμα έρχεται σε επαφή με σώμα θερμοκρασίας δωματίου ή διάφορα
σώματα που δεν είναι σε επαφή βρίσκονται μέσα σε δωμάτιο ή σε θερμό
περιβάλλον (βλ. Πίνακα 4.3). Από απαντήσεις μαθητών που παρουσιάζονται στις
έρευνες αυτές προκύπτει ότι αναδύονται διαφορετικές αντιλήψεις, στην
περίπτωση που τα σώματα είναι σε επαφή, απ’ ότι στην περίπτωση που τα
σώματα βρίσκονται σε απόσταση. Ένα λοιπόν άλλο πιθανό χαρακτηριστικό της
πειραματικής κατάστασης που φαίνεται να έχει επιπτώσεις στις αντιλήψεις που
ενεργοποιούν οι μαθητές είναι το αν τα σώματα βρίσκονται σε επαφή ή είναι σε
απόσταση.
- Για τη μελέτη των αντιλήψεων των μαθητών αναφορικά με τους αγωγούς και
τους μονωτές, οι ερευνητές (Erickson & Tiberghien1985, Bruce & Kopnicek
1990, Lewis & Linn 1994, Newell & Ross 1996) χρησιμοποίησαν καταστάσεις
όπου ένα θερμό/ψυχρό σώμα μονώνεται από διάφορα σώματα (μέταλλο, ξύλο,
μαλλί) (βλ. Πίνακα 4.3). Από απαντήσεις μαθητών προκύπτει ότι αυτοί
ενεργοποιούν διαφορετικές αντιλήψεις ανάλογα με τη σύσταση του μονωτή. Ένα
λοιπόν άλλο πιθανό χαρακτηριστικό της πειραματικής κατάστασης που μπορεί να
3
Με τον όρο «κανονικά» σώματα –όπως προκύπτει από απαντήσεις μαθητών στην εμπειρική έρευνα
που πραγματοποιήσαμε– οι μαθητές θεωρούν τα σώματα που βρίσκονται στη συνηθισμένη
θερμοκρασία ενός δωματίου και που με τη βοήθεια της αφής διαπιστώνουν ότι δεν είναι ιδιαίτερα
θερμά ή ψυχρά.
118
έχει επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές είναι η σύσταση του
μονωτή σε διάφορες καταστάσεις μόνωσης.
- Από τη μελέτη των απαντήσεων των μαθητών που περιέχονται σε διάφορες
έρευνες (Erickson 1979, 1980, Stavy & Berkovitz 1980, Driver & Russell 1982,
Appleton 1984, Rozier & Viennot 1991) προκύπτει επίσης ότι η σύσταση και το
μέγεθος των σωμάτων επηρεάζουν τις αντιλήψεις των μαθητών για τη
θερμοκρασία των σωμάτων.
- Με βάση τις απαντήσεις των μαθητών που περιέχονται σε έρευνα της Wiser
(1986), τίθεται ακόμα το ερώτημα κατά πόσο ο τρόπος θέρμανσης ενός σώματος
(αν δηλαδή θερμαίνεται από κάποιο άλλο σώμα ή από θερμή πηγή), πιθανώς να
επηρεάζει τις αντιλήψεις των μαθητών.
Στον Πίνακα 4.4, συνοψίζονται τα χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης
που κρίνεται απαραίτητο να διερευνηθούν στο επίπεδο των οι επιπτώσεών τους στις
αντιλήψεις των μαθητών.
119
πραγματοποίηση κάθε συνέντευξης ήταν 2 διδακτικές ώρες των 45-50 λεπτών
περίπου η κάθε μια. Στους μαθητές παρουσιάστηκαν υπό μορφή εικονικών
απεικονίσεων μια σειρά πειραματικών καταστάσεων και τους ζητήθηκαν προβλέψεις
και εξηγήσεις.
Η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση,
εντοπίστηκαν οι αντιλήψεις και οι εξηγήσεις των μαθητών για την εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας που είτε είναι αναξάρτητες είτε εξαρτώνται από
χαρακτηριστικά των πειραματικών καταστάσεων και στη συνέχεια ορισμένα
χαρακτηριστικά των πειραματικών καταστάσεων που έχουν σημαντικές επιπτώσεις
στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές. Στη δεύτερη φάση, αξιοποιώντας τα
ευρήματα της έρευνας σχετικά με ορισμένα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων που έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές, σε
συνδυασμό με τη βοήθεια του τεστ χ2 θα διαπιστωθεί αν υπάρχουν στατιστικά
σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων και στις αντιλήψεις των μαθητών, ώστε να διαμορφωφούν τα μοντέλα
σκέψης των μαθητών.
Τα έργα που παρουσιάστηκαν στους μαθητές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης
διαμορφώθηκαν με βάση τα χαρακτηριστικά των πειραματικών καταστάσεων που
θεωρήσαμε ότι έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές (βλ.
Πίνακα 4.4),. Κάθε έργο αποσκοπεί σε συλλογή δεδομένων που αφορούν το σύνολο
των διαστάσεων της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας που παρουσιάστηκαν
στον Πίνακα 4.2.
Στον Πίνακα 4.5, αντιστοιχούνται τα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων, οι πειραματικές καταστάσεις θέρμανσης και μόνωσης, καθώς επίσης
και τα έργα της συνέντευξης που σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά των
πειραματικών καταστάσεων.
120
Πίνακας 4.5. Χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων, πειραματικές
καταστάσεις και έργα συνέντευξης που αντιστοιχούν σε αυτά
121
4.3.1.3. Αποτελέσματα
Όπως προκύπτει από την ανάλυση του εμπειρικού υλικού, η θερμότητα: (α)
εμφανίζει χαρακτηριστικά ουσίας, (β) είναι ποιοτικό ή ποσοτικό μέγεθος και (γ)
διατηρείται ή μεταβάλλεται κατά την διάρκεια της εξέλιξης των θερμικών
φαινομένων.
122
διαμορφώνει τη θερμική κατάσταση των σωμάτων και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει
βάρος.
Οι απαντήσεις των μαθητών αναφέρονται κυρίως σε μακροσκοπικό επίπεδο
(90%), οπότε η θερμότητα παρουσιάζεται ως ζεστός αέρας, ζεστός ατμός, ζεστή
σκόνη (ενδεικτικές απαντήσεις μαθητών: «η θερμότητα είναι σαν ζεστός αέρας που
φεύγει από το ζεστό νερό», «η θερμότητα είναι σαν ζεστή σκόνη», «η θερμότητα είναι
κάτι σαν ζεστή ομίχλη που πάει από το φούρνο στο ξύλο και στο σίδηρο»).
Ελάχιστοι μαθητές (10%) προσεγγίζουν τη θερμότητα σε μικροσκοπικό επίπεδο,
οπότε μιλούν για τη θερμότητα που συνίσταται από ζεστά μόρια, μικρά κομματάκια,
πολύ μικρές μπαλίτσες (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «η θερμότητα αποτελείται από
μικρά ζεστά μόρια»).
Η σχολική εκδοχή της φυσικο-επιστημονικής γνώσης, σύμφωνα με την οποία η
θερμότητα είναι ενέργεια και επομένως δεν έχει χαρακτηριστικά υλικής ουσίας δεν
εμφανίστηκε σε κανένα μαθητή.
Πίνακας 4.6. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις του είδους μεγέθους της
θερμότητας (ποιοτικό – ποσοτικό)
123
ποσοτικού μεγέθους (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «αν βάλλουμε στο δοχείο νερό που
είναι πιο ζεστό από το νερό που υπήρχε, θα φύγει περισσότερη ποσότητα θερμότητας»).
Πίνακας 4.7. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της διατήρησης ή μη της συνολικής
θερμότητας του συστήματος των σωμάτων
Επιπλέον, για τους μαθητές που θεωρούν ότι η θερμότητα είναι ποιοτικό μέγεθος,
η συνολική θερμότητα του συστήματος των σωμάτων κατά την διάρκεια της εξέλιξης
των φαινομένων δεν διατηρείται. Αντίθετα, για τους μαθητές που θεωρούν ότι η
θερμότητα χαρακτηρίζεται από την ποσότητά της, η συνολική θερμότητα του
συστήματος των σωμάτων διατηρείται.
Σε ό,τι αφορά τις αντιλήψεις των μαθητών για τη θερμοκρασία που δεν
επηρεάζονται από χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης, τα ερευνητικά
δεδομένα επιτρέπουν την ανάδειξη των ακόλουθων αντιλήψεων:
124
(α) H θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης της θερμότητας ή μέτρο της ποσότητας
της θερμότητας του σώματος.
(β) Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα εξαρτάται ή όχι από το μέγεθός του.
(γ) Η θερμοκρασία ενός σώματος συνδέεται αποκλειστικά με την αίσθηση του
θερμού.
Πίνακας 4.8. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της θερμοκρασίας ως ένδειξης της
έντασης της θερμότητας ή ως μέτρου της ποσότητας της θερμότητας που περιέχει το
σώμα
Για τους μαθητές που θεωρούν τη θερμοκρασία ως ένδειξη της έντασης της
θερμότητας, το σώμα μεταβάλλει τη θερμοκρασία του όταν μεταβάλλεται η ένταση
της θερμότητας που δέχεται. Έτσι, δύο σώματα που δέχονται θερμότητες
διαφορετικών εντάσεων, φτάνουν σε διαφορετικές θερμοκρασίες. Επιπλέον, δύο
σώματα έχουν την ίδια θερμοκρασία όταν περιέχουν θερμότητες ίδιας έντασης
(ενδεικτική απάντηση μαθητή: «τα σώματα είναι το ίδιο ζεστά έχουν δηλαδή ίδια
θερμοκρασία γιατί έχουν μέσα τους το ίδιο ζεστή ζεστασιά»).
Για τους μαθητές που αντιλαμβάνονται τη θερμοκρασία ως μέτρο της ποσότητας
της θερμότητας που περιέχεται στο σώμα, το σώμα μεταβάλλει τη θερμοκρασία του
όταν δέχεται κάποια ποσότητα θερμότητας. Δύο σώματα που δέχονται διαφορετικές
ποσότητες θερμότητας, φτάνουν σε διαφορετικές θερμοκρασίες. Επίσης, δύο σώματα,
έχουν ίδια θερμοκρασία αν περιέχουν ίδιες ποσότητες θερμότητας (ενδεικτική
125
απάντηση μαθητή: «το ξύλο είναι πιο ζεστό από το σίδερο γιατί περιέχει περισσότερο
ποσό ζεστασιάς»).
Σε ό,τι αφορά τη σχέση θερμοκρασίας και θερμότητας, το σύνολο των μαθητών
θεωρεί ότι:
- Αν δύο σώματα διαφορετικής σύστασης και ίδιου μεγέθους
θερμαίνονται/ψύχονται από ίδιες πηγές και φτάσουν κάποια στιγμή σε ίδια
θερμοκρασία, τα σώματα έχουν δεχθεί ίδια θερμότητα/ψύχος (είτε σε ένταση είτε
σε ποσότητα).
- Αν δύο σώματα ίδιας σύστασης και διαφορετικών μεγεθών
θερμαίνονται/ψύχονται από ίδιες πηγές και φτάσουν κάποια στιγμή σε ίδια
θερμοκρασία, τα σώματα έχουν δεχθεί και πάλι ίδια θερμότητα/ψύχος (είτε σε
ένταση είτε σε ποσότητα).
Όλοι οι μαθητές που θεωρούν τη θερμότητα ως ποιοτικό μέγεθος, συνδέουν τη
θερμοκρασία ενός σώματος με την ένταση της θερμότητας που περιέχει. Αντίθετα, οι
μαθητές που θεωρούν ότι η θερμότητα χαρακτηρίζεται από την ποσότητά της,
συνδέουν τη θερμοκρασία ενός σώματος με την ποσότητα της θερμότητας που
περιέχει το σώμα.
(β) Η αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από το
μέγεθός του
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με το
περιβάλλον του, για τους περισσότερους μαθητές (80%), εξαρτάται από το μέγεθος
του σώματος (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «το νερό που είναι πιο πολύ θα έχει
μεγαλύτερη θερμοκρασία γιατί είναι πιο μεγάλο, έχει δηλαδή περισσότερη μάζα»), ενώ
ελάχιστοι μαθητές (20%) θεωρούν ότι το μέγεθος του σώματος δεν επηρεάζει τη
θερμοκρασία του (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «οι δύο ράβδοι σιδήρου θα έχουν ίδιες
θερμοκρασίες γιατί δεν έχει σημασία το μέγεθός τους») (βλ. Πίνακα 4.9). Πρέπει να
σημειωθεί ότι ο όρος μέγεθος του σώματος (όπως χρησιμοποιήθηκε) εμπεριέχει τους
όρους μάζα και όγκο.
126
Πίνακας 4.9. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εξάρτησης της θερμοκρασίας
που αποκτά ένα σώμα από το μέγεθός του
(γ) Η αντίληψη της σύνδεσης της θερμοκρασίας με την αίσθηση του θερμού
Η θερμοκρασία ενός σώματος, για το σύνολο των μαθητών, συνδέεται
αποκλειστικά με την αίσθηση του θερμού. Αυτοί αποδίδουν τη διαφορετική αίσθηση
που έχουν όταν αγγίζουν σώματα διαφορετικής σύστασης στη διαφορετική
θερμοκρασία που θεωρούν ότι έχουν τα σώματα (ενδεικτικές απαντήσεις μαθητών: «η
σιδερένια ράβδος είναι πιο κρύα από τη ξύλινη γι’ αυτό και έχει πιο μικρή
θερμοκρασία», «θα νιώθω τα διάφορα σώματα διαφορετικά, γιατί οι θερμοκρασίες
τους είναι διαφορετικές»).
127
(4) Εξηγήσεις μαθητών για θερμικά φαινόμενα
(β) Εξάρτηση της έντασης της δράσης από το μέγεθος και τη θερμοκρασία της
θερμής/ψυχρής πηγής
Η δράση ενός σώματος πάνω στο άλλο, για τους περισσότερους μαθητές (73,3%),
εξαρτάται από το μέγεθος του σώματος που θεωρείται ως θερμή/ψυχρή πηγή
(ενεργητικός παράγοντας). Πιο συγκεκριμένα, όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος του
σώματος-πηγή, τόσο μεγαλύτερης έντασης ή περισσότερης ποσότητας θερμότητα
128
εκπέμπει αυτό το σώμα-πηγή (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «όταν έχουμε περισσότερο
νερό, αυτό θα δώσει πιο ζεστή θερμότητα και ο κύλινδρος θα ζεσταθεί περισσότερο»).
Ελάχιστοι μαθητές (26,7%) θεωρούν τη δράση της θερμής/ψυχρής πηγής
ανεξάρτητη του μεγέθους της (βλ. Πίνακα 4.10).
Πίνακας 4.10. Κατανομή μαθητών στις εξηγήσεις της εξάρτησης της έντασης της
δράσης από το μέγεθος της θερμής/ψυχρής πηγής
Επιπλέον, η δράση ενός σώματος πάνω στο άλλο, για το σύνολο των μαθητών,
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του σώματος που θεωρείται ως θερμή/ψυχρή πηγή.
Πιο συγκεκριμένα, όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία του σώματος που θεωρείται
ως θερμή/ψυχρή πηγή, τόσο μεγαλύτερης έντασης ή περισσότερης ποσότητας
θερμότητα εκπέμπει αυτό (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «όταν βάλλουμε πιο ζεστό
νερό, πιο ζεστή θερμότητα θα πάει στον κύλινδρο»).
129
4.3.1.3.Β. Αντιλήψεις μαθητών για εννοιολογική περιοχή θερμότητας που
εξαρτώνται από χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων
(α) Η αντίληψη της θερμότητας ως μιας οντότητας και της θερμότητας και του
ψύχους ως δύο διαφορετικών οντοτήτων
Οι μαθητές θεωρούν ότι μεταξύ των σωμάτων ρέει θερμότητα, ψύχος ή και τα
δύο, ανάλογα με τη θερμική κατάσταση των σωμάτων (σώματα θερμά, ψυχρά ή
«κανονικά») (βλ. Πίνακα 4.11).
130
Πίνακας 4.11. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της θερμότητας (ψύχους) ως μιας
οντότητας και της θερμότητας και του ψύχους ως δύο διαφορετικών οντοτήτων, σε
συνάρτηση με τη θερμική κατάσταση των σωμάτων
Πιο συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις, που ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με
ένα θερμότερο σώμα ή με ένα σώμα θερμοκρασίας δωματίου, όπως επίσης και όταν
διάφορα σώματα, βρίσκονται σε θερμό περιβάλλον ή μεταφέρονται από θερμό
περιβάλλον σε δωμάτιο, το σύνολο των μαθητών ερμηνεύει τα θερμικά φαινόμενα
χρησιμοποιώντας μια οντότητα, τη θερμότητα (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «το νερό
δίνει ζεστασιά στο σιδερένιο κύλινδρο»).
Όταν όμως, ένα ψυχρό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρότερο σώμα ή με σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, όπως επίσης και όταν διάφορα σώματα βρίσκονται σε
ψυχρό περιβάλλον ή μεταφέρονται από ψυχρό περιβάλλον σε δωμάτιο, το σύνολο
των μαθητών ερμηνεύει τα φαινόμενα χρησιμοποιώντας μια οντότητα, το ψύχος
(ενδεικτική απάντηση μαθητή: «πάει παγωνιά από τα παγάκια στον κύλινδρο»).
Αν τέλος, ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα, η πλειοψηφία
των μαθητών (80%) ερμηνεύει τα φαινόμενα με δύο οντότητες, τη θερμότητα που
εκπέμπεται από το θερμό σώμα και το ψύχος που εκπέμπεται από το ψυχρό σώμα
(ενδεικτική απάντηση μαθητή: «ο ζεστός κύλινδρος δίνει ζέστη στο παγωμένο νερό και
το παγωμένο νερό δίνει κρύο στον κύλινδρο»). Ελάχιστοι μαθητές ερμηνεύουν τα
131
φαινόμενα θεωρώντας ότι το ένα σώμα δίνει στο άλλο μόνο θερμότητα (10%) ή μόνο
ψύχος (10%).
132
του κατάστασης. Αρκετά λιγότεροι μαθητές (33,3%) θεωρούν ότι η θερμότητα
εκπέμπεται από τον μονωτή, εξαιτίας της θερμικής του κατάστασης.
Πίνακας 4.13. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εξάρτησης της θερμοκρασίας
ενός σώματος από τη σύστασή του και από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του,
σε συνάρτηση με το αν τα σώματα είναι σε επαφή ή σε απόσταση
133
Όταν τα σώματα (τα οποία είναι για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον)
βρίσκονται σε κάποια απόσταση, όλοι σχεδόν οι μαθητές (96,7%) θεωρούν ότι η
θερμοκρασία των σωμάτων εξαρτάται από τη σύστασή τους, ενώ ελάχιστοι μαθητές
(3,3%) αναφέρουν την εξάρτηση της θερμοκρασία των σωμάτων από τη θερμοκρασία
του περιβάλλοντός τους.
Στην περίπτωση όμως, που τα σώματα είναι σε επαφή, αυξάνει σημαντικά ο
αριθμός των μαθητών που θεωρούν ότι η θερμοκρασία των σωμάτων είναι
ανεξάρτητη της σύστασής τους και εξαρτάται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους. Πιο συγκεκριμένα:
- στην περίπτωση όπου ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, το 66,7% των μαθητών θεωρεί ότι η θερμοκρασία ενός
σώματος εξαρτάται από τη σύστασή του, ενώ το 33,3% των μαθητών θεωρεί ότι
η θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
του.
- στην περίπτωση όπου ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με λιγότερο θερμό
(ψυχρό) σώμα το 56,7% των μαθητών θεωρεί ότι η θερμοκρασία ενός σώματος
εξαρτάται από τη σύστασή του, ενώ το 43,3% των μαθητών θεωρεί ότι η
θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
του.
- στην περίπτωση όπου ένα θερμό σώμα είναι σε επαφή με ψυχρό σώμα το 23,3%
των μαθητών θεωρεί ότι η θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται από τη σύστασή
του, ενώ το 76,7% των μαθητών θεωρεί ότι η θερμοκρασία ενός σώματος
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
Επιπλέον, στην περίπτωση που τα σώματα βρίσκονται σε κάποια απόσταση και
είναι μέσα σε θερμό περιβάλλον, για την πλειονότητα των μαθητών (76,7%) η σειρά
κατάταξης των σωμάτων από το πιο θερμό στο λιγότερο θερμό είναι: σίδηρος, νερό,
ξύλο και αλεύρι. Παρόμοια, στην περίπτωση που τα σώματα βρίσκονται μέσα σε
ψυχρό περιβάλλον, για την πλειονότητα των μαθητών (66,7%) η σειρά κατάταξης
των σωμάτων από το πιο θερμό στο λιγότερο θερμό είναι: αλεύρι, ξύλο, σίδηρος,
νερό.
Από τις εξηγήσεις των μαθητών για τα θερμικά φαινόμενα, προκύπτει επίσης ότι
οι μαθητές συνδέουν τη θερμοκρασία ενός σώματος με την αίσθηση του θερμού ή
του ψυχρού. Αν για δύο σώματα οι μαθητές έχουν διαφορετικές θερμικές αισθήσεις,
134
συμπεραίνουν ότι τα σώματα θα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες. Η αναφορά «το
σώμα Α είναι πιο ζεστό από το Β», είναι ισοδύναμη με την αναφορά «η θερμοκρασία
του Α είναι υψηλότερη από του Β».
Πίνακας 4.14. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της της ύπαρξης τελικής θερμικής
κατάστασης και της συνεχώς μεταβαλλόμενης θερμοκρασίας, σε συνάρτηση με τον
τρόπο θέρμανσης (ή ψύξης) των σωμάτων
135
Οι μισοί περίπου μαθητές (53,3%) θεωρούν ότι τα σώματα που βρίσκονται πάνω
σε εστία θέρμανσης, ή μέσα σε φούρνο, ή ψυγείο, δεν φτάνουν σε μια μόνιμη τελική
κατάσταση και ότι η ροή της θερμότητας δεν έχει τέλος (ενδεικτική απάντηση μαθητή:
«η σιδερένια ράβδος συνέχεια θα ζεσταίνεται αφού είναι μέσα στο φούρνο». Οι άλλοι
μισοί σχεδόν μαθητές (46,7%) θεωρούν ότι τα σώματα φτάνουν σε μια τελική
θερμική κατάσταση.
Στην περίπτωση όμως, που ένα σώμα θερμαίνεται από ένα θερμότερο σώμα ή
ψύχεται από ένα ψυχρότερο σώμα, το σύνολο των μαθητών θεωρεί ότι τα σώματα
φτάνουν σε μια τελική θερμική κατάσταση (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «μετά από
ώρα το νερό θα σταματήσει να κρυώνει και το σίδερο θα σταματήσει να ζεσταίνεται»).
(β) Η αντίληψη της εξίσωσης των θερμοκρασιών των σωμάτων στην τελική
θερμική κατάσταση
Σύμφωνα με τους μαθητές, τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον
αποκτούν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες, ανάλογα με το αν τα σώματα είναι σε
επαφή ή βρίσκονται σε απόσταση αντίστοιχα (βλ. Πίνακα 4.15).
Πίνακας 4.15. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της εξάρτησης της θερμοκρασίας
ενός σώματος από τη σύστασή του και από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του,
σε συνάρτηση με το αν τα σώματα είναι σε επαφή ή σε απόσταση
136
Όταν τα σώματα βρίσκονται σε κάποια απόσταση για αρκετό χρόνο, σχεδόν όλοι
οι μαθητές (96,7%), θεωρούν ότι αυτά αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες.
Ελάχιστοι μαθητές (3,3%), αντιλαμβάνονται ότι τα σώματα τελικά αποκτούν ίσες
θερμοκρασίες.
Όταν όμως, που τα σώματα είναι σε επαφή, αυξάνει σημαντικά ο αριθμός των
μαθητών που θεωρούν ότι τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον αποκτούν
ίσες θερμοκρασίες. Πιο συγκεκριμένα:
- στην περίπτωση όπου ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, το 66,7% των μαθητών θεωρεί ότι τα σώματα που
βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες, ενώ το
33,3% των μαθητών θεωρεί ότι τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον
αποκτούν ίσες θερμοκρασίες.
- στην περίπτωση όπου ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με λιγότερο θερμό
(ψυχρό) σώμα οι μισοί περίπου μαθητές (56,7%) θεωρούν ότι τα σώματα που
βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες, ενώ οι
υπόλοιποι μαθητές θεωρούν ότι τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον
αποκτούν ίσες θερμοκρασίες.
- στην περίπτωση όπου ένα θερμό σώμα είναι σε επαφή με ψυχρό σώμα η
μειοψηφία των μαθητών (23,3%) θεωρεί ότι τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο
περιβάλλον αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες, ενώ η πλειοψηφία των
μαθητών (76,7%) θεωρεί ότι τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον
αποκτούν ίσες θερμοκρασίες.
137
(α) Η αντίληψη της παραγωγής θερμότητας από τους μονωτές ή της διόδου της
θερμότητας από τους μονωτές
Οι μονωτές, σύμφωνα με τους μαθητές, παράγουν θερμότητα ή επιτρέπουν τη
δίοδο της θερμότητας μέσω αυτών, ανάλογα με τη σύσταση τους (βλ. Πίνακα 4.16).
138
Πίνακας 4.17. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της παραγωγής ψύχους από τους
αγωγούς και της επιβράδυνσης της διόδου θερμότητας/ψύχους από τους αγωγούς, σε
συνάρτηση με τη σύσταση του μονωντή
139
Πίνακας 4.18. Κατανομή μαθητών στις αντιλήψεις της θερμότητας (ψύχους) ως μιας
οντότητας και της θερμότητας και του ψύχους ως δύο διαφορετικών οντοτήτων, σε
συνάρτηση με τη θερμική κατάσταση των σωμάτων
Στην περίπτωση που ένα θερμό (ή ψυχρό) σώμα έρχεται σε επαφή με ένα
θερμότερο (ή ψυχρότερο) σώμα, το σύνολο των μαθητών ερμηνεύει το φαινόμενο με
όρους μονόδρομης δράσης του θερμότερου (ή ψυχρότερου) σώματος (ενεργητικός
παράγοντας) πάνω στο άλλο σώμα (παθητικός παράγοντας) (ενδεικτική απάντηση
μαθητή: «το νερό επειδή είναι ζεστό δίνει ζεστασιά στο σίδηρο»).
Στην περίπτωση που ένα θερμό (ή ψυχρό) σώμα έρχεται σε επαφή με ένα σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, όλοι οι μαθητές ερμηνεύουν το φαινόμενο με όρους
μονόδρομης δράσης του θερμού (ή ψυχρού) σώματος (ενεργητικός παράγοντας)
πάνω στο άλλο σώμα (παθητικός παράγοντας) (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «το νερό
επειδή είναι ζεστό δίνει ζεστασιά στο σίδηρο»).
Όταν επίσης διάφορα σώματα βρίσκονται σε θερμό (ή ψυχρό) περιβάλλον, το
σύνολο των μαθητών ερμηνεύει το φαινόμενο με όρους μονόδρομης δράσης του
θερμού (ή ψυχρού) περιβάλλοντος (ενεργητικός παράγοντας) πάνω στα σώματα
(παθητικοί παράγοντες) (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «ο φούρνος βγάζει ζέστη και τη
δίνει στα πράγματα»).
Αν όμως, ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα, η μεγάλη
πλειοψηφία των μαθητών (80%) ερμηνεύει το φαινόμενο με όρους δύο αντίθετων
κατευθύνσεων μονόδρομων δράσεων μεταξύ των σωμάτων, δηλαδή και τα δύο
σώματα θεωρούνται από τους μαθητές ως ενεργητικοί παράγοντες (ενδεικτική
απάντηση μαθητή: «το νερό δίνει ζεστασιά στο σίδηρο και ο σίδηρος δίνει κρύο στο
140
νερό». Και σε αυτή όμως την περίπτωση ένα αξιοσημείωτο ποσοστό των μαθητών
(20%) εμμένει στην ερμηνεία του θερμικού φαινομένου (θερμό σώμα σε επαφή με
ψυχρό σώμα) με όρους μονόδρομης δράσης του ενός σώματος πάνω στο άλλο σώμα.
141
Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που ένα θερμό (ψυχρό) σώμα έρχεται σε επαφή με
ένα θερμότερο (ψυχρότερο) σώμα, το σύνολο των μαθητών ερμηνεύει το εν λόγω
θερμικό φαινόμενο με όρους μονόδρομης δράσης του θερμότερου (ψυχρότερου)
σώματος (ενεργητικός παράγοντας) πάνω στο άλλο σώμα (παθητικός παράγοντας).
Στην περίπτωση που ένα θερμό (ψυχρό) σώμα έρχεται σε επαφή με ένα σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, το σύνολο των μαθητών ερμηνεύει αυτό το θερμικό
φαινόμενο με όρους μονόδρομης δράσης του θερμού (ψυχρού) σώματος (ενεργητικός
παράγοντας) πάνω στο άλλο σώμα (παθητικός παράγοντας).
Όταν επίσης, διάφορα σώματα βρίσκονται σε θερμό (ή ψυχρό) περιβάλλον, το
σύνολο των μαθητών εξηγεί το συγκεκριμένο θερμικό φαινόμενο με όρους
μονόδρομης δράσης του θερμού (ή ψυχρού) περιβάλλοντος (ενεργητικός
παράγοντας) πάνω στα σώματα (παθητικοί παράγοντες) και θεωρεί ότι το θερμό (ή
ψυχρό) περιβάλλον δίνει θερμότητα (ή ψύχος), εξαιτίας της θερμικής του
κατάστασης.
Αν όμως, ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα, τότε η
πλειοψηφία των μαθητών ερμηνεύει το συγκεκριμένο θερμικό φαινόμενο με όρους
δύο αντίθετης κατεύθυνσης μονόδρομων δράσεων μεταξύ των σωμάτων και μόνο ένα
μικρό ποσοστό του μαθητικού πληθυσμού με όρους μονόδρομης δράσης.
Ύπαρξη επαφής μεταξύ των σωμάτων
Η ύπαρξη ή η απουσία επαφής μεταξύ των σωμάτων έχει επιπτώσεις στις
αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές σχετικά με τους παράγοντες που καθορίζουν
τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα.
Όταν τα σώματα βρίσκονται σε απόσταση, σχεδόν όλοι οι μαθητές θεωρούν ότι η
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα εξαρτάται από τη σύστασή τους (και
επομένως τα διάφορα σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο δεν
αποκτούν ίσες θερμοκρασίες), ενώ ελάχιστοι μαθητές αντιλαμβάνονται ότι η
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα εξαρτάται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους (και επομένως τα σώματα τελικά αποκτούν ίσες θερμοκρασίες).
Όταν όμως τα σώματα είναι σε επαφή, αυξάνουν σημαντικά τα ποσοστά του
μαθητικού πληθυσμού που θεωρούν ότι η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα
είναι ανεξάρτητη από τη σύστασή τους. Πιο συγκεκριμένα:
- στην περίπτωση που ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με «κανονικό»
σώμα, το μεγαλύτερο μέρος του μαθητικού πληθυσμού θεωρεί ότι η θερμοκρασία
των σωμάτων εξαρτάται από τη σύστασή τους (και επομένως τα διάφορα σώματα
142
που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο δεν αποκτούν ίσες θερμοκρασίες),
ενώ ένα σαφώς μικρότερο μέρος του μαθητικού πληθυσμού αντιλαμβάνεται ότι η
θερμοκρασία των σωμάτων εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
τους (και επομένως τα σώματα τελικά αποκτούν ίσες θερμοκρασίες)
- στην περίπτωση που ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με ένα λιγότερο
θερμό (ψυχρό), οι μισοί σχεδόν μαθητές θεωρούν ότι η θερμοκρασία των
σωμάτων εξαρτάται από τη σύστασή τους (και επομένως τα διάφορα σώματα που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο δεν αποκτούν ίσες θερμοκρασίες), ενώ
οι υπόλοιποι σχεδόν μισοί μαθητές αντιλαμβάνονται ότι η θερμοκρασία των
σωμάτων εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους (και επομένως
τα σώματα τελικά αποκτούν ίσες θερμοκρασίες)
- στην περίπτωση όμως που ένα θερμό σώμα είναι σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα
ένα μικρό μέρος των μαθητών θεωρεί ότι η θερμοκρασία των σωμάτων εξαρτάται
από τη σύστασή τους (και επομένως τα διάφορα σώματα που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε ένα χώρο δεν αποκτούν ίσες θερμοκρασίες), ενώ οι
περισσότεροι μαθητές αντιλαμβάνονται ότι η θερμοκρασία των σωμάτων
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους (και επομένως τα
σώματα τελικά αποκτούν ίσες θερμοκρασίες).
Τρόπος θέρμανσης (ψύξης)
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της πειραματικής κατάστασης που φαίνεται να έχει
συνέπειες στις αντιλήψεις των μαθητών αναφορικά με το αν στη κατάσταση θερμικής
ισορροπίας τα σώματα φτάνουν σε μια τελική θερμική κατάσταση (που
χαρακτηρίζεται από σταθεροποίηση της θερμοκρασίας τους) ή έχουν συνεχώς
μεταβαλλόμενη θερμοκρασία, ανάλογα με τον τρόπο θέρμανσης (ψύξης), είναι ο
τρόπος θέρμανσης (ψύξης) των σωμάτων.
Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση που τα σώματα βρίσκονται πάνω σε εστία
θέρμανσης ή μέσα σε φούρνο ή ψυγείο οι μισοί περίπου μαθητές θεωρούν ότι αυτά
δεν φτάνουν σε μια μόνιμη τελική κατάσταση και ότι η ροή της θερμότητας δεν έχει
τέλος, ενώ οι άλλοι μισοί σχεδόν μαθητές θεωρούν ότι τα σώματα φτάνουν σε μια
τελική θερμική κατάσταση.
Στην περίπτωση όμως, που ένα σώμα θερμαίνεται από ένα θερμότερο σώμα ή
ψύχεται από ένα ψυχρότερο σώμα, το σύνολο των μαθητών θεωρεί ότι τα σώματα
φτάνουν σε μια τελική θερμική κατάσταση.
143
Σύσταση και μέγεθος σωμάτων
Η σύσταση και το μέγεθος των σωμάτων που περιλαμβάνει το τιθέμενο πρόβλημα
έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις των μαθητών για τη θερμοκρασία που αποκτούν τα
σώματα.
Όταν τα σώματα έχουν ίδιο μέγεθος και ίδια σύσταση όλοι οι μαθητές θεωρούν
ότι οι θερμοκρασίες που αποκτούν τα σώματα είναι ίσες.
Όταν τα σώματα έχουν διαφορετική σύσταση ή διαφορετικό μέγεθος οι
περισσότεροι μαθητές θεωρούν ότι οι θερμοκρασίες που αποκτούν τα σώματα είναι
διαφορετικές.
Σύσταση μονωτικού υλικού
Ανάλογα με τη σύσταση του μονωτικού υλικού, σε διάφορες καταστάσεις
μόνωσης, οι μαθητές θεωρούν ότι το προς μόνωση σώμα ή το σώμα που
χρησιμοποιείται ως μονωτής δίνουν θερμότητα (ή ψύχος) εξαιτίας της θερμικής τους
κατάστασης.
Πιο συγκεκριμένα, όταν ο μονωτής είναι μάλλινο σώμα, η πλειοψηφία των
μαθητών θεωρεί ότι ο μονωτής δίνει θερμότητα, λόγω της θερμικής του κατάστασης,
ενώ ελάχιστοι μαθητές θεωρούν ότι το προς μόνωση θερμό (ή ψυχρό) σώμα δίνει
θερμότητα (ή ψύχος), εξαιτίας και πάλι της θερμικής του κατάστασης.
Όταν όμως ο μονωτής είναι ξύλινο σώμα, οι περισσότεροι μαθητές θεωρούν ότι το
προς μόνωση θερμό (ή ψυχρό) σώμα δίνει θερμότητα (ή ψύχος), ενώ αρκετά
λιγότεροι μαθητές θεωρούν ότι ο μονωτής δίνει θερμότητα.
Στο Σχήμα 4.4 παρουσιάζεται η σχηματική αναπαράσταση των συνδέσεων που
εντοπίστηκαν ανάμεσα στα χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης, στις
περιπτώσεις καταστάσεων θέρμανσης/μόνωσης και στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν
οι μαθητές σε κάθε περίπτωση, συνοδευόμενες από εκατοστιαία ποσοστά.
144
Χαρακτηριστικά Περιπτώσεις Αντιλήψεις και
πειραματικής κατάστασης καταστάσεων θέρμανσης εξηγήσεις μαθητών
Ανάμεσα στο
περιβάλλον και στα
Σώματα σε θερμό (ψυχρό) σώματα ρέει θερμότητα
περιβάλλον (ψύχος) (100%)
145
Χαρακτηριστικά Περιπτώσεις Αντιλήψεις και
πειραματικής κατάστασης καταστάσεων θέρμανσης εξηγήσεις μαθητών
Η θερμοκρασία που
αποκτά ένα σώμα
εξαρτάται από τη
σύστασή του (67%)
Η θερμοκρασία που
Θερμό (ή ψυχρό) αποκτά ένα σώμα
σώμα σε επαφή με εξαρτάται από τη
λιγότερο θερμό (ή σύστασή του (57%)
ψυχρό) σώμα
Η θερμοκρασία που
αποκτά ένα σώμα
εξαρτάται από τη
θερμοκρασία του
Ύπαρξη επαφής ή περιβάλλοντός του (43%)
απόστασης μεταξύ των
σωμάτων
Η θερμοκρασία που
Θερμό σώμα σε επαφή αποκτά ένα σώμα
με ψυχρό σώμα εξαρτάται από τη
θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του (77%)
Η θερμοκρασία που
αποκτά ένα σώμα
εξαρτάται από τη
σύστασή του (23%)
Η θερμοκρασία που
αποκτά ένα σώμα
εξαρτάται από τη
Σώματα σε απόσταση
σύστασή του (97%)
Η θερμοκρασία που
αποκτά ένα σώμα
εξαρτάται από τη
θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του (3%)
146
Χαρακτηριστικά Περιπτώσεις Αντιλήψεις και
πειραματικής κατάστασης καταστάσεων θέρμανσης εξηγήσεις μαθητών
Τα σώματα αποκτούν
σταθερή τελική
Θέρμανση (ψύξη) από θερμοκρασία (47%)
θερμή (ψυχρή) πηγή
Τα σώματα δεν
αποκτούν σταθερή
τελική θερμοκρασία
Τρόπος θέρμανσης (ψύξης)
(53%)
147
Χαρακτηριστικά Περιπτώσεις Αντιλήψεις και
πειραματικής κατάστασης καταστάσεων μόνωσης εξηγήσεις μαθητών
Ο μονωτής δίνει
θερμότητα λόγω της
θερμικής του
Ο μονωτής είναι μάλλινο κατάστασης (87%)
σώμα
Το προς μόνωση θερμό
(ή ψυχρό) σώμα δίνει
θερμότητα (ή ψύχος)
λόγω της θερμικής του
κατάστασης (13%)
148
4.3.2. Μοντέλα σκέψης μαθητών για εννοιολογική περιοχή
θερμότητας
Μοντέλο Α
149
σώμα Β είναι παθητικός δέκτης των δράσεων του σώματος Α. Οι δράσεις γίνονται
αυθόρμητα και όχι για την επίτευξη θερμικής ισορροπίας. Το σώμα Α, επειδή είναι
θερμό (ψυχρό), δίνει θερμότητα (ψύχος) στο σώμα Β. Η θερμότητα (ψύχος) εμφανίζει
χαρακτηριστικά ρευστού, χαρακτηρίζεται από την έντασή της και κατά τη διάρκεια
της εξέλιξης του φαινομένου δεν διατηρείται. Μετά την παρέλευση κάποιου χρόνου
σταματά η δράση του ενός σώματος πάνω στο άλλο. Τα σώματα φτάνουν σε μια
μόνιμη τελική κατάσταση, όπου σταθεροποιείται η θερμοκρασία τους. Η
θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης της θερμότητας (ψύχους) που περιέχει το
σώμα. Οι θερμοκρασίες που αποκτούν τα σώματα είναι είτε διαφορετικές είτε ίσες.
Περιβάλλον
Μοντέλο Β
150
της εξέλιξης του φαινομένου δεν διατηρούνται. Η δράση του ενός σώματος πάνω στο
άλλο σταματά κάποια στιγμή. Τα σώματα τότε φτάνουν σε μια μόνιμη τελική
κατάσταση, όπου σταθεροποιείται η θερμοκρασία τους. Η θερμοκρασία είναι ένδειξη
της έντασης της θερμότητας και του ψύχους που περιέχει το σώμα. Οι θερμοκρασίες
που αποκτούν τα σώματα είναι ίσες.
Περιβάλλον
Θερμό Ψυχρό
σώμα Α σώμα Β
Μοντέλο Γ
151
της έντασης της θερμότητας (ψύχους) που περιέχει το σώμα. Τα σώματα αποκτούν
διαφορετικές θερμοκρασίες που εξαρτώνται από τη σύσταση τους.
Περιβάλλον
Σώμα Α Σώμα Β
152
Πίνακας 4.19. Μοντέλα μαθητών για καταστάσεις θέρμανσης
153
• Το θερμό (ή • Το θερμό και το • Το θερμό (ή
ψυχρό) σώμα δίνει ψυχρό σώμα ψυχρό)
θερμότητα (ή δίνουν θερμότητα περιβάλλον δίνει
ψύχος), εξαιτίας και ψύχος θερμότητα (ή
της θερμικής του αντίστοιχα, ψύχος), εξαιτίας
κατάστασης εξαιτίας της της θερμικής του
θερμικής τους κατάστασης
κατάστασης
Αντιλήψεις • Η θερμοκρασία • Η θερμοκρασία • Η θερμοκρασία
μαθητών για τη συνδέεται με την συνδέεται με την συνδέεται με την
θερμοκρασία ένταση ένταση ένταση
θερμότητας (ή του θερμότητας και θερμότητας (ή του
ψύχους) που του ψύχους που ψύχους) που
περιέχει το σώμα περιέχει το σώμα περιέχει το σώμα
• Η θερμοκρασία • Η θερμοκρασία • Η θερμοκρασία
που αποκτά ένα που αποκτά ένα που αποκτά ένα
σώμα δεν σώμα δεν σώμα εξαρτάται
εξαρτάται εξαρτάται από τη από τη σύστασή
απαραίτητα από τη σύστασή του του
σύστασή του
Αντιλήψεις • Τα σώματα • Τα σώματα • Τα σώματα δεν
μαθητών για τη φτάνουν σε μια φτάνουν σε μια φτάνουν
θερμική ισορροπία μόνιμη τελική μόνιμη τελική απαραίτητα σε μια
κατάσταση κατάσταση μόνιμη τελική
κατάσταση
• Η θερμική • Η θερμική • Η θερμική
ισορροπία δεν ισορροπία δεν ισορροπία δεν
θεωρείται θεωρείται θεωρείται
αναγκαιότητα αναγκαιότητα αναγκαιότητα
• Τα σώματα δεν • Τα σώματα • Τα σώματα
αποκτούν αποκτούν ίσες αποκτούν
απαραίτητα τελικές διαφορετικές
διαφορετικές θερμοκρασίες τελικές
τελικές θερμοκρασίες
θερμοκρασίες
154
Η θερμότητα: (α) για το σύνολο των μαθητών, εμφανίζει χαρακτηριστικά υλικής
ουσίας και (β) σύμφωνα με τους περισσότερους μαθητές θεωρείται ως ποιοτικό
μέγεθος (χαρακτηρίζεται από την έντασή της) και επιπλέον δεν διατηρείται κατά τη
διάρκεια εξέλιξης των θερμικών φαινομένων.
Η θερμοκρασία συνδέεται, σύμφωνα με τους περισσότερους μαθητές, με την
ένταση της θερμότητας (ή του ψύχους) που περιέχει το σώμα.
Τέλος, η θερμική ισορροπία, για το σύνολο των μαθητών, δεν θεωρείται
αναγκαιότητα, αλλά πιθανή κατάσταση.
Στοιχεία που διαφοροποιούν τα Μοντέλα Α, Β, Γ για καταστάσεις θέρμανσης
Τα Μοντέλα Α, Β, Γ διαφοροποιούνται ως προς τα ακόλουθα:
(α) Για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων χρησιμοποιείται μονόδρομη δράση ή
δύο αντίθετης κατεύθυνσης μονόδρομες δράσεις. Ειδικότερα, στο Μοντέλο Α οι
μαθητές εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους μονόδρομης δράσης του θερμού ή
του ψυχρού σώματος (ενεργητικός δότης) πάνω στο «λιγότερο θερμό» ή «κανονικό»
σώμα (παθητικός δέκτης). Στο Μοντέλο Γ, κατά παρόμοιο τρόπο οι μαθητές εξηγούν
τα θερμικά φαινόμενα με όρους μονόδρομης δράσης του θερμού ή του ψυχρού
περιβάλλοντος (ενεργητικός δότης) πάνω στα σώματα (παθητικοί δέκτες). Στο
Μοντέλο Β όμως, οι μαθητές εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους δύο αντίθετης
κατεύθυνσης μονόδρομων δράσεων του θερμού σώματος πάνω στο ψυχρό σώμα και
αντίστροφα. Τόσο το θερμό όσο και το ψυχρό σώμα θεωρούνται ενεργητικοί δότες.
(β) Η δράση έχει ένα τέλος ή λαμβάνει χώρα συνεχώς. Πιο συγκεκριμένα, στα
Μοντέλα Α, Β, οι δράσεις του ενός σώματος πάνω στο άλλο σώμα έχουν ένα τέλος.
Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα δηλαδή, σταματά η δράση του ενός σώματος
πάνω στο άλλο και τα σώματα αποκτούν σταθερές θερμοκρασίες. Αντίθετα, στο
Μοντέλο Γ η δράση του θερμού/ψυχρού περιβάλλοντος πάνω στα σώματα δεν έχει
απαραίτητα ένα τέλος, αλλά λαμβάνει χώρα συνεχώς. Τα σώματα δηλαδή,
εξακολουθούν να θερμαίνονται ή να ψύχονται.
(γ) Η θερμότητα εμφανίζεται με μία ή δύο οντότητες. Ειδικότερα, στα Μοντέλα Α και
Γ ανάμεσα στα σώματα μεταφέρεται είτε θερμότητα είτε ψύχος. Ειδικότερα, όταν ένα
θερμό σώμα είναι σε επαφή με «κανονικό» σώμα ή λιγότερο θερμό σώμα ή όταν
διάφορα σώματα βρίσκονται μέσα σε θερμό περιβάλλον, τότε ανάμεσα στα σώματα
μεταφέρεται μόνο θερμότητα, ενώ όταν ένα ψυχρό σώμα είναι σε επαφή με
«κανονικό» σώμα ή λιγότερο ψυχρό σώμα ή όταν διάφορα σώματα βρίσκονται μέσα
155
σε ψυχρό περιβάλλον, τότε ανάμεσα στα σώματα μεταφέρεται μόνο ψύχος. Στο
Μοντέλο Β, όμως, ανάμεσα στα σώματα μεταφέρεται θερμότητα και ψύχος.
(δ) Το θερμό (ψυχρό) σώμα ή το περιβάλλον του δίνουν θερμότητα (ψύχος), εξαιτίας
της θερμικής τους κατάστασης. Πιο συγκεκριμένα, στα Μοντέλα Α και Β το
θερμό/ψυχρό σώμα, επειδή είναι θερμό/ψυχρό, δίνει αυθόρμητα θερμότητα/ψύχος,
ενώ στο Μοντέλο Γ το θερμό/ψυχρό περιβάλλον, επειδή είναι θερμό/ψυχρό, δίνει
αυθόρμητα θερμότητα/ψύχος.
(ε) Η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα όταν βρίσκονται σε θερμική ισορροπία
με το περιβάλλον τους εξαρτάται ή όχι από τη σύστασή τους. Ειδικότερα, στο
Μοντέλο Α η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα δεν εξαρτάται απαραίτητα από
τη σύστασή τους. Έτσι, οι μισοί περίπου μαθητές θεωρούν ότι η θερμοκρασία των
σωμάτων εξαρτάται από τη σύστασή τους, ενώ οι άλλοι σχεδόν μισοί μαθητές
θεωρούν ότι η θερμοκρασία των σωμάτων εξαρτάται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους. Στο Μοντέλο Γ η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα
εξαρτάται από τη σύστασή τους. Στο Μοντέλο Β όμως, η θερμοκρασία που αποκτούν
τα σώματα δεν εξαρτάται από τη σύστασή τους, αλλά από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός στους. Τα σώματα, δηλαδή αποκτούν ίσες θερμοκρασίες.
Μοντέλο Δ
156
διέρχονται πιο εύκολα από το ξύλινο σώμα σε σχέση με το μεταλλικό σώμα). Η
θερμότητα (ψύχος) εμφανίζει χαρακτηριστικά ρευστού, χαρακτηρίζεται από την
έντασή της και κατά τη διάρκεια της εξέλιξης του φαινομένου δεν διατηρείται. Η
θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης της θερμότητας (ή του ψύχους) που περιέχει
το σώμα. Το θερμό (ή ψυχρό) σώμα, που βρίσκεται μέσα στο μεταλλικό σώμα,
διατηρεί τη θερμοκρασία του για περισσότερο χρόνο.
Μοντέλο Ε
157
ψύχος στο θερμό (ψυχρό) σώμα Α. Το μάλλινο ή ξύλινο σώμα Γ, επειδή είναι σχετικά
θερμό σώμα, δίνει θερμότητα στο θερμό (ψυχρό) σώμα Α. Η θερμότητα (ψύχος)
εμφανίζει χαρακτηριστικά ρευστού, χαρακτηρίζεται από την έντασή της και κατά τη
διάρκεια της εξέλιξης του φαινομένου δεν διατηρείται. Η θερμοκρασία είναι ένδειξη
της έντασης της θερμότητας (ψύχους) που περιέχει το σώμα. Το σώμα που βρίσκεται
μέσα στο μάλλινο ή ξύλινο σώμα, έχει υψηλότερη θερμοκρασία, από αυτό που
βρίσκεται μέσα στο μεταλλικό σώμα.
158
Πίνακας 4.20. Μοντέλα μαθητών για καταστάσεις μόνωσης
159
Τα Μοντέλα Δ και Ε των μαθητών για καταστάσεις μόνωσης που συγκροτήθηκαν
παρουσιάζουν ορισμένα κοινά στοιχεία και διαφοροποιούνται σε κάποια άλλα
στοιχεία.
Κοινά στοιχεία μοντέλων μαθητών Δ και Ε για καταστάσεις μόνωσης
Τα δύο Μοντέλα μαθητών Δ και Ε για καταστάσεις μόνωσης παρουσιάζουν
κάποια κοινά στοιχεία, σε ότι αφορά τις εξηγήσεις των μαθητών για τα θερμικά
φαινόμενα και τις αντιλήψεις τους για τη θερμότητα, τη θερμοκρασία και τη θερμική
ισορροπία (βλ. Πίνακα 4.7).
Τα θερμικά φαινόμενα, εξηγούνται από το σύνολο των μαθητών με όρους δράσης,
του ενός σώματος (ενεργητικός παράγοντας) πάνω στο άλλο σώμα (παθητικός
δέκτης). Η δράση αυτή: (α) έχει συγκεκριμένη κατεύθυνση, (β) εξαρτάται από τη
θερμική κατάσταση και το μέγεθος του ενεργητικού δότη και (β) γίνεται αυθόρμητα
και όχι για την επίτευξη κάποιου σκοπού.
Η θερμότητα: (α) για το σύνολο των μαθητών, εμφανίζει χαρακτηριστικά υλικής
ουσίας και (β) θεωρείται ως ποιοτικό μέγεθος (χαρακτηρίζεται από την έντασή της)
και δεν διατηρείται κατά τη διάρκεια εξέλιξης των θερμικών φαινομένων.
Η θερμοκρασία συνδέεται με την ένταση της θερμότητας που περιέχει το σώμα.
Τέλος, η θερμική ισορροπία, για το σύνολο των μαθητών, δεν θεωρείται
αναγκαιότητα, αλλά πιθανή κατάσταση.
Στοιχεία που διαφοροποιούν τα Μοντέλα Δ και Ε για καταστάσεις μόνωσης
Τα Μοντέλα Δ και Ε, διαφοροποιούνται ως προς τα ακόλουθα:
(α) Ρόλο ενεργητικού δότη έχει το προς μόνωση θερμό/ψυχρό σώμα ή το σώμα που
χρησιμοποιείται ως μονωτής. Ειδικότερα, στο Μοντέλο Δ, τα προς μόνωση
θερμά/ψυχρά σώματα είναι ενεργητικοί δότες, ενώ τα σώματα που χρησιμοποιούνται
ως μονωτές είναι παθητικοί δέκτες της δράσης του θερμού/ψυχρού σώματος. Στο
Μοντέλο Ε όμως, τα σώματα που χρησιμοποιούνται ως μονωτές είναι ενεργητικοί
δότες, ενώ τα προς μόνωση θερμά/ψυχρά σώματα είναι παθητικοί δέκτες της δράσης
των μονωτών.
(β) Η θερμότητα εμφανίζεται με μία ή δύο οντότητες. Πιο συγκεκριμένα, στο
Μοντέλο Δ, ανάμεσα στα θερμά/ψυχρά σώματα και στα σώματα που
χρησιμοποιούνται ως μονωτές μεταφέρεται είτε θερμότητα είτε ψύχος. Ειδικότερα, αν
το προς μόνωση σώμα είναι θερμό, αυτό δίνει αυθόρμητα θερμότητα, ενώ αν είναι
ψυχρό δίνει αυθόρμητα ψύχος. Στο Μοντέλο Ε όμως, ανάμεσα στα θερμά/ψυχρά
σώματα και στα σώματα που χρησιμοποιούνται ως μονωτές μεταφέρονται και η
160
θερμότητα και το ψύχος. Συγκεκριμένα, το μεταλλικό σώμα δίνει ψύχος, ενώ το
ξύλινο ή το μάλλινο σώμα δίνει θερμότητα.
(γ) Η αιτία της ροής θερμότητας συνδέεται με το θερμό (ψυχρό) προς μόνωση σώμα
ή με το μονωτή και τον αγωγό που περιβάλλει το θερμό (ψυχρό) σώμα. Ειδικότερα,
στο Μοντέλο Δ, το προς μόνωση θερμό (ή ψυχρό) σώμα δίνει αυθόρμητα θερμότητα
(ή ψύχος), λόγω της θερμικής του κατάστασης. Στο Μοντέλο Ε όμως, το μεταλλικό
σώμα δίνει αυθόρμητα ψύχος, ενώ το μάλλινο (ή το ξύλινο) σώμα δίνει αυθόρμητα
θερμότητα, εξαιτίας της θερμικής τους κατάστασης.
(δ) Η θερμική συμπεριφορά των αγωγών και των μονωτών. Πιο συγκεκριμένα, στο
Μοντέλο Δ, η θερμότητα (ή το ψύχος) διέρχονται πιο εύκολα από το μεταλλικό
σώμα, σε σχέση με το μάλλινο ή το ξύλινο. Στο Μοντέλο Ε δεν υπεισέρχεται το
ζήτημα της διόδου της θερμότητας μέσω των σωμάτων.
(ε) Το σώμα που περικλείεται από μονωτή έχει υψηλότερη ή χαμηλότερη
θερμοκρασία, από το σώμα που περικλείεται από αγωγό. Πιο συγκεκριμένα, στο
Μοντέλο Δ, το θερμό/ψυχρό σώμα, που βρίσκεται μέσα στο μεταλλικό σώμα,
διατηρεί τη θερμοκρασία του για περισσότερο χρόνο σε σχέση με αυτό που βρίσκεται
μέσα στο ξύλινο ή το μάλλινο σώμα, ενώ στο Μοντέλο Ε, το θερμό/ψυχρό σώμα, που
βρίσκεται μέσα στο μάλλινο ή στο ξύλινο σώμα, έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε
σχέση με αυτό που βρίσκεται μέσα στο μεταλλικό σώμα.
161
Σε ό,τι αφορά τη δημοτικότητα των Μοντέλων Α, Β και Γ, διαπιστώνεται ότι
χρησιμοποιούνται από το μεγαλύτερο μέρος των μαθητών (87%). Αναφορικά με τα
Μοντέλα Δ και Ε, όταν ο μονωτής είναι μάλλινο σώμα, η πλειοψηφία των μαθητών
(87%) χρησιμοποιεί το μοντέλο Ε, ενώ ελάχιστοι μαθητές (13%) χρησιμοποιούν το
μοντέλο Δ. Όταν όμως ο μονωτής είναι ξύλινο σώμα οι περισσότεροι μαθητές (67%)
χρησιμοποιούν το μοντέλο Δ, ενώ αρκετά λιγότεροι (33%) χρησιμοποιούν το μοντέλο
Ε.
Στη συνέχεια θα σχολιαστούν τα πέντε Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε σε σχέση με τα
τρία Μοντέλα 1, 2 και 3 που είχαν συγκροτηθεί με βάση τα ευρύματα της συναφούς
βιβλιογραφίας (βλ. ενότητα 4.2).
Ένα πρώτο σημαντικό στοιχείο είναι ότι τα τρία μοντέλα (Μοντέλο 1, Μοντέλο 2
και Μοντέλο 3) που είχαν συγκροτηθεί με βάση τη βιβλιογραφική ανασκόπηση των
ερευνών που έχουν διεξαχθεί (βλ. ενότητα 4.2), δεν περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά
της πειραματικής κατάστασης που τέθηκε στους μαθητές. Αντίθετα, τα πέντε νέα
Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε των μαθητών που συγκροτήθηκαν από τα δεδομένα της
έρευνας που πραγματοποιήθηκε με μαθητές του Δημοτικού στην Ελλάδα (βλ.
Πίνακες 4.6 και 4.7), περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης
από τα οποία φαίνεται να εξαρτάται η ενεργοποίηση των αντιλήψεων των μαθητών.
Ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο είναι ότι τα Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε αποτελούν
εξειδικεύσεις του Μοντέλου 1 το οποίο διαμορφώθηκε με βάση τα ευρήματα της
βιβλιογραφικής ανασκόπησης. Οι μαθητές δηλαδή που χειρίζονται το Μοντέλο 1,
εκδηλώνουν τα Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε ανάλογα με τα χαρακτηριστικά των
πειραματικών καταστάσεων του προβλήματος που επεξεργάζονται (βλ. Σχήμα 4.10).
162
Καταστάσεις
Θερμό (ή ψυχρό)
σώμα σε επαφή με
Μοντέλο Α «κανονικό» σώμα ή
λιγότερο θερμό (ή
ψυχρό) σώμα
Θερμό σώμα σε
Μοντέλο Β επαφή με ψυχρό
σώμα
Μοντέλο 1
Σώματα που είναι
Μοντέλο Γ μέσα σε θερμό
(ψυχρό) περιβάλλον
Επίσης, τα ευρήματα της έρευνας επίσης καταδεικνύουν ότι μόνο ένα μικρό μέρος
του μαθητικού πληθυσμού του δείγματος (13%) χρησιμοποιεί στοιχεία του Μοντέλου
2 (βλ. Πίνακα 3.2). Ο μικρός αριθμός των μαθητών που φαίνεται να ακολουθεί το
Μοντέλο 2, δεν επιτρέπει να συγκροτηθούν πιο εξειδικευμένα μοντέλα που να
περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά των πειραματικών διατάξεων.
Θα πρέπει να σημειωθεί επιπλέον, ότι δεν βρέθηκαν μαθητές που να
χρησιμοποιούν το Μοντέλο 3 (βλ. Πίνακα 4.2). Αυτό ήταν αναμενόμενο επειδή το
μοντέλο αυτό εμφανίζεται σε μικρό ποσοστό των μαθητών του Λυκείου.
Από τον συνδυασμό των Μοντέλων 1, 2 και 3 τα οποία συγκροτήθηκαν με βάση
τη βιβλιογραφική ανασκόπηση των αντιλήψεων των μαθητών (βλ. Πίνακα 4.2) με τα
Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε, τα οποία διαμορφώθηκαν με βάση την εμπειρική έρευνα
που πραγματοποιήθηκε σε μαθητές του δημοτικού σχολείου (βλ. Πίνακες 4.6 και
4.7), προκύπτουν τα Μοντέλα I, II, III (βλ. Πίνακα 4.8).
Από τη σύγκριση των Μοντέλων I, II και III, με τη σχολική εκδοχή της φυσικο-
επιστημονικής γνώσης, προκύπτει ότι, το Μοντέλο III κινείται προς την κατεύθυνση
163
της σχολικής γνώσης. Όσο προχωρούμε προς τα Μοντέλα II και I αυξάνεται η
απόκλιση από τη σχολική γνώση. Έτσι, το Μοντέλο II εμφανίζει σημαντικές
εννοιολογικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη σχολική γνώση ενώ το Μοντέλο I
(που εντοπίζεται στους περισσότερους μαθητές) είναι το πλέον εννοιολογικά
απομακρυσμένο από αυτήν.
Τα Μοντέλα I, II, III των μαθητών που συγκροτήθηκαν (βλ. Πίνακα 4.8),
επιτρέπουν την σε βάθος κατανόηση της εννοιολογικής δομής των μαθητών για την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Για τον λόγο αυτό, συμβάλλουν σημαντικά
τόσο στον εντοπισμό των εμποδίων των μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας όσο και στη συγκρότηση διδακτικών καταστάσεων για τη διδακτική
επεξεργασία αυτών των εμποδίων.
164
Πίνακας 4.21. Μοντέλα μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας
165
Αντιλήψεις Η θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης της Η θερμοκρασία Η θερμοκρασία
μαθητών για τη θερμότητας (ψυχρότητας) του σώματος. είναι μέτρο της συνδέεται με την
θερμοκρασία ποσότητα της ποσότητα της
θερμότητας θερμότητας ανά
(ψυχρότητας) του μονάδα μάζας του
σώματος. σώματος.
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα Η θερμοκρασία Η θερμοκρασία
εξαρτάται από ορισμένα χαρακτηριστικά του. που αποκτά ένα που αποκτά ένα
Όταν το σώμα βρίσκεται σε θερμό (ψυχρό) σώμα εξαρτάται σώμα εξαρτάται
περιβάλλον η θερμοκρασία που αποκτά από ορισμένα από τη
εξαρτάται από ορισμένα χαρακτηριστικά του. χαρακτηριστικά θερμοκρασία του
Όταν ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή του. περιβάλλοντός
με ένα λιγότερο θερμό (ψυχρό) σώμα ή με ένα του.
σώμα θερμοκρασίας δωματίου η θερμοκρασία
που αποκτούν τα σώματα δεν εξαρτάται
απαραίτητα από ορισμένα χαρακτηριστικά
τους.
Όταν ένα θερμό σώμα είναι σε επαφή με ένα
ψυχρό η θερμοκρασία που αποκτούν εξαρτάται
από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
Η θερμοκρασία ενός σώματος συνδέεται Η θερμοκρασία Η θερμοκρασία
αποκλειστικά με την αίσθηση του θερμού ενός σώματος ενός σώματος
συνδέεται μετριέται μόνο με
αποκλειστικά με τα θερμόμετρα
την αίσθηση του
θερμού
Αντιλήψεις Η θερμική ισορροπία δεν υπάρχει ως Η θερμική Η θερμική
μαθητών για τη αναγκαιότητα αλλά ως πιθανή κατάσταση, ισορροπία δεν ισορροπία υπάρχει
θερμική ισορροπία όπου τα σώματα είναι δυνατόν να αποκτήσουν υπάρχει ως ως αναγκαιότητα,
θερμότητες (ψυχρότητες) ίσων εντάσεων αναγκαιότητα όπου τα σώματα
αλλά ως πιθανή αποκτούν ίσες
κατάσταση, όπου θερμοκρασίες
τα σώματα είναι
δυνατόν να
αποκτήσουν ίσες
ποσότητες
θερμότητας
(ψυχρότητας)
Τα σώματα φτάνουν σε μια μόνιμη τελική - -
κατάσταση στις περιπτώσεις που:
ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με
λιγότερο θερμό (ψυχρό) σώμα ή σώμα
θερμοκρασίας δωματίου.
ένα θερμό σώμα είναι σε επαφή με ένα ψυχρό
σώμα
ένα σώμα μονώνεται από άλλα σώματα
Τα σώματα δεν φτάνουν απαραίτητα σε μια
τελική κατάσταση όταν θερμαίνονται
(ψύχονται) από θερμή (ψυχρή) πηγή
Αντιλήψεις Η θερμότητα (ή το ψύχος) διέρχονται πιο - -
μαθητών για τη εύκολα από το μεταλλικό σώμα σε σχέση με το
θερμική μάλλινο και το ξύλινο σώμα
αγωγιμότητα των
σωμάτων
Εξηγήσεις μαθητών Τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους Τα θερμικά Τα θερμικά
για τα θερμικά δράσης/δράσεων του ενός σώματος πάνω σε φαινόμενα φαινόμενα
φαινόμενα ένα άλλο σώμα, με ενδιάμεσο παράγοντα δύο εξηγούνται με εξηγούνται με
«ποιότητες» (θερμότητα, ψύχος). όρους όρους διαφοράς
Όταν ένα θερμό/ψυχρό σώμα έρχεται σε επαφή δράσης/δράσεων θερμοκρασίας με
με «κανονικό» σώμα ή λιγότερο θερμό σώμα, του ενός σώματος ενδιάμεσο
τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους πάνω σε ένα άλλο παράγοντα μία
μονόδρομης δράσης του θερμού/ψυχρού σώμα, με ποσότητα
σώματος (ενεργητικός δότης) πάνω στο ενδιάμεσο (θερμότητα)
«λιγότερο θερμό» ή «κανονικό» σώμα παράγοντα δύο
(παθητικός δέκτης). ποσότητες
Όταν διάφορα σώματα βρίσκονται σε (θερμότητα,
θερμό/ψυχρό περιβάλλον, τα θερμικά ψύχος)
166
φαινόμενα εξηγούνται με όρους μονόδρομης
δράσης του θερμού ή του ψυχρού
περιβάλλοντος (ενεργητικός δότης) πάνω στα
σώματα (παθητικοί δέκτες).
Όταν ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα
ψυχρό σώμα, τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται
με όρους δύο αντίθετης κατεύθυνσης
μονόδρομων δράσεων του θερμού σώματος
πάνω στο ψυχρό σώμα και αντίστροφα. Τόσο
το θερμό όσο και το ψυχρό σώμα θεωρούνται
ενεργητικοί δότες.
Σε ό,τι αφορά τη δράση του ενός σώματος στο
άλλο:
• Η δράση γίνεται αυθόρμητα
• Η δράση εξαρτάται από τη θερμοκρασία
και το μέγεθος του ενεργητικού δότη
• Η δράση έχει συγκεκριμένη κατεύθυνση
• Η δράση έχει ένα τέλος ή ενεργεί συνεχώς.
Ειδικότερα:
- η δράση του ενός σώματος πάνω στο
άλλο σώμα έχει ένα τέλος όταν
διάφορα σώματα βρίσκονται σε
θερμό/ψυχρό περιβάλλον,
- η δράση του θερμού/ψυχρού
περιβάλλοντος πάνω στα σώματα δεν
έχει απαραίτητα ένα τέλος.
4.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
167
τους μαθητές και ανεξάρτητου των χαρακτηριστικών των πειραματικών
καταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν. Επιπλέον, εντοπίστηκαν ορισμένα
συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των πειραματικών καταστάσεων που φαίνεται να
έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο ποιες αντιλήψεις ενεργοποιούν οι μαθητές, όπως
είναι η θερμική κατάσταση των σωμάτων, η ύπαρξη ή η απουσία επαφής μεταξύ των
σωμάτων, η σύσταση και το μέγεθος των σωμάτων, ο τρόπος θέρμανσης/ψύξης των
σωμάτων και η σύσταση του μονωτικού υλικού.
Αξιοποιώντας τα ευρήματα της έρευνας σχετικά με ορισμένα χαρακτηριστικά των
πειραματικών καταστάσεων που έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν
οι μαθητές διαμορφώθηκαν πέντε μοντέλα σκέψης των μαθητών. Τα τρία πρώτα
μοντέλα (Μοντέλο Α, Μοντέλο Β, Μοντέλο Γ) αφορούν στην εξήγηση καταστάσεων
θέρμανσης (ψύξης), όπου ένα σώμα θερμαίνεται (ψύχεται) από κάποιο άλλο θερμό
(ψυχρό) σώμα. Τα δύο άλλα μοντέλα (Μοντέλο Δ, Μοντέλο Ε) αναφέρονται στην
εξήγηση καταστάσεων μόνωσης, όπου ένα θερμό (ψυχρό) σώμα, περικλείεται από
σώματα διαφορετικής σύστασης, ώστε να διατηρήσει για όσο περισσότερο χρόνο
γίνεται τη θερμική του κατάσταση.
Από τον συνδυασμό των Μοντέλων 1, 2 και 3, που συγκροτήθηκαν με βάση τη
βιβλιογραφική ανασκόπηση των αντιλήψεων των μαθητών, με τα Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ
και Ε, που διαμορφώθηκαν με βάση την εμπειρική έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε
μαθητές του δημοτικού, προέκυψαν τα τελικά Μοντέλα I, II, III των μαθητών για την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
168
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΙΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ ΤΟΥΣ
169
5.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Όπως έχει ήδη υποστηριχθεί για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των
μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, που αποτελεί στόχο της
παρούσας διατριβής, απαιτείται τόσο ο εντοπισμός και η αποσαφίνηση των εμποδίων,
όσο και η συγκρότηση των δυναμικών τους δικτύων (βλ. ενότητα 2.2.2).
Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζονται τα εμπόδια που εντοπίζονται στην
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (βλ. ενότητα 5.2), τα εμπόδια που επιλέγονται
για διδακτική επεξεργασία (βλ. ενότητα 5.3) και τα δυναμικά δίκτυα των εμποδίων
προς επεξεργασία που συγκροτούνται (βλ. ενότητα 5.4).
170
την κατεύθυνση της σχολικής γνώσης και κατά συνέπεια μπορεί να θεωρηθεί ως το
μοντέλο εκείνο προς το οποίο θα στοχεύουν οι διδακτικές παρεμβάσεις, καθώς οι
μαθητές φαίνεται να υιοθετούν περισσότερο το Μοντέλο I. Όσο προχωρούμε από το
Μοντέλο ΙΙΙ προς τα Μοντέλα II και I αυξάνεται η απόκλιση από τη σχολική γνώση.
Έτσι, το Μοντέλο II εμφανίζει σημαντικές εννοιολογικές διαφοροποιήσεις σε σχέση
με τη σχολική γνώση και το Μοντέλο I είναι το πλέον εννοιολογικά απομακρυσμένο
από αυτήν. Στο βαθμό που οι μαθητές υιοθετούν το Μοντέλο I, οι διδακτικές
παρεμβάσεις που θα συγκροτηθούν θα στοχεύουν στο Μοντέλο ΙΙΙ.
Τα εμπόδια των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας θα
αναζητηθούν στα στοιχεία εκείνα που συνιστούν σημαντικές διαφοροποιήσεις
ανάμεσα στα τρία μοντέλα των μαθητών (Μοντέλα I, II, ΙΙΙ, βλ. Πίνακα 4.7).
Εστιάζοντας αποκλειστικά στις διαφορές που παρουσιάζουν μεταξύ τους τα
Μοντέλα I, II, III και πραγματοποιώντας τις κατάλληλες ενοποιήσεις μεταξύ
ορισμένων στοιχείων των μοντέλων (βλ. Παράρτημα VIII), διαμορφώνεται ο Πίνακας
5.1. Τα σημεία διαφοροποίησης των επιμέρους στοιχείων των τριών μοντέλων
κωδικοποιούνται με έντονα πλατιές μαυρισμένες γραμμές. Αυτές οι διαφοροποιήσεις
ανάμεσα στα τρία μοντέλα θεωρούνται ότι συνιστούν ενδείξεις ύπαρξης εμποδίων
των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
Πιο συγκεκριμένα, στον Πίνακα 5.1 εντοπίζονται οι ακόλουθες διαφοροποιήσεις
μεταξύ των μοντέλων:
− Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με το
περιβάλλον του, σύμφωνα με τα Μοντέλα I και II, εξαρτάται από χαρακτηριστικά
αυτού καθ’ αυτού του σώματος, ενώ σύμφωνα με το Μοντέλο III εξαρτάται από τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
− Η αίσθηση του θερμού, σύμφωνα με τα Μοντέλα I και II, συνδέεται αποκλειστικά
με τη θερμοκρασία του σώματος, ενώ σύμφωνα με το Μοντέλο III συνδέεται όχι
μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη σύστασή του.
− Η θερμότητα εξομοιώνεται με τη θερμοκρασία, σύμφωνα με το Μοντέλο I (όπου
θεωρείται ποιοτικό μέγεθος) και σύμφωνα με το Μοντέλο II (όπου θεωρείται
ποσοτικό μέγεθος), ενώ σύμφωνα με το Μοντέλο III (όπου θεωρείται ποσοτικό
μέγεθος) η θερμότητα συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα
και τη σύσταση του σώματος.
171
− Τα θερμικά φαινόμενα, σύμφωνα με τα Μοντέλα I και II εξηγούνται με τη χρήση
δύο διαφορετικών οντοτήτων της θερμότητας και του ψύχους, ενώ σύμφωνα με το
Μοντέλο III εξηγούνται με τη χρήση μιας οντότητας της θερμότητας.
− Η αιτία διάδοσης της θερμότητας, σύμφωνα με τα Μοντέλα I και II, είναι η
θερμική κατάσταση ενός μεμονωμένου σώματος, ενώ σύμφωνα με το Μοντέλο III
είναι η διαφορά θερμοκρασίας ανάμεσα στο σώμα και στο περιβάλλον του.
Πίνακας 5.1. Τα μοντέλα σκέψης των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας: στοιχεία διαφοροποίησης
Επίσης, εμπόδια αναζητούνται και στο επίπεδο των κοινών στοιχείων των
Μοντέλων I, II και III τα οποία είναι δυνατό να διαφοροποιηθούν στο επίπεδο της
φυσικο-επιστημονικής γνώσης. Κοινό στοιχείο των τριών μοντέλων που
172
συγκροτήθηκαν (βλ. ενότητα 4.3.2, Πίνακας 4.7) αποτελεί η αντίληψη ότι η
θερμότητα εμφανίζει χαρακτηριστικά ουσίας. Το κοινό αυτό στοιχείο των μοντέλων
δεν συνάδει με τη φυσικο-επιστημονική γνώση (η θερμότητα ως ενέργεια σε
μεταφορά από σώμα υψηλότερης προς σώμα χαμηλότερης θερμοκρασίας).
173
Τέλος, τα εμπόδια που αφορούν σε ένα σύνολο εννοιολογικών περιοχών των
Φυσικών Επιστημών, μπορούν να συνδεθούν με ορισμένους γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών όπως, η κυριαρχία από τις αισθήσεις, η περιορισμένη εστίαση
και ο γραμμικός αιτιακός συλλογισμός (βλ. Σχήμα 5.1, Επίπεδο V).
Αναφορικά με το ζήτημα της επιλογής του επιπέδου (βλ. Σχήμα 5.1, Επίπεδο I, II,
III, IV, V) στο οποίο θα εστιάσουν οι διδακτικές παρεμβάσεις, απαιτείται να ληφθούν
υπόψη τα εξής (Peterfalvi 1997):
− Ο περιορισμός στη διδακτική επεξεργασία των απαντήσεων των μαθητών
(Επίπεδο I) ή των αντιλήψεων των μαθητών (Επίπεδο II), που αφορούν στην
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, θα έχει ως αποτέλεσμα την απλή
δημιουργία «ρηγματώσεων» στα εμπόδια και όχι αυτή καθ’ εαυτή την επεξεργασία
τους.
− Ο περιορισμός στην επεξεργασία των εμποδίων, που αφορούν σε ένα σύνολο
εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών (Επίπεδο IV), και των γενικών
τρόπων σκέψης των μαθητών (Επίπεδο V), ενέχει τον κίνδυνο να αποτελέσει μια
προσέγγιση αφηρημένη και πιθανώς χωρίς κάποιο νόημα για το μαθητή.
Η εστίαση λοιπόν της επεξεργασίας στα ακραία επίπεδα, αναδεικνύεται ότι ενέχει
σοβαρούς περιορισμούς αναφορικά με τη δυναμική της μεταφοράς της γνώσης σε
άλλα πεδία του περιεχομένου. Αντίθετα, η συγκρότηση ενός ενδιάμεσου επιπέδου
αυτού των εμποδίων για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (Επίπεδο III),
φαίνεται να είναι πιο ενδιαφέρουσα για την αποτελεσματική διδακτική διαχείρηση
των αντιλήψεων των μαθητών στην εν λόγω εννοιολογική περιοχή (Peterfalvi 1997).
174
ΕΠΙΠΕΔΟ V: ΕΠΙΠΕΔΟ IV: ΕΜΠΟΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΟ III: ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΠΕΔΟ II: ΕΠΙΠΕΔΟ I:
ΓΕΝΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΥΝΟΛΟ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΣΚΕΨΗΣ ΠΟΥ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΩΣ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΗΣ
ΕΜΠΟΔΙΑ ΦΥΣΙΚΗΣ Η θερμοκρασία που Το μεγάλο παγάκι είναι πιο κρύο
Εξάρτηση θερμοκρασίας που από το μικρό, γιατί είναι
αποκτά ένα σώμα
αποκτά ένα σώμα (όταν μεγαλύτερο
εξαρτάται από τη μάζα
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε
ένα περιβάλλον) από ορισμένα Η σιδερένια ράβδος είναι πιο
χαρακτηριστικά αυτού καθ’ Η θερμοκρασία που κρύα από τη ξύλινη γιατί είναι
Κυριαρχία αυτού του σώματος αποκτά ένα σώμα
Ένα φυσικό μέγεθος από μέταλλο και γιατί έτσι τη
από εξαρτάται από τη
εξαρτάται μόνο από ένα άλλο νιώθουμε
αισθήσεις σύστασή του
φυσικό μέγεθος
Εξάρτηση αίσθησης του θερμού
Νιώθω το σιδερένιο κουτάλι πιο
ή του ψυχρού μόνο από τη ζεστό, γι αυτό έχει μεγαλύτερη
θερμοκρασία του σώματος Διαφορετικές αισθήσεις θερμοκρασία
σημαίνουν διαφορετικές
θερμοκρασίες
Ένα φυσικό μέγεθος (ή μια
Εξομοίωση θερμότητας με τη Αν τα ταψιά έχουν ίδια
Περιορισμένη διαδικασία) είναι ιδιότητα του
θερμοκρασία Δυο σώματα με ίδια θερμοκρασία θα έχουν και ίδια
εστίαση σώματος
θερμοκρασία έχουν ίδια θερμότητα
θερμότητα (ψύχος)
Το ψύχος είναι διαφορετικό από
τη θερμότητα Το κρύο φεύγει από το παγάκι
Ένα σώμα έχει ρόλο Το θερμό σώμα επειδή και έτσι κρυώνει το νερό, ενώ η
ενεργητικού παράγοντα είναι θερμό/ψυχρό δίνει θερμότητα πάει από την εστία
(δότης), ένα άλλο παθητικού Η αιτία διάδοσης της θερμότητας θερμότητα/ψύχος στη σούπα
Γραμμικός
παράγοντα (δέκτης) των συνδέεται με το σώμα
αιτιακός
δράσεων του πρώτου Η θερμότητα ρέει μέσα
συλλογισμός Οι κουβέρτες , επειδή είναι
σε ένα σώμα και από ζεστές, μας δίνουν θερμότητα
Η θερμότητα εμφανίζει σώμα σε σώμα
χαρακτηριστικά ουσίας
Ένα σώμα ψύχεται όταν Όλη η ράβδος θερμαίνεται αφού
η θερμότητα μαζεύεται στο ένα
παίρνει ψύχος και
Σχήμα 5.1. Συνδέσεις των εμποδίων σε τοπικό και γενικό επίπεδο θερμαίνεται όταν παίρνει
άκρο της και επειδή εκεί δεν
χωρά κινείται προς το άλλο άκρο
θερμότητα της
175
(γ) Ανθεκτικότητα των εμποδίων
Ένα κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα του εμποδίου είναι η αντίστασή του στην
εννοιολογική αλλαγή. Σ’ αυτό συνηγορούν η λειτουργικότητα του εμποδίου, το ότι
έχει ένα χαρακτήρα οικονομίας της σκέψης, το ότι δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο
λάθος αλλά για ένα δίκτυο ιδεών, καθώς επίσης και ο γενικός/εγκάρσιος και
πολύμορφος χαρακτήρας του (βλ. υποενότητα 2.2.2.γ).
Οι Marie Larochelle και Jacques Desautels (1992) αναφέρουν σχετικά με τη
δυναμική της λειτουργίας των εμποδίων: «Αν η προσοχή στρέφεται στα εμπόδια, δεν
είναι γιατί είναι λανθασμένα ή ανώριμα, αλλά γιατί είναι ανθεκτικά. Η ωφελιμότητά
τους είναι ανάλογη με τη ρεαλιστική τους επιτυχία, μέσα σε ένα δεδομένο πλαίσιο, να
διατηρούνται ως δομή και να επιτρέπουν σε κάποιον να λειτουργεί ικανοποιητικά
μέσα στο περιβάλλον του» (σελ. 157). Αυτό εξηγεί κατά ένα μεγάλο μέρος το
γεγονός ότι τα εμπόδια διατηρούνται και ότι παρεμποδίζουν την εννοιολογική
εξέλιξη.
Επίσης, αυτό που απορρέει από σειρά ερευνών (π.χ. White, Gunstone 1992) είναι
ότι παρά τις προσπάθειες οι οποίες επιχειρούν την εγκαθίδρυση κοινωνικο-γνωστικών
συγκρούσεων, τα εμπόδια εμφανίζονται ξανά μόλις απομακρυνθούμε από το
συγκεκριμένο πρόβλημα για το οποίο τα επεξεργαζόμαστε ή μετά από κάποιο
χρονικό διάστημα, τη στιγμή που δεν το περιμένουμε. Συχνά, επίσης, παρατηρείται
μετά από τέτοιες εργασίες, ένας συμβιβασμός ανάμεσα στις οικείες παλαιές βάσεις
και σ’ αυτό που ο εκπαιδευτικός στοχεύει να δομήσει (Peterfalvi 1997).
Σύμφωνα με τους Astolfi και Peterfalvi (1997), τα εμπόδια δεν καταργούνται και
δεν θα καταργηθούν ποτέ. Εξ ορισμού, ένα άτομο υποκύπτει και επανέρχεται σε
αυτά. Το εμπόδιο επομένως είναι μια συνεχής επανάληψη. Το πέρας της
επεξεργασίας του εμποδίου -αν μπορεί να υπάρξει πέρας- δεν μπορεί να είναι η
υπερπήδησή του. Αυτό που επιδιώκεται είναι η ανάπτυξη της ετοιμότητας του ατόμου
ούτως ώστε να αναγνωρίζει το «παιχνίδι» του εμποδίου, έστω και εκ των υστέρων
(Peterfalvi 1997).
Για τον εντοπισμό λοιπόν ενός εμποδίου η αντίστασή του στην εννοιολογική
αλλαγή αποτελεί μια ισχυρή ένδειξη της ύπαρξής του. Επομένως, τα εμπόδια που θα
εντοπιστούν με βάση τις διαφοροποιήσεις των Μοντέλων I, II και III, θα εξεταστούν
και ως προς την ανθεκτικότητά τους, με βάση τη βιβλιογραφία που αφορά στις
διδακτικές παρεμβάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί για την εννοιολογική περιοχή
176
της θερμότητας και λαμβάνουν υπόψη τους τις αντιλήψεις των μαθητών (βλ. ενότητα
3.3).
(α) Εμπόδιο Ε1: Εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα όταν
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον από ορισμένα χαρακτηριστικά
αυτού καθ’ αυτού του σώματος.
Οι μαθητές προκειμένου να αποφανθούν για τη θερμοκρασία ενός σώματος που
βρίσκεται για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα περιβάλλον σταθερής θερμοκρασίας,
εστιάζονται αποκλειστικά στο σώμα και θεωρούν ότι η θερμοκρασία του θα
καθορίζεται αποκλειστικά από ορισμένα χαρακτηριστικά αυτού καθ’ εαυτού του
σώματος (βλ. Πίνακα 5.1, Μοντέλο I), όπως είναι η σύσταση, το μέγεθος, η
σκληρότητα και η πυκνότητα του σώματος. Η θερμοκρασία του περιβάλλοντός του,
δεν λαμβάνεται υπόψη από τους μαθητές ως παράγοντας που καθορίζει τη
θερμοκρασία που αποκτά το σώμα.
Η «μετάβαση» λοιπόν των μαθητών, από τα Μοντέλα I και II που χειρίζονται, στο
Μοντέλο III, απαιτεί μια αποκέντρωση από το σώμα και εστίαση της προσοχής στο
σύστημα «σώμα – περιβάλλον», ώστε οι μαθητές να οικοδομήσουν την αντίληψη ότι
η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα –που βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με ένα
περιβάλλον σταθερής θερμοκρασίας– καθορίζεται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του και όχι από ορισμένα χαρακτηριστικά του.
177
Προκειμένου να αποσαφηνιστεί πληρέστερα το εμπόδιο Ε1 που έχει εντοπιστεί με
βάση τις διαφοροποιήσεις των Μοντέλων I, II και III για την εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας, είναι απαραίτητη η συσχέτιση του τόσο σε τοπικό όσο και σε γενικό
επίπεδο.
- Συνδέσεις του εμποδίου Ε1 σε τοπικό επίπεδο με αντιλήψεις και απαντήσεις
μαθητών. Το εμπόδιο Ε1 συνδέεται με μια σειρά αντιλήψεων που εκδηλώνουν οι
μαθητές όταν προβλέπουν τη θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται σε
θερμική ισορροπία με το περιβάλλον του. Ενδεικτικά, συνδέεται (βλ. Σχήμα 5.1)
τόσο με την αντίληψη: «εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα όταν
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον από το μέγεθός του», όσο και με
την αντίληψη: «εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα όταν
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον από τη σύστασή του». Οι δύο
παραπάνω αντιλήψεις των μαθητών συνδέονται επίσης με ορισμένες απαντήσεις
που δίνουν οι μαθητές όταν τους ζητηθεί να προβλέψουν τη θερμοκρασία που
αποκτούν σώματα που βρίσκονται σε θερμική ισορροπία με ένα περιβάλλον και
που διαφέρουν ως προς το μέγεθος ή ως προς τη σύστασή τους. Για παράδειγμα
(βλ. Σχήμα 5.1), η αντίληψη: «εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα
όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον από το μέγεθός του»
συνδέεται με την απάντηση του μαθητή: «το μεγάλο παγάκι είναι πιο κρύο από το
μικρό, γιατί είναι μεγαλύτερο».
- Συνδέσεις του εμποδίου Ε1 σε γενικό επίπεδο με εμπόδια που αφορούν σε ένα
σύνολο εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών και με γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών. Το εμπόδιο Ε1 που αφορά στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας, συνδέεται (βλ. Σχήμα 5.1) με το εμπόδιο που αφορά ένα σύνολο
εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών: «ένα φυσικό μέγεθος είναι
ιδιότητα του σώματος». Για παράδειγμα, στην εννοιολογική περιοχή της
μηχανικής οι μαθητές θεωρούν ότι η δύναμη είναι ιδιότητα του σώματος
(Ιωαννίδης & Βοσνιάδου 1994) και στην εννοιολογική περιοχή του ηλεκτρισμού
ότι το ηλεκτρικό ρεύμα είναι ιδιότητα της μπαταρίας (Κουμαράς 1989). Επίσης,
το εμπόδιο που αφορά ένα σύνολο εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών
Επιστημών: «ένα φυσικό μέγεθος είναι ιδιότητα του σώματος» συνδέεται (βλ.
Σχήμα 5.1) με στοιχεία από τον γενικό τρόπο σκέψης των μαθητών:
«περιορισμένη εστίαση», δηλαδή, με την τάση που έχουν οι μαθητές να
εστιάζονται αποκλειστικά σε ένα σώμα και να αγνοούν το περιβάλλον του.
178
Αναφορικά με το ζήτημα της ανθεκτικότητας του συγκεκριμένου εμποδίου Ε1,
σύμφωνα με τα διαθέσιμα βιβλιογραφικά ευρήματα, οι αντιλήψεις της εξάρτησης της
θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από το μέγεθος και από τη σύστασή του
φαίνεται να ανθίστανται στις προσπάθειες τροποποίησής τους (Engel 1982,
Tiberghien 1985, Wiser 1986, Lewis 1991, Linn & Songer 1991, Thomaz, Malaquias,
Valente & Antunes 1995).
Η εξάρτηση λοιπόν της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα (όταν βρίσκεται σε
θερμική ισορροπία με το περιβάλλον του) από τα χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού
του σώματος αποτελεί ένα πρώτο εμπόδιο των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας.
(β) Εμπόδιο Ε2: Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού ή του ψυχρού μόνο από τη
θερμοκρασία του σώματος.
Οι μαθητές συνδέουν τη θερμοκρασία ενός σώματος αποκλειστικά με την αίσθηση
που έχουν όταν αγγίζουν αυτό το σώμα (βλ. Πίνακα 5.1, Μοντέλο I). Γι’ αυτούς τους
μαθητές, διαφορετικές αισθήσεις συνεπάγονται πάντα διαφορετικές θερμοκρασίες και
αντίστροφα. Η σύσταση του σώματος (και κατ’ επέκταση η θερμική του
αγωγιμότητα), η θερμοκρασία των χεριών και η έκταση της επιφάνειας επαφής δεν
λαμβάνονται υπόψη από τους μαθητές όταν αναφέρονται στη σχέση αίσθησης του
θερμού/ψυχρού και θερμοκρασίας σώματος.
Το «πέρασμα» των μαθητών από τα Μοντέλα I και II που χειρίζονται, στο
Μοντέλο III, απαιτεί τροποποιήσεις στον τρόπο σκέψης των μαθητών. Πιο
συγκεκριμένα μια «μετάβαση» των μαθητών από τη χρήση των αισθήσεων στην
χρήση επιστημονικών οργάνων, προκειμένου οι μαθητές να οικοδομήσουν την
αντίληψη ότι η θερμοκρασία ενός σώματος μπορεί να προσδιοριστεί αντικειμενικά
μόνο με τη βοήθεια του θερμομέτρου και όχι της αφής. Επίσης, απαιτεί μια
«μετάβαση» από ένα τρόπο σκέψης που θεωρεί ότι ένα φυσικό μέγεθος εξαρτάται
μόνο από ένα άλλο φυσικό μέγεθος, σε ένα άλλο τρόπο σκέψης όπου ένα φυσικό
μέγεθος είναι δυνατόν να εξαρτάται από περισσότερα του ενός φυσικά μεγέθη, ώστε
οι μαθητές να οικοδομήσουν την αντίληψη ότι η αίσθηση του θερμού ή του ψυχρού
συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία του σώματος αλλά και με τη σύστασή του (και
ειδικότερα με τη θερμική αγωγιμότητά του), τη θερμοκρασία των χεριών και την
έκταση της επιφάνειας επαφής.
179
Σε ό,τι αφορά τις συνδέσεις του εμποδίου Ε2 σε γενικό/τοπικό επίπεδο
προκύπτουν τα εξής:
- Συνδέσεις του εμποδίου Ε2 σε τοπικό επίπεδο με αντιλήψεις και απαντήσεις
μαθητών. Το εμπόδιο Ε2 συνδέεται με μια σειρά αντιλήψεων που εκδηλώνουν οι
μαθητές όταν τους ζητείται να προβλέψουν αν διάφορα σώματα για τα οποία
έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμικές αισθήσεις θα έχουν ίσες ή διαφορετικές
θερμοκρασίες. Ενδεικτικά συνδέεται με την αντίληψη: «διαφορετικές αισθήσεις
σημαίνουν διαφορετικές θερμοκρασίες» και με την αντίληψη: «εξάρτηση της
θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα από τη σύστασή του». Επιπρόσθετα, οι
αντιλήψεις αυτές συνδέονται με απαντήσεις που δίνουν οι μαθητές όταν τους
ζητείται να προβλέψουν τις θερμοκρασίες που αποκτούν διάφορα σώματα τα
οποία διαφέρουν ως προς τη σύστασή τους. Για παράδειγμα, η αντίληψη:
«διαφορετικές αισθήσεις σημαίνουν διαφορετικές θερμοκρασίες», συνδέεται τόσο
με την απάντηση του μαθητή: «νιώθω το σιδερένιο κουτάλι πιο ζεστό, γι αυτό έχει
μεγαλύτερη θερμοκρασία» όσο και με την απάντησή του: «η σιδερένια ράβδος
είναι πιο κρύα από τη ξύλινη γιατί έτσι τη νιώθουμε».
- Συνδέσεις του εμποδίου Ε2 σε γενικό επίπεδο με εμπόδια που αφορούν σε ένα
σύνολο εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών και με γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών. Το εμπόδιο Ε2 (η αίσθηση του θερμού εξαρτάται μόνο από
τη θερμοκρασία του σώματος) που αφορά στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας, συνδέεται (βλ. Σχήμα 5.1) με το εμπόδιο που αφορά σε ένα σύνολο
εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών: «ένα φυσικό μέγεθος
εξαρτάται μόνο από ένα άλλο φυσικό μέγεθος». Για παράδειγμα, στην
εννοιολογική περιοχή της μηχανικής οι μαθητές θεωρούν ότι η πυκνότητα ενός
σώματος εξαρτάται μόνο από τη μάζα του σώματος (Kang, Scharmann & Noh
2004). Επίσης, το εμπόδιο που αφορά σε ένα σύνολο εννοιολογικών περιοχών των
Φυσικών Επιστημών: «ένα φυσικό μέγεθος εξαρτάται μόνο από ένα άλλο φυσικό
μέγεθος» συνδέεται με στοιχεία από δύο γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών,
την «κυριαρχία από τις αισθήσεις» αφού οι μαθητές είναι προσκολλημένοι σε
αυτά που αντιλαμβάνονται με τη βοήθεια των αισθήσεων (π.χ. διαφορετικές
αισθήσεις συνεπάγονται διαφορετικές θερμοκρασίες) και τον «γραμμικό αιτιακό
συλλογισμό», αφού σύμφωνα με την Grotzer (2003), οι μαθητές εξαρτούν την
τιμή μιας μεταβλητής από την τιμή μόνο μιας άλλης μεταβλητής και όχι από
συνδυασμό περισσότερων μεταβλητών.
180
Αναφορικά με την ανθεκτικότητα του εμποδίου Ε2, διαπιστώνεται ότι μολονότι τα
περισσότερα σχολικά βιβλία που απευθύνονται με μαθητές Δημοτικού και Γυμνασίου
συνήθως από τα πρώτα μαθήματα διαπραγματεύονται το ζήτημα της μη
αντικειμενικής μέτρησης της θερμοκρασίας ενός σώματος με τη βοήθεια των
αισθήσεων, τα βιβλιογραφικά ευρήματα για τις αντιλήψεις των μαθητών σχετικά με
την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, καταδεικνύουν την ισχυρή αντίσταση της
εν λόγω αντίληψης στις προσπάθειες εννοιολογικής αλλαγής (Brook, Briggs, Bell &
Driver 1984, Appleton 1985, Thomaz et al. 1995).
Αυτή λοιπόν η σύνδεση της θερμοκρασίας ενός σώματος αποκλειστικά με την
αίσθηση του θερμού αποτελεί ένα δεύτερο εμπόδιο των μαθητών στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας.
181
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Ενδεικτικά, συνδέεται με την αντίληψη:
«δυο σώματα με ίδια θερμοκρασία, περιέχουν την ίδια θερμότητα». Επιπλέον η
αντίληψη αυτή συνδέεται με ορισμένες απαντήσεις που δίνουν οι μαθητές όταν
τους ζητούνται προβλέψεις αναφορικά με τη σχέση που έχουν οι θερμοκρασίες
διαφόρων σωμάτων με τις θερμότητες που δίνουν ή παίρνουν τα σώματα. Για
παράδειγμα, η εν λόγω αντίληψη συνδέεται με την απάντηση του μαθητή: «αν τα
έχουν ταψιά την ίδια θερμοκρασία, θα έχουν και ίδια θερμότητα».
- Συνδέσεις του εμποδίου Ε3 σε γενικό επίπεδο με εμπόδια που αφορούν σε ένα
σύνολο εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών και με γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών. Το εμπόδιο Ε3 που αφορά στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας συνδέεται με το εμπόδιο που αφορά σε ένα σύνολο εννοιολογικών
περιοχών των Φυσικών Επιστημών: «ένα φυσικό μέγεθος εξαρτάται μόνο από ένα
άλλο φυσικό μέγεθος». Αυτό με τη σειρά του συνδέεται με στοιχεία από δύο
γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών: (α) το «γραμμικό αιτιακό συλλογισμό»,
αφού σύμφωνα με την Grotzer (2003), οι μαθητές που χειρίζονται αυτό το γενικό
τρόπο σκέψης εξαρτούν την τιμή μιας μεταβλητής από την τιμή μόνο μιας άλλης
μεταβλητής και όχι από συνδυασμό περισσότερων μεταβλητών (π.χ. η θερμότητα
εξαρτάται μόνο από τη θερμοκρασία) και (β) την «κυριαρχία από τις αισθήσεις»,
αφού οι μαθητές φαίνεται να είναι προσκολλημένοι σε αυτά που αντιλαμβάνονται
με τη βοήθεια των αισθήσεων (π.χ. εξομοιώνουν τη θερμότητα/θερμοκρασία με τη
ζεστασιά των σωμάτων). Επιπλέον, το εμπόδιο Ε3 που αφορά στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας συνδέεται με το εμπόδιο που αφορά σε ένα σύνολο
εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών: «ένα φυσικό μέγεθος είναι
ιδιότητα του σώματος». Αυτό με τη σειρά του συνδέεται με στοιχεία από το
γενικό τρόπο σκέψης των μαθητών «περιορισμένη εστίαση», αφού οι μαθητές που
θεωρούν ότι ένα φυσικό μέγεθος είναι ιδιότητα του σώματος εστιάζονται
αποκλειστικά στο σώμα και στα χαρακτηριστικά του.
Αναφορικά με την ανθεκτικότητα του εμποδίου Ε2, αξίζει να σημειωθεί ότι αν και
στο σύνολο σχεδόν των διδακτικών παρεμβάσεων που έχουν πραγματοποιηθεί, η
διαφοροποίηση των εννοιών της θερμότητας και της θερμοκρασίας αποτελούσε τον
πρωταρχικό στόχο, οι ερευνητές καταλήγουν στην διαπίστωση ότι η μη
διαφοροποίηση της θερμοκρασίας από τη θερμότητα αποτελεί την πλέον ανθεκτική
αντίληψη σε κάθε προσπάθεια διδακτικής επεξεργασίας της (Engel 1982, Wiser 1986,
182
1988, Linn & Songer 1991, Magnusson & Krajcik 1993, Thomaz et al. 1995,
Καρανίκας 1996, Harrison et al. 1999, Καρύδας & Κουμαράς 2000).
Η εξομοίωση λοιπόν της θερμότητας (θεωρούμενης ως ποιοτικό μέγεθος) με τη
θερμοκρασία αποτελεί ένα τρίτο εμπόδιο των μαθητών για την εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας.
183
θερμότητας συνδέεται με δύο εμπόδια που αφορούν σε ένα σύνολο
εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών. Το πρώτο εμπόδιο είναι: «ένα
φυσικό μέγεθος είναι ιδιότητα του σώματος». Για παράδειγμα, στην εννοιολογική
περιοχή της οπτικής, η σκιά από τους μαθητές δεν εκλαμβάνεται ως έλλειψη
φωτός αλλά θεωρείται ως ιδιαίτερη οντότητα (Guesne 1985). Το εμπόδιο: «ένα
φυσικό μέγεθος είναι ιδιότητα του σώματος» συνδέεται με στοιχεία από δύο
γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών (α) την «κυριαρχία από τις αισθήσεις»,
αφού οι μαθητές είναι προσκολλημένοι σε αυτά που αντιλαμβάνονται με τη
βοήθεια των αισθήσεων (η επαφή του χεριού με ένα θερμό σώμα παρέχει την
εντύπωση ότι το σώμα δίνει θερμότητα, ενώ η επαφή του χεριού με ένα ψυχρό
σώμα δίνει την εντύπωση ότι το σώμα εκπέμπει ψύχος) και (β) την
«περιορισμένη εστίαση», αφού οι μαθητές εστιάζονται στο σώμα και στα
χαρακτηριστικά του. Επίσης, το εμπόδιο Ε4 που αφορά στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας συνδέεται με το εμπόδιο που αφορά σε ένα σύνολο
εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών: «ένα σώμα έχει ρόλο
ενεργητικού παράγοντα (δότης), ένα άλλο παθητικού παράγοντα (δέκτης) των
δράσεων του πρώτου». Για παράδειγμα, στην εννοιολογική περιοχή του
ηλεκτρισμού, οι μαθητές θεωρούν ότι η μπαταρία έχει ρόλο ενεργητικού
παράγοντα, ενώ ο λαμπτήρας έχει ρόλο παθητικού παράγοντα (δέκτης) των
δράσεων της μπαταρίας (Κουμαράς 1989). Τέλος, το εμπόδιο: «ένα σώμα έχει
ρόλο ενεργητικού παράγοντα (δότης), ένα άλλο παθητικού παράγοντα (δέκτης)
των δράσεων του πρώτου» συνδέεται με στοιχεία από ένα γενικό τρόπο σκέψης
των μαθητών, τον «γραμμικό αιτιακό συλλογισμό», αφού οι μαθητές θεωρούν ότι
ένα σώμα ασκεί δράση πάνω σε ένα άλλο σώμα (και κατά συνέπεια εξηγούν, για
παράδειγμα, τα θερμικά φαινόμενα με όρους δράσης και όχι αλληλεπίδρασης).
Η χρήση δύο οντοτήτων για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων, όπως
προκύπτει από τα βιβλιογραφικά ευρήματα, έχει ιδιαίτερα μεγάλη συχνότητα
εμφάνισης ιδιαίτερα σε μαθητές του Δημοτικού (Erickson 1979, 1980, 1985,
Appleton, 1984, 1985, Briggs & Brook 1984, Engel Clough & Driver 1985, Watts &
Gilbert 1985, Καρύδας & Κουμαράς 2000) και σε ό,τι αφορά την ανθεκτικότητά της,
η αντίληψη αυτή φαίνεται να αντιστέκεται σθεναρά στις προσπάθειες εννοιολογικής
αλλαγής (Briggs & Brook 1984, Tiberghien 1985, Καρύδας & Κουμαράς 2000).
184
Η χρήση δύο διαφορετικών οντοτήτων της θερμότητας και του ψύχους για την
εξήγηση των θερμικών φαινομένων αποτελεί ένα τέταρτο εμπόδιο των μαθητών στην
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
185
οι μαθητές όταν αναφέρονται στην αιτία διάδοσης της θερμότητας από ένα σώμα
σε ένα άλλο σώμα. Ενδεικτικά, συνδέεται με την αντίληψη: «το θερμό σώμα
επειδή είναι θερμό, δίνει θερμότητα». Η αντίληψη αυτή των μαθητών, συνδέεται
με ορισμένες απαντήσεις των μαθητών, όταν τους ζητούνται να εξηγήσουν
καταστάσεις θέρμανσης ή μόνωσης. Για παράδειγμα, συνδέεται με την απάντηση
των μαθητών: «οι κουβέρτες επειδή είναι ζεστές μας δίνουν θερμότητα και μας
ζεσταίνουν».
- Συνδέσεις του εμποδίου Ε5 σε γενικό επίπεδο με εμπόδια που αφορούν σε ένα
σύνολο εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών και με γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών. Το εμπόδιο Ε4 που αφορά στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας συνδέεται με εμπόδια που αφορούν ένα σύνολο εννοιολογικών
περιοχών των Φυσικών Επιστημών. Πιο συγκεκριμένα, συνδέεται κυρίως με το
εμπόδιο: «ένα σώμα έχει ρόλο ενεργητικού παράγοντα (δότης), ένα άλλο
παθητικού παράγοντα (δέκτης) των δράσεων του πρώτου». Επίσης, το εμπόδιο
που αφορά σε ένα σύνολο εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών:
«ένα σώμα έχει ρόλο ενεργητικού παράγοντα (δότης), ένα άλλο παθητικού
παράγοντα (δέκτης) των δράσεων του πρώτου», συνδέεται με στοιχεία από δύο
γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών το «γραμμικό αιτιακό συλλογισμό» και
την «περιορισμένη εστίαση» (Grotzer 2003).
Όπως προκύπτει από την εμπειρική έρευνα που διεξήχθη, η αντίληψη της
εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από ένα σώμα εξαιτίας της θερμικής του
κατάστασης, και όχι εξαιτίας της διαφοράς θερμοκρασίας ανάμεσα στα σώματα,
χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα μεγάλη συχνότητα εμφάνισης ιδιαίτερα σε μαθητές του
Δημοτικού (βλ. ενότητα 4.2.3).
Επιπλέον, η αντίληψη της παραγωγής θερμότητας από τους μονωτές έχει
επισημανθεί σε μια σειρά ερευνών (Erickson & Tiberghien 1985, Bruce & Kopnicek
1990, Jara-Guerrero 1993, Lewis 1991,1996, Lewis & Linn 1994, Newell & Ross
1996, Stylianidou 1997) και φαίνεται να αντιστέκεται στις προσπάθειες
εννοιολογικής αλλαγής, παρά τα πειραματικά αποτελέσματα που την διαψεύδουν.
Παρόμοια αποτελέσματα έχουν προκύψει και για την αντίληψη της έλξης της
θερμότητας ή του ψύχους από τους αγωγούς (Tiberghien 1979,1985, Erickson
1980,1985, Engel Clough & Driver 1985, Kesidou & Duit 1993, Lewis 1991, 1996,
Lewis & Linn 1994).
186
Η σύνδεση λοιπόν της αιτίας διάδοσης της θερμότητας με χαρακτηριστικά αυτού
καθ’ εαυτού του σώματος (εξεταζόμενο ως μεμονωμένο), αποτελεί ένα πέμπτο
εμπόδιο για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
187
Van Roon & Van Sprang 1994, Καρανίκας 1996, Maskill & Pedrosa de Jesus 1997,
Καρύδας & Κουμαράς 2000, Jones, Carter & Rua 2000).
Πιο συγκεκριμένα, στην έρευνα που διενεργήθηκε σε μαθητές του Δημοτικού (βλ.
ενότητα 4.2) βρέθηκε ότι το σύνολο των μαθητών χρησιμοποιεί την αντίληψη αυτή
ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης που τους
παρουσιάστηκε.
Τα διαθέσιμα βιβλιογραφικά ερευνητικά ευρήματα, αναδεικνύουν αυτή την
αντίληψη ως μια από τις πιο «ισχυρές» αντιλήψεις με σημαντικές επιπτώσεις στην
κατανόηση των θερμικών φαινομένων (Erickson & Tiberghien 1985, Granville 1985,
Chi, Slotta & de Leeuw 1994, Summers 1994, Reiner, Slotta, Chi & Resnick 2000). Η
συχνότητα εμφάνισής της σε όλο το ηλικιακό φάσμα των μαθητών και η
ανθεκτικότητά της στην αλλαγή, συνιστούν ισχυρές ενδείξεις ότι λειτουργεί ως ένα
εμπόδιο στο οποίο προσκρούει η κατανόηση των θερμικών φαινομένων από τους
μαθητές.
Ο Πίνακας 5.2, συνοψίζει τα εμπόδια που έχουν εντοπιστεί για την εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας.
ΕΜΠΟΔΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ
Ε1: Εξάρτηση θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα, όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο
σε ένα περιβάλλον, από ορισμένα χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του σώματος.
Ε2: Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού ή του ψυχρού μόνο από τη θερμοκρασία του
σώματος.
Ε3: Εξομοίωση της θερμότητας (θεωρούμενης ως ποιοτικό μέγεθος) με τη
θερμοκρασία.
Ε4: Το ψύχος είναι διαφορετική οντότητα από τη θερμότητα.
Ε5: Η αιτία διάδοσης της θερμότητας συνδέεται με χαρακτηριστικά ενός μεμονωμένου
σώματος.
Ε6: Η θερμότητα εμφανίζει χαρακτηριστικά ουσίας.
188
5.3. ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΠΡΟΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
Στην ενότητα 5.2, εντοπίστηκαν έξι εμπόδια που αφορούν στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας. Από τα εμπόδια αυτά, τα πέντε πρώτα (βλ. Πίνακα 5.2),
επελέγησαν για διδακτική επεξεργασία. Ο προσδιορισμός των επιδιωκόμενων στόχων
πραγματοποιήθηκε με βάση το Μοντέλο III των μαθητών (βλ. Πίνακα 5.1) το οποίο
αποτελεί το εννοιολογικό πεδίο-στόχο μετάβασης των μαθητών.
Σε ό,τι αφορά το εμπόδιο Ε6, αυτό αποφασίστηκε να μην επεξεργαστεί διδακτικά,
για τους παρακάτω λόγους:
(α) Τα θερμικά φαινόμενα στα οποία δεν υπεισέρχεται μεταφορά ενέργειας με έργο,
αυτά δηλαδή τα φαινόμενα που διαπραγματεύονται οι μαθητές του Δημοτικού στην
ενότητα «θερμότητα και θερμοκρασία» του σχολικού βιβλίου (Αποστολάκης,
Κορόζη, Παναγοπούλου, Πετρέα & Σάββας 2002), μπορούν να εξηγηθούν
ικανοποιητικά, έστω και αν η θερμότητα θεωρηθεί ότι έχει χαρακτηριστικά αβαρούς
ρευστού. Εξάλλου, αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα, οι
φυσικοί ήταν διχασμένοι για τη φύση της θερμότητας και αρκετοί από αυτούς
εξηγούσαν τα θερμικά φαινόμενα ικανοποιητικά θεωρώντας τη θερμότητα ως
«ρευστό».
(β) Η πορεία της θεμελίωσης της ενεργειακής φύσης της θερμότητας είναι ιδιαίτερα
πολύπλοκη και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσεγγιστεί εύκολα από μαθητές του
Δημοτικού. Όπως προκύπτει από την Ιστορία των Φυσικών Επιστημών, αυτή πέρασε
μέσα από «την αρχή της διατήρησης της ελεύθερης θερμότητας και της σχέσης της
κίνησης των μορίων μαζί της καθώς και τη βαθιά πεποίθηση ότι από τη θερμότητα
μπορεί να παραχθεί μηχανικό έργο» (Τσελφές 1994, σελ. 168).
(γ) Η θεώρηση της θερμότητας ως μορφής ενέργειας, παραπέμπει περισσότερο σε μια
σύμβαση και λιγότερο σε μια πειραματική απόδειξη: «Σε σύγκριση με άλλες
επιστήμες, η θερμοδυναμική διαμορφώθηκε από την πνευματική κληρονομικότητα
παρά από το πειραματικό περιβάλλον» (Gillispie 1994, σελ. 360). Επιπλέον, η αρχή
της διατήρησης της ενέργειας δεν προέκυψε από κάποιο πειραματικό γεγονός: «Γιατί
ποτέ κανείς δεν ανακάλυψε τη διατήρηση της ενέργειας με κάποιο πείραμα. Η
διατήρηση γινόταν και γίνεται πάντα δεκτή ως προϋπόθεση της αντικειμενικής
επιστήμης. Η εμπιστοσύνη σε αυτήν στηρίζεται στο σύνολο των εμπειριών που
μάζεψε η επιστήμη κατά τη διάρκεια της ιστορίας της, η οποία μπορεί να θεωρηθεί
189
και επέκταση τέτοιων συλλογισμών σε όλο και περισσότερους τομείς της φύσης… Το
πρόβλημα όπως το συνέλαβε ο Helmholtz ήταν να επεκταθούν οι νόμοι … να
ενσωματωθεί η ενεργητική στην τυπολογία της μηχανικής» (Gillispie 1994, σελ. 352-
353). Το γεγονός λοιπόν ότι δεν μπορούμε να προβούμε σε απλές πειραματικές
αποδείξεις για τη θεώρηση της θερμότητας ως μορφής ενέργειας, καθιστά δυσχερή τη
διδακτική επεξεργασία αυτού του εμποδίου στο επίπεδο της σχολικής εκπαίδευσης
που ενδιαφέρει την παρούσα διατριβή.
(δ) Η διδακτική επεξεργασία του εμποδίου αυτού παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες,
ειδικότερα στους μαθητές του Δημοτικού για ένα επιπλέον λόγο. Οι δύο θεωρήσεις
της θερμότητας ως ρευστού και ως ενέργειας είναι οντολογικά διαφορετικές.
Σύμφωνα με τους Chi, Slotta & de Leeuw (1994), η προσέγγιση της θερμότητας ως
ρευστού ανήκει στην οντολογική κατηγορία «ύλη», μια οντολογική κατηγορία με την
οποία οι μαθητές είναι εξοικειωμένοι και η οποία είναι συμβατή με τον τρόπο σκέψης
των μαθητών, ενώ η προσέγγιση της θερμότητας ως ενέργειας ανήκει στην
οντολογική κατηγορία «διαδικασίες», μια οντολογική κατηγορία με εκ διαμέτρου
αντίθετα χαρακτηριστικά από τον τρόπο σκέψης των μαθητών (σελ. 29). Επομένως,
μια διδακτική επεξεργασία του εμποδίου της θερμότητας ως ουσίας, είναι πολύ
πιθανόν να έχει σοβαρές δυσκολίες για τους μαθητές του Δημοτικού.
(ε) H επιλογή της «ενεργειακής» προσέγγισης της θερμότητας ως επιθυμητής γνώσης
στις διδακτικές παρεμβάσεις που υιοθετήθηκε, δημιούργησε σημαντικές δυσκολίες
στους μαθητές (Linn & Songer 1991). Αντίθετα, η «θερμιδική» προσέγγιση της
θερμότητας, στις διδακτικές παρεμβάσεις που χρησιμοποιήθηκε έδωσε πιο
ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Άλλωστε, η «θερμιδική» προσέγγιση της θερμότητας
είναι πιο κοντά στον τρόπο σκέψης των μαθητών, και ειδικά για τους μικρότερους σε
ηλικία μαθητές, μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα για το πέρασμα από τον
καθημερινό στον επιστημονικό τρόπο σκέψης για την εξήγηση των θερμικών
φαινομένων (Aiello-Nicossia & Sperandeo-Mineo 2000, Millar 2000).
Στον Πίνακα 5.3, παρουσιάζονται τα εμπόδια των μαθητών στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας, τα οποία επελέγησαν προς διδακτική επεξεργασία, όπως
επίσης και οι επιδιωκόμενοι στόχοι που προέκυψαν με βάση το Μοντέλο III των
μαθητών.
190
Πίνακας 5.3. Εμπόδια προς διδακτική επεξεργασία στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας και στόχοι προς επίτευξη
Ε1: Εξάρτηση θερμοκρασίας που αποκτά Σ1: Εξάρτηση θερμοκρασίας που αποκτά
ένα σώμα, όταν βρίσκεται για αρκετό ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό
χρόνο σε ένα περιβάλλον, από ορισμένα χρόνο σε ένα περιβάλλον από τη
χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
σώματος.
Ε2: Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού Σ2: Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού
ή του ψυχρού μόνο από τη θερμοκρασία ή του ψυχρού, όχι μόνο από την
του σώματος. θερμοκρασία του σώματος αλλά και από
τη σύστασή του (και ειδικότερα, από το
πόσο γρήγορα διαδίδεται η θερμότητα
από το χέρι προς το σώμα ή αντίστροφα).
Ε3: Εξομοίωση της θερμότητας Σ3: Εξάρτηση της ποσότητας θερμότητας
(θεωρούμενης ως ποιοτικό μέγεθος) με όχι μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και
τη θερμοκρασία. από τη μάζα και τη σύσταση του
σώματος.
Ε4: Το ψύχος είναι διαφορετική Σ4: Το ψύχος είναι έλλειψη θερμότητας.
οντότητα από τη θερμότητα.
Ε5: Η αιτία διάδοσης της θερμότητας Σ5: Η αιτία διάδοσης της θερμότητας
συνδέεται με χαρακτηριστικά ενός είναι η διαφορά θερμοκρασίας ανάμεσα
μεμονωμένου σώματος. στα σώματα.
Για την κατανόηση της λειτουργίας του εμποδίου και τη διδακτική επεξεργασία
του απαιτείται, πέραν του εντοπισμού του μια περισσότερο λεπτομερής θεώρηση του
δικτύου μέσα στο οποίο εντάσσεται το εμπόδιο και ειδικότερα του υπάρχοντος
εννοιολογικού δικτύου (η υπάρχουσα εννοιολογική κατάσταση των μαθητών) και του
εννοιολογικού δικτύου που θα διδαχθεί (το εννοιολογικό πλαίσιο της γνώσης προς
διδασκαλία) (βλ. ενότητα 2.2.3).
Επιπλέον, το δυναμικό δίκτυο ενός εμποδίου (Astolfi & Peterfalvi 1993) πέραν του
ότι επιτρέπει την ερμηνεία και το χειρισμό των δεδομένων που έχουν συγκεντρωθεί
σχετικά με τις αντιλήψεις των μαθητών, λειτουργεί και ως οδηγός στην κατασκευή
διδακτικών καταστάσεων. Συνεπώς καθίσταται αναγκαία η συγκρότηση των
δυναμικών δικτύων των πέντε εμποδίων που επελέγησαν για διδακτική επεξεργασία.
191
Στη συνέχεια, παρουσιάζεται, για κάθε εμπόδιο που έχει εντοπιστεί, το σχετικό
δυναμικό δίκτυο (το υπάρχον και το προς οικοδόμηση). Το «υπάρχον δίκτυο»
περιλαμβάνει, το εμπόδιο, τις αντιλήψεις και τα μοντέλα των μαθητών για
καταστάσεις θέρμανσης και μόνωσης με τα οποία σχετίζεται και τα στοιχεία εκείνα
της φυσικο-επιστημονικής γνώσης που το εμπόδιο παρεμποδίζει να κατανοηθούν από
το μαθητή. Το προς «οικοδόμηση δίκτυο» περιλαμβάνει, τον επιδιωκόμενο στόχο και
ορισμένες συνθήκες που θα κάνουν δυνατή την επεξεργασία του εμποδίου (βλ.
ενότητα 2.2.3).
α. Εμπόδιο Ε1
Εξάρτηση θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα, όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο
σε ένα περιβάλλον, από ορισμένα χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του σώματος.
192
Η σύσταση του σώματος επίσης επηρεάζει τη θερμοκρασία που αποκτά το σώμα
(βλ. υποενότητες 3.2.2.2 και 4.3.1.3). Για παράδειγμα, μια σιδερένια ράβδος έχει
διαφορετική θερμοκρασία από μια ξύλινη (αν και τα δύο σώματα βρίσκονται στο ίδιο
περιβάλλον για αρκετό χρόνο), επειδή έχουν διαφορετική σύσταση (ενδεικτική
απάντηση μαθητή: «ο σίδηρος είναι πιο κρύος από το ξύλο γιατί είναι μέταλλο και τα
μέταλλα είναι πάντα πιο κρύα»).
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα εξαρτάται επίσης από τη σκληρότητα ή την
πυκνότητά του (βλ. υποενότητα 3.2.2.2). Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, δύο
σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρονικό διάστημα στο ίδιο περιβάλλον, σύμφωνα
με τους μαθητές, έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες, επειδή διαφέρουν ως προς τη
σκληρότητά τους ή ως προς την πυκνότητά τους (ενδεικτική απάντηση μαθητή:
«μέσα σε ένα φούρνο, ο σίδηρος είναι πιο ζεστός από το αλεύρι, γιατί είναι πιο
σκληρός»).
Συνέπεια των παραπάνω αντιλήψεων της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός
σώματος από χαρακτηριστικά του σώματος είναι ότι, τα σώματα που βρίσκονται για
αρκετό χρονικό διάστημα στο ίδιο περιβάλλον, δεν έχουν απαραίτητα την ίδια
θερμοκρασία.
Το εμπόδιο Ε1 συνδέεται με τα Μοντέλα Γ και Α που χειρίζονται οι μαθητές για
τις καταστάσεις θέρμανσης.
Συγκεκριμένα, όταν διάφορα σώματα βρίσκονται μέσα σε συνθήκες δωματίου ή
σε θερμό/ψυχρό περιβάλλον για αρκετό χρονικό διάστημα, οι μαθητές θεωρούν ότι η
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα καθορίζεται από τη σύσταση και τη μάζα
τους (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Γ).
Επίσης, όταν ένα θερμό (ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή για αρκετό χρονικό
διάστημα με ένα λιγότερο θερμό (ψυχρό) σώμα ή με σώμα θερμοκρασίας δωματίου,
οι μαθητές τείνουν να θεωρούν ότι τα σώματα αποκτούν θερμοκρασίες που
εξαρτώνται από τη σύσταση και από το μέγεθός τους (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο
Α).
Η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα στις παραπάνω θερμικές καταστάσεις
επηρεάζεται αποκλειστικά και μόνο από ορισμένα χαρακτηριστικά αυτών καθ’
εαυτών των σωμάτων και όχι από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
193
γ. Τι εμποδίζει να κατανοήσουμε το εμπόδιο Ε1
Η λειτουργία του εμποδίου Ε1 δρα ανασταλτικά στην κατανόηση, εκ μέρους των
μαθητών, των εννοιών της θερμοκρασίας και της θερμικής ισορροπίας. Οι μαθητές
που θεωρούν ότι η θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται αποκλειστικά από τα
χαρακτηριστικά αυτού καθ’ εαυτού του σώματος, δεν κατανοούν ότι: (α) η
θερμοκρασία είναι εκείνο το φυσικό μέγεθος που είναι ανεξάρτητο από τα
χαρακτηριστικά του σώματος και έχει την ίδια τιμή για τα σώματα που είναι για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον και (β) η θερμική ισορροπία, είναι η κατάσταση
εκείνη που χαρακτηρίζεται από εξίσωση των θερμοκρασιών των σωμάτων.
194
Εμπόδιο Ε1 Στόχος Σ1
Εξάρτηση θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα, όταν Εξάρτηση θερμοκρασίας που
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον, από αποκτά ένα σώμα, όταν βρίσκεται
ορισμένα χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του σώματος για αρκετό χρόνο σε ένα
περιβάλλον, από τη θερμοκρασία
του περιβάλλοντός του
195
5.4.2. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε2
α. Εμπόδιο Ε2
Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού ή του ψυχρού μόνο από τη θερμοκρασία του
σώματος.
196
αυτή τους την αντίληψη λέγοντας ότι αγγίζοντας τα δύο σώματα έχουν διαφορετικές
θερμικές αισθήσεις (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «αν τα αγγίξουμε με το χέρι μας θα
δούμε ότι το μεγάλο ταψί έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία»).
Επίσης, οι μαθητές για να εξηγήσουν γιατί νιώθουν ένα μεταλλικό σώμα πιο κρύο
από το ξύλινο, αν και τα σώματα είναι στο ίδιο δωμάτιο για αρκετό χρόνο, συχνά
θεωρούν ότι τα μέταλλα (βλ. υποενότητα 3.2.4), έλκουν, διατηρούν, απορροφούν
θερμότητα, σε θερμό περιβάλλον και έλκουν, διατηρούν, απορροφούν ψύχος, σε
ψυχρό περιβάλλον (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «η σιδερένια ράβδος τραβά κρύο
και είναι πιο κρύα, έχει δηλαδή πιο μικρή θερμοκρασία»).
Σε καταστάσεις μόνωσης οι μαθητές θεωρούν ότι οι μονωτές (βλ. υποενότητα
3.2.4), έλκουν, διατηρούν, παράγουν θερμότητα και θερμαίνουν τα σώματα επειδή οι
μονωτές είναι σώματα που τα αισθάνονται θερμά (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «η
φανέλα μας δίνει θερμότητα και μας ζεσταίνει … αν την πιάσουμε θα δούμε πόσο ζεστή
είναι»).
Σε ό,τι αφορά τις συνδέσεις του εμποδίου Ε2 με τα μοντέλα σκέψης των
μαθητών, το εμπόδιο Ε2 συνδέεται με τα Μοντέλα Α και Γ που χειρίζονται οι
μαθητές για τις καταστάσεις θέρμανσης και με το Μοντέλο Δ για τις καταστάσεις
μόνωσης.
Συγκεκριμένα, όταν διάφορα σώματα βρίσκονται μέσα σε συνθήκες δωματίου ή
σε θερμό / ψυχρό περιβάλλον για αρκετό χρονικό διάστημα, οι μαθητές θεωρούν ότι
η θερμοκρασία των σωμάτων καθορίζεται κυρίως από τη σύσταση και τη μάζα τους
(βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Γ), με την αιτιολόγηση ότι αν τα αγγίξουν με τα
χέρια τους θα έχουν διαφορετικές θερμικές αισθήσεις.
Επίσης, όταν σώματα διαφορετικών θερμοκρασιών (θερμό ή ψυχρό σε επαφή με
λιγότερο θερμό ή ψυχρό σώμα ή με σώμα θερμοκρασίας δωματίου) βρίσκονται σε
επαφή για αρκετό χρονικό διάστημα, οι μαθητές θεωρούν ότι τα σώματα αποκτούν
θερμοκρασίες που εξαρτώνται από τη σύσταση και από τη μάζα τους (βλ. υποενότητα
4.3.2, Μοντέλο Α), με την ίδια όπως παραπάνω αιτιολόγηση.
Η θερμοκρασία των σωμάτων στις θερμικές καταστάσεις που εκδηλώνονται τα
Μοντέλα Α και Γ, συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την αίσθηση του
θερμού/ψυχρού που έχουν οι μαθητές όταν αγγίζουν τα σώματα αυτά.
Τέλος, όταν σώματα μονώνονται από αγώγιμο ή μονωτικό υλικό, σύμφωνα με
τους μαθητές, το μεν αγώγιμο υλικό εκπέμπει ψύχος, το δε μονωτικό εκπέμπει
θερμότητα (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Δ). Η εκπομπή θερμότητας ή ψύχους
197
αποδίδεται από τους μαθητές στο γεγονός ότι τα αγώγιμα υλικά όταν τα αγγίξουν,
τους δίνουν την αίσθηση του ψυχρού, ενώ αντίθετα τα μονωτικά υλικά τους δίνουν
την αίσθηση του θερμού.
198
των σωμάτων είναι ίδια. Με άλλα λόγια, έχουμε διαφορετική θερμική αίσθηση,
αν αγγίζουμε δύο σώματα ίδιας σύστασης και ίσων θερμοκρασιών, με χέρια που
έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες. Το σώμα που αγγίζουμε με το χέρι
υψηλότερης θερμοκρασίας θα παρέχει την εντύπωση ότι είναι πιο ψυχρό.
- Εξάρτηση αίσθησης θερμού ή ψυχρού από έκταση επιφάνειας επαφής χεριού-
σώματος, όταν η σύσταση των σωμάτων, η θερμοκρασία των χεριών και η
θερμοκρασία των σωμάτων είναι ίδια Αν δηλαδή αγγίζουμε με διαφορετικές
εκτάσεις επιφανειών επαφής χεριού-σώματος, δύο σώματα ίδιας σύστασης και
ίδιας θερμοκρασίας, τότε θα έχουμε διαφορετική θερμική αίσθηση.
- Εξάρτηση αίσθησης θερμού ή ψυχρού από σύσταση σώματος, όταν η έκταση
επιφάνειας επαφής χεριού-σώματος, η θερμοκρασία των χεριών και η
θερμοκρασία των σωμάτων είναι ίδια Αν δηλαδή αγγίζουμε δύο σώματα
διαφορετικής σύστασης και ίδιας θερμοκρασίας, με χέρια ίσων θερμοκρασιών, θα
έχουμε διαφορετική θερμική αίσθηση. Το σώμα το οποίο αγγίζουμε με
μεγαλύτερη επιφάνεια επαφής χεριού-σώματος, θα μας φανεί πιο ψυχρό (αν τα
σώματα είναι ψυχρά ή βρίσκονται σε θερμοκρασία δωματίου) ή πιο θερμό (αν τα
σώματα είναι θερμά). Αυτό οφείλεται στη διαφορετική θερμική αγωγιμότητα που
εμφανίζουν τα σώματα. Κάθε σώμα χαρακτηρίζεται από ένα συντελεστή
θερμικής αγωγιμότητας. Ο σίδηρος για παράδειγμα έχει μεγαλύτερο συντελεστή
θερμικής αγωγιμότητας σε σχέση με το ξύλο. Σε συνθήκες δωματίου για
παράδειγμα, όσο μεγαλύτερος είναι ο συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας, τόσο
πιο ψυχρό μας φαίνεται το σώμα που αγγίζουμε.
- Εξάρτηση αίσθησης του θερμού ή του ψυχρού από θερμοκρασία σώματος, μόνον
όταν η έκταση επιφάνειας επαφής χεριού-σώματος, η σύσταση των σωμάτων και
η θερμοκρασία των χεριών είναι ίδια. Δηλαδή μόνο όταν αγγίζουμε δύο σώματα
ίδιας σύστασης με χέρια ίσων θερμοκρασιών, οι τυχόν διαφορετικές θερμικές
αισθήσεις θα συνδέονται με τις διαφορετικές θερμοκρασίες των σωμάτων.
- Η αντικειμενική μέτρηση της θερμοκρασίας γίνεται μόνο με τα θερμόμετρα. Η
εκτίμηση δηλαδή της θερμοκρασίας διαφόρων σωμάτων με τη βοήθεια των
αισθήσεων δεν είναι αξιόπιστη.
- Εξάρτηση της θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε
ένα περιβάλλον από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του και όχι από τη
σύσταση ή από τη μάζα του. Τα σώματα δηλαδή που βρίσκονται για αρκετό
χρόνο στο ίδιο περιβάλλον αποκτούν ίσες θερμοκρασίες με τη θερμοκρασία του
199
περιβάλλοντός τους, ανεξάρτητα από το πώς αισθανόμαστε τα σώματα όταν τα
αγγίζουμε με τα χέρια μας.
- Η θερμική ισορροπία είναι αναγκαιότητα και όχι πιθανή κατάσταση. Τα σώματα
με άλλα λόγια που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον για αρκετό χρόνο αποκτούν
απαραίτητα ίσες θερμοκρασίες με τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
- Οι μονωτές δεν έλκουν ούτε παράγουν θερμότητα, απλά είναι σώματα με
μικρότερο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας σε σχέση με τους αγωγούς. Με
άλλα λόγια, η διάδοση της θερμότητας επιβραδύνεται περισσότερο στους
μονωτές από ότι στους αγωγούς.
- Οι αγωγοί δεν έλκουν ούτε απορροφούν θερμότητα ή ψύχος, απλά εμφανίζουν
μεγαλύτερο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας σε σχέση με τους μονωτές. Κατά
συνέπεια, η διάδοση της θερμότητας επιβραδύνεται λιγότερο στους αγωγούς από
ότι στους μονωτές.
200
Εμπόδιο Ε2 Στόχος Σ1
Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού ή Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού ή του ψυχρού, όχι μόνο από
του ψυχρού μόνο από τη θερμοκρασία την θερμοκρασία του σώματος αλλά και από τη σύστασή του
του σώματος. (και ειδικότερα, από το πόσο γρήγορα διαδίδεται η θερμότητα
από το χέρι προς το σώμα ή αντίστροφα). Η θερμοκρασία ενός
σώματος προσδιορίζεται με τα θερμόμετρα.
201
5.4.3. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε3
α. Εμπόδιο Ε3
Εξομοίωση της θερμότητας (θεωρούμενης ως ποιοτικό μέγεθος) με τη
θερμοκρασία.
202
από το νερό στον κύλινδρο μέχρι και τα δύο να έχουν την ίδια θερμότητα, άρα και την
ίδια θερμοκρασία»).
Οι μαθητές επίσης αντιλαμβάνονται ότι το άθροισμα των θερμοκρασιών όλων
των σωμάτων κατά τη διάρκεια της εξέλιξης ενός θερμικού φαινομένου δεν μένει
σταθερό. Εφόσον εξομοιώνουν τη θερμοκρασία με τη θερμότητα, καταλήγουν στο
συμπέρασμα ότι η συνολική θερμότητα του συστήματος των σωμάτων θα πρέπει να
μεταβάλλεται (βλ. υποενότητα 4.3.1.3).
Το εμπόδιο E3, συνδέεται με τα Μοντέλα A, B και Γ που χειρίζονται οι μαθητές
(βλ. υποενότητα 4.3.2) για τις καταστάσεις θέρμανσης / ψύξης. Πιο συγκεκριμένα,
στις περιπτώσεις όπου: διάφορα σώματα βρίσκονται μέσα σε συνθήκες δωματίου ή
σε θερμό / ψυχρό περιβάλλον (πλαίσιο ενεργοποίησης Μοντέλου Γ), καθώς επίσης
και όταν σώματα διαφορετικών θερμοκρασιών βρίσκονται σε επαφή (πλαίσιο
ενεργοποίησης Μοντέλων Α, Β), οι μαθητές θεωρούν ότι η θερμοκρασία των
σωμάτων, συνδέεται αποκλειστικά με τη θερμότητα που έχει το σώμα.
203
δ. Επιδιωκόμενος στόχος για το εμπόδιο Ε3
Εξάρτηση της ποσότητας θερμότητας, όχι μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και από
τη μάζα και τη σύσταση του σώματος.
204
δύο υγρών σωμάτων που έχουν ίσες μάζες, ίσες θερμοκρασίες και ίδια σύσταση,
περιέχει διπλάσια ποσότητα θερμότητας και έχει την ίδια θερμοκρασία με τα
αρχικά σώματα.
- Στη θερμική ισορροπία τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες αλλά όχι πάντα
ίσες θερμότητες. Μόνο στην περίπτωση που τα σώματα έχουν ίδια σύσταση και
ίσες μάζες, αποκτούν ίσες θερμοκρασίες και περιέχουν ίσες ποσότητες
θερμότητας.
- Ενώ η συνολική ποσότητα θερμότητας του συστήματος των σωμάτων
διατηρείται, το άθροισμα των θερμοκρασιών των σωμάτων μεταβάλλεται. Πιο
συγκεκριμένα, το άθροισμα των ποσοτήτων θερμότητας του συστήματος των
σωμάτων πριν και μετά τη θερμική αλληλεπίδραση είναι σταθερό. Όμως, το
άθροισμα των θερμοκρασιών του συστήματος των σωμάτων πριν και μετά τη
θερμική αλληλεπίδραση μεταβάλλεται.
205
ΕμπόδιοΕ3 Στόχος Σ3
Εξομοίωση της θερμότητας (θεωρούμενη ως Εξάρτηση της ποσότητας θερμότητας όχι
ποιοτικό μέγεθος) με τη θερμοκρασία του σώματος μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και από τη
μάζα και τη σύσταση του σώματος
206
5.4.4. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε4
α. Εμπόδιο Ε4
Το ψύχος είναι διαφορετική οντότητα από τη θερμότητα.
207
Πιο συγκεκριμένα, όταν διάφορα σώματα βρίσκονται μέσα σε ψυχρό περιβάλλον,
οι μαθητές θεωρούν ότι το ψυχρό περιβάλλον δίνει ψύχος στα σώματα και με αυτόν
τον τρόπο τα σώματα ψύχονται (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Γ).
Όταν ένα σώμα θερμοκρασίας δωματίου ή ένα ψυχρό σώμα είναι σε επαφή με πιο
ψυχρό σώμα, οι μαθητές θεωρούν ότι το πιο ψυχρό σώμα δίνει ψύχος στα άλλα
σώματα και τα ψύχει (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Α).
Όταν τέλος, ένα θερμό σώμα είναι σε επαφή με ένα ψυχρό, τότε οι μαθητές
θεωρούν ότι το θερμό σώμα δίνει θερμότητα προς το ψυχρό και το ψυχρό σώμα δίνει
ψύχος προς το θερμό (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Β).
Επιπλέον, το εμπόδιο αυτό συνδέεται με τα Μοντέλα Δ και Ε των μαθητών για τις
καταστάσεις μόνωσης (βλ. υποενότητα 4.3.2). Το εμπόδιο Ε4 εκδηλώνεται όταν ένα
θερμό (ή ψυχρό) σώμα περιβάλλεται από κάποιο αγώγιμο ή μονωτικό σώμα. Στις
περιπτώσεις αυτές υπάρχουν μαθητές που θεωρούν ότι: (α) ο αγωγός (συνήθως
κάποιο μέταλλο) δίνει ψύχος προς το θερμό ή το ψυχρό σώμα (βλ. υποενότητα 4.3.2,
Μοντέλο Ε), ή (β) το ψυχρό σώμα που μονώνεται δίνει ψύχος προς το σώμα που το
περιβάλλει (βλ. υποενότητα 4.3.2, Μοντέλο Δ).
208
ε. Συνθήκες δυνατότητας για την επεξεργασία του εμποδίου Ε4
Για την επίτευξη του προτεινόμενου στόχου είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν
οι συνθήκες εκείνες που είναι απαραίτητες για την τροποποίηση ορισμένων
αντιλήψεων του υπάρχοντος εννοιολογικού δικτύου του μαθητή. Τέτοιες συνθήκες
μπορεί να είναι:
- Όλα τα θερμικά φαινόμενα που εξηγούνται, από τους μαθητές, με τη χρήση δύο
διαφορετικών οντοτήτων (της θερμότητας και του ψύχους), μπορούν να
εξηγηθούν μόνο με τη χρήση μιας οντότητας, της θερμότητας.
- Αν ένα ψυχρό σώμα βρεθεί μέσα σε ένα ψυχρότερο περιβάλλον, μεταφέρεται
θερμότητα από το ψυχρό σώμα προς το ψυχρότερο περιβάλλον. Αν βρεθεί σε ένα
θερμότερο περιβάλλον μεταφέρεται θερμότητα από το περιβάλλον προς το ψυχρό
σώμα. Γενικότερα, μεταξύ δύο σωμάτων διαφορετικής θερμοκρασίας
μεταφέρεται μόνο θερμότητα. Συνεπώς, ένα ψυχρό σώμα (π.χ. πάγος) δεν
παράγει ψύχος.
- Η θερμοκρασία ενός σώματος συνδέεται με την ποσότητα θερμότητας και τη
μάζα του σώματος και όχι αποκλειστικά με το ψύχος/θερμότητα που περιέχει.
Δηλαδή δύο σώματα ίδιας σύστασης και ίσων αρχικών θερμοκρασιών, αν
ψυχθούν και χάσουν ίσες ποσότητες θερμότητας θα αποκτήσουν διαφορετικές
θερμοκρασίες. Το σώμα με τη μικρότερη μάζα θα αποκτήσει χαμηλότερη
θερμοκρασία.
- Η θερμική ισορροπία χαρακτηρίζεται από εξίσωση των θερμοκρασιών των
σωμάτων και όχι από εξίσωση του ψύχους ή της θερμότητας που περιέχουν τα
σώματα.
- Η διάδοση της θερμότητας επιβραδύνεται περισσότερο στους μονωτές από ότι
στους αγωγούς. Με τον τρόπο αυτό εξηγείται η διατήρηση για περισσότερο
χρόνο της θερμικής κατάστασης ενός σώματος που περιβάλλεται από μονωτικό
υλικό σε σχέση με ένα σώμα που περιβάλλεται από αγώγιμο υλικό. Συνεπώς, τα
μέταλλα δεν έλκουν, ούτε παράγουν ψύχος και επομένως δεν ψύχουν τα σώματα.
209
Εμπόδιο Ε4 Στόχος Σ4
Το ψύχος είναι διαφορετικό από τη θερμότητα Το ψύχος είναι έλλειψη
θερμότητας
Αντιλήψεις
• Κάθε ψυχρό σώμα περιέχει
ψύχος Τι εμποδίζει να Συνθήκες δυνατότητας για
• Το ψυχρό σώμα δίνει ψύχος κατανοήσουμε την επεξεργασία του
και ψύχει τα σώματα. • Θερμότητα (ως εμποδίου
• Ένα σώμα ψύχεται όταν το μόνο μέγεθος y Όλα τα φαινόμενα που
παίρνει ψύχος. που μεταφέρεται εξηγούνται με τη χρήση
• Η θερμοκρασία ενός σώματος μεταξύ των της θερμότητας και του
συνδέεται με την ένταση του σωμάτων). ψύχους, μπορούν να
ψύχους που περιέχει το σώμα. • Θερμοκρασία εξηγηθούν μόνο με τη
(ως μέγεθος που χρήση της θερμότητας.
• Η θερμοκρασία ενός σώματος
συνδέεται με y Το ψυχρό σώμα δεν
συνδέεται με την ποσότητα του
την ποσότητα παράγει ψύχος. Μεταξύ
ψύχους που περιέχει το σώμα.
θερμότητας και δύο σωμάτων
• Η θερμική ισορροπία
τη μάζα του διαφορετικής
χαρακτηρίζεται από εξίσωση
σώματος και όχι θερμοκρασίας
των εντάσεων ή των
με το ψύχος που μεταφέρεται μόνο
ποσοτήτων ψύχους των
περιέχει το θερμότητα.
σωμάτων.
σώμα). y Ένα σώμα ψύχεται, όταν
• Οι αγωγοί, έλκουν, διατηρούν, χάνει ορισμένη ποσότητα
παράγουν ψύχος, σε ψυχρό • Θερμική
ισορροπία (ως θερμότητας και όχι όταν
περιβάλλον. παίρνει ψύχος.
κατάσταση όπου
τα σώματα y Η θερμοκρασία ενός
αποκτούν την σώματος συνδέεται με
ίδια την ποσότητα
Μοντέλα
θερμοκρασία θερμότητας και τη μάζα
• Μοντέλο Α (πλαίσιο
και όχι το ίδιο του και όχι μόνο με τη
ενεργοποίησής του: ένα σώμα
ψύχος). θερμότητα ή το ψύχος
θερμοκρασίας δωματίου ή ένα
που περιέχει.
ψυχρό σώμα είναι σε επαφή με
y Η θερμική ισορροπία
ψυχρότερο σώμα).
χαρακτηρίζεται από
• Μοντέλο Β (πλαίσιο εξίσωση των
ενεργοποίησής του: ένα θερμό θερμοκρασιών των
σώμα είναι σε επαφή με ψυχρό σωμάτων και όχι από
σώμα). εξίσωση της θερμότητας
• Μοντέλο Γ (πλαίσιο ή του ψύχους των
ενεργοποίησής του: σώματα σωμάτων.
σε απόσταση που βρίσκονται y Η διάδοση της
σε ψυχρό περιβάλλον). θερμότητας
• Μοντέλα Δ και Ε (πλαίσιο επιβραδύνεται
ενεργοποίησής τους: ένα περισσότερο στους
θερμό ή ψυχρό σώμα μονωτές από ότι στους
μονώνεται από σώματα αγωγούς. Οι αγωγοί δεν
διαφορετικής σύστασης). έλκουν, ούτε παράγουν
ψύχος.
210
5.4.5. Δυναμικό δίκτυο εμποδίου Ε5
α. Εμπόδιο Ε5
Η αιτία διάδοσης της θερμότητας συνδέεται με χαρακτηριστικά ενός μεμονωμένου
σώματος.
211
ψύχος (ενδεικτικές απαντήσεις μαθητών: «ο σίδηρος δίνει θερμότητα γιατί είναι πολύ
ζεστός», «η ράβδος από αλουμίνιο δίνει παγωνιά γιατί είναι πολύ κρύα»).
Επιπλέον, το εμπόδιο Ε5 συνδέεται με το σύνολο των μοντέλων σκέψης που
χειρίζονται οι μαθητές για τις καταστάσεις θέρμανσης/ψύξης και για τις καταστάσεις
μόνωσης (βλ. υποενότητα 4.3.2).
Ειδικότερα, είναι περισσότερο συνδεδεμένο με το Μοντέλο Ε των μαθητών στις
καταστάσεις μόνωσης (βλ. υποενότητα 4.3.2). Εκδηλώνεται, κυρίως σε καταστάσεις
όπου ένα θερμό σώμα περικλείεται από μάλλινο σώμα. Στην περίπτωση αυτή οι
μαθητές θεωρούν ότι το μάλλινο σώμα παράγει θερμότητα και διατηρεί τη θερμική
κατάσταση του σώματος που περιβάλλει.
212
ε. Συνθήκες δυνατότητας για την επεξεργασία του εμποδίου Ε5
Για την επίτευξη του προτεινόμενου στόχου είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν
οι συνθήκες εκείνες που είναι απαραίτητες για την τροποποίηση ορισμένων
αντιλήψεων του υπάρχοντος εννοιολογικού δικτύου του μαθητή. Τέτοιες συνθήκες
μπορεί να είναι:
- Ένα ψυχρό σώμα άλλες φορές χάνει θερμότητα και άλλες κερδίζει ανάλογα με τις
συνθήκες του περιβάλλοντός του. Πιο συγκεκριμένα, αν το ψυχρό σώμα
βρίσκεται μέσα σε ψυχρότερο περιβάλλον, χάνει θερμότητα, ενώ αν βρίσκεται σε
θερμότερο περιβάλλον, κερδίζει θερμότητα. Συνεπώς, κάθε ψυχρό σώμα δεν
εκπέμπει ψύχος.
- Ένα θερμό σώμα άλλες φορές χάνει θερμότητα και άλλες κερδίζει ανάλογα με τις
συνθήκες του περιβάλλοντός του. Πιο συγκεκριμένα, αν το θερμό σώμα
βρίσκεται μέσα σε θερμότερο περιβάλλον, κερδίζει θερμότητα, ενώ αν βρίσκεται
σε ψυχρότερο περιβάλλον, χάνει θερμότητα. Συνεπώς, κάθε θερμό σώμα δεν
εκπέμπει θερμότητα.
- Η μεταφορά θερμότητας γίνεται για την επίτευξη κάποιου σκοπού (επίτευξη
θερμικής ισορροπίας που χαρακτηρίζεται από εξίσωση θερμοκρασιών). Συνεπώς
η θερμική ισορροπία είναι μια μόνιμη τελική κατάσταση των σωμάτων. Όταν οι
θερμοκρασίες των σωμάτων είναι ίσες, δεν μεταφέρεται θερμότητα/ψύχος από το
ένα σώμα στο άλλο.
- Οι μονωτές επιβραδύνουν περισσότερο τη μεταφορά θερμότητας σε σχέση με
τους αγωγούς, ενώ δεν απορροφούν ούτε παράγουν θερμότητα και επομένως δεν
θερμαίνουν τα σώματα.
- Οι αγωγοί άγουν τη θερμότητα πιο γρήγορα από τους μονωτές. Συνεπώς, δεν
έλκουν, ούτε απορροφούν θερμότητα/ψύχος, σε θερμό/ψυχρό περιβάλλον.
213
Εμπόδιο Ε5 Στόχος Σ5
Η αιτία διάδοσης της θερμότητας συνδέεται με Η αιτία διάδοσης της
χαρακτηριστικά ενός μεμονωμένου σώματος. θερμότητας είναι η διαφορά
θερμοκρασίας ανάμεσα στα
σώματα.
Αντιλήψεις
• Το θερμό σώμα θερμαίνει, το
Τι εμποδίζει να Συνθήκες δυνατότητας για την
ψυχρό ψύχει.
κατανοήσουμε επεξεργασία του εμποδίου
• Η θερμότητα και το ψύχος
• Αλληλεπιδράσεις • Το θερμό σώμα άλλες φορές
είναι δύο διαφορετικές
μεταξύ των χάνει θερμότητα και άλλες
οντότητες.
σωμάτων. κερδίζει ανάλογα με τις
• Τα σώματα που βρίσκονται για
• Θερμότητα (ως συνθήκες του περιβάλλοντός
αρκετό χρονικό διάστημα
μέγεθος που του.
μέσα σε ένα περιβάλλον
μεταφέρεται λόγω • Το ψυχρό σώμα άλλες φορές
σταθερής θερμοκρασίας δεν
διαφοράς χάνει θερμότητα και άλλες
αποκτούν απαραίτητα
θερμοκρασίας). κερδίζει ανάλογα με τις
σταθερές θερμοκρασίες.
• Θερμική συνθήκες του περιβάλλοντός
• Τα σώματα που βρίσκονται για
ισορροπία (ως του.
αρκετό χρονικό διάστημα
αναγκαιότητα και • Όταν οι θερμοκρασίες των
μέσα σε ένα περιβάλλον
μόνιμη τελική σωμάτων είναι ίσες, δεν
σταθερής θερμοκρασίας δεν
κατάσταση). μεταφέρεται θερμότητα /
αποκτούν απαραίτητα ίσες
θερμοκρασίες με αυτό. • Θερμική ψύχος από το ένα σώμα στο
αγωγιμότητα (οι άλλο.
• Οι μονωτές έλκουν,
μονωτές • Η μεταφορά θερμότητας
διατηρούν, απορροφούν ή
επιβραδύνουν τη γίνεται για την επίτευξη
παράγουν θερμότητα και
μεταφορά κάποιου σκοπού (επίτευξη
θερμαίνουν τα σώματα.
θερμότητας, θερμικής ισορροπίας που
• Οι αγωγοί, σε θερμό
περισσότερο από χαρακτηρίζεται από εξίσωση
περιβάλλον, έλκουν,
τους αγωγούς). των θερμοκρασιών).
διατηρούν, απορροφούν ή
• Δεύτερο νόμο της • Οι μονωτές επιβραδύνουν τη
παράγουν θερμότητα.
θερμοδυναμικής μεταφορά θερμότητας (δεν
• Οι αγωγοί, σε ψυχρό
(μεταφορά απορροφούν ούτε παράγουν
περιβάλλον, έλκουν,
θερμότητας θερμότητα και επομένως δεν
διατηρούν, απορροφούν ή
απαραίτητα από θερμαίνουν τα σώματα).
παράγουν ψύχος.
το σώμα • Οι αγωγοί άγουν τη
υψηλότερης προς θερμότητα πιο γρήγορα από
το σώμα τους μονωτές (δεν έλκουν,
χαμηλότερης ούτε απορροφούν
Μοντέλα θερμοκρασίας). θερμότητα/ψύχος, σε
• Μοντέλο Ε (πλαίσιο θερμό/ψυχρό αντίστοιχα
ενεργοποίησής του: ένα θερμό περιβάλλον).
ή ψυχρό σώμα μονώνεται από
σώματα διαφορετικής
σύστασης και ειδικότερα από
μάλλινα σώματα).
214
5.5. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
215
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ
ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΤΩΝ
ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ
ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
216
6.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
217
Αρχές για διδακτική
επεξεργασία εμποδίων
και διδακτικές τους
συνέπειές
Συστατικά στοιχεία
Πρόγραμμα
δυναμικών δικτύων
εμποδίων και μαθημάτων
γενικές/τοπικές
συνδέσεις εμποδίων − Προτεινόμενες
διδακτικές
καταστάσεις
− Προτεινόμενη
Σειρά διδακτικής διδακτική
επεξεργασίας των στρατηγική
πέντε εμποδίων − Φύλλα εργασίας
μαθητών
Γνωσιακό περιεχόμενο − Φύλλα αποτύπωσης
προς διδασκαλία για των κύριων σημείων
εννοιολογική περιοχή των μαθημάτων
της θερμότητας − Φύλλα
παρακολούθησης
της εφαρμογής του
προγράμματος
Εμπειρία από τη διδασκαλιών
πιλοτική εφαρμογή του − Φύλλα αποτίμησης
προγράμματος μαθησιακών
μαθημάτων αποτελεσμάτων
218
ανθεκτικό σε κάθε τέτοιου τύπου προσπάθεια επεξεργασίας του (Astolfi & Peterfalvi
1997, σελ. 198).
Η διδακτική στρατηγική για την επεξεργασία του εμποδίου στηρίζεται σε
ορισμένες αρχές που αντιστοιχούν στις νοητικές διαδικασίες που θέλουμε να
ενεργοποιήσουμε ή να προκαλέσουμε στους μαθητές (βλ. υποενότητα 2.5.3). Οι
αρχές αυτές για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων έχουν διατυπωθεί από τους
Astolfi και Peterfalvi (1997) και Plè (1997).
Στις ενότητες που ακολουθούν, παρουσιάζονται αρχικά ορισμένες γενικές αρχές
για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών που είναι απαραίτητο να
ληφθούν υπόψη για τη συγκρότηση διδασκαλιών, και παράλληλα, περιγράφονται οι
συνέπειες τους σε διδακτικό επίπεδο αναφορικά με τα εμπόδια που αφορούν στην
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (βλ. υποενότητα 6.3.1.1). Στη συνέχεια,
ακολουθεί η παρουσίαση πιο ειδικών αρχών που αναφέρονται στις συγκεκριμένες
φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων («αποσταθεροποίηση»,
«αναδόμηση», «αναγνώριση» του εμποδίου από τους μαθητές), αλλά και
συγκεκριμένες διδακτικές ενέργειες, που απορρέουν από αυτές τις αρχές για την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (βλ. υποενότητα 6.3.1.2).
219
(β) Ενίσχυση των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και της συνεργασίας μεταξύ των
μαθητών.
Είναι ευρύτατα αποδεκτή η άποψη ότι οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις είναι η
κινητήριος δύναμη της νοητικής προόδου (βλ. ενότητα 2.5.2). Ο μαθητής θα πρέπει
να εκφράσει τις ιδέες του, να αποκτήσει επίγνωση των συλλογισμών του, να
επικοινωνήσει, να κατανοήσει τις ιδέες των άλλων και, τελικά, να οικοδομήσει
συλλογικά νέα γνώση.
Οι διδασκαλίες λοιπόν, που θα συγκροτηθούν για τη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων για στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, απαιτείται να παρέχουν
ευκαιρίες στους μαθητές προκειμένου:
- να εκφράσουν τις αντιλήψεις τους σχετικά με τη θερμοκρασία και τη
θερμότητα,
- να ομαδοποιήσουν τις διαφορετικές αντιλήψεις τους,
- να τις συζητήσουν με τους συμμαθητές της ομάδας τους και
- να τις συζητήσουν με το σύνολο των συμμαθητών τους και με τον
εκπαιδευτικό.
(γ) Επεξεργασία του εμποδίου μέσω μιας ποικιλίας διδακτικών διαδικασιών και
στρατηγικών.
Ο ανθεκτικός χαρακτήρας του εμποδίου, δεν αφήνει καμιά ψευδαίσθηση όσον
αφορά την επεξεργασία του σε περιορισμένο χρονικό διάστημα με τη χρήση μιας
συγκεκριμένης κάθε φορά διδακτικής στρατηγικής (βλ. ενότητα 2.5.3).
Έτσι, για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων που έχουν εντοπιστεί
αναφορικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, είναι δυνατόν να
χρησιμοποιηθούν ενναλακτικά οι ακόλουθες διδακτικές διαδικασίες:
- πρόβλεψη των αποτελεσμάτων των πειραμάτων που προτείνει ο διδάσκοντας,
- επίλυση ενός προβλήματος που διαπιστώνουν οι μαθητές,
- επίλυση ενός προβλήματος που φαίνεται «παράξενο» στους μαθητές,
- παρουσίαση ιδεών και εξηγήσεων από τους μαθητές.
Επίσης, στο πλαίσιο της επεξεργασίας των εμποδίων για την εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας, θα χρησιμοποιηθούν διάφορες διδακτικές στρατηγικές όπως:
- κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση,
- επίλυση προβλήματος,
- αναλογίες,
220
- εκ νέου επένδυση σε διάφορες καταστάσεις της γνώσης που έχει αποκτηθεί.
221
(στ) Πρόκληση αποσταθεροποίησης και αναδόμησης του εμποδίου.
Το πέρασμα από την υπάρχουσα στην επιδιωκόμενη εννοιολογική κατάσταση
απαιτεί μια διπλή επεξεργασία: μια αποδόμηση των αρχικών αντιλήψεων και μια
(ανα)δόμηση νέων αντιλήψεων -προς την κατεύθυνση της γνώσης προς διδασκαλία-
με τις οποίες ο μαθητής θα πρέπει να νιώθει εξίσου «άνετα» όπως και με τις αρχικές
(βλ. ενότητα 2.5.3).
Για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας, απαιτείται να συγκροτηθούν διδακτικές καταστάσεις όπου
διαρθρώνονται η αποδόμηση και η (ανα)δόμηση, με σκοπό να προκληθούν ρήγματα
στο εμπόδιο, να συνειδητοποιήσει ο μαθητής ότι οι γνώσεις που χειρίζεται και με τις
οποίες εξηγεί τα θερμικά φαινόμενα, δεν είναι λειτουργικές για την επίλυση του
συνόλου των προβλημάτων που τίθενται (βλ. υποενότητα 6.2.1.2) και να οικοδομήσει
νέα γνώση κυρίως μέσα από τη σχεδίαση και πραγματοποίηση ερευνών.
(ζ) Απόδοση έμφασης στην εκ των υστέρων αναγνώριση του εμποδίου από τους
μαθητές.
Αυτό που χαρακτηρίζει το εμπόδιο είναι η συνεχής επανεμφάνισή του (Peterfalvi
1997). Στόχος λοιπόν της επεξεργασίας των εμποδίων για την εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας είναι να αναπτυχθεί η ετοιμότητα του μαθητή ώστε να επιτυγχάνει
την αναγνώριση των πέντε εμποδίων (που έχουν επιλεγεί προς επεξεργασία) σε νέες
καταστάσεις και να είναι σε θέση να ελέγχει τις καινούργιες τους εκδηλώσεις (βλ. και
υποενότητα 6.2.1.2).
(η) Παρότρυνση των μαθητών για καταγραφή των απαντήσεων και των
συμπερασμάτων τους.
Η παραγωγή ενός γραπτού κειμένου αποτελεί ένα από τα μέσα που ευνοούν την
δημιουργία γνωστικής σύγκρουσης στους μαθητές (Astolfi & Peterfalvi 1997).
Οι διδασκαλίες λοιπόν που έχουν συγκροτηθεί για τη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, έχουν
διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να προβλέπεται η συστηματική χρήση φύλλων
εργασίας από τους μαθητές για την καταγραφή των απαντήσεών τους και
συγκεκριμένα των εξής:
222
− Πρόβλεψη αποτελεσμάτων πειραμάτων: Κάθε μαθητής καλείται να διατυπώσει
γραπτά τις ιδέες του. Αυτός είναι ένας τρόπος να εμπλακεί προσωπικά στη
συζήτηση που θα ακολουθήσει. Έτσι, εμποδίζοντάς τον να ξεχάσει την
απάντησή του -μια και είναι γραμμένη- αποτρέπεται από το να βρει καταφύγιο
σε μια άνετη και συναινετική θέση, όπως γίνεται συνήθως με τον προφορικό
λόγο.
− Αναζήτηση μιας πορείας για την επίλυση ενός προβλήματος: Η διαδικασία
αυτή αρχικά περιλαμβάνει μια ομαδική αναζήτηση, κατά την οποία οι μαθητές
μιας ομάδας επινοούν λύσεις και πρέπει να συμφωνήσουν μεταξύ τους για να
τις παρουσιάσουν στους μαθητές των υπόλοιπων ομάδων με τη βοήθεια ενός
κοινού φύλλου εργασίας της ομάδας. Στη συνέχεια, οι ιδέες που καταγράφονται
στα φύλλα εργασίας των ομάδων, αφού παρουσιασθούν, εξετάζονται και
κρίνονται από ολόκληρη την τάξη. Η διαδικασία αυτή επιτρέπει την ενίσχυση
της ανταλλαγής ιδεών μεταξύ των μαθητών. Πέρα από τις διαφωνίες μέσα στην
ομάδα, πρέπει να παραχθεί ένα κοινό αποτέλεσμα το οποίο θα μεταδοθεί στους
υπόλοιπους μαθητές. Δημιουργείται έτσι ένα θετικό κλίμα συνεργασίας,
ευνοϊκό στο χειρισμό της σύγκρουσης.
− Εξαγωγή συμπερασμάτων: Αυτός ο τύπος του γραπτού, παρουσιάζει μια διπλή
λειτουργία. Για το μαθητή, είναι η ευκαιρία να αποσαφηνίσει τις σκέψεις του,
να διατυπώσει εκ νέου τις ιδέες του. Για το διδάσκοντα, είναι ένας
προνομιούχος τρόπος να γνωρίζει που βρίσκεται το εμπόδιο για καθένα από
τους μαθητές του.
223
(1) Αρχές που αφορούν στη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου κατά τη φάση της
αποσταθεροποίησής του
224
θερμοκρασία της μεταλλικής ράβδου θα είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία της
ξύλινης. Αν όμως οι ράβδοι μείνουν για αρκετό χρόνο μέσα στο φούρνο, οπότε θα
επέλθει θερμική ισορροπία, τότε θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες.
Η εμπλοκή των μαθητών με μια τέτοιου είδους διδακτική κατάσταση, μπορεί
αρχικά να επιφέρει ενίσχυση του εμποδίου Ε1, εφόσον οι μαθητές εκτελώντας το
πείραμα παρατηρούν ότι η θερμοκρασία της μεταλλικής ράβδου είναι υψηλότερη από
τη θερμοκρασία της ξύλινης. Η ενίσχυση όμως αυτή του εμποδίου είναι παροδική.
Αν οι ράβδοι μείνουν για αρκετό χρονικό διάστημα μέσα στο φούρνο, οι μαθητές θα
διαπιστώσουν ότι οι θερμοκρασίες των ράβδων είναι ίσες. Υπάρχουν τότε αυξημένες
πιθανότητες οι μαθητές να αντιληφθούν τα όρια εφαρμογής της αντίληψής τους «τα
σιδερένια πράγματα σε ένα φούρνο είναι πιο ζεστά από τα ξύλινα». Αυτή λοιπόν η
διδακτική κατάσταση, από τη μια μεριά επιτρέπει στο μαθητή να αντιληφθεί τα όρια
εφαρμογής της αντίληψής του και από την άλλη συμβάλλει στην αποσταθεροποίηση
του εμποδίου Ε1.
Το εμπόδιο Ε2, αφορά στη σχέση θερμοκρασίας και αίσθησης θερμού/ψυχρού. Οι
μαθητές θεωρούν ότι «ίδιες ή διαφορετικές αισθήσεις συνεπάγονται ίδιες ή
διαφορετικές θερμοκρασίες, αντίστοιχα».
Η παραπάνω αντίληψη αληθεύει για παράδειγμα, στην περίπτωση που τα σώματα
έχουν ίδια σύσταση. Μπορεί λοιπόν να συγκροτηθεί μια διδακτική κατάσταση που να
περιλαμβάνει σώματα ίδιας σύστασης και να ζητηθεί από τους μαθητές να
προβλέψουν τη θερμοκρασία των σωμάτων, μέσω των αισθήσεών τους (π.χ. με τη
βοήθεια των χεριών τους). Οι μαθητές θα διαπιστώσουν ότι νιώθουν τα σώματα το
ίδιο θερμά (ή ψυχρά) και θα συμπεράνουν ότι έχουν ίσες θερμοκρασίες.
Επιτυγχάνεται με αυτόν τον τρόπο μια παροδική ενίσχυση του εμποδίου Ε2. Με
αφορμή στη συνέχεια την εμπλοκή των μαθητών σε μια άλλη διδακτική κατάσταση
που θα περιλαμβάνει σώματα διαφορετικής σύστασης -οπότε οι μαθητές θα
διαπιστώσουν ότι τα σώματα έχουν ίσες θερμοκρασίες, μολονότι αν τα αγγίξουν μετα
χέρια τους θα έχουν διαφορετικές θερμικές αισθήσεις- υπάρχουν αυξημένες
πιθανότητες οι μαθητές να αναγνωρίσουν τα όρια εφαρμογής των αντιλήψεών τους
και να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα η αποσταθεροποίηση του εμποδίου Ε2.
Το εμπόδιο Ε3, αφορά στη σχέση θερμοκρασίας, θερμότητας, μάζας και σύστασης
σώματος. Οι μαθητές συνήθως, εξομοιώνουν τη θερμοκρασία με τη θερμότητα.
Θεωρούν για παράδειγμα ότι «αν δύο σώματα δεχθούν ίσες ποσότητες θερμότητας θα
225
αποκτήσουν απαραίτητα ίσες θερμοκρασίες». Αυτό βέβαια αληθεύει στην περίπτωση
που τα σώματα έχουν ίσες αρχικές θερμοκρασίες, ίδια σύσταση και ίσες μάζες.
Η εμπλοκή λοιπόν των μαθητών με διδακτικές καταστάσεις όπου τα σώματα έχουν
τα παραπάνω χαρακτηριστικά (ίσες μάζες και ίδια σύσταση), ενισχύει παροδικά το
εμπόδιο Ε3. Με αφορμή όμως τη μελέτη μιας νέας κατάστασης όπου για παράδειγμα
θα περιλαμβάνει σώματα που έχουν ίσες αρχικές θερμοκρασίες, ίδια σύσταση και
διαφορετικές μάζες -οπότε οι μαθητές θα διαπιστώσουν ότι μολονότι τα σώματα
δέχονται ίσες ποσότητες θερμότητας, φτάνουν σε διαφορετικές θερμοκρασίες-
υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες η διδακτική αυτή κατάσταση να συμβάλει στην
αποσταθεροποίηση του εμποδίου Ε3.
Το εμπόδιο Ε5, σχετίζεται με την αιτία διάδοσης της θερμότητας από σώμα σε
σώμα. Οι μαθητές θεωρούν ότι η αιτία της διάδοσης της θερμότητας είναι η θερμική
κατάσταση ενός μεμονωμένου σώματος. Έτσι, για παράδειγμα, ισχυρίζονται ότι «το
θερμό σώμα δίνει θερμότητα, επειδή είναι θερμό». Η αντίληψη αυτή μπορεί να
επιτρέπει στους μαθητές να εξηγούν ικανοποιητικά εκείνα τα θερμικά φαινόμενα σε
καταστάσεις όπου το περιβάλλον του σώματος έχει χαμηλότερη θερμοκρασία σε
σχέση με το σώμα στο οποίο εστιάζονται οι μαθητές.
Η εμπλοκή των μαθητών σε μια διδακτική κατάσταση που έχει τα παραπάνω
χαρακτηριστικά μπορεί να επιφέρει παροδική ενίσχυση του εμποδίου Ε5. Όταν όμως,
ο μαθητής επεξεργαστεί μια κατάσταση με διαφορετικά χαρακτηριστικά -για
παράδειγμα, μια κατάσταση όπου η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι υψηλότερη
από τη θερμοκρασία του σώματος στο οποίο εστιάζεται ο μαθητής- δεν μπορεί να
εξηγήσει ικανοποιητικά τα φαινόμενα με τη χρήση της αντίληψης που ενεργοποιεί.
Είναι λοιπόν τότε πιθανόν ο μαθητής να αντιληφθεί τα όρια εφαρμογής της
αντίληψής του και να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα η αποσταθεροποίηση του
εμποδίου Ε5.
226
στους μαθητές να εκφράσουν τις ιδέες τους για: (i) τους παράγοντες από τους οποίους
εξαρτάται η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα που βρίσκονται σε θερμική
ισορροπία με το περιβάλλον τους, (ii) τη σχέση ανάμεσα στη θερμοκρασία ενός
σώματος και την αίσθηση του θερμού, (iii) τους παράγοντες από τους οποίους
εξαρτάται η θερμότητα που κερδίζει ή χάνει ένα σώμα, (iv) τη χρήση μιας ή δυο
διαφορετικών οντοτήτων για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων και (v) την
αιτία διάδοσης της θερμότητας. Για τη δόμηση τέτοιων διδακτικών καταστάσεων
λαμβάνονται υπόψη ορισμένα στοιχεία που συγκροτούν τα δυναμικά δίκτυα των
εμποδίων που αφορούν στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (βλ. και ενότητα
6.2.2).
(2) Αρχές που αφορούν στη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων κατά τη φάση
της εννοιολογικής αναδόμησής τους
227
(α) Θεμελίωση της εγκυρότητας της εννοιολογικής κατασκευής.
Με στόχο την ενεργό εμπλοκή των μαθητών στη διδακτική διαδικασία και την
ιδιοποίηση των προβλημάτων από τους μαθητές (βλ. ενότητα 2.5.1), επιλέχτηκε στη
φάση της αναδόμησης των εμποδίων να σχεδιάσουν και να πραγματοποιήσουν
«έρευνες» οι ίδιοι οι μαθητές με σκοπό να ελέγξουν τις ιδέες τους.
Οι «έρευνες» είναι διδακτικές καταστάσεις κατά τις οποίες οι μαθητές
προσπαθούν να βρουν απάντηση σε ένα ερώτημα (Jones et al. 1992). Το ερώτημα
τίθεται από τους μαθητές σε συνεργασία με το διδάσκοντα. Απαιτεί από τους μαθητές
να σχεδιάσουν μια σειρά δραστηριοτήτων, να πραγματοποιήσουν τις δραστηριότητες
και να συλλέξουν τα απαραίτητα δεδομένα, να οργανώσουν και να ερμηνεύσουν τα
δεδομένα και τέλος να φτάσουν σε ένα συμπέρασμα (Garnett et al. 1995, Krajcik et
al. 1998). Οι νέες προσεγγίσεις στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών
αναγνωρίζουν τις «έρευνες» ως ουσιαστικό μέρος της διδασκαλίας για τη μάθηση
των φυσικών επιστημών (AAAS 1993, Brown & Campione 1994, Roth 1995, NRC
1996, Lunetta 1998, Hackling 1998, Krajcik et al. 2000).
Οι μαθητές που έχουν συνηθίσει να είναι παθητικοί δέκτες των γνώσεων του
δασκάλου, θα εμφανίσουν σημαντικές δυσκολίες στο να σχεδιάσουν και να
πραγματοποιήσουν μια έρευνα. Θα χρειαστούν λοιπόν εξοικείωση και υποστήριξη
για τη διεξαγωγή της.
Τα φύλλα εργασίας της έρευνας είναι εργαλεία που καθοδηγούν τους μαθητές
καθώς αυτοί σχεδιάζουν και εκτελούν την έρευνα, αναλύουν τα δεδομένα και
εξάγουν συμπεράσματα. Στον Πίνακα 6.1, παρουσιάζονται ορισμένες ερωτήσεις που
μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές στη διεξαγωγή μιας έρευνας (Hackling 1998).
228
Πίνακας 6.1. Ερωτήσεις κατάλληλες για διεξαγωγή έρευνας και σκοπιμότητά τους
(Hackling 1998)
229
Τα δύο κενά αντιστοιχούν στην εξαρτημένη μεταβλητή και στην ανεξάρτητη
μεταβλητή αντίστοιχα. Αυτό το υποστηρικτικό εργαλείο, χωρίς να κατονομάζουμε
στους μαθητές τους τύπους των μεταβλητών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε να
βοηθήσει τους μαθητές να διατυπώνουν ερωτήματα-προβλήματα.
- Πίνακας μεταβλητών.
Ο πίνακας των μεταβλητών (Hackling & Faibrother 1996) αποτελεί χρήσιμο
εργαλείο για να βοηθήσει τους μαθητές να σχεδιάσουν πειράματα και να
κατανοήσουν τους τρεις τύπους των μεταβλητών που χρειάζεται να εξετάζουν στη
φάση της σχεδίασης μιας έςευνας.
Με βάση τις ερωτήσεις σχεδίασης μιας έρευνας και τον πίνακα των μεταβλητών,
διαμορφώθηκε ένα φύλλο εργασίας με το οποίο οι μαθητές καθοδηγούνται στη
διεξαγωγή των ερευνών τους (βλ. Παράρτημα IX). Αυτό το φύλλο εργασίας της
ομάδας για την διεξαγωγή μιας έρευνας, περιλαμβάνει τρία μέρη.
Το πρώτο μέρος του φύλλου εργασίας αφορά στη σχεδίαση της έρευνας και
περιλαμβάνει ερωτήσεις που αναφέρονται στην αποσαφήνιση του ερωτήματος προς
διερεύνηση, σε προβλέψεις των μαθητών γι’ αυτό, στα υλικά που απαιτούνται και
στα πειράματα που κατά τη γνώμη των μαθητών πρέπει να πραγματοποιηθούν.
Το δεύτερο μέρος του φύλλου εργασίας σχετίζεται με την πραγματοποίηση της
έρευνας και περιλαμβάνει για κάθε προτεινόμενο πείραμα ένα πίνακα ελέγχου των
μεταβλητών και ερωτήσεις που αναφέρονται σε προβλέψεις και εξηγήσεις για την
έκβαση του πειράματος, στο αποτέλεσμα όπως προκύπτει από την εκτέλεση του
πειράματος και στο συμπέρασμα που προκύπτει από αυτό.
Το τρίτο μέρος του φύλλου εργασίας αφορά στα συμπεράσματα που προκύπτουν
από την πραγματοποίηση της έρευνας και περιλαμβάνει ερωτήσεις που αναφέρονται
στις διαπιστώσεις των μαθητών από την πραγματοποίηση της έρευνας, στη σύγκριση
230
των διαπιστώσεων και των προβλέψεων των μαθητών καθώς επίσης και σε πιθανές
επεκτάσεις της έρευνας.
Σε ό,τι αφορά την πορεία διεξαγωγής της έρευνας, θα ακολουθηθεί μια ορισμένη
διαδικασία στις διδασκαλίες. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθητές:
- με τη βοήθεια του διδάσκοντα διατυπώνουν το πρόβλημα που θα ερευνηθεί,
- εργάζονται ατομικά με σκοπό να σχεδιάσουν την έρευνα και στη συνέχεια
καταγράφουν την πορεία της έρευνας στα φύλλα εργασίας,
- συζητούν τις διάφορες προσεγγίσεις που έχουν προταθεί αρχικά με τους
συμμαθητές της ομάδας εργασίας τους και στη συνέχεια με το σύνολο των
συμμαθητών της τάξης και επιλέγεται η πορεία πραγματοποίησης της έρευνας,
- εργάζονται σε ομάδες για να εκτελέσουν τις πειραματικές δραστηριότητες, να
συλλέξουν δεδομένα, να τα αναλύσουν και τέλος να εξάγουν συμπεράσματα,
- συγκρίνουν τις διαπιστώσεις τους από την πραγματοποίηση της έρευνας με τις
αρχικές προβλέψεις τους.
231
έννοιες της βάσης και του στόχου συνδέονται μεταξύ τους με τις όμοιες σχέσεις Σ1
και Σ2 αντίστοιχα.
Τομέας – βάση Β Σ1 Β΄
Τομέας – στόχος Σ2 Σ΄
Σ
232
- Με ποιο πείραμα που έκανες μέσα στην ομάδα σου διαπίστωσες ότι οι ιδέες
που είχες δεν εξηγούσαν ικανοποιητικά τα θερμικά φαινόμενα;
Τα ερωτήματα αυτά εμπλέκουν τους μαθητές σε μεταγνωστικές διαδικασίες και
τους προετοιμάζουν για την επόμενη φάση της διδακτικής επεξεργασίας των
εμποδίων, τη φάση της αναγνώρισης των εμποδίων από τους ίδιους τους μαθητές.
(3) Αρχές που αφορούν στη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου κατά τη φάση της
αναγνώρισής του από τους μαθητές
233
(β) Συμβολισμός εμποδίου.
Τα διάφορα συμβολικά στηρίγματα διαδραματίζουν έναν ειδικό ρόλο στη
δυναμική της αναγνώρισης των εμποδίων (Vérin 1995). Η πρωταρχική λειτουργία
μερικών από αυτών, είναι να επεξηγούν την ιδέα που «προκαλεί το εμπόδιο». Σε
άλλες περιπτώσεις, πρωταρχική λειτουργία των συμβολικών στηριγμάτων είναι να
υπενθυμίζουν την ιδέα «εμπόδιο» όταν γίνεται εφαρμογή σε νέες καταστάσεις.
Σχετικά με τα εμπόδια της εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας, επιδιώκεται να
παρακινηθούν οι μαθητές να προτείνουν μια «συμβολική-εικονική αναπαράσταση-
συντόμευση» του εμποδίου που πρέπει να αποφευχθεί. Επιπλέον, αφού δοθούν στους
μαθητές δύο εικόνες τους ζητείται να αναφέρουν και να αιτιολογήσουν με ποια από
τις δύο μοιάζει ο τρόπος που σκέφτονταν πριν τη διδασκαλία. Μπορεί, επίσης, να
δοθούν δύο προτάσεις με κενά και να ζητηθεί από τους μαθητές να τις
συμπληρώσουν ώστε η πρώτη να εκφράζει το εμπόδιο και η δεύτερη τον
επιδιωκόμενο στόχο.
234
- να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους
«μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Τα δυναμικά δίκτυα των εμποδίων των μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας (βλ. ενότητα 5.4), καθώς επίσης και οι συνδέσεις του εμποδίου με
ορισμένους γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών (βλ. υποενότητα 5.2.2),
αποτελούν πηγή άντλησης στοιχείων για τη δόμηση διδακτικών καταστάσεων
κατάλληλων για την επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών.
Πιο συγκεκριμένα, η συγκρότηση των διδακτικών καταστάσεων βασίζεται σε
ορισμένα στοιχεία που αντλούνται από τις αντιλήψεις, τα μοντέλα και τους γενικούς
τρόπους σκέψης των μαθητών που συνδέονται με τα εμπόδια, καθώς επίσης και από
τις συνθήκες δυνατότητας για την επεξεργασία των εμποδίων (βλ. Σχήμα 6.3).
Τα εμπόδια που εντοπίστηκαν στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας
σχετίζονται με ένα σύνολο διαφορετικών αντιλήψεων. Από τη μελέτη αυτών των
αντιλήψεων είναι δυνατόν να αντληθούν στοιχεία σχετικά με ορισμένα
χαρακτηριστικά των σωμάτων που θα συμπεριληφθούν στις διδακτικές καταστάσεις
που θα συγκροτηθούν με σκοπό τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων.
Κάθε ένα από τα εμπόδια που έχουν εντοπιστεί συνδέεται με ορισμένα μοντέλα
σκέψης των μαθητών για καταστάσεις θέρμανσης και μόνωσης. Τα μοντέλα αυτά
περιλαμβάνουν παράγοντες που χαρακτηρίζουν τις πειραματικές καταστάσεις. Από
τα μοντέλα με τα οποία συνδέεται το κάθε εμπόδιο μπορούν λοιπόν να απομονωθούν
ορισμένα στοιχεία (όπως για παράδειγμα, η θερμική κατάσταση των σωμάτων και
του περιβάλλοντός τους, η ύπαρξη ή όχι επαφής ανάμεσα στα σώματα, ο τρόπος
θέρμανσης των σωμάτων, η σύσταση του μονωτικού υλικού) που θα ληφθούν υπόψη
στη συγκρότηση των διδακτικών καταστάσεων.
Το τμήμα των δυναμικών δικτύων των εμποδίων που αναφέρεται στις συνθήκες
για την επεξεργασία των εμποδίων, είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη συγκρότηση των
διδακτικών καταστάσεων, γιατί σε αυτό καταγράφονται οι προϋποθέσεις που
235
δημιουργούν ένα πλαίσιο όπου γίνεται δυνατός ο προσανατολισμός του διδακτικού
έργου προς την υπέρβαση των εμποδίων.
Τέλος, τα εμπόδια που εντοπίστηκαν για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας, συνδέονται με ορισμένους γενικούς τρόπους σκέψης των μαθητών. Η
μελέτη αυτών των συνδέσεων παρέχει στοιχεία για τη συγκρότηση τέτοιων
διδακτικών καταστάσεων, ώστε η επεξεργασία των εμποδίων να μην περιορίζεται
μόνο σε τοπικό επίπεδο.
Στοιχεία που
προκύπτουν Στοιχεία που
από τις Διδακτικές προκύπτουν από
συνδεόμενες με καταστάσεις για τα συνδεόμενα
τα εμπόδια την επεξεργασία με τα εμπόδια
συνθήκες για των εμποδίων μοντέλα σκέψης
την μαθητών
επεξεργασία
τους
236
(1) Διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1: στοιχεία συγκρότησης διδακτικών
καταστάσεων
237
γ. Στοιχεία που προκύπτουν από τις συνθήκες επεξεργασίας του εμποδίουΕ1
Οι διδακτικές καταστάσεις που θα συγκροτηθούν για την επεξεργασία του
εμποδίου Ε1, δομούνται με βάση τις συνθήκες για την επεξεργασία αυτού του
εμποδίου. Πιο συγκεκριμένα, απαιτείται να συγκροτηθούν διδακτικές καταστάσεις
όπου οι μαθητές να:
- μετρούν τις θερμοκρασίες σωμάτων που διαφέρουν μόνο ως προς το μέγεθός
τους και βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον («θερμό», «ψυχρό» ή
«κανονικό») και να τις συγκρίνουν με τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος των
σωμάτων.
- μετρούν τις θερμοκρασίες σωμάτων που διαφέρουν μόνο ως προς τη σύστασή
τους και βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον («θερμό», «ψυχρό» ή
«κανονικό») και να τις συγκρίνουν με τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος των
σωμάτων.
- μετρούν τις τελικές θερμοκρασίες σωμάτων διαφορετικών αρχικών
θερμοκρασιών που έρχονται σε επαφή και βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα
περιβάλλον («θερμό», «ψυχρό» ή «κανονικό») και να τις συγκρίνουν με τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντος των σωμάτων.
δ. Στοιχεία που προκύπτουν από τους γενικούς τρόπους σκέψης μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε1
Το εμπόδιο Ε1 συνδέεται επίσης με ένα γενικό τρόπο σκέψης των μαθητών και
συγκεκριμένα, με την περιορισμένη εστίαση της σκέψης τους (βλ. Σχήμα 5.1 και
ενότητα 5.2.4). Οι μαθητές δηλαδή όταν αναφέρονται στη θερμοκρασία που αποκτά
ένα σώμα εστιάζονται αποκλειστικά πάνω στο σώμα και δεν λαμβάνουν υπόψη τους
το περιβάλλον του σώματος. Απαιτείται λοιπόν στις προτεινόμενες πειραματικές
διατάξεις των διδακτικών καταστάσεων, το περιβάλλον των σωμάτων να μπορεί να
γίνεται εύκολα αντιληπτό από τους μαθητές, ώστε οι μαθητές να βοηθηθούν στην
αποκέντρωση από το σώμα και στην επικέντρωση στο περιβάλλον του σώματος.
Τέτοιο περιβάλλον θα μπορούσε για παράδειγμα να είναι ένας φούρνος ή ένα ψυγείο.
Ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιούνται τέτοιες διατάξεις (σώματα μέσα σε φούρνο
ή σε ψυγείο) είναι γιατί στις περιπτώσεις αυτές το περιβάλλον είναι ιδιαίτερα
«φορτισμένο» και «τραβά» την προσοχή των μαθητών, σε αντίθεση με την
περίπτωση σωμάτων που βρίσκονται σε ένα δωμάτιο ή έξω στο ύπαιθρο, όπου αυτού
238
του τύπου το περιβάλλον δεν είναι εύκολα αντιληπτό από τους περισσότερους
μαθητές.
239
Επομένως, οι διδακτικές καταστάσεις για την επεξεργασία του εμποδίου Ε2 είναι
προτιμότερο να περιλαμβάνουν πειραματικές διατάξεις όπου:
- τα σώματα να βρίσκονται μέσα σε δωμάτιο ή σε θερμό/ψυχρό περιβάλλον,
- ένα θερμό (ή ψυχρό) σώμα είναι σε επαφή με ένα λιγότερο θερμό (ή λιγότερο
ψυχρό) σώμα ή με ένα σώμα θερμοκρασίας δωματίου.
γ. Στοιχεία που προκύπτουν από τις συνθήκες για την επεξεργασία του εμποδίου Ε2
Οι διδακτικές καταστάσεις που θα συγκροτηθούν για την επεξεργασία του
εμποδίου Ε2, δομούνται με βάση τις συνθήκες για την επεξεργασία αυτού του
εμποδίου. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να συγκροτηθούν διδακτικές καταστάσεις
όπου οι μαθητές:
- να αγγίζουν με τα δύο χέρια τους σώματα ίδιας σύστασης που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, έτσι ώστε οι εκτάσεις των επιφανειών επαφής
χεριών και σωμάτων να είναι ίσες, και στη συνέχεια να μετρούν με τη βοήθεια
θερμομέτρων τις θερμοκρασίες των σωμάτων.
- να αγγίζουν με τα δύο χέρια τους σώματα διαφορετικής σύστασης που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, έτσι ώστε οι εκτάσεις των
επιφανειών επαφής χεριών και σωμάτων να είναι ίσες, και στη συνέχεια να
μετρούν με τη βοήθεια θερμομέτρων τις θερμοκρασίες των σωμάτων.
- να αγγίζουν με τα δύο χέρια τους αφού προηγουμένως τα έχουν τοποθετήσει σε
υγρά διαφορετικών θερμοκρασιών, σώματα ίδιας σύστασης που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, έτσι ώστε οι εκτάσεις των επιφανειών επαφής
χεριών και σωμάτων να είναι ίσες, και στη συνέχεια να μετρούν με τη βοήθεια
θερμομέτρων τις θερμοκρασίες των σωμάτων.
- να αγγίζουν με τη βοήθεια των δύο χεριών τους, σώματα ίδιας σύστασης που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, έτσι ώστε οι εκτάσεις των
επιφανειών επαφής χεριών και σωμάτων να είναι διαφορετικές, και στη συνέχεια
να μετρούν με τη βοήθεια θερμομέτρων τις θερμοκρασίες των σωμάτων.
- να αγγίζουν με τη βοήθεια των δύο χεριών τους, σώματα διαφορετικής θερμικής
αγωγιμότητας που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, έτσι ώστε
οι εκτάσεις των επιφανειών επαφής χεριών και σωμάτων να είναι ίσες, και στη
συνέχεια να μετρούν με τη βοήθεια θερμομέτρων τις θερμοκρασίες των
σωμάτων.
240
δ. Στοιχεία που προκύπτουν από τους γενικούς τρόπους σκέψης μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε2
Το εμπόδιο Ε2 συνδέεται επίσης με ορισμένους γενικούς τρόπους σκέψης των
μαθητών. Ειδικότερα, η σκέψη των μαθητών χαρακτηρίζεται από κυριαρχία των
αισθήσεων και ακολουθεί το γραμμικό αιτιακό συλλογισμό (βλ. Σχήμα 5.1 και
ενότητα 5.2.4). Οι μαθητές δηλαδή προκειμένου να αποφανθούν για τη θερμοκρασία
ενός σώματος, εστιάζονται αποκλειστικά σε αυτά που αντιλαμβάνονται μέσω των
αισθήσεών τους και δεν λαμβάνουν υπόψη τους άλλους παράγοντες από τους οποίους
εξαρτάται η αίσθηση του θερμού (π.χ. θερμική αγωγιμότητα σωμάτων, θερμοκρασία
των δύο χεριών, έκταση επιφάνειας επαφής).
Στις προτεινόμενες λοιπόν, πειραματικές διατάξεις οι παράγοντες αυτοί πρέπει να
αναδεικνύονται με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνονται εύκολα αντιληπτοί από τους
μαθητές. Για παράδειγμα είναι προτιμότερο:
- τα σώματα που χρησιμοποιούνται να διαφέρουν σημαντικά ως προς τη θερμική
αγωγιμότητά τους,
- τα χέρια των μαθητών, σε ορισμένες διδακτικές καταστάσεις, να βρίσκονται σε
διαφορετική θερμοκρασία όταν αγγίζουν τα σώματα,
- τα σώματα που χρησιμοποιούνται να διαφέρουν αισθητά ως προς το μέγεθός τους
και κατά συνέπεια όταν τα αγγίζουν οι μαθητές οι εκτάσεις των επιφανειών
επαφής χεριού-σώματος να είναι διαφορετικές.
Επιπλέον, είναι προτιμότερο να τεθούν στους μαθητές τέτοιες πειραματικές
διατάξεις ώστε οι μαθητές να μην μπορούν να αποφανθούν για τη θερμοκρασία των
σωμάτων με τη βοήθεια των αισθήσεων. Με αυτό τον τρόπο υπάρχουν αυξημένες
πιθανότητες οι μαθητές να αντιληφθούν την αναγκαιότητα της χρήσης επιστημονικών
οργάνων (π.χ. θερμομέτρων) για την αντικειμενική μέτρηση της θερμοκρασίας ενός
σώματος.
241
θερμότητα/ψύχος που έχει και αντίστροφα, ενώ φαίνεται ότι δεν λαμβάνουν υπόψη
τους τη μάζα και τη σύσταση του σώματος.
Επομένως, οι προτεινόμενες διδακτικές καταστάσεις για την επεξεργασία του
εμποδίου Ε3, θα πρέπει να περιλαμβάνουν πειραματικές διατάξεις με σώματα που:
- θερμαίνονται μέχρι να αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες και έχουν ίδια σύσταση
και διαφορετική μάζα ή διαφορετική σύσταση και ίδια μάζα
- θερμαίνονται για το ίδιο χρονικό διάστημα και έχουν ίδια σύσταση και
διαφορετική μάζα ή διαφορετική σύσταση και ίδια μάζα.
γ. Στοιχεία που προκύπτουν από τις συνθήκες για την επεξεργασία του εμποδίου Ε3
Οι διδακτικές καταστάσεις που θα συγκροτηθούν για την επεξεργασία του
εμποδίου Ε3 δομούνται με βάση τις συνθήκες για την επεξεργασία του. Πιο
συγκεκριμένα, θα συγκροτηθούν διδακτικές καταστάσεις όπου οι μαθητές:
- να συγκρίνουν τις ποσότητες θερμότητας που απαιτούνται για να προκαλέσουν
την ίδια αλλαγή θερμοκρασίας σε σώματα διαφορετικής μάζας και ίδιας
σύστασης.
242
- να συγκρίνουν τις ποσότητες θερμότητας που απαιτούνται για να προκαλέσουν
την ίδια αλλαγή θερμοκρασίας σε σώματα ίδιας μάζας και διαφορετικής
σύστασης.
- να συγκρίνουν τις θερμοκρασίες που αποκτούν σώματα, ίσων αρχικών
θερμοκρασιών, ίδιας σύστασης και διαφορετικών μαζών, όταν δέχονται την ίδια
ποσότητα θερμότητας.
- να συγκρίνουν τις θερμοκρασίες που αποκτούν σώματα ίσων αρχικών
θερμοκρασιών, ίσων μαζών και διαφορετικής σύστασης, όταν δέχονται την ίδια
ποσότητα θερμότητας.
- να συγκρίνουν τη θερμοκρασία που έχει το μέρος ενός σώματος με τη
θερμοκρασία που έχει ολόκληρο το σώμα και τη ποσότητα θερμότητας που
δέχεται το μέρος του σώματος με την ποσότητα θερμότητας που δέχεται
ολόκληρο το σώμα.
- να βρίσκουν τη θερμοκρασία που έχει ένα υγρό σώμα που προέρχεται από την
ανάμιξη δύο υγρών σωμάτων που έχουν ίσες μάζες, ίσες θερμοκρασίες και ίδια
σύσταση, καθώς επίσης και τη σχέση ανάμεσα στην ποσότητα θερμότητας που
περιέχει αυτό το σώμα και σ’ αυτήν που περιέχουν τα αρχικά σώματα
- να συγκρίνουν, στη κατάσταση θερμικής ισορροπίας, τις θερμοκρασίες που
αποκτούν τα σώματα και τις ποσότητες θερμότητας που περιέχουν.
- να συγκρίνουν, πριν και μετά τη θερμική αλληλεπίδραση, τη συνολική ποσότητα
θερμότητας και το άθροισμα των θερμοκρασιών του συστήματος των σωμάτων.
δ. Στοιχεία που προκύπτουν από τους γενικούς τρόπους σκέψης μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε3
Το εμπόδιο Ε3 συνδέεται με στοιχεία από ένα συγκεκριμένο γενικό τρόπο σκέψης
των μαθητών, τον γραμμικό αιτιακό συλλογισμό (βλ. Σχήμα 5.1 και ενότητα 5.2.4).
Με άλλα λόγια, οι μαθητές προκειμένου να αποφανθούν για τη μεταβολή ενός
συγκεκριμένου παράγοντα, εστιάζονται αποκλειστικά πάνω σε ένα άλλο παράγοντα
και δεν λαμβάνουν υπόψη τους και άλλους παράγοντες.
Απαιτείται, λοιπόν, στις προτεινόμενες πειραματικές διατάξεις των διδακτικών
καταστάσεων, διάφορα φυσικά μεγέθη που υπεισέρχονται στη σχέση δύο φυσικών
μεγεθών (της θερμότητας και της θερμοκρασίας), να μπορούν να γίνονται εύκολα
αντιληπτά από τους μαθητές, ώστε να υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες οι μαθητές
243
να συνδέσουν ένα φυσικό μέγεθος όχι μόνο με ένα μόνο φυσικό μέγεθος αλλά και με
περισσότερα.
Τέτοιες διατάξεις, θα μπορούσαν να περιέχουν σώματα που διαφέρουν αισθητά
ως προς τη μάζα ή ως προς τη σύστασή τους, καθώς στις περιπτώσεις αυτές,
υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες οι μαθητές να εντοπίσουν αυτές τις διαφορές και να
αποδώσουν για παράδειγμα την μεταβολή της θερμοκρασίας δύο σωμάτων όχι μόνο
στη θερμότητα που παίρνουν ή δίνουν αλλά και στη μάζα και στη σύστασή τους.
244
- έρχονται σε επαφή και έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες, το ένα από τα οποία
να είναι ψυχρό.
Ειδικότερα, αν οι διδακτικές καταστάσεις περιλαμβάνουν ένα πολύ θερμό σώμα
σε επαφή με ένα πολύ ψυχρό σώμα, τότε οι μαθητές αναμένεται να αναφερθούν
ταυτόχρονα και τις δύο διαφορετικές οντότητες που μεταφέρονται ανάμεσα στα
σώματα, δηλαδή στη θερμότητα και στο ψύχος.
δ. Στοιχεία που προκύπτουν από τους γενικούς τρόπους σκέψης μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε4
Το εμπόδιο Ε4 συνδέεται με στοιχεία από συγκεκριμένους γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών και συγκεκριμένα με την κυριαρχία από τις αισθήσεις, την
περιορισμένη εστίαση και τον γραμμικό αιτιακό συλλογισμό (βλ. ενότητα 5.2.2,
Σχήμα 5.1 και 5.2.4.δ).
Απαιτείται λοιπόν, τα προτεινόμενα προς τους μαθητές προβλήματα να περιέχουν
καταστάσεις τέτοιες ώστε το περιβάλλον των σωμάτων να είναι «ιδιαίτερα εμφανές»
ώστε να αρχίσουν οι μαθητές να αποκεντρώνονται από την εντονότατη εστίασή τους
προς το σώμα και να επικεντρώνονται στο σύστημα «σώμα-περιβάλλον», ώστε να
εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους αλληλεπίδρασης και όχι δράσης του ενός
σώματος πάνω στο άλλο.
245
(5) Διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε5: στοιχεία συγκρότησης διδακτικών
καταστάσεων
γ. Στοιχεία που προκύπτουν από τις συνθήκες για την επεξεργασία του εμποδίου Ε5
Οι διδακτικές καταστάσεις που θα συγκροτηθούν για τη επεξεργασία αυτού του
εμποδίου δομούνται με βάση τις συνθήκες για την επεξεργασία αυτού του εμποδίου.
Πιο συγκεκριμένα, απαιτείται η συγκρότηση διδακτικών καταστάσεων όπου οι
μαθητές:
- να μετρούν τη θερμοκρασία στο εσωτερικό των μονωτών σε διαφορετικές
χρονικές στιγμές.
246
- να μετρούν τη θερμοκρασία στο εσωτερικό των αγωγών σε διαφορετικές
χρονικές στιγμές.
- να συγκρίνουν το ρυθμό διάδοσης της θερμότητας στους αγωγούς και στους
μονωτές.
- να μετρούν με την πάροδο του χρόνου τις θερμοκρασίες σωμάτων διαφορετικών
αρχικών θερμοκρασιών που έρχονται σε επαφή.
- να μετρούν τις θερμοκρασίες των σωμάτων που βρίσκονται σε θερμική
ισορροπία, με την πάροδο του χρόνου.
- να μετρούν με την πάροδο του χρόνου τη θερμοκρασία ενός θερμού/ψυχρού
σώματος που βρίσκεται σε θερμότερο/ψυχρότερο περιβάλλον.
δ. Στοιχεία που προκύπτουν από τους γενικούς τρόπους σκέψης μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε5
Το εμπόδιο Ε5, συνδέεται με στοιχεία από δύο συγκεκριμένους γενικούς τρόπους
σκέψης των μαθητών και συγκεκριμένα, με την περιορισμένη εστίαση και τον
γραμμικό αιτιακό συλλογισμό.
Οι μαθητές εστιάζονται πάνω στο σώμα και όχι στο περιβάλλον του, προκειμένου
να καθορίσουν την κατεύθυνση της διάδοσης της θερμότητας. Χρειάζεται λοιπόν στις
προτεινόμενες διδακτικές διατάξεις, το περιβάλλον των σωμάτων να είναι «αρκετά
εμφανές» για τους μαθητές, ώστε να υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να
αντιληφθούν τον ρόλο του στην αιτία διάδοσης της θερμότητας. Διδακτικές
καταστάσεις που λαμβάνουν υπόψη στη συγκρότηση των πειραματικών διατάξεων
τέτοιου τύπου στοιχεία έχουν αυξημένες πιθανότητες να συμβάλλουν στην εξήγηση
των θερμικών φαινομένων από τους μαθητές με όρους αλληλεπίδρασης.
247
εμπόδιο Ε2, αναφέρεται στην αποκλειστική σύνδεση θερμοκρασίας και αίσθησης
θερμού/ψυχρού. Το εμπόδιο Ε3, αφορά στην εξομοίωση της θερμότητας με τη
θερμοκρασία. Τα δύο τελευταία εμπόδια (εμπόδιο Ε4 και εμπόδιο Ε5) αφορούν στη
θερμότητα και συγκεκριμένα, το μεν εμπόδιο Ε4 συνίσταται στη χρήση δύο
διαφορετικών οντοτήτων της θερμότητας και του ψύχους για την εξήγηση των
θερμικών φαινομένων, το δε εμπόδιο Ε5, αφορά στη σύνδεση της αιτίας διάδοσης της
θερμότητας -από σώμα σε σώμα- με χαρακτηριστικά ενός μόνο σώματος.
Αναφορικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας έχει επισημανθεί ότι η
εισαγωγή των μαθητών σ’ αυτήν την εννοιολογική περιοχή μέσω της έννοιας της
θερμότητας δημιουργεί στους μαθητές σημαντικά προβλήματα για διάφορους λόγους.
Για παράδειγμα, πολύ συχνά, κατά την εισαγωγή της έννοιας της θερμότητας, γίνεται
αναφορά σε μια μετακίνηση, χωρίς να είναι σαφές τι είναι αυτό που μετακινείται
(Tiberghien 1985). Επίσης, η χρήση της έννοιας της θερμότητας, κάνει αναγκαία τη
χρήση της έννοιας της θερμοκρασίας (Tiberghien 1985, Thomaz et al. 1995).
Επιπλέον, μετά τη διδασκαλία της έννοιας της θερμότητας, ένας σημαντικός αριθμός
μαθητών εξακολουθεί να χρησιμοποιεί αντιλήψεις που είναι διαφορετικές σε σχέση
με τη σχολική γνώση σε ζητήματα που αφορούν την αγωγή θερμότητας και τη
θερμική μόνωση (Tiberghien 1985, Linn & Songer 1991).
Επιπρόσθετα, από τα ευρήματα της βιβλιογραφικής ανασκόπησης που αφορά στις
διδακτικές παρεμβάσεις που έχουν υλοποιηθεί για την εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας (βλ. ενότητα 3.4.2), προκύπτει ότι σχεδόν σε όλες τις διδακτικές
παρεμβάσεις οι ερευνητές έχουν αρχικά επεξεργαστεί την έννοια της θερμοκρασίας
και στη συνέχεια την έννοια της θερμότητας. Μάλιστα η διδακτική πρόταση που
αφορά σε μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Agabra 1986),
αφήνει την επεξεργασία της έννοιας της θερμότητας για τις μεγαλύτερες τάξεις του
γυμνασίου.
Συνάγεται λοιπόν ότι διδακτικά είναι προτιμότερο να πραγματοποιηθεί αρχικά η
επεξεργασία των εμποδίων Ε1 και Ε2, που αφορούν στη θερμοκρασία, και στη
συνέχεια, η επεξεργασία των εμποδίων Ε3, Ε4 και Ε5 που αφορούν στη θερμότητα.
Επιπλέον, από τις διδακτικές παρεμβάσεις που εντοπίζονται στη σχετική
βιβλιογραφία, προκύπτει ότι αρχικά διαπραγματεύεται το ζήτημα της σχέσης
θερμοκρασίας και αισθήσεων, ένα ζήτημα δηλαδή που σχετίζεται με το εμπόδιο Ε2
και στη συνέχεια το ζήτημα της εξάρτησης της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα -
όταν βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με το περιβάλλον του- από χαρακτηριστικά του
248
σώματος ή από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του (ζήτημα που σχετίζεται με το
εμπόδιο Ε1).
Στην παρούσα όμως διατριβή, θα προταθεί η διδακτική επεξεργασία του εμποδίου
Ε1, έναντι του εμποδίου Ε2. Ο κύριος λόγος γι’ αυτή την επιλογή είναι ότι η
διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1, μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στη
διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2. Και αυτό γιατί στο βαθμό που ο μαθητής
οικοδομήσει την αντίληψη ότι η θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται για
αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον καθορίζεται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του (στόχος προς επίτευξη για το εμπόδιο Ε1), αυτή η αντίληψη
μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια ως «εφαλτήριο» για τη δημιουργία
κοινωνικο-γνωστικών συγκρούσεων στους μαθητές αναφορικά με το ζήτημα της
σχέσης θερμοκρασίας και αίσθησης θερμού/ψυχρού. Για παράδειγμα, οι μαθητές, για
δύο σώματα διαφορετικής σύστασης που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο
περιβάλλον, έχουν διαφορετικές αισθήσεις. Αποδίδουν το γεγονός αυτό στο ότι τα
σώματα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες. Όμως τα σώματα αφού βρίσκονται στο
ίδιο περιβάλλον, σύμφωνα με αυτά που έχουν οικοδομήσει από την επεξεργασία του
εμποδίου Ε1, πρέπει να έχουν ίσες θερμοκρασίες. Η αντιπαράθεση αυτών των δύο
αντιλήψεων, της αρχικής (διαφορετικές αισθήσεις συνεπάγονται διαφορετικές
θερμοκρασίες) και αυτής που έχουν οικοδομήσει (η θερμοκρασία των σωμάτων που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον είναι ίση με τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους), είναι δυνατόν να προκαλέσει συζήτηση μεταξύ των μαθητών
και υιοθέτηση της αντίληψης ότι διαφορετικές θερμοκρασίες δεν συνεπάγονται
απαραίτητα διαφορετικές θερμοκρασίες. Η οικοδόμηση λοιπόν από πλευράς μαθητών
της αντίληψης ότι η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα -που βρίσκεται για αρκετό
χρόνο στο ίδιο περιβάλλον- εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του,
μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2.
Η διδακτική επεξεργασία των εμποδίων Ε4 και Ε5, προϋποθέτει οι μαθητές να μην
εξομοιώνουν τη θερμότητα με τη θερμοκρασία. Μια πρώτη προσπάθεια
διαφοροποίησης της θερμότητας από τη θερμοκρασία πραγματοποιείται κατά τη
διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3. Επομένως, η διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε3 είναι προτιμότερο να προηγηθεί της επεξεργασίας των εμποδίων Ε4 και
Ε5.
249
Επίσης, η διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε5, στηρίζεται σε αντιλήψεις που
έχουν οικοδομηθεί κατά τη διάρκεια της διδακτικής επεξεργασίας των υπολοίπων
εμποδίων, καθώς προϋποθέτει από τον μαθητή:
- να εξετάζει το σύστημα σώμα-περιβάλλον και να μην εστιάζεται αποκλειστικά σε
ένα σώμα - ζήτημα στο οποίο συμβάλλει η διδακτική επεξεργασία του εμποδίου
Ε1,
- να μην συνδέει αποκλειστικά αυτά που αντιλαμβάνεται μέσω των αισθήσεων με
τη θερμοκρασία -ζήτημα που αφορά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2,
- να διακρίνει τη θερμοκρασία από τη θερμότητα -ζήτημα στο οποίο συμβάλλει η
διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3,
- να θεωρεί ότι το ψύχος είναι έλλειψη θερμότητας και κατά συνέπεια ότι το ψύχος
δεν υπάρχει ως οντότητα διαφορετική της θερμότητας -ζήτημα το οποίο
διαπραγματεύεται ο μαθητής κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε4.
Η σειρά λοιπόν της διδακτικής επεξεργασίας των πέντε εμποδίων για την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, καθώς επίσης και οι τροποποιήσεις στις
αντιλήψεις των μαθητών που μπορεί να επιφέρει η επεξεργασία αυτών των εμποδίων,
έχουν ως εξής:
• Αρχικά πραγματοποιείται η επεξεργασία του εμποδίου Ε1, που στοχεύει στην
οικοδόμηση της αντίληψης ότι η «θερμοκρασία» που έχει ένα σώμα το οποίο
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον (ή ακριβέστερα αυτή η «γενική
έννοια» που στη σκέψη των μαθητών παρουσιάζει χαρακτηριστικά ποιοτικού
μεγέθους και ανάμιχτα στοιχεία θερμοκρασίας, θερμότητας και ψυχρότητας), δεν
εξαρτάται από χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του σώματος αλλά καθορίζεται
από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του. Παράλληλα, η επεξεργασία του
εμποδίου Ε1 συνεισφέρει σε μια πρώτη αποκέντρωση της σκέψης του μαθητή από
το σώμα και επικέντρωσή του προς το περιβάλλον του σώματος.
• Ακολουθεί η επεξεργασία του εμποδίου Ε2 η οποία σε ένα μεγάλο βαθμό
στηρίζεται στην επεξεργασία του εμποδίου Ε1 που έχει προηγηθεί. Η επεξεργασία
του εμποδίου Ε2 αποβλέπει στην οικοδόμηση της αντίληψης ότι η αίσθηση του
θερμού δεν συνδέεται μόνο με τη «θερμοκρασία» («γενική έννοια» που στη
σκέψη των μαθητών παρουσιάζει χαρακτηριστικά ποιοτικού μεγέθους και
ανάμιχτα στοιχεία θερμοκρασίας, θερμότητας και ψυχρότητας). Η διδακτική
επεξεργασία και αυτού του εμποδίου αποβλέπει γενικότερα σε μια αποκέντρωση
250
της σκέψης του μαθητή από τα δεδομένα των αισθήσεων προς την κατεύθυνση
της χρήσης επιστημονικών οργάνων (του θερμομέτρου) για την αντικειμενική
μέτρηση της θερμοκρασίας ενός σώματος.
• Έπεται η επεξεργασία του εμποδίου Ε3, που στοχεύει στο να αντιληφθεί ο
μαθητής ότι η έννοια της θερμοκρασίας -όπως την έχει συγκροτήσει μέχρι εκείνη
τη στιγμή- είναι ανεπαρκής από μόνη της για να εξηγήσει τα θερμικά φαινόμενα.
Τότε εισάγεται από τον διδάσκοντα η έννοια της θερμότητας και επιδιώκεται ο
μαθητής να οικοδομήσει την αντίληψη ότι η θερμότητα έχει χαρακτηριστικά
ποσοτικού μεγέθους. Στη συνέχεια, η διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3
στοχεύει στη διάκριση των εννοιών της θερμότητας (ή και της ψυχρότητας) και
της θερμοκρασίας, ώστε ο μαθητής να οικοδομήσει την αντίληψη ότι η ποσότητα
θερμότητας συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά με τη μάζα καθώς
επίσης και με τη σύσταση του σώματος.
• Με τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε4 ακολούθως, επιδιώκεται η
αποστασιοποίηση του μαθητή από την έντονα εξαρτώμενη από τη θερμική
κατάσταση των σωμάτων αντίληψη της χρήσης δύο διαφορετικών οντοτήτων, της
θερμότητας και του ψύχους, για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων και η
οικοδόμηση της αντίληψης ότι τα θερμικά φαινόμενα, ανεξάρτητα από τη
θερμική κατάσταση των σωμάτων, εξηγούνται με τη χρήση μίας μόνο οντότητας
και συγκεκριμένα της θερμότητας.
• Τέλος, προτείνεται η επεξεργασία του εμποδίου Ε5, που στοχεύει στην
οικοδόμηση της αντίληψης σύμφωνα με την οποία η αιτία της διάδοσης της
θερμότητας δεν εδράζεται στο σώμα, αλλά στο σύστημα σώμα-περιβάλλον και
συνίσταται στη διαφορά θερμοκρασίας σώματος και περιβάλλοντός του. Η
διδακτική επεξεργασία αυτού του εμποδίου αποβλέπει γενικότερα στη
ρηγμάτωση ενός τρόπου σκέψης που έχει χαρακτηριστικά απλής γραμμικής
αιτιότητας και στην υιοθέτηση ενός τρόπου σκέψης με χαρακτηριστικά
«σχετικιστικής» αιτιότητας για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων. Στη
«σχετικιστική» αιτιότητα η αιτία για την επίτευξη ενός αποτελέσματος είναι μια
σχέση μεταξύ δύο μεταβλητών (Grotzer 2003). Δεν είναι αρκετό να εξετάζεται
μόνο η μια ή η άλλη μεταβλητή, αλλά απαιτείται να εξετάζονται και οι δύο και
μάλιστα, σε σύγκριση η μια με την άλλη. Για παράδειγμα, σην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας, αναφορικά με το ζήτημα της μεταφοράς θερμότητας
251
ανάμεσα σε δύο σώματα, δεν είναι αρκετό να εξετάζεται μόνο η θερμοκρασία του
ενός σώματος ή μόνο η θερμοκρασία του άλλου σώματος, αλλά απαιτείται να
εξετάζονται σε σύγκριση η θερμοκρασία του ενός σώματος με τη θερμοκρασία
του δεύτερου σώματος. Η αιτία δηλαδή, για την μεταφορά θερμότητας ανάμεσα
σε δύο σώματα είναι μια σχέση μεταξύ των θερμοκρασιών αυτών των σωμάτων.
Σε ό,τι αφορά τη σειρά με την οποία πραγματοποιείται η διδακτική επεξεργασία
των πέντε εμποδίων που αφορούν στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, θα
πρέπει να επισημανθεί ότι είναι ενδεικτική, αφού αυτή συν-καθορίζεται από τις
απαντήσεις, τα νοήματα και το ενδιαφέρον που φανερώνουν κατά τη διάρκεια του
προγράμματος διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων οι μαθητές.
252
- η θερμοκρασία είναι εκείνο το μέγεθος που παίρνει την ίδια τιμή για τα σώματα
που βρίσκονται σε θερμική ισορροπία και
- δεν γίνεται διάκριση των εννοιών της θερμότητας και της εσωτερικής ενέργειας
και η όλη προσέγγιση είναι μακροσκοπική.
Στην παρούσα διατριβή θα υιοθετηθεί η δεύτερη προσέγγιση δηλαδή η
«θερμιδική» προσέγγιση για τη θερμότητα, για τους ακόλουθους λόγους:
• H «θερμιδική» προσέγγιση για τη θερμότητα είναι πιο κοντά στον τρόπο σκέψης
των μαθητών και, ειδικά για τους μικρότερους σε ηλικία μαθητές, μπορεί να
θεωρηθεί ως γέφυρα για το πέρασμα από τον καθημερινό τρόπο σκέψης προς τον
επιστημονικό (Aiello-Nicossia & Sperandeo-Mineo 2000).
• Η «ενεργειακή» προσέγγιση για τη θερμότητα απαιτεί από πλευράς μαθητών την
οικοδόμηση της έννοιας της ενέργειας και τον χειρισμό του σωματιδιακού
μοντέλου της ύλης, που όπως υποδεικνύουν τα βιβλιογραφικά ευρήματα ενέχει
πληθώρα εννοιολογικών δυσκολιών στους μαθητές (Brook, Briggs & Driver 1984,
Nussbaum 1985).
• Σε ορισμένες διδακτικές παρεμβάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί
χρησιμοποιήθηκαν και οι δύο διαφορετικές προσεγγίσεις της θερμότητας σε
διαφορετικές ομάδες μαθητών (βλ. υποενότητα 3.4.2). Τα ερευνητικά πορίσματα
φανερώνουν ότι η «ενεργειακή» προσέγγιση της θερμότητας εμφανίζει σημαντικές
δυσκολίες στη κατάκτησή της από τους μαθητές σε σχέση με τη «θερμιδική»
προσέγγιση (Linn & Songer 1991).
253
(α) Ασάφειες στη διατύπωση των προβλημάτων που τίθενται στους μαθητές
Σε ορισμένα προβλήματα που τέθηκαν στους μαθητές, υπήρχαν ασάφειες στη
διατύπωση με αποτέλεσμα οι μαθητές να ζητούν διευκρινήσεις ή να παρερμηνεύουν
το κείμενο που τους δόθηκε.
Ενδεικτικά αναφέρεται η αρχική διατύπωση του προβλήματος 1 του φύλλου
εργασίας 1 (Φ.Ε.1).
Η Άννα παρακολουθεί την μητέρα της που φτιάχνει ένα κέικ. Αφού το
έφτιαξε το τοποθέτησε μέσα σε δύο σιδερένια ταψιά (ένα μικρό και ένα
μεγάλο) και τα έβαλε σε ζεστό φούρνο για δύο ώρες. Τα κέικ και τα
σιδερένια ταψιά θα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες μετά από δύο
ώρες;
Ορισμένοι μαθητές θεώρησαν ότι είναι πιθανόν τα κέικ να καούν επειδή ο
φούρνος είναι ζεστός. Κάποιοι άλλοι μαθητές αναρωτήθηκαν αν είναι δυνατόν να
ψηθούν τα κέικ σε δύο ώρες ή πόσο ζεστός είναι ο φούρνος.
Θεωρήθηκε ότι η προσθήκη εικόνας θα βοηθούσε τους μαθητές. Επίσης, έγιναν
ορισμένες τροποποιήσεις στη διατύπωση του προβλήματος. Πιο συγκεκριμένα, για να
αποφευχθούν ερωτήσεις που να αναφέρονται στο αν τα κέικ θα ψηθούν ή αν θα
καούν η τελική διατύπωση του προβλήματος είναι ως εξής (βλ. Παράρτημα XI,
Φ.Ε.1):
Η μητέρα της Άννας αγόρασε ένα κέικ. Από το κέικ έκοψε ένα μικρό
κομμάτι. Τοποθέτησε τα δύο κέικ μέσα σε δύο σιδερένια ταψιά και τα έβαλε
σε ελαφρά ζεσταμένο φούρνο για δύο ώρες.
Τα κέικ και τα σιδερένια ταψιά θα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες;
(β) Προσθήκη διδακτικών καταστάσεων που περιέχουν αναλογίες
Αρχικά είχε χρησιμοποιηθεί μια αναλογία για τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε3. Διαπιστώθηκε ότι με τη βοήθεια αυτής της αναλογίας η εννοιολογική
αναδόμηση του εμποδίου Ε3 ήταν αποτελεσματικότερη για ορισμένους μαθητές,
αποτέλεσμα το οποίο δεν είχε επιτευχθεί με άλλες διδακτικές καταστάσεις.
Θεωρήθηκε λοιπόν αναγκαίο να συμπεριληφθούν στο τελικό πρόγραμμα
μαθημάτων δύο άλλες αναλογίες για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων Ε4 και
Ε5 (βλ. Παράρτημα X).
(γ) Προσθήκη προβλημάτων που αναφέρονται σε περισσότερα του ενός εμπόδια
Σε κάθε πρόβλημα που είχε αρχικά συγκροτηθεί, υπήρχαν ερωτήσεις που
εστιάζονταν σε ένα μόνο εμπόδιο. Κατά τη διάρκεια της πιλοτικής εφαρμογής του
254
προγράμματος μαθημάτων, διαπιστώθηκε ότι είναι πιθανόν ένα μέρος των μαθητών
να «παλινδρομήσει» εκ νέου στις αρχικές αντιλήψεις με αφορμή ένα πρόβλημα στο
οποίο περιλαμβάνονται ερωτήσεις που άπτονται δύο ή περισσοτέρων εμποδίων.
Αποφασίστηκε λοιπόν να συγκροτηθούν προβλήματα που να στοχεύουν στην
επεξεργασία περισσότερων του ενός εμποδίων.
(δ) Προσθήκη διδακτικών καταστάσεων που ενισχύουν παροδικά το εμπόδιο
Μολονότι μια από τις αρχές που αναφέρονται στη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων απαιτεί τη συγκρότηση διδακτικών καταστάσεων που να ενισχύουν
παροδικά το εμπόδιο, στο αρχικό πρόγραμμα μαθημάτων αυτή η αρχή δεν
εφαρμόστηκε συστηματικά. Έτσι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν είχαν προβλεφθεί
τέτοιου είδους διδακτικές καταστάσεις. Οι διδακτικές καταστάσεις που είχαν
συγκροτηθεί είχαν ως αποκλειστικό στόχο τη ρηγμάτωση του εμποδίου και την
πρόκληση γνωστικής σύγκρουσης στους μαθητές.
Από την πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος μαθημάτων διαπιστώθηκε όμως,
ότι η συγκρότηση διδακτικών καταστάσεων με σκοπό την παροδική ενίσχυση του
εμποδίου, δρα καταλυτικά στη σκέψη των μαθητών και αυξάνει τις πιθανότητες
πρόκλησης γνωστικής σύγκρουσης που συμβάλλει στην αποσταθεροποίηση ή και
στην αναδόμηση του εμποδίου.
Στο τελικό λοιπόν πρόγραμμα μαθημάτων προστέθηκαν διδακτικές καταστάσεις
που ενισχύουν παροδικά τα διάφορα εμπόδια.
(ε) Απάλειψη διδακτικών καταστάσεων
Στο αρχικό πρόγραμμα μαθημάτων εντοπίστηκαν αλληλοεπικαλύψεις ανάμεσα σε
διδακτικές καταστάσεις που αναφέρονταν σε διαφορετικά εμπόδια. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα να μην αξιοποιείται στο μέγιστο βαθμό ο διαθέσιμος χρόνος.
Υπήρχαν επίσης διδακτικές καταστάσεις όπου λόγοι ασφάλειας των μαθητών (π.χ.
βρασμός νερού, σώματα με πολύ υψηλές ή πολύ χαμηλές θερμοκρασίες) επιβάλουν
την απάλειψή τους από το πρόγραμμα των μαθημάτων.
(στ) Τροποποιήσεις στα φύλλα εργασίας για το σχεδιασμό και την πραγματοποίηση μιας
έρευνας
Η διαδικασία διεξαγωγής μιας έρευνας ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τους
μαθητές. Το φύλλο εργασίας διεξαγωγής μιας έρευνας έχει ως στόχο να κάνει
συγκεκριμένα τα βήματα που απαιτούνται για τη διεξαγωγή μιας έρευνας και να
καθοδηγήσει τους μαθητές. Ορισμένες όμως εκφράσεις που περιέχονταν στο φύλλο
εργασίας ήταν δυσνόητες για τους μαθητές.
255
Στα αρχικά επίσης μαθήματα κατά το σχεδιασμό και την εκτέλεση των
πειραμάτων, μέσω φύλλου εργασίας (βλ. Πίνακα 6.3), διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές
δεν μπορούσαν να ελέγξουν τις μεταβλητές που υπεισέρχονταν σε αυτά, λόγω
έλλειψης εξοικείωσης με αυτή τη διαδικασία (το φύλλο εργασίας δεν περιείχε πίνακα
έλέγχου των μεταβλητών).
Πείραμα ...
ß Όργανα και υλικά……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
ß Περιγραφή……………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
ß Αποτελέσματα………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
ß Συμπεράσματα………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………
256
(η) Συγκρότηση διδακτικών καταστάσεων με σκοπό την αναγνώριση των εμποδίων από
τους μαθητές
Το αρχικό πρόγραμμα μαθημάτων που είχε συγκροτηθεί, έδινε ιδιαίτερο βάρος
στις φάσεις της αποσταθεροποίησης και της εννοιολογικής αναδόμησης των
εμποδίων. Διαπιστώθηκε όμως ότι οι ελάχιστες διδακτικές καταστάσεις που υπήρχαν
προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης του εμποδίου συνέβαλαν αποφασιστικά στη
διδακτική επεξεργασία του.
Αποφασίστηκε λοιπόν να προστεθούν διδακτικές καταστάσεις που να αποβλέπουν
στην αποσαφήνιση του εμποδίου, στη συμβολική του αναπαράσταση και στην
κατάκτηση της δεξιότητας της αναγνώρισή του με αφορμή τη μελέτη νέων
καταστάσεων.
Επίσης, προστέθηκε μια διδακτική κατάσταση που προτρέπει τους μαθητές να
σχεδιάσουν μαθήματα για τη θερμότητα και τη θερμοκρασία με σκοπό να διδάξουν
στους μαθητές μιας άλλης τάξης. Μια τέτοιου τύπου διδακτική κατάσταση, σύμφωνα
με την Peterfalvi (1997), φαίνεται να συμβάλει αποφασιστικά στην αναγνώριση των
εμποδίων από τους μαθητές.
(θ) Αλλαγές στη διδακτική στρατηγική
Αρκετές από τις διδακτικές καταστάσεις που είχαν συγκροτηθεί απαιτούσαν από
τους μαθητές να εργάζονται ατομικά και στη συνέχεια να αποφαίνεται ο διδάσκοντας
για την ορθότητα ή μη των απαντήσεών τους.
Θεωρώντας όμως ότι οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις είναι κινητήριος δύναμη της
νοητικής προόδου (βλ. ενότητα 2.5.3), αποφασίστηκε ότι θα είναι προτιμότερο,
αρχικά ο μαθητής να εργάζεται ατομικά, στη συνέχεια να συζητά με τους συμμαθητές
της ομάδας του -σε αρκετές περιπτώσεις- να ανακοινώνονται οι διαφορετικές απόψεις
στο σύνολο των μαθητών της τάξης, και να επακολουθεί συζήτηση ανάμεσα στους
μαθητές και τον διδάσκοντα.
Κατά τη πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος μαθημάτων παρατηρήθηκαν
επίσης προβλήματα συνεργασίας μεταξύ των μαθητών των ομάδων. Οι μαθητές δεν
είχαν εργαστεί στο παρελθόν συνεργατικά. Έτσι, για παράδειγμα, δεν ήταν σε θέση
ένας μαθητής της ομάδας να ομαδοποιήσει τις απαντήσεις των συμμαθητών του και
να τις ανακοινώσει στην τάξη.
Αποφασίστηκε λοιπόν κατά την τελική εφαρμογή του προγράμματος μαθημάτων,
τουλάχιστον στα πρώτα μαθήματα, ο διδάσκοντας να ασχοληθεί και με ζητήματα που
αφορούν την ομαλή συνεργασία των μαθητών.
257
6.3. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ
Πίνακας 6.4. Άρθρωση του προγράμματος μαθημάτων για την επεξεργασία των
εμποδίων στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας
258
Για τις ανάγκες του προγράμματος συγκροτήθηκαν φύλλα εργασίας (Φ.Ε) (βλ.
Παράρτημα XI) και φύλλα αποτύπωσης σημείων-κλειδιών των ενοτήτων (βλ.
Παράρτημα XII).
Το πρόγραμμα μαθημάτων που συγκροτήθηκε για τη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών σχετικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας,
εφαρμόστηκε στην Στ΄ τάξη του Δημοτικού Κοσκινού του Δήμου Καλλιθέας Ρόδου,
από τον εκπαιδευτικό που εκπονεί την παρούσα διατριβή.
Οι μαθητές εργάστηκαν σε ομάδες. Η συγκρότηση των ομάδων εργασίας
βασίστηκε σε ορισμένα κριτήρια που παρουσιάζονται στις αμέσως επόμενες
παραγράφους.
Έχει διαπιστωθεί ότι η σύνθεση των ομάδων έχει επιπτώσεις στη μάθηση των
μαθητών (Baines, Blatchford & Kutnick 2003). Πριν μερικές δεκαετίες είχε
επικρατήσει η τάση της δημιουργίας ομοιογενών ως προς την επίδοση ομάδων
(Johnson & Johnson 1989). Έτσι, οι μαθητές χωρίζονταν σε υψηλής, μέσης και
χαμηλής επίδοσης και αποτελούσαν χωριστές ομάδες. Διαπιστώθηκε όμως στη
συνέχεια, ότι η επίδοση των ομοιογενών ομάδων δεν ήταν ψηλότερη από την επίδοση
των ανομοιογενών ομάδων (Gabbert, Johnson & Johnson 1986, Marzano, Debra,
Pickering & Pollock 2001). Πιο συγκεκριμένα, οι χαμηλής επίδοσης μαθητές
ωφελούνται μαθησιακά περισσότερο στις ανομοιογενείς ομάδες παρά στις
ομοιογενείς, ενώ οι μέσης επίδοσης μαθητές ωφελούνται περισσότερο στις
ομοιογενείς ομάδες (Cohen 1994, Lou, Abrami, Spence, Poutsen, Champers & d’
Apollonia 1996). Σε ό,τι αφορά τους μαθητές υψηλής επίδοσης, αυτοί ωφελούνται
είτε όμοια σε όλους τους τύπους ομάδων (Lou et al. 1996) είτε περισσότερο στις
ανομοιογενείς ομάδες (Gillies 2003).
Επιπρόσθετα, στην περίπτωση των ομοιογενών ομάδων, προέκυψε ότι το
ψυχολογικό κλίμα της τάξης γίνεται πιο αρνητικό, οι διαπροσωπικές σχέσεις
διαταράσσονται και δημιουργούνται διακρίσεις, προκαταλήψεις και στιγματισμοί
ιδιαίτερα σε βάρος των μαθητών που έχουν χαμηλή επίδοση. Αντίθετα, στις
ανομοιογενείς ομάδες διαπιστώθηκε ότι οι διαπροσωπικές σχέσεις βελτιώνονται και
οι στάσεις των μαθητών απέναντι στη μάθηση γίνονται θετικότερες (Hallam &
Toutounji 1996, Baines, Blatchford & Kutnick 2003, Gillies 2003). Κι’ αυτό γιατί
259
μέσα στην ανομοιογενή ομάδα αναπτύσσεται ουσιαστική αλληλεπίδραση, υπάρχει
περισσότερη συνεργασία, περισσότερος πλούτος εμπειριών, ιδεών και πληροφοριών.
Ένα πρώτο λοιπόν κριτήριο σύνθεσης των ομάδων εργασίας, απετέλεσε η
ανομοιογένεια στην ομάδα με βάση την επίδοση των μαθητών. Ένα δεύτερο κριτήριο
ήταν οι φιλίες των μαθητών. Οι επιδόσεις των μαθητών βελτιώνονται όταν τα μέλη
της ομάδας συνδέονται φιλικά (Howe & Tolmie 2003). Επίσης, κριτήριο σύνθεσης
των ομάδων εργασίας απετέλεσαν και ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας
των μαθητών. Έτσι τα δειλά και τα συνεσταλμένα παιδιά κατανεμήθηκαν στις
ομάδες.
Αναφορικά με τον αριθμό των μελών της ομάδας, τα ερευνητικά αποτελέσματα
συγκλίνουν στην διαπίστωση ότι οι ολιγομελείς ομάδες (3-6 άτομα) είναι οι πλέον
ιδανικές για τη δημιουργία κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και για τη γνωστική
εξέλιξη των μαθητών (Baines, Blatchford & Kutnick 2003, Gillies 2003).
Στη συγκεκριμένη τάξη που πραγματοποιήθηκαν οι διδασκαλίες υπήρχαν
συνολικά 17 παιδιά. Χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες. Οι τρεις ομάδες είχαν από 4
μαθητές, ενώ η τέταρτη ομάδα είχε 5 μαθητές (βλ. Σχήμα 6.4).
260
Σχήμα 6.5. Η διάταξη των ομάδων εργασίας των μαθητών στην αίθουσα διδασκαλίας.
261
διδασκαλιών για κάθε μάθημα που περιλαμβάνει η ενότητα (βλ. Σχήματα 6.6, 6.7,
6.8, 6.9, 6.10).
(γ) Αναλυτική παρουσίαση των διδασκαλιών με μορφή πίνακα που περιλαμβάνει έξι
στήλες (βλ. Πίνακες 6.6 έως 6.10, 6.12 έως 6.14, 6.16 έως 6.20 και 6.22 έως 6.31)
στις οποίες παρουσιάζονται:
- Οι διδακτικές καταστάσεις προς επεξεργασία.
- Οι ενέργειες των μαθητών με αφορμή την επεξεργασία της συγκεκριμένης
διδακτικής κατάστασης (π.χ. επεξεργασία ερωτημάτων και αναζήτηση
απαντήσεων σ’ αυτά, συζήτηση των ιδεών τους με τους συμμαθητές τους και τον
εκπαιδευτικό, συζήτηση για την εργασία τους, εργασία ως μέλη μιας ομάδας,
καταγραφή των ιδεών τους, ακρόαση των συμμαθητών τους και του
εκπαιδευτικού, χρήση και εφαρμογή της γνώσης τους, σχεδίαση και εκτέλεση
ερευνών, συλλογή υλικού, διαχείρηση του διδακτικού χρόνου και της μαθησιακής
διαδικασίας, κ.ά.).
- Οι ενέργειες του διδάσκοντα (π.χ. επίβλεψη, συντονισμός και διευκόλυνση της
επικοινωνίας των μαθητών, δημιουργία ένός κοινωνικού περιβάλλοντος στο οποίο
ενθαρρύνεται η μάθηση, επιβεβαίωση και αναγνώριση της συμβολής κάθε
μαθητή, διατήρηση της ομάδας σε ενότητα, βοήθεια στα μέλη της ομάδας να
εργαστούν μαζί, εξασφάλιση στους μαθητές πρόσβασης σε υλικό, κατάθεση
ερωτημάτων και εκμαίευση απαντήσεων των μαθητών που δίνουν τροφή για
περαιτέρω συζήτηση και έρευνα εννοιών και ζητημάτων, παροχή των
κατάλληλων ερεθισμάτων ώστε οι μαθητές να θέσουν προβλήματα ή να προβούν
σε δραστηριότητες, κατάθεση των διαδικαστικών κανόνων και των κανόνων
λήψης αποφάσεων, κατεύθυνση της ροής των συζητήσεων χωρίς να παρεμπόδηση
ή περιορισμό των συμμετεχόντων, ενθάρρυνση της αυτο-διεύθυνσης των
μαθητών, διόρθωση -όταν είναι απαραίτητο- των μαθητών, παρουσίαση -όταν
είναι απαραίτητο- της νέας γνώσης, καταγραφή των ιδεών των μαθητών στον
πίνακα, κ.ά.).
- Η οργάνωση της εργασίας στην τάξη (π.χ. ατομική εργασία, εργασία σε επίπεδο
ομάδας ή σε επίπεδο τάξης).
- Η αιτιολογία ενεργειών σε σχέση με τα εμπόδια (π.χ. ποιου εμποδίου την
επεξεργασία στοχεύει η διδακτική κατάσταση, ποια φάση της διδακτικής
επεξεργασίας των εμποδίων εξυπηρετεί, τι επιδιώκεται με αυτήν, ποια η επιπλέον
συμβολή της στην επεξεργασία των εμποδίων, κ.ά.).
262
- Το αποτέλεσμα των ενεργειών (τι έχει επιτευχθεί και τι όχι σε σχέση με την
επεξεργασία των εμποδίων).
Πίνακας 6.5. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε1 στα μαθήματα
της ενότητας Α
Α1
Α2
Α3
Α4
Α5
263
Μάθημα Α1
• Επεξεργασία
προβλήματος
που αποσκοπεί Μάθημα Α2
στην ανάδειξη
των • Σχεδίαση και
πραγματοποίηση 1ης Ε1
αντιλήψεων Ε1
των μαθητών έρευνας, με σκοπό να
(Φ.Ε.1: εξεταστεί αν η
πρόβλημα 1). θερμοκρασία ενός Ε1
• Ατομικές σώματος που βρίσκεται
γραπτές για αρκετό χρόνο σε ένα
απαντήσεις περιβάλλον εξαρτάται
μαθητών. από το μέγεθός του.
• Συζήτηση των • Εξαγωγή
μαθητών σε συμπερασμάτων.
επίπεδο
ομάδας.
• Ομαδοποίηση
των Μάθημα Α3
απαντήσεων.
• Σχεδίαση και
• Συζήτηση των
πραγματοποίηση 2ης Ε1
μαθητών σε
έρευνας με σκοπό να
επίπεδο τάξης.
εξεταστεί αν η
• Διατύπωση
θερμοκρασία ενός
ερωτημάτων Ε1
σώματος που βρίσκεται
για έρευνα.
για αρκετό χρόνο σε ένα
περιβάλλον εξαρτάται
από τη σύστασή του. Μάθημα Α5
• Εξαγωγή • Επεξεργασία
συμπερασμάτων. προβλημάτων
που
αποσκοπούν
στην Ε1
Μάθημα Α4 αποσαφήνιση,
• Εφαρμογή σε νέες τη συμβολική
καταστάσεις (Φ.Ε.1: Ε1
αναπαράσταση
Ε1
προβλήματα 2, 3, 4, 5). και την
• Επεξεργασία κατάκτηση της
ερωτημάτων που είχαν δεξιότητας
τεθεί αρχικά. Σύγκριση αναγνώρισής
αρχικών και νέων Ε1 του εμποδίου Ε1
αντιλήψεων (Φ.Ε.1: (Φ.Ε.1:
πρόβλημα 6). προβλήματα 7,
8, 9).
Σχήμα 6.6. Συνοπτική παρουσίαση της πορείας διδασκαλίας των μαθημάτων της
ενότητας Α.
264
Eνότητα μαθημάτων Α
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία του ß Δίνει το Φ.Ε.1 στους ß Διαβάζουν το ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Εκδήλωση των
προβλήματος 1 του μαθητές. πρόβλημα 1. αντιλήψεων. ακόλουθων
Φ.Ε.1, που αφορά στη ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Γράφουν απαντήσεις αντιλήψεων των
θερμοκρασία που και παρέχει συνοδευόμενες από μαθητών:
αποκτούν σώματα διευκρινήσεις στους αιτιολογήσεις. − Αντίληψη που
διαφορετικών μαθητές. συνδέεται με το
μεγεθών και εμπόδιο Ε1:
συστάσεων, όταν εξάρτηση
βρίσκονται για θερμοκρασίας
αρκετό χρόνο στο ίδιο σωμάτων που
θερμό περιβάλλον βρίσκονται για
(ζήτημα που αρκετό χρόνο στο
σχετίζεται με το ίδιο περιβάλλον,
εμπόδιο Ε1). από μέγεθος και
ß Προβλέψεις και σύσταση σωμάτων
εξηγήσεις μαθητών. (15 μαθητές από
τους 17).
− Αντίληψη που
συνδέεται με τον
επιδιωκόμενο
στόχο για το
εμπόδιο Ε1:
εξάρτηση
θερμοκρασίας
σωμάτων που
βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο
ίδιο περιβάλλον,
από θερμοκρασία
265
περιβάλλοντος
σωμάτων (2
μαθητές από τους
17).
ß Συζήτηση μεταξύ ß Θέτει τους ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Ενίσχυση του
μαθητών. διαδικαστικούς τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.1: εμποδίου Ε1: στο
κανόνες και τους ιδέες αναφορικά με τη συνειδητοποίηση πλαίσιο της
κανόνες λήψης θερμοκρασία που ασυμφωνιών μεταξύ συζήτησης μεταξύ
αποφάσεων. αποκτούν τα σώματα των μαθητών κάθε των μαθητών κάθε
Επιβλέπει, συντονίζει που βρίσκονται για ομάδας, αναφορικά ομάδας, ενώ οι
και διευκολύνει την αρκετό χρόνο στο ίδιο με τη θερμοκρασία δεκαπέντε μαθητές
επικοινωνία και τη περιβάλλον. που αποκτούν τα εμμένουν στην αρχική
συνεργασία των ß Οι αντιπρόσωποι σώματα που τους αντίληψη, οι δύο
μαθητών. κάθε ομάδας βρίσκονται για μαθητές που είχαν
Επιβεβαιώνει και ομαδοποιούν τις αρκετό χρόνο στο ίδιο εκφράσει
αναγνωρίζει τη αντιλήψεις των μελών περιβάλλον. διαφορετική αντίληψη
συμβολή του κάθε των ομάδων τους, με σε σχέση με τους
μαθητή και διατηρεί σκοπό να τις υπόλοιπους, αρχίζουν
την ομάδα σε ανακοινώσουν στο να αμφιβάλουν για
ενότητα. σύνολο των μαθητών την «ορθότητα» των
ß Καλεί τους της τάξης. απαντήσεών τους.
αντιπροσώπους των
ομάδων να
ομαδοποιήσουν και
στη συνέχεια να
ανακοινώσουν στο
σύνολο των μαθητών
της τάξης τις
διάφορες αντιλήψεις
των μελών της
ομάδας τους.
ß Συζήτηση – επιλογή ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Διαπιστώνονται
και διατύπωση των συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση ασυμφωνίες από τους
προβλημάτων προς τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε1: ίδιους τους μαθητές
διερεύνηση. κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες συνειδητοποίηση μεταξύ τους σχετικά
266
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ με τους παράγοντες
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από του συνόλου των από τους οποίους
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους μαθητών, αναφορικά καθορίζεται η
τη ροή των των ομάδων. με το ζήτημα των θερμοκρασία που
συζητήσεων χωρίς να ß Διαμορφώνουν τα παραγόντων από τους αποκτά ένα σώμα
παρεμποδίζει ή να προβλήματα προς οποίους εξαρτάται η όταν βρίσκεται για
περιορίζει τους διερεύνηση. θερμοκρασία που αρκετό χρόνο στο ίδιο
συμμετέχοντες. Δίνει αποκτούν τα σώματα περιβάλλον.
τα κατάλληλα που βρίσκονται για ß Προτείνονται από
ερεθίσματα ώστε οι αρκετό χρόνο στο ίδιο τους μαθητές τα εξής
μαθητές να θέσουν περιβάλλον. δύο προβλήματα προς
προβλήματα. διερεύνηση:
Πρόβλημα Α:
εξάρτηση ή μη
θερμοκρασίας
σώματος από το
μέγεθός του.
Πρόβλημα Β:
εξάρτηση ή μη
θερμοκρασίας
σώματος από τη
σύστασή του.
267
Πίνακας 6.7. Μάθημα Α2
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Ανάληψη του ß Θέτει τους ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτάσεις για ß Προτείνονται από
προβλήματος Α από διαδικαστικούς ερωτήσεις του Φ.Ε.1, ομάδας. πραγματοποίηση τους μαθητές
τους μαθητές. κανόνες και τους που αναφέρεται στη πειραμάτων με στόχο πειράματα που
ß Σχεδίαση έρευνας, με κανόνες λήψης σχεδίαση της έρευνας. την πρόκληση αφορούν στη μέτρηση
τη βοήθεια αποφάσεων. Συγκεκριμένα: ρηγματώσεων στο των θερμοκρασιών
ερωτήσεων που Επιβλέπει, συντονίζει − αναγνωρίζουν το εμπόδιο Ε1. σωμάτων ίδιας
περιλαμβάνονται στο και διευκολύνει την πρόβλημα, σύστασης και
Φ.Ε.1. Η έρευνα επικοινωνία και τη − κάνουν διαφορετικών
αποσκοπεί στη συνεργασία των προβλέψεις και τις μεγεθών που
διερεύνηση του μαθητών. Βοηθά τα αιτιολογούν, βρίσκονται για
προβλήματος Α που μέλη των ομάδων να − αναφέρουν τα αρκετό χρόνο στην
αφορά στη σχέση της εργαστούν μαζί. υλικά που αίθουσα διδασκαλίας,
θερμοκρασίας που Επιβεβαιώνει και χρειάζονται για τα σε θερμό και σε
αποκτά ένα σώμα αναγνωρίζει τη πειράματα και ψυχρό περιβάλλον.
(που βρίσκεται για συμβολή του κάθε − προτείνουν
αρκετό χρόνο στο ίδιο μαθητή και διατηρεί πειράματα.
περιβάλλον) με το την ομάδα σε
μέγεθός του. ενότητα.
ß Παρέχει
διευκρινήσεις στους
μαθητές.
268
συμμετέχοντες. διαμορφώνουν μια βρίσκονται για
κοινή πορεία αρκετό χρόνο σε
διεξαγωγής της φούρνο,.
έρευνας. Πείραμα 2: μέτρηση
των θερμοκρασιών
δύο κέικ
(διαφορετικών
μεγεθών) που
βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε
δωμάτιο.
Πείραμα 3: μέτρηση
των θερμοκρασιών
δύο κέικ
(διαφορετικών
μεγεθών) που
βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε
ψυγείο.
ß Εισαγωγή του ß Θέτει ερώτημα για ß Απαντούν σε ß Συζήτηση σε επίπεδο ß Προτείνεται από τους
θερμομέτρου ως τον τρόπο μέτρησης ερωτήσεις του τάξης. μαθητές, το
οργάνου μέτρησης της θερμοκρασίας δύο δασκάλου σχετικές με θερμόμετρο ως
της θερμοκρασίας. κέικ που βρίσκονται τον τρόπο με τον όργανο μέτρησης των
ß Χρήση του μέσα σε φούρνο. οποίο μπορούν να θερμοκρασιών των
θερμομέτρου. ß Παρουσιάζει στους βρουν ή να σωμάτων.
μαθητές θερμόμετρα. μετρήσουν τη ß Αποφασίζεται η
ß Αναφέρει την θερμοκρασία των χρήση θερμομέτρου
κλίμακα Κελσίου. κέικ. για τη μέτρηση των
ß Δίνει οδηγίες για τη θερμοκρασιών των
μέτρηση της κέικ που βρίσκονται
θερμοκρασίας ενός στην αίθουσα
σώματος με ένα διδασκαλίας, σε
θερμόμετρο. φούρνο και σε
ψυγείο.
269
Πίνακας 6.8. Μάθημα Α3
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Πραγματοποίηση της ß Εξασφαλίζει στους ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Προβλέψεις
έρευνας μέσω της μαθητές πρόσβαση σε διαδικασία εκτέλεσης ομάδας. αναδόμηση του μαθητών: τα σώματα
εκτέλεσης των όργανα και υλικά. των πειραμάτων 1, 2 εμποδίου Ε1: αποκτούν
ακόλουθων ß Επιβλέπει, συντονίζει και 3. - Πρόκληση διαφορετικές
πειραμάτων: και διευκολύνει την ß Ελέγχουν τις κοινωνικο- θερμοκρασίες
Πείραμα 1: Μέτρηση επικοινωνία και τη μεταβλητές. γνωστικών εξαιτίας του
των θερμοκρασιών συνεργασία των ß Κάνουν προβλέψεις συγκρούσεων διαφορετικού
δύο κέικ μαθητών. συνοδευόμενες από (μέσω της μεγέθους τους.
(διαφορετικών Επιβεβαιώνει και αιτιολογήσεις. αντιπαράθεσης ß Διαπιστώνεται ότι:
μεγεθών) που αναγνωρίζει τη ß Εκτελούν τα των προβλέψεων - η θερμοκρασία
βρίσκονται σε συμβολή του κάθε πειράματα: θέτουν των μαθητών με του μικρότερου
φούρνο. μαθητή και διατηρεί δύο διαφορετικού τα αποτελέσματα (σε μέγεθος) κέικ
Πείραμα 2: Μέτρηση την ομάδα σε μεγέθους κέικ, στα των που βρίσκεται σε
των θερμοκρασιών ενότητα. οποία έχουν πειραμάτων). φούρνο αυξάνει
δύο κέικ τοποθετήσει - Νέες δομήσεις. πιο γρήγορα σε
(διαφορετικών θερμόμετρα, σε έναν σχέση με τη
μεγεθών) που ελαφρά ζεσταμένο θερμοκρασία του
βρίσκονται στην φούρνο θερμοκρασίας μεγαλύτερου
αίθουσα 60οC, στην τάξη τους κέικ, ενώ μετά
διδασκαλίας. σε ένα θρανίο και σε από κάποιο
Πείραμα 3: Μέτρηση ψυγείο θερμοκρασίας χρόνο και τα δύο
των θερμοκρασιών 6οC. κέικ αποκτούν
δύο κέικ ß Συλλέγουν και την ίδια
(διαφορετικών αναλύουν τα θερμοκρασία,
μεγεθών) που δεδομένα. αυτή που έχει ο
βρίσκονται σε ß Εξάγουν φούρνος, δηλαδή
ψυγείο. συμπεράσματα. 60οC,
- τα δύο κέικ που
βρίσκονται στο
δωμάτιο έχουν
270
την ίδια
θερμοκρασία,
αυτή που έχει το
δωμάτιο, δηλαδή
17οC και
- στο ψυγείο,
αρχικά η
θερμοκρασία του
μικρότερου (σε
μέγεθος) κέικ
μειώνεται πιο
γρήγορα σε
σχέση με του
μεγαλύτερου,
ενώ μετά από
κάποιο χρόνο τα
δύο κέικ
αποκτούν την
ίδια
θερμοκρασία,
αυτή που έχει το
ψυγείο, δηλαδή
6οC.
ß Οι μαθητές
εκπλήσσονται από τα
αποτελέσματα των
πειραμάτων. Δεν
εμπλέκονται όμως, σε
συζήτηση.
ß Μικρός αριθμός
μαθητών αρνείται τα
πειραματικά
γεγονότα.
ß Παρατηρήθηκαν
πειραματικά
σφάλματα στα
271
θερμόμετρα, τα οποία
ξεπεράστηκαν με
χρήση άλλων
θερμομέτρων ή με
επανάληψη των
πειραμάτων.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι ερωτήσεις που
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.1. ομάδας. αναδόμηση του υπάρχουν στο Φ.Ε.1,
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη Πιο συγκεκριμένα: εμποδίου Ε1: κάτω από τον τίτλο
της έρευνας. συνεργασία των - αναφέρουν τι - Πρόκληση διαπιστώσεις –
ß Σύγκριση αρχικών μαθητών. έχουν κοινωνικο- συμπεράσματα,
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και διαπιστώσει από γνωστικών εμπλέκουν τους
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη την έρευνα που συγκρούσεων μαθητές σε συζήτηση
συμβολή του κάθε έχουν (μέσω της αναφορικά με τους
μαθητή και διατηρεί πραγματοποιήσει αντιπαράθεσης παράγοντες που
την ομάδα σε - συγκρίνουν αυτό των αρχικών καθορίζουν τη
ενότητα. που διαπίστωσαν προβλέψεων των θερμοκρασία που
ß Παρέχει με αυτό που μαθητών και των αποκτούν τα κέικ στο
διευκρινήσεις στους περίμεναν και διαπιστώσεών δωμάτιο, στο φούρνο
μαθητές. - αναφέρουν τι τους από την και στο ψυγείο.
ήταν δύσκολο πραγματοποίηση ß Το σύνολο των
για αυτούς στην της έρευνας). μαθητών, θεωρεί ότι η
παραπάνω - Νέες δομήσεις. θερμοκρασία των κέικ
έρευνα. δεν εξαρτάται από το
μέγεθός τους, αλλά
από τη θερμοκρασία
του φούρνου ή του
δωματίου ή του
ψυγείου μέσα στο
οποίο βρίσκονται.
272
Πίνακας 6.9. Μάθημα Α4
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτάσεις για ß Προτείνονται από
προβλήματος Β από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.1, ομάδας. πραγματοποίηση τους μαθητές
τους μαθητές. επικοινωνία και τη που αναφέρονται στη πειραμάτων με στόχο πειράματα που
ß Σχεδίαση έρευνας, με συνεργασία των σχεδίαση της έρευνας. την πρόκληση αφορούν στη μέτρηση
τη βοήθεια μαθητών. Συγκεκριμένα: ρηγματώσεων στο των θερμοκρασιών
ερωτήσεων που Επιβεβαιώνει και − αναγνωρίζουν το εμπόδιο Ε1. σωμάτων
περιλαμβάνονται στο αναγνωρίζει τη πρόβλημα, διαφορετικής
Φ.Ε.1. Η έρευνα συμβολή του κάθε − κάνουν σύστασης
αποσκοπεί στη μαθητή και διατηρεί προβλέψεις και τις (ρινισμάτων σιδήρου
διερεύνηση του την ομάδα σε αιτιολογούν, και κέικ) που
προβλήματος Β που ενότητα. − αναφέρουν τα βρίσκονται για
τέθηκε από τους ß Παρέχει υλικά που αρκετό χρόνο στην
μαθητές και αφορά τη διευκρινήσεις στους χρειάζονται για τα αίθουσα διδασκαλίας,
σχέση της μαθητές. πειράματα και σε θερμό και ψυχρό
θερμοκρασίας που − προτείνουν περιβάλλον.
αποκτά ένα σώμα πειράματα.
(που βρίσκεται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο
περιβάλλον) με τη
σύστασή του.
ß Επιλογή της ß Συντονίζει τη ß Οι αντιπρόσωποι των ß Συζήτηση σε επίπεδο ß Αποφασίζεται να
«καταλληλότερης» συζήτηση. Ενισχύει ομάδων τάξης πραγματοποιηθούν τα
πορείας για τη με ερωτήσεις τον ανακοινώνουν στη εξής συγκεκριμένα
διεξαγωγή της διάλογο μεταξύ των τάξη τα πειράματα πειράματα:
έρευνας. μαθητών. Κατευθύνει που έχουν προτείνει Πείραμα 1: Μέτρηση
τη ροή των οι ομάδες τους. των θερμοκρασιών
συζητήσεων χωρίς να ß Συζητούν με το ρινισμάτων σιδήρου
παρεμποδίζει ή να δάσκαλο τις διάφορες και κέικ που
περιορίζει τους πορείες και βρίσκονται για
συμμετέχοντες. διαμορφώνουν μια αρκετό χρόνο σε
κοινή πορεία φούρνο.
273
διεξαγωγής της Πείραμα 2: Μέτρηση
έρευνας. των θερμοκρασιών
ρινισμάτων σιδήρου
και κέικ που
βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε
δωμάτιο.
Πείραμα 3: Μέτρηση
των θερμοκρασιών
ρινισμάτων σιδήρου
και κέικ που
βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε
ψυγείο.
ß Πραγματοποίηση της ß Εξασφαλίζει στους ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Προβλέψεις
έρευνας μέσω της μαθητές πρόσβαση σε διαδικασία εκτέλεσης ομάδας. αναδόμηση του μαθητών: οι μισοί
εκτέλεσης των όργανα και υλικά. των πειραμάτων 1, 2 εμποδίου Ε1: περίπου μαθητές
ακόλουθων Επιβλέπει, συντονίζει και 3. - Πρόκληση προβλέπουν ότι τα
πειραμάτων: και διευκολύνει την ß Ελέγχουν τις κοινωνικο- σώματα θα
Πείραμα 1: Μέτρηση επικοινωνία και τη μεταβλητές. γνωστικών αποκτήσουν
των θερμοκρασιών συνεργασία των ß Κάνουν προβλέψεις συγκρούσεων διαφορετικές
ρινισμάτων σιδήρου μαθητών. συνοδευόμενες από (μέσω της θερμοκρασίες
και κέικ που Επιβεβαιώνει και αιτιολογήσεις. αντιπαράθεσης εξαιτίας του
βρίσκονται σε αναγνωρίζει τη ß Εκτελούν τα των προβλέψεων διαφορετικού
φούρνο. συμβολή του κάθε πειράματα: θέτουν τα των μαθητών με μεγέθους τους, ενώ οι
Πείραμα 2: Μέτρηση μαθητή και διατηρεί ρινίσματα σιδήρου τα αποτελέσματα άλλοι σχεδόν μισοί
των θερμοκρασιών την ομάδα σε και το κέικ, στα οποία των μαθητές θεωρούν ότι
ρινισμάτων σιδήρου ενότητα. έχουν τοποθετήσει πειραμάτων). θα σώματα θα
και κέικ που θερμόμετρα, σε έναν - Νέες δομήσεις. αποκτήσουν την ίδια
βρίσκονται στην ελαφρά ζεσταμένο θερμοκρασία γιατί
αίθουσα φούρνο θερμοκρασίας βρίσκονται στο ίδιο
διδασκαλίας. 60οC, στην τάξη τους περιβάλλον.
Πείραμα 3: Μέτρηση σε ένα θρανίο και σε ß Διαπιστώνεται ότι:
των θερμοκρασιών ψυγείο θερμοκρασίας - στο φούρνο,
ρινισμάτων σιδήρου 6οC. αρχικά η
και κέικ που ß Συλλέγουν και θερμοκρασία
274
βρίσκονται σε αναλύουν τα των ρινισμάτων
ψυγείο. δεδομένα. σιδήρου αυξάνει
ß Εξάγουν πιο γρήγορα σε
συμπεράσματα. σχέση με το κέικ,
ενώ μετά από
κάποιο χρόνο τα
ρινίσματα και το
κέικ αποκτούν
την ίδια
θερμοκρασία,
αυτή που έχει ο
φούρνος, δηλαδή
60οC,
- στο δωμάτιο, τα
ρινίσματα
σιδήρου και το
κέικ έχουν την
ίδια
θερμοκρασία,
αυτή που έχει το
δωμάτιο, δηλαδή
17οC και
- στο ψυγείο,
αρχικά η
θερμοκρασία
των ρινισμάτων
σιδήρου
μειώνεται πιο
γρήγορα σε
σχέση με του
κέικ, ενώ μετά
από κάποιο
χρόνο τα
ρινίσματα
σιδήρου και το
κέικ αποκτούν
275
την ίδια
θερμοκρασία,
αυτή που έχει το
ψυγείο, δηλαδή
6οC.
ß Διαπιστώσεις – ß Ενθαρρύνει την αυτό- ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι ερωτήσεις που
Συμπεράσματα από διεύθυνση των ερωτήσεις του Φ.Ε.1. ομάδας. αναδόμηση του υπάρχουν στο Φ.Ε.1,
την πραγματοποίηση μαθητών. Επιβλέπει, Πιο συγκεκριμένα: εμποδίου Ε1: κάτω από τον τίτλο
της έρευνας. συντονίζει και - Αναφέρουν τι - Πρόκληση διαπιστώσεις –
ß Σύγκριση διευκολύνει την έχουν κοινωνικο- συμπεράσματα,
προβλέψεων και επικοινωνία και τη διαπιστώσει από γνωστικών εμπλέκουν τους
διαπιστώσεων. συνεργασία των την έρευνα που συγκρούσεων μαθητές σε συζήτηση
μαθητών. έχουν (μέσω της αναφορικά με τους
Επιβεβαιώνει και πραγματοποιήσει σύγκρισης των παράγοντες που
αναγνωρίζει τη - συγκρίνουν αυτό αρχικών καθορίζουν τη
συμβολή του κάθε που διαπίστωσαν προβλέψεων των θερμοκρασία που
μαθητή και διατηρεί με αυτό που μαθητών και των αποκτούν τα
την ομάδα σε περίμεναν και διαπιστώσεών ρινίσματα σιδήρου
ενότητα. - αναφέρουν τι τους από την και το κέικ στο
ß Παρέχει ήταν δύσκολο πραγματοποίηση δωμάτιο, στο φούρνο
διευκρινήσεις στους για αυτούς στην της έρευνας). και στο ψυγείο.
μαθητές. παραπάνω - Νέες δομήσεις. ß Το σύνολο των
έρευνα. μαθητών, θεωρεί ότι η
θερμοκρασία των
ρινισμάτων σιδήρου
και του κέικ δεν
εξαρτάται από τη
σύστασή τους, αλλά
από τη θερμοκρασία
του φούρνου ή του
δωματίου ή του
ψυγείου μέσα στο
οποίο βρίσκονται.
276
Πίνακας 6.10. Μάθημα Α5
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 2 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του τους μαθητές των
Φ.Ε.1. Σύμφωνα με επικοινωνία και τη ερωτήσεις του ομαδική. εμποδίου Ε1: ακόλουθων
αυτό, διάφορα συνεργασία των προβλήματος 2 του - εφαρμογή σε αντιλήψεων:
συγκεκριμένα μαθητών. Φ.Ε.1. νέες καταστάσεις − Αντίληψη που
σώματα που έχουν Επιβεβαιώνει και ß Συζητούν με τους - πρόκληση συνδέεται με τον
διαφορετικές αναγνωρίζει τη συμμαθητές της κοινωνικο- επιδιωκόμενο
θερμοκρασίες συμβολή του κάθε ομάδας τους τις γνωστικών στόχο για το
τοποθετούνται για μαθητή και διατηρεί απαντήσεις τους. συγκρούσεων εμπόδιο Ε1: η
αρκετό χρόνο σε την ομάδα σε ß Απαντούν γραπτά (μέσω της θερμοκρασία των
δωμάτιο. Ζητείται ενότητα. στις εκδήλωσης από σωμάτων είναι ίση
από τους μαθητές να ß Παρέχει συμπληρωματικές τους μαθητές με τη
προβλέψουν αν τα διευκρινήσεις. ερωτήσεις του διαφορετικών θερμοκρασία του
σώματα θα προβλήματος 2 του αντιλήψεων) δωματίου, επειδή
αποκτήσουν ίσες ή Φ.Ε.1. - νέες δομήσεις. τα σώματα
διαφορετικές ß Επιδιώκεται οι βρίσκονται για
θερμοκρασίες και να μαθητές να αρκετό χρόνο στο
αιτιολογήσουν την ενισχύσουν ή να ίδιο δωμάτιο (12
απάντησή τους. οικοδομήσουν την μαθητές από τους
ß Προβλέψεις και αντίληψη ότι η 17).
εξηγήσεις μαθητών. θερμοκρασία που − Αντίληψη που
ß Συζήτηση μεταξύ αποκτούν σώματα συνδέεται τόσο με
μαθητών. διαφορετικών το εμπόδιο Ε1 όσο
αρχικών και με τον
θερμοκρασιών που επιδιωκόμενο
βρίσκονται για στόχο του: τα
αρκετό χρόνο σε ένα σώματα αποκτούν
δωμάτιο, εξαρτάται θερμοκρασίες λίγο
από τη θερμοκρασία πάνω ή κάτω από
του δωματίου μέσα τη θερμοκρασία
στο οποίο βρίσκονται του δωματίου
277
(αντίληψη που αλλά όχι ακριβώς
συνδέεται με τον όση του δωματίου,
στόχο προς επίτευξη εξαιτίας της
για το εμπόδιο Ε1). διαφορετικής τους
σύστασης (4
μαθητές από τους
17).
− Αντίληψη που
συνδέεται με το
εμπόδιο Ε1: τα
σώματα έχουν
διαφορετικές
θερμοκρασίες,
εξαιτίας της
διαφορετικής τους
σύστασης (1
μαθητής από τους
17).
ß Στο πλαίσιο της
συζήτησης που
ακολουθεί τις αρχικές
προβλέψεις των
μαθητών, το σύνολο
των μαθητών
αποδέχεται την
εξίσωση των
θερμοκρασιών των
σωμάτων με τη
θερμοκρασία του
δωματίου.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Ενεργοποίηση από
προβλημάτων 3, 4 και και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του τους μαθητές της
5 του Φ.Ε.1. επικοινωνία και τη ερωτήσεις των ομαδική. εμποδίου Ε1: ακόλουθης αντίληψης
Στα προβλήματα συνεργασία των προβλημάτων. - εφαρμογή σε που συνδέεται με τον
αυτά, σώματα μαθητών. ß Συζητούν με τους νέες καταστάσεις επιδιωκόμενο στόχο
278
διαφορετικών Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της - πρόκληση για το εμπόδιο Ε1: η
θερμοκρασιών: αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις κοινωνικο- θερμοκρασία που
(α) τοποθετούνται σε συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. γνωστικών αποκτούν τα σώματα
φούρνο, σε δωμάτιο μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά συγκρούσεων είναι όση η
και σε ψυγείο την ομάδα σε στις (μέσω της θερμοκρασία του
(πρόβλημα 3), ενότητα. συμπληρωματικές εκδήλωσης δωματίου ή του
(β) χωρίζονται σε ß Παρέχει ερωτήσεις των διαφόρων φούρνου ή του
μέρη και στη διευκρινήσεις. προβλημάτων αντιλήψεων) ψυγείου μέσα στο
συνέχεια - νέες δομήσεις. οποίο βρίσκονται.
συνενώνονται ß Επιδιώκεται οι
(πρόβλημα 4) και μαθητές να
(γ) έρχονται σε επαφή ενισχύσουν ή να
(πρόβλημα 5). οικοδομήσουν την
Ζητείται η αντίληψη ότι η
θερμοκρασία των θερμοκρασία που
σωμάτων μετά από αποκτούν διάφορα
αρκετές ώρες. σώματα είναι ίση με
ß Προβλέψεις και τη θερμοκρασία του
αιτιολογήσεις. περιβάλλοντός τους
ß Συζήτηση μεταξύ (αντίληψη που
μαθητών. συνδέεται με τον
επιδιωκόμενο στόχο
για το εμπόδιο Ε1).
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Οι περισσότεροι
προβλήματος 6 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία και στη αναδόμηση του μαθητές (15 από τους
Φ.Ε.1, που αφορά τη επικοινωνία και τη ερωτήσεις του συνέχεια ομαδική. εμποδίου Ε1: 17) αποδέχονται ότι
διαπραγμάτευση συνεργασία των προβλήματος. - αναστοχασμός σε πριν τις διδασκαλίες
ερωτημάτων που μαθητών. ß Συζητούν με τους πρόβλημα που ο θεωρούσαν ότι η
είχαν τεθεί στους Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της μαθητής είχε θερμοκρασία ενός
μαθητές στην αρχή αναγνωρίζει τη ομάδας τους. επεξεργαστεί σώματος εξαρτάται
των διδασκαλιών. συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά ξανά πριν από από το μέγεθός του,
ß Εξηγήσεις μαθητών. μαθητή και διατηρεί στις κάποιο χρονικό ενώ τώρα θεωρούν
ß Συζήτηση μεταξύ την ομάδα σε συμπληρωματικές διάστημα ότι η θερμοκρασία
μαθητών. ενότητα. ερωτήσεις του - πρόκληση ενός σώματος
ß Παρέχει προβλήματος. γνωστικών εξαρτάται από τη
διευκρινήσεις. συγκρούσεων θερμοκρασία του
279
ß Προτρέπει τους - νέες δομήσεις. περιβάλλοντός του.
μαθητές να ß Επιδιώκεται οι ß Ελάχιστοι μαθητές (2
διαβάσουν τις μαθητές να από τους 17)
απαντήσεις που έχουν ενισχύσουν το νέο αποδέχονται ότι τόσο
καταγράψει στις τρόπο σκέψης, μέσω πριν τις διδασκαλίες
ερωτήσεις του της σύγκρισή του με όσο και τώρα
προβλήματος 1 του τον αρχικό τρόπο θεωρούν ότι η
Φ.Ε.1. σκέψης τους. θερμοκρασία ενός
σώματος εξαρτάται
από τη θερμοκρασία
του περιβάλλοντός
του.
ß Εμπλοκή των
μαθητών σε
συζήτηση, με αφορμή
τον αναστοχασμό
τους πάνω στις
αρχικές τους
αντιλήψεις και την
αντιπαράθεσή τους με
τις τρέχουσες
αντιλήψεις τους.
ß Αποδοχή από τους
μαθητές της
αντίληψης της
εξάρτησης της
θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη
θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι περισσότεροι
προβλήματος 7 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε1: μαθητές (12 από τους
Φ.Ε.1. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη ερωτήσεις του σε επίπεδο ομάδας - συμβολική 17) αποδέχονται ότι
αυτό υπάρχουν δύο συνεργασία των προβλήματος 7. και τέλος εργασία σε αναπαράστασή πριν τις διδασκαλίες
εικόνες. Η εικόνα Α μαθητών. ß Συζητούν με τους επίπεδο τάξης. του σκέφτονταν σύμφωνα
περιλαμβάνει ένα Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της - αναστοχασμός με την εικόνα Α.
280
σώμα, ενώ η εικόνα Β αναγνωρίζει τη ομάδας τους. σε αρχικές Μόνο 2 μαθητές
το σώμα με το συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά αντιλήψεις. αναφέρουν ότι
περιβάλλον του. μαθητή και διατηρεί στις ß Προσπάθεια σκέφτονταν όπως η
Ζητείται από τον την ομάδα σε συμπληρωματικές διατύπωσης του εικόνα Β, ενώ 3
μαθητή να επιλέξει ενότητα. ερωτήσεις του εμποδίου Ε1 από τους μαθητές δεν
μια εικόνα που να ß Παρέχει προβλήματος. μαθητές και απάντησαν.
αναπαριστά καλύτερα διευκρινήσεις. ß Συζητούν με τους μετατόπισης της ß Κατά τη διάρκεια της
τον τρόπο με τον ß Συντονίζει τη συμμαθητές τους και σκέψης τους από το συζήτησης σε επίπεδο
οποίο σκεφτόταν πριν συζήτηση. με το δάσκαλο. τοπικό προς το ομάδας, οι 3 μαθητές
από τις διδασκαλίες εγκάρσιο. που δεν απάντησαν
για τη θερμοκρασία αποδέχονται ότι, πριν
του σώματος. Επίσης τις διδασκαλίες, για
ζητείται από το την εκτίμηση της
μαθητή να θερμοκρασίας ενός
αιτιολογήσει την σώματος ήταν αρκετή
απάντησή του. η εστίαση στο σώμα
ß Απαντήσεις και και όχι στο
εξηγήσεις μαθητών. περιβάλλον του.
ß Συζήτηση μεταξύ ß Σε ορισμένους
μαθητών. μαθητές παρατηρείται
μετατόπιση των
απαντήσεών τους από
το τοπικό προς το
εγκάρσιο.
Εντοπίζονται όμως
μαθητές που οι
απαντήσεις τους
παραμένουν σε
τοπικό επίπεδο.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές στο
προβλήματος 8 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε1: σύνολό τους
Φ.Ε.1. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη ερωτήσεις του σε επίπεδο ομάδας - συμβολική συμπληρώνουν
8, ζητείται η συνεργασία των προβλήματος 8. και τέλος εργασία σε αναπαράστασή κατάλληλα τις
συμπλήρωση δύο μαθητών. ß Συζητούν με τους επίπεδο τάξης. του προτάσεις ώστε η
προτάσεων που η Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της - αναστοχασμός πρώτη πρόταση να
πρώτη είναι μια αναγνωρίζει τη ομάδας τους. σε αρχικές εκφράζει το εμπόδιο
281
έκφραση του συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά αντιλήψεις. και η δεύτερη τον
εμποδίου Ε1 και η μαθητή και διατηρεί στις ß Προσπάθεια επιδιωκόμενο στόχο.
δεύτερη μια έκφραση την ομάδα σε συμπληρωματικές διατύπωσης από τους ß Από τη συζήτηση σε
του επιδιωκόμενου ενότητα. ερωτήσεις του μαθητές του εμποδίου επίπεδο ομάδας,
στόχου. Επίσης ß Παρέχει προβλήματος. Ε1, μετατόπισης της προκύπτει ότι οι
ζητείται να εξηγηθεί διευκρινήσεις. ß Συζητούν με τους σκέψης τους από το απαντήσεις
τι ήταν αυτό που τον ß Συντονίζει τη συμμαθητές τους και τοπικό προς το ορισμένων μαθητών
έκανε να συζήτηση. με το δάσκαλο. εγκάρσιο και (περίπου των μισών)
χρησιμοποιεί έκφρασης κρίσεων. εμφανίζουν μια
εκφράσεις που μετατόπιση προς το
παραπέμπουν στο εγκάρσιο. Επίσης
εμπόδιο Ε1. αυτοί οι μαθητές
ß Απαντήσεις και εκφράζουν κρίσεις
εξηγήσεις μαθητών. που προσεγγίζουν
ß Συζήτηση μεταξύ δυναμικές όψεις του
μαθητών. εμποδίου Ε1. Οι
υπόλοιποι μαθητές
εκφράζουν
απαντήσεις του τύπου
«σωστό/λάθος».
ß Επεξεργασία του ß Θέτει τους ß Διαμορφώνουν ß Αρχικά ατομική ß Κατάκτηση ß Διαμορφώνονται
προβλήματος 9 του διαδικαστικούς προβλήματα. εργασία, στη συνέχεια δεξιότητας προβλήματα από τους
Φ.Ε.1, που αφορά τη κανόνες. ß Απευθύνουν ομαδική και τέλος αναγνώρισης του μαθητές.
διαμόρφωση από τους ß Δίνει τα κατάλληλα ερωτήσεις στους εργασία σε επίπεδο εμποδίου Ε1, μέσω ß Από τις απαντήσεις
μαθητές ερεθίσματα ώστε οι συμμαθητές τους. τάξης. της συγκρότησης από των μαθητών
προβλημάτων (που μαθητές να θέσουν ß Συζητούν με τους τους μαθητές προκύπτει ότι
αναφέρονται στη προβλήματα. συμμαθητές τους. προβλημάτων που εξαρτούν τη
θερμοκρασία που ß Επιβλέπει, συντονίζει σχετίζονται με το θερμοκρασία που
αποκτούν σώματα και διευκολύνει την εμπόδιο. αποκτά ένα σώμα από
όταν βρίσκονται για επικοινωνία και τη τη θερμοκρασία του
αρκετό χρόνο στο ίδιο συνεργασία των περιβάλλοντός του.
περιβάλλον) τα οποία μαθητών.
θέτουν στους Επιβεβαιώνει και
συμμαθητές τους, με αναγνωρίζει τη
σκοπό να τους συμβολή του κάθε
παρασύρουν στην μαθητή και διατηρεί
282
«παγίδα» του την ομάδα σε
εμποδίου Ε1. ενότητα.
ß Συζήτηση μεταξύ ß Συντονίζει τη
μαθητών. συζήτηση.
ß Δίνει το φύλλο
αποτύπωσης των
κύριων σημείων των
μαθημάτων της
ενότητας Α στους
μαθητές (Παράρτημα
XII, φύλλο 1).
283
6.3.2. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην
ενότητα Β
Πίνακας 6.11. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε2 και Ε1, στα
μαθήματα της ενότητας Β
Μαθήματα Αποσταθεροποίηση Αναδόμηση Αναγνώριση Αναγνώριση
ενότητας Β εμποδίου Ε2 εμποδίου Ε2 εμποδίου Ε2 εμποδίου Ε1
Ε2 Ε2
Ε2 Ε1
Β1
Β2
Β3
285
Μάθημα Β1
• Επεξεργασία
προβλήματος
που αποσκοπεί Ε2
στην ανάδειξη
των αντιλήψεων Μάθημα Β2 Μάθημα Β3
των μαθητών
Ε1 • Πραγματοποίηση • Εφαρμογή σε νέες
(Φ.Ε.2:
έρευνας, με σκοπό καταστάσεις
πρόβλημα 1). Ε2
να εξεταστεί αν η (Φ.Ε.2: Ε2
• Ατομικές αίσθηση του προβλήματα 2, 3).
γραπτές θερμού συνδέεται • Επεξεργασία
απαντήσεις αποκλειστικά με ερωτημάτων που
μαθητών. τη θερμοκρασία Ε2 είχαν τεθεί αρχικά.
• Συζήτηση των του σώματος. Σύγκριση αρχικών
μαθητών σε Ε2
• Πραγματοποίηση και «νέων»
επίπεδο ομάδας. πρόσθετων αντιλήψεων (Φ.Ε.2:
• Ομαδοποίηση πειραμάτων που πρόβλημα 4).
των αφορούν στη • Συμβολισμός του
απαντήσεων. σχέση αίσθησης εμποδίου Ε2 και
• Συζήτηση των θερμού, κατάκτηση της Ε1
μαθητών σε θερμοκρασίας δεξιότητας
επίπεδο τάξης. σώματος, αναγνώρισής του
• Διατύπωση θερμοκρασίας (Φ.Ε.2:
ερωτήματος για χεριών και προβλήματα 5, 6,
έρευνα. έκτασης 7).
Σχεδίαση επιφάνειας
έρευνας με επαφής χεριού-
σκοπό να σώματος.
ελεγχθούν οι • Εξαγωγή
απαντήσεις των συμπερασμάτων
μαθητών.
Σχήμα 6.7. Συνοπτική παρουσίαση της πορείας διδασκαλίας των μαθημάτων της
ενότητας Β.
286
Ενότητα μαθημάτων Β
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Δίνει το Φ.Ε.2 στους ß Διαβάζουν το ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Εκδήλωση των
προβλήματος 1 του μαθητές. πρόβλημα. αντιλήψεων. ακόλουθων
ΦΕ2, που αναφέρεται ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Δίνουν απαντήσεις αντιλήψεων των
στη σχέση και παρέχει συνοδευόμενες από μαθητών:
θερμοκρασίας και διευκρινήσεις στους αιτιολογήσεις. - Αντίληψη που
αίσθησης θερμού. μαθητές. συνδέεται με το
Σύμφωνα με το εμπόδιο Ε2: τα
πρόβλημα αυτό, δύο σώματα έχουν
σώματα βρίσκονται διαφορετικές
μέσα σε ένα θερμοκρασίες
περιβάλλον για γιατί παρέχουν
αρκετό χρόνο. διαφορετικές
Ζητείται η σχέση των θερμικές
θερμικών αισθήσεων αισθήσεις (9
από την επαφή με τα μαθητές από τους
σώματα και η σχέση 17).
των θερμοκρασιών - Αντίληψη που
των σωμάτων συνδέεται με τον
(ζήτημα που επιδιωκόμενο
σχετίζεται με το στόχο για το
εμπόδιο Ε2). εμπόδιο Ε2: τα
ß Προβλέψεις και σώματα έχουν
εξηγήσεις μαθητών. ίσες
θερμοκρασίες
γιατί βρίσκονται
στο ίδιο
περιβάλλον,
παρέχουν
287
διαφορετικές
θερμικές
αισθήσεις γιατί
έχουν
διαφορετική
σύσταση (8
μαθητές από τους
17).
ß Συζήτηση μεταξύ ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Ενίσχυση του
μαθητών. και διευκολύνει την τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.2: εμποδίου Ε2:
ß Ομαδοποίηση επικοινωνία και τη ιδέες αναφορικά με τη συνειδητοποίηση ορισμένοι μαθητές
αντιλήψεων. συνεργασία των σχέση θερμοκρασίας ασυμφωνιών μεταξύ εκφράζουν
μαθητών. και αίσθησης θερμού. των μαθητών κάθε αμφιβολίες για την
Επιβεβαιώνει και ß Οι αντιπρόσωποι ομάδας, αναφορικά απάντησή τους (που
αναγνωρίζει τη κάθε ομάδας με τη σχέση αίσθησης ήταν προς την
συμβολή κάθε μαθητή ομαδοποιούν τις θερμού και κατεύθυνση του
και διατηρεί την αντιλήψεις των μελών θερμοκρασίας. επιδιωκόμενου
ομάδα σε ενότητα. των ομάδων τους, με στόχου για το εμπόδιο
ß Καλεί τους σκοπό να τις Ε2).
αντιπροσώπους των ανακοινώσουν στο
ομάδων να σύνολο των μαθητών
ομαδοποιήσουν και της τάξης.
στη συνέχεια να
ανακοινώσουν στο
σύνολο των μαθητών
της τάξης τις
διάφορες αντιλήψεις
των μελών της
ομάδας τους.
ß Συζήτηση – επιλογή ß Καθορίζει τους ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Διαπιστώνονται
και διατύπωση του διαδικαστικούς τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση ασυμφωνίες από τους
προβλήματος προς κανόνες. δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε2: ίδιους τους μαθητές
διερεύνηση. ß Συντονίζει τη τις διάφορες συνειδητοποίηση σχετικά με τη σχέση
συζήτηση αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ αίσθησης του θερμού
ß Ενισχύει με ανακοινώνονται από του συνόλου των και θερμοκρασίας.
288
ερωτήσεις τον τους αντιπροσώπους μαθητών, αναφορικά ß Προτείνεται από τους
διάλογο μεταξύ των των ομάδων. με το ζήτημα της μαθητές ένα
μαθητών. ß Διαμορφώνουν τα σχέσης αίσθησης του πρόβλημα προς
ß Κατευθύνει τη ροή προς διερεύνηση θερμού και διερεύνηση που
των συζητήσεων προβλήματα. θερμοκρασίας. αφορά στη σχέση
χωρίς να θερμοκρασίας και
παρεμποδίζει ή να αίσθησης θερμού
περιορίζει τους (ενδεικτική
συμμετέχοντες. διατύπωση
προβλήματος προς
διερεύνηση: «με τα
χέρια μου μπορώ να
καταλάβω αν δύο
σώματα έχουν ίσες ή
διαφορετικές
θερμοκρασίες;»)
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτάσεις για ß Προτείνονται από
προβλήματος από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.2, ομάδας. πραγματοποίηση τους μαθητές
τους μαθητές. επικοινωνία και τη που αναφέρεται στη πειραμάτων με στόχο πειράματα που
ß Σχεδίαση έρευνας, με συνεργασία των σχεδίαση της έρευνας. την πρόκληση αφορούν την
τη βοήθεια μαθητών. Συγκεκριμένα: ρηγματώσεων στο εκτίμηση με τη
ερωτήσεων που Επιβεβαιώνει και − αναγνωρίζουν το εμπόδιο Ε2. βοήθεια των χεριών
περιλαμβάνονται στο αναγνωρίζει τη πρόβλημα, τους, της θερμικής
Φ.Ε.2. Η έρευνα συμβολή του κάθε − κάνουν κατάστασης σωμάτων
αποσκοπεί στη μαθητή και διατηρεί προβλέψεις και τις ίδιας και
διερεύνηση της την ομάδα σε αιτιολογούν, διαφορετικής
σχέσης αίσθησης ενότητα. − αναφέρουν τα σύστασης, που
θερμού και ß Παρέχει υλικά που βρίσκονται για
θερμοκρασίας. διευκρινήσεις στους χρειάζονται για τα αρκετό χρόνο (α)
μαθητές. πειράματα και στην αίθουσα
− προτείνουν διδασκαλίας και (β)
πειράματα. σε θερμό περιβάλλον,
και στη συνέχεια, τη
μέτρηση των
θερμοκρασιών τους
με θερμόμετρα.
289
ß Επιλογή της ß Συντονίζει τη ß Οι αντιπρόσωποι των ß Συζήτηση σε επίπεδο ß Αποφασίζεται να
«καταλληλότερης» συζήτηση. Ενισχύει ομάδων τάξης πραγματοποιηθούν τα
πορείας για τη με ερωτήσεις τον ανακοινώνουν στη εξής συγκεκριμένα
διεξαγωγή της διάλογο μεταξύ των τάξη τα πειράματα πειράματα:
έρευνας. μαθητών. Κατευθύνει που έχουν προτείνει Πείραμα 1: Εκτίμηση
τη ροή των οι ομάδες τους με τη βοήθεια των
συζητήσεων χωρίς να ß Συζητούν με το αισθήσεων, της
παρεμποδίζει ή να δάσκαλο τις διάφορες θερμικής κατάστασης
περιορίζει τους πορείες και και στη συνέχεια
συμμετέχοντες. διαμορφώνουν μια μέτρηση, με
κοινή πορεία θερμόμετρα, της
διεξαγωγής της θερμοκρασίας δύο
έρευνας. διαφορετικών
ποσοτήτων
ρινισμάτων σιδήρου
που βρίσκονται σε
δωμάτιο
Πειράματα 2 και 3:
Εκτίμηση με τη
βοήθεια των
αισθήσεων της
θερμικής κατάστασης
και στη συνέχεια
μέτρηση με
θερμόμετρα της
θερμοκρασίας δύο
σωμάτων
διαφορετικής
σύστασης (ρινίσματα
σιδήρου και
πριονίδια) που
βρίσκονται σε
φούρνο (πείραμα 2) ή
σε δωμάτιο (πείραμα
3).
290
Πίνακας 6.13. Μάθημα Β2
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Πραγματοποίηση της ß Εξασφαλίζει στους ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Παροδική ενίσχυση ß Προβλέψεις
έρευνας που έχουν μαθητές πρόσβαση σε διαδικασία εκτέλεσης ομάδας. του εμποδίου Ε2 (με μαθητών: η
σχεδιάσει οι μαθητές, όργανα και υλικά. των πειραμάτων. αφορμή την εκτέλεση πλειοψηφία των
μέσω της εκτέλεσης ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Ελέγχουν τις του πειράματος 1). μαθητών θεωρεί ότι η
των πειραμάτων 1, 2 και διευκολύνει την μεταβλητές. ß Εννοιολογική αίσθηση του θερμού
και 3 του πίνακα 6.12. επικοινωνία και τη ß Κάνουν προβλέψεις αναδόμηση του συνδέεται μόνο με τη
συνεργασία των συνοδευόμενες από εμποδίου Ε2: θερμοκρασία του
μαθητών. αιτιολογήσεις. - Πρόκληση σώματος.
Επιβεβαιώνει και ß Εκτελούν τα κοινωνικο- ß Η εκτέλεση του 1ου
αναγνωρίζει τη πειράματα. γνωστικών πειράματος επιφέρει
συμβολή του κάθε Στο 1ο πείραμα οι συγκρούσεων, ενίσχυση του
μαθητή και διατηρεί μαθητές αγγίζουν δύο μέσω της εμποδίου Ε2 στους
την ομάδα σε ποσότητες ρινισμάτων αντιπαράθεσης μαθητές.
ενότητα. σιδήρου και στη των μαθητών με ß Διαπιστώνεται από
συνέχεια μετρούν τη τα αποτελέσματα την εκτέλεση του 2ου
θερμοκρασία τους. των πειραμάτων και 3ου πειράματος ότι
Στο 2ο και 3ο πείραμα 2 και 3. η θερμοκρασία
οι μαθητές μετρούν τη - Νέες δομήσεις. μετριέται
θερμοκρασία των αντικειμενικά μόνο με
ρινισμάτων σιδήρου τα θερμόμετρα και ότι
και των πριονιδιών οι διαφορετικές
που βρίσκονται μέσα αισθήσεις δεν
σε φούρνο ή σε συνεπάγονται και
δωμάτιο και στη διαφορετικές
συνέχεια, αγγίζουν τα θερμοκρασίες.
δύο σώματα. ß Στη συζήτηση που
ß Συλλέγουν και ακολουθεί την
αναλύουν τα εκτέλεση των
δεδομένα. πειραμάτων, φαίνεται
ß Εξάγουν ότι η επεξεργασία του
291
συμπεράσματα. εμποδίου Ε1 που
προηγήθηκε,
συμβάλλει στην
επεξεργασία του
εμποδίου Ε2. Οι
περισσότεροι μαθητές
(14 από τους 17)
αποδέχονται ότι η
αίσθηση του θερμού
δεν συνδέεται μόνο με
τη θερμοκρασία του
σώματος αλλά και με
τη σύστασή του.
▫ Συμπληρωματικά ß Προτείνει την ß Ελέγχουν τις ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Διαπιστώνεται από
πειράματα εκτέλεση μεταβλητές. ομάδας. αναδόμηση του τους μαθητές ότι η
προτεινόμενα από τον συγκεκριμένων ß Κάνουν προβλέψεις εμποδίου Ε2: αίσθηση του θερμού
δάσκαλο που πειραμάτων στους συνοδευόμενες από − Πρόκληση συνδέεται όχι μόνο με
αφορούν τη σχέση μαθητές. αιτιολογήσεις. κοινωνικο- τη θερμοκρασία του
αίσθησης του θερμού ß Εκτελούν τα γνωστικών θρανίου αλλά και με
και έκτασης πειράματα. συγκρούσεων, με την έκταση
επιφάνειας επαφής Στο πείραμα Α, οι αφορμή την επιφάνειας επαφής
χεριού-σώματος μαθητές αγγίζουν με αντιπαράθεση των χεριού-σώματος και
(πείραμα Α) και τα δυο τους χέρια το προβλέψεων των με τη θερμοκρασία
θερμοκρασίας χεριού ίδιο σώμα αλλά με μαθητών με τα των χεριών.
(πείραμα Β). διαφορετική έκταση αποτελέσματα των
επιφάνειας επαφής πειραμάτων.
και συγκρίνουν αυτά − Νέες δομήσεις.
που νιώθουν με τη
θερμοκρασία του
σώματος.
Στο πείραμα Β, οι
μαθητές αγγίζουν με
χέρια διαφορετικών
θερμοκρασιών το ίδιο
σώμα και συγκρίνουν
αυτά που νιώθουν με
292
τη θερμοκρασία του
σώματος.
ß Συλλέγουν και
αναλύουν τα
δεδομένα.
ß Εξάγουν
συμπεράσματα.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι ερωτήσεις που
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.2. ομάδας. αναδόμηση του υπάρχουν στο Φ.Ε.2,
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη Πιο συγκεκριμένα: εμποδίου Ε2: κάτω από τον τίτλο
της έρευνας. συνεργασία των − αναφέρουν, τι − Πρόκληση διαπιστώσεις –
ß Σύγκριση μαθητών. έχουν διαπιστώσει κοινωνικο- συμπεράσματα,
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και από την έρευνα γνωστικών εμπλέκουν τους
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη που έχουν συγκρούσεων, μαθητές σε συζήτηση
συμβολή του κάθε πραγματοποιήσει, μέσω της αναφορικά με (α)
μαθητή και διατηρεί − συγκρίνουν αυτό σύγκρισης των τους παράγοντες από
την ομάδα σε που διαπίστωσαν αρχικών τους οποίους
ενότητα. με αυτό που προβλέψεων των εξαρτάται η αίσθηση
ß Παρέχει περίμεναν και μαθητών και των του θερμού και (β)
διευκρινήσεις στους αναφέρουν διαπιστώσεών την αναγκαιότητα
μαθητές. − αναφέρουν τι ήταν τους από την χρήσης του
δύσκολο για πραγματοποίηση θερμομέτρου.
αυτούς στην της έρευνας.
παραπάνω έρευνα.
293
Πίνακας 6.14. Μάθημα Β3
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Παρά την
προβλήματος 2 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του επεξεργασία του
Φ.Ε.2, που αφορά τη επικοινωνία και τη ερωτήσεις του ομαδική. εμποδίου Ε2: εμποδίου Ε2 που
σχέση αίσθησης συνεργασία των προβλήματος 2 του − εφαρμογή σε νέες προηγήθηκε, οι
θερμού και μαθητών. Φ.Ε.2. καταστάσεις μαθητές ενεργοποιούν
θερμοκρασίας Επιβεβαιώνει και ß Συζητούν με τους − πρόκληση τις ακόλουθες
διαφόρων αναγνωρίζει τη συμμαθητές της κοινωνικο- αντιλήψεις:
συγκεκριμένων συμβολή του κάθε ομάδας τους τις γνωστικών - Αντίληψη που
σωμάτων (μεταλλικά μαθητή και διατηρεί απαντήσεις τους. συγκρούσεων συνδέεται με τον
κουτάκια την ομάδα σε ß Απαντούν γραπτά (μέσω της επιδιωκόμενο
αναψυκτικού και ενότητα. στις εκδήλωσης στόχο για το
πλαστικά δοχεία ß Παρέχει συμπληρωματικές διαφορετικών εμπόδιο Ε2: η
βουτύρου) που διευκρινήσεις. ερωτήσεις του αντιλήψεων). θερμοκρασία ενός
βρίσκονται στο ίδιο προβλήματος 2 του ß Επιδιώκεται οι σώματος είναι ίση
περιβάλλον. Φ.Ε.2. μαθητές να με τη
ß Προβλέψεις και ενισχύσουν ή να θερμοκρασία του
αιτιολογήσεις. οικοδομήσουν την περιβάλλοντός
ß Συζήτηση μεταξύ αντίληψη ότι η του και η
μαθητών. θερμοκρασία του αίσθηση του
σώματος είναι ίση με θερμού εξαρτάται
τη θερμοκρασία του όχι μόνο από τη
περιβάλλοντός του θερμοκρασία
και η αίσθηση του αλλά και από τη
θερμού εξαρτάται όχι σύσταση του
μόνο από τη σώματος (8
θερμοκρασία αλλά μαθητές από τους
και από τη σύσταση 17)
του σώματος. - Νέα αντίληψη: η
θερμοκρασία ενός
σώματος είναι ίση
με τη
294
θερμοκρασία του
περιβάλλοντός
του και η
αίσθηση του
θερμού είναι
ιδιότητα του
σώματος (6
μαθητές από τους
17)
- Αντίληψη που
συνδέεται με το
εμπόδιο Ε2: η
θερμοκρασία ενός
σώματος
συνδέεται
αποκλειστικά με
την αίσθηση του
θερμού (3
μαθητές από τους
17).
ß Κατά τη διάρκεια της
συζήτησης, όλοι οι
μαθητές αποδέχονται
την αντίληψη της
εξάρτησης της
θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη
θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του
και της εξάρτησης της
αίσθησης του θερμού
όχι μόνο από τη
θερμοκρασία αλλά
και από τη σύσταση
του σώματος.
295
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Επιλογή από το
προβλήματος 3 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του σύνολο των μαθητών
Φ.Ε.2, που αφορά την επικοινωνία και τη προβλήματος 3 του ομαδική. εμποδίου Ε2: του θερμομέτρου ως
επιλογή εκ μέρους συνεργασία των Φ.Ε.2. εφαρμογή σε νέες οργάνου μέτρησης
των μαθητών τρόπου μαθητών. ß Συζητούν με τους καταστάσεις. των θερμοκρασιών
μέτρησης της Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της ß Επιδιώκεται οι των σωμάτων και όχι
θερμοκρασίας αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις μαθητές να των αισθήσεων. Από
διαφόρων σωμάτων. συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. ενισχύσουν ή να τις αιτιολογήσεις των
ß Προβλέψεις και μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά οικοδομήσουν την μαθητών προκύπτει η
αιτιολογήσεις. την ομάδα σε στις αντίληψη ότι η εξάρτηση της
ß Συζήτηση μεταξύ ενότητα. συμπληρωματικές αντικειμενική αίσθησης του θερμού
μαθητών. ß Παρέχει ερωτήσεις του μέτρηση της όχι μόνο από τη
διευκρινήσεις. προβλήματος. θερμοκρασίας ενός θερμοκρασία αλλά
σώματος γίνεται μόνο και από τη σύσταση
με τα θερμόμετρα. των σωμάτων.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εμπλοκή των
προβλήματος 4 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του μαθητών σε
Φ.Ε.2, που αφορά στη επικοινωνία και τη προβλήματος 4 του ομαδική. εμποδίου Ε2: συζήτηση, με αφορμή
διαπραγμάτευση συνεργασία των Φ.Ε.2. αναστοχασμός σε τον αναστοχασμό
ερωτημάτων που μαθητών. ß Συζητούν με τους πρόβλημα που ο τους πάνω στις
είχαν τεθεί στους Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της μαθητής είχε αρχικές τους
μαθητές στην αρχή αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις επεξεργαστεί ξανά αντιλήψεις και την
των διδασκαλιών. συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. πριν από κάποιο αντιπαράθεσή τους με
ß Προβλέψεις και μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά χρονικό διάστημα. τις τρέχουσες
αιτιολογήσεις. την ομάδα σε στις ß Επιδιώκεται οι αντιλήψεις τους.
ß Συζήτηση μεταξύ ενότητα. συμπληρωματικές μαθητές να ß Αποδοχή από το
μαθητών. ß Παρέχει ερωτήσεις του ενισχύσουν το νέο σύνολο των μαθητών
διευκρινήσεις. προβλήματος. τρόπο σκέψης, μέσω της αντίληψης της
ß Προτρέπει στους της σύγκρισή του με εξάρτησης της
μαθητές να τον αρχικό τρόπο αίσθησης του θερμού
μελετήσουν τις σκέψης τους. όχι μόνο από τη
απαντήσεις που είχαν θερμοκρασία αλλά
καταγράψει στις και από τη σύσταση
ερωτήσεις του των σωμάτων.
προβλήματος 1 του
Φ.Ε.2.
296
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές
προβλήματος 5 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε2: αποδέχονται ότι πριν
Φ.Ε.2. Δίνονται δύο επικοινωνία και τη προβλήματος 5 του ομαδική και τέλος, − συμβολική τις διδασκαλίες για
εικόνες στους συνεργασία των Φ.Ε.2. εργασία σε επίπεδο αναπαράστασή την εκτίμηση της
μαθητές (η εικόνα Α μαθητών. ß Συζητούν με τους τάξης. του θερμοκρασίας ενός
περιλαμβάνει ένα χέρι Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της − αναστοχασμός σε σώματος:
να αγγίζει ένα σώμα, αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις αρχικές − ήταν αρκετή η
ενώ η εικόνα Β το συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. αντιλήψεις. χρήση των
σώμα με θερμόμετρο) μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά ß Μετάβαση αισθήσεων (15
και τους ζητείται να την ομάδα σε στις απαντήσεων μαθητών μαθητές από τους
αναφέρουν και να ενότητα. συμπληρωματικές από το τοπικό προς το 17)
αιτιολογήσουν τον ß Περιφέρεται ανάμεσα ερωτήσεις του εγκάρσιο. − ήταν αναγκαία η
τρόπο με τον οποίο στις ομάδες για να προβλήματος. χρήση
σκέφτονταν πριν από παρέχει ß Συζητούν με τους θερμομέτρου (2
τη διδασκαλία για να διευκρινήσεις. συμμαθητές τους και μαθητές από τους
αποφανθούν για τη ß Συντονίζει τη τον δάσκαλο. 17).
θερμοκρασία ενός συζήτηση. ß Αποδοχή από όλους
σώματος τους μαθητές της
ß Προβλέψεις και αντίληψης της
εξηγήσεις μαθητών. εξάρτησης της
ß Συζήτηση μεταξύ αίσθησης του θερμού
μαθητών. όχι μόνο από τη
θερμοκρασία αλλά
και από τη σύσταση
των σωμάτων.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι περισσότεροι
προβλήματος 6 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε2: μαθητές διαφωνούν
Φ.Ε.2, που αφορά τη επικοινωνία και τη προβλήματος 6 του ομαδική και τέλος, αποσαφήνισή του με την απάντηση του
διατύπωση κρίσεων συνεργασία των Φ.Ε.2. εργασία σε επίπεδο (κρίσεις μαθητών συγκεκριμένου
από πλευράς μαθητών μαθητών. ß Συζητούν με τους τάξης. πάνω σε απαντήσεις μαθητή. Αποδίδουν
πάνω σε μια πρόταση Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της άλλου μαθητή που την απάντηση αυτή
που συνδέεται με το αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις συνδέονται με το του μαθητή, στην
εμπόδιο Ε2. συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. εμπόδιο Ε2). αποκλειστική
ß Προβλέψεις και μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά σύνδεση
εξηγήσεις μαθητών. την ομάδα σε στις θερμοκρασίας και
297
ß Συζήτηση μεταξύ ενότητα. συμπληρωματικές αίσθησης θερμού
μαθητών. ß Παρέχει ερωτήσεις του (ενδεικτική απάντηση
διευκρινήσεις. προβλήματος. μαθητή: «δεν έχει
ß Συντονίζει τη ß Συζητούν με τους καταλάβει ότι με την
συζήτηση. συμμαθητές τους και αφή δεν βρίσκουμε τη
τον δάσκαλο. θερμοκρασία»).
ß Από τη συζήτηση σε
επίπεδο ομάδας,
προκύπτει ότι οι
μαθητές διατυπώνουν
το εμπόδιο Ε2, ενώ οι
απαντήσεις των
περισσοτέρων
παρουσιάζουν μια
μετατόπιση από το
τοπικό προς το
εγκάρσιο.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συμπληρώνουν τις ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές στο
προβλήματος 7 του και διευκολύνει την προτάσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε2, μέσω σύνολό τους
Φ.Ε.2, που αφορά τη επικοινωνία και τη προβλήματος 7 του ομαδική και τέλος, συμβολικής συμπλήρωσαν τις
συμπλήρωση δύο συνεργασία των Φ.Ε.2. εργασία σε επίπεδο αναπαράστασής του: προτάσεις
προτάσεων που η μια μαθητών. ß Συζητούν με τους τάξης.. συμπλήρωση καταγράφοντας το
εκφράζει το εμπόδιο Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της προτάσεων που εμπόδιο στον κόκκινο
Ε1 και η άλλη τον αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις εκφράζουν το εμπόδιο κύκλο και τον
επιδιωκόμενο στόχο συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. και τον επιδιωκόμενο επιδιωκόμενο στόχο
του. Ζητείται επίσης μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά στόχο. του στον μπλε κύκλο.
από τους μαθητές να την ομάδα σε στις ß Προσπάθεια ß Από τη συζήτηση σε
εκφράσουν κρίσεις ενότητα. συμπληρωματικές μετατόπισης της επίπεδο ομάδας
για την πρόταση που ß Συντονίζει τη ερωτήσεις του σκέψης των μαθητών προκύπτει ότι οι
εκφράζει το εμπόδιο συζήτηση. προβλήματος. από το τοπικό προς το περισσότεροι μαθητές
Ε2. ß Δίνει το φύλλο ß Συζητούν με τους εγκάρσιο και εκφράζουν κρίσεις
ß Προβλέψεις και αποτύπωσης των συμμαθητές τους και έκφρασης κρίσεων που αναφέρονται σε
αιτιολογήσεις. κύριων σημείων των τον δάσκαλο. που αναφέρονται σε δυναμικές όψεις του
ß Συζήτηση μεταξύ μαθημάτων της δυναμικές όψεις του εμποδίου. Οι
μαθητών. ενότητας Β στους εμποδίου Ε2. απαντήσεις τους
μαθητές (Παράρτημα εμφανίζουν μια
298
XII, φύλλο 2). μετατόπιση από το
τοπικό προς το
εγκάρσιο.
299
6.3.3. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην
ενότητα Γ
300
Πίνακας 6.15. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε3 και Ε1, στα
μαθήματα της ενότητας Γ
Ε3 Ε3
Ε3 Ε1
Γ1
Γ2
Γ3
Γ4
Γ5
301
Μάθημα Γ2
Μάθημα Γ1
• Ποσοτικοποίηση της
θερμότητας και τρόποι
• Επεξεργασία εκτίμησής της (Φ.Ε.3:
προβλήματος που Ε3
προβλήματα 2, 3).
αποσκοπεί στην
• Παροδική ενίσχυση του
ανάδειξη των
εμποδίου (Φ.Ε.3:
αντιλήψεων των Ε3 πρόβλημα 4).
μαθητών (Φ.Ε.3: Ε3
• Σχέση θερμότητας και
πρόβλημα 1).
μάζας σώματος (Φ.Ε.3:
• Ατομικές γραπτές
πρόβλημα 5).
απαντήσεις
• Σχεδίαση 2ης έρευνας
μαθητών. Ε1
με σκοπό να εξεταστεί
• Συζήτηση των
αν η θερμότητα που
μαθητών σε
παίρνουν δυο σώματα
επίπεδο ομάδας.
ίδιας σύστασης
• Ομαδοποίηση των συνδέεται μόνο με τη
απαντήσεων. θερμοκρασία ή και με
• Συζήτηση των τη μάζα τους.
μαθητών σε
επίπεδο τάξης.
• Διατύπωση
ερωτημάτων για
έρευνα. Μάθημα Γ3
• Σχεδίαση και
• Σχέση θερμότητας
πραγματοποίηση
και σύστασης
1ης έρευνας, με Ε3
σώματος (Φ.Ε.3:
σκοπό να
πρόβλημα 6).
εξεταστεί αν η
θερμοκρασία • Σχεδίαση και
μεταφέρεται από πραγματοποίηση 3ης Ε3
το ένα σώμα στο έρευνας με σκοπό να
άλλο. εξεταστεί αν η
Ε1
θερμότητα που
• Εξαγωγή
παίρνουν δύο σώματα
συμπερασμάτων.
ίδιας μάζας,
συνδέεται μόνο με τη
θερμοκρασία ή και με Μάθημα Γ5
τη σύστασή τους.
• Εξαγωγή • Επεξεργασία
συμπερασμάτων. ερωτημάτων
που είχαν Ε3
τεθεί αρχικά
(Φ.Ε.3:
Ε3
Μάθημα Γ4 πρόβλημα 14).
• Αποσαφήνιση
• Εισαγωγή αναλογίας του εμποδίου
και εφαρμογές Ε3 Ε3 και
(Φ.Ε.3: προβλήματα κατάκτηση της
7, 8, 9, 10, 11). δεξιότητας
Ε1 αναγνώρισής
• Εφαρμογή σε νέες
καταστάσεις (Φ.Ε.3: του (Φ.Ε.3:
προβλήματα 12, 13). προβλήματα
15, 16, 17,
18).
Σχήμα 6.8. Συνοπτική παρουσίαση της πορείας διδασκαλίας των μαθημάτων της
ενότητας Γ
302
Eνότητα μαθημάτων Γ
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία του ß Δίνει το Φ.Ε.3 στους ß Διαβάζουν το ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Εκδήλωση των
προβλήματος 1 του μαθητές. πρόβλημα 1. αντιλήψεων. ακόλουθων
Φ.Ε.3. Ζητείται από ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Γράφουν απαντήσεις αντιλήψεων των
τους μαθητές να και παρέχει συνοδευόμενες από μαθητών:
εξηγήσουν γιατί διευκρινήσεις στους αιτιολογήσεις - Αντίληψη που
θερμαίνεται ένα σώμα μαθητές. συνδέεται με το
όταν έρθει σε επαφή εμπόδιο Ε3:
με ένα θερμότερό του μεταφέρεται
σώμα (ζήτημα που θερμοκρασία από
σχετίζεται με το το ένα σώμα στο
εμπόδιο Ε3). άλλο (14 μαθητές
ß Προβλέψεις και από τους 17)
εξηγήσεις μαθητών. - Αντίληψη που
συνδέεται με τον
επιδιωκόμενο
στόχο του
εμποδίου Ε3:
μεταφέρεται κάτι
άλλο (όχι όμως
θερμοκρασία)
από το ένα σώμα
στο άλλο (3
μαθητές από τους
17).
ß Συζήτηση μεταξύ ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Ενίσχυση του
μαθητών. και διευκολύνει την τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.3: εμποδίου Ε3: στο
επικοινωνία και τη ιδέες αναφορικά με τη συνειδητοποίηση πλαίσιο της
συνεργασία των θερμοκρασία που ασυμφωνιών μεταξύ συζήτησης μεταξύ
303
μαθητών. αποκτούν τα σώματα των μαθητών κάθε των μαθητών κάθε
Επιβεβαιώνει και που βρίσκονται για ομάδας, αναφορικά ομάδας, ενώ οι 14
αναγνωρίζει τη αρκετό χρόνο στο ίδιο με το τι μεταφέρεται μαθητές εμμένουν
συμβολή κάθε μαθητή περιβάλλον. από το ένα σώμα στο στην αρχική τους
και διατηρεί την ß Οι αντιπρόσωποι άλλο. αντίληψη, οι 3
ομάδα σε ενότητα. κάθε ομάδας μαθητές που είχαν
ß Καλεί τους ομαδοποιούν τις εκφράσει
αντιπροσώπους των αντιλήψεις των μελών διαφορετική αντίληψη
ομάδων να των ομάδων τους, με σε σχέση με τους
ομαδοποιήσουν και σκοπό να τις υπόλοιπους, αρχίζουν
στη συνέχεια να ανακοινώσουν στο να αμφιβάλουν για
ανακοινώσουν τις σύνολο των μαθητών την «ορθότητα» των
απόψεις των μελών της τάξης. απαντήσεών τους.
της ομάδας τους.
ß Συζήτηση – επιλογή ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Διαπιστώνονται από
και διατύπωση των συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση τους μαθητές
προβλημάτων προς τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε3: ασυμφωνίες.
διερεύνηση. κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες συνειδητοποίηση ß Προτείνεται να
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ διερευνηθεί το
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από του συνόλου των πρόβλημα της
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους μαθητών, αναφορικά διάδοσης
τη ροή των των ομάδων. με τη θέρμανση ενός θερμοκρασίας από το
συζητήσεων χωρίς να ß Διαμορφώνουν το σώματος από ένα ένα σώμα στο άλλο
παρεμποδίζει ή να προς διερεύνηση άλλο σώμα. (ενδεικτική
περιορίζει τους πρόβλημα. διατύπωση
συμμετέχοντες. προβλήματος προς
διερεύνηση: «πάει
θερμοκρασία από το
νερό στο γάλα ή κάτι
άλλο;»).
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Σχεδίαση πειραμάτων ß Προτείνεται από τους
προβλήματος από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.3, ομάδας. για πρόκληση μαθητές ένα πείραμα
τους μαθητές. επικοινωνία και τη που αναφέρεται στη ρηγματώσεων στο που περιλαμβάνει
ß Σχεδίαση έρευνας, με συνεργασία των σχεδίαση της έρευνας. εμπόδιο Ε3. θέρμανση ενός
τη βοήθεια μαθητών. Συγκεκριμένα: σώματος από ένα
304
ερωτήσεων που Επιβεβαιώνει και − αναγνωρίζουν το άλλο σώμα. Με
περιλαμβάνονται στο αναγνωρίζει τη πρόβλημα, θερμόμετρα θα
Φ.Ε.3. Η έρευνα συμβολή του κάθε − κάνουν διαπιστωθεί αν
αποσκοπεί στο να μαθητή και διατηρεί προβλέψεις και τις μεταφέρεται
διερευνήσει αν την ομάδα σε αιτιολογούν, θερμοκρασία από το
μεταφέρεται ενότητα. − αναφέρουν τα ένα σώμα στο άλλο.
θερμοκρασία από το ß Παρέχει υλικά που
ένα σώμα στο άλλο. διευκρινήσεις στους χρειάζονται για τα
μαθητές. πειράματα και
− προτείνουν
πειράματα.
ß Πραγματοποίηση της ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Προβλέψεις
έρευνας μέσω της και διευκολύνει την διαδικασία εκτέλεσης ομάδας. αναδόμηση του μαθητών: σχεδόν όλοι
εκτέλεσης του επικοινωνία και τη του πειράματος. εμποδίου Ε3: οι μαθητές θεωρούν
προτεινόμενου από συνεργασία των ß Ελέγχουν τις - Πρόκληση ότι πάει θερμοκρασία
τους μαθητές μαθητών. μεταβλητές. κοινωνικο- από το νερό στο γάλα.
πειράματος. Επιβεβαιώνει και ß Κάνουν προβλέψεις γνωστικών ß Διαπιστώνεται ότι
αναγνωρίζει τη συνοδευόμενες από συγκρούσεων μειώνεται η
συμβολή του κάθε αιτιολογήσεις. (μέσω της θερμοκρασία του
μαθητή και διατηρεί ß Εκτελούν το πείραμα: αντιπαράθεσης νερού και αυξάνει η
την ομάδα σε Τοποθετούν ένα των προβλέψεων θερμοκρασία του
ενότητα. ποτήρι με γάλα σε των μαθητών με γάλακτος. Δεν
ß Κατονομάζει αυτό δοχείο που περιέχει το αποτέλεσμα προκύπτει όμως μετά
που μεταφέρεται από ζεστό νερό. Στο γάλα του πειράματος. από 3 λεπτά η ίδια
το νερό στο γάλα (τη και στο ποτήρι - Νέες δομήσεις. αλλαγή στη
θερμότητα). υπάρχουν θερμοκρασία.
θερμόμετρα. Μετρούν ß Οι μαθητές
την αρχική συμπεραίνουν ότι δεν
θερμοκρασία του πάει θερμοκρασία
νερού και του από το νερό στο γάλα.
γάλακτος και τις Δεν εμπλέκονται
θερμοκρασίες τους όμως σε περαιτέρω
μετά από 3 λεπτά. συζήτηση.
ß Συλλέγουν και
αναλύουν τα
305
δεδομένα.
ß Εξάγουν
συμπεράσματα.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι ερωτήσεις που
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.3. ομάδας. αναδόμηση του υπάρχουν στο Φ.Ε.3,
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη Πιο συγκεκριμένα: εμποδίου Ε3: κάτω από τον τίτλο
της έρευνας. συνεργασία των - αναφέρουν τι - πρόκληση διαπιστώσεις –
ß Σύγκριση μαθητών. έχουν κοινωνικο- συμπεράσματα,
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και διαπιστώσει από γνωστικών εμπλέκουν τους
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη την έρευνα που συγκρούσεων, μαθητές σε συζήτηση
συμβολή κάθε μαθητή έχουν μέσω της αναφορικά με το αν
και διατηρεί την πραγματοποιήσει σύγκρισης των μεταφέρεται
ομάδα σε ενότητα. - συγκρίνουν αυτό αρχικών θερμοκρασία από το
ß Παρέχει που διαπίστωσαν προβλέψεων των ένα σώμα στο άλλο.
διευκρινήσεις στους με αυτό που μαθητών και των ß Οι μαθητές
μαθητές. περίμεναν και διαπιστώσεών συμφωνούν ότι δεν
ß Παρουσιάζει τη νέα - αναφέρουν τι τους από την μεταφέρεται
γνώση. ήταν δύσκολο πραγματοποίηση θερμοκρασία.
για αυτούς στην της έρευνας. ß Ο δάσκαλος
παραπάνω - Νέες δομήσεις. κατονομάζει αυτό που
έρευνα. μεταφέρεται από το
ένα σώμα στο άλλο,
θερμότητα.
306
Πίνακας 6.17. Μάθημα Γ2
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία των ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαβάζουν τα ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Όλοι οι μαθητές
προβλημάτων 2 και 3 και διευκολύνει την προβλήματα 2 και 3. εργασία και στη αναδόμηση εμποδίου συνδέουν το χρόνο
του Φ.Ε.3, που επικοινωνία και τη ß Απαντούν γραπτά συνέχεια ομαδική Ε3: θέρμανσης και την
αφορούν τη σύνδεση συνεργασία των στις αρχικές εργασία - ποσοτικοποίηση ένδειξη της
της ποσότητας μαθητών. ερωτήσεις των της θερμότητας θερμαντικής εστίας με
θερμότητας με το Επιβεβαιώνει και προβλημάτων. και τρόποι την ποσότητα
χρόνο θέρμανσης και αναγνωρίζει τη ß Συζητούν τις εκτίμησής της θερμότητας.
με την ένδειξη της συμβολή του κάθε απαντήσεις τους με - πρόκληση
εστίας θέρμανσης. μαθητή και διατηρεί τους συμμαθητές της κοινωνικο-
ß Προβλέψεις και την ομάδα σε ομάδας τους. γνωστικών
εξηγήσεις μαθητών. ενότητα. ß Απαντούν γραπτά συγκρούσεων
ß Συζήτηση μεταξύ των ß Παρέχει στις ß Επιδιώκεται οι
μαθητών. διευκρινήσεις. συμπληρωματικές μαθητές να
ερωτήσεις των οικοδομήσουν την
προβλημάτων. αντίληψη ότι ο χρόνος
θέρμανσης και η
ένδειξη της
θερμαντικής εστίας
είναι μέτρο της
ποσότητας της
θερμότητας.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Παροδική ενίσχυση ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 4 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια του εμποδίου Ε.3. πλευράς του συνόλου
Φ.Ε.3. Ζητείται η επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική. των μαθητών της
σχέση των συνεργασία των ß Συζητούν με τους αντίληψης:
θερμοκρασιών που μαθητών. συμμαθητές της ίσες/διαφορετικές
αποκτούν και η σχέση Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. θερμοκρασίες
των ποσοτήτων αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά συνεπάγονται
θερμότητας που συμβολή του κάθε στις ίσες/διαφορετικές
λαμβάνουν δύο μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές ποσότητες
σώματα ίσων αρχικών την ομάδα σε ερωτήσεις του θερμότητας.
307
θερμοκρασιών, ίδιας ενότητα. προβλήματος.
σύστασης και ίσων ß Παρέχει
μαζών που διευκρινήσεις.
βρίσκονται μέσα σε
θερμό περιβάλλον για
το ίδιο χρονικό
διάστημα.
ß Προβλέψεις και
εξηγήσεις μαθητών.
ß Συζήτηση μεταξύ των
μαθητών.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαβάζουν το ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 5 του και διευκολύνει την πρόβλημα 5. αντιλήψεων. πλευράς μαθητών των
Φ.Ε.3. Ζητείται η επικοινωνία και τη ß Δίνουν απαντήσεις ακόλουθων
σχέση των συνεργασία των συνοδευόμενες από αντιλήψεων:
θερμοκρασιών που μαθητών. αιτιολογήσεις. - Αντίληψη που
αποκτούν και η σχέση Επιβεβαιώνει και συνδέεται με το
των ποσοτήτων αναγνωρίζει τη εμπόδιο Ε3 και
θερμότητας που συμβολή του κάθε τον επιδιωκόμενο
λαμβάνουν δύο μαθητή και διατηρεί στόχο του
σώματα ίσων αρχικών την ομάδα σε εμποδίου Ε1: τα
θερμοκρασιών, ίδιας ενότητα. σώματα δέχονται
σύστασης και ß Παρέχει ίσες θερμότητες
διαφορετικών μαζών διευκρινήσεις. γιατί αποκτούν
που βρίσκονται μέσα ίσες
σε θερμό περιβάλλον θερμοκρασίες (12
για το ίδιο χρονικό μαθητές από τους
διάστημα (το 17)
πρόβλημα σχετίζεται - Αντίληψη που
με το εμπόδιο Ε3, και συνδέεται με το
πιο συγκεκριμένα εμπόδιο Ε3 και το
εξετάζει αν η εμπόδιο Ε1: τα
θερμότητα συνδέεται σώματα δέχονται
μόνο με τη διαφορετικές
θερμοκρασία ή και με θερμότητες γιατί
τη μάζα του αποκτούν
308
σώματος). διαφορετικές
ß Προβλέψεις και θερμοκρασίες (2
εξηγήσεις μαθητών. μαθητές από τους
17)
- Αντίληψη που
συνδέεται με τους
επιδιωκόμενους
στόχους για τα
εμπόδια Ε1 και
Ε3: τα σώματα
αποκτούν ίσες
θερμοκρασίες
αλλά το σώμα
μεγαλύτερης
μάζας δέχεται
περισσότερη
θερμότητα (3
μαθητές από τους
17).
ß Συζήτηση μεταξύ ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Οι μαθητές
μαθητών. και διευκολύνει την τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.3: συνειδητοποιούν ότι
επικοινωνία και τη ιδέες αναφορικά με τη συνειδητοποίηση υπάρχουν ανάμεσά
συνεργασία των θερμοκρασία που ασυμφωνιών μεταξύ τους ασυμφωνίες.
μαθητών. αποκτούν τα σώματα των μαθητών κάθε
Επιβεβαιώνει και και τη ποσότητα ομάδας, αναφορικά
αναγνωρίζει τη θερμότητας που με τη θερμοκρασία
συμβολή του κάθε δέχονται. που αποκτούν τα
μαθητή και διατηρεί ß Οι αντιπρόσωποι σώματα και τη
την ομάδα σε κάθε ομάδας ποσότητα θερμότητα
ενότητα. ομαδοποιούν τις που δέχονται.
ß Καλεί τους αντιλήψεις των μελών
αντιπροσώπους των των ομάδων τους, με
ομάδων να σκοπό να τις
ομαδοποιήσουν και ανακοινώσουν στο
στη συνέχεια να σύνολο των μαθητών
ανακοινώσουν τις της τάξης.
309
απόψεις των μελών
της ομάδας τους.
ß Συζήτηση – επιλογή ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Προτείνεται από
και διατύπωση του συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση πλευράς μαθητών να
προβλήματος προς τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε3: διερευνηθεί το
διερεύνηση. κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες συνειδητοποίηση ζήτημα της σχέσης
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ θερμότητας και
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από του συνόλου των θερμοκρασίας σε
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους μαθητών, αναφορικά σώματα ίδιας
τη ροή των των ομάδων. με τη θερμοκρασία σύστασης και
συζητήσεων χωρίς να ß Διαμορφώνουν το που αποκτούν τα διαφορετικών μαζών.
παρεμποδίζει ή να πρόβλημα προς σώματα και τη
περιορίζει τους διερεύνηση. ποσότητα θερμότητας
συμμετέχοντες. που δέχονται.
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Σχεδίαση πειραμάτων ß Προτείνεται από τους
προβλήματος από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.3, ομάδας για πρόκληση μαθητές η
τους μαθητές. επικοινωνία και τη που αναφέρεται στη ρηγματώσεων στο πραγματοποίηση
ß Σχεδίαση έρευνας, με συνεργασία των σχεδίαση της έρευνας. εμπόδιο Ε3. πειράματος που
τη βοήθεια μαθητών. Συγκεκριμένα: περιλαμβάνει την
ερωτήσεων που Επιβεβαιώνει και − αναγνωρίζουν το μέτρηση της
περιλαμβάνονται στο αναγνωρίζει τη πρόβλημα, ποσότητας
Φ.Ε.3. Η έρευνα συμβολή του κάθε − κάνουν θερμότητας που
αποσκοπεί στη μαθητή και διατηρεί προβλέψεις και τις λαμβάνουν δύο
διερεύνηση της την ομάδα σε αιτιολογούν, δοχείων που
σχέσης ανάμεσα στη ενότητα. − αναφέρουν τα περιέχουν
θερμότητα και στη ß Παρέχει υλικά που διαφορετικές
θερμοκρασία για διευκρινήσεις στους χρειάζονται για τα ποσότητες γάλακτος,
σώματα ίδιας μαθητές. πειράματα και ίσων αρχικών
σύστασης και − προτείνουν θερμοκρασιών, όταν
διαφορετικών μαζών. πειράματα. θερμαίνονται με
τέτοιο τρόπο ώστε να
αποκτήσουν ίσες
θερμοκρασίες.
310
ß Πραγματοποίηση της ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι μαθητές
έρευνας μέσω της και διευκολύνει την διαδικασία εκτέλεσης ομάδας αναδόμηση του παρατηρούν ότι για
εκτέλεσης του επικοινωνία και τη των πειραμάτων. εμποδίου Ε3: να ανέβει η
ακόλουθου συνεργασία των ß Ελέγχουν τις - Πρόκληση θερμοκρασία του
πειράματος. μαθητών. μεταβλητές. κοινωνικο- γάλακτος και στα δύο
- Δύο δοχεία Επιβεβαιώνει και ß Κάνουν προβλέψεις γνωστικών δοχεία κατά 4οC,
περιέχουν αναγνωρίζει τη συνοδευόμενες από συγκρούσεων χρειάζεται να
διαφορετικές συμβολή του κάθε αιτιολογήσεις. (μέσω της θερμάνουμε την
ποσότητες μαθητή και διατηρεί ß Εκτελούν το πείραμα. αντιπαράθεσης μεγαλύτερη ποσότητα
γάλακτος ίδιας την ομάδα σε ß Συλλέγουν και των προβλέψεων γάλακτος για
θερμοκρασίας. ενότητα. αναλύουν τα των μαθητών με περισσότερο χρόνο.
Θερμαίνονται δεδομένα. το αποτέλεσμα ß Συμπεραίνουν ότι για
μέχρι να φτάσουν ß Εξάγουν του πειράματος). να φτάσουν δύο
σε ίσες συμπεράσματα. - Νέα δόμηση: η διαφορετικές
θερμοκρασίες. θερμότητα ποσότητες γάλακτος,
Συγκρίνονται οι εξαρτάται όχι που έχουν αρχικά ίσες
ποσότητες μόνο από τη θερμοκρασίες, στην
θερμότητας που θερμοκρασία ίδια τελική
δέχτηκαν τα αλλά και από τη θερμοκρασία, η
σώματα. μάζα του μεγαλύτερη ποσότητα
σώματος. γάλακτος χρειάζεται
περισσότερη
ποσότητα
θερμότητας.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι ερωτήσεις που
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την ερωτήσεις του ομάδας. αναδόμηση του υπάρχουν στο Φ.Ε.3
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη φύλλου εργασίας. Πιο εμποδίου Ε3: εμπλέκουν τους
της έρευνας. συνεργασία των συγκεκριμένα, - Πρόκληση μαθητές σε συζήτηση
ß Σύγκριση μαθητών. αναφέρουν τι έχουν κοινωνικο- αναφορικά με τους
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και διαπιστώσει από την γνωστικών παράγοντες από τους
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη έρευνα που έχουν συγκρούσεων, οποίους εξαρτάται η
συμβολή του κάθε πραγματοποιήσει, μέσω της ποσότητα θερμότητας
μαθητή και διατηρεί συγκρίνουν αυτό που σύγκρισης των που δέχεται ένα
την ομάδα σε διαπίστωσαν με αυτό αρχικών σώμα.
ενότητα. που περίμεναν και προβλέψεων των ß Από τη συζήτηση
ß Παρέχει αναφέρουν τι ήταν μαθητών και των προκύπτει ότι οι
311
διευκρινήσεις στους δύσκολο για αυτούς διαπιστώσεών μαθητές εξαρτούν την
μαθητές. στην παραπάνω τους από την ποσότητα θερμότητας
έρευνα. πραγματοποίηση όχι μόνο από τη
της έρευνας. θερμοκρασία αλλά
και από τη μάζα του
σώματος.
312
Πίνακας 6.18. Μάθημα Γ3
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαβάζουν το ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Ενεργοποίηση των
προβλήματος 6 του και παρέχει πρόβλημα 6. αντιλήψεων. ακόλουθων
Φ.Ε.3. Σύμφωνα με διευκρινήσεις στους ß Γράφουν απαντήσεις αντιλήψεων:
αυτό, ζητείται η μαθητές. συνοδευόμενες από - Αντίληψη που
σχέση των αιτιολογήσεις. συνδέεται με το
θερμοκρασιών που εμπόδιο Ε3: τα
αποκτούν και η σχέση σώματα δέχονται
των ποσοτήτων ίσες θερμότητες
θερμότητας που γιατί αποκτούν
λαμβάνουν δύο ίσες
σώματα ίσων αρχικών θερμοκρασίες (9
θερμοκρασιών, ίδιας μαθητές από τους
μάζας και 17)
διαφορετικών - Αντίληψη που
συστάσεων που συνδέεται με τον
βρίσκονται μέσα σε επιδιωκόμενο
θερμό περιβάλλον για στόχο για το
το ίδιο χρονικό εμπόδιο Ε3: τα
διάστημα (το σώματα αποκτούν
πρόβλημα σχετίζεται ίσες
με το εμπόδιο Ε.3, και θερμοκρασίες
πιο συγκεκριμένα αλλά δέχονται
εξετάζει αν η διαφορετικές
θερμότητα συνδέεται ποσότητες
μόνο με τη θερμότητας (8
θερμοκρασία ή και με μαθητές από τους
τη σύσταση του 17).
σώματος).
ß Προβλέψεις και
εξηγήσεις μαθητών.
313
ß Συζήτηση μεταξύ ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Οι μαθητές
μαθητών. και διευκολύνει την τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.3: εκφράζουν προφορικά
επικοινωνία και τη ιδέες αναφορικά με τη συνειδητοποίηση τις αντιλήψεις που
συνεργασία των θερμοκρασία που ασυμφωνιών μεταξύ έγραψαν στο φύλλο
μαθητών. αποκτούν τα σώματα των μαθητών κάθε εργασίας.
Επιβεβαιώνει και και τη ποσότητα ομάδας, αναφορικά
αναγνωρίζει τη θερμότητας που με τη θερμοκρασία
συμβολή του κάθε δέχονται. που αποκτούν τα
μαθητή και διατηρεί ß Οι αντιπρόσωποι σώματα και την
την ομάδα σε κάθε ομάδας ποσότητα θερμότητας
ενότητα. ομαδοποιούν τις που δέχονται.
ß Καλεί τους αντιλήψεις των μελών
αντιπροσώπους των των ομάδων τους, με
ομάδων να σκοπό να τις
ομαδοποιήσουν και ανακοινώσουν στο
στη συνέχεια να σύνολο των μαθητών
ανακοινώσουν τις της τάξης.
απόψεις των μελών
της ομάδας τους.
ß Συζήτηση – επιλογή ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Προτείνεται από
και διατύπωση του συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση πλευράς μαθητών να
προβλήματος προς τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε3: διερευνηθεί το
διερεύνηση. κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες συνειδητοποίηση πρόβλημα της σχέσης
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ θερμότητας και
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από του συνόλου των θερμοκρασίας για
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους μαθητών, αναφορικά σώματα ίσων μαζών
τη ροή των των ομάδων. με τη θερμοκρασία και διαφορετικής
συζητήσεων χωρίς να ß Διαμορφώνουν το που αποκτούν τα σύστασης.
παρεμποδίζει ή να πρόβλημα προς σώματα και την
περιορίζει τους διερεύνηση. ποσότητα θερμότητας
συμμετέχοντες. που δέχονται.
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν στις ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτείνεται από τους
προβλήματος από και διευκολύνει την ερωτήσεις του Φ.Ε.3, ομάδας. μαθητές πείραμα που
τους μαθητές. επικοινωνία και τη που αναφέρεται στη περιλαμβάνει
ß Σχεδίαση έρευνας, με συνεργασία των σχεδίαση της έρευνας. σύγκριση των
314
τη βοήθεια μαθητών. Συγκεκριμένα: ποσοτήτων
ερωτήσεων που Επιβεβαιώνει και − αναγνωρίζουν το θερμότητας δύο
περιλαμβάνονται στο αναγνωρίζει τη πρόβλημα, σωμάτων ίσων μαζών
Φ.Ε.3. Η έρευνα συμβολή του κάθε − κάνουν και θερμοκρασιών
αποσκοπεί στη μαθητή και διατηρεί προβλέψεις και τις αλλά διαφορετικής
διερεύνηση της την ομάδα σε αιτιολογούν, σύστασης (δύο ίσες
σχέσης ανάμεσα στη ενότητα. − αναφέρουν τα ποσότητες γάλακτος
θερμότητα και στη ß Παρέχει υλικά που και τσαγιού) που
θερμοκρασία για διευκρινήσεις στους χρειάζονται για τα θερμαίνονται μέχρι να
σώματα διαφορετικής μαθητές. πειράματα και αποκτήσουν ίσες
σύστασης και ίσων − προτείνουν θερμοκρασίες.
μαζών. πειράματα.
ß Πραγματοποίηση της ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Προβλέψεις
έρευνας μέσω της και διευκολύνει την διαδικασία εκτέλεσης ομάδας αναδόμηση του μαθητών:
εκτέλεσης του επικοινωνία και τη των πειραμάτων. εμποδίου Ε3: - οι μισοί σχεδόν
ακόλουθου συνεργασία των ß Ελέγχουν τις - Πρόκληση μαθητές θεωρούν
πειράματος: μαθητών. μεταβλητές. κοινωνικο- ότι τα σώματα
Δύο δοχεία Επιβεβαιώνει και ß Κάνουν προβλέψεις γνωστικών δέχονται ίσες
περιέχουν ίσες αναγνωρίζει τη συνοδευόμενες από συγκρούσεων ποσότητες
ποσότητες γάλακτος συμβολή του κάθε αιτιολογήσεις. (μέσω της θερμότητας γιατί
και τσαγιού ίσων μαθητή και διατηρεί ß Εκτελούν το πείραμα. αντιπαράθεσης φτάνουν σε ίσες
θερμοκρασιών. την ομάδα σε ß Συλλέγουν και των προβλέψεων θερμοκρασίες
Θερμαίνονται μέχρι ενότητα. αναλύουν τα των μαθητών με (πρόβλεψη που
να φτάσουν σε ίσες δεδομένα. το αποτέλεσμα συνδέεται με το
θερμοκρασίες. ß Εξάγουν του πειράματος). εμπόδιο Ε3)
Συγκρίνονται οι συμπεράσματα. - Νέες δομήσεις. - οι άλλοι σχεδόν
ποσότητες μισοί μαθητές
θερμότητας που θεωρούν ότι τα
δέχτηκαν τα σώματα. σώματα θα
δεχθούν
διαφορετικές
ποσότητες
θερμότητας
εξαιτίας της
διαφορετικής
315
τους σύστασης
(πρόβλεψη που
συνδέεται με τον
επιδιωκόμενο
στόχο για το
εμπόδιο Ε3).
ß Διαπιστώνεται ότι για
να ανέβει η
θερμοκρασία του
γάλακτος και του
τσαγιού κατά 4ο C,
χρειάζεται να
θερμάνουμε την
ποσότητα γάλακτος
για περισσότερο
χρόνο.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Οι ερωτήσεις που
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του ομάδας. αναδόμηση του υπάρχουν στο φύλλο
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη Φ.Ε.3. Πιο εμποδίου Ε3: εργασίας εμπλέκουν
της έρευνας. συνεργασία των συγκεκριμένα, - Πρόκληση τους μαθητές σε
ß Σύγκριση μαθητών. αναφέρουν τι έχουν κοινωνικο- συζήτηση αναφορικά
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και διαπιστώσει από την γνωστικών με τη σχέση
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη έρευνα που έχουν συγκρούσεων θερμότητας και
συμβολή του κάθε πραγματοποιήσει, (μέσω της θερμοκρασίας σε
μαθητή και διατηρεί συγκρίνουν αυτό που αντιπαράθεσης σώματα ίσων μαζών
την ομάδα σε διαπίστωσαν με αυτό των αρχικών και διαφορετικής
ενότητα. που περίμεναν και προβλέψεων των σύστασης.
ß Παρέχει αναφέρουν τι ήταν μαθητών και των ß Από τη συζήτηση
διευκρινήσεις στους δύσκολο για αυτούς διαπιστώσεών προκύπτει ότι οι
μαθητές. στην παραπάνω τους από την μαθητές εξαρτούν την
έρευνα. πραγματοποίηση ποσότητα θερμότητας
της έρευνας) όχι μόνο από τη
θερμοκρασία αλλά
και από τη σύσταση
του σώματος.
316
Πίνακας 6.19. Μάθημα Γ4
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαβάζουν την πρώτη ß Αρχικά ατομική ß Παροδική ενίσχυση ß Διαπιστώνεται ότι το
προβλημάτων 7, 8 και και διευκολύνει την στήλη κάθε εργασία και στη του εμποδίου Ε.3 σύνολο των μαθητών
9 του Φ.Ε.3 που επικοινωνία και τη προβλήματος. συνέχεια ομαδική (πρόβλημα 7). θεωρεί πως:
αφορούν στη συνεργασία των ß Κάνουν προβλέψεις εργασία. ß Εννοιολογική - οι δύο ίσες
διερεύνηση της μαθητών. ß Πραγματοποιούν το αναδόμηση του ποσότητες του
σχέσης θερμότητας Επιβεβαιώνει και πείραμα. εμποδίου Ε3 νερού όταν
και θερμοκρασίας, με αναγνωρίζει τη ß Εξάγουν το (προβλήματα 8 και 9). δέχονται την ίδια
τη βοήθεια αναλογίας, συμβολή του κάθε συμπέρασμα. ποσότητα
για δύο σώματα: μαθητή και διατηρεί ß Εφαρμόζουν αυτά θερμότητας,
- ίδιας σύστασης την ομάδα σε που διαπίστωσαν για αποκτούν ίσες
και ίσων μαζών ενότητα. να απαντήσουν στα θερμοκρασίες
(πρόβλημα 7). ß Παρέχει ερωτήματα της (πρόβλημα 7).
- ίδιας σύστασης διευκρινήσεις. δεύτερης στήλης κάθε - οι δύο
και προβλήματος. διαφορετικές
διαφορετικών ß Συζητούν τις ποσότητες του
μαζών απαντήσεις τους με νερού όταν
(πρόβλημα 8). τους συμμαθητές της πάρουν την ίδια
- διαφορετικής ομάδας τους. ποσότητα
σύστασης και ß Απαντούν γραπτά θερμότητας,
ίσων μαζών στις αποκτούν
(πρόβλημα 9). συμπληρωματικές διαφορετικές
ß Προβλέψεις και ερωτήσεις των θερμοκρασίες
εξηγήσεις μαθητών. προβλημάτων. και μάλιστα, η
ß Συζήτηση μεταξύ μικρότερη
μαθητών. ποσότητα νερού
θα αποκτήσει
υψηλότερη
θερμοκρασία
(πρόβλημα 8).
- οι δύο ίσες
317
ποσότητες του
νερού και του
οινοπνεύματος
όταν πάρουν την
ίδια ποσότητα
θερμότητας,
αποκτούν
διαφορετικές
θερμοκρασίες
και μάλιστα, το
οινόπνευμα θα
αποκτήσει
υψηλότερη
θερμοκρασία
(πρόβλημα 9).
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαβάζουν την πρώτη ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Διαπιστώνεται ότι το
προβλημάτων 10 και και διευκολύνει την στήλη του εργασία και στη αναδόμηση εμποδίου σύνολο των μαθητών
11 του Φ.Ε.3, που επικοινωνία και τη προβλήματος. συνέχεια ομαδική Ε3: χρήση αναλογίας θεωρεί πως:
αναφέρονται στον συνεργασία των ß Κάνουν προβλέψεις εργασία. για τη οικοδόμηση - η θερμοκρασία
εντατικό χαρακτήρα μαθητών. ß Πραγματοποιούν το της αντίληψης ότι η του νερού στο
της θερμοκρασίας και Επιβεβαιώνει και πείραμα. θερμοκρασία είναι τρίτο δοχείο θα
στον εκτατικό αναγνωρίζει τη ß Εξάγουν το εντατικό μέγεθος και είναι ίδια με τη
χαρακτήρα της συμβολή του κάθε συμπέρασμα. η θερμότητα θερμοκρασία του
θερμότητας. μαθητή και διατηρεί ß Εφαρμόζουν αυτά εκτατικό. νερού στα δύο
ß Προβλέψεις και την ομάδα σε που διαπίστωσαν για αρχικά δοχεία,
εξηγήσεις μαθητών. ενότητα. να απαντήσουν στα δηλαδή 20οC
ß Συζήτηση μεταξύ ß Παρέχει ερωτήματα της (πρόβλημα 10).
μαθητών. διευκρινήσεις. δεύτερης στήλης του - η θερμοκρασία
προβλήματος. του νερού στα
ß Συζητούν τις δοχεία Β, Γ θα
απαντήσεις τους με είναι ίδια με τη
τους συμμαθητές της θερμοκρασία του
ομάδας τους. νερού στο
ß Απαντούν γραπτά αρχικό δοχείο,
στις δηλαδή 60οC και
συμπληρωματικές ότι η θερμότητα
318
ερωτήσεις των στο δοχείο Β θα
προβλημάτων. είναι η μισή σε
σχέση με τη
θερμότητα στο
δοχείο Α.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 12 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του τους μαθητές των
Φ.Ε.3. Σύμφωνα με επικοινωνία και τη ερωτήσεις του ομαδική. εμποδίου Ε3: ακόλουθων
αυτό, ζητείται η συνεργασία των προβλήματος. - εφαρμογή σε αντιλήψεων:
σχέση των μαθητών. ß Συζητούν με τους νέες καταστάσεις − Αντίληψη που
θερμοκρασιών και Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της - πρόκληση συνδέεται με τον
των θερμοτήτων που αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις κοινωνικο- επιδιωκόμενο
δέχτηκαν σώματα συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. γνωστικών στόχο του
ίδιας σύστασης και μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά συγκρούσεων. εμποδίου Ε1 και
διαφορετικών μαζών την ομάδα σε στις ß Επιδιώκεται οι το εμπόδιο Ε3: οι
(π.χ. δύο πίτσες) που ενότητα. συμπληρωματικές μαθητές να πίτσες θα έχουν
βρίσκονται για ß Παρέχει ερωτήσεις του ενισχύσουν ή να ίσες
αρκετό χρόνο σε διευκρινήσεις. προβλήματος. οικοδομήσουν την θερμοκρασίες,
φούρνο σταθερής αντίληψη ότι οι δύο γιατί βρίσκονται
θερμοκρασίας. πίτσες έχουν ίσες στον ίδιο χώρο και
ß Προβλέψεις και θερμοκρασίες γιατί θα έχουν δεχθεί
εξηγήσεις μαθητών. βρίσκονται στο ίδιο ίσες ποσότητες
ß Συζήτηση μεταξύ περιβάλλον και ότι η θερμότητας, γιατί
μαθητών. θερμότητα που έχουν ίσες
δέχονται εξαρτάται θερμοκρασίες (9
από τη μάζα τους. μαθητές από τους
17)
− Αντίληψη που
σχετίζεται με τους
επιδιωκόμενους
στόχους για τα
εμπόδια Ε1 και
Ε3: οι πίτσες θα
έχουν ίσες
θερμοκρασίες
319
γιατί βρίσκονται
στον ίδιο χώρο και
η μεγαλύτερη από
αυτές θα έχει
δεχθεί μεγαλύτερη
ποσότητα
θερμότητας γιατί
έχει μεγαλύτερη
μάζα (8 μαθητές
από τους 17).
ß Στο πλαίσιο της
μεταξύ τους
συζήτησης, οι
μαθητές αποδέχονται
την αντίληψη ότι οι
δύο πίτσες έχουν ίσες
θερμοκρασίες γιατί
βρίσκονται στο ίδιο
περιβάλλον και ότι η
μεγαλύτερη σε
μέγεθος πίτσα δέχεται
περισσότερη
ποσότητα θερμότητας
εξαιτίας της μάζας
της.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 13 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του τους μαθητές των
Φ.Ε.3, που αφορά στη επικοινωνία και τη προβλήματος 13 του ομαδική. εμποδίου Ε3: ακόλουθων
σχέση των συνεργασία των Φ.Ε.3. - εφαρμογή σε αντιλήψεων:
θερμοτήτων που μαθητών. ß Συζητούν με τους νέες καταστάσεις − Αντίληψη που
δέχονται δύο σώματα Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της - πρόκληση συνδέεται με τον
ίδιας σύστασης, ίσων αναγνωρίζει τη ομάδας τους τις κοινωνικο- επιδιωκόμενο
αρχικών συμβολή του κάθε απαντήσεις τους. γνωστικών στόχο του
θερμοκρασιών και μαθητή και διατηρεί ß Απαντούν γραπτά συγκρούσεων. εμποδίου Ε1 και
διαφορετικών μαζών την ομάδα σε στις ß Επιδιώκεται οι το εμπόδιο Ε3: οι
που θερμαίνονται από ενότητα. συμπληρωματικές μαθητές να
320
εστία και φτάνουν σε ß Παρέχει ερωτήσεις του ενισχύσουν ή να δύο ποσότητες
ίσες θερμοκρασίες. διευκρινήσεις. προβλήματος. οικοδομήσουν την αλευριού θα
ß Προβλέψεις και αντίληψη ότι οι δύο δεχθούν ίσες
εξηγήσεις. διαφορετικές ποσότητες
ß Συζήτηση μεταξύ ποσότητες αλευριού θερμότητας αφού
μαθητών. φτάσουν στην ίδια φτάνουν στην ίδια
θερμοκρασία γιατί θερμοκρασία (6
βρίσκονται στο ίδιο μαθητές από τους
περιβάλλον και ότι 17).
περισσότερη − Αντίληψη που
ποσότητα θερμότητας σχετίζεται με τους
έχει δεχθεί η επιδιωκόμενους
μεγαλύτερη ποσότητα στόχους για τα
αλευριού. εμπόδια Ε1 και
Ε3: οι δύο
ποσότητες
αλευριού θα
δεχθούν
διαφορετικές
ποσότητες
θερμότητας,
εξαιτίας της
διαφορετικής
μάζας τους (11
μαθητές από τους
17).
ß Στο πλαίσιο της
μεταξύ τους
συζήτησης, οι
μαθητές αποδέχονται
την αντίληψη ότι οι
δύο διαφορετικές
ποσότητες αλευριού
φτάνουν στην ίδια
θερμοκρασία γιατί
321
βρίσκονται στο ίδιο
περιβάλλον και ότι
περισσότερη
ποσότητα θερμότητας
δέχεται η μεγαλύτερη
ποσότητα αλευριού,
επειδή έχει
μεγαλύτερη μάζα.
322
Πίνακας 6.20. Μάθημα Γ5
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εμπλοκή των
προβλήματος 14 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία και στη αναδόμηση του μαθητών σε
Φ.Ε.3 που αφορά τη επικοινωνία και τη ερωτήσεις του συνέχεια ομαδική. εμποδίου Ε3: συζήτηση, με αφορμή
διαπραγμάτευση συνεργασία των προβλήματος 14. - αναστοχασμός τον αναστοχασμό
ερωτημάτων που μαθητών. ß Συζητούν με τους σε πρόβλημα που τους πάνω στις
είχαν τεθεί στους Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της ο μαθητής είχε αρχικές τους
μαθητές στην αρχή αναγνωρίζει τη ομάδας τους. επεξεργαστεί αντιλήψεις και την
των διδασκαλιών και συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά ξανά πριν από αντιπαράθεσή τους με
συγκεκριμένα στο μαθητή και διατηρεί στις κάποιο χρονικό τις τρέχουσες
πρόβλημα 5 του την ομάδα σε συμπληρωματικές διάστημα. αντιλήψεις τους.
Φ.Ε.3. ενότητα. ερωτήσεις του - πρόκληση ß Αποδοχή από το
ß Προβλέψεις και ß Παρέχει προβλήματος. κοινωνικο- σύνολο των μαθητών
εξηγήσεις μαθητών. διευκρινήσεις. γνωστικών της αντίληψης της
ß Συζήτηση μεταξύ συγκρούσεων εξάρτησης της
μαθητών. - πρόκληση θερμότητας όχι μόνο
ρηγματώσεων από τη θερμοκρασία
στο εμπόδιο Ε3. αλλά και από τη μάζα
ß Επιδιώκεται οι του σώματος.
μαθητές να
ενισχύσουν το νέο
τρόπο σκέψης, μέσω
της σύγκρισή του με
τον αρχικό τρόπο
σκέψης τους.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση ß Οι μαθητές στο
προβλημάτων 15 και και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε3: πρόβλημα 15
16 του Φ.Ε.3. επικοινωνία και τη ερωτήσεις των ομαδική και τέλος σύγκριση αντιλήψεων απάντησαν ότι ο
Παρουσιάζεται στους συνεργασία των προβλημάτων. εργασία σε επίπεδο πριν και μετά τις τρόπος με τον οποίο
μαθητές μια εικόνα μαθητών. ß Συζητούν με τους τάξης. διδασκαλίες και σκέφτονταν πριν τη
και δύο προτάσεις. Η Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της συμβολική διδασκαλία
πρώτη πρόταση αναγνωρίζει τη ομάδας τους. αναπαράσταση του αντιστοιχεί στην
323
παραπέμπει σε ένα συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά εμποδίου Ε3. πρόταση 1, γιατί τότε
τρόπο σκέψης που μαθητή και διατηρεί στις θεωρούσαν ότι όταν
χρησιμοποιούσαν οι την ομάδα σε συμπληρωματικές ένα σώμα ζεσταίνεται
περισσότεροι μαθητές ενότητα. ερωτήσεις των για περισσότερο
πριν τις διδασκαλίες, ß Περιφέρεται ανάμεσα προβλημάτων. χρόνο σε σχέση με
ενώ η δεύτερη στο στις ομάδες για να ß Συζητούν με τους ένα δεύτερο σώμα
νέο τρόπο σκέψης. παρέχει συμμαθητές τους και «παίρνει πιο ζεστή
Ζητείται από τους διευκρινήσεις. το δάσκαλο. θερμότητα» από αυτό.
μαθητές να επιλέξουν ß Συντονίζει τη ß Οι μαθητές για το
την πρόταση εκείνη συζήτηση. πρόβλημα 16
που αποδέχονταν πριν θεωρούν ότι πριν τις
τις διδασκαλίες και διδασκαλίες για τη
αυτή που αποδέχονται σχέση θερμότητας και
τώρα. θερμοκρασίας:
ß Προβλέψεις και - δεν λάμβαναν
εξηγήσεις μαθητών. υπόψη τους τη
ß Συζήτηση μεταξύ μάζα του
μαθητών. σώματος (14
μαθητές από
τους 17)
- λάμβαναν υπόψη
τους τη μάζα του
σώματος (3
μαθητές από
τους 17).
ß Τίθεται στους ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Οι μαθητές απαντούν ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές
μαθητές το Πρόβλημα και διευκολύνει την γραπτά στις εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε3: απάντησαν ότι οι δεν
17 του Φ.Ε.3 που επικοινωνία και τη ερωτήσεις του ομαδική και τέλος Αποσαφήνιση του συμφωνούν με τις
αφορά την έκφραση συνεργασία των προβλήματος. εργασία σε επίπεδο εμποδίου, μέσω: προτάσεις του
κρίσεων από τους μαθητών. ß Συζητούν με τους τάξης.. − της έκφρασης Νικήτα. Από τις
μαθητές αναφορικά Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της κρίσεων σε μια απαντήσεις τους
με μια πρόταση που αναγνωρίζει τη ομάδας τους. πρόταση που προκύπτει ότι
εμπεριέχει το εμπόδιο συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά εμπεριέχει το λαμβάνουν υπόψη
Ε3. μαθητή και διατηρεί στις εμπόδιο Ε3. τους τη μάζα και τη
ß Προβλέψεις και την ομάδα σε συμπληρωματικές − της σύγκριση σύσταση των
εξηγήσεις μαθητών. ενότητα. ερωτήσεις του σωμάτων
324
ß Συζήτηση μεταξύ ß Περιφέρεται ανάμεσα προβλήματος. ανάμεσα στις προκειμένου να
μαθητών. στις ομάδες για να ß Συζητούν με τους αρχικές αναφερθούν στη
παρέχει συμμαθητές τους και αντιλήψεις και σχέση θερμοκρασίας
διευκρινήσεις. το δάσκαλο. στις αντιλήψεις και θερμότητας.
ß Συντονίζει τη μετά τις ß Ορισμένοι μαθητές
συζήτηση. διδασκαλίες. προσεγγίζουν
δυναμικές όψεις του
εμποδίου Ε3 και
δίνουν απαντήσεις
που εμφανίζουν
μετατόπιση από το
τοπικό προς το
εγκάρσιο.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαμορφώνουν ß Αρχικά ατομική ß Κατάκτηση ß Διαμορφώνονται
προβλήματος 18 του και διευκολύνει την προβλήματα εργασία και στη δεξιότητας προβλήματα από τους
Φ.Ε.3, που αφορά τη επικοινωνία και τη ß Απευθύνουν συνέχεια ομαδική και αναγνώρισης του μαθητές.
διαμόρφωση από τους συνεργασία των ερωτήσεις στους τέλος εργασία σε εμποδίου Ε3. ß Επιβεβαιώνεται η
μαθητές μαθητών. συμμαθητές τους επίπεδο τάξης. ικανότητα των
προβλημάτων (που Επιβεβαιώνει και ß Απαντούν στις μαθητών να εξαρτούν
αναφέρονται στη αναγνωρίζει τη ερωτήσεις. τη θερμότητα όχι
σχέση θερμότητας και συμβολή του κάθε ß Συζητούν με τους μόνο από τη
θερμοκρασίας) τα μαθητή και διατηρεί συμμαθητές της θερμοκρασία αλλά
οποία θέτουν στους την ομάδα σε ομάδας τους και στη και από τη μάζα και
συμμαθητές τους, με ενότητα. συνέχεια με τους τη σύσταση του
σκοπό να τους ß Συντονίζει τη υπόλοιπους σώματος.
παρασύρουν στην συζήτηση. συμμαθητές της τάξης
«παγίδα» του ß Δίνει το φύλλο τους καθώς επίσης
εμποδίου Ε3. αποτύπωσης των και με το δάσκαλο.
κύριων σημείων των
μαθημάτων της
ενότητας Γ στους
μαθητές (Παράρτημα
XII, φύλλο 3)..
325
6.3.4. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην
ενότητα Δ
Πίνακας 6.21. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε4, Ε1, Ε2 και
Ε3 στα μαθήματα της ενότητας Δ
Ε4 Ε4
Ε4 Ε1 Ε2 Ε3
Δ1
Δ2
Δ3
327
Μάθημα Δ1
• Επεξεργασία Μάθημα Δ2 Μάθημα Δ3
προβλημάτων που
αποσκοπούν στην • Επεξεργασία • Επεξεργασία
ανάδειξη των ενός Ε4 ερωτημάτων Ε4
Ε4
αντιλήψεων των προβλήματος που είχαν
μαθητών (Φ.Ε.4: που οδηγεί τεθεί αρχικά Ε4
προβλήματα 1 και 2). στην (Φ.Ε.4:
• Ατομικές γραπτές υιοθέτηση πρόβλημα 8).
απαντήσεις μαθητών. Ε4 ενός Ε4 • Αποσαφήνιση
• Συζήτηση των συλλογισμού του εμποδίου
μαθητών σε επίπεδο Ε1
(Φ.Ε.4: Ε4 και
ομάδας. πρόβλημα 4). κατάκτηση της
• Ομαδοποίηση των • Εισαγωγή δεξιότητας
Ε1
απαντήσεων. αναλογίας και αναγνώρισής Ε3
• Συζήτηση των εφαρμογές του (Φ.Ε.4:
μαθητών σε επίπεδο (Φ.Ε.4: προβλήματα 9,
τάξης. προβλήματα 5, 10, 11, 12,
• Εισαγωγή υπόθεσης: Ε2
6). 13).
ανάμεσα στα σώματα • Εφαρμογή σε
μεταφέρεται μόνο νέες
θερμότητα (Φ.Ε.4: καταστάσεις
πρόβλημα 3). (Φ.Ε.4:
• Ερμηνεία των πρόβλημα 7).
φαινομένων με τη
βοήθεια της
παραπάνω υπόθεσης.
Σχήμα 6.9. Συνοπτική παρουσίαση της πορείας διδασκαλίας των μαθημάτων της
ενότητας Δ
328
Ενότητα μαθημάτων Δ
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία των ß Δίνει το Φ.Ε.4 στους ß Διαβάζουν τα ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Εκδήλωση των
προβλημάτων 1 και 2 μαθητές. προβλήματα 1 και 2. αντιλήψεων. ακόλουθων
του Φ.Ε.4. Ζητείται ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Γράφουν απαντήσεις αντιλήψεων των
από τους μαθητές να και παρέχει συνοδευόμενες από μαθητών:
εξηγήσουν τι διευκρινήσεις στους αιτιολογήσεις. - Αντίληψη που
συμβαίνει όταν μαθητές. συνδέεται με το
αγγίζουν ένα θερμό εμπόδιο Ε4:
σώμα (ποτήρι με ανάμεσα στα
ζεστό νερό) και ένα σώματα ρέει
ψυχρό σώμα (παγάκι). θερμότητα ή
ß Προβλέψεις και ψύχος (15
εξηγήσεις μαθητών. μαθητές από τους
17),
- Αντίληψη που
συνδέεται με τον
επιδιωκόμενο
στόχο του
εμποδίου Ε4:
ανάμεσα στα
σώματα ρέει μόνο
θερμότητα (2
μαθητές από τους
17).
ß Συζήτηση μεταξύ ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Οι μαθητές
μαθητών. και διευκολύνει την τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.4:
εκφράζουν προφορικά
επικοινωνία και τη ιδέες αναφορικά με τη συνειδητοποίηση
συνεργασία των θερμοκρασία που ασυμφωνιών μεταξύ τις γραπτές
μαθητών. αποκτούν τα σώματα των μαθητών κάθε
329
Επιβεβαιώνει και που βρίσκονται για ομάδας, αναφορικά απαντήσεις τους.
αναγνωρίζει τη αρκετό χρόνο στο ίδιο με ο αν τα
συμβολή του κάθε περιβάλλον. συγκεκριμένα
μαθητή και διατηρεί ß Οι αντιπρόσωποι θερμικά φαινόμενα
την ομάδα σε κάθε ομάδας εξηγούνται με τη
ενότητα. ομαδοποιούν τις χρήση μιας οντότητας
ß Καλεί τους αντιλήψεις των μελών (θερμότητα) ή δύο
αντιπροσώπους των των ομάδων τους, με οντοτήτων
ομάδων να σκοπό να τις (θερμότητα και
ομαδοποιήσουν και ανακοινώσουν στο ψύχος).
στη συνέχεια να σύνολο των μαθητών
ανακοινώσουν τις της τάξης.
απόψεις των μελών
της ομάδας τους.
ß Συζήτηση μεταξύ ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Οι μαθητές εμμένουν
μαθητών. συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση
στις αντιλήψεις που
τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε4:
κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες συνειδητοποίηση έχουν εκφράσει.
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από του συνόλου των
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους μαθητών.
τη ροή των των ομάδων.
συζητήσεων χωρίς να
παρεμποδίζει ή να
περιορίζει τους
συμμετέχοντες.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαβάζουν το ß Ατομική και στη ß Αποσταθεροποίηση ß Οι μαθητές
προβλήματος 3 του και διευκολύνει την πρόβλημα. συνέχεια ομαδική του εμποδίου Ε4: διαπιστώνουν ότι
Φ.Ε.4. Οι μαθητές επικοινωνία και τη ß Απαντούν γραπτά εργασία. προσπάθεια μπορούν να
καλούνται να συνεργασία των στις ερωτήσεις του ερμηνείας των εξηγήσουν τα θερμικά
εξηγήσουν τα θερμικά μαθητών. προβλήματος. θερμικών φαινομένων φαινόμενα των
φαινόμενα που Επιβεβαιώνει και ß Συζητούν τις με τη χρήση μιας προβλημάτων 1 και 2,
παρουσιάζονται στα αναγνωρίζει τη απαντήσεις τους με οντότητας, της τόσο με τη χρήση
προβλήματα 1 και 2, συμβολή του κάθε τους συμμαθητές της θερμότητας. μιας οντότητας (της
με τη χρήση μόνο της μαθητή και διατηρεί ομάδας τους. θερμότητας), όσο και
330
θερμότητας. την ομάδα σε ß Απαντούν γραπτά με τη χρήση δύο
ενότητα. στις οντοτήτων (της
ß Καλεί τους συμπληρωματικές θερμότητας και του
αντιπροσώπους των ερωτήσεις του ψύχους).
ομάδων να προβλήματος.
ομαδοποιήσουν και
στη συνέχεια να
ανακοινώσουν τις
απόψεις των μελών
της ομάδας τους.
331
Πίνακας 6.23. Μάθημα Δ2
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αποσταθεροποίηση ß Εκδήλωση από
προβλήματος 4 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια του εμποδίου Ε4: πλευράς μαθητών των
Φ.Ε.4 που επικοινωνία και τη προβλήματος 4. ομαδική. επεξεργασία ενός ακόλουθων
περιλαμβάνει τρία συνεργασία των ß Συζητούν με τους προβλήματος που αντιλήψεων:
ερωτήματα. Αρχικά μαθητών. συμμαθητές της οδηγεί στην - Αντίληψη που
ζητείται από τους Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. υιοθέτηση ενός συνδέεται με το
μαθητές να αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά συλλογισμού που εμπόδιο Ε4: ο
προβλέψουν και να συμβολή του κάθε στις συνδέεται με τον πάγος δίνει κρύο
εξηγήσουν τι μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές επιδιωκόμενο στόχο στον άνθρωπο
συμβαίνει όταν ένας την ομάδα σε ερωτήσεις του για το εμπόδιο. (11 μαθητές από
άνθρωπος μπαίνει σε ενότητα. προβλήματος. ß Επιδιώκεται οι τους 17).
ένα ψυχρό ß Παρέχει μαθητές να - Αντίληψη που
περιβάλλον και πιο διευκρινήσεις. ενισχύσουν ή να συνδέεται με τον
συγκεκριμένα σε ένα οικοδομήσουν την επιδιωκόμενο
ιγκλού (ερώτημα α). αντίληψη ότι πάει στόχο για το
Στη συνέχεια ζητείται θερμότητα από τον εμπόδιο Ε4: πάει
από τους μαθητές να άνθρωπο προς τον θερμότητα από
εξηγήσουν τη πάγο και όχι κρύο από τον άνθρωπο
διαβίωση των τον πάγο στον στον πάγο (2
Εσκιμώων με βάση τη άνθρωπο. μαθητές από τους
υπόθεση ότι πάει 17).
κρύο από το ιγκλού - Εκδήλωση
στον άνθρωπο αμφιβολιών
(ερώτημα β), ή με αναφορικά με το
βάση την υπόθεση ότι τι πάει από το ένα
πάει θερμότητα από σώμα στο άλλο (4
τον άνθρωπο στο μαθητές από τους
ιγκλού (ερώτημα γ). 17).
ß Προβλέψεις και ß Μετά τη συζήτηση
εξηγήσεις μαθητών. που ακολουθεί, οι
ß Συζήτηση μεταξύ μαθητές θεωρούν ότι
332
μαθητών. στην περίπτωση που
δεχθούν ότι ο πάγος
δίνει κρύο στον
άνθρωπο, δεν
μπορούν να
εξηγήσουν την
διαβίωση των
Εσκιμώων, πράγμα το
οποίο γίνεται στην
περίπτωση που
δεχθούν ότι ο
άνθρωπος δίνει
θερμότητα στον πάγο.
ß Επεξεργασία ß Συζητά με τους ß Διαβάζουν την πρώτη ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Οι μαθητές, στο
προβλημάτων 5 και 6 μαθητές, παρέχει στήλη κάθε εργασία και στη αναδόμηση του σύνολό τους,
του Φ.Ε.4, που διευκρινήσεις. προβλήματος. συνέχεια ομαδική. εμποδίου Ε4: χρήση διαπιστώνουν ότι:
αφορούν την ß Κάνουν προβλέψεις αναλογίας για την - πάει θερμότητα
διαπραγμάτευση ß Πραγματοποιούν το ερμηνεία θερμικού από το πολύ
θερμικών φαινομένων πείραμα. φαινομένου που ζεστό σώμα στο
(θερμό σώμα σε ß Εξάγουν το περιλαμβάνει ένα πολύ ψυχρό
επαφή με ψυχρό ή συμπέρασμα. θερμό σώμα σε επαφή (πρόβλημα 5).
ψυχρό σώμα σε ß Εφαρμόζουν αυτά με ένα ψυχρό σώμα ή - πάει θερμότητα
επαφή με ψυχρότερο που διαπίστωσαν για ψυχρό σώμα σε από το λιγότερο
σώμα) με τη βοήθεια να απαντήσουν στα επαφή με ψυχρότερο κρύο σώμα στο
αναλογίας. ερωτήματα της σώμα με τη χρήση κρύο (πρόβλημα
ß Προβλέψεις και δεύτερης στήλης κάθε μιας οντότητας της 6).
εξηγήσεις μαθητών. προβλήματος. θερμότητας.
ß Συζήτηση μεταξύ των ß Συζητούν τις
μαθητών. απαντήσεις τους με
τους συμμαθητές της
ομάδας τους.
ß Απαντούν γραπτά
στις
συμπληρωματικές
ερωτήσεις του
προβλήματος.
333
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 7 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του τους μαθητές των
Φ.Ε.4, που επικοινωνία και τη προβλήματος 7. ομαδική. εμποδίου Ε1: ακόλουθων
αναφέρεται στην συνεργασία των ß Συζητούν τις - εφαρμογή σε αντιλήψεων
εξήγηση θερμικών μαθητών. απαντήσεις τους με νέες καταστάσεις − Αντίληψη που
φαινομένων που Επιβεβαιώνει και τους συμμαθητές της - πρόκληση συνδέεται με το
περιλαμβάνουν (α) αναγνωρίζει τη ομάδας τους. κοινωνικο- εμπόδιο Ε4: τα
ψυχρό σώμα σε συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά γνωστικών θερμικά
επαφή με σώμα μαθητή και διατηρεί στις συγκρούσεων. φαινόμενα
θερμοκρασίας την ομάδα σε συμπληρωματικές - Νέες δομήσεις. εξηγούνται με τη
δωματίου, (β) ψυχρό ενότητα. ερωτήσεις του ß Επιδιώκεται οι χρήση δύο
σώμα σε επαφή με ß Παρέχει προβλήματος. μαθητές να διαφορετικών
ψυχρότερο σώμα και διευκρινήσεις. ενισχύσουν ή να οντοτήτων της
(γ) θερμό σώμα σε οικοδομήσουν την θερμότητας και
επαφή με ψυχρό αντίληψη ότι μεταξύ του ψύχους (9
σώμα. των σωμάτων μαθητές από τους
ß Προβλέψεις και μεταφέρεται 17)
εξηγήσεις μαθητών. θερμότητα − Αντίληψη που
ß Συζήτηση μεταξύ συνδέεται με τον
μαθητών. επιδιωκόμενο
στόχο για το
εμπόδιο Ε4: τα
θερμικά
φαινόμενα
εξηγούνται με τη
χρήση της
θερμότητας (8
μαθητές από τους
17).
ß Στο πλαίσιο της
συζήτησης των
μαθητών σε επίπεδο
ομάδας, οι 9 μαθητές
που εξηγούσαν τα
φαινόμενα με τη
334
χρήση δύο
διαφορετικών
οντοτήτων
αποδέχονται την
εξήγηση των
υπόλοιπων
συμμαθητών τους (με
χρήση μιας οντότητας
της θερμότητας).
335
Πίνακας 6.24. Μάθημα Δ3
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εμπλοκή των
προβλήματος 8 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία και στη αναδόμηση του μαθητών σε
Φ.Ε.4, που αφορά τη επικοινωνία και τη προβλήματος. συνέχεια ομαδική. εμποδίου Ε4: συζήτηση, με αφορμή
διαπραγμάτευση συνεργασία των ß Συζητούν τις - Αναστοχασμός τον αναστοχασμό
ερωτημάτων που μαθητών. απαντήσεις τους με σε πρόβλημα που τους πάνω στις
είχαν τεθεί στους Επιβεβαιώνει και τους συμμαθητές της ο μαθητής είχε αρχικές τους
μαθητές στην αρχή αναγνωρίζει τη ομάδας τους. επεξεργαστεί αντιλήψεις και την
των διδασκαλιών της συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά ξανά πριν από αντιπαράθεσή τους με
ενότητας Δ μαθητή και διατηρεί στις κάποιο χρονικό τις τρέχουσες
(προβλήματα 1,2 του την ομάδα σε συμπληρωματικές διάστημα αντιλήψεις τους.
Φ.Ε.4). ενότητα. ερωτήσεις του - Πρόκληση ß Αποδοχή από το
ß Προβλέψεις και ß Παρέχει προβλήματος. κοινωνικο- σύνολο των μαθητών
αιτιολογήσεις. διευκρινήσεις. γνωστικών της χρήσης μιας
ß Συζήτηση μεταξύ ß Προτρέπει τους συγκρούσεων. οντότητας της
μαθητών. μαθητές να - Νέες δομήσεις. θερμότητας για την
μελετήσουν τις ß Επιδιώκεται οι εξήγηση των
απαντήσεις που είχαν μαθητές να θερμικών
καταγράψει με ενισχύσουν το νέο φαινομένων.
αφορμή τις ερωτήσεις τρόπο σκέψης, μέσω
του προβλήματος 5 της σύγκρισή του με
του Φ.Ε.3. τον αρχικό τρόπο
σκέψης τους.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Στο πρόβλημα 9, οι
προβλημάτων 9 και και διευκολύνει την στις ερωτήσεις των εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε4: μαθητές αποδέχονται
10 του Φ.Ε.4. επικοινωνία και τη προβλημάτων. ομαδική και τέλος - συμβολική ότι πριν τις
- Στο πρόβλημα 9 συνεργασία των ß Συζητούν τις εργασία σε επίπεδο αναπαράστασή διδασκαλίες για την
δίνονται δύο μαθητών. απαντήσεις τους με τάξης. του εξήγηση του
εικόνες στο Επιβεβαιώνει και τους συμμαθητές της - αναστοχασμός σε συγκεκριμένου
μαθητή και του αναγνωρίζει τη ομάδας τους. αρχικές θερμικού φαινομένου
ζητείται να συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά αντιλήψεις. θεωρούσαν ότι πάει
αναφέρει και να μαθητή και διατηρεί στις ß Μετάβαση κρύο από το
336
αιτιολογήσει τον την ομάδα σε συμπληρωματικές απαντήσεων μαθητών αναψυκτικό προς το
τρόπο με τον ενότητα. ερωτήσεις των από το τοπικό προς το χέρι.
οποίο σκεφτόταν ß Παρέχει προβλημάτων. εγκάρσιο και ß Στο πρόβλημα 10, οι
πριν από τη διευκρινήσεις. ß Συζητούν με τους έκφραση κρίσεων. μαθητές
διδασκαλία για να ß Συντονίζει τη συμμαθητές τους και συμπληρώνουν
εξηγήσει το συζήτηση. με το δάσκαλο. κατάλληλα τις
θερμικό προτάσεις ώστε η μια
φαινόμενο. πρόταση να εκφράζει
- Το πρόβλημα 10 το εμπόδιο Ε4 και η
αφορά τη άλλη τον
συμπλήρωση δύο επιδιωκόμενο στόχο
προτάσεων που η του.
μια εκφράζει το ß Οι περισσότεροι
εμπόδιο Ε4 και η μαθητές στα
άλλη τον προβλήματα 9 και 10
επιδιωκόμενο επιτυγχάνουν
στόχο. διατυπώσεις του
ß Προβλέψεις και εμποδίου Ε4, ενώ οι
εξηγήσεις μεταξύ απαντήσεις τους
μαθητών. εμφανίζουν μια
ß Συζήτηση μεταξύ μετατόπιση από το
μαθητών. τοπικό προς το
εγκάρσιο.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Κατασκευάζουν ένα ß Αρχικά ατομική ß Κατάκτηση ß Διαμορφώνονται
προβλήματος 11 του και διευκολύνει την πρόβλημα. εργασία και στη δεξιότητας προβλήματα από τους
Φ.Ε.4 , που αφορά επικοινωνία και τη ß Συζητούν με τους συνέχεια ομαδική. αναγνώρισης του μαθητές που
στη κατασκευή από συνεργασία των συμμαθητές της εμποδίου Ε.4, μέσω εστιάζονται στην
τους μαθητές μαθητών. ομάδας τους. της κατασκευής εξήγηση θερμικών
προβλημάτων (που Επιβεβαιώνει και προβλημάτων. φαινομένων.
αναφέρονται στην αναγνωρίζει τη ß Επιβεβαιώνεται η
εξήγηση των συμβολή του κάθε ικανότητα των
θερμικών μαθητή και διατηρεί μαθητών να εξηγούν
φαινομένων) τα οποία την ομάδα σε τα θερμικά φαινόμενα
θέτουν στους ενότητα. που τους
συμμαθητές τους, με ß Περιφέρεται ανάμεσα παρουσιάστηκαν με
σκοπό να τους στις ομάδες για να τη χρήση μιας
337
παρασύρουν στην παρέχει οντότητας, της
«παγίδα» του διευκρινήσεις. θερμότητας.
εμποδίου Ε4. ß Συντονίζει τη
ß Προβλέψεις και συζήτηση.
εξηγήσεις μαθητών.
ß Συζήτηση μεταξύ των
μαθητών.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση των ß Όλοι οι μαθητές
προβλήματος 12 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίων Ε1, Ε3 και θεωρούν ότι η
Φ.Ε.4, στα οποία επικοινωνία και τη προβλήματος 12. ομαδική. Ε4: Εφαρμογή σε νέες θερμοκρασία των
υπάρχουν ερωτήσεις συνεργασία των ß Συζητούν με τους καταστάσεις που σωμάτων που
που συνδέονται με τα μαθητών. συμμαθητές της εμπλέκουν ερωτήσεις βρίσκονται στο ίδιο
εμπόδια Ε1, Ε3 και Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. που σχετίζονται με τα περιβάλλον είναι ίση
Ε4. αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά εμπόδια Ε1, Ε3 και με τη θερμοκρασία
ß Προβλέψεις και συμβολή κάθε μαθητή στις Ε4. του περιβάλλοντός
εξηγήσεις μαθητών. και διατηρεί την συμπληρωματικές ß Επιδιώκεται να τους.
ß Συζήτηση μεταξύ ομάδα σε ενότητα. ερωτήσεις του αναπτυχθεί η ß Οι περισσότεροι
μαθητών. ß Παρέχει προβλήματος. ικανότητα των μαθητές (14 από τους
διευκρινήσεις. μαθητών να 17) θεωρούν ότι η
αναγνωρίζουν τα θερμότητα εξαρτάται
εμπόδια Ε1, Ε3 και όχι μόνο από τη
Ε4. θερμοκρασία αλλά
και από τη μάζα του
σώματος. Μόνο 3
μαθητές θεωρούν ότι
η θερμότητα
εξαρτάται μόνο από
τη θερμοκρασία του
σώματος.
ß Οι περισσότεροι
μαθητές και
συγκεκριμένα 15 από
τους 17, εξηγούν το
θερμικό φαινόμενο
που τους τέθηκε με τη
χρήση της
338
θερμότητας. Μόνο 2
μαθητές εξηγούν το
θερμικό φαινόμενο με
τη χρήση του ψύχους.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση των ß Σε ό,τι αφορά τις
προβλήματος 13 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίων Ε1, Ε3 και ερωτήσεις που
Φ.Ε.4 , στο οποίο επικοινωνία και τη προβλήματος 13. ομαδική. Ε4: Εφαρμογή σε νέες σχετίζονται με το
υπάρχουν ερωτήσεις συνεργασία των ß Συζητούν τις καταστάσεις που εμπόδιο Ε1, όλοι οι
που συνδέονται με τα μαθητών. απαντήσεις τους με εμπλέκουν ερωτήσεις μαθητές θεωρούν ότι
εμπόδια Ε1, Ε3 και Επιβεβαιώνει και τους συμμαθητές της που σχετίζονται με τα η θερμοκρασία των
Ε4. αναγνωρίζει τη ομάδας τους. εμπόδια Ε1, Ε3 και σωμάτων που
ß Προβλέψεις και συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά Ε4. βρίσκονται στο ίδιο
εξηγήσεις μαθητών. μαθητή και διατηρεί στις ß Επιδιώκεται να περιβάλλον είναι ίση
ß Συζήτηση μεταξύ την ομάδα σε συμπληρωματικές αναπτυχθεί η με τη θερμοκρασία
μαθητών. ενότητα. ερωτήσεις του ικανότητα των του περιβάλλοντός
ß Παρέχει προβλήματος. μαθητών να τους.
διευκρινήσεις. αναγνωρίζουν τα ß Στις ερωτήσεις που
ß Δίνει το φύλλο εμπόδια Ε1, Ε3 και σχετίζονται με το
αποτύπωσης των Ε4. εμπόδιο Ε3, όλοι οι
κύριων σημείων των μαθητές θεωρούν ότι
μαθημάτων της η θερμότητα
ενότητας Δ στους εξαρτάται όχι μόνο
μαθητές (Παράρτημα από τη θερμοκρασία
XII, φύλλο 4). αλλά και από τη μάζα
του σώματος.
ß Σε ό,τι αφορά τις
ερωτήσεις που
σχετίζονται με το
εμπόδιο Ε4, ολοι οι
μαθητές εξηγούν το
θερμικό φαινόμενο
που τους τέθηκε με τη
χρήση μιας
οντότητας, της
θερμότητας.
339
6.3.5. Παρουσίαση των μαθημάτων που περιλαμβάνονται στην
ενότητα Ε
340
Πίνακας 6.25. Οι φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων Ε5, Ε1, Ε2, Ε3
και Ε4 στα μαθήματα της ενότητας Ε
Μαθήματα
ενότητας Ε Ε5 Ε5 Ε1 Ε2
Ε5 Ε1 Ε2 Ε3 Ε4
Ε1
Ε2
Ε3
Ε4
Ε5
Ε6
Ε7
341
Μάθημα Ε1
• Επεξεργασία Μάθημα Ε2
προβλήματος που
Ε5
αποσκοπεί στην • Μεταφορά θερμότητας
ανάδειξη των από το ανθρώπινο
αντιλήψεων των Ε5
σώμα στα μάλλινα
μαθητών (Φ.Ε.5: σώματα (Φ.Ε.5:
πρόβλημα 1). πρόβλημα 2).
• Ατομικές γραπτές • Αναγκαιότητα Ε5
απαντήσεις συσχέτισης των
μαθητών θερμοκρασιών των
Ε4
• Συζήτηση των σωμάτων για την
μαθητών σε επίπεδο κατεύθυνση της
ομάδας μεταφοράς της
• Ομαδοποίηση των θερμότητας (Φ.Ε.5: Ε1
απαντήσεων. πρόβλημα 3).
• Συζήτηση των • Εισαγωγή αναλογίας
μαθητών σε επίπεδο και εφαρμογές (Φ.Ε.5:
τάξης. πρόβλημα 4). Μάθημα Ε4
• Διατύπωση
ερωτήματος για • Αποσαφήνιση του
έρευνα. εμποδίου και Ε5
• Σχεδίαση και Μάθημα Ε3 κατάκτηση της
πραγματοποίηση 1ης Ε5 δεξιότητας
έρευνας με σκοπό • Εφαρμογή σε νέες αναγνώρισής του Ε5
να εξεταστεί αν τα καταστάσεις (Φ.Ε.5:
μάλλινα σώματα (Φ.Ε.5: Ε5 προβλήματα 11,
παράγουν προβλήματα 5, 6, 7, 12, 13, 14, 15, 16). Ε4
θερμότητα. 8).
• Επεξεργασία Ε1
ερωτημάτων που
είχαν τεθεί αρχικά Ε2 Μάθημα Ε5
Ε5
(Φ.Ε.5:
• Επεξεργασία
προβλήματα 9, 10).
Ε4
προβλήματος στο Ε5
οποίο
εκδηλώνονται όλα Ε1
τα εμπόδια
Ε2
(Φ.Ε.5: πρόβλημα
17). Ε3
Ε4
Μαθήματα Ε6-Ε7
Ε5
• Σχεδίαση
Ε4
μαθημάτων από
μαθητές για Ε3
διδασκαλία σε
άλλη τάξη (Φ.Ε.5: Ε2
πρόβλημα 18). Ε1
Σχήμα 6.10. Συνοπτική παρουσίαση της πορείας διδασκαλίας των μαθημάτων της
ενότητας Ε
Ακολουθεί αναλυτική παρουσίαση των μαθημάτων με μορφή πινάκων.
342
Ενότητα μαθημάτων Ε
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Δίνει το Φ.Ε.5 στους ß Διαβάζουν το ß Ατομική εργασία. ß Ανάδυση ß Εκδήλωση των
προβλήματος 1 του μαθητές. πρόβλημα 1 του αντιλήψεων. ακόλουθων
Φ.Ε.5, που ß Επιβλέπει, συντονίζει Φ.Ε.5. αντιλήψεων των
περιλαμβάνει την και παρέχει ß Γράφουν απαντήσεις μαθητών:
ερώτηση «γιατί όταν διευκρινήσεις στους συνοδευόμενες από - Αντίληψη που
σκεπαζόμαστε με μαθητές. αιτιολογήσεις. συνδέεται με το
κουβέρτες εμπόδιο Ε5: η
ζεσταινόμαστε;» (το κουβέρτα
πρόβλημα αυτό παράγει
σχετίζεται με το θερμότητa
εμπόδιο Ε5, σύμφωνα επειδή είναι
με το οποίο η αιτία θερμή (15
της διάδοσης της μαθητές από
θερμότητας συνδέεται τους 17),
με ένα μεμονωμένο - Αντίληψη που
σώμα). συνδέεται με τον
ß Προβλέψεις και επιδιωκόμενο
εξηγήσεις μαθητών. στόχο για το
εμπόδιο Ε5: ο
άνθρωπος
επειδή έχει
υψηλότερη
θερμοκρασία
από την
κουβέρτα, δίνει
θερμότητα που
εγκλωβίζεται
μέσα στην
343
κουβέρτα (2
μαθητές από
τους 17).
ß Συζήτηση μεταξύ ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Αποσταθεροποίηση ß Ενίσχυση του
μαθητών. και διευκολύνει την τους ανταλλάσσοντας ομάδας. εμποδίου Ε.5: εμποδίου Ε5: στο
επικοινωνία και τη ιδέες αναφορικά με συνειδητοποίηση πλαίσιο της
συνεργασία των την αιτία ροής ασυμφωνιών μεταξύ συζήτησης μεταξύ
μαθητών. θερμότητας. των μαθητών κάθε των μαθητών κάθε
Επιβεβαιώνει και ß Οι αντιπρόσωποι ομάδας, αναφορικά ομάδας, ενώ οι
αναγνωρίζει τη κάθε ομάδας με την αιτία διάδοσης δεκαπέντε μαθητές
συμβολή του κάθε ομαδοποιούν τις της θερμότητας. εμμένουν στην αρχική
μαθητή και διατηρεί αντιλήψεις των μελών τους αντίληψη, οι δύο
την ομάδα σε των ομάδων τους, με μαθητές που είχαν
ενότητα. σκοπό να τις εκφράσει
ß Καλεί τους ανακοινώσουν στο διαφορετική αντίληψη
αντιπροσώπους των σύνολο των μαθητών σε σχέση με τους
ομάδων να της τάξης. υπόλοιπους, αρχίζουν
ομαδοποιήσουν και να αμφιβάλουν για
στη συνέχεια να την «ορθότητα» των
ανακοινώσουν τις απαντήσεών τους.
απόψεις των μελών
της ομάδας τους.
ß Συζήτηση – επιλογή ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Εκ νέου ß Διαπιστώνονται
και διατύπωση του συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. αποσταθεροποίηση ασυμφωνίες από τους
προς διερεύνηση τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με του εμποδίου Ε1: ίδιους τους μαθητές
προβλήματος. κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες συνειδητοποίηση σχετικά με την αιτία
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που ασυμφωνιών μεταξύ της διάδοσης της
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από του συνόλου των θερμότητας.
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους μαθητών, αναφορικά ß Προτείνετε από τους
τη ροή των των ομάδων. με την αιτία ροής μαθητές να
συζητήσεων χωρίς να ß Διαμορφώνουν το θερμότητας. διερευνηθεί το
παρεμποδίζει ή να προς διερεύνηση πρόβλημα, αν οι
περιορίζει τους πρόβλημα. κουβέρτες, τα γάντια
συμμετέχοντες. και τα μπουφάν
παράγουν θερμότητα.
344
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Διαμορφώνουν ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτείνονται από
προβλήματος από και διευκολύνει την ερωτήσεις με σκοπό ομάδας τους μαθητές να
τους μαθητές. επικοινωνία και τη να σχεδιάσουν μια τοποθετηθούν
ß Σχεδίαση έρευνας συνεργασία των έρευνα. Πιο θερμόμετρα μέσα σε
που αποσκοπεί στη μαθητών. συγκεκριμένα, κουβέρτα και σε
διερεύνηση του Επιβεβαιώνει και - αναγνωρίζουν το μάλλινη μπλούζα και
προβλήματος που αναγνωρίζει τη πρόβλημα, να εξεταστούν οι
τέθηκε από τους συμβολή του κάθε - κάνουν ενδείξεις τους.
μαθητές και αφορά το μαθητή και διατηρεί προβλέψεις και
αν τα μάλλινα την ομάδα σε τις αιτιολογούν,
σώματα παράγουν ενότητα. - αναφέρουν τα
θερμότητα. ß Παρέχει υλικά που
ß Δεν δίνονται έτοιμες διευκρινήσεις στους χρειάζονται για
ερωτήσεις που να μαθητές. τα πειράματα
βοηθήσουν τους και
μαθητές να - προτείνουν τα
σχεδιάσουν την πειράματα.
έρευνα.
ß Επιλογή της ß Συντονίζει τη ß Οι αντιπρόσωποι των ß Συζήτηση σε επίπεδο ß Αποφασίζεται να
«καταλληλότερης» συζήτηση. Ενισχύει ομάδων τάξης πραγματοποιηθούν τα
πορείας για τη με ερωτήσεις τον ανακοινώνουν στη πειράματα που έχουν
διεξαγωγή της διάλογο μεταξύ των τάξη τα πειράματα προτείνει οι ομάδες
έρευνας. μαθητών. Κατευθύνει που έχουν προτείνει των μαθητών
τη ροή των οι ομάδες τους
συζητήσεων χωρίς να ß Συζητούν με το
παρεμποδίζει ή να δάσκαλο τις διάφορες
περιορίζει τους πορείες και
συμμετέχοντες. διαμορφώνουν μια
κοινή πορεία
διεξαγωγής της
έρευνας.
ß Πραγματοποίηση της ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Περιγράφουν τη ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Διαπιστώνεται από
έρευνας μέσω της και διευκολύνει την διαδικασία εκτέλεσης ομάδας αναδόμηση του τους μαθητές ότι η
εκτέλεσης των επικοινωνία και τη των πειραμάτων. εμποδίου Ε1: ένδειξη του
ακόλουθων συνεργασία των ß Ελέγχουν τις - Πρόκληση θερμομέτρου μέσα
345
πειραμάτων: μαθητών. μεταβλητές. κοινωνικο- και έξω από τα
σύγκριση της ένδειξης Επιβεβαιώνει και ß Κάνουν προβλέψεις γνωστικών μάλλινα σώματα δεν
του θερμομέτρου που αναγνωρίζει τη συνοδευόμενες από συγκρούσεων, μεταβάλλεται.
βρίσκεται μέσα σε συμβολή του κάθε αιτιολογήσεις. μέσω της ß Οι μαθητές
κουβέρτα ή σε μαθητή και διατηρεί ß Εκτελούν τα αντιπαράθεσης συμπεραίνουν ότι οι
μάλλινη μπλούζα με την ομάδα σε πειράματα: των μαθητών με κουβέρτες και οι
την ένδειξη του όταν ενότητα. τοποθετούν δύο τα μάλλινες φανέλες δεν
είναι στον αέρα. θερμόμετρα μέσα σε αποτελέσματα παράγουν θερμότητα.
κουβέρτα και σε των πειραμάτων.
μάλλινη μπλούζα και - Νέες δομήσεις:
συγκρίνουν τις τα μάλλινα δεν
ενδείξεις των παράγουν
θερμομέτρων μέσα θερμότητα.
και έξω από τα
μάλλινα σώματα.
ß Συλλέγουν και
αναλύουν τα
δεδομένα.
ß Εξάγουν
συμπεράσματα.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Αναφέρουν τι έχουν ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Το σύνολο των
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την διαπιστώσει από την ομάδας αναδόμηση του μαθητών, θεωρεί ότι
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη έρευνα που έχουν εμποδίου Ε5: οι κουβέρτες, οι
της έρευνας. συνεργασία των πραγματοποιήσει, - Πρόκληση φανέλες και τα γάντια
ß Σύγκριση μαθητών. συγκρίνουν αυτό που κοινωνικο- δεν παράγουν
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και διαπίστωσαν με αυτό γνωστικών θερμότητα.
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη που περίμεναν. συγκρούσεων,
συμβολή του κάθε μέσω της
μαθητή και διατηρεί σύγκρισης των
την ομάδα σε αρχικών
ενότητα. προβλέψεων των
ß Παρέχει μαθητών και των
διευκρινήσεις στους διαπιστώσεών
μαθητές. τους από την
πραγματοποίηση
της έρευνας.
346
Πίνακας 6.27. Μάθημα Ε2
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Αποδοχή από
προβλήματος 2 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του πλευράς μαθητών της
Φ.Ε.5, που αφορά επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική και τέλος σε εμποδίου Ε5, μέσω αντίληψης ότι η
στην προέλευση της συνεργασία των ß Συζητούν τις επίπεδο τάξης. συγκεκριμένων θερμότητα πάει από
θερμότητας που μαθητών. απαντήσεις τους με ερωτήσεων. τον άνθρωπο προς τα
ζεσταίνει τους Επιβεβαιώνει και τους συμμαθητές της ß Επιδιώκεται οι μάλλινα σώματα
μαθητές όταν αναγνωρίζει τη ομάδας τους. μαθητές να χωρίς ιδιαίτερη μνεία
σκεπάζονται με συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά ενισχύσουν ή να στην αιτίας
μάλλινα σώματα. μαθητή και διατηρεί στις οικοδομήσουν την μεταφοράς της.
ß Προβλέψεις και την ομάδα σε συμπληρωματικές αντίληψη ότι η
αιτιολογήσεις. ενότητα. ερωτήσεις του θερμότητα πάει από
ß Συζήτηση. ß Παρέχει προβλήματος. τον άνθρωπο προς τα
διευκρινήσεις. μάλλινα σώματα,
επειδή ο άνθρωπος
έχει υψηλότερη
θερμοκρασία από την
κουβέρτα.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Ενεργοποίηση από
προβλήματος 3 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του τους μαθητές των
Φ.Ε.5, που αφορά στο επικοινωνία και τη ερωτήσεις του ομαδική. εμποδίου Ε5: ακόλουθων
ερώτημα αν ένα συνεργασία των προβλήματος. εφαρμογή με την αντιλήψεων:
θερμό σώμα δίνει μαθητών. ß Συζητούν με τους οποία επιδιώκεται οι - Αντίληψη που
πάντα θερμότητα Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της μαθητές να συνδέεται με το
(ζήτημα που αναγνωρίζει τη ομάδας τους. ενισχύσουν ή να εμπόδιο Ε5: το
σχετίζεται με το συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά οικοδομήσουν την θερμό νερό δίνει
εμπόδιο Ε5). μαθητή και διατηρεί στις αντίληψη ότι η θερμότητα.
ß Προβλέψεις και την ομάδα σε συμπληρωματικές θερμότητα δεν επειδή είναι
αιτιολογήσεις. ενότητα. ερωτήσεις του εκπέμπεται πάντα από θερμό (13
ß Συζήτηση μεταξύ ß Παρέχει προβλήματος. ένα θερμό σώμα, μαθητές από
μαθητών. διευκρινήσεις. αλλά από το σώμα τους 17).,
347
υψηλότερης προς το - Αντίληψη που
σώμα χαμηλότερης συνδέεται με τον
θερμοκρασίας επιδιωκόμενο
στόχο με το
εμπόδιο Ε5: πάει
θερμότητα από
το νερό στον
κύλινδρο, όταν
το νερό έχει
υψηλότερη
θερμοκρασία σε
σχέση με τον
κύλινδρο (4
μαθητές από
τους 17).
ß Κατά τη διάρκεια της
συζήτησης που
ακολουθεί, όλοι οι
μαθητές θεωρούν ότι
η θερμότητα
μεταφέρεται από το
νερό στον κύλινδρο
μόνο όταν το νερό
έχει υψηλότερη
θερμοκρασία από τον
κύλινδρο.
ß Επεξεργασία του ß Συζητά με τους ß Διαβάζουν την πρώτη ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Το σύνολο των
προβλήματος 4 του μαθητές, παρέχει στήλη του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση εμποδίου μαθητών θεωρεί ότι
Φ.Ε.5 (εφαρμογή που διευκρινήσεις. προβλήματος. ομαδική. Ε5, μέσω εφαρμογής μεταφέρεται
επεξεργάζεται το ß Κάνουν προβλέψεις που στηρίζεται σε θερμότητα από το
εμπόδιο Ε5 με χρήση ß Πραγματοποιούν το αναλογία σώμα Α στο σώμα Β,
αναλογίας). πείραμα. ß Επιδιώκεται οι επειδή η θερμοκρασία
ß Προβλέψεις και ß Εξάγουν το μαθητές να του Α είναι
αιτιολογήσεις. συμπέρασμα. ενισχύσουν ή να υψηλότερη από τη
ß Συζήτηση. ß Εφαρμόζουν αυτά οικοδομήσουν την θερμοκρασία του Β,
που διαπίστωσαν για αντίληψη ότι η μέχρι να αποκτήσουν
348
να απαντήσουν στο θερμότητα την ίδια θερμοκρασία.
πρόβλημα της μεταφέρεται από το
δεύτερης στήλης. σώμα υψηλότερης
ß Συζητούν με τους στο σώμα
συμμαθητές της χαμηλότερης
ομάδας τους. θερμοκρασίας μέχρι
ß Απαντούν γραπτά να αποκτήσουν την
στις ίδια θερμοκρασία.
συμπληρωματικές
ερωτήσεις του
προβλήματος.
349
Πίνακας 6.28. Μάθημα Ε3
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εκδήλωση των
προβλήματος 5 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του ακόλουθων
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική. εμποδίου Ε5: αντιλήψεων:
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους - εφαρμογή σε νέες - Αντίληψη που
τους μαθητές να μαθητών. συμμαθητές της καταστάσεις (ένα συνδέεται με τον
προβλέψουν τι θα Επιβεβαιώνει και ομάδας τους τις σώμα επιδιωκόμενο
συμβεί όταν ένα αναγνωρίζει τη απαντήσεις τους. τοποθετείται σε στόχο του
δοχείο με νερό συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά ψυχρό εμποδίου Ε5:
τοποθετείται σε μαθητή και διατηρεί στις περιβάλλον). διαδίδεται
ψυγείο και στη την ομάδα σε συμπληρωματικές - Πρόκληση θερμότητα από
συνέχεια να ενότητα. ερωτήσεις του κοινωνικο- το αναψυκτικό
αιτιολογήσουν ß Παρέχει προβλήματος. γνωστικών προς το ψυγείο,
αναλυτικά τις διευκρινήσεις. συγκρούσεων επειδή η
προβλέψεις τους (μέσω της θερμοκρασία του
ß Προβλέψεις και εκδήλωσης από αναψυκτικού
εξηγήσεις μαθητών. τους μαθητές είναι υψηλότερη
ß Συζήτηση μεταξύ διαφορετικών από τη
μαθητών. αντιλήψεων). θερμοκρασία του
- Νέες δομήσεις. ψυγείου(5
ß Επιδιώκεται οι μαθητές από
μαθητές να τους 17).
ενισχύσουν ή να - Αντίληψη που
οικοδομήσουν την συνδέεται με το
αντίληψη ότι πάει εμπόδιο Ε5:
θερμότητα από το διδίδεται
νερό προς το ψυγείο θερμότητα από
επειδή το νερό έχει το αναψυκτικό
υψηλότερη προς το ψυγείο,
θερμοκρασία από το επειδή το
ψυγείο. αναψυκτικό είναι
θερμό.
350
- Αντίληψη που
συνδέεται με τα
εμπόδια Ε4 και
Ε5: διαδίδεται
ψύχος από το
ψυγείο προς το
αναψυκτικό
επειδή το ψυγείο
είναι ψυχρό (7
μαθητές από
τους 17)
ß Μετά τη συζήτηση με
τους συμμαθητές τους
οι μαθητές
αποδέχονται ότι
υπάρχει μόνο η
θερμότητα που
κινείται από το
αναψυκτικό προς το
ψυγείο, επειδή το
αναψυκτικό έχει
υψηλότερη
θερμοκρασία από το
ψυγείο.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εκδήλωση των
προβλήματος 6 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του ακόλουθων
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική. εμποδίου Ε5: αντιλήψεων των
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους - εφαρμογή σε νέες μαθητών:
τους μαθητές τι θα μαθητών. συμμαθητές της καταστάσεις (ένα - Αντίληψη που
συμβεί και γιατί όταν Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. ψυχρό σώμα σε συνδέεται με τον
ένα ψυχρό σώμα αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά «ανοιχτό» επιδιωκόμενο
(κρύος καφές) συμβολή του κάθε στις περιβάλλον). στόχο του
τοποθετείται σε έναν μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές - Πρόκληση εμποδίου Ε5:
υπαίθριο χώρο (το την ομάδα σε ερωτήσεις του κοινωνικο- πάει θερμότητα
πρόβλημα αυτό ενότητα. προβλήματος. γνωστικών από τον
διαφοροποιείται σε ß Παρέχει συγκρούσεων περιβάλλοντα
351
σχέση με το διευκρινήσεις. (μέσω της χώρο προς τον
προηγούμενο επειδή εκδήλωσης από καφέ, επειδή η
υπάρχει ψυχρό σώμα τους μαθητές θερμοκρασία του
που τοποθετείται στο διαφορετικών γύρω χώρου
ύπαιθρο, δηλ. σε αντιλήψεων). είναι υψηλότερη
περιβάλλον που δεν - Νέες δομήσεις. από τη
γίνεται εύκολα ß Επιδιώκεται οι θερμοκρασία του
αντιληπτό από τους μαθητές να καφέ (9 μαθητές
μαθητές). ενισχύσουν ή να από τους 17).
ß Προβλέψεις και οικοδομήσουν την - Αντίληψη που
αιτιολογήσεις. αντίληψη ότι πάει συνδέεται με το
ß Συζήτηση. θερμότητα από το εμπόδιο Ε5: πάει
περιβάλλον προς τον θερμότητα από
καφέ επειδή το τον
περιβάλλον έχει περιβάλλοντα
υψηλότερη χώρο προς τον
θερμοκρασία από τον καφέ, επειδή ο
καφέ. περιβάλλον
χώρος είναι
θερμός (6
μαθητές από
τους 17).
- Αντίληψη που
συνδέεται με το
εμπόδιο Ε4:
φεύγει κρύο από
τον καφέ, επειδή
είναι ψυχρός (2
μαθητές από
τους 17).
ß Κατά τη διάρκεια της
συζήτησης οι μαθητές
αποδέχονται ότι πάει
θερμότητα από το
περιβάλλον στον
καφέ επειδή ότι η
352
θερμοκρασία του
γύρω χώρου είναι
υψηλότερη από τη
θερμοκρασία του
καφέ.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εκδήλωση των
προβλήματος 7 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του ακόλουθων
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική. εμποδίου Ε5 αντιλήψεων των
αυτό ένα ψυχρό σώμα συνεργασία των ß Συζητούν με τους (εφαρμογή σε νέες μαθητών:
πρέπει να μεταφερθεί μαθητών. συμμαθητές της καταστάσεις: - Αντίληψη που
σε μια ορισμένη Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. καταστάσεις μόνωσης συνδέεται με τα
απόσταση. Ζητείται αναγνωρίζει τη ψυχρών σωμάτων από εμπόδια Ε4 και
από τους μαθητές να συμβολή του κάθε διάφορα υλικά). Ε5: ο καφές
επιλέξουν το σώμα μαθητή και διατηρεί ß Επιδιώκεται οι διατηρείται για
μέσα στο οποίο την ομάδα σε μαθητές να περισσότερο
πρέπει να τοποθετηθεί ενότητα. ενισχύσουν ή να χρόνο κρύος στο
το ψυχρό σώμα για να ß Παρέχει οικοδομήσουν την ποτήρι που είναι
διατηρηθεί ψυχρό για διευκρινήσεις. αντίληψη ότι (α) πάει τυλιγμένο με
όσο το δυνατόν θερμότητα από το αλουμινόχαρτο,
περισσότερο χρόνο περιβάλλον προς τον επειδή το
(το πρόβλημα αυτό καφέ επειδή το αλουμινόχαρτο
διαφοροποιείται σε περιβάλλον έχει είναι κρύο και
σχέση με τις υψηλότερη δίνει κρύο στον
προηγούμενα επειδή θερμοκρασία από τον καφέ (3 μαθητές
αυτό αναφέρεται σε καφέ και (β) το από τους 17).
καταστάσεις μόνωσης αλουμινόχαρτο είναι - Αντιλήψεις που
όπου ως μονωτές πιο καλός αγωγός σε συνδέονται με
χρησιμοποιούνται το σχέση με το γυαλί και τον
γυαλί, το μαλλί και το το μαλλί. επιδιωκόμενο
αλουμινόχαρτο). ß Συνειδητοποίηση στόχο του
ß Προβλέψεις και ασυμφωνιών. εμποδίου Ε5:
αιτιολογήσεις. (i) ο καφές
ß Συζήτηση μεταξύ διατηρείται για
μαθητών. περισσότερο
χρόνο κρύος στο
ποτήρι που είναι
353
τυλιγμένο με
αλουμινόχαρτο
επειδή η
θερμότητα που
πάει από το
περιβάλλον στον
καφέ εμποδίζεται
να περάσει από το
αλουμινόχαρτο (6
μαθητές από τους
17).
(ii) ο καφές
διατηρείται για
περισσότερο
χρόνο κρύος στο
ποτήρι που είναι
τυλιγμένο με τη
μάλλινη μπλούζα,
επειδή η
θερμότητα που
μεταφέρεται από
τον περιβάλλοντα
χώρο προς τον
καφέ, διέρχεται
πιο αργά από τη
μάλλινη μπλούζα
(5 μαθητές από
τους 17).
- Αντίληψη που
συνδέεται με το
εμπόδιο Ε5: ο
καφές διατηρείται
για περισσότερο
χρόνο κρύος στο
ποτήρι που είναι
τυλιγμένο με
354
αλουμινόχαρτο,
επειδή η μάλλινη
μπλούζα παράγει
θερμότητα και
έτσι ζεσταίνεται ο
καφές (3 μαθητές
από τους 17).
ß Συζήτηση – ß Συντονίζει τη ß Συζητούν μεταξύ ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτείνεται από τους
συγκεκριμενοποίηση συζήτηση (καθορίζει τους και με τον τάξης. μαθητές ένα
του προς διερεύνηση τους διαδικαστικούς δάσκαλο σχετικά με πρόβλημα προς
προβλήματος. κανόνες). Ενισχύει με τις διάφορες διερεύνηση
ερωτήσεις τον αντιλήψεις που (ενδεικτική
διάλογο μεταξύ των ανακοινώνονται από διατύπωση
μαθητών. Κατευθύνει τους αντιπροσώπους προβλήματος προς
τη ροή των των ομάδων. διερεύνηση: «ποιο
συζητήσεων χωρίς να ß Διαμορφώνουν το υλικό είναι
παρεμποδίζει ή να προς διερεύνηση κατάλληλο για να
περιορίζει τους πρόβλημα. διατηρήσει για
συμμετέχοντες. περισσότερο χρόνο
ένα κρύο καφέ;»).
ß Ανάληψη του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Σχεδιάζουν την ß Εργασία σε επίπεδο ß Προτείνουν και
προβλήματος από και διευκολύνει την έρευνα. Πιο ομάδας. εκτελούν το πείραμα
τους μαθητές. επικοινωνία και τη συγκεκριμένα, που περιγράφεται στο
ß Σχεδίαση και συνεργασία των αναγνωρίζουν το πρόβλημα 7.
πραγματοποίηση μαθητών. πρόβλημα, κάνουν ß Διαπιστώνουν ότι ο
έρευνας, που Επιβεβαιώνει και προβλέψεις και τις καφές διατηρείται για
αποσκοπεί στη αναγνωρίζει τη αιτιολογούν, περισσότερο χρόνο
διερεύνηση του συμβολή του κάθε αναφέρουν τα υλικά κρύος στο ποτήρι που
προβλήματος που μαθητή και διατηρεί που χρειάζονται για είναι τυλιγμένο με
τέθηκε από τους την ομάδα σε τα πειράματα και μάλλινη μπλούζα.
μαθητές και αφορά ενότητα. προτείνουν τα
τον προσδιορισμό ß Παρέχει πειράματα.
ενός υλικού που είναι διευκρινήσεις στους ß Πραγματοποιούν τα
κατάλληλο για να μαθητές. πειράματα.
διατηρήσει τη ß Εξασφαλίζει στους
355
θερμική κατάσταση μαθητές πρόσβαση σε
του καφέ για όσο το όργανα και υλικά.
δυνατόν περισσότερο
χρόνο.
ß Διαπιστώσεις – ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Αναφέρουν τι έχουν ß Εργασία σε επίπεδο ß Εννοιολογική ß Από τη συζήτηση
Συμπεράσματα από και διευκολύνει την διαπιστώσει από την ομάδας. αναδόμηση του προκύπτει ότι η οι
την πραγματοποίηση επικοινωνία και τη έρευνα που έχουν εμποδίου Ε5 μαθητές συγκρίνουν
της έρευνας. συνεργασία των πραγματοποιήσει, - Πρόκληση τις θερμοκρασίες των
ß Σύγκριση μαθητών. συγκρίνουν αυτό που κοινωνικο- σωμάτων του
προβλέψεων και Επιβεβαιώνει και διαπίστωσαν με αυτό γνωστικών συστήματος
διαπιστώσεων. αναγνωρίζει τη που περίμεναν. συγκρούσεων προκειμένου να
συμβολή του κάθε (μέσω της καθορίσουν την ροή
μαθητή και διατηρεί αντιπαράθεσης της θερμότητας από
την ομάδα σε των προβλέψεων το ένα σώμα στο
ενότητα. των μαθητών και άλλο και
ß Παρέχει των κατατάσσουν τα
διευκρινήσεις στους διαπιστώσεών σώματα που
μαθητές. τους από την μελέτησαν σε σειρά
πραγματοποίηση ανάλογα με τη
της έρευνας). θερμική τους
- Νέα δόμηση. αγωγιμότητα.
ß Επιδιώκεται οι
μαθητές να
οικοδομήσουν τις
ακόλουθες
αντιλήψεις:
- η θερμότητα
μεταφέρεται από
ένα σώμα σε ένα
άλλο επειδή η
θερμοκρασία του
ενός σώματος
είναι υψηλότερη
από τη
θερμοκρασία του
δεύτερου
356
σώματος
- η θερμότητα
επιβραδύνεται
περισσότερο στο
μαλλί σε σχέση
με τα άλλα δύο
υλικά (το μαλλί
είναι καλύτερος
μονωτής σε
σχέση με το
αλουμινόχαρτο
και το γυαλί).
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Οι περισσότεροι
προβλήματος 8 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια αναδόμηση του μαθητές συγκρίνουν
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική. εμποδίου Ε5 τις θερμοκρασίες των
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους (εφαρμογή σε νέες σωμάτων του
τους μαθητές να μαθητών. συμμαθητές της καταστάσεις μόνωσης συστήματος
προβλέψουν σε ποιο Επιβεβαιώνει και ομάδας τους τις ψυχρών σωμάτων από προκειμένου να
ύφασμα (λεπτό ή αναγνωρίζει τη απαντήσεις τους. υφάσματα καθορίσουν την ροή
χοντρό) διατηρείται συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά διαφορετικού της θερμότητας από
για περισσότερο μαθητή και διατηρεί στις πάχους). το ένα σώμα στο
χρόνο η θερμική την ομάδα σε συμπληρωματικές ß Επιδιώκεται οι άλλο (12 από τους
κατάσταση ενός ενότητα. ερωτήσεις του μαθητές να 17).
ψυχρού σώματος και ß Παρέχει προβλήματος. ενισχύσουν ή να ß Ελάχιστοι μαθητές
να αιτιολογήσουν την διευκρινήσεις. οικοδομήσουν την εξακολουθούν να
απάντησή τους. αντίληψη ότι (α) πάει καθορίζουν τη ροή
ß Προβλέψεις και θερμότητα από το θερμότητας από τη
εξηγήσεις μαθητών. περιβάλλον προς το θερμική κατάσταση
ß Συζήτηση μεταξύ των αναψυκτικό επειδή το ενός σώματος (5
μαθητών. περιβάλλον έχει μαθητές από τους
υψηλότερη 17).
θερμοκρασία από τον ß Κατά τη διάρκεια της
αναψυκτικό και (β) το συζήτησης οι μαθητές
πιο λεπτό ύφασμα στο σύνολό τους
είναι πιο καλός αποδέχονται τη
αγωγός σε σχέση με διαφορά
357
το πιο χονδρό. θερμοκρασίας ως
αιτία της διάδοσης
της θερμότητας από
ένα σώμα σε ένα
άλλο σώμα.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Διαπιστώνεται ότι οι
προβλήματος 9 του και διευκολύνει την στις αρχικές εργασία και στη αναδόμηση του μαθητές αρχικά
Φ.Ε.5, που αφορά τη επικοινωνία και τη ερωτήσεις του συνέχεια ομαδική. εμποδίου Ε5: θεωρούσαν ότι οι
διαπραγμάτευση συνεργασία των προβλήματος. - αναστοχασμός σε κουβέρτες παράγουν
ερωτημάτων που μαθητών. ß Συζητούν με τους πρόβλημα που ο θερμότητα, ενώ τώρα
είχαν τεθεί στους Επιβεβαιώνει και συμμαθητές της μαθητής είχε θεωρούν ότι πάει
μαθητές στην αρχή αναγνωρίζει τη ομάδας τους. επεξεργαστεί θερμότητα από τον
των διδασκαλιών. συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά ξανά πριν από άνθρωπο στις
ß Προβλέψεις και μαθητή και διατηρεί στις κάποιο χρονικό κουβέρτες επειδή ο
εξηγήσεις μαθητών. την ομάδα σε συμπληρωματικές διάστημα άνθρωπος έχει
ß Συζήτηση μεταξύ των ενότητα. ερωτήσεις του - πρόκληση υψηλότερη
μαθητών. ß Παρέχει προβλήματος. γνωστικών θερμοκρασία από τις
διευκρινήσεις. συγκρούσεων κουβέρτες.
- νέες δομήσεις.
ß Επιδιώκεται οι
μαθητές να
ενισχύσουν το νέο
τρόπο σκέψης, μέσω
της σύγκρισή του με
τον αρχικό τρόπο
σκέψης τους.
ß Επεξεργασία του ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Εννοιολογική ß Εκδήλωση των
προβλήματος 10 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία και στη αναδόμηση του ακόλουθων
Φ.Ε.5, που αφορά στη επικοινωνία και τη προβλήματος. συνέχεια ομαδική. εμποδίων Ε1, Ε2, Ε4 αντιλήψεων των
διαπραγμάτευση συνεργασία των ß Συζητούν με τους και Ε5: μαθητών:
ερωτημάτων που μαθητών. συμμαθητές της αναστοχασμός σε - Αντίληψη που
είχαν τεθεί στους Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. ερωτήματα που ο συνδέεται με τον
μαθητές στην αρχή αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά μαθητής είχε επιδιωκόμενο
των διδασκαλιών συμβολή του κάθε στις επεξεργαστεί ξανά στόχο του
αλλά και νέων μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές πριν από κάποιο εμποδίου Ε5:
358
ερωτημάτων. την ομάδα σε ερωτήσεις του χρονικό διάστημα. πάει θερμότητα
Συγκεκριμένα, αρχικά ενότητα. προβλήματος. ß Επιδιώκεται οι από τα χέρια
ζητείται από τους ß Παρέχει μαθητές να προς τις
μαθητές να διευκρινήσεις. ενισχύσουν το νέο ράβδους, επειδή
αναφέρουν αν δύο τρόπο σκέψης, μέσω τα χέρια έχουν
ράβδοι (μια σιδερένια της σύγκρισή του με υψηλότερη
και μια ξύλινη) που τον αρχικό τρόπο θερμοκρασία
βρίσκονται μέσα σε σκέψης τους. από τις
ένα ψυγείο για αρκετό ράβδους(11
χρόνο θα έχουν ίσες ή μαθητές από
διαφορετικές τους 17).
θερμοκρασίες. Στη - Αντίληψη που
συνέχεια ζητείται από συνδέεται με το
τους μαθητές να εμπόδιο Ε5: το
εξηγήσουν γιατί ανθρώπινο χέρι
κρυώνουν τα χέρια είναι ζεστό και
τους αν αγγίξουν τις δίνει θερμότητα
ράβδους. στα αντικείμενα
ß Προβλέψεις και με τα οποία
αιτιολογήσεις. έρχεται σε επαφή
ß Συζήτηση μεταξύ (4 μαθητές από
μαθητών. τους 17).
- Αντίληψη που
συνδέεται με τα
εμπόδια Ε4 και
Ε5: πάει κρύο
από τις ράβδους
προς τα χέρια,
επειδή οι ράβδοι
είναι κρύες (2
μαθητές από
τους 17).
ß Στο πλαίσιο της
συζήτησης οι μαθητές
αποδέχονται
αντιλήψεις που
359
συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους
στόχους των
εμποδίων Ε1, Ε2, Ε4,
Ε5, χωρίς απαραίτητα
να τους έχουν
ενσωματώσει στον
τρόπο σκέψης τους.
360
Πίνακας 6.29. Μάθημα Ε4
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές
προβλήματος 11 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε5 διαφωνούν με την
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική και τέλος (αποσαφήνιση απάντηση του
αυτό καλούνται οι συνεργασία των ß Συζητούν με τους εργασία σε επίπεδο εμποδίου: έκφραση συμμαθητή τους.
μαθητές να μαθητών. συμμαθητές της τάξης. κρίσεων πάνω στις ß Από τις απαντήσεις
αναφέρουν και να Επιβεβαιώνει και ομάδας τους τις σκέψεις μαθητή που τους προκύπτει ότι
αιτιολογήσουν αν αναγνωρίζει τη απαντήσεις τους. αφορούν καταστάσεις συγκρίνουν τις
συμφωνούν με μια συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά μόνωσης). θερμοκρασίες των
απάντηση ενός μαθητή και διατηρεί στις σωμάτων του
συμμαθητή τους που την ομάδα σε συμπληρωματικές συστήματος
αναφέρεται στην αιτία ενότητα. ερωτήσεις του προκειμένου να
διάδοσης της ß Περιφέρεται ανάμεσα προβλήματος. καθορίσουν την ροή
θερμότητας. στις ομάδες για να ß Συζητούν με τους της θερμότητας.
Επιπλέον, ζητείται παρέχει συμμαθητές της τάξης
από τους μαθητές να διευκρινήσεις. τους τις απαντήσεις
σκεφτούν το λόγο για ß Συντονίζει τη τους.
τον οποίο ο συζήτηση.
συμμαθητής τους έχει
διατυπώσει μια τέτοια
απάντηση και στη
συνέχεια να δώσουν
την δική τους
απάντηση.
ß Προβλέψεις και
εξηγήσεις μαθητών.
ß Συζήτηση μεταξύ των
μαθητών.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές
προβλήματος 12 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε5 αναφέρουν ότι πριν
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική και τέλος - συμβολική τις διδασκαλίες θα
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους εργασία σε επίπεδο αναπαράσταση ισχυρίζονταν ότι η
361
τους μαθητές τι μαθητών. συμμαθητές της τάξης. του εμποδίου θερμότητα πάει από
απάντηση θα έδιναν Επιβεβαιώνει και ομάδας τους τις (δύο τον κύλινδρο προς το
πριν τις διδασκαλίες αναγνωρίζει τη απαντήσεις τους. συγκεκριμένα νερό, επειδή ο
και ποια τώρα, συμβολή του κάθε ß Απαντούν γραπτά σώματα σε κύλινδρος είναι
σχετικά με την μαθητή και διατηρεί στις επαφή, όπου είναι θερμό σώμα.
κατεύθυνση της ροής την ομάδα σε συμπληρωματικές γνωστή η θερμική ß Από τη συζήτηση
θερμότητας και την ενότητα. ερωτήσεις του κατάσταση του ανάμεσα στους
αιτία της ροής της ß Παρέχει προβλήματος. ενός σώματος) μαθητές που
όταν ένα θερμό σώμα διευκρινήσεις. - αναστοχασμός σε ακολουθεί προκύπτει
έρχεται σε επαφή με ß Συντονίζει τη αρχικές ότι συγκρίνουν τις
ένα άλλο σώμα. συζήτηση. αντιλήψεις. θερμοκρασίες των
ß Προβλέψεις και ß Επιδιώκεται οι σωμάτων του
εξηγήσεις μαθητών. μαθητές να συστήματος
ß Συζήτηση μεταξύ ενισχύσουν ή να προκειμένου να
μαθητών. οικοδομήσουν την καθορίσουν την ροή
αντίληψη ότι της θερμότητας από
απαιτείται η σύγκριση τον κύλινδρο προς το
των θερμοκρασιών νερό ή αντίθετα.
των σωμάτων
προκειμένου να
καθορίσουν την ροή
της θερμότητας από
το ένα σώμα στο
άλλο.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές
προβλήματος 13 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε5 αναφέρουν ότι πριν
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική και τέλος - συμβολική τις διδασκαλίες ο
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους εργασία σε επίπεδο αναπαράσταση τρόπος σκέψης τους
τους μαθητές να μαθητών. συμμαθητές της τάξης. του εμποδίου αντιστοιχούσε με την
δικαιολογήσουν με Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. (δύο εικόνες με εικόνα Α, επειδή
ποια από τις δύο αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά συγκεκριμένα εξέταζαν τη θερμική
εικόνες Α και Β που συμβολή του κάθε στις σώματα σε κατάσταση του ενός
τους προτείνονται, μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές επαφή, όπου στη σώματος για τον
μοιάζει ο τρόπος που την ομάδα σε ερωτήσεις του μια εικόνα είναι προσδιορισμό της
σκέφτονταν πριν τις ενότητα. προβλήματος. γνωστή η θερμική κατεύθυνσης ροής
διδασκαλίες για να ß Περιφέρεται ανάμεσα κατάσταση του θερμότητας.
362
αποφανθούν για την στις ομάδες για να ενός σώματος, ß Θεωρούν επίσης ότι
αιτία και την παρέχει ενώ στην άλλη μετά τις διδασκαλίες
κατεύθυνση διάδοσης διευκρινήσεις. εικόνα αποδέχονται τον
της θερμότητας (το ß Συντονίζει τη αναγράφονται οι τρόπο σκέψης που
πρόβλημα αυτό συζήτηση. θερμοκρασίες απεικονίζεται στην
διαφοροποιείται σε των σωμάτων) εικόνα Β, δηλ. ότι
σχέση με το - αναστοχασμός σε συγκρίνουν τις
προηγούμενο επειδή αρχικές θερμοκρασίες του
στην εικόνα Β αντιλήψεις. κυλίνδρου και του
δίνονται αριθμητικά ß Επιδιώκεται οι νερού προκειμένου
δεδομένα και μαθητές να να καθορίσουν την
παρουσιάζονται τα ενισχύσουν ή να κατεύθυνση της ροής
τρία βήματα σκέψης οικοδομήσουν την της θερμότητας.
που είναι απαραίτητα αντίληψη ότι
για τον καθορισμό της απαιτείται η σύγκριση
κατεύθυνσης της των θερμοκρασιών
μεταφοράς της των σωμάτων
θερμότητας). προκειμένου να
ß Προβλέψεις και καθορίσουν την ροή
εξηγήσεις μαθητών. της θερμότητας από
ß Συζήτηση. τον κύλινδρο στο
νερό.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές στο
προβλήματος 14 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίου Ε5: σύνολό τους
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. ομαδική και τέλος - συμβολική αναφέρουν ότι
αυτό δίνονται δύο συνεργασία των ß Συζητούν με τους εργασία σε επίπεδο αναπαράσταση προηγείται χρονικά η
εικόνες με σώματα μαθητών. συμμαθητές της τάξης. του εμποδίου εικόνα Β και έπεται η
στα οποία είναι Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. (δύο εικόνες με Α, γιατί η θερμότητα
σημειωμένες οι αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά συγκεκριμένα πάει από τον
θερμοκρασίες τους. συμβολή του κάθε στις σώματα σε κύλινδρο στο νερό
Στην πρώτη εικόνα τα μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές επαφή, όπου στη μέχρι να αποκτήσουν
σώματα έχουν ίσες την ομάδα σε ερωτήσεις του μια εικόνα οι ίσες θερμοκρασίες.
θερμοκρασίες, ενώ ενότητα. προβλήματος. θερμοκρασίες
στη δεύτερη ß Περιφέρεται ανάμεσα των σωμάτων
διαφορετικές. στις ομάδες για να είναι ίσες, ενώ
Ζητείται ποια εικόνα παρέχει στην άλλη εικόνα
363
προηγείται χρονικά. διευκρινήσεις. είναι
ß Προβλέψεις και ß Συντονίζει τη διαφορετικές)
εξηγήσεις μαθητών. συζήτηση. - αναστοχασμός σε
ß Συζήτηση. αρχικές
αντιλήψεις.
ß Επιδιώκεται οι
μαθητές να
ενισχύσουν ή να
οικοδομήσουν την
αντίληψη ότι η
εξίσωση των
θερμοκρασιών
επέρχεται ύστερα από
τη ροή θερμότητας
από το σώμα
υψηλότερης στο
σώμα χαμηλότερης
θερμοκρασίας.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές στο
προβλήματος 15 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία και στη εμποδίου Ε5 σύνολό τους
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. συνέχεια ομαδική. - συμβολική συμπληρώνουν τις
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους αναπαράσταση προτάσεις θεωρώντας
τους μαθητές να μαθητών. συμμαθητές της του εμποδίου Ε5 ότι η πρώτη πρόταση
συμπληρώνουν δύο Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. (συμπλήρωση εμπεριέχει τον τρόπο
προτάσεις που τους αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά προτάσεων που σκέψης τους πριν τις
δίνονται, ώστε η συμβολή του κάθε στις σχετίζονται με τη διδασκαλίες, ενώ η
πρώτη πρόταση να μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές διατύπωση του δεύτερη πρόταση τον
δείχνει τον τρόπο που την ομάδα σε ερωτήσεις του εμποδίου και του τρόπο σκέψης τους
σκέφτονταν ενότητα. προβλήματος. επιδιωκόμενου μετά τις διδασκαλίες.
αναφορικά με το ß Περιφέρεται ανάμεσα στόχου με
ζήτημα της αιτίας στις ομάδες για να αφορμή δύο
διάδοσης της παρέχει εικόνες με μη
θερμότητας πριν τις διευκρινήσεις. συγκεκριμένα
διδασκαλίες και η ß Συντονίζει τη σώματα σε
δεύτερη πρόταση τον συζήτηση. επαφή, όπου στη
τρόπο με τον οποίο μια εικόνα είναι
364
σκέφτονται τώρα. γνωστή η θερμική
ß Προβλέψεις και κατάσταση του
εξηγήσεις μαθητών. ενός σώματος,
ß Συζήτηση μεταξύ των ενώ στην άλλη
μαθητών. εικόνα
αναγράφονται οι
θερμοκρασίες
των σωμάτων)
- αναστοχασμός σε
αρχικές
αντιλήψεις.
ß Επιδιώκεται οι
μαθητές να
ενισχύσουν ή να
οικοδομήσουν την
αντίληψη ότι
απαιτείται η σύγκριση
των θερμοκρασιών
των σωμάτων
προκειμένου να
καθορίσουν την ροή
της θερμότητας από
το ένα σώμα στο
άλλο.
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση του ß Οι μαθητές στο
προβλήματος 16 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία και στη εμποδίου Ε5 σύνολό τους
Φ.Ε.5. Στο πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. συνέχεια ομαδική. - συμβολική αντιστοιχούν τη
αυτό ζητείται από συνεργασία των ß Συζητούν με τους αναπαράσταση «μεταφορά
τους μαθητές να μαθητών. συμμαθητές της του εμποδίου Ε5 θερμότητας» με την
αντιστοιχίσουν μια Επιβεβαιώνει και ομάδας τους. (αντιστοίχηση «ύπαρξη διαφοράς
πρόταση με μια άλλη αναγνωρίζει τη ß Απαντούν γραπτά προτάσεων που θερμοκρασίας».
(ώστε να σχηματιστεί συμβολή του κάθε στις εκφράζουν το ß Αιτιολογούν την
ο επιδιωκόμενος μαθητή και διατηρεί συμπληρωματικές εμπόδιο και τον απάντησή τους
στόχος του εμποδίου την ομάδα σε ερωτήσεις του επιδιωκόμενο θεωρώντας ότι η αιτία
Ε5). ενότητα. προβλήματος. στόχο). της διάδοσης της
ß Σύνδεση προτάσεων ß Παρέχει ß Επιδιώκεται οι θερμότητας από ένα
365
και εξηγήσεις διευκρινήσεις. μαθητές να σώμα σε ένα άλλο
μαθητών. ß Συντονίζει τη ενισχύσουν ή να είναι η διαφορά
ß Συζήτηση μεταξύ των συζήτηση. οικοδομήσουν την θερμοκρασίας τους.
μαθητών. ß Δίνει στους μαθητές αντίληψη ότι η ß Από τη συζήτηση σε
τα φύλλα μεταφορά θερμότητας επίπεδο ομάδας και
αποτύπωσης των σχετίζεται με την στη συνέχεια σε
κύριων σημείων των ύπαρξη διαφορά επίπεδο τάξης
μαθημάτων της θερμοκρασίας προκύπτει ότι
ενότητας Ε ανάμεσα στα σώματα. ορισμένοι μαθητές
(Παράρτημα XII, ß Πρασπάθεια προσεγγίζουν
φύλλα 5 και 6). διατύπωσης του δυναμικές όψεις του
εμποδίου Ε5, εμποδίου και δίνουν
μετακίνησης των απαντήσεις που
απαντήσεων των εμφανίζουν μια
μαθητών από το μετατόπιση από το
τοπικό στο εγκάρσιο τοπικό στο εγκάρσιο.
και έκφρασης
κρίσεων σε προτάσεις
που διατυπώνουν το
εμπόδιο Ε5.
366
Πίνακας 6.30. Μάθημα Ε5
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση των ß Διαπιστώνεται ότι οι
προβλήματος 17 του και διευκολύνει την στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίων Ε1, Ε2, Ε3, μαθητές εκδηλώνουν
Φ.Ε.5. Το πρόβλημα επικοινωνία και τη προβλήματος. εργασία σε επίπεδο Ε4 και Ε5 μέσω ενός αντιλήψεις που
αυτό περιέχει συνεργασία των ß Συζητούν αρχικά με ομάδας και τέλος συνδυαστικού συνδέονται με τους
ερωτήματα που μαθητών. τους συμμαθητές της εργασία σε επίπεδο προβλήματος. επιδιωκόμενους
συνδέονται με το ß Παρέχει ομάδας τους και στη τάξης. στόχους.
σύνολο των εμποδίων διευκρινήσεις. συνέχεια με το
των μαθητών στην ß Συντονίζει τις σύνολο των
εννοιολογική περιοχή συζητήσεις. συμμαθητών τους και
της θερμότητας. ß Δίνει το φύλλο με το δάσκαλο.
ß Προβλέψεις και αποτύπωσης των
εξηγήσεις μαθητών. κύριων σημείων των
ß Συζήτηση μεταξύ μαθημάτων στους
μαθητών. μαθητές.
367
Πίνακας 6.31. Μαθήματα Ε6 και Ε7
Καταστάσεις Ενέργειες δασκάλου Ενέργειες μαθητών Τρόπος οργάνωσης Επεξεργασία εμποδίων Αποτέλεσμα
εργασίας
ß Επεξεργασία ß Θέτει τους ß Απαντούν γραπτά ß Αρχικά ατομική ß Αναγνώριση των ß Οι μαθητές στο
προβλήματος 18 του διαδικαστικούς στις ερωτήσεις του εργασία, στη συνέχεια εμποδίων Ε1, Ε2, Ε3, σύνολό τους
Φ.Ε.5 που αφορά στη κανόνες. προβλήματος. εργασία σε επίπεδο Ε4 και Ε5 μέσω της καταθέτουν ως
σχεδίαση ß Επιβλέπει, συντονίζει ß Συζητούν αρχικά με ομάδας και τέλος σχεδίασης μαθημάτων δυσκολίες ορισμένες
διδασκαλιών για την και διευκολύνει την τους συμμαθητές της εργασία σε επίπεδο από τους μαθητές με προτάσεις που
εννοιολογική περιοχή επικοινωνία και τη ομάδας τους και στη τάξης. σκοπό τη διδασκαλία σχετίζονται με τα
της θερμότητας. συνεργασία των συνέχεια με το σε άλλη τάξη. εμπόδια Ε1, Ε2, Ε3,
ß Συζήτηση μεταξύ μαθητών. σύνολο των Ε4 και Ε5. Από τις
μαθητών. Επιβεβαιώνει και συμμαθητών τους και συζητήσεις των
αναγνωρίζει τη με το δάσκαλο. μαθητών προκύπτει
συμβολή του κάθε ότι αυτοί
μαθητή και διατηρεί αναγνωρίζουν ότι και
την ομάδα σε οι άλλοι μαθητές των
ενότητα. άλλων τμημάτων ή
ß Παρέχει τάξεων θα έχουν την
διευκρινήσεις. ίδια δυσκολία με
ß Συντονίζει τη αυτούς σε ότι αφορά
συζήτηση. τα ζητήματα στα
οποία αναφέρονται τα
εμπόδια. Πρότειναν
μάλιστα και
συγκεκριμένες
πειραματικές
καταστάσεις με
σκοπό να βοηθήσουν
τους «μαθητές τους»
να ξεπεράσουν αυτές
τις δυσκολίες.
368
6.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
369
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
370
7.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
371
διάρκειά της. Μια τέτοιου είδους προσέγγιση μπορεί να επιτευχθεί με την ανάλυση
του προφορικού και του γραπτού λόγου των μαθητών, όπως αυτός αποτυπώνεται και
καταγράφεται κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών.
H ανάλυση του προφορικού και του γραπτού λόγου των μαθητών επιτρέπει τη
συλλογή σημαντικών πληροφοριών για τη διαδικασία οικοδόμησης της γνώσης από
τους μαθητές (Vellom, Anderson & Palincsar 1994). Επιτρέπει επίσης, να μελετηθεί η
εξέλιξη της νοητικής προόδου των μαθητών και να διερευνηθούν οι συνθήκες κάτω
από τις οποίες η προτεινόμενη διδακτική επεξεργασία των αντιλήψεων μπορεί να
επηρεάσει τους συλλογισμούς των μαθητών.
Η αποτίμηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων από την εφαρμογή του
προγράμματος μαθημάτων για τη διδακτική επεξεργασία των πέντε εμποδίων των
μαθητών που αφορούν στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, επιλέγουμε να
πραγματοποιηθεί:
- με ποιοτική ανάλυση του προφορικού λόγου των μαθητών (συζητήσεις ανάμεσα
στους μαθητές και ανάμεσα στους μαθητές και στον εκπαιδευτικό) και του
γραπτού λόγου των μαθητών (γραπτές απαντήσεις μαθητών στις ερωτήσεις των
φύλλων εργασίας) κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών, και
- με ημιποιοτική ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών σε γραπτά
ερωτηματολόγια πριν (προ-τεστ) και αμέσως μετά το τέλος του προγράμματος
των μαθημάτων (μετα-τεστ I), καθώς επίσης και τέσσερις μήνες αργότερα (μετα-
τεστ II).
Με την ποιοτική ανάλυση του προφορικού και του γραπτού λόγου των μαθητών
γίνεται δυνατή η μελέτη της πορείας της νοητικής εξέλιξης των μαθητών αναφορικά
με τα εμπόδια. Με την ημιποιοτική ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών στα
ερωτηματολόγια (προ-τεστ, μετα-τεστ I και μετα-τεστ II) αποτυπώνονται στιγμιότυπα
της γνωστικής κατάστασης των μαθητών αναφορικά με τα εμπόδια πριν, μετά τη
διδακτική παρέμβαση, καθώς και τέσσερις μήνες μετά τη διδακτική παρέμβαση, και
κατά συνέπεια εξετάζεται αν υπάρχει γνωστική πρόοδος και αν η νέα γνώση
διατηρείται με την πάροδο του χρόνου. Επιπλέον, με το συνδυασμό της ανάλυσης του
προφορικού και του γραπτού λόγου των μαθητών, και της ανάλυσης των απαντήσεών
τους στα ερωτηματολόγια, επιτυγχάνεται η διερεύνηση των τυχόν διαφοροποιήσεων
που καταγράφονται ανάμεσα στα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων (προ-τεστ,
μετα-τεστ I και μετα-τεστ II).
372
Για τη μελέτη του προφορικού λόγου των μαθητών μαγνητοφωνήθηκαν τόσο οι
συζητήσεις ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας εργασίας, όσο και οι συζητήσεις
του συνόλου των μαθητών της τάξης με τον διδάσκοντα. Στη συνέχεια,
πραγματοποιήθηκε απομαγνητοφώνηση των συζητήσεων, καταγραφή και ανάλυσή
τους.
Η ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών οργανώθηκε
γύρω από τρεις άξονες (Πίνακας 7.1).
373
Ειδικότερα, εξετάζονται περιπτώσεις ανάδυσης ενός εμποδίου με αφορμή την
επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου και περιπτώσεις συμβολής της επεξεργασίας ενός
εμποδίου στην επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου.
Για τη μελέτη της γνωστικής κατάστασης των μαθητών, αναφορικά με τα
εμπόδια, πριν και μετά τις διδασκαλίες καθώς επίσης και τέσσερις μήνες αργότερα,
συγκροτήθηκε γραπτό ερωτηματολόγιο λαμβάνοντας υπόψη τα εμπόδια που έχουν
εντοπιστεί στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Το ερωτηματολόγιο που
συντάχθηκε περιλαμβάνει πέντε ερωτήσεις (βλ. Παράρτημα XIII). Κάθε ερώτηση
συνδέεται με ένα εμπόδιο των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας
(βλ. Πίνακα 7.2). Με αυτόν τον τρόπο γίνεται δυνατή, κατά την ανάλυση των
απαντήσεων των μαθητών, η συσχέτιση των απαντήσεών τους με τα εμπόδια και τους
επιδιωκόμενους στόχους. Οι απαντήσεις λοιπόν των μαθητών κατατάσσονται σε δύο
κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με τα εμπόδια, ενώ στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται οι απαντήσεις
των μαθητών που συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΜΠΟΔΙΑ
ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ
1 Ε1
2 Ε2
3 Ε3
4 Ε4
5 Ε5
Το ερωτηματολόγιο δόθηκε στους μαθητές μια εβδομάδα πριν την έναρξη των
διδασκαλιών (προ-τεστ). Το ίδιο ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε από τους ίδιους
μαθητές τόσο αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος των μαθημάτων (μετά-τεστ I),
όσο και τέσσερις μήνες αργότερα (μετά-τεστ II). Πριν από την εφαρμογή στη
σχολική τάξη του προγράμματος μαθημάτων, οι μαθητές δεν είχαν διδαχθεί την
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Επίσης, δεν πραγματοποιήθηκε καμιά σχετική
διδακτική παρέμβαση στο χρονικό διάστημα από τη λήξη του προγράμματος
μαθημάτων μέχρι και τέσσερις μήνες αργότερα.
374
7.3. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
375
Τέλος, περιγράφονται οι συνδέσεις στη λειτουργία των πέντε εμποδίων της
εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας (βλ. υποενότητα 7.3.1.3). Πιο συγκεκριμένα,
εξετάζονται περιπτώσεις:
(α) εκδήλωσης ενός εμποδίου (που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε αναδυθεί) με
αφορμή την επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου και
(β) συμβολής της επεξεργασίας ενός συγκεκριμένου εμποδίου στην επεξεργασία ενός
άλλου εμποδίου.
376
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 1
• Επεξεργασία
Ε1
προβλήματος ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
που αποσκοπεί ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 3
ΣΤΑΔΙΟ 6
στην ανάδειξη • Σχεδίαση και
πραγματοποίηση 1ης • Επεξεργασία
των Ε1 προβλημάτων που
αντιλήψεων έρευνας (εξάρτηση ή μη Ε1
της θερμοκρασίας που αποσκοπούν στη
των μαθητών συμβολική
(Φ.Ε.1: αποκτά ένα σώμα από το
μέγεθός του). αναπαράσταση του
πρόβλημα 1). εμποδίου Ε1
• Ατομικές • Εξαγωγή Ε1
(Φ.Ε.1:
γραπτές συμπερασμάτων.
προβλήματα 7, 8,
απαντήσεις 9).
μαθητών.
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 4
• Σχεδίαση και ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 7
πραγματοποίηση 2ης Ε1
έρευνας (εξάρτηση ή μη • Επεξεργασία
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ προβλημάτων στα
ΣΤΑΔΙΟ 2 της θερμοκρασίας που Ε1
αποκτά ένα σώμα από το οποία εκδηλώνεται
• Συζήτηση το εμπόδιο Ε1, μαζί
των μαθητών μέγεθός του).
Ε1 με άλλα εμπόδια
σε επίπεδο • Εξαγωγή (Φ.Ε.2:
ομάδας. Ε1 συμπερασμάτων. προβλήματα 1, 2,
• Ομαδοποίηση 3, 4, Φ.Ε.3:
των Ε1
προβλήματα 4, 5,
απαντήσεων. 6, 10, 11, 12,
• Συζήτηση Φ.Ε.4: προβλήματα
των μαθητών ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 5
5, 6, 12, 13, Φ.Ε.5:
σε επίπεδο • Εφαρμογή σε νέες
προβλήματα 4, 5,
τάξης. καταστάσεις (Φ.Ε.1: Ε1 6, 7, 10, 14, 17).
Διατύπωση προβλήματα 2, 3, 4, 5).
ερωτημάτων • Επεξεργασία
για έρευνα. ερωτημάτων που είχαν
τεθεί αρχικά. Σύγκριση ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
αρχικών και νέων ΣΤΑΔΙΟ 8
αντιλήψεων (Φ.Ε.1: • Σχεδίαση
Ε1
πρόβλημα 6). μαθημάτων για
διδασκαλία σε Ε1
άλλη τάξη
(Φ.Ε.5:
πρόβλημα 18).
Υπόμνημα επεξήγησης συμβόλων
Αποσταθεροποίηση εμποδίου Ε1
Ε1
Ε1 Αναδόμηση εμποδίου Ε1
Ε1 Αναγνώριση εμποδίου Ε1
Σχήμα 7.1. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε1 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων.
377
(β) Η νοητική εξέλιξη των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδακτικής
επεξεργασίας του εμποδίου Ε1
Η ανάλυση του συνόλου των γραπτών εργασιών και των διαλόγων των μαθητών,
επιτρέπει μια παρακολούθηση της εξέλιξης των ιδεών των μαθητών. Πριν
αναφερθούμε λεπτομερώς στις διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται μεταξύ των
μαθητών σχετικά με την νοητική τους εξέλιξη, θα γίνει παρουσίαση μιας γενικής
αποτίμησης της πορείας των διδασκαλιών.
Γενική περιγραφή και αποτίμηση της νοητικής εξέλιξης των μαθητών σε κάθε
διδακτικό στάδιο
• Διδακτικό στάδιο 1
Οι μαθητές αρχικά ενώ είναι οργανωμένοι σε ομάδες, εργάζονται ατομικά και
απαντούν στις ερωτήσεις ενός προβλήματος που αποβλέπει στην ανάδυση των
αντιλήψεων που χρησιμοποιούν, αναφορικά με τους παράγοντες που καθορίζουν τη
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα όταν βρίσκονται σε θερμική ισορροπία με το
περιβάλλον τους (ζήτημα που σχετίζεται με το εμπόδιο Ε1). Στο πρόβλημα αυτό
ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τις θερμοκρασίες δύο κέικ και δύο
ταψιών που έχουν διαφορετικά μεγέθη και βρίσκονται για δύο ώρες σε φούρνο
σταθερής θερμοκρασίας (Φ.Ε.1: πρόβλημα 1).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος προκύπτει ότι η συντριπτική πλειοψηφία τους (15 μαθητές από τους 17,
βλ. Πίνακα 7.4) θεωρεί ότι οι θερμοκρασίες των δύο κέικ και των δύο ταψιών θα
είναι διαφορετικές εξαιτίας του διαφορετικού μεγέθους και της διαφορετικής
σύστασής τους (ενδεικτικές γραπτές απαντήσεις μαθητών: «Τα ταψιά θα έχουν πιο
μεγάλη θερμοκρασία από τα κέικ, γιατί είναι από σίδερο… Το μικρό ταψί θα είναι πιο
ζεστό από το μεγάλο, γιατί είναι πιο μικρό»).
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (2 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4) που θεωρούν ότι όλα
τα σώματα θα έχουν ίδια θερμοκρασία -ίση με τη θερμοκρασία του φούρνου- επειδή
τα σώματα αυτά βρίσκονται μέσα στον ίδιο φούρνο για αρκετό χρονικό διάστημα
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Τα κέικ και τα ταψιά θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία, γιατί τα βάλαμε στον ίδιο φούρνο για να ζεσταθούνε μαζί»).
378
• Διδακτικό στάδιο 2
Πραγματοποιείται συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, με στόχο τη
συνειδητοποίηση των μεταξύ τους διαφωνιών.
Από τη μελέτη των συζητήσεων των μαθητών προκύπτει ότι δεν επιτυγχάνεται ο
σκοπός για τον οποίο πραγματοποιήθηκαν, δηλαδή οι μαθητές δεν συνειδητοποιούν
ότι ανάμεσά τους υπάρχουν διαφωνίες. Αντίθετα, από την ανάλυση των συζητήσεων
διαπιστώνεται ότι ενισχύεται το εμπόδιο Ε1. Πιο συγκεκριμένα:
- στις ομάδες εργασίας των μαθητών Β και Δ, όλοι οι μαθητές θεωρούν ότι τα
σώματα (κέικ και ταψιά) θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες εξαιτίας του
διαφορετικού μεγέθους τους και της διαφορετικής σύστασής τους (ενδεικτική
προφορική απάντηση μαθητή: «Τα σιδερένια ταψιά θα είναι πιο ζεστά από τα κέικ,
γιατί είναι από σίδερο. Πιο ζεστό θα είναι το μικρό ταψί επειδή είναι μικρότερο.
Ακόμα το μικρό κέικ θα είναι πιο ζεστό από το μεγάλο, επειδή είναι πιο μικρό»).
- στις ομάδες εργασίας των μαθητών Α και Γ, οι δύο μαθητές (ένας σε κάθε ομάδα)
που εκφράζουν διαφορετική αντίληψη 4 σε σχέση με τους υπόλοιπους συμμαθητές
τους (βλ. Πίνακα 7.4), αμφιβάλουν για την ορθότητα των απαντήσεών τους
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Έτσι λέω, δεν ξέρω. Μπορεί να είναι
το ίδιο ζεστά μπορεί όχι. Δεν είμαι σίγουρος»).
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Στη συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου, που ακολουθεί,
οι μαθητές, διαπιστώσουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, αναφορικά με τους
παράγοντες που καθορίζουν τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα μέσα σε ένα
συγκεκριμένο περιβάλλον.
Αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από τους μαθητές των διαφωνιών που
υπάρχουν ανάμεσά τους, είναι η διατύπωση στη συνέχεια δύο προβλημάτων προς
διερεύνηση. Το πρώτο πρόβλημα σχετίζεται με στο αν οι θερμοκρασίες που αποκτούν
σώματα, με ίδια σύσταση αλλά διαφορετικό μέγεθος (π.χ. δύο κέικ), που βρίσκονται
για αρκετό χρόνο σε ένα οποιοδήποτε περιβάλλον εξαρτώνται από το μέγεθός τους.
Το δεύτερο πρόβλημα αφορά στο αν οι θερμοκρασίες σωμάτων διαφορετικής
4
Θεωρούν ότι τα κέικ και τα ταψιά θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες επειδή βρίσκονται στον ίδιο
φούρνο.
379
σύστασης (π.χ. ενός κέικ και ενός σιδερένιου ταψιού), που βρίσκονται για αρκετό
χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, εξαρτώνται από τη σύστασή τους.
• Διδακτικό στάδιο 3
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα, με τη βοήθεια των ερωτήσεων που υπάρχουν στο
Φ.Ε.1, με σκοπό να εξετάσουν αν η θερμοκρασία των δύο κέικ που βρίσκονται σε
οποιοδήποτε χώρο για αρκετό χρόνο εξαρτάται από το μέγεθός τους (βλ. διδακτικό
στάδιο 2).
Οι ομάδες των μαθητών προτείνουν πειράματα που περιλαμβάνουν τη μέτρηση
της θερμοκρασίας δύο κέικ διαφορετικού μεγέθους που βρίσκονται για αρκετό χρόνο
σε φούρνο, σε δωμάτιο και σε ψυγείο.
Στις συζητήσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής των
πειραμάτων, οι μαθητές εκφράζουν, όπως είναι αναμενόμενο, τις αντιλήψεις που
είχαν πριν τη διδασκαλία. Τα πρώτα πειραματικά αποτελέσματα (μετρήσεις
θερμοκρασιών), τους προκαλούν έκπληξη. Αυτό είναι αναμενόμενο γιατί, σχεδόν
όλοι οι μαθητές (οι 15 από τους 17), θεωρούσαν ότι οι θερμοκρασίες δύο κέικ που
βρίσκονται σε ένα φούρνο για αρκετό χρονικό διάστημα θα είναι διαφορετικές
εξαιτίας του διαφορετικού τους μεγέθους (ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις
μαθητή: «Το μικρό κέικ είναι πιο ζεστό…Τώρα θα δεις που θα μεγαλώσει (η
θερμοκρασία) στο μικρό κέικ…Απίστευτο»).
Αναμενόταν, κατά την πραγματοποίηση των πειραμάτων, να δημιουργηθεί
προβληματισμός στους μαθητές με αφορμή τα διαφορετικά από τα αναμενόμενα
πειραματικά αποτελέσματα και κατά συνέπεια να προκληθεί συζήτηση ανάμεσά τους
και πιθανά να επέλθει τροποποίηση των αντιλήψεών τους αναφορικά με τους
παράγοντες που καθορίζουν τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα όταν
βρίσκονται σε θερμική ισορροπία με το περιβάλλον τους.
Όμως, οι μαθητές, απλά εκπλήσσονται από τα πειραματικά αποτελέσματα.
Ειδικότερα, διαπιστώνουν ότι οι θερμοκρασίες των σωμάτων είναι ίσες με τη
θερμοκρασία του χώρου μέσα στον οποίο βρίσκονται τα σώματα. Αποδέχονται
σχεδόν στο σύνολό τους (15 από τους 17), τα πειραματικά αποτελέσματα, χωρίς να
εμπλέκονται σε περαιτέρω συζήτηση και σχολιασμό (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «Αφού έτσι δείχνουν τα θερμόμετρα, έτσι θα είναι»).
Εντοπίζονται επίσης, ελάχιστοι μαθητές (2 από τους 17), που αρνούνται το
πειραματικό γεγονός. Θεωρούν ότι τα θερμόμετρα δεν «λειτουργούν καλά» και
380
ισχυρίζονται ότι στις άλλες ομάδες εργασίας οι συμμαθητές τους θα μετρήσουν
διαφορετικές θερμοκρασίες (ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητών: «Δεν είναι
καλά τα θερμόμετρα. Αν πάρουμε άλλα (θερμόμετρα), θα δείτε ότι θα δείξουν
διαφορετικά.», «Δεν λειτουργούν καλά (τα θερμόμετρα), οι άλλοι θα βρουν
διαφορετικές θερμοκρασίες»).
Από τις παραπάνω λοιπόν διαπιστώσεις προκύπτει ότι τα πειράματα αυτά από
μόνα τους δεν εμπλέκουν τους μαθητές σε συζήτηση που να οδηγεί σε αλλαγή των
αντιλήψεών τους. Απλά επιφέρουν ίσως κάποιες «ασθενείς» ή «επιφανειακές»
ρηγματώσεις στο εμπόδιο Ε1, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις αμέσως επόμενες
διδακτικές καταστάσεις (βλ. διδακτικά στάδια 4 και 5) κατά τις οποίες οι
περισσότεροι μαθητές χρησιμοποιούν τις αρχικές τους αντιλήψεις, αναφορικά με τους
παράγοντες που καθορίζουν τη θερμοκρασία την οποία αποκτούν τα σώματα.
Οι μαθητές τη συνέχεια, με τη βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπάρχουν
στο Φ.Ε.1, συγκρίνουν τις μετρήσεις τους (πειραματικά αποτελέσματα) με τις αρχικές
προβλέψεις τους. Οι ερωτήσεις που στο φύλλο εργασίας των μαθητών εμφανίζονται
κάτω από τον τίτλο «διαπιστώσεις – συμπληρώσεις» (π.χ. «τι διαπίστωσα από την
έρευνα που έκανα;», «αυτό που διαπίστωσα ήταν αυτό που περίμενα;», «τι ήταν
δύσκολο για μένα στην παραπάνω έρευνα;»), εμπλέκουν σε συζήτηση τους μαθητές.
Κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης, οι μαθητές που αρχικά είχαν προβλέψει ότι η
θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο εξαρτάται
από το μέγεθος του σώματος (15 από τους 17 μαθητές), φαίνεται ότι αντιλαμβάνονται
τον καθοριστικό ρόλο της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος στη διαμόρφωση της
θερμοκρασίας που αποκτούν τα σώματα (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή:
«Τα κέικ δηλαδή που είναι σε ένα δωμάτιο έχουν ίδια θερμοκρασία με το δωμάτιο.
Έτσι γίνεται, η θερμοκρασία στο δωμάτιο έχει σημασία…δεν μας νοιάζει ποιο είναι
μικρό και ποιο μεγάλο»).
• Διδακτικό στάδιο 4
Οι μαθητές σχεδιάζουν και εκτελούν μια έρευνα, με σκοπό να απαντήσουν στο
δεύτερο πρόβλημα που είχαν διατυπώσει και το οποίο σχετίζεται με τους παράγοντες
που καθορίζουν τη θερμοκρασία σωμάτων διαφορετικής σύστασης που βρίσκονται
για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον (βλ. διδακτικό στάδιο 2).
381
Προτείνουν πειράματα που περιλαμβάνουν τη μέτρηση της θερμοκρασίας ενός
κέικ και ρινισμάτων σιδήρου που βρίσκονται για αρκετό χρονικό διάστημα (ώστε να
επέλθει θερμική ισορροπία) σε φούρνο, σε δωμάτιο και σε ψυγείο.
Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του πρώτου πειράματος αυτής της έρευνας (που
περιελάμβανε μετρήσεις των θερμοκρασιών ρινισμάτων σιδήρου και κέικ που
βρίσκονται μέσα σε φούρνο), οι μισοί περίπου μαθητές (7 από τους 17, βλ. Πίνακα
7.4) θεωρούν ότι ο σίδηρος και το κέικ θα έχουν ίσες θερμοκρασίες και μάλιστα ίσες
με τη θερμοκρασία του φούρνου (ενδεικτική γραπτή και προφορική απάντηση
μαθητή: «Και τα δυο θα έχουν ίδια θερμοκρασία με αυτή που έχει ο φούρνος»). Είναι
πολύ πιθανόν αυτοί οι μαθητές να άλλαξαν αντιλήψεις (σε σχέση με αυτές που είχαν
διατυπώσει στην αρχή των διδασκαλιών) από την 1η έρευνα που πραγματοποίησαν.
Οι υπόλοιποι σχεδόν μισοί μαθητές (10 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4) θεωρούν ότι
τα ρινίσματα σιδήρου και το κέικ θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες
εξαιτίας της διαφορετικής τους σύστασης, δηλαδή εμμένουν στην αρχική τους
αντίληψη (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Ο σίδηρος θα είναι πιο κρύος γιατί
είναι μέταλλο»). Οι μαθητές λοιπόν αυτοί, παρά τις μετρήσεις τους στην 1η έρευνα
που πραγματοποίησαν, με αφορμή τη μελέτη μιας κατάστασης με σώματα
διαφορετικής σύστασης, δεν λαμβάνουν υπόψη τους τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντος των σωμάτων προκειμένου να καθορίσουν τη θερμοκρασία των
σωμάτων.
Εκτελώντας τα πειράματα που έχουν προτείνει, οι μαθητές διαπιστώνουν ότι η
θερμοκρασία των ρινισμάτων σιδήρου και του κέικ που βρίσκονται για αρκετό χρόνο
στον ίδιο χώρο, δεν εξαρτάται από τη σύστασή τους, αλλά από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρίσκονται - δηλαδή από τη θερμοκρασία του
φούρνου, του δωματίου ή του ψυγείου (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Να
βλέπουμε πόσο ζεστό είναι το δωμάτιο και να μην μας ενδιαφέρει τι έχει μέσα του. Από
τη θερμοκρασία του δωματίου εξαρτάται η θερμοκρασία όλων των πραγμάτων που
είναι στο δωμάτιο»).
Από τις συζητήσεις ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, μετά την εκτέλεση των
πειραμάτων της 2ης έρευνας, προκύπτει ότι οι μαθητές σχολιάζουν τα πειραματικά
αποτελέσματα περισσότερο σε σχέση με τα αποτελέσματα των πειραμάτων της 1ης
έρευνας και αντιλαμβάνονται το ρόλο του περιβάλλοντος στη διαμόρφωση της
θερμοκρασίας των σωμάτων. Τα πειράματα δηλαδή με τα οποία εμπλέκονται οι
382
μαθητές σε αυτή τη 2η έρευνα λειτουργούν πιο αποτελεσματικά, σε σχέση με τα
αντίστοιχα της 1ης έρευνας, σε ό,τι αφορά την αναδόμηση των αντιλήψεων τους.
Η διαδικασία αναδόμησης των αντιλήψεων των μαθητών ενισχύεται, με τη
βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπάρχουν στο Φ.Ε.1, οι οποίες καλούν τους
μαθητές να συγκρίνουν τα πειραματικά αποτελέσματα με τις αρχικές προβλέψεις τους
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Πίστευα ότι τα ρινίσματα σιδήρου και το
κέικ θα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες γιατί είναι φτιαγμένα από διαφορετικά
υλικά…Με τα πειράματα βρήκαμε ότι έχουν την ίδια θερμοκρασία, αυτή που έχει ο
γύρω χώρος»).
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η διαδικασία σχεδιασμού και υλοποίησης ερευνών από
τους ίδιους τους μαθητές προκειμένου να απαντήσουν σε προβλήματα που έχουν
θέσει, συμβάλλει αποτελεσματικά στην εννοιολογική αναδόμηση του εμποδίου Ε1.
Οι περισσότεροι μαθητές τροποποιούν τις αντιλήψεις τους σχετικά με τους
παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η θερμοκρασία που αποκτούν διάφορα
σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον σταθερής
θερμοκρασίας. Γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις απαντήσεις τους σε ερωτήσεις,
όχι μόνο των συγκεκριμένων ερευνών, αλλά και των διδακτικών καταστάσεων που
τους τίθενται στη συνέχεια, κατά τις οποίες η πλειοψηφία των μαθητών ενεργοποιεί
αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1.
• Διδακτικό στάδιο 5
Στο στάδιο αυτό, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής των
αντιλήψεων που έχουν δομήσει σε νέες καταστάσεις, οι μαθητές καλούνται να
επεξεργαστούν ορισμένα προβλήματα που αφορούν, και πάλι, στη θερμοκρασία που
αποκτούν τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον.
Τα προβλήματα όμως αυτά είναι διαφορετικά σε σχέση με αυτά που είχαν
διαπραγματευτεί στο παρελθόν (ορισμένα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων σε αυτά τα προβλήματα είναι διαφορετικά σε σχέση με τα
προηγούμενα). Πιο συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να συγκρίνουν τις
θερμοκρασίες που θα αποκτήσουν, μετά από αρκετό χρονικό διάστημα, σώματα
διαφορετικών θερμοκρασιών που τοποθετούνται σε ένα δωμάτιο σταθερής
θερμοκρασίας (Φ.Ε.1: πρόβλημα 2).
Οι περισσότεροι μαθητές (12 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4), προβλέπουν ότι όλα
τα σώματα θα αποκτήσουν ακριβώς τη θερμοκρασία του δωματίου. Τόσο από τις
383
γραπτές απαντήσεις τους όσο και από τις συζητήσεις τους με τους υπόλοιπους
συμμαθητές της ομάδας τους, προκύπτει ότι δικαιολογούν την πρόβλεψή τους
λέγοντας ότι τα σώματα βρίσκονται για αρκετές ώρες μέσα στο ίδιο δωμάτιο, οπότε
θα πρέπει να αποκτήσουν τη θερμοκρασία του δωματίου (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Όλα έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί είναι μέσα στο ίδιο
δωμάτιο»).
Οι υπόλοιποι μαθητές (5 από τους 17), προβλέπουν ότι κάποια σώματα θα
αποκτήσουν θερμοκρασίες ίσες με του δωματίου και κάποια άλλα υψηλότερη ή
χαμηλότερη από τη θερμοκρασία του δωματίου.
Ειδικότερα, ορισμένοι από αυτούς τους μαθητές (3 από τους 5, βλ. Πίνακα 7.4),
προβλέπουν ότι τα σώματα θα αποκτήσουν θερμοκρασίες κοντά στη θερμοκρασία
του δωματίου, αλλά όχι ακριβώς ίση με αυτήν. Δηλαδή, θα έχουν θερμοκρασία
υψηλότερη ή χαμηλότερη από τη θερμοκρασία του δωματίου, εξαιτίας της
διαφορετικής τους σύστασης (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Το
παγωμένο κουτάκι του αναψυκτικού θα έχει θερμοκρασία λίγο κάτω από του δωματίου,
γιατί είναι αλουμινένιο…»). Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι μαθητές αυτοί, με αφορμή τη
μελέτη μιας νέας κατάστασης, εκφράζουν μια νέα αντίληψη που έχει στοιχεία της
αρχικής τους αντίληψης (εξάρτηση θερμοκρασίας σωμάτων από ορισμένα
χαρακτηριστικά τους - εμπόδιο Ε1) και του επιδιωκόμενου στόχου της διδακτικής
παρέμβασης (εξάρτηση θερμοκρασίας σωμάτων από θερμοκρασία περιβάλλοντός
τους).
Οι υπόλοιποι μαθητές (2 από τους 5, βλ. Πίνακα 7.4) προβλέπουν ότι τα σώματα
θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες εξαιτίας της διαφορετικής τους
σύστασης. Οι μαθητές δηλαδή αυτοί, παρά την επεξεργασία του εμποδίου Ε1 που
προηγήθηκε, χρησιμοποιούν, και πάλι, την αντίληψη που είχαν εκδηλώσει πριν τις
διδασκαλίες (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Τα σιδερένια θα είναι πιο
κρύα από τα άλλα, γιατί είναι από σίδερο»).
Οι πέντε (5) αυτοί μαθητές (που προέβλεπαν ότι κάποια σώματα θα αποκτήσουν
θερμοκρασίες ίσες με του δωματίου και κάποια άλλα υψηλότερη ή χαμηλότερη από
τη θερμοκρασία του δωματίου), κατά τη διάρκεια της συζήτησης με τους υπόλοιπους
μαθητές της ομάδας τους που ακολουθεί, αποδέχονται την αντίληψη των υπόλοιπων
συμμαθητών τους και θεωρούν ότι τα συγκεκριμένα σώματα του προβλήματος που
επεξεργάζονται θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες και μάλιστα η θερμοκρασία τους
θα είναι ίση με τη θερμοκρασία του δωματίου (ενδεικτική προφορική απάντηση
384
μαθητή: «Ναι, πρέπει να έκανα λάθος. Όλα θα έχουν τη θερμοκρασία του
δωματίου…Μπερδεύτηκα, δεν ξέρω τι έπαθα. Αφού είναι για τόσες ώρες μέσα στο
δωμάτιο θα έχουν ίδια θερμοκρασία με το δωμάτιο»).
Στη συνέχεια, οι μαθητές διαπραγματεύονται μια σειρά από προβλήματα που
περιλαμβάνουν νέες καταστάσεις (Φ.Ε.1: προβλήματα 3, 4, 5). Το σύνολο των
μαθητών δίνει απαντήσεις με αιτιολογήσεις από τις οποίες φαίνεται ότι λαμβάνουν
υπόψη τους το περιβάλλον των σωμάτων και μάλιστα τη θερμοκρασία του,
προκειμένου να αποφανθούν για τη θερμοκρασία που θα αποκτήσουν τα διάφορα
σώματα (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Το νερό στα δυο ποτήρια θα έχει
την ίδια θερμοκρασία γιατί είναι στο ίδιο δωμάτιο»). Προκύπτει λοιπόν, ότι η
συζήτηση που προηγήθηκε με αφορμή τις απαντήσεις των μαθητών στο πρόβλημα 2
του Φ.Ε.1, ήταν καθοριστική για την τροποποίηση των αντιλήψεων των μαθητών.
Επίσης απαντούν γραπτά εκ νέου, σε ερωτήσεις στις οποίες οι μαθητές είχαν
απαντήσει με αφορμή το πρόβλημα 1 του Φ.Ε.1 και καλούνται να συγκρίνουν τις
αρχικές τους αντιλήψεις με τις αντιλήψεις που έχουν δομήσει (ΦΕ.1: πρόβλημα 6).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών τους, αλλά και της μεταξύ τους
συζήτησης, διαπιστώνεται ότι οι μαθητές διαφοροποιούν τις αρχικές από τις
τρέχουσες αντιλήψεις τους (ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητή: «Εγώ νόμιζα
ότι τα κέικ και τα ταψιά δεν θα είναι το ίδιο ζεστά, γιατί άλλα είναι μεγάλα και άλλα
μικρά και είναι φτιαγμένα άλλα από σίδερο και από αλεύρι…Τώρα μετά από τα
πειράματα και από αυτά που είπαμε, λέω ότι όλα θα έχουν την ίδια θερμοκρασία.
Πάντα έβγαινε η ίδια…Ναι, έμαθα ότι δεν έχει σημασία πως είναι τα κέικ και τα ταψιά,
αλλά τι δείχνει ο φούρνος. Η θερμοκρασία του φούρνου είναι η θερμοκρασία για τα
κέικ και τα ταψιά»).
• Διδακτικό στάδιο 6
Με σκοπό την ανάπτυξη της δεξιότητας της συμβολικής αναπαράστασης του
εμποδίου -που συμβάλλει στην αναγνώρισή του- ακολουθεί η επεξεργασία ενός
προβλήματος (Φ.Ε.1: πρόβλημα 7). Συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να
δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο εικόνες Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο
τρόπος που σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για να αποφανθούν για τη θερμοκρασία
που αποκτά ένα σώμα που βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα ορισμένο περιβάλλον.
Ειδικότερα, στην εικόνα Α αναπαριστάνεται ένα μόνο σώμα, ενώ στην εικόνα Β
385
αναπαριστάνεται το ίδιο σώμα και επιπλέον έχει σχεδιαστεί ο χώρος που βρίσκεται
γύρω από αυτό.
Οι μαθητές, που πριν τις διδασκαλίες θεωρούσαν ότι η θερμοκρασία των σωμάτων
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος μέσα στον οποίο βρίσκονται (2
από τους 17 μαθητές), επέλεξαν την εικόνα Β, όπου εικονίζεται το σώμα μαζί με το
περιβάλλον του.
Οι περισσότεροι από τους μαθητές, που πριν τις διδασκαλίες, θεωρούσαν ότι η
θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα εξαρτάται από το μέγεθος και τη σύστασή του
(13 από τους 17 μαθητές), επέλεξαν την εικόνα Α, όπου εικονίζεται μόνο το σώμα.
Από την ανάλυση των συζητήσεών τους προκύπτει ότι αιτιολογούν την επιλογή τους
αναφέροντας ότι προκειμένου να αποφανθούν για τη θερμοκρασία που αποκτά ένα
σώμα «τους ενδιέφερε πόσο μεγάλο ήταν» και «από ποιο υλικό ήταν κατασκευασμένο».
Επιπλέον, προκύπτει ότι αναγνωρίζουν πως δεν λάμβαναν υπόψη τους το περιβάλλον
του σώματος (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Πριν τη διδασκαλία
σκεφτόμουν όπως στην εικόνα Α, γιατί πίστευα ότι η θερμοκρασία ενός σώματος
εξαρτάται από πόσο μεγάλο είναι και από το υλικό του. Τώρα βέβαια πιστεύω ότι η
θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται από το χώρο που είναι γύρω του»). Ορισμένοι
μάλιστα μαθητές παραδέχονται ότι με την επεξεργασία του προβλήματος 7 του Φ.Ε.1
εντόπισαν τη διαφορά ανάμεσα στον παλιό και στο νέο τρόπο σκέψης τους
(ενδεικτικός σχολιασμός μαθητή: «Δεν με ένοιαζε ο γύρω χώρος, όμως αυτός έχει
σημασία…Τώρα καταλαβαίνω τι δεν είχα καταλάβει»). Αναδεικνύεται λοιπόν, ότι
τέτοιου είδους διδακτικές καταστάσεις που περιλαμβάνουν συμβολική
αναπαράσταση του εμποδίου έχουν σημαντική επίδραση στην αναγνώριση του
εμποδίου από τους μαθητές.
Υπήρχαν όμως και μαθητές (3 από τους 17) που αρχικά δεν απάντησαν στο
πρόβλημα αυτό ή έδωσαν απαντήσεις του τύπου «δεν ξέρω» ή «δεν κατάλαβα».
Προκύπτει λοιπόν ότι η παραγωγή από τους ίδιους τους μαθητές διατυπώσεων του
εμποδίου Ε1 (που αποτελούσε στόχο της συγκεκριμένης διδακτικής κατάστασης), δεν
είναι εφικτή από όλους τους μαθητές. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων με τους
συμμαθητές τους, οι μαθητές αυτοί αποδέχθηκαν ότι, πριν τις διδασκαλίες,
προκειμένου να αποφανθούν για τη θερμοκρασία ενός σώματος, δεν ελάμβαναν
υπόψη τους το περιβάλλον του.
Οι μαθητές, στη συνέχεια, καλούνται να συμπληρώσουν κατάλληλα δύο
προτάσεις, ώστε η πρώτη να εκφράζει αυτό που θεωρούσαν ότι ισχύει πριν τις
386
διδασκαλίες αναφορικά με τους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η
θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται σε θερμική ισορροπία με το
περιβάλλον του και η δεύτερη αυτό που αποδέχονται μετά τις διδασκαλίες. Η πρώτη
πρόταση βρίσκεται μέσα σε ένα κόκκινο κύκλο με μια διαγώνιο γραμμή και η
δεύτερη μέσα σε ένα μπλε κύκλο (Φ.Ε.1: πρόβλημα 8). Επίσης, ζητείται από τους
μαθητές να εξηγήσουν για πιο λόγο πριν τις διδασκαλίες απαντούσαν σύμφωνα με
την πρόταση που υπάρχει στον κόκκινο κύκλο.
Από τη μελέτη των γραπτών απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι οι
περισσότεροι από αυτούς (15 από τους 17) συμπλήρωσαν τις προτάσεις
καταγράφοντας μέσα στον πρώτο κύκλο μια πρόταση που συνδέεται με το εμπόδιο
Ε1 (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Η θερμοκρασία ενός σώματος που
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο εξαρτάται από το μέγεθος και το υλικό του»),
και στο δεύτερο κύκλο μια πρόταση που σχετίζεται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Η θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται
για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο εξαρτάται από τη θερμοκρασία του γύρω χώρου του»).
Οι υπόλοιποι μαθητές κατέγραψαν και στους δύο κύκλους προτάσεις που συνδέονται
με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Πρόκειται για εκείνους τους μαθητές που από την
αρχή των διδασκαλιών χρησιμοποιούσαν συστηματικά αντιλήψεις προς την
κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1.
Από τη μελέτη των συζητήσεών τους με τους συμμαθητές της ομάδας τους,
προκύπτει ότι ένα μέρος των μαθητών (9 από τους 17) παράγουν μόνοι τους νέες
διατυπώσεις που αφορούν στο εμποδίου Ε1, στην προσπάθειά τους να αιτιολογήσουν
τις γραπτές τους απαντήσεις (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «το έλεγα
αυτό στην αρχή γιατί δεν είχα καταλάβει τη σημασία που έχει ο γύρω χώρος, το
περιβάλλον και μάλιστα η θερμοκρασία του»). Οι υπόλοιποι όμως μαθητές απλά
εκφράζουν προφορικά τις γραπτές τους απαντήσεις.
Στο πλαίσιο επεξεργασίας του προβλήματος 9 του Φ.Ε.1, οι μαθητές επινοούν
ερωτήσεις, που αφορούν τη θερμοκρασία που αποκτούν διάφορα σώματα, τις οποίες
υποβάλλουν τους συμμαθητές τους «με σκοπό να τους μπερδέψουν». Με τις
ερωτήσεις αυτές επιδιώκουν να παρασύρουν τους συμμαθητές τους στην «παγίδα»
του εμποδίου (ενδεικτική προφορική ερώτηση μαθητή: «Το πόμολο της πόρτας, ένα
μολύβι, μια γόμα και ένα τετράδιο, έχουν ίδια ή διαφορετική θερμοκρασία;»).
Ορισμένες από τις ερωτήσεις που συγκροτήθηκαν από τους μαθητές ήταν
επανάληψη προβλημάτων που είχαν επεξεργαστεί κατά τη διάρκεια των
387
διδασκαλιών, ενώ κάποιες άλλες αφορούσαν νέες καταστάσεις. Από τις αιτιολογήσεις
που έδωσαν οι μαθητές προκύπτει ότι όταν αναφέρονται στη θερμοκρασία ενός
σώματος που βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα χώρο, λαμβάνουν υπόψη τους τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντος του σώματος και όχι τα χαρακτηριστικά του
σώματος (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Θα έχουν όλα την ίδια
θερμοκρασία…Γιατί όλα βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο. Δεν έχει σημασία το υλικό
τους»).
Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 7 έως 9 του Φ.Ε.1,
παρατηρείται από ορισμένους μαθητές μια «στοχαστική αποστασιοποίηση» προς τις
αρχικές τους αντιλήψεις. Από τις διατυπώσεις των μαθητών αυτών προκύπτει ένας
διαχωρισμός του μαθητή που διατυπώνει την πρόταση και αυτού που περιγράφει η
πρόταση. Η αποστασιοποίηση μπορεί να αφορά τον ίδιο το μαθητή στο παρελθόν, ή
κάποιο άλλο πρόσωπο ή σύνολο προσώπων. Είναι μια «δεύτερη ματιά» που επιτρέπει
στο πρόσωπο που μιλάει να διαχωριστεί από τη διατυπωμένη ιδέα (Peterfalvi 1997).
Σ’ αυτό ακριβώς διαφοροποιείται η αναγνώριση των εμποδίων από τον απλό
εντοπισμό των αντιλήψεων όπως παρουσιάζεται σε μερικές αρχικές φάσεις εργασίας
όταν οι μαθητές οδηγούνται στην αποσαφήνιση των ιδεών τους χωρίς να έχουν
αποστασιοποιηθεί από αυτές. Αυτού του είδους η αναφορά εμφανίζεται με λιγότερο ή
περισσότερο σαφή τρόπο στις διατυπώσεις που παράγονται στη σχολική τάξη
(ενδεικτικές προφορικές διατυπώσεις μαθητών με σαφή αναφορά στο μαθητή ή στους
συμμαθητές του: «Νομίζαμε ότι έχει σημασία πόσο μεγάλο είναι ένα πράγμα», «δεν με
ενδιέφερε ο χώρος που είναι γύρω από τα πράγματα»).
Είναι ακόμα σημαντικό να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των
προβλημάτων 7, 8 και 9 του ΦΕ1, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων
ορισμένων μαθητών από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο», δηλαδή οι απαντήσεις των
μαθητών εμπεριέχουν γενικότερους όρους και παραπέμπουν σε γενικούς τρόπους
σκέψης (βλ. Πίνακα 7.3). Στην πρώτη στήλη του Πίνακα 7.3, περιέχεται μια
απάντηση ενός μαθητή που βρίσκεται στο «τοπικό πραγματικό» πεδίο, έχει δηλαδή
ένα χαρακτήρα καθαρά τοπικό. Ο μαθητής αναφέρεται σε συγκεκριμένα αντικείμενα
με εκφράσεις που χρησιμοποιεί στον καθημερινό του λόγο. Η δεύτερη στήλη περιέχει
μια απάντηση του ίδιου μαθητή η οποία εμπεριέχει έννοιες περισσότερο
γενικευμένες. Πρόκειται για μια μεσαία βαθμίδα της «εγκάρσιας μετακίνησης» των
μαθητών. Η τρίτη στήλη, περιέχει μια άλλη διατύπωση του μαθητή που είναι
περισσότερο εγκάρσια, αναφέρεται σε ένα γενικό τρόπο σκέψης των μαθητών, την
388
περιορισμένη εστίαση. Η διατύπωση του μαθητή αφορά περισσότερο σε μια
συσχέτιση ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο παρά στο ίδιο το αντικείμενο.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 7, 8 και 9 του ΦΕ1,
σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων ορισμένων μαθητών από «εκφράσεις
κρίσεων» του τύπου «σωστό/λάθος» (προφορική απάντηση μαθητή στο πρόβλημα 4
του Φ.Ε.1: «είναι λάθος να λέμε ότι η θερμοκρασία έχει σχέση με το μέγεθος ενός
πράγματος») σε «εκφράσεις δυναμικών όψεων του εμποδίου» δηλαδή σε εκφράσεις
που καθορίζουν επακριβώς σε τι το εμπόδιο παρεμποδίζει την κατανόηση (προφορική
απάντηση του ίδιου μαθητή στο πρόβλημα 7 του Φ.Ε.1: «ήταν για εμάς πιο εύκολο να
βλέπουμε αν ένα αντικείμενο είναι μικρό ή μεγάλο και να λέμε για τη θερμοκρασία
του»).
389
Η «στοχαστική αποστασιοποίηση» του μαθητή από τις αρχικές αντιλήψεις του, η
«μετακίνηση» του μαθητή από το «τοπικό» στο «εγκάρσιο» και από τις εκφράσεις
κρίσεων «σωστού/λάθους» σε εκφράσεις «δυναμικών όψεων του εμποδίου»,
αποτελούν ενδείξεις μετάβασης των μαθητών προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης
του εμποδίου από τον μαθητή (Peterfalvi 1997).
Εντοπίστηκαν όμως δυσκολίες σε ορισμένους μαθητές κατά την εφαρμογή των
διδακτικών καταστάσεων που στόχευαν στην αναγνώριση του εμποδίου Ε1 από τους
μαθητές (προβλήματα 7, 8 και 9 του ΦΕ1). Οι μαθητές αυτοί δεν παρήγαγαν μόνοι
τους διατυπώσεις του εμποδίου Ε1 σε γενικότερο επίπεδο ή αρκέστηκαν σε
εκφράσεις του τύπου «σωστό/λάθος». Όπως θα φανεί και στη συνέχεια (βλ. διδακτικό
στάδιο 7), η αναγνώριση του εμποδίου Ε1, από ένα μέρος των μαθητών, δεν
επιτεύχθηκε.
• Διδακτικό στάδιο 7
Με σκοπό τη διάκριση του εμποδίου Ε1 από τα υπόλοιπα εμπόδια (διαδικασία που
συμβάλλει στην αναγνώρισή του εμποδίου Ε1 από τους μαθητές), οι μαθητές
επεξεργάζονται προβλήματα που σχετίζονται όχι μόνο με το εμπόδιο Ε1, αλλά και με
άλλα εμπόδια.
Πιο συγκεκριμένα, στην ενότητα μαθημάτων Β, ζητείται από τους μαθητές να
προβλέψουν αν θα αισθάνονται το ίδιο ζεστές δύο ράβδους -μια ξύλινη και μια
σιδερένια που βρίσκονται μέσα σε ένα αυτοκίνητο για αρκετό χρόνο- και αν οι
ράβδοι θα έχουν την ίδια θερμοκρασία ή όχι (ΦΕ2: πρόβλημα 1).
Όλοι οι μαθητές συμφωνούν στη πρόβλεψη ότι τη σιδερένια ράβδο θα την
αισθάνονται πιο ζεστή σε σχέση με τη ξύλινη. Διαφωνούν όμως στο ζήτημα της
θερμοκρασίας τους.
Ειδικότερα, οι περισσότεροι μαθητές (10 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4), θεωρούν
ότι η σιδερένια ράβδος θα έχει υψηλότερη θερμοκρασία επειδή «την αισθάνονται πιο
ζεστή» (αιτιολόγηση που σχετίζεται με την εμφάνιση του εμποδίου Ε2). Στις
συζητήσεις τους αναφέρουν ότι αυτό οφείλεται στη διαφορετική σύσταση των
ράβδων (πρόκειται δηλαδή για μια «παλινδρόμηση» των μαθητών προς το εμπόδιο
Ε1).
Οι υπόλοιποι μαθητές (7 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4), θεωρούν ότι οι ράβδοι θα
έχουν ίσες θερμοκρασίες επειδή βρίσκονται στον ίδιο χώρο, είναι όμως
390
προβληματισμένοι για το ότι θα αισθάνονται τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή σε σχέση
με τη ξύλινη.
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι παρά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1 που
προηγήθηκε στην ενότητα μαθημάτων Α, οι μισοί σχεδόν μαθητές προβλέπουν τη
θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον,
χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους ότι αυτή εξαρτάται αποκλειστικά από τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Η
σιδερένια ράβδος θα έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία γιατί είναι πιο ζεστή…είναι πιο
ζεστή (η σιδερένια ράβδος), είναι από μέταλλο»). Με άλλα λόγια, με αφορμή τη
μελέτη μιας νέας κατάστασης, όπου μαζί με το εμπόδιο Ε1 εμπλέκεται ένα άλλο
εμπόδιο (το εμπόδιο Ε2), οι μισοί σχεδόν μαθητές επέστρεψαν σε παλαιότερες
αντιλήψεις τους.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας εργασίας
που ακολουθεί, αρκετοί από τους μαθητές αποδέχονται την ισότητα των
θερμοκρασιών των ράβδων και την αποδίδουν στο ότι οι ράβδοι βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον. Από την ανάλυση των συζητήσεων των μαθητών,
προκύπτει επίσης ότι η επεξεργασία του εμποδίου Ε1 που προηγήθηκε, συμβάλλει
σημαντικά στην αποτελεσματική επεξεργασία του εμποδίου Ε2.
Στις υπόλοιπες διδακτικές καταστάσεις της ενότητας μαθημάτων Β, που
περιλαμβάνουν ερωτήσεις που εμπλέκουν το εμπόδιο Ε1, το σύνολο των μαθητών
αποφαίνεται για τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα, θεωρώντας ότι αυτή
καθορίζεται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος τους.
Σε ό,τι αφορά την ενότητα μαθημάτων Γ, οι διδακτικές καταστάσεις εστιάζονται
στο εμπόδιο Ε3. Αρκετές όμως, διδακτικές καταστάσεις εμπλέκουν και το εμπόδιο
Ε1. Για παράδειγμα, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών που θα
αποκτήσουν και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που έχουν δεχθεί δύο σώματα
με διαφορετικές μάζες και ίδια σύσταση που βρίσκονται μέσα σε θερμό περιβάλλον
για αρκετό χρόνο (Φ.Ε.3: πρόβλημα 5).
Οι περισσότεροι μαθητές (15 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4), στο ερώτημα που
αναφέρεται στη θερμοκρασία των σωμάτων, θεωρούν ότι τα σώματα θα αποκτήσουν
τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή:
«Το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίσες θερμοκρασίες. Η θερμοκρασία του γάλακτος σε
κάθε κούπα θα είναι 50 βαθμούς γιατί τόση είναι η θερμοκρασία του φούρνου. Δεν έχει
σημασία το μέγεθός τους»).
391
Ελάχιστοι είναι οι μαθητές (2 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.4) που θεωρούν ότι τα
σώματα θα αποκτήσουν θερμοκρασίες πολύ κοντά στη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους, αλλά όχι ίσες με αυτή, λόγω του διαφορετικού μεγέθους τους
(ενδεικτική απάντηση μαθητή: «θα είναι περίπου ίδια η θερμοκρασία, όση είναι στο
δωμάτιο, αλλά σε αυτό θα είναι η θερμοκρασία του λίγο πιο μεγάλη, γιατί είναι πιο
μεγάλο»).
Η πλειοψηφία λοιπόν των μαθητών χειρίζεται συστηματικά το νέο τρόπο σκέψης
σχετικά με τους παράγοντες που καθορίζουν τη θερμοκρασία που αποκτούν τα
σώματα. Οι δύο όμως μαθητές, εμφανίζουν μια νέα αντίληψη που έχει στοιχεία τόσο
από την αρχική τους αντίληψη (εξάρτηση θερμοκρασίας σώματος από
χαρακτηριστικά του), όσο και από την προς οικοδόμηση αντίληψη (εξάρτηση
θερμοκρασίας σώματος από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους). Με αφορμή
λοιπόν μια νέα κατάσταση όπου εμπλέκεται εκτός από το εμπόδιο Ε1 και το εμπόδιο
Ε3, οι μαθητές αυτοί εκδήλωσαν μια νέα αντίληψη.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, οι δύο
μαθητές που είχαν διαφορετική αντίληψη σε σχέση με τους υπόλοιπους αποδέχονται
την αντίληψη των συμμαθητών τους. Αποδέχονται δηλαδή την αντίληψη της
εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός σώματος από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
του (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Ε, ναι εντάξει θα είναι ίδιες οι
θερμοκρασίες τους, επειδή είναι στο δωμάτιο. Όση έχει το δωμάτιο, τόση θα έχουν και
τα ίδια»).
Ερωτήσεις που σχετίζονται με το εμπόδιο Ε1 εμφανίζονται σε αρκετές διδακτικές
καταστάσεις των μαθημάτων της ενότητας Δ. Το σύνολο των μαθητών απαντά σε
αυτές τις ερωτήσεις, θεωρώντας ότι η θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον, καθορίζεται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους και όχι από ορισμένα χαρακτηριστικά τους.
Στην ενότητα μαθημάτων Ε, πραγματοποιείται η διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε5, που αφορά στην αιτία της ροής θερμότητας. Παράλληλα, κατά τη
διάρκεια της ενότητας αυτής, συμπληρώνεται και «ολοκληρώνεται» η επεξεργασία
του εμποδίου Ε1.
Ειδικότερα, στα προβλήματα 6 έως 17 του ΦΕ5, όλοι οι μαθητές ισχυρίζονται ότι
η θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους και όχι από ορισμένα
χαρακτηριστικά τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Το γάλα στις δύο
392
κούπες θα έχει ίσες θερμοκρασίες. Η θερμοκρασία του γάλακτος σε κάθε κούπα θα
είναι 50 βαθμούς γιατί τόση είναι η θερμοκρασία του φούρνου. Δεν έχει σημασία το
μέγεθός τους»).
Σε ότι αφορά επίσης το εμπόδιο Ε1, οι περισσότεροι μαθητές (12 από τους 17)
οικοδομούν μια αντίληψη για το λόγο για τον οποίο η θερμοκρασία των σωμάτων
που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον για αρκετό χρονικό διάστημα είναι ίση με τη
θερμοκρασία αυτού του περιβάλλοντος - η αιτιολόγηση της εξίσωσης των
θερμοκρασιών των σωμάτων σχετίζεται με την αντίληψη της μεταφοράς θερμότητας
εξαιτίας της διαφοράς θερμοκρασίας σώματος-περιβάλλοντος με σκοπό την εξίσωση
των θερμοκρασιών. Οι μαθητές λοιπόν αυτοί αναφέρουν ότι αν τα σώματα είχαν
διαφορετικές θερμοκρασίες θα υπήρχε μεταφορά θερμότητας από τα περισσότερο
θερμά στα λιγότερο θερμά σώματα, μέχρι να αποκτήσουν όλα την ίδια θερμοκρασία
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Θα πάει θερμότητα από το δωμάτιο στο
χυμό, γιατί το δωμάτιο είναι πιο ζεστό από το χυμό. Θερμότητα θα πηγαίνει μέχρι ο
χυμός να έχει θερμοκρασία 24 βαθμούς, όση το δωμάτιο. Γι αυτό κάθε πράγμα σε ένα
δωμάτιο πρέπει να έχει ίδια θερμοκρασία με το δωμάτιο…Τώρα κατάλαβα γιατί όλα τα
πράγματα σε ένα δωμάτιο πρέπει να έχουν ίδια θερμοκρασία»).
• Διδακτικό στάδιο 8
Με στόχο την περαιτέρω καλλιέργεια της δεξιότητας αναγνώρισης του εμποδίου
Ε1, οι μαθητές εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχεδίασης «μαθημάτων» για τη
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα σε ένα περιβάλλον, με σκοπό να τα
«διδάξουν» σε κάποια άλλη τάξη (ΦΕ5: πρόβλημα 18). Οι μαθητές καλούνται να
αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν τις διδασκαλίες για τη θερμοκρασία διαφόρων
σωμάτων, τι ήταν αυτό που τους εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους
βοήθησε να καταλάβουν, καθώς επίσης και να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις
οι οποίες θα βοηθήσουν τους «μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων που σχετίζονταν με τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα. Το
σύνολο των μαθητών ανέφερε ως πρώτη δυσκολία ορισμένες προτάσεις που
σχετίζονται με το εμπόδιο Ε1 (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Μια
δυσκολία θα είναι ότι η θερμοκρασία κάποιων πραγμάτων εξαρτάται από το μέγεθος ή
από το υλικό που είναι φτιαγμένα…»). Από τις συζητήσεις τους προκύπτει ότι οι
393
μαθητές αυτοί αναγνωρίζουν ότι και οι άλλοι μαθητές των άλλων τμημάτων ή τάξεων
θα έχουν την ίδια δυσκολία με αυτούς σε ό,τι αφορά τους παράγοντες από τους
οποίους εξαρτάται η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «Νομίζω ότι τέτοιες δυσκολίες θα έχουν και οι άλλοι μαθητές. Δεν
θα ξέρουν ότι όλα τα πράγματα που είναι μέσα σε ένα χώρο θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία»). Πρότειναν μάλιστα και συγκεκριμένα προβλήματα με ερωτήματα που
αφορούν στη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα, τα οποία θεωρούν ότι πρέπει να
τεθούν στους μαθητές μιας άλλης τάξης, ώστε να τροποποιηθούν οι αντιλήψεις τους
(ενδεικτική πρόταση μαθητή: «Μετά θα τους πούμε να κάνουν πειράματα. Να βάλλουν
τα κέικ στο φούρνο, ένα μικρό και ένα πιο μεγάλο και να μετρήσουν τη θερμοκρασία
τους…να βάλλουν διάφορα πράγματα πάνω στο θρανίο τους, να μετρήσουν τη
θερμοκρασία τους και να μετρήσουν τη θερμοκρασία της αίθουσας»).
Ορισμένοι μαθητές αποδέχθηκαν ότι με αυτό το πρόβλημα που τους τέθηκε,
αντιλήφθηκαν ποια ήταν ακριβώς η δυσκολία που και οι ίδιοι είχαν, σχετικά με τη
θερμοκρασία που αποκτούν διάφορα σώματα όταν βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο
ίδιο περιβάλλον (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Και εγώ είχα την ίδια
δυσκολία. Τώρα το κατάλαβα. Τόση ώρα γιατί δεν το είχα καταλάβει;»). Επίσης,
αναγνώρισαν ότι η διαδικασία προετοιμασίας μιας διδασκαλίας συμβάλλει στην
κατανόηση των όσων πρόκειται να διδαχθούν (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «Τώρα καταλαβαίνω πιο καλά τη θερμοκρασία και από τι εξαρτάται…
Εξαρτάται από τη θερμοκρασία του γύρω χώρου και δεν εξαρτάται από τομέγεθος και
το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα πράγματα… Όταν σκέφτεσαι πως θα διδάξεις
ένα πράγμα, τότε το καταλαβαίνεις πιο καλά»). Φαίνεται, λοιπόν, ότι τέτοιου είδους
διδακτικές καταστάσεις πριμοδοτούν μετακινήσεις των μαθητών προς την
κατεύθυνση της αναγνώρισης του εμποδίου Ε1.
394
Στη συνέχεια, θα ακολουθηθούν ορισμένες όψεις αυτής της διαφορετικότητας για
να διερευνηθεί καλύτερα η συμβολή των διαφόρων διδακτικών καταστάσεων στην
επεξεργασία του εμποδίου Ε1.
Από την μελέτη των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις των
προβλημάτων και των συζητήσεών τους, προκύπτει ότι οι μαθητές τροποποιούν τις
αντιλήψεις τους σε διαφορετικές στιγμές. Αυτό μπορεί να διαπιστωθεί ακολουθώντας
ορισμένες νοητικές «πορείες» μαθητών. Ο Πίνακας 7.4, που συγκροτήθηκε με βάση
το σύνολο των ατομικών γραπτών εργασιών των μαθητών και των διαλόγων κατά την
διάρκεια συγκεκριμένων διδακτικών καταστάσεων που αφορούν στην επεξεργασία
του εμποδίου Ε1, επιτρέπει τον προσδιορισμό των διαφορετικών προσωπικών
νοητικών «διαδρομών» κάθε μαθητή. Παράλληλα, αυτός ο τρόπος οργάνωσης των
απαντήσεων των μαθητών και των συζητήσεών τους, επιτρέπει τη διαμόρφωση των
ακόλουθων τεσσάρων ομάδων μαθητών.
Ομάδα 1: Οι μαθητές που εντάσσονται σε αυτήν την ομάδα, διατηρούν τις αρχικές
τους αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1, παρά τα αντίθετα με τις
προβλέψεις τους πειραματικά αποτελέσματα. Ακόμα και όταν εκδηλώνουν νέες
αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1, μεταπίπτουν συχνά
στις αρχικές τους αντιλήψεις με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης.
Ομάδα 2: Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που ενώ αρχικά χρησιμοποιούν
αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1, μετά τα πρώτα πειραματικά
αποτελέσματα εκδηλώνουν νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου Σ1. Όμως, στη συνέχεια, με αφορμή τη μελέτη νέων καταστάσεων,
«παλινδρομούν» ανάμεσα στις αρχικές και στις νέες αντιλήψεις. Τέλος, φαίνεται να
σταθεροποιείται η χρήση των νέων αντιλήψεων με συνέπεια.
Ομάδα 3: Οι μαθητές της ομάδας αυτής ενώ αρχικά χρησιμοποιούν αντιλήψεις που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε1, μετά τα πρώτα πειραματικά αποτελέσματα εκδηλώνουν
νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1, που τις
χρησιμοποιούν συστηματικά και με συνέπεια.
Ομάδα 4: Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που χρησιμοποιούν σε όλο το φάσμα
των διδακτικών καταστάσεων αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου Σ1.
395
Πίνακας 7.4. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1.
1 2 3 4 5 6 7 8 9
Ευθυμία Ομάδα 1
Ελίνα
Θανάσης
Αντώνης
Κώστας
Μαρία Ομάδα 2
Μαίρη
Μάικ
Παναγιώτης
Εύα
Δήμητρα
Αλέξανδρος
Ομάδα 3
Τάσος
Αστερόπη
Ανδριάνα
Μαρίνος
Παντελής Ομάδα 4
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον
εξαρτάται από χαρακτηριστικά του σώματος.
Ύπαρξη αμφιβολιών σχετικά με τους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η θερμοκρασία
που αποκτά ένα σώμα.
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον
εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του και από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
396
Ακολουθούν χαρακτηριστικά παραδείγματα μαθητών από κάθε μια ομάδα από
αυτές που έχουν αναφερθεί.
Ευθυμία, ομάδα 1
ΕΥΘΥΜΙΑ: Εγώ λέω ότι τα ταψιά θα έχουν πιο μεγάλη θερμοκρασία από τα κέικ, γιατί
είναι από σίδερο. Το μικρό ταψί θα είναι πιο ζεστό από το μεγάλο, γιατί είναι πιο
μικρό.
397
Στη συνέχεια η Ευθυμία διαπιστώνει, εκτελώντας τα υπόλοιπα πειράματα της 1ης
έρευνας, ότι οι θερμοκρασίες των σωμάτων είναι ίσες με τη θερμοκρασία του χώρου
μέσα στον οποίο βρίσκονται τα σώματα (δωμάτιο, ψυγείο) και αποδέχεται τα
πειραματικά αποτελέσματα χωρίς όμως να εμπλέκεται σε περαιτέρω συζήτηση και
σχολιασμό.
Με τη βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπάρχουν στο Φ.Ε.1 (με τον τίτλο
«διαπιστώσεις – συμπληρώσεις»), η Ευθυμία συγκρίνει τις μετρήσεις της
(πειραματικά αποτελέσματα) με τις αρχικές προβλέψεις της. Οι ερωτήσεις αυτές την
εμπλέκουν σε συζήτηση με τις συμμαθήτριες της ομάδας της. Κατά τη διάρκεια
αυτής της συζήτησης, η Ευθυμία αποστασιοποιείται από την αντίληψη που
χρησιμοποιούσε αρχικά (εξάρτηση θερμοκρασίας των κέικ από το μέγεθός τους).
398
ΕΥΘΥΜΙΑ: Και εγώ λέω ότι ο σίδηρος θα είναι πιο κρύος…
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάλι έχουν το ίδιο (θερμοκρασία). Δεν παίζω.
ΜΑΡΙΑ: Έτσι είναι.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Το βρήκα! Άλλη φορά να βλέπουμε πόσο ζεστό είναι το δωμάτιο και να μην
μας ενδιαφέρει τι έχει μέσα του.
399
Η Ευθυμία κατά την διαπραγμάτευση αυτών των προβλημάτων, δίνει απαντήσεις με
αιτιολογήσεις από τις οποίες φαίνεται ότι προκειμένου να αναφερθεί στην
θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα που βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα
περιβάλλον, δεν εστιάζεται στο σώμα και τα χαρακτηριστικά του, αλλά στη
θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 9 του ΦΕ1, οι μαθητές επινοούν ερωτήσεις τις
οποίες υποβάλλουν τους συμμαθητές τους. Με τις ερωτήσεις αυτές προσπαθούν να
παρασύρουν τους συμμαθητές τους στην παγίδα του εμποδίου. Η Ανδριάνα
απευθύνει ερώτηση στη Ευθυμία. Η Ευθυμία απαντά λαμβάνοντας υπόψη της
αποκλειστικά το γύρω χώρο από το σώμα και όχι το ίδιο το σώμα και τα
χαρακτηριστικά του.
Όπως φαίνεται και από το απόσπασμα του διαλόγου που ακολουθεί, η Ευθυμία
χρησιμοποιεί συστηματικά αντιλήψεις που βρίσκονται προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ1.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Το πόμολο της πόρτας, ένα μολύβι, μια γόμα και ένα τετράδιο, έχουν ίδια
ή διαφορετική θερμοκρασία;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Θα έχουν όλα την ίδια θερμοκρασία.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Γιατί;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Γιατί όλα βρίσκονται στο ίδιο δωμάτιο. Δεν έχει σημασία το υλικό τους.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Πόση θερμοκρασία θα έχουν;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Όση το δωμάτιο.
400
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι παρά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1, που
προηγήθηκε σε όλη τη διάρκεια ενότητας μαθημάτων Α, και τη συστηματική χρήση
από τη μεριά της του νέου τρόπου σκέψης, η Ευθυμία, αποφαίνεται για τη
θερμοκρασία των σωμάτων, θεωρώντας ότι αυτή εξαρτάται από χαρακτηριστικά του
σώματος. Με άλλα λόγια, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης (όπου
εμπλέκεται ένα άλλο εμπόδιο, το Ε2), η Ευθυμία επέστρεψε σε παλαιότερες
αντιλήψεις της.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Η σιδερένια ράβδος θα έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία γιατί είναι πιο ζεστή.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Μα είναι στο ίδιο αυτοκίνητο μέσα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Και λοιπόν, αφού είναι πιο ζεστή (η σιδερένια ράβδος), είναι από μέταλλο.
Μετά την εκτέλεση των πειραμάτων κατά τη διάρκεια της συζήτησης που
ακολουθεί, η Ευθυμία υιοθετεί εκ νέου την αντίληψη ότι η θερμοκρασία που
αποκτούν τα σώματα καθορίζεται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
Στις υπόλοιπες διδακτικές καταστάσεις της ενότητας μαθημάτων Β, που
περιλαμβάνουν ερωτήσεις που εμπλέκουν το εμπόδιο Ε1, η Ευθυμία αποφαίνεται για
τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα, θεωρώντας ότι αυτή καθορίζεται
αποκλειστικά από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος τους.
Σε ό,τι αφορά την ενότητα μαθημάτων Γ, οι διδακτικές καταστάσεις εστιάζονται
στο εμπόδιο Ε3. Αρκετές όμως, διδακτικές καταστάσεις εμπλέκουν και το εμπόδιο
Ε1. Ειδικότερα, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών που θα
αποκτήσουν και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που έχουν δεχθεί δύο σώματα
με διαφορετικές μάζες και ίδια σύσταση που βρίσκονται μέσα σε θερμό περιβάλλον
για αρκετό χρόνο (Φ.Ε.3: πρόβλημα 5). Η Ευθυμία απαντά στις ερωτήσεις του
προβλήματος αυτού θεωρώντας ότι η θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον καθορίζεται όχι μόνο από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους, αλλά και από ορισμένα χαρακτηριστικά των σωμάτων. Με
αφορμή λοιπόν την επεξεργασία μιας νέας κατάστασης, εκδηλώνει μια νέα αντίληψη
που έχει στοιχεία τόσο της αρχικής της αντίληψης όσο και της αντίληψης που
απέκτησε κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Το γάλα στις δύο κούπες δεν θα έχει ακριβώς ίδιες θερμοκρασίες. Θα είναι
κοντά στη θερμοκρασία του φούρνου, αλλά έχει σημασία και το μέγεθός τους.
401
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που ακολουθεί, καθώς επίσης και στις
συζητήσεις μεταξύ των μαθητών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των υπόλοιπων
διδακτικών καταστάσεων η Ευθυμία χρησιμοποιεί πλέον την αντίληψη, ότι η
θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα περιβάλλον,
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος αυτού και όχι από ορισμένα
χαρακτηριστικά αυτών καθ’ αυτών των σωμάτων.
Μαρία, ομάδα 2
402
Στη συνέχεια διαπιστώνει ότι οι θερμοκρασίες των σωμάτων είναι ίσες με τη
θερμοκρασία του χώρου μέσα στον οποίο βρίσκονται τα σώματα (φούρνος, δωμάτιο,
ψυγείο). Αποδέχεται αυτό το αποτέλεσμα, όμως δεν εμπλέκεται σε περαιτέρω
συζήτηση και σχολιασμό.
Οι ερωτήσεις που στο Φ.Ε.1 των μαθητών εμφανίζονται κάτω από τον τίτλο
«διαπιστώσεις – συμπληρώσεις» (τι διαπίστωσα από την έρευνα που έκανα; αυτό που
διαπίστωσα ήταν αυτό που περίμενα; τι ήταν δύσκολο για μένα στην παραπάνω
έρευνα;), εμπλέκουν τη Μαρία σε συζήτηση τους συμμαθητές της. Αποδέχεται την
αντίληψη ότι η θερμοκρασία που αποκτούν τα κέικ είναι ίδια με τη θερμοκρασία του
φούρνου.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ περίμενα ότι μέσα σε ένα φούρνο το μικρό κέικ θα είναι πιο ζεστό από το
μεγάλο, λόγω του μεγέθους του. Όμως τα δύο κέικ στο τέλος έχουν την ίδια
θερμοκρασία…Το μικρό κέικ ζεσταίνεται πιο γρήγορα…Εγώ δεν πίστευα ότι τα κέικ θα
ήταν το ίδιο ζεστά με το φούρνο…Δεν πίστευα όταν μετρήσαμε και βρήκαμε το ίδιο.
403
Εκτελώντας τα υπόλοιπα πειράματα της 2ης έρευνας, διαπιστώνει ότι η
θερμοκρασία δεν εξαρτάται από τη σύσταση των σωμάτων, αλλά από τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντος μέσα στον οποίο βρίσκονται.
Στη συνέχεια, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής των
αντιλήψεων που έχουν δομήσει σε νέες καταστάσεις, οι μαθητές καλούνται να
επεξεργαστούν ορισμένα προβλήματα (διαφορετικά σε σχέση με αυτά που είχαν
διαπραγματευτεί στο παρελθόν) που αφορούν, και πάλι, στη θερμοκρασία που
αποκτούν τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον. Πιο
συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να συγκρίνουν τις θερμοκρασίες που θα
αποκτήσουν, μετά από αρκετό χρονικό διάστημα, σώματα διαφορετικών
θερμοκρασιών που τοποθετούνται σε ένα δωμάτιο (Φ.Ε.1: πρόβλημα 2).
Κατά την επεξεργασία του προβλήματος 2 του ΦΕ1, η Μαρία θεωρεί ότι τα
διάφορα σώματα θα έχουν θερμοκρασίες κοντά στη θερμοκρασία του δωματίου.
Ισχυρίζεται ότι θα αποκτήσουν θερμοκρασία λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τη
θερμοκρασία του δωματίου, εξαιτίας της διαφορετικής τους σύστασης (εμφάνιση
νέας αντίληψης). Η Μαρία, φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται το ρόλο του δωματίου στο
καθορισμό της θερμοκρασίας ενός σώματος, όμως θεωρεί ότι τα σώματα αποκτούν
θερμοκρασία η οποία βρίσκεται κοντά στη θερμοκρασία του δωματίου, αλλά δεν
εξισώνεται με αυτήν, εξαιτίας της διαφορετικής σύστασης των σωμάτων.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που ακολουθεί, φαίνεται ότι αποστασιοποιείται
από αυτή την αντίληψη.
404
απαντήσεις με αιτιολογήσεις από τις οποίες φαίνεται ότι λαμβάνει υπόψη της τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντος των σωμάτων (π.χ. θερμοκρασία φούρνου)
προκειμένου να αποφανθεί για τη θερμοκρασία που αποκτούν.
Για παράδειγμα το πρόβλημα 6 του Φ.Ε.1, περιλαμβάνει την επεξεργασία εκ νέου,
ενός ερωτήματος το οποίο είχε τεθεί από το δάσκαλο στην αρχή της διδασκαλίας
(πρόβλημα 1 του Φ.Ε.1). Η Μαρία χρησιμοποιεί πλέον την αντίληψη ότι η
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα θα είναι ίση με τη θερμοκρασία του φούρνου.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ νόμιζα ότι τα κέικ και τα ταψιά δεν θα είναι το ίδιο ζεστά, γιατί άλλα
είναι μεγάλα και άλλα μικρά και είναι φτιαγμένα άλλα από σίδερο και από αλεύρι.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Τώρα τι πιστεύεις;
ΜΑΡΙΑ: Τώρα μετά από τα πειράματα και από αυτά που είπαμε, λέω ότι όλα θα έχουν
την ίδια θερμοκρασία. Πάντα έβγαινε η ίδια.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Αυτήν που έχει ο φούρνος.
ΜΑΡΙΑ: Ναι, έμαθα ότι δεν έχει σημασία πως είναι τα κέικ και τα ταψιά, αλλά τι
δείχνει ο φούρνος.
Ζητείται στη συνέχεια από τους μαθητές να δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο
εικόνες που τους προτείνονται (εικόνα Α: αναπαριστάνεται ένα μόνο σώμα) και Β
(εικόνα Β: αναπαριστάνεται το ίδιο σώμα και επιπλέον έχει σχεδιαστεί ο χώρος που
βρίσκεται γύρω από αυτό), μοιάζει ο τρόπος που σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για
να αποφανθούν για τη θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα που βρίσκεται σε ένα
ορισμένο περιβάλλον (πρόβλημα 7 του Φ.Ε.1). Στο πρόβλημα αυτό, η Μαρία, αρχικά
δεν απαντά, επειδή όπως αναφέρει δεν κατάλαβε την ερώτηση. Μετά από τη
συζήτηση με τους συμμαθητές της, η Μαρία θεωρεί ότι πριν τη διδασκαλία εκτιμούσε
τη θερμοκρασία ενός σώματος λαμβάνοντας υπόψη της μόνο το σώμα και όχι το
περιβάλλον του, πράγμα το οποίο κάνει τώρα.
405
ΜΑΪΚ: Πιστεύω ότι πριν τα μαθήματα σκεφτόμουν όπως στην εικόνα Α. Τώρα όμως
σκέφτομαι όπως στην εικόνα Β, γιατί σημασία έχει ο χώρος που είναι γύρω από το
σώμα, όχι το ίδιο το σώμα.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ δεν απάντησα.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Γιατί Μαρία;
ΜΑΡΙΑ: Δεν το κατάλαβα. Έβλεπα τις εικόνες και δεν το κατάλαβα. Τώρα που
μιλούσατε κατάλαβα ότι η μια εικόνα είναι όταν σκέφτεσαι μόνο το σώμα και η άλλη
όταν σκέφτεσαι το γύρω χώρο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Τι θα έλεγες τώρα;
ΜΑΡΙΑ: Πριν τα μαθήματα σκεφτόμουν όπως στην εικόνα Α, γιατί έλεγα ότι η
θερμοκρασία εξαρτάται από το υλικό του κάθε πράγματος. Το σίδερο για παράδειγμα
έλεγα ότι είναι πιο κρύο από το κέικ. Έβλεπα από τι είναι φτιαγμένο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Τώρα τι πιστεύεις;
ΜΑΡΙΑ: Τώρα λέω ότι σημασία έχει η θερμοκρασία του χώρου που είναι γύρω από το
σώμα. Η θερμοκρασία ενός πράγματος εξαρτάται από τη θερμοκρασία του χώρου που
είναι γύρω από κάθε πράγμα και όχι από τι είναι φτιαγμένο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Εγώ συμπλήρωσα στην πρώτη πρόταση ότι η θερμοκρασία ενός σώματος
εξαρτάται από το μέγεθος και το υλικό του και στη δεύτερη ότι η θερμοκρασία ενός
σώματος εξαρτάται από το γύρω χώρο του…
ΜΑΡΙΑ: Η πρώτη πρόταση είναι όπως σκεφτόμουν πριν τα μαθήματα. Για τη
θερμοκρασία ενός πράγματος σκεφτόμουν από τι είναι φτιαγμένο και αν είναι μεγάλο ή
μικρό.
ΜΑΪΚ: Δεν σκεφτόμασταν καθόλου πόση θερμοκρασία έχει ο γύρω χώρος.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Εμένα ποτέ δεν θα μου περνούσε από το μυαλό να σκεφτώ για τη
θερμοκρασία που έχει ο χώρος, για να πω για τη θερμοκρασία ενός πράγματος.
406
ΜΑΡΙΑ: Α ούτε και μένα.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Έχουμε ένα ηλιακό θερμοσίφωνα στην ταράτσα του σπιτιού. Τι θα έχει
μεγαλύτερη θερμοκρασία, ο λέβητας, το νερό ή τα τζάμια;
ΜΑΡΙΑ: Θα έχουν όλα την ίδια θερμοκρασία.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Γιατί;
ΜΑΡΙΑ: Γιατί όλα βρίσκονται στον ίδιο χώρο. Δεν έχει σημασία που το ένα πράγμα
είναι από μέταλλο ή το άλλο από γυαλί.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Πόση θερμοκρασία θα έχουν;
ΜΑΡΙΑ: Που να ξέρω. Δεν είπες πόση θερμοκρασία έχει ο γύρω χώρος;
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Πες 30 βαθμούς Κελσίου.
ΜΑΡΙΑ: Θα έχουν τη θερμοκρασία που έχει ο χώρος, δηλαδή 30 βαθμούς. Όλα τα
σώματα μέσα σε ένα χώρο θα έχουν τη θερμοκρασία του χώρου.
407
Με άλλα λόγια, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης (όπου εμπλέκεται
εκτός από το εμπόδιο Ε1 και το εμπόδιο Ε2), η Μαρία επέστρεψε σε παλαιότερες
αντιλήψεις της.
Επίσης, φαίνεται (από την ανάλυση των διαλόγων) ότι η επεξεργασία σε κάποιο
βαθμό του εμποδίου Ε1 συμβάλλει σημαντικά στην δημιουργία συζήτησης για την
αποτελεσματικότερη επεξεργασία του εμποδίου Ε2. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης
η Μαρία φαίνεται να αποδέχεται την ισότητα των θερμοκρασιών των ράβδων.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ λέω ότι θα νιώθω τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή από τη ξύλινη. Η
σιδερένια ράβδος θα έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία, γιατί είπα ότι θα τη νιώθω πιο
ζεστή.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Και εγώ λέω το ίδιο με τη Μαρία…
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Βλέπω ότι όλοι συμφωνούμε ότι θα νιώθουμε τη σιδερένια ράβδο πιο
ζεστή. Δεν συμφωνούμε για τη θερμοκρασία. Εγώ λέω ότι πρέπει οι δύο ράβδοι να
έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί και οι δύο είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πέντε ώρες.
ΜΑΡΙΑ: Τώρα που το σκέφτομαι λέω ότι πρέπει οι ράβδοι να έχουν την ίδια
θερμοκρασία, αυτή που θα έχει το αυτοκίνητο. Όμως θα νιώθω τη σιδερένια ράβδο πιο
ζεστή. Αυτό δεν το καταλαβαίνω. Μάλλον μμ μπερδεύτηκα.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Οι ράβδοι βρίσκονται για πολλές ώρες στο αυτοκίνητο. Άρα θα έχουν τη
ίδια θερμοκρασία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Όταν αγγίζουμε ένα σίδερο, δεν καταλαβαίνουμε τη θερμοκρασία του;
ΜΑΡΙΑ: Ναι την καταλαβαίνουμε.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Άρα δεν έχουν ίδια θερμοκρασία. Το σίδερο είναι πιο ζεστό, δηλαδή
έχει μεγάλη θερμοκρασία.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Μα είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πολλές ώρες.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Η μια ράβδος είναι σιδερένια γι αυτό είναι πιο ζεστή.
ΜΑΡΙΑ: Είναι από μέταλλο, έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία, γι αυτό και τη νιώθουμε πιο
ζεστή.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Όμως δεν είδαμε στα προηγούμενα ότι δεν έχει σημασία για τη
θερμοκρασία το υλικό;
ΜΑΪΚ: Ναι.
ΜΑΡΙΑ: Α ναι.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Άρα θα έχουν την ίδια θερμοκρασία.
ΜΑΡΙΑ: Ναι, θα έχουν την ίδια. Θα νιώθουμε όμως το σίδερο πιο ζεστό.
408
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι βέβαια. Μήπως λοιπόν, με το χέρι μας δεν καταλαβαίνουμε καλά τη
θερμοκρασία;
ΜΑΡΙΑ: Μπορεί.
ΜΑΡΙΑ: Το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίσες θερμοκρασίες. Η θερμοκρασία του
γάλακτος σε κάθε κούπα θα είναι 50 βαθμούς γιατί τόση είναι η θερμοκρασία του
φούρνου. Δεν έχει σημασία το μέγεθός τους.
Κατά τη διάρκεια της ενότητας Ε, η Μαρία συνειδητοποιεί το λόγο για τον οποίο
η θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται στον ίδιο χώρο για αρκετό χρονικό
διάστημα είναι ίδια με τη θερμοκρασία αυτού του χώρου.
Ο διάλογος που ακολουθεί πραγματοποιήθηκε από τη Μαρία και τους
συμμαθητές της, με αφορμή το πρόβλημα 5 του ΦΕ5. Η Μαρία αναφέρεται σε
μεταφορά θερμότητας από το δωμάτιο (που έχει υψηλότερη θερμοκρασία) προς το
χυμό (που έχει χαμηλότερη θερμοκρασία). Αποτέλεσμα αυτής της μεταφοράς
θερμότητας είναι η εξίσωση των θερμοκρασιών. Ο χυμός, σύμφωνα με την Μαρία, θα
αποκτήσει τη θερμοκρασία του δωματίου.
ΜΑΡΙΑ: Θα πάει θερμότητα από το δωμάτιο στο χυμό, γιατί το δωμάτιο είναι πιο ζεστό
από το χυμό. Θερμότητα θα πηγαίνει μέχρι ο χυμός να έχει θερμοκρασία 24 βαθμούς,
όση το δωμάτιο. Γι αυτό κάθε πράγμα σε ένα δωμάτιο πρέπει να έχει ίδια θερμοκρασία
με το δωμάτιο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Μαρία τα είπες πολύ καλά…
ΜΑΡΙΑ: Τώρα κατάλαβα γιατί όλα τα πράγματα σε ένα δωμάτιο πρέπει να έχουν ίδια
θερμοκρασία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Τι κατάλαβες;
ΜΑΡΙΑ: Κατάλαβα ότι αν είχαν διαφορετική, θα πήγαινε θερμότητα από τα ζεστά στα
κρύα, μέχρι να έχουν όλα το ίδιο.
409
Κατά τη διάρκεια των προβλημάτων 6 έως 18 του Φ.Ε.5, η Μαρία αποφαίνεται
για τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα λαμβάνοντας υπόψη της τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 18 του ΦΕ5, οι μαθητές σχεδιάζουν μαθήματα για
τη θερμοκρασία και τη θερμότητα, με σκοπό να τα διδάξουν σε κάποια άλλη τάξη.
Το επόμενο απόσπασμα συζητήσεων πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στους μαθητές
της Β ομάδας. Συζητούν για την πρώτη δυσκολία που είχαν στα μαθήματα που
προηγήθηκαν. Αναφέρουν ότι αρχικά θεωρούσαν ότι η θερμοκρασία που αποκτά ένα
σώμα καθορίζεται από το μέγεθος και από το «υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένο».
ΜΑΡΙΑ: Η πρώτη δυσκολία που είχα; Νόμιζα ότι η θερμοκρασία των πραγμάτων
εξαρτάται από το μέγεθος ή από το υλικό που είναι φτιαγμένα.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Ναι, νομίζαμε ότι μέσα σε ένα φούρνο ένα σιδερένιο πιάτο είναι πιο
ζεστό από ένα ξύλινο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Νομίζω ότι αυτή τη δυσκολία θα την έχουν και οι άλλοι μαθητές. Δεν θα
ξέρουν ότι όλα τα πράγματα που είναι μέσα σε ένα χώρο θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία.
ΜΑΡΙΑ: Θα μπερδεύονται από το διαφορετικό μέγεθος και από το υλικό τους.
ΜΑΪΚ: Α ναι. Θα λένε ότι έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες…
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Θα τους πούμε να σκεφτούν πειράματα.
ΜΑΡΙΑ: Δεν θα πιστεύουν όταν τα θερμόμετρα δείχνουν το ίδιο.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Να τους πούμε να μετρούν τη θερμοκρασία του χώρου.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι , για να δουν ότι όλα τα πράγματα έχουν την ίδια θερμοκρασία με το
χώρο.
ΜΑΡΙΑ: Το δύσκολο είναι να καταλάβουν ότι η θερμοκρασία κάποιου πράγματος είναι
ίδια με τη θερμοκρασία του γύρω χώρου. Να μην σκέφτονται πόσο μεγάλο είναι και
από τι είναι φτιαγμένο.
Τάσος, ομάδα 3
Ο Τάσος αρχικά, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις του στο πρόβλημα 1 του
Φ.Ε.1 (στο οποίο ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη σχέση των
θερμοκρασιών δύο κέικ και δύο ταψιών που έχουν διαφορετικά μεγέθη και
410
βρίσκονται για δύο ώρες σε φούρνο σταθερής θερμοκρασίας), θεωρεί ότι η
θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα εξαρτάται από τη σύσταση και από το μέγεθός
του, δηλαδή από ορισμένα χαρακτηριστικά του σώματος (εκδήλωση εμποδίου Ε1).
ΤΑΣΟΣ: Ότι δεν θα έχουν την ίδια θερμοκρασία. Τα σιδερένια ταψιά ζεσταίνονται πιο
γρήγορα, γιατί είναι από μέταλλο. Αυτά θα είναι πιο ζεστά από τα κέικ. Το μικρό ταψί
θα έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία από το μεγάλο, γιατί είναι πιο μικρό. Πάλι το μικρό
κέικ θα έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία από το μεγάλο.
411
ΤΑΣΟΣ: Αυτό που έχει σημασία είναι η θερμοκρασία του δωματίου. Όση είναι αυτή
τόση θα είναι και η θερμοκρασία όλων.
ΤΑΣΟΣ: Πριν τη διδασκαλία πίστευα ότι η θερμοκρασία των κέικ και των ταψιών θα
ήταν διαφορετική, γιατί τα ταψιά είναι από σίδηρο. Νόμιζα ότι το μικρό κέικ θα είχε
μεγαλύτερη θερμοκρασία από το μεγάλο. Ακόμα ότι το μικρό ταψί θα είχε μεγαλύτερη
θερμοκρασία από το μεγάλο, γιατί το μεγάλο ζεσταίνεται πιο αργά…Τώρα πιστεύω ότι
τα δυο κέικ και τα δυο ταψιά θα έχουν ίδιες θερμοκρασίες. Πιστεύω ακόμα ότι δεν
επηρεάζει τη θερμοκρασία των κέικ και των ταψιών το μέγεθός τους και το υλικό τους.
Αυτό που πρέπει να προσέχουμε είναι η θερμοκρασία του φούρνου μέσα στον οποίο
βρίσκονται. Όση είναι αυτή η θερμοκρασία τόση είναι και η θερμοκρασία όλων.
Στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2, όπου δύο ράβδοι μια ξύλινη και μια σιδερένια
βρίσκονται μέσα σε ένα αυτοκίνητο για αρκετό χρόνο και ζητείται από τους μαθητές
να προβλέψουν αν θα αισθάνονται το ίδιο ζεστές δύο ράβδους και αν οι ράβδοι θα
έχουν την ίδια θερμοκρασία ή όχι, ο Τάσος θεωρεί ότι οι ράβδοι θα έχουν ίσες
θερμοκρασίες επειδή βρίσκονται στον ίδιο χώρο, είναι όμως προβληματισμένος για
το ότι αισθάνεται τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή από τη ξύλινη. Φαίνεται λοιπόν ότι
χρησιμοποιεί με συνέπεια τη νέα αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
Στη διδακτική ενότητα Ε, σε ό,τι αφορά το εμπόδιο Ε1, ο Τάσος συνειδητοποιεί
το λόγο για τον οποίο η θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται στο ίδιο
περιβάλλον για αρκετό χρονικό διάστημα είναι ίση με τη θερμοκρασία αυτού του
περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρίσκονται. Αιτιολογεί την απάντησή του, λέγοντας
ότι αν τα σώματα είχαν διαφορετικές θερμοκρασίες θα υπήρχε μεταφορά θερμότητας
από τα σώματα υψηλότερης θερμοκρασίας προς τα σώματα χαμηλότερης
θερμοκρασίας, μέχρι να αποκτήσουν όλα τα σώματα την ίδια θερμοκρασία.
412
Με αφορμή το πρόβλημα 18 του ΦΕ5, οι μαθητές σχεδιάζουν μαθήματα για τη
θερμοκρασία και τη θερμότητα, με σκοπό να τα διδάξουν σε κάποια άλλη τάξη. Το
επόμενο απόσπασμα συζητήσεων πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στους μαθητές της Β
ομάδας στην οποία ανήκει ο Τάσος. Συζητούν για την πρώτη δυσκολία που είχαν στα
μαθήματα που προηγήθηκαν. Αναφέρουν ότι αρχικά θεωρούσαν πως η θερμοκρασία
ενός σώματος καθορίζεται από το μέγεθος και από τη σύστασή του.
413
ΤΑΣΟΣ: Ότι αν τα αφήσεις 1 ή 2 λεπτά, θα είναι το μικρό κέικ πιο κρύο. Αν τα αφήσεις
πολλή ώρα θα έχουν ίδια θερμοκρασία.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Ακόμα πρέπει να μάθουν ότι σημασία έχει η θερμοκρασία του χώρου
που είναι τα πράγματα.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Ναι αυτό εγώ δεν θα το σκεφτόμουν ποτέ.
ΤΑΣΟΣ: Πρέπει να συνηθίσουν σιγά σιγά όταν μιλούν για τη θερμοκρασία, να μην
σκέφτονται τα ίδια τα πράγματα, αλλά το χώρο που είναι γύρω τους.
ΚΩΣΤΑΣ: Νομίζω ότι αυτή είναι η μεγάλη δυσκολία.
Παντελής, ομάδα 4
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Εγώ λέω ότι τα κέικ και τα ταψιά θα έχουν την ίδια θερμοκρασία, γιατί
τα βάλαμε στον ίδιο φούρνο για να ζεσταθούνε μαζί.
414
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Έτσι λέω, δεν ξέρω. Μπορεί να είναι το ίδιο ζεστά μπορεί όχι. Δεν είμαι
σίγουρος.
415
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Παντελή τι λες. Θα δεις που το μικρό (κέικ) θα είναι πιο ζεστό…
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Τα κέικ έχουν ίδια θερμοκρασία 61 βαθμούς. Τίποτα δεν αλλάζει.
ΜΑΡΙΑ: Απίστευτο.
ΜΑΪΚ: Πως έγινε αυτό;
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Δεν το περίμενα.
Οι ερωτήσεις που στο Φ.Ε.1 εμφανίζονται κάτω από τον τίτλο «διαπιστώσεις –
συμπληρώσεις» («τι διαπίστωσα από την έρευνα που έκανα;», «αυτό που διαπίστωσα
ήταν αυτό που περίμενα;», «τι ήταν δύσκολο για μένα στην παραπάνω έρευνα;»),
εμπλέκουν σε συζήτηση τον Παντελή με τους συμμαθητές του. Από τη συζήτηση
προκύπτει ότι ο Παντελής θεωρεί πως τα σώματα που βρίσκονται στο ίδιο
περιβάλλον αποκτούν τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Εγώ το έλεγα από την αρχή. Αφού είναι μέσα στον ίδιο φούρνο θα έχουν
την ίδια θερμοκρασία.
ΜΑΪΚ: Δεν ήσουν όμως και τόσο σίγουρος.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Εντάξει. Με παρασύρατε. Εσείς γιατί λέγατε ότι τα κέικ θα έχουν
διαφορετικές θερμοκρασίες;
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Γιατί το ένα ήταν μικρό και το άλλο μεγάλο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ε και;
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Όταν έχουμε δύο κέικ σε ένα φούρνο, ξέρουμε ότι το μικρό ζεσταίνεται
πιο γρήγορα και έτσι είπαμε ότι το μικρό κέικ θα είναι πιο ζεστό.
ΜΑΡΙΑ: Το μικρό κέικ ζεσταίνεται πιο γρήγορα.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Το μικρό κέικ ζεσταίνεται πιο γρήγορα, αλλά μετά από λίγο και τα δύο
κέικ έχουν ίδια θερμοκρασία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Ναι, και μάλιστα όση έχει ο φούρνος ή το δωμάτιο.
ΜΑΪΚ: Και το ψυγείο.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Ναι.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ δεν πίστευα ότι τα κέικ θα ήταν το ίδιο ζεστά με το φούρνο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ; Και εγώ έλεγα ότι θα έχουν την ίδια θερμοκρασία αφού είναι στον ίδιο
φούρνο, αλλά δεν περίμενα αυτή να είναι ίδια με του φούρνου.
416
θερμοκρασίας που αποκτούν τα σώματα από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός
τους.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 7 του Φ.Ε.1 όπου ζητείται από τους μαθητές να
δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο εικόνες Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο
τρόπος που σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για να αποφανθούν για τη θερμοκρασία
που αποκτά ένα σώμα που βρίσκεται σε ένα ορισμένο περιβάλλον, ο Παντελής
θεωρεί ότι η θερμοκρασία των σωμάτων εξαρτάται από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντος μέσα στον οποίο βρίσκονται.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Βλέπω ότι όλοι συμφωνούμε ότι θα νιώθουμε τη σιδερένια ράβδο πιο
ζεστή. Δεν συμφωνούμε για τη θερμοκρασία. Εγώ λέω ότι πρέπει οι δύο ράβδοι να
έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί και οι δύο είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πέντε ώρες.
ΜΑΡΙΑ: Τώρα που το σκέφτομαι λέω ότι πρέπει οι ράβδοι να έχουν την ίδια
θερμοκρασία, αυτή που θα έχει το αυτοκίνητο. Όμως θα νιώθω τη σιδερένια ράβδο πιο
ζεστή. Αυτό δεν το καταλαβαίνω. Μάλλον μμ μπερδεύτηκα.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Οι ράβδοι βρίσκονται για πολλές ώρες στο αυτοκίνητο. Άρα θα έχουν τη
ίδια θερμοκρασία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Όταν αγγίζουμε ένα σίδερο, δεν καταλαβαίνουμε τη θερμοκρασία του;
ΜΑΡΙΑ: Ναι την καταλαβαίνουμε.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Άρα δεν έχουν ίδια θερμοκρασία. Το σίδερο είναι πιο ζεστό, δηλαδή
έχει μεγάλη θερμοκρασία.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Μα είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πολλές ώρες.
417
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Η μια ράβδος είναι σιδερένια γι αυτό είναι πιο ζεστή.
ΜΑΡΙΑ. Είναι από μέταλλο, έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία, γι αυτό και τη νιώθουμε πιο
ζεστή.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Όμως δεν είδαμε στα προηγούμενα ότι δεν έχει σημασία για τη
θερμοκρασία το υλικό;
ΜΑΪΚ: Ναι.
ΜΑΡΙΑ: Α ναι.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Άρα θα έχουν την ίδια θερμοκρασία.
ΜΑΡΙΑ: Ναι, θα έχουν την ίδια. Θα νιώθουμε όμως το σίδερο πιο ζεστό.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι βέβαια. Μήπως λοιπόν, με το χέρι μας δεν καταλαβαίνουμε καλά τη
θερμοκρασία;
ΜΑΡΙΑ: Μπορεί.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Νομίζω ότι αυτή τη δυσκολία θα την έχουν και οι άλλοι μαθητές. Δεν θα
ξέρουν ότι όλα τα πράγματα που είναι μέσα σε ένα χώρο θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία…
ΠΑΝΤΕΛΗ: Θα τους πούμε να σκεφτούν πειράματα.
ΜΑΡΙΑ: Δεν θα πιστεύουν όταν τα θερμόμετρα δείχνουν το ίδιο.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Να τους πούμε να μετρούν τη θερμοκρασία του χώρου.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι , για να δουν ότι όλα τα πράγματα έχουν την ίδια θερμοκρασία με το
χώρο.
418
Η συμβολή των διδακτικών καταστάσεων που αφορούν στην επεξεργασία του
εμποδίου Ε1 στη νοητική εξέλιξη των μαθητών
Μετά από την μελέτη της εξέλιξης των ιδεών των μαθητών, θα εξεταστεί ο τρόπος
με τον οποίο ορισμένες από τις προτεινόμενες διδακτικές καταστάσεις επηρέασαν την
νοητική εξέλιξη των μαθητών αναφορικά με τα εμπόδια.
Ορισμένες διδακτικές καταστάσεις προκαλούν συγκλίνουσες απαντήσεις εκ
μέρους των μαθητών. Για παράδειγμα στην αρχή των διδασκαλιών (πρόβλημα 1 του
ΦΕ1), όπου το εμπόδιο Ε1 εκδηλώνεται και χρησιμοποιείται από το σύνολο σχεδόν
των μαθητών, καθώς επίσης και η τελευταία διδακτική κατάσταση (πρόβλημα 18 του
Φ.Ε.5) όπου οι μαθητές αναγνωρίζουν τη λειτουργία του εμποδίου Ε1. Αλλά μεταξύ
αυτών των δύο ακραίων διδακτικών καταστάσεων εμφανίζονται κάποιες πιο έντονες
διαφορές.
Πράγματι, οι επιπτώσεις των διδακτικών καταστάσεων στη νοητική εξέλιξη των
μαθητών ποικίλουν ανάλογα με τους μαθητές. Στον Πίνακα 7.5 παρουσιάζονται, για
κάθε ενδεικτική διδακτική κατάσταση, οι διαφορετικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει
στην επεξεργασία του εμποδίου και συνεπώς στην νοητική εξέλιξη των μαθητών.
419
Πίνακας 7.5. Επεξεργασία του εμποδίου Ε1: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών, που πραγματοποιείται μετά από τις απαντήσεις
τους πάνω στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.1, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους
μαθητές. Έτσι, για παράδειγμα, στη Ευθυμία λειτουργεί προς την κατεύθυνση της
επιβεβαίωσης της αρχικής της αντίληψης (ενίσχυση του εμποδίου Ε1), ενώ για τον
Παντελή είναι μια διαδικασία δημιουργίας αμφιβολιών για την απάντησή του, που
420
ήταν προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1. Αξίζει να σημειωθεί ότι
αυτή η συζήτηση μεταξύ των μαθητών, είχε προβλεφθεί κατά το σχεδιασμό της
διδασκαλίας ως διαδικασία με την οποία οι μαθητές θα συνειδητοποιούσαν τις
διαφωνίες τους.
Η αντιπαράθεση των μαθητών με το αποτέλεσμα του 1ου πειράματος της 1ης
έρευνας, προκαλεί διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στη
Μαρία επιφέρει μια απλή και επιφανειακή ρηγμάτωση στο εμπόδιο, χωρίς όμως να
προκαλεί κάποια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο σκέψης της. Αυτό συνάγεται από
την τάση της να χρησιμοποιεί σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις, διατυπώσεις που
συνιστούν εκδηλώσεις του εμποδίου Ε1. Ο Τάσος όμως, εμπλέκεται σε μια γνωστική
σύγκρουση, που έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της αρχικής του αντίληψης. Η
σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις επόμενες
διδακτικές καταστάσεις, κατά τις οποίες ο Τάσος χρησιμοποιεί με συνέπεια
αντιλήψεις που είναι προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1. Για τον
Παντελή η διαδικασία αυτή λειτουργεί προς την κατεύθυνση της επιβεβαίωσης και
ενίσχυσης της αρχικής του αντίληψης που ήταν προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ1. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αντιπαράθεση αυτή των
μαθητών με τα πειραματικά αποτελέσματα, είχε θεωρηθεί ως διαδικασία που θα
μπορούσε να εμπλέξει το σύνολο των μαθητών σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση
με αποτέλεσμα οι μαθητές να δομήσουν μια νέα αντίληψη. Φαίνεται λοιπόν ότι για
τους περισσότερους μαθητές η απλή εκτέλεση πειραμάτων δεν αρκεί για την αλλαγή
των αντιλήψεών τους (π.χ. Ευθυμία, Μαρία). Ορισμένοι όμως μαθητές με τη βοήθεια
των πειραμάτων τροποποιούν τις αντιλήψεις τους (π.χ. Τάσος).
Η εμπλοκή των μαθητών με προβλήματα που αφορούν νέες καταστάσεις στις
οποίες εκδηλώνεται το εμπόδιο (π.χ. Φ.Ε.1: πρόβλημα 2), επιφέρει στους μαθητές
διαφορετικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, η Ευθυμία εκδηλώνει την αρχική της
αντίληψη που βρίσκεται προς την κατεύθυνση του εμποδίου Ε1, ενώ η Μαρία
εκδηλώνει μια νέα αντίληψη που έχει στοιχεία τόσο από το εμπόδιο Ε1 όσο και από
τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1.
Η συζήτηση των μαθητών που ακολουθεί μετά από την κατάθεση των απαντήσεών
τους με αφορμή το πρόβλημα 2 του Φ.Ε1, προκαλεί και πάλι διαφορετικά
αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στη Μαρία επιφέρει την αποδοχή μιας
αντίληψης που είναι προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1, χωρίς όμως
να προκαλεί κάποια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο σκέψης της. Αυτό συνάγεται από
421
την τάση της να χρησιμοποιεί σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις, εκφράσεις που
συνιστούν εκδηλώσεις του εμποδίου Ε1. Η Ευθυμία όμως, παρά τις διαφορετικές
αντιλήψεις που χρησιμοποιούν οι συμμαθητές της ομάδας της, εμμένει στην αρχική
της αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση του εμποδίου Ε1.
Η διδακτική κατάσταση που εμπλέκει το συγκεκριμένο εμπόδιο Ε1 με ένα άλλο
εμπόδιο (το εμπόδιο Ε2) που αναφέρεται στη σχέση θερμοκρασίας και αίσθησης του
θερμού (Φ.Ε.2: πρόβλημα 1), επιφέρει σημαντικά διαφορετικά αποτελέσματα στους
μαθητές. Για παράδειγμα, προκαλεί «οπισθοδρόμηση» στον τρόπο σκέψης της
Μαρίας, εφόσον αυτή εκδηλώνει την αρχική της αντίληψη (επανεμφάνιση του
εμποδίου Ε1). Για άλλους μαθητές, όπως για τον Τάσο, είναι μια ευκαιρία
επιβεβαίωσης του νέου τρόπου σκέψης. Φαίνεται λοιπόν ότι οι διδακτικές
καταστάσεις που ενέχουν περισσότερα του ενός εμπόδια οδηγούν ορισμένους
μαθητές σε «παλινδρόμηση» προς τα εμπόδια.
Η συζήτηση που ακολουθεί μετά το πείραμα που έχουν προτείνει οι μαθητές με
αφορμή το πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2, επιφέρει και πάλι διαφορετικά αποτελέσματα
στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία προκαλεί μια απλή ρηγμάτωση στο
εμπόδιο Ε1, αφού σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις, χρησιμοποιεί την αρχική της
αντίληψη. Η Μαρία όμως, εμπλέκεται σε μια κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση, που
έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της αρχικής της αντίληψης, γεγονός που
επιβεβαιώνεται από τις επόμενες διδακτικές καταστάσεις, κατά τις οποίες η Μαρία
χρησιμοποιεί με συνέπεια την νέα αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ1. Όταν λοιπόν η εκτέλεση πειραμάτων συνοδεύεται και από
συζήτηση, όπου οι μαθητές αντιπαραθέτουν ιδέες στην προσπάθειά τους να
υποστηρίξουν τις απόψεις τους, τότε οι μαθητές έχουν αυξημένες πιθανότητες να
οικοδομούν νέες αντιλήψεις.
Τέλος, η συζήτηση μεταξύ των μαθητών αναφορικά με τις απαντήσεις τους στο
πρόβλημα 5 του Φ.Ε.3 –ένα πρόβλημα που ενέχει τα εμπόδια Ε1 και Ε3– εμπλέκει
την Ευθυμία σε μια κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση, που έχει ως αποτέλεσμα την
αλλαγή της αρχικής της αντίληψης και την οικοδόμηση μιας αντίληψης προς την
κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1. Για τη Μαρία είναι μια ευκαιρία
επιβεβαίωσης και ενίσχυσης του νέου τρόπου σκέψης της. Η επεξεργασία λοιπόν
προβλημάτων τα οποία συνδέονται με περισσότερα του ενός εμπόδια φαίνεται ότι
πριμοδοτεί τροποποιήσεις στις αντιλήψεις των μαθητών.
422
(2) Διδακτική επεξεργασία εμποδίου Ε2: μαθησιακά αποτελέσματα
423
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 1 ΣΤΑΔΙΟ 3 ΣΤΑΔΙΟ 5
• Επεξεργασία • Σχεδίαση και • Επεξεργασία
Ε2
προβλήματος που Ε2
πραγματοποίηση προβλημάτων
αποσκοπεί στην έρευνας που Ε2
ανάδειξη των (εξάρτηση ή μη αποσκοπούν
αντιλήψεων των αίσθησης του στη συμβολική
μαθητών (Φ.Ε.2: θερμού μόνο από αναπαράσταση
πρόβλημα 1). Ε2
θερμοκρασία του εμποδίου
• Ατομικές γραπτές σώματος). Ε2 (Φ.Ε.2:
απαντήσεις • Πρόσθετα προβλήματα 5,
μαθητών. πειράματα. 6, 7).
• Εξαγωγή
συμπερασμάτων
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 2 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
• Συζήτηση των ΣΤΑΔΙΟ 6
μαθητών σε Ε2
επίπεδο ομάδας.
• Επεξεργασία Ε2
προβλημάτων
• Ομαδοποίηση των ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ στα οποία
απαντήσεων. ΣΤΑΔΙΟ 4 εκδηλώνεται το Ε2
• Συζήτηση των • Εφαρμογή σε νέες εμπόδιο Ε2,
μαθητών σε καταστάσεις μαζί με άλλα
επίπεδο τάξης. (Φ.Ε.2: εμπόδια (Φ.Ε.4:
• Διατύπωση προβλήματα 2, 3). Ε2 προβλήματα 13,
ερωτήματος για • Επεξεργασία Φ.Ε.5:
έρευνα. ερωτημάτων που προβλήματα 2,
είχαν τεθεί 3, 4, 5, 6, 7, 8,
αρχικά. Σύγκριση 10, 17)
αρχικών και νέων Ε2
αντιλήψεων
(Φ.Ε.2: πρόβλημα
4).
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 7
• Σχεδίαση
μαθημάτων για Ε2
Υπόμνημα εξήγησης συμβόλων
διδασκαλία σε
άλλη τάξη
Αποσταθεροποίηση εμποδίου Ε2
Ε2 (Φ.Ε.5:
πρόβλημα 8).
Ε2 Αναδόμηση εμποδίου Ε2
Ε2 Αναγνώριση εμποδίου Ε2
Σχήμα 7.2. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε2 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων.
424
(β) Η νοητική εξέλιξη των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδακτικής
επεξεργασίας του εμποδίου Ε2
Γενική περιγραφή και αποτίμηση της νοητικής εξέλιξης των μαθητών σε κάθε
διδακτικό στάδιο
• Διδακτικό στάδιο 1
Οι μαθητές εργάζονται ατομικά και απαντούν στις ερωτήσεις ενός προβλήματος
που αποβλέπει στην ανάδυση των αντιλήψεων που χρησιμοποιούν οι μαθητές,
αναφορικά με τη θερμοκρασία διαφόρων σωμάτων και την αίσθηση του θερμού που
έχουν οι μαθητές, όταν αγγίζουν διάφορα σώματα (ζήτημα που σχετίζεται με το
εμπόδιο Ε2). Στο πρόβλημα αυτό ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με
τις θερμικές αισθήσεις που έχουν οι μαθητές όταν αγγίζουν δύο ράβδους (μια
σιδερένια και μια ξύλινη) που βρίσκονται για αρκετές ώρες μέσα σε ένα αυτοκίνητο
σταθερής θερμοκρασίας και τις θερμοκρασίες τους (Φ.Ε.2: πρόβλημα 2).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών τους στις ερωτήσεις του
προβλήματος προκύπτει ότι οι μισοί σχεδόν μαθητές (9 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7)
θεωρούν ότι η σιδερένια ράβδος θα έχει υψηλότερη θερμοκρασία επειδή την
αισθάνονται πιο ζεστή σε σχέση με τη ξύλινη ράβδο (ενδεικτική γραπτή απάντηση
μαθητή: «Αν τις αγγίξω η σιδερένια είναι πιο ζεστή από τη ξύλινη…Η σιδερένια θα
έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία γιατί είναι πιο ζεστή»).
Οι υπόλοιποι μαθητές (8 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7) θεωρούν ότι οι ράβδοι θα
έχουν ίσες θερμοκρασίες επειδή βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον, μολονότι η
σιδερένια ράβδος θα φαίνεται πιο ζεστή σε σχέση με τη ξύλινη (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Η σιδερένια είναι πιο ζεστή από τη ξύλινη. Έχουν όμως τη ίδια
θερμοκρασία αφού είναι και οι δυο μέσα στο αυτοκίνητο»).
Αξίζει να τονιστεί ότι πριν τις διδασκαλίες της ενότητας μαθημάτων Β, το σύνολο
των μαθητών χρησιμοποιούσε την αντίληψη ότι τα σώματα που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, αποκτούν ίσες θερμοκρασίες. Ένα λοιπόν μέρος
των μαθητών (8 από τους 17) συνεχίζει να υποστηρίζει την ίδια αντίληψη. Οι
υπόλοιποι όμως μαθητές (9 από τους 17), μολονότι στις τελευταίες διδακτικές
καταστάσεις της ενότητας μαθημάτων Α χρησιμοποιούσαν την αντίληψη της
εξάρτησης της θερμοκρασίας των σωμάτων που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον από
425
τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους, με αφορμή μια διδακτική κατάσταση στην
οποία υπεισέρχεται η αίσθησης της αφής, έχουν αλλάξει αντίληψη και θεωρούν ότι
επειδή νιώθουν τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή από τη ξύλινη θα πρέπει η πρώτη θα
έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τη δεύτερη. Φαίνεται λοιπόν ότι οι
διδακτικές καταστάσεις που ενέχουν περισσότερα του ενός εμπόδια, προκαλούν
«οπισθοδρόμηση» στη σκέψη των μαθητών, αναφορικά με τα εμπόδια.
• Διδακτικό στάδιο 2
Πραγματοποιείται συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας με στόχο τη
συνειδητοποίηση των μεταξύ τους διαφωνιών.
Οι μαθητές εκφράζουν προφορικά τις απαντήσεις που έχουν γράψει στα φύλλα
εργασίας. Ακολουθεί ένας πρώτος σχολιασμός των απαντήσεών τους. Κατά τη
διάρκεια αυτής της πρώτης συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας,
διαπιστώνεται ότι ενισχύεται το εμπόδιο Ε2. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθητές που
θεωρούσαν ότι οι δύο ράβδοι θα έχουν ίσες θερμοκρασίες, αμφιβάλουν για την
ορθότητα της απάντησής τους, επειδή οι υπόλοιποι συμμαθητές της ομάδας τους,
τους προβάλουν ερωτήσεις που αφορούν στη σχέση θερμοκρασίας και αισθήσεων
(ενδεικτική ερώτηση μαθητή: «Πως γίνεται να νιώθουμε τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή
και οι δύο ράβδοι να έχουν την ίδια θερμοκρασία;»). Από τους 8 μαθητές που
θεωρούσαν ότι οι θερμοκρασίες των ράβδων θα είναι ίσες, οι 5 εκφράζουν
αμφιβολίες για την αντίληψή τους αυτή, οι 2 αποδέχονται την αντίληψη ότι οι ράβδοι
θα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες επειδή τις αισθάνονται διαφορετικά, ενώ 1
μαθητής μένει σταθερός στην απάντηση που είχε εκφράσει αρχικά. Παράλληλα, από
τους 9 μαθητές που θεωρούσαν ότι οι ράβδοι θα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες,
μόνο 2 αρχίζουν να έχουν κάποιες αμφιβολίες για την απάντησή τους (βλ. Πίνακα
7.7).
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι μαθητές αντί να συνειδητοποιήσουν ότι μεταξύ τους
υπάρχουν διαφωνίες και κατά συνέπεια να επιτευχθεί αποσταθεροποίηση στο εμπόδιο
Ε2, αντίθετα το εμπόδιο Ε2 ενισχύεται.
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Στη συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου, που ακολουθεί,
οι μαθητές, διαπιστώνουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, αναφορικά με τη
426
σχέση ανάμεσα σ’ αυτό που νιώθουν όταν αγγίζουν διάφορα σώματα που βρίσκονται
σε θερμική ισορροπία με το περιβάλλον τους και στη θερμοκρασία τους.
Αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από τους μαθητές των διαφωνιών που
υπάρχουν ανάμεσά τους, είναι η διατύπωση στη συνέχεια, ενός προβλήματος προς
διερεύνηση (ενδεικτική διατύπωση προβλήματος από μαθητή: «με τα χέρια μου
μπορώ να καταλάβω αν δύο σώματα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες;»).
• Διδακτικό στάδιο 3
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα, με τη βοήθεια των ερωτήσεων που υπάρχουν στο
Φ.Ε.2, με σκοπό να απαντήσουν στο ερευνητικό ερώτημα που διατύπωσαν, δηλαδή
αν με τα χέρια τους μπορούν να εκτιμήσουν αντικειμενικά τη θερμοκρασία ενός
σώματος (βλ. διδακτικό στάδιο 2).
Οι ομάδες των μαθητών προτείνουν πειράματα που περιλαμβάνουν την εκτίμηση
της θερμικής κατάστασης με τη βοήθεια των χεριών και τη μέτρηση της
θερμοκρασίας με τη βοήθεια θερμομέτρων, ρινισμάτων σιδήρου και πριονιδιών που
βρίσκονται σε δύο δοχεία.
Το πρώτο πείραμα που προτείνουν οι μαθητές περιλαμβάνει την εκτίμηση της
θερμικής κατάστασης με τη βοήθεια των χεριών και τη μέτρηση της θερμοκρασίας
ρινισμάτων σιδήρου που περιέχονται σε δύο δοχεία. Οι μαθητές αγγίζουν με τα χέρια
τα ρινίσματα σιδήρου και διαπιστώνουν ότι τα νιώθουν το ίδιο ζεστά. Στη συνέχεια
μετρούν τη θερμοκρασία τους με θερμόμετρα και διαπιστώνουν ότι έχουν ίσες
θερμοκρασίες. Στη συζήτηση που ακολουθεί οι μαθητές φτάνουν στο συμπέρασμα
ότι αν για δύο αντικείμενα έχουν ίδιες αισθήσεις, τα αντικείμενα αυτά θα έχουν και
ίσες θερμοκρασίες (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «τα νιώθω το ίδιο ζεστά
γι’ αυτό έχουν ίδια θερμοκρασία»). Το πείραμα λοιπόν αυτό επέφερε μια ενίσχυση του
εμποδίου Ε2.
Μετά την εκτέλεση του δεύτερου πειράματος που περιελάμβανε η έρευνα
(εκτίμηση της θερμικής κατάστασης ρινισμάτων σιδήρου και πριονιδιών που
βρίσκονται στον ίδιο φούρνο για αρκετό χρόνο με τη βοήθεια των χεριών και
μέτρηση της θερμοκρασίας με θερμόμετρα), οι μαθητές διαπιστώνουν ότι
αισθάνονται τα ρινίσματα σιδήρου πιο ζεστά σε σχέση με τα πριονίδια και επιπλέον
ότι και τα δύο έχουν ίσες θερμοκρασίες. Οι περισσότεροι μαθητές πίστευαν μέχρι την
τελευταία στιγμή ότι το θερμόμετρο που βρίσκεται μέσα στα ρινίσματα σιδήρου θα
δείξει θερμοκρασία υψηλότερη σε σχέση με αυτό που βρίσκεται στα πριονίδια.
427
Στη συζήτηση που πραγματοποιείται μετά από την πραγματοποίηση αυτού του
πειράματος, οι περισσότεροι μαθητές (14 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7) αποδέχονται
ότι μόνο όταν τα σώματα «είναι από το ίδιο υλικό», μπορούν με τα χέρια τους να
εκτιμήσουν τη θερμοκρασία τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Με το
χέρι μπορούμε να καταλάβουμε τη θερμοκρασία δύο πραγμάτων μόνο όταν είναι από το
ίδιο υλικό. Αν είναι από διαφορετικό υλικό, δεν καταλαβαίνουμε τη θερμοκρασία με το
χέρι, μόνο με το θερμόμετρο»). Οι υπόλοιποι μαθητές (3 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7)
εκφράζουν αμφιβολίες για το πειραματικό αποτέλεσμα και θεωρούν ότι θα έπρεπε οι
ενδείξεις των θερμομέτρων να είναι διαφορετικές (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «Τα θερμόμετρα δεν έπρεπε να δείξουν το ίδιο. Δεν ξέρω τι γίνεται»).
Το τρίτο πείραμα που προτείνουν οι μαθητές περιλαμβάνει εκτίμηση της θερμικής
κατάστασης ρινισμάτων σιδήρου και πριονιδιών, που βρίσκονται σε δωμάτιο για
αρκετό χρόνο, με τη βοήθεια των χεριών και μέτρηση των θερμοκρασιών με
θερμόμετρα. Οι μαθητές αγγίζουν με τα χέρια τους τα ρινίσματα και μετρούν στη
συνέχεια με θερμόμετρα τις θερμοκρασίες τους. Αποδέχονται την αντίληψη ότι δύο
σώματα έχουν ίσες θερμοκρασίες, όταν βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα
περιβάλλον, αλλά αν τα αγγίξουν θα τα αισθάνονται διαφορετικά.
Στη συνέχεια οι μαθητές πραγματοποιούν δύο ακόμη πειράματα που προτείνονται
από το διδάσκοντα. Πιο συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να εκτιμήσουν τη
θερμική κατάσταση δύο σωμάτων ίδιας σύστασης αγγίζοντάς τα με χέρια
διαφορετικών θερμοκρασιών και στη συνέχεια να μετρήσουν τις θερμοκρασίες τους.
Επίσης ζητείται από τους μαθητές να εκτιμήσουν τη θερμική κατάσταση δύο
σωμάτων ίδιας σύστασης αγγίζοντάς το ένα με την άκρη του δαχτύλου τους και το
άλλο με την παλάμη τους και στη συνέχεια να μετρήσουν τις θερμοκρασίες τους. Οι
μαθητές διαπιστώνουν χρησιμοποιώντας τα χέρια τους ότι τα σώματα βρίσκονται σε
διαφορετική θερμική κατάσταση, ενώ χρησιμοποιώντας τα θερμόμετρα ότι έχουν ίσες
θερμοκρασίες. Από τις συζητήσεις τους συνάγεται ότι έχουν αποσυνδέσει τη
θερμοκρασία από την αίσθηση του θερμού. Θεωρούν ότι τα σώματα που είναι για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον έχουν ίσες θερμοκρασίες με τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους, αλλά τα αισθάνονται διαφορετικά. Γι’ αυτούς τους μαθητές η
αίσθηση του θερμού εξαρτάται όχι μόνο από τη θερμοκρασία των σωμάτων αλλά και
από τη θερμοκρασία των χεριών και την έκταση της επιφάνειας επαφής χεριού-
σώματος.
428
Οι μαθητές στη συνέχεια, με τη βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπάρχουν
στο Φ.Ε.2, συγκρίνουν τις μετρήσεις τους με τις αρχικές προβλέψεις τους. Οι
ερωτήσεις που στο Φ.Ε.2 εμφανίζονται κάτω από τον τίτλο «διαπιστώσεις –
συμπληρώσεις» (π.χ. «τι διαπίστωσα από την έρευνα που έκανα;», «αυτό που
διαπίστωσα ήταν αυτό που περίμενα;», «τι ήταν δύσκολο για μένα στην παραπάνω
έρευνα;»), εμπλέκουν σε συζήτηση τους μαθητές. Κατά τη διάρκεια αυτής της
συζήτησης, το σύνολο σχεδόν των μαθητών που αρχικά θεωρούσαν ότι οι ράβδοι θα
έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες εξαιτίας των διαφορετικών θερμικών αισθήσεων
που έχουν όταν τις αγγίζουν, φαίνεται ότι αντιλαμβάνονται τον καθοριστικό ρόλο και
άλλων παραγόντων εκτός από τη θερμοκρασία του σώματος στη διαμόρφωση της
αίσθησης του θερμού, όπως είναι η σύσταση του σώματος, η θερμοκρασία των
χεριών και η έκταση της επιφάνειας επαφής. Αναγνωρίζουν επίσης ότι η αρχική τους
αντίληψη «διαφορετικές αισθήσεις σημαίνουν διαφορετικές θερμοκρασίες» έχει
περιορισμένα όρια εφαρμογής. Ειδικότερα, ισχύει μόνο όταν τα σώματα έχουν ίδια
σύσταση. Με άλλα λόγια, οι αισθήσεις, τους δίνουν ορθά αποτελέσματα για τη
θερμοκρασία, μόνο αν τα σώματα έχουν ίδια σύσταση (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «όταν (τα σώματα) είναι από ίδιο υλικό μπορούμε με τα χέρια να
καταλάβουμε αν έχουν την ίδια θερμοκρασία, αν δεν έχουν ίδιο υλικό δεν γίνεται»).
• Διδακτικό στάδιο 4
Στο στάδιο αυτό προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής των
αντιλήψεων που έχουν δομήσει σε νέες καταστάσεις, οι μαθητές καλούνται να
επεξεργαστούν ορισμένα προβλήματα που αφορούν και πάλι τις θερμικές αισθήσεις
που έχουν οι μαθητές όταν αγγίζουν διάφορα σώματα και τις θερμοκρασίες που
αποκτούν. Σε αυτά τα προβλήματα ορισμένα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων είναι διαφορετικά σε σχέση με τα προηγούμενα προβλήματα που
επεξεργάστηκαν οι μαθητές.
Αρχικά, ζητείται από τους μαθητές να συγκρίνουν τις θερμοκρασίες διαφόρων
σωμάτων (σιδερένια κουτάκια αναψυκτικών και πλαστικά δοχεία) που βρίσκονται
στο ίδιο περιβάλλον και τις αισθήσεις που έχουν όταν τα αγγίζουν (Φ.Ε.2: πρόβλημα
2).
Η πλειοψηφία των μαθητών θεωρεί ότι τα σιδερένια κουτάκια και τα πλαστικά
δοχεία θα έχουν ίσες θερμοκρασίες, γιατί βρίσκονται στον ίδιο χώρο.
429
Σε ό,τι αφορά την ερώτηση αν θα τα αισθάνονται το ίδιο ζεστά, η πλειοψηφία και
πάλι των μαθητών (14 από τους 17, βλ. Πίνακας 7.7), θεωρεί ότι τα κουτάκια με τα
αναψυκτικά θα τα αισθάνονται διαφορετικά από τα πλαστικά δοχεία. Κάποιοι από
αυτούς τους μαθητές (9 από τους 14) αιτιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι θα
τα αισθάνονται διαφορετικά γιατί είναι από διαφορετικά υλικά. Για αυτούς τους
μαθητές η αίσθηση που έχουν όταν αγγίζουν αντικείμενα εξαρτάται όχι μόνο από τη
θερμοκρασία των αντικειμένων αλλά και από το υλικό τους (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «έχουν την ίδια θερμοκρασία, αλλά νιώθω το κουτάκι με το
αναψυκτικό πιο κρύο γιατί αυτό που νιώθω όταν αγγίζω πράγματα εξαρτάται από το
υλικό τους»). Ένα άλλο μέρος αυτών των μαθητών (5 από τους 14) επικεντρώνεται
στην ιδέα ότι τα σιδερένια κουτάκια με τα σιδερένια κουτάκια με τα αναψυκτικά
έχουν την ιδιότητα να είναι κρύα (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «η
θερμοκρασία τους είναι ίδια, όμως τα σιδερένια κουτάκια τα νιώθουμε πιο κρύα γιατί
είναι από μέταλλο και το μέταλλο είναι πάντα κρύο»).
Οι υπόλοιποι μαθητές (3 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7) εκφράζουν την αρχική τους
αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η θερμοκρασία ενός σώματος συνδέεται
αποκλειστικά με την αίσθηση του θερμού (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «τα
σιδερένια κουτάκια έχουν πιο μικρή θερμοκρασία γιατί τα νιώθουμε πιο κρύα»). Παρά
λοιπόν τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2, οι μαθητές αυτοί με αφορμή τη
μελέτη μιας νέας κατάστασης εκδηλώνουν αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο
Ε2.
Οι μαθητές στη συνέχεια απαντούν γραπτά εκ νέου, σε ερωτήσεις στις οποίες
είχαν απαντήσει με αφορμή το πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2 και καλούνται να συγκρίνουν
τις αρχικές τους αντιλήψεις με τις αντιλήψεις που έχουν δομήσει (ΦΕ.2: πρόβλημα 4).
Στο πρόβλημα αυτό περιλαμβάνονταν και οι ερωτήσεις «τι απάντησα πριν τη
διδασκαλία; τι απαντώ τώρα; αν δώσω διαφορετική απάντηση τι είναι εκείνο που μου
έκανε να αλλάξω γνώμη;…».
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών τους, αλλά και της μεταξύ τους
συζήτησης, διαπιστώνεται ότι οι μαθητές διαφοροποιούν τις αρχικές αντιλήψεις τους,
σύμφωνα με τις οποίες η αίσθηση του θερμού εξαρτάται μόνο από τη θερμοκρασία
του σώματος από τις τρέχουσες αντιλήψεις τους, σύμφωνα με τις οποίες η αίσθηση
του θερμού δεν εξαρτάται μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και από τη σύσταση του
σώματος (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «έλεγα ότι αν νιώθω δύο ράβδους
διαφορετικά θα έχουν και διαφορετικές θερμοκρασίες…είναι όμως δυνατόν να έχουν
430
την ίδια θερμοκρασία και όμως να τις νιώθω διαφορετικές…αυτό που νιώθω όταν
αγγίζω τα πράγματα εξαρτάται εκτός από τη θερμοκρασία και από το υλικό τους»).
Φαίνεται λοιπόν ότι οι διδακτικές καταστάσεις που περιέχουν ερωτήσεις με τις οποίες
οι μαθητές συγκρίνουν τις τρέχουσες αντιλήψεις τους με τις αρχικές τους αντιλήψεις,
συμβάλλουν στην επεξεργασία του εμποδίου.
• Διδακτικό στάδιο 5
Με σκοπό την ανάπτυξη της δεξιότητας της συμβολικής αναπαράστασης του
εμποδίου -που συμβάλλει στην αναγνώρισή του- ακολουθεί η επεξεργασία ενός
προβλήματος (Φ.Ε.2: πρόβλημα 5). Συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να
δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο εικόνες Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο
τρόπος που σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για να αποφανθούν για τις θερμοκρασίες
των σωμάτων. Στην εικόνα Α υπάρχουν δύο σώματα. Σε κάθε σώμα ακουμπά ένα
δάχτυλο. Στην εικόνα Β υπάρχουν τα ίδια σώματα με θερμόμετρα.
Οι μαθητές που πριν τη διδασκαλία θεωρούσαν ότι η θερμοκρασία των σωμάτων
δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την αίσθηση του θερμού (8 από τους 17), επιλέγουν
την εικόνα Β (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «η θερμοκρασία των σωμάτων
μετριέται μόνο με τα θερμόμετρα και όχι με τα χέρια»).
Οι υπόλοιποι μαθητές επιλέγουν την εικόνα Α. Αιτιολογούν την απάντησή τους
λέγοντας ότι πριν τη διδασκαλία θεωρούσαν ότι η θερμοκρασία μπορεί να εκτιμηθεί
εξίσου καλά και με τις αισθήσεις. Αναφέρουν ότι έχουν αλλάξει αντίληψη και
πιστεύουν πλέον ότι αυτό αληθεύει μόνο στην περίπτωση που τα σώματα έχουν την
ίδια σύσταση. Σε διαφορετική περίπτωση θεωρούν ότι η θερμοκρασία μπορεί να
μετρηθεί μόνο με τα θερμόμετρα. Στις συζητήσεις τους είναι εμφανής ο διαχωρισμός
αισθήσεων και θερμοκρασίας (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «νόμιζα ότι
όπως νιώθω τα σώματα έτσι θα είναι οι θερμοκρασίες τους…μόνο με τα θερμόμετρα
βρίσκουμε τη θερμοκρασία…είναι άλλο πράγμα αυτό που νιώθουμε και άλλο η
θερμοκρασία»).
Ζητείται στη συνέχεια από τους μαθητές να αναφέρουν αν συμφωνούν με μια
πρόταση που έχει διατυπώσει ένας συμμαθητής τους και να εξηγήσουν με ποιο τρόπο
αυτός σκέφτεται όταν μιλά για τη θερμοκρασία των σωμάτων (Φ.Ε.2: πρόβλημα 6).
Η πρόταση αυτή είναι η ακόλουθη: «Αν τα αγγίξουμε θα δούμε ότι τα μεταλλικά
αντικείμενα είναι πιο ζεστά από τα ξύλινα. Επομένως, τα μεταλλικά αντικείμενα θα
έχουν πιο ψηλή θερμοκρασία από τα ξύλινα».
431
Από τις συζητήσεις των μαθητών προκύπτει ότι δεν συμφωνούν με την πρόταση
αυτή και μάλιστα, ορισμένοι από αυτούς θεωρούν ότι ο συμμαθητής τους δίνει μια
τέτοια απάντηση επειδή συνδέει τη θερμοκρασία αποκλειστικά με την αίσθηση του
θερμού (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Εγώ δεν συμφωνώ. Το παιδί που
τα λέει έχει μπερδέψει τη θερμοκρασία με αυτό που νιώθουμε όταν αγγίζουμε τα
σιδερένια και τα ξύλινα πράγματα»). Άλλοι όμως μαθητές αρκούνται στο να
αναφέρουν ότι η πρόταση αυτή είναι λανθασμένη.
Επίσης οι μαθητές, καλούνται να συμπληρώσουν κατάλληλα δύο προτάσεις, ώστε
η πρώτη να εκφράζει αυτό που θεωρούσαν ότι ισχύει πριν τις διδασκαλίες και η
δεύτερη αυτό που αποδέχονται μετά τις διδασκαλίες. Η πρώτη πρόταση βρίσκεται
μέσα σε ένα κόκκινο κύκλο με μια διαγώνιο γραμμή και η δεύτερη μέσα σε ένα μπλε
κύκλο (ΦΕ1: πρόβλημα 7). Ζητείται επίσης από τους μαθητές να εξηγήσουν τι ήταν
αυτό που τους έκανε να σκέφτονται με τον τρόπο που εκφράζει η πρόταση την οποία
έχουν συμπληρώσει στον κόκκινο κύκλο.
Από τη μελέτη των γραπτών απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι
συμπλήρωσαν τις προτάσεις καταγράφοντας μέσα στον κόκκινο κύκλο μια πρόταση
που σχετίζεται με το εμπόδιο Ε2 (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «η αίσθηση
του θερμού σχετίζεται μόνο με τη θερμοκρασία του σώματος»), και στο δεύτερο κύκλο
μια πρόταση που σχετίζεται με το στόχο προς επίτευξη για το εμπόδιο Ε2 (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή: «η αίσθηση του θερμού σχετίζεται όχι μόνο με τη
θερμοκρασία αλλά και με τη σύσταση του σώματος»). Ορισμένοι μαθητές
κατονόμασαν τις αισθήσεις τους ως υπεύθυνες για τις λανθασμένες αρχικές
απαντήσεις τους.
Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 5 έως 7 του Φ.Ε.2,
παρατηρείται από ορισμένους μαθητές μια «στοχαστική αποστασιοποίηση» προς τις
αρχικές τους αντιλήψεις (ενδεικτικές προφορικές διατυπώσεις μαθητών με σαφή
αναφορά στο μαθητή ή στους συμμαθητές του: «Πίστευα ότι με τα χέρια θα
καταλάβαινα τη θερμοκρασία», «που να ξέραμε ότι μόνο με τα θερμόμετρα θα
βρίσκαμε τις θερμοκρασίες»).
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των
προβλημάτων 5, 6 και 7 του ΦΕ2, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων
των μαθητών από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο», δηλαδή οι μαθητές εκφράζονται
με γενικότερους όρους (βλ. Πίνακα 7.6). Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη στήλη του
Πίνακα 7.6, περιέχει μια απάντηση ενός μαθητή που έχει ένα χαρακτήρα καθαρά
432
τοπικό. Ο μαθητής αναφέρεται σε συγκεκριμένα αντικείμενα με εκφράσεις που
χρησιμοποιεί στον καθημερινό του λόγο. Η δεύτερη στήλη περιέχει μια απάντηση του
ίδιου μαθητή η οποία εμπεριέχει έννοιες περισσότερο γενικευμένες. Η τρίτη στήλη,
περιέχει μια άλλη διατύπωση του μαθητή που είναι περισσότερο εγκάρσια,
αναφέρεται σε ένα γενικό τρόπο σκέψης των μαθητών, την «κυριαρχία των
αισθήσεων».
Επίσης, κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 5, 6 και 7 του ΦΕ1,
σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων ορισμένων μαθητών από εκφράσεις
κρίσεων του τύπου «σωστό/λάθος» (προφορική απάντηση μαθητή στο πρόβλημα 2
433
του Φ.Ε.2: «το να λέμε, αυτό το νιώθω πιο ζεστό από αυτό, άρα έχει και πιο μεγάλη
θερμοκρασία, είναι λάθος») σε εκφράσεις δυναμικών όψεων του εμποδίου Ε2,
δηλαδή, σε εκφράσεις που καθορίζουν επακριβώς σε τι το εμπόδιο παρεμποδίζει την
κατανόηση (προφορική απάντηση του ίδιου μαθητή στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.1:
«αυτό το μπέρδεμα για αυτό που νιώθουμε και για τη θερμοκρασία που έχει (ένα σώμα)
δεν μας αφήνει να καταλάβουμε ότι η θερμοκρασία δεν βρίσκεται με τις αισθήσεις
μας»).
Παράλληλα με την μετακίνηση ορισμένων μαθητών προς την κατεύθυνση της
αναγνώρισης του εμποδίου Ε2, εντοπίστηκαν μαθητές που αρκέστηκαν σε εκφράσεις
σε καθαρά «τοπικό» επίπεδο ή του τύπου «σωστό/λάθος».
• Διδακτικό στάδιο 6
Με σκοπό τη διάκριση του εμποδίου Ε2 από τα υπόλοιπα εμπόδια (διαδικασία που
συμβάλλει στην αναγνώρισή του εμποδίου Ε2 από τους μαθητές), οι μαθητές
επεξεργάζονται προβλήματα που σχετίζονται όχι μόνο με το εμπόδιο Ε2, αλλά και με
άλλα εμπόδια.
Πιο συγκεκριμένα, στην ενότητα μαθημάτων Ε, πραγματοποιείται η διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου Ε5, που αφορά στην αιτία της διάδοσης της θερμότητας.
Κατά τη διάρκεια των μαθημάτων αυτών ταυτόχρονα πραγματοποιείται επεξεργασία
και του εμποδίου Ε2.
Ζητείται λοιπόν από τους μαθητές να αναφέρουν αν δύο ράβδοι (μια σιδερένια
και μια ξύλινη) που βρίσκονται μέσα σε ένα ψυγείο για αρκετό χρόνο θα έχουν ίσες ή
διαφορετικές θερμοκρασίες και να εξηγήσουν γιατί κρυώνουν τα χέρια τους αν
αγγίξουν τις ράβδους (ΦΕ5: πρόβλημα 10).
Το σύνολο των μαθητών θεωρεί ότι οι ράβδοι θα έχουν την ίδια θερμοκρασία
γιατί βρίσκονται μέσα στον ίδιο χώρο και μάλιστα αναφέρουν ότι η θερμοκρασία των
ράβδων θα είναι ίση με τη θερμοκρασία του ψυγείου.
Οι περισσότεροι μαθητές (15 από τους 17) εξηγούν τη ψύξη των χεριών τους
θεωρώντας ότι μεταφέρεται θερμότητα από τα χέρια προς τις ράβδους, ενώ ελάχιστοι
μαθητές (2 από τους 17) αναφέρουν ότι υπάρχει μεταφορά κρύου από τις ράβδους
προς τα χέρια.
Επίσης, στο ίδιο πρόβλημα (ΦΕ5: πρόβλημα 10) ζητείται από τους μαθητές να
κάνουν υποθέσεις, ώστε να εξηγήσουν γιατί αισθάνονται τη σιδερένια ράβδο πιο
κρύα από τη ξύλινη.
434
Ελάχιστοι μαθητές (4 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7) θεωρούν ότι αισθάνονται τη
σιδερένια ράβδο πιο κρύα, επειδή η θερμότητα που μεταφέρεται από το χέρι προς τις
ράβδους κινείται πιο γρήγορα στη σιδερένια ράβδο από ότι στη ξύλινη (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή: «η θερμότητα που έρχεται από το χέρι πάει πιο γρήγορα στη
σιδερένια ράβδο και έτσι τι νιώθουμε πιο κρύα»).
Επίσης, είναι ελάχιστοι οι μαθητές (3 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7) που θεωρούν
ότι η σιδερένια ράβδος ανήκει σε εκείνα τα σώματα που είναι ψυχρά και για αυτόν
τον λόγο την αισθάνονται πιο κρύα (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «η
σιδερένια ράβδος έχει την ίδια θερμοκρασία με τη ξύλινη, αλλά είναι πιο κρύα. Έτσι
γίνεται πάντα με τα σιδερένια»).
Οι περισσότεροι όμως μαθητές (10 από τους 17, βλ. Πίνακα 7.7) θεωρούν ότι
αισθάνονται τη σιδερένια ράβδο πιο ψυχρή σε σχέση με τη ξύλινη γιατί η αίσθηση
του θερμού εξαρτάται εκτός από τη θερμοκρασία και από τη σύσταση των σωμάτων
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «κινείται θερμότητα από το χέρι προς τις
ράβδους, όμως μας φαίνεται η σιδερένια ράβδος πιο κρύα επειδή αυτό που νιώθουμε το
επηρεάζει η θερμοκρασία αλλά και το υλικό που είναι κατασκευασμένη η ράβδος»).
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που ακολουθεί οι μαθητές αναφέρονται σε
μεταφορά θερμότητας από το χέρι προς τις ράβδους και αποδέχονται ότι η θερμότητα
κινείται πιο γρήγορα μέσα στη σιδερένια ράβδο από ότι στη ξύλινη (ενδεικτική
προφορική απάντηση μαθητή: «η θερμότητα που πάει από το χέρι στις ράβδους τρέχει
πιο γρήγορα στο σίδερο, γι’ αυτό και το νιώθουμε πιο κρύο»).
Στο πρόβλημα 17 του ΦΕ5, υπάρχουν ερωτήσεις που σχετίζονται με ολόκληρη
την ομάδα των εμποδίων. Η ερώτηση (η) συνδέεται με το εμπόδιο Ε2. Ζητείται από
τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών ενός σιδερένιου δοχείου και του νερού που
περιέχεται σ’ αυτό, καθώς επίσης και να εξηγήσουν γιατί αισθάνονται το σιδερένιο
δοχείο πιο ψυχρό από το νερό που περιέχεται σ’ αυτό.
Όπως προκύπτει από τις συζητήσεις ανάμεσα στους μαθητές, η πλειοψηφία των
μαθητών (14 από τους 17, βλ. Πίνακας 7.7) χρησιμοποιεί πλέον την αντίληψη, ότι το
σιδερένιο δοχείο και το νερό θα έχουν ίσες θερμοκρασίες, αλλά θα αισθάνονται το
σιδερένιο δοχείο πιο κρύο γιατί είναι πιο καλός αγωγός της θερμότητας σε σχέση με
το νερό. Η θερμότητα δηλαδή που μεταφέρεται από το χέρι προς το νερό και το
δοχείο κινείται πιο γρήγορα στο σιδερένιο δοχείο από ότι στο νερό (ενδεικτική
προφορική απάντηση μαθητή: «όταν αγγίζουμε το δοχείο και το νερό φεύγει θερμότητα
από το χέρι και πάει στο δοχείο και στο νερό. Το δοχείο είναι πιο καλός αγωγός της
435
θερμότητας και γι’ αυτό μας φαίνεται πιο κρύο. Σ’ αυτό πάει πιο γρήγορα η
θερμότητα»).
Όμως ελάχιστοι μαθητές (3 από τους 17) θεωρούν ότι θα νιώθουν το σιδερένιο
δοχείο πιο κρύο επειδή έχει χαμηλότερη θερμοκρασία (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «το δοχείο έχει πιο μικρή θερμοκρασία γιατί το νιώθουμε πιο
κρύο»). Οι μαθητές δηλαδή αυτοί παρά την επεξεργασία του εμποδίου Ε2,
επιστρέφουν στις αρχικές τους αντιλήψεις. Μετά τη συζήτηση με τους συμμαθητές
τους υποστηρίζουν ότι τα σώματα έχουν την ίδια θερμοκρασία μολονότι έχουν
διαφορετικές αισθήσεις.
• Διδακτικό στάδιο 7
Με στόχο την περαιτέρω καλλιέργεια της δεξιότητας αναγνώρισης του εμποδίου
Ε2, οι μαθητές εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχεδίασης «μαθημάτων» για τη σχέση
θερμοκρασίας και αίσθησης του θερμού, με σκοπό να τα «διδάξουν» σε κάποια άλλη
τάξη (ΦΕ5: πρόβλημα 18). Οι μαθητές καλούνται να αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν
τις διδασκαλίες για τη σχέση θερμοκρασίας και αίσθησης του θερμού, τι ήταν αυτό
που τους εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους βοήθησε να καταλάβουν,
καθώς επίσης και να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν
τους «μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων που αφορούσαν στη σχέση αίσθησης του θερμού και θερμοκρασίας. Το
σύνολο των μαθητών ανέφερε ως μια δυσκολία ζητήματα που συνδέονται με το
εμπόδιο Ε2 (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «μια δυσκολία που είχα ήταν
ότι εγώ με τις αισθήσεις μου αντιλαμβανόμουνα δύο πράγματα ότι δεν ήταν το ίδιο
ζεστά και όμως τα θερμόμετρα έδειχναν την ίδια θερμοκρασία»).
Από τις συζητήσεις των μαθητών προκύπτει ότι αυτοί αναγνωρίζουν ότι και οι
άλλοι μαθητές των άλλων τμημάτων ή τάξεων θα έχουν την ίδια δυσκολία με αυτούς
σε ότι αφορά τη σχέση ανάμεσα στην αίσθηση του θερμού και τη θερμοκρασία των
σωμάτων (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Ναι, όλοι οι μαθητές θα έχουν
αυτή τη δυσκολία. Δεν γίνεται άλλη εντύπωση να έχεις με τα χέρια σου όταν αγγίζεις
δύο πράγματα και άλλα να δείχνουν τα θερμόμετρα»). Επίσης, πρότειναν
συγκεκριμένα πειράματα που πρέπει να προταθούν στους μαθητές μιας άλλης τάξης,
ώστε να αλλάξουν τις αντιλήψεις τους (ενδεικτική προφορική πρόταση μαθητή: «Να
436
κάνουν το πείραμα με τα ρινίσματα σιδήρου και με τα πριονίδια, να τα αγγίξουν και
μετά για να βρουν με τα θερμόμετρα ότι έχουν την ίδια θερμοκρασία»).
Ορισμένοι μαθητές αποδέχθηκαν ότι η συζήτηση που αναπτύχθηκε μεταξύ τους
με αφορμή αυτό το πρόβλημα που τους τέθηκε, είναι ιδαίτερα χρήσιμη γιατί τους
βοηθά να αντιληφθούν τα όρια εφαρμογής ενός τρόπου σκέψης, αυτού της
κυριαρχίας των αισθήσεων (ενδεικτική προφορική πρόταση μαθητή: «Νόμιζα ότι με
τις αισθήσεις μπορώ να ξέρω χωρίς λάθος για τη θερμοκρασία που έχουν διάφορα
πράγματα. Αυτό είναι βέβαια και το λάθος μου αλλά και το λάθος πολλών συμμαθητών
μου. Με τις αισθήσεις βρίσκω τη θερμοκρασία μόνο όταν τα πράγματα είναι από το ίδιο
υλικό»). Φαίνεται λοιπόν ότι τέτοιου τύπου διδακτικές καταστάσεις πριμοδοτούν τη
διαδικασία αναγνώρισης του εμποδίου Ε2 από τους μαθητές.
437
πειραματικά αποτελέσματα αποδέχονται νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ2. Στη συνέχεια, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας
κατάστασης, «παλινδρομούν» ανάμεσα στις αρχικές και στις νέες τους αντιλήψεις.
Τέλος σταθεροποιείται η χρήση των νέων αντιλήψεων με συνέπεια.
Ομάδα 3. Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που χρησιμοποιούν σ’ όλο το φάσμα
των διδακτικών καταστάσεων αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου Σ2.
438
Πίνακας 7.7. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2.
Παραγωγές μαθητών σε διδακτικές καταστάσεις
1 2 3 4 5 6 7 8 9
Ευθυμία
Ελίνα Ομάδα 1
Κώστας
Αντώνης
Θανάσης
Μαρία
Ομάδα 2
Μαίρη
Μάικ
Παναγιώτης
Εύα
Αλέξανδρος
Ανδριάνα
Αστερόπη Ομάδα 3
Τάσος
Δήμητρα
Μαρίνος
Παντελής
439
Ακολουθούν χαρακτηριστικά παραδείγματα μαθητών από κάθε μια ομάδα από αυτές
που έχουν αναφερθεί.
Ευθυμία, ομάδα 1
Πριν τις διδασκαλίες που αναφέρονται στη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου
Ε2, η Ευθυμία χρησιμοποιούσε την αντίληψη ότι τα σώματα που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, αποκτούν ίσες θερμοκρασίες. Με αφορμή όμως,
ένα πρόβλημα που εμπλέκει τις αισθήσεις, εκδηλώνει μια νέα αντίληψη και θεωρεί
ότι επειδή νιώθει τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή σε σχέση με τη ξύλινη θα πρέπει η
σιδερένια ράβδος να έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τη ξύλινη ράβδο.
Η Ευθυμία στη συζήτηση με τις συμμαθήτριες της που ακολουθεί, εξακολουθεί να
ισχυρίζεται ότι η σιδερένια ράβδος πρέπει να έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση
με τη ξύλινη, αφού νιώθει τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή σε σχέση με τη ξύλινη.
Επειδή υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσα στους μαθητές, προτείνεται η
πραγματοποίηση έρευνας με σκοπό να απαντήσουν στο ερευνητικό ερώτημα που
διατύπωσαν, δηλαδή αν με τα χέρια τους μπορούν να εκτιμήσουν αντικειμενικά τη
θερμοκρασία ενός σώματος
Κατά τη διάρκεια πραγματοποίησης του πρώτου πειράματος της έρευνας που
σχεδίασαν οι μαθητές (περιλαμβάνει την εκτίμηση της θερμικής κατάστασης με τη
βοήθεια των χεριών και τη μέτρηση της θερμοκρασίας ρινισμάτων σιδήρου που
περιέχονται σε δύο δοχεία), η Ευθυμία φτάνει στο συμπέρασμα ότι αν για δύο
440
αντικείμενα έχει ίδιες αισθήσεις αυτά θα έχουν και ίσες θερμοκρασίες. Το πείραμα
αυτό επέφερε μια ενίσχυση του εμποδίου Ε2.
Μετά την εκτέλεση του τρίτου πειράματος που περιελάμβανε η έρευνα (εκτίμηση
της θερμικής κατάστασης ρινισμάτων σιδήρου και πριονιδιών που βρίσκονται σε
δωμάτιο για αρκετό χρόνο με τη βοήθεια των χεριών και μέτρηση της θερμοκρασίας
με θερμόμετρα), η Ευθυμία διαπιστώνει ότι αισθάνεται τα ρινίσματα σιδήρου πιο
ψυχρά σε σχέση με τα πριονίδια και ότι και τα δύο έχουν ίσες θερμοκρασίες. Πίστευε
μέχρι την τελευταία στιγμή ότι το θερμόμετρο που βρίσκεται μέσα στα ρινίσματα
σιδήρου θα δείξει θερμοκρασία χαμηλότερη σε σχέση με αυτό που βρίσκεται στα
πριονίδια. Στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε μετά το πείραμα, η Ευθυμία
φαίνεται ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση σύγχυσης.
Από τις γραπτές απαντήσεις των μαθητών και τις συζητήσεις τους συνάγεται ότι
στα επόμενα πειράματα της έρευνας, η Ευθυμία έχει αποσυνδέσει τη θερμοκρασία
από την αίσθηση του θερμού. Μάλιστα στις ερωτήσεις που στο φύλλο εργασίας των
μαθητών εμφανίζονται κάτω από τον τίτλο «διαπιστώσεις – συμπληρώσεις» (τι
διαπίστωσα από την έρευνα που έκανα; αυτό που διαπίστωσα ήταν αυτό που
περίμενα; τι ήταν δύσκολο για μένα στην παραπάνω έρευνα;), η Ευθυμία φαίνεται ότι
αντιλαμβάνεται τον καθοριστικό ρόλο και άλλων παραγόντων εκτός από τη
441
θερμοκρασία του σώματος στη διαμόρφωση της αίσθησης του θερμού, όπως είναι η
σύσταση του σώματος, η θερμοκρασία των χεριών και η έκταση της επιφάνειας
επαφής. Αναφέρει ότι πίστευε πως αγγίζοντας με τα χέρια δύο σώματα μπορεί να
εκτιμήσει τη θερμοκρασία τους. Μετά και τα τελευταία πειράματα θεωρεί ότι τα
σώματα που είναι για αρκετό χρόνο στον ίδιο χώρο έχουν ίσες θερμοκρασίες, αλλά τα
αισθάνεται διαφορετικά λόγω της διαφορετικής τους σύστασης.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι, έλεγα ότι είναι εύκολο να δεις τη θερμοκρασία στη σιδερένια ράβδο
όταν την αγγίξεις…
ΜΑΙΡΗ: Τι λες τώρα;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Εντάξει, η σιδερένια και η ξύλινη ράβδος θα έχουν την ίδια θερμοκρασία.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Ε, το κατάλαβες;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Αφού είναι στο δωμάτιο μέσα, όλα θα είναι το ίδιο, στη θερμοκρασία. Αλλά
τη σιδερένια (ράβδο) θα τη νιώθω πιο παγωμένη γιατί είναι από σίδερο.
442
ΕΥΘΥΜΙΑ: Αχ, ναι μωρέ. Ξέχασα ότι τα κουτιά μέσα στο ψυγείο έχουν όλα την ίδια
θερμοκρασία.
ΜΑΙΡΗ: Ευθυμία τι είσαι εσύ, πάλι το ξέχασες!
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Το έχουμε ξαναπεί, Μπορεί να νιώθουμε τα κουτιά ότι δεν είναι το ίδιο
ζεστά, τα θερμόμετρα όμως δείχνουν το ίδιο.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι έτσι είναι.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πριν τη διδασκαλία απάντησα ότι οι ράβδοι δεν θα είναι στην ίδια
θερμοκρασία γιατί αν τις άγγιζα θα ήταν η σιδερένια πιο ζεστή…
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Τι λες εσύ Ευθυμία; Τι πιστεύεις τώρα;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ε, θα έχουν ίδια θερμοκρασία, όση έχει το αυτοκίνητο. Θα νιώθουμε τη
σιδερένια πιο ζεστή γιατί αυτό που νιώθουμε όταν αγγίζουμε τη σιδερένια και την
ξύλινη ράβδο εξαρτάται από το υλικό που είναι κατασκευασμένες.
443
τους αν αγγίξουν τις ράβδους (ΦΕ5: πρόβλημα 10). Στην πρώτη ερώτηση η Ευθυμία
θεωρεί ότι οι ράβδοι θα έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί βρίσκονται μέσα στον ίδιο
χώρο. Στη δεύτερη ερώτηση η Ευθυμία εξηγεί τη διαφορετικές αισθήσεις που έχει
όταν αγγίζει τις ράβδους με όρους ιδιοτήτων των σωμάτων, θεωρεί δηλαδή ότι η
σιδερένια ράβδος ανήκει σε εκείνα τα σώματα που έχουν την ιδιότητα να είναι
ψυχρά.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Η σιδερένια ράβδος μας φαίνεται πιο κρύα γιατί είναι από μόνη της κρύα.
Έτσι συμβαίνει πάντα.
444
Με στόχο την περαιτέρω καλλιέργεια της δεξιότητας αναγνώρισης του εμποδίου
Ε2, οι μαθητές εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχεδίασης «μαθημάτων» για τη σχέση
θερμοκρασίας και αίσθησης του θερμού, με σκοπό να τα «διδάξουν» σε κάποια άλλη
τάξη (ΦΕ5: πρόβλημα 18).
Στην ομάδα εργασίας Δ που ανήκει η Ευθυμία, αναφέρθηκε ως μια πιθανή
δυσκολία το ότι οι μαθητές θα νιώθουν τα αντικείμενα διαφορετικά και όμως θα
έχουν την ίδια θερμοκρασία. Η Ευθυμία αντιλαμβάνεται την ισότητα των
θερμοκρασιών των σωμάτων που βρίσκονται σε θερμική ισορροπία με το περιβάλλον
τους και την εξάρτηση της αίσθησης του θερμού από τη σύσταση των σωμάτων.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι, εγώ το μπερδεύω. Νομίζω όμως ότι τώρα το έμαθα. Πρέπει να
καταλάβουν τα παιδιά ότι όλα τα πράγματα σε ένα δωμάτιο έχουν την ίδια
θερμοκρασία, αλλά ότι τα νιώθουν διαφορετικά επειδή είναι από άλλα υλικά.
Μαίρη, ομάδα 2
ΜΑΙΡΗ. Η σιδερένια είναι πιο ζεστή από τη ξύλινη. Αυτό θα πει ότι έχει και πιο
μεγάλη θερμοκρασία.
Πριν τις διδασκαλίες που αναφέρονται στη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου
Ε2, η Μαίρη θεωρούσε ότι τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο
περιβάλλον, έχουν ίσες θερμοκρασίες.
Στη συζήτηση που πραγματοποιείται μεταξύ των μαθητών της ομάδας Δ, η Μαίρη
εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι η σιδερένια ράβδος πρέπει να έχει υψηλότερη
θερμοκρασία σε σχέση με τη ξύλινη.
Επειδή υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα με
σκοπό να απαντήσουν στο ερευνητικό ερώτημα που διατύπωσαν, δηλαδή αν με τα
445
χέρια τους μπορούν να εκτιμήσουν αντικειμενικά τη θερμοκρασία ενός σώματος.
Μετά την πραγματοποίηση του πρώτου πειράματος της έρευνας που σχεδίασαν οι
μαθητές (περιλαμβάνει την εκτίμηση της θερμικής κατάστασης με τη βοήθεια των
χεριών και τη μέτρηση της θερμοκρασίας ρινισμάτων σιδήρου που περιέχονται σε
δύο δοχεία), η Μαίρη φτάνει στο συμπέρασμα ότι αν για δύο αντικείμενα υπάρχουν
ίδιες αισθήσεις θα έχουν και ίσες θερμοκρασίες. Φαίνεται λοιπόν ότι το πείραμα αυτό
επέφερε μια ενίσχυση του εμποδίου Ε2.
Μετά την εκτέλεση του δεύτερου πειράματος που περιελάμβανε η έρευνα
(εκτίμηση της θερμικής κατάστασης ρινισμάτων σιδήρου και πριονιδιών που
βρίσκονται στον ίδιο φούρνο για αρκετό χρόνο με τη βοήθεια των χεριών και
μέτρηση της θερμοκρασίας με θερμόμετρα), η Μαίρη διαπιστώνει ότι αισθάνεται τα
ρινίσματα σιδήρου πιο κρύα σε σχέση με τα πριονίδια και ότι αυτά έχουν ίσες
θερμοκρασίες. Στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε μετά το πείραμα ανάμεσα στις
μαθήτριες της ομάδας εργασίας Δ, η Μαίρη θεωρεί πλέον ότι τα ρινίσματα σιδήρου
και τα πριονίδια έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί είναι στον ίδιο δωμάτιο, αν και τα
ρινίσματα σιδήρου φαίνονται πιο κρύα. Για αυτήν, η αίσθηση του θερμού φαίνεται να
εξαρτάται όχι μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και από τη σύσταση του σώματος.
446
ΜΑΙΡΗ: Α ναι, είπαμε ότι αυτό που νιώθουμε όταν τα αγγίζουμε εξαρτάται από τη
θερμοκρασία αλλά και από το υλικό τους το σίδηρο και το ξύλο.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι, έλεγα ότι είναι εύκολο να δεις τη θερμοκρασία στη σιδερένια ράβδο
όταν την αγγίξεις…
ΜΑΙΡΗ: Τι λες τώρα;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Εντάξει, η σιδερένια και η ξύλινη ράβδος θα έχουν την ίδια θερμοκρασία.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Ε, το κατάλαβες;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Αφού είναι στο δωμάτιο μέσα, όλα θα είναι το ίδιο, στη θερμοκρασία. Αλλά
τη σιδερένια (ράβδο) θα τη νιώθω πιο παγωμένη γιατί είναι από σίδερο.
ΜΑΙΡΗ: Το ξαναείπαμε, ότι νιώθουμε δεν είναι η θερμοκρασία.
447
εκδηλώνει τις αρχικές της αντιλήψεις. Μετά τη συζήτηση με τους συμμαθητές της
αναθεωρεί τις απαντήσεις της.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πριν τη διδασκαλία απάντησα ότι οι ράβδοι δεν θα είναι στην ίδια
θερμοκρασία γιατί αν τις άγγιζα θα ήταν η σιδερένια πιο ζεστή…
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Τι λες εσύ Ευθυμία; Τι πιστεύεις τώρα;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ε, θα έχουν ίδια θερμοκρασία. Θα νιώθουμε τη σιδερένια πιο ζεστή γιατί
αυτό που νιώθουμε όταν αγγίζουμε τη σιδερένια και την ξύλινη ράβδο εξαρτάται από το
υλικό που είναι κατασκευασμένες.
ΜΑΙΡΗ; Και εγώ συμφωνώ. Αυτό που νιώθουμε δεν είναι η θερμοκρασία. Αυτό που
νιώθουμε όταν πιάνουμε τις ράβδους εξαρτάται από το υλικό.
448
Σε όλα τα υπόλοιπα προβλήματα του Φ.Ε.2 αλλά και του Φ.Ε.5, η Μαίρη
χρησιμοποιεί συστηματικά την αντίληψη της εξάρτησης της αίσθησης του θερμού όχι
μόνο από τη θερμοκρασία του σώματος αλλά και από τη σύστασή του.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 10 του ΦΕ5, υπάρχουν δύο ράβδοι (μια σιδερένια
και μια ξύλινη) μέσα σε ένα ψυγείο για αρκετό χρόνο. Αρχικά ζητείται από τους
μαθητές να αναφέρουν αν οι ράβδοι θα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες.
Στην ερώτηση αυτή η Μαίρη θεωρεί ότι οι ράβδοι θα έχουν την ίδια θερμοκρασία
γιατί βρίσκονται μέσα στον ίδιο χώρο.
Ζητείται επίσης, από τους μαθητές τι πρέπει να υποθέσουν ώστε να εξηγήσουν
γιατί αισθάνονται τη σιδερένια ράβδο πιο κρύα από τη ξύλινη. Η Μαίρη θεωρεί ότι
αισθάνονται τη σιδερένια ράβδο πιο κρύα από τη ξύλινη εξαιτίας της διαφορετικής
τους σύστασης.
ΜΑΙΡΗ: Οι ράβδοι είναι φτιαγμένες από διαφορετικά υλικά , από σίδηρο και από ξύλο.
Στο πρόβλημα 17 του Φ.Ε.5 ζητείται από τους μαθητές η σχέση των
θερμοκρασιών ενός σιδερένιου δοχείου και του νερού που περιέχεται σ’ αυτό, καθώς
επίσης και να εξηγήσουν γιατί αισθάνονται το σιδερένιο δοχείο πιο ψυχρό από το
νερό που περιέχεται σ’ αυτό. Η Μαίρη έχει την άποψη ότι θα νιώθει το σιδερένιο
δοχείο πιο κρύο από το νερό επειδή είναι από διαφορετικά υλικά.
449
ΜΑΙΡΗ: Kαι εγώ παλιά μπερδευόμουν. Νόμιζα ότι αυτό που νιώθουμε όταν ακουμπάμε
ένα δοχείο δείχνει τη θερμοκρασία.
Τέλος, στο πρόβλημα 18 του Φ.Ε.5, η Μαίρη προτείνει ένα πείραμα που κατά τη
γνώμη της πρέπει να πραγματοποιηθεί, ώστε οι συμμαθητές της να διαχωρίσουν τη
θερμοκρασία από την αίσθηση του θερμού.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι εγώ το μπερδεύω. Νομίζω όμως ότι το έμαθα. Πρέπει να καταλάβουν
τα παιδιά ότι όλα τα πράγματα σε ένα δωμάτιο έχουν την ίδια θερμοκρασία, αλλά ότι τα
νιώθουν διαφορετικά επειδή είναι από άλλα υλικά.
ΜΑΙΡΗ: Και εγώ το έκανα αυτό το λάθος. Σίγουρα θα το μπερδεύουν και άλλα παιδιά.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Να πούμε λοιπόν να κάνουν ένα πείραμα.
ΜΑΙΡΗ: Αυτό με τα ρινίσματα του σιδήρου και με τα πριονίδια.
Ανδριάνα, ομάδα 3
450
ΕΛΙΝΑ: Αφού θα νιώθουμε τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή από τη ξύλινη θα πρέπει η
σιδερένια ράβδος να έχει πιο ψηλή θερμοκρασία.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Τι να πω, δεν ξέρω. Πριν λέγαμε ότι τα πράγματα σε ένα χώρο έχουν την
ίδια θερμοκρασία.
ΜΑΙΡΗ: Ναι αλλά πως γίνεται αυτό, αφού όταν τις αγγίξουμε θα είναι η σιδερένια πιο
ζεστή.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Ε, τότε και εγώ λέω ότι η σιδερένια ράβδος αφού είναι πιο ζεστή θα έχει
πιο ψηλή θερμοκρασία.
451
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Εγώ το περίμενα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Τι να πω, δεν ξέρω. Πως γίνεται να είναι πιο κρύα (τα ρινίσματα σιδήρου)
και να έχουν την ίδια θερμοκρασία (με τα πριονίδια). Έπρεπε το θερμόμετρο να δείξει
πιο κάτω. Δεν ξέρω…
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Τα θερμόμετρα είναι σωστά. τα ρινίσματα και τα ξύλα βρίσκονται στο ίδιο
δωμάτιο, άρα έχουν την ίδια θερμοκρασία με το δωμάτιο.
ΜΑΙΡΗ: Nαι έτσι είναι. Αφού είναι στο ίδιο δωμάτιο.
ΕΛΙΝΑ: Tα ρινίσματα δεν είναι πιο κρύα;
ΜΑΡΙΑ: Ναι έτσι φαίνονται.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Αυτό που νιώθουμε όταν τα αγγίζουμε δεν είναι η θερμοκρασία.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Παίζει ρόλο και το υλικό τους.
ΜΑΙΡΗ: Α ναι, είπαμε ότι αυτό που νιώθουμε όταν τα αγγίζουμε εξαρτάται από τη
θερμοκρασία αλλά και από το υλικό τους το σίδηρο και το ξύλο.
452
ΕΥΘΥΜΙΑ: Αχ, ναι μωρέ. Ξέχασα ότι τα κουτιά μέσα στο ψυγείο έχουν όλα την ίδια
θερμοκρασία.
ΜΑΙΡΗ; Ευθυμία τι είσαι εσύ, πάλι το ξέχασες!
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Το έχουμε ξαναπεί, Μπορεί να νιώθουμε τα κουτιά ότι δεν είναι το ίδιο
ζεστά, τα θερμόμετρα όμως δείχνουν το ίδιο.
Στο πρόβλημα 10 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν αν δύο
ράβδοι (μια σιδερένια και μια ξύλινη) που βρίσκονται μέσα σε ένα ψυγείο για αρκετό
χρόνο θα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες και να εξηγήσουν γιατί κρυώνουν
τα χέρια τους αν αγγίξουν τις ράβδους. Η Ανδριάνα θεωρεί ότι οι ράβδοι θα έχουν
την ίδια θερμοκρασία γιατί βρίσκονται μέσα στον ίδιο χώρο. Καταλήγει στο
συμπέρασμα ότι η σιδερένια ράβδος μας φαίνεται πιο κρύα επειδή η θερμότητα
πρέπει να κινείται πιο γρήγορα στη σιδερένια ράβδο από ότι στη ξύλινη.
453
Στο πρόβλημα 17 του ΦΕ5, υπάρχουν ερωτήσεις που σχετίζονται με ολόκληρη
την ομάδα των εμποδίων. Η ερώτηση (η) συνδέεται με το εμπόδιο Ε2. Ζητείται από
τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών ενός σιδερένιου δοχείου και του νερού που
περιέχεται σ’ αυτό, καθώς επίσης και να εξηγήσουν γιατί αισθάνονται το σιδερένιο
δοχείο πιο ψυχρό από το νερό που περιέχεται σ’ αυτό.
Η Ανδριάνα θεωρεί τα σώματα έχουν ίσες θερμοκρασίες, όμως θα νιώθει το
σιδερένιο δοχείο πιο κρύο από το νερό επειδή αυτά είναι από διαφορετικά υλικά.
(γ) Η συμβολή των διδακτικών καταστάσεων που αφορούν στην επεξεργασία του
εμποδίου Ε2 στη νοητική εξέλιξη των μαθητών
454
Πίνακας 7.8. Επεξεργασία του εμποδίου Ε2: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών, που πραγματοποιείται μετά από τις απαντήσεις
τους πάνω στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους
μαθητές. Έτσι, για παράδειγμα, στην Ευθυμία λειτουργεί προς την κατεύθυνση της
επιβεβαίωσης της αρχικής της αντίληψης (ενίσχυση εμποδίου Ε2), ενώ στην Μαρία
455
προκαλεί αμφιβολίες για την απάντησή της που ήταν προς την κατεύθυνση του
εμποδίου Ε2. Στον Τάσο όμως, επιφέρει ενίσχυση της αρχικής του αντίληψης που
ήταν προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ2. Η Ανδριάνα δεν
υποστηρίζει πλέον την αρχική της αντίληψη η οποία ήταν προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ2, αλλά αποδέχεται την αντίληψη που χρησιμοποιεί η
πλειοψηφία των συμμαθητών της (που είναι προς την κατεύθυνση του εμποδίου Ε2).
Η αντιπαράθεση των μαθητών με το αποτέλεσμα του 2ου πειράματος της έρευνας
που σχεδίασαν, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα,
στην Ευθυμία προκαλεί αμφιβολίες και αμφισβήτηση του πειραματικού
αποτελέσματος. Στη Μαρία προκαλεί μια απλή ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε2 χωρίς
όμως να προκαλεί κάποια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο σκέψης της. Αυτό
συνάγεται από την τάση της να χρησιμοποιεί σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις,
διατυπώσεις που συνιστούν εκδηλώσεις του εμποδίου Ε2. Η Ανδριάνα εμπλέκεται σε
μια κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση, που έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της
αντίληψης που χρησιμοποιεί. Η σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική, γεγονός που
επιβεβαιώνεται από τις επόμενες διδακτικές καταστάσεις, στις οποίες η Ανδριάνα
χρησιμοποιεί με συνέπεια την νέα αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ2. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η απλή αντιπαράθεση των
μαθητών με το αποτέλεσμα ενός πειράματος δεν επιφέρει αλλαγή των αντιλήψεων
των μαθητών. Ελάχιστοι είναι οι μαθητές (π.χ. η Ανδριάνα) που τροποποιούν τις
αντιλήψεις τους με αφορμή μια πειραματική διαδικασία η οποία όμως συνοδεύεται
και από συζήτηση μεταξύ των μαθητών.
Η εμπλοκή των μαθητών με προβλήματα που αφορούν νέες καταστάσεις στις
οποίες εκδηλώνεται το εμπόδιο Ε2 (π.χ. Φ.Ε.2: πρόβλημα 2), επιφέρει στους μαθητές
διαφορετικά αποτελέσματα Για παράδειγμα, στην Ευθυμία παρατηρείται
«οπισθοδρόμηση» προς την αρχική της αντίληψη (επανεμφάνιση εμποδίου Ε2). Στη
Μαρία εκδηλώνεται μια νέα αντίληψη που έχει στοιχεία τόσο από την αρχική της
αντίληψη όσο και από την αντίληψη προς οικοδόμηση. Η Ανδριάνα χρησιμοποιεί
αντιλήψεις που βρίσκονται προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ2. Η
εμπλοκή λοιπόν των μαθητών σε νέες διδακτικές καταστάσεις προκαλεί
«παλινδρόμηση» προς το εμπόδιο Ε2 ή εκδήλωση αντιλήψεων με στοιχεία τόσο από
το εμπόδιο Ε2 όσο και από τον επιδιωκόμενο στόχο Σ2.
Η συζήτηση που ακολουθεί ανάμεσα στους μαθητές επιφέρει και πάλι
διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία επιφέρει
456
μια απλή ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε2 γεγονός που επιβεβαιώνεται από την τάση της
να χρησιμοποιεί σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις, διατυπώσεις που συνιστούν
εκδηλώσεις του εμποδίου Ε2, ενώ στην Ανδριάνα δρα προς την κατεύθυνση της
ενίσχυσης του νέου τρόπου σκέψης της, ο οποίος είναι προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ2.
Η συζήτηση που πραγματοποιείται ανάμεσα στους μαθητές κατά τη διάρκεια της
επεξεργασίας του προβλήματος 5 του Φ.Ε.2 –το οποίο συμπεριλαμβάνει μια εικονική
αναπαράσταση του εμποδίου– προκαλεί διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές.
Για παράδειγμα, στην Ευθυμία, επιφέρει απλή ρηγμάτωση στον τρόπο σκέψης της
αφού σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις, χρησιμοποιεί εκφράσεις που συνιστούν
εκδηλώσεις του εμποδίου Ε2. Η Μαρία όμως, εμπλέκεται σε μια κοινωνικο-γνωστική
σύγκρουση, που έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της αντίληψης που χρησιμοποιεί. Η
σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις επόμενες
διδακτικές καταστάσεις, στις οποίες η Μαρία χρησιμοποιεί με συνέπεια την νέα
αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ2. Φαίνεται
λοιπόν ότι οι διδακτικές καταστάσεις που ενέχουν μια εικονική αναπαράσταση του
εμποδίου Ε2, συμβάλλουν στην επεξεργασία του.
Η διδακτική κατάσταση που εμπλέκει το συγκεκριμένο εμπόδιο Ε2 με ένα άλλο
εμπόδιο (το εμπόδιο Ε5) (Φ.Ε.5: πρόβλημα 10), επιφέρει σημαντικά διαφορετικά
αποτελέσματα στους μαθητές. Προκαλεί την εμφάνιση μιας νέας αντίληψης στην
Ευθυμία που έχει στοιχεία τόσο από την αρχική της αντίληψη όσο και από την
αντίληψη προς οικοδόμηση. Για την Μαρία είναι μια ευκαιρία επιβεβαίωσης του νέου
τρόπου σκέψης. Ο Τάσος φαίνεται ότι εμπλουτίζει τον τρόπο σκέψης του (οι
διαφορετικές θερμικές αισθήσεις που αντιλαμβάνεται κάποιος όταν αγγίζει σώματα
που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον, οφείλονται στη διαφορετική
δυσκολία που εμφανίζουν τα σώματα στη δίοδο της θερμότητας). Φαίνεται λοιπόν ότι
οι διδακτικές καταστάσεις που ενέχουν περισσότερα του ενός εμπόδια προκαλούν σε
ορισμένους μαθητές εκδήλωση αντιλήψεων με στοιχεία τόσο από τα εμπόδια όσο και
από τους επιδιωκόμενους στόχους. Όμως, για άλλους μαθητές, αυτές οι διδακτικές
καταστάσεις αναδεικνύονται ιδιαίτερα αποτελεσματικές σχετικά με την επεξεργασία
των εμποδίων.
Η συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του
προβλήματος 17 του Φ.Ε.5 –το οποίο συνδέεται με το σύνολο των εμποδίων-
επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, εμπλέκει την
457
Ευθυμία σε μια κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση, που έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή
της αντίληψης που χρησιμοποιεί. Η σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική, γεγονός
που επιβεβαιώνεται από τις επόμενες διδακτικές καταστάσεις, στις οποίες η Μαρία
χρησιμοποιεί με συνέπεια την νέα αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ2. Στη Μαρία παραπάνω συζήτηση επιφέρει ενίσχυση του
νέου τρόπου σκέψης της. Φαίνεται λοιπόν ότι οι διδακτικές καταστάσεις που ενέχουν
περισσότερα του ενός εμπόδια, όταν έπονται των διδακτικών καταστάσεων που
συνδέονται με μεμονωμένα εμπόδια, συμβάλλουν στην επεξεργασία αυτών των
εμποδίων.
458
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 1 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 4 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
• Επεξεργασία
Ε3 • Ποσοτικοποίηση της Ε3 ΣΤΑΔΙΟ 8
προβλήματος που θερμότητας και εκτίμησή • Εφαρμογή σε νέες
αποσκοπεί στην της (Φ.Ε.3: προβλήματα καταστάσεις
ανάδειξη των
2, 3). Ε3 (Φ.Ε.3: Ε3
αντιλήψεων των προβλήματα 12,
μαθητών (Φ.Ε.3: 13).
πρόβλημα 1).
• Επεξεργασία
• Ατομικές γραπτές ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 5 ερωτημάτων που
Ε3
απαντήσεις • Παροδική ενίσχυση του Ε3 είχαν τεθεί
μαθητών. εμποδίου (Φ.Ε.3: αρχικά. Σύγκριση
πρόβλημα 4). αρχικών και νέων
• Επεξεργασία αντιλήψεων
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ προβλήματος που Ε3 (Φ.Ε.3: πρόβλημα
ΣΤΑΔΙΟ 2 αποσκοπεί στην 14).
• Συζήτηση των ανάδειξη των
Ε3
μαθητών σε αντιλήψεων των
επίπεδο ομάδας. μαθητών (Φ.Ε.3:
• Ομαδοποίηση των πρόβλημα 5). ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
απαντήσεων. • Σχεδίαση και ΣΤΑΔΙΟ 9
Ε3
• Συζήτηση των πραγματοποίηση 2ης • Αποσαφήνιση του
μαθητών σε έρευνας (σχέση ανάμεσα εμποδίου Ε3 και
επίπεδο τάξης. στη θερμότητα και τη κατάκτηση της Ε3
• Διατύπωση μάζα του σώματος). δεξιότητας
ερωτήματος για αναγνώρισής του
έρευνα. (Φ.Ε.3:
προβλήματα 15,
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 6 16, 17, 18).
• Επεξεργασία Ε3
προβλήματος που
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ αποσκοπεί στην ανάδειξη
ΣΤΑΔΙΟ 3 των αντιλήψεων των ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
• Σχεδίαση και Ε3 μαθητών (Φ.Ε.3: ΣΤΑΔΙΟ 10
πραγματοποίηση πρόβλημα 6). • Επεξεργασία Ε3
1ης έρευνας. • Σχεδίαση και Ε3 προβλημάτων στα
• Εξαγωγή πραγματοποίηση 3ης οποία
συμπερασμάτων. έρευνας (σχέση ανάμεσα εκδηλώνεται το
στη θερμότητα και τη εμπόδιο Ε3, μαζί
σύσταση του σώματος). με άλλα εμπόδια
(Φ.Ε.4:
προβλήματα 12,
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ 13)
Υπόμνημα επεξήγησης συμβόλων
ΣΤΑΔΙΟ 7
Ε3
Αποσταθεροποίηση εμποδίου Ε3 • Εισαγωγή ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
Ε3
αναλογίας και ΣΤΑΔΙΟ 11
εφαρμογές σε • Σχεδίαση
Αναδόμηση εμποδίου Ε3 νέες Ε3
Ε3
μαθημάτων για
καταστάσεις διδασκαλία σε
(Φ.Ε.3: άλλη τάξη
Αναγνώριση εμποδίου Ε3 προβλήματα 7, (Φ.Ε.5:
Ε3
8, 9, 10, 11). πρόβλημα 18).
Σχήμα 7.3. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε3 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων
459
(β) Η νοητική εξέλιξη των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδακτικής
επεξεργασίας του εμποδίου Ε3
Γενική περιγραφή και αποτίμηση της νοητικής εξέλιξης των μαθητών σε κάθε
διδακτικό στάδιο
• Διδακτικό στάδιο 1
Με σκοπό να αναδυθούν οι αντιλήψεις που έχουν και χρησιμοποιούν οι μαθητές,
αναφορικά με το τι μεταφέρεται από το ένα σώμα στο άλλο όταν δύο σώματα
διαφορετικών θερμοκρασιών έρχονται σε επαφή, οι μαθητές εργάζονται ατομικά και
απαντούν στις ερωτήσεις του προβλήματος 1 του ΦΕ3. Στο πρόβλημα αυτό ζητείται
από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί θερμαίνεται ένα σώμα (π.χ. γάλα) όταν έρθει σε
επαφή με ένα θερμότερό του σώμα (π.χ. ζεστό νερό).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος προκύπτει ότι οι περισσότεροι μαθητές (14 μαθητές από τους 17
συνολικά) εξηγούν τη θέρμανση ενός σώματος θεωρώντας ότι μετακινείται
θερμοκρασία από το ένα σώμα στο άλλο (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «το
νερό δίνει θερμοκρασία στο γάλα και το γάλα ζεσταίνεται»).
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (3 από τους 17) που θεωρούν ότι το ζεστό νερό δίνει
στο γάλα κάτι άλλο διαφορετικό από τη θερμοκρασία που το αποκαλούν «ζέστη» ή
«ζεστασιά», χωρίς όμως να αναφέρουν κάτι ιδιαίτερο για αυτό (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή «το ζεστό νερό δίνει ζεστασιά στο γάλα και το ζεσταίνει… όχι, δεν
είναι θερμοκρασία, …είναι κάτι άλλο»).
• Διδακτικό στάδιο 2
Ακολουθεί συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας με στόχο τη
συνειδητοποίηση των μεταξύ τους διαφορών.
Από τη μελέτη των συζητήσεων των μαθητών προκύπτει ότι ενισχύεται η
αντίληψη σύμφωνα με την οποία μεταξύ των σωμάτων μεταφέρεται θερμοκρασία.
Πιο συγκεκριμένα:
- στην ομάδα εργασίας Β όλοι οι μαθητές θεωρούν ότι το νερό δίνει θερμοκρασία
στο γάλα. Οι μαθητές που είχαν κάποιες αμφιβολίες σχετικά με τις απαντήσεις
460
τους, μετά την ανακοίνωση των απαντήσεων των συμμαθητών τους, εκφράζουν
πλέον με βεβαιότητα αυτές τις αντιλήψεις (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή «ναι πρέπει να πηγαίνει θερμοκρασία, είναι σίγουρο»).
- στις ομάδες Α, Γ και Δ, οι τρεις μαθητές (ένας σε κάθε ομάδα) που θεωρούν ότι
το νερό δίνει στο γάλα «ζεστασιά» ή «ζέστη», κάτι που είναι διαφορετικό από τη
θερμοκρασία, αρχίζουν να αμφιβάλουν για την «ορθότητα» της απάντησής τους.
Φαίνεται ότι είναι αποφασισμένοι να υιοθετήσουν την απάντηση των υπόλοιπων
συμμαθητών τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «δεν ξέρω, μπορεί
και να πηγαίνει θερμοκρασία, δεν ξέρω αν είναι σωστό»).
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Ακολουθεί συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου και οι
μαθητές διαπιστώνουν ότι υπάρχουν κάποιες διαφωνίες ανάμεσά τους αναφορικά με
το τι μεταφέρεται από το ένα σώμα στο άλλο.
Αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από τους μαθητές των διαφωνιών που
υπάρχουν ανάμεσά τους, είναι η διατύπωση στη συνέχεια ενός προβλήματος προς
διερεύνηση (ενδεικτική διατύπωση προβλήματος: «πάει θερμοκρασία από το νερό
στο γάλα;»).
• Διδακτικό στάδιο 3
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα, με τη βοήθεια των ερωτήσεων που υπάρχουν στο
Φ.Ε.3, με σκοπό να ελέγξουν αν μεταξύ των σωμάτων (νερού και γάλακτος)
μεταφέρεται θερμοκρασία ή όχι. Οι ομάδες των μαθητών προτείνουν ένα πείραμα
που περιλαμβάνει τη μέτρηση των θερμοκρασιών του νερού και του γάλακτος.
Στις συζητήσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής του
πειράματος, οι μαθητές εκφράζουν, όπως είναι αναμενόμενο, τις αντιλήψεις που
είχαν πριν τη διδασκαλία. Το αποτέλεσμα, τους προκαλεί έκπληξη. Αυτό είναι
αναμενόμενο γιατί, σχεδόν όλοι οι μαθητές (οι 14 από τους 17), πίστευαν ότι το ζεστό
νερό δίνει θερμοκρασία στο γάλα. Οι μαθητές διαπιστώνουν ότι το ζεστό νερό δεν
δίνει θερμοκρασία στο γάλα. Σχεδόν στο σύνολό τους αποδέχονται το αποτέλεσμα,
όμως δεν εμπλέκονται σε περαιτέρω συζήτηση και σχολιασμό (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή «Δεν πάει λοιπόν θερμοκρασία από το νερό στο γάλα… Χμ, ζεστασιά
θα είναι, δεν ξέρω»).
461
Οι μαθητές τη συνέχεια, με τη βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπάρχουν
στο Φ.Ε.3, συγκρίνουν τις μετρήσεις τους (πειραματικά αποτελέσματα) με τις αρχικές
προβλέψεις τους. Οι ερωτήσεις που στο φύλλο εργασίας των μαθητών εμφανίζονται
κάτω από τον τίτλο «διαπιστώσεις – συμπληρώσεις» (π.χ. «τι διαπίστωσα από την
έρευνα που έκανα;», «αυτό που διαπίστωσα ήταν αυτό που περίμενα;», «τι ήταν
δύσκολο για μένα στην παραπάνω έρευνα;»), εμπλέκουν σε συζήτηση τους μαθητές.
Κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης, το σύνολο των μαθητών αποδέχεται την
αντίληψη ότι η θερμοκρασία δεν διαδίδεται από το νερό στο γάλα (ενδεικτική
προφορική απάντηση μαθητή «βρήκαμε ότι δεν πάει θερμοκρασία, έτσι θα είναι»).
Αρκετοί μάλιστα μαθητές αρχίζουν να υποθέτουν ότι πρέπει να υπάρχει κάτι άλλο
που να πηγαίνει από το ένα σώμα στο άλλο. Στη συζήτηση που ακολουθεί ο
δάσκαλος κατονομάζει τη θερμότητα ως αυτό που μεταφέρεται από το ζεστό νερό
στο γάλα.
• Διδακτικό στάδιο 4
Στο στάδιο αυτό προκειμένου οι μαθητές να συνδέσουν την ποσότητα θερμότητας
με το χρόνο θέρμανσης και με την ένδειξη της εστίας θέρμανσης, επεξεργάζονται τα
προβλήματα 2 και 3 του Φ.Ε.3.
Στο πρόβλημα 2 του ΦΕ3 ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν αν θα
ζεσταθεί περισσότερο, λιγότερο ή το ίδιο ένα ποτήρι με γάλα που τοποθετείται μέσα
σε νερό ορισμένης θερμοκρασίας και σε νερό που έχει υψηλότερη θερμοκρασία από
το πρώτο. Ζητείται επίσης από τους μαθητές να αιτιολογήσουν την απάντησή τους
Από τις γραπτές απαντήσεις των μαθητών αλλά και τον μεταξύ τους διάλογο
προκύπτει ότι οι μισοί σχεδόν μαθητές (9 μαθητές από τους 17), θεωρούν ότι το γάλα
που βρίσκεται μέσα στο πολύ θερμό νερό θα ζεσταθεί περισσότερο γιατί το νερό του
δίνει πιο «ζεστή θερμότητα» (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «θα ζεσταθεί
περισσότερο, γιατί το νερό δίνει πιο ζεστή θερμότητα»).
Οι υπόλοιποι μαθητές (8 μαθητές από τους 17) αναφέρουν ότι το νερό δίνει «πιο
πολλή» ή περισσότερη θερμότητα στο γάλα και γι’ αυτό το γάλα θερμαίνεται
περισσότερο (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «το νερό που έχει πιο μεγάλη
θερμοκρασία δίνει πιο πολλή θερμότητα στο γάλα»).
Στη συζήτηση που ακολουθεί σε επίπεδο τάξης, ο δάσκαλος προσπαθεί να
διερευνήσει τι εννοούν οι μαθητές όταν μιλούν για «πιο ζεστή θερμότητα» ή για «πιο
πολλή θερμότητα». Διαπιστώνεται από τις απαντήσεις των μαθητών ότι «πιο ζεστή
462
θερμότητα» σημαίνει θερμοκρασία περισσότερων βαθμών (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή «η θερμότητα μπορεί να είναι ζεστή, πιο ζεστή, ακόμα πιο ζεστή,
δηλαδή πολλών βαθμών»), ενώ «πιο πολλή θερμότητα» σημαίνει περισσότερη
ποσότητα θερμότητας (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «η θερμότητα είναι
σαν το νερό, μπορεί να είναι σε διάφορες ποσότητες…υπάρχει πολλή θερμότητα, πιο
πολλή θερμότητα κ.τ.λ»). Η συζήτηση στη συνέχεια επικεντρώνεται στο αποτέλεσμα
του πειράματος που είχαν σχεδιάσει και πραγματοποιήσει οι μαθητές (βλ. διδακτικό
στάδιο 3), δηλαδή στο ότι δεν μεταφέρονται βαθμοί θερμοκρασίας από το ένα σώμα
στο άλλο, όταν αυτά είναι σε επαφή. Η παραπάνω διαπίστωση οδηγεί τους μαθητές
στην υιοθέτηση των όρων «πιο πολλή θερμότητα» ή «περισσότερη θερμότητα» ή
«περισσότερη ποσότητα θερμότητας» (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή
«δηλαδή δεν υπάρχει ζεστή θερμότητα αλλά πιο πολλή θερμότητα»).
Οι μαθητές προκειμένου να συνδέσουν την ποσότητα θερμότητας με το χρόνο
θέρμανσης και με την ένδειξη της εστίας θέρμανσης, επεξεργάζονται το πρόβλημα 3
του ΦΕ3. Στο πρώτο μέρος του αυτού του προβλήματος ζητείται από τους μαθητές να
προτείνουν ένα τρόπο ώστε το ένα από τα δύο δοχεία με νερό που βρίσκονται πάνω
σε εστίες θέρμανσης ίδιας ένδειξης να αποκτήσει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση
με το άλλο. Στο δεύτερο μέρος του προβλήματος ζητείται από τους μαθητές να
προτείνουν ένα τρόπο ώστε το ένα από τα δύο δοχεία με νερό που βρίσκονται πάνω
σε εστίες θέρμανσης και θερμαίνονται για το ίδιο χρονικό διάστημα να αποκτήσει
υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με το άλλο.
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών και του μεταξύ τους
διαλόγου, προκύπτει ότι οι μαθητές θεωρούν ότι η ποσότητα θερμότητας που παίρνει
ένα σώμα συνδέεται με το χρόνο θέρμανσης και με την ένδειξη της εστίας θέρμανσης
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «όσο περισσότερο χρόνο ζεσταίνω κάτι τόσο
περισσότερη θερμότητα του δίνω…όσο μεγαλώνω την ένδειξη εδώ τόσο περισσότερη
θερμότητα δίνω»).
• Διδακτικό στάδιο 5
Οι μαθητές στη συνέχεια, εργάζονται ατομικά και απαντούν στις ερωτήσεις ενός
προβλήματος που αποβλέπει στην ανάδυση των αντιλήψεων που χρησιμοποιούν,
αναφορικά με τη σχέση που συνδέει τη ποσότητα θερμότητας που παίρνει ένα σώμα
με τη θερμοκρασία του (ζήτημα που σχετίζεται με το εμπόδιο Ε3). Στο πρόβλημα
αυτό ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη σχέση των θερμοκρασιών
463
δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος που βρίσκονται μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο
ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που έλαβαν (Φ.Ε.3:
πρόβλημα 4).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος, προκύπτει ότι όλοι οι μαθητές θεωρούν ότι οι δύο ποσότητες γάλακτος
θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες και θα πάρουν ίσες ποσότητες θερμότητας.
Δικαιολογούν τις απάντησή τους θεωρώντας οι ποσότητες γάλακτος αποκτούν ίσες
θερμοκρασίες με τη θερμοκρασία του φούρνου και ότι οι ποσότητες θερμότητας που
θα λάβουν οι δύο ποσότητες γάλακτος θα είναι ίσες επειδή οι θερμοκρασίες τους
είναι ίσες (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «αφού έχουν την ίδια θερμοκρασία θα
έχουν και την ίδια θερμότητα»).
Πραγματοποιείται συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, όπου
διαπιστώνεται η ομοφωνία των αντιλήψεων των μαθητών. Προκύπτει λοιπόν ότι η
επεξεργασία του προβλήματος αυτού επέφερε ενίσχυση του εμποδίου Ε3.
Οι μαθητές στη συνέχεια εργάζονται ατομικά και απαντούν στις ερωτήσεις του
προβλήματος 5 του Φ.Ε.3. Στο πρόβλημα αυτό ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις
αναφορικά με τις θερμοκρασίες δύο διαφορετικών ποσοτήτων γάλακτος που
βρίσκονται μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και τις ποσότητες
θερμότητας που έλαβαν.
Από την ανάλυση των απαντήσεών των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος, προκύπτει ότι οι περισσότεροι μαθητές (14 μαθητές από τους 17
συνολικά) θεωρούν ότι οι δύο ποσότητες γάλακτος θα αποκτήσουν ίδια θερμοκρασία
και θα πάρουν ίσες ποσότητες θερμότητας.
Δικαιολογούν τις απάντησή τους θεωρώντας οι ποσότητες γάλακτος αποκτούν ίσες
θερμοκρασίες με τη θερμοκρασία του φούρνου και ότι οι ποσότητες θερμότητας που
θα λάβουν οι δύο ποσότητες γάλακτος θα είναι ίσες επειδή οι θερμοκρασίες τους
είναι ίσες (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «οι ποσότητες θερμότητας θα είναι
ίσες γιατί οι θερμοκρασίες θα είναι ίσες»). Από τις απαντήσεις προκύπτει ότι δεν
εμπλέκουν στους συλλογισμούς τους τη διαφορετική μάζα των σωμάτων.
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (3 από τους 17) που θεωρούν ότι οι ποσότητες
γάλακτος θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες και θα έχουν δεχθεί διαφορετικές
ποσότητες θερμότητας. Πιο συγκεκριμένα, αυτοί οι μαθητές θεωρούν ότι το γάλα με
τη μεγαλύτερη μάζα θα δεχθεί περισσότερη ποσότητα θερμότητας. Από τις
αιτιολογήσεις τους προκύπτει ότι συνδέουν τη θερμότητα που παίρνει ένα σώμα όχι
464
μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα του (ενδεικτική γραπτή απάντηση
μαθητή «μπορεί να είναι ίδιες οι θερμοκρασίες, αλλά αυτό που είναι πιο μεγάλο θα έχει
περισσότερη θερμότητα»).
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, που
ακολουθεί, προκύπτει ότι οι 4 μαθητές από τους 14 που είχαν εκφράσει τη αντίληψη
ότι το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίδια θερμοκρασία και θα πάρει ίσες ποσότητες
θερμότητας, αμφιβάλουν για την απάντησή τους αυτή.
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Στη συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου, που ακολουθεί,
οι μαθητές, διαπιστώσουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, αναφορικά με τη
σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που έλαβαν οι δύο ποσότητες γάλακτος.
Αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από τους μαθητές των διαφωνιών που
υπάρχουν ανάμεσά τους, είναι η διατύπωση ενός προβλήματος προς διερεύνηση. Το
πρόβλημα αυτό έχει ως αντικείμενο εξέτασης αν η θερμότητα που δέχεται ένα σώμα
συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία ή και με τη μάζα του.
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα, με τη βοήθεια των ερωτήσεων που υπάρχουν στο
Φ.Ε.3, με σκοπό να εξετάσουν το παραπάνω πρόβλημα.
Οι ομάδες των μαθητών προτείνουν πείραμα που περιλαμβάνει τη σύγκριση των
ποσοτήτων θερμότητας (μέσω των χρόνων θέρμανσης), δύο διαφορετικών
ποσοτήτων γάλακτος ίδιας αρχικής θερμοκρασίας που θερμαίνονται μέχρι να
φτάσουν σε ίσες θερμοκρασίες.
Οι μαθητές εκτελώντας το πείραμα, διαπιστώνουν ότι η ποσότητα θερμότητας που
δέχεται ένα σώμα συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα του
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «οι θερμοκρασίες είναι ίσες, αλλά οι
ποσότητες θερμότητας όχι. Η θερμότητα εξαρτάται και από τη μάζα»). Αποδέχονται
στο σύνολό τους το πειραματικό αποτέλεσμα, χωρίς να εμπλέκονται σε περαιτέρω
συζήτηση και σχολιασμό.
• Διδακτικό στάδιο 6
Στο στάδιο αυτό οι μαθητές εργάζονται ατομικά και απαντούν στις ερωτήσεις του
προβλήματος 6 του Φ.Ε.3. Στο πρόβλημα αυτό ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις
αναφορικά με τη σχέση των θερμοκρασιών δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος και
465
τσαγιού που βρίσκονται μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η
σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που έλαβαν.
Από την ανάλυση των απαντήσεών των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος, προκύπτει ότι οι μισοί σχεδόν μαθητές (9 μαθητές από τους 17
συνολικά) θεωρούν ότι το γάλα και το τσάι θα αποκτήσουν ίδια θερμοκρασία και θα
πάρουν ίσες ποσότητες θερμότητας. Δικαιολογούν τις απάντησή τους θεωρώντας ότι
τα δύο σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες και ότι θα δεχθούν ίσες ποσότητες
θερμότητας επειδή οι θερμοκρασίες τους είναι ίσες (ενδεικτική γραπτή απάντηση
μαθητή «οι ποσότητες θερμότητας θα είναι ίσες γιατί οι θερμοκρασίες θα είναι ίσες»).
Από τις απαντήσεις προκύπτει ότι δεν εμπλέκουν στους συλλογισμούς τους τη
διαφορετική σύσταση των σωμάτων.
Οι άλλοι σχεδόν μισοί μαθητές (8 από τους 17) θεωρούν ότι τα δύο σώματα θα
αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες και θα έχουν δεχθεί διαφορετικές ποσότητες
θερμότητας. Από τις αιτιολογήσεις τους προκύπτει ότι συνδέουν τη θερμότητα που
παίρνει ένα σώμα όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη σύστασή του
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «θα έχουν ίδιες θερμοκρασίες αλλά δεν θα
έχουν ίδιες θερμότητες, γιατί είναι φτιαγμένα από διαφορετικά υλικά»).
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Στη συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου, που ακολουθεί,
οι μαθητές, διαπιστώσουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, αναφορικά με τη
σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που έλαβαν οι δύο ποσότητες γάλακτος και
τσαγιού.
Αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από τους μαθητές των διαφωνιών που
υπάρχουν ανάμεσά τους, είναι η διατύπωση ενός προβλήματος προς διερεύνηση. Το
πρόβλημα αυτό έχει ως αντικείμενο εξέτασης αν η θερμότητα που δέχεται ένα σώμα
συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία ή και με τη σύστασή του.
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα, με τη βοήθεια των ερωτήσεων που υπάρχουν στο
Φ.Ε.3, με σκοπό να εξετάσουν το παραπάνω πρόβλημα. Οι ομάδες των μαθητών
προτείνουν πείραμα που περιλαμβάνει τη σύγκριση των ποσοτήτων θερμότητας
(μέσω των χρόνων θέρμανσης), δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος και τσαγιού ίδιας
αρχικής θερμοκρασίας που θερμαίνονται μέχρι να φτάσουν σε ίσες θερμοκρασίες.
Οι μαθητές εκτελώντας το πείραμα, διαπιστώνουν ότι η ποσότητα θερμότητας που
δέχεται το γάλα και το τσάι συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη
466
σύστασή τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή «το γάλα και το τσάι έχουν
την ίδια θερμοκρασία. Δεν έχουν την ίδια θερμότητα γιατί έχουν διαφορετικό υλικό»).
• Διδακτικό στάδιο 7
Στη συνέχεια, παρουσιάζεται μια αναλογία στους μαθητές και αφού εξηγηθούν οι
αντιστοιχήσεις ανάμεσα στον τομέα βάση και στον τομέα στόχο, οι μαθητές
επεξεργάζονται ορισμένες εφαρμογές (Φ.Ε.3: προβλήματα 7, 8, 9, 10 και 11).
Για παράδειγμα, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών που
αποκτούν δύο σώματα ίδιας σύστασης και διαφορετικών μαζών που θερμαίνονται για
το ίδιο χρονικό διάστημα (Φ.Ε.3: πρόβλημα 8).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών, προκύπτει ότι η
πλειοψηφία τους (14 από τους 17) θεωρεί ότι τα σώματα που έχουν δεχθεί ίσες
ποσότητες θερμότητας θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή «Μπορεί να έχουν πάρει την ίδια θερμότητα αλλά θα έχουν
άλλες θερμοκρασίες. Πιο ζεστό θα είναι αυτό εδώ γιατί είναι πιο μικρό μέγεθος»).
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι λαμβάνουν υπόψη τους τη μάζα των σωμάτων προκειμένου
να αναφερθούν στη μεταβολή της θερμοκρασίας των σωμάτων. Δηλαδή για αυτούς
τους μαθητές, η ποσότητα θερμότητας δεν συνδέεται αποκλειστικά με τη
θερμοκρασία, αλλά και με τη μάζα των σωμάτων.
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (3 από τους 17) που χρησιμοποιούν την αρχική τους
αντίληψη σύμφωνα με την οποία η θερμότητα συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία του
σώματος (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «Αφού παίρνουν ίδια θερμότητα θα
έχουν και ίδια θερμοκρασία»).
Επιπλέον, από τις απαντήσεις των μαθητών στα προβλήματα 9 έως 11 του Φ.Ε.3,
προκύπτει ότι συνδέουν την ποσότητα θερμότητας όχι μόνο από τη θερμοκρασία
αλλά και με τη μάζα και τη σύσταση του σώματος.
• Διδακτικό στάδιο 8
Στο στάδιο αυτό, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής των
αντιλήψεων που έχουν δομήσει σε νέες καταστάσεις, οι μαθητές καλούνται να
επεξεργαστούν ορισμένα προβλήματα.
Πιο συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών δύο
διαφορετικού μεγέθους κομματιών πίτσας που έχουν ίσες αρχικές θερμοκρασίες και
467
που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε φούρνο, καθώς επίσης και η σχέση των
ποσοτήτων θερμότητας που δέχθηκαν (Φ.Ε.3: πρόβλημα 12).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών και του μεταξύ τους
διαλόγου, προκύπτει ότι οι μισοί σχεδόν μαθητές (8 από τους 17), θεωρούν ότι ένα
μικρό κομμάτι πίτσας και ολόκληρη η υπόλοιπη πίτσα μπορεί να έχουν ίσες
θερμοκρασίες θα έχουν όμως δεχθεί διαφορετικές ποσότητες θερμότητας.
Δικαιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι η θερμοκρασία των κομματιών της
πίτσας που βρίσκονται για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα φούρνο δεν εξαρτάται από το
μέγεθος τους αλλά από τη θερμοκρασία του φούρνου, ενώ η ποσότητα θερμότητας
που δέχονται εξαρτάται όχι μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και από τη μάζα τους
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «δεν παίζει ρόλο το μέγεθος, θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία, όση έχει ο φούρνος… περισσότερη θερμότητα θα έχει η μεγάλη πίτσα
γιατί έχει πιο μεγάλη μάζα»).
Οι άλλοι σχεδόν μισοί μαθητές (9 από τους 17), θεωρούν ότι δύο πίτσες που
έχουν ίσες θερμοκρασίες θα έχουν δεχθεί ίσες ποσότητες θερμότητας. Δικαιολογούν
την απάντησή τους λέγοντας ότι η θερμοκρασία των κομματιών της πίτσας που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα φούρνο δεν εξαρτάται από το μέγεθος τους
αλλά από τη θερμοκρασία του φούρνου, ενώ η ποσότητα θερμότητας που δέχονται
εξαρτάται μόνο από τη θερμοκρασία τους (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή
«Πρέπει η θερμοκρασία ενός κομματιού της πίτσας και ολόκληρη η άλλη πίτσα να
έχουν ίδια θερμοκρασία και στη δεύτερη ερώτηση το ίδιο, δηλαδή θα έχουν πάρει και
ίδιες θερμότητες»). Μετά τη συζήτηση με τους υπόλοιπους μαθητές της ομάδας τους,
αποδέχονται την αντίληψη των υπόλοιπων συμμαθητών τους, δηλαδή ότι η ποσότητα
θερμότητας που δέχονται δύο σώματα εξαρτάται όχι μόνο από τη θερμοκρασία αλλά
και από τη μάζα τους (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή «μπορεί να είναι οι
θερμοκρασίες ίδιες και οι ποσότητες θερμότητας να είναι διαφορετικές. Οι θερμότητες
εξαρτώνται από τη μάζα κάθε πίτσας»).
Ακολουθεί η επεξεργασία ενός προβλήματος που αφορά στη σχέση των
θερμοτήτων που δέχονται δύο σώματα ίδιας σύστασης, ίσων αρχικών θερμοκρασιών
και διαφορετικών μαζών που θερμαίνονται από ίδιες εστίες και φτάνουν σε ίσες
θερμοκρασίες (Φ.Ε.3: πρόβλημα 13).
Το σύνολο σχεδόν των μαθητών δίνει απαντήσεις με αιτιολογήσεις από τις οποίες
φαίνεται ότι λαμβάνουν υπόψη τους τη σύσταση των σωμάτων προκειμένου να
αποφανθούν για τη θερμότητα που δέχτηκαν τα σώματα.
468
Επίσης, απαντούν γραπτά εκ νέου, σε ερωτήσεις στις οποίες οι μαθητές είχαν
απαντήσει με αφορμή το πρόβλημα 5 του Φ.Ε.3 και καλούνται να συγκρίνουν τις
αρχικές τους αντιλήψεις με τις αντιλήψεις που έχουν δομήσει (ΦΕ.1: πρόβλημα 14).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών τους, αλλά και της μεταξύ τους
συζήτησης, διαπιστώνεται ότι οι μαθητές διαφοροποιούν τις αρχικές από τις
τρέχουσες αντιλήψεις τους (ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητή: «νόμιζα ότι
αν δυο πράγματα έχουν ίδια θερμοκρασία θα έχουν και ίδια θερμότητα. Δεν θα έχουν
ίδια θερμότητα, αν έχουν διαφορετική μάζα»). Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι μαθητές
αποδέχονται την αντίληψη ότι η ποσότητα θερμότητας που δέχεται ένα σώμα
συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα του.
• Διδακτικό στάδιο 9
Με σκοπό την ανάπτυξη της δεξιότητας της συμβολικής αναπαράστασης του
εμποδίου - που συμβάλλει στην αναγνώρισή του - ακολουθεί η επεξεργασία ενός
προβλήματος (Φ.Ε.3: πρόβλημα 15). Συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να
δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο προτάσεις 1 και 2 που τους προτείνονται, μοιάζει
ο τρόπος που σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για να αποφανθούν σχετικά με το αν η
θερμότητα είναι μέγεθος που χαρακτηρίζεται από την ένταση ή από την ποσότητά
της.
Ελάχιστοι μαθητές επέλεξαν την πρόταση 2. Οι περισσότεροι μαθητές επέλεξαν
την πρόταση 1, όπου υπάρχει η φράση «πιο ζεστή θερμότητα». Ορισμένοι από
αυτούς δικαιολόγησαν την επιλογή τους λέγοντας ότι αρχικά πίστευαν πως η
θερμότητα έχει διαβαθμίσεις σε ό,τι αφορά στην έντασή της και ότι αυτό που
διαδίδεται από το ένα σώμα στο άλλο ήταν βαθμοί θερμοκρασίας (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή «έλεγα ότι υπήρχε ζεστή θερμότητα, πιο ζεστή θερμότητα και
τέτοια… ακόμα ότι πάνε μερικοί βαθμοί θερμοκρασίας από το ένα πράγμα στο άλλο»).
Άλλοι μαθητές αρκέστηκαν σε δικαιοογήσεις του τύπου «σωστό/λάθος».
Επίσης, οι μαθητές καλούνται να αναφέρουν και να δικαιολογήσουν με ποια από
τις δύο προτάσεις που τους προτείνονται συμφωνούν αναφορικά με τη σχέση
θερμότητας και θερμοκρασίας (Φ.Ε.3: πρόβλημα 16). Σύμφωνα με την πρόταση 1, η
θερμότητα συνδέεται με τη θερμοκρασία και τη μάζα του σώματος, ενώ σύμφωνα με
την πρόταση 2, η θερμότητα συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία του σώματος. Το
σύνολο των μαθητών αναφέρει ότι συμφωνεί με την πρόταση 1, γιατί πιστεύει ότι η
ποσότητα θερμότητας εξαρτάται και από τη μάζα των σωμάτων (ενδεικτική γραπτή
469
απάντηση μαθητή «συμφωνώ με την πρόταση, επειδή έχουν ίσες θερμοκρασίες το
πρώτο που έχει μεγαλύτερη μάζα θα έχει δεχθεί περισσότερη θερμότητα, γιατί η
θερμότητα εξαρτάται από τη μάζα»).
Στη συνέχεια οι μαθητές επεξεργάζονται ένα πρόβλημα που αφορά την έκφραση
κρίσεων από τους μαθητές αναφορικά με μια πρόταση στην οποία υποβόσκει το
εμπόδιο Ε3 (Φ.Ε.3: πρόβλημα 17). Ειδικότερα, καλούνται οι μαθητές να αναφέρουν
αν συμφωνούν με δύο προτάσεις που έχει διατυπώσει ένας άλλος μαθητής. Από τις
απαντήσεις των μαθητών προκύπτει ότι δεν συμφωνούν με αυτές. Οι περισσότεοι από
τους μαθητές θεωρούν ότι ο μαθητής που έγραψε αυτές τις προτάσεις, πιστεύει πως
δύο σώματα με ίσες θερμοκρασίες πρέπει απαραίτητα να έχουν και ίσες θερμότητες
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «ο μαθητής που το έγραψε είναι σίγουρος ότι
ίσες θερμοκρασίες κάνουν ίσες θερμότητες, αλλά κάνει λάθος»).
Στο πλαίσιο επεξεργασίας του προβλήματος 18 (Φ.Ε.3), οι μαθητές επινοούν
ερωτήσεις, που αφορούν στη σχέση θερμότητας και θερμοκρασίας, τις οποίες
υποβάλλουν τους συμμαθητές τους «με σκοπό να τους μπερδέψουν». Με τις
ερωτήσεις αυτές επιδιώκουν να παρασύρουν τους συμμαθητές τους στην «παγίδα»
του εμποδίου Ε3 (ενδεικτική προφορική ερώτηση μαθητή: «βάζω μια κατσαρόλα και
ένα καρφί σε ένα ξυλόφουρνο και τα αφήνω πολύ ώρα. Ποιο θα έχει πιο μεγάλη
θερμοκρασία; Ποιο θα έχει πιο πολλή θερμότητα;»).
Από τις απαντήσεις και τις αιτιολογήσεις που έδωσαν οι μαθητές, φαίνεται ότι
όταν αναφέρονται στη θερμότητα που παίρνει ένα σώμα λαμβάνουν υπόψη τους
εκτός από τη θερμοκρασία, τη μάζα και τη σύσταση του σώματος (ενδεικτική
προφορική απάντηση μαθητή: «θα έχουν ίδια θερμοκρασία, όση έχει ο φούρνος. Δεν
έχει σημασία η μάζα. Δεν θα έχουν όμως ίδια θερμότητα. Πιο πολλή έχει αυτό με τη
μεγάλη μάζα»).
Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 15 έως 18 του Φ.Ε.3,
παρατηρείται από ορισμένους μαθητές μια «στοχαστική αποστασιοποίηση» προς τις
αρχικές τους αντιλήψεις (ενδεικτικές προφορικές διατυπώσεις μαθητών με σαφή
αναφορά στο μαθητή ή στους συμμαθητές του: «Έλεγα ότι αν δυο πράγματα έχουν την
ίδια θερμοκρασία θα έχουν την ίδια θερμότητα», «δεν πιστεύαμε ότι η μάζα έχει
σημασία για τη θερμότητα και τη θερμοκρασία»).
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 15,
16, 17 και 18 του ΦΕ3, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων ορισμένων
μαθητών από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο», δηλαδή οι μαθητές εκφράζονται με
470
γενικότερους όρους (βλ. Πίνακα 7.9). Ειδικότερα, η πρώτη στήλη του πίνακα 7.9,
περιέχει μια απάντηση ενός μαθητή που έχει ένα χαρακτήρα καθαρά τοπικό. Ο
μαθητής αναφέρεται σε συγκεκριμένα αντικείμενα με εκφράσεις που χρησιμοποιεί
στον καθημερινό του λόγο. Η δεύτερη στήλη περιέχει μια απάντηση του ίδιου μαθητή
η οποία εμπεριέχει έννοιες περισσότερο γενικευμένες. Η τρίτη στήλη, περιέχει μια
άλλη διατύπωση του μαθητή που είναι περισσότερο εγκάρσια, αναφέρεται στον
καθημερινό λόγο όπου δεν γίνεται διάκριση των εννοιών της θερμότητας και της
θερμοκρασίας.
471
εκφράσεις κρίσεων του τύπου «σωστό/λάθος» (προφορική απάντηση μαθητή στο
πρόβλημα 7 του Φ.Ε.3: «δεν είναι σωστό να λέμε ότι τα πράγματα που έχουν ίδια
θερμοκρασία έχουν και ίδια θερμότητα») σε εκφράσεις δυναμικών όψεων του
εμποδίου Ε3 δηλαδή σε εκφράσεις που καθορίζουν επακριβώς σε τι το εμπόδιο
παρεμποδίζει την κατανόηση (προφορική απάντηση του ίδιου μαθητή στο πρόβλημα
17 του Φ.Ε.3: «μας είναι εύκολο να μπερδεύουμε τη θερμοκρασία με τη θερμότητα.
Στην αρχή νομίζαμε ότι είναι ίδια, τώρα ξέρουμε ότι δεν είναι το ίδιο, αλλά καμιά φορά
χωρίς να σκεφτούμε καλά λέμε έχουν ίδια θερμοκρασία, άρα έχουν και ίδια
θερμότητα»).
Για ορισμένους όμως μαθητές, αυτές οι διδακτικές καταστάσεις δεν λειτούργησαν
προς την αναμενόμενη κατεύθυνση, δηλαδή προς την αναγνώριση του εμποδίου Ε3
από τους μαθητές. Εντοπίστηκαν μαθητές που αρκέστηκαν σε εκφράσεις σε «τοπικό»
επίπεδο ή του τύπου «σωστό/λάθος».
• Διδακτικό στάδιο 10
Με σκοπό τη διάκριση του εμποδίου Ε3 από τα υπόλοιπα εμπόδια (διαδικασία που
συμβάλλει στην αναγνώρισή του εμποδίου Ε3 από τους μαθητές), οι μαθητές
επεξεργάζονται προβλήματα που σχετίζονται όχι μόνο με το εμπόδιο Ε3, αλλά και με
άλλα εμπόδια.
Στην ενότητα μαθημάτων Δ πραγματοποιείται κυρίως η διδακτική επεξεργασία
του εμποδίου Ε4. Όμως, ερωτήσεις και προβλήματα που σχετίζονται με το εμπόδιο
Ε3, εμφανίζονται και σε αυτή τη διδακτική ενότητα.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές η σχέση
των θερμοκρασιών που αποκτούν δύο κύλινδροι (με διαφορετικές μάζες) που
τοποθετούνται για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα δοχείο που περιέχει παγάκια, καθώς
επίσης και η σχέση των θερμοτήτων (ή του ψύχους) που έδωσαν ή πήραν οι
κύλινδροι.
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών και των μεταξύ τους
διαλόγων προκύπτει ότι όλοι οι μαθητές συμφωνούν ότι οι δύο κύλινδροι θα
αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες. Διαφωνούν όμως στο ζήτημα των θερμοτήτων που
έχασαν. Οι περισσότεροι μαθητές (14 από τους 17 μαθητές), θεωρούν ότι οι
κύλινδροι χάνουν διαφορετικές ποσότητες θερμότητας, εξαιτίας των διαφορετικών
μαζών που έχουν (ενδεικτική προφορική ερώτηση μαθητή: «Περισσότερη θερμότητα
θα χάσει ο δεύτερος κύλινδρος γιατί είναι πιο μεγάλος»). Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (3
472
από τους 17) που θεωρούν ότι οι κύλινδροι θα έχουν δεχθεί ίσες ποσότητες
θερμότητας, αφού έχουν ίσες θερμοκρασίες (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «Οι δυο κύλινδροι είναι για πολλή ώρα μέσα στα παγάκια. Θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία… Επειδή έχουν την ίδια θερμοκρασία θα χάσουν και την ίδια
θερμότητα»). Μετά από τη συζήτηση με τους συμμαθητές τους αλλάζουν άποψη και
υιοθετούν την άποψη των συμμαθητών τους (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «δεν θα χάσουν την ίδια θερμότητα, γιατί δεν έχουν την ίδια μάζα»).
Επίσης ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν τη σχέση των θερμοκρασιών
και τη σχέση των θερμοτήτων που απέκτησαν ένα σιδερένιο ταψί και μια πίτσα, που
έχουν ίσες μάζες και βρίσκονται μέσα σε ένα φούρνο για αρκετό χρόνο (Φ.Ε.4:
πρόβλημα 13). Όπως προκύπτει από τις γραπτές απαντήσεις των μαθητών και τις
μεταξύ τους συζητήσεις, οι μαθητές συμφωνούν στο ότι το ταψί και η πίτσα θα
αποκτήσουν την ίδια θερμοκρασία, καθώς επίσης και στο ότι το ταψί και η πίτσα
έχουν δεχθεί διαφορετικές ποσότητες θερμότητας, εξαιτίας της διαφορετικής τους
σύστασης (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Η θερμοκρασία τους θα είναι
ίδια, όση του φούρνου. Δεν θα έχουν την ίδια θερμότητα επειδή είναι από διαφορετικό
υλικό»).
Στην ενότητα μαθημάτων Ε, πραγματοποιείται η διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε5, που αναφέρεται στην αιτία της διάδοσης της θερμότητας. Κατά τη
διάρκεια της ενότητας αυτής παράλληλα πραγματοποιείται επεξεργασία και των
υπολοίπων εμποδίων.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 17 του ΦΕ5, ζητείται η σχέση των ποσοτήτων
θερμότητας που αποκτούν δύο διαφορετικές ποσότητες νερού που θερμαίνονται και
φτάνουν σε ίσες θερμοκρασίες. Από τις γραπτές απαντήσεις των μαθητών και τις
μεταξύ τους συζητήσεις, προκύπτει ότι το σύνολο των μαθητών θεωρεί ότι η
μικρότερη ποσότητα νερού θα περιέχει μικρότερη ποσότητα θερμότητας αν και οι
δύο ποσότητες νερού έχουν ίσες θερμοκρασίες (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «φτάνουν σε ίδιες θερμοκρασίες αλλά δεν θα έχουν ίδιες θερμότητες. Το λίγο
νερό έχει και πιο λίγη θερμότητα»).
• Διδακτικό στάδιο 11
Με στόχο την περαιτέρω καλλιέργεια της δεξιότητας αναγνώρισης του εμποδίου
Ε3, οι μαθητές εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχεδίασης «μαθημάτων» για τη
θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα, με σκοπό να τα «διδάξουν» σε κάποια άλλη
473
τάξη (ΦΕ5: πρόβλημα 18). Οι μαθητές καλούνται να αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν
τις διδασκαλίες για τη σχέση θερμότητας θερμοκρασίας, τι ήταν αυτό που τους
εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους βοήθησε να καταλάβουν, καθώς
επίσης και να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους
«μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων που σχετίζονταν με τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα. Το
σύνολο των μαθητών ανέφερε ως πρώτη δυσκολία ορισμένες προτάσεις που
σχετίζονται με το εμπόδιο Ε3 (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «μια
δυσκολία που θα έχουν τα παιδιά; Θα νομίζουν ότι αν δυο πράγματα έχουν ίδια
θερμοκρασία θα έχουν και την ίδια θερμότητα»).
Από τις συζητήσεις των μαθητών προκύπτει ότι αυτοί αναγνωρίζουν ότι και οι
άλλοι μαθητές των άλλων τμημάτων ή τάξεων θα έχουν την ίδια δυσκολία με αυτούς
σε ότι αφορά την τελική θερμοκρασία των σωμάτων. Πρότειναν μάλιστα και
συγκεκριμένες δραστηριότητες που πρέπει να τεθούν στους μαθητές μιας άλλης
τάξης, ώστε να αλλάξουν αντιλήψεις (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Το
ένα ποτήρι να έχει λίγο νερό και το άλλο περισσότερο. Θα τα ζεστάνουμε μέχρι να
έχουν την ίδια θερμοκρασία. Θα χρειαστεί να ζεστάνουμε το πολλή νερό πιο πολύ
χρόνο, δηλαδή αυτό θα χρειαστεί πιο πολλή θερμότητα. Έτσι, τα παιδιά θα καταλάβουν
ότι μπορεί να έχουν την ίδια θερμοκρασία, αλλά δεν θα έχουν την ίδια θερμότητα»).
474
απαντήσεων των μαθητών και των συζητήσεών τους, επιτρέπει τη διαμόρφωση των
ακόλουθων τεσσάρων ομάδων μαθητών.
Ομάδα 1. Οι μαθητές που εντάσσονται σε αυτή την ομάδα, διατηρούν τις αρχικές
τους αντιλήψεις που σχετίζονται με το εμπόδιο Ε3, παρά τα αντίθετα με τις
αντιλήψεις τους πειραματικά αποτελέσματα. Ακόμα και όταν εκδηλώνουν νέες
αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ3, μεταπίπτουν συχνά
στις αρχικές τους αντιλήψεις με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης.
Ομάδα 2. Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που ενώ αρχικά χρησιμοποιούν
αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε3 μετά τα πρώτα πειραματικά
αποτελέσματα εκδηλώνουν νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου. Στη συνέχεια, με αφορμή τη μελέτη νέων καταστάσεων, παλινδρομούν
ανάμεσα στις αρχικές και στις νέες αντιλήψεις. Τέλος, φαίνεται να σταθεροποιείται η
χρήση των νέων αντιλήψεων με συνέπεια.
Ομάδα 3. Οι μαθητές της ομάδας αυτής χρησιμοποιούν αρχικά αντιλήψεις που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε3, ενώ μετά τα πρώτα πειραματικά αποτελέσματα
εκδηλώνουν νέες αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ3. Στη
συνέχεια χρησιμοποιούν με συνέπεια τις νέες αντιλήψεις.
Ομάδα 4. Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που χρησιμοποιούν σε όλο το φάσμα
των διδακτικών καταστάσεων αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου Σ3.
475
Πίνακας 7.10. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3.
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12
Ευθυμία
Ελίνα
Ομάδα 1
Θανάσης
Αντώνης
Κώστας
Μαρία
Ομάδα 2
Μαίρη
Μάικ
Παναγιώτης
Εύα
Δήμητρα
Αλέξανδρος
Ομάδα 3
Τάσος
Αστερόπη
Ανδριάνα
Μαρίνος Ομάδα 4
Παντελής
476
Ακολουθούν χαρακτηριστικά παραδείγματα μαθητών από κάθε μια ομάδα από αυτές
που έχουν αναφερθεί.
Ευθυμία, ομάδα 1
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ3, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί
θερμαίνεται ένα σώμα (π.χ. γάλα) όταν έρθει σε επαφή με ένα θερμότερό του σώμα
(π.χ. ζεστό νερό).
Η Ευθυμία εκδηλώνει την αντίληψη ότι μεταφέρεται θερμοκρασία από το ζεστό
νερό στο γάλα.
477
Η Ευθυμία θεωρεί ότι το γάλα θα ζεσταθεί περισσότερο γιατί το νερό του δίνει
πιο ζεστή θερμότητα. Μετά τη συζήτηση με τις συμμαθήτριές της αποδέχεται τον όρο
«πιο πολλή θερμότητα».
ΕΥΘΥΜΙΑ: Σίγουρα το γάλα και στις δυο κούπες θα έχει την ίδια θερμοκρασία. Λέω
ακόμα ότι θα έχουν και την ίδια θερμότητα.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Πως το δικαιολόγησες;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Αφού έχουν την ίδια θερμοκρασία θα έχουν και την ίδια θερμότητα.
478
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι, το ίδιο όπως και στο προηγούμενο, οι ποσότητες θερμότητας θα είναι
ίσες γιατί οι θερμοκρασίες θα είναι ίσες.
Η έρευνα που σχεδιάζεται από τους μαθητές στη συνέχεια, έχει ως αντικείμενο
εξέτασης αν η θερμότητα που δέχεται ένα σώμα συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία ή
και με τη μάζα του. Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του πειράματος που σχεδίασαν
οι μαθητές, η Ευθυμία επιμένει στην αρχική της αντίληψη. Οι μαθητές εκτελώντας το
πείραμα, διαπιστώνουν ότι η ποσότητα θερμότητας που δέχεται ένα σώμα συνδέεται
όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα του. Η Ευθυμία όμως δεν
εμπλέκεται σε περαιτέρω συζήτηση.
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.3 ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη
σχέση των θερμοκρασιών δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος και τσαγιού που βρίσκονται
μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων
θερμότητας που έλαβαν.
Από την μελέτη των απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι η Ευθυμία θεωρεί
ότι το γάλα και το τσάι στις δύο κούπες θα έχουν ίδια θερμοκρασία και θα έχουν
πάρει ίσες ποσότητες θερμότητας. Δικαιολογεί την απάντησή της θεωρώντας ότι οι
ποσότητες θερμότητας που θα πάρουν τα δύο σώματα πρέπει να είναι ίσες γιατί οι
θερμοκρασίες τους είναι ίσες. Από τις απαντήσεις φαίνεται ότι δεν εμπλέκει στους
συλλογισμούς της τη διαφορετική σύσταση των σωμάτων.
479
ΕΥΘΥΜΙΑ: Το γάλα και το τσάι έχουν την ίδια θερμοκρασία. Δεν έχουν την ίδια
θερμότητα γιατί έχουν διαφορετικό υλικό.
Στο πρόβλημα 8 του Φ.Ε.3, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των
θερμοκρασιών που αποκτούν δύο σώματα ίδιας σύστασης και διαφορετικών μαζών
που θερμαίνονται για το ίδιο χρονικό διάστημα
Από τις απαντήσεις των μαθητών προκύπτει ότι η Ευθυμία θεωρεί ότι τα σώματα
που έχουν δεχθεί ίσες ποσότητες θερμότητας θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες. Από
τις αιτιολογήσεις της φαίνεται ότι δεν λαμβάνει υπόψη της τη μάζα των σωμάτων
προκειμένου να αναφερθεί στη μεταβολή της θερμοκρασίας των σωμάτων.
Στα πλαίσια της συζήτησης ανάμεσα στις μαθήτριες κατά τη διάρκεια της
επεξεργασίας του προβλήματος 8 του Φ.Ε.3 η Ευθυμία θεωρεί ότι τα δύο σώματα που
δέχθηκαν ίσες ποσότητες θερμότητας θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες
εξαιτίας της διαφορετικής μάζας τους.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Μπορεί να έχουν πάρει την ίδια θερμότητα αλλά θα έχουν άλλες
θερμοκρασίες. Πιο ζεστό θα είναι αυτό εδώ γιατί είναι πιο μικρό μέγεθος.
Στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.3 ζητείται από τους μαθητές η σχέση των
θερμοκρασιών δύο διαφορετικού μεγέθους κομματιών πίτσας που έχουν ίσες αρχικές
θερμοκρασίες και που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε φούρνο, καθώς επίσης και η
σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που δέχθηκαν.
Η Ευθυμία θεωρεί ότι οι δύο πίτσες που έχουν ίσες θερμοκρασίες θα έχουν δεχθεί
ίσες ποσότητες θερμότητας. Μετά τη συζήτηση με τους υπόλοιπους συμμαθητές της
ομάδας της, αποδέχεται την αντίληψη των υπόλοιπων συμμαθητών της.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πρέπει η θερμοκρασία ενός κομματιού της πίτσας και ολόκληρη η άλλη
πίτσα να έχουν ίδια θερμοκρασία και στη δεύτερη ερώτηση το ίδιο, δηλαδή θα έχουν
πάρει και ίδιες θερμότητες.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Μα το ένα κομμάτι πίτσα είναι πολύ μικρό και χρειάζεται λιγότερη
ποσότητα θερμότητας.
480
ΕΥΘΥΜΙΑ: Θα έχουν ίδιες θερμοκρασίες, γιατί να μην έχουν και ίδιες θερμότητες;
Έτσι πρέπει.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Πες ότι έχεις να ζεστάνεις ένα μεγάλο δωμάτιο και ένα πολύ μικρό, θα
χρειαστείς την ίδια ποσότητα θερμότητας;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Δηλαδή έχει σημασία το αν είναι μεγάλο ή μικρό.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Ναι.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Το κάνω πάντα λάθος, μπορεί να είναι οι θερμοκρασίες ίδιες και οι
ποσότητες θερμότητας να είναι διαφορετικές. Α, τώρα το κατάλαβα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Οι δυο κύλινδροι είναι για πολλή ώρα μέσα στα παγάκια. Θα έχουν την ίδια
θερμοκρασία…
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Τι λες για το (γ) ερώτημα;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Θα χάσουν την ίδια θερμότητα.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Πως το δικαιολόγησες;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Επειδή έχουν την ίδια θερμοκρασία θα χάσουν και την ίδια θερμότητα.
481
Στο πρόβλημα 13 του ΦΕ4, ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν τη σχέση
των θερμοκρασιών και τη σχέση των θερμοτήτων που απέκτησαν ένα σιδερένιο ταψί
και μια πίτσα, που έχουν ίσες μάζες και βρίσκονται μέσα σε ένα φούρνο για αρκετό
χρόνο.
Η Ευθυμία θεωρεί ότι το ταψί και η πίτσα θα αποκτήσουν την ίδια θερμοκρασία.
Επιπλέον, αναφέρει ότι το ταψί και η πίτσα έχουν δεχθεί διαφορετικές ποσότητες
θερμότητας, εξαιτίας της διαφορετικής τους σύστασης.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Και τα δυο θα έχουν την ίδια θερμοκρασία, αυτή που έχει ο φούρνος…
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Για τη θερμότητα, τι λες;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Δεν θα πάρουν την ίδια θερμότητα γιατί είναι φτιαγμένα από άλλα υλικά.
Το ταψί θα πάρει πιο πολλή θερμότητα.
Αντώνης, ομάδα 2
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ3, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί
θερμαίνεται ένα σώμα (π.χ. γάλα) όταν έρθει σε επαφή με ένα θερμότερό του σώμα
(π.χ. ζεστό νερό).
Ο Αντώνης εξηγεί τη θέρμανση του γάλακτος θεωρώντας ότι το θερμό νερό δίνει
θερμοκρασία στο γάλα και κατά συνέπεια το γάλα θερμαίνεται.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Το γάλα ζεσταίνεται επειδή το ζεστό νερό δίνει θερμοκρασία στο γάλα.
482
ΑΝΤΩΝΗΣ: Αφού δεν πάει θερμοκρασία από το νερό στο γάλα, δεν ήταν σωστά αυτά
που έλεγα.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Ε, θα ζεσταθεί πιο πολλή αφού το νερό θα του δώσει πιο ζεστή θερμότητα.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Θα έχουν την ίδια θερμότητα αφού έχουν την ίδια θερμοκρασία.
483
Στο πρόβλημα 5 του Φ.Ε.3 ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη
σχέση των θερμοκρασιών δύο διαφορετικών ποσοτήτων γάλακτος που βρίσκονται
μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων
θερμότητας που έλαβαν.
Από την μελέτη των απαντήσεών των μαθητών, προκύπτει ότι ο Αντώνης θεωρεί
ότι το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίδια θερμοκρασία και θα πάρει ίσες ποσότητες
θερμότητας. Από τις αιτιολογήσεις που δίνει προκύπτει ότι συνδέει την ποσότητα
θερμότητας που παίρνει ένα σώμα μόνο με τη θερμοκρασία. Φαίνεται λοιπόν, ότι δεν
εμπλέκει στους συλλογισμούς του τη διαφορετική μάζα των σωμάτων.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Εγώ λέω ότι θα πάρουν την ίδια ποσότητα θερμότητας, αφού είναι το ίδιο
ζεστά.
Η έρευνα που σχεδιάζεται από τους μαθητές στη συνέχεια, έχει ως αντικείμενο
εξέτασης αν η θερμότητα που δέχεται ένα σώμα συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία ή
και με τη μάζα του. Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του πειράματος που σχεδίασαν
οι μαθητές, ο Αντώνης επιμένει στην αρχική του αντίληψη. Οι μαθητές εκτελώντας
το πείραμα, διαπιστώνουν ότι η ποσότητα θερμότητας που δέχεται ένα σώμα
συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα του. Ο Αντώνης όμως
δεν εμπλέκεται σε περαιτέρω συζήτηση.
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.3 ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη
σχέση των θερμοκρασιών δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος και τσαγιού που βρίσκονται
μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων
θερμότητας που έλαβαν.
Από την μελέτη των απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι ο Αντώνης θεωρεί
ότι το γάλα και το τσάι στις δύο κούπες θα έχουν ίδια θερμοκρασία και θα πάρουν
ίσες ποσότητες θερμότητας. Και σε αυτή την περίπτωση η αιτιολόγησή του
στηρίζεται στην αποκλειστική σύνδεση θερμοκρασίας και θερμότητας.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Εγώ λέω ότι θα πάρουν την ίδια ποσότητα θερμότητας, αφού είναι στην
ίδια θερμοκρασία.
484
τη διάρκεια της εκτέλεσης του πειράματος που σχεδίασαν οι μαθητές, ο Αντώνης
επιμένει στην αρχική του αντίληψη. Οι μαθητές εκτελώντας το πείραμα,
διαπιστώνουν ότι η ποσότητες θερμότητας που δέχονται το γάλα και το τσάι
συνδέονται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη σύστασή τους.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Το γάλα και το τσάι έχουν την ίδια θερμοκρασία. Δεν παίρνουν όμως και
την ίδια θερμότητα, επειδή δεν είναι από το ίδιο υλικό.
Στο πρόβλημα 8 του Φ.Ε.3, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των
θερμοκρασιών που αποκτούν δύο σώματα ίδιας σύστασης και διαφορετικών μαζών
που θερμαίνονται για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Ο Αντώνης θεωρεί ότι τα σώματα που έχουν δεχθεί ίσες ποσότητες θερμότητας
θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες. Από τις αιτιολογήσεις του φαίνεται ότι
λαμβάνει υπόψη του τη μάζα των σωμάτων προκειμένου να αναφερθεί στη μεταβολή
της θερμοκρασίας των σωμάτων.
Στο πρόβλημα 12 του ΦΕ3 ζητείται από τους μαθητές η σχέση των θερμοκρασιών
δύο διαφορετικού μεγέθους κομματιών πίτσας που έχουν ίσες αρχικές θερμοκρασίες
και που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε φούρνο, καθώς επίσης και η σχέση των
ποσοτήτων θερμότητας που δέχθηκαν.
Ο Αντώνης θεωρεί ότι οι δύο πίτσες που έχουν ίσες θερμοκρασίες θα έχουν δεχθεί
ίσες ποσότητες θερμότητας. Μετά τη συζήτηση με τους υπόλοιπους συμμαθητές της
ομάδας του, αποδέχεται την αντίληψη των υπόλοιπων συμμαθητών του.
485
Στα προβλήματα 13 έως 17 του Φ.Ε.3, ο Αντώνης φαίνεται να χρησιμοποιεί πλέον
την αντίληψη ότι η θερμότητα δεν συνδέεται αποκλειστικά με τη θερμοκρασία αλλά
και με τη μάζα και τη σύσταση των σωμάτων.
Στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές η σχέση των
θερμοκρασιών που αποκτούν δύο κύλινδροι (με διαφορετικές μάζες) που
τοποθετούνται για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα δοχείο που περιέχει παγάκια, καθώς
επίσης και η σχέση των θερμοτήτων (ή του ψύχους) που έδωσαν ή πήραν οι
κύλινδροι.
Ο Αντώνης θεωρεί οι κύλινδροι έχασαν διαφορετικές ποσότητες θερμότητας, αν
και έχουν ίσες θερμοκρασίες. Από τις αιτιολογήσεις του προκύπτει ότι λαμβάνει
υπόψη του τη διαφορετική μάζα των σωμάτων.
Στο πρόβλημα 13 του ΦΕ4, ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν τη σχέση
των θερμοκρασιών και τη σχέση των θερμοτήτων που απέκτησαν ένα σιδερένιο ταψί
και μια πίτσα, που έχουν ίσες μάζες και βρίσκονται μέσα σε ένα φούρνο για αρκετό
χρόνο.
Ο Αντώνης θεωρεί ότι το ταψί και η πίτσα θα αποκτήσουν την ίδια θερμοκρασία.
Επιπλέον, αναφέρει ότι το ταψί και η πίτσα έχουν δεχθεί διαφορετικές ποσότητες
θερμότητας, εξαιτίας της διαφορετικής τους σύστασης.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Η θερμοκρασία τους θα είναι ίδια, όση του φούρνου. Δεν θα έχουν την
ίδια θερμότητα επειδή είναι από διαφορετικό υλικό.
486
Αλέξανδρος, ομάδα 3
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ3, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί
θερμαίνεται ένα σώμα (π.χ. γάλα) όταν έρθει σε επαφή με ένα θερμότερό του σώμα
(π.χ. ζεστό νερό).
Ο Αλέξανδρος θεωρεί ότι το ζεστό νερό δίνει θερμοκρασία στο γάλα. Στις
συζητήσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής του πειράματος
που σχεδίασαν οι μαθητές, ο Αλέξανδρος εκφράζει, όπως είναι αναμενόμενο, την
αντίληψη που είχε πριν τη διδασκαλία. Το αποτέλεσμα του πειράματος, του προκαλεί
έκπληξη. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης με αφορμή τις ερωτήσεις που υπάρχουν
στο φύλλο εργασίας, ο Αλέξανδρος φαίνεται ότι αποστασιοποιείται από την αντίληψη
που είχε αρχικά.
Στο πρόβλημα 4 του ΦΕ3, ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη
σχέση των θερμοκρασιών δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος που βρίσκονται μέσα σε ένα
θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας
που έλαβαν.
Ο Αλέξανδρος θεωρεί ότι το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίδια θερμοκρασία.
Επίσης, θα έχουν και ίσες ποσότητες θερμότητας, αφού έχουν ίσες θερμοκρασίες.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Θα έχουν την ίδια ποσότητα θερμότητας αφού έχουν την ίδια
θερμοκρασία».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Και εγώ λέω ότι στις δυο κούπες το γάλα θα δεχθεί ίσες ποσότητες
θερμότητας, γιατί οι θερμοκρασία είναι η ίδια.
487
Η έρευνα που σχεδιάζεται από τους μαθητές στη συνέχεια, έχει ως αντικείμενο
εξέτασης αν η θερμότητα που δέχεται ένα σώμα συνδέεται μόνο με τη θερμοκρασία ή
και με τη μάζα του. Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του πειράματος που σχεδίασαν
οι μαθητές, ο Αλέξανδρος αρχίζει να αμφιβάλλει για την αρχική του αντίληψη. Οι
μαθητές εκτελώντας το πείραμα, διαπιστώνουν ότι η ποσότητα θερμότητας που
δέχεται ένα σώμα συνδέεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα του.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Οι πίτσες έχουν ίδιες θερμοκρασίες. Όμως, δεν θα πήραν και ίδιες
θερμότητες γιατί η μια είναι πολύ πιο μεγάλη από την άλλη.
Ανδριάνα, ομάδα 4
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ3, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί
θερμαίνεται ένα σώμα (π.χ. γάλα) όταν έρθει σε επαφή με ένα θερμότερό του σώμα
(π.χ. ζεστό νερό).
488
Η Ανδριάνα χρησιμοποιεί την αντίληψη ότι το ζεστό νερό δεν δίνει θερμοκρασία
στο γάλα, αλλά κάτι άλλο σαν τη «ζεστασιά».
ΑΝΔΡΙΑΝΑ. Το γάλα στις δυο κούπες θα έχει την ίδια θερμοκρασία, όση έχει το
δωμάτιο. Έχουμε όμως διαφορετικές ποσότητες από γάλα. Έτσι το περισσότερο γάλα
θα χρειαστεί περισσότερη θερμότητα.
489
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.3 ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη
σχέση των θερμοκρασιών δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος και τσαγιού που βρίσκονται
μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων
θερμότητας που έλαβαν.
Από την μελέτη των απαντήσεων των μαθητών, προκύπτει ότι η Ανδριάνα
θεωρεί ότι το γάλα και το τσάι στις δύο κούπες θα έχει ίδια θερμοκρασία και θα πάρει
διαφορετικές ποσότητες θερμότητας. Από τις απαντήσεις προκύπτει ότι συνδέει τη
θερμότητα όχι μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη σύσταση των σωμάτων.
Όμοια, σε όλα τα επόμενα προβλήματα, θεωρεί ότι η θερμότητα συνδέεται όχι
μόνο με τη θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα και τη σύσταση των σωμάτων.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 18 του ΦΕ5, οι μαθητές καλούνται να
αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν τις διδασκαλίες για τη σχέση θερμότητας
θερμοκρασίας, τι ήταν αυτό που τους εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους
βοήθησε να καταλάβουν, καθώς επίσης και να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις
οι οποίες θα βοηθήσουν τους «μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Η Ανδριάνα ανέφερε σαν μια δυσκολία ορισμένες προτάσεις που σχετίζονται με
το εμπόδιο Ε3.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Μια δυσκολία για τους μαθητές θα είναι να σκέφτονται ότι η θερμοκρασία
έχει να κάνει μόνο με τη θερμότητα.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Α, ναι πρέπει να μάθουν να σκέφτονται ότι η θερμότητα έχει να κάνει με
τη θερμοκρασία, τη μάζα και το υλικό του σώματος.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Ναι, συμφωνώ.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Θα ζεστάνουμε δύο ποτήρια με νερό. Το ένα ποτήρι να έχει λίγο νερό και
το άλλο περισσότερο. Θα τα ζεστάνουμε μέχρι να έχουν την ίδια θερμοκρασία. Θα
χρειαστεί να ζεστάνουμε το πολλή νερό πιο πολύ χρόνο, δηλαδή αυτό θα χρειαστεί πιο
πολλή θερμότητα. Έτσι, τα παιδιά θα καταλάβουν ότι μπορεί να έχουν την ίδια
θερμοκρασία, αλλά δεν θα έχουν την ίδια θερμότητα.
490
(γ) Η συμβολή των διδακτικών καταστάσεων που αφορούν στην επεξεργασία του
εμποδίου Ε3 στη νοητική εξέλιξη των μαθητών
Μετά από την μελέτη της εξέλιξης των αντιλήψεων των μαθητών, θα εξεταστεί ο
τρόπος με τον οποίο ορισμένες από τις προτεινόμενες διδακτικές καταστάσεις
επηρέασαν την νοητική εξέλιξη των μαθητών.
Οι επιπτώσεις των διδακτικών καταστάσεων στη νοητική εξέλιξη των μαθητών
ποικίλουν ανάλογα με τους μαθητές. Στον Πίνακα 7.11 παρουσιάζονται, για κάθε
ενδεικτική διδακτική κατάσταση, οι διαφορετικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην
επεξεργασία του εμποδίου Ε3 και συνεπώς στην νοητική εξέλιξη των μαθητών.
491
Πίνακας 7.11. Επεξεργασία του εμποδίου Ε3: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων
492
Από τις απαντήσεις των μαθητών στο πρόβλημα 5 του Φ.Ε.3, προκύπτει ότι αυτό
προκαλεί την εκδήλωση διαφορετικών αντιλήψεων στους μαθητές. Έτσι για
παράδειγμα, στην Ευθυμία προκαλεί την εκδήλωση μιας αντίληψης που συνδέεται με
το εμπόδιο Ε3, ενώ στον Παντελή προκαλεί την εκδήλωση μιας αντίληψης που
συνδέεται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ3.
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών που πραγματοποιείται μετά τις απαντήσεις τους
στις ερωτήσεις του προβλήματος 5 του Φ.Ε.3, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα
στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία επιφέρει μια επιφανειακή ρηγμάτωση
στο εμπόδιο Ε3, χωρίς να επιφέρει ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο σκέψης της. Αυτό
συνάγεται από την τάση της να χρησιμοποιεί στην αμέσως επόμενες διδακτικές
καταστάσεις διατυπώσεις που συνιστούν εκδηλώσεις του εμποδίου Ε3. Στον Τάσο
προκαλεί αμφιβολίες σχετικά με τις αντιλήψεις του που συνδέονται με το εμπόδιο Ε3.
Η Εύα όμως, εμπλέκεται σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που της επιφέρει
τροποποίηση της αρχικής της αντίληψης. Η σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική
γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις επόμενες διδακτικές καταστάσεις κατά τις οποίες
ο Τάσος χρησιμοποιεί με συνέπεια μια νέα αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση
του επιδιωκόμενου στόχου Σ3.
Η αντιπαράθεση των μαθητών με το αποτέλεσμα του πειράματος της 2ης έρευνας
που έχουν σχεδιάσει οι μαθητές προκαλεί σε αυτούς διαφορετικά αποτελέσματα. Για
παράδειγμα, στη Μαρία επιφέρει μια απλή ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε3. Ο Τάσος
όμως, εμπλέκεται σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που επιφέρει τροποποίηση της
αρχικής του αντίληψης, αφού στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις χρησιμοποιεί
συστηματικά αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ3. Για την Εύα
είναι μια ευκαιρία επιβεβαίωσης του νέου τρόπου σκέψης της.
Η αντιπαράθεση των μαθητών με το αποτέλεσμα του πειράματος της 3ης έρευνας
που έχουν σχεδιάσει οι μαθητές προκαλεί και πάλι σε αυτούς διαφορετικά
αποτελέσματα. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία, επιφέρει μια απλή ρηγμάτωση στο
εμπόδιο Ε3, εφόσον στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις χρησιμοποιεί διατυπώσεις
που αποτελούν εκδηλώσεις του εμποδίου Ε3. Για τον Τάσο δρα προς την κατεύθυνση
της επιβεβαίωσης του νέου τρόπου σκέψης του.
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών που πραγματοποιείται με αφορμή το πρόβλημα
12 του Φ.Ε.3 –το οποίο εμπλέκει τα εμπόδια Ε1 και Ε3- επιφέρει διαφορετικά
αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία επιφέρει μια απλή
ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε3, χωρίς ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο σκέψης της. Η
493
Μαρία εμπλέκεται σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που επιφέρει τροποποίηση της
αρχικής της αντίληψης. Η σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική γεγονός που
επιβεβαιώνεται από τις επόμενες διδακτικές καταστάσεις κατά τις οποίες η Μαρία
χρησιμοποιεί με συνέπεια μια νέα αντίληψη που είναι προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ3.
Οι διδακτικές καταστάσεις που εμπλέκουν τα εμπόδια Ε3 και Ε4 (π.χ. πρόβλημα
12 του Φ.Ε.4), επιφέρουν σημαντικά διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για
παράδειγμα, το πρόβλημα 12 του Φ.Ε.4, προκαλεί οπισθοδρόμηση στον τρόπο
σκέψης της Ευθυμίας, εφόσον αυτή χρησιμοποιεί και πάλι την αρχική της αντίληψη.
Για την Μαρία είναι μια ευκαιρία επιβεβαίωσης του νέου τρόπου σκέψης της. Η
Μαρία εκδηλώνει αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ3.
Η συζήτηση που ακολουθεί τις απαντήσεις των μαθητών στο πρόβλημα 12 του
Φ.Ε.4 επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην
Ευθυμία προκαλεί κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση με ουσιαστική αλλαγή στις
αντιλήψεις της, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις απαντήσεις που δίνει στις
διδακτικές καταστάσεις που έπονται. Για την Μαρία απλά είναι μια επιβεβαίωση του
νέου τρόπου σκέψης της.
(α) Πορεία της διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε4 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων
494
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 1
• Επεξεργασία ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
προβλημάτων που ΣΤΑΔΙΟ 4 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 6
αποσκοπούν στην • Επεξεργασία • Εφαρμογή σε νέες
Ε4
ανάδειξη των Ε4
προβλήματος καταστάσεις (Φ.Ε.4:
αντιλήψεων των που αποσκοπεί πρόβλημα 7). Ε4
μαθητών (Φ.Ε.4: στην • Επεξεργασία
προβλήματα 1 και 2). οικοδόμηση της ερωτημάτων που είχαν
• Ατομικές γραπτές αντίληψης τεθεί αρχικά.
Ε4 Ε4
απαντήσεις «ανάμεσα στα Σύγκριση αρχικών και
σώματα νέων αντιλήψεων
διαδίδεται μόνο (Φ.Ε.4: πρόβλημα 8).
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 2
θερμότητα»
• Συζήτηση μαθητών σε
(Φ.Ε.4:
επίπεδο ομάδας.
πρόβλημα 4).
• Ομαδοποίηση των
απαντήσεων Ε4
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 7
• Συζήτηση των • Αποσαφήνιση του
μαθητών σε επίπεδο εμποδίου Ε4 και
τάξης. κατάκτηση της Ε4
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ δεξιότητας
ΣΤΑΔΙΟ 5 Ε4 αναγνώρισής του
• Εισαγωγή (Φ.Ε.4: προβλήματα 9,
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 3 αναλογίας και 10, 11, 12, 13).
• Εισαγωγή υπόθεσης: εφαρμογές
ανάμεσα στα σώματα (Φ.Ε.4:
μεταφέρεται μόνο προβλήματα 5,
θερμότητα (Φ.Ε.4: Ε4
6). ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 8
πρόβλημα 3). • Επεξεργασία Ε4
• Εξήγηση θερμικών προβλημάτων στα
φαινομένων με τη οποία εκδηλώνεται το
βοήθεια της παραπάνω εμπόδιο Ε1, μαζί με
υπόθεσης. άλλα εμπόδια (Φ.Ε.5: Ε4
προβλήματα 2, 3, 4, 5,
6, 7, 8, 10, 17)
Ε4
Αναγνώριση εμποδίου Ε4
Σχήμα 7.4. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε4 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων
495
(β) Η νοητική εξέλιξη των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδακτικής
επεξεργασίας του εμποδίου Ε4
Γενική περιγραφή και αποτίμηση της νοητικής εξέλιξης των μαθητών σε κάθε
διδακτικό στάδιο
• Διδακτικό στάδιο 1
Με σκοπό να αναδυθούν οι αντιλήψεις που έχουν και χρησιμοποιούν οι μαθητές,
αναφορικά με τη χρήση μιας ή δύο οντοτήτων για την εξήγηση των θερμικών
φαινομένων (ζήτημα που σχετίζεται με το εμπόδιο Ε4), τίθενται δύο προβλήματα
στους μαθητές (ΦΕ4: προβλήματα 1 και 2).
Στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν τι
αισθάνονται όταν αγγίζουν με το χέρι τους ένα ποτήρι που περιέχει ζεστό γάλα.
Ζητείται επίσης από τους μαθητές να αιτιολογήσουν την απάντησή τους και να
σχεδιάσουν πάνω σε μια εικόνα (που απεικονίζει ένα ποτήρι με γάλα και ένα χέρι)
ένα βέλος που να δείχνει τι κινείται από το ένα σώμα στο άλλο.
Επιπρόσθετα, τίθεται στους μαθητές ένα άλλο πρόβλημα παρόμοιο με το
προηγούμενο, μόνο που αντί για ποτήρι με ζεστό γάλα έχει ένα παγάκι (Φ.Ε.4:
πρόβλημα 2). Ακολουθούν παρόμοιες ερωτήσεις με αυτές του προβλήματος 1 του
Φ.Ε.1.
Οι μαθητές ενώ είναι οργανωμένοι σε ομάδες εργάζονται ατομικά και απαντούν
γραπτά στις ερωτήσεις των προβλημάτων στα φύλλα εργασίας.
Από την ανάλυση των απαντήσεών τους, προκύπτει ότι οι περισσότεροι μαθητές
(15 από τους 17) θεωρούν ότι στο πρόβλημα 1 κινείται θερμότητα από το ζεστό
ποτήρι προς το δάχτυλό τους, ενώ στο πρόβλημα 2 θεωρούν ότι κινείται ψύχος από το
παγάκι προς το χέρι τους. Αιτιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι το ποτήρι στο
πρόβλημα 1 είναι θερμό και δίνει θερμότητα και ότι το παγάκι στο πρόβλημα 2 είναι
ψυχρό και δίνει ψύχος (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Επειδή το ποτήρι είναι
ζεστό πάει ζέστη πως το λένε θερμότητα από αυτό στο δάχτυλο… Φεύγει κρύο από το
παγάκι. Το παγάκι είναι παγωμένο, δίνει κρύο και παγώνει το δάχτυλό μας»).
Ελάχιστοι μαθητές (2 από τους 17) θεωρούν ότι και στις δύο περιπτώσεις
μεταφέρεται θερμότητα. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθητές αυτοί στο πρόβλημα 1 του
Φ.Ε.1 θεωρούν ότι κινείται θερμότητα από το ζεστό ποτήρι προς το χέρι τους, ενώ
στο πρόβλημα 2 του Φ.Ε.4 θεωρούν ότι κινείται θερμότητα από το χέρι τους προς το
496
παγάκι. Αιτιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι το ποτήρι στο πρόβλημα 1 και
το χέρι στο πρόβλημα 2, είναι ζεστά και δίνουν θερμότητα (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Από το ζεστό γάλα πάει θερμότητα στο χέρι μας και
ζεσταίνεται…Όταν αγγίζουμε το παγάκι πάει θερμότητα από το χέρι μας στο παγάκι και
έτσι κρυώνει το χέρι μας»).
• Διδακτικό στάδιο 2
Πραγματοποιείται συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, με στόχο τη
συνειδητοποίηση των μεταξύ τους διαφωνιών. Οι μαθητές εκφράζουν προφορικά τις
αντιλήψεις που έχουν γράψει στα φύλλα εργασίας. Σε κάθε μια από τις ομάδες Β και
Γ, οι τρεις μαθητές από τους τέσσερις εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με τη βοήθεια
δύο οντοτήτων της θερμότητας και του ψύχους και μόνο ένας μαθητής από κάθε
ομάδα χρησιμοποιεί μια οντότητα, τη θερμότητα.. Στις ομάδες Α και Δ, όλοι οι
μαθητές εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με τη χρήση δύο οντοτήτων της θερμότητας
και του ψύχους.
Την ανακοίνωση της απάντησης κάθε μαθητή της ομάδας, ακολουθεί ένας πρώτος
σχολιασμός των αντιλήψεών τους. Κατά τη διάρκεια αυτής της πρώτης συζήτησης
ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, δεν επέρχεται καμιά ουσιαστική τροποποίηση
των αντιλήψεων των μαθητών. Μόνο ένας μαθητής στην ομάδα Β εκφράζει κάποια
αμφιβολία για την ορθότητα της αντίληψης που διατύπωσε (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «δεν ξέρω μπορεί να έχει δίκιο ο Παντελής, μήπως το χέρι μας δίνει
θερμότητα στο παγάκι;»). Με την πρώτη αυτή συζήτηση των μαθητών σε επίπεδο
ομάδας, οι μαθητές δεν συνειδητοποιούν ότι μεταξύ τους υπάρχουν διαφωνίες. Το
εμπόδιο Ε4 φαίνεται ότι παραμένει αλώβητο.
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Στη συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου, που ακολουθεί,
οι μαθητές, διαπιστώσουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, αναφορικά με τη
χρήση μιας ή δύο οντοτήτων για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων.
• Διδακτικό στάδιο 3
Προκειμένου οι μαθητές να αντιληφθούν ότι με τη χρήση μιας οντότητας μπορεί
να εξηγηθεί το σύνολο των θερμικών φαινομένων, ζητείται από τους μαθητές να
497
συζητήσουν με τους συμμαθητές τους μέσα στην ομάδα τους και να αποφασίσουν αν
η υπόθεση σύμφωνα με την οποία, ανάμεσα στα σώματα μεταφέρεται μόνο
θερμότητα μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά και τα δύο φαινόμενα που
παρουσιάστηκαν στα προβλήματα 1 και 2 του Φ.Ε.4 (Φ.Ε.4: πρόβλημα 3).
Οι μαθητές εργάζονται ατομικά και εφαρμόζουν την υπόθεση που τους δόθηκε,
στις δύο καταστάσεις (χέρι σε επαφή με ζεστό ποτήρι, χέρι σε επαφή με παγάκι).
Αποδέχονται ότι και οι δύο καταστάσεις μπορούν να εξηγηθούν με τη χρήση μιας
οντότητας, της θερμότητας. Στην πρώτη περίπτωση (χέρι με ζεστό ποτήρι) οι μαθητές
αποδέχονται ότι το χέρι τους θερμαίνεται επειδή το ζεστό ποτήρι τους δίνει
θερμότητα και ότι στη δεύτερη περίπτωση (χέρι με παγάκι) το χέρι τους ψύχεται
επειδή δίνει θερμότητα στο παγάκι (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «το ζεστό
ποτήρι δίνει θερμότητα στο χέρι και γι’ αυτό το ζεσταίνει. Το χέρι δίνει θερμότητα στο
παγάκι γι’ αυτό και το χέρι μας κρυώνει»).
Πραγματοποιείται συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, με στόχο τη
συνειδητοποίηση των μεταξύ τους διαφωνιών. Από τις συζητήσεις τους προκύπτει ότι
έξι μαθητές από αυτούς που αρχικά είχαν υποστηρίξει την αντίληψη της χρήσης δύο
οντοτήτων για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων, εκφράζουν τώρα αμφιβολίες
για την ορθότητα των αντιλήψεών τους (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή:
«με τη θερμότητα μπορεί να εξηγηθούν και τα δύο (φαινόμενα). Μπορεί λοιπόν το
παγάκι μα μην δίνει κρύο στο χέρι μας αλλά να παίρνει θερμότητα από το χέρι»).
• Διδακτικό στάδιο 4
Με σκοπό την υιοθέτηση εκ μέρους των μαθητών μιας αντίληψης που βρίσκεται
προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ4, τίθεται στους μαθητές το
πρόβλημα 4 του ΦΕ4. Αρχικά ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν και να
εξηγήσουν τι συμβαίνει όταν ένας άνθρωπος μπαίνει σε ένα ψυχρό περιβάλλον και
πιο συγκεκριμένα σε ένα ιγκλού (ερώτημα α). Στη συνέχεια ζητείται από τους
μαθητές να εξηγήσουν τη διαβίωση των Εσκιμώων με βάση τη υπόθεση ότι πάει κρύο
από το ιγκλού στον άνθρωπο (ερώτημα β), ή με βάση την υπόθεση ότι πάει
θερμότητα από τον άνθρωπο στο ιγκλού (ερώτημα γ).
Από τη μελέτη των γραπτών απαντήσεων των μαθητών και της μεταξύ τους
συζήτησης προκύπτει ότι στο ερώτημα (α) του προβλήματος αυτού, οι περισσότεροι
μαθητές (11 από τους 17) θεωρούν ότι πάει ψύχος από το ιγκλού στον άνθρωπο
498
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Πάει το κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο.
Έτσι δεν είναι;»).
Ελάχιστοι μαθητές (2 μαθητές από τους 17) υποστηρίζουν ότι πάει θερμότητα
από τον άνθρωπο στο ιγκλού (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «ο άνθρωπος
είναι ζεστός και δίνει θερμότητα στον πάγο»).
Ορισμένοι μαθητές (4 μαθητές από τους 17) εκφράζουν αμφιβολίες για την
ορθότητα της απάντησής τους (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «δεν ξέρω τι
είναι σωστό. Ο πάγος δίνει κρύο ή ο άνθρωπος δίνει θερμότητα;»).
Στη συνέχεια, οι μαθητές επεξεργάζονται τα ερωτήματα (β) και (γ) του ίδιου
προβλήματος. Τα ερωτήματα ζητούν από τους μαθητές αν μπορούν να εξηγήσουν τη
διαβίωση των Εσκιμώων με βάση τη υπόθεση ότι πάει κρύο από το ιγκλού στον
άνθρωπο (ερώτημα β), ή με βάση την υπόθεση ότι πάει θερμότητα από τον άνθρωπο
στο ιγκλού (ερώτημα γ). Οι μαθητές αποδέχονται την ιδέα ότι πάει θερμότητα από
τον άνθρωπο στο ιγκλού, ενώ δεν μπορούν να εξηγήσουν τη διαβίωση των Εσκιμώων
αν θεωρήσουν ότι διαδίδεται ψύχος από τον πάγο προς τον άνθρωπο (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή: «Αν πούμε ότι πάει κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο δεν
μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί ζουν οι Εσκιμώοι. Πρέπει να πούμε ότι πάει θερμότητα
από τον άνθρωπο στον πάγο και αυτή μένει μέσα στο ιγκλού γι’ αυτό και το ιγκλού είναι
λίγο ζεστό»).
Οι ερωτήσεις του προβλήματος αυτού εμπλέκουν τους μαθητές σε συζήτηση.
Κατά τη διάρκεια της, οι μαθητές συνειδητοποιούν ότι αρκεί η χρήση μόνο της
θερμότητας και όχι του ψύχους για την εξήγηση των διαφόρων θερμικών φαινομένων
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Δεν μπορεί να δίνει ο πάγος κρύο, άρα ο
άνθρωπος δίνει θερμότητα. Με τη θερμότητα μπορούμε και εξηγούμε και όταν
ζεσταίνονται κάποια πράγματα και όταν κρυώνουν»).
• Διδακτικό στάδιο 5
Στη συνέχεια, παρουσιάζεται μια αναλογία στους μαθητές και αφού εξηγηθούν οι
αντιστοιχήσεις ανάμεσα στον τομέα βάση και στον τομέα στόχο, δίνονται κάποιες
εφαρμογές. Οι εφαρμογές αυτές αφορούν στη διαπραγμάτευση διαφόρων θερμικών
φαινομένων (θερμό σώμα σε επαφή με ψυχρό ή ψυχρό σώμα σε επαφή με ψυχρότερο
σώμα) με τη βοήθεια αναλογίας.
499
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 5 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές τι θα
συμβεί αν αναμιχθεί γλυκιά σοκολάτα με πικρή σοκολάτα και τι αν ένα θερμό σώμα
έρθει σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα.
Από την ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι η πλειοψηφία των
μαθητών (14 από τους 17), θεωρούν ότι όπως πάει η ζάχαρη (και όχι κάτι άλλο) από
ένα περισσότερο γλυκό ρόφημα σε ένα λιγότερο γλυκό, όταν αυτά αναμιχθούν, έτσι
πάει θερμότητα (και όχι κρύο) από το σώμα που είναι θερμό προς το σώμα που είναι
λιγότερο θερμό (ή περισσότερο κρύο) (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή:
«Πάει ζάχαρη από τη σοκολάτα που είναι γλυκιά στη σοκολάτα που είναι πικρή. Έτσι
και στα σώματα, πάει θερμότητα από το θερμό σώμα στο ψυχρό σώμα»).
• Διδακτικό στάδιο 6
Στο στάδιο αυτό, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής των
αντιλήψεων που έχουν δομήσει σε νέες καταστάσεις, οι μαθητές καλούνται να
επεξεργαστούν ορισμένα προβλήματα που αφορούν στην εξήγηση θερμικών
φαινομένων. Τα προβλήματα όμως αυτά είναι διαφορετικά σε σχέση με αυτά που
είχαν διαπραγματευτεί στο παρελθόν (ορισμένα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων σε αυτά τα προβλήματα είναι διαφορετικά σε σχέση με τα
χαρακτηριστικά των προηγούμενων προβλημάτων). Πιο συγκεκριμένα, ζητείται από
τους μαθητές να προβούν στην εξήγηση θερμικών φαινομένων που περιλαμβάνουν
(α) ψυχρό σώμα σε επαφή με σώμα θερμοκρασίας δωματίου, (β) ψυχρό σώμα σε
επαφή με ψυχρότερο σώμα και (γ) θερμό σώμα σε επαφή με ψυχρό σώμα (Φ.Ε.4:
πρόβλημα 7).
Από τη ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος αυτού προκύπτει ότι οι μισοί σχεδόν μαθητές (8 από τους 17) θεωρούν
ότι μεταξύ των σωμάτων κινείται θερμότητα (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή:
«η λεμονάδα κρυώνει γιατί χάνει θερμότητα. Η θερμότητα πάει στο παγάκι»). Οι
υπόλοιποι μαθητές (9 από τους 17), θεωρούν ότι μεταξύ των σωμάτων κινείται άλλες
φορές θερμότητα και άλλες φορές ψύχος (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «το
χέρι μας κρυώνει γιατί το ψυγείο στέλλει κρύο»). Μετά τη συζήτηση με τους
υπόλοιπους μαθητές της ομάδας τους, αποδέχονται την αντίληψη των υπόλοιπων
συμμαθητών τους ότι δηλαδή μεταξύ των σωμάτων κινείται μόνο θερμότητα.
Επίσης απαντούν γραπτά εκ νέου, σε ερωτήσεις στις οποίες οι μαθητές είχαν
απαντήσει με αφορμή τα προβλήματα 1 και 2 του Φ.Ε.4 και καλούνται να συγκρίνουν
500
τις αρχικές τους αντιλήψεις με τις αντιλήψεις που έχουν δομήσει (ΦΕ.4: πρόβλημα 8).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών τους, αλλά και της μεταξύ τους
συζήτησης, διαπιστώνεται ότι όλοι οι μαθητές διαφοροποιούν τις αρχικές από τις
τρέχουσες αντιλήψεις τους (ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητή: «Έλεγα ότι
το παγάκι στέλλει κρύο στο χέρι μας. Τώρα λέω ότι το χέρι μας, δίνει θερμότητα στο
παγάκι. Δεν υπάρχει κρύο»).
• Διδακτικό στάδιο 7
Με σκοπό την ανάπτυξη της δεξιότητας της συμβολικής αναπαράστασης του
εμποδίου -που συμβάλλει στην αναγνώρισή του- ακολουθεί η επεξεργασία ενός
προβλήματος (Φ.Ε.4: πρόβλημα 9). Συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να
δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο εικόνες Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο
τρόπος που σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για να εξηγήσουν τα θερμικά
φαινόμενα. Ειδικότερα, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί ψύχεται το
χέρι ή τι συμβαίνει στον κύλινδρο.
Η πλειοψηφία των μαθητών (15 από τους 17) που πριν τη διδασκαλία
χρησιμοποιούσαν την αντίληψη ότι κινείται κρύο από το ένα σώμα στο άλλο,
επιλέγουν την εικόνα Β. Αιτιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι πριν τη
διδασκαλία θεωρούσαν ότι υπάρχει το κρύο το οποίο πάει από το κρύο σώμα προς το
σώμα που είναι λιγότερο κρύο. Παραδέχονται ότι τώρα πιστεύουν πλέον ότι μεταξύ
των σωμάτων κινείται θερμότητα (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Εγώ νόμιζα
ότι πάει κρύο από τον κύλινδρο στο παγάκι. Αυτό νόμιζα. Νόμιζα ότι υπήρχε το κρύο»).
Οι υπόλοιποι μαθητές (2 από τους 17) επιλέγουν την εικόνα Α.
Επίσης οι μαθητές, καλούνται να συμπληρώσουν κατάλληλα δύο προτάσεις, ώστε
η πρώτη να εκφράζει αυτό που θεωρούσαν ότι ισχύει πριν τις διδασκαλίες και η
δεύτερη αυτό που αποδέχονται μετά τις διδασκαλίες. Η πρώτη πρόταση βρίσκεται
μέσα σε ένα κόκκινο κύκλο με μια διαγώνιο γραμμή και η δεύτερη μέσα σε ένα μπλε
κύκλο (ΦΕ4: πρόβλημα 10).
Στην πρώτη πρόταση οι μαθητές διατυπώνουν με γενικό τρόπο την αντίληψη που
χρησιμοποιούσαν οι περισσότεροι από αυτούς πριν τη διδασκαλία (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «το ψύχος είναι διαφορετικό από τη θερμότητα»), ενώ η
συμπλήρωση της δεύτερης πρότασης απαιτεί από τους μαθητές να έχουν οικοδομήσει
μια νέα αντίληψη (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «το ψύχος είναι έλλειψη
501
θερμότητας»). Το σύνολο των μαθητών συμπληρώνει χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία τις
προτάσεις.
Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 9 έως 11 του Φ.Ε.4,
παρατηρείται από ορισμένους μαθητές μια «στοχαστική αποστασιοποίηση» προς τις
αρχικές τους αντιλήψεις (ενδεικτικές προφορικές διατυπώσεις μαθητών με σαφή
αναφορά στο μαθητή ή στους συμμαθητές του: «νομίζαμε ότι το κρύο φεύγει από τα
παγωμένα πράγματα», «μου ήταν αδύνατο να πιστέψω ότι δεν υπάρχει κρύο»).
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των
προβλημάτων 9 έως 11 του ΦΕ3, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων
ορισμένων μαθητών από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο», δηλαδή οι μαθητές
εκφράζονται με γενικότερους όρους. Για παράδειγμα, η απάντηση μιας μαθήτριας
στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.4 ήταν: «Φεύγει κρύο από το παγάκι. Το παγάκι είναι
παγωμένο, δίνει κρύο και παγώνει το δάχτυλό μας». Στην απάντησή της αυτή, η
μαθήτρια αναφέρεται σε συγκεκριμένα αντικείμενα με εκφράσεις που χρησιμοποιεί
στον καθημερινό της λόγο. Η ίδια μαθήτρια στο πρόβλημα 9 του Φ.Ε.4 θεωρεί ότι
«το σώμα με τη χαμηλή θερμοκρασία δεν δίνει κρύο. Υπάρχει μόνο η θερμότητα και
αυτή πάει από το ένα σώμα στο άλλο». Η απάντηση αυτή της μαθήτριας εμπεριέχει
γενικότερους όρους.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 9, 10 και 11 του
Φ.Ε.4, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων ορισμένων μαθητών από
εκφράσεις κρίσεων του τύπου «σωστό/λάθος» (προφορική απάντηση μαθητή στο
πρόβλημα 5 του Φ.Ε.3: «δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούμε το κρύο») σε εκφράσεις
δυναμικών όψεων του εμποδίου Ε4 δηλαδή σε εκφράσεις που καθορίζουν επακριβώς
σε τι το εμπόδιο παρεμποδίζει την κατανόηση (προφορική απάντηση του ίδιου
μαθητή στο πρόβλημα 9 του Φ.Ε.4: «όταν βλέπουμε ένα πράγμα παγωμένο μας έρχεται
κατευθεία να απούμε για το κρύο και δεν μπορούμε να σκεφτούμε ότι με τη θερμότητα
μπορεί να εξηγήσουμε όλα (τα φαινόμενα)»).
• Διδακτικό στάδιο 8
Με σκοπό τη διάκριση του εμποδίου Ε4 από τα εμπόδια Ε1 και Ε3 (διαδικασία
που συμβάλλει στην αναγνώρισή του εμποδίου Ε4 από τους μαθητές), οι μαθητές
επεξεργάζονται προβλήματα που σχετίζονται όχι μόνο με το εμπόδιο Ε4, αλλά και με
τα εμπόδια Ε1 και Ε3.
502
Για παράδειγμα, οι μαθητές επεξεργάζονται το πρόβλημα 12 του Φ.Ε.4 στο οποίο
αρχικά ζητείται να εξηγηθεί η ψύξη δύο κυλίνδρων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο
σε δοχείο με παγάκια και στη συνέχεια η σχέση των θερμοκρασιών δύο κυλίνδρων
που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε δοχείο με παγάκια και η σχέση των ποσοτήτων
θερμότητας ή ψύχους που έδωσαν ή πήραν οι κύλινδροι.
Από την ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι αναφορικά με το
εμπόδιο Ε4, οι περισσότεροι μαθητές (15 από τους 17) θεωρούν ότι πάει θερμότητα
από τους κυλίνδρους προς τα παγάκια (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «ο
κύλινδρος δίνει θερμότητα στα παγάκια»). Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (2 από τους 17),
που θεωρούν ότι πάει ψύχος από τα παγάκια προς τους κυλίνδρους (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή: «τα παγάκια δίνουν κρύο στους δυο κυλίνδρους»). Φαίνεται
λοιπόν ότι η πλειοψηφία των μαθητών εξηγεί πλέον συστηματικά τα θερμικά
φαινόμενα με μια οντότητα, τη θερμότητα.
Στη διάρκεια της ενότητας Ε, πραγματοποιείται η διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε5, που αναφέρεται στην αιτία της ροής θερμότητας. Κατά τη διάρκεια
αυτής της ενότητας μαθημάτων ταυτόχρονα πραγματοποιείται επεξεργασία και των
υπολοίπων εμποδίων.
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 5 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές τι θα
συμβεί όταν ένα ποτήρι με νερό θερμοκρασίας δωματίου τοποθετείται σε ένα ψυγείο.
Οι περισσότεροι μαθητές (11 από τους 17) εξηγούν το παραπάνω θερμικό φαινόμενο
θεωρώντας ότι κινείται θερμότητα από το ποτήρι προς το ψυγείο (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «πάει θερμότητα από το ποτήρι στο ψυγείο και έτσι το ποτήρι
κρυώνει»). Άλλοι μαθητές (4 από τους 17) αναφέρουν ότι κινείται θερμότητα από το
ψυγείο προς το ποτήρι και με αυτόν τον τρόπο το νερό ψύχεται (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Το νερό παγώνει γιατί το ψυγείο του δίνει θερμότητα»). Με
αφορμή λοιπόν τη μελέτη μιας νέας κατάστασης οι μαθητές αυτοί εκφράζουν μια νέα
αντίληψη. Χρησιμοποιούν στις εξηγήσεις τους μια οντότητα, τη θερμότητα, η οποία
όμως προερχόμενη από το θερμό σώμα θερμαίνει, ενώ από το ψυχρό σώμα ψύχει.
Τέλος, ελάχιστοι μαθητές (2 από τους 17) θεωρούν ότι το ψυγείο δίνει κρύο στο
ποτήρι και γι αυτό το λόγο κρυώνει το νερό (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή:
«θα του σώσει κρύο και θα το παγώσει»).
Οι μαθητές στη συνέχεια επεξεργάζονται το πρόβλημα 6 του Φ.Ε.5, στο οποίο
ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί όταν ένα ποτήρι με παγωμένο
καφέ τοποθετείται στην αυλή του σχολείου. Από τις απαντήσεις των μαθητών
503
προκύπτει ότι η πλειοψηφία των μαθητών (15 από τους 17) θεωρεί ότι ο καφές θα
αρχίσει να θερμαίνεται επειδή πάει θερμότητα από τον αέρα στον καφέ (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή: «ο αέρας είναι ζεστός και δίνει θερμότητα στον καφέ και
τον ζεσταίνει»). Ελάχιστοι μαθητές (2 από τους 17) εξηγούν αυτό το φαινόμενο
θεωρώντας ότι φεύγει ψύχος από τον καφέ και έτσι ο καφές θερμαίνεται (ενδεικτική
γραπτή απάντηση μαθητή: «φεύγει κρύο από τον καφέ και έτσι ο καφές ζεσταίνεται»).
Στα προβλήματα 7, 8 και 17 του Φ.Ε.5, οι μαθητές χρησιμοποιούν συστηματικά
πλέον την αντίληψη ότι μεταξύ των σωμάτων κινείται θερμότητα.
• Διδακτικό στάδιο 9
Με στόχο την περαιτέρω καλλιέργεια της δεξιότητας αναγνώρισης του εμποδίου
Ε4, οι μαθητές εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχεδίασης «μαθημάτων» για την
εξήγηση των θερμικών φαινομένων με τη χρήση μιας οντότητας της θερμότητας, με
σκοπό να τα «διδάξουν» σε κάποια άλλη τάξη (ΦΕ5: πρόβλημα 18). Οι μαθητές
καλούνται να αναλογιστούν, πως εξηγούσαν πριν τις διδασκαλίες τα θερμικά
φαινόμενα, τι ήταν αυτό που τους εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους
βοήθησε να καταλάβουν, καθώς επίσης και να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις
οι οποίες θα βοηθήσουν τους «μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων που αφορούν στην εξήγηση των θερμικών φαινομένων με τη χρήση μιας
ή δύο διαφορετικών οντοτήτων. Οι μαθητές ανέφεραν ως δυσκολίες ορισμένες
προτάσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε4 (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή:
«το να λες ότι πάει κρύο είναι μια δυσκολία. Δεν σε αφήνει να σκεφτείς τη θερμότητα»).
Από τις συζητήσεις των μαθητών προκύπτει ότι αυτοί αναγνωρίζουν ότι και οι
άλλοι μαθητές των άλλων τμημάτων ή τάξεων θα έχουν την ίδια δυσκολία με αυτούς
σε ότι αφορά τον τρόπο εξήγησης των θερμικών φαινομένων (με τη χρήση δηλ. μιας
ή δύο οντοτήτων). Πρότειναν μάλιστα και συγκεκριμένες δραστηριότητες που πρέπει
να τεθούν στους μαθητές μιας άλλης τάξης, ώστε να αλλάξουν αντιλήψεις (ενδεικτική
πρόταση μαθητή: «πρέπει να υπάρχουν πράγματα που να είναι κρύα και να πούμε στα
παιδιά να τα εξηγούν με τη θερμότητα»).
504
Η διαφορετικότητα στις νοητικές «διαδρομές» των μαθητών
505
Πίνακας 7.12. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε4.
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10
Ευθυμία Ομάδα 1
Ελίνα
Θανάσης
Αντώνης Ομάδα 2
Κώστας
Μαρία
Μαίρη
Μάικ
Παναγιώτης
Εύα
Δήμητρα Ομάδα 3
Αλέξανδρος
Αστερόπη
Ανδριάνα
Μαρίνος
Τάσος Ομάδα 4
Παντελής
506
Ευθυμία, ομάδα 1
Στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν τι νιώθουν
όταν αγγίζουν με το χέρι τους ένα ποτήρι που περιέχει ζεστό γάλα. Ζητείται επίσης
από τους μαθητές να αιτιολογήσουν την απάντησή τους. Επιπρόσθετα, τίθεται στους
μαθητές ένα άλλο πρόβλημα παρόμοιο με το προηγούμενο, μόνο που αντί για ποτήρι
με ζεστό γάλα έχει ένα παγάκι (ΦΕ4: πρόβλημα 2). Ακολουθούν παρόμοιες
ερωτήσεις με αυτές του πρώτου προβλήματος.
Από την μελέτη των απαντήσεων των μαθητών, προκύπτει ότι η Ευθυμία στο
πρόβλημα 1 θεωρεί ότι κινείται θερμότητα από το ζεστό ποτήρι προς το δάχτυλο, ενώ
στο πρόβλημα 2 θεωρεί ότι κινείται ψύχος (ή κρύο ή παγωνιά) από το παγάκι προς το
δάχτυλο. Αιτιολογεί τις αντιλήψεις της λέγοντας ότι το ποτήρι στο πρόβλημα 1 είναι
θερμό και δίνει θερμότητα ενώ το παγάκι στο πρόβλημα 2 είναι ψυχρό και δίνει
ψύχος (κρύο).
507
καταστάσεις μπορούν να εξηγηθούν με τη χρήση της θερμότητας. Δεν δείχνει όμως
ενθουσιασμένη με το αποτέλεσμα αυτό. Θεωρεί ότι το κρύο μπορεί να εξηγήσει πολύ
πιο καλά το φαινόμενο όπου ένα χέρι αγγίζει ένα παγάκι.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Εντάξει, εξηγούνται και έτσι, αλλά είναι πιο εύκολο να λες ότι το χέρι
κρυώνει γιατί έρχεται κρύο, παγωνιά από το παγάκι.
Στο πρόβλημα 4 του Φ.Ε.4 ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν και να
εξηγήσουν τι συμβαίνει όταν ένας άνθρωπος μπαίνει σε ένα ψυχρό περιβάλλον και
πιο συγκεκριμένα σε ένα ιγκλού (ερώτημα α). Στη συνέχεια ζητείται από τους
μαθητές να εξηγήσουν τη διαβίωση των Εσκιμώων με βάση τη υπόθεση ότι
διαδίδεται ψύχος (κρύο) από το ιγκλού στον άνθρωπο (ερώτημα β), ή με βάση την
υπόθεση ότι πάει θερμότητα από τον άνθρωπο στο ιγκλού (ερώτημα γ).
Στο ερώτημα (α) του προβλήματος 4 του ΦΕ4, η Ευθυμία θεωρεί ότι διαδίδεται
κρύο από το ιγκλού στον άνθρωπο, γιατί το ιγκλού είναι φτιαγμένο από πάγο. Στα
ερωτήματα (β) και (γ) του ίδιου προβλήματος, η Ευθυμία μετά από συζήτηση με τις
συμμαθήτριές της, αποδέχεται την αντίληψη ότι διαδίδεται θερμότητα από τον
άνθρωπο στο ιγκλού.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάει το κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο. Έτσι δεν είναι;
ΕΛΙΝΑ: Εγώ συμφωνώ με την Ευθυμία.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Ναι αλλά τότε ο άνθρωπος θα πέθαινε από το κρύο. Όμως οι άνθρωποι
μέσα στα ιγκλού ζουν πολύ καλά. Το είχαμε μάθει στη Γεωγραφία, ότι ζουν πολύ καλά
και είναι και γυμνοί.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Χα, χα, ε δεν κρυώνουν;
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Δεν κρυώνουν πολύ και για να γίνεται αυτό πρέπει να μην έρχεται κρύο
από τον πάγο.
ΕΛΙΝΑ: Να μην έρχεται; Και πως γίνεται;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Τι λέτε. Δεν το πιστεύω αλλά και δεν ξέρω τι να πω. Είναι μπερδεμένο. Δεν
ξέρω.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Αν πούμε ότι πάει κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο δεν μπορούμε να
εξηγήσουμε γιατί ζουν οι Εσκιμώοι. Πρέπει να πούμε ότι πάει θερμότητα από τον
άνθρωπο στον πάγο και αυτή μένει μέσα στο ιγκλού γι’ αυτό και το ιγκλού είναι λίγο
ζεστό.
508
ΕΛΙΝΑ: Α έτσι ε, καλό.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Καλή σκέψη, μπράβο, αλλά είναι έτσι;
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Δεν εξηγείτε διαφορετικά.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Αφού λέμε ότι δεν πάει κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο, δεν μπορεί να
δίνει ο πάγο κρύο, άρα ο άνθρωπος δίνει θερμότητα.
ΕΛΙΝΑ: Ε, αυτό να πούμε.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Άντε αυτό λέω και εγώ.
Στο πρόβλημα 7 του ΦΕ4, ζητείται από τους μαθητές να προβούν στην εξήγηση
θερμικών φαινομένων που περιλαμβάνουν (α) ψυχρό σώμα σε επαφή με σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, (β) ψυχρό σώμα σε επαφή με ψυχρότερο σώμα και (γ)
θερμό σώμα σε επαφή με ψυχρό σώμα.
Η Ευθυμία θεωρεί ότι μεταξύ των σωμάτων κινείται άλλες φορές θερμότητα και
άλλες φορές ψύχος (κρύο). Μετά τη συζήτηση με τους υπόλοιπους μαθητές της
ομάδας τους, αποδέχεται την αντίληψη των υπόλοιπων συμμαθητών της ότι μεταξύ
των σωμάτων κινείται μόνο θερμότητα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Το χέρι μας κρυώνει (μέσα στο ψυγείο) γιατί το ψυγείο του δίνει κρύο.
ΜΑΙΡΗ: Και εγώ αυτό λέω.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Μα τι λέτε. Είπαμε δεν υπάρχει κρύο. Υπάρχει μόνο η θερμότητα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Α ναι μωρέ. Πάλι το ξέχασα…
ΕΥΘΥΜΙΑ: Δηλαδή δεν μας δίνει κρύο το ψυγείο;
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Όταν βάζεις μια σοκολάτα στο ψυγείο, τότε πάει θερμότητα από τη
σοκολάτα στο ψυγείο και έτσι η σοκολάτα αφού χάνει θερμότητα κρυώνει.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Α, κατάλαβα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάει θερμότητα από το χέρι στο παγάκι και γι’ αυτό το χέρι μας κρυώνει.
509
Στο πρόβλημα 9 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές να δικαιολογήσουν με ποια
από τις δύο εικόνες Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο τρόπος που σκέφτονταν
πριν τις διδασκαλίες για να εξηγήσουν τα θερμικά φαινόμενα. Ειδικότερα ζητείται
από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί κρυώνει το χέρι ή τι συμβαίνει στον κύλινδρο.
Η Ευθυμία επιλέγει την εικόνα Α, όπου κινείται ψύχος από το ένα σώμα στο άλλο.
Αιτιολογεί την απάντησή της λέγοντας ότι πριν τη διδασκαλία θεωρούσε ότι υπάρχει
το ψύχος το οποίο πάει από το κρύο σώμα προς το σώμα που είναι λιγότερο κρύο.
Παραδέχεται τώρα ότι μεταξύ των σωμάτων κινείται θερμότητα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Εγώ νόμιζα ότι πάει κρύο από τον κύλινδρο στο παγάκι. Αυτό νόμιζα.
Νόμιζα ότι υπήρχε το κρύο.
Στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.4, ζητείται να εξηγηθεί η ψύξη δύο κυλίνδρων που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε δοχείο με παγάκια και στη συνέχεια η σχέση των
θερμοκρασιών δύο κυλίνδρων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε δοχείο με
παγάκια και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας ή ψύχους που έδωσαν ή πήραν οι
κύλινδροι.
Η Ευθυμία επανέρχεται στην αρχική της αντίληψη και θεωρεί ότι τα παγάκια
δίνουν κρύο στους κυλίνδρους και έτσι οι κύλινδροι κρυώνουν. Κατά τη διάρκεια της
συζήτησης με τις συμμαθήτριές της που ακολουθεί αποδέχεται την αντίληψη των
συμμαθητριών της, δηλαδή θεωρεί ότι δεν υπάρχει ψύχος και ότι τα θερμικά
φαινόμενα εξηγούνται με τη χρήση μιας οντότητας, της θερμότητας.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Α, λοιπόν δεν υπάρχει το κρύο ούτε η παγωνιά ε; …Πάλι λάθος έκανα.
Πάει δηλαδή θερμότητα από τα κουτιά στα παγάκια και έτσι κρυώνουν τα κουτιά.
Στο πρόβλημα 5 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές τι θα συμβεί όταν ένα
ποτήρι με νερό θερμοκρασίας δωματίου τοποθετείται σε ένα ψυγείο.
Η Ευθυμία θεωρεί ότι κινείται κρύο από το ψυγείο προς το ποτήρι και με αυτόν
τον τρόπο το νερό κρυώνει. Μετά τη συζήτηση με τους συμμαθητές της αναθεωρεί
την αντίληψή της αυτή.
510
ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Πως θα το παγώσει Ευθυμία;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Κύριε, θα του σώσει κρύο και θα το παγώσει…
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Καλά, εσείς λέτε ότι θα παγώσει το νερό γιατί το ψυγείο θα του δώσει
κρύο. Μα υπάρχει κρύο;
ΕΛΙΝΑ: Ωχ, νάτο πάλι το κρύο. Μας μπερδεύει αυτό.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Κάθε φορά λέμε για το κρύο. Είναι πιο εύκολο, σου έρχεται κατευθείαν να
λες κρύο. Ξέρω, είναι η θερμότητα που πάει από το ένα στο άλλο.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Ναι, το νερό κρυώνει γιατί πάει θερμότητα από το νερό στο ψυγείο.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Είναι η θερμοκρασία του νερού πιο πολύ από τη θερμοκρασία του
ψυγείου.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Άντε με πείσατε.
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.5 ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί
όταν ένα ποτήρι με παγωμένο καφέ τοποθετείται στην αυλή του σχολείου. Η Ευθυμία
θεωρεί ότι ο καφές θα ζεσταθεί γιατί θα μετακινηθεί κρύο από τον καφέ προς το
περιβάλλον.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάει κρύο από τον καφέ στον γύρω χώρο και έτσι ζεσταίνεται ο καφές.
Μαρία, ομάδα 2
Στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν τι νιώθουν
όταν αγγίζουν με το χέρι τους ένα ποτήρι που περιέχει ζεστό γάλα. Ζητείται επίσης
από τους μαθητές να αιτιολογήσουν την απάντησή τους. Επιπρόσθετα, τίθεται στους
μαθητές ένα άλλο πρόβλημα παρόμοιο με το προηγούμενο, μόνο που αντί για ποτήρι
με ζεστό γάλα έχει ένα παγάκι (ΦΕ4: πρόβλημα 2). Ακολουθούν παρόμοιες
ερωτήσεις με αυτές του πρώτου προβλήματος.
511
Από την μελέτη των απαντήσεως των μαθητών, προκύπτει ότι η Μαρία εξηγεί τα
θερμικά φαινόμενα που τις παρουσιάστηκαν με τη χρήση δύο οντοτήτων της
θερμότητας και του ψύχους. Ειδικότερα, στο πρόβλημα 1 θεωρεί ότι κινείται
θερμότητα από το ζεστό ποτήρι προς το δάχτυλο, ενώ στο πρόβλημα 2 θεωρεί ότι
κινείται ψύχος (ή κρύο ή παγωνιά) από το παγάκι προς το δάχτυλο.
ΜΑΡΙΑ: Το ποτήρι είναι ζεστό. Έτσι πάει θερμότητα από αυτό στο δάχτυλο… Πάει
κρύο από το παγάκι στο δάχτυλό μας και γι’ αυτό κρυώνουμε.
Στο πρόβλημα 4 του Φ.Ε.4 ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν και να
εξηγήσουν τι συμβαίνει όταν ένας άνθρωπος μπαίνει σε ένα ψυχρό περιβάλλον και
πιο συγκεκριμένα σε ένα ιγκλού (ερώτημα α). Στη συνέχεια ζητείται από τους
μαθητές να εξηγήσουν τη διαβίωση των Εσκιμώων με βάση τη υπόθεση ότι πάει κρύο
από το ιγκλού στον άνθρωπο (ερώτημα β), ή με βάση την υπόθεση ότι πάει
θερμότητα από τον άνθρωπο στο ιγκλού (ερώτημα γ).
Στο ερώτημα (α) του προβλήματος 4 του ΦΕ4, η Μαρία θεωρεί ότι διαδίδεται
ψύχος από το ιγκλού στον άνθρωπο, γιατί το ιγκλού είναι φτιαγμένο από πάγο. Στα
ερωτήματα (β) και (γ) του ίδιου προβλήματος, η Μαρία μετά από συζήτηση με τις
συμμαθήτριές της, αποδέχεται την αντίληψη ότι διαδίδεται θερμότητα από τον
άνθρωπο στο ιγκλού.
512
Στο πρόβλημα 5 του Φ.Ε.4, η Μαρία θεωρεί ότι η θερμότητα κινείται από το
θερμό σώμα στο ψυχρό, όπως ακριβώς και η ζάχαρη πάει από τη γλυκιά σοκολάτα
στην πικρή.
Στο πρόβλημα 7 του ΦΕ4, ζητείται από τους μαθητές να προβούν στην εξήγηση
θερμικών φαινομένων που περιλαμβάνουν (α) ψυχρό σώμα σε επαφή με σώμα
θερμοκρασίας δωματίου, (β) ψυχρό σώμα σε επαφή με ψυχρότερο σώμα και (γ)
θερμό σώμα σε επαφή με ψυχρό σώμα.
Η Μαρία θεωρεί ότι μεταξύ των σωμάτων κινείται άλλες φορές θερμότητα και
άλλες φορές ψύχος. Μετά τη συζήτηση με τους υπόλοιπους μαθητές της ομάδας τους,
αποδέχεται την αντίληψη των υπόλοιπων συμμαθητών της ότι μεταξύ των σωμάτων
κινείται μόνο θερμότητα.
ΜΑΡΙΑ: Και εγώ παλιά έλεγα ότι το παγάκι δίνει στο χέρι κρύο…Τώρα λέω ότι δεν
υπάρχει κρύο, είναι μόνο η θερμότητα που πάει από το χέρι στο παγάκι.
Στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.4, ζητείται να εξηγηθεί η ψύξη δύο κυλίνδρων που
βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε δοχείο με παγάκια και στη συνέχεια η σχέση των
θερμοκρασιών δύο κυλίνδρων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε δοχείο με
παγάκια και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας ή ψύχους που έδωσαν ή πήραν οι
κύλινδροι. Η Μαρία εξηγεί το θερμικό φαινόμενο με τη χρήση μιας οντότητας της
θερμότητας.
513
Στο πρόβλημα 5 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές τι θα συμβεί όταν ένα
ποτήρι με νερό θερμοκρασίας δωματίου τοποθετείται σε ένα ψυγείο. Η Μαρία όμως
σε αυτό το πρόβλημα εκδηλώνει μια νέα αντίληψη. Εξηγεί τα θερμικά φαινόμενα με
τη χρήση μιας οντότητας της θερμότητας. Η θερμότητα όμως, προερχόμενη από το
ψυγείο, ψύχει. Μετά τη συζήτηση με τους συμμαθητές της αναθεωρεί την αντίληψή
της αυτή.
Αλέξανδρος, ομάδα 3
Στα προβλήματα 1 και 2 του Φ.Ε.4 ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν τι
νιώθουν όταν αγγίζουν με το χέρι τους ένα ποτήρι που περιέχει ζεστό γάλα και ένα
παγάκι. Ζητείται επίσης από τους μαθητές να αιτιολογήσουν την απάντησή τους.
Ο Αλέξανδρος στα προβλήματα 1 και 2 του Φ.Ε.4 θεωρεί ότι ανάμεσα στα
σώματα μετακινείται άλλες φορές θερμότητα και άλλες ψύχος. Πιο συγκεκριμένα,
θεωρεί ότι όταν αγγίζει ένα ζεστό ποτήρι με γάλα, τότε πάει θερμότητα από το γάλα
στο χέρι του, ενώ όταν αγγίζει ένα παγάκι, τότε πάει κρύο από το παγάκι στο χέρι
του.
Παρόμοιες αντιλήψεις εκφράζει και στο πρόβλημα 4 του Φ.Ε.4, στο οποίο
ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν και να εξηγήσουν τι συμβαίνει όταν ένας
άνθρωπος μπαίνει σε ένα ψυχρό περιβάλλον και πιο συγκεκριμένα σε ένα ιγκλού.
Όμως μετά από τη συζήτηση με το Τάσο αποδέχεται ότι ο πάγος δεν δίνει κρύο.
514
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Εγώ λέω ότι πάει κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο.
ΚΩΣΤΑΣ: Και εγώ συμφωνώ.
ΤΑΣΟΣ: Ναι όμως τότε ένας άνθρωπος που είναι μέσα σε ιγκλού θα πέθαινε από το
κρύο. Οι άνθρωποι ζουν στα ιγκλού.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Άρα πρέπει να πούμε ότι ο πάγος δεν μας δίνει κρύο. Αλλιώς δεν
μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί ζουν οι Εσκιμώοι.
Όμοια, στο πρόβλημα 5 του ΦΕ5, ένα ποτήρι με νερό θερμοκρασίας δωματίου
τοποθετείται σε ένα ψυγείο. Ζητείται από τους μαθητές τι θα συμβεί. Ο Αλέξανδρος
εξηγεί τα θερμικό φαινόμενο με τη χρήση μιας οντότητας, της θερμότητας.
515
Παντελής, ομάδα 4
Στα προβλήματα 1 και 2 του Φ.Ε.4, ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν τι
νιώθουν όταν αγγίζουν με το χέρι τους ένα ποτήρι που περιέχει ζεστό γάλα και τι
όταν αγγίζουν ένα παγάκι. Ζητείται επίσης από τους μαθητές να αιτιολογήσουν την
απάντησή τους.
Ο Παντελής εξηγεί και τις δύο καταστάσεις με τη χρήση μιας οντότητας, της
θερμότητας.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Από το ζεστό γάλα πάει θερμότητα στο χέρι μας και ζεσταίνεται…Όταν
αγγίζουμε το παγάκι πάει θερμότητα από το χέρι μας στο παγάκι και έτσι κρυώνει το
χέρι μας.
516
Στο πρόβλημα 5 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές τι θα συμβεί όταν ένα
ποτήρι με νερό θερμοκρασίας δωματίου τοποθετείται σε ένα ψυγείο. Ο Παντελής
εξηγεί το φαινόμενο με τη χρήση μιας οντότητας της θερμότητας.
(γ) Η συμβολή των διδακτικών καταστάσεων που αφορούν στην επεξεργασία του
εμποδίου Ε4 στη νοητική εξέλιξη των μαθητών
Μετά από την μελέτη της εξέλιξης των αντιλήψεων των μαθητών, θα εξεταστεί ο
τρόπος με τον οποίο ορισμένες από τις προτεινόμενες διδακτικές καταστάσεις
επηρέασαν την νοητική εξέλιξη των μαθητών.
Ορισμένες διδακτικές καταστάσεις προκαλούν συγκλίνουσες απαντήσεις εκ
μέρους των μαθητών. Φαίνεται όμως ότι δεν είναι οι ίδιες διδακτικές καταστάσεις
που είναι καθοριστικές για όλους τους μαθητές. Στον Πίνακα 7.13 παρουσιάζονται,
για κάθε ενδεικτική διδακτική κατάσταση, οι διαφορετικές επιπτώσεις που μπορεί να
έχει στην επεξεργασία του εμποδίου Ε4 και συνεπώς στην νοητική εξέλιξη των
μαθητών.
517
Πίνακας 7.13. Επεξεργασία του εμποδίου Ε4: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων
518
Από τις απαντήσεις των μαθητών στο πρόβλημα 4 του Φ.Ε.4, προκύπτει ότι αυτό
προκαλεί την εκδήλωση διαφορετικών αντιλήψεων στους μαθητές. Για παράδειγμα,
στην Εύα προκαλεί την εκδήλωση μιας αντίληψης που συνδέεται με το εμπόδιο Ε4
(μεταξύ των σωμάτων ρέει θερμότητα/κρύο). Ο Παντελής όμως εκδηλώνει μια
αντίληψη που συνδέεται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4.
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών κάθε ομάδας που πραγματοποιείται με αφορμή
το πρόβλημα 4 του Φ.Ε.4, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Στη
Μαρία, για παράδειγμα, επιφέρει μια επιφανειακή ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε4, αφού
στην αμέσως επόμενη διδακτική κατάσταση η ίδια μαθήτρια χρησιμοποιεί την αρχική
της αντίληψη. Η Αστερόπη όμως, εμπλέκεται σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που
προκαλεί τροποποίηση της αρχικής της αντίληψης, γεγονός που επιβεβαιώνεται από
τις απαντήσεις που δίνει στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις. Η Αστερόπη
εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4. Για τον
Παντελή, αυτή η συζήτηση δρα προς την κατεύθυνση της επιβεβαίωσης του νέου
τρόπου σκέψης του που συνδέεται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4.
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών κάθε ομάδας που πραγματοποιείται με αφορμή
το πρόβλημα 7 του Φ.Ε.4 (εφαρμογή σε νέες καταστάσεις), επιφέρει διαφορετικά
αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία, επιφέρει μια
επιφανειακή ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε4, αφού στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις
εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε4. Η Μαίρη όμως εμπλέκεται
σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που προκαλεί τροποποίηση της αρχικής της
αντίληψης, αφού σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις εκδηλώνει αντιλήψεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4.
Η διδακτικές καταστάσεις που εμπλέκουν τα εμπόδια Ε4 και Ε5, επιφέρουν
σημαντικά διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Για παράδειγμα, στο
πρόβλημα 5 του Φ.Ε.5, η Ευθυμία εκδηλώνει αντίληψη που συνδέεται με το εμπόδιο
Ε4. Η Μαρία εκδηλώνει μια νέα αντίληψη με στοιχεία τόσο από το εμπόδιο Ε4 όσο
και από τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι διδακτικές
καταστάσεις που ενέχουν περισσότερα του ενός εμπόδια, προκαλούν
«οπισθοδρόμηση» στον τρόπο σκέψης των μαθητών, αναφορικά με τα εμπόδια.
Η συζήτηση που λαμβάνει χώρα κατά την πραγματοποίηση του προβλήματος 5
του Φ.Ε.5, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Η Μαρία εμπλέκεται
σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που προκαλεί τροποποίηση της αρχικής της
αντίληψης, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις απαντήσεις που δίνει στις διδακτικές
519
καταστάσεις που έπονται κατά τις οποίες εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με
τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4. Στην Ευθυμία προκαλεί μια απλή ρηγμάτωση στο
εμπόδιο Ε4, αφού σε επόμενες διδακτικές καταστάσεις επανέρχεται στην αρχική της
αντίληψη που συνδέεται με το εμπόδιο Ε4.
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών που πραγματοποιείται μετά την υλοποίηση
έρευνας με αφορμή την επεξεργασία του προβλήματος 7 του Φ.Ε5 εμπλέκει την
Ευθυμία σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που προκαλεί τροποποίηση της αρχικής
της αντίληψης, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις απαντήσεις που δίνει στις
διδακτικές καταστάσεις που επεξεργάζεται στη συνέχεια. Η Ευθυμία στις επόμενες
διδακτικές καταστάσεις εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ4. Φαίνεται λοιπόν ότι η εμπλοκή των μαθητών με διαδικασίες σχεδίασης και
υλοποίησης έρευνας συμβάλλει στην επεξεργασία του εμποδίου Ε4.
(α) Πορεία της διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε5 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων
520
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 1 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 3 ΣΤΑΔΙΟ 6
• Επεξεργασία • Σχεδίαση και • Εφαρμογή σε
προβλήματος πραγματοποίηση 1ης νέες καταστάσεις
που αποσκοπεί Ε5
έρευνας με σκοπό να (Φ.Ε.5:
στην ανάδειξη εξεταστεί αν τα μάλλινα Ε5 προβλήματα 5, 6, Ε5
των σώματα παράγουν 7, 8).
αντιλήψεων θερμότητα. • Επεξεργασία
των μαθητών
(Φ.Ε.5: • Εξαγωγή συμπερασμάτων. ερωτημάτων που Ε5
είχαν τεθεί
πρόβλημα 1).
αρχικά. Σύγκριση
• Ατομικές αρχικών και νέων
γραπτές ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 4 αντιλήψεων
απαντήσεις • Επεξεργασία προβλήματος (Φ.Ε.5:
μαθητών που αποσκοπεί στην προβλήματα 9,
Ε5
οικοδόμηση της αντίληψης 10).
της μεταφοράς θερμότητας
από το ανθρώπινο σώμα
στα μάλλινα σώματα Ε5
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ (Φ.Ε.5: πρόβλημα 2). ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
ΣΤΑΔΙΟ 2 • Επεξεργασία προβλήματος ΣΤΑΔΙΟ 7
• Συζήτηση των που αποσκοπεί στην • Αποσαφήνιση του Ε5
Ε5
μαθητών σε αναγκαιότητα συσχέτισης εμποδίου και
επίπεδο ομάδας των θερμοκρασιών των κατάκτηση της
• Ομαδοποίηση σωμάτων για την δεξιότητας Ε5
των κατεύθυνση της μεταφοράς αναγνώρισής του
απαντήσεων. της θερμότητας (Φ.Ε.5: (Φ.Ε.5:
• Συζήτηση των πρόβλημα 3). προβλήματα
μαθητών σε 11,12, 13, 14, 15,
επίπεδο τάξης. 16).
• Διατύπωση
ερωτήματος για ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 5
έρευνα. • Εισαγωγή αναλογίας και
εφαρμογές (Φ.Ε.5: Ε5 ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ
πρόβλημα 4). Ε5
ΣΤΑΔΙΟ 8
• Επεξεργασία
προβλήματος στο
οποίο Ε5
εκδηλώνονται όλα
τα εμπόδια
Υπόμνημα επεξήγησης συμβόλων (Φ.Ε.5: πρόβλημα
17).
Ε5 Αποσταθεροποίηση εμποδίου Ε5
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 9
Ε5 Αναδόμηση εμποδίου Ε5 • Σχεδίαση Ε5
μαθημάτων από
μαθητές για
Ε5 Αναγνώριση εμποδίου Ε5 διδασκαλία σε άλλη
τάξη (Φ.Ε.5:
πρόβλημα 18).
Σχήμα 7.5. Στάδια διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου Ε5 στην ακολουθία του
προγράμματος μαθημάτων.
521
(β) Η νοητική εξέλιξη των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδακτικής
επεξεργασίας του εμποδίου Ε5
Γενική περιγραφή και αποτίμηση της νοητικής εξέλιξης των μαθητών σε κάθε
διδακτικό στάδιο
• Διδακτικό στάδιο 1
Οι μαθητές αρχικά ενώ είναι οργανωμένοι σε ομάδες, εργάζονται ατομικά και
απαντούν στις ερωτήσεις ενός προβλήματος που αποβλέπει στην ανάδυση των
αντιλήψεων που χρησιμοποιούν, αναφορικά με την αιτία διάδοσης της θερμότητας
(ζήτημα που σχετίζεται με το εμπόδιο Ε5). Στο πρόβλημα αυτό ζητούνται εξηγήσεις
από τους μαθητές αναφορικά με το τι συμβαίνει και θερμαίνονται όταν σκεπάζονται
με κουβέρτες (Φ.Ε.5: πρόβλημα 1).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος, προκύπτει ότι η πλειοψηφία των μαθητών (15 μαθητές από τους 17
συνολικά) θεωρούν ότι η κουβέρτα παράγει θερμότητα, επειδή είναι θερμή, δηλαδή η
αιτία διάδοσης της θερμότητας εδράζεται στην κουβέρτα (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Οι κουβέρτες μας ζεσταίνουν γιατί μας δίνουν θερμότητα επειδή
είναι ζεστές»).
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (2 από τους 17) που θεωρούν ότι η θερμότητα πάει από
τον άνθρωπο στην κουβέρτα, επειδή ο άνθρωπος έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία από
την κουβέρτα, δηλαδή η αιτία διάδοσης της θερμότητας συνδέεται με τη διαφορά
θερμοκρασίας ανθρώπου – κουβέρτας (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Πάει
θερμότητα από τον άνθρωπο στην κουβέρτα επειδή ο άνθρωπος είναι πιο ζεστός από
την κουβέρτα»).
• Διδακτικό στάδιο 2
Πραγματοποιείται συζήτηση ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, με στόχο τη
συνειδητοποίηση των μεταξύ τους διαφωνιών.
Κατά τη διάρκεια αυτής της πρώτης συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές κάθε
ομάδας, φαίνεται ότι ενισχύεται το εμπόδιο Ε5. Πιο συγκεκριμένα, οι δύο μαθητές
που θεωρούσαν ότι η θερμότητα κινείται από τον άνθρωπο προς την κουβέρτα επειδή
522
ο άνθρωπος έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία από την κουβέρτα, εκφράζουν αμφιβολίες
για την αντίληψή τους αυτή. Φαίνεται λοιπόν, ότι δεν επιτυγχάνεται ο κύριος σκοπός
αυτής της ενέργειας, αφού οι μαθητές αντί να συνειδητοποιήσουν ότι μεταξύ τους
υπάρχουν διαφωνίες και κατά συνέπεια να επιτευχθεί αποσταθεροποίηση στο
εμπόδιο, αντίθετα το εμπόδιο Ε5 ενισχύεται.
Στη συνέχεια, οι μαθητές-αντιπρόσωποι των ομάδων εργασίας, ομαδοποιούν τις
απαντήσεις των συμμαθητών τους και τις ανακοινώνουν στο σύνολο της τάξης.
Στη συζήτηση σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου, που ακολουθεί,
οι μαθητές, διαπιστώσουν ότι υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά τους, αναφορικά με την
αιτία διάδοσης της θερμότητας.
Αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης από τους μαθητές των διαφωνιών που
υπάρχουν ανάμεσά τους, είναι η διατύπωση ενός προβλήματος προς διερεύνηση
(ενδεικτική διατύπωση προβλήματος από μαθητή: «Οι κουβέρτες παράγουν
θερμότητα;»).
• Διδακτικό στάδιο 3
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα, χωρίς πλέον καμιά υπόδειξη, με σκοπό να
εξετάσουν αν οι κουβέρτες ή γενικά τα μάλλινα παράγουν θερμότητα και επομένως
γι’ αυτό το λόγο θερμαίνουν τα σώματα.
Οι ομάδες των μαθητών προτείνουν πειράματα που περιλαμβάνουν την
τοποθέτηση ενός θερμομέτρου μέσα σε κουβέρτες και μάλλινα ρούχα, και τη
μέτρηση της θερμοκρασίας.
Στο πρώτο πείραμα οι μαθητές έχουν μια κουβέρτα και τοποθετούν μέσα σε αυτή
ένα θερμόμετρο. Οι περισσότεροι μαθητές πιστεύουν ότι η θερμοκρασία στο
θερμόμετρο θα ανεβεί (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Θα δεις που θα
ανεβεί η θερμοκρασία»). Στη συνέχεια μετρούν τη θερμοκρασία και διαπιστώνουν ότι
είναι αμετάβλητη. Το αποτέλεσμα τους προκαλεί έκπληξη (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «Πως γίνεται να δείχνει ίδια θερμοκρασία;»).
Στη συζήτηση που ακολουθεί οι περισσότεροι μαθητές (15 από τους 17) φτάνουν
στο συμπέρασμα ότι οι κουβέρτες δεν παράγουν θερμότητα (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «κάναμε λάθος, οι κουβέρτες δεν βγάζουν θερμότητα»). Οι
υπόλοιποι όμως μαθητές (2 από τους 17) αρνούνται το πειραματικό γεγονός και
πιστεύουν ότι τα θερμόμετρα δεν λειτουργούν καλά ή ότι αν ξαναγίνει το πείραμα η
θερμοκρασία στο θερμόμετρο θα ανεβεί (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή:
523
«Χάλασε το θερμόμετρο, δεν είναι σωστό. Δεν γίνεται να μην ζεσταίνουν οι
κουβέρτες»). Φαίνεται λοιπόν ότι δεν αρκεί η εκτέλεση ενός πειράματος για την
τροποποίηση των αντιλήψεων των μαθητών.
Μετά την εκτέλεση του δεύτερου πειράματος που περιελάμβανε η έρευνα
(μέτρηση της θερμοκρασίας με τη βοήθεια θερμόμετρου μέσα σε μάλλινα γάντια), οι
μαθητές διαπιστώνουν ότι η θερμοκρασία στο θερμόμετρο είναι σταθερή. Αρκετοί
μαθητές πίστευαν μέχρι την τελευταία στιγμή ότι το θερμόμετρο που βρίσκεται μέσα
στα γάντια θα δείξει θερμοκρασία υψηλότερη σε σχέση με αυτήν που είχε αρχικά
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «περίμενε και θα δεις που θα ανεβεί η
θερμοκρασία»). Στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε μετά το πείραμα, οι
περισσότεροι μαθητές παραδέχονται ότι τα μάλλινα γάντια δεν παράγουν θερμότητα
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «ε, λοιπόν έγινε κι’ αυτό, οι κουβέρτες δεν
βγάζουν θερμότητα, τι άλλο θα δούμε!»).
Οι μαθητές τη συνέχεια, συγκρίνουν τις μετρήσεις τους (πειραματικά
αποτελέσματα) με τις αρχικές προβλέψεις τους. Οι μαθητές εμπλέκονται σε συζήτηση
με αφορμή τα διαφορετικά σε σχέση με τις προβλέψεις τους πειραματικά
αποτελέσματα. Κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης, το σύνολο σχεδόν των
μαθητών (που θεωρούσαν ότι οι κουβέρτες και γενικά τα μάλλινα παράγουν
θερμότητα) φαίνεται ότι αποστασιοποιείται από τις αντιλήψεις που είχε αρχικά.
Αρκετοί μάλιστα μαθητές εκφράζουν την απορία τους τι συμβαίνει και θερμαίνονται
τα χέρια τους όταν βάζουν γάντια ή τι συμβαίνει και θερμαίνονται όταν σκεπαστούν
με μια κουβέρτα (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Αφού οι κουβέρτες δεν
παράγουν θερμότητα, πώς ζεσταινόμαστε;»). Διαπιστώνεται λοιπόν ότι ο σχεδιασμός
και η υλοποίηση μιας έρευνας από τους μαθητές συμβάλλει στην επεξεργασία του
εμποδίου.
• Διδακτικό στάδιο 3
Προκειμένου οι μαθητές να αντιληφθούν ότι η θερμότητα πάει από τον άνθρωπο
στα γάντια, επειδή ο άνθρωπος έχει υψηλότερη θερμοκρασία από τα γάντια, τίθεται
στους μαθητές το πρόβλημα 2 του Φ.Ε.5. Μέσω των ερωτήσεων του προβλήματος
αυτού και των συζητήσεων αρχικά σε επίπεδο ομάδας και στη συνέχεια σε επίπεδο
τάξης, οι μαθητές συμπεραίνουν ότι η θερμότητα πάει από τον άνθρωπο στα γάντια,
επειδή ο άνθρωπος έχει υψηλότερη θερμοκρασία από τα γάντια (ενδεικτική
524
προφορική απάντηση μαθητή: «Πάει θερμότητα από τον άνθρωπο στα γάντια επειδή η
θερμοκρασία του ανθρώπου είναι μεγαλύτερη από των γαντιών»).
Οι μαθητές στη συνέχεια επεξεργάζονται ατομικά και απαντούν τις ερωτήσεις
ενός προβλήματος που αποβλέπει στην οικοδόμηση από πλευράς μαθητών της
αντίληψης ότι η θερμότητα δεν εκπέμπεται πάντα από ένα θερμό σώμα, αλλά από το
σώμα υψηλότερης θερμοκρασίας προς το σώμα χαμηλότερης θερμοκρασίας (Φ.Ε.5:
πρόβλημα 3).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών των μαθητών, προκύπτει ότι οι
περισσότεροι μαθητές (13 μαθητές από τους 17 συνολικά) θεωρούν ότι ένα ζεστό
σώμα δίνει πάντα θερμότητα (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Ναι, ένας
ζεστός κύλινδρος δίνει πάντα θερμότητα»).
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (4 από τους 17) που θεωρούν ότι για να δώσει ένα
θερμό σώμα θερμότητα θα πρέπει να υπάρχει ένα άλλο σώμα με χαμηλότερη από
αυτό θερμοκρασία (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Για να δώσει ο
κύλινδρος θερμότητα πρέπει να υπάρχει ένα άλλο πράγμα με μικρότερη θερμοκρασία.
Αν αυτό έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία, τότε ο κύλινδρος παίρνει θερμότητα απ’ αυτό»).
Στο τέλος της συζήτησης που ακολουθεί ανάμεσα στους μαθητές κάθε ομάδας, οι
μαθητές αποδέχονται την αντίληψη ότι η θερμότητα πάει από τον κύλινδρο στο νερό
μόνο όταν ο κύλινδρος έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με το νερό
(ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητών: «αν το νερό είναι πιο ζεστό, τότε το
νερό δίνει θερμότητα στον κύλινδρο», «Στην περίπτωση που το νερό έχει μικρότερη
θερμοκρασία από τον κύλινδρο, τότε πάει θερμότητα από τον κύλινδρο στο νερό. Αν το
νερό έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία, τότε πάει η θερμότητα από το νερό στον
κύλινδρο»).
• Διδακτικό στάδιο 5
Στη συνέχεια, παρουσιάζεται μια αναλογία στους μαθητές και αφού εξηγηθούν οι
αντιστοιχήσεις ανάμεσα στα στοιχεία της αναλογίας και στη θέρμανση σώματος,
δίνονται κάποιες εφαρμογές.
Πιο συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί σε δύο
συγκοινωνούντα δοχεία που η στάθμη του νερού σε ένα από αυτά βρίσκεται
υψηλότερα σε σχέση με τη στάθμη του νερού στο άλλο δοχείο και στη συνέχεια να
εξηγήσουν τι θα συμβεί όταν ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα
(Φ.Ε.5: πρόβλημα 4).
525
Οι μαθητές θεωρούν ότι όπως πάει το νερό από το σωλήνα στον οποίο είναι πιο
ψηλά προς το σωλήνα στον οποίο είναι χαμηλότερα, μέχρι η στάθμη του νερού στους
δύο σωλήνες να είναι στο ίδιο οριζόντιο επίπεδο, έτσι πάει θερμότητα από το σώμα
που έχει υψηλότερη προς το σώμα που έχει χαμηλότερη θερμοκρασία μέχρι οι
θερμοκρασίες των δύο σωμάτων να εξισωθούν (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «Πάει θερμότητα από το ζεστό νερό στο κρύο γιατί το νερό αυτό είναι πιο
ζεστό απ’ αυτό. Όπως και με το νερό, έτσι και με αυτά (τα σώματα). Μετά από λίγο όλα
(τα σώματα) έχουν την ίδια θερμοκρασία»).
• Διδακτικό στάδιο 6
Στο στάδιο αυτό, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα εφαρμογής των
αντιλήψεων που έχουν δομήσει σε νέες καταστάσεις, οι μαθητές καλούνται να
επεξεργαστούν ορισμένα προβλήματα που αφορούν, και πάλι, στην αιτία διάδοσης
της θερμότητας από ένα σώμα σε ένα άλλο σώμα.
Τα προβλήματα όμως αυτά είναι διαφορετικά σε σχέση με αυτά που είχαν
διαπραγματευτεί στο παρελθόν (ορισμένα χαρακτηριστικά των πειραματικών
καταστάσεων σε αυτά τα προβλήματα είναι διαφορετικά σε σχέση με τα
προηγούμενα). Πιο συγκεκριμένα, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα
συμβεί όταν ένα ποτήρι με νερό τοποθετηθεί μέσα σε ένα ψυγείο (Φ.Ε.5: πρόβλημα
5).
Από τις γραπτές απαντήσεις των μαθητών προκύπτει ότι οι περισσότεροι μαθητές
(10 από τους 17) εξηγούν το παραπάνω φαινόμενο θεωρώντας ότι κινείται θερμότητα
από το νερό προς το ψυγείο. Οι πέντε από αυτούς αιτιολογούν την απάντησή τους
λέγοντας ότι η θερμοκρασία του νερού είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία του
ψυγείου (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Η θερμοκρασία του νερού είναι πιο
μεγάλη απ’ του ψυγείου, γι’ αυτό πάει θερμότητα από το νερό στο ψυγείο και κρυώνει
το νερό»). Οι άλλοι πέντε μαθητές θεωρούν ότι το νερό δίνει θερμότητα προς το
ψυγείο επειδή το νερό είναι θερμό (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Το νερό
δίνει θερμότητα στο ψυγείο γιατί είναι ζεστό»). Οι υπόλοιποι μαθητές (7 από τους 17)
αναφέρουν ότι κινείται κρύο από το ψυγείο προς το νερό (επειδή το ψυγείο είναι
κρύο) και με αυτόν τον τρόπο το νερό ψύχεται (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή:
«Ναι συμφωνώ, γιατί το ψυγείο είναι κρύο και θα το παγώσει. Ε, αφού είναι κρύο το
ψυγείο στέλλει στο νερό παγωνιά»). Με αφορμή λοιπόν την εμπλοκή τους σε μια νέα
κατάσταση, οι μαθητές αυτοί, «παλινδρόμησαν» προς το εμπόδιο Ε4.
526
Μετά τη συζήτηση με τους συμμαθητές της ομάδας τους το σύνολο των μαθητών
θεωρεί ότι υπάρχει μόνο η θερμότητα που διαδίδεται από το νερό προς το ψυγείο,
επειδή η θερμοκρασία του νερού είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία του ψυγείου
(ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «το νερό κρυώνει γιατί πάει θερμότητα από
το νερό στο ψυγείο γιατί η θερμοκρασία του νερού είναι πιο μεγάλη από τη
θερμοκρασία του ψυγείου»).
Ακολουθεί η επεξεργασία του προβλήματος 6 του Φ.Ε.5, στο οποίο ζητείται από
τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί αν σε ένα γυάλινο ποτήρι που βρίσκεται στο
προαύλιο του σχολείου μια ανοιξιάτικη ημέρα τοποθετείται παγωμένος καφές.
Από την ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος, προκύπτει ότι η πλειοψηφία των μαθητών (15 από τους 17) θεωρούν
ότι μεταφέρεται θερμότητα από τον περιβάλλοντα χώρο προς τον καφέ. Από αυτούς
τους μαθητές, οι 9 αιτιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι η θερμοκρασία του
γύρω χώρου είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία του καφέ (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Πάει θερμότητα απ’ έξω προς τον καφέ, επειδή ο καφές έχει
μικρότερη θερμοκρασία από το χώρο που είναι γύρω του»), ενώ οι άλλοι 6 μαθητές
αναφέρουν στις απαντήσεις τους μόνο τη θερμική κατάσταση του περιβάλλοντος και
δεν συγκρίνουν τις θερμοκρασίες των σωμάτων του συστήματος (ενδεικτική γραπτή
απάντηση μαθητή: «Ο καφές ζεσταίνεται. Αυτό γίνεται γιατί ο αέρας είναι ζεστός και
έτσι ζεσταίνει τον καφέ»).
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (2 από τους 17) που θεωρούν ότι ο καφές δίνει κρύο
και με αυτόν τον τρόπο ζεσταίνεται (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «φεύγει
κρύο από τον καφέ που είναι παγωμένος και έτσι ζεσταίνεται»).
Διαπιστώνεται ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των μαθητών (σε σχέση με το
προηγούμενο πρόβλημα) που εξετάζουν τις θερμοκρασίες των σωμάτων του
συστήματος προκειμένου να αναφερθούν στη κίνηση της θερμότητας από το ένα
σώμα στο άλλο.
Οι μαθητές στη συνέχεια, εργάζονται ατομικά και επεξεργάζονται το πρόβλημα 8
του Φ.Ε.5, στο οποίο υπάρχει η ερώτηση: «αν θέλουμε να κρατήσουμε για όσο το
δυνατόν περισσότερο χρόνο στην τάξη ένα παγωμένο αναψυκτικό, θα πρέπει να το
τυλίξουμε με λεπτό ή με χοντρό μάλλινο ύφασμα;».
Ακολουθεί η ανακοίνωση των απαντήσεών τους στους υπόλοιπους συμμαθητές
της ομάδας τους.
527
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος και των μεταξύ τους συζητήσεων, προκύπτει ότι οι περισσότεροι
μαθητές (15 από τους 17) συγκρίνουν τις θερμοκρασίες των σωμάτων του
συστήματος προκειμένου να καθορίσουν την κατεύθυνση της ροής της θερμότητας
από το ένα σώμα στο άλλο (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «ο αέρας που είναι
γύρω από το αναψυκτικό έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία απ’ το αναψυκτικό, γι’ αυτό και
πάει θερμότητα απόν αέρα στο αναψυκτικό… »).
Είναι ελάχιστοι οι μαθητές (2 από τους 17) που εξακολουθούν να καθορίζουν τη
κατεύθυνση της ροής θερμότητας από τη θερμική κατάσταση ενός σώματος
(ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Ε, ακούστε τι λέω. Αφού ο αέρας είναι ζεστός
δίνει στο αναψυκτικό θερμότητα…»).
Επίσης, απαντούν γραπτά εκ νέου, σε ερωτήσεις στις οποίες οι μαθητές είχαν
απαντήσει με αφορμή το πρόβλημα 1 του Φ.Ε.5 και καλούνται να συγκρίνουν τις
αρχικές τους αντιλήψεις με τις αντιλήψεις που έχουν δομήσει (ΦΕ.5: πρόβλημα 9).
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεών τους, αλλά και της μεταξύ τους
συζήτησης, διαπιστώνεται ότι οι μαθητές διαφοροποιούν τις αρχικές από τις
τρέχουσες αντιλήψεις τους (ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητή: «πριν νόμιζα
ότι αν ένα πράγμα είναι ζεστό θα δίνει θερμότητα και θα ζεσταίνει τα άλλα πράγματα.
Τώρα λέω ότι για να πηγαίνει θερμότητα από ένα πράγμα σε ένα άλλο θα πρέπει το ένα
πράγμα να έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία από το άλλο»).
Οι μαθητές στη συνέχεια επεξεργάζονται το πρόβλημα 10 του ΦΕ5. Αρχικά
ζητείται από τους μαθητές να αναφέρουν αν δύο ράβδοι (μια σιδερένια και μια
ξύλινη) που βρίσκονται μέσα σε ένα ψυγείο για αρκετό χρόνο θα έχουν ίσες ή
διαφορετικές θερμοκρασίες.
Στην ερώτηση αυτή, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις των μαθητών, το σύνολο
των μαθητών θεωρεί ότι οι ράβδοι θα έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί βρίσκονται
μέσα στον ίδιο χώρο. Οι περισσότεροι δε από αυτούς αναφέρουν ότι η θερμοκρασία
των ράβδων θα είναι ίση με τη θερμοκρασία του ψυγείου (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «και οι δύο ράβδοι θα έχουν την θερμοκρασία του χώρου μέσα στο
οποίο είναι δηλαδή τη θερμοκρασία του ψυγείου»).
Στη συνέχεια ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί κρυώνουν τα χέρια
τους αν αγγίξουν τις ράβδους. Οι περισσότεροι μαθητές (11 από τους 17) εξηγούν το
παραπάνω φαινόμενο θεωρώντας ότι πάει θερμότητα από τα χέρια προς τις ράβδους,
επειδή τα χέρια έχουν υψηλότερη θερμοκρασία από τις ράβδους, δηλαδή συγκρίνουν
528
τις θερμοκρασίες του χεριού και των αντικειμένων προκειμένου να καθορίσουν την
κατεύθυνση της ροής της θερμότητας (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Τα
χέρια κρυώνουν γιατί πάει θερμότητα από τα χέρια στις ράβδους αφού τα χέρια έχουν
μεγαλύτερη θερμοκρασία από τις ράβδους»). Όμως, ορισμένοι μαθητές (4 από τους
17) ενώ εξηγούν το φαινόμενο με τη χρήση μιας οντότητας της θερμότητας,
προκειμένου να καθορίσουν την κατεύθυνση της ροής της αρκούνται στο γεγονός ότι
το ανθρώπινο χέρι είναι ζεστό και δίνει θερμότητα στα αντικείμενα με τα οποία
έρχεται σε επαφή (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «τα χέρια μας κρυώνουν
όταν αγγίζουν τις ράβδους γιατί αφού είναι ζεστά δίνουν θερμότητα προς τις ράβδους»).
Ελάχιστοι μαθητές (2 από τους 17) αναφέρουν ότι υπάρχει μεταφορά κρύου από τις
ράβδους προς τα χέρια, επειδή οι ράβδοι είναι κρύες (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «κρυώνουμε αν αγγίξουμε τις ράβδους γιατί είναι κρύες και έρχεται
στα χέρια μας το κρύο»).
• Διδακτικό στάδιο 7
Με σκοπό την ανάπτυξη της δεξιότητας της συμβολικής αναπαράστασης του
εμποδίου Ε5 ακολουθεί η επεξεργασία ορισμένων προβλημάτων (Φ.Ε.5: προβλήματα
11, 12, 13, 14, 15 και 16).
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.5 ένας ζεστός μεταλλικός κύλινδρος
τοποθετείται μέσα σε δοχείο με νερό και ζητείται από τους μαθητές να συγκρίνουν τις
απαντήσεις που θα έδιναν στην ερώτηση «από ποιο σώμα πάει σε ποιο η θερμότητα;»
πριν και μετά τις διδασκαλίες.
Από την ανάλυση των συζητήσεών των μαθητών προκύπτει ότι το σύνολο των
μαθητών θεωρεί ότι πριν τις διδασκαλίες θα υποστήριζαν ότι η θερμότητα πάει από
τον κύλινδρο προς το νερό «επειδή ο κύλινδρος είναι ζεστός», ενώ μετά τις
διδασκαλίες υποστηρίζουν ότι για να αποφανθούν για την κατεύθυνση της διάδοσης
της θερμότητας θα πρέπει να γνωρίζουν και τη θερμοκρασία του νερού, ώστε να τις
συγκρίνουν. Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε με αφορμή αυτό το πρόβλημα, ήταν
ιδαίτερα αποτελεσματική για την επεξεργασία του εμποδίου Ε5, αφού στις επόμενες
διδακτικές καταστάσεις το σύνολο των μαθητών εκδήλωσε αντιλήψεις προς την
κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5.
Επίσης, ζητείται από τους μαθητές να δικαιολογήσουν με ποια από τις δύο εικόνες
Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο τρόπος που σκέφτονταν πριν τις
διδασκαλίες για να αποφανθούν για την αιτία και την κατεύθυνση διάδοσης της
529
θερμότητας (Φ.Ε.5: πρόβλημα 13). Συγκεκριμένα, στην εικόνα Α απεικονίζεται ένας
ζεστός σιδερένιος κύλινδρος που βρίσκεται μέσα σε ένα δοχείο με νερό. Υπάρχει
επίσης ένα βέλος με κατεύθυνση από τον κύλινδρο προς το νερό. Στην εικόνα Β
απεικονίζονται στο αριστερό μέρος ένας κύλινδρος θερμοκρασίας 77οC, στο μεσαίο
μέρος ένα δοχείο με νερό θερμοκρασίας 9οC και στο δεξί μέρος ένας κύλινδρος που
βρίσκεται μέσα στο νερό. Υπάρχει επίσης ένα βέλος με κατεύθυνση από τον κύλινδρο
προς το νερό.
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών στις ερωτήσεις του
προβλήματος και των συζητήσεών τους προκύπτει ότι είναι ελάχιστοι οι μαθητές (2
μαθητές από τους 17) που επιλέγουν την εικόνα Β. Πρόκειται για τους μαθητές που
πριν τη διδασκαλία θεωρούσαν ότι η θερμότητα πάει από το σώμα υψηλότερης στο
σώμα χαμηλότερης θερμοκρασίας. Οι περισσότεροι μαθητές (15 μαθητές από τους
17) επιλέγουν την εικόνα Α. Αιτιολογούν την απάντησή τους λέγοντας ότι πριν τη
διδασκαλία θεωρούσαν ότι το θερμό σώμα δίνει θερμότητα, επειδή είναι θερμό
(ενδεικτικές προφορικές απαντήσεις μαθητών: «Να πω την αλήθεια, εγώ σκεφτόμουν
όπως στην εικόνα Α. Που να φανταστώ ότι θα πρέπει να βλέπουμε τη θερμοκρασία και
του νερού και του κυλίνδρου. Αφού ο κύλινδρος είναι ζεστός, έλεγα ότι θα δίνει
θερμότητα», «Πριν νόμιζα ότι ήταν αρκετό να ξέρουμε αν ένα σώμα είναι θερμό ή
ψυχρό. Όμως χρειάζεται να ξέρουμε τη θερμοκρασία του και τη θερμοκρασία του άλλου
σώματος που είναι κοντά του»). Αναφέρουν επίσης ότι τώρα πιστεύουν πως η
προηγούμενή τους αντίληψη αληθεύει μόνο στην περίπτωση που το δεύτερο σώμα
έχει χαμηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με το πρώτο σώμα. Σε διαφορετική
περίπτωση θεωρούν ότι η θερμότητα πάει από το σώμα που έχει υψηλότερη προς το
σώμα που έχει χαμηλότερη θερμοκρασία (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή:
«ναι, παλιά έλεγα ότι το ζεστό σώμα δίνει θερμότητα. Αυτό είναι σωστό μόνο όταν έχει
πιο μεγάλη θερμοκρασία από τα άλλα σώματα που είναι μαζί του»). Φαίνεται λοιπόν
ότι οι διδακτικές καταστάσεις που ενέχουν συμβολική αναπαράσταση του εμποδίου,
συμβάλλουν στην επεξεργασία του.
Ένα τρίτο παράδειγμα αποτελεί η επεξεργασία του προβλήματος 15 του Φ.Ε.5.
Στο πρόβλημα αυτό ζητείται από τους μαθητές να συμπληρώνουν δύο προτάσεις που
τους δίνονται, ώστε η πρώτη πρόταση να δείχνει τον τρόπο που σκέφτονταν
αναφορικά με το ζήτημα της αιτίας διάδοσης της θερμότητας πριν τις διδασκαλίες και
η δεύτερη πρόταση τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται τώρα.
530
Από την ανάλυση των γραπτών απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι στην
πρώτη πρόταση οι μαθητές αναγράφουν με γενικό τρόπο την αντίληψη που είχαν οι
περισσότεροι από αυτούς πριν τη διδασκαλία, ενώ η συμπλήρωση της δεύτερης
πρότασης απαιτεί από τους μαθητές να σκεφτούν με βάση τη σύγκριση των τιμών
των θερμοκρασιών των δύο σωμάτων. Οι μαθητές συμπληρώνουν κατάλληλα τις
προτάσεις (ενδεικτικές γραπτές απαντήσεις μαθητών: «επειδή το σώμα Α είναι ζεστό
θα δώσει θερμότητα στο σώμα Β», «επειδή η θερμοκρασία του σώματος Α είναι
υψηλότερη από τη θερμοκρασία του σώματος Β, θα μεταφερθεί θερμότητα από το Α στο
Β, μέχρι τα Α, Β να αποκτήσουν την ίδια θερμοκρασία»).
Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 11, 12, 13, 14, 15 και 16
του ΦΕ5, παρατηρείται από ορισμένους μαθητές μια «στοχαστική αποστασιοποίηση»
προς τις αρχικές τους αντιλήψεις (ενδεικτικές προφορικές διατυπώσεις μαθητών με
σαφή αναφορά στο μαθητή ή στους συμμαθητές του: «Έλεγα ότι αν δυο πράγματα
έχουν την ίδια θερμοκρασία θα έχουν την ίδια θερμότητα», «δεν πιστεύαμε ότι η μάζα
έχει σημασία για τη θερμότητα και τη θερμοκρασία»).
Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 11, 12, 13, 14, 15 και 16
του Φ.Ε.5, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων ορισμένων μαθητών από
το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο», δηλαδή οι μαθητές εκφράζονται με γενικότερους
όρους (βλ. Πίνακα 7.14).
Έτσι για παράδειγμα, η πρώτη στήλη του Πίνακα 7.14, περιέχει μια απάντηση ενός
μαθητή που έχει ένα χαρακτήρα καθαρά τοπικό. Ο μαθητής αναφέρεται σε
συγκεκριμένα αντικείμενα με εκφράσεις που χρησιμοποιεί στον καθημερινό του
λόγο. Η δεύτερη στήλη περιέχει μια απάντηση του ίδιου μαθητή η οποία εμπεριέχει
έννοιες περισσότερο γενικευμένες. Η τρίτη στήλη, περιέχει μια άλλη διατύπωση του
μαθητή που είναι περισσότερο εγκάρσια, αναφέρεται σε ένα γενικό τρόπο σκέψης
των μαθητών, την περιορισμένη εστίαση.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των προβλημάτων 11 έως 16 του
Φ.Ε.5, σημειώνονται «μετακινήσεις» των απαντήσεων ορισμένων μαθητών από
εκφράσεις κρίσεων του τύπου «σωστό/λάθος» (προφορική απάντηση μαθητή στο
πρόβλημα 4 του Φ.Ε.5: «το ζεστό σώμα δεν δίνει θερμότητα, είναι λάθος να το
πιστεύουμε») σε εκφράσεις δυναμικών όψεων του εμποδίου δηλαδή σε εκφράσεις που
καθορίζουν επακριβώς σε τι το εμπόδιο παρεμποδίζει την κατανόηση (προφορική
απάντηση του ίδιου μαθητή στο πρόβλημα 15 του Φ.Ε.5: «αν λέγαμε ότι ένα ζεστό
σώμα δίνει θερμότητα, είναι γιατί έτσι έχουμε συνηθίσει να λέμε κάθε μέρα. Έτσι, όμως
531
δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε πως γίνεται να μας ζεσταίνει η κουβέρτα και όμως να
μην μας δίνει θερμότητα»).
Εντοπίστηκαν όμως δυσκολίες σε ορισμένους μαθητές κατά την εφαρμογή των
διδακτικών καταστάσεων που στόχευαν στην αναγνώριση του εμποδίου Ε5 από τους
μαθητές (προβλήματα 11 έως 16 του Φ.Ε.5). Οι μαθητές αυτοί στις δικαιολογήσεις
τους δεν παρήγαγαν μόνοι τους διατυπώσεις του εμποδίου Ε5 σε γενικότερο επίπεδο
ή αρκέστηκαν σε εκφράσεις του τύπου «σωστό/λάθος».
• Διδακτικό στάδιο 8
Στο στάδιο αυτό οι μαθητές επεξεργάζονται ένα στο οποίο υπάρχουν ερωτήσεις
που συνδέονται με ολόκληρη την ομάδα των εμποδίων (Φ.Ε.5: πρόβλημα 17). Στην
532
ερώτηση (β) που αναφέρεται στο εμπόδιο Ε5, ζητείται από τους μαθητές να
εξηγήσουν γιατί παίρνει θερμότητα ένα δοχείο με νερό που βρίσκεται πάνω στο μάτι
μιας ηλεκτρικής εστίας που βρίσκεται σε κατάσταση λειτουργίας.
Όπως προκύπτει από τις συζητήσεις ανάμεσα στους μαθητές, όλοι οι μαθητές
προκειμένου να καθορίσουν την κατεύθυνση της ροής της θερμότητας συγκρίνουν τις
θερμοκρασίες των σωμάτων προκειμένου να αποφανθούν για τη διάδοση της
θερμότητας από το ένα σώμα στο άλλο (ενδεικτική γραπτή απάντηση μαθητή: «Το
μάτι της κουζίνας έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με το νερό, γι’ αυτό και πάει
θερμότητα από το μάτι στο νερό»).
• Διδακτικό στάδιο 9
Με στόχο την περαιτέρω καλλιέργεια της δεξιότητας αναγνώρισης του εμποδίου
Ε5, οι μαθητές εμπλέκονται σε μια διαδικασία σχεδίασης «μαθημάτων» για την αιτία
διάδοσης της θερμότητας, με σκοπό να τα «διδάξουν» σε κάποια άλλη τάξη (ΦΕ5:
πρόβλημα 18). Οι μαθητές καλούνται να αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν τις
διδασκαλίες για την αιτία διάδοσης της θερμότητας, τι ήταν αυτό που τους εμπόδιζε
να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους βοήθησε να καταλάβουν, καθώς επίσης και να
προτείνουν πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους «μαθητές» τους
να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων που σχετίζονταν με την αιτία διάδοσης της θερμότητας ανάμεσα στα
σώματα. Το σύνολο των μαθητών ανέφερε ως μια σημαντική δυσκολία ορισμένες
προτάσεις που σχετίζονται με το εμπόδιο Ε5 (ενδεικτικές γραπτές απαντήσεις
μαθητών: «Μια άλλη δυσκολία είναι το γιατί πάει η θερμότητα από ένα μέρος σε ένα
άλλο… Ναι, στις κουβέρτες εγώ νόμιζα ότι βγάζουν θερμότητα και γι’ αυτό μας
ζεσταίνουν…», «Μια άλλη δυσκολία είναι ότι συνηθίζουμε να εξετάζουμε μόνο τη
θερμοκρασία ενός σώματος, ενώ πρέπει να εξετάζουμε και τη θερμοκρασία του χώρου
που βρίσκεται»). Από τις συζητήσεις των μαθητών προκύπτει ότι αυτοί αναγνωρίζουν
ότι και οι άλλοι μαθητές των άλλων τμημάτων ή τάξεων θα έχουν την ίδια δυσκολία
με αυτούς σε ό,τι αφορά στην αιτία διάδοσης της θερμότητας (ενδεικτική προφορική
απάντηση μαθητή: «Νομίζαμε ότι όταν ένα πράγμα είναι ζεστό αυτό θα έδινε
θερμότητα και θα ζέσταινε άλλα πράγματα. Αυτή είναι μια δυσκολία που πιστεύω ότι θα
την έχουν πολλοί συμμαθητές μου»). Πρότειναν μάλιστα και συγκεκριμένες
533
πειραματικές καταστάσεις που πρέπει να τεθούν στους μαθητές μιας άλλης τάξης,
ώστε αυτοί να οικοδομήσουν νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ5 (ενδεικτική προφορική απάντηση μαθητή: «Λοιπόν να
κάνουμε πειράματα… Ε, αυτό με μια κουβέρτα ή με τα γάντια είναι πολύ καλό. Θα
νομίζουν ότι ζεσταίνουν γιατί τους δίνουν θερμότητα»).
Αρκετοί από τους μαθητές αποδέχονται ότι η εμπλοκή τους στην προετοιμασία
διδασκαλιών τους βοήθησε να αντιληφθούν καλύτερα τις «δυσκολίες» που είχαν οι
ίδιοι σχετικά με την αιτία διάδοσης της θερμότητας (ενδεικτική προφορική απάντηση
μαθητή: «Όταν σκέφτεσαι ότι έχεις να διδάξεις κάτι, τότε σκέφτεσαι τις δυσκολίες που
είχες και προσπαθείς να βρεις πως τις ξεπέρασες. Έτσι, μαθαίνεις καλύτερα και τις
δυσκολίες σου και τα μαθήματα»).
534
νοητικών «διαδρομών» κάθε μαθητή. Παράλληλα, αυτός ο τρόπος οργάνωσης των
απαντήσεων των μαθητών και των συζητήσεών τους, επιτρέπει τη διαμόρφωση των
ακόλουθων τεσσάρων ομάδων μαθητών.
Ομάδα 1. Οι μαθητές που εντάσσονται σε αυτήν την ομάδα, διατηρούν τις αρχικές
τους αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5, παρά τα αντίθετα με τις
προβλέψεις τους πειραματικά αποτελέσματα. Ακόμα και όταν εμφανίζουν νέες
αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5, μεταπίπτουν συχνά
στις αρχικές τους αντιλήψεις με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης.
Ομάδα 2. Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που ενώ αρχικά χρησιμοποιούν
αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5, μετά τα πρώτα πειραματικά
αποτελέσματα εκδηλώνουν νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου Σ5. Όμως, στη συνέχεια, με αφορμή τη μελέτη νέων καταστάσεων,
«παλινδρομούν» ανάμεσα στις αρχικές και στις νέες αντιλήψεις. Τέλος, φαίνεται να
σταθεροποιείται η χρήση των νέων αντιλήψεων με συνέπεια.
Ομάδα 3. Οι μαθητές της ομάδας αυτής ενώ αρχικά χρησιμοποιούν αντιλήψεις που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε5, μετά τα πρώτα πειραματικά αποτελέσματα εκδηλώνουν
νέες αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5, που τις
χρησιμοποιούν συστηματικά και με συνέπεια.
Ομάδα 4. Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που χρησιμοποιούν σε όλο το φάσμα
των διδακτικών καταστάσεων αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου
στόχου Σ5.
535
Πίνακας 7.15. Αποτύπωση νοητικής εξέλιξης των μαθητών μέσα από τις ατομικές ή
ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε5.
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11
Ευθυμία
Ομάδα 1
Ελίνα
Θανάσης
Αντώνης
Κώστας
Μαρία
Μαίρη Ομάδα 2
Μάικ
Παναγιώτης
Εύα
Δήμητρα
Αλέξανδρος
Αστερόπη
Παντελής Ομάδα 3
Ανδριάνα
Μαρίνος Ομάδα 4
Τάσος
Το σώμα, επειδή έχει υψηλή θερμοκρασία (ή επειδή είναι θερμό), δίνει θερμότητα [γραμμικό
αιτιακό μοντέλο].
Ύπαρξη αμφιβολιών
536
Ευθυμία, ομάδα 1
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν αρχικά στο
ερώτημα «γιατί όταν σκεπαζόμαστε με κουβέρτες ζεσταινόμαστε;». Οι μαθητές
εργάζονται ατομικά και απαντούν γραπτά στις ερωτήσεις στα φύλλα εργασίας. Η
Ευθυμία θεωρεί ότι η κουβέρτα παράγει θερμότητα, επειδή είναι ζεστή.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Οι κουβέρτες μας ζεσταίνουν γιατί μας δίνουν θερμότητα επειδή είναι
ζεστές.
537
Στο πρόβλημα 2 του Φ.Ε.5, η Ευθυμία αποδέχεται την αντίληψη ότι η θερμότητα
πάει από τον άνθρωπο στα γάντια, επειδή ο άνθρωπος έχει υψηλότερη θερμοκρασία
από τα γάντια.
Στο πρόβλημα 3 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν στο
ερώτημα «ένας ζεστός κύλινδρος δίνει πάντα θερμότητα;». Η Ευθυμία δίνει
καταφατική απάντηση. Στο τέλος της συζήτησης που ακολουθεί, η Ευθυμία
αποδέχεται την αντίληψη ότι η θερμότητα πάει από τον κύλινδρο στο νερό μόνο όταν
ο κύλινδρος είναι πιο ζεστός (ή έχει υψηλότερη θερμοκρασία) σε σχέση με το νερό.
Στη συνέχεια, παρουσιάζεται μια αναλογία στους μαθητές και τίθεται το πρόβλημα
4 του Φ.Ε.5. Ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί σε δύο
συγκοινωνούντα δοχεία που η στάθμη του νερού σε ένα από αυτά βρίσκεται
υψηλότερα σε σχέση με τη στάθμη του νερού στο άλλο δοχείο και στη συνέχεια να
εξηγήσουν τι θα συμβεί όταν ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα.
Η Ευθυμία θεωρεί ότι όπως πάει το νερό από το σωλήνα στον οποίο είναι πιο
ψηλά προς το σωλήνα στον οποίο είναι χαμηλότερα, μέχρι η στάθμη του νερού στους
δύο σωλήνες να είναι στο ίδιο οριζόντιο επίπεδο, έτσι πάει θερμότητα από το σώμα
που έχει υψηλότερη προς το σώμα που έχει χαμηλότερη θερμοκρασία μέχρι οι
θερμοκρασίες των δύο σωμάτων να εξισωθούν.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάει θερμότητα από το ζεστό νερό στο κρύο γιατί το νερό αυτό είναι πιο
ζεστό από αυτό.
Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι η Ευθυμία έχει τροποποιήσει την αρχική της
αντίληψη και έχει αποδεχθεί ότι ένα θερμό σώμα δεν δίνει απαραίτητα θερμότητα,
αλλά είναι ανάγκη να εξετάζονται οι θερμοκρασίες και των δύο σωμάτων. Όμως,
όπως θα φανεί στα επόμενα προβλήματα, το εμπόδιο Ε5 παραμένει ισχυρό.
538
Οι μαθητές επεξεργάζονται στη συνέχεια το πρόβλημα 5 του ΦΕ5. σε αυτό το
πρόβλημα ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί όταν ένα ποτήρι με
νερό τοποθετηθεί μέσα σε ένα ψυγείο.
Η Ευθυμία εξηγεί τη ψύξη του νερού θεωρώντας ότι κινείται κρύο από το ψυγείο
προς το νερό, επειδή το ψυγείο είναι κρύο.
Μετά τη συζήτηση με τους συμμαθητές της αναθεωρεί την αντίληψή της αυτή και
θεωρεί ότι υπάρχει μόνο η θερμότητα που κινείται από το νερό προς το ψυγείο,
επειδή η θερμοκρασία του νερού είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία του ψυγείου.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Καλά, εσείς λέτε ότι θα παγώσει το νερό γιατί το ψυγείο θα του δώσει
κρύο. Μα υπάρχει κρύο;
ΕΛΙΝΑ: Ωχ, νάτο πάλι το κρύο. Μας μπερδεύει αυτό.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Κάθε φορά λέμε για το κρύο. Είναι πιο εύκολο, σου έρχεται κατευθείαν να
λες κρύο. Ξέρω, είναι η θερμότητα που πάει από το ένα στο άλλο.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Ναι, το νερό κρυώνει γιατί πάει θερμότητα από το νερό στο ψυγείο.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Είναι η θερμοκρασία του νερού πιο πολύ από τη θερμοκρασία του
ψυγείου.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Άντε με πείσατε.
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.5, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί
αν σε ένα γυάλινο ποτήρι που βρίσκεται στο προαύλιο του σχολείου μια ανοιξιάτικη
ημέρα τοποθετείται παγωμένος καφές.
Η Ευθυμία θεωρεί ότι ο καφές δίνει κρύο και με αυτόν τον τρόπο ζεσταίνεται.
Αμέσως μετά όμως από την ανακοίνωση των απαντήσεων των συμμαθητριών της,
θεωρεί ότι πάει θερμότητα από τον γύρω χώρο προς τον καφέ, επειδή αυτός έχει
χαμηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τον χώρο.
539
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάει θερμότητα απ’ έξω προς τον καφέ, επειδή ο καφές έχει μικρότερη
θερμοκρασία από το χώρο που είναι γύρω του.
Στο πρόβλημα 8 του Φ.Ε.5, υπάρχει η ερώτηση «αν θέλουμε να κρατήσουμε για
όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο στην τάξη ένα παγωμένο αναψυκτικό, θα πρέπει
να το τυλίξουμε με λεπτό ή με χοντρό μάλλινο ύφασμα;».
Από τις απαντήσεις των μαθητών στα φύλλα εργασίας και τις μεταξύ τους
συζητήσεις προκύπτει ότι η Ευθυμία αυτή τη φορά εξηγεί το φαινόμενο με τη
θερμότητα και όχι με το κρύο, όμως εξακολουθεί να καθορίζει τη ροή θερμότητας
από τη θερμική κατάσταση ενός σώματος και δεν συγκρίνει τις θερμοκρασίες των
σωμάτων.
Στο πρόβλημα 10 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί
κρυώνουν τα χέρια τους αν αγγίξουν τις ράβδους.
Η Ευθυμία αναφέρει ότι υπάρχει το κρύο που πηγαίνει από τις ράβδους προς τα
χέρια, επειδή οι ράβδοι είναι κρύες.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Οι ράβδοι είναι κρύες. Γι’ αυτό όταν τις αγγίξουμε θα δώσουν κρύο στο
χέρι μας και θα το κρυώσουν.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Τι λες Ευθυμία;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Κάτσε ρε είναι μέσα στο ψυγείο είναι παγωμένες. Όταν τις πιάσουμε θα
πάει το κρύο στα χέρια μας.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Πάλι το κρύο.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Έλα Ευθυμία, δεν πάει κρύο αλλά θερμότητα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάλι αυτό το κρύο. Πόσο θα με ταλαιπωρεί.
ΕΛΙΝΑ: Και εγώ θα απαντούσα όπως η Ευθυμία.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Και δεν μου λέτε η θερμότητα πως πάει;
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Πρέπει να δεις πιο έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Α, δηλαδή επειδή το χέρι είναι πιο ζεστό, πάει η θερμότητα από το χέρι μας
στις ράβδους.
540
Στο πρόβλημα 12 του Φ.Ε.5, ζητείται από τους μαθητές να δικαιολογήσουν με
ποια από τις δύο εικόνες Α και Β που τους προτείνονται, μοιάζει ο τρόπος που
σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες για να αποφανθούν για την κατεύθυνση διάδοσης
της θερμότητας. Στην εικόνα Α υπάρχει ένας ζεστός σιδερένιος κύλινδρος που
βρίσκεται μέσα σε ένα δοχείο με νερό. Απεικονίζεται επίσης ένα βέλος με
κατεύθυνση από τον κύλινδρο προς το νερό. Στην εικόνα Β υπάρχει στο αριστερό
μέρος ένας κύλινδρος θερμοκρασίας 77οC, στο μεσαίο μέρος ένα δοχείο με νερό
θερμοκρασίας 9οC και στο δεξί μέρος ο κύλινδρος βρίσκεται μέσα στο νερό. Υπάρχει
επίσης ένα βέλος με κατεύθυνση από τον κύλινδρο προς το νερό.
Η Ευθυμία επιλέγει την εικόνα Α. Αιτιολογεί την απάντησή της λέγοντας ότι πριν
τη διδασκαλία θεωρούσε ότι ένα θερμό σώμα δίνει θερμότητα, επειδή είναι θερμό.
Έχει αλλάξει αντίληψη και πιστεύει πλέον ότι αυτό αληθεύει μόνο στην περίπτωση
που το δεύτερο σώμα είναι λιγότερο θερμό.
541
Η Ευθυμία αναφέρει ως δυσκολίες ορισμένες προτάσεις που σχετίζονται με το
εμπόδιο Ε5. Πρότεινε μάλιστα και συγκεκριμένες πειραματικές καταστάσεις, για να
βοηθήσει τους συμμαθητές της να «ξεπεράσουν αυτή τη δυσκολία».
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Μια άλλη δυσκολία είναι το γιατί πάει η θερμότητα από ένα μέρος σε ένα
άλλο.
ΜΑΙΡΗ: Ναι αυτή είναι μεγάλη δυσκολία.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ναι στις κουβέρτες εγώ νόμιζα ότι βγάζουν θερμότητα και γι’ αυτό μας
ζεσταίνουν…
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Λοιπόν να πούμε πειράματα.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Ε, αυτό με μια κουβέρτα ή με τα γάντια είναι πολύ καλό. Θα νομίζουν ότι
τους ζεσταίνουν γιατί τους δίνουν θερμότητα.
Μαρία, ομάδα 2
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν αρχικά στο
ερώτημα «γιατί όταν σκεπαζόμαστε με κουβέρτες ζεσταινόμαστε;». Οι μαθητές
εργάζονται ατομικά και απαντούν γραπτά στις ερωτήσεις στα φύλλα εργασίας. Η
Μαρία θεωρεί ότι η κουβέρτα παράγει θερμότητα, επειδή είναι ζεστή.
ΜΑΡΙΑ: Οι κουβέρτες αφού είναι ζεστές μας δίνουν θερμότητα και μας ζεσταίνουν.
542
Στο πρόβλημα 3 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν στο
ερώτημα «ένας ζεστός κύλινδρος δίνει πάντα θερμότητα;». Η Μαρία θεωρεί ότι ένας
ζεστός κύλινδρος πρέπει να δίνει πάντα θερμότητα, μολονότι ένας συμμαθητής της ο
Παντελής δεν συμφωνεί με αυτή την πρόταση.
Στο πρόβλημα 5 του ΦΕ5 ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί
όταν ένα ποτήρι με νερό τοποθετηθεί μέσα σε ένα ψυγείο.
Η Μαρία εξηγεί τη ψύξη του νερού θεωρώντας ότι πάει θερμότητα από το ψυγείο
στο νερό επειδή το ψυγείο είναι ψυχρό. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου με τους
συμμαθητές της αναθεωρεί την άποψή της και συμφωνεί με τον Παντελή.
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.5, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί
αν σε ένα γυάλινο ποτήρι που βρίσκεται στο προαύλιο του σχολείου μια ανοιξιάτικη
ημέρα τοποθετείται παγωμένος καφές.
Ο Μαρία θεωρεί ότι πάει θερμότητα από τον αέρα προς τον καφέ, λόγω της
θερμικής κατάστασης του αέρα.
543
ΜΑΡΙΑ: Πάει θερμότητα από τον αέρα στον καφέ, γιατί ο αέρας είναι ζεστός.
Στο πρόβλημα 8 του Φ.Ε.5, υπάρχει η ερώτηση «αν θέλουμε να κρατήσουμε για
όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο στην τάξη ένα παγωμένο αναψυκτικό, θα πρέπει
να το τυλίξουμε με λεπτό ή με χοντρό μάλλινο ύφασμα;».
Η Μαρία συγκρίνει τις θερμοκρασίες των σωμάτων προκειμένου να καθορίσει
την κατεύθυνση της διάδοσης της θερμότητας.
ΜΑΡΙΑ: Ο αέρας έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία από το αναψυκτικό. Θα πάει λοιπόν
θερμότητα από τον αέρα στο αναψυκτικό.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ παλιά νόμιζα ότι σημασία έχει πόσο ζεστό είναι ένα πράγμα. Αν ένα
πράγμα είναι ζεστό θα δίνει θερμότητα.
Στο πρόβλημα 17 του Φ.Ε.5 ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν γιατί
ψύχεται ένα θερμό σώμα όταν τοποθετείται σε ένα δωμάτιο.
Η Μαρία εξηγεί τη ψύξη του νερού θεωρώντας ότι το νερό χάνει θερμότητα
εξαιτίας των διαφορετικών θερμοκρασιών νερού και δωματίου.
544
ΜΑΡΙΑ: Το νερό χάνει θερμότητα γιατί είναι πιο ζεστό από το δωμάτιο…Να πω και
κάτι. Τώρα το καταλαβαίνω. Προχθές νόμιζα ότι ένα ζεστό νερό χάνει θερμότητα
επειδή είναι ζεστό. Έλεγα όμως ότι χάνει θερμότητα γιατί είναι πιο ζεστό από το
δωμάτιο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Γιατί το έλεγες αφού δεν ήσουν σίγουρη;
ΜΑΡΙΑ: Αφού θα το λέγατε όλοι, σκέφτηκα και εγώ ότι έτσι θα είναι το σωστό.
Το πρόβλημα 18 του ΦΕ5, απαιτεί από τους μαθητές να σχεδιάσουν μαθήματα για
τη θερμοκρασία και τη θερμότητα, με σκοπό να τα διδάξουν σε κάποια άλλη τάξη. Οι
μαθητές καλούνται να αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν τις διδασκαλίες για την αιτία
διάδοσης της θερμότητας, τι ήταν αυτό που τους εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν
αυτό που τους βοήθησε να καταλάβουν, καθώς επίσης και να προτείνουν
πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους «μαθητές» τους να
ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων. Η Μαρία ανέφερε ως δυσκολίες ορισμένες προτάσεις που σχετίζονται με
το εμπόδιο Ε5.
ΜΑΡΙΑ: Νομίζαμε ότι όταν ένα πράγμα είναι ζεστό αυτό θα έδινε θερμότητα και θα
ζέσταινε άλλα πράγματα. Αυτή είναι μια δυσκολία που πιστεύω ότι θα την έχουν πολλοί
συμμαθητές μου.
Παντελής, ομάδα 3
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν αρχικά στο
ερώτημα «γιατί όταν σκεπαζόμαστε με κουβέρτες ζεσταινόμαστε;». Οι μαθητές
εργάζονται ατομικά και απαντούν γραπτά στις ερωτήσεις στα φύλλα εργασίας. Ο
Παντελής θεωρεί ότι η κουβέρτα παράγει θερμότητα, επειδή είναι ζεστή.
545
Οι μαθητές σχεδιάζουν έρευνα με σκοπό να ελέγξουν αν οι κουβέρτες ή γενικά τα
μάλλινα παράγουν θερμότητα. Στο πρώτο πείραμα οι μαθητές έχουν μια κουβέρτα
και τοποθετούν μέσα σε αυτή ένα θερμόμετρο. Ο Παντελής πιστεύει ότι η
θερμοκρασία στο θερμόμετρο θα ανεβεί. Μετρά τη θερμοκρασία και διαπιστώνει ότι
είναι αμετάβλητη. Αποδέχεται ότι οι κουβέρτες δεν παράγουν θερμότητα.
Στη συζήτηση που ακολουθεί με αφορμή τις ερωτήσεις που στο φύλλο εργασίας
των μαθητών εμφανίζονται κάτω από τον τίτλο «διαπιστώσεις – συμπληρώσεις» ο
Παντελής παραδέχεται ότι πίστευε πως οι κουβέρτες παράγουν θερμότητα. Αναφέρει
επίσης ότι τον ενδιαφέρει να ερευνήσει από πού προέρχεται η θερμότητα που τον
ζεσταίνει όταν σκεπάζεται μια κουβέρτα.
Στο πρόβλημα 3 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν στο
ερώτημα «ένας ζεστός κύλινδρος δίνει πάντα θερμότητα;». Ο Παντελής ισχυρίζεται
ότι δεν ισχύει πάντα αυτή η πρόταση. Θεωρεί ότι η θερμότητα πάει από τον κύλινδρο
στο νερό μόνο όταν ο κύλινδρος είναι πιο ζεστός (ή έχει υψηλότερη θερμοκρασία) σε
σχέση με το νερό.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Δεν συμφωνώ ότι ένας ζεστός κύλινδρος δίνει πάντα θερμότητα.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ συμφωνώ.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Στην περίπτωση που το νερό έχει μικρότερη θερμοκρασία από τον
κύλινδρο, τότε πάει θερμότητα από τον κύλινδρο στο νερό. Αν το νερό έχει μεγαλύτερη
θερμοκρασία, τότε πάει η θερμότητα από το νερό στον κύλινδρο.
546
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Αφού η θερμοκρασία του νερού είναι πιο μεγάλη απ’ του ψυγείου, πάει
θερμότητα από το νερό στο ψυγείο και έτσι το νερό αφού χάνει θερμότητα κρυώνει.
Στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.5, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι θα συμβεί
αν σε ένα γυάλινο ποτήρι που βρίσκεται στο προαύλιο του σχολείου μια ανοιξιάτικη
ημέρα τοποθετείται παγωμένος καφές.
Ο Παντελής θεωρεί ότι πάει θερμότητα από τον γύρω χώρο προς τον καφέ, επειδή
αυτός έχει χαμηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τον χώρο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Πάει θερμότητα από το γύρω χώρο στον καφέ, γιατί ο αέρας γύρω έχει
πιο μεγάλη θερμοκρασία από τον καφέ.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Πριν νόμιζα ότι ήταν αρκετό να ξέρουμε αν ένα σώμα είναι θερμό ή
ψυχρό. Όμως χρειάζεται να ξέρουμε τη θερμοκρασία του και τη θερμοκρασία του άλλου
σώματος που είναι κοντά του.
Το πρόβλημα 18 του ΦΕ5, απαιτεί από τους μαθητές να σχεδιάσουν μαθήματα για
τη θερμοκρασία και τη θερμότητα, με σκοπό να τα διδάξουν σε κάποια άλλη τάξη. Οι
μαθητές καλούνται να αναλογιστούν, τι πίστευαν πριν τις διδασκαλίες για την αιτία
διάδοσης της θερμότητας, τι ήταν αυτό που τους εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν
αυτό που τους βοήθησε να καταλάβουν, καθώς επίσης και να προτείνουν
547
πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους «μαθητές» τους να
ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
Οι μαθητές εργαζόμενοι κατά ομάδες απαντούν στις ερωτήσεις αυτές και στη
συνέχεια συζητούν πάνω στις δυσκολίες που είχαν για την κατανόηση των
μαθημάτων. Ο Παντελής αναφέρει ως δυσκολίες ορισμένες προτάσεις που
σχετίζονται με το εμπόδιο Ε5.
Τάσος, ομάδα 4
Στο πρόβλημα 1 του ΦΕ5, ζητείται από τους μαθητές να απαντήσουν αρχικά στο
ερώτημα «γιατί όταν σκεπαζόμαστε με κουβέρτες ζεσταινόμαστε;». Ο Τάσος θεωρεί
ότι η κουβέρτα δεν παράγει θερμότητα και ότι η θερμότητα πάει από τον άνθρωπο
στην κουβέρτα.
ΤΑΣΟΣ: Εγώ λέω ότι οι κουβέρτες δεν παράγουν θερμότητα. Η θερμότητα πάει από το
σώμα μας στις κουβέρτες.
Στη συζήτηση που ακολουθεί, όμως ανάμεσα στους μαθητές της ομάδας Β, ο
Τάσος φαίνεται να αμφιβάλλει για την απάντηση που έχει προτείνει.
548
διαφορετική αντίληψη, ο Τάσος εξετάζει τις θερμοκρασίες του νερού και του ψυγείου
προκειμένου να καθορίζει τη ροή της θερμότητας.
Επίσης, στο πρόβλημα 6 του Φ.Ε.5, ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι
θα συμβεί αν σε ένα γυάλινο ποτήρι που βρίσκεται στο προαύλιο του σχολείου μια
ανοιξιάτικη ημέρα τοποθετείται παγωμένος καφές.
Ο Τάσος θεωρεί ότι πάει θερμότητα από τον γύρω χώρο προς τον καφέ, επειδή
αυτός έχει χαμηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τον χώρο.
ΤΑΣΟΣ. Από την αρχή πίστευα ότι πρέπει να ξέρουμε τις θερμοκρασίες όλων των
σωμάτων του νερού και του κυλίνδρου και μετά να λέμε ότι η θερμότητα θα πάει από
εκεί που η θερμοκρασία είναι πιο μεγάλη, προς τα εκεί που είναι πιο μικρή.
549
(γ) Η συμβολή των διδακτικών καταστάσεων που αφορούν στην επεξεργασία του
εμποδίου Ε5 στη νοητική εξέλιξη των μαθητών
Μετά από την μελέτη της εξέλιξης των αντιλήψεων των μαθητών, θα εξεταστεί ο
τρόπος με τον οποίο ορισμένες από τις προτεινόμενες διδακτικές καταστάσεις
επηρέασαν την νοητική εξέλιξη των μαθητών, αναφορικά με το εμπόδιο Ε5.
Από την μελέτη των απαντήσεων των μαθητών προκύπτει ότι δεν είναι οι ίδιες
διδακτικές καταστάσεις που είναι καθοριστικές για όλους τους μαθητές. Στον Πίνακα
7.16 παρουσιάζονται, για κάθε ενδεικτική διδακτική κατάσταση, οι διαφορετικές
επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην επεξεργασία του εμποδίου Ε5 και συνεπώς στην
νοητική εξέλιξη των μαθητών.
550
Πίνακας 7.16. Επεξεργασία του εμποδίου Ε5: Συμβολή ενδεικτικών διδακτικών
καταστάσεων
551
Η συζήτηση μεταξύ των μαθητών, που πραγματοποιείται μετά από τις απαντήσεις
τους πάνω στο αρχικό πρόβλημα (πρόβλημα 1 του ΦΕ5), επιφέρει διαφορετικά
αποτελέσματα στους μαθητές. Έτσι, για τη Ευθυμία λειτουργεί προς την κατεύθυνση
της επιβεβαίωσης της αρχικής της αντίληψης (ενίσχυση εμποδίου Ε5), ενώ για τον
Τάσο είναι μια διαδικασία δημιουργίας αμφιβολιών για την απάντηση που έχει δώσει
και η οποία ήταν προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5. Αξίζει να
σημειωθεί ότι η συζήτηση αυτή, είχε θεωρηθεί ως διαδικασία με την οποία οι μαθητές
θα συνειδητοποιούσαν τις διαφωνίες τους.
Η επεξεργασία του προβλήματος 2 του ΦΕ5, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα
στους μαθητές. Στην Ευθυμία και στη Μαρία προκαλεί μια απλή και επιφανειακή
ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε5, χωρίς όμως να επιφέρει κάποια ουσιαστική αλλαγή στον
τρόπο σκέψης τους. Αυτό συνάγεται από την τάση τους να χρησιμοποιούν σε
επόμενες διδακτικές καταστάσεις, εκφράσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5. Ο
Παντελής όμως, εμπλέκεται σε μια κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση, που έχει ως
αποτέλεσμα την αλλαγή των αντιλήψεών του σχετικά με την αιτία ροής της
θερμότητας. Η σύγκρουση αυτή είναι αποτελεσματική, γεγονός που επιβεβαιώνεται
από τις απαντήσεις του στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις, κατά τις οποίες ο
Παντελής χρησιμοποιεί με συνέπεια την νέα αντίληψη που είναι προς την
κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5. Για τον Τάσο η διαδικασία αυτή
λειτουργεί προς την κατεύθυνση της επιβεβαίωσης της αρχικής του αντίληψης η
οποία ήταν προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5. Αξίζει να σημειωθεί
ότι η αντιπαράθεση αυτή των μαθητών με το πρόβλημα 2, είχε θεωρηθεί ως
διαδικασία που θα μπορούσε να εμπλέξει το σύνολο των μαθητών σε κοινωνικο-
γνωστική σύγκρουση με αποτέλεσμα οι μαθητές να δομήσουν μια νέα αντίληψη.
Η συζήτηση που πραγματοποιείται με αφορμή το πρόβλημα 3 του ΦΕ5,
λειτουργεί διαφορετικά για ορισμένους μαθητές. Στην Ευθυμία και στη Μαρία
προκαλεί μια απλή και επιφανειακή ρηγμάτωση στην αντίληψή της που συνδέεται με
το εμπόδιο Ε5, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την επανεμφάνιση της αρχικής τους
αντίληψης στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις που επεξεργάζονται. Για την
Αστερόπη είναι μια διαδικασία που την εμπλέκει σε κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση,
οπότε τροποποιεί τις αντιλήψεις της. Η Αστερόπη στις επόμενες διδακτικές
καταστάσεις εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5.
552
Για τον Παντελή αποτελεί μια επιβεβαίωση του νέου τρόπου σκέψης του ο οποίος
συνδέεται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5.
Η εμπλοκή των μαθητών με κάποιες εφαρμογές που αφορούν νέες καταστάσεις
στις οποίες εκδηλώνεται το εμπόδιο Ε5, επιφέρει σε αυτούς διαφορετικά
αποτελέσματα. Για παράδειγμα, η επεξεργασία του προβλήματος 5 του Φ.Ε.5,
προκαλεί «οπισθοδρόμηση» στον τρόπο σκέψης της Μαρίας, της Εύας και της
Ευθυμίας, εφόσον αυτές χρησιμοποιούν και πάλι την αρχική τους αντίληψη που
συνδέεται με το εμπόδιο Ε5. Για την Αστερόπη είναι μια διαδικασία επιβεβαίωσης
του νέου τρόπου σκέψης της που συνδέεται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5. Η
εφαρμογή σε νέες καταστάσεις είχε θεωρηθεί ως διαδικασία με την οποία θα
επιβεβαιωνόταν αν και κατά πόσο οι μαθητές χρησιμοποιούν το νέο τρόπο σκέψης
σχετικά με την αιτία διάδοσης της θερμότητας μεταξύ των σωμάτων. Διαπιστώνεται
λοιπόν ότι αυτού του είδους τα προβλήματα -εφαρμογές σε νέες καταστάσεις-
προκαλούν «παλινδρόμηση» ορισμένων μαθητών προς το εμπόδιο Ε5.
Η συζήτηση που ακολουθεί τις απαντήσεις των μαθητών στο πρόβλημα 5 του
ΦΕ5, επιφέρει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές. Στην Ευθυμία και στη
Μαρία επιφέρει μια απλή ρηγμάτωση στο εμπόδιο Ε5, αφού στα επόμενα
προβλήματα χρησιμοποιούν την αρχική τους αντίληψη. Η Εύα εμπλέκεται σε μια
κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που επιφέρει αλλαγή στις αντιλήψεις της, γεγονός
που επιβεβαιώνεται από τις απαντήσεις της στα επόμενα προβλήματα, οι οποίες
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5.
Η εμπλοκή των μαθητών με ένα πρόβλημα που αποτελεί εφαρμογή σε μια νέα
κατάσταση (πρόβλημα 8 του ΦΕ5), προκαλεί και πάλι διαφορετικά αποτελέσματα
στους μαθητές. Για παράδειγμα, στην Ευθυμία επιφέρει μια «οπισθοδρόμηση» προς
το εμπόδιο Ε5, ενώ η Μαρία εκδηλώνει μια αντίληψη που συνδέεται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ5. Η Μαρία όμως, στη συνέχεια, δεν χρησιμοποιεί με συνέπεια
τη νέα αντίληψη, αφού με αφορμή το πρόβλημα 10 του Φ.Ε.5 «οπισθοδρομεί» προς
το εμπόδιο Ε5.
Με το πρόβλημα 12 του Φ.Ε.5 επιδιώκεται οι μαθητές να συγκρίνουν τις
αντιλήψεις που είχαν πριν τις διδασκαλίες της ενότητας μαθημάτων Ε με τις
αντιλήψεις που έχουν οικοδομήσει αναφορικά με την αιτία διάδοσης της θερμότητας.
Αυτή η διδακτική κατάσταση συμβάλλει ιδιαίτερα στην επεξεργασία του εμποδίου
Ε5. Πιο συγκεκριμένα, η Ευθυμία και η Μαρία κατά την επεξεργασία του
προβλήματος αυτού, εμπλέκονται σε μια κοινωνικο-γνωστική σύγκρουση που
553
επιφέρει αλλαγή στις αντιλήψεις τους, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις
απαντήσεις τους στα επόμενα προβλήματα, οι οποίες συνδέονται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ5. Διαπιστώνεται λοιπόν ο ιδαίτερος ρόλος που διαδραματίζουν
οι διδακτικές καταστάσεις που ενέχουν μεταγνωστικές διαδικασίες στην επεξεργασία
του εμποδίου Ε5.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, τα όσα αφορούν στην εξέλιξη της νοητικής προόδου των
μαθητών αναφορικά με τα εμπόδια και τη συμβολή των διδακτικών καταστάσεων -
που συγκροτήθηκαν για την επεξεργασία των εμποδίων- στη νοητική πρόοδο των
μαθητών, προκύπτουν μια σειρά από διαπιστώσεις που παρουσιάζονται ακολούθως.
Διαπιστώνεται καταρχήν ότι κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του προγράμματος
μαθημάτων στη σχολική τάξη, η εξέλιξη της νοητικής προόδου των μαθητών δεν
είναι ομοιόμορφη. Εντοπίζονται μαθητές με μια συνεχή νοητική πρόοδο και μαθητές
με «παλινδρομήσεις» (βλ. Πίνακες 7.4, 7.7, 7.10, 7.12, 7.15). Ειδικότερα, υπάρχουν
μαθητές που μετά τα πρώτα πειραματικά αποτελέσματα χρησιμοποιούν συστηματικά
αντιλήψεις που συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους (ομάδα 3). Υπάρχουν
όμως μαθητές που «παλινδρομούν» ανάμεσα στις αρχικές και στις προς οικοδόμηση
αντιλήψεις κατά τη διάρκεια ορισμένων διδακτικών καταστάσεων μέχρι να
αποκτήσουν την ικανότητα να χρησιμοποιούν συστηματικά αντιλήψεις που
συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους (ομάδα 2). Είναι ελάχιστοι οι μαθητές,
που είτε εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τις αρχικές τους αντιλήψεις -που
συνδέονται με τα εμπόδια- παρά τα αντίθετα με τις προβλέψεις τους πειραματικά
αποτελέσματα (ομάδα 1), είτε χρησιμοποιούν σε όλο το εύρος των διδακτικών
καταστάσεων αντιλήψεις που συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους (ομάδα 4).
Επιπλέον, μια διδακτική κατάσταση η οποία στοχεύει στη διδακτική επεξεργασία
ενός εμποδίου, μπορεί να προκαλέσει διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές (βλ.
Πίνακες 7.5, 7.8, 7.11, 7.13, 7.16). Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν μαθητές που
οικοδομούν αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου, κυρίως
μέσω κοινωνικο-γνωστικών συγκρούσεων, αλλά υπάρχουν και μαθητές που
εκδηλώνουν αντιλήψεις που έχουν στοιχεία τόσο από το εμπόδιο όσο και από τον
επιδιωκόμενο στόχο. Επίσης, αλλοι μαθητές εξακολουθούν να ενεργοποιούν
αντιλήψεις που αποτελούν είτε εκδηλώσεις του εμποδίου είτε του επιδιωκόμενου
στόχου.
554
Οι διδακτικές καταστάσεις που περιλαμβάνουν εκτέλεση πειραμάτων από τους
μαθητές, φαίνεται ότι δεν προκαλούν πάντα τροποποίηση των αντιλήψεων των
μαθητών [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 3]. Από την ανάλυση του
προφορικού και του γραπτού λόγου των μαθητών προκύπτει ότι τα περισσότερα από
τα πειραματικά αποτελέσματα, μολονότι μπορεί να ήταν μη αναμενόμενα από τους
μαθητές, απλά τους προκαλούν έκπληξη και επιφανειακές ρηγματώσεις στα εμπόδια,
γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις επόμενες διδακτικές κατατσάσεις όπου αυτοί οι
μαθητές ενεργοποιούν αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του εμποδίου.
Ωστόσο, ορισμένοι μαθητές φαίνεται να τροποποιούν τις αντιλήψεις τους μετά
από την εκτέλεση πειραμάτων. Ειδικότερα, όταν η εκτέλεση των πειραμάτων από
τους μαθητές, συνοδεύεται με συζητήσεις, όπου οι μαθητές αντιπαραθέτουν ιδέες
προσπαθώντας να υποστηρίξουν τις απόψεις τους, τότε υπάρχουν αυξημένες
πιθανότητες οι μαθητές να οικοδομήσουν νέες αντιλήψεις [βλ. π.χ., υποενότητα
7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 4].
Η διαδικασία σχεδίασης και εκτέλεσης έρευνας από τους ίδιους τους μαθητές
προκειμένου να απαντήσουν σε ένα πρόβλημα φαίνεται να συμβάλλει στην
επεξεργασία των εμποδίων. Αρκετοί από τους μαθητές που σχεδίασαν και
πραγματοποίησαν έρευνες οικοδόμησαν αντιλήψεις προς την κατεύθυνση των
επιδιωκόμενων στόχων [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(2), διδακτικό στάδιο 3].
Η εμπλοκή των μαθητών σε νέες διδακτικές καταστάσεις σε σχέση με αυτές που
οι ίδιοι έχουν επεξεργαστεί, προκαλεί σε ορισμένους μαθητές «παλινδρόμηση» προς
τις αρχικές τους αντιλήψεις [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 5]. Οι
μαθητές αυτοί, ενώ σε μια σειρά διδακτικών καταστάσεων χρησιμοποιούν
συστηματικά τις νέες αντιλήψεις που έχουν οικοδομήσει, με αφορμή την εμπλοκή
τους σε νέες καταστάσεις με διαφορετικά χαρακτηριστικά (σε σχέση με ορισμένα
χαρακτηριστικά των διδακτικών καταστάσεων που έχουν επεξεργαστεί),
«παλινδρομούν» προς τις αρχικές τους αντιλήψεις. Εντοπίζονται επίσης μαθητές που
σε αυτές τις διδακτικές καταστάσεις ενεργοποιούν αντιλήψεις που έχουν στοιχεία
τόσο από το εμπόδιο και από τον επιδιωκόμενο στόχο [βλ. π.χ., υποενότητα
7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 5].
Οι διδακτικές καταστάσεις που εστιάζονται στην επεξεργασία περισσότερων του
ενός εμποδίων προκαλούν σε αρκετούς μαθητές «παλινδρόμηση» στην αρχική τους
γνωστική κατάσταση. Οι ίδιες όμως διδακτικές καταστάσεις είναι για ορισμένους
555
μαθητές «κρίσιμες» σε ό,τι αφορά την οικοδόμηση νέων αντιλήψεων και για την
αποσαφήνιση των εμποδίων [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 7].
Επίσης, διδακτικές καταστάσεις που πριμοδοτούν μετατοπίσεις των μαθητών
προς τους επιδιωκόμενους στόχους είναι αυτές που αποσκοπούν στη συμβολική
αναπαράσταση των εμποδίων ή στην έκφραση από πλευράς των μαθητών κρίσεων
πάνω σε προτάσεις στις οποίες συνδέονται με εμπόδια, καθώς επίσης και αυτές που
τους προτρέπουν σε συγκρίσεις ανάμεσα στις αρχικές τους αντιλήψεις και στις
αντιλήψεις που επιδιώκεται να οικοδομήσουν. Αυτού του είδους οι διδακτικές
καταστάσεις φαίνεται να συμβάλουν αποφασιστικά στην αναγνώριση των εμποδίων
από τους μαθητές [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 6, καθώς επίσης
και Πίνακες 7.3, 7.6, 7.9, 7.14).
Όμως, η διαδικασία αναγνώρισης των εμποδίων από τους μαθητές εμπεριέχει
δυσκολίες. Ορισμένοι μαθητές δεν προτείνουν διατυπώσεις εμποδίων αλλά δίνουν
απαντήσεις για παράδειγμα του τύπου «δεν το ξέρω» ή «δεν το βρίσκω». Επίσης,
συχνά υιοθετείται από τους μαθητές η λογική του «σωστού/λάθους», ενώ η
αναγνώριση των εμποδίων απαιτεί να ανακαλείται το επίπεδο της σκέψης που
υποβόσκει [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(1), διδακτικό στάδιο 6].
Η διδακτική κατάσταση που αναφέρεται στο σχεδιασμό από τους μαθητές σειράς
μαθημάτων με σκοπό τη διδασκαλία άλλων μαθητών, διαπιστώνεται ότι έχει
αυξημένες πιθανότητες να συμβάλει στην αποσαφήνιση των εμποδίων και κατά
συνέπεια στην αναγνώρισή τους από τους μαθητές [βλ. π.χ., υποενότητα 7.3.1.1.(1),
διδακτικό στάδιο 8].
Στους μαθητές λοιπόν δεν παρατηρούνται πάντα τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Υπάρχουν αρκετές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο θεωρητικό σχέδιο μιας
διδασκαλίας και στην εφαρμογή του στη σχολική τάξη. Ο χαρακτηρισμός επομένως
των φάσεων της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων με όρους όπως
«αποσταθεροποίηση», «εννοιολογική αναδόμηση» και «αναγνώριση των εμποδίων»
είναι σχετικός. Παρά όμως τις δυσκολίες που ανακύπτουν η διδακτική επεξεργασία
των εμποδίων σε μαθητές δημοτικού αναδεικνύεται εφικτή. Η πλειοψηφία των
μαθητών στις τελευταίες διδακτικές καταστάσεις του προγράμματος μαθημάτων,
χρησιμοποιεί συστηματικά αντιλήψεις προς την κατεύθυνση των επιδιωκόμενων
στόχων.
556
7.3.1.2. Η συμβολή των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων στη νοητική
εξέλιξη των μαθητών
Από τη μελέτη του γραπτού και προφορικού λόγου των μαθητών, προέκυψαν
ορισμένες περιπτώσεις αποφυγής της σύγκρουσης. Οι περιπτώσεις αυτές, κατά σειρά
αύξουσας συχνότητας εμφάνισής τους, είναι:
(α) Άρνηση πειραματικού γεγονότος (ο μαθητής αρνείται να παραδεχθεί το
πειραματικό γεγονός που είναι διαφορετικό από τις προβλέψεις του).
(β) «Συμβιβασμός» αρχικής και επιδιωκόμενης αντίληψης (ο μαθητής αναμειγνύει
στοιχεία της αρχικής του αντίληψης και αυτής που επιδιώκεται να οικοδομήσει).
(γ) Αποδοχή αντίληψης χωρίς ενσωμάτωση (ενώ δεν έχει τροποποιήσει την αρχική
του αντίληψη, ο μαθητής αποδέχεται μια νέα αντίληψη χωρίς όμως να την έχει
ενσωματώσει στον τρόπο σκέψης του).
Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι παραπάνω περιπτώσεις αποφυγής της
σύγκρουσης, συνοδευόμενες από αποσπάσματα διαλόγων ή απαντήσεων μαθητών.
557
(α) Άρνηση πειραματικού γεγονότος
Κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι μαθητές
αρνούνται να παραδεχθούν το πειραματικό γεγονός που είναι αντίθετο με τις αρχικές
προβλέψεις τους και ως εκ τούτου αποφεύγουν τη σύγκρουση που επιδιώκει να
προκαλέσει ο διδάσκοντας ανάμεσα στις αρχικές αντιλήψεις των μαθητών και στα
πειραματικά αποτελέσματα θέτοντας ένα συγκεκριμένο πρόβλημα.
Ακολουθεί ενδεικτικά η παρουσίαση δύο τέτοιων περιπτώσεων.
558
Στο απόσπασμα συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές της ομάδας Ε που ακολουθεί,
η Ευθυμία και η Ελίνα αρνούνται το πειραματικό γεγονός και εμμένουν σταθερά
στην αρχική τους αντίληψη.
559
Μια παρόμοια περίπτωση με αφορμή το ίδιο πείραμα συμβαίνει και στην ομάδα
εργασίας Δ. Η Ευθυμία, και εδώ, είναι σίγουρη για την ορθότητα της απάντησής της
και θεωρεί ότι τα θερμόμετρα λειτουργούν λανθασμένα.
560
της αρχικής τους αντίληψης (η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα εξαρτάται από
τη σύστασή τους) και της αντίληψης προς οικοδόμηση (η θερμοκρασία που αποκτούν
τα σώματα εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους).
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι μαθητές αποφεύγουν τη σύγκρουση ανάμεσα στην
αρχική τους αντίληψη και στην αντίληψη προς οικοδόμηση και κάνουν ένα
«συμβιβασμό» ανάμεσα στις δύο αντιλήψεις. Αποδέχονται ταυτόχρονα το ρόλο της
σύστασης των σωμάτων στη διαμόρφωση της τελικής θερμοκρασίας τους και
παράλληλα λαμβάνουν υπόψη τους τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος των
σωμάτων.
Ακολουθούν δύο παραδείγματα απαντήσεων μαθητών.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ έβαλα ότι όλα δεν θα έχουν τη θερμοκρασία του δωματίου. Το παγωμένο
κουτάκι του αναψυκτικού θα έχει θερμοκρασία λίγο κάτω από του δωματίου, γιατί είναι
αλουμινένιο…
561
οικοδόμηση (η θερμότητα είναι υπεύθυνη για τη θέρμανση και τη ψύξη των
σωμάτων).
Στο απόσπασμα συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές της ομάδας Β που ακολουθεί,
ο Αντώνης δεν συμφωνεί με τις απαντήσεις των συμμαθητών του και εκδηλώνει μια
νέα αντίληψη, προϊόν «συμβιβασμού», που δεν είχε εμφανιστεί στα προηγούμενα
μαθήματα. Στην παρατήρηση των συμμαθητών του ότι το ψυγείο δίνει θερμότητα ή
ότι η θερμότητα θερμαίνει, ο Αντώνης διευκρινίζει ότι το ψυγείο δίνει θερμότητα και
αυτή ψύχει τα σώματα.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Δεν συμφωνώ. Το ψυγείο δίνει θερμότητα στο νερό και το νερό κρυώνει.
ΤΑΣΟΣ: Μήπως θέλεις να πεις ότι το ψυγείο στέλλει κρύο;
ΑΝΤΩΝΗΣ: Μα είπαμε ότι δεν υπάρχει κρύο μόνο θερμότητα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Η θερμότητα όμως θερμαίνει, δεν παγώνει το νερό.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Η θερμότητα που έρχεται από το ψυγείο κρυώνει το νερό.
(γ) Αποδοχή αντίληψης χωρίς ενσωμάτωσή της στον τρόπο σκέψης του μαθητή
Οι μαθητές σε αρκετές περιπτώσεις αποδέχονται μια αντίληψη, χωρίς όμως να
έχουν εγκαταλείψει τις αρχικές τους αντιλήψεις και χωρίς να την έχουν οικειοποιηθεί.
Οι μαθητές ενώ φαίνονται να χρησιμοποιούν συστηματικά τη νέα αντίληψη,
υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να επανέλθουν, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας
κατάστασης, στη χρήση των αρχικών τους αντιλήψεων.
Ακολουθεί η παρουσίαση τριών ενδεικτικών περιπτώσεων αποδοχής μιας
αντίληψης χωρίς όμως οικειοποίησή της από τους μαθητές.
562
βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον είναι ίση με τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός τους (επιδιωκόμενος στόχος Ε1). Φαίνεται όμως ότι η ενεργοποίηση
της νέας αντίληψης γίνεται περισσότερο «μηχανικά» γιατί στη συνέχεια, με αφορμή
τη μελέτη μιας νέας κατάστασης (π.χ. πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2), οι μαθητές αυτοί
επανέρχονται στην αρχική τους αντίληψη.
Συγκεκριμένα, στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2 ζητείται από τους μαθητές να
προβλέψουν αν θα αισθάνονται το ίδιο ζεστές δύο ράβδους -μια ξύλινη και μια
σιδερένια που βρίσκονται μέσα σε ένα αυτοκίνητο για αρκετό χρόνο- και αν οι
ράβδοι θα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες.
Από τις απαντήσεις ορισμένων μαθητών στο πρόβλημα αυτό προκύπτει ότι
θεωρούν πως η σιδερένια ράβδος θα έχει υψηλότερη θερμοκρασία επειδή την
αισθάνονται πιο θερμή. Από τη συζήτηση μεταξύ των μαθητών που ακολουθεί,
προκύπτει ότι χρησιμοποιούν ως αιτιολόγηση της απάντησής τους την αρχική τους
αντίληψη (η θερμοκρασία των σωμάτων που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο ίδιο
περιβάλλον εξαρτάται από ορισμένα χαρακτηριστικά των σωμάτων). Παρά λοιπόν τη
διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1, που προηγήθηκε, και τη συστηματική χρήση
της νέας αντίληψης (π.χ. στα προβλήματα 3, 4 και 5 του Φ.Ε.1), με αφορμή τη μελέτη
μιας άλλης κατάστασης (πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2), οι μαθητές αυτοί επανήλθαν στην
αρχική τους αντίληψη. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι στα προβλήματα 3, 4 και 5 του
Φ.Ε.1 είχαν αποδεχθεί την νέα αντίληψη χωρίς να την έχουν ενσωματώσει στον
τρόπο σκέψης τους.
Για παράδειγμα, ο Θανάσης στην αρχή των διδασκαλιών, στα πλαίσια της
επεξεργασίας του προβλήματος 1 του Φ.Ε.1, θεωρεί ότι το σιδερένιο ταψί και το κέικ
θα έχουν διαφορετικές θερμοκρασίες, εξαιτίας της σύστασής τους. Εκδηλώνει
δηλαδή μια αντίληψη που συνδέεται με το εμπόδιο Ε1.
563
ΔΗΜΗΤΡΑ: Τι λες εσύ Θανάση για το νερό και τον κύβο;
ΘΑΝΑΣΗΣ: Και το νερό και ο σιδερένιος κύβος θα έχουν θερμοκρασία 20ο.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Γιατί θα είναι έτσι;
ΘΑΝΑΣΗΣ: Δεν μας νοιάζει το υλικό τους αλλά η θερμοκρασία που έχει το δωμάτιο.
Αφού είναι 20ο τόση θα έχουν και αυτά.
Ο Θανάσης όμως, στα πλαίσια της επεξεργασίας του προβλήματος 1 του Φ.Ε.2,
επανέρχεται στην αρχική του αντίληψη και εμμένει σε αυτήν παρά τις διαφωνίες των
συμμαθητών του.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Οι ράβδοι βρίσκονται για πολλές ώρες στο αυτοκίνητο. Άρα θα έχουν τη
ίδια θερμοκρασία.
ΘΑΝΑΣΗΣ: Όταν αγγίζουμε ένα σίδερο, δεν καταλαβαίνουμε τη θερμοκρασία του;
ΕΥΑ: Ναι την καταλαβαίνουμε.
ΘΑΝΑΣΗΣ: Άρα δεν έχουν ίδια θερμοκρασία. Το σίδερο είναι πιο ζεστό, δηλαδή έχει
μεγάλη θερμοκρασία.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Μα είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πολλές ώρες.
ΘΑΝΑΣΗΣ: Ε και. Η μια ράβδος είναι σιδερένια γι’ αυτό είναι πιο ζεστή. Είναι από
μέταλλο γι’ αυτό έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία και τη νιώθουμε πιο ζεστή.
564
σκεπάζονται με κουβέρτες, η Ευθυμία μια μαθήτρια της ομάδας εργασίας Ε, θεωρεί
ότι η κουβέρτα παράγει θερμότητα, επειδή είναι ζεστή.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Οι κουβέρτες μας ζεσταίνουν γιατί μας δίνουν θερμότητα επειδή είναι
ζεστές.
Στη συνέχεια, στα πλαίσια της επεξεργασίας του προβλήματος 4 του Φ.Ε.4, στο
οποίο ζητείται από τους μαθητές να εξηγήσουν τι συμβαίνει όταν ένα θερμό σώμα
έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα, η Ευθυμία θεωρεί ότι διαδίδεται θερμότητα
από το σώμα που έχει υψηλότερη προς το σώμα που έχει χαμηλότερη θερμοκρασία,
επειδή το ένα σώμα έχει υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με το άλλο. Φαίνεται
λοιπόν ότι η Ευθυμία έχει τροποποιήσει την αρχική της αντίληψη και έχει αποδεχθεί
ότι είναι ανάγκη να εξετάζονται οι θερμοκρασίες και των δύο σωμάτων προκειμένου
να αποφανθεί για τη διάδοση της θερμότητας.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πάει θερμότητα από το ζεστό νερό στο κρύο γιατί το νερό αυτό είναι πιο
ζεστό από αυτό.
Όμως, με αφορμή το πρόβλημα 5 του ΦΕ5, στο οποίο ζητείται από τους μαθητές
να εξηγήσουν τη ψύξη ενός δοχείου με νερό που τοποθετείται σε ένα ψυγείο, η
Ευθυμία εξηγεί τη ψύξη του νερού θεωρώντας ότι διαδίδεται ψύχος από το ψυγείο
προς το νερό, επειδή το ψυγείο είναι ψυχρό.
565
Όταν όμως οι μαθητές διαπραγματεύτηκαν τα προβλήματα 7 έως 11 του Φ.Ε.3, οι
περισσότεροι λάμβαναν υπόψη τους τη μάζα και τη σύσταση των σωμάτων
προκειμένου να αποφανθούν για τη σχέση ανάμεσα στη θερμότητα και τη
θερμοκρασία των σωμάτων. Προέκυπτε λοιπόν μια κατ’ αρχήν αποδοχή της νέας
αντίληψης, σύμφωνα με την οποία η θερμότητα συνδέεται όχι μόνο με τη
θερμοκρασία αλλά και με τη μάζα και τη σύσταση των σωμάτων.
Με αφορμή όμως, την επεξεργασία του προβλήματος 12 του Φ.Ε.3, όπου ζητείται
από τους μαθητές η σχέση ανάμεσα στις θερμοκρασίες που αποκτούν και στις
ποσότητες θερμότητας που δέχονται δύο διαφορετικού μεγέθους κομμάτια πίτσας
που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε φούρνο σταθερής θερμοκρασίας, αρκετοί από
τους μαθητές που στα προηγούμενα προβλήματα χρησιμοποιούσαν συστηματικά την
νέα αντίληψη, «παλινδρόμησαν» στην αρχική τους αντίληψη και θεωρούσαν ότι τα
κομμάτια της πίτσας «θα έχουν ίδια θερμότητα επειδή έχουν ίδια θερμοκρασία».
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι μαθητές είχαν αποδεχθεί και χρησιμοποιούσαν
συστηματικά μια αντίληψη χωρίς όμως να την έχουν ενσωματώσει στον τρόπο
σκέψης τους.
Για παράδειγμα, η Ευθυμία στα πλαίσια της επεξεργασίας του προβλήματος 4 του
Φ.Ε.3 (στο οποίο ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη σχέση των
θερμοκρασιών δύο ίσων ποσοτήτων γάλακτος που βρίσκονται μέσα σε ένα θερμό
φούρνο για δύο ώρες καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που
έλαβαν), θεωρεί ότι το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίδια θερμοκρασία και θα πάρει
ίσες ποσότητες θερμότητας, λέγοντας ότι «αφού έχουν την ίδια θερμοκρασία θα έχουν
και την ίδια θερμότητα» (αρχική αντίληψη).
ΕΥΘΥΜΙΑ: Σίγουρα το γάλα και στις δυο κούπες θα έχει την ίδια θερμοκρασία. Λέω
ακόμα ότι θα έχουν και την ίδια θερμότητα.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Πως το δικαιολόγησες;
ΕΥΘΥΜΙΑ: Αφού έχουν την ίδια θερμοκρασία θα έχουν και την ίδια θερμότητα.
Στα πλαίσια της επεξεργασίας του προβλήματος 8 του Φ.Ε.3 (στο οποίο ζητούνται
προβλέψεις και εξηγήσεις αναφορικά με τη σχέση των θερμοκρασιών δύο
διαφορετικών ποσοτήτων νερού που θερμαίνονται από όμοιες πηγές και λαμβάνουν
ίσες ποσότητες θερμότητας), η Ευθυμία θεωρεί ότι τα δύο σώματα που δέχθηκαν ίσες
566
ποσότητες θερμότητας θα αποκτήσουν διαφορετικές θερμοκρασίες εξαιτίας της
διαφορετικής μάζας τους (νέα αντίληψη).
ΕΥΘΥΜΙΑ: Μπορεί να έχουν πάρει την ίδια θερμότητα αλλά θα έχουν άλλες
θερμοκρασίες. Πιο ζεστό θα είναι αυτό εδώ γιατί είναι πιο μικρό μέγεθος.
Όμως, η ίδια μαθήτρια με αφορμή την επεξεργασία του προβλήματος 12 του Φ.Ε.3
(στο οποίο ζητείται η σχέση των θερμοκρασιών δύο διαφορετικού μεγέθους
κομματιών πίτσας που έχουν ίσες αρχικές θερμοκρασίες και που βρίσκονται για
αρκετό χρόνο σε φούρνο, καθώς επίσης και η σχέση των ποσοτήτων θερμότητας που
δέχθηκαν), «παλινδρομεί» στην αρχική της αντίληψη.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Πρέπει η θερμοκρασία ενός κομματιού της πίτσας και ολόκληρη η άλλη
πίτσα να έχουν ίδια θερμοκρασία και στη δεύτερη ερώτηση το ίδιο, δηλαδή θα έχουν
πάρει και ίδιες θερμότητες.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Μα το ένα κομμάτι πίτσα είναι πολύ μικρό και χρειάζεται λιγότερη
ποσότητα θερμότητας.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Θα έχουν ίδιες θερμοκρασίες, γιατί να μην έχουν και ίδιες θερμότητες;
Έτσι πρέπει.
Η αποδοχή από πλευράς των μαθητών μιας αντίληψης χωρίς ενσωμάτωσή της
στον τρόπο σκέψης τους, μπορεί να συμβεί για διάφορους λόγους. Από την ανάλυση
του προφορικού λόγου των μαθητών προκύπτει ότι οι μαθητές ορισμένες φορές
αποδέχονται μια αντίληψη χωρίς να την έχουν ιδιοποιηθεί εξαιτίας του «κλίματος»
της ομάδας στην οποία ανήκουν (Peterfalvi 1997). Οι μαθητές δηλαδή, αρκετές
φορές, παραδέχονται ότι χρησιμοποιούσαν μια συγκεκριμένη αντίληψη επειδή ήταν
σίγουροι ότι οι υπόλοιποι συμμαθητές τους ή ο «καλός μαθητής» της ομάδας τους θα
εξέφραζαν την ίδια αντίληψη με αυτούς.
Για παράδειγμα, στο απόσπασμα της συζήτησης των μαθητών της ομάδας
εργασίας Γ που ακολουθεί, η Μαρία παραδέχεται ότι σε ορισμένες ερωτήσεις έδινε
μια συγκεκριμένη απάντηση επειδή ήταν σίγουρη ότι την ίδια απάντηση θα έδιναν
και οι συμμαθητές της. Πιο συγκεκριμένα, ο διάλογος μεταξύ των μαθητών που
ακολουθεί έγινε με βάση τις απαντήσεις των μαθητών στο πρόβλημα 17 του Φ.Ε.5
και ειδικότερα με μια ερώτηση του προβλήματος αυτού που ζητά από τους μαθητές
567
να αιτιολογήσουν γιατί ένα δοχείο με ζεστό νερό που τοποθετείται σε ένα δωμάτιο,
χάνει θερμότητα και επομένως ψύχεται.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Εγώ πίστευα ότι δεν έχουν ίδια θερμοκρασία…Έλεγα ότι η θερμοκρασία
είναι ίδια επειδή το έλεγε ο Τάσος…Ο Τάσος είναι ο πιο καλός μαθητής, δεν κάνει
λάθος.
568
Άλλες φορές οι μαθητές αποδέχονται μια αντίληψη χωρίς να την έχουν
ιδιοποιηθεί, εξαιτίας του «επαγγέλματος μαθητής» (Peterfalvi 1997). Οι μαθητές
δηλαδή, συχνά δίνουν μια απάντηση επειδή πιστεύουν ότι αυτή θα είναι η απάντηση
που περιμένει να ακούσει ο δάσκαλός τους από αυτούς.
ΕΥΑ: Τώρα το κατάλαβα…Να σας πω κάτι Κύριε. Στα πρώτα μαθήματα έλεγα ότι όλα
(τα σώματα) θα έχουν την ίδια θερμοκρασία, επειδή σκεφτόμουν ότι αυτή την απάντηση
θα λέγατε ότι είναι η σωστή.
Από τη μελέτη του γραπτού και προφορικού λόγου των μαθητών, προκύπτουν
ορισμένες περιπτώσεις αποδοχής της σύγκρουσης από τους μαθητές. Οι περιπτώσεις
αυτές κατά σειρά φθίνουσας συχνότητας εμφάνισής τους, είναι:
(α) Σύγκρουση βασισμένη σε λειτουργική σύνδεση με προηγούμενες εμπειρίες.
(β) Σύγκρουση βασισμένη σε «πειστικές» εξηγήσεις.
(γ) Σύγκρουση βασισμένη σε πειραματικά αποτελέσματα.
(δ) Σύγκρουση βασισμένη σε στοιχεία της διδακτικής κατάστασης.
(ε) Σύγκρουση βασισμένη στην αντιπαράθεση ιδεών.
Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι παραπάνω περιπτώσεις αποδοχής της
σύγκρουσης, συνοδευόμενες από αποσπάσματα διαλόγων ή απαντήσεων μαθητών.
569
ΜΑΡΙΑ: Θα έχουν ίδια θερμοκρασία αφού είναι μέσα στο φούρνο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Και για τη θερμότητα που πήραν;
ΜΑΡΙΑ: Ε, θα πάρουν την ίδια θερμότητα αφού έχουν ίδια θερμοκρασία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Ναι, συμφωνώ.
Ο Παντελής όμως, υπενθυμίζει στη Μαρία ένα πείραμα που είχαν σχεδιάσει και
εκτελέσει σε προηγούμενα μαθήματα και αφορούσε στη σχέση θερμότητας και
θερμοκρασίας σε σώματα που έχουν ίδια σύσταση και διαφορετικές μάζες. Στη
συζήτηση που ακολουθεί, η Μαρία πλέον θεωρεί ότι η θερμότητα που δέχεται ένα
σώμα σχετίζεται όχι μόνο με τη θερμοκρασία του αλλά και με τη μάζα του.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι, αλλά δεν θυμάστε όταν είχαμε τα φλιτζάνια με το γάλα μέσα στο
φούρνο;
ΜΑΡΙΑ: Α, εκεί που είχαμε ζεστάνει δυο ποτήρια με λίγο και πολύ γάλα;
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι, που βρήκαμε ότι έχουν ίδια θερμοκρασία.
ΜΑΡΙΑ: Ε, τότε όμως βρήκαμε ότι το πολύ γάλα παίρνει πιο πολύ θερμότητα.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Είπαμε ότι τα γάλατα παίρνουν θερμότητα και πιο πολύ παίρνει αυτό που
είναι μεγαλύτερο.
ΜΑΡΙΑ: Άρα και εδώ το μεγάλο κομμάτι της πίτσας θέλει πιο πολύ θερμότητα για να
ζεσταθεί.
ΜΑΙΚ: Ναι, γιατί το μικρό έχει πιο λίγο χώρο και η θερμότητα είναι λιγότερη.
ΜΑΡΙΑ: Α, δηλαδή έχουν ίδια θερμοκρασία, αλλά για τη θερμότητα μας ενδιαφέρει να
ξέρουμε πιο είναι μεγαλύτερο.
ΜΑΙΚ: Δεν είναι το ίδιο πράγμα η θερμοκρασία και η θερμότητα.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Στη θερμοκρασία μας ενδιαφέρει ο γύρω χώρος. Στη θερμότητα πόσο
μεγάλο είναι κάθε πράγμα.
570
που περιέχει ένα σώμα εξαρτάται όχι μόνο από τη θερμοκρασία του αλλά και από τη
μάζα του.
ΜΑΡΙΑ: Έχουν την ίδια θερμοκρασία αλλά δεν έχουν την ίδια θερμότητα. Περισσότερη
θερμότητα έχει αυτό που έχει πιο μεγάλη μάζα.
ΜΑΡΙΑ: Εγώ λέω ότι θα νιώθω τη σιδερένια ράβδο πιο ζεστή από τη ξύλινη. Η
σιδερένια ράβδος θα έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία, γιατί είπα ότι θα τη νιώθω πιο
ζεστή.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Και εγώ λέω το ίδιο με τη Μαρία…
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Βλέπω ότι όλοι συμφωνούμε ότι θα νιώθουμε τη σιδερένια ράβδο πιο
ζεστή. Δεν συμφωνούμε για τη θερμοκρασία. Εγώ λέω ότι πρέπει οι δύο ράβδοι να
έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί και οι δύο είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πέντε ώρες.
Όλα τα πράγματα που είναι μέσα σε ένα χώρο έχουν τη θερμοκρασία αυτού του χώρου.
Δεν έχει σημασία το υλικό τους.
ΜΑΡΙΑ: Τώρα που το σκέφτομαι λέω ότι πρέπει οι ράβδοι να έχουν την ίδια
θερμοκρασία, αυτή που θα έχει το αυτοκίνητο.
571
Για παράδειγμα, στο πρόβλημα 5 του Φ.Ε.3 ζητούνται προβλέψεις και εξηγήσεις
αναφορικά με τη σχέση των θερμοκρασιών δύο διαφορετικών ποσοτήτων γάλακτος
που βρίσκονται μέσα σε ένα θερμό φούρνο για δύο ώρες. Η Μαρία θεωρεί ότι οι δύο
διαφορετικές ποσότητες γάλακτος θα αποκτήσουν ίσες θερμοκρασίες με τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντός τους.
ΜΑΡΙΑ: Το γάλα στις δύο κούπες θα έχει ίσες θερμοκρασίες. Η θερμοκρασία του
γάλακτος σε κάθε κούπα θα είναι 50 βαθμούς γιατί τόση είναι η θερμοκρασία του
φούρνου. Δεν έχει σημασία το μέγεθός τους.
ΕΥΘΥΜΙΑ: Οι κουβέρτες μας ζεσταίνουν γιατί μας δίνουν θερμότητα επειδή είναι
ζεστές.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Δεν νομίζω να δίνουν θερμότητα οι κουβέρτες.
ΜΑΙΡΗ: Πως, αφού είναι ζεστές θα πρέπει να μας δίνουν θερμότητα και γι’ αυτό μας
ζεσταίνουν.
572
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Μπορεί να είναι έτσι. Ε, ναι έχεις δίκιο Μαίρη. Αφού είναι ζεστές θα
δίνουν θερμότητα.
ΑΣΤΕΡΟΠΗ: Ε, να κάνουμε ένα πείραμα για να δούμε ποια είναι σωστή…
Την αντίληψη της διάδοσης της θερμότητας από ένα σώμα σε ένα άλλο σώμα
εξαιτίας της διαφοράς θερμοκρασίας τους, η Ανδριάνα την χρησιμοποιεί
συστηματικά στις επόμενες διδακτικές καταστάσεις που διαπραγματεύεται. Για
παράδειγμα, στο πλαίσιο της επεξεργασίας του προβλήματος 3 του Φ.Ε.5, η
Ανδριάνα θεωρεί ότι η αιτία διάδοσης της θερμότητας από το νερό στον κύλινδρο
είναι η διαφορά θερμοκρασίας τους.
ΑΝΔΡΙΑΝΑ: Επειδή η θερμοκρασία του νερού είναι πιο μεγάλη από του κυλίνδρου,
πάει θερμότητα από το νερό στον κύλινδρο.
573
(δ) Σύγκρουση βασισμένη σε στοιχεία της διδακτικής κατάστασης
Στην περίπτωση αυτή ορισμένα στοιχεία της διδακτικής κατάστασης που
επεξεργάζεται ο μαθητής μπορεί να σταθούν αιτία ώστε να προκληθεί γνωστική
σύγκρουση στις ιδέες του μαθητή. Ως τέτοια στοιχεία φαίνεται να λειτουργούν το
απεικονιστικό υλικό και το κείμενο των προβλημάτων που υπάρχουν στα φύλλα
εργασίας των μαθητών. Ο μαθητής δηλαδή, οικοδομεί μια νέα αντίληψη από τη
σύγκρουση των ιδεών του με ιδέες που αναδύονται με αφορμή ορισμένα στοιχεία της
διδακτικής κατάστασης (εικόνες, κείμενο). Στη συνέχεια, ο μαθητής χρησιμοποιεί με
συνέπεια τη νέα αντίληψη.
Για παράδειγμα, από τον παρακάτω διάλογο των μαθητών της ομάδας εργασίας Α,
προκύπτει ότι η Δήμητρα στο πλαίσιο της επεξεργασίας του προβλήματος 7 του
Φ.Ε.1, όπου επιχειρείται μια συμβολική αναπαράσταση του εμποδίου Ε1,
αντιλήφθηκε την εξάρτηση της θερμοκρασίας ενός σώματος από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του.
574
ΕΥΑ: Μέσα σε ψυγείο, ποιο έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία, το σιδερένιο μπολ που
βάζουμε τα παγάκια ή τα παγάκια;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Το μπολ και τα παγάκια έχουν ίδια θερμοκρασία, όση έχει το ψυγείο. Η
θερμοκρασία δεν εξαρτάται από το υλικό που είναι φτιαγμένα τα πράγματα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Εγώ λέω ότι πάει κρύο από τον πάγο στον άνθρωπο.
ΚΩΣΤΑΣ: Και εγώ συμφωνώ.
ΤΑΣΟΣ: Ναι όμως τότε ένας άνθρωπος που είναι μέσα σε ιγκλού θα πέθαινε από το
κρύο. Οι άνθρωποι ζουν στα ιγκλού.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Άρα πρέπει να πούμε ότι ο πάγος δεν μας δίνει κρύο. Αλλιώς δεν
μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί ζουν οι Εσκιμώοι.
575
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Δεν υπάρχει το κρύο. Υπάρχει μόνο η θερμότητα και με αυτήν
εξηγούμε και όταν κάτι ζεσταίνεται και όταν κρυώνει.
Ένα δεύτερο παράδειγμα αναδόμησης γνώσης μέσα από την αντιπαράθεση ιδεών
παρατίθεται στη συνέχεια και αναφέρεται στη σχέση ανάμεσα στην αίσθηση του
θερμού και στη θερμοκρασία.
Στο απόσπασμα συζήτησης των μαθητών που ακολουθεί, η Εύα αρχικά συνδέει
τη θερμοκρασία ενός σώματος αποκλειστικά με την αίσθηση του θερμού. Ακολουθεί
μια αντιπαράθεση ιδεών με τους συμμαθητές της (Μαρίνος και Δήμητρα). Στη
συνέχεια, η Εύα θεωρεί ότι τα σώματα που είναι στο ίδιο περιβάλλον έχουν ίδια
θερμοκρασία αν και τα αισθάνεται διαφορετικά. Επίσης, θεωρεί ότι οι αισθήσεις δεν
είναι αξιόπιστες για τη μέτρηση της θερμοκρασίας και ότι η αίσθηση του θερμού
εξαρτάται εκτός από τη θερμοκρασία και από τη σύσταση των σωμάτων.
ΕΥΑ: Τα ρινίσματα του σιδήρου θα έχουν πιο μικρή θερμοκρασία, γιατί έτσι τα
νιώθουμε.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Ναι, αλλά βρίσκονται στο ίδιο χώρο για πολύ ώρα. Πρέπει να έχουν την
ίδια θερμοκρασία.
ΕΥΑ: Πως γίνεται αυτό; Όταν τα αγγίζουμε (τα ρινίσματα) είναι πιο κρύα.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Μπορεί να είναι πιο κρύα αλλά έχουν ίδια θερμοκρασία.
ΕΥΑ: Δεν γίνεται τα ρινίσματα να είναι πιο κρύα και να έχουν ίδια θερμοκρασία με τα
πριονίδια.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Η θερμοκρασία τους εξαρτάται από τη θερμοκρασία του γύρω χώρου.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Αν είναι 16 βαθμοί η θερμοκρασία αυτής της αίθουσας όλα τα πράγματα
θα έχουν θερμοκρασία 16.
ΕΥΑ: Δηλαδή, τα ρινίσματα και τα πριονίδια θα έχουν την ίδια θερμοκρασία αφού είναι
μέσα στο ίδιο δωμάτιο. Και αυτή η θερμοκρασία θα είναι ίδια με του δωματίου.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Ε, ναι.
ΕΥΑ: Και δεν έχει σημασία πως τα νιώθουμε με το χέρι μας;
ΔΗΜΗΤΡΑ: Δεν έχει σημασία πως τα νιώθεις με το χέρι σου. Σημασία έχει τι δείχνει το
θερμόμετρο.
ΕΥΑ: Δηλαδή, με το χέρι δεν καταλαβαίνουμε τη θερμοκρασία;
ΜΑΡΙΝΟΣ: Ναι, άλλο τι νιώθεις και άλλο η θερμοκρασία.
576
ΕΥΑ: Αυτό που νιώθουμε μπορεί λοιπόν να εξαρτάται από το υλικό που είναι
κατασκευασμένα (τα σώματα) και όχι μόνο από τη θερμοκρασία που έχουν.
ΕΥΑ: Νιώθουμε τα σιδερένια κουτιά πιο κρύα από τα υπόλοιπα, όμως αφού είναι μέσα
στο ψυγείο όλα θα έχουν θερμοκρασία 4ο C. Όλα τα πράγματα σε ένα ψυγείο έχουν τη
θερμοκρασία του γύρω χώρου τους δηλαδή του ψυγείο, τα νιώθουμε όμως διαφορετικά
γιατί είναι φτιαγμένα από διαφορετικά υλικά.
577
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις διαδραματίζουν
καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία οικοδόμησης αντιλήψεων που βρίσκονται προς την
κατεύθυνση των επιδιωκόμενων στόχων και κατά συνέπεια συμβάλλουν
αποφασιστικά στη νοητική πρόοδο των μαθητών.
(α) Εκδήλωση ενός εμποδίου με αφορμή την επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου
578
Στη συνέχεια παρουσιάζονται ενδεικτικά ορισμένες συνδέσεις ανάμεσα στα
εμπόδια.
Σύνδεση εμποδίου Ε1 με εμπόδιο Ε2
Δύο εμπόδια που συνδέονται μεταξύ τους φαίνεται να είναι τα εμπόδια Ε1 και Ε2.
Το εμπόδιο Ε1 αφορά στην τάση των μαθητών να επικεντρώνονται στο σώμα και όχι
στο περιβάλλον του και να θεωρούν ότι η θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται
για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον εξαρτάται από χαρακτηριστικά αυτού καθ’
αυτού του σώματος. Το εμπόδιο Ε2 αφορά στη τάση των μαθητών να προσκολλώνται
σε αυτά που αντιλαμβάνονται με τη βοήθεια των αισθήσεων και να θεωρούν ότι η
αίσθηση του θερμού ή του ψυχρού σχετίζεται αποκλειστικά με τη θερμοκρασία ενός
σώματος.
Στο πρόβλημα 2 του Φ.Ε.1 ζητείται από τους μαθητές να αποφανθούν για τη
σχέση ανάμεσα στις θερμοκρασίες διαφόρων αντικειμένων (μεταλλικό πιάτο,
πλαστικό πιρούνι, κρύο κουτάκι αναψυκτικού, ζεστή σοκολάτα, ξύλινο τραπέζι, …)
που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα δωμάτιο.
Με αφορμή λοιπόν την επεξεργασία του προβλήματος 2 του ΦΕ1, ορισμένοι
μαθητές φαίνεται να χρησιμοποιούν μια νέα αντίληψη που δεν είχε εκδηλωθεί κατά
τις προηγούμενες διδασκαλίες. Θεωρούν ότι ορισμένα από τα σώματα θα έχουν
θερμοκρασίες κοντά στη θερμοκρασία του δωματίου, αλλά όχι ακριβώς ίσες με
αυτήν. Αναφέρουν ότι θα έχουν θερμοκρασία λίγο υψηλότερη ή λίγο χαμηλότερη από
αυτήν, εξαιτίας της διαφορετικής τους σύστασης (εκδήλωση εμποδίου Ε1).
Δικαιολογούν επίσης την απάντησή τους, λέγοντας, ότι με το χέρι τους
αντιλαμβάνονται αυτή τη μικρή διαφορά στις θερμοκρασίες των σωμάτων (εκδήλωση
εμποδίου Ε2). Με αφορμή λοιπόν την επεξεργασία του εμποδίου Ε1 εκδηλώνονται
στις συζητήσεις των μαθητών, τόσο το εμπόδιο Ε1 όσο και το εμπόδιο Ε2.
Για παράδειγμα, στο παρακάτω απόσπασμα συζήτησης μαθητών της ομάδας
εργασίας Β, ο Κώστας ισχυρίζεται ότι το κουτάκι του αναψυκτικού θα έχει
θερμοκρασία ελάχιστα χαμηλότερη από τη θερμοκρασία του δωματίου, εξαιτίας της
σύστασής του (εκδήλωση εμποδίου Ε1). Όταν ο Αντώνης εκφράζει μια διαφορετική
αντίληψη, ο Κώστας επικαλείται την αίσθηση που έχει όταν αγγίζει το αντικείμενο
για να αιτιολογήσει την απάντησή του (εκδήλωση εμποδίου Ε2).
579
ΚΩΣΤΑΣ: Το παγωμένο κουτάκι του αναψυκτικού θα έχει θερμοκρασία όση περίπου το
δωμάτιο και λίγο πιο κάτω, γιατί είναι αλουμινένιο.
ΤΑΣΟΣ: Εσύ Αντώνη;
ΑΝΤΩΝΗΣ: Λέω το ίδιο με τον Αλέξανδρο. Πρέπει να έχει θερμοκρασία ίδια με το
δωμάτιο.
ΚΩΣΤΑΣ: Λίγο πιο κάτω από το δωμάτιο. Αν το αγγίξουμε θα το καταλάβουμε. Θα
είναι λίγο πιο κρύο.
580
Στο απόσπασμα συζήτησης ανάμεσα στους μαθητές που ακολουθεί, ο Θανάσης
αρχικά εκδηλώνει το εμπόδιο Ε2, συνδέοντας αποκλειστικά την αίσθηση του θερμού
με τη θερμοκρασία του σώματος. Στη συνέχεια, ο ίδιος μαθητής εκδηλώνει το
εμπόδιο Ε4 εξηγώντας το θερμικό φαινόμενο με τη χρήση του ψύχους που
μεταφέρεται από το θρανίο προς το χέρι.
ΘΑΝΑΣΗΣ: Αν νιώθουμε ένα πράγμα πιο ζεστό θα έχει πιο μεγάλη θερμοκρασία από
το άλλο.
ΕΥΑ: Ναι συμφωνώ. Όσο πιο ζεστό είναι ένα πράγμα τόσο πιο μεγάλη θερμοκρασία θα
έχει.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Θα δούμε τώρα… Α, είναι το δεξί (χέρι) πιο κρύο.
ΔΗΜΗΤΡΑ: Ναι, και εγώ έτσι νιώθω.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Ναι, αλλά το θρανίο έχει ίδια θερμοκρασία. Γιατί όμως να νιώθουμε το
δεξί χέρι πιο κρύο;
ΘΑΝΑΣΗΣ: Ε, το θρανίο δίνει κρύο και κρυώνει το χέρι.
581
Εκδηλώνεται λοιπόν το εμπόδιο Ε5 με αφορμή την επεξεργασία του εμποδίου Ε4.
Συγκεκριμένα, οι μαθητές χρησιμοποιούν δύο οντότητες για να εξηγήσουν τα
φαινόμενα, τη θερμότητα και το ψύχος (εμπόδιο Ε4) και θεωρούν ότι η θερμότητα
και το ψύχος κινούνται από το ένα σώμα στο άλλο, λόγω της θερμικής κατάστασης
ενός σώματος (εμπόδιο Ε5).
Στο ακόλουθο απόσπασμα συζήτησης των μαθητών της ομάδας εργασίας Α, ο
Θανάσης θεωρεί ότι το γάλα δίνει θερμότητα στο χέρι και γι’ αυτό το λόγο το χέρι
θερμαίνεται. Ισχυρίζεται επίσης ότι κατά παρόμοιο τρόπο το παγάκι δίνει κρύο στο
χέρι και το χέρι ψύχεται (εκδήλωση εμποδίου Ε4). Όταν όμως ο Μαρίνος εκφράζει
μια διαφορετική αντίληψη, ο Θανάσης στην προσπάθειά του να αιτιολογήσει τις
απαντήσεις του, θεωρεί ότι η θερμότητα πάει από το γάλα προς το χέρι εξαιτίας της
θερμικής κατάστασης του γάλακτος και το κρύο πάει από το παγάκι προς το χέρι
εξαιτίας της θερμικής κατάστασης του πάγου (εκδήλωση εμποδίου Ε5).
ΘΑΝΑΣΗΣ: Το γάλα μας δίνει θερμότητα. Αυτήν την νιώθουμε στο χέρι μας…Το
παγάκι δίνει κρύο στο χέρι μας και έτσι κρυώνουμε.
ΜΑΡΙΝΟΣ: Το χέρι μας, δίνει θερμότητα στο παγάκι.
ΘΑΝΑΣΗΣ: Χα, τι λες; Το γάλα δεν είναι ζεστό; Ε, επειδή είναι ζεστό δίνει θερμότητα.
Έτσι και το παγάκι αφού είναι παγωμένο μας δίνει κρύο, παγωνιά πως το λένε.
(β) Συμβολή της επεξεργασίας ενός εμποδίου στην επεξεργασία άλλου εμποδίου
582
Συμβολή της επεξεργασίας του εμποδίου Ε1, στην
επεξεργασία του εμποδίου Ε2.
Η διδακτική επεξεργασία, για παράδειγμα, του εμποδίου Ε2 συμβάλλει στη
διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1. Αυτό διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της
συζήτησης των μαθητών με αφορμή το πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2. Στο πρόβλημα αυτό
ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν αν θα έχουν ίδιες ή διαφορετικές
αισθήσεις όταν αγγίζουν δύο σώματα διαφορετικής σύστασης (μια σιδερένια και μια
ξύλινη ράβδο) που βρίσκονται για αρκετό χρόνο σε ένα αυτοκίνητο (σταθερής
θερμοκρασίας) και αν τα σώματα θα έχουν ίσες ή διαφορετικές θερμοκρασίες.
Ορισμένοι μαθητές που αρχικά είχαν απαντήσει ότι οι δύο ράβδοι (σιδερένια και
ξύλινη) θα είχαν διαφορετικές θερμοκρασίες, επειδή τις αισθάνονται διαφορετικά
(εκδήλωση εμποδίου Ε2), άρχισαν να προβληματίζονται όταν κατά τη διάρκεια της
μεταξύ τους συζήτησης αναδύθηκαν καταστάσεις από τη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε1.
Στο ακόλουθο απόσπασμα μιας συζήτησης μαθητών, η Μαρία φτάνει στο
συμπέρασμα ότι η σιδερένια ράβδος θα έχει υψηλότερη θερμοκρασία, επειδή την
αισθάνεται πιο ζεστή σε σχέση με τη ξύλινη. Όταν όμως ο Παντελής αναφέρθηκε σε
καταστάσεις από τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε1, δημιουργήθηκε
προβληματισμός ανάμεσα στους μαθητές της ομάδα, σχετικά με το αν με τη βοήθεια
των αισθήσεων μπορεί να γίνει μια αντικειμενική εκτίμηση της θερμοκρασίας ενός
σώματος. Ο προβληματισμός αυτός που δημιουργήθηκε, συνετέλεσε στην
αποσταθεροποίηση του εμποδίου Ε2 και στη συνέχεια στη διεξαγωγή έρευνας από
την πλευρά των μαθητών με σκοπό τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην αίσθηση
του θερμού και τη θερμοκρασία.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Άρα δεν έχουν ίδια θερμοκρασία. Το σίδερο είναι πιο ζεστό, δηλαδή
έχει μεγάλη θερμοκρασία.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Μα είναι μέσα στο αυτοκίνητο για πολλές ώρες.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Η μια ράβδος είναι σιδερένια γι αυτό είναι πιο ζεστή.
ΜΑΡΙΑ: Είναι από μέταλλο, έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία, γι’ αυτό και τη νιώθουμε
πιο ζεστή.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Όμως δεν είδαμε σε άλλα μαθήματα ότι δεν έχει σημασία για τη
θερμοκρασία το υλικό; Να εκεί που κάναμε για το κέικ και το ταψί.
ΜΑΪΚ: Ναι.
583
ΜΑΡΙΑ: Α ναι. Βρήκαμε ότι όλα τα πράγματα που είναι στον ίδιο χώρο έχουν ίδια
θερμοκρασία όση έχει ο χώρος.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Άρα θα έχουν την ίδια θερμοκρασία.
ΜΑΡΙΑ: Ναι, θα έχουν την ίδια. Θα νιώθουμε όμως το σίδερο πιο ζεστό.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Ναι βέβαια. Μήπως λοιπόν, με το χέρι μας δεν καταλαβαίνουμε καλά τη
θερμοκρασία;
ΜΑΡΙΑ: Μπορεί.
ΜΑΪΚ: Πρέπει να το εξετάσουμε.
584
ΤΑΣΟΣ: Θα έχουν την ίδια θερμοκρασία γιατί είναι μέσα στον ίδιο φούρνο.
ΚΩΣΤΑΣ: Ναι η θερμοκρασία τους θα είναι όσο του γύρω χώρου τους, 50οC, όση έχει
ο φούρνος …
ΚΩΣΤΑΣ: Εγώ λέω ότι θα πάρουν την ίδια θερμότητα από το φούρνο, επειδή έχουν την
ίδια θερμοκρασία.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Εγώ λέω ότι δεν μπορούν να έχουν την ίδια θερμότητα και την ίδια
θερμοκρασία γιατί η θερμότητα και η θερμοκρασία είναι διαφορετικά πράγματα.
ΤΑΣΟΣ: Το σίγουρο είναι ότι, αφού και τα δύο είναι μέσα στο φούρνο πολλή ώρα θα
έχουν την ίδια θερμοκρασία. Ε, λοιπόν δεν θα έχουν και την ίδια ποσότητα
θερμότητας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Μπορεί λοιπόν το φλιτζάνι με το λιγότερο γάλα να έχει λιγότερη
θερμότητα.
ΚΩΣΤΑΣ: Μπορεί να είναι και έτσι.
ΑΝΤΩΝΗΣ: Μπορεί όμως να έχει και περισσότερη.
ΤΑΣΟΣ: Εντάξει, δεν ξέρουμε αν το λιγότερο γάλα έχει λιγότερη ή περισσότερη
θερμότητα, μάλλον δεν θα έχουν όμως την ίδια.
585
με μεταφορά θερμότητας από το νερό προς το ψυγείο εξαιτίας της διαφοράς
θερμοκρασίας νερού και ψυγείου (εκδήλωση επιδιωκόμενου στόχου Σ5).
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Το ψυγείο είναι κρύο. Ε, λοιπόν δίνει κρύο στο νερό και έτσι το νερό
κρυώνει.
ΜΑΡΙΑ: Ναι, έτσι είναι.
ΜΑΪΚ: Παιδιά όμως δεν είπαμε ότι δεν υπάρχει το κρύο; Εκεί με τους Εσκιμώους.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ: Είπαμε ότι τα κρύα πράγματα δεν δίνουν θερμότητα αλλά παίρνουν
θερμότητα από άλλα πράγματα.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Α, ναι. Να σκεφτώ λοιπόν. Η θερμότητα πρέπει να πηγαίνει από το
νερό στο ψυγείο γιατί είναι το νερό πιο ζεστό από το ψυγείο.
ΜΑΡΙΑ: Δηλαδή αυτό που πάει από ένα πράγμα σε ένα άλλο είναι η θερμότητα.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Και πάει από το ένα στο άλλο για να έχουν μετά την ίδια θερμοκρασία.
586
Οι απαντήσεις των μαθητών ομαδοποιούνται σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με το
αν αυτές συνδέονται με το εμπόδιο Ε1 ή με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1 (βλ. Πίνακα
7.17).
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε1. Από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ότι οι μαθητές
προκειμένου να αποφανθούν για τη θερμοκρασία ενός σώματος που βρίσκεται για
αρκετό χρόνο μέσα σε ένα περιβάλλον σταθερής θερμοκρασίας, εστιάζονται στο
σώμα (αγνοώντας το περιβάλλον του) και θεωρούν ότι η θερμοκρασία του θα
καθορίζεται αποκλειστικά από ορισμένα χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του
σώματος, όπως είναι για παράδειγμα το μέγεθος και η σύστασή του (ενδεικτική
απάντηση μαθητή: «το σιδερένιο πιάτο θα έχει μικρότερη θερμοκρασία από το ξύλινο
γιατί είναι από μέταλλο»).
Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Από τις απαντήσεις δηλαδή αυτές
προκύπτει ότι η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα που βρίσκεται για αρκετό χρόνο
σε ένα περιβάλλον καθορίζεται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του
(ενδεικτική απάντηση μαθητή: «τα δύο πιάτα θα έχουν ίσες θερμοκρασίες γιατί
βρίσκονται μέσα στο ψυγείο και έτσι θα έχουν τη θερμοκρασία του ψυγείου»).
Από τον Πίνακα 7.17 διαπιστώνεται ότι ενώ στο προ-τεστ σχεδόν όλοι οι μαθητές
(16 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1, στο μετα-τεστ
587
I σχεδόν όλοι οι μαθητές (16 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Διαπιστώνεται λοιπόν σημαντική νοητική πρόοδος στους
μαθητές συγκρίνοντας τις απαντήσεις τους στο μετα-τεστ I που βρίσκονται προς την
κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ1 με τις απαντήσεις τους στο προ-τεστ.
Επίσης, στο μετα-τεστ II ο αριθμός των μαθητών που δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1 (βλ. Πίνακα 7.17) παραμένει αρκετά
υψηλός (13 μαθητές από τους 17). Φαίνεται λοιπόν ότι η γνώση που έχουν αποκτήσει
οι μαθητές μέσω των μαθημάτων -που στόχευαν στη διδακτική επεξεργασία του
εμποδίου Ε1- φαίνεται να έχει «σταθεροποιηθεί», αφού και τέσσερις μήνες μετά τις
διδασκαλίες οι απαντήσεις των μαθητών δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα σε σχέση με
τις απαντήσεις τους αμέσως μετά τις διδασκαλίες.
Από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από το γραπτό
ερωτηματολόγιο και από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών (βλ. Πίνακα 7.18) διαπιστώνεται ότι τόσο στην ερώτηση 1 του προ-τεστ όσο
και στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.1 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε1. Επίσης τόσο στην ερώτηση 1 του μετα-τεστ I όσο και
στο πρόβλημα 17 του Φ.Ε.5 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Συνεπώς, δεν εντοπίζονται
διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα αποτελέσματα που προκύπτουν από τις απαντήσεις
των μαθητών στο γραπτό ερωτηματολόγιο πριν και αμέσως μετά τις διδασκαλίες
(προ-τεστ και μετα-τεστ I) και στα αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάλυση
του γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών στην αρχή και στο τέλος των
διδασκαλιών.
Υπάρχει μόνο μια μαθήτρια (η Ευθυμία) που ενώ στις τελευταίες διδακτικές
καταστάσεις (προβλήματα 6 έως 17 του Φ.Ε.5) εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται
με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1, η απάντησή της στην ερώτηση 1 του μετα-τεστ I
συνδέεται με το εμπόδιο Ε1. Δηλαδή, η Ευθυμία αμέσως μετά τις διδασκαλίες
«παλινδρομεί» προς το εμπόδιο Ε1. Αυτή η «παλινδρόμησή» της είναι δυνατόν να
εξηγηθεί με βάση τη διαπίστωση ότι η Ευθυμία, σε ό,τι αφορά τη διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου Ε1, ανήκει στην ομάδα 1 (βλ. Πίνακα 7.4). Οι μαθητές που
εντάσσονται στην ομάδα 1, κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών, εκδηλώνουν
αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1, παρά τα πειραματικά αποτελέσματα.
Επίσης, ακόμα και όταν εκδηλώνουν αντιλήψεις προς την κατεύθυνση του
588
επιδιωκόμενου στόχου Σ1 μεταπίπτουν συχνά, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας
κατάστασης, στις αρχικές τους αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1.
Επιπρόσθετα, εστιάζοντας στις διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στις
απαντήσεις των μαθητών ανάμεσα στα μετα-τεστ I και II, διαπιστώνεται ότι τρεις
μαθητές (η Ελίνα, ο Θανάσης και ο Κώστας), ενώ στο μετα-τεστ I δίνουν απαντήσεις
που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1, στο μετα-τεστ II «παλινδρομούν» σε
απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1. Η Ελίνα, σε ό,τι αφορά τη διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου Ε1, ανήκει στην ομάδα 1 και στο μεγαλύτερο μέρος των
διδασκαλιών διατηρεί τις αρχικές της αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε1 ή
μεταπίπτει συχνά σε αυτές (βλ. Πίνακα 7.4). Ο Θανάσης και ο Κώστας ανήκουν στην
ομάδα 2 και οι «νοητικές τους διαδρομές» στη διάρκεια της επεξεργασίας του
εμποδίου Ε1 χαρακτηρίζονται από συχνές «παλινδρομήσεις» προς το εμπόδιο Ε1 (βλ.
Πίνακα 7.4).
Όλοι οι υπόλοιποι μαθητές της ομάδας 2, καθώς επίσης και όλοι οι μαθητές των
ομάδων 3 και 4 χρησιμοποιούν συστηματικά -τέσσερις μήνες μετά τις διδασκαλίες-
αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1 (βλ. Πίνακα 7.18).
589
Πίνακας 7.18. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε1 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου.
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον
εξαρτάται από χαρακτηριστικά του σώματος.
Ύπαρξη αμφιβολιών σχετικά με τους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η θερμοκρασία
που αποκτά ένα σώμα.
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο στο ίδιο περιβάλλον
εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του και από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα όταν βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον
εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
590
Ερώτηση 2 (εστίαση στο εμπόδιο Ε2)
Στη δεύτερη ερώτηση ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν αν θα έχουν
ίδιες ή διαφορετικές θερμικές αισθήσεις και θερμοκρασίες δύο σώματα διαφορετικής
σύστασης (ξύλινο και μεταλλικό πιάτο) που έχουν ίδιο μέγεθος και βρίσκονται για
αρκετό χρόνο μέσα σε ένα περιβάλλον σταθερής θερμοκρασίας (ψυγείο).
Επιπρόσθετα, ζητείται από τους μαθητές να αιτιολογήσουν τις απαντήσεις τους.
Οι απαντήσεις των μαθητών ομαδοποιούνται σε δύο κατηγορίες (βλ. Πίνακα
7.19), ανάλογα με το αν αυτές συνδέονταν με το εμπόδιο Ε2 ή με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ2.
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε2. Από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ότι οι μαθητές
συνδέουν τη θερμοκρασία ενός σώματος αποκλειστικά με την αίσθηση που έχουν
όταν αγγίζουν αυτό το σώμα. Έτσι γι’ αυτούς, διαφορετικές αισθήσεις συνεπάγονται
διαφορετικές θερμοκρασίες και αντίστροφα (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «το
σιδερένιο πιάτο είναι πιο κρύο απ’ το ξύλινο, γιατί έχει πιο μικρή θερμοκρασία»).
Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ2. Από τις απαντήσεις δηλαδή αυτές των
μαθητών προκύπτει ότι η αίσθηση του θερμού ή του ψυχρού συνδέεται όχι μόνο με
τη θερμοκρασία αλλά και με τη σύσταση του σώματος (ή ειδικότερα με τη θερμική
αγωγιμότητά του) (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «και τα δύο έχουν ίδια θερμοκρασία,
όμως το σιδερένιο πιάτο φαίνεται πιο κρύο απ’ το ξύλινο γιατί η αίσθηση που έχουμε
όταν αγγίζουμε τα πράγματα εξαρτάται από τη θερμοκρασία και από το υλικό τους»).
591
Από τον Πίνακα 7.19 διαπιστώνεται ότι ενώ στο προ-τεστ σχεδόν όλοι οι μαθητές
(15 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε2, στο μετα-τεστ
I σχεδόν όλοι οι μαθητές (15 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ2. Συνεπώς, οι απαντήσεις των μαθητών στο μετα-τεστ I που
βρίσκονται προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ2, είναι
διαφοροποιημένες σε σχέση με τις απαντήσεις των μαθητών στο προ-τεστ.
Επίσης, στο μετα-τεστ II ο αριθμός των μαθητών που δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ2 (12 μαθητές από τους 17, βλ. Πίνακα 7.19)
δεν μεταβάλλεται ιδιαίτερα σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό των μαθητών στο
μετα-τεστ I (15 μαθητές από τους 17, βλ. Πίνακα 7.19). Φαίνεται λοιπόν ότι η γνώση
που έχουν αποκτήσει οι μαθητές μέσω της εφαρμογής του προγράμματος μαθημάτων
που στόχευε στη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε2 έχει διάρκεια στο χρόνο.
Από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από το γραπτό
ερωτηματολόγιο και από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών (βλ. Πίνακα 7.20) διαπιστώνεται ότι υπάρχει μια διαφοροποίηση στις
απαντήσεις των μαθητών στην ερώτηση 2 του προ-τεστ και στο πρόβλημα 1 του
Φ.Ε.2. Πιο συγκεκριμένα, ενώ στο προ-τεστ σχεδόν όλοι οι μαθητές (15 από τους 17)
δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε2, στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.2 οι
μισοί σχεδόν μαθητές (8 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με το
εμπόδιο Ε2. Η διαφοροποίηση αυτή οφείλεται στην επεξεργασία του εμποδίου Ε1,
που είχε προηγηθεί και καταδεικνύει τη συμβολή της επεξεργασίας του εμποδίου Ε1
στην επεξεργασία του εμποδίου Ε2.
Επιπλέον, τόσο στην ερώτηση 2 του μετα-τεστ I όσο και στο πρόβλημα 17 του
Φ.Ε.5 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ2. Υπάρχουν μόνο δύο μαθήτριες (η Ευθυμία και η Ελίνα) που
οι απαντήσεις τους στην ερώτηση 2 του μετα-τεστ I συνδέονται με το εμπόδιο Ε2,
ενώ οι απαντήσεις τους στο πρόβλημα 17 του Φ.Ε.5 συνδέονται με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ2. Αυτή η «παλινδρόμησή» τους είναι δυνατόν να εξηγηθεί με βάση τη
διαπίστωση ότι η Ευθυμία και η Ελίνα (βλ. Πίνακα 7.7) κατά τη διάρκεια των
διδασκαλιών, εκδηλώνουν αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε2, παρά τα
πειραματικά αποτελέσματα, ή συχνά μεταπίπτουν στις αρχικές τους αντιλήψεις, που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε2, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης.
Επιπρόσθετα, εστιάζοντας στις διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στις
απαντήσεις των μαθητών ανάμεσα στα μετα-τεστ I και II, διαπιστώνεται ότι τρεις
592
μαθητές (η Μαίρη, ο Αντώνης και ο Κώστας), ενώ στο μετα-τεστ I δίνουν απαντήσεις
που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ2, στο μετα-τεστ II «παλινδρομούν» σε
απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε2. Οι μαθητές αυτοί (η Μαίρη, ο
Αντώνης και ο Κώστας) ανήκουν στην ομάδα 2 και οι «νοητικές τους διαδρομές» στη
διάρκεια της επεξεργασίας του εμποδίου Ε2 χαρακτηρίζονται από συχνές
«παλινδρομήσεις» προς το εμπόδιο Ε2 (βλ. Πίνακα 7.7).
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλοι οι υπόλοιποι μαθητές της ομάδας 2, καθώς επίσης και
όλοι οι μαθητές της ομάδας 3 χρησιμοποιούν συστηματικά τέσσερεις μήνες μετά τις
διδασκαλίες αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ2 (βλ. Πίνακα
7.20).
593
Πίνακας 7.20. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε2 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου.
594
Ερώτηση 3 (εστίαση στο εμπόδιο Ε3)
Στην τρίτη ερώτηση ζητείται από τους μαθητές να προβλέψουν αν θα δεχθούν
ίσες ποσότητες θερμότητας, δύο σώματα ίδιας σύστασης και διαφορετικής μάζας, που
θερμαίνονται και φτάνουν στην ίδια θερμοκρασία. Επίσης, ζητείται από τους μαθητές
να αιτιολογήσουν την απάντησή τους.
Οι απαντήσεις των μαθητών ομαδοποιούνται σε δύο κατηγορίες (βλ. Πίνακα
7.21), ανάλογα με το αν αυτές συνδέονται με το εμπόδιο Ε3 ή με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ3.
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε3. Από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ότι η θερμότητα
που παίρνει ένα σώμα συνδέεται αποκλειστικά με τη θερμοκρασία του. Με άλλα
λόγια «ίσες θερμοκρασίες συνεπάγονται ίσες ποσότητες θερμότητας» (ενδεικτική
απάντηση μαθητή: «και στα δύο δοχεία το νερό πήρε την ίδια ποσότητα θερμότητας
γιατί τα νερά έχουν την ίδια θερμοκρασία»).
Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονταν με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ3. Από τις απαντήσεις δηλαδή των μαθητών
προκύπτει ότι η θερμότητα που παίρνει ένα σώμα δεν συνδέεται μόνο με την αλλαγή
στη θερμοκρασία του αλλά και με τη μάζα και τη σύστασή του (ενδεικτική απάντηση
μαθητή: «το νερό στο δοχείο Α πήρε περισσότερη ποσότητα θερμότητας γιατί έχει
μεγαλύτερη μάζα»).
Από τον Πίνακα 7.21 διαπιστώνεται ότι ενώ στο προ-τεστ η πλειοψηφία των
μαθητών (14 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε3, στο
μετα-τεστ I σχεδόν όλοι οι μαθητές (16 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που
595
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Διαπιστώνεται λοιπόν σημαντική νοητική
πρόοδος στους μαθητές συγκρίνοντας τις απαντήσεις τους στο μετα-τεστ I που
βρίσκονται προς την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ3, με τις αντίστοιχες
απαντήσεις τους στο προ-τεστ.
Επίσης, από τη σύγκριση των απαντήσεων των μαθητών στην ερώτηση 3 στο
μετα-τεστ I και στο μετα-τεστ II, προκύπτει ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερες
διαφοροποιήσεις (βλ. Πίνακα 7.21). Φαίνεται λοιπόν ότι η γνώση που έχουν
αποκτήσει οι μαθητές μέσω των μαθημάτων που στόχευαν στη διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου Ε3 έχει διάρκεια στο χρόνο.
Από τη συσχέτιση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από το γραπτό
ερωτηματολόγιο και από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών (βλ. Πίνακα 7.22) διαπιστώνεται ότι τόσο στο προ-τεστ όσο και στο
πρόβλημα 1 του Φ.Ε.3 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με
το εμπόδιο Ε1. Επίσης τόσο στο μετα-τεστ I όσο και στο πρόβλημα 18 του Φ.Ε.5
σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ1. Συνεπώς, δεν υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα αποτελέσματα που
προκύπτουν από το γραπτό ερωτηματολόγιο πριν και αμέσως μετά τις διδασκαλίες
(προ-τεστ και μετα-τεστ I) και στα αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάλυση
του γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών στην αρχή και στο τέλος των
διδασκαλιών.
Υπάρχει μόνο μια μαθήτρια (η Ευθυμία) που ενώ στην τελευταία διδακτική
κατάσταση (πρόβλημα 17 του Φ.Ε.5) εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ3, η απάντησή της στην ερώτηση 3 του μετα-τεστ I συνδέεται
με το εμπόδιο Ε3. Δηλαδή, η Ευθυμία αμέσως μετά τις διδασκαλίες «παλινδρομεί»
προς το εμπόδιο Ε3. Αυτή η «παλινδρόμησή» της είναι δυνατόν να εξηγηθεί με βάση
τη διαπίστωση ότι η Ευθυμία, σε ό,τι αφορά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου
Ε3, ανήκει στην ομάδα 1 (βλ. Πίνακα 7.10), που χαρακτηρίζεται από συχνές
εκδηλώσεις αντιλήψεων που συνδέονται με το εμπόδιο Ε3, παρά τα πειραματικά
αποτελέσματα και συχνές μεταπτώσεις σε αρχικές τους αντιλήψεις.
Επιπρόσθετα, εστιάζοντας στις διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στις
απαντήσεις των μαθητών ανάμεσα στα μετα-τεστ I και II, διαπιστώνεται ότι τρεις
μαθητές (η Ελίνα, ο Θανάσης και ο Κώστας), ενώ στο μετα-τεστ I δίνουν απαντήσεις
που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ3, στο μετα-τεστ II «παλινδρομούν» σε
απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε3. Η Ελίνα και ο Θανάσης, σε ό,τι αφορά
596
τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3, ανήκουν στην ομάδα 1 και στο
μεγαλύτερο μέρος των διδασκαλιών διατηρούν τις αρχικές τους αντιλήψεις που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε3 ή μεταπίπτουν συχνά σε αυτές (βλ. Πίνακα 7.10). Ο
Κώστας ανήκει στην ομάδα 2 και η «νοητική του διαδρομή» στη διάρκεια της
επεξεργασίας του εμποδίου Ε3 χαρακτηρίζεται από συχνές «παλινδρομήσεις» προς το
εμπόδιο Ε3 (βλ. Πίνακα 7.10).
Επιπλέον, όλοι οι υπόλοιποι μαθητές της ομάδας 2, καθώς επίσης και όλοι οι
μαθητές των ομάδων 3 και 4, χρησιμοποιούν συστηματικά τέσσερεις μήνες μετά τις
διδασκαλίες αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ3 (βλ. Πίνακα
7.22).
597
Πίνακας 7.22. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε3 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου.
598
Ερώτηση 4 (εστίαση στο εμπόδιο Ε4)
Στην τέταρτη ερώτηση ζητείται από τους μαθητές να καταγράψουν τι νιώθουν
όταν πιάνουν σφιχτά με τα χέρια τους δύο σώματα που βρίσκονται σε διαφορετική
θερμική κατάσταση (ένα κουτάκι με πορτοκαλάδα που ήταν για αρκετές ώρες στο
ψυγείο και ένα ποτήρι με ζεστό γάλα). Επιπρόσθετα, ζητείται από τους μαθητές να
εξηγήσουν γιατί συμβαίνει αυτό.
Οι απαντήσεις των μαθητών ομαδοποιούνται σε δύο κατηγορίες (βλ. Πίνακα
7.23), ανάλογα με το αν αυτές συνδέονται με το εμπόδιο Ε4 ή με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ4.
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε4. Από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ότι τα θερμικά
φαινόμενα εξηγούνται με τη βοήθεια δύο διαφορετικών οντοτήτων, της θερμότητας
και του ψύχους (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «τα χέρια κρυώνουν όταν αγγίζω το
κουτάκι γιατί η πορτοκαλάδα τους δίνει κρύο…τα χέρια ζεσταίνονται όταν αγγίζω το
ποτήρι με το γάλα γιατί το γάλα στέλλει θερμότητα στα χέρια»).
Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4. Από τις απαντήσεις δηλαδή των μαθητών
προκύπτει ότι τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με τη συστηματική χρήση μόνο μιας
οντότητας, της θερμότητας (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «όταν αγγίζω το κουτάκι το
χέρι μου κρυώνει γιατί πάει θερμότητα από το χέρι μου προς το κουτάκι με την
πορτοκαλάδα, ενώ όταν αγγίζω το ποτήρι το χέρι μου ζεσταίνεται γιατί πάει θερμότητα
από το γάλα προς το χέρι μου»).
Από τον Πίνακα 7.23 διαπιστώνεται ότι ενώ στην ερώτηση 4 του προ-τεστ η
πλειοψηφία των μαθητών (16 από τους 17) δίνει απαντήσεις που συνδέονται με το
εμπόδιο Ε4, στην ίδια ερώτηση του μετα-τεστ I σχεδόν όλοι οι μαθητές (16 από τους
599
17) δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4. Συνεπώς, οι
απαντήσεις των μαθητών στο μετα-τεστ I που βρίσκονται προς την κατεύθυνση του
επιδιωκόμενου στόχου Σ3, είναι διαφοροποιημένες σε σχέση τις απαντήσεις των
μαθητών στο προ-τεστ.
Επίσης, στο μετα-τεστ II ο αριθμός των μαθητών που δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4 (βλ. Πίνακα 7.23) δεν διαφοροποιείται
ιδιαίτερα σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό μαθητών στο μετα-τεστ I (14 μαθητές
από τους 17, έναντι 16 μαθητές από τους 17). Συνεπώς, τέσσερις μήνες μετά τις
διδασκαλίες οι απαντήσεις των μαθητών δεν διαφοροποιούνται σημαντικά σε σχέση
με τις απαντήσεις τους αμέσως μετά τις διδασκαλίες.
Από τη συσχέτιση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από το γραπτό
ερωτηματολόγιο και από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών (βλ. Πίνακα 7.24) διαπιστώνεται ότι τόσο στην ερώτηση 4 του προ-τεστ όσο
και στο πρόβλημα 1 του Φ.Ε.4 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με το εμπόδιο Ε4. Επίσης τόσο στην ερώτηση 4 του μετα-τεστ I όσο και
στα προβλήματα 17 και 18 του Φ.Ε.5 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4. Συνεπώς, δεν υπάρχουν διαφοροποιήσεις
ανάμεσα στα αποτελέσματα που προκύπτουν από το γραπτό ερωτηματολόγιο πριν και
αμέσως μετά τις διδασκαλίες (προ-τεστ και μετα-τεστ I) και στα αποτελέσματα που
προκύπτουν από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών
στην αρχή και στο τέλος των διδασκαλιών.
Υπάρχει μόνο μια μαθήτρια (η Ευθυμία) που ενώ στις τελευταίες διδακτικές
καταστάσεις του προγράμματος μαθημάτων (προβλήματα 17 και 18 του Φ.Ε.5)
εκδηλώνει αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4, η απάντησή
της στην ερώτηση 4 του μετα-τεστ I συνδέεται με το εμπόδιο Ε4. Δηλαδή, η Ευθυμία
αμέσως μετά τις διδασκαλίες «παλινδρομεί» προς το εμπόδιο Ε4. Αυτή η
«παλινδρόμησή» της είναι δυνατόν να εξηγηθεί με βάση τη διαπίστωση ότι η
Ευθυμία, σε ό,τι αφορά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε4, ανήκει στην
ομάδα 1 (βλ. Πίνακα 7.12) και κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών, εκδηλώνει
αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε4, παρά τα πειραματικά αποτελέσματα, ή
συχνά μεταπίπτει στις αρχικές της αντιλήψεις, που συνδέονται με το εμπόδιο Ε4, με
αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης.
Επιπρόσθετα, εστιάζοντας στις διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στις
απαντήσεις των μαθητών ανάμεσα στα μετα-τεστ I και II, διαπιστώνεται ότι δύο
600
μαθητές (η Ελίνα και ο Κώστας), ενώ στο μετα-τεστ I δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4, στο μετα-τεστ II «παλινδρομούν» σε
απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε4. Η Ελίνα, σε ό,τι αφορά τη διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου Ε4, ανήκει στην ομάδα 1 και στο μεγαλύτερο μέρος των
διδασκαλιών διατηρεί τις αρχικές της αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε4 ή
μεταπίπτει συχνά σε αυτές (βλ. Πίνακα 7.12). Ο Κώστας ανήκει στην ομάδα 2 και η
«νοητική του διαδρομή» στη διάρκεια της επεξεργασίας του εμποδίου Ε4
χαρακτηρίζεται από συχνές «παλινδρομήσεις» (βλ. Πίνακα 7.12).
Όλοι οι υπόλοιποι μαθητές της ομάδας 2, καθώς επίσης και όλοι οι μαθητές των
ομάδων 3 και 4 χρησιμοποιούν συστηματικά τέσσερεις μήνες μετά τις διδασκαλίες
αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ4 (βλ. Πίνακα 7.24).
601
Πίνακας 7.24. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε4 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου.
602
Ερώτηση 5
Στην πέμπτη ερώτηση ζητείται από τους μαθητές να επιλέξουν ένα τρόπο
μεταφοράς ζεστού ψωμιού σε μια απόσταση ώστε το ψωμί να διατηρηθεί όσο το
δυνατόν για περισσότερο χρόνο ζεστό. Σύμφωνα με τον πρώτο τρόπο το ψωμί
μεταφέρεται τυλιγμένο σε μάλλινη μπλούζα, ενώ σύμφωνα με το δεύτερο τρόπο το
ψωμί μεταφέρεται χωρίς να τυλιχθεί. Ζητείται επίσης από τους μαθητές να
αιτιολογήσουν την επιλογή τους.
Οι απαντήσεις των μαθητών ομαδοποιούνται σε δύο κατηγορίες (βλ. Πίνακα
7.25), ανάλογα με το αν αυτές συνδέονται με το εμπόδιο Ε5 ή με τον επιδιωκόμενο
στόχο Σ5.
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονταν με το εμπόδιο Ε5. Από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ότι οι μαθητές
συνδέουν τη διάδοση της θερμότητας με το ίδιο το σώμα και ειδικότερα, θεωρούν ως
αιτία διάδοσης της θερμότητας τη θερμική κατάσταση ενός μεμονωμένου σώματος
(ενδεικτική απάντηση μαθητή: «θα μεταφέρουμε το ψωμί μέσα στη μπλούζα» με
αιτιολόγηση «η μάλλινη μπλούζα βγάζει θερμότητα, θερμαίνει το ψωμί και το κρατά
ζεστό»).
Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται εκείνες οι απαντήσεις των μαθητών που
συνδέονταν με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5. Από τις απαντήσεις δηλαδή των μαθητών
προκύπτει ότι για τη διάδοση της θερμότητας εξετάζεται το σύστημα «σώμα-
περιβάλλον» και ειδικότερα η σχέση των τιμών των θερμοκρασιών του σώματος και
του περιβάλλοντός του (ενδεικτική απάντηση μαθητή: «είναι προτιμότερο να
μεταφέρουμε το ψωμί τυλιγμένο στη μάλλινη μπλούζα» με αιτιολόγηση «επειδή το
περιβάλλον έχει χαμηλότερη θερμοκρασία από το ψωμί πάει θερμότητα από το ψωμί
προς το περιβάλλον. Τα μάλλινα είναι μονωτές και η θερμότητα δεν περνά εύκολα από
αυτά και έτσι το ψωμί διατηρείται ζεστό»).
603
Πίνακας 7.25. Κατανομή απαντήσεων μαθητών στην ερώτηση 5
Από τον Πίνακα 7.25 προκύπτει ότι στην ερώτηση 5 του προ-τεστ όλοι οι
μαθητές δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5, ενώ στην ίδια ερώτηση
του μετα-τεστ I σχεδόν όλοι οι μαθητές (16 από τους 17) δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Επομένως, κατά τη διάρκεια των
διδασκαλιών σχεδόν όλοι οι μαθητές τροποποίησαν τις αρχικές αντιλήψεις τους προς
την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5.
Επίσης, στο μετα-τεστ II ο αριθμός των μαθητών που δίνουν απαντήσεις που
συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5 (12 μαθητές από τους 17) είναι ελάχιστα
διαφοροποιημένος σε σχέση με τον αντίστοιχο αριθμό των μαθητών στο μετα-τεστ I
(βλ. Πίνακα 7.25). Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η γνώση που έχουν αποκτήσει οι
μαθητές μέσω του προγράμματος μαθημάτων που στόχευε στη διδακτική
επεξεργασία του εμποδίου Ε5 φαίνεται να έχει «σταθεροποιηθεί».
Από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από το γραπτό
ερωτηματολόγιο και από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών (βλ. Πίνακα 7.26) διαπιστώνεται ότι τόσο στο προ-τεστ όσο και στο
πρόβλημα 1 του Φ.Ε.5 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με
το εμπόδιο Ε1. Επίσης, τόσο στο μετα-τεστ I όσο και στα προβλήματα 17 και 18 του
Φ.Ε.5 σχεδόν όλοι οι μαθητές δίνουν απαντήσεις που συνδέονται με τον
επιδιωκόμενο στόχο Σ1. Επομένως, δεν εντοπίζονται διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα
αποτελέσματα του ερωτηματολογίου και του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών στην αρχή και στο τέλος των διδασκαλιών.
604
Υπάρχει μόνο μια μαθήτρια (η Ευθυμία) που ενώ στην τελευταία διδακτική
κατάσταση του προγράμματος μαθημάτων (πρόβλημα 18 του Φ.Ε.5) εκδηλώνει
αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5, η απάντησή της στην
ερώτηση 5 του μετα-τεστ I συνδέεται με το εμπόδιο Ε5. Δηλαδή, η Ευθυμία αμέσως
μετά τις διδασκαλίες «παλινδρομεί» προς το εμπόδιο Ε5. Αυτό είναι αναμενόμενο
γιατί η Ευθυμία κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών, χρησιμοποιούσε συχνά
αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5, ενώ η ενεργοποίηση αντιλήψεων προς
την κατεύθυνση του επιδιωκόμενου στόχου Σ5 ήταν παροδική.
Επιπρόσθετα, εστιάζοντας στις διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στις
απαντήσεις των μαθητών ανάμεσα στα μετα-τεστ I και II, διαπιστώνεται ότι 4
μαθητές (η Ελίνα, ο Θανάσης ο Αντώνης και ο Κώστας), ενώ στο μετα-τεστ I δίνουν
απαντήσεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5, στο μετα-τεστ II
«παλινδρομούν» σε απαντήσεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5. Όπως προκύπτει
από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου κατά τη διάρκεια των
διδασκαλιών, η Ελίνα στο μεγαλύτερο μέρος των διδασκαλιών διατηρεί τις αρχικές
της αντιλήψεις που συνδέονται με το εμπόδιο Ε5 ή μεταπίπτει συχνά σε αυτές (βλ.
Πίνακα 7.15, ομάδα 1). Επίσης, ο Κώστας, ο Αντώνης και ο Θανάσης ανήκουν στην
ομάδα 2 και η «νοητικές τους διαδρομές» στη διάρκεια της επεξεργασίας του
εμποδίου Ε5 χαρακτηρίζονται από συχνές «παλινδρομήσεις» (βλ. Πίνακα 7.15).
Αξίζει να επισημανθεί ότι όλοι οι υπόλοιποι μαθητές της ομάδας 2, καθώς επίσης
και όλοι οι μαθητές των ομάδων 3 και 4 χρησιμοποιούν συστηματικά τέσσερεις μήνες
μετά τις διδασκαλίες αντιλήψεις που συνδέονται με τον επιδιωκόμενο στόχο Σ5 (βλ.
Πίνακα 7.26).
605
Πίνακας 7.26. Αποτύπωση της γνωστικής κατάστασης των μαθητών σχετικά με το
εμπόδιο Ε5 μέσα από τις απαντήσεις τους στα γραπτά ερωτηματολόγια και τις
ατομικές ή ομαδικές παραγωγές τους κατά τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου.
Το σώμα, επειδή έχει υψηλή θερμοκρασία (ή επειδή είναι θερμό), δίνει θερμότητα
Ύπαρξη αμφιβολιών
606
Έχοντας ολοκληρώσει την παρουσίαση των αποτελεσμάτων από κάθε ερώτηση
των γραπτών ερωτηματολογίων μπορούμε να προβούμε σε γενικότερες διαπιστώσεις
αναφορικά με τη γνωστική κατάσταση των μαθητών πριν τις διδασκαλίες, μετά τις
διδασκαλίες καθώς επίσης και τέσσερις μήνες αργότερα. Στον Πίνακα 7.27
αποτυπώνεται τα ποσοστά των μαθητών που οι απαντήσεις τους στα γραπτά
ερωτηματολόγια (προ-τεστ, μετα-τεστ I και II) συνδέονται με τους επιδιωκόμενους
στόχους, σε συνάρτηση με τις ερωτήσεις 1, 2, 3, 4 και 5 που εστιάζονται στα εμπόδια
Ε1, Ε2, Ε3, Ε4 και Ε5 αντίστοιχα.
607
(προ-τεστ) και στα αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάλυση του γραπτού και
του προφορικού λόγου των μαθητών στις αρχικές διδακτικές καταστάσεις αντίστοιχα.
Επίσης, από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από το γραπτό
ερωτηματολόγιο και από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των
μαθητών, προκύπτει ότι υπάρχουν μαθητές που «παλινδρομούν» προς τα εμπόδια,
τόσο αμέσως μετά τις διδασκαλίες, όσο και ύστερα από χρονικό διάστημα τεσσάρων
μηνών. Στον Πίνακα 7.28 αποτυπώνονται οι μαθητές που «παλινδρομούν» προς τα
εμπόδια, σε σχέση με τις ερωτήσεις των μετα-τεστ που καταγράφτηκαν αυτές οι
«παλινδρομήσεις», και την ομάδα κατάταξης των μαθητών με βάση την ανάλυση του
γραπτού και προφορικού λόγου τους κατά τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων.
Σε ό,τι αφορά τις «παλινδρομήσεις» των μαθητών προς τα εμπόδια αμέσως μετά
τις διδασκαλίες, αυτές εστιάζονται σε δύο μαθήτριες (την Ευθυμία και την Ελίνα)
(βλ. Πίνακα 7.28). Η Ευθυμία, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις της στις
ερωτήσεις του μετα-τεστ I, «παλινδρομεί» προς τα εμπόδια σε όλες τις ερωτήσεις,
ενώ η Ελίνα μόνο στην ερώτηση 2 (που εστιάζεται στο εμπόδιο Ε2). Σύμφωνα με την
ανάλυση του γραπτού και προφορικού λόγου τους κατά τη διδακτική επεξεργασία
των εμποδίων και οι δύο μαθήτριες κατατάσονται στην ομάδα 1 (βλ. Πίνακες 7.4, 7.7,
7.10, 7.12, 7.15). Στην ομάδα αυτή οι μαθητές διατηρούν τις αρχικές τους αντιλήψεις
που συνδέονται με τα εμπόδια, ενώ όταν εκδηλώνουν αντιλήψεις που συνδέονται με
608
τους επιδιωκόμενους στόχους, μεταπίπτουν συχνά στις αρχικές τους αντιλήψεις με
αφορμή τη μελέτη μιας νέας κατάστασης. Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι οι μαθητές που
αμέσως μετά τις διδασκαλίες «παλινδρομούν» προς τα εμπόδια, ανήκουν
αποκλειστικά στην ομάδα 1. Δεν υπάρχουν μαθητές από τις ομάδες 2, 3 και 4 που να
«παλινδρομούν» προς τα εμπόδια αμέσως μετά τις διδασκαλίες.
Σε ό,τι αφορά τις «παλινδρομήσεις» των μαθητών προς τα εμπόδια τέσσερις
μήνες μετά τις διδασκαλίες, αυτές εστιάζονται σε πέντε μαθητές (βλ. Πίνακα 7.28).
Δύο από αυτούς τους μαθητές (η Μαίρη και ο Αντώνης) εμφανίζουν
«παλινδρομήσεις» σε περιορισμένο αριθμό ερωτήσεων. Η Μαίρη «παλινδρομεί»
μόνο στην ερώτηση 2 (που εστιάζεται στο εμπόδιο Ε2), ενώ ο Αντώνης στις
ερωτήσεις 2 και 5 (που εστιάζονται στα εμπόδια Ε2 και Ε5 αντίστοιχα). Οι υπόλοιποι
μαθητές (η Ελίνα, ο Κώστας και ο Θανάσης) «παλινδρομούν» προς τα εμπόδια στις
περισσότερες ερωτήσεις. Αυτοί οι πέντε μαθητές ανήκουν είτε στην ομάδα 1 είτε
στην ομάδα 2. Οι ομάδες 1 και 2 -όπως προκύπτει από την ανάλυση του γραπτού και
του προφορικού λόγου των μαθητών κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών-
χαρακτηρίζονται από συχνές «παλινδρομήσεις» προς τα εμπόδια. Διαπιστώνεται
λοιπόν ότι οι μαθητές που «παλινδρομούν» προς τα εμπόδια, τέσσερις μήνες μετά τις
διδασκαλίες, είναι κατά κύριο λόγο εκείνοι οι μαθητές που από την ανάλυση του
γραπτού και του προφορικού λόγου τους προκύπτει ότι εμφανίζουν συχνές
«παλινδρομήσεις» προς τα εμπόδια κατά τη διάρκεια των διδασκαλιών.
Επιπρόσθετα, αξίζει να επισημανθεί ότι τέσσερις μήνες μετά τις διδασκαλίες, οι
περισσότεροι μαθητές της ομάδας 2 καθώς επίσης και όλοι οι μαθητές των ομάδων 3
και 4, δεν εκδηλώνουν «παλινδρομήσεις» προς τα εμπόδια.
609
7.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ - ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Αντιλήψεις
που
συνδέονται με
τον
επιδιωκόμενο
στόχο
Αντίληψη Β Αντίληψη Β Αντίληψη Β
Αντιλήψεις
που
συνδέονται
με το
εμπόδιο
Αντίληψη Α … Αντίληψη Α Αντίληψη Α Αντίληψη Α
Σχήμα 7.6. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 1 κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων
610
- Ομάδα 2: Στην ομάδα αυτή ανήκουν οι μαθητές που ενώ αρχικά χρησιμοποιούν
αντιλήψεις που συνδέονται με εμπόδια, μετά τα πρώτα πειραματικά
αποτελέσματα εκδηλώνουν στη συνέχεια νέες αντιλήψεις που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους. Συχνά, με αφορμή τη μελέτη νέων καταστάσεων
«παλινδρομούν» ανάμεσα στις αρχικές και στις νέες αντιλήψεις. Τέλος,
χρησιμοποιούν με συνέπεια τις νέες αντιλήψεις (βλ. Σχήμα 7.7).
Αντιλήψεις
που
συνδέονται με
τον
επιδιωκόμενο
στόχο
Αντίληψη Β Αντίληψη Β … Αντίληψη Β
Αντιλήψεις
που
συνδέονται
με το
εμπόδιο
Αντίληψη Α Αντίληψη Α
Σχήμα 7.7. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 2 κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων
611
Αντιλήψεις
που
συνδέονται
με τον
επιδιωκόμενο
στόχο
Αντίληψη Β … Αντίληψη Β … Αντίληψη Β
Αντιλήψεις
που
συνδέονται
με το
εμπόδιο
Αντίληψη Α
Σχήμα 7.8. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 3 κατά τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων
Αντιλήψεις
που
συνδέονται
με τον
επιδιωκόμενο
στόχο … …
Αντίληψη Β Αντίληψη Β Αντίληψη Β
Αντιλήψεις
που
συνδέονται
με το
εμπόδιο
Σχήμα 7.9. Η πορεία της νοητικής εξέλιξης μαθητή της ομάδας 4 κατά τη διάρκεια
της διδακτικής επεξεργασίας του εμποδίου
612
Από την ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών
προκύπτει επίσης ότι μια διδακτική κατάσταση μπορεί να επιφέρει διαφορετικά
αποτελέσματα στους μαθητές. Συγκεκριμένα, μπορεί να συμβάλλει στην επεξεργασία
των εμποδίων, στην ενίσχυση τους ή να μην επιφέρει καμιά ουσιαστική αλλαγή στον
τρόπο σκέψης του μαθητή.
Διδακτικές καταστάσεις που φαίνεται να ευνοούν «μετατοπίσεις» των μαθητών
από αντιλήψεις που συνδέονται με τα εμπόδια σε αντιλήψεις που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους, είναι αυτές που περιλαμβάνουν διατύπωση από τους ίδιους
τους μαθητές ενός προβλήματος προς επίλυση, συζήτηση μεταξύ των μαθητών μιας
ομάδας σχετικά με τις προβλέψεις τους πάνω στο πρόβλημα, σχεδίαση και εκτέλεση
πειραμάτων από τους μαθητές και συζήτηση των πειραματικών αποτελεσμάτων.
Αυτού του τύπου οι διδακτικές καταστάσεις προσφέρονται ιδιαίτερα κατά τη φάση
της εννοιολογικής αναδόμησης των εμποδίων, μετά δηλαδή τη φάση της
αποσταθεροποίησής των εμποδίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εκτέλεση πειραμάτων, όταν δεν συνοδεύεται από
συζήτηση μεταξύ των μαθητών, έχει μικρή συνεισφορά στην επεξεργασία των
εμποδίων.
Επίσης, σημαντική συμβολή στην επεξεργασία των εμποδίων έχουν οι διδακτικές
καταστάσεις που περιλαμβάνουν:
- συγκρίσεις ανάμεσα στις αρχικές και στις τρέχουσες αντιλήψεις των μαθητών,
- συμβολική αναπαράσταση του εμποδίου,
- έκφραση κρίσεων από πλευράς μαθητών σε προτάσεις που διατυπώνουν είτε οι
ίδιοι είτε κάποιοι άλλοι συμμαθητές τους και στις οποίες υποβόσκουν εμπόδια και
- σχεδιασμός από πλευράς μαθητών μαθημάτων για διδασκαλία σε άλλους
μαθητές.
Σχετικά με τις διδακτικές καταστάσεις που στοχεύουν στην αναγνώριση των
εμποδίων από τους μαθητές, αξίζει να τονιστεί ότι η «στοχαστική αποστασιοποίηση»
του μαθητή από τις αρχικές αντιλήψεις του, η «μετακίνηση» των απαντήσεων του
μαθητή από το «τοπικό» στο «εγκάρσιο» και από εκφράσεις κρίσεων
«σωστού/λάθους» σε εκφράσεις δυναμικών όψεων του εμποδίου, αποτελούν ενδείξεις
μετατόπισης των μαθητών προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης του εμποδίου.
Εντοπίστηκαν όμως δυσκολίες σε ορισμένους μαθητές κατά την εφαρμογή τέτοιων
διδακτικών καταστάσεων (δηλαδή καταστάσεων που στόχευαν στην αναγνώριση των
εμποδίων από τους μαθητές). Οι μαθητές αυτοί εμφάνισαν δυσκολίες στο να
613
παράγουν μόνοι τη διατύπωση των εμποδίων ή αρκέστηκαν σε εκφράσεις σε
«τοπικό» επίπεδο ή σε εκφράσεις κρίσεων του τύπου «σωστό/λάθος».
Σε ό,τι αφορά τη συμβολή των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, διαπιστώνεται ότι
αυτές πριμοδοτούν εννοιολογικές αλλαγές, κυρίως μέσω κοινωνικο-γνωστικών
συγκρούσεων. Οι μαθητές είναι δυνατόν να οικοδομήσουν νέες αντιλήψεις μέσα από
συγκρούσεις ιδεών που έχουν ως βάση προηγούμενες εμπειρίες, «πειστικές»
εξηγήσεις, αποτελέσματα πειραμάτων, στοιχεία της ίδιας της διδακτικής κατάστασης
και αντιπαράθεση ιδεών με τους συμμαθητές τους. Επιβεβαιώνεται λοιπόν η άποψη
που θέλει τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις να αποτελούν την κινητήριο δύναμη της
νοητικής προόδου των μαθητών.
Όμως, η αποφυγή της σύγκρουσης δεν είναι αδύνατη και μπορεί να αποτελέσει
σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στην εμφάνιση γνωστικής προόδου. Είναι
δυνατόν ο μαθητής να αρνηθεί να παραδεχθεί το πειραματικό γεγονός που είναι
διαφορετικό από τις προβλέψεις του ή να κάνει ένα «συμβιβασμό» ανάμεσα στην
αρχική του αντίληψη και σε αυτήν που επιδιώκεται να οικοδομήσει ή να αποδεχθεί
μια αντίληψη για διάφορους λόγους χωρίς όμως στην πραγματικότητα να την έχει
ενσωματώσει στον τρόπο σκέψης του.
Σχετικά με τις συνδέσεις ανάμεσα στα εμπόδια προέκυψε ότι τα εμπόδια
συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν ένα πλέγμα ιδεών. Η διαπίστωση αυτή,
εξηγεί την ανθεκτικότητά τους και συνηγορεί υπέρ της επεξεργασίας των σκέψεων
των μαθητών σε επίπεδο εμποδίων και όχι σημειακών αντιλήψεων.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τα γραπτά ερωτηματολόγια
πριν και μετά τις διδασκαλίες, καταδεικνύει ότι οι απαντήσεις των μαθητών στα μετα-
τεστ που συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους, είναι διαφοροποιημένες σε
σχέση με τις απαντήσεις των μαθητών στο προ-τεστ. Επίσης, οι γνώσεις που έχουν
αποκτήσει οι μαθητές φαίνεται να έχουν διάρκεια, αφού και τέσσερις μήνες μετά τις
διδασκαλίες οι απαντήσεις των μαθητών δεν διαφοροποιούνται ιδιαίτερα σε σχέση με
τις απαντήσεις τους αμέσως μετά τις διδασκαλίες.
Από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την ανάλυση των
απαντήσεων των μαθητών στα γραπτά ερωτηματολόγια και από την ανάλυση του
γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών, διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχουν
σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα αποτελέσματα που προκύπτουν από τα
γραπτά ερωτηματολόγια πριν και αμέσως μετά τις διδασκαλίες (προ-τεστ και μετα-
τεστ I) και στα αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάλυση του γραπτού και του
614
προφορικού λόγου των μαθητών στην αρχή και στο τέλος των διδασκαλιών. Επίσης,
οι μαθητές που τέσσερις μήνες μετά τις διδασκαλίες (σύμφωνα με τα αποτελέσματα
που προκύπτουν από τα μετα-τεστ I και II) «παλινδρομούν» προς τα εμπόδια, είναι
κατά κύριο λόγο εκείνοι οι μαθητές που από την ανάλυση του γραπτού και του
προφορικού λόγου τους αναδεικνύεται ότι εμφανίζουν συχνές «παλινδρομήσεις»
προς τα εμπόδια κατά τη διάρκεια των μαθημάτων.
615
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
616
8.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
617
τους μαθητές. Χρησιμοποιούνται δηλαδή προκατασκευασμένες διδακτικές
καταστάσεις και προκατασκευασμένο διδακτικό υλικό. Στο πλαίσιο αυτό οι
μαθητές δεν έχουν δυνατότητα παρέμβασης και ως εκ τούτου υπάρχουν
μειωμένες πιθανότητες ιδιοποίησης των προβλημάτων από αυτούς τους ίδιους.
- Η αποτίμηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων πραγματοποιείται με τη βοήθεια
γραπτών ερωτηματολογίων και συνεντεύξεων που αποσκοπούν στην καταγραφή
των αντιλήψεων των μαθητών πριν και μετά τις διδασκαλίες. Μια τέτοια όμως
αποτίμηση «αποσιωπά» και αντιμετωπίζει ως «μαύρο κουτί» την πορεία της
νοητικής εξέλιξης των μαθητών.
Από τις παραπάνω διαπιστώσεις προέκυψε η ανάγκη συγκρότησης προγράμματος
μαθημάτων για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας σε μαθητές δημοτικού
σχολείου, τα οποία μαθήματα: (α) να επεξεργάζονται σε γενικότερο επίπεδο τις
αντιλήψεις των μαθητών (επίπεδο εμποδίων των μαθητών καθώς αυτά αποτελούν το
«σκληρό πυρήνα» των αντιλήψεων), (β) να δίνουν έμφαση στις κοινωνικές
αλληλεπιδράσεις των μαθητών και (γ) να είναι ευέλικτα, δίνοντας πρωτοβουλίες και
ευκαιρίες στους μαθητές, να ιδιοποιηθούν τα προβλήματα που τίθενται και τη σχετική
διαμάχη των ιδεών. Επιπλέον, κρίθηκε ιδαίτερα σημαντικό να μελετηθεί, βήμα προς
βήμα, η νοητική πρόοδος των μαθητών και να διερευνηθούν οι συνθήκες κάτω από
τις οποίες μπορούν να τροποποιηθούν οι αντιλήψεις των μαθητών.
Η παρούσα διατριβή υιοθέτησε την προβληματική που ανέπτυξαν οι Astolfi και
Peterfalvi (1997) και η Peterfalvi (2001) για την επεξεργασία των εμποδίων των
μαθητών λόγω του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που παρουσιάζει τόσο σε θεωρητικό
όσο και σε πρακτικό επίπεδο (βλ. κεφάλαιο 2, σελ. 8).
Ο κύριος στόχος λοιπόν της διατριβής αυτής ήταν η διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Ως επιμέρους
στόχοι της διατριβής είχαν τεθεί: (α) ο εντοπισμός των εμποδίων των μαθητών στην
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, (β) η συγκρότηση προγράμματος μαθημάτων
για τη διδακτική επεξεργασία αυτών των εμποδίων και (γ) η αποτίμηση της
αποτελεσματικότητας του προγράμματος μαθημάτων στην Στ΄ τάξη του δημοτικού
σχολείου.
Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζονται τα κύρια ευρήματα της διατριβής (βλ.
ενότητα 8.2), και στη συνέχεια περιγράφονται οι περιορισμοί της και διατυπώνονται
ορισμένες ερευνητικές προτάσεις για περαιτέρω έρευνα (βλ. ενότητα 8.3).
618
8.2. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
619
8.2.3. Χαρακτηριστικά πειραματικών καταστάσεων με επιπτώσεις στις
αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές
Τα Μοντέλα 1, 2, 3 διαμορφώθηκαν με βάση τα ευρήματα ερευνών για τις
αντιλήψεις μαθητών που φοιτούν κυρίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αφού είναι
περιορισμένος ο αριθμός των εργασιών με μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Τα εν λόγω μοντέλα δεν περιελάμβαναν παράγοντες του πλαισίου από τους οποίους
πιθανώς να εξαρτώνται οι αντιλήψεις των μαθητών οι οποίες τα συγκροτούν.
Επιπλέον, απαιτήθηκε διερεύνηση προκειμένου να ελεγχθεί αν τα Μοντέλα 1, 2, 3
που συγκροτήθηκαν με βάση τη βιβλιογραφική ανασκόπηση, εντοπίζονται και σε
μαθητές του δημοτικού σχολείου στην Ελλάδα.
Προς την κατεύθυνση αυτή, πραγματοποιήθηκε έρευνα που είχε ως στόχους: (α)
την καταγραφή των αντιλήψεων των μαθητών ηλικίας 11-12 ετών στην Ελλάδα
αναφορικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας και (β) τον εντοπισμό
ορισμένων χαρακτηριστικών της πειραματικής κατάστασης που τίθεται στους
μαθητές και που πιθανώς έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι
μαθητές.
Η ημι-ποιοτική ανάλυση του εμπειρικού υλικού που συλλέχθηκε μέσω των
ημιδομημένων συνεντεύξεων επέτρεψε την ανάδειξη ενός πυρήνα αντιλήψεων,
κοινού σε όλους τους μαθητές και ανεξάρτητου των χαρακτηριστικών των
πειραματικών καταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν (βλ. υποενότητα 4.3.1.3.Α, σελ.
122). Παράλληλα, εντοπίστηκαν, ορισμένες αντιλήψεις που φαίνεται να εξαρτώνται
από ορισμένα χαρακτηριστικά της πειραματικής κατάστασης (βλ. υποενότητα
4.3.1.3.Β, σελ. 130) και επιπλέον προσδιορίστηκαν ορισμένα χαρακτηριστικά των
πειραματικών καταστάσεων που φαίνεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο ποιες
αντιλήψεις ενεργοποιούν οι μαθητές (βλ. υποενότητα 4.3.1.3.Γ, σελ. 141).
Συγκεκριμένα, η θερμική κατάσταση των σωμάτων φαίνεται να σχετίζεται με την
αναφορά των μαθητών σε μία οντότητα ή σε δύο οντότητες για την εξήγηση των
θερμικών φαινομένων. Με άλλα λόγια, οι μαθητές ανάλογα με τη θερμική κατάσταση
των σωμάτων, θεωρούν ότι μεταξύ τους ρέει θερμότητα, ψύχος ή και τα δύο. Στις
περιπτώσεις, που ένα θερμό (ή ψυχρό) σώμα έρχεται σε επαφή με ένα θερμότερο (ή
ψυχρότερο) σώμα ή με ένα σώμα θερμοκρασίας δωματίου, καθώς επίσης και όταν
διάφορα σώματα βρίσκονται σε θερμό (ή ψυχρό) περιβάλλον, το σύνολο των
μαθητών εξηγεί αυτά τα φαινόμενα χρησιμοποιώντας μια οντότητα, τη θερμότητα (ή
το ψύχος) που εκπέμπεται από το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα. Στις περιπτώσεις όμως
620
που ένα θερμό σώμα έρχεται σε επαφή με ένα ψυχρό σώμα τότε, η πλειοψηφία των
μαθητών ερμηνεύει αυτό το φαινόμενο επικαλούμενη δύο οντότητες, τη θερμότητα
που εκπέμπεται από το θερμό σώμα και το ψύχος που εκπέμπεται από το ψυχρό
σώμα. Είναι περιορισμένος ο αριθμός των μαθητών που κάνει χρήση μιας μόνο
οντότητας (μόνο της θερμότητας ή μόνο του ψύχους). Ως εκ τούτου, οι μαθητές,
ανάλογα με τη θερμική κατάσταση των σωμάτων, εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με
όρους μονόδρομης δράσης (το θερμό/ψυχρό σώμα δίνει θερμότητα/ψύχος στο άλλο
σώμα) ή με όρους δύο αντίθετης κατεύθυνσης μονόδρομων δράσεων του ενός
σώματος πάνω στο άλλο (το θερμό σώμα δίνει θερμότητα και το ψυχρό ψύχος). (βλ.
ενότητα 4.3, Σχήμα 4.4, σελ. 145).
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό της πειραματικής κατάστασης που φαίνεται να έχει
επιπτώσεις στις αντιλήψεις που ενεργοποιούν οι μαθητές σχετικά με τους παράγοντες
που καθορίζουν τη θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα, όταν βρίσκονται σε
θερμική ισορροπία με το περιβάλλον τους, είναι η ύπαρξη ή η απουσία επαφής μεταξύ
των σωμάτων. Όταν τα σώματα βρίσκονται σε απόσταση, σχεδόν όλοι οι μαθητές
θεωρούν ότι η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα εξαρτάται από τη σύστασή
τους. Όταν όμως τα σώματα είναι σε επαφή, αυξάνουν σημαντικά τα ποσοστά του
μαθητικού πληθυσμού που θεωρούν ότι η θερμοκρασία που αποκτούν τα σώματα
είναι ανεξάρτητη από τη σύστασή τους. (βλ. ενότητα 4.3, Σχήμα 4.4, σελ. 146).
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της πειραματικής κατάστασης που φαίνεται να έχει
συνέπειες στις αντιλήψεις των μαθητών αναφορικά με το αν στη κατάσταση θερμικής
ισορροπίας τα σώματα φτάνουν σε μια τελική θερμική κατάσταση (που
χαρακτηρίζεται από σταθεροποίηση της θερμοκρασίας τους) ή έχουν συνεχώς
μεταβαλλόμενη θερμοκρασία, ανάλογα με τον τρόπο θέρμανσης (ψύξης), είναι ο
τρόπος θέρμανσης (ψύξης) των σωμάτων. Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση που τα
σώματα βρίσκονται πάνω σε εστία θέρμανσης ή μέσα σε φούρνο ή ψυγείο οι μισοί
περίπου μαθητές θεωρούν ότι αυτά δεν φτάνουν σε μια μόνιμη τελική κατάσταση και
ότι η ροή της θερμότητας δεν έχει τέλος, ενώ οι άλλοι μισοί σχεδόν μαθητές θεωρούν
ότι τα σώματα φτάνουν σε μια τελική θερμική κατάσταση. Στην περίπτωση όμως,
που ένα σώμα θερμαίνεται από ένα θερμότερο σώμα ή ψύχεται από ένα ψυχρότερο
σώμα, το σύνολο των μαθητών θεωρεί ότι τα σώματα φτάνουν σε μια τελική θερμική
κατάσταση. (βλ. ενότητα 4.3, Σχήμα 4.4, σελ. 147).
Η σύσταση και το μέγεθος των σωμάτων, που περιλαμβάνει το τιθέμενο πρόβλημα,
έχουν επιπτώσεις στις αντιλήψεις των μαθητών για τη θερμοκρασία που αποκτούν τα
621
σώματα. Όταν τα σώματα έχουν ίδιο μέγεθος και ίδια σύσταση όλοι οι μαθητές
θεωρούν ότι οι θερμοκρασίες που αποκτούν τα σώματα είναι ίσες. Όταν όμως τα
σώματα έχουν διαφορετική σύσταση ή διαφορετικό μέγεθος οι περισσότεροι μαθητές
θεωρούν ότι οι θερμοκρασίες που αποκτούν τα σώματα είναι διαφορετικές. (βλ.
ενότητα 4.3, Σχήμα 4.4, σελ. 147).
Ανάλογα με τη σύσταση του μονωτικού υλικού, σε διάφορες καταστάσεις μόνωσης,
οι μαθητές θεωρούν ότι το προς μόνωση σώμα ή το σώμα που χρησιμοποιείται ως
μονωτής δίνουν θερμότητα (ή ψύχος) εξαιτίας της θερμικής τους κατάστασης. Πιο
συγκεκριμένα, όταν ο μονωτής είναι μάλλινο σώμα, η πλειοψηφία των μαθητών
θεωρεί ότι ο μονωτής δίνει θερμότητα, λόγω της θερμικής του κατάστασης, ενώ
ελάχιστοι μαθητές θεωρούν ότι το προς μόνωση θερμό (ή ψυχρό) σώμα δίνει
θερμότητα (ή ψύχος), εξαιτίας και πάλι της θερμικής του κατάστασης. Όταν όμως, ο
μονωτής είναι ξύλινο σώμα, οι περισσότεροι μαθητές θεωρούν ότι το προς μόνωση
θερμό (ή ψυχρό) σώμα δίνει θερμότητα (ή ψύχος), ενώ αρκετά λιγότεροι μαθητές
θεωρούν ότι ο μονωτής δίνει θερμότητα. (βλ. ενότητα 4.3, Σχήμα 4.4, σελ. 148).
622
πειραματικών καταστάσεων του προβλήματος που επεξεργάζονται (βλ. υποενότητα
4.3.2, Σχήμα 4.10, σελ. 163).
Από τον συνδυασμό των Μοντέλων 1, 2 και 3, τα οποία συγκροτήθηκαν με βάση
τη βιβλιογραφική ανασκόπηση των αντιλήψεων των μαθητών (βλ. ενότητα 4.2,
Πίνακας 4.1, σελ. 108), με τα Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε, τα οποία διαμορφώθηκαν με
βάση την εμπειρική έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε μαθητές του δημοτικού (βλ.
ενότητα 4.3, Πίνακας 4.19, σελ. 153 και Πίνακας 4.20, σελ. 159), προέκυψαν τα
Μοντέλα I, II, III των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (βλ.
ενότητα 4.3, Πίνακας 4.21, σελ. 165).
Σύμφωνα με το Μοντέλο I, η θερμότητα και το ψύχος είναι ποιοτικά μεγέθη με
χαρακτηριστικά ουσίας που εκπέμπονται ή απορροφώνται αυθόρμητα από τα
σώματα, εξαιτίας της θερμικής τους κατάστασης. Η θερμοκρασία των σωμάτων σε
κάθε χρονική στιγμή είναι ένδειξη της έντασης της θερμότητας και του ψύχους που
περιέχουν, ενώ η θερμοκρασία που αποκτούν, στις περισσότερες περιπτώσεις,
εξαρτάται από τη σύσταση, το μέγεθός τους και την αίσθηση του θερμού. Η συνολική
θερμότητα του συστήματος των σωμάτων δεν διατηρείται. Η θερμική ισορροπία είναι
μια πιθανή κατάσταση στην οποία τα σώματα αν βρεθούν αποκτούν θερμότητες ίσων
εντάσεων. Τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους δράσης (δράσεων) του ενός
σώματος πάνω στο άλλο, με ενδιάμεσο παράγοντα δύο «ποιότητες» (τη θερμότητα
και το ψύχος).
Στο πλαίσιο του Μοντέλου II, η θερμότητα και το ψύχος είναι ποσοτικά μεγέθη
με χαρακτηριστικά ουσίας που εκπέμπονται ή απορροφώνται αυθόρμητα από τα
σώματα, εξαιτίας της θερμικής τους κατάστασης. Η θερμοκρασία των σωμάτων σε
κάθε χρονική στιγμή είναι μέτρο της ποσότητας της θερμότητας ή και του ψύχους
που περιέχουν, ενώ η θερμοκρασία που αποκτούν εξαρτάται από τη σύσταση, το
μέγεθός τους και την αίσθηση του θερμού. Η συνολική θερμότητα διατηρείται. Η
θερμική ισορροπία είναι μια πιθανή κατάσταση όπου τα σώματα αν βρεθούν
αποκτούν ίσες ποσότητες θερμότητας/ψύχους. Τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με
όρους δράσης/δράσεων του ενός σώματος πάνω στο άλλο, με ενδιάμεσο παράγοντα
δύο ποσότητες (θερμότητα και ψύχος).
Σύμφωνα με το Μοντέλο III, η θερμότητα είναι ποσοτικό μέγεθος, με
χαρακτηριστικά ουσίας, που μεταφέρεται λόγω διαφοράς θερμοκρασίας από ένα
σώμα υψηλότερης σε ένα άλλο χαμηλότερης θερμοκρασίας, μέχρι να εξισωθούν οι
θερμοκρασίες τους. Η συνολική θερμότητα διατηρείται. Η θερμοκρασία των
623
σωμάτων σε κάθε χρονική στιγμή συνδέεται με την ποσότητα της θερμότητας ανά
μονάδα μάζας τους, ενώ η θερμοκρασία που αποκτούν εξαρτάται από τη
θερμοκρασία του περιβάλλοντος μέσα στον οποίο βρίσκονται. Το άθροισμα των
θερμοκρασιών των σωμάτων μεταβάλλεται. Η θερμική ισορροπία είναι μια
αναγκαιότητα που χαρακτηρίζεται από εξίσωση των θερμοκρασιών των σωμάτων. Τα
θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους μιας σχέσης διαφοράς των τιμών
θερμοκρασίας των σωμάτων, με ενδιάμεσο παράγοντα μια ποσότητα (θερμότητα).
Από τη σύγκριση των Μοντέλων I, II και III, με τη σχολική εκδοχή της φυσικο-
επιστημονικής γνώσης, προέκυψε ότι, το Μοντέλο III κινείται προς την κατεύθυνση
της σχολικής γνώσης, ενώ καθώς μεταβαίνουμε προς τα Μοντέλα II και I
διαπιστώνεται μια αύξουσα απόκλιση από τη σχολική γνώση. Έτσι, το Μοντέλο II
εμφανίζει σημαντικές εννοιολογικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη σχολική γνώση
και το Μοντέλο I (που εντοπίζεται στους περισσότερους μαθητές) είναι το πλέον
εννοιολογικά απομακρυσμένο από αυτήν.
Τα Μοντέλα I, II, III των μαθητών που συγκροτήθηκαν (βλ. ενότητα 4.3, Πίνακα
4.21, σελ. 165), επέτρεψαν την σε βάθος κατανόηση της εννοιολογικής δομής των
μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Για τον λόγο αυτό,
συνέβαλαν σημαντικά στον εντοπισμό των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας.
Επιπλέον, τα πέντε μοντέλα των μαθητών για καταστάσεις θέρμανσης και
μόνωσης (Μοντέλα Α, Β, Γ, Δ και Ε) που αποτελούν διάφορες εξειδικεύσεις του
Μοντέλου I, συνεισέφεραν σημαντικά στη συγκρότηση διδακτικών καταστάσεων για
τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας. Από τα μοντέλα αυτά των μαθητών αντλούνται σημαντικά στοιχεία σε
ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά των πειραματικών διατάξεων που περιλαμβάνουν οι
διδακτικές καταστάσεις που πρόκειται να συγκροτηθούν, ώστε οι μαθητές να
εκδηλώσουν συγκεκριμένες αντιλήψεις στην επεξεργασία των οποίων στοχεύει η
διδακτική παρέμβαση.
624
διαφοροποιούν τόσο από τις αντιλήψεις όσο και από τους γενικούς τρόπους σκέψης
των μαθητών (βλ. υποενότητα 5.2.1, Σχήμα 5.1, σελ. 175) και (γ) στην παραδοχή ότι
ισχυρή ένδειξη της ύπαρξης ενός εμποδίου αποτελεί η ανθεκτικότητά του στην
εννοιολογική αλλαγή.
Στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας εντοπίστηκαν τα εξής έξι εμπόδια
μαθητών (βλ. υποενότητα 5.2.2, σελ. 177):
- Εμπόδιο Ε1: Εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα σώμα όταν
βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον από ορισμένα χαρακτηριστικά
αυτού καθ’ αυτού του σώματος.
- Εμπόδιο Ε2: Εξάρτηση της αίσθησης του θερμού ή του ψυχρού μόνο από τη
θερμοκρασία του σώματος.
- Εμπόδιο Ε3: Εξομοίωση της θερμότητας (θεωρούμενης ως ποιοτικό μέγεθος)
με τη θερμοκρασία.
- Εμπόδιο Ε4: Το ψύχος είναι διαφορετική οντότητα από τη θερμότητα.
- Εμπόδιο Ε5: Η αιτία διάδοσης της θερμότητας συνδέεται με χαρακτηριστικά
ενός μεμονωμένου σώματος.
- Εμπόδιο Ε6: Η θερμότητα εμφανίζει χαρακτηριστικά ουσίας.
Από τα εμπόδια αυτά, τα πέντε πρώτα, επιλέγησαν προς διδακτική επεξεργασία. Ο
καθορισμός και η διαμόρφωση των επιδιωκόμενων στόχων πραγματοποιήθηκε με
βάση το Μοντέλο III των μαθητών που αποτελεί το μοντέλο στόχο-μετάβασης των
μαθητών (βλ. ενότητα 5.3, σελ. 189).
Καθώς όμως ο εντοπισμός ενός εμποδίου δεν επαρκεί για την κατανόηση της
λειτουργίας του και τη διδακτική επεξεργασία του, απαιτήθηκε μια περισσότερο
λεπτομερής θεώρηση, του δυναμικού δικτύου μέσα στο οποίο εντάσσεται το εμπόδιο,
και συγκεκριμένα τόσο του υπάρχοντος εννοιολογικού δικτύου (η υπάρχουσα
εννοιολογική κατάσταση των μαθητών) όσο και του εννοιολογικού δικτύου που θα
διδαχθεί (το εννοιολογικό πλαίσιο της γνώσης προς διδασκαλία) (Astolfi & Peterfalvi
1993).
Έτσι, για κάθε εμπόδιο που είχε εντοπιστεί, συγκροτήθηκε το «υπάρχον» και το
προς «οικοδόμηση» τμήμα του δυναμικού δικτύου (βλ. ενότητα 5.4, σελ. 191 και
Σχήματα 5.2 έως 5.6). Το «υπάρχον δίκτυο» περιελάμβανε, το εμπόδιο, τις
αντιλήψεις και τα μοντέλα των μαθητών για καταστάσεις θέρμανσης και μόνωσης με
τα οποία σχετίζεται και τα στοιχεία εκείνα της φυσικο-επιστημονικής γνώσης που το
εμπόδιο παρεμποδίζει να κατανοηθούν από το μαθητή. Το προς «οικοδόμηση δίκτυο»
625
περιελάμβανε, τον επιδιωκόμενο στόχο και ορισμένες συνθήκες που θα κάνουν
δυνατή την επεξεργασία του εμποδίου.
626
Για τις ανάγκες του προγράμματος συγκροτήθηκαν φύλλα εργασίας (Φ.Ε) (βλ.
Παράρτημα XI, σελ. 738) και φύλλα αποτύπωσης των σημείων-κλειδιών των
ενοτήτων μαθημάτων (βλ. Παράρτημα XII, σελ. 901).
Η αναλυτική παρουσίαση του προγράμματος μαθημάτων (βλ. ενότητα 6.3, σελ.
258) πραγματοποιήθηκε ανά ενότητα μαθημάτων και οργανώθηκε ως εξής. Αρχικά
παρουσιάστηκε ο βαθμός επεξεργασίας του εμποδίου ανά μάθημα και ανά φάση της
διδακτικής του επεξεργασίας (βλ. Πίνακες 6.5, 6.11, 6.15, 6.21, 6.25). Ακολούθησε η
συνοπτική παρουσίαση της πορείας διδασκαλίας σε κάθε ενότητα μαθημάτων (βλ.
Σχήματα 6.6 έως 6.10). Στη συνέχεια παρουσιάστηκαν αναλυτικά οι διδασκαλίες οι
οποίες περιελάμβαναν: τις διδακτικές καταστάσεις προς επεξεργασία, τις ενέργειες
των μαθητών με αφορμή τη διαπραγμάτευση της συγκεκριμένης διδακτικής
κατάστασης, τις ενέργειες του διδάσκοντα, την οργάνωση της εργασίας στην τάξη,
την αιτιολογία ενεργειών σε σχέση με τα εμπόδια και το αποτέλεσμα των ενεργειών
(βλ. Πίνακες 6.6-6.10, 6.12-6.15, 6.16-6.20, 6.22-6.24, 6.26-6.31).
Η εκκίνηση του προβλήματος μαθημάτων αφορά στην επεξεργασία του εμποδίου
Ε1, που στόχευε στην οικοδόμηση της αντίληψης ότι η «θερμοκρασία» που έχει ένα
σώμα το οποίο βρίσκεται για αρκετό χρόνο σε ένα περιβάλλον (ή ακριβέστερα αυτή η
«γενική» έννοια που στη σκέψη των μαθητών παρουσιάζει χαρακτηριστικά ποιοτικού
μεγέθους και ανάμιχτα στοιχεία θερμοκρασίας, θερμότητας και ψυχρότητας) δεν
εξαρτάται από χαρακτηριστικά αυτού καθ’ αυτού του σώματος αλλά καθορίζεται από
τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του. Παράλληλα, η επεξεργασία του εμποδίου Ε1
συνεισέφερε σε μια πρώτη αποκέντρωση της σκέψης του μαθητή από το σώμα και
επικέντρωσή του προς το περιβάλλον του σώματος.
Ακολούθησε η επεξεργασία του εμποδίου Ε2 η οποία σε ένα μεγάλο βαθμό
στηρίχθηκε στην επεξεργασία του εμποδίου Ε1 που είχει προηγηθεί. Η επεξεργασία
του εμποδίου Ε2 απέβλεπε στην οικοδόμηση της αντίληψης ότι η αίσθηση του
θερμού δεν συνδέεται μόνο με τη «θερμοκρασία» («γενική» έννοια που στη σκέψη
των μαθητών παρουσιάζει χαρακτηριστικά ποιοτικού μεγέθους και ανάμειχτα
στοιχεία θερμοκρασίας, θερμότητας και ψυχρότητας). Η διδακτική επεξεργασία και
αυτού του εμποδίου απέβλεπε γενικότερα σε μια αποκέντρωση της σκέψης του
μαθητή από τα δεδομένα των αισθήσεων προς την κατεύθυνση της χρήσης
επιστημονικών οργάνων (του θερμομέτρου) για την αντικειμενική μέτρηση της
θερμοκρασίας ενός σώματος.
627
Ακολούθησε η επεξεργασία του εμποδίου Ε3, που στόχευε στο να
συνειδητοποιήσει ο μαθητής τα όρια εφαρμογής της έννοιας της θερμοκρασίας. Ότι
δηλαδή η έννοια της θερμοκρασίας - όπως την έχει συγκροτήσει μέχρι εκείνη τη
στιγμή - είναι ανεπαρκής από μόνη της για να εξηγήσει τα θερμικά φαινόμενα. Τότε
εισήχθη από τον διδάσκοντα η έννοια της θερμότητας και επιδιώχθηκε ο μαθητής να
οικοδομήσει την αντίληψη ότι η θερμότητα έχει χαρακτηριστικά ποσοτικού μεγέθους.
Στη συνέχεια, η διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε3 στόχευε στη διάκριση των
εννοιών της θερμότητας (ή και της ψυχρότητας) και της θερμοκρασίας, ώστε ο
μαθητής να οικοδομήσει την αντίληψη ότι η ποσότητα θερμότητας συνδέεται όχι
μόνο με τη θερμοκρασία αλλά με τη μάζα καθώς επίσης και με τη σύσταση του
σώματος.
Με τη διδακτική επεξεργασία του εμποδίου Ε4 που ακολούθησε, επιδιώχθηκε η
αποστασιοποίηση του μαθητή από την έντονα εξαρτώμενη από τη θερμική
κατάσταση των σωμάτων αντίληψη της χρήσης δύο διαφορετικών οντοτήτων, της
θερμότητας και του ψύχους, για την εξήγηση των θερμικών φαινομένων και η
οικοδόμηση της αντίληψης ότι τα θερμικά φαινόμενα, ανεξάρτητα από τη θερμική
κατάσταση των σωμάτων, εξηγούνται με τη χρήση μίας μόνο οντότητας, της
θερμότητας.
Τέλος, ακολούθησε η επεξεργασία του εμποδίου Ε5, που στόχευε στην
οικοδόμηση της αντίληψης σύμφωνα με την οποία η αιτία της διάδοσης της
θερμότητας δεν εδράζεται στο σώμα αλλά στο σύστημα σώμα-περιβάλλον και
συνίσταται στη διαφορά θερμοκρασίας σώματος και περιβάλλοντός του. Η διδακτική
επεξεργασία αυτού του εμποδίου απέβλεπε γενικότερα στη ρηγμάτωση ενός τρόπου
σκέψης που έχει χαρακτηριστικά απλής γραμμικής αιτιότητας και στην υιοθέτηση
ενός τρόπου σκέψης με χαρακτηριστικά «σχετικιστικής» αιτιότητας για την εξήγηση
των θερμικών φαινομένων (Grotzer 2003). Δεν είναι αρκετό δηλαδή να εξετάζεται
μόνο η θερμοκρασία του ενός σώματος ή μόνο η θερμοκρασία του άλλου σώματος,
αλλά απαιτείται να εξετάζονται σε σύγκριση η θερμοκρασία του ενός σώματος με τη
θερμοκρασία του δεύτερου σώματος. Η αιτία δηλαδή για τη μεταφορά θερμότητας
ανάμεσα σε δύο σώματα είναι μια σχέση μεταξύ των θερμοκρασιών αυτών των
σωμάτων.
Χαρακτηριστικό του προγράμματος των μαθημάτων που αναπτύχθηκε αποτέλεσε
η «ευελιξία» του καθώς βασική προϋπόθεση της διδακτικής επεξεργασίας των
εμποδίων είναι η «επένδυση» των μαθητών στις διδακτικές καταστάσεις (Astolfi &
628
Peterfalvi 1997). Γι’ αυτό άλλωστε, οι τρεις φάσεις της διδακτικής επεξεργασίας των
εμποδίων (αποσταθεροποίηση, εννοιολογική αναδόμηση, αναγνώριση των εμποδίων
από τους μαθητές) δεν πραγματοποιήθηκαν απαραίτητα σε κάθε διδασκαλία ή με την
ίδια πάντα σειρά. Επιπλέον, στην υλοποίηση του προγράμματος εντοπίστηκαν
περιπτώσεις όπου μια φάση της διδακτικής επεξεργασίας ενός εμποδίου σταμάτησε
και ολοκληρώθηκε αργότερα μετά την επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου.
Σε γενικές γραμμές, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, η διδακτική
επεξεργασία ενός εμποδίου ακολούθησε την παρακάτω πορεία:
- Αρχικά οι μαθητές επεξεργάστηκαν ένα πρόβλημα που αποσκοπούσε στην
ανάδειξη των αντιλήψεων των μαθητών. Οι μαθητές, ενώ είναι οργανωμένοι σε
ομάδες, εργάστηκαν ατομικά και απάντησαν γραπτά στις ερωτήσεις του
προβλήματος.
- Ακολούθησε συζήτηση των μαθητών σε επίπεδο ομάδας με στόχο να
συνειδητοποιήσουν ότι ανάμεσά τους υπάρχουν διαφωνίες. Οι αντιπρόσωποι
των ομάδων εργασίας των μαθητών, ομαδοποίησαν τις απαντήσεις των
συμμαθητών τους και τις ανακοίνωσαν στο σύνολο της τάξης. Στη συζήτηση
σε επίπεδο τάξης με το συντονισμό του δασκάλου που ακολούθησε, οι
μαθητές, διατύπωσαν τα προβλήματα προς διερεύνηση.
- Οι μαθητές, εργαζόμενοι σε ομάδες, σχεδίασαν και εκτέλεσαν έρευνες, με τη
βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπήρχαν στο φύλλο εργασίας της
ομάδας, με σκοπό να απαντήσουν στα προβλήματα που είχαν διατυπώσει.
Αφού συνέλεξαν τα υλικά που απαιτούνταν για την εκτέλεση των πειραμάτων,
εκτέλεσαν τα πειράματα που πρότειναν και εξήγαγαν συμπεράσματα. Στη
συνέχεια, με τη βοήθεια κατάλληλων ερωτήσεων που υπήρχαν στο φύλλο
εργασίας, συνέκριναν τα αποτελέσματα των πειραμάτων με τις αρχικές
προβλέψεις τους. Σε όλη τη διάρκεια και μετά το πέρας της εκτέλεσης των
πειραμάτων συζήτησαν μεταξύ τους σχετικά με τις προβλέψεις και τα
πειραματικά αποτελέσματα.
- Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου αυτό κρίθηκε αναγκαίο, εισήχθη μια αναλογία
και οι μαθητές επεξεργάστηκαν προβλήματα με τη βοήθεια της αναλογίας
αυτής. Για την επεξεργασία αυτών των προβλημάτων, οι μαθητές αρχικά
εργάστηκαν ατομικά και στη συνέχεια συζήτησαν τις απαντήσεις τους με τους
συμμαθητές της ομάδας τους.
629
- Στη συνέχεια, οι μαθητές, εργάστηκαν αρχικά ατομικά και κατόπιν σε επίπεδο
ομάδας, και επεξεργάστηκαν προβλήματα διαφορετικά σε σχέση με αυτά που
έχουν διαπραγματευτεί προηγουμένως (εφαρμογή σε νέες καταστάσεις).
Επιπλέον, οι μαθητές απάντησαν εκ νέου σε ερωτήματα που είχαν
διαπραγματευτεί στο παρελθόν. Στη συνέχεια, κλήθηκαν να συγκρίνουν τις
αρχικές τους αντιλήψεις με τις αντιλήψεις που είχαν δομήσει. Έτσι, αρχικά
εργάστηκαν ατομικά και κατέγραψαν τις ιδέες τους και έπειτα συζήτησαν τις
ιδέες τους με τους συμμαθητές της ομάδας τους.
- Ακολούθησε η επεξεργασία προβλημάτων από τους μαθητές, με σκοπό την
ανάπτυξη της δεξιότητας της συμβολικής αναπαράστασης του εμποδίου. Για
παράδειγμα, ζητήθηκε από τους μαθητές να δικαιολογήσουν με ποια ή με ποιες
από τις διάφορες εικόνες που τους προτάθηκαν, έμοιαζε ο τρόπος που
σκέφτονταν πριν τις διδασκαλίες. Οι μαθητές επίσης κλήθηκαν να εκφέρουν
κρίσεις πάνω σε ορισμένες προτάσεις που τους δόθηκαν, με στόχο να
διατυπώσουν το εμπόδιο που υποβαστάζει τις εν λόγω προτάσεις. Ακόμη,
συμπλήρωσαν κατάλληλα προτάσεις που είχαν κενά, ώστε ορισμένες από
αυτές να εκφράζουν αυτά που θεωρούσαν ότι ισχύουν πριν τις διδασκαλίες και
ορισμένες άλλες αυτά που αποδέχονται μετά τις διδασκαλίες που είχαν
προηγηθεί. Στη συνέχεια, οι μαθητές επινόησαν ερωτήσεις, τις οποίες
υπέβαλαν στους συμμαθητές τους με σκοπό να τους παρασύρουν στην
«παγίδα» του εμποδίου. Έτσι, αρχικά εργάστηκαν ατομικά και κατέγραψαν τις
ιδέες τους και κατόπιν συζήτησαν τις ιδέες τους με τους συμμαθητές της
ομάδας τους.
- Οι μαθητές επίσης επεξεργάστηκαν προβλήματα που εμπλέκουν περισσότερα
του ενός εμπόδια, με στόχο την περαιτέρω αποσαφήνιση των εμποδίων. Στη
φάση αυτή, οι μαθητές εργάστηκαν αρχικά ατομικά και κατέγραψαν τις ιδέες
τους και στη συνέχεια συζήτησαν τις ιδέες τους με τους συμμαθητές της
ομάδας τους.
- Τέλος, οι μαθητές, εργαζόμενοι ομαδικά, ενεπλάκησαν σε μια διαδικασία
σχεδίασης «μαθημάτων» για τη θερμοκρασία και τη θερμότητα, με σκοπό να
τα «διδάξουν» σε κάποια άλλη τάξη. Οι μαθητές κλήθηκαν να αναλογιστούν, τι
πίστευαν πριν τις διδασκαλίες για τη θερμοκρασία, τι ήταν αυτό που τους
εμπόδιζε να καταλάβουν, τι ήταν αυτό που τους βοήθησε να καταλάβουν και
630
να προτείνουν πειραματικές καταστάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τους
«μαθητές» τους να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.
631
Τέλος, διερευνήθηκαν οι συνδέσεις στη λειτουργία των πέντε εμποδίων που
αφορούν στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας. Ειδικότερα, εξετάστηκαν
περιπτώσεις ανάδυσης ενός εμποδίου με αφορμή την επεξεργασία ενός άλλου
εμποδίου και περιπτώσεις συμβολής της επεξεργασίας ενός εμποδίου στην
επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου (βλ. υποενότητα 7.3.1.3, σελ. 578).
Από την ποιοτική ανάλυση του γραπτού και προφορικού λόγου των μαθητών
προέκυψαν μια σειρά από διαπιστώσεις σε ό,τι αφορά τη συμβολή των διδασκαλιών
στην επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών και στην εξέλιξη των αντιλήψεών τους
αναφορικά με την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας (βλ. υποενότητα 7.3.1.1,
σελ. 376):
- Η διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας σε μαθητές της Στ΄ τάξης του δημοτικού αναδείχθηκε εφικτή. Η
πλειοψηφία των μαθητών μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής του
προγράμματος μαθημάτων που συγκροτήθηκε για τη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών στην εν λόγω εννοιολογική περιοχή, ενεργοποίησε
συστηματικά αντιλήψεις προς την κατεύθυνση των επιδιωκόμενων στόχων.
- Η πορεία της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων, από την αποσταθεροποίηση
και την αναδόμησή τους μέχρι την αναγνώρισή τους από τους μαθητές, ήταν μια
μακρά και αργή διαδικασία. Αποτελεί ψευδαίσθηση η υπέρβαση του εμποδίου
μέσω της επεξεργασίας μιας διδακτικής κατάστασης. Πιο κατάλληλη και
αποτελεσματική αναδεικνύεται η μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη επεξεργασία
τους.
- Στη διάρκεια των διδασκαλιών, η εξέλιξη της νοητικής προόδου των μαθητών δεν
ήταν ομοιόμορφη. Οι νοητικές «διαδρομές» που ακολούθησαν οι μαθητές, κατά
τη διάρκεια της επεξεργασίας των εμποδίων, χαρακτηρίζονται από μια έντονη
διαφορετικότητα (βλ. υποενότητα 7.3.1.1, Πίνακες 7.4, 7.7, 7.10, 7.12, 7.15).
Εντοπίστηκαν μαθητές με μια συνεχή νοητική πρόοδο και μαθητές με
«πισωγυρίσματα». Φαίνεται ότι οι μαθητές δεν εγκαταλείπουν εύκολα ένα τρόπο
σκέψης προς όφελος ενός εναλλακτικού τρόπου τον οποίο στοχεύει να
οικοδομήσει η διδασκαλία. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν μαθητές που μετά τα
πρώτα πειραματικά αποτελέσματα χρησιμοποιούν συστηματικά αντιλήψεις που
συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους. Υπάρχουν όμως και μαθητές που
«παλινδρομούν» ανάμεσα στις αρχικές και στις προς οικοδόμηση αντιλήψεις κατά
τη διάρκεια ορισμένων διδακτικών καταστάσεων μέχρι να αποκτήσουν την
632
ικανότητα να χρησιμοποιούν συστηματικά αντιλήψεις που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους. Είναι ελάχιστοι οι μαθητές, που συστηματικά είτε
εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τις αρχικές τους αντιλήψεις παρά τα αντίθετα με
τις προβλέψεις τους πειραματικά αποτελέσματα, είτε χρησιμοποιούν σε όλο το
εύρος των διδακτικών καταστάσεων αντιλήψεις που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους.
- Ο χαρακτηρισμός των φάσεων της επεξεργασίας των εμποδίων με όρους όπως
«αποσταθεροποίηση», «αναδόμηση» και «αναγνώριση» είναι σχετικός. Στους
μαθητές δεν προκαλούνται πάντα τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Παρατηρήθηκαν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο θεωρητικό σχέδιο και στην
εφαρμογή του στη σχολική τάξη. Ειδικότερα, μια διδακτική κατάσταση που είναι
εστιασμένη στη διδακτική επεξεργασία εμποδίων, μπορεί να επιφέρει τα
ακόλουθα διαφορετικά αποτελέσματα στους μαθητές (βλ. υποενότητα 7.3.1.1,
Πίνακες 7.5, 7.8, 7.11, 7.13, 7.16):
να συμβάλλει στην επεξεργασία των εμποδίων, οπότε οι μαθητές είτε
οικοδομούν αντιλήψεις προς την κατεύθυνση των επιδιωκόμενων
στόχων («επιθυμητές αντιλήψεις») είτε εκδηλώνουν αντιλήψεις που
έχουν στοιχεία τόσο από τα εμπόδια όσο και από τους επιδιωκόμενους
στόχους («ενδιάμεσες αντιλήψεις»),
να επιφέρει ενίσχυση των εμποδίων, οπότε οι μαθητές
«προσκολλώνται» περισσότερο στα εμπόδια και εξακολουθούν να
ενεργοποιούν αντιλήψεις που αποτελούν εκδηλώσεις των εμποδίων,
να μην επιφέρει καμιά ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο σκέψης των
μαθητών, οπότε οι μαθητές εξακολουθούν να εκδηλώνουν αντιλήψεις
είτε προς την κατεύθυνση των εμποδίων είτε προς την κατεύθυνση των
επιδιωκόμενων στόχων.
- Αναφορικά με τις διδακτικές καταστάσεις που περιλαμβάνουν εκτέλεση
πειραμάτων από τους μαθητές, προέκυψε ότι δεν είναι αρκετό να έρθουν οι
μαθητές αντιμέτωποι με τα αποτελέσματα των πειραμάτων για να προκληθεί
ρήγμα στα εμπόδια. Αξίζει να τονιστεί ότι μια πολύ συχνή αντίληψη των
εκπαιδευτικών είναι ότι αρκεί να επιλέξουν και να παρουσιάσουν πειράματα που
τα αποτελέσματά τους είναι αντίθετα ή διαφορετικά από αυτά που προβλέπουν οι
μαθητές για να επιτύχουν την τροποίηση των αντιλήψεων των μαθητών
(Peterfalvi 1997). Από την ανάλυση του προφορικού και του γραπτού λόγου των
633
μαθητών προέκυψε ότι τα περισσότερα από τα πειραματικά αποτελέσματα,
μολονότι μπορεί να ήταν μη αναμενόμενα από τους μαθητές, τους προκάλεσαν
απλά έκπληξη, χωρίς να τους εμπλέξουν σε ουσιαστική συζήτηση, προκαλώντας
έτσι ασθενείς και επιφανειακές ρηγματώσεις στα εμπόδια. Ένας μικρός μόνο
αριθμός μαθητών φαίνεται να τροποποίησε τις αντιλήψεις του μετά από την
εκτέλεση πειραμάτων. Συνάγεται λοιπόν ότι αυτό καθ’ αυτό το πείραμα δεν αρκεί
να κλονίσει τις αντιλήψεις των μαθητών. Αυτό συγκλίνει εξάλλου και με
σύγχρονες επιστημολογικές θέσεις που υποστηρίζουν τον παραπλανητικό και
αναδρομικό χαρακτήρα των αποκαλούμενων «κρίσιμων» πειραμάτων στις
πειραματικές επιστήμες (Raichvarg 1997).
- Όταν όμως, η εκτέλεση των πειραμάτων από τους μαθητές, συνοδεύτηκε με
συζητήσεις, όπου οι μαθητές αντιπαρέθεσαν ιδέες στην προσπάθειά τους να
υποστηρίξουν τις απόψεις τους, τότε προκλήθηκε ισχυρό ρήγμα στο εμπόδιο και
οι μαθητές οικοδόμησαν νέες αντιλήψεις. Το συμπέρασμα αυτό συνάδει με τα
αποτελέσματα πρόσφατων ερευνών από τις οποίες προκύπτει ότι οι μαθητές που
συζητούσαν τις απόψεις τους πριν και μετά την πραγματοποίηση των πειραμάτων,
με στόχο όσο το δυνατόν να έρθουν σε συμφωνία, παρουσίασαν μεγαλύτερη
πρόοδο από τους μαθητές που εργάζονταν ομαδικά χωρίς όμως να συζητούν
(Roth et al. 1997, Howe, Tolmie, Duchak-Tanner & Rattray 2000, Howe &
Tolmie 2003).
- Προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικής επεξεργασίας των εμποδίων φαίνεται
να συμβάλλει επίσης η διαδικασία σχεδιασμού και υλοποίησης έρευνας από τους
ίδιους τους μαθητές προκειμένου να απαντήσουν σε ένα πρόβλημα. Αρκετοί από
τους μαθητές που απασχολήθηκαν ενεργά στη σχεδίαση και πραγματοποίηση
έρευνας, ιδιοποιήθηκαν το πρόβλημα προς διερεύνηση, επένδυσαν πραγματικά
στις πειραματικές καταστάσεις και στις συζητήσεις και οικοδόμησαν αντιλήψεις
χωρίς απλά να τις αποδεχτούν - πράγμα το οποίο συμβαίνει συχνά στις
περιπτώσεις παθητικής εκτέλεσης προσχεδιασμένων πειραμάτων που τίθενται από
τον διδάσκοντα, χωρίς απαραίτητα να λαμβάνονται υπόψη τα ενδιαφέροντα των
μαθητών. Διαπιστώνεται λοιπόν ο ιδιαίτερος και σημαντικός ρόλος που
διαδραματίζει στην επεξεργασία των εμποδίων η ιδιοποίηση του προβλήματος
από τους μαθητές.
- Εντοπίστηκαν μαθητές που η εμπλοκή τους σε νέες διδακτικές καταστάσεις σε
σχέση με αυτές που οι ίδιοι είχαν εξοικειωθεί, προκάλεσε «οπισθοδρόμηση» στο
634
τρόπο σκέψης τους. Είναι δηλαδή δυνατόν οι μαθητές να χρησιμοποιούν
συστηματικά σε ορισμένες διδακτικές καταστάσεις, που έχουν συγκεκριμένα
χαρακτηριστικά, τις νέες αντιλήψεις που έχουν δομήσει, αλλά και να
«παλινδρομούν» παράλληλα στις αρχικές τους αντιλήψεις, με αφορμή την
εμπλοκή τους σε καταστάσεις με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Εντοπίστηκαν
επίσης μαθητές που ενεργοποίησαν αντιλήψεις που είχαν στοιχεία τόσο από το
εμπόδιο και από τον επιδιωκόμενο στόχο («ενδιάμεσες αντιλήψεις»). Από τα
ανωτέρω λοιπόν ευρήματα συνάγεται ότι το εμπόδιο έχει την τάση να
επανεμφανίζεται με πολλούς τρόπους.
- Οι διδακτικές καταστάσεις που συνδέονταν με περισσότερα του ενός εμπόδια,
ακόμα και μετά από ικανοποιητική επεξεργασία ενός ή περισσοτέρων εμποδίων
οδήγησαν τους μαθητές σε «παλινδρόμηση» στην αρχική τους κατάσταση.
Εντοπίστηκαν δηλαδή μαθητές που παρά την επεξεργασία ενός συγκεκριμένου
εμποδίου και τη συστηματική χρήση αντιλήψεων που συνδέονταν με τον
επιδιωκόμενό του στόχο, «παλινδρόμησαν» προς τις αρχικές τους αντιλήψεις,
όταν επεξεργάστηκαν ένα πρόβλημα στο οποίο υπεισέρχονταν τόσο το εν λόγω
εμπόδιο όσο και ένα άλλο εμπόδιο. Αυτές όμως οι διδακτικές καταστάσεις
αναδείχθηκαν, για ορισμένους μαθητές, «κρίσιμες» σε ό,τι αφορά την οικοδόμηση
νέων αντιλήψεων και την αποσαφήνιση των εμποδίων. Για τους μαθητές εκείνους
που με αφορμή τέτοιου τύπου διδακτικές καταστάσεις είχαν «παλινδρομήσει» σε
ένα αρχικό τρόπο σκέψης που συνδέονταν με την ύπαρξη των εμποδίων, η
περαιτέρω επεξεργασία αυτών των διδακτικών καταστάσεων απετέλεσε
«εφαλτήριο» για την αποσαφήνιση των εμποδίων.
- Η επεξεργασία από τους μαθητές διδακτικών καταστάσεων που τους προέτρεπαν
σε συγκρίσεις ανάμεσα στις αρχικές τους αντιλήψεις και στις αντιλήψεις που
επιδιώκετο να δομήσουν, συνέβαλε συνήθως στην αναγνώριση των εμποδίων από
τους μαθητές. Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι αυτές οι διδακτικές
καταστάσεις, για να είναι αποτελεσματικές, είναι προτιμότερο να έπονται των
διδακτικών καταστάσεων που στοχεύουν στην αποσταθεροποίηση και την
αναδόμηση των αντιλήψεων των μαθητών.
- Οι διδακτικές καταστάσεις που απέβλεπαν στη συμβολική αναπαράσταση των
εμποδίων ή στην έκφραση από πλευράς των μαθητών κρίσεων πάνω σε προτάσεις
που συνδέονταν με τα εμπόδια, τις περισσότερες φορές πριμοδότησαν
«μετατοπίσεις» της σκέψης των μαθητών από το «τοπικό» προς το «εγκάρσιο» ή
635
από κρίσεις του τύπου «σωστό/λάθος» σε στοιχεία που προσδιορίζουν επακριβώς
σε τι το εμπόδιο συνίσταται και ως εκ τούτου συνέβαλαν αποφασιστικά στην
αναγνώριση των εμποδίων από τους μαθητές (βλ. ενότητα 7.3, Πίνακες 7.3, 7.6,
7.9, 7.14).
- Για ορισμένους μαθητές εμφανίστηκαν δυσκολίες, αναφορικά με τη διαδικασία
αναγνώρισης των εμποδίων από αυτούς τους ίδιους.
Η πρώτη δυσκολία ήταν να εμπλακούν οι μαθητές σε μια μεταγνωστική
διαδικασία και να οδηγηθούν στο να παράγουν μόνοι τους διατυπώσεις
εμποδίων. Ορισμένες ερωτήσεις που περιέχονταν στα προβλήματα και οι
οποίες στόχευαν στην αναγνώριση των εμποδίων από τους μαθητές, ήταν
συγκροτημένες με τέτοιο τρόπο ώστε οι μαθητές να μεταβούν σε
διατυπώσεις εμποδίων. Οι μαθητές όμως δεν πρότειναν διατυπώσεις
εμποδίων αλλά έδωσαν απαντήσεις για παράδειγμα του τύπου «δεν το
ξέρω» ή «δεν το βρίσκω».
Μια δεύτερη δυσκολία συνδέθηκε με την κατανόηση της έννοιας του
εμποδίου. Η εργασία της αναγνώρισης του εμποδίου συχνά συγχέεται με
τον εντοπισμό των λαθών. Συχνά υιοθετείται η λογική του
«σωστού/λάθους», ενώ για να μπορέσει η αναγνώριση των εμποδίων να
«λάβει σάρκα και οστά», φαίνεται πιο κατάλληλο, να ανακαλείται το
επίπεδο της σκέψης που υποβόσκει. Το πέρασμα από τις τοπικές
καταγραφές του τύπου «σωστό/λάθος» ή του «δε ξέρω» στις περισσότερο
εγκάρσιες καταγραφές του τύπου «βοήθημα/εμπόδιο», προέκυψε ότι για
ορισμένους μαθητές δε γίνεται εύκολα.
- Η διδακτική κατάσταση που αναφέρεται στο σχεδιασμό από τους μαθητές σειράς
μαθημάτων με σκοπό τη διδασκαλία σε άλλους μαθητές, αναδείχθηκε ιδιαίτερα
σημαντική αναφορικά με τη συμβολή της στην αποσαφήνιση των εμποδίων και
κατά συνέπεια στην αναγνώρισή τους από τους μαθητές. Οι μαθητές οδηγήθηκαν
σε μια διαδικασία αναστοχασμού πάνω στις αρχικές τους αντιλήψεις, στις
δυσκολίες που συνάντησαν και στις προσπάθειες υπέρβασής τους. Σε μια τέτοια
περίπτωση, η αναζήτηση των προσωπικών τους αντιλήψεων και εμποδίων που
κατάφεραν να υπερβούν, σχετιζόταν με αυτά που θα συναντήσουν άλλοι μαθητές,
χωρίς να γίνεται αναφορά στο υλικό των προσωπικών τους λανθασμένων
παραγωγών. Μ’ αυτόν τον τρόπο αποφεύχθηκε η αυτο-υποτίμηση. Επίσης,
προκλήθηκε μια σημαντική εμπλοκή των μαθητών στην εργασία. Η δυναμική
636
αυτή ενισχύθηκε από τη γραπτή εργασία που παρήγαγαν οι μαθητές κάθε ομάδας.
Πιο συγκεκριμένα, έγραψαν όλοι μαζί ένα κείμενο και ο καθένας διατύπωσε τα
εμπόδια που είχε εντοπίσει στον εαυτό του και στους άλλους. Ο εντοπισμός του
εμποδίου βιώθηκε ως μια θετική συνεισφορά στην ομαδική εργασία. Αξίζει να
σημειωθεί ότι το σύνολο αυτής της διαδικασίας πραγματοποιήθηκε από τους
μαθητές. Σε αυτό βέβαια συνέβαλε το γεγονός ότι οι μαθητές είχαν την ευκαιρία
να εκφράσουν προκαταβολικά τις ιδέες τους, να τις αντιπαραθέσουν, να
εντοπίσουν τις αποκλίσεις και τις αντιθέσεις, να διαμορφώσουν προβλήματα, να
σχεδιάσουν και να εκτελέσουν πειράματα. Σε αυτή τη φάση, που οι μαθητές
σχεδιάζουν μαθήματα με σκοπό να διδάξουν άλλους μαθητές, φαίνεται να
ενεργοποιούν στοιχεία από τις συγκρούσεις που είχαν λιγότερο ή περισσότερο
επιλύσει στο παρελθόν.
Διαπιστώνεται λοιπόν μια ποικιλία παρατηρούμενων εξελίξεων. Αν και οι
διδακτικές καταστάσεις που προτάθηκαν από τον διδάσκοντα παραπέμπουν στις
διάφορες όψεις της αποσταθεροποίησης, της αναδόμησης ή της αναγνώρισης του
εμποδίου, οι νοητικές αλλαγές που επέφεραν στους μαθητές μπορούν να είναι
εντελώς διαφορετικές. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει, σχετικά με
τις προβλέψεις που μπορούμε να κάνουμε για το αποτέλεσμα μιας διδακτικής
παρέμβασης στη νοητική πρόοδο των μαθητών. Αν είναι αλήθεια ότι για να
συγκροτήσουμε και θέσουμε σε λειτουργία μια διδακτική κατάσταση, είναι
απαραίτητο να έχουμε υπόψη μας ένα συγκεκριμένο σχέδιο, είναι επίσης σημαντικό
να ξέρουμε ότι δεν είναι δυνατόν να επαληθευτούμε πλήρως στο επίπεδο υλοποίησης
των σχεδίων μας στη σχολική τάξη.
Σε ό,τι αφορά τη συμβολή των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, διαπιστώθηκε ότι
αυτές πριμοδοτούν εννοιολογικές αλλαγές, μέσω κοινωνικο-γνωστικών
συγκρούσεων. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθητές είναι δυνατόν να οικοδομήσουν νέες
αντιλήψεις που βρίσκονται προς την κατεύθυνση των επιδιωκόμενων στόχων, μέσα
από συγκρούσεις ιδεών που έχουν ως βάση [βλ. ενότητα 7.3.1.2 (2), σελ. 569]:
- Προηγούμενες εμπειρίες: οι μαθητές δομούν αντιλήψεις από τη σύγκρουση των
ιδεών που εκφράζουν στο πλαίσιο μιας διδακτικής κατάστασης αξιοποιώντας
ιδέες που ενεργοποιούν οι συμμαθητές τους και αφορούν προηγούμενες εμπειρίες.
- «Πειστικές» εξηγήσεις: οι μαθητές δομούν αντιλήψεις από τη σύγκρουση των
ιδεών που εκφράζουν με «πειστικές» εξηγήσεις που καταθέτει στη συζήτηση ένας
συμμαθητής τους ή ο δάσκαλος.
637
- Πειραματικά αποτελέσματα: οι μαθητές δομούν αντιλήψεις από τη σύγκρουση των
ιδεών που εκφράζουν με τις ιδέες των ίδιων ή των συμμαθητών τους με αφορμή
πειραματικά αποτελέσματα.
- Στοιχεία της ίδιας της διδακτικής κατάστασης: οι μαθητές δομούν αντιλήψεις από
τη σύγκρουση των ιδεών που εκφράζουν με ιδέες που αναδύονται με αφορμή
ορισμένα στοιχεία αυτού καθ’ εαυτού του προβλήματος που τίθεται στους
μαθητές (π.χ. το απεικονιστικό υλικό και το κείμενο του προβλήματος).
- Αντιπαράθεση ιδεών: οι μαθητές δομούν αντιλήψεις μέσα από την αντιπαράθεση
ιδεών που προτείνονται από τους συμμαθητές τους ή από τους ίδιους τους
μαθητές.
Στις περισσότερες περιπτώσεις αποδοχής της σύγκρουσης, οι μαθητές οικοδομούν
αντιλήψεις που συνδέονται με τους επιδιωκόμενους στόχους, κυρίως μέσα από τις
συζητήσεις τους με τους υπόλοιπους συμμαθητές τους. Διαπιστώνεται λοιπόν, ότι οι
κοινωνικές αλληλεπιδράσεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην διαδικασία
οικοδόμησης αντιλήψεων που βρίσκονται προς την κατεύθυνση των επιδιωκόμενων
στόχων και κατά συνέπεια συμβάλλουν αποφασιστικά στη νοητική πρόοδο των
μαθητών.
Όμως, η αποφυγή της σύγκρουσης δεν είναι αδύνατη και μπορεί να αποτελέσει
σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στην εμφάνιση γνωστικής προόδου. Πιο
συγκεκριμένα, οι μαθητές είναι δυνατόν [βλ. ενότητα 7.3.1.2 (1), σελ. 557]:
- Να αρνηθούν να παραδεχθούν το πειραματικό γεγονός: οι μαθητές αρνούνται να
παραδεχθούν το πειραματικό γεγονός που είναι αντίθετο με τις αρχικές
προβλέψεις τους και ως εκ τούτου αποφεύγουν τη σύγκρουση που επιδιώκει να
προξενήσει ο διδάσκοντας ανάμεσα στις αρχικές αντιλήψεις των μαθητών και στα
πειραματικά αποτελέσματα, θέτοντας ένα συγκεκριμένο πρόβλημα
- Να κάνουν ένα συμβιβασμό ανάμεσα στην αρχική τους αντίληψη και σε αυτήν που
επιδιώκεται να οικοδομήσουν: οι μαθητές αναμειγνύουν στοιχεία της αρχικής τους
αντίληψης που συνδέεται με ένα ή περισσότερα εμπόδια και της αντίληψης που
επιδιώκεται να οικοδομήσουν και κατά συνέπεια εκδηλώνουν μια νέα
«ενδιάμεση» αντίληψη που έχει στοιχεία τόσο της αρχικής όσο και της αντίληψης
προς οικοδόμηση. Κάνουν δηλαδή ένα «συμβιβασμό» ανάμεσα στις δύο
αντιλήψεις κρατώντας επιλεκτικά ορισμένα στοιχεία από κάθε μια από τις
αντιλήψεις
638
- Να αποδεχθούν μια αντίληψη χωρίς όμως στην πραγματικότητα να την έχουν
ενσωματώσει στον τρόπο σκέψης τους: οι μαθητές αποδέχονται μια αντίληψη,
χωρίς όμως να έχουν εγκαταλείψει τις αρχικές τους αντιλήψεις και χωρίς να την
έχουν οικειοποιηθεί, οπότε υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να επανέλθουν στη
χρήση των αρχικών τους αντιλήψεων, με αφορμή τη μελέτη μιας νέας
κατάστασης.
Η παρούσα διατριβή επέτρεψε επίσης μια καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας
των εμποδίων και του ρόλου τους στη δυναμική ενεργοποίησης των αντιλήψεων των
μαθητών. Στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, διαπιστώθηκε ότι τα εμπόδια,
και κατ’ επέκταση οι αντιλήψεις των μαθητών, διατηρούν μεταξύ τους σχέσεις (βλ.
υποενότητα 7.3.1.3, σελ. 578). Πιο συγκεκριμένα, σχετικά με τις συνδέσεις ανάμεσα
στα εμπόδια προέκυψε ότι τα εμπόδια συνδέονται μεταξύ τους σχηματίζοντας ένα
πλέγμα [βλ. υποενότητα 7.3.1.3 (α), σελ. 578]. Η διαπίστωση αυτή, εξηγεί την
ανθεκτικότητά τους και συνηγορεί υπέρ της επεξεργασίας της σκέψης των μαθητών
σε επίπεδο εμποδίων και όχι σημειακών αντιλήψεων, καθώς είναι δυνατόν, με
αφορμή την επεξεργασία ενός εμποδίου, να αναδυθεί ένα άλλο εμπόδιο, το οποίο
μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε εκδηλωθεί. Επιπλέον, είναι δυνατόν, η επεξεργασία
ενός εμποδίου να συμβάλλει στην επεξεργασία ενός άλλου εμποδίου [βλ. υποενότητα
7.3.1.3 (β), σελ. 582].
639
στόχων στο μετα-τεστ I και στο προ-τεστ. Συγκεκριμένα, ενώ στο προ-τεστ το
ποσοστό των μαθητών που έδωσαν απαντήσεις που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους ήταν σχετικά μικρό (από 0% έως 17.7%), το αντίστοιχο
ποσοστό των μαθητών στο μετα-τεστ I ήταν σημαντικά υψηλότερο (από 88.2%
έως 94.1%).
- Οι γνώσεις που έχουν κατακτήσει οι μαθητές μέσω της εμπλοκής τους στο
πρόγραμμα μαθημάτων, που στόχευε στη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων
των μαθητών, φαίνεται να έχουν «σταθεροποιηθεί», αφού και τέσσερις μήνες
μετά τις διδασκαλίες οι απαντήσεις των μαθητών δεν διαφοροποιούνται σε σχέση
με τις απαντήσεις τους αμέσως μετά τις διδασκαλίες. Συγκεκριμένα, στο μετα-
τεστ II το ποσοστό των μαθητών που έδωσαν απαντήσεις που συνδέονται με τους
επιδιωκόμενους στόχους παρέμεινε αρκετά υψηλό (από 70.6% έως 82.3%).
640
ανάλυση του γραπτού και του προφορικού λόγου των μαθητών επέτρεψε τη
«χαρτογράφηση» των νοητικών διαδρομών που ακολούθησαν οι μαθητές κατά
τη διάρκεια της διδακτικής παρέμβασης και τη μελέτη της συμβολής των
διδακτικών καταστάσεων και των γνωστικών συγκρούσεων στη νοητική εξέλιξη
των μαθητών.
641
Εντοπίστηκαν επίσης, στις δύο έρευνες, ορισμένα χαρακτηριστικά των
διδακτικών καταστάσεων που διευκολύνουν τη δυναμική της αλλαγής των
αντιλήψεων των μαθητών:
- Ευελιξία της διάταξης σε σχέση με τη γνωστική εμπλοκή των μαθητών,
ενεργοποίηση αλληλεπιδράσεων μεταξύ μαθητών και μεταξύ εκπαιδευτικού-
μαθητών.
- Πρόσκληση να συγκρίνουν οι μαθητές τη νέα γνώση με αυτό που σκεφτόντουσαν
αρχικά.
- Διαδικασία εντοπισμού των εμποδίων (π.χ. προετοιμασία διδασκαλίας σε άλλη
τάξη).
Σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα του προγράμματος μαθημάτων που
συγκροτήθηκε για τη διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών στην
εννοιολογική περιοχή της θερμότητας, θα μπορούσε να επιχειρηματολογηθεί ότι η
όποια επιτυχία των μαθητών που παρακολούθησαν το συγκεκριμένο πρόγραμμα
μαθημάτων οφείλεται στη πραγματοποίηση σειράς πειραμάτων από τους μαθητές.
Βέβαια, μια διδασκαλία κατά την διάρκεια της οποίας οι μαθητές εκτελούν
σημαντικό αριθμό πειραμάτων μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική από μια
διδασκαλία που στηρίζεται απλά και μόνο στο κείμενο ενός βιβλίου ή στη συζήτηση
που αναπτύσεται στη σχολική τάξη. Φαίνεται όμως ότι από μόνη της η
πραγματοποίηση πειραμάτων αναδεικνύεται ως μη επαρκής για την τροποποίηση των
αντιλήψεων των μαθητών στο βαθμό που αυτή έχει επιτευχθεί.
Θα μπορούσε επίσης να προταθεί ο ισχυρισμός ότι τα ικανοποιητικά μαθησιακά
αποτελέσματα του συγκεκριμένου προγράμματος μαθημάτων οφείλονται στο γεγονός
ότι για την εφαρμογή του απαιτήθηκε αξημένος αριθμός διδακτικών ωρών σε σχέση
με αυτόν που προβλέπεται από το ισχύον αναλυτικό πρόγραμμα. Θεωρούμε ότι στο
βαθμό που επιλέγεται η επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών, η διάθεση μεγάλων
χρονικών διαστημάτων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση. Οι διαδικασίες της
αποσταθεροποίησης ενός εμποδίου, της εννοιολογικής αναδόμησής του και της
ανάπτυξης της ικανότητας αναγνώρισης του εμποδίου από το μαθητή είναι ιδιαίτερα
χρονοβόρες, γεγονός που βρίσκεται στον αντίποδα του συνήθη αγώνα δρόμου που
γίνεται προκειμένου να καλυφθεί η διδασκαλία εκτεταμένων τμημάτων της φυσικο-
επιστημονικής γνώσης στη συνήθη σχολική πρακτική.
Θεωρούμε ότι τα μαθησιακά αποτελέσματα του προγράμματος μαθημάτων που
συγκροτήθηκε οφείλονται στη διδακτική στρατηγική που ακολουθήθηκε για την
642
επεξεργασία των εμποδίων σε συνδυασμό με τα διδακτικά έργα που
χρησιμοποιήθηκαν. Χαρακτηριστικά στοιχεία του προγράμματος μαθημάτων που
αναδείχθηκαν ως ενέχοντα καθοριστικό ρόλο στα μαθησιακά αποτελέσματα είναι:
− Η επεξεργασία της σκέψης των μαθητών σε επίπεδο εμποδίων και όχι σημειακών
αντιλήψεων.
− Η στρατηγική η οποία ακολουθήθηκε στην επεξεργασία των εμποδίων
(αποσταθεροποίηση, αναδόμηση, αναγνώριση του εμποδίου από τους μαθητές).
− Η έμφαση στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στους μαθητές κατά τη
διαπραγμάτευση των διδακτικών έργων.
− Η ιδιοποίηση των προβλημάτων από τους μαθητές.
− Η ευελιξία στη διαδοχή και στο είδος των διδακτικών έργων που διαμορφώθηκαν
σε σημαντικό βαθμό από τους ίδιους τους μαθητές.
643
πρωτοβουλιών, ικανότητες σχεδίασης έρευνας, ελέγχου μεταβλητών, ανάλυσης και
σύνθεσης δεδομένων και ομαδοποίησης απόψεων.
Με βάση το εμπειρικό υλικό που συγκεντρώσαμε και επεξεργαστήκαμε στην
παρούσα έρευνα και τα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε, διαμορφώνεται μια
σειρά θεμάτων για περαιτέρω διερεύνηση. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής:
- Η διερεύνηση του κατά πόσο η διδακτική επεξεργασία των εμποδίων των
μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας συντελεί όχι μόνο στη
γνωστική εξέλιξη των μαθητών αλλά και στην αλλαγή της στάσης τους απέναντι
στις Φυσικές Επιστήμες.
- Η διερεύνηση, σε βάθος χρόνου, της αποτελεσματικότητας της διδακτικής
επεξεργασίας των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας.
- Η μελέτη του κατά πόσο οι διδακτικές καταστάσεις που προτείνουμε μπορούν να
αποτελέσουν τη βάση για τη δημιουργία προσομοιωμένων πειραμάτων τα οποία
σε συνδυασμό με τα «πραγματικά» πειράματα μπορούν να εγκαθιδρύσουν
μαθησιακό περιβάλλον με πολυμέσα στο οποίο το περιεχόμενο των Φυσικών
Επιστημών παρουσιάζεται με πολλαπλές προσεγγίσεις και αυξημένες δυνατότητες
αλληλεπίδρασης με τους μαθητές.
- Η διερεύνηση της εφαρμογής των προτάσεών μας -που αφορούν στη συγκρότηση
διδακτικών καταστάσεων και τη διδακτική στρατηγική με στόχο τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών στην εννοιολογική περιοχή της
θερμότητας- στη διδασκαλία βασικών εννοιών από άλλες εννοιολογικές περιοχές
των Φυσικών Επιστημών.
- Η μελέτη της συμβολής της διδακτικής επεξεργασίας των εμποδίων της
εννοιολογικής περιοχής της θερμότητας, στη διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων άλλων εννοιολογικών περιοχών των Φυσικών Επιστημών.
- Θεωρώντας ότι οι εκπαιδευτικοί διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο σε κάθε
διδακτική παρέμβαση, είναι σημαντικό να διερευνηθούν τα εξής:
αν είναι εφικτή η ιδιοποίηση της προβληματικής για την επεξεργασία των
εμποδίων από τους εκπαιδευτικούς,
ποιες δυσκολίες συναντούν οι εκπαιδευτικοί στην υλοποίηση καταστάσεων
διδακτικής επεξεργασίας εμποδίων,
644
τι είδους βοήθεια, με όρους επιμόρφωσης και παιδαγωγικών εργαλείων, είναι
απαραίτητη στους εκπαιδευτικούς, προκειμένου να υλοποιούν τη διδακτική
επεξεργασία των εμποδίων των μαθητών τους.
8.4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ
645
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ
Ahtee, M. (1993). A survey of the Finnish pupils' conceptions about thermal
phenomena. In: Novak, J.: Proceedings of the Third International Seminar on
Misconceptions and Educational Strategies in Science and Mathematics. Ithaca,
New York: Cornell University.
Aiello-Nicosia, M. L. & Sperandeo-Mineo, R. M. (2000). Educational reconstruction
of physics content to be taught of pre-service teacher training: a case study.
International Journal of Science Education, 22 (10), 1085-1098.
Albert, E. (1978). Development of the concept of heat in children. Science
Education, 62 (3), 389-399.
Alexopoulou, E. & Driver, R. (1996). Small-group discussion in physics: Peer
interaction modes in pairs and fours. Journal of Research in Science Teaching, 33
(10), 1099–1114.
Alonso, M. & Finn, E.J. (1995). An integrated approach to thermodynamics in the
Introductory Physics Course, The Physics Teacher, 33, 296-331.
American Association for the Advancement of Science. (1989). "Science for all
Americans: A Project 2061 report on literacy goals in science, mathematics, and
technology". Washington, DC: Author. [Available online at:
http://www.project2061.org/tools/sfaaol/sfaatoc.htm]
American Association for the Advancement of Science. (1993). "Benchmarks for
science literacy", New York: Oxford University Press.
Andersson, B. (1979). Some aspects of children's understanding of boiling point.
Proceedings of an International Seminar on Cognitive Development Research in
Science and Mathematics, University of Leeds, Leeds.
Andersson, B.(1986). The experimental gestalt of causation: a common core to pupils
preconceptions in science. European Journal of Science Education, 8 (2), 155-171.
Appleton, K. (1984). Children’s ideas about hot and cold. Learning in science project
(primary), Science Education Research Unit (Hamilton, New Zealand, Waikato
University), ERIC Document Reproduction Service No. ED 252 407.
Appleton, K. (1985). Children’s ideas about temperature, Research in Science
Education 15, 122-126.
Arca, M. & Caravita, S. (1993). Le constructivisme ne résoud pas tous les problèmes,
Aster, 16, 77-101.
Arnold, M. (1993). Teaching a scientific mental model. A case study: Using analogy
to construct a model of thermal processes. Unpublished PhD thesis, University of
York, UK.
Arnold, M. & Millar, R. (1994). Children’s and lay adults’ views about thermal
equilibrium. International Journal of Science Education 16 (4), 405-419.
Arnold, M. & Millar, R. (1996). Learning the scientific “story”: a case study in the
teaching and learning of elementary thermodynamics. Science Education 80 (3),
249-281.
Artz, A. & Newman, C. (1990) How to Use Cooperative Learning in the Mathematics
Class. Reston va: National Council of Teachers of Mathematics
646
Astolfi, J. P., Darot, E., Ginsburger-Vogel, Y. & Toussaint, J. (1997). Pratiques de
formation en didactique des sciences. Paris - Bruxelles: De Boeck, Pratiques
pédagogiques.
Astolfi, J. P. & Develay, M. (1989). La didactique des sciences, que sais-je?, No
2448, Paris: P.U.F.
Astolfi, J. P. & Peterfalvi, B. (1993). Obstacles et construction de situations
didactiques en sciences expérimentales, Aster, 16, 103-141.
Astolfi, J. P. & Peterfalvi B. (1997). Stratégies de travail des obstacles: Dispositifs et
ressorts, Aster, 25, 193-216.
Astolfi, J. P., Peterfalvi, B. & Vérin A. (1998). Comment les enfants apprennent les
sciences. Paris: Retz.
Ausubel, D. (1968). Educational psychology: A cognitive view. New York: Holt,
Rinehart and Winston.
Avrams, R. (1989). Development and evaluation of a microcomputer-based diagnosis
system for identification of children’s misconception in heat and temperature.
Unpublished MA thesis, School of education, Tel-Aviv University, Israel.
Bachelard, G. 1938 (1986). La formation de l’esprit scientifique, Paris: Vrin.
Bachelard, G. 1940 (1983). La philosophie du non. Essai d’une philosophie du nouvel
esprit scientifique, Paris: P.U.F.
Baines, Ed., Blatchford, P. & Kutnick, P. (2003). Changes in grouping practices over
primary and secondary school, International Journal of Educational Research, 39
(1), 9-34.
Bednarz N. & Garnier C. (Eds.), (1989), Construction des savoirs, obstacles et
conflits. Ottawa: Girade / Agence d’Arc Inc.
Blaye, A. (1989). Interactions sociales et constructions cognitives: présentation
critique de la thése du conflict socio-cognitif, In Bednarz N. & Garnier C. (eds),
Construction des savoirs, obstacles et conflits. Ottawa, Cirade, Agence d’ Arc.
Bloom B.J., Englehart, M.D., Furst, E.J., Hill, W.H. & Krathwohl, D.R. (1956).
Taxonomy of educational objectives. David McKay Company Inc.
Blumenfeld, P., Marx, R., Soloway, E. & Krajcik, J. (1996). Learning with peers.
From small group cooperation to collaborative communities. Educational
Researcher, 25 (8), 37–40.
Boohan, R. (1996). Exploring hot and cold with temperature sensitive film. School
Science Review, 77 (281), 91-92.
Boohan, R. & Ogborn, J. (1996). Energy and change. A set of three booklets. Hatfield,
England: Association for Science Education.
Borg, W. R. & Gall, M. D. (1989). Educational Research: An Introduction (5th ed.).
New York: Longman.
Bransford, J., Brown, A. & Cocking, R. (Eds.). (1999). How people learn: Brain,
mind, experience, and school. Washington, DC: National Academy Press.
Briggs, H. & Brook, A. (1984). Students’ ideas of heat: A paper presented at the
SSCR conference on learning, doing and understanding in science. Children’s
learning in science project. University of Leeds, Leeds, UK.
647
Brook, A., Briggs, H., Bell, B. & Driver, R. (1984). Aspects of secondary students’
understanting of heat: full report. Centre for Studies in Science and Mathematics
Education, University of Leeds, Leeds, UK.
Brousseau, G. (1980). L’ échee et le contrat. Recherches, 41, 177-182.
Brousseau, G. (1986). Fondements et méthodes de la didactique des mathématiques.
In Recherches en didactique des mathématiques, 7 (2), 33-115, Grenoble: La
pensée sauvage.
Brousseau, G. (1997). Theory of Didactical Situations in Mathematics. Kluwer
Academic Publishers.
Brown, A.L. & Campione, J.C. (1994). Guided Discovery in a Community of
Learners. K. McGilly (Ed.) Classroom lessons: Integrating cognitive theory and
classroom practice, Cambridge, MA: MIT Press/Bradford, 229-270.
Brown, J., Collins, A. & Duguid, P. (1989). Situated cognition and the culture of
learning. Educational Researcher, 18 (1), 32–41.
Bruce, W. & Kopnicek, R. (1990). Teaching for conceptual change: confronting
children’s experience. Phi Delta Kappan, May, 680-684.
Bruner, J. (1983). Child's Talk: Learning to Use Language. New York: Norton.
Carlton, K. (2000). Teaching about heat and temperature. Physics Education, 35, 101-
105.
Cauzinille, E. & Melot, A. M. (1993). Métacognition et acquisition de connaissances.
Cahiers de Beaulieu n° 16.
Chi, M.T.H. (2000). Cognitive understanding levels. Encyclopedia of Psychology.
AE Kazkin (Ed), 2, 146-151. APA and Oxford University Press.
Chi, M., Slotta, J. & de Leeuw, N. (1994). From theories to processes: A theory of
conceptual changes for learning science concepts. Learning and Instruction, 4, 27-
43.
Chinn, C. A. & Brewer, W. F. (1993). The role of anomalous data in knowledge
acquisition: A theoretical framework and implications for science instruction.
Review of Educational Research, 63, 1-49.
Clément, P. (1991). Sur la persistance d'une conception: la tuyauterie continue
digestion-excrétion. In Aster 13, 133-155. Paris, INRP.
Cohen, I. (1985). The birth of a new physics. London: Penguin.
Cohen, E. G. (1994). Restructuring the classroom: Conditions for productive small
groups. Review of Educational Research, 64, 1-35.
Collins, A., Brown, J. S. & Newman, S. E. (1989). Cognitive apprenticeship:
Teaching the crafts of reading, writing, and mathematics. In L. B. Resnick (Ed.),
Knowing, learning, and instruction: Essays in honor of Robert Glaser (pp. 453-
494). Hillsdale, NJ: Lawrence Erlbaum Associates.
Conant, J. (1957). (Ed.), Harvard Case Histories in Experimental Science, 2 vols
(Cambridge, MA: Harvard).
Coquin-Viennot, D. & Gaonac'h, D. (1995). Psychologie et didactique: les notions
fondamentales. In D. Gaonac'h & C. Golder (Eds.), Manuel de psychologie pour
648
l'enseignement (pp. 292-311). Paris: Hachette.
Crookes, J. (1982). The nature of personal commitment in changes in explanations.
Paper presented at a Seminar on Investigating Children's Existing Ideas about
Science, School of Education University of leicester, Leicester.
D’Hainaut L. (1970). Des fins aux objectifs de l’éducation. Bruxelles, Paris: Labor -
Nathan.
Damon, W. & Phelps, E. (1989). Critical distinctions among three approaches to peer
education. International Journal of Educational Research, 13, 9–19.
De Vecchi, G. (1990). La construction du savoir scientifique passe par une suite de
ruptures et de remodelages. in Recherche et formation n°7, 35-46.
Desautels, J. & Larochelle, M. (1992). Autour de l' idée de science. Itinéraires
cognitifs d' étudiants, De Boeck Université, Bruxelles.
Develay, M. (1992). De l'apprentissage à l'enseignement, Collections pédagogies,
Paris, ESF Editeur, 163 p.
Dreyfus, A., Jungwirth, E. & Eliovitch, R. (1990) Applying the 'Cognitive Conflict'
strategy for conceptual change - some implications, difficulties and problems.
Science Education, 74 (5), 555-569
Driver, R., Guesne, E. & Tiberghien, A. (l985). Children’s ideas in science. Milton
Keynes. Open University Press.
Driver, R. & Oldham, V. (1986). A constructivist approach to curriculum
development in science. Studies in Science Education, 5, 61-84.
Driver, R. & Russell, T. (1981). An investigation of the ideas of heat, temperature and
change of state of children aged between 8 and 14 years. Unpublished manuscript,
University of Leeds, Leeds.
Driver, R. & Russell, T. (1982). An investigation of the ideas of heat, temperature and
change of state of children aged between 8 and 14 years, Centre for Studies and
Mathematics Education, University of Leeds.
Driver, R., Squires, A., Rushworth, P. & Wood-Robinson, V. (1994). Making sense of
secondary science—research into children’s ideas. London: Routledge.
Doise, W. & Mugny, G. (1984). The social development of the intellect. Oxford:
Pergamon Press.
Duffy, T. & Cunningham, D. (1996). Constructivism: Implications for the design and
delivery of instruction. In D. Jonassen (Ed.), Handbook of research for educational
communications and technology (pp. 170–198). New York: Macmillan.
Duit, R. (1995). The constructivist view: A fashionable and fruitful paradigm for
science education research and practice. In L. Steffe, & J. Gale, (Eds.),
Constructivism in education (p.p. 272 – 285). Hillsdale, NJ: Lawrence Erlbaum.
Duit, R. & Glynn, S. (1995). Mental modelling. Paper presented at the Science
Education Research in Europe, Leeds 7-11 April 1995.
Duit, R. & Kesidou, S. (1988). Students’ understanding of basic ideas of the second
law of thermodynamics. Research in Science Education, 18, 186-195.
Duit, R. & Kesidou, S. (1990). Students' conceptions of basic ideas of the second law
649
of thermodynamics, Paper presented at the Annual Meeting of the National
Association for Research in Science Teaching (Atlanta, GA, April 8-11, 1990),
ERIC No: ED317434.
Dumas-Carré, A. & Weil-Barais, A. (Eds.) (1998). Tutelle et médiation dans
l’éducation scientifique. Berne: Peter Lang.
Engel, E. (1981). Investigating pupils' understanding of aspects of pressure. In: Jung,
W., Pfundt, H., Rhoeneck, C. von: Proceedings of the international workshop on
"Problems Concerning Students' Representation of Physics and Chemistry
Knowledge". Ludwigsburg: Paedagogische Hochschule, 214-233.
Engel, E. (1982). The development of understanding of selected aspects of pressure,
heat and evolution in pupils aged between 12-16 years. Unpublished PhD thesis,
University of Leeds. Leeds.
Engel Clough, E. & Driver, R. (1985). Secondary students' conceptions of the
conducation of heat: ringing together personal and scientific views, Physics
Education 20, 175-182.
Erickson, F. (1986). Qualitative methods in research on teaching. In M. Wittrock,
(Ed.), Handbook of research on teaching (pp. 119–161). New York: Macmillan.
Erickson, G. (1975). An Analysis of Children’s Ideas of Heat Phenomena. Ed.D.
Dissertation, University of British Columbia.
Erickson, G. (1979). Children’s conceptions of heat and temperature. Science
Education 63 (2), 221-230.
Erickson, G. (1980). Children’s viewpoints of heat: A second look. Science Education
64 (3), 323-336.
Erickson, G.L. & Tiberghien, A. (1985). Heat and temperature. In: Driver, R.,
Guesne, E., Tiberghien, A.: Children's ideas in science. Milton Keynes: Open
University Press.
Eurobarometer (1993). Europeans, Science and Technology: Public Understanding
and Attitudes. Brussels, Commission of the European Communities.
Fabre, Μ. (1993). Représentations et obstacles en Didactique des Sciences: Quelques
repères, Documents du CERSE, 60, Université de Caen, 31-35.
Fabre, Μ. (1995). Bachelard éducateur, Paris: P.U.F.
Fensham, P. J., Gunstone, R.F. & White, R.T. (1994). The content of science: A
constructivist approach to its teaching and learning (London Falmer).
Finley, F.N. (1985). Variations in prior knowledge. Science Education, 69, 697-705.
Flavell, J.H. (1976). Metacognitive aspects of problem solving. In: L.B. Resnick (Ed)
The nature of intelligence (pp 231-235). Hildale, NJ: Lawrence Erbaum.
Flavell, J. (1985). Cognitive Development, U.S.A: Prentice-Hall.
Fox, R. (1971). The Caloric Theory of Gases. Oxford University Press: Oxford.
Frederik, I., Van der Valk, T., Leite, L. & Thoren, I. (1999). Pre-service Physics
Teachers and Conceptual Difficulties on Temperature and Heat. European Journal
of teacher Education, 22 (1), 61-74.
Frenkel, P. & Strauss, S. (1985). The development of the concept of temperature
650
when assessed via three developmental models, (Working paper no. 46), Tel-Aviv
University (Israel), Unit on Human Development and Education. ERIC Document
Reproduction Service No. ED 267 968.
Gabbert, B., Johnson, D. W. & Johnson, R. (1986). Cooperative learning, group-to-
individual transfer, process gain, and the acquisition of cognitive reasoning
strategies. Journal of Psychology, 120, 265-278.
Gale, C.I. (1993). The influence of microcomputer-based labs on children's
conceptions of temperature and temperature change. In: Novak, J.: Proceedings of
the Third International Seminar on Misconceptions and Educational Strategies in
Science and Mathematics. Ithaca, New York: Cornell University (distributed
electronically).
Gallas, K. (1995). Talking their way into science. New York: Teachers College Press.
Garnett, P.J., Garnett, P.J. & Hackling, M.W. (1995). Refocussing the chemistry lab:
a case for labaratory-based investigations. Australian Science Teachers Journal, 41
(2), 26-32.
Gauld, C. (1989). A study of pupils' responses to empirical evidences. In R. Millar,
(Ed.), Images of science in science education (pp.62-82). London, UK: Falmer
Press.
Gillies, R. (2003). Behaviors, interactions, and perceptions of junior high school
students during small-group learning. Journal of Educational Psychology, 95 (1),
137-147.
Gilly, M. (1989). A propos de la théorie du conflit socio-cognitif et des mécanismes
psycho-sociaux des constructions cognitives: perspectives actuelles et modéles
expicatifs. In N. Bednarz & C. Garnier (Eds.), (1989), Construction des savoirs,
obstacles et conflits. Ottawa: Girade / Agence d’Arc Inc.
Giordan, A. (1989). Quelques obstacles à l'utilisation didactique du concept d'obstacle
épistémologique. Bednarz N. & Garnier C. (eds), Construction des savoirs,
obstacles et conflits. Ottawa, Cirade, 372-381.
Giordan, A. & De Vecchi, (1987), Les origines du savoir. Des conceptions des
apprenants aux concepts scientifiques. Neuchâtel: Delachaux et Niestlé.
Giordan A., Girault Y. & Clément P., (sous la direction de), 1994, Conceptions et
connaissances. Berne, Peter Lang.
Glynn, S.M. & Duit, R. (1995). Learning Science in Schools. (pp. 179-198). Mahwah
NJ: Lawrence-Erlbaum.
Glynn, S. M., Yeany, R. H. & Britton, B. K. (1991). A constructive view of learning
science. In S. M. Glynn, R. H. Yeany, & B. K. Britton (Eds.), The Psychology of
Learning Science (pp. 3-19). Hilldale, New Jersey: Lawrence Erlbaum Associates.
Gordon, P., Brouckaert, C.J. & Buckley, C.A. (1996). An Investigation into the
Fouling of Heat Exchangers, The Water Institute of Southern Africa, Biennial
Conference & Exhibition, Port Elizabeth, Feather Market Centre.
Granville, M. (1985). Student misconceptions in thermodynamics, Journal of
Chemistry Education 62, 847-848.
651
Greenbowe, T. & Meltzer, D. (2003). Student learning of thermochemical concepts in
the context of solution calorimetry, International Journal of Science Education 25,
779-800.
Grotzer, T.A. (2003). Learning to understand the forms of causality implicit in
scientific explanations. Studies in Science Education, 39, 1-74.
Guesne, E. (1985). Light. In: R. Driver, E. Guesne & A. Tiberghien (Eds.), Children's
ideas in Science, Milton Keynes, Open University Press. Hackling, M.W. (1998).
Working Scientifically: Implementing and Assessing Open Investigation Work in
Science. Education Department of Western Australia.
Hackling, M.W. & Fairbrother, R. W. (1996). Helping students to do open
investigations in science. Australian Science Teachers Journal, 42 (4), 26-33.
Halford, G.S. (1993). Children’s understanding – The development of mental models.
Lawrence Erlbaum Associates.
Hallam, S. & Toutounji, I. (1996). What Do We Know About the Grouping of Pupils
by Ability? London: Institute of Education.
Hamby, M. (1990). Understanding the language: problem solving and the first law of
thermodynamics. Journal of Chemical Education, 67, 923-924.
Hand, B., Treagust, D. & Vance, K. (1997). Students perceptions of the social
constructivism classroom. Science Education, 81, 561–575.
Harris, W. (1981). Heat in Undergraduate Education or isn’t it time we Abandoned
the Theory of caloric? International Journal of Mechanical Engineer Education, 9,
317-321.
Harrison, G. (1994). Investigation into conduction in solids. School Science Review,
75 (273), 95-96.
Harrison, A., Grayson, D. & Treagust, D. (1999). Investigating a grade 11 students
evolving conceptions of heat and temperature. Journal of Research in Science
Teaching, 36 (1), 55-87.
Henriques, L. (1987). A study to define and verify a model of interactive-constructive
elementary school science teaching. Unpublished Phd Dissertation, Iowa City, IA:
University of Iowa.
Hewson, M.G. & Hamlyn, D. (1983). The representation and analysis of conceptions
of heat. Research on Physics Education. Proceedings of the first international
workshop. La Londe les Maures, 347-354.
Hewson, M. & Hamlyn, D. (1984). The influence of intellectual environment on
conceptions of heat. Eur. Journal of Science Education, 6 (3), 245-262.
Hollon, R. & Anderson, C. (1986). Heat and temperature: A teaching module.
Occasional paper No. 93. Institute for research on teaching, College of education,
Michigan State University, East Lansing.
Howe, C.J. & Tolmie, A. (2003). Group work in primary school science: discussion,
consensus and guidance from experts. International Journal of Educational
Research, 39, 51-72.
652
Howe, C., Tolmie, A., Duchak-Tanner, V. & Rattray, C. (2000). Hypothesis testing in
science: group consensus and the acquisition of conceptual and procedural
knowledge. Learning and Instruction, 10,1-31.
Jara-Guerrero, S. (1993). Misconceptions on heat and temperature. In: Novak, J.:
Proceedings of the Third International Seminar on Misconceptions and
Educational Strategies in Science and Mathematics. Ithaca, NY: Cornell
University (distributed electronically). Ithaca, New York: Cornell University.
Jasien, P. & Oberem, G. (2002). Understanding of elementary concepts in heat and
temperature among college students and K-12 teachers, Journal of Chemistry
Education, 79, 889-895.
Johnson, D.W. & Johnson, R.T. (1987). Learning together and alone: Cooperative,
competitive and individualistic learning. Englewood Cliffs, NJ: Prentice-Hall.
Johnson, D. W. & Johnson, R. T. (1989). Cooperation and competition: Theory and
research. Edina, MN: Interaction Book Company.
Johnson, D. W. & Johnson, R. (1991). Active Learning: Cooperation in the College
Classroom. Edina, MN: Interaction Book Company.
Johsua, S. (1989). Les conditions d’ évolution des conceptions d’ éléves, in Bednarz
N., Garnier C. (eds) Construction de savoirs, obstacles et conflicts, Ottava,
GIRADE, Agence d’ Arc.
Johsua, S. & Dupin, J. J. (1989). Représentations et modélisations: le ‘débat’
scientifique dans la classe et l’ apprentissage de la physique. Berne: Peter Lang.
Jones, A., Simon, S., Fairbrother, R., Watson, R. & Black, P. G. (1992). Development
of open work in school science. Hatfield: Assosiation for Science Education.
Jones, M. G., Carter, G. & Rua, M. J. (2000). Exploring the development of
conceptual ecologies: Communities of concepts related to convection and heat.
Journal of Research in Science Teaching, 37 (2), 139-159.
Kang, S., Scharmann, L. & Noh, T. (2004). Reexamining the role of cognitive conflict
in science learning. Research in Science Education, 34, 71-96.
Kaper, W. H. & Goedhart, M. J. (2002). 'Forms of energy', an intermediary language
on the road to thermodynamics? Part II, International Journal of Science
Education, 24 (2), 119-137.
Karanikas, J. (1995). A constructivist approach to teaching heat to the fourth-year
students of the department of primary education. In: Psillos, D.: European
Research in Science Education II. Thessaloniki: Art of Text S.A., 432-440.
Kelly, G., & Crawford, T. (1996). Students’ interaction with computer
representations: Analysis of discourse in laboratory groups. Journal of Research in
Science Teaching, 33 (7), 693–707.
Kempner, L. (1992). Fostering change in students’ mantal models of heat transfer.
Unpublished Master Thesis, Urbana, Illinois.
Kesidou, S. & Duit, R. (1993). Students conceptions of law of thermodynamics-An
interpretative study. Journal of Research in Science Teaching 30 (1), 85-106.
Kesidou, S., Duit, R. & Glynn, S. M. (1995). Conceptual development in physics:
Students' understanding of heat,” in Learning science in the schools: Research
653
reforming practice, edited by Shawn M. Glynn and Reinders Duit (Erlbaum,
Mahwah, NJ, 1995), 179-198.
Koulaidis, V. & Tsatsaroni, A. (1995, April). A frame for reconsidering science
teaching: experiment and experience. Paper presented at the meeting “Science
education research in Europe”, Leeds, England.
Krajcik, J., Blumenfeld, P. C., Marx, R. W., Bass, K. M., Fredricks, J. & Soloway, E.
(1998). Inquiry in project-based science classrooms: Initial attempts by middle
school students. Journal of the Learning Sciences, 7, 313-350.
Krajcik, J., Blumenfeld, P. C., Marx, R. W. & Soloway, E. (2000). Instructional,
Curricular and Technological Supports for Inquiry in Science Classrooms. In J.
Minstell & E. Van Zee (Eds.) Inquiry into inquiry: Science learning and Teaching,
(pp. 283-315). American Associations for the Advancement of Science Press,
Washington.
Kutnick, P. & Thomas, M. (1990). Dyadic Pairings for the Enhancement of Cognitive
Development in the School Curriculum, British Education Research Journal, 16,
399-406.
Lakoff, G. & Johnson, M. (1980). Metaphors We Live By. University of Chicago
Press: Chicago.
Larochelle, M. & Desautels, J. (1992). The epistemological turn in science education:
The return of the actor. In R. Duit, F. Goldberg & H. Niedderer (Eds.), Research in
physics learning: Theoretical issues and empirical studies (pp. 155-175).
University of Kiel: Institute for Science Education.
Leach, J. & Scott, P. (1999). Teaching and learning science: Linking individual and
sociocultural perspectives. Paper presented at the Meeting of the European
Association for Research in Learning and Instruction, Goteborg, Sweden, as part
of the symposium 'In memory of Rosalind Driver: Advances in research on science
learning.'
Leach, J. & Scott, P. (2000). The concept of learning demand as a tool for designing
teaching sequences. Paper presented at the meeting Research-based teaching
sequences, Universite Paris VII, France, November.
Leach, J. & Scott, P. (2003). Individual and sociocultural views of learning in science
education. Science and Education, 12 (1), 91-113.
Leite, L. (1999). Heat and Temperature: an analysis of how these concepts are dealt
with in textbooks. European Journal of teacher Education, 22 (1), 75-88.
Lewis, E.L. (1991). The process of scientific knowledge acquisition among middle
school students learning thermodynamics. Unpublished doctoral dissertation,
University of California, Berkeley, CA.
Lewis, E. L. (1996). Conceptual change among middle school students studying
elementary thermodynamics. Journal of Science Education and Technology, 5 (1)
[March], 3-31.
Lewis, E. & Linn, M. (1994). Heat energy and temperature concepts of adolescents,
adults, and experts: implications for curricular improvements. Journal of Research
in Science Teaching 31 (6), 657-677.
Lewis, E. & Linn, M. (1996). Where is the heat?: a response to David Pushkin.
654
Journal of Research in Science Teaching, 33 (3), 335-337.
Lewis, E., Stern, J. & Linn, M.C. (1993). The effect of computer simulations on
introductory thermodynamic understanding. Educational Technology, Research
Section, 33, 45-58.
Liew, C.W. & Treagust, D.F. (1995). A predict–observe–explain teaching sequence
for learning about understanding of heat and expansion of liquids. Australian
Science Teachers Journal, 41(1), 68–71.
Liew, C.W. & Treagust, D.F. (1998, April). Using predict–observe–explain tasks to
diagnose students’ understanding of science and in identifying their levels of
achievement. Paper presented at the annual meeting of the National Association
for Research in Science Teaching, San Diego, USA.
Linn, M. (1998). The impact of technology on science instruction: Historical trends
and current opportunities. In B. Fraser, & K. Tobin (Eds.), International handbook
of science education (pp. 265–294). Great Britain: Kluwer.
Linn, M. & Hsi, S. (2000). Computers, teachers, peers. Science learning partners.
Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum.
Linn, M.C. & Muilenburg, L. (1996). Creating lifelong science learners: What models
form a firm foundation? Educational Research, 25 (5), 18-24.
Linn, M.C. & Songer, N.B. (1991). Teaching thermodynamics to middle school
students: What are appropriate cognitive demands? Journal of Research in Science
Teaching, 28 (10), 885-918.
Linn, M. C. & Songer, N. B. (1993). How do students make sense of science?,
Merrill-Palmer Quarterly, 39 (1), 47-73.
Linn, M.C., Songer, N.B., Lewis, E. & Stern, J. (1993). Using technology to teach
thermodynamics: Achieving integrated understanding. In Ferguson, D.L. (Ed.),
Advanced educational technologies for mathematics and science (pp. 5-60) (Vol.
107). Berlin: Springer-Verlag.
Loverude, M. E. (1999). Investigation of student understanding of hydrostatics and
thermal physics and of the underlying concepts from mechanics, Ph.D. dissertation,
University of Washington; unpublished.
Loverude, M. E., Kautz, C. H. & Heron, P. R. L. (2002). Student understanding of
the first law of thermodynamics: Relating work to the adiabatic compression of an
ideal gas, American Journal of Physics 70, 137-148.
Lunetta, V. N. (1998). The school labaratory: Historical perspectives and contexts for
contemporary teaching. In D. Tobin, & B. J. Fraser (Eds.), International handbook
of science education (pp. 249-264). The Netherlands: Kluwer.
Matthews, M.R. (eds). (1998). "Constructivism in Science Education: A Philosophical
Examination. Dordrecht: Kluwer.
Mak, S. & Young, K. (1987). Misconceptions in the teaching of heat. School Science
Review, 68(244), 464-470.
Magnusson, S., Borko, H., Krajcik, J. S. & Layman, J. W. (1992). The relationship
between teacher content and pedagogical content knowledge and student content
knowledge of heat energy and temperature. Paper presented at the 65th annual
meeting of the national association for research in science teaching, March 21 -
655
25, Cambridge, MA.
Ma-Naim, C., Bar, V. & Finkental, M. (2001). The initiation of thermodynamic
theory from the particulate model for preservice teachers, in Physics Teacher
Education Beyond 2000: International Conference Physics Teacher Education
Beyond 2000, Selected Contributions edited by Roser Pinto and Santiago Surinach
(Elsevier, Paris), 301-304.
Ma-Naim, C., Bar, V. & Zinn, B. (2002). Integrating microscopic macroscopic and
energetic descriptions towards a conceptual change in thermodynamics. Paper
presented at the third European symposium on conceptual change, Turku, Finland.
Maor, D. & Taylor, P. (1995). Teacher epistemology and scientific inquiry in
computerised classroom environments. Journal of Research in Science Teaching,
32, 839–854.
Margolinas, Cl. (1992): De l’ importance du vrai et du faux dans la classe de
mathématiques, La Pensée Sauvage, Grenoble.
Martinand J. L. (1986). Connaître et transformer la matière. Berne: Peter Lang.
Martinand J. L. (1989). Des objectifs - capacités aux objectifs - obstacles: deux études
des cas, στο: N. Bednarz, C. Garnier (διεύθ.), Construction des savoirs, obstacles
et conflits. Ottawa: Girade / Agence d’Arc Inc., 217-227.
Marzano, R. J., Pickering D. J. & Pollock. J. E. (2001). Classroom Instruction That
Works: Research-based Strategies for Increasing Student Achievement.
Alexandria, VA: ASCD. Lou, Y., Abrami, P. C., Spence, J. C., Poulsen, C.,
Chambers, B. & d'Apollonia, S. (1996). Within-class grouping: A meta-analysis.
Review of Educational Research, 66, 423-458.
Maskill, R. & Pedrosa de Jesus, H. (1997). Pupils’ questions, alternative frameworks
and the design of science teaching. International Journal of Science Education ,19
(7), 781-799.
McDermott, L. (1996). Physics by inquiry. New York: Wiley.
McNeil, P. (1990). Research Methods. (Second edition). Routledge.
McRobbie, C. & Tobin, K. (1997) A social constructivism perspective on learning
environments. International Journal of Science Education, 19 (2), 193–208.
Meltzer, D. E. (2001). Student reasoning regarding work, heat, and the first law of
thermodynamics in an introductory physics course, in Proceedings of the 2001
Physics Education Research Conference, edited by Scott Franklin, Jeffrey Marx,
and Karen Cummings (Rochester, NY), 107-110.
Meltzer, D. E. (2002). Investigation of students’ reasoning regarding heat, work, and
the first law of thermodynamics in an introductory calculus-based general physics
course,” preprint.
Millar, R. (2000). Energy. In D. Sang (ed) Teaching Secondary Physics (pp. 1-43).
London: John Murray.
Millar, R. & Kragh, W. (1994). Alternative frameworks or context-specific
reasoning? Children’s ideas about the motion of projectiles. School Science
Review, 75 (3), 27–34.
656
Miller, J. B. (ed.), (1998). An Evolving Dialogue: Scientific, Historical, Philosophical
and Theological Perspectives on Evolution, American Association for the
Advancement of Science.
Miller, J. D., Pardo, R. & Niwa, F. (1997). Public Attitudes Toward Science and
Technology: A Comparative Study of the European Union, the United States,
Japan, and Canada. Madrid: BBV Foundation.
Monteil, J. M. (1989). Eduquer et former, perspectives psych-sociales, Grenoble :
presses universitaires de Grenoble.
Nachmias, R., Stavy, R. & Avrams, R. (1990). A microcomputer-based diagnostic
system for identifying students’ conception of heat and temperature. International
Journal of Science Education, 12 (2), 123–132.
Nastasi, B. & Clements, D. (1991). Research on cooperative learning: Implications for
practice. School Psychology Review, 20 (1), 110–131.
National Research Council, (1996). National Science Education Standards.
Washington, DC: National Academies Press.
Newell, A. & Ross, K. (1996). Children’s conceptions of thermal conduction-or the
story of a woollen hat. School science Review ,78 (282), 33-38.
Oppenheim, A. N. (1993). Questionnaire Design, Interviewing and Attitude
Measurement. London: Pinter.
Orange, C. (1993). Le concept d’obstacle en Didactique des Sciences: Νecessité d’une
approche plurielle, Documents du CERSE, 60, Université de Caen, 11-29.
Palmer, D. (1995). The POE in the primary school: An evaluation. Research in
Science Education, 25 (3), 323–332.
Palmer, D.H. (1997). The effect of context on students' reasoning about forces.
International Journal of Science Education, 19 (6), 681-696.
Pedroda de Jesus, M.H.T. (1991). An investigation of pupils’ questions in science
teaching. Unpublished PhD thesis, University of East Anglia.
Perrenoud, Ph. (1994). Métier d’élève et sens du travail scolaire, Paris, ESF.
Peterfalvi, B. (1995). Activités réflexives d’élèves en classe de sciences: des
compétences méthodologiques au travail sur les obstacles. In: Α. Giordan, J. L.,
Martinand, D. Raichvarg (εκδ.), Actes XVIIes Journales Internationales sur la
Communication, l’Education et la Culture Scientifiques et Industrielles: Que
savons – nous des savoirs scientifiques et techniques?. France, 131-138.
Peterfalvi, B. (1997). L’identification d’obstacles par les élèves, Aster, 24, 171-202.
Peterfalvi, B. (2001). Obstacles et situations didactiques en sciences: processus
intellectuels et confrontations. L'exemple des transformations de la matière. Thèse
de Doctorat. Université de Rouen.
Pfundt, H. & Duit, R. (1994). Bibliography: Students’ alternative frameworks and
science education (4th edition). Kiel, Germany: Institute of Science Education,
University of Kiel.
Phillips, R. (1997). The developer’s handbook to interactive multimedia. London:
Kogan Page.
657
Piaget, J. (1973). The child’s conception of the world. London: Granada.
Piaget, J. (1978). The Development of Thought , Blackwell, Oxford.
Plé, E. (1997). Transformation de la matière à l’école élémentaire: Des dispositifs
flexibles pour franchir les obstacles, Aster, 24, 203-229.
Posner, G., Strike, K., Hewson, P. & Gertzog, W. (1982). Accommodation of a
scientifique conception: towards a theory of conceptual change, Science
Education, 66 (2), 211-227.
Prawat, R. (1993). The value of ideas: Problems versus possibilities in learning.
Educational Researcher, 22 (6), 5–12.
Qin, J., Johnson, D.W. & Johnson, R.T. (1995). Cooperative versus competitive
efforts and problem solving. Review of Educational Research, 65 (2), 129–143.
Reiner, M., Slotta, J.D., Chi, M.T.H., Resnick, L.B. (2000). Naive physics reasoning:
A commitment to substance-based conceptions. Cognition and Instruction, 18 (1),
1-34.
Rogan, J. (1988).Development of a conceptual framework of heat. Science Education,
72 (1), 103-113.
Rogers, E. M. (1962). Diffusion of Innovations. The Free Press. New York.
Rogoff, B. (1990). Apprenticeship in thinking: Cognitive development in social
context. New York: Oxford University Press.
Rosenquist, M.L., Popp, B.D. & McDermott, L.C. (1982). Some elementary
conceptual difficulties with heat and temperature. Paper presented at the national
meeting of the American Association of Physics Teachers in San Francisco.
Roth, W. (1995). Affordances of computers in teacher-student interactions: The case
of Interactive Physics. Journal of Research in Science Teaching, 32, 329–347.
Roth, W., McRobbie, C., Lucas, K. & Boutonne, S. (1997). Why may students fail to
learn from demonstrations? A social practice perspective on learning in physics.
Journal of Research in Science Teaching, 34 (5), 509–533.
Rozier, S. & Viennot, L. (1991). Students’ reasonings in thermodynamics.
International Journal of Science Education, 13 (2), 159-170.
Scardamalia, M. & Bereiter, C. (1991). Higher Levels of Agency for Children in
Knowledge Building: A Challenge for the Design of New Knowledge Media. The
Journal of the Learning Sciences, 1 (1), 37-68.
Sciarreta, M., Stilli, R. & Vicentini Missoni, M. (1990). On the thermal properties of
materials: common-sense knowledge of Italian students and teachers. International
Journal of Science Education, 12 (4), 369-379.
Sharan, S. (Ed.). (1990). Cooperative learning: Theory and research. New York:
Praeger Publishers.
Sharan, S. & Sharan, Y. (1992). Expanding cooperative learning through group
investigation. New York: Teacher's College Press, Columbia University.
Shayer, M. & Wylam, H. (1981). The development of the concepts of heat and
temperature in 10-13 years old students. Journal of Research in Science Teaching,
18, 419-434.
658
Slavin, R. (1990). Cooperative learning: Theory, research and practice. Boston:
Allyn & Bacon.
Slavin, R. (1991). Group rewards make groupwork work, response to Kohn.
Educational Leadership, 48 (5), 89-91.
Slavin, R. (1996). Every child, every school: Success for all. Menlo Park, CA: Corwin
Press.
Slotta, J.D. & Chi, M.T.H. (1996). Understanding constraint-based processes: A
precursor to conceptual change in physics. In G.W. Cottrell (Ed.), Proceedings of
the Eighteenth Annual Conference of the Cognitive Science Society (pp. 306-311).
Mahwah, NJ: Erlbaum.
Solomon, J. (1987). Social influences on the construction of pupils’ understanding of
science. Studies in Science Education, 14, 63–82.
Solomon, J. (1992). Getting to Know About Energy - in School and Society. Sunrex
The Falmer Press.
Solomon, J. (1997). Constructivism and primary science. Primary Science Review, 49,
2-5.
Solomon, J. (1998). About argument and discussion. School Science Review, 80
(291), 57–62.
Songer, N. B. (1989). Promoting integration of instructed and natural world
knowledge in thermodynamics. Ph.D. Dissertation, University of California,
Berkeley.
Songer, N. B. & Linn, M. C. (1991). How do students’ views of science influence
knowledge integration?, Journal of Research in Science Teaching, 28, 761-784.
Stavy, R. & Berkovitz, (1980). Cognitive conflict as a basis for teaching quantitative
aspects of the concept of temperature. Science Education, 64 (5), 679-692.
Stylianidou, F. (1997). Children’s learning about energy and processes of change.
School Science Review ,79 (286), 91-97.
Stylianidou, F. & Boohan, R. (1999). Pupils reasoning about the nature of change
using an abstract picture language. Paper presented at the Annual Meeting of the
National Association for Research in Science Teaching (Boston, USA, March 28-
31, 1999).
Summers, M. K. (1983). Teaching heat: An analysis of misconceptions. School
Science Review, 64, 670-676.
Taber, K. & Watts, M. (1997). Constructivism and concept learning in chemistry:
Perspectives from a case study. Research in Education, 58, 10–20.
Taylor, P., Fraser, B. & Fisher, D. (1997). Monitoring constructivist classroom
learning environments. International Journal of Educational Research,. 27 (4),
293–302.
Taylor, P., Fraser, B. & White, L. (1994, April). A classroom questionnaire for
science educators interested in the constructivism reform of school science. Paper
presented at the annual general meeting of the National Association for Research
in Science Teaching, Anaheim, USA.
Thomaz, M.F., Malaquias, I.M., Valente, M.C. & Antunes, M.J. (1993). An attempt to
659
overcome alternative conceptions related to heat and temperature. In: Novak, J.:
Proceedings of the Third International Seminar on Misconceptions and
Educational Strategies in Science and Mathematics. Ithaca, New York: Cornell
University (distributed electronically).
Thomaz, M., Malaquias, I., Valente, M. & Antunes, M. (1995). An attempt to
overcome alternative conceptions related to heat and temperature. Physics
Education, 30 (1), 19-26.
Thomaz, P. & Schwenz, R. (1998). College physical chemistry students’ conceptions
of equilibrium and fundamental thermodynamics. Journal of Research in Science
Teaching ,35 (10), 1151-1160.
Thorley, N. & Treagust, D. (1987). Conflict within dyadic interaction as a stimulant
for conceptual change in physics. International Journal of Science Education, 9
(2), 203-216.
Tiberghien, A. (1979). Modes and conditions of learning, An example: the learning of
some aspects of the concept of heat. In Proceedings of an International Seminar on
CognItive Development Research in Science and Mathematics. University of
Leeds, Leeds.
Tiberghien, A. (1980). Un exemple de restructuration de l'organisation conceptuelle a
l'occasion d'un enseignement concernant la notion de chaleur. In Compte-rendus
des Deuxiemes Journees sur l'Education Scientifque. Chamonix: France.
Tiberghien, A. (1983). Critical review on the research aimed at elucidating the sense
that the notions of temperature and heat have for students aged 10 to 16 years, in
Delacôte, G., A. Tiberghien, and J. Schwartz (Eds.), Research on Physics
Education, Proceedings of the First International Workshop, La Londe Les
Maures, France (Éditions du CNRS, Paris, 1983), 75-90.
Tiberghien, A. (1984). Critical review on the research aimed at elucidating the sense
that the notion of temperature and heat have for students aged 10 to 16 years, In
Research on Physics Education, Proceedings of an International Workshop, la
Londes les Maures, CNRS, Paris, 75-90
Tiberghien, A. (1985). Heat and Temperature, part B, In R. Driver, E. Guesnes & A.
Tiberghien (Eds.), Childrens' Ideas in Science. (pp. 52-84). Milton Keynes: Open
University Press.
Tiberghien, A. (1988). Learning and teaching at middle school level of concepts and
phenomena in physics: the case of temperature in Mandl et al. (eds.). Learning and
Instruction: European research in an International context. Pergamon Press. 631-
648.
Tiberghien, A. (1990). Learning and teaching at middle school level of concepts and
phenomena in physics: The case of temperature, in Learning and Instruction:
European research in an international context, Volume 2.2, edited by H. Mandl, E.
de Corte, N. Bennett, H. F. Friedrich (Oxford : Pergamon Press, 1990), 631-648.
Tiberghien, A. (1994). Modeling as a basis for analysing teaching-learning situations.
Learning and Instruction, 4 (1), 71-87.
Tiberghien, A. (1998). Analysis of teaching and learning: how differentiating and
relating them. Paper presented at the Fourth European Science Education Summer
School.
660
Tiberghien, A. & Barboux, M. (1980). Difficulte de l'acquisition de le notion de
temperature par les e1eves de 6eme. In Compte-rendus des Cinquiemes Journees
Internationales sur l'Education Scientifque Chamonix: France.
TIMSS (1995). Third international mathematics and science study, Washington, DC:
National Center for Education Statistics.
Tirosh, D., Stavy, R. & Cohen, S. (1998). Cognitive conflict and intuitive rules.
International Journal of Science Education, 20 (10), 1257-1269.
Tobin, K. (1990). Social constructivism perspectives on the reform of science
education. The Australian Science Teachers’ Journal, 36 (4), 29–35.
Tobin, K. & Tippins, D. (1993). Constructivism as a referent for teaching and
learning. In K. Tobin (Ed.), The practice of constructivism in science education
(pp. 3–21). Hilldale, NJ: Lawrence Erlbaum.
Tomizawa, C. (1985). Developing concept of heat at elementary and secondary
levels. LERP Report No 1, Int. Christian Univ.
Tomizawa, C. (1986). A possible approach to the development of the concept of the
temperature. LERP Report No 2, Int. Christian Univ.
Triplett, G. (1973). Research on heat and temperature in cognitive development.
Journal of Children’s Mathematics Behavior, 2, 27-43.
Van Roon, P.H. (1992). "Work" and "heat" in teaching thermodynamics. In: Schmidt,
H. J.: Empirical research in chemistry and physics education. Dortmund,
Hongkong: The International Council of Association for Science Education, 135-
148.
Van Roon, P., Van Sprang, H. & Verdonk, A. (1994). Work and Heat: on a road
towards thermodynamics. International Journal of Science Education, 16 (2), 131-
144.
Veiga, M.L.F.C. (1988). A study of the scientific and everyday versions of some
fundamental science concepts. Unpublished PhD thesis, University of East Anglia,
Norwich.
Veiga, L., Pereira, D. & Maskill, R. (1989). Teachers’ language and pupils’ ideas in
science lessons: can teachers avoid reinforcing wrong ideas?. International Journal
of Science Education, 11 (4), 465-479.
Vellom, P., Anderson, C. W. & Palincsar, A. S. (1994). Constructing facts and
mediational means in the middle school science classroom. Paper presented at the
meeting of the American Educational Research Association, New Orleans, L. A.
Vergnaud, G. (1994). Apprentissages et didactiques, ou en est-on?, Paris, Hachette
Education.
Vérin, A. (1995). Mettre par écrit ses idées pour les faire évoluer en sciences. Repéres
n° 12.
Vérin, A. & Bazan, M. (1992). Le concept d’objectif - obstacle à propos de
transformation de la matière, Séminaire AEDB - Cordoue, Espagne.
Viennot, L. (1979). Spontaneous reasoning in elementary dynamics. European
Journal of Science Education , 1(2), 205–221.
Viennot, L. (1998). Experimental facts and ways of reasoning in thermodynamics:
661
Learners’ common approach. An I.C.P.E. book. International Commission on
Physics Education.
Viennot, L. & Rozier, S. (1994). Pedagogical outcomes of research in science
education: Examples in mechanics and thermodynamics. In: Fensham, P.,
Gunstone, R., White, R.: The content of science. London: The Falmer Press, 237-
254.
Vosniadou, S. & Kempner, W.F. (1993). Mental Models of Heat, Paper presented at
the biennial meeting of the society for research in child development, (New
Orleans).
Vygotsky, L. (1978). Mind in society: The Development of Higher Psychological
Processes, Cambridge: Harvard University Press.
Vygotsky, L. (1987). Thinking and speech. In R. Rieber, & A. Carton (Eds.), The
collected works of L.S. Vygotsky (pp. 37–285). New York: Plenum.
Warren, J. W. (1983). Energy and its carriers: a critical analysis, Physics Education,
18, 209-212.
Watson, B. & Kopnicek, R. (1990). Teaching for conceptual change: confronting
children’s experience. Phi Delta Kappan, 680-685.
Watts, D. M. & Gilbert, J.K. (1985). Appraising the understanding of science
concepts: heat, Department of Educational Studies, University of Surrey,
Guildford.
Wegerif, R., & Mercer, N. (1996). Computers and reasoning through talk in the
classroom. Language and Education, 10 (1), 47–64.
Weil-Barais, A. (1995). La formation des connaissances en sciences expérimentales.
In D. Gaonac'h & Golder, C. (Éds). Manuel de Psychologie pour l'enseignement,
(pp. 410-437). Paris : Hachette.
White, R., & Gunstone, R. (1992). Probing understanding. London and New York:
The Falmer Press.
Widolo, A., Duit, R. & Muller, C. (2002). Constructivist views of teaching and
learning in practice: teachers’ views and classroom behavior, Paper presented at
the Annual meeting of the national Association for Research in Science Teaching,
New Orleans.
Winnykamen, F. (1998). Approche psychologique de la tutelle. In A. Dumas-Carré &
A. Weil-Barais (Eds.) Tutelle et médiation dans l’éducation scientifique. Berne:
Peter Lang.
Wiser, M. (1986). The differentiation of heat and temperature: History of science and
novice-expert shift. In S. Strauss (Ed.): Ontogeny, Phylogeny & Histirical
Development, Norwood, N.J.: Ablex Publishing Company, 1-48.
Wiser, M. & Carey, S. (1983). When heat and temperature were one. In D. Gentner &
A. Stevens (Eds.), Mental models (pp. 267-298). Hillsdale, NJ: Lawrence Erlbaum.
Wiser, M. & Kipman, D. (1988). The differentiation of heat and temperature: An
evaluation of the effect of microcomputer models on students’ misconceptions.
Technical Report TR88-20.
Zemansky, M.W. (l971). The use of the word 'heat' in elementary and in intermediate
662
instruction in physics, In Seminar on the Teaching of Physics in Schools (Ed,
S.Sikjoer) Gyldendal: Copenhagen.
Zimmerman, B. J. & Blom, D. E. (1983). Toward an empirical test of the role of
cognitive conflict in learning. Developmental Review, 3, 18-38.
663
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ
664
Ραβάνης, Κ. (1988). Μεταβολές καταστάσεων και θερμική ισορροπία. Σύγχρονη
Εκπαίδευση, 39, 83-89.
Ραβάνης, Κ. (1999). Οι φυσικές επιστήμες στην προσχολική εκπαίδευση (Διδακτική
προσέγγιση), εκδ. Τυπωθήτω-Γ. Δαρδανός, Αθήνα.
Ραβάνης, Κ. (2001). Η γνωστική σύγκρουση ως διδακτικό εργαλείο, Στο Β.
Κουλαϊδής (επιστ. ευθ.), ∆ιδακτική των Φυσικών Επιστηµών (τόμος Α, σελ. 253-
274, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα.
Ραβάνης, Κ. (2002). Από τη διδακτική στη διδασκαλία των φυσικών επιστημών:
εμπόδια και προοπτικές στην Ελλάδα. Στο Π. Κόκκοτας, Ι. Βλάχος, Π. Πήλιουρας
& Α. Πλακίτση (επιμ.), Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου με διεθνή συμμετοχή
της Ένωσης για τη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών: «Η Διδασκαλία των
Φυσικών Επιστημών στην Κοινωνία της Πληροφορίας», Αθήνα, 18-21 Απριλίου
2002.
Σαμαράκου, Μ., Γρηγοριάδου, Μ., Μητρόπουλος, Δ., Σταυρίδου, Ε., Σολομωνίδου,
Χ. & Ρηγούτσος Α. (2000). Εκπαιδευτικό λογισμικό για τη μελέτη και τη
μοντελοποίηση της θερμικής διαστολής και των αλλαγών φυσικής κατάστασης
σωμάτων. Ανακοίνωση στο 2o πανελλήνιο συνέδριο με διεθνή συμμετοχή: Οι
τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας στην εκπαίδευση. Παιδαγωγικό
Τμήμα Νηπιαγωγών, Πανεπιστήμιο Πατρών, Πάτρα, 13-15 Οκτωβρίου 2000.
Σέρογλου, Φ. & Κουμαράς, Π. (2000). Η ιστορία των Φυσικών Επιστημών ως
εργαλείο έρευνας για τη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών: Συγκριτική μελέτη
δύο περιπτώσεων εφαρμογής του μοντέλου SHINE στον Ηλεκτρομαγνητισμό και
τη Μηχανική. Στο Ν. Βαλανίδης (επιμ.), Πρακτικά του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου
για τη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών και την Εφαρμογή Νέων Τεχνολογιών
στην Εκπαίδευση, (τόμος II, σελ. 340-348), Πανεπιστήμιο Κύπρου - Τμήμα
Επιστημών της Αγωγής, Λευκωσία.
Σκουμιός Μ. & Χατζηνικήτα Β. (2000). Μοντέλα μαθητών για θερμότητα,
θερμοκρασία και θερμικά φαινόμενα, Επιθεώρηση Φυσικής, 31, 58-71.
Σταυρίδου, Ε. (2000). Συνεργατική μάθηση στις Φυσικές Επιστήμες: Μια εφαρμογή
στο Δημοτικό Σχολείο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας, Βόλος.
Σταυρίδου, Ε. (2004). Σύγχρονες όψεις της Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών:
βελτιώνοντας τη μάθηση μέσα από τη σύζευξη έρευνας και διδακτικής πράξης.
Ανακοίνωση στο 2o Συνέδριο της Ένωσης για τη Διδακτική των Φυσικών
Επιστημών (ΕΔΙΦΕ): Διδακτική Φυσικών Επιστημών και τεχνολογίας. Οι
προκλήσεις του 21ου αιώνα. Καλαμάτα (υπό δημοσίευση).
Τσελφές, Β. (1994). Αλλαγή και επιστημονικές έννοιες: Ιστορική προσέγγιση. Στο Β.
Κουλαιδής (επιμ.) Αναπαραστάσεις του Φυσικού Κόσμου, Gutenberg, 156-199.
Χατζηνικήτα, Β. (2001α), Επιστημονική και καθημερινή γνώση: το επιστημολογικό
εμπόδιο. Στο Β. Κουλαϊδής (επιστ. ευθ.), ∆ιδακτική των Φυσικών Επιστηµών,
(τόμος Α, σελ. 99-127), Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα.
Χατζηνικήτα, Β. (2001β). Χρήση εµποδίων και δυναµικών δικτύων στην ανάπτυξη /
διαχείριση του διδακτικού υλικού. Στο Β. Κουλαϊδής (επιστ. ευθ.), ∆ιδακτική των
Φυσικών Επιστηµών, (τόμος Β, σελ. 335-366), Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήµιο,
Πάτρα.
665
Χατζηνικήτα, Β. & Κουλαϊδής, Β. (2000). Αναπαραστάσεις μαθητών του δημοτικού
σχολείου για τις μεταβολές φυσικοχημικών συστημάτων: Σύστημα ταξινόμησης.
Στο Π. Κόκκοτας (επιμ.), Διδακτικές Προσεγγίσεις στις Φυσικές Επιστήμες:
Σύγχρονοι Προβληματισμοί, (σελ. 85-105), εκδ. Τυπωθήτω - Γιώργος Δαρδανός,
Αθήνα.
Χατζηνικήτα, Β. & Χρηστίδου, Β. (2001). Πρακτικο-βιωματική γνώση μαθητών:
γενικά χαρακτηριστικά, Στο Β. Κουλαϊδής (επιστ. ευθ.), ∆ιδακτική των Φυσικών
Επιστηµών, (τόμος Α, σελ. 153-188), Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα.
Χατζηνικήτα, Β., Χρηστίδου, Β. & Peterfalvi, Β. (2004). Διδακτική επεξεργασία των
εμποδίων των μαθητών: δυνατότητες και περιορισμοί. Ανακοίνωση στο 2o
Συνέδριο της Ένωσης για τη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών (ΕΔΙΦΕ): Οι
προκλήσεις του 21ου αιώνα, Καλαμάτα (υπό δημοσίευση).
Χρηστίδου, Β. & Κουλαϊδής, Β. (2000). Οι αναλογίες ως διδακτικό εργαλείο: Μελέτη
των σχολικών εγχειριδίων. Στο Ν. Βαλανίδης (επιμ.), Πρακτικά του 2ου
Πανελλήνιου Συνεδρίου για τη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών και την
Εφαρμογή Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση, (τόμος II, σελ. 51-60),
Πανεπιστήμιο Κύπρου - Τμήμα Επιστημών της Αγωγής, Λευκωσία.
Φασουλόπουλος, Γ. (2001). Οι αντιλήψεις των μαθητών για τη σχέση εντατικών
φυσικών μεγεθών με την ποσότητα του συστήματος και οι συνέπειές τους στη
διδασκαλία, Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη.
Bachelard, G. (1993). Η μόρφωση του επιστημονικού πνεύματος. Το επιστημολογικό
εμπόδιο. Στο: Γ. Κουζέλης (επιμ.), Επιστημολογία. Κείμενα, Αθήνα: Νήσος, 324-
384.
Bachelard, G. (1998). Το νέο επιστημονικό πνεύμα. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις
Κρήτης, Ηράκλειο.
Gillisrie, C. C. (1986). Στην κόψη της αλήθειας, μτφρ.: Δ. Κούρτοβικ (Αθήνα:
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης).
Cohen, L. & Manion, L. (1994). Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας, Αθήνα:
Μεταίχμιο.
666
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΜΙΧΑΗΛ Ν. ΣΚΟΥΜΙΟΣ
ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΤΟΜΟΣ Β
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΤΡΑ, 2005
667
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ ΕΡΕΥΝΩΝ
ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
1. Ahtee, 1993.
2. Aiello-Nicosia & Sperandeo-Mineo, 2000.
3. Albert, 1978.
4. Andersson, 1979.
5. Andersson, 1986.
6. Appleton, 1984.
7. Appleton, 1985
8. Arnold & Millar, 1994.
9. Arnold & Millar, 1996
10. Briggs & Brook, 1984.
11. Brook, Briggs, Bell & Driver, 1984.
12. Bruce & Kopnicek, 1990
13. Carlton, 2000.
14. Crookes, 1982.
15. Driver & Russell, 1982.
16. Duit & Kesidou, 1988.
17. Duit & Kesidou, 1990.
18. Engel, 1981.
19. Engel, 1982.
20. Engel Clough & Driver, 1985.
21. Erickson, 1975.
22. Erickson, 1979.
23. Erickson, 1980.
24. Erickson, 1985.
25. Frenkel & Strauss, 1985
26. Finley 1985.
27. Frederik, Van der Valk, Leite & Thoren, 1999.
28. Gale, 1993.
29. Gordon, Brouckaert & Buckley, 1996
30. Greenbowe & Meltzer, 2003.
31. Harris, 1981.
32. Harrison, Grayson & Treagust, 1999.
33. Hewson & Hamlyn, 1983.
34. Hewson & Hamlyn, 1984.
35. Hollon & Anderson, 1986.
36. Jara-Guerrero, 1993.
37. Jasier & Oberem, 2002.
38. Jones, Carter & Rua, 2000.
39. Kaper & Goedhart, 2002.
40. Karanikas, 1995
41. Kempner, 1992.
42. Kesidou & Duit, 1993.
43. Kesidou, Duit & Glynn 1995.
44. Lewis, 1991.
45. Lewis, 1996.
46. Lewis & Linn, 1994.
47. Liew & Treagust, 1995.
48. Linn & Songer, 1991.
49. Linn & Songer, 1993.
50. Linn, Songer, Lewis & Stern, 1993.
51. Loverude, 1999.
52. Loverude, Kautz & Heron, 2002.
668
53. Mak & Young, 1987
54. Magnusson, Borko, Krajcik & Layman, 1992.
55. Maskill & Pedrosa de Jesus, 1997.
56. Meltzer, 2001.
57. Meltzer, 2002.
58. Nachmias, Stavy & Avrams, 1990.
59. Newell & Ross, 1996.
60. Rogan, 1988.
61. Rosenquist, Popp & McDermott, 1982.
62. Rozier & Viennot, 1990.
63. Rozier & Viennot, 1991.
64. Sciarreta, Stilli & Vicentini Missoni, 1990.
65. Shayer & Wylam, 1981.
66. Songer, 1989.
67. Songer & Linn, 1991.
68. Stavy, 1994.
69. Stavy, 1996.
70. Stavy & Berkovitz, 1980.
71. Stylianidou, 1997.
72. Stylianidou & Boohan, 1999.
73. Summers, 1983.
74. Thomas & Schwenz, 1998.
75. Thomaz, Malaquias, Valente & Antunes, 1993.
76. Thomaz, Malaquias, Valente & Antunes, 1995.
77. Tiberghien, 1979.
78. Tiberghien, 1980.
79. Tiberghien, 1983.
80. Tiberghien, 1985.
81. Tiberghien, 1990.
82. Tiberghien, 1998.
83. Tomizawa, 1985.
84. Tomizawa, 1986.
85. Triplett, 1973.
86. Van Roon, 1992.
87. Van Roon, Van Sprang & Verdonk, 1994.
88. Veiga, Pereira & Maskill, 1989.
89. Viennot, 1997.
90. Viennot & Rozier, 1994.
91. Warren 1983.
92. Watts & Gilbert, 1985.
93. Wiser, 1986.
94. Wiser, 1987
95. Wiser & Carey,1983.
96. Wiser & Kipman, 1988.
97. Wiser, Kipman & Halkiadakis, 1988.
98. Αντωνιάδου, Λεύκος, Χατζηκρανιώτης & Ψύλλος, 2002.
99. Καρανίκας, 1996.
100. Καρύδας & Κουμαράς, 2000.
101. Νεοκλέους, 2000.
102. Ραβάνης, 1988.
103. Φασουλόπουλος, 2001.
669
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II. ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
Διαστάσεις της Αντιλήψεις μαθητών
εννοιολογικής
περιοχής της
θερμότητας
Φύση της Η θερμότητα ως ουσία
θερμότητας Η θερμότητα ως κίνηση σωματιδίων
Είδος φυσικού Η θερμότητα ως ποιοτικό μέγεθος
μεγέθους της Η θερμότητα ως ποσοτικό μέγεθος
θερμότητας
Θερμότητα Η θερμότητα εμφανίζεται με δύο οντότητες
Αριθμός οντοτήτων (θερμότητα και ψύχος)
της θερμότητας Η θερμότητα εμφανίζεται με μια οντότητα
(θερμότητα)
Διατήρηση της Η θερμότητα διατηρείται
θερμότητας Η θερμότητα μεταβάλλεται.
Η θερμοκρασία είναι ένδειξη της «ποιότητας» της
θερμότητας
Μη διαφοροποίηση Η θερμοκρασία είναι μέτρο της ποσότητας της
θερμοκρασίας και θερμότητας
θερμότητας Η θερμοκρασία συνδέεται με την ποσότητας της
θερμότητας ανά μονάδα μάζας του σώματος.
Εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα
Θερμοκρασία Παράγοντες σώμα από το μέγεθός του
εξάρτησης της Εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα
θερμοκρασίας που σώμα από τη σύστασή του
αποκτά ένα σώμα Εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα
(όταν βρίσκεται σε σώμα από την πυκνότητά του
θερμική ισορροπία Εξάρτηση της θερμοκρασίας που αποκτά ένα
με το περιβάλλον σώμα από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του
του)
Τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο
ίδιο περιβάλλον είναι πιθανόν να αποκτήσουν ίσες
Αναγκαιότητα θερμοκρασίες (θερμική ισορροπία ως πιθανή
Θερμική ύπαρξης θερμικής κατάσταση)
ισορροπία ισορροπίας Τα σώματα που βρίσκονται για αρκετό χρόνο στο
ίδιο περιβάλλον αποκτούν αναγκαστικά ίσες
θερμοκρασίες (θερμική ισορροπία ως
αναγκαιότητα).
Οι μονωτές παράγουν θερμότητα
Οι αγωγοί έλκουν θερμότητα σε θερμό
Θερμική Θερμική περιβάλλον και ψύχος σε ψυχρό περιβάλλον
αγωγιμότητα συμπεριφορά Οι αγωγοί άγουν τη θερμότητα πιο γρήγορα (ή πιο
σωμάτων αργά) σε σχέση με τους μονωτές σε θερμό (ή σε
ψυχρό) περιβάλλον
Τα σώματα είναι αποκλειστικά αγωγοί ή μονωτές.
670
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III. ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ, ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΠΟΥ
ΚΑΤΑΓΡΑΦΤΗΚΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΗΛΙΚΙΑΚΟ ΦΑΣΜΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΠΟΥ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΑΝ ΣΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Αντιλήψεις 8-9 9-10 10-11 11-12 12-13 13-14 14-15 15-16 16-18 18- …
ετών ετών ετών ετών ετών ετών ετών ετών ετών ετών
Η θερμότητα ως ουσία 3 3 65, 77, 78, 21, 22, 23, 8, 9, 18, 19, 8, 9, 18, 19, 20, 10, 11, 16, 17, 18, 10, 11, 16, 17, 18, 16, 17, 92 2, 29, 30, 38,
79, 80, 81, 24, 65, 77, 20, 21, 22, 21, 22, 23, 24, 19, 20, 21, 22, 23, 19, 20, 21, 22, 23, 51, 52, 55,
82 78, 79, 80, 23, 24, 65, 42, 43, 65, 77, 24, 31, 77, 78, 79, 24, 31, 77, 78, 79, 86, 87, 88,
81, 82 77, 78, 79, 78, 79, 80, 81, 80, 81, 82, 92 80, 81, 82, 92 89, 90, 99
80, 81, 82 82
Η θερμότητα ως αποτέλεσμα 21, 22, 23, 21, 22, 23, 21, 22, 23, 24, 21, 22, 23, 24, 33, 42, 43 13, 86, 87, 88
24 24, 42, 43 33, 34, 42, 43 34, 42, 43
κίνησης σωματιδίων
Η θερμότητα ως ποιοτικό 21, 22, 23, 21, 22, 23, 21, 22, 23, 24, 33, 34, 42, 43, 94 33, 34, 42, 43 93
24 24, 42, 43 42, 43
μέγεθος
Η θερμότητα ως ποσοτικό 42, 43 42, 43 42, 43 32, 42, 43 32 30, 51, 52
μέγεθος
Η θερμότητα εμφανίζεται με 77, 78 21, 22, 23, 6, 7, 18, 19, 6, 7, 8, 9, 18, 6, 7, 8, 9, 18, 19, 6, 7, 18, 19, 20, 21, 2, 99
24, 77, 78 20, 21, 22, 19, 20, 21, 22, 20, 21, 22, 23, 24, 22, 23, 24, 32, 59,
δύο οντότητες (θερμότητα και
23, 24, 59, 23, 24, 59, 77, 32, 59, 77, 78, 92 77, 78, 92
ψύχος) 77, 78 78
Η θερμότητα εμφανίζεται με 21, 22, 23, 6, 7, 18, 19, 6, 7, 8, 9, 18, 6, 7, 8, 9, 18, 19, 6, 7, 18, 19, 20, 92 51, 52, 99
24, 20, 21, 22, 19, 20, 21, 22, 20, 21, 22, 23, 24
μια οντότητα (θερμότητα)
23, 24 23, 24
671
Η θερμότητα μεταβάλλεται. 103 93, 94, 103 93, 94, 103
Η θερμοκρασία είναι ένδειξη 3 6, 7, 42, 43 1, 6, 7, 42, 43, 93, 1, 6, 7, 42, 43, 93, 93, 94
94 94
της «ποιότητας» της
θερμότητας
Η θερμοκρασία είναι μέτρο 3 65, 77, 78, 21, 22, 23, 4, 5, 6, 7, 18, 4, 5, 6, 7, 18, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 21, 26, 32 27, 30, 35,
79, 80, 81, 24, 65, 77, 19, 21, 22, 19, 21, 22, 23, 11, 18, 19, 21, 22, 22, 23, 24, 26, 31, 40, 55, 88,
της ποσότητας της θερμότητας
82 78, 79, 80, 23, 24, 26, 24, 26, 65, 77, 23, 24, 26, 31, 33, 34, 41, 44, 45, 93, 94, 95,
81, 82, 102 65, 77, 78, 78, 79, 80, 81, 33, 34, 44, 45, 46, 46, 47, 48, 49, 50, 96, 97, 99
79, 80, 81, 82 82 47, 48, 49, 50, 61, 61, 77, 78, 79, 80,
77, 78, 79, 80, 81, 81, 82, 92, 93, 94,
82, 92, 93, 94, 95, 95, 96, 97
96, 97, 98
Εξάρτηση της θερμοκρασίας 77, 78, 79, 4, 5, 42, 43, 4, 5, 42, 43, 77, 4, 5, 10, 11, 28, 4, 5, 10, 11, 28, 42,
80, 81, 82 77, 78, 79, 78, 79, 80, 81, 42, 43, 77, 78, 79, 43, 77, 78, 79, 80,
672
που αποκτά ένα σώμα από την 80, 81, 82 82 80, 81, 82 81, 82
πυκνότητά του
Εξάρτηση της θερμοκρασίας 47, 48, 49, 50 47, 48, 49, 50 27, 37
Οι αγωγοί έλκουν θερμότητα 77, 78, 79, 21, 22, 23, 18, 19, 20, 18, 19, 20, 21, 18, 19, 20, 77, 78, 18, 19, 20, 32, 42, 32
80, 81, 82 24, 77, 78, 21, 22, 23, 22, 23, 24, 42, 79, 80, 81, 82 43, 77, 78, 79, 80,
σε θερμό περιβάλλον και
79, 80, 81, 24, 42, 43, 43, 44, 46, 77, 81, 82
673
ψύχος σε ψυχρό περιβάλλον 82 77, 78, 79, 78, 79, 80, 81,
80, 81, 82 82
Οι αγωγοί άγουν τη 77, 78, 79, 18, 19, 20, 18, 19, 20, 77, 18, 19, 20, 77, 78, 18, 19, 20, 77, 78,
80, 81, 82 77, 78, 79, 78, 79, 80, 81, 79, 80, 81, 82 79, 80, 81, 82
θερμότητα πιο γρήγορα (ή πιο
80, 81, 82 82
αργά) σε σχέση με τους
μονωτές σε θερμό (ή σε
ψυχρό) περιβάλλον
Τα σώματα είναι 10, 11 10, 11 10, 11
αποκλειστικά αγωγοί ή
μονωτές.
674
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
ΠΟΥ ΕΝΤΑΣΣΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ 1, 2 ΚΑΙ 3
ΜΟΝΤΕΛΟ 1
Θερμότητα
• Ουσία (Θ1)
• Ποιοτικό μέγεθος
Θερμοκρασία
(Θ2) Θερμική ισορροπία
• Δύο οντότητες • Ένδειξη της έντασης • Πιθανή κατάσταση,
(Θ3) της θερμότητας όπου αν βρεθούν τα
• Εκπέμπεται ή (ψύχους) (Τ1) σώματα αποκτούν
απορροφάται • Εξάρτηση από θερμότητες
αυθόρμητα (Θ4) μέγεθος/σύσταση (ψυχρότητες) ίσων
• Δεν διατηρείται σώματος (Τ2) εντάσεων (Ι1)
(Θ5)
Εξηγήσεις θερμικών
φαινομένων
• Με όρους
δράσης/δράσεων, με
ενδιάμεσο παράγοντα
δύο ποιότητες
(θερμότητα-ψύχος)
(Ε1)
675
Σε ερώτηση σχετική με τη θερμοκρασία μιας ράβδου από σίδηρο και
μιας από ξύλο, στην ίδια έρευνα ο παραπάνω μαθητής απαντά: «Ο
σίδηρος είναι πιο κρύος, τον αισθάνομαι πιο κρύο. Έχει πιο μικρή Τ2
θερμοκρασία … Περιέχει περισσότερο κρύο αέρα από ότι το ξύλο.
Έλκει περισσότερο το κρύο. Είναι μέταλλο». Ε1
676
Μαθήτρια SY Γυμνασίου (Wiser 1986, p. 24-39)
Η θερμότητα είναι ότι φεύγει από τα ζεστά σώματα. Μοιάζει με ζεστό Θ4, Θ1
αέρα. Μετριέται με τα θερμόμετρα. Η θερμότητα ασκεί πίεση…Είναι
διαφορετική η πίεση που ασκεί το κρύο. Το κρύο φεύγει από τον πάγο Θ3
γιατί είναι κρύος και μπαίνει στο οινόπνευμα….Το οινόπνευμα Θ4, Ε1
κατεβαίνει εξαιτίας της πίεσης του κρύου. Το οινόπνευμα θα ψύχεται
συνέχεια….Το οινόπνευμα θα θερμαίνεται μέχρι η θερμότητα να πάει Ι1
παντού σε αυτό. Τότε τίποτα περισσότερο δεν θα συμβεί….Τα μέταλλα
διατηρούν τη θερμότητα λιγότερο. Είναι πιο κρύα….Με τη Ι3
θερμοκρασία βλέπεις τη θερμότητα… Η θερμότητα μπορεί να είναι Τ1, Τ2
πολύ ζεστή μπορεί και όχι. Θ2
677
ΜΟΝΤΕΛΟ 2
Θερμότητα
• Ουσία (Θ1) Θερμοκρασία
• Ποσοτικό μέγεθος
• Μέτρο της Θερμική ισορροπία
(Θ2)
ποσότητας της • Πιθανή κατάσταση,
• Δύο οντότητες
θερμότητας όπου αν βρεθούν τα
(Θ3) σώματα αποκτούν
• Εκπέμπεται ή (ψύχους) (Τ1)
• Εξάρτηση από ίσες ποσότητες
απορροφάται θερμότητας (ψύχους)
αυθόρμητα (Θ4) μέγεθος/σύσταση
σώματος (Τ2) (Ι1)
• Διατηρείται (Θ5)
Εξηγήσεις θερμικών
φαινομένων
• Με όρους
δράσης/δράσεων, με
ενδιάμεσο παράγοντα
δύο ποσότητες
(θερμότητα-ψύχος)
(Ε1)
678
Μαθητής 15 ετών (Kesidou & Duit 1993, p. 91-103)
Ένα κομμάτι μετάλλου θερμοκρασίας 80ο C προστίθεται σε νερό
θερμοκρασίας 20ο C. «Το μέταλλο επειδή είναι ζεστό, εκπέμπει Θ4, Ε1
ορισμένη ποσότητα θερμότητας. Αυτή τη θερμότητα την παίρνει το Θ2
νερό και θερμαίνεται. Η θερμότητα είναι ζεστός αέρας». Στη συνέχεια ο Θ1
ίδιος μαθητής ρωτήθηκε αν κάποια στιγμή μπορούν να έχουν
θερμοκρασίες 40ο C και 25ο C αντίστοιχα. Απάντησε ότι αυτό είναι
αδύνατο λέγοντας: «αυτό είναι αδύνατο. Τώρα έχουμε 65ο C και αρχικά Θ5
είχαμε 100ο C, που έχουν πάει οι άλλοι βαθμοί;»…«Όταν αγγίζουμε ένα
ζεστό σώμα αισθανόμαστε τη θερμότητα να έρχεται στο σώμα μας, ενώ
όταν αγγίζουμε ένα κρύο σώμα αισθανόμαστε το κρύο να έρχεται στο Θ3
σώμα μας…τα μέταλλα είναι φυσικά πιο κρύα από τα
πλαστικά…μερικά σώματα άγουν τη θερμότητα και μερικά όχι…»… Τ2
Δύο δοχεία που περιέχουν νερό και αλκοόλη θερμάνθηκαν για Ε2
διαφορετικούς χρόνους και έφτασαν στην ίδια θερμοκρασία. Οι
μαθητές ρωτήθηκαν για τις θερμότητες των δύο υγρών. Ο μαθητής
απάντησε «θα έχουν πάρει την ίδια ποσότητα θερμότητας. Αφού οι Θ2
θερμοκρασίες είναι ίδιες, θα είναι ίδιες και οι θερμότητες»… «δύο Τ1
σώματα περιέχουν την ίδια ποσότητα θερμότητας όταν έχουν την ίδια
θερμοκρασία»…Δύο σώματα με διαφορετικές θερμοκρασίες Τ1
αλληλεπιδρούν θερμικά. Ο μαθητής έχει την ιδέα ότι οι διαφορές
θερμοκρασίας μπορεί να παραμείνουν ή να συμβούν από μόνες τους
μετά την ισορροπία. Σημειώνει επίσης ότι αυτές οι διαφορές θα είναι
μικρές. Ο βασικός λόγος για αυτό αποδίδεται από το μαθητή στη Τ2
διαφορετική σύσταση των σωμάτων.
Σε κατάσταση κατά την οποία τα σώματα πριν την αλληλεπίδραση
είχαν θερμοκρασίες 80ο C και 20ο C και μετά την αλληλεπίδραση 70ο C
και 95ο C είπε «αυτό είναι αδύνατο γιατί τα δυο σώματα ξαφνικά έχουν
περισσότερη θερμότητα από ότι πριν. Αν ένας ενώσει τα δυο σώματα οι Θ5
θερμοκρασίες τους είναι 100 και μετά αν τα ενώσει θα έχουν
περισσότερη θερμότητα».
679
ΜΟΝΤΕΛΟ 3
Θερμότητα
• Ουσία (Θ1)
• Ποσοτικό μέγεθος Θερμοκρασία Θερμική ισορροπία
(Θ2) • Συνδέεται με την • Αναγκαιότητα, όπου
• Μία οντότητα (Θ3) ποσότητα της τα σώματα αποκτούν
• Μεταφέρεται λόγω θερμότητας ανά ίσες θερμοκρασίες
διαφοράς μονάδα μάζας του (Ι1)
θερμοκρασίας (Θ4) σώματος (Τ1)
• Διατηρείται (Θ5) • Εξαρτάται από τη
θερμοκρασία του
χώρου (Τ2)
Εξηγήσεις θερμικών
φαινομένων
• Με όρους μιας σχέσης
των τιμών ενός
μεγέθους
(θερμοκρασία), με
ενδιάμεσο παράγοντα
μία ποσότητα
(θερμότητα) (Ε1)
680
Μαθητής 15 ετών (Songer 1989, p. 238)
Οι μαθητές ρωτήθηκαν, αν σώματα από διαφορετικά υλικά (μέταλλο,
ξύλο, γυαλί …) θα έχουν την ίδια θερμοκρασία αν τοποθετηθούν σε
φούρνο 150ο C. Η απάντηση ενός μαθητή ήταν: «θα έχουν όλα την ίδια Τ2, Ι1
θερμοκρασία. Θα τα αισθανόμαστε όμως διαφορετικά. Για παράδειγμα,
αν έχεις ένα σώμα 100ο C και ένα άλλο 200ο C και τα τοποθετήσεις σε
περιβάλλον 150ο C θα φτάσουν όλα σε θερμοκρασία 150ο C»…. «η
διαφορά ανάμεσα στη θερμότητα και στη θερμοκρασία είναι ότι μπορεί
δύο ποτήρια με γάλα να έχουν την ίδια θερμοκρασία αλλά όχι και την Τ1
ίδια θερμότητα. Αν έχουμε δύο ποτήρια ένα με 100 ml και ένα με 20 ml
με ίδια θερμοκρασία 50C, περισσότερη ποσότητα θερμότητας θα έχει
το πρώτο»…. «το μέταλλο έχει μεγαλύτερη θερμοκρασία από το νερό. Θ4, Ε1
Έτσι από το μέταλλο θα φύγει ορισμένη ποσότητα θερμότητας και αυτή Θ2, Θ5
θα πάει στο νερό. Στο τέλος θα έχουν την ίδια θερμοκρασία». «όταν Ι1
αγγίζουμε ένα παγάκι, πάει θερμότητα από το χέρι μας στο παγάκι». Θ3
681
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ
ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΥΠΟΨΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ
ΤΟΥΣ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
(1) Η πρόταση των Brook, Briggs, Bell & Driver (1984) (πρόγραμμα CLISP)
682
διδακτική παρέμβαση οι απαντήσεις των μαθητών είναι πλησιέστερα στην επιθυμητή
γνώση.
Μάζα
Ποσότητα Ενεργειακή
Ουσία θερμότητας προσέγγιση
Ουσία
Θερμότητα
Μεταβολή της
θερμοκρασία
θερμοκρασίας
Θερμιδομετρία
Θερμοκρασία Θερμοκρασία
Σχήμα V.1. Πρόταση σχεδίου προοδευτικής οικοδόμησης της έννοιας της θερμότητας
από το Δημοτικό ως το Λύκειο (Agabra 1986)
683
(3) Η πρόταση των Hollon & Anderson (1986)
Οι Ogborn και Boohan στο πλαίσιο του προγράμματος “Energy and Change”,
σχεδίασαν εκπαιδευτικό υλικό για παιδιά ηλικίας 12-16 ετών. Το υλικό αυτό
αναπτύσσει μια ενιαία προσέγγιση για τη διδασκαλία των φυσικών, χημικών και
βιολογικών μεταβολών, της οποίας κεντρική ιδέα είναι ότι οι μεταβολές οφείλονται
σε διαφορές. Για να βοηθηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν την ιδέα αυτή
δημιουργήθηκε ένα σύνολο αφηρημένων εικόνων. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι
μαθητές εξοικειώνονται γρήγορα με αυτές και οδηγούνται σε κάποιο καλό επίπεδο
συζήτησης και σχολιασμού των φαινομένων που αναπαριστούν.
Το διδακτικό πακέτο χωρίζεται σε θεματικές ενότητες, που η κάθε μια περιέχει
περίπου οχτώ δραστηριότητες για τους μαθητές. Δύο από αυτές τις ενότητες
αναφέρονται στην εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
Σκοπός των δραστηριοτήτων στη μια ενότητα (ζεστό και κρύο) είναι να ωθήσουν
τα παιδιά να προσέξουν ότι κάποια αντικείμενα είναι πιο ζεστά από κάποια άλλα (τα
684
οποία είναι πιο κρύα) και να αντιληφθούν τα σχετικά μεγέθη των θερμοκρασιών.
Επιπλέον ότι οι διαφορές θερμοκρασίας τείνουν να εξαφανίζονται και οι
θερμοκρασίες να εξισώνονται. Η ενότητα αυτή αναφέρεται στις διαφορές
θερμοκρασίας, στη θέρμανση και ψύξη, στους τρόπους θέρμανσης, στην εισαγωγή
της έννοιας της ενέργειας. Πιο αναλυτικά, οι δραστηριότητες του θέματος αυτού
αναφέρονται στις διαφορές θερμοκρασίας, στο τι μπορούν να προκαλέσουν οι
διαφορές αυτές και στο πως μπορούν να προκύψουν. Αργότερα ακολουθεί η εξέταση
της ενέργειας και η τάση της να ρέει από το ζεστό προς το κρύο.
Η άλλη ενότητα (ενέργεια από το ζεστό στο κρύο) περιλαμβάνει εικόνες που
δείχνουν διαφορές θερμοκρασίας και ροή ενέργειας. Σε αυτό το θέμα
διαπραγματεύονται οι μεταφορές ενέργειας που οφείλονται σε διαφορές
θερμοκρασίας. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η εξέταση της ροής ενέργειας από το
ζεστό στο κρύο είναι κεντρικής σημασίας, καθώς αποτελεί ένα χαρακτηριστικό
πολλών μεταβολών. Επιπλέον αποτελεί ένα σημαντικό σημείο για την οικοδόμηση
της έννοιας της ενέργειας επειδή στις δραστηριότητες αυτές γίνεται προσπάθεια να
δοθούν στους μαθητές τρόποι να μιλούν για την ενέργεια πάνω στους οποίους θα
οικοδομήσουν αργότερα τις περαιτέρω γνώσεις τους, σχετικά με το θέμα αυτό. Η ροή
ενέργειας από το ζεστό στο κρύο θεωρείται ότι είναι ο απλούστερος τρόπος για την
παρουσίαση της έννοιας του διασκορπισμού της ενέργειας από τις περιοχές όπου
βρίσκεται συγκεντρωμένη (Boohan & Ogborn 1996).
Η συλλογή του ερευνητικού υλικού για την αξιολόγηση αυτής της διδακτικής
πρότασης εξελίχθηκε σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο διεξήχθησαν συνεντεύξεις με
μαθητές Γυμνασίου για να διαπιστωθεί αν και πως καταλαβαίνουν και χρησιμοποιούν
τις αφηρημένες εικόνες παιδιά αυτής της ηλικίας. Στο δεύτερο στάδιο με
παρακολουθήσεις μαθημάτων και συνεντεύξεις μαθητών και καθηγητών
μελετήθηκαν οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της διδακτικής προσέγγισης.
685
(α) Η διδασκαλία πρέπει να κάνει «τη διαδικασία σκέψης ορατή» στους μαθητές
(Linn & Songer 1991). Η κατασκευή της γνώσης γίνεται «ορατή» με το να
εφοδιάζονται, οι μαθητές, με κατάλληλα μοντέλα για τα θερμικά φαινόμενα, με το να
ωθούνται στη διαδικασία της συνένωσης διάφορων ιδεών που σχετίζονται μεταξύ
τους, με το να ενθυμούνται παρόμοιες προηγούμενες εμπειρίες και με το να
προσπαθούν να αναγνωρίσουν γενικεύσεις οι οποίες εξηγούν ένα μεγάλο φάσμα
φαινομένων.
(β) Η διδασκαλία πρέπει να αποβλέπει στο να συνδέει ο μαθητής τις νέες
πληροφορίες με τις υπάρχουσες γνώσεις του και με προβλήματα που θεωρεί οικεία.
(γ) Η διδασκαλία πρέπει να γίνεται σε ομάδες, οι μαθητές να εργάζονται μέσα στα
πλαίσια της ομάδας και να οικειοποιούνται τις δικές τους ιδέες και τις ιδέες των
άλλων.
(δ) Οι μαθητές πρέπει να ενθαρρύνονται στο να γίνουν «αυτόνομοι μαθητές». Οι
μαθητές κρίνουν τις δικές τους εργαστηριακές γραπτές εργασίες καθώς επίσης και
των συμμαθητών τους. Κατασκευάζουν κριτήρια για να κρίνουν τις δραστηριότητες
και τα φύλλα εργασίας τους, όπως κάνουν και οι επιστήμονες για τα επιστημονικά
άρθρα. Χρησιμοποιούν συχνά τις φράσεις «προβλέπω αυτό γιατί…» και «τα
αποτελέσματα μου, εξηγούν αυτό το καθημερινό φαινόμενο γιατί…».
Στόχος της διδακτικής πρότασης της πρότασης αυτής, είναι η διαφοροποίηση των
εννοιών θερμότητα και θερμοκρασία.
Ως επιθυμητή γνώση χρησιμοποιείται το μοντέλο «ροής θερμικής ενέργειας». Η
θερμότητα (θεωρούμενη ως αβαρές ρευστό) δεν διαφοροποιείται από την εσωτερική
ενέργεια και η όλη προσέγγιση αναφέρεται σε μακροσκοπικό επίπεδο. H θερμική
ενέργεια διασκορπίζεται μέσα στα σώματα και ρέει από το θερμότερο στο ψυχρότερο
σώμα μέχρι να φθάσουν σε ισορροπία. Η θερμοκρασία είναι ένα μέτρο της έντασης
της θερμότητας σε ένα δεδομένο σημείο.
H σχεδίαση των διδακτικών παρεμβάσεων περιελάμβανε τέσσερις φάσεις. Οι τρεις
πρώτες φάσεις θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πιλοτικές, εφόσον σε κάθε
επόμενη φάση γίνονταν ορισμένες τροποποιήσεις.
Φάση 1: Οι μαθητές πραγματοποιούν πειράματα θέρμανσης και ψύξης υγρών. Οι
πληροφορίες από τα πειράματα διοχετεύονται σε υπολογιστή και τα αποτελέσματα
αναπαριστώνται γραφικά στην οθόνη του. Παρατηρήθηκε ότι κατά τη διάρκεια των
παραπάνω δραστηριοτήτων οι μαθητές δεν αντιλαμβάνονταν τι ακριβώς είχε συμβεί
686
στα πειράματα, μολονότι η γραφική παράσταση εμφανιζόταν στην οθόνη του
υπολογιστή.
Φάση 2: Οι ερευνητές βασισμένοι στις παρατηρήσεις της πρώτης φάσης
τροποποίησαν το πρόγραμμα στη φάση 2. Ζητούσαν από τους μαθητές προβλέψεις
για τις γραφικές παραστάσεις και για τα πειράματα. Οι μαθητές στη συνέχεια
πραγματοποίησαν ορισμένα πειράματα και σύγκριναν τα πειραματικά δεδομένα με
τις προβλέψεις τους. Τα αποτελέσματα (όπως προέκυψαν με τη βοήθεια
ερωτηματολογίου) ήταν πιο ενθαρρυντικά σε σχέση με αυτά της φάσης 1, όχι όμως
ικανοποιητικά. Παρατηρήθηκε δυσκολία εκ μέρους των μαθητών στη σύνδεση των
εργαστηριακών πειραμάτων με τις καταστάσεις της καθημερινής ζωής.
Φάση 3: Το πρόγραμμα τροποποιήθηκε ώστε να υπερπηδηθούν τα παραπάνω
προβλήματα και να ληφθούν περισσότερο υπόψη οι αντιλήψεις των μαθητών. Σε
αυτή τη φάση διαπιστώθηκαν προβλήματα που ανακύπτουν στους μαθητές, από τη
χρήση του μοντέλου της κινητικής θεωρίας για την εξήγηση των θερμικών
φαινομένων. Για το λόγο αυτό στην επόμενη φάση, χρησιμοποιήθηκε μόνο το
μοντέλο ροής θερμικής ενέργειας (σε μακροσκοπικό επίπεδο).
Φάση 4: Στη φάση αυτή τροποποιήθηκε εκ νέου το πρόγραμμα. Σε αυτή την
τροποποίηση κάθε καθημερινή εμπειρία που είχε σχέση με τη μελέτη των θερμικών
φαινομένων, ενσωματώθηκε στο διδακτικό υλικό. Κατασκευάστηκαν δραστηριότητες
με τη βοήθεια υπολογιστή. Οι μαθητές εκτελούν πειράματα εξομοίωσης και
συλλέγουν πληροφορίες. Σε ό,τι αφορά τη διαπραγμάτευση των δραστηριοτήτων
κατά τη διάρκεια της παραπάνω φάσης, οι μαθητές: (α) κάνουν υποθέσεις, (β)
εκτελούν πειράματα, (γ) σημειώνουν αντιφάσεις μεταξύ των προβλέψεων και των
πειραματικών δεδομένων και (δ) ενσωματώνουν τη καθημερινή γνώση με αυτήν που
εξάγουν από την εργαστηριακή έρευνα.
Οι απαντήσεις των μαθητών (που προήλθαν με τη βοήθεια ερωτηματολογίου)
σχετικά με τη διάκριση της θερμότητας και της θερμοκρασίας, ταξινομήθηκαν σε
κατηγορίες:
- Πολύ καλή διάκριση
- Σχεδόν πλήρης διάκριση
- Μερική διάκριση
- Απλή θερμική διάκριση
- Διάκριση που βασίζεται σε ορισμούς εννοιών
- Συγκεχυμένη ή μη πλήρης διάκριση
687
- Χωρίς απάντηση
Η αποτίμηση του μαθησιακού αποτελέσματος πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια
ερωτηματολογίων και συνεντεύξεων πριν και μετά από τις διδακτικές παρεμβάσεις.
688
- γίνουν ενήμεροι για τις ιδέες τους σχετικά με τις αισθήσεις και τη θερμοκρασία,
- πιστοποιούν ότι διαφορετικές αισθήσεις δεν σημαίνουν διαφορετικές
θερμοκρασίες,
- αναγνωρίζουν ότι η θερμοκρασία δεν είναι χαρακτηριστικό της ουσίας,
- αναγνωρίζουν ότι τα αντικείμενα που είναι σε επαφή αποκτούν ίσες
θερμοκρασίες.
(β) Ενδιαφέρον: Ύστερα από τη σύγκρουση των ιδεών των μαθητών με τα
πειραματικά δεδομένα, οι μαθητές, πρέπει να κινηθούν προς την κατεύθυνση
αναζήτησης νέων πληροφοριών για τη θερμότητα και τη θερμοκρασία. Τους
παρουσιάζονται πειράματα με τα οποία μπορούν να δουν τα αποτελέσματα της
θέρμανσης αερίου που περιέχεται σε σωλήνα. Στη συνέχεια εισάγεται το μοντέλο
σύμφωνα με το οποίο η αύξηση του όγκου του αέρα εξηγείται με όρους αύξησης της
μέσης κινητικής ενέργειας των σωματιδίων του. Ακολουθεί η έννοια της
θερμοκρασίας σε μικροσκοπικό επίπεδο. Οι μαθητές καλούνται επίσης να
ερμηνεύουν τις διαφορές θερμοκρασίας δύο σωμάτων με όρους μεταφοράς
θερμότητας. Τέλος, εισάγεται η έννοια της θερμότητας, ως ενέργεια που μεταφέρεται
σε μικροσκοπικό επίπεδο.
(γ) Αξιολόγηση: Οι μαθητές χρησιμοποιούν τις νέες έννοιες ώστε να καταδειχθεί η
ωφελιμότητα τους και η αποτελεσματικότητα τους. Εφαρμόζουν τις έννοιες που
διδάχθηκαν στο να ερμηνεύουν καταστάσεις θερμικής ισορροπίας σε καθημερινές
καταστάσεις.
(δ) Δοκιμή: Χρήση της έννοιας της θερμικής αγωγιμότητας για να εξηγήσουν γιατί
από διαφορετικές αισθήσεις δεν προκύπτουν διαφορετικές θερμοκρασίες. Ενίσχυση
της διάκρισης θερμότητας θερμοκρασίας με τη βοήθεια σωμάτων που αλλάζουν
φάση.
(ε) Υιοθέτηση: Εδραίωση της ποσοτικής σχέσης θερμότητας και μεταβολής
θερμοκρασίας, μέσα από συζήτηση, τεστ, προβλήματα που προάγουν την γενίκευση
των εννοιών και την εφαρμογή τους σε ευρύ φάσμα φαινομένων.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας χρησιμοποιήθηκε πειραματική τάξη και τάξη
ελέγχου. Με τη βοήθεια ερωτηματολογίου μετά τη διδακτική παρέμβαση
διαπιστώθηκε ότι οι απαντήσεις των μαθητών είναι πλησιέστερα στην επιθυμητή
γνώση, στην πειραματική τάξη, ενώ ελάχιστη βελτίωση παρατηρήθηκε στην τάξη
ελέγχου.
689
(7) Η πρόταση των Arnold & Millar (1996)
690
οι πλευρές των αντιλήψεών τους είναι ορθές. Οι ορθές όψεις των αντιλήψεων των
μαθητών χρησιμοποιούνται ως «εφαλτήριο» για τον ανασχηματισμό των
λανθασμένων όψεων των αντιλήψεών τους. Αυτού του είδους η διδακτική
προσέγγιση δίνει ιδιαίτερο βάρος στη συζήτηση ανάμεσα στο διδάσκοντα και στους
μαθητές.
Η πρόταση αυτή αποτελεί μια μελέτη περίπτωσης και εφαρμόστηκε σε 5 μαθητές
15 ετών στην Αυστραλία. Η χρονική διάρκεια της παρέμβασης ήταν 40 διδακτικές
ώρες που πραγματοποιήθηκαν σε χρονικό διάστημα πάνω από 8 εβδομάδες.
Ως διδακτικό υλικό χρησιμοποιήθηκε το βιβλίο Physics by Innquiry (Mc Dermott
1996). Σε αυτό χρησιμοποιείται το παρακάτω μοντέλο για τη θερμότητα: Όταν δύο
σώματα διαφορετικών θερμοκρασιών αλληλεπιδρούν θερμικά, υπάρχει μια μεταφορά
θερμότητας από το θερμό προς το ψυχρό σώμα. Όταν ένα θερμό και ένα ψυχρό σώμα
έρθουν σε επαφή η θερμότητα μεταφέρεται από κάθε γραμμάριο του θερμού σώματος
προς το ψυχρό. Η θερμοκρασία τότε κάθε γραμμαρίου του θερμού σώματος
μειώνεται. Για να βρούμε τη συνολική θερμότητα που μεταφέρθηκε στο κρύο σώμα
θα πρέπει να προσθέσουμε τη θερμότητα που μεταφέρθηκε από κάθε γραμμάριο του
θερμού σώματος. Η θερμότητα αυτή διασκορπίζεται ισομερώς σε κάθε γραμμάριο
του ψυχρού σώματος. Η θερμοκρασία τότε κάθε γραμμαρίου του ψυχρού σώματος
αυξάνει.
Στη αρχή ύστερα από συζήτηση του διδάσκοντα με τους μαθητές και την
πραγματοποίηση ορισμένων δραστηριοτήτων δίνεται ένας «λειτουργικός ορισμός»
για τη θερμοκρασία. Στη συνέχεια εισάγονται από το διδάσκοντα οι έννοιες της
θερμικής αλληλεπίδρασης και της θερμικής ισορροπίας.
Τα στάδια της διδακτικής προσέγγισης ήταν:
- Αρχική κατάσταση: αντιλήψεις πριν τη διδασκαλία για την εννοιολογική περιοχή
της θερμότητας (καταγραφή με τη βοήθεια ερωτηματολογίων).
- Ενίσχυση της διαφοροποίησης των εννοιών της θερμότητας και της
θερμοκρασίας, με τη χρήση της στρατηγικής της αντικατάστασης των εννοιών.
- Συνέχιση της διαφοροποίησης των εννοιών θερμότητα και θερμοκρασία.
- Περαιτέρω αλλαγές στη διαφοροποίηση των εννοιών.
- Σκέψεις πάνω στις αρχικές αντιλήψεις (μεταγνωστικές δραστηριότητες).
- Σταθεροποίηση των νέων αντιλήψεων και τρόπων συλλογισμού με εφαρμογές σε
νέες καταστάσεις.
691
Δόθηκε αρχικά ένα τεστ στους μαθητές με σκοπό να εντοπιστούν οι αντιλήψεις
τους για τη θερμότητα και τη θερμοκρασία. Μαγνητοφωνήθηκαν οι συζητήσεις του
διδάσκοντα με τους μαθητές. Μετά από διδασκαλία 4 εβδομάδων και στο τέλος των 8
εβδομάδων οι μαθητές σχεδίασαν εννοιολογικούς χάρτες. Μελετήθηκαν αναλυτικά
τα σχόλια ενός μαθητή (με το όνομα Ken) κατά τη διάρκεια των συζητήσεων του και
οι συνδέσεις του στους εννοιολογικούς χάρτες που κατασκεύασε. Με βάση αυτά τα
δύο στοιχεία εκτιμήθηκε η εννοιολογική αλλαγή που επιτεύχθηκε.
692
εκτελούσαν τα πειράματα και στη συνέχεια ακολουθούσε συζήτηση με τον
διδάσκοντα. Έτσι σταδιακά οι φοιτητές διαπραγματεύονταν επτά πειραματικές
καταστάσεις που σχετίζονταν με τα ακόλουθα ζητήματα:
- Σχέση αίσθησης θερμού και θερμοκρασίας.
- Μεταφορά θερμότητας από θερμότερο σε ψυχρότερο σώμα.
- Εξίσωση θερμοκρασιών των σωμάτων που βρίσκονται στο ίδιο περιβάλλον.
- Εξήγηση (με όρους ροής θερμότητας) γιατί αισθανόμαστε διαφορετικά δύο
σώματα που έχουν την ίδια θερμοκρασία.
- Διαφορά θερμοκρασίας και ροή θερμότητας.
- Θερμοκρασία και συγκέντρωση θερμικής ενέργειας.
- Θερμοκρασία και αλλαγή φάσης.
Η αποτίμηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων έγινε με τη βοήθεια γραπτού
ερωτηματολογίου.
693
(θερμαίνω). Στην πρότασή τους αναφέρονται τρεις μορφές ενέργειας, η κινητική, η
δυναμική και η ακτινοβολία. Οι μορφές αυτές ενέργειας εξετάζονται σε
μικροσκοπικό επίπεδο. Τα πειράματα αλλαγής φάσης και λανθάνουσας θερμότητας
εξηγούνται με όρους αλλαγής της δυναμικής ενέργειας των σωματιδίων.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας χρησιμοποιήθηκε πειραματική τάξη και τάξη
ελέγχου. Με τη βοήθεια ερωτηματολογίου μετά τη διδακτική παρέμβαση
διαπιστώθηκε ότι οι απαντήσεις των καθηγητών είναι πλησιέστερα στην επιθυμητή
γνώση, στην πειραματική τάξη, ενώ ελάχιστη βελτίωση παρατηρήθηκε στην τάξη
ελέγχου.
694
όπου οι αντιλήψεις των φοιτητών διαφέρουν ελάχιστα από την επιστημονική άποψη.
Η διδακτική στρατηγική της γνωστικής σύγκρουσης επιλέχθηκε στις περιπτώσεις που
οι ιδέες των φοιτητών είναι τελείως διαφορετικές από τις επιστημονικά αποδεκτές. Τα
στάδια των διδακτικών ενεργειών ήταν: ατομικός προβληματισμός, προβληματισμός
στην ομάδα, δημόσια συζήτηση. Στη φάση της αξιολόγησης γίνεται ένας έλεγχος
αξιοπιστίας των νέων ιδεών σε ένα ευρύ φάσμα καταστάσεων.
Στην τελευταία φάση (απολογισμός), ο διδάσκων ανακεφαλαιώνει όλα όσα
διαδραματίστηκαν και γίνεται μια σύντομη ανασκόπηση τόσο των ιδεών που είχαν οι
φοιτητές πριν τη διδακτική παρέμβαση όσο και των νέων τους απόψεων.
Τα αποτελέσματα της εφαρμογής της πρότασης αξιολογήθηκαν με τη βοήθεια
γραπτού ερωτηματολογίου και διαπιστώθηκε ότι οι φοιτητές μετά την παρέμβαση
έδιναν πληρέστερες απαντήσεις, χρησιμοποιώντας απόψεις που βρισκόντουσαν
πλησιέστερα προς τις θεωρούμενες ως επιστημονικά ορθές.
695
μοντελοποίησης φαινομένων θερμικής διαστολής και μεταβολής φυσικής
κατάστασης. Κατά τη διαδικασία αυτή μοντελοποίησης ο μαθητής ξεκινά από το
εμπειρικό επίπεδο αναγνωρίζοντας όργανα, υλικά, αντικείμενα, κλπ., και κάνοντας
μια πρώτη ανάγνωση της εμπειρικής πραγματικότητας. Στη συνέχεια τίθεται ένα
ερώτημα ή ένα πρόβλημα που δεν μπορεί να απαντηθεί παρά μόνο με τη χρήση ενός
σωματιδιακού μοντέλου (π.χ. γιατί ενώ αυξάνεται ο όγκος του υγρού όταν
θερμαίνεται η μάζα του μένει σταθερή). Τέλος παρουσιάζεται το σωματιδιακό
μοντέλο και οι ιδιότητές του, και χρησιμοποιείται για τη μελέτη του φαινομένου.
Επιδιώκεται ο μαθητής να προσεγγίσει την πραγματικότητα με νέους όρους και να
αναπτύξει αντιλήψεις συμβατές με την επιστημονική άποψη (Σταυρίδου 1995).
Μαθησιακός στόχος στα πειράματα θερμικής διαστολής είναι αφενός μεν η
κατανόηση του γεγονότος ότι η αύξηση των διαστάσεων του σώματος οφείλεται στην
αύξηση της κινητικότητας των μορίων του και των μεταξύ τους αποστάσεων και,
αφετέρου ο συσχετισμός της θερμοκρασίας του σώματος με την κινητικότητα των
μορίων. Στις δραστηριότητες που συνοδεύουν τα πειράματα αλλαγής της φυσικής
κατάστασης του σώματος, υπάρχει επιπλέον ο στόχος της διάκρισης μεταξύ των
εννοιών θερμότητας και θερμοκρασίας. Για την προσέγγιση του στόχου αυτού
χρησιμοποιούνται τα πειράματα της τήξης του πάγου και του βρασμού του νερού,
όπου ο μαθητής μπορεί να παρατηρήσει ότι, όσο διαρκεί η αλλαγή φάσης, η ένδειξη
του θερμόμετρου παραμένει σταθερή, παρόλο που προσφέρεται στο νερό θερμότητα
από το λύχνο θέρμανσης.
696
Η πρόταση εφαρμόστηκε σε μαθητές της Στ΄ τάξης του Δημοτικού σχολείου και
σε φοιτητές του Παιδαγωγικού τμήματος του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης και η σχεδίασή της περιελάμβανε οκτώ στάδια:
Στάδιο 1. Έρευνα στην Ιστορία των Φυσικών Επιστημών για εντοπισμό ιδεών των
επιστημόνων στην περιοχή της θερμότητας, διαφορετικών από τις σημερινές.
Στάδιο 2. Εστίαση της έρευνας ιδεών μαθητών/φοιτητών.
Στάδιο 3. Έρευνα για εντοπισμό εναλλακτικών ιδεών μαθητών/φοιτητών
Στάδιο 4. Συγκριτική μελέτη σταδίων 1 και 3.
Στάδιο 5. Έρευνα ιστορίας για έργα επιστημόνων που βοήθησαν στην αλλαγή των
επιστημονικών ιδεών στην περιοχή της θερμότητας.
Στάδιο 6. Σχεδιασμός διδακτικού υλικού.
Στάδιο 7. Εφαρμογή και αξιολόγηση του διδακτικού υλικού.
Στάδιο 8. Συγκριτική μελέτη των σταδίων 5 και 7.
Η πρόταση αυτή επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο σε δύο αντιλήψεις των
μαθητών (α) στη μη διαφοροποίηση της θερμότητας και της θερμοκρασίας και (β)
στην ύπαρξη του κρύου ως οντότητας διαφορετικής από τη θερμότητα.
Από τη ανάλυση των απαντήσεων των μαθητών σε ερωτηματολόγιο,
διαπιστώθηκε ότι όταν οι μαθητές έρχονται αντιμέτωποι με ιστορικά πειράματα που
έχουν έντονα αντιληπτικά χαρακτηριστικά και που οδηγούν μονοσήμαντα τη σκέψη
τους προς το επιθυμητό μοντέλο (όπως στην περίπτωση της πρώτης αντίληψης των
μαθητών), τότε τα αποτελέσματα της εννοιολογικής αλλαγής είναι θετικά, όταν όμως,
για την επίτευξη της εννοιολογικής αλλαγής απαιτείται ανάπτυξη συλλογισμών και
υιοθέτηση επιστημονικών κριτηρίων (όπως π.χ. το κριτήριο της οικονομίας των
μεταβλητών, στη περίπτωση της δεύτερης αντίληψης), τότε τα αποτελέσματα είναι
μάλλον φτωχά (Καρύδας & Κουμαράς 2000).
697
περιεχόμενό τους να αντικατοπτρίζει τα 3 μοντέλα των μαθητών για την εννοιολογική
περιοχή της θερμότητας (Σκουμιός & Χατζηνικήτα 2000). Στη συνέχεια επιλέχτηκαν
6 μαθητές που οργανώθηκαν σε ομάδες των δύο ατόμων. Με τη βοήθεια ειδικών
Φύλλων Εργασίας οι μαθητές καθοδηγήθηκαν στην εργαστηριακή τους εργασία που
είχε διάρκεια 2 διδακτικών ωρών.
Για το σχεδιασμό των Φύλλων Εργασίας χρησιμοποιήθηκαν οι αντιλήψεις των
μαθητών για τη θερμική ισορροπία, όπως αυτές περιγράφονται στα 3 μοντέλα σκέψης
μαθητών για την εννοιολογική περιοχή της θερμότητας.
Τα Φύλλα Εργασίας περιελάμβαναν δύο δραστηριότητες. Στη δραστηριότητα 1, οι
μαθητές μελέτησαν με τη βοήθεια του εικονικού εργαστηρίου το φαινόμενο όπου ένα
σώμα αφήνεται ελεύθερο να αλληλεπιδράσει με το περιβάλλον. Στη δραστηριότητα
2, οι μαθητές μελέτησαν τις θερμικές αλληλεπιδράσεις ενός κλειστού συστήματος
σωμάτων και στη συνέχεια ενός ανοιχτού συστήματος-αλληλεπίδραση με το
περιβάλλον.
Σημαντικό ρόλο στην όλη διαδικασία της προώθησης και αλλαγής των ιδεών
παίζει ο καθηγητής, που εκμεταλλευόμενος το λογισμικό και παρακολουθώντας τις
ενέργειες των μαθητών, διαλέγεται μαζί τους, προσπαθώντας να τους ωθήσει να
αλλάξουν τις απόψεις τους.
Δύο εβδομάδες μετά από τη διδασκαλία αξιολογήθηκαν οι μαθητές με
ερωτηματολόγιο, που περιείχε έργα παρόμοια με αυτά του αρχικού. Διαπιστώθηκε
(από τις απαντήσεις τους) ότι οι μαθητές που είχαν ξεκινήσει από διαφορετικά
μοντέλα (1ο και 2ο), κατέληξαν στο 3ο μοντέλο που αποτελούσε και το στόχο της
διδακτικής παρέμβασης.
698
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ
ΤΩΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΩΝ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΤΕΘΗΚΑΝ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
Έργο 1α
Ερωτήσεις
a) Τι νομίζεις ότι θα γίνει όταν τοποθετήσουμε τον σιδερένιο κύλινδρο μέσα στο
νερό; Γιατί;
b) Μπορείς να μου εξηγήσεις όσο το δυνατόν καλύτερα, τι εννοείς όταν λες
θερμότητα (ζέστη, ζεστασιά…); Θα μπορούσες να περιγράψεις τη θερμότητα;
Με τι θα έμοιαζε; Έχεις κάποια εικόνα για τη θερμότητα που λες; Πιστεύεις
ότι θα μπορούμε να δούμε με κάποιο τρόπο τη θερμότητα; Αν σχεδίαζες
κάποια εικόνα για τη θερμότητα, τι θα έδειχνε αυτή η εικόνα;
c) Γιατί το νερό δίνει θερμότητα;
d) Τι θα συμβεί αν χρησιμοποιήσουμε περισσότερη ποσότητα από το ίδιο ζεστό
νερό; Γιατί;
e) Τι θα συμβεί αν χρησιμοποιήσουμε την ίδια ποσότητα νερού που είναι όμως
πιο ζεστό από πριν; Γιατί;
f) Αφήνουμε τον σιδερένιο κύλινδρο μέσα στο ζεστό νερό για αρκετές ώρες. Τι
θα συμβεί; Γιατί;
g) Μπορεί κάποια στιγμή αργότερα να αλλάξει η θερμοκρασία του νερού ή του
κυλίνδρου;
699
h) Η θερμότητα που είχε αρχικά το νερό και ο κύλινδρος είναι ίση ή διαφορετική
από τη θερμότητα που έχουν μετά από κάποιες ώρες; Γιατί;
##
Έργο 1β
700
Ακολουθούν παρόμοιες ερωτήσεις με το έργο 1α.
##
Έργο 1γ
Θερμαίνουμε το σιδερένιο κύλινδρο ώστε να γίνει πολύ ζεστός και τον τοποθετούμε
σε δοχείο που περιέχει νερό που ήταν για αρκετές ώρες στο ψυγείο.
##
Έργο 1δ
Μέσα σε δοχείο που περιέχει νερό το οποίο ήταν για αρκετές ώρες στο ψυγείο,
τοποθετούμε έναν μεταλλικό κύλινδρο που ήταν για αρκετές ώρες στην κατάψυξη.
701
Έργο 1ε
Θερμαίνουμε έναν μεταλλικό κύλινδρο ώστε να γίνει πολύ ζεστός και τον
τοποθετούμε σε δοχείο που περιέχει χλιαρό νερό.
##
Έργο 2α
Ένα δοχείο με αλεύρι, ένα τεμάχιο ξύλου, δύο διαφορετικού μεγέθους σιδερένιες
ράβδοι και δύο δοχεία που περιέχουν διαφορετικές ποσότητες νερού, βρίσκονται
πάνω σε ένα τραπέζι του σπιτιού σου για αρκετές ώρες.
Ερωτήσεις
a) Είναι όλα το ίδιο ζεστά ή κάποια από αυτά είναι πιο ζεστό από κάποια άλλα;
Γιατί;
b) Μπορεί κάποια στιγμή αργότερα μετά από αρκετές ώρες, κάποια σώματα να
γίνουν πιο ζεστά ή πιο κρύα από κάποια άλλα; Γιατί;
702
c) Αν αγγίξουμε με τα χέρια μας τα σώματα, θα τα αισθανθούμε το ίδιο ζεστά ή
όχι; Γιατί;
##
Έργο 2β
Φούρνος
Ερωτήσεις
a) Τι θα συμβεί; Γιατί;
b) Γιατί ο φούρνος δίνει θερμότητα;
c) Μπορείς να μου εξηγήσεις όσο το δυνατόν καλύτερα, τι εννοείς όταν λες
θερμότητα (ζέστη, ζεστασιά…); Θα μπορούσες να περιγράψεις τη
703
θερμότητα; Με τι θα έμοιαζε; Έχεις κάποια εικόνα για τη θερμότητα που λες;
Πιστεύεις ότι θα μπορούμε να δούμε με κάποιο τρόπο τη θερμότητα; Αν
σχεδίαζες κάποια εικόνα για τη θερμότητα, τι θα έδειχνε αυτή η εικόνα;
d) Μετά από αρκετές ώρες τι θα συμβεί; Γιατί;
e) Θα είναι όλα το ίδιο ζεστά ή κάποια υλικά θα είναι πιο ζεστά και κάποια
άλλα λιγότερο ζεστά; Μπορείς να μας βάλεις σε μια σειρά τα υλικά από το
λιγότερο ζεστό στο πιο ζεστό; Μπορείς να δικαιολογήσεις αυτή την επιλογή
σου;
f) Μπορεί κάποια στιγμή αργότερα μετά από αρκετές ώρες, κάποια σώματα να
γίνουν πιο ζεστά ή πιο κρύα από κάποια άλλα; Γιατί;
g) Κατά τη διάρκεια της θέρμανσης τους δέχτηκαν ίδια ή διαφορετική
θερμότητα; Γιατί;
h) Η θερμότητα που έδωσε ο φούρνος είναι ίση ή διαφορετική με τη θερμότητα
που πήραν τα σώματα; Γιατί;
i) Αν αγγίξουμε με τα χέρια μας τα σώματα, θα τα αισθανθούμε το ίδιο ζεστά ή
όχι; Γιατί;
704
Με την ερώτηση (i) θελήσαμε να διερευνήσουμε αν η αίσθηση του θερμού συνδέεται
με τη θερμοκρασία του σώματος.
##
Έργο 2γ
Βγάζουμε από το φούρνο τα παραπάνω σώματα και τα αφήνουμε στο τραπέζι της
κουζίνας για αρκετές ώρες.
##
Έργο 2δ
Ψυγείο
##
705
Έργο 2ε
Βγάζουμε από το ψυγείο τα παραπάνω σώματα και τα αφήνουμε στο τραπέζι της
κουζίνας για αρκετές ώρες.
##
Έργο 3α
Ένα δοχείο με αλεύρι, ένα τεμάχιο ξύλου, ένα τεμάχιο σιδήρου και ένα δοχείο με
νερό, που έχουν όλα το ίδιο μέγεθος βρίσκονται πάνω σε ένα τραπέζι του σπιτιού σου
για αρκετές ώρες.
##
Έργο 3β
706
Ακολουθούν παρόμοιες ερωτήσεις με το έργο 2β.
##
Έργο 4α
Δύο κύβοι, ένας σιδερένιος και ένας ξύλινος, που έχουν ίδιο βάρος και είναι το ίδιο
ζεστοί, θερμαίνονται από το ίδιο ηλεκτρικό μάτι της κουζίνας του σπιτιού σου.
Ερωτήσεις
a) Μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί ζεσταίνονται οι δυο κύβοι;
b) Μπορείς να μου εξηγήσεις όσο το δυνατόν καλύτερα, τι εννοείς όταν λες
θερμότητα (ζέστη, ζεστασιά…); Θα μπορούσες να περιγράψεις τη θερμότητα;
Με τι θα έμοιαζε; Έχεις κάποια εικόνα για τη θερμότητα που λες; Πιστεύεις
ότι θα μπορούμε να δούμε με κάποιο τρόπο τη θερμότητα; Αν σχεδίαζες
κάποια εικόνα για τη θερμότητα, τι θα έδειχνε αυτή η εικόνα;
c) Οι κύβοι ζεσταίνονται το ίδιο γρήγορα ή όχι; Γιατί;
d) Μετά από λίγα λεπτά οι κύβοι έχουν πάρει ίσες ή διαφορετικές θερμότητες;
γιατί;
e) Τι θα συμβεί αν αφήσουμε τους κύβους για αρκετές ώρες πάνω στις εστίες;
f) Αν θερμαίναμε τον σιδερένιο κύβο για περισσότερο χρόνο ώστε οι δύο κύβοι
να φτάσουν στην ίδια θερμοκρασία, πιστεύεις ότι θα έχουν πάρει ίδια ή
διαφορετική θερμότητα;
g) Τι εννοείς όταν λες ίδια (ή διαφορετική) θερμότητα; Μπορείς να το εξηγήσεις
με περισσότερα λόγια;
707
h) Έχει κάποια σχέση το πόσο ζεστοί είναι οι κύβοι με το πόση ζεστασιά πήραν;
Γιατί;
##
Έργο 4β
Δύο σιδερένιοι κύβοι, ένας μεγάλος και ένας μικρός είναι το ίδιο ζεστοί.
Θερμαίνονται από το ίδιο ηλεκτρικό μάτι της κουζίνας του σπιτιού σου.
##
708
Έργο 5
ΜΕΤΑΛΛΟ ΞΥΛΟ
Ερωτήσεις
a) Μπορείς να μας εξηγήσεις όσο καλύτερα μπορείς γιατί διάλεξες το σιδερένιο
ή το ξύλινο δοχείο;
b) Από ποιο σώμα φεύγει η θερμότητα ή το κρύο; Γιατί;
c) Μπορείς να μου εξηγήσεις όσο το δυνατόν καλύτερα, τι εννοείς όταν λες
θερμότητα (ζέστη, ζεστασιά…); Θα μπορούσες να περιγράψεις τη
θερμότητα; Με τι θα έμοιαζε; Έχεις κάποια εικόνα για τη θερμότητα που λες;
Πιστεύεις ότι θα μπορούμε να δούμε με κάποιο τρόπο τη θερμότητα; Αν
σχεδίαζες κάποια εικόνα για τη θερμότητα, τι θα έδειχνε αυτή η εικόνα;
d) Από ποιο σώμα περνά πιο εύκολα η θερμότητα ή το κρύο; Γιατί;
e) Τι θα συμβεί μετά από αρκετές ώρες; Γιατί;
709
Με την ερώτηση (e) εξετάστηκε αν τα σώματα φτάνουν σε μια τελική κατάσταση και
αν αποκτούν ίσες θερμοκρασίες.
##
Έργο 6
ΜΕΤΑΛΛΟ ΞΥΛΟ
##
Έργο 7
710
Ακολουθούν παρόμοιες ερωτήσεις με το έργο 5.
##
Έργο 8
Σε αλουμινόχαρτο ή σε μάλλινο ύφασμα, θα προτιμούσες να τυλίξεις μια κρύα
σιδερένια ράβδο ώστε να μείνει για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο κρύα;
##
711
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII. ΣΥΣΧΕΤΙΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ
ΣΚΕΨΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ (ΜΟΝΤΕΛΟ Α, ΜΟΝΤΕΛΟ Β,
ΜΟΝΤΕΛΟ Γ) ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
Α. Καταστάσεις θέρμανσης
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=36.7, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Α, Μοντέλο Β) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της θερμότητας ως μιας οντότητας ή ως δύο
οντοτήτων.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.1):
- οι μαθητές που ενεργοποιούν το μοντέλο Α εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα με τη χρήση μιας οντότητας και όχι δύο οντοτήτων και
- οι μαθητές που ενεργοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα με τη χρήση δύο οντοτήτων και όχι μιας οντότητας.
Πίνακας VII.1. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της θερμότητας με όρους μιας ή δυο
οντοτήτων.
##
712
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Β) – Εκπομπή μόνο
θερμότητας (ή ψύχους) από θερμό (ή ψυχρό) σώμα ή εκπομπή θερμότητας από θερμό
σώμα και ψύχους από ψυχρό σώμα.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=36.7, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Α, Μοντέλο Β) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εκπομπής μόνο θερμότητας (ή ψύχους) από το
θερμό (ή το ψυχρό) σώμα ή θερμότητας και ψύχους από το θερμό και το ψυχρό σώμα
αντίστοιχα.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.2):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Α εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος) και όχι ότι το θερμό και το ψυχρό σώμα εκπέμπουν
θερμότητα και ψύχος αντίστοιχα και
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το θερμό σώμα εκπέμπει θερμότητα και το
ψυχρό σώμα εκπέμπει ψύχος και όχι ότι μόνο το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα
εκπέμπει θερμότητα (ή ψύχος).
Πίνακας VII.2. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της της εκπομπής μόνο θερμότητας (ή ψύχους)
από το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα ή θερμότητας και ψύχους από το θερμό και το
ψυχρό σώμα αντίστοιχα
##
713
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Β) – Εξάρτηση της
θερμοκρασίας ενός σώματος από τη σύστασή του ή από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=11.4, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Α, Μοντέλο Β) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός σώματος από τη
σύσταση σώματος ή από τη θερμοκρασία περιβάλλοντός του.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.3):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Α εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι η θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται από
τη σύστασή του και όχι από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του,
- Οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι η θερμοκρασία ενός σώματος εξαρτάται από
τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του και όχι από τη σύστασή του.
Πίνακας VII.3. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη σύστασή του ή από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του
##
714
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Β) – Εξίσωση ή μη
των θερμοκρασιών των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=11.4, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Α, Μοντέλο Β) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των σωμάτων
στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.4):
- Οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Α εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές
θερμοκρασίες και όχι ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες,
- Οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες και
όχι ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες.
Πίνακας VII.4. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των
σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
##
715
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Β, Μοντέλο Γ) – Θερμότητα ως
μία οντότητα ή ως δύο οντότητες.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=36.7, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Β, Μοντέλο Γ) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της θερμότητας ως μιας οντότητας ή ως δύο
οντοτήτων.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.5):
- οι μαθητές που ενεργοποιούν το μοντέλο Γ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα με τη χρήση μιας οντότητας και όχι δύο οντοτήτων και
- οι μαθητές που ενεργοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα με τη χρήση δύο οντοτήτων και όχι μιας οντότητας.
Πίνακας VII.5. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της θερμότητας με όρους μιας ή δυο
οντοτήτων.
##
716
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Β, Μοντέλο Γ) – Εκπομπή
θερμότητας/ψύχους από το περιβάλλον ή από τα σώματα.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=36.7, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Β, Μοντέλο Γ) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας ή ψύχους από το περιβάλλον
ή από τα σώματα.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.6):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Γ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το θερμό (ή το ψυχρό) περιβάλλον εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος) και όχι ότι το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα εκπέμπει θερμότητα
(ή ψύχος) και
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος) και όχι ότι το θερμό (ή το ψυχρό) περιβάλλον εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος).
Πίνακας VII.6. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από το
σώμα ή από το περιβάλλον του.
##
717
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Β, Μοντέλο Γ) – Εξίσωση ή μη
των θερμοκρασιών των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=34.1, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Β, Μοντέλο Γ) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των σωμάτων
στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.7):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Γ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές
θερμοκρασίες και όχι ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες,
- Οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες και
όχι ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες.
Πίνακας VII.7. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των
σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας
##
718
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Β, Μοντέλο Γ) – Ύπαρξη ή μη
τελικής θερμικής κατάστασης.
Πίνακας VII.8. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της ύπαρξης ή μη μιας τελικής θερμικής
κατάστασης.
##
719
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Β, Μοντέλο Γ) – Εξίσωση ή μη
των θερμοκρασιών των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=34.1, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Β, Μοντέλο Γ) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των σωμάτων
στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.9):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Γ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές
θερμοκρασίες και όχι ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες,
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Β εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες και
όχι ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες.
Πίνακας VII.9. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των
σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας
##
720
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Γ) – Εκπομπή
θερμότητας ή ψύχους από το περιβάλλον ή από τα σώματα.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=60.0, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Α, Μοντέλο Γ) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από το
περιβάλλον ή από τα σώματα.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.10):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Α εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το θερμό (ή το ψυχρό) σώμα εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος) και όχι ότι το θερμό (ή το ψυχρό) περιβάλλον εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος),
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Γ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το θερμό (ή το ψυχρό) περιβάλλον εκπέμπει
θερμότητα (ή ψύχος) και όχι ότι το θερμό (το ψυχρό) σώμα εκπέμπει θερμότητα
(ή ψύχος).
Πίνακας VII.10. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από το
σώμα ή από το περιβάλλον του.
##
721
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Γ) – Εξάρτηση της
θερμοκρασίας ενός σώματος από τη σύστασή του ή από τη θερμοκρασία του
περιβάλλοντός του.
Πίνακας VII.11. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξάρτησης της θερμοκρασίας ενός
σώματος από τη σύστασή του ή από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντός του.
##
722
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Γ) – Εξίσωση ή μη
των θερμοκρασιών των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=11.4, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Α, Μοντέλο Γ) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
θέρμανσης και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των σωμάτων
στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.12):
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το μοντέλο Α εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές
θερμοκρασίες και όχι ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες,
- οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο Γ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι τα σώματα αποκτούν ίσες θερμοκρασίες και
όχι ότι τα σώματα αποκτούν διαφορετικές θερμοκρασίες.
Πίνακας VII.12. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των
σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας
##
723
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Γ) – Ύπαρξη ή μη
τελικής θερμικής κατάστασης.
Πίνακας VII.13. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της ύπαρξης ή μη μιας τελικής θερμικής
κατάστασης.
##
724
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Α, Μοντέλο Γ) – Εξίσωση ή μη
των θερμοκρασιών των σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας.
Πίνακας VII.14. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της εξίσωσης ή μη των θερμοκρασιών των
σωμάτων στην κατάσταση θερμικής ισορροπίας
##
725
Β. Καταστάσεις μόνωσης
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=30.0, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Δ, Μοντέλο Ε) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
μόνωσης και στην αντίληψη της θερμότητας ως μιας οντότητας ή ως δύο οντοτήτων.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.15):
- οι μαθητές που ενεργοποιούν το μοντέλο Δ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα με τη χρήση μιας οντότητας και όχι με δύο οντότητες,
- οι μαθητές που ενεργοποιούν το Μοντέλο Ε εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα με τη χρήση δύο οντοτήτων και όχι με μια οντότητα.
Πίνακας VII.15. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα εξήγησης των μαθητών για τα
θερμικά φαινόμενα και στην αντίληψη της θερμότητας με όρους μιας ή δυο
οντοτήτων.
##
726
Μοντέλα εξήγησης θερμικών φαινομένων (Μοντέλο Δ, Μοντέλο Ε) – Εκπομπή
θερμότητας (ή ψύχους) από τον μονωτή ή από το προς μόνωση σώμα.
Υπάρχει μια συσχέτιση (χ2=30.0, df=1, p<0.001) ανάμεσα στα μοντέλα (Μοντέλο
Δ, Μοντέλο Ε) που ενεργοποιούν οι μαθητές στο πλαίσιο της εξήγησης καταστάσεων
μόνωσης και στην αντίληψη της εκπομπής θερμότητας (ή ψύχους) από τον μονωτή ή
από το προς μόνωση σώμα.
Η συσχέτιση αυτή οφείλεται στις ακόλουθες τάσεις των μαθητών (βλ. Πίνακα
VII.16):
- Οι μαθητές που ενεργοποιούν το μοντέλο Δ εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι το προς μόνωση θερμό (ή ψυχρό) σώμα
εκπέμπει θερμότητα (ή ψύχος), εξαιτίας της θερμικής του κατάστασης και όχι ότι
ο μονωτής εκπέμπει θερμότητα και ο αγωγός ψύχος, εξαιτίας της θερμικής τους
κατάστασης,
- Οι μαθητές που ενεργοποιούν το Μοντέλο Ε εμφανίζουν τη τάση να εξηγούν τα
θερμικά φαινόμενα θεωρώντας ότι ο μονωτής εκπέμπει θερμότητα και ο αγωγός
ψύχος, εξαιτίας της θερμικής τους κατάστασης και όχι ότι το προς μόνωση θερμό
ή το ψυχρό σώμα εκπέμπει θερμότητα ή ψύχος, εξαιτίας της θερμικής του
κατάστασης.
Πίνακας VII.16. Συσχέτιση ανάμεσα στα μοντέλα που ενεργοποιούν οι μαθητές και
στις αντιλήψεις των μαθητών σχετικά με το αν ο μονωτής ή το προς μόνωση σώμα
εκπέμπει θερμότητα ή ψύχος σε καταστάσεις μόνωσης
##
727
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII. ΕΝΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΤΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ I, II ΚΑΙ III ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
728
Μοντέλο I (Πίνακας 4.8)
1. Η θερμότητα είναι ποιοτικό μέγεθος
(χαρακτηρίζεται από την έντασή της) Μοντέλο I (Πίνακας 5.1)
2. Η θερμότητα εμφανίζεται με δύο οντότητες 1. Εξάρτηση θερμοκρασίας
(θερμότητα και ψύχος) σώματος (που βρίσκεται σε
3. Το σώμα εκπέμπει θερμότητα ή ψύχος θερμική ισορροπία με το
εξαιτίας της θερμικής του κατάστασης
4. Η συνολική θερμότητα του συστήματος των
περιβάλλον του) από ορισμένα
σωμάτων μεταβάλλεται χαρακτηριστικά του
5. Η θερμοκρασία είναι ένδειξη της έντασης 2. Εξάρτηση αίσθησης θερμού
της θερμότητας (ψυχρότητας) του σώματος μόνο από θερμοκρασία
6. Η θερμοκρασία που αποκτά ένα σώμα σώματος
εξαρτάται από ορισμένα χαρακτηριστικά του
(σύσταση, μέγεθος). 3. Εξομοίωση θερμότητας (ως
7. Η θερμοκρασία ενός σώματος συνδέεται ποιοτικό μέγεθος) με
αποκλειστικά με την αίσθηση του θερμού θερμοκρασία
8. Η θερμική ισορροπία δεν υπάρχει ως 4. Θερμότητα/ψύχος: 2
αναγκαιότητα αλλά ως πιθανή κατάσταση, οντότητες
όπου τα σώματα είναι δυνατόν να αποκτήσουν
θερμότητες (ψυχρότητες) ίσων εντάσεων 5. Αιτία διάδοσης
9. Τα σώματα δεν φτάνουν απαραίτητα σε μια θερμότητας: η θερμική
μόνιμη τελική κατάσταση. κατάσταση του σώματος
10. Τα θερμικά φαινόμενα εξηγούνται με όρους
δράσης/δράσεων του ενός σώματος πάνω σε
ένα άλλο σώμα, με ενδιάμεσο παράγοντα δύο
«ποιότητες» (θερμότητα, ψύχος).
Σχήμα VIII.1. Αντιστοίχηση στοιχείων του Μοντέλου I ανάμεσα στους Πίνακες 4.8
και 5.1.
729
αποκτήσουν θερμότητες (ψυχρότητες) ίσων ποσοτήτων, καθώς επίσης και ότι τα
σώματα δεν φτάνουν απαραίτητα σε μια μόνιμη τελική κατάσταση. Για αυτούς τους
μαθητές λοιπόν, η αιτία ροής της θερμότητας είναι και πάλι η θερμική κατάσταση
ενός σώματος. Συνεπώς οι αντιλήψεις με αύξοντα αριθμό 3, 8, 9 και 10 του Πίνακα
4.8 αντιστοιχίζονται με την αντίληψη με αύξοντα αριθμό 5 του Πίνακα 5.1.
Άμεσα προκύπτουν επίσης οι αντιστοιχήσεις ανάμεσα στις αντιλήψεις με αύξοντα
αριθμό 2, 6 και 7 του Πίνακα 4.7, με τις αντιλήψεις με αύξοντα αριθμό 4, 1, και 2 του
Πίνακα 5.1, αντίστοιχα.
Σχήμα VIII.2. Αντιστοίχηση στοιχείων του Μοντέλου II ανάμεσα στους Πίνακες 4.8
και 5.1.
Στο Σχήμα VIII.3, παρουσιάζονται τα συστατικά στοιχεία του Μοντέλου III του
Πίνακα 4.8 και του Πίνακα 5.1, καθώς επίσης και οι αντιστοιχήσεις ανάμεσα στα
συστατικά τους στοιχεία.
Ειδικότερα, οι μαθητές που χρησιμοποιούν το Μοντέλο III, αντιλαμβάνονται ότι η
θερμότητα έχει χαρακτηριστικά ποσοτικού μεγέθους. Θεωρούν όμως τότε ότι η
συνολική θερμότητα του συστήματος των σωμάτων διατηρείται και ότι η
θερμοκρασία ενός σώματος συνδέεται με την ποσότητα θερμότητας ανά μονάδα
μάζας. Για αυτούς λοιπόν τους μαθητές η θερμότητα και η θερμοκρασία είναι δύο
730
διαφορετικές έννοιες. Συνεπώς οι αντιλήψεις με αύξοντα αριθμό 1, 4, 5 του Πίνακα
4.8 αντιστοιχίζονται στην αντίληψη με αύξοντα αριθμό 3 του Πίνακα 5.1.
Οι μαθητές επίσης, που θεωρούν ως αιτία μεταφοράς της θερμότητας, τη διαφορά
θερμοκρασίας ανάμεσα στα σώματα, εξηγούν τα θερμικά φαινόμενα με όρους μιας
σχέσης ανάμεσα στις τιμές θερμοκρασίας των σωμάτων με ενδιάμεσο παράγοντα μια
ποσότητα (τη θερμότητα). Αντιλαμβάνονται τότε τη θερμική ισορροπία ως
αναγκαιότητα και ως μόνιμη τελική κατάσταση. Συνεπώς οι αντιλήψεις με αύξοντα
αριθμό 3, 8, 9 και 10 του Πίνακα 4.8 αντιστοιχίζονται με την αντίληψη με αύξοντα
αριθμό 5 του Πίνακα 5.1.
Τέλος, είναι φανερές οι αντιστοιχήσεις ανάμεσα στις αντιλήψεις με αύξοντα
αριθμό 2, 6 και 7 του Πίνακα 4.8, με τις αντιλήψεις με αύξοντα αριθμό 4, 1, και 2 του
Πίνακα 5.1, αντίστοιχα.
Σχήμα VIII.3. Αντιστοίχηση στοιχείων του Μοντέλου III ανάμεσα στους Πίνακες 4.8
και 5.1.
731
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX. ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΓΙΑ
ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΕΡΕΥΝΑΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ß Τι πρόκειται να ερευνήσω;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
ß Τι υλικά θα χρειαστώ;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
732
Πραγματοποίηση της έρευνας
Πείραμα …
Τι κάνω; ………………………………………………………………..
………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
Τι βρήκα; ……………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
Απάντηση:………………………………………………………………
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
##
733
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
734
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X. ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ
1η Αναλογία
κρύο σώμα
Φούρνος
Ζεστό σώμα
735
2η Αναλογία
Τομέας βάση: Γλυκιά και πικρή Τομέας στόχος: Θερμό και ψυχρό
σοκολάτα σώμα
Σοκολάτα Σώμα
Μάζα σοκολάτας Μάζα σώματος
Ποσότητα ζάχαρης Ποσότητα θερμότητας
Γλυκύτητα Θερμοκρασία
736
3η Αναλογία
Πριν
Το Α έχει υψηλότερη θερμοκρασία από το Β
A B
A B
##
Μετά
Τα Α και Β έχουν ίσες θερμοκρασίες
A B
A B
##
737
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI. ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΘΗΤΩΝ
738
ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1
ΟΝΟΜΑ ΜΑΘΗΤΗ……………………………………………………………………
ΣΧΟΛΕΙΟ…………………………………………………… ΤΜΗΜΑ…………
Πρόβλημα 1
Η μητέρα της Άννας αγόρασε ένα κέικ. Από το κέικ έκοψε ένα μικρό
κομμάτι. Τοποθέτησε τα δύο κέικ μέσα σε σιδερένια ταψιά και τα έβαλε
σε ελαφρά ζεσταμένο φούρνο για δύο ώρες.
Φούρνος
κέϊκ
Σιδερένιο ταψί
κέϊκ
739
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
740
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
741
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
….η έρευνα: …………………………………………………………
ß Τι πρόκειται να ερευνήσω;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
ß Τι υλικά θα χρειαστώ;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
742
Πραγματοποίηση της έρευνας
Πείραμα …
Τι κάνω; ………………………………………………………………..
………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
Τι βρήκα; ……………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
Απάντηση:………………………………………………………………
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
##
743
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
744
Πρόβλημα 2
- Μεταλλικό πιάτο
- Πλαστικό κουτάλι
- Αλουμινένιο κουτάκι παγωμένου αναψυκτικού
- Παγωμένο αναψυκτικό
- Φλιτζάνι που περιέχει ζεστή σοκολάτα
- Ζεστή σοκολάτα που είναι μέσα σε φλιτζάνι
- Ξύλινο τραπέζι
- Μήλο
- Κομμάτι φενιζόλ
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
745
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
746
Πρόβλημα 3
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
747
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
748
Πρόβλημα 4
α) Ποια είναι η θερμοκρασία του νερού μετά από αρκετές ώρες; Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
β) Ρίχνουμε το νερό σε δύο δοχεία με τέτοιο τρόπο ώστε στο ένα δοχείο
να περιέχεται περισσότερη ποσότητα νερού.
749
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
750
Πρόβλημα 5
(α) Ποια θα είναι η θερμοκρασία του νερού μετά από αρκετές ώρες;
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
(β) Ποια θα είναι η θερμοκρασία του νερού και ποια του σιδερένιου
κύβου μετά από αρκετές ώρες;
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
751
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
752
Πρόβλημα 6
ß Στην ερώτηση: «Ένα σιδερένιο ταψί που περιέχει δύο κομμάτια κέικ
βρίσκεται σε ζεστό φούρνο για αρκετές ώρες. Ποιο θα έχει υψηλότερη
θερμοκρασία, το ταψί, ένα μικρού μεγέθους κέικ ή ένα με μεγαλύτερο
μέγεθος;».
##
753
Πρόβλημα 7
……………………………………………….….
Εικόνα Α Εικόνα Β
754
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
755
Πρόβλημα 8
ß Τι νομίζεις ότι ήταν αυτό που σου έκανε να σκέφτεσαι όπως στην
πρόταση που είναι στον κόκκινο κύκλο;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
756
ß Συζήτησε τις απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
757
Πρόβλημα 9
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
758
ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2
ΟΝΟΜΑ ΜΑΘΗΤΗ……………………………………………………………………
ΣΧΟΛΕΙΟ…………………………………………………… ΤΜΗΜΑ…………
Πρόβλημα 1
Σίδηρος
Ξύλο
759
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
760
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
761
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
….η έρευνα: …………………………………………………………
ß Τι πρόκειται να ερευνήσω;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
ß Τι θα χρειαστώ;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
762
Πραγματοποίηση της έρευνας
Πείραμα …
Τι κάνω; ………………………………………………………………..
………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
Τι βρήκα; ……………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
Απάντηση:………………………………………………………………
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
##
763
Πείραμα Α
Πείραμα …
Τι κάνω; ………………………………………………………………..
………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
Τι βρήκα; ……………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
Απάντηση:………………………………………………………………
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
##
764
Πείραμα Β
Ακούμπησε για λίγο το αριστερό σου χέρι σε ένα δοχείο που έχει ζεστό
νερό και στη συνέχεια άγγιξε με τις παλάμες των δύο σου χεριών το
θρανίο σου. Αισθάνεσαι το θρανίο το ίδιο ζεστό και με τα δύο σου χέρια
ή όχι;
Πείραμα …
Τι κάνω; ………………………………………………………………..
………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
Τι βρήκα; ……………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
Απάντηση:………………………………………………………………
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
765
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
766
Πρόβλημα 2
Ψυγείο 4οC
Γιατί;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
Γιατί;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
767
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
768
Πρόβλημα 3
##
769
Πρόβλημα 4
Στις ερωτήσεις «αισθάνεσαι το ίδιο ζεστές μια σιδερένια και μια ξύλινη
ράβδο που είναι για αρκετό χρόνο μέσα σε ένα αυτοκίνητο;», «έχουν ίσες
ή διαφορετικές θερμοκρασίες;»:
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
770
Πρόβλημα 5
Εικόνα Α Εικόνα Β
771
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
772
Πρόβλημα 6
Ένας μαθητής της Στ΄ τάξης του δημοτικού σχολείου βρισκόταν ένα
μεσημέρι μιας ηλιόλουστης ημέρας στην αυλή του σχολείου του.
Ρωτήθηκε για τη θερμοκρασία που έχουν τα μεταλλικά κάγκελα της
περίφραξης και οι ξύλινοι φράχτες του κήπου του σχολείου. Η απάντησή
του ήταν:
«Αν τα αγγίξουμε θα δούμε ότι τα μεταλλικά αντικείμενα είναι πιο
ζεστά από τα ξύλινα. Επομένως, τα μεταλλικά αντικείμενα θα έχουν
πιο ψηλή θερμοκρασία από τα ξύλινα».
773
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
774
Πρόβλημα 7
Η αίσθηση του
Η αίσθηση του θερμού σχετίζεται
θερμού σχετίζεται με τη
μόνο με τη ……………………
…………………… ……………………
του σώματος ……………………
…………..
ß Τι νομίζεις ότι ήταν αυτό που σου έκανε να σκέφτεσαι όπως στην
πρόταση που είναι στον κόκκινο κύκλο;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
775
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
776
ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3
ΟΝΟΜΑ ΜΑΘΗΤΗ……………………………………………………………………
ΣΧΟΛΕΙΟ…………………………………………………… ΤΜΗΜΑ…………
Πρόβλημα 1
Κάθε πρωί συνηθίζεις να πίνεις το γάλα σου αρκετά ζεστό. Σήμερα όμως
επειδή καθυστέρησες να ετοιμαστείς, το γάλα σου έχει κρυώσει. Για να
το ζεστάνεις το τοποθετείς σε ένα δοχείο που περιέχει πολύ ζεστό νερό.
Μετά από λίγο το γάλα σου είναι ζεστό.
γάλα
ζεστό νερό
777
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
778
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
779
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ß Τι πρόκειται να ερευνήσω;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
ß Τι θα χρειαστώ;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
780
Πραγματοποίηση της έρευνας
Πείραμα …
Τι κάνω; ………………………………………………………………..
………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
Νερό
Γάλα
Τι βρήκα; ……………………………………………………………….
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
Απάντηση:………………………………………………………………
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
…………………………………………………………………………..
##
781
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
782
Πρόβλημα 2
γάλα
ζεστό νερό
γάλα
πιό ζεστό
νερό
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
783
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
784
Πρόβλημα 3
α) Έχω δύο όμοια δοχεία που περιέχουν ίδιες ποσότητες νερού και δύο
εστίες ρυθμισμένες στην ίδια ένδειξη.
νερό νερό
Πως μπορώ να κάνω το ένα δοχείο να έχει πολύ ζεστό νερό και το άλλο
λιγότερο ζεστό;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
β) Έχω δύο όμοια δοχεία που περιέχουν ίδιες ποσότητες νερού και δύο
εστίες.
νερό νερό
Πως μπορώ να κάνω το ένα δοχείο να έχει πολύ ζεστό νερό και το άλλο
λιγότερο ζεστό, αν τα θερμάνω για το ίδιο χρονικό διάστημα;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
785
γ) Δύο όμοια δοχεία στα οποία έχουμε τοποθετήσει θερμόμετρα,
περιέχουν ίδιες ποσότητες νερού. Τα τοποθετούμε σε δύο όμοιες εστίες
που είναι ρυθμισμένες σε διαφορετικές ενδείξεις. Τι θα συμβεί; Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
786
Πρόβλημα 4
A B
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
787
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
788
Πρόβλημα 5
A B
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
789
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
790
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
791
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
η
…. έρευνα……………………………………………………
ß Τι πρόκειται να ερευνήσω;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
ß Τι θα χρειαστώ;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
792
Πραγματοποίηση της έρευνας
Πείραμα …
Τι κάνω; …………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………………………
Σώμα Α Σώμα Β
Αρχική θερμοκρασία
Τελική θερμοκρασία
Β. ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΔΟΜΗΣΗ
1. Χρόνος θέρμανσης
Θεμελίωση της εγκυρότητας της εννοιολογικής κατασκευής.
)ΤιΔραστηριότητες.
βρήκα; ……………………………………………………………………………
………………………………………………………………………………………
- Ερευνητικές ερωτήσεις.
………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………….
Απάντηση: …………………………………………………………………………..
………………………………………………………………………………………
………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………….
……………………………………………………………………………………….
793
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
794
Πρόβλημα 6
Η Βιβή ρίχνει 300 γραμμάρια γάλα σε μια κούπα και η φίλη της η Λίνα
ρίχνει 300 γραμμάρια τσάι σε μια όμοια κούπα. Στη συνέχεια, βάζουν τις
κούπες σε ζεσταμένο φούρνο θερμοκρασίας 50οC, και τις ξεχνούν εκεί
για δύο ώρες.
Φούρνος θερμοκρασίας 50ο C
γάλα τσάϊ
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………..……………………………………………………………..
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………..……………………………………………………………..
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………..……………………………………………………………..
795
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
796
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
797
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
…..έρευνα……………………………………………………
ß Τι πρόκειται να ερευνήσω;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
ß Τι θα χρειαστώ;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
798
Πραγματοποίηση της έρευνας
Πείραμα …
Τι ελέγχω; Τι κρατώ ίδιο; Τι αλλάζω;
Τι κάνω; …………………………………………………………………………….
………………………………………………………………………………………
Σώμα Α Σώμα Β
Αρχική θερμοκρασία
Τελική θερμοκρασία
Β. ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΔΟΜΗΣΗ
Χρόνος θέρμανσης
2. Θεμελίωση της εγκυρότητας της εννοιολογικής κατασκευής.
)ΤιΔραστηριότητες.
βρήκα; ……………………………………………………………………………
………………………………………………………………………………………
- Ερευνητικές ερωτήσεις.
………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………….
Απάντηση: …………………………………………………………………………..
………………………………………………………………………………………
………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………….
……………………………………………………………………………………….
799
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
800
Θέρμανση σώματος
Παράδειγμα
Φούρνος
Κρύο σώμα
Φούρνος
Ζεστό σώμα
##
801
Πρόβλημα 7
Αποτέλεσμα……………………… Απάντηση…………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
802
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
803
Πρόβλημα 8
Αποτέλεσμα……………………… Απάντηση…………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
804
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
805
Πρόβλημα 9
νερό λάδι
Αποτέλεσμα……………………… Απάντηση…………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
806
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
807
Πρόβλημα 10
Πρόβλεψη…………………………
……………………………………
…………………………………… νερό
ο
νερό
ο
20 C 20 C
……………………………………
Πραγματοποίηση.
ο
νερό ? C
χρωματισμένο χρωματισμένο
νερό νερό
Αποτέλεσμα……………………… Αποτέλεσμα………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
……………………………………. ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
……………………………………. …………………………………….
808
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
809
Πρόβλημα 11
A
A
Β Γ Β Γ
Αποτέλεσμα……………………… Αποτέλεσμα………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
810
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
811
Πρόβλημα 12
812
(β) Βάλε ένα Χ στην απάντηση που θεωρείς σωστή.
813
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
814
Πρόβλημα 13
αλεύρι αλεύρι
815
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
816
Πρόβλημα 14
-Με ποιο πείραμα που έκανες μέσα στην ομάδα σου διαπίστωσες ότι
οι ιδέες που είχες ήταν λανθασμένες;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
817
Πρόβλημα 15
Πρόταση 1 Πρόταση 2
818
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
819
Πρόβλημα 16
Πρόταση 1 Πρόταση 2
820
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
821
Πρόβλημα 17
822
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
823
Πρόβλημα 18
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
##
824
ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 4
ΟΝΟΜΑ ΜΑΘΗΤΗ……………………………………………………………………
ΣΧΟΛΕΙΟ……………………………………………………..ΤΜΗΜΑ……...………
Πρόβλημα 1
Τι νιώθουμε; ……………………………………………………………..
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
825
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
826
Πρόβλημα 2
Τι νιώθουμε; ………………………………………………………………
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
……………………………………………………………………………..
χέρι παγάκι
827
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
828
Πρόβλημα 3
χέρι παγάκι
829
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
830
Πρόβλημα 4
πάγος
κρύο
831
γ) Αν δεχθούμε την άποψη ότι θερμότητα πάει από τον άνθρωπο στον
πάγο, μπορούμε να εξηγήσουμε τη διαβίωση των Εσκιμώων μέσα στα
ιγκλού;
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
…………………………………………………………………………
Πάγος
θερμότητα
832
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
833
Θερμότητα και ψύχος
834
Πρόβλημα 5
Αποτέλεσμα……………………… Αποτέλεσμα………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
……………………………………. …………………………………….
835
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
836
Πρόβλημα 6
Πρόβλεψη…………………………
……………………………………
…………………………………….
……………………………………
Πραγματοποίηση
κρύο σώμα λιγότερο
κρύο σώμα
Αποτέλεσμα……………………… Αποτέλεσμα………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
…………………………………… ……………………………………
837
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
838
Πρόβλημα 7
Σχεδίασε ένα βέλος για να δείξεις τι μεταφέρεται από το ένα σώμα στο
άλλο.
Σχεδίασε ένα βέλος για να δείξεις τι μεταφέρεται από το ένα σώμα στο
άλλο.
παγάκι λεμονάδα
γ) Βάζουμε το χέρι μας μέσα σε ένα ψυγείο. Γιατί κρυώνει το χέρι μας;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Σχεδίασε ένα βέλος για να δείξεις τι μεταφέρεται από το ένα σώμα στο
άλλο.
ψυγείο χέρι
839
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
840
Πρόβλημα 8
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
841
Πρόβλημα 9
……………………………….
Εικόνα Α Εικόνα Β
……………………………….
θερμότητα κρύο
Εικόνα Α Εικόνα Β
842
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
843
Πρόβλημα 10
Το ψύχος είναι
διαφορετικό από
τη Το ψύχος είναι
………………….. έλλειψη
………………….
ß Τι νομίζεις ότι ήταν αυτό που σου έκανε να σκέφτεσαι όπως στην
πρόταση που είναι στον κόκκινο κύκλο;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
844
Πρόβλημα 11
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
845
Πρόβλημα 12
846
(γ) Βάλε ένα Χ στην απάντηση που θεωρείς σωστή.
847
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
848
Πρόβλημα 13
Ένα σιδερένιο ταψί και μια πίτσα βρίσκονται για αρκετές ώρες σε
δωμάτιο θερμοκρασίας 20οC. Τοποθετούμε το σιδερένιο ταψί με την
πίτσα σε ένα ψυγείο για οκτώ ώρες. Το σιδερένιο ταψί και η πίτσα έχουν
ίσες μάζες.
Ψυγείο 7οC
849
γ) Αν αγγίξουμε την πίτσα και το ταψί θα νιώθουμε το ταψί πιο κρύο από
την πίτσα. Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
850
ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 5
ΟΝΟΜΑ ΜΑΘΗΤΗ……………………………………………………………………
ΣΧΟΛΕΙΟ………………………………….…………... ΤΜΗΜΑ……………..……
Πρόβλημα 1
άνθρωπος κουβέρτα
851
ß Συζήτησε την απάντησή σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
852
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
853
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ…………….
….η έρευνα………………………………………………………….
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
854
Πραγματοποίηση της έρευνας
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
855
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
##
856
Πρόβλημα 2
Ας πούμε ότι έχουμε αφήσει τα μάλλινα γάντια μας όλη τη νύχτα έξω
από το σπίτι (είναι χειμώνας και κάνει πολύ κρύο). Βάζουμε τα γάντια
στα χέρια μας.
ß Τα χέρια μας κρυώνουν ή ζεσταίνονται;
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
ß Γιατί λοιπόν όταν βάλλω τα γάντια στο χέρι μου ζεσταίνομαι και όταν
τα βάλλω στο χιονάνθρωπο δεν τον ζεσταίνουν;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
857
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
858
Πρόβλημα 3
(α) Μέσα σε ένα δοχείο με ζεστό νερό, ρίχνουμε ένα ψυχρό κύλινδρο.
Σημείωσε στο παρακάτω σχήμα με ένα βέλος από ποιο σώμα πάει σε
ποιο η θερμότητα.
Ζεστό νερό Ψυχρός κύλινδρος
(β) Μέσα σε ένα δοχείο με ζεστό νερό, ρίχνουμε έναν πιο ζεστό
κύλινδρο.
πιο ζεστός
κύλινδρος ζεστό νερό
Σημείωσε στο παρακάτω σχήμα με ένα βέλος από ποιο σώμα πάει σε
ποιο η θερμότητα.
Ζεστό νερό Πιο ζεστός κύλινδρος
859
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
860
Διάδοση θερμότητας
Η διάδοση της θερμότητας από ένα σώμα Α υψηλότερης προς ένα σώμα
Β χαμηλότερης θερμοκρασίας μοιάζει με τη ροή υγρού από δοχείο Α
όπου το νερό βρίσκεται σε υψηλότερη στάθμη προς το δοχείο Β όπου το
νερό βρίσκεται σε χαμηλότερη στάθμη. Όπως η ροή του υγρού θα
συνεχιστεί μέχρι το νερό να φτάσει στο ίδιο οριζόντιο επίπεδο, έτσι και η
διάδοση της θερμότητας από το σώμα Α προς το Β θα συνεχιστεί μέχρι
τα σώματα να αποκτήσουν ίδια θερμοκρασία.
Πριν
B A B
A
##
Μετά
Τα Α και Β έχουν ίσες θερμοκρασίες
B A B
A
##
861
Πρόβλημα 4
ζεστό κρύο
νερό νερό
862
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
863
Πρόβλημα 5
Ψυγείο 5οC
νερό
20οC
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
864
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
865
Πρόβλημα 6
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
866
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
867
Πρόβλημα 7
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
868
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
869
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ………
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑΣ
##
870
ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΜΑΔΑΣ …………
…….έρευνα……………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
871
Πραγματοποίηση
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
…………….………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
872
Διαπιστώσεις – Συμπληρώσεις
873
Πρόβλημα 8
……………………………………………………………………………
874
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
875
Πρόβλημα 9
-Με ποιο πείραμα που έκανες μέσα στην ομάδα σου διαπίστωσες ότι
οι ιδέες που είχες ήταν λανθασμένες;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
876
Πρόβλημα 10
Σιδερένια ράβδος
Ξύλινη ράβδος
877
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
878
Πρόβλημα 11
Παρακάτω υπάρχει μια ερώτηση που τέθηκε σε ένα συμμαθητή σου και
η απάντηση που έδωσε.
Ερώτηση.
Έχουμε δύο ίδιες σιδερένιες ράβδους μέσα σε φούρνο για αρκετές ώρες.
Ας υποθέσουμε ότι θέλεις να κρατήσεις τις ράβδους για όσο το δυνατόν
περισσότερο χρόνο σε υψηλή θερμοκρασία και να τις μεταφέρεις από το
σχολείο στο σπίτι σου. Σε μεταλλικό κουτί ή σε μάλλινο σάκο θα
προτιμούσες να τις βάλλεις;
Απάντηση.
Στο μάλλινο σάκο. Το κουτί επειδή είναι φτιαγμένο από μέταλλο είναι
πιο κρύο από το μάλλινο σάκο. Ο μάλλινος σάκος επειδή είναι ζεστός
δίνει ζεστασιά και κρατά ζεστή τη σιδερένια ράβδο.
Για ποιο λόγο νομίζεις ότι ο συμμαθητής σου έχει δώσει αυτή την
απάντηση;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
879
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
880
Πρόβλημα 12
ζεστός
μεταλλικός νερό
κύλινδρος
881
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
882
Πρόβλημα 13
(α) Με ποια από τις δύο παρακάτω εικόνες μοιάζει ο τρόπος που
σκεφτόσουν πριν τη διδασκαλία;
……………………………….
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Εικόνα Α Εικόνα Β
ζεστός
σιδερένιος νερό
κύλινδρος
ο
77 C
ο
9 C 77 οC ο
9 C
(β) Με ποια από τις δύο παραπάνω εικόνες μοιάζει ο τρόπος που
σκέφτεσαι τώρα;
……………………………….
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
883
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
884
Πρόβλημα 14
Ποια από τις δύο παρακάτω εικόνες νομίζεις ότι προηγείται χρονικά;
……………………………….
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
12 οC 12 οC 57 οC 20 οC
Εικόνα Α Εικόνα Β
885
Πρόβλημα 15
Εικόνα Α Εικόνα Β
ß Τι νομίζεις ότι ήταν αυτό που σου έκανε να σκέφτεσαι όπως στην
εικόνα Α;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
886
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
887
Πρόβλημα 16
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ
##
888
Πρόβλημα 17
νερό
889
(γ) Καθώς ζεσταίνουμε το νερό κάποια στιγμή η θερμοκρασία του γίνεται
44οC. Κατεβάζουμε το δοχείο με το νερό από την εστία και αμέσως
αδειάζουμε λίγη ποσότητα νερού σε ένα μικρό ποτήρι.
νερό νερό
890
(δ) Αδειάζουμε ξανά το νερό που υπάρχει στο ποτήρι μέσα στο αρχικό
δοχείο και αφήνουμε το νερό να κρυώσει για αρκετές ώρες.
νερό
Πόση θα είναι τώρα η θερμοκρασία του νερού και πόση του σιδερένιου
δοχείου;
…………………………….
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
(ε) Κατά τη διάρκεια που το νερό κρυώνει χάνει θερμότητα. Γιατί χάνει
θερμότητα;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
(στ) Η θερμότητα που δόθηκε από την ηλεκτρική εστία στο νερό, όταν
ζεσταινόταν, είναι
μεγαλύτερη
μικρότερη
ίση
με τη θερμότητα που έχασε το νερό όσο χρόνο κρύωνε.
Γιατί;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
891
(ζ) Βάζουμε το σιδερένιο δοχείο με το νερό σε ψυγείο σταθερής
θερμοκρασίας 4οC και το αφήνουμε αρκετές ώρες.
892
ß Συζήτησε τις απαντήσεις σου με τους συμμαθητές της ομάδας σου.
##
893
Πρόβλημα 18
Πείτε ότι έχετε να διδάξετε σε κάποια άλλη τάξη αυτά που μάθατε για τη
θερμοκρασία και τη θερμότητα. Σκεφτείτε τις ιδέες που είχατε και τα
προβλήματα που συναντήσατε. Είναι πολύ πιθανόν οι συμμαθητές σας να
έχουν τις ίδιες ιδέες, να συναντήσουν τα ίδια προβλήματα.
Τι πιστεύατε;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
Τι σας δυσκόλεψε;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
894
Τι σας εμπόδιζε να καταλάβετε;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
895
1η διδασκαλία
Δυσκολία
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
896
2η διδασκαλία
Δυσκολία
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
897
3η διδασκαλία
Δυσκολία
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
898
4η διδασκαλία
Δυσκολία
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
899
5η διδασκαλία
Δυσκολία
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
900
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII. ΦΥΛΛΑ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗΣ ΣΗΜΕΙΩΝ -
ΚΛΕΙΔΙΩΝ ΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΩΝ
901
ΦΥΛΛΟ 1
902
ΦΥΛΛΟ 2
Έχουν οι δύο
σφαίρες την ίδια
θερμοκρασία;
60οC 60οC
Σίδηρος Ξύλο
Σίδηρος Ξύλο
903
ΦΥΛΛΟ 3
Είναι το ίδιο η
θερμότητα και η
θερμοκρασία;
ο
ο
60 C
60 C Σίδηρος
Σίδηρος
904
Αν δύο σώματα που διαφέρουν μόνο ως προς το υλικό από το οποίο είναι
κατασκευασμένα, θερμανθούν και φτάσουν στην ίδια θερμοκρασία, δεν
θα έχουν δεχθεί την ίδια ποσότητα θερμότητας.
60οC
60οC Σίδηρος
Σίδηρος
905
ΦΥΛΛΟ 4
Γιατί κρυώνει η
πορτοκαλάδα όταν
βάζουμε παγάκια
μέσα σε αυτήν;
πορτοκαλάδα πορτοκαλάδα
παγάκι παγάκι
κρύο θερμότητα
906
ΦΥΛΛΟ 5
Ένα ζεστό
αντικείμενο
δίνει πάντα
θερμότητα;
Σώμα Α Σώμα Β
(ζεστό) Επειδή η θερμοκρασία του
σώματος Β είναι υψηλότερη
από τη θερμοκρασία του
σώματος Α, θα μεταφερθεί
θερμότητα από το
Β προς το Α
Σώμα Α Σώμα Β
(60οC) (80οC)
907
ΦΥΛΛΟ 6
Γιατί νιώθω τη
σιδερένια σφαίρα πιο
κρύα από τη ξύλινη;
908
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII. ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΠΡΙΝ
ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ
ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
Αυτές οι ερωτήσεις δεν έχουν σκοπό να σε αξιολογήσουν, γι’ αυτό τον λόγο
προσπάθησε να απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις.
Όνομα …………………………………………
Ημερομηνία …………………
909
Ερώτηση 1
Σε ένα ψυγείο τοποθετούμε ένα ξύλινο και ένα σιδερένιο πιάτο ίδιου
μεγέθους και τα αφήνουμε για αρκετές ημέρες.
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
910
Ερώτηση 2
Σε ένα ψυγείο τοποθετούμε ένα ξύλινο και ένα σιδερένιο πιάτο ίδιου
μεγέθους και τα αφήνουμε για αρκετές ημέρες.
Με το ένα σου χέρι αγγίζεις το σιδερένιο πιάτο και με το άλλο σου χέρι
το ξύλινο πιάτο.
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
911
Ερώτηση 3
Α
Β
##
912
Ερώτηση 4
Τι νιώθεις;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
913
Ερώτηση 5
Τι πιστεύεις εσύ;
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………
##
914