You are on page 1of 10

https://ellinikosblog.wordpress.

com

ΠΩΣ Η ΡΩΜΑΙΪΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΕΓΙΝΕ «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ»


Ο ΚΟΡΑΗΣ, Ο ΡΗΓΑΣ ΚΑΙ Ο ΝΑΠΟΛΕΩΝ

Ὅτε ἐγράφετο ἡ παροῦσα μελέτη, δὲν ἦτο εἰσέτι αἰσθητὸν ὅτι εἰς ξένα κέντρα ἀποφάσεων ἐσχε-
διάσθη οὐχὶ μόνον ἡ κατάργησις τῆς Ρωμαιοσύνης ἀλλὰ καὶ ἡ ἀλλοίωσις τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὰ
πρότυπα τῶν Δυτικῶν. Σήμερον παραδόξως ἡ ἔρευνα ὁδηγεῖ εἰς τὸν Ναπολέοντα καὶ τὸ ἐπιτελεῖον
αὐτοῦ ὡς ἀρχιτέκτονας τῶν ἐνεργηθέντων. Οὗτος εἶχε εἰς τὸ ἐπιτελεῖον του μεταξὺ ἄλλων τὸν Ρή-
γαν Βελεστινλῆν καὶ τὸν Ἀδαμάντιον Κοραῆν. Ὁ Ρήγας προσέφερεν σχέδιον Ἐπαναστάσεως καὶ
ἱδρύσεως ἐλευθέρας Ρούμελης/Ρωμανίας, ἐχούσης τὴν Κωνσταντινούπολιν ὡς πρωτεύουσα
ἁπάντων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῶν ἀποτελούντων τὸ μιλὲτ τῶν Ρωμαίων, ἀλλὰ καὶ τῶν
Μουσουλμάνων. Κατ’ ἐντολὴν ὅμως τοῦ Ναπολέοντος, ὁ Κοραῆς ἠργάσθη διὰ τὴν ἀνατροπὴν τῶν
σχεδίων τοῦ Ρήγα, ἔργου συντελεσθέντος διὰ ψηφίσματος τῆς Γ΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως τοῦ 1827,
δι’ οὗ ἀνεγνωρίζοντο ὡς θεμελιώδη τὰ «ἄριστα συγγράμματα», οἱ «λόγοι» καὶ αἱ «παραγγελίαι»
τοῦ Κοραῆ. Ἀσφαλῶς οἱ πληρεξούσιοι οἱ γνωρίζοντες τὰς παραγγελίας αὐτὰς ἦσαν ὀλίγοι, διότι
ἐψήφισαν α) ὅτι τὸ Ἔθνος ἦτο ὑπόδουλον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ Με-
γάλου Κωνσταντίνου ἕως τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ἐν συνεχείᾳ δὲ εἰς τὸ Οἰκουμενικὸν
Πατριαρχεῖον, καὶ β) ὅτι ὀφείλουν νὰ μεταβάλλουν θρησκείαν ἄνευ ὅμως ἀλλαγῆς τῶν δογμάτων.
Εἶναι ἐμφανὲς πλέον ὅτι τὸ ἐπιτελεῖον τοῦ Ναπολέοντος ἐμερίμνησεν διὰ τὴν ἔκδοσιν τὸ 1806 τοῦ
βιβλίου Ἑλληνικὴ Νομαρχία, ἤτοι Λόγος περὶ ἐλευθερίας, τοῦ ὁποίου ὁ συντάκτης ἀναφέρει ὅτι
«κράζομαι ἀνώνυμος Ἕλλην». Ἀφιεροῖ τὸ βιβλίον εἰς τὸν «Ρίγα» (κατὰ γαλλικὴν ὀρθογραφίαν),
κατ’ οὐσίαν ὅμως ἀνατρέπει τὸ σχέδιον τοῦ Ρήγα διὰ σχεδίου τοῦ Ναπολέοντος, τὸ ὁποῖον ἀργότε-
ρον φέρεται ὡς σχέδιον τοῦ Κοραῆ. Πρὸς συγκάλυψιν τῆς πηγῆς τοῦ σχεδίου, ὁ συντάκτης ἐπιτίθε -
ται κατὰ τοῦ δυνάστου τῆς Γαλλίας καὶ κατὰ τῶν θρόνων, ὑποστηρίζων ὅμως τὴν ἀριστοκρατίαν
καὶ τὴν φυσικὴν ἀνισότητα τῶν ἀνθρώπων, ἀποτελουσῶν τὰ θεμέλια τῶν θρόνων. Παραγγέλλει δὲ
εἰς τὸ ὑπὸ ἵδρυσιν Ἑλληνικὸν Ἔθνος ὅπως δεχθῇ τὸν Κοραῆν ὡς ἕνα τῶν διαδόχων τοῦ Ρήγα καὶ
νέον Ἱπποκράτην καὶ φιλόσοφον, καίτοι οὗτος κατὰ τὴν ἐποχὴν αὐτὴν ἦτο ἀφιερωμένος εἰς τὸν Να-
πολέοντα καὶ τὰ σχέδιά του. Προσέτι παραγγέλλει εἰς τοὺς μὴ γνωρίζοντας εἰσέτι ὅτι εἶναι Ἕλλη -
νες νὰ ἐλευθερώσουν ἑαυτοὺς διότι ἐὰν ἐλευθερωθοῦν ὑπὸ ἑτέρων ἁπλῶς θὰ ἀλλάξουν δυνάστην.
Τὸ τελευταῖον φανερώνει ὅτι ὁ συντάκτης εἶναι ζηλωτὴς τῆς ἀπολύτου καὶ ἄνευ ὅρων ἀνεξαρτησί-
ας, τουτέστιν οὐδενὸς πράκτωρ. Εὔλογον ὅθεν εἶναι τὸ ἐρώτημα διατὶ δὲν ἀποκαλύπτει τὸ ὄνομα
αὐτοῦ ὅπως τὸν ἀκολουθήσωμεν, συνιστᾶ δὲ τὸν πράκτορα Κοραῆν ἐνῷ ἔχομεν τὸν ἴδιον πράκτορα
οὐδενός.

1
Ὅτι ἡ συγγραφὴ καὶ ἔκδοσις τοῦ βιβλίου τούτου εἶναι ἔργον τοῦ ἐπιτελείου τοῦ Ναπολέοντος, ἐμ-
φαίνεται σαφῶς ἐκ τῆς πολεμικῆς τὴν ὁποίαν ἐπιχειρεῖ ὁ «συγγραφεὺς» ἐναντίον τῆς ἰσότητος τῶν
ἀνθρώπων, ὑποστηρίζων ὅτι καὶ εἰς τὴν ἀριστοκρατίαν δύναται νὰ ὑπάρχῃ ἐλευθερία: «ἐπειδὴ καὶ
εἰς τὰς δύο αὐτὰς διοικήσεις, δημοκρατίαν καὶ ἀριστοκρατίαν, σώζεται ἡ ἐλευθερία. Ἀδιάφορος
εἶναι ἡ ἐκλογή». Κατὰ τὸν συντάκτην, ἡ ἐλευθερία, τουτέστιν ἡ Νομαρχία, «χωρὶς νὰ θελήσῃ μα-
ταίως νὰ κάμῃ ὅλους δυνατούς, ὅλους πεπαιδευμένους, ὅλους πλουσίους, ἤ τουναντίον, ἐμετρίασε
μόνον μὲ τοὺς νόμους τὴν φυσικὴν ἀνομοιότητα, καὶ τόσον καλῶς ἐξίσωσε τὰς λοιπάς, ὥστε ὁποῦ
ἔκαμε νὰ χαίρωνται οἱ ἄνθρωποι μίαν ἐντελῆ ὁμοιότητα, ἀγκαλὰ καὶ κατὰ φύσιν ἀνόμοιοι». Ἡ
ὁμοιότης ὅθεν ὅλων ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς ὑπακοῆς εἰς τοὺς νόμους, ἥτις κάμνει ἐξ ἴσου ἐλευ-
θέρους καὶ τὸν ἀριστοκράτην καὶ τὸν μὴ ἀριστοκράτην, καίτοι ὑφίστανται μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων
ἀνομοιότητες: «Οἱ ἄνθρωποι διαφέρουσιν... ἀναμεταξύ των κατὰ φυσικὸν τρόπον». Κατ’ οὐσίαν
πρόκειται περὶ ἀνατροπῆς τῶν θεμελίων τῆς δημοκρατίας καὶ ἐλευθερίας καὶ σαφοῦς ἐπιστροφῆς
εἰς τὴν μεσαιωνικὴν ρατσιστικὴν φιλοσοφίαν-θεολογίαν τῆς τευτονικῆς εὐγενείας τῆς Εὐρώπης,
ἥτις ἐγέννησεν τὸ Καρλομάγνον, τὸν Ναπολέοντα καὶ τὸν Χίτλερ.
Εἶναι δὲ κωμικὴ ἡ ἀγανάκτησις τοῦ ἀριστοκράτου συντάκτου τοῦ βιβλίου, διότι εἷς ποταπὸς γεωρ-
γικῆς προελεύσεως νέος δύναται νὰ φθάσῃ μέχρι τοῦ ἀξιώματος τοῦ πατριάρχου. Κωμικὰ προσέτι
ἀλλὰ καὶ οὐσιώδη εἶναι τὰ διατυπούμενα λάθη περὶ τῆς ὀργανώσεως καὶ λειτουργίας τῆς Ὀρθο-
δόξου Ἐκκλησίας ἐντὸς τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, τὴν ὁποίαν ἀντιλαμβάνεται ὡς ὁμοίαν τῆς
παπικῆς. Ἀγνοῶν τὸ συνοδικὸν ἡμῶν σύστημα, θεωρεῖ ὅτι οἱ πατριάρχαι Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας
καὶ Ἱεροσολύμων «ὑπόκεινται» εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν πατριάρχην, δι’ ὅ γράφει: «ὁ γελοιώδης τί-
τλος οἰκουμενικὸς φανερώνει... ὅτι οἱ ἄλλοι τρεῖς πατριάρχαι ὑπόκεινται εἰς αὐτόν. Αὐτὸς λοιπὸν
διαμοιράζει εἰς ὅλας τας ἐπαρχίας τοῦ Ὀθωμανικοῦ κράτους...». Οὐδόλως ὑποπτεύεται ὁ συντάκτης
ὅτι εἰς τὸν χῶρον τῆς ἐν λόγῳ Αὐτοκρατορίας ὑπάρχουν αὐτοκέφαλοι καὶ αὐτόνομοι Ἐκκλησίαι,
ἑκάστη τῶν ὁποίων ἔχει ἰδίαν σύνοδον προεδρευομένην ὑπὸ πατριάρχου, μητροπολίτου ἤ ἀρχιεπι-
σκόπου, αὐτονόμως ἐκλέγουσα τοὺς ἐπισκόπους αὐτῆς. Ἰσχυρίζεται προσέτι ὁ συντάκτης τοῦ βι-
βλίου, ὅτι ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης «πολλάκις πέμπει εἰς ὅλην τὴν Ὀθωμανικὴν ἐπικράτειαν καὶ
ἐκεῖ ὁποῦ δὲν εἶναι Χριστιανοὶ τόσας ἑκατοντάδας ἀρχιεπισκόπους, ἐξ ὧν ὁ καθεὶς ἔχει τέσσαρες ἤ
πέντε ἐπισκοπάς, εἰς τὰς ὁποίας πέμπει καὶ αὐτὸς τόσους ἐπισκόπους». Ὁ Φράγκος νομίζει ὅτι
μόνον ἡ Κωνσταντινούπολις ἔχει σύνοδον, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ πατριάρχης εἶναι δέσμιος, ὡς ἀκριβῶς
εἰς τὴν Curia ὁ πάπας τῆς Ρώμης. Μίαν φορὰν ἀναφέρει τὸ ὄνομα «μητρόπολις» ἀλλ’ οὐδέποτε
«μητροπολῖται», ἐνῷ εἶναι γνωστὸν ὅτι κατ’ ἐκείνην τὴν ἐποχὴν ὁ μητροπολίτης προήδρευε συνή-
θως συνόδου, ὁ δὲ ἀρχιεπίσκοπος ὡς μέλος τῆς τοιαύτης συνόδου ἦτο ὁ πρῶτος κατὰ πρεσβεία ἐπί-
σκοπος, ὡς ἀκριβῶς ὁ ἀρχιδιάκονος μεταξὺ τῶν διακόνων. Ἡ σύγχυσις τοῦ συντάκτου ὅσον ἀφορᾷ
θέματα ὀργανώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀσφαλῶς ὀφείλεται εἰς τὰς πηγὰς ἐξ ὧν ἀρύεται

2
τὰς πληροφορίας αὐτοῦ, τὰς εὑρισκομένας εἰς τὰ ἀρχεῖα κατασκοπίας. Εἰς τὰ ἀρχεῖα αὐτὰ εὑρίσκο-
ντο κατατεθειμένα αἱ ἀναφοραὶ τῶν «περιηγητῶν», οἱ ὁποῖοι συνέλεγον πληροφορίας κατὰ τὴν
διάρκειαν τῶν ταξιδιών των, ἀδυνατοῦντες νὰ κατανοήσουν ὀρθῶς ὅσα ἔβλεπον καὶ ἤκουον.
Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι ὁμιλεῖ ὁ συντάκτης διὰ «κλάσιν τῆς ἱερωσύνης», ἀκριβῶς διότι ἔχει ὑπ’
ὄψιν του τὴν ἰδικήν του φραγκικὴν παράδοσιν καθ’ ἥν ὁ κλῆρος ἀπετέλει ἰδίαν τάξιν (classe) ) τῆς
ὁποίας ἡγοῦντο Φράγκοι ἐπίσκοποι, διάφορον τῆς classe) τῶν εὐγενῶν εἰς ἥν ἀνῆκον οἱ Φράγκοι,
καὶ τῆς τρίτης καταστάσεως εἰς ἥν ἀνῆκον οἱ Γαλλορωμαῖοι.
Ἰσχυρίζεται ἐπίσης ὅτι ὁ ἱερεὺς τοῦ χωρίου, ὁ φέρων «φόρεμα ἱερωσύνης», ἀναγορεύεται εἰς ἀρχι-
μανδρίτην «μὲ γρόσια», διὰ τοῦ ἰδίου δὲ τρόπου δύναται νὰ ἀνέλθῃ μέχρι τοῦ πατριαρχικοῦ
θρόνου. Ἀγνοεῖ ἐμφανῶς ὅτι οἱ ἱερεῖς τῶν χωρίων, μέχρις σήμερον, ἦσαν ἔγγαμοι καὶ ἑπομένως δὲν
προεβιβάζοντο εἰς αὐτοὺς τοὺς βαθμούς. Ἐφαντάζετο ἐσφαλμένως ὅτι οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι
ὅλων τῶν βαθμῶν ἤρχιζον τὴν σταδιοδρομίαν των ὡς ἱερεῖς χωρίων, λόγῳ τῶν πληροφοριῶν του
περὶ χωρικῆς των προελεύσεως. Συγχέει τοὺς ἱερεῖς τῶν χωρίων μετὰ τῶν ἀγάμων κληρικῶν καὶ
ἀγνοεῖ ὅτι μόνοι οἱ ἄγαμοι ἀποκτοῦν τὰ ἀνωτέρω ὀφφίκια. Ἡ ἐκ τῶν χωρίων προέλευσις τῶν μονα-
χῶν, τῶν ἀνερχομένων μέχρις καὶ τῆς θέσεως τοῦ πατριάρχου, τὸν ὁδηγεῖ εἰς τὸ ἐσφαλμένον συ-
μπέρασμα ὅτι οὗτοι εἶναι ἀπαίδευτοι, καὶ τοῦτο διότι εἰς τὴν ἰδικήν του πατρίδα μόνον οἱ ἀριστο -
κράται σπουδάζουν εἰς ἀνωτέρας σχολὰς ὅπως ἀποκτήσουν νευραλγικὰς θέσεις εἰς τὴν Ἐκκλησίαν,
γνωστοῦ ὄντος ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἐκυβερνᾶτο κυρίως ὑπὸ Φράγκων εὐγενῶν, ὡς ἀκριβῶς καὶ τὸ
κράτος. Ἀγνοεῖ ὁ συντάκτης ὅτι ἐκ τῶν χωρικῶν τούτων ἀνεδείχθησαν μέγισται φυσιογνωμίαι τῆς
ὀρθοδόξου Θεολογίας, λόγῳ ἀκριβῶς τῆς σπουδῆς των ἐντὸς τῶν τεραστίων βιβλιοθηκῶν χειρο-
γράφων τῶν ἱερῶν μονῶν. Διὰ τοῦτο ἀκριβῶς ἐγνώριζον καλύτερον τοὺς πατέρας καὶ τὴν ἱστορίαν
τῆς αὐτοκρατορίας, παρ’ ὅ,τι οἱ λατῖνοι οἱ μελετῶντες τούτους μὲ κλεῖδα ἑρμηνείας μόνον τὸν
Αὐγουστῖνον καὶ τοὺς σχολαστικούς των.
Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ ἐκ γενετῆς ἀριστοκράτης δὲν δύναται νὰ ἀποκρύψῃ τὴν ἀπέχθειαν αὐτοῦ διὰ
μὴ ἀριστοκράτας οἵτινες καθίστανται ἡγέται. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ συντάκτης τῆς «Ἑλληνικῆς Νομαρχί-
ας» γράφει: «ὅθεν ὅλοι οἱ ἀρχηγοὶ τῆς Ἐκκλησίας κατάγονται ἀπὸ τὴν ἰδίαν ποταπότητα, καὶ οἱ πε-
ρισσότεροι εἶναι ἀμαθέστατοι». Φαίνεται δὲ νὰ ἀγνοῇ ὁ ἀριστοκράτης οὗτος ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἦσαν
«ποταποὶ» καὶ ὁ κορυφαῖος Πέτρος «ἀγράμματος».
Ἐπαναλαμβάνων ὁ συντάκτης τὰς θέσεις Ναπολέοντος καὶ Κοραῆ, διατείνεται ὅτι οἱ Ἑλλαδικοί,
μετὰ τόσους αἰῶνας δουλείας εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἐλησμόνησαν ὅτι εἶναι Ἕλληνες καὶ ἔλα-
βον τὸ ὄνομα Ρωμαῖοι. Διατὶ ὅμως ὁ συντάκτης χρησιμοποιεῖ τὸ ὄνομα Ἕλλην; Εἰς τὴν Δύσιν
ἐγνώριζον ἡμᾶς ὡς «Gre) ci», ἐνῷ εἰς τὴν Ἀνατολὴν τὸ «Ἕλλην» ἐσήμαινεν εἰδωλολάτρης. Οἱ χρι-
στιανοὶ κάτοικοι τοῦ Ἑλλαδικοῦ θέματος ἐλέγοντο Ἑλλαδικοί, πολλοὶ δὲ Ρωμαῖοι εἶχον συνηθίσει
ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τῆς Φραγκοκρατίας νὰ ὀνομάζωνται Gre) ci ὑπὸ τῶν Φράγκων.

3
Τὸ 1801 ὁ Ναπολέων ἔστειλεν εἰς τὸ Ἑλλαδικὸν τὸ «Σάλπισμα πολεμιστήριον» τοῦ ὁποίου συ-
ντάκτης ἦτο ὁ Κοραῆς, ὅπως προκαλέσῃ ἐπανάστασιν κατὰ τῶν Τούρκων καὶ ἐπιτύχῃ τὴν ἀποστο-
λὴν ἐπανδρωμένου στόλου εἰς τὴν Αἴγυπτον πρὸς βοήθειαν τοῦ στρατοῦ του ἐναντίον τῶν Τούρκων
καὶ Ἄγγλων. Διὰ τοῦ «Σαλπίσματος» προσπαθεῖ κατὰ πρῶτον ὅπως πείσῃ τοὺς Ἑλλαδικοὺς ὅτι δὲν
εἶναι Ρωμαῖοι ἀλλὰ Ἕλληνες, οἵτινες ἐλησμόνησαν τὸ ὄνομά των μετὰ τόσους αἰῶνας δουλείας εἰς
τὴν Κωνσταντινούπολιν.
Πρὸ τοῦ 794 οἱ Φράγκοι ὠνόμαζον ἡμᾶς Romanos, δηλαδὴ Ρωμαίους, ἐνῷ ἀπὸ τοῦ 794, μετὰ τὴν
καταδίκην ἡμῶν ὡς αἱρετικῶν εἰς τὴν σύνοδον τῆς Φραγκφούρτης, ἤρχισαν νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν
ὀνομασίαν Gre) cos, προφασιζόμενοι ὅτι μόνον Ὀρθόδοξοι δύνανται νὰ ὀνομάζωνται Ρωμαῖοι. Καὶ
οὕτω τίθεται εὔλογον τὸ ἐρώτημα, διατί μετὰ τόσους αἰῶνας χρήσεως τοῦ ὀνόματος Γραικοὶ ὑπὸ
τῶν Φράγκων, ὁ Ναπολέων ἀποφασίζει ὅπως ἀποκαλῇ τοὺς Ἑλλαδικοὺς διὰ τοῦ ὀνόματος Ἕλλη -
νες.
Τὸ 1805, ἕν ἔτος πρὸ τῆς ἐκδόσεως τῆς «Ἑλληνικῆς Νομαρχίας», ὁ Κοραῆς ἐξέδωσαν τὸ ἔργον του
«Διάλογος δύο Γραικῶν διὰ τὰς νίκας τοῦ Ναπολέοντος», ἔνθα προσπαθεῖ ὅπως πείσῃ τὸν ἀνα-
γνώστην διὰ τὴν ἀνάγκην ἐγκαταλείψεως τῆς ὀνομασίας Ρωμαῖος καὶ προκρίσεως εἰς τὸ ἑξῆς τῆς
ὀνομασίας Γραικὸς ἤ Ἕλλην. Ὁ ἴδιος δὲ ὑπογραμμίζει τὴν προτίμησιν τοῦ ὀνόματος Γραικός,
«διότι οὕτως μᾶς ὀνομάζουσι ὅλα τὰ φωτισμένα ἔθνη τῆς Εὐρώπης», ἀγνοῶν βεβαίως τὴν αἰτίαν
ἀλλὰ καὶ ἀδιαφορῶν διὰ τὸ γεγονὸς ὅτι πάντες οἱ μὴ Εὐρωπαῖοι ὠνόμαζον ἡμᾶς Ρωμαίους.
Εἶναι φανερὸν ὅτι οἱ μόνοι οἵτινες εἶχον εἰδικὸν λόγον ἐξαλείψεως τῶν ὀνομάτων «Γραικὸς» καὶ
«Ρωμαῖος» ἐκ τῆς Ἑλλάδος, παραμενόντων ἐκ τούτοις προσωρινῶς διὰ τὰ ὑπόλοιπα μέλη τοῦ
ἔθνους, ἦσαν οἱ βασιλεῖς καὶ εὐγενεῖς τῆς Εὐρώπης. Πρὸς κατανόησιν τούτου, διευκρινίζομεν ὡς
ἀκολούθως.
Ὁ Ρήγας ἐγνώριζεν ὅτι ἡ Γαλλικὴ ἐπανάστασις τοῦ 1789 ἦτο ἐπανάστασις τῶν ὑποδούλων Γαλλο-
Ρωμαίων ἐναντίον τῶν Φράγκων, τῶν ἀποτελούντων τὴν τάξιν τῶν εὐγενῶν τῆς Φραγκίας (ἥτις
μόνον εἰς τὴν Ἑλλάδα λέγεται Γαλλία) καὶ ἀντιπροσωπευόντων μόλις τὸ 2% τοῦ πληθυσμοῦ.
Ἠγνόει ὅμως ὅτι ὁ Ναπολέων, δεξιοτέχνης τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς προσποιήσεως, ἐνδιεφέρετο διὰ
τὴν ἐπικράτησιν τῶν συμφερόντων τῆς τάξεως τῶν Φράγκων καὶ ὄχι τῶν Γαλλο-Ρωμαίων, διότι ὁ
ἴδιος ἦτο Φράγκος τῆς κατωτέρας εὐγενικῆς τάξεως τῆς Τοσκάνης, μὲ δικαίωμα ἐγγραφῆς εἰς στρα-
τιωτικὴν σχολὴν διὰ νὰ γίνῃ ἀξιωματικός.
Ἐννέα χιλιάδες Φράγκοι ἀξιωματικοί, κυρίως ἐκ κατωτέρων εὐγενῶν προερχόμενοι, οἱ ὁποῖοι
ἀνῆκον εἰς εἴκοσι πέντε στρατιωτικὰς στοὰς τῆς «φραγκικῆς (franc) μασονίας», ἔλαβον μέρος εἰς
τὴν Γαλλικὴν ἐπανάστασιν παρὰ τὸ πλευρὸν τῶν Γαλλο-Ρωμαίων, ἀπαιτοῦντες ἰσότητα μὲ τοὺς
ἀνωτέρους εὐγενεῖς ὁμοεθνεῖς των. Ἦσαν ἀξιωματικοὶ οἱ ὁποῖοι ἐμισθοδοτοῦντο μὲ χρήματα ἐκ
τῆς φορολογίας τὴν ὁποίαν εἰσέπραττεν ὁ βασιλεὺς ἐκ τῆς μεσαίας κυρίως τάξεως, καὶ ὄχι μὲ φέου-

4
δα, ὡς συνέβαινεν μέχρι τοῦ 15ου αἰῶνος. Οἱ ἀνώτεροι εὐγενεῖς ἦσαν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶχον καὶ
ἐκράτησαν ἀπὸ τότε τὰ φέουδα, ἀποτελοῦντες μετὰ τῆς βασιλικῆς οἰκογενείας τοὺς μεγάλους γαιο-
κτήμονας. Καταδικασμένοι λοιπὸν οἱ ὡς ἄνω ἀξιωματικοὶ εἰς σχετικὴν πτωχείαν καὶ ἀδυνατοῦντες
νὰ ἐξισωθοῦν μὲ τοὺς βαθυπλούτους ὁμοεθνεῖς των, ἐπανεστάτησαν παρὰ τὸ πλευρὸν τῶν Γαλλο-
Ρωμαίων, ἠκολούθησε δὲ αὐτοὺς καὶ ὁ Ναπολέων. Σημειωτέον ὅτι ἀρκετοὶ τούτων εἶχον πολεμήσει
εἰς τὴν Ἀμερικανικὴν ἐπανάστασιν καὶ ἐπηρέασαν τοὺς συναδέλφους των μὲ δημοκρατικάς ἰδέας.
Ὕστερον ὅμως ἀπὸ τὴν καταδίκην καὶ ἐκτέλεσιν τοῦ Λουδοβίκου ις΄ (21.2.1793), οἱ περισσότεροι
τῶν Φράγκων ἀξιωματικῶν ἐγκατέλιπον τὴν ἐπανάστασιν, ἥτις ἐξελίχθη εἰς πόλεμον Ρωμαίων ἐνα-
ντίον Φράγκων. Μέρος αὐτοῦ τοῦ πολέμου ἦτο ἡ «βασιλεία τοῦ τρόμου», τῆς ὁποίας ὁ ἡγέτης Δα-
ντὼν κατέσφαξεν ἑκατὸ Φράγκους κληρικοὺς καὶ ἀνεζήτησεν Ρωμαῖον πάπαν ὅπως εὐλογήσῃ τὸν
γάμον του. Περίπου ὅμως τρεῖς χιλιάδες Φράγκοι ἀξιωματικοὶ παρέμεινον μὲ τὰς δυνάμεις τῆς ἐπα -
ναστάσεως, τινὲς εἰλικρινῶς ὡς ὁ στρατηγὸς Barras, τινὲς δὲ προσποιούμενοι ὅπως ὁ Ναπολέων.
Πάντες σχεδὸν οἱ προσποιηθέντες συνέδεσαν μετὰ τοῦ Ναπολέοντος μέσῳ τῶν ἀδελφῶν του καὶ
ἐντὸς τῆς μασονίας, καὶ ἀνέμενον τὴν εὐκαιρίαν διὰ νὰ ἁρπάξουν τὴν ἐξουσίαν καὶ ἀνατρέψουν τὴν
ἐπανάστασιν.
Τοῦτο ἐπετεύχθη ὅτε ὁ Ναπολέων ἐπέστρεψεν ἐκ τῆς Αἰγύπτου τὸ 1799. Ἐδέχθη ὅπως ὑποστηρίξῃ
τὸ νέον σύνταγμα τὸ ὁποῖον ἐσχεδίασεν ὁ κύριος θεωρητικὸς τῆς Γαλλικῆς ἐπαναστάσεως ἀββᾶς
Emmanue) l Siéyès καὶ τὸν Roge) r Duco. Ὅτε ὅμως ἐστερεώθη εἰς τὴν θέσιν αὐτήν, κατώρθωσε διὰ
τῆς ἀνοχῆς ἤ τῆς συνεργασίας τοῦ στρατοῦ νὰ καταργήσῃ ὅλας τὰς ἐγγυήσεις δημοκρατίας τὰς
ὁποίας προέβλεπε τὸ σύνταγμα τοῦ ἀββᾶ Siéyès καὶ νὰ καταστῇ μονοκράτωρ ἐντὸς πλαισίων φαι-
νομενικῆς δημοκρατίας.
Ἐπιστρέφοντες εἰς τὴν περίπτωσιν τοῦ Ρήγα Βελεστινλῆ, μετὰ τὴν ἀνωτέρω παρένθεσιν, τὴν ἀπα-
ραίτητον ὅπως κατανοήσωμεν τὰ σχέδια τοῦ Ναπολέοντος, ἐπαναλαμβάνομεν ὅτι ὁ Ρήγας ἐγνώρι-
ζεν ὅτι ἡ Γαλλικὴ ἐπανάστασις ἐγένετο ὑπὸ τῶν Γαλλο-Ρωμαίων ἐναντίον τῶν Φράγκων, διὰ τοῦτο
δὲ εὑρέθη εἰς τὸ ἐπιτελεῖον τοῦ Ναπολέοντος πιστεύων ὅτι οὗτος ἦτο γνήσιος ἐκφραστὴς τοῦ πνεύ-
ματος τῆς ἐπαναστάσεως. Δὲν ἐγνώριζεν ἀσφαλῶς ὅτι ὁ Ναπολέων προσεποιεῖτο, ἔχων κατὰ νοῦν
νὰ ἐπικρατήσῃ ἡ φραγκικὴ του τάξις. Διὰ τοῦτο ὁ τελευταῖος προσεταιρίσθη τὸν Ρήγαν προσποιού-
μενος ἐνδιαφέρον, προκειμένου νὰ καταστήσῃ ἀποτελεσματικότερον τὸ σχέδιόν του πρὸς καταστο-
λὴν τῆς ἐπαναστάσεως τῶν Ρωμαίων καὶ ἀφανισμὸν τῆς Ρωμαιοσύνης εἰς τὴν Δύσιν καὶ τὴν Ἀνα-
τολήν.
Τὰ ἀνωτέρω δεικνύουν ποῖα ὕψιστα συμφέροντα ἀπῄτουν τὸν θάνατον τοῦ Ρήγα προκειμένου νὰ
ἀντικατασταθῇ πάσῃ θυσίᾳ τὸ σχέδιόν του δι’ ἐκείνου τὸ ὁποῖον εἶχεν κατὰ νοῦν ὁ Ναπολέων. Καὶ
τίθεται τὸ ἐρώτημα τίνος πράκτωρ ἦτο ὁ προδώσας αὐτόν Οἰκονόμου, δεδομένου ὅτι ὁ θάνατος τοῦ
Ρήγα δὲν ἐξυπηρέτει μόνον τὰ ὕψιστα συμφέροντα τῆς Αὐστρίας καὶ τῆς Τουρκίας, ἀλλὰ καὶ τὰ τοῦ

5
Ναπολέοντος μετὰ τῆς τάξεως τὴν ὁποίαν οὗτος ἐξεπροσώπει. Χαρακτηριστικὸν τῆς σκοπιμότητος
ἀποκρύψεως τῶν πραγματικῶν αἰτίων θανάτου τοῦ Ρήγα, εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ συντάκτης τῆς
«Ἑλληνικῆς Νομαρχίας» ἀφιεροῖ ἑπτὰ παραγράφους εἰς τὴν προδοσίαν του, τονίζων εἰς ἑκάστην
τούτων ὡς αἴτιον τὴν τύχην. Βεβαίως ὅμως, οὐδόλως διὰ τῆς τύχης δύναται νὰ δικαιολογηθῇ εἷς
θάνατος, ὁ ὁποῖος ἐξυπηρέτησε τὰ ἀναφερθέντα ὕψιστα συμφέροντα τοῦ Ναπολέοντος, ἀλλὰ καὶ
τῶν ἄλλων βασιλέων καὶ εὐγενικῶν τῆς Εὐρώπης.
Ὡς γνωστόν, ἐπὶ πολλοὺς αἰῶνας οἱ βασιλεῖς καὶ εὐγενεῖς τῆς Εὐρώπης ὡς καὶ οἱ Ὀθωμανοί, ἐκυ-
βέρνουν τεραστίους πληθυσμοὺς ὑποδούλων Ρωμαίων, διὰ τοῦτο καὶ ἐφοβοῦντο τὸ ἐνδεχόμενον
γενικῆς ἐξεγέρσεως τῆς Ρωμαιοσύνης εἰς τὴν Δύσιν καὶ τὴν Ἀνατολήν. Αὐτὸς δὲ εἶναι ὁ λόγος διὰ
τὸν ὁποῖον ἐτέθησαν εὐνοϊκῶς ἔναντι τῆς λεγομένης «Ἑλληνικῆς» ἐπαναστάσεως, καὶ τοῦτο μόνον
ὅτε ἐξησφάλισαν τὸν ἀρχαιοελληνικὸν προσανατολισμόν της καὶ τὴν ἀντίθεσίν της εἰς τὴν Ρωμαιο-
σύνην καὶ τὴν πρωτεύουσαν αὐτῆς Κωνσταντινούπολιν. Ἄλλως τε καὶ ἡ εὐνοϊκὴ στάσις τοῦ τσάρου
ἐξηγεῖται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι διὰ τῆς Ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως δὲν προσεβάλλοντο αἱ διεκδική-
σεις του ἐπὶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οἱ δὲ Ἕλληνες δὲν ἀπετέλουν ἐμπόδιον εἰς τὰ σχέδιά του.
Ἐγκαίρως ὁ Ναπολέων εἶχεν ἐξηγήσει εἰς αὐτὸν ὅτι ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐπρόκειτο νὰ ἐπαναστατή-
σουν ἐναντίον τῶν Τούρκων ἀλλὰ καὶ κατὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου τῶν Ρωμαίων.
Πολλοὶ δὲ τῶν ὑποδούλων, πεισθέντες ὅτι δὲν πρόκειται ὡς Ρωμαῖοι νὰ τύχουν συμπαραστάσεως
τῶν μεγάλων δυνάμεων καὶ ὅτι μόνον παριστάνοντες τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνας δύνανται νὰ ἐλπί-
σουν εἰς τοιαύτην συμπαράστασιν, ἀπεφάσισαν νὰ συμμορφωθοῦν. Τοῦτο ἄλλως τε ἐννοεῖ ὁ Κω-
στῆς Παλαμᾶς γράφων: «Ἕλληνες, γιὰ νὰ ρίχνουμε στάχτη στὰ μάτια μάτια τοῦ κόσμου, πραγματι-
κά, Ρωμιοί».
Ὁ Ναπολέων καὶ τὸ ἐπιτελεῖον του ἐπέλεξαν τὸ ὄνομα «Ἕλλην» διὰ τὸ ὑπὸ ἵδρυσιν ἔθνος ἤδη ἀπὸ
τοῦ 1801, ἐπιβεβαιώσαντες τοῦτο τὸ 1806. Καὶ τοῦτο διὰ νὰ παραμείνῃ τὸ ὄνομα «Γραικὸς» (διὰ
τοῦ ὁποίου ἀπὸ τοῦ ἔτους 794 οἱ Φράγκοι ὠνόμαζον τοὺς ἀνατολικοὺς Ρωμαίους διὰ νὰ τοὺς δια-
κρίνουν ἐκ τῶν δυτικῶν) διὰ τὸ τμῆμα ἐκεῖνο τῶν Ρωμαίων τὸ ὁποῖον ἀπεφασίσθη νὰ διαδραματί-
σῃ τὸν ρόλον τῶν τυράννων. Οὕτω θὰ ἐνεφανίζετο ὅτι οἱ «Ἕλληνες» τοῦ ὑπὸ ἵδρυσιν ἔθνους ἐζή-
τουν νὰ ἀπελευθερωθοῦν ἐκ τῶν Ρωμαίων τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ὁ Κοραῆς δὲν κατενόησε τὸν πανοῦργον ἑλιγμόν περὶ τὴν ὁρολογίαν τῶν δύο ὀνομάτων, δι’ ὅ καὶ
συνεχίζει εἰς τὸ ἔργον του «Διάλογος δύο Γραικῶν» νὰ συζητῇ περὶ ἄλλων, ἡ δὲ προτίμησίς του νὰ
δεχθοῦν οἱ Ρωμαῖοι νὰ ἀλλάξουν τὸ ἐθνικόν των ὄνομα καὶ νὰ λέγωνται εἰς τὸ ἐξῆς Γραικοὶ θὰ ἐσή-
μαινεν διὰ τοὺς Εὐρωπαίους καὶ διὰ τὰς εὐρωπαϊκὰς γλώσσας δουλείαν Γραικῶν εἰς Γραικοὺς καὶ
δύο ἔθνη, τὸ αὐτὸ ὄνομα φέροντα. Ὅθεν ἡ προτίμησις αὕτη τοῦ Κοραῆ δὲν ὑπεστηρίχθη.
Οὕτω, εἰς τὸ Πρωτόκολλον τοῦ Λονδίνου τῆς 31.1.1836, προκειμένου περὶ ἀνταλλαγῆς πληθυ-
σμῶν, ἀπαριθμῶνται οἱ Γραικοὶ οἱ ἔχοντες δικαίωμα μεταναστεύσεως εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ οἱ ὁποῖοι

6
ἀπ’ ἐκείνης τῆς στιγμῆς θεωροῦνται Ἕλληνες. Σημειωτέον ἐνταῦθα ὅτι εἰς τὴν Τουρκικὴν οἱ Γραι-
κοὶ ὀνομάζονται Roumlar, δηλαδὴ Ρωμαῖοι, ἐνῷ οἱ Ἕλληνες Younanlar. Οὕτω, διὰ τὸ διεθνὲς δί-
καιον οἱ Κωνσταντινουπολῖται καὶ οἱ Κύπριοι εἶναι Gre) cs-Roumlar-Γραικοί, ὄχι ὅμως He) lle) ne) s-
Younanlar-Ἕλληνες. Οἱ ἐπιμένοντες ὅτι εἶναι Ἕλληνες Κύπριοι, εἶναι τώρα εὐπρόσδεκτοι διὰ τὴν
θεμελίωσιν νομικῆς ἀποδείξεως ὅτι εἶναι ἀπόγονοι ἐποίκων ἐξ Ἑλλάδος.
Σύμφωνος μὲ τὴν ἀνωτέρω ἐπιδίωξιν καὶ ἀντίληψιν τῶν Φράγκων εἶναι ἡ καθιέρωσις τοῦ ὀνόματος
Βυζαντινὸς ὡς ὑποκατάστατον τοῦ ὀνόματος Γραικός, διότι τὸ Gre) c καὶ τὸ He) lle) ne) εἶναι σχεδὸν
συνώνυμα. Καὶ ἡ ὀνομασία Βυζαντινὸς ἐτέθη εἰς χρῆσιν εἰς ἱστορικὰ βιβλία καὶ ταξιδιωτικὰ φυλ-
λάδια, σκοποῦντα ἀκριβῶς νὰ ἐμφανίσουν τοὺς Ἕλληνας ὑπὸ τὸν ζυγὸν τῶν Βυζαντινῶν. Πάντα
σχεδὸν τὰ ταξιδιωτικὰ φυλλάδια ἐμπεριέχουν αὐτὴν τὴν θέσιν, τὴν ὁποίαν προωθοῦν καὶ Ἕλληνες
ξεναγοὶ εἰς τοὺς ἀλλοδαποὺς ταξιδιῶτας. Ἐνδεικτικὸν εἶναι ὅτι καὶ Ἕλληνες ἱστορικοὶ ὑποστηρί-
ζουν τὴν δουλείαν τῶν Ἑλλήνων εἰς τὴν ρωμαϊκὴν ἤ βυζαντινὴν Κωνσταντινούπολιν, ὄχι χωρὶς φα -
νατισμόν, προσέτι δὲ καὶ συγγραφεῖς ὡς ὁ Νῖκος Τσιφόρος.
Ἤδη τὴν 5.2.1801, σαράντα ἕξ μῆνας πρὸ τῆς στέψεως τοῦ Ναπολέοντος ὡς impe) rator, ὁ Κοραῆς
δηλώνει εἰς ἐπιστολήν του τὸ κωδικὸν ὄνομα τοῦ κυρίου του: Ὁ «Καραοσμάνογλου» (= Carolus
Magnus, κατὰ τουρκικὴν ἐκφορὰν τοῦ ὀνόματος), ἔχει τὴν ἐλπίδα νὰ κατακτήσῃ τὴν Ἰωνίαν καὶ νὰ
καταστρέψῃ τὸν θρόνον τοῦ Βυζαντίου, γενόμενος βασιλεύς, δηλαδὴ impe) rator. Τὴν ἐλπίδα αὐτὴν
ὁ Κοραῆς θεωρεῖ «βεβαίαν καὶ ἀναπόφευκτον». Εἶναι ἡ μόνη μαρτυρία πρὸ τοῦ 1804 διὰ τὴν
ἀπόφασιν τοῦ Ναπολέοντος νὰ ἐμφανισθῇ ὡς διάδοχος τοῦ Καρλομάγνου. Ἄλλως τε, εἰς τὴν τάξιν
τῆς στέψεώς του τὴν 2.12.1804, χρησιμοποιοῦνται τὰ σύμβολα ἐξουσίας (στέμμα, σκῆπτρον,
σπάθη, σφαῖρα) τοῦ Καρλομάγνου. Εἰς δὲ τὴν εἴσοδον τῆς Notre) Dame) ὑπῆρχον ἀγάλματα τοῦ
Χλοδοβέου (481-511) καὶ τοῦ Καρλομάγνου (768-814) ὡς ἱδρυτῶν τῆς αὐτοκρατορίας καὶ μοναρχί-
ας τῆς Φραγκίας. Εἰς ἐπιστολήν του δὲ πρὸς τὸν καρδινάλιον Fe) sch τὴν 7.1.1806, ὁ Ναπολέων
γράφει: «Δὲν διεδέχθην τὸν Λουδοβίκον ΙΔ΄, ἀλλὰ τὸν Καρλομάγνον... Εἶμαι ὁ Καρλομάγνος, διότι
ἥνωσα τὸ στέμμα τῆς Φραγκίας μετὰ τοῦ τῆς Λογγοβαρδίας, ἡ δὲ αὐτοκρατορία μου συνορεύει τὴν
Ἀνατολὴν».
Οὕτω, ὁ πρῶτος Καρλομάγνος ἐβάφτισεν ἡμᾶς Γραικούς, ὁ δὲ δεύτερος ἐβάφτισεν τινὰς ἐξ ἡμῶν
Ἕλληνας, τοὺς λοιποὺς δὲ ἄφησεν Γραικούς. Ὁ πρῶτος ἐπεθύμει νὰ ἀποκρύψῃ τὴν ὕπαρξιν τῶν
ἀνατολικῶν Ρωμαίων ἐκ τῶν δυτικῶν Ρωμαίων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν πάντοτε πρόθυμοι σύμμαχοι εἰς
ἐπαναστάσεις ἐναντίον Γότθων καὶ Φράγκων. Ὁ δεύτερος, ὁ Ναπολέων, κατέστειλε τὴν Γαλλικὴν
ἐπανάστασιν καὶ ἀνέτρεψε τὰ σχέδια τοῦ Ρήγα, τὰ ὁποῖα ἦσαν προέκτασις τῆς ἐπαναστάσεως τῶν
Γαλλο-Ρωμαίων, ἐπέβαλε δὲ ἰδικόν του σχέδιον μέσῳ τοῦ Κοραῆ καὶ τῶν νεο-Ἑλλήνων ὀπαδῶν
του.

7
Ὁ δεύτερος οὗτος «Καρλομάγνος» δὲν ἔζησεν διὰ νὰ ἰδῇ τὴν ἐξαιρετικὴν ἐπιτυχίαν τῶν σχεδίων
του διὰ τὴν διάλυσιν καὶ τὸν ἀφανισμὸν τῆς ἀνατολικῆς Ρωμαιοσύνης καὶ τὴν ἀντικατάστασιν
αὐτῆς ὑπὸ ἀκρωτηριασμένου κράτους, τὸ ὁποῖον ὁμιλεῖ διὰ «χαμένες πατρίδες» εἰς τὰς ὁποίας ἦτο
συγχρόνως σκλαβωμένον!
Ἡ πλέον δὲ κωμικὴ ἐπιτυχία τοῦ Ναπολέοντος εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι Ἕλληνες ἱστορικοὶ ἀδημονοῦν
διὰ τὴν ἡμέραν καθ’ ἥν δὲν θὰ ἔχῃ μείνει ἴχνος Ρωμαιοσύνης, ὥστε νὰ ρέῃ εἰς τὰς φλέβας των
μόνον ἀρχαῖον ἑλληνικὸν αἷμα. Παραδόξως, οἱ Γάλλοι ἐπαναστάται τοῦ 1789 ἦσαν ὑπερήφανοι διὰ
τὴν καταγωγήν των ἐκ τῆς Ρώμης καὶ ἐκ τῆς Πελοποννήσου, διότι οἱ πρῶτοι Ρωμαῖοι ἱστορικοί,
συγγράψαντες μάλιστα εἰς τὰ Ἑλληνικά, μαρτυροῦν ὅτι ἡ Ρώμη ἱδρύθη ὑπὸ Πελοποννησίων. Διὰ
τοῦτο ὁ Ἡρακλείδης ὁ Ποντικός, μαθητὴς τοῦ Πλάτωνος, ὀνομάζει τὴν Ρώμην «πόλιν Ἑλληνίδα»,
ὁ δὲ Γεώργιος Πλήθων γράφων ὅτι «Ἕλληνες ἐσμεν τὸ γένος», τονίζει ὅτι οἱ Πελοποννήσιοι ἵδρυ-
σαν τὴν πρεσβυτέραν Ρώμην, ἐνῷ οἱ Μεγαρεῖς τὴν νέαν Ρώμην, δηλαδὴ τὴν πόλιν Βυζάντιον.

Τὰ θεολογικὰ πλαίσια
α) Σχέδιον δυτικοποιήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας
Τὸ μεγαλύτερον ἐμπόδιον εἰς τὸ σχέδιον δυτικοποιήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας ὑπῆρξεν ὁ μοναχισμός.
Εἰς αὐτὸν διεσώζετο ἡ βιβλικὴ παράδοσις τῶν προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων, οἵτινες ἀπετέλουν
τήν καρδίαν τῆς πατερικῆς παραδόσεως.
Οἱ Φράγκοι ἐγνώριζον ἐκ πείρας τὴν δύναμιν τοῦ μοναχισμοῦ, διότι ὅτι κατέκτησαν κατὰ τὸν 5ον
αἰῶνα τὴν Γαλλικὴν Ρωμανίαν, ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμὸς αὐτῆς εὑρίσκετο εἰς τὴν ἀκμήν του. Διὰ
τοῦτο ἔπαυσαν τὴν ἐκλογὴν τῶν μοναχῶν εἰς ἐπισκόπους καὶ μετεμόρφωσαν τὴν ἱεραρχίαν εἰς
ὑπευθύνους διοικητὰς τοῦ ὑποδούλου λαοῦ. Τελικῶς δὲ οἱ Καρολίγγοι Φράγκοι ἐξεδίωξαν τοὺς Ρω-
μαίους ἐπισκόπους καὶ κατέστησαν οἱ ἴδιοι ἐπίσκοποι καὶ ἡγούμενοι, συνεργαζόμενοι δὲ μετὰ ὁμοε-
θνῶν των κληρικῶν ἐξελίχθησαν εἰς ἀστυνομικοὺς καταπιεστὰς τοῦ λαοῦ, προσπαθοῦντες νὰ κρα-
τήσουν αὐτοὺς εἰς δουλικὴν ὑπακοὴν μέσῳ προωθήσεως μιᾶς θρησκείας φόβου. Αὐτὸς ὁ λόγος διὰ
τὸν ὁποῖον οἱ Γαλλο-Ρωμαῖοι κατέσφαξαν τόσους Φράγκους κληρικοὺς κατὰ τὴν Γαλλικὴν ἐπα-
νάστασιν.
Τὴν αὐτὴν τακτικὴν ἐφήρμοσαν οἱ Φράγκοι ὅτε κατέκτησαν τὴν πρεσβυτέραν Ρώμην, ἐκδιώξαντες
τελικῶς τοὺς Ρωμαίους ἀπὸ τὸ πατριαρχεῖον των (1014-1046) καὶ ἱδρύσαντες τὸν φραγκικὸν αὐτῶν
παπισμόν. Υἱοθετήσαντες δὲ τὸν Αὐγουστῖνον ὡς μοναδικὸν αὐτῶν πατερικὸν ὁδηγόν, δὲν ἐγνώρι-
σαν ποτὲ τὴν ἐμπειρικὴν θεολογίαν τῆς καθάρσεως καὶ φωτισμοῦ τῆς καρδίας καὶ τῆς θεώσεως, ὡς
ἐκ τούτου δὲ ἠγνόουν ὅτι «Θεὸν φρᾶσαι ἀδύνατον, νοῆσαι δὲ ἀδυνατώτερον», θεμελίου ὅρου δια-
τυπωθέντος ὑπὸ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ ἀποτελοῦντος τὴν βάσιν τῆς πατερικῆς πα-
ραδόσεως τῆς Ὀρθοδοξίας.

8
Ἡ ἀπόφασις δυτικοποιήσεως τῆς Ἑλλαδικῆς Ὀρθοδοξίας ἀπετέλεσε μερικὴν ἐφαρμογὴν τῆς αὐγου-
στινείου θεολογίας τῶν Φράγκων, οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦντες, ὡς καὶ εἰς τὴν Ρωσίαν, νὰ ἐλέγχουν πο-
ῖοι θὰ καθίστανται ἐπίσκοποι καὶ διοικηταὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἀπεφάσισαν καὶ κατώρθωσαν νὰ ἐλέγ-
χουν ποῖοι δὲν καθίστανται ἐπίσκοποι, τακτικὴ τὴν ὁποία ἐνδιαφέρει αὐτοὺς μέχρι σήμερον. Διὰ το-
ῦτο καὶ οἱ παραδοσιακοὶ μοναχοί, οἵτινες ὡς θεμέλιον εἶχον τὴν κάθαρσιν καὶ φωτισμὸν τῆς καρδί-
ας καὶ τὴν θέωσιν, ἀντικατεστάθησαν ὑπὸ ἀποφοίτων θεολογικῶν σχολῶν εἰς τὰς ὁποίας ἔμαθον
ὅτι θεμέλιον τῆς πατερικῆς παραδόσεως εἶναι ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ φιλοσοφία τῶν «ἀρχαῖων ἡμῶν
προγόνων». Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι ὁ Κοραῆς ἐκαυχᾶτο τὸ 1803, εἰς θρησκόληπτον ἀκροατή-
ριον εἰς Παρισίους, ὅτι ἡ φιλοσοφία «καταβᾶσα εἰς τὸ θυσιαστήριον, ἐξέρχεται ἤδη συνοδοιπόρον
ἔχουσα θρησκείαν πεφωτισμένην, ἵνα διδάξῃ τὸ ἔθνος». Ἡ μωρία αὕτη τοῦ Κοραῆ ἀρκεῖ ὅπως ἀπο-
δείξῃ ὅτι οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει οὗτος μὲ τὸν Γαλλικὸν διαφωτισμὸν τὸν καταπολεμοῦντα τὴν μετα-
φυσικὴν ὡς ἀκριβῶς καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι πατέρες. Περισσότερον διαφωτισταὶ ἦσαν οἱ καλόγηροι ἀρ-
νούμενοι τὴν μεταφυσικήν, ἤ ὅσον ὁ Κοραῆς καὶ οἱ νεο-Ἔλληνες οἵτινες εἰσέτι ζοῦν εἰς τὸ ἀπώτε-
ρον παρελθὸν τῆς φιλοσοφικῆς φαντασίας.
Ἡ ἐκρίζωσις τοῦ μοναχισμοῦ ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Ὄθωνος δὲν ἦτο τυχαία. Οἱ Φράγκοι εὐγενεῖς
καὶ βασιλεῖς, οἱ ἀνήκοντες εἰς τὸ παπικὸν δόγμα ὡς ὁ Ὄθων, δὲν εἶναι ἁπλοῖ πιστοὶ ἀλλὰ στενοὶ συ-
νεργάται. Προσέτι δὲ ὁ Ὄθων εὗρεν ἐνθουσιώδεις συνεργάτας εἰς τὸ ἔργον του τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ
Κοραῆ, οἵτινες ἐγύρισαν τὸ Ἔθνος ὀπίσω εἰς τὴν φιλοσοφίαν καὶ τὴν μεταφυσικὴν τῆς φραγκολατι-
νικῆς παραδόσεως, αἱ ὁποῖαι εἶχον ἤδη εἰσέλθει εἰς τὸν δρόμον τῆς χρεωκοπίας ὡς σήμερον πλέον
εἶναι φανερόν. Ἠρνήθησαν τὸ προβάδισμα εἰς τὰς ἐμπειρικὰς ἐπιστήμας, μεταξὺ τῶν ὁποίων καθα-
ρῶς ἐμπειρικὴ εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἰωάννου Ρωμανῖδου, Τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα, σ. ιε΄-κς΄, δεύτερη ἔκδοση, ἐκδόσεις «Δόμος»

Ὁ τίτλος εἶναι δικός μας (Ἑλληνικῶς Διεξέρχομαι)

Γιὰ τὴν πλήρη κατανόηση τῶν ἱστορικῶν θέσεων τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανῖδου διαβάστε:

9
Τὸ βιβλίο του ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ, ΡΩΜΑΝΙΑ ΡΟΥΜΕΛΗ, ἐκδόσεις «Πουρνάρα»

Τὴν μελέτη ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ Ή ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ (κείμενο σὲ μορφὴ PDF ἀναρτημένο στὸν ἱστότο-
πό μας):

https://e) llinikosblog.wordpre) ss.com/2018/07/29/%cf%81%cf%89%ce) %bc%ce) %b7%ce) %bf%cf


%83%cf%85%ce) %bd%ce) %b7-%ce) %ae) -%ce) %b2%ce) %b1%cf%81%ce) %b2%ce) %b1%cf%81%ce)
%bf%cf%84%ce) %b7%cf%84%ce) %b1/

https://ellinikosblog.wordpress.com

10

You might also like