You are on page 1of 18

http://www.apostoliki-diakonia.

gr
«Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥ»

Η είσοδος μας στον ορθόδοξο ναό

Όλες οι θρησκείες, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, είναι


στενά συνυφασμένες με την έννοια και την παρουσία του ναού, ο
οποίος διαδραματίζει έναν πολύ σπουδαίο ρόλο στη λειτουργία
τους. Η καλλιέπεια και η σπουδαία τέχνη της ναοδομίας, η οποία
καλλιεργήθηκε σε όλες τις εποχές, μαρτυρεί αυτή την αλήθεια.
Είναι πασίγνωστο πως τα σπουδαιότερα κτιριακά μνημεία της
ανθρωπότητας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, είναι κατά
κανόνα ναοί. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Παρθενώνας των Αθηνών, η
αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, ο άγιος Πέτρος της Ρώμης, ο τεράστιος
ναός του Καρνάκ στην Αίγυπτο, ο ναός του Stonehedge της Σκωτίας, το
τέμενος του Ομάρ στην Ιερουσαλήμ, οι κολοσσιαίοι ινδουιστικοί ναοί, οι
πανύψηλες βουδιστικές παγόδες, της άπω Ανατολής, οι περίτεχνοι ναοί των
προκολομβιανών κατοίκων της Αμερικής, κ.α..

Όμως ο ναός δεν είχε και δεν έχει την ίδια σημασία και χρησιμότητα σε
όλες τις θρησκείες. Η λέξη ναός προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα ναίω
που σημαίνει κατοικώ. Η ονομασία είναι εύστοχη, διότι όλες σχεδόν οι
θρησκείες δέχονταν και δέχονται ότι οι ναοί είναι κατοικίες του θεού ή των
θεών. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως ο ναός, στον οποίο στεγάζονταν το
ξόανο ή το άγαλμα του θεού, ήταν η κατοικία του θεού. Το ίδιο πίστευαν και οι
Εβραίοι, πως ο μοναδικός ναός της Ιερουσαλήμ και συγκεκριμένα το σκοτεινό
διαμέρισμα που ονομάζονταν Άγια των Αγίων, ήταν η κατοικία του Γιαχβέ
(Ψαλ.95:9, 115:10,133:1). Το ότι ο λαός δεν εισέρχονταν στους αρχαίους
ναούς για προσευχή, αλλά παρέμεινε στους αύλειους χώρους και μόνο το
ιερατείο εισέρχονταν για να διακονήσει το θεό, σημαίνει ότι ο ναός δεν είχε
κτισθεί για το λαό, αλλά για το θεό.

Αντίθετα στο Χριστιανισμό και ιδιαίτερα στην Ορθοδοξία,


ο ναός έχει εντελώς διαφορετική έννοια και χρησιμότητα. Ο
Θεός, σύμφωνα με τη βιβλική διδασκαλία, είναι πνεύμα,
(Ιωάν.4:24), άπειρος, «πανταχού παρών και τα πάντα
πληρών», απεριόριστος από τον τόπο και το χρόνο και γι’
αυτό δεν έχει ανάγκη να κατοικεί σε χειροποίητους ναούς. Ο
απόστολος Παύλος τόνισε εμφαντικά στους αθηναίους, κάτω
από τους λαμπρούς ναούς του ιερού βράχου της Ακροπόλεως, ότι «Ο Θεός ο
ποιήσας τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτως ουρανού και γης
Κύριος υπάρχων ουκ εν χειροποιήτοις ναοίς κατοικεί, ουδέ υπό χειρών
ανθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενος τινός» (Πραξ.17:24). Αρχαίοι
χριστιανοί συγγραφείς όπως ο Αρνόβιος ( Disputat.adv.Gent.Lib.VI. C.1), ο
Ωριγένης, (Κατά Κέλσου 7,8) και ο Μηνούκιος Φήλιξ (Octav.C.8,10,32)
απολογούνται ότι οι χριστιανοί δεν έχουν ναούς, θυσιαστήρια, κλπ. θέλοντας
να τονίσουν ότι η χριστιανική λατρεία σε αντίθεση με την ειδωλολατρική, δεν
εξαρτάται από ορισμένους τόπους και τύπους, αλλά είναι πνευματική, και
γίνεται «εν παντί τόπω της δεσποτείας» του Θεού (Ψαλμ.ρβ΄22 ).

2
Ο Χριστιανισμός έτσι διαχώρισε τη θέση του τόσο από τον ειδωλολατρικό
εθνισμό, όσο και από τον ιουδαϊσμό και απέρριψε την έννοια του ναού, ως
κατοικία του Θεού, καθώς και τα θυσιαστήρια, τις θυσίες και ότι άλλο υπήρχε
στις θρησκείες εκείνες και ήταν αντίθετο με τη χριστιανική διδασκαλία.
Βεβαίως όρισε συγκεκριμένους τόπους συνάντησης των πιστών, τους
οποίους καταχρηστικά τους ονόμασε ναούς. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν
θεώρησε ότι αυτοί είναι κατοικία του Θεού, αλλά χώροι που συνάζεται και
στεγάζεται η Εκκλησία, το σύνολο των πιστών, της οποίας το όνομα
παράγεται από το ρήμα εκκαλέω - ω, δηλαδή συνάζω. Πολλοί πιστοί
ονομάζουν το ναούς εκκλησίες, εννοώντας βέβαια τον χώρο που συνάζεται η
Εκκλησία.

Ο ίδιος ο Χριστός διαβεβαίωσε πως όπου «δύο ή τρεις


συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών»
(Ματθ.18:20). Αυτό σημαίνει πως η παρουσία του Κυρίου στο
ναό που συνάζεται η Εκκλησία είναι πραγματική, η ιερότητα
του χώρου είναι δεδομένη και η σπουδαιότητά του μεγάλη.
άλλωστε, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η μεγάλη σπουδαιότητα που
απέκτησε ο ναός στην Εκκλησία είναι αποτυπωμένη στην δυσχιλιόχρονη
λαμπρή αρχιτεκτονική χριστιανική ναοδομία.

«ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΝΑΟΔΟΜΙΑΣ»

Η Εκκλησία από τις πρώτες ημέρες της ίδρυσής Της αντιμετώπισε την
ανάγκη εξευρέσεως καταλλήλου χώρου για τις συνάξεις των πιστών για την
κοινή προσευχή και ιδιαίτερα για την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, σύμφωνα
με τη ρητή εντολή του Κυρίου (Λουκ.22:19).

Οι χριστιανοί της Ιερουσαλήμ, στην αρχή, μετέβαιναν


«ομοθυμαδόν εν τω ιερώ», δηλαδή στο ναό του Σολομώντος,
σε τακτές ώρες για να προσευχηθούν (Πράξ.2:46). Οι
ευρύχωρες στοές του ναού εξυπηρετούσαν την ανάγκη της
ομαδικής προσευχής των, όμως δεν προσφέρονταν για την
τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Γι’ αυτό ταυτόχρονα εξηύραν
ευρύχωρη οικία, ώστε εκεί «κλώντές τε κατ’ οίκον άρτον,
μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας, αινούντες
τον Θεόν» (Πραξ.2:46). Αναφέρεται ως η πρώτη
«κατ’ οίκον εκκλησία» η ευρύχωρη οικία της μητέρας του Μάρκου
(Πράξ.12:12). Ίσως να πρόκειται για τον ίδιο χώρο στον οποίο τελέσθηκε ο
Μυστικός Δείπνος από τον Κύριο (Λουκ.22:12). Κατ’ οίκον εκκλησίες αναφέρει
συχνά ο Παύλος στις επιστολές του (Ρωμ.16:8, Κολ.4:15, Φιλήμ.3).

Μετά τον διωγμό της πρώτης εκκλησίας από του Ιουδαίους και την
εκδίωξή τους από το ναό του Σολομώντος (Πράξ.8:1), αναζητήθηκαν άλλες
πιο ευρύχωρες οικίες για τις λατρευτικές συνάξεις της κοινότητας της
Ιερουσαλήμ. Πλούσιοι χριστιανοί παραχωρούσαν τις ευρύχωρες οικίες τους
για να συνάζεται η Εκκλησία. Το ίδιο έκαναν και οι χριστιανικές κοινότητες
άλλων περιοχών. Αναφέρεται για παράδειγμα η σχολή κάποιου πλουσίου
χριστιανού φιλoσόφου, ονόματι Τυράννου, στην Έφεσο, η οποία στέγαζε
στους άνετους χώρους της την πολυπληθή εκκλησία της πόλεως εκείνης, ( Β.

3
Φειδά, Εκκλ. Ιστ. τομ. Ια, Αθήναι 1978, σελ.197). Τους χώρους αυτούς τους
ονόμαζαν «αγάπες», διότι εκεί τελούνταν και οι αγάπες, δηλαδή οι κοινές
συνεστιάσεις των πρώτων χριστιανών (Πράξ.6:1, Ιούδα 12).

Κατά την εποχή των διωγμών οι χριστιανικές συνάξεις γινόταν μυστικά τη


νύχτα σε απόμερες οικίες, στην ύπαιθρο, σε σπήλαια και κυρίως στις
κατακόμβες. Αυτές ήταν υπόγειες βαθιές δαιδαλώδεις στοές, στις οποίες
θάπτονταν οι νεκροί την εποχή εκείνη, για εξοικονόμηση χώρου. Συνήθως οι
κατακόμβες ήταν ιδιωτικά κοιμητήρια ευπόρων χριστιανών, όπως για
παράδειγμα η κατακόμβη της αγίας Δομιτίλης στη Ρώμη στις αρχές του
Β΄αιώνα, το ίδιο και οι κατακόμβες του αγίου Καλλίστου, του Πραιτεξτάτου,
του αγίου Σεβαστιανού, της Μήλου, κ.α.

Οι κατακόμβες δεν προσφέρονταν βεβαίως για τακτικές λατρευτικές


συνάξεις, εξαιτίας της στενότητας του χώρου και της αποπνικτικής
ατμόσφαιρας του υπογείου τάφου. Αυτό γινόταν σε έκτακτες περιπτώσεις
εξάρσεων των σκληρών διωγμών.

«Οι παλαιοχριστιανικοί ναοί»

Από το τέλος του Β΄ αιώνα άρχισαν σε ορισμένα μέρη να


ανεγείρονται ιδιόκτητοι χριστιανικοί ναοί. Στο γεγονός αυτό
συνέτεινε κυρίως η ένταξη των χριστιανικών κοινοτήτων στις
λεγόμενες «Ταφικές Εταιρείες», οι οποίες είχαν το δικαίωμα,
σύμφωνα με τη ρωμαϊκή νομοθεσία, να έχουν ιδιόκτητο χώρο
συνάθροισης των μελών τους και κοιμητήριο. Βρέθηκε δηλαδή μια ευκαιρία
για νόμιμη συγκέντρωση των χριστιανών. Μαρτυρίες εκκλησιαστικών
συγγραφέων της περιόδου αυτής όπως του Τερτυλλιανού (Adv. Valent.,31,
De pudicitia, 4. De Idololotria,7), του Μινούκιου Φήλικα (Octav.,9), ôïõ Αιλίου
Λαμπριδίου (Vita Alejandri 49,6, ναός εν Ρώμη), του Ευσεβίου Καισαρείας
(Εκκλ. Ιστορία VII,30) κ.α. μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για την πρώιμη
ναοδομία της αρχαίας εκκλησίας.

Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, το σχήμα τους ήταν απλό και έμοιαζε
με τις κατοπινές χριστιανικές βασιλικές, ή ήταν κυκλοτερά περίκεντρα και
οκταγωνικά κτίρια. Ήταν δε κατά κανόνα στραμμένοι προς ανατολάς. Στις
Αποστολικές Διαταγές (κείμενο του 4ου αιώνα), διαβάζουμε: «ο οίκος έστω
επιμήκης και κατά ανατολάς τετραμμένος» (Βιβλ.Β΄57,3). Ονομάζονταν
Ευκτήρια, (Oratoria), Κυριακά (Dominicia), Βασιλικές (Basilica) και
Μαρτύρια, διότι οι ναϊσκοι αυτοί ήταν κτισμένοι πάνω στους τάφους των
μαρτύρων. Εκεί συγκεντρώνονταν οι πιστοί κατά την επέτειο του θανάτου του
μάρτυρα, η οποία ονομάζονταν «γενέθλειος ημέρα του μάρτυρα» και
τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία, αλλά και εκτάκτως άλλες φορές.

Η αρχαιότερη λεπτομερής περιγραφή χριστιανικού ναού, η οποία έφτασε


ως σήμερα, είναι του εκκλησιαστικού ιστορικού Ευσεβίου (Εκκλ. Ιστ.Χ 4,37).
Πρόκειται για το ναό του Παυλίνου στην Τύρο, ο οποίος ανεγέρθηκε μεταξύ
των ετών 313 και 322. Ήταν ένα περίστηλο τετράγωνο κτίριο το οποίο έμοιαζε
με τις κατοπινές βασιλικές. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε αυτό
αναφέρονται τα μέρη του χριστιανικού ναού, όπως παγιώθηκαν στην

4
κατοπινή ναοδομία, δηλαδή ο νάρθηκας, ο κυρίως ναός και το ιερό Βήμα.
Στην ανατολική κόγχη του ναϊσκου βρίσκονταν η αγία Τράπεζα, η οποία ήταν
σκεπασμένη με απλό λινό ύφασμα και εκεί τοποθετούνταν τα Τίμια Δώρα. Η
αγία τράπεζα σε πολλές περιπτώσεις ήταν ο ίδιος ο τάφος του μάρτυρα.

Ο διάκοσμος αυτών των πρώιμων χριστιανικών ναών, όπως και των


κατακομβών, ήταν απλός και περιορίζονταν αφ’ ενός μεν σε συμβολικές
παραστάσεις, (Σταυρός, ισχθύς, μονόγραμμα του Χριστού, περιστερά, φοίνιξ,
καλός ποιμήν, Ορφεύς, ναυς, λύρα, άγκυρα, σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη)
και αφ’ ετέρου σε διακοσμητικές παραστάσεις, ( άμπελος, παραδείσια πτηνά,
άνθη, καρποί, κλπ.)

Από το τέλους του 3ου αιώνα, ίσως και ενωρίτερα, φαίνεται ότι είχε
καθιερωθεί και ο εγκαινιασμός των ναών δια ειδικής ακολουθίας από τον
επίσκοπο (Ευσ. Εκκλ. Ιστ. X,3).

Αναφέρεται ότι ο Δέκιος (249-251), επί του οποίου έγιναν οι σκληρότεροι


διωγμοί, δήμευσε όλους αυτούς τους ναούς, καθώς και ο Βαλεριανός (253-
260) τους οποίους απέδωσε αργότερα στους χριστιανούς ο διαλλακτικός
Γαλλιηνός (260-268), (Ευσ. Εκκλ. Ιστ.VII,13).

«Ο ρυθμός της Βασιλικής»

Μετά το τέλος των διωγμών η Εκκλησία ελεύθερη πια και


ισχυρή επιτελούσε την υψηλή αποστολή Της. Οι παλαιοί και
μικροί ναοί δεν εξυπηρετούσαν πλέον τις λατρευτικές ανάγκες
του μεγάλου πλήθους των πιστών. Γι’ αυτό άρχισαν να
κτίζονται μεγάλοι ναοί σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Πρόκειται για τις
περίφημες παλαιοχριστιανικές βασιλικές, οι οποίες ήταν τεράστια επιμήκη
οικοδομήματα, διαιρούμενα εσωτερικά, δια κιονοστοιχιών, σε κλίτη,
καταλήγοντας στην ανατολική μικρή πλευρά σε αψίδα (κόγχη) και τα οποία
κυριάρχησαν τον 4ο και 5ο αιώνα.

Ο υπέροχος αυτός τύπος ναού είναι άμεσα συνδεδεμένος με την αγία


Ελένη, τη μητέρα του Μ. Κωνσταντίνου, η οποία σύμφωνα με την
παράδοση ανήγειρε πλήθος βασιλικών, στην Κωνσταντινούπολη, στην
Παλαιστίνη (Βηθλεέμ, Πανάγιος Τάφος, Σινά ), Ρώμη και Ελλάδα.

Ο τύπος και η ονομασία της βασιλικής παραλήφθηκε από τους


ειδωλολάτρες ρωμαίους (Basilica), και συγκεκριμένα από τον διαδεδομένο
τύπο των μεγάλων δημόσιων πολύστηλων οικοδομημάτων των ρωμαϊκών
αγορών (basilicas forences), τα οποία χρησίμευαν για εμπορικές συναλλαγές
και δικαστήρια. Οι Ρωμαίοι είχαν παραλάβει αυτόν τον κτιριακό τύπο με τη
σειρά τους από τους Έλληνες. Τέτοιο κτίριο ήταν η «βασίλειος στοά» των
Αθηνών, η οποία ονομάστηκε έτσι προς τιμή του άρχοντος βασιλέως. Από
αυτόν πήρε και το όνομα βασιλική. Οι χριστιανοί ονόμασαν τους ναούς αυτούς
βασιλικές διότι σε αυτές λατρεύονταν ο Βασιλεύς Χριστός.

Η χριστιανικές βασιλικές όπως αναφέραμε, ήταν επιμήκη κτίρια που


διαιρούνταν εσωτερικά σε κλίτη, ή μοίρες, ή δρόμους (δρομικές βασιλικές). Τα

5
κλίτη των βασιλικών ήταν τρία, πέντε, επτά, μέχρι και εννέα. Το μεσαίο κλίτος
ήταν το πιο ευρύχωρο και το υψηλότερο. Οι κίονες οι οποίοι χώριζαν τα κλίτη
μεταξύ τους, από ανατολάς προς δυσμάς, δεν είχαν συνήθως ραβδώσεις και
κατέληγαν σε περίτεχνα κορινθιακά κιονόκρανα, ενώ τα κενά μεταξύ των
κιονοκράνων ενώνονταν συνήθως με τόξα. Πάνω από τα κλίτη σχηματίζονταν
υπερώα τα οποία χρησιμοποιούνταν ως γυναικωνίτες. Οι τοίχοι από το
δάπεδο μέχρι το ύψος των τόξων καλύπτονταν από ορθομαρμαρώσεις
λεπτών και πολύχρωμων μαρμάρων. Πάνω από αυτά υπήρχαν τα ψηφιδωτά.
Τα δάπεδα επίσης στολίζονταν με θαυμάσια ψηφιδωτά. Στο υψηλότερο
σημείο υπήρχε ο φωταγωγός με σειρά μονόλοβων, δύλοβων, τρίλοβων ή
πολύλοβολων παραθύρων. Το μεσαίο και υψηλότερο κλίτος καλύπτονταν
από αμφίκλινη (σαμαρωτή) ξύλινη στέγη, ενώ τα πλάγια κλίτη δια
μονορρίκτου (επικλινούς) στέγης.

Στο ανατολικό μέρος του μεσαίου κλίτους βρισκόταν το ιερό Bήμα, το


οποίο καταλάμβανε το ένα τρίτο του κυρίως ναού. Χωρίζονταν από αυτόν δια
κιονίσκων και καλυπτηρίων πλακών. Στο κέντρο του ιερού βήματος βρισκόταν
η αγία Τράπεζα και πάνω από αυτή κείτονταν το κιβώριο, ένα θολωτό
σκέπασμα, το οποίο στηρίζονταν σε τέσσερις κίονες. Πίσω από την αγία
Τράπεζα βρισκόταν ο θρόνος του επισκόπου και εκατέρωθεν οι έδρες των
πρεσβυτέρων (σύνθρονο). Από το ιερό βήμα υπήρχε πύλη, η οποία οδηγούσε
προς την κρύπτη, όπου φυλάσσονταν τα λείψανα των μαρτύρων.

Ο κυρίως ναός ήταν ο χώρος των πιστών. Στο μέσον βρισκόταν ο άμβων,
από τον οποίον διαβάζονταν τα αναγνώσματα και γινόταν το θείο κήρυγμα.
Ο δυτικός χώρος πριν τον κυρίως ναό ονομάζονταν νάρθηκας, στον οποίο
στέκονταν οι κατηχούμενοι, οι μετανοούντες, και οι προσκλαίοντες. Ο
νάρθηκας επικοινωνούσε με τον κυρίως ναό δια ευρύχωρων θυρών του
μεσαίου κλίτους.. Βόρεια του νάρθηκα υπήρχε το Βαπτιστήριο, όπου υπήρχε
σταυρωτή δεξαμενή για το βάπτισμα των ενηλίκων και νότια υπήρχε το
Διακονικό.

Τέλος στον εξωτερικό χώρο, πριν το νάρθηκα, υπήρχε το αίθριο στο


οποίο γινόταν κάποιες υπαίθριες τελετές. Εκεί υπήρχε λουτήρας, η δεξαμενή
με νερό, όπου καθαρίζονταν το ιερατείο και ο λαός.

Η διακόσμηση των βασιλικών ήταν ανάλογη με την επιβλητικότητα και τη


μεγαλοπρέπεια των κτιρίων αυτών. Τα πάμπολλα μνημεία που μας έχουν
διασωθεί, (άγιος Δημήτριος Θεσσαλονίκης, Αχειροποίητος, Ραβέννα,
Παλαιστίνη, κλπ.) δίνουν σαφή εικόνα για την λαμπρότητα αυτών. Υπέροχος
ήταν ο γλυπτικός διάκοσμος, όπως για παράδειγμα τα κιονόκρανα, τα
θωράκια του τέμπλου, η αγία Τράπεζα, Το κουβούκλιο, το σύνθρονο και το
Βαπτιστήριο. Η ζωγραφική, επειδή την εποχή αυτή είναι συμβολική, δεν έχει
να μας δείξει αξιόλογα δείγματα. Αντίθετα εντυπωσιακά είναι τα ψηφιδωτά των
τοίχων και των δαπέδων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα υπέροχα
ψηφιδωτά της Ραβέννας (άγιος Απολλινάριος, άγιος Βιτάλιος, Βαπτιστήριο
των Ορθοδόξων κλπ), της Θεσσαλονίκης (άγιος Δημήτριος, Αχειροποίητος,
Μονή Λατόμου ), Μονή Σινά και αλλού.

6
«Η τρουλαία Βασιλική»

Ο 6ος αιώνας είναι η εποχή της μεγάλης ισχύος του


βυζαντινού κράτους και ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος.
Το γεγονός αυτό είχε αντίκτυπο και στην ανάπτυξη της
ναοδομίας. Η παλαιοχριστιανική βασιλική εμπλουτίζεται με
νέα αρχιτεκτονικά στοιχεία, ώστε να της δίνει ακόμα
μεγαλύτερη αίγλη. Σπουδαιότερη καινοτομία είναι ο περιορισμός του μήκους
του κτιρίου και κυρίως η προσθήκη τρούλου στη στέγη του μεγάλου κλίτους.
Πρόκειται για μια θαυμαστή αρχιτεκτονική εφεύρεση των
μεγάλων μικρασιατών αρχιτεκτόνων Ανθέμιου από τις
Τράλλεις και Ισίδωρου από τη Μίλητο. Οι ιδιοφυείς αυτοί
μηχανικοί κατόρθωσαν να τοποθετήσουν στην τετράγωνη
στέγη της βασιλικής τον κυκλικό τρούλο, ο οποίος, μέσω
τεσσάρων σφαιρικών τριγώνων κατέληγε να στηρίζεται σε τέσσερις μεγάλους
πεσσούς. Αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτού του ρυθμού είναι ο περίφημος
ναός της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος κτίστηκε από το
Ιουστινιανό τα έτη 531-537. Ο διάκοσμος βελτιώνεται αισθητά. Οι τοίχοι
καλύπτονται με ψηφιδωτά υψηλής τεχνοτροπίας και ζωγραφικές
παραστάσεις.

Η επιβλητικότητα αυτού του ρυθμού είναι έκδηλη. Ο τεράστιος όγκος του


ναού, το μεγάλο ύψος, ο τεράστιος θόλος, το άπλετο φως των παραθύρων,
δίνουν μια ξεχωριστή αίσθηση στον πιστό.

«Εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλο (Βυζαντινός ρυθμός)»

Ύστερα από μια περίοδο τριών περίπου αιώνων μεταβατικής ναοδομίας


συνδυασμού θολωτής τρίκλιτης βασιλικής με τη σταυρωτή τρουλαία βασιλική
(χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ναός της Σκριπούς Βοιωτίας), εμφανίζεται στην
Κωνσταντινούπολη και αργότερα σε ολόκληρο τον βυζαντινό κόσμο, ο
εγγεγραμμένος σταυροειδής ναός με τρούλο.

Ο περίφημος αυτός τύπος είναι τόσο τέλειος ρυθμός ώστε


«δεν μπορεί να βελτιωθεί περισσότερο αφού άπαξ και δια
παντός τελειοποιήθηκε» (Γ. Αντουράκη Χριστιανική
Αρχαιολογία, τομ. Α΄ Αθήνα 1984, σελ.107). Από τότε και
μέχρι σήμερα παραμένει ο ίδιος. Παρουσιάστηκε για πρώτη
φορά το 880 στο περίφημο αυτοκρατορικό κτίσμα της «Νέας Εκκλησίας του
Παλατίου» και εγκαινιάστηκε από τον Μ. Φώτιο στα χρόνια του Βασιλείου Α΄
(867-886). Ονομάστηκε Νέα Εκκλησία, διότι παρουσίαζε ένα καινούριο
αρχιτεκτονικό τύπο.

Ο εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλο είναι ο αντιπροσωπευτικός


βυζαντινός ρυθμός. Κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο αυτού του θαυμαστού
ρυθμού είναι ο σχηματισμός σταυρού εσωτερικά και εξωτερικά στο σχεδόν
τετράγωνο πια κτίσμα, με τον έναν ή τους πέντε τρούλους. Η δημιουργία
κογχών στη βόρεια και νότια πλευρά όχι μόνο αυξάνουν τον εσωτερικό
χώρο,αλλά χαρίζουν παράλληλα ομορφιά και χάρη. Υπάρχουν πάμπλλα
δείγματα αυτού του θαυμασίου ρυθμού, όπως η Γοργοεπίκοος (άγιος

7
Ελευθέριος), άγιοι Θεόδωροι, Καπνικαρέα, Καισαριανή στην Αθήνα, Παναγία
των Χαλκαίων στη Θεσσαλονίκη, οι εκκλησίες του Μυστρά, κ.α.

Παραλλαγή αυτού του ρυθμού είναι ο εγγεγραμμένος


οκτάγωνος ναός. Στην περίπτωση αυτή έχουμε ευμεγέθη
τρούλο, ο οποίος καλύπτει ολόκληρη σχεδόν τη στέγη και ο
οποίος δια των οκτώ σφαιρικών τριγώνων στηρίζεται σε
ισάρισθμους κίονες. Κύριο χαρακτηριστικό αυτού του τύπου
είναι ο παραμερισμός των τεσσάρων πεσών ή κιόνων από το
κέντρο του ναού και η δημιουργία ενιαίου άνετου χώρου στον κυρίως ναό.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ο ναός της Ρώσικης Εκκλησίας των Αθηνών.

Εσωτερικά δεν έχουμε σημαντικές αλλαγές καθότι ο χριστιανικός ναός σε


όλους τους ρυθμούς παραμένει ο ίδιος, χωρισμένος, στο ιερό Βήμα, τον
κυρίως ναό και το νάρθηκα. Εκείνο που άλλαξε στον βυζαντινό ρυθμό ήταν η
εσωτερική διακόσμηση και κυρίως η θαυμάσια βυζαντινή ζωγραφική, η οποία
παραμένει και αυτή, όπως η βυζαντινή ναοδομία, αξεπέραστη μέχρι σήμερα.

«Η Δυτική ναοδομία»

Η ναοδομία της δυτικής χριστιανοσύνης ως τα χρόνια του Καρλομάγνου


(9ος αιώνας) παρέμεινε σχεδόν δουλικά προσηλωμένη στην
παλαιοχριστιανική βασιλική. Κατά την καρλομάγνεια όμως εποχή, η οποία
όπως είναι γνωστό χαρακτηρίζεται από την αναγέννηση των τεχνών στα
παλαιά ρωμαϊκά πρότυπα, επηρεάστηκε και η ναοδομία Η γνωστή μας
ρομανική αναγέννηση, η οποία ξεκίνησε από τη Γερμανία και εξαπλώθηκε
γρήγορα σε ολόκληρη τη δυτική Ευρώπη, δημιούργησε νέους τύπους ναών.
Από βυζαντινή επίδραση εμφανίζεται αρχικά ο ναός Ρομανικού ρυθμού, ο
οποίος ουσιαστικά είναι τρίκλιτη βασιλική με ένα μεγάλο εγκάρσιο κλίτος.
Πρόκειται για τεράστια οικοδομήματα, δείγματα των οποίων υπάρχουν σε
πολλά μέρη στης Δυτικής Ευρώπης. Δύο περίπου αιώνες αργότερα
εμφανίζεται ο Γοτθικός ρυθμός, ως εξέλιξη του Ρομανικού ρυθμού. Κύριο
χαρακτηριστικό του πομπώδους αυτού ρυθμού είναι τα στενόμακρα κτίρια, τα
οποία χωρίζονται εσωτερικά σε κλίτη και στο ανατολικό μέρος καταλήγουν σε
ένα εγκάρσιο κλίτος με μια ημικυκλική κόγχη μεγάλων διαστάσεων. λλο
κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο του Γοτθικού ναού είναι η κατακόρυφη
διεύθυνση του κτιρίου και οι πανύψηλες οξείες απολήξεις της στέγης και των
κωδωνοστασίων.

Την εποχή της Αναγεννήσεως δημιουργήθηκαν νέοι τύποι ναοδομίας στη


Δύση επηρεασμένοι από την επιστροφή στα αρχαιοελληνικά και κλασσικά
πρότυπα. Έτσι προήλθε ο ρυθμός της Αναγεννήσεως με αντιπροσωπευτικό
παράδειγμα τον κολοσσιαίο ναό του αγίου Πέτρου στη Ρώμη.

«Η ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥ»

Το ίδιο σπουδαία με την αρχιτεκτονική της χριστιανικής ναοδομίας υπήρξε


και η διακοσμητική τέχνη των ναών. Η Ανατολική Εκκλησία συνεχίζει
αδιάκοπα την αρχαιοελληνική παράδοση του κάλλους και της αρμονίας,
προσθέτοντας σε αυτή λειτουργικό χαρακτήρα. Η Εκκλησία ενέταξε λοιπόν

8
την αρχαιοελληνική κλασσική τέχνη στη λειτουργική διακονία της Εκκλησίας.
Η ορθόδοξη εκκλησιαστική τέχνη, εκτός από υπέροχη αισθητική, έχει
πρωτίστως λειτουργικό, ποιμαντικό και ιεραποστολικό χαρακτήρα. Οι ναοί, οι
κατ’ εξοχήν χώροι σύναξης της Εκκλησίας, έγιναν αντικείμενα υψηλής
αισθητικής φροντίδας, ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως στις παραπάνω
διακονίες.

α) Η Γλυπτική: Η υψηλή αυτή τέχνη, όπως είναι γνωστό, υπηρέτησε,


στην αρχαιότητα, κατά κόρον την ειδωλολατρία, εν τούτοις όμως δεν
παραθεωρήθηκε η αξία της από την Εκκλησία. Δεν χρησιμοποιήθηκε βέβαια
για εικονικές παραστάσεις, αλλά για τη διακόσμηση των ναών. Στις
μεγαλόπρεπες παλαιοχριστιανικές βασιλικές είναι έντονο το στοιχείο της
γλυπτικής. Ομιλήσαμε ήδη για τα θαυμάσια κιονόκρανα. Καταπληκτικά
υπήρξαν επίσης τα θωράκια, οι άγιες Τράπεζες, τα σύνθρονα τα Βαπτιστήρια,
οι κρύπτες και οι τάφοι των μαρτύρων. Έχουν διασωθεί πάμπολλα έργα
χριστιανικής γλυπτικής στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, στον γιο
Δημήτριο Θεσσαλονίκης, στον Πανάγιο Τάφο στα Ιεροσόλυμα, στην
Εκατοντα-πυλιανή της Πάρου, στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Ρώμης,
και αλλού.

Αξιόλογη είναι επίσης και η ξυλογλυπτική των ναών. Περίτεχνα


ξυλόγλυπτα κομψοτεχνήματα στολίζουν πολλά μέρη του ναού, όπως το
τέμπλο, τα προσκυνητάρια, τα αναλόγια, τα παγκάρια, τα πλαίσια των
φορητών εικόνων, τα καθίσματα, κλπ.

β) Η Ζωγραφική: Ένα άλλο σπουδαίο κεφάλαιο στην παγκόσμια ιστορία


της τέχνης είναι και η εκκλησιαστική ζωγραφική, και ιδιαίτερα η βυζαντινή. Το
μεγάλο άλμα αυτής της εξαίσιας τέχνης έγινε στα χρόνια μετά την εικονομαχία
(9ος αιώνας), για να φθάσει στο απόγειο της ακμής της τον 14ο αιώνα
(Παλαιολόγεια Αναγέννηση). Η βυζαντινή ζωγραφική είναι η συνέχεια της
αρχαιοελληνικής ζωγραφικής, όπως αποδεικνύεται συγκρινόμενη με τις
περίφημες προσωπογραφίες της Αρσινόης (Φαγιούμ) της Αιγύπτου, οι οποίες
είναι ο σύνδεσμος μεταξύ της αρχαιοελληνικής και της βυζαντινής
ζωγραφικής. Καλλιεργήθηκε αρχικά στις κατακόμβες, πέρασε κατόπιν στην
πρωτοβυζαντινή ζωγραφική, για να τελειοποιηθεί στους μεσοβυζαντινούς και

9
υστεροβυζαντινούς χρόνους και να γίνει η κατ’ εξοχήν ζωγραφική των
ορθοδόξων ναών. Κύριο χαρακτηριστικό της βυζαντινής ζωγραφικής είναι η
αφαίρεση, δηλαδή η συμβολική παράσταση, η οποία υπερβαίνει το χώρο και
τον χρόνο, με σκοπό να δείξει όχι το πραγματικό, αλλά το ιδανικό.

γ) Τα ψηφιδωτά: Στη ζωγραφική των ναών θα μπορούσαμε να


εντάξουμε και τη θαυμάσια εκκλησιαστική τέχνη των ψηφιδωτών, η οποία
χαρακτηρίστηκε ως αυτοκρατορική τέχνη λόγω του υψηλού κόστους, που
μόνο οι αυτοκράτορες μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν. Διασώθηκαν
πάμπολλα υπέροχα δείγματα αυτής της θαυμάσιας τέχνης, Ραβέννα, Σικελία,
Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Χίος, Βοιωτία, Δαφνί Αθηνών κλπ.

«ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΝΑΟΥ»

Όπως αναφέραμε και παραπάνω ο χριστιανικός ναός παραμένει, ως


προς την εσωτερική του δομή, ουσιαστικά, ο ίδιος από τα αρχαία χρόνια ως
σήμερα. Η εσωτερική διάκριση σε τρία μέρη, δηλαδή τον νάρθηκα, τον κυρίως
ναό και το ιερό Βήμα είναι βασικό στοιχείο σε όλους τους αρχιτεκτονικούς
ρυθμούς ναοδομίας, προφανώς από επίδραση του ιουδαϊκού ναού, ο οποίος
χωρίζονταν και αυτός σε τρία μέρη. Αφότου βεβαίως επεκράτησε στην
Ορθόδοξη Ανατολή ο τέλειος σταυροειδής ναός, δηλαδή ο βυζαντινός ρυθμός,
παγιώθηκαν σχεδόν όλα τα στοιχεία στον χριστιανικό ναό, όπως για
παράδειγμα τα μέρη του ναού, η θέση των διαφόρων αντικειμένων, οι
εικονογραφικοί κύκλοι και άλλα..

Τίποτε δεν είναι τυχαίο στον χριστιανικό ναό. Το κάθε τι έχει μελετηθεί
σχολαστικά και έχει τη δική του χρησιμότητα και σημασία. Οι Πατέρες της
Εκκλησίας μας όρισαν οι πιστοί μπαίνοντας στο ναό, για να συμμετάσχουν
στην λατρεία και την ευχαριστιακή σύναξη, να εγκαταλείπουν προς ώρας τα
εγκόσμια και να εισέρχονται στη σφαίρα του υπεραισθητού. Γι’ αυτό τα πάντα
μέσα στο ναό έχουν το βαθύτερο συμβολισμό τους, ώστε να δίνονται στους
πιστούς σωστικά μηνύματα.

10
«Το ιερό Βήμα»

Το ιερό Βήμα καταλαμβάνει το ανατολικό άκρο του ναού. Ονομάζεται έτσι


διότι βρίσκεται υψηλότερα από τον υπόλοιπο ναό, κατ’ επίδραση των
ρωμαϊκών βασιλικών, οι οποίες ήταν υπερυψωμένες στο σημείο αυτό, από
όπου ομιλούσαν οι ρήτορες των δικαστηρίων. Θεωρείται χώρος ιερός, επειδή
εκεί τελούνται τα ιερά μυστήρια, με κορυφαίο το μυστήριο της Θείας
Ευχαριστίας. Επιτρέπεται η είσοδος μόνο των κληρικών και γι’ αυτό
ονομάζονταν άδυτον και άβατον. Στους βυζαντινούς χρόνους, στον μόνο
λαϊκό, στον οποίο επιτρέπονταν ή είσοδος ήταν ο αυτοκράτορας, διότι
θεωρούνταν ιερό πρόσωπο (Σωζομενού Εκκλ. Ιστ. Ζ΄25).

Η ανατολική πλευρά του ιερού Βήματος καταλήγει, όπως αναφέραμε, σε


κόγχη, η οποία ονομάζεται Πλατυτέρα. Στο μέσον του ιερού Βήματος
βρίσκεται η αγία Τράπεζα (Mensa Sacra). Ονομάζεται και ιερό Θυσιαστήριο,
διότι πάνω σε αυτή τελείται η αναίμακτη απολυτρωτική Θυσία του Χριστού
στο διηνεκές. Η αγία Τράπεζα συμβολίζει τον ζωοδόχο Τάφο του Κυρίου,
μέσα από τον οποίο πήγασε η αληθινή ζωή του κόσμου. Τα δε πολυτελή
καλύμματα, της αγίας Τραπέζης συμβολίζουν τα ιερά σάβανα και τη σινδόνα,
με την οποία τυλίχθηκε το άχραντο Σώμα του Χριστού κατά την θεία ταφή
Του. Όπως είχαμε τονίσει παραπάνω στους πρωτοχριστιακούς χρόνους ως
άγιες Τράπεζες χρησιμοποιούνταν τάφοι μαρτύρων. Αυτή η συνήθεια
προήλθε προφανώς από επίδραση του χωρίου της Αποκαλύψεως 6,9 «και
είδον υποκάτω του θυσιαστηρίου τας ψυχάς των εσφαγμένων δια τον
λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν του αρνίου ήν είχον». Συνεχίζοντας
αυτή την παράδοση η Εκκλησία μας μέχρι σήμερα, κατά τον εγκαινιασμό, ο
επίσκοπος τοποθετεί λείψανα αγίων σε κρύπτη της αγίας Τραπέζης. Εάν δεν
έχει εγκαινιασθεί ο ναός χρησιμοποιείται το ιερό αντιμήνσιο, ειδικό ύφασμα, το
οποίο φέρει την παράσταση της ταφής του Κυρίου και έχει ραμμένα επάνω
άγια λείψανα.

Η αγία Τράπεζα στηρίζεται συνήθως σε έναν στύλο, ο οποίος συμβολίζει


τον ασάλευτο στύλο της Εκκλησίας, το Χριστό, ή σε τέσσερις στύλους που
συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Πάνω στην αγία Τράπεζα υπάρχει
το ιερό Ευαγγέλιο, το οποίο συμβολίζει την πραγματικό παρουσία του
Χριστού στην Εκκλησία και το γεγονός ότι η Εκκλησία διαφυλλάσει την
Αλήθεια. Υπάρχει ακόμα ο Σταυρός ευλογίας, ο οποίος συμβολίζει την
ανίκητη δύναμη της Εκκλησίας κατά του κακού, καθώς και το ιερό αντιμήνσιο,
στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω. Στο πάνω μέρος υπάρχει το ιερό
Αρτοφόριο, πολυτελές κυτίο, ερμητικά κλειστό, στο οποίο φυλάσσεται ο
καθαγιασμένος, από την Μ. Πέμπτη, άγιος ρτος εμποτισμένος με το τίμιο
Αίμα του Κυρίου, για την μετάληψη των ετοιμοθάνατων πιστών. Εκατέρωθεν
του Αρτοφορίου είναι τοποθετημένα τα κηροπήγια, τα οποία συμβολίζουν το
ανέσπερο φως της χριστιανικής διδασκαλίας.

Πίσω από την αγία Τράπεζα υπάρχουν τα εξαπτέρυγα, μεταλλικά


λάβαρα με παραστάσεις αγγελικών μορφών που ακτινοβολούν. Συμβολίζουν
ασφαλώς το αγγελικό τάγμα των εξαπτερύγων αγγέλων, το οποίο
παραστέκεται τιμητικά στο Θεό (Ησ.6:1-2, Αποκ.4:6-8). Στην περίπτωσή μας

11
παραστέκονται τιμητικά στον Εσταυρωμένο Κύριο, ο Οποίος βρίσκεται
ανάμεσα στα εξαπτέρυγα.

Στη βορειοανατολική πλευρά του ιερού βήματος υπάρχει η κόγχη της


ιεράς Προθέσεως, η οποία συμβολίζει το ιερό σπήλαιο της Γεννήσεως του
Κυρίου. Σε αυτή προετοιμάζονται τα τίμια Δώρα, πριν μεταφερθούν κατά τη
Μεγάλη Είσοδο στην αγία Τράπεζα για να καθαγιασθούν. Η κόγχη αυτή φέρει
την εικονογραφική παράσταση της κρας Ταπείνωσης και σπάνια την εικόνα
της Γεννήσεως Στην Πρόθεση υπάρχει το άγιο Ποτήριο, στο οποίο σμίγεται ο
οίνος (νάμα) και το νερό, τα οποία θα μεταβληθούν σε Αίμα Χριστού. Δίπλα
υπάρχει το ιερό Δισκάριο, πάνω στο οποίο τοποθετείται ο Αμνός, το τεμάχιο
άρτου, που θα μεταβληθεί σε Σώμα Χριστού, καθώς και άλλα τεμάχια από το
πρόσφορο, αφιερωμένα στην Θεοτόκο, τους αγίους αγγέλους, τους ζώντες
πιστούς, τους κεκοιμημένους πιστούς. Αυτό το ιερό σύνολο πάνω στο
δισκάριο συμβολίζει την ενότητα της Εκκλησίας. Πάνω στο ιερό Δισκάριο
υπάρχει επίσης ο Αστερίσκος, ο οποίος συμβολίζει τον αστέρα της
Γεννήσεως και σκοπό έχει να εμποδίζει το ιερό κάλυμμα να ακουμπά στα
τεμάχια του αγίου Άρτου. Στην ιερά Πρόθεση υπάρχει ακόμα η λαβίδα
(κοχλιάριο) με το οποίο κοινωνούν οι πιστοί, η αγία λόγχη, η οποία
συμβολίζει τη λόγχη που κεντήθηκε ο Κύριος κατά τη σταύρωση και ο
σπόγγος που και αυτός συμβολίζει το σπόγγο που δόθηκε όξος στον Κύριο
και το Ζέον, δοχείο που περιέχει ζεστό νερό, το οποίο χύνεται στο ιερό
Πατήριο και συμβολίζει τη ζέση της πίστεως. Τέλος σε αυτή υπάρχουν τα
καλύμματα των ιερών σκευών, ο αήρ και το ιερό μανδήλιο.

Άλλα σκεύη του ιερού Βήματος είναι το θυμιατήριο (θυμιατός), με το


οποίο θυμιάζει ο ιερεύς το λαό και συμβολίζει την προσευχή των πιστών, η
οποία κατευθύνεται «ως θυμίαμα ενώπιον του Θεού» (Ψαλμ.140:2). Τα
κουδουνάκια του θυμιατού συμβολίζει το εύηχο κήρυγμα της χριστιανικής
διδασκαλίας και το άρωμα του θυμιάματος τη θεία χάρη (Φιλ.4:18). Οι
λαμπάδες και οι φανοί των εισόδων και λιτανειών, τα οποία δίνουν
λαμπρότητα στις ιερές ακολουθίες συμβολίζουν το φως του Χριστού, το οποίο
διαλύει τα νοητά σκοτάδια των ανθρώπινων πλανών και ανοίγει το δρόμο για
την εν Χριστώ σωτηρία.

Το ιερό Βήμα χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο, το οποίο


διαμορφώθηκε σταδιακά. Στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές αποτελούνταν
από μικρούς κονίσκους και μαρμάρινα ή ξύλινα θωράκια. Αργότερα
προστέθηκαν οι μεγάλες εικόνες και διπλασιάστηκε σε ύψος και προστέθηκε
το δωδεκάορτο, οπότε πήρε τη σημερινή του μορφή. Η επικοινωνία ιερού
Βήματος και κυρίως ναού γίνεται με τις τρεις θύρες, την ωραία πύλη
(κεντρική), από την οποία μπαινοβγαίνουν μόνο οι λειτουργοί, τη βόρεια και τη
νότια πύλη.

«Ο κυρίως ναός»

Ο κυρίως ναός καταλαμβάνει τη μεγαλύτερη επιφάνεια του ναού. Είναι το


μέρος που ίσταται ο πιστός λαός για να συμμετάσχει στη λατρεία της
Εκκλησίας. Μπροστά από το ιερό Βήμα, χαμηλότερα κατά δύο ή τρία
σκαλοπάτια, βρίσκεται ο σολέας. Είναι ο χώρος εκείνος στον οποίο τελούνται

12
τα μυστήρια και οι διάφορες τελετές. Για λόγους ευταξίας εμποδίζονται οι
πιστοί να στέκονται στο χώρο αυτό. Στα βυζαντινά χρόνια ονομάζονταν
«Βήμα των Αναγνωστών», διότι από εκεί διαβάζονταν τα αναγνώσματα των
ιερών ακολουθιών από τον αναγνώστη.

Στο νότιο μέρος του σολέα βρίσκεται ο δεσποτικός θρόνος. Στην


τιμητική αυτή θέση στέκεται ο επίσκοπος εις τύπον και τόπον Χριστού,
σύμφωνα με τον άγιο Ιγνάτιο το θεοφόρο (+107 μ.Χ.). Άλλωστε πίσω του
εικονίζεται ο Δεσπότης Χριστός για να θυμίζει την αδιάκοπη παρουσία Του
στην Εκκλησία. Είναι κατασκευασμένος από ξύλο ή μάρμαρο και φέρει
θαυμάσια γλυπτική διακόσμηση.

Εκατέρωθεν του σολέα βρίσκονται τα αναλόγια, βήματα όπου στέκονται


οι χοροί των ιεροψαλτών και ψάλλουν. Πολύ συχνά τα αναλόγια τα συναντάμε
και έξω του σολέα μπροστά στη βόρεια και νότια πύλη του ιερού Βήματος. Τα
αναλόγια είναι επικλινή έπιπλα στα οποία τοποθετούνται τα ιερά βιβλία που
περιέχουν τις διάφορες ακολουθίες. Τα βιβλία που χρησιμοποιούνται είναι η
Παρακλητική, τα Μηναία, το Τριώδιο, το Πεντηκοστάριο, το Ωρολόγιο, το
Ψαλτήριο, το Τυπικό κ.α.

Στο αριστερό μέρος του σολέα ή έξω από αυτόν βρίσκεται ο άμβωνας,
που σημαίνει ύψωμα, εκ του αναβαίνω. Από εκεί διαβάζεται το ιερό Ευαγγέλιο
από τον διάκονο και κηρύσσεται ο θείος λόγος από το ιεροκήρυκα. Ο
άμβωνας συμβολίζει τον τάφο του Χριστού και ο διάκονος τον άγγελο της
Αναστάσεως (Μάρκ.16:6). Φέρει παραστάσεις των ιερών Ευαγγελιστών και
υπάρχει ανάγλυφο περιστέρι, πάνω στο οποίο τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο
και συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα.

Στο μπροστινό μέρος του σολέα βρίσκονται τα μεγάλα μανουάλια, τα


οποία μαζί με τα κανδύλια του τέμπλου, εκτός από το φως που εκπέμπουν,
συμβολίζουν το νοητό φως του Χριστού, το οποίο «φαίνει πάσι». Το ίδιο και
οι πολυέλαιοι ή ο συνδυασμός οι οποίοι κρέμονται από την οροφή και
συμβολίζουν το φως του Χριστού και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, που
κατέρχεται από τον ουρανό.

Στη νότια πλευρά του ναού βρίσκονται τα καθίσματα των ανδρών πιστών
και στη βόρεια πλευρά τα καθίσματα των γυναικών πιστών. Τα καθίσματα και
κυρίως τα στασίδια, που είναι ενωμένα με τους πλαϊνούς τοίχους συμβολίζουν
τον τάφο του κάθε πιστού, μέσα από τον οποίο θα αναστηθεί εν Χριστώ κατά
τη Δευτέρα Παρουσία. Στο δυτικό μέρος του κυρίως ναού βρίσκονται τα
προσκυνητάρια, δηλαδή ξυλόγλυπτοι ή μαρμάρινοι θρόνοι στους οποίους
είναι τοποθετημένες ιερές εικόνες, κυρίως του τιμωμένου αγίου του ναού, τις
οποίες προσκυνούν οι πιστοί μπαίνοντας στο ναό. Στο ίδιο μέρος υπάρχουν
τα ειδικά μανουάλια - κηροπήγια στα οποία ανάβουν τα κεριά τους οι πιστοί.
Τα κεριά συμβολίζουν την ψυχή μας, η οποία θα πρέπει να είναι καθαρή
όπως το φως και να καίει σαν τη φωτιά από λαχτάρα για την ένωσή της με το
Χριστό. Επίσης όπως το κερί ακτινοβολεί και διαλύει τα σκοτάδια, το ίδιο και η
ψυχή μας πρέπει να ακτινοβολεί από πνευματική ιλαρότητα, ώστε, σύμφωνα
με το λόγιο του Κυρίου «ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των

13
ανθρώπων, όπως ίδωσι υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατερα υμών
τον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ.5:16).

Άλλα υπάρχοντα του κυρίως ναού είναι ο ιερός Επιτάφιος, ο οποίος


βρίσκεται κορνιζαρισμένος συνήθως στον βορεινό τοίχο. Πρόκειται για το
πολύτιμο χρυσοκέντητο ύφασμα, το οποίο παριστάνει την θεία Αποκαθήλωση
και τοποθετείται την Μ. Παρασκευή στο ανθοστόλιστο ιερό κουβούκλιο για
προσκύνηση.

«Ο νάρθηκας ή πρόναος»

Το τρίτο μέρος του ναού, που βρίσκεται στο δυτικό άκρο είναι
ο νάρθηκας ή πρόναος. Είναι το μέρος που στην αρχαία Εκκλησία
στέκονταν οι κατηχούμενοι, οι μετανοούντες, οι υποπίπτοντες και
οι προσκλαίοντες πιστοί. Η πρωτοτυπία του νάρθηκα ξεκίνησε
από το χώρο των Ελληνικών Βασιλικών του 5ου κυρίως αιώνα και
γενικεύθηκε στον μεσογειακό χώρο τον 6ο αιώνα. Η ονομασία
ίσως να προέρχεται από την ομοιότητα του σχήματος προς το
φυτό νάρθηκα. Δεν αποκλείεται επίσης να έχει σχέση προς τους νάρθηκες,
στενόμακρα δηλαδή κιβωτίδια, που κατασκευάζονταν από τον κορμό του
φυτού και χρησίμευαν για τη φύλαξη φαρμάκων ή μύρων.

Σήμερα που δεν υπάρχουν ενήλικοι κατηχούμενοι ο χώρος αυτός


χρησιμεύει για να στήνονται τα παγκάρια του ναού, στα οποία πωλούνται
λαμπάδες, βιβλία, αφιερώματα κλπ. Εκεί στέκονται οι επίτροποι, ο νεωκόρος
και οι άλλοι εργαζόμενοι στο ναό. Ο νάρθηκας επικοινωνεί με τον κυρίως ναό
με μια ευρύχωρη θύρα και σε πολλές περιπτώσεις με άλλες δύο μικρότερες
πλαϊνές. Η έξοδος προς τον αύλειο χώρο γίνεται με μεγάλη κεντρική θύρα.

«Ο αύλειος χώρος του ναού»

Ο αύλειος χώρος μπροστά και γύρω από το ναό έχει


μεγάλη χρησιμότητα. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που
πολλές ιερές τελετές γίνονται στο χώρο αυτό, όπως η τελετή
της Αναστάσεως, η τελετή του Μεγάλου Αγιασμού των
Θεοφανίων, η τελετή των ιερών εικόνων την Κυριακή της
Ορθοδοξίας κ.α. Για τις τελετές αυτές υπάρχουν σε πολλούς
ναούς μόνιμες σκεπασμένες εξέδρες καθώς και φιάλη για την
τελετή του Μεγάλου Αγιασμού.

Στον αύλειο χώρο βρίσκεται και το κωδωνοστάσιο. Πρόκειται τους


χαρακτη- ριστικούς ψηλούς πύργους, οι οποίοι τις περισσότερες φορές είναι
ενωμένοι με το ναό. Οι εύηχες καμπάνες καλούν τους πιστούς να προσέλθουν
στην Εκκλησία. Έχουν πάρει την ονομασία τους από την Καμπανία, περιοχή
της Ιταλίας, στην οποία πρωτοκατασκευάστηκαν. Συμβολίζουν δε τις
σάλπιγγες των αγγέλων για εκγρήγορση

Οι ευρύχωροι και περιποιημένοι περίβολοι των ιερών ναών είναι επίσης


τόποι συνάντησης και αναψυχής των ενοριτών. Αυτό είναι δείγμα ότι ο ναός
παίζει ευρύτερο ρόλο στη ζωή των πιστών της ενορίας. Παλιότερα στα χωριά

14
μας στον προαύλιο χώρο του ναού γινόταν τα ονομαστά πανηγύρια προς
τιμήν του εορταζόμενου αγίου του ναού.

«Η ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ»

Όπως είδαμε και στα προηγούμενα η χριστιανική ζωγραφική


τέχνη καλλιεργήθηκε δεόντως στην Εκκλησία από την
πρωτοχριστιανική εποχή. Εκτός από την αισθητική χρησιμότητά
της η εικόνα στην Εκκλησία διαδραματίζει ένα σπουδαίο
ποιμαντικό ρόλο. Μια λαϊκή ρήση λέει πως όσο αξίζει μια εικόνα
δεν αξίζουν χίλιες λέξεις. Έτσι η χριστιανική ζωγραφική λειτουργεί
στην Εκκλησία ως το βιβλίο των αγραμμάτων πιστών, σύμφωνα,
με τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Η υπέροχη βυζαντινή εικονογραφία με τις
άπειρες αφαιρετικές της παραστάσεις, οδηγεί τον πιστό στη σφαίρα του
υπεραισθητού και σε υψηλές θεωρήσεις. Ο καθηγητής Γ. Αντουράκης έγραψε
πως «Η Βυζαντινή Ζωγραφική είναι τέχνη πνευματικής διακονίας, μια
τέχνη λειτουργική, μια τέχνη υψηλής Θεολογίας, που μας καλεί να
μιμηθούμε τα άγια πρότυπα» (Χριστιανική Αρχαιολογία τομ. Α΄ σελ.172).

Οι βυζαντινοί ναοί είναι καταστόλιστοι από πλήθος εικονογραφικών


παραστάσεων τις οποίες οι ειδικοί τις έχουν κατατάξει σε ομάδες, τις οποίες
ονομάζουμε εικονογραφικούς κύκλους.

α) Δογματικός κύκλος: περιλαμβάνει τις παραστάσεις: 1) του Ιησού ως


διδασκάλου στην κεντρική είσοδο του κυρίως ναού, 2) του Παντοκράτορα του
τρούλου, ο οποίος περιστοιχίζεται από ουράνιες δυνάμεις, 3) των προφητών
ανάμεσα στα παράθυρα του τυμπάνου του τρούλου, οι οποίοι ανήγγειλαν τον
Ιησού ως Μεσσία, 4) των τεσσάρων Ευαγγελιστών στα σφαιρικά τρίγωνα του
τρούλου, οι οποίοι διέδωσαν το λόγο του Χριστού, 5) της Πλατυτέρας στην
κόγχη του ιερού ένθρονη με τον Ιησού βρέφος στην αγκαλιά Της, ως η
γέφυρα που ένωσε τη γη με τον ουρανό, 6) της Αγίας Τριάδος με την
συμβολική παράσταση της φιλοξενίας του Αβραάμ, πάνω στο ημικύκλιο του
ιερού, 7) την Ετοιμασία του Θρόνου πάνω στον οποίο υπάρχει το Ευαγγέλιο
και το Άγιο Πνεύμα ως περιστερά, κάτω από την Αγία Τριάδα, όπου
συμβολίζεται η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου.

β) Λειτουργικός κύκλος: Στο χώρο του ιερού βήματος εικονίζονται: 1) η


Θεία Λειτουργία, την οποία τελούν άγγελοι στον ουρανό, 2) η Μετάληψη των
Αποστόλων από το Χριστό, 3) οι μορφές των Μεγάλων Ιεραρχών, κάτω από
την Πλατυτέρα στη κόγχη (Μ. Βασιλείου, Ι. Χρυσοστόμου, Γρηγορίου
Θεολόγου, Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Μ. Αθανασίου κ.α.), οι οποίοι κρατούν
λειτουργικά ειλητάρια.

γ) Ιστορικός κύκλος: Στις καμάρες και στους τοίχους του κυρίως ναού
ζωγραφίζονται παραστάσεις από την ιστορία της Εκκλησίας: 1) Σκηνές από τη
ζωή του Χριστού, (Γέννηση, Βάπτιση, Σταύρωση, Ανάσταση, Ανάληψη),
σκηνές θαυμάτων, 2) Σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου, (Γέννηση, Εισόδια,
Κοίμηση), 3) Σκηνές από τη ζωή των Αγίων, (μαρτύρια, θαύματα), κλπ. 4)
Προσωπογραφίες Αγίων ανδρών (νότιος τοίχος) και γυναικών (βόρειος
τοίχος). Σε αυτόν τον εικονογραφικό κύκλο ανήκουν και οι εικόνες του

15
τέμπλου. Αριστερά της Ωραίας Πύλης εικονίζεται ο Δεσπότης Χριστός,
περιβεβλημένος με όλη Του τη δόξα. Δεξιά της Ωραίας Πύλης εικονίζεται η
Θεοτόκος με τον Κύριο στις άχραντες αγκάλες Της, η Οποία ως η στοργική
μητέρα του κόσμου, δέεται για τους πιστούς. Δεξιά του Κυρίου εικονίζεται ο
τίμιος Πρόδρομος, ο «μείζων εν γεννητοίς γυναικών προφήτης» (Λουκ.7:28)
και αυτός δεόμενος. Δεξιά της Θεοτόκου ο ο τιμώμενος άγιος του ναού ή
παράσταση Δεσποτικής ή Θεομητορικής εορτής στην οποία είναι
αφιρεωμένος ο ναός Στο πάνω μέρος του τέμπλου εικονίζονται σκηνές από
την επίγεια ζωή του Κυρίου (Δωδεκάορτο) και οι μορφές των αποστόλων και
άλλων επιφανών αγίων.

«Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΝΑΟΥ»

Όπως αναφέραμε και στην αρχή ο ναός επιτελεί ένα


σημαντικότατο ρόλο στη ζωή της Εκκλησίας. Είναι στενά
συνδεδεμένος με τη ζωή της Εκκλησίας και ιδιαίτερα με την
ευχαριστιακή σύναξη, η οποία είναι κυριότερη σωτηριώδη
πράξη Της. Εκτός από αυτό όμως η σημασία του ναού για
τους πιστούς έχει και βαθύτερες συμβολικές προεκτάσεις. Σύμφωνα με την
Θεολογία των Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας, όλες οι ενδοκοσμικές
πραγματικότητες, εκτός από την αισθητή τους διάσταση έχουν και
υπεραισθητή και τη μυστική διάσταση. Ο ορθόδοξος ναός δε θα μπορούσε να
αποτελέσει εξαίρεση. Η τεράστια σημασία που έχει για τη ζωή της Εκκλησίας
έδωσε την αφορμή για σημαντικούς συμβολισμούς, χρήσιμους για την
αναγωγή του πιστού σε υψηλές υπεραισθητές εμπειρίες.

Ο ορθόδοξος ναός είναι μια μικρογραφία του σύμπαντος κόσμου (ορατού


και αοράτου). Είναι κατά τον καθηγητή Γ. Αντουράκη «ένα ορατό σημείο -
σύμβολο- εκείνου που δεν μπορούν να δουν τα ανθρώπινα μάτια. Η
μυστική σημασία του ναού αποκαλύπτεται μόνο στους μυημένους,
στους πιστούς» ( όπου, ανωτ. σελ. 109)

Ο τρούλος συμβολίζει τον ουρανό και γι αυτό


εικονίζεται σ’ αυτόν ο Παντοκράτωρ Χριστός, ως ο μόνος
κυρίαρχος των πάντων, σε τεράστιο πλάνο, εκφράζοντας έτσι
πληρότητά Του και την παρουσία Του σε ολόκληρο τον
κόσμο, ότι «πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού
εγένετο ουδέ εν, ό γέγονεν» (Ιωάν.14). Μαζί Του στον
ουρανό υπάρχουν οι άγγελοι, οι προφήτες, οι απόστολοι και οι άγιοι. Αυτοί
αποτελούν το θριαμβεύον μέρος της Εκκλησίας του Χριστού, το οποίο
απολαμβάνει τη θεία μακαριότητα, υμνεί ακατάπαυστα το Θεό και δέεται για
το στρατευόμενο επί γης μέρος της Εκκλησίας. Τα κανδήλια και οι πολυέλαιοι
συμβολίζουν τα άστρα του ουρανίου θόλου.

Το άγιο Βήμα συμβολίζει τον Παράδεισο, την Άνω Ιερουσαλήμ


(Αποκ.21:2), μέσα στον οποίο τελείται ακατάπαυτα η ουράνια Θεία
Λειτουργία, με λειτουργούς τους αγγέλους. Η αγία Τράπεζα συμβολίζει το
Θρόνο του Εσφαγμένου Αρνίου (Αποκ. Αποκ.22:3). Οι ιερείς συμβολίζουν
τους αγίους αγγέλους, τα λειτουργικά πνεύματα του Θεού (Εβρ.1:14), γι’ αυτό
θα πρέπει να είναι άμεμπτοι και άγιοι, όπως εκείνοι. Τα ιερά τους άμφια έχουν

16
και αυτά το συμβολισμό τους. Η λαμπρότητα και η καθαρότητά τους
συμβολίζουν την ιερατική χάρη, που είναι ενδεδυμένοι.

Η γη συμβολίζεται δια του δαπέδου του ναού. Εκεί στέκονται


οι πιστοί, οποίοι απαρτίζουν την επί γης στρατευόμενη Εκκλησία
και ατενίζουν τον ουρανό (θόλο), τον Παράδεισο (ιερό βήμα) και
τους εικονιζόμενος αγίους. Εκεί ενώνονται με το άλλο μέρος της
Εκκλησίας τη θριαμβεύουσα. Ζητούν από αυτή συμπαράσταση
και δύναμη για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες
της ζωής και να ολοκληρώσουν με επιτυχία το δρόμο του
επίγειου βίου. Δια των ιερών μυστηρίων προγεύονται τα μέλλοντα ουράνια
αγαθά.

Στο ναό ο πιστός κάνει τη μεγάλη υπέρβαση του χρόνου και του χώρου.
Ενώ βρίσκεται στη γη μετέχει του ουρανού, ενώ είναι μέρος του υλικού
κόσμου, κοινωνεί με τον κόσμο των νοερών και πνευματικών δυνάμεων, ενώ
ζει μέσα στους περιορισμούς του χρόνου, γεύεται την αιωνιότητα. «Η γη κι’ ο
ουρανός ανακατεύονται κάθε Κυριακή και κάθε γιορτινή μέρα στη Θεία
Λειτουργία. Το να πας την Κυριακή στη Λειτουργία σημαίνει πραγματικά
να βγείς απ’ το σπίτι σου και να πας στον ουρανό» έγραψε ο μεγάλος
Ρουμάνος ποιητής και συγγραφέας V. Gheorghiu (Ένα Όνομα για την
Αιωνιότητα, Αθήναι 1972, σελ. 105,139).

Μέσα στο ναό και συγκεκριμένα πάνω στο ιερό δισκάριο, και στο ιερό
ποτήριο συναντάται η στρατευομένη με τη θριαμβεύουσα Εκκλησία. Εκεί δεν
υπάρχει διάκριση μεταξύ ορατού και αοράτου υλικού και άυλου. Εκεί η φθαρτή
ύλη λυτρώνεται από την κατάρα της φθοράς, (Ρωμ.8:21), καθαγιάζεται και
θεώνεται στα στοιχεία του ρτου και του Οίνου, τα οποία μεταβάλλονται σε
Σώμα και Αίμα Χριστού. Οι άνθρωποι, ο κόσμος, η κτίση ολόκληρη γίνεται
«καινή κτίσις» (Γαλ.6:15), «ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Α΄Κορ.15:28 ). Οι
άγγελοι και οι άγιοι είναι οι μεγάλοι φίλοι των ζώντων πιστών και όλοι αυτοί
μαζί συναποτελούν το μυστικό Σώμα του Χριστού, η σχέση τους δε είναι
τέτοια ώστε, «είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη, είτε
δοξάζεται εν μέλος συγχαίρει πάντα τα μέλη» (1 Κορ.12:26). Πάνω σε
αυτή την αρχή στηρίζεται η θαυμαστή κοινωνική δράση της
Εκκλησίας μας.

Μέσα στον ορθόδοξο ναό βιώνεται το πιο χαρμόσυνο


γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, η νίκη της ζωής κατά του
θανάτου, δια της θριαμβευτικής Αναστάσεως του Χριστού. Η
Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία μας έχει χαρακτηρισθεί δικαίως ως η
Εκκλησία της Αναστάσεως, διότι ζει και βιώνει αδιάκοπα το γεγονός της
Αναστάσεως. Η Ορθόδοξη ζωή είναι ένα διαρκές Πάσχα! Ο ναός εκφράζει
απόλυτα αυτή την πραγματικότητα. Η εικονογραφία, από τις εικονικές
παραστάσεις της Αναστάσεως, ως τις εικονιζόμενες μορφές των αγίων,
εκφράζει τη μεταναστάσιμη πραγματικότητα της Εκκλησίας. Κάθε Κυριακή
εορτάζεται χαρμόσινα η Ανάσταση του Κυρίου, οι ακολουθίες είναι
αναστάσιμες και απαγορεύεται η αυστηρή νηστεία. Οι πιστοί νοιώθουν αυτή
τη διάσταση και χαίρονται για τη νίκη κατά του θανάτου και της φθοράς και
προγεύονται την αθανασία και την αιωνιότητα.

17
Ο ορθόδοξος ναός αποτελεί το κέντρο της ενοριακής ζωής. Δεν είναι
τυχαίο ότι, κατά κανόνα, κτίζεται στο κέντρο της συνοικίας, ή του χωριού και οι
τρούλοι και το καμπαναριό προεξέχουν των παρακείμενων κτιρίων.
Παλαιότερα όταν υπήρχε έντονο το στοιχείο της κοινωνικότητας και δεν είχε
υπεισέλθει το μικρόβιο της αστικής απομόνωσης, ο περίβολος του ναού ήταν
τόπος συγκέντρωσης και επίλυσης των προβλημάτων των ενοριτών με κοινή
συμμετοχή όλων. Κάτω από τη σκέπη του Θεού Πατέρα πραγματώνεται η
αδελφότητα των εν Χριστώ πιστών και όλων των ανθρώπων. Σήμερα σε
πολλές ενορίες πλάι στο ναό λειτουργούν μονάδες αξιόλογης κοινωνικής
ευποιίας στις οποίες βρίσκουν υλική και πνευματική συμπαράσταση
αναξιοπαθούντες άνθρωποι. Το ιερό πρόσωπο του θείου προσώπου ή του
αγίου, στο οποίο είναι αφιερωμένος ο ενοριακός ναός ανάγεται σε προστάτης
της ενορίας. Πολλοί ενορίτες φέρουν με καμάρι το όνομα του και αφιερώνουν
σε αυτό ονομασίες χωριών, συνοικισμών και οδών. Η πανύγηρη του ναού
αποτελεί σημαντικό γεγονός για ολόκληρη την ενορία.

Ο ναός είναι το δεύτερο σπίτι του πιστού. Βρέφος όντας


εκεί οδηγείται για τον σαραντισμό. Στο ναό λαμβάνει το άγιο
Βάπτισμα και αναγεννάται σε νέα εν Χριστώ ύπαρξη. Εκεί
στεφανώνεται και μοιράζεται τη χάρα του γάμου του με όλη
την τοπική εκκλησία. Εκεί απολαμβάνει τις χαρές των
μεγάλων γιορτινών ημερών. Στο ναό χαίρεται τη βάπτιση των παιδιών του.
Εκεί μετέχει των ιερών μυστηρίων και λαμβάνει τη λυτρωτική χάρη του Θεού.
Μέσα σ αυτόν σπεύδει να προσευχηθεί για τις δυσκολίες της ζωής και να
αντλήσει δύναμη για την πορεία της ζωής του. Εκεί οδηγείται με το πέρας της
επί γης ζωής του, για την εξόδιο ακολουθία του. Στο ναό θα αναπέμπονται
εσαεί επιμνημόσυνες δεήσεις γι’ αυτόν και για όλους τους κεκοιμημένους
πιστούς.

«ΕΠΙΛΟΓΟΣ»

Ύστερα από αυτά έγινε νομίζω φανερό πως η παρουσία του ορθοδόξου
ναού στη ζωή της Εκκλησίας είναι στενά δεμένη με την όλη λυτρωτική
διαδικασία. O χώρος του ναού είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύγκληση
της Εκκλησίας. Αυτό το γνωρίζουν καλά οι πιστοί και γι’ αυτό θεωρούν τον
τακτικό εκκλησιασμό, όχι απλά υποχρέωση, αλλά ανάγκη, εσωτερική
υπαρξιακή παρόρμηση και τρόπο ζωής. Διότι η σωτηρία μας, σύμφωνα με την
ορθόδοξη διδασκαλία, δεν είναι προϊόν ατομικής μας επιτυχίας, αλλά είναι
προϊόν της αγάπης του Θεού και Πατρός, της χάρητος του Κυρίου Ιησού
Χριστού και της κοινωνίας του Αγίου Πνεύματος (Β΄Κορ.13:13). Αυτά φυσικά
πραγματώνονται μέσα στην Εκκλησία, στην ευχαριστιακή σύναξη, στο ναό,
και βέβαια με προϋπόθεση τη δική μας συγκατάθεση και τον προσωπικό μας
αγώνα για κάθαρση και προσοικείωση των σωστικών ενεργειών του Θεού.

18

You might also like