You are on page 1of 225

∆ΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ∆ΙΑΣΤΗΜΙΚΗΣ

∆Ι∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ ΤΟΥ


Ιωάννη Ι. Βογιατζή

Θέµα

∆ιερεύνηση Μηχανισµών Επιτάχυνσης Υπέρθερµων


Σωµατιδίων στην Περιοχή της Μαγνητοουράς και
της Πολικής Χοάνης της Γεωµαγνητόσφαιρας
Παρατηρήσεις Υψηλής Χωροχρονικής Ανάλυσης
Cluster/RAPID

Επιβλέπων
Καθηγητής Εµµανουήλ Θ. Σαρρής

Ξάνθη, ∆εκέµβριος 2007


Τριµελής Συµβουλευτική Επιτροπή

Καθ. Εµµανουήλ Θ. Σαρρής (επιβλέπων, ∆ΠΘ)

Καθ. Ιωάννης Λ. Βοµβορίδης (ΕΜΠ)

Αναπλ. Καθ. ∆ηµήτριος Β. Σαραφόπουλος (∆ΠΘ)


Εισαγωγή

Ο κύριος σκοπός αυτής της δουλειάς είναι να κατανοήσουµε, όπως ο τίτλος δηλώνει,
τους µηχανισµούς επιτάχυνσης των υπέρθερµων σωµατιδίων τόσο στην περιοχή της
µαγνητοουράς (magnetotail) όσο και στην περιοχή της πολικής χοάνης (polar cus-
p). Στην περιοχή της µαγνητοουράς επικεντρωνόµαστε σε ενεργειακά ηλεκτρόνια τα
οποία παρουσιάζουν µια ανισοτροπία στη γωνία κλίσης (pitch angle) ολισθαίνοντας
κάθετα στο περιβάλλον µαγνητικό πεδίο και συνιστώντας έναν ανεξάρτητο πληθυσµό
σωµατιδίων του κεντρικού στρώµατος πλάσµατος (central plasma sheet). Από την
άλλη πλευρά, στην περιοχή της πολικής χοάνης, εξετάζουµε ενεργειακά σωµατίδια
(ιόντα και ηλεκτρόνια) των οποίων οι ϱοές παρουσιάζουν καθαρά χωρικά όρια συν-
οδευόµενες από έντονη χαµηλής συχνότητας κυµατική δραστηριότητα.
Χρησιµοποιώντας και ερµηνεύοντας παρατηρήσεις προερχόµενες από πολλά δι-
αστηµόπλοια συνθέτουµε ένα ϐελτιωµένο µοντέλο υποκαταιγίδων το οποίο είναι
ικανό να εξηγήσει πολλά από τα χαρακτηριστικά της ϕαινοµενολογίας των υπ-
οκαταιγίδων, πράγµα το οποίο άλλα µοντέλα αδυνατούν να κάνουν. Στα πλαίσια
αυτού του ϐελτιωµένου µοντέλου δίνουµε την ερµηνεία µας όσον αφορά τη γένεση
του ανισοτροπικού πληθυσµού ηλεκτρονίων που παρατηρείται από τα διαστηµό-
πλοια Cluster. Επιπρόσθετα, η εκτεταµένη χρήση δεδοµένων από άλλα πειράµα-
τα του Cluster µας δίνει τη δυνατότητα ν’ αναλύσουµε λεπτοµερώς µερικά περάσ-
µατα του Cluster από την πολική χοάνη. Αυτό µας ϐοηθάει να καταλήξουµε σε
κάποια συµπεράσµατα όσο αφορά τον πιθανό ϱόλο που τα χαµηλής συχνότητας
κύµατα µπορεί να έχουν στην επιτάχυνση των ϕορτισµένων σωµατιδίων σε υπέρθερ-
µες ενέργειες. Τέλος, συνδυάζουµε µερικά από τα αποτελέσµατά µας και από τις
δύο περιοχές του γεωδιαστηµικού χώρου συζητώντας τον πιθανό ϱόλο που τα εν-
εργειακά ιόντα της πολικής χοάνης (πιο συγκεκριµένα, τα υπέρθερµα, εξαιρετικώς
µη-αδιαβατικά Ο+ ) µπορούν να έχουν στον έλεγχο της δυναµικής των µαγνητοσ-
ϕαιρικών υποκαταιγίδων.
Για να παρουσιάσουµε τα αποτελέσµατα µας µε τον πιο προσιτό τρόπο ορ-
γανώσαµε την ύλη της παρούσης διατριβής σε 9 κεφάλαια. Τα πρώτα 3 κεφάλαια
παρουσιάζουν τα ϐασικά ϑεωρητικά εργαλεία της ϕυσικής του πλάσµατος που α-
παντάται στο διάστηµα τα οποία, κατά τη γνώµη µας, είναι αναγκαία για κάποιον
ο οποίος δεν είναι εξοικειωµένος µε το αντικείµενο, να µπορέσει ν’ αφοµοιώσει τις
ϕυσικές έννοιες που παρουσιάζονται στα κεφάλαια 4, 6, 7 και 8. Το κεφάλαιο
4 παρουσιάζει µια περιγραφή της γήινης µαγνητόσφαιρας και της δυναµικής της
χωρίς να προχωρά σε λεπτοµερή ανάλυση. Στο κεφάλαιο 5 δίνεται µια σύντοµη
περιγραφή της αποστολής Cluster και περιγράφονται διάφορα χαρακτηριστικά του
οργάνου RAPID το οποίο είναι ο κύριος παροχέας δεδοµένων σ’ αυτή τη διατριβή.
Τα κεφάλαια 6, 7 και 8 παρουσιάζουν τα επιστηµονικά αποτελέσµατα της διδακ-
τορικής διατριβής. Τέλος, στο κεφάλαιο 9 παρουσιάζεται µια ανακεφαλαίωση των

v
Εισαγωγή

αποτελεσµάτων, συµπεράσµατα από την έρευνά µας καθώς επίσης και προτάσεις
για πιθανή µελλοντική δουλειά.
Η διατριβή γράφτηκε σε LaTEX χρησιµοποιώντας τη γραµµατοσειρά kerkis η οποί-
α αναπτύχθηκε στο τµήµα µαθηµατικών του πανεπιστηµίου Αιγαίου. ΄Ενα από τα
ϐασικά χαρακτηριστικά της συγκεκριµένης γραµµατοσειράς είναι ότι µερικά από τα
γράµµατα εµφανίζονται στο κείµενο µε δύο διαφορετικούς τύπους σύµφωνα µε την
ελληνική τυπογραφική παράδοση η οποία τείνει να χαθεί. Συγκεκριµένα, τα γράµ-
µατα ϐήτα, Ϲήτα, ϑήτα, ϱο και ϕι έχουν διαφορετική µορφή όταν εµφανίζονται στην
αρχή ή στο µέσον µιας λέξης.
Η παρούσα εργασία αποτελεί ουσιαστικά µεταφορά στην ελληνική γλώσσα του αν-
τίστοιχου αγγλικού κειµένου χωρίς να υπάρχει 1-1 αντιστοιχία µεταξύ των αγγλικών
και ελληνικών λέξεων. Εξαιτίας της δυσκολίας εύρεσης ελληνικών επιστηµονικών όρ-
ων στο συγκεκριµένο αντικείµενο που ν’ αποδίδουν πιστά το αγγλικό κείµενο χωρίς
να αλλοιώνουν το επιστηµονικό του περιεχόµενο, σε πολλά σηµεία ο αναγνώστης
ϑα διαπιστώσει ότι η µετάφραση είναι ελεύθερη σε µια προσπάθεια διατήρησης της
λεκτικής και επιστηµονικής ποιότητας του ελληνικού κειµένου σε υψηλά επίπεδα.
Σ’ αυτό το σηµείο ϑέλω να εκφράσω τις ειλικρινείς µου ευχαριστίες σε ορισµένους
ανθρώπους µε τους οποίους είχα την τύχη να συναναστραφώ κατά τη διάρκεια των
σπουδών µου. Πρωτίστως, εκφράζω τη ϐαθιά µου ευγνωµοσύνη στο δάσκαλο και
οδηγό µου στην επιστήµη, Καθηγητή Εµµανουήλ Θ. Σαρρή. Νιώθω προνοµιούχος
που ολοκλήρωσα τις προπτυχιακές και µεταπτυχιακές µου σπουδές υπό την επίβ-
λεψή του. Τον ευχαριστώ ϑερµά για την ευκαιρία που µου έδωσε να δουλέψω πάνω
στο αντικείµενο της ∆ιαστηµικής Φυσικής και για την οικονοµική ϐοήθεια που µου
προσέφερε. Επίσης, η καθοδήγησή του ήταν καταλυτική για την περάτωση αυτής της
διατριβής. Χωρίς τη διαµεσολάβησή του δεν ϑα είχα επισκεφθεί το Πανεπιστήµιο της
Βοστώνης· µία επίσκεψη η οποία συνέβαλε αποφασιστικά στην ολοκλήρωση της δι-
δακτορικής διατριβής. Επίσης, ϑα ήθελα να εκφράσω τις ειλικρινείς µου ευχαριστίες
στα δύο µέλη της τριµελούς συµβουλευτικής επιτροπής Καθηγητή κ. Ιωάννη Λ. Βοµ-
ϐορίδη και Αναπληρωτή Καθηγητή κ. ∆ηµήτριο Β. Σαραφόπουλο για τις εύστοχες
παρατηρήσεις τους οι οποίες συνέβαλλαν στη ϐελτίωση της ποιότητας του ελληνικού
κειµένου.
Είµαι πραγµατικά υπόχρεος στον Καθηγητή Theodore A. Fritz και στο ∆ιδάκ-
τωρα Quigang G. Zong, για την ειλικρινή τους καθοδήγηση και ϕιλοξενία κατά τη
διάρκεια των σχεδόν 2.5 ετών της επίσκεψής µου στο Πανεπιστήµιο της Βοστώνης.
Η ενθάρρυνση και οι χρήσιµες συζητήσεις και υποδείξεις που µου παρείχαν καθ’
όλη τη διάρκεια της έρευνας µου είναι ανεκτίµητες. Επίσης, ο Καθηγητής Theodore
A. Fritz µου παρείχε πολύτιµη οικονοµική υποστήριξη στο µεγαλύτερο µέρος αυτής
της έρευνας.
Παρόλο που δεν συνδέονται µ’ αυτή τη δουλειά, αισθάνοµαι την ανάγκη να εκ-
ϕράσω την ευγνωµοσύνη µου στους σχολικούς µου δασκάλους Νικήτα και Λουκά
που µε ϐοήθησαν ν’ αποκτήσω γερές ϐάσεις στο πεδίο της Φυσικής. Επίσης, πολλά
ευχαριστώ στους ανθρώπους στο Πανεπιστήµιο της Βοστώνης, στο Κέντρο ∆ιαστη-
µικής Φυσικής καθώς και στους ανθρώπους στο ∆ηµοκρίτειο Πανεπιστήµιο Θράκης,
στο Εργαστήριο ∆ιαστηµικής ΄Ερευνας. Η ϐοήθεια τους µου ήταν αρκετά χρήσιµη.
Τέλος, όσο αφορά την ηθική και οικονοµική στήριξη των µελών της οικογένειας
µου Ιωάννη, Γεωργίας και Προκοπίου όλα αυτά τα χρόνια των σπουδών µου, τα λόγια
ωχριούν.

vi
Περιεχόµενα

1 Κίνηση Φορτισµένων Σωµατιδίων Παρουσία Ηλεκτροµαγνητικού Πεδίου 1


1.1 Γραµµές Πεδίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1
1.2 Ανοµοιογενή Μαγνητικά Πεδία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1
1.2.1 Συγκλίνοντα και Αποκλίνοντα Μαγνητικά Πεδία . . . . . . . . . 2
1.2.2 Καµπύλα Μαγνητικά Πεδία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 3
1.2.3 Βαθµίδα του Μαγνητικού Πεδίου . . . . . . . . . . . . . . . . . 4
1.2.4 ∆ιατµηµένα και Συστρεφόµενα Μαγνητικά Πεδία . . . . . . . . 5
1.3 Στροβιλιζόµενα Μαγνητικά Πεδία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 5
1.3.1 Επιµηκυσµένο ∆ίπολο : Παραβολική Γεωµετρία . . . . . . . . . 6
1.3.2 Μαγνητικές Ουρές . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 6
1.3.3 Ουδέτερα Μαγνητικά Σηµεία, Γραµµές και Στρώµατα . . . . . . 9
1.4 Ηλεκτρικά Πεδία στο ∆ιάστηµα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 10
1.4.1 ΗΕ∆ Επαγόµενη από το Ρέοντα Ηλιακό ΄Ανεµο . . . . . . . . . . 10
1.4.2 ΗΕ∆ Επαγόµενη από Πλανητική Περιστροφή . . . . . . . . . . 11
1.5 Εξίσωση Κίνησης Lorentz . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 12
1.5.1 Κίνηση µέσα σε Οµοιόµορφο Μαγνητικό Πεδίο . . . . . . . . . 12
1.5.2 Κίνηση µέσα σε Οµοιόµορφο Ηλεκτρικό Πεδίο . . . . . . . . . 17
1.6 Εξίσωση Ολίσθησης Οδηγούντος Κέντρου . . . . . . . . . . . . . . . . 19
1.6.1 Παραδείγµατα Ολισθήσεων Οδηγούντος Κέντρου . . . . . . . . 21
1.7 Κίνηση σε Ανοµοιογενές Μαγνητικό Πεδίο . . . . . . . . . . . . . . . 23
1.7.1 ∆ύναµη κατά Μήκος Συγκλίνοντων και Αποκλίνοντων Μαγν-
ητικών Πεδίων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 25
1.7.2 Ολίσθηση του Οδηγούντος Κέντρου λόγω Καµπύλωσης . . . . . 27
1.7.3 Ολίσθηση του Οδηγούντος Κέντρου λόγω Βαθµίδας . . . . . . . 28
1.7.4 Ανακεφαλαίωση των Ολισθήσεων Οδηγούντος Κέντρου . . . . . 30
1.8 Αδιαβατικές Αναλλοίωτες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 31
1.8.1 Πρώτη Αδιαβατική Αναλλοίωτη . . . . . . . . . . . . . . . . . . 32
1.8.2 ∆εύτερη Αδιαβατική Αναλλοίωτη . . . . . . . . . . . . . . . . . 33
1.8.3 Μαγνητικά Κάτοπτρα και Γεωµετρίες Παγίδευσης . . . . . . . . 33
1.9 Κίνηση Σωµατιδίων σε Μαγνητικώς Ουδέτερα
Σηµεία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 36
1.9.1 Ουδέτερο Στρώµα Συµπεριλαµβανοµένου ενός Σταθερού Ηλεκ-
τρικού Πεδίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 36
1.9.2 Μαγνητική Ουρά µε ένα Μικρό Εγκάρσιο Πεδίο . . . . . . . . . 40

2 Βασικές Αρχές και Εξισώσεις ΜαγνητοΫδρο∆υναµικής 43


2.1 Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 43
2.2 ∆ιατήρηση Μάζας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 43

vii
ΠΕΡΙΕןΟΜΕΝΑ

2.3 ΜαγνητοΫδρο∆υναµικές Εξισώσεις Ενός Ρευστού . . . . . . . . . . . . 45


2.3.1 Εξισώσεις Maxwell . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 45
2.3.2 Εξίσωση Συνέχειας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 46
2.3.3 Εξίσωση Ορµής . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 47
2.3.4 Νόµος του Ohm . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 48
2.4 Μαγνητικό Πεδίο και ΜΥ∆ Ρευστά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 49
2.4.1 Ιδανικό ΜΥ∆ Ρευστό (σ = ∞) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 50
2.4.2 Αρχή του Παγωµένου Πεδίου (Θεώρηµα του Alfvén) . . . . . . . 51

3 Βασικές Αρχές Κυµάτων Πλάσµατος και Αλληλεπιδράσεις Κύµατος-


Σωµατιδίου σε Πλάσµα άνευ Συγκρούσεων 55
3.1 Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 55
3.2 Βασικές Αρχές και Εξισώσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 55
3.2.1 Επίπεδα Κύµατα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 56
3.2.2 Ταχύτητα Φάσης και Οµάδος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 56
3.2.3 ∆είκτης ∆ιάθλασης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 57
3.2.4 Σχέση ∆ιασποράς . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 57
3.2.5 Πόλωση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 57
3.2.6 Εξισώσεις ∆ιαταραχής Μικρού Πλάτους . . . . . . . . . . . . . 60
3.2.7 ∆ιηλεκτρικές Ιδιότητες ενός Πλάσµατος . . . . . . . . . . . . . 62
3.2.8 ∆εξιοχείρως και Αριστεροχείρως Πολωµένα Κύµατα
(k k B0 ; E1 ⊥ B0 ) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 63
3.3 Αλληλεπιδράσεις Κύµατος-Σωµατιδίου . . . . . . . . . . . . . . . . . 66
3.3.1 Αλληλεπιδράσεις Συντονισµού Κύµατος-Σωµατιδίου . . . . . . . 68
3.3.2 Σκέδαση Γωνίας Κλίσης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 71
3.4 Παράρτηµα : Το Σχετικιστικό Φαινόµενο Doppler για τα Ηλεκτροµαγν-
ητικά Κύµατα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 75

4 Μαγνητόσφαιρα και Μαγνητοσφαιρική ∆υναµική 77


4.1 Οι Μαγνητοσφαιρικές Περιοχές της Γης . . . . . . . . . . . . . . . . . 77
4.2 Μαγνητοσφαιρική Μεταφορά Πλάσµατος . . . . . . . . . . . . . . . . 82
4.3 Μαγνητική Επανασύνδεση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 85
4.4 Υποκαταιγίδες . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 87
4.4.1 Μη Σταθερή Μεταφορά στη Μαγνητόσφαιρα . . . . . . . . . . . 88
4.4.2 ∆ιαστηµικές Παρατηρήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 89
4.5 Φαινοµενολογικά Μοντέλα Υποκαταιγίδων . . . . . . . . . . . . . . . 98
4.5.1 Μοντέλο της Εγγύς της Γης Ουδέτερης Γραµµής . . . . . . . . 98
4.5.2 Μοντέλο ∆ιάρρηξης Ρεύµατος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 101
4.5.3 Σύνοψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 103
4.6 Σχέση Καταιγίδας-Υποκαταιγίδας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 104
4.7 Μηχανισµοί Επιτάχυνσης Σωµατιδίων στη Μαγνητόσφαιρα . . . . . . . 105
4.7.1 Επιτάχυνση Fermi . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 105
4.7.2 Επιτάχυνση Βήτατρον . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 107

5 Το ΄Οργανο Cluster/RAPID 109


5.1 Η Αποστολή Cluster . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 109
5.2 Επιστηµονικοί Στόχοι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 110
5.3 Τα ∆ιαστηµόπλοια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 112

viii
ΠΕΡΙΕןΟΜΕΝΑ

5.4 Το ΄Οργανο RAPID . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 113


5.4.1 Το Σύστηµα Ανίχνευσης RAPID/IES . . . . . . . . . . . . . . . 115
5.5 Υπολογισµός Γωνίας Κλίσης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 115
5.5.1 Μετασχηµατισµός από το Σύστηµα του RAPID στο Σύστηµα GSE 115
5.6 ΄Αλλα ΄Οργανα του Cluster . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 118

6 Ταυτοποίηση ενός Νέου Πληθυσµού Ενεργειακών Ηλεκτρονίων στη


Μαγνητοουρά της Γης υπό το Πλαίσιο ενός Βελτιωµένου Μοντέλου για
Υποκαταιγίδες 121
6.1 Περίληψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 121
6.2 Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 122
6.3 Παρατηρήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 123
6.4 Ανάλυση και Ερµηνεία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 130
6.5 Συζήτηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 139
6.6 Σύνοψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 145
6.7 Παράρτηµα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 145

7 ∆ύο ∆ιακριτοί Πληθυσµοί Ενεργειακών Ηλεκτρονίων ∆ιαφορετικής Προέλευσης


στη Μαγνητοουρά της Γης - Επέκταση του Βελτιωµένου Μοντέλου για
Υποκαταιγίδες 147
7.1 Περίληψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 147
7.2 Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 148
7.3 Παρατηρήσεις και ανάλυση δεδοµένων . . . . . . . . . . . . . . . . . 150
7.4 Ερµηνεία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 159
7.5 Συζήτηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 162
7.6 Σύνοψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 172
7.7 Παράρτηµα : Βήτα του Πλάσµατος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 173

8 Παρατηρήσεις Επιταχυνόµενων Σωµατιδίων σε Υπέρθερµες Ενέργειες


από τα ∆ιαστηµόπλοια Cluster στην Περιοχή της Χοάνης Σχετιζόµενες
µε Χαµηλής Συχνότητας Κυµατική ∆ραστηριότητα. Πιθανές Συνέπειες
για τη ∆ιεργασία ΄Εναρξης των Υποκαταιγίδων 175
8.1 Περίληψη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 175
8.2 Εισαγωγή . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 176
8.3 Παρατηρήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 179
8.3.1 Πειραµατικά ΄Οργανα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 179
8.3.2 Το ϕαινόµενο της 25ης Μαρτίου 2002 . . . . . . . . . . . . . . 179
8.3.3 Το ϕαινόµενο της 10ης Απριλίου 2002 . . . . . . . . . . . . . . 186
8.4 Συζήτηση . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 190
8.5 Σύνοψη και Συµπεράσµατα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 195

9 Επιτοµή και Συµπεράσµατα 197


9.1 Σύνοψη των Αποτελεσµάτων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 197
9.2 Μελλοντική ∆ουλειά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 199
9.3 Τελικές Παρατηρήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 199

Βιβλιογραφία 201

ix
ΠΕΡΙΕןΟΜΕΝΑ

x
Κεφάλαιο 1

Κίνηση Φορτισµένων Σωµατιδίων


Παρουσία Ηλεκτροµαγνητικού
Πεδίου

1.1 Γραµµές Πεδίου


Η έννοια των δυναµικών γραµµών ή γραµµών πεδίου χρησιµοποιείται εκτεταµένα
για την περιγραφή του µαγνητικού πεδίου. Μία δυναµική γραµµή του µαγνητικού
πεδίου B ή µια µαγνητική δυναµική γραµµή ορίζεται ως µία καµπύλη η οποία είναι
παντού εφαπτόµενη προς το διάνυσµα της έντασης του πεδίου B. Εάν dl είναι ένα
στοιχειώδες µήκος τόξου, οι δυναµικές γραµµές ορίζονται από τη διαφορική εξίσωση,

dl × B = 0 (1.1)

Η λύση αυτής της εξίσωσης ϑα δώσει γενικά δύο παραµέτρους οι οποίες χαρακτηρί-
Ϲουν µία δυναµική γραµµή. Η εξίσωση (1.1) ισχύει σ’ οποιοδήποτε µέσον, ανεξάρτη-
τα από την ύπαρξη ή όχι ϱευµάτων µέσα σ’ αυτό.

1.2 Ανοµοιογενή Μαγνητικά Πεδία


Λόγω του γεγονότος ότι το διπολικό πεδίο είναι ανοµοιογενές (inhomogeneous) στο
χώρο, είναι σηµαντικό να ϑεωρήσουµε κινήσεις σωµατιδίων µέσα σ’ ανοµοιογενή
µαγνητικά πεδία. Θεωρούµε ένα οµοιογενές (homogeneous) µαγνητικό πεδίο B0
κατά τη διεύθυνση z το οποίο είναι ελαφρώς διαταραγµένο. Πριν τη διατάραξη, κάθε
δυναµική γραµµή του B0 είναι της µορφής,

x = x0
(1.2)
y = y0

Η διαταραχή ϑα αλλάξει τη µορφή του B0 . Εάν η διαταραχή είναι "µικρή", η µορφή


του µαγνητικού πεδίου στο r µπορεί να εκτιµηθεί µ’ ανάπτυγµα Taylor του µαγν-
ητικού πεδίου γύρω από το κέντρο (x0 , y0 ),

1
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

B(r) = B0 + (r · ∇0 )B + · · · (1.3)

όπου οι παράγοντες υψηλότερης τάξης έχουν αγνοηθεί. Με τον όρο "µικρή", εν-
νοούµε ότι,

|B0 | À |(r · ∇0 ) B| (1.4)

Το διαταραγµένο πεδίο δεν είναι πλέον οµοιογενές καθώς περιλαµβάνει τον όρο ∇B
ο οποίος είναι ένας τανυστής,

 
∂Bx /∂x ∂Bx /∂y ∂Bx /∂z
∇B =  ∂By /∂x ∂By /∂y ∂By /∂z  (1.5)
∂Bz /∂x ∂Bz /∂y ∂Bz /∂z

µ’ εννέα συνιστώσες. Ωστόσο, η συνθήκη ∇·B = 0 σηµαίνει ότι το άθροισµα των όρων
της διαγωνίου πρέπει να µηδενίζεται και ο αριθµός των αγνώστων µειώνεται σ’ οκτώ
ανεξάρτητες συνιστώσες. Παρακάτω εξετάζουµε κάθε µία από τις συνιστώσες, ώστε
να κατανοήσουµε τη σηµασία και ν’ αποκτήσουµε µια πιο καθαρή ϕυσική εικόνα
του διαταραγµένου πεδίου.

1.2.1 Συγκλίνοντα και Αποκλίνοντα Μαγνητικά Πεδία


Εξετάζουµε πρώτα τους όρους της διαγωνίου, ∂Bx /∂x, ∂By /∂y και ∂Bz /∂z . Από τη
στιγµή που το πεδίο είναι κυρίως κατά τη διεύθυνση z , µπορούµε να γράψουµε,

µ ¶
∂Bx
Bx = x
∂x 0
µ ¶
∂By
By = y (1.6)
∂y 0
µ ¶
∂Bz
Bz = B0 + z
∂z 0

Τα Bx και By προκύπτουν από τη διαταραχή και ϑεωρούµε ότι είναι πρώτης τάξεως
όροι σ’ αντίθεση µε το πρωταρχικό πεδίο Β0 το οποίο ϑεωρείται µηδενικής τάξης.
Εποµένως, µπορούµε να αγνοήσουµε τον όρο z(∂Bz /∂z)0 συγκριτικά µε τον Β0 . Οι
εξισώσεις των διαταραγµένων γραµµών πεδίου είναι,

dx Bx
=
dz Bz
(1.7)
dy By
=
dz Bz

Συνδυάζοντας τις (1.6) και (1.7) προκύπτει,

2
1.2. ΑΝΟΜΟΙΟΓΕΝŸΗ ΜΑΓΝΗΤΙʟΑ ΠΕ∆ŸΙΑ

Σχήµα 1.1: Συγκλίνουσες και αποκλίνουσες γραµµές πεδίου γύρω από το (x0 , y0 ). Το
κυρίως πεδίο είναι κατά τη διεύθυνση z [from Parks, 1991].

µ ¶
dx1 1 ∂Bx
= x0
dz B0 ∂x 0
(1.8)
µ ¶
dy1 1 ∂By
= y0
dz B0 ∂y 0

όπου οι δείκτες "1" δηλώνουν πρώτης τάξεως όρους και οι δείκτες "0", οι σχετιζόµενοι
µε τα διαφορικά, ότι οι ποσότητες αποτιµώνται στο (x0 , y0 ). Ολοκλήρωση αυτών των
εξισώσεων δίνει,

µ ¶
1 ∂Bx
x1 = x0 z + σταθερά
B0 ∂x 0
(1.9)
µ ¶
1 ∂By
y1 = y0 z + σταθερά
B0 ∂x 0

Αυτές οι γραµµές πεδίου εξαρτώνται από το z και αποκλίνουν ή συγκλίνουν από/προς


το (x0 , y0 ) όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 1.1. Η επίδραση των όρων της διαγωνίου στον
όρο ∇B έχει ως αποτέλεσµα την παραγωγή µιας συγκλίνουσας (converging) ή αποκ-
λίνουσας (diverging) δέσµης γραµµών πεδίου.

1.2.2 Καµπύλα Μαγνητικά Πεδία


Τώρα εξετάζονται οι επιδράσεις των όρων ∂Bx /∂z και ∂By /∂z . Η εξίσωση µηδενικής
τάξης των δυναµικών γραµµών είναι ξανά µια ευθεία γραµµή. Η ολοκλήρωση των
όρων πρώτης τάξεως,

3
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.2: Καµπύλες γραµµές µαγνητικού πεδίου εξαιτίας της διαταραχής του κυρίως
πεδίου το οποίο είναι κατά τη διεύθυνση z [from Parks, 1991].

µ ¶
dx1 1 ∂Bx
= z
dz B0 ∂z 0
(1.10)
µ ¶
dy1 1 ∂By
= z
dz B0 ∂z 0
δίνει τις λύσεις,

µ ¶
1 ∂Bx z 2
x1 = + σταθερά
B0 ∂z 0 2
(1.11)
µ ¶
1 ∂By z 2
y1 = + σταθερά
B0 ∂z 0 2
όπου ϕαίνεται ότι η µορφή εξαρτάται από το z 2 . Αυτές οι µαγνητικές γραµµές είναι
καµπύλες (curved) όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 1.2.

1.2.3 Βαθµίδα του Μαγνητικού Πεδίου


Τώρα εξετάζουµε τους όρους ∂Bz /∂x και ∂Bz /∂y . Σ’ αυτή την περίπτωση, οι πρώτης
τάξεως διορθώσεις δίνουν,

dx1 dy1
= =0 (1.12)
dz dz
και οι δυναµικές γραµµές παραµένουν ευθείες γραµµές. Το σχήµα των πρωταρ-
χικών γραµµών πεδίου παραµένει ως έχει, αλλά αυτές οι γραµµές πεδίου έχουν µία
ϐαθµίδα κατά την εγκάρσια κατεύθυνση (Σχήµα 1.3).

4
1.3. ΣΤΡΟΒΙΛΙƟΟΜΕΝΑ ΜΑΓΝΗΤΙʟΑ ΠΕ∆ŸΙΑ

Σχήµα 1.3: Βαθµίδα των µαγνητικών δυναµικών γραµµών [from Parks, 1991].

1.2.4 ∆ιατµηµένα και Συστρεφόµενα Μαγνητικά Πεδία


Οι δύο εναποµείναντες όροι στον τανυστή ∇B είναι οι ∂Bx /∂y και ∂By /∂x. Αυτοί οι
όροι προκαλούν συστροφή (twisting) και διάτµηση (shearing) των µαγνητικών γραµ-
µών. Οι συστρεφόµενες και διατµηµένες γραµµές πεδίου εισάγουν µια συνιστώσα
του µαγνητικού πεδίου B κατά την εγκάρσια διεύθυνση. Συστρεφόµενα µαγνητικά
πεδία παράγονται, για παράδειγµα, από ένα πλάσµα σ’ ένα µαγνητικό πεδίο που
στροβιλίζεται. ∆ιατµηµένα µαγνητικά πεδία παράγονται, για παράδειγµα, σε µια δι-
επιφάνεια διαµέσου της οποίας εµφανίζεται µια ασυνέχεια ϱοής πλάσµατος (Σχήµα
1.4).

1.3 Στροβιλιζόµενα Μαγνητικά Πεδία


Σκοπός αυτής της παραγράφου είναι η µελέτη των ιδιοτήτων των µαγνητικών πεδίων
των οποίων η στροφή δεν µηδενίζεται. Αυτά τα µαγνητικά πεδία σχετίζονται µε
τοπικά ϱεύµατα, ωστόσο εµείς ϑα µελετήσουµε τα µαγνητικά πεδία που παράγονται
από αυτά τα ϱεύµατα και όχι τα ίδια τα ϱεύµατα.
Τα ϱεύµατα και τα µαγνητικά πεδία συνδέονται µε µια από τις εξισώσεις του
Maxwell που δίνεται από,

∂D
∇×H=J+ (1.13)
∂t
Στο όριο που το ϱεύµα αγωγιµότητας J είναι πολύ µεγαλύτερο από το ϱεύµα µετατόπισης
∂D/∂t, ο δεύτερος όρος µπορεί να αγνοηθεί και η (1.13) γίνεται,

∇×H=J (1.14)
όπου J είναι η συνισταµένη όλων των ϱευµάτων, συµπεριλαµβανοµένων και αυτών
που παράγονται τοπικά.

5
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.4: ∆ιατµηµένες και συστρεφόµενες γραµµές µαγνητικού πεδίου [from Parks,
1991].

1.3.1 Επιµηκυσµένο ∆ίπολο : Παραβολική Γεωµετρία


Εάν µια πλανητική µαγνητόσφαιρα υποστηρίζει ένα ϱεύµα δακτυλίου (ring cur-
rent) που παράγεται από την κίνηση παγιδευµένων σωµατιδίων ή εάν το δίπολο
επιµηκύνεται από τον ηλιακό άνεµο όπως στην περίπτωση των πλευρών (flanks) του
διπόλου της Γης, η γεωµετρία του διπόλου γίνεται πιο επιµήκης. Η ακριβής µορ-
ϕή του διαταραγµένου διπολικού µαγνητικού πεδίου εξαρτάται από την κατανοµή
ϱεύµατος που τροποποιεί το δίπολο. Εδώ ϑεωρούµε µια παραβολική γεωµετρία
µαγνητικού πεδίου που χρησιµοποιήθηκε σε µελέτες της δυναµικής της µαγνητικής
ουράς (magnetic tail) και όχι για πολύ µεγάλες αποστάσεις από τον πλανήτη.
Θεωρούµε ένα διδιάστατο µαγνητικό πεδίο το οποίο αναπαρίσταται ως,

B = −zx̂ + ẑ (1.15)

όπου τα x̂ και ẑ είναι µοναδιαία διανύσµατα στο Καρτεσιανό σύστηµα συντεταγµέν-


ων. Μπορεί εύκολα να επαληθευθεί από την (1.1) ότι οι εξισώσεις των δυναµικών
γραµµών είναι,

1
x = − z 2 + σταθερά (1.16)
2
οι οποίες είναι µια οικογένεια παραβολών (Σχήµα 1.5). Αυτό το µαγνητικό πεδίο υπ-
οστηρίζεται από ένα ϱεύµα στη διεύθυνση y . Μια παραβολική γεωµετρία περιγράφει
επαρκώς το µαγνητικό πεδίο των περιοχών της ουράς κοντά στη Γη, όπου οι γραµµές
πεδίου είναι κλειστές.

1.3.2 Μαγνητικές Ουρές


Η παραβολική γεωµετρία που συζητήθηκε παραπάνω δεν είναι κατάλληλη για την
περιγραφή της µακρινής ουράς. Το µαγνητικό πεδίο στη σκοτεινή πλευρά ενός

6
1.3. ΣΤΡΟΒΙΛΙƟΟΜΕΝΑ ΜΑΓΝΗΤΙʟΑ ΠΕ∆ŸΙΑ

Σχήµα 1.5: ΄Ενα παραβολικό µαγνητικό πεδίο µπορεί να χρησιµοποιηθεί για τη µελέτη της
δυναµικής των σωµατιδίων στο εγγύς της Γης στρώµα πλάσµατος [from Parks, 1991].

πλανήτη και πολύ µακριά απ’ αυτόν είναι σχεδόν παράλληλο προς τη διεύθυνση
ϱοής του ηλιακού ανέµου. Η εγκάρσια συνιστώσα (κατά τη διεύθυνση z ) γίνεται
πολύ µικρή ή εξαλείφεται και η ουρά υποστηρίζει ένα µαγνητικά ουδέτερο στρώµα
(neutral sheet) εµβαπτισµένο µέσα στο στρώµα πλάσµατος (plasma sheet). Το µαγν-
ητικά ουδέτερο στρώµα διαχωρίζει τα µαγνητικά πεδία αντίθετης κατεύθυνσης του
ϐορείου και νοτίου ηµισφαιρίου. Η ένταση του µαγνητικού πεδίου αυξάνει αργά όσο
αποµακρυνόµαστε από το ουδέτερο στρώµα και σχεδόν σταθεροποιείται στο όριο του
στρώµατος πλάσµατος (plasma sheet boundary).
Υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να µοντελοποιήσει κανείς ένα µαγνητικό πεδίο ώστε
να περιλαµβάνει µια ουδέτερη γραµµή ή στρώµα. Το πιο απλό µοντέλο ϑεωρεί ένα
µονοδιάστατο µαγνητικό πεδίο της µορφής,

B x = B0 z≥L
B0 z
Bx = L ≥ z ≥ −L (1.17)
L
Bx = −B0 z ≤ −L

όπου z = 0 είναι η ϑέση της ουδέτερης γραµµής, B0 είναι η τιµή του µαγνητικού
πεδίου στο λοβό (lobe) (ο λοβός είναι µια περιοχή γειτονική του στρώµατος πλάσµα-
τος όπου η πυκνότητα πλάσµατος είναι πολύ µειωµένη) και L είναι το ηµιπάχος του
στρώµατος πλάσµατος κατά τη διεύθυνση ϐορρά-νότου (χρησιµοποιούµε το γεωκεν-
τρικό σύστηµα συντεταγµένων στο οποίο το x είναι ϑετικό προς την κατεύθυνση του
Ηλίου, το y δείχνει προς τη δύση και το z προς το ϐορρά). Οι εξισώσεις (1.17) µον-

7
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.6: Μια µακρινή µαγνητική ουρά µοντελοποιηµένη κατά το πρότυπο του πεδίου
Harris [from Parks, 1991].

τελοποιούν την ουδέτερη µαγνητική γραµµή στο στρώµα πλάσµατος ως µία ευθεία
κατά τη διεύθυνση x και το πεδίο αυξάνει γραµµικά συναρτήσει του z κατά τη διεύ-
ϑυνση |z| και προσεγγίζει µια τιµή B0 στο όριο του στρώµατος πλάσµατος. Στο λοβό
το πεδίο είναι σταθερό (Σχήµα 1.6).
΄Ενα άλλο συχνά χρησιµοποιούµενο µοντέλο ϑεωρεί µαγνητικό πεδίο της µορφής,
³z ´
B = B0 tanh x̂ (1.18)
L
το οποίο είναι επίσης µονοδιάστατο αλλά όπως η (1.17) επιτρέπει µεταβολή της έν-
τασης κατά τη διεύθυνση z . Αυτή η διευθέτηση πεδίου είναι γνωστή και ως πεδίο
Harris. Το πεδίο Harris αυξάνει ελαφρώς πιο αργά από αυτό των (1.17) όταν κάποιος
κινείται αποµακρυνόµενος από την ουδέτερη γραµµή (z = 0). Στο όριο του στρώµα-
τος πλάσµατος (z/L = 1), το µέγεθος του πεδίου είναι 0.76B0 . Από τη στιγµή που η
συνάρτηση tanh (z/L) µεταβάλλεται συνεχόµενα διαµέσου του ορίου του στρώµατος
πλάσµατος, το όριο εδώ δεν είναι τόσο απότοµο όπως στο προηγούµενο µοντέλο όσον
αφορά το µαγνητικό πεδίο.
Παρατηρήσεις δείχνουν ότι καθώς το πεδίο της ουράς κυριαρχείται από τη συνιστώσα
κατά τη διεύθυνση x, µία µικρή αλλά όχι αµελητέα συνιστώσα µαγνητικού πεδίου
ενυπάρχει κατά τη διεύθυνση κάθετα στην ουδέτερη γραµµή (διεύθυνση z ). Η εξίσω-
ση (1.17) µπορεί να τροποποιηθεί µε την πρόσθεση µιας µικρής συνιστώσας µαγν-
ητικού πεδίου στην διεύθυνση z . Τότε η σχέση,
³z ´
B = B0 x̂ + δẑ (1.19)
L
περιγράφει τη συµπεριφορά του µαγνητικού πεδίου στο στρώµα πλάσµατος. Το
πεδίο του λοβού δεν αλλάζει. Εδώ, το δ ϑεωρείται ότι είναι µικρό, . 0.1, όπως
απαιτείται από τις παρατηρήσεις. Η εξίσωση (1.19) είναι περισσότερο ϱεαλιστική και
παρόλο που το δ είναι µικρό, επηρεάζει σηµαντικά τις τροχιές των σωµατιδίων στη
γειτονιά της ουδέτερης γραµµής.
∆ύο ερωτήσεις γεννιούνται σχετικά µε τη γεωµετρία του πεδίου των µαγνητικών
ουρών. Η µία αφορά το ϱεύµα που απαιτείται για τη διατήρηση της γεωµετρίας

8
1.3. ΣΤΡΟΒΙΛΙƟΟΜΕΝΑ ΜΑΓΝΗΤΙʟΑ ΠΕ∆ŸΙΑ

της ουράς. Παρόλο που δεν είναι ακριβώς γνωστό πώς το ϱεύµα παράγεται και
διατηρείται, το ϱεύµα πρέπει να εµπεριέχεται στην ουδέτερη γραµµή (στρώµα) και
τα σωµατίδια τα υπεύθυνα για το ϱεύµα πρέπει να προέρχονται από το στρώµα πλάσ-
µατος. Αυτά τα σωµατίδια πρέπει να κινούνται µε τέτοιο τρόπο ώστε να παράγουν µία
καθαρή ολίσθηση κατά την κατεύθυνση +y µε σκοπό την παραγωγή της επιθυµητής
γεωµετρίας µαγνητικής ουράς (Σχήµα 1.6). Η άλλη ερώτηση αφορά την ευστάθεια
τέτοιων ϱευµάτων στην ουρά. Αυτό το πρόβληµα, παρόλο που είναι πολύπλοκο, είναι
πολύ σηµαντικό για πολλές γεωφυσικές, ηλιακές και αστροφυσικές εφαρµογές. Εί-
ναι στενά συνδεδεµένο µε την αρχή της µαγνητικής συγχώνευσης πεδίου (magnetic
field merging).

1.3.3 Ουδέτερα Μαγνητικά Σηµεία, Γραµµές και Στρώµατα

∆ιάφορες διευθετήσεις µαγνητικού πεδίου υποστηρίζουν περιοχές στις οποίες το


µαγνητικό πεδίο µηδενίζεται. Αυτές οι περιοχές µηδενικού πεδίου µπορεί να είναι
σηµεία, γραµµές ή στρώµατα και εµφανίζονται όταν γραµµές µαγνητικού πεδίου τέµ-
νονται. Το σηµείο όπου τέµνονται οι γραµµές πεδίου είναι ένα σηµείο µοναδικότη-
τας (singular point) στην εξίσωση των δυναµικών γραµµών που ορίζουν το µαγνητικό
πεδίο. Σ’ ένα σηµείο µοναδικότητας, ένα µαγνητικό πεδίο µπορεί να διακλαδωθεί
σε δύο ή περισσότερες γραµµές και η κατεύθυνση µιας δυναµικής γραµµής δεν εί-
ναι πλέον µοναδική. ΄Οταν σ’ ένα σηµείο µοναδικότητας η ένταση του µαγνητικού
πεδίου µηδενίζεται, αυτό το σηµείο καλείται ουδέτερο µαγνητικό σηµείο (magnetic
neutral point). Η ύπαρξη τέτοιων ουδετέρων σηµείων, γραµµών και στρωµάτων είναι
σηµαντική στις ϑεωρίες της µαγνητικής "συγχώνευσης" (merging) ή "επανασύνδεσης"
(reconnection) πεδίου, οι οποίες περιγράφουν ϕυσικώς πώς τέµνονται δύο γραµµές
µαγνητικού πεδίου.
Σχηµατική παράσταση µιας διαδικασίας επανασύνδεσης σ’ ένα διδιάστατο επίπεδο
ϕαίνεται στο Σχήµα 1.7. Οι πεδιακές γραµµές 1 και 2 είναι οι αρχικές γραµµές
πεδίου. ΄Εστω τώρα ότι οι δύο γραµµές πεδίου που είναι εγγύτερα η µία στην άλλη
επιτρέπεται να συγχωνευθούν. Οι συγχωνευµένες γραµµές πεδίου είναι οι 3 και 4.
Σηµειώστε ότι η συγχώνευση αλλάζει τη γενική γεωµετρία της αρχικής µαγνητικής
διευθέτησης µε αποτέλεσµα κλειστές γραµµές πεδίου να µετατρέπονται σ’ ανοικτές.
Εξετάζουµε τώρα τη γεωµετρία µαγνητικού πεδίου, συµπεριλαµβανοµένου και
ενός ουδετέρου σηµείου τύπου X, στην όµορη περιοχή όπου δύο γραµµές πεδίου
συγχωνεύονται. ΄Ενα µαγνητικό πεδίο της µορφής,

B = xx̂ − yŷ (1.20)

είναι επαρκές για να περιγράψει τη γεωµετρία που υποστηρίζει την ύπαρξη ενός
τέτοιου ουδετέρου σηµείου. Η εξίσωση των δυναµικών γραµµών του πεδίου είναι µία
υπερβολή,

xy = constant (1.21)

στο επίπεδο xy (Σχήµα 1.8). Το ουδέτερο σηµείο ϐρίσκεται στην αρχή των αξόνων.

9
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.7: Γεωµετρία της µαγνητικής συγχώνευσης πεδίου. Οι αντίθετα κατευθυνόµενες


µαγνητικές γραµµές (αριστερά) επιτρέπεται να συγχωνευθούν (κέντρο) πράγµα που οδηγεί σε
συνολική αλλαγή της αρχικής γεωµετρίας (δεξιά). Παρατηρείστε το ουδέτερο σηµείο τύπου
X [from Parks, 1991].

1.4 Ηλεκτρικά Πεδία στο ∆ιάστηµα


Τα ηλεκτρικά πεδία στο διάστηµα προέρχονται κυρίως από την ηλεκτρεγερτική δύ-
ναµη (electromotive force) λόγω κίνησης. Αυτό το πρόβληµα µπορεί να κατανοηθεί
πλήρως µόνο µετά τη µελέτη του πώς τα ηλεκτρικά και µαγνητικά πεδία συµπερ-
ιφέρονται στο πλάσµα. Εδώ, κάνουµε µια σύντοµη συζήτηση για το πώς η ϱοή του
µαγνητισµένου ηλιακού ανέµου (magnetized solar wind) και η περιστροφή µαγν-
ητισµένων πλανητικών ή αστρικών αντικειµένων εν µέσω ενός πλάσµατος επάγουν
ηλεκτρικά πεδία.

1.4.1 ΗΕ∆ Επαγόµενη από το Ρέοντα Ηλιακό ΄Ανεµο


Η εκτόνωση του µαγνητισµένου ηλιακού ανέµου διαµέσου του ∆ΜΠ (∆ιαπλανητικό
Μαγνητικό Πεδίο) επάγει ένα ηλεκτρικό πεδίο κίνησης στο σύστηµα που ϐρίσκεται
σε ηρεµία ως προς τον ΄Ηλιο. Το ηλεκτρικό πεδίο στο σύστηµα που κινείται µε τον
ηλιακό άνεµο είναι αµελητέο. Η ϑεωρία των µετασχηµατισµών Lorentz δείχνει ότι
το επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο για ένα µη σχετικιστικό ηλιακό άνεµο δίνεται από τη
σχέση,

E = −Usw × BIM F (1.22)

όπου Usw και BIM F είναι η ταχύτητα του ηλιακού ανέµου και το ∆ΜΠ, αντίστοιχα. Η
εξίσωση (1.22) είναι γνωστή ως το ηλεκτρικό πεδίο λόγω µεταφοράς (convective elec-
tric field) του ηλιακού ανέµου. Μαγνητόσφαιρες εµβαπτισµένες σ’ ένα τέτοιο ϱέοντα
ηλιακό άνεµο αλληλεπιδρούν µ’ αυτό το ηλεκτρικό πεδίο µεταφοράς µέσω µηχανισ-
µών όχι και τόσο κατανοητών, προκαλώντας την ενεργοποίηση του πλάσµατος µέσα
σ’ αυτές.

10
1.4. ΗΛΕΚΤΡΙʟΑ ΠΕ∆ŸΙΑ ΣΤΟ ∆ɟΑΣΤΗΜΑ

Σχήµα 1.8: Μια υπερβολική γεωµετρία χρησιµοποιείται συχνά σε µελέτες συγχώνευσης


µαγνητικού πεδίου [from Parks, 1991].

1.4.2 ΗΕ∆ Επαγόµενη από Πλανητική Περιστροφή

Η κίνηση της ιονισµένης ατµόσφαιρας ενός µαγνητισµένου πλανήτη επάγει ένα η-


λεκτρικό πεδίο και αυτό το ηλεκτρικό πεδίο µπορεί να υπολογιστεί στο σύστηµα
ηρεµίας. Εάν ω είναι το διάνυσµα περιστροφής, τότε,

E = − (ω × r) × B (1.23)

r είναι η ϑέση στην οποία υπολογίζεται το πεδίο. Αυτό το πεδίο είναι γνωστό ως
συµπεριστρεφόµενο ηλεκτρικό πεδίο (corotational electric field). Η εξίσωση (1.23)
ϑεωρεί ότι η ιονισµένη ατµόσφαιρα συµπεριστρέφεται µε τον πλανήτη. Αυτή η εξίσω-
ση µπορεί να γραφτεί επακριβώς για πλανητικά µαγνητικά πεδία διπολικής µορφής.
Ας ϑεωρήσουµε,

ω = ωẑ
(1.24)
µ0 M ³ ´
B = −2 sin λr̂ + cos λ λ̂
4πr3

όπου r̂, λ̂ και ẑ είναι τα µοναδιαία διανύσµατα και M είναι η διπολική ϱοπή του
πλανήτη. Τώρα ας ορίσουµε ως B0 την ένταση του µαγνητικού πεδίου στην επιφάνεια
του πλανήτη και για το σηµείο όπου r = R0 για λ = 0. Τότε, B0 = µ0 M/4πR03 και,

11
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

E = −ωr sin θ (ẑ × r̂) × B


(1.25)
B0 ωR03 cos λ ³ ´
= − 2 sin λλ̂ + cos λr̂
r2
Στο ισηµερινό επίπεδο, το ηλεκτρικό πεδίο έχει κατεύθυνση ακτινικά προς το κέντρο
του πλανήτη.
Οι µαγνητόσφαιρες µπορούν να έχουν διάφορους ϐαθµούς συµπεριστροφής. Η
γήινη µαγνητόσφαιρα εµπίπτει στην κατηγορία όπου η µαγνητόσφαιρα συµπερι-
στρέφεται µερικώς. Στην περίπτωση της Γης, µόνο το πλάσµα εντός της πλασ-
µόπαυσης συµπεριστρέφεται µε τον πλανήτη. Εδώ, η δυναµική των σωµατιδίων
εντός της πλασµόσφαιρας επηρεάζεται από το συµπεριστρεφόµενο ηλεκτρικό πεδίο,
αλλά τα σωµατίδια εξωτερικά της πλασµόσφαιρας επηρεάζονται κυρίως από το ηλεκ-
τρικό πεδίο του ηλιακού ανέµου.

1.5 Εξίσωση Κίνησης Lorentz


Τα ϕορτισµένα σωµατίδια στο διάστηµα κινούνται σε διάφορες γεωµετρίες ηλεκ-
τροµαγνητικού πεδίου. Για να κατανοήσουµε κάπως τη συµπεριφορά αυτών των
σωµατιδίων, ξεκινούµε εξετάζοντας την εξίσωση της δύναµης Lorentz για σωµατίδια
µέσα σε οµοιόµορφα ηλεκτρικά και µαγνητικά πεδία. Αυτό ϑα µας δώσει σηµαν-
τικές πληροφορίες για τις ϐασικές κινήσεις των ϕορτισµένων σωµατιδίων, οι οποίες
χρειάζονται αργότερα για τη µελέτη των σωµατιδίων σε σύνθετες γεωµετρίες πεδίων.
Τα παραπάνω υποθέτουν ότι το ηλεκτρικό και µαγνητικό πεδίο είναι γνωστά.

1.5.1 Κίνηση µέσα σε Οµοιόµορφο Μαγνητικό Πεδίο


Εξετάζουµε ένα µονοσθενές ϕορτισµένο σωµατίδιο µάζας m και ταχύτητας v σ’ ένα
µαγνητικό πεδίο B απουσία ηλεκτρικού πεδίου, για να ορίσουµε κάποιες από τις
ιδιότητες της κίνησης του ϕορτισµένου σωµατιδίου. Η εξίσωση κίνησης Lorentz είναι,

dv
m = q (v × B) (1.26)
dt
Η δύναµη είναι κάθετη στο v και γι’ αυτό η µαγνητική δύναµη δεν παράγει κανένα
έργο στο σωµατίδιο. Παίρνοντας το εσωτερικό γινόµενο της (1.26) µε το v και έχοντας
υπόψιν ότι v · (v × B) = 0, λαµβάνουµε,
µ ¶
dv d 1
mv · = mυ 2 =0 (1.27)
dt dt 2
Εποµένως, η κινητική ενέργεια του σωµατιδίου διατηρείται. Το αποτέλεσµα αυτό
είναι αρκετά γενικό και ισχύει για οποιοδήποτε αυθαίρετο µαγνητικό πεδίο.
΄Ενας εύκολος τρόπος να µελετήσουµε την (1.26) είναι ν’ αναλύσουµε την ολική
ταχύτητα σε δύο κύριες κατευθύνσεις, µία παράλληλη και µία κάθετη στο B, v =
vk + v⊥ . Η (1.26) τότε γίνεται,
dvk dv⊥ q
+ = (v⊥ × B) (1.28)
dt dt m

12
1.5. ΕΟΙΣΩΣΗ ΚŸΙΝΗΣΗΣ LORENTZ

από τη στιγµή που vk × B = 0. Η (1.28) σπάει σε δύο εξισώσεις, µία που περιγράφει
την παράλληλη και µία που περιγράφει την εγκάρσια κίνηση των σωµατιδίων,

dvk
= 0
dt
(1.29)
dv⊥ q
= (v⊥ × B)
dt m

Γυροσυχνότητα, Γυροακτίνα και Οδηγούν Κέντρο Θεωρούµε ένα επίπεδο στατικό


µαγνητικό πεδίο το οποίο δίνεται από B = (0, 0, B). Γι’ αυτή την απλή γεωµετρία,
οι συνιστώσες της δεύτερης εξίσωσης των (1.29) είναι,

dυx
m = qBυy
dt
(1.30)
dυy
m = −qBυx
dt
Για να επιλύσουµε αυτές τις συζευγµένες εξισώσεις ϑεωρούµε u = υx + iυy όπου
i2 = −1. ΄Ετσι, οι (1.30) µπορούν να γραφτούν ως µία µοναδική εξίσωση,

du
+ iωc u = 0 (1.31)
dt
όπου το ωc = qB/m ορίζεται ως η γυροσυχνότητα (gyrofrequency) η οποία είναι
πάντα ϑετική και η οποία καλείται επίσης συχνότητα κύκλοτρον (cyclotron frequency)
ή Larmor συχότητα. Η λύση της (1.31) είναι,

u = υ⊥ e−iωc t (1.32)

υ⊥ = υx2 + υy2 είναι το πλάτος της ταχύτητας κάθετα στο B.


Η γυροακτίνα (gyroradius) (επίσης γνωστή ως κύκλοτρον ή Larmor ακτίνα) του
σωµατιδίου ορίζεται ως,
υ⊥ mυ⊥
rc = = (1.33)
ωc qB
Το rc είναι πάντα ϑετικό και αναπαριστά το µήκος ενός σταθερού διανύσµατος που
περιστρέφεται µε µια συχνότητα ωc στο επίπεδο xy .
Χρησιµοποιώντας την (1.32) και τη σχέση του Euler e−iωc t = cos ωc t − i sin ωc t
παίρνουµε,

dx
υx = = υ⊥ cos ωc t
dt
(1.34)
dy
υy = = −υ⊥ sin ωc t
dt

13
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.9: Ορισµός των παραµέτρων τροχιάς για ένα αρνητικά ϕορτισµένο σωµατίδιο που
περιστρέφεται γύρω από µια µαγνητική δυναµική γραµµή [from Parks, 1991].

Ολοκλήρωση των (1.34) δίνει,

υ⊥
x − x0 = sin (ωc t + φ)
ωc
(1.35)
υ⊥
y − y0 = cos (ωc t + φ)
ωc

Αυτές οι εξισώσεις περιγράφουν ένα σωµατίδιο το οποίο κινείται σ’ ένα κύκλο στο
επίπεδο xy µε την ποσότητα υ⊥ /ωc να είναι η ακτίνα του. Τα x0 , y0 , z0 και φ ορί-
Ϲονται από τις αρχικές συνθήκες. Η συνολική τροχιά του σωµατιδίου ϑα πρέπει να
ακολουθεί την κίνηση στην κατεύθυνση z . Από τη στιγµή που το υk είναι σταθερό
σύµφωνα µε την πρώτη εξίσωση των (1.29), η κίνηση z είναι,

z − z 0 = υk t (1.36)

Η τροχιά ενός σωµατιδίου σ’ ένα οµοιόµορφο µαγνητικό πεδίο κατά µήκος του άξονα
z είναι µια έλικα µε τον άξονα της παράλληλο στο B. Εάν η κίνηση του σωµατιδίου ει-
δωθεί από έναν παρατηρητή ο οποίος κινείται κατά µήκος του B µε¡µια ταχύτητα υk¢,
η κίνηση είναι ένας κύκλος µε το κέντρο του στο (x0 , y0 ). Το σηµείο x0 , y0 , z0 + υk t
περιγράφει τη ϑέση του κέντρου του κύκλου και καλείται οδηγούν κέντρο (guiding
center) (Σχήµα 1.9).

Γωνία κλίσης Η γωνία κλίσης (pitch angle) ενός σωµατιδίου ορίζεται ως η γωνία
µεταξύ του διανύσµατος ταχύτητας v του σωµατιδίου και του µαγνητικού πεδίου B
και συνήθως συµβολίζεται µε α. Εποµένως, η γωνία κλίσης α ορίζεται ως,

14
1.5. ΕΟΙΣΩΣΗ ΚŸΙΝΗΣΗΣ LORENTZ

Σχήµα 1.10: Ορισµός των υk και υ⊥ [from Parks, 1991].

υ⊥
α = tan−1 (1.37)
υk
Σηµειώστε ότι υk = υ cos α και υ⊥ = υ sin α όπου υ, υk και υ⊥ είναι τα πλάτη των v,
vk και v⊥ , αντίστοιχα (Σχήµα 1.10).

Μαγνητική Ροπή Σ’ ένα σύστηµα συντεταγµένων που κινείται µε υk , η κίνηση του


σωµατιδίου γίνεται αποκλειστικά στο επίπεδο το κάθετο στο B. Αυτή η εγκάρσια
κίνηση παράγει ένα ϱεύµα λόγω περιστροφής,

qωc 1 q2B
I= = (1.38)
2π 2π m
Η µαγνητική ϱοπή (magnetic moment) αυτού του "ϱεύµατος δακτυλίου" είναι,

1 q 2 rc2 B
µ = Iπrc2 = (1.39)
2 m
Η µαγνητική ϱοπή µπορεί επίσης να εκφραστεί συναρτήσει της ολικής µαγνητικής
ϱοής διαµέσου της κυκλικής τροχιάς,

1 q2
µ= Φ (1.40)
2π m
όπου Φ = πrc2 B . Τα περιστρεφόµενα σωµατίδια παράγουν περιστροφικά ϱεύµατα
τα οποία µε τη σειρά τους παράγουν µαγνητικά πεδία. Το Σχήµα 1.11 δείχνει ότι

15
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.11: Παραγωγή ϱεύµατος δακτυλίου από περιστρεφόµενα +q και −q σωµατίδια.


Το B αναπαριστά το µαγνητικό πεδίο του ϱεύµατος δακτυλίου. Το B0 είναι το περιβάλλον
πεδίο [from Parks, 1991].

η κατεύθυνση του µαγνητικού πεδίου που παράγεται από ϑετικά και αρνητικά ϕορ-
τισµένα σωµατίδια είναι η ίδια. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα ϑετικά και αρνητικά
σωµατίδια περιστρέφονται κατά τις αντίθετες κατευθύνσεις και τα ϱεύµατα ορίζον-
ται ως ϑετικά στην κατεύθυνση της ταχύτητας των ϑετικά ϕορτισµένων σωµατιδίων
(αντίθετα από την ταχύτητα των αρνητικά ϕορτισµένων σωµατιδίων). Εντός του rc ,
το παραγόµενο πεδίο αντιτίθεται στο εφαρµοζόµενο πεδίο B, ενώ εξωτερικά του rc
το πεδίο είναι στην ίδια κατεύθυνση µε το B. Αυτό οδηγεί στην εµφάνιση διαµαγν-
ητικών ϕαινοµένων.
Μια άλλη χρήσιµη έκφραση για το µ είναι,

2
1 mυ⊥
µ= (1.41)
2 B
όπου η µαγνητική ϱοπή ορίζεται συναρτήσει της κινητικής ενέργειας των σωµατιδίων
όταν αυτά κινούνται στην κατεύθυνση κάθετα στο B. Για την εξαγωγή της (1.41),
χρησιµοποιήθηκαν οι (1.33) και (1.39). Η µαγνητική ϱοπή µπορεί να γραφτεί ως
διανυσµατική ποσότητα,

²⊥
µ=− B (1.42)
B2
2
όπου το ²⊥ είναι mυ⊥ /2. Το πρόσηµο − χρειάζεται για να δείξουµε ότι η µαγνητική
ϱοπή έχει αντίθετη κατεύθυνση απ’ ό,τι το εφαρµοζόµενο µαγνητικό πεδίο.

16
1.5. ΕΟΙΣΩΣΗ ΚŸΙΝΗΣΗΣ LORENTZ

1.5.2 Κίνηση µέσα σε Οµοιόµορφο Ηλεκτρικό Πεδίο


Τώρα εξετάζεται η κίνηση ενός ϕορτισµένου σωµατιδίου µέσα σ’ ένα οµοιόµορφο
ηλεκτρικό και µαγνητικό πεδίο. Θεωρούµε E = Ek + E⊥ όπου k και ⊥ συµβολίζουν
τις κατευθύνσεις παράλληλα και κάθετα στο B. ΄Ετσι, οι εξισώσεις κίνησης στις δύο
κύριες κατευθύνσεις είναι,

dvk
m = qEk
dt
(1.43)
dv⊥
m = q (E⊥ + v⊥ × B)
dt

Παράλληλο Ηλεκτρικό Πεδίο Οι λύσεις των (1.43) στην κατεύθυνση παράλληλα


στο B είναι,
µ ¶
qEk
υk = t + υ0k (1.44)
m
και
¡ ¢
qEk /m t2
z= + υ0k t + z0 (1.45)
2
όπου τα υ0k και z0 είναι οι αρχικές τιµές. Αυτές οι λύσεις δείχνουν ότι τα σωµατίδια
επιταχύνονται κατά µήκος των δυναµικών γραµµών B. Αν αγνοηθούν οι συγκρού-
σεις, η δράση του Ek ϑ’ αυξήσει την vk σε πολύ µεγάλες τιµές.

Κάθετο Ηλεκτρικό Πεδίο Τώρα επιλύουµε τις (1.43) για µια ειδική περίπτωση
στατικής γεωµετρίας ηλεκτρικού και µαγνητικού πεδίου. Θεωρείστε για απλότητα
µια ορθογώνια γεωµετρία, B = (0, 0, B) και E = (Ex , 0, 0). Σ’ αυτή την περίπτωση,
οι συνιστώσες των εξισώσεων Lorentz είναι,

dυx ωc E x
= ωc υy +
dt B
dυy
= −ωc υx (1.46)
dt
dυz
= 0
dt
όπου το ωc είναι η συχνότητα κύκλοτρον qB/m. ∆ιαφορίζοντας τη δεύτερη εξίσωση
και χρησιµοποιώντας την πρώτη λαµβάνουµε,

d2 υy 2 ωc2 Ex
+ ω υ
c y = − (1.47)
dt2 B
Αυτή η εξίσωση είναι µια διαφορική εξίσωση δευτέρας τάξης ως προς υy (σηµειώ-
στε ότι το δεξιό µέλος δεν είναι µηδέν). Η λύση αυτής της εξίσωσης λαµβάνεται
µετασχηµατίζοντάς την σ’ ένα νέο σύστηµα αναφοράς,

17
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Ex
υy = u − (1.48)
B
Αντικατάσταση αυτής της νέας µεταβλητής στην παραπάνω εξίσωση δίνει,

d2 u
2
+ ωc2 u = 0 (1.49)
dt
της οποίας η λύση είναι πλέον γνωστή και δίνεται από,

u = A cos ωc t + C sin ωc t (1.50)


Η πλήρης λύση της (1.47) είναι,

Ex
υy = A cos ωc t + C sin ωc t − (1.51)
B
Τα A και C είναι σταθερές της ολοκλήρωσης που καθορίζονται από τις αρχικές συν-
ϑήκες. Παραγωγίζοντας αυτή την εξίσωση και χρησιµοποιώντας τη δεύτερη εξίσωση
των (1.46) παίρνουµε µια λύση για το υx . Ας ϑεωρήσουµε ότι οι αρχικές ταχύτητες
είναι v (t = 0) = (υxo , υyo , υzo ). Τότε, η πλήρης λύση των (1.46) είναι,

µ ¶
Ex
υx = υxo cos ωc t + υyo + sin ωc t
B
µ ¶
Ex Ex
υy = υyo + cos ωc t − υxo sin ωc t − (1.52)
B B

υz = υzo

Εάν Ex = 0, οι παραπάνω λύσεις είναι ουσιαστικά οι λύσεις για ένα σωµατίδιο στο
στατικό µαγνητικό πεδίο που µελετήσαµε πρωτύτερα, όπου ϐρίκαµε ότι το σωµατίδιο
απλά περιστρέφεται γύρω από το µαγνητικό πεδίο. Υπό την παρουσία ενός στατικού
ηλεκτρικού πεδίου κάθετα στο B, η λύση για την περιστροφή τροποποιείται από τον
όρο Ex /B (1.48). Το σωµατίδιο τώρα ολισθαίνει στην κατεύθυνση y (η οποία είναι
κάθετη τόσο στο E όσο και στο B) καθώς περιστρέφεται γύρω από το B. Στο σύστηµα
που κινείται µε την ολίσθηση, κάποιος ϐλέπει µόνο την περιστροφική κίνηση.
Τώρα µπορούµε να εξετάσουµε ένα πιο γενικό πρόβληµα όταν E = (Ex , Ey , Ez )
και B = (0, 0, B). ∆ουλεύοντας µε τον ίδιο τρόπο όπως παραπάνω ϐρίσκουµε ότι σ’
αυτή την περίπτωση οι λύσεις της κίνησης κατά την εγκάρσια διεύθυνση λαµβάνονται
κάνοντας µια αλλαγή µεταβλητής από v σε,

E×B
v =u+ (1.53)
B2
όπου το u ικανοποιεί την εξίσωση du/dt = (q/m) u × B. Η γενική λύση τώρα
αποτελείται από κινήσεις παράλληλες και κάθετες στο B. Για την παράλληλη κίνηση,
απλώς λαµβάνουµε την (1.45). Για την κάθετη κίνηση, το σωµατίδιο ολισθαίνει στην
διεύθυνση κάθετα τόσο στο E όσο και στο B (E × B/B 2 ).
Αυτή η E × B ολίσθηση είναι ένα παράδειγµα από τις πολλές κατηγορίες ολισθή-
σεων οδηγούντος κέντρου (guiding center drifts) που εµφανίζονται όταν µία σταθερή
δύναµη εφαρµόζεται κάθετα στο B. Στο παράδειγµα που µελετήσαµε, η κάθετη

18
1.6. ΕΟΙΣΩΣΗ Ο˟ΙΣΘΗΣΗΣ Ο∆ΗΓϟΥΝΤΟΣ ΚŸΕΝΤΡΟΥ

δύναµη οφείλεται στο ηλεκτρικό πεδίο προκαλώντας µια ολίσθηση κάθετη τόσο στη-
ν ίδια όσο και στο µαγνητικό πεδίο. Είναι σηµαντικό να κατανοήσουµε τη ϕυσική
αυτών των ολισθήσεων από τη στιγµή που τα σωµατίδια στη ϕύση ϐρίσκονται συνήθως
σ’ ένα περιβάλλον όπου υπάρχουν σταθερές δυνάµεις κάθετα στο B.

1.6 Εξίσωση Ολίσθησης Οδηγούντος Κέντρου


Τα παραπάνω είναι ένα παράδειγµα προβληµάτων όπου οι δυνάµεις δρουν σε σωµατίδι-
α σε µια διεύθυνση κάθετα στο µαγνητικό πεδίο. Στην ειδική περίπτωση ενός σ-
ταθερού ηλεκτροστατικού πεδίου, η εξίσωση Lorentz δίνει µια ακριβή αναλυτική
λύση. Ωστόσο, υπάρχουν άλλοι τύποι δυνάµεων οι οποίοι δεν οδηγούν σε ακριβείς
αναλυτικές λύσεις. Σ’ αυτά τα προβλήµατα, πρέπει να λύσουµε τις εξισώσεις κατά
προσέγγιση.
Ας ϑεωρήσουµε ένα σωµατίδιο σ’ ένα στατικό µαγνητικό πεδίο το οποίο υπόκειται
σε µία αυθαίρετη σταθερή δύναµη F. Η κίνηση του σωµατιδίου περιγράφεται τότε
από την εξίσωση,

dv q F
= (v × B) + (1.54)
dt m m
΄Οπως και πριν, διαχωρίζουµε αυτή την εξίσωση σε παράλληλες και κάθετες συνιστώσες
ως προς το B,

dvk Fk
=
dt m
(1.55)
dv⊥ F⊥ q
= + (v⊥ × B)
dt m m

Σύµφωνα µε τις (1.55) το σωµατίδιο επιταχύνεται κατά µήκος του B από τη σταθερή
δύναµη Fk . Η επίδραση της σταθερής F⊥ στην κάθετη κίνηση αναπαρίσταται στο
Σχήµα 1.12. Καθώς το σωµατίδιο περιστρέφεται γύρω από το B, η F⊥ είναι κατά
µήκος της v⊥ κατά το ήµισυ της τροχιάς του σωµατιδίου και κατά συνέπεια το
σωµατίδιο εδώ επιταχύνεται. Η F⊥ επιβραδύνει το σωµατίδιο κατά το άλλο ήµισυ της
τροχιάς. Από τη στιγµή που το µαγνητικό πεδίο είναι σταθερό, η γυροακτίνα πρέπει
ν’ αλλάζει. Η γυροακτίνα αυξάνει όταν τα σωµατίδια επιταχύνονται και µειώνεται
όταν αυτά επιβραδύνονται. Τέτοιες αλλαγές της γυροακτίνας οδηγούν σε σταθερές
ολισθήσεις σωµατιδίων κάθετα στο B.
Ας εξάγουµε τώρα µια έκφραση γι’ αυτή την ταχύτητα ολίσθησης. Ορίζουµε ως
WD τη σταθερή ταχύτητα ολίσθησης και ϑεωρούµε v⊥ = u + WD . Τότε, η εξίσωση
της κάθετης κίνησης (1.55) γίνεται,

du q q F⊥
= WD × B + u × B + (1.56)
dt m m m
από τη στιγµή που dWD /dt = 0. Η ιδέα τώρα είναι να µετασχηµατίσουµε την (1.56)
σ’ ένα σύστηµα συντεταγµένων κινούµενο µε ταχύτητα WD έτσι ώστε σ’ αυτό το
σύστηµα η σωµατιδιακή κίνηση να περιγράφεται καθαρά από µια κυκλική κίνηση,

19
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.12: Σωµατίδια στα οποία ασκείται µια σταθερή δύναµη F⊥ υποχρεώνονται σε µια
κίνηση ολίσθησης κάθετα στα B και F⊥ [from Parks, 1991].

du q
= u×B (1.57)
dt m
Βλέπουµε από την (1.56) ότι αυτό απαιτεί η WD να ικανοποιεί την εξίσωση,

qWD × B + F⊥ = 0 (1.58)
Παίρνοντας το εξωτερικό γινόµενο της (1.58) µε το B και χρησιµοποιώντας τη δι-
ανυσµατική ταυτότητα (a × b) × b = (a · b) b − b2 a η λύση της παραπάνω εξίσωσης
είναι,

1F×B
WD = (1.59)
q B2
από τη στιγµή που η WD είναι κάθετη στο B.
Τ’ αποτελέσµατα που µόλις εξήχθησαν µπορούν να συνοψιστούν ως εξής. Η
κάθετη κίνηση ενός ϕορτισµένου σωµατιδίου σ’ ένα οµοιόµορφο µαγνητικό πεδίο B
υπό την επίδραση µιας σταθερής εξωτερικής δύναµης F περιγράφεται από την υπέρ-
ϑεση µιας περιστροφικής κίνησης µε συχνότητα κύκλοτρον γύρω από ένα οδηγούν
κέντρο και µιας σταθερής κίνησης ολίσθησης αυτού του οδηγούντος κέντρου. Το
οδηγούν κέντρο υπακούει στην (1.59) και εξαρτάται από τη µορφή της F. Σηµειώστε
ότι το οδηγούν κέντρο είναι ένα ϕανταστικό σηµείο και η κίνησή του δεν υπακούει
στους νόµους της µηχανικής. Εάν τώρα συµπεριλάβουµε την παράλληλη κίνηση
των (1.55), το οδηγούν κέντρο επιπλέον επιταχύνεται στην κατεύθυνση παράλληλα
στο B. Η παράλληλη κίνηση συµπεριφέρεται σαν να µην ήταν παρόν το µαγνητικό
πεδίο.
Η έννοια του οδηγούντος κέντρου είναι χρήσιµη διότι µας επιτρέπει να µελετή-
σουµε πολύπλοκες κινήσεις χωρίς στην πραγµατικότητα να λύσουµε τις ακριβείς
εξισώσεις για την κίνηση του σωµατιδίου. Αντίθετα, κάποιος µελετά την κίνηση του
οδηγούντος κέντρου. Σ’ ένα σύστηµα συντεταγµένων κινούµενο µε το οδηγούν κέν-
τρο, ξέρουµε ότι τα σωµατίδια είναι κοντά του και περιστρέφονται γύρω απ’ αυτό. Σε

20
1.6. ΕΟΙΣΩΣΗ Ο˟ΙΣΘΗΣΗΣ Ο∆ΗΓϟΥΝΤΟΣ ΚŸΕΝΤΡΟΥ

κινήσεις σωµατιδίων που περιλαµβάνουν αποστάσεις πολύ µεγαλύτερες της γυροακ-


τίνας (όπως στο διαστηµικό χώρο), είναι χρησιµότερο ν’ αποκτήσουµε γνώση για το
οδηγούν κέντρο παρά για την ακριβή κίνηση του σωµατιδίου.

1.6.1 Παραδείγµατα Ολισθήσεων Οδηγούντος Κέντρου


Ως παραδείγµατα ολισθήσεων οδηγούντος κέντρου, ϑεωρήστε την ολίσθηση ενός
σωµατιδίου λόγω ηλεκτρικού πεδίου. Το ηλεκτρικό πεδίο στο διάστηµα µπορεί να εί-
ναι στατικό ή χρονικά µεταβαλλόµενο. Αυτοί οι δύο τύποι ηλεκτρικού πεδίου δίνουν
δύο τελείως διαφορετικές ολισθήσεις.
Στατικό Ηλεκτρικό Πεδίο ΄Ενα ϕορτισµένο σωµατίδιο παρουσία ηλεκτρικού και
µαγνητικού πεδίου κάθετα µεταξύ τους είναι η υπό µελέτη περίπτωση (E · B = 0).
΄Οπως δείχθηκε στην Παράγραφο 1.5.2, αυτό το πρόβληµα µπορεί να λυθεί αναλυ-
τικά λύνοντας την εξίσωση Lorentz. Σύµφωνα µε τις εξισώσεις οδηγούντος κέντρου,
εδώ η εξωτερική δύναµη είναι F = qE. Αυτό σηµαίνει ότι η κίνηση του σωµατιδίου
αποτελείται από την υπέρθεση µιας περιστροφικής κίνησης και µιας ολίσθησης του
οδηγούντος κέντρου, της οποίας το µέγεθος και η διεύθυνση δίνονται από τη σχέση,

E×B
WE = (1.60)
B2
Αυτή η ολίσθηση είναι ανεξάρτητη ϕορτίου, µάζας και ενέργειας. Προφανώς, όλα τα
σωµατίδια ολισθαίνουν πανοµοιότυπα σ’ ένα τέτοιο ηλεκτρικό πεδίο.
Αυτό το πρόβληµα εξετάζεται από µία άλλη οπτική γωνία για να κατανοήσουµε
καλύτερα την ολίσθηση αυτή. Η δύναµη Lorentz ενός σωµατιδίου είναι,

F = qE + qv × B (1.61)

΄Εστω ότι η ταχύτητα του σωµατιδίου δίνεται από τη σχέση,

E×B
v= (1.62)
B2
Η εξίσωση (1.61) τότε γίνεται,

E×B
F = qE + q ×B
B2
(1.63)
[(E · B) B − B 2 E]
= qE + q =0
B2

όπου ϑεωρήσαµε ότι E · B = 0. Η εξίσωση (1.63) δείχνει ότι παρουσία ηλεκτρικού


και µαγνητικού πεδίου κάθετα µεταξύ τους, ένα σωµατίδιο δεν αισθάνεται κάποια
δύναµη εάν ολισθαίνει µε µια ταχύτητα v = E×B/B 2 . Εδώ, οι ηλεκτρικές και µαγν-
ητικές δυνάµεις εξισορροπούνται. Η έννοια της E × B/B 2 ολίσθησης είναι επίσης
σηµαντική στην περίπτωση της κίνησης πολλών σωµατιδίων σ’ αγώγιµα ϱευστά. Σ’
αυτή την περίπτωση, το ηλεκτρικό πεδίο µηδενίζεται στο πλαίσιο αναφοράς του
ϱευστού, εάν ένα ϱευστό αποτελούµενο από "ψυχρά" σωµατίδια (µηδενική ϑερµική

21
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

ενέργεια) κινείται µε µια ταχύτητα E × B/B 2 . Αυτά τα αποτελέσµατα είναι σύµφωνα


µε τη ϑεωρία των µετασχηµατισµών Lorentz για υ ¿ c.
Χρονικά Μεταβαλλόµενο Ε : Ολίσθηση Πόλωσης Θεωρείστε ότι το E είναι κάθετο
στο B (E · B = 0), οµοιόµορφο στο χώρο, αλλά µεταβάλλεται αργά µε το χρόνο. Η
εξίσωση Lorentz πρέπει να λάβει υπόψιν τώρα και τη χρονική µεταβολή του ηλεκ-
τρικού πεδίου,

dv qE(t) q
= + (v × B) (1.64)
dt m m
΄Οπως και πρώτα ϑεωρούµε v = u + WE όπου WE = E × B/B 2 και η εξίσωση
κίνησης Lorentz ϑα δώσει,

du dWE
m +m = qu × B (1.65)
dt dt
από τη στιγµή που το WE είναι χρονικά µεταβαλλόµενο και q (E × B) × B/B 2 =
−qE (το B είναι στατικό εδώ). Τώρα ϑεωρείστε u = u1 + Wp όπου Wp είναι η
ολίσθηση πόλωσης. Σκοπός µας είναι να καταλήξουµε σε µία έκφραση για το Wp .
Αντικατάσταση της u = u1 + Wp στην (1.65) δίνει,

du1 dWp dWE


m +m +m = qu1 × B + qWp × B (1.66)
dt dt dt
Θεωρούµε,

dWE
m = qWp × B (1.67)
dt
και υπολογίζοντας το εξωτερικό γινόµενο αυτής της εξίσωσης µε το B και υποθέτοντας
ότι Wp · B = 0, παίρνουµε,

m dWE
Wp = − ×B (1.68)
qB 2 dt
ή,

m dE
Wp = (1.69)
qB 2 dt
όπου έγινε χρήση της (1.60) και της διανυσµατικής ταυτότητας (a × b) × b =
(a · b) b − b2 a.
Χρήση της (1.67) µετατρέπει την (1.66) σε,

du1 dWp
m +m = qu1 × B (1.70)
dt dt
Εάν το mdWp /dt στην (1.70) µπορεί να παραληφθεί, λαµβάνουµε τη συνήθη κίνηση
κύκλοτρον για το u1 . Τότε, η συνολική κίνηση του σωµατιδίου ϑα είναι µια κυκλική
κίνηση u1 υπερτιθέµενη από δύο ολισθήσεις,

v = u1 + W E + W p (1.71)
όπου η ποσότητα WE είναι η ίδια µε αυτή της (1.60) και Wp , µια επιπρόσθετη
ολίσθηση, που ονοµάζεται ολίσθηση πόλωσης, προκύπτει όταν το ηλεκτρικό πεδίο

22
1.7. ʟΙΝΗΣΗ ΣΕ ΑΝΟΜΟΙΟΓΕ͟ΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ

είναι χρονικά µεταβαλλόµενο. Ας ϐρούµε τώρα τις συνθήκες για τις οποίες ο όρος
m (dWp /dt) µπορεί ν’ αγνοηθεί.
Συγκρίνουµε τα σχετικά µεγέθη µεταξύ του δεύτερου όρου στο αριστερό µέλος
της (1.70) και του όρου στο δεξιό µέλος. Αυτό δίνει,

|mdWp /dt| m2 |d2 WE /dt2 × B|


= 2 2
|qu1 × B| q B |u1 × B|
(1.72)
2
ν |WE |
=
ωc2 |u1 |

όπου χρησιµοποιήσαµε την (1.68). Το ωc είναι η συχνότητα κύκλοτρον και το d/dt


αντικαταστάθηκε από το ν , το οποίο είναι η χαρακτηριστική συχνότητα του E. Η
εξίσωση (1.72) απαιτεί ότι,
µ ¶µ ¶
|WE | ν2
¿1 (1.73)
|u1 | ωc2
εάν το m (dWp /dt) είναι ν’ αγνοηθεί. Αυτή η συνθήκη συνήθως ικανοποιείται από
σωµατίδια στη µαγνητόσφαιρα όταν το WE /u1 είναι µικρό και όταν το ηλεκτρικό
πεδίο µεταβάλλεται αργά µε το χρόνο. Σηµειώστε ότι η ολίσθηση πόλωσης είναι κατά
τη διεύθυνση του E και εξαρτάται από το ϕορτίο και τη µάζα. Ιόντα και ηλεκτρόνια
ολισθαίνουν σ’ αντίθετες κατευθύνσεις προκαλώντας ϱεύµατα πόλωσης.

1.7 Κίνηση σε Ανοµοιογενές Μαγνητικό Πεδίο


Θεωρούµε τώρα ένα σωµατίδιο σ’ ένα ελαφρώς ανοµοιογενές µαγνητικό πεδίο. Λέ-
γοντας ελαφρώς, εννοούµε ότι η µεταβολή του µαγνητικού πεδίου είναι κατά πολύ
µικρότερη της τιµής της έντασης του µέσου µαγνητικού πεδίου εντός της τροχιάς του
σωµατιδίου. Σ’ αυτή την περίπτωση, το µαγνητικό πεδίο στο σωµατίδιο µπορεί να
ανπτυχθεί σε σειρά Taylor,

B (r) = B0 + (r · ∇0 ) B + · · · (1.74)
όπου το B0 είναι το µαγνητικό πεδίο στο οδηγούν κέντρο και r είναι το διάνυσµα από
το οδηγούν κέντρο στη στιγµιαία ϑέση του σωµατιδίου. Το ∇0 στην (1.74) σηµαίνει
ότι η πράξη εκτελείται ως προς το 0 το οποίο είναι το οδηγούν κέντρο. Στην (1.74),
αγνοούµε όρους υψηλότερης τάξης και απαιτούµε επιπλέον ότι,

|B0 | À |(r · ∇0 ) B| (1.75)


Η σχέση (1.75) απαιτεί ότι το B στο r διαφέρει ελάχιστα από το B0 στη ϑέση
του οδηγούντος κέντρου. Εποµένως, η τροχιά του σωµατιδίου είναι σχεδόν ένας
κύκλος, αλλά δεν κλείνει πλέον στον εαυτό του εξαιτίας της µικρής µαγνητικής
ανοµοιογένειας (Σχήµα 1.13).
Η εξίσωση της σωµατιδιακής κίνησης (1.26) σ’ ένα ανοµοιογενές πεδίο µε το B
να δίνεται από τη (1.74) γίνεται,

23
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.13: Τροχιά σωµατιδίου σ’ ένα ελαφρώς ανοµοιογενές µαγνητικό πεδίο [from
Parks, 1991].

dv q
= (v × B0 + v × (r · ∇0 ) B) (1.76)
dt m
όπου ο πρώτος όρος στα δεξιά αναπαριστά την κίνηση σε οµοιογενές B0 και ο δεύτε-
ϱος όρος, ο οποίος µπορεί να ϑεωρηθεί ως ένας διορθωτικός όρος, αναφέρεται στη
διαταραχή της τροχιάς λόγω του ανοµοιογενούς B.
Ας χαρακτηρίσουµε την αδιατάρακτη τροχιά ως µηδενικής τάξης και τη διαταραγ-
µένη ως πρώτης τάξης και ας αγνοήσουµε τους όρους µε τάξη µεγαλύτερη της
πρώτης. Ο δεύτερος όρος στην (1.76) είναι καθαρά τάξεως µεγαλύτερης της πρώτης
από τη στιγµή που περιλαµβάνει το γινόµενο όρων πρώτης τάξης. Για να µετα-
τρέψουµε τον όρο αυτό σε πρώτης τάξεως όρο, αντικαθιστούµε το v µε v0 (το οποίο
αποτελεί λύση όταν έχουµε B0 ), και το r µε rc . Τότε η (1.76), µε προσέγγιση πρώτης
τάξης γίνεται,

dv q
= [v × B0 + v0 × (rc · ∇0 ) B] (1.77)
dt m
Η εξίσωση (1.77) παραµένει ακόµα σύνθετη αλλά µπορούµε να την επεξεργαστούµε
χρησιµοποιώντας την έννοια του οδηγούντος κέντρου. Ο δεύτερος όρος στην (1.77)
αντιστοιχεί στην εξωτερική δύναµη στην (1.54). Ωστόσο, αυτή η δύναµη δεν είναι
σταθερή διότι το rc περιστρέφεται. Γι’ αυτό, πρέπει να υπολογιστεί ο µέσος όρος της
δύναµης σε µία περιστροφή. Συνεπώς,

F = hqv0 × (rc · ∇0 ) Bi (1.78)


όπου το σύµβολο hi αναφέρεται στο µέσο όρο. Η διαταραγµένη δύναµη περιλαµβάνει
τη ϐαθµίδα του µαγνητικού πεδίου εκτιµούµενη στο οδηγούν κέντρο.
΄Εχουµε ήδη δείξει (Εξ. (1.5)) ότι η πιο γενική έκφραση για τη µαγνητική
ανοµοιογένεια µπορεί να γραφτεί ως,

 
∂Bx /∂x ∂Bx /∂y ∂Bx /∂z
∇B =  ∂By /∂x ∂By /∂y ∂By /∂z  (1.79)
∂Bz /∂x ∂Bz /∂y ∂Bz /∂z

24
1.7. ʟΙΝΗΣΗ ΣΕ ΑΝΟΜΟΙΟΓΕ͟ΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ

Σχήµα 1.14: ∆ύναµη πάνω στο οδηγούν κέντρο σε συγκλίνουσες ή αποκλίνουσες


δυναµικές γραµµές. Το σωµατίδιο εδώ έχει ϕορτίο + [from Parks, 1991].

Με τη συνθήκη ότι ∇ · B = 0, το άθροισµα των όρων της διαγωνίου πρέπει να


µηδενίζεται και έτσι παραµένουν οκτώ ανεξάρτητες συνιστώσες. Τώρα εξετάζουµε
πώς κάθε µία από αυτές τις µαγνητικές ανοµοιογένειες επηρεάζει την κίνηση του
σωµατιδίου.

1.7.1 ∆ύναµη κατά Μήκος Συγκλίνοντων και Αποκλίνοντων Μαγν-


ητικών Πεδίων
Ας αρχίσουµε µε τους όρους της διαγωνίου, ∂Bx /∂x, ∂By /∂y και ∂Bz /∂z . Θεω-
ϱούµε ότι το µαγνητικό πεδίο είναι κυρίως κατά τη διεύθυνση z . Εποµένως, µ-
πορούµε να γράψουµε το τοπικό µαγνητικό πεδίο ως,

µ ¶
∂Bx
Bx = x
∂x 0
µ ¶
∂By
By = y (1.80)
∂y 0
µ ¶
∂Bz
Bz = B0 + z
∂z 0
Αυτές οι εξισώσεις δείχνουν ότι το αρχικό ευθύ µαγνητικό πεδίο B0 κατά τη διεύ-
ϑυνση z τώρα ϑα συγκλίνει (αποκλίνει) όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 1.14. Παρόλο
που το Σχήµα 1.14 υποδεικνύει µία µονοδιάστατη ϐαθµίδα µε το B να αυξάνει
προς το σηµείο κατοπτρισµού/ανάκλασης (mirror point), ο αναγνώστης ϑα πρέπει να
ϕανταστεί ότι αυτή είναι διδιάστατη ϐαθµίδα, όπου παρόµοια σύγκλιση µαγνητικών
γραµµών παρουσιάζεται εντός και εκτός του επιπέδου του χαρτιού.

25
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Η συνιστώσα της δύναµης Lorentz κατά µήκος του z δίνεται από,

Fz = q (υx By − υy Bx ) (1.81)
Από τις (1.80), αυτό µπορεί να γραφτεί ως,
· µ ¶ µ ¶ ¸
∂By ∂Bx
Fz = q υx y − υy x (1.82)
∂y 0 ∂x 0
Εισάγουµε τώρα πολικές συντεταγµένες x = r cos θ και y = r sin θ . Τότε,

dx dr dθ
= cos θ − r sin θ
dt dt dt
(1.83)
dy dr dθ
= sin θ + r cos θ
dt dt dt

Αντικαθιστώντας αυτές τις εξισώσεις στην (1.82) παίρνουµε,

·µ ¶
dr dθ ∂By
Fz = q cos θ − r sin θ r sin θ
dt dt ∂y
µ ¶ ¸
dr dθ ∂Bx
− sin θ + r cos θ r cos θ (1.84)
dt dt ∂x
Τώρα, ϐρίσκοντας το µέσο όρο αυτής της εξίσωσης ως προς θ λαµβάνουµε,
·µ ¶ µ ¶¸
q dθ ∂Bx ∂By
hFz i = − r2 + (1.85)
2 dt ∂x 0 ∂y 0
όπου hcos2 θi = hsin2 θi = 1/2 και hcos θ sin θi = 0. Αυτή η εξίσωση µπορεί να
ξαναγραφτεί ως,
µ ¶
q ∂Bz
hFz i = rυθ (1.86)
2 ∂z 0
από τη στιγµή που rdθ/dt = υθ και ∇ · B = 0. Μια πιο ϐολική µορφή είναι να
γράψουµε αυτή την εξίσωση λαµβάνοντας υπόψιν ότι υθ = ∓υ⊥ . Η κατεύθυνση του
υθ ορίζεται από τον κανόνα του δεξιού χεριού και είναι ϑετική κατά την αντιορολο-
γιακή ϕορά. Ιόντα και ηλεκτρόνια περιστρέφονται ορολογιακά και αντιορολογιακά,
αντίστοιχα. Γι’ αυτό, το µείον είναι για ϑετικά ϕορτισµένα σωµατίδια, το συν είναι
για ηλεκτρόνια και r ≈ |rc |. ΄Ετσι, για ένα ϑετικά ϕορτισµένο σωµατίδιο, η (1.86)
γίνεται,

q ∂Bz
hFz i ≈ − υ⊥ rc
2 ∂z
2
µ ¶
mυ⊥ ∂B
≈ − (1.87)
2B ∂z
∂B
≈ −µ
∂s

26
1.7. ʟΙΝΗΣΗ ΣΕ ΑΝΟΜΟΙΟΓΕ͟ΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ

Σχήµα 1.15: Καµπυλωµένη γεωµετρία µαγνητικού πεδίου στο επίπεδο xz [from Parks,
1991].

όπου το s είναι κατά µήκος του B. Γενικά, η δύναµη που δρα σ’ ένα σωµατίδιο κατά
µήκος του B µπορεί να γραφτεί ως,

mdvk ∂B
Fk = = −µ = −µ∇k B (1.88)
dt ∂s
Αυτή η παράλληλη δύναµη είναι πάντα αντίθετη προς την κίνηση του σωµατιδίου
κατά µήκος µιας συγκλίνουσας γεωµετρίας µαγνητικού πεδίου. Τελικώς, ένα σωµατίδιο
ϑ’ ανακλαστεί απ’ αυτή τη δύναµη.

1.7.2 Ολίσθηση του Οδηγούντος Κέντρου λόγω Καµπύλωσης


∆είξαµε στην παράγραφο (1.2.2) ότι οι όροι ∂Bx /∂z και ∂By /∂z παράγουν καµ-
πυλωµένες δυναµικές γραµµές. Οι µαγνητικές δυναµικές γραµµές στο επίπεδο xz
για ϑετικό ∂Bx /∂z ϕαίνονται στο Σχήµα 1.15. ΄Ενα σωµατίδιο που ταξιδεύει σε τέ-
τοιες καµπυλωµένες γραµµές πεδίου αισθάνεται µια ϕυγόκεντρο δύναµη η οποία
προκαλεί ολίσθηση του οδηγούντος κέντρου. Εάν το υk2 αναπαριστά το τετράγωνο
της µέσης ταχύτητας των σωµατιδίων κατά µήκος της διεύθυνσης του B, τότε η
ϕυγόκεντρος δύναµη είναι,
ρ
Fc = mυk2 (1.89)
ρ2
όπου το ρ είναι η ακτίνα καµπυλότητας. Το Fc είναι κάθετο στο B και η ολίσθηση
του οδηγούντος κέντρου λόγω της Fc είναι,

mυk2 ρ × B
Wc = (1.90)
qB 2 ρ2
Θεωρείστε τώρα στοιχειώδες τόξο ds κατά µήκος του B και ορίστε τα µοναδιαία
διανύσµατα (e1 , e2 , e3 ) ενός τοπικού ορθογώνιου συστήµατος συντεταγµένων όπου
το e1 είναι παράλληλο προς το B, το e2 είναι κάθετο στο B (κατά µήκος της −ρ
διεύθυνσης) και e3 = e1 × e2 . Η ακτίνα καµπυλότητας του πεδίου ορίζεται ως,

e2 ∂e1
= (1.91)
ρ ∂s

27
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Από τη στιγµή που e1 = B/B και e2 = −ρ/ρ, η παραπάνω εξίσωση µπορεί να


γραφτεί ως,

µ ¶
ρ ∂ B
2
= −
ρ ∂s B
1 ∂B B ∂B
= − + 2
B ∂s B ∂s
(1.92)
1 ∂B
= −
B ∂s
1
= − (B · ∇) B
B2
όπου ϑεωρήσαµε ότι η µαγνητική ένταση είναι σταθερή κατά µήκος του µαγνητικού
πεδίου, ∂B/∂s ≈ ∂Bz /∂s = 0 και χρησιµοποιήσαµε τη σχέση ∂/∂s = (e1 · ∇).
Αντικαθιστούµε τώρα την (1.92) στην (1.90) και παίρνουµε,

mυk2
Wc = B × (B · ∇) B (1.93)
qB 4
Το Wc είναι ανεξάρτητο ϕορτίου και ενέργειας. ΄Οταν µεµονωµένα σωµατίδια ϐρίσκον-
ται σ’ ένα µαγνητικό πεδίο όπου τα τοπικά χωρικά ϱεύµατα µπορεί να ϑεωρηθούν
απόντα (J = 0), η διανυσµατική σχέση (∇ × B) × B = (B · ∇) B − ∇ (B 2 /2) δίνει
(B · ∇) B = ∇ (B 2 /2). Αυτό επιτρέπει στην ολίσθηση λόγω καµπύλωσης (1.93) να
ξαναγραφτεί ως,

mυk2
Wc = B × (B · ∇) B
qB 4
(1.94)
µ ¶
mυk2 2
B
= B ×∇
qB 4 2

∆οσµένης καµπύλωσης µαγνητικού πεδίου, η ταχύτητα ολίσθησης είναι µια συνάρτηση


µόνο της παράλληλης ενέργειας· ηλεκτρόνια και ϑετικά ιόντα ίδιας ενέργειας έχουν
την ίδια ταχύτητα ολίσθησης αλλά ολισθαίνουν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Λόγω
αυτής της ολίσθησης εποµένως, αναπτύσσεται ένα ϱεύµα.

1.7.3 Ολίσθηση του Οδηγούντος Κέντρου λόγω Βαθµίδας


Τώρα εξετάζονται οι όροι ∂Bz /∂x και ∂Bz /∂y (ϑυµηθείτε ότι ακόµα ϑεωρούµε B ≈
Bz ). ∆είξαµε στην παράγραφο (1.2.3) ότι σ’ αυτή την περίπτωση οι δυναµικές γραµ-
µές παραµένουν ευθείες αλλά το πεδίο µεταβάλλεται κατά τη x και y διεύθυνση.
Υποθέστε ότι ∂Bz /∂x = 0 και ότι ο όρος ∂Bz /∂y είναι ϑετικός. Τότε στο Σχήµα
1.16, το B είναι ισχυρότερο στην κατεύθυνση +y και ασθενέστερο στην κατεύθυνση
−y . Η κίνηση κύκλοτρον ενός σωµατιδίου σ’ αυτή τη γεωµετρία πεδίου δείχνει ότι
η ακτίνα της τροχιάς στην κατεύθυνση +y είναι µικρότερη (η ακτίνα καµπυλότητας

28
1.7. ʟΙΝΗΣΗ ΣΕ ΑΝΟΜΟΙΟΓΕ͟ΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ

Σχήµα 1.16: Επίδραση του ∇B στην κίνηση του οδηγούντος κέντρου [from Parks, 1991].

είναι µικρότερη) απ’ ό,τι στην κατεύθυνση −y . Εποµένως, αυτή η κίνηση προκαλεί
µια ολίσθηση στη διεύθυνση x.
Κατόπιν αποτιµούµε τη δύναµη Lorentz, F = qv × B, υπολογίζουµε το µέσο όρο
hFi και καθορίζουµε την ολίσθηση του οδηγούντος κέντρου που προκύπτει από τη
ϐαθµίδα του µαγνητικού πεδίου. Η συµµετρία της τροχιάς υποδηλώνει ότι για το
σωµατίδιο hFx i = 0. Για να υπολογίσουµε το hFy i, χρησιµοποιούµε την ανάπτυξη
κατά Taylor του µαγνητικού πεδίου γύρω απ’ το σηµείο (x0 , y0 ),

Fy = −qυx Bz (y)
(1.95)
· µ ¶ ¸
∂Bz
≈ −qυx B0 + y + ···
∂y
Αυτή η ανάπτυξη είναι έγκυρη αν rc ¿ L, όπου rc είναι η ακτίνα κύκλοτρον και L
είναι το χαρακτηριστικό µήκος της ϐαθµίδας ∂Bz /∂y . Χρησιµοποιούµε τις λύσεις
µηδενικής τάξης για τα υx και y (από τις (1.34) και (1.35)),

υx = υ⊥ cos ωc t
(1.96)
µ ¶
υ⊥
y = cos ωc t
ωc
στην (1.95), η οποία µε τη σειρά της γίνεται,
· µ ¶ ¸
υ⊥ ∂Bz
Fy ≈ −qυ⊥ cos ωc t B0 + cos ωc t + ··· (1.97)
ωc ∂y
Για να υπολογίσουµε το µέσο όρο, παρατηρείστε ότι ο πρώτος όρος περιλαµβάνει το
hcos ωc ti, του οποίου η µέση τιµή είναι µηδέν σε µια περίοδο κύκλοτρον. Ο δεύτερος
όρος περιλαµβάνει το hcos2 ωc ti, το οποίο για µια περίοδο κύκλοτρον ισούται µε 1/2.
Εποµένως,

29
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

2
qυ⊥ ∂Bz
hFy i = −
2ωc ∂y
(1.98)
qυ⊥ rc ∂Bz
= −
2 ∂y
όπου rc = υ⊥ /ωc . Η εξίσωση (1.98) χρησιµοποιείται στην WD = F × B/qB 2 για να
πάρουµε,

υ⊥ rc ∂Bz
W∇B = − (ŷ × B) (1.99)
2B 2 ∂y
Από τη στιγµή που B ≈ Bẑ, παίρνουµε ŷ × B = (ŷ × ẑ) B = x̂B . Η ϐαθµίδα µαγν-
ητικού πεδίου ∂Bz /∂y συνεπώς οδηγεί σε µια ολίσθηση του οδηγούντος κέντρου
κατά τη διεύθυνση x. Η εξίσωση (1.99) µπορεί να γραφτεί πιο γενικά, παρατηρών-
τας ότι η επιλογή της ϐαθµίδας είναι αυθαίρετη. Εποµένως, η ∂Bz /∂y µπορεί ν’
αντικατασταθεί από το ∇B . Η γενική έκφραση της ολίσθησης οδηγούντος κέντρου
λόγω ϐαθµίδας µαγνητικού πεδίου µπορεί να γραφτεί ως,

υ⊥ rc B × ∇B
W∇B =
2 B2
(1.100)
2
mυ⊥ B × ∇ (B 2 /2)
=
2 qB 4
όπου χρησιµοποιήσαµε τις σχέσεις υ⊥ rc /2B 2 = υ⊥
2
/2B 2 ωc = mυ⊥
2
/2qB 3 και B∇B =
∇B 2 /2. Η εξίσωση (1.100) εξαρτάται από το ϕορτίο µε αποτέλεσµα αντίθετα ϕορ-
τισµένα σωµατίδια να ολισθαίνουν προς αντίθετες κατευθύνσεις, δηµιουργώντας ένα
ϱεύµα.
Σηµειώστε ότι η ολίσθηση λόγω καµπύλωσης (1.94) έχει την ίδια µορφή µε την
(1.100) και γι’ αυτό αυτές οι εξισώσεις µπορούν να προστεθούν για να δώσουν,
µ 2

m υ⊥ ∇B 2
WD = υk2 + B× (1.101)
qB 4 2 2
Αυτή η εξίσωση αναπαριστά την ολική ολίσθηση οδηγούντος κέντρου ενός σωµατιδίου
σ’ ένα ανοµοιογενές µαγνητικό πεδίο µε καµπύλωση και ϐαθµίδα.

1.7.4 Ανακεφαλαίωση των Ολισθήσεων Οδηγούντος Κέντρου


Ας συνοψίσουµε εδώ τις µηδενικής και πρώτης τάξης (οδηγούντος κέντρου) ολισθή-
σεις που εµφανίζονται στις κινήσεις των σωµατιδίων.

Ηλεκτρικό Πεδίο

E×B
WE = (1.102)
B2
Πόλωση

30
1.8. Α∆ΙΑΒΑΤΙʟΕΣ ΑΝΑΛΛϟΙΩΤΕΣ

m ∂E
Wp = (1.103)
qB 2 ∂t
Καµπύλωση

mυk2
Wc = [B × (B · ∇) B] (1.104)
qB 4
Βαθµίδα

2
mυ⊥
W∇B = (B × ∇B) (1.105)
2qB 3

1.8 Αδιαβατικές Αναλλοίωτες


Η έννοια των αδιαβατικών αναλλοίωτων (adiabatic invariants) είναι ένα ισχυρό ερ-
γαλείο για την περιγραφή της κίνησης των σωµατιδίων σε µαγνητικά πεδία. Για
περιοδικές κινήσεις η ϑεωρία της µηχανικής έχει δείξει ότι ποσότητες που καλούνται
δράσεις µπορούν να παραµείνουν αναλλοίωτες για αργές µεταβολές του συστήµατος.
Θεωρείστε την κίνηση ενός σωµατιδίου η οποία περιγράφεται από ένα Ϲεύγος µεταβλ-
ητών (qi , pi ) γενικευµένων συντεταγµένων (generalized coordinates) και συζευγµέν-
ων ορµών (conjugate momenta). Τότε, για κάθε συντεταγµένη qi που είναι περιοδική,
το ολοκλήρωµα δράσης Ji ,
I
Ji = pi dqi (1.106)

για µια πλήρη περίοδο (ταλάντωση) του qi µε συγκεκριµένες αρχικές συνθήκες εί-
ναι µια αναλλοίωτη (σταθερά) της κίνησης. Απόδειξη αυτής της πρότασης µπορεί
να ϐρεθεί στον Northrop [1963], όπου ο συγγραφέας παραθέτει µια προχωρηµένη
έκδοση της ϑεωρίας του οδηγούντος κέντρου, λύνοντας την εξίσωση Lorentz µε τη
µέθοδο των διαταραχών.
Το ολοκλήρωµα δράσης ϑα παραµένει αναλλοίωτο ακόµα και στην περίπτωση
που κάποια ιδιότητα του συστήµατος επιτρέπεται ν’ αλλάζει. Ωστόσο, απαιτείται η
µεταβολή να είναι αργή (αδιαβατική µεταβολή) συγκρινόµενη µε σχετικές περιόδους
του συστήµατος και επιπλέον η µεταβολή δεν πρέπει να σχετίζεται µε τις περιόδους.
Αυτή η πρόταση υποδηλώνει ότι εάν έχουµε ως αφετηρία κάποια κατάσταση της
κίνησης και επιτρέψουµε να εµφανιστεί µια αδιαβατική µεταβολή σε κάποια ιδιότητα
ώστε να καταλήξουµε σε µια διαφορετική κατάσταση, η κίνηση στην τελική κατάσ-
ταση ϑα είναι τέτοια ώστε τα ολοκληρώµατα δράσης ϑα έχουν τις ίδιες τιµές µε αυτές
της αρχικής κατάστασης.
Για σωµατίδια σε µαγνητικά πεδία, µια αδιαβατική αναλλοίωτη σχετίζεται µε
κάθε έναν από τους τρεις τύπους κίνησης που συζητήθηκαν σε προηγούµενες παρα-
γράφους· την κίνηση περιστροφής γύρω από το B, την παράλληλη κίνηση κατά
µήκος του B και την κίνηση ολίσθησης εγκάρσια στο B. Στα παρακάτω ϑα παρουσιά-
σουµε µόνο τις δύο πρώτες από τις αδιαβατικές αναλλοίωτες που σχετίζονται µε την
περιστροφική και παράλληλη κίνηση και που υπεισέρχονται στην έρευνά µας.

31
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

1.8.1 Πρώτη Αδιαβατική Αναλλοίωτη


Η περιστροφική κίνηση ενός σωµατιδίου είναι ένα παράδειγµα µιας περιοδικής
κίνησης που υπακούει στην κατασκευή µιας σταθεράς της κίνησης (ή αναλλοίωτης).
Ορίζοντας ως q1 τη γυροφάση (gyrophase) φ, η γωνιακή ορµή p1 = mυ⊥ rc είναι η
συζευγµένη ορµή. Εισάγοντας αυτές τις µεταβλητές στην (1.106) και ολοκληρώνον-
τας ϐρίσκουµε,

4πm
J1 = µ (1.107)
q
Η παραπάνω ποσότητα είναι µια αναλλοίωτη της κίνησης κύκλοτρον για αργά µετα-
ϐαλλόµενο B. Εποµένως, η δράση J1 λόγω κίνησης κύκλοτρον ενός σωµατιδίου (και
επακόλουθα η µαγνητική ϱοπή µ) είναι γνωστή ως πρώτη αδιαβατική αναλλοίωτη
ενός σωµατιδίου.
Εναλλακτικά, για ν’ αποδείξουµε ότι η µαγνητική ϱοπή διατηρείται σε σχέση
µε αργές µεταβολές των ηλεκτροµαγνητικών πεδίων είτε στο χώρο είτε στο χρόνο,
ανακαλούµε από την (1.40) ότι το µ είναι ανάλογο της µαγνητικής ϱοής Φ που
περικλύεται από την κίνηση κύκλοτρον του σωµατιδίου,
Z
2πm
Φ= B · dS = µ (1.108)
q2
Εποµένως, εάν πάρουµε την ολική χρονική παράγωγο του µ έχουµε,

Z
dµ q2 d
= B · dS
dt 2πm dt
·Z Z ¸
q2 ∂B
= · dS + v · ∇ B · dS (1.109)
2πm ∂t
· I I ¸
q2
= − E · dl + v · ∇ A · dl
2πm

όπου A είναι ένα διανυσµατικό µαγνητικό δυναµικό. Ο πρώτος όρος στο δεξιό
µέλος της (1.109) συνεισφέρει µόνο όταν το εφαρµοζόµενο ηλεκτρικό πεδίο έχει
συνιστώσες στο επίπεδο της κίνησης κύκλοτρον και το πεδίο µεταβάλλεται εντός της
ακτίνας Larmor. Ο δεύτερος όρος είναι η χωρική µεταβολή της µαγνητικής ϱοής
κατά µήκος της τροχιάς του οδηγούντος κέντρου και είναι µη µηδενικός µόνο όταν
υπάρχει µια ανοµοιογένεια στο µαγνητικό πεδίο εντός της ακτίνας Larmor. Εναλ-
λακτικά, µεταβολή του µ σηµαίνει µια µεταβολή της µαγνητικής ϱοής εντός της ακ-
τίνας Larmor, υποδηλώνοντας την ανταλλαγή ενέργειας µεταξύ του πεδίου και του
σωµατιδίου. Εάν η µεταβολή του µαγνητικού πεδίου (τόσο χρονικά όσο και χωρικά)
είναι αδιαβατική, έτσι ώστε το σωµατίδιο να µην αισθάνεται αυτή τη µεταβολή κατά
τη διάρκεια της κίνησης κύκλοτρον, τότε το µ διατηρείται παρόλο που το επαγόµενο
ηλεκτρικό πεδίο επιταχύνει το σωµατίδιο. Συνεπώς, το µ συχνά αποκαλείται α-
διαβατική αναλλοίωτη. Η σταθερότητα της πρώτης αδιαβατικής αναλλοίωτης της
κίνησης οδηγούντος κέντρου οδηγεί στη µαγνητική παγίδευση των σωµατιδίων.

32
1.8. Α∆ΙΑΒΑΤΙʟΕΣ ΑΝΑΛΛϟΙΩΤΕΣ

1.8.2 ∆εύτερη Αδιαβατική Αναλλοίωτη


Η διαµήκης αναλλοίωτη (longitudinal invariant) σχετίζεται µε την παράλληλη κίνηση
κατά µήκος των δυναµικών γραµµών. Η κίνηση αναπήδησης (bounce motion) µεταξύ
των σηµείων κατοπτρισµού/ανάκλασης υποδηλώνει µία δεύτερη σχεδόν περιοδική
κίνηση για ένα σωµατίδιο µε µια συχνότητα αναπήδησης ωb . Για µεταβολές σε µια
χρονική κλίµακα τ À 1/ωb , το αντίστοιχο ολοκλήρωµα δράσης,
I
J2 = mυk ds (1.110)

είναι µια διαµήκης αναλλοίωτη της κίνησης του σωµατιδίου. Το ds είναι το σ-


τοιχειώδες µήκος τόξου κατά µήκος της τροχιάς του οδηγούντος κέντρου και το
ολοκλήρωµα αποτιµάται για µια πλήρη διαδροµή. Για ν’ αποδείξουµε τη σταθερότη-
τα του J2 σε µια γενική περίπτωση είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο. Η πλήρης
απόδειξη δίνεται από τον Northrop [1963].
Συναρτήσει µιας µέσης παράλληλης ταχύτητας hυk i, η αναλλοίωτη είναι J2 =
2mlhυk i, µε το l να είναι το µήκος ολόκληρης της δυναµικής γραµµής µεταξύ
των σηµείων κατοπτρισµού. Το τετράγωνο αυτής της σταθεράς υποδηλώνει για την
παράλληλη ενέργεια ότι,

h²k i2 l2
= 12 (1.111)
h²k i1 l2
Εποµένως, καθώς το µήκος της δυναµικής γραµµής µεταξύ των σηµείων κατοπτρισ-
µού µεταβάλλεται, η παράλληλη ενέργεια µεταβάλλεται και αυτή, κάτι που αποτελεί
τη ϐασική ιδέα της επονοµαζόµενης επιτάχυνσης Fermi.

1.8.3 Μαγνητικά Κάτοπτρα και Γεωµετρίες Παγίδευσης


Τα µαγνητικά κάτοπτρα και οι γεωµετρίες παγίδευσης είναι εφαρµογές της πρώτης
αδιαβατικής σταθεράς. Θεωρείστε ένα σωµατίδιο µάζας m και ταχύτητας v σε µια
δυναµική γραµµή B. Το οδηγούν κέντρο του ϑα κινηθεί σύµφωνα µε την κίνηση που
συζητήθηκε σε προηγούµενες παραγράφους. Ας ακολουθήσουµε το σωµατίδιο. Η
ενέργειά του είναι mυ 2 /2, η οποία µπορεί να χωριστεί σε mυk2 /2+mυ⊥
2
/2. Ανακαλούµε
ότι υk = υ cos α και υ⊥ = υ sin α. Ως προς αυτές τις µεταβλητές, η έκφραση της
µαγνητικής ϱοπής είναι,

2
mυ⊥ mυ 2 sin2 α
µ= = (1.112)
2B 2B
΄Ενα σωµατίδιο ϑα κινηθεί από σηµείο σε σηµείο µιας δυναµικής γραµµής διατηρών-
τας αυτή τη σταθερά. Υποθέστε ότι το σωµατίδιο αυτό είναι αρχικά στον ισηµερινό
και κινείται προς την ιονόσφαιρα. Από τη στιγµή που το σωµατίδιο κινείται προς µία
2
περιοχή ισχυρότερου B , έπεται από τη διατήρηση του µ ότι το ²⊥ = mυ⊥ /2 πρέπει
ν’ αυξηθεί. Εφόσον η ενέργεια διατηρείται, το ²⊥ πρέπει ν’ αυξηθεί µε παράλληλη
µείωση του ²k . Συνεπώς, για µια συγκεκριµένη τιµή του B (ας πούµε BR ), µπορεί
²k = 0. Σ’ αυτό το σηµείο, όλη η ενέργεια του σωµατιδίου εναποτίθεται στην ²⊥
και το σωµατίδιο δεν µπορεί να διεισδύσει περαιτέρω. Γι’ αυτό το λόγο επιστρέ-
ϕει προς τα πίσω, διότι υπάρχει µια δύναµη (F = −µ∇B) που επενεργεί πάνω

33
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.17: Μια γεωµετρία µαγνητικής παγίδευσης σχήµατος ϕιάλης. Το B0 είναι το


πεδίο στον ισηµερινό. Το BM είναι το πεδίο στο στενό άνοιγµα. ΄Ολα τα σωµατίδια που
ανακλώνται στην περιοχή όπου B < BM παγιδεύονται. ΄Ολα τα σωµατίδια που ανακλώνται
όπου B > BM ϑα διαφύγουν της µαγνητικής ϕιάλης [from Parks, 1991].

του και το αναγκάζει να γυρίσει πίσω. Η γωνία κλίσης του σωµατιδίου στο σηµείο
επιστροφής είναι 90◦ . Το σωµατίδιο ϑα εκτελέσει µια κίνηση αναπήδησης µεταξύ
των δύο συζευγµένων σηµείων κατοπτρισµού και εποµένως αυτό το σωµατίδιο είναι
παγιδευµένο (Σχήµα 1.17).
Θεωρείστε ένα σωµατίδιο σε µια αρχική κατάσταση που ορίζεται από τη γωνία
κλίσης του α και το µαγνητικό πεδίο B . Ας αφήσουµε το σωµατίδιο να κινηθεί σε
µια άλλη κατάσταση, στο σηµείο όπου ανακλάται. Τότε η διατήρηση της µαγνητικής
ϱοπής µας επιτρέπει να γράψουµε,

sin2 α sin2 α (α = π/2)


=
B BR
(1.113)
B
sin2 α =
BR

Αυτή η εξίσωση δείχνει ότι η γωνία κλίσης α του σωµατιδίου σε οποιοδήποτε σηµείο
B συνδέεται µε το µέγεθος του BR στο σηµείο ανάκλασης/κατοπτρισµού. Μπορούµε
εποµένως να υπολογίσουµε το BR δοσµένης της α και αντιστρόφως.
Θεωρείστε τώρα τα σωµατίδια για τα οποία BR > BM και BR < BM . Το BM
αναπαριστά τη µέγιστη τιµή του B που συναντάται από το σωµατίδιο. Στο Σχήµα
1.17, το BM είναι η τιµή του B στο "λαιµό". Για µια πλανητική µαγνητόσφαιρα, το
BM είναι η τιµή του B στα ιονοσφαιρικά ύψη πέρα των οποίων τα σωµατίδια χάνονται
λόγω σκέδασης. Εποµένως, είναι ϕανερό ότι σωµατίδια µε BR > BM διαφεύγουν της
"ϕιάλης" ενώ σωµατίδια µε BR < BM παγιδεύονται. Σε µια συµµετρική γεωµετρία
σαν αυτή που εξετάζουµε, το σηµείο στο µέσον έχει το ασθενέστερο µαγνητικό πεδίο
B0 . Ορίζουµε τώρα ως,

34
1.8. Α∆ΙΑΒΑΤΙʟΕΣ ΑΝΑΛΛϟΙΩΤΕΣ

Σχήµα 1.18: Ορισµός του κώνου διαφυγής στο χώρο υk υ⊥ [from Parks, 1991].

BM
R= (1.114)
B0
Το R καλείται λόγος κατοπτρισµού και δίνει ένα µέτρο του λόγου µεταξύ του ισχυρότερ-
ου και του ασθενέστερου µαγνητικού πεδίου που συναντάται από ένα σωµατίδιο σε
µια γεωµετρία παγίδευσης.
Θεωρούµε σωµατίδια στη ϑέση B0 . ΄Εστω ότι τα σωµατίδια έχουν αυθαίρετες γ-
ωνίες κλίσης α. Μερικά απ’ αυτά τα σωµατίδια χάνονται ενώ άλλα παγιδεύονται.
΄Εστω ότι τα σωµατίδια που χάνονται είναι αυτά εντός της στερεάς γωνίας Ω. Ανάκ-
λαση στη ϑέση BM µε µέγιστη ένταση µαγνητικού πεδίου απαιτεί µια αρχική γωνία
κλίσης στο B0 που να ικανοποιεί τη σχέση,

B0 1
sin2 α0 = = (1.115)
BM R
Σωµατίδια µε µια αρχική γωνία κλίσης α0 ανακλώνται ακριβώς στο BM · σωµατίδια µε
µεγαλύτερες γωνίες κλίσης ανακλώνται νωρίτερα και σωµατίδια µε µικρότερες γωνίες
κλίσης διαπερνούν το σηµείο κατοπτρισµού µέγιστης έντασης. Εποµένως, η (1.115)
ορίζει τη συνοριακή επιφάνεια της περιοχής διαφυγής στο χώρο των ταχυτήτων ως
ένα κώνο, ο οποίος καλείται κώνος διαφυγής (Σχήµα 1.18).
Τώρα ορίζουµε τον κώνο διαφυγής για µια πλανητική µαγνητόσφαιρα. Σ’ αυτό τον
ορισµό, πρέπει να λάβουµε υπόψιν µας το γεγονός ότι ο πλανήτης έχει ατµόσφαιρα.
Για παράδειγµα, ορίζουµε τον ισηµερινό κώνο διαφυγής για τη Γη ως εκείνη τη
γωνία κλίσης α0 για την οποία το σηµείο κατοπτρισµού είναι στα 100 km από την

35
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

επιφάνεια της. Ο λόγος για τα 100 km ύψος είναι ότι σ’ αυτό το ύψος η ατµοσφαιρική
πυκνότητα είναι αρκετά µεγάλη ώστε να έχουµε µεγάλη πιθανότητα σκέδασης των
ηλεκτρονίων. ΄Ενα ηλεκτρόνιο που ανακλάται στο ύψος των 100 km είναι συνεπώς
πολύ πιθανόν ν’ "απορροφηθεί" από την ατµόσφαιρα και εποµένως να χαθεί από τη
µαγνητόσφαιρα. Ο ισηµερινός κώνος διαφυγής για µια διπολική δυναµική γραµµή
που τέµνει τον ισηµερινό στις 6 RE είναι περίπου 3◦ . ΄Ολα τα ηλεκτρόνια εντός του 3◦
ισηµερινού κώνου εισέρχονται στην ατµόσφαιρα διότι ανακλώνται σε ύψη µικρότερα
των 100 km. Ηλεκτρόνια εκτός του κώνου διαφυγής ανακλώνται σε ύψη µεγαλύτερα
των 100 km και εποµένως αυτά παγιδεύονται.

1.9 Κίνηση Σωµατιδίων σε Μαγνητικώς Ουδέτερα


Σηµεία
Μέχρι τώρα µελετήσαµε σωµατίδια των οποίων οι κινήσεις περιγράφονται επαρκώς
από την προσέγγιση οδηγούντος κέντρου (πρώτης τάξεως τροχιά) όπου τα σωµατίδια
είναι µαγνητικώς παγιδευµένα. Τα σωµατίδια µπορεί να ξεφύγουν της παγίδευσης
λόγω παραβίασης της πρώτης αδιαβατικής αναλλοίωτης/σταθεράς. Η συνθήκη παραβί-
ασης της πρώτης αδιαβατικής σταθεράς έγκειται στο γεγονός ότι το σωµατίδιο ϐλέπει
είτε χρονικές µεταβολές πεδίου σε µια χρονική κλίµακα της τάξεως της γυροπεριόδου
είτε χωρικές µεταβολές πεδίου της τάξεως της γυροακτίνας. Η πρώτη περίπτωση, για
παράδειγµα, µπορεί να εµφανιστεί σε περιοχές του διαστήµατος, όπου έχουµε τη
διέγερση κινητικών ασταθειών (kinetic instabilities) των οποίων η κυµατική συχνότη-
τα είναι συγκρίσιµη µε τη σωµατιδιακή γυροσυχνότητα. Η δεύτερη περίπτωση µ-
πορεί να εµφανιστεί σε ουδέτερα στρώµατα όπου το µαγνητικό πεδίο αλλάζει κατεύ-
ϑυνση και µεταβάλλεται σηµαντικά σε αποστάσεις της τάξεως της γυροακτίνας. Στην
τελευταία περίπτωση, όπως ϑα δούµε, κάποιος ϑα πρέπει να επιστρέψει στην εξίσω-
ση Lorentz και να προσπαθήσει να τη λύσει είτε αναλυτικά (εάν είναι δυνατόν) είτε
αριθµητικά.
Η κίνηση των σωµατιδίων διαµέσου λεπτών συνοριακών επιφανειών και µαγν-
ητικών πεδίων που περιλαµβάνουν ουδέτερα σηµεία είναι ένα παράδειγµα όπου η
προσέγγιση οδηγούντος κέντρου µπορεί να µην ισχύει. Θεωρείστε ένα σωµατίδιο
το οποίο προσεγγίζει ένα µαγνητικώς ουδέτερο σηµείο. Η γυροακτίνα αυτού του
σωµατιδίου ϑ’ αυξηθεί, διότι το µαγνητικό πεδίο γίνεται ασθενέστερο και εάν τα
σωµατίδια περάσουν διαµέσου του ουδετέρου σηµείου όπου η µαγνητική ϱοπή µ
τείνει στο ∞, γίνεται ϕανερό ότι δεν έχει νόηµα να µιλάµε για αδιαβατικές αναλλοί-
ωτες/σταθερές.

1.9.1 Ουδέτερο Στρώµα Συµπεριλαµβανοµένου ενός Σταθερού


Ηλεκτρικού Πεδίου

Ας µελετήσουµε τώρα την κίνηση σωµατιδίων στη µονοδιάστατη γεωµετρία µαγν-


ητικής ουράς που συζητήθηκε ήδη στην παράγραφο (1.3.2) όπου έχουµε επιπλέον
τη συµπερίληψη ενός σταθερού ηλεκτρικού πεδίου. Συνεπώς, το πιο απλό µοντέλο
για τα πεδία σ’ ένα ουδέτερο στρώµα το οποίο µπορεί να συζητηθεί αναλυτικά είναι,

36
1.9. ʟΙΝΗΣΗ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΜΑΓΝΗΤΙʟΩΣ ΟΥ∆ŸΕΤΕΡΑ
ΣΗΜşΙΑ

x 2L

NEUTRAL
SHEET E

MAGNETIC FIELD VECTORS

Σχήµα 1.19: Απλό µοντέλο [from Speiser, 1965].

³z´
B = B0 x̂ L ≥ z ≥ −L (1.116)
L

E = E0 ŷ (1.117)

όπου το B0 είναι η ένταση του µαγνητικού πεδίου όταν z = L, το µισό πάχος του
στρώµατος, και E0 είναι η ένταση του ηλεκτρικού πεδίου. Το σύστηµα συντεταγµένων
που χρησιµοποιείται καθώς και το µαγνητικό και ηλεκτρικό πεδίο ϕαίνονται στο
Σχήµα 1.19. Η εξίσωση κίνησης Lorentz για ένα σωµατίδιο στο ουδέτερο στρώµα,
χρησιµοποιώντας αυτά τα πεδία, δίνει,

ẍ = 0

ÿ = c1 z ż + c2 (1.118)

z̈ = −c1 z ẏ

όπου c1 = qB0 /mL και c2 = qE0 /m. Επίσης, η κουκίδα σηµαίνει χρονική παράγω-
γο. Παρατηρώντας ότι d (z 2 /2) /dt = z ż , µπορούµε να ολοκληρώσουµε τη δεύτερη
εξίσωση των (1.118) και να πάρουµε,
³c ´ ¡ ¢
1
ẏ = ẏ0 + z 2 − z02 + c2 t (1.119)
2
Τώρα πολλαπλασιάζουµε τη δεύτερη εξίσωση µε ẏ και την τρίτη µε ż , προσθέτουµε
και παίρνουµε,

37
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 1.20: Σχηµατική αναπαράσταση των τροχιών των σωµατιδίων χρησιµοποιώντας


τα πεδία του απλού µοντέλου (γραµµική αντιστροφή του µαγνητικού πεδίου διαµέσου του
ουδετέρου στρώµατος, καµία συνιστώσα του µαγνητικού πεδίου εγκάρσια στο στρώµα και
ένα οµοιόµορφο ηλεκτρικό πεδίο στη διεύθυνση ŷ). Τα ηλεκτρόνια επιταχύνονται στην
κατεύθυνση −ŷ, τα πρωτόνια στην κατεύθυνση +ŷ. Το πλάτος της ταλάντωσης ϕθίνει και
έτσι τα σωµατίδια δεν εξέρχονται ποτέ από το στρώµα µε αποτέλεσµα η ενέργειά τους να τείνει
στο άπειρο [from Speiser, 1965].

1¡ 2 ¢ 1¡ 2 ¢
ż + ẏ 2 − c2 y = ż0 + ẏ02 − c2 y0 (1.120)
2 2
Η εξίσωση (1.120) είναι απλώς η σχέση διατήρησης της ενέργειας. Ο δείκτης "0"
αναφέρεται στις αρχικές συνθήκες. Αντικαθιστώντας την (1.119) στην τρίτη εξίσωση
των (1.118) παίρνουµε,
h ³c ´ ¡ ¢ i
1 2 2
z̈ = −c1 z ẏ0 + z − z0 + c2 t (1.121)
2
Η εξίσωση (1.121) είναι µη-γραµµική και οι λύσεις µπορεί να περιλαµβάνουν χαοτικές
κινήσεις. Καθώς σκοπός µας εδώ δεν είναι να συζητήσουµε χαοτική δυναµική,
παρατηρείστε ότι η (1.121) µπορεί να συγκριθεί µε τη γενική µη-γραµµική εξίσωση,

z̈ + 2γ ż + αz + βz 3 = f (t) (1.122)
Εποµένως, η (1.121) δεν έχει απόσβεση, γ = 0, α = (c1 y0 − c21 z02 /2 + c1 c2 t), β = c21 /2
και f (t) = 0. Σ’ αυτή την περίπτωση υπάρχουν περιοδικές λύσεις όπου η ϕυσική
συχνότητα αυξάνει µε το πλάτος εάν β > 0.
Φυσική γνώση αποκτάται ϑεωρώντας τη λύση της (1.121) για µεγάλο χρόνο. Το
c2 t είναι τότε ϑετικό και αυξάνεται µονοτονικά, υποδηλώνοντας ότι η λύση είναι

38
1.9. ʟΙΝΗΣΗ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΜΑΓΝΗΤΙʟΩΣ ΟΥ∆ŸΕΤΕΡΑ
ΣΗΜşΙΑ

ταλαντωτική και περιορισµένη στο z(t). Συνεπώς, η (1.121) για µεγάλο χρόνο µπορεί
να προσεγγιστεί από τη σχέση,
³ q ´2 µ E B ¶
0 0
z̈ ≈ −c1 c2 zt = − zt (1.123)
m L
Η λύση αυτής της διαφορικής εξίσωσης δίνεται από τη σχέση,
µ ¶
√ 2 03/2
z= t0 Z1/3 t (1.124)
3
1/3 2/3
όπου t0 = (B0 E0 /L) (q/m) t και Z1/3 είναι ένας γραµµικός συνδυασµός συναρτή-
σεων Bessel πρώτου και δεύτερου είδους, τάξεως ενός τρίτου. Για µεγάλο χρόνο, η
(1.124) δίνεται προσεγγιστικά από τη σχέση,

( " µ ¶1/2 #
t−1/4 2 ³ q ´ B0 E0 3/2
z≈− A cos t
(E0 B0 /L)1/12 (q/m)1/6 3 m L
" µ ¶1/2 #)
³
2 q ´ B0 E0
+B sin t3/2 (1.125)
3 m L

όπου τα A και B είναι σταθερές οι οποίες εξαρτώνται από τις αρχικές συνθήκες. Η
(1.125) δείχνει ότι για µεγάλο χρόνο, το πλάτος της ταλάντωσης ϕθίνει ανάλογα του
1/t1/4 .
Λαµβάνοντας αυτή τη z εξασθένηση υπόψιν, η (1.119) µπορεί τώρα να ολοκληρω-
ϑεί για να δώσει,

h ³c ´ i c2 t2
1
y ≈ y0 + ẏ0 − z02 t + + µικρότεροι ταλαντωτικοί όροι (1.126)
2 2
Οι εξισώσεις (1.126) και (1.120) δείχνουν ότι η κινητική ενέργεια αυξάνεται ανάλογα
του t2 . Κατά συνέπεια, ένα σωµατίδιο εκτελεί µια ϕθίνουσα ταλάντωση γύρω από
το z = 0. Επίσης, τα ϑετικά ιόντα επιταχύνονται κατά την κατεύθυνση +y και
τα ηλεκτρόνια κατά την κατεύθυνση −y . ΄Οτι πράγµατι αυτό συµβαίνει µπορεί να
κατανοηθεί ως εξής. Το ηλεκτρικό πεδίο στις (1.118) επιταχύνει τα πρωτόνια στην
κατεύθυνση +y . Τότε, αγνοώντας τον όρο c1 z ż , ϐλέπουµε ότι το ẏ είναι ανάλογο του
t. Η τρίτη εξίσωση των (1.118) τότε γίνεται,

z̈ = −kz (1.127)

όπου k = c1 ẏ . Αυτή η εξίσωση περιγράφει την κίνηση ενός ταλαντωτή µε µια σταθερά
ελατηρίου k . Εφόσον το k γίνεται µεγαλύτερο όσο περνά ο χρόνος (εξαιτίας του
σταθερού πεδίου E ), το ελατήριο γίνεται σκληρότερο και το πλάτος της ταλάντωσης
ϕθίνει µε το χρόνο. Η ταλάντωση του z(t) οφείλεται στη δύναµη v × B, η οποία
πάντα έχει κατεύθυνση προς το z = 0 για ϑετικά ή αρνητικά z διότι το µαγνητικό
πεδίο αναστρέφεται διαµέσου του ουδετέρου στρώµατος. Οι τροχιές των ϕορτισµένων
σωµατιδίων σ’ αυτό το απλό µοντέλο ηλεκτροµαγνητικού πεδίου παραµένουν πάντα
στο ουδέτερο στρώµα και η ενέργειά τους αυξάνεται απεριόριστα (Σχήµα 1.20).

39
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

1.9.2 Μαγνητική Ουρά µε ένα Μικρό Εγκάρσιο Πεδίο


Παρατηρήσεις δείχνουν την ύπαρξη µιας µικρής συνιστώσας του µαγνητικού πεδίου
κάθετα στο ουδέτερο στρώµα. Συζητήσαµε στην παράγραφο (1.3.2) ότι η εξίσωση,
³z ´
B = B0 x̂ + δẑ (1.128)
L
όπου το δ ¿ 1 µοντελοποιεί αυτή τη γεωµετρία µαγνητικού πεδίου (σηµειώστε ότι,
αν ϑέλουµε να είµαστε αυστηροί, αυτή η γεωµετρία µαγνητικού πεδίου δεν είναι
πλέον ένα ουδέτερο στρώµα). Οι εξισώσεις κίνησης εάν χρησιµοποιήσουµε τη (1.128)
γίνονται,

ẍ = c3 ẏ (1.129)

ÿ = −c3 ẋ + c1 z ż + c2 (1.130)

z̈ = −c1 z ẏ (1.131)

όπου τα c1 και c2 έχουν ήδη ορισθεί και c3 = qB0 δ/m. Τα πρώτα ολοκληρώµατα των
εξισώσεων (1.129) και (1.130) είναι,

(ẋ − ẋ0 ) = c3 (y − y0 ) (1.132)

c1 ¡ 2 ¢
(ẏ − ẏ0 ) = z − z02 + c2 t − c3 (x − x0 ) (1.133)
2
Ολοκλήρωση της (1.133) δίνει,
Z Z
c1 2 c2 t2
(y − y0 ) = z dt + − c3 xdt + c4 t (1.134)
2 2
όπου c4 = ẏ0 − c1 z02 /2 + c3 x0 . Τώρα, αντικαθιστούµε την (1.134) στην (1.132) και
παίρνουµε,
Z Z
2 2
ẋ = ẋ0 + c5 t + c6 t + c7 z dt − c23 xdt (1.135)

όπου c5 = c2 c3 /2, c6 = c3 c4 και c7 = c1 c3 /2.


Θεωρείστε ένα πρωτόνιο το οποίο προσπίπτει στο ουδέτερο στρώµα µε µια µικρή
ταχύτητα (Σχήµα 1.21). Συζητάµε τώρα ποιοτικά µερικές από τις συµπεριφορές του
σωµατιδίου.

1. Το σωµατίδιο αρχικά ϑα επιταχυνθεί κατά τη +y κατεύθυνση εξαιτίας του η-


λεκτρικού πεδίου E0 (1.130).

2. Το σωµατίδιο ϑ’ αποκτήσει µια ταχύτητα ẏ ανάλογη του t (1.133). Θα επιταχυν-


ϑεί επίσης κατά τη διεύθυνση x ανάλογα προς το ẏ ή το t (1.129). Συνεπώς, το
ẋ είναι ανάλογο προς το t2 . Αυτή η κίνηση είναι νέα και δεν εµφανίζεται στο
προηγούµενο µοντέλο.

40
1.9. ʟΙΝΗΣΗ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΜΑΓΝΗΤΙʟΩΣ ΟΥ∆ŸΕΤΕΡΑ
ΣΗΜşΙΑ

Σχήµα 1.21: Σχηµατική αναπαράσταση τροχιών σωµατιδίων χρησιµοποιώντας τα πεδία του


απλού µοντέλου συν µία µικρή συνιστώσα κάθετα στο ουδέτερο στρώµα. Τόσο τα πρωτόνια
όσο και τα ηλεκτρόνια ταλαντώνονται εκατέρωθεν του στρώµατος ενώ ταυτόχρονα επιταχύνον-
ται σ’ αντίθετες κατευθύνσεις στρεφόµενα προς την ίδια κατεύθυνση εξαιτίας της ύπαρξης της
µικρής συνιστώσας µαγνητικού πεδίου κάθετα στο στρώµα. ΄Οταν τα σωµατίδια στραφούν
κατά 90◦ , εκτινάσσονται από το ουδέτερο στρώµα. Τα ηλεκτρόνια εξέρχονται πολύ πιο σύν-
τοµα απ’ ό,τι τα πρωτόνια, εποµένως κερδίζουν λιγότερη ενέργεια. Επίσης, τα ηλεκτρόνια
εκτελούν λιγότερες ταλαντώσεις απ’ ό,τι τα πρωτόνια πριν την εκτίναξή τους [from Speiser,
1965].

3. Εάν ẏ > 0, η κίνηση στη διεύθυνση z είναι ταλαντωτική (1.131). Οι ταλαντώσεις


ϑ’ αυξηθούν εάν το ẏ αυξηθεί µε το χρόνο ή ϑ’ αποσβεστούν εάν το ẏ µειωθεί
µε το χρόνο. ΄Οσο ισχύει ẏ > 0, ο όρος c1 z ż στην (1.130) µπορεί να ϑεωρηθεί
µικρός.

4. Ο πρώτος όρος στην (1.130) είναι ανάλογος του t2 (1.135) έτσι το ẏ αυξάνεται
αρνητικά µέχρι το y να πάει στο µηδέν. Τότε, το ẏ ελαττώνεται, πηγαίνοντας
στο µηδέν ή ακόµη παίρνοντας αρνητικές τιµές. Η κίνηση κατά τη διεύθυνση
z ϑα είναι µια κίνηση απόσβεσης µέχρι να έχουµε ÿ = 0 (1.131).
5. Αφού το ÿ γίνει αρνητικό και µέχρι ẏ = 0, το z ϑα εκτελεί αποσβένουσα τα-
λαντωτική κίνηση. Αφού γίνει ẏ < 0, το z πλέον δε ϑα ταλαντώνεται αλλά ϑα
αυξάνει εκθετικά (1.131) και το σωµατίδιο ϑα εκτιναχθεί από το ουδέτερο στρώ-
µα. Αντίθετα από το προηγούµενο παράδειγµα, τα σωµατίδια δεν παραµένουν
στο ουδέτερο στρώµα αλλά εκτινάσσονται απ’ αυτό.

41
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 1. ʟΙΝΗΣΗ ΦΟΡΤΙΣ̟ΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΠΑΡΟΥӟΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΟŸΥ ΠΕ∆ŸΙΟΥ

Για να δούµε πότε τα σωµατίδια εκτινάσσονται από το ουδέτερο στρώµα, σηµειώστε


ότι µε τη ϐοήθεια της (1.133) µπορούµε να ξαναγράψουµε την (1.131) ως,

z̈ = −kz (1.136)
όπου k = c21 z 2 /2 + c1 c2 t − c1 c3 x + c8 και c8 = c1 c3 x0 + c1 ẏ0 − c21 z02 /2. Ο χρόνος
εκτίναξης του σωµατιδίου λαµβάνεται ϑέτοντας k → 0, οπότε παίρνουµε,

c3 x c1 z 2 c8
t= − − (1.137)
c2 2c2 c1 c2
Αυτός είναι ο χρόνος στον οποίο το k γίνεται αρνητικό και το z αυξάνει εκθετικά. Ο
χρόνος εκτίναξης εξαρτάται τόσο από τις αρχικές συνθήκες όσο και από τα x και z 2 .
Προσεγγίσεις. Ολοκληρώνοντας την (1.135) λαµβάνουµε,

c6 t2 c5 t3
x = x0 + ẋ0 t + + (1.138)
2 3
όπου υποθέσαµε ότι το ολοκλήρωµα ως προς το z 2 είναι µικρό αφού το z ταλαντώνε-
ται, ενώ το ίδιο ισχύει και για το ολοκλήρωµα ως προς το x διότι πολλαπλασιάζεται
µε το c23 = q 2 B02 δ 2 /m2 . Για να διευκολύνουµε την εύρεση του χρόνου εκτίναξης εκ-
λέγουµε τις αρχικές συνθήκες x0 = ẋ0 = 0, c4 = c8 = 0, κάτι το οποίο υποδεικνύει
ότι ẏ0 = c1 z02 /2. Σηµειώστε ότι εφόσον c6 = c3 c4 , το c6 = 0.
Συνδυάζοντας τις (1.138) και (1.137) µε τις παραπάνω αρχικές συνθήκες λαµ-
ϐάνουµε το χρόνο εκτίναξης από το ουδέτερο στρώµα (z = 0),

6
t= (1.139)
δ (q/m) B0
Η (1.138) δείχνει ότι κατά την εκτίναξη,

c5 t3
x =
3
(1.140)

6E0
=
(B0 δ)2 (q/m)
και

ẋ = c5 t2
(1.141)
3E0
=
B0 δ
Η ταχύτητα των σωµατιδίων είναι ανεξάρτητη του q/m στην προσέγγιση που κάναµε.
΄Ολα τα σωµατίδια (πρωτόνια και ηλεκτρόνια) εκτινάσσονται, ωστόσο, τα ηλεκτρόνια
εκτινάσσονται πολύ πιο σύντοµα απ’ ό,τι τα πρωτόνια (1.139).
Αυτά τα αποτελέσµατα είναι σηµαντικά διότι υποδηλώνουν ότι τα σωµατίδια στο
ουδέτερο στρώµα επιταχύνονται από το ηλεκτρικό πεδίο και κατόπιν εκτινάσσονται
προς την κατεύθυνση του πλανήτη (κατεύθυνση +x).

42
Κεφάλαιο 2

Βασικές Αρχές και Εξισώσεις


ΜαγνητοΫδρο∆υναµικής

2.1 Εισαγωγή
Οι κινήσεις σωµατιδίου που εξετάσαµε στο προηγούµενο κεφάλαιο µας ϐοηθούν
να κατανοήσουµε πώς τα σωµατίδια κινούνται σε σύνθετα ηλεκτροµαγνητικά πεδία.
Παρόλο που αυτή η ανάλυση µας έδωσε σηµαντική γνώση, δεν είναι επαρκής όταν
ένα σύστηµα περιέχει πολλά σωµατίδια. Η εικόνα του µεµονωµένου σωµατιδίου
πρέπει να συµπληρωθεί µε µια ϑεωρία η οποία να είναι σε ϑέση να δώσει πληρο-
ϕορίες για τη δυναµική ενός συνόλου σωµατιδίων.
Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι να παρουσιάσει µερικές ϐασικές αρχές µι-
ας ϑεωρίας ϱευστού η οποία περιγράφει τη συµπεριφορά ενός συνόλου σωµατιδίων.
Κάτω από συγκεκριµένους περιορισµούς, µια συλλογή από ϕορτισµένα σωµατίδια µ-
πορεί να ϑεωρηθεί ως ένα ϱευστό, ένα µαγνητοϋδροδυναµικό (ΜΥ∆) ϱευστό. Η Μαγν-
ητοϋδροδυναµική (Magnetohydrodynamics) είναι ένα παρακλάδι της µηχανικής σε
συνεχή µέσα (continuum mechanics) η οποία διαπραγµατεύεται την κίνηση ηλεκ-
τρικά αγώγιµης ύλης παρουσία ηλεκτροµαγνητικών πεδίων. Επίσης, αγνοεί την
ταυτότητα µεµονωµένων σωµατιδίων και λαµβάνει υπόψιν της µόνο στοιχεία ϱευστού.
Η κίνηση ενός δείγµατος απ’ αυτά τα σωµατίδια αποτελεί την κίνηση ενός ϱευστού.
΄Ενα σηµαντικό στοιχείο της ΜΥ∆ ϑεωρίας είναι ότι ενσωµατώνει τα ϕαινόµε-
να που προκαλούνται από την κίνηση ενός ηλεκτρικά αγώγιµου ϱευστού διαµέσου
µαγνητικών πεδίων. Είναι πλέον γνωστό ότι όταν ένας αγωγός κινείται διαµέσου ενός
µαγνητικού πεδίου, στον αγωγό εµφανίζεται µια ηλεκτρεγερτική δύναµη. Ρεύµατα
τα οποία οφείλονται σ’ αυτή την ηλεκτρεγερτική δύναµη ϱέουν στον αγωγό. Τα µαγν-
ητικά πεδία που σχετίζονται µ’ αυτά τα ϱεύµατα τροποποιούν το αρχικό µαγνητικό
πεδίο που τα δηµιούργησε. Ως συνέπεια, η αρχική κίνηση µεταβάλλεται. Αυτή η
συλλογική αλληλεπίδραση που περιλαµβάνει κίνηση, ϱεύµατα και µαγνητικά πεδία
χαρακτηρίζει τη γενική συµπεριφορά των µαγνητοϋδροδυναµικών ϱευστών.

2.2 ∆ιατήρηση Μάζας


΄Οπως ένα σύνηθες ϱευστό, έτσι και ένα ΜΥ∆ ϱευστό εκλαµβάνεται ως ένα συνεχές
µέσο. Η ϱευστοδυναµική (fluid dynamics) ασχολείται κυρίως µε µακροσκοπικά
ϕαινόµενα, πράγµα που σηµαίνει ότι ένας οποιοσδήποτε µικρός όγκος ενός στοιχείου

43
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΗΣ

Σχήµα 2.1: ΄Ενα σχηµατικό διάγραµµα για την περιγραφή των παραµέτρων της ϱοής ενός
ϱευστού [from Parks, 1991].

ϱευστού περιέχει πολλά σωµατίδια. Συνεπώς, µπορούµε να ορίσουµε µακροσκοπικές


παραµέτρους όπως η πυκνότητα ρ που να έχουν νόηµα στην περιγραφή µιας ιδιότη-
τας ϱευστού.
Θεωρείστε τώρα µια αυθαίρετη περιοχή του χώρου µε ένα ΜΥ∆ ϱευστό το οποίο
καταλαµβάνει ένα όγκο V ο οποίος περικλύεται από την επιφάνεια S (Σχήµα 2.1).
΄Εστω dV στοιχείο του όγκου αυτού και dS στοιχείο της επιφάνειας. ΄Εστω, επίσης, ότι
U (x, y, z, t) είναι η ταχύτητα ενός στοιχείου ϱευστού σε µια ϑέση στο χώρο (x, y, z)
και στο χρόνο t. ΄Ενα ϱευστό µετατοπίζεται στο χρόνο dt κατά µία απόσταση Udt και
η µάζα του ϱευστού που διασχίζει το dS ανά µονάδα χρόνου είναι,

dm = ρU · n dS dt (2.1)

Η συνολική µάζα του ϱευστού που ϱέει εκτός του όγκου V ανά µονάδα χρόνου είναι,
I
m= ρU · n dS (2.2)
S

όπου το ολοκλήρωµα εκτείνεται σ’ όλη την επιφάνεια S . Αυτή η προς τα έξω ϱοή ϑα
οδηγήσει σε µείωση του ϱευστού που περιέχεται στον όγκο V και το ολικό ποσό που
χάνεται ανά µονάδα χρόνου είναι,
Z
∂ρ
m=− dV (2.3)
∂t
V

όπου το ολοκλήρωµα εκτείνεται σ’ ολόκληρο τον όγκο και το αρνητικό πρόσηµο


δηλώνει ότι το ϱευστό χάνεται. Εφόσον δεν υπάρχουν πηγές ή καταβόθρες ϱευστού,
αυτές οι δύο εκφράσεις µπορούν να εξισωθούν,
I Z
∂ρ
ρU · n dS = − dV (2.4)
∂t
S V

44
2.3. ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΕΣ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ Ε͟ΟΣ ΡΕΥΣΤϟΥ

Μετατρέποντας το επιφανειακό ολοκλήρωµα σε ολοκλήρωµα όγκου µέσω του ϑεω-


ϱήµατος απόκλισης λαµβάνουµε,

Z µ ¶
∂ρ
∇ · ρU + dV = 0 (2.5)
∂t
V

Η υπό ολοκλήρωση ποσότητα είναι συνεχής και εφόσον αυτή η σχέση ισχύει για
οποιοδήποτε αυθαίρετο όγκο V , αυτή η ποσότητα µηδενίζεται,

∂ρ
+ ∇ · ρU = 0 (2.6)
∂t

Αυτή η εξίσωση, γνωστή ως εξίσωση συνέχειας, είναι ϑεµελιώδης στον τοµέα της υ-
δροδυναµικής. Η εξίσωση συνέχειας δηλώνει ότι η ύλη διατηρείται και ισχύει για όλα
τα ϱευστά, είτε είναι αδιαβατικά (adiabatic), συµπιεστά (compressional), ισόθερµα
(isothermal) ή τυρβώδη (turbulent). Το διάνυσµα ρU είναι κατά τη διεύθυνση της
ϱοής και αναπαριστά την πυκνότητα ϱοής µάζας (mass flux density). Η µάζα στη
ΜΥ∆ διατηρείται και εποµένως ένα ΜΥ∆ ϱευστό υπακούει στην εξίσωση συνέχειας.

2.3 ΜαγνητοΫδρο∆υναµικές Εξισώσεις Ενός Ρευστού

΄Ενα πλάσµα περιέχει ηλεκτρόνια και τουλάχιστον ένα είδος ιόντων. Θεωρείστε ένα
τέτοιο σύστηµα σωµατιδίων που κινείται σ’ ένα ηλεκτροµαγνητικό πεδίο (ϑεωρούµε
ότι τα ιόντα είναι πρωτόνια). Αυτό το σύστηµα απαιτεί δύο σετ εξισώσεων ϱευστού
για την περιγραφή της δυναµικής των σωµατιδίων· ένα για την κίνηση του ϱευστού
των ηλεκτρονίων και ένα για την κίνηση των ιόντων. ∆υστυχώς, οι γενικές λύσεις των
εξισώσεων "δύο ϱευστών" δεν υπολογίζονται εύκολα διότι οι κινήσεις των ιόντων και
των ηλεκτρονίων είναι συζευγµένες. Ωστόσο, οι εξισώσεις δύο ϱευστών µπορούν να
µετατραπούν σ’ ένα σετ εξισώσεων "ενός ϱευστού", το οποίο είναι πολύ πιο απλό στην
µελέτη του. Οι εξισώσεις ενός ϱευστού, παρόλο που είναι λιγότερο ολοκληρωµένες,
µας παρέχουν, παρόλ’ αυτά, σηµαντικές πληροφορίες όσον αφορά τη συµπεριφορά
των ΜΥ∆ ϱευστών.

2.3.1 Εξισώσεις Maxwell

Τα ηλεκτροµαγνητικά πεδία διέπονται από τις εξισώσεις του Maxwell. Η Μαγνητοϋ-


δροδυναµική ϑεωρία ϑεωρεί ότι τα ελεύθερα ϕορτία δε συσσωρεύονται στο ϱευστό
διότι ένα σύστηµα ϕορτισµένων σωµατιδίων είναι ένας καλός ηλεκτρικός αγωγός. Η
ΜΥ∆ επιπλέον ϑεωρεί το ϱεύµα µετατόπισης αµελητέο σε σχέση µε το ϱεύµα αγ-
ωγιµότητας. Συνεπώς, οι "τροποποιηµένες" εξισώσεις Maxwell είναι,

45
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΗΣ

∂B
∇×E = −
∂t

∇·B = 0
(2.7)
∇×H = J

∇·D = 0

Η παραδοχή ότι η πυκνότητα των ϕορτίων µηδενίζεται σηµαίνει ότι το ΜΥ∆ ϱευστό
είναι ηλεκτρικά ουδέτερο.

2.3.2 Εξίσωση Συνέχειας


Κάθ’ ένα από τα είδη των σωµατιδίων (ιόντα και ηλεκτρόνια) υπακούει στη διατήρηση
µάζας. Σύµφωνα µε την (2.6), απαιτούµε ένα πλάσµα δύο συνιστωσών να ικανοποιεί,

∂ρi
+ ∇ · ρi ui = 0
∂t
(2.8)
∂ρe
+ ∇ · ρe ue = 0
∂t
Προσθέτοντας αυτές τις δύο εξισώσεις παίρνουµε,


(ρi + ρe ) + ∇ · (ρi ui + ρe ue ) = 0 (2.9)
∂t
Τώρα ορίζουµε την πυκνότητα µάζας του ϱευστού,

ρm = ρ+ −
m + ρm
(2.10)
= ni mi + ne me

και την ταχύτητά του,

ni mi ui + ne me ue
U= (2.11)
ni mi + ne me
Χρήση των (2.10) και (2.11) µετατρέπει την (2.9) σε,

∂ρm
+ ∇ · ρm U = 0 (2.12)
∂t
Σηµειώστε ότι η ταχύτητα του ϱευστού είναι κάτι ανάλογο της ταχύτητας του κέντρου
µάζας, η οποία είναι η ταχύτητα ενός ϕανταστικού σηµείου στο οποίο επικεντρώνεται
όλη η µάζα του ϱευστού.

46
2.3. ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΕΣ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ Ε͟ΟΣ ΡΕΥΣΤϟΥ

2.3.3 Εξίσωση Ορµής


Ξεκινάµε µε την εξίσωση κίνησης ενός σωµατιδίου, η οποία δίνεται από,

dv
m = q (E + v × B) (2.13)
dt
Θεωρούµε ότι δεν υπάρχουν ϑερµικές κινήσεις και αγνοούµε τις συγκρούσεις. Τότε,
όλα τα σωµατίδια κινούνται µαζί και η εξίσωση κίνησης του ϱευστού των σωµατιδίων
λαµβάνεται πολλαπλασιάζοντας την (2.13) µε n,

du
mn
= qn (E + u × B) (2.14)
dt
Εδώ, έχουµε διαχωρίσει την ταχύτητα v του µεµονωµένου σωµατιδίου από την
ταχύτητα u του ϱευστού, η οποία αντιπροσωπεύει µια µέση ταχύτητα (η ταχύτητα
των σωµατιδίων έχει υπολογιστεί ως προς µία συνάρτηση κατανοµής). Παρατηρείστε
ότι η (2.14) είναι στην πραγµατικότητα µια εξίσωση της πυκνότητας δύναµης.
Η ϑερµική κίνηση των σωµατιδίων προκαλεί την εµφάνιση µιας πίεσης. Η πίεση
εµφανίζεται εξαιτίας της συλλογικής δράσης της τυχαίας κίνησης των σωµατιδίων.
Εάν τα ϕορτισµένα σωµατίδια ϑεωρηθούν ως ένα ιδανικό αέριο, η πίεση του αερίου
συνδέεται µε τη ϑερµοκρασία T µέσω της σχέσης p = nkT , όπου n είναι η πυκνότητα
και k είναι η σταθερά του Boltzmann η οποία ισούται µε 1.38 × 10−23 Joules/o K. Εάν
η πίεση δεν είναι οµοιόµορφη, εµφανίζεται µια δύναµη και αυτή η δύναµη πρέπει να
συµπεριληφθεί στην εξίσωση της κίνησης. Η εξίσωση (2.14), συµπεριλαµβανοµένης
και της δύναµης πίεσης, γίνεται,

du
mn
= qn (E + u × B) − ∇p (2.15)
dt
Το αρνητικό πρόσηµο µπροστά από το ∇p σηµαίνει ότι το ϱευστό κινείται σε κατεύ-
ϑυνση αντίθετη απ’ αυτή της ϐαθµίδας πίεσης. Η εξίσωση (2.15) ϑεωρεί ότι η πίεση
είναι ισοτροπική, δηλαδή, ότι το p είναι ϐαθµωτό.
΄Ενα σύστηµα που αποτελείται από ηλεκτρόνια και ένα είδος ιόντων απαιτεί µία
εξίσωση κίνησης για κάθε είδος σωµατιδίων. Αυτές οι εξισώσεις είναι,

dui
mi ni = qi ni (E + ui × B) − ∇pi
dt
(2.16)
due
me ne = qe ne (E + ue × B) − ∇pe
dt
Εφόσον ni = ne = n και qi = −qe = |q|, η πρόσθεση των δύο εξισώσεων δίνει,

d
n (mi ui + me ue ) = qn (ui − ue ) × B − ∇p (2.17)
dt
όπου p = pi + pe είναι η ολική πίεση. Ορίζοντας την πυκνότητα ϱεύµατος J ως,

J = n i q i ui + n e q e ue (2.18)

και χρησιµοποιώντας τις (2.10), (2.11) και (2.18), παίρνουµε,

47
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΗΣ

d
ρm U = J × B − ∇p (2.19)
dt
Παρατηρείστε ότι το ηλεκτρικό πεδίο δεν εµφανίζεται καθαρά σ’ αυτή την εξίσωση
ορµής ενός ϱευστού.
Συγκρινόµενη µε την εξίσωση ενός συνήθους αερίου που εκλαµβάνεται ως ϱευστό,
η (2.19) περιέχει ένα επιπρόσθετο όρο, τον όρο J × B. Ο J × B εµφανίζεται εξαιτίας
της σύζευξης της πυκνότητας ϱεύµατος J µε το µαγνητικό πεδίο B. Είναι αυτή
η J × B δύναµη που διαφοροποιεί το ηλεκτροµαγνητικό ϱευστό από το σύνηθες
ϱευστό αερίου που αποτελείται µόνο από ουδέτερα σωµατίδια. Η δύναµη J × B
είναι γνωστή µε την επονοµασία ηλεκτροµαγνητικός τανυστής τάσης (electromagnetic
stress tensor).

2.3.4 Νόµος του Ohm


΄Ενα ΜΥ∆ ϱευστό είναι ένας καλός αγωγός. ΄Οπως και στους συνήθεις αγωγούς,
ϱεύµατα µπορούν να ϱέουν και σ’ ένα ΜΥ∆ ϱευστό. ΄Ενας εµπειρικός νόµος ο οποίος
συνδέει την πυκνότητα ϱεύµατος J µε το ηλεκτρικό πεδίο E µέσω της ηλεκτρικής
αγωγιµότητας (ισχύων στο σύστηµα ηρεµίας του µέσου) σ του ϱευστού είναι,

J = σE (2.20)

Αυτή η εξίσωση είναι γνωστή ως νόµος του Ohm. Το E εδώ είναι το ολικό ηλεκτρικό
πεδίο το οποίο πρέπει να περιλαµβάνει το ηλεκτρικό πεδίο που επάγεται από την
κίνηση του ϱευστού διαµέσου του µαγνητικού πεδίου. Ο νόµος του Ohm τότε γίνεται,

J = σ (E + U × B) (2.21)

όπου το U είναι η ταχύτητα του ϱευστού. Η εξίσωση (2.21) είναι γνωστή ως η


απλοποιηµένη µορφή του νόµου του Ohm. Είναι µία προσέγγιση του γενικευµένου
νόµου του Ohm όπου λαµβάνονται υπόψιν και τα ϕαινόµενα λόγω συγκρούσεων και
ϐαρύτητας.
Ο νόµος του Ohm µας επιτρέπει να δούµε πιο καθαρά για πιο λόγο µπορούµε να
παραλείψουµε το ϱεύµα µετατόπισης στη ΜΥ∆ ϑεωρία. Η παράλειψη του ϱεύµατος
µετατόπισης σηµαίνει ότι η ΜΥ∆ ασχολείται µε ϕαινόµενα χαµηλών συχνοτήτων. Για
να το δούµε αυτό, παρατηρείστε ότι,

∂D ∂E |E|
| | = ²0 | | ≈ ²0 (2.22)
∂t ∂t T
και εφόσον το ϱεύµα µετατόπισης απαιτείται να είναι πολύ µικρότερο του ϱεύµατος
αγωγιµότητας,

|E| H B
²0 ¿ J = |∇ × H| ≈ = (2.23)
T L µ0 L
Τώρα, για ένα πολύ αγώγιµο ϱευστό, J/σ ¿ 1 και η (2.21) δείχνει ότι στο όριο
J/σ → 0, |E| = |U × B|. Συνεπώς, η (2.23) προσεγγιστικά είναι,

B B
²0 U ¿ (2.24)
T µ0 L

48
2.4. ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ ΚΑΙ ΜΥ∆ ΡΕΥΣԟΑ

και λύνοντας ως προς Τ, ϐλέπουµε ότι,

UL
T À (2.25)
c2
όπου το c είναι η ταχύτητα του ϕωτός και c2 = 1/µ0 ²0 . Για τις περισσότερες των
περιπτώσεων, U/c ¿ 1. Εποµένως, η (2.25) υποδηλώνει ότι το ϱεύµα µετατόπισης
µπορεί ν’ αγνοηθεί εάν T À L/c. Από ϕυσική σκοπιά, αυτό σηµαίνει ότι η χαρακ-
τηριστική χρονική µεταβολή T των ηλεκτροµαγνητικών ποσοτήτων στο ϱευστό πρέπει
να είναι πολύ µεγαλύτερη από το χρόνο που χρειάζεται το ϕως για να διανύσει τη
χαρακτηριστική απόσταση L.
Ο νόµος του Ohm µπορεί επίσης να χρησιµοποιηθεί για να δειχθεί ότι τα ελεύ-
ϑερα ϕορτία δεν συσσωρεύονται στο σύστηµα ηρεµίας των ηλεκτρικών αγωγών. Για
να το δείξουµε αυτό, ϑεωρείστε τις εξισώσεις διατήρησης ϕορτίου για τα ιόντα και τα
ηλεκτρόνια οι οποίες δίνονται από τις σχέσεις,

∂ρ+
c
+ ∇ · ρ+
c u
+
= 0
∂t
(2.26)
∂ρ−
c
+ ∇ · ρ−
c u

= 0
∂t
όπου τα (ρ+ + − −
c , u ) και (ρc , u ) είναι οι πυκνότητες ϕορτίου και οι ταχύτητες των ιόν-
των και των ηλεκτρονίων, αντίστοιχα. ΄Οπως στην περίπτωση της εξίσωσης διατήρησης
της µάζας (2.8), η πρόσθεση αυτών των δύο εξισώσεων δίνει,

∂ρc
+∇·J=0 (2.27)
∂t
όπου το ρc = ρ+ − + + − −
c +ρc είναι η ολική πυκνότητα ϕορτίου και το J = ρc u +ρc u είναι
η ολική πυκνότητα ϱεύµατος. Χρησιµοποιώντας τώρα το νόµο του Ohm, J = σE και
κατόπιν δεχόµενοι ότι το σ είναι σταθερό, παίρνουµε,

∂ρc ∂ρc σ
+ σ∇ · E = + ρc = 0 (2.28)
∂t ∂t ²0
εφόσον ∇ · E = ρc /²0 . Η λύση αυτής της διαφορικής εξίσωσης είναι ρc = ρ0 e−(σ/²0 )t
όπου το ρ0 είναι το αρχικό ϕορτίο για t = 0. Αυτή η εξίσωση δείχνει ότι η πυκνότητα
ϕορτίου σ’ ένα µέσον αγωγιµότητας σ ϕθίνει µε το χρόνο. Η πυκνότητα ϕορτίου στο
πλάσµα αναµένεται να ϕθίνει ϱαγδαία από τη στιγµή που το πλάσµα είναι καλός
αγωγός. Αυτός είναι ο λόγος που οι ΜΥ∆ εξισώσεις (2.7) αγνοούν την πυκνότητα
ϕορτίου.

2.4 Μαγνητικό Πεδίο και ΜΥ∆ Ρευστά


Το ηλεκτροµαγνητικό πεδίο που επάγεται από έναν κινούµενο αγωγό περιγράφεται
από την πρώτη εξίσωση των (2.7). Χρησιµοποιώντας την (2.21) για ν’ απαλείψουµε
το E παίρνουµε,
µ ¶
J ∂B
∇× −U×B =− (2.29)
σ ∂t

49
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΗΣ

Χρησιµοποιώντας τώρα τη σχέση ∇×H = J και την καταστατική εξίσωση (B = µ0 H)


παίρνουµε,
µ ¶
∇×B ∂B
∇× − ∇ × (U × B) = − (2.30)
µ0 σ ∂t
Αναπτύσσοντας τον πρώτο όρο στο αριστερό µέλος µε τη ϐοήθεια της διανυσµατικής
ταυτότητας ∇ × (∇ × B) = −∇2 B + ∇ (∇ · B) και επειδή ∇ · B = 0, παίρνουµε,

∂B 1 2
= ∇ B + ∇ × (U × B) (2.31)
∂t µ0 σ
Αυτή η εξίσωση περιγράφει πώς το µαγνητικό πεδίο B µεταβάλλεται µε το χρόνο σ’
ένα µέσον αγωγιµότητας σ το οποίο κινείται µε µια ταχύτητα U ως προς ένα σταθερό
παρατηρητή.

2.4.1 Ιδανικό ΜΥ∆ Ρευστό (σ = ∞)


΄Ενα αγώγιµο ϱευστό ϑεωρείται ιδανικό όταν η αγωγιµότητά του σ είναι άπειρη.
Παρόλο που ένα τέλεια αγώγιµο ϱευστό δεν µπορεί να υπάρξει (ανεξαρτήτως του
πόσο µεγάλο είναι το σ ), είναι χρήσιµο να µελετήσουµε πώς τα µαγνητικά πεδία
συµπεριφέρονται σ’ αυτό το όριο. Εάν σ = ∞, τότε η συµπεριφορά του µαγνητικού
πεδίου περιγράφεται από τη σχέση,

∂B
= ∇ × (U × B) (2.32)
∂t
Εάν συγκρίνουµε αυτή τη σχέση µε µία από τις εξισώσεις του Maxwell ∂B/∂t =
−∇ × E, ϐλέπουµε αµέσως ότι το ηλεκτρικό πεδίο σ’ ένα απείρως αγώγιµο µέσον
δίνεται από τη σχέση,

E = −U × B (2.33)
Γράφουµε E = Ek + E⊥ και U = Uk + U⊥ όπου τα σύµβολα k και ⊥ αναφέρονται
στις διευθύνσεις σε σχέση µε το B. Εισάγοντας τις παραπάνω δύο σχέσεις στην (2.33)
παίρνουµε ότι,

Ek = −Uk × B = 0
(2.34)
E⊥ = −U⊥ × B
Εποµένως η (2.33) υποδηλώνει ότι το Ek , η συνιστώσα του ηλεκτρικού πεδίου παράλλη-
λα προς το B, µηδενίζεται. Παίρνοντας το εξωτερικό γινόµενο της δεύτερης εξίσωσης
των (2.34) µε το B, λαµβάνουµε (παραλείποντας το ⊥ σύµβολο),

E × B = − (U × B) × B

= − [(U · B) B − (B · B) U] (2.35)

= B2U

50
2.4. ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ ΚΑΙ ΜΥ∆ ΡΕΥΣԟΑ

εφόσον U · B = 0. Κατά συνέπεια,

E×B
U= (2.36)
B2

Σ’ ένα ιδανικά αγώγιµο ϱευστό µε σ = ∞, η πρόταση ότι το ϱευστό ϐρίσκεται σε


κίνηση είναι ισοδύναµη µε την ύπαρξη ενός ηλεκτρικού πεδίου στο αδρανειακό
σύστηµα αναφοράς το οποίο δίνεται από τη σχέση E = −U × B. Παρόµοια, σ’ ένα
τέτοιο ϱευστό, η πρόταση ότι υπάρχει ένα ηλεκτρικό πεδίο στο αδρανειακό σύστηµα
αναφοράς είναι ισοδύναµη µε την κίνηση του ϱευστού µε µια ταχύτητα η οποία
δίνεται από τη σχέση U = (E × B) /B 2 . Εποµένως, η ύπαρξη ενός ηλεκτρικού
πεδίου υποδηλώνει την ύπαρξη κίνησης ϱευστού και αντιστρόφως. Οι σχέσεις (2.33)
και (2.36) είναι τελείως ισοδύναµες.

2.4.2 Αρχή του Παγωµένου Πεδίου (Θεώρηµα του Alfvén)

΄Εστω C η κλειστή καµπύλη στο ϱευστό στο χρόνο t η οποία κινείται µε µια ταχύτητα
U (r, t) όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 2.2. Η µετατόπιση της C σε µια νέα ϑέση τη
νέα χρονική στιγµή t + ∆t υποδεικνύεται µε C 0 . ΄Εστω S και S 0 οι επιφάνειες
που περικλείονται από τις C και C 0 . Τώρα, έστω dl στοιχειώδες τόξο της C . Αυτό
το στοιχειώδες τόξο στο χρόνο ∆t καλύπτει µια απόσταση U∆t σαρώνοντας µια
στοιχειώδη επιφάνεια dl × U∆t. Θεωρείστε τώρα την ολική µαγνητική ϱοή που
εισέρχεται και εξέρχεται αυτών των επιφανειών. Παρατηρώντας ότι η ολική µαγνητική
ϱοή οποιαδήποτε χρονική στιγµή που τέµνει µια κλειστή επιφάνεια πρέπει να είναι
µηδέν λόγω του ϑεωρήµατος απόκλισης, η ολική ϱοή τη χρονική στιγµή t + ∆t είναι,

Z Z I
0
− B (t + ∆t) · ndS + B (t + ∆t) · ndS + B (t + ∆t) · dl × Udt = 0 (2.37)
S S0 C

όπου τα ϑετικά και αρνητικά πρόσηµα προέρχονται από τον ορισµό ότι το κάθετο
µοναδιαίο διάνυσµα n είναι ϑετικό στην κατεύθυνση που δείχνει προς τα έξω. Οι
δύο πρώτοι όροι αντιπροσωπεύουν τη ϱοή διαµέσου των S και S 0 και ο τρίτος όρος
τη ϱοή διαµέσου της περιοχής που σαρώνεται από την κίνηση.
Ας εξετάσουµε τώρα τη µεταβολή της µαγνητικής ϱοής Φ µε το χρόνο καθώς η
καµπύλη κινείται µε το ϱευστό. Ο ϱυθµός µεταβολής της µαγνητικής ϱοής διαµέσου
της κινούµενης καµπύλης στο χρονικό διάστηµα µεταξύ t και t + ∆t είναι,

51
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΗΣ

Σχήµα 2.2: Σχηµατικό διάγραµµα όπου ϕαίνεται η κίνηση µιας αυθαίρετης κλειστής
καµπύλης σ’ ένα τέλειο ΜΥ∆ ϱευστό [from Parks, 1991].

dΦ ΦC 0 (t + ∆t) − ΦC (t)
= lim
dt ∆t→0 ∆t
R R
B (t + ∆t) · n dS 0 − B (t) · n dS
= lim
∆t→0 ∆t
R I
[B (t + ∆t) − B (t)] · n dS
= lim − B (t + ∆t) · dl × U
∆t→0 ∆t
C
(2.38)
Z I
∂B
= · n dS − (U × B) · dl
∂t
C
Z · ¸
∂B
= − ∇ × (U × B) · n dS
∂t
Z
= − ∇ × (E + U × B) · n dS

Για να ϕτάσουµε στην (2.38), χρησιµοποιήσαµε την (2.37), τον ορισµό της χρονικής
παραγώγου, τη διανυσµατική ταυτότητα B · (dl × U) = dl · (U × B), το ϑεώρηµα
του Stoke και την πρώτη από τις εξισώσεις του Maxwell (2.7). Η υπό ολοκλήρωση
ποσότητα στην (2.38) µηδενίζεται εάν,

(E + U × B) = −∇Ψ (2.39)

52
2.4. ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΟ ΠΕ∆ŸΙΟ ΚΑΙ ΜΥ∆ ΡΕΥΣԟΑ

όπου Ψ είναι κάποια ϐαθµωτή συνάρτηση και ∇ × ∇Ψ = 0. Η εξίσωση (2.39) είναι


µια ικανή και αναγκαία συνθήκη για να ισχύει,


=0 (2.40)
dt
και δείχνει ότι η µαγνητική ϱοή διαµέσου µιας αυθαίρετης κλειστής καµπύλης κι-
νούµενης µε το ϱευστό είναι σταθερή στο χρόνο. Αυτό το αποτέλεσµα ισχύει για
οποιοδήποτε µαγνητικό πεδίο που κινείται υπό το πεδίο ταχυτήτων U (r, t) που
ορίζεται από την (2.39). Αυτός ο περιορισµός στην κίνηση του ιδανικού ϱευστού
υποδηλώνει ότι οι µεµονωµένοι σωλήνες ϱοής πρέπει να κινούνται ακριβώς µαζί µε
το ϱευστό, αφού οποιαδήποτε σχετική κίνηση µεταξύ των σωλήνων ϱοής και του
ϱευστού ϑα έχει ως αποτέλεσµα την παραβίαση της (2.40).
Ανακεφαλαιώνοντας, το παραπάνω ϑεώρηµα µας λέει ότι σ’ ένα τέλεια αγώγιµο
ΜΥ∆ ϱευστό,

1. Η ϱοή ενός µαγνητικού πεδίου διαµέσου οποιασδήποτε κλειστής καµπύλης


κινούµενης µε το ϱευστό παραµένει σταθερή.

2. Τα στοιχεία ϱευστού που κείνται σε µια µαγνητική δυναµική γραµµή παραµέ-


νουν στην ίδια δυναµική γραµµή.

53
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ ΜΑΓΝΗΤΟΫ∆ΡΟ∆ΥΝΑΜΙʟΗΣ

54
Κεφάλαιο 3

Βασικές Αρχές Κυµάτων Πλάσµατος


και Αλληλεπιδράσεις
Κύµατος-Σωµατιδίου σε Πλάσµα
άνευ Συγκρούσεων

3.1 Εισαγωγή

Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι µια σύντοµη παρουσίαση των κυµάτων και των
ϕυσικών αρχών που διέπουν τις αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου σ’ ένα πλάσµα
χωρίς συγκρούσεις. Συγκεκριµένα, ϑα επικεντρωθούµε µόνο στα κυκλικώς πολωµέ-
να κύµατα σ’ ένα µαγνητισµένο πλάσµα τα οποία είναι µια κατηγορία ηλεκτροµαγν-
ητικών κυµάτων µεγάλης σπουδαιότητας για το διαστηµικό περιβάλλον.

3.2 Βασικές Αρχές και Εξισώσεις

Τα ηλεκτροµαγνητικά πεδία και οι παράµετροι πλάσµατος υπακούουν στις εξισώσεις


Maxwell,

∇ · D = ρc

∇·B = 0
(3.1)
∂B
∇×E = −
∂t
∂D
∇×H = J+
∂t

Αυτές οι εξισώσεις πεδίου είναι συζευγµένες µε τις εξισώσεις ϱευστού,

55
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

∂n
+ ∇ · nu = 0
∂t
(3.2)
du
ρm = qn (E + u × B) − ∇p
dt
όπου η πίεση του πλάσµατος ϑεωρείται ισοτροπική και εποµένως το p είναι ένα
ϐαθµωτό µέγεθος.

3.2.1 Επίπεδα Κύµατα


Θεωρείστε µικρού πλάτους ταλαντώσεις οι οποίες µας επιτρέπουν να αναπαραστή-
σουµε τα κυµατικά πεδία ως ηµιτονοειδή επίπεδα κύµατα. ΄Ενα επίπεδο κύµα ορίζε-
ται ως ένα κύµα όπου το πεδίο εξαρτάται µόνο από µία συντεταγµένη, ας πούµε τη
x (και ϕυσικά από το χρόνο). Επιπρόσθετα, αυτά τα κύµατα είναι εγκάρσια στη
ϕύση τους και παρουσιάζουν διάφορες καταστάσεις πόλωσης. Για µία µονοχρω-
µατική επίπεδη κυµατική διαταραχή µε συχνότητα ω , µια ηµιτονοειδώς µεταβαλ-
λόµενη ποσότητα στο χώρο και στο χρόνο αναπαρίσταται ως,

S (r, t) = eS0 ei(k·r−ωt) (3.3)


όπου e είναι ένα µοναδιαίο διάνυσµα που ορίζει την κατεύθυνση του πεδίου, S0
είναι γενικά µία µιγαδική ποσότητα που ορίζει το πλάτος του κύµατος√ η οποία
είναι σταθερή στο χώρο και στο χρόνο, i είναι η ϕανταστική ποσότητα −1, k είναι
το κυµατοδιάνυσµα, r είναι η κατεύθυνση παρατήρησης και t είναι ο χρόνος. Η
µετρήσιµη ποσότητα είναι το πραγµατικό µέρος αυτής της µιγαδικής έκφρασης.
Ο εκθέτης στην (3.3) είναι η ϕάση της διαταραχής. Η χρονική παράγωγος της
ϕάσης ορίζεται ως η συχνότητα του κύµατος,


(k · r − ωt) = −ω (3.4)
∂t
Η χωρική παράγωγος ορίζεται ως το κυµατοδιάνυσµα,


(k · r − ωt) = k (3.5)
∂r
το οποίο ορίζει την κατεύθυνση της κυµατικής διάδοσης.

3.2.2 Ταχύτητα Φάσης και Οµάδος


Μια επιφάνεια σταθερής ϕάσης (επίσης καλούµενη επιφάνεια κύµατος) µετατοπίζε-
ται µε µια ταχύτητα ϕάσης η οποία υπολογίζεται παίρνοντας την ολική χρονική
παράγωγο της ϕάσης και εξισώνοντάς την µε µηδέν. Εποµένως, η σχέση d (k · r − ωt) /dt =
0 δίνει,
ω
Vph = (3.6)
k
ή, σε διανυσµατική µορφή,
ω
Vph = k (3.7)
k2

56
3.2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ

΄Ενα µιγαδικό κύµα αυθαίρετου σχήµατος (όπως ένα κυµατοπακέτο ή ένας παλµός)
µπορεί να συντεθεί µε την υπέρθεση επιπέδων κυµάτων. Κάθ’ ένα από τα επιµέρους
κύµατα στο πακέτο µπορεί να διαδίδεται µε διαφορετική ταχύτητα ϕάσης. ΄Ετσι,
είναι αναγκαίο να ορίσουµε µια ταχύτητα οµάδας για το κυµατοπακέτο, η οποία
είναι,

∂ω
Vgp = (3.8)
∂k
Ενώ η Vph των κυµάτων µπορεί να υπερβεί την ταχύτητα του ϕωτός c, η Vgp είναι
πάντα µικρότερη της c. Η Vgp ορίζει το ϱυθµό µε τον οποίο µεταφέρεται η ενέργεια
του κύµατος.

3.2.3 ∆είκτης ∆ιάθλασης


Η έννοια του δείκτη διάθλασης είναι χρήσιµη για την περιγραφή της συµπεριφοράς
της διάδοσης των ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων. Ο δείκτης διάθλασης ορίζεται ως,

c
n =
Vph
(3.9)
ck
=
ω
όπου το c είναι η ταχύτητα του ϕωτός στο κενό. Ο δείκτης n γενικά εξαρτάται και από
τη συχνότητα και από τον κυµαταριθµό, n(k, ω). ΄Οπως και στην κλασική οπτική,
διάδοση ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων µέσα σ’ ένα µέσον έχουµε όταν το µέσον είναι
διαφανές, δηλαδή, όταν το ϕανταστικό µέρος του δείκτη διάθλασης µηδενίζεται.

3.2.4 Σχέση ∆ιασποράς


Οι ταχύτητες ϕάσης και οµάδος µπορούν να υπολογιστούν εάν υπάρχει µια σχέση
µεταξύ των ω και k . Αυτή η σχέση, ω = ω(k), είναι γνωστή ως σχέση διασποράς.
Η σχέση διασποράς περιέχει ϕυσικές παραµέτρους ενός µέσου στο οποίο ένα κύ-
µα υπάρχει και διαδίδεται. Συνεπώς, η σχέση διασποράς περιέχει όλη τη σχετική
πληροφορία για το πώς το µέσον αντιδρά σ’ ένα συγκεκριµένο κύµα. ΄Ενα από τα
κύρια ϑέµατα στη µελέτη των κυµάτων είναι και η εξαγωγή της σχέσης διασποράς.

3.2.5 Πόλωση
΄Εστω S στην (3.3) το ηλεκτρικό πεδίο E ή το µαγνητικό πεδίο B. ΄Ετσι, µπορούµε
να γράψουµε για το ηλεκτρικό πεδίο,

E (r, t) = eE0 ei(k·r−ωt) (3.10)


Το επίπεδο κύµα στην παραπάνω σχέση είναι ένα κύµα µε το διάνυσµα του ηλεκ-
τρικού του πεδίου πάντα στην διεύθυνση του e. ΄Ενα τέτοιο κύµα λέγεται ότι είναι
γραµµικώς πολωµένο µε διάνυσµα πόλωσης e. Για να περιγράψουµε µια γενική
κατάσταση πόλωσης χρειαζόµαστε ακόµα ένα γραµµικώς πολωµένο κύµα το οποίο
να είναι ανεξάρτητο του πρώτου (Σχήµα 3.1). Βλέπουµε καθαρά ότι τα δύο κύµατα,

57
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

e1
E1
e2
E2

Σχήµα 3.1: ∆ιάνυσµα διάδοσης k και δύο ορθογώνια διανύσµατα πόλωσης e1 και e2 [from
Jackson, 1962].

E1 (r, t) = e1 E1 ei(k·r−ωt)
(3.11)
i(k·r−ωt)
E2 (r, t) = e2 E2 e

αναπαριστούν δύο τέτοιες γραµµικώς ανεξάρτητες λύσεις. Τα πλάτη E1 και E2 εί-


ναι µιγαδικοί αριθµοί στην περίπτωση που έχουµε µια διαφορά ϕάσης µεταξύ των
κυµάτων. Μια γενική λύση για ένα επίπεδο κύµα που διαδίδεται στην διεύθυνση k
δίνεται από ένα γραµµικό συνδυασµό των E1 και E2 ,

E(r, t) = (e1 E1 + e2 E2 )ei(k·r−ωt) (3.12)


Αν τα E1 και E2 έχουν την ίδια ϕάση, τότε kE1 k/kE2 k = E1 /E2 = σταθερά και η
(3.12) αντιπροσωπεύει ένα γραµµικώς πολωµένο κύµα µε το διάνυσµα πόλωσής
p του
−1
να σχηµατίζει µια γωνία θ = tan (E2 /E1 ) µε το e1 και ένα πλάτος E = E1 + E22 ,
2

όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 3.2 (δέστε επίσης το Σχήµα 3.3). Εάν τα E1 και E2 έχουν
διαφορετικές ϕάσεις, το κύµα (3.12) είναι ελλειπτικώς πολωµένο. Για να το δείξουµε
αυτό υποθέστε ότι η διαφορά ϕάσης είναι ±π/2. Παίρνοντας τα πραγµατικά µέρη
των (3.11) έχουµε,

E1 (r, t) = E1 cos(k · r − ωt)


(3.13)
E2 (r, t) = ∓E2 sin(k · r − ωt)

Η εξίσωση (3.13) δείχνει ότι,

58
3.2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ

E
E2

e2
è
e1 E1

Σχήµα 3.2: Ηλεκτρικό πεδίο ενός γραµµικώς πολωµένου κύµατος [from Jackson, 1962].

E12 (r, t) E22 (r, t)


+ =1 (3.14)
E12 E22
που είναι η εξίσωση µιας έλλειψης µε τους δύο κύριους άξονες να κείνται στα e1 και
e2 . Επιπλέον, στη περίπτωση που E1 = E2 = E0 παίρνουµε E12 (r, t)+E22 (r, t) = E02
η οποία είναι η εξίσωση ενός κύκλου. Σ’ αυτή την περίπτωση ένα κύµα λέγεται ότι
είναι κυκλικώς πολωµένο και η (3.12) γίνεται,

E(r, t) = E0 (e1 ± ie2 )ei(k·r−ωt) (3.15)


µε το E0 να είναι το κοινό πραγµατικό πλάτος. Φανταζόµαστε άξονες εκλεγµένους
µε τέτοιο τρόπο ώστε το κύµα να διαδίδεται στη ϑετική κατεύθυνση του z , ενώ τα e1
και e2 να είναι κατά τις διευθύνσεις των x και y , αντίστοιχα. ΄Ετσι, οι συνιστώσες του
πραγµατικού ηλεκτρικού πεδίου λαµβάνονται παίρνοντας το πραγµατικό µέρος της
(3.15),

Ex (r, t) = E0 cos(kz − ωt)


(3.16)
Ey (r, t) = ∓E0 sin(kz − ωt)

Σ’ ένα σταθερό σηµείο του χώρου, τα πεδία (3.16) είναι τέτοια ώστε το διάνυσµα του
ηλεκτρικού πεδίου είναι σταθερό σε πλάτος, αλλά περιστρέφεται διαγράφοντας ένα
κύκλο µε µια συχνότητα ω , όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 3.4. Για το ϑετικό πρόσηµο
(e1 + ie2 ), η περιστροφή είναι αντιορολογιακή όταν ο παρατηρητής ϐλέπει το κύµα
να έρχεται προς αυτόν. Αυτό το κύµα στην οπτική καλείται αριστερά κυκλικώς πολ-
ωµένο (left circularly polarized) ή, ισοδύναµα, δεξιοχείρως πολωµένο (right-hand
polarized) κύµα. Συχνά χρησιµοποιούµε "κανόνες χεριού" για να περιγράψουµε
την πόλωση. Η πόλωση καθορίζεται µε ϐάση πιο χέρι ϑα χρησιµοποιήσουµε ώστε να
κατευθύνουµε τον αντίχειρα προς την κατεύθυνση διάδοσης δείχνοντας παράλληλα
µε τα δάκτυλα του χεριού µας την κατεύθυνση περιστροφής του διανύσµατος του

59
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.3: Τρισδιάστατη απεικόνιση του ηλεκτρικού πεδίου ενός γραµµικώς πολωµένου
κύµατος όπου E1 = E2 . Τα e1 και e2 είναι στη x και y διεύθυνση, αντίστοιχα, ενώ το
επίπεδο κύµα διαδίδεται κατά τη ϑετική κατεύθυνση κατά µήκος του άξονα z [from Lorrain
and Corson, 1970].

ηλεκτρικού πεδίου. Για το αρνητικό πρόσηµο (e1 − ie2 ), η περιστροφή του E εί-
ναι ορολογιακή όταν ϐλέπουµε το κύµα να πλησιάζει και το κύµα καλείται δεξιά
κυκλικώς πολωµένο (αριστεροχείρως πολωµένο κύµα).

3.2.6 Εξισώσεις ∆ιαταραχής Μικρού Πλάτους


Θεωρώντας ότι έχουµε λύσεις επίπεδου αρµονικού κύµατος, οι χρονικές και χωρικές
παράγωγοι µπορούν ν’ αντικατασταθούν από τις σχέσεις,


→ −iω
∂t

∇ → ik
(3.17)
∇· → ik ·

∇× → ik×

΄Οταν ϑεωρούµε µόνο διαταραχές µικρού πλάτους, οι δυναµικές µεταβλητές µπορούν


να εκφραστούν συναρτήσει των ποσοτήτων στην κατάσταση ηρεµίας και διαταραχής,

60
3.2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ

E(r, t) = E0 (e1 + ie 2 )ei(k×r -ùt)

Σχήµα 3.4: Ηλεκτρικό πεδίο ενός αριστερά κυκλικώς πολωµένου (δεξιοχείρως πολωµένου)
κύµατος [from Jackson, 1962].

u = u0 + u1 = u1

n = n0 + n1

p = p0 + p1 (3.18)

E = E0 + E1 = E1

B = B0 + B1

όπου οι δείκτες "0" και "1" αναφέρονται στις ποσότητες στην κατάσταση ισορροπίας
και διαταραχής. Στην κατάσταση ισορροπίας, u0 = E0 = 0. Τα u και E εµφανίζονται
εξαιτίας της διαταραχής ενός ισορροπούντος ϱευστού και εποµένως είναι ποσότητες
πρώτης τάξεως. Αυτό που ϑέλουµε είναι να διατηρήσουµε ποσότητες µόνο πρώτης
τάξεως, αγνοώντας όρους υψηλότερης τάξης. Εάν χρησιµοποιήσουµε τις (3.17) και
(3.18), οι εξισώσεις Maxwell πρώτης τάξης είναι,

61
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

ik · D1 = ρc

ik · B1 = 0
(3.19)
ik × E1 = iωB1

ik × H1 = J1 − iωD1

και οι εξισώσεις ορµής και συνέχειας είναι,

−imn0 ωu1 = qn0 (E1 + u1 × B0 ) − ikp1


(3.20)
−iωn1 + in0 k · u1 = 0

Το πλάσµα αρχικά ϑεωρείται οµοιόµορφο, ∇n0 = 0, στατικό και ψυχρό (∂n0 /∂t = 0).
Εφόσον το u1 είναι µια µικρή ποσότητα, (u0 · ∇) u1 = 0. Το J1 είναι η ολική
πυκνότητα ϱεύµατος διαταραχής.

3.2.7 ∆ιηλεκτρικές Ιδιότητες ενός Πλάσµατος


Στη µελέτη των κυµάτων πλάσµατος, είναι χρήσιµο να ϑεωρήσουµε το πλάσµα ως ένα
διηλεκτρικό υλικό. Κατά µία έννοια, ένα πλάσµα µοιάζει µε ένα σύστηµα συζευγµέν-
ων ταλαντωτών και υποστηρίζει ένα ϕάσµα ταλαντώσεων κανονικού ϱυθµού. Αυτές
οι ταλαντώσεις έχουν πάντα χρονικώς και χωρικώς µεταβαλλόµενα ηλεκτρικά πεδία
και η διάδοση τέτοιων πεδίων στο πλάσµα καθορίζεται ακριβώς από τις διηλεκτρικές
ιδιότητες του πλάσµατος.
Οι διηλεκτρικές ιδιότητες του πλάσµατος ορίζονται από τα διανύσµατα πόλωσης
και µαγνήτισης,

P = D − ²0 E
(3.21)
B
M = −H
µ0
Αυτά τα διανύσµατα έχουν νόηµα µόνο µέσα σε υλικό, αφού στον ελεύθερο χώρο
µηδενίζονται. Με αντικατάσταση αυτών των ποσοτήτων πεδίου στις εξισώσεις Maxwell
παίρνουµε,

∂E
∇ × B = µ0 JT + µ0 ²0
∂t
(3.22)
ρT
∇·E =
²0

62
3.2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ

όπου,

∂P
JT = J + +∇×M
∂t
(3.23)
ρT = ρc − ∇ · P

είναι οι ολικές πυκνότητες ϱεύµατος και ϕορτίου. Οι όροι ∂P/∂t και ∇ × M είναι
τα ϱεύµατα πόλωσης και µαγνήτισης και ο όρος ∇ · P είναι το ϕορτίο πόλωσης. Οι
εξισώσεις Maxwell εκφρασµένες µ’ αυτή τη µορφή δείχνουν ακριβώς πώς το υλικό
συνεισφέρει στις πυκνότητες ϱεύµατος και ϕορτίου. Τα J και ρc είναι "εξωτερικές"
πηγές, ενώ οι άλλοι όροι είναι "εσωτερικές" πηγές που εξαρτώνται από το υλικό.
΄Ενας συστηµατικός τρόπος υπολογισµού της σχέσης διασποράς είναι µέσω των
διηλεκτρικών ιδιοτήτων του πλάσµατος. Παίρνοντας τη στροφή της τρίτης εξίσωσης
των (3.1) και χρησιµοποιώντας την πρώτη από τις (3.22) λαµβάνουµε,

∂J 1 ∂2E
∇ × (∇ × E) = −µ0 − 2 2 (3.24)
∂t c ∂t
όπου το J είναι το ολικό ϱεύµα (ο δείκτης T παραλείπεται). Εφαρµογή των (3.17)
και (3.18) µετασχηµατίζει αυτή την εξίσωση στην,

ω2
−k × (k × E1 ) = iωµ0 J1 + E1 (3.25)
c2
η οποία είναι περισσότερο ϐολική απ’ ό,τι η τέταρτη των (3.19), η οποία περιέχει τα
διανύσµατα πεδίου D και Η.

3.2.8 ∆εξιοχείρως και Αριστεροχείρως Πολωµένα Κύµατα


(k k B0 ; E1 ⊥ B0 )
Αυτή η κατηγορία ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων είναι σηµαντική για το διαστη-
µικό πλάσµα, αφού τα κύµατα στη µαγνητόσφαιρα µπορούν να διαδίδονται προς
το έδαφος κατά µήκος του B. Θεωρείστε µια απλή περίπτωση ενός ουδετέρου πλάσ-
µατος µε οµοιόµορφη κατανοµή που καταλαµβάνει µια µεγάλη περιοχή του χώρου.
Υποθέτουµε ότι τα σωµατίδια έχουν µηδενική ϑερµοκρασία και εποµένως δεν έχουν
καµία ϑερµική κίνηση (p = 0). Αρχικά αυτά τα σωµατίδια δεν κινούνται και το
σύστηµα µπορεί να ϑεωρηθεί ότι ϐρίσκεται σε ισορροπία. Για τα ηλεκτροµαγνητικά
κύµατα, το k × E συνήθως δεν µηδενίζεται. Αναπτύσσοντας το αριστερό µέρος της
(3.25) παίρνουµε,

ω2
k 2 E1 − (k · E1 ) k = iωµ0 J1 + E1 (3.26)
c2
Το ηλεκτρικό πεδίο του κύµατος ϑέτει τα ηλεκτρόνια σε κίνηση (υποθέτουµε ότι τα
ιόντα ϐρίσκονται σε ηρεµία) και αυτό προκαλεί ένα ϱεύµα,

J1 = −en0 u1 (3.27)

όπου το u1 υπολογίζεται από την εξίσωση κίνησης,

63
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

−imn0 ωu1 = −en0 (E1 + u1 × B0 ) (3.28)

΄Εστω ότι k = kẑ και έστω ότι το E1 είναι εγκάρσιο, E1 = Ex x̂ + Ey ŷ. Υπό αυτές τις
συνθήκες, η εξίσωση του κυµατικού ηλεκτρικού πεδίου (3.26) γίνεται,
¡ ¢
ω 2 − c2 k 2 E1 − iωµ0 c2 en0 u1 = 0 (3.29)

Εφόσον B0 = B0 ẑ, οι συνιστώσες της ταχύτητας υπολογιζόµενες από την (3.28) είναι,

ie
ux = − (Ex + uy B0 )

(3.30)
ie
uy = − (Ey − ux B0 )

Αυτές οι συζευγµένες εξισώσεις, εάν λυθούν ως προς ux και uy , δίνουν,

e (−iEx − ωc Ey /ω)
ux =
mω 1 − ωc2 /ω 2
(3.31)
e (−iEy + ωc Ex /ω)
uy =
mω 1 − ωc2 /ω 2

Με αντικατάσταση των παραπάνω εξισώσεων στην (3.29) παίρνουµε,

µ ¶
¡ 2 2 2
¢ ωp2 iωc
ω −c k Ex = Ex − Ey
1 − ωc2 /ω 2 ω
(3.32)
µ ¶
¡ ¢ ωp2 iωc
ω 2 − c2 k 2
Ey = Ey + Ex
1 − ωc2 /ω 2 ω

Οι εξισώσεις (3.32) µπορούν να ξαναγραφτούν ως,

¡ ¢ ³ω ´
c
ω 2 − c2 k 2 − α Ex + iα Ey = 0
ω
(3.33)
¡ 2 ¢ ³ω ´
c
ω − c2 k 2 − α Ey − iα Ex = 0
ω
1/2
όπου α = ωp2 / (1 − ωc2 /ω 2 ). Το ωp = (n0 e2 /m²0 ) ορίζεται ως η συχνότητα πλάσ-
µατος των ηλεκτρονίων, ενώ η ωc = eB/m είναι η συχνότητα κύκλοτρον των ηλεκ-
τρονίων. Θέτοντας τώρα την ορίζουσα των συντελεστών των Ex και Ey ίση µε µηδέν
παίρνουµε,
αωc
ω 2 − c2 k 2 − α = ± (3.34)
ω
Συνεπώς,

64
3.2. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΑΙ ΕΞΙӟΩΣΕΙΣ

³ ωc ´
ω 2 − c2 k 2 = α 1 ±
ω
ωp2 (1 ± ωc /ω) ωp2 (1 ± ωc /ω)
= = (3.35)
1 − ωc2 /ω 2 (1 + ωc /ω) (1 − ωc /ω)
ωp2
=
(1 ∓ ωc /ω)
΄Οπως και πριν, τα πρόσηµα ∓ υποδηλώνουν ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές συχνότητες
που αντιστοιχούν στους δύο διαφορετικούς κυµατικούς ϱυθµούς που µπορούν να δι-
αδοθούν κατά µήκος του B0 . Οι εξισώσεις διασποράς αυτών των δύο ϱυθµών είναι,

c2 k 2 ωp2 /ω 2
n2R = = 1 −
ω2 1 − ωc /ω
(3.36)
2 2
ck ωp2 /ω 2
n2L = =1−
ω2 1 + ωc /ω
Τα γράµµατα R και L συµβολίζουν τα δεξιοχείρως και αριστεροχείρως πολωµένα
κύµατα που σχετίζονται µε την κυκλική πόλωση αυτών των κυµάτων. Το ηλεκτρικό
πεδίο των R κυµάτων περιστρέφεται µε τον ίδιο τρόπο που περιστρέφονται οι συνήθεις
κοχλίες, µε τον αντίχειρα του δεξιού χεριού να σηµαδεύει κατά µήκος του B0 . Αν
ειδωθεί κατά µήκος του B0 , αυτή η περιστροφή είναι ορολογιακή. Το L κύµα
περιστρέφεται κατά την αντίθετη κατεύθυνση.
Οι συχνότητες αποκοπής αυτών των κυµάτων υπολογίζονται ϑέτοντας τους δείκτες
διάθλασης στην (3.36) ίσους µε µηδέν. Μπορεί εύκολα να δειχθεί ότι η αποκοπή
εµφανίζεται στις συχνότητες που δίνονται από τις παρακάτω σχέσεις,

1h ¡ 2 ¢ i
2 1/2
ωR = ωc + ωc + 4ωp
2
(3.37)
1h ¡ ¢1/2 i
ωL = −ωc + ωc2 + 4ωp2
2
Σηµειώστε ότι το ωR είναι πάντα µεγαλύτερο του ωL . Οι συχνότητες αποκοπής εµ-
ϕανίζονται όταν ο δείκτης διάθλασης είναι µηδέν, όπου η ταχύτητα ϕάσης και το
µήκος κύµατος απειρίζονται. ΄Ενα κύµα γενικά ανακλάται στις συχνότητες αποκοπής.
Ο ϱυθµός R έχει ένα συντονισµό όταν ω = ωc . Αυτό συµβαίνει όταν το ηλεκτρικό
πεδίο του R κύµατος είναι σε ϕάση µε την κίνηση κύκλοτρον των ηλεκτρονίων. Η
περιστροφή του ηλεκτρικού πεδίου συζευγνύεται µε την κίνηση κύκλοτρον και τα κύ-
µατα επιταχύνουν τα ηλεκτρόνια. Αυτός ο συντονισµός καλείται επίσης συντονισµός
κύκλοτρον. Στο συντονισµό η ταχύτητα ϕάσης τείνει στο µηδέν και τα κύµατα δεν
διαδίδονται πλέον. Ο ϱυθµός L δεν συντονίζεται µε τα ηλεκτρόνια. Αυτό συµβαίνει
διότι το κυµατικό πεδίο περιστρέφεται αντίθετα απ’ ό,τι τα ηλεκτρόνια. Σηµειώστε
ότι στην παραπάνω εξαγωγή, µόνο η κίνηση των ηλεκτρονίων λήφθηκε υπόψιν. Εάν
είχαµε συµπεριλάβει και την ιοντική κίνηση, ϑα ϐλέπαµε ότι το κύµα L συντονίζεται
µε τα ιόντα στην ιοντική συχνότητα κύκλοτρον, ω = Ωc .

65
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.5: Σχέση διασποράς για δεξιοχείρως και αριστεροχείρως πολωµένα κύµατα [from
Parks, 1991].

Η σχέση διασποράς για τα κύµατα R και L ϕαίνεται στο Σχήµα 3.5 για ωp ¿ ωc
και ωp À ωc . Η κύρια διαφορά µεταξύ αυτών των δύο περιπτώσεων ϐρίσκεται στο πού
εµφανίζονται οι συχνότητες αποκοπής για τον αριστεροχείρως ϱυθµό. ΄Οπως ϕαίνε-
ται, όταν ωp ¿ ωc , η αποκοπή εµφανίζεται σε συχνότητες µικρότερες της ωc , ενώ είναι
µεγαλύτερες της ωc για ωp À ωc . ∆οσµένης µιας σταθερής συχνότητας κύκλοτρον,
αυτά τα κύµατα προσεγγίζουν το όριο n2 = 1 για πολύ µεγάλες συχνότητες. Καθώς
η συχνότητα ελαττώνεται, τα κύµατα συναντούν µια αποκοπή στις συχνότητες που
δίνονται από τα ωR και ωL στην (3.37). Το R κύµα έχει µια Ϲώνη αναχαίτισης µεταξύ
των ωR και ωc , κάτωθεν της οποίας η διάδοση επιτρέπεται ξανά. Τα κύµατα σ’ αυτό
το εύρος χαµηλών συχνοτήτων καλούνται κύµατα συριγµού (whistler mode waves)
και είναι πολύ σηµαντικά για µελέτες κυµατικής διάδοσης στη µαγνητόσφαιρα.
΄Οταν τα κύµατα συριγµού διαδίδονται σ’ ένα µέσον στο οποίο το ωc µεταβάλλεται,
τα κύµατα πρέπει να έχουν συχνότητες µικρότερες της χαµηλότερης συχνότητας
κύκλοτρον κατά µήκος της τροχιάς τους. Για παράδειγµα, όταν αυτά τα κύµα-
τα διαδίδονται στο διπολικό πεδίο της Γης πρέπει να έχουν συχνότητες µικρότερες
της ισηµερινής συχνότητας κύκλοτρον. Στη ϑεωρία που αναπτύξαµε, τα κύµατα L
δεν διαδίδονται κάτωθεν της ωL . Ωστόσο, εάν είχαµε συµπεριλάβει και την ιοντική
κίνηση, ϑα εµφανιζόταν ακόµη ένας συντονισµός στην ιοντική συχνότητα κύκλοτρον.
Εποµένως, διάδοση των L κυµάτων επιτρέπεται κάτωθεν της ιοντικής συχνότητας
κύκλοτρον.

3.3 Αλληλεπιδράσεις Κύµατος-Σωµατιδίου


Στο διαστηµικό πλάσµα ο χρόνος µεταξύ των συγκρούσεων ϕορτισµένων σωµατιδίων
είναι γενικά πολύ µεγάλος συγκρινόµενος µε τις χαρακτηριστικές χρονικές κλίµακες
του συστήµατος, ήτοι, το αντίστροφο της συχνότητας πλάσµατος ή τις συχνότητες
κύκλοτρον και γι’ αυτό το λόγο το πλάσµα µπορεί να ϑεωρηθεί ως ένα σύστηµα
σωµατιδίων άνευ συγκρούσεων. Αυτό ϑα υποδήλωνε ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει

66
3.3. ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ ΚŸΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ

µετατροπή ενέργειας (energy dissipation) στο διαστηµικό πλάσµα, εφόσον οι συγ-


κρούσεις σωµατιδίου-σωµατιδίου είναι σπάνιες. Αυτή η πρόταση είναι σωστή υπό
την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου.
Η παρουσία κυµάτων µπορεί να προκαλέσει µια πεπερασµένη µετατροπή ενέργειας
σ’ ένα πλάσµα χωρίς συγκρούσεις. Τα ϕορτισµένα σωµατίδια σκεδάζονται από τα κυ-
µατικά πεδία και η σωµατιδιακή ορµή και ενέργεια µεταβάλλονται µέσω αυτής της
διεργασίας. Η αλληλεπίδραση µεταξύ ενός κύµατος και ενός ϕορτισµένου σωµατιδίου
γίνεται ισχυρή όταν η παράλληλη προς το µαγνητικό πεδίο ταχύτητα του σωµατιδίου
είναι τέτοια ώστε το σωµατίδιο να αισθάνεται τη µετατοπισµένη κατά Doppler κυ-
µατική συχνότητα (δες Παράρτηµα) στη συχνότητα κύκλοτρόν του ή στις αρµονικές
της. Αυτή είναι η λεγόµενη αλληλεπίδραση λόγω συντονισµού κύκλοτρον (cyclotron
resonance interaction) µεταξύ των κυµάτων και των σωµατιδίων. Η ειδική περίπτωση
να είναι µηδέν η Doppler µετατόπιση της κυµατικής συχνότητας (ήτοι, µηδενικές
αρµονικές της συχνότητας κύκλοτρον) αντιστοιχεί στον πλέον γνωστό συντονισµό
Landau. Ο Landau [1946] έδειξε ότι τα κύµατα πλάσµατος σ’ ένα αµαγνήτιστο
πλάσµα άνευ συγκρούσεων υπόκεινται σε απόσβεση εξαιτίας των αλληλεπιδράσεων
κύµατος-σωµατιδίου ή της "απόσβεσης Landau". Ο ϕυσικός µηχανισµός της απόσ-
ϐεσης Landau µπορεί να κατανοηθεί ως εξής : στο συντονισµό Landau τα σωµατίδια
δεν ϐλέπουν ένα πολύ γρήγορα µεταβαλλόµενο ηλεκτρικό πεδίο κύµατος και εποµέν-
ως µπορούν ν’ αλληλεπιδράσουν ισχυρά µε το κύµα. Εκείνα τα σωµατίδια που έχουν
ταχύτητες ελαφρώς µικρότερες (µεγαλύτερες) από την ταχύτητα ϕάσης του κύµατος
επιταχύνονται (επιβραδύνονται) από το κυµατικό ηλεκτρικό πεδίο ώστε να κινηθούν
µε την κυµατική ταχύτητα ϕάσης. Συνεπώς, εκείνα τα σωµατίδια που κινούνται ε-
λαφρώς ϐραδύτερα (γρηγορότερα) από την ταχύτητα ϕάσης κερδίζουν ενέργεια από
το κύµα (προσφέρουν ενέργεια στο κύµα). Σ’ ένα πλάσµα χωρίς συγκρούσεις που
χαρακτηρίζεται από µια Μαξουλιανή (Maxwellian) συνάρτηση κατανοµής, ο αρι-
ϑµός των ϐραδύτερων σωµατιδίων (σ’ οποιοδήποτε διάστηµα γύρω από την ταχύτη-
τα ϕάσης) είναι µεγαλύτερος από τον αριθµό των γρηγορότερων σωµατιδίων, όπως
ϕαίνεται στο Σχήµα 3.6(a). Συνεπώς, η κυµατική ενέργεια που κερδίζεται από τα
ϐραδύτερα σωµατίδια είναι µεγαλύτερη από την ενέργεια που προσφέρεται στα κύ-
µατα από τα γρηγορότερα σωµατίδια, οδηγώντας έτσι σε µια καθαρή απόσβεση των
κυµάτων. Κατά συνέπεια, η απόσβεση Landau προσφέρει ένα µέσο µετατροπής της
ενέργειας για ένα άνευ συγκρούσεων πλάσµα. Σ’ ένα µη Μαξουλιανό πλάσµα, για
παράδειγµα, ένα σύστηµα δέσµης πλάσµατος, κάποιος µπορεί να δηµιουργήσει µια
κατάσταση όπου σ’ ένα δοσµένο διάστηµα ταχυτήτων γύρω από την κυµατική ταχύτη-
τα ϕάσης, υπάρχει ένας µεγαλύτερος αριθµός γρηγορότερων απ’ ό,τι ϐραδύτερων
σωµατιδίων. Μια τέτοια περίπτωση ϕαίνεται στο Σχήµα 3.6(b). Αυτή η κατάσταση
αντιστοιχεί στην αντίστροφη απόσβεση Landau (inverse Landau damping) ή αστάθεια
πλάσµατος (plasma instability) Cherenkov, καθώς τα κύµατα αυξάνουν σε πλάτος κ-
ερδίζοντας ενέργεια από τα σωµατίδια. Γι’ αυτή την τελευταία περίπτωση, µπορούµε
να πούµε ότι υπάρχει διαθέσιµη "ελεύθερη ενέργεια" για την ανάπτυξη κυµάτων.
Παρόµοια, οι αλληλεπιδράσεις λόγω συντονισµού κύκλοτρον µεταξύ των κυµάτων
και των σωµατιδίων προκαλούν ένα ϕαινόµενο απόσβεσης ή αντίθετα αστάθειας το
οποίο είναι συναφές της απόσβεσης ή αστάθειας Landau.
Το διαστηµικό πλάσµα είναι µαγνητισµένο και υποστηρίζει µια ποικιλία κυµάτων.
Κατά τη διάρκεια της συντονισµένης αλληλεπίδρασης µεταξύ των ηλεκτροµαγνητικών
κυµάτων και των σωµατιδίων τα αλληλεπιδρούντα σωµατίδια υπόκεινται σε διάχυση

67
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.6: Σχηµατικό διάγραµµα µιας οµάδας σωµατιδίων που αλληλεπιδρούν συντονισ-
µένα µε κύµατα σ’ ένα αµαγνήτιστο πλάσµα. (a) Μαξουλιανό πλάσµα. Η κυµατική ενέργεια
που κερδίζεται από τα ϐραδύτερα σωµατίδια είναι µεγαλύτερη από την ενέργεια που δίδεται
στα κύµατα από τα γρηγορότερα σωµατίδια. (b) Σύστηµα δέσµης πλάσµατος όπου η ταχύτη-
τα ϕάσης του κύµατος είναι µικρότερη από την ταχύτητα δέσµης V0 [from Tsurutani and
Lakhina, 1997].

γωνίας κλίσης (pitch angle diffusion), η οποία τα οδηγεί σε µια σκέδαση εντός του ατ-
µοσφαιρικού κώνου διαφυγής ή υπόκεινται σε διάχυση ενέργειας (energy diffusion),
η οποία οδηγεί σ’ ένα σκληρότερο ϕάσµα (harder spectrum) για τα παγιδευµένα
σωµατίδια.
Σ’ αυτή την παράγραφο προσπαθούµε να κάνουµε µια εισαγωγή στις ϑεµελιώδε-
ις αρχές που διέπουν τις αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου αναφερόµενοι σε
ηλεκτροµαγνητικά κύµατα. Η δύναµη Lorentz παίζει σηµαντικό ϱόλο στις αλλη-
λεπιδράσεις συντονισµού µεταξύ των ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων και των σωµατιδί-
ων. Παρουσιάζονται αναλυτικές εκφράσεις για τη διάχυση γωνίας κλίσης λόγω αλλη-
λεπιδράσεων συντονισµού κύµατος-σωµατιδίου. Θεωρούµε ότι η συχνότητα πλάσ-
1/2
µατος των ηλεκτρονίων ωp = (n0 e2 /m²0 ) είναι µεγαλύτερη από τη συχνότητα
κύκλοτρόν τους, ωc = eB/m, όπου n0 είναι η πυκνότητα των ηλεκτρονίων και m η
µάζα του ηλεκτρονίου.

3.3.1 Αλληλεπιδράσεις Συντονισµού Κύµατος-Σωµατιδίου


Στο κεφάλαιο 1 δείξαµε ότι τα ϕορτισµένα σωµατίδια έχουν µια κυκλική (κύκλοτρον)
κίνηση γύρω από το περιβάλλον µαγνητικό πεδίο (γυροκίνηση) συν µια µεταφορική
κίνηση κατά µήκος του µαγνητικού πεδίου. ΄Ενα σωµατίδιο πρέπει να έχει µια συγ-

68
3.3. ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ ΚŸΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ

κεκριµένη παράλληλη ταχύτητα για να είναι συντονισµένο µε ένα κύµα συχνότητας


ω , αλλά µπορεί να έχει οποιαδήποτε κάθετη ταχύτητα. ΄Οταν ένα σωµατίδιο αισθάνε-
ται ένα ηλεκτροµαγνητικό κύµα µετατοπισµένο κατά Doppler στη συχνότητα κύκ-
λοτρόν του (ή στις αρµονικές της), µπορεί να αλληλεπιδράσει ισχυρά µε το κύµα. Η
συνθήκη γι’ αυτό το συντονισµό κύκλοτρον µεταξύ των κυµάτων και των σωµατιδίων
µπορεί να γραφτεί ως [Koch, 2006],

ω − k · V = nΩ (3.38)

Στην έκφραση (3.38), τα ω και k είναι η κυµατική συχνότητα (λαµβάνοντάς την


ως ϑετική εδώ) και το κυµατοδιάνυσµα, n είναι ένας ακέραιος που ισούται µε
0, ±1, ±2, · · · , Ω είναι η γυροσυχνότητα του σωµατιδίου και V είναι η ταχύτη-
τα του σωµατιδίου. Η περίπτωση όπου n = 0 αντιστοιχεί στο συντονισµό Landau
που συζητήθηκε προηγουµένως. ΄Οταν η συνθήκη (3.38) ικανοποιείται, τα κύµατα
και τα σωµατίδια παραµένουν σε συντονισµό, µε αποτέλεσµα να έχουµε ανταλλαγή
ενέργειας και ορµής µεταξύ τους. Ανάλογα µε τη ϕάση τους σε σχέση µε το κύµα, τα
συντονισµένα σωµατίδια ϐλέπουν µια κυµατική δύναµη συγκεκριµένης κατεύθυν-
σης που τα επιταχύνει ή τα επιβραδύνει προσωρινά.
Για λόγους επεξήγησης, πρώτα περιγράφουµε το n = 1 (ϑεµελιώδη) συντονισµό
για ηλεκτροµαγνητικά κύµατα που διαδίδονται είτε παράλληλα είτε αντιπαράλληλα
ως προς την κατεύθυνση του µαγνητικού πεδίου. Εποµένως, παίρνουµε k = kk b,
όπου b είναι το µοναδιαίο διάνυσµα κατά µήκος της κατεύθυνσης του µαγνητικού
πεδίου. Συνεπώς η (3.38) απλοποιείται δίνοντας την,

ω − kk Vk = Ω (3.39)

Εάν η συχνότητα του κύµατος και η τοπική γυροσυχνότητα του σωµατιδίου είναι
γνωστές, τότε µπορεί να υπολογιστεί η ενέργεια συντονισµού του σωµατιδίου. Από
την (3.39) έχουµε την παράλληλη ταχύτητα συντονισµού,

(ω − Ω)
VkR = (3.40)
kk
Τότε η παράλληλη κινητική ενέργεια των συντονισµένων σωµατιδίων µπορεί να γραφτεί
ως,

1 1 (ω − Ω)2 1
2
EkR = mVkR = m 2
2
= mVph (1 − Ω/ω)2 (3.41)
2 2 kk 2

όπου Vph = ω/kk είναι η παράλληλη ταχύτητα ϕάσεως του κύµατος.


Το Σχήµα 3.7 περιγράφει τη χωρική µεταβολή του µαγνητικού διανύσµατος
του κύµατος (διαταραχής) συναρτήσει της απόστασης κατά µήκος του µαγνητικού
πεδίου. Εδώ περιγράφουµε κυκλικώς πολωµένα, παραλλήλως διαδιδόµενα ηλεκ-
τροµαγνητικά κύµατα.
Για κύµατα που διαδίδονται µε µια γωνία ως προς το µαγνητικό πεδίο, η ευστά-
ϑεια µεταξύ της κυµατικής ενίσχυσης και απόσβεσης καθορίζεται από το άθροισµα
των συνεισφορών των συντονισµών που αντιστοιχούν σε παράλληλες ταχύτητες που
ορίζονται από την (3.38). Εφόσον η κυµατική πόλωση είναι ελλειπτική για διά-
δοση υπό γωνία ως προς το µαγνητικό πεδίο, τα σωµατίδια µπορούν να ϐρεθούν σε

69
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.7: ∆εξιοχείρως και αριστεροχείρως παράλληλα διαδιδόµενα κυκλικώς πολωµένα


ηλεκτροµαγνητικά κύµατα [from Tsurutani and Lakhina, 1997].

ϕάση µε το κύµα µετά από ένα ορισµένο αριθµό γυροπεριόδων µε αποτέλεσµα να


παράγουν συντονισµό οι υψηλότερες κύκλοτρον αρµονικές.

Κανονικός Συντονισµός
Ο κανονικός κύκλοτρον συντονισµός (normal cyclotron resonance) µεταξύ των κυµάτων
και των ϕορτισµένων σωµατιδίων ϕαίνεται στο Σχήµα 3.8. Γι’ αυτή την αλληλεπίδραση
συντονισµού τα κύµατα διαδίδονται προς τα σωµατίδια σε αντίθετες κατευθύνσε-
ις. Αριστεροχείρως περιστρεφόµενα ϑετικά ιόντα αλληλεπιδρούν µε αριστεροχείρως
πολωµένα κύµατα, και αντίστοιχα, δεξιοχείρως περιστρεφόµενα ηλεκτρόνια αλλη-
λεπιδρούν µε δεξιοχείρως πολωµένα κύµατα. Εφόσον τα κύµατα και τα σωµατίδια
πλησιάζουν µεταξύ τους σε αντίθετες κατευθύνσεις, το k · V έχει αρνητικό πρόση-
µο. Συνεπώς, ο όρος της µετατόπισης κατά Doppler (−k · V) στην εξίσωση (3.38)
είναι ένας ϑετικός όρος. Η σχετική κίνηση µεταξύ των κυµάτων και των σωµατιδίων
προκαλεί µια µετατόπιση Doppler της κυµατικής συχνότητας ω αυξάνοντάς την προς
τη συχνότητα κύκλοτρον των σωµατιδίων Ω.

Ανώµαλος Συντονισµός
Υπάρχει ένας άλλος τύπος συντονισµού, ο οποίος καλείται αλληλεπίδραση ανώµαλου
συντονισµού κύκλοτρον (anomalous cyclotron resonant interaction). Αυτός ϕαίνεται
για την περίπτωση ϑετικών ιόντων στο Σχήµα 3.9. Τα ϑετικά ιόντα αλληλεπιδρούν
µε δεξιοχείρως πολωµένα κύµατα. Αυτό το κάνουν προλαβαίνοντας τα κύµατα

70
3.3. ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ ΚŸΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 3.8: Κανονικός, πρώτης τάξεως συντονισµός κύκλοτρον µεταξύ κυκλικώς πολωµέν-
ων ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων και ϕορτισµένων σωµατιδίων [from Tsurutani and Lakhina,
1997].

(Vk > Vph ). Κατά συνέπεια, τα ιόντα αισθάνονται τα κύµατα να είναι αριστερο-
χείρως πολωµένα. Επειδή τα αριστεροχείρως περιστρεφόµενα ιόντα αλληλεπιδρούν
µε τα δεξιοχείρως πολωµένα κύµατα, αυτή η αλληλεπίδραση καλείται "ανώµαλη".
Από την έκφραση για τη συνθήκη συντονισµού, η µετατόπιση Doppler µειώνει την
κυµατική συχνότητα σ’ αυτή της συχνότητας κύκλοτρον.
Οι ίδιες αλληλεπιδράσεις ανώµαλου συντονισµού κύκλοτρον εµφανίζονται µεταξύ
ηλεκτρονίων και αριστεροχείρως πολωµένων κυµάτων. Ωστόσο, επειδή τα αριστερο-
χείρως πολωµένα κύµατα έχουν συχνότητες χαµηλότερες της ιοντικής συχνότητας
κύκλοτρον (µια τιµή πολύ χαµηλότερη της συχνότητας κύκλοτρον των ηλεκτρονί-
ων), για να λάβει µέρος µια τέτοια αλληλεπίδραση τα υπό συντονισµό ηλεκτρόνια
συνήθως είναι σχετικιστικά (Ek > MeV ).

3.3.2 Σκέδαση Γωνίας Κλίσης


Ο ϐασικός ϕυσικός µηχανισµός σκέδασης της γωνίας κλίσης των σωµατιδίων λόγω η-
λεκτροµαγνητικών κυµάτων είναι η δύναµη Lorentz. Αυτό περιγράφεται στο Σχήµα
3.10 για ϑετικά ιόντα. Στο συντονισµό κύκλοτρον, το σωµατίδιο υφίσταται το κυ-
µατικό µαγνητικό πεδίο Bω το οποίο περιστρέφεται σε ϕάση µε το σωµατίδιο. Για να
έχουµε καλύτερη εποπτεία του τί γίνεται διαχωρίζουµε τις συνιστώσες V⊥ και Vk του
σωµατιδίου. ΄Οπως ϕαίνεται καθαρά, η αλληλεπίδραση συντονισµού των σωµατιδί-
ων µε τυχαίες γωνίες κλίσεις ϑα περιλαµβάνει ένα συνδυασµό των δύο συνιστωσών
ταχύτητας. Στο Σχήµα 3.10(a), δείχνουµε την περίπτωση όταν η αλληλεπίδραση εί-

71
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.9: Σχηµατική αναπαράσταση του ανώµαλου συντονισµού κύκλοτρον µεταξύ κυκ-
λικώς πολωµένων ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων και ϑετικώς ϕορτισµένων σωµατιδίων. Το
αριστεροχείρως περιστρεφόµενο ιόν προλαβαίνει το δεξιοχείρως πολωµένο κύµα (Vk > Vph )
µε αποτέλεσµα να το αισθάνεται ως αριστεροχείρως πολωµένο. Ο ανώµαλος συντονισµός
κύκλοτρον εµφανίζεται όταν ικανοποιείται η συνθήκη ω − kk Vk = −Ωc . Σηµειώστε ότι η
σχετική κίνηση µεταξύ του σωµατιδίου και του κύµατος προκαλεί µετατόπιση Doppler της
κυµατικής συχνότητας µειώνοντάς την προς τη γυροσυχνότητα. Η αλληλεπίδραση είναι
"ανώµαλη" διότι δεξιοχείρως πολωµένα κύµατα αλληλεπιδρούν µε αριστεροχείρως περιστρε-
ϕόµενα ιόντα [from Tsurutani and Lakhina, 1997].

ναι µέσω της V⊥ . Εφόσον ένα σταθερό B εξασκείται πάνω στο σωµατίδιο, η δύναµη
Lorentz είναι κατά την κατεύθυνση του B0 . Εάν το σωµατίδιο διαδίδεται προς τα
δεξιά, η γωνία κλίσης του ϑα µειωθεί, ενώ αν διαδίδεται προς τ’ αριστερά ϑ’ αυξηθεί.
Ωστόσο, έχουµε επιλέξει αυθαίρετα στο σχήµα το Bω να έχει κατεύθυνση προς τα άν-
ω. Εάν η σχετική ϕάση µεταξύ του κύµατος και του σωµατιδίου µετατοπιζόταν κατά
180◦ έτσι ώστε το Bω να έδειχνε προς τα κάτω, όλα τα προηγούµενα συµπεράσµατα
ϑ’ αναστρέφονταν. Το Σχήµα 3.10(b) δείχνει την αλληλεπίδραση σωµατιδίου λόγω
της παράλληλης συνιστώσας της ταχύτητας του σωµατιδίου. Εδώ η δύναµη Lorentz
δείχνει κατά την αντίθετη κατεύθυνση της γυροκίνησης (gyromotion) του αριστερο-
χείρως περιστρεφοµένου ιόντος. Εποµένως, η αλληλεπίδραση ελαττώνει τόσο το
V⊥ (E⊥ ) όσο και τη γωνία κλίσης του σωµατιδίου. Εάν η ϕάση του κύµατος ήταν
διαφορετική κατά 180◦ , έτσι ώστε το Bω να είχε κατεύθυνση προς τα κάτω, η FL ϑα
επιτάχυνε το σωµατίδιο αυξάνοντας την E⊥ και εποµένως και τη γωνία κλίσης του
σωµατιδίου.
Για κύµατα µε πλάτος ηλεκτρικού πεδίου E, η κάθετη κινητική ενέργεια του
σωµατιδίου αυξάνεται ή ελαττώνεται µε ϐάση τη ϕάση του κύµατος σε σχέση µε το
σωµατίδιο. Η περίπτωση αυξηµένης E⊥ ϕαίνεται στο Σχήµα 3.11.

∆ιάχυση ως προς τη Γωνία Κλίσης και το Πεδίο


Αλληλεπιδράσεις συντονισµού κύµατος-σωµατιδίου εµφανίζονται σε χρονικές κλί-
µακες µικρές σε σχέση µε την περίοδο κύκλοτρον και εποµένως η πρώτη αδιαβατική
αναλλοίωτη (σταθερά) µ δεν παραµένει σταθερή. Στα παρακάτω εξάγουµε µε απλά
ϕυσικά επιχειρήµατα µία έκφραση για το ϱυθµό σκέδασης της γωνίας κλίσης των
σωµατιδίων λόγω ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων.
΄Εχουµε ότι tan α = V⊥ /Vk και για µεγάλες κλίσεις σωµατιδίων όπου V⊥ ∼
= V,
παίρνουµε,

∆α = ∆Vk /V⊥ (3.42)

Η µέγιστη µεταβολή στην παράλληλη ταχύτητα ενός ϕορτισµένου σωµατιδίου που

72
3.3. ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ ΚŸΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ

Σχήµα 3.10: Σκέδαση της γωνίας κλίσης µέσω συντονισµένων ηλεκτροµαγνητικών


κυµάτων για τις συνιστώσες (a) V⊥ και (b) Vk . Η αλληλεπίδραση V × B µε το κυµατικό
πεδίο Bω αυξάνει ή ελαττώνει την παράλληλη ταχύτητα του σωµατιδίου ανάλογα µε την
κατεύθυνση διάδοσης του σωµατιδίου [from Tsurutani and Lakhina, 1997].

αλληλεπιδρά µε το ηλεκτροµαγνητικό µας κύµα δίνεται από τη σχέση,


µ ¶
qV⊥ Bω
∆Vk = ∆t (3.43)
m
η οποία µε τη ϐοήθεια της (3.42) µπορεί να γραφτεί ως,

qV⊥ 1 Bω
∆α = Bω ∆t = Ω∆t (3.44)
m V⊥ B0
Συνεπώς, ο ϱυθµός διάχυσης της γωνίας κλίσης (pitch angle diffusion rate) είναι,
µ ¶2
(∆α)2 ∼ Ω2 Bω
D≈ = ∆t (3.45)
2∆t 2 B0
Ο χρόνος ∆t είναι ο χρόνος που χρειάζεται ένα σωµατίδιο το οποίο ϐρίσκεται εκτός
συντονισµού κατά ∆k/2, ν’ αλλάξει τη ϕάση του κατά 1 rad, ή ∆t ∼
= 2/∆kVk . Τώρα
παίρνουµε ότι,
µ ¶2

D≈Ω η (3.46)
B0
όπου το η = (Ω/∆kVk ) είναι το κλασµατικό χρονικό διάστηµα κατά το οποίο τα
σωµατίδια ϐρίσκονται σε συντονισµό µε τα κύµατα.
Η σκέδαση της γωνίας κλίσης σ’ ένα πλάσµα άνευ συγκρούσεων µέσω της αλλη-
λεπίδρασης κύµατος-σωµατιδίου µπορεί να ϑεωρηθεί ως ένας µηχανισµός τυχαίας
µεταβολής της µαγνητικής ϱοπής του σωµατιδίου. Μπορούµε να περιγράψουµε
τη διαδικασία σκέδασης ως µία διεργασία τυχαίου ϐήµατος (random walk process)
στην οποία κάθε αλληλεπίδραση του σωµατιδίου µε το κύµα µπορεί να ϑεωρηθεί
ως µία ενεργή σύγκρουση. Στην πρόκληση διάχυσης ως προς την ενέργεια και
τη γωνία κλίσης, οι αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου έχουν µια επενέργεια
περίπου ανάλογη µε αυτή των δια-σωµατιδιακών συγκρούσεων. Γι’ αυτό το λόγο είναι

73
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.11: Σκέδαση της γωνίας κλίσης µέσω της συνιστώσας του ηλεκτρικού πεδίου των
συντονισµένων ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων [from Tsurutani and Lakhina, 1997].

συνήθως ϐολικό να σκεφτόµαστε σε σχέση µε µια ενεργή συχνότητα συγκρούσεων


1/τeff µε την οποία µπορούν να σχετιστούν διάφοροι συντελεστές διάχυσης, σαν να
ήταν οι δια-σωµατιδιακές συγκρούσεις υπεύθυνες για τη διάχυση. Η µεταφορά
σωµατιδίων διαµέσου του µαγνητικού πεδίου µπορεί να υπολογιστεί εφόσον η ευκ-
ινησία (mobility) των ϕορτισµένων σωµατιδίων κατά τη διεύθυνση την κάθετη προς το
περιβάλλον µαγνητικό πεδίο, η επονοµαζόµενη ευκινησία Pedersen, είναι γνωστή.
Η ευκινησία Pedersen µ⊥ των σωµατιδίων στη διεύθυνση την κάθετη προς το B0
[Schulz and Lanzerotti, 1974] είναι,

£ ¤−1
µ⊥ = (1/B0 ) (Ωτeff ) 1 + (Ωτeff )2 (3.47)

όπου το τeff είναι ο ενεργός χρόνος µεταξύ των "συγκρούσεων" κύµατος-σωµατιδίου.


Σκοπός του υπολογισµού της ευκινησίας Pedersen είναι να υπολογίσουµε τελικά
το συντελεστή χωρικής διάχυσης που σχετίζεται µ’ αυτήν, ήτοι, το συντελεστή στο-
χαστικής µεταφοράς των σωµατιδίων διαµέσου αδιαβατικών επιφανειών ολίσθησης
(adiabatic drift shells). Η σχέση µεταξύ ευκινησίας και διάχυσης δίνεται από τους
Rose and Clark [1961],

¡ ¢
D⊥ = h∆x⊥ i2 /2∆τ = mV⊥2 /2q µ⊥ (3.48)

Η µέγιστη διάχυση διαµέσου του πεδίου εµφανίζεται όταν τα σωµατίδια σκεδάζονται


−1
µ’ ένα ϱυθµό ίσο προς τη γυροσυχνότητά τους ή όταν τeff ≈ qB0 /m (διάχυση Bohm).
Εποµένως, για την Bohm [1949] διάχυση,

D⊥ = E⊥ /2qB0 = Dmax (3.49)

Το Σχήµα 3.12 δείχνει τη διαδικασία διάχυσης διαµέσου του πεδίου εξαιτίας της
συντονισµένης αλληλεπίδρασης κύµατος-σωµατιδίου. Το B0 είναι η αρχική µαγν-
ητική δυναµική γραµµή οδηγούντος κέντρου. Μετά τη σκέδαση της γωνίας κλίσης,
το οδηγούν κέντρο κείται στη µαγνητική δυναµική γραµµή B00 εννοώντας ότι το

74
3.4. ΠΑџΑΡΤΗΜΑ : ΤΟ ΣΧΕΤΙΚΙΣΤΙΚŸΟ ΦΑΙ͟ΟΜΕΝΟ DOPPLER ΓΙΑ ΤΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙʟΑ ʟΥΜΑΤΑ

Σχήµα 3.12: ∆ιάχυση σωµατιδίων διαµέσου του πεδίου λόγω συντονισµένης αλλη-
λεπίδρασης µε τα κύµατα [from Tsurutani and Lakhina, 1997].

σωµατίδιο υποβλήθηκε σε µια διάχυση διαµέσου των µαγνητικών δυναµικών γραµ-


µών.

3.4 Παράρτηµα : Το Σχετικιστικό Φαινόµενο Doppler


για τα Ηλεκτροµαγνητικά Κύµατα
Η µετατόπιση συχνότητας που παρατηρείται σ’ ένα ανιχνευτή όταν αυτός κινείται ως
προς µία πηγή κυµάτων καλείται ϕαινόµενο Doppler. Αυτό το ϕαινόµενο είναι πολύ
γνωστό στο χώρο της ακουστικής.
Φανταστείτε ότι έχουµε µία πηγή περιοδικών ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων συχνότη-
τας fs σ’ ένα σηµείο O2 και έναν ανιχνευτή στο σηµείο O1 . Ποια ϑα είναι η συχνότητα
fd , η µετρούµενη στο O1 ;
Σ’ αυτό το πρόβληµα η πηγή µπορεί να ϑεωρηθεί ως ένα ϱολόϊ το οποίο κτυπά
κάθε περίοδο Ts = 1/fs , αντί κάθε δευτερόλεπτο. Εποµένως, όταν η πηγή απο-
µακρύνεται από τον παρατηρητή µε µια ταχύτητα υ , όπως στο Σχήµα 3.13(a), η
περίοδος στον ανιχνευτή του παρατηρητή είναι,

· ¸1/2
1 + (υ/c)
Td = Ts > T s (3.50)
1 − (υ/c)

ενώ η συχνότητα είναι,

75
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙʟΕΣ ΑΡןΕΣ ΚΥ̟ΑΤΩΝ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙ∆џΑΣΕΙΣ
ʟΥΜΑΤΟΣ-ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΟΥ ΣΕ Π˟ΑΣΜΑ ŸΑΝΕΥ ΣΥΓΚΡϟΥΣΕΩΝ

Σχήµα 3.13: Το ϕαινόµενο Doppler για τα ηλεκτροµαγνητικά κύµατα. Το S είναι µία πηγή
και τα A, B , C είναι τρεις ανιχνευτές. Στο A η πηγή αποµακρύνεται από τον ανιχνευτή και
fd < fs . Στο B η πηγή κινείται προς τον ανιχνευτή και fd > fs . Στο C η πηγή κινείται
µε τέτοιο τρόπο ώστε η ευθεία που τη συνδέει µε τον ανιχνευτή να διαγράφει δεξιόστροφη
γωνία και fd < fs . Οι µετατοπίσεις συχνότητας στις περιπτώσεις (a) και (b) είναι ίδιες : µόνο
η σχετική ταχύτητα είναι αυτό που µας ενδιαφέρει [from Lorrain and Corson, 1970].

· ¸1/2
1 − (υ/c)
fd = 1/Td = fs < f s (3.51)
1 + (υ/c)
Εάν η πηγή κινείται προς τον ανιχνευτή η συχνότητα τότε είναι,
· ¸1/2
1 + (υ/c)
fd = fs > f s (3.52)
1 − (υ/c)
΄Ενα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό αυτών των εξισώσεων είναι ότι ισχύουν πάντα, είτε
είναι η πηγή που κινείται είτε είναι ο ανιχνευτής (Σχήµα 3.13(b)). Αυτό συµβαίνει
διότι δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουµε ποιος από τους δύο κινείται, σύµφωνα µε
το ϑεµελιώδες αξίωµα της σχετικότητας. Η σχετική ταχύτητα υ είναι µια ϑετική
ποσότητα και στις τρεις εξισώσεις.
Εάν η σχετική ταχύτητα σχηµατίζει γωνία µε την ευθεία που ενώνει την πηγή µε
τον ανιχνευτή, έχουµε µια εκ των δύο εξισώσεων που ϕαίνονται παρακάτω, ανάλογα
µε το σύστηµα αναφοράς στο οποίο µετριέται η γωνία,

fs
fd = γfs (πηγή) ή fd = (ανιχνευτής) (3.53)
γ
£ 2 ¤1/2
όπου το γ = 1/ 1 − (υ/c) καλείται παράγοντας Lorentz.

76
Κεφάλαιο 4

Μαγνητόσφαιρα και
Μαγνητοσφαιρική ∆υναµική

4.1 Οι Μαγνητοσφαιρικές Περιοχές της Γης


Το µαγνητικό πεδίο του ΄Ηλιου µεταφέρεται µε το πλάσµα του ηλιακού ανέµου προς
τη Γη. Ο διαστηµικός χώρος γύρω από τη Γη ϑωρακίζεται σε µεγάλο ϐαθµό από
το µαγνητικό της πεδίο, το οποίο σχηµατίζει µια κοιλότητα εντός του ηλιακού ανέ-
µου. Ωστόσο, η κοιλότητα κάθε άλλο παρά κενή είναι έχοντας µια σύνθετη δοµή
αποτελούµενη από διαφορετικές περιοχές πλάσµατος και ϱευµάτων.
Η Γη έχει ένα εγγενές µαγνητικό πεδίο, το οποίο παράγεται στον πυρήνα του
πλανήτη. Η µαθηµατική περιγραφή του πεδίου δεν είναι απλή, ωστόσο, το πεδίο
συνήθως προσεγγίζεται από ένα διπολικό µαγνητικό πεδίο προσανατολισµένο µε τέ-
τοιο τρόπο ώστε η διπολική του ϱοπή να δείχνει προς το γεωγραφικό νότο και να έχει
µια απόκλιση περίπου 11◦ από τον άξονα περιστροφής. Σε µια απόσταση ∼10 RE
(ακτίνες Γης, Earth radii) από το κέντρο της Γης το µαγνητικό πεδίο δεν µοιάζει µ’
αυτό του διπόλου. Ο λόγος γι’ αυτό είναι η αλληλεπίδραση µε το µαγνητικό πεδίο του
Ηλίου, το οποίο είναι ένα αδύναµο (µερικά nT) µαγνητικό πεδίο, γνωστό ως διαπλαν-
ητικό µαγνητικό πεδίο ή ∆ΜΠ (interplanetary magnetic field, IMF ) που µεταφέρεται
µε τον ηλιακό άνεµο. Το ∆ΜΠ είναι γενικά παράλληλο προς το ηλιακό εκλειπτικό
επίπεδο, παρόλο που συχνά ϕέρει συνιστώσες εκτός εκλειπτικής, γεγονός που µ-
πορεί να έχει σηµαντικές γεωφυσικές συνέπειες. Η υπερηχητική ϱοή του ηλιακού
ανέµου σαρώνοντας τη Γη δηµιουργεί ένα κρουστικό κύµα στην προσήλια (sunward)
πλευρά του πλανήτη γνωστό ως τοξοειδές µέτωπο (bow shock). Η αλληλεπίδραση
διαταράσσει τις µαγνητικές δυναµικές γραµµές της Γης, καθώς η αρχή του παγωµέ-
νου µαγνητικού πεδίου (παράγραφος (2.4.2)) δεν επιτρέπει την ανάµειξη διαφορε-
τικών περιοχών µαγνητισµένου πλάσµατος και εποµένως περιορίζει τις δυναµικές
γραµµές σε µια εκτεταµένη "ϕυσαλίδα", τη µαγνητόσφαιρα της Γης. Παρόλο που η
αλληλεπίδραση είναι άνευ συγκρούσεων (collisionless), µεταφέρει µέρος της ορµής
και της ενέργειας του ηλιακού ανέµου στο πλανητικό µαγνητικό πεδίο το οποίο και
επιµηκύνει προς την κατεύθυνση της ϱοής του ηλιακού ανέµου δηµιουργώντας στη
νυχτερινή πλευρά της µαγνητόσφαιρας µια εκτεταµένη µαγνητοουρά (magnetotail)
η οποία έχει παρατηρηθεί ότι εκτείνεται πέρα των 200 RE .
Καθώς οι δύο διαφορετικοί τύποι πεδίου και πλάσµατος συναντούν ο ένας τον
άλλο, η εξισορρόπηση πιέσεων δηµιουργεί µια συνοριακή επιφάνεια µεταξύ των

77
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.1: Τρισδιάστατη άποψη της µαγνητόσφαιρας όπου ϕαίνονται ϱεύµατα, πεδία και
περιοχές πλάσµατος [from Kivelson and Russell, 1997].

δύο περιοχών. Η µαγνητόπαυση (magnetopause) συµπεριφέρεται ως ένα µαγν-


ητικό τείχος και προσφέρει ϑωράκιση ενάντια στα ηλιακά σωµατίδια. Επίσης, περικ-
λύει τη µαγνητόσφαιρα και διαχωρίζει το του ηλιακού ανέµου υψηλής πυκνότητας,
χαµηλού πεδίου πλάσµα από την περιοχή της Γης, η οποία χαρακτηρίζεται από
χαµηλή πυκνότητα και ισχυρό πεδίο. Για τυπικές συνθήκες ηλιακού ανέµου, η
απόσταση από το κέντρο της Γης προς τη µαγνητόπαυση κατά µήκος της ευθείας
Γης-Ηλίου, η οποία καλείται υποηλιακή απόσταση (subsolar distance), µπορεί να
εκτιµηθεί συγκρίνοντας τη δυναµική πίεση του πλάσµατος του ηλιακού ανέµου µε τη
πίεση του µαγνητικού πεδίου της Γης, καταλήγοντας σε µια ϑέση για την συνοριακή
επιφάνεια περίπου στις 10 RE . Το σχήµα της µαγνητόπαυσης επηρεάζεται επίσης
και από την πίεση του ηλιακού ανέµου. Από τη στιγµή που τόσο η απόσταση αντι-
στάθµισης (standoff distance) όσο και το σχήµα της µαγνητόσφαιρας εξαρτώνται από
την κατάσταση του ηλιακού ανέµου, αυτές είναι ισχυρά µεταβαλλόµενες. Το Σχήµα
4.1 παρουσιάζει µια τρισδιάστατη άποψη του ηλιακού ανέµου/µαγνητοσφαιρικού
συστήµατος, αναπαριστώντας τη δοµή η οποία έχει εξαχθεί µε τη ϐοήθεια παρατηρή-
σεων από δορυφόρους. Ο ηλιακός άνεµος προσκρούει στο δίπολο της Γης από τ’
αριστερά, όπως ϕαίνεται στο σχήµα, µεταφέροντας µαζί του δυναµικές γραµµές του
∆ΜΠ. Το κρουστικό κύµα το οποίο ϐρίσκεται στην προσήλια πλευρά της Γης επι-
ϐραδύνει τον ηλιακό άνεµο σε υποηχητικές ταχύτητες, ενώ παράλληλα τον εκτρέπει
µερικώς γύρω από τη µαγνητόσφαιρα. Η περιοχή µεταξύ του τοξοειδούς µετώπου
και της µαγνητόπαυσης είναι γνωστή ως µαγνητοθήκη (magnetosheath), όπου το
πλάσµα υπόκειται σε επιπλέον επιβράδυνση και εκτροπή γύρω από τη µαγνητόσ-

78
4.1. ΟΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙʟΕΣ ΠΕΡΙΟןΕΣ ΤΗΣ ΓΗΣ

ϕαιρα, ενώ χαρακτηρίζεται από τυρβώδεις ϱοές (turbulent flows) και µια πυκνότητα
η οποία είναι κάπως υψηλότερη απ’ αυτή του ηλιακού ανέµου (∼5 cm−3 ).
Η διαταραχή ενός µαγνητικού πεδίου έχει συνέπειες για τα ϱεύµατα, οι οποίες
διέπονται από το νόµο του Ampère,
µ ¶
∂E
∇ × B = µ0 J + ²0 (4.1)
∂t
Στη ΜΥ∆ ϑεωρούµε ότι έχουµε τέλεια ουδετερότητα ϕορτίου, εποµένως για αργά
ϕαινόµενα (η ταχύτητα πλάσµατος πολύ µικρότερη της ταχύτητας του ϕωτός) ο τελευ-
ταίος όρος στο νόµο του Ampère είναι αµελητέος συγκρινόµενος µε τον πρώτο όρο
του δεξιού µέρους. Ο νόµος του Ampère µας λέει ότι ισχυρά ϱεύµατα ϱέουν σε
µαγνητικές οριακές επιφάνειες όπως η είναι µαγνητόπαυση και το µαγνητικό ιση-
µερινό επίπεδο της µαγνητοουράς, όπου αντίθετα κατευθυνόµενα µαγνητικά πεδία
σχηµατίζουν ένα λεπτό οριακό στρώµα. ΄Οπως ϕαίνεται στο Σχήµα 4.1, η συµπίεση
του γήινου µαγνητικού πεδίου στην ηµερήσια πλευρά προκαλείται από ϱεύµατα που
ϱέουν κάθετα προς τις διπολικές γραµµές επάνω στην επιφάνεια της µαγνητόπαυσης.
Αυτά τα ϱεύµατα συχνά καλούνται Chapman-Ferraro ϱεύµατα εφόσον οι Chapman
και Ferraro ήταν αυτοί που πρώτοι πρότειναν ένα τέτοιο σύστηµα ϱευµάτων. Το
πεδίο ουριαίας µορφής (tail-like field) στη νυχτερινή πλευρά της µαγνητόσφαιρας
συνοδεύεται από ένα ϱεύµα το οποίο ϱέει πάνω στην επιφάνεια της ουριαίας µαγν-
ητόπαυσης καθώς και από το ϱεύµα ουδετέρου στρώµατος (neutral sheet current) του
κεντρικού στρώµατος πλάσµατος (central plasma sheet). Τα ϱεύµατα αυτά ενώνονται
µεταξύ τους σχηµατίζοντας ένα σύστηµα ϱευµάτων µορφής "Θ", εάν ειδωθούν κατά
µήκος της ευθείας Γης-Ηλίου.
΄Ενα άλλο, µεγάλης κλίµακας, σύστηµα ϱευµάτων το οποίο επηρεάζει τη µορφή
της έσω (inner) µαγνητόσφαιρας είναι το ϱεύµα δακτυλίου (ring current). Αυτό το
ϱεύµα περιβάλλει τη Γη και έχει µια κατεύθυνση προς τη δύση (westward direction)
σε ακτινικές αποστάσεις µερικών RE και µεταφέρεται κυρίως από πρωτόνια. Τα
πρωτόνια, τα οποία είναι παγιδευµένα, έχουν ενέργεια µερικές δεκάδες keV και
κινούνται µεταξύ σηµείων ανακλάσεως στο ϐόρειο και νότιο ηµισφαίριο. Εξαιτίας
ϐαθµίδων στην πίεση του πλάσµατος και του µαγνητικού πεδίου, τα πρωτόνια αυτά
υπόκεινται σε µια ολίσθηση προς τη δύση, δηµιουργώντας ένα ϱεύµα προς αυτή την
κατεύθυνση.
Εκτός από αυτά τα αµιγώς µαγνητοσφαιρικά ϱεύµατα που ϱέουν όλα κάθετα προς
το περιβάλλον µαγνητικό πεδίο, υπάρχει και µια άλλη κατηγορία ϱευµάτων η οποία
ϱέει κατά µήκος των µαγνητικών δυναµικών γραµµών. Αυτά τα ϱεύµατα κατά µήκος
του πεδίου (field-aligned currents), τα οποία συχνά καλούνται Birkeland ϱεύµατα,
συνδέουν το σύστηµα ϱευµάτων της µαγνητόσφαιρας και των οριακών επιφανειών της
µε αυτό της πολικής ιονόσφαιρας. Τα ϱεύµατα παράλληλα στο πεδίο είναι σηµαντικά
για την ανταλλαγή ενέργειας και ορµής µεταξύ αυτών των περιοχών.
Εντός της µαγνητόσφαιρας µπορεί να ορισθεί ένας αριθµός από καλά καθορισ-
µένες περιοχές πλάσµατος. Παρακάτω περιγράφουµε µερικές απ’ αυτές τις περιοχές
οι οποίες ϕαίνονται στα Σχήµατα 4.1 και 4.2.
Οι λοβοί της ουράς (tail lobes) είναι περιοχές χαµηλής πυκνότητας (<0.1 cm−3 )
ψυχρού πλάσµατος. Οι δυναµικές γραµµές τους επεκτείνονται προς την πολική πε-
ϱιοχή της ιονόσφαιρας. Μεταξύ του ϐορείου και του νοτίου λοβού ϐρίσκεται το στρώ-
µα πλάσµατος, µια περιοχή µε πυκνό και ενεργειακό πλάσµα. Αυτό µερικές ϕορές

79
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.2: Σχηµατική αναπαράσταση των περιοχών πλάσµατος της γήινης µαγνητόσ-
ϕαιρας όπως ϕαίνεται στο µεσηµβρινό επίπεδο µεσηµέρι-µεσάνυχτα (noon-midnight merid-
ian plane). Η πλασµόσφαιρα (plasmasphere) τυπικά καταλαµβάνει περίπου τον ίδιο χώρο
µε τις Ϲώνες ακτινοβολίας (radiation belts). Συχνά υπάρχει ένα µικρό ή και καθόλου κενό
µεταξύ της εσωτερικής πλευράς του στρώµατος πλάσµατος (inner edge of the plasma sheet)
και του εξωτερικού ορίου των Ϲωνών παγιδευµένης ακτινιβολίας (trapped radiation belts)
[from Kivelson and Russell, 1997].

κατηγοριοποιείται στο κεντρικό στρώµα πλάσµατος (central plasma sheet (CPS)) και
στο οριακό στρώµα πλάσµατος (plasma sheet boundary layer (PSBL)). Το στρώµα
πλάσµατος εκτείνεται έως την περιοχή της Ϲώνης σέλαος (auroral zone region). Η
CPS πυκνότητα κυµαίνεται µεταξύ 0.1 και µερικών σωµατιδίων ανά cm3 , το πλάσ-
µα είναι ϑερµό και οι ταχύτητες ϱοής είναι µικρές συγκρινόµενες µε τη ϑερµική
ταχύτητα των ιόντων (ion thermal velocity). Στο µέσον του στρώµατος πλάσµατος,
όπου οι δυναµικές γραµµές αλλάζουν κατεύθυνση από προς τη Γη (earthward) σε
προς την ουρά (tailward), ϐρίσκεται το ουδέτερο στρώµα. Εξαιτίας των αντιθέτως
κατευθυνόµενων πεδίων, το ουδέτερο στρώµα µεταφέρει ένα ϱεύµα µε κατεύθυνση
ανατολή-δύση (dawn-to-dusk current), το οποίο είναι γνωστό ως ουδέτερου στρώµα-
τος ή κάθετο στην ουρά ϱεύµα (neutral sheet or cross-tail current). Στη νυχτερινή
πλευρά, σε µια εκτιµώµενη απόσταση από τη Γη ∼100 RE , η οριακή επιφάνεια
µεταξύ των λοβών και του στρώµατος πλάσµατος καταλήγει στην αποµακρυσµένη
ουδέτερη γραµµή (distant neutral line (DNL)), όπου οι µαγνητικές δυναµικές γραµ-
µές οι οποίες είχαν συγχωνευθεί µε τις δυναµικές γραµµές του ηλιακού ανέµου στην
ηµερήσια πλευρά της µαγνητόπαυσης ϑεωρείται ότι επανασυνδέονται.
Εγγύτερα στη Γη, "ψυχρό" πλάσµα από την ιονόσφαιρα της Γης (πλάσµα µε
ϑερµοκρασία ∼ 1000 ◦ K σε σχέση µε µια ϑερµοκρασία ϱεύµατος δακτυλίου ∼
108 ◦ K) πληροί ένα τόρο κλειστών δυναµικών γραµµών που συµπεριστρέφεται µε
τον πλανήτη και ο οποίος καλείται πλασµόσφαιρα. Οι Ϲώνες ακτινοβολίας (ή Ϲώνες
Van Allen, όπως αρχικά ονοµάσθηκαν) µαζί µε το κατευθυνόµενο προς τη δύση ϱεύ-
µα δακτυλίου (westward ring current) εκτείνονται από τα 1000 km ύψος στις 6 RE .
Η περιοχή των Ϲωνών ακτινοβολίας περιέχει ψυχρό και πυκνό πλάσµα. Το ϱεύµα

80
4.1. ΟΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙʟΕΣ ΠΕΡΙΟןΕΣ ΤΗΣ ΓΗΣ

Σχήµα 4.3: Ιδεατή σταθερή ϱοή πλάσµατος εντός της µαγνητόσφαιρας (µαγνητοσφαιρική
µεταφορά πλάσµατος (magnetospheric convection)) η οποία προκαλείται από ηµερήσια συγ-
χώνευση (dayside merging) και επανασύνδεση στη νυχτερινή πλευρά (nightside reconnec-
tion). Οι αριθµούµενες δυναµικές γραµµές δείχνουν τη διαδοχή των ϑέσεων που µία γεω-
µαγνητική δυναµική γραµµή ακολουθεί κατόπιν της συγχωνεύσεως µε µια δυναµική γραµ-
µή του ∆ΜΠ (10 ) έµπροσθεν της µαγνητόσφαιρας. Οι δυναµικές γραµµές 6 και 60 επανα-
συνδέονται σε µία δεύτερη X γραµµή στην ουρά και κατόπιν η δυναµική γραµµή επιστρέφει
στην ηµερήσια πλευρά σε χαµηλότερα πλάτη. Το ένθετο δείχνει τις ϑέσεις των ιχνών των αρι-
ϑµηµένων δυναµικών γραµµών στη ϐόρεια µεγάλου πλάτους ιονόσφαιρα και τις αντίστοιχες
µεγάλου πλάτους ϱοές, µία αντιπροσήλια ϱοή στην πολική περιοχή (polar cap region) και
µία ϱοή επιστροφής σε χαµηλότερα πλάτη [from Kivelson and Russell, 1997].

δακτυλίου µεταφέρεται από παγιδευµένα σωµατίδια τα οποία περιστρέφονται γύρω


από τη Γη µέσω των µηχανισµών ολίσθησης για ηλεκτρικώς ϕορτισµένα σωµατίδια
σ’ ένα ανοµοιογενές πεδίο.
Υπάρχει µια απότοµη µετάβαση µεταξύ της διπολικής και της ουριαίας γεωµετρί-
ας στην εσωτερική (προς τη Γη) πλευρά του στρώµατος πλάσµατος. Η ϑέση της
εσωτερικής πλευράς εξαρτάται από το ηλεκτρικό πεδίο που εφαρµόζεται στη µαγν-
ητόσφαιρα από τον ηλιακό άνεµο. ΄Ενα ισχυρό ηλεκτρικό πεδίο προκαλεί τη µετατόπιση
της οριακής περιοχής προς τη Γη. Κατά τη διάρκεια γεωµαγνητικώς ήρεµων περιόδ-
ων, η οριακή περιοχή ϐρίσκεται περίπου στις 10 RE . Τα ϕορτισµένα σωµατίδια στις
περισσότερες ενέργειες δεν µπορούν να ολισθήσουν πιο κοντά στη Γη, ωστόσο, δι-
ακυµάνσεις του ηλεκτρικού πεδίου προκαλούν τη διείσδυση των ενεργειακών σωµατιδί-
ων σ’ αυτή την κατ’ εξοχήν απαγορευµένη περιοχή, συνιστώντας έτσι την εξωτερική
Ϲώνη ακτινοβολίας και το ϱεύµα δακτυλίου.
Οι µαγνητικές δυναµικές γραµµές της Γης µπορούν να χωριστούν σε δύο περιο-

81
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

χές σύµφωνα µε τη ϑέση τους στην προσήλια ή προς την ουρά πλευρά του πλανήτη.
Μεταξύ αυτών των δύο περιοχών και στα δύο ηµισφαίρια υπάρχουν περιοχές κωνοει-
δούς σχήµατος σχεδόν µηδενικού µαγνητικού πεδίου γνωστές ως πολικές χοάνες
(polar cusps). Αυτές προσφέρουν µια άµεση είσοδο στη µαγνητόσφαιρα του πλάσ-
µατος της µαγνητοθήκης. Μετρήσεις έχουν δείξει, ότι η πολική χοάνη είναι µια πολύ
περιορισµένη περιοχή της οποίας η έκταση σε τοπική ώρα (local time) είναι περίπου
2.5 ώρες, ενώ σε πλάτος η έκτασή της είναι περίπου µία µοίρα ή και λιγότερο. Ω-
στόσο, εξαιτίας της ισχυρής εξάρτησης της ϑέσης της χοάνης από την κατάσταση του
∆ΜΠ, οι στατιστικές µελέτες τείνουν να παρουσιάζουν µεγαλύτερες περιοχές χοάνης.
Το πλάσµα της µαγνητοθήκης που διεισδύει σε χαµηλό ύψος εντός της πολικής
χοάνης (και στις περιβάλλουσες συνοριακές περιοχές χαµηλού ύψους (surrounding
low-altitude boundary layer regions)) είναι υπεύθυνο για, π.χ., ένα µέρος της ηµερή-
σιας διείσδυσης στην περιοχή του σέλαος (dayside auroral precipitation). Ωστόσο,
πρόσφατες µετρήσεις από το δορυφόρο Polar έχουν δείξει ότι είναι παρόντα και ιόντα
µε ενέργειες της τάξεως των MeV [Chen et al., 1997, 1998a]. Αυτά τα ϕαινόµενα
έχουν πάρει την ονοµασία ϕαινόµενα ενεργειακών σωµατιδίων πολικής χοάνης (cusp
energetic particle (CEP) events).
Είναι ϕυσικό ότι, παράλληλα µε το πλάσµα, πολλοί τύποι κυµάτων και τυρβώδων
ϱοών έχουν πρόσβαση στην ιονόσφαιρα µέσω της πολικής χοάνης. Αυτοί µπορεί να
περιλαµβάνουν,

• µεταβολές ηλιακού ανέµου

• τύρβη και κύµατα µαγνητοθήκης

• µεταβολές της επιφάνειας της µαγνητόπαυσης

• µεταβολές κυµάτων και σωµατιδίων που λαµβάνουν χώρα στα συνοριακά στρώµατα
ακριβώς εντός της µαγνητόπαυσης

Οι παράµετροι πλάσµατος της µαγνητοουράς έχουν καθορισθεί χρησιµοποιώντας


αρκετά σετ δεδοµένων από δορυφόρους. Στον Πίνακα 4.1 παρουσιάζονται τυπικές
τιµές µερικών παραµέτρων στη µαγνητοουρά.

4.2 Μαγνητοσφαιρική Μεταφορά Πλάσµατος


Η αρχή του παγωµένου πεδίου απαγορεύει την οποιαδήποτε ανάµειξη του ηλιακού
ανέµου µε τα µαγνητοσφαιρικά σωµατίδια, αλλά όταν η συνθήκη καταρρέει τοπικά,
τότε µπορεί να εµφανιστεί συγχώνευση και επανασύνδεση δυναµικών γραµµών. Το
αποτέλεσµα δεν είναι µόνο η ανάµειξη σωµατιδίων µεταξύ των πληθυσµών πλάσµα-
τος της Γης και του Ηλίου, αλλά επιπλέον και µια κίνηση σωµατιδίων στη µαγνητόσ-
ϕαιρα. Θα πρέπει, ωστόσο, πρώτα ν’ αναφέρουµε µια άλλη πιθανή διεργασία, πέραν
της συγχώνευσης και της επανασύνδεσης, η οποία δύναται να προκαλέσει µεταφορά
πλάσµατος στη µαγνητόσφαιρα. Η ιξώδης αλληλεπίδραση (viscous interaction) στις
πλευρές της µαγνητόσφαιρας µεταφέρει ορµή από τον ηλιακό άνεµο στους µαγν-
ητοσφαιρικούς σωλήνες ϱοής (magnetospheric flux tubes) και εκτιµάται ότι σ’ αυτήν
οφείλεται λιγότερο από το 10% της µαγνητοσφαιρικής µεταφοράς. Λόγω της περι-

82
4.2. ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ΜΕΤΑΦΟџΑ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ

Πίνακας 4.1: Τυπικές Παράµετροι Πλάσµατος και Πεδίου της Κοντινής προς τη Γη Μαγν-
ητοουράς.
Λοβοί Οριακό Στρώµα Κεντρικό Στρώµα Ουδέτερο
Ουράς Πλάσµατος Πλάσµατος Στρώµα
n (cm−3 ) 0.01 0.1 0.5 1
Ti (eV) 100 1000 5000 5000
Te (eV) 50 500 1000 1000
B (nT) 25 20 10 2
E (mV/m) 0.1 0.1 0.2 0.2
−4
β 5.6 · 10 0.087 8.8 430
Γυροακτίνα (R Ε )
Ηλεκτρόνια 9.8 · 10−5 3.9 · 10−4 1.1 · 10−3 5.5 · 10−3
Πρωτόνια 0.0059 0.023 0.1 0.52
2+
΄Ηλια (Ηe ) 0.0059 0.023 0.1 0.52
+
Οξυγόνα (Ο ) 0.0236 0.092 0.4 2.08
Γυροσυχνότητα (Hz)
Ηλεκτρόνια 700 560 280 56
Πρωτόνια 0.38 0.3 0.15 0.03
(Ηe2+ ) 0.19 0.15 0.075 0.015
(Ο+ ) 0.024 0.019 0.014 0.019
Ταχύτητα (Km/s)
Θερµική Ηλεκτρονίων 2800 8700 12000 12000
Θερµική Πρωτονίων 91 290 640 640
Alfvén 5500 1400 300 44
E × B ολίσθηση 4.0 5.0 1.0 5.0

ορισµένης σηµασίας της, στα επόµενα, επικεντρωνόµαστε µόνο στη συγχώνευση και
επανασύνδεση.
Κατά τη διάρκεια ∆ΜΠ ϐόρειας κατεύθυνσης, όταν Bz >0, η συγχώνευση µπορεί
να εµφανιστεί στα υψηλά πλάτη της µαγνητόπαυσης. Οι συγχωνευµένες δυναµικές
γραµµές τότε µεταφέρονται πάνω από την ηµερήσια µαγνητόσφαιρα. Το ∆ΜΠ ϐόρ-
ειας κατεύθυνσης οδηγεί σε µία ήρεµη µαγνητόσφαιρα καθώς η αλληλεπίδραση
µεταξύ του ηλιακού ανέµου και της µαγνητόσφαιρας είναι µικρή. Ωστόσο, κατά τη
διάρκεια ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης, όταν Bz <0, οι δυναµικές γραµµές συγχωνεύον-
ται στην ηµερήσια µαγνητόσφαιρα και επακολούθως µεταφέρονται προς τη µαγν-
ητοουρά εξαιτίας της κίνησης του ηλιακού ανέµου, προσθέτοντας ϱοή στους λοβούς.
Οι δυναµικές γραµµές που συνδέουν τα µαγνητικά πεδία της Γης και του ΄Ηλιου
αναφέρονται ως ανοικτές, ενώ οι δυναµικές γραµµές οι οποίες συνδέονται σε µία µόνο
πηγή πεδίου αναφέρονται ως κλειστές. Στη µαγνητοουρά, οι δυναµικές γραµµές

83
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.4: Εγκάρσια τοµή του πιο απλού µοντέλου για τη µαγνητόσφαιρα στο επίπεδο
του µεσηµβρινού µεσηµέρι-µεσάνυχτα. Σ’ αυτό το επονοµαζόµενο κλειστό µοντέλο, το γεω-
µαγνητικό πεδίο είναι τελείως περιορισµένο από τα στρώµατα ϱευµάτων που ϱέουν στη µαγν-
ητόπαυση. ΄Ενα δεύτερο στρώµα ϱεύµατος ϱέει στο ισηµερινό επίπεδο της µαγνητοουράς και
συνδέεται µε τα ϱεύµατα της µαγνητόπαυσης στις πλευρές της ουράς. Η ϱοή του ηλιακού
ανέµου (έντονα τόξα) εκτρέπεται στο κρουστικό µέτωπο κινούµενη γύρω από τη µαγνητόσ-
ϕαιρα, σχηµατίζοντας τη µαγνητοθήκη [from Kivelson and Russell, 1997].

κινούνται προς την κεντρική περιοχή της και επανασυνδέονται στην αποµακρυσµένη
ουδέτερη γραµµή. Ροή µεταφέρεται πίσω στην ηµερήσια µαγνητόσφαιρα προς την
περιοχή των πλευρών της. Ο κύκλος της σταθερής µαγνητοσφαιρικής µεταφοράς
(steady magnetospheric convection) ϕαίνεται στο Σχήµα 4.3.
Η µεταφορά των µαγνητικών δυναµικών γραµµών µπορεί ισοδύναµα να ειδωθεί
ως ένα ηλεκτρικό πεδίο που επηρεάζει το πλάσµα των µαγνητικών δυναµικών γραµ-
µών. Στο σύστηµα αδρανείας του πλάσµατος, το ηλεκτρικό πεδίο E είναι περίπου
µηδέν (εξαιτίας της µεγάλης αγωγιµότητας) και µέσω ενός µετασχηµατισµού συστή-
µατος συντεταγµένων το ηλεκτρικό πεδίο στο αδρανειακό σύστηµα συντεταγµένων
της µαγνητόσφαιρας, Esw , δίνεται από τη σχέση,

E = Esw + Usw × BIM F ≈ 0


(4.2)
Esw = −Usw × BIM F

Εδώ, το Usw είναι η ταχύτητα του ηλιακού ανέµου ως προς τη Γη και BIM F είναι
το µαγνητικό πεδίο που µεταφέρεται από τον ηλιακό άνεµο. Εποµένως, κατά τη
διάρκεια ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης ο ηλιακός άνεµος παράγει ένα ηλεκτρικό πεδίο
Esw στην κατεύθυνση ανατολής-δύσης το οποίο επενεργεί πάνω στη µαγνητόσφαιρα.

84
4.3. ΜΑΓΝΗΤΙΚŸΗ ΕΠΑΝΑӟΥΝ∆ΕΣΗ

Αυτό το ηλεκτρικό πεδίο καλείται ηλεκτρικό πεδίο µεταφοράς πλάσµατος (plasma


convection electric field).
Στο κεφάλαιο 1 δείξαµε ότι τα ϕορτισµένα σωµατίδια ολισθαίνουν λόγω των η-
λεκτρικών και µαγνητικών πεδίων που υπάρχουν στη µαγνητόσφαιρα. Η έκφραση
για την ταχύτητα ολίσθησης περιέχει όρους που οφείλουν την ύπαρξή τους σε τρία
διαφορετικά ϕαινόµενα λόγω της τοπολογίας του µαγνητικού πεδίου,
µ ¶
E×B m υ2 ∇B 2
WD = 2
+ υk2 + ⊥ B× (4.3)
B qB 4 2 2
Οι όροι οφείλονται στην ολίσθηση E × B, στην ολίσθηση λόγω ϐαθµίδας και στην
ολίσθηση λόγω καµπύλωσης. Σηµειώστε ότι κοντά στη Γη, το E στην παραπάνω
εξίσωση δεν είναι µόνο το Esw , αλλά αποτελείται και από ένα κατευθυνόµενο ακ-
τινικά προς τη Γη ηλεκτρικό πεδίο το οποίο προκαλείται από τη συµπεριστροφή του
πυκνού πλάσµατος. Συνεπώς, υπάρχουν δύο σαφείς περιοχές µεταφοράς πλάσµατος
στη µαγνητόσφαιρα· η εσωτερική περιοχή όπου το πλάσµα είναι παγιδευµένο και
συµπεριστρέφεται µε τη Γη και η εξωτερική περιοχή όπου το πλάσµα ϱέει προση-
λίως µέχρις ότου πλησιάσει αρκετά κοντά στη διπολική περιοχή όπου επικρατεί η
αζιµουθιακή ολίσθηση (azimuthal drift) (Σχήµα 4.5).

4.3 Μαγνητική Επανασύνδεση


Η µετατροπή της ενέργειας µαγνητικού πεδίου µέσω της µαγνητικής επανασύνδεσης
είναι σηµαντική. Θεωρείται ότι αυτή λαµβάνει χώρα σε πολλές περιοχές του ηλι-
ακού συστήµατος, όπως είναι οι ηλιακές εκλάµψεις (solar flares), στις ουρές µαγν-
ητοσφαιρών και στην ανταλλαγή πλάσµατος ηλιακού ανέµου και µαγνητοσφαιρικού
πλάσµατος στην ηµερήσια µαγνητόπαυση. Η επανασύνδεση δεν παίζει σηµαντικό
ϱόλο µόνο στην ανακατανοµή των µαγνητικών πεδίων αλλά και στο σχηµατισµό
κρουστικών κυµάτων όπως επίσης και στην επιτάχυνση ενεργειακών σωµατιδίων.

ΜΥ∆ προσέγγιση
Η αρχή της επανασύνδεσης πηγαίνει πίσω στον Petschek [1964]. Χρησιµοποιεί-
ται ευρέως στη µαγνητοσφαιρική και ηλιακή ϕυσική, παρόλο που η ϕυσική πίσω
απ’ αυτή τη διεργασία αποτελεί ακόµη αντικείµενο διαµάχης. Τα ϐασικά στοιχεί-
α της επανασύνδεσης συνοψίζονται στο Σχήµα 4.6. Η επανασύνδεση απαιτεί µια
τοπολογία όπου δύο σωλήνες µαγνητικής ϱοής αντίθετης πολικότητας συναντώνται
(Σχήµα 4.6(a)). Σύµφωνα µε το νόµο του Ampère, στην ουδέτερη γραµµή µεταξύ
αυτών των σωλήνων ϱοής ϱέει ένα ϱεύµα εγκάρσια στο επίπεδο της σελίδας µε µια
πυκνότητα ϱεύµατος,

1 ∆B
J= (4.4)
µ0 d
Οι σωλήνες ϱοής είναι παγωµένοι µέσα στο άπειρης αγωγιµότητας πλάσµα. Κα-
ϑώς µια ϱοή πλάσµατος u ωθεί τους σωλήνες ϱοής προς την ουδέτερη γραµµή,
δηµιουργείται µια γεωµετρία σηµείου "X" στην περιοχή όπου συναντώνται οι αν-
τιπαράλληλες δυναµικές γραµµές (Σχήµα 4.6(b)). Καθώς η απόσταση µεταξύ των
σωλήνων ϱοής ελαττώνεται, η πυκνότητα ϱεύµατος αυξάνεται (Εξ. (4.4)) και µπορεί

85
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.5: Ισοδυναµικές γραµµές του µαγνητοσφαιρικού ηλεκτρικού πεδίου στο ισηµερ-
ινό επίπεδο σχετιζόµενες µε τη µαγνητοσφαιρική µεταφορά. Πάνω αριστερά : πρώτης τάξεως
προσέγγιση του ηλεκτρικού πεδίου µεταφοράς ως οµοιόµορφου. Πάνω δεξιά : το ηλεκτρικό
πεδίο συµπεριστροφής. Κάτω : η υπέρθεση των ηλεκτρικών πεδίων µεταφοράς και συµπερι-
στροφής. Η έντονη γραµµή διαχωρίζει τις κλειστές από τις ανοικτές περιοχές µεταφοράς
[from Parks, 1991].

να υπερβεί την πυκνότητα ϱεύµατος που το πλάσµα είναι ικανό να µεταφέρει. Τότε
το ϱεύµα γίνεται ασταθές, προκαλώντας την εµφάνιση πεπερασµένης αγωγιµότη-
τας. Εποµένως, η προσέγγιση παγωµένου πεδίου παραβιάζεται µε συνέπεια την
έναρξη διάχυσης µαγνητικού πεδίου. Στο σηµείο X, οι µαγνητικές δυναµικές γραµ-
µές συγχωνεύονται. Η µαγνητική τάση οδηγεί σε µια σύντµηση των συγχωνευµέν-
ων δυναµικών γραµµών, αποµακρύνοντάς τες από το σηµείο X (Σχήµα 4.6(c)). Η
ενέργεια του αναχαιτισµένου ϱεύµατος ουδέτερης γραµµής µετατρέπεται σε υψηλής
ταχύτητας εφαπτοµενικές ϱοές όπως υποδεικνύεται από το υA . Η ταχύτητα αυτής
της ϱοής πλάσµατος µπορεί να υπερβεί την τοπική ταχύτητα Alfvén, σχηµατίζον-
τας δύο κρουστικά κύµατα τα οποία διαδίδονται αποµακρυνόµενα από την περιοχή
επανασύνδεσης. Τα κρουστικά µέτωπα, µε τη σειρά τους, µπορεί να οδηγήσουν σε
µια επιτάχυνση σωµατιδίων.

Κινητική προσέγγιση
Ο πολύ µεγάλος λόγος µάζας µεταξύ των πρωτονίων και των ηλεκτρονίων επηρεάζει
τη γυροκίνησή τους καθώς επίσης και τις τυπικές ταχύτητές τους. Εάν τα πρωτό-

86
4.4. ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Σχήµα 4.6: Επανασύνδεση : συγχώνευση των µαγνητικών δυναµικών γραµµών οδηγεί σε


µια ανακατανοµή των πεδίων. Επιπλέον, απελευθερώνεται ενέργεια µαγνητικού πεδίου, η
οποία ϑερµαίνει το πλάσµα, δηµιουργεί ένα κρουστικό κύµα και επιταχύνει τα σωµατίδια
[from Kallenrode, 2001].

νια και τα ηλεκτρόνια έχουν την ίδια ενέργεια κάθετα προς το µαγνητικό πεδίο,
η ακτίνα των ηλεκτρονίων είναι 2.3% αυτής των πρωτονίων. Σ’ ένα πλάσµα άνευ
συγκρούσεων (collisionless plasma), τα περιστρεφόµενα σωµατίδια καθορίζουν τις
µαγνητικές δυναµικές γραµµές. Σωµατίδια σε τροχιά γύρω από µια µαγνητική
δυναµική γραµµή παραµένουν σ’ αυτή τη µαγνητική δυναµική γραµµή. Η ικανότη-
τα ενός ϕορτισµένου σωµατιδίου να ϐρίσκεται σε τροχιά γύρω από µια µαγνητική
δυναµική γραµµή εξαρτάται από το µέγεθος της κλίµακας των αλλαγών στο πεδίο.
Μια µικρή µεταβολή µπορεί να προκαλέσει µια κίνηση ολίσθησης, ενώ µια πολύ
µεγάλη µεταβολή στο πεδίο, της κλίµακας της γυροακτίνας, µπορεί να οδηγήσει ένα
ϕορτισµένο σωµατίδιο ώστε να συµπεριφερθεί µη αδιαβατικά και να µεταναστεύ-
σει σε µια άλλη δυναµική γραµµή. Λόγω των µικρότερων γυροακτίνων τους, τα
ηλεκτρόνια µπορούν να ακολουθήσουν µικρής κλίµακας µεταβολές πεδίου µεγέ-
ϑους περίπου 43 ϕορές µικρότερου απ’ αυτό των πρωτονίων. Κάποιος µπορεί να
σκεφτεί ότι το παραπάνω τίθεται υπό αµφισβήτηση για ένα σύστηµα τόσο µεγάλο
όσο η µαγνητόσφαιρα της Γης, διότι το µέγεθος της κλίµακάς της είναι τεράστιο σε
σχέση µ’ αυτό των γυροακτίνων. Ωστόσο, η τεράστια κλίµακα της µαγνητόσφαιρας
δεν µας επιτρέπει ν’ αγνοήσουµε τελείως την κινητική κίνηση των σωµατιδίων της.
Απλώς επικεντρωνόµαστε σε µικρές περιοχές όπου η κινητική κίνηση παίζει κρίσιµο
ϱόλο. Οι περιοχές αυτές καλούνται ουδέτερα σηµεία. Κοντά σ’ αυτά τα σηµεία, αρ-
χικώς συµπεριφέρονται αµαγνήτιστα τα πρωτόνια και καθώς πλησιάζουµε προς τα
σηµεία αυτά την ίδια συµπεριφορά αρχίζουν να έχουν και τα ηλεκτρόνια. Αυτή η
διεργασία, κατά την οποία τα ϕορτισµένα σωµατίδια χάνουν την ικανότητά τους να
καθορίσουν µία µαγνητική δυναµική γραµµή, ονοµάζεται επανασύνδεση.

4.4 Υποκαταιγίδες
Η έννοια των υποκαταιγίδων σέλαος (auroral substorms) εισήχθη για πρώτη ϕορά
από τον Akasofu [1964]. Πριν απ’ αυτόν ϐέβαια, το σέλας είχε µελετηθεί και είχαν
καταµετρηθεί οι µαγνητικές διαταραχές κατά τη διάρκεια ενεργών εµφανίσεων σέ-
λαος. Ωστόσο, τώρα µια πιο γενική εικόνα του σέλαος έχει εµφανιστεί, καθώς συνει-
δητοποιήθηκε ότι η υποκαταιγίδα σέλαος δεν ήταν ένα τοπικό ϕαινόµενο αλλά εκ-
τεινόταν σε πολύ µεγάλες αποστάσεις περικλύοντας ολόκληρη τη µαγνητόσφαιρα.
Τα διαστηµόπλοια µας προσφέρουν γενικές εικόνες της ιονόσφαιρας και µετρήσεις

87
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

µαγνητικών πεδίων/σωµατιδίων της µαγνητοουράς, οι οποίες επιπλέον αποδεικνύ-


ουν την µεγάλης κλίµακας εικόνα των υποκαταιγίδων.
Σήµερα γνωρίζουµε ότι µια υποκαταιγίδα είναι µια γενική µαγνητοσφαιρική δι-
αταραχή που προκαλείται λόγω της αλληλεπίδρασης µε τον ηλιακό άνεµο. Στη
γενική περιγραφή, µια διεργασία υποκαταιγίδας χωρίζεται σε δύο µέρη. Το πρώτο
σχετίζεται κάνει µε µία απευθείας (directly driven) διέγερση, ενώ το δεύτερο σχετίζε-
ται µε µία έµµεση αποθήκευσης-απελευθέρωσης (loading-unloading) διέγερση, οι
οποίες µπορούν να συνυπάρχουν κατά τη διάρκεια της διεργασίας της υποκαταιγί-
δας.
Η απ’ ευθείας διέγερση, όπως τ’ όνοµα δηλώνει, προκαλείται άµεσα από µεταβολές
του ηλιακού ανέµου και συσχετίζεται ικανοποιητικά µε τη νότιας κατεύθυνσης συνιστώσα
του ∆ΜΠ. Εκδηλώνεται µε µία αυξηµένη µαγνητοσφαιρική και ιονοσφαιρική µεταφορά
πλάσµατος, η οποία, για παράδειγµα, στην υψηλού πλάτους ιονόσφαιρα παρατηρεί-
ται ως µία ενισχυµένη δέσµη ϱευµάτων µεταφοράς (convection electrojets). Με όρους
µετατροπής ενέργειας (energy dissipation), η διεργασία διέγερσης συνίσταται από
µία µετατροπή ενέργειας λόγω µεταφοράς πλάσµατος (convective dissipation) στην
ιονόσφαιρα και στο ϱεύµα δακτυλίου.
Η έµµεση διεργασία εκδηλώνεται µε την αποθήκευση µαγνητικής ϱοής και κιν-
ητικής ενέργειας λόγω ολίσθησης πλάσµατος στην ουρά. Η ενέργεια αυτή κατόπιν
απελευθερώνεται εξαιτίας κάποιας κινητικής ή ΜΥ∆ αστάθειας. Η διεργασία απελευ-
ϑέρωσης συνίσταται σε µια επιστροφή ενέργειας στον ηλιακό άνεµο και µια εκρηκ-
τική µετατροπή ενέργειας (explosive dissipation of energy) στη µαγνητόσφαιρα και
την ιονόσφαιρα.

4.4.1 Μη Σταθερή Μεταφορά στη Μαγνητόσφαιρα


Στο µοντέλο σταθερής µεταφοράς στο Σχήµα 4.3, η επανασύνδεση (συγχώνευση)
στην ηµερήσια µαγνητόπαυση ανοίγει τη γεωµαγνητική δυναµική γραµµή στη ϑέση
1 και µεταφέρει την ανοικτή δυναµική γραµµή προς την ουρά στη ϑέση 6 όπου
πρόκειται να κλείσει εξαιτίας µιας άλλης διεργασίας επανασύνδεσης. Εντούτοις, για
να κατανοήσουµε τη ϕυσική των µαγνητοσφαιρικών υποκαταιγίδων ϑα πρέπει να
εισάγουµε την έννοια της µη σταθερής µεταφοράς (unsteady convection).

Συσσώρευση Ροής στην Ουρά


Η παρουσία της µεταφοράς δεν ϑα άλλαζε τη µαγνητική διευθέτηση της έξω µαγν-
ητόσφαιρας εάν η µαγνητική ϱοή που ϑα έκλεινε στη µαγνητοουρά ανά µονάδα
χρόνου ήταν ίση προς το ποσό της ϱοής που ϑα άνοιγε ανά µονάδα χρόνου κατά
µήκος της ηµερήσιας γραµµής επανασύνδεσης. Σ’ αυτή την περίπτωση το ποσό
της ϱοής στη µαγνητοουρά ϑα παρέµενε σταθερό και έτσι δεν ϑα υπήρχε καµία
συσσώρευση µαγνητικής ενέργειας στη µαγνητοουρά. Ωστόσο, παρατηρήσεις έχουν
δείξει, ότι το ποσό της ϱοής στη µαγνητοουρά τείνει ν’ αυξάνει µε το χρόνο µέ-
χρις ότου µια ϱαγδαία διεργασία επανασύνδεσης ξεκινήσει στην κοντινή προς τη Γη
µαγνητοουρά, ώστε ν’ αφαιρέσει το επιπλέον της ϱοής από την ουρά. Αυτό σηµαίνει
ότι η επανασύνδεση στην αποµακρυσµένη ουδέτερη γραµµή, η οποία υποτίθεται
ότι υπάρχει στη µακρινή ουρά όπου συναντώνται το ϐόρειο µε το νότιο σύνορο του
στρώµατος πλάσµατος, δεν είναι αρκετά επαρκής για να εξισορροπήσει το ϱυθµό

88
4.4. ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

ηµερήσιας επανασύνδεσης. Συνεπώς, σύµφωνα µε την παρούσα κατανόησή µας, οι


µαγνητοσφαιρικές υποκαταιγίδες είναι συνέπεια της µη σταθερής ϕύσεως της µαγν-
ητοσφαιρικής µεταφοράς η οποία οφείλεται στην αδυναµία της µακρινής ουδέτερης
γραµµής ν’ ακολουθήσει την παραγωγή ανοικτών δυναµικών γραµµών στην ηµερή-
σια γραµµή επανασύνδεσης (dayside reconnection line).
Η παραµόρφωση στην οποία υποβάλλεται η µαγνητόσφαιρα στο επίπεδο µεσηµέρι-
µεσάνυχτα κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης (growth phase) (που παρουσιάζε-
ται στη επόµενη παράγραφο) ϕαίνεται στο Σχήµα 4.7. Εφόσον η αναπλήρωση κ-
λειστών δυναµικών γραµµών από τη µακρινή ουρά δεν είναι αρκετά γρήγορη ώστε ν’
αντισταθµίσει την απώλεια κλειστών δυναµικών γραµµών στην υποηλιακή περιοχή
(subsolar region) εξαιτίας της ηµερήσιας επανασύνδεσης, η ηµερήσια µαγνητόσ-
ϕαιρα διαβρώνεται καθώς οι γεωµαγνητικές δυναµικές γραµµές ανοίγουν διαδοχικά
λόγω της επανασύνδεσης µε το ∆ΜΠ. Η διάµετρος της ουράς, από την άλλη µεριά,
αυξάνει.

4.4.2 ∆ιαστηµικές Παρατηρήσεις


Οι υποκαταιγίδες διαιρούνται σε τρεις ϕάσεις : τη ϕάση συσσώρευσης (growth phase),
εκτόνωσης (expansion phase) και αποκατάστασης (recovery phase). Παρακάτω περι-
γράφονται παρατηρήσεις από δορυφόρους οι οποίες ϑα πρέπει να εξηγηθούν από τα
µοντέλα υποκαταιγίδων.

Φάση Συσσώρευσης
Η ϕάση συσσώρευσης των υποκαταιγίδων [McPherron, 1970] ϑεωρείται ότι ξεκινά
όταν το ∆ΜΠ γίνεται νότιας κατεύθυνσης [Fairfield and Cahill, 1966]. Η σύνδεση
µε το νότιας κατεύθυνσης ∆ΜΠ δηλώνει ότι στο εµπρόσθιο µέρος της µαγνητόσ-
ϕαιρας λαµβάνει χώρα συγχώνευση δυναµικών γραµµών. Η υποηλιακή συγχώνευση
µεταφέρει ανοικτές µαγνητικές δυναµικές γραµµές από την ηµερήσια πλευρά, δι-
αµέσου της πολικής περιοχής (polar cap region), στη νυχτερινή πλευρά. Μ’ αυτό τον
τρόπο, προστίθεται ϱοή στους λοβούς της µαγνητοουράς και εποµένως αυξάνεται η
διατοµή των λοβών µε παράλληλη συσσώρευση µαγνητικής ενέργειας.
Μερικά χαρακτηριστικά της µαγνητόσφαιρας κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης
των υποκαταιγίδων ϕαίνονται στο Σχήµα 4.7.
Η κάθετη ισορροπία πιέσεων στην ουρά, µεταξύ της µαγνητικής πίεσης στους
λοβούς και της πίεσης πλάσµατος στο στρώµα πλάσµατος, προκαλεί εγκάρσια συρ-
ϱίκνωση του στρώµατος πλάσµατος. Το ϱεύµα στο µαγνητικό ισηµερινό επίπεδο της
ουράς (κάθετο ϱεύµα ουράς, (cross-tail current)) αυξάνει και η ουρά επιµηκύνε-
ται περισσότερο. Η επιµηκυσµένη µαγνητοουρά και το ενισχυµένο κάθετο ϱεύµα
συνδέονται µέσω του νόµου του Ampère, όπου µια µεγαλύτερη στροφή του µαγν-
ητικού πεδίου ισοδυναµεί µ’ ένα ισχυρότερο ϱεύµα. Ωστόσο, την ίδια στιγµή η
διατοµή της ουράς αυξάνει καθώς ϱοή προστίθεται στους λοβούς.
Κατά τη διάρκεια γεωµαγνητικώς ήσυχων περιόδων το στρώµα ϱεύµατος είναι
σχετικά ασθενές και µακριά από τη Γη, µε αποτέλεσµα η µετάβαση από το διπολικό
στο επιµηκυσµένο πεδίο να γίνεται ϐαθµιαία. Καθώς το στρώµα πλάσµατος λεπ-
ταίνει, η εσωτερική του πλευρά κινείται προς τη Γη κάτι το οποίο συµβαίνει και µε
το κάθετο στρώµα ϱεύµατος (cross-tail current sheet). Κοντά στην εσωτερική πλευρά

89
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.7: Μεταβολή της µαγνητοσφαιρικής τοπολογίας η οποία προκαλείται από την
έλλειψη ισορροπίας µεταξύ των ϱυθµών ηµερήσιας και ουριαίας επανασύνδεσης [from M-
cPherron et al., 1973].

του στρώµατος πλάσµατος (∼8 RE ) σχηµατίζεται µια περιοχή λεπτής δοµής ϱεύµα-
τος χαµηλού B (µερικά nT). Επιπλέον, το µέγεθος της πολικής περιοχής αυξάνει
και αυτό αποτελεί ένα µέτρο της ανοικτής ϱοής που είναι διαθέσιµη στους µαγν-
ητοσφαιρικούς λοβούς. Η ενισχυµένη µεταφορά διαµέσου της πολικής περιοχής
αντικατοπτρίζεται στην ενισχυµένη µεταφορά δέσµης ϱευµάτων.
Ανακεφαλαιώνοντας, η ϕάση συσσώρευσης, η οποία είναι µια αργή διεργασί-
α που διαρκεί µέχρι και ∼60 λεπτά, έχει δύο ϐασικές συνέπειες : την αύξηση
του κάθετου ϱεύµατος της ουράς και της µαγνητικής ϱοής στους λοβούς. Ωστόσο,
πριν περιγράψουµε την επόµενη ϕάση µιας υποκαταιγίδας, ϑα πρέπει να συζητή-
σουµε τις συνέπειες των ουδετέρων γραµµών και των γρήγορων ϱοών πλάσµατος που
παρατηρούνται κατά τη διάρκεια των υποκαταιγίδων.

Η ουδέτερη γραµµή
΄Οταν ϕανταζόµαστε ότι η ηµερήσια συγχώνευση των γραµµών πεδίου είναι η αιτί-
α της αυξηµένης ϱοής στους λοβούς και της λέπτυνσης του στρώµατος πλάσµατος,
είναι ϕυσικό να υποθέτουµε ότι η επανασύνδεση στη νυχτερινή πλευρά είναι η διερ-
γασία που ελαττώνει αυτές τις παραµέτρους. ΄Εχουµε ήδη περιγράψει τη µακρινή
ουδέτερη γραµµή (distant neutral line (DNL)). Καθώς το εγγύς της Γης στρώµα πλάσ-
µατος λεπταίνει κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης µιας υποκαταιγίδας, η
επανασύνδεση ξεκινά σε κάποιο σηµείο µεταξύ της Γης και της DNL, σχηµατίζοντας
µια νέα, εγγύς της Γης ουδέτερη γραµµή (near-Earth neutral line (NENL)).
Η αυξανόµενη µαγνητική πίεση λόγω της επανασυνδεόµενης δυναµικής γραµµής
και η δύναµη λόγω καµπύλωσης (τάσης) προκαλούν µια κίνηση επιστροφής προς

90
4.4. ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Σχήµα 4.8: Σχηµατικές αναπαραστάσεις δύο µηχανισµών γένεσης TCRs [from Slavin et al.,
2005].

τη Γη της νέας επανασυνδεδεµένης και οξέως κυρτής δυναµικής γραµµής µε αποτέ-


λεσµα να έχουµε ταχείες ϱοές πλάσµατος από τη γραµµή επανασύνδεσης. ΄Αµεσες
παρατηρήσεις της NENL δεν έχουν γίνει, αλλά παρατηρήσεις ϱοών πλάσµατος από
διαστηµόπλοια (περιγράφονται στην επόµενη παράγραφο) τοποθετούν τη ϑέση της
ουδέτερης γραµµής σε µια τυπική απόσταση στην ουρά 20-30 RE [Nagai et al.,
1998a· Nagai and Machida, 1998b· Machida et al., 1999].
΄Ενα άλλο χαρακτηριστικό το οποίο υποδηλώνει την παρουσία της NENL είναι
η παρατήρηση κινουµένων περιοχών συµπίεσης (travelling compression regions (T-
CRs)). Οι TCRs αναγνωρίζονται ϐάσει των διπολικών υπογραφών στη συνιστώσα Bz
και τη συµπίεση του µαγνητικού πεδίου των λοβών. Τα ϕαινόµενα αυτά προκαλούν-
ται από τοπικά εξογκώµατα του στρώµατος πλάσµατος που κινούνται ταχέως (∼300-
800 km/sec) προς την κατεύθυνση της Γης ή της µαγνητοουράς συµπιέζοντας το
µαγνητικό πεδίο που εγκλωβίζεται µεταξύ αυτών και της σχεδόν στατικής µαγν-
ητόπαυσης.
Μελέτες TCR έχουν δείξει την ύπαρξη πολλαπλών ουδετέρων γραµµών κατά τη
διάρκεια µίας και µόνο υποκαταιγίδας [McPherron et al., 1993· Slavin et al., 2002].
΄Εχει προταθεί ότι η ουδέτερη γραµµή περιορίζεται στη διεύθυνση y [Ohtani et al.,
1999]. Παρατηρείται επίσης κίνηση της ουδέτερης γραµµής, και πιο συγκεκριµέ-
να, ϑεωρείται ότι η ουδέτερη γραµµή πλησίον της Γης µετακινείται πίσω προς τη
µαγνητοουρά κατόπιν της αποκόλλησης του πλασµοειδούς (plasmoid ejection), για
να σχηµατίσει µια νέα αποµακρυσµένη ουδέτερη γραµµή.

BBFs και εκρήξεις ϱοής ( flow bursts)


Φανταζόµαστε µια ουδέτερη γραµµή να είναι η αιτία ϱοών πλάσµατος τόσο προς τη
Γη όσο και προς τη µαγνητοουρά, και όπως ήδη αναφέραµε, οι ϱοές χρησιµοποιούν-
ται για να εκτιµήσουµε τη ϑέση της ουδέτερης γραµµής. Οι Baumjohann et al.
[1989, 1990] ερεύνησαν τη συχνότητα εµφάνισης ταχέων ϱοών (>400 km/sec) στο
CPS και PSBL. Σηµείωσαν ότι οι ϱοές πλάσµατος στο CPS τυπικά αποτελούνται µόνο
από µία µονο-ιοντική συνιστώσα (single-ion component), σ’ αντίθεση µε τις ϱοές στο
PSBL, οι οποίες παρουσιάζουν δι-κατευθυντικές δέσµες ιόντων (counter-streaming

91
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

ion beams). Επίσης, έχει δειχθεί ότι οι ϱοές είναι σχεδόν παράλληλες µε το πεδίο
στις περιοχές της µαγνητοουράς όπου έχουµε χαµηλό β (για παράδειγµα, στις περι-
οχές των λοβών και του PSBL), ενώ στο υψηλού β στρώµα πλάσµατος οι ϱοές έχουν
µια µεγάλη συνιστώσα µεταφοράς (convective component) κάθετα στο τοπικό πεδίο
[Baumjohann et al., 1990· Petrukovich et al., 2001]. Το τελευταίο είναι αρκετά
σηµαντικό, από τη στιγµή που οι ευθυγραµµισµένες µε το πεδίο ϱοές δεν µπορούν
να µεταφέρουν µαγνητική ϱοή.
Οι Angelopoulos et al. [1992] ϐρήκαν εκρήξεις ϱοής (ταχύτητες που προσέγγιζαν
τα 1000 km/sec) της τάξεως του ενός λεπτού εντός εκρηκτικών ϱοών πλάσµατος
(400-600 km/sec) της τάξεως των 10 λεπτών. Οι εκρήξεις ϱοής συνδέονται µε ιον-
τική ϑέρµανση (ion heating) και αιφνίδιες διπολοποιήσεις πεδίου (transient field
dipolarizations). Τα ϕαινόµενα ϱοής χρονικής κλίµακας της τάξεως των 10 λεπτών
ονοµάζονται αιφνίδιες ϱοές πλάσµατος (bursty bulk flows, BBFs), για να δώσουµε
έµφαση στη ϱοή µεταφοράς πεδίου και πλάσµατος ενός πληθυσµού (single popula-
tion, convective bulk flow), σ’ αντίθεση µε τις ϱοές του PSBL.
BBFs που κινούνται προς τη µαγνητοουρά παρατηρούνται κυρίως πέραν των
∼19 RE , ενώ εντός της απόστασης αυτής οι BBFs κατευθύνονται κυρίως προς τη
Γη [Baumjohann et al., 1990]. Είναι πιο πιθανό να εµφανίζονται κοντά στο µεσηµ-
ϐρινό µεσηµέρι-µεσάνυχτα. ΄Εχουν διεύθυνση κυρίως κατά µήκος της γραµµής
Γης-Ηλίου, αλλά µε µια µικρή συνιστώσα προς τη δύση τόσο για τις ϱοές προς τη
Γη όσο και για τις ϱοές προς τη µαγνητοουρά, σε συµφωνία µε µια υπέρθεση µιας
µικρής (∼50 km/sec) διαµαγνητικής ολίσθησης εξαιτίας της κατευθυνόµενης προς
τη Γη σωµατιδιακής ϐαθµίδας πίεσης.
Πριν από, και κατά τη ϕάση εκτόνωσης, οι BBFs παρατηρούνται στην κεντρική
µαγνητοουρά. Θεωρούνται σηµαντικές για τη µεταφορά ϱοής προς τη Γη ακόµα
και στην περίπτωση που είναι σποραδικές. Σηµειώστε, ωστόσο, ότι ϱοές υψηλής
ταχύτητας εµφανίζονται ακόµα και αν έχουµε χαµηλή γεωµαγνητική δραστηριότητα,
οπότε και δεν υπάρχει άµεση συσχέτιση µεταξύ υποκαταιγίδων και BBFs.
Οι BBFs εκτιµώνται ότι είναι περιορισµένες τοπικά, µε µια επιφάνεια διατοµής
που ϕτάνει τις 10 R2E στο επίπεδο yz [Angelopoulos et al., 1996]. ΄Ισως να ευθύνον-
ται για το 60-100% της µετρούµενης από δορυφόρους µάζας, ενέργειας και µαγν-
ητικής ϱοής που κινείται προς τη Γη εντός του στρώµατος πλάσµατος [Angelopoulos
et al., 1994]. Ωστόσο, υπάρχει διακύµανση στην ένταση των υποκαταιγίδων και
µπορεί να υπάρχουν πολυάριθµες BBFs κατά τη διάρκεια µιας υποκαταιγίδας. Εί-
ναι επίσης δυνατόν η δραστηριότητα να είναι χωρικά περιορισµένη, µε αποτέλεσ-
µα ν’ αποτύχουµε να παρατηρήσουµε µερικά χωρικώς περιορισµένα αλλά µεγάλης
διάρκειας ϕαινόµενα.

Φάση Εκτόνωσης

Η ϕάση εκτόνωσης απελευθερώνει την αποθηκευµένη ενέργεια στη µαγνητόσφαιρα


µέσω µιας µείωσης του κάθετου ϱεύµατος της ουράς και της επανασύνδεσης των
δυναµικών γραµµών των λοβών ελαττώνοντας το ποσό της ανοικτής ϱοής στους
λοβούς.

92
4.4. ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Χαρακτηριστικά έναρξης
Η ϕάση εκτόνωσης ξεκινά µε την έναρξη της υποκαταιγίδας (the substorm onset),
η οποία έχει µερικά παρατηρήσιµα χαρακτηριστικά στην ιονόσφαιρα και τη µαγν-
ητοουρά. Στη νυχτερινή πλευρά της ιονόσφαιρας τα παρακάτω χαρακτηριστικά είναι
εµφανή :

• Σχηµατισµός µιας λαµπερής περιοχής κατά τη διάρρηξη σέλαος (auroral breakup)


όπου το κοντινότερο προς τον ισηµερινό τόξο (most equatorward arc) στο οβάλ
σέλαος (auroral oval) ξαφνικά ϕωτοβολεί και εξαπλώνεται τόσο αζιµουθιακά
όσο και προς τους πόλους [Akasofu, 1964]. Η αρχική ϕωτοβολία συνήθως εµ-
ϕανίζεται µεταξύ 20:00 και 02:00 µαγνητική τοπική ώρα (magnetic local time,
MLT ) [Craven and Frank, 1991] και µεταξύ 55◦ και 75◦ γεωµαγνητικό πλά-
τος [Kamide and Winningham, 1977], η οποία συνδέεται µε την πλησίον της
Γης ουρά στις X > −15 RE [Murphree et al., 1991], ήτοι, κοντά στη εσωτερική
πλευρά του κάθετου ϱεύµατος ουράς. Πολλαπλές αυξήσεις της έντασης του
δυτικού µέρους της περιοχής έντονης δραστηριότητας του σέλαος σχηµατί-
Ϲουν το δυτικώς διαδιδόµενο κύµα (westward travelling surge (WTS)) έντονου
σέλαος, το οποίο διαδίδεται µε µια ταχύτητα µερικών km/sec [Opgenoorth
and Pellinen, 1998]. Το ανατολικό µέρος της περιοχής σέλαος αναπτύσσεται
παίρνοντας µια µορφή εξογκώµατος ανοµοιογενούς και διαχεόµενου σέλαος
(patchy and diffuse aurora). Τα χαρακτηριστικά σέλαος µιας υποκαταιγίδας
ανακεφαλαιώνονται στο Σχήµα 4.9.

• Παλµοί Pi2, οι οποίοι είναι ακανόνιστες µαγνητικές διακυµάνσεις πλάτους


µερικών nT και περιόδου 40-150 δευτερολέπτων. Συνήθως ανιχνεύονται από
χαµηλού και µέσου πλάτους επίγεια µαγνητόµετρα [για περίληψη, δέστε Ol-
son, 1999].

• Μια αρνητική µαγνητική προεξοχή (negative magnetic bay) [Akasofu and


Meng, 1969· Meng and Akasofu, 1969] στη συνιστώσα Bx , η οποία προσεγγίζει
την τιµή των 1000 nT. Η µαγνητική προεξοχή είναι το πιο έντονο ϕαινόµενο
πολύπλοκων µαγνητικών διαταραχών, οι οποίες προκαλούνται από την υπερ-
τιθέµενη δυτικώς κατευθυνόµενη δέσµη ϱευµάτων υποκαταιγίδας (westward-
directed substorm electrojet) (Σχήµα 4.10). Η τελευταία είναι το ιονοσφαιρικό
κοµµάτι του SCW συστήµατος, που περιγράφεται παρακάτω. Η δέσµη ϱευµάτων
υποκαταιγίδας εξαρτάται από την αγωγιµότητα, κάτι το οποίο δεν ισχύει µε τις
δέσµες ϱευµάτων λόγω µεταφοράς (convection electrojets) [Kamide and Vick-
rey, 1983].

Στη µαγνητοουρά είναι εµφανή τα παρακάτω χαρακτηριστικά :

• ∆ιάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος µαγνητοουράς, ως αποτέλεσµα ακραίας λέπ-


τυνσης του στρώµατος πλάσµατος και/ή επανασύνδεσης στην πλησίον της Γης
περιοχή, η οποία ελαττώνει τοπικά το ϱεύµα σχηµατίζοντας το σφηνοειδές
σύστηµα ϱευµάτων υποκαταιγίδας (substorm current wedge (SCW) system),
µε τα παράλληλα προς το πεδίο ϱεύµατα να ϱέουν προς την ιονόσφαιρα (Σχή-
µα 4.11). Το SCW συνίσταται από ένα παράλληλο προς το πεδίο ϱεύµα που

93
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.9: Σχηµατικό διάγραµµα όπου ϕαίνεται η ανάπτυξη σέλαος κατά τη διάρκεια µιας
υποκαταιγίδας, όπως ϕαίνεται αν ειδωθεί πάνω από τον πόλο της Γης. A) εξασθενούµενα τόξα
σέλαος ολισθαίνουν προς τον ισηµερινό, B) κατά την έναρξη το κοντινότερο στον ισηµερινό
τόξο ϕωτοβολεί, C) το ϕωτοβολούµενο τόξο εξαπλώνεται και σχηµατίζει το WTS, D) συνέχιση
της εκτόνωσης µε δραστηριότητα στην πρωινή πλευρά (morningside activity), E) έναρξη της
ϕάσης αποκατάστασης, F) η διαταραχή εξασθενεί και επιστρέφει στην αρχική κατάσταση
[from Akasofu, 1968].

ϱέει προς την ιονόσφαιρα στην ανατολική πλευρά και ένα παράλληλο προς
το πεδίο ϱεύµα που ϱέει προς τη µαγνητόσφαιρα στη δυτική πλευρά. Αυτά
τα παράλληλα προς το πεδίο ϱεύµατα κλείνουν στην ιονόσφαιρα µέσω της
ήδη προαναφερθείσας οριζόντιας δέσµης ϱευµάτων υποκαταιγίδας (horizontal
substorm electrojet). Η αρχική ϕωτοβολία σέλαος ϑα εµφανιστεί κοντά στο
ιονοσφαιρικό ίχνος του κατευθυνόµενου προς τη µαγνητόσφαιρα παράλληλου
ϱεύµατος του συστήµατος SCW. Πριν τη διάρρηξη ϱεύµατος, το στρώµα ϱεύ-
µατος έχει παρατηρηθεί ότι έχει ένα πάχος συγκρίσιµο µε τη γυροακτίνα των
ϑερµών ιόντων (thermal ion gyroradius) [Lui et al., 1992]. Η περιοχή της διάρ-
ϱηξης ϱεύµατος εξαπλώνεται αζιµουθιακά [Kokobun and McPherron, 1981·
Nagai, 1982· Singer et al., 1985] και προς την ουρά (τουλάχιστον για r<15
RE ) [Jacquey et al., 1991· Slavin et al., 1997· Ohtani et al., 1999] µε µια
ταχύτητα της τάξεως των 200-300 km/sec [Ohtani et al., 1992].

• ∆ιπολοποίηση του πεδίου [McPherron et al., 1973] η οποία επαναφέρει τη διευ-


ϑέτηση του µαγνητικού πεδίου σε µια περισσότερο διπολική γεωµετρία καθώς
το κάθετο ϱεύµα της µαγνητοουράς ελαττώνεται (Σχήµα 4.11). Η περιοχή
του διπολοποιηµένου πεδίου, ήτοι, η περιοχή ενισχυµένου Bz , µπορεί αρχικά
να είναι περιορισµένη σ’ ένα πολύ στενό τοµέα στο ύψος της γεωσύγχρον-

94
4.4. ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Σχήµα 4.10: Αναπαράσταση όπου ϕαίνονται η ϑέση, η κατεύθυνση ϱοής και το κλείσιµο
των παράλληλων προς το πεδίο ϱευµάτων των δεσµών ϱεύµατος λόγω µεταφοράς, καθώ-
ς και των ϱευµάτων υποκαταιγίδας σφηνοειδούς µορφής (substorm current wedge) [from
Baumjohann, 1983].

ης τροχιάς, αλλά εξαπλώνεται τόσο αζιµουθιακά όσο και ακτινικά προς την
κατεύθυνση της µαγνητοουράς [Ohtani et al., 1991· Lopez et al., 1988c]. Η
διπολοποίηση πρέπει να ξεκινά έξω από τις 6.6 RE , εφόσον αυτή εµφανίζεται
στη γεωσύγχρονη περιοχή καθώς εξαπλώνεται προς τη Γη (ταχύτητα ≤ µερικών
εκατοντάδων km/sec) [Ohtani et al., 1998].

• Εκτινάξεις ενεργειακών σωµατιδίων (energetic particle injections) [Belian et al.,


1981· Reeves et al., 1997] που παρατηρούνται στη γεωσύγχρονη τροχιά (Σχή-
µα 4.12). Εξωτερικά (προς τη µαγνητοουρά) της οριακής επιφάνειας εκτίναξης,
στην περιοχή εκτίναξης [Mauk and McIlwain, 1974· Moore et al., 1981· Lopez
et al., 1990a], τα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια ενεργοποιούνται ταυτόχρονα
κατά τη έναρξη της υποκαταιγίδας. Τα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια µπορούν
να έχουν τις περιοχές εκτίναξής τους ελαφρώς διαχωρισµένες ως προς την τοπ-
ική ώρα (local time), όπου η εκτίναξη των σωµατιδίων συµπίπτει χωρικά µε τη
διάρρηξη σέλαος παρά µε τη µεσονύχτια περιοχή [Liou et al., 1999]. Η εκτίναξ-
η καλείται άνευ διασποράς (dispersionless) όταν οι ϱοές σ’ όλες τις ενέργειες
αυξάνουν ταυτόχρονα, κάτι το οποίο υποδηλώνει ότι το σηµείο παρατήρησης
ϐρίσκεται πολύ κοντά στη ϑέση έναρξης (onset location). Τα σωµατίδια, που
έχουν ενέργειες που κυµαίνονται από µερικές δεκάδες keV σε εκατοντάδες
keV, υπόκεινται σε εξαρτώµενες από την ενέργεια ολισθήσεις ϐαθµίδας και
καµπύλωσης, συνεισφέροντας στο ϱεύµα δακτυλίου. Η συνοριακή επιφάνεια
εκτίναξης εντός της γεωστατικής τροχιάς έχει µια ακτινικώς προς τη Γη ταχύτη-
τα διάδοσης της τάξεως των 24 km/sec [Reeves et al., 1996].

• Μείωση του µεγέθους του πεδίου των λοβών η οποία υποδηλώνει µια µεί-
ωση στο ποσό της ανοικτής ϱοής στη µαγνητοουρά. Η επανασύνδεση των
δυναµικών γραµµών του στρώµατος πλάσµατος ξεκινά κατά τη διάρκεια της
ϕάσης συσσώρευσης, ενώ των δυναµικών γραµµών των λοβών κατά την έναρξ-
η της υποκαταιγίδας και εποµένως η µεγιστοποίηση του πεδίου µπορεί να

95
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.11: Επάνω : Το σφηνοειδές ϱεύµα υποκαταιγίδας συνίσταται από το κάθετο


ϱεύµα της µαγνητοουράς το οποίο ϱέει προς την ιονόσφαιρα µέσω των παράλληλων προς
το πεδίο ϱευµάτων. Κάτω : Αναδιάταξη/διπολοποίηση του νυχτερινού µαγνητοσφαιρικού
µαγνητικού πεδίου η οποία σχετίζεται µε τη διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος µαγνητοουράς
[from Kamide and Baumjohann, 1993].

ϑεωρηθεί ως εκείνο το χαρακτηριστικό το οποίο σηµατοδοτεί την έναρξη της


υποκαταιγίδας στη µαγνητοουρά [McPherron et al., 1993].
• Εκτίναξη ενός πλασµοειδούς προς την κατεύθυνση της µαγνητοουράς, καθώς
οι δυναµικές γραµµές των λοβών αρχίζουν να επανασυνδέονται στην ουδέτερη
γραµµή. Το πλασµοειδές µπορεί ν’ ανιχνευθεί µέσω µιας διαδιδόµενης προς
την ουρά TCR (Σχήµα 4.8). Επίσης, το πλασµοειδές συνίσταται από αποκοµ-
µένες (pinched-off ) δυναµικές γραµµές οι οποίες προηγουµένως αποτελούσαν
µέρος του στρώµατος πλάσµατος.
Η σειρά µε την οποία αυτά τα χαρακτηριστικά παρατηρούνται στην ιονόσφαιρα και
τη µαγνητόσφαιρα είναι µεγάλης σπουδαιότητας από τη στιγµή που αυτή η σειρά
µπορεί να υποδείξει πώς και πού γίνεται η έναρξη της υποκαταιγίδας. Κατά γενική
οµολογία, η διάρρηξη σέλαος είναι το πρώτο ακριβές χαρακτηριστικό της έναρξης
στην ιονόσφαιρα [δέστε Liou et al., 1998, 1999· Shiokawa et al., 1996, 1998a,
και τις αναφορές τους για χρονικές συγκρίσεις]. Υπάρχει, για παράδειγµα, µία
καθυστέρηση 1-3 λεπτά στους Pi2s σε σύγκριση µε τη διάρρηξη σέλαος. Οι άνευ δι-
ασποράς εκτινάξεις στη γεωσύγχρονη τροχιά έχουν επίσης µια τυπική καθυστέρηση

96
4.4. ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Σχήµα 4.12: Η συνοριακή επιφάνεια εκτίναξης πίσω από την οποία τα ενεργειακά
σωµατίδια εκτινάσσονται στη γεωσύγχρονη περιοχή [from Reeves, 1998].

1-3 λεπτά σε σύγκριση µε την έναρξη σέλαος. Γενικά, αυτό που κάνει δύσκολο το
χρονικό προσδιορισµό είναι η ϑέση του οργάνου (ειδικά για διαστηµόπλοιο) ως προς
το παρατηρούµενο ϕαινόµενο, το οποίο δεν είναι χρονικώς αλλά ούτε και χωρικώς
στατικό.

Ψευδοδιαρρήξεις
Μια συνήθης ϕάση εκτόνωσης υποκαταιγίδας διαρκεί ∼30-60 λεπτά. Μικρότερες
δραστηριότητες, γνωστές ως ψευδοδιαρρήξεις (pseudo-breakups), έχουν διάρκεια
∼10 λεπτά και χαµηλή ένταση, όπου η µαγνητική προεξοχή (magnetic bay) προσ-
εγγίζει µια τιµή ≤100 nT [Koskinen et al., 1993]. Συνήθως εµφανίζονται πριν
την κύρια έναρξη της υποκαταιγίδας, ωστόσο η ϕωτοβολία σέλαος δεν αναπτύσσε-
ται σ’ ένα µεγάλης κλίµακας εξόγκωµα σέλαος αλλά περιορίζεται εντός µιας περι-
οχής λίγων εκατοντάδων χιλιοµέτρων [Akasofu, 1964]. Θεωρείται ότι δεν λαµβάνει
χώρα επαναδιάταξη του πεδίου της ουράς, παρόλο που ο µηχανισµός σκανδαλισ-
µού πιθανόν είναι ο ίδιος µε αυτόν µιας κανονικής υποκαταιγίδας. Οι ψευδοδιαρ-
ϱήξεις δεν πρέπει να συγχέονται µε µικρές υποκαταιγίδες· αποτελούν περισσότερο
αναχαιτισµένες, ήτοι, κατεσταλµένες ή πρόωρα τερµατισµένες, υποκαταιγίδες.

Φάση Αποκατάστασης
Η τελευταία ϕάση των υποκαταιγίδων παραδοσιακά ϑεωρείται ως µία απλή επιστροφή
στην αρχική κατάσταση της µαγνητόσφαιρας, όπου η δραστηριότητα ϕθίνει αργά και
αυτό διαρκεί ∼60-120 λεπτά. Πρόσφατα η ϕάση αποκατάστασης άρχισε να γίνε-
ται αντικείµενο έρευνας, όπου προτείνεται ότι κατά τη ϕάση αυτή λαµβάνει χώρα
επανατοποθέτηση της ενεργής περιοχής στη µαγνητοουρά [Pellinen et al., 1992·
Opgenoorth et al., 1994].

97
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

4.5 Φαινοµενολογικά Μοντέλα Υποκαταιγίδων


΄Ενας αριθµός ϕαινοµενολογικών µοντέλων έχουν αναπτυχθεί για να περιγράψουν τα
µαγνητοσφαιρικά ϕαινόµενα που συνθέτουν µια µαγνητοσφαιρική υποκαταιγίδα. Σ’
αυτή την παράγραφο παρουσιάζουµε µια σύντοµη περιγραφή των δύο επικρατέστερ-
ων µαγνητοσφαιρικών µοντέλων τα οποία προτείνουν διαφορετικές προσεγγίσεις όσο
αφορά την αιτία και τη ϑέση έναρξης µιας υποκαταιγίδας στη µαγνητοουρά.

4.5.1 Μοντέλο της Εγγύς της Γης Ουδέτερης Γραµµής


Το µοντέλο της πλησίον της Γης ουδέτερης γραµµής (near-Earth neutral line (NENL)
model) [McPherron et al., 1973· Russell and McPherron, 1973· Baker et al., 1996]
(από δω και στο εξής µοντέλο ουδέτερης γραµµής, χάριν συντοµεύσεως) ϐασίζεται
στη συγχώνευση και επανασύνδεση για να εξηγήσει το κύκλο των υποκαταιγίδων.
Αυτό το µοντέλο προσπαθεί να δώσει µια σύµφωνη εξήγηση για τα περισσότερα
µαγνητοσφαιρικά ϕαινόµενα, αλλά δεν κάνει απόπειρα εξήγησης πολλών ιονοσ-
ϕαιρικών παρατηρήσεων. Το ξεχωριστό χαρακτηριστικό αυτού του µοντέλου είναι
ο σχηµατισµός ενός πλασµοειδούς ή ϕυσαλίδας κλειστών δυναµικών γραµµών, η
οποία εκτινάσσεται από το στρώµα πλάσµατος κατά τη διάρκεια της ϕάσης εκτόν-
ωσης και αποκατάστασης µιας υποκαταιγίδας. Ο σχηµατισµός του πλασµοειδούς
είναι µια άµεση συνέπεια της ϕάσης συσσώρευσης η οποία σηµατοδοτεί την έναρξη
της υποκαταιγίδας.
Στο µοντέλο NENL, η υποκαταιγίδα ξεκινά όταν µια νότιας κατεύθυνσης αλλαγή
του ∆ΜΠ ενεργοποιεί ηµερήσια επανασύνδεση. Αυτό εµφανίζεται σε µιας αρχικής
κατάστασης µαγνητόσφαιρα (Σχήµα 4.2), που έχει µία αποµακρυσµένη X γραµµή
η οποία διαχωρίζει τις κλειστές δυναµικές γραµµές του στρώµατος πλάσµατος (οβάλ
σέλαος) από τις ανοικτές δυναµικές γραµµές των λοβών της ουράς (πολική περιο-
χή). Η X γραµµή ϑεωρείται ότι είναι ανενεργή, µε λίγη ή και καθόλου επανασύν-
δεση. Ηµερήσια µαγνητική ϱοή από τη Γη συνδέεται µε το ∆ΜΠ και µεταφέρεται
µε τον ηλιακό άνεµο πάνω από τις πολικές περιοχές, όπου προστίθεται στη ϱοή
των λοβών της µαγνητοουράς. Η αποµάκρυνση αυτής της ϱοής από την ηµερήσι-
α περιοχή σηµατοδοτεί την έναρξη µιας µεταφοράς πλάσµατος προς την περιοχή
επανασύνδεσης, ωστόσο η ϱοή καθυστερείται από την πεπερασµένη αγωγιµότητα
της ιονόσφαιρας στο ίχνος των δυναµικών γραµµών. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος,
η µαγνητοσφαιρική ϱοή επιστροφής είναι ανίκανη να εξισορροπήσει το ϱυθµό µε
τον οποίο η ϱοή επανασυνδέεται, µε αποτέλεσµα να έχουµε διάβρωση της ηµερήσιας
µαγνητόπαυσης (Σχήµατα 4.3 και 4.7). Η ηµερήσια διάβρωση αυξάνει τη ϱυτίδωση
της µαγνητόπαυσης µε αποτέλεσµα να έχουµε αύξηση της δυναµικής πίεσης στη
συνοριακή επιφάνεια. Αυτή η δυναµική πίεση συµπιέζει την ουρά µέχρις ότου µια
αντίστοιχη αύξηση της µαγνητικής πίεσης στους λοβούς εξισορροπήσει την εξωτερική
πίεση. Αυτή η ενισχυµένη πίεση εφαρµόζεται στο στρώµα πλάσµατος προκαλώντας
νυχτερινή λέπτυνση τόσο αυτού όσο και του κάθετου ϱεύµατος της µαγνητοουράς.
Την ίδια στιγµή, η αυξανόµενη τάση που εξασκείται στη µαγνητοουρά προκαλούµεν-
η από τις νέες ανοικτές γραµµές που κινούνται διαµέσου της συνοριακής επιφάνειας
της µαγνητοουράς εξισορροπείται από µια µετακίνηση προς τη Γη του κάθετου ϱεύ-
µατος της µαγνητοουράς. Αυτές οι αλλαγές αυξάνουν την ένταση του πεδίου των
λοβών προκαλώντας λέπτυνση του στρώµατος πλάσµατος και µετακίνηση προς τη Γη

98
4.5. ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙʟΑ ΜΟΝԟΕΛΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Σχήµα 4.13: Σχηµατική αναπαράσταση των αλλαγών στο µαγνητικό πεδίο και στο στρώµα
πλάσµατος που αναµένονται στην περίπτωση που ο ϱυθµός επανασύνδεσης στην ηµερήσια
πλευρά υπερβαίνει αυτόν στη νυχτερινή πλευρά. Οι κυριότερες συνέπειες είναι, αυξηµένη
ϱυτίδωση της µαγνητόπαυσης (magnetopause flaring), λέπτυνση του στρώµατος πλάσµατος
και µετατόπιση προς τη Γη του κάθετου ϱεύµατος της µαγνητοουράς [from Kivelson and
Russell, 1997].

της εσωτερικής πλευράς του. Τα παραπάνω συνοψίζονται στο Σχήµα 4.13.


Σε κάποια χρονική στιγµή κοντά στη λήξη της ϕάσης συσσώρευσης, η κάθετη
συνιστώσα του µαγνητικού πεδίου διαµέσου του στρώµατος πλάσµατος γίνεται αρ-
κετά µικρή µε αποτέλεσµα τα ιόντα του κάθετου ϱεύµατος της µαγνητοουράς να
µην συµπεριφέρονται πλέον αδιαβατικά. Οι Corotini [1985] και Baker and McPher-
ron [1990] προτείνουν ότι σ’ αυτό το χρονικό σηµείο γίνεται έναρξη µαγνητικής
επανασύνδεσης στο κεντρικό στρώµα πλάσµατος. Στην αρχή η επανασύνδεση λαµ-
ϐάνει χώρα αργά, αποκόπτοντας κλειστές δυναµικές του στρώµατος πλάσµατος σε µι-
α νέα X γραµµή. Καθώς διαδοχικές δυναµικές γραµµές αποκόπτονται, σχηµατίζουν
κλειστούς ϐρόχους εντός του στρώµατος πλάσµατος, µε επίκεντρο µια γραµµή τύπου
"O" η οποία ϐρίσκεται δεξιά της γραµµής X, όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 4.14. Καθώς
ο χρόνος περνά, το στρώµα ϱεύµατος γίνεται λεπτότερο και ο ϱυθµός επανασύνδεσης
αυξάνει µέχρι που γίνεται εκρηκτικός. Εάν η επανασύνδεση αποκόψει την τελευ-
ταία κλειστή δυναµική γραµµή στο όριο του στρώµατος πλάσµατος, µια πλήρως
αναπτυσσόµενη εκτόνωση υποκαταιγίδας λαµβάνει χώρα. Σε αντίθετη περίπτωση η
διαταραχή αναχαιτίζεται και αυτό ονοµάζεται ψευδοδιάρρηξη (pseudobreakup).
Τα παρατηρησιακά στοιχεία που περιγράφτηκαν στην προηγούµενη παράγραφο
πράγµατι ενισχύουν την έννοια της ηµερήσιας συγχώνευσης, της αυξηµένης µαγν-

99
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.14: Αρχική κατάσταση της ϕάσης εκτόνωσης µιας υποκαταιγίδας όπου ϕαίνεται
το πρώτο ϐήµα σχηµατισµού ενός πλασµοειδούς [from Kivelson and Russell, 1997].

ητοσφαιρικής µεταφοράς, το σχηµατισµό µιας ουδέτερης γραµµής κοντά στη Γη, της
µεταφοράς ϱοής προς τη Γη λόγω BBFs και την απελευθέρωση πλασµοειδούς στη
µαγνητοουρά. Εποµένως, αυτό το µοντέλο τοποθετεί την έναρξη της υποκαταιγίδας,
που ορίζεται από την επανασύνδεση της τελευταίας κλειστής δυναµικής γραµµής
του στρώµατος πλάσµατος, στη ϑέση της πλησίον της Γης ουδέτερης γραµµής, σε
µια απόσταση της τάξεως των 20-30 RE . Οι ϱοές προς τη Γη προκαλούν διάρρηξη
του ϱεύµατος και όλα τ’ άλλα χαρακτηριστικά της έναρξης στην περιοχή κοντά στη
Γη.
Συµπληρωµατικά προς το µοντέλο NENL, το µοντέλο συσσώρευσης ϱοής (flux
pile-up model) [Shiokawa et al., 1998a] περιγράφει πώς η µαγνητική ϱοή µεταφέρε-
ται προς τη Γη από µια ουδέτερη γραµµή. Η ϱοή πλάσµατος επιβραδύνεται καθώς
η µαγνητική ϱοή συσσωρεύεται στην περιοχή όπου η µαγνητική γεωµετρία αλλάζει
από επιµηκυσµένη σε διπολική. Παρατηρήσεις υποστηρίζουν αυτή την υπόθεση,
καθώς ταχείες ϱοές δεν παρατηρούνται και τόσο συχνά όσο πλησιάζουµε προς τη Γη.
Καθώς η διαδικασία συσσώρευσης προχωρά, η περιοχή διπολοποίησης εξαπλώνεται
προς την ουρά. Η προς την ουρά κίνηση του σηµείου αναχαίτισης των ϱοών (flow
braking point) εποµένως, αντιστοιχεί σε µια εξάπλωση του σέλαος προς τους πόλους.
Παρατηρήσεις δείχνουν ότι η περιοχή διπολοποίησης κινείται προς την ουρά συµ-
ϕωνώντας µε το µοντέλο συσσώρευσης ϱοής.
Ωστόσο, µια απότοµη αύξηση του κάθετου ϱεύµατος της µαγνητοουράς, ακολου-
ϑούµενη από ϱαγδαία διπολοποίηση έχει επίσης παρατηρηθεί κατά την έναρξη των
υποκαταιγίδων. Η αύξηση του ϱεύµατος συνήθως διαρκεί λιγότερο από ένα λεπτό.
Η χωρική κλίµακα της περιοχής, η οποία είναι δυσκολότερο να καθοριστεί, είναι
∼1 RE ή και λιγότερο [Ohtani et al., 1991]. Αυτές οι παρατηρήσεις δεν συµφωνούν
µε το µοντέλο συσσώρευσης ϱοής, το οποίο περιγράφεται από µια µονοτονικώς αυξ-
ανόµενη συνιστώσα µαγνητικού πεδίου διεύθυνσης ϐορρά-νότου.
΄Ενα άλλο χαρακτηριστικό το οποίο η συνεχόµενη ϱοή δεν εξηγεί είναι ο εκρηκ-
τικός χαρακτήρας των ϕαινοµένων έναρξης που παρατηρούνται στη Γη. Τα BBFs, τα
οποία µεταφέρουν ϱοή προς τη Γη, είναι αιφνίδια στη ϕύση τους µε διάρκεια µερικών
λεπτών, ενώ το σύστηµα SCW διαρκεί πολύ περισσότερο. Συνεπώς, απαιτείται µι-

100
4.5. ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙʟΑ ΜΟΝԟΕΛΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Σχήµα 4.15: Ενδιάµεση κατάσταση της ϕάσης εκτόνωσης µιας υποκαταιγίδας, όπου ϕαίνε-
ται ένα πλασµοειδές να κινείται αποµακρυνόµενο από τη Γη ως συνέπεια της αποκοπής
της τελευταίας κλειστής δυναµικής γραµµής αρχικώς συνδεδεµένης µε την αποµακρυσµένη
ουδέτερη γραµµή [from Kivelson and Russell, 1997].

α άλλη ή µια ενδιάµεση πηγή για το SCW. ∆ύο πηγές παράλληλων προς το πεδίο
ϱευµάτων µπορεί να ϑεωρηθούν : 1) αζιµουθιακές ϐαθµίδες τόσο στην ολική πίεση
όσο και στην πίεση πλάσµατος προς τη µεσονύχτια περιοχή που δηµιουργούνται
κατά τη διάρκεια ενεργών περιόδων και µπορούν να παράξουν ένα ικανοποιητικό
ποσό παράλληλων ϱευµάτων [Haerendel, 1992· Shiokawa et al., 1997, 1998b] και
2) διάτµηση (shear) της ταχύτητας ϱοής προς την ανατολική και δυτική πλευρά
της περιοχής ϱοής µπορεί επίσης να παράξει συστήµατα παράλληλων ϱευµάτων
[Hasegawa, 1979].
Οι παλµοί συµπίεσης και οι διακυµάνσεις των παράλληλων ϱευµάτων που παράγονται
στο σηµείο αναχαίτισης της ϱοής µπορεί να προκαλέσουν Pi2s. ΄Οσον αφορά τις
εκτινάξεις ενεργειακών σωµατιδίων, µια ϑεωρία λέει ότι όταν οι ϱοές προς τη Γη
επιβραδυνθούν και εκτραπούν γύρω από το διπολικό πεδίο, διεγείρεται ένα κύµα
συµπίεσης το οποίο ενεργοποιεί και εκτινάσσει τα σωµατίδια. Μια άλλη ϑεωρία
προτείνει ότι καθώς το SCW σχηµατίζεται, η σχετιζόµενη ενίσχυση του ηλεκτρικού
πεδίου εκτινάσσει τα σωµατίδια στη γεωσύγχρονη περιοχή. Στο σηµείο αναχαίτισης
τα σωµατίδια ϑα πρέπει να ξεκινήσουν κίνηση ολίσθησης στο διπολικό πεδίο κάνον-
τας εποµένως το σηµείο αυτό να συµπεριφερθεί ως η συνοριακή επιφάνεια εκτίναξης.
Ωστόσο, παρατηρήσεις δείχνουν ότι η συνοριακή επιφάνεια εκτίναξης είναι συνήθω-
ς αρκετά εντός των 10 RE στο µεσονύχτιο τοµέα, ενώ το σηµείο αναχαίτισης είναι
πιθανόν στις 10-20 RE , αφού ο ϱυθµός εµφάνισης ταχέων ϱοών πέφτει σ’ αυτό το
εύρος.
Η σειρά των διαφόρων χαρακτηριστικών έναρξης µιας υποκαταιγίδας, όπως εξ-
ηγούνται από τα near-Earth neutral line και pile-up µοντέλα ϕαίνεται στο Σχήµα
4.16.

4.5.2 Μοντέλο ∆ιάρρηξης Ρεύµατος


Το µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος (current disruption (CD) model) όπως περιγράφεται
από το Lui [1991a, 1996] τοποθετεί την ϑέση έναρξης κοντά στη Γη, περίπου στις

101
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Σχήµα 4.16: Προτεινόµενο µοντέλο σχηµατισµού του σφηνοειδούς συστήµατος ϱευµάτων


κατά τη διάρκεια της αρχικής κατάστασης της ϕάσης εκτόνωσης µιας υποκαταιγίδας. Ο
αριθµός που προηγείται κάθε σχολίου δηλώνει τη σειρά εµφάνισης. Το σηµείο αναχαίτισης
της προς τη Γη ϱοής κινείται προς την ουρά εξαιτίας της συσσώρευσης µαγνητικής ϱοής
λόγω µεταφοράς. Αυτή η κίνηση πιθανόν αντιστοιχεί στην εξάπλωση του σέλαος προς τους
πόλους. Η µετάβαση από ένα επιµηκυσµένο σ’ ένα διπολικό πεδίο στο σηµείο αναχαίτισης
οφείλεται στο ϱεύµα αδρανείας µε κατεύθυνση προς την ανατολή [Shiokawa et al., 1997]. Το
σφηνοειδές σύστηµα ϱευµάτων υποκαταιγίδας σχηµατίζεται στο σηµείο αναχαίτισης από το
ϱεύµα αδρανείας και το ϱεύµα λόγω διάτµησης της ϱοής. Οι διακυµάνσεις των παράλληλων
ϱευµάτων και οι παλµοί συµπίεσης που παράγονται στο σηµείο αναχαίτισης µπορεί να είναι
η αιτία των παλµών Pi2 που παρατηρούνται στην εσωµαγνητόσφαιρα [from Shiokawa et al.,
1998a].

10 RE στην περιοχή της ουράς, λόγω κάποιας αστάθειας η οποία µειώνει το κάθετο
ϱεύµα της µαγνητοουράς. Μία προτεινόµενη αστάθεια είναι η κινητική ϱοής κάθε-
τα στο πεδίο αστάθεια (kinetic cross-field-streaming instability), η οποία παράγει
κύµατα στην κάτω υβριδική συχνότητα (lower hybrid waves) [Lui et al., 1990].
Καθώς το στρώµα πλάσµατος λεπταίνει κοντά στην πλευρά την εγγύτερη της Γης
κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης, για τους ίδιους λόγους όπως στο µοντέλο
ουδέτερης γραµµής, το πάχος του κάθετου στρώµατος ϱεύµατος της µαγνητοουράς
ελαττώνεται σε µια κλίµακα µήκους συγκρίσιµη µ’ αυτή της γυροακτίνας των ϑερ-
µών ιόντων µε αποτέλεσµα τα ιόντα του ουδετέρου στρώµατος να συµπεριφέρονται
µη αδιαβατικά εκτελώντας µια κίνηση εντός του στρώµατος ϱεύµατος κάθετα στη
µαγνητοουρά µε τη µορφή µαιάνδριων τροχιών (Speiser orbits). Τα ηλεκτρόνια έ-
χουν µικρότερη γυροακτίνα και είναι ισχυρότερα συνδεδεµένα µε τις µαγνητικές
δυναµικές γραµµές, εποµένως παραµένουν µαγνητισµένα. Η σχετική ολίσθηση
µεταξύ των ηλεκτρονίων και των ιόντων προσφέρει ενέργεια για τη διέγερση κυµάτων
στην κάτω υβριδική συχνότητα, κύµατα τα οποία κατόπιν προκαλούν τη διάρρηξη
ϱεύµατος.
Το µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος προτείνει µια εκτροπή του κάθετου ϱεύµατος
της µαγνητοουράς, ήτοι, σχηµατισµό του SCW, καθώς εµποδίζεται η ϱοή του κάθετα
στην ουρά. Η διάρρηξη ϱεύµατος επίσης οδηγεί σε εκτίναξη σωµατιδίων και λέπτυν-
ση του στρώµατος πλάσµατος. Σύµφωνα µε ένα αριθµό παρατηρήσεων [Lopez et al.,
1988a· Lopez and Lui, 1990b· Lopez et al., 1988b], η διάρρηξη του στρώµατος
ϱεύµατος ξεκινά κοντά στη γεωσύγχρονη τροχιά και εξαπλώνεται ακτινικά προς τη
µαγνητοουρά. Αυτού του είδους οι παρατηρήσεις οδήγησαν στο συµπέρασµα ότι η
ϕάση εκτόνωσης της υποκαταιγίδων δεν περιλαµβάνει επανασύνδεση των ανοικτών
δυναµικών γραµµών των λοβών της ουράς. Αντίθετα, έχει προταθεί ότι η διάρρηξη

102
4.5. ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙʟΑ ΜΟΝԟΕΛΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Σχήµα 4.17: Σχηµατικό διάγραµµα του µοντέλου διάρρηξης ϱεύµατος όπου ϕαίνεται η
σειρά των προτεινόµενων καταστάσεων δραστηριότητας. Οι παράµετροι Ict , E και V συµβολί-
Ϲουν, το κάθετο ϱεύµα µαγνητοουράς στο στρώµα πλάσµατος, το κατευθυνόµενο προς τη Γη
ηλεκτρικό πεδίο σχετιζόµενο µε τη µαγνητική δυναµική γραµµή ενός τόξου σέλαος και τη
ϱοή πλάσµατος στο στρώµα πλάσµατος, αντίστοιχα [from Lui, 2003].

ϱεύµατος διεγείρει ένα κύµα αραίωσης (rarefaction wave) το οποίο κινείται προς την
ουρά παράγοντας πολλαπλές περιοχές διάρρηξης ϱεύµατος. Το πέρασµα του κύµα-
τος αραίωσης αφήνει ένα λεπτό στρώµα ϱεύµατος µε ελαττωµένο µαγνητικό πεδίο
κάθετο προς το ουδέτερο στρώµα. Σε κάποιο σηµείο της µαγνητοουράς, σε προ-
χωρηµένο στάδιο της ϕάσης εκτόνωσης ή ίσως κατά την έναρξη της ϕάσης αποκατάσ-
τασης, αυτά τα ϕαινόµενα προκαλούν επανασύνδεση και επακόλουθη δηµιουργία
πλασµοειδούς. Η σειρά των ϕαινοµένων υποκαταιγίδας καθώς και οι εξηγήσεις τους,
σύµφωνα µε το µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος, ϕαίνονται στο Σχήµα 4.17.

4.5.3 Σύνοψη
Σήµερα, διάφορα µοντέλα ϑεωρούν δεδοµένους διάφορους µηχανισµούς για τις
ϕάσεις εκτόνωσης και αποκατάστασης των υποκαταιγίδων. Τα δύο µοντέλα που
παρουσιάσθηκαν εδώ πάσχουν από ασυµφωνίες, ήτοι, κανένα από τα δύο δεν εί-
ναι ικανό να ενσωµατώσει όλες τις καλά ορισµένες παρατηρήσεις. Για παράδειγµα,
το µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος τείνει ν’ αγνοεί παρατηρήσεις ϱοών προς τη µαγν-
ητοουρά στο κεντρικό στρώµα πλάσµατος οι οποίες εµπεριέχουν ένα νότιας κατεύ-
ϑυνσης πεδίο εντός ενός ή δύο λεπτών από την έναρξη της ϕάσης εκτόνωσης. Αυτό το
µοντέλο αγνοεί επίσης το γεγονός ότι το µέγεθος του πεδίου των λοβών ελαττώνεται
σηµαντικά κατά τη διάρκεια της ϕάσης εκτόνωσης, υποδηλώνοντας ότι µια µείωση
στο ποσό της ανοικτής ϱοής εµφανίζεται και σ’ αυτή τη ϕάση, πέραν της ϕάσεως
αποκατάστασης. Επιπλέον, παρατηρήσεις έχουν δείξει ότι η απελευθέρωση πλασ-
µοειδούς πρέπει να εµφανίζεται πριν την έναρξη της ϕάσης αποκατάστασης και όχι
κατά την έναρξή της όπως στο µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος. Από την άλλη µεριά,
το µοντέλο ουδέτερης γραµµής δεν δίνει εξήγηση για τη διάρρηξη του τόξου σέλαος
(auroral-arc breakup) στα χαµηλά πλάτη η οποία συνδέεται µε το στρώµα ϱεύµατος
ακριβώς έξω από τη γεωσύγχρονη τροχιά. Κανένα από τα δύο δεν µπορεί να εξηγή-
σει πώς ολόκληρη η ϕάση εκτόνωσης µπορεί και εµφανίζεται σε κλειστές δυναµικές
γραµµές.

103
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

4.6 Σχέση Καταιγίδας-Υποκαταιγίδας

Οι γεωµαγνητικές καταιγίδες είναι µαγνητικές διαταραχές που οφείλονται σ’ ένα


ενισχυµένο ϱεύµα δακτυλίου γύρω από τη Γη, το οποίο οδηγεί σε µια µείωση της
συνιστώσας H , και των οποίων το µέγεθος εκτιµάται µε ϐάση το δείκτη Dst σε
σχετικώς χαµηλά γεωµαγνητικά πλάτη. Αλλαγές στο µεγάλης κλίµακας, κατεύθυν-
σης ανατολής-δύσης ηλεκτρικό πεδίο µεταφοράς (large-scale, dawn-to-dusk con-
vection electric field) µπορούν να παγιδεύσουν σωµατίδια εντός της γεωστατικής
τροχιάς. Το ηλεκτρικό πεδίο προκαλείται από ένα συνδυασµό της ταχύτητας του
ηλιακού ανέµου και του ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης, µε το δεύτερο να είναι πιο
σηµαντικό. Εποµένως, το Bz του ∆ΜΠ ϱυθµίζει την αύξηση του ϱεύµατος δακ-
τυλίου. Το ϱεύµα δακτυλίου κατά τη διάρκεια µιας καταιγίδας µεταφέρεται κυρίως
από ενεργειακά ιόντα µε ενέργειες άνω των µερικών δεκάδων keV. Αυτά τα ιόντα
προέρχονται από τον ηλιακό άνεµο, αλλά και από την ιονόσφαιρα, καθώς µονοσθενή
οξυγόνα επιταχύνονται στην ιονόσφαιρα µέσω ηλεκτρικών πεδίων σχετιζόµενων µε
υποκαταιγίδες. Οι καταιγίδες είναι συνέπεια µεγάλων περιόδων ∆ΜΠ νότιας κατεύ-
ϑυνσης, που τυπικά εµφανίζεται σε µαγνητικά νέφη του ηλιακού ανέµου, τα οποία
πηγάζουν από µεγάλης κλίµακας στεµµατικές εκτονώσεις µάζας (large-scale coronal
mass ejections, CMEs). Είναι ϕαινόµενα εκτεταµένης διάρκειας µε µια κύρια ϕάση
η οποία διαρκεί από µερικές ώρες έως και µία ηµέρα και µία ϕάση αποκατάστασης
διάρκειας λίγων ωρών έως και µερικών δεκάδων ωρών. Οι παραπάνω διάρκειες, ω-
στόσο, µπορούν να είναι σηµαντικά µεγαλύτερες οδηγώντας σε καταιγίδες διάρκειας
µερικών ηµερών.

΄Οταν ο Akasofu [1964] ξεκίνησε να µελετά τις υποκαταιγίδες, πίστεψε ότι οι


οπτικές και µαγνητικές διαταραχές ήταν µέρος των γεωµαγνητικών καταιγίδων και
ϑεώρησε τις υποκαταιγίδες µέρος της εξέλιξης των καταιγίδων, εξού και το όνοµα
υποκαταιγίδες. Αργότερα τέθηκε υπό αµφισβήτηση εάν η άθροιση ενός αριθµού
υποκαταιγίδων οδηγεί σε καταιγίδα, εφόσον η δραστηριότητα υποκαταιγίδας δεν
οδηγεί αναγκαστικά σε µια καταιγίδα. ΄Οπως περιγράφτηκε παραπάνω, η διαδικασί-
α της καταιγίδας εξαρτάται επίσης από το ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης, εποµένως οι
καταιγίδες εµφανίζονται κατά ϕυσικό τρόπο µαζί µε τις υποκαταιγίδες. Σήµερα η
ϐασική ερώτηση είναι εάν οι εκτινάξεις κατά τη διάρκεια µιας υποκαταιγίδας συνε-
ισφέρουν στο ϱεύµα δακτυλίου ή όχι. Οι υποκαταιγίδες εκτινάσσουν ενεργειακά
σωµατίδια, κυρίως ιόντα, µεταφέροντάς τα στην εσωµαγνητόσφαιρα και εποµένως
ϕαίνεται να είναι µια ϕυσική πηγή για το ϱεύµα δακτυλίου. Ωστόσο, ο δείκτης
Dst και οι εκτινάξεις υποκαταιγίδας δεν ϕαίνεται να συσχετίζονται και ως εκ τούτου
η δραστηριότητα υποκαταιγίδας κατά τη διάρκεια της ϕάσης αποκατάστασης των
καταιγίδων έχει ελάχιστη επίδραση στον δείκτη Dst . Μέχρι στιγµής η ερώτηση
παραµένει αναπάντητη και για τον αναγνώστη που ενδιαφέρεται για το ϑέµα, υπ-
άρχουν δύο κύριες εργασίες ανασκόπησης όσο αφορά τις καταιγίδες και τη σχέση
τους µε τις υποκαταιγίδες [Gonzales et al., 1994· Kamide et al., 1998].

104
4.7. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟŸΙ ΕΠΙԟΑΧΥΝΣΗΣ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ

4.7 Μηχανισµοί Επιτάχυνσης Σωµατιδίων στη Μαγν-


ητόσφαιρα
Τα σωµατίδια µπορούν να επιταχυνθούν µέσω µεγάλης κλίµακας ηλεκτρικών πεδί-
ων. ∆ιαισθητικώς, µια τέτοια επιτάχυνση είναι εύκολο να την κατανοήσουµε όταν
εµφανίζεται παράλληλα στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου. ΄Οταν ϕορτισµένα
σωµατίδια τοποθετούνται σ’ ένα διανυσµατικό ηλεκτρικό πεδίο E, υπόκεινται σε µια
διανυσµατική δύναµη F, η οποία έχει µέγεθος F = qE . ΄Ενα ϕορτισµένο σωµατίδιο
ϑα επιταχυνθεί ή ϑα επιβραδυνθεί εφόσον η δύναµη αυτή είναι παρούσα. Για ευκολί-
α, αυτή η διαισθητικά απλή διαδικασία επιτάχυνσης λόγω παράλληλων ηλεκτρικών
πεδίων αναφέρεται εδώ ως απ’ ευθείας επιτάχυνση λόγω ηλεκτρικού πεδίου.
Ισχυρή επιτάχυνση σωµατιδίων επίσης εµφανίζεται όταν ηλεκτρικά πεδία εφαρ-
µόζονται σε διευθύνσεις κάθετες ως προς σχετικώς ισχυρά µαγνητικά πεδία, µια
διαδικασία η οποία αναφέρεται εδώ ως έµµεση επιτάχυνση λόγω ηλεκτρικού πεδίου.
Η έµµεση επιτάχυνση είναι είτε αδιαβατική είτε µη αδιαβατική. Είναι αδιαβατική
όταν οι χρονικές και χωρικές κλίµακες της επιτάχυνσης είναι µεγάλες σε σχέση
µε τις χρονικές και χωρικές κλίµακες που σχετίζονται µε τις κινήσεις περιστροφής
και αναπήδησης των σωµατιδίων γύρω και κατά µήκος των µαγνητικών δυναµικών
γραµµών. Είναι µη αδιαβατική όταν οι προηγούµενες συνθήκες δεν ικανοποιούνται.
Στην αδιαβατική περίπτωση, η επιτάχυνση των σωµατιδίων είναι σχετικά εύκολο
να προσδιοριστεί. Εντός της σύνθετης γεωµετρίας ενός πραγµατικού µαγνητικού
πεδίου (όπως απαντάται, για παράδειγµα, εντός µιας πλανητικής µαγνητόσφαιρας),
υπάρχουν ολισθήσεις "οδηγούντος κέντρου" (µε διανυσµατικές ταχύτητες WD ) οι
οποίες προκαλούνται από τις ανοµοιογένειες του µαγνητικού πεδίου. Η επιτάχυνση
των σωµατιδίων που προκαλείται από ένα εφαρµοζόµενο ηλεκτρικό πεδίο E είναι
απλά το εσωτερικό γινόµενο : qE · WD . Η διαδικασία αυτή οδηγεί σε µια επιτάχυνση
παράλληλα προς το µαγνητικό πεδίο (επιτάχυνση Fermi) και εγκάρσια προς αυτό
(επιτάχυνση ϐήτατρον, (betatron acceleration)).
Η µη αδιαβατική επιτάχυνση µπορεί να προκαλέσει µία ακόµη πιο ισχυρή εν-
εργοποίηση σωµατιδίων σε σχέση µε την αδιαβατική επιτάχυνση. Εάν το ηλεκτρικό
πεδίο αυξάνει σε χρονικές περιόδους οι οποίες είναι συγκρίσιµες µ’ αυτές που σχετ΄-
ιζονται µε την κίνηση αναπήδησης ή περιστροφής γύρω απ’ το µαγνητικό πεδίο,
τότε η επιτάχυνση παράλληλα ή κάθετα στο µαγνητικό πεδίο µπορεί να είναι πολύ
µεγαλύτερη απ’ αυτήν που επιτυγχάνεται λόγω επιτάχυνσης ϐήτατρον ή επιτάχυνσης
Fermi.
Στο διαστηµικό πλάσµα, τα ηλεκτρικά πεδία στα οποία αναφερθήκαµε στις παρα-
πάνω παραγράφους µπορούν να παραχθούν είτε µέσω διαχωρισµού των ϑετικών από
τ’ αρνητικά ϕορτία ή λόγω δράσης χρονικώς µεταβαλλόµενων µαγνητικών πεδίων
µέσω του νόµου της µαγνητικής επαγωγής του Faraday.

4.7.1 Επιτάχυνση Fermi


Σ’ αυτή την παράγραφο παρουσιάζουµε ένα µηχανισµό επιτάχυνσης τύπου Fermi ο
οποίος είναι ενεργός στο ουδέτερο στρώµα όπου οι µαγνητικές δυναµικές γραµµές
παρουσιάζουν ισχυρή καµπύλωση και το ηλεκτρικό πεδίο είναι παράλληλο προς τη
διεύθυνση της ολίσθησης λόγω καµπύλωσης.

105
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

Η µεταβολή της παράλληλης και κάθετης συνιστώσας της ενέργειας των σωµατιδί-
ων λαµβάνεται λύνοντας τις εξισώσεις της αδιαβατικής κίνησης ϕορτισµένων σωµατιδί-
ων σ’ ένα µαγνητικό πεδίο [Hada et al., 1981],

µ ¶
d²k d 1 2 ∂B
= mυk = −µυk + qE · Wc (4.5)
dt dt 2 ∂s
µ ¶
d²⊥ d 1 2 ∂B
= mυ⊥ = µυk + qE · W∇B (4.6)
dt dt 2 ∂s
όπου ²k και ²⊥ είναι η παράλληλη και η κάθετη ενέργεια, αντίστοιχα, και s το
µήκος τόξου µετρούµενο κατά µήκος της µαγνητικής δυναµικής γραµµής. Τα Wc
και W∇B είναι οι ταχύτητες ολίσθησης λόγω καµπύλωσης και ϐαθµίδας που δί-
νονται από τις σχέσεις (1.104) και (1.105), αντίστοιχα. Οι πρώτοι όροι στα δεξιά
µέλη των (4.5) και (4.6) αντιστοιχούν στη µεταφορά κινητικής ενέργειας µεταξύ της
παράλληλης και της κάθετης διεύθυνσης. Οι δεύτεροι όροι αντιπροσωπεύουν την
επίδραση του ηλεκτρικού πεδίου. Η κινητική ενέργεια στην παράλληλη διεύθυνση
µεταβάλλεται µέσω της σύζευξης του ηλεκτρικού πεδίου µε την ολίσθηση λόγω καµ-
πύλωσης, ενώ η µεταβολή της κάθετης ενέργειας προκαλείται από τη σύζευξη του
ηλεκτρικού πεδίου µε την ολίσθηση λόγω ϐαθµίδας.
Το συνολικό ποσό της ενεργειακής αύξησης καθορίζεται από το E και την απόσταση
ολίσθησης κατά µήκος του E. Εάν υποθέσουµε ότι E = 0.5 mV/m και B = 1 nT
(εντός του ουδετέρου στρώµατος) τα ηλεκτρόνια ϑ’ αυξάνουν την ταχύτητά τους κατά
∼1000 km/sec κάθε ϕορά που ϑα διασχίζουν το ουδέτερο στρώµα [Hada et al.,
1981]. Εάν ϐρίσκονται σε κλειστές δυναµικές γραµµές και οι γωνίες κλίσης τους δεν
είναι και τόσο µικρές ώστε να ϐρεθούν εντός του κώνου διαφυγής, τα επιταχυνόµενα
σωµατίδια αφού ανακλαστούν αναµένεται να επιστρέψουν ξανά στο ουδέτερο στρώµα
για να επιταχυνθούν περαιτέρω. Μετά από µερικές δεκάδες διασχίσεων, οι οποίες
απαιτούν µερικά λεπτά, ηλεκτρόνια µε µια αρχική ενέργεια της τάξεως των 100 eV
ϑ’ αποκτήσουν µια ενέργεια ∼1 keV.
Η εγκυρότητα αυτής της διαδικασίας εξαρτάται από το αν η κίνηση των σωµατιδί-
ων µπορεί να ϑεωρηθεί αδιαβατική, δηλαδή, εάν τα σωµατίδια είναι µαγνητισµένα.
Η ακτίνα Larmor των πρωτονίων είναι µεγάλη σε σχέση µε την κλίµακα µεγέθους
του συστήµατος (σ’ αυτή την περίπτωση, την καµπύλωση των δυναµικών γραµµών),
συνεπώς, η εξίσωση ενέργειας των πρωτονίων δεν µπορεί να εκφραστεί από την (4.5)
ή (4.6). Σ’ αυτή την περίπτωση, τα πρωτόνια ϑερµαίνονται αλλά δεν επιταχύνονται
κατά την παράλληλη διεύθυνση ακόµα και αν οι δυναµικές γραµµές έχουν ισχυρή
καµπύλωση, µε αποτέλεσµα η συνάρτηση κατανοµής των πρωτονίων να παραµένει
ισοτροπική εάν αυτή είναι η κατάστασή της κατά την έναρξη του ϕαινοµένου.
Κοντά στο ουδέτερο στρώµα, όπου το µαγνητικό πεδίο έχει ισχυρή καµπύλωση το
Wc επικρατεί του W∇B και το ²k µπορεί ν’ αυξάνει ταχύτερα απ’ ό,τι το ²⊥ καθώς τα
σωµατίδια ολισθαίνουν κατά µήκος του E, πράγµα το οποίο οδηγεί στην ελάττωση
της γωνίας κλίσης.
Το Σχήµα 4.18 παρουσιάζει ένα απλοποιηµένο µοντέλο του στρώµατος ϱεύµατος,
όπου ϑεωρήσαµε για απλότητα ότι δεν υπάρχει ϐαθµίδα µαγνητικού πεδίου κατά
µήκος της διεύθυνσης x. Τα σωµατίδια που κινούνται κατά µήκος των δυναµικών
γραµµών µε µια παράλληλη ταχύτητα υk ολισθαίνουν στη διεύθυνση y µε µια ταχύτη-
τα ολίσθησης λόγω καµπύλωσης,

106
4.7. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟŸΙ ΕΠΙԟΑΧΥΝΣΗΣ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ

V||+2Ey/B

x 2L
Ey
Current Sheet

V||

Σχήµα 4.18: Απλοποιηµένο µοντέλο ουδετέρου στρώµατος [from Hada et al., 1981].

υk2
Wc ∼ (4.7)
ωc L
και διασχίζουν το στρώµα των ισχυρά καµπυλοµένων δυναµικών γραµµών σε χρόνο,

2L
∆t ∼ (4.8)
υk
όπου το L αντιπροσωπεύει το ηµιπάχος του στρώµατος και το ωc είναι η τοπική
γυροσυχνότητα των σωµατιδίων. Συνεπώς, η αύξηση της υk λόγω µίας διάσχισης
είναι,

qEy Wc 2Ey
∆υk ∼ ∆t ∼ (4.9)
mυk B
τα υk και L δεν εµφανίζονται στην (4.9) που σηµαίνει ότι η επιτάχυνση δεν εξαρτάται
από την ενέργεια του σωµατιδίου αλλά ούτε και από το πάχος του στρώµατος. Η
παραπάνω διεργασία είναι ουσιαστικά µια επιτάχυνση τύπου Fermi λόγω µετακι-
νούµενων µαγνητικών τειχών, όπως µπορεί να ειδωθεί σ’ ένα κινούµενο σύστηµα
συντεταγµένων µε ταχύτητα Ey /B . Σ’ αυτό το σύστηµα συντεταγµένων το ηλεκ-
τρικό πεδίο απαλείφεται αλλά τα σωµατίδια κερδίζουν ποσό ταχύτητας 2Ey /B καθώς
ανακλώνται στις άκρες του στρώµατος.

4.7.2 Επιτάχυνση Βήτατρον


Η επιτάχυνση ϐήτατρον πιστεύεται ότι είναι ένας ενεργός µηχανισµός επιτάχυνσης
κατά τη διάρκεια µαγνητοσφαιρικών υποκαταιγίδων όπου το πεδίο µεταβαίνει από
µια επιµηκυσµένη σε µια διπολική γεωµετρία. Το αιφνίδιο πεδίο, που σχετίζεται µε
τη διαδικασία διπολοποίησης στη µαγνητοουρά και µεταφοράς σωµατιδίων προς τη
Γη, µοντελοποιείται ως ένας διαδιδόµενος προς τη Γη ηλεκτροµαγνητικός παλµός
περιορισµένης ακτινικής και αζιµουθιακής έκτασης ο οποίος αποτελείται από ένα
δυτικής κατεύθυνσης E και ένα σύµφωνο δB [Li et al., 1998· Sarris et al., 2002·
Zaharia et al., 2000]. Το ηλεκτρικό και µαγνητικό πεδίο του παλµού σχετίζονται
µέσω του νόµου του Faraday,

∂ (δB)
= −∇ × E (4.10)
∂t

107
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 4. ΜΑΓΝΗԟΟΣΦΑΙΡΑ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΟΣΦΑΙΡΙΚŸΗ ∆ΥΝΑΜΙʟΗ

z Â0

äÂz

ö ö=0
Earth V0 r

Σχήµα 4.19: Το ηλεκτρικό πεδίο Eϕ και το µαγνητικό πεδίο δBz του διαδιδοµένου προς
τη Γη παλµού. Το B0 είναι το προϋπάρχον µαγνητικό πεδίο (background magnetic field)
[from Zaharia et al., 2000].

Θεωρούµε µόνο σωµατίδια µε γωνία κλίσης 90◦ και υk = 0. Εποµένως, δεν υπάρχει
ολίσθηση λόγω καµπύλωσης.
Το κέρδος στην κάθετη ενέργεια του σωµατιδίου καθώς αυτό κινείται υπό την
επίδραση των ηλεκτροµαγνητικών πεδίων του παλµού δίνεται από την (4.6). Ο
δεύτερος όρος στο δεξιό µέλος της (4.6) καλείται επιτάχυνση ϐήτατρον : ΄Οταν το
οδηγούν κέντρο, λόγω αλληλεπίδρασης µε τον παλµό, ολισθαίνει αδιαβατικά διαµέ-
σου του µαγνητικού πεδίου, εξαιτίας της ολίσθησης E × B, προς την κατεύθυνση
αύξησης του πεδίου (B2 > B1 ), κερδίζει ενέργεια κατά την κάθετη διεύθυνση λόγω
σταθερότητας του µ, η οποία υποδηλώνει,

²⊥2 B2
= (4.11)
²⊥1 B1
Συνεπώς, ²⊥2 > ²⊥1 , που σηµαίνει ότι η µεταβολή στην κάθετη ενέργεια του σωµατιδίου
εξαρτάται µόνο από το µαγνητικό πεδίο της αρχικής και τελικής ϑέσης του σωµατιδίου.

108
Κεφάλαιο 5

Το ΄Οργανο Cluster/RAPID

5.1 Η Αποστολή Cluster


Η αποστολή Cluster αρχικά προτάθηκε το Νοέµβριο του 1982 σε απάντηση της
έκκλησης της ESA για προτάσεις επιστηµονικών αποστολών. Η ιδέα µετεξελίχθηκε
σε πρόταση για τη µελέτη των περιοχών της πολικής χοάνης και της µαγνητοουράς
της γήινης µαγνητόσφαιρας µε µια αποστολή της οποίας η τροχιά ϑα περνούσε
πάνω από τους πόλους. Η ιδέα του Cluster µετατράπηκε σε πρόταση και κατόπιν σε
αποστολή. Το 1996, το Cluster ήταν έτοιµο για εκτόξευση.
Το Cluster ϑα επωφελείτο από µία "δωρεάν" εκτόξευση της πρώτης δοκιµαστικής
πτήσης του πρωτοαναπτυσσόµενου πύραυλου-ϕορέα Ariane-5. Μετά από µερικές
µικρές καθυστερήσεις, ο Ariane-501 απογειώθηκε από το Κούρου, της γαλλικής
Γουιάνας στις 4 Ιουνίου 1996, µεταφέροντας τους 4 δορυφόρους Cluster. ∆υστυχώ-
ς, η πτήση κράτησε µόνο 37 δευτερόλεπτα πριν τα έντονα αεροδυναµικά ϕορτία
προκαλέσουν τη διάρρηξη του ϕορέα και τελικώς την ενεργοποίηση του συστήµατος
αυτόµατης καταστροφής.
Είχε ϕανεί τότε σ’ όλους τους εµπλεκοµένους ότι 10 χρόνια δουλειάς δεν είχαν
οδηγήσει πουθενά. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 1996, αφού λήφθηκαν υπόψιν πιθανοί
τρόποι ανάκτησης τουλάχιστον µερικών από τα µοναδικά στοιχεία της αποστολής,
η ESA αποφάσισε να κατασκευάσει έναν πέµπτο δορυφόρο Cluster. Παίρνοντας
δικαίως το όνοµα "Phoenix", από ένα µυθικό πουλί της Αραβίας το οποίο κάηκε σε
νεκρική πυρρά και κατόπιν ξαναγεννήθηκε από τις στάχτες του, το διαστηµόπλοιο
(spacecraft, SC) αυτό ήταν πανοµοιότυπο µε τα αρχικά διαστηµόπλοια Cluster. Θα
εξοπλιζόταν µε υποσυστήµατα και αντίγραφα των επιστηµονικών οργάνων που είχαν
ετοιµαστεί για την αποστολή Cluster. Νέος εξοπλισµός ϑα κατασκευαζόταν µόνο εάν
κρινόταν αναγκαίο. ΄Εχοντας ως πλεονέκτηµα το υπάρχον υλικό, µαζί µε τη γνώση
και την πείρα από το αρχικό πρόγραµµα, το Phoenix αναµενόταν να ολοκληρωθεί
και να δοκιµασθεί στα µέσα του 1997, µε πιθανή εκτόξευση αργότερα το ίδιο έτος.
Αυτή η ταχεία ανταπόκριση στην αποτυχία εκτόξευσης έδωσε την ευκαιρία για την
ανάπτυξη µιας σε ϐάθος χρόνου στρατηγικής.
Αντιλαµβανόµενοι ότι οι αντικειµενικοί στόχοι της αποστολής Cluster δεν µ-
πορούσαν να επιτευχθούν µε ένα µόνο διαστηµόπλοιο, οι υπεύθυνοι οδηγήθηκαν
σε προτάσεις επανακατασκευής τριών ή τεσσάρων πλήρους µεγέθους σκαφών Clus-
ter παράλληλα µε το Phoenix. Παρόλο που αυτές οι προτάσεις είχαν σηµαντικές
επιπτώσεις στον προϋπολογισµό της ESA, ο οποίος ήταν ήδη πλήρως δεσµευµένος,
έγινε αποδεκτό ότι το κόστος ενός προγράµµατος πλήρους επανακατασκευής ϑα ή-

109
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 5. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ CLUSTER/RAPID

ταν πολύ χαµηλότερο, από τη στιγµή που τα διαστηµόπλοια είχαν περάσει από τον
κύκλο σχεδιασµού, ανάπτυξης και δοκιµής. Ο στόχος ήταν η ολοκλήρωση, ώστε να
είναι διαθέσιµα για τη µελέτη του Ηλίου κατά τη διάρκεια του ηλιακού µεγίστου, το
οποίο αναµενόταν το 2000.
Ο πύραυλος-ϕορέας Ariane-5 ϑεωρείτο πλέον αρκετά δαπανηρός για το πρό-
γραµµα και εκ πρώτης όψεως δεν ϕαινόταν να υπάρχει λύση που να ικανοποιεί το
αυστηρό όριο κόστους που είχε τεθεί από την επιστηµονική επιτροπή του προγράµ-
µατος.
Μόνο την τελευταία στιγµή, το πρωινό της συνάντησης της επιστηµονικής επιτροπής,
η Arianespace πρότεινε την χρησιµοποίηση του ϱωσικού πυραύλου Soyuz για την
εκτόξευση των διαστηµοπλοίων.
Η προκαταρκτική µελέτη έδειξε ότι η απόδοση των Soyuz ήταν αυτό που χρειαζόταν
το Cluster II.
Στις 28 Νοεµβρίου 1997, υπεγράφη το συµβόλαιο παραλαβής των τεσσάρων δι-
αστηµοπλοίων Cluster II µε τη γερµανική εταιρία Prime Contractor Daimler Benz
Aerospace (Dornier), και στις 24 Ιουλίου 1998, υπεγράφη µε τη Starsem, µια ευρ-
ωρωσική επιχείρηση µεταξύ των Aerospatiale, Arianespace, Russian Space Agency
και Samara Space Center, το συµβόλαιο για την εκτόξευση. ΄Οταν το πρώτο Soyuz
απογειώθηκε από το κοσµοδρόµιο Baikonur στο Καζακστάν στις 16 Ιουλίου του
2000, το Cluster αναγεννιώταν από τις στάχτες του. Ωστόσο, το Cluster ξαναµπήκε
στη σωστή πορεία µετά την εκτόξευση και του δεύτερου Ϲευγαριού διαστηµοπλοίων
η οποία έγινε στις 9 Αυγούστου του 2000.
Τα τέσσερα διαστηµόπλοια και τα όργανα λειτουργούν τώρα σύµφωνα µε τον ονο-
µαστικό τρόπο λειτουργίας τους. Οι µεγαλύτεροι ελιγµοί που πραγµατοποιήθηκαν
στα Cluster εκτελέστηκαν µε επιτυχία τον Ιούλιο-Αύγουστο του 2005. Τα διαστηµό-
πλοια απέκτησαν τη µεγαλύτερη απόσταση µεταξύ τους, της τάξεως των 10000 km,
µετά από µια σειρά 49 πολύπλοκων ελιγµών µέσω συνεχών πυροδοτήσεων για 21
συνεχείς ώρες. Τα διαστηµόπλοια έχουν τώρα µια µεγάλης κλίµακας γεωµετρική
διευθέτηση µε τα τρία διαστηµόπλοια (C1, C2, C3) στα 10000 km και τα 2 διαστη-
µόπλοια (C3, C4) στα 1000 km.
Η αρχική διάρκεια Ϲωής για την αποστολή Cluster ήταν από το Φλεβάρη του 2001
µέχρι το ∆εκέµβρη του 2005. Ωστόσο, στις 10 Φεβρουαρίου 2005, η επιστηµονική
επιτροπή προγραµµάτων της ESA ενέκρινε οµοφώνως την επέκταση της αποστολής
Cluster, µεταφέροντας την ηµεροµηνία τερµατισµού της αποστολής από το ∆εκέµβρη
του 2005 στο ∆εκέµβρη του 2009.

5.2 Επιστηµονικοί Στόχοι


Οι στόχοι της αποστολής Cluster II είναι πανοµοιότυποι µ’ εκείνους της αρχικής
αποστολής Cluster που καταστράφηκε τον Ιούνιο του 1996 και τα επιστηµονικά
όργανα παραµένουν τα ίδια. Η αποστολή Cluster II πραγµατοποιεί µια επιτόπια
έρευνα της µαγνητόσφαιρας της Γης και του κοντινού προς τη Γη προσήλιου ηλι-
ακού ανέµου χρησιµοποιώντας τέσσερα πανοµοιότυπα διαστηµόπλοια. Επιτρέπει
τον ακριβή καθορισµό τρισδιάστατων και χρονικώς µεταβαλλόµενων ϕαινοµένων και
κάνει δυνατό το διαχωρισµό µεταξύ χωρικών και χρονικών µεταβολών.
Πετώντας σε σχηµατισµό τετραέδρου (τριγωνική πυραµίδα), τα τέσσερα διαστηµό-
πλοια συλλέγουν λεπτοµερή δεδοµένα για τις µικρής κλίµακας αλλαγές στον κοντινό

110
5.2. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟŸΙ ΣԟΟΧΟΙ

Σχήµα 5.1: Αναπαράσταση της µαγνητόσφαιρας της Γης µε τα Cluster να έχουν µια ελλειπ-
τική πολική τροχιά µε περίγειο στις ∼19000 km και απόγειο στις ∼119000 km, ενώ η
τροχιακή περίοδος είναι ∼57 ώρες.

προς τη Γη διαστηµικό χώρο και για την αλληλεπίδραση µεταξύ των ϕορτισµένων
σωµατιδίων του ηλιακού ανέµου µε τη γήινη ατµόσφαιρα. Αυτό επιτρέπει στους
επιστήµονες να κατασκευάσουν ένα τρισδιάστατο µοντέλο της µαγνητόσφαιρας και
να κατανοήσουν καλύτερα τις διεργασίες που λαµβάνουν χώρα στο εσωτερικό της.
Οι περιοχές που ερευνώνται είναι κυρίως,

• Ο ηλιακός άνεµος και το κρουστικό µέτωπο

• Η µαγνητόπαυση

• Οι πολικές χοάνες

• Η µαγνητοουρά

• Οι Ϲώνες σέλαος

Αυτοί οι επιστηµονικοί στόχοι επιτυγχάνονται µε την τοποθέτηση των τεσσάρων πανοµοιό-


τυπων διαστηµοπλοίων σε µια πολική τροχιά 4♣19.6 (περίγειο♣απόγειο) γήινων ακ-
τίνων. Το επίπεδο της τροχιάς είναι σταθερό σε σχέση µε τον αδρανειακό χώρο. Η
Γη, εποµένως, µαζί µε τη µαγνητόσφαιρα της σαρώνει αυτό το επίπεδο, επιτρέποντας
µια ολική σάρωση 360◦ της µαγνητόσφαιρας κάθε χρόνο.

111
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 5. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ CLUSTER/RAPID

Σχήµα 5.2: Εξέλιξη της τροχιάς µετά την επέκταση της αποστολής. Σύγκριση της τροχιάς
των Cluster το 2009 (έντονη γραµµή) και το 2001 (διακεκοµµένη γραµµή). Στη νυχτερινή
πλευρά, το 2009 η τροχιά ϑα περνά µέσω της περιοχής διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος της
ουράς.

Σχήµα 5.3: ∆ιαστηµόπλοιο Cluster µε πτυσσόµενους ϐραχίονες.

5.3 Τα ∆ιαστηµόπλοια
Τα διαστηµόπλοια Cluster µοιάζουν µε γιγαντιαία "Lego", απαρτιζόµενα από χιλ-
ιάδες µεµονωµένα κοµµάτια. Κάθε ένα απ’ αυτά έχει σχήµα γιγάντιου δίσκου, ύψ-
ους 1.3 µέτρων και διαµέτρου 2.9 µέτρων µε έναν κύλινδρο στο κέντρο (Σχήµα 5.3).
΄Εξι σφαιρικές δεξαµενές καυσίµων ϐρίσκονται τοποθετηµένες στο εξωτερικό αυ-

112
5.4. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ RAPID

Σχήµα 5.4: Φωτογραφία του οργάνου RAPID. Τα συστήµατα αισθητήρων IIMS και IES
είναι στην αριστερή και δεξιά πλευρά, αντίστοιχα.

τού του κεντρικού κυλίνδρου. Το ϐάρος του καυσίµου που περιέχουν είναι περισ-
σότερο απ’ το µισό του ϐάρους εκτόξευσης του κάθε διαστηµοπλοίου. Το περισσότερο
καύσιµο καταναλώθηκε αµέσως µετά την εκτόξευση και σε σύνθετους ελιγµούς γι-
α την επίτευξη των σωστών τροχιών. Επίσης, κάθε διαστηµόπλοιο µεταφέρει οκτώ
προωθητήρες για τυχόν αλλαγές στην τροχιά.
Γύρω από τον κεντρικό κύλινδρο ϐρίσκεται η πλατφόρµα του κύριου εξοπλισµού.
Η ηλεκτρική ισχύς προέρχεται από έξι καµπυλοµένα ηλιακά πάνελ τοποθετηµένα
γύρω από το εξωτερικό της πλατφόρµας. Πέντε µπαταρίες χρησιµοποιούνται γι-
α τροφοδοσία κατά τη διάρκεια των τετράωρων εκλείψεων, όταν τα διαστηµόπλοια
εισέρχονται στη σκιά της Γης.
Ραβδωτοί ϐραχίονες άνοιξαν µόλις τα Cluster µπήκαν σε τροχιά. Υπάρχουν δύο
κεραίες για επικοινωνίες, δύο αισθητήρες και τέσσερις συρµάτινοι ϐραχίονες που
άρχισαν να λειτουργούν όταν τα διαστηµόπλοια ξεκίνησαν να περιστρέφονται. Τα
παραπάνω µετρούν τα µεταβαλλόµενα ηλεκτρικά και µαγνητικά πεδία γύρω από
κάθε διαστηµόπλοιο.

5.4 Το ΄Οργανο RAPID


Το αρκτικόλεξο "RAPID" σηµαίνει "Research with Adaptive Particle Imaging Detec-
tors". Το ϕασµατόµετρο RAPID της αποστολής Cluster είναι ένας προχωρηµένης
τεχνολογίας ανιχνευτής σωµατιδίων για την ανάλυση κατανοµών υπέρθερµου πλάσ-
µατος στο ενεργειακό εύρος 20-400 keV για τα ηλεκτρόνια, 40-1500 keV για τα
πρωτόνια και 10 keV/nuc-1500 keV/nuc για τα ϐαρύτερα ιόντα. Νέες τεχνικές
ανίχνευσης επιτρέπουν τη µέτρηση γωνιακών κατανοµών σ’ ένα εύρος πολικής γ-
ωνίας 180◦ και για τους δύο τύπους σωµατιδίων. Η αρχή ανίχνευσης των ιόντων
στηρίζεται σε µια διδιάστατη ανάλυση της ταχύτητας και της ενέργειας των σωµατιδί-

113
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 5. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ CLUSTER/RAPID

Σχήµα 5.5: Σχηµατικό διάγραµµα του ϕασµατόµετρου IES, όπου ϕαίνονται τα συστή-
µατα ανίχνευσης σωµατιδίων τα οποία αποτελούνται από µικροταινιακούς ανιχνευτές και
προχωρηµένης τεχνολογίας Ι/Ο ολοκληρωµένα κυκλώµατα.

Σχήµα 5.6: Η αρχή στην οποία στηρίζεται ο αισθητήρας IES. Οι πολλαπλές κατευθύνσεις
ανίχνευσης επιτυγχάνονται χρησιµοποιώντας µία µοναδική κεφαλή ανιχνευτή µε πολλαπλά
στοιχεία τοποθετηµένα πίσω από µια σχισµή.

ων. Τα ηλεκτρόνια αναγνωρίζονται µέσω της σχέσης ενεργειακού εύρους [Wilken


et al., 1997].

114
5.5. ΥΠΟΛΟΓΙΣ̟ΟΣ ΓΩ͟ΙΑΣ Κ˟ΙΣΗΣ

5.4.1 Το Σύστηµα Ανίχνευσης RAPID/IES


Τα ηλεκτρόνια µε ενέργεια από 20 keV µέχρι 400 keV καταµετρώνται µε τη ϐοήθεια
του νέου ϕασµατόµετρου απεικόνισης ηλεκτρονίων (Imaging Electron Spectrometer
(IES)). Ανεπτυγµένης τεχνολογίας µικροταινιακοί ανιχνευτές στερεάς κατάστασης οι
οποίοι έχουν µια επίπεδη επιφάνεια 0.5 cm × 1.5 cm µε τρία ξεχωριστά στοιχεία
σχηµατίζουν το επίπεδο απεικόνισης γα τα τρία συστήµατα "σχισµής". Κάθε σύστη-
µα διαιρεί ένα τµήµα 60◦ σε 3 γωνιακά διαστήµατα. Μία σχηµατική απεικόνιση
της τοµής ενός συστήµατος "σχισµής" IES παρουσιάζεται στο Σχήµα 5.6. Τρεις απ’
αυτούς τους ανιχνευτές διευθετηµένοι όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 5.5 προσφέρουν
µετρήσεις ηλεκτρονίων σ’ ένα 180◦ πολικό εύρος γωνιών. Τα στερεάς κατάστασης σ-
τοιχεία πάχους 800 µικρών εµφυτευµένα µε ιόντα επικαλύπτονται µ’ ένα 450 µg cm−2
(Si) παράθυρο απορρόφησης το οποίο αναχαιτίζει ιόντα µε ενέργεια µέχρι και 350
keV, µέσω της εξαρτώµενης από τη µάζα σχέσης ενεργειακού εύρους.

5.5 Υπολογισµός Γωνίας Κλίσης


Σ’ αυτή την παράγραφο συζητάµε µερικά γεωµετρικά χαρακτηριστικά αναγκαία για
τον υπολογισµό της γωνίας κλίσης των ενεργειακών ηλεκτρονίων. Κατόπιν, αυτές
οι γωνίες κλίσης αποτυπώνονται πάνω στις 3D κατανοµές ηλεκτρονίων µε τη µορφή
καµπυλών, όπως ϑα δούµε στα επόµενα δύο κεφάλαια.
Τα δεδοµένα ηλεκτρονίων που λαµβάνονται από το RAPID/IES του Cluster ταξ-
ινοµούνται µε ϐάση διευθύνσεις ως προς ένα σύστηµα συντεταγµένων ακίνητο ως
προς το διαστηµόπλοιο. Υπάρχουν 16 τοµείς περιστροφής (Σχήµα 5.7) αριθµηµένοι
από 0 µέχρι 15 και 9 πολικά τµήµατα αριθµηµένα από 0 µέχρι 8 (Σχήµα 5.8).
Ωστόσο, για τον υπολογισµό της γωνίας κλίσης, είναι αναγκαίο να έχουµε αυτές
τις κατευθύνσεις σε συντεταγµένες Geocentric Solar Ecliptic (GSE) διότι σ’ αυτό το
σύστηµα αναφοράς δίνονται τα δεδοµένα µαγνητικού πεδίου. Ο στόχος µας είναι
να καθορίσουµε τις ακριβείς GSE συντεταγµένες καθενός διανύσµατος που προσ-
διορίζει καθένα από τα 16×9=144 στοιχειώδη παράθυρα που απαρτίζουν την IES
µοναδιαία σφαίρα, η οποία σχηµατίζεται σε κάθε περιστροφή του διαστηµοπλοίου (4
δευτερόλεπτα). Το κλειδί στην όλη διαδικασία είναι ένας πίνακας µετασχηµατισµού
ο οποίος εξάγεται από πληροφορίες για τη συµπεριφορά των δορυφόρων και από
δεδοµένα της κατάστασης που ϐρίσκεται το RAPID (housekeeping data) τα οποία
χρησιµοποιούνται για τον καθορισµό του αρχικού τοµέα ως προς τον ηλιακό παλµό
(Σχήµα 5.7). Αυτός ο πίνακας µετασχηµατισµού εγγράφεται σε όλα τα αρχεία δε-
δοµένων (science files (*.SCI)) και προσφέρει την πιο ακριβή µετατροπή σε GSE.

5.5.1 Μετασχηµατισµός από το Σύστηµα του RAPID στο Σύστη-


µα GSE
Ας ορίσουµε το σύστηµα συντεταγµένων του RAPID ως προς τα µοναδιαία διανύσ-
µατα û κατά µήκος του τοµέα 0, υ̂ κατά µήκος του τοµέα 4 και ŵ κατά µήκος
του άξονα περιστροφής. Η κατεύθυνση προσανατολισµού καθενός από τα 144 σ-
τοιχειώδη παράθυρα στα οποία διαιρείται η µοναδιαία σφαίρα είναι ένα µοναδιαίο
διάνυσµα,

115
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 5. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ CLUSTER/RAPID

^
õ

^
u

Σχήµα 5.7: Τοµεοποίηση του επιπέδου περιστροφής του RAPID ως προς τον ΄Ηλιο· ο άξονας
περιστροφής δείχνει προς τον νότιο GSE πόλο, οπότε αυτό το σχήµα είναι ουσιαστικά όπως
ϕαίνεται από το νότιο πόλο [from Daly, 2004].

V = αû + bυ̂ + cŵ (5.1)

όπου,

µ ¶ µ ¶
π·d ◦ 2π · s ◦
α = sin + 10 cos + 11.25
9 16
µ ¶ µ ¶
π·d ◦ 2π · s ◦
b = sin + 10 sin + 11.25 (5.2)
9 16
µ ¶
π·d ◦
c = cos + 10
9

Το d είναι η πολική κατεύθυνση και λαµβάνει τιµές από 0 έως 8, ενώ το s συµβολίζει
τον τοµέα και παίρνει τιµές από 0 µέχρι 15.
Ο πίνακας µετασχηµατισµού αποτελείται από 9 τιµές (3 σε κάθε γραµµή). Οι
3 τιµές σε κάθε γραµµή µπορούν να ϑεωρηθούν ως οι συνιστώσες καθενός από τα
GSE µοναδιαία διανύσµατα x̂, ŷ, ẑ στο σύστηµα συντεταγµένων του RAPID. Η x
συνιστώσα του V στο σύστηµα GSE δίνεται από,

116
5.5. ΥΠΟΛΟΓΙΣ̟ΟΣ ΓΩ͟ΙΑΣ Κ˟ΙΣΗΣ

^
w

Σχήµα 5.8: Πολικά τµήµατα του IES, σε σχέση µε τον άξονα περιστροφής του διαστηµο-
πλοίου, ο οποίος ουσιαστικά δείχνει προς το νότιο GSE πόλο [from Daly, 2004].

V · x̂gse = αû · x̂gse + bυ̂ · x̂gse + cŵ · x̂gse


(5.3)
= αM11 + bM12 + cM13

και ούτω καθεξής για τις υπόλοιπες συνιστώσες. Η παραπάνω διαδικασία συνοψίζεται
ως εξής,
  
M11 M12 M13 α
Vgse 
= M21 M22 M23   b (5.4)
M31 M32 M33 c
ή γενικά,

Vgse = M · Vrap (5.5)


Οι γραµµές του M είναι τα GSE µοναδιαία διανύσµατα σε RAPID συντεταγµένες,
ενώ οι στήλες είναι τα RAPID µοναδιαία διανύσµατα û, υ̂, ŵ σε GSE συντεταγµένες.
Συγκεκριµένα, η 3η στήλη (η 3η, η 6η και η 9η τιµή) είναι ο άξονας περιστροφής
σε GSE. Ιδανικά, αυτή ϑα έπρεπε να είναι (0, 0, −1) εάν ο άξονας έδειχνε ακριβώς
προς την κατεύθυνση του νότιου GSE πόλου.
Μετά το µετασχηµατισµό καθενός από τα 144 διανύσµατα προσανατολισµού από
το σύστηµα συντεταγµένων του RAPID στο σύστηµα GSE µε τη ϐοήθεια του πίνακα

117
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 5. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ CLUSTER/RAPID

µετασχηµατισµού, ο υπολογισµός των γωνιών κλίσης είναι σχετικά απλός. Για κάθε
περιστροφή υπολογίζουµε το εσωτερικό γινόµενο και την αντίστοιχη γωνία µεταξύ
των 144 κατευθύνσεων προσανατολισµού-ορισµένων πλέον στο σύστηµα GSE-και
του διανύσµατος του µαγνητικού πεδίου (δοσµένο σε GSE). Η γωνία κλίσης είναι η
παραπληρωµατική γωνία της γωνίας του εσωτερικού γινοµένου.

5.6 ΄Αλλα ΄Οργανα του Cluster


Παράλληλα µε το RAPID, σ’ αυτή τη δουλειά χρησιµοποιούνται δεδοµένα και από
τα πειράµατα FGM, CIS, EFW και STAFF.

Το Fluxgate Μαγνητόµετρο (Fluxgate Magnetometer (FGM))


Καθένα από τα διαστηµόπλοια Cluster µεταφέρει ένα πανοµοιότυπο όργανο FG-
M (Fluxgate Μαγνητόµετρο) για τη µέτρηση του µαγνητικού πεδίου [Balogh et al.,
1997]. Κάθε όργανο, µε τη σειρά του, αποτελείται από δύο fluxgate µαγνητόµε-
τρα τριών αξόνων και µία µονάδα επεξεργασίας δεδοµένων. Για την ελαχιστοποίηση
του µαγνητικού ϑορύβου του διαστηµοπλοίου, ένας από τους αισθητήρες του µαγν-
ητοµέτρου (ο εξωτερικός (outboard) ή αισθητήρας ΟΒ) είναι τοποθετηµένος στο πέρ-
ας ενός εκ των δύο ακτινικών ϐραχιόνων του διαστηµοπλοίου µήκους 5.2 m, ενώ ο
δεύτερος (ο εσωτερικός (inboard) ή ΙΒ αισθητήρας), 1.5 m πριν το πέρας του ϐραχίον-
α. Εν πτήσει, καθένας από τους δύο αισθητήρες µπορεί να λειτουργήσει ως ο Κύριος
Αισθητήρας (Primary Sensor) για τη συλλογή των δεδοµένων του κύριου καναλιού
των διανυσµάτων του µαγνητικού πεδίου. Στη προεπιλεγµένη κατάσταση, ως Κύριος
Αισθητήρας χρησιµοποιείται ο ΟΒ αισθητήρας. Οι τρεις συνιστώσες του διανύσµατος
του µαγνητικού πεδίου που µετρώνται από τον Κύριο Αισθητήρα δειγµατολειπτούνται
µ’ ένα σταθερό ϱυθµό 201.75 Hz, κατόπιν ϕιλτράρονται ψηφιακά για να συνδυασ-
τούν µε το ϱυθµό µετάδοσης, σύµφωνα µε τις καταστάσεις λειτουργίας του οργάνου
και το ϱυθµό τηλεµετρίας του. Στην παρούσα εργασία έχουµε χρησιµοποιήσει ένα
ϱυθµό 0.25 Hz (1 διάνυσµα µαγνητικού πεδίου ανά περιστροφή).

Το Φασµατόµετρο Ιόντων του Cluster (Cluster Ion Spectrometry


(CIS))
Το πείραµα ϕασµατοµέτρου ιόντων του Cluster [Rème et al., 1997] είναι ένα πακέ-
το ϕασµατοµετρίας ιοντικού πλάσµατος των τεσσάρων διαστηµοπλοίων Cluster µε
ικανότητα λήψης πλήρων τρισδιάστατων ιοντικών κατανοµών µε καλή χρονική ανάλυση
(κάθε µία περιστροφή) και µε δυνατότητα καθορισµού της σύνθεσης µάζας ανά
ϕορτίο. Εφόσον οι επιστηµονικοί στόχοι δεν µπορούν να επιτευχθούν µε ένα µόνο
αισθητήρα, το πακέτο CIS αποτελείται από δύο διαφορετικά όργανα, έναν Αναλυτή
Θερµών Ιόντων (Hot Ion Analyser (HIA)) και ένα όργανο που ϐασίζεται στη Συνάρτηση
Κατανοµής ιοντικής Σύνθεσης (time-of-flight ion Composition Distribution Function
(CODIF)).
Το όργανο CODIF είναι ένα ϕασµατόµετρο υψηλής ευαισθησίας µε δυνατότητα
αναγνώρισης µάζας και ένα στιγµιαίο 360◦ × 8◦ πεδίο λήψης για την καταγραφή

118
5.6. ŸΑΛΛΑ ŸΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ CLUSTER

πλήρων τρισδιάστατων συναρτήσεων κατανοµής των κύριων ιόντων (αυτών που συνε-
ισφέρουν περισσότερο στη συνολική πυκνότητα µάζας του πλάσµατος) σε µία περίοδο
περιστροφής του διαστηµοπλοίου (4 δευτερόλεπτα). Τυπικά τα ιόντα αυτά είναι H+ ,
He+ , He++ και O+ , µε ενέργειες µεταξύ ∼0-40 keV/e.
Το πείραµα Ανάλυσης Θερµών Ιόντων δεν προσφέρει διαχωρισµό µάζας αλλά
έχει δύο τµήµατα λήψης, εύρους 180◦ , διαφορετικής ευαισθησίας. Για κάθε τµή-
µα ευαισθησίας, µια πλήρης 4π σάρωση στερεάς γωνίας ολοκληρώνεται σε κάθε
περιστροφή του διαστηµοπλοίου (4 δευτερόλεπτα) δίνοντας µια πλήρη τρισδιάστατη
κατανοµή των ιόντων στο ενεργειακό εύρος ∼5 eV/e-32 keV/e.

Ηλεκτρικό Πεδίο και Κύµατα (Electric Field and Waves (EFW))


Το όργανο EFW [Gustafsson et al., 1997] είναι µέρος της Κοινοπραξίας Πειραµάτων
για τα Κύµατα (Wave Experiment Consortium (WEC)). Αποτελείται από τέσσερις σ-
ϕαιρικούς ανιχνευτές διαµέτρου 8 εκατοστών, οι οποίοι ϐρίσκονται στα άκρα συρ-
µάτινων ϐραχιόνων µήκους 42.5 µέτρων (88 m απ’ άκρη σ’ άκρη) στο επίπεδο περι-
στροφής των διαστηµοπλοίων. Η κύρια παράµετρος ηλεκτρικού πεδίου που χρησι-
µοποιήσαµε σ’ αυτή τη δουλειά είναι η συνιστώσα του ηλεκτρικού πεδίου στο επίπεδο
περιστροφής, κάθετη στον GSE x άξονα και ϑετική προς τη δύση. Εφόσον το επίπεδο
περιστροφής των διαστηµοπλοίων ταυτίζεται σχεδόν µε το εκλειπτικό επίπεδο, η διεύ-
ϑυνση αυτής της παραµέτρου σχεδόν ταυτίζεται µε τον GSE y άξονα. ΄Οπως και στα
υπόλοιπα πειράµατα, η χρονική ανάλυση είναι 4 δευτερόλεπτα.

Χωροχρονική Ανάλυση ∆ιακυµάνσεων Πεδίου (Spatiotemporal


Analysis of Field Fluctuations (STAFF))
Το πείραµα STAFF [Cornilleau-Wehrlin et al., 1997] είναι ένα από τα πέντε πειρά-
µατα τα οποία απαρτίζουν την Κοινοπραξία Πειραµάτων για τα Κύµατα του Cluster
(Cluster Wave Experiment Consortium (WEC, [Pedersen et al., 1997])). Το STAFF
αποτελείται από ένα µαγνητόµετρο πηνίου τριών αξόνων συνδεδεµένο µε µια µονάδα
επεξεργασίας. Η µονάδα επεξεργασίας χωρίζεται σε δύο µέρη, τον αναλυτή κυµατο-
µορφής (waveform analyser) ο οποίος καταγράφει την κυµατοµορφή κάθε µιας
συνιστώσας του µαγνητικού πεδίου για συχνότητες µέχρι και 10 Hz (180 Hz στο
γρήγορο ϱυθµό) και τον Αναλυτή Φάσµατος (Spectrum Analyser). Ο τελευταίος συν-
δυάζει τις 3 µαγνητικές συνιστώσες των κυµάτων µε τις δύο ηλεκτρικές συνιστώσες
που καταµετρώνται από το πείραµα EFW για να υπολογίσει σε πραγµατικό χρόνο
τον 5×5 Ερµιτιανό πίνακα ϕάσµατος σε 27 συχνότητες κατανεµηµένες λογαριθµικά
στο εύρος συχνοτήτων µεταξύ 8 Hz και 4 kHz. ΄Ολα τα κανάλια δειγµατολειπτούνται
ταυτόχρονα και ο χρόνος ολοκλήρωσης για κάθε κανάλι είναι ίδιος µε τη χρονική
ανάλυση του πειράµατος, η οποία κυµαίνεται µεταξύ 0.125 sec και 4 sec, µε ϐάση
το ϱυθµό λειτουργίας.

Πείραµα Πλάσµατος Ηλεκτρονίων και Ρεύµατος (Plasma Elec-


tron and Current Experiment (PEACE))
Το πείραµα Πλάσµατος Ηλεκτρονίων και Ρεύµατος (PEACE) [Johnstone et al., 1997]
των διαστηµοπλοίων Cluster αποτελείται από δύο αισθητήρες, τον Αναλυτή Ηλεκ-

119
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 5. ΤΟ ŸΟΡΓΑΝΟ CLUSTER/RAPID

τρονίων Υψηλής Ενέργειας (High Energy Electron Analyser (HEEA)) και τον Αναλυτή
Ηλεκτρονίων Χαµηλής Ενέργειας (Low Energy Electron Analyser (LEEA)), οι οποίοι
είναι τοποθετηµένοι αντιδιαµετρικά µεταξύ τους. Είναι σχεδιασµένοι να µετρούν τις
τρισδιάστατες κατανοµές ταχύτητας των ηλεκτρονίων στο εύρος από 0.6 eV µέχρι
∼26 keV κατά τη διάρκεια µιας περιστροφής του διαστηµοπλοίου (4 δευτερόλεπ-
τα). Στον κανονικό ϱυθµό λειτουργίας, ο αισθητήρας HEEA µετρά στο εύρος από
35 eV µέχρι 26 keV και ο LEEA µετρά στο εύρος από 0.6 eV µέχρι 1 keV, παρόλο
που και οι δύο µπορούν να ϱυθµιστούν ώστε να καλύψουν οποιαδήποτε Ϲώνη του
ενεργειακού εύρους.

120
Κεφάλαιο 6

Ταυτοποίηση ενός Νέου Πληθυσµού


Ενεργειακών Ηλεκτρονίων στη
Μαγνητοουρά της Γης υπό το
Πλαίσιο ενός Βελτιωµένου
Μοντέλου για Υποκαταιγίδες

6.1 Περίληψη
Ενεργειακά ηλεκτρόνια µε γωνία κλίσης 90 µοιρών παρατηρήθηκαν στη µαγνητοουρά
στις ∼19 R E κοντά στο µεσονύχτιο µεσηµβρινό κατά τη διάρκεια της ϕάσης αποκατάσ-
τασης ενός ϕαινοµένου υποκαταιγίδας στις 27 Αυγούστου του 2001 [Baker et al.,
2002]. Στηριζόµενοι σε εικόνες σέλαος οι Baker et al. [2002] τοποθέτησαν τη ϕάση
εκτόνωσης της υποκαταιγίδας µεταξύ ∼04:06:16 και ∼04:08:19 UT. Η ενίσχυση της
έντασης των ηλεκτρονίων κάθετα στο περιβάλλον µαγνητικό πεδίο σηµειώθηκε όταν
τα διαστηµόπλοια Cluster ϐρίσκονταν σε κλειστές δυναµικές γραµµές στο κεντρικό
στρώµα πλάσµατος προσεγγίζοντας το ουδέτερο στρώµα. Μετρήσεις µαγνητικού
πεδίου και ενεργειακών σωµατιδίων χρησιµοποιήθηκαν από ένα αριθµό δορυφόρων
για τον καθορισµό της πηγής και της επακόλουθης εµφάνισης αυτών των ηλεκ-
τρονίων στη ϑέση των Cluster. Βρέθηκε ότι ∼7.5 λεπτά µετά το σχηµατισµό µιας
X γραµµής παρατηρούµενης από τα Cluster [Baker et al., 2002], έλαβε χώρα ένα
ϕαινόµενο διάρρηξης ϱεύµατος εντός της γεωσύγχρονης τροχιάς το οποίο επακολού-
ϑως εξαπλώθηκε τόσο αζιµουθιακά όσο και ακτινικά προς την ουρά προκαλώντας τη
δηµιουργία παράλληλων ϱευµάτων και το σχηµατισµό ενός σφηνοειδούς συστήµα-
τος ϱευµάτων. Προτείνεται ένα σενάριο σύνθεσης µεταξύ της επανασύνδεσης στην
µαγνητοουρά και της διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατός της για την εξήγηση της
γενικής διεργασίας έναρξης µιας υποκαταιγίδας : ΄Οταν µια ταχεία ϱοή πλάσµατος
µε µαγνητικό πεδίο ϐόρειας κυρίως κατεύθυνσης που έχει δηµιουργηθεί στη µαγν-
ητοουρά λόγω επανασύνδεσης ξαφνικά επιβραδύνεται στην εσωτερική πλευρά του
στρώµατος πλάσµατος, συµπιέζει τους πληθυσµούς πλάσµατος προς την πλευρά της
Γης µεταβάλλοντας δυναµικά τη µαγνητική συνιστώσα Bz στο στρώµα ϱεύµατος. Η
παραπάνω διεργασία προσφέρει την ικανή και αναγκαία συνθήκη για την έναρξη
της κινητικής αστάθειας KCSI/CFCI (kinetic cross-field streaming/current instabil-

121
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

ity) [Lui et al., 1990, 1991b]. Μόλις η ιονοσφαιρική αγωγιµότητα αυξηθεί πάνω
από ένα συγκεκριµένο κατώφλι, έχουµε ισχυρή ενίσχυση της δέσµης ϱευµάτων σέ-
λαος (auroral electrojet) [Σχήµα 2 στην εργασία των Baker et al., 2002], η οποία
οδηγεί στο σχηµατισµό του σφηνοειδούς συστήµατος ϱευµάτων υποκαταιγίδας και
στη διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου. Αυτό το σενάριο για τις υποκαταιγίδες
συνδυάζει τα µοντέλα NENL και CD για να εξηγήσει την έναρξη των υποκαταιγίδ-
ων τουλάχιστον κατά τη διάρκεια σταθερού ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης. Βάσει των
παρατηρήσεων οδηγούµαστε στο συµπέρασµα ότι η ανισοτροπική ενίσχυση στη ϱοή
των ηλεκτρονίων που παρατηρείται από τα Cluster δεν σχετίζεται µ’ ένα µηχανισµό
επιτάχυνσης που πηγάζει από το σχηµατισµό µιας X γραµµής στην ουρά. Μάλ-
λον αυτά τα σωµατίδια παράγονται στο δυτικό µαγνητοσφαιρικό τοµέα εξαιτίας της
αζιµουθιακής και ακτινικής προς την ουρά εξάπλωσης µιας περιοχής διάρρηξης ϱεύ-
µατος και στη συνέχεια εµφανίζονται στη ϑέση των Cluster χωρίς εµφανή διασπορά
ενέργειας [Vogiatzis et al., 2005].

6.2 Εισαγωγή
΄Ενα από τα ϐασικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται µε τις υποκαταιγίδες στην πλη-
σίον της Γης µαγνητοουρά είναι η εκτίναξη ενεργειακών σωµατιδίων και πλάσµατος
[Baker, 1984]. Η επαναδιάταξη του µαγνητικού πεδίου στη γεωσύγχρονη τροχιά
και η εκτίναξη σωµατιδίων είναι ϕαινόµενα που λαµβάνουν χώρα κατά την έναρξη
της ϕάσης εκτόνωσης µιας υποκαταιγίδας και σχετίζονται µε τη διάρρηξη του κάθε-
του ϱεύµατος της ουράς και της εκτροπής του στην ιονόσφαιρα µέσω των ϱευµάτων
Birkeland για το σχηµατισµό του σφηνοειδούς συστήµατος ϱευµάτων υποκαταιγί-
δας [McPherron et al., 1973]. Παρόλο που τα ιόντα µεταφέρουν το µεγαλύτερο
µέρος του κάθετου ϱεύµατος, οι ϕορείς των παράλληλων ϱευµάτων έχει ϐρεθεί να
είναι ενεργειακά ή του στρώµατος πλάσµατος ηλεκτρόνια. Ο Kaufmann [1987] έχει
προτείνει ότι η εκτροπή στην ιονόσφαιρα µόνο του κάθετου ϱεύµατος ηλεκτρονί-
ων ϑα ήταν αρκετή να προκαλέσει την έναρξη της κατάρρευσης της επιµηκυσµένης
γεωµετρίας της ουράς. Επιπρόσθετα, ο Jacquey et al. [1991] πρότεινε ότι η εξάπλω-
ση της δέσµης ϱευµάτων του σέλαος και της ϕωτεινότητάς του προς τους πόλους
αντικατοπτρίζει την κίνηση του διαδιδόµενου µετώπου διάρρηξης προς τη σκοτεινή
πλευρά, συζευγµένου µε την ιονόσφαιρα µέσω των ενεργειακών ηλεκτρονίων.
΄Ενας ϕυσικός µηχανισµός που συχνά επικαλούµαστε για να εξηγήσουµε την
ενεργοποίηση των σωµατιδίων κατά τη διάρκεια µιας υποκαταιγίδας είναι η NENL
[Baker, 1984]. Ωστόσο, παρατηρήσεις στο στρώµα πλάσµατος δείχνουν ότι η πλη-
σίον της Γης ουδέτερη γραµµή σπάνια, έως ποτέ, σχηµατίζεται εντός των 9 R E [Lui,
1979]. ΄Αλλες διεργασίες εκτός του σχηµατισµού X γραµµής είναι υπεύθυνες για
την τοπική επιτάχυνση σωµατιδίων στην εγγύς της Γης µαγνητοουρά. Οι Lui et al.
[1988] και Lopez et al. [1989] παρουσίασαν παρατηρήσεις οι οποίες είναι σύµφωνες
µε µια τυρβώδης διάρρηξη του κάθετου στρώµατος ϱεύµατος. Πρότειναν ότι τα ηλεκ-
τρικά πεδία που σχετίζονται µε την τυρβώδη διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος είναι
υπεύθυνα για ένα µέρος της επιτάχυνσης των ενεργειακών σωµατιδίων. Επιπλέον,
η διάρρηξη ϱεύµατος µπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση µαγνητικής τάσης η
οποία συσσωρεύεται στην κοντινή προς τη Γη περιοχή κατά τη διάρκεια της ϕάσης
συσσώρευσης µιας υποκαταιγίδας, µε αποτέλεσµα οι ισχυρώς επιµηκυσµένες µαγν-

122
6.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

ητικές δυναµικές γραµµές να επαναδιατάσσονται και να αποκτούν µια περισσότερο


διπολική γεωµετρία. Αυτή η αναδιάταξη του µαγνητικού πεδίου αναµφιβόλως ϑα εν-
εργοποιήσει τα σωµατίδια µέσω επιτάχυνσης Fermi (σύντµηση των δυναµικών γραµ-
µών) και επιτάχυνσης ϐήτατρον (αύξηση του µεγέθους του πεδίου ως αποτέλεσµα
της κατάρρευσής του). Η διεργασία διπολοποίησης, σύµφωνα µε παρατηρήσεις, ϑα
οδηγήσει επίσης στη διόγκωση του στρώµατος πλάσµατος [Baker and McPherron,
1990].
Sun Σ’ αυτό το κεφάλαιο ϑίγουµε το
µακράς ιστορίας ϑέµα των µαγνητοσ-
5 Re ϕαιρικών υποκαταιγίδων υπό το πρίσ-
6.6 Re
Lanl94 (L~6.8, 11 MLT) µα των πολυδορυφορικών παρατηρή-
Lanl97 (L~6.8, 9 MLT)
σεων µας και επιχειρούµε να κατασκευά-
Lanl91 (L~6.6, 17 MLT)
σουµε µια σύµφωνη περιγραφή της
Dusk Dawn
εξέλιξης των υποκαταιγίδων µε σκοπό
Goes 8 (L~6.8, 23 MLT)
να εξηγήσουµε τις µετρήσεις των εν-
15 Re Polar (L~11, 2 MLT) εργειακών σωµατιδίων που λαµβάνουµε
20 Re από το Cluster/RAPID. Προηγούµενες
εργασίες είχαν µελετήσει την εµφάν-
ιση και πιθανή ενεργοποίηση των εν-
Cluster (L~19, 0 MLT)
εργειακών σωµατιδίων στη γήινη µαγν-
Tail ητοουρά (X ≤ −30 R E ) σε σχέση µε
τις µαγνητοσφαιρικές καταιγίδες [Sarris
Σχήµα 6.1: Η µέση χωρική ϑέση όλων των δι- and Axford, 1979· Zong et al., 1998, 2004, 2007].
αστηµοπλοίων που χρησιµοποιήθηκαν σ’ αυτή τη Αυτές οι µελέτες απέδωσαν την παραγ-
µελέτη για το χρονικό διάστηµα 04:00-04:30 UT ωγή σωµατιδίων υψηλής ενέργειας στη
[from Vogiatzis et al., 2005]. µετατροπή ενέργειας λόγω πεπερασ-
µένης αγωγιµότητας κατά τη διεργασία επανασύνδεσης. Ωστόσο, σύµφωνα µε τις
παρατηρήσεις µας, καταλήγουµε στο συµπέρασµα ότι µια περιοχή διάρρηξης ϱεύ-
µατος/επιτάχυνσης σωµατιδίων η οποία εξαπλώνεται τόσο αζιµουθιακά όσο και ακ-
τινικά προς την ουρά, αρκετά µετά το σχηµατισµό µιας X γραµµής στη µαγνητοουρά,
µπορεί να προκαλέσει τη γένεση του ϕαινοµένου ενεργειακών ηλεκτρονίων που
µελετάµε, και γενικά, ν’ αποτελέσει την πηγή ενεργειακών σωµατιδίων στη µαγν-
ητοουρά.

6.3 Παρατηρήσεις
Η µελέτη αυτή ϐασίζεται σε δεδοµένα που συλλέχθηκαν από το σύστηµα αισθητήρων
IES (Imaging Electron Spectrometer) το οποίο αποτελείται από 3 κεφαλές, καθεµία
µε γωνία ανοίγµατος 60◦ . Το παραπάνω σύστηµα αποτελεί µέρος του πειράµατος
RAPID (Research with Adaptive Particle Imaging Detectors) των διαστηµοπλοίων
Cluster [Wilken et al., 1997]. Το IES µετρά ενεργειακά ηλεκτρόνια εντός του εν-
εργειακού εύρους 20-400 keV. Η χωρική ανάλυση είναι 16 τοµείς αζιµουθίου επί
9 πολικές κατευθύνσεις, που καλύπτουν ολόκληρη τη µοναδιαία σφαίρα σε µία
περιστροφή του διαστηµοπλοίου (4 δευτερόλεπτα). Τα δεδοµένα που παρουσιάζον-
ται εδώ λήφθηκαν όταν το RAPID ϐρισκόταν σε µια ειδική κατάσταση λειτουργίας
(γρήγορος ϱυθµός, burst mode) όπου η ανάλυση είναι 0.25 sec (1/16 της περι-
στροφής). Τα δεδοµένα που επιστρέφονται απ’ αυτόν το ϱυθµό χρησιµοποιούνται

123
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

για την κατασκευή κατανοµών έντασης σε µια επίπεδη προβολή της µοναδιαίας σ-
ϕαίρας, µε την επίπεδη επιφάνεια να αποτελείται από 144 εικονοστοιχεία. Επίσης,
παράλληλα µε τα ηλεκτρόνια, χρησιµοποιούνται και δεδοµένα πρωτονίων χρονικής
ανάλυσης 4 δευτερολέπτων τα οποία παρέχονται από το σύστηµα αισθητήρων IIMS
(Imaging Ion Mass Spectrometer) το οποίο καταµετρά ενεργειακά ιόντα εντός του
ενεργειακού εύρους 10-1500 keV. Τα δεδοµένα πλάσµατος λαµβάνονται από το πεί-
ϱαµα CIS (Cluster Ion Spectrometer) και είναι, όπως και προηγουµένως, ανάλυσης
4 δευτερολέπτων [Rème et al., 1997]. Οι µετρήσεις µαγνητικού πεδίου λαµβάνονται
από το όργανο FGM (Flux/Gate Magnetometer) [Balogh et al., 1997] µε µια χρονική
ανάλυση επίσης 4 δευτερολέπτων. Επιπλέον, ταυτόχρονες µετρήσεις ενεργειακών
σωµατιδίων και µαγνητικού πεδίου χρησιµοποιούνται από τα διαστηµόπλοια GOES
8, Polar και LANL µε σκοπό την κατασκευή µιας σύµφωνης µε τις παρατηρήσε-
ις χρονικής αλληλουχίας των γεγονότων που λαµβάνουν µέρος στο συγκεκριµένο
ϕαινόµενο υποκαταιγίδας.
27-08-2001 02:00:00 - 07:00:00 UT
-20
Στις 27 Αυγούστου 2001 ένας αρ-
5

ιθµός διαστηµοπλοίων σε τροχιά γύρ-


ZGSM(RE)
YGSM(RE)

0 ω από τη Γη κατέγραψε τα χαρακ-


0

τηριστικά ενός σχετικά µεµονωµένου


X (RE)
20
20 0
GSM
-20
Y (R ) S/C_1
ϕαινοµένου µαγνητοσφαιρικής υποκαταιγί-
-5
-5 0
GSM E
5

(a) (b) S/C_2


S/C_3 δας. Η µέση ϑέση όλων των διαστη-
27-08-2001 04:30 UT S/C_4
-2000
µοπλοίων που χρησιµοποιήθηκαν σ’
3000

αυτή την εργασία για το χρονικό διάστη-


ÄZGSM(Km)
ÄYGSM(Km)

0 1000
µα 04:00-04:30 UT ϕαίνεται στο Σχή-
2000
0
µα 6.1. Το Σχήµα 6.2 δείχνει την
-1000
2000 -2000 2000 0 -2000
ÄX (Km)
(c)
GSM ÄY (Km)
(d)
τροχιά των Cluster µεταξύ 02:00 και
GSM

07:00 UT σε διάφορες επίπεδες προβολές


Σχήµα 6.2: Η τροχιά των Cluster µεταξύ 02:00 µαζί µε τις σχετικές ϑέσεις τους σ-
και 07:00 UT σε διάφορες επίπεδες προβολές, τα επίπεδα X-Y και Y-Z, σε GSM (Geocentric
µαζί µε τη σχετική ϑέση των τεσσάρων διαστη- Solar Magnetospheric) συντεταγµένες.
µοπλοίων στα επίπεδα X-Y και Y-Z, σε GSM συν- Τα S/C 1, 2, 3 και 4 συµβολίζον-
τεταγµένες [from Vogiatzis et al., 2005].
ται µε τετράγωνο, ϱόµβο, κύκλο και
τρίγωνο, αντίστοιχα. Τα Cluster ϐρίσκονταν κοντά στο απόγειο (19.2 R E ) πλησίον
του µεσονύχτιου µεσηµβρινού (0025 MLT) πλησιάζοντας το ισηµερινό επίπεδο από
το ϐορρά µε το S/C_3 να οδηγεί τους υπόλοιπους δορυφόρους κατά τη µετάβασή
τους από το ϐόρειο στο νότιο λοβό.
Το Σχήµα 6.3 παρουσιάζει µία ανασκόπηση των µετρήσεων ϱοής των πρωτονίων
και ηλεκτρονίων που ελήφθησαν από τα διαστηµόπλοια Cluster και τους γεωσύγχρο-
νους δορυφόρους µεταξύ 04:00-05:00 UT και 04:00-05:15 UT, αντίστοιχα, στις
27 Αυγούστου του 2001. Τα κύρια χαρακτηριστικά των διαγραµµάτων έχουν κεν-
τραριστεί ως προς τους άξονες του χρόνου ώστε να έχουµε µια συνολική εικόνα της
χρονοσειράς πριν και µετά την κύρια µεταβολή. Τα διαγράµµατα (a)-(f) παρουσιά-
Ϲουν διαφορικές ϱοές ενεργειακών πρωτονίων και ηλεκτρονίων από τους δορυφόρους
Los Alamos, όπου είναι εµφανής η διασπορά ενέργειας µεταξύ των διαφόρων εν-
εργειακών καναλιών. Στα διαγράµµατα (g) και (h) ϕαίνονται ϱοές από το πείραµα
RAPID ολοκληρωµένες ως προς την ενέργεια. Με ϐάση τα δεδοµένα των πρωτονίων
από το RAPID, τα διαστηµόπλοια Cluster αρχικά ϐρίσκονταν εντός του στρώµατος
πλάσµατος το οποίο επακολούθως υπέστη λέπτυνση µε αποτέλεσµα οι δορυφόροι να

124
6.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

Protons Electrons
107
LANL-97A
106 75-105KeV
1/(cm2 s sr keV)
75-113KeVx1000

105 105-150KeV 104


103 113-170KeVx100

104 150-225KeV
170-250KeVx10
102
103
101 225-315KeV
250-400KeV 10sec resolution (a) (b)
107
106
1/(cm2 s sr keV)

1994-084

105

104 105

103
Particle Fluxes

102
(c) (d) 104
107
106
1/(cm s sr keV)

1991-081
105
104
104
103
2

102
101
(e) (f)
106 103
105

105
1/(cm s sr)

104

104 4sec resolution


2

S/C_1
S/C_2 103
103 S/C_3
S/C_4
(g) (h)
102 102
4:00 4:15 4:30 4:45 4:00 4:15 4:30 4:45 5:00 5:15
TIME (UT)

Σχήµα 6.3: Ανασκόπηση των µετρήσεων ϱοής των πρωτονίων και των ηλεκτρονίων οι οποίες
ελήφθησαν από τα διαστηµόπλοια Cluster και τους γεωσύγχρονους δορυφόρους µεταξύ
04:00-05:00 UT και 04:00-05:15 UT, αντίστοιχα, στις 27 Αυγούστου του 2001. Επίσης,
οι οριζόντιες µπάρες δηλώνουν τα χρονικά διαστήµατα για τα οποία έχουν υπολογιστεί τα
ενεργειακά ϕάσµατα των πρωτονίων και ηλεκτρονίων (Σχήµα 6.11) [from Vogiatzis et al.,
2005].

εισέλθουν σ’ ένα περιβάλλον παρόµοιο µ’ αυτό των λοβών όπου οι ϱοές παρουσίασαν
µία καθαρή πτώση στις ∼04:10 UT. Κατόπιν στις ∼04:25 UT το στρώµα πλάσµα-
τος διογκώθηκε απότοµα επανακαλύπτοντας και τους τέσσερις δορυφόρους. ΄Ενα
σηµαντικό στοιχείο που ϑέλουµε να σηµειώσουµε εδώ είναι ότι µετά τη διόγκωση
του στρώµατος πλάσµατος οι ϱοές των πρωτονίων επανήλθαν στα ίδια επίπεδα που
είχαν πριν την πτώση σ’ αντίθεση µε τις ϱοές των ηλεκτρονίων οι οποίες παρουσίασαν

125
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

120
GOES 8
100 0.5sec resolution
Hp(nT)

80

60

40
120

100
He(nT)

80

60

40
60

40
Hn(nT)

20

-20
140

130
Htotal(nT)

120

110

100

90
3:30 4:00 4:30 5:00
TIME (UT)

Σχήµα 6.4: Μετρήσεις µαγνητικού πεδίου από τον GOES 8 στις οποίες ϕαίνεται ένας
χρόνος έναρξης της διπολοποίησης στις ∼04:09 UT [from Vogiatzis et al., 2005].

µια καθαρή ενίσχυση κατά τη διάρκεια της ϕάσης αποκατάστασης. Προφανώς αυτό
συνέβη λόγω της εµφάνισης ενός "ϕρέσκου" πληθυσµού ενεργειακών ηλεκτρονίων ο
οποίος αύξησε τα επίπεδα της ϱοής των σωµατιδίων µε συνέπεια αυτά ν’ αποκτήσουν
µια µέγιστη τιµή ακριβώς µετά τις 04:30 UT.
Στο Σχήµα 6.4 ϕαίνονται µετρήσεις µαγνητικού πεδίου από τον GOES 8 χρονικού
διαστήµατος διάρκειας 1.5 ώρας το οποίο περιβάλλει το υπό εξέταση ϕαινόµενο. Τα
δεδοµένα είναι χρονικής ανάλυσης 0.5 δευτερολέπτων και παρουσιάζονται στο τοπ-
ικό σύστηµα συντεταγµένων PEN στο οποίο η συνιστώσα Hp είναι παράλληλη στον
άξονα περιστροφής του δορυφόρου, ο οποίος είναι κάθετος στο τροχιακό επίπεδο

126
6.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

του δορυφόρου. Η He είναι παράλληλη προς την ευθεία δορυφόρου-Γης και δείχνει
προς τη Γη. Η Hn είναι κάθετη τόσο στην Hp όσο και στην He και έχει κατεύθυνση
προς την ανατολή. Η πιο εµφανής µεταβολή στο µαγνητικό πεδίο παρουσιάζεται στις
∼04:09 UT. Πριν από τις 04:09 UT, το µαγνητικό πεδίο έχει µια αρκετά υψηλή τιµή
συγκρινόµενη µε την τυπική ένταση πεδίου στη γεωσύγχρονη τροχιά (100 nT) και
µια σχετικά επιµηκυσµένη γεωµετρία όπως υποδεικνύεται από την Hp συνιστώσα
του µαγνητικού πεδίου, µε τη γωνία ανύψωσης του διανύσµατος του µαγνητικού
πεδίου φ = arctan (Hp /He ) να είναι γύρω στις 24 µοίρες. Ακριβώς στις 04:09 UT
το πεδίο ξεκινά να γίνεται περισσότερο διπολικό όπως ϕανερώνεται από την αυξ-
ανόµενη τιµή της συνιστώσας Hp συνοδευόµενη από ισχυρές διακυµάνσεις σ’ όλες
τις συνιστώσες του µαγνητικού πεδίου διάρκειας ∼2 λεπτών. Μετά το χρόνο έναρξης
της διπολοποίησης η τιµή του µαγνητικού πεδίου διακυµαίνεται γύρω από µια µέση
τιµή και κατόπιν στις ∼04:28 UT αρχίζει να µειώνεται ϐαθµιαία.
Το διάγραµµα 6.5(a) παρουσιάζει ϱοές ηλεκτρονίων από το πείραµα CEPPAD στο
ενεργειακό εύρος 20 keV-400 keV σε τρεις διαφορετικές διευθύνσεις προσανατολισ-
µού ως προς τον άξονα περιστροφής του δορυφόρου. Τα διαγράµµατα 6.5(b)-6.5(e)
παρουσιάζουν τις συνιστώσες του µαγνητικού πεδίου µαζί µε την έντασή του σε GSM
συντεταγµένες. Η χρονική ανάλυση είναι 96 δευτερολέπτων. Το τελευταίο διάγραµ-
µα (6.5(f)) παρουσιάζει το ηλεκτρικό πεδίο (χρονικής ανάλυσης 6 δευτερολέπτων)
το οποίο µετράται στο επίπεδο περιστροφής του δορυφόρου. Το διαστηµόπλοιο Po-
lar εκείνη τη χρονική στιγµή ϐρισκόταν στη ϑέση L∼11 και 2 MLT όπως ϕαίνε-
ται στο Σχήµα 6.1. Οι συντεταγµένες του σε ακτίνες Γης στο σύστηµα GSM ήταν
(−7.65, −4.47, 3.51) που σηµαίνει ότι ϐρισκόταν στην ανατολική πλευρά της µαγν-
ητόσφαιρας και πάνω από το επίπεδο του στρώµατος ϱεύµατος. ΄Ενα κύριο χαρακ-
τηριστικό εδώ είναι η ταυτόχρονη ενίσχυση των ϱοών των ηλεκτρονίων και στις τρεις
διαφορετικές διευθύνσεις προσανατολισµού µαζί µε µια εµφανή διπολοποίηση του
µαγνητικού πεδίου στις ∼04:22 UT. Το µαγνητικό πεδίο ακριβώς πριν την εκτίναξη
των ηλεκτρονίων είναι έντονα επιµηκυσµένο έχοντας µία γωνία ανύψωσης της τάξεως
των 7 µοιρών η οποία προσεγγίζει τη µέγιστη τιµή των 24 µοιρών µέσα σε επτά λεπτά,
αυξάνοντας την τιµή της κατά 17 µοίρες.
Η ισχυρή ανισοτροπική (µεγιστοποιηµένη στις 90 µοίρες) κατανοµή γωνίας κ-
λίσης των ηλεκτρονίων που τα Cluster παρατήρησαν κατά την προσέγγισή τους
στο ουδέτερο στρώµα, ϕαίνεται στο Σχήµα 6.6. Εδώ παρουσιάζουµε αντιπροσω-
πευτικές 3D κατανοµές έντασης από το S/C_1 αθροίζοντας τα 4 πρώτα ενεργειακά
κανάλια, χρονικής ανάλυσης 1 λεπτού. Η τετµηµένη καθεµιάς από τις επίπεδες 3D
προβολές αντιστοιχεί στους 16 αζιµουθιακούς τοµείς στους οποίους διαιρείται κάθε
περιστροφή και οι 9 πολικές διευθύνσεις απαρτίζουν την τεταγµένη. Υπερτιθέµενες
ϕαίνονται οι διάφορες καµπύλες γωνίας κλίσης. ΄Οπως είναι εµφανές έχουµε µι-
α απότοµη αύξηση στην ένταση των ηλεκτρονίων στις ∼04:25 UT (εκτόνωση του
στρώµατος πλάσµατος) και µια ισοτροπική κατανοµή ϕαίνεται να είναι το κυρίαρχο
χαρακτηριστικό αυτής της αύξησης η οποία διατηρείται για ∼5 λεπτά. Στις ∼04:30
UT η κατανοµή αρχίζει να εµφανίζει τον ανισοτροπικό της χαρακτήρα µε τον κα-
ϑαρό σχηµατισµό ελαχίστων παράλληλα στο πεδίο τα οποία διαρκούν για περίπου
7 λεπτά. Κατόπιν αυτού του χρονικού διαστήµατος, στις ∼04:37 UT, η ένταση ε-
λαττώνεται ξαφνικά αλλά εξακολουθεί να διατηρεί τα ανισοτροπικά της χαρακτηρισ-
τικά. Συνεπώς, ηλεκτρόνια τα οποία υπόκεινται σε ολίσθηση ϐαθµίδας/καµπύλωσης
ταξιδεύουν ανατολικά και στις ∼04:30 UT κάνουν την έντονη εµφάνισή τους στη ϑέση

127
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

10

E le c tro n _ co u n t_ ra te s
96sec resolution
POLAR

(counts/sec)
10deg fromspin axis
5 30deg from spin axis
50deg fromspin axis
(a)

0
75
Bx_gsm(nT)

65

(b)

55
30
By_gsm(nT)

25

20
(c)

15
30
25
Bz_gsm(nT)

20
15
10 (d)

5
80
Btotal_gsm(nT)

75

70
(e)
65
30
25
Exy(mV/m)

20
15
10
(f)
5
0
4:00 4:09 4:18 4:27 4:36 4:45 4:54 5:03 5:12
TIME (UT)

Σχήµα 6.5: Ροές ηλεκτρονίων σε τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις προσανατολισµού ως


προς τον άξονα περιστροφής του Polar. Επίσης, στο σχήµα ϕαίνονται και οι συνιστώσες του
µαγνητικού πεδίου µαζί µε την έντασή του σε GSM συντεταγµένες. Σηµειώστε την εµφανή
διπολοποίηση του πεδίου στις ∼04:22 UT η οποία συσχετίζεται πολύ καλά µε την εκτίναξη
των ηλεκτρονίων και την έντονη δραστηριότητα στο ηλεκτρικό πεδίο [from Vogiatzis et al.,
2005].

των Cluster.
Στο Σχήµα 6.7 παρουσιάζουµε λεπτοµερώς την εξέλιξη της ενίσχυσης της έντασης
των ενεργειακών ηλεκτρονίων που παρατηρείται από τα Cluster για τη χρονική περίο-
δο 04:26-04:32 UT για τα πρώτα τέσσερα ενεργειακά κανάλια µαζί µε την ταχύτητα
πλάσµατος Vz , τη συνιστώσα του µαγνητικού πεδίου Bx και την έντασή του. Σηµειώ-
στε ότι το διαστηµόπλοιο 2 παραλήφθηκε διότι η ταχύτητα πλάσµατος Vz δεν ήταν
διαθέσιµη. Οι χρονοσειρές των σωµατιδίων αντιστοιχούν σε ηλεκτρόνια που ταξιδεύ-
ουν κάθετα στο περιβάλλον µαγνητικό πεδίο, το οποίο τη χρονική περίοδο που εξετά-

128
6.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

CLUSTER RAPID
CLUSTER_1 (RUMBA)-E3DD_BM, MODE: Burst 27/08/2001, 04:20-04:45 UT

04:20:00 180
04:21:01 180
04:22:01 180
04:23:02 180
04:24:02
0

020
111211120
0000090 122220 00000
22

666000 999000 2222200000


12220000
30

999000
120 12
30 30 30 30

999000

12
99990000
12

11111
11
111122220000
11
12
1122220000
1
12
1
12

6666600000 99999
22000
80 80 80 80 80

60

000000
33000
60
60

60

333300000
60

60
60666
30

333000
30

6
30

66
30
30

30
30
30
60
660
130

60
6060
130 130 130 130

60
0
180 60 180 60
60 180 60 180 180

04:25:02 180
04:26:03 180
04:27:03 180
04:28:00 180
04:29:00
0

9990 111222000
6666000 99990000 2220000
660666060000990999900000 121202220000
30
2000

6600 90 2200
30 30 30 30

1111
1111220

1 11
666000 9990000 2

11

30 66660000 00
80 80 80 80 80
3300

130 130 130 130 130

2
10
180 180 180 30 180 180
Polar Angle [degrees]

04:30:00 180
04:31:01 180
04:32:01 180
04:33:01 180
04:34:01
0
99900 111222000

99 1200

6 90 200

9 120
9 120

counts/min
30 30 30 30 30
1
3300 666000 0

3300 60 00

30 60 0
30 60 0
80 80 80 80 80
30 0

130 130 130 130 130

1
10
180 180 180 180 180

04:35:02 04:36:02 04:37:03 04:38:02 04:39:03


0 180 180 180
0 180

15
9 12200 5000

9 120 50
550
0
1 1155150
1 1

1
1 5500

0
9 120

9 120

9 210200
11

30
12
30 30 30 30

90 90
30 60 0

30 60 0

3300 600 0

30 60 0
30 600 0

80 80 80 80 80
6

130 130 130 130 130


33330000

0
330

10
303030

180 30
0

180 180 180 180

04:40:00 04:41:00 04:42:00 04:43:00 04:44:01


0 0
180
0 180
00 180 180
0

1155 115
12 151555050000
50500

15
0

10
15

12 55000
111155
12 115

111
1115

0 0 0
30
12 12 12
0

0
0

30 30 30 30

90 90 90
90 90 90
90

80 80 80 80 80

60 60 60
60
60
60

30 30 30 30
30

30
30
30
30

130 130 130 130 130


333000
33330330003

3333033000

30
000

00

180 180 180 180 180

14 0 2 4 6 8 10 12 1416
0 2 4 6 8 10 12 1416 14160 2 4 6 8 10 12 1416 0 2 4 6 8 10 12 1416
14 0 2 4 6 8 10 12 14

Azimuthal Sector

Σχήµα 6.6: Αντιπροσωπευτικές 3D κατανοµές έντασης από το S/C_1. Υπερτιθέµενες είναι


οι καµπύλες των διαφόρων γωνιών κλίσης. Σηµειώστε το σχηµατισµό ελαχίστων κατά µήκος
της διεύθυνσης του πεδίου στις ∼04:30 UT τα οποία διαρκούν περίπου 7 λεπτά. Η κουκκίδα
και ο αστερίσκος αναπαριστούν τα σηµεία όπου το διάνυσµα του µαγνητικού πεδίου τέµνει
τη µοναδιαία σφαίρα [from Vogiatzis et al., 2005].

Ϲουµε ήταν υπό τη µορφή κλειστών δυναµικών γραµµών (ϕάση αποκατάστασης της
υποκαταιγίδας [Baker et al., 2002]). Ενώ η Bx συνιστώσα του µαγνητικού πεδίου
είναι κοντά στο µηδέν, αντιστρέφοντας την πολικότητά της κατά τη διάρκεια του
σκιασµένου χρονικού διαστήµατος, η ένταση του µαγνητικού πεδίου προσεγγίζει
σχετικά χαµηλές τιµές υποδηλώνοντας ότι τα Cluster ϐρίσκονταν αρκετά εντός του
στρώµατος πλάσµατος, πολύ κοντά στο στρώµα ϱεύµατος.

129
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Counts/sec 50 900 pitch angle


40
30 channels 0123
20
10 S/C_1
0
50
Counts/sec

40
30
20
10 S/C_3
0

50
Counts/sec

40
30
20
10 S/C_4
0
Vz_gsm(km/sec)

800 S/C_1
S/C_3
400 S/C_4

0
-400

15
Bx_gsm(nT)

10
5
0
-5
-10

15
B total (nT)

10
5
0
04:26 04:27 04:28 04:29 04:30 04:31 04:32

TIME (UT)

Σχήµα 6.7: Μετρήσεις ϱοών ενεργειακών ηλεκτρονίων χρονικής ανάλυσης τεσσάρων


δευτερολέπτων για τα πρώτα τέσσερα ενεργειακά κανάλια και για γωνία κλίσης 90 µοιρών,
κατά την έναρξη του ϕαινοµένου. Επίσης, ϕαίνονται η ταχύτητα πλάσµατος Vz , η συνιστώσα
Bx του µαγνητικού πεδίου και η έντασή του Btotal [from Vogiatzis et al., 2005].

6.4 Ανάλυση και Ερµηνεία

΄Οπως δείχθηκε στο Σχήµα 6.3 το υπό µελέτη ϕαινόµενο υποκαταιγίδας συνοδευόταν
από έντονες εκτινάξεις σωµατιδίων στη γεωσύγχρονη τροχιά. Για τον υπολογισ-
µό της αζιµουθιακής έκτασης της περιοχής εκτίναξης της υποκαταιγίδας χρησι-
µοποιήθηκαν µετρήσεις ενεργειακών σωµατιδίων από τρεις γεωσύγχρονους δορυφόρους
(LANL-97A, 1994-084 και 1991-081). Αυτοί οι δορυφόροι ήταν τοποθετηµένοι στις

130
6.4. Α͟ΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝşΙΑ

9, 11 και 17 MLT, αντίστοιχα, όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 6.1. Η µέθοδος καθορισ-
µού των χρόνων έναρξης ϐασίστηκε στην απλή αλλά αξιόπιστη µέθοδο ανίχνευσης
µε το µάτι που είναι και η πιο γρήγορη για µικρά σετ δεδοµένων. Η µέθοδος χρησι-
µοποιεί το χαµηλότερο ενεργειακό κανάλι ως κανάλι αναφοράς για τον καθορισµό
των διαφορών του χρόνου και του αντιστρόφου της ταχύτητας ως προς τα υπόλοιπα
ενεργειακά κανάλια. Για κάθε είδος σωµατιδίων υπολογίζουµε εννέα σηµεία (τρία
για κάθε δορυφόρο) και κατόπιν υπολογίζουµε τη ϐέλτιστη γραµµική προσέγγιση
γι’ αυτά τα σηµεία. Πραγµατοποιήθηκε τυπική ανάλυση ολίσθησης χρησιµοποιών-
τας εκφράσεις οι οποίες ισχύουν για ένα διπολικό πεδίο (όπως σταθερή ταχύτητα
ολίσθησης) καθώς και µια τυπική γωνία κλίσης 90 µοιρών η οποία ϕαίνεται να είναι
η καταλληλότερη για τα ηλεκτρόνια [Reeves et al., 1990]. Τα αποτελέσµατα ϕαί-
νονται στο Σχήµα 6.8 (αριστερό διάγραµµα για πρωτόνια και δεξιό για ηλεκτρόνια)
όπου ιδανικά οι γραµµές ϑα έπρεπε να διέρχονται από το σηµείο (0,0). Οι κλίσεις
κατόπιν καθορίζουν τη ϑέση των εξωτερικών ορίων της συνδυασµένης (πρωτονίων και
ηλεκτρονίων) περιοχής εκτίναξης ως προς τις ϑέσεις των δορυφόρων, ϑεωρώντας ότι
τα σωµατίδια διαφορετικών ενεργειών εκτινάσσονται ταυτοχρόνως. Η περιοχή εκτί-
ναξης υπολογίζεται τελικά ότι εκτείνεται από τις ∼3 µοίρες (ως προς το µεσηµβρινό
δύσης µε κατεύθυνση προς τη µεσονύχτια περιοχή) έως τις ∼13 µοίρες (ως προς το
µεσηµβρινό ανατολής µε κατεύθυνση προς τη µεσονύχτια περιοχή). Οι χρόνοι εκτί-
ναξης των πρωτονίων και ηλεκτρονίων είναι αντίστοιχα στις ∼04:09 UT και ∼04:16
UT, έχοντας ένα χρονικό κενό µεταξύ τους ∼7 λεπτά, κάτι το οποίο έχει παρατηρηθεί
και σε άλλες περιπτώσεις [Korth et al., 1991· Birn et al., 1997a].
Στις ∼04:06 UT πριν τις εκτινάξεις των σωµατιδίων στη γεωσύγχρονη τροχιά, τα
Cluster είδαν ισχυρή ϱοή πλάσµατος µε κατεύθυνση προς τη Γη µε το Bz να εί-
ναι ως επί το πλείστον ϐόρειας κατεύθυνσης όπως ϕαίνεται στο Σχήµα 6.9 (πρώτη
σκιασµένη περιοχή)[δέστε Baker et al., 2002]. Μετά απ’ αυτό το χρονικό διάστη-
µα τα διαστηµόπλοια Cluster παρατηρούσαν διακοπτόµενα ϱοές πλάσµατος υψηλής
ταχύτητας µε κατεύθυνση προς τη Γη οι οποίες διαρκούσαν περισσότερο από 1 λεπτό
και ξεπερνούσαν ταχύτητες της τάξεως των 700 km/sec µε την πολικότητα του µαγν-
ητικού πεδίου να είναι ϑετική (δεύτερη, τρίτη και τέταρτη σκιασµένη περιοχή στο
Σχήµα 6.9). Τέτοια επανασυνδεδεµένη µαγνητική ϱοή ϐόρειας πολικότητας η οποία
µεταφέρεται από ταχείες ϱοές πλάσµατος προς τη Γη συχνά ϑεωρείται ότι είναι η
αιτία συσσώρευσης της ϱοής και της διπολοποίησης του πεδίου κοντά στην περιοχή
της γεωσύγχρονης τροχιάς [Hesse and Birn, 1991]. Επιπλέον, αυτή η συσσώρευση
ϱοής ϑεωρείται ταυτόσηµη µε τη διάδοση ενός σήµατος διπολοποίησης Bz προς την
ουρά, το οποίο µε τη σειρά του ϑεωρείται ταυτόσηµο µε ένα σήµα διάδοσης της
διάρρηξης ϱεύµατος προς την ίδια κατεύθυνση [Ohtani et al., 1992].
Συνδυάζοντας τις παρατηρήσεις του GOES 8 και των γεωσύγχρονων δορυφόρων
ϕαίνεται ότι στις 04:09 UT ο GOES 8, ο οποίος ϐρισκόταν στις 23 MLT, πραγ-
µατοποίησε µια επιτόπια παρατήρηση της διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος της
ουράς σχετιζόµενης µε µια διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου [Takahashi et al.,
1987], η οποία µε τη σειρά της συνδέεται άµεσα µε την εκτίναξη πρωτονίων στη
γεωσύγχρονη τροχιά. Αυτές οι παρατηρήσεις σωµατιδίων προτείνουν ότι η επαναδιάταξ-
η/µεταβολή του µαγνητικού πεδίου σχετίζεται µ’ ένα ισχυρό επαγόµενο ηλεκτρικό
πεδίο (∂Bz /∂t) το οποίο ενεργοποιεί τα σωµατίδια [Aggson et al., 1983], µια ιδέα η
οποία υποστηρίζεται περαιτέρω από τους Lui et al. [1988] και η οποία επιβεβαιώνεται
πειραµατικά και από τις παρατηρήσεις του Polar.

131
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

All Satellites All Satellites


200 600

500

150

400

ÄT (seconds)
ÄT (seconds)

100 300

200

50

100

0 0
0.00 0.01 0.02 0.00 0.01 0.02
Ä(1/V)(sec/km) Ä(1/V)(sec/km)

Σχήµα 6.8: Καθορισµός της έκτασης της περιοχής εκτίναξης. Βρέθηκε να εκτείνεται από
τις ∼3 µοίρες (ως προς το µεσηµβρινό δύσης µε κατεύθυνση προς τη µεσονύχτια περιοχή)
έως τις ∼13 µοίρες (ως προς το µεσηµβρινό ανατολής µε κατεύθυνση προς τη µεσονύχτια
περιοχή), µε τους χρόνους εκτίναξης των πρωτονίων και ηλεκτρονίων στις ∼04:09 UT και
∼04:16 UT, αντίστοιχα. Το αριστερό διάγραµµα είναι για τα πρωτόνια ενώ το δεξιό είναι για
τα ηλεκτρόνια. Επίσης, τα σύµβολα του συν, του αστερίσκου και της κουκκίδας αναφέρονται
στα διαστηµόπλοια LANL94, LANL97 και LANL91, αντιστοίχως [from Vogiatzis et al., 2005].

΄Οπως έχει ήδη αναφερθεί, µε ϐάση τις παρατηρήσεις του GOES 8 η τιµή του
µαγνητικού πεδίου άρχισε να µειώνεται ϐαθµιαία στις ∼04:28 UT κάτι το οποίο µ-
πορεί να ϑεωρηθεί ως ένα µέτωπο διπολοποίησης συνεχόµενης "αραίωσης" το οποίο
διαδίδεται προς την ουρά, µια εξήγηση η οποία υποστηρίζεται επιπλέον από τις
παρατηρήσεις του Polar που ϕαίνονται στο Σχήµα 6.5. Επίσης, µε ϐάση το γεγονός
ότι οι διαφορετικοί προσανατολισµοί του αισθητήρα ανιχνεύουν διαφορετικά εύρη
γωνιών κλίσης µπορούµε να συµπεράνουµε ότι δεν παρατηρούµε διασπορά ταχύτη-
τας κάτι που σε αντίθετη περίπτωση ϑα σήµαινε ότι τα σωµατίδια ϑα είχαν ολισθήσει
από µια τοποθεσία δυτικά του δορυφόρου Polar. Αυτή η αιφνίδια έκρηξη ηλεκτρονί-
ων άνευ διασποράς µαζί µε την επαναδιάταξη του µαγνητικού πεδίου υποδεικνύει
ότι έλαβε χώρα µια συντηρούµενη διάρρηξη του τοπικού κάθετου ϱεύµατος και
εκτροπή του στο σφηνοειδές σύστηµα ϱευµάτων· µια διάρρηξη η οποία ανιχνεύ-
ϑηκε έµµεσα από τον Polar. ΄Οπως υποστηρίξαµε παραπάνω, τουλάχιστον ένας
αισθητήρας σωµατιδίων είδε παράλληλα προς το πεδίο ηλεκτρόνια που σηµαίνει
ότι επληρώθησαν οι κώνοι διαφυγής και ϱεύµα έρρευσε προς την ιονόσφαιρα. ΄Ενας
µηχανισµός που µπορεί να ξεκινήσει αυτή τη διεργασία είναι η έναρξη µιας ισχυρής
σκέδασης της γωνίας κλίσης των σωµατιδίων η οποία περιλαµβάνει αλληλεπιδράσε-
ις κύµατος-σωµατιδίου που σχετίζονται µε µαγνητική τύρβη στο ουδέτερο στρώµα,
κάτι το οποίο είναι σύµφωνο µε επιτόπιες παρατηρήσεις διάρρηξης ϱεύµατος (Σχή-

132
6.4. Α͟ΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝşΙΑ

V x_gsm(km/sec) 1500

1000

500

-500

-1000
15
10
Bz_gsm(nT)

5
0
-5
-10
-15
3:45 4:00 4:15 4:30 4:45 5:00
TIME (UT)

Σχήµα 6.9: ∆ιακοπτόµενες, υψηλής ταχύτητας εκρήξεις ϱοής πλάσµατος µαγνητικού


πεδίου ϐόρειας κυρίως κατεύθυνσης, διαδιδόµενες προς τη Γη, οι οποίες υπερβαίνουν
ταχύτητες της τάξεως των 700 km/sec [from Vogiatzis et al., 2005].

µα 6.4). Μια τέτοια σκέδαση πληροί τους κώνους διαφυγής των σωµατιδίων και
εποµένως συζευγνύει το µαγνητοσφαιρικό πλάσµα µε την ιονόσφαιρα σχηµατίζοντας
παράλληλα ϱεύµατα (FACs). Για τη διατήρηση πλήρων κώνων διαφυγής η σκέδαση
πρέπει να είναι αρκετά γρήγορη, αλλά µ’ αυτό τον τρόπο το παράλληλο ϱεύµα η-
λεκτρονίων υπερβαίνει κατά πολύ το παράλληλο ϱεύµα ιόντων εξαιτίας των πολύ
µεγαλύτερων ταχυτήτων των ηλεκτρονίων. Επειδή το ϱεύµα ηλεκτρονίων εκτρέπεται,
το πεδίο αρχίζει να καταρρέει, τα οδηγούντα κέντρα των ιόντων ολισθαίνουν λιγότερο
στο όλο και περισσότερο διπολικό πεδίο του στρώµατος πλάσµατος και έτσι αυτή η
µείωση στο κάθετο ϱεύµα της ουράς επιταχύνει την κατάρρευση [Kaufmann, 1987].
Εξετάζοντας προσεκτικότερα το Σχήµα 6.5(c) και ϑεωρώντας ότι το FAC κατευθύνε-
ται προς την ιονόσφαιρα µε ϐάση τη ϑέση του Polar, ϐλέπουµε ότι η πρώτη ένδειξη
δραστηριότητας εµφανίζεται όταν το σφηνοειδές σύστηµα ϱευµάτων της υποκαταιγί-
δας σχηµατίζεται σε δυναµικές γραµµές προς την ισηµερινή πλευρά του δορυφόρου.
Αυτό προκαλεί µια διαταραχή ανατολικής κατεύθυνσης ϐορείως του FAC [Nagai,
1982]. Καθώς το στρώµα πλάσµατος εκτονώνεται (το οποίο τελικά περιβάλλει τον Po-
lar στις ∼04:22 UT [Baker et al., 2002]), ο δορυφόρος προσεγγίζει την περιοχή του
FAC. Στο όριο του FAC, στις ∼04:19 UT, ο δορυφόρος παρατηρεί τη µεγαλύτερη −y
µαγνητική διαταραχή (το By ελαττώνεται µονοτονικά). Καθώς εισέρχεται στο FAC,
στις ∼04:20:40 UT, η −y διαταραχή µηδενίζεται, και καθώς ο δορυφόρος διαπερνά
το κέντρο της FAC περιοχής, στις ∼04:25:20 UT, η −y διαταραχή αλλάζει πρόσηµο
(το By αυξάνεται µονοτονικά). Η παραπάνω ερµηνεία είναι σύµφωνη µε το σενάριο
που συζητήθηκε από τους Lopez and Lui [1990b]. Επιπρόσθετα, η κύρια συνεισ-
ϕορά στο Btotal πριν τη διπολοποίηση προέρχεται από τη Bx συνιστώσα· εποµένως το

133
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Z
Before Dipolarization at ~04:09 UT

Polar (L~11, 2 MLT)


0
Elevation 7

Y GOES 8 (L~6.8, 23 MLT)


Elevation 24
0

Cluster (L~19, 0 MLT)


0
Elevation 1

Z
After Dipolarization at ~04:30 UT

Polar (L~11, 2 MLT)


0
Elevation 24

Y GOES 8 (L~6.8, 23 MLT)


0
Elevation 50
Cluster (L~19, 0 MLT)
0
Elevation 54

Σχήµα 6.10: Γενική επαναδιάταξη του µαγνητικού πεδίου κατά τη διάρκεια του ϕαινοµέ-
νου. Επίσης, ϕαίνονται οι ϑέσεις των διαστηµοπλοίων και οι γωνίες ανύψωσης του µαγν-
ητικού πεδίου [from Vogiatzis et al., 2005].

Btotal είναι ϑετικά συσχετισµένο µε το κάθετο ϱεύµα ουράς, J . Συνεπώς, µια διάρ-
ϱηξη/εκτροπή του J ϑα προκαλέσει µια µείωση στο Btotal , κάτι το οποίο ϕαίνεται να
ισχύει (Σχήµα 6.5(e)) [Lopez et al., 1988a]. Ξανά, σε συνδυασµό µε τις παρατηρή-
σεις µαγνητικού πεδίου στον GOES 8, η ϐαθµιαία µείωση του ολικού µαγνητικού
πεδίου µετά τις 04:22 UT µπορεί να ειδωθεί υπό το πρίσµα µιας αραίωσης της ολικής
µαγνητικής ϱοής ανά µονάδα όγκου λόγω της διάδοσης του µετώπου διπολοποίησης
προς την µαγνητοουρά µε µια µεταβλητή ταχύτητα (επιτάχυνση κατάρρευσης).
Η γενική επαναδιάταξη του µαγνητικού πεδίου ϕαίνεται στο Σχήµα 6.10. Αποτελεί

134
6.4. Α͟ΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝşΙΑ

Spectra
27/08/2001

104 104

102
102

Electrons/(keV cm2 sr s)
Protons/(keV cm2 sr s)

100

100

10-2

10-2
10-4

10-4 10-6
10 10 2 10 3 10 4 10 10 2 10 3
Energy(KeV) Energy(KeV)

Σχήµα 6.11: Αντιπροσωπευτικά ενεργειακά ϕάσµατα πρωτονίων και ηλεκτρονίων από το


S/C_1 για τα χρονικά διαστήµατα 04:00-04:05 UT (µαύρο χρώµα) και 04:30-04:35 UT
(κόκκινο χρώµα) κατά τη διάρκεια των οποίων τα διαστηµόπλοια Cluster ϐρίσκονταν εντός
του στρώµατος πλάσµατος (διαγράµµατα (g) και (h) στο Σχήµα 6.3). Επίσης, ϕαίνονται οι
ϐέλτιστες γραµµικές προσεγγίσεις των σηµείων. Αντίθετα από τα πρωτόνια, τα ηλεκτρόνι-
α παρουσιάζουν ένα καθαρό µαλάκωµα του ϕάσµατός τους (spectrum softening) το οποίο
αποδίδεται σε µια επιπλέον πηγή ηλεκτρονίων στις χαµηλότερες ενέργειες [from Vogiatzis
et al., 2005].

µία σχηµατική τρισδιάστατη αναπαράσταση των µαγνητικών δυναµικών γραµµών


που διέρχονται από τους διάφορους δορυφόρους, απεικονίζοντας την εξέλιξη του
µαγνητικού πεδίου κατά τη διάρκεια του ϕαινοµένου. Ακριβώς πριν τη διπολοποίηση
του πεδίου στις ∼04:09 UT το µαγνητικό πεδίο είναι ισχυρώς επιµηκυσµένο έχοντας
σχετικά µικρές γωνίες ανύψωσης (επάνω διάγραµµα), ενώ µετά τη ϕάση έναρξης της
διπολοποίησης και τη διάδοση του µετώπου διπολοποίησης προς την ουρά, αρχί-
Ϲουµε να έχουµε τη ϕάση αποκατάστασης της υποκαταιγίδας. Στις ∼04:30 UT όταν
πρωτοξεκινάµε να παρατηρούµε το σχηµατισµό ελαχίστων κατά µήκος του πεδίου,
το µαγνητικό πεδίο έχει ήδη επανέλθει σε µια περισσότερο διπολική γεωµετρία (κάτω
διάγραµµα).
Εξετάζοντας προσεκτικότερα το Σχήµα 6.7 δεν µπορούµε να δούµε στα τέσσερα
διαστηµόπλοια κάποια εµφανή διασπορά ενέργειας µεταξύ των διαφόρων ενεργειακών
καναλιών. Θεωρώντας ότι τα ηλεκτρόνια υπόκεινται σε εξαρτώµενη από την ενέργεια
ολίσθηση ϐαθµίδας/καµπύλωσης το παραπάνω ϑα µπορούσε να σηµαίνει ότι είτε
παρατηρούµε το ϕαινόµενο στην έναρξή του µε την πηγή των σωµατιδίων να ϐρίσκε-
ται πολύ κοντά και δυτικά των Cluster ή ότι τα Cluster τέµνουν τα µονοπάτια
ολίσθησης των ηλεκτρονίων, αφού το ϕαινόµενο έχει πλήρως εξεληχθεί και ϕτά-
σει σε µια σταθερή κατάσταση. ΄Ενα σηµαντικό χαρακτηριστικό στις χρονοσειρές

135
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

~04:22 UT

ïò
CD

áô
ýì
~04:30 UT

ñç óç

Þò
Ñå
éï÷
éÜñ ïßç
~04:01 UT

îç

ñ
å Ä ïð

00
ter

Ð å
~04:16 UT

ò9
ò ì åñã
us

í Ï áé
~04:08:19 UT

ßóç
Ü
òê
Cl

í
í

õñ
ìå ç Å
íßù
~04:09 UT ~04:09 UT

ter ßá Êë
áé

ïò áôï
Üê

í
~04:06 UT

íå
ñï

åôé ñï
8

ðñ ýì
ùí
ò

ôç
õñ

ùí
ES
áï

êô

ó÷ ôü÷

å
ç

ßù çò Ñ
æü
òÏ

÷éÜ ëå
òÃ

Ýë

GO

åÃ
ü

õ
ñï ç Ç

us
òÓ

ola é Ôá
Âz ñï

ñï

~04:00:38 UT

ðü éá ì
î
éêü ò

Ôñ óç

ôï ïí

ñç

Cl
ü Å óç

í
íå

ó
ìå ïò ð

z> ïò ð

á
ïßç

óô
<0

íç ïßç
é

á á üí
éÜñ
ò

ôá
ê
áð íù

ï÷
ìÞ

ôéä
óô ßïõ

ôñ
Ñå äßïõ
ð

ð
ô

çò ïõ Ä
íç êôü
áì

Ô
se óìá

ìá

íP
ï

ìá

ýì ëåê
á
0

åä
ã

ã
ýì
ç
Re ãñ

óý íåñ
ter ëÜó

óý íåñ

Óù
ï
í

çÐ

þð
ñç ç Ð

Ç
0k ÐëÜ
c)

ñï
B

ï
ò
7.5 X-

åí
ñ
éâù óç

åù ç Å

ôç éêÜ
åù íç Å
lus Þ Ð
ìå

ã÷

ôñ ïßçó

ô
ã÷

éÜñ ïßçó
îç

í
~1 ìüò

éôÜ Ìå
m/

ìÝ
Þ

êñ ÖÜ

ð
íó
ç Ã ïí
ï

ñï
ß

ðá ôñï
ï

ïí
(V Þ Ñ

êá ñÞ Ñ
óô áôéó

ç
Çë ëïð

÷õ
êá ïð
óô ü÷ñ

óô ü÷ñ
åîá îç

ïó
50

éóï
õñ

áñ

ñá
çÃ
éC

Üä
éÄ
çì

ðï
õô
x~

ðï

åê
õô
éò

Åð
Éó÷

Éó÷

¸í

Áí
Ôá

Äé
Ôá
Ó÷

Äé
Äé

×ñüíïò

Σχήµα 6.12: Ανασκόπηση των παρατηρήσεων που έγιναν κατά τη διάρκεια του µεµον-
ωµένου ϕαινοµένου υποκαταιγίδας µε τη µορφή χρονικού ϐέλους [from Vogiatzis et al.,
2005].

(σκιασµένη περιοχή) το οποίο ευνοεί τη δεύτερη επιλογή και µας διευκολύνει να


κατανοήσουµε τη διεργασία, είναι η ϐαθµιαία αύξηση των εντάσεων των ηλεκτρονίων
η οποία ϕαίνεται να συσχετίζεται µε µεγάλες ϑετικές αυξήσεις της συνιστώσας της
ταχύτητας Vz . Αυτές οι αυξήσεις δεν παρουσιάζουν κάποια αξιοσηµείωτη χρονική
διασπορά κάτι το οποίο ϑα αναµενόταν εξαιτίας του διαχωρισµού των δορυφόρων
κατά τη διεύθυνση z . Η ανυπαρξία διασποράς οφείλεται στο γεγονός ότι τα διαστη-
µόπλοια Cluster ϐρίσκονται ήδη στο κεντρικό στρώµα πλάσµατος µε αποτέλεσµα
οποιαδήποτε µετατόπιση του στρώµατος πλάσµατος ως ένα σώµα να οδηγεί σε µι-
α σχεδόν ταυτόχρονη αύξηση της Vz σ’ όλα τα διαστηµόπλοια. Η ερµηνεία µας
(η οποία ϑα συνδεθεί µε τις προηγούµενες παρατηρήσεις) είναι ότι το ϕαινόµενο
ϐρίσκεται ήδη σε µια σταθερή κατάσταση, µε τα ολισθαίνοντα ηλεκτρόνια να έχουν
παραχθεί σε µια αποµακρυσµένη περιοχή δυτικώς των Cluster, εβρισκόµενα στο κέν-
τρο του δυναµικού στρώµατος πλάσµατος ως µία ανεξάρτητη συνιστώσα ενεργειακών
σωµατιδίων. Καθώς το στρώµα πλάσµατος µετακινείται ϱαγδαίως προς ϐόρεια κατεύ-
ϑυνση µεταφέροντας µαζί του τον ανισοτροπικό πληθυσµό των ηλεκτρονίων, τα δι-
αστηµόπλοια Cluster τελικά τέµνουν τα σχετικώς ενισχυµένα µονοπάτια ολίσθησης
στις ∼04:30 UT (εµφάνιση ελαχίστων κατά µήκος του πεδίου). Αυτό συµβαίνει αφού
παύσει η ϑετική αύξηση στη Vz η οποία παίρνει σχετικά χαµηλές τιµές, δίνοντάς µας
εποµένως την ευκαιρία να παρατηρήσουµε τις έντονες ανισοτροπικές ϱοές µέχρι τις
04:37 UT. Η τελευταία ιδέα, ότι δηλαδή τα ενεργειακά ηλεκτρόνια αποτελούν πράγ-
µατι µια ανεξάρτητη συνιστώσα του στρώµατος πλάσµατος αποδεικνύεται εξετάζοντας
τα ενεργειακά ϕάσµατα των πρωτονίων και των ηλεκτρονίων που ϕαίνονται στο Σχήµα
6.11. Το γεγονός ότι το ϕάσµα των πρωτονίων παραµένει σχεδόν αµετάβλητο ακό-
µα και µετά την εκτόνωση του στρώµατος πλάσµατος στις ∼04:25 UT, σηµαίνει ότι
δεν έχουµε την προσθήκη κάποιου επιπρόσθετου πληθυσµού πρωτονίων στο στρώµα
πλάσµατος. Αυτό έρχεται σ’ αντίθεση µε την περίπτωση των ηλεκτρονίων όπου είναι
προφανές το µαλάκωµα του ϕάσµατός τους γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ϱοές σ-

136
6.4. Α͟ΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝşΙΑ

5 Re
6.6 Re

Çëåêôñüíéá
Ðñùôüíéá

Σχήµα 6.13: Ποιοτική αναπαράσταση του σεναρίου για το πώς ϕανταζόµαστε να εξελίσ-
σεται η όλη διεργασία κατά τη διάρκεια του ϕαινοµένου υποκαταιγίδας. Θεωρούµε ότι η
περιοχή που επηρεάζεται από τη διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος της ουράς εξαπλώνεται
τόσο αζιµουθιακά όσο και ακτινικά, καθώς η περιοχή της αστάθειας εξαπλώνεται µε τρόπο
παρόµοιο όπως συµβαίνει µε µία δι-επιφάνεια µεταξύ ελαστικών, συγκρουόµενων σωµάτων
που διαδίδεται προς την ουρά µε µεταβλητή ταχύτητα. Τη στιγµή της έναρξης της ϕάσης εκ-
τόνωσης, σε µια χωρικώς περιορισµένη περιοχή του στρώµατος ϱεύµατος κοντά στη Γη (την
οποία υπολογίζουµε ότι ϐρίσκεται εντός της γεωσύγχρονης τροχιάς), η δυναµική αλλαγή
του Bz µεταβάλλει τη σχετική ταχύτητα ολίσθησης µεταξύ των ιόντων και των ηλεκτρονίων
διεγείροντας µ’ αυτό τον τρόπο µια αστάθεια (KCSI/CFCI). Τα διεγειρόµενα κύµατα και οι
σχετιζόµενες αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου προκαλούν σκέδαση της γωνίας κλίσης
των σωµατιδίων πληρώντας έτσι τους κώνους διαφυγής και εκτρέποντας το κάθετο ϱεύµα
της µαγνητοουράς προς την ιονόσφαιρα σχηµατίζοντας το σφηνοειδές σύστηµα ϱευµάτων.
Εντός της περιοχής που επηρεάζεται από τη διάρρηξη, τα σωµατίδια ενεργοποιούνται τοπ-
ικά καθώς το µέτωπο διάρρηξης τα σαρώνει. Αυτός ο µηχανισµός είναι υπεύθυνος για την
ενεργοποίηση των ηλεκτρονίων τα οποία επακολούθως µεταφέρονται µέσω ολίσθησης ϐαθµί-
δας/καµπύλωσης στη ϑέση των Cluster [from Vogiatzis et al., 2005].

τις χαµηλότερες ενέργειες οφείλουν την ύπαρξή τους στον ολισθαίνοντα πληθυσµό
των ηλεκτρονίων που παρατηρείται από τα Cluster, υπονοώντας τη χωρική ϕύση του
ϕαινοµένου.

• Εκτίµηση του χρόνου και της ϑέσης σχηµατισµού της X γραµµής

Παρακάτω κάνουµε µια απόπειρα να εκτιµήσουµε το χρόνο και τη ϑέση σχηµα-


τισµού της X γραµµής. Θεωρούµε ότι κατά τη διάρκεια της αρχικής επανασύνδεσης
το πλάσµα εκτινάσσεται τόσο προς τη Γη όσο και προς την ουρά µε την ίδια ταχύτη-

137
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

τα η οποία λαµβάνεται να είναι της τάξεως των 500 km/sec. Αυτό ϐασίζεται σε
παρατηρήσεις των Cluster στις ∼04:01 UT (Σχήµα 6.9), όπου ϑεωρούµε ότι η προς
την ουρά ταχύτητα πλάσµατος µεταξύ της X γραµµής και της ϑέσης των Cluster
παραµένει σχεδόν αµετάβλητη. Η αρχική ϱοή πλάσµατος προς τη Γη υπόκειται σε
επιβράδυνση µόλις αρχίζει να διαδίδεται από την αρχική περιοχή επανασύνδεσης.
Βάσει εικόνων σέλαος οι Baker et al. [2002] συµπέραναν ότι η ϕάση εκτόνωσης
της υποκαταιγίδας ξεκινά µεταξύ ∼04:06:16 UT και ∼04:08:19 UT. Θεωρούµε ότι
η αρχική ϱοή προς τη Γη αναχαιτίζεται πλήρως στις ∼04:06:16 UT πριν το χρόνο
παρατήρησης των πρώτων δραµατικών αναλαµπών σέλαος στις ∼04:08:19 UT σχε-
τιζόµενων µε την έναρξη της διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος ουράς/διπολοποίησης
του πεδίου.
Για τον υπολογισµό της καθαρής επιβράδυνσης της αρχικής προς τη Γη ϱοής
χρησιµοποιούµε την εξίσωση ορµής ενός ϱευστού για ιδανικές µαγνητοϋδροδυναµικές
(ΜΥ∆) συνθήκες (συνδυασµός της (2.19) και της 3ης των (2.7)),

dv 1
ni mi = −∇PT + (B · ∇)B (6.1)
dt µ0
Για την ολική ϐαθµίδα πίεσης µε κατεύθυνση προς τη Γη υιοθετούµε την εκτίµηση
των Shiokawa et al. [1997] η οποία είναι 1.2 × 10−17 Pa/m για ένα ∆x ∼ 8 RE . Για
την εκτίµηση του όρου της τάσης στο δεξιό µέλος της (6.1) χρησιµοποιούµε εντάσεις
µαγνητικού πεδίου Bx ∼15 nT και Bz ∼2 nT (µε ϐάση τις παρατηρήσεις από τα
Cluster για το χρονικό διάστηµα 03:45-4:00 UT) και ένα πάχος για το στρώµα
ϱεύµατος της ουράς, όπου οι ϱοές υπάρχουν, ∼0.5 R E [Shiokawa et al., 1997].
Λύνοντας την εξίσωση (6.1) ϐρίσκουµε µια καθαρή επιβράδυνση ∼ 1.481 km/sec2 ,
όπου για mi χρησιµοποιήσαµε τη µάζα πρωτονίου και για ni µια τυπική ιοντική
πυκνότητα στρώµατος πλάσµατος ∼ 0.4 cm−3 .
Συνδυάζοντας την παραπάνω τιµή µε τους σχετικούς χρόνους και τις ϑέσεις, (α)
της αρχικής αναχαίτισης ϱοής, (ϐ) του σχηµατισµού της X γραµµής και (γ) της προς
την ουρά ϱοής πλάσµατος στη ϑέση των Cluster, τελικά υπολογίζουµε ότι η X γραµµή
σχηµατίζεται στις ∼17.5 R E στις ∼04:00:38 UT (για περισσότερες λεπτοµέρειες δέστε
Παράρτηµα και Σχήµα 6.15).
Οι παρατηρήσεις που περιγράφτηκαν σ’ αυτό το κεφάλαιο µπορούν να συνδυ-
αστούν ώστε να δηµιουργήσουµε µία σύµφωνη χρονική αλληλουχία των γεγονότων
του συγκεκριµένου ϕαινοµένου υποκαταιγίδας και εν γένει των µαγνητοσφαιρικών
υποκαταιγίδων και να εξηγήσουµε µε ικανοποιητικό τρόπο τη γένεση του µοναδικού
ϕαινοµένου ηλεκτρονίων καθώς και την εµφάνιση των ηλεκτρονίων αυτών στη ϑέση
των Cluster. Μια ανασκόπηση των παρατηρήσεων που έγιναν κατά τη διάρκεια αυτής
της µεµονωµένης υποκαταιγίδας, µε την οποία το ϕαινόµενο των ενεργειακών ηλεκ-
τρονίων συνδέεται άρρηκτα, ϕαίνεται στο Σχήµα 6.12. Σ’ αυτό το σχήµα, τα ϕαινόµ-
ενα της 27ης Αυγούστου, 2001 που ταυτοποιήθηκαν από διάφορους δορυφόρους
παρουσιάζονται µε τη µορφή χρονικού ϐέλους. Το Σχήµα 6.13 αποτελεί µια σχη-
µατική αναπαράσταση που αποτυπώνει την ερµηνεία µας για το πώς παράγεται η
ισχυρή ανισοτροπική κατανοµή των ηλεκτρονίων και η επακόλουθη µεταφορά της
προς τα διαστηµόπλοια Cluster. Τα έντονα τόξα αντιπροσωπεύουν την κατεύθυν-
ση διάδοσης της διάρρηξης ϱεύµατος. Οι έγχρωµες περιοχές αντιπροσωπεύουν τις
υπό εξάπλωση περιοχές όπου λαµβάνει χώρα επιτάχυνση σωµατιδίων, ενώ το µαύρο
διακεκοµµένο τόξο συµβολίζει το µονοπάτι των υπό ολίσθηση ηλεκτρονίων.

138
6.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

6.5 Συζήτηση
Η γήινη µαγνητοουρά συντηρείται από ένα σύστηµα ϱευµάτων το οποίο, στο ιση-
µερινό επίπεδο, κατευθύνεται από την ανατολή προς τη δύση εντός ενός στρώµα-
τος του οποίου οι διαστάσεις ϐορρά-νότου είναι µικρές σε σχέση µε την έκτασή
του στο επίπεδο x-y . Κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης αυτό το κάθετο
ϱεύµα ενισχύεται και µετακινείται προς τη Γη καθώς η µαγνητοουρά επιµηκύνεται
ολοένα και περισσότερο [Kaufmann, 1987]. Κατόπιν, κατά τη ϕάση έναρξης µιας
υποκαταιγίδας στην πλησίον της Γης µαγνητοουρά η τάση του µαγνητικού πεδίου
ελαττώνεται και, καθώς το Bx ελαττώνεται και το Bz αυξάνεται, το πεδίο αποκτά µια
περισσότερο διπολική γεωµετρία. Η διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου έχει ερ-
µηνευθεί ως µία µείωση του πλησίον της Γης κάθετου ϱεύµατος ουράς [Lui, 1978·
Kaufmann, 1987]. Εκτινάξεις σωµατιδίων εµφανίζονται ταυτόχρονα µε την κατάρ-
ϱευση της επιµηκυσµένης γεωµετρίας του µαγνητικού πεδίου, υποδεικνύοντας ότι η
εµφάνιση µιας εκτίναξης συµβαίνει ταυτόχρονα µε την εκτροπή του κάθετου ϱεύµα-
τος στο σφηνοειδές σύστηµα ϱευµάτων υποκαταιγίδας. Θεωρούµε ότι ο µηχανισµός
επιτάχυνσης των ενεργειακών σωµατιδίων κατά τη διάρκεια των υποκαταιγίδων στη-
ν περιοχή της κοντινής προς τη Γη µαγνητοουράς συνδέεται µε τη διάρρηξη του
τοπικού κάθετου ϱεύµατος ουράς. Αυτή η υπόθεση εξηγεί τη συσχέτιση µεταξύ της
εκτίναξης των ενεργειακών σωµατιδίων και της τοπικής µαγνητικής αναδιάταξης : και
τα δύο ϕαινόµενα οφείλονται στη διάρρηξη του στρώµατος ϱεύµατος. Η διάρρηξη πι-
ϑανόν να οφείλεται σε µια τοπική αστάθεια, η οποία ϑα µπορούσε να εξηγήσει γιατί
η περιοχή διάρρηξης ϱεύµατος έχει παρατηρηθεί να είναι περιορισµένης αζιµουθι-
ακής έκτασης [Nagai, 1982]. Η πιο πιθανή ϑέση έναρξης των υποκαταιγίδων στην
ουρά είναι εκεί όπου ϱέουν τα ισχυρότερα ϱεύµατα, ήτοι, εκεί όπου η γεωµετρία του
µαγνητικού πεδίου αλλάζει από διπολική σε επιµηκυσµένη.
Αρκετές µελέτες έχουν δείξει ότι η τοπική διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος ουράς
εξαπλώνεται αζιµουθιακά µε το χρόνο από µία σχετικά περιορισµένη περιοχή έ-
ναρξης που, κατά µέσο όρο, ϐρίσκεται στις ∼23:00 LT και ότι η εξάπλωση οδηγεί
στην αζιµουθιακή διάδοση των ϕαινοµένων της υποκαταιγίδας [Nagai, 1982· Lopez
et al., 1988b· Lopez and Lui, 1990b] µε µια ταχύτητα που κυµαίνεται µεταξύ 10 k-
m/sec και 100 km/sec [Arnodly and Moore, 1983]. Από την άλλη µεριά, η ερώτηση
σχετικά µε την κατεύθυνση της ακτινικής διάδοσης της τοπικής διάρρηξης ϱεύµα-
τος δεν έχει απαντηθεί µε σιγουριά ακόµη. Το επικρατές µοντέλο των διαδιδόµενων
προς τη Γη µετώπων εκτίναξης προτάθηκε αρχικά από τους Russell and McPherron
[1973] και κατόπιν αναπτύχθηκε λεπτοµερώς από τον Moore et al. [1981]. Ωστόσο,
αυτό το µοντέλο έχει αµφισβητηθεί µε ϐάση ενδείξεις οι οποίες υποδεικνύουν ότι,
σε µερικές των περιπτώσεων, η τοπική διάρρηξη ϱεύµατος παρατηρείται να έχει µια
ακτινική συνιστώσα διάδοσης µε κατεύθυνση προς τη µαγνητοουρά [Lopez et al.,
1988b, 1989· Lopez and Lui, 1990b· Jacquey et al., 1991]. Επιπλέον, ο Lui et al.
[1988] παρουσίασε παρατηρήσεις ενισχύσεων και κενώσεων σωµατιδίων σε πολύ πε-
ϱιορισµένες (< 1 RE ) περιοχές, γεγονός το οποίο έρχεται σ’ αντίθεση µε την ιδέα που
προτάθηκε από τους Moore et al. [1981]. Επιπρόσθετα, τα ϕαινόµενα σ’ εκείνη τη
µελέτη µπορούν να εξηγηθούν µ’ ένα απλό µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος [Lopez et al.,
1988a]. Βάσει της µελέτης µας υποστηρίζουµε περαιτέρω την τελευταία ιδέα, ότι η
τοπική διάρρηξη ϱεύµατος/σωµατιδιακή επιτάχυνση δεν εξαπλώνεται µόνο αζιµου-
ϑιακά διαδιδόµενη προς την ουρά, αλλά και ότι ξεκινά σχετικά κοντά στη Γη εντός

139
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

της γεωσύγχρονης τροχιάς, κάτι το οποίο έχει επίσης παρατηρηθεί και από τους
Friedel et al. [1996]. Οι τελευταίοι, ϐασιζόµενοι σε δεδοµένα από το δορυφόρο CR-
RES, έδειξαν ότι εκτινάξεις σωµατιδίων άνευ διασποράς µπορούν να παρατηρηθούν
αρκετά εντός της γεωσύγχρονης τροχιάς σε µια ϑέση L = 4.3, έχοντας µια χωρική
κατανοµή ±5 ώρες εκατέρωθεν του µεσονύχτιου µεσηµβρινού.
Ωστόσο, πρέπει να σηµειώσουµε, ότι οι προηγούµενες σκέψεις καθώς και η
ϕυσική εικόνα της µελέτης µας ϐρίσκονται σε πλήρη διαφωνία µε το µοντέλο των
Li et al. [2003]. Στηριζόµενοι σ’ ένα µοντέλο το οποίο ϐασίζεται στην αλληλεπίδραση
ενός διαδιδόµενου προς τη Γη ηλεκτροµαγνητικού παλµού µε τους προϋπάρχοντες
πληθυσµούς σωµατιδίων, οι Li et al. [2003] πέτυχαν την αναπαραγωγή των κύρι-
ων χαρακτηριστικών που ϕαίνονται στα διαγράµµατα (a)-(f) του Σχήµατος 6.3. Στην
προσοµοίωση, το πεδίο του παλµού, το οποίο προσοµοιώνει ένα µέτωπο διπολοποίησης
που διαδίδεται προς τη Γη, σχετίζεται µε την επανασύνδεση η οποία λαµβάνει χώρα
κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των υποκαταιγίδων. Τα αποτελέσµατα της προσοµοί-
ωσης, επίσης, υποστηρίζουν την ιδέα µιας επιτάχυνσης σωµατιδίων αρκετά µακριά
από την πραγµατική ϑέση της X γραµµής, προς την πλευρά της Γης.
Η σταθερότητα του ουδετέρου στρώµατος ως προς τις αστάθειες KCSI και CFCI
έχει εξεταστεί από τους Lui et al. [1990] και Lui et al. [1991b], αντίστοιχα. ΄Οπως
σηµείωσαν, υπάρχουν τρεις συνθήκες που έχουν επαληθευτεί πειραµατικά και οι
οποίες µπορούν να προκαλέσουν την έναρξη µιας υποκαταιγίδας. Αυτές είναι, (1)
στροφή του διαπλανητικού µαγνητικού πεδίου (∆ΜΠ) σε ϐόρειας κατεύθυνσης πεδίο
κατά τη διάρκεια περιόδων όπου το ∆ΜΠ είναι νότιας κατεύθυνσης, (2) απότοµες
ενισχύσεις της πίεσης του ηλιακού ανέµου, και (3) σταθερό ∆ΜΠ νότιας κατεύθυν-
σης. Η συνθήκη που ϐρίσκει εφαρµογή στη δική µας περίπτωση είναι η τρίτη, κατά
την οποία η έναρξη µιας υποκαταιγίδας προκαλείται από µια εσωτερική διεργασία
κατά τη διάρκεια ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης, στο οποίο έχει γίνει αναφορά από τους
Baker et al. [2002]. Κατά τη διάρκεια ∆ΜΠ νότιας κατεύθυνσης, είναι πλέον αποδεκ-
τό ϐάσει παρατηρήσεων ότι τόσο το κάθετο ηλεκτρικό πεδίο της ουράς Ey όσο και η
Bz συνιστώσα στο ουδέτερο στρώµα, δύο ποσότητες που καθορίζουν το µέγεθος της
ιοντικής επιτάχυνσης στην περιοχή του στρώµατος ϱεύµατος, συχνά παρουσιάζουν
µεγάλες µεταβολές. Αριθµητικές λύσεις στις γραµµικές εξισώσεις διασποράς δείχ-
νουν ότι το περιβάλλον του ουδετέρου στρώµατος ευνοεί την έναρξη της κινητικής
αστάθειας KCSI/CFCI, η οποία µπορεί να είναι µία πιθανή αιτία πρόκλησης της
ϕάσης εκτόνωσης των υποκαταιγίδων µέσω της γένεσης πλάγιων κυµάτων συριγµού
(oblique whistler waves) πλησίον της κάτω υβριδικής συχνότητας. Τόσο η συχνότητα
όσο και ο ϱυθµός αύξησης αυτής της αστάθειας ολοένα και µεγαλώνουν αυξανοµένης
της σχετικής ταχύτητας ολίσθησης µεταξύ των ιόντων και των ηλεκτρονίων. Αυτή η
διεργασία µπορεί να κατανοηθεί κατά τη διάρκεια περιόδων όπου το στρώµα πλάσ-
µατος είναι σχετικά λεπτό σε σχέση µε τη γυροακτίνα των ϑερµών ιόντων ϕέρνοντας
στη µνήµη µας τις τροχιές Speiser όπου τα µη αδιαβατικά ιόντα επιταχύνονται από
το κάθετο ηλεκτρικό πεδίο της ουράς ενόσω ολισθαίνουν κάθετα στη µαγνητοουρά
[Speiser, 1965]. Η ύπαρξη µιας συνιστώσας του µαγνητικού πεδίου κάθετα στο
στρώµα ϱεύµατος καθορίζει το χρόνο που τα ολισθαίνοντα ιόντα ϑα παραµείνουν
στο στρώµα ϱεύµατος και συνεπώς το ποσό της ενέργειας που ϑα κερδίσουν πριν
εκτιναχθούν από το στρώµα αυτό. Κατά συνέπεια, δυναµική αλλαγή του Bz , λόγω
µεταφοράς του από µια περιοχή επανασύνδεσης (παρατηρήσεις Cluster), στο στρώ-
µα ϱεύµατος µεταβάλλει άµεσα τη σχετική ταχύτητα ολίσθησης µεταξύ των ιόντων

140
6.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

και των ηλεκτρονίων ϑέτοντας τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες για την έναρξη της
αστάθειας. Μ’ αυτό τον τρόπο τα διεγειρόµενα κύµατα παράγουν µαγνητική τύρβη
(παρατηρήσεις GOES 8), ενώ οι σχετιζόµενες αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου
πληρούν τους κώνους διαφυγής λόγω διάχυσης της γωνίας κλίσης εκτρέποντας το
κάθετο ϱεύµα της ουράς προς την ιονόσφαιρα µέσω της δηµιουργίας παράλληλων
προς το µαγνητικό πεδίο ϱευµάτων (παρατηρήσεις Polar). Παρατηρήσεις οι οποίες
υποστηρίζουν την προηγούµενη πρόβλεψή µας έχουν αναφερθεί πρόσφατα από τους
Santolı́k et al. [2004] και Shiokawa et al. [2005]. Στηριζόµενοι σε δεδοµένα δύο
ετών του πειράµατος Cluster/STAFF-SA και αναλύοντας 781 περάσµατα από το
περίγειο (−3.9 RE ≤ X ≤ −5 RE , −30◦ ≤ ML ≤ +30◦ ), οι Santolı́k et al. [2004]
έδειξαν τη συνεχή ύπαρξη ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων πλάσµατος πλησίον της
κάτω υβριδικής συχνότητας. Αυτά τα κύµατα εµφανίζονται 10 µοίρες εκατέρωθεν
του γεωµαγνητικού ισηµερινού έχοντας ένα ϱυθµό εµφάνισης περίπου 60% µε την
πυκνότητα ϕασµατικής ισχύος τους να έχει δύο µέγιστα· ένα στα ∼30 Hz και ένα
στα ∼70 Hz· συχνότητες οι οποίες είναι συγκρίσιµες µε την τυπική γυροσυχνότητα
των ηλεκτρονίων εντός του ουδετέρου στρώµατος (Πίνακας 4.1). Από την άλλη µεριά,
οι Shiokawa et al. [2005] ερευνώντας ένα ϕαινόµενο διαδοχικών διπολοποιήσεων
(Σχήµα 6.14) που παρατηρήθηκε από το δορυφόρο Geotail στις (−8.3, −5.1, 1.3)
RE χρησιµοποιώντας υψηλής χρονικής ανάλυσης δεδοµένα ηλεκτρικού και µαγν-
ητικού πεδίου, έδειξαν ότι το ϕαινόµενο χαρακτηριζόταν από,

1. ∆ύο διπολοποιήσεις εντός χρονικού διαστήµατος 2 λεπτών µε τη συνιστώσα Bz


του µαγνητικού πεδίου να ελαττώνεται και στις δύο περιπτώσεις 2-4 δευτερόλεπ-
τα πριν τη διπολοποίηση.

2. Χαρακτηριστικές ταλαντώσεις του ηλεκτρικού και µαγνητικού πεδίου µε συχνότητες


5-20 Hz (εύρος χαµηλής υβριδικής συχνότητας) συµπίπτουσες µε ξαφνικές ε-
λαττώσεις στο Bz .

΄Οπως έχουµε σηµειώσει, στις ∼04:10 UT (διάγραµµα (g) στο Σχήµα 6.3) τα
διαστηµόπλοια Cluster ϐρίσκονταν σ’ ένα περιβάλλον αντίστοιχο µε αυτό των λοβών
µέχρι τις ∼04:25 UT, όπου οι ϱοές παρουσίασαν µια καθαρή επάνοδο στα επίπεδα
του στρώµατος πλάσµατος. Ο πρώτος χρόνος υποδηλώνει ότι η πλευρά προς την ουρά
της τελευταίας επανασυνδεόµενης κλειστής δυναµικής γραµµής του διαχωριζόµενου
στρώµατος πλάσµατος έχει περάσει από τα διαστηµόπλοια Cluster και αυτό, όπως
σηµειώνουν οι Baker et al. [2002], υποδηλώνει την αποκοπή πριν απ’ αυτό το χρόνο
µιας δοµής πλασµοειδούς που κινείται προς την ουρά. Ακόµα και µετά απ’ αυτό το
χρονικό σηµείο εξακολουθούµε να παρατηρούµε υψηλής ταχύτητας εκρήξεις ϱοής
µε κατεύθυνση προς τη Γη οι οποίες έχουν ϑετικό Bz (τρίτη σκιασµένη περιοχή
στο Σχήµα 6.9) κάτι το οποίο αποδίδεται σε µια µεταφορά προς τη Γη ανοικτών
(λοβού) επανασυνδεδεµένων δυναµικών γραµµών. Ο δεύτερος χρόνος σηµατοδοτεί
την επαναεισαγωγή των διαστηµοπλοίων Cluster στο στρώµα πλάσµατος/περιοχή
κλειστών δυναµικών γραµµών γεγονός που αποδίδεται στην προχώρηση προς την
ουρά των επιφανειών διπολοποίησης/περιοχή της αστάθειας KCSI/CFCI και της
διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος ουράς.
Σ’ αυτό το σηµείο ϑα ϑέλαµε να συζητήσουµε περισσότερο τις παρατηρήσεις του
GOES 8. Εξετάζοντας ξανά το Σχήµα 6.4, ϐλέπουµε ότι η τιµή του µαγνητικού

141
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Σχήµα 6.14: ∆ιάστηµα 8 λεπτών των ϕαινοµένων διπολοποίησης που παρατηρήθηκαν από
το δορυφόρο Geotail, χρησιµοποιώντας δεδοµένα υψηλής χρονικής ανάλυσης (δειγµατολ-
ηψία 16 Hz του DC µαγνητικού πεδίου, 128 Hz του AC µαγνητικού πεδίου και 64 Hz του
ηλεκτρικού πεδίου). ∆ύο διαδοχικές διπολοποιήσεις µπορούν καθαρά να ταυτοποιηθούν
στις 15:49:40 UT και 15:51:25 UT, όπως υποδεικνύεται από τις κάθετες διακεκοµµένες
γραµµές. Η γωνία ανύψωσης και η συνιστώσα Bz του µαγνητικού πεδίου ελαττώνονται από-
τοµα πριν τις διπολοποιήσεις. Επιπλέον, αυτές οι διπολοποιήσεις παρατηρούνται στην αρχή
ενισχύσεων της ταχύτητας πλάσµατος µε κατεύθυνση προς τη Γη, όπως ϕαίνεται στα δια-
γράµµατα των Vx,y,z και V⊥x . Αξίζει να σηµειώσουµε ότι τα παρατηρούµενα χαρακτηριστικά
σ’ αυτό το σχήµα ϑα µπορούσαν να οφείλονται σε µια µεταφορά, από µια περιοχή επανασύν-
δεσης προς τη Γη, µαγνητικού πεδίου µεικτής πολικότητας όπως έχει δειχθεί στο Σχήµα 6.9
(πρώτη σκιασµένη περιοχή) [from Shiokawa et al., 2005].

142
6.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

πεδίου µετά την έναρξη της διπολοποίησης και πριν τις ∼04:28 UT διακυµαίνεται
γύρω από µια µέση τιµή. Αυτό το χαρακτηριστικό µπορεί ν’ αποδοθεί στη συνεχή
συσσώρευση της Bz συνιστώσας στο ουδέτερο στρώµα. Από την άλλη πλευρά, η ολοέ-
να και ελαττώµενη τιµή του µαγνητικού πεδίου µετά τις ∼04:28 UT υποδηλώνει ότι ο
GOES 8 αρχίζει να παρατηρεί επιφάνειες διπολοποίησης συνεχώς αραιωµένης µαγν-
ητικής ϱοής ανά µονάδα όγκου να διαδίδονται προς την ουρά. Το παραπάνω µπορεί
να κατανοηθεί έχοντας υπόψιν µας ότι ένα µαγνητικό πεδίο ϐόρειας κατεύθυνσης
αυξάνει τη µαγνητική πίεση η οποία δρα κάθετα στις δυναµικές γραµµές. Εφό-
σον το πλάσµα είναι δεσµευµένο µε τις µαγνητικές δυναµικές γραµµές, προκύπτει
ότι οι γραµµές του πεδίου που είναι εµβαπτησµένες σ’ ένα ΜΥ∆ πλάσµα συµπερ-
ιφέρονται σαν ελαστικές χορδές που απωθούνται αµοιβαίως µεταξύ τους. Επιπλέον,
το ίδιο µαγνητικό πεδίο µεταφέρει µια τάση κατά µήκος των δυναµικών γραµµών
µε καθένα από τους σωλήνες ϱοής να συµπεριφέρεται σαν µια ελαστική χορδή υπό
τάση. Με την προχώρηση της διάρρηξης ϱεύµατος/διπολοποίησης του πεδίου προς
τη µαγνητοουρά, η µαγνητική πίεση επικρατεί της µαγνητικής τάσης. Ωστόσο, ϑα
υπάρξει µια συγκεκριµένη στιγµή όπου η µαγνητική πίεση ϑ’ αρχίσει να ελαττώνε-
ται (µειούµενη µαγνητική ϱοή ανά µονάδα όγκου) και µια κατάσταση ισορροπίας
τελικά ϑα επιτευχθεί όταν ϑα υπάρξει µια ισορροπία µεταξύ της µαγνητικής τάσης
και της µαγνητικής πίεσης (προχωρηµένο στάδιο της ϕάσης αποκατάστασης των υπ-
οκαταιγίδων).
΄Οπως έχουµε ϑεωρήσει, η αρχική αναχαίτιση της ϱοής λαµβάνει χώρα µόλις πριν
τη διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος της ουράς η οποία εκδηλώνεται µε την πρώτη
δραµατική ϕωτοβολία σέλαος στις ∼04:08:19 UT, η οποία έχει αναφερθεί από τους
Baker et al. [2002]. Απ’ αυτή τη χρονική στιγµή και µετά έχουµε µια διόγκωση
του στρώµατος πλάσµατος µε κατεύθυνση προς την ουρά η οποία διευκολύνεται από
τη µείωση της δύναµης τάσης (B · ∇)B/µ0 λόγω διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος
ουράς/διπολοποίησης του πεδίου. ΄Οπως ξέρουµε η ολική πυκνότητα του κάθετου
ϱεύµατος ουράς λόγω ολίσθησης ϐαθµίδας/καµπύλωσης και περιστροφικών ϕαιν-
οµένων των σωµατιδίων του πλάσµατος δίνεται από τη σχέση,
µ ¶
B Pk − P⊥
J = Jd + Jg = 2 × ∇P⊥ + (B · ∇)B (6.2)
B B2
Κατά τη διάρκεια της µείωσης του κάθετου ϱεύµατος ουράς αναµένουµε ότι ο δεύτε-
ϱος όρος εντός των παρενθέσεων µειώνεται λόγω αύξησης της P⊥ και µείωσης του
παράγοντα τάσης. Η ενίσχυση της P⊥ ϑα έχει ως αποτέλεσµα τη σηµαντική αλ-
λαγή των κατανοµών πλάσµατος παράγοντας παγιδευµένους πληθυσµούς πλάσµα-
τος ταυτόχρονα µε µια διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου. Πράγµατι, αυτό το
ϕαινόµενο παρατηρείται στη γεωστατική τροχιά γύρω από το µεσονύχτιο µεσηµβρινό
[δέστε για παράδειγµα δεύτερο και τρίτο διάγραµµα στο Σχήµα 1 στην εργασία των
Baker and McPherron, 1990].
Σ’ αυτό το σηµείο ϑα ϑέλαµε να δώσουµε έµφαση στο διπλό ϱόλο της συνιστώσας
Bz του µαγνητικού πεδίου ο οποίος είναι, (α) η ενίσχυση της µαγνητικής ϱοής ϐόρ-
ειας κατεύθυνσης του διπολικού µαγνητικού πεδίου και εποµένως της µαγνητικής
πίεσης στην περιοχή µετάβασης από τη διπολική στην επιµηκυσµένη γεωµετρία
µαγνητικού πεδίου. Μ’ αυτό τον τρόπο αυξάνεται η δύναµη πίεσης µε κατεύθυνση
προς την ουρά η οποία επιβραδύνει τις ϱοές που κινούνται προς τη Γη και (ϐ) η
εξασφάλιση των αναγκαίων συνθηκών για την έναρξη της αστάθειας KCSI/CFCI η

143
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

t=t0+t1+316 t=t0 t=t0+t1


GOES 8 Cluster
Earth X

ê ö

Σχήµα 6.15: Σχηµατικό διάγραµµα όπου αναπαριστώνται οι σχετικοί χρόνοι και οι αποσ-
τάσεις που χρησιµοποιήθηκαν στους υπολογισµούς [from Vogiatzis et al., 2005].

οποία προκαλεί την εκτροπή του κάθετου ϱεύµατος ουράς και το σχηµατισµό του
σφηνοειδούς συστήµατος ϱευµάτων υποκαταιγίδας. Ο πρώτος ϱόλος ϑεωρείται ω-
ς η ΜΥ∆ συνεισφορά (δυναµική πλάσµατος) [Shiokawa et al., 1997] σ’ ολόκληρη
τη διεργασία, η οποία ϕαίνεται να επικρατεί σε µεγάλες χωροχρονικές κλίµακες, σ’
αντίθεση µε το δεύτερο ϱόλο, ο οποίος ϑεωρείται ότι είναι η κινητική συνεισφορά
(δυναµική σωµατιδίου) σ’ ολόκληρο το ϕαινόµενο, η οποία λαµβάνει χώρα σε µικρές
χωροχρονικές κλίµακες. Ο ένας ϱόλος δεν αναιρεί τον άλλο αλλά µάλλον ϕαίνεται
να αλληλοσυµπληρώνονται µεταξύ τους.

΄Οπως υποστηρίξαµε προηγουµένως το όλο ϕαινόµενο εξελίσσεται χρονικά µε


τη µορφή χιονοστοιβάδας (επιτάχυνση κατάρρευσης), διεργασία η οποία µπορεί να
ϑεωρηθεί αυτοσυντηρούµενη και η οποία λαµβάνει χώρα ακόµα και στην περίπτωση
που υπάρχει έλλειψη ϱοών υψηλής ταχύτητας µε ϑετικό Bz στο ουδέτερο στρώµα
µε κατεύθυνση προς τη Γη. Αυτό ϑα µπορούσε να καλύψει το κενό που υπάρχει
µεταξύ της διάρκειας των ϱοών και του συστήµατος ϱευµάτων υποκαταιγίδας όπως
αναφέρεται από τους Shiokawa et al. [1998a]. Αυτή η ασυµφωνία πηγάζει ακριβώς
από το γεγονός ότι το µοντέλο των Shiokawa et al. [1998a] δεν λαµβάνει υπόψιν του
την προηγουµένως σηµειωθείσα κινητική συνεισφορά της συνιστώσας Bz του µαγν-
ητικού πεδίου. Ακόµη, το µαγνητοσφαιρικό µοντέλο που προτείνεται εδώ ϐρίσκει
εφαρµογή σ’ ολόκληρη τη ϕάση εκτόνωσης των υποκαταιγίδων, σ’ αντίθεση µ’ αυτό
των Shiokawa et al. [1998a] το οποίο περιορίζεται µόνο στο αρχικό στάδιο της ϕάσης
εκτόνωσης των υποκαταιγίδων.

Τελειώνοντας, ϑα ϑέλαµε να σηµειώσουµε ότι η γενίκευση των αποτελεσµάτων


που παρουσιάζονται σ’ αυτό το κεφάλαιο ϑα πρέπει να γίνει µε κάποια προσοχή
διότι είναι άγνωστο το κατά πόσο συχνά είναι τα χαρακτηριστικά που παρατηρούνται
στο παρόν ϕαινόµενο. Εντούτοις, αισθανόµαστε ότι η γενική εξέλιξη του συστή-
µατος είναι ένας συνδυασµός της διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος ουράς και της
διεργασίας επανασύνδεσης µε καθένα απ’ τα ϕαινόµενα αυτά να έχει τη δικιά του
σηµαντικότητα κατά τη διάρκεια της ϕάσης εκτόνωσης µιας υποκαταιγίδας.

144
6.6. ӟΥΝΟΨΗ

6.6 Σύνοψη
Αναλύσαµε ένα µοναδικό ϕαινόµενο ηλεκτρονίων που παρατηρήθηκε στη µαγν-
ητοουρά της Γης στις ∼19 R E στενά συνδεδεµένο µε µια υποκαταιγίδα. Για να
καταλήξουµε σε κάποιο συµπέρασµα σχετικά µε τον πιθανό µηχανισµό που είναι
υπεύθυνος για τη γένεση αυτών των ενεργειακών ηλεκτρονίων χρησιµοποιήσαµε
παρατηρήσεις ενεργειακών σωµατιδίων και µαγνητικού πεδίου από έναν αριθµό
διαστηµοπλοίων που ϐρίσκονται σε τροχιά γύρω από τη Γη. Προσπαθήσαµε να
κατασκευάσουµε µια σύµφωνη χρονική αλληλουχία των γεγονότων που έλαβαν χώρα
κατά τη διάρκεια της υποκαταιγίδας καταλήγοντας σ’ ένα ποιοτικό µοντέλο για την
έναρξη και εξέλιξη των υποκαταιγίδων, ϐάσει των χαρακτηριστικών του ϕαινοµένου
που καταγράψαµε πειραµατικά. Στηριζόµενοι σ’ αυτό το µοντέλο καταλήξαµε σ-
το συµπέρασµα ότι οι µετρήσεις των ενεργειακών ηλεκτρονίων που έγιναν από τα
Cluster είναι το αποτέλεσµα µιας αζιµουθιακής και ταυτόχρονα ακτινικής προς την
ουρά εξάπλωσης του µετώπου διάρρηξης ϱεύµατος και της περιοχής επιτάχυνσης
των σωµατιδίων. Αυτό ϑα µπορούσε να είναι πιθανόν το σενάριο µε το οποίο να
εξηγούνται και άλλες παρόµοιες περιπτώσεις, αλλά ϑα πρέπει να σηµειώσουµε, ότι
ϕαινόµενα σαν κι’ αυτό που αναλύσαµε είναι σηµαντικό να εξεταστούν και µ’ έναν
περισσότερο ποσοτικό τρόπο, ώστε η προτεινόµενη ιδέα εξήγησης της εµφάνισης του
πληθυσµού των ηλεκτρονίων να τεκµηριωθεί ακόµα περισσότερο αποκτώντας γερές
ϐάσεις.
Εν κατακλείδι, η σηµαντικότητα µελετών που αφορούν ενεργειακά σωµατίδια
κατά τη διάρκεια διεργασιών που λαµβάνουν χώρα σε διάφορες περιοχές της γήινης
µαγνητόσφαιρας χρησιµοποιώντας πολύ καλές χρονικές και γωνιακές αναλύσεις, εί-
ναι ένα σηµαντικό ϑέµα το οποίο ϑίξαµε στο παρόν κεφάλαιο. ΄Ηµασταν σε ϑέση να
εξετάσουµε λεπτοµερώς αυτό το µοναδικό ϕαινόµενο ηλεκτρονίων που εµφανίστηκε
στη µαγνητοουρά, εξαιτίας των δεδοµένων υψηλής ανάλυσης (δεδοµένα γρήγορου
ϱυθµού, burst mode data) που ήταν διαθέσιµα κατά το χρονικό διάστηµα που µας
ενδιέφερε. Αυτός ο ειδικός ϱυθµός λειτουργίας του οργάνου RAPID έπαιξε καθορισ-
τικό ϱόλο στην κατασκευή των 3D κατανοµών γωνίας κλίσης οι οποίες ϕανέρωσαν
την ισχυρή ανισοτροπική ϕύση του πληθυσµού των ηλεκτρονίων.

6.7 Παράρτηµα
Αναπτύσσοντας το δεύτερο όρο του δεξιού µέλους της (6.1) και διατηρώντας την
ακτινική συνιστώσα, για την οποία ενδιαφερόµαστε, έχουµε,
µ ¶
1 1 Bx2 Bx Bz
(Β · ∇)Β = + (6.3)
µ0 µ0 ∆x ∆z
Λύνοντας την (6.1) µε τη ϐοήθεια της παραπάνω ανάπτυξης, παίρνουµε για την
επιβράδυνση,

dv
γ= = 1.481 km/sec2 (6.4)
dt
όπου, Bx = 15nT, Bz = 2 nT, ∆x = 8 RE = 5096 · 104 m, ∆z = 0.5 RE = 3185 ·
103 m, ni = 0.4 · 106 /m3 , mi = 1.6726 · 10−27 Kg και µ0 = 4π · 10−7 N/A2 .

145
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 6. ΤΑΥΤΟΠϟΙΗΣΗ Ε͟ΟΣ ΝŸΕΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ
ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΥΠŸΟ ΤΟ ΠΛΑŸΙΣΙΟ Ε͟ΟΣ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Τώρα, έστω ότι t1 είναι ο χρόνος που περνά από τη στιγµή που σχηµατίζεται η
αρχική X γραµµή µέχρι τη στιγµή που τα Cluster παρατηρούν στις ∼04:01 UT τη
ϱοή µε κατεύθυνση προς την ουρά. Τότε, ο χρόνος αυτός ικανοποιεί την εξίσωση,

500 − 1.481(t1 + 316) = 0 (6.5)


και εποµένως,

t1 ≈ 22 sec (6.6)
Για τη συνολική απόσταση που η αρχική ϱοή καλύπτει µέχρι να σταµατήσει, έχουµε,

500 · (t1 + 316) − (1/2) · 1.481 · (t1 + 316)2


κ= (6.7)
6370
απ’ όπου παίρνουµε,

κ ≈ 13.2 RE (6.8)
ενώ η απόσταση που καλύπτει η αρχική ϱοή προς την ουρά µέχρι να ϕτάσει στη
ϑέση των Cluster είναι,

500t1
ϕ= ≈ 1.7 RE (6.9)
6370
Συνεπώς, η ϑέση σχηµατισµού της X γραµµής από τη Γη εκτιµάται ότι είναι 19.2-
ϕ ≈17.5 R E , ενώ ο αντίστοιχος χρόνος t0 είναι ∼04:00:38 UT. Επιπλέον, το σηµείο
αναχαίτισης εκτιµάται ότι είναι αρκετά εντός της γεωσύγχρονης τροχιάς στις 17.5-
κ ≈4.3 R E .

146
Κεφάλαιο 7

∆ύο ∆ιακριτοί Πληθυσµοί


Ενεργειακών Ηλεκτρονίων
∆ιαφορετικής Προέλευσης στη
Μαγνητοουρά της Γης - Επέκταση
του Βελτιωµένου Μοντέλου για
Υποκαταιγίδες

7.1 Περίληψη
Ενεργειακά ηλεκτρόνια (Ε≥30 keV) που ταξιδεύουν κατά µήκος και κάθετα στις
µαγνητικές δυναµικές γραµµές έχουν παρατηρηθεί στη µαγνητοουρά στις L∼17
και 22 MLT κατά τη διάρκεια της ϕάσης αποκατάστασης µας υποκαταιγίδας σ-
τις 7 Οκτωβρίου του 2002, υπό το γενικότερο πλαίσιο ενός ϕαινοµένου καταιγί-
δας. 3D κατανοµές ηλεκτρονίων ολόκληρης της µοναδιαίας σφαίρας που πάρθηκαν
από το σύστηµα αισθητήρων IES/RAPID έδειξαν µία µάλλον πολύπλοκη και τυχαία
συµπεριφορά των ενεργειακών ηλεκτρονίων. Συχνά αυτά τα ηλεκτρόνια ϕαίνονταν να
ταξιδεύουν παράλληλα, κάθετα ή και προς τις δύο κατευθύνσεις ως προς τη διεύθυν-
ση του µαγνητικού πεδίου σχηµατίζοντας έτσι δι-κατευθυντικές, εγκάρσιες και µικτές
κατανοµές. Οι ενισχύσεις των ηλεκτρονίων εµφανίστηκαν ενόσω τα διαστηµόπλοια
Cluster ϐρίσκονταν σε κλειστές δυναµικές γραµµές στο κεντρικό στρώµα πλάσµατος
προσεγγίζοντας το ουδέτερο στρώµα από το ϐόρειο λοβό της µαγνητοουράς. Μετρή-
σεις µαγνητικού πεδίου και ενεργειακών σωµατιδίων χρησιµοποιήθηκαν τόσο από
τα διαστηµόπλοια Cluster όσο και από γεωσύγχρονους δορυφόρους για να περι-
γράψουµε το γενικότερο πλαίσιο του ϕαινοµένου και να δώσουµε µια πιθανή ερ-
µηνεία της εµφάνισης των ανισοτροπιών των ηλεκτρονίων που παρατηρήθηκαν από
το ϕασµατόµετρο IES/RAPID. Σύµφωνα µε τις γεωσύγχρονες µετρήσεις, µία άνευ
διασποράς εκτίναξη ηλεκτρονίων συσχετίζεται πολύ καλά µε µια διπολοποίηση του
µαγνητικού πεδίου. Αυτό το γεγονός υποστηρίζει την ιδέα ότι οι εκτινάξεις ηλεκτρονί-
ων και εν γένει σωµατιδίων στη γεωσύγχρονη τροχιά σχετίζονται άµεσα µε ηλεκτρικά
πεδία που γεννιούνται από τη διπολοποίηση του πεδίου λόγω της διάρρηξης ϱεύµα-
τος. Επίσης, έχοντας ως κύριο στόχο µας την κατανόηση του τρόπου µε τον οποίο

147
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

σχηµατίζονται οι 3D κατανοµές ηλεκτρονίων, αναλύσαµε ενεργειακά ϕάσµατα ηλεκ-


τρονίων κατά µήκος και κάθετα στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου καταδεικνύον-
τας το γεγονός ότι ο πληθυσµός των ηλεκτρονίων αποτελείται από δύο διακριτές
συνιστώσες οι οποίες δρουν ανεξάρτητα και µε τυχαίο τρόπο η µία ως προς την άλλη.
Αυτό οδηγεί στο συµπέρασµα ότι αυτοί οι δύο πληθυσµοί ηλεκτρονίων, παράλληλα
και κάθετα στο µαγνητικό πεδίο, παράγονται σε διαφορετικές αποµακρυσµένες πε-
ϱιοχές µε διαφορετικούς ϱυθµούς. Το κύριο συµπέρασµα του παρόντος κεφαλαίου
είναι ότι οι ενισχύσεις των ηλεκτρονίων κάθετα στο πεδίο (ηλεκτρόνια µε γωνία κ-
λίσης κοντά στις 90 µοίρες, που υπόκεινται σε ολίσθηση ϐαθµίδας/καµπύλωσης),
που παρατηρούνται από τα Cluster, παράγονται σε µια αποµακρυσµένη περιοχή
δυτικά της ϑέσης των διαστηµοπλοίων εξαιτίας της αζιµουθιακής και ακτινικής, µε
κατεύθυνση προς την ουρά, εξάπλωσης µιας περιοχής διάρρηξης ϱεύµατος. Κατόπιν
τα ηλεκτρόνια αυτά µεταφέρονται στη ϑέση των Cluster µέσω ολίσθησης ϐαθµί-
δας/καµπύλωσης [Vogiatzis et al., 2006]. Από την άλλη πλευρά, τα δι-κατευθυντικά
ηλεκτρόνια (ηλεκτρόνια µε γωνίες κλίσης γύρω στις 0 και 180 µοίρες, που κινούν-
ται παράλληλα/αντιπαράλληλα στις δυναµικές γραµµές) πιστεύεται ότι παράγονται
στη γειτονιά του ουδετέρου στρώµατος ή γύρω από µια περιοχή τύπου X, όπως έχει
προταθεί από µια πληθώρα προηγούµενων εργασιών. Τέλος, στην παράγραφο της
συζήτησης, κάνουµε µια προσπάθεια να παρουσιάσουµε µ’ έναν πιο ενδελεχή τρόπο
το µοντέλο υποκαταιγίδων που αναπτύχθηκε στο κεφάλαιο 6.

7.2 Εισαγωγή
΄Ενα από τα ϐασικά χαρακτηριστικά των υποκαταιγίδων αποτελεί και η εµφάνιση
υπέρθερµων σωµατιδίων στην πλησίον της Γης µαγνητοουρά [Baker, 1984]. Η ϑέρ-
µανση του πλάσµατος και η επιτάχυνση των σωµατιδίων είναι ένα ϑέµα εξέχουσας
σηµασίας στη ϕυσική των µαγνητοσφαιρικών υποκαταιγίδων. Στο ξεκίνηµα των
δορυφορικών παρατηρήσεων, είχε αναφερθεί η παρατήρηση στη µαγνητοουρά εν-
εργειακών σωµατιδίων από µερικές εκατοντάδες keV µέχρι 1 MeV. Βάσει αυτών
των παρατηρήσεων προτάθηκε ότι οι παρατηρούµενες εκρήξεις των ενεργειακών
σωµατιδίων µπορούν να σχετισθούν µε τη µαγνητική επανασύνδεση και το σχη-
µατισµό µιας ουδέτερης γραµµής [Sarris et al., 1976· Sarris and Axford, 1979·
Baker and Stone, 1976, 1977]. Προηγούµενες µελέτες έδειξαν ότι σε ακτινικές
αποστάσεις >10 R E τα ηλεκτρόνια εµφανίζονται να είναι περισσότερο ισοτροπικά, ω-
στόσο ένας αριθµός από ϕαινόµενα παρουσιάζει δι-κατευθυντική, παράλληλη προς
το πεδίο, ανισοτροπία. Οι πρώτοι που ανέφεραν συστηµατικές παρατηρήσεις δι-
κατευθυντικών κατανοµών ήταν οι Hada et al. [1981]. Βασιζόµενοι σε δεδοµέ-
να του IMP6 ϐρήκαν τέτοιες ανισοτροπίες µεταξύ των 10-30 R E στο ∼10% των
παρατηρήσεων του στρώµατος ϱεύµατος, οι οποίες σχετίζονταν κυρίως µε υψηλές
γωνίες ανύψωσης του B , κάτι που αποτελεί χαρακτηριστικό της περιοχής του κεν-
τρικού στρώµατος πλάσµατος. Κατέληξαν στο συµπέρασµα, ότι τα δι-κατευθυντικά
ηλεκτρόνια παράγονται στο ουδέτερο πλάσµα από µια διεργασία επιτάχυνσης τύπου
Fermi, όπου οι µαγνητικές δυναµικές γραµµές έχουν ισχυρή καµπύλωση και το
ηλεκτρικό πεδίο είναι αντιπαράλληλο της κατεύθυνσης ολίσθησης των ηλεκτρονίων
λόγω ϐαθµίδας/καµπύλωσης. Μια τέτοια παράλληλη ανισοτροπία ϑα µπορούσε,
για παράδειγµα, να οφείλεται σε µαγνητική επανασύνδεση, όπως ϕαίνεται στις κιν-
ητικές προσοµοιώσεις των Hoshino et al. [2001], όπου η επιτάχυνση των ηλεκτρονίων

148
7.2. ΕΙΣΑΓΩßΗ

γύρω από µια περιοχή τύπου X ακολουθούµενη από συµπίεση λόγω της εξερχόµεν-
ης ϱοής επανασύνδεσης παράγει υπέρθερµα, υψηλής ενέργειας ηλεκτρόνια. ∆ι-
κατευθυντικές κατανοµές έχουν επίσης παρατηρηθεί από τους Smets et al. [1999]
κατά τη διάρκεια διπολοποίησης υποκαταιγίδας στις L∼11, ενώ σε κοντινότερες
αποστάσεις αυτές αντικαταστάθηκαν από µικτές κατανοµές (στις L∼9) ή κάθετες
κατανοµές (στις L∼7). Μοντελοποίησαν και εξήγησαν τέτοιου είδους κατανοµές ως
το αποτέλεσµα µεγάλης κλίµακας διπολοποίησης του µαγνητικού πεδίου κατά τη
διάρκεια υποκαταιγίδων, καταλήγοντας στο συµπέρασµα ότι η (παράλληλη) Fermi
επιτάχυνση κυριαρχεί σε µεγαλύτερες αποστάσεις από τη Γη σε σύγκριση µε την
(κάθετη) ϐήτατρον ϑέρµανση η οποία επικρατεί σε περιοχές πλησίον της Γης. Από
τη άλλη πλευρά, οι Klumpar et al. [1988] ερευνώντας µια περιοχή η οποία κάλυπτε
όλη τη περιοχή αζιµουθίου και τη γεωκεντρική απόσταση από τις 6 µέχρι τις 8.8 R E ,
έδειξαν ότι δέσµες δι-κατευθυντικών ηλεκτρονίων keV ενεργειών στην ισηµερινή πε-
ϱιοχή συνδέονται µαγνητικώς µε την υψηλού πλάτους ιονόσφαιρα έχοντας τη µέγιστη
πιθανότητα εµφάνισης στις ∼8 R E γύρω στις 23 MLT [Klumpar, 1993]. Το τελευ-
ταίο ϕαίνεται να υποστηρίζει την ιδέα ότι αυτά τα ηλεκτρόνια είναι ιονοσφαιρικής
προέλευσης. Σε µια πρόσφατη µελέτη, οι Shiokawa et al. [2003] ερεύνησαν τα
χαρακτηριστικά εµφανίσεως των δι-κατευθυντικών ηλεκτρονίων στο στρώµα πλάσµα-
τος για |XGSM |=9-19 R E χρησιµοποιώντας δεδοµένα από το δορυφόρο AMPTE/IRM.
Από τα παρατηρούµενα χαρακτηριστικά, συµπέραναν ότι η κυριότερη πηγή των δι-
κατευθυντικών ηλεκτρονίων στο κεντρικό στρώµα πλάσµατος κείται στη γειτονιά του
ουδετέρου στρώµατος περιλαµβάνοντας µια επιτάχυνση τύπου Fermi, µε τη συνεισ-
ϕορά των ιονοσφαιρικών ηλεκτρονίων να είναι πολύ µικρή σ’ αυτή την περιοχή της
µαγνητοουράς.

Από τα παραπάνω είναι ϕανερό ότι Sun


οι δι-κατευθυντικές ανισοτροπίες ηλεκ-
τρονίων σε ακτινικές αποστάσεις πέραν 5 Re
6.6 Re
των 10 R E αποδίδονται κυρίως σε διερ-
γασίες επιτάχυνσης οι οποίες είναι εν-
εργές στη γειτονιά του ουδετέρου στρώ-
Dusk Dawn
µατος. Παρόλο, που αρκετή δουλειά
Lanl91 (L~6.6, 21 MLT) Goes 8 (L~6.8, 3 MLT)
έχει γίνει πάνω στις δι-κατευθυντικές κατανοµές Goes 10 (L~6.7, 23 MLT)
ηλεκτρονίων σχεδόν τίποτα δεν έχει παρου-
15 Re
σιαστεί όσο αφορά την εµφάνιση κάθετων 20 Re
Cluster (L~17, 22 MLT)
κατανοµών ηλεκτρονίων στη µαγνητοουρά,
γεγονός το οποίο έχει αναλυθεί σε µια
πρόσφατη δουλειά από τους Vogiatzis
et al. [2005]. Η µελέτη τους επικεν- Tail
τρώθηκε σε ενεργειακά ηλεκτρόνια µε
κατανοµή µεγιστοποιηµένη στις 90 µοίρες,Σχήµα 7.1: Η µέση χωρική ϑέση όλων
τα οποία παρατηρήθηκαν στη µαγνητοουράτων διαστηµοπλοίων που χρησιµοποιήθηκαν
στις ∼19 R E πλησίον του µεσονύχτιου σ’ αυτή τη µελέτη για το χρονικό διάστηµα
µεσηµβρινού κατά τη διάρκεια της ϕάσης 07:00-09:30 UT [from Vogiatzis et al., 2006].
αποκατάστασης ενός ϕαινοµένου υποκαταιγίδας. Βάσει των παρατηρήσεων τους,
παρουσίασαν ενδείξεις ότι µία διπολοποίηση πεδίου προκαλούµενη από διάρρηξη
ϱεύµατος και η σχετιζόµενη περιοχή επιτάχυνσης σωµατιδίων, εξαπλωθείσα τόσο αζ-
ιµουθιακά όσο και προς την ουρά, ϑα µπορούσε να είναι η αιτία της γένεσης της

149
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

κάθετης κατανοµής των ηλεκτρονίων, η οποία επακολούθως έκανε την εµφάνισή


της στη ϑέση των Cluster µέσω ολίσθησης ϐαθµίδας/καµπύλωσης. Σε σύνδεση µε
τα παραπάνω, οι Williams et al. [1990] σ’ ένα ενδελεχώς µελετηµένο ϕαινόµενο
υποκαταιγίδας παρουσίασαν ισχυρές αυξήσεις στη ϱοή των ηλεκτρονίων στην περι-
οχή του στρώµατος ϱεύµατος για ενέργειες ≥45 keV. Κατέληξαν στο συµπέρασµα
ότι αυτές οι αυξήσεις έρχονταν σ’ αντίθεση µε την ιδέα ενός τοπικού µηχανισµού
επιτάχυνσης. Αντίθετα, πρότειναν ότι αυτά τα ηλεκτρόνια µπορούσαν να έχουν επι-
ταχυνθεί σε µια περιοχή δυτικά του σηµείου παρατήρησης εξαιτίας διεργασιών επαγ-
ωγής κατά τη διάρκεια διπολοποίησης του µαγνητικού πεδίου και επακόλουθα να
έχουν ολισθήσει στη ϑέση του δορυφόρου ISEE1.
Σ’ αυτό το κεφάλαιο, αναλύουµε δεδοµένα κατανοµών γωνίας κλίσης ηλεκτρονί-
ων, τα οποία ελήφθησαν ενόσω τα διαστηµόπλοια Cluster ϐρίσκονταν στη µαγν-
ητοουρά στις L∼17 και 22 MLT κατά τη διάρκεια της ϕάσης αποκατάστασης ενός
ϕαινοµένου υποκαταιγίαδας στις 7 Οκτωβρίου του 2002. Από την ανάλυση της
συµπεριφοράς των ηλεκτρονίων παράλληλα και κάθετα στο πεδίο οδηγούµαστε σ-
το συµπέρασµα ότι αυτοί οι δύο πληθυσµοί συµπεριφέρονται µε τρόπο ανεξάρτητο
και τυχαίο µεταξύ τους, στηρίζοντας την ιδέα ότι παράγονται σε διαφορετικές απο-
µακρυσµένες περιοχές και µε διαφορετικούς ϱυθµούς. Το τελευταίο γεγονός υπ-
οστηρίζει επιπλέον το σενάριο, ότι ένα µέτωπο διάρρηξης ϱεύµατος που διαδίδεται
τόσο ακτινικά προς την ουρά όσο και αζιµουθιακά ενεργοποιεί τα σωµατίδια τοπικά
καθώς τα σαρώνει, παράγοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τα 90 µοιρών ενεργειακά ηλεκ-
τρόνια τα οποία, όπως έχουµε ήδη αναφέρει, µεταφέρονται µέσω ολίσθησης ϐαθµί-
δας/καµπύλωσης στη ϑέση των Cluster. Το παραπάνω σενάριο προτείνει έναν τελεί-
ως διαφορετικό µηχανισµό επιτάχυνσης απ’ αυτόν που συχνά επικαλούµαστε για να
εξηγήσουµε τη γένεση του δι-κατευθυντικού πληθυσµού ηλεκτρονίων. Συνήθως, τα
δι-κατευθυντικά ηλεκτρόνια σχετίζονται µε µια διεργασία επιτάχυνσης (επιτάχυνση
τύπου Fermi) η οποία λαµβάνει χώρα στη γειτονιά του ουδετέρου στρώµατος.

7.3 Παρατηρήσεις και ανάλυση δεδοµένων


Η παρούσα µελέτη ϐασίζεται σε δεδοµένα που ελήφθησαν από το σύστηµα αισθητήρων
IES (Imaging Electron Spectrometer), µέρος του οργάνου RAPID (Research with
Adaptive Particle Imaging Detectors) των διαστηµοπλοίων Cluster, το οποίο αποτελεί-
ται από 3 κεφαλές, καθεµία µ’ ένα άνοιγµα γωνίας 60◦ [Wilken et al., 1997]. Το IES
µετρά ενεργειακά ηλεκτρόνια εντός του ενεργειακού εύρους 20-400 keV και κατά τη
διάρκεια του ϕαινοµένου λειτουργούσε στο γρήγορο ϱυθµό. Για την περιγραφή των
δεδοµένων αυτού του ϱυθµού και πώς αυτά παρουσιάζονται, κάποιος µπορεί ν’ ανα-
τρέξει στην παράγραφο των παρατηρήσεων στο κεφάλαιο 6. Επίσης, παράλληλα µε
τα ηλεκτρόνια, έχουν χρησιµοποιηθεί και δεδοµένα πρωτονίων χρονικής ανάλυσης
4 δευτερολέπτων τα οποία παρέχονται από το σύστηµα αισθητήρων IIMS (Imaging
Ion Mass Spectrometer) το οποίο µετρά ενεργειακά ιόντα εντός του ενεργειακού
εύρους 10-1500 keV. Οι µετρήσεις του µαγνητικού πεδίου γίνονται από το όργανο
FGM (Flux/Gate Magnetometer) [Balogh et al., 1997] µε µια χρονική ανάλυση 4
δευτερολέπτων. Επιπλέον, χρησιµοποιούνται και ταυτόχρονες µετρήσεις ενεργειακών
σωµατιδίων και µαγνητικού πεδίου από από τους δορυφόρους GOES8, GOES10 και
LANL ώστε να έχουµε µια ολική εικόνα της δυναµικής συµπεριφοράς των σωµατιδίων
και του µαγνητικού πεδίου κατά τη διάρκεια εξέλιξης της υποκαταιγίδας.

150
7.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Α͟ΑΛΥΣΗ ∆Ε∆Ο̟ΕΝΩΝ

5
10
(a)
4
4sec resolution
10

1/(cm2 s sr)
Electrons
3
10
SC1
SC2
10
2
SC3
E>95keV SC4
1
10
6:00 6:30 7:00 7:30 8:00 8:30 9:00 9:30 10:00

6
10
(b)
E>95keV
Particle Fluxes

5
10 Protons
1/(cm2 s sr)

4
10

3
10

2
10
6:00 6:30 7:00 7:30 8:00 8:30 9:00 9:30 10:00
7 50-75keV 75-105keV 105-150keV 150-225keV 225-315keV 315-500keV
10
6
10 (c)
1/(cm s sr keV)

10
5
Electrons
4
10
3
10
2
10
101
2

1991-080
100
10sec resolution
10-1
10-2
10-3
6:00 6:30 7:00 7:30 8:00 8:30 9:00 9:30 10:00
80
60 SC1
Bx_gsm(nT)

SC2
40 SC3
SC4
20
0
-20 4sec resolution
(d)
-40
6:00 6:30 7:00 7:30 8:00 8:30 9:00 9:30 10:00
30
20
Bz_gsm(nT)

10
0
-10
(e)
-20
6:00 6:30 7:00 7:30 8:00 8:30 9:00 9:30 10:00
101

100
Plasma Beta

10-1

10-2

10-3
(f)
10-4
6:00 6:30 7:00 7:30 8:00 8:30 9:00 9:30 10:00

TIME (UT)

Σχήµα 7.2: Ανασκόπηση των µετρήσεων ϱοής πρωτονίων και ηλεκτρονίων (διαγράµµατα
(a)-(c)) που ελήφθησαν από τους γεωσύγχρονους δορυφόρους και τα διαστηµόπλοια Cluster
κατά τη χρονική περίοδο 06:00-10:00 UT στις 7 Οκτωβρίου, 2002. Οι συνιστώσες του
µαγνητικού πεδίου Bx και Bz ϕαίνονται στα διαγράµµατα (d) και (e) σε GSM συντεταγµένες.
Στο διάγραµµα (f) παρουσιάζεται η παράµετρος ϐήτα του πλάσµατος η οποία µας ϐοηθά να
διακρίνουµε τις διάφορες περιοχές της ουράς όπως είναι οι λοβοί και το στρώµα πλάσµατος.
Επίσης, οι οριζόντιες µπάρες υποδεικνύουν 5λεπτα χρονικά διαστήµατα για τα οποία έχουν
υπολογιστεί τα ενεργειακά ϕάσµατα πρωτονίων και ηλεκτρονίων (Σχήµα 7.5) [from Vogiatzis
et al., 2006].

151
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

100 100

GOES 8 80
80 GOES 10
1min resolution 1min resolution
Hp(nT)

Hp(nT)
60
60
40
40
20

20 0
7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00

140 60

120
40

He(nT)
He(nT)

100
20
80

60 0
7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00

20 30
10
20
0
Hn(nT)

Hn(nT)
-10 10
-20
0
-30
-40 -10
7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00

140 100

130 80
Htotal(nT)

Htotal(nT)

120 60

110 40

100 20

90 0
7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00
TIME (UT) TIME (UT)

Σχήµα 7.3: Μετρήσεις µαγνητικού πεδίου από τους GOES8 και GOES10 όπου είναι
εµφανείς οι διπολοποιήσεις του µαγνητικού πεδίου µε την πιο έντονη να λαµβάνει χώρα στις
∼07:39 UT [from Vogiatzis et al., 2006].

Στις 7 Οκτωβρίου, 2002 έγιναν παρατηρήσεις ενός ϕαινοµένου µαγνητοσφαιρικής


υποκαταιγίδας, υπό το πλαίσιο µιας καταιγίδας, από έναν αριθµό δορυφόρων σε τρο-
χιά γύρω από τη Γη, µε το δείκτη Dst να προσεγγίζει τιµές µικρότερες των -100 nT
για το χρονικό διάστηµα µεταξύ 07:00 και 08:00 UT. Το µέγιστο πλάτος του δείκτη
AL για τη συγκεκριµένη υποκαταιγίδα ήταν περίπου -1500 nT. Η µέση χωρική ϑέση
όλων των διαστηµοπλοίων που χρησιµοποιήθηκαν σ’ αυτή τη µελέτη για το χρονικό
διάστηµα 07:00-09:30 UT ϕαίνεται στο Σχήµα 7.1. Το σύµπλεγµα των Cluster
ϐρισκόταν στο δυτικό µαγνητοσφαιρικό τοµέα µε τις µέσες χωρικές συντεταγµένες
να έχουν τιµές X ≈-14 R E , Y≈8 R E και Z≈1 R E , σε GSM συντεταγµένες, παίρνοντας
ως αναφορά το SC1. Τα διαστηµόπλοια προσέγγιζαν το ισηµερινό επίπεδο από το
ϐορρά µε το SC3 να οδηγεί τους υπόλοιπους δορυφόρους στη µετάβασή τους από το
ϐόρειο στο νότιο λοβό.
Το σχήµα 7.2 δίνει µια ανασκόπηση των µετρήσεων ϱοής των πρωτονίων και
ηλεκτρονίων από τα γεωσύγχρονα και Cluster διαστηµόπλοια µαζί µε δεδοµένα
µαγνητικού πεδίου από το όργανο FGM για το χρονικό διάστηµα 06:00-10:00 UT
στις 7 Οκτωβρίου, 2002. Επίσης, ϕαίνεται η παράµετρος ϐήτα του πλάσµατος από
το SC1 για το ίδιο χρονικό διάστηµα. Τα διαγράµµατα (a) και (b) παρουσιάζουν
ϱοές, ολοκληρωµένες ως προς την ενέργεια από το πείραµα RAPID. Το διάγραµµα
(c) παρουσιάζει διαφορικές ϱοές ενεργειακών ηλεκτρονίων από το δορυφόρο 1991-
080/LANL91 όπου ϕαίνεται µια καθαρή εκτίναξη ηλεκτρονίων άνευ διασποράς στις
∼07:41 UT, σχετιζόµενη µε την έναρξη της υποκαταιγίδας. Στα διαγράµµατα (d)
και (e) ϕαίνονται, σε GSM συντεταγµένες, οι συνιστώσες του µαγνητικού πεδίου Bx
και Bz από τα Cluster. Με σκοπό τη διάκριση των διαφόρων περιοχών της ουράς
όπως είναι οι λοβοί και το στρώµα πλάσµατος έχουµε συµπεριλάβει στο διάγραµ-
µα (f) τη παράµετρο ϐήτα του πλάσµατος. Βάσει των δεδοµένων πρωτονίων από το

152
7.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Α͟ΑΛΥΣΗ ∆Ε∆Ο̟ΕΝΩΝ

RAPID και του µαγνητικού πεδίου από το FGM, τα διαστηµόπλοια Cluster αρχικά
ϐρίσκονταν εντός του στρώµατος πλάσµατος µε το πεδίο να έχει µια πολύ επιµηκυσ-
µένη γεωµετρία. Τελικά, το στρώµα πλάσµατος υπέστη λέπτυνση µε συνέπεια οι
δορυφόροι να εισέλθουν σ’ ένα περιβάλλον παρόµοιο µ’ αυτό των λοβών στις ∼
07:44 UT, όπου η παράµετρος ϐήτα του πλάσµατος παρουσίασε µία καθαρή πτώση.
Μετά τις 08:00 UT όλα τα διαστηµόπλοια Cluster παρατηρούσαν εκρήξεις πρωτονί-
ων/ηλεκτρονίων διάρκειας ∼25 λεπτών και τελικά στις ∼08:28 UT επανεισήλθαν στο
στρώµα πλάσµατος. Κατά τη διάρκεια ολόκληρου του χρονικού διαστήµατος, µετά
τις 07:30 UT, το Bx ελαττωνόταν και στις ∼09:00 UT έφτασε σε σχετικά χαµηλές
τιµές, ενώ το Bz αυξανόταν σε τιµές γύρω στα 20 nT, στοιχεία τα οποία είναι χαρακ-
τηριστικά της περιοχής του κεντρικού στρώµατος πλάσµατος. Επιπλέον, οι ϱοές των
πρωτονίων µετά την εκτόνωση του στρώµατος πλάσµατος επανήλθαν στα ίδια περίπου
επίπεδα που είχαν πριν την πτώση σ’ αντίθεση µε τις ϱοές των ηλεκτρονίων οι οποίες
παρουσίασαν µία καθαρή ϐαθµιαία ενίσχυση κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης,
αποκτώντας τη µέγιστη τιµή τους στις ∼09:15 UT.
Το Σχήµα 7.3 παρουσιάζει δίωρα διαστήµατα µετρήσεων µαγνητικού πεδίου από
τους GOES8 και GOES10 τα οποία περιβάλλουν το υπό εξέταση ϕαινόµενο. Τα δε-
δοµένα είναι χρονικής ανάλυσης 1 λεπτού και παρουσιάζονται στο τοπικό σύστηµα
συντεταγµένων PEN στο οποίο η συνιστώσα Hp είναι παράλληλη προς τον άξον-
α περιστροφής του δορυφόρου, ο οποίος είναι κάθετος στο τροχιακό επίπεδο του
δορυφόρου ή παράλληλος στον άξονα περιστροφής της Γης στην περίπτωση τροχιάς
µε απόκλιση µηδέν µοίρες. Η He είναι παράλληλη προς την ευθεία δορυφόρου-Γης
και δείχνει προς τη Γη. Η Hn είναι κάθετη τόσο στην Hp όσο και στην He και έχει
κατεύθυνση προς την ανατολή. Οι πιο εµφανείς αλλαγές στα δεδοµένα του GOES10
είναι οι διπολοποιήσεις του πεδίου στις ∼07:15 και ∼07:39 UT. Πριν από τις 07:15
UT, το µαγνητικό πεδίο είχε µια σχετικά επιµηκυσµένη γεωµετρία όπως υποδεικνύε-
ται από τις συνιστώσες Hp και He του µαγνητικού πεδίου µε την γωνία ανύψωσης
του διανύσµατος του µαγνητικού πεδίου φ = arctan(Hp /He ) να είναι γύρω στις 26
µοίρες. Ακριβώς στις 07:15 UT το πεδίο άρχισε να γίνεται περισσότερο διπολικό όπ-
ως ϕανερώνεται από την αυξανόµενη τιµή της Hp αλλά µόνο για περιορισµένο χρόνο
∼19 λεπτά επιστρέφοντας αµέσως µετά σε µια επιµηκυσµένη γεωµετρία, ξανά για πε-
ϱιορισµένο χρόνο ∼5 λεπτά. Σίγουρα, η πιο εµφανής διπολοποίηση του µαγνητικού
πεδίου εµφανίστηκε στις ∼07:39 UT, στενά συνδεδεµένη µε την άνευ διασποράς
εκτίναξη των ηλεκτρονίων στον γεωσύγχρονο δορυφόρο 1991-080 στις ∼07:41 UT.
Παρόµοια, ο GOES8 παρατήρησε µία διπολοποίηση µαγνητικού πεδίου στις ∼08:04
UT η οποία είχε µια περισσότερο ϐηµατική χρονική εξέλιξη. Σηµειώστε το χρονικό
κενό των ∼25 λεπτών µεταξύ των διπολοποιήσεων στους δύο δορυφόρους GOES10
και GOES8. Αυτό µπορεί ν’ αποδοθεί στο χρόνο που το ϕαινόµενο της διάρρηξης
ϱεύµατος χρειάζεται για να διαδοθεί αζιµουθιακά ώστε να καλύψει τις τέσσερις ώρες
απόσταση σε τοπική ώρα που χωρίζει τους δύο δορυφόρους.
Οι µεταβαλλόµενες κατανοµές γωνίας κλίσης των ηλεκτρονίων που παρατηρήθηκαν
από τα Cluster κατά τη διάρκεια της προσέγγισής τους στο ουδέτερο στρώµα, παρουσιά-
Ϲονται στο Σχήµα 7.4. Εδώ παρουσιάζουµε αντιπροσωπευτικές 3D κατανοµές έν-
τασης από το SC1 για τα πρώτα 4 ενεργειακά κανάλια (30-120 keV) και για χρονική
ανάλυση 30 δευτερολέπτων. Οι µαύρες καµπύλες σε κάθε έγχρωµο τετράγωνο υπ-
οδεικνύουν τα ηλεκτρόνια µε γωνίες κλίσης 10, 30, 60, 90, 120, 150 και 170
µοίρες. Τα πιο σηµαντικά χαρακτηριστικά που ϑα ϑέλαµε να σηµειώσουµε εδώ εί-

153
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

Σχήµα 7.4: Αντιπροσωπευτικές 3D κατανοµές έντασης ηλεκτρονίων από το SC1 για


το ενεργειακό εύρος 30-120 keV. Υπερτιθέµενες είναι οι διάφορες καµπύλες γωνιών κ-
λίσης. Παρατηρήστε τη µετάβαση από µια καθαρά δι-κατευθυντική κατανοµή σε µια µικτή
κατανοµή και κατόπιν σε µια κατανοµή στην οποία έχουµε το σχηµατισµό ελαχίστων κατά
τη διεύθυνση του πεδίου και ούτω καθεξής. Παρατηρείστε, επίσης, τα κόκκινα πλαίσια (στην
1η και 2η γραµµή) και το πράσινο πλαίσιο (στην 6η γραµµή) τα οποία αντιστοιχούν στη
2η και 3η οριζόντια µπάρα στο Σχήµα 7.2, που κατά τη 5λεπτη διάρκειά τους έχουµε την
επικράτηση µιας δι-κατευθυντικής και µιας κάθετης κατανοµής ηλεκτρονίων, αντίστοιχα.
Η τετµηµένη καθεµιάς από τις 3D επίπεδες προβολές αντιστοιχεί στους 16 αζιµουθιακούς
τοµείς στους οποίους διαιρείται κάθε περιστροφή µε τον 13ο τοµέα να κοιτάζει προς τον
΄Ηλιο, ενώ οι 9 πολικές κατευθύνσεις απαρτίζουν την τεταγµένη [from Vogiatzis et al., 2006].

ναι το χρονικό διάστηµα του κόκκινου πλαισίου (08:44-08:49 UT) και του πράσινου
πλαισίου (09:15-09:20 UT) κατά τη διάρκεια των οποίων έχουµε την επικράτηση µιας

154
7.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Α͟ΑΛΥΣΗ ∆Ε∆Ο̟ΕΝΩΝ

Spectra
10/07/2002
SC1
4
10 104

103 103

Electrons/(keV cm2 sr s)
Protons/(keV cm2 sr s)

102 102

101 101

100 100
07:12-07:17 UT 07:12-07:17 UT
08:44-08:49 UT 08:44-08:49 UT
09:15-09:20 UT 09:15-09:20 UT
(a) (b)
10-1 10-1
10 100 1000 10 100 1000
Energy(KeV) Energy(KeV)

Σχήµα 7.5: Αντιπροσωπευτικά ενεργειακά ϕάσµατα πρωτονίων και ηλεκτρονίων από το


SC1 για τα χρονικά διαστήµατα 07:12-07:17 UT (µαύρο χρώµα), 08:44-08:49 UT (κόκκινο
χρώµα) και 09:15-09:20 UT (πράσινο χρώµα) κατά τη διάρκεια που τα διαστηµόπλοια Clus-
ter ϐρίσκονταν εντός του στρώµατος πλάσµατος (διαγράµµατα (a) και (b) στο Σχήµα 7.2).
Επίσης ϕαίνονται οι ϐέλτιστες γραµµικές προσεγγίσεις των σηµείων. Αντίθετα από τα πρωτό-
νια, τα ηλεκτρόνια παρουσιάζουν διαδοχικές, καθαρές ενισχύσεις ϱοής σ’ όλες τις ενέργειες
οι οποίες αποδίδονται πρώτον στο δι-κατευθυντικό και δεύτερον στον κάθετο πληθυσµό τους
(κόκκινο και πράσινο πλαίσιο στο Σχήµα 7.4) [from Vogiatzis et al., 2006].

δι-κατευθυντικής και µιας κάθετης κατανοµής, αντίστοιχα, και για τις οποίες έχουµε
υπολογίσει τα ενεργειακά ϕάσµατα (Σχήµα 7.5). ΄Οπως έχουµε ήδη σηµειώσει, κατά
τη διάρκεια των διαστηµάτων αυτών τα διαστηµόπλοια Cluster ϐρίσκονταν εντός του
κεντρικού στρώµατος πλάσµατος προσεγγίζοντας το ουδέτερο στρώµα από το ϐορρά.
΄Ενα άλλο αξιοσηµείωτο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του
δεύτερου χρονικού διαστήµατος όπου έχουµε την επικράτηση της κατανοµής στις 90
µοίρες η ϱοή των ηλεκτρονίων παίρνει τη µέγιστή της τιµή σ’ όλα τα διαστηµόπλοια
Cluster (Σχήµα 7.2, τρίτη οριζόντια µπάρα στο διάγραµµα (a)). ΄Οπως είναι ϕανερό,
δι-κατευθυντικά (που ταξιδεύουν κυρίως κατά µήκος των δυναµικών γραµµών) και
κάθετα στο πεδίο (που υπόκεινται σε ολίσθηση ϐαθµίδας/καµπύλωσης) ηλεκτρόνια
είναι µέρος του κεντρικού στρώµατος πλάσµατος. Αυτό το γεγονός γεννά την ερώτηση
εάν αυτοί οι δύο πληθυσµοί συνδέονται µε κάποιο τρόπο µεταξύ τους ή είναι απλώς
δύο ανεξάρτητες οντότητες του στρώµατος πλάσµατος.
Στο σχήµα 7.5 παρουσιάζουµε αντιπροσωπευτικά ϕάσµατα πρωτονίων και ηλεκ-
τρονίων από το SC1 για τα τρία 5λεπτα χρονικά διαστήµατα που υποδεικνύονται
µε οριζόντιες µπάρες στο Σχήµα 7.2. Παρατηρήστε στο Σχήµα 7.5(a) ότι κατά τη

155
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

10
SC1 channels0123 pixel normalized
00-200 pitch angle
8 30-120keV
Counts/spin
(a)
6
4
2
0
8
1600-1800 pitch angle
Counts/spin

6 (b)

0
25
0 0
Counts/spin

20 80 -100 pitch angle


(c)
15
10
5
0
20
Bx_gsm(nT)

10

-10
(d)
-20
25
Bz_gsm(nT)

15

5
(e)

-5
90
Elevation Angle
(degrees)

60

30
(f)

0
30
26
Btotal(nT)

22
18
14
(g)
10
1.6
1.2
Ey(mV/m)

0.8
0.4
(h)
0

-0.4

8:40 8:45 8:50 8:55 9:00 9:05 9:10 9:15 9:20 9:25 9:30 9:35 9:40 9:45 9:50 9:55

TIME (UT)

Σχήµα 7.6: Αντιπροσωπευτικές, χρονικής ανάλυσης 1 λεπτού µετρήσεις ϱοής ενεργειακών


ηλεκτρονίων, παραµέτρων µαγνητικού πεδίου και του κάθετου ηλεκτρικού πεδίου ουράς
από το SC1. Αυτό που ϕαίνεται στα διαγράµµατα (a)-(c) είναι τα πρώτα τέσσερα ενεργειακά
κανάλια σε τρία διαφορετικά εύρη γωνίας κλίσης κατά µήκος και κάθετα στη διεύθυνση του
µαγνητικού πεδίου. Τα διαγράµµατα (d), (e), (f) και (g) δείχνουν τις συνιστώσες Bx και Bz ,
τη γωνία ανύψωσης και την ένταση του µαγνητικού πεδίου, αντίστοιχα. Επίσης, αυτό που
ϕαίνεται στο διάγραµµα (h) είναι το κάθετο ηλεκτρικό πεδίο της ουράς σε GSE συντεταγµένες
[from Vogiatzis et al., 2006].

διάρκεια αυτών των διαστηµάτων δεν έχουµε κάποια αξιοσηµείωτη αλλαγή στη ϱοή
των πρωτονίων. Αυτό σηµαίνει ότι ο πληθυσµός των πρωτονίων εντός του στρώµατος
πλάσµατος παραµένει σχεδόν αµετάβλητος κατά τη διάρκεια της αναδιάταξης της

156
7.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Α͟ΑΛΥΣΗ ∆Ε∆Ο̟ΕΝΩΝ

Spectra
07/10/2002
SC1
105 105
Bi-directional Perpendicular
0
0 -20
0
800-1000
0 0
104 160 -180 104
Electrons/(keV cm2 sr spin)

Electrons/(keV cm2 sr spin)


103 103

102 102

101 101

100 09:17-09:19 UT 100 09:17-09:19 UT


09:28-09:30 UT 09:28-09:30 UT
(a) (b)
10-1 10-1
10 100 1000 10 100 1000
Energy (keV) Energy (keV)
104 10 5

Bi-directional Perpendicular

4
10
103
Electrons/(keV cm2 sr spin)

Electrons/(keV cm2 sr spin)

103
102

102

101
101

100
100
09:20-09:22 UT 09:20-09:22 UT
09:39-09:41 UT
09:41-09:43 UT
(c) 09:39-09:41 UT
09:41-09:43 UT
(d)
10-1 10-1
10 100 1000 10 100 1000
Energy (keV) Energy (keV)
104 10 5

Bi-directional Perpendicular

104
103
Electrons/(keV cm2 sr spin)
Electrons/(keV cm2 sr spin)

103
2
10

102

101
101

100
100

09:29-09:31 UT
09:47-09:49 UT
(e) 09:29-09:31 UT
09:47-09:49 UT
(f)
10-1 10-1
10 100 1000 10 100 1000
Energy (keV) Energy (keV)

Σχήµα 7.7: ∆είγµατα ενεργειακού ϕάσµατος διάρκειας 2 λεπτών παράλληλα και κάθετα
στη διεύθυνση του πεδίου, όπου γίνεται ϕανερό ο ανεξάρτητος χαρακτήρας µεταξύ των δύο
πληθυσµών ενεργειακών ηλεκτρονίων [from Vogiatzis et al., 2006].

µαγνητοουράς. Από την άλλη πλευρά, τα ηλεκτρόνια (Σχήµα 7.5(b)) παρουσιάζουν


καθαρές ενισχύσεις ϱοής σ’ όλες τις ενέργειες κατά τη διάρκεια της αναδιάταξης
της µαγνητοουράς. Το δεύτερο χρονικό διάστηµα (κόκκινη γραµµή) χαρακτηρίζε-
ται από την επικράτηση ενός δι-κατευθυντικού πληθυσµού ηλεκτρονίων, ενώ κατά τη
διάρκεια του τρίτου χρονικού διαστήµατος (πράσινη γραµµή) έχουµε την επικράτηση

157
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

ενός πληθυσµού ηλεκτρονίων κάθετα στο πεδίο. ΄Ενα συµπέρασµα το οποίο µπορεί
να εξαχθεί είναι ότι η σχετική αύξηση στη ϱοή κατά το δεύτερο διάστηµα µπορεί ν’
αποδοθεί στην εµφάνιση των δι-κατευθυντικών ηλεκτρονίων, ενώ η αύξηση στη ϱοή
κατά το τρίτο διάστηµα µπορεί ν’ αποδοθεί στον ολισθαίνοντα πληθυσµό κάθετα στη
µαγνητοουρά και στις δυναµικές γραµµές.
Z Στο Σχήµα 7.6 παρουσιάζουµε χρονο-
σειρές ηλεκτρονίων κατά µήκος και κά-
ϑετα στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου
X
για τα τέσσερα πρώτα ενεργειακά κανάλι-
α (διαγράµµατα (a)-(c)). Τα διαγράµ-
GOES 8 (L~6.8, 3 MLT)
0
Elevation 28 µατα (d), (e), (f) και (g) δείχνουν τις συνιστώσες
του µαγνητικού πεδίου Bx και Bz σε
Y GOES 10 (L~6.7, 23 MLT)
0
GSM συντεταγµένες, τη γωνία ανύψω-
Elevation 58
σης του µαγνητικού πεδίου arctan(Bz /Bx )
Cluster (L~17, 22 MLT)
0
Elevation 10
και την έντασή του Btotal , αντίστοιχα.
Αυτό που ϕαίνεται στο διάγραµµα (h)
είναι το ηλεκτρικό πεδίο Ey κατεύθυν-
Σχήµα 7.8: Σχηµατική αναπαράσταση της σης ανατολής-δύσης, σε GSE συντεταγ-
γεωµετρίας του µαγνητικού πεδίου ακριβώς µένες. Παρατηρήστε ότι δεν υπάρχει
πριν τη δεύτερη διπολοποίηση στον GOES10 διασπορά ενέργειας µεταξύ των διάφορ-
στις ∼07:39 UT η οποία σχετίζεται άµεσα µε ων ενεργειακών καναλιών το οποίο αποτελεί
την άνευ διασποράς εκτίναξη των ηλεκτρονί- ένδειξη ότι το ϕαινόµενο έχει ήδη ϕτάσει
ων που παρατηρήθηκε από το γεωσύγχρονο σε µια σταθερή κατάσταση τη χρονική
δορυφόρο 1991-080 στις ∼07:41 UT. Επίσης, στιγµή που εµείς εισερχόµαστε στο στρώ-
ϕαίνονται οι ϑέσεις των διαστηµοπλοίων καθώς µα πλάσµατος, όπως ϑα συζητήσουµε
και οι γωνίες ανύψωσης του µαγνητικού τους αργότερα. Ενώ οι χρονοσειρές για τα
πεδίου [from Vogiatzis et al., 2006]. δύο εύρη γωνίας κλίσης κατά µήκος του
πεδίου παρουσιάζουν παρόµοια συµπεριφορά και ϕαίνεται να υπάρχει καλή συσχέτιση
µεταξύ τους, ο πληθυσµός των ηλεκτρονίων µε γωνία κλίσης 90 µοίρες παρουσιάζει
σηµαντικά διαφορετικό χαρακτήρα. Αυτό το γεγονός αποτελεί µια ένδειξη ότι οι
δύο πληθυσµοί ενεργειακών ηλεκτρονίων έχουν διαφορετική προέλευση/πηγή και
ως εκ τούτου συµπεριφέρονται ανεξάρτητα ο ένας απ’ τον άλλον. ΄Ενα ενδιαφέρον
χαρακτηριστικό που γίνεται ϕανερό εξετάζοντας τα διαγράµµατα (c), (d) και (g) είναι
η κάθετη ενίσχυση της ϱοής στις ∼09:15 UT η οποία συµπίπτει µε µια µείωση στις
ποσότητες Bx και Btotal (κάθετη διακεκοµµένη γραµµή). Επίσης, όπως ϕαίνεται στο
διάγραµµα (f) το πεδίο υπόκειται σε µια επιπλέον διπολοποίηση µετά το χρόνο αυτό
η οποία συµπίπτει µ’ ένα σχεδόν µηδενικό ηλεκτρικό πεδίο ανατολής-δύσης (διά-
γραµµα (h)). Αντίστοιχα, η ενίσχυση της παράλληλης ϱοής στις ∼08:58 UT επίσης
συµπίπτει µε µια µετρίου ϐαθµού διπολοποίηση και ένα µηδενικό ηλεκτρικό πεδίο.
Ενδείξεις ότι ο δι-κατευθυντικός πληθυσµός ηλεκτρονίων δεν έχει καµία σχέση µε
τον κάθετο αλλά ότι αυτοί οι δύο πληθυσµοί προέρχονται µάλλον από διαφορετικές
περιοχές της µαγνητόσφαιρας, παρουσιάζονται στο Σχήµα 7.7. Στην ανάλυση µας
έχουµε πάρει δείγµατα ενεργειακού ϕάσµατος διάρκειας 2 λεπτών τόσο παράλληλα
όσο και κάθετα στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου. Στα διαγράµµατα (a), (c)
και (e) έχουµε επιλέξει τα παράλληλα δείγµατα ϕάσµατος µε τέτοιο τρόπο ώστε να
µην εµφανίζουν κάποια ουσιαστική µεταβολή και κατόπιν τα έχουµε συγκρίνει µε τα
αντίστοιχα κάθετα για να εξετάσουµε εάν υπάρχει κάποια οµοιότητα στη ϕασµατική

158
7.4. ΕΡΜΗΝşΙΑ

συµπεριφορά µεταξύ των δύο πληθυσµών των ηλεκτρονίων. ΄Οπως είναι ϕανερό
από τη σύγκριση των Ϲευγαριών (a)-(b), (c)-(d) και (e)-(f) οι δύο πληθυσµοί ηλεκ-
τρονίων παρουσιάζουν µια τελείως διαφορετική συµπεριφορά υποδεικνύοντας την
έλλειψη οποιασδήποτε σύνδεσης µεταξύ τους. Ακολουθώντας την ίδια διαδικασία γι-
α την περίπτωση τώρα που τα κάθετα ϕάσµατα δεν παρουσιάζουν κάποια ουσιαστική
µεταβολή, οδηγούµαστε σε παρόµοια αποτελέσµατα.
Η γενική διάταξη του µαγνητικού πεδίου ακριβώς πριν τη δεύτερη διπολοποίηση
στον GOES10 ϕαίνεται στο Σχήµα 7.8. Αυτό που ϕαίνεται είναι µία σχηµατική
3D άποψη της τοπολογίας των µαγνητικών δυναµικών γραµµών που διέρχονται από
τους διάφορους δορυφόρους. Ακριβώς πριν τη διπολοποίηση του πεδίου στις ∼07:39
UT, το µαγνητικό πεδίο είναι επιµηκυσµένο σε µεγάλο ϐαθµό, µε σχετικά µικρές
γωνίες ανύψωσης, ενώ µετά την έναρξη της ϕάσης διπολοποίησης και τη διάδοση
του µετώπου διπολοποίησης προς την ουρά, αρχίζει η ϕάση αποκατάστασης της
υποκαταιγίδας. Στις ∼09:15 UT, όταν η ϱοή των ηλεκτρονίων µεγιστοποιείται και
έχουν ήδη σχηµατιστεί τα ελάχιστα κατά µήκος του πεδίου, το µαγνητικό πεδίο
έχει ήδη επανέλθει σε µια περισσότερο διπολική γεωµετρία (δέστε Πίνακα 7.1 για
αντιπροσωπευτικές τιµές της γωνίας ανύψωσης).

7.4 Ερµηνεία
΄Οπως δείχθηκε στο Σχήµα 7.2, το υπό εξέταση ϕαινόµενο υποκαταιγίδας συν-
οδευόταν από έντονες εκτινάξεις σωµατιδίων στη γεωσύγχρονη τροχιά. Συνδυά-
Ϲοντας τις παρατηρήσεις των γεωσύγχρονων δορυφόρων ϕαίνεται ότι στις ∼07:39
UT ο GOES10, ο οποίος ϐρισκόταν στις 23 MLT, πραγµατοποίησε µια επιτόπι-
α παρατήρηση της διάρρηξης του κάθετου ϱεύµατος ουράς σχετιζόµενη µε µια
διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου [Takahashi et al., 1987], η οποία µε τη σειρά
της ήταν στενά συνδεδεµένη µε την εκτίναξη των ηλεκτρονίων στον LANL91. Η
διαφορά δυο ωρών σε τοπική ώρα που έχουν οι GOES10 και LANL91 µπορεί να
εξηγήσει το χρονικό κενό των δύο λεπτών µεταξύ της διπολοποίησης πεδίου στον
GOES10 και της άνευ διασποράς εκτίναξης των ενεργειακών ηλεκτρονίων στη ϑέση
του LANL91. Αυτές οι παρατηρήσεις σωµατιδίων οδηγούν στο συµπέρασµα ότι η
αναδιάταξη/µεταβολή του µαγνητικού πεδίου σχετιζόταν µ’ ένα ισχυρό επαγόµενο
ηλεκτρικό πεδίο (∂Bz /∂t) [Shepherd et al., 1980· Aggson et al., 1983] το οποίο
ενεργοποίησε τα σωµατίδια, µια ιδέα η οποία υποστηρίζεται και από τους Lui et al.
[1988].
΄Οπως σηµειώθηκε στην προηγούµενη παράγραφο, η πρώτη (µικρότερης έκ-
τασης) διπολοποίηση του πεδίου στον GOES10 αποτελεί µια ένδειξη ότι µια ψευ-
δοδιάρρηξη πιθανόν συνέβη στις ∼07:15 UT σχετιζόµενη µε µια µερική διάρρηξη
του κάθετου ϱεύµατος της ουράς χωρίς να οδηγήσει σε πλήρη ϕάση εκτόνωσης, ενώ
η δεύτερη διπολοποίηση του πεδίου σηµατοδοτεί τη χρονική στιγµή κατά την οποία
οι επιδράσεις της εκτόνωσης της υποκαταιγίδας γίνονται αισθητές στη γεωσύγχρον-
η τροχιά, όπου το πεδίο έχει υποστεί πλέον µια οριστική διπολοποίηση. Από τις
παρατηρήσεις του GOES8 στο Σχήµα 7.3 υποδεικνύεται ότι µια συντηρούµενη
διάρρηξη του τοπικού κάθετου ϱεύµατος και εκτροπή του στο σφηνοειδές σύστη-
µα ϱευµάτων έλαβε χώρα. ΄Οπως µπορούµε να δούµε, η κύρια συνεισφορά στο
Htotal πριν τη διπολοποίηση στις ∼08:04 UT προέρχεται από τη συνιστώσα He · ε-

159
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

ποµένως το Htotal είναι ϑετικά συσχετισµένο µε το κάθετο ϱεύµα ουράς, J . Γι’ αυτό
το λόγο, µια διάρρηξη/εκτροπή του J ϑα προκαλέσει µία µείωση στο Htotal , κάτι
το οποίο ϕαίνεται να ισχύει (Σχήµα 7.3, τελευταίο διάγραµµα στις παρατηρήσεις
του GOES8)(για παράδειγµα, δέστε Σχήµα 6.5 στο κεφάλαιο 6 και Σχήµα 1 στους
Williams et al. [1990]). Παρόµοια µε τις παρατηρήσεις στον GOES8, και στα δε-
δοµένα του GOES10 υπάρχει µια καλή συσχέτιση µεταξύ των Htotal και J µέχρι τη
στιγµή που λαµβάνει χώρα η µικρής έκτασης διπολοποίηση του πεδίου στις ∼07:15
UT.
Συγκρίνοντας τη συµπεριφορά του Htotal στους GOES8 και GOES10 µπορούµε
εύκολα να δούµε ότι συµπεριφέρονται κατ’ αντίθετο τρόπο. Ενώ στον GOES8, το
Htotal µετά τη διπολοποίηση µειώνεται έχοντας την ίδια συµπεριφορά µε το He ,
το Htotal στον GOES10 αυξάνεται µετά και τις δύο διπολοποιήσεις, ενώ ϕαίνεται
να παρουσιάζει µια καλή συσχέτιση µε τη συνιστώσα Hp . Το τελευταίο µπορεί να
κατανοηθεί εάν κάποιος λάβει υπόψιν του τις τέσσερις ώρες διαφορά στην τοπική
ώρα που έχουν οι δύο δορυφόροι. Ο GOES10 ϐρίσκεται στη ϑέση ∼23 MLT, η
οποία ϑεωρείται ότι είναι η κύρια περιοχή απ’ όπου η τοπική διάρρηξη του κάθετου
ϱεύµατος ουράς εξαπλώνεται αζιµουθιακά µε το χρόνο [Nagai, 1982· Lopez et al.,
1988b· Lopez and Lui, 1990b]. Επιπλέον, ο GOES10 ϐρίσκεται πολύ κοντά στο
µεσονύχτιο µεσηµβρινό, µια περιοχή της οποίας η µαγνητική τοπολογία αναµένεται
να επηρεάζεται σε µεγάλο ϐαθµό από τη µεταφορά µάζας, ενέργειας και µαγνητικής
ϱοής ϐόρειας κατεύθυνσης [Angelopoulos et al., 1994, 1996] λόγω επιτάχυνσης σε
κάποια περιοχή επανασύνδεσης [Baumjohann et al., 1990, 1999· Nagai et al.,
1998a]. Συχνά αυτή η µεταφορά µαγνητικής ϱοής από ταχείες ϱοές πλάσµατος
προς τη Γη, ϑεωρείται ότι είναι η αιτία συσσώρευσης ϱοής και διπολοποίησης του
πεδίου κοντά στη γεωσύγχρονη τροχιά [Hesse and Birn, 1991]. Με άλλα λόγια, η
συνεχής συσσώρευση µαγνητικής ϱοής Hp ϐόρειας κατεύθυνσης στην περιοχή του
ουδετέρου στρώµατος, επιτελεί το ϱόλο της ενίσχυσης της µαγνητικής ϱοής ϐόρειας
κατεύθυνσης του διπολικού µαγνητικού πεδίου ελέγχοντας κατ’ αυτό τον τρόπο το
ολικό µαγνητικό πεδίο και παράγοντας µια πολύ καλή συσχέτιση µεταξύ των Hp
και Htotal (Σχήµα 7.3). Από την άλλη πλευρά, στη ϑέση του GOES8, ο οποίος
ϐρίσκεται αρκετά µετατοπισµένος από το µεσονύχτιο µεσηµβρινό, δεν ϑα αναµέναµε
κάποια σηµαντική µεταφορά µαγνητικής ϱοής ϐόρειας κατεύθυνσης µε αποτέλεσ-
µα η γεωµετρία του µαγνητικού πεδίου να συνδέεται στενά µε τη συµπεριφορά του
κάθετου ϱεύµατος ουράς· εποµένως η ακτινική συνιστώσα He να ελέγχει το ολικό
µαγνητικό πεδίο Htotal , γεγονός το οποίο πράγµατι παρατηρείται ϐάσει του Σχήµατος
7.3. Ανακεφαλαιώνοντας την παραπάνω ερµηνεία, ϕαίνεται ότι και οι δύο δορυφόροι
GOES8 και GOES10 πραγµατοποίησαν επιτόπιες παρατηρήσεις της διάρρηξης του
κάθετου ϱεύµατος ουράς άµεσα σχετιζόµενης µε µια διπολοποίηση του µαγνητικού
πεδίου. Η διάρρηξη αυτή του ϱεύµατος και η διπολοποίηση του πεδίου, ϑεωρείται
ότι διαδίδονται προς την ουρά προκαλώντας την εκτόνωση του στρώµατος πλάσµατος
(Σχήµα 7.2, 08:28 UT και µετά) και τελικώς σηµατοδοτούν το τελευταίο στάδιο της
ϕάσης αποκατάστασης της υποκαταιγίδας, όπου επέρχεται µια ισορροπία µεταξύ της
µαγνητικής τάσης και πίεσης [Vogiatzis et al., 2005].
Συνδυάζοντας τα Σχήµατα 7.2 και 7.5, ϕαίνεται ότι τα δι-κατευθυντικά ηλεκ-
τρόνια αποτελούν µέρος του εξώτερου στρώµατος πλάσµατος, ενώ τα ηλεκτρόνια
των 90 µοιρών κάνουν την εµφάνισή τους καθώς πλησιάζουµε την περιοχή του
στρώµατος ϱεύµατος. Το τελευταίο µπορεί να εξηγηθεί λαµβάνοντας υπόψιν ότι

160
7.4. ΕΡΜΗΝşΙΑ

οι δύο πληθυσµοί ακολουθούν διαδροµές µεταξύ σηµείων ανακλάσεως που έχουν


διαφορετικό µήκος, µε αυτό των κάθετων ηλεκτρονίων να είναι ϐραχύτερο. Ε-
ποµένως, καθώς το στρώµα πλάσµατος εκτονώνεται µεταφέροντας µαζί του τους δύο
ανισοτροπικούς πληθυσµούς ηλεκτρονίων, τα διαστηµόπλοια Cluster τέµνουν αρ-
χικά τα δι-κατευθυντικά µονοπάτια και κατόπιν τα µονοπάτια των κάθετων ηλεκ-
τρονίων, ιδέα που υποδηλώνει τη χωρική ϕύση του ϕαινοµένου. Το γεγονός ότι το
ϕάσµα των πρωτονίων παραµένει σχεδόν αµετάβλητο, ακόµα και µετά την εκτόνωση
του στρώµατος πλάσµατος στις ∼08:28 UT, σηµαίνει ότι δεν έχουµε την προσθήκη
ενός επιπλέον πληθυσµού πρωτονίων στο στρώµα πλάσµατος. Αυτό έρχεται σ’ αντί-
ϑεση µε τα ηλεκτρόνια, όπου ϕαίνεται καθαρά η ενίσχυση του ϕάσµατός τους κατά
τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου χρονικού διαστήµατος, υποδηλώνοντας ότι οι
ϱοές σ’ όλες τις ενέργειες οφείλουν την ύπαρξή τους πρώτα στο δι-κατευθυντικό
και κατόπιν στον κάθετο πληθυσµό των ενεργειακών ηλεκτρονίων. Το παραπάνω
σηµαίνει ότι οι δύο πληθυσµοί ενεργειακών ηλεκτρονίων, κατά µήκος και κάθετα
στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου, είναι στην ουσία δύο "ϕρέσκιες" συνιστώσες
ενεργειακών ηλεκτρονίων του στρώµατος πλάσµατος οι οποίες ενισχύουν σηµαντικά
τον προϋπάρχοντα πληθυσµό των ηλεκτρονίων.
Το συµπέρασµα ότι οι δύο πληθυσµοί ηλεκτρονίων είναι ανεξάρτητοι, προερχόµενοι
από διαφορετικές µαγνητοσφαιρικές περιοχές και ότι δεν είναι το αποτέλεσµα ενός
µηχανισµού επιτάχυνσης που λαµβάνει χώρα τοπικά, ϕαίνεται να ισχύει και αυτό το
ϐλέπουµε εξετάζοντας το Σχήµα 7.6. Από την εξέταση αυτή µπορούν να εξαχθούν
τα παρακάτω συµπεράσµατα : α) Οι ενισχυόµενες ϱοές των ηλεκτρονίων παράλλη-
λα/αντιπαράλληλα στο µαγνητικό πεδίο συνιστούν τη δι-κατευθυντική κατανοµή.
Εφόσον τα επίπεδα ϱοής τόσο παράλληλα όσο και αντιπαράλληλα στο πεδίο είναι
σχεδόν ίδια, προτείνεται ότι οι δέσµες των ηλεκτρονίων αναπηδούν µεταξύ σηµείων
ανακλάσεως σε κλειστές δυναµικές γραµµές καθ’ όλη τη διάρκεια της παρατήρησης,
ϐ) Η σύγκριση των χρονοσειρών των δύο κατανοµών υποδεικνύει ότι ο δι-κατευθυντικός
πληθυσµός δεν οφείλει την ύπαρξη του στη µετανάστευση ηλεκτρονίων γωνίας κλίσης
90 µοιρών και αντιστρόφως, γ) Η καλή συσχέτιση µεταξύ των διαφόρων ενεργειακών
καναλιών και στις δύο κατανοµές προτείνει ότι οι ϱοές των ηλεκτρονίων παράλληλα
και κάθετα στο πεδίο δεν παράγονται λόγω µεταφοράς τους µεταξύ των διαφόρων
ενεργειακών καναλιών, αλλά µάλλον προέρχονται από διαφορετικές περιοχές της
µαγνητόσφαιρας, ακολουθώντας τη δυναµική και την ικανότητα ενεργοποίησης των
πηγών τους. Ως αποτέλεσµα, ενεργειακά ηλεκτρόνια εµφανίζονται ταυτόχρονα σ’
όλες τις ενέργειες για όλα τα εύρη γωνιών κλίσης µε τα διάφορα ενεργειακά κανάλι-
α να παρουσιάζουν παρόµοιες χρονοσειρές, και δ) Το γεγονός ότι η ενίσχυση της
κάθετης ϱοής στις ∼09:15 UT συµπίπτει µε µια µείωση της έντασης του µαγν-
ητικού πεδίου, αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι η κάθετη επιτάχυνση των ηλεκτρονί-
ων δεν σχετίζεται µε µια επιτάχυνση ϐήτατρον λόγω διατήρησης της πρώτης αδια-
ϐατικής σταθεράς. Επίσης, η σχετιζόµενη διπολοποίηση του πεδίου συνοδευόµενη
από έλλειψη οποιασδήποτε δραστηριότητας στο ηλεκτρικό πεδίο υποδηλώνει ότι η
ενίσχυση της κάθετης ϱοής δεν έχει σχέση µε τοπικά ϕαινόµενα επαγωγής. Κατά
συνέπεια, και τα δυο συµπεράσµατα υποστηρίζουν την ιδέα ότι το ϕαινόµενο δεν
είναι χρονικής ϕύσεως αλλά µάλλον παρουσιάζει ένα χωρικό χαρακτήρα.
Βάσει των παραπάνω συµπερασµάτων και του Σχήµατος 7.7, το οποίο καθαρά
καταδεικνύει την ανεξαρτησία και την τυχαιότητα των δύο κατανοµών, κάποιος µ-
πορεί να οδηγηθεί στο λογικό συµπέρασµα ότι αυτοί οι δύο πληθυσµοί, κατά µήκος

161
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

και κάθετα στο µαγνητικό πεδίο, παράγονται σε διαφορετικές αποµακρυσµένες πε-


ϱιοχές µε διαφορετικούς ϱυθµούς χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε σύνδεση µεταξύ
των δύο. Το συµπέρασµα αυτό υποστηρίζεται περαιτέρω από τους Vogiatzis et al.
[2005], όπου παρουσιάζεται το σενάριο ότι ένα µέτωπο διάρρηξης ϱεύµατος το οποίο
εξαπλώνεται αζιµουθιακά και προς την ουρά µπορεί να προκαλέσει τη γένεση των
κάθετων ηλεκτρονίων τα οποία αφικνούνται στη ϑέση των Cluster µέσω ολίσθησης
ϐαθµίδας/καµπύλωσης. Το τελευταίο έρχεται σ’ αντίθεση µε τη γένεση των δι-
κατευθυντικών ηλεκτρονίων, τα οποία σχετίζονται µ’ ένα µηχανισµό επιτάχυνσης
ενεργό στο ουδέτερο στρώµα.

7.5 Συζήτηση
Οι πιθανοί µηχανισµοί για την παραγωγή ηλεκτρονίων µε γωνία κλίσης 90 µοιρών
είναι κυρίως δύο. Ο πρώτος είναι ο µηχανισµός επιτάχυνσης ϐήτατρον, όπου τα
ηλεκτρόνια κερδίζουν ενέργεια στην κάθετη διεύθυνση µέσω της διατήρησης της
πρώτης αδιαβατικής σταθεράς. Αυτό επιτυγχάνεται όταν η ένταση του µαγνητικού
πεδίου αυξάνεται αργά µε το χρόνο. Παρόλο που το µ παραµένει σταθερό, η κ-
ινητική ενέργεια του σωµατιδίου αλλάζει εξαιτίας της ύπαρξης ηλεκτρικών πεδίων,
µε αποτέλεσµα η εγκάρσια ενέργεια ν’ αυξάνεται λόγω σταθερότητας του µ. Ο άλ-
λος πιθανός µηχανισµός είναι η απ’ ευθείας ενεργοποίηση των ηλεκτρονίων λόγω
επαγόµενων ηλεκτρικών πεδίων που παράγονται από τη διπολοποίηση του µαγν-
ητικού πεδίου. Η δεύτερη διεργασία παράγει ενεργειακά ηλεκτρόνια µάλλον σ’ ένα
ευρύ ϕάσµα γωνιών κλίσης. Οι παρατηρήσεις στο παρόν κεφάλαιο (Σχήµα 7.6) δεν
ϕαίνεται να είναι σύµφωνες µε την παραγωγή κάθετων ηλεκτρονίων λόγω επιτάχυν-
σης ϐήτατρον ή λόγω επαγόµενων ηλεκτρικών πεδίων που δρουν τοπικά. Αντιθέτως,
οι χρονοσειρές των κάθετων ηλεκτρονίων ϕαίνεται να συµπεριφέρονται ανεξάρτητα
ως προς τις µεταβολές του µαγνητικού ή του ηλεκτρικού πεδίου.
UT ∼07:15 ∼07:39 ∼09:15 Από την άλλη πλευρά, όπως προ-
τάθηκε από τους Hada et al. [1981]·
GOES8 ∼30deg ∼28deg ∼71deg
Smets et al. [1999]· Shiokawa et al.
GOES10 ∼26deg ∼58deg ∼72deg
[2003], µια επιτάχυνση τύπου Fer-
Cluster ∼19deg ∼10deg ∼65deg
mi πλησίον του ουδετέρου στρώ-
µατος ϕαίνεται να είναι ο κύρι-
Πίνακας 7.1: Αντιπροσωπευτικές γωνίες ανύψω-
ος υποψήφιος για την παραγωγή
σης µαγνητικού πεδίου στους δορυφόρους GOES8,
των δι-κατευθυντικών ηλεκτρονί-
GOES10 και Cluster όπου είναι ϕανερή η αναδιάταξ-
ων. ΄Οπως συζητήθηκε από τους
η της ουράς, καθώς ο χρόνος περνά, σε µια περισ-
Shiokawa et al. [2003], για τη
σότερο διπολική γεωµετρία [from Vogiatzis et al.,
δηµιουργία της ενέργειας επιτάχυν-
2006].
σης είναι αναγκαίο να λάβουµε
υπόψιν µας ένα ανατολής-δύσης ηλεκτρικό πεδίο, κάτι το οποίο είναι ισοδύναµο
µε ϱοή πλάσµατος προς τη Γη εγκάρσια στο ϐόρειας κατεύθυνσης µαγνητικό πεδίο.
Ωστόσο, ϐάσει του διαγράµµατος (h) στο Σχήµα 7.6, το δυτικής κατεύθυνσης η-
λεκτρικό πεδίο κατά τη διάρκεια της υπό εξέτασης χρονικής περιόδου παρουσιάζει
σχετικά χαµηλές τιµές οι οποίες τον περισσότερο χρόνο είναι γύρω στο µηδέν. Το
τελευταίο γεγονός ϑέτει υπό αµφισβήτηση την ιδέα ότι µια διεργασία επιτάχυνσης
τύπου Fermi είναι ενεργή τοπικά και παράγει τις παράλληλες ενισχύσεις ϱοής. Μάλ-
λον, το ϕαινόµενο ϕαίνεται να παράγεται από ένα µηχανισµό επιτάχυνσης τύπου

162
7.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

Fermi, ο οποίος λαµβάνει χώρα σε µια αποµακρυσµένη περιοχή ή, όπως προτείνεται


από τους Hoshino et al. [2001], να είναι το αποτέλεσµα ενός µηχανισµού ενερ-
γοποίησης που είναι παρών γύρω από µια αποµακρυσµένη περιοχή τύπου X.
΄Εχοντας ως κίνητρο το γεγονός ότι οι παρατηρήσεις που παρουσιάσθηκαν εδώ
υποστηρίζουν σε µεγάλο ϐαθµό τη δουλειά στο κεφάλαιο 6, κάνουµε µια απόπειρα
στις επόµενες παραγράφους να ϑεµελιώσουµε µε έναν πιο ενδελεχή τρόπο το µοντέλο
υποκαταιγίδων που αναπτύχθηκε σ’ εκείνο το κεφάλαιο.
Κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης η µαγνητική ϱοή που περιέχεται στη
µαγνητοουρά αυξάνεται αρκετά. Η κίνηση του πλάσµατος, η οποία σχετίζεται µε το
ηλεκτρικό πεδίο του ηλιακού ανέµου, µεταφέρει µαγνητική ϱοή στους λοβούς της
ουράς. Σ’ ένα σενάριο σταθερής κατάστασης (steady-state scenario), η µαγνητική
επανασύνδεση στο ουδέτερο στρώµα εµποδίζει τη συσσώρευση µαγνητικής ϱοής, αλ-
λά εάν για κάποιο λόγο δεν λαµβάνει χώρα για κάποιο χρονικό διάστηµα µαγνητική
επανασύνδεση, ή εάν αυτή δεν είναι αρκετά επαρκής, τότε η µαγνητική ϱοή της µαγν-
ητοουράς σταδιακά αυξάνεται. Ο ϱυθµός αύξησης αυτής της ϱοής γίνεται µέγιστος
κατά τη διάρκεια χρονικών περιόδων κατά τις οποίες η δυναµική πίεση του ηλιακού
ανέµου είναι υψηλή και το ∆ΜΠ είναι νότιας κατεύθυνσης, διότι όταν ισχύει το τελευ-
ταίο η διεργασία ηµερήσιας επανασύνδεσης είναι περισσότερο αποδοτική [Cravens,
1997]. Κατά τη διάρκεια αυτής της ϕάσης οι µαγνητικές δυναµικές γραµµές στην
ουρά επιµηκύνονται περισσότερο.
Στην προσέγγιση σταθερής κατάστασης όπου οι χρονικές παράγωγοι είναι µηδέν,
η ενεργοποίηση
H των σωµατιδίων είναι δυνατή µόνο εάν η ϱοή του διανύσµατος
1
Poynting µ0 (E × B) · da (Εξ. 7.2) διαµέσου µιας κλειστής επιφάνειας S που
S
περιβάλλει το σύστηµά µας είναι αρνητική, το οποίο ισοδυναµεί µε εισροή ηλεκ-
τροµαγνητικής ενέργειας (το da πάντα κατευθύνεται προς τα έξω). Υιοθετώντας µια
τέτοια προσέγγιση σταθερής κατάστασης οδηγούµαστε σε µια υπεραπλούστευση του
δυναµικού χαρακτήρα των ϕαινοµένων που λαµβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια των
υποκαταιγίδων. Αυτό είναι αλήθεια ιδίως κατά τη διάρκεια της ϕάσης εκτόνωσης
των υποκαταιγίδων, η οποία χαρακτηρίζεται από µεγάλες και απότοµες αλλαγές στο
ηλεκτρικό και µαγνητικό πεδίο και όπου η παραδοχή της χρονικής ανεξαρτησίας
είναι καθαρά ανεπαρκής [Cravens, 1997].
Βάσει των παραπάνω σκέψεων και των παρατηρήσεων που παρουσιάστηκαν σε
προηγούµενη παράγραφο (άνευ διασποράς εκτίναξη σωµατιδίων παράλληλα µε µι-
α έντονη διπολοποίηση του πεδίου), κρίνεται αναγκαίος ο συνυπολογισµός των
επαγόµενων ηλεκτρικών πεδίων σε οποιαδήποτε ϑεωρία έχει να κάνει µε µετατροπή
ενέργειας µαγνητικού πεδίου σε κινητική ενέργεια σωµατιδίων. Ο καλύτερος τρόπος
για να το κάνουµε αυτό είναι η απ’ ευθείας χρήση του ϑεωρήµατος Poynting το οποίο
στηρίζεται σε ϑεµελιώδεις αρχές της ηλεκτροµαγνητικής ϑεωρίας και το οποίο µπορεί
να γραφτεί ως εξής,

Z I Z µ ¶
1 ∂E 1 ∂B
(E · J) dτ = − (E × B) · da − ²0 E · + B· dτ (7.1)
µ0 ∂t µ0 ∂t
V S V

ή,

163
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

I Z µ ¶
dW 1 d 1 2 1 2
=− (E × B) · da − ²0 E + B dτ [Joule/sec] (7.2)
dt µ0 dt 2 µ0
S V

όπου ολοκληρώνουµε στον όγκο V ο οποίος περιβάλλεται από την κλειστή επιφάνεια
S [για τις παραπάνω σχέσεις δέστε Griffiths, 1999]. Το πρώτο ολοκλήρωµα στο δεξιό
µέλος αντιπροσωπεύει το ϱυθµό ενέργειας που µεταφέρεται από τα ηλεκτροµαγν-
ητικά πεδία µέσω του όγκου V που περικλύεται από την επιφάνεια S. Το δεύτερο
ολοκλήρωµα είναι η ολική ενέργεια που είναι αποθηκευµένη στα ηλεκτροµαγνητικά
πεδία. Ο ϱυθµός ενέργειας στο αριστερό µέλος αντιπροσωπεύει την µετατροπή της
ηλεκτροµαγνητικής ενέργειας εντός του όγκου V. Με άλλα λόγια, αυτός ο όρος περιλ-
αµβάνει όλη τη µηχανική (κινητική) ενέργεια που κερδίζουν τα ϕορτισµένα σωµατίδια
(που υπάρχουν εντός του όγκου V) από τα ηλεκτροµαγνητικά πεδία.
Για τυπικές τιµές της µαγνητοουράς, ο λόγος της µαγνητικής προς την ηλεκ-
τρική πυκνότητα ενέργειας είναι c2 B 2 /E 2 >>1· εποµένως η µαγνητική ενέργεια
επικρατεί σε µεγάλο ϐαθµό έναντι της ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι εποµένως ορθό
να παραλείψουµε τον πρώτο όρο εντός του ολοκληρώµατος όγκου στο δεξιό µέλος.
Ως εκ τούτου, ο όρος,
µ ¶
1 ∂B ∂ B2
B· = (7.3)
µ0 ∂t ∂t 2µ0
είναι αυτός που περιγράφει τη µετατροπή της εσωτερικής ενέργειας (µαγνητικής
ενέργειας) που ϐρίσκεται αποθηκευµένη στο σύστηµα που περικλύεται από τον όγκο
V. Ο παράγοντας ∂B/∂t αντιπροσωπεύει το επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο που ορίζεται
από το νόµο του Faraday. Συνεπώς, είναι ϕανερό ότι η χρονική εξάρτηση παίζει ένα
Ϲωτικής σηµασίας ϱόλο κατά τη διάρκεια της ϕάσης εκτόνωσης των υποκαταιγίδων,
όπου η προηγούµενα αποθηκευµένη, εντός της µαγνητοουράς, µαγνητική ενέργεια
αποτελεί µια εσωτερική µαγνητοσφαιρική πηγή επιτάχυνσης σωµατιδίων µέσω επαγόµεν-
ων ηλεκτρικών πεδίων.

• Θεώρηµα Poynting και παρατηρήσεις GOES


΄Εχοντας υπόψιν µας τα παραπάνω είναι ενδιαφέρον να εξετάσουµε ξανά τις παρατηρή-
σεις µαγνητικού πεδίου από τους GOES8 και GOES10. Εάν, για παράδειγµα,
πάρουµε µια κλειστή επιφάνεια S να περικλύει το δορυφόρο GOES8, παρατηρούµε
ότι κατά τη διάρκεια της διπολοποίησης του πεδίου στις ∼08:04 UT η τιµή του
µαγνητικού πεδίου
³ ´ ελαττώνεται µε το χρόνο. Κατά συνέπεια, από την Εξ. (7.3)
∂ B2
έχουµε ότι ∂t 2µ0
<0. Εποµένως, η µείωση του πεδίου αντιστοιχεί ακριβώς σε
µια εσωτερική διεργασία µετατροπής της µαγνητικής ενέργειας, η οποία λαµβάνει
χώρα εντός του όγκου V. Αυτή µε τη σειρά της, συνδέεται
R µε µια µετατροπή της
µαγνητικής ενέργειας σε κινητική ενέργεια σωµατιδίων (E · J) dτ >0 (Εξ. (7.1)),
V
µέσω της παραγωγής επαγόµενων ηλεκτρικών πεδίων. Αντίθετα από τον GOES8, ο
GOES10 παρουσιάζει µια αύξηση στην τιµή του µαγνητικού πεδίου. Με σκοπό την
κατανόηση της διεργασίας που οδηγεί σε µια τέτοια συµπεριφορά πρέπει να λάβουµε
υπόψιν µας το γεγονός ότι ο GOES10 ϐρίσκεται πολύ κοντά στο µεσονύχτιο µεσηµ-
ϐρινό. Η µαγνητική τοπολογία αυτής της περιοχής αναµένεται να επηρεάζεται σε
µεγάλο ϐαθµό από τη µεταφορά µάζας, ενέργειας και µαγνητικής ϱοής ϐόρειας

164
7.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

κατεύθυνσης [Angelopoulos et al., 1994, 1996] εξαιτίας της επιτάχυνσης σε κάποια


περιοχή επανασύνδεσης [Baumjohann et al., 1990, 1999· Nagai et al., 1998a], όπ-
ως έχουµε ήδη σηµειώσει στην παράγραφο της ερµηνείας. Κατά συνέπεια, εκτός
από τη µετατροπή της µαγνητικής ενέργειας, που είναι αποθηκευµένη τοπικά και η
οποία είναι µια εσωτερική διεργασία, έχουµε επιπλέον και τη µεταφορά µαγνητικής
ενέργειας από ένα χώρο εξωτερικά του όγκου V. Το τελευταίο αποτελεί µια εξωτερική
διεργασία, όπου η Hϱοή του διανύσµατος Poynting µέσω µιας κλειστής επιφάνειας S
είναι αρνητική, µ10 (E × B) · da<0. Εποµένως, κατά τη διάρκεια αυτής της διερ-
S
γασίας το σύστηµά µας τροφοδοτείται µε επιπρόσθετη µαγνητική ενέργεια η οποία
εξισορροπεί ή και ακόµη υπερβαίνει την τοπική µετατροπή ενέργειας οδηγώντας
στην παρατηρούµενη αύξηση της τιµής του πεδίου στη ϑέση του GOES10. Από την
άλλη πλευρά, στη ϑέση του GOES8, ο οποίος είναι σηµαντικά µετατοπισµένος ως
προς το µεσονύχτιο µεσηµβρινό, δεν ϑα αναµέναµε κάποια σηµαντική µεταφορά
ηλεκτροµαγνητικής ενέργειας και ως εκ τούτου η τιµή του µαγνητικού πεδίου να
ελέγχεται από την εσωτερική µετατροπή ενέργειας οδηγώντας στη µείωση της. Παρό-
λο, που στην παράγραφο της ερµηνείας ακολουθήσαµε µια προσέγγιση δυναµικής
πλάσµατος για να εξηγήσουµε τις παρατηρήσεις των GOES, εδώ παρουσιάζουµε µια
εναλλακτική προσέγγιση ϐασιζόµενοι σε αρχές της κλασικής ηλεκτροδυναµικής.

• ∆ιπολοποίηση πεδίου και επαγόµενα ηλεκτρικά πεδία

Τώρα, εάν πάρουµε για παράδειγµα, την κάθετη τοµή του ϐόρειου λοβού της µαγν-
ητοουράς, τότε λόγω µεταφοράς πλάσµατος, ένα χρονικά µεταβαλλόµενο µαγνητικό
πεδίο ϑα κάνει την εµφάνιση του. Αυτή η µεταβολή στο πεδίο εισάγει, ϐάσει του
νόµου του Faraday, ένα επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο το οποίο τείνει ν’ αναιρέσει την
αιτία που προκαλεί την αύξηση του πεδίου. Κατά συνέπεια, αυτό το ηλεκτρικό πεδίο
παράγει έργο. Η ενέργεια που καταναλώνεται για να υπερνικήσουµε αυτό το έργο
πηγάζει από τον ηλιακό άνεµο και είναι ακριβώς η µαγνητική ενέργεια που απο-
ϑηκεύεται στους λοβούς προκαλώντας την επιµηκυσµένη γεωµετρία. Κατά συνέπεια,
δηµιουργείται ένα κάθετο ϱεύµα ουράς το οποίο µεταφέρεται από τα σωµατίδια
του στρώµατος πλάσµατος σε κλειστές δυναµικές γραµµές, κυρίως λόγω ολίσθησης
καµπύλωσης και µερικώς λόγω ολίσθησης ϐαθµίδας. Αυτή η διεργασία συνιστά
µια γεννήτρια ϱεύµατος όπου το ϱεύµα είναι το άµεσο αποτέλεσµα της κινητικής
ενέργειας των σωµατιδίων του στρώµατος πλάσµατος. Εάν οι τροχιές των σωµατιδί-
ων είναι αδιαβατικές, οι κώνοι διαφυγής ϑα είναι σχεδόν κενοί. ΄Ενας κενός κώνος
διαφυγής ουσιαστικά αποσυζευγνύει τη µαγνητόσφαιρα από την ιονόσφαιρα. Μόλις
οι κατάλληλες συνθήκες τεθούν στο στρώµα ϱεύµατος έχουµε την έναρξη [Vogiatzis
et al., 2005] της κινητικής αστάθειας KCSI/CFCI [Lui et al., 1990, 1991b]. Οι
σχετιζόµενες αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου προκαλούν µια έντονη σκέδαση
της γωνίας κλίσεως των ηλεκτρονίων [Kennel and Petschek, 1966] διαταράσσον-
τας και επακολούθως εκτρέποντας το κάθετο ϱεύµα ουράς των ηλεκτρονίων προς
την ιονόσφαιρα. Αυτή η εκτροπή είναι επαρκής για να προκαλέσει την έναρξη της
κατάρρευσης της µαγνητοουράς, όπως προτείνεται από τον Kaufmann [1987]. Η
τελευταία διεργασία έχει δύο συνέπειες. Η πρώτη είναι η διπολοποίηση του πεδίου
η οποία συνδέεται µε την επαγωγή ενός ηλεκτρικού πεδίου το οποίο ενεργοποιεί τα
σωµατίδια (παρατηρήσεις GOES10 σε συνδυασµό µε την άνευ διασποράς εκτίναξη
των ηλεκτρονίων στο γεωσύγχρονο δορυφόρο), ενώ η δεύτερη είναι η πλήρωση των

165
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

i
E
C1

E
i ÄÂx

+ Em -
i
E ÄÂx
ÄÂz
i
E ||
i
i
E C2
i
E||

C3

Σχήµα 7.9: Μία προοπτική εικόνα η οποία αναπαριστά τα ηλεκτρικά πεδία που επάγονται
κατά τη διάρκεια της διάδοσης του µετώπου διάρρηξης κάθετου ϱεύµατος/διπολοποίησης
του πεδίου προς την ουρά. Επίσης, ϕαίνονται οι µεταβολές του µαγνητικού πεδίου που σχετ΄-
ιζονται µ’ αυτά τα επαγόµενα ηλεκτρικά πεδία. Το Εm συµβολίζει το σταθερής κατάστασης
µαγνητοσφαιρικό (κάθετο στην ουρά) ηλεκτρικό πεδίο το οποίο συνδέεται µε την πόλωση του
πλάσµατος [from Vogiatzis et al., 2006].

κώνων διαφυγής των σωµατιδίων η οποία συζευγνύει το µαγνητοσφαιρικό πλάσµα


µε την ιονόσφαιρα. Επιπλέον, το επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο είναι ο κύριος ϕορέας
µετατροπής της προηγούµενα αποθηκευµένης µαγνητικής ενέργειας σε κινητική
ενέργεια σωµατιδίων.
Επιλέγοντας κατάλληλες καµπύλες που να περιβάλλουν τις περιοχές όπου λαµ-
ϐάνει χώρα διπολοποίηση του πεδίου, η µεταβολή της µαγνητικής ϱοής διαµέσου
αυτών των κλειστών καµπυλών εισάγει ηλεκτρεγερτικές δυνάµεις
I

Ei · dl = ε = − (7.4)
dt
C

συνυφασµένες µε επαγόµενα ηλεκτρικά πεδία. Το έργο που παράγεται απ’ αυτά


τα ηλεκτρικά πεδία προέρχεται από τη µαγνητική ενέργεια που προηγουµένως είχε
αποθηκευτεί στη µαγνητοουρά κατά τη διάρκεια της ϕάσης συσσώρευσης και η οποί-
α τώρα ελευθερώνεται µετατρεπόµενη σε ενέργεια σωµατιδίων. Η κατεύθυνση των
επαγόµενων ηλεκτρικών πεδίων είναι τέτοια ώστε να προκαλούν ϱεύµατα τα οποία ν’
αντιτίθενται στις µεταβολές του µαγνητικού πεδίου και εποµένως να τείνουν να µειώ-

166
7.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

σουν τη συνιστώσα Bz (Hp ) και ν’ αυξήσουν τη συνιστώσα Bx (He ) του µαγνητικού


πεδίου. Εποµένως, παίρνοντας για παράδειγµα, την κλειστή καµπύλη C3 η οποία
ακολουθεί το σφηνοειδές σύστηµα ϱευµάτων και κλείνει µέσω της διεύθυνσης του
κάθετου ϱεύµατος ουράς (δεν ϕαίνεται στο Σχήµα 7.9), ϐλέπουµε ότι η κατεύθυνση
του επαγόµενου ηλεκτρικού πεδίου είναι τέτοια ώστε να έχουµε την παραγωγή ενός
∆Βz το οποίο αντιτίθεται στην αύξηση του Βz . Το ίδιο σκεπτικό ισχύει επίσης και
για τις καµπύλες C1 και C2 . Οι κατευθύνσεις των επαγόµενων ηλεκτρικών πεδίων
ϕαίνονται στο Σχήµα 7.9. Το επαγόµενο κάθετο στην ουρά ηλεκτρικό πεδίο στη-
ν C3 έχει κατεύθυνση προς τη δύση ενισχύοντας το ηλεκτρικό πεδίο που επάγεται
από τη µείωση της συνιστώσας Bx στους δύο λοβούς της µαγνητοουράς. Τη χρονική
στιγµή κατά την οποία έχουµε τοπική διάρρηξη ϱεύµατος και εµφάνιση αιφνίδιων η-
λεκτρικών πεδίων Εik , τα ηλεκτρόνια αποκτούν πολύ µεγάλες παράλληλες ταχύτητες
λόγω της µεγάλης τους ευκινησίας. Αυτά τα ενεργειακά ηλεκτρόνια αποτελούν το
συνδετικό κρίκο µεταξύ του προς την ουρά διαδιδόµενου µετώπου διάρρηξης και
της ιονόσφαιρας· µια διεργασία η οποία σχετίζεται άµεσα µε την προς τους πόλους
εκτόνωση του συστήµατος δέσµης ϱευµάτων (auroral electrojet) και της ϕωτοβολίας
σέλαος (auroral luminosity) [Akasofu et al., 1974· Rostoker et al., 1975· Shepherd
et al., 1980· Jacquey et al., 1991]. Κατά συνέπεια, το παράλληλο ϱεύµα ηλεκτρονί-
ων υπερβαίνει κατά πολύ το αντίστοιχο των ιόντων. Αυτή η µεταφορά ϕορτίων έχει
ως αποτέλεσµα τη µείωση του αιφνίδιου Εik και εποµένως την επιπλέον ενίσχυση του
Εi⊥ , διότι το κλειστό ολοκλήρωµα
I
¡ ¢ dΦ
Eik + Ei⊥ · dl = ² = − (7.5)
dt
C3

γύρω από ένα κλειστό κύκλωµα µένει ανεπηρέαστο. Τα ιόντα δεν επηρεάζονται
από τα ϐραχύβιας Ϲωής Εik εξαιτίας της µεγάλης τους αδράνειας. Μετά τη διάρρηξ-
η ϱεύµατος και την εξάλειψη της παράλληλης συνιστώσας Εik τα σωµατίδια περι-
στρέφονται, αναπηδούν µεταξύ σηµείων ανακλάσεως και ολισθαίνουν λόγω ϐαθµί-
δας/καµπύλωσης στο ήδη διπολοποιηµένο µαγνητικό πεδίο. Είναι ενδιαφέρον να
σηµειώσουµε εδώ, ότι η ϱαγδαία αντίδραση των ηλεκτρονίων και η επακόλουθη
εξάλειψη του παράλληλου ηλεκτρικού πεδίου επαγωγής µπορεί να ειδωθεί στο πλαί-
σιο µιας µαγνητόσφαιρας η οποία περιέχει πλάσµα υψηλής αγωγιµότητας, κάτι που
οδηγεί στη συνθήκη E · B = 0.
Εποµένως, ανακεφαλαιώνοντας, το επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο κατά τη διάρκεια
της διπολοποίησης του πεδίου µπορεί να χωριστεί σε δύο συνιστώσες· µία παράλληλη
και µία κάθετη προς τη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου. Η πρώτη παράγεται από
την αύξηση της Bz και είναι υπεύθυνη για την ενίσχυση της έντασης των FACs, ενώ
η δεύτερη παράγεται τόσο από την αύξηση της Bz όσο και από τη µείωση της Bx µε
µια συνισταµένη κατεύθυνσης ανατολής-δύσης η οποία είναι κατά πολύ µεγαλύτερη
της αντίστοιχης ηλεκτροστατικής συνιστώσας του πεδίου Εm [Heikkila and Pellinen,
1977· Aggson et al., 1983].

• Ενεργοποίηση σωµατιδίων και µη αδιαβατικότητα


Τα σωµατίδια µπορεί να συµπεριφερθούν µη αδιαβατικά λόγω παραβίασης της πρώτης
αδιαβατικής σταθεράς (µαγνητική ϱοπή των σωµατιδίων). Η συνθήκη για την παραβί-
αση της πρώτης αδιαβατικής σταθεράς ικανοποιείται όταν το σωµατίδιο ϐλέπει χρονικές

167
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

µεταβολές πεδίου της τάξεως της γυροπεριόδου ή όταν οι χωρικές µεταβολές του
πεδίου είναι της τάξεως της γυροακτίνας.

΄Εχοντας υπόψιν τα παραπάνω, ϑα ήταν ενδιαφέρον σ’ αυτό το σηµείο να συζητή-


σουµε το πιθανό µηχανισµό που είναι υπεύθυνος για τη γένεση των 90 µοιρών εν-
εργειακών ηλεκτρονίων που συνδέονται µε την εξάπλωση του µετώπου της διπολοποίησης
αζιµουθιακά και προς την ουρά [Vogiatzis et al., 2005]. Τα ιόντα εκτελούν µια τα-
λαντωτική κίνηση εκατέρωθεν του επιπέδου του στρώµατος ϱεύµατος, εξαιτίας της
υψηλώς επιµηκυσµένης γεωµετρίας του µαγνητικού πεδίου [Speiser, 1965]. Παρό-
µοια, τα ηλεκτρόνια λόγω της διέγερσης της κινητικής αστάθειας συµπεριφέρονται
και αυτά µη αδιαβατικά εκτελώντας µία ταλαντωτική κίνηση εκατέρωθεν του επιπέ-
δου του στρώµατος ϱεύµατος. ΄Οπως έχουµε ήδη πει στην προηγούµενη παράγραφο,
η σκέδαση της γωνίας κλίσης των ηλεκτρονίων ϑα έχει ως αποτέλεσµα τη µείωση του
κάθετου ϱεύµατος της ουράς αναγκάζοντας το µαγνητικό πεδίο να διπολοποιηθεί.
Κατά τη διάρκεια της διπολοποίησης, η οποία έχει µια χρονική κλίµακα της τάξεω-
ς της ιοντικής γυροπεριόδου [Delcourt, 2002], η µη αδιαβατική συµπεριφορά των
ιόντων ϑα ενισχυθεί ακόµα περισσότερο. Τα ιόντα τα οποία συµπεριφέρονται µη αδι-
αβατικά λόγω χωρικών και χρονικών µεταβολών του πεδίου κινούνται προς τη δύση,
ενώ τα ηλεκτρόνια τα οποία συµπεριφέρονται µη αδιαβατικά µόνο λόγω χρονικών
µεταβολών του πεδίου κινούνται προς την ανατολή. Συνεπώς, τόσο τα ιόντα όσο και
τα ηλεκτρόνια σ’ αυτές τις ταλαντωτικές τροχιές συνεχώς επιταχύνονται κυρίως από
το κάθετο στη µαγνητοουρά επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο µε κατεύθυνση ανατολή-
δύση. Επιπλέον, λόγω της παρουσίας ενός µη µηδενικού µαγνητικού πεδίου ϐόρειας
κατεύθυνσης στο στρώµα ϱεύµατος, τα σωµατίδια εκτρέπονται προς τη Γη [Speiser,
1965]. Εποµένως, κατά τη διάρκεια της διπολοποίησης του µαγνητικού πεδίου, τα
σωµατίδια στο στρώµα ϱεύµατος µπορούν να υποστούν µια αιφνίδια ενεργοποίηση
από την εφαρµογή ενός τοπικού ϐραχύβιου επαγόµενου ηλεκτρικού πεδίου κατά την
εγκάρσια κυρίως διεύθυνση και κατόπιν να εκτιναχθούν από το στρώµα ϱεύµατος µε
κατεύθυνση προς τη Γη στο ήδη διπολοποιηµένο µαγνητικό πεδίο [Delcourt et al.,
1990· Delcourt and Moore, 1992· Delcourt and Sauvaud, 1994· Delcourt, 2002].
Σ’ αυτό το σηµείο, ϑα ήταν καλό να κάνουµε µια παρένθεση και να διευκρινίσουµε,
ότι παρόλο που στο παρόν κεφάλαιο αναφερόµαστε σ’ ένα µηχανισµό επιτάχυνσης
(διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου σχετιζόµενη µε επαγόµενα ηλεκτρικά πεδία
και παραβίαση της πρώτης αδιαβατικής σταθεράς) ο οποίος είναι παρόµοιος µε αυτόν
που υιοθετείται από τις προαναφερόµενες µελέτες, η ϕυσική εικόνα της εξέλιξης των
µαγνητοσφαιρικών υποκαταιγίδων, που αυτοί οι συγγραφείς υιοθετούν, είναι τελείως
διαφορετική από τη δική µας. Στο διπολοποιηµένο πεδίο τα ηλεκτρόνια διατηρούν σ-
ταθερή τη µαγνητική τους ϱοπή και εποµένως επιστρέφουν σε µια κίνηση οδηγούντος
κέντρου [West et al., 1978]. Αντίθετα, τα ιόντα στις υπέρθερµες ενέργειες αναµένε-
ται να συµπεριφέρονται µε ένα µη αδιαβατικό τρόπο µε αποτέλεσµα η κατανοµή της
γωνίας κλίσης τους να χάνει τα ανισοτροπικά της χαρακτηριστικά. Αυτό προκύπτει
από το γεγονός ότι τα ιόντα υπόκεινται σε µια συνεχή ισοτροποίηση εξαιτίας των
τυχαίων µεταβολών στη µαγνητική τους ϱοπή κάθε ϕορά που διασχίζουν το µέσον
του στρώµατος πλάσµατος, όπου "ϐλέπουν" µια χωρική µεταβολή του µαγνητικού
πεδίου της τάξεως της γυροακτίνας τους (άνευ συγκρούσεων σκέδαση της γωνίας
κλίσης) [Gray and Lee, 1982]. Ο παραπάνω µηχανισµός αναγκάζει τα ενεργειακά
ιόντα να εκτελέσουν επιπλέον τροχιές Speiser και ως εκ τούτου να επιστρέψουν στο
στρώµα ϱεύµατος σε µια ϑέση εγγύτερα της Γης σε σχέση µε τη ϑέση από την οποία

168
7.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

εκτινάχθηκαν.
Η διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου µπορεί να ϑεωρηθεί ως µία αυτοσυν-
τηρούµενη διεργασία η οποία δρα µ’ ένα αναδραστικό τρόπο. Με την έναρξη της
αστάθειας KCSI/CFCI, κάτι που συζητήθηκε στο κεφάλαιο 6, το µαγνητικό πεδίο
αρχίζει να διπολοποιείται λόγω της µείωσης του κάθετου ϱεύµατος ουράς. Κατά
συνέπεια, ένα επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο παράγεται µε κατεύθυνση ανατολή-δύση
το οποίο επιταχύνει τα αµαγνήτιστα ιόντα σε γειτονικές περιοχές και οδηγεί σε
επιπρόσθετη χωρική διασπορά της ασταθούς περιοχής στο ουδέτερο στρώµα [Lui
et al., 1990]. Στην ασταθή περιοχή και τα ιόντα και τα ηλεκτρόνια συµπεριφέρονται
ξανά µη αδιαβατικά µε συνέπειες που έχουµε ήδη συζητήσει.
Η τελείως διαφορετική συµπεριφορά των σωµατιδίων µπορεί να εξηγήσει το γεγονός
γιατί τα ηλεκτρόνια µετά την εκτόνωση του στρώµατος πλάσµατος είναι ισχυρώς
ανισοτροπικά µε γωνία κλίσης στις 90 µοίρες εκτελώντας ολίσθηση ϐαθµίδας/καµπύλωσης
σ’ αντίθεση µε τα πρωτόνια τα οποία δεν εµφανίζουν κάποιο ιδιαίτερο ανισοτροπικό
χαρακτήρα, µε τα επίπεδα ϱοής τους να µην παρουσιάζουν σχεδόν καµία αλλαγή
κατά τη διάρκεια της επανεισόδου των διαστηµοπλοίων Cluster στο στρώµα πλάσ-
µατος (δέστε, για παράδειγµα, το διάγραµµα (b) στο Σχήµα 7.2, όπως επίσης και τα
διαγράµµατα (g) και (h) στο Σχήµα 6.3 του κεφαλαίου 6). Αντιστρόφως, το γεγονός ότι
δεν έχουµε κατευθυντικές ανισοτροπίες πρωτονίων εντός του στρώµατος πλάσµατος
οι οποίες να ενισχύουν το πληθυσµό των πρωτονίων του στρώµατος πλάσµατος παρό-
µοια µε την περίπτωση των ηλεκτρονίων, είναι ενδεικτικό ότι τα ενεργειακά πρωτό-
νια συµπεριφέρονται πράγµατι µη αδιαβατικά όταν διασχίζουν το κεντρικό επίπεδο
του στρώµατος πλάσµατος, µε άµεση συνέπεια να υπόκεινται σε ισοτροποίηση λόγω
διάχυσης γωνίας κλίσης (diffusive pitch angle isotropization).
Ανακεφαλαιώνοντας και σε σύνδεση µε τις παρατηρήσεις των Cluster, ϑα µ-
πορούσαµε να πούµε, ότι η έλλειψη οποιασδήποτε κατευθυντικής ανισοτροπίας
πρωτονίων στη ϑέση των Cluster µπορεί να ϑεωρηθεί ως ο συνδυασµός δύο διερ-
γασιών. Η πρώτη διεργασία σχετίζεται µε το γεγονός ότι τα πρωτόνια υπόκεινται σε
µια συνεχή ισοτροποίηση κατά τη διάρκεια της διέλευσής τους από το κεντρικό
επίπεδο του στρώµατος πλάσµατος, ενώ η δεύτερη διεργασία µπορεί να ειδωθεί
ως συνέπεια της πρώτης, ότι δηλαδή, τα πρωτόνια, ενώ εκτελούν τροχιές Speiser
µετατοπίζονται ολοένα και περισσότερο προς τη Γη κάθε ϕορά που διέρχονται από
τη µη αδιαβατική περιοχή του κεντρικού στρώµατος πλάσµατος. Ακόµη, η τελευταία
διεργασία αναµένεται ότι παραµένει ενεργή µέχρι τα πρωτόνια να ϐρεθούν σ’ ένα
κατάλληλο πεδίο µε Bz αρκετά µεγάλο που ϑα τους επιτρέψει να συµπεριφερθούν
µ’ ένα αδιαβατικό τρόπο.
Αξίζει σ’ αυτό το σηµείο να δώσουµε έµφαση στον τριπλό ϱόλο του επαγόµενου η-
λεκτρικού πεδίου κάθετα στην ουρά Ei⊥ κατά τη διάρκεια της διπολοποίησης πεδίου,
ο οποίος είναι, (α) η δραµατική επιτάχυνση (από εκατοντάδες eV σε εκατοντάδες keV)
και των ιόντων και των ηλεκτρονίων [Delcourt et al., 1990] πριν αυτά εκτιναχθούν
εκτός του στρώµατος ϱεύµατος µε κατεύθυνση προς τη Γη. Το παραπάνω εξυπηρετεί
στο να ενισχυθούν οι πληθυσµοί ενεργειακών σωµατιδίων στην προσγήινη πλευρά
του αζιµουθιακώς και προς την ουρά εξαπλώµενου µετώπου διπολοποίησης πεδίου,
(ϐ) η παραγωγή αιφνίδιων µε κατεύθυνση προς τη Γη (µέχρι µερικές εκατοντάδες
km/sec) E × B ϱοών πλάσµατος, οι οποίες είναι συγκρίσιµες µε την ταχύτητα των
υπέρθερµων ιόντων [Delcourt et al., 1990]. Αυτός ο ϱόλος είναι ανάλογος µε αυτόν
του κάθετου προς την ουρά ηλεκτρικού πεδίου, το οποίο από τη µια µεριά επι-

169
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

ταχύνει τα σωµατίδια καθώς αυτά διασχίζουν το στρώµα ϱεύµατος, ενώ από την
άλλη πλευρά παράγει ϱοές πλάσµατος µε κατεύθυνση προς τη Γη. Η επιτάχυν-
ση σωµατιδίων/αιφνίδια µεταφορά πλάσµατος λόγω διπολοποίησης σχετιζόµενη µε
ϕαινόµενα επαγωγής µπορεί να ειδωθεί ως µία εσωτερική διεργασία προκαλούµεν-
η από τη µετατροπή προηγούµενα αποθηκευµένης µαγνητικής ενέργειας σε κιν-
ητική ενέργεια σωµατιδίων/πλάσµατος· µια διεργασία η οποία είναι ανεξάρτητη από
οποιαδήποτε εξωτερική προς το σύστηµα συνεισφορά ενέργειας (για παράδειγµα,
συνεισφορά από τις BBFs) και (γ) η επιπρόσθετη παραβίαση της πρώτης αδιαβατικής
σταθεράς και ενίσχυσης µ’ αυτό τον τρόπο της διάχυσης της γωνίας κλίσης των ιόντων
και ισοδύναµα του µη αδιαβατικού τους χαρακτήρα. Η τελευταία διεργασία µπορεί
να κατανοηθεί εάν ϑεωρήσουµε ένα σωµατίδιο σ’ ένα αδρανειακό σύστηµα αναφοράς
σταθερό ως προς τη Γη, όπου το σωµατίδιο έχει µια αρχική ταχύτητα v και µια γ-
ωνία κλίσης α. Είναι δυνατόν να µελετήσουµε την επίδραση του κάθετου προς την
ουρά επαγόµενου ηλεκτρικού πεδίου χρησιµοποιώντας Γαλιλαϊκό µετασχηµατισµό
(για ταχύτητες µετασχηµατισµού µικρές ως προς την ταχύτητα του ϕωτός). Το κι-
νούµενο σύστηµα αναφοράς, κατά τη διάρκεια της εφαρµογής του Ei⊥ , µπορεί να
i
ϑεωρηθεί ότι κινείται προς τη Γη µε µια ταχύτητα E⊥ /Bz . Στο κινούµενο σύστηµα
το ίδιο σωµατίδιο έχει αρχική ταχύτητα v και γωνία κλίσης α0 . Είναι εύκολο να
0

δει κανείς ότι τα συστήµατα αναφοράς σχετίζονται µεταξύ τους µέσω των σχέσεων
vx0 = vx − E⊥i /Bz , vy0 = vy και vz0 = vz . Εφαρµόζοντας το µετασχηµατισµό, η
ταχύτητα και η γωνία κλίσης στο κινούµενο σύστηµα δίνονται από,
(· µ ¶¸2 ) 12
E⊥i
v0 = vx − + vy2 + vz2 (7.6)
Bz
και

v0 · B [v − (E⊥i /Bz ) x̂] · B


cos (α0 ) = = (7.7)
kv0 kkBk kv0 kkBk
όπου v = vx x̂ + vy ŷ + vz ẑ και v 0 = kv0 k. Η τελευταία διεργασία αναµένεται ότι
επηρεάζει περισσότερο τα ϐαρύτερα ιόντα όπως το Ο+ και το He+ , λόγω τοπικών
γυροπεριόδων της τάξεως της διπολοποίησης/µεταβολής του πεδίου [Delcourt et al.,
1990]. Η παραπάνω αντιµετώπιση είναι ένας ισοδύναµος τρόπος να δούµε την ίδια
διεργασία, που δεν είναι τίποτα άλλο από µια διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου
χρονικής κλίµακας συγκρίσιµης της ιοντικής γυροπεριόδου.
Το κάθετο ϱεύµα ουράς κατά τη διάρκεια του τελευταίου σταδίου της ϕάσης
συσσώρευσης των υποκαταιγίδων γίνεται ισχυρότερο καθώς πλησιάζουµε προς τη Γη
και µεγιστοποιείται στην περιοχή µετάβασης από τη διπολική στην επιµηκυσµένη
γεωµετρία µαγνητικού πεδίου [Birn and Hesse, 1996· Birn et al., 1997b, 1998, 2000].
Πιστεύουµε ότι αυτή η περιοχή µετάβασης τις περισσότερες ϕορές ϐρίσκεται εντός της
γεωσύγχρονης τροχιάς στις ∼4-5 R E γεωκεντρική απόσταση, ενώ κατά τη διάρκεια
συνθηκών ακραίας γεωµαγνητικής δραστηριότητας, όπως αυτές που έχουν αναφερ-
ϑεί από τους Baker et al. [2004] κινείται ακόµα περισσότερο προς τη Γη. Το γεγονός
ότι το κάθετο ϱεύµα ουράς αντικατοπτρίζει άµεσα την ένταση του µαγνητικού πεδίου
στους λοβούς της µαγνητοουράς, υποστηρίζει την ιδέα ότι κατά τη διάρκεια του τελευ-
ταίου σταδίου της ϕάσης συσσώρευσης των υποκαταιγίδων, η αποθήκευση ενέργειας
µαγνητικού πεδίου µεγιστοποιείται στην περιοχή µετάβασης µεταξύ των δύο πε-
ϱιοχών πεδίου διαφορετικής γεωµετρίας και ελαττώνεται καθώς προχωράµε προς

170
7.5. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

την ουρά. Κατά την εκρηκτική έναρξη της ϕάσης εκτόνωσης λαµβάνει χώρα έντον-
η επιτάχυνση σωµατιδίων και η προηγουµένως αποθηκευµένη µαγνητική ενέργεια
µετατρέπεται σε κινητική ενέργεια σωµατιδίων µέσω της παραγωγής επαγόµενων η-
λεκτρικών πεδίων. Το όλο ϕαινόµενο αναµένεται να ϕθίνει καθώς η διπολοποίηση
πεδίου, που προκαλείται από τη διάρρηξη ϱεύµατος, διαδίδεται προς την ουρά, λόγω
της συνεχώς µειούµενης µαγνητικής ενέργειας που είναι αποθηκευµένη στο σύστη-
µα (εξέλιξη της ϕάσης αποκατάστασης των υποκαταιγίδων).

• Ενίσχυση ϱεύµατος δακτυλίου και γεωσύγχρονες εκτινάξεις σωµατιδίων

Στο κεφάλαιο 6 είχε δειχθεί ότι η διπολοποίηση πεδίου και η σχετιζόµενη επιτάχυνση
σωµατιδίων δεν εξαπλώνεται µόνο αζιµουθιακά και µε κατεύθυνση προς την ουρά,
αλλά αρχίζει και σχετικά πολύ κοντά στη Γη, εντός της γεωσύγχρονης τροχιάς στη
ϑέση X ≈4.3 R E . Παρόµοιο αποτέλεσµα έχει αναφερθεί και από τους Friedel et al.
[1996], οι οποίοι ϐασιζόµενοι σε δεδοµένα από το δορυφόρο CRRES, έδειξαν ότι
εκτινάξεις σωµατιδίων άνευ διασποράς µπορεί να εµφανιστούν αρκετά εντός της εσ-
ώτερης µαγνητόσφαιρας στη ϑέση L∼4.3 κατανεµηµένες σ’ ένα εύρος ±5 ωρών τοπ-
ικής ώρας γύρω από το µεσονύχτιο µεσηµβρινό. Η διπολοποίηση του µαγνητικού
πεδίου, η σχετιζόµενη µε τη διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος ουράς, αρχόµενη εντός
της γεωσύγχρονης τροχιάς είναι κάτι το οποίο έχει σηµαντικές επιπτώσεις στο ϱεύµα
δακτυλίου κατά τη διάρκεια καταιγίδων. Η εκτίναξη ενεργοποιηµένου ισηµερινού
πλάσµατος προς τη Γη σε κλειστές L επιφάνειες ενώ υπόκειται σε έντονη εγκάρσι-
α ενεργοποίηση και επακόλουθη παγίδευση στη γειτονιά του ισηµερινού επιπέδου
[Delcourt et al., 1990· Delcourt and Sauvaud, 1994· Delcourt, 2002], υποδηλώνει
ότι η διπολοποίηση του µαγνητικού πεδίου κατά τη διάρκεια καταιγίδων αποτελεί ένα
ενεργό µηχανισµό πλήρωσης του ϱεύµατος δακτυλίου µε ενεργειακά σωµατίδια, όπ-
ως προτείνεται από επιτόπιες παρατηρήσεις [Daglis and Axford, 1996· Daglis et al.,
1999]. Επιπλέον, ενέργειες σωµατιδίων µέχρι 1 MeV ή και περισσότερο, οι οποίες
είναι τυπικές για σωµατίδια καταιγίδων στις Ϲώνες παγιδευµένης ακτινοβολίας, µ-
πορούν να παραχθούν από ηλεκτρικά πεδία που συναντώνται στην µαγνητοουρά και
να πληρωθούν έτσι µε ενεργειακά σωµατίδια περιοχές που συνήθως είναι ήρεµες
[Baker et al., 2004].
Το γεγονός ότι στη γεωσύγχρονη τροχιά αρκετές ϕορές παρατηρούµε άνευ διασ-
ποράς εκτινάξεις πρωτονίων να προηγούνται εκτινάξεων ηλεκτρονίων και αντιστρόφω-
ς ή ταυτόχρονες εκτινάξεις και των δύο ειδών σωµατιδίων [Korth et al., 1991· Birn
et al., 1997a· Vogiatzis et al., 2005], είναι ένα µάλλον σύνθετο ϕαινόµενο. ΄Ενας
παράγοντας που ελέγχει τη διεργασία αυτή είναι το πόσο κοντά στη Γη εκτινάσσονται
τα ιόντα όταν διασχίζουν το επίπεδο του στρώµατος ϱεύµατος µ’ ένα µη αδιαβατικό
τρόπο. Το εάν τα ενεργειακά ιόντα ϑα συµπεριφερθούν αδιαβατικά ή όχι εξαρτάται
σε µεγάλο ϐαθµό από το πόση ενέργεια κερδίζουν πριν να εκτιναχθούν από το στρώ-
µα ϱεύµατος και από το πόσο διπολοποιηµένο είναι το µαγνητικό πεδίο µετά τη
διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος ουράς. Κατά συνέπεια, η µαγνητική ϱοπή των πρω-
τονίων ως συνάρτηση του χρόνου εξαρτάται από την ενέργειά τους µετά την εκτίναξη
και το ϱυθµό εξέλιξης της καµπύλωσης του πεδίου µετά τη διάρρηξη, ϑεωρώντας ότι
τα ηλεκτρόνια συµπεριφέρονται µη αδιαβατικά µόνο στην περιοχή όπου έχουµε τη
διέγερση της κινητικής αστάθειας.
Για να πάρουµε µια γεύση των εκτινάξεων σωµατιδίων κατά τη διάρκεια των υπ-
οκαταιγίδων είναι σηµαντικό να σηµειώσουµε τα παρακάτω : Λόγω τοπικής διπολοποίησης

171
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

του πεδίου έχουµε την παραγωγή επαγόµενου ηλεκτρικού πεδίου τοπικά. Αυτό το
αιφνίδιο ηλεκτρικό πεδίο είναι ικανό να επιταχύνει τον τοπικό πληθυσµό πλάσµα-
τος σε υπέρθερµες ενέργειες µέσω της µαιάνδριας κίνησης στο στρώµα ϱεύµατος.
Μ’ αυτό τον τρόπο τα σωµατίδια ενεργοποιούνται και επακολούθως εκτινάσσονται
προς τη Γη µεταναστεύοντας σε ήδη διπολοποιηµένες δυναµικές γραµµές, όπου
συµπεριφέρονται αδιαβατικά. Η ύπαρξη του Bz διαδραµατίζει σηµαντικό ϱόλο στη
διεργασία επιτάχυνσης µέσω του ελέγχου του χρόνου που τα σωµατίδια παραµέ-
νουν στο στρώµα ϱεύµατος πριν εκτιναχθούν απ’ αυτό. ΄Οσο αφορά την εµφάνιση
γεωσύγχρονων εκτινάξεων σωµατιδίων, η αποδοτικότητα της επιτάχυνσης εξαρτάται
από το πόσο αιφνίδια είναι η διπολοποίηση του πεδίου που παράγει το επαγόµενο
ηλεκτρικό πεδίο η οποία, µε τη σειρά της, αναµένεται να εξαρτάται από την τοπική
ώρα. Για το αν παρατηρούµε µόνο άνευ διασποράς εκτινάξεις ηλεκτρονίων ή µόνο
άνευ διασποράς εκτινάξεις πρωτονίων ή και τα δύο είδη εκτινάξεων κατά τη διάρκεια
της έναρξης των υποκαταιγίδων εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως, α) Το
πόσο αιφνίδια είναι η διπολοποίηση του πεδίου που παράγει το επαγόµενο ηλεκτρικό
πεδίο και πώς αυτή σχετίζεται µε την παραβίαση της πρώτης αδιαβατικής σταθεράς
των πρωτονίων και ηλεκτρονίων, ϐ) Από τη ϑέση σε τοπική ώρα του δορυφόρου
που κάνει την παρατήρηση και την εξάρτηση ως προς την τοπική ώρα της διερ-
γασίας διπολοποίησης, γ) Από την αζιµουθιακή έκταση του σφηνοειδούς συστήµα-
τος ϱευµάτων στη γεωσύγχρονη τροχιά. ∆ύο δορυφόροι µερικές µόνο ακτίνες Γης
µακριά ο ένας από τον άλλο ϑα παρατηρήσουν πολύ διαφορετικά ϕαινόµενα εάν ο
ένας ϐρίσκεται εντός του συστήµατος ϱευµάτων και ο άλλος εκτός αυτού, και δ) Από
το ενεργειακό εύρος του προϋπάρχοντος πληθυσµού σωµατιδίων. Εάν το ενεργειακό
εύρος δεν είναι το κατάλληλο, τότε πιθανόν να µην παρατηρήσουµε σωµατίδια στο
εύρος ενεργειών που µετράµε.

7.6 Σύνοψη
∆ύο ήταν οι κύριοι στόχοι αυτού του κεφαλαίου. Πρώτον, ν’ αναφέρουµε την ύπαρξη
δύο ξεχωριστών πληθυσµών ενεργειακών ηλεκτρονίων διαφορετικής προέλευσης στη
µαγνητοουρά της Γης και δεύτερον, να ϑεµελιώσουµε µ’ ένα περισσότερο συµπαγή
τρόπο το µοντέλο για τις υποκαταιγίδες που αναπτύχθηκε στο κεφάλαιο 6.
Η σύγκριση δεδοµένων ηλεκτρονίων κατά µήκος και κάθετα στη διεύθυνση του
µαγνητικού πεδίου δεν αφήνει αµφιβολίες ότι έχουµε να κάνουµε πράγµατι µε δύο
ανεξάρτητους πληθυσµούς ενεργειακών ηλεκτρονίων εντός του στρώµατος πλάσµα-
τος. Επιπλέον, έχοντας τώρα ένα πιο ολοκληρωµένο µοντέλο υποκαταιγίδων εί-
µαστε σε ϑέση να κατανοήσουµε πώς αυτά τα ενεργειακά ηλεκτρόνια παράγονται
και κατόπιν µεταφέρονται στη ϑέση των Cluster διατηρώντας τον ανισοτροπικό τους
χαρακτήρα. Ακόµη, το µοντέλο ϕαίνεται να είναι σε ϑέση να δώσει απαντήσεις
σχετικά µε την ενίσχυση του ϱεύµατος δακτυλίου και τις γεωσύγχρονες εκτινάξε-
ις σωµατιδίων κατά τη διάρκεια ενεργών γεωµαγνητικών περιόδων. Το γεγονός ότι
το µαγνητικό πεδίο στη µαγνητοουρά µεταβάλλεται σηµαντικά κατά την εξέλιξη µι-
ας υποκαταιγίδας, κάνει το τοπικά επαγόµενο ηλεκτρικό πεδίο να διαδραµατίζει
ένα κρίσιµο ϱόλο στην ενεργοποίηση των σωµατιδίων και εποµένως ν’ αποτελεί
αναπόσπαστο συστατικό της διεργασίας διπολοποίησης. Το τελευταίο ϑέτει υπό αµ-
ϕισβήτηση µελέτες οι οποίες υιοθετούν µια προσέγγιση οδηγούντος κέντρου, από τη
στιγµή που κατά την εξέλιξη των υποκαταιγίδων το µαγνητικό πεδίο παρουσιάζει µια

172
7.7. ΠΑџΑΡΤΗΜΑ : ŸΗΤΑ ΤΟΥ Π˟ΑΣΜΑΤΟΣ

χωροχρονική µεταβολή της τάξεως της περιόδου και της ακτίνας περιστροφής των
σωµατιδίων.

7.7 Παράρτηµα : Βήτα του Πλάσµατος


Η παράµετρος ϐήτα του πλάσµατος β ορίζεται ως,

πίεση σωµατιδίων
β =
πίεση µαγνητικού πεδίου
p
= (7.8)
B 2 /2µ0
£ ¤ ¡ ¢1/2 ◦
= 3.47 × 10−5 · n cm−3 · Tk2 + T⊥2 [ K] · B −2 [nT]

Το β αποτελεί µέτρο της σχετικής σπουδαιότητας µεταξύ της σωµατιδιακής και µαγν-
ητικής πίεσης. ΄Ενα πλάσµα αναφέρεται ως πλάσµα χαµηλού ϐήτα όταν β ¿ 1 (όπως
στην περιοχή των λοβών) και ως πλάσµα υψηλού ϐήτα όταν β ≈ 1 (όπως στην περιοχή
του κεντρικού στρώµατος πλάσµατος).

173
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 7. ∆ŸΥΟ ∆ΙΑΚΡΙΤΟŸΙ ΠΛΗΘΥΣΜΟŸΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑʟΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟ͟ΙΩΝ
∆ΙΑΦΟΡΕΤΙʟΗΣ ΠΡϟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΟΥџΑ ΤΗΣ ΓΗΣ - ΕПΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ
ΒΕΛΤΙΩ̟ΕΝΟΥ ΜΟΝԟΕΛΟΥ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΕΣ

174
Κεφάλαιο 8

Παρατηρήσεις Επιταχυνόµενων
Σωµατιδίων σε Υπέρθερµες
Ενέργειες από τα ∆ιαστηµόπλοια
Cluster στην Περιοχή της Χοάνης
Σχετιζόµενες µε Χαµηλής
Συχνότητας Κυµατική
∆ραστηριότητα. Πιθανές Συνέπειες
για τη ∆ιεργασία ΄Εναρξης των
Υποκαταιγίδων

8.1 Περίληψη
Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι η µελέτη του τρόπου µε τον οποίο τα σωµατίδια
επιταχύνονται σε υπέρθερµες ενέργειες στις διαµαγνητικές κοιλότητες των πολικών
χοάνων. Γι’ αυτό το λόγο ερευνήσαµε ένα αριθµό περασµάτων του Cluster από την
πολική χοάνη, τα οποία ταυτοποιήθηκαν αρχικά από τους Zhang et al. [2005], για
τα έτη 2001 και 2002 χρησιµοποιώντας δεδοµένα από τα πειράµατα RAPID, STAFF,
EFW, CIS, PEACE, και FGM. Στο παρόν κεφάλαιο επικεντρωνόµαστε σε δύο συγ-
κεκριµένα περάσµατα, στις 25 Μαρτίου του 2002 και στις 10 Απριλίου του 2002,
τα οποία καταδεικνύουν τα γενικά χαρακτηριστικά των ϕαινοµένων που µελετή-
σαµε. Και στα δύο περάσµατα ϐλέπουµε πολύ καλά καθορισµένα χωρικά όρια στις
αυξήσεις της ϱοής των CNO (κυρίως µονοσθενή οξυγόνα ιονοσφαιρικής προέλευσης
ϐάσει παρατηρήσεων από το CIS) και των Η+ εντός του ενεργειακού εύρους του
RAPID µε την ένταση του µαγνητικού πεδίου να είναι αντισυσχετιζόµενη. Αντίθετα
από το πρώτο ϕαινόµενο, το δεύτερο παρουσιάζει επίσης και µια µέτρια αύξηση στη
ϱοή των ηλεκτρονίων. Το γεγονός ότι το δυτικά κατευθυνόµενο ηλεκτρικό πεδίο Ey
παρουσιάζει σχετικά χαµηλές τιµές <5mV/m ενώ η τοπική κυµατική δραστηριότη-
τα είναι πολύ έντονη, αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι η ενεργοποίηση των σωµατιδίων

175
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

προκαλείται κυρίως από αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου. Το ϕάσµα ισχύος


των κυµάτων και οι παράµετροι διάδοσής τους εξετάζονται λεπτοµερώς. Συνάγεται το
συµπέρασµα ότι οι υψηλές ϱοές ιόντων και την ίδια στιγµή η παρουσία ή η απουσί-
α δραστηριότητας στα ηλεκτρόνια καταδεικνύει ότι η επιτάχυνση των σωµατιδίων
εξαρτάται από την κυµατική ισχύ πλησίον της τοπικής γυροσυχνότητας σωµατιδί-
ων και από το πόσο ενεργή είναι η διεργασία αλληλεπίδρασης κύµατος-σωµατιδίου
πριν τα σωµατίδια διαφύγουν από την περιοχή της πολικής χοάνης. Επιπρόσθετα, η
συνεχής ύπαρξη ενεργειακών Ο+ υποδεικνύει ότι, τουλάχιστον για τα οχτώ ϕαινόµ-
ενα που έχουν µελετηθεί έως τώρα, οι πληθυσµοί των ενεργειακών ιόντων Ο+ είναι
χωρικής ϕύσεως.

8.2 Εισαγωγή
Βάσει ορισµού, οι πολικές χοάνες είναι περιοχές µηδενικής έντασης µαγνητικού
πεδίου και κωνοειδούς σχήµατος µεταξύ δυναµικών γραµµών που εκτείνονται στη-
ν ηµερήσια και νυχτερινή πλευρά της επιφάνειας της µαγνητόπαυσης. Είναι οι
κύριες περιοχές άµεσης εισαγωγής στη µαγνητόσφαιρα πλάσµατος από τη µαγν-
ητοθήκη/ηλιακό άνεµο [Russell, 2000]. Επιπλέον, είναι πολύ δυναµικές περιο-
χές µε µεταβλητή δοµή πλάσµατος [Haerendel and Paschmann, 1975]. Οι χοάνες
σχετίζονται επίσης µε ισχυρή δραστηριότητα κυµάτων πλάσµατος τα οποία κυµαί-
νονται από πολύ χαµηλές συχνότητες [Le et al., 2001· Savin et al., 2004] µέχρι
τις συχνότητες κύκλοτρον των ηλεκτρονίων και τη συχνότητα πλάσµατος [Pickett
et al., 2001· Khotyaintsev et al., 2004]. Σ’ αυτές τις περιοχές παρατηρούνται
ϱοές επιταχυνόµενων σωµατιδίων πλάσµατος. Πληθυσµοί ηλεκτρονίων και ιόντων
που στην περίπτωσή µας έχουν ϑερµοκρασίες υψηλότερες αυτών του περιβάλλον-
τος πλάσµατος παράλληλα µε πολύ ισχυρή κυµατική δραστηριότητα, κυρίως στις
χαµηλές συχνότητες, υποδεικνύουν την ύπαρξη σ’ αυτές τις περιοχές διεργασιών
αλληλεπίδρασης κύµατος-σωµατιδίου.
Είναι πλέον γνωστό ότι τα ιόντα Ο+ ιονοσφαιρικής προέλευσης είναι ένα σηµαν-
τικό και πολλές ϕορές κυρίαρχο κοµµάτι του πληθυσµού του στρώµατος πλάσµατος
[Daglis and Axford, 1996· Sauvaud et al., 2004· Kistler et al., 2005, 2006]. Από τη
στιγµή που τα ιόντα Ο+ είναι ψυχρά, η ερώτηση που αφορά την επαρκή επιτάχυν-
ση αυτών των ιονοσφαιρικών ιόντων και τη διαφυγή τους στη µαγνητόσφαιρα είναι
Ϲωτικής σηµασίας. Πιθανόν διάφοροι µηχανισµοί επιτάχυνσης που δρουν διαδοχικά
στα ιόντα Ο+ να είναι υπεύθυνοι για την αύξηση της ενέργειας των σωµατιδίων αυτών
από µερικά eV σε δεκάδες keV.
΄Ενας αριθµός από µελέτες έχουν ερευνήσει την ενεργοποίηση και την εκροή
(outflow) ιονοσφαιρικών ιόντων µέχρι και ενέργειες ∼40 keV. Για παράδειγµα, αρ-
κετές δορυφορικές παρατηρήσεις έχουν αναφέρει την επιτάχυνση ιονοσφαιρικών ιόν-
των στην περιοχή του σέλαος στο ενεργειακό εύρος 0.1-10 keV [Gorney et al., 1981·
Peterson et al., 1988]. Παρατηρήσεις του σουηδικού δορυφόρου Viking έδωσαν
σηµαντικές πληροφορίες σχετικά µε την επιτάχυνση των ιόντων στο άνω µέρος της
ιονόσφαιρας (topside ionosphere), τόσο στην περιοχή του σέλαος όσο και στην περι-
οχή της πολικής χοάνης [Lundin et al., 1987· Thelin et al., 1990]. Τα δεδοµένα του
Viking ϕανέρωσαν επίσης εκροές ιονοσφαιρικών ιόντων Ο+ µε ενέργειες µέχρι και
40 keV [Lundin and Eliasson, 1991].
Η εκροή ιόντων Ο+ προερχόµενα από την πολική χοάνη είναι µία από τις κυριότερες

176
8.2. ΕΙΣΑΓΩßΗ

πηγές µαγνητοσφαιρικών πληθυσµών ϐαρέων ιόντων (για πρόσφατες ανασκοπήσεις,


δέστε Yau and André [1997]· André and Yau [1997]· Moore et al. [1999]). Γι-
α παράδειγµα, οι Nilsson et al. [2004] αναλύοντας λεπτοµερώς ένα συγκεκριµένο
ϕαινόµενο ενεργοποίησης και εκροής ιόντων οξυγόνου σε µεγάλο ύψος κατέληξ-
αν στο συµπέρασµα ότι η παρατηρούµενη εκροή ιόντων Ο+ προέρχεται από την
περιοχή της χοάνης. Στο ίδιο συµπέρασµα οδηγήθηκε επίσης και ένας αριθµός
από µελέτες [Dubouloz et al., 2001· Bouhram et al., 2003, 2004] που ερευνού-
σαν την εκροή Ο+ πάνω από την πολική περιοχή. Οι Arvelius et al. [2005] επι-
πλέον µελέτησαν τους πιθανούς µηχανισµούς επιτάχυνσης των Ο+ σε ύψη πάνω από
τις 7 R E . Αυτοί οι µηχανισµοί περιλάµβαναν ϕυγόκεντρο επιτάχυνση, παράλληλα
ηλεκτρικά πεδία (διαφορές δυναµικού) και αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου.
Βάσει των εκτιµήσεών τους υποστήριξαν ότι η επιτάχυνση λόγω ϕυγόκεντρου δύ-
ναµης και παράλληλων ηλεκτρικών πεδίων είναι ανεπαρκής στο να εξηγήσει τις
παρατηρήσεις τους. Αντίθετα, υποστήριξαν την ιδέα ότι χαµηλής συχνότητας κυ-
µατική δραστηριότητα πλησίον της γυροσυχνότητας του οξυγόνου ϑα µπορούσε να
είναι ο υπεύθυνος µηχανισµός για την επιτάχυνση των ιόντων Ο+ . Η παραπάνω
ιδέα ήταν επίσης το κύριο συµπέρασµα που εξήχθη από τους André et al. [1990]·
Bogdanova et al. [2004] οι οποίοι συµπέραναν ότι η ϑέρµανση και εκροή των ιόντων
Ο+ προκαλείται από αλληλεπιδράσεις συντονισµού µε µεγάλου εύρους, χαµηλής
συχνότητας κύµατα στην τοπική γυροσυχνότητα των ιόντων. Παρόλο που όλες οι
παραπάνω σχετιζόµενες µε τα Ο+ µελέτες προσφέρουν σηµαντική γνώση όσον αφορά
την ενεργοποίηση και εκροή των ιόντων Ο+ έχουν το µειονέκτηµα ότι περιορίζονται
σε ενέργειες κάτω των ∼40 keV (άνω ενεργειακό όριο του οργάνου Cluster/CIS).

Από την άλλη πλευρά, οι Chen et al. [1997, 1998a]· Chen and Fritz [1998b]
χρησιµοποιώντας παρατηρήσεις από το δορυφόρο Polar παρουσίασαν στοιχεία ϐάσει
των οποίων τα ενεργειακά σωµατίδια ηλιακής προέλευσης ενεργοποιούνται επιτόπου
στην πολική χοάνη ϕθάνοντας ενέργειες µέχρι και µερικά MeV και απεκάλεσαν
αυτά τα ϕαινόµενα ϕαινόµενα ενεργειακών σωµατιδίων χοάνης (cusp energetic par-
ticle (CEP) events). Επιπρόσθετα στοιχεία που να υποστηρίζουν την παραπάνω ιδέα
παρουσιάστηκαν από τους Sheldon et al. [1998]. Βάσει δεδοµένων από το όργανο
Polar/CEPPAD αυτοί οι συγγραφείς ανέφεραν την ανακάλυψη ενός παγιδευµένου
πληθυσµού ενεργειακών ηλεκτρονίων στην εξώτερη χοάνη (7-9 R E ) µε ενέργειες που
ξεκινούσαν κάτω από τα 30 keV και έφθαναν τα ∼2 MeV. Σύµφωνα µε την ανάλυσή
τους, η µεγιστοποίηση στην παρατηρούµενη πυκνότητα του χώρου ϕάσεων (ή ϱοή)
στη ϑέση εκείνη υποδείκνυε ότι τα σωµατίδια επιταχύνονταν τοπικά αλλά και ότι
ήταν ένας πιθανός πηγαίος πληθυσµός για διάχυση στις Ϲώνες ακτινοβολίας. Οι
Chen et al. [1998a]· Chen and Fritz [1998b] επίσης έδειξαν ότι η ένταση της ϱοής
των ενεργειακών σωµατιδίων σχετιζόταν µε ενίσχυση της κυµατικής τύρβης χαµη-
λής συχνότητας (low-frequency wave turbulence) κάτι το οποίο επίσης αναφέρθηκε
από τους Pissarenko et al. [2001]. Επιπλέον, οι Fritz et al. [2003] συγκρίνοντας
χρονοσειρές έντασης ιόντων Ο≤+2 και He++ σηµείωσαν ότι από τη στιγµή που ο
πληθυσµός των ενεργειακών Ο≤+2 της χοάνης είναι ιονοσφαιρικής προέλευσης, και
από τη στιγµή που ο πληθυσµός των ενεργειακών He++ της χοάνης είναι ηλιακής
προέλευσης, η οµοιότητα των χρονοσειρών τους υποδεικνύει ότι και οι δύο πληθυσ-
µοί ενεργοποιούνται από έναν κοινό µηχανισµό επιτάχυνσης ενεργό στην πολική
χοάνη. Παρόλο που υπάρχουν πολλά στοιχεία που υποδεικνύουν ότι στη χοάνη
λαµβάνει χώρα τοπική επιτάχυνση σωµατιδίων, αυτή η αντίληψη έχει αµφισβητηθεί

177
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Πίνακας 8.1: Οχτώ περάσµατα των Cluster από την πολική χοάνη που ερευνήθηκαν και
παρουσιάζουν παρόµοια χαρακτηριστικά. Οι σκιασµένες περιοχές δεικνύουν τα ϕαινόµενα
που επιλέχθηκαν και παρουσιάζονται σ’ αυτό το κεφάλαιο παράλληλα µε κάποια από τα
χαρακτηριστικά τους [from Vogiatzis et al., 2007].

Ηµεροµηνία ΄Ωρα |Ey | Μαγνητικό Ενεργειακά


(mV/m) Πεδίο Σωµατίδια

21/04/2001 21:47-22:53 UT 69 τυρβώδες µειωµένο ιόντα+e−


24/04/2001 09:36-09:56 UT 61 τυρβώδες µειωµένο ιόντα
04/03/2002 08:50-09:48 UT 6 10 τυρβώδες µειωµένο ιόντα
11/03/2002 13:24-13:38 UT Ν/Α τυρβώδες µειωµένο ιόντα+e−
16/03/2002 06:11-08:11 UT 64 τυρβώδες µειωµένο ιόντα
25/03/2002 07:28-07:48 UT 64 τυρβώδες µειωµένο ιόντα
30/03/2002 13:29-14:42 UT 68 τυρβώδες µειωµένο ιόντα+e−
10/04/2002 22:54-23:11 UT 63 τυρβώδες µειωµένο ιόντα+e−

από τους Trattner et al. [2001] οι οποίοι παρουσίασαν µια εναλλακτική εξήγηση για
τα ενεργειακά σωµατίδια χοάνης, προτείνοντας ότι αυτά επιταχύνονται στο σχεδόν
παράλληλο κρουστικό κύµα (quasi-parallel bow shock), κατόπιν µεταφέρονται στη-
ν προσγήινη πλευρά του (downstream) και τελικά εισέρχονται στην πολική χοάνη
µέσω δυναµικών γραµµών που µόλις επανασυνδέθηκαν ή µε κάποιον άλλο µηχανισ-
µό εισαγωγής ηλιακού πλάσµατος.
Μέχρι στιγµής δεν υπάρχουν συστηµατικές µελέτες στην περιοχή της πολικής
χοάνης σχετικά µε την πιθανή σχέση µεταξύ υπέρθερµων µονοσθενών ιόντων οξυγό-
νου πάνω από τα ∼40 keV και χαµηλής συχνότητας κύµατα. Στο παρόν κεφάλαιο
οι παρατηρήσεις επεκτείνονται σε ιόντα Ο+ µε ενέργειες πάνω από τα ∼90 keV, ερε-
υνώντας τον πιθανό ϱόλο των αλληλεπιδράσεων κύµατος-σωµατιδίου στην παραγωγή
αυτών των υπέρθερµων ιόντων και συζητώντας την πιθανή συνεισφορά αυτών των
εξαιρετικά µη αδιαβατικών σωµατιδίων στη διεργασία έναρξης των υποκαταιγίδων.
Εξ όσων γνωρίζουµε, αυτές είναι οι πρώτες άµεσες παρατηρήσεις συσχέτισης τέ-
τοιου είδους ιόντων µε έντονη ηλεκτροµαγνητική κυµατική δραστηριότητα χαµηλής
συχνότητας.
Η ανάλυσή µας επικεντρώνεται σε δύο αντιπροσωπευτικά περάσµατα των Clus-
ter από την πολική χοάνη ανάµεσα στα οχτώ που ερευνήσαµε κατά τα έτη 2001
και 2002 (Πίνακας 8.1). ΄Ολα τα περάσµατα παρουσιάζουν µερικά κοινά στοιχεί-
α : (1) πολύ καλά καθορισµένα χωρικά όρια στις ενισχύσεις της CNO ϱοής η οποία
σχετίζεται µε τη ϑέρµανση µονοσθενών ιόντων οξυγόνου· (2) τυρβώδες και µειωµέν-
ης έντασης µαγνητικό πεδίο σχετιζόµενο µε έντονη ηλεκτρική και µαγνητική κυ-
µατική δραστηριότητα χαµηλής συχνότητας· (3) ασθενής δραστηριότητα DC ηλεκ-
τρικού πεδίου. Η σύµπτωση των υπέρθερµων σωµατιδίων (ιόντων και ηλεκτρονίων)
µε τις µεγάλου εύρους ηλεκτροµαγνητικές εκποµπές κάτω από τη συχνότητα κύκ-
λοτρον των ηλεκτρονίων υποδεικνύει ότι αυτά τα σωµατίδια παράγονται τοπικά στην
περιοχή της χοάνης µέσω µιας τοπικής διεργασίας συντονισµού µε τα κύµατα.

178
8.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

Z Z

X Y

Σχήµα 8.1: Θέση των διαστηµοπλοίων Cluster στα επίπεδα X-Z και Y-Z (έντονη µαύρη
γραµµή) στη γειτονιά της περιοχής της χοάνης για το χρονικό διάστηµα 07:30-07:50 UT. Το
σχήµα έχει παραχθεί µε το πακέτο λογισµικού Orbit Visualization Tool χρησιµοποιώντας
το µοντέλο µαγνητικού πεδίου Tsyganenko 87 (http://ovt.irfu.se) [from Vogiatzis et al.,
2007].

8.3 Παρατηρήσεις
8.3.1 Πειραµατικά ΄Οργανα
Η µελέτη αυτού του κεφαλαίου ϐασίζεται σε δεδοµένα που ελήφθησαν από τα πειρά-
µατα RAPID, STAFF, EFW, CIS, PEACE και FGM. Για περισσότερες πληροφορίες
σχετικά µε τη λειτουργία των οργάνων αυτών ο αναγνώστης µπορεί ν’ ανατρέξει στο
κεφάλαιο 5.

8.3.2 Το ϕαινόµενο της 25ης Μαρτίου 2002


Στις 25 Μαρτίου 2002 τα διαστηµόπλοια Cluster στην πορεία τους προς το µανδύα
εισήλθαν από τη µαγνητοθήκη στην περιοχή της νότιας πολικής χοάνης στις ∼07:28
UT. Η τροχιά των διαστηµοπλοίων και το µαγνητοσφαιρικό µοντέλο πεδίου (µοντέλο
Τ89) ϕαίνονται στο Σχήµα 8.1. Ο σχηµατισµός των Cluster ϐρισκόταν στην εξώτερη
περιοχή της πολικής χοάνης (∼10.1 R E γεωκεντρική απόσταση) µε τις µέσες χωρικές
συντεταγµένες να έχουν τιµές X ≈2.89 R E , Y≈2.20 R E και Z≈−9.52 R E , σε GSM
συντεταγµένες παίρνοντας ως αναφορά το SC1. Το ϕαινόµενο έλαβε χώρα κατά τη
διάρκεια σχετικά χαµηλής γεωµαγνητικής δραστηριότητας (Dst ∼−45 nT στις 07:30
UT) µε τις συνιστώσες By και Bz του ∆ΜΠ να έχουν τιµές ∼−12 nT και ∼9 nT,
αντίστοιχα. Το ενδιαφέρον µας επικεντρώνεται στο χρονικό διάστηµα 07:28-07:48
UT κατά το οποίο τα Cluster ϐρίσκονταν µέσα στην περιοχή της πολικής χοάνης
παρατηρώντας έντονη επιτάχυνση ιόντων παράλληλα µε ισχυρές, µεγάλου εύρους
ηλεκτροµαγνητικές εκποµπές.
Το Σχήµα 8.2 παρουσιάζει µια ανασκόπηση των παρατηρήσεων που έγιναν από το
Cluster 1 κατά τη διάρκεια της διάσχισης της εξώτερης περιοχής της πολικής χοάνης
(high-altitude polar cusp region) από τα διαστηµόπλοια Cluster. Τα διαγράµµατα
από πάνω προς τα κάτω δείχνουν : (a), (b), και (c) διαφορικές ϱοές ενεργειακών
σωµατιδίων της οµάδας CNO, πρωτόνια, και ηλεκτρόνια, αντίστοιχα, µετρούµενες

179
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

102
Cluster 1
(a)

Ch1 92.2 keV

[1/cm2 sr s keV]
CNO, Diff. Flux
101 Ch2 309.6 keV
Ch3 475.5 keV
Ch4 575.5 keV
Ch5 743.9 keV
100 Ch6 1.12 MeV
Ch7 1.69 MeV
Ch8 3.57 MeV

10-14
10 (b)
103
Hydrogen, Diff. Flux

Ch1 28.2 keV


[1/cm2 sr s keV]

Ch2 68.9 keV


102 Ch3 96.1 keV
Ch4 169.3 keV
Ch5 410.3 keV
101 Ch6 1.1 MeV
Ch7 3 MeV
Ch8 27.46 MeV
100

10-1
102 (c)
Electrons, Diff. Flux
[1/cm2 sr s keV]

Ch1 26.72 keV


101 Ch2 50.5 keV
Ch3 68.1 keV
Ch4 94.5 keV
Ch5 127.5 keV
100 Ch6 175.9 keV
Ch7 244.1 keV
Ch8 336.5 keV

10-1 Log JE
(d) 7.0
10000

H
+ 6.4
1000
E (eV)

CODIF
5.8
100

5.3
10
(e)
10000 4.7

+
O 4.1
1000
E (eV)

CODIF

100 3.5

10 3.0
(f)
10-40 keV O+
á (deg)

100
(g)
10
Ion density

1
[cm-3]

0.1
0.01
0.001
10
(h)
5
[mV/m]
Ey

-5

-10
100
(i)
80
B total

60
[ nT ]

40
20
0
6:30 6:45 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00
TIME (UT)

Σχήµα 8.2: Επισκόπηση των µετρήσεων ϱοής ιόντων και ηλεκτρονίων (διαγράµµατα (a)-
(c)) που ελήφθησαν από το Cluster/RAPID µεταξύ 06:30-09:00 UT στις 25 Μαρτίου 2002.
Τα ϕασµατογράµµατα ενέργειας-χρόνου από το CODIF για τα Η+ και Ο+ ολοκληρωµένα σ’
ολόκληρη τη µοναδιαία σφαίρα ϕαίνονται στα διαγράµµατα (d) και (e). Το διάγραµµα (f)
παρουσιάζει τη γωνία κλίσης των υψηλής ενέργειας ιόντων Ο+ . Η ΗΙΑ ιοντική πυκνότητα
ϕαίνεται στο διάγραµµα (g). Το διάγραµµα (h) παρουσιάζει το δυτικής κατεύθυνσης DC η-
λεκτρικό πεδίο ενώ στο τελευταίο διάγραµµα παρουσιάζεται η ένταση του µαγνητικού πεδίου
όπου είναι ϕανερός ο τυρβώδης χαρακτήρας του µε παράλληλη µείωση του µέτρου του κατά
τη διάρκεια της διάσχισης της διαµαγνητικής κοιλότητας της χοάνης. Το διάγραµµα (a) έχει
µια χρονική ανάλυση 16 δευτερολέπτων ενώ τα δεδοµένα στα υπόλοιπα διαγράµµατα έχουν
ανάλυση 4 δευτερολέπτων (1 περιστροφή διαστηµοπλοίου) [from Vogiatzis et al., 2007].

180
8.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

Cluster 1
2
10
[1/cm2 sr s keV]
CNO, Diff. Flux

(a) Ch1
101
92.2-309.6 keV

100
104
Hydrogen, Diff. Flux
[1/cm2 sr s keV]

103
(b) Ch1
28.2-68.9 keV
102

101
12

Log Power Spectral Density


10 0

STAFF-SC
B (nT2/Hz)
8
-2
f (Hz)

(c) 6
4 -4
2
0 -6
2
Log Power, nT2

STAFF-SC
0
0.1 - 2.0 Hz

(d) -2

-4

-6
2
Log Power, nT2

STAFF-SC

0
2.0 - 12.0 Hz

(e) -2

-4

-6
6:30 6:45 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00
TIME (UT)

Σχήµα 8.3: Ανασκόπηση των µετρήσεων από το RAPID και των ϕασµάτων ισχύος από το
STAFF-SC για το Cluster 1 στις 25 Μαρτίου 2002. Τα πρώτα δύο διαγράµµατα είναι δι-
αφορικές ϱοές CNO και πρωτονίων για το πρώτο ενεργειακό κανάλι από το ϕασµατόµετρο
RAPID. Το τρίτο διάγραµµα παρουσιάζει το δυναµικό ϕάσµα της κυµατοµορφής του µαγν-
ητικού πεδίου στο εύρος συχνοτήτων 0-12 Hz. Τα τελευταία διαγράµµατα αναπαριστούν την
ισχύ ολοκληρωµένη ως προς τα εύρη συχνοτήτων 0.1-2.0 Hz και 2.0-12.0 Hz µε τα 0.1 Hz να
είναι η χαµηλότερη συχνότητα που µπορεί ν’ ανακτηθεί από την κυµατοµορφή του STAFF
[from Vogiatzis et al., 2007].

από το RAPID, (d), (e) ϕασµατογράµµατα Η+ , Ο+ µέχρι ∼40 keV, (f) ϕασµατό-
γραµµα της γωνίας κλίσης των υψηλής ενέργειας ιόντων Ο+ , (g) ιοντική πυκνότητα
µετρούµενη από το CIS/HIA, (h) δυτικής κατεύθυνσης DC ηλεκτρικό πεδίο µετρού-

181
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Cluster 1 STAFF-SA
100

1000 10-2

B (nT2/Hz)
10-4
f (Hz)

(a)
100 10-6

10-8
10 10-10
100
1000

E (mV2/m2/Hz)
10-2
f (Hz)

(b) 10-4
100
10-6

10-8
10
1.0

1000 0.8

0.6
f (Hz)

(c)

F
100 0.4

0.2
10 0.0
1.0

1000 0.5
f (Hz)

(d)
EB

0.0
100
-0.5

10 -1.0
2

1000 1
SZ / sigma
f (Hz)

(e) 0
100
-1

10 -2
6:30 6:45 7:00 7:15 7:30 7:45 8:00 8:15 8:30 8:45 9:00
TIME (UT)

Σχήµα 8.4: ΄Εγχρωµα ϕασµατογράµµατα των παραµέτρων κυµατικής διάδοσης για το


ϕαινόµενο πολικής χοάνης που καταγράφτηκε στις 25 Μαρτίου του 2002 για το χρονικό
διάστηµα 07:28-07:48 UT. Τα δύο πρώτα διαγράµµατα είναι το δυναµικό ϕάσµα από τον
Αναλυτή Φάσµατος (SA) στο εύρος συχνοτήτων 8 Hz-4 kHz. Το διάγραµµα (c) παρουσιάζει
την επιπεδότητα F της πόλωσης, το διάγραµµα (d) την ελλειπτικότητα της πόλωσης, και
το διάγραµµα (e) την παράλληλη συνιστώσα του διανύσµατος Poynting κανονικοποιηµένου
ως προς την τυπική απόκλιση. ∆έστε κείµενο για λεπτοµερή επεξήγηση. Η λευκή/µαύρη
γραµµή που ϕαίνεται στα διαγράµµατα αντιπροσωπεύει την τοπική γυροσυχνότητα των η-
λεκτρονίων [from Vogiatzis et al., 2007].

µενο από το EFW, και (i) ένταση µαγνητικού πεδίου από το όργανο FGM.
Το σηµαντικότερο στοιχείο στο Σχήµα 8.2 είναι οι αυξήσεις της ϱοής των ϐαρέων

182
8.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

ιόντων (κυρίως ενεργειακά οξυγόνα) και των πρωτονίων (χωρίς κάποια αξιοσηµείωτη
διασπορά ενέργειας) (διαγράµµατα (a) και (b)) οι οποίες διαρκούν για περίπου 20
λεπτά. Αντίθετα από τα ιόντα, τα ηλεκτρόνια δεν παρουσιάζουν καµία δραστηριότη-
τα µε τις ϱοές τους να παραµένουν σε επίπεδα ϑορύβου (διάγραµµα (c)). Καθώς
τα διαστηµόπλοια Cluster εισέρχονται στην περιοχή της χοάνης παρατηρούν έν-
τονη ϑέρµανση πλάσµατος µέχρι και 40 keV (διάγραµµα (d)). Το διάγραµµα (e)
παρουσιάζει ένα πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του συγκεκριµένου ϕαινοµένου,
όπου µονοσθενώς ιονισµένα οξυγόνα ιονοσφαιρικής προέλευσης ενεργοποιούνται σε
ενέργειες που ϕτάνουν τουλάχιστον τα 40 keV όπου δεν υπάρχει κάποια παρατηρή-
σιµη διασπορά ενέργειας µεταξύ των διαφόρων ενεργειακών σταθµών κάτι το οποίο
υποδηλώνει τοπική ταυτόχρονη ενεργοποίηση. Εφόσον το όργανο RAPID δεν είναι
ικανό να κάνει διαχωρισµό µάζας ανά ϕορτίο της οµάδας CNO, αυτή η παρατήρηση
αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι οι µετρήσεις του CIS/CODIF συνδέονται µε τις µετρή-
σεις του RAPID µε την ενεργοποίηση των µονοσθενών οξυγόνων να επεκτείνεται από
τις ϑερµές στις υπέρθερµες ενέργειες περιλαµβάνοντας την χαµηλή ενεργειακή Ϲών-
η (92.2-309.6 keV) της CNO οµάδας. Βέβαια, η παρουσία ενεργειακού πληθυσ-
µού οξυγόνων εκτός των Ο+ δεν µπορεί ν’ αποκλειστεί εφόσον από τη στιγµή που
ϐρισκόµαστε µέσα στην περιοχή της χοάνης υπάρχει µίξη ιονοσφαιρικού και ηλι-
ακού πλάσµατος. Ωστόσο, οι παρατηρήσεις µας δείχνουν ότι τα Ο+ είναι το κύριο
στοιχείο του υποθετικώς αναµεµειγµένου πληθυσµού οξυγόνων και γι’ αυτό το λόγο
στο υπόλοιπο αυτού του κεφαλαίου τα σωµατίδια της CNO οµάδας ϑα εκλαµβάνονται
ως µονοσθενή ιονισµένα οξυγόνα. Με σκοπό να ενισχύσουµε τη ϑέση µας ότι όντως
παρατηρείται τοπική ϑέρµανση και ενεργοποίηση αυτών των ιόντων, στο διάγραµµα
(f) παρουσιάζουµε τη γωνία κλίσης για τα υψηλής ενέργειας ιόντα Ο+ (10-40 keV)
όπου είναι εµφανής µία κατανοµή γωνίας κλίσης 90 µοιρών. Εκτός από την κάθετη
κατανοµή παρατηρούµε και µία παράλληλη κατανοµή (0 µοίρες) η οποία πεοέρχε-
ται από την ιονόσφαιρα. ΄Οπως ϕαίνεται στο διάγραµµα (g), δεν υπάρχει αύξηση
στην πυκνότητα του πλάσµατος, κάτι που υποδεικνύει ότι η χοάνη κατακλύζεται
από πλάσµα µαγνητοθήκης κατά τη µετάβαση του Cluster από τη µαγνητοθήκη στη
χοάνη. Το διάγραµµα (i) παρουσιάζει ένα κοινό χαρακτηριστικό των διαµαγνητικών
κοιλοτήτων χοάνης όπου το µαγνητικό πεδίο είναι αρκετά µειωµένο και τυρβώδες.
Η σχετικά χαµηλή δραστηριότητα ηλεκτρικού πεδίου (|Ey | <4mV/m, διάγραµµα
(h)) υποδηλώνει ότι οι ενισχύσεις στη ϱοή των ιόντων δεν σχετίζονται µε κάποιο είδος
επαγόµενου ϕαινοµένου µεγάλης κλίµακας που λαµβάνει χώρα τουλάχιστον τοπ-
ικά. Για την ακρίβεια, αυτό το ηλεκτρικό πεδίο σχετίζεται µε την µεταφορά πλάσµα-
τος διαµέσου της χοάνης (ηλεκτρικό πεδίο µεταφοράς) όπου η ταχύτητα πλάσµατος
παρουσιάζει σχετικά χαµηλές τιµές (οι σχετικές µετρήσεις έχουν παραληφθεί χάριν
συντοµίας).

Τα πρώτα δύο διαγράµµατα στο Σχήµα 8.3 παρουσιάζουν εντάσεις CNO και Η+
από το όργανο RAPID. Το κύριο χαρακτηριστικό εδώ είναι η έντονη ενίσχυση της
ϱοής και στα δύο είδη ιόντων η οποία συµπίπτει µε το χρόνο που τα διαστηµό-
πλοια Cluster ϐρίσκονταν εντός της περιοχής της πολικής χοάνης. Το διάγραµµα (c)
παρουσιάζει δυναµικό ϕάσµα από την κυµατοµορφή χαµηλής συχνότητας. Αυτό που
ϕαίνεται στα διαγράµµατα (d) και (e) είναι η ισχύς του ϕάσµατος ολοκληρωµένη ως
προς τις Ϲώνες συχνοτήτων 0.1-2.0 Hz και 2.0-12.0 Hz, αντίστοιχα. Κάποιος µπορεί
να διακρίνει την αιφνίδια ϕύση των µαγνητικών διακυµάνσεων καθώς τα Cluster
εισέρχονται στην περιοχή της χοάνης. Συγκρίνοντας τα τελευταία δύο διαγράµµατα

183
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

είναι εύκολο να παρατηρήσουµε ότι η ολοκληρωµένη ισχύς στη Ϲώνη 0.1-2.0 Hz είναι
σχεδόν δύο τάξεις µεγέθους υψηλότερη από την ισχύ στη Ϲώνη συχνοτήτων 2.0-12.0
Hz. Το τελευταίο υποδηλώνει ότι η πυκνότητα ϕασµατικής ισχύος αυξάνεται καθώς
προχωράµε προς τις χαµηλές συχνότητες πλησιάζοντας τις τοπικές συχνότητες κύκ-
λοτρον των Η+ και των Ο+ οι οποίες, κατά τη διάρκεια του χρόνου που εξετάζουµε,
διακυµαίνονταν µεταξύ 0.1-1 Hz και 0.01-0.1 Hz, αντίστοιχα. ∆υστυχώς, από την
κυµατοµορφή του STAFF δεν µπορούµε να λάβουµε συχνότητες που να πλησιάζουν
τα 0.01 Hz· η χαµηλότερη συχνότητα που µπορεί να επιτευχθεί είναι 0.1 Hz. Από τα
διαγράµµατα (a) και (b) µπορούµε να παρατηρήσουµε ότι οι κορυφές στη ϱοή των
ιόντων σχετίζονται στενά µε τις διακυµάνσεις της µαγνητικής ισχύς ∆B 2 που ϕαίνον-
ται στα διαγράµµατα (d) και (e) (µπλε ϐέλη). Η συσχέτιση µεταξύ των αυξήσεων στις
ιοντικές διαφορικές ϱοές και του ∆B 2 µπορεί να ερµηνευθεί ως µία µετατροπή της
πυκνότητας ενέργειας του τυρβώδους µαγνητικού πεδίου σε κινητική ενέργεια ιόντων
αποτελώντας µια ισχυρή ένδειξη ύπαρξης αλληλεπίδρασης συντονισµού µεταξύ των
κυµάτων και των σωµατιδίων. Επίσης, η αύξηση στην πυκνότητα ϕασµατικής ισχύος
καθώς πλησιάζουµε τη γυροσυχνότητα των ιόντων Ο+ είναι ιδιαίτερης σηµασίας εάν
ϑεωρήσουµε ότι λαµβάνει χώρα επιτάχυνση ιόντων λόγω συντονισµού.
Το Σχήµα 8.4 παρουσιάζει χαρακτηριστικά πόλωσης των ηλεκτροµαγνητικών
κυµάτων που παρατηρούνται. Τα πρώτα δύο διαγράµµατα δείχνουν τις µαγνητικές
και ηλεκτρικές ϕασµατικές πυκνότητες ισχύος οι οποίες προέρχονται από το άθρο-
ισµα των τριών µαγνητικών συνιστωσών από το όργανο STAFF και το άθροισµα των
δύο ηλεκτρικών συνιστωσών από το όργανο EFW, αντίστοιχα. Η λεπτή λευκή γραµµή
και στα δύο ϕασµατογράµµατα είναι η τοπική συχνότητα κύκλοτρον των ηλεκτρονί-
ων η οποία υπολογίζεται µε τη ϐοήθεια των δεδοµένων µαγνητικού πεδίου από το
όργανο FGM. Το κύριο χαρακτηριστικό εδώ είναι η µεγάλου εύρους ηλεκτροµαγν-
ητικές εκποµπές στις χαµηλές συχνότητες µεταξύ 07:28 και 07:48 UT οι οποίες
συµπίπτουν µε το χρόνο που τα διαστηµόπλοια Cluster παραµένουν µέσα στην πε-
ϱιοχή της πολικής χοάνης. Η κυµατική συνιστώσα του µαγνητικού πεδίου ϕαίνε-
ται να έχει µια άνω συχνότητα αποκοπής στα ∼500 Hz, η οποία είναι περίπου το
µισό της συχνότητας κύκλοτρον των ηλεκτρονίων, fce . Τα επόµενα δύο διαγράµµα-
τα παρουσιάζουν διάφορα χαρακτηριστικά της πόλωσης του κυµατικού µαγνητικού
πεδίου. Η επιπεδότητα (planarity) F της πόλωσης, που ϕαίνεται στο διάγραµµα
(c), λαµβάνεται από την ανάλυση ιδιαζουσών τιµών (singular-value decomposition
(SVD)) του µαγνητικού ϕασµατικού πίνακα [Santolı́k et al., 2003]. Η επιπεδότητα
της πόλωσης ορίζεται ως,
p
F =1− w1 /w3 (8.1)

όπου το w1 είναι η µικρότερη ιδιάζουσα τιµή, και το w3 είναι η µεγαλύτερη. Για F =


0 οι τρεις άξονες έχουν ίσα µήκη και το ελλειψοειδές της πόλωσης γίνεται µία σφαίρα,
εποµένως δεν υπάρχει ένα προτιµώµενο επίπεδο πόλωσης για τις διακυµάνσεις του
πεδίου. Εάν F = 1 το ελλειψοειδές εκφυλίζεται σε µία έλλειψη. Ο λόγος των δύο
αξόνων της έλλειψης της πόλωσης ορίζεται ως,

Lp = w2 /w3 (8.2)

Εάν Lp = 0, που σηµαίνει ότι οι δύο πρώτες ιδιάζουσες τιµές είναι µηδέν, τότε
η πόλωση είναι γραµµική και η µη µηδενική ιδιάζουσα τιµή w3 , που παραµένει,

184
8.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

ορίζει τη διεύθυνση των διακυµάνσεων. Εάν 0 < Lp < 1 η πόλωση είναι ελλειπτική
και εάν Lp = 1 η πόλωση είναι κυκλική. Για την τελευταία γενική περίπτωση, µία
τιµή του F κοντά στο 1.0 αντιστοιχεί στην παρουσία ενός επίπεδου κύµατος.
Εφόσον το Lp είναι ϑετικό είναι ϐολικό να συνδυάσουµε την τιµή του µε το
είδος της ελλειπτικής ή κυκλικής πόλωσης (δηλαδή, τη ϕορά της περιστροφής του
µαγνητικού διανύσµατος γύρω από το B0 ). Εποµένως, ορίζουµε την ελλειπτικότητα
της πόλωσης (polarization ellipticity) να είναι EB = Ls Lp (διάγραµµα (d)). Το Ls
είναι −1 όταν η πόλωση είναι αριστερόχειρη σε σχέση µε το B0 (οµόρροπη µε την
κίνηση κύκλοτρον των ιόντων), και το Ls είναι +1 για δεξιόχειρη πόλωση (οµόρροπη
µε την κίνηση κύκλοτρον των ηλεκτρονίων). Για γραµµική πόλωση, το Ls είναι
απροσδιόριστο, αλλά τόσο το EB όσο και το Lp είναι µηδέν [για λεπτοµερή περιγραφή
της SVD µεθόδου δέστε Santolı́k et al., 2002, 2003, και τις εκεί αναφορές].
Οι ιδιότητες των κυµάτων είναι αρκετά µεταβαλλόµενες. ΄Οπως εύκολα ϕαίνεται
στο διάγραµµα (c), η µεγάλου εύρους εκποµπή έχει χαµηλή επιπεδότητα µε το F να
είναι κυρίως µεταξύ 0.3 και 0.7 κάτι το οποίο αντιστοιχεί σε µία µίξη ενός µεγάλου
αριθµού διαφορετικών επίπεδων κυµάτων ταυτόχρονα παρόντα στο k ϕάσµα. Αυτή η
σχετικά χαµηλή τιµή δεν µας επιτρέπει να έχουµε καθαρά αποτελέσµατα για την κυ-
µατική πόλωση και για τις παραµέτρους διάδοσης που δίνονται στα διαγράµµατα (d)
και (e) από τη στιγµή που ϐασίζονται στην υπόθεση της ύπαρξης ενός µόνο επίπεδου
κύµατος. Συνεπώς, το τέταρτο διάγραµµα, το οποίο παρουσιάζει την ελλειπτικότητα
της πόλωσης, υποδεικνύει, µ’ ένα υψηλό ϐαθµό αβεβαιότητας, το είδος της πόλωσης
ως προς το τοπικό µαγνητικό πεδίο. Τιµές κάτω του −0.5 σηµαίνουν αριστεροχείρως
πολωµένο κύµα, τιµές πάνω από +0.5 αντιστοιχούν σε δεξιοχείρως πολωµένα κύµα-
τα, ενώ τιµές µεταξύ −0.5 και +0.5 υποδεικνύουν ένα υψηλό ϐαθµό αβεβαιότητας
στον καθορισµό του είδους της πόλωσης. Εποµένως, δεν είναι ξεκάθαρο για το ποιο
είδος πόλωσης είναι το επικρατέστερο (από σχεδόν γραµµική σε σχεδόν κυκλική
πόλωση), γεγονός το οποίο έχει αναφερθεί και παλιότερα [André et al., 1990· Le
et al., 2001], και το οποίο µπορεί να µοιάζει µε την περίπτωση που συζητήθηκε
από τους Santolı́k et al. [2002] όπου υπάρχει µια υπέρθεση γραµµικώς πολωµένων
κυµάτων.
΄Εχοντας πλήρεις µετρήσεις του διανύσµατος του µαγνητικού πεδίου και τις δύο
συνιστώσες του ηλεκτρικού πεδίου στο επίπεδο περιστροφής των διαστηµοπλοίων,
µπορεί να υπολογιστεί το διάνυσµα της µέσης ϱοής Poynting ως ο µέσος όρος της
ποσότητας S = E × B/2µ0 [Santolı́k et al., 2001], όπου το µ0 είναι η διαπερατότη-
τα του κενού. Το διάγραµµα (e) παρουσιάζει µία παράµετρο η οποία σχετίζεται
µε το πρόσηµο της z συνιστώσας του διανύσµατος Poynting. Η απόλυτη τιµή της
υποδεικνύει την πιστότητα του αποτελέσµατος. Το κόκκινο χρώµα υποδεικνύει ότι
το κυµατικό διάνυσµα έχει την ίδια κατεύθυνση µε το µαγνητικό πεδίο της Γης
B0 , ενώ το µπλε χρώµα υποδεικνύει το αντίθετο. ΄Οπως µπορεί να παρατηρήσει
κανείς, κατά τη διάρκεια που τα Cluster είναι µέσα στην περιοχή τη χοάνης η
τιµή της z συνιστώσας Poynting είναι γύρω στο µηδέν υποδηλώνοντας ένα υψηλό
ϐαθµό αβεβαιότητας στον καθορισµό της κατεύθυνσης εκποµπής ως προς το µαγν-
ητικό πεδίο της Γης. Ωστόσο, για κάποιες χρονικές στιγµές και συχνότητες (για
παράδειγµα γύρω στις 07:28 UT, ∼100 Hz) είναι δυνατόν να εκτιµήσουµε το πρόση-
µο της παράλληλης συνιστώσας της κυµατικής ϱοής Poynting η οποία είναι ϑετική
σ’ αυτή την περίπτωση· εποµένως δείχνει προς την κατεύθυνση του γεωµαγνητικού
πεδίου.

185
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Z Z

X Y

Σχήµα 8.5: ΄Ιδιο µε το Σχήµα 8.1 για το ϕαινόµενο που καταγράφηκε στις 10 Απριλίου του
2002 µεταξύ 22:54 και 23:11 UT. Ο δείκτης Dst ήταν ∼15 nT στις 23:00 UT, υποδεικνύοντας
την έλλειψη γεωµαγνητικής δραστηριότητας λόγω καταιγίδας, ενώ οι συνιστώσες του ∆ΜΠ By
και Bz ήταν ∼5 nT και ∼11 nT, αντίστοιχα. Η µέση ϑέση των Cluster στη εξώτερη περιοχή
της πολικής χοάνης ήταν X ≈1.5 R E , Y≈−0.1 R E και Z≈−10.2 R E , σε GSM συντεταγµένες
λαµβάνοντας ως δορυφόρο αναφοράς το SC1 σε µια γεωκεντρική απόσταση ∼10.3 R E [from
Vogiatzis et al., 2007].

8.3.3 Το ϕαινόµενο της 10ης Απριλίου 2002


Τα σχήµατα 8.5-8.8 αναφέρονται στο δεύτερο ϕαινόµενο που καταγράφηκε από τα
διαστηµόπλοια Cluster όταν αυτά διέσχιζαν την περιοχή της νότιας πολικής χοάν-
ης κατευθυνόµενα προς το λοβό της ουράς (Σχήµα 8.5). Σύµφωνα µε το Σχήµα
8.6, ο σχηµατισµός των Cluster παρέµεινε εντός της χοάνης για περίπου 17 λεπτά
από τις 22:54 UT µέχρι τις 23:11 UT όπου το µαγνητικό πεδίο παρουσίασε τυρ-
ϐώδη χαρακτήρα και παράλληλη µείωση της έντασής του (διάγραµµα (i)). Αµέσως
µετά, οι δορυφόροι εισήλθαν στην περιοχή του λοβού όπου η πυκνότητα πλάσµατος
παρουσίασε µία καθαρή πτώση (διάγραµµα (g)). Παρόµοια µε το πρώτο ϕαινόµενο,
τα Cluster κατά την παραµονή τους στην περιοχή της πολικής χοάνης κατέγραψαν
µια εκτίναξη ενεργειακών ιόντων (διαγράµµατα (a) και (b)) συµπίπτουσα µε µια ϑέρ-
µανση έως και 40 keV τόσο στα πρωτόνια όσο και στα µονοσθενώς ιονισµένα οξυγόνα
(διαγράµµατα (d) και (e)). Το διάγραµµα (f) στηρίζει το προηγούµενο συµπέρασ-
µά µας ότι δηλαδή παρατηρείται τοπική ϑέρµανση και ενεργοποίηση των υψηλής
ενέργειας Ο+ παρουσιάζοντας ένα κυρίαρχο παγιδευµένο πληθυσµό σωµατιδίων (εί-
ναι εµφανή τα σωµατίδια µε γωνία κλίσης στις 90 µοίρες). Επειδή το όργανο CODIF
έχει άνω όριο τα 40 keV, η ϑέρµανση των Ο+ είναι, αν µη τι άλλο, υποτιµηµένη, κα-
ϑώς µπορεί να υπάρχει µία σηµαντική ενεργοποίηση των ιόντων αυτών σε ενέργειες
µεγαλύτερες των 40 keV. Σ’ αντίθεση µε το πρώτο ϕαινόµενο, τώρα έχουµε και µι-
α ενεργοποίηση ενεργειακών ηλεκτρονίων χωρίς κάποια παρατηρήσιµη διασπορά
ενέργειας στα χαµηλά ενεργειακά κανάλια του οργάνου RAPID (διάγραµµα (c)). Εί-
ναι ενδιαφέρον να σηµειώσουµε ότι η όλη ενεργοποίηση των σωµατιδίων που έλαβε
χώρα εντός της πολικής χοάνης συνοδευόταν από χαµηλή δραστηριότητα ηλεκτρικού
πεδίου (|Ey | <3mV/m, διάγραµµα (h)) παρόµοια µε το πρώτο ϕαινόµενο.
Σ’ αυτό το σηµείο ϑα ϑέλαµε να επισηµάνουµε ότι το πράσινο ίχνος που ϕαίνεται
κάτω περίπου από τα 300 eV στο διάγραµµα (e), ενώ ϐρισκόµαστε στην µαγνητο-

186
8.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

2
Cluster 1
10
(a)

Ch1 92.2 keV

[1/cm2 sr s keV]
CNO, Diff. Flux
101 Ch2 309.6 keV
Ch3 475.5 keV
Ch4 575.5 keV
Ch5 743.9 keV
Ch6 1.12 MeV
100 Ch7 1.69 MeV
Ch8 3.57 MeV

-1
104
10 (b)
103
Ch1 28.2 keV
Hydrogen, Diff. Flux
[1/cm2 sr s keV]

Ch2 68.9 keV


2 Ch3 96.1 keV
10
Ch4 169.3 keV
Ch5 410.3 keV
101 Ch6 1.1 MeV
Ch7 3 MeV
Ch8 27.46 MeV
100

-1
10
102 (c)
Electrons, Diff. Flux

Ch1 26.72 keV


[1/cm2 sr s keV]

1
10 Ch2 50.5 keV
Ch3 68.1 keV

100

10-1
(d) Log JE
10000 7.3
E (eV)

H+ 6.7
1000
CODIF
6.1

100
5.4

(e) 4.8
10000
O+ 4.2
E (eV)

CODIF
1000
3.6

100 3.0

(f)
10-40 keV O+
á (deg)

100
(g)
10
Ion density

1
[cm-3]

0.1

0.01

0.001
10
(h)
5
[mV/m]
Ey

-5

-10
80
(i)
60
Btotal
[nT]

40

20

0
22:00 22:15 22:30 22:45 23:00 23:15 23:30 23:45 24:00
TIME (UT)

Σχήµα 8.6: ΄Ιδιο µε το Σχήµα 8.2 αλλά για τις 10 Απριλίου 2002 µε τη διαφορά τώρα ότι
έχουµε επιπλέον και µια ενεργοποίηση ηλεκτρονίων [from Vogiatzis et al., 2007].

ϑήκη, οφείλεται στη µίανση από την παρουσία πολύ υψηλών ϱοών Η+ . Ο λόγος
γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι ενίοτε υπάρχουν δύο ασυσχέτιστα ιόντα Η+ , µε το ένα
να παράγει ένα time-of-flight σήµα "έναρξης" και το άλλο να παράγει ένα time-

187
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

Cluster 1
102
[1/cm2 sr s keV]
CNO, Diff. Flux

(a) 101 Ch1


92.2-309.6 keV

1002
10
Electrons, Diff. Flux
[1/cm2 sr s keV]

(b) 101 Ch1


26.72-50.5 keV

100
100

1000 10-2

STAFF-SA
B (nT2/Hz)
10-4
f (Hz)

(c)
100 10-6

10-8
10 10-10
100
1000

STAFF-SA
E (mV2/m2/Hz)
10-2
f (Hz)

(d) 10-4
100
10-6

10-8
10
12
Log Power Spectral Density

10 0

STAFF-SC
B (nT2/Hz)

8
-2
f (Hz)

(e) 6
4 -4
2
0 -6
22 24

24

2
Log Power, nT2

STAFF-SC

0
0.1 - 2.0 Hz

(f) -2

-4

-6 22 24

0
-1
Log Power, nT2

STAFF-SC
2.0 - 12.0 Hz

-2
(g) -3
-4
-5
-6
22:00 22:15 22:30 22:45 23:00 23:15 23:30 23:45 24:00
TIME (UT)

Σχήµα 8.7: Παρόµοιο µε το Σχήµα 8.3 για το ϕαινόµενο που καταγράφηκε στις 10
Απριλίου του 2002 [from Vogiatzis et al., 2007].

of-flight σήµα "τερµατισµού", και εάν η χρονική διαφορά µεταξύ των δύο σηµάτων
συµπίπτει µε αυτή ενός ιόντος Ο+ τότε αυτό δίνει ένα Η+ "ϕάντασµα" στο ϕασµατό-
γραµµα των Ο+ . ∆εν υπάρχουν ιόντα Ο+ , ή εάν υπάρχουν ιόντα Ο+ εκεί οι ϱοές
τους είναι υπερεκτιµηµένες λόγω αυτής της µίανσης από τα ιόντα Η+ . Το ίδιο ισχύει
και για το κιτρινοπράσινο ίχνος στο 1 περίπου keV στην πολική χοάνη (γύρω στις
22:56 UT). Ωστόσο, τα υψηλότερης ενέργειας ιόντα Ο+ (πάνω από τα ∼15 keV) που
παρατηρούνται στη χοάνη, για τα οποία εµείς ενδιαφερόµαστε, είναι "πραγµατικά"

188
8.3. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ

Cluster 1 STAFF-SA
100

1000 10-2

B (nT2/Hz)
10-4
f (Hz)

(a)
100 10-6

10-8
10 10-10
100
1000

E (mV2/m2/Hz)
10-2
f (Hz)

(b) 10-4
100
10-6

10-8
10
1.0
1000 0.8

0.6
f (Hz)

(c)

F
100 0.4

0.2
10 0.0
1.0

1000 0.5
f (Hz)

(d)
EB

0.0
100
-0.5

10 -1.0
2
1000
1
SZ / sigma
f (Hz)

(e) 0
100
-1

10 -2

22:00 22:15 22:30 22:45 23:00 23:15 23:30 23:45 24:00


TIME (UT)

Σχήµα 8.8: ΄Ιδιας µορφής µε το Σχήµα 8.4 αλλά για τις 10 Απριλίου 2002 [from Vogiatzis
et al., 2007].

Ο+ · δεν υπάρχει σ’ αυτές τις ενέργειες µίανση από τα Η+ , όπου οι ϱοές των σωµατιδί-
ων είναι πολύ χαµηλότερες.
Στο Σχήµα 8.7 παρουσιάζουµε την άµεση σχέση µεταξύ των ενεργειακών σωµατιδί-
ων και των ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων που είναι παρόντα στην πολική χοάνη.
Παρόµοια µε το πρώτο ϕαινόµενο, σηµειώστε την πολύ καλή συσχέτιση µεταξύ της
ϱοής CNO/Ο+ και των αυξήσεων στην ισχύ (οι κορυφές που υποδεικνύονται µε

189
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

τα µπλε ϐέλη). Επιπρόσθετα, έχουµε και µία ενεργοποίηση ηλεκτρονίων η οποία


συσχετίζεται πολύ καλά µε τις µεγάλου εύρους έντονες ηλεκτροµαγνητικές εκποµ-
πές κυρίως κάτω των ∼300 Hz (διαγράµµατα (b), (c), και (d)) οι οποίες ενίοτε προσ-
εγγίζουν την τοπική συχνότητα κύκλοτρον των ηλεκτρονίων. Το Σχήµα 8.8 έχει
την ίδια µορφή µε το Σχήµα 8.4. Γι’ αυτά τα κύµατα δεν µπορούµε να ϐγάλουµε
κάποια συµπεράσµατα σχετικά µε την κυµατική πόλωση και τα χαρακτηριστικά
διάδοσης εφόσον υπάρχει πάλι µίξη ενός µεγάλου αριθµού διαφορετικών επίπεδ-
ων κυµάτων που εµφανίζονται ταυτόχρονα στο k ϕάσµα. Πριν από τις ∼22:45
UT µπορούµε να παρατηρήσουµε µια καθαρά αριστεροχείρως πολωµένη κυµατική
εκποµπή σε µερικές εκατοντάδες hertz. Αυτά τα κύµατα, που παρουσιάζουν ο-
µοιότητα µε τις λεγόµενες κυµατικές εκποµπές ϐρυχηθµού (lion roar wave emis-
sions) [Maksimovic et al., 2001], διαδίδονται στο ϱυθµό συριγµού µε µια σηµαντική
παράλληλη συνιστώσα στη ϱοή Poynting.

8.4 Συζήτηση
Παρουσιάσαµε παρατηρήσεις ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων χαµηλής συχνότητας τα
οποία είναι παρόντα στην περιοχή της πολικής χοάνης στενά σχετιζόµενα µε εν-
εργοποίηση υπέρθερµων σωµατιδίων. Στα παρακάτω κάνουµε µια προσπάθεια να
ϱίξουµε λίγο ϕως σε στοιχεία που αναφέρονται στη µελέτη αυτού του κεφαλαίου και
να συζητήσουµε τις όποιες συνέπειες που τα αποτελέσµατά µας µπορεί να έχουν στη
µαγνητοσφαιρική δυναµική.

• Η πολική χοάνη ως µία δυναµική περιοχή παγίδευσης

Το πραγµατικό γεωµαγνητικό πεδίο, λόγω αλλαγών στην πίεση του ηλιακού ανέµου,
διαφέρει σηµαντικά από το ιδανικό διπολικό πεδίο και τα ϕορτισµένα σωµατίδια δεν
µπορούν να παγιδευτούν στην περιοχή της χοάνης. Ωστόσο, η πολική χοάνη µπορεί
να γίνει µια εν δυνάµει παγίδα για τα ϕορτισµένα σωµατίδια µέσω της δηµιουργίας
µιας διαµαγνητικής κοιλότητας µε τη ϐαθµίδα του µαγνητικού πεδίου να δείχνει
προς τα έξω. Μια τέτοια γεωµετρία µπορεί να δηµιουργηθεί µε την εκτίναξη ηλι-
ακού πλάσµατος από τη µαγνητοθήκη πιθανόν µέσω µαγνητικής επανασύνδεσης σε
υψηλά πλάτη. Με ϐάση προσοµοιώσεις κίνησης σωµατιδίων οι Sheldon et al. [1998]
έδειξαν ότι τα ϕορτισµένα σωµατίδια (πιο συγκεκριµένα, ενεργειακά ηλεκτρόνια µε
ενέργειες που κυµαίνονται από δεκάδες keV σε MeV) ανακλώνται στη περιοχή του
µαγνητικού ελαχίστου κοντά στο κέντρο της χοάνης και ολισθαίνουν σε κλειστές
επιφάνειες ολίσθησης γύρω απ’ αυτό σε συµφωνία µε παρατηρήσεις παγιδευµένων
ενεργειακών ηλεκτρονίων µε ενέργειες >50 keV που έγιναν από τους Zong et al.
[2005]. Παρόµοια, µοντελοποιώντας τροχιές σωµατιδίων στην περιοχή της πολικής
χοάνης, οι Zong et al. [2005] έδειξαν ότι πρωτόνια µε ενέργειες 1, 10, και 100 keV
µπορεί να ϐρίσκονται σε συνεχή παγίδευση µε τις τροχιές ολίσθησης να περιβάλ-
λουν την εξώτερη περιοχή της πολικής χοάνης. Η παραπάνω διεργασία είναι περισ-
σότερο αποδοτική κατά τη διάρκεια γεωµαγνητικώς ήρεµων περιόδων (∆ΜΠ ϐόρειας
κατεύθυνσης, όπως στη δική µας περίπτωση) όπου η µαγνητοσφαιρική µεταφορά
πλάσµατος παρουσιάζει µείωση και η τιµή του ηλεκτρικού πεδίου λόγω µεταφοράς
είναι µόνο το 5% της αντίστοιχης τιµής κατά τη διάρκεια ενεργών περιόδων. Στη-
ν πραγµατικότητα, ϐάσει κατανοµών ενεργειακών σωµατιδίων [Chen et al., 1997·

190
8.4. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

Chen and Fritz, 2000], η πολική χοάνη δεν είναι µια περιοχή σταθερής παγίδευσης
αλλά µάλλον µια δυναµική περιοχή παγίδευσης η οποία µπορεί µόνο πρόσκαιρα να
περιορίσει τα ϕορτισµένα σωµατίδια [Chen et al., 1997]. Μ’ αυτό τον τρόπο η πολική
χοάνη είναι ικανή να παγιδεύσει αλλά και να επιταχύνει ϕορτισµένα σωµατίδια τοπ-
ικά προσφέροντας ένα πηγαίο πληθυσµό για διάχυση στις Ϲώνες ακτινοβολίας αλλά
και στην περιοχή της γεωστατικής τροχιάς [Fritz et al., 2000].

1.8 • Ενεργοποίηση ιόντων Ο+

Σύµφωνα µε την προηγούµενη παρά-


γραφο είναι ϕανερό ότι η εξώτερη
1.6 περιοχή της πολικής χοάνης είναι
ικανή να παγιδεύσει και να επι-
ταχύνει Ο+ εξερχόµενα από την ιονόσ-
ϕαιρα. Αυτή η κίνηση των χαµη-
1.4 λής ενέργειας ιόντων Ο+ µε ενέργεια
τυπικά µικρότερη των 10 keV προέρχε-
Tepar/Teperp

ται από µια περιοχή ϑέρµανσης


της οποίας η ϑέση εκτείνεται µέχρι
1.2 τις 6 R E [Bogdanova et al., 2004]
και η οποία παραδοσιακά καλεί-
ται σχισµοειδής πηγή ιόντων (cleft
ion fountain). Κατά συνέπεια εί-
1 ναι εύλογο να συµπεράνουµε ότι
η σχισµοειδής πηγή ιόντων είναι η
πηγή που τροφοδοτεί την εξώτερ-
η περιοχή της χοάνης µε χαµη-
0.8 λής ενέργειας ιόντα Ο+ τα οποί-
22:54 22:56 22:58 23:00 23:02 23:04 23:06 23:08 23:10
Time (UT)
α υπόκεινται σε µια επιπλέον επιτάχυν-
ση σε υπέρθερµες ενέργειες ενώ
Σχήµα 8.9: Ανισοτροπία ηλεκτρονίων από το πεί- είναι παγιδευµένα. Το γεγονός ότι
ϱαµα PEACE για το ϕαινόµενο της 10ης Απριλίου συνηπάρχουν δύο πληθυσµοί οξ-
2002. Αυτό που ϕαίνεται είναι ο λόγος της υγόνου εντός της περιοχής της χοάν-
παράλληλης προς την κάθετη ϑερµοκρασία των η- ης µπορεί ν’ αποδοθεί στο γεγονός
λεκτρονίων για τη χρονική περίοδο που το Cluster 1 ότι ο χαµηλότερης ενέργειας πλ-
ϐρισκόταν εντός της πολικής χοάνης [from Vogiatzis ηθυσµός που καταγράφεται από
et al., 2007]. το όργανο CIS είναι ένας νεοαφιχ-
ϑείς πληθυσµός στην περιοχή της
εξώτερης χοάνης επιταχυνόµενος κάθετα στο µαγνητικό πεδίο [Dubouloz et al.,
1998· Bouhram et al., 2002, 2004] σε συµφωνία µε τις παρατηρήσεις µας. Από
την άλλη πλευρά, τα υψηλότερης ενέργειας ιόντα Ο+ που καταγράφονται από το
RAPID, παρόλο που έχουν την ίδια προέλευση µε αυτά των χαµηλότερων ενεργειών,
αποτελούν ένα πληθυσµό ο οποίος υπέστη µία συνεχή ενεργοποίηση εξαιτίας του
περιορισµού του στην εξώτερη περιοχή παγίδευσης της χοάνης. Συνεπώς, εάν ϑεω-
ϱήσουµε ότι οι αλληλεπιδράσεις κύµατος-σωµατιδίου είναι ο υπεύθυνος µηχανισµός
για την επιτάχυνση των ιόντων Ο+ , τότε είναι εύκολο να καταλάβουµε ότι οι ενέργειες
που µετρώνται από το RAPID είναι πιθανότερο να παράγονται τοπικά στην εξώτερ-
η περιοχή της πολικής χοάνης. Η παραπάνω ιδέα υποστηρίζεται επιπλέον από τις

191
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

παρατηρήσεις µας όπου οι µεταβολές της κυµατικής ισχύος πλησίον της τοπικής
ιοντικής γυροσυχνότητας συσχετίζονται πολύ καλά µε τις κορυφές στη διαφορική
ϱοή των ιόντων παρέχοντας ένα πειστικό στοιχείο ότι υπάρχει µία ισχυρή σύζευξη
µεταξύ των ιόντων και των κυµάτων µε τη ϕασµατική ισχύ των τελευταίων να είναι η
αιτία της διαµόρφωσης της ϱοής των ιόντων.

• Ενεργοποίηση των ηλεκτρονίων


΄Οπως ειπώθηκε από τους Zong et al. [2005]· Asikainen and Mursula [2006], εν-
εργειακά ηλεκτρόνια πάνω από τα ∼25 keV στην περιοχή της χοάνης δεν µπορεί
να είναι το αποτέλεσµα διεργασίας επανασύνδεσης στη γειτονική µαγνητόπαυση.
Για τυπικές τιµές πυκνότητας πλάσµατος, ταχύτητας, και µεταβολής µαγνητικού
πεδίου διαµέσου της µαγνητόπαυσης, το εκτιµώµενο µέγιστο κέρδος ενέργειας ανά
σωµατίδιο παραµένει κάτω του 1 keV το οποίο σηµαίνει ότι τα σωµατίδια δεν µπορούν
να ενεργοποιηθούν σε δεκάδες ή εκατοντάδες keV κατά τη διεργασία επανασύν-
δεσης λόγω της επιτάχυνσης πλάσµατος. ΄Ενας άλλος πιθανός µηχανισµός επιτάχυν-
σης ηλεκτρονίων είναι ο µηχανισµός Fermi στην περιοχή του σχεδόν παράλληλου
κρουστικού µετώπου. Παρόλο που αυτός ο µηχανισµός ϑεωρείται ότι είναι ικανός
για την επιτάχυνση των προσπίπτοντων ιόντων ηλιακού ανέµου σε ενέργειες µέχρι
και περίπου 200 keV, δεν µπορεί να επιταχύνει τα ηλεκτρόνια επαρκώς [Lee, 1982].
Εποµένως, ο µηχανισµός επιτάχυνσης που εµπλέκεται µε την ενίσχυση της ϱοής
των ηλεκτρονίων στο ϕαινόµενο της 10ης Απριλίου 2002 δεν συνδέεται ούτε µε
µια διεργασία επανασύνδεσης αλλά ούτε και µε µια διεργασία σχετιζόµενη µε το
κρουστικό κύµα. Κατά συνέπεια, ϐάσει των παρατηρήσεων µας ϑα ήταν εύλογο να
συµπεράνουµε ότι η επιτάχυνση των ενεργειακών ηλεκτρονίων οφείλεται σε αλλη-
λεπιδράσεις συντονισµού κύµατος-σωµατιδίου οι οποίες λαµβάνουν χώρα τοπικά.
Το γεγονός ότι η εξώτερη περιοχή της πολικής χοάνης συµπεριφέρεται ως µία
δυναµική περιοχή παγίδευσης η οποία µπορεί να περιορίσει ϕορτισµένα σωµατίδια
µόνο πρόσκαιρα [Chen et al., 1997] αναγκάζοντάς τα να εκτελούν κίνηση ολίσθησης
λόγω ϐαθµίδας µαγνητικού πεδίου ίσως αποτελεί το χαµένο συνδετικό κρίκο για
την εξήγηση του πώς τα σωµατίδια επιταχύνονται σε υπέρθερµες ενέργειες πριν δι-
αφύγουν από την περιοχή της χοάνης. ΄Οπως οι Pickett et al. [2001] έδειξαν για
την περίπτωση των ηλεκτρονίων, κατά τη διάρκεια ενός ϕαινοµένου διάσχισης της
πολικής χοάνης η παράλληλη κινητική ενέργεια ενός ηλεκτρονίου που υπόκειται
σε κανονικό συντονισµό κύκλοτρον όταν κινείται κατά την αντίθετη και κατά την
ίδια κατεύθυνση µε κύµατα συριγµού που έχουν συχνότητες ∼ 1/3fce ήταν ∼0.45
keV και ∼0.1 keV, αντίστοιχα (Πίνακας 1 στην εργασία των Pickett et al. [2001]).
Το γεγονός ότι το όργανο RAPID καταγράφει ενεργειακά ηλεκτρόνια πάνω από τα
∼25 keV υποδηλώνει ότι εάν αυτός ο µηχανισµός είναι υπεύθυνος για την επιτάχυν-
ση αυτών των σωµατιδίων τότε τα ηλεκτρόνια ϑα πρέπει να υποστούν πολλαπλούς
συντονισµούς πριν διαφύγουν από την περιοχή της πολικής χοάνης.

• Προέλευση των κινητικών Alfvén και συριγµού κυµάτων που παρατηρούν-


ται στην πολική χοάνη

Πολλές εκδοχές έχουν συζητηθεί στη ϐιβλιογραφία σχετικά µε την προέλευση των
µεγάλου εύρους χαµηλής συχνότητας ηλεκτροµαγνητικών εκποµπών στην τυρβώδη
περιοχή της πολικής χοάνης. Μια λογική εξήγηση είναι ότι τα κύµατα συριγµού
κάτωθεν της fce ϑα µπορούσαν να είναι κύµατα προερχόµενα από το σέλας τα οποία

192
8.4. ΣΥƟΗΤΗΣΗ

διαδόθηκαν προς την περιοχή της χοάνης, από τη στιγµή που η συχνότητά τους
γύρω στο 1 kHz είναι τυπική της περιοχής σέλαος [Pickett et al., 2001]. Ωστόσο,
ο πιθανότερος µηχανισµός για την παραγωγή κυµάτων συριγµού είναι η διεργασί-
α µαγνητικής επανασύνδεσης που είναι ενεργή στην περιοχή πλησίον της πολικής
χοάνης [Pickett et al., 2001]. Η τελευταία διεργασία µπορεί να ταυτοποιηθεί µε
την παρατήρηση ϕαινοµένων µεταφοράς ϱοής (Flux Transfer Events, FTEs) όπου
πρόσφατα επανασυνδεόµενοι σωλήνες ϱοής εµπλουτισµένοι µε πλάσµα ηλιακής
προέλευσης µεταφέρονται γύρω από τη µαγνητόσφαιρα κατόπιν της επανασύνδεσης
[Khotyaintsev et al., 2004]. Παρόµοια, οι Błȩcki et al. [2003] έχουν προτείνει ότι
τα κινητικά κύµατα Alfvén µε συχνότητες κάτωθεν της ιοντικής συχνότητας κύκ-
λοτρον ϑα µπορούσαν να είναι το αποτέλεσµα επιτάχυνσης πλάσµατος σε µια περιο-
χή επανασύνδεσης. Συγκεκριµένα, αυτές οι κυµατικές διαταραχές που προέρχονται
από την περιοχή επανασύνδεσης [Haerendel et al., 1978] ϑα µπορούσαν να διαδο-
ϑούν κατά µήκος πρόσφατα επανασυνδεδεµένων σωλήνων ϱοής προς την εξώτερη
περιοχή της πολικής χοάνης. Από την άλλη πλευρά, σε µια πρόσφατη µελέτη οι
Grison et al. [2005] παρουσίασαν στοιχεία που υποστηρίζουν ότι τα κινητικά κύµατα
Alfvén παράγονται τοπικά στην περιοχή της χοάνης. Στήριξαν το συµπέρασµά τους
στο γεγονός ότι ϱοές πρωτονίων, εξαιτίας της εκροής τους από µια περιοχή επανασύν-
δεσης, σχετίζονται στενά µε µια ισχυρή ULF ηλεκτροµαγνητική δραστηριότητα. Υ-
ποστήριξαν ότι ένας εύλογος µηχανισµός για την τοπική παραγωγή των κινητικών
κυµάτων Alfvén ϑα µπορούσε να είναι µια αστάθεια ϱεύµατος όπου παράλληλα ϱεύ-
µατα παρέχουν την "ελεύθερη" ενέργεια για την κυµατική διέγερση.
΄Ενα αξιοσηµείωτο χαρακτηριστικό το οποίο έχει ήδη αναφερθεί στη ϐιβλιογραφία
[Pickett et al., 2001] και το ϐλέπουµε και στις παρατηρήσεις µας είναι το γεγονός ότι
σε συχνότητες πάνω από την τοπική συχνότητα κύκλοτρον των πρωτονίων παρατηρούν-
ται τόσο αριστεροχείρως όσο και δεξιοχείρως πολωµένα κύµατα. Στη σχέση διασ-
ποράς του πλάσµατος τα αριστεροχείρως/Alfvén κύµατα δεν µπορούν να διαδοθούν
ούτε κατά τη διεύθυνση κάθετα στο µαγνητικό πεδίο αλλά ούτε και σε συχνότητες
πάνω από την ιοντική συχνότητα κύκλοτρον. Κατά συνέπεια, ϑα περιµέναµε τα
κύµατα που παρατηρούνται πάνω από τη γυροσυχνότητα των πρωτονίων να είναι
δεξιόχειρα/συριγµού κύµατα. Το γεγονός ότι µερικά από τα κύµατα παρουσιάζουν
αριστερόχειρη πόλωση πάνω από την ιοντική γυροσυχνότητα ϑα µπορούσε ν’ αποδο-
ϑεί σε µια τυχαία υπέρθεση γραµµικώς πολωµένων κυµάτων [Santolı́k et al., 2002].
Στην περίπτωσή µας, ωστόσο, αυτό παραµένει ακόµα ένα ανοικτό ερώτηµα το οποίο
αξίζει προσοχής αλλά είναι πέραν του σκοπού του παρόντος κεφαλαίου.
Ακολουθώντας την ίδια διαδικασία µε αυτήν των Pickett et al. [2001] εξετάζουµε
εάν τα κύµατα στο ϕαινόµενο της 10ης Απριλίου 2002 ϑα µπορούσαν να παραχθούν
τοπικά εξαιτίας της κύκλοτρον αστάθειας συριγµού την ίδια στιγµή που παρατηρούν-
ται. Το Σχήµα 8.9 είναι µια γραφική παράσταση της ϑερµοκρασιακής ανισοτροπίας
των ηλεκτρονίων, Tek /Te⊥ , η οποία καλύπτει τη χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια
της οποίας τα διαστηµόπλοια Cluster ϐρίσκονταν µέσα στην περιοχή της χοάνης
παρατηρώντας τα χαµηλής συχνότητας κύµατα. Σ’ αυτό το σχήµα ϐλέπουµε καθαρά
ότι κατά τη διάρκεια του περισσότερου χρόνου ο λόγος είναι πάνω από 1. Συνεπώς,
µπορούµε ν’ αποκλείσουµε την πιθανότητα ότι αυτά τα κύµατα παράχθηκαν τοπικά
από την αστάθεια κύκλοτρον ακριβώς τη χρονική στιγµή που παρατηρήθηκαν, εφό-
σον αυτή η αστάθεια απαιτεί Tek /Te⊥ < 1 για να διεγερθεί. Ωστόσο, όπως ϕαίνεται
στο Σχήµα 8.9, υπάρχουν ορισµένες χρονικές περίοδοι µικρής διάρκειας όπου ο λό-

193
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

γος Tek /Te⊥ είναι < 1, επιτρέποντας την πιθανότητα αυτά τα κύµατα να παράχθηκαν
κάπου αλλού µέσα στην περιοχή της πολικής χοάνης αλλά να παρατηρήθηκαν από
τα διαστηµόπλοια καθώς διαδόθηκαν αποµακρυνόµενα από το σηµείο παραγωγής
τους [Pickett et al., 2001]. Ακόµα και στην περίπτωση όπου η αστάθεια κύκλοτρον
γεννιέται τοπικά οι ενέργειες των ηλεκτρονίων που ϑα µπορούσαν να προκαλέσουν
την γένεση της αστάθειας κυµαίνονται από µερικά eV έως µερικά keV [Pickett et al.,
2001], πολύ κατώτερες των ενεργειών του οργάνου RAPID. Συνεπώς, είναι λογικό να
συµπεράνουµε ότι τα υπέρθερµα ηλεκτρόνια πάνω από τα ∼25 keV είναι το αποτέ-
λεσµα και όχι η αιτία των παρατηρούµενων κυµάτων.

• Υπέρθερµα ιόντα οξυγόνου ιονοσφαιρικής προέλευσης στη µαγνητοουρά


και η σχέση τους µε τη διεργασία έναρξης των υποκαταιγίδων

Κατά τη διάρκεια της εκτόνωσης του σέλαος προς τους πόλους αναµένουµε η ιονόσ-
ϕαιρα να τροφοδοτεί µε ιόντα το στρώµα ϱεύµατος από την περιοχή της έναρξης της
υποκαταιγίδας στην πλησίον της Γης πλευρά της µαγνητοουράς έως και τις πολύ
αποµακρυσµένες περιοχές. Με ϐάση µια δουλειά προσοµοίωσης από τους Winglee
[2003] οι οποίοι µοντελοποίησαν τροχιές µεµονοµένων σωµατιδίων, ϐαρέα ιόντα και
από την πολική χοάνη και από τη νυχτερινή πλευρά του σέλαος δείχνουν µια προ-
τίµηση στο να εισέρχονται στο πλησίον της Γης στρώµα πλάσµατος. Συµπληρωµατικά
προς τις παραπάνω προσοµοιώσεις, οι παρατηρήσεις µας υποδεικνύουν επιπλέον ότι
η τυρβώδης περιοχή της χοάνης είναι µια δεξαµενή ενεργειακών ιόντων Ο+ η οποί-
α ϑα µπορούσε να τροφοδοτεί τη µαγνητοουρά αδιαλείπτως µε ενεργειακά ιόντα
οξυγόνου των οποίων η συµπεριφορά είναι στενά συνδεδεµένη µε την εξέλιξη των
µαγνητοσφαιρικών υποκαταιγίδων, όπως γίνεται αντιληπτό παρακάτω.
Ο ϱόλος του Bz για την έναρξη της διεργασίας των υποκαταιγίδων, το οποίο
µεταφέρεται από µια περιοχή επανασύνδεσης, συνειδητοποιήθηκε αρχικά από τους
Vogiatzis et al. [2005]. ΄Οπως οι Vogiatzis et al. [2005] πρότειναν και κατόπιν
επιβεβαιώθηκε πειραµατικά από τους Shiokawa et al. [2005], η τροφοδοσία της
εσωτερικής πλευράς του στρώµατος πλάσµατος (της περιοχής µετάβασης µεταξύ της
διπολικής και της επιµηκυσµένης γεωµετρίας του µαγνητικού πεδίου) µε Bz < 0
διεγείρει κινητικές αστάθειες στη γειτονιά του στρώµατος ϱεύµατος εξαιτίας της αυξ-
ανόµενης σχετικής ταχύτητας ολίσθησης µεταξύ των µη αδιαβατικών ιόντων και των
αδιαβατικών ηλεκτρονίων. Αυτή η ενισχυµένη κυµατική τύρβη έχει ως αποτέλεσµα
τη διάρρηξη του κάθετου ϱεύµατος ουράς, το σχηµατισµό του σφηνοειδούς συστή-
µατος ϱευµάτων υποκαταιγίδας, σηµατοδοτώντας την έναρξη µιας υποκαταιγίδας.
Λόγω του γεγονότος ότι αυτή η ταχύτητα είναι επίσης ανάλογη της µη αδιαβατικότη-
τας των ιόντων και από τη στιγµή που η µη αδιαβατικότητα ενισχύεται αυξανοµένης
της γυροακτίνας των σωµατιδίων, ϑα περιµέναµε τα υπέρθερµα µονοσθενή οξυγόν-
α στο ενεργειακό εύρος του RAPID να είναι ο ιδανικός υποψήφιος για τη µέγιστη
αύξηση αυτής της σχετικής ταχύτητας ολίσθησης. Η κρίσιµη ερώτηση τώρα είναι :
Ποια περιοχή του γεωδιαστηµικού χώρου ϑα µπορούσε να προσφέρει ένα τόσο εξ-
αιρετικά µη αδιαβατικό πληθυσµό ; Βάσει των παρατηρήσεων µας ϑα µπορούσαµε
να πούµε ότι η πολική χοάνη είναι σίγουρα µία από τις πηγαίες περιοχές η οποία ϑα

194
8.5. ӟΥΝΟΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕџΑΣΜΑΤΑ

µπορούσε αδιαλείπτως να τροφοδοτεί µε υπέρθερµα Ο+ τη νυχτερινή πλευρά του ιση-


µερινού στρώµατος πλάσµατος µέσω των τροχιών Shabansky κατά µήκος κλειστών
δυναµικών γραµµών [Fritz et al., 2000, 2003]. Κατά συνέπεια, κατά τη διάρκεια
µιας υποκαταιγίδας και κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες που τίθενται από τη
διεργασία της επανασύνδεσης στη µαγνητοουρά (µεταφορά προς τη Γη Bz < 0) υπ-
έρθερµα, εξαιρετικώς µη αδιαβατικά ιόντα Ο+ ϑα µπορούσαν να είναι ένας ενεργός
πληθυσµός του ουδετέρου στρώµατος ο οποίος να συµµετέχει στη διεργασία έναρξης
των υποκαταιγίδων ϑεωρώντας ϐέβαια ότι η πολική χοάνη συνεχώς τροφοδοτεί µε
τέτοιου είδους σωµατίδια την εσώτερη πλευρά του στρώµατος πλάσµατος.

8.5 Σύνοψη και Συµπεράσµατα


Αυτό το κεφάλαιο παρουσιάζει µια µελέτη επιταχυνόµενων ιόντων CNO (κυρίως
µονοσθενώς ιονισµένα ιόντα οξυγόνου) που παρατηρούνται από το όργανο Clus-
ter/RAPID στην εξώτερη περιοχή της πολικής χοάνης κατά τη διάρκεια της άνοιξης
2001 και 2002. Η έρευνά µας δείχνει ότι όλα τα ϕαινόµενα αποτελούν ένα µόνι-
µο χαρακτηριστικό της περιοχής της χοάνης µε ενισχύσεις ενεργειακών σωµατιδίων
και κυµατικής δραστηριότητας να καταγράφονται όποτε τα διαστηµόπλοια Cluster
εισέρχονται στη διαµαγνητική κοιλότητα της πολικής χοάνης. Οι ταυτόχρονες µετρή-
σεις απότοµων ενισχύσεων στα χαµηλής συχνότητας ηλεκτροµαγνητικά κυµατικά
πεδία παρέχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η ϑέρµανση/επιτάχυνση των ιόντων/ηλεκτρονίων
προκαλείται από αλληλεπιδράσεις συντονισµού µε µεγάλου εύρους, χαµηλής συχνότη-
τας ηλεκτροµαγνητικά κύµατα. Επιπρόσθετα, η αποδοτικότητα στην επιτάχυνση των
σωµατιδίων ϕαίνεται να εξαρτάται τόσο από την κυµατική ισχύ πλησίον της τοπικής
γυροσυχνότητας των σωµατιδίων όσο και από τον τύπο και τον αριθµό των συντονισ-
µών κύκλοτρον που τα σωµατίδια υπόκεινται κατά τη παραµονή τους στην περιοχή
παγίδευσης. Το γεγονός ότι σε κάθε πέρασµα από την πολική χοάνη παρατηρούµε
εκροή ιόντων Ο+ στο υπέρθερµο ενεργειακό εύρος, έχει σηµαντικές συνέπειες στη
διεργασία έναρξης των υποκαταιγίδων εφόσον αυτά τα σωµατίδια έχουν µεγάλες Lar-
mor ακτίνες σε σχέση µε τα πρωτόνια της ίδιας ενέργειας και εποµένως είναι πολύ
περισσότερο µη αδιαβατικά. Συνεπώς, ενεργειακά Ο+ , κάτω από τις κατάλληλες συν-
ϑήκες που τίθενται από τη διεργασία της επανασύνδεσης στη µαγνητοουρά [Vogiatzis
et al., 2005], ϑα µπορούσαν να είναι ένας εν δυνάµει πηγαίος πληθυσµός για τη
διέγερση κινητικών ασταθειών οι οποίες προκαλούν την έναρξη των υποκαταιγίδων
στη µη αδιαβατική και αρκετά λεπτή περιοχή του ουδετέρου στρώµατος.
Παρόλο που εδώ παρουσιάσαµε µόνο δύο απ’ τα ϕαινόµενα του Πίνακα 8.1,
τα γενικά χαρακτηριστικά που παρουσιάζονται σ’ αυτά τα δύο περάσµατα από την
πολική χοάνη είναι τυπικά και συχνά παρατηρούµενα και στα υπόλοιπα ϕαινόµε-
να. Εποµένως, οι παρατηρήσεις υπέρθερµων σωµατιδίων στις περιοχές των πολικών
χοάνων για τα οχτώ ϕαινόµενα που µελετήθηκαν έως τώρα, υποδεικνύει ότι αυτές
οι περιοχές του γεωδιαστηµικού χώρου, µέσω της παρουσίας έντονης ηλεκτροµαγν-
ητικής τύρβης χαµηλής συχνότητας, είναι ικανές στο να επιταχύνουν και συνεχώς
να τροφοδοτούν τη µαγνητόσφαιρα µε ενεργειακά σωµατίδια µε όλες τις επιπτώσεις
που αυτό το ϕαινόµενο µπορεί να έχει στη µαγνητοσφαιρική δυναµική.

195
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 8. ΠΑΡΑΤΗџΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΑΧΥ͟ΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙ∆ŸΙΩΝ ΣΕ ΥПΕΡΘΕΡΜΕΣ
Ε͟ΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠŸΟ ΤΑ ∆ΙΑΣΤΗ̟ΟΠΛΟΙΑ CLUSTER ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧŸΗ ΤΗΣ ΧϟΑΝΗΣ
ΣΧΕΤΙƟΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗ˟ΗΣ ΣΥΧ͟ΟΤΗΤΑΣ ΚΥΜΑΤΙΚŸΗ ∆ΡΑΣΤΗΡɟΟΤΗΤΑ.
ΠΙΘΑ͟ΕΣ ΣΥ͟ΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΕΡΓΑӟΙΑ ŸΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΙßΙ∆ΩΝ

196
Κεφάλαιο 9

Επιτοµή και Συµπεράσµατα

9.1 Σύνοψη των Αποτελεσµάτων


Το ϑέµα αυτής της διατριβής ήταν η διερεύνηση µηχανισµών επιτάχυνσης υπέρ-
ϑερµων σωµατιδίων σε δύο Ϲωτικής σηµασίας περιοχές του γεωδιαστηµικού χώρου·
την περιοχή της µαγνητοουράς και της πολικής χοάνης. Παρακάτω παρουσιάζουµε
συνοπτικά τ’ αποτελέσµατα της διατριβής τονίζοντας τη συνεισφορά της στην υπάρ-
χουσα επιστηµονική γνώση.
΄Ενα από τα ϐασικά χαρακτηριστικά των υποκαταιγίδων είναι η εµφάνιση υπ-
έρθερµων ηλεκτρονίων στην πλησίον της Γης µαγνητοουρά. Μια πληθώρα από
µελέτες απέδωσε την ενέργεια που κερδίζουν αυτά τα ηλεκτρόνια καθώς και τις
παρατηρούµενες κατανοµές της γωνίας κλίσης τους στους δύο επικρατέστερους µηχανισ-
µούς επιτάχυνσης που είναι ενεργοί στη µαγνητοουρά της Γης κατά τη διάρκεια των
υποκαταιγίδων. Η (παράλληλη) επιτάχυνση Fermi, από τη µια µεριά, επικρατεί σε
µεγαλύτερες αποστάσεις από τη Γη συγκρινόµενη µε την (κάθετη) επιτάχυνση ϐή-
τατρον, από τη άλλη, η οποία επικρατεί σε περιοχές εγγύτερα της Γης. Και οι δύο
µηχανισµοί ϐασίζονται στην προσέγγιση οδηγούντος κέντρου όπου ϑεωρούµε ότι τα
σωµατίδια διατηρούν την πρώτη και δεύτερη αδιαβατική τους σταθερά.
Σ’ αυτή τη διατριβή µελετήσαµε µοναδικές ανισοτροπίες ενεργειακών ηλεκτρονί-
ων κάθετα στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου οι οποίες εµφανίστηκαν στη µαγν-
ητοουρά σε αποστάσεις −14 RE ≤ X ≤ −19 RE κατά τη διάρκεια µαγνητοσφαιρικών
υποκαταιγίδων. Για να πραγµατοποιήσουµε µια τέτοια έρευνα στραφήκαµε στο επί
µακρόν ερευνούµενο πεδίο της εξέλιξης των υποκαταιγίδων υπό το πλαίσιο πολυ-
δορυφορικών παρατηρήσεων και κάναµε απόπειρα να κατασκευάσουµε ένα ϐελτι-
ωµένο µοντέλο για την εξέλιξη των υποκαταιγίδων. Με ϐάση αυτό το µοντέλο µελετή-
σαµε τη συµπεριφορά των ενεργειακών ηλεκτρονίων καθώς και τα ϕασµατικά τους
χαρακτηριστικά µε σκοπό ν’ αποτιµήσουµε την προέλευσή τους.
Πραγµατοποιήθηκαν δύο µελέτες ϕαινοµένων οι οποίες έδειξαν µοναδικά χαρακ-
τηριστικά ανισοτροπίας στη γωνία κλίσης. Η πρώτη µελέτη (κεφάλαιο 6) στις 27
Αυγούστου του 2001, έδειξε την ύπαρξη ενεργειακών ηλεκτρονίων γωνίας κλίοης 90◦
στις ∼19 RE πλησίον του µεσονύχτιου µεσηµβρινού κατά τη διάρκεια της ϕάσης
αποκατάστασης µιας υποκαταιγίδας. Οι παρατηρήσεις έδειξαν ότι ο ανισοτροπικός
πληθυσµός των ηλεκτρονίων δεν σχετιζόταν µ’ ένα µηχανισµό επιτάχυνσης λόγω
σχηµατισµού Χ γραµµής στη µαγνητοουρά, αλλά µάλλον ότι αυτά τα σωµατίδι-
α παρήχθησαν δυτικά των δορυφόρων Cluster εξαιτίας της αζιµουθιακής και µε
κατεύθυνση προς την ουρά εκτόνωσης µιας περιοχής διάρρηξης ϱεύµατος. Επι-

197
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 9. ΕΠΙΤΟΜŸΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕџΑΣΜΑΤΑ

πλέον, χρησιµοποιώντας µετρήσεις µαγνητικού πεδίου και ενεργειακών σωµατιδίων


από ένα αριθµό δορυφόρων, συνθέσαµε ένα ϐελτιωµένο µοντέλο υποκαταιγίδων το
οποίο ϐασίζεται στα ϕαινόµενα επανασύνδεσης στην ουρά και διάρρηξης του κάθετου
ϱεύµατος ουράς.
Η δεύτερη µελέτη (κεφάλαιο 7) υποστήριξε περαιτέρω και επέκτεινε τα ευρήµα-
τα της πρώτης. Συγκεκριµένα, αναλύοντας δεδοµένα µαγνητικού και ηλεκτρικού
πεδίου καθώς επίσης και τις γωνίες κλίσης και τα ϕασµατικά χαρακτηριστικά ενός
ϕαινοµένου ενεργειακών ηλεκτρονίων κατά τη διάρκεια της ϕάσης αποκατάστασης
µιας υποκαταιγίδας στις 7 Οκτωβρίου του 2002, δείξαµε το γεγονός ότι ο πληθυσ-
µός των ηλεκτρονίων αποτελείτο από δύο ξεχωριστές συνιστώσες οι οποίες συµπερ-
ιφέρονταν ανεξάρτητα και µε τυχαίο τρόπο η µία σε σχέση µε την άλλη. Αυτό µας
οδήγησε στο συµπέρασµα ότι οι δύο πληθυσµοί ηλεκτρονίων παράλληλα και κά-
ϑετα στη διεύθυνση του µαγνητικού πεδίου όφειλαν την ύπαρξή τους σε διαφορε-
τικούς µηχανισµούς επιτάχυνσης. Οδηγηθήκαµε επιπλέον στο συµπέρασµα ότι οι
ενισχύσεις της έντασης των ηλεκτρονίων κάθετα στο µαγνητικό πεδίο, από τη µια
µεριά, παρήχθησαν από ένα αζιµουθιακά και µε κατεύθυνση προς την ουρά εκ-
τονούµενο µέτωπο διάρρηξης ϱεύµατος, ενώ τα δι-κατευθυντικά ηλεκτρόνια, από
την άλλη πλευρά, παρήχθησαν στη γειτονιά του ουδετέρου στρώµατος ή γύρω από
µια περιοχή τύπου Χ, όπως προτείνεται από έναν αριθµό προηγούµενων µελετών.
Επιπρόσθετα, το µοντέλο υποκαταιγίδων που αναπτύχθηκε στην πρώτη µελέτη, στενά
σχετιζόµενο µε το ϱόλο που διαδραµατίζει ο σχηµατισµός Χ γραµµής στην έναρξη
των υποκαταιγίδων, δουλεύτηκε µε µεγαλύτερη λεπτοµέρεια.
Σκοπός του δεύτερου µέρους της διατριβής (κεφάλαιο 8) ήταν η µελέτη του
τρόπου µε τον οποίο τα σωµατίδια επιταχύνονται σε υπέρθερµες ενέργειες στη δια-
µαγνητική κοιλότητα της πολικής χοάνης και η συζήτηση πιθανών επιπτώσεων στη
µαγνητοσφαιρική δυναµική. Γι’ αυτό το λόγο εξετάσαµε µερικά περάσµατα του
Cluster από την πολική χοάνη για τα έτη 2001 και 2002 χρησιµοποιώντας δε-
δοµένα από διάφορα όργανα. Σ’ αυτή τη διατριβή παρουσιάσαµε δύο απ’ αυτά τα
περάσµατα τα οποία καταδεικνύουν τα γενικά χαρακτηριστικά των ϕαινοµένων που
εξετάσαµε. Η µελέτη έδειξε ότι όλα τα ϕαινόµενα αποτελούσαν µόνιµο χαρακτηρισ-
τικό της πολικής χοάνης όπου, όποτε τα διαστηµόπλοια Cluster διέρχονταν µέσα
από τη διαµαγνητική κοιλότητά της κατέγραφαν αυξηµένη σωµατιδιακή και κυ-
µατική δραστηριότητα. Οι ταυτόχρονες παρατηρήσεις έντονης δραστηριότητας στα
χαµηλής συχνότητας ηλεκτροµαγνητικά κυµατικά πεδία αποτέλεσαν ισχυρή ένδειξη
ότι η ϑέρµανση/επιτάχυνση των ιόντων/ηλεκτρονίων προκαλείται από αλληλεπιδρά-
σεις συντονισµού µε µεγάλου εύρους Ϲώνης, χαµηλής συχνότητας ηλεκτροµαγν-
ητικά κύµατα. Επιπλέον, η αποδοτικότητα στην επιτάχυνση των σωµατιδίων ϕαίνε-
ται να εξαρτάται τόσο από την κυµατική ισχύ πλησίον της τοπικής γυροσυχνότητας
των σωµατιδίων όσο και από τον τύπο και τον αριθµό των συντονισµών κύκλοτρον
που τα σωµατίδια υπόκεινται κατά τη διάρκεια της παραµονής τους στην περιοχή
παγίδευσης. Το γεγονός ότι σε κάθε πέρασµα από την πολική χοάνη παρατηρούσαµε
εξερχόµενα ιόντα Ο+ στο εύρος των υπέρθερµων ενεργειών έχει σηµαντικές επιπτώ-
σεις στη διεργασία έναρξης των υποκαταιγίδων από τη στιγµή που αυτά τα σωµατίδια
είναι εξαιρετικώς µη αδιαβατικά. Κατά συνέπεια, ενεργειακά Ο+ , κάτω από κατάλλη-
λες συνθήκες που καθορίζονται από τη διεργασία επανασύνδεσης στη µαγνητοουρά,
ϑα µπορούσαν ν’ αποτελέσουν τον πιθανό πληθυσµό για τη διέγερση κινητικών ασ-
ταθειών υπεύθυνων για την έναρξη των υποκαταιγίδων στη µη αδιαβατική και αρκετά

198
9.2. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚŸΗ ∆ΟΥΛΕɟΑ

λεπτή περιοχή του ουδετέρου στρώµατος.

9.2 Μελλοντική ∆ουλειά


Μελλοντική δουλειά που χρειάζεται να γίνει για την περαιτέρω διερεύνηση του προβ-
λήµατος της εµφάνισης κάθετων κατανοµών ενεργειακών ηλεκτρονίων στην περιοχή
της ουράς, περιλαµβάνει µελέτη παρόµοιων ϕαινοµένων µε αυτά που παρουσιάσθηκαν
στα κεφάλαια 6 και 7. Αυτό ϑα µας ϐοηθήσει να ξεκαθαρίσουµε εάν τ’ αποτελέσµα-
τα της έρευνάς µας µπορούν να γενικευθούν και να εδραιωθούν ως συνήθη χαρακ-
τηριστικά που εµφανίζονται κατά τη διάρκεια µιας υποκαταιγίδας. Βέβαια, για την
επίτευξη αυτού του στόχου χρειαζόµαστε πολυδορυφορικές µετρήσεις οι οποίες να
γίνονται σ’ ένα µεγάλο εύρος ακτινικών αποστάσεων και εποµένως η έρευνά µας να
µην περιορίζεται από την έλλειψη διαστηµοπλοίων στη σωστή ϑέση το σωστό χρόνο,
καθιστώντας τις µετρήσεις µας λιγότερο πρόσφορες.
Παρόλο που σήµερα υπάρχουν αρκετά διαστηµόπλοια σε τροχιά γύρω από τη Γη
παρέχοντάς µας πολύτιµα δεδοµένα, συνήθως είναι δύσκολο να συνδυάσουµε αυτά
τα δεδοµένα για τη µελέτη συγκεκριµένων µαγνητοσφαιρικών ϕαινοµένων από τη
στιγµή που οι επιστηµονικοί στόχοι των διαφόρων διαστηµικών αποστολών διαφέρουν
σηµαντικά µεταξύ τους.
Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι ένα µεγάλο µέρος των κυµάτων στην ανάλυση του
κεφαλαίου 8 παρουσιάζει αριστερόχειρη πόλωση πάνω από την ιοντική συχνότητα
κύκλοτρον παραµένει ακόµα ένα ανοικτό ερώτηµα από τη στιγµή που ϑεωρητικά τα
αριστερόχειρα/Alfvén κύµατα δεν µπορούν να διαδοθούν ούτε κάθετα στη διεύθυν-
ση του µαγνητικού πεδίου αλλά ούτε και σε συχνότητες µεγαλύτερες της ιοντικής
συχνότητας κύκλοτρον. Συνεπώς, αυτό είναι ένα ϑέµα που χρίζει προσοχής και ϑα
πρέπει να ερευνηθεί από µελλοντικές µελέτες.

9.3 Τελικές Παρατηρήσεις


Οι υποκαταιγίδες έχουν εκτεταµένα µελετηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων
σαράντα ετών. Παρόλο που πολλά µοντέλα έχουν αναπτυχθεί για να εξηγήσουν
την ϕαινοµενολογία των υποκαταιγίδων κανένα απ’ αυτά δεν υπήρξε ικανό να δώ-
σει µια πλήρη εικόνα των ϕαινοµένων που λαµβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια µιας
µαγνητοσφαιρικής καταιγίδας. Τα δύο πιο γνωστά µοντέλα (το µοντέλο ουδέτερ-
ης γραµµής πλησίον της Γης και το µοντέλο διάρρηξης ϱεύµατος) πάσχουν από
ασυµφωνίες και κανένα από τα δύο δεν είναι ικανό να ενσωµατώσει όλες τις καλά
καθορισµένες παρατηρήσεις.
Σ’ αυτή τη δουλειά επωφελούµενοι από το µεγάλο όγκο παρατηρήσεων από ένα
αριθµό διαστηµοπλοίων σε τροχιά γύρω από τη Γη, επιχειρήσαµε να γεφυρώσουµε
το κενό µεταξύ των δύο αντιµαχόµενων µοντέλων. Αυτό µας οδήγησε στην πρόταση
ενός ϐελτιωµένου µοντέλου το οποίο ενσωµατώνει στοιχεία και απ’ τα δύο µοντέλα
NENL και CD προσφέροντας µια νέα ϐάση για την ανάλυση και ερµηνεία µαγν-
ητοσφαιρικών δεδοµένων. Βέβαια, για να επιβεβαιώσουµε την εγκυρότητα του νέου
µοντέλου χρειαζόµαστε νέες, ϐελτιωµένες διαστηµικές αποστολές των οποίων τα δι-
αστηµόπλοια να ϐρίσκονται στη σωστή ϑέση τη στιγµή που πρέπει, παρέχοντάς µας
πιο λυσιτελείς διαστηµικές µετρήσεις.

199
ΚΕ֟ΑΛΑΙΟ 9. ΕΠΙΤΟΜŸΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕџΑΣΜΑΤΑ

΄Ενα από τα ϕαινόµενα που το ϐελτιωµένο µοντέλο είναι ικανό να εξηγήσει εί-
ναι η ύπαρξη των κάθετων ανισοτροπιών στα ενεργειακά ηλεκτρόνια και η έλλειψη
παρόµοιων ανισοτροπιών στα πρωτόνια, όπως παρουσιάστηκε στα κεφάλαια 6 και 7.
Επίσης, κύριο χαρακτηριστικό του µοντέλου είναι το γεγονός ότι ϑέτει υπό αµφισ-
ϐήτηση µελέτες που υιοθετούν την προσέγγιση οδηγούντος κέντρου για να εξηγήσουν
την ενεργοποίηση των σωµατιδίων κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των υποκαταιγίδων.
Παρόλο που οι επιταχύνσεις Fermi και ϐήτατρον είναι δύο πλέον αποδεκτοί µηχανισ-
µοί για αδιαβατική ϑέρµανση/επιτάχυνση, η παρούσα δουλειά ϕέρνει στο προσκήνιο
ένα άλλο σηµαντικό ϑέµα· αυτό της αιφνίδιας, µη αδιαβατικής ενεργοποίησης των
σωµατιδίων από τοπικά επαγόµενα ηλεκτρικά πεδία λόγω διάρρηξης ϱεύµατος και
επακόλουθης διπολοποίησης του µαγνητικού πεδίου.
Εκτός από τους προαναφερόµενους µηχανισµούς επιτάχυνσης υπεύθυνους για
την εµφάνιση υπέρθερµων σωµατιδίων στην πλησίον της Γης µαγνητοουρά, υπάρχει
επίσης και ένας επιπρόσθετος µηχανισµός ενεργός στην περιοχή της πολικής χοάνης
ο οποίος αδιαλείπτως τροφοδοτεί τη µαγνητοουρά µε ενεργειακά σωµατίδια. Αυτός
ο µηχανισµός ϐασίζεται στις αλληλεπιδράσεις συντονισµού κύµατος-σωµατιδίου για
την ενεργοποίηση των ϕορτισµένων σωµατιδίων σε υπέρθερµες ενέργειες.

200
Βιβλιογραφία

Aggson, T. L., J. P. Heppner, and N. C. Maynard, Observations of large magne-


tospheric electric fields during the onset phase of a substorm, J. Geophys. Res.,
88, 3981–3990, 1983.

Akasofu, S.-I., The development of the auroral substorm, Planet. Space Sci., 12,
273–282, 1964.

Akasofu, S.-I., Polar and magnetospheric substorms, D. Reidel, Dordrecht, The


Netherlands, 1968.

Akasofu, S.-I., and C.-I. Meng, Intense negative bays inside the auroral zone I.
The evening sector, J. Atmos. Terr. Phys., 29, 965, 1969.

Akasofu, S.-I., S. DeForest, and C. McIlwain, Auroral displays near the "foot" of
the fiels line of the ATS-5 satellite, Planet. Space Sci., 22, 25–28, 1974.

André, M., and A. W. Yau, Theories and observations of ion energization and
outflow in the high latitude magnetosphere, Space Sci. Rev., 80, 27–48, 1997.

André, M., G. B. Crew, W. K. Peterson, et al., Ion heating by broadband low-


frequency waves in the cusp/cleft, J. Geophys. Res., 95, 20,809–20,823, 1990.

Angelopoulos, V., et al., Bursty bulk flows in the inner central plasma sheet, J.
Geophys. Res., 97, 4027–4039, 1992.

Angelopoulos, V., et al., Statistical characteristics of bursty bulk flow eventes, J.


Geophys. Res., 99, 21,257–21,280, 1994.

Angelopoulos, V., et al., Multipoint analysis of a bursty bulk flow event on April
11, 1985, J. Geophys. Res., 101, 4967–4989, 1996.

Arnodly, R. L., and T. E. Moore, The longitudinal structure of substorm injections


at synchronous orbit, J. Geophys. Res., 88, 6213–6220, 1983.

Arvelius, S., M. Yamauchi, H. Nilsson, et al., Statistics of high-altitude and high-


latitude O+ ion outflows observed by Cluster/CIS, Ann. Geophys., 23, 1909–
1916, 2005.

Asikainen, T., and K. Mursula, Reconnection and energetic particles at the edge
of the exterior cusp, Ann. Geophys., 24, 1949–1956, 2006.

201
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Baker, D. N., Particle and field signatures of substorms in the near magnetotail, in
Magnetic Recconection in Space and Laboratory Plasmas, edited by E. W. Hones,
vol. 30 of Geophys. Monogr. Ser., pp. 193–202, AGU, Washington, D. C., 1984.

Baker, D. N., and R. L. McPherron, Extreme energetic particle decreases near geo-
stationary orbit: A manifestation of current diversion within the inner plasma
sheet, J. Geophys. Res., 95, 6591–6599, 1990.

Baker, D. N., and E. C. Stone, Energetic electron anisotropies in the magnetotail:


Identification of open and closed field lines, Geophys. Res. Lett., 3, 557–560,
1976.

Baker, D. N., and E. C. Stone, Observations of energetic electrons (E≥200keV) in


the Earth’s magnetotail: Plasma sheet and fireball observations, J. Geophys.
Res., 82, 1532–1546, 1977.

Baker, D. N., W. K. Peterson, S. Eriksson, et al., Timing of magnetic reconnection


initiation during a global magnetospheric substorm onset, Geophys. Res. Lett.,
29, 2190–2193, 2002.

Baker, D. N., S. G. Kanekal, X. Li, S. P. Monk, J. Goldstein, and J. L. Burch,


An extreme distortion of the Van Allen belt arising from the "Hallowe’en" solar
storm in 2003, Nature, 432, 878–881, 2004.

Baker, D. N., et al., Neutral line model of substorms: Past results and present
view, J. Geophys. Res., 101, 12,975–13,010, 1996.

Balogh, A., M. W. Dunlop, S. W. Cowley, et al., The Cluster magnetic field inves-
tigation, Space Sci. Rev., 79, 65–91, 1997.

Baumjohann, W., Ionospheric and field-aligned current systems in the auroral


zone: A concise review, Adv. Space Res., 2, 55–62, 1983.

Baumjohann, W., G. Paschmann, and C. A. Cattell, Average plasma properties in


the central plasma sheet, J. Geophys. Res., 94, 6597–6606, 1989.

Baumjohann, W., G. Paschmann, and H. Luehr, Characteristics of high-speed ion


flows in the plasma sheet, J. Geophys. Res., 95, 3801–3809, 1990.

Baumjohann, W., M. Hesse, S. Kokubun, T. Mukai, T. Nagai, and A. A.


Petrukovich, Substorm dipolarization and recovery, J. Geophys. Res., 104,
24,995–25,000, 1999.

Belian, R. D., D. N. Baker, E. W. Hones, P. R. Higbie, S. J. Bame, and J. R.


Ashbridge, Timing of energetic proton enhancements relative to magnetospheric
substorm activity and its implications for sustorms theory, J. Geophys. Res.,
86, 1415–1421, 1981.

Birn, J., and M. Hesse, Details of current disruption and diversion in simulations
of magnetotail dynamics, J. Geophys. Res., 101, 15,345–15,358, 1996.

202
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Birn, J., M. F. Thomsen, J. E. Borovsky, G. D. Reeves, D. J. McComas, and


R. D. Belian, Characteristic plasma properties during dispersionless substorm
injections at geosynchronous orbit, J. Geophys. Res., 102, 2309–2324, 1997a.

Birn, J., M. F. Thomsen, J. E. Borovsky, G. D. Reeves, D. J. McComas, and


R. D. Belian, Substorm ion injections: Geosynchronous observations and test
particle orbits in three-dimensional dynamic MHD fields, J. Geophys. Res., 102,
2325–2341, 1997b.

Birn, J., M. F. Thomsen, J. E. Borovsky, G. D. Reeves, D. J. McComas, and R. D.


Belian, Substorm electron injections: Geosynchronous observations and test
particle simulations, J. Geophys. Res., 103, 9235–9248, 1998.

Birn, J., M. F. Thomsen, J. E. Borovsky, G. D. Reeves, and M. Hesse, Particle


acceleration in the dynamic magnetotail, Physics of Plasmas, 7, 2149–2156,
2000.

Błȩcki, J., S. Savin, H. Rothkaehl, et al., The role of wave-particle interactions


in the dynamics of plasma in the polar cusp, Cosmic Research, 41, 332–339,
2003.

Bogdanova, Y. V., B. Klecker, G. Paschmann, et al., Investigation of the source


region of ionospheric oxygen outflow in the cleft/cusp using multi-spacecraft
observations by CIS onboard Cluster, Adv. Space Res., 34, 2459–2464, 2004.

Bohm, D., Quantitative description of the arc plasma in a magnetic field, in Char-
acteristics of Electrical Discharges in Magnetic Fields, edited by A. Guthrie and
R. Walkerling, p. 1, McGraw-Hill, New York, 1949.

Bouhram, M., N. Dubouloz, M. Malingre, et al., Ion outflow and associated per-
pendicular heating in the cusp observed by Interball Auroral Probe and Fast
Auroral Snapshot, J. Geophys. Res., 107, doi:10.1029/2001JA000,091, 2002.

Bouhram, M., M. Malingre, J. R. Jasperse, et al., Modelling transverse heating


and outflow of ionospheric ions from the dayside cusp/cleft. 1 A parametric
study, Ann. Geophys., 21, 1753–1771, 2003.

Bouhram, M., B. Klecker, W. Miyake, et al., On the altitude dependence of trans-


versely heated O+ distributions in the cusp/cleft, Ann. Geophys., 22, 1787–
1798, 2004.

Chen, J., and T. A. Fritz, Correlation of cusp MeV helium with turbulent ULF
power spectra and its implications, Geophys. Res. Lett., 25, 4113–4116, 1998b.

Chen, J., and T. A. Fritz, Origins of energetic ions in CEP events and their impli-
cations, Int. J. Geomagn. Aeron., 2, 31–44, 2000.

Chen, J., T. A. Fritz, R. B. Sheldon, H. E. Spence, et al., A new temporarily


confined population in the polar cap during the August 27, 1996 geomagnetic
field distortion period, Geophys. Res. Lett., 24, 1447–1450, 1997.

203
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Chen, J., T. A. Fritz, R. B. Sheldon, H. E. Spence, et al., Cusp energetic particle


events: Implications for a major acceleration region of the magnetosphere, J.
Geophys. Res., 103, 69–78, 1998a.

Cornilleau-Wehrlin, N., P. Chauveau, S. Louis, et al., The Cluster Spatio-Temporal


Analysis of Field Fluctuations (STAFF) Experiment, Space Sci. Rev., 79, 107–
136, 1997.

Corotini, F. V., Explosive tail reconnection: the growth and expansion phases of
magnetospheric substorms, J. Geophys. Res., 90, 7427–7447, 1985.

Craven, J. D., and L. A. Frank, Diagnosis of auroral dynamics using global auroral
imaging with emphasis on large-scale evolutions, in Auroral Physics, edited by
C.-I. Meng et al., p. 273, Cambridge University Press, 1991.

Cravens, T. E., Physics of Solar System Plasmas, Cambridge University Press,


1997.

Daglis, I. A., and W. I. Axford, Fast ionospheric response to enhanced activity in


geospace: Ion feeding of the inner magnetotail, J. Geophys. Res., 101, 5047–
5065, 1996.

Daglis, I. A., R. M. Thorne, W. Baumjohann, and S. Orsini, The terrestrial ring


current: Origin, formation, and decay, Rev. Geophys., 37(4), 407–438, 1999.

Daly, P. W., Converting from RAPID coordinates to GSE, DRN: DS-RAP-TN-0019,


I ssue 1, p. 1–5, 2004.

Delcourt, D. C., Particle acceleration by inductive electric fields in the inner mag-
netosphere, J. Atmos. Terr. Phys., 64, 551–559, 2002.

Delcourt, D. C., and T. E. Moore, Precipitation of ions induced by magnetotail


collapse, J. Geophys. Res., 97, 6405–6415, 1992.

Delcourt, D. C., and J. A. Sauvaud, Plasma sheet ion energization during dipo-
larization events, J. Geophys. Res., 99, 97–108, 1994.

Delcourt, D. C., J. A. Sauvaud, and A. Pedersen, Dynamics of single-particle orbits


during substorm expansion phase, J. Geophys. Res., 95, 20,853–20,865, 1990.

Dubouloz, N., D. Delcourt, M. Malingre, et al., Remote analysis of cleft ion ac-
celeration using thermal plasma measurements from Interball Auroral Probe,
Geophys. Res. Lett., 25, 2925–2928, 1998.

Dubouloz, N., M. Bouhram, C. Senior, et al., Spatial structure of the cusp/cleft


ion fountain: A case study using a magnetic conjugacy between Interball AP
and a pair of SuperDARN radars, J. Geophys. Res., 106, 261–274, 2001.

Fairfield, D. H., and L. J. Cahill, Transition region magnetic field and polar mag-
netic disturbances, J. Geophys. Res., 71, 155–169, 1966.

204
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Friedel, R. H. W., A. Korth, and G. Kremser, Substorm onsets observed by CR-


RES: Determination of energetic particle source regions, J. Geophys. Res., 101,
13,137–13,154, 1996.

Fritz, T. A., J. Chen, and B. Sheldon, The role of the cusp as a source for magne-
tospheric particles: A new paradigm?, Adv. Space Res., 25, 1445–1457, 2000.

Fritz, T. A., J. Chen, and G. L. Siscoe, Energetic ions, large dia-


magnetic cavities, and Chapman-Ferraro cusp, J. Geophys. Res., 108,
doi:10.1029/2002JA009,476, 2003.

Gonzales, W. D., J. A. Joselyn, Y. Kamide, H. W. Kroehl, G. Rostoker, B. T.


Tsurutani, and V. M. Vasyliunas, What is a geomagnetic storm?, J. Geophys.
Res., 99, 5771–5792, 1994.

Gorney, D. J., A. Clarke, D. Croley, et al., The distribution of ion beams and
conics below 8000 km, J. Geophys. Res., 86, 83–89, 1981.

Gray, P. C., and L. C. Lee, Particle pitch angle diffusion due to nonadiabatic effects
in the plasma sheet, J. Geophys. Res., 87, 7445–7452, 1982.

Griffiths, D. J., Introduction to Electrodynamics, 2nd ed., Prentice-Hall, Interna-


tional, 1999.

Grison, B., F. Sahraoui, B. Lavraud, et al., Wave particle interactions in the high-
altitude polar cusp: a Cluster case study, Ann. Geophys., 23, 3699–3713, 2005.

Gustafsson, G., et al., The electric field and wave experiment for the Cluster
mission, Space Sci. Rev., 79, 137–156, 1997.

Hada, T., A. Nishida, T. Terasawa, and E. W. Hones, Bi-directional electron pitch


angle anisotropy in the plasma sheet, J. Geophys. Res., 86, 11,211–11,224,
1981.

Haerendel, G., Disruption, balloning or auroral avalanche - on the cause of sub-


storms, in Proc. of the First International Conference on Substorms (ICS-1), p.
417, Eur. Space Agency, 1992.

Haerendel, G., and G. Paschmann, Entry of solar wind plasma into the mag-
netosphere, in Physics of the Hot Plasma in the Magnetosphere, edited by B.
Hultqvist and L. Stenflo, p. 23, Plenum, New York, 1975.

Haerendel, G., G. Paschmann, N. Sckopke, et al., The frontside boundary layer


of the magnetosphere and the problem of reconnection, J. Geophys. Res., 83,
3195–3216, 1978.

Hasegawa, A., Generation of field-aligned current during substorm, in Dynamics


of the magnetosphere, edited by S.-I. Akasofu, p. 529, D. Reidel, Norwell, Mass,
1979.

Heikkila, W. J., and R. J. Pellinen, Localized induced electric field within the
magnetotail, J. Geophys. Res., 82, 1610–1614, 1977.

205
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Hesse, M., and J. Birn, On dipolarization and its relation to the substorm current
wedge, J. Geophys. Res., 96, 19,417–19,426, 1991.

Hoshino, M., T. Mukai, T. Terasawa, and I. Shinohara, Suprathermal electron


acceleration in magnetic reconnection, J. Geophys. Res., 106, 25,979–25,997,
2001.

Jackson, J. D., Classical Electrodynamics, 1st ed., John Wiley & Sons, Inc., 1962.

Jacquey, C. J., J. A. Sauvaud, and J. Dandouras, Location and propagation of


the magnetotail current disruption during substorm expansion: Analysis and
simulation of an ISEE multi-onset event, Geophys. Res. Lett., 18, 389–392,
1991.

Johnstone, A. D., C. Alsop, S. Burge, et al., Peace: A Plasma Electron and Current
Experiment, Space Sci. Rev., 79, 351–398, 1997.

Kallenrode, M.-B., Space Physics. An introduction to plasmas and particles in the


Heliosphere and magnetospheres, 2nd ed., Springer-Verlag, 2001.

Kamide, Y., and W. Baumjohann, Magnetosphere-ionosphere coupling, Springer-


Verlag, 1993.

Kamide, Y., and J. F. Vickrey, Relative contribution of ionospheric conductivity


and electric field to the auroral electrojets, J. Geophys. Res., 88, 7989–7996,
1983.

Kamide, Y., and J. D. Winningham, A statistical study of the "instantaneous"


nightside auroral oval: The equatorward boundary of electron precipitations
observed by the Isis 1 and 2 satellites, J. Geophys. Res., 82, 5573–5588, 1977.

Kamide, Y., et al., Current understanding of magnetic storms: Storm-substorm


relationships, J. Geophys. Res., 103, 17,705–17,728, 1998.

Kaufmann, R. L., Substorm currents: Growth phase and onset, J. Geophys. Res.,
92, 7471–7489, 1987.

Kennel, C. F., and H. E. Petschek, Limits on stably trapped particle fluxes, J.


Geophys. Res., 71, 1–28, 1966.

Khotyaintsev, Y., A. Vaivads, Y. Ogawa, et al., Cluster observations of high-


frequency waves in the exterior cusp, Ann. Geophys., 22, 2403–2411, 2004.

Kistler, L. M., C. Mouikis, E. Möbius, et al., Contribution of nonadiabatic ions to


the cross-tail current in an O+ dominated thin current sheet, J. Geophys. Res.,
110, doi:10.1029/2004JA010,653, 2005.

Kistler, L. M., C. Mouikis, X. Cao, et al., Ion compostition and pressure changes
in storm time and nonstorm substorms in the vicinity of the near-Earth neutral
line, J. Geophys. Res., 111, doi:10.1029/2006JA011,939, 2006.

Kivelson, M. G., and C. T. Russell, Introduction to space physics, Cambridge Uni-


versity Press, 1997.

206
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Klumpar, D. M., Statistical distributions of the auroral electron albedo in the


magnetosphere, in Auroral Plasma Dynamics, pp. 163–171, AGU, Washington,
D. C., 1993.

Klumpar, D. M., J. M. Quinn, and E. G. Shelley, Counter-streaming electrons at


the geomagnetic equator near 9RE , Geophys. Res. Lett., 15, 1295–1298, 1988.

Koch, R., Wave-particle interactions in plasmas, Plasma Phys. Control. Fusion,


48, Β329–Β345, 2006.

Kokobun, S., and R. L. McPherron, Substorm signatures at synchronous altitude,


J. Geophys. Res., 86, 11,265–11,277, 1981.

Korth, A., Z. Y. Pu, G. Kremser, and A. Roux, A statistical study of substorm onset
conditions at geostationary orbit, in Magnetospheric Substorms, edited by J. R.
Kan et al., vol. 64 of Geophys. Monogr. Ser., p. 343, AGU, Washington, D. C.,
1991.

Koskinen, H. E., R. E. Lopez, R. J. Pellinen, T. I. Pulkkinen, D. N. Baker, and T.


Bösinger, Pseudobreakup and substorm growth phase in the ionosphere and
magnetosphere, J. Geophys. Res., 98, 5801–5813, 1993.

Landau, L. P., On the vibrations of the electronic plasma, J. Phys. Moscow, 10,
25–34, 1946.

Le, G., X. Blanco-Cano, C. T. Russell, et al., Electromagnetic ion cyclotron waves


in the high-altitude cusp: Polar observations, J. Geophys. Res., 106, 19,067–
19,079, 2001.

Lee, M. A., Coupled hydromagnetic wave excitation and ion acceleration upstream
of the Earth’s bow shock, J. Geophys. Res., 87, 5063–5080, 1982.

Li, X., D. N. Baker, M. Temerin, G. Reeves, and R. Belian, Simulation of dis-


persionless injections and drift echoes of energetic electrons associated with
substorms, Geophys. Res. Lett., 25, 3763–3766, 1998.

Li, X., T. E. Sarris, D. N. Baker, and W. K. Peterson, Simulation of energetic


particle injections associated with a substorm on August 27, 2001, Geophys.
Res. Lett., 30, 1004–1007, 2003.

Liou, K., C.-I. Meng, A. T. Y. Lui, P. T. Newell, M. Brittnacher, G. Parks, and


M. Nosé, A fresh look at substorm onset identifiers, in Proc. of the Forth Inter-
national Conference on Substorms (ICS-4), p. 249, Terra Scientific Publishing
Company / Kluwer Ac. Publ., 1998.

Liou, K., C.-I. Meng, A. T. Y. Lui, P. T. Newell, M. Brittnacher, G. Parks, G. D.


Reeves, R. R. Anderson, and K. Yumoto, On relative timing in substorm onset
signatures, J. Geophys. Res., 104, 22,807–22,818, 1999.

Lopez, R. E., and A. T. Y. Lui, A multisatellite case study of the expansion of a


substorm current wedge in the near-Earth magnetotail, J. Geophys. Res., 95,
8009–8017, 1990b.

207
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Lopez, R. E., A. T. Y. Lui, D. G. Sibeck, et al., On the relationship between the en-
ergetic particle flux morphology and the change in the magnetic field magnitude
during substorms, J. Geophys. Res., 94, 17,105–17,119, 1989.

Lopez, R. E., et al., Substorm variations in the magnitude of the magnetic field:
AMPTE/CCE observations, J. Geophys. Res., 93, 14,444–14,452, 1988a.

Lopez, R. E., et al., The radial and longitudinal propagation characteristics of


substorm injection, Adv. Space Res., 8, (9)91–(9)95, 1988b.

Lopez, R. E., et al., The longitudinal and radial distribution of magnetic reconfig-
urations in the near-Earth magnetotail as observed by AMPTE/CCE observa-
tions, J. Geophys. Res., 93, 997–1001, 1988c.

Lopez, R. E., et al., The energetic ion substorm injection boundary, J. Geophys.
Res., 95, 109–117, 1990a.

Lorrain, P., and D. R. Corson, Electromagnetic fields and waves, 2nd ed., W. H.
Freeman and Company, 1970.

Lui, A. T. Y., Estimates of current changes in the geomagnetic tail associated with
a substorm, Geophys. Res. Lett., 5, 853–856, 1978.

Lui, A. T. Y., Observations on plasma sheet dynamics during magnetospheric


substorms, in Dynamics of the Magnetosphere, edited by S.-I. Akasofu, pp.
563–597, D. Reidel, Hingham, Mass, 1979.

Lui, A. T. Y., A synthesis of magnetospheric substorm models, J. Geophys. Res.,


96, 1849–1856, 1991a.

Lui, A. T. Y., Current disruption in the Earth’s magnetosphere: Observations and


models, J. Geophys. Res., 101, 13,067–13,088, 1996.

Lui, A. T. Y., Cause of magnetospheric substorms, Plasma Phys. Control. Fusion,


45, 841–852, 2003.

Lui, A. T. Y., R. E. Lopez, S. M. Krimigis, R. W. McEntire, and L. J. Zanetti,


A case study of magnetotail current sheet disruption and diversion, Geophys.
Res. Lett., 15, 721–724, 1988.

Lui, A. T. Y., A. Mankofsky, C.-L. Chang, K. Papadopoulos, and C. S. Wu, A current


disruption mechanism in the neutral sheet: A possible trigger for substorm
expansions, Geophys. Res. Lett., 17, 745–748, 1990.

Lui, A. T. Y., C.-L. Chang, A. Mankofsky, H.-K. Wong, and D. Winske, A cross-
field current instability for substorm expansions, J. Geophys. Res., 96, 11,389–
11,401, 1991b.

Lui, A. T. Y., et al., Current disruptions in the near-Earth neutral sheet region, J.
Geophys. Res., 97, 1461–1480, 1992.

Lundin, R., and L. Eliasson, Auroral energization processes, Ann. Geophys., 9,


202–223, 1991.

208
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Lundin, R., L. Eliasson, and K. Stasiewicz, Plasma energization on auroral field


lines as observed by the Viking spacecraft, Geophys. Res. Lett., 14, 443–446,
1987.

Machida, S., et al., GEOTAIL observations of flow velocity and north-south mag-
netic field variations in the near and mid-distant tail associated with substorm
onsets, Geophys. Res. Lett., 26, 635–638, 1999.

Maksimovic, M., C. C. Harvey, O. Santolik, et al., Polarisation and propagation


of lion roars in the duskside magnetosheath, Ann. Geophys., 19, 1429–1438,
2001.

Mauk, B. H., and C. E. McIlwain, Correlation of Kp with the substorm-injected


plasma boundary, J. Geophys. Res., 79, 3193–3196, 1974.

McPherron, R. L., Growth phase of magnetospheric substorms, J. Geophys. Res.,


75, 5592–5599, 1970.

McPherron, R. L., C. T. Russell, and M. P. Aubry, Satellite studies of magne-


tospheric substorms on August 15, 1968; 9. Phenomenological model for sub-
storms, J. Geophys. Res., 78, 3131–3149, 1973.

McPherron, R. L., et al., Is there a near-Earth neutral line?, Adv. Space Res., 13,
173–186, 1993.

Meng, C.-I., and S.-I. Akasofu, A study of polar magnetic substorms 2. Three-
dimensional current system, J. Geophys. Res., 74, 4035, 1969.

Moore, T. E., R. L. Arnoldy, J. Feynman, and D. A. Hardy, Propagating substorm


injection fronts, J. Geophys. Res., 86, 6713–6726, 1981.

Moore, T. E., R. Lundin, D. Alcayde, et al., Source processes in the high-altitude


ionosphere, Space Sci. Rev., 88, 7–84, 1999.

Murphree, J. S., R. D. Elphinstone, L. L. Cogger, and D. Hearn, Viking optical


substorm signatures, in Magnetospheric Substorms, edited by J. R. Kan et al.,
vol. 64 of Geophys. Monogr. Ser., p. 241, AGU, Washington, D. C., 1991.

Nagai, T., Observed magnetic substorm signatures at synchronous altitude, J.


Geophys. Res., 87, 4405–4417, 1982.

Nagai, T., and S. Machida, Magnetic reconnection in the near-Earth magnetotail,


in New perspectives on the Earth’s magnetotail, edited by A. Nishida et al., vol.
105 of Geophys. Monogr. Ser., p. 211, AGU, Washington, D. C., 1998b.

Nagai, T., et al., Structure and dynamics of magnetic reconnection for substorm
onsets with Geotail observations, J. Geophys. Res., 103, 4419–4440, 1998a.

Nilsson, H., S. Joko, R. Lundin, et al., The structure of high altitude O+ energiza-
tion and outflow: a case study, Ann. Geophys., 22, 2497–2506, 2004.

Northrop, T. G., The Adiabatic Motion of Charged Particles, Interscience Publish-


ers, New York, NY, 1963.

209
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Ohtani, S., K. Takahashi, L. J. Zanetti, T. A. Potemra, R. W. McEntire, and T.


Iijima, Tail current disruption in the geosynchronous region, in Magnetospheric
Substorms, edited by J. R. Kan et al., vol. 64 of Geophys. Monogr. Ser., p. 131,
AGU, Washington, D. C., 1991.

Ohtani, S., S. Kokubun, and C. T. Russell, Radial expansion of the tail current
disruption during substorms: A new approach to the substorm onset region, J.
Geophys. Res., 97, 3129–3136, 1992.

Ohtani, S., K. Takahashi, T. Higuchi, A. T. Y. Lui, and H. E. Spence, AMPTE/CCE


- SCATHA simultaneous observations of substorm-associated magnetic fluctu-
ations, J. Geophys. Res., 103, 4671–4682, 1998.

Ohtani, S., et al., Substorm onset timing: The December 31, 1995, event, J.
Geophys. Res., 104, 22,713–22,727, 1999.

Olson, J. V., Pi2 pulsations and substorm onsets: A review, J. Geophys. Res.,
104, 17,499–17,520, 1999.

Opgenoorth, H. J., and R. J. Pellinen, The reaction of the global convection elec-
trojets to the onset and expansion of the substorm current wedge, in Proc.
ICS-4, edited by S. Kokobun and Y. Kamide, p. 663, Terra Scientific Publishing
Company/Kluwer Ac. Publ., 1998.

Opgenoorth, H. J., M. A. L. Persson, T. I. Pulkkinen, and R. J. Pellinen, Recovery


phase of magnetospheric substorms and its association with morning-sector
aurora, J. Geophys. Res., 99, 4115–4130, 1994.

Parks, G. K., Physics of space plasmas. An introduction, Addison-Wesley Publish-


ing Company, Redwood City, CA, 1991.

Pedersen, A., N. Cornilleau-Wehrlin, B. de la Porte, et al., The Wave Experiment


Consortium (WEC), Space Sci. Rev., 79, 93–106, 1997.

Pellinen, R. J., H. J. Opgenoorth, and T. I. Pulkkinen, Substorm recovery phase:


Relationship to next activation, in Proc. of the First International Conference on
Substorms (ICS-1), p. 469, Eur. Space Agency, 1992.

Peterson, W. K., E. G. Shelley, S. A. Boarsen, et al., Transverse ion energization


and low-frequency plasma waves in the mid-altitude auroral zone: A case study,
J. Geophys. Res., 93, 11,405–11,428, 1988.

Petrukovich, A. A., W. Baumjohann, R. Nakamura, R. Schödel, and T. Mukai, Are


earthward bursty bulk flows convective or field-aligned?, J. Geophys. Res., 106,
21,211–21,215, 2001.

Petschek, H. E., Magnetic field annihilation, in The Physics of Solar Flares, edited
by W. N. Hess, NASA SP-50, p. 425, Washington, D. C: NASA, 1964.

Pickett, J. S., J. R. Franz, J. D. Scudder, et al., Plasma waves observed in the cusp
turbulent boundary layer: An analysis of high time resolution wave and par-
ticle measurements from the Polar spacecraft, J. Geophys. Res., 106, 19,081–
19,099, 2001.

210
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Pissarenko, N. F., I. P. Kirpichev, V. N Lutsenko, et al., Cusp energetic particles


observed by INTERBALL-Tail probe in 1996, Phys. Chem. Earth, 26, 241–245,
2001.

Reeves, G. D., New perspectives on substorm injections, in Proc. of the Forth Inter-
national Conference on Substorms (ICS-4), edited by S. Kokobun and Y. Kamide,
pp. 785–790, Terra Scientific Publishing Company / Kluwer Ac. Publ., 1998.

Reeves, G. D., T. A. Fritz, T. E. Cayton, and R. D. Belian, Multi-satellite measure-


ments of the substorm injection region, Geophys. Res. Lett., 17, 2015–2018,
1990.

Reeves, G. D., R. W. H. Freidel, M. G. Henderson, A. Korth, P. S. McLachlan, and


R. D. Belian, Radial propagation of substorm injections, in Proc. ICS-3, ESA
SP-339, p. 579, 1996.

Reeves, G. D., R. D. Belian, T. C. Cayton, M.G. Henderson, R. A. Christensen,


P. S. McLachlan, and J. C. Ingraham, Using Los Alamos geosynchronous en-
ergetic particle data in support of other missions, in Satellite-Ground Based
Coordination Source Book, edited by M. Lockwood et al., ESA SP-1198, p. 263,
1997.

Rème, H., J. M. Bosqued, J. A. Sauvaud, et al., The Cluster Ion Spectrometry


(CIS) Experiment, Space Sci. Rev., 79, 303–350, 1997.

Rose, D. J., and M. Clark, Plasma and Controlled Fusion, John Wiley, New York,
1961.

Rostoker, G., J. L. Kisabeth, R. D. Sharp, and E. G. Shelley, The expansive phase


of magnetospheric substorms 2. The response at synchronous altitude of par-
ticles of different energy ranges, J. Geophys. Res., 80, 3557–3570, 1975.

Russell, C. T., The polar cusp, Adv. Space Res., 25, 1413–1424, 2000.

Russell, C. T., and R. L. McPherron, The magnetotail and substorms, Space Sci.
Rev., 15, 205–266, 1973.

Santolı́k, O., F. Lefeuvre, M. Parrot, and J. L. Rauch, Complete wave-vector di-


rections of electromagnetic emissions: Application to INTERBALL-2 measure-
ments in the nightside auroral zone, J. Geophys. Res., 106, 13,191–13,201,
2001.

Santolı́k, O., J. S. Picket, D. A. Gurnett, and L. R. O. Storey, Magnetic component


of narrow-band ion cyclotron waves in the auroral zone, J. Geophys. Res., 107,
doi:10.1029/2001JA000,146, 2002.

Santolı́k, O., M. Parrot, and F. Lefeuvre, Singular value decomposition methods for
wave propagation analysis, Radio Science, 38(1), doi:10.1029/2000RS002,523,
2003.

Santolı́k, O., et al., Systematic analysis of equatorial noise below the lower hybrid
frequency, Ann. Geophys., 22, 2587–2595, 2004.

211
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Sarris, E. T., and W. I. Axford, Energetic protons near the plasma sheet boundary,
Nature, 277, 460–462, 1979.

Sarris, E. T., S. M. Krimigis, C. O. Bostrom, T. Iijima, and T. P. Armstrong,


Location of the source of magnetospheric energetic particle bursts by multi-
spacecraft observations, Geophys. Res. Lett., 3, 437–440, 1976.

Sarris, T. E., X. Li, N. Tsaggas, and N. Paschalidis, Modeling energetic particle


injections in dynamic pulse fields with varying propagation speeds, J. Geophys.
Res., 107, doi:10.1029/2001JA900,166, 2002.

Sauvaud, J.-A., P. Louarn, G. Fruit, et al., Case studies of the dynamic-


s of ionospheric ions in the Earth’s magnetotail, J. Geophys. Res., 109,
doi:10.1029/2003JA009,996, 2004.

Savin, S., L. Zelenyi, S. Romanov, et al., Magnetosheath-cusp interface, Ann.


Geophys., 22, 183–212, 2004.

Schulz, M., and L. J. Lanzerotti, Particle Diffusion in the Radiation Belts, Springer-
Verlag, New York, 1974.

Sheldon, R. B., H. E. Spence, J. D. Sullivan, et al., The discovery of trapped


energetic electrons in the outer cusp, Geophys. Res. Lett., 25, 1825–1828, 1998.

Shepherd, G. G., et al., Plasma and field signatures of poleward propagating


auroral precipitation observed at the foot of the Geos 2 field line, J. Geophys.
Res., 85, 4587–4601, 1980.

Shiokawa, K., W. Baumjohann, and G. Haerendel, Breaking of high-speed flows


in the near-Earth tail, Geophys. Res. Lett., 24, 1179–1182, 1997.

Shiokawa, K., W. Baumjohann, G. Haerendel, et al., High-speed ion flow, sub-


storm current wedge, and multiple Pi2 pulsations, J. Geophys. Res., 103, 4491–
4507, 1998a.

Shiokawa, K., G. Haerendel, and W. Baumjohann, Azimuthal pressure gradient


as driving force of substorm currents, Geophys. Res. Lett., 25, 959–962, 1998b.

Shiokawa, K., W. Baumjohann, and G. Paschmann, Bi-directional electrons in


the near-Earth plasma sheet, Ann. Geophys., 21, 1497–1507, 2003.

Shiokawa, K., Y. Miyashita, I. Shinohara, and A. Matsuoka, Decrease in B z prior


to the dipolarization in the near-Earth plasma sheet, J. Geophys. Res., 110,
A09,219, doi:10.1029/2005JA011,144, 2005.

Shiokawa, K., et al., Auroral observations using automatic optimal instruments:


Relations with Pi2 magnetic pulsations, J. Geomagn. Geoelectr., 48, 1407, 1996.

Singer, H. J., W. J. Hughes, C. Gelpi, and B. G. Ledley, Magnetic disturbances in


the vicinity of synchronous orbit and the substorm current wedge, J. Geophys.
Res., 90, 9583–9589, 1985.

212
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Slavin, J. A., E. I. Tanskanen, M. Hesse, C. J. Owen, M. W. Dunlop, S. Im-


ber, E. A. Lucek, A. Balogh, and K.-H. Glassmeier, Cluster observation-
s of traveling compression regions in the near-tail, J. Geophys. Res., 110,
doi:10.1029/2004JA010,878, 2005.

Slavin, J. A., et al., WIND, GEOTAIL, and GOES 9 observations of magnetic field
dipolarization and bursty bulk flows in the near-tail, Geophys. Res. Lett., 24,
971–974, 1997.

Slavin, J. A., et al., Simultaneous observations of Earthward flow bursts and


plasmoid ejection during magnetospheric substorms, J. Geophys. Res., 21,
doi:10.1029/2000JA003,501, 2002.

Smets, R., D. Delcourt, J. A. Sauvaud, and P. Koperski, Electron pitch angle


distributions following the dipolarization phase of a substorm: Interball-Tail
observations and modeling, J. Geophys. Res., 104, 14,571–14,581, 1999.

Speiser, T. W., Particle trajectories in model current sheets, J. Geophys. Res., 70,
4219–4226, 1965.

Takahashi, K., L. J. Zanetti, R. W. McEntire, T. A. Potemra, and R. E. Lopez, Dis-


ruption of the magnetotail current sheet observed by AMPTE/CCE, Geophys.
Res. Lett., 14, 1019–1022, 1987.

Thelin, B., B. Aparicio, and R. Lundin, Observations of upflowing ionospheric ions


in the mid-altitude cusp/cleft region with the Viking satellite, J. Geophys. Res.,
95, 5931–5939, 1990.

Trattner, K. J., S. A. Fuselier, W. K. Peterson, et al., Origins of energetic ions in


the cusp, J. Geophys. Res., 106, 5967–5976, 2001.

Tsurutani, B. T., and G. S. Lakhina, Some basic concepts of wave-particle inter-


actions in collisionless plasmas, Rev. Geophys., 35(4), 491–502, 1997.

Vogiatzis, I. I., T. A. Fritz, Q.-G. Zong, D. N. Baker, E. T. Sarris, and P. W. Daly,


Fine-time energetic electron behavior observed by Cluster/RAPID in the mag-
netotail associated with X-line formation and subsequent current disruption,
Ann. Geophys., 23, 2265–2280, 2005.

Vogiatzis, I. I., T. A. Fritz, Q.-G. Zong, and E. T. Sarris, Two distinct energetic
electron populations of different origin in the Earth’s magnetotail: A Cluster
case study, Ann. Geophys., 24, 1931–1948, 2006.

Vogiatzis, I. I., T. E. Sarris, E. T. Sarris, O. Santolı́k, I. Dandouras, P. Robert, T. A.


Fritz, Q.-G. Zong, and H. Zhang, Cluster observations of particle acceleration
up to supra-thermal energies in the cusp region related to low-frequency wave
activity. Possible implications for the substorm initiation process, accepted in
Ann. Geophys., December, 2007.

West, H. I., R. M. Buck, and M. G. Kivelson, On the configuration of the mag-


netotail near midnight during quiet and weakly disturbed periods: State of the
magnetosphere, J. Geophys. Res., 83, 3805–3817, 1978.

213
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑ֟ΙΑ

Wilken, B., W. I. Axford, I. Daglis, et al., RAPID: The Imaging Energetic Particle
Spectrometer on Cluster, Space Sci. Rev., 79, 399–473, 1997.

Williams, D. J., D. G. Mitchell, C. Y. Huang, L. A. Frank, and C. T. Russell,


Particle acceleration during substorm growth and onset, Geophys. Res. Lett.,
17, 587–590, 1990.

Winglee, R. M., Circulation of ionospheric and solar wind particle populations


during extended southward interplanetary magnetic field, J. Geophys. Res.,
108, doi:10.1029/2002JA009,819, 2003.

Yau, A. W., and M. André, Sources of ion outflow in the high latitude ionosphere,
Space Sci. Rev., 80, 1–25, 1997.

Zaharia, S., C. Z. Cheng, and J. R. Johnson, Particle transport and energization


associated with substorms, J. Geophys. Res., 105, 18,741–18,752, 2000.

Zhang, H., T. A. Fritz, Q.-G. Zong, et al., Stagnant exterior cusp region as viewed
by energetic electrons and ions: A statistical study using Cluster Research
with Adaptive Particle Imaging Detectors (RAPID) data, J. Geophys. Res., 110,
doi:10.1029/2004JA010,562, 2005.

Zong, Q.-G., B. Wilken, J. Woch, et al., Energetic oxygen ion bursts in the distant
magnetotail as a product of intense substorms: Three case studies, J. Geophys.
Res., 103, 20,339–20,363, 1998.

Zong, Q.-G., T. A. Fritz, A. Korth, et al., Energetic electrons as a field line topology
tracer in the high latitude boundary/cusp region: Cluster/RAPID observations,
Surveys in Geophysics, 26, 215–240, 2005.

Zong, Q.-G., et al., Cluster observations of Earthward flowing plasmoid in the tail,
Geophys. Res. Lett., 31, doi:10.1029/2004GL020,692, 2004.

Zong, Q.-G., et al., Earthward flowing plasmoid: Structure and its related
ionospheric signature, J. Geophys. Res. in press, 2007.

214
∆ηµοσιεύσεις

Zong, Q.-G., Fritz, T. A., Pu, Z. Y., Fu, S. Y., Baker, D. N., Zhang, H., Lui,
A. T., Vogiatzis, I. I., Glassmeier, K.-H., Korth, A., Daly, P. W., Balogh, A.,
and Reme, H.: Cluster observations of Earthward flowing plasmoid in the tail,
Geophys. Res. Lett., 31, doi:10.1029/2004GL020 692, 2004.

Vogiatzis, I. I., Fritz, T. A., Zong, Q.-G., Baker, D. N., Sarris, E. T., and
Daly, P. W.: Fine-time energetic electron behavior observed by Cluster/RAPID
in the magnetotail associated with X-line formation and subsequent current
disruption, Ann. Geophys., 23, 2265-2280, 2005.

Vogiatzis, I. I., Fritz, T. A., Zong, Q.-G., and Sarris, E. T.: Two distinct en-
ergetic electron populations of different origin in the Earth’s magnetotail: A
Cluster case study, Ann. Geophys., 24, 1931-1948, 2006.

Vogiatzis, I. I., Sarris, T. E., Sarris, E. T., Santolı́k, O., Dandouras, I., Robert,
P., Fritz, T. A., Zong, Q.-G., Zhang, H., and Daly, P. W.: Cluster observations of
particle acceleration up to supra-thermal energies in the cusp region related to
low-frequency wave activity. Possible implications for the substorm initiation
process, accepted in Ann. Geophys., December, 2007.

215

You might also like