Το Φλεβάρη του 1987 δόθηκαν στη δημοσιότητα οι Θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το Μάη της ίδιας χρονιάς. Από το 11ο συνέδριο του 1983 είχαν προηγηθεί μια σειρά σημαντικά γεγονότα, καθοριστικής σημασίας για την Αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα, στην Ελλάδα και διεθνώς.
Στην Ελλάδα είχε εδραιωθεί το ΠΑΣΟΚ μέσα από τη δεύτερη εκλογική του νίκη στις 2.6.1985 σε συνθήκες μεγάλης πόλωσης με τη ΝΔ και το νέο τότε αρχηγό Κ. Μητσοτάκη που λανσάρισε το νεοφιλελεύθερο προφίλ του κόμματος Δεξιάς. Ένα χρόνο πριν στις ευρωκλογές του Ιούνη του 1984 είχε προηγηθεί η νίκη του ΠΑΣΟΚ που έδειξε την αντοχή του ρεύματος της Αλλαγής, καθώς παρά το γεγονός ότι το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού πήραν τα μεγαλύτερα ποσοστά τους από το 1974, η ΝΔ δεν κατάφερε να νικήσει με το σύνθημα "Απαλλαγή". Η ηγεσία του Ε. Αβέρωφ έδινε στη ΝΔ μια κατεύθυνση πιο κοντά προς τον αυταρχικό αντικομμουνισμό της ΕΡΕ, παρά το κεντροδεξιό πρόσωπο του Κ. Καραμανλή. Οι σκληροπυρηνικές ακροδεξιές ομάδες τραμπούκων στην ΟΝΝΕΔ, οι Ρέιντζερς και οι Κένταυροι συμπλήρωναν την εικόνα, ενώ στη συνέχεια θα τροφοδοτήσουν με πρακτικές, στελέχη και ιστορικές αναφορές την ακροδεξιά στην Ελλάδα.Η ΝΔ του Αβέρωφ συσπείρωνε το δεξιό χώρο, άφηνε όμως έδαφος στο ΠΑΣΟΚ που αναπλήρωνε από τα δεξιά τις απώλειες από την αριστερά ως υπεύθυνη και δημοκρατική δύναμη. Η νέα νίκη του ΠΑΣΟΚ, σε μεγάλο βαθμό λόγω της λογικής της χαμένης ψήφου στην Αριστερά και του φόβου για την επάνοδο της ΝΔ, πραγματοποιήθηκε σε βάρος εκλογικής επιρροής της κομμουνιστικής Αριστεράς. Η επανεκλογή του Α. Παπανδρέου, ξανά με αυτοδυναμία, ήταν αφετηρία ζυμώσεων στα κόμματα της Αριστεράς. Στο ΚΚΕ η προσπάθεια χειραφέτησης από την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ στα πλαίσια των δημοκρατικών δυνάμεων θα εκφραστεί με διπλό τρόπο. Από τη μια με την σταδιακή επιδίωξη της πολιτικής ήττας του ΠΑΣΟΚ και από την άλλη με την ένταση της αντιπολιτευτικής γραμμής στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Η πρώτη κατεύθυνση οδηγεί στην σταδιακή εγκατάλειψη της Αλλαγής και του αθροίσματος των δημοκρατικών δυνάμεων, με το βάρος να πέφτει στην πρόταση για την Συμπαράταξη των δυνάμεων της Αριστεράς, με στόχο μια Νέα Τύπου Ανάπτυξη και τον Προοδευτικό Εκσυγχρονισμό. Η Συμπαράταξη θα διεκδικούσε να γίνει βασική έκφραση των δημοκρατικών δυνάμεων σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Η αντιπαράθεση με το ΚΚΕ Εσωτ. έχανε τη σημασία της και η μετεξέλιξή της σε Ελληνική Αριστερά -με κόστος τη διάσπαση με την Αριστερή πτέρυγα που συγκρότησε το ΚΚΕ Εσωτ.-Ανανεωτική Αριστερά- διευκόλυνε τις εξελίξεις. Μετά το 12ο συνέδριο αποκαταστάθηκαν σταδιακά οι σχέσεις των δυο πλευρών, κάτι που υποβοηθηκε και από την εκλογική συνεργασία στις δημοτικές εκλογές του 1986. Η συνυπογραφή το Δεκέμβρη του 1988 του Κοινού Πορίσματος ΚΚΕ-ΕΑΡ οδήγησε στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, με τη συμμετοχή μικρότερων κινήσεων που προέρχονταν κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΚΟΔΗΣΟ που είχε συνεργαστεί το 1985 με τη ΝΔ εκλέγοντας στην κοινοβουλευτική ομάδα της Δεξιάς τον Χαράλαμπο Πρωτόπαπα. Σε αυτήν την πορεία το ΚΚΕ έριξε τους τόνους ενάντια στην ΕΟΚ, τη σημερινή ΕΕ, επικεντρώνοντας στην πάλη ενάντια στις συνέπειες από την ένταξη της χώρας σε αυτή (βλ. Θέσεις για το 1992), κάτι που διευκόλυνε την προσέγγιση με την αδιάλλακτη θέση της ΕΑΡ υπέρ της ΕΟΚ.
Ο προσανατολισμός αυτός στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σε μια νέα γενιά στελεχών που αναδείχτηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ και το γενικό γραμματέα Χ. Φλωράκη, οι οποίοι στην πορεία καταγράφηκαν ως «ανανεωτικοί» και είχαν μια πρωτοφανή για στελέχη του ΚΚΕ προβολή και ευνοϊκή μεταχείριση από τα ΜΜΕ. Η κατεύθυνση της σύγκρουσης με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στο μαζικό κίνημα προκρίνονταν κυρίως από στελέχη που είχαν επιφυλάξεις και διαφωνίες με τις εξελίξεις αυτές, καθώς και την πλειοψηφία του ΚΣ της ΚΝΕ που έδινε στην πολιτική ενόητας της Αριστεράς μια πιο κινηματική, αντιΕΟΚική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, όπως καταγράφηκε στην Απόφαση της 8ης Συνόδου του ΚΣ της ΚΝΕ για το Ενιαίο Μέτωπο Πάλης (1987) και κυρίως στις αποφάσε
Το Φλεβάρη του 1987 δόθηκαν στη δημοσιότητα οι Θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το Μάη της ίδιας χρονιάς. Από το 11ο συνέδριο του 1983 είχαν προηγηθεί μια σειρά σημαντικά γεγονότα, καθοριστικής σημασίας για την Αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα, στην Ελλάδα και διεθνώς.
Στην Ελλάδα είχε εδραιωθεί το ΠΑΣΟΚ μέσα από τη δεύτερη εκλογική του νίκη στις 2.6.1985 σε συνθήκες μεγάλης πόλωσης με τη ΝΔ και το νέο τότε αρχηγό Κ. Μητσοτάκη που λανσάρισε το νεοφιλελεύθερο προφίλ του κόμματος Δεξιάς. Ένα χρόνο πριν στις ευρωκλογές του Ιούνη του 1984 είχε προηγηθεί η νίκη του ΠΑΣΟΚ που έδειξε την αντοχή του ρεύματος της Αλλαγής, καθώς παρά το γεγονός ότι το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού πήραν τα μεγαλύτερα ποσοστά τους από το 1974, η ΝΔ δεν κατάφερε να νικήσει με το σύνθημα "Απαλλαγή". Η ηγεσία του Ε. Αβέρωφ έδινε στη ΝΔ μια κατεύθυνση πιο κοντά προς τον αυταρχικό αντικομμουνισμό της ΕΡΕ, παρά το κεντροδεξιό πρόσωπο του Κ. Καραμανλή. Οι σκληροπυρηνικές ακροδεξιές ομάδες τραμπούκων στην ΟΝΝΕΔ, οι Ρέιντζερς και οι Κένταυροι συμπλήρωναν την εικόνα, ενώ στη συνέχεια θα τροφοδοτήσουν με πρακτικές, στελέχη και ιστορικές αναφορές την ακροδεξιά στην Ελλάδα.Η ΝΔ του Αβέρωφ συσπείρωνε το δεξιό χώρο, άφηνε όμως έδαφος στο ΠΑΣΟΚ που αναπλήρωνε από τα δεξιά τις απώλειες από την αριστερά ως υπεύθυνη και δημοκρατική δύναμη. Η νέα νίκη του ΠΑΣΟΚ, σε μεγάλο βαθμό λόγω της λογικής της χαμένης ψήφου στην Αριστερά και του φόβου για την επάνοδο της ΝΔ, πραγματοποιήθηκε σε βάρος εκλογικής επιρροής της κομμουνιστικής Αριστεράς. Η επανεκλογή του Α. Παπανδρέου, ξανά με αυτοδυναμία, ήταν αφετηρία ζυμώσεων στα κόμματα της Αριστεράς. Στο ΚΚΕ η προσπάθεια χειραφέτησης από την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ στα πλαίσια των δημοκρατικών δυνάμεων θα εκφραστεί με διπλό τρόπο. Από τη μια με την σταδιακή επιδίωξη της πολιτικής ήττας του ΠΑΣΟΚ και από την άλλη με την ένταση της αντιπολιτευτικής γραμμής στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Η πρώτη κατεύθυνση οδηγεί στην σταδιακή εγκατάλειψη της Αλλαγής και του αθροίσματος των δημοκρατικών δυνάμεων, με το βάρος να πέφτει στην πρόταση για την Συμπαράταξη των δυνάμεων της Αριστεράς, με στόχο μια Νέα Τύπου Ανάπτυξη και τον Προοδευτικό Εκσυγχρονισμό. Η Συμπαράταξη θα διεκδικούσε να γίνει βασική έκφραση των δημοκρατικών δυνάμεων σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Η αντιπαράθεση με το ΚΚΕ Εσωτ. έχανε τη σημασία της και η μετεξέλιξή της σε Ελληνική Αριστερά -με κόστος τη διάσπαση με την Αριστερή πτέρυγα που συγκρότησε το ΚΚΕ Εσωτ.-Ανανεωτική Αριστερά- διευκόλυνε τις εξελίξεις. Μετά το 12ο συνέδριο αποκαταστάθηκαν σταδιακά οι σχέσεις των δυο πλευρών, κάτι που υποβοηθηκε και από την εκλογική συνεργασία στις δημοτικές εκλογές του 1986. Η συνυπογραφή το Δεκέμβρη του 1988 του Κοινού Πορίσματος ΚΚΕ-ΕΑΡ οδήγησε στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, με τη συμμετοχή μικρότερων κινήσεων που προέρχονταν κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΚΟΔΗΣΟ που είχε συνεργαστεί το 1985 με τη ΝΔ εκλέγοντας στην κοινοβουλευτική ομάδα της Δεξιάς τον Χαράλαμπο Πρωτόπαπα. Σε αυτήν την πορεία το ΚΚΕ έριξε τους τόνους ενάντια στην ΕΟΚ, τη σημερινή ΕΕ, επικεντρώνοντας στην πάλη ενάντια στις συνέπειες από την ένταξη της χώρας σε αυτή (βλ. Θέσεις για το 1992), κάτι που διευκόλυνε την προσέγγιση με την αδιάλλακτη θέση της ΕΑΡ υπέρ της ΕΟΚ.
Ο προσανατολισμός αυτός στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σε μια νέα γενιά στελεχών που αναδείχτηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ και το γενικό γραμματέα Χ. Φλωράκη, οι οποίοι στην πορεία καταγράφηκαν ως «ανανεωτικοί» και είχαν μια πρωτοφανή για στελέχη του ΚΚΕ προβολή και ευνοϊκή μεταχείριση από τα ΜΜΕ. Η κατεύθυνση της σύγκρουσης με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στο μαζικό κίνημα προκρίνονταν κυρίως από στελέχη που είχαν επιφυλάξεις και διαφωνίες με τις εξελίξεις αυτές, καθώς και την πλειοψηφία του ΚΣ της ΚΝΕ που έδινε στην πολιτική ενόητας της Αριστεράς μια πιο κινηματική, αντιΕΟΚική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, όπως καταγράφηκε στην Απόφαση της 8ης Συνόδου του ΚΣ της ΚΝΕ για το Ενιαίο Μέτωπο Πάλης (1987) και κυρίως στις αποφάσε
Το Φλεβάρη του 1987 δόθηκαν στη δημοσιότητα οι Θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το Μάη της ίδιας χρονιάς. Από το 11ο συνέδριο του 1983 είχαν προηγηθεί μια σειρά σημαντικά γεγονότα, καθοριστικής σημασίας για την Αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα, στην Ελλάδα και διεθνώς.
Στην Ελλάδα είχε εδραιωθεί το ΠΑΣΟΚ μέσα από τη δεύτερη εκλογική του νίκη στις 2.6.1985 σε συνθήκες μεγάλης πόλωσης με τη ΝΔ και το νέο τότε αρχηγό Κ. Μητσοτάκη που λανσάρισε το νεοφιλελεύθερο προφίλ του κόμματος Δεξιάς. Ένα χρόνο πριν στις ευρωκλογές του Ιούνη του 1984 είχε προηγηθεί η νίκη του ΠΑΣΟΚ που έδειξε την αντοχή του ρεύματος της Αλλαγής, καθώς παρά το γεγονός ότι το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού πήραν τα μεγαλύτερα ποσοστά τους από το 1974, η ΝΔ δεν κατάφερε να νικήσει με το σύνθημα "Απαλλαγή". Η ηγεσία του Ε. Αβέρωφ έδινε στη ΝΔ μια κατεύθυνση πιο κοντά προς τον αυταρχικό αντικομμουνισμό της ΕΡΕ, παρά το κεντροδεξιό πρόσωπο του Κ. Καραμανλή. Οι σκληροπυρηνικές ακροδεξιές ομάδες τραμπούκων στην ΟΝΝΕΔ, οι Ρέιντζερς και οι Κένταυροι συμπλήρωναν την εικόνα, ενώ στη συνέχεια θα τροφοδοτήσουν με πρακτικές, στελέχη και ιστορικές αναφορές την ακροδεξιά στην Ελλάδα.Η ΝΔ του Αβέρωφ συσπείρωνε το δεξιό χώρο, άφηνε όμως έδαφος στο ΠΑΣΟΚ που αναπλήρωνε από τα δεξιά τις απώλειες από την αριστερά ως υπεύθυνη και δημοκρατική δύναμη. Η νέα νίκη του ΠΑΣΟΚ, σε μεγάλο βαθμό λόγω της λογικής της χαμένης ψήφου στην Αριστερά και του φόβου για την επάνοδο της ΝΔ, πραγματοποιήθηκε σε βάρος εκλογικής επιρροής της κομμουνιστικής Αριστεράς. Η επανεκλογή του Α. Παπανδρέου, ξανά με αυτοδυναμία, ήταν αφετηρία ζυμώσεων στα κόμματα της Αριστεράς. Στο ΚΚΕ η προσπάθεια χειραφέτησης από την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ στα πλαίσια των δημοκρατικών δυνάμεων θα εκφραστεί με διπλό τρόπο. Από τη μια με την σταδιακή επιδίωξη της πολιτικής ήττας του ΠΑΣΟΚ και από την άλλη με την ένταση της αντιπολιτευτικής γραμμής στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Η πρώτη κατεύθυνση οδηγεί στην σταδιακή εγκατάλειψη της Αλλαγής και του αθροίσματος των δημοκρατικών δυνάμεων, με το βάρος να πέφτει στην πρόταση για την Συμπαράταξη των δυνάμεων της Αριστεράς, με στόχο μια Νέα Τύπου Ανάπτυξη και τον Προοδευτικό Εκσυγχρονισμό. Η Συμπαράταξη θα διεκδικούσε να γίνει βασική έκφραση των δημοκρατικών δυνάμεων σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Η αντιπαράθεση με το ΚΚΕ Εσωτ. έχανε τη σημασία της και η μετεξέλιξή της σε Ελληνική Αριστερά -με κόστος τη διάσπαση με την Αριστερή πτέρυγα που συγκρότησε το ΚΚΕ Εσωτ.-Ανανεωτική Αριστερά- διευκόλυνε τις εξελίξεις. Μετά το 12ο συνέδριο αποκαταστάθηκαν σταδιακά οι σχέσεις των δυο πλευρών, κάτι που υποβοηθηκε και από την εκλογική συνεργασία στις δημοτικές εκλογές του 1986. Η συνυπογραφή το Δεκέμβρη του 1988 του Κοινού Πορίσματος ΚΚΕ-ΕΑΡ οδήγησε στη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, με τη συμμετοχή μικρότερων κινήσεων που προέρχονταν κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΚΟΔΗΣΟ που είχε συνεργαστεί το 1985 με τη ΝΔ εκλέγοντας στην κοινοβουλευτική ομάδα της Δεξιάς τον Χαράλαμπο Πρωτόπαπα. Σε αυτήν την πορεία το ΚΚΕ έριξε τους τόνους ενάντια στην ΕΟΚ, τη σημερινή ΕΕ, επικεντρώνοντας στην πάλη ενάντια στις συνέπειες από την ένταξη της χώρας σε αυτή (βλ. Θέσεις για το 1992), κάτι που διευκόλυνε την προσέγγιση με την αδιάλλακτη θέση της ΕΑΡ υπέρ της ΕΟΚ.
Ο προσανατολισμός αυτός στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό σε μια νέα γενιά στελεχών που αναδείχτηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ και το γενικό γραμματέα Χ. Φλωράκη, οι οποίοι στην πορεία καταγράφηκαν ως «ανανεωτικοί» και είχαν μια πρωτοφανή για στελέχη του ΚΚΕ προβολή και ευνοϊκή μεταχείριση από τα ΜΜΕ. Η κατεύθυνση της σύγκρουσης με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στο μαζικό κίνημα προκρίνονταν κυρίως από στελέχη που είχαν επιφυλάξεις και διαφωνίες με τις εξελίξεις αυτές, καθώς και την πλειοψηφία του ΚΣ της ΚΝΕ που έδινε στην πολιτική ενόητας της Αριστεράς μια πιο κινηματική, αντιΕΟΚική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, όπως καταγράφηκε στην Απόφαση της 8ης Συνόδου του ΚΣ της ΚΝΕ για το Ενιαίο Μέτωπο Πάλης (1987) και κυρίως στις αποφάσε