Professional Documents
Culture Documents
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ
ΣΥΝΕΔΡΙΟ Π.Ε.Σ.Σ.
ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013
23-24 Νοεμβρίου
ISSN: 2408-0543
Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας
Το σύνολο του περιεχομένου των πρακτικών του παρόντος τόμου αποτελεί αντικείμενο πνευματικής
ιδιοκτησίας (copyright) και διέπεται από τις εθνικές και διεθνείς διατάξεις περί Πνευματικής
Ιδιοκτησίας. Συνεπώς, απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή,
αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε
τρόπο, τμηματικά η περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση της ΠΕΣΣ.
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ
ΣΥΝΕΔΡΙΟ Π.Ε.Σ.Σ.
ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013
23-24 Νοεμβρίου
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:
Π.Ε.Σ.Σ.
Ξενοφώντος 15Α
Αθήνα, 10557
Τηλ.: 210-3229120
Ιστότοπος: www.pess.gr
e-mail: pess@pess.gr
ISSN: 2408-0543
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ
ΤΟΜΟΣ Ι
ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ΟΜΙΛΙΑ
Μπαραλός Γιώργος, Πρόεδρος της ΠΕΣΣ, Αντί προλόγου……………………………………….1
ΠΡΟΣΚΕΚΛΗΜΕΝΟΙ ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Μικρόπουλος Τάσος, Πληροφορική και Τεχνολογίες Πληροφορίας & Επικοινωνιών:
Διάκριση, συνύπαρξη και παιδαγωγική πρακτική…………………………………………………….5
ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Ακριτίδης Νίκος, Δημιουργώντας θετικό κλίμα στην τάξη μέσα από δραστηριότητες
για τα ανθρώπινα δικαιώματα: μια μελέτη περίπτωσης…………………………………………33
Λιάπη Δήμητρα, Μαντά Αργυρώ, Καρατζάς Ανδρέας, Η εικόνα της τάξης (profil)
και ο καθολικός σχεδιασμός της διδασκαλίας και μάθησης του λεξιλογίου............290
Ράπτης Ηλίας, Οι μαθητές/- ριες που ‘‘πετάγονται’’ στην τάξη : Οι συνέπειες του
φαινομένου αυτού στην ποσότητα και την ποιότητα της επικοινωνίας μεταξύ
δασκάλου – μαθητών. Ερευνητικά αποτελέσματα – συμπεράσματα – προτάσεις για
την πράξη..................................................................................................................487
Τσιάλος Στέφανος, Χρήστου Θεοδώρα, Προσεγγίσεις στο σχολείο του χθες μέσα
από τις οδηγίες του Δ. Γ. Πετρίδη προς τους δασκάλους του 1881 .........................565
ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ΟΜΙΛΙΑ
ΣΤΟ 1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ Π.Ε.Σ.Σ.
Γιώργος Μπαραλός
Πρόεδρος της Π.Ε.Σ.Σ.
Κύριε Αντιπεριφερειάρχη
Κύριε Δήμαρχε
Αγαπητοί Προσκεκλημένοι Ομιλητές
Αξιότιμοι Εκπρόσωποι του ΥΠΑΙΘ
Κύριε Πρόεδρε της ΟΛΜΕ
Κύριε Πρόεδρε της ΔΟΕ
[1]
Η παρουσίαση ερευνητικών εργασιών, αναλύσεων και θεωρητικών μελετών
που αφορούν τις πολλαπλές πτυχές του πεδίου και
Η ανάδειξη της εργασίας των Εκπαιδευτικών της τάξης στην κατεύθυνση
δημοσιοποίησης εφαρμογών στην πράξη και καλών πρακτικών
Θεωρήσαμε ότι το θέμα είναι χρήσιμο, γιατί δεν έχει μέχρι σήμερα
συζητηθεί επαρκώς στην Εκπαιδευτική Κοινότητα και φιλοδοξούμε ότι οι Σχολικοί
Σύμβουλοι μαζί με τους μάχιμους Εκπαιδευτικούς και σε συνεργασία με μέλη ΔΕΠ,
Ερευνητές της Εκπαίδευσης και άλλα Στελέχη της Εκπαίδευσης, θα αναδείξουν στο
Συνέδριο μας όψεις των σύγχρονων διδακτικών πρακτικών, οι οποίες θα συμβάλουν
στη βελτίωση της ποιότητας της Εκπαίδευσης.
Θέλω να ευχαριστήσω
Όσους πίστεψαν σ’αυτη την προσπάθεια και δέσμευσαν χρόνο και πόρους για να
γίνει πραγματικότητα αυτό το πρώτο συνέδριο της ΠΕΣΣ και ειδικότερα:
Τους εκλεκτούς Πανεπιστημιακούς: Ηλία Ματσαγγούρα, Τάσο Μικρόπουλο,
Γιώργο Μπαγάκη, Θανάση Τριλιανό, γιατί δέχτηκαν χωρίς δεύτερη συζήτηση
και αστερίσκους να παραστούν ως προσκεκλημένοι ομιλητές στο 1ο μας
Συνέδριο.
Την επιστημονική επιτροπή του Συνεδρίου για την πολύτιμη βοήθεια που
μας παρείχε.
Τους Συνάδελφους που παρέχουν εθελοντικά Γραμματειακή υποστήριξη.
Την Περιφερειακή Ενότητα Κορινθίων, τον Δήμο Κορινθίων, το Πανεπιστήμιο
Πελοποννήσου και τους χορηγούς μας για την πολύτιμη βοήθεια τους.
Το ΠΕ.Τ Πελοποννήσου για τη συμβολή του στην οργάνωση του Συνεδρίου
μας και ιδιαίτερα τον Πρόεδρό του Παναγιώτη Σαλωνίτη.
[2]
Στην προσπάθεια αυτή, οι Σχολικοί Σύμβουλοι μαζί με τα στελέχη της Εκπαίδευσης
και τους συνάδελφους Εκπαιδευτικούς, δίνουν με υψηλό αίσθημα ευθύνης
καθημερινά τη μάχη για το δικαίωμα στη μόρφωση όλων των παιδιών
συμβάλλοντας στη μείωση ανισοτήτων, οι οποίες παράγονται εκτός σχολικού
πλαισίου και συνδέονται με πολιτισμικά, οικονομικά και κοινωνικά ελλείμματα.
23 Νοεμβρίου 2013
Γ. Μπαραλός
Πρόεδρος της ΠΕΣΣ
[3]
ΠΡΟΣΚΕΚΛΗΜΕΝΟΙ ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
[5]
ονομάζεται «Πληροφορική». Οι επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών της
πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αρχικά για την απόκτηση
δεξιοτήτων χρήσης υπολογιστή και στη συνέχεια για την παιδαγωγική αξιοποίηση
των ΤΠΕ (http://b-epipedo2.cti.gr/el-GR/), παράλληλα με την εμφάνιση του
ψηφιακού σχολείου και κυρίως των εμπλουτισμένων σχολικών εγχειριδίων και του
αποθετηρίου μαθησιακών αντικειμένων, «φωτόδεντρο» (http://dschool.edu.gr/),
αλλάζουν την κατάσταση. Η προσέγγιση της ένταξης των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική
διαδικασία λαμβάνει νέα μορφή, ο πληροφορικός αλφαβητισμός μετασχηματίζεται
σε πληροφορικό γραμματισμό, όρος ο οποίος ενσωματώνει την παιδαγωγική
αξιοποίηση των ΤΠΕ σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα.
Οι εκπαιδευτικοί των διάφορων ειδικοτήτων δευτεροβάθμιας και πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης αξιοποιούν διαρκώς περισσότερο και σε όλα τα μαθήματα τις ΤΠΕ στη
διδακτική τους πράξη. Ο εκπαιδευτικός της Πληροφορικής διδάσκει κυρίως θέματα
Πληροφορικής με έμφαση στον προγραμματισμό τόσο στη δευτεροβάθμια όσο και
στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Η Πληροφορική (computer science) ως γνωστικό αντικείμενο αναφέρεται στη
μελέτη των αρχών και τεχνικών της υπολογιστικής σκέψης και της εφαρμογής της
στη σχεδίαση και ανάπτυξη υπολογιστικών συστημάτων. Διδάσκει το μαθητή πώς
να γίνει αποτελεσματικός δημιουργός πληροφορικών εργαλείων, όπως είναι τα
λογισμικά (Computing at School Working Group, 2012).
Οι ΤΠΕ (Information & Communication Technologies, ICT) ως πληροφορικός
γραμματισμός εστιάζουν στη δημιουργική και παραγωγική χρήση της τεχνολογίας,
στην εφαρμογή πληροφορικών εργαλείων για την επίλυση προβλημάτων.
Διδάσκουν το μαθητή πώς να γίνει ένας σκεπτόμενος, παραγωγικός και
δημιουργικός χρήστης της τεχνολογίας (Brinda, Puhlmann, Schulte, 2009). Η
παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ αφορά στην υποστήριξη και ενίσχυση της
διδασκαλίας και της μάθησης. Δεν αποτελεί γνωστικό αντικείμενο και δεν έχει ως
στόχο τη διδασκαλία για την απόκτηση δεξιοτήτων ή γνώσεων Πληροφορικής.
Η διαφορά της Πληροφορικής από τις ΤΠΕ είναι εμφανής, τόσο από τους ορισμούς
τους, όσο και από τους τρόπους ένταξής τους στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Η γνώση και στα δύο πεδία, της Πληροφορικής και των ΤΠΕ προκύπτει από τη γενιά
των μαθητών όλων των βαθμίδων που πλέον είναι ψηφιακοί ιθαγενείς. Θεωρείται
απαραίτητο οι νέες γενιές να κατανοούν τον ψηφιακό κόσμο που μας περιβάλλει
και να έχουν ενεργό ρόλο σε αυτόν. Δεν μπορούν να μένουν παθητικοί
καταναλωτές μίας αδιαφανούς και μυστηριώδους τεχνολογίας.
Η κατανόηση των αρχών της Πληροφορικής βοηθά να αξιοποιούνται με τον
καλύτερο δυνατό τρόπο τα υπολογιστικά συστήματα που χρησιμοποιούν καθώς και
να επιλύουν προβλήματα (Computing at School Working Group, 2012). Ως αυριανοί
πολίτες ικανοί να σκεφτούν και με όρους Πληροφορικής, θα είναι σε θέση να
κατανοούν και να επιχειρηματολογούν για θέματα όπως η ασφάλεια και η
προστασία στο διαδίκτυο, τα ηλεκτρονικά συστήματα ψηφοφορίας και φυσικά η
εκπαίδευση.
[6]
Η Πληροφορική στη διδακτική πράξη
Η Πληροφορική, ως επιστημονικό πεδίο και γνωστικό αντικείμενο ανήκει στις
θετικές επιστήμες. Πρόσφατα, οι θετικές επιστήμες ομαδοποιήθηκαν υπό τον όρο
STEM, για να δηλωθεί η αλληλουχία τους (STEM: Science, Technology, Engineering,
Mathematics: Φυσικές Επιστήμες, Τεχνολογία, Μηχανική, Μαθηματικά), Το γεγονός
αυτό δηλώνει την απαίτηση της σύγχρονης κοινωνίας για εκπαίδευση σε όλα αυτά
τα πεδία (http://www.cslnet.org/our-agenda/what-is-stem/).
Η ιδιαίτερη αξία της διδασκαλίας της Πληροφορικής αναδεικνύεται με την
ανάπτυξη της αλγοριθμικής σκέψης, η οποία επηρεάζει συνολικά την οργάνωση της
σκέψης και ακολουθείται σε επιστήμες όπως η Φυσική, η Χημεία, η Βιολογία, η
Ψυχολογία, η Οικονομία και η Στατιστική. Η αλγοριθμική σκέψη αποτελεί βάση για
την επίλυση προβλημάτων, τη σχεδίαση συστημάτων και την κατανόηση των ορίων
της ανθρώπινης και τεχνητής ευφυΐας.
Ένα πρόγραμμα σπουδών Πληροφορικής περιλαμβάνει θεματικές όπως δεδομένα
και αναπαραστάσεις, αλγοριθμική σκέψη, γλώσσες προγραμματισμού, μηχανές και
μοντέλα υπολογισμών, αφαίρεση και σχεδιασμό (από το υλικό στο λογισμικό),
επικοινωνία, το ευρύτερο πλαίσιο της επιστήμης της Πληροφορικής (Computing at
School Working Group, 2012). Ένα αναλυτικό πρόγραμμα που βασίζεται σε αυτό το
πλαίσιο, καλλιεργεί στον μαθητή μεταξύ άλλων την κριτική και δημιουργική σκέψη,
απαραίτητες και για τα άλλα γνωστικά αντικείμενα της ομάδας STEM.
Η αλγοριθμική σκέψη και οι βασικές αρχές του προγραμματισμού αναπτύσσονται
από τη νηπιακή ηλικία. Για το νηπιαγωγείο ενδείκνυνται τα προγραμματιζόμενα
ρομπότ, τα οποία παρέχουν δυνατότητες σχεδίασης δραστηριοτήτων
προσανατολισμού στο επίπεδο, διάκρισης χρωμάτων και σχημάτων, ακόμα και
επαναληπτικών διαδικασιών. Το σχήμα 1 παρουσιάζει δύο ενδεικτικές
δραστηριότητες με το bee-bot (www.bee-bot.us/) το οποίο έχουν αναπτύξει
φοιτητές Παιδαγωγικού Τμήματος στο πλαίσιο μίας διαδραστικής έκθεσης
τεχνολογίας (Γιαννακού, 2013).
Σχήμα 1. Δύο δραστηριότητες με ρομπότ, για την εύρεσης της βέλτιστης διαδρομής
και τον προσανατολισμό του
[7]
Για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενδείκνυνται
περιβάλλοντα οπτικού προγραμματισμού με πλακίδια, όπως το scratch
(http://scratch.mit.edu/). Τέτοιου τύπου περιβάλλοντα καλύπτουν βασικές έννοιες
και δομές του προγραμματισμού όπως οι δομές ελέγχου, επανάληψης καθώς και
περισσότερο προχωρημένες, όπως οι διαδικασίες και ο αντικειμενοστρεφής
προγραμματισμός.
Το σχήμα 2 δείχνει ένα παράδειγμα από το περιβάλλον scratch. Καθώς εκτελείται το
πρόγραμμα, παρουσιάζονται στην οθόνη διαδοχικά οι μουσικοί, κάνουν πρόβα,
ξεκινούν τη μουσική, και οι χορευτές λαμβάνουν θέσεις και χορεύουν.
[8]
Μάθηση ενισχυόμενη από ΤΠΕ – παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ
Η κύρια συνεισφορά των ΤΠΕ προκύπτει από τα τεχνολογικά τους χαρακτηριστικά
και τους τρόπους με τους οποίους καταγράφουν, αναπαριστούν, διαχειρίζονται και
μεταφέρουν την πληροφορία. Τα χαρακτηριστικά αυτά αφορούν την πολύ γρήγορη
διαχείριση μεγάλου όγκου δεδομένων και πληροφοριών, την παρουσίαση
πληροφοριών μέσω δυναμικών, αλληλεπιδραστικών, πολλαπλών αναπαραστάσεων
και την επικοινωνία (Mikropoulos & Bellou, 2006).
Η συνεισφορά των ΤΠΕ στη διδακτική πράξη και τη μαθησιακή διαδικασία
πραγματοποιείται μέσω της παιδαγωγικής αξιοποίησής τους. Σημαντικοί
παράγοντες για την παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ θεωρούνται η ενεργός
συμμετοχή των μαθητών, μέσω αλληλεπιδραστικών δραστηριοτήτων και η επιλογή
της κατάλληλης τεχνολογικής προσέγγισης για τη δημιουργία ή ενίσχυση των
νοητικών μοντέλων του. Η παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ επιτυγχάνεται σε ένα
ολοκληρωμένο μαθησιακό πλαίσιο, το οποίο συνίσταται από εκπαιδευτικά σενάρια
που περιλαμβάνουν τη συνολική οργάνωση και διαχείριση του μαθήματος, με
κύρια συστατικά τα σχέδια διδασκαλίας και τις μαθησιακές δραστηριότητες
(Μικρόπουλος & Μπέλλου, 2010).
Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι ΤΠΕ αξιοποιούνται παιδαγωγικά ως γνωστικά
εργαλεία, εργαλεία που δημιουργούνται ή τροποποιούνται και χρησιμοποιούνται
από τον μαθητή για να αναπαραστήσει τις γνώσεις του, εμπλέκοντάς τον
απαραίτητα σε νοηματοδοτημένες διεργασίες κριτικής σκέψης σχετικά με ένα υπό
μελέτη θέμα. Οι ΤΠΕ ως γνωστικά εργαλεία συνεισφέρουν στην οικοδόμηση της
γνώσης υποστηρίζοντας την:
κατασκευή γνώσης
αναζήτηση, εξερεύνηση, διερεύνηση
μάθηση μέσω ενεργειών
γνωστική σύγκρουση
μάθηση με συνδιαλλαγή
μάθηση μέσω αναστοχασμού.
Το σχήμα 3 παρουσιάζει ένα παράδειγμα μίας προσομοίωσης σε εικονικό
περιβάλλον για τη μελέτη της σκιάς και της παρασκιάς. Ο μαθητής μετακινεί τον
εικονικό άνθρωπο (άβαταρ) και αντίστοιχα μεταβάλλεται το μήκος της σκιάς του.
Μπορεί επίσης να μετατρέψει τη σημειακή πηγή σε πραγματική πηγή και να
μελετηθεί και η παρασκιά. Ανάλογα με τους στόχους που θέτει ο εκπαιδευτικός η
μελέτη μπορεί να γίνει ποιοτικά ή ποσοτικά.
[9]
Σχήμα 3. Προσομοίωση για τη μελέτη της σκιάς και της παρασκιάς
(http://photodentro.edu.gr/lor/r/8521/1587?locale=el)
Η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει κάνει προσιτά ακόμα και για τη διδακτική πράξη
συστήματα που μεταφέρουν τις κινήσεις του μαθητή, ακόμα και τις εκφράσεις του
στον υπολογιστή. Το σχήμα 4 παρουσιάζει έναν εικονικό κόσμο στον οποίο δύο ή
περισσότεροι μαθητές που βρίσκονται σε διαφορετικούς φυσικούς χώρους
επικοινωνούν σε πραγματικό χρόνο με ομιλία και χειρονομίες για να λύσουν ένα
συγκεκριμένο πρόβλημα. Στο σχήμα 5 φαίνεται η μεταφορά των εκφράσεων ενός
εκπαιδευτικού στον υπολογιστή για την υποστήριξη της επικοινωνίας με άτομα που
βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού.
[10]
Σχήμα 5. Μεταφορά εκφράσεων στον εικονικό αντιπρόσωπο του χρήστη.
Αναφορές
Brinda, T., Puhlmann, H. Schulte, C. (2009). Bridging ICT and CS – Educational
Standards for Computer Science in Lower Secondary Education. In: ITiCSE 2009
pp. 288–292, Paris, France.
Computing at School Working Group, 2012). Computer Science: A Curriculum for
Schools. Ανακτήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 2014 από
http://www.computingatschool.org.uk.
Mikropoulos, T. A., Bellou, J. (2006). The Unique Features of Educational Virtual
Environments, in P. Isaias, M. McPherson and F. Banister (eds.) Proceedings e-
society 2006, International Association for Development of the Information
Society, v.1, 122-128, IADIS.
Γιαννακού, Ι. (2013). Εκπαιδευτικές Δραστηριότητες σε ένα Μουσείο Υπολογιστών.
Πτυχιακή εργασία. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων: Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής
Εκπαίδευσης.
Κόμης, Β. (2004). Εισαγωγή στις εκπαιδευτικές εφαρμογές των Τεχνολογιών της
Πληροφορίας και των Επικοινωνιών. Αθήνα: Εκδόσεις Ν. Τεχνολογιών.
Μικρόπουλος, Τ. Α. & Μπέλλου, Ι. (2010). Σενάρια διδασκαλίας με υπολογιστή.
Αθήνα: Κλειδάριθμος.
[11]
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ
ΓΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
Αφού ευχαριστήσω για την πολύ τιμητική για μένα πρόσκληση να μιλήσω στο 1 ο
συνέδριο της ΠΕΣΣ, θα ήθελα επίσης να αναφέρω ότι χρόνια πριν είχα παροτρύνει
στελέχη της ΠΕΣΣ προς την κατεύθυνση διοργάνωσης ημερίδων, συνεδρίων κτλ. Με
μεγάλη μου χαρά, λοιπόν, βλέπω να πραγματοποιείται το πρώτο τους συνέδριο και
μάλιστα να φιλοξενείται στο Τμήμα και στο Πανεπιστήμιο που εργάζομαι. Θα
πρέπει επίσης να αναφέρω ότι πολύ στενοί μου συνεργάτες σήμερα είναι σχολικοί
σύμβουλοι.
Οι συνθήκες εφαρμογής των σύγχρονων διδακτικών δεν είναι κάτι αμελητέο στις
μέρες μας. Εκτιμώ ότι ο λόγος των σχολικών συμβούλων δεν μπορεί να είναι απλώς
θεωρητικός και ακαδημαϊκός, αλλά θα πρέπει να αναδύεται μέσα από τις πρακτικές
των σχολείων, τα οποία αποτελούν προνομιακό τους χώρο. Είναι γνωστό ότι οι
σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις δεν εφαρμόζονται σε κενό εργαστηρίου, αλλά
είναι απολύτως συνυφασμένες με το πλαίσιο και το συγκείμενο τους (Elliott, 1991).
Συχνά, ωστόσο, δεν συζητάμε επαρκώς για την εφαρμοσιμότητα των ερευνών που
παραθέτουμε. Στην υπάρχουσα δύσκολη πραγματικότητα θεωρώ ότι η συζήτηση
για τις συνθήκες εφαρμογής είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση. Σε πιο
σταθερές και ομαλές συνθήκες αυτό ενδεχομένως δεν είναι ίσως τόσο αναγκαίο.
Όμως τα σχολεία σήμερα υποφέρουν σε πολλά επίπεδα και μάλιστα τόσο, όσο ποτέ
άλλοτε μετά τη μεταπολίτευση. Προς επίρρωση των προηγούμενων αναφέρονται
ενδεικτικά παραδείγματα:
[12]
Θεωρώ, λοιπόν, σημαντικό να τεθεί, να συζητηθεί και να μελετηθεί σοβαρά σήμερα
το θέμα των συνθηκών για να εφαρμοστούν σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις.
Αν οι συνθήκες είναι πολύ κακές θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια για την άμεση
υπέρβασή τους ή τη βελτίωσή τους. Γι’ αυτό το λόγο επέλεξα να μην αναφερθώ σε
θεωρίες και μοντέλα μάθησης, διδακτικής και επιμόρφωσης στο πλαίσιο σύγχρονων
ελληνικών ή διεθνών ερευνητικών προγραμμάτων σχολείου, παρά το ότι
αποτελούν προνομιακό μου χώρο και το έχω κάνει πάρα πολλές φορές στο
παρελθόν. Η επιλογή μου αυτή τη φορά ήταν να μιλήσω πιο απλά για τα
ιδιόρρυθμα πρόσφατα ελληνικά βιώματα και πλαίσια, γιατί θεωρώ ότι προέχει
σήμερα η ανίχνευση, η μελέτη, η συζήτηση και η αναζήτηση λύσεων γύρω από
αυτά. Θα αναφερθώ, λοιπόν, περισσότερο σε κάποιες ενδεικτικές πτυχές που
θεωρώ σημαντικές στο σημερινό πρωτόγνωρο εκπαιδευτικό πλαίσιο, καθώς και σε
ενδεχόμενες προοπτικές, ώστε να είναι δυνατόν να εφαρμοστούν και να είναι
βιώσιμες σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις. Υπάρχουν βέβαια άλλες σημαντικές
πτυχές των σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων, όπως π.χ. η σχέση τους με την
αξιολόγηση που έρχεται, στις οποίες όμως δεν θα αναφερθώ εδώ εξ αιτίας των
περιορισμών αυτού του κειμένου και επειδή το θέμα, αν και είναι εξαιρετικά
επίκαιρο, χρήζει εκτενούς ανάλυσης για να μη μετατραπεί σε συνθηματολογία με
άσπρο και μαύρο. Θα εστιάσω, λοιπό, στην παρέμβασή μου σε πρωτόγνωρα κακές
συνθήκες στα ελληνικά σχολεία, που δεν οφείλονται μόνο στους περιορισμούς του
μνημονίου, αλλά και σε αδέξιους χειρισμούς εκπαιδευτικών πολιτικών. Δυστυχώς
δεν θα είμαι ευχάριστος.
[13]
β. Τα Παιδαγωγικά Τμήματα βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Τα
Παιδαγωγικά Τμήματα που ιδρύθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ως ώριμο
αίτημα της εκπαιδευτικής κοινότητας, τα οποία, ως γνωστόν, θεραπεύουν τις
επιστήμες της εκπαίδευσης, βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση μετά τον νέο
τρόπο εισαγωγής σε αυτά με τις πανελλήνιες εξετάσεις. Αποτελούν ξεχωριστή
πλέον κατεύθυνση κι αυτό αναμένεται να τα συρρικνώσει καθοριστικά. Πόσοι
υποψήφιοι πλέον, σε περίοδο ανεργίας των εκπαιδευτικών, θα επιλέξουν μόνο
αυτή την κατεύθυνση;
δ. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι υπάρχει παραζάλη και ανασφάλεια στα σχολεία. Η
παραζάλη αυτή ενδεχομένως οφείλεται σε μια πρωτόγνωρα σκληρή, συντηρητική
στροφή, που είχε ως συνέπεια να επιβληθούν σταδιακά ανάλογες συντηρητικές
πολιτικές, ενδεχομένως οι πιο συντηρητικές από την περίοδο της δικτατορίας, με
τελικό αποτέλεσμα τα σχολεία να υποφέρουν.
[14]
ειδικά προγράμματα σε επίπεδο σχολείου. Δεν είναι όμως δυνατόν να επεκταθούμε
εδώ στο θέμα αυτό.
α. Μια σύντομη αναφορά στις εξελίξεις στο ΙΕΠ. Ως γνωστόν το 1964 ιδρύθηκε το
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (ΠΙ) με προσωπικότητες μεγάλης εμβέλειας, όπως ο Ι.
Κακριδής, και από το 1989 λειτούργησε με πρόεδρο το Θεόφραστο Γέρου (μετά την
κατάργησή του στη Δικτατορία και την μετατροπή του σε ΚΕΜΕ στη συνέχεια).
Πολλά άλλαξαν όμως στη συνέχεια. To 1996 δημιουργήθηκε το Κέντρο
Εκπαιδευτικής Έρευνας (ΚΕΕ), πρωτοστατούντος του αείμνηστου Αλέξη Δημαρά. Το
2003 με οδηγίες της ΕΕ, για να δοθεί ξεχωριστή έμφαση στην επιμόρφωση,
δημιουργήθηκε ο Οργανισμός Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών (ΟΕΠΕΚ). Τον Μάιο του
2010, στο πλαίσιο της εξοικονόμησης πόρων, πάρθηκε η απόφαση για συγχώνευση
των 3 αυτών οργανισμών (ΠΙ, ΚΕΕ, ΟΕΠΕΚ). Το Μάιο του 2011 ορίστηκε το πρώτο ΔΣ
του ΙΕΠ με πρόεδρο τον αείμνηστο Αλέξη Δημαρά. Το Φεβρουάριο του 2012
πραγματοποιήθηκε η συγχώνευση στο ΙΕΠ (Μπαγάκης, 2012, 1912α). Τον Ιούνιο του
2012 πέθανε ο Αλέξης Δημαράς, που ενδιάμεσα είχε παραιτηθεί δύο φορές λόγω
διαφωνιών με τον τότε υπουργό. Λίγο μετά, τον Ιούνιο του 2012, ανέλαβε ο νυν
υπουργός Παιδείας και το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του ΙΕΠ παραιτήθηκε
ουσιαστικά τον Αύγουστο του 2012. Τον Ιανουάριο του 2013 ανέλαβε το νυν ΔΣ και
μέχρι τότε επόπτευε το ακέφαλο ουσιαστικά ΙΕΠ ο νυν Υπουργός Παιδείας μέσω του
τότε Ειδικού Γραμματέα Πρωτοβάθμιας Δευτεροβάθμιας και νυν προέδρου του ΙΕΠ.
Υπήρξαν καθυστερήσεις της πρώτης διοίκησης του ΙΕΠ λόγω ρευστού πολιτικού
κλίματος με αλλαγές υπουργών, με το θάνατο του αείμνηστου Αλέξη Δημαρά, με
διαδοχικές εκλογές στην κεντρική πολιτική σκηνή το πρώτο εξάμηνο λειτουργίας
του ΙΕΠ. Υπήρξαν όμως καθυστερήσεις και της νέας κυβέρνησης. Χάθηκε χρόνος 6
σχεδόν μηνών χωρίς ουσιαστικά διοίκηση στο ΙΕΠ. Απολύθηκαν στη συνέχεια, το
2013, 18 έμπειροι, ικανοί και εξειδικευμένοι συμβασιούχοι, επειδή είχαν λήξει οι
συμβάσεις τους, μόλις 18 μέρες πριν, και έτσι δεν υπήρχε δυνατότητα ανανέωσης
τους. Επιπλέον, τα έργα εθνικής εμβέλειας του ΙΕΠ καθυστέρησαν σωρευτικά και
[15]
επικίνδυνα το δεύτερο εξάμηνο του 2012, με πολύ αρνητικές συνέπειες σε πολλά
επίπεδα. Από τον Ιανουάριο του 2013 υπάρχει νέα διοίκηση.
β. Επισημάνσεις για το ΙΕΠ σήμερα. Παρά τις όποιες ρητορείες, δεν είναι σαφές αν
τελικά και κατά πόσο πολιτικές «επικυριαρχίας», σε σχέση με τις προηγούμενες
ηγεσίες και σε σχέση με τον ΟΕΠΕΚ και το ΚΕΕ, ωφελούν την ελληνική εκπαίδευση.
Πάντως μέχρι τώρα, περισσότερο από ένα χρόνο μετά, θετικό αποτέλεσμα δεν είναι
ακόμα εύκολα ορατό. Μακάρι να έρθει αργότερα.
Διαφαίνεται μια αναπαλαίωση πολιτικών του ΠΙ της περιόδου του 2000, καθώς,
πολύ προσεκτικά, το ΔΣ του ΙΕΠ επαναφέρει, με αρκετούς από τους τότε
πρωταγωνιστές. Ταυτόχρονα φαίνεται να επιδιώκει την κυριαρχία σε θέσεις
ευθύνης ατόμων από το παλιό ΠΙ, να υποτιμά σε μεγάλο βαθμό το έργο που είχε
παραχθεί από τους 2 κύριους προηγούμενους συγγενικούς φορείς, καθώς και
καινοτόμες λειτουργίες ή κουλτούρες που είχαν διαμορφωθεί σε αυτούς τους
οργανισμούς, παρά το ότι το θεσμικό πλαίσιο του ΙΕΠ, ως Νομικό Πρόσωπο
Ιδιωτικού Δικαίου, ταυτίζεται με αυτούς τους οργανισμούς και διαφοροποιείται
σημαντικά από το θεσμικό πλαίσιο του πρώην ΠΙ, το οποίο δεν ήταν Νομικό
Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου.
Δεν υπάρχει άραγε άλλη διέξοδος για αυτό τον επιτελικό φορέα του Υπουργείου
Παιδείας;
Ποια είναι τελικά η φυσιογνωμία, ποιο είναι το όραμα, ποιες είναι οι αρχές,
επάνω στις οποίες βασίζονται σήμερα οι πολιτικές του ΙΕΠ, του επιτελικού
δηλαδή οργανισμού για τα τεκταινόμενα στις σύγχρονες διδακτικές
προσεγγίσεις και στις πρακτικές στα σχολεία σε ένα συγκεντρωτικό
εκπαιδευτικό σύστημα όπως το Ελληνικό; Ας ανοίξει το ΙΕΠ μια δημόσια
συζήτηση γύρω από αυτά.
γ. Τώρα είναι απολύτως αναγκαίες όσο ποτέ άλλοτε ανοικτές πολιτικές για το ΙΕΠ.
Στο πρόσφατο εκπαιδευτικό πλαίσιο που περιγράφτηκε θεωρούνται αναγκαίες
ανοικτές πολιτικές για τις οποίες επισημαίνονται:
[16]
Απαιτείται ανοιχτή συζήτηση για την αποσαφήνιση της φυσιογνωμίας και
την προοπτική μιας σύγχρονης, αποτελεσματικής και αποδοτικής
λειτουργίας του ΙΕΠ.
Οι «μονοπωλιακές» λογικές του πρώην ΠΙ της δεκαετίας του 2000 θεωρώ ότι
δεν θα πρέπει να είναι η πρώτη επιλογή.
Ταπεινή μου θέση είναι ότι είναι τουλάχιστον μια ανοιχτή συζήτηση και
όσμωση με την εκπαιδευτική και την ερευνητική κοινότητα (τουλάχιστον αυτή
που ασχολείται με τους εκπαιδευτικούς και τα σχολεία) για την προοπτική
αυτού του νέου επιτελικού φορέα είναι απολύτως απαραίτητη και αυτή δεν έχει
υπάρξει επαρκώς μέχρι τώρα. Τα επισημαίνω, γιατί πολύ καθοριστικές
εκπαιδευτικές πολιτικές εθνικής εμβέλειας που αφορούν τις σύγχρονες
διδακτικές προσεγγίσεις, όπως πολιτικές επιμόρφωσης, αξιολόγησης,
προγραμμάτων σπουδών, συμμετοχής της Ελλάδας σε διεθνή προγράμματα,
όπως το PISA εκπορεύονται από το ΙΕΠ.
Καλύτερες συνθήκες για τους νέους εκπαιδευτικούς για τους οποίους συχνά η
επιβίωση αναγκαστικά δεσπόζει σε σχέση με τις όποιες σύγχρονες διδακτικές
προσεγγίσεις
[17]
Για να δύνανται οι εκπαιδευτικοί να πειραματιστούν, να συνεργαστούν, να
δοκιμάσουν σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις είναι απαραίτητο να δύνανται να
ρισκάρουν, να έχουν όραμα και συμμετοχή στα τεκταινόμενα στην εκπαίδευση και
το σχολείο τους
[18]
Κλείνοντας θα ήθελα να ευχηθώ την καλή συνέχεια των συνεδρίων της ΠΕΣΣ με την
άρθρωση ενός εκπαιδευτικού λόγου συνδεδεμένου με την πραγματικότητα των
σχολείων.
Βιβλιογραφία
Elliott, J. (1991) Action research for educational change. Philadelpia: Open University
Press.
MacGilchrist, B., Myers, K. and Reed, J. (2004) The intelligent school. London: Sage
Publications.
[19]
Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΠΟΥ
ΤΗΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΥΝ
Εισαγωγή
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 και μετά, την παγκόσμια κοινότητα
απασχολεί ολοένα και περισσότερο η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στις
νεαρές ηλικίες. Αυτό διαπιστώνει κανείς από την αυξανόμενη τάση στην
εκπαίδευση για να υπηρετηθούν: τα ανθρώπινα δικαιώματα, η υγεία, η ασφάλεια
και η προστασία των μαθητών, η απόκτηση απ’ αυτούς βασικών γνώσεων,
δεξιοτήτων και στάσεων που επιτρέπουν την επιτυχή και παραγωγική διαβίωσή
τους, καθώς και η δημιουργία κινήτρων και τρόπων μάθησης για να παραμένουν
περισσότερα χρόνια στο σχολείο, έτσι ώστε όλοι οι μαθητές να αναπτύσσουν
πλήρως το δυναμικό που διαθέτουν και να συμβάλλουν στην ατομική και κοινωνική
πρόοδο. Οι ωφέλειες και οι θετικές επενέργειες της ποιοτικής εκπαίδευσης σε όλο
το φάσμα της ανθρώπινης ανάπτυξης θεωρούνται ανεκτίμητες σήμερα, διότι
μεταξύ άλλων βελτιώνουν τη θέση των ανηλίκων, των γυναικών και των οικονομικά
ανίσχυρων ανά τον κόσμο βοηθώντας στην ανακούφιση και τελικά στην απαλλαγή
τους από τη φτώχεια (United Nations, 2000:4-5 . Unicef, χ.χ.).
[20]
Όμως, σε πείσμα των αυξημένων ποσοστών εγγραφής στα σχολεία κατά τα
τελευταία χρόνια, παρατηρήθηκε ότι πάρα πολλοί μαθητές μαθαίνουν λιγότερα
από αυτά που διδάσκονται ή που πρέπει να διδάσκονται στα σχολικά ιδρύματα.
Αυτή η χαμηλή μαθησιακή επιτυχία αποδόθηκε σε συνδυασμό παραγόντων, όπως
είναι το ανεπαρκές μαθησιακό περιβάλλον, το υψηλό ποσοστό απουσιών και
διακοπής της φοίτησης των μαθητών, οι ακατάλληλες μέθοδοι διδασκαλίας-
μάθησης, οι μη συχνά παρωθημένοι εκπαιδευτικοί, η κακή διατροφή και η
επισφαλής υγεία πολλών μαθητών και άλλα (Unicef, χχ: 1). Άρχισε λοιπόν να
διαμορφώνεται η αντίληψη πως η μαθησιακή επιτυχία δεν είναι μόνο θέμα απλής
πρόσβασης στην εκπαίδευση και εγγραφής στο σχολείο, αλλά εξαρτάται ουσιαστικά
από την ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται στους νέους.
[21]
μάλιστα διακήρυξη υπάρχει η άποψη ότι η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται σε
όλους ανά τον κόσμο και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και επιδιώξεις των
ατόμων και των κοινωνιών, ενώ η ποιότητά της θεωρείται προαπαίτηση για την
επίτευξη των θεμελιωδών σκοπών της δικαιοσύνης και της γνωστικής ανάπτυξης
των παιδιών (Bergmann, 1996:584).
Στη διακήρυξη του Dakar, πάλι, προβάλλεται ένα πλαίσιο δράσης που
υποστηρίζει ότι η πρόσβαση στην ποιοτική εκπαίδευση αποτελεί δικαίωμα κάθε
παιδιού και ότι τα κράτη οφείλουν να βελτιώνουν όλες τις παραμέτρους της
εκπαιδευτικής ποιότητας, έτσι ώστε κάθε μαθητής να μπορεί να επιτύχει καλύτερα
μαθησιακά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στον τομέα του εγγραμματισμού, της
αριθμητικής και των βασικών δεξιοτήτων της ζωής (Unesco, EFA, 2002:29,100, 165.
World Education, 2000:8-10).
Όμως, την απαρχή της έννοιας της ποιότητας στην εκπαίδευση ανευρίσκει
κανείς στο υπόμνημα της διεθνούς επιτροπής παιδείας υπό την προεδρία του
Γάλλου υπουργού Παιδείας Edgar Faure προς την Unesco, κατά τη δεκαετία του
1970, που φέρει τον τίτλο: Learning to be: The world of education today and
tomorrow, όπου προβάλλει ως βασικός σκοπός η εκρίζωση της ανισότητας στις
εκπαιδευτικές ευκαιρίες και η εγκαθίδρυση μιας δημοκρατίας δικαίου στις
ανθρώπινες κοινωνίες, τονίζεται η σημασία της διά βίου μάθησης και της
σχετικότητας των αναλυτικών προγραμμάτων με τις ανάγκες των μαθητών και
δίνεται έμφαση στις φυσικές επιστήμες και τις νέες τεχνολογίες (Faure et al.,
1972:xxvi).
. Μάθηση για το πώς μαθαίνει κανείς, που σημαίνει ότι οι μαθητές οικοδομούν
τη γνώση σε καθημερινή βάση συνδυάζοντας εξωτερικά και εσωτερικά στοιχεία.
. Μάθηση για το πώς να ζει κανείς μαζί με τους άλλους, που απευθύνεται στην
ανάπτυξη των δεξιοτήτων της κριτικής σκέψης για μια ζωή χωρίς
προκαταλήψεις, όπου όλοι θα έχουν ίσες ευκαιρίες ανάπτυξης του εαυτού τους,
της οικογένειας και της κοινότητάς τους.
[22]
. Μάθηση για το πώς να ζει κανείς, η οποία δίνει έμφαση στις δεξιότητες που
χρειάζονται τα άτομα προκειμένου να αναπτύξουν πλήρως το δυναμικό τους
(Unesco, 1996: 11-20˙ Τριλιανός, 2004:25).
Είναι προφανές ότι οι ανωτέρω θέσεις παρέχουν μια πιο ολοκληρωμένη και
πολυπρισματική άποψη της μάθησης, η οποία διαμορφώνει με πληρότητα και
σαφήνεια την εικόνα της ποιότητας στην εκπαίδευση.
Όμως, παρά την αυξανόμενη συναίνεση σχετικά με την πρόσβαση των ατόμων
στην ποιοτική εκπαίδευση, δεν υφίσταται ανάλογη συναίνεση πάνω στο τι ακριβώς
πρακτικά σημαίνει ο όρος «ποιότητα στην εκπαίδευση» (Bergmann, 1996:585-
588˙Βιταντζάκης,2006:29-30). Σε αυτό το ζήτημα η Unesco στη Σύνοδο των
Δικαιωμάτων του Παιδιού, το 2000, επιχειρεί να δώσει απάντηση υποστηρίζοντας
ότι η εκπαίδευση οφείλει να αποβλέπει:
. στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, των ταλέντων και των
διανοητικών και φυσικών ικανοτήτων του στο ανώτατο δυνατό επίπεδο,
. στην καλλιέργεια σεβασμού προς τους γονείς του παιδιού, την πολιτιστική
ταυτότητά του, τη γλώσσα, τις αξίες της χώρας που ζει ή κατάγεται και προς
τους διαφορετικούς πολιτισμούς από το δικό του,
. στην προετοιμασία του παιδιού για μια υπεύθυνη ζωή σε μια ελεύθερη
κοινωνία και μέσα σε ένα πνεύμα κατανόησης, ειρήνης, ανοχής, φιλίας μεταξύ
των λαών, εθνικών και θρησκευτικών ομάδων και αυτόχθονων ανθρώπων,
Παράλληλα η Unesco υποστηρίζει ότι τα σύγχρονα κράτη έχουν την ευθύνη της
διασφάλισης της ποιοτικής εκπαίδευσης σε όλα τα παιδιά, έχοντας ως βάση την
αρχή της δικαιοσύνης, η οποία λαμβάνει τη μορφή της ισότητας τόσο στην
πρόσβαση και παραμονή των νέων στο σχολείο όσο και στα μαθησιακά
αποτελέσματα. Αυτή η θέση αντανακλά την πίστη ότι όλα παιδιά ανά τον κόσμο
είναι δυνατόν να αναπτύξουν βασικές γνωστικές δεξιότητες, όταν παρέχεται το
κατάλληλο μαθησιακό περιβάλλον (Unesco, 2005: 31). Είναι αδύνατο στα παιδιά να
μαθαίνουν, όταν είναι άρρωστα, όταν στοιβάζονται σε ακατάλληλες και μικρές
αίθουσες διδασκαλίας, όταν καθίστανται παθητικοί αποδέκτες γνώσεων από
ελλιπώς καταρτισμένους εκπαιδευτικούς και όταν δεν είναι σε θέση να
εφαρμόσουν τις γνώσεις που παίρνουν στο υποστηρικτικό περιβάλλον της
οικογένειας και της κοινότητας. Επίσης, είναι αδύνατο σε ένα εκπαιδευτικό
σύστημα να μπορέσει να αναπτυχθεί και να βελτιωθεί χωρίς την αποδοχή και
[23]
στήριξη της κοινότητας, χωρίς πόρους και χωρίς την ύπαρξη σχετικής μέριμνας και
προσοχής για το τι πρόγραμμα πρέπει να διαμορφωθεί κάθε φορά και πώς να
υλοποιηθεί. Τα ανωτέρω καταδεικνύουν ότι στην εκπαίδευση η ποιότητα και η
δικαιοσύνη συνδέονται άρρηκτα (Unicef, χχ.: 2).
Διαστάσεις της ποιότητας στην εκπαίδευση κατά τον Ο.Η.Ε.
Από τα όσα αναφέρθηκαν μέχρι τώρα διακρίνει κανείς καθαρά την
μετακίνηση των ανθρώπινων κοινωνιών από την ποσότητα στην ποιότητα της
εκπαίδευσης, καθώς και τους λόγους που επέβαλαν αυτή τη μετατόπιση. Μολονότι
υφίσταται μεγάλη διαφοροποίηση των απόψεων σχετικά με τον προσδιορισμό της
έννοιας της ποιότητας στην εκπαίδευση, πράγμα που μαρτυρά την πολύπλευρη και
σύνθετη φύση του όρου, γεγονός είναι ότι εντοπίζεται σημαντική ομοφωνία σε ότι
αφορά τις βασικές διαστάσεις της εν λόγω ποιότητας, που σύμφωνα με την Unicef
είναι:
. Μαθητές υγιείς, που τρέφονται καλά, είναι έτοιμοι για συμμετοχή στη
μάθηση και έχουν στην προσπάθειά τους αυτή τη στήριξη της οικογένειας και της
κοινότητας.
[24]
Α. Μαθητές
Είναι γεγονός ότι η ποιότητα ζωής που διάγουν τα παιδιά πριν να ξεκινήσουν
την τυπική εκπαίδευσή τους, επηρεάζει το τι οι μαθητές μπορούν να γίνουν στη
συνέχεια. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν στη δημιουργία
ποιοτικών μαθητών, μεταξύ αυτών είναι η υγεία, οι εμπειρίες της προσχολικής
ηλικίας και η στήριξη από το σπίτι. Έτσι, παιδιά σωματικά και ψυχικά υγιή
αναπτύσσουν ικανοποιητικά την ικανότητα της μάθησης. Επίσης η επαρκής
διατροφή, κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής των παιδιών, έχει θετικές επιπτώσεις
στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, όπως και ο πρώιμος εντοπισμός και η πρόληψη
ασθενειών, δυσκολιών και μολύνσεων των παιδιών, πριν την εγγραφή τους στο
σχολείο, αυξάνει την πιθανότητα για διαμόρφωση υγιών μαθητών (Unesco, 2004:4 .
Unicef, 2000:5).
Όμως, εκτός από την υγεία των μαθητών φαίνεται ότι και οι πρώιμες
εμπειρίες και οι αλληλεπιδράσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία
ποιοτικών μαθητών. Μαρτυρίες έχουν δείξει ότι συμμετοχή τους σε προγράμματα
παρέμβασης συνετέλεσαν ώστε αυτοί να έχουν καλύτερες επιδόσεις στο δημοτικό
σχολείο σε σχέση με τους συμμαθητές τους, που δεν συμμετείχαν σε τέτοια
προγράμματα. Επίσης η παροχή κατάλληλων ερεθισμών κατά τα πρώτα έτη της
ζωής τους επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη του εγκεφάλου, η οποία θεωρείται
απαραίτητη για τη ρύθμιση των συναισθημάτων, καθώς και τη δραστηριοποίηση
και οργάνωση της συμπεριφοράς τους. Αντίθετα έχει αποδειχθεί ότι μαθητές, που
δεν έχουν βιώσει τέτοιους ερεθισμούς ή ήταν εκτεθειμένοι σε χρόνιο άγχος κατά τα
προσχολικά χρόνια, αντιμετώπισαν δυσκολίες στην ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη
αργότερα.
[25]
Β. Μαθησιακό Περιβάλλον
[26]
περιβάλλον, που προνοεί για υπηρεσίες και προγράμματα υγείας, συμβάλλει
σημαντικά στην αναβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης (Unicef,
2010:10).
Γ. Περιεχόμενο Σπουδών
[27]
δεξιότητες της αριθμητικής όχι μόνο επιτρέπουν στους ανθρώπους να ελέγχουν τη
ζωή τους, αλλά και να συμμετέχουν αποτελεσματικά σε θέματα της κοινότητας και
του κράτους που ανήκουν, αφού η κατανόηση των συλλογικών ζητημάτων απαιτεί
την ικανότητα του να κατανοεί κανείς οικονομικές και ποσοτικές πληροφορίες
(Steen, 1999:8-13 . Unicef, χχ:9).
Επίσης στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται και το μάθημα: «αγωγή της
ειρήνης», το οποίο επιδιώκει να αναπτύξει στους μαθητές την ικανότητα να
αποφεύγουν τις συγκρούσεις και να τις επιλύουν με ειρηνικό τρόπο, όταν
εμφανίζονται σε προσωπικό, διαπροσωπικό, διομαδικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Η αγωγή της ειρήνης συνδέεται με τη γνωστική, συναισθηματική και ψυχοκοινωνική
μάθηση και μπορεί να λαμβάνει χώρα εντός σχολείου με την ανάπτυξη σχετικών
προγραμμάτων, αλλά και εκτός σχολείου, δηλαδή σε κατασκηνώσεις, χώρους
άθλησης, ψυχαγωγικά προγράμματα, παιδικές λέσχες και φυσικά στα πλαίσια της
κοινότητας (Fountain, 1999:1-3, 5-6 . Unicef, 2000:12-13).
Δ. Διαδικασίες Μάθησης
Κατά τα τελευταία χρόνια, εκτός από τις σχολικές υποδομές, την αναλογία
εκπαιδευτικού – μαθητών και το περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων, έχει
δοθεί ιδιαίτερη σημασία και στις χρησιμοποιούμενες διδακτικές διαδικασίες, μέσα
από τις οποίες εκπαιδευτικοί και διευθυντές μεταπλάθουν τις εκπαιδευτικές
εισροές και πόρους σε σημαντικές μαθησιακές εμπειρίες για τους μαθητές και
διασφαλίζουν κατ’ αυτό τον τρόπο την ποιότητα μάθησης (Unesco,2005:146-
47,152-154). Βέβαια είναι γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί αποτελούν τους πιο
σημαντικούς παράγοντες μάθησης των παιδιών και είναι σε θέση να τα βοηθήσουν
πιο αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση, εφόσον κατέχουν σε βάθος όχι
μόνο το γνωστικό αντικείμενο αλλά και τη διδακτική μεθοδολογία του. Όμως η
εκπαίδευση και κατάρτιση των εκπαιδευτικών, πριν ακόμα ξεκινήσουν το διδακτικό
έργο στην τάξη, εμφανίζει σημαντικές διαφορές ανά τον κόσμο. Δυστυχώς μεγάλος
[28]
αριθμός εκπαιδευτικών δεν φαίνεται να κατέχει ικανοποιητικά ούτε το γνωστικό
αντικείμενο που θα διδάξει, αλλά ούτε και τις παιδαγωγικές δεξιότητες που
απαιτούνται για την καλή παρουσίαση του νέου μαθήματος (Unicef, χχ:12-13).
Όπως είναι επόμενο, αυτό επηρεάζει την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης,
αφού η επιτυχία των μαθητών εξαρτάται κατά πολύ και από την διδακτική
ικανότητα του εκπαιδευτικού, που θα διευκολύνει τα παιδιά στη μάθηση (Unicef,
2000:14-15).
[29]
E. Μαθησιακά Αποτελέσματα
Συμπεράσματα
Από τα προαναφερθέντα καθίσταται σαφές ότι δεν υπάρχει ομοφωνία σε ότι
αφορά στον προσδιορισμό της έννοιας της ποιότητας στην εκπαίδευση και οι
ποικίλοι ορισμοί μαρτυρούν την πολυμορφία και την πολυπλοκότητα της
συγκεκριμένης έννοιας. Αντίθετα διαφαίνεται σημαντική ταύτιση απόψεων σχετικά
με τις διαστάσεις και τους δείκτες που χαρακτηρίζουν την ποιοτική εκπαίδευση, και
αυτό διαπιστώνεται τόσο σε επίπεδο Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών όσο και σε
[30]
επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη διαφορά ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι
απαιτήσεις για ποιοτικά χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα αυξημένες
(European Commission, 2001:5-6).
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
. Bergmann, H. (1996). Quality education and the demand for education - Evidence
from developing countries, International Review of Education, v.42, n.6.
. Βιταντζάκης, Ν. (2006). Η ποιότητα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, Εκδοτικός
οίκος Interbooks, Αθήνα.
. Carron, G. & Chau, T.N. (χχ). The quality of primary schools in different
development contexts, Unesco Publishing.
. Delors, J. (1996). Report to Unesco International Commission of education for
twenty first century, Unesco Publishing Co., Geneva.
. European Commission (2001). European report on the quality of school education:
Sixteen quality indicators, Office for Official Publications of the European
Communities, Luxembourg.
. Faure, E. et al. (1972). Learning to be: The world of education today and
tomorrow, Unesco/Harrap, Paris/London.
. Fountain, S. (1999). Peace education in Unicef, New York Αθήνα.
. Ζαβλανός, Μ. (2003). Η ολική ποιότητα στην εκπαίδευση, Εκδόσεις Σταμούλης,
Αθήνα.
. Steen, A.I. (1999). Numeracy: The new literacy for a data-drenched society,
Educational Leadership, v.57, n.2.
[31]
. Τριλιανός, Θαν. (2004). Εισαγωγή στην προβληματική του συνεδρίου. Στο Αθαν.
Τριλιανός & Ιγν. Καράμηνας (επιμ.): Μάθηση και διδασκαλία στην κοινωνία της
γνώσης. Πρακτικά Ε΄ Πανελληνίου Συνεδρίου με διεθνή συμμετοχή, τόμ. Α΄, Αθήνα.
. Τριλιανός, Αθ. 2011). Η ποιότητα της διδασκαλίας στην εκπαίδευση της
μετανεωτερικής εποχής. Στο Βασ. Οικονομίδης: Εκπαίδευση και επιμόρφωση
εκπαιδευτικών, Πεδίο, Αθήνα.
. Unesco (1996). Learning: The treasure within, Unesco Publishing, Paris.
. Unesco, EFA Global Monitoring Report (2002). Education for all: Is the world on the
track?, Unesco Publishing, Paris.
. Unesco (2004). United Nations educational scientific and cultural organization
quality education and HIV/AIDS, Paris.
. Unesco, EFA Global Monitoring Report (2005). Education for all: The quality
imperative, Unesco Publishing, Paris.
. Unicef: Quality primary education (χχ). The potential to transform society in a
single generation, New York.
. Unicef (2000). Defining quality in education, New York 2000
.United Nations General Assembly (2000). 55/2 United Nations Millenium
Declaration, New York.
.World Education Forum (2000). The Dakar framework for action, Unesco, France.
[32]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ
Δημιουργώντας θετικό κλίμα στην τάξη μέσα από δραστηριότητες για
τα ανθρώπινα δικαιώματα: μία μελέτη περίπτωσης
Ακριτίδης Νίκος
Σχολικός Σύμβουλος Π/θμιας Εκπ/σης, Κ.Μακεδονίας
nikos.akritidis@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο πολιτισμικός πλουραλισμός της κοινωνίας της χώρας μας επηρέασε και το
ελληνικό σχολείο. Το σχολείο ως χώρος διαχείρισης της όποιας διαφοράς ανέλαβε
την ενσωμάτωση των «πολιτισμικά» διαφοροποιημένων μαθητών. Σημαντικό ρόλο
σ’ αυτό έπαιξε και συνεχίζει να παίζει η κουλτούρα και το σχολικό κλίμα τα οποία
διαμορφώνουν συμπεριφορές. Θεωρούμε πως με κατάλληλες στρατηγικές και
προσεγγίσεις μέσα στην τάξη μπορούμε να διαμορφώσουμε το κατάλληλο κλίμα για
την υιοθέτηση «ανθρώπινων» αξιών και αποδοχής του διαφορετικού.
Σκοπός της έρευνάς μας είναι να ανιχνεύσουμε εκείνες τις στάσεις και τα
στερεότυπα των μαθητών που επηρεάζουν τη συμπεριφορά τους και επιδρούν στη
διαμόρφωση ενός θετικού κλίματος.
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από ένα πολιτισμικό
πλουραλισμό, όπου οι διαφορετικές πολιτισμικές ομάδες αποτελούν συστατικό
μέρος της κοινωνικής δομής της χώρας.
Όπως ήταν φυσικό, η εξέλιξη αυτή επηρέασε και το ελληνικό σχολείο, το οποίο
αποτελεί ένα κατεξοχήν μέσο για τη διασφάλιση της κοινωνικής και πολιτισμικής
συνοχής της ελληνικής κοινωνίας. Βασική συνιστώσα σ’ ένα τέτοιο εκπ/κό
προσανατολισμό αποτελεί η διαπολιτισμική εκπαίδευση γιατί ευνοεί την αμοιβαία
κατανόηση και οδηγεί στο σεβασμό της πολιτισμικής ποικιλομορφίας.
Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε και πρόταση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου της
Ελλάδας, τον Οκτώβρη του 2001, για ένα σύγχρονο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο
Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών
(Α.Π.Σ.) υποχρεωτικής εκπαίδευσης, η οποία στοχεύει στην «υιοθέτηση προτύπων
συμπεριφοράς, που χαρακτηρίζονται από σεβασμό στις πνευματικές και
ανθρωπιστικές αξίες» (2001, σ.2), αλλά και στην ομαλή ένταξη των ατόμων μέσα
στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Η προστασία, ωστόσο, της εθνικής κα πολιτισμικής
ταυτότητας όλων των λαών κρίνεται πολύ σημαντική (στο ίδιο, σ.4) και εδώ ακριβώς
υπεισέρχεται ο ρόλος της αγωγής και της εκπαίδευσης στ’ ανθρώπινα δικαιώματα.
Η υιοθέτηση βασικών ανθρώπινων αξιών όπως η ελευθερία, η αξιοπρέπεια και ο
σεβασμός της προσωπικότητας, προϋποθέτουν την τροποποίηση της στάσης μας
απέναντι στη παγκόσμια οικονομία, το περιβάλλον και τον πολιτισμό (Μαυροειδής
& Πέτρου, 2004).
[33]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[34]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
4. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Η παρούσα έρευνα αποτελεί περίπτωση μελέτης. Στη συλλογή δεδομένων
συμμετείχαν 100 μαθητές/τριες της Β΄ και Δ΄ τάξης και τέσσερις εκπαιδευτικοί ενός
Διαπολιτισμικού σχολείου στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Η διάρκεια της έρευνας
διήρκεσε 2 περίπου μήνες.
Για τη συλλογή των δεδομένων από τα παιδιά δημοτικού αξιοποιήθηκε το
ερωτηματολόγιο του Gash (1996). Πρόκειται για μια τροποποιημένη εκδοχή του,
ώστε να ταιριάζει στις ανάγκες της έρευνας.
Το ερωτηματολόγιο αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει
δεκαεννιά ερωτήσεις που αφορούν τις στάσεις των παιδιών προς τους αλλοδαπούς
και τσιγγάνους μαθητές – «Θέλουμε να μάθουμε τι σκέφτεσαι για τα παιδιά της
ηλικίας σου, που δεν είναι σαν και σένα και συχνά τα ονομάζουμε αλλοδαπούς.
Απάντησε στις ακόλουθες ερωτήσεις βάζοντας ένα √ μόνο σε ένα κουτί. Ας
υποθέσουμε ότι ένα παιδί με ειδικές ανάγκες έρχεται στην τάξη σου αυτή τη
χρονιά», «Θα του χαμογελούσες την πρώτη μέρα;», «Θα τον έκανες τον καλύτερο
φίλο σου ή την καλύτερη φίλη σου;» κ.ο.κ. Οι απαντήσεις δίνονται δίπλα από κάθε
[35]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
Από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων, στον Πίνακα 1, προέκυψε ότι ένα μεγάλο
ποσοστό 69% των μαθητών/τριών έχουν θετική στάση απέναντι στους πολιτισμικά
διαφοροποιημένους συμμαθητές τους και μόνο ένα 11% διατηρεί αρνητική στάση,
κατά την πρώτη επαφή τους.
[36]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα του/της
χαμογελούσες την 69 20 11
πρώτη μέρα;
Σύμφωνα με τον Πίνακα 2, και στο ερώτημα «Θα του/της ζητούσες να κάτσει δίπλα
σου;» λιγότεροι από τους μισούς μαθητές/τριες (44%) απάντησαν θετικά, ενώ,
αρνητική στάση εξέφρασε το 26%, ποσοστό διπλάσιο σχεδόν σε σύγκριση με εκείνο
του Πίνακα 1. Φαίνεται πως η μείωση κατά 25% των θετικών απαντήσεων, σε σχέση
με το ερώτημα του Πίνακα 1, οφείλεται στην απροθυμία τους για στενότερη επαφή
και συνεργασία με τους πολιτισμικά διαφοροποιημένους μαθητές/τριες.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα του/της ζητούσες
να κάτσει δίπλα 44 30 26
σου;
Όπως φαίνεται από τις απαντήσεις του Πίνακα 3, 57% των μαθητών/τριών
απάντησαν θετικά στο να μιλήσουν στο διάλειμμα με τους πολιτισμικά
διαφοροποιημένους μαθητές/τριες, 35% διατηρούν μια σχετικά θετική στάση
απέναντί τους, ενώ μόνο ένα 8% διατηρεί αρνητική στάση.
ΠΙΝΑΚΑΣ 3
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα μιλούσες μαζί
του/της στο 57 35 8
διάλειμμα;
Από τον Πίνακα 4, προκύπτει μια αρκετά μεγάλη διαφοροποίηση στις θετικές και
αρνητικές απαντήσεις των μαθητών/τριών σε σχέση με τους προηγούμενους
πίνακες. Εδώ οι μαθητές/τριες σε ποσοστό 55% δείχνουν αρνητική στάση να
μοιραστούν μυστικά που συνήθως λένε στους φίλους τους, ενώ μόνο 19% απαντά
θετικά και 26% είναι διατεθειμένο να το πράξει κάποιες φορές. Φαίνεται πως όσο
τα ερωτήματα παραπέμπουν σε μια πιο στενή σχέση και επικοινωνία με τους
πολιτισμικά διαφοροποιημένους μαθητές/τριες μειώνονται οι θετικές στάσεις και
αυξάνονται αντίστοιχα οι αρνητικές στάσεις.
ΠΙΝΑΚΑΣ 4
Ναι Μερικές φορές Όχι
Μετά από λίγο
καιρό θα του/της
έλεγες τα μυστικά 19 26 55
που συνήθως λες
στους φίλους σου;
[37]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[38]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
(48%), 31% διατηρεί μια σχετικά αρνητική στάση, ενώ ανοχή δείχνει το 21% των
απαντήσεων.
ΠΙΝΑΚΑΣ 9
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα θύμωνες μαζί
του/της, εάν έκανε 48 31 21
ζαβολιές στο παιχνίδι;
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (65%) εμφανίζεται πρόθυμο να βοηθά τους πολιτισμικά
διαφοροποιημένους συμμαθητές του στα μαθήματα, ενώ ένα ποσοστό (28%) είναι
διατεθειμένο να το πράξει «μερικές φορές» και μόνο ένα μικρό ποσοστό (7%)
εμφανίζεται αρνητικό.
ΠΙΝΑΚΑΣ 11
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα τον/την βοηθούσες στα
μαθήματα που σας έβαλε ο 65 28 7
δάσκαλος ή η δασκάλα για
το σπίτι;
[39]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ 13
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα του/της έκανες
ερωτήσεις για να 53 28 19
μάθεις πράγματα για
τον εαυτό του/της;
Στον Πίνακα 14 ένα ποσοστό 65% εμφανίζει θετική στάση απέναντι στην λεκτική
βία κατά πολιτισμικά διαφοροποιημένων μαθητών, ενώ 18% του δείγματος
εμφανίζεται αδιάφορο απέναντι στο φαινόμενο αυτό. Ένα ποσοστό 17% δηλώνει
ότι μερικές φορές θα έκανε κάποια παρέμβαση υπέρ των παιδιών που είναι στόχος.
ΠΙΝΑΚΑΣ 14
Ναι Μερικές φορές Όχι
Θα σε ένοιαζε αν τα
υπόλοιπα παιδιά 65 17 18
τον/την κορόιδευαν;
Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται ένα 48% να έχει θετική άποψη ότι οι πολιτισμικά
διαφοροποιημένοι μαθητές έχουν τις ίδιες δυνατότητες μ’ αυτούς να πάνε το ίδιο
καλά στη «Γλώσσα». Ένα 26% του δείγματος έχει αρνητική άποψη σχετικά με τις
δυνατότητές τους, ενώ το υπόλοιπο 26% πιστεύει ότι μπορούν να τα πάνε καλά
μόνο «μερικές φορές».
ΠΙΝΑΚΑΣ 15
Ναι Μερικές φορές Όχι
Νομίζεις ότι ο αλλοδαπός, ο
μετανάστης ή ο τσιγγάνος θα 48 26 26
μπορούσε να τα πάει το ίδιο καλά
στη «γλώσσα» όσο και εσύ;
[40]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Τα αποτελέσματα του Πίνακα 18 δείχνουν ένα ποσοστό 58% να απαντά θετικά στην
φοίτηση των πολιτισμικά διαφοροποιημένων μαθητών στην ίδια τάξη μαζί τους.
Αρνητικά τοποθετείται στο ενδεχόμενο αυτό ένα 17%, ενώ ένα 25% θεωρεί πως
πρέπει να πηγαίνουν στην ίδια τάξη μερικές φορές.
ΠΙΝΑΚΑΣ 18
Ναι Μερικές φορές Όχι
Πιστεύεις ότι τα παιδιά αυτά θα
πρέπει να πηγαίνουν στην ίδια 58 25 17
τάξη με τα άλλα παιδιά;
Όσον αφορά στην επιλογή των επιθέτων που περιγράφουν ένα πολιτισμικά
διαφοροποιημένο μαθητή, η πλειοψηφία των παιδιών τον χαρακτήρισε έξυπνο (σε
ποσοστό 70%), ευγενικό (78%), καθαρό (65%), χαρούμενο (81%), αγαπητό (58%),
φιλικό (73%). Ωστόσο ένα σημαντικό ποσοστό χρησιμοποίησε αρνητικά επίθετα
στην περιγραφή τους όπως: τρομακτικό (43%), διαφορετικό (44%), ξένο (43%),
παράξενο (26%), ακατάστατο (10%), βρώμικο (9%). Επίσης, διαπιστώνουμε ότι
παρόλο που 65% των παιδιών περιγράφουν ένα πολιτισμικά διαφοροποιημένο
μαθητή καθαρό και μόνο 9% ως βρώμικο, 35% δεν επέλεξε το συγκεκριμένο
επίθετο. Ακόμα, ενώ περιγράφουν ένα πολιτισμικά διαφοροποιημένο μαθητή με το
θετικό επίθετο «φιλικό» (73%), ταυτόχρονα το αρνητικό επίθετο «τρομακτικό»
συγκεντρώνει ποσοστό 43%.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αλλαγή του σχολικού κλίματος θεωρείται από τη φύση
της πολύπλοκη υπόθεση, που χρειάζεται συστηματική προσπάθεια με
συγκεκριμένες διαδικασίες μετασχηματισμού της υφιστάμενης κατάστασης,
[41]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[42]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ 20
ΠΡΙΝ ΜΕΤΑ
Μερικές Μερικές
Ερωτήσεις Ναι φορές
Όχι Ναι Όχι
φορές
1. 69 20 11 79 11 10
2. 44 30 26 49 37 14
3. 57 35 8 63 33 4
4. 19 26 55 19 31 50
5. 40 35 25 37 41 22
6. 29 40 31 31 42 27
7. 45 33 22 38 34 28
8. 51 34 15 62 27 11
9. 48 31 21 45 31 24
10. 53 26 21 55 26 19
11. 65 28 7 67 28 5
12. 65 26 9 69 28 3
13. 53 28 19 70 18 12
14. 65 17 18 71 17 12
15. 48 26 26 40 33 27
16. 41 26 33 31 40 29
17. 55 31 14 61 22 17
18. 58 25 17 53 25 22
19. 63 20 17 71 23 6
ΠΙΝΑΚΑΣ 21
ΠΡΙΝ ΜΕΤΑ
ΕΠΙΘΕΤΑ
Έξυπνο 70 68
Ευγενικό 78 85
Καθαρό 65 70
Τρομακτικό 43 16
[43]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βρώμικο 9 10
Χαρούμενο 81 86
Διαφορετικό 44 56
Αγαπητό 58 72
Ακατάστατο 10 13
Φιλικό 73 80
Παράξενο 26 32
Ξένο 43 40
6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Λαμβάνοντας υπόψη το μικρό δείγμα, τον ελάχιστο χρόνο και τις αδυναμίες που
συνεπάγονται από μια τέτοιου είδους έρευνα, φαίνεται πως παρά το γεγονός ότι
διαφορετικές ομάδες μαθητών διαβιούν και συναντιούνται στον ίδιο χώρο του
σχολείου, αναπτύσσονται προβλήματα επικοινωνίας και ρατσισμού που
διαμορφώνουν ένα αρνητικό διαπολιτισμικό σχολικό κλίμα. Φαίνεται πως το
ελληνικό σχολείο και οι μαθητές είναι ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουν
αποτελεσματικά τις δυσκολίες που προκύπτουν από την παρουσία τους σ’ αυτό
μαθητών με εθνο-πολιτισμικές διαφορές.
Είναι προφανές λοιπόν ότι προκύπτουν ανάγκες για συστηματικότερη αντιμετώπιση
του ζητήματος της δημιουργίας θετικού σχολικού κλίματος από τους εκπ/κούς που
εμπλέκονται.
Όσον αφορά την παρούσα έρευνα φάνηκε πως είναι δυνατή η υποστήριξη
διαπολιτισμικού κλίματος στην τάξη ή το σχολείο αλλάζοντας την υφιστάμενη
κατάσταση, επηρεάζοντας τις στάσεις και τις αντιλήψεις των μαθητών.
Με μια στρατηγική βιωματικών δραστηριοτήτων που έχουν ως βάση τη διδασκαλία
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι μαθητές ενθαρρύνονται να διαμορφώσουν
σταδιακά αποδεκτές απόψεις και συμπεριφορές για την ισότητα και το σεβασμό
του «διαφορετικού». Δεν αρκεί από μόνο του να διαπιστωθεί η διαφορετική
σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού, αλλά να υιοθετηθούν συμπεριφορές που θα
εμπνέουν το σεβασμό και την αποδοχή του «άλλου».
Κλείνοντας τη σύντομη αυτή παρουσίασή μας, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι
ανεξάρτητα από τις όποιες θεσμικές αλλαγές που ενδεχομένως υιοθετηθούν στο
μέλλον, η επιτυχία της διαπολιτισμικής προσέγγισης μπορεί να επιτευχθεί και με
την αξιοποίηση πρακτικών εργαλείων που μπορούν να μετασχηματίσουν και να
αλλάξουν το σχολικό κλίμα της τάξης και του σχολείου ευρύτερα, επιφέροντας
καλύτερα μαθησιακά και επικοινωνιακά αποτελέσματα.
[44]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Cohen, L. & Manion, L. (1994). Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας, εκδ.
Μεταίχμιο, Αθήνα.
Parekh, B. (1997). «Η έννοια της πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης», στο: Modgil, S.,
Verma, G., Mallick, K., Modgil, C., Η Πολυπολιτισμική Εκπαίδευση (επιμ.
Ζώνιου-Σιδέρη, Α. & Χαραμής, Π.) εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
Schein, H. (1992). Organizational Culture and Leadership, Jossey-Bass, San Fransisco.
Αθανασούλη-Ρέππα, Α., Λαζαρίδου, Α. & Lyman, L. (2005). «Συναισθηματική
νοημοσύνη και Διαπολιτισμική Παιδαγωγική: ένα υπόδειγμα για την
προσέγγιση της πολυπολιτισμικής τάξης», στο: Γεωργογιάννης Π. (επιμ.),
Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Πρακτικά 8ου Διεθνούς Συνεδρίου, τ. 4ος, ΚΕ.Δ.ΕΚ,
Πάτρα.σ.191-204.
Βασιλείου, Μ., (1999). «50 χρόνια μετά την υιοθέτηση της Οικουμενικής Διακήρυξης
των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων – Επιτεύγματα και προκλήσεις για τον 21ο
αιώνα», στο: Βασιλείου, Μ. (επιμ.), Σύγχρονα προβλήματα Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα.
Ματσαγγούρας, Η. (1998). Στρατηγικές Διδασκαλίας, τ.Β΄, εκδ. Gutenberg, Αθήνα.
Μαυροειδής, Γ. & Πέτρου, Α., (2004). «Η εκπαίδευση για τ’ ανθρώπινα δικαιώματα:
Προτάσεις μιας διδακτικής προσέγγισης», στο: Αγγελίδης Π. & Μαυροειδής Γ.
(επιμ.), Εκπαιδευτικές Καινοτομίες για το Σχολείο του μέλλοντος, τ. Β΄, εκδ.
Τυπωθήτω, Αθήνα.
Νικολάου, Γ. (2000). Ένταξη και Εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο Δημοτικό
σχολείο, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της Ελλάδας (2001). Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο
Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.)και Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών
(Α.Π.Σ.) υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Πασιαρδής, Π. (2004). Εκπαιδευτική Ηγεσία, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα.
http://www.humanrights.coe.int
(GeneralHumanRightspage)
http://www.echr.coe.int
(European Court of Human Rights)
http://www.coe.int/youth
(Human Rights Education-Youth Program
[45]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αντωνάτου Μαρία
Σχολική Σύμβουλος 2ης Περιφέρειας Δημοτικής Εκπ/σης Π.Ε. Ευρυτανίας
mariantonatou@gmail.com
Περίληψη
Η σημασία της κοινότητας έρευνας, όπως έχει εν πολλοίς δοκιμαστεί στα πλαίσια
προγραμμάτων της δράσης «Φιλοσοφία για παιδιά», αναδείχθηκε στην πράξη χάρη
στην πειραματική εφαρμογή της σε τάξεις σχολείων της Ευρυτανίας.
Μια ελεγχόμενη, σύντομη διδακτική παρέμβαση αρχικά, που διερευνούσε το τι
κατανοούν ως φιλοσοφία οι μαθητές, αποδείχτηκε επαρκής στο να κατατοπιστούν
σχετικά με το πλαίσιο λειτουργίας της ομάδαςτουςως κοινότητας έρευνας.
Οι παρατηρήσεις και τα συνακόλουθα συμπεράσματα φαίνεται να ενισχύουν την
υπόθεση πως η κοινότητα έρευνας, ως μορφή «διδασκαλίας» εκτονώνει την πίεση
από τις καθιερωμένες σχολικές πρακτικές, αναθέτοντας στον μαθητή πραγματικά
πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ είναι δυνατόν να πολλαπλασιάζει τα οφέλη που
προκύπτουν από τη διδασκαλία σε ομάδες, εμπλουτίζοντας και ενισχύοντας την
καλλιέργεια συναφών δεξιοτήτων και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του
μαθητή (και του εκπαιδευτικού).
Εισαγωγή – προβληματισμός
Η κοινότητα έρευνας ή (φιλοσοφική) ερευνητική κοινότητα ή κοινότητα
(φιλοσοφικής) αναζήτησης αποτελεί μέθοδο δράσης της κίνησης «Φιλοσοφία για
παιδιά (ΦΓΠ – P4C)», θεμελιωτής της οποίας είναι ο Matthew Lipman –Institute for
the Advancement of Philosophy for Children (IAPC), Montclair University, New
Jersey.1 Όποιος ανήκει στην ομάδα αντιλαμβάνεται πως συμμετέχει σε διαδικασία
1
«Η Ψυχολογία για παιδιά (P4C) είναι ένα εκπαιδευτικό κίνημα παγκόσμιας εμβέλειας, που ξεκίνησε
το 1972 με την δουλειά του καθηγητή Μ. Lipman και των συνεργατών του στο Ινστιτούτο για την
προαγωγή της Φιλοσοφίας για παιδιά (IAPC). Ο Lipman έγραψε ειδικά για το πρόγραμμα
΄φιλοσοφικές νουβέλες΄ για κοινή χρήση με παιδιά, και ‘οδηγούς σπουδών΄ για συνοδευτικό υλικό.
Εισήγαγε επίσης την ΄κοινότητα αναζήτησης΄ τόσο σαν μία κατάλληλη μέθοδο όσο και σαν στόχο της
P4C. Σήμερα η δράση «Φιλοσοφία για παιδιά» υλοποιείται σε περισσότερες από τριάντα χώρες,
κάνοντας χρήση μεγάλης ποικιλίας μέσων, με σκοπό να υποκινηθεί ο προβληματισμός και η έρευνα.
Παρόλο που τα μέσα ποικίλουν, το βασικό μοντέλο της ΄κοινότητας αναζήτησης΄ και οι μέθοδοι που
ο Lipman εισήγαγε παρέμειναν αξιοθαύμαστα ανθεκτικά και δημοφιλή τόσο ανάμεσα στους
δασκάλους όσο και στους μαθητές. Ανάκτηση στις 8/10/2013 από: http://www.p4c.com/about-p4c
Επίσης: «Πλήθος ιδρυμάτων και δραστηριοτήτων υπηρετούν εδώ και τέσσερις δεκαετίες την
προώθηση του κινήματος P4C τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο: Ίδρυση
Πανεπιστημιακών Ινστιτούτων ή ανεξάρτητων Φιλοσοφικών Ενώσεων ή Εταιρειών Φιλοσοφίας για
Παιδιά ανά τον κόσμο. - Προώθηση των πολιτικών κατάρτισης και επιμόρφωσης εκπαιδευτικών
πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε προγράμματα ΦΓΠ. - Προώθηση ερευνών γύρω
από την εφαρμοσιμότητα και τις εφαρμογές της ΦΓΠ. - Δημιουργία και δημοσίευση αναλυτικών
προγραμμάτων ΦΓΠ και ανάληψη πρωτοβουλιών για άρση της αγκύλωσης της Διοίκησης της
Εκπαίδευσης και προώθησής τους στις σχολικές τάξεις. - Δημοσιεύσεις υποστηρικτικών θεωρητικών
συγγραμμάτων. - Διεθνείς Επιστημονικές Περιοδικές Εκδόσεις σε θέματα ΦΓΠ. - Δημιουργία δικτύων
συνεργασίας μεταξύ πανεπιστημίων, ινστιτούτων, κέντρων ΦΓΠ, σχολικών ιδρυμάτων για την
ανταλλαγή εμπειριών. - Διεθνή σεμινάρια, workshops, συνέδρια. - Επιμέρους δραστηριότητες και
[46]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[47]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η προετοιμασία των μαθητών που αφορούσε στην προσέγγιση της έννοιας της
φιλοσοφίας (Τι είναι; Γιατί και πώς φιλοσοφούμε; Πότε συμβαίνει; Πού;)4 φαίνεται
πως ήταν πράγματι επαρκής, μολονότι σύντομη, και καθόρισε τον τρόπο που
ομονόησαν οι μαθητές και λειτούργησαν στη συνέχεια οι ομάδες-κοινότητες
έρευνας. Η αποτελεσματικότητα της προπαρασκευαστικής διδασκαλίας φαίνεται
πως οφείλεται στο γεγονός πως τα παιδιά αντιλαμβάνονται και διαισθητικά – ενώ
στην ηλικία των 11 και 12 ετών η λογική και η αφαιρετική σκέψη αναπτύσσονται
(Piaget)5 – όχι μόνον τη σημασία της φιλοσοφικής «δραστηριότητας», αλλά και την
αναγκαιότητα που δικαιολογεί την κλίση προς αυτήν, αφού θεωρούν πως το
«φιλοσοφείν» είναι στην φύση του ανθρώπου.
Ακολούθησαν δύο συναντήσεις με κάθε ομάδα (συζητήσεις με την μορφή
κοινότητας έρευνας στην αίθουσα διδασκαλίας με τα παιδιά να κάθονται σε κύκλο,
σύμφωνα με κανόνες που αποδεχθήκαμε όλοι6). Το θέμα που διαπραγματευτήκαμε
προήλθε από την αφήγηση μιας μικρής ιστορίας και ορίστηκε ως διλημματική
κατάσταση σχετικά με την οποία αναρωτηθήκαμε. Σε δύο περιπτώσεις μας
απασχόλησαν, ειδικά και γενικά, κοινωνικές συμπεριφορές που χαρακτηρίστηκαν
από τα παιδιά ως επιθετικές και εκφοβιστικές. Κατά την υλοποίηση της δράσης,
στην οποία συμμετείχαμε μόνο διευκολύνοντας, πήραμε τον λόγο σε ελάχιστες
περιπτώσεις, όταν π.χ. διαπιστώθηκε εμπλοκή εξ αιτίας της δυσκολίας να
αντικατασταθεί το αρχικό ερώτημα ενώ είχε μάλλον εξαντληθεί ο σχετικός
προβληματισμός. Παρατηρήσαμε πως:
- Το πλαίσιο επικοινωνίας των μαθητών με τους συμμαθητές τους και τον
εκπαιδευτικό άλλαξε. Βρέθηκαν σε ρόλο «πρωταγωνιστή», «προσάρμοσαν» το
πρόγραμμα σπουδών στις πραγματικές ανάγκες τους, αφυπνίστηκαν.
- Παιδιά άτολμα πήραν τον λόγο με άνεση.
- Ήρθαν στο φως εμπειρίες των μαθητών, εκφράστηκαν προσωπικές θέσεις και
απορίες, ενώ εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον για τη σκέψη, τη θέση, τη στάση του
άλλου.
4
Σταχυολογούμε απαντήσεις: Τι είναι φιλοσοφία; Αγάπη για τη γνώση. – Μελέτη. – Μάθηση. –
Θεωρίες. – Φιλομάθεια. - Περιέργεια. – Σκέψεις. – Διδασκαλία. Γιατί φιλοσοφούμε; Γιατί είμαστε
άνθρωποι. - Για να ανακαλύψουμε κάτι. - Για να απαντήσουμε στα ερωτήματά μας. - Για να
σιγουρευτούμε για κάτι. - Για να λύσουμε τα προβλήματά μας. – Να μάθουμε για τον κόσμο. – Για να
φωτιστούμε. Πότε φιλοσοφούμε; Όταν θέλουμε να μάθουμε την αλήθεια. – Όταν ψάχνουμε τον
τρόπο. – Όταν φοβόμαστε για κάτι. – Όταν ερευνούμε. – Όταν είμαστε στενοχωρημένοι. - Όταν
ψάχνουμε λύση σε ένα πρόβλημά μας. – Όταν μετανιώνουμε για κάτι. – Όταν έχουμε μια ιδέα. –
Όταν περπατάμε. Πού γίνεται αυτό; Πηγαίνοντας στο σχολείο. – Στο σπίτι. – Στα εργαστήρια. – Σε
ένα ταξίδι. - Σε ένα ποτάμι. – Στη θάλασσα. – Στο δρόμο. – Στην τουαλέτα.
5
Επίσης: «Όπως για τον Πλάτωνα, έτσι και για τον Αριστοτέλη, η αληθινή γνώση γεννιέται μόνο από
την μακρόχρονη επαφή με τις έννοιες, τις μεθόδους αλλά και τα υπό παρατήρηση γεγονότα.»
(Hadot, 2002).
6
Ησυχία. - Προσεκτική ακοή και εμπλοκή. – Τα παιδιά σηκώνουν το χέρι μόνο όταν ο ομιλητής έχει
ολοκληρώσει τη σκέψη του. - Ο προηγούμενος δίνει τον λόγο στον επόμενο. – Σέβεται ο ένας τον
άλλον, την προσωπική εμπειρία, ακόμη και το δικαίωμα στη σιωπή.
[48]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
7
Η έρευνα επιβεβαιώνει πως τα παιδιά: Εκφράζονται με άνεση και ετοιμότητα. - Είναι ικανά να
βρίσκουν τα αίτια και να επιχειρηματολογούν. - Είναι σε θέση μα εκφράζουν τις διαφωνίες τους. -
Επιλέγουν το διάλογο για να επιλύουν διαφορές. - Αυτοδιορθώνονται (σαν άτομα και σαν
κοινότητα). - Γίνονται ανεκτικά. - Βοηθάει το ένα το άλλο στη συζήτηση και στην οικοδόμηση των
ιδεών. – Εξισορροπείται σταδιακά η συμμετοχή των δύο φύλων. – Αποχτούν ετοιμότητα στον
μετασχηματισμό της σύγχυσης σε ερώτημα. - Αισθάνονται την ανάγκη να διασαφηνίσουν το ασαφές.
- Αποκτούν δεξιότητες στοχασμού. (Lipman, 2011).
[49]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα
Οι μαθητές τάξεων Δημοτικών σχολείων της 2ης Περιφέρειας Σχολικών Συμβούλων
Ευρυτανίας ασκήθηκαν πειραματικά στην καλλιέργεια δεξιοτήτων διαλόγου,
στοχασμού και έρευνας, συμμετέχοντας σε «κοινότητες έρευνας» - μέθοδο
ενεργοποίησης των μαθητών που προτείνει η κίνηση «Φιλοσοφία για παιδιά». Με
την κατάλληλη ωριαία προετοιμασία οι ομάδες κατάφεραν να λειτουργήσουν στο
σχήμα και στο πνεύμα της κοινότητας αναζήτησης με αποτελέσματα που έχουμε
περιγράψει τόσο στο σώμα του κειμένου όσο και στις υποσημειώσεις.
Παρατηρήθηκε αποφόρτιση από το καθημερινό - αυστηρό στην οργάνωσή του και
στις απαιτήσεις του - σχολικό πρόγραμμα, ενώ οι αρετές της ομαδοσυνεργατικής
διδασκαλίας – με έμφαση στη δυνατότητα επιχειρηματολογίας και στοχασμού,
αλλά και κατανόησης του εαυτού και του άλλου - αναδείχθηκαν και στην υπό
8
«Ένα μάθημα στην αίθουσα διδασκαλίας μιας κοινότητας διερεύνησης έχει στόχο να υποκινήσει τα
μέλη της τάξης να γίνουν αναστοχαστικά: να μετάσχουν σε αναστοχαστική ανάγνωση,
αναστοχαστική διατύπωση ερωτήσεων και αναστοχαστική συζήτηση.» (Lipman, 2006)
[50]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Hadot, P. (2002). Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Αθήνα: Ίνδικτος, σελ. 127.
Haynes, J. (2009). Τα παιδιά ως φιλόσοφοι. Μάθηση μέσω έρευνας και διαλόγου
στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Αθήνα: Μεταίχμιο, σελ. 86 καισελ. 186-187.
Lipman, M. (2011). “Philosophy for Children: Some Assumptions and
Implications”.EthicsinProgressquarterly.
Ανάκτησηστις 5/9/2013 από: http://ethicsinprogress.org/?p=437
Lipman, M. (2006). Η σκέψη στην εκπαίδευση. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 149και 115.
Κακανά, Μ. Δ. (2008). Η ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση. Θεσσαλονίκη:
Κυριακίδης, σελ. 50.
Ματσαγγούρας, Γ. Η. (2004). Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση. Αθήνα:
Γρηγόρης
Χατζηστεφανίδου, Σ. (2010, Οκτώβριος 22). Η κίνηση «Φιλοσοφία για Παιδιά» (P4C,
PfC) ως μελέτη περίπτωσης διεθνούς διάχυσης μιας καινοτομικής σχολικής
πρακτικής.» Εισήγηση που παρουσιάστηκε σε συνέδριο με τίτλο
«Φιλοσοφικός διάλογος μέσα στη σχολική τάξη». Ρέθυμνο. Ανάκτηση στις
5/9/2013 από: http://philosophicalbibliography.com/index.php?option=com_
content&view=article&id=83&Itemid=56
Murris, K. (2012). Neo-Socratic Dialogues in School. Philosophy in
Education in Southern Africa. Ανάκτηση στις 11/10/2013 από:
http://www.mindboggles.org.za/index.php/neo-socratic-dialogues-in-school
http://www.icpic.org/ (The International Council of Philosophical Inquiry with
Children)
http://www.sapere.org.uk/ (Society for the Advancement of Philosophical
Enquiry and Reflection in Education)
http://sophia.eu.org/ (European Federation of Philosophical Inquiry with Children)
http://www.montclair.edu/cehs/academics/centers-and-institutes/iapc/summer/
http://www.philosophyforchildren.co.uk/index.php/1308
History of P4C, The P4C Co-operative. Ανάκτηση στις 8/10/2013 από :
http://www.p4c.com/history-p4c
http://philoenfant.org (Laval University, Canada)
www.kinderphilosophie.at (Graz, Austria)
http://fapsa.org.au/resources/classroom-activities/(Federation of Australasian
Philosophy in Schools Associations)
[51]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Πορτφόλιο Εκπαιδευτικού
Βιτσάκη Ζωή
Εκπαιδευτικός, Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, Υποψήφια Διδάκτορας, Πανεπιστήμιο
Πελοποννήσου
zvitsaki@hotmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η εργασία παρουσιάζει το πορτφόλιο εκπαιδευτικού το οποίο αποτελεί εργαλείο
επαγγελματικής ανάπτυξης. Παρουσιάζονται τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται,
οι μορφές και τα είδη των πορτφόλιο ανάλογα με το σκοπό για τον οποίο
φτιάχνονται. Αναπτύσσεται η χρησιμότητα του πορτφόλιο στην επαγγελματική
ανάπτυξη του εκπαιδευτικού σε προγράμματα εστιασμένα στο σχολείο και
παρουσιάζεται εν συντομία η ελληνική εμπειρία από την εισαγωγή του στο πλαίσιο
του διεθνούς προγράμματος International Teacher Leadership. Αναδεικνύονται τα
ισχυρά σημεία του και ζητήματα στα οποία θα πρέπει να δοθεί προσοχή.
Εισαγωγή
Το πορτφόλιο είναι ευρέως γνωστό στην εκπαίδευση ως εργαλείο μάθησης ή /και
αποτίμησης της εργασίας των μαθητών. Τις τελευταίες δεκαετίες η χρήση του έχει
επεκταθεί και στους εκπαιδευτικούς, μιας και θεωρείται ότι παρουσιάζει ισχυρά
πλεονεκτήματα. Η εισαγωγή του πορτφόλιο και σε άλλους τομείς πέραν της
εκπαίδευσης, όπως η ιατρική (Kelly, 2010), η νομική (Waye & Faulkner, 2012), η
νοσηλευτική, η κοινωνική εργασία, υποδηλώνουν το εύρος των δυνατοτήτων του.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, το πορτφόλιο έχει συνδεθεί μόνο με τους μαθητές. Η
διερεύνηση της λειτουργίας του και η εισαγωγή του στην ελληνική εκπαίδευση
αναμένεται να αποδώσει πολλαπλά οφέλη και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την
επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού.
Η εισαγωγή του πορτφόλιο εκπαιδευτικού έγινε τη δεκαετία του 1980 στο
πανεπιστήμιο Stanford των ΗΠΑ (Lyons 2010), όταν αναγνωρίστηκε ο καθοριστικός
ρόλος του εκπαιδευτικού στη βελτίωση σχολείου (school improvement). Η ιδέα του
πορτφόλιο προέκυψε από την ανάγκη να προσδιοριστούν τα ισχυρά σημεία της
πρακτικής των εκπαιδευτικών, με στόχο την αξιοποίησή τους από την εκπαιδευτική
κοινότητα. Θεωρήθηκε δηλαδή ότι το πορτφόλιο μπορούσε να αναπαραστήσει
σφαιρικά την πρακτική των εκπαιδευτικών.
Περιγραφή
Το πορτφόλιο εκπαιδευτικού είναι μια συλλογή από δείγματα δουλειάς του, τα
οποία συνοδεύονται από κατάλληλα σχόλια. Έχει ως στόχο να αποτυπώνει και να
παρουσιάζει την πρακτική του εκπαιδευτικού και να την συνδέει με την
εκπαιδευτική του φιλοσοφία, τις αξίες του, με κριτήρια που ενδεχομένως έχουν
τεθεί από τρίτους, με την έρευνα δράσης που πιθανόν διεξάγει ή/και τους στόχους
της επαγγελματικής του ανάπτυξης.
[52]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μορφές
Υπάρχουν έντυπα και ηλεκτρονικά πορτφόλιο – καθένα από τα οποία εμφανίζει
πλεονεκτήματα αλλά και μειονεκτήματα - με τα δεύτερα να κερδίζουν έδαφος
τελευταία, κυρίως γιατί διαθέτουν πολυμεσικότητα αλλά και γιατί επιτρέπουν την
προσβασιμότητα σε πολλούς ενδιαφερόμενους ταυτόχρονα.
Είδη- Σκοπός
Τα πορτφόλιο μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με κριτήρια, όπως η φάση των
σπουδών (προπτυχιακά- μεταπτυχιακά), η φάση της σταδιοδρομίας (πριν την
έναρξη της εργασίας, ενδοϋπηρεσιακά [Burke, 1997 κ.ά.]), ο σκοπός για τον οποίο
διαμορφώνονται. Ανάλογα, εξάλλου, με τον σκοπό που υπηρετεί, διαμορφώνεται
τόσο η λογική από την οποία διέπεται, όσο και η διάρθρωσή του. Διαφορετικό είδος
πορτφόλιο φτιάχνει κανείς, όταν αυτό χρησιμοποιείται για την πρόσληψη ή την
επαγγελματική ανέλιξη και άλλο όταν, για παράδειγμα, αποτυπώνεται η έρευνα
δράσης.
Γενικά αναγνωρίζονται δύο πόλοι: για τους Strudler, Wetzel (2005) στον ένα πόλο
βρίσκονται πορτφόλιο που έχουν ως στόχο την πιστοποίηση ή τη λογοδοσία και
στον άλλο όσα στοχεύουν στη μάθηση και τον αναστοχασμό. Η O’ Neill (2007) κάνει
λόγο για πορτφόλιο που χρησιμεύουν για προαγωγή, έναντι αυτών που
αποσκοπούν στην επαγγελματική ανάπτυξη. Η Burke (1997) διακρίνει μεταξύ αυτών
που είναι άτυπα (informal), και αυτών που είναι ενταγμένα σε μια τυπική
διαδικασία (formal) ή οφείλουν να πληρούν ορισμένες προδιαγραφές (standards).
Για την Barett (2005) το πορτφόλιο μπορεί να είναι ένα τεστ ή μια ιστορία. Στην
πρώτη περίπτωση πρόκειται για ένα εγχείρημα επίτευξης εξωτερικά καθορισμένων
στόχων με την παράθεση της απαιτούμενης μαρτυρίας ώστε να πληρούνται
ορισμένες προδιαγραφές και κριτήρια. Στην άλλη περίπτωση έχουμε την αφήγηση
εμπειριών μάθησης η οποία συνοδεύεται από μαρτυρία και οδηγεί στην
διαμόρφωση νοήματος από τη σκοπιά του μανθάνοντος.
Σε γενικές γραμμές αναγνωρίζεται ότι οι δύο πόλοι που προαναφέρθηκαν
εναρμονίζονται ο μεν πρώτος με το θετικιστικό παράδειγμα, ο δε δεύτερος με το
[53]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[54]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ισχυρά σημεία
Το πορτφόλιο παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα.
Ταιριάζει σε διαφορετικά στυλ μάθησης. Παρέχει μια εσωτερική εστίαση με
επίκεντρο τον δημιουργό του, βοηθώντας τον να έχει επίγνωση της πορείας του
ενώ, παράλληλα, ενισχύει την αίσθηση ότι πρόκειται για δική του υπόθεση, ότι
είναι δικό του κτήμα. Είναι σημαντικό ότι παρακολουθεί μια διαδικασία και όχι ένα
στιγμιότυπο από την εργασία του εκπαιδευτικού. Φέρνει στην επιφάνεια
παραδοσιακά αόρατες πλευρές της δουλειάς του, όπως τον σχεδιασμό, τις
υποκείμενες πεποιθήσεις, σημεία που δημιουργούν προβλήματα, αναθεωρήσεις
και επαναπροσδιορισμούς της πρακτικής του. Εισάγει δομή στο πεδίο της
εμπειρίας, την κάνει ορατή, την οργανώνει, της δίνει μορφή, προσφέρει δυνατότητα
ανατροφοδότησης, διευκολύνει τον εκπαιδευτικό να σταθεί κριτικά και να
αναστοχαστεί πάνω στη δουλειά του αλλά και να τη μοιραστεί. Παράλληλα
διευκολύνει τη συνεργασία, την αλληλεπίδραση και τη μεταφορά της γνώσης
(Roberts et al., 2003).
Η ελληνική εμπειρία
Στην Ελλάδα η ανάπτυξη πορτφόλιο από εκπαιδευτικούς δοκιμάστηκε στο πλαίσιο
του διεθνούς προγράμματος International Teacher Leadership (ITL) στο οποίο
συμμετείχαν εκπαιδευτικοί από 14 χώρες με συντονιστή τον Καθηγητή D. Frost του
Πανεπιστημίου του Cambridge και εθνικό συντονιστή τον Καθηγητή του
Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Γ. Μπαγάκη (Frost et al., 2009). Κεντρική έννοια του
προγράμματος ήταν αυτή της ηγεσίας εκπαιδευτικού, σύμφωνα με την οποία οι
εκπαιδευτικοί, ανεξάρτητα από τη θέση τους, μπορούν να ηγηθούν δράσεων
ανάπτυξης, ώστε να αναδείξουν και να αντιμετωπίσουν κρίσιμα ζητήματα που τους
απασχολούν και να ενσωματώσουν βελτιωμένες πρακτικές στον χώρο του σχολείου.
Το πρόγραμμα ITL αντλούσε από το πεδίο της συνεργατικής έρευνας δράσης και
διερεύνησε μεταξύ άλλων μορφές υποστήριξης καινοτομιών στα σχολεία (Frost et
al., 2011). Είχε διάρκεια 3 χρόνων (2009-2011) και σε αυτό συμμετείχαν εθελοντικά
45 εκπαιδευτικοί από 2 Δημοτικά, 2 Γυμνάσια και 2 Λύκεια της Αθήνας. Μια
12μελής ομάδα ερευνητών υποστήριξε τους εκπαιδευτικούς σε όλη τη διάρκεια του
προγράμματος.
Στο συγκεκριμένο πρόγραμμα το πορτφόλιο είχε ως στόχο να αποτυπώσει μια
παρέμβαση του εκπαιδευτικού, που αφορούσε τη βελτίωση μιας πρακτικής του ή
την αντιμετώπιση ενός κρίσιμου θέματος στο σχολείο, τον πειραματισμό με μια νέα
μεθοδολογία κ.ά. Αφετηρία δηλαδή ήταν το ιδιαίτερο ενδιαφέρον κάθε
[55]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Επίλογος
Το πορτφόλιο αποτελεί ένα αξιόλογο εργαλείο επαγγελματικής ανάπτυξης, το οποίο
ενδείκνυται ιδιαίτερα για προγράμματα εστιασμένα στο σχολείο, κάτι που
προέκυψε και από την ελληνική εμπειρία στο πλαίσιο του προγράμματος
International Teacher Leadership. Η εισαγωγή του σε ευρύτερη κλίμακα, αλλά και η
διερεύνηση άλλων δυνατοτήτων και μορφών του, όπως για παράδειγμα η χρήση
ηλεκτρονικών πορτφόλιο, θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στην
επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών.
Αναφορές - Βιβλιογραφία
Barrett, H. (2005). White Paper Researching Electronic Portfolios and Learner
Engagement. The REFLECT Initiative Researching Electronic portFolios:
Learning, Engagement and Collaboration through Technology, ανακτήθηκεστις
21-2-2012
http://electronicportfolios.com/reflect/whitepaper.pdf
Boreen, J., Johnson, M., Niday, D., Potts, Joe (2000) Mentoring beginning teachers :
guiding, reflecting, coaching. Potrland: Stenhouse Publishers.
Burke, Kay (1997). Designing professional portfolios for change. Thousand Oaks,
Ca:Corwin.
Frost, D., Bagakis, G., Barnett, P., Biniari, L., Bolat, O., Chiriac, M., Cosic, I., Demertzi,
K., Durrant, J., Flores, M., Georgiadou, S., Hill, V., Kaissari, S., Kosmidis, P.,
[56]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Marusic, I., Mylles, J., Penalva, J., Petrovic, L., Roberts, A., Stamatis, T.,
Tsemperlidou, M. (2009) The International Teacher Leadership project: a case
of an international action research project. In BAGAKIS, G., GEORGIADOY, S.
(eds) Collective Volume based on the the 33rdCARN, Confererence: Action
research for improvement in schools, communities, and organizational spaces.
What is to bedone?
Frost, D., Durrant, J., Flores, M., Vianna, I., Bagakis, G. (2011) The International
Teacher Leadership Project. Presentation in ICSEI Conference Limasol, Cyprus,
9-11 January.
Kelly, M. (2010). Professional Pedagogies and Research Practices:Teaching and
Researching Reflective Inquiry Through a Medical Portfolio Process, in: Lyons,
N. (ed.) Handbook of Reflection and Reflective Inquiry. Mapping a Way of
Knowing for Professional Reflective Inquiry. New York: Springer.
Lyons, N. (2010): Approaches to Portfolio Assessment of Complex Evidence of
Reflection and Reflective Practice, , in: Lyons, N. (ed.) Handbook of Reflection
and Reflective Inquiry. Mapping a Way of Knowing for Professional Reflective
Inquiry. NewYork: Springer.
Μπαγάκης , Γ. (2005). “Γιατί συνέδριο για την επαγγελματική ανάπτυξη του
εκπαιδευτικού;» στο Γ. Μπαγάκης (επιμ.) Επιμόρφωση και Επαγγελματική
ανάπτυξη του εκπαιδευτικού. Αθήνα: Μεταίχμιο.
O’Neill, G. (2007). Portfolios for Professional Development versus Portfolios for
Promotion: A University College Dublin Case Study, ανακτήθηκε στις 2-2-2012
http://www.aishe.org/readings/2007-2/chap-09.pdf
Roberts, S., Pruitt, E, Sullivan, S. (2003) Schools as professional learning communities:
collaborative activities and strategies for professional development. Thousand
Oaks: Corwin Press.
Strudler, N., & Wetzel, K.(2005). The diffusion of electronic portfolios in teacher
education: Issues of initiation and implementation. Journal of Research on
Technology in Education,37(4), 411-433.
Tucker, P., Stronge, J., Gareis, C. (2002) Handbook on Teacher Portfolios for
Evaluation and Professional Development. Larchmont, NY: Eye on Education.
Waye, V., Faulkner, M. (2012). Embedding E-portfolios in a Law Program: Lessons
from an Australian Law School. Journal of Legal Education, Volume 61, Number
4 (May 2012)
Winsor, P., Reeves, B&H. (1999) Portraying Professional Development in Preservice
Teacher Education: can portfolios do the job? In: TeachersandTeaching:
theoryandpractice, Vol. 5, No. 1, 1999.
[57]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Γεωργιάδης Μιχαήλ
Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων ΠΕ Χαλκιδικής
mixalisg@otenet.gr
Σταφυλίδου Σταματία
Σχολική Σύμβουλος Μαθηματικών ΠΕ Χαλκιδικής
sstafyl@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην εργασία επιχειρείται να διερευνηθεί ο βαθμός στον οποίο τα καινοτομικά
στοιχεία που χαρακτηρίζουν το αντικείμενο των Ερευνητικών Εργασιών έχουν
ενσωματωθεί στην εκπαιδευτική πρακτική. Κατ’ αρχάς, η στάση των εκπαιδευτικών
διερευνήθηκε μέσω ερωτηματολογίου, ύστερα από τη διεξαγωγή ενδοσχολικού
επιμορφωτικού σεμιναρίου που διοργάνωσαν οι σχολικοί σύμβουλοι. Η στάση τους,
καθώς και πλευρές από την συμπεριφορά τους διερευνήθηκαν περαιτέρω, ύστερα
από την εφαρμογή των Ερευνητικών Εργασιών, μέσω συνεντεύξεων, οι οποίες είχαν
ημιδομημένη μορφή. Για την επεξεργασία των δεδομένων έγινε χρήση της ποιοτικής
ανάλυσης περιεχομένου.
1. Εισαγωγή
Οι Ερευνητικές Εργασίες (ΕΕ) θεσμοθετούνται από τον Σεπτέμβριο του 2011 ως
διακριτή ενότητα του υποχρεωτικού προγράμματος του Νέου Λυκείου στην Α΄ τάξη
(ΥΠΔΜΘ 2011:13) και την επόμενη σχολική χρονιά στη Β΄ τάξη9. Η εκπόνηση τέτοιων
εργασιών είναι σύμφωνη με τις σύγχρονες αντιλήψεις για τη φύση και τον
διδακτικό προσανατολισμό των Προγραμμάτων Σπουδών και με τις πρακτικές που
ισχύουν δεκαετίες τώρα στα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών. Η εισαγωγή
τους προβλήθηκε από τους φορείς της εκπαιδευτικής πολιτικής ως σημαντική
καινοτομία.
Ως εκπαιδευτική καινοτομία ορίζεται κάθε ευρείας έκτασης παρέμβαση στην
εκπαίδευση, η οποία στηρίζεται σε πρωτοπόρες και πρωτότυπες παιδαγωγικές
αρχές και ιδέες και μέσω αυτών επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη νοοτροπία, στις
πρακτικές, στους ρόλους και στη γενικότερη κουλτούρα του σχολείου. Κάθε
εκπαιδευτική καινοτομία χαρακτηρίζεται από τα εξής στοιχεία:
1. Η αρχή της Διερευνητικής Προσέγγισης της Μάθησης,
2. Η αρχή της Διεπιστημονικής Συνεργασίας των Καθηγητών,
9
Εγκύκλιος 97364/Γ2/30-08-2011 του Υπουργείου Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης και
Θρησκευμάτων με θέμα: Οδηγίες για τη διδασκαλία της Ερευνητικής Εργασίας της Α΄ τάξης Γενικού
Λυκείου για το σχ. έτος 2011-2012» και Εγκύκλιος 47143/Γ2/27-04-2012 του Υπουργείου Παιδείας
και Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων με θέμα: «Οδηγίες για τη διδασκαλία της Ερευνητικής
Εργασίας της Α΄ και Β΄ τάξης Γενικού Λυκείου για το σχ. έτος 2012-2013».
[58]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
10
Το ενδοσχολικό επιμορφωτικό σεμινάριο διοργανώθηκε και υλοποιήθηκε από τους σχολικούς
συμβούλους, συγγραφείς της παρούσας εργασίας.
[59]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
4. Η επιμορφωτική παρέμβαση
Η διερεύνηση αυτή επιχειρήθηκε ύστερα από την επιμορφωτική παρέμβαση των
σχολικών συμβούλων που συνέγραψαν την εργασία, σε σχολικές μονάδες της
αρμοδιότητάς τους. Η επιμορφωτική αυτή παρέμβαση έλαβε χώρα πριν την έναρξη
του Β΄ τετραμήνου του προηγούμενου σχολικού έτους, δομήθηκε με βάση το
γνωστικό υπόβαθρο που ανέπτυξαν οι εκπαιδευτικοί σε κάθε σχολική μονάδα
χωριστά και αποτέλεσε ένα μέσο για την προώθηση της καινοτομικής διάστασης
των ΕΕ. Η εν λόγω παρέμβαση είχε τα χαρακτηριστικά της ενδοσχολικής
επιμόρφωσης και στο πλαίσιό της εφαρμόσθηκαν οι αρχές της βιωματικής
προσέγγισης.
Η επιμόρφωτική παρέμβαση διελάμβανε τα εξής:
α) Οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί μετατρεπόταν σε «τμήμα ενδιαφέροντος» που
είχε προεπιλέξει θέμα για ΕΕ.
β) Ιδεοθύελλα και επίδειξη βιωματικού υλικού (οπτικοακουστικού), ώστε να
προκύψουν τα υποθέματα.
γ) Προβολή βιντεοταινιών, σύντομης διάρκειας με θέμα τη σημασία της ομαδικής –
συλλογικής εργασίας και συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα.
δ) Χωρισμό των συμμετεχόντων σε ομάδες με βάση τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις
τους, κατανομή ρόλων και ονοματοθεσία κάθε ομάδος.
ε) Διαμόρφωση συμβολαίου συμπεριφοράς, εστιασμένου στις ΕΕ: προέκυπταν
κανόνες που οι ομάδες των συμμετεχόντων έθεταν. Ταυτόχρονα δηλωνόταν οι
αδιαπραγμάτευτοι όροι και τα ειδικά καθήκοντα για το μαθητή.
Στ) Ανάθεση έργου στις ομάδες: οι ομάδες εργάζονταν βάσει φύλλου εργασίας που
ουσιαστικά καλούσε τους επιμορφούμενους – «μαθητές» να σχεδιάσουν και να
προγραμματίσουν τις δραστηριότητες σχετικά με τα υποθέματα.
ζ) Παρουσίαση του παραχθέντος έργου κάθε ομάδας από τον παρουσιαστή: Η κάθε
ομάδα κοινοποιούσε τα αποτελέσματα της εργασίας εν είδει εφημερίδας τοίχου.
Γινόταν σύγκριση και συζήτηση μεταξύ των επιμέρους έργων.
η) Αναστοχασμός (αν υπήρχε χρόνος) και διανομή ερωτηματολογίου για την
αξιολόγηση του επιμορφωτικού έργου από τους επιμορφωθέντες εκπαιδευτικούς
(Ματσαγγούρας, 2011).
Με βάση τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών στο ερωτηματολόγιο, εκφραζόταν η
ανεπιφύλακτα θετική στάση απέναντι στο περιεχόμενο της επιμορφωτικής
διαδικασίας που ουσιαστικά αποτελούσε συμπύκνωση των επίσημων
[60]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
προδιαγραφών, αλλά και στη ίδια τη διαδικασία στην οποία είχε υιοθετηθεί η
βιωματική διάσταση.
5. Ανάλυση δεδομένων
Με βάση την επεξεργασία των δεδομένων που εμπεριέχονταν στις συνεντεύξεις,
προέκυψαν τα εξής:
[61]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
οποίοι είχαν εμπειρία στην εφαρμογή των ΕΕ και είχαν παρακολουθήσει και άλλες
επιμορφωτικές δράσεις η εν λόγω επιμορφωτική παρέμβαση προσέφερε την
επιβεβαίωση των όσων είχαν μάθει ή τους βοήθησε να προσδώσουν έναν πιο
πρακτικό προσανατολισμό στην πρακτική τους. Για κάποιους, όμως, ήταν η πρώτη
επαφή, θεωρητικού και πρακτικού χαρακτήρα, και υπήρξε το μόνο τους εφόδιο για
να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες διδασκαλίας των ΕΕ, σε συνδυασμό με τη
υποστήριξη από πιο έμπειρους συναδέλφους.
Πάντως από όλους τους εκπαιδευτικούς εκφράσθηκε μια θετική στάση απέναντι
στο θεσμό των ΕΕ και την εισαγωγή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία,
συνοδευόμενη από την προσδοκία ότι θα επιφέρει μόνιμα μαθησιακά
αποτελέσματα και θα τροφοδοτήσει τους μαθητές με «δια βίου» δεξιότητες.
Επίσης, ιδιαίτερα θετική ήταν και η στάση τους απέναντι στη επιμορφωτική δράση
των ΣΣ την οποία παρακολούθησαν, αποδίδοντάς αυτήν την στάση στο βιωματικό
της χαρακτήρα.
[62]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5.3 Οι δυσκολίες στην εφαρμογή και οι λόγοι για τους οποίους ως ένα βαθμό δεν
εφαρμόσθηκαν
Ενώ πλέον κανένας εκπαιδευτικός δεν δηλώνει ότι αντιμετωπίζει πρoβλήματα που
προέρχονται από τους υπόλοιπους συναδέλφους και την ανεπαρκή υποστήριξη από
τη διοικητική πυραμίδα του εκπαιδευτικού συστήματος, στο σύνολό τους οι
εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εφαρμογή τους που
έχουν σχέση με τις δυνατότητες της υλικοτεχνικής υποδομής και της χρήσης των
ηλεκτρονικών υπολογιστών: «Δεν είχαμε καλούς υπολογιστές. Η έρευνα στο
Διαδίκτυο ήταν προβληματική. Μας πήγαινε πολύ πίσω. Έπρεπε μετά να κάνουμε
έρευνα στο σπίτι για να καλύψουμε το κενό, και εκεί άλλοι δεν είχαν υπολογιστή
άλλοι δεν είχαν Διαδίκτυο. Μας επηρέασε αρκετά αυτό. Πηγαίναμε αρκετά πίσω».
Η κατάσταση αυτή επιτεινόταν από την οργάνωση του σχολείου και τη δομή του
προγράμματος: «Κάποια προβλήματα σχετικά με το ποιος θα μπει πρώτος στο
εργαστήριο. Δεν μαλώσαμε. Αλλά ήταν αναστάτωση». Φαίνεται ότι για να
λειτουργήσουν οι ΕΕ σε ζώνες προγράμματος χάνουν σε ευελιξία και δημιουργούν
προβλήματα στη χρήση του εργαστηρίου των Υπολογιστών. Οι δυσκολίες
επιτάθηκαν, όπως επεσήμαναν οι εκπαιδευτικοί, κατά το τρέχον σχολικό έτος με τις
καθυστερήσεις στις τοποθετήσεις, την κάλυψη του ωραρίου σημαντικού αριθμού
εκπαιδευτικών σε περισσότερα του ενός σχολεία και κυρίως με την ανάθεση των ΕΕ
για συμπλήρωση ωραρίου: «Πήρα το Project για συμπλήρωση ωραρίου. Αν
μπορούσα να συμπληρώσω το ωράριο με μαθήματα ειδικότητας δεν θα το
έπαιρνα».
Σε κάποια περίπτωση οι δυσκολίες ήταν ανυπέρβλητες και απέτρεψαν την
εφαρμογή σημαντικών στοιχείων των ΕΕ. «Υπήρχε πρόβλημα στην οργάνωση.
Ήθελα να οργανώσω συνέντευξη ή επίσκεψη και δεν μπόρεσα. Μου ήταν δύσκολο.
Τελικά δεν συνόδεψα» και «Κάναμε κάποιες δραστηριότητες αυτό δεν ήταν πάντα
εφικτό, δεν είχα τον απαραίτητο χρόνο και την οργάνωση».
Από μικρό αριθμό εκπαιδευτικών, βέβαια, αναφέρεται και η διάσταση των
υποκειμενικών δυνατοτήτων και διαθέσεων των εκπαιδευτικών: «Aν οι συνάδελφοι
έπαιρναν το μάθημα συνειδητά και όχι για να συμπληρώσουν ωράριο τους θα
διευκολυνόταν σημαντικά η εφαρμογή τους. Επιπλέον: «Δεν έχουν καταλάβει τι
σημαίνουν αυτές οι μέθοδοι... ότι το μάθημα κάνει τα παιδιά να προχωρήσουν και
να μάθουν να δουλεύουν έως και για όταν πάνε στο Πανεπιστήμιο».
[63]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
6. Συμπεράσματα
H θετική στάση των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην εφαρμογή των ΕΕ δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι είναι αυξημένη και μάλιστα αρκετές φορές φτάνει τα όρια
του ενθουσιασμού, τουλάχιστον όταν τον αναλαμβάνουν και έχουν ήδη
επιμορφωθεί, ιδιαίτερα μάλιστα όταν η επιμόρφωση έχει βιωματικό χαρακτήρα. Σε
μεγάλο βαθμό αυτή στάση μετατρέπεται και σε διδακτική συμπεριφορά.
Φαίνεται όμως ότι αυτός ο κατ’ αρχήν θετικός όρος δεν αποτελεί επαρκή συνθήκη,
τις περισσότερες φορές, για να μετατραπεί σε ένα ανάλογο ποιοτικό αποτέλεσμα.
Από τις δυσκολίες που επικαλούνται οι εκπαιδευτικοί και τους αρνητικούς όρους
που αναφέρουν, αλλά και τις προτάσεις που διατυπώνουν, φαίνεται πως υπάρχουν
ακόμη δομικοί όροι, αλλά και στοιχεία νοοτροπίας και κουλτούρας που
αναστέλλουν την επένδυση της ουσίας των καινοτομικών στοιχείων με μόνιμο και
σταθερό τρόπο στην κουλτούρα των σχολείων και με τρόπο που να αποτυπώνεται
στη μαθησιακή συγκρότηση των μαθητών. Τελικά, οι μαθητές σε μικρό βαθμό
τροφοδοτούνται με μαθησιακές στρατηγικές και δεξιότητες, διερευνητικές και
αναστοχαστικές, που θα τους επιτρέψουν να ανταποκριθούν στις σύγχρονες
κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, λειτουργώντας ως μέλη μιας κοινότητας.
Από τις καταγραφές καταδεικνύεται ότι οι όροι και οι συνθήκες καθίστανται
περισσότερο αρνητικοί, ιδιαίτερα κατά το τρέχον σχολικό έτος, λόγω των
δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη το Υπουργείο
Παιδείας να αντιμετωπίσει το θέμα των ΕΕ όχι με όρους βραχυπρόθεσμους και
στενά οικονομικούς. Η διασφάλιση των ποιοτικών όρων στην εφαρμογή των ΕΕ
[64]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Ματσαγγούρας, Η. (2011). Η Καινοτομία των Ερευνητικών Εργασιών. ΟΕΔΒ.: Αθήνα
ΥΠΔΜΘ (2011). Ωρολόγιο Πρόγραμμα των μαθημάτων της Α Λυκείου, τάξης
Γενικού Λυκέιου (ΦΕΚ 1213/ τχ. Β/2011).
ΥΠΔΜΘ (2011) Εγκύκλιος 97364/Γ2/30-08-2011 «Οδηγίες για τη διδασκαλία της
Ερευνητικής Εργασίας της Α΄ τάξης Γενικού Λυκείου για το σχ. έτος 2011-
2012».
ΥΠΔΜΘ (2011) Εγκύκλιος 47143/Γ2/27-04-2012 «Οδηγίες για τη διδασκαλία της
Ερευνητικής Εργασίας της Α΄ και Β΄ τάξης Γενικού Λυκείου για το σχ. έτος
2012-2013».
Berelson, B. (1984). Content analysis in communication research, Hafner Press: New
York
Berg, B. L. (2001). Qualitative research methods for the social sciences. Boston: Allyn
and Bacon.
Herron, M.D. (1971), “The Nature of Scientific Enquiry”, School Review, 79(2), 171-
212.
Hmelo-Silver, C. E., Duncan, R. G. and Chinn C. A. (2007), “ Scaffolding and
achievement in problem-based and inquiry learning: A response to Kirschner,
Sweller, and Clark (2006). Educational Psychologist, 42, 99-107.
Seidman, Ir. (2006). Interviewing as qualitative research: a guide for researchers in
education and the social sciences. NY: TeachersCollege, ColumbiaUniversity.
[65]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σχολικός εκφοβισμός
Γεωργούση Ακριβή
Σχολική Σύμβουλος Νομικών –Πολιτικών Επιστημών
ageorgousi@sch.gr
Περίληψη
Στην εργασία αυτή προσπαθήσαμε να κατανοήσουμε την αυξητική τάση του
φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού.Αν και ο εκφοβισμός στο σχολικό χώρο δεν
είναι πρόσφατο φαινόμενο, μόλις τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, τίθεται προς
διερεύνηση. Άλλωστε η λειτουργία του Παρατηρητηρίου για την πρόληψη της
σχολικής βίας και του εκφοβισμού τέθηκε σε ισχύ μόλις το τελευταίο διάστημα.
(12/13).
Με το άρθρο αυτό θα απαντήσουμε στους προβληματισμούς και στις ανησυχίες
των μαθητών που συμμετείχαν στο πρόγραμμα για τον σχολικό εκφοβισμό τη
σχολική χρονιά 2012-2013. Θα αναφερθούμε στις αιτίες που γεννούν αυτό το
φαινόμενο ,τα μέσα που οι μαθητές εφάρμοσαν για να αναδείξουν το πρόβλημα,
τους ρόλους που ανέλαβαν για να ενημερώσουν τους συμμαθητές τους και τη
σχολική κοινότητα.Τέλος, θα αποδειχτεί ότι το πρόβλημα μπορεί να περιοριστεί
μόνο με τη συμμετοχή των ίδιων των μαθητών μετά από ενθάρρυνση και
παρέμβαση των εκπαιδευτικών και των γονιών τους.
Εισαγωγή - Προβληματική
Η σχολική βία αποτελεί υπαρκτό πρόβλημα στο σχολικό χώρο ή ένα παλιό και
συνηθισμένο φαινόμενο, στο οποίο δίνουμε προσοχή, λόγω της εισαγόμενης
ενασχόλησης του από άλλες χώρες;
-Γιατί κάποιοι μαθητές θέλουν να προκαλούν σε κάποιους άλλους πόνο;
-Πόσο πονούν οι ίδιοι ώστε να θέλουν να μεταδώσουν αυτό το αρνητικό
συναίσθημα σε άλλους;
-Ποιους αφορά η σχολική επιθετικότητα;
-Πώς προσεγγίζει η σχολική κοινότητα αυτά τα φαινόμενα;
Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα βασικά ερωτήματα, υλοποιήθηκε τη σχολική χρονιά
2012-2013 το πρόγραμμα για το σχολικό εκφοβισμό, από 29 μαθητές της Γ΄τάξης
Γυμνασίου του 3οου Γυμνασίου Πατρών. Οι μαθητές κορίτσια (18) και αγόρια (11)
προσέγγισαν το πρόβλημα αφού χρησιμοποίησαν ερωτηματολόγια τα οποία
μοιράστηκαν σε εκπαιδευτικούς και μαθητές. Με τη βοήθεια ειδικών ψυχολόγων
μελέτησαν περιπτώσεις ενδοσχολικής βίας. Συμμετείχαν σε θεατρικό δρώμενο
υποδυόμενοι τους ρόλους του θύματος και του θύτη,της οικογένειας και των
εκπαιδευτικών. Ενημέρωσαν τους μαθητές όλων των τάξεων του σχολείου κάνοντάς
τους συμμέτοχους στο πρόβλημα. Τέλος, παρουσίασαν τα αποτελέσματα της
εργασίας τους στη σχολική κοινότητα και την τοπική κοινωνία στο Μουσείο
Επιστημών σε ημερίδα για τον εθελοντισμό.
[66]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κύριο Σώμα
Στα κύρια χαρακτηριστικά της σύγχρονης εκπαίδευσης πρέπει να αναφερθούν οι
αλλαγές που γίνονται μετά τη μεταπολίτευση στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Με το νομοθετικό διάταγμα 309/76 γίνεται υποχρεωτική η ενιάχρονη εκπαίδευση,
καθιερώνεται η δημοτική γλώσσα και δίνεται ο ευρωπαϊκόςπροσανατολισμός της
εκπαίδευσης. Παρατηρείται μια μαζικότητα στην εκπαίδευση η οποία οδηγεί στα
μεγάλα σχολικά συγκροτήματα,στις πολυάριθμες σχολικές μονάδες.
Με τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές που παρατηρήθηκαν στην Ευρώπη μετά το
τέλος των κομμουνιστικών καθεστώτων και την πτώση του τείχους του Βερολίνου
1989, η μαζική μετανάστευση και προς τη χώρα μας αλλάζει το συσχετισμό των
μαθητών και από μονοπολιτισμικό το εκπαιδευτικό σύστημα γίνεται
πολυπολιτισμικό, δημιουργούνται ίσες ευκαιρίες μάθησης για όλους και
εκδηλώνονται προκαταλήψεις και ξενοφοβικές τάσεις καθώς το ένστικτο της
εδαφικότητας κατακλύζει τον ελλαδικό χώρο. Μια χώρα ανέτοιμη να υποδεχτεί και
να αποδεχτεί τον «Άλλο» καλείται να αντιμετωπίσει γρήγορα και αποτελεσματικά
τα νέα δεδομένα που παρουσιάζονται.
Τα τελευταία μάλιστα χρόνια, λόγω και της οικονομικής κρίσης που μαστίζει την
ελληνική κοινωνία, αυξάνονται με καταιγιστικό ρυθμό φαινόμενα σχολικής βίας, τα
οποία η σχολική κοινότητα βρέθηκε ανέτοιμη να αντιμετωπίσει. Ανεξάρτητα από το
μέγεθος και τη σοβαρότητα του φαινομένου το σχολείο καλείται να προλάβει την
αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων και να θωρακίσει την ψυχική υγεία των
αυριανών πολιτών του. Στα πλαίσια αυτού του προβληματισμού, 29 μαθητές της Γ΄
Γυμνασίου του 3ου Γυμνασίου Πάτρας θέλησαν να διερευνήσουν τις αιτίες που
οδηγούν κάποιους σε θέση θύτη, κάποιους σε θέση θύματος και το ρόλο των
υπολοίπων μελών της σχολικής κοινότητας απέναντι σε αυτό το φαινόμενο.
Για να διερευνήσουν το θέμα
● Παρακολούθησαν ταινίες και την εκπομπή «των Πρωταγωνιστών» με θέμα τη
σχολική βία «Η τρομοκρατία της αθωότητας».
● Επεξεργάστηκαν ερωτηματολόγια, που οι ίδιοι δημιούργησαν και μοίρασαν σε
καθηγητές και μαθητές.
● Πήραν συνεντεύξεις από το διευθυντή και τον υποδιευθυντή του σχολείου τους
καθώς και από το σχολικό φύλακα και τις καθαρίστριες του σχολείου.
● Μελέτησαν με τη βοήθεια ψυχολόγου μελέτες περίπτωσης ενδοσχολικής βίας,
που οι ίδιοι περιέγραψαν.
● Κατέγραψαν συμπεριφορές μαθητών κατά τη διάρκεια του διαλείμματος.
● Συμμετείχαν σε ανοιχτό εργαστήρι της ομάδας ΠαιΘέα για το σχολικό εκφοβισμό.
● Ενημέρωσαν τη σχολική κοινότητα για την έρευνα τους.
● Ενημέρωσαν την τοπική κοινωνία και τους γονείς τους.
[67]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[68]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[69]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[70]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[71]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[72]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[73]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα
Οι πρόσφατες έρευνες για το φαινόμενο της σχολικής βίας στην Ελλάδα
καταγράφουν αυξητική τάση του φαινομένου. Η σχολική βία μπορεί να είναι
σωματική ή ψυχολογική και διαφοροποιείται ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και
τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της σχολικής μονάδας. Οι συνέπειες για τα άτομα που
εμπλέκονται είναι καταλυτικές για την προσωπικότητα τους, όχι μόνο κατά τη
διάρκεια της μαθητικής ζωής αλλά και για την ενήλικη ζωή τους, αφού η χαμηλή
αυτοεκτίμηση των μαθητών–θυμάτων δεν μεταβάλλεται αλλά εδραιώνεται.
Παρατηρείται το φαινόμενο να συμπεριφέρονται ως θύματα του οικογενειακού
και εργασιακού περιβάλλοντος τους, υποτιμώντας τον εαυτό τους, αφού δεν
συνειδητοποιούν την αξία της αυθύπαρκτης προσωπικότητας.
Από την πλευρά του μαθητή–θύτη, η βία που ασκεί κατά τη μαθητική του ζωή, τον
συνοδεύει καθόλη τη διάρκεια της ζωής του. Θεωρεί ότι μόνο μέσω της βίαιης
συμπεριφοράς μπορεί να επιβάλλει τις απόψεις του, την ασκεί ως μέσο
διαπαιδαγώγισης στα μέλη της οικογένειας του και διαιωνίζει το πρότυπό του και
σε όσους συναναστρέφεται. Η βία είνα υιοθετιμένη συμπεριφορά που
αντιγράφεται από το οικογενειακό περιβάλλον. Tο προφίλ του θύτη προέρχεται από
ένα δύσκολο οικογενειακό περιβάλλον που χρησιμοποιεί τη βία ως μέθοδο
επίλυσης προβλημάτων.
[74]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η ομάδα εργασίας του 3ου Γυμνασίου Πατρών, κατέληξε ότι δυναμική χρειάζεται να
είναι η παρέμβαση της σχολικής κοινότητας σε μορφές βίας.
Οι κατασταλτικές ποινές δεν επιλύουν ριζικά το πρόβλημα αλλά η συνεργασία των
εμπλεκόμενων μερών και φορέων θα περιορίσουν αλλά και τέλος θα εξαλείψουν το
φαινόμενο.
Η σύνταξη εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του σχολείου, η αυτοδέσμευση της
σχολικής κοινότητας για ενιαία δράση, η αποδοχή πρωτοκόλλου συνεργασίας και η
εφαρμογή κανόνων σύμφωνα με την πρόταση του Συνήγορου του Παιδιού θα
συμβάλλουν στην ύπαρξη ειρηνικού κλίματος στη σχολική ζωή.
Επιπλέον, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και του βοηθητικού προσωπικού από
εξειδικευμένους επιστήμονες (ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς) είναι
απαραίτητη για την πρόληψη κάθε περιστατικού.
Εαν συνειδητοποιηθεί οτι η σχολική βία αφορά όλους: οικογένεια–σχολείο-
κοινωνία, τότε μπορεί να περιοριστούν οι αιτίες που τη γεννούν.
Σε ότι αφορά τις περιπτώσεις του κυβερνο-εκφοβισμού (cyber bullying), μέσω των
κοινωνικών δικτύων και των κινητών τηλεφώνων, το σχολείο αποδεικνύεται
ανήμπορο να χειριστεί αυτές τις περιπτώσεις, εξ αιτίας της αδυναμίας του
εκπαιδευτικού προσωπικού να χειρίζονται την τεχνολογία με την ευχέρεια που
έχουν οι μαθητές (facebook, twitter, instagram).
Σημαντική θεωρείται η ίδρυση από το Υπουργείο Παιδείας του Παρατηρητηρίου για
τη σχολική βία, με την προϋπόθεση ότι θα λειτουργεί ουσιαστικά -όχι μόνο
καταγράφοντας περιστατικά- εάν στελεχωθεί με εξειδικευμένο επιστημονικό
προσωπικό το οποίο θα έχει τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων.
Βιβλιογραφία
1. Olweus, D. Εκφοβισμός και βία στο σχολείο. Αθήνα: Ε.Ψ.Υ.Π.Ε. (2009)
2. Παραδεισιώτη, Α. & Τζιόγκουρος, Π. (2008). Η εκφοβιστική συμπεριφορά
μεταξύ των μαθητών στο σχολείο- Εγχειρίδιο για τους εκπαιδευτικούς.
Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δάφνη ΙΙ
3. Έρευνα του ερευνητικού πανεπιστημιακού ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής με θέμα
«Έφηβοι και Βία»
4. Συνοπτικό εγχειρίδιο αντιμετώπισης Σχολικού Εκφοβισμού εκπαιδευτικών
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,Καραβόλτσου Α, 2013
5. Η βία στα σχολεία και η σιωπή που τη θρέφει ,Μ Κατσουνάκη,Καθημερινή
27.1.13
6. Ευρωπαικό πρόγραμμα Δάφνη 3 «Εγχειρίδιο για την ανάπτυξη σχεδίου δράσης
για την αντιμετώπιση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς»
7. Πανελλήνια έρευνα στους μαθητές από το ΕΠΙΨΥ, 2010
8.Compass : Η βία στη ζωή μου
[75]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ιστοσελίδες
http://www.antibullyingnetwork.gr/
www.pacific.jour.auth.gr
www.onevibefilms.com/bullying/greek
www.bullying.org
brightplanet.blogspot
http://www.diapolis.auth.gr
http://ekantartzi.blogspot.gr/
http://www.0-18.gr/gia-megaloys/bia-sto-scholeio
hamogelo.gr
[76]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Γιαννακοπούλου Ειρήνη
Εκπαιδευτικός Δ/θμιας Εκπ/σης
tesoros11@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (Ζ.Ε.Π.) αποτελούν μία μεταρρύθμιση
κατά των εκπαιδευτικών ανισοτήτων με στόχους την αντιμετώπιση της σχολικής
αποτυχίας, της σχολικής διαρροής, του κοινωνικού αποκλεισμού και της
παραβατικότητας μιας περιοχής με χαμηλούς εκπαιδευτικούς δείκτες, μέσω της
ανάπτυξης συνεργασίας μεταξύ σχολείου, οικογένειας και τοπικής κοινωνίας. Η
οργάνωση και η λειτουργία τους στηρίζεται στην αρχή της θετικής διάκρισης. Από το
2010, ο θεσμός των Ζ.Ε.Π. εφαρμόζεται πιλοτικά στην Ελλάδα. Στην παρούσα
εργασία γίνεται διερεύνηση του θεσμού και της εξέλιξής του στις χώρες της Γαλλίας
και της Αγγλίας ενώ παράλληλα αναφέρονται τα προβλήματα που παρουσιάζονται
κατά την εφαρμογή του στην Ελλάδα.
Εισαγωγή
Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες στο χώρο της
εκπαίδευσης ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των ανισοτήτων. Ειδικότερα, οι
εκπαιδευτικές πολιτικές των κρατών προσπάθησαν να ενσωματώσουν, στην
οργάνωση και τη λειτουργία τους, την αρχή της ισότητας των ευκαιριών ώστε να
αντιμετωπίσουν φαινόμενα σχολικής διαρροής και κοινωνικού αποκλεισμού.
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της εκπαιδευτικής ανισότητας προβάλλεται ως
ζητούμενο η ισότητα ευκαιριών στο χώρο εκπαίδευσης, δηλαδή η εκπαιδευτική
ισότητα. Ως ισότητα «νοείται ο βαθμός στον οποίο τα άτομα μπορούν να
επωφελούνται από την εκπαίδευση και την κατάρτιση, όσον αφορά τις ευκαιρίες,
την πρόσβαση, την αντιμετώπιση τους και τα αποτελέσματα. Τα συστήματα που
προάγουν την ισότητα είναι εκείνα που εξασφαλίζουν ότι τα αποτελέσματα της
εκπαίδευσης και της κατάρτισης είναι ανεξάρτητα από το κοινωνικοοικονομικό
υπόβαθρο και άλλους παράγοντες που συνεπάγονται εκπαιδευτικά μειονεκτήματα
και ότι η αντιμετώπιση ανταποκρίνεται στις ειδικές μαθησιακές ανάγκες του κάθε
ατόμου11».
Μία εκπαιδευτική παρέμβαση με σκοπό την αντιμετώπιση της εκπαιδευτικής
ανισότητας και των σχολικών προβλημάτων σε περιοχές με χαμηλούς
εκπαιδευτικούς δείκτες είναι οι Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (Ζ.Ε.Π.).
11
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2006). Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο, της 8ης Σεπτεμβρίου 2006. «Αποδοτικότητα και ισότητα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών
συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης». [COM(2006) 481 τελικό]. Ανακτήθηκε στις 11/02/2012,
από http://europa.eu/scadplus/leg/el/cha/c11049.htm.
[77]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Πρόκειται για ένα θεσμό που εφαρμόζεται ήδη στην Αγγλία και τη Γαλλία ενώ, από
το 2010, καθιερώθηκε και στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
12
Moisan, C. & Simon, J. (1997). Les déterminants de la réussite scolaire en Zone d’Education
Prioritaire. Aνακτήθηκε στις 02/02/2012, από
http://www.peep.asso.fr/documents/contenu/MoisanSimon.pdf.
[78]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
13
CDNAE (Commission du débat national sur l’avenir de l’école) (2004). Les Français et leur école, le
miroir du débat, septembre 2003-mars 2004. Paris: DUNOD.
14
Bénabou, R., F. Kramarz and C. Prost (2004).Zone d'éducation prioritaire: quels moyens pour quels
résultats?. Économieetstatistique, No. 380
[79]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ανεργίας (το 64% των μαθητών των γυμνασίων Ζ.Ε.Ρ. έχουν γονείς που
απασχολούνται ως εργάτες ή είναι άνεργοι), αριθμός παιδιών με μη
γαλλόφωνουςγονείς15». Το 2007-2008 το δίκτυο «προσδοκία επιτυχίας»
επεκτείνεται και στα λύκεια, κυρίως σε αυτά που δέχονταν μαθητές από τα
γυμνάσια εκπαιδευτικής προτεραιότητας.
Αρχικά, υπήρξε διστακτικότητα ως προς την ένταξη ενός σχολείου στις Ζ.Ε.Ρ. από
φόβο στιγματισμού τόσο του σχολείου όσο και της περιοχής, αλλά και ανησυχία για
εμβάθυνση του χάσματος ανάμεσα σε σχολεία εντός και εκτός Ζ.Ε.Ρ. 16 Όμως, η
συνεχής εξέλιξη του θεσμού και η προσπάθεια για μία επιτυχημένη πορεία του
είχαν ως αποτέλεσμα το 2003, ένας στους πέντε μαθητές να φοιτά σε σχολείο των
Ζ.Ε.Ρ. ενώ το 1982 μόλις ένας στους δέκα μαθητές φοιτούσε σε κάποιο από αυτά τα
σχολεία 17.
Το 2004, στη μελέτη τους, οι Bénabou.R, Kramarz.F et Prost.C. αναφέρουν ότι οι
Ζ.Ε.Ρ. δεν είχαν κανένα σημαντικό αποτέλεσμα στην επιτυχία των μαθητών,
σύμφωνα με κριτήρια όπως: 1) η απόκτηση κάποιου διπλώματος και 2) η απόκτηση
απολυτηρίου λυκείου. Επίσης αναφέρουν ότι δεν υπήρξε: 1) μείωση του μεγέθους
των τάξεων, 2) σταθεροποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού παρά τις
αποζημιώσεις διάθεσης (μισθολογικά επιδόματα που δίνονται στους
εκπαιδευτικούς των Ζ.Ε.Ρ.) και 3) αυξημένη αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων
τους, ενώ παράλληλα παρατηρήθηκε μείωση του μέσου όρου των μαθητών στα
γυμνάσια των Ζ.Ε.Ρ. Η Storey το 2007, στο άρθρο της με τίτλο «Can France give
Education Action Zones new life?», αναφέρει επίσης, ότι υπήρξε χαμηλό ποσοστό
συμμετοχής των γονέων στην προσπάθεια των Ζ.Ε.Ρ. να βελτιώσουν τις σχολικές
επιδόσεις των παιδιών τους.
Πάντως, αν και οι επικριτές των Ζ.Ε.Ρ. είναι πολλοί, πρέπει να παραδεχθούμε ότι η
εκπαιδευτική προτεραιότητα στη Γαλλία είναι ένας θεσμός που συνεχώς
εξελίσσεται και ενισχύεται με προγράμματα όπως αυτό του «ανοιχτού σχολείου»
από το 1997 και το Μηχανισμό Εκπαιδευτικής Συνοδείας (Accompagnement
éducatif), ο οποίος εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το σχολικό έτος 2007-2008 σε
γυμνάσια εκπαιδευτικής προτεραιότητας, ενώ το 2008-2009 σε όλα τα γυμνάσια της
χώρας.
15
Γεωργακή, Σ. & Διπλάρη, Χ. (2008). Η εξέλιξη του θεσμού των Ζωνών Εκπαιδευτικής
Προτεραιότητας (ZEP): άνοιγμα προς την κοινωνική δικαιοσύνη;. Στο Εκπαίδευση και Κοινωνική
Δικαιοσύνη, 5ο Επιστημονικό Συνέδριο Ιστορίας Εκπαίδευσης. Ανακτήθηκε στις 11/02/2012, από
http://www.eriande.elemedu.upatras.gr/?section=985&language=el&print=1&itemid706=1
093.
16
Lang, J. (2003). La discrimination positive en France et dans le monde, Actes du colloque
international organisé les 5 et 6 mars 2002 (Paris).
17
Γεωργακή, Σ. & Διπλάρη, Χ. (2008), ό.π.
[80]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
18
The Plowden Report. Children and their Primary Schools (1967). Ανακτήθηκε στις 09/02/2012, από
http://www.educationengland.org.uk/documents/plowden/plowden1-05.html
19
Excellence in Schools (1997). Ανακτήθηκεστις 15/02/2012, από
http://www.educationengland.org.uk/documents/pdfs/1997-excellence-in-schools.pdf
[81]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Οι Ε.Α.Ζ. όπως και οι Ζ.Ε.Π. στη Γαλλία, έχουν ως σκοπό να ενισχυθούν τα σχολεία
προβληματικών περιοχών και να περιοριστεί η σχολική αποτυχία20. Για το σκοπό
αυτό, αρχικά δημιουργούνται το Σεπτέμβριο του 1998 και τον Ιανουάριο του 1999
είκοσι πέντε ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας, με χορηγούς όπως τους
Blackburn Rovers, Cadbury Schweppes, Nissan, Rolls Royce, Kelloggs, British
Aerospace, Tate and Lyle, American Express and Brittany Ferries, ενώ ακολουθεί η
δημιουργία άλλων 47 ζωνών το Σεπτέμβριο του 2000. Η διάρκεια τους ορίστηκε στα
τρία έτη αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις αυξήθηκε στα πέντε. Οι στόχοι των
Ε.Α.Ζ. σύμφωνα με τον OFSTED (Office for Standards in Education, Children’s
Services and Skills) είναι οι ακόλουθοι21: 1) ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ
σχολείου- οικογένειας, με ενεργητικό ρόλο των, 2) άνοιγμα του σχολείου προς την
τοπική κοινωνία και 3) ενίσχυση του ρόλου του εκπαιδευτικού.
Η βρετανική κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να ενδυναμώσει το θεσμό των Ε.Α.Ζ.
και ουσιαστικά τη συνεργασία σχολείων και τοπικών φορέων, δημιουργεί το 2001
το θεσμό των Ε.Ι.C. (Excellence In the Cities). H δράση του αρχικά αναφερόταν σε
σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη συνέχεια όμως επεκτάθηκε και στην
πρωτοβάθμια, απορροφώντας ένα μεγάλο μέρος των Ε.Α.Ζ. Όμως, σύμφωνα με την
έκθεση του OFSTED το 2001, δεν υπήρξαν οι καινοτομίες που αναμένονταν στις
Ε.Α.Ζ. ενώ παράλληλα, οι στόχοι τους ήταν γενικοί και όχι σύμφωνοι με το τοπικό
πλαίσιο και τις ιδιαιτερότητές του. Στην έκθεσή του ο OFSTED το 2003,
επιδιώκοντας μία σύγκριση Ε.Α.Ζ και Ε.Ι.C. παρατηρεί ότι οι Ε.Α.Ζ.: 1) συνέβαλαν
στην ανάπτυξη της συνεργασίας και στην ανταλλαγή καλών ιδεών μεταξύ των
σχολείων, 2) ανέπτυξαν κάποιες αρκετά παραγωγικές σχέσεις με την τοπική
επιχειρηματική κοινότητα και 3) είχαν ισχυρότερη δράση στην προώθηση της
ένταξης των μαθητών σε σχέση με τη βελτίωση του ακαδημαϊκού επιπέδου τους,
ειδικά στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης όμως, αναφέρει ότι
στις Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας της Αγγλίας παρατηρήθηκαν τα εξής: 1)
Μερική επιτυχία σε σχέση με τα χρήματα που επενδύθηκαν, 2) Χαμηλά ποσοστά
παρακολούθησης, 3) Υψηλά ποσοστά σχολικής διαρροής, 4) Υποψίες για τα κίνητρα
των Ε.Α.Ζ εξαιτίας της συμβολής του ιδιωτικού παράγοντα (χορηγοί), 5) Αδυναμία
συνεργασίας με τοπικούς φορείς και επιχειρήσεις, 6) Μη ρεαλιστικοί σχεδιασμοί
και στόχοι, 6) Μεγάλη σημασία στο σχεδιασμό και όχι στην πράξη και 7) Αδυναμία
διαχείρισης από τους διευθυντές των σχολείων των Ε.Α.Ζ.
Το 2007, η Storey, αναφέρεται στο χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γονέων στις
Ε.Α.Ζ. όπως και στην περίπτωση των Ζ.Ε.Ρ. στη Γαλλία, ενώ παράλληλα επισημαίνει
ότι οι Ε.Α.Ζ. δεν υποστηρίχθηκαν από το εκπαιδευτικό πλαίσιο της Αγγλίας διότι
αποτέλεσαν απειλή για 1) τα L.E.A., τα οποία είδαν να μειώνεται η εξουσία τους, 2)
20
Hatcher, R. & Leblond, D. (2001). Education Action Zones and Zones d’Education Prioritaires. Paper
presented at the conference on Travelling Policy / Local Spaces: Globalisation, Identities and
Education Policy in Europe. Department of Education, Keele University, 27-29 June 2001.
21
OFSTED, (2003). Excellence in Cities and Education Action Zones: management and impact.London.
[82]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
τους συνδικαλιστές, που αντέδρασαν στις αλλαγές του καθεστώτος πληρωμής των
εκπαιδευτικών στις Ε.Α.Ζ και 3) τους διευθυντές, που είδαν στα σχολεία τους που
ανήκαν στις Ε.Α.Ζ., να αυξάνεται ο κυβερνητικός έλεγχος λόγω των συμβάσεων τους
με ισχυρούς ιδιωτικούς φορείς.
Συζήτηση- συμπεράσματα
Η ισότητα ευκαιριών στο χώρο της εκπαίδευσης αποτέλεσε και αποτελεί ένα από
τους βασικούς στόχους της εκπαιδευτικής πολιτικής των κρατών. Περιγράφοντας
την οργάνωση και τη λειτουργία του θεσμού των Ζ.Ε.Π., καταλήγουμε στο
συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μπορεί να οδηγήσει
στον περιορισμό της σχολικής αποτυχίας και του κοινωνικού αποκλεισμού μέσω της
εφαρμογής της αρχής της θετικής διάκρισης. Πιστεύουμε, δηλαδή, ότι είναι
ουσιαστική η ανάγκη ανάπτυξης μίας μορφής εκπαίδευσης όπου η μάθηση να
στηρίζεται στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες των μαθητών με διδακτικές
προσεγγίσεις που αναπτύσσουν το ενδιαφέρον και την ενεργητική συμμετοχή τους.
Θεωρούμε επίσης ότι, επειδή οι εκπαιδευτικές ανισότητες είναι άμεσα εξαρτώμενες
από την κοινωνική πραγματικότητα, η συνεργασία σχολείου με την οικογένεια και
την κοινωνία στην οποία ανήκει ο μαθητής αποτελεί μία συστημική προσέγγιση του
φαινομένου με περισσότερες πιθανότητες αντιμετώπισης.
Για να υπάρξει όμως, μια επιτυχημένη πορεία των Ζ.Ε.Π. απαραίτητες
προϋποθέσεις αποτελούν ο σωστός σχεδιασμός από την πλευρά της πολιτείας και η
σωστή υλοποίηση του από τους εμπλεκόμενους φορείς.
[83]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bénabou, R., F. Kramarz and C. Prost (2004). Zone d'éducation prioritaire: quels
moyens pour quels résultats?. Économie et statistique, No. 380
CDNAE (Commission du débat national sur l’avenir de l’école) (2004). Les Français et
leur école, le miroir du débat, septembre 2003-mars 2004. Paris: DUNOD.
Excellence in Schools (1997). Ανακτήθηκε στις 15/02/2012, από
http://www.educationengland.org.uk/documents/pdfs/1997-excellence-in-
schools.pdf
Hatcher, R. & Leblond, D. (2001). Education Action Zones and Zones d’ Education
Prioritaires. Paper presented at the conference on Travelling Policy / Local
Spaces: Globalisation, Identities and Education Policy in Europe. Department of
Education, Keele University, 27-29 June 2001.
Lang, J. (2003). La discrimination positive en France et dans le monde, Actes du
colloque international organisé les 5 et 6 mars 2002 (Paris).
Moisan, C. & Simon, J. (1997). Les déterminants de la réussite scolaire en Zone
d’Education Prioritaire. Aνακτήθηκε στις 02/02/2012, από
http://www.peep.asso.fr/documents/contenu/MoisanSimon.pdf.
OFSTED (2001). Education Action Zones: commentary on the first six zone
inspections. London.
OFSTED (2003). Excellence in Cities and Education Action Zones: management and
impact. London.
The Plowden Report. Children and their Primary Schools (1967). Ανακτήθηκεστις
09/02/2012, από
http://www.educationengland.org.uk/documents/plowden/plowden1-05.html
Γεωργακή, Σ. & Διπλάρη, Χ. (2008). Η εξέλιξη του θεσμού των Ζωνών Εκπαιδευτικής
Προτεραιότητας (ZEP): άνοιγμα προς την κοινωνική δικαιοσύνη;. Στο
Εκπαίδευση και Κοινωνική Δικαιοσύνη, 5ο Επιστημονικό Συνέδριο Ιστορίας
Εκπαίδευσης. Ανακτήθηκε στις 11/02/2012, από
http://www.eriande.elemedu.upatras.gr/?section=985&language=el&print=1&
itemid706=1093.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2006). Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 8ης Σεπτεμβρίου 2006. «Αποδοτικότητα και
ισότητα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συστημάτων εκπαίδευσης και
κατάρτισης». [COM(2006) 481 τελικό]. Ανακτήθηκε στις 11/02/2012, από
http://europa.eu/scadplus/leg/el/cha/c11049.htm.
[84]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Γκρίτζιος Βάιος
Σχολικός Σύμβουλος
vaiosgritzios@yahoo.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η παρούσα μελέτη διερευνά τη σχέση των επιστημολογικών πεποιθήσεων των
δασκάλων για τη φύση της γνώσης, της διδασκαλίας/μάθησης και της διδακτικής
πράξης. Βασίζεται στην υπόθεση ότι η διδασκαλία επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό
από τις πεποιθήσεις, τις αντιλήψεις, τις προσωπικές διδακτικές θεωρίες και
απόψεις των δασκάλων. Οι παιδαγωγικές και διδακτικές πεποιθήσεις συντίθενται
από ένα πλέγμα ιδεών, αντιλήψεων και παραδοχών για την φύση και τους στόχους
της διδασκαλίας, οι οποίες τελικά μορφοποιούν την κατεύθυνση και την επιλογή
των μέσων, τις διαδικασίες και τις δράσεις. Η ανάδειξη, η κατανόηση και η
αξιοποίηση των πεποιθήσεων των εκπαιδευτικών αποτελεί ουσιώδη παράμετρο για
τη βελτίωση τόσο των προγραμμάτων επαγγελματικής ανάπτυξης, όσο και των
διδακτικών πρακτικών στην τάξη του σχολείου.
Εισαγωγή - Προβληματική
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες παρατηρείται μια μετατόπιση στην εκπαιδευτική
έρευνα από τη συμπεριφορά στη σκέψη των δασκάλων (Παπαναούμ, 2003:32). Η
κίνηση αυτή οδηγεί στην ανάπτυξη μιας νέας ερευνητικής παράδοσης για τη
διδασκαλία, η οποία συναντάται στη βιβλιογραφία ως έρευνα πάνω στη σκέψη των
εκπαιδευτικών (Research on teachers’ thinking) (Yero, 2002:4). Η ερευνητική αυτή
κατεύθυνση θέτει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της τη νόηση των
εκπαιδευτικών, τις πεποιθήσεις, τις θεωρίες, τις αντιλήψεις τους και προσπαθεί να
εξηγήσει γιατί διδάσκουν με τον τρόπο που διδάσκουν (Richardson, 1996).
Απώτερος στόχος αποτελεί η βελτίωση της διδασκαλίας, η βελτίωση της μάθησης
των μαθητών και ταυτόχρονα η γνώση και κατανόηση των λόγων, για τους οποίους
οι εκπαιδευτικοί αποδέχονται ή απορρίπτουν τις καινοτομίες, αλλάζουν ή δε
αλλάζουν αντιλήψεις και πρακτικές (Raths, 2001).
Κυρίως Σώμα
Οι πεποιθήσεις των δασκάλων φανερώνουν ένα σύνθετο, ενδοσυσχετιζόμενο
σύστημα της προσωπικής και επαγγελματικής γνώσης. Λειτουργούν ως σιωπηλές,
άρρητες θεωρίες και γνωστικοί χάρτες για την νοηματοδότηση της εμπειρίας και της
πραγματικότητας. Βασίζονται σε γνωστικά, συναισθηματικά και συμπεριφοριστικά
(πραξιακά) στοιχεία και συχνά βρίσκονται σε λανθάνουσα και ασυνείδητη.
Λειτουργούν ως οδηγός της σκέψης και της δράσης.
Οι επιστημολογικές πεποιθήσεις αναφέρονται στις θεμελιώδεις παραδοχές των
δασκάλων για την φύση της γνώσης (τι πιστεύει κάποιος ότι είναι γνώση) και τον
έλεγχο της μάθησης (παράγοντες που αιτιολογούν πώς ο μαθητής μαθαίνει).
[85]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[86]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
δασκάλων για τη φύση της γνώσης και περιλαμβάνουν τρεις διαστάσεις ο καθένας.
Οι επόμενοι δύο παράγοντες (διδακτικός προσανατολισμός με κατεύθυνση τη
μετάδοση της γνώσης και διδακτικός προσανατολισμός με κατεύθυνση την
οικοδόμηση της γνώσης) αναφέρονται στις πεποιθήσεις των δασκάλων για τη φύση
της διδασκαλίας και περιλαμβάνουν επίσης τρεις διαστάσεις ο καθένας. Ο πέμπτος
και ο έκτος παράγοντας αναφέρονται στις πεποιθήσεις για την αιτιολόγηση της
μάθησης και αποτελεί ο καθένας τους και μια διάσταση. Ο έβδομος και όγδοος
παράγοντας αναφέρονται στα αναμενόμενα μαθησιακά προϊόντα της
αναπαραγωγικής και της παραγωγικής γνώσης και αποτελεί ο καθένας τους και μια
διάσταση.
[87]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Φύλο
Συχνότητα Ποσοστό Σχετικό Αθροιστικό
Ν % ποσοστό ποσοστό
Άνδρας 142 33.2 33.2 33.2
Γυναίκα 286 66.8 66.8 100.0
Σύνολο 428 100.0 100.0
66,8
70
60 33,2
50
40
30
20
10
0
Άνδρας Γυναίκα
40,2
50 38,8
40
30
21
20
10
[88]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ 3: Σπουδές
Συχνότητα Ποσοστό Σχετικό Αθροιστικό
Ν % ποσοστό ποσοστό
Βασικό πτυχίο 268 62.6 62.6 62.6
Μετεκπαίδευση 59 13.8 13.8 76.4
Δεύτερο πτυχίο -ΑΕΙ 74 17.3 17.3 93.7
Μεταπτυχιακές Σπουδές 27 6.3 6.3 100.0
Σύνολο 428 100.0 100.0
62,6
70
60
50
40
30 13,8
17,3
20
6,3
10
0
Βασικό πτυχίο Μετεκπαίδευση
Δεύτερο πτυχίο -ΑΕΙ Μετπατυχιακές Σπουδές
Συζήτηση - Συμπεράσματα
Η ανάλυση των παραγόντων δείχνει ότι στατιστικά σημαντική θετική συσχέτιση
παρατηρείται μεταξύ του πρώτου παράγοντα «αφελείς πεποιθήσεις», του τρίτου
παράγοντα «διδακτικός προσανατολισμός με κατεύθυνση τη μετάδοση της
γνώσης», του πέμπτου παράγοντα «έμφυτη νοημοσύνη» για την αιτιολόγηση της
μάθησης και του έβδομου παράγοντα «επιθυμητά μαθησιακά προϊόντα
αναπαραγωγικής γνώσης».
Στατιστικά σημαντική θετική συσχέτιση παρατηρείται μεταξύ του δεύτερου
παράγοντα «εκλεπτυσμένες πεποιθήσεις», του τέταρτου παράγοντα «διδακτικός
προσανατολισμός με κατεύθυνση την οικοδόμηση της γνώσης» σε όλες τις
διαστάσεις τους. Επίσης ο ίδιος παράγοντας εμφανίζει στατιστικά σημαντική θετική
συσχέτιση με το έκτο παράγοντα «σταδιακή προσπάθεια» για την αιτιολόγηση της
μάθησης, καθώς και με τον όγδοο παράγοντα «επιθυμητά μαθησιακά προϊόντα
παραγωγικής γνώσης».
Το συμπέρασμα, που μπορεί να λεχθεί είναι ότι οι δάσκαλοι που πιστεύουν ότι η
γνώση είναι απλή, βέβαιη, κατοικεί «εκεί έξω» στην αυθεντία ή στο βιβλίο, ότι η
μάθηση είναι γενετικά προκαθορισμένη και ότι αυτή συμβαίνει γρήγορα ή δεν
συμβαίνει καθόλου, έχουν αφελείς, απλές, λιγότερο εξελιγμένες ή επεξεργασμένες
πεποιθήσεις, οι οποίες σχετίζονται με τις παραδοσιακές διδακτικές πεποιθήσεις. Οι
εκπαιδευτικοί με τις διδακτικές τους ενέργειες, δείχνουν ότι εκτιμούν περισσότερο
τις ικανότητες των μαθητών μέσω των οποίων επιτυγχάνουν αποτελέσματα
επιφανειακής μορφής, τα οποία ανήκουν στην κατηγορία «επιθυμητά μαθησιακά
προϊόντα αναπαραγωγικής γνώσης».
[89]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Επίσης διαπιστώθηκε ότι οι δάσκαλοι που πιστεύουν ότι η γνώση είναι περίπλοκη,
σύνθετη, διερευνητική και μεταβαλλόμενη (σχετική), ενιαία και σε υψηλό βαθμό
αμοιβαία αλληλεπιδραστική, ότι κατασκευάζεται ενεργητικά από τον μαθητή, ότι η
μάθηση συμβαίνει σταδιακά και είναι επίκτητη, κατέχουν σύνθετες περίπλοκες,
εκλεπτυσμένες και εξελιγμένες πεποιθήσεις, οι οποίες έχουν σχέση με
εποικοδομητικές διδακτικές πεποιθήσεις και «επιθυμητά μαθησιακά προϊόντα
παραγωγής (μετασχηματισμού) της γνώσης» βαθιάς μορφής. Οι εκπαιδευτικοί με
τις διδακτικές τους ενέργειες, δείχνουν ότι εκτιμούν περισσότερο τις ικανότητες των
μαθητών μέσω των οποίων επιτυγχάνουν αποτελέσματα βαθιάς μορφής, που
ανήκουν στην κατηγορία «επιθυμητά μαθησιακά προϊόντα παραγωγικής
(μετασχηματισμού) γνώσης».
[90]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές – Βιβλιογραφία
Chan K.W., Elliot R.G. (2004). Relational analysis of personal epistemology and
conceptions about teaching and learning, Teaching and Teacher Education.
Hofer, B., (2002). Epistemological World Views of Teachers: From Beliefs to Practice,
Issues in Education, v.8 (2).
Hofer, B.& Pintrich P. (1997).The Development of epistemological theories:Beliefs
about Knowledge and Knowing and relation to learning, Review
ofEducationalResearch, 67 (1).
Παπαναούμ, Ζ., Το Επάγγελμα του Εκπαιδευτικού, εκδ. τυπωθήτω, Αθήνα, 2003.
Raths J. (2001). Teachers’ Beliefs and Teaching Beliefs. Early childhood research
and practice. 3.
Richardson, V., (1996). The role of attitudes and beliefs in learning to teach:. In
Sicula, J. (ed), Handbook of research on teacher education, (pp.102-119), New
York: Macmillan.
Yero, J. (2002). Teaching in Mind, εκδ. Mind Flight Publishing Hamilton, Montana.
[91]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Γραίκος Νικόλαος
Σχολικός Σύμβουλος 1ης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Π.Ε. Ν. Πιερίας
graikos@otenet.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι αλλαγές στο υπάρχον διδακτικό παράδειγμα του ελληνικού σχολείου
προϋποθέτουν αναστοχαστικές και συμμετοχικές επιμορφωτικές πρακτικές. Στην
παρούσα εργασία επιχειρούμε να προσεγγίσουμε το θέμα προτείνοντας ένα σχέδιο
ενδοσχολικών επιμορφώσεων, το οποίο στοχεύει στη δημιουργία εκπαιδευτικών
κοινοτήτων πρακτικής με άξονες την επικοινωνία και τη συνεργασία ανάμεσα σε
όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (Σχολικούς Συμβούλους, Διευθυντές Σχολείων,
Συλλόγους Εκπαιδευτικών) και τις κοινές εκπαιδευτικές δράσεις μέσα στις τάξεις. Οι
προτάσεις που αναπτύσσουμε βασίζονται σε σχέδιο ενδοσχολικής επιμόρφωσης
που πραγματοποιούμε με την ιδιότητα του Σχολικού Συμβούλου Α/θμιας
Εκπαίδευσης σε συνεργασία με τους Συλλόγους Διδασκόντων των σχολείων της
αρμοδιότητάς μας.
Εισαγωγή
Στη διεθνή και στην ελληνική βιβλιογραφία των τελευταίων δεκαετιών έχει
αναπτυχθεί ένας γόνιμος διάλογος σχετικά με το ζήτημα της επιμόρφωσης και της
επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών. Όμως στην Ελλάδα, παρά τις
προσπάθειες που έχουν γίνει για τη βελτίωση της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών,
τα αποτελέσματα δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά (Χατζηπαναγιώτου, 2001). Οι
κυριότεροι λόγοι αυτής της αποτυχίας είναι η έλλειψη κατανόησης των
πραγματικών επιμορφωτικών αναγκών των εκπαιδευτικών, η αποσπασματικότητα
των στόχων και των διαδικασιών και οι μειωμένες δυνατότητες πρακτικών
εφαρμογών εξαιτίας της μεγάλης κλίμακας επιμορφώσεων και των πιεστικών
χρονικών πλαισίων. Αντίθετα ικανοποιητικότερα είναι τα αποτελέσματα των
επιμορφώσεων μικρότερης κλίμακας, που υλοποιούνται σε ενδοσχολικό επίπεδο
κυρίως από Σχολικούς Συμβούλους (Αντωνίου, 2011) ή σε πειραματικό επίπεδο από
πανεπιστημιακούς φορείς (Ξωχέλλης & Παπαναούμ, 2000).
Ωστόσο τα δεδομένα αυτά αναδεικνύουν πολλά ζητήματα, τα οποία προκαλούν
αντίστοιχα ερευνητικά ερωτήματα, όπως για παράδειγμα: Ποια είναι τα όρια
συμμετοχής των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό της επιμόρφωσής τους; Πόσο
συμβάλλουν στην αποτελεσματικότητα της επιμόρφωσης οι διαδικασίες κριτικού
αναστοχασμού ως προς το γενικότερο κοινωνικο-πολιτισμικό νόημα του
επαγγέλματος του εκπαιδευτικού; Ποιες είναι οι καταλληλότερες επιμορφωτικές
διαδικασίες για την προώθηση νέων διδακτικών μεθοδολογιών, οι οποίες δεν θα
καταλήγουν στην εκμάθηση αποπλαισιωμένων διδακτικών τεχνικών;
Στη συνέχεια θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε τα ερωτήματα αυτά με βάση τις
επιμορφωτικές μας εμπειρίες από μία σειρά ενδοσχολικών επιμορφωτικών
[92]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[93]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[94]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Εφαρμογές
Στοχοθεσία και χαρακτηριστικά
Οι προτάσεις που αναπτύσσουμε στη συνέχεια βασίζονται σε σχέδιο ενδοσχολικής
επιμόρφωσης που εφαρμόζουμε την τελευταία επταετία με την ιδιότητα του
Σχολικού Συμβούλου της 1ης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Α/θμιας Εκπαίδευσης Ν.
Πιερίας στα σχολεία της αρμοδιότητάς μας.
Οι κύριοι στόχοι των προτάσεών μας αφορούν την προώθηση πνεύματος
προσωπικής και επαγγελματικής ευθύνης των εκπαιδευτικών και σταδιακής
δημιουργίας αποτελεσματικής επιμορφωτικής κουλτούρας.
Τα κύρια χαρακτηριστικά των προτάσεών μας είναι η δημιουργία ενδοσχολικών
κοινοτήτων πρακτικής, στις οποίες οι εκπαιδευτικοί συνεργάζονται σε πρακτική
βάση με τον επιμορφωτή, πραγματοποιώντας κοινές δράσεις μέσα στις τάξεις,
ανταλλάσσοντας γνώσεις και εμπειρίες. Παράλληλα προωθούνται διαδικασίες
αναστοχασμού και επικοινωνίας ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς με την
πραγματοποίηση κοινών συναντήσεων και εργαστηριακών σεμιναρίων, στις οποίες
συζητούνται ζητήματα που αφορούν το γενικότερο ρόλο του επαγγέλματος του
εκπαιδευτικού και του κοινωνικο-πολιτισμικού νοήματος των εκπαιδευτικών
διαδικασιών.
[95]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση – συμπεράσματα
Οι επιμορφωτικές πρακτικές που αναπτύξαμε βασίζονται σε δύο παραδοχές. Η
πρώτη εστιάζεται στην εμπράγματη εμπλοκή του επιμορφωτή-συνεργάτη σε
εκπαιδευτικά προγράμματα μέσα στις πραγματικές συνθήκες της τάξης και η
δεύτερη στη δημιουργία εκπαιδευτικών κοινοτήτων πρακτικής που θα βοηθήσουν
τους εκπαιδευτικούς να αναστοχαστούν τον επαγγελματικό τους ρόλο και να
επικοινωνήσουν αποτελεσματικότερα μεταξύ τους.
Για την αξιολόγηση των επιμορφωτικών πρακτικών χρησιμοποιούμε ποσοτικούς και
ποιοτικούς δείκτες. Τα ποσοτικά δεδομένα βασίζονται στις απαντήσεις των
εκπαιδευτικών σε σχετικά ερωτηματολόγια. Μετά το πρώτο έτος εφαρμογής των
επιμορφωτικών πρακτικών οι εκπαιδευτικοί συμπλήρωσαν εθελοντικά
ερωτηματολόγιο, με το οποίο ζητούσαμε τις απόψεις τους για τις μορφές
επιμόρφωσης που προτιμούσαν. Σε ποσοστό πάνω από το 85% οι εκπαιδευτικοί
θεωρούσαν αποτελεσματικότερες τις συμμετοχικές και τις εργαστηριακές μορφές
επιμόρφωσης στοιχείο το οποίο επιβεβαίωνε τις επιμορφωτικές μας κατευθύνσεις.
Τα ποιοτικά μας δεδομένα αφορούν την εθελοντική συμμετοχή των εκπαιδευτικών
στις επιμορφωτικές δράσεις που πραγματοποιούνται εντός κι εκτός του σχολικού
ωραρίου, η οποία κρίνεται ιδιαίτερα ενθαρρυντική. Εξίσου ενθαρρυντικό ποιοτικό
στοιχείο αποτελεί και η αυξητική τάση των εκπαιδευτικών που πραγματοποιούν
[96]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[97]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Altrichter, H., Posch, O., & Somekh, B. (2001). Οι εκπαιδευτικοί ερευνούν το έργο
τους. Μια εισαγωγή στις μεθόδους της έρευνας δράσης. Μτφρ. Μ.
Δεληγιάννη. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Αντωνίου, Α. (2011). Η Ενδοσχολική Επιμόρφωση των Εκπαιδευτικών και ο Θεσμός
του Σχολικού Συμβούλου. Μεταπτυχιακή εργασία. Θεσσαλονίκη: Α.Π.Θ.,
Φιλοσοφική Σχολή, Τμ. Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής.
Brinkmann, G. (1996). H εκπαίδευση των εκπαιδευτικών: τάσεις στην Ευρώπη.
Παιδαγωγική Eπιθεώρηση, 24, 27-37.
Γραίκος, Ν. (2006). Εφαρμογή της διδασκαλίας της λειτουργικής χρήσης της
γλώσσας στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών
Θεμάτων, 11, 117–124.
Γραίκος, Ν. 2009. Παραγωγή και επεξεργασία μαθηματικών προβλημάτων. Στο Σ.
Γρόσδος (Επιμ.), Η Διδακτική των Θετικών Επιστημών στην Εκπαίδευση.
Πρακτικά συνεδρίου (σσ. 26-36). Θεσσαλονίκη: ΟΜΕΡ–Παράρτημα
Θεσσαλονίκης.
Γραίκος, Ν. (2011α). Προτάσεις επεξεργασίας παραγόμενου, πολυτροπικού,
μαθητικού λόγου στο Δημοτικό Σχολείο. Στο Μ.Α. Πουρκός & Ε. Κατσαρού
(Επιμ.), Βίωμα, μεταφορά και πολυτροπικότητα: εφαρμογές στην επικοινωνία,
την εκπαίδευση, τη μάθηση και τη γνώση (σσ. 427-444). Θεσσαλονίκη:
Νησίδες.
Γραίκος, Ν. (2011β). Γλωσσικός γραμματισμός και επεξεργασία μαθητικών
ερευνητικών δράσεων (μαθηματικά προβλήματα, περιβαλλοντικές και
εθνογραφικές δράσεις). Στο Μελέτες για την ελληνική γλώσσα. Διδασκαλία
και εκμάθηση της Ελληνικής. Πρακτικά 31ης Ετήσιας Συνάντησης Τομέα
Γλωσσολογίας, Τμ. Φιλολογίας, Φιλοσοφικής Σχολής (σσ. 89-101).
Θεσσαλονίκη: Α.Π.Θ. & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη
Τριανταφυλλίδη).
Cope, B., & Kalantzis, M. (2004). Designs for Learning. E–Learning, 1 (1), 38-93.
Christensen, P., & James, A. (Eds) (22008).Research with Children: Perspectives and
Practices, New York & London: Routledge.
Day, C. (2003). Η εξέλιξη των εκπαιδευτικών. Οι προκλήσεις της δια βίου μάθησης.
Μτφρ. Α. Βακάλη. Αθήνα: Τυπωθήτω- Γ. Δαρδανός.
Δούκας, Χ. κ.ά. (2008). Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Στό Δ. Βλάχος (Εκδ.), Η
ποιότητα στην εκπαίδευση (σσ. 357-390). Αθήνα: ΥΠ.Ε.Π.Θ.–Παιδαγωγικό
Ινστιτούτο.
Hargreaves, A., & Fullan, M. (1993). H εξέλιξη των εκπαιδευτικών. Αθήνα: Πατάκης.
Hewton, E. (1988). School focused staff development: Guidelines for policy makers.
London & NewYork: Falmer Press.
Θεοφιλίδης, Χ. (2013). Σχολική ηγεσία και διοίκηση. Από τη Γραφειοκρατία στη
Μετασχηματιστική Ηγεσία. Αθήνα: Γρηγόρης.
[98]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καραγιάννης, Γ., Σταγιά, Π., & Τσιρίκου, Μ. (2004). Ο ρόλος του εκπαιδευτικού στην
ιστορική πορεία της επιμόρφωσης. Στο 3ο Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας
Εκπαίδευσης. Πρακτικά. Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πατρών, Π.Τ.Δ.Ε.-Εργαστήριο
Ιστορικού Αρχείου Νεοελληνικής και Διεθνούς Εκπαίδευσης.
Lieberman, A. (1994). Teacher development: commitment and challenge. In P.P.
Grimmett, & J. Neufeld (Eds), Teacher development and the struggle of
authenticity: professional growth and restructuring in the context of change
(pp. 15-30). New York: Teachers College Press.
Ματσαγγούρας, Η. (2001). Θεωρίατηςδιδασκαλίας. Η προσωπική θεωρία ως
πλαίσιο στοχαστικο-κριτικής ανάλυσης. Αθήνα: Gutenberg.
Μαυρογιώργος, Γ. (2005). Το σχολείο και ο εκπαιδευτικός: Μια σχέση ζωής και
σχετικής αυτονομίας. Στο Γ. Μπαγάκης (Επιμ.), Επιμόρφωση και
επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού (σσ. 348-354). Αθήνα: Μεταίχμιο.
Μαυρογιώργος, Γ. (2007). Πολιτικές για την επαγγελματική ανάπτυξη των
εκπαιδευτικών: Συνέχεια, ασυνέχεια και αντιφάσεις. Στο Δ. Χαραλάμπους
(Επιμ.), Μεταπολίτευση και Εκπαιδευτική Πολιτική (σσ. 191-199). Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα.
Μαυρογιώργος, Γ. (2009). Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών: H «Άλλη» -αντί (-πάλη) –
Πρόταση. Στο Α. Γαγάτσης, Α. Μιχαηλίδου, & Α. Χαραλάμπους (Επιμ.),
Εκπαιδευτική Έρευνα και Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών στην Κύπρο. Πρακτικά
Συνεδρίου (σσ. 27-41). Λευκωσία: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου, Κέντρο
Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης.
McIntyre, D., Hagger, H. & Wilkin M. (Eds.) 1993. Mentoring: Perspectives on school-
based teacher education. London: Kogan Page.
Μπαγάκης, Γ. (Επιμ.) (2005). Επιμόρφωση και επαγγελματική ανάπτυξη του
εκπαιδευτικού. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Μπατσούτα, Μ. & Παπαγιαννίδου, Χ. (2006). Διερεύνηση των επιμορφωτικών
αναγκών των νηπιαγωγών. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων,11, 143-158.
Nικολακάκη, Μ. (2003). Διερεύνηση των προϋποθέσεων για μια αποτελεσματική
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων,8, 5-
19.
Ξωχέλλης, Π. (2002). H επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σήμερα: διεθνής
αναγκαιότητα - ελληνικές εξελίξεις και εμπειρίες. Στο: 2ο Διεθνές Συνέδριο: Η
παιδεία στην αυγή του 21ου αιώνα. Ιστορικοσυγκριτικές προσεγγίσεις. Πάτρα:
Πανεπιστήμιο Πατρών, Π.Τ.Δ.Ε. - Εργαστήριο Ιστορικού Αρχείου Νεοελληνικής
και Διεθνούς Εκπαίδευσης.
Ξωχέλλης, Π. (2005). Ο εκπαιδευτικός στο σύγχρονο κόσμο. Ο ρόλος και το
επαγγελματικό του προφίλ σήμερα, η εκπαίδευση και η αποτίμηση του έργου
του. Αθήνα: Τυπωθήτω-Γ. Δαρδανός.
Ξωχέλλης, Π. & Παπαναούμ, Ζ. (2000). H ενδοσχολική επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών. Ελληνικές εμπειρίες 1997– 2000. Θεσσαλονίκη.
[99]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[100]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δαρόπουλος Απόστολος
Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Δρ. Κοινωνιολογίας της
Εκπαίδευσης, M. Ed.
apdaro@otenet.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η παρούσα μελέτη, υιοθετώντας το εννοιολογικό σύστημα του Basil Bernstein,
αναλύει και ερμηνεύει μία βασική παράμετρο των σύγχρονων διδακτικών
προσεγγίσεων: τις (προ;)απαιτούμενες ικανότητες-δεξιότητες εκ μέρους των
μαθητών22 σε σχέση με την κοινωνική τους προέλευση. Τα μέλη της νέας μεσαίας
τάξης τα οποία ανήκουν στο πεδίο του συμβολικού ελέγχου διαφαίνεται να έχουν,
λόγω κοινωνικής προέλευσης, τις απαιτούμενες ικανότητες και δεξιότητες που είναι
αναγκαίες σε ένα πλαίσιο υλοποίησης των σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων.
Αυτό προσδίδει ένα ακόμη πλεονέκτημα στα παιδιά αυτού του τμήματος της
μεσαίας τάξης έναντι των άλλων συνομήλικων τους. Το σχολείο στα πλαίσια της
παρέμβασης και των δυνατοτήτων που έχει, πρέπει να συνεισφέρει ώστε το
διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ των μαθητών να περιορισθεί.
Λέξεις Κλειδιά: συμβολικός έλεγχος, ορατή και αόρατη παιδαγωγική, νέα μεσαία
τάξη.
Εισαγωγή
Ο όρος «σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις» είναι όρος ευρύς, γενικός και
πολύσημος. Στην παρούσα μελέτη στις βασικές συνιστώσες του εννοιολογικού
περιεχομένου του όρου θεωρείται ότι εμπεριέχονται χαρακτηριστικά όπως:
ευελιξία, αυτονομία, υιοθέτηση ερευνητικών στρατηγικών και συνεργατικών
μοντέλων, παιδαγωγική αξιοποίηση των Τ.Π.Ε., μαθητοκεντρικές και βιωματικές
προσεγγίσεις, εκπόνηση σχεδίων εργασίας (project), με βασική συνισταμένη όλων
αυτών: “μαθαίνω πώς να μαθαίνω” αφού έχει «ως κέντρο της διαδικασίας τους
μαθητές και τις μαθήτριες της τάξης» (ΥΠ.Ε.Π.Θ., 2011: 209; βλ. και Δαρόπουλος,
2010) και στηρίζονται στην παιδοκεντρική διάσταση «που επιτρέπει στο παιδί να
χειριστεί και να προσεγγίσει γνήσια ενδιαφέροντα και προβληματισμούς, όπως
προκύπτουν από την αναζήτηση μέσα στην ομάδα σε μία διαλεκτική σχέση
ατομικού και ομαδικού» (Χρυσαφίδης, 2011: 35). Το θεωρητικό υπόβαθρο των
σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων ερείδεται σε ένα ευρύ πλαίσιο φιλοσοφικών-
παιδαγωγικών ρευμάτων και θεωριών μάθησης. Οι βασικές αρχές του
κονστρουκτιβισμού μπορούν να αναζητηθούν στις θεωρίες μάθησης του Dewey,
του Bruner και του Piaget. Με διαφορετικές προσεγγίσεις τόνισαν τον καθοριστικό
και ουσιαστικό ρόλο της δράσης, της ενεργούς συμμετοχής και της εμπειρίας στην
22
Για πρακτικούς λόγους, επειδή η ελληνική γλώσσα δεν προβλέπει ουδέτερες εκφράσεις που να
δηλώνουν και τα δύο φύλα, η χρήση του αρσενικού γένους θεωρείται ότι αφορά και το θηλυκό
χωρίς αυτό βέβαια να υποκρύπτει σεξιστικές διακρίσεις.
[101]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
κατάκτηση της γνώσης. Πολλές από αυτές τις αρχές έχουν υιοθετηθεί και στα νέα
προγράμματα σπουδών της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, αφού επισημαίνουν την
καλλιέργεια κινήτρων για ενεργοποίηση της συμμετοχής, της επικοινωνίας και των
κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, στη δημιουργία ελκυστικών περιβαλλόντων
μάθησης αλλά και στη συμμετοχή των μαθητών στη διαχείριση της μάθησής τους
(Π.Ι., 2011: 24). Κυρίαρχος στόχος αυτών των περιβαλλόντων μάθησης, μεταξύ των
άλλων, είναι η αποφυγή της «τραπεζικής αντίληψης της εκπαίδευσης»(Freire, 2000:
72). Τα ανοιχτά περιβάλλοντα μάθησης των μαθητοκεντρικών προσεγγίσεων
απαιτούν από τους μαθητές ισχυρά εσωτερικά κίνητρα, ικανότητα σύνθετης σκέψης
και κριτικών συλλογισμών και γενικά ένα σχετικά υψηλό επίπεδο ενεργητικής
συμμετοχής και παρουσίας (Westwood, 2008). Έρευνες έχουν δείξει ότι ένας
σημαντικός αριθμός μαθητών στα σχολεία δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις-
απαιτήσεις και υπάρχουν ευρήματα ότι μαθητές έχουν σημειώσει αξιόλογη πρόοδο
όταν διδάσκονται με χρήση άμεσων διδακτικών στρατηγικών (Pressley &
McCormick, 1995). Επιπροσθέτως, υποστηρίζεται ότι η χρήση ρητών στοιχείων στη
διδασκαλία δεν αποκλείει τη μαθητοκεντρική της διάσταση, εφ’ όσον εμπεριέχει
χαρακτηριστικά που γνωρίζουμε ότι συμβάλλουν στην επιτυχή προσέγγιση της νέας
γνώσης εκ μέρους των μαθητών (Archer & Hughesο, 2011).
Τα βασικά ερωτήματα που αναδύονται: τι γίνεται με τα παιδιά που δεν έχουν
αναπτύξει τις (προ)απαιτούμενες ικανότητες –δεξιότητες23 εξαιτίας της κοινωνικής
τους προέλευσης; Έχει το σημερινό σχολείο τη δυνατότητα να συμβάλλει, στο
βαθμό που μπορεί, ώστε να μειωθούν αυτές οι ανισότητες;
Θεωρητικό πλαίσιο
Υιοθετώντας το διαχωρισμό του Bernstein (1977:124-128, 2003a: 116-145, 2003b:
63-93) διακρίνουμε στο εσωτερικό της μεσαίας τάξης, την παλαιά μεσαία τάξη και
τη νέα μεσαία τάξη. Σύμφωνα με τον Bernstein (2003a: 120-126, 2003b: 73-86; βλ. &
Λάμνιας, 2001, 2002α, 2002β; Lamnias, 2002: 33-34; Sadovnik, 1991) η είσοδος
νέων κοινωνικών κατηγοριών στο χώρο της μεσαίας τάξης δημιούργησε ξεχωριστό
διακριτό τμήμα τη νέα μεσαία τάξη. Η παλαιά μεσαία τάξη αποτελείται από άτομα
που έχουν άμεση σχέση με την οικονομία (παραγωγή, διανομή και κυκλοφορία του
κεφαλαίου) και η νέα μεσαία τάξη αποτελείται από άτομα που έχουν άμεση σχέση
με το συμβολικό έλεγχο. Ο συμβολικός έλεγχος είναι «... τα μέσα διά των οποίων η
23
Επειδή ενυπάρχει μία σύγχυση, πολλές φορές δε, εμφανίζεται και ταύτιση στο περιεχόμενο των
όρων, ως «δεξιότητα εννοούμε το βαθμό ευκολίας, ακρίβειας και ταχύτητας, με τον οποίο εκτελείται
μία συνέχεια πολύπλοκων κινητικών ενεργειών και πνευματικών διαδικασιών, με τις οποίες
αντιμετωπίζονται και λύνονται δύσκολα προβλήματα και καταστάσεις», Παιδαγωγική Ψυχολογική
Εγκυκλοπαίδεια 1989-1993: 1321, ενώ «Ικανότητες είναι οι προσωπικές-ψυχολογικές ιδιαιτερότητες
του ανθρώπου που συνθέτουν την ψυχολογική βάση της ανάπτυξης, της εκπαίδευσης και της
δημιουργικής δραστηριότητας», Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια 1989-1993: 2408. Η
ικανότητα, για τον Bernstein, «...προέρχεται από δύο πηγές, μια εσωτερικά δομημένη και μια
αλληλεπιδρασιακή» (Bernstein, 1990: 78).
[102]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
συνείδηση αποκτά μία ειδική μορφή και κατανέμεται μέσω τύπων επικοινωνίας
που αναμεταδίδουν μία δοσμένη κατανομή εξουσίας και κυρίαρχων πολιτιστικών
κατηγοριών. Ο συμβολικός έλεγχος μετατρέπει τις σχέσεις εξουσίας σε λόγο και το
λόγο σε σχέσεις εξουσίας» (Βernstein, 2003b:134, 2000, 2001). Τα άτομα του
συμβολικού ελέγχου κατανέμονται σε έξι υποκατηγορίες: οι Ρυθμιστές (οι φορείς
του νομικού συστήματος, της θρησκείας, της αστυνομίας κ.λπ.), οι Διορθωτές
(ατομικοί και συλλογικοί φορείς των οποίων η λειτουργία βρίσκεται στο πεδίο της
διάγνωσης, πρόληψης, επισκευής), οι Αναπαραγωγοί (οι εκπαιδευτικοί), οι
Προπαγανδιστές (οι φορείς που δραστηριοποιούνται στα μέσα μαζικής
επικοινωνίας) οι Διαμορφωτές (οι ερευνητές) και οι Εκτελεστές (οι δημόσιοι
υπάλληλοι, οι γραφειοκράτες), (Bernstein, 2000: 110, 2003b: 139; βλ. και
Ντακούμης, 2008). Βασικές έννοιες στην παρούσα μελέτη είναι: η ταξινόμηση, η
περιχάραξη, η ορατή και αόρατη παιδαγωγική. H έννοια της ταξινόμησης
προσπαθεί να ερμηνεύσει και να αναλύσει τις επιμέρους σχέσεις μεταξύ
κατηγοριών. Αν ο χώρος κάθε κατηγορίας είναι προσδιορισμένος-οροθετημένος,
τότε μιλάμε για ισχυρή ταξινόμηση, αντίθετα αν ο διαχωρισμός δεν είναι
ευδιάκριτος, μεταξύ των κατηγοριών, μιλάμε για χαλαρή ταξινόμηση. Συγκεκριμένα
η ταξινόμηση αναφέρεται στο «βαθμό διαφύλαξης συνόρων μεταξύ περιεχομένων»
(Bernstein, 1977: 88; Bernstein, 1989: 67-70; βλ. και Λάμνιας, 2002α: 303-305). Η
έννοια της περιχάραξης αναφέρεται στις εσωτερικές σχέσεις που αναπτύσσονται
μέσα στις κατηγορίες. «Η περιχάραξη αναφέρεται στο βαθμό ελέγχου που κατέχουν
ο δάσκαλος και ο μαθητής πάνω στην επιλογή, οργάνωση, το βηματισμό και τη
χρονική διάταξη της γνώσης που μεταδίδεται και προσλαμβάνεται στην
παιδαγωγική σχέση» (Bernstein, 1977: 89). Και σε αυτή τη βασική έννοια
διακρίνουμε ισχυρή και χαλαρή περιχάραξη. Ως ορατή παιδαγωγική χαρακτηρίζεται
αυτή στην οποία ενυπάρχει ισχυρή καθοδήγηση με σαφή όρια και δίνεται
ιδιαίτερο βάρος στην αξιολόγηση της διδακτέας ύλης και την επίτευξη των στόχων,
έμφαση στο αποτέλεσμα της μαθησιακής διαδικασίας σε ό,τι φαίνεται, στο ορατό.
Ενώ στην αόρατη παιδαγωγική οι κανόνες λόγου είναι γνωστοί στο μεταδότη και
δίνεται έμφαση στη διαδικασία, στην πρόσληψη/ικανότητα (Βernstein, 1989: 122-
155; Λάμνιας, 2002α).
[103]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
24
Η έννοια του πεδίου χαρακτηρίζεται ως: «…σύστημα διαφοροποιητικών θέσεων, οι οποίες
συνδέονται με αντικειμενικές σχέσεις συμπληρωματικού ανταγωνισμού ή/και σύγκρουσης και
μπορούν να καταλαμβάνονται από σχετικά εναλλάξιμους φορείς, οι οποίοι στις στρατηγικές που
τους θέτουν σε αντίθεση με εκείνους που κατέχουν διαφορετικές θέσεις, είναι υποχρεωμένοι να
προσμετρούν τις αντικειμενικές σχέσεις ανάμεσα στις θέσεις» (Bourdieu & Boltanski, 1978: 203;
Σολομών, 1994: 139; βλ. και Ντακούμης, 2008). Επιπροσθέτως, ο όρος πεδίο θα μπορούσε να
χαρακτηρισθεί συνοπτικά «…ένας σχετικά αυτόνομος κοινωνικός τομέας που υπακούει σε μία
ιδιαίτερη κοινωνική λογική» (Jorgensen & Phillips, 2002: 72).
[104]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
προσόντα αποκτούσαν τα παιδιά που οι γονείς τους εργάζονταν στο πεδίο του
συμβολικού ελέγχου συγκριτικά με τα παιδιά των οποίων οι γονείς ήταν στο πεδίο
παραγωγής (Power, et al., 2003). Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το
εύρημα στην έρευνα της Holland (1985) ότι τόσο τα εκπαιδευτικά προσόντα όσο το
παιδαγωγικό κεφάλαιο φαίνεται να είναι σημαντικό στοιχείο αναπαραγωγής και
των δύο τμημάτων της μεσαίας τάξης. Υπάρχουν στοιχεία όμως που φανερώνουν
ότι οι έφηβοι που ανήκαν στο πεδίο του συμβολικού ελέγχου επηρεάζονται σε
μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι έφηβοι του πεδίου παραγωγής από τις διαδικασίες
της εκπαίδευσης με την εκδήλωση μεγαλύτερου ενδιαφέροντος στο να αποκτήσουν
τίτλους και μια μεγαλύτερη αναγνώριση τόσο των συστημικών όσο και των
ταξινομητικών σχέσεων μεταξύ εκπαίδευσης και παραγωγής.
Συμπεράσματα
Τα παιδιά των οποίων οι γονείς ανήκουν στο πεδίο του συμβολικού ελέγχουν έχουν
όλες εκείνες τις προϋποθέσεις και τα εφόδια να ενταχθούν σε ένα πλαίσιο
«σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων» με αξιόλογα εφόδια και πλεονεκτήματα,
αφού το προϋπάρχον οικογενειακό υπόβαθρο έχει καλλιεργήσει σε μεγάλο βαθμό
τις απαραίτητες ικανότητες και δεξιότητες. Ταυτόχρονα με την υιοθέτηση
σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων είναι αναγκαία και απαραίτητη η υλοποίηση
προγραμμάτων καλλιέργειας των κοινωνικών ικανοτήτων των μαθητών, ενίσχυσης
των εσωτερικών κινήτρων, υποστήριξη της αυτονομίας τους, ιδιαίτερα εκείνων που
δεν ανήκουν στο παραπάνω προνομιακό πεδίο. Επίσης, ο παράγοντας χρόνος σε
αυτές τις διδακτικές προσεγγίσεις είναι κομβικής σημασίας, αφού κατά κανόνα
απαιτείται περισσότερος χρόνος σε σχέση με αυτές των δασκαλοκεντρικών. Αν δεν
υιοθετηθεί μία ολιστική προσέγγιση του προβλήματος τότε το χάσμα μεταξύ των
μαθητών θα μεγεθύνεται και οι ανισότητες θα παγιώνονται. H αντιμετώπιση
τέτοιων σύνθετων προβλημάτων καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής, στην παρούσα
κοινωνικοοικονομική συγκυρία, η οποία με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, δεν
παραπέμπει σε μία παρενθετική κρίση. Το πεδίο της εκπαίδευσης είναι χώρος όπου
οι διάφορες κοινωνικές ομάδες προσπαθούν να αποκτήσουν προνομιακή θέση με
αποτέλεσμα την ύπαρξη έντονων αντιπαραθέσεων. Κύριο χαρακτηριστικό της
εκπαιδευτικής πολιτικής το συγκρουσιακό πλαίσιο μέσα στο οποίο παίρνονται οι
αποφάσεις και όχι βάσει συναινετικών χαρακτηριστικών, ως στοιχείο και
παράμετρος κοινωνικής συνοχής.
[105]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές
Archer, Α. & Hughesο, C. (2011). Explicit Instruction: Effective and Efficient Teaching.
USA: The Guilford Press.
Bernstein, B. (1973) [2003a]. Class codes and control. Applied Studies towards o
sociology of language, v.ΙΙ. Routledge & Kegan Paul.
Bernstein, B. (1975) [2003b]. Class codes and control. Towards a theory of
Educational transmission, v.ΙΙΙ. Routledge & Kegan Paul.
Bernstein, B. (1977). Class codes and control. Towards a theory of Educational
transmission, v.ΙΙΙ., 2ed. Routledge&KeganPaul.
Bernstein, B. (1989). Παιδαγωγικοί Κώδικες και Κοινωνικός Έλεγχος. Αθήνα:
Αλεξάνδρεια. Εισ., μτφ., σημ. Ι. Σολομών.
Bernstein, B. (1990) [2003c]. Class codes and control. The structuring of pedagogic
discourse, v. ΙV. Routledge & Kegan Paul.
Bernstein, B. (2000). Pedagogy, Symbolic Control and Identity, Theory, research,
critique, revised ed. USA: Rowman & Littlefield Publishers.
Bernstein, B. (2001). Symbolic control: issues of empirical description of agencies and
agents. International Journal of social research methodology, 4(1),21-
33.doi:10.1080/13645570118017
Bourdieu, P. & Boltanski, L. (1978). Changes in social structure and changes in the
demand for education. In Giner, S. & Archer, M. (Eds), Contemporary Europe
social structures and cultural patterns.London: Routledge & Kegan Paul.
Δαρόπουλος, Α. (2010). Διαφορικές Προσεγγίσεις στο Δημοτικό Σχολείο:
Προβληματισμοί και προοπτικές. Θεσσαλονίκη: Κ. Σφακιανάκη.
Δαρόπουλος, Α. (2013). Διαφοροποιήσεις στις στάσεις μελών της μεσαίας τάξης σε
σχέση με την εκπαίδευση. Αδημοσίευτη Διδακτορική Διατριβή. Πανεπιστήμιο
Θεσσαλίας.
Freire, P. (2000). Pedagogy of the oppressed.USA: Continuum.
Holland, J. (1985). Gender and class: Adolescent of aspects conceptions of the
division of labour. Thesis submitted for the degree of Doctor of Philosophy.
Institute of Education, University of London.
Jorgensen, M. & Phillips, L. (2002). Discourse analysis as theory and method. London:
Sage.
Λάμνιας, Κ. (2001). Κοινωνικές εξαρτήσεις της παιδαγωγικής γνώσης και τα
προγράμματα των παιδαγωγικών τμημάτων. Virtual School, The sciences of
Education Online, 2, 4. Διαθέσιμο στο: http://www.auth.gr/virtualschool/.
Ανακτήθηκε στις 10/03/2006.
Λάμνιας, Κ. (2002α). Κοινωνιολογική θεωρία και εκπαίδευση: Διακριτές
προσεγγίσεις. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Λάμνιας, Κ. (2002β). Κοινωνιολογική ανάλυση διαφοροποιημένων εκπαιδευτικών
πρακτικών. Μέντορας 5, 82-102.
Lamnias, C. (2002). The Contemporary Pedagogic Device: functional impositions and
limitations. Pedagogy, Culture and Society, 10(1), 21-38.
[106]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[107]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δρ Δεδούλη Μαρίνα
Σχολ. Σύμβουλος ΠΕ2, Ψυχολόγος
mdedoul@yahoo.gr
[108]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[109]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[110]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η χρονική σύμπτωση της ανάδυσης της επιθυμίας του εκπαιδευτικού για κάτι
διαφορετικό και η συνάντηση αυτής της επιθυμίας με τη δυνατότητα του
επιμορφωτή να εισαγάγει τη νέα προσέγγιση (Βρατσάλης, 2005 :250).
[111]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αντί επιλόγου
Οι μέθοδοι και οι τεχνικές, παρά το ότι ως ένα βαθμό συνδηλώνουν τρόπους
αντίληψης της μάθησης, σφραγίζονται και αποκτούν τη τελική λειτουργική τους
αξία, αλλά και την ιδιαίτερη ποιότητα της διαδικαστικής γνώσης που προτείνουν,
μόνον μέσα στον προσανατολισμό του ευρύτερου προγράμματος, στο οποίο κάθε
φορά εντάσσονται και βεβαίως σε συνάρτηση πάντα με το πρόσωπο του
επιμορφωτή. Έτσι, παρά το ότι το συγκεκριμένο σχήμα, θα μπορούσε να
εξυπηρετήσει και προγράμματα καλλιέργειας δεξιοτήτων που κινούνται στη λογική
της θεραπείας των ελλείψεων (π.χ. εκπαίδευση για τη χρήση του διαδραστικού
πίνακα ή πίνακα με ηλεκτρονική μνήμη -όπως θα ήταν σωστότερο να ονομάζεται- ή
εκπαίδευση για τη χρήση σημειωτικών εργαλείων -διαγραμμάτων, εννοιολογικών
χαρτών κ.ά.-), θεωρούμε ότι στο πλαίσιο αναπτυξιακών προσεγγίσεων (Diamond,
1991), μπορεί να λειτουργήσει καλύτερα.
Μακριά από ακραίες διχοτομήσεις, σε καμιά περίπτωση δεν ‘εξορίζουμε’ τις
εκθετικές μεθόδους (μεθόδους παρουσίασης)από το πεδίο της επαγγελματικής
ανάπτυξης των εκπαιδευτικών. Προτείνουμε, ωστόσο, τις ενεργητικές συμμετοχικές
βιωματικές μεθόδους, όπως το σχήμα που περιγράψαμε, ως έναν άλλο τρόπο
σύνδεσης του υποκειμένου με τη γνώση, απαραίτητο στην αναζήτηση νοήματος
(Charlot, 1999, 122-131).
Βιβλιογραφία
Βρατσάλης, Κ. (2005)Η διδακτική στην Ψυχανάλυση και στα Παιδαγωγικά :
Ανάλογες διαδρομές; Στο Κ. Βρατσάλης (επιμ.) Κείμενα για την επιμόρφωση
των εκπαιδευτικών, Αθήνα: Ατραπός
Carr, W. & Kemmis, S. (1997). Για μια Κριτική Εκπαιδευτική Θεωρία. Εκπαίδευση,
Γνώση και Έρευνα Δράσης, μτφρ. Α. Λαμπράκη-Παγανού, Ε. Μηλίγκου, Κ.
Ροδιάδου- Αλμπάνη, Αθήνα: Κώδικας
[112]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[113]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Εγγλέζου Φωτεινή
Απόφοιτος Φ.Π.Ψ., ΜΕd. &PhD στη Διδακτική Γλώσσας, Διευθύντρια 2ου
Δημοτικού Σχολείου Αλίμου
fegglezou@yahoo.gr
Περίληψη
H παρούσα εισήγηση στοχεύει στην ανάδειξη των αγώνων αντιλογίας στο πλαίσιο
αναζήτησης αποτελεσματικών μέσων διδασκαλίας του γνωστικού αντικειμένου της
γλώσσας. Γίνεται λόγος για βελτίωση των προφορικών και γραπτών ικανοτήτων
οργάνωσης και χρήσης της γλώσσας. Χάρη στην αντιλογία οι μαθητές ασκούνται
στην ενεργητική ακρόαση και κατανόηση της αντίθετης άποψης, καλλιεργούν τον
ορθολογισμό, την κριτική σκέψη και την ενσυναίσθηση. Ως ‘προθάλαμος’ κριτικού
προβληματισμού και νοηματοδότησης της πραγματικότητας, οι αγώνες αντιλογίας
συντελούν στη διαμόρφωση κοινωνικοπολιτιστικών στάσεων, ενώ σφυρηλατούν τη
διαμόρφωση κριτικά σκεπτόμενων, δημοκρατικών πολιτών. Η επίτευξη των
παραπάνω στόχων προϋποθέτει τη λειτουργική ενεργοποίηση των
γραμματικοσυντακτικών, σημασιολογικών και επικοινωνιακών δομών της γλώσσας
μέσα από διαλογικές διαδράσεις με κλιμακωτό βαθμό δυσκολίας ανάλογα με τις
αναπτυξιακές δυνατότητες των μαθητών.
[114]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[115]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ομάδων που τοποθετούνται υπέρ και κατά του θέματος. δ) Ζευγάρωμα και
μοίρασμα σκέψεων (think-pair-share debates). Ξεκινούν με την ατομική
καταγραφή επιχειρημάτων υπέρ ή κατά του θέματος. Στη συνέχεια, οι μαθητές, ανά
ζεύγη, επιδιώκουν τη δίπλευρη εξέταση του θέματος μέσα από την ανεύρεση
σχετικών επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων. Τέλος, δύο ζευγάρια ενώνονται για
να παρουσιάσουν ως τετράδα, λεπτομερέστερα, επιχειρήματα, αντεπιχειρήματα και
ανασκευές, ώστε να καταλήξουν στο συμπέρασμα. ε) Οι αγώνες αντιλογίας τύπου
Lincoln-Douglas βασίζονται στην ανταλλαγή επιχειρημάτων, σε συγκεκριμένο
χρονικό πλαίσιο, ανάμεσα σε δύο άτομα ή σε δύο ομάδες. στ) Ο ναός διϊσταμένων
απόψεων (the meeting house debates). Αποτελεί παραλλαγή της αντιλογίας
Lincoln-Douglas και εμπλέκει ενεργητικά στη διαδικασία το ακροατήριο το οποίο –
κάτω από την επίβλεψη του εκπαιδευτικού/μέντορα – υποβάλλει έως τρία
ερωτήματα στους ομιλητές κάθε ομάδας ύστερα από κάθε τοποθέτηση. ζ) Οι
αγώνες επίλυσης προβλήματος (problem-solving debates). Βασίζονται στη
συμμετοχή οχτώ ομιλητών, τέσσερις σε κάθε ομάδα. Ο πρώτος ομιλητής κάθε
ομάδας επιχειρηματολογεί βάσει ιστορικών ή φιλοσοφικών δεδομένων σε σχέση με
το εξεταζόμενο θέμα. Οι δεύτεροι ομιλητές επιχειρηματολογούν σχετικά με το αν
υπάρχουσες πρακτικές οφείλουν να αλλάξουν ή όχι, ενώ οι τρίτοι ομιλητές δίνουν
περισσότερα υποστηρικτικά επιχειρήματα σχετικά με την πρόταση. Οι τελευταίοι
ομιλητές ανακεφαλαιώνουν την τοποθέτηση της ομάδας τους και καταλήγουν στο
τελικό συμπέρασμα (Κennedy, 2007, σσ. 185-187).
Η παραπάνω ταξινομία αποτελεί συμπύκνωμα εμπειρίας από πρακτικές αγώνων
αντιλογίας στο εξωτερικό, κυρίως με μαθητές λυκείου ή φοιτητές. Ωστόσο,
θεωρούμε ότι δεν είναι περιοριστική ούτε δεσμευτική. Οι παραπάνω μορφές
αντιλογίας μπορούν να εφαρμοστούν σε παραλλαγές και να προσαρμοστούν
ανάλογα με το εκάστοτε εξεταζόμενο θέμα, τις δυνατότητες, την ηλικία των
μαθητών και τους εκάστοτε επιδιωκόμενους στόχους. Υιοθετώντας την άποψη της
Tannen (1998: 276), θεωρούμε ότι οι αγώνες αντιλογίας, ως «παιχνίδι
αμφισβήτησης», μπορούν να συνυπάρξουν με άλλες μορφές διαλόγου
(Παπαδοπούλου, 2004), ως εναλλακτικό «μονοπάτι» στην πορεία των μαθητών
προς την ανάπτυξη των προφορικών και γραπτών επιχειρηματολογικών
δυνατοτήτων τους.
[116]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
καταστάσεων των οποίων η λύση δεν είναι μοναδική, αλλά επαφίεται σε επιλογές
που καθορίζονται από υπάρχουσες γνώσεις, πεποιθήσεις και στάσεις των «λυτών»
(Voss, 2005).
Η αξιοποίηση των αγώνων αντιλογίας στη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας σε
όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες συνδέεται με την ένταξη της κυριότερης έκφανσης
του κατευθυντικού λόγου - δηλαδή της επιχειρηματολογίας - στο Αναλυτικό
Πρόγραμμα Σπουδών (Α.Π.Σ.) ήδη από το Δημοτικό. Απώτερος στόχος είναι η
επιτυχέστερη ανάπτυξη των επιχειρηματολογικών δυνατοτήτων των μαθητών
(Colbert, 1994) και η συνολικότερη βελτίωση των επικοινωνιακών ικανοτήτων τους.
Η ολοκληρωμένη θεώρηση της επιχειρηματολογίας επιτυγχάνεται όχι μόνο με την
αναγνώριση των θέσεων για ένα ζήτημα αλλά και τη συν-θεώρηση και αξιολόγηση
των αντίθετων απόψεων και την ουσιαστική διαπραγμάτευση με αυτές. Δεν θα ήταν
υπερβολή να ισχυριστούμε ότι οι αγώνες αντιλογίας αποτελούν μορφή εκ-
παιδευτικής δράσης όπου διασταυρώνονται οι προσπάθειες ισόρροπης ανάπτυξης
των δεξιοτήτων ακρόασης, ομιλίας, κατανόησης και γραφής σύμφωνα με την
κειμενοκεντρική φιλοσοφία του Α.Π.Σ. και τη στοχοθεσία του σύγχρονου ελληνικού
σχολείου σε όλες τις βαθμίδες αναφορικά με το γνωστικό αντικείμενο της γλώσσας.
Συγκεκριμένα, η αντιλογία συντελεί στην καλλιέργεια της ενεργητικής ακρόασης του
εκάστοτε συνομιλητή (Αllison, 2002). Οι μαθητές ακούν και αναλύουν την
παρεχόμενη επιχειρηματολογία, «ανιχνεύουν» διαφορετικούς τρόπους σκέψης και
προσπαθούν να τους κατανοήσουν. Ταυτόχρονα, αξιολογούν την εγκυρότητα των
αποδεικτικών στοιχείων, εντοπίζουν ανακρίβειες ή λογικά ολισθήματα,
αξιοποιώντας προϋπάρχουσες γνωστικές δομές.
Χάρη στην προαναφερθείσα διαδικασία εφαρμόζεται το μοντέλο γνωστικής
μαθητείας (cognitive apprenticeship), ενώ καλλιεργείται η ενσυναίσθηση στο βαθμό
που γίνεται κατανοητό ότι για κάθε εξεταζόμενο θέμα υπάρχουν, τουλάχιστον, δύο
διαφορετικοί τρόποι θεώρησης (Goodwin, 2003, σ. 161). Σταδιακά, οι μαθητές απο-
μακρύνονται από τον εγωκεντρικό τρόπο σκέψης και εξοικειώνονται με την έννοια
της διαφορετικότητας και της «πολυφωνίας». H αντιπαράθεση απόψεων διευρύνει
τις νοητικές προσλαμβάνουσες, απομακρύνει από δογματικές πρακτικές, οδηγεί
στην αναζήτηση εναλλακτικών προτάσεων και φέρνει τους μαθητές εγγύτερα στον
κόσμο εμπλουτίζοντας τις γνώσεις και τις αναπαραστάσεις που έχουν για σημαντικά
κοινωνικά ζητήματα (Corson, 1988, σ. 25; Νeer, 1994). Ταυτόχρονα, καλλιεργείται
ο σεβασμός προς την αντίθετη άποψη και η διαπραγματευτική ικανότητα, ως
κοινωνικο-πολι(σ)τική πρακτική μέσα σε ένα δημοκρατικό επικοινωνιακό πλαίσιο.
Επίσης, η ενασχόληση με τους αγώνες αντιλογίας βελτιώνει τόσο την κατανόηση
του προφορικού λόγου όσο και των γραπτών κειμένων που χρησιμοποιούνται ως
πηγές άντλησης πληροφοριών. Στην πρώτη περίπτωση οι μαθητές ενδιαφέρονται
να κατανοήσουν τις αντίθετες απόψεις, ώστε να διαλεχθούν με αυτές. Στη δεύτερη
περίπτωση, η διερευνητική πτυχή της επιχειρηματολογίας καθιστά την ενεργητική
ανάγνωση ποικίλων τύπων κειμένων (ιστορικών, λογοτεχνικών, δημοσιογραφικών
κ.ά.) αναγκαία διαδικασία για την εύρεση επιχειρημάτων και αποδεικτικού υλικού
[117]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
που ενισχύει την αξιοπιστία των προτεινόμενων θέσεων και εμπλουτίζει γνωστικά
τους μαθητές. Η αναγνωστική εμπειρία ανασημασιοδοτείται και μετατρέπεται σε
εμπρόθετη δραστηριότητα με στόχο τον εμπλουτισμό του επιχειρηματολογικού
λόγου. Έτσι, επιτυγχάνεται η βαθύτερη κατανόηση των παρεχόμενων πληροφοριών
και η κυριαρχία των μαθητών στο περιεχόμενο του εξεταζόμενου υλικού που
αποκωδικοποιείται (Parcher, 1998).
Σε επίπεδο παραγωγής προφορικού λόγου οι αγώνες αντιλογίας παρωθούν στην
ενασχόληση με ποικίλα θέματα αξιολογικού ή υποθετικού περιεχομένου,
ενθαρρύνουν την αναζήτηση εναλλακτικών προοπτικών προσέγγισής τους και
προσκαλούν τους συμμετέχοντες στην πειστική στήριξη των επιχειρημάτων και την
αποτελεσματική μεταβίβασή τους στους αποδέκτες. Το γεγονός αυτό οδηγεί στον
προσεκτικότερο, ορθότερο και λειτουργικό χειρισμό των γραμματικο-συντακτικών
δομών της γλώσσας και τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου λόγω της διαδραστικής
μαθησιακής διαδικασίας που αναπτύσσεται τόσο με τους συνομηλίκους όσο και με
τα κείμενα και της άμεσης ανατροφοδότησης που παρέχεται από τους
συμμετέχοντες.
Τέλος, οι αγώνες αντιλογίας σχετίζονται με καλύτερες επιδόσεις στη γραφή της
επιχειρηματολογίας (Dickson, 2004). Για το λόγο αυτό εντάσσονται σε προγράμματα
καλλιέργειας προφορικών επικοινωνιακών δεξιοτήτων, τα οποία διαχέονται στο
Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (communication across the curriculum) (Cronin &
Glenn, 1991), αφού υποβοηθούν τόσο την καλλιέργεια της γραφής (Βellon, 2000, σ.
161, σ. 163) όσο και την γνωστική εμβάθυνση σε ποικίλα γνωστικά πεδία (π.χ.
ιστορία, φυσικές επιστήμες κ.ά.) τα οποία εμπλουτίζουν γλωσσικά, ενώ,
ταυτόχρονα, εμποτίζουν τη γλωσσική διδασκαλία με πληροφορίες που αντλούνται
από αυτά.
Επίσης, η συμμετοχή σε αγώνες αντιλογίας συνεπάγεται την καλλιέργεια της
κριτικής σκέψης (Patterson & Zarefsky, 1983, σ. 313). Αναφερόμαστε «στη
στοχαστική και έλλογη σκέψη» που οδηγεί στη λήψη αποφάσεων και στην αποδοχή
ή μη προτάσεων (Εnnis, 1985, σ. 45) ως αποτέλεσμα ενεργούς γνωστικής εκτίμησης
των πληροφοριών (Shepelak, Curry-Jackson & Μοοre, 1992). Σε αντίστοιχα
συμπεράσματα καταλήγουν έρευνες που αναφέρονται είτε σε ακαδημαϊκές μορφές
ανταγωνιστικής αντιλογίας (academic competitive debate) (Norton, 1982, σσ. 33-34;
Green-street, 1993, σ. 17) είτε σε εποικοδομητικές μορφές αντιλογίας (constructive
controversy), όπου μέσα από συγκρούσεις απόψεων και γνώσεων επιδιώκεται η
συναινετική και δημιουργική επίλυση του προβλήματος (Johnson, Johnson & Smith,
2000, σ. 30). Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως η πρακτική της αντιλογίας θεωρείται
σημαντική παιδαγωγική παράμετρος για την ακαδημαϊκή ολοκλήρωσή των
μαθητών (Newman & Wehlage, 1995, σ. 8).
[118]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[119]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
θεμάτων που σχετίζονται με τα ενδιαφέροντα, τις εμπειρίες και της γνώσεις των
μαθητών, β) η σταδιακή γλωσσική εξοικείωση με βασικές δομές του
επιχειρηματολογικού λόγου (αντεπιχείρημα, ανασκευή, απόδειξη,
επιχειρηματολογικό σχήμα κ.ά.), γ) η τακτική και συχνή έκθεση σε δραστηριότητες
παραγωγής προφορικής και γραπτής επιχειρηματολογίας, δ) η συμμετοχή σε
διάφορους τύπους παιγνιωδών αντιλογιών. Εξάλλου, το Α.Π.Σ. (2011)
προσανατολίζεται σε αυτήν την κατεύθυνση, αφού ήδη από την Α΄ Δημοτικού
προτείνει σενάρια στο πλαίσιο διδασκαλίας του αντικειμένου της γλώσσας στα
οποία «καλούνται οι μαθητές να επιχειρηματολογήσουν για τις επιλογές τους»
αναφορικά με τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της γειτονιάς (σ. 28). Eξάλλου,
η γλωσσική ενασχόληση με την επιχειρηματολογία και με αγώνες αντιλογίας από
μαθητές όχι μόνο του Γυμνασίου αλλά και του Δημοτικού προτείνονται και έχουν
πραγματοποιηθεί τόσο στο εξωτερικό ((Littlefield, 1988/89; Littlefield & Littlefield,
1989; Rojas-Drummond & Peon Zapata, 2004) όσο και στην Ελλάδα (Εγγλέζου, 2010)
σε μια προσπάθεια γεφύρωσης των Α.Π.Σ. σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης
αναφορικά με το γνωστικό αντικείμενο της επιχειρηματολογίας.
5. Συμπέρασμα
Η αντιλογία στο πλαίσιο αγώνων, ως τεχνική διδασκαλίας του επιχειρηματολογικού
λόγου και των επικοινωνιακών δεξιοτήτων των μαθητών σε όλες τις βαθμίδες της
εκπαίδευσης, παρουσιάζει τόσο πλεονεκτήματα όσο και μειονεκτήματα κατά την
εφαρμογή. Ωστόσο, αυτή η διαπίστωση δεν μειώνει την παιδαγωγική και διδακτική
αξία των αγώνων αντιλογίας, αν αναλογιστούμε πως καμία διδακτική μέθοδος δεν
θεωρείται τέλεια. Εξάλλου, κάθε μαθητής μαθαίνει με διαφορετικούς τρόπους. Το
γεγονός αυτό ενισχύει την άποψη ότι η μεγιστοποίηση των μαθησιακών
αποτελεσμάτων προϋποθέτει τη χρήση ποικίλων διδακτικών μεθόδων.
Για το λόγο αυτό θεωρούμε ότι η αξιοποίηση των αγώνων αντιλογίας είναι
αναγκαία, σε συνδυασμό και με άλλες μεθόδους για τη διδασκαλία του
επιχειρηματολογικού λόγου τόσο στο πλαίσιο της γλώσσας όσο και άλλων
γνωστικών αντικειμένων. Τέλος, αν αποδεχτούμε την άποψη ότι η ενεργός μάθηση
παρέχει στους μαθητές «ευκαιρίες για ομιλία, ακρόαση, ανάγνωση, γραφή και
στοχασμό κατά την προσέγγιση του γνωστικού αντικειμένου» (MeyersandJones,
1993, σ. xi), θεωρούμε ότι η αντιλογία στο πλαίσιο αγώνων που προσλαμβάνουν
χαρακτήρα «γλωσσικού παιχνιδιού», μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην
αποτελεσματική ανάπτυξη όλων των προαναφερθέντων μαθητικών δεξιοτήτων
χάρη στον πολυδιάστατο και πολυδύναμο χαρακτήρα της.
Βιβλιογραφία
---- (2011). Πρόγραμμα Σπουδών για τη Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στην
Υποχρεωτική Εκπαίδευση (Δημοτικό και Γυμνάσιο). Αθήνα: Παιδαγωγικό
Ινστιτούτο.
[120]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Allison, S. (2002). Debating with talented and gifted students. School Libraries in
Canada, 22(1), 13-14.
Bellon, J. (2000). A research-based justification for debate across the curriculum.
Argumentation and Advocacy, 36, 161-175.
Billig, M. (1987). Arguing and Thinking: A Rhetorical Approach to Social Psychology.
Cambridge: Cambridge University Press.
Bransford, J.D. & Vye, N.J. (1989). Cognitive research and its implications for
instruction. In L.B. Resnick & L.E. Klopfer (Eds.), Toward the Thinking
Curriculum: Current Cognitive Research (pp.173-205). Alexandria, VA:ASCD.
Budesheim, T.H. & Lundquist, A.R. (1999). Consider the opposite: opening minds
through in-class debates on course-related controversies. Teaching of
Psychology, 26, 106-110.
Chinn, C. & Anderson, R.C. (1998). The structure of discussions that promote
reasoning. Teachers College Record, 100 (2), 315-368.
Cicero (1933). Academica (Τrans. H. Rackham). Loeb Classical Library, MA,
Cambrigde: Harvard University Press.
Colbert, K. 1994. Replicating the effects of debate participation on argumentativeness
and verbal aggression. The Forensic of Pi Kappa Delta, 1-13.
Combs, H. & Bourne, S. (1994). The renaissance of educational debate: Results of a
five-year study of the use of debate in business education. Journal on
Excellence in College Teaching, 5(1), 57-67.
Corson, D. (1988). Oral Language across the Curriculum. Philadelphia: Multilingual
Matters Ltd.
Cronin, M. & Glenn, P. (1991). Oral communication across the curriculum in higher
education: The state of the art. Communication Education, 40 (4), 356-367.
Dale Williams, J. (2009). An Introduction to Classical Rhetoric: Essential Readings.
Chichester. West Sussex: Wiley-Blackwell.
De Conti, M. (2013). Debate as an educational tool: Is polarization a debate side
effect? In G. Kišiček & I. Ž. Žagar (Eds.) What we Know about the World:
Rhetorical and Argumentative Per-spectives, (pp. 301-325). University of
Windsor: Windsor Studies in Argumentation, 1 (WSIA), Digital Dissertationes
25.
Dickson, R. (2004). Developing “real-words intelligence”: Teaching argumentative
writing through debate. TheEnglish Journal, 94(1), 34-40.
Εγγλέζου, Φ. (2010). Η Γραφή του Επιχειρηματολογικού Λόγου στη Διδακτική του
Γλωσσικού Μαθήματος στο Δημοτικό Σχολείο. Αδημοσίευτη διδακτορική
διατριβή. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων: Σχολή Επιστημών Αγωγής, Τμήμα Π.Τ.Δ.Ε.
Εnnis, R.H. (1985). A logical basis for measuring critical thinking skills. Educational
Leadership, 43(2), 44-48.
Freeley, A.J. (1966). Argumentation and Debate: Rational Decision Making (2nd
Edition). Belmont, CA: Wadsworth.
[121]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[122]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Norton, L.E. (1982). Nature and benefits of academic debate. In Keefe, C, Harte, T.B.
and Norton, L.E. (Eds.), Introduction to Debate (pp. 24-40). NewYork:
Macmillan.
Παπαδοπούλου, Σμ. (2004). Χρήσεις της μαιευτικής-διαλεκτικής μεθόδου ως
πρόταση για τη διδα-σκαλία της γλώσσας: Ο σωκρατικός ορισμός και τα
σωκρατικά επιχειρήματα στη στοιχειώδη εκπαίδευση”. Ξανά για τον
Σωκράτη(Αφιέρωμα στον ομότιμο καθηγητή Ν.Κ. Ψημμένο), Πανεπιστήμιο
Ιωαννίνων, Eπιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής ‘Δωδώνη’, Παράρ-
τημα Αρ. 72, Ιωάννινα, 197-217.
Parcher, J. (1998). The value of debate. Ανακτήθηκε στις 21 Noεμβρίου, 2013 από
http: //www.tmsdebate.org/main/forensics/snfl/debate_just2.htm
Patterson, J.W. & Zarefsky, D. (1983). Contemporary Debate. Boston: Houghton-
Mifflin.
Peyronnet, E. Au. & Daniel, M. F. (2004). Impact of philosophical discussion on
argumentative skills. In G. Rijlaarsdam, H. Van der Bergh and M. Couzijn (Eds.),
Studies in Writing, Effective Learning and Teaching of Writing: A Handbook of
Writing in Education, Vol. 14, Part 2 (pp. 291-304), Dordrecht: Kluwer
Academic Publishers.
Pfau, M., Thomas, D. A., & Ulrich, W. (1987). Debate and Argument: A Systems
Approach to Ad-vocacy. Glenview, IL: Scott, Foresman.
Rojas-Drummond, S. & Peon Zapata, M. (2004). Exploratory talk, argumentation and
reasoning in Mexican primary school children. Language and Education, 18(6),
539-557.
Shepelak, N.J., Curry-Jackson, A. & Moore V.L. (1992). Critical thinking in
introductory sociology classes:A program at implementation and evaluation.
Teaching Sociology, 20, 18-27.
Tannen, D. (1998). The Αrgument Culture: Moving from Debate to Dialogue.
NewYork: RandomHouse.
Τumposky, N. (2004). The Debate debate. Clearing House, 78(2), 52-55.
Voss, J.F. (2005). Τoulmin’s model and the solving of ill-structured problems.
Argumentation, 19, 321-329.
Walton, D. (1992). Plausible Arguments in Everyday Conversation. Albany:State
University of New York Press.
Walton, D. (1998). The New Dialectic: Conversational Contexts of Argument. Toronto:
University of Toronto Press.
Ziegelmueller, G., Kay, J. & Danse, C. (1990). Argumentation: Inquiry and Αdvocacy
(2nd Εd.). EnglewoodCliffs, NJ: PrenticeHall.
[123]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ζυγούρη Έλενα
PhD., Med., Σχολική Σύμβουλος Π.Ε. Καστοριάς
zigouri@otenet.gr
Αναστασοπούλου Ελένη
Med., Σχολική Σύμβουλος Π. Α. Καστοριάς
elenian1812@gmail.com
Καζταρίδου Αλίκη
Med., Σχολική Σύμβουλος 1ης περιφ. Καστοριάς
alechatzi@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
H εθνογραφική έρευνα εμπλέκει τον ερευνητή σε άμεση, καθημερινή και
μακρόχρονη σχέση με τους ανθρώπους που μελετά, με στόχο να κατανοήσει τον
τρόπο ζωής τους στον τόπο που αυτοί κατοικούν και να τον περιγράψει μέσα από τη
δική τους σκοπιά. Ως ερευνητικό εγχείρημα δίνει προτεραιότητα και έμφαση στην
αλληλεπίδραση ανάμεσα στα κοινωνικά υποκείμενα και τον ερευνητή, βασίζεται δε
στην προσπάθεια και τις δεξιότητες του ερευνητή να αναπτύσσει διαπροσωπικές
σχέσεις. Τόσο ο προσανατολισμός της εθνογραφικής μεθόδου σε οντολογικές,
επιστημολογικές και μεθοδολογικές παραδοχές που επηρεάζουν τη συνολική
ερευνητική διαδικασία, όσο και ο σχεδιασμός της και η διάθεση κατάλληλων
ερευνητικών εργαλείων, την καθιστούν αποτελεσματικό μέσο σχεδιασμού,
οργάνωσης, υλοποίησης και αξιολόγησης σχεδίων εργασίας (project), τα οποία
διεκπεραιώνονται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης (νηπιαγωγείο, δημοτικό,
γυμνάσιο, λύκειο). Αποτελεί, δηλαδή, άριστο εκπαιδευτικό εργαλείο για την
προαγωγή της βιωματικής – ερευνητικής μάθησης, την ανάπτυξη των κοινωνικο-
συναισθηματικών δεξιοτήτων των μαθητών, της δημιουργικότητας και της
καλλιέργειας κριτικής σκέψης. Επιπρόσθετα αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική
μεθοδολογική προσέγγιση, η οποία εμπλουτίζει την εκπαιδευτική διαδικασία.
Αξιοποιώντας το παραπάνω πλαίσιο ως διδακτική και μεθοδολογική πρόταση
προσέγγισης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που υλοποιούνται στα σχολεία, οι
Σχολικοί Σύμβουλοι Προσχολικής και Δημοτικής Εκπαίδευσης Ν. Καστοριάς, σε
συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο
Θράκης και το Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτ. Μακεδονίας,
υλοποίησαν, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης σχολικής χρονιάς, σειρά
εργαστηριακών σεμιναρίων για εκπαιδευτικούς και των δυο βαθμίδων της
Εκπαίδευσης. Η παρούσα ερευνητική προσπάθεια αφορά έρευνα πεδίου για να
διαπιστωθεί αν οι εκπαιδευτικοί που παρακολούθησαν το σεμινάριο αποκόμισαν τις
απαραίτητες γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις που απαιτούνται για την αξιοποίηση
της εθνογραφίας ως μεθοδολογικής προσέγγισης στην εκπαιδευτική διαδικασία και
επιπλέον να αξιολογηθούν τα αποτελέσματα του συγκεκριμένου σεμιναρίου από
[124]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
O θεσμός της εκπαίδευσης για να γίνει κατανοητός κι αποτελεσματικός οφείλει να
τεθεί στην ευρύτερη δυνατή κοινωνική και πολιτισμική συνάφεια, να παραχθεί
γνώση μέσα στη σχολική τάξη και η σχολική τάξη να είναι ενταγμένη μέσα στο
ευρύτερο πολιτισμικό περιβάλλον. To πολιτισμικό περιβάλλον, με τους επιμέρους
παράγοντες (ιστορικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς, βιολογικούς,
συναισθηματικούς) που περιλαμβάνει και οι οποίοι επηρεάζουν την οικοδόμηση
της σκέψης, της αίσθησης και της πράξης, ενισχύει και υποστηρίζει την ανάπτυξη
των εγγενών δυνατοτήτων του ατόμου (Bruner, 2007). Κατά την εκπαιδευτική
διαδικασία όλοι οι συμμετέχοντες συνάπτουν σχέσεις, κοινωνικοποιούνται,
επικοινωνούν, διαμορφώνονται (Bruner, 2007). Συγκεκριμένα, με βάση και τη
θεωρία της κοινωνικής αλληλεπίδρασης το παιδί αντιμετωπίζεται ως υποκείμενο
δράσης, αλλά και ικανό να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του (Holt, 1989). Με την
εθνογραφική μεθοδολογία η έρευνα για την αλληλεπίδραση αυτή αποκτά μια
ανθρωπολογική θεώρηση. Μελετάται, δηλαδή, ο «εαυτός» στην αλληλεπίδρασή
του με άλλους ανθρώπους και καταστάσεις. Η εθνογραφική, συνεπώς, προσέγγιση
προσφέρει στην εκπαιδευτική διαδικασία τη διαπολιτισμική κατανόηση της
ανθρώπινης συμπεριφοράς, τη γνώση και ερμηνεία της ιστορικής και κοινωνικής
πραγματικότητας, καθώς και την κατανόηση της ιδιαιτερότητας του κάθε
πολιτισμικού συστήματος.
Η εθνογραφική μεθοδολογική προσέγγιση αποτελεί μορφή βιωματικής κι
έμπρακτης μάθησης, διότι, αφενός έχει ως αφετηρία τα προσωπικά βιώματα των
ερευνητών κι ερευνώμενων κι αφετέρου, επειδή πραγματοποιείται σε οικείο
περιβάλλον, εξασφαλίζει προσωπική επαφή, εγγύτητα και αλληλεπίδραση με τα
γεγονότα τα πρόσωπα και καταστάσεις . Χαρακτηριστικά της εθνογραφικής έρευνας
αποτελούν το βάθος, η λεπτομέρεια, οι πολλαπλές οπτικές και η πολυεπίπεδη
προσέγγιση, δηλαδή η σταδιακή απόκτηση μιας αίσθησης «συν-βίωσης» στο υπό
μελέτη θέμα. Η αμεσότητα και προσωπική εμπλοκή του ερευνητή στην κοινωνική
ζωή των ανθρώπων και καταστάσεων που μελετά αποτελεί διανοητική και
συναισθηματική εμπειρία και αναπτύσσει τις κοινωνικές δεξιότητες του ερευνητή.
Η μεθοδολογία βοηθά στην έρευνα κι ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας
πράγμα που προσδίδει νόημα στην εργασία του ερευνητή και δημιουργεί
κοινωνικοπολιτισμικά πλαίσια επικοινωνίας. Συνδυάζει την ανάπτυξη δράσεων με
ομαδοσυνεργατικό τρόπο τόσο στην αίθουσα όσο και στο πεδίο. Ως μεθοδολογικά
εργαλεία αξιοποιούνται η συμμετοχική παρατήρηση, η συνέντευξη, η έρευνα σε
[125]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[126]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ομοιότητα-Διαφορά(ισότητα-ανισότητα…)
Πολιτισμός(παράδοση…)
Σύστημα(ταξινόμηση…)
είναι συνεχώς στο προσκήνιο και υπόκεινται στην κριτική γνώση. Τέλος, τα θέματα
που άπτονται της εθνογραφικής επιστήμης και η μεθοδολογία της έχουν άμεση
σχέση με τη σχολική πραγματικότητα, διότι:
βασίζονται στις ανάγκες και στα ενδιαφέροντα μαθητών και εκπαιδευτικών,
προκύπτουν ως κοινωνικός προβληματισμός στα πλαίσια των ευρύτερων
προβλημάτων της κοινότητας,
προκύπτουν ως επιστημονικές αναζητήσεις ή με βάση τα γνωστικά αντικείμενα
του Αναλυτικού Προγράμματος.
Κυρίως όμως αποτελούν γόνιμο και αποτελεσματικό εκπαιδευτικό πλαίσιο
προαγωγής των δεξιοτήτων κριτικής- δημιουργικής σκέψης των μαθητών/-τριών,
καθώς:
Εμπλέκουν τους μαθητές στο σχεδιασμό, οργάνωση, και διεξαγωγή έρευνας με
παρατήρηση, ερωτηματολόγια, συνεντεύξεις και έρευνα σε ιστορικά αρχεία,
βιβλιοθήκες , αρχεία δήμων κλπ.
Οι μαθητές εκφράζονται δημιουργικά (λόγος, εικόνα, κίνηση, νέες τεχνολογίες
κλπ) προκειμένου να κοινοποιήσουν τ’ αποτελέσματα της έρευνας.
Αναπτύσσουν στάσεις και δεξιότητες για αυτορρυθμιζόμενη μάθηση.
Καλλιεργούνται και οι άλλες μορφές νοημοσύνης (διαπροσωπική,
ενδοπροσωπική, χωρική, μουσική, συναισθηματική (Gardner, 1983).
Εν κατακλείδι, ο σχεδιασμός της και η διάθεση κατάλληλων ερευνητικών εργαλείων,
καθιστούν την εθνογραφική μέθοδο αποτελεσματικό μέσο σχεδιασμού, οργάνωσης,
υλοποίησης και αξιολόγησης σχεδίων εργασίας (project), τα οποία
διεκπεραιώνονται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης (νηπιαγωγείο, δημοτικό,
γυμνάσιο, λύκειο).
Αξιοποιώντας το παραπάνω πλαίσιο ως διδακτική και μεθοδολογική πρόταση
προσέγγισης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που υλοποιούνται στα σχολεία, οι
Σχολικοί/-ες Σύμβουλοι Προσχολικής Αγωγής και Δημοτικής Εκπαίδευσης της
Περιφερειακής Ενότητας Καστοριάς, σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας και
Εθνολογίας, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και το Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών
του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, υλοποίησαν, κατά τη διάρκεια της
προηγούμενης σχολικής χρονιάς, σειρά εργαστηριακών σεμιναρίων διδακτικής και
ερευνητικής μεθοδολογίας, με θέμα: «Βιωματική μάθηση κι εθνογραφία: μια
μεθοδολογική πρόταση για την πρόσληψη της εκπαιδευτικής διαδικασίας και την
κατανόηση της σχολικής και κοινωνικής πραγματικότητας». Τα σεμινάρια, τρίμηνης
διάρκειας (Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Νοέμβριος 2013) και σε προαιρετική βάση
παρακολούθησαν 120 εκπαιδευτικοί όλων των ειδικοτήτων της Πρωτοβάθμιας και
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Καστοριάς, κατανεμημένοι σε δύο ομάδες εργασίας.
[127]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[128]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[129]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
με μέσο όρο 46,6321, ο οποίος κινείται στην απάντηση «συμφωνώ» και τυπική
απόκλιση 7,1379.
Οι δηλώσεις – στάσεις του πρώτου θεματικού άξονα εστιάζουν στις απόψεις των
εκπαιδευτικών του δείγματος για την ανθρωπολογική οπτική της εθνογραφίας
αναφορικά τόσο με την ερμηνεία και κατανόηση των γεγονότων, των σχέσεων, των
αντιλήψεων, όσο και την ερμηνεία της δικής μας πραγματικότητας σε σχέση με την
πραγματικότητα των «άλλων». Οι εκπαιδευτικοί στη μεγάλη τους πλειοψηφία
συμφωνούν ότι η ανθρωπολογική οπτική της εθνογραφίας συντελεί στην ερμηνεία
της δικής μας πραγματικότητας, όπως αυτή αλληλεπιδρά με τις πραγματικότητες
των «άλλων», ωθεί σε αναστοχαστική θεώρηση του υποκειμενικού τρόπου
πρόσληψης της πραγματικότητας, βοηθά στο να κατανοήσουμε απόλυτα και να
αποδεχθούμε τις πραγματικότητες των «άλλων», και έτσι εστιάζει στη
διαφορετικότητα και λαμβάνει υπόψη της την ετερότητα και τη διαφορετική
κουλτούρα των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Βοηθά στην ερμηνεία και
κατανόηση σχέσεων, γεγονότων, ώστε να γίνονται απολύτως αντιληπτά τα
στερεότυπα της πραγματικότητας που αποδέχεται ο καθένας και συνεπώς η
συμβολή της στην προαγωγή του διαπολιτισμικού διαλόγου είναι καταλυτική.
Εντύπωση προκαλεί ότι στη δήλωση «Δεν προκαλεί αλλαγή στη στάση των
υποκειμένων» στο μεγαλύτερο ποσοστό τους (44%) οι ερωτώμενοι εκπαιδευτικοί
φαίνεται να έχουν ουδέτερη στάση.
[130]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ε22. Χρησιμεύει ως 16 29 3 0 0
ερευνητικό κι
ερμηνευτικό εργαλείο
της κοινωνικής 31% 64% 5%
πραγματικότητα
Ε25. Εξυπηρετεί τη 15 29 3 0 3
διαθεματικότητα
28% 62% 5% 5%
[131]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ε5. Προτείνει το 19 24 5
συνδυασμό
δραστηριοτήτων στην 49% 41% 10%
αίθουσα και στο πεδίο,
στην ομαδική δουλειά.
[132]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ο τρίτος παράγοντας προκύπτει από οκτώ διακριτές μεταβλητές (Ερωτήσεις: ε5, ε8,
ε11, ε16, ε20, ε23, ε24, ε26), εξηγώντας το 14,399 % της συνολικής διακύμανσης,
με μέσο όρο 26,4542, ο οποίος κινείται στην απάντηση «συμφωνώ» και τυπική
απόκλιση 5,3829. Αναφέρεται στις στάσεις των εκπαιδευτικών αναφορικά με την
εθνογραφία ως μια μορφή βιωματικής κι έμπρακτης μάθησης. Ως τέτοια οι
ερωτώμενοι εκπαιδευτικοί συμφωνούν σε μεγάλο ποσοστό ότι αυτή κατευθύνει
προς την υπέρβαση της προσωπικής εμπειρίας και τη «γνώση βάθους» της
πραγματικότητα και συντελεί στην κατανόηση του ρόλου των κοινωνικών,
οικονομικών, ιστορικών, πολιτισμικών παραγόντων στη διαμόρφωση του
κοινωνικού γίγνεσθαι. Ακόμη ότι συμβάλλει στην ενεργητική συμμετοχή στη
διαδικασία της μάθησης αφού κινητοποιεί το μαθητή/εκπαιδευτικό διανοητικά και
συναισθηματικά με το συνδυασμό δραστηριοτήτων στην αίθουσα και στο πεδίο και
τον προτρέπει να ερευνά, ν’ ανακαλύπτει και να ερμηνεύει με κριτικό πνεύμα.
Επενδύει στο προσωπικό ενδιαφέρον του μαθητή/εκπαιδευτικού και οδηγεί στη
συνειδητοποίηση του τρόπου με τον οποίο οι κοινωνικές συνιστώσες συναντώνται
με την προσωπική ιστορία του υποκειμένου.
Για να διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με το κατά πόσο
άπτονται τα θέματα της εθνογραφίας με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των
μαθητών, την αυτορρυθμιζόμενη μάθηση, την καλλιέργεια της συναισθηματικής
νοημοσύνης και την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης τόσο, όσο και για τη διασύνδεση
εθνογραφίας με τα υπόλοιπα γνωστικά αντικείμενα του Α.Π. και την ερευνητική
διδασκαλία, δόθηκαν στους εκπαιδευτικούς 13 ερωτήσεις στις οποίες κλήθηκαν να
απαντήσουν με βάση 5/βαθμη τακτική κλίμακα τύπου Likert (1: πάρα πολύ, 2:
πολύ, 3: μέτρια, 4:λίγο, 5: καθόλου). Η ανάλυση των δεδομένων συνεισέφερε τα
παρακάτω αποτελέσματα:
[133]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[134]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Επιλογικά
Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης επιμορφωτικής διαδικασίας αξιολογήθηκαν
από τους/τις συμμετέχοντες/-ουσες εκπαιδευτικούς ως θετικά. Εκτιμήθηκε από
τους ίδιους ότι συνεισέφερε αποτελεσματικά τόσο στη θεωρητική και επιστημονική
τους κατάρτιση, όσο και στην αλλαγή της οπτικής τους για τη διαδικασία της
μάθησης. Δημιούργησε το κίνητρο για αναστοχασμό των επαγγελματικών τους
προσδοκιών Είχαν τη δυνατότητα ενημέρωσης στις σύγχρονες παιδαγωγικές και
κοινωνιολογικές επιστήμες. Κατακτήθηκαν από τους/τις εκπαιδευτικούς ικανότητες
και δεξιότητες που ανανεώνουν τις διδακτικές τους πρακτικές, με στόχο να
αξιοποιείται η πολιτισμική ιδιαιτερότητα του μαθητικού δυναμικού, να
υποστηρίζονται οι μαθητές με τις διαφορετικές εκπαιδευτικές ανάγκες και να
παρέχονται κίνητρα μάθησης ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και
δυνατότητες του/της κάθε μαθητή/-τριας. Τέλος, θεώρησαν εξαιρετικό το πλαίσιο
διεξαγωγής του σεμιναρίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bruner,J. (2007). Ο πολιτισμός της εκπαίδευσης, Α.Βουγιούκα (μτφρ.), Χρ. Βέικου
(επιμ.) Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Cohen, L. & Manion, L. (1997). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας, Χρ.
ΜητσόπουλουκαιΜ. Φιλοπούλου (μτφρ). Αθήνα: Μεταίχμιο.
Coleman, S. & Simpson, B. (2001). "Anthropology and Education: Resisting
Bureaucracy", Anthropology Today 17(2)
Eriksen, T.H. (2007). Μικροί τόποι, μεγάλα ζητήματα: Μια εισαγωγή στην κοινωνική
και πολιτισμική ανθρωπολογία, Χ. Κατσίκερος (μτφρ),Ι. Μάνος (επιμ.). Αθήνα:
Κριτική.
Holt, J. (1989). Οι ανάγκες και τα δικαιώματα του παιδιού: Απόδραση απο την
παιδική ηλικία, Ν. Μπαλής (μτφρ). Αθήνα: Κατσανιώτης.
Nitsiakos, V., Manow, I., Aggelopoulos, G., Aggelidou, A. & Dalkavoukis, V. (επιμ.)
(2008). Balkan Border Crossings. First Annual of the Konitsa Summer School,
LIT, Berlin.
Δαλκαβούκης, Β., Μάνος, Ι. & Βεικου, Χ. (επιμ) (2010). Ανυποψίαστοι
ανθρωπολόγοι, καχύποπτοι φοιτητές: Διδάσκοντας ανθρωπολογία σ' αυτούς
που "δεν τη χρειάζονται”. Αθήνα: Κριτική.
ΥΠΕΠΘ.-Π.Ι. (2003).Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΕΠΣ-
ΑΠΣ).
[135]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καλέμης Κωνσταντίνος
D.Ed., M.Sc., M.A.Ed, Επιστημονικός Συνεργάτης ΠΤΔΕ ΕΚΠΑ, Επιμορφωτής ΕΚΔΔΑ,
Επιμορφωτής ΙΝ.ΕΠ
kkalemis@primedu.uoa.gr
Κωστοπούλου Καλλιόπη
Εκπαιδευτικός
Πανταζή Αφροδίτη
Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ 02
pantiti@otenet.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στα πλαίσια αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας, από τα τεχνολογικά εργαλεία
που χρησιμοποιούνται, κρίνεται συνήθως απαραίτητη η σύνταξη ερωτηματολογίων
για την ανάδειξη των τομέων στους οποίους μπορεί να επιτευχθεί βελτίωση, αλλά
και στη συνέχεια, για τη διερεύνηση των βελτιωτικών αποτελεσμάτων των
επιλεγμένων και πραγματοποιηθέντων δράσεων. Η διαδικασία κατασκευής ενός
ερωτηματολόγιου και ακόμη περισσότερο η εγκυροποίηση των αποτελεσμάτων μιας
έρευνας μέσω ερωτηματολογίου συνιστά μια απαιτητική διαδικασία και στον τομέα
αυτό προσπαθεί να συνεισφέρει η παρούσα εργασία, παρουσιάζοντας την
διαδικασία κατασκευής και πειραματικής εγκυροποίησης ενός ερωτηματολογίου με
θέμα την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σχολικής μονάδας.
Εισαγωγή
Η κατασκευή ερωτηματολογίου είναι μια σχετικά απαιτητική διαδικασία η οποία
ακολουθεί τη δική της φιλοσοφία ενώ, κάποιοι γενικοί κανόνες, έχει αποδειχθεί ότι
συνεισφέρουν θετικά στην εγκυρότητα και αξιοπιστία του οργάνου και κατά
συνέπεια στους σκοπούς της έρευνας τους οποίους εξυπηρετεί. Αναλυτικότερα, η
διαδικασία κατασκευής και εγκυροποίησης του οργάνου επιμερίζεται σε τρία μέρη.
Το πρώτο αφορά τη διαδικασία κατασκευής αυτή καθ' εαυτή. Το δεύτερο, την
αξιοποίηση του οργάνου, η οποία επιτυγχάνεται με τη χορήγηση του
ερωτηματολογίου προς συμπλήρωση, την συγκέντρωση των δεδομένων όπως
προκύπτουν και τέλος την στατιστική ανάλυση των δεδομένων. Τέλος το τρίτο
μέρος, διερευνητικού αναστοχαστικού χαρακτήρα, αφορά τις ενέργειες για
εγκυροποίηση του ερωτηματολογίου (Θεοφιλίδης, 2012). Ειδικότερα το διάγραμμα
ροής κατασκευής και αξιοποίησης ερωτηματολογίου κατά Θεοφιλίδη τον (2012)
απεικονίζεται στο γράφημα της εικόνας 1.
[136]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Στάδιο 1
Στάδιο 2
Για κάθε πτυχή διατυπώνω σειρά ερωτήσεων που σχετίζονται με επιμέρους θέματα. Οι
ερωτήσεις συγκλίνουν και όλες μαζί δίνουν το στίγμα της πτυχής.
Στάδιο 3
Στάδιο 4
Χορηγώ το ερωτηματολόγιο και συγκεντρώνω δεδομένα από τυχαίο και
αντιπροσωπευτικό δείγμα.
Στάδιο 5
Στάδιο 6
Ως πρώτο βήμα εξετάζω την αξιοπιστία του ερωτηματολογίου και στη συνέχεια, την
εγκυρότητά του με παραγοντική ανάλυση· εξετάζω, δηλαδή, κατά πόσο οι επιμέρους
ερωτήσεις συγκλίνουν και οριοθετούν το περιεχόμενο της πτυχής.
[137]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Διαδικασία κατασκευής
Πρώτο βήμα στη διαδικασία κατασκευής μπορεί να αποτελέσει η ανασκόπηση
σχετικής βιβλιογραφίας. Εναλλακτικά, μπορεί να πραγματοποιηθούν συνεντεύξεις ή
και εστιασμένες ομαδικές συζητήσεις. Κατόπιν τούτων, εντοπίζονται οι βασικές
πτυχές στις οποίες οριοθετούνται οι ερωτήσεις του ερωτηματολογίου. Οι άξονες
στους οποίους κινείται η αναζήτηση των πτυχών σχετίζονται πάντα με τους σκοπό
της έρευνας, ο οποίος στην περίπτωσή μας είναι ο ρόλος του σχολείου στην
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών του στα πλαίσια της βελτίωσης του εκπαιδευτικού
τους έργου. Κατά συνέπεια, την έρευνα για την οποία κατασκευάζεται το
ερωτηματολόγιο αφορούν οι ενέργειες του σχολείου, εφόσον παρίσταται ανάγκη,
για επιμόρφωση των εκπαιδευτικών του, πάντα βέβαια στο σύνολο των
δυνατοτήτων του. Οι βασικές πτυχές, λοιπόν, εντοπίζονται στις διαδικασίες και
δραστηριότητες που αναπτύσσονται στο σχολείο για την επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών αλλά και τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν οι εκπαιδευτικοί του
σχολείου με σκοπό τη βελτίωση της επιστημονικής και παιδαγωγικής τους
κατάρτισης στο πλαίσιο των απαιτήσεων του εκπαιδευτικού έργου στο σχολείο
(ΚΕΕ, 2010).
Όπως αναφέρει ο Θεοφιλίδης, ο Leithwood (2005) στην προσπάθεια διατύπωσης
επιμέρους ερωτήσεων για κάθε βασική πτυχή του ερωτηματολόγιου που
κατασκεύαζε, υπέβαλλε στον εαυτό του ερωτήματα (Θεοφιλίδης, 2012). Στην
παρούσα εργασία η απουσία συνεντεύξεων ή εστιασμένων ομαδικών συζητήσεων
οδηγεί στη λήψη των επιμέρους ερωτήσεων κάθε πτυχής μέσω της διαδικασίας
υποβολής νοερών ερωτημάτων και των πιθανών απαντήσεών τους. Στην συνέχεια
παρουσιάζεται η διαδικασία εκμαίευσης των ερωτήσεων για κάθε πτυχή.
[138]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Διατύπωση ερωτήσεων
Η αναζήτηση των πτυχών μας οδηγεί και στο καθορισμό των ερωτήσεων, όμως η
διατύπωση των ερωτήσεων έχει μεγάλη σημασία για τα αποτελέσματα της
έρευνας. Συγκεκριμένα κατά τους Παπαναστασίου και Παπαναστασίου (2005),
βασικές οδηγίες σύνταξης του ερωτηματολογίου είναι:
1. να αποφεύγονται λέξεις που είναι επιδεκτικές διαφόρων ερμηνειών
2. οι ερωτήσεις να είναι απλές
3. οι ερωτήσεις να είναι ευθείες και να παροτρύνουν το άτομο να δίνει τη
ζητούμενη πληροφορία
4. να αποφεύγονται οι διπλές ερωτήσεις
5. οι εναλλακτικές απαντήσεις να περιλαμβάνουν όλες τις πιθανές
επιλογές
6. να αποφεύγονται οι διπλές αρνήσεις
7. να μην υποδεικνύουν την απάντηση
[139]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[140]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[141]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[142]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
6
5
4 Συμβαίνει τώρα
3
2 Θα έπρεπε να
συμβαίνει
1
0
Ερώτηση 1
[143]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα έρευνας
Οι Hargreaves και Fullan (1995), προσεγγίζουν την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών
μέσα από την ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων, την αυτογνωσία και την
προσαρμογή τους στο κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον. Από την άλλη
πλευρά, σύμφωνα με τον Μαυρογιώργο, όπως αναφέρει ο Μπαγάκης (2003), η
βασική εκπαίδευση, η επιμόρφωση και τελικά η επαγγελματική ανάπτυξη του
εκπαιδευτικού στοχεύει στην αναβάθμιση και αναγνώριση της επαγγελματικής του
ταυτότητας. Η ειδική βασική επαγγελματική εκπαίδευση, η αυτονομία στην άσκηση
του εκπαιδευτικού έργου, η συνεχής ενημέρωση και επιμόρφωση, η κοινωνική
αποστολή του εκπαιδευτικού αποτελούν βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν το
επάγγελμα του εκπαιδευτικού στη σύγχρονη εποχή και αποτελούν κεντρικά
χαρακτηριστικά της επαγγελματικής του ανάπτυξης. (Μπαγάκης, 2003). Ο
διευθυντής, για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει να δίνει τεράστια σημασία στη
διαρκή επιμόρφωση του εκπαιδευτικού. Να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να
αποκτήσει ο εκπαιδευτικός σύγχρονη γνώση, καθώς το αναλυτικό πρόγραμμα του
σχολείου συνεχώς εξελίσσεται. Ταυτόχρονα να προσπαθεί να απαντά σε ερωτήματα
και προβλήματα από τις νέες έντονες και ανησυχητικές καταστάσεις που
προκύπτουν στο σχολείο. Σε επίπεδο σχολικής μονάδας να εμπλέκει όλους τους
εκπαιδευτικούς, ώστε αυτοί να εργαστούν συλλογικά και να επεξεργαστούν με
επιστημονικό και παιδαγωγικό τρόπο. Σε συνεργασία με το σχολικό σύμβουλο να
ενθαρρύνει παραπέρα δραστηριότητες των εκπαιδευτικών και ενισχύει την
ουσιαστική συμμετοχή τους στην εκπόνηση επιμορφωτικών προγραμμάτων. Να
αξιοποιεί τις θέσεις και τις απόψεις όλων των εμπλεκομένων σχετικά με το
[144]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Hargreaves, A. & Fullan, M., (1995). Η εξέλιξη των εκπαιδευτικών, Μτφρ. Π.
Χατζηπαντελή. Αθήνα: Πατάκης.
Hoyles C & R. Noss (1992). A pedagogy for mathematical Microwords. Educational
studies in Mathematics, Netherlands : Kluwer Academic Publisher. 23, 31-57.
ΚΕΕ- Υ.Π.Δ.Β.Μ.Θ. ΕπιχειρησιακόΠρόγραμμαΕκπαίδευσηκαιδιαβίουμάθηση, (2010).
Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση:
Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα- Διαδικασίες και Εργαλεία,
Μέρος ΙΙ, Α΄ Έκδοση, ΕΣΠΑ 2007-2013.
Θεοφιλίδης, Χ., 2012. Σχολική Ηγεσία και Διοίκηση: Από τη Γραφειοκρατία στην
Μετασχηματιστική Ηγεσία, Εκδόσεις: Γρηγόρη.
Cohen, L., Manion, L. & Morrison, K. (2008) Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας.
(Σ. Κυρανάκης, Μ. Μαυράκη, Χ. Μητσοπούλου, Π. Μπιθάρα, Μ. Φιλοπούλου,
μετάφραση). Αθήνα: Μεταίχμιο (Πρωτότυπη έκδοση, 2000).
Ματσαγγούρας, Η. (Επιστημονικός Υπεύθ.). (2010). Η καινοτομία των Ερευνητικών
εργασιών στο Νέο Λύκειο. Αθήνα: ΟΕΔΒ.
[145]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καλλιμάνη Μαρία
Εκπαιδευτικός (Φιλόλογος, ΓΕΛ Βέλου Κορινθίας), Υποψήφια Διδάκτωρ του Τμ.
Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
mkallim@uop.gr&mkallimani@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι γραπτές εξετάσεις αποτελούσαν πάντα κεντρικό κομμάτι της παιδαγωγικής
δραστηριότητας και βασικό δομικό στοιχείο της λειτουργίας του σχολικού θεσμού.
Τις τελευταίες δεκαετίες, πάντως, παρατηρείται ποσοτική αύξηση των εξεταστικών
δοκιμασιών αλλά και απόδοση μεγαλύτερης σημασίας σ’ αυτές εντός του πλαισίου
γενικότερης αλλαγής του τρόπου οργάνωσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Έτσι,
διαπιστώνεται η τάση να συνδέεται η αξιολόγηση των επιδόσεων των μαθητών με
την ευρύτερη σκοπιμότητα βελτίωσης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου.
Συνεπώς, αλλάζει ο ρόλος των εξετάσεων σε σχέση με τις λειτουργίες του εκπαι-
δευτικού συστήματος αλλά και οι σημασίες που τους αποδίδουν οι εκπαιδευτικοί.
Εισαγωγή – Προβληματική
Θέμα της παρούσας εργασίας αποτελεί η γραπτή εξέταση ως μέσο υλοποίησης της
αξιολόγησης των μαθητών αλλά και ως ευρύτερη διδακτική πρακτική, που επη-
ρεάζει συνολικά την εκπαιδευτική διαδικασία. Η γραπτή εξέταση εξετάζεται ως
παιδαγωγική-αξιολογική πρακτική, η εφαρμογή της οποίας σε κάποιο βαθμό επι-
βάλλεται από το σύστημα και σε κάποιο βαθμό επιλέγεται από τους ίδιους τους
εκπαιδευτικούς. Όσον αφορά στην επιβολή της από το εκπαιδευτικό σύστημα, μας
ενδιαφέρει η θέση και η επίδρασή της στην οργάνωση της λειτουργίας του εκπαι-
δευτικού θεσμού, ενώ από την πλευρά των εκπαιδευτικών μας ενδιαφέρει η
νοηματοδότηση εκ μέρους τους των κοινωνικών σημασιών που τη συνοδεύουν.
[146]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
τη λογική του ενιαίου στη λογική του επιλεκτικού εκπαιδευτικού συστήματος, που
στην πράξη υλοποιείται με την αύξηση των εξετάσεων.
Σήμερα πλέον, στη μεταβιομηχανική κοινωνία της ύστερης νεωτερικότητας, το
Κράτος επικαλούμενο την παρατεταμένη δημοσιονομική κρίση υποχωρεί όλο και
περισσότερο από το πεδίο της εκπαίδευσης και υιοθετεί τη λογική της αγοράς, που
υλοποιείται αφενός με την υιοθέτηση της αντίληψης ότι η επένδυση στην μόρφωση
είναι ατομική ευθύνη των μαθητών και αφετέρου με την υιοθέτηση των όρων της
αποδοτικότητας και της λογοδοσίας, όσον αφορά στο έργο των εκπαιδευτικών
(Γράβαρης, 2005). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η αλλαγή της
νοηματοδότησης και η διεύρυνση της στοχοθεσίας των εξετάσεων, οι οποίες
διεκδικώντας χαρακτηριστικά εγκυρότητας και αξιοπιστίας χρησιμεύουν ως
εργαλείο μέτρησης των επιδόσεων μαθητών και καθηγητών.
[147]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
επενέργεια της αύξησης της ποσότητας και της έντασης των εξετάσεων, που
προωθείται, σε όλες τις λειτουργίες του εκπαιδευτικού θεσμού.
i) Γνωστική λειτουργία
Όσον αφορά στη γνωστική λειτουργία του σχολείου, η σύνδεσή της με το θεσμό των
εξετάσεων είναι πολλαπλή και ως ένα βαθμό αυτονόητη, καθώς βασικός σκοπός
του σχολείου είναι να μεταδίδει γνώση και να πιστοποιεί το βαθμό κατάκτησής της,
δίνοντας έμφαση στις γνωστικές και κοινωνικές δεξιότητες, που είναι απαραίτητες
για τις αυξημένες απαιτήσεις της σύγχρονης Κοινωνίας της Γνώσης. Ωστόσο, ενώ
στο κομμάτι της διδασκαλίας προωθούνται μια σειρά από «προοδευτικές»
πρακτικές, που εστιάζουν στη βιωματική προσέγγιση της γνώσης και τη
μαθητοκεντρική διδασκαλία, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις πρακτικές της
αξιολόγησης, οι οποίες εστιάζουν στη μέτρηση της απομνημόνευσης
κατακερματισμένων γνώσεων που ελέγχεται με τυποποιημένες ερωτήσεις. Με τη
χρήση των εξετάσεων υποτίθεται ότι ικανοποιείται όχι μόνο ο στόχος της
κατάκτησης της γνώσης αλλά και το αίτημα της ποιότητας της εκπαίδευσης, καθώς
αυτές λειτουργούν ως κίνητρο, για να εντείνουν μαθητές και καθηγητές τις
προσπάθειές τους και να βελτιώσουν οι μεν τις επιδόσεις τους και οι δε τη δουλειά
τους.
Όμως, αυτή η αντιμετώπιση κρίνεται ως απλοϊκή και δείχνει άγνοια της
περιπλοκότητας της μαθησιακής διαδικασίας. Το πρόβλημα, που εντοπίζεται, είναι
ότι η όλη προσπάθεια εστιάζει στα προϊόντα (επιδόσεις) κι αδιαφορεί για τις
διαδικασίες παραγωγής τους (δεξιότητες). Έτσι, προκύπτει αντίφαση ανάμεσα στις
προωθούμενες προοδευτικές παιδαγωγικές πρακτικές και τον παραδοσιακό
προσανατολισμό των εξεταστικών πρακτικών. Επιπλέον, διαπιστώνεται η
επικυριαρχία των εξετάσεων στη διδακτική διαδικασία γενικότερα και της
αθροιστικής πάνω στη διαμορφωτική αξιολόγηση ειδικότερα, η οποία εκδηλώνεται
με τη μορφή της αναδραστικής επίδρασης (Jager et al., 2012), που υποδουλώνει την
παιδαγωγική επικοινωνία στην εξυπηρέτηση των στόχων της αξιολόγησης και
φενακίζει την αξιολογική και εκπαιδευτική διαδικασία συνολικά. Πάντως, η πιο
σοβαρή επίκριση κατά των πολλαπλών εξεταστικών δοκιμασιών είναι η
επικυριαρχία της επιλεκτικής σε βάρος της γνωστικής λειτουργίας του σχολείου.
ii) Επιλεκτική λειτουργία
Οι εξετάσεις, βέβαια, κατεξοχήν συνδέονται με την επιλεκτική λειτουργία του
σχολείου και έχουν αποτελέσει αντικείμενο μελέτης όλων των
Μακροκοινωνιολογικών προσεγγίσεων. Σύμφωνα με τις θεωρίες του Λειτουργισμού
οι εξετάσεις είναι το πλέον κατάλληλο μέσο για την επιλογή και την ταξινόμηση των
ατόμων στις θέσεις της κοινωνικής ιεραρχίας ανάλογα με τις ικανότητες και τα
γνωστικά τους επιτεύγματα, εφόσον έχουν εξασφαλιστεί ίσες ευκαιρίες μόρφωσης
για όλους.
Όμως, η δυνατότητα και η πρόθεση του Κράτους να εξασφαλίσει ίσες ευκαιρίες και
αντικειμενική αξιολόγηση αμφισβητούνται έντονα από τις Συγκρουσιακές θεωρίες.
Σύμφωνα με αυτές, η αξιολόγηση, με το κύρος που της προσδίδει η όλη τυπικότητα
[148]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[149]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[150]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[151]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
μια κατάσταση καθρέπτη, όπου η μέτρηση του άλλου καταλήγει να είναι μέτρηση
του εαυτού. Από εκεί προκύπτει για τον εκπαιδευτικό μια ιδιαίτερη δυσκολία στο
να ασκήσει το ρόλο του αξιολογητή (Τσακίρη, 2007). Αυτή η δυσκολία σχετίζεται με
την ίδια τη διαδικασία της κρίσης και με τον υποκειμενισμό, που είναι εγγενής σε
κάθε αξιολογική διαδικασία. Αυτός ο υποκειμενισμός, όμως, αποτελεί πρόβλημα
για τη συνείδηση του εκπαιδευτικού, αφενός γιατί τον βιώνει ως προσωπική
αδυναμία και αποτυχία που δεν συνάδει με την ισχυρή θέση εξουσίας έναντι των
μαθητών του και αφετέρου γιατί το αποτέλεσμα της δικής του κρίσης σε κάποιο
βαθμό θα καθορίσει το ακαδημαϊκό και κοινωνικό μέλλον του κάθε παιδιού.
Εδώ, το ερευνητικό ενδιαφέρον εστιάζεται στον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι
εκπαιδευτικοί την κοινωνική σημασία της αντικειμενικότητας, όπως έχει
καταγραφεί αυτή στο δικό τους φαντασιακό μέσα από τις εμπειρίες τους ως
εξεταζομένων και εξεταστών. Αυτό που μπορεί να διερευνηθεί είναι το κατά πόσο η
γραπτή εξέταση χρησιμοποιείται από τους εκπαιδευτικούς ως ένα τέχνασμα για να
ξορκίσουν την ανεπιθύμητη υποκειμενικότητα και σε ποιο βαθμό η επιδίωξη της
αντικειμενικότητας νομιμοποιεί στη συνείδησή τους την επικυριαρχία της
αθροιστικής πάνω στη διαμορφωτική αξιολόγηση.
iii) Ο ρόλος του παιδονόμου – η πειθαρχία
Η κοινωνική σημασία της πειθαρχίας φέρει ένα ιδιαίτερο φορτίο, καθώς, παρά τον
επιδιωκόμενο εκσυγχρονισμό της παιδαγωγικής επικοινωνίας, το σχολείο
παραμένει ένας συντηρητικός θεσμός που επιθυμεί υπάκουους και
πειθαρχημένους μαθητές. Συνεπώς, η ικανότητα επιβολής ενός καθηγητή
αξιολογείται θετικά και διαμορφώνει το προφίλ και το κύρος του στο μικρόκοσμο
του σχολείου. Άλλωστε, αυτή η ικανότητα επιβολής είναι μια διάσταση της
ταυτότητας του εκπαιδευτικού εύκολα παρατηρήσιμη και ανοιχτή σε κάθε είδους
κριτική από ειδικούς (συναδέρφους) και μη (γονείς). Η δυσκολία, λοιπόν, σε σχέση
με το ρόλο του παιδονόμου έγκειται ακριβώς στην αντινομία ανάμεσα στον εγγενή
συντηρητισμό του εκπαιδευτικού θεσμού και τον προωθούμενο «προοδευτικό»
προσανατολισμό της εκπαιδευτικής σχέσης, στα πλαίσια της οποίας ο καθηγητής
λειτουργεί ως εκπαιδευτικός-φίλος. Τα νέα δεδομένα και καθήκοντα προξενούν
προβλήματα στους εκπαιδευτικούς, καθώς προκύπτουν δυσαρμονίες ανάμεσα στις
νόρμες της πολιτείας, τις προσδοκίες των ομάδων αναφοράς και την αυτοαντίληψη
του έργου τους, πράγμα που τους οδηγεί σε συγκρούσεις ρόλου και αισθήματα
ανασφάλειας.
Σε σχέση με την πρακτική της γραπτής εξέτασης ενδιαφέρον έχει να διερευνηθεί
κατά πόσο αυτή χρησιμοποιείται από τον εκπαιδευτικό, για να αποκαταστήσει την
κυρίαρχη θέση του και να επανακτήσει τον έλεγχο μέσα στην τάξη ενεργοποιώντας
τις τεχνικές της απόλυτης οικειοποίησης του χώρου, της τυποποίησης της όλης
διαδικασίας και της βαρύτητας της βαθμολογίας (Τσακίρη, 2007).
[152]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση - Συμπεράσματα
Καθώς η προηγούμενη παρουσίαση αποτελεί μια πρώτη απόπειρα καταγραφής της
θεωρητικής θεμελίωσης μιας ερευνητικής προσπάθειας που είναι σε εξέλιξη, δεν
είναι δυνατόν να περάσουμε στη διατύπωση τελικών συμπερασμάτων. Πάντως,
από μια μικρή προέρευνα που έχει γίνει με συνεντεύξεις σε εκπαιδευτικούς
διαπιστώνεται, πράγματι, η πολλαπλή νοηματοδότηση των γραπτών εξετάσεων από
αυτούς, που τις χρησιμοποιούν και ως εργαλείο «αντικειμενικής» αξιολόγησης και
ως διδακτική τεχνική, ώστε να «προπονήσουν» τους μαθητές για τις Πανελλήνιες,
επικυρώνοντας ταυτόχρονα το επιστημονικό τους κύρος, αλλά και ως πειθαρχικό
τέχνασμα, για να αποστασιοποιηθούν από τους μαθητές. Το ενδιαφέρον για
περαιτέρω έρευνα θα είναι οι στάσεις που αναπτύσσουν οι εκπαιδευτικοί ενόψει
της προοπτικής να συνδεθούν οι επιδόσεις των μαθητών με την αξιολόγηση του
δικού τους έργου που προωθείται πλέον και στη χώρα μας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Allen, Α. (2012) Cultivating the myopic learner: the shared project of highstakes and
low-stakes assessment, British Journal of Sociology of Education, 641-659
Apple, Μ. (1993) Εκπαίδευση και Εξουσία, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής
Ball, S. (2008) The education debate, University of Bristol: The Policy Press
Booher‐Jennings, J. (2008) Learning to label: socialisation, gender, and the hidden
curriculum of high‐stakes testing, British Journal of Sociology of Education,
29:2,149-160
Bourdieu, P. & Passeron, J.-C.(1977) Reproduction in Education, Society and Culture,
London:Sage.
Broadfoot, P. (1996) Education, Assessment and Society, Buckingham-Philadelphia:
Open University Press
Γράβαρης, Δ. – Παπαδάκης, Ν. [επιμ.] (2005) Ελληνική Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική
Πολιτική, Μεταξύ Κράτους και Αγοράς, Αθήνα: εκδ. Σαββάλας
Charlot, B. (1992) Το σχολείο αλλάζει, Κρίση του σχολείου και κοινωνικοί
μετασχηματισμοί, Αθήνα: εκδ. προτάσεις
Foucault, Μ. (2005) Επιτήρηση και Τιμωρία, Αθήνα: εκδ. Ράππα
Jäger, D.J. et all. (2012) Statewide low-stakes tests and a teaching to the test effect?
An analysis of teacher surveydata from two German states, Assessment in
Education: Principles, Policy & Practice, 19:4, 451-467
Καστοριάδης, Κ. (1981) Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας, Αθήνα: Κέρδος
Κασσωτάκης, Μ. (2001) Η Αξιολόγηση της Επίδοσης των Μαθητών: μέσα, μέθοδοι,
προβλήματα, προοπτικές, Αθήνα: εκδ. Γρηγόρης
Λάμνιας, Κ. (2001) Κοινωνιολογική θεωρία και Εκπαίδευση, Αθήνα: Μεταίχμιο
Postic, Μ. (1998) Η Μορφωτική Σχέση, Αθήνα: Gutenberg
Stobart, G. & Eggen, T. (2012) High-stakes testing – value, fairness
andconsequences, Assessment in Education: Principles, Policy & Practice, 19:1,
1-6
[153]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[154]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καλογρίδου Μαργαρίτα
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ 02, Ανατολικής Αττικής
mkalogri@otenet.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η διαμορφούμενη εκπαιδευτική πραγματικότητα στη χώρα μας σκιαγραφεί ένα
σχολείο το οποίο χαρακτηρίζεται από «πολυμορφία» και στο οποίο συνυπάρχουν
μαθητές, άρα και γονείς, από διαφορετικές εθνοπολιτισμικές, θρησκευτικές κ.λπ.
ομάδες. Για τον λόγο αυτό οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να διερευνήσουν και να
κατανοήσουν την «ετερότητα» και τις ιδιαιτερότητες των γονέων του
συγκεκριμένου μαθητικού πληθυσμού, αφού η γονική συμμετοχή στα δρώμενα του
σχολείου παίζει καθοριστικό λόγο στην πρόοδο και την ψυχολογική στήριξη των
παιδιών τους. Έτσι, προάγεται η συνεργασίαμεταξύ των γονέων τόσο με τα
υπόλοιπα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας όσο και της ευρύτερης κοινωνίας, ενώ
γενικότερα καλλιεργούνται με ρεαλιστικό τρόπο οι στόχοι της διαπολιτισμικής
εκπαίδευσης.
Εισαγωγή
Οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι είναι οι κύριοι μοχλοί της εκπαιδευτικής διαδικασίας
και βασικοί συντελεστές της αποτελεσματικότητάς της, διδάσκουν στις μέρες μας
όλο και πιο συχνά έναν μαθητικό πληθυσμό από διαφορετικές εθνικές,
πολιτισμικές, κοινωνικές, θρησκευτικές κ.τλ. ομάδες και με διαφορετικές
μαθησιακές ανάγκες. Είναι αυτοί που επωμίζονται καθημερινά την ευθύνη να
προτείνουν νέες ιδέες, να αναλάβουν πρωτοβουλίες ή να αναπτύξουν
πειραματισμούς για διάφορα θέματα, να αποκτήσουν ικανότητες κατάλληλου
χειρισμού των διαφόρων συγκρούσεων, να δημιουργήσουν δομές επικοινωνίας και
ανοιχτής σχολικής κουλτούρας, να πετύχουν την αγαστή συνεργασία μεταξύ των
μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας κ.ά.
Για τον λόγο αυτό το έργο των διδασκόντων σήμερα διέπεται από διάθεση
αναστοχασμού. Όχι, βεβαίως, μόνον ως προς τη διδακτική και παιδαγωγική
προσέγγιση των μαθητών μέσα στην τάξη, αλλά και ως προς τον τρόπο που
(επανα)νοηματοδοτείται η διαφορετικότητα [différance κατά τον Derrida (1962), la
différence, le différend κατά τον Lyotard, 1980] ή αλλιώς ετερότητα ενδοσχολικά
και εξωσχολικά. Έννοια που, όπως και η λέξη «Άλλοι», χαρακτηρίζεται συχνά από
στρεβλές αντιλήψεις, άρνηση της πραγματικότητας, φοβικές αντιδράσεις που
βλάπτουν εξίσου τα θύματα και τους θύτες (Maisonneuve, 2001, σ. 488;
Χατζόπουλος, 2001-2).
Αν μάλιστα συνεκτιμήσουμε τα στοιχεία που προκύπτουν αφενός από τη
βιβλιογραφική μελέτη και αφετέρου από τις διάφορες έρευνες, οδηγούμεθα στο
συμπέρασμα ότι ένα άτομο σε αρκετές περιπτώσεις από τη μια μεριά μεταφέρει -
χωρίς να το συνειδητοποιεί τις πιο πολλές φορές- τα συστήματα και τους κανόνες
διάκρισης που χαρακτηρίζουν μια κοινότητα (Abdallah-Pretceille & Porcher 2005, σ.
[155]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
34) και από την άλλη προσπαθεί να πετύχει την εξομάλυνση των σχέσεων που
προκύπτουν από αυτή τη διαφορετικότητα.
Και επιπλέον, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και μια ακόμη βασική παράμετρο. Η
κατ΄αρχάς θετική στάση έναντι της διαφορετικότητας αποτελεί μεν προϋπόθεση
αλλά όχι απαραιτήτως και την εγγύηση θετικών αποτελεσμάτων. Κι αυτό μπορεί να
οφείλεται στο γεγονός ότι πολλά μέλη του κοινωνικού συνόλου, όπως προείπαμε,
αντιμετωπίζουν τις ιδιαίτερες συνθήκες ζωής και τις ανάγκες των «διαφορετικών»
ως κάτι άγνωστο (έως επίφοβο ή «απειλή», κατά την Pretceille). Τα άτομα έχουν
δομήσει τη δική τους προσωπική και κοινωνική ταυτότητα (Goffmam, 1974),
φέρνουν τις δικές τους πολιτισμικές αντιλήψεις, αξίες, προσδοκίες, οράματα, ενώ
πρέπει να αντισταθούν και να υπερβούν στερεότυπα, προκαταλήψεις κ.τλ. που
έχουν διαμορφώσει εδώ και πολύ καιρό. Εξάλλου, όπως αναφέρει ο Moscovici
(1984) «σε κάθε άτομο κατοικεί μια κοινωνία». Επιπροσθέτως, κάθε κοινωνικό
σύνολο ανέκαθεν μπορούσε να χαρακτηρίζεται από πολυμορφία και συμμετοχή σε
διάφορες ομάδες/κουλτούρες, χωρίς να γίνεται εύκολα αντιληπτό από τα μέλη του
ότι η σχέση με τον «Εαυτό» μας αντανακλάται στον πολιτισμικό «Άλλο», τον
«διαφορετικό» και ότι ο πολιτισμός των «ξένων» αντανακλά την όψη και τη
διάσταση του δικού μας πολιτισμού (Γκόβαρης, 2001, σ. 19-28). Με άλλα λόγια, η
διαφορετικότητα είναι αυτή που -κατά κάποιον τρόπο- βοηθά ένα άτομο, ως
μοναδικό ον, να πετύχει την αυτοαξιολόγησή του, την αυτονομία και την
ανεξαρτησία του (Abdallah-Pretceille, 2004, σ. 40).
Οι «διαφορετικοί» μαθητές-γονείς
Οι «διαφορετικοί» συναντιούνται μέσα σε ένα διαμορφωμένο πλαίσιο κοινωνικών
συνθηκών (π.χ. κυρίαρχες ιδεολογίες περί διαφορετικότητας και ισότητας),
αρθρώνουν λόγο και ερμηνεύουν γεγονότα και καταστάσεις μέσα από
συγκεκριμένες κοινωνικές θέσεις (αυτές χαρακτηρίζονται από δυνατότητες και
περιορισμούς) και αντίστοιχες ταυτότητες (Γκόβαρης, 2007, σ. 34). Είναι σημαντικό,
επομένως, να λάβουμε υπόψη ότι η ταυτότητα δεν εδραιώνεται, αλλά μπορεί κάτω
από κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις να εξελίσσεται και να μετατρέπεται
(Καλογρίδου, 2001, σ. 104) και ότι η κοινή γνώμη βασίζεται πολλές φορές σε
ανεπαρκή και ανακριβή πληροφόρηση. Άρα, ως «παρεκκλίνων» μπορεί να
χαρακτηριστεί όχι μόνο εκείνος που απομακρύνεται από τους κανόνες, αλλά κι
εκείνος που βρίσκεται «χαρακτηρισμένος» ως τέτοιος, με διάφορα κοινωνικά
κριτήρια ή με διαφορετική ψυχική και ιδεολογική προσέγγιση. Έτσι, έχουμε όρους
και χαρακτηρισμούς που δεν λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις μεγάλες
διαφοροποιήσεις και διαβαθμίσεις που στην πράξη συνυπάρχουν ανάμεσα σε δυο
πόλους ιδεολογικής τοποθέτησης (Pretceille, 2004, σ. 20), ενώ μια αλλαγή πολύ
συχνά συνεπάγεται και μια φάση ρήξης που διαρκεί ως την εγκαθίδρυση μιας νέας
ισορροπίας. Η διεργασία αυτή συνοδεύεται συχνά από μια κατάσταση
ψυχολογικής έντασης, ενώ αναδύονται βιωμένα συναισθήματα (πολλές φορές
[156]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
συγκεχυμένα) και συνυπάρχουν το άγχος και η νοσταλγία για την περασμένη τάξη
πραγμάτων (Maisonneuve, 2001).
Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρείται απαραίτητη μια απολύτως στέρεη
θεωρητική βάση που θα επιτρέψει στους εκπαιδευτικούς μας να γνωρίσουν και να
εμβαθύνουν στη φύση π.χ. των κατηγοριοποιήσεων, αντιλήψεων, στάσεων,
συμπεριφορών, και γενικότερα των διαδικασιών αναπαραγωγής των κοινωνικών
ανισοτήτων. Ένα τέτοιο επιστημονικό υπόβαθρο θα δώσει στους
ευαισθητοποιημένους εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να αντιληφθούν ότι σε
οποιο(α)δήποτε κοινωνικό φαινόμενο ή κοινωνική συμπεριφορά που πέφτει στην
αντίληψή τους αφενός υπεισέρχονται ψυχικοί και κοινωνικοί παράγοντες και
αφετέρου συνυπάρχουν και διαρθρώνονται μεταξύ τους διάφορα επίπεδα
ανάλυσης (της ατομικής και κοινωνικής συμπεριφοράς, των διαπροσωπικών
σχέσεων, των ομαδικών συμπεριφορών και των συλλογικών διεργασιών (βλ.
Maisonneuve, 2001, σ. 31, 262-3). Κατά τον Doise (1982), πρόκειται για
μηχανισμούς τεσσάρων διαφορετικών επιπέδων: ενδο-ατομικούς, δι-ατομικούς, δι-
ομαδικούς και ιδεολογικούς (Παπαστάμου, 1993, σ. 452-463 & 1999; Καλογρίδου,
2001, σ. 94).
Η διαπολιτισμική προσέγγιση (intercultural approach) ή διαπολιτισμική εκπαίδευση
για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μας
(Νόμος 2413/1996, Φ.Ε.Κ. 124, τ. Α΄/17-6-96), αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1980
και αποτελεί βασικό μέσο για την προώθηση της ισότητας ευκαιριών στην
εκπαίδευση και την κοινωνία (Γκότοβος, 2002, σς 3-4). Θεωρούμε ότι στη
διαπολιτισμική προσέγγιση το δια υποδηλώνει τη σχέση μεταξύ των ομάδων,
ατόμων και του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε εμείς τον «΄Αλλο» ή ο
«Άλλος» βλέπει εμάς (Abdallah-Pretceille, 2004, σ. 48 και 58).΄Ετσι, έννοιες όπως
κουλτούρα, ταυτότητα, εθνότητα, εθνικότητα, θρησκεία, γλώσσα κ.λπ. εμπλέκονται
η μια με την άλλη οπότε, αναλόγως τις συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά,
εμπεριέχουν διαφορετικό νοηματικό περιεχόμενο ή παίρνουν ποικίλες μορφές και
εκφράζονται με διαφορετικές εκδηλώσεις (ο.π., σ. 7).
Ένα από τα μεγαλύτερα, λοιπόν, οφέλη της διαπολιτισμικότητας είναι ότι το άτομο,
μέσω της ώσμωσης διαφόρων επιμέρους στοιχείων, έχει την αίσθηση του
«ανήκειν» στη δική του πολιτισμική κ.τλ. ομάδα που έχει τα δικά της
χαρακτηριστικά, τις ιδιαιτερότητές της, τη μοναδικότητά της και ενδιαφέρεται να
τη γνωρίσει όσο μπορεί καλύτερα, για να μπορέσει στη συνέχεια να δει θετικά και
τους «΄Αλλους». Τελικά, η σχέση μας με τους «Άλλους» είναι θετική, εφόσον πρώτα
απ΄ όλα κατέχουμε άριστα τα στοιχεία του δικού μας πολιτισμού (Abdallah-
Pretceille & Porcher, 2005, σ.163-4).
Είναι, λοιπόν, σημαντικό το σχολείο να αποβλέπει, μεταξύ των άλλων, στην αλλαγή
της κουλτούρας και του σχολικού περιβάλλοντος, όσον αφορά στην αντιμετώπιση
περιστατικών αυξημένης ή μη βαρύτητας. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να
αφυπνίσει και δραστηριοποιήσει και αυτούς που παρακολουθούν ως παθητικοί
θεατές τα δρώμενα χωρίς να αντιδρούν. Όπως τονίζει ο Paicheler (1985, σ. 18 από
[157]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[158]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
2005, σ.114). Συν τοις άλλοις, σημαντικό δεν είναι μόνο αυτό που λέγεται αλλά και
ο τρόπος με τον οποίο λέγεται. «Οι συμπεριφορές αυτές καθαυτές δεν μπορούν να
αποκτήσουν μια σημασία και να προκαλέσουν μια αντίδραση-όπως και στους
ήχους μιας γλώσσας που ο καθένας ξεχωριστά δεν έχει καμιά σημασία- παρά
μόνον εάν συνδυαστούν με τις προθέσεις του ατόμου/πομπού ή με την ερμηνεία
που τους δίνουν αυτοί στους οποίους απευθύνονται» (Moscovici, 1979, σ. 122). Δεν
μπορούμε, λοιπόν, να παραβλέπουμε τη σημαντική σχέση μεταξύ της γλωσσικής
και πολιτισμικής ταυτότητας διότι, όπως αναφέρει και ο Barthes (1984) «η
κουλτούρα είναι εξ ολοκλήρου μια γλώσσα» (βλ. και Hall, 1971).
Θα ήταν θεωρούμε χρήσιμο στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι ο όρος
«κουλτούρα» έχει πολυσημία που στην ελληνική γλώσσα φτάνει σε οριακό σημείο
καθώς, κατά περίπτωση, άλλοτε εννοούνται η παιδεία και άλλοτε η παράδοση ή ο
πολιτισμός ως το σύνολο των υλικών και τεχνικών επιτευγμάτων μιας
συγκεκριμένης κοινωνίας ή του συνόλου της ανθρωπότητας (Δεμερτζής, 1989).
Όπως αναφέρει ο U. Eco, σ. 68, «η κουλτούρα είναι ένα έργο που διαβάζεται και
ερμηνεύεται με ποικίλους τρόπους». Με αυτή τη λογική, κάθε κουλτούρα είναι ένα
σύμπλεγμα, μια αλληλεπίδραση που χρονολογείται από πολύ παλιά και που λίγο-
λίγο δημιούργησε τη μοναδικότητα, τον ορισμό, τις ιδιαιτερότητές της (Serres, σ.
19). Σε γενικές γραμμές, το πολιτισμικό κεφάλαιο μπορεί να προσδιοριστεί με βάση
τα ακόλουθα τρία χαρακτηριστικά: τις γνώσεις, την ποικιλία και τον πλούτο που
εμπεριέχει, ενώ όσο πιο πλούσιο και ποικίλο είναι αυτό τόσο αυξάνεται και
διαφοροποιείται (Bourdieu, 1977).
Σύμφωνα με τα παραπάνω, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα γιατί θα πρέπει οι
εκπαιδευτικοί να είναι προετοιμασμένοι, ώστε να παίρνουν οι ίδιοι τις αναγκαίες
πρωτοβουλίες αφενός για να διευκολύνουν την ενεργή συμμετοχή της οικογένειας
των μαθητών στο εκπαιδευτικό και κοινωνικό περιβάλλον και αφετέρου για να
περιορίσουν τις δυσκολίες που πιθανόν αντιμετωπίζουν στην επικοινωνία τους με
τους γονείς ενδοσχολικά. Κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω διαφόρων
πρακτικών, παροχής δικαιωμάτων, συνεχών διαπραγματεύσεων, της
ενσυναίσθησης («empathie» που δεν πρέπει να συγχέεται με τον όρο συμπάθεια
«sympathie», αλλά να εκλαμβάνεται ως ένα συνειδητό βήμα τόσο για την καλύτερη
κατανόηση του «Εαυτού» και των «Άλλων» όσο και για την τήρηση των κανόνων
που διέπουν τις διομαδικές σχέσεις (Pretceille, 2004, σ. 112).
Όπως ειπώθηκε παραπάνω, καθεμιά «διαφορετική» ομάδα έχει πολλά κοινά αλλά
και αρκετά ιδιαίτερα γι’ αυτήν χαρακτηριστικά. Από αυτά θα πρέπει οι
εκπαιδευτικοί να γνωρίζουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία και φυσικά να
τα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, πριν να προχωρήσουν σε οποιαδήποτε ενέργεια με
στόχο τη μείωση της απόστασης μεταξύ γονέων /σχολείου (προφανώς, πολλές από
τις προσεγγίσεις που προτείνονται παρακάτω μπορούν να προσαρμοστούν
κατάλληλα και να εφαρμοστούν, για να επιλύσουν προβλήματα ακόμη και σε
σχολεία που οι γονείς δεν είναι ή δεν αισθάνονται «διαφορετικοί»).
[159]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[160]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μπορούν, συν τοις άλλοις, να τους αναφέρουν μερικές από τις στρατηγικές και τα
υποστηρικτικά μέτρα που μπορούν να χρησιμοποιούν στο σπίτι για την καλύτερη
επίλυση των διαφόρων προβλημάτων της εφηβείας και για την πρόοδο των
παιδιών τους. Σημαντικό είναι να ενδιαφέρονται για το πώς ξοδεύουν τα παιδιά
τους τον χρόνο τους χωρίς να τα καταπιέζουν, να δείχνουν και οι δυο γονείς την
ίδια σταθερή συμπεριφορά θέτοντας ξεκάθαρα και σταθερά όρια, χωρίς
απρόβλεπτες ψυχικές διαταραχές ή/και άσκηση λεκτικής βίας, να επιδιώκουν
γενικότερα την κοινωνική συναναστροφή κ.τλ. Ωστόσο, για να αποφευχθούν οι
δυσαρέσκειες και οι εντάσεις καλό θα είναι οι εκπαιδευτικοί να φροντίζουν η κάθε
σχετική προσέγγιση εκ μέρους τους να μη στηρίζεται σε άσκηση ψυχικής πίεσης,
αλλά να είναι «ολιστική» ενημερώνοντας εκ των προτέρων όλα τα ενδιαφερόμενα
μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας για τις προτάσεις, σκέψεις και ενέργειες που θα
προβούν. Ως εκ τούτου, σε κάθε σχολική μονάδα οι εκπαιδευτικοί με σχετική
επιστημονική κατάρτιση και εμπειρία εάν συνεργάζονται και ζητούν εγκαίρως
βοήθεια στο έργο τους από τους αρμόδιους θεσμικούς φορείς, μπορούν να
συμβάλουν ουσιαστικά στην υποδοχή των νέων μελών της εκπαιδευτικής
κοινότητας και εν γένει στην πρόληψη συγκρούσεων αντί της εξάλειψής τους. Σε
κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται από την
ελευθερία που αποτελεί ανάλογα τη βάση της ύπαρξής του και της
διαφορετικότητάς του (Sartre, 1943). Άρα, η προσπάθειά μας πρέπει να παίρνει
υπόψη το κριτήριο της προσωπικής επιλογής των ενδιαφερομένων. Είναι πολύ
σημαντικό, κατά συνέπεια, ό,τι προτείνουμε να είμαστε σίγουροι ότι κινείται στα
πλαίσια των δυνατοτήτων τόσο των δικών μας όσο και των γονέων και ότι δεν
έρχεται σε αντίθεση με όσα ορίζει η εκπαιδευτική νομοθεσία. Όλα αυτά πρέπει να
λαμβάνονται σοβαρά υπόψη εάν δεν θέλουμε ένας γονέας στην αρχή να διάκειται
θετικά στις προτάσεις μας, αλλά στη συνέχεια -σε επίπεδο υλοποίησης της
προσπάθειας- να αδιαφορήσει ή να αρνηθεί να συνεχίσει (για) όσα δεσμεύτηκε να
επιτελέσει.
Συμπεράσματα
Είναι γεγονός ότι ηδιδακτική πράξη θέτει ιδιαίτερες προκλήσεις και παρέχει
πολύτιμες ευκαιρίες για πολιτισμικό εμπλουτισμό και δημιουργική ανταλλαγή
γνώσεων και απόψεων. Στο πλαίσιο αυτό η συμβολή των διδασκόντων στη
διαμόρφωση συνθηκών που εξασφαλίζουν την αποδοχή της «ετερότητας» και τη
γονική συμμετοχή ανάμεσα στα μέλη της σχολικής μονάδας και της ευρύτερης
κοινωνίας είναι ζωτικής σημασίας. Ωστόσο, όπως είναι εύλογο, δεν μπορεί να
ισχυριστεί κάποιος ότι σε όλα αυτά τα καθήκοντα οι εκπαιδευτικοί θα
ανταποκριθούν χωρίς σχετική βοήθεια και κατάλληλη επιμόρφωση. Για το λόγο
αυτό η οποιαδήποτε παρέμβαση πρέπει να είναι θεσμοθετημένη και διευρυμένης
μορφής, έτσι ώστε οι «διαφορετικοί» γονείς στα σχολεία να μπορούν να
αποτελέσουν για τους εκπαιδευτικούς και τα υπόλοιπα μέλη της σχολικής μονάδας,
[161]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
όπως επίσης και της ευρύτερης κοινωνίας, έναυσμα για περαιτέρω προσωπικές
διεργασίες και βάση για αμφίδρομες επιδράσεις.
Αναφορές - Βιβλιογραφία
Eλληνική
Γκόβαρης, Χ. (2007). Ετερότητα στη σχολική τάξη και διδασκαλία της ελληνικής
γλώσσας και των Μαθηματικών. Η περίπτωση των τσιγγανοπαίδων.Οδηγός.
ΥΠΕΠΘ και Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Πρόγραμμα: Ένταξη Τσιγγανοπαίδων
στο Σχολείο. Διαπολιτισμική Παιδαγωγική. Βόλος
Γκόβαρης, Χ. (2001). Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Αθήνα: Ατραπός
Γκότοβος, Αθ.(2002). Εκπαίδευση και Ετερότητα. Ζητήματα Διαπολιτισμικής
Εκπαίδευσης. Αθήνα: Μεταίχμιο
Δεμερτζής, Ν. (1989). Κουλτούρα και Νεωτερικότητα, Πολιτική Κουλτούρα. Αθήνα:
Παπαζήσης
Καβουριάρης, Μ. (1990). Πρόγραμμα ερευνών Αποδημίας-Παλιννόστησης του
Ελληνικού Πληθυσμού. Εισαγωγικές Προσεγγίσεις. Τόμος Α’ . Αθήνα: Έκδοση
ΓΓΑΕ.
Καλογρίδου, Μ. (2007). Διγλωσσία και Δίγλωσσο Άτομο. Περιοδική Έκδοση των
Ελλήνων Μεταφραστών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μεταφράζοντας.
Bρυξέλλες: Τεύχος 6, Μάρτιος
Καλογρίδου Μ. (2007). Η Κοινωνία της Πληροφορίας. 1ο Διεθνές Συνέδριο, Η
Διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Βρυξέλλες: 5-7 Οκτωβρίου 2007
Καλογρίδου, Μ. (2001). Οι Επιπτώσεις της Παλιννόστησης στους Εφήβους. Αθήνα:
Διδακτορική Διατριβή
Λιβανίου, Ε. (2007). Μαθησιακές Δυσκολίες και Προβλήματα συμπεριφοράς στην
κανονική τάξη, Αθήνα: Κέδρος
Μαντόγλου, Α. (1995). Η εξέγερση του Πολυτεχνείου. Η συγκρουσιακή σχέση
Ατόμου και Κοινωνίας. Αθήνα: Οδυσσέας
Μπαμπινιώτης, Γ. (2008). Η Πρόκληση της Γλώσσας. ΤΟ ΒΗΜΑ. Κυριακή 30
Μαρτίου σ. Α66//102
Ξωχέλλης, Π. (2001). Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου. Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση
Εκπαιδευτικών και Ανάπτυξη Σχολείου. Θεσσαλονίκη: 15-16 Δεκεμβρίου
Παπαστάμου, Στ. (1993). Εγχειρίδιο Κοινωνικής Ψυχολογίας. Αθήνα: Δ΄ Έκδοση,
Οδυσσέας
Παπαστάμου, Στ. (1999). Σύγχρονες Έρευνες στην Κοινωνική Ψυχολογία. Aθήνα: Γ’
Ανατύπωση, Οδυσσέας
Λιβανίου, E. (2004). Μαθησιακές Δυσκολίες και Προβλήματα συμπεριφοράς στην
κανονική τάξη. Αθήνα: Εκδ. Κέδρος. σ. 40
Χατζόπουλος, Β. (2001-2). Μετανάστευση, Ρατσισμός, Ξενοφοβία. Βοηθητικές
σημειώσεις ΔΠΘ
[162]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ξένη
Abdallah-Pretceille, M. & Porscher, L. (2005). Education et communication
interculturelle. Paris : Presses Universitaires de France
Abdallah-Pretceille, M. (2004). L’éducation interculturelle. Paris : PUF, Que sais je ?
Becker, H. (1963). Outsiders: Studies in the Sociology of Deviance. New York: The
Free Press
Barthes, R. (1984). Le bruissement de la langue: Essais critiques. Paris: Seuil
Bourdieu, P. (1977). Anatomie du goût. Ιn Actes de la Recherche en Sciences
Sociales
Derrida, J. (1962). L’écriture de la différence, Paris, Seuil
Doise, D. (1982). L’ explication en psychologie sociale. Paris : P.U.F.
Erikson, E.H. (1968). Identity, Youth and Crisis, New York: Norton
Goffmam, E. (1974). Les rites de l’interaction. Paris: Ed. de Minuit
Eco, U. (1965). L’œuvre ouverte, trad. de l’italien, Paris: Seuil. Coll. Points
Hall, E.T. (1971). La dimension cachée, trad . de l’américain par A. Petita. Paris :
Seuil. (texteor. 1966)
Κalogridou M. (2007). L’usage des nouvelles technologies dans le processus et
apprendre. Enjeux, perspectives et limites. Mémoire, ULB-UMH, DES en
Sciences de l’Education, Orientation « Education et gestion scolaire »,
Bruxelles: ULB, Université Libre de Bruxelles
Κalogridou, M. (1988). Εκμάθηση της Ελληνικής Γλώσσας στα Ελληνόπουλα του
Βελγίου. Βρυξέλλες: VUB
Κim, Y.Y. & Gudykunst, W.B. (1988). Cross-cultural adapatation. Current approaches.
London: Sage
Karsenti, Th.&Larose, F. (2005). L’intégration Pédagogique des TIC dans le travail
enseignant.Recherches et Pratiques. Canada : Presses de l’Université du
Québec.
Kreisler, L. (1976). La psychosomatique de l’enfant. Paris : PUF
Lyotard, J. F. (1980). L’art des confins, Paris, ed. Gonthier
Maisonneuve, J. (2001). Εισαγωγή στην Ψυχοκοινωνιολογία, Μετ: Χρηστάκης Ν.,
Αθήνα: Τυπωθήτω- Γιώργος Δαρδάνος
Moscovici, S. (1979). Psychologie des minorités actives. Paris : PUF
Moscovici, S. (1984).Psychologie sociale. Paris : PUF
Paicheler, G. (1985). Psychologie des influences sociales. Paris : Delachaux et Niestlé
Sartr, J.P. (1943). L'etre et le néant : Essai d'ontologie phénoménologique. Paris :
Gallimard
Serres, M. (1991), Le tiers-Instruit, Paris : François Bourin
[163]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καπετανίδου Μαρία
Σχολική Σύμβουλος 15ης Περιφέρειας Δημ. Εκπαίδευσης Αττικής
mkapetan@sch.gr
Συμεωνίδη Ελεάνα
Απόφοιτος Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας – Ερευνήτρια
elsymeon@gmail.com
Περίληψη
Η εργασία μας αφορά τις πολλαπλές και δημιουργικές χρήσεις που μπορεί να έχει η
τοπική και η προφορική ιστορία στις σχολικές δραστηριότητες και παρουσιάζει τα
οφέλη που μπορούν ν’ αποκομίσουν οι μαθητές μέσα απ’ την ενασχόληση με τους
συγκεκριμένους τομείς. Παρουσιάζουμε συνοπτικά τις θεματικές τις οποίες
καλύπτει η τοπική ιστορία καθώς επίσης, και τα μεθοδολογικά εργαλεία που
χρησιμοποιεί η προφορική ιστορία. Στην συνέχεια, προχωράμε στον σχεδιασμό
δραστηριοτήτων για τους μαθητές τονίζοντας κάποια σημεία χειρισμού που πρέπει
να προσέξουν οι εκπαιδευτικοί. Οι δραστηριότητες αφορούν ερευνητικές
συνεντεύξεις, συγκρίσεις με λογοτεχνικά αφηγήματα, σχεδιασμό γενεαλογικού
δένδρου, ανάλυση και σύγκριση φωτογραφιών ιστορικής σημασίας. Επιπλέον,
γίνεται ενδεικτική παρουσίαση μιας σύνθετης δραστηριότητας στα πλαίσια της
οποίας μπορούν να συνδυαστούν όλα τα παραπάνω: «η διαδρομή από το σπίτι στο
σχολείο».
Εισαγωγή
Η ένταξη της τοπικής ιστορίας στα σχολεία, ανοίγει ένα τεράστιο φάσμα
δυνατοτήτων για τον σχεδιασμό πολυάριθμων δραστηριοτήτων και την συνεργασία
μεταξύ διαφορετικών φορέων. Σ’ αυτό το πλαίσιο θα κινηθούμε και θ’ αναδείξουμε
τις δυνατότητες που προκύπτουν όσον αφορά το είδος των δραστηριοτήτων και την
μεθοδολογία τους, δίνοντας συγχρόνως ιδιαίτερο βάρος και στα κίνητρα τα οποία
θα πυροδοτήσουν το ενδιαφέρον και την όρεξη για περαιτέρω εμπλοκή κι
ενασχόληση στην ερευνητική διαδικασία.
Κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού των ερευνητικών εργασιών στο μάθημα της
τοπικής ιστορίας, θα χρειαστεί ν’ αναπτυχθούν δεσμοί συνεργασίας με ποικίλους
φορείς κι εκπαιδευτικούς παράγοντες. Ανάλογα με το περιεχόμενο του εκάστοτε
project, θα προκύψουν συνεργασίες με συλλόγους διδασκόντων και γονέων, με
τοπικούς φορείς, με μουσεία, με διάφορα ερευνητικά ιδρύματα που διατηρούν
αρχεία, με ιστορικούς και πολιτισμικούς συλλόγους καθώς και μ’ ανεξάρτητους
ερευνητές και συλλέκτες αντικειμένων και ντοκουμέντων ιστορικής αξίας. Επίσης,
παρουσιάζεται και η ευκαιρία διασχολικής συνεργασίας είτε οι μαθητές των
σχολείων έχουν επιλέξει ν’ ασχοληθούν με συναφείς έρευνες ή και με τελείως
διαφορετικά θέματα τα οποία θέλουν να παρουσιάσουν στα παιδιά άλλων
σχολείων.
[164]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
25
Χρήσιμα και πρακτικά πλάνα με προτάσεις για τη διδασκαλία της τοπικής ιστορίας, έχει παραθέσει
ο Αντωνιάδης στο κεφάλαιο «Η μελέτη της τοπικής ιστορίας» με θέματα που μπορούν να
χρησιμοποιηθούν σε οποιαδήποτε σχετική άσκηση (Αντωνιάδης 1995: 120-125).
[165]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αλλά και μαρτυριών. Ένα βασικό εργαλείο έρευνας το οποίο αφορά τις μαρτυρίες,
είναι η προφορική ιστορία.
[166]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
δική του οπτική των πραγμάτων. Κάτι τέτοιο θα διακινδύνευε την ορθότητα των
πληροφοριών που θα δώσει ο αφηγητής.
Αφού υλοποιηθούν τα παραπάνω, το επόμενο βήμα είναι η εξεύρεση
πληροφορητών. Το σύνηθες είναι να ξεκινάει κανείς απ’ το οικογενειακό και φιλικό
του περιβάλλον. Έχουμε στην οικογένειά μας ανθρώπους που μπορούν να
συμβάλλουν στην έρευνά μας; Έχουμε γνωστούς ή φίλους; Αυτοί γνωρίζουν άλλους
ανθρώπους που θα συμβάλλουν; Εν ολίγοις, ενεργοποιούμε το δίκτυο γνωριμιών
μας. Απευθυνόμαστε επίσης, σε τοπικούς συλλόγους ή στους καταλόγους αρχείων
(διευκολύνει αν υπάρχουν σε ψηφιακή μορφή). Ενδεικτικά αναφέρουμε δυο
φορείς: α) το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού και β) το ΚΕΜΙΠΟ - Κέντρο
Μικρασιατικού Πολιτισμού Καισαριανής. Οι μαθητές που θα εμπλακούν στην
έρευνα, μπορούν ν’ απευθυνθούν εκεί για την ανεύρεση ποικίλων τεκμηρίων
(φωτογραφικού υλικού, αρχείων, κλπ) αλλά και προφορικών μαρτυριών.
Στην συνέχεια, ερχόμαστε σ’ επαφή με τους πληροφορητές και τους ενημερώνουμε
για την έρευνα. Εφόσον θέλουν να συμμετάσχουν, ορίζουμε μαζί τους ένα
ραντεβού και προχωράμε στην λήψη της συνέντευξης. Δυο στοιχεία που πρέπει να
προσέξουν οι ερευνητές σ’ αυτό το σημείο, είναι η συνέπεια στο ραντεβού τους και
η ακουστική του επιλεγόμενου μέρους, απαιτείται ησυχία κι επαρκής φωτισμός
ώστε να γίνει σωστά η καταγραφή με κάμερα και μαγνητόφωνο. Η πρώτη
συνέντευξη λειτουργεί συνήθως ενδεικτικά ως προς το τι και πόσα θυμάται
αφηγητής. Αν υπάρχει θέληση κι ενδιαφέρον, προχωράμε στην λήψη σειράς
συνεντεύξεων για καταγραφή αφηγήσεων ζωής.
26
Αναλυτικότερα για τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή συνεντεύξεων: Thomson 2002: 273-298,
Robson2007: 319-345, Morrissey,1998: 107-113, Ανδρεάδου και συν. 2010: 20-39, Anderson&Jack
1998: 157-170.
[167]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ένας προτζέκτορας για να προβάλλουν στην τάξη το σχετικό με την έρευνά τους,
βίντεο.
Απαραίτητη προϋπόθεση ενός τέτοιου εγχειρήματος, είναι ο καλός συντονισμός
και η καθοδήγηση απ’ τον διδάσκοντα αλλιώς το αποτέλεσμα θα είναι μάλλον
αρνητικό καθώς «οι μαθητές μπορεί να χάσουν την αυτοσυγκέντρωσή τους την ώρα
της λειτουργίας των οπτικοακουστικών μέσων» (Τζόκας, 2004: 218).
Όσον αφορά το θεωρητικό κομμάτι της τεχνολογίας και της ψηφιοποίησης των
μαρτυριών, αναφέρεται πως «η κοινωνική μνήμη όχι μόνο διευρύνεται αλλά
αποκτά δυναμικό χαρακτήρα καθώς ο υπολογιστής δεν λειτουργεί μόνο σαν
ανεξάντλητος αποθηκευτικός χώρος, ταυτόχρονα επεξεργάζεται τα στοιχεία που
αποθηκεύει (…), κάνει την κοινωνική μνήμη ποσοτικά απέραντη και ουσιαστικά
ενεργή, αποδεσμεύοντας τεράστιες εξελικτικές δυνάμεις…» (Κουνέλη 2006: 506-
507). Βέβαια, αυτό έρχεται με το τίμημά του καθώς το ψηφιακό υλικό είναι
ευάλωτο σε παραποιήσεις και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή.
Εκπαιδευτικές Δραστηριότητες:
α. Απόδοση ερμηνευτικού πλαισίου της συνέντευξης
Σε μια συνέντευξη μπορεί να βασιστεί ο σχεδιασμός ενός συνόλου εκπαιδευτικών
δραστηριοτήτων. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα για δραστηριότητα μέσα στην
σχολική αίθουσα, είναι η σύγκριση ενός λογοτεχνικού αφηγήματος μ’ ένα ηχητικό
απόσπασμα συνέντευξη. Οι μαθητές θα κληθούν να εντοπίσουν τι πληροφορίες
παίρνουν στις δυο περιπτώσεις, να βρουν τις διαφορές ανάμεσα στα δυο είδη
λόγου (ευθύς και πλάγιος) και να μετατρέψουν οι ίδιοι προτάσεις από τον ένα είδος
λόγου στο άλλου. Θα κληθούν επίσης, να δώσουν μια τεκμηριωμένη απάντηση ως
προς το ποια μαρτυρία θεωρούν πιο «αυθεντική» την γραπτή ή την προφορική; Ένα
βασικό κλειδί στην ερμηνεία των λεχθέντων ενός αφηγητή, είναι η κατανόηση του
συναισθήματος που έχει κατά τη διάρκεια της αφήγησης. Αυτό είναι άμεσα
φανερό σε μια καταγεγραμμένη προφορική μαρτυρία ενώ η ανίχνευσή του σ’ ένα
κείμενο είναι αρκετά δυσκολότερη και πιο υποκειμενική. Το τι νιώθει πραγματικά
κάποιος την ώρα που μιλάει και πώς αυτό εκδηλώνεται στις κινήσεις του και στη
χροιά της φωνής του, μας λέει πολύ περισσότερα απ’ τα ίδια τα λόγια που
εκφράζονται καθώς αποκαλύπτουν σε μεγάλο βαθμό και τις εκάστοτε προθέσεις. Σ’
αυτήν την περίπτωση, οι μαθητές πρέπει να εντοπίσουν και τυχόν αλλαγές στις
εκφράσεις και στα συναισθήματα του αφηγητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.
[168]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[169]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
και τον λόγο για τον οποίον εξαλείφθηκαν (αντικατάσταση από σύγχρονο
εξοπλισμό). Η δραστηριότητα αυτή, μπορεί να συνδυαστεί με την επίσκεψη σε
κάποιο λαογραφικό μουσείο και μπορεί ν’ αφορά την σύγκριση των καθημερινών
χρηστικών αντικειμένων διαφόρων ελληνικών κοινοτήτων (πχ Αιγύπτου -
Μικρασίας). Στο τέλος της δραστηριότητας, τα παιδιά θα πρέπει ν’ αναλογιστούν τι
σηματοδοτεί η εξάλειψη αυτών των αντικειμένων και η αντικατάστασή τους από
άλλα. Οφείλεται σε λόγους κοινωνικούς και οικονομικούς; Οφείλεται σε
διαφορετικές πολιτισμικές επιρροές; Σ’ έναν συνδυασμό παραγόντων; Η
βασικότερη κατανόηση αυτών των αλλαγών, αφορά το ευμετάβλητο των
κοινωνικών συνθηκών και η διατήρηση/αλλαγή των πολιτισμικών ταυτοτήτων.
[170]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[171]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αποτελεί το κλειδί για κάθε κίνητρο. Η προφανής απάντηση αφορά τη διάσωση και
μεταλαμπάδευση της ιστορικής μνήμης.
Τα οφέλη των μαθησιακών αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται από αυτήν τη ροή
δραστηριοτήτων, είναι πολλαπλά. Οι μαθητές θα διαμορφώσουν σφαιρική
αντίληψη και η ιστορική κατανόηση του τόπου τους/περιβάλλοντός τους θα
επιτευχθεί μέσα απ’ την έρευνα. Η ιστορική μάθηση δεν θα γίνεται ως απλή
«παπαγαλία» αλλά θα γίνεται βάση σχεδιασμού και μελέτης. Μέσα απ’ τις
δραστηριότητες και υπό τη μεθοδολογική καθοδήγηση του εκπαιδευτικού, θα
"βιώσουν" το «πώς η ιστορία είναι µια επιστήμη ζωντανή κι εξελίξιµη» (Συμεωνίδη
2010: 1). Ένα ακόμη εύλογο αποτέλεσμα των ερευνητικών διαδικασιών θα είναι η
ανάπτυξη των κοινωνικών τους δεξιοτήτων κι ο εμπλουτισμός του προφορικού και
γραπτού λόγου καθώς θα κληθούν να προσαρμόσουν τις γλωσσικές τους δεξιότητες
σε διαφορετικού επιπέδου δυσκολίες27. Επιπλέον, με την προσωπική συλλογή
μαρτυριών, θ’ αναπτυχθεί στο μέγιστο η ιστορική ενσυναίσθηση που είναι ένα απ’
τα βασικά ζητούμενα καθώς οι μαθητές θ’ ανατροφοδοτούνται με κίνητρα και σε
συναισθηματικό επίπεδο. Η κοινωνική τους συνείδηση θα ενδυναμώνεται
σταδιακά, (Λεοντσίνης, 1996: 55, 67).
Αναπόφευκτη επίσης, είναι και η καλλιέργεια σεβασμού απέναντι στα ιστορικά
μνημεία του τόπους τους εφόσον δεν θα είναι στα μάτια τους μόνο «μάρμαρα και
πέτρες», αλλά θα έχουν γνωρίσει μέσα απ’ την προσωπική τους έρευνα, τι αξία
συμβολίζει το καθένα.
Η κοινωνική, οικονομική, εκπαιδευτική πραγματικότητα εγκλείει από τη μια τη
διαφοροποίηση στο ίδιο πολιτισμικό πλαίσιο και από την άλλη, την επιδίωξη ότι οι
άνθρωποι μπορούν να συμμεριστούν ο ένας τον άλλο μέσω κοινών σημείων
αναφοράς. Συγκεκριμένα μέσω σημείων ροής πολιτικών δικτύων, ώστε ακόμη κι αν
οι άνθρωποι ανήκουν σε διαφορετικές πόλεις, κοινωνικές εθνοτικές ομάδες να
έχουν πρόσβαση στα περιεχόμενα των πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και
εκπαιδευτικών δράσεων. Αποφασιστικό βήμα κάθε εκπαιδευτικού σχεδιασμού
είναι να εγγυάται την δημιουργία ταυτότητας ενεργών και αποτελεσματικών
μαθητών - πολιτών, με ενσυναίσθηση και πολιτισμική κατανόηση, έτσι ώστε οι
μαθητές να μπορούν να κατανοούν την ιστορία και τις διαφοροποιημένες
πολιτισμικές πηγές της τοπικής τους κοινωνίας. Βασικά ζητούμενα που πρέπει να
προάγει ο εκπαιδευτικός μέσα απ’ τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες, είναι «η
πρόσβαση όλων στον κοινωνικοοικονομικό γίγνεσθαι, η παραγωγική αξιοποίηση
της πολιτισμικής διαφοροποίησης, η ισότητα των φύλων και οι δημοκρατικές αξίες
μιας πολυφωνικής κοινωνίας» (Καπετανίδου 2006: 190).
Οι εκπαιδευτικοί μπορούν ν’ ανοίξουν το δρόμο για τη διαμόρφωση στην
συνείδηση των μαθητών μιας ταυτότητας ενεργών πολιτών ήδη από μικρή ηλικία.
Το μέγιστο όφελος αποτελεί συνάμα και την απαραίτητη προϋπόθεση για την
27
Συμπληρωματικά στοιχεία για τα οφέλη που αποκομίζουν τα παιδιά απ’ την εμπειρία της
προφορικής ιστορικής έρευνας, βλέπε Ross, 1998: 433-435.
[172]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Ανδρεάδου Χ., Βερβενιώτη Τ., Μπουσχότεν Ρίκη Βαν, Ρεπούση Μ., Τσιώλης Γ.
(2010). Προφορικές Ιστορίες. Χανιά: Γραφοτεχνική Κρήτης Α.Ε.Ε..
Anderson&Jack (1998). Learningtolisten-interviewtechniquesandanalyses.
InRobertPerks&AlistairThomson(edit.), TheOral History Reader, London:
Routledge.
Αντωνιάδης Λέανδρος (1995). Η διδακτική της Ιστορίας. Αθήνα: Πατάκη.
Fletcher William (1989). Recording your family history: a guide to preserving oral
history with videotape, audiotape, suggested topics and questions, interview
techniques, Berkley: Ten Speed Press.
Καπετανίδου Μαρία (2006). «Για ένα Δημιουργικό Σχολείο Παραγωγικής
Διαφοροποίησης: Εκπαιδευτικές Συνεπαγωγές». Πρακτικά του 3ο Πανελληνίου
Συνεδρίου του Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρμοσμένης Παιδαγωγικής και
Εκπαίδευσης (ΕΛΛ.Ι.Ε.Π.ΕΚ.). Ανακτήθηκε 10 Οκτωβρίου 2013, από την
ιστοσελίδα
http://www.elliepek.gr/documents/3o_synedrio_eisigiseis/kapetanidou.pdf
Κουνέλη Ευαγγελία (2006). Οι νέες τεχνολογίες στη διδασκαλία της Ιστορίας. Στο Γ.
Κόκκινος & Ε.Νάκου (επιμ.), Προσεγγίζοντας την ιστορική εκπαίδευση στις
αρχές του 21ου αιώνα. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Κουργιαντάκης Σ. Χαράλαμπος (2006). Διδασκαλία της Ιστορίας και ιστορική
ενσυναίσθηση-λογική κατανόηση. Στο Γ. Κόκκινος & Ε. Νάκου (επιμ.),
Προσεγγίζοντας την ιστορική εκπαίδευση στις αρχές του 21ου αιώνα. Αθήνα:
Μεταίχμιο.
Λεοντσίνης Ν. Γεώργιος (1996). Διδακτική της Ιστορίας, γενική - τοπική ιστορία και
περιβαλλοντική εκπαίδευση. Αθήνα: Ινστιτούτο του βιβλίου - Α. Καρδαμίτσα.
ΜasonJennifer (2003). Η διεξαγωγή της ποιοτικής έρευνας. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα.
Morrissey Τ.C.(1998). Onoralhistoryinterviewing. InRobertPerks & Alistair
Thomson(edit.), The Oral History Reader, London: Routledge.
RobsonColin (2007). Η έρευνα του πραγματικού κόσμου. Αθήνα: Gutenberg.
[173]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[174]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καραμούζα Ευγενία
Δασκάλα στο 85ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών,
Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στη διοίκηση και οργάνωση σχολικών μονάδων στο
ΦΠΨ Αθηνών
JKaramouza@gmail.com
Σωτηρακόπουλος Γιώργος
Σχολικός Σύμβουλος Α΄ Περιφέρειας Π.Ε. Αιτωλ/νίας
gsotirakopoulos3@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Το θεωρητικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο εκπονήθηκε η έρευνα-δράση,
αποσκοπεί στη σταδιακή απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων των
δασκάλων μα και των παιδιών- ως εν δυνάμει ενηλίκων- με τις τέχνες και τον
πολιτισμό ως μέσα άσκησης της αυτογνωσίας και της χειραφέτησής τους για τη
δημιουργία μιας «άλλης» κοινωνίας. Απευθύνεται στα άτομα μέσω
ισχυροποιημένων ερεθισμάτων- μηνυμάτων, που διαμορφώνουν μια ατμόσφαιρα
ποιότητας στο χώρο και πλαισιώνουν αισθητικά το λόγο, προκαλώντας τα να
δράσουν και με τον τρόπο αυτό να καταστούν ενεργητικά συμμέτοχα. Μέσα από τη
διευρυμένη παιδαγωγική εμβέλεια της τέχνης στην εκπαίδευση, διατυπώνεται μια
διαφορετική πρόταση διδασκαλίας-διερεύνησης αναδεικνύοντας περισσότερες της
μίας «αλήθειες» ή «πραγματικότητες». Μέσα από βιβλιογραφική ανασκόπηση
προκύπτει ότι η Τέχνη ορίζεται από τη συνάντηση ανάμεσα σ’ εκείνο που
αναπαρίσταται (το έργο) και σ ’εκείνο που προσλαμβάνουμε απ ’αυτό.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ
Με γνώμονα ότι η επαφή μας με την τέχνη, μας μαθαίνει ότι η διδακτική διαδικασία
είναι δημιουργία, προσπαθήσαμε να εντάξουμε στο σχέδιο όσο το δυνατόν
περισσότερες μορφές τέχνης. Το σχέδιο- δράσης πραγματοποιήθηκε σε μαθητές της
Α΄ τάξης του δημοτικού σχολείου. Κυρίαρχη θέση στη δράση μας είχαν το μουσικό,
το γλωσσικό, το σχεδιαστικό και το θεατρικό παιχνίδι. Σκοπός μας έγινε η χαρά, η
δημιουργία, η γνώση, ο σεβασμός στη διαφορετικότητα, η ισότιμη αντιμετώπιση
όλων των εμπλεκομένων στο σχέδιο- δράσης.
Οι μαθητές μαθαίνουν με το μυαλό, το σώμα, όλες τις αισθήσεις και τα
συναισθήματα να συνεργάζονται. Χρησιμοποιήθηκε εκπαιδευτικό υλικό από απλά
αντικείμενα (χαρτόνια, ξυλομπογιές, μαρκαδόροι, τέμπερες, υφάσματα κ.ά.) καθώς
και υπολογιστές.
ΚΥΡΙΟ ΣΩΜΑ
Το σχέδιο μαθήματος εντάσσεται στην ιδιαίτερη περιοχή «Με βάρκα και σωσίβιο»
από το βιβλίο της Γλώσσας της Α΄ Δημοτικού. Το συγκεκριμένο κεφάλαιο ανήκει
στην ενότητα του Α.Π.Σ. του πρώτου τεύχους του βιβλίου της γλώσσας.
[175]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[176]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Το σχέδιο πλησιάζει σχεδόν ολόπλευρα τα παιδιά. Προσπαθεί να απευθυνθεί σε
οπτικούς, ακουστικούς και κιναισθητικούς αντιληπτικά τύπους. Επιδιώκει την
ενεργητική συμμετοχή όλων των παιδιών σ’ ένα διαφοροποιημένο πλαίσιο ανάλογα
με τις ανάγκες τους και τις ικανότητές τους και πετυχαίνει σε συνδυασμό με τη
μάθηση, τη ΧΑΡΑ και την ΑΠΟΛΑΥΣΗ.
[177]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Arduin, I. (2000). Η καλλιτεχνική αγωγή στο σχολείο (μετ. Μ. Καρρά). Αθήνα: Νεφέλη
Eisner, W.E. (2000). Αναλυτικά προγράμματα και Επιμόρφωση Ενηλίκων. Λευκωσία:
Πανεπιστήμιο Κύπρου
[178]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[179]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καρατζάς Ανδρέας
Σχολικός Σύμβουλος
andkaratza@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Τα Διδακτικά Σενάρια, ως παιδαγωγική/διδακτική στρατηγική αναπτύχθηκαν και
διαδόθηκαν με την εξάπλωση των πολυμεσικών εφαρμογών των Τεχνολογιών
Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ). Ωστόσο, αν και εισάγονται στην εκπαιδευτική
διαδικασία ως ένα αποτελεσματικό διδακτικό εργαλείο, δεν είναι σαφές τι εννοούμε
με τον όρο Διδακτικό Σενάριο και ποια είναι τα χαρακτηριστικά που το
διαφοροποιούν από άλλα, όπως το σχέδιο μαθήματος. Επίσης, δεν έχει
διευκρινιστεί η δομή του και ειδικότερα τα στοιχεία εκείνα που μπορούν να το
καταστήσουν συμπεριληπτικό διδακτικό σενάριο, εργαλείο για ένα Συμπεριληπτικό
Σχολείο, ένα Σχολείο για Όλους.
1. Εισαγωγή
Η μετάβαση του εκπαιδευτικού μας συστήματος από το Ενταξιακό Σχολείο στο
Σχολείο για Όλους αφορά κυρίως την ποιότητα της διδασκαλίας. Μια διδασκαλία
που αποσκοπεί στη συμπερίληψη κάθε μαθητή στην καθημερινή μαθησιακή
διαδικασία, που λαμβάνει υπόψη της τις διαφορετικές μαθησιακές ανάγκες και
ικανότητες των μαθητών και τους παρέχει αποτελεσματικές προσβάσεις για ισότιμη
και ενεργή συμμετοχή καθώς και αποτελεσματική μάθηση, δεν μπορεί παρά να
είναι μια διαφοροποιημένη διδασκαλία. Ωστόσο, η διαφοροποίηση της διδασκαλίας
με στόχο την ανταπόκρισή της στους διαφορετικούς ρυθμούς και στυλ μάθησης
κάθε μαθητή, στα διαφορετικά ενδιαφέροντά του, στις διαφορετικές μαθησιακές
του ανάγκες αποτελεί σήμερα μια ισχυρή πρόκληση για τον σύγχρονο εκπαιδευτικό.
Πώς είναι δυνατό να εφαρμοστεί η διδακτική διαφοροποίηση μέσα στην τάξη; Και
αν αυτό είναι εφικτό, πώς μπορεί η διδακτική διαφοροποίηση να συμπεριλάβει στη
μαθησιακή διαδικασία τον κάθε μαθητή και μάλιστα τους μαθητές με ειδικές
εκπαιδευτικές ανάγκες; Τα διδακτικά σενάρια ως εργαλεία οργάνωσης και
περιγραφής της διδακτικής και μαθησιακής διαδικασίας μπορούν να
μετασχηματιστούν σε εργαλεία μαθησιακής συμπερίληψης και αν ναι ποιες είναι οι
βασικές τροποποιήσεις που πρέπει να υποστούν; Αυτά τα ερωτήματα θα
προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε μέσα από την εννοιολογική προσέγγιση του
διδακτικού σεναρίου και την εξέταση της μετάβασης από την ενσωμάτωση των
μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στη συμπερίληψη των μαθητών με
ιδιαίτερες μαθησιακές ανάγκες, δηλαδή όλων των μαθητών.
[180]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ένα θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο, «αυτό που το φιλμ διηγείται με εικόνες και
ήχους, το σενάριο το διηγείται με λέξεις» (Roche et Taranger, 2001). Η καθαυτό
λειτουργία του σεναρίου έγκειται στον τεμαχισμό της πραγματικότητας σε σκηνές,
πράξεις, ακολουθίες με στόχο τη μεταμόρφωση της γραμμικότητας που επιβάλλει ο
γραπτός λόγος (Compte, 1993) σε μια πολυδιάστατη θεώρηση της πληροφορίας
(ιστορίας). Η αποφυγή της γραμμικότητας του γραπτού κειμένου πραγματοποιείται
με τον τεμαχισμό και την ανασύνθεση των στοιχείων κωδικοποίησης του μηνύματος
(πληροφορίας, ιστορίας) και ταυτόχρονα με τη δημιουργία ενδείξεων – δεικτών
που συμβάλλουν στη γρήγορη αποκωδικοποίηση από το θεατή του μηνύματος.
Τεχνικές όπως, αναδρομή (flash-back), δημιουργία μωσαϊκού, πολλαπλή θεώρηση,
χρήση και αντιπαράθεση στερεοτύπων και αρχετύπων, κ.ά. διευκολύνουν τη
γρήγορη κατανόηση και ενεργοποίηση του θεατή. Έτσι, η σεναριοποίηση των
οπτικοακουστικών μέσων (media, média, ΜΜΕ) αναλαμβάνει τη διαχείριση της
επικοινωνίας, προϋποθέτει τη γνώση του κοινού στο οποίο απευθύνεται, προβλέπει
τις αντιδράσεις του, το σύστημα αντίληψης και κατανόησής του, αυτό που το
κινητοποιεί και αποσπά την προσοχή του με σκοπό να τα χρησιμοποιήσει με τη
μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα που του παρέχει το οπτικοακουστικό μέσο
που έχει επιλέξει ο σεναριογράφος (Henri et al., 2007).
Η ενσωμάτωση των οπτικοακουστικών μέσων στην αίθουσα διδασκαλίας και η
ένταξή τους στο σχέδιο μαθήματος ήταν φυσικό να αποτελέσει έναν νέο τρόπο
παρουσίασης των γνώσεων με τη βοήθεια του ήχου και της εικόνας που
αποσκοπούσε στην ευκολότερη κατανόηση. Αν και η χρήση των οπτικοακουστικών
μέσων στην εκπαίδευση χρονολογείται από τη δεκαετία του εξήντα, η διδασκαλία
δεν ήταν σεναριοποιημένη, και έπρεπε να φτάσουμε στη δεκαετία του ογδόντα για
να τεθούν οι όροι της σεναριοποίησης της διδακτικής πράξης. Τα οπτικοακουστικά
μέσα (μαγνητοταινίες, βίντεο, εκπαιδευτική τηλεόραση, φιλμ, κ.ά.)
χρησιμοποιούνταν αρχικά ως μέσα εμπλουτισμού του μαθήματος. Οι εκπαιδευτικοί
τα χρησιμοποιούσαν ως απλές επεξηγηματικές εξεικονίσεις του μαθήματός τους
χωρίς να χρησιμοποιούν τη μεσολάβηση και την πρόκληση για συμμετοχή του
μαθητή σε δραστηριότητες αλληλεπίδρασης με τη γνώση.
Ωστόσο, σημαντικές εξελίξεις έπρεπε να επισυμβούν για να οδηγηθούμε στην
αναγκαιότητα της διδακτικής σεναριοποίησης. Αρχικά, οι ψυχολογικές έρευνες και
η χρήση των οπτικοακουστικών μέσων τόνισαν την ανάγκη πολλαπλασιασμού των
συστημάτων βοήθειας και υποστήριξης για την εξατομικευμένη κατάκτηση των
γνώσεων και το σημαντικό ρόλο που μπορούν να έχουν σε αυτή τα
οπτικοακουστικά μέσα. Οι διαπιστώσεις αυτές οδήγησαν τους εκπαιδευτικούς να
αναθεωρήσουν τις παραδοσιακές μετωπικές μορφές διδασκαλίας, όχι γιατί ήταν
κακές, αλλά γιατί πλέον δεν ήταν οι μοναδικές. Επίσης, η ερευνητική διαπίστωση
της ομοιότητας της προβληματικής με την οποία έρχεται αντιμέτωπος τόσο ο
σχεδιαστής των Media όσο και ο παιδαγωγός και αναφέρεται στην ετερογένεια της
ομάδας στόχου και τις προτεραιότητες των επιδιωκόμενων στόχων (Compte, 1985)
καθώς και η πολιτικο-οικονομική εξέλιξη που υποχρεώνει τους εκπαιδευτικούς να
[181]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
λάβουν υπόψη τους τη Δια Βίου Μάθηση κατέστησαν σαφές ότι η μάθηση απαιτεί
μια ποικιλία προσεγγίσεων που χρησιμοποιούν τα οπτικοακουστικά μέσα όχι απλά
ως ένα επιπρόσθετο στοιχείο του μαθήματος.
Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν την εκπαιδευτική κοινότητα να αναστοχαστεί πάνω στη
μάθηση και τη διδασκαλία και κυρίως στο ρόλο της διδακτικής παρέμβασης του
δασκάλου. Η διδασκαλία, ως διαμεσολάβηση του δασκάλου στην επαφή του
μαθητή με τη γνώση, (Lenoir, 2009) διαμεσολαβούμενη πλέον και από τα
οπτικοακουστικά μέσα προϋποθέτει την πλήρη σεναριοποίηση της διδασκαλίας. Η
διδασκαλία εντάσσεται με τον τρόπο αυτό στα πλαίσια ενός σεναρίου, όπου ο κάθε
συμμετέχων έχει έναν σαφώς προσδιορισμένο ρόλο. Η απόδοση του ρόλου της
μεταφοράς των γνώσεων στα οπτικοακουστικά μέσα, προσδιορίζει με σαφήνεια
τόσο το ρόλο του δασκάλου που δεν είναι πια η παρουσίαση των γνώσεων αλλά η
εξερεύνηση των αλληλεπιδράσεων του μαθητή με τα οπτικοακουστικά μέσα όσο
και το ρόλο του μαθητή, που καλείται να αλληλεπιδράσει με τη γνώση. Έτσι, η
διδακτική σεναριοποίηση έγινε η τέχνη του τεμαχισμού των γνώσεων σε ενότητες,
της επανασύνδεσής τους για να αποκτούν νόημα και της δημιουργίας μιας
οπτικοακουστικής μεσολάβησης με στόχο τη διευκόλυνση των μαθητών για την
κατάκτηση των γνώσεων.
Η διδακτική σεναριοποίηση με τον τρόπο αυτό έγινε αρχικά αντιληπτή ως έργο
σχεδιασμού του περιεχομένου, οργάνωσης των διατιθέμενων πόρων – πηγών,
προγραμματισμού της δραστηριότητας και των διαμεσολαβήσεων για να
προκαλέσουν και να συνοδεύσουν τη μάθηση, δηλαδή ως ένα Σχέδιο Μαθήματος,
το οποίο περιελάμβανε τη διδακτική αξιοποίηση οπτικοακουστικών μέσων.
Σήμερα, πλέον, η διδακτική σεναριοποίηση δεν αφορά μόνο το περιεχόμενο αλλά
και τη δραστηριότητα τόσο του μαθητή όσο και όλων των εμπλεκόμενων
παραγόντων στη μαθησιακή διαδικασία (Compte, 2004). Η διδακτική
σεναριοποίηση δεν έχει ως στόχο απλά να διεγείρει την προσοχή του μαθητή και
να τον βοηθήσει να έρθει σε σχέση με ένα περιεχόμενο μάθησης, αλλά να δομήσει
και να οργανώσει τη δραστηριότητά του για να τον οδηγήσει να μάθει μέσα σε ένα
συγκείμενο με νόημα, γεγονός που συνδέει το Διδακτικό Σενάριο με το Σχέδιο
Εργασίας. Σύμφωνα, λοιπόν, με έναν από τους πολλούς ορισμούς που υπάρχουν
(Daeleetal., 2003· Pernin, 2003· Bibeau, 2000· Brassard & Daele, 2003), το διδακτικό
σενάριο είναι η περιγραφή, η οποία πραγματοποιείται, είτε πριν είτε μετά, της
οργάνωσης και της εξέλιξης μιας μαθησιακής κατάστασης, που αποσκοπεί στην
οικειοποίηση ενός συνόλου συγκεκριμένων γνώσεων. Αυτή η περιγραφή
προσδιορίζει κυρίως τους ρόλους, τις δραστηριότητες, τους πόρους διαχείρισης των
γνώσεων, τα εργαλεία και τις απαραίτητες υπηρεσίες για την πραγματοποίηση των
δραστηριοτήτων (Pernin & Lejeune 2004).
Η διδακτική σεναριοποίηση διέγραψε έτσι μια γραμμική και εξελικτική πορεία
παράλληλη με την εξέλιξη των μαθησιακών θεωριών (Dessus, 2006) ξεκινώντας από
τη συμπεριφοριστική προσέγγιση, όπου τα οπτικοακουστικά μέσα είχαν σκοπό την
ενίσχυση των σωστών απαντήσεων των μαθητών με την ανάλογη ανατροφοδότηση.
[182]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[183]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[184]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
οδηγεί στη συμπερίληψη όλων των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, σε ένα
σχολείο για όλους και στον περιορισμό των κοινωνικών ανισοτήτων και
αποκλεισμών (Βαλιαντή, 2013). Βασικό εργαλείο για μια διαφοροποιημένη
διδασκαλία είναι το προφίλ του κάθε μαθητή που παρέχει μια συγκεκριμένη και
συνοπτική εικόνα των ικανοτήτων του, των ενδιαφερόντων του, των στάσεων, των
προσδοκιών του, του μαθησιακού του στυλ, κ.ά., στοιχεία που αναδεικνύουν τα
εμπόδια που θα χρειαστεί να ξεπεράσει για να συμμετάσχει ενεργά και ισότητα στη
μαθησιακή διαδικασία.
Οι κυριότερες προϋποθέσεις μαθησιακής συμπερίληψης είναι:
η αναγνώριση της διαφορετικότητας,
οι ίδιοι διδακτικοί και μαθησιακοί στόχοι για όλους τους μαθητές,
η διερεύνηση των ιδιαίτερων μαθησιακών αναγκών κάθε μαθητή
η δημιουργία διδακτικής και μαθησιακής πρόσβασης στη γνώση και τις
δεξιότητες για όλους τους μαθητές,
η ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών,
η ανάπτυξη υποστηρικτικών δομών μέσα και έξω από το σχολείο.
Οι προϋποθέσεις αυτές στοχεύουν στη δημιουργία ενός διευκολυντικού διδακτικού
– μαθησιακού περιβάλλοντος (ΔΔΜΠ) που λαμβάνει υπόψη του τις μαθησιακές
ανάγκες και τα εμπόδια μάθησης και συμμετοχής κάθε μαθητή. Το ΔΔΜΠ
χαρακτηρίζεται από τροποποιήσεις, παρεμβάσεις, υποστηρικτικές πρακτικές, κ.ά.,
οι οποίες αποσκοπούν τόσο στην ανταπόκριση της μαθησιακής διαδικασίας στις
διαφορετικές ανάγκες κάθε μαθητή, όσο και στην άρση των εμποδίων μάθησης και
συμμετοχής που αντιμετωπίζει, με στόχο την επιτυχία κάθε μαθητή μέσα από την
ενεργή και ισότιμη συμμετοχή του. Ένα ΔΔΜΠ χαρακτηρίζεται από την
ενεργοποίηση τεσσάρων διαστάσεων της συμπεριληπτικής διδακτικής προσέγγισης:
τη διδακτική πρόσβαση (accessibilité didactique), τη διδακτική διαφοροποίηση
(différenciation didactique), τη διδακτική μεσολάβηση (médiation didactique) και τις
υποστηρικτικές δομές (supports). Το ΔΔΜΠ διαμορφώνεται στα όρια που
προσδιορίζουν οι τέσσερις διαστάσεις της συμπεριληπτικής διδακτικής προσέγγισης
και αφορά τόσο το σύνολο της τάξης όσο και τον κάθε μαθητή ξεχωριστά. Για
παράδειγμα, στο παρακάνω σχήμα διακρίνουμε ότι το ΔΔΜΠ είναι περιορισμένο
λόγο της μικρής διδακτικής πρόσβασης σε επίπεδο τάξης και των περιορισμένων
υποστηρικτικών δομών σε επίπεδο τάξης και μαθητή.
[185]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΜΑΘΗΤΗΣ
ΜΑΘΗΤΗΣ
[186]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
• Επιτυγχάνει καλύτερα αποτελέσματα •Να διαβάζει, να γράφει και να καταλαβαίνει.
όταν εργάζεται μόνος του. •Να καταγράφει και να συγκρατεί πληροφορίες.
• Λατρεύει τις Καλές Τέχνες (καλλιτεχνική •Να διακρίνει την αιτία από το αποτέλεσμα.
έκφραση) και είναι ιδιαίτερα •Να προβλέπει και να καταλαβαίνει τις συνέπειες
προικισμένος στο σχέδιο. των πράξεών του.
• Του αρέσει να συμμετέχει σε ομαδικές •Να είναι προσεκτικός και να συμπληρώνει τις
αθλοπαιδιές. εργασίες που του ζητούνται.
• Μαθαίνει καλύτερα με εικονική • Να δημιουργεί, να αναγνωρίζει και να σέβεται
υποστήριξη. τον προσωπικό χώρο των άλλων.
• Να έχει καλύτερη οργάνωση.
• Να ακολουθεί οδηγίες.
[187]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[188]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Συζήτηση
Ο μετασχηματισμός του Σχολείου σε ένα Σχολείο για Όλους επιβάλει την διάχυση
της έννοιας της συμπερίληψης σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας του και κυρίως στο
διδακτικό επίπεδο. Έτσι, και τα διδακτικά σενάρια ως εργαλεία οργάνωσης και
περιγραφής της διδασκαλίας και μάθησης πρέπει να συμβάλλουν στην ενεργή και
ισότιμη συμμετοχή κάθε μαθητή σε αυτή. Ο μετασχηματισμός τους σε
Συμπεριληπτικά Διδακτικά Σενάρια (ΣΔΣ) αποσκοπεί στη δημιουργία ενός
διευκολυντικού διδακτικού μαθησιακού περιβάλλοντος όχι για μερικούς ικανούς
μαθητές αλλά για όλους τους μαθητές της τάξης. Κάθε μαθητής έχει ιδιαίτερες
μαθησιακές ανάγκες που προσδιορίζονται από τα μαθησιακά εμπόδια που του
θέτουν ποικίλοι ατομικοί παράγοντες (π.χ. ενδιαφέροντα, μαθησιακό στυλ,
πρότερες γνώσεις, κ.ά.) και περιβαλλοντικοί παράγοντες (π.χ. διδακτικό μοντέλο,
μαθησιακό περιβάλλον, κ.ά.). Στόχος του ΣΔΣ είναι η αναγνώριση των μαθησιακών
αναγκών κάθε μαθητή, η εστίαση στα μαθησιακά εμπόδια που αναμένεται να
αντιμετωπίσει και η παροχή προσβάσεων στη μαθησιακή διαδικασία, ώστε κάθε
μαθητής να έχει ισότιμες ευκαιρίες ενεργητικής συμμετοχής στη μάθηση και την
προσωπική επιτυχία. Θεωρητικά προϋποθέτουν τόσο τον καθολικό σχεδιασμό με
αναφορά στο προφίλ της τάξης όσο και τη διαφοροποιημένη διδασκαλία με
αναφορά στο προφίλ κάθε μαθητή. Τα ΣΔΣ, ως διδακτικά εργαλεία,
χρησιμοποιούνται ήδη στον Καναδά (Alberta, 2007) και αποτελούν μια νέα
διάσταση των Διδακτικών Σεναρίων που χρησιμοποιούνται σήμερα για την
ενσωμάτωση των ΤΠΕ στη μαθησιακή διαδικασία. Διαφοροποιούνται από αυτά σε
δυο κυρίως χαρακτηριστικά: α) απευθύνονται στην τάξη και στους μαθητές για τους
οποίους δημιουργήθηκαν και συνεπώς δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε καμιά
άλλη τάξη, και β) επικεντρώνονται στη συμπερίληψη των μαθητών με ιδιαίτερες
ανάγκες και όχι στη συμπερίληψη των ΤΠΕ στη μαθησιακή διαδικασία. Ωστόσο, η
χρησιμότητά τους είναι σημαντική γιατί προσφέρουν στον εκπαιδευτικό αφενός ένα
εργαλείο συστηματικού συμπεριληπτικού προσανατολισμού της διδασκαλίας –
μάθησης και αφετέρου ένα πεδίο αναφοράς για την κατανόηση της εφαρμογής του
καθολικού σχεδιασμού και της διαφοροποιημένης διδασκαλίας που έχει κάνει
άλλος εκπαιδευτικός για την τάξη του και για συγκεκριμένο μαθητή.
[189]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Alberta Education, Direction de l’éducation française (2007). L’inclusion en
immersion : guide de différenciation pédagogique pour répondre à divers besoins
d’apprentissage, Alberta.
Αργυρόπουλος, Β. (2013), Διαφοροποίηση και διαφοροποιημένη διδασκαλία:
θεωρητικό υπόβαθρο και βασικές αρχές, στο Σ. Παντελιάδου & Δ. Φιλιππάτου
(επιμ.) Διαφοροποιημένη διδασκαλία: θεωρητικές προσεγγίσεις και
εκπαιδευτικές πρακτικές, εκδ. Πεδίο, Αθήνα, σ.σ. 27-59.
Βαλιαντή, Σ. (2013), Αποτελεσματική διδασκαλία σε τάξεις μικτής ικανότητας μέσω
της διαφοροποιημένης διδασκαλίας: από τη θεωρία στην πράξη, στο Σ.
Παντελιάδου & Δ. Φιλιππάτου (επιμ.) Διαφοροποιημένη διδασκαλία: θεωρητικές
προσεγγίσεις και εκπαιδευτικές πρακτικές, εκδ. Πεδίο, Αθήνα, σ.σ. 419-451.
Bibeau, R. (2000), Guide de rédaction et de présentation d’un scénario pédagogique
et d’une activité d’ apprentissage,
http://ntic.org/guider/textes/div/bibscenario.html
Booth, T. & Ainscow, M. (2002). Index for Inclusion. Bristol, UK: Centre for Studies on
Inclusive Education. Brassard, C., Daele, A. (2003). « Un outil réflexif pour
concevoir un scénario pédagogique intégrant les TIC » dans C. Desmoulins, P.
Marquet et D. Bouhineau (Eds.), Actes de la conférence EIAH 2003
Environnements informatiques pour l'apprentissage humain, Strasbourg : ATIEF,
INRP, p. 437-444, http://hal.archives-ouvertes.fr/docs/00/00/16/79/PDF/n042-
72.pdf.
Compte, C. (2004). Le renouvellement de l’accès aux savoirs, in I. Saleh (dir.),
Enseignement ouvert et à distance, épistémologie et usages, p. 52-72. Paris,
Lavoisier/Hermès Sciences.
Compte, C. (1993). La télévision en classe de langue. Paris, Hachette.
Compte, C. (1985). « Professeur cherche document authentique vidéo », in Vidéo,
didactique et communication, Etudes de Linguistiques Appliquée, 58, p. 42-53.
Daele, A. (et all.) (2003). « Comment concevoir un scénario pédagogique ? Un outil
de questionnement en 17 dimensions ». Réseau de Centres de Ressources de
l’Enseignement Supérieur. Namur
Dessus, P. (2006). Quelles idées sur l’enseignement nous révèlent les modèles
d’instructional design ? (version électronique) Revue suisse des sciences de
l’éducation, 28(1), p. 137-157. Ανακτημένοστις 12-1-2013 απόhttp://web.upmf-
grenoble.fr/sciedu/pdessus/rsse06.pdf
Hall, Ε. Τ. et al. (2012). Universal Design for Learning in the Classroom: Practical
Applications. New York: Guilford Press.
Hitchcock, C. et al. (2002). Technical brief: Access, participation, and progress
(Consulté sur Internet le 20 janvier 2005.
Αναρτημένοστοhttp://www.cast.org/publications/.
[190]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[191]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καστελάνου Ευφροσύνη
Δασκάλα στο 1ο Δ. Σχ. Αμαρουσίου
Είναι σημαντικό για τους δασκάλους να έχουν επίγνωση του ρόλου και της
σημασίας του φυσικού περιβάλλοντος της σχολικής τάξης στη μαθησιακή
διαδικασία και να διαθέτουν την ικανότητα να χρησιμοποιούν ευέλικτα και
αποτελεσματικά τους χώρους και τα υλικά της σχολικής τάξης. Εμπειρικές έρευνες
κατέδειξαν ότι η ελκυστικότητα του περιβάλλοντος μάθησης επενεργεί παρωθητικά
στους μαθητές. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι μαθητές που φοιτούσαν σε
αίθουσες που τις έβρισκαν ελκυστικές είχαν την τάση να εργάζονται με μεγαλύτερη
επιμονή, να έχουν καλύτερη παρουσία στην τάξη, μεγαλύτερη αίσθηση της
συνοχής της ομάδας καθώς και ενεργότερη συμμετοχή στο μάθημα (Weinstein &
Mignano 1993 στο P. Burden 1999; Edwards, 2000).
[192]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[193]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Από τα πρώτα χρόνια που βρέθηκα στο σχολείο σαν εκπαιδευτικός διαπίστωσα
πόσο καθοριστικό ρόλο έπαιζε το περιβάλλον της εργασίας μου στην ποιότητα της
δουλειάς και στη διάθεσή μου να προσπαθήσω για το καλύτερο. Ήταν επίσης
ξεκάθαρο απ’ την αρχή πόσο πιο αποτελεσματικά λειτουργούν τα παιδιά σ’ έναν
ευχάριστο , προσεγμένο και οργανωμένο χώρο, όπου θα νιώθουν ασφαλή και
άνετα, θα δημιουργούν φιλικές σχέσεις, θα μαθαίνουν με ενδιαφέρον και χαρά και
θα χτίζουν την προσωπικότητά τους με αυτοεκτίμηση και αποδοχή.
Η παρουσίαση λοιπόν που ακολουθεί δεν είναι αποτέλεσμα μελετών και ερευνών
αλλά ό,τι κατέγραψα από ιδέες, εμπειρίες, περιπτώσεις που λειτούργησαν, τεχνικές
ή τεχνάσματα που απέδωσαν, εμπνεύσεις που ενθουσίασαν, συγκυρίες που
εκμεταλλεύτηκα και κόλπα που «έπιασαν».
Είναι βέβαια προφανές ότι καμιά ιδέα δεν γεννιέται από μόνη της και η πρωτοτυπία
βρίσκεται συχνά σε αμφισβήτηση. Ιδίως στα πρακτικά ζητήματα της σχολικής τάξης
η ιδέα βασίζεται σε μια προηγούμενη, εξελίσσεται, προσαρμόζεται και
επεκτείνεται. Κάθε λύση αναδύεται μέσα από την επικοινωνία και μια άλλη
εμπειρία που, σαν
εκπαιδευτικός, είχες
την τύχη και την
ευλογία να μοιραστεί
μαζί σου κάποτε μια
υποστηρικτική συνά-
δελφος, ίσως στο
γραφείο των δα-
σκάλων…
Γενική άποψη της
αίθουσας της Ε΄ Τάξης
που εργάζεται σε ομάδες. Τα θρανία διατάσσονται σε τέσσερις ομάδες. Κάθε ομάδα
έχει τρία θρανία με 4-5 παιδιά. Αποφεύγουμε τη χρήση θέσεων που έχουν «πλάτη»
στον πίνακα.
[194]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Τα ονόματα των ομάδων, εκτός από την αστεία πλευρά τους, δίνουν και το νόημα
της ευρύτερης ομάδας της τάξης (Κρύα Βρύση) και των επιμέρους ομάδων (Άνω
Κρύα Βρύση, Κάτω Κρύα Βρύση, Πέρα Κρύα Βρύση, Δώθε Κρύα Βρύση).
Έτσι είναι εφικτή μια γρήγορη αναδιάρθρωση σε ομάδες των 2 ή 3 παιδιών, των 4-5
και δύο μεγάλες των 8-10 παιδιών, ανάλογα με τις ανάγκες του μαθήματος.
Περιμετρικά της αίθουσας βρίσκονται θρανία ή ράφια στο ύψος των παιδιών για
εύκολη πρόσβαση σε βιβλία, φακέλους και υλικό κοινής χρήσης (μολύβια, ψαλίδια).
Κάτω από το θρανίο υπάρχει ατομικός χώρος για βιβλία και τετράδια που μένουν
στο σχολείο.
Εξασφαλίζεται αρκετός ελεύθερος χώρος ανάμεσα στις ομάδες για να κινούνται
άνετα τα παιδιά προς τον πίνακα ή την έξοδο και να μπορεί να περιφέρεται η
δασκάλα από ομάδα σε ομάδα (καρέκλα με ροδάκια στο ύψος των παιδιών).
Στους τοίχους κρέμονται φελιζόλ ή
φελλοπίνακες με χαρούμενο φόντο.
Αναρτώνται τα αρχικά με τα σημεία
του ορίζοντα σε κάθε τοίχο για
προσανατολισμό στο χώρο.
Εκμεταλλευόμαστε το ύψος της
αίθουσας δένοντας ανθεκτικό
σπάγκο, διαγώνια και παράλληλα.
Κρεμάμε κατασκευές και εργασίες με
μανταλάκια.
Στον τοίχο γύρω από τον πίνακα κρέμονται πίνακες ανάρτησης οργανωμένοι κατά
θέματα σε συχνή χρήση. (Ανακοινώσεις, Εφημερίδα, Ιστορική γραμμή, Μέρη του
λόγου, Κανόνες της τάξης κλπ.)
Χρησιμοποιούμε μαγνητάκια στον
πίνακα για στήριξη καρτών, επισημάνσεις
και οριοθέτηση του πίνακα.
Σημειώνουμε τις εργασίες για το σπίτι σε
μια στήλη στην άκρη του πίνακα.
Κοντά στην είσοδο υπάρχει κουτί για τις
μπάλες των παιδιών.
Ενθαρρύνεται η ανακύκλωση με
τοποθέτηση ειδικού σάκου.
Σε κάθε εκμεταλλεύσιμο χώρο (ράφια, περβάζια) εκθέτουμε δημιουργίες και
κατασκευές των παιδιών.
Προτείνεται η παραχώρηση
πίνακα αναρτήσεων στις
συναδέλφους ειδικοτήτων και
συνεργασία μαζί τους.
[195]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Χρησιμοποιούνται
βιβλιοθήκες, ντουλάπες με κλειδαριά,
βοηθητικά ντουλάπια για τη φύλαξη
του υλικού και την αποφυγή έκθεσης
σε σκόνη.
Οι ομαδικές εργασίες και
παρουσιάσεις project εκθέτονται στο
χώρο κοντά στην αντίστοιχη ομάδα
[196]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η επικόλληση post-it σε
πλαστικοποιημένους χάρτες συχνά έχει
εντυπωσιακά αποτελέσματα στην καλύτερη
κατανόηση του ιστορικού χωροχρόνου. π.χ.
Αναγέννηση-Δυτική Ευρώπη.
Οργανώνουμε θεματικές
γωνιές: Υλικού πειραμάτων
Μουσικής (ραδιόφωνο, CDs),
Υλικού κατασκευών.
[197]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Όπως αντιλαμβάνεστε, εκτιμώ πως, μαζί με την παιδαγωγική μας κατάρτιση και την
κατάλληλη προετοιμασία, αυτό που θα μας βοηθήσει να καλύψουμε το
περισσότερο μέρος της απόστασης μέχρι το στόχο μας, είναι τα ενδιαφέροντα των
παιδιών και το χιούμορ.
Η οργάνωση της σχολικής αίθουσας και οι εναλλακτικοί τρόποι διάταξης των
θρανίων που απαιτούν οι σύγχρονες μορφές διδασκαλίας είναι απλά, μια καλή
αρχή. Γίνεται σταδιακά, χρειάζεται προετοιμασία, επιδέχεται διορθώσεις, θέλει
ευελιξία και προσαρμογή.
Όλες οι αίθουσες δεν είναι ίδιες και δεν παρέχουν τις ίδιες δυνατότητες. Αίθουσες
μικρές, μεγάλες, μακρόστενες, τετράγωνες, σκοτεινές, ψηλοτάβανες, σε παλιά
σχολεία ή σε σύγχρονα κτίρια. Προσαρμοζόμαστε στο χώρο που έχουμε και
προσαρμόζουμε το χώρο ανάλογα με τις ανάγκες των μαθητών μας και της
εκπαιδευτικής διαδικασίας, εκμεταλλευόμενοι τις δυνατότητες που μας παρέχει.
Τελικά επιδιώκουμε να φτιάξουμε ένα χώρο ελκυστικό όπου το παιδί μαθαίνει με
χαρά και ενδιαφέρον, δημιουργεί και αναδεικνύεται η δουλειά του, εμπλέκεται και
επηρεάζει την εξέλιξή του, την ομάδα και το περιβάλλον του, ένα χώρο που θα
θέλει να έρθει ευχαρίστως και την επόμενη μέρα.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Burden, P. R. (1999). Classroom management and discipline: methods to facilitate
cooperation and instruction, New York:
Γερμανός, Δ. (2003). Παιδαγωγικός ανασχεδιασμός του σχολικού χώρου για την
προώθηση της συνεργατικής μάθησης. Στο Δ. Μέσσιου (επιμ.), Συνεργατικό
σχολείο: από τη θεωρία στην πράξη. Λευκωσία: Σύνδεσμος Συνεργατικής
Μάθησης.
Γερμανός, Δ. (2005). Θέματα οργάνωσης του χώρου στη δημιουργία εκπαιδευτικού
περιβάλλοντος για Διαθεματικά Προγράμματα Σπουδών. Στο Δ. Γερμανός, Ε.
Παναγιωτίδου, Κ. Μπίκος, Κ. Μπότσογλου & Μ. Μπιρμπίλη (επιμ.), Η
διαθεματική προσέγγιση της διδασκαλίας και της μάθησης στην προσχολική
και την πρώτη σχολική ηλικία. Αθήνα: ΕλληνικάΓράμματα.
[198]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Edwards, C. H. (2000). Classroom discipline & management – 3rd ed. – New York.
Ματσαγγούρας, Η. (2006). Η σχολική τάξη: χώρος, ομάδα, πειθαρχία, μέθοδος.
Αθήνα: Γρηγόρης, Α’ τόμος.
Ράπτης, Η. (2000). Προσδοκίες δασκάλων και διάδραση δασκάλου – μαθητών:
Σχέσεις – Επιδράσεις – Συνέπειες. Με μια διαχρονική εμπειρική έρευνα στην
Α’ και Γ’ τάξη του Δημοτικού. Αθήνα, Β’ τόμος, (διδακτορική διατριβή).
Συγκολλίτου, Ε & Κυρίδης, Α. (1999). Σχολικός χώρος: Η χρήση του ως μέσου
διαμόρφωσης εξουσιαστικών σχέσεων και επικοινωνίας εκπαιδευτικών και
μαθητών. Επιθεώρηση Συμβουλευτικής – Προσανατολισμού.
[199]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Καφετζόπουλος Κωνσταντίνος
Δρ. Χημικός, Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ04, Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Α’ Αθήνας
kafetzo55@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η πρόσφατη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων,
θέτει τον προβληματισμό για την επίδραση της αξιολόγησης στο εκπαιδευτικό έργο.
Στην παρούσα εισήγηση, οι απαντήσεις που δίνονται στηρίζονται στην εφαρμογή
της αξιολόγησης στις πέντε Πρότυπες Πειραματικές σχολικές μονάδες Διεύθυνσης
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης της Α΄ Αθήνας το σχολικό έτος 2012-2013.
Μεταφέρονται απόψεις των εμπλεκομένων εκπαιδευτικών και αξιολογητών. Η
εμπειρία της αξιολόγησης οδηγεί στην παρατήρηση ότι, το εκπαιδευτικό έργο των
αξιολογουμένων περιλαμβάνει σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις. Καταγράφεται
ακόμη η αλληλεπίδραση εκπαιδευτικών και σχολικών συμβούλων προς αυτή την
κατεύθυνση.
1. Εισαγωγή
Η διαδικασία αξιολόγησης των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στα ΠΠΣ
ακολούθησε τη σχετική νομοθεσία (Ν. 3966/2011 άρθρα 42, 48 και 51, Φ.Ε.Κ.
118/2011) και τις Υπουργικές Αποφάσεις (ΥΑ) 116672/Δ1/01-10-2012,
132732/Δ1/25-10-2012 και 150085/Δ1/29-12-2012. Σε αυτές περιγράφονται οι
διαδικασίες που αφορούν στην υποβολή των φακέλων και των συνοδευτικών
δικαιολογητικών των εκπαιδευτικών, οι οποίοι έχουν δικαίωμα για κατάληψη
θέσης με πενταετή θητεία στα ΠΠΣ. Σύμφωνα με την ΥΑ 116672/Δ1, ένα σύνολο
100 αξιολογικών μονάδων (μορίων) των εκπαιδευτικών κατανέμεται στα κριτήρια
αξιολόγησης εκπαιδευτικών ως εξής:
ΜΕΧΡΙ 40 ΜΟΡΙΑ: κατάρτιση και επιστημονικό έργο (μέχρι 31 μόρια), διδακτική
και επιμορφωτική εμπειρία (μέχρι 5 μόρια), προϋπηρεσία σε ΠΠ Σχολεία (μέχρι 4
μόρια),
ΜΕΧΡΙ 35 ΜΟΡΙΑ: παρουσία του εκπαιδευτικού στο σχολείο (μέχρι 15 που
αξιολογούνται από το Διευθυντή του ΠΠΣ σε συνεργασία με τον σύμβουλο-μέλος
του ΕΠΕΣ) και Επιστημονική και Διδακτική Επάρκεια (μέχρι 20 μόρια που
αξιολογούνται από τον σχολικό σύμβουλο ειδικότητας),
ΜΕΧΡΙ 25 ΜΟΡΙΑ: συνέντευξη.
Θεωρείται θετική η αξιολόγηση αν ο εκπαιδευτικός συγκεντρώσει το (ίσως
αυθαίρετο) όριο 55 μόρια. Να σημειώσουμε ότι η αξιολόγηση στο ελλαδικό
εκπαιδευτικό σύστημα είναι μια διαδικασία που έχει διακοπεί εδώ και 30 περίπου
χρόνια. Η ενεργοποίησή της παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αν και το σημερινό
νομοθετικό πλαίσιο είναι πολύ διαφορετικό από ό,τι στο παρελθόν.
[200]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[201]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[202]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[203]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Υπάρχει μια γενική αντίληψη ότι η παιδεία είναι ένα αγαθό του οποίου η
προσφορά νομιμοποιείται συγχρόνως με την παροχή της (αφού υπάρχει, αυτό μας
αρκεί). Δεν χρειάζεται να αξιολογείται (αφού παρέχεται η εκπαίδευση, δεν
χρειάζεται να την αξιολογούμε). Δεν έχει γίνει συνείδηση ατόμων και φορέων, η
αναγκαιότητα για την αξιολόγηση της εκπαίδευσης και των διαδικασιών της.
Ο μεγάλος όγκος των εκπαιδευτικών είναι μόνιμοι και η ενδεχόμενη αξιολόγηση
μέχρι σήμερα δεν θα έχει κάποιο λόγο - θετικό ή αρνητικό - στην εξέλιξή τους.
Μόνο για την κατάληψη θέσης στελέχους εκπαίδευσης, (πχ διευθυντή ή σχολικού
συμβούλου), απαιτείται αξιολόγηση των μοριοδοτούμενων τυπικών προσόντων
και του συνολικού φακέλου δραστηριοτήτων του εκπαιδευτικού. Τελευταία
εξέλιξη στο θέμα είναι η σύνδεση αξιολόγησης-προαγωγών με ποσοστώσεις,
επιλογή για την οποία έχει ασκηθεί έντονη κριτική.
Βασικά επιχειρήματα κατά της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι:
1. Ο εκπαιδευτικός έχει επιστημονική επάρκεια, η οποία οφείλεται στο υψηλό
επίπεδο σπουδών του σε σχέση με το επίπεδο των μαθητών του.
2. Ο εκπαιδευτικός έχει ευσυνειδησία και επιτελεί το έργο του σωστά.
3. Ο εκπαιδευτικός δεν έχει αντίρρηση να αξιολογείται αντικειμενικά αλλά επειδή η
αξιολόγηση στην Ελλάδα δεν είναι αντικειμενική, η ύπαρξη αξιολόγησης πιο πολύ
βλάπτει παρά ωφελεί.
4. Η αξιολόγηση αποτελεί μέσο ιδεολογικής χειραγώγησης του εκπαιδευτικού. Με
την αξιολόγηση επιβάλλεται στην εκπαίδευση η κυρίαρχη κρατική ιδεολογία.
5. Η αξιολόγηση καταστρέφει τη σωστή σχέση στελεχών και εκπαιδευτικών,
προκαλεί άγχος και δημιουργεί έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ διευθυντών-
εκπαιδευτικών-σχολικών συμβούλων. Οδηγεί σε «κλίκες» και «ομάδες» που
αντιστρατεύονται την υγιή λειτουργία της σχολικής μονάδας.
6. Η αξιολόγηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς έτσι κι αλλιώς είναι μια
παρακινδυνευμένη υπόθεση και οι αντικειμενικές μετρήσεις στην εκπαίδευση δεν
οδηγούν πάντα σε ασφαλή συμπεράσματα.
Βασικά επιχειρήματα υπέρ της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι:
1. Όπως πρέπει να αξιολογείται η εκπαίδευση στο σύνολό της, πρέπει να
αξιολογείται και ο βασικός παράγων της εκπαίδευσης, ο εκπαιδευτικός.
2. Όπως ο εκπαιδευτικός αξιολογεί τους μαθητές, δεν νομιμοποιείται να αξιολογεί
ένας εκπαιδευτικός που αρνείται να αξιολογείται ο ίδιος.
3. Η αξιολόγηση μπορεί και πρέπει να συνδυαστεί με τη συμβουλευτική διαδικασία
και την επιμόρφωση. Οι ίδιοι οι καθηγητές δηλώνουν έλλειμμα παιδαγωγική
κατάρτισης. Πρέπει να προσδιορίζονται οι αδυναμίες των εκπαιδευτικών και με την
κατάλληλη επιμόρφωση να οδηγούμαστε σε βελτίωση του εκπαιδευτικού
δυναμικού.
4. Οι διαφορές μεταξύ εκπαιδευτικών είναι αναμφισβήτητα μεγάλες, πρέπει να
ανταμείβονται και να αξιοποιούνται οι καλοί και να υποβοηθούνται όσοι υστερούν.
5. Με την αξιολόγηση ο εκπαιδευτικός αναλαμβάνει το δικό του μερίδιο ευθύνης
για την επιτυχία της εκπαίδευσης.
[204]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[205]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[206]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Συμπεράσματα
Διατυπώθηκαν απόψεις και καταγράφηκαν εμπειρίες που είναι αρκετά
αντιπροσωπευτικές των κυρίαρχων αντιλήψεων για το θέμα της αξιολόγησης στην
εκπαίδευση. Τελικά, με αφορμή τις εμπειρίες από την αξιολόγηση στα ΠΠΣ,
μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι κύρια χαρακτηριστικά είναι:
• Η πολυπλοκότητα του θέματος και η πολλαπλότητα προσεγγίσεων.
[207]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
• Η έλλειψη αρχών και θεωρητικού πλαισίου κοινά αποδεκτού από την ηγεσία
του Υπουργείου Παιδείας και τους εκπαιδευτικούς,
• Οι δυσχέρειες διατύπωσης σχεδίου αξιολόγησης εφαρμόσιμου ώστε να
αναδεικνύονται τα πιθανά διοικητικά και παιδαγωγικά οφέλη αλλά και οι ζημιές
και το κόστος του όλου εγχειρήματος.
Είναι τελικά ένα πρωτεύον θέμα η βελτίωση και η εφαρμογή των διαδικασιών
αξιολόγησης, που απασχολεί ̶ και πρέπει να απασχολεί, όλους μας, είτε
εμπλεκόμαστε άμεσα ως εκπαιδευτικοί και στελέχη ή διαμορφωτές και
εφαρμοστές εκπαιδευτικής πολιτικής είτε έμμεσα ως γονείς και πολίτες που
επιλέγουν αυτούς που καθορίζουν την εκπαιδευτική πολιτική. Από αυτή την
άποψη είναι όχι μόνο δικαίωμά μας αλλά και υποχρέωσή μας να τοποθετηθούμε
απέναντι στο θέμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού και να το φωτίσουμε από
όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές, είτε είμαστε υπέρ είτε κατά της
αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Οι εκπαιδευτικοί προγραμμάτισαν τη διδασκαλία τους και κατάθεσαν το σχέδιο
μαθήματος που θα ακολουθούσαν, είτε σε μάθημα θεωρίας στην τάξη είτε σε
ομαδοσυνεργατική διδασκαλία (εργαστήριο) και γενικά ακολούθησαν μεθόδους
διδασκαλίας (Κουλαϊδής Β. 2007) που θα τις χαρακτηρίζαμε σύγχρονες
(Ζησιμόπουλος Γ. κ.ά.2002). Έδωσαν φύλλα εργασίας στους μαθητές με στόχο τη
συμμετοχή, την καλλιέργεια διερευνητικού και ανακαλυπτικού τρόπου σκέψης, τη
βελτίωση της συνεργασίας, την τήρηση συμφωνημένων κανόνων
ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας, την εφαρμογή αυτού που ονομάζουμε
«επιστημονικού» τρόπου σκέψης, την καλλιέργεια ποικίλων χειρονακτικών
δεξιοτήτων, την ανάπτυξη θετικών στάσεων για το σχολείο και τη μάθηση και
ακολούθησαν τις τρέχουσες αρχές των ΔΕΠΠΣ και ΑΠΣ. Οι συνολικές
μοριοδοτήσεις των εκπαιδευτικών, επιβεβαιώνουν την ποιότητα των διδασκαλιών
τους. Η γενικότερη συνεργασία που ουσιαστικά εγκαινιάσθηκε με την αξιολόγηση,
επιβεβαιώνει τη σταδιακή απόκτηση «κουλτούρας αξιολόγησης», χαρακτηριστικού
της σύγχρονης διδακτικής προσέγγισης.
Η εμπειρία της αξιολόγησης οδηγεί στην απάντηση ότι, αν και ο κύριος σκοπός της
αξιολόγησης των εκπαιδευτικών στα ΠΠΣ ήταν η επιλογή εκπαιδευτικών για
κατάληψη θέσης με πενταετή θητεία, ωστόσο, μέσα από τις διαδικασίες
αξιολόγησης βελτιώθηκε το εκπαιδευτικό έργο με την εφαρμογή σύγχρονων
διδακτικών προσεγγίσεων και επικοινωνίας με τα στελέχη της εκπαίδευσης, χωρίς
βέβαια να μπορούμε να καταγράψουμε το μέγεθος αυτής της επίδρασης.
Παρά τις επί μέρους διαφωνίες για το συνολικό σύστημα αξιολόγησης των
εκπαιδευτικών των ΠΠΣ, οι διαδικασίες αναστοχασμού της αξιολόγησης,
συνεχίζονται, και αποτελούν μια ασφαλή πορεία αυτοβελτίωσης της
εκπαιδευτικής διαδικασίας και εφαρμογής σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων.
Ανεξάρτητα μάλιστα από τις όποιες διοικητικές ή θεσμικές δυσχέρειες και
αγκυλώσεις, παράλληλα με τις δίκαιες συχνά ενστάσεις για επί μέρους θέματα
εγκυρότητας και αξιοπιστίας της διαδικασίας αξιολόγησης. Το μέλλον θα δείξει αν
[208]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Αρχαία Ελληνικά (2013) στο http://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2013/07/ta-xrysa-eph-
twn-pythagoreiwn.html προσπελάστηκε στις 31/1/2015
Ζησιμόπουλος Γ, Καφετζόπουλος Κ, Μουτζούρη Ε., Παπασταματίου Ν. (2002)
«Θέματα Διδακτικής για τα Μαθήματα των Φυσικών Επιστημών» Εκδ. Πατάκη
Ζουγανέλη Αικ., Καφετζόπουλος Κ., Σοφού Ευστρ., Τσάφος Β. (2008) στο «Η
Ποιότητα στην Εκπαίδευση» ΥΠΕΘ ΠΙ, Αθήνα 2008, http://www.pi-
schools.gr/download/programs/erevnes/ax_poiot_xar_prot_deft_ekp/poiot_ekp_e
revn/s_391_436.pdfπροσπελάστηκε στις 31/1/2015
Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (2015) στο
http://www.iep.edu.gr/site/index.php/el/evaluation προσπελάστηκε στις 31/1/2015
προσπελάστηκε στις 31/1/2015
Καραγιώργη Γ., Στυλιανού Α., Γεωργιάδης Π., (2013) Αξιολόγηση Προγραμμάτων,
ΚΕΕΑ (http://www.pi.ac.cy/pi/files/keea/Research_Evaluation/Research_Evaluation_
Background.pdf, προσπελάστηκε στις 31/1/2015)
Κασιμάτη Αικ., Γιαλαμάς Β. (αχρονολόγητο) στο http://www.math.uoa.gr
/me/conf2/papers/kasimat.pdfπροσπελάστηκε στις 31/1/2015
Κολοκοτρώνης Θ. (1846)«Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770
έως τα 1836» / υπαγόρευσε Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης. -- Αθήνησιν :
τύποις Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως,http://srv1-vivl-volou.mag.sch.gr/digitalbook_2
Κουλαϊδής Β. επιμ. (2007) «Σύγχρονες Διδακτικές Προσεγγίσεις για την Ανάπτυξη
Κριτικής –Δημιουργικής Σκέψης» http://www.oepek.gr/download/Sygxrones_
Didaktikes_B.pdf προσπελάστηκε στις 31/1/2015
Κυπριακή Δημοκρατία, (2009), «Πρόταση για ένα νέο σύστημα αξιολόγησης του
εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών λειτουργών» στο
http://www.paideia.org.cy/upload/neo_shedio_axiologisi.pdfπροσπελάστηκε στις
31/1/2015
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (2009) Πρόταση για τον σχεδιασμό και την αξιολόγηση του
εκπαιδευτικού έργου Αθήνα στο http://www.pi-schools.gr/paideia_dialogos/
prot_axiologisi.pdf προσπελάστηκε στις 31/1/2015
Παπακωνσταντίνου Π. (1993) Εκπαιδευτικό έργο και αξιολόγηση στο σχολείο.
Αθήνα: Έκφραση
Πασιαρδής Π., (2013) Ημερίδα για την αυτοαξιολόγηση, Αθήνα 18-05-2013
Σολομών, Ι., κ. ά (1999). Εσωτερική αξιολόγηση και προγραμματισμός του
εκπαιδευτικού έργου στη σχολική μονάδα. ΠαιδαγωγικόΙνστιτούτο/
ΤμήμαΑξιολόγησης, Αθήνα
Taylor E., Tyler J., (2012). Can Teacher Evaluation Improve Teaching?
EducationNextFALL 2012, VOL. 12, NO. 4
[209]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κλουβάτος Κωνσταντίνος
Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης
klouvatos@sch.gr
Παρτσινεβέλου Κυριακή
Δασκάλα
naxoskyr@yahoo.gr
Χάλκου Αγάθη
Δασκάλα
mixoskout@hotmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Το πρόγραμμα «Η Τσάντα στο Σχολείο» σχεδιάστηκε και τέθηκε σε πιλοτική
εφαρμογή στην 3η Περιφέρεια Δημοτικής Εκπαίδευσης Κυκλάδων για 5 εβδομάδες,
ενώ συνεχίστηκε εν μέρει η εφαρμογή του μετά από τη θετική αξιολόγησή του από
γονείς και μαθητές. Σκοπός της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος ήταν η
ολοκλήρωση της μαθησιακής διαδικασίας στο σχολείο, αφού γίνουν οι απαραίτητες
προσαρμογές στη διδακτέα ύλη, στον τρόπο διδασκαλίας και στις κατ’ οίκον
εργασίες, ώστε η τσάντα να παραμένει στο σχολείο. Παρουσιάζονται στην παρούσα
εργασία ο σχεδιασμός, τα αποτελέσματα της εφαρμογής του προγράμματος και η
αξιολόγησή του από μαθητές και γονείς.
Εισαγωγή - Προβληματική
Το πρόγραμμα «Η Τσάντα στο Σχολείο» σχεδιάστηκε και τέθηκε σε πιλοτική
εφαρμογή από το Σχολικό Σύμβουλο της 3ης Περιφέρειας Δημοτικής Εκπαίδευσης
Κυκλάδων, Κων/νο Κλουβάτο σε στενή συνεργασία με τις δασκάλες της Γ΄ και Δ΄
τάξης του 1ου Δημοτικού Σχολείου Νάξου, Αγάθη Χάλκου και Κυριακή
Παρτσινεβέλου, αντίστοιχα. Εφαρμόστηκε για 5 εβδομάδες, από τις 28 Ιανουαρίου
2013 μέχρι τις 1 Μαρτίου 2013, ενώ συνεχίστηκε εν μέρει η εφαρμογή του μετά από
τη θετική αξιολόγησή του.
Στόχος της πιλοτικής εφαρμογής του προγράμματος ήταν η ολοκλήρωση της
μαθησιακής διαδικασίας στο σχολείο, με κατάλληλες προσαρμογές στη διδακτέα
ύλη, στον τρόπο διδασκαλίας και στις κατ’ οίκον εργασίες, ώστε να εκλείψει η
ανάγκη για καθημερινή μεταφορά της σχολικής τσάντας από το σχολείο στο σπίτι
και αντιστρόφως. Μέσα από τη συμβολική και ουσιαστική παραμονή της τσάντας
και συνακόλουθα βιβλίων και τετραδίων στο σχολείο επιχειρήθηκε ταυτόχρονα η
ελαχιστοποίηση των κατ’ οίκον εργασιών και η αλλαγή της μορφής τους προς μια
περισσότερο δημιουργική και ευχάριστη κατεύθυνση. Προσδοκώμενο όφελος από
την εφαρμογή του προγράμματος τέθηκε η διαμόρφωση θετικότερης στάσης των
[210]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[211]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εργασίας, όταν μάλιστα υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η κατάχρηση αυτής
της μορφής σχολικής εργασίας αυξάνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες (OECD, 2008).
(Δ) Η αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης. Έγινε με ερωτηματολόγια που
συμπλήρωσαν οι μαθητές και οι γονείς πριν την εφαρμογή του προγράμματος, οι
απαντήσεις των οποίων παρουσιάζονται παρακάτω.
Η υφιστάμενη κατάσταση
Από τα 36 ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν οι γονείς των δύο τάξεων που
συμμετείχαν στο πρόγραμμα προέκυψε ότι: (α) περισσότεροι από τους μισούς
μαθητές (55,6%) μελετούν στο σπίτι με διαλείμματα και το 44,4% των μαθητών
συνεχόμενα, (β) ο χρόνος έναρξης και λήξης της κατ’ οίκον μελέτης καθώς και η
διάρκειά της ποικίλει εντυπωσιακά: η μελέτη ξεκινάει από τις 13.30, δηλαδή
αμέσως μετά το σχόλασμα, αλλά η ώρα έναρξης μπορεί να φτάσει ακόμη και στις
18.30, προφανώς λόγω και των ενδιάμεσων εξωσχολικών δραστηριοτήτων
(φροντιστηρίων, ιδιαίτερων μαθημάτων κ.ο.κ.), ενώ η ώρα ολοκλήρωσης της
μελέτης ποικίλει από τις 16.00΄ έως ακόμη και τις 23.30΄, (γ) η διάρκεια της μελέτης
ποικίλει επίσης από 1 ώρα μέχρι περισσότερες από 3 ώρες.
Όπως βλέπουμε στο γράφημα 1, μόνο το 8,3% των μαθητών καταφέρνουν να
ολοκληρώσουν τις κατ’ οίκον εργασίες τους μέσα σε 1 ώρα, το 36,1% των μαθητών
μελετούν μέχρι 2 ώρες ημερησίως, το 13,9% μέχρι 3 ώρες και ένα μεγάλο ποσοστό
(30,6%) περισσότερες από 3 ώρες.
ς
ρα
ες
ες
ρε
ες
ρ
ρ
ώ
ρ
ιώ
ώ
ώ
ση
ή
3
ισ
σ
3
ρι
μι
μι
ρι
ρι
όμ
ό
χ
έχ
απ
ρι
μέ
μι
δυ
μέ
χ
μ
ρι
μέ
ο
ρι
χ
ερ
χ
μέ
μέ
ότ
σ
ισ
ερ
π
Σημαντικό είναι να δούμε και τον τρόπο της κατ’ οίκον μελέτης. Σύμφωνα με το
γράφημα 2, μόνο 1 από τους 36 μαθητές της Γ΄ και Δ΄ τάξης μελετά εντελώς μόνος
του, 4 κάνουν ιδιαίτερο μάθημα, οι μισοί σχεδόν (17 από τους 36) λαμβάνουν
βοήθεια ορισμένες φορές ενώ οι 14 (38,9%) λαμβάνουν καθημερινά βοήθεια στην
κατ’ οίκον μελέτη τους.
[212]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
0 2 4 6 8 10 12 14 16 18
Επιμέρους στόχοι
Με βάση τα παραπάνω τέθηκαν οι εξής επιμέρους στόχοι από την εφαρμογή του
προγράμματος:
1. Να ελαχιστοποιηθεί ο απαιτούμενος χρόνος μελέτης – προετοιμασίας στο σπίτι,
με τη διατήρηση μόνο των εντελώς απαραίτητων κατ’ οίκον εργασιών
(αντιγραφής, ορθογραφίας, ανάγνωσης, ανάλογα με την τάξη).
2. Οι κατ’ οίκον εργασίες να αποκτήσουν περισσότερο δημιουργικό χαρακτήρα και
να γίνουν περισσότερο εξατομικευμένες.
3. Να διευρυνθεί ο ελεύθερος χρόνος των μαθητών και να συνδεθεί με τη
φιλαναγνωσία.
[213]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[214]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
(β) Στο δεύτερο τμήμα (Γ΄1), οι γονείς και οι μαθητές στο σύνολό τους
αντιμετώπισαν εξαρχής θετικότατα το πρόγραμμα. Εξίσου θετικά αξιολόγησαν το
πρόγραμμα κατά τη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής του. Στη
θετική αποτίμηση του προγράμματος, οπωσδήποτε, συντέλεσε και η πλήρης
επίτευξη των στόχων του προγράμματος. Η τελική αξιολόγηση του προγράμματος
σε αυτό το τμήμα υπαγόρευσε τη συνέχισή του στο συγκεκριμένο τμήμα μέχρι τον
Ιούνιο.
Η σύγκριση των αρχικών και τελικών απαντήσεων των μαθητών και γονέων
απέφερε τα εξής ενδιαφέροντα αποτελέσματα:
1. Η επάρκεια του ελεύθερου χρόνου των μαθητών βελτιώθηκε σημαντικά κατά την
εφαρμογή του προγράμματος (Wilcoxon Z=-2,80, N=36, p=0,005, βλέπε γράφημα 3).
50 41,7
41,7
40
27,8
30
16,7
20 11,1 2,8
10
5,6
0 μετά
πριν
ός
ς
ιν
το
ς
μ
τό
δα
ς
χι
ύ
κε
μη
ολ
ελ
αρ
π
ά
ικ
β ολ
ερ
υπ
2. Η κούραση από την κατ’ οίκον μελέτη περιορίστηκε αισθητά κατά την εφαρμογή
του προγράμματος (WilcoxonZ= -4,07, N=36, p<0,001, βλέπε γράφημα 4).
3. Η προτίμηση για τον τρόπο συνέχισης της κατ’ οίκον μελέτης μετά τη λήξη του
προγράμματος παρουσίασε διαφορετική εικόνα ανάμεσα στους μαθητές της Γ΄ και
Δ΄ τάξης (γράφημα 5). Η εικόνα αυτή ουσιαστικά αποτυπώνει και τη διαφορετική
αποτίμηση του προγράμματος από τους μαθητές των δύο τάξεων. Εμφανώς
θετικότερη είναι η στάση των μαθητών της Γ΄ τάξης.
[215]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
60 52,9
47,4
50
35,3
40
26,3 26,3
30
20 11,8
Γ τάξη
10
Δ τάξη
0 Δ τάξη
Γ τάξη
τη
τη
λέ
λέ
ρα
με
με
η
τώ
υ
έτ
λο
ρη
λ
ι
χρ
με
θό
τε
μέ
η
γό
κα
ρ
ν
λι
τε
τα
σό
νό
σ
γι
ρι
πε
ς
ω
όπ
4. Η αντίληψη των μαθητών για την απόδοσή τους στα μαθήματα κατά την
εφαρμογή του προγράμματος διαφέρει ανάμεσα στα δύο τμήματα (γράφημα 6). Οι
μαθητές της Γ΄ τάξης έχουν συντριπτικά καλύτερη εικόνα για την απόδοσή τους
συγκριτικά με τους μαθητές της Δ΄ τάξης. Το αποτέλεσμα αυτό σε συνδυασμό με το
προηγούμενο αποτέλεσμα αποτυπώνει τη γενικότερη στάση των μαθητών απέναντι
στο πρόγραμμα.
ιν
λύ
πρ
α
κα
ερ
ς
ω
α
ότ
γ
όπ
πή
ιρ
χε
λά
τα
γα
κα
πή
ιο
ίδ
τα
το
γ α
πή
τα
Συζήτηση - Συμπεράσματα
Ενδιαφέροντα είναι τα πρώτα συμπεράσματα από την εφαρμογή του
προγράμματος, τα οποία υπαγορεύουν τη συνέχιση της πιλοτικής εφαρμογής του
σε περισσότερες σχολικές τάξεις. Γενικά, η πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος
έδειξε ότι όταν υπάρχει καθολικό υποστηρικτικό κλίμα (από γονείς, μαθητές,
εκπαιδευτικούς, υλικοτεχνική υποδομή σχολείου), το προτεινόμενο πρόγραμμα
[216]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές - Βιβλιογραφία
Υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων (n.d). Νέο Σχολείο,
http://www.minedu.gov.gr/neo-sxoleio-main.html?showall=&start=3.
Μπουλουτζά, Π. (2006).Το ασήκωτο βάρος της σχολικής τσάντας, Εφημερίδα «Η
Καθημερινή», 12-09-2006.
The Department of Education and Skills (2012). Report of the working Group on the
Weight of Schoolbags. http://www.education.ie/en/Publications/Education-
Reports/des_report_of_weight_of_schoolbags.pdf
Dockrell, S., Kane, C., & O’Keeff, E. (2006). Schoolbag weight and the effects of
schoolbag carriage on secondary school students.
http://www.iea.cc/ECEE/pdfs/art0212.pdf.
Mackie, H. &Legg, S. (2005). Student Responses to Schoolbag Carriage: Evidence for a
Recommended Upper Schoolbag Weight, in P. D. Bust & P. T. McCabe (ed.)
“ContemporaryErgonomics“.
Whittfield, J., Legg, S. J. & Hedderley, D. I. (2005). Schoolbag Weight and
Musculoskeletal Symptoms in New Zealand Secondary Schools, Applied
Ergonomics, 36 (2), 193-198.
http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0003687004001358.
Rai, A. & Agarawal, S. (2013). Back Problems due to Heavy Backpacks in School
Children, IOSR Journal Of Humanities And Social Science, 10 (6), 22-26.
http://www.iosrjournals.org/ccount/click.php?id=6253.
Mackie, H. (2006). Schoolbag Carriage : Design, Adjustment, Carriage Duration and
Weight (thesis). Massey University, New Zealand.
AL-Qato, A. (2012). The Influence of Backpacks on Students backs A Cross-Sectional
Study of Schools in Tulkarm District. An-Najah National University, Palestine.
OECD (2008). Policy Brief. Ten Steps to Equity in Education.
ΥΠΔΒΜΘ (2010). Μεταφορά Σχολικής Τσάντας. Εγκύκλιος Φ.7/531/129567/Γ1/15-
10-2010.
ΥΠΕΠΘ (2008). Σχολικές τσάντες. Εγκύκλιος Φ. 12 / 472 / 40340 /Γ1/15-4-2008.
[217]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κουμπιάς Εμμανουήλ
Σχολικός Σύμβουλος 50ης Περιφέρειας Δημοτικής Εκπ/σης Αττικής
manosk3@hotmail.com
Δενδάκη Αγάπη
Εκπαιδευτικός ΠΕ06, Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης
adendaki@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η συνεκπαίδευση όλων των παιδιών στο ίδιο σχολείο βασίζεται κατά μεγάλο μέρος
στις γνώσεις και στις προσπάθειες του εκπαιδευτικού της τάξης να εξασφαλίσει
ποιοτική μαθησιακή εμπειρία σε όλους τους μαθητές. Η συνύπαρξη και
συνδιδασκαλία όλων μαθητών σε κοινά σχολεία και στις συνηθισμένες σχολικές
τάξεις απαιτεί την εφαρμογή διαφοροποιημένης διδασκαλίας ανάλογα με τους
συγκεκριμένους μαθητές που συνθέτουν την τάξη. Η παρούσα εργασία δίνει ένα
πρακτικό παράδειγμα σεναρίου διαφοροποιημένης διδασκαλίας από τη Γλώσσα Δ’
Δημοτικού, προτείνοντας μια ποικιλία στρατηγικών και τεχνικών, που θα
μπορούσαν να εφαρμοστούν στις τάξεις των περισσότερων ελληνικών σχολείων.
Λέξεις-κλειδιά: διαφοροποιημένη διδασκαλία, Γλώσσα, Δημοτικό σχολείο
ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ
Η συνεκπαίδευση όλων των παιδιών στο ίδιο σχολείο αποτελεί τις τελευταίες
δεκαετίες ένα από τα βασικά θέματα στον εκπαιδευτικό προγραμματισμό των
περισσοτέρων χωρών. Η εκπαίδευση για όλους ή εκπαίδευση της συμπερίληψης
παρέχει σε όλα τα ανθρώπινα πλάσματα την ευκαιρία να αναπτύξουν πλήρως το
δυναμικό τους, ενώ συγχρόνως ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από
διαφορετικότητα φαίνεται ότι εμπλουτίζει τα άτομα αντί να τα αποδυναμώνει
(UNESCO, 2001).
Πυρήνας και προϋπόθεση του σχολείου για όλους είναι η Διαφοροποιημένη
Διδασκαλία, η οποία συνίσταται στην προσαρμογή της διδασκαλίας, προκειμένου
να ανταποκριθεί στις διαφορετικές ανάγκες των μαθητών (Tomlison, 2001). Οι
τομείς στους οποίους πραγματοποιείται η διαφοροποίηση είναι το περιεχόμενο, η
διαδικασία και τα προϊόντα μάθησης. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή διδασκαλία,
η οποία απευθύνεται σε έναν υποτιθέμενο «μέσο» μαθητή με το ίδιο για όλους
υλικό και τον ίδιο τρόπο αξιολόγησης, στη διαφοροποιημένη διδασκαλία
χρησιμοποιούνται υλικά διαβαθμισμένης δυσκολίας και οι εκπαιδευτικοί
λαμβάνουν υπόψη τους τις πολλαπλές νοημοσύνες των μαθητών τους, σύμφωνα με
τη θεωρία του Gardner (1993). Επιπλέον, η αξιολόγηση είναι συνεχής και
χρησιμοποιείται κυρίως για να βοηθήσει τον εκπαιδευτικό να αναπροσαρμόσει τη
διδασκαλία του και να σχεδιάσει τα κατάλληλα υλικά για τις διαφοροποιημένες
ανάγκες των μαθητών του (Gregory & Chapman, 2001).
[218]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
1η διδακτική περίοδος
Εισαγωγή της έννοιας
Σύμφωνα με το ΑΠΣ και ΔΕΠΣ, η διδασκαλία είναι στοχοκεντρική και εννοιοκεντρική
(ΑΠΣ & ΔΕΠΠΣ, τόμος Α΄ & Β΄, ΦΕΚ 303/13-03-2003, ΥΠΕΠΘ). Η νέα έννοια εισάγεται
στην ολομέλεια της τάξης, ακολουθώντας τη ροή της διαφοροποιημένης
διδασκαλίας, σύμφωνα με την οποία το μάθημα ξεκινά με ολόκληρη την τάξη,
κατόπιν οι μαθητές θα χωριστούν σε ομάδες, θα επανέλθουν στην ολομέλεια, θα
ξαναχωριστούν σε ομάδες όσες φορές χρειαστεί και θα τελειώσει το μάθημα με
ολόκληρη την τάξη. Οι μαθητές χωρίζονται σε ομάδες για να εργαστούν πάνω σε
ένα στόχο και επανέρχονται στην ολομέλεια για να ελέγξουν την εργασία τους, να
την παρουσιάσουν, να πάρουν αναπληροφόρηση, να αναλάβουν νέα καθήκοντα, να
αλλάξουν σύνθεση στην ομάδα τους κτλ. (Tomlinson, 1995).
Έτσι λοιπόν, με αφορμή πιθανόν τα μπουκαλάκια νερού που έχουν τα παιδιά μαζί
τους (ή τη βροχή κτλ.), γίνεται συζήτηση γύρω από το νερό με βάση δύο άξονες: α)
τι χρειαζόμαστε το νερό και β) πού υπάρχει νερό γύρω μας. Ο δάσκαλος θέτει αυτά
τα δύο θέματα ως ερωτήσεις και εκμαιεύει απαντήσεις από τα παιδιά. Γράφει όλες
[219]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[220]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
2η διδακτική περίοδος
Σύνδεση με τα προηγούμενα
Η διδακτική περίοδος ξεκινά με σύνδεση με την προηγούμενη περίοδο μέσω της
προβολής βίντεο. Οι μαθητές θυμούνται τη διαδικασία με τη βοήθεια της
εκπαιδευτικής ιστοσελίδας «ο κύκλος του νερού».
Κατηγορούμενο – αντικείμενο
Η δραστηριότητα που περιγράφεται εδώ γίνεται με τη συμμετοχή όλης της τάξης.
Επιλέγεται η αισθησιοκινητική παρουσίαση του φαινομένου για καλύτερη
εμπέδωση (Jensen, 2003 Sousa, 2001). Η ορολογία τονίζεται με ποικιλία
ερεθισμάτων όπως την εμφάνισή της στα καπέλα και στον πίνακα. Επίσης, η χρήση
των καρτών κατά την άσκηση εμπέδωσης εξασφαλίζει τη συμμετοχή όλων των
μαθητών.
Το κατηγορούμενο ως δομικό στοιχείο της πρότασης αποτελεί τη νέα έννοια που θα
πρέπει να διδαχθούν τα παιδιά. Όμως, οι αδύνατοι μαθητές πιθανότατα θα έχουν
δυσκολία στην κατανόηση αυτής της έννοιας, πιθανόν μάλιστα να μην θυμούνται
ούτε την έννοια του αντικειμένου που έχουν διδαχθεί και με την οποία σχετίζεται
[221]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Επέκταση μάθησης
Η έρευνα υποστηρίζει την εμπλοκή των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία με
ποικιλία δραστηριοτήτων, τη σημασία της σωματικής δραστηριότητας, της κίνησης,
του ρυθμού και της μουσικής στη μάθηση, στη μνήμη και στο συναίσθημα που με
τη σειρά του θα βοηθήσει στην εμπέδωση της μάθησης (Sousa, 2001 Jensen, 2003).
Για τον σκοπό αυτό, στο συγκεκριμένο μάθημα, οι μαθητές χωρίζονται σε ομάδες με
βάση τη θεωρία του Gardner για τις πολλαπλές νοημοσύνες, προκειμένου να
συνεργαστούν για να παράξουν προϊόν σχετικό με το θέμα του κειμένου. Μπορούν
να διαλέξουν τον κύκλο του νερού, τα οφέλη του, τις μορφές τους ή οποιαδήποτε
εικόνα περιλαμβάνεται στο κείμενο ή μπορούν ακόμη να δουλέψουν δημιουργικά
και να δουλέψουν πάνω σε μια έμπνευση, πάντα σε σχέση με το νερό. Γίνεται
[222]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
3η διδακτική περίοδος
Η τάξη παρακολουθεί κάθε ομάδα να παρουσιάζει την εργασία της. Η κάθε εργασία
θα πρέπει να δείχνει ότι έχει επέλθει μάθηση (Randi & Corno, 2005). Ακολουθεί
συζήτηση όπου οι μαθητές αυτοαξιολογούνται και ετεροαξιολογούνται. Δίνονται
συγκεκριμένα κριτήρια για την αξιολόγηση, π.χ. σχέση με το θέμα, σύνδεση με τη
ζωή, νέες πληροφορίες, αισθητικό αποτέλεσμα κτλ.
[223]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Το σενάριο διαφοροποιημένης διδασκαλίας που περιγράφτηκε παραπάνω
θεωρείται ότι απευθύνεται σε μια συνηθισμένη Δ’ τάξη ελληνικού Δημοτικού
σχολείου, η οποία θα αποτελείται κατά κύριο λόγο από τυπικά παιδιά, αλλά θα
περιλαμβάνει και ένα ποσοστό παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, όπως
παιδιά με προβλήματα ανάγνωσης, γραφής, μνήμης, προσοχής κ.ά. Κατά τον
σχεδιασμό του σεναρίου ακολουθήθηκαν οι βασικές αρχές της διαφοροποιημένης
διδασκαλίας, έτσι όπως περιγράφονται στη σχετική βιβλιογραφία. Συγκεκριμένα, το
σενάριο περιλαμβάνει:
- Διαφοροποιήσεις με βάση τον μαθητή: την ετοιμότητα, τα ενδιαφέροντα, το
μαθησιακό προφίλ, τις πολλαπλές νοημοσύνες των παιδιών.
- Διαφοροποιήσεις με βάση το αναλυτικό πρόγραμμα: στο περιεχόμενο, στις
διαδικασίες, στα μαθησιακά προϊόντα, ενώ γίνεται προσπάθεια να μην
διαφοροποιηθούν οι βασικοί στόχοι του μαθήματος.
- Διαφοροποιήσεις στο περιβάλλον: υπάρχει ευελιξία στις συνεργασίες με
συμμαθητές και δασκάλους και ευχέρεια για κινητικότητα στον χώρο
- Η κάθε διδακτική συνάντηση ξεκινά και τελειώνει με ολόκληρη την τάξη
- Διαφόρων ειδών ευέλικτες ομαδοποιήσεις με βάση συγκεκριμένα κριτήρια και
με συγκεκριμένους στόχους.
- Διαρκή αξιολόγηση διαφόρων μορφών με κάθε ευκαιρία, φανερή ή όχι, από
τον εκπαιδευτικό ή από τα παιδιά, με τη μορφή αυτοαξιολόγησης ή
ετεροαξιολόγησης, τυχαία ή βάσει κριτηρίων κτλ.
- Τεχνικές που συνηθίζονται σε μαθήματα διαφοροποιημένης διδασκαλίας,
όπως: διαβαθμισμένη διδασκαλία, ερωτήσεις – απαντήσεις, συζήτηση,
εννοιολογικοί χάρτες, μικροδιδασκαλία από τον δάσκαλο, ανεξάρτητη μελέτη,
γραπτή άσκηση, κάρτες απάντησης, παιχνίδι με μαλακή μπάλα, άγκυρα,
θεατρικό παιχνίδι κτλ.
Επισημαίνεται ότι το παρόν σενάριο είναι μια μόνο από τις πολλές εκδοχές
διαφοροποιημένης διδασκαλίας που θα μπορούσε να σχεδιάσει και να εφαρμόσει
ένας εκπαιδευτικός για τη συγκεκριμένη ενότητα της Γλώσσας. Οι διδακτικές
αποφάσεις καθορίζονται εν τέλει από την πραγματικότητα και τις ιδιαιτερότητες
των μαθητώντης τάξης και κανένα σχέδιο ή σενάριο δεν μπορεί να είναι τίποτα
περισσότερο από ένα δείγμα, μια ιδέα ή ένα έναυσμα για περισσότερες ιδέες, με
στόχο πάντοτε τη δημιουργία προϋποθέσεων για την καλύτερη δυνατή μαθησιακή
και διδακτική εμπειρία.
Βιβλιογραφία
Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, (ΑΠΣ) και Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο &
Προγραμμάτων Σπουδών, (ΔΕΠΠΣ), (2003). Τόμοι Α΄ & Β΄. ΦΕΚ τεύχος Β΄
αρ.φύλλου 303/13-03-03, ΥΠΕΠΘ.
Chapman, C. &King, R. (2009). Differentiated instructional strategies for reading in
the content areas (2nd ed.). Thousand Oaks, CA: Corwin.
[224]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[225]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κρεμπς Παρασκευή
Δρ. Σχολικής Ψυχολογίας, Σχολική Σύμβουλος Π.Ε. Ν. Κορινθίας
evikrebs@yahoo.gr
Περίληψη
Η παρούσα εργασία αποσκοπεί να διερευνήσει τις αντιλήψεις και προτιμήσεις των
μαθητών/τριών της Στ΄ τάξης του δημοτικού σχετικά με τη διδακτική μεθοδολογία.
Συγκεκριμένα, βασίζεται σε μία έρευνα για τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος
των Θρησκευτικών που πραγματοποιήθηκε κατά τα σχολικά έτη 2008-2011 το μήνα
Ιούνιο. Οι μαθητές/τριες είχαν διδαχθεί το μάθημα των Θρησκευτικών με
διαφορετικές κάθε φορά προσεγγίσεις. Στο τέλος κάθε σχολικού έτους ζητούνταν
από τους/τις μαθητές/τριες να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο με τις
αντιλήψεις-προτιμήσεις τους σχετικά με τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος. Τα
αποτελέσματα από την επεξεργασία των δεδομένων έδειξαν μεταξύ άλλων ότι τα
παιδιά στην πλειοψηφία τους επιθυμούν την εναλλαγή διδακτικών μεθόδων.
Η διδακτική μεθοδολογία αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα στο χώρο
της εκπαίδευσης, καθώς αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο συνδυάζονται οι
δραστηριότητες μάθησης ώστε να ενεργοποιηθούν, να συντονιστούν και να
οργανωθούν αποτελεσματικά οι συλλογιστικές διαδικασίες, γεγονός που θα
βοηθήσει τους μαθητές να κατανοήσουν πλήρως και ευκολότερα την εκάστοτε
προσφερόμενη γνώση.Τα διδακτικά βιβλία για το δημοτικό σχολείο που
κυκλοφόρησαν το 2005 βασίζονται σε ένα διδακτικό μοντέλο που συνδυάζει
στοιχεία από τον κονστρουκτιβισμό και από τη βιωματική μάθηση. Με βάση τα
παραπάνω βιβλία προτάθηκαν νέοι τρόποι διδασκαλίας που εστιάζουν στην
ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, στη βιωματική διδασκαλία και στην ένταξη των ΤΠΕ
στη διαδικασία της μάθησης (ΥΠ.Ε.Π.Θ.,2005). Όλα τα παραπάνω αποσκοπούν
μεταξύ άλλων να δημιουργήσουν ενδιαφέρον και κίνητρα μάθησης στους μικρούς
μαθητές.
Σκοπός -Μέθοδος
Η παρούσα εργασία αποτελεί μία προσπάθεια διερεύνησης του παραπάνω
ζητήματος από την πλευρά των μαθητών. Συγκεκριμένα, βασίζεται σε μία έρευνα
για τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών που
πραγματοποιήθηκε κατά τα σχολικά έτη 2008-2011 το μήνα Ιούνιο σε μαθητές και
μαθήτριες της Στ΄ τάξης. Είχαν προηγηθεί όλη τη σχολική χρονιά διδακτικές
προσεγγίσεις με τους παρακάτω τρόπους:
• Σενάρια διδασκαλίας με χρήση ΤΠΕ
• Εργασία με ομάδες στη βιβλιοθήκη του σχολείου
• Διαλογική συζήτηση
• Μάθημα με αποκλειστική χρήση του βιβλίου
• Επισκέψεις σε ναούς και εποικοδομητικός διάλογος με τους ιερείς (2 φορές
κατά τη διάρκεια κάθε σχολικής χρονιάς).
[226]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Τα παιδιά δεν μελετούσαν στο σπίτι. Όλες οι εργασίες γίνονταν στο σχολείο.
Στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς ζητούνταν από τους μαθητές και τις μαθήτριες της
Στ΄ τάξης να συμπληρώσουν ανώνυμα ένα ερωτηματολόγιο που αποσκοπούσε στην
καταγραφή των αντιλήψεων και προτιμήσεών τους και τελικά, στη βελτίωση του
τρόπου διδασκαλίας με την υιοθέτηση των μεθόδων εκείνων που θα συγκέντρωναν
τις περισσότερες προτιμήσεις από την πλευρά των μαθητών/τριών ώστε να γίνει το
μάθημα περισσότερο ελκυστικό.
Το ερωτηματολόγιο ήταν σύντομο και περιλάμβανε τις παρακάτω ερωτήσεις:
ΕΡΩΤΗΣΗ 1.
Ποια ενότητα μου άρεσε περισσότερο στο μάθημα των Θρησκευτικών;
ΕΡΩΤΗΣΗ 2.
Ποιος τρόπος διδασκαλίας μου ταιριάζει περισσότερο;
ΕΡΩΤΗΣΗ 3.
Είχε πολλές απαιτήσεις το μάθημα;
ΕΡΩΤΗΣΗ 4.
Γράψε δικές σου προτάσεις για τον τρόπο με τον οποίο θα ήθελες να διαμορφωθεί
η διδασκαλία του μαθήματος.
Ευρήματα
Τα ερωτηματολόγια συγκεντρώθηκαν και έγινε καταγραφή των απαντήσεων. Στη
συνέχεια βρέθηκε η ποσοστιαία αναλογία για κάθε απάντηση. Αμέσως παρακάτω,
παρουσιάζονται αναλυτικά σε γράφημα πίτας τα ευρήματα για κάθε ερώτηση.
1η Ερώτηση:
• Ποια ενότητα μου άρεσε περισσότερο στο
μάθημα των Θρησκευτικών;
Από τις απαντήσεις των παιδιών διαπιστώνεται ότι στην πλειοψηφία τους
εμφανίζουν μια προτίμηση για τα μαθήματα που σχετίζονται με τη θρησκειολογία.
Ακολουθεί με αρκετά μεγάλο ποσοστό το κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στο
Σύμβολο της Πίστεως και έπονται τα κεφάλαια που αναφέρονται στα δικαιώματα
των παιδιών και στο Άγιο Όρος. Πρέπει να τονιστεί ότι αυτά τα δύο τελευταία
κεφάλαια προσφέρονται για εκπόνηση σχεδίων εργασίας (και με αυτόν τον τρόπο
[227]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
2η Ερώτηση:
• Ποιος τρόπος διδασκαλίας μου ταιριάζει
περισσότερο;
3η Ερώτηση:
• Είχε πολλές απαιτήσεις το μάθημα;
Παρατηρείται ότι παρόλο που τα παιδιά δεν είχαν εργασίες και περαιτέρω
υποχρεώσεις για το σπίτι, εξέφρασαν έστω και σε μικρό ποσοστό τη δυσκολία τους
για το συγκεκριμένο μάθημα. Υποθέτουμε ότι αυτές τις απαντήσεις θα τις έδωσαν
[228]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
4η Ερώτηση:
• Γράψε δικές σου προτάσεις για τον τρόπο με
τον οποίο θα ήθελες να διαμορφωθεί η
διδασκαλία του μαθήματος.
Από τις απαντήσεις των παιδιών στην 4η ερώτηση διαπιστώνεται ότι στη
συντριπτική τους πλειοψηφία επιθυμούν η διδασκαλία του μαθήματος των
Θρησκευτικών να γίνεται με εναλλαγή τρόπων. Τα παιδιά, δηλαδή, επιλέγουν την
ποικιλία στη διδακτική μεθοδολογία. Αξιοσημείωτο είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό
των παιδιών επιλέγει την αποκλειστική χρήση των Η/Υ γεγονός που ενδεχομένως
δείχνει πόσο οι νέες τεχνολογίες έχουν διεισδύσει και επηρεάσει την
καθημερινότητά μας. Η προτίμηση όμως αυτή των παιδιών για διεξαγωγή του
μαθήματος με τη βοήθεια των Η/Υ δείχνει και κάτι άλλο: ότι δεν πρέπει να
ολιγωρούμε και να επιμένουμε στη χρήση παρωχημένων μεθόδων που καθόλου
δεν ενεργοποιούν το ενδιαφέρον των μαθητών για μάθηση. Χρέος των σύγχρονων
εκπαιδευτικών είναι η τριβή και ενασχόλησή τους με τις ΤΠΕ ώστε να κατανοήσουν
τις δυνατότητες που αυτές παρέχουν και να τις εντάξουν στην εκπαιδευτική
διαδικασία.
Τέλος, ένα μικρό ποσοστό παιδιών εξέφρασε την επιθυμία για περισσότερες
επισκέψεις. Πρέπει να τονιστεί ότι αυτές οι συναντήσεις με τους ιερείς ωφέλησαν
κατά πολύ τους μαθητές και τις μαθήτριες της Στ΄ τάξης, καθώς τους δόθηκαν
απαντήσεις σε ερωτήσεις που τους προβληματίζουν και για να απαντηθούν
απαιτείται ιδιαίτερη κατάρτιση. Έτσι, μέσα από μια γόνιμη διαλογική συζήτηση με
τους ιερείς, επεξηγήθηκαν πολλές απορίες τους. Εάν πραγματικά υπήρχε
δυνατότητα, θα ήταν ευχής έργο να μπορούσαν τα παιδιά να επισκεφθούν ένα
τέμενος ή ένα εβραϊκό ναό στα πλαίσια της ενότητας της Θρησκειολογίας.
[229]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν είναι πάντα εφικτό αφού ο αριθμός των
επισκέψεων που μπορούν να πραγματοποιηθούν κάθε σχολικό έτος είναι
περιορισμένος(συνολικά εννέα σύμφωνα με το Π.Δ. 201, άρθρο 13, παρ.3 ) και θα
πρέπει τα παιδιά να έχουν ευκαιρίες να επισκεφθούν διάφορους χώρους στο
πλαίσιο και άλλων μαθημάτων. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι τα τελευταία
χρόνια, αποτελεί κοινό αίτημα πολλών εκπαιδευτικών, η αύξηση του ετήσιου
αριθμού των επισκέψεων, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι μέσω της βιωματικής
μάθησης επιτυγχάνονται καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα και ενισχύονται τα
κίνητρα και το ενδιαφέρον για περαιτέρω μάθηση.
Τα αποτελέσματα από την επεξεργασία των δεδομένων έδειξαν μεταξύ άλλων ότι
τα παιδιά στην πλειοψηφία τους επιθυμούν την εναλλαγή διδακτικών μεθόδων. Η
μονοτονία, λοιπόν, ακόμη και η συνεχής χρήση των τόσο δημοφιλών ΤΠΕ δε
συντελούν στη διατήρηση του ενδιαφέροντος για μάθηση. Ο εκπαιδευτικός που
θέλει να διατηρήσει έντονο το ενδιαφέρον των παιδιών, να δημιουργήσει γνωστικά
κίνητρα μάθησης, να προάγει τη δημιουργική και κριτική σκέψη, θα πρέπει να
χρησιμοποιεί κάθε φορά διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης της γνώσης.
Από την παραπάνω έρευνα διαπιστώνεται ότι δεν είναι τελικά τόσο δύσκολο και
επίπονο να ενεργοποιήσουμε το ενδιαφέρον των μαθητών και μαθητριών για
μάθηση. Αν ξεφύγουμε από την εμμονή στη στείρα απομνημόνευση και την
ανάθεσή της ως «κατ΄οίκον εργασία», αν υιοθετήσουμε την τακτική επανάληψη
κατά τη διάρκεια του μαθήματος, αν συνδυάσουμε κάποιες επισκέψεις τις οποίες
θα έχουμε επιλέξει με πολλή προσοχή επειδή πραγματικά συμβάλλουν κατά πολύ
στην ενημέρωση των παιδιών, την ευαισθητοποίησή τους, καθώς και στη
δημιουργία κινήτρων μάθησης, αν αλλάζουμε τακτικά μεθόδους προσέγγισης, αν το
μάθημα δε διεξάγεται μόνο στη συνηθισμένη σχολική αίθουσα, αλλά
χρησιμοποιείται εναλλακτικά η αίθουσα βιβλιοθήκης, η αίθουσα υπολογιστών, η
αίθουσα προβολών, η αυλή του σχολείου ή και άλλες αίθουσες που ενδεχομένως
διαθέτει το σχολείο (μουσικής, πειραμάτων, κ.λπ.), τότε πραγματικά μπορούμε να
μιλάμε για ένα σύγχρονο σχολείο το οποίο επιτελεί το σκοπό του, δηλαδή, αυτόν
της προετοιμασίας των πολιτών του μέλλοντος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bransford, T.D., Brown, A. L., Cocking, R.R. (Eds),(1999).How People Learn: Brain,
Mind, Experience and School. National Academy Press.
Γούλας, Κ., Δεληκωσταντής, Κ. (2006). ΘρησκευτικάΣτ΄δημοτικού,
βιβλίοδασκάλου&βιβλίομαθητή. ΟΕΔΒ.
Κασσωτάκης, Μ. , Φλουρής, Γ. (2006). Μάθηση και διδασκαλία. Αθήνα.
Κουλουμπαρίτση, Α.Χ. (2003). Η Κατανόηση στο Αναλυτικό Πρόγραμμα, στα Σχολικά
Εγχειρίδια και στη Διδακτική Πράξη: Συστημική Συσχέτιση και Αξιολόγηση.
Αθήνα: Γρηγόρης.
[230]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[231]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κωλέττη Ελένη
Εκπαιδευτικός ΠΕ 70
kkeleni02@gmail.com
Ψωμά Βασιλική
Εκπαιδευτικός ΠΕ 70
basilina@hotmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Τα τελευταία χρόνια, έχουν πληθύνει οι έρευνες που εξετάζουν την επίδραση του
συνεργατικού τρόπου μάθησης στα μαθησιακά αποτελέσματα μαθητών όλων των
ηλικιών. Βασική αρχή της συνεργατικής μάθησης είναι, ότι όλα τα μέλη της ομάδας
πρέπει να συνδέονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να διακατέχονται από τη πεποίθηση,
ότι ο καθένας θα συνδράμει με τον τρόπο του και θα καταβάλει το μέγιστο των
προσπαθειών του. Η διαβεβαίωση της συνδρομής όλων, θεωρείται απαραίτητη
προϋπόθεση, ώστε να διασφαλιστεί, η ολοκλήρωση του έργου και η επίτευξη του
στόχου της ομάδας (Deutsch, 1949). Αυτό επιτυγχάνεται με την παροχή βοήθειας,
την ισοκατανομή των διαθέσιμων πόρων, την αλληλοϋποστήριξη και την
ενθάρρυνση των προσπαθειών όλων των συμμετεχόντων.
Εισαγωγή - Προβληματική
Η παρούσα μελέτη είναι μια διερεύνηση της επίδρασης της συνεργατικής μάθησης
σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου, οι οποίοι εργάστηκαν πάνω σε δραστηριότητες
μαθηματικών που αφορούσαν στην επίλυση προβλημάτων σε δομημένες και μη
δομημένες ομάδες. Κατά καιρούς, έχουν πραγματοποιηθεί πολλές έρευνες που
εξετάζουν τον ρόλο της συνεργατικής μάθησης στη διαμόρφωση θετικών στάσεων
απέναντι στη μάθηση και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων. Η παρούσα εισήγηση αφορά
στη συγκριτική μελέτη των εξής ερευνητικών προσπαθειών:
Της Robyn M. Gillies (2004) με θέμα: «Τα αποτελέσματα της συνεργατικής μάθησης
σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου κατά τη διάρκεια της μάθησης σε μικρές
ομάδες».
Των Sampson, V, & Clark, D. (2008) με θέμα: «Ο αντίκτυπος της συνεργασίας στα
αποτελέσματα της επιστημονικής επιχειρηματολογίας» και
Των Ronit Rozenszayn και Orit Ben-Zvi Assaraf (2009) με θέμα: «Όταν η συνεργατική
μάθηση συναντά τη φύση. Η συνεργατική μάθηση ως ένα ουσιαστικό εργαλείο
μάθησης στην έρευνα της οικολογίας».
Μελετώνται συγκριτικά τα πορίσματα των ερευνών και διατυπώνονται
συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα της συνεργατικής μάθησης, τη
σύνθεση των ομάδων και το ρόλο του εκπαιδευτικού ως διαμεσολαβητή παρά ως
μεταφορέα της γνώσης.
[232]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δομημένη ομάδα
Ως δομημένη ομάδα ορίζεται μια ομάδα στην οποία οι ανοιχτού τύπου ερωτήσεις
υποβάλλονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποτελέσουν ερέθισμα για συζήτηση των
συμμετεχόντων. Η διαδικασία είναι πιο δομημένη από ό,τι συνηθίζεται, ώστε να
αυξάνεται η ποιότητα της πληροφορίας και να γίνεται εξοικονόμηση χρόνου. Ο
καθοδηγητής οργανώνει την ομάδα, εξασφαλίζει την τήρηση των προθεσμιών και
παρέχει τη βοήθειά του, όποτε του ζητηθεί. Κοινώς, έχει τον ρόλο του συντονιστή.
Μια οργανωμένη ομάδα αποσκοπεί στην προώθηση συγκεκριμένων στόχων. Έχει
καθορισμένη δομή και πλαίσιο, καλά σχεδιασμένες δραστηριότητες και
προκαθορισμένη διάρκεια. Οι συναντήσεις μεταξύ των μελών της ομάδας είναι
τακτικές. Η ομάδα συνεδριάζει συγκεκριμένη μέρα και ώρα. Η εργασία σε μικρές
ομάδες με δομημένη μορφή παρέχει περισσότερες ευκαιρίες για συζήτηση και
αυξάνει το επίπεδο συμμετοχής σε όλη τη διαδικασία.
[233]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
κάνουν κριτική στις λύσεις τους. Η πρώτη δραστηριότητα απαιτούσε μελέτη πάνω
στον συνολικό αριθμό των εσωτερικών γωνιών σχημάτων στο επίπεδο (π.χ. τρίγωνο,
τετράγωνο, πεντάγωνο). Χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες και τις γνώσεις τους για
τον αριθμό των πλευρών κάθε σχήματος, κλήθηκαν να προβλέψουν το σύνολο των
εσωτερικών γωνιών ενός οκταγώνου, δεκαγώνου και σχήματος με «x» πλευρές.
Επεξεργάστηκαν τον αλγόριθμο και κλήθηκαν να ανακαλύψουν έναν τύπο, ο οποίος
να δίνει το σύνολο των εσωτερικών γωνιών σχήματος με «x» πλευρές. Η δεύτερη
δραστηριότητα απαιτούσε να εφαρμοστούν οι νεοαποκτηθείσες γνώσεις και να
διατυπωθεί ένας τύπος για τον υπολογισμό του συνόλου των ακμών ενός στερεού.
Οι δύο δραστηριότητες απαιτούσαν εφαρμογή των γνώσεων για τη διατύπωση
τύπων και τη λύση διαφορετικών προβλημάτων. Τα παιδιά βιντεοσκοπήθηκαν,
καθώς εργάζονταν στην ομάδα τους. Το ερωτηματολόγιο των μαθηματικών που
σχεδιάστηκε, για να προσδιορίσει τον τρόπο που έκαναν συνδέσεις μεταξύ των
πληροφοριών και χορηγήθηκε μία με δύο εβδομάδες μετά τη βιντεοσκόπηση της
ομάδας. Το ερωτηματολόγιο WHGQ χορηγήθηκε αμέσως μετά τη βιντεοσκόπηση.
Ακολούθησε ανάλυση όλων των δεδομένων. Για να προσδιοριστούν οι διαφορές
στα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου μαθηματικών μεταξύ δομημένων και μη
δομημένων ομάδων πραγματοποιήθηκε ανάλυση της διακύμανσης (ANOVA). Η
ανάλυση έδειξε, ότι οι δομημένες ομάδες πέτυχαν υψηλότερες βαθμολογίες από
ό,τι οι μη δομημένες. Διεξήχθη MANOVA στις απαντήσεις των παιδιών στο WHGQ
να διαπιστωθεί, εάν υπήρχαν διαφορές στις αντιλήψεις των μαθητών για τον τρόπο
εργασίας σε δομημένες και μη δομημένες ομάδες. Από την ανάλυση προέκυψαν,
σημαντικά αποτελέσματα. Τα παιδιά των δομημένων ομάδων είχαν λιγότερες
πιθανότητες να διακόψουν ο ένας τον άλλον, όταν μιλούσαν ή να δοκιμάσουν να
επιβληθούν ο ένας στον άλλον. Επιπλέον, στις δομημένες ομάδες ήταν πιο πιθανό
να ακούσουν τον άλλο, να τον αφήσουν να αναπτύξει τις απόψεις του, να
μοιραστούν τις ιδέες τους και να αλληλοβοηθηθούν περισσότερο από ό,τι οι μη
δομημένες ομάδες.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν, ότι η παροχή ευκαιριών συνεργασίας σε
τακτική βάση σε δομημένες συνεταιριστικές ομάδες ενθαρρύνει την εμπλοκή και τη
συνεργασία, προωθεί ενεργά τη μάθηση, αναπτύσσει την κοινωνική συμπεριφορά
και ενθαρρύνει τη συμμετοχή σε ομαδικού τύπου δραστηριότητες. Η χρήσης αυτής
της μη παραδοσιακής παιδαγωγικής προσέγγισης ενισχύει την ανάπτυξη θετικών
στάσεων απέναντι στη μάθηση ισχυροποιεί τη δέσμευση προς την ομάδα καθώς
και την επιθυμία προώθησης των επιδιωκόμενων στόχων.
Το 2008, δημοσιεύτηκε η έρευνα των Sampson, V, & Clark, D. με θέμα: «Ο
αντίκτυπος της συνεργασίας στα αποτελέσματα της επιστημονικής
επιχειρηματολογίας». Η τρέχουσα έρευνα δείχνει, ότι η ενσωμάτωση της
επιστημονικής επιχειρηματολογίας στη διδασκαλία προωθεί τον επιστημονικό
εγγραμματισμό (Driver, Newton & Osborne, 2000).
Εξετάζονται δύο ερωτήματα σχετικά με τον αντίκτυπο της συνεργασίας κατά τη
διάρκεια της επιστημονικής επιχειρηματολογίας.
[234]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[235]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[236]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[237]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση - Συμπεράσματα
H εργασία σε δομημένη ομάδα μπορεί να οδηγήσει σε:
1. Ανάπτυξη κοινωνικής συμπεριφοράς, 2. Μεγαλύτερη προθυμία συνεργασίας, 3.
Ανάπτυξη αντίληψης συνοχής της ομάδας, 4. Μεγαλύτερη δέσμευση απέναντι στην
ομάδα, 5. Κατασκευή γνώσης, 6. Ανάπτυξη επιστημονικής επιχειρηματολογίας.
[238]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές - Βιβλιογραφία
Boyer, L., &Roth, W. M. (2006). Learning and teaching as emergent feature of
informal settings: an ethnographic study in an environmental action
group. Science & Education, 90, 1028–104
Colucci-Gray, L., Camino, E., Barbiero, G., & Gray, D. (2006). From scientific literacy to
sustainability literacy: an ecological framework for education. Science &
Education, 90, 227– 252
Driver, R., Newton, P., & Osborne, J. (2000). Establishing the norms of scientific
argumentation in classrooms.Science Education, 84(3), 287 – 313.
Gillies, R. M. (2004). The effects of cooperative learning on junior high school
students during small group learning. Learning and Instruction, 14, 197–213.
Ronit, R. &Orit Ben-Zvi Assaraf.(2009). When Collaborative Learning Meets
Nature: Collaborative Learning as a Meaningful Learning Tool in the
Ecology Inquiry Based Project. Science and research education.
Leikin, R., & Zaslavsky, O. (1999). Cooperative learning in mathematics. The
Mathematics Teacher, 92, 240–246.
Sampson, V., & Clark, D. (2008). The impact of collaboration on the outcomes of
scientific argumentation. ScienceEducation, 93, 448–484
[239]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κωσταρίδης Β. Παναγιώτης
Δρ Βιολογίας ΕΚΠΑ, Msc Διδακτικής της Βιολογίας, Επιμορφωτής Β΄ Επιπέδου στις
Ν.Τ., Καθηγητής Δ/θμιας Εκπαίδευσης στο 1ο Π.Π.Γ.Ε.Λ. Αθηνών Γεννάδειο,
Ηπίτου 15 Αθήνα, 105 57
panakost1967@gmail.com
Θεοχαρόπουλος Ιωάννης
Φυσικός, ΜΒΑ, Δρ Πληροφορικής, Επιμορφωτής Β’ Επιπέδου στις Ν.Τ., Καθηγητής
στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξέλλες ΙΙΙ
ioannistheo@yahoo.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην εργασία μας παρουσιάζουμε εφαρμογές τεχνικών εκπαιδευτικού δράματος
κατά τη διδασκαλία μαθημάτων του Αναλυτικού Προγράμματος στο Λύκειο. Αρχικά
καταθέτουμε τα συμπεράσματά μας από την εφαρμογή αυτών των τεχνικών στο
μάθημα της Ερευνητικής Εργασίας (Project) στην Α΄ Λυκείου. Στη συνέχεια,
λαμβάνοντας υπόψη τις κυριότερες επιμορφώσεις εκπαιδευτικών που έχουν γίνει
τα τελευταία χρόνια (Χρήση Νέων Τεχνολογιών Π1 και Π2, Μείζον Πρόγραμμα
Επιμόρφωσης, Project), προτείνουμε ένα σχέδιο μαθήματος στη Βιολογία Β΄ Λυκείου
στο κεφάλαιο: «Πρωτεΐνες: Διαδεδομένες, πολύπλοκες και εύθραυστες», στο οποίο
γίνεται εφαρμογή στοιχείων των παραπάνω επιμορφώσεων σε συνδυασμό με
κατάλληλα διαμορφωμένες θεατροπαιδαγωγικές τεχνικές για την επίτευξη των
επιδιωκόμενων στόχων.
Εισαγωγή
Το «Εκπαιδευτικό Δράμα» (μετάφραση του όρου «Drama in Education») είναι μια
παιδαγωγική διαδικασία που υιοθετεί στοιχεία από το θέατρο −δηλαδή τεχνικές και
εργαλεία της δραματικής τέχνης− με σκοπό την προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη,
καθώς και την αποτελεσματικότερη αφομοίωση της γνώσης μέσα στο κοινωνικό της
πλαίσιο. Ως εκπαιδευτική μέθοδος το δράμα χρησιμοποιείται ως μέσο προσέγγισης
και διερεύνησης της νέας γνώσης και όχι ως αυτοσκοπός. Κατά την εφαρμογή του,
έμφαση δίνεται στη διαδικασία και όχι στο τελικό αποτέλεσμα. Στην ελληνική
βιβλιογραφία συναντά κανείς πολλούς και διαφορετικούς όρους που επιχειρούν να
περιγράψουν το πεδίο. Έτσι έχουμε όρους, όπως «Θέατρο στην Εκπαίδευση»,
«Δραματική Τέχνη στην Εκπαίδευση», «Θεατρική Αγωγή», «Θεατρική Παιδεία»,
«Θεατροπαιδαγωγική» (Αυδή και Χατζηγεωργίου, 2007· Γραμματάς, 2012).
Η λανθασμένη αντίληψη πως οι θεατροπαιδαγωγικές πρακτικές δεν μπορούν να
ανταποκριθούν στους γνωσιοκεντρικούς στόχους του μαθήματος έχει αρχίσει να
εξασθενεί και είναι πλέον αποδεκτό πως η γνώση οφείλει να διαμεσολαβείται
πολυαισθητηριακά και σε πολλαπλά επίπεδα και ότι δεν τίθεται θέμα σοβαρότητας
ή μη σοβαρότητας στη διαπραγμάτευση της γνώσης (UNESCO, 2002).
Η χρήση θεατροπαιδαγωγικών τεχνικών στην τάξη, εκτός από το ότι δημιουργεί ένα
ευχάριστο περιβάλλον, δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους μαθητές να εκφραστούν,
[240]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μεθοδολογία-Περιγραφή δραστηριότητας
Στο μάθημα της Ερευνητικής Εργασίας εφαρμόστηκε η μέθοδος project
(Ματσαγγούρας, 2011). Το τμήμα αποτελούνταν από 20 μαθητές, οι οποίοι
χωρίστηκαν σε 5 ομάδες των τεσσάρων ατόμων (τυχαία σύνθεση μαθητών που τους
δόθηκαν μικρές δυνατότητες αλλαγής). Τρεις ομάδες ήταν μεικτές (αγόρια και
κορίτσια), ενώ υπήρχε μία μόνο με αγόρια και μία μόνο με κορίτσια. Επιπλέον, όλες
σχεδόν οι ομάδες που δημιουργήθηκαν αποτελούνταν και από «καλούς με υψηλή
βαθμολογία» και από «μέτριους με χαμηλότερη βαθμολογία» μαθητές.
Οι τεχνικές που εφαρμόστηκαν και ένα μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων είχαν ως
βάση το θεατρικό εργαστήρι «Η λύση του δράματος: θέατρο / δράμα και διαχείριση
συγκρούσεων» (Oddie, 2011). Αναλυτικότερα, χρησιμοποιήθηκαν οι τεχνικές «Ο
γλύπτης και το γλυπτό» και «Ακίνητες και δυναμικές εικόνες» για σκηνές
σύγκρουσης που επέλεγαν οι μαθητές, καθώς και η «Κίνηση μέσα στο χρόνο» για
[241]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[242]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση - Συμπεράσματα
Αναφερόμενοι και στις δύο διδακτικές παρεμβάσεις στις οποίες έγινε εφαρμογή
τεχνικών εκπαιδευτικού δράματος (ερευνητική εργασία και μάθημα Βιολογίας) η
ανταπόκριση των μαθητών που (όπως μας ανέφεραν) δεν είχαν στο παρελθόν
αντίστοιχη εμπειρία, μετά την πρώτη διστακτικότητα και έκπληξη στις θεατρικές
τεχνικές, ήταν εκπληκτική. Συμμετείχαν με προθυμία και ευχάριστη διάθεση στις
[243]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[244]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κωτούλας Βασίλειος
Σχ. Σύμβ. 2ης Περιφέρειας Δ.Ε. Καρδίτσας
vaskotoulas@sch.gr
Παλαπέλα Γεωργία
Δημ. Σχ. Καρδιτσομαγούλας
gpalap@sch.gr
Περίληψη
Η λειτουργία δανειστικής βιβλιοθήκης σε μια σχολική μονάδα και ο συστηματικός
δανεισμός είναι δυνατό να οδηγήσει σε τροποποίηση της στάσης απέναντι στην
ανάγνωση βιβλίων όχι μόνο των μαθητών αλλά και των οικογενειών τους. Αυτό
είναι το αποτέλεσμα έρευνας δράσης που αναπτύχθηκε για να φέρει τα παιδιά του
σχολείου μέσα στη βιβλιοθήκη, μετά την πρώτη χρονιά λειτουργίας της δανειστικής
βιβλιοθήκης σε σχολείο περιοχής που κατοικείται κυρίως από αγρότες. Στόχος της
έρευνας δράσης, επίσης, ήταν να καλλιεργηθούν στάσεις αυτόβουλης ανάγνωσης
στα παιδιά και να μπει το βιβλίο στην καθημερινότητά τους. Αυτό επιδιώχθηκε μέσα
από δράσεις που αναπτύχθηκαν γύρω από την ανάγνωση βιβλίων και αφορούσαν
αφηγήσεις, αναγνώσεις από τους εκπαιδευτικούς, δραματοποιήσεις, εικαστικές
δραστηριότητες με βάση κάποιο κείμενο, επισκέψεις και συζητήσεις με συγγραφείς,
δραστηριότητες δηλαδή, που δεν περιορίστηκαν στην ανάγνωση βιβλίων, αλλά
αγκάλιασαν όλες τις διαστάσεις της ανάγνωσης, αναπτύχθηκαν δε με αφορμή την
στέγαση της παιδικής βιβλιοθήκης στο σχολείο. Ο δανεισμός βιβλίων που
μεταφέρονταν στο σπίτι δημιούργησε ενδιαφέρον και από τη μεριά των γονέων για
το βιβλίο και τον κόσμο του, που άλλαξε τις αναγνωστικές τους προτιμήσεις. Η
παρέμβαση αξιολογήθηκε μέσα από ερωτηματολόγιο τύπου Likert που
αποτελούνταν από είκοσι πέντε προτάσεις – σχόλια και ζητούνταν από τα παιδιά να
δηλώσουν τη συμφωνία ή τη διαφωνία τους σε τετράβαθμη κλίμακα στην αρχή και
στο τέλος του προγράμματος.
Λέξεις κλειδιά: φιλαναγνωσία, έρευνα δράσης, δημοτική εκπαίδευση, δανειστική
βιβλιοθήκη, αυτόβουλη ανάγνωση
Εισαγωγή
Στο κείμενο «Τα παιδιά ως αναγνώστες», ο Τζων Σπινκ (1990), βιβλιοθηκάριος και
παιδαγωγός καταθέτει τις προτάσεις του για το πώς τα παιδιά θα γίνουν συνειδητοί
αναγνώστες. Μας προτρέπει, αν θέλουμε να βοηθήσουμε τα παιδιά στις
αναγνωστικές τους ανάγκες, να τα ενθαρρύνουμε να επισκέπτονται τις βιβλιοθήκες.
Για την ενθάρρυνση της ανάγνωσης με σκοπό την πληροφόρηση, τη μόρφωση και
την ψυχαγωγία, είναι αναγκαίο, οι ίδιες οι βιβλιοθήκες, με το υλικό τους, το
προσωπικό και τις εγκαταστάσεις τους, να ανταποκρίνονται στις πληροφοριακές,
μορφωτικές και ψυχαγωγικές απαιτήσεις των αναγνωστών (σ.130).
[245]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[246]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
υπάλληλος του Δήμου Καρδίτσας και λειτουργεί το δανεισμό στη βιβλιοθήκη, δύο
φορές της εβδομάδα. Ταυτόχρονα όμως όλοι οι εκπαιδευτικοί του σχολείου έχουν
τη δυνατότητα να επισκέπτονται τη βιβλιοθήκη, όποια άλλη ημέρα ή ώρα της
εβδομάδας επιθυμούν.
Η λειτουργία μιας τέτοιας βιβλιοθήκης σε χώρο του σχολείου μόνο θετικά
αποτελέσματα μπορεί να έχει
για την καλλιέργεια θετικών
στάσεων στα παιδιά αρχικά και,
στη συνέχεια, αναγνωστικών
συνηθειών που θα οδηγήσουν
σε καλύτερες αναγνωστικές
επιδόσεις (Alexander & Filler,
1976; Ayhan, Simsek, Bicer,
2014; Briggs, 1987). Ωστόσο, δεν
ήταν καθόλου σίγουρο πως οι
μαθητές μας από τη μία στιγμή
στην άλλη θα πλησίαζαν τη βιβλιοθήκη και θα ξεκινούσαν να διαβάζουν βιβλία.
Γνωρίζαμε, από τη μέχρι εκείνη τη στιγμή λειτουργία της δανειστικής βιβλιοθήκης,
πως πολύ μικρός αριθμός παιδιών την επισκέπτονταν και δανείζονταν βιβλία.
Επιδιώξαμε την εξοικείωση με τη βιβλιοθήκη και την καλλιέργεια θετικών στάσεων
απέναντι στην ανάγνωση μέσα από δράσεις οι περισσότερες από τις οποίες
υλοποιήθηκαν μέσα σε αυτή. Περιλάμβαναν την ανάγνωση βιβλίων από τα παιδιά
ή/και τον εκπαιδευτικό, αφηγήσεις, δραματοποιήσεις, εικαστικές δραστηριότητες
με βάση κάποιο κείμενο, επισκέψεις συγγραφέων και συζητήσεις μαζί τους,
δραστηριότητες δηλαδή, που δεν περιορίστηκαν στην ανάγνωση βιβλίων, αλλά
αγκάλιασαν όλες τις διαστάσεις της ανάγνωσης. Η βιβλιοθήκη, κρίναμε πως έπρεπε
να παρουσιαστεί ως ένα μέρος στο οποίο υπάρχουν «χρώματα» και συναισθήματα
και όχι ως ένα μέρος στο οποίο υπάρχουν απλώς ράφια με βιβλία. Έπρεπε να
αναδείξουμε όλες τις δυνατές διαστάσεις της ώστε να θεωρηθεί από τα παιδιά κάτι
ιδιαίτερο, ένα μέρος που ξεδιπλώνονται τα μαγικά χρώματα της ανάγνωσης
(Bettelheim & Zelan, 2006). Και, αν καλλιεργήσουμε θετικά συναισθήματα για τη
βιβλιοθήκη και την ανάγνωση βιβλίων, θα μπορούμε να προσδοκούμε θετική στάση
απέναντι στην ανάγνωση από τα παιδιά.
Ο όρος στάση, αναφέρεται σε μια πολυδιάστατη έννοια, και οι ορισμοί που έχουν
διατυπωθεί δίνουν έμφαση στην αξιολόγηση (Beck, 1983), στη δράση (Ajzen, 1988;
Ajzen & Fishbein, 1980; Fishbein & Ajzen, 1975) ή στο συναίσθημα (Petty &
Cacioppo, 1981). Ο συνδυασμός των παραπάνω θεωρήσεων – παραφράζοντας τον
ορισμό που δόθηκε από το Smith (1990: σ. 215) για την ανάγνωση – αναγνωρίζει τη
στάση ως μια πνευματική κατάσταση, που συνοδεύεται από αισθήματα και
συναισθήματα που κάνουν την ανάγνωση και τη γραφή περισσότερο ή λιγότερο
πιθανές. Η ανάπτυξη θετικής στάσης προς την ανάγνωση και τη γραφή, θεωρείται
πως συμβάλλει στη δημιουργία συμπεριφοράς αναγνώστη, αυξάνοντας τις
[247]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
πιθανότητες για αυτόβουλες πράξεις που γίνονται για την πληροφόρηση, τον
προβληματισμό και την ευχαρίστηση και που συντελούν καθοριστικά στην
καλλιέργεια και στην εξάσκηση όλων των δεξιοτήτων που τις στηρίζουν (Anderson,
Hiebert, Scott, & Wilkinson, 1994) με αποτέλεσμα τη βελτίωση των επιδόσεων
(Kotoulas & Padeliadu, 2000; Κωτούλας, 2006).
Φύλο
Αγόρια Κορίτσια
Πρώτη 6 8
Δευτέρα 5 6
Τρίτη 7 11
Τάξεις
Τετάρτη 8 11
Πέμπτη 8 12
Έκτη 9 11
Σύνολο 43 59
Πίνακας1: Συμμετέχοντες κατά φύλο και τάξη.
Β. Διαδικασία
Η έρευνα δράσης που υλοποιήθηκε, στηρίχτηκε στη μεθοδολογία που ξεκινά με την
ανάδειξη του προβλήματος, την περιγραφή των συνθηκών στις οποίες αυτό
εκδηλώνεται, τον προγραμματισμό των ενεργειών που θα αναπτυχθούν και, τον
έλεγχο – αξιολόγηση κάθε βήματος (Alber, 2011; Norton, 2009). Η δράση ήταν
συνεργατική, ενεπλάκησαν οι εκπαιδευτικοί όλων των τάξεων, έτσι η καλλιέργεια
κουλτούρας επαφής με το βιβλίο και η φιλαναγνωσία αποτέλεσε κεντρικό στόχο της
σχολικής μονάδας.
Οι μαθήτριες και οι μαθητές του σχολείου μας προέρχονται κατά βάση από
οικογένειες αγροτών και εργατών. Η σχέση των παιδιών με την ανάγνωση βιβλίων
περιορίζεται στις απαιτήσεις της καθημερινής διδασκαλίας. Η απουσία εμπειριών
ανάγνωσης βιβλίων από τα παιδιά, έχει ως αποτέλεσμα τη μη ύπαρξη
αναπαραστάσεων χρήσης τους για ενημέρωση, προβληματισμό ή ψυχαγωγία, με
συνέπεια την απομάκρυνσή τους από το κυρίαρχο μέσο απόκτησης γνώσεων στο
σημερινό σχολείο. Αυτή η κατάσταση δεν είναι επιθυμητή και προσπαθήσαμε να
την ανατρέψουμε.
Αφορμή για την επιδίωξη της αλλαγής αυτής δόθηκε με τη δημιουργία και τη
λειτουργία της βιβλιοθήκης στο χώρο του σχολείου. Σχεδιάσαμε πρόγραμμα που
[248]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[249]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εικόνων ή κειμένου μέσα από εικαστικές παρεμβάσεις, την αφήγηση μέρους ή όλου
των βιβλίων από τους ίδιους τους μαθητές, την κατασκευή εννοιολογικών χαρτών
για τα βιβλία που διαβάστηκαν, τις δραματοποιήσεις με αφορμή μια ιστορία, την
παραγωγή γραπτού λόγου, τη δημιουργία νέων εξώφυλλων για τα βιβλία που
επιλέχτηκαν και διαβάστηκαν από τους μαθητές.
Στην τρίτη φάση, προσπαθήσαμε να φέρουμε τους μαθητές πιο κοντά σε
συγγραφείς, οργανώσαμε επισκέψεις συγγραφέων στους οποίους οι μαθητές
έθεσαν τα ερωτήματά τους σε μια προσπάθεια να γνωρίσουν καλύτερα τους ίδιους
και το έργο τους. Οι μεγαλύτεροι μαθητές ανάρτησαν τις εμπειρίες τους σε
ιστολόγιο, παρουσίασαν και τοποθετήθηκαν κριτικά στα βιβλία που διάβασαν και
τις δράσεις που υλοποιήθηκαν στις προηγούμενες φάσεις. Στη διάρκεια αυτής της
φάσης οι μαθητές έκαναν ολοκληρωμένες βιβλιοπαρουσιάσεις,
επιχειρηματολογούσαν υπέρ ή κατά ενός βιβλίου, δημιούργησαν κείμενα μέσα από
την ανατροπή των χαρακτήρων μιας ιστορίας ή συνδέοντας γνωστές ιστορίες,
ζωγράφισαν, δραματοποίησαν, ενεπλάκησαν δηλαδή σε δράσεις δημιουργικής
γραφής που αντλήσαμε από την υπάρχουσα βιβλιογραφία (Αρτζανίδου, Γούλης,
Γρόσδος, Καρακίτσιος, 2011; Κοψιδά-Βρεττού, 2011; Ποσλάνιεκ, 1991; Σουλιώτης,
2012).
Και στις τρεις φάσεις του σχεδιασμού των μαθητικών δραστηριοτήτων δόθηκε
ιδιαίτερη έμφαση στην αξιοποίηση περιβαλλόντων σχετικών με την υποστήριξη της
συνεργατικής μάθησης με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή. Στρατηγικές όπως:
καταιγισμός ιδεών, χαρτογράφηση ιδεών, νοητική χαρτογράφηση, συζήτηση,
κοινότητα μάθησης – ανταλλαγή απόψεων αξιοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο στην
εφαρμογή του προγράμματος σε πλαίσιο τεχνολογικά υποστηριζόμενης μάθησης με
την επιλογή κατάλληλων λογισμικών που προωθούν και υποστηρίζουν νοητικές
διεργασίες για ανάλυση και κριτική αντιμετώπιση (Koschmann, 1996). Επιπρόσθετα,
δόθηκε μεγάλη σημασία και σε στρατηγικές μάθησης μέσω διαμοίρασης της
γνώσης. Στρατηγικές που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της συνεργατικής
μάθησης και ενδυναμώνουν την ανταλλαγή απόψεων, την από κοινού επίλυση
προβλημάτων, το μοίρασμα των ιδεών, το κοινό συμπέρασμα. Με τον τρόπο αυτό
οι μαθητές δείχνουν μεγαλύτερη προθυμία στην παράθεση των ιδεών τους, να τις
μοιραστούν με τους υπολοίπους της κοινότητάς μάθησης με αποτέλεσμα να
νιώθουν καλύτερα, να ενισχύεται η αυτοεκτίμηση και η αυτοπεποίθησή τους και να
μη διστάζουν πλέον να τις εκφράζουν ελεύθερα χωρίς να ντρέπονται γι’ αυτές
(Suthers & Hundhausen, 2001). Και σ’ αυτό το κομμάτι επιλέχθηκαν δικτυακά
συνεργατικά εκπαιδευτικά εργαλεία που αποτελούν εργαλεία δημιουργικής
σκέψης, ανάπτυξης και καλλιέργειας της κριτικής σκέψης, εργαλεία ενίσχυσης της
ομαδοσυνεργατικής μάθησης. Στηριζόμενοι παιδαγωγικά και μεθοδολογικά πάνω
στις βασικές αρχές του εποικοδομισμού, της συνεργατικής και της εμπειρικής
μάθησης, επενδύσαμε πάνω στα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες που μας
προσφέρουν τα συνεργατικά εργαλεία του παγκόσμιου ιστού, εργαλεία web 2.0,
κάνοντας τις αναγκαίες προσαρμογές ως δυναμικά εκπαιδευτικά εργαλεία. Όλα τα
[250]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
παραπάνω υλοποιήθηκαν κυρίως στο χώρο της βιβλιοθήκης όπου υπάρχει και
γωνιά υπολογιστή με πρόσβαση στο διαδίκτυο αλλά και στο εργαστήριο
πληροφορικής του σχολείου σαν ένα πιο οργανωμένο περιβάλλον για την εργασία
των παιδιών σε ομάδες και την αποτελεσματική συνεργασία των μαθητών με τους
συνομηλίκους τους.
Οι επισκέψεις στο χώρο της βιβλιοθήκης και στο εργαστήριο πληροφορικής
γινόντουσαν με βάση εβδομαδιαίο πρόγραμμα και στις οποίες υλοποιούνταν οι
προγραμματισμένες ενέργειες κάθε τάξης. Κάποιες δραστηριότητες, μάλιστα, όπως
η συζήτηση για ένα βιβλίο ή η δραματοποίηση ενός κειμένου μπορεί να
υλοποιούνταν από δύο τάξεις με συνεργασία των εκπαιδευτικών. Η ομάδα των
εκπαιδευτικών συνερχόταν τακτικά και συζητούσε σχετικά με την πορεία των
ενεργειών, αξιολογούσε τις δράσεις που είχαν πραγματοποιηθεί και
σχεδίαζε/τροποποιούσε τις μελλοντικές.
Οι μαθητές των μικρών τάξεων συμμετείχαν στην αξιολόγηση του προγράμματος
μέσα από μια διαδικασία συζήτησης ενώ από την τρίτη τάξη και μετά συμπλήρωσαν
ερωτηματολόγιο στην αρχή και στο τέλος της σχολικής χρονιάς στο οποίο έγινε
προσπάθεια να καταγραφούν οι διαφορές στις θεωρήσεις και τις στάσεις των
παιδιών. Κρίναμε πως προκειμένου να καταγραφεί η επίδραση του προγράμματος,
τα παιδιά θα δηλώσουν το βαθμό συμφωνίας ή διαφωνίας τους σε είκοσι πέντε
ερωτήματα, στην αρχή και στο τέλος του προγράμματος παρέμβασης. Τα
ερωτηματολόγια δόθηκαν μέσα στο τμήμα από τους εκπαιδευτικούς και
συμπληρώθηκαν σε συνθήκες τάξης. Ο εκπαιδευτικός παρουσίασε το
ερωτηματολόγιο και διάβασε όλες τις ερωτήσεις. Κάθε παιδί σημείωσε έναν αριθμό
(αριθμός τηλεφώνου ή ό,τι άλλο ήθελαν) στο αρχικό και στο τελικό ερωτηματολόγιο
προκειμένου να γίνει δυνατή η σύγκριση των απαντήσεών τους.
Γ. Ερωτηματολόγιο
Στην αρχή του ερωτηματολογίου τα παιδιά απάντησαν σε ερώτημα για το είδος των
εντύπων που «διάβασαν οι «μεγάλοι» (μαμά / μπαμπάς / παππούς / γιαγιά) της
οικογένειας χθες και προχθές», δηλαδή τις δύο προηγούμενες ημέρες και
περιλάμβανε τρεις επιλογές: εφημερίδα, περιοδικό και, βιβλίο. Το ερώτημα αυτό
τέθηκε σε μια προσπάθεια εκτίμησης των αναγνωστικών συνηθειών των ενηλίκων
μελών της οικογένειας, που έχει δειχτεί πως επηρεάζει την αναγνωστική
συμπεριφορά των παιδιών (Partin & Gillespie, 2002).
Η διάθεση των παιδιών για διάβασμα βιβλίων και η γενικότερη στάση τους
απέναντι στο αυτόβουλο διάβασμα και το διάβασμα για το σχολείο, καταγράφηκε
μέσα από ερωτηματολόγιο τύπου Likert. Τα παιδιά κλήθηκαν να δηλώσουν το
βαθμό συμφωνίας ή διαφωνίας τους σε τετράβαθμη κλίμακα σε είκοσι πέντε
ερωτήσεις.
Το ερωτηματολόγιο δομήθηκε με τον τρόπο που περιγράφεται από τον Janda
(1998). Κάθε ερώτηση είναι απλά και σύντομα διατυπωμένη και αφορά είτε στην
αυτόβουλη είτε στην ανάγνωση κατ’ απαίτηση και ακολουθείται από τέσσερα
πρόσωπα, ένα με μεγάλο χαμόγελο ( ) για να αποδοθεί η απόλυτη συμφωνία, ένα
[251]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[252]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Οι οδηγίες που δόθηκαν τόσο στην αρχική όσο και στην τελική συμπλήρωση ήταν οι
ακόλουθες: «Το χαρτί που βλέπετε είναι ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με την
ανάγνωση, τα βιβλία και τη βιβλιοθήκη που λειτουργεί στο σχολείο μας και σκοπό
έχει να καταγράψει τις σκέψεις και τα αισθήματά σας γι’ αυτά. Η απάντηση σε κάθε
ερώτηση πρέπει να δίνεται επιλέγοντας ένα από τα τέσσερα προσωπάκια που την
ακολουθούν. Το πρώτο προσωπάκι δείχνει ένα μεγάλο χαμόγελο, θα το επιλέγετε
αν διαβάζοντας την ερώτηση νιώθετε να γελάτε και αισθάνεστε πάρα πολύ
χαρούμενοι. Το δεύτερο προσωπάκι δείχνει ένα μικρότερο χαμόγελο, θα το
[253]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
επιλέγετε αν διαβάζοντας την ερώτηση νιώθετε ένα μικρότερο γέλιο και αισθάνεστε
απλώς χαρούμενοι. Το τρίτο προσωπάκι δείχνει μια μικρή λύπη, θα το επιλέγετε αν
διαβάζοντας την ερώτηση νιώθετε λίγο στενάχωρα και αισθάνεστε λίγο άσχημα.
Τέλος, το τέταρτο προσωπάκι δείχνει μια πολύ μεγάλη λύπη, θα το επιλέγετε αν
διαβάζοντας την ερώτηση νιώθετε πολύ στενάχωρα και αισθάνεστε πολύ άσχημα.
Ας κάνουμε ένα παράδειγμα, ας πούμε πως έχουμε την ερώτηση: «Πώς νιώθεις αν
σε ένα τραπέζι το μόνο φαγητό που μπορείς να φας είναι πίτσα με αλλαντικά;». Αν η
πίτσα είναι το αγαπημένο μου φαγητό ό,τι κι αν έχει πάνω της, αν ξετρελαίνομαι να
τρώω πίτσα όπως κι αν είναι αυτή, τότε σημειώνω το πρώτο προσωπάκι, αυτό με το
πολύ μεγάλο χαμόγελο. Αν μου αρέσει η πίτσα μόνο με τυρί, χωρίς αλλαντικά, δε
χάλασε όμως ο κόσμος, θα φάω από αυτή που υπάρχει, τότε σημειώνω το δεύτερο
προσωπάκι, αυτό με το χαμόγελο. Αν μου αρέσει η πίτσα μόνο με τυρί, χωρίς
αλλαντικά και δυσκολεύομαι να φάω από αυτή που υπάρχει στο τραπέζι και μάλλον
δε θα φάω, τότε σημειώνω το τρίτο προσωπάκι, αυτό με τη λύπη. Τέλος, αν η πίτσα
δε μου αρέσει καθόλου και δεν μπορώ με τίποτε να τη φάω και, δε θα φάω
καθόλου, τότε σημειώνω το τέταρτο προσωπάκι, αυτό με τη μεγάλη λύπη. Πριν
ξεκινήστε τις απαντήσεις σας θέλουμε να προσέξτε τα παρακάτω σημεία: α) Δεν
υπάρχουν σωστές και λάθος απαντήσεις. Απαντήστε όπως αισθάνεστε διαβάζοντας
κάθε ερώτηση, β) τα αισθήματα δε βαθμολογούνται, δε θα πάρετε βαθμό για τις
απαντήσεις σας, γ) απαντήστε όπως νιώθετε πραγματικά, μη σκέφτεστε ποια
απάντηση θα ήθελε να διαβάσει ο δάσκαλος ή οι γονείς σας και, δ) σημειώστε το
πρώτο γράμμα από το όνομα, το επίθετο, το όνομα του πατέρα και το όνομα της
μητέρας σας στο πάνω μέρος του ερωτηματολογίου.»
Η αξιοπιστία, με την έννοια της εσωτερικής εγκυρότητας, των απαντήσεων που
δόθηκαν πριν την παρέμβαση είναι Cronbach Αlpha = 0,86 και αυτών που δόθηκαν
μετά, είναι Cronbach Αlpha = 0,87. Η αξιοπιστία και των δύο μετρήσεων είναι πολύ
υψηλή και επιτρέπει παραπέρα στατιστική επεξεργασία.
Αποτελέσματα
Α. Γενική εικόνα
Α.1 Μαθητές Α΄ & Β΄ τάξης
Οι μικροί μαθητές έγιναν εξαιρετικοί αναγνώστες. Σύμφωνα με το αρχείο
δανεισμού, τα παιδιά δανείστηκαν βιβλία και ενεπλάκησαν με ιδιαίτερη διάθεση
στις δραστηριότητες. Σύνδεσαν τη βιβλιοθήκη με ενέργειες που τους άρεσαν, έτσι
όταν ρωτήθηκαν στο τέλος του προγράμματος, εξέφρασαν ιδιαίτερα θετικές
κρίσεις. Προκειμένου να βοηθήσουμε τα παιδιά να εκφράσουν την άποψή τους για
το πρόγραμμα, οργανώσαμε συζήτηση με τα ακόλουθα θέματα: α) Κρίσεις για τη
λειτουργία της βιβλιοθήκης, β) Σου αρέσει να διαβάζεις βιβλία; γ) Διαβάζετε βιβλία
στο σπίτι με τη μαμά και τον μπαμπά; δ) Θα πρότεινες σε ένα άλλο παιδί να
διαβάσει βιβλία; Ποιο βιβλίο θα του πρότεινες;
Τα αρνητικά σχόλια που καταγράψαμε για τη λειτουργία της βιβλιοθήκης
αφορούσαν στη συχνότητα επισκέψεων σε αυτήν, που ζητούσαν να είναι
[254]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
μεγαλύτερη και, μάλλον τονίζουν τη θετική εντύπωση που έκανε στα παιδιά. Αξίζει
να μεταφέρουμε την εικόνα που άρχισε να γίνεται όλο και πιο συχνή, μετά τις
πρώτες εβδομάδες εφαρμογής του προγράμματος, μαθητές να διαβάζουν ένα
βιβλίο στην αυλή του σχολείου, στο χώρο της βιβλιοθήκης κατά την ώρα του
διαλείμματος ή ακόμα και μέσα στην τάξη τους όταν προέκυπτε διαθέσιμος χρόνος.
Α.2 Μαθητές Γ΄ - Στ΄ τάξης
Οι μαθητές των μεσαίων και μεγάλων τάξεων κλήθηκαν να απαντήσουν σε
ερωτηματολόγιο προκειμένου να καταγραφούν τυχόν διαφορές στη στάση τους
απέναντι στην ανάγνωση που θα αποδοθεί στην επίδραση των δράσεων που
αναπτύχθηκαν. Οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις για καθεμιά ερώτηση στην
αρχή και στο τέλος του προγράμματος σε όλο το δείγμα αποδίδονται στον Πίνακα 3
που ακολουθεί. Στην αρχή του προγράμματος τις μεγαλύτερες μέσες τιμές
συγκέντρωσαν οι ερωτήσεις 24 και 25 που αφορούν στη λειτουργία της βιβλιοθήκης
στο χώρο του σχολείου. Ακολουθούσαν οι ερωτήσεις που αφορούσαν στην
παρουσία του παιδιού σε ένα βιβλιοπωλείο και στο ενδεχόμενο να μάθει
διαβάζοντας ένα βιβλίο. Στον αντίποδα, οι ερωτήσεις που συγκέντρωσαν τη
χαμηλότερη βαθμολογία ήταν η σύγκριση παιχνιδιού – βιβλίου, ο προσδιορισμός
της ανάγνωσης με βάση το φύλο και ο χαρακτηρισμός της ανάγνωσης ως βαρετής
πράξης. Ξεκινήσαμε με κατά βάση θετική προαίρεση και στάση απέναντι στο βιβλίο.
Δεν μπορεί να συγκριθεί βέβαια το βιβλίο με το παιχνίδι από παιδιά μάλιστα που
έχουν μεγαλώσει με το παιχνίδι, ωστόσο οι υπόλοιπες απαντήσεις δείχνουν θετική
αντιμετώπιση απέναντι στην πολιτική που ακολουθήθηκε από τη σχολική μονάδα
για το βιβλίο. Αντίστοιχη εικόνα καταγράψαμε και στο κλείσιμο του προγράμματος.
Τόσο οι υψηλότερες όσο και οι χαμηλότερες τιμές καταγράφηκαν στις ίδιες
ερωτήσεις.
[255]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η σύγκριση των απαντήσεων πριν και μετά την παρέμβαση ανέδειξε στατιστικώς
σημαντικές διαφορές στις ερωτήσεις 17, 19 & 21. Στην ερώτηση 17 «Πώς θα
ένιωθες αν διάβαζες φωναχτά στην τάξη;» (t=3,360, p=0,001), οι επιδόσεις μετά το
πρόγραμμα παρέμβασης είναι υψηλότερες. Η εξοικείωση με τη φωναχτή ανάγνωση
είναι πιθανό να οφείλεται στις αντίστοιχες δραστηριότητες του προγράμματος. Στην
ερώτηση 19 «Πώς θα ένιωθες σε ένα διαγώνισμα γλώσσας;» (t=2,331, p=0,022), η
μέση επιλογή μετά το πρόγραμμα είναι χαμηλότερη από αυτή που καταγράφηκε
πριν την έναρξή του. Τα παιδιά δείχνουν να απομακρύνονται από τη φιλοσοφία που
τα χαρακτήριζε ότι το διαγώνισμα γλώσσας είναι η φυσική δραστηριότητα του
μαθήματος. Τέλος στην ερώτηση 21 «Πιστεύεις πως η ανάγνωση βιβλίων είναι για
τα κορίτσια παρά για τα αγόρια;» η μέση επιλογή μετά το πρόγραμμα είναι
χαμηλότερη από αυτή που καταγράφηκε πριν την έναρξή του. Τα παιδιά δείχνουν
να εγκαταλείπουν την ιδέα πως η ανάγνωση βιβλίων αφορά μόνο τα κορίτσια και
αυτή η διαφορά είναι στατιστικώς σημαντική (t=2,037, p=0,043).
Η σύγκριση των μέσων επιλογών πριν και μετά το πρόγραμμα στις απαντήσεις που
έδωσαν τα παιδιά κάθε τάξης ανέδειξε διαφορές σε διαφορετικές ερωτήσεις. Η
έκτη τάξη ανέδειξε σημαντικές διαφορές στις ερωτήσεις 10 & 25. Δύο ερωτήσεις
που σχετίζονται με την αυτόβουλη ανάγνωση και την επίσκεψη στη βιβλιοθήκη. Η
μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί για τη στάση αυτή είναι πως τα παιδιά στην
ηλικία αυτή ζητούν κίνηση και δυναμικά παιχνίδια. Η πέμπτη τάξη ανέδειξε
σημαντικές διαφορές στις ερωτήσεις 17, 18, 20 & 23. Κατά βάση οι διαφορές τους
δείχνουν θετική στάση απέναντι στην ανάγνωση εκτός της ερώτησης 23 όπου οι
απαντήσεις τους δείχνουν πως στο κλείσιμο του προγράμματος «βαριούνται» με
την ανάγνωση βιβλίου. Δεν αποκλείεται ωστόσο τα παιδιά να ήταν επηρεασμένα
από το καλοκαίρι που είχε ήδη ξεκινήσει. Η τετάρτη τάξη ανέδειξε σημαντικές
διαφορές στις ερωτήσεις 16, 17 & 21, απαντήσεις που δείχνουν πως η αντιμετώπισή
τους απέναντι στην ανάγνωση έγινε πιο θετική. Τέλος, η τρίτη τάξη ανέδειξε
[256]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
σημαντικές διαφορές στις ερωτήσεις 4, 6, 9, 10, 16, 20, 21 & 23. Η σύγκριση των
μέσων επιλογών στις ερωτήσεις δεν δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα για τη στάση που
καλλιεργήθηκε στα παιδιά. Πιθανοί λόγοι για τις μπερδεμένες απαντήσεις μπορεί
να είναι η ηλικία των παιδιών καθώς επίσης και η αλλαγή εκπαιδευτικών που
πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.
Γ. Συνήθειες ανάγνωσης
Οι δραστηριότητες που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν είχαν αποτελέσματα και
στην τροποποίηση των στάσεων ανάγνωσης στην ευρύτερη οικογένεια. Στο
ερωτηματολόγιο τα παιδιά κατέγραψαν τις αναγνωστικές συνήθειες της
οικογένειας δηλώνοντας αν οι μεγάλοι της οικογένειας διαβάζουν εφημερίδες,
περιοδικά ή βιβλία. Δημιουργήσαμε μια νέα μεταβλητή θεωρώντας την ανάγνωση
εφημερίδας και περιοδικού ως ανάγνωση περιοδικού τύπου που εξετάστηκε σε
αντιπαραβολή με την ανάγνωση βιβλίου. Η υπόθεση εργασίας ήταν πως η μία
ανάγνωση είναι διαφορετική από την άλλη, πως η ανάγνωση βιβλίου λειτουργεί
διαφορετικά τόσο ως προς τη καλλιέργεια κινήτρων όσο και ως προς τα
αποτελέσματά της σε σχέση με την ανάγνωση ενός περιοδικού εντύπου.
[257]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ο έλεγχος για τη στάση απέναντι στην αυτόβουλη ή την κατ’ απαίτηση ανάγνωση με
βάση τις αναγνωστικές συνήθειες ανέδειξε στατιστικώς σημαντικές διαφορές μόνο
στην πριν το πρόγραμμα κατάσταση. Μέσες τιμές, τυπικές αποκλίσεις και τιμές
σύγκρισης (t) παρατίθενται στον Πίνακα 5 που ακολουθεί.
Φύλο Μέση Επιλογή Τυπική Σύγκριση
Απόκλιση
Αυτόβουλη Αγόρια 29,02 5,77
t=-3,407, p=0,002
(πριν) Κορίτσια 33,82 4,94
[258]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Γράφημα 1: Οι επιλογές των μαθητών σχετικά με το φύλο των αναγνωστών πριν και
μετά την εφαρμογή.
Η διαφωνία με την ερώτηση μετά το πρόγραμμα εκδηλώνεται με μεγαλύτερη
έμφαση και η διαφορά είναι στατιστικώς σημαντική (t=2,405, p=0,019). Η μέση
επιλογή μετά το πρόγραμμα είναι χαμηλότερη από αυτή που καταγράφηκε πριν την
έναρξή του. Μετά το πρόγραμμα, τα παιδιά δε θεωρούν την ανάγνωση έργο
συγκεκριμένου φύλου και μάλιστα των αγοριών όπως περιγράφεται στην ερώτηση.
Στο γράφημα 1, αποδίδονται οι συχνότητες των επιλογών των παιδιών πριν και μετά
το πρόγραμμα.
Συζήτηση – Συμπεράσματα
Το πρώτο συμπέρασμα από την έρευνα δράσης που αναπτύξαμε δείχνει πως για να
δημιουργήσουμε αναγνώστες απαιτούνται ενέργειες που θα συνδέσουν το κείμενο
με την εμπειρία τους, που θα δείξουν στα παιδιά τα μαγικά χρώματα του κειμένου,
που θα αναδείξουν τη διαφορά στην κατανόηση των νοημάτων. Το δεύτερο
[259]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
συμπέρασμα είναι πως ο χώρος παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην καλλιέργεια θετικών
στάσεων απέναντι στην ανάγνωση. Μια βιβλιοθήκη διακοσμημένη και εξοπλισμένη
συνεισφέρει θετικά στη δημιουργία αναγνωστών, εύρημα που συμφωνεί με
αντίστοιχα άλλων ερευνών (Germanos, Gavriilidis, Arvaniti, 2009). Τα παιδιά
αγκάλιασαν τη βιβλιοθήκη από την πρώτη μέρα της λειτουργίας της στο σχολείο,
λειτούργησαν στο χώρο της και, τελικά, έγιναν αναγνώστες. Θεωρούμε πως η
λειτουργία της έδωσε ένα τόνο ολοκλήρωσης στην πολιτική που ακολουθήθηκε από
τη σχολική μονάδα στο θέμα της δημιουργίας αναγνωστών καθώς οι παράγοντες
που διαμορφώνουν τη στάση του αναγνώστη μπορούν να αναζητηθούν στην
οικογένεια και το κλίμα που υπάρχει σ’ αυτήν για την ανάγνωση (Kraaykamp, 2001;
Nicholson, 1997; Wollscheid, 2012), στο δάσκαλο και στη γενική πολιτιστική
δραστηριότητα του σχολείου και της κοινότητας (Cunningham & Allington, 1999),
στην ύπαρξη δανειστικών βιβλιοθηκών (Σπινκ, 1990) και προτύπων αναγνωστικής
συμπεριφοράς (Adams, 1990). Στην έρευνα δράσης που αναπτύξαμε, επηρεάσαμε
όλους τους παραπάνω παράγοντες και τα αποτελέσματα ήταν θετικά.
Η άρση χαρακτηριστικών θεωρήσεων για το φύλο που διαβάζει πρέπει επίσης να
καταλογιστεί στα θετικά του προγράμματος. Δεν είναι λίγες οι έρευνες που
δείχνουν διαφορές ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια για τις θεωρήσεις και τις
στάσεις που έχουν και αφορούν στην ανάγνωση (Logan&Johnston, 2010, Merisuo-
Storm, 2006). Στην έρευνά μας καταγράψαμε παρόμοιες διαφορές, η παρέμβασή
μας φαίνεται πως επέδρασε σε αυτές και δείχνει να τις τροποποίησε. Δεν μπορούμε
να είμαστε απόλυτα σίγουροι, ωστόσο, για τα αποτελέσματα, καθώς θεωρούμε πως
πρέπει να καταγράψουμε την επίδραση του προγράμματος και στο μέλλον.
Οι μαθητές μας σταμάτησαν να έχουν επιφυλάξεις σχετικά με δραστηριότητες
ανάγνωσης όπως η φωναχτή ανάγνωση ή η ανάγνωση βιβλίων και παράλληλα δεν
δέχονται μια τυπική διαδικασία διαγωνίσματος στη γλώσσα. Εύρημα, που
συμφωνεί με την άποψη που έχει καταδειχθεί από σειρά ερευνών σύμφωνα με την
οποία «ενώ στα περισσότερα παιδιά αρέσει να διαβάζουν διάφορα βιβλία, ελάχιστα
δείχνουν το παραμικρό ενδιαφέρον για δραστηριότητες που αποκαλούμε
«ανάγνωση» στο σχολείο» (Anderson, et. al., 1994: σ.40).
Ιδιαίτερης σημασίας και η καταγραφή της τροποποίησης της αναγνωστικής
συμπεριφοράς των μελών του περιβάλλοντος των μαθητών μας, μετά την
εφαρμογή του προγράμματος δράσης. Είναι όμως ταυτόχρονα και ένας επιπλέον
παράγοντας για περαιτέρω ερευνητική προσέγγιση και ενίσχυση αυτής της
ενδιαφέρουσας διάστασης. Μόνο τότε θα ισχυροποιηθεί αυτό το σημαντικό
εύρημα και ίσως αποτελέσει την απαρχή μιας νέας πολιτικής προσέγγισης των
διαστάσεων εφαρμογής και αξιοποίησης προγραμμάτων σχολικών βιβλιοθηκών και
φιλαναγνωσίας στο σχολικό περιβάλλον.
Θετικό αποτέλεσμα καταγράφουμε και στην αυτοεικόνα των εκπαιδευτικών που
ενισχύθηκε λόγω των θετικών αποτελεσμάτων που είχαμε από τις δράσεις.
Αναδείχτηκαν τα θετικά σημεία της συνεργασίας, οι σχέσεις έγιναν πιο φιλικές,
βελτιώθηκε το κλίμα στη σχολική μονάδα. Συνεχίζουμε την εφαρμογή του
[260]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Αγγελάκη, Χ., Άλλιος, Π., Αρβανίτη, Ι., κ.σ., (2001). Βιβλιολογείον – Έρευνα για τις
στάσεις των Παιδιών απέναντι στο Βιβλίο ως Αντικείμενο. Φλώρινα: Γενική
Γραμματεία Νέας Γενιάς – Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης
Φλώρινας.
Adams, M.J., (1990). Beginning to read: Thinking and Learning about print.
Cambridge: MIT Press.
Ajzen, I., (1988). Attitudes, Personality and Behavior. Chicago: The Dorsey Press.
Ajzen, I., & Fishbein, M., (1980). Understanding attitudes and predicting social
behavior. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
Alber, S., (2011). A toolkit for action research. Plymouth UK: Rowman & Littlefield
Publishers.
Alexander, J. & Filler, R. C. (1976). Attitudes and reading. International Reading
Association: Reading Series, Newark, DE: International Reading Association.
Anderson, R., Hiebert, E., Scott, J., & Wilkinson, I., (1994). Πώς να δημιουργήσουμε
ένα έθνος από αναγνώστες. Αθήνα: Gutenberg.
Αρβανίτη, Ι., (2011). Η βιβλιοθήκη στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη,
ΑΠΘ – Δίκτυο Τριτοβάθμιας και Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για τη σχολική
βιβλιοθήκη, University Studio Press.
Αρτζανίδου, Ε., Γούλης Δ., Γρόσδος, Σ., Καρακίτσιος, Α., (2011). Παιχνίδια
φιλαναγνωσίας και αναγνωστικές εμψυχώσεις. Αθήνα: Gutenberg.
Ayhan, A., Simsek, S, &Bicer, A., (2014). An analysis of children’s attitudes towards
reading habits. European Journal of Research on Education, Special Issue: 13-
18. Διαθέσιμοστοδιαδίκτυοαπότηδιεύθυνση: http://iassr.org/rs/020403.pdf
[261]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Beck, R.C., (1983). Motivation: Theories and principles. Englewood Cliffs, NJ: Prentice
Hall.
Bettelheim, B., &Zelan, K., (2006). Μαθαίνοντας Ανάγνωση: Η γοητεία του νοήματος
για το παιδί. Αθήνα, Καστανιώτης.
Briggs, L., (1987). A poor attitude: A deterrent to reading improvement.
ReadingHorizons, 202-208. Διαθέσιμο στο διαδίκτυο από τη διεύθυνση:
http://scholarworks.wmich.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1795&context=re
ading_horizons .
Cunningham, P., & Allington, R., (1999). Classrooms that work – They can all read
and write. NY: Longman.
Fishbein, M., & Ajzen, I., (1975). Belief, Attitude, Intention, and Behaviour: An
Introduction to theory and Research. Reading, MA: Addison-Wesley.
Germanos, D., Gavriilidis, S., Arvaniti, I., (2009). A school creates its own Library. A
case study. Στο Donatella Lobello, Luisa Marquardt, (Επ.) Preparing Pupils and
Students for the Future: School Libraries in the Picture - Selected Papers from
the 38th annual conference of the International Association of School
Librarianship, and the Thirteenth International Forum on Research in School
Librarianship, Abano Terme, Padua, Italy, 2 - 4 September 2009.
Janda, L., (1998). Psychological Testing – Theory and Applications. Boston: Allyn and
Bacon.
Koschmann, T. (1996), Paradigm shifts & instructional technology: An introduction,
In T. Koschmann (Ed.), CSCL: Theory & practice of an emerging paradigm, (pp.
1‐23), Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum Associates.
Kotoulas, V., & Padeliadu, S., (2000). Attitudes towards reading and writing. Paper
presented at the 14th International Symposium of Theoretical and Applied
Linguistics, 20-22 April, 2000, Thessaloniki. Η εργασία δημοσιεύτηκε στα
πρακτικά του συμποσίου σ.σ. 175-186.
Κοψιδά – Βρεττού, Π., (2011). Φιλαναγνωσία και σχολικές βιβλιοθήκες – Πώς
παράγεται το «γεγονός» στη σχολική καθημερινότητα. Αθήνα: Καστανιώτης.
Kraaykamp, G. (2003). Literary socialisation and reading preferences. Effects of
parents, the library, and the school. Poetics, 31: 235–257.
Kraaykamp, G. (2001). Parents, Personality and Media Preferences. Communications,
26(1): 15–36
Κωτούλας, Β., (2006). Πολεμώντας τον αναλφαβητισμό: Βασικές αρχές
προγράμματος διδασκαλίας του γραπτού λόγου σε μαθητές με μαθησιακές
δυσκολίες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επ.) Έρευνα
και πρακτική του γραμματισμού στην ελληνική κοινωνία (σ.σ. 335-356).
Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Logan, S. &. Johnston, R., (2010). Investigating gender differences in reading.
Educational Review, 62 (2): 175-187.
Mathewson, Gr., (1994). Model of attitude influence upon reading and learning to
read. In R. Ruddell, M.Rapp Ruddell & H. Singer (Eds.) Theoretical Models and
[262]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[263]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Λαλαζήση Χρυσούλα
Αρχιτέκτων- Πολιτικός Μηχανικός Σχολική Σύμβουλος ΠΔΕ Αττικής
chrlalazisi@gmail.com
Αργύρη Παναγιώτα
Μαθηματικός στο Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Ευαγγελικής Σμύρνης
argiry@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι σύγχρονες θεωρίες μάθησης αποδίδουν μεγάλη σημασία στον
κοινωνιοπολιτισμικό παράγοντα και συνηγορούν υπέρ της οργάνωσης μαθημάτων
στα οποία ευνοείται η κοινωνική αλληλεπίδραση και η συνεργατική, ομαδική
μάθηση. Ένας στόχος της εμπειρικής έρευνας δράσης, που πραγματοποιήθηκε σε
Πρότυπο Πειραματικό Λύκειο της περιφέρειας Αττικής, ήταν να εξετάσει την
ανάπτυξη της ομαδοσυνεργατικότητας και την γενικότερη επίδραση της στο
γνωστικό και κοινωνικό τομέα των συμμετέχοντων μαθητών κατά την εφαρμογή
μιάς Ερευνητικής Εργασίας (Ε.Ε.) με θέμα «Μαθηματικά και Τέχνη». Συλλέχθηκαν
ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα κατά τη διάρκεια και μετά την υλοποίηση της Ε.Ε. Η
ποσοτική και η ποιοτική τους ανάλυση, έδειξαν ότι, κατά τη συγκεκριμένη διδακτική
εφαρμογή, αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό η ομαδοσυνεργατικότητα και υπήρχαν
σαφή κέρδη ανάπτυξης πολλαπλών δεξιοτήτων, κοινωνικών: επικοινωνία, ανοχή,
συνεργατικότητα, αντοχή στην έκθεση όσο και γνωσιακών: χρήση μαθηματικών
λογισμικών, κατανόηση γεωμετρίας φρακταλς, σειράς Fibonacci, αλλά και
καλλιτεχνικών: κατασκευή χειροτεχνημάτων και έργων ζωγραφικής.
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Οι ερευνητικές εργασίες (project) που υλοποιούνται στο ωρολόγιο πρόγραμμα του
Λυκείου στηρίζονται στην παιδαγωγική αρχή της συνεργασίας των μαθητων, η
οποία μετατοπίζει τη μαθησιακή διαδικασία από τη δάσκαλο-μαθητική επικοινωνία
στη δια-μαθητική συνεργασία, με τον εκπαιδευτικό να καθοδηγεί και να στηρίζει
αυτή τη συνεργασία (βλ. Ματσαγγούρας Η. 2009 : 28). Η δια-μαθητική συνεργασία
προκρίνεται από τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα και από το Νέο Σχολείο,
διότι αποτελεί ιδανικό πλαίσιο για τη βιωματική μάθηση, τη φυσική ανάπτυξη των
ποικίλων ικανοτήτων και την ανάπτυξη του συλλογικού πνεύματος (βλ. και
Ματσαγγούρας 2000, ΥΠΔΜΘ 2010: 24 και 25, ΥΠΔΜΘ 2011: 13, Δαμανάκη κ. αλ.
2006: 75). Ερευνητικές μελέτες διαπιστώνουν ότι ο συνδυασμός της
διεπιστημονικότητας και της ομαδικότητας των Ε.Ε κεντρίζει το ενδιαφέρον των μα-
θητών και βελτιώνει τόσο τις στάσεις τους και την αυτοεκτίμησή τους όσο και τις
ικανότητές τους για συνεργασία και, κατ’ επέκταση, και τη μάθηση και τη
διατήρηση της γνώσης (βλ. Rogoff et al. 1998, Prince 2004: Joyce, Weil and Calhoun
2008).
[264]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Ερευνητική διαδικασία-παιδαγωγική εφαρμογή
Το δείγμα της έρευνας είναι 13 μαθητές της Α΄Λυκείου του Πρότυπου Πειραματικού
Λυκείου Ευαγγελικής σχολής Σμύρνης,που συμμετείχαν κατά το σχολικό έτος 2012-
13 στην ερευνητική εργασία με θέμα: ‘Μαθηματικά και Τέχνη’. Για την υλοποίηση
της Ε.Ε οι μαθητές χωρίστηκαν σε ομάδες και αντιμετώπιζαν ξεχωριστά ερευνητικά
ερωτήματα. Σε κάθε μάθημα υπήρχε αλληλοενημέρωση των ομάδων, ανταλλαγή
απόψεων και πληροφοριών και ανατροφοδότηση. Η διδακτική μεθοδολογία ήταν
[265]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
28
μια προσέγγιση για αξιοπιστία ενός ψυχομετρικού ερωτηματολογίου κατά Σίμο & Κομίλη (2003)
είναι οτιτο ύψος του τυχαίου σφάλματος κυμαίνεται όχι μόνο από τη μία μέτρηση στην άλλη αλλά
και από τη μια ερώτηση, ή στοιχείο της δοκιμασίας, στην άλλη. Αυτό συμβαίνει όταν λάθη ή
παρανοήσεις συμβαίνουν με μεγαλύτερη συχνότητα σε κάποιες συγκεκριμένες ερωτήσεις ή λιγότερο
[266]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σχήμα 1. 1 Σχήμα 1. 2
συχνά σε άλλες. Αν δεχθούμε ότι όλες οι ερωτήσεις-στοιχεία της δοκιμασίας-μέτρησης μετρούν την
ίδια εννοιολογική κατασκευή, έπεται ότι οι διαφορές στις απαντήσεις του ιδίου ατόμου από την μια
ερώτηση στην άλλη αντικατοπτρίζουν την επίδραση τυχαίου σφάλματος
[267]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σχήμα 2.Tελική αυτοαξιολόγηση της συνεργατικότητας στην ομάδα. Ι: ΙΙ: ΙΙΙ: ΙV…….V
[268]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Πίνακας Ι
Ανάπτυξη Ποσοστό επί του
Απαντήσεις Ποσοστό
Ενδιαφερόντων συνόλου
Συνεργασία 10 24,4% 76,9%
ΗΥ.μαθ.λογισμικά 3 24,4% 76,9%
Μαθηματικά 3 7,3% 23,1%
έργα τέχνης 5 7,3% 23,1%
Κατασκευές 5 12,2% 38,5%
Εκδρομές 5 12,2% 38,5%
Καλλιέργεια
5 12,2% 38,5%
δεξιοτήτων
Πίνακας ΙΙ
Αξιολόγηση Θετικών
Ποσοστό επί
χαρακτηριστικών της Απαντήσεις Ποσοστό
του συνόλου
Ε.Ε
Συνεργασία 7 18,4% 53,8%
ΗΥ.μαθ.λογισμικά 1 2,6% 7,7%
Μαθηματικά 2 5,3% 15,4%
έργα.τέχνης 2 5,3% 15,4%
Κατασκευές 4 10,5% 30,8%
Εκδρομές 10 26,3% 76,9%
Καλλιέργεια.δεξιοτήτων 9 23,7% 69,2%
Παρουσίαση 3 7,9% 23,1%
Η αναγνώριση της συνεργασίας μεταξύ των μελών των ομάδων αξιολογείται θετικά
και παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό επί του συνόλου των απαντήσεων των
μαθητών και σε ενδιάμεσο και σε τελικό στάδιο. Υπάρχει μια σαφής και έμπρακτη
μετατόπιση αυτής της ομάδας παιδιών από τον παιδικό εγωκεντρισμό στην πιο
ανοικτή αντίληψη της αλληλεγγύης και της στήριξης της ευρύτερης ομάδας
(Buhrmester & Furman, 1987). Παραμέρισαν το προσωπικό όφελος με κόστος, εν
προκειμένω, την προσφορά εργασίας και δημιουργικότητας. Αξιοσημείωτο είναι ότι
αναγνωρίζουν ότι ανέπτυξαν δεξιότητες (στη χρήση μαθηματικών λογισμικών και
στη σύνθεση-δημιουργία καλλιτεχνικών κατασκευών-ικανότητα παρουσίαση
εργασίας σε κοινό προς αξιολόγηση). Η εκδρομή στη Θεσσαλονίκη, που είχε μόνο
παιδαγωγικό προσανατολισμό τη συμμετοχή σε συνέδριο, εμπεριέχει την εμπειρία
της επιτυχημένης παρουσίας της ομάδας, που δούλεψε εξαιρετικά σκληρά, αλλά
και τη χαρά της ομαδικής ψυχαγωγίας σαν ανταμοιβή.
[269]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[270]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Οι μαθητές ανέπτυξαν αυτονομία και πρωτοβουλία μέσα από την επιλογή και την
υλοποίηση δικών τους ειδικών και συγκεκριμένων στόχων, που ήταν ηκαλλιτεχνική
δημιουργία και η πρωτότυπη προβολή της δουλειάς και των μηνυμάτων τους. Είναι
σημαντικό ότι θα εξέθεταν την ομαδική εργασία τους σε ένα ευρύτερο κοινό που θα
τους αξιολογούσε με επιστημονικά κριτήρια. Οι στόχοι αυτοί συγκέντρωσαν την
προσοχή και το ενδιαφέρον τους. Προφανώς η εκπλήρωσή τους ενίσχυσε τη θετική
εικόνα για την ομαδική δουλειά και ενδυνάμωσε την αυτοπεποίθηση και τις
ικανότητες αποτελεσματικής δράσης (Hatter et al, 1998).
Με λίγα λόγια, θα λέγαμε ότι οι μαθητές, μέσα από την Ε.Ε., ανέπτυξαν τις
κοινωνικές τους δεξιότητες της επικοινωνίας, της ανοχής, της συνεργασίας και της
αντοχής στην έκθεση σε κοινό.
Επίσης, αξιολόγησαν θετική την γνώση που πήραν στη χρήση μαθηματικών
λογισμικών, σε θεωρίες μαθηματικών, όπως τη γεωμετρία των φρακταλς, τη σειρά
Fibonacci, είτε τις γνώσεις στην ιστορία της τέχνης (αρχιτεκτονική και ζωγραφική).
Τέλος, ανέπτυξαν δεξιότητες σε πρωτότυπη δημιουργία καλλιτεχνικών κατασκευών,
όπως φαίνεται και από τα έργα τους (Φώτο στο παράρτημα Γ) αλλά και από τις
δικές τους δηλώσεις αυτοαξιολόγησης των ενδιαφερόντων και ευχάριστων που
συνάντησαν κατά την υλοποίηση της συγκεκριμένης Ε.Ε.
Επιβεβαιώνεται η άποψη πως η ομαδοσυνεργατικότητα στη διδακτική διαδικασία
αποτελεί ένα βασικό παράγοντα διαμόρφωσης θετικών στάσεων, καθώς ο μαθητής
εντάσσεται μέσα στην ομάδα ενεργοποιείται, καταθέτει ιδέες, απόψεις και
εμπειρίες, ενισχύει την αυτοεκτίμηση του και αποκτά κίνητρα και ερεθίσματα για
μάθηση.
Επομένως, είναι πρόκληση για κάθε εκπαιδευτικό η οργάνωση ομαδοσυνεργατικών
δραστηριοτήτων, οι οποίες συμβάλλουν στην καλλιέργεια της προσωπικότητας του
μαθητή για την ένταξη του ως ενεργό μέλος του κοινωνικού συνόλου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α.Ξενόγλωσση
Buhrmester, D. andW. Furman (1987). The development of companionship and
intimacy, Child Development, 58, 1101-1113.
Chaith G., Shaaban K. Harkous S. An investigation of relationship between form of
positive interdependence social support and selected aspects of class climate.
System 35, 229-240
Fox N., N. Mathers and A. Hunn (1996, 1998, 2001). New Horizons: GMH 6010
Research Methods. A distance Learning Package, The Institute of General
Practice and Primary Care, University of Sheffield, Sheffield.
Gillies, R. M. (2007), Cooperative Learning. London: Sage.
[271]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Johnson, D. W., Johnson, R. T., and Smith, K. A. (1998), Active Learning: Cooperation
in the College Classroom. Edina, Minn: Interaction Book Co.
Joyce, B., Weil ,M., Calhoun, E. (2008). Models of teaching , Hardcover. ISBN-10:
0205593453 | ISBN-13: 9780205593453
Hatter, S., Waters, P. and. Whitesell, N.R (1998). Relational self-worth: differences in
perceived worth as a person across interpersonal contexts among adolescents,
Child Development, 69, 756-766.
Prince, M. (2004) «Does Active Learning Work? A Review of the Research», Journal of
Engineering Education, 93:3, 223-231
Rogoff, B., Matsuov, E., & White, C. (1998), «Models of Teaching and Learning:
Participation in a Community of Learners». In D. R. Olsen, & N. Torrance (Eds.),
The Handbook of Education and Human Development—New Models of
Learning, Teaching and Schooling (pp. 388--414). Oxford,UK: Blackwell
Slavin R.(1994)Research on cooperative learning and achievement: What we Know,
What we need to Know.ContemporalyEducationalPhychology : 21, 43-69
B.Ελληνική
Δαμανάκη, Μ. και άλλοι (2006), Ανοικτό στην Κοινωνία Σχολείο. Αθήνα
Κουλουμπαρίτση, Αλ. και Μουρατιάν, Ζ. (2004), Σχέδια Εργασίας στην Πράξη και
στην Τάξη: Στόχος-Αξιολόγηση. Αθήνα: Πατάκης
Ματσαγγούρας, Ηλ. (2000), Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση. Αθήνα:
εκδ. Γρηγόρη.
Ματσαγγούρας, Η. (2002). Διαθεματικότητα στη σχολική γνώση: εννοιοκεντρική
αναπλαισίωση και σχέδια εργασίας, εκδόσεις Γρηγόρης, Αθήνα.
Ματσαγγούρας, Η. (2004). Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση, (Γ' έκδοση,
βελτιωμένη και επαυξημένη), εκδόσεις Γρηγόρης, Αθήνα.
Ματσαγγούρας, Η. (2009). Η καινοτομία των ερευνητικών εργασιών. Οργανισμός
Εκδόσεων Διδακτικών βιβλίων, Αθήνα.
Σίμος, Π. και Κομίλη, Α. (2003). Μέθοδοι έρευνας στην ψυχολογία και τη γνωστική
νευροεπιστήμη, Εκδόσεις Παπαζήση,Αθήνα.
ΥΠΔΜΘ (Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευτικών) (2010). Το Νέο
Σχολείο-Πρώτα ο Μαθητής.Ανάκτηση
http://www.ypepth.gr/docs/neo_sxoleio_brochure_100305.pdf
ΥΠΔΜΘ (Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευτικών) (2011).
Πρόταση για το Νέο Λύκειο.Ανάκτηση
http://paspif.gr/wp-content/uploads/2011/07/neo_lykeio.pdf
[272]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α
ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
1.Α.Πως αισθάνεσαι στην ομάδας σου ;
Γενικά αισθάνομαι: ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ, ΚΑΛΑ, ΜΕΤΡΙΑ, ΔΥΣΑΡΕΣΤΑ, ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΑ
(Συνεργατικότητα1)
Β. Δέχονται τις προτάσεις μου ΣΧΕΔΟΝ ΠΑΝΤΑ, ΣΥΧΝΑ, ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ, ΣΠΑΝΙΑ ,ΠΟΤΕ
(Συνεργατικότητα2)
Γ. Αισθάνομαι καταπίεση: ΣΧΕΔΟΝ ΠΑΝΤΑ, ΣΥΧΝΑ, ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ, ΣΠΑΝΙΑ ,ΠΟΤΕ
(Συνεργατικότητα3)
Δ. Εκνευρίζομαι από κάποιους που βαριούνται και δεν δουλεύουν
ΣΥΧΝΑ ΠΑΝΤΑ ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ ΣΠΑΝΙΑ ΠΟΤΕ
(Συνεργατικότητα4)
2. Μετά από μια ολόκληρη χρονιά συνεργασίας στην ομάδα σου αισθάνεσαι πως:
Α) Ήταν τύχη να είσαι σε αυτή και όχι σε άλλη ομάδα
ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΚΑΘΟΛΟΥ (τελική αξιολόγηση συνΙ)
Β) Θα προτιμούσες να είσαι σε μια από τις άλλες δύο ομάδες
ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΚΑΘΟΛΟΥ (τελική αξιολόγηση συνΙΙ)
Γ) Η ομάδα σου έκανε εξαιρετική δουλειά
ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΚΑΘΟΛΟΥ (τελική αξιολόγηση συνΙΙΙ)
Δ) Χωρίς αυτήν την ομάδα δεν θα καταφέρνατε τόσο καλό αποτέλεσμα
ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΚΑΘΟΛΟΥ (τελική αξιολόγηση συνΙV)
Ε) Γνωρίσθηκες καλύτερα και δέθηκες με άτομα που δεν συμπαθούσες ιδιαίτερα ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ
ΚΑΘΟΛΟΥ (τελική αξιολόγηση συνV)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β
Πίνακας 1- Δείκτης αξιοπιστίας-
Cronbach's Alpha N
,511 9
Πίνακας 2 -Έλεγχος εσωτερικής συνέπειας της κλίμακας μέτρησης της συνεργασίας των ομάδων
Μέσος όρος αν η Τυπική απόκλιση αν Συσχέτιση μτβλ.- Δείκτης αξιοπιστίας
μτβλ. διαγραφεί ημτβλ.διαγραφεί αθροισμα τιμών αν η
των υπολοίπων μτβλ.διαγραφεί
Συνεργατικοτητα1 12,2308 7,192 ,797 ,255
Συνεργατικοτητα2 11,6923 7,564 ,726 ,292
Συνεργατικότητα3 11,8462 6,974 ,456 ,366
Συνεργατικότητα4 14,3077 9,897 ,226 ,481
τελικη.αξιολογηση.συνΙ 13,9231 11,577 -,134 ,601
τελική.αξιολογηση.συνΙΙ 14,6154 14,423 -,677 ,674
τελική.αξιολόγηση.συν.ΙI 13,0769 8,577 ,829 ,342
I
τελική.αξιολόγηση.συνΙV 13,3077 10,731 ,099 ,515
τελική.αξιολογηση.συνV 14,3846 10,423 ,068 ,534
[273]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Πινακας 3 –Πίνακας μέσων όρων και τυπικών αποκλίσεων των μεταβλητών της κλίμακας
μέτρησης της συνεργατικότητας
Μέσος όρος Τυπική απόκλιση Ν
Συνεργατικοτητα2
,811 1,000
Συνεργατικότητα3
,412 ,620
Συνεργατικότητα4
,312 ,150
κινητρα.ΜΑΘ
,217 ,267
κινητρα.ΤΕΧ
-,081 -,438
κινητρα.ΠΑΡΕΑ
,081 -,024
κίνητρα.ΚΑΘΗΓ
-,047 -,225
Προσδοκίες.Βελτίωση.Μαθ
-,274 -,306
Προσδοκίες.κάνω.εργα.τέχνης
-,338 -,503
[274]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Πινακας 4.2
Συνεργατικότητα3 Συνεργατικότητα4
Συνεργατικοτητα1
,412 ,312
Συνεργατικοτητα2
,620 ,150
Συνεργατικότητα3
1,000 ,206
Συνεργατικότητα4
,206 1,000
κινητρα.ΜΑΘ
,059 -,064
κινητρα.ΤΕΧ
-,471 ,180
κινητρα.ΠΑΡΕΑ
,267 -,013
κίνητρα.ΚΑΘΗΓ
-,234 ,330
Προσδοκίες.Βελτίωση.Μαθ
-,348 -,252
Προσδοκίες.κάνω.εργα.τέχνης
-,111 -,194
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ
[275]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[276]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Λαμπροπούλου Αθηνά
Εκπαιδευτικός, μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου
Αθηνών
Δελέγκος Νικόλαος
Σχολικός Σύμβουλος της 1ης Περιφέρειας Π. Ε. του Ν. Αχαΐας, Δρ. του
Πανεπιστημίου Πατρών
ndelegkos@sch.gr
Περίληψη
Η ανίχνευση επιμορφωτικών αναγκών των εκπαιδευτικών της περιφέρειάς μας
καθώς και η υπερδεκαετής εμπειρία μας ως Σχολικός Σύμβουλος, ανέδειξε ως
ενδιαφέρον θέμα για περεταίρω ενασχόληση και εμβάθυνση την ομαδοσυνεργατική
διδασκαλία και μάθηση. Θεωρήσαμε λοιπόν αναγκαίο και σκόπιμο να σχεδιάσουμε
ένα ετήσιο επιμορφωτικό πρόγραμμα για όλους τους εκπαιδευτικούς της
περιφέρειάς μας (ομάδα στόχος), στα πλαίσια του οποίου θα προσπαθήσουμε να
αντιμετωπίσουμε προβλήματα που απασχολούν τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι
επιμένουν στην πλειοψηφία τους στο πλαίσιο της μετωπικής διδασκαλίας επειδή,
θεωρούν ότι έχουν χαμηλό ρίσκο και αντιμετωπίζουν ευκολότερα καταστάσεις
μαθητών με αποκλίνουσες ψυχολογικές και μαθησιακές επιπλοκές. Επιπλέον,
φαίνεται να αντιμετωπίζουν με δυσπιστία τις ομαδικές εργασίες, αφού θεωρούν
πως οι χαρισματικοί μαθητές γρήγορα χάνουν το ενδιαφέρον τους και δε γνωρίζουν
την ευγενή άμιλλα με άλλους χαρισματικούς μαθητές. Σε άλλες περιπτώσεις οι
εκπαιδευτικοί παρατηρούν μη πειθαρχημένη συμπεριφορά μέσα στην ομάδα, με
μαθητές που μονολογούν συνεχώς και άλλους που «κρύβονται» πίσω τους,
συμμετέχοντας ελάχιστα.
Το σχεδιαζόμενο πρόγραμμα περιλαμβάνει τρεις πρωτότυπες βιωματικές και
καινοτόμες επιμορφωτικές δράσεις:
Α΄ δράση: Ενημέρωση όλων των εκπαιδευτικών (ανά τάξη και ανά μέρα το πρώτο
δεκαήμερο του Σεπτέμβρη) για την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία – βιωματική με
τις τεχνικές- αξιολόγηση της πρακτικής αξίας των γνώσεων – τεχνικών που
αποκτήθηκαν στην ημερίδα.
Β’ δράση: Ανατροφοδότηση στα μισά της σχολικής χρονιάς από τον γράφονται
Σχολικό Σύμβουλο, προς όλους τους εκπαιδευτικούς που έχουν εμπλακεί στην
ομαδοσυνεργατική διδασκαλία με ενδοσχολική συνεργασία ανά σχολική μονάδα ή
διασχολική με εμπλοκή περισσοτέρων της μιας σχολικές μονάδες ( ολιγοθέσια
σχολεία) .
Γ΄ δράση: Συναντήσεις εργασίας (15-22 Ιουνίου, ανά τάξη και ανά μέρα), για
αναστοχασμό της όλης διαδικασίας όπου: θα παρουσιαστεί αυτοαξιολογικά από
κάθε εκπαιδευτικό η όλη πορεία της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας που
υλοποίησε στην τάξη του, θα ομαδοποιηθούν οι κοινές εμπειρίες και στρατηγικές,
θα γίνει επίσης παρουσίαση βελτιωτικών και εναλλακτικών προτάσεων από τους
εκπαιδευτικούς, θα προβούμε σε ανακοίνωση- διάχυση των αποτελεσμάτων στην
[277]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Εισαγωγή
Μέχρι και τον 18ο αιώνα η σχολική εκπαίδευση ήταν αποκλειστικά
δασκαλοκεντρική. Η επικοινωνία με τους μαθητές ήταν μονόδρομη, ενώ η μέθοδος
και το στιλ της διδασκαλίας διακρίνονταν από αυταρχισμό και στηρίζονταν στην
τυφλή υπακοή των μαθητών. Με τις κοινωνικές ζυμώσεις που πραγματοποιήθηκαν
έκτοτε, δόθηκε έμφαση στην κοινωνική αγωγή που πρέπει να λαμβάνει ο μαθητής
από το σχολείο, την ανάγκη ικανοποίησης των ιδιαίτερων αναγκών, κλίσεων και
ενδιαφερόντων των μαθητών, καθώς και στην ανάπτυξη των μεταγνωστικών τους
αναγκών. Έτσι, τέθηκε στο προσκήνιο η σημασία των αρμονικών διαπροσωπικών
σχέσεων μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών και τέθηκε το θέμα της εξισορρόπησης
μεταξύ ανταγωνιστικών και συνεργατικών μοντέλων μάθησης και διδασκαλίας
(Johnson & Johnson, 2009).
Σταδιακά, προβλήθηκαν παιδαγωγικές αρχές και αιτήματα για δημιουργία
συνθηκών διδασκαλίας και μάθησης με μεγαλύτερη ενεργό εμπλοκή όλων των
τομέων της προσωπικότητας των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, που
δημιουργούν για τους μαθητές έναν διευκολυντικό για την ολόπλευρη γνωστική
γνωστική, κοινωνική και προσωπική τους ανάπτυξη περιβάλλον σε ένα πιο
αποκεντρωμένο, αυθεντικό, κοινωνικά πλαισιωμένο, αλληλεπιδραστικό και ανοιχτό
μαθησιακό περιβάλλον, που να ευνοεί την αυτόνομη, διερευνητική και συνεργατική
μάθηση στο σχολείο αλλά και έξω από αυτό (Jonassen & Land, 2000).
Για τους παραπάνω λόγους αναδύθηκε η αναγκαιότητα της ομαδοσυνεργατικής
διδασκαλίας ως κύριας διδακτικής προσέγγισης στην προαγωγή και οικοδόμηση της
γνώσης, με τα μέλη μιας ομάδας να συνεργάζονται για έναν κοινό σκοπό με τέτοιο
τρόπο, ώστε μέσα από συνεργατικές διεργασίες ανάμεσά τους, να προωθείται η
ατομική μάθηση.
[278]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[279]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εργασίας, άμεση προσωπική επικοινωνία μεταξύ των μελών και αναγνώριση της
συμβολής του καθενός μέσα στην ομάδα. Θα πρέπει να υπάρχει αίσθημα ατομικής
ευθύνης του κάθε μέλους για το συλλογικό αποτέλεσμα. Σημαντικός είναι και ο
παράγοντας της ανομοιογένειας στη σύνθεση της ομάδας, έτσι ώστε να μετέχουν
μαθητές με διαφορετικά χαρακτηριστικά ως προς το φύλο, την κοινωνική
συμπεριφορά, την κουλτούρα, το στιλ μάθησης. Η ανομοιογένεια στη σύνθεση της
ομάδας, ιδιαίτερα σε σχέση με τις επιδόσεις και το βαθμό κοινωνικοποίησης είναι
ένας σημαντικός παράγοντας και προϋπόθεση για την ομαδοσυνεργατική
διδασκαλία.
Η αποκέντρωση της εξουσίας, αλλά και των ευθυνών που συνεπάγεται η
ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, αλλάζει οριστικά το ρόλο του εκπαιδευτικού. Η
σχέση εκπαιδευτικού – μαθητή έχει άμεσο αντίκτυπο στο αποτέλεσμα της
μαθησιακής διαδικασίας. Η ομάδα, ως σύνολο, αναλαμβάνει να επιλύσει
προβληματικές καταστάσεις, να ανατροφοδοτήσει τα μέλη της και να τα
καθοδηγήσει. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι ο εκπαιδευτικός χάνει κάθε εξουσία και
καθίσταται περιττός. Ο δάσκαλος και εξουσία έχει και σημαντικό ρόλο
διαδραματίζει, αφού αυτός αποφασίζει τη σύνθεση της ομάδας, το αντικείμενο της
διδασκαλίας και το σχήμα της ομαδοσυνεργατικής που θα εφαρμόσει
(Ματσαγγούρας, 2008). Ο εκπαιδευτικός, κατά την εξέλιξη της ομαδοσυνεργατικής
διαδικασίας, διαδραματίζει τους εξής ρόλους:
1. Να ενημερώσει προκαταρκτικά την τάξη με σαφήνεια και συντομία ποιο θα είναι
το έργο των ομάδων, με ποια διαδικασία και ποια χρονικά όρια θα πρέπει να
ολοκληρωθεί. Ο εκπαιδευτικός δεν χρειάζεται να διδάξει βεβιασμένα τις δεξιότητες
της ομαδικής εργασίας, και ιδιαίτερα την ώρα της ενημέρωσης. Η διαδικασία αυτή
μπορεί να πραγματοποιηθεί σε άλλη ώρα προσαρμόζοντας βέβαια ανάλογα και το
ομαδοσυνεργατικό σχήμα που θα ακολουθήσει.
2. Να οργανώσει το μαθητικό δυναμικό και να παράσχει το κατάλληλο διδακτικό
υλικό. Τις δύο αυτές προϋποθέσεις φροντίζει να διασφαλίσει εγκαίρως ο
εκπαιδευτικός. Θα πρέπει οι μαθητές να είναι έτσι οργανωμένοι, ώστε να
διασφαλίζεται η αλληλεξάρτηση μεταξύ των μελών της ομάδας. Τέλος, ο
εκπαιδευτικός θα πρέπει να αποφασίσει το βαθμό καθοδήγησης, αλλά και να
συμπεριλάβει οδηγίες που θα κατευθύνουν βήμα-βήμα τις συλλογικές
δραστηριότητες.
3. Να καθοδηγεί και να ανατροφοδοτεί τις ομάδες. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού σε
αυτή τη φάση είναι δύσκολος. Θα πρέπει να πείθει τους μαθητές με την παρουσία
του και να λειτουργεί ως παράγοντας στήριξης και καθοδήγησης, χωρίς να
μετατρέπεται σε επιτηρητή που είναι έτοιμος και πρόθυμος να λύνει άμεσα
οποιοδήποτε πρόβλημα εμφανίζεται στην ομάδα. Ο κανόνας που πρέπει να
εφαρμόζεται με συνέπεια είναι ότι οι ομάδες καταφεύγουν στον εκπαιδευτικό μόνο
όταν έχουν εξαντλήσει όλες τις προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος σε
συνεργασία με τις υπόλοιπες ομάδες.
[280]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[281]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[282]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[283]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Λόγοι που οδήγησαν στην ανάγκη επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών της 1ης
Περιφέρειας Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του νομού Αχαΐας.
Όπως προαναφέραμε, σε συναντήσεις του σχολικού συμβούλου Δελέγκου
Νικόλαου με τους εκπαιδευτικούς, κατά το προηγούμενο σχολικό έτος, οι δεύτεροι
επισήμαναν τις επιφυλάξεις τους για την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, τις
μεθόδους και τα αποτελέσματά της. Αυτές οι επιφυλάξεις των εκπαιδευτικών, αλλά
και η κριτική που ασκείται στην ομαδοσυνεργατική από την ανασκόπηση της
βιβλιογραφίας, κατέστησε αναγκαία αρχικά τη σε βάθος διερεύνηση της
ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας σε θεωρητικό πλαίσιο, αποσαφηνίζοντας τα
μελανά σημεία που αμφισβητούσαν οι εκπαιδευτικοί και έπειτα την εφαρμογή της
σε βιωματικό επίπεδο.
Οι λόγοι που οδήγησαν στο σχεδιασμό του προγράμματος επιμόρφωσης ήταν οι
ανησυχίες των εκπαιδευτικών της περιφέρειάς μας για:
Διαχείριση του διδακτικού χρόνου και του χρόνου ενεργής εμπλοκής των
μαθητών.
Ένταξη στην εκπαιδευτική διαδικασία παιδιών διαφορετικής προέλευσης και
δυνατοτήτων.
Ανάγκη αποστασιοποίησης από το ανταγωνιστικό σχολείο.
Ανεύρεση διαφορετικών διδακτικών προσεγγίσεων, πιο προσιτών στους
μαθητές.
Αναζήτηση θετικών εμπειριών μέσα από τη διδασκαλία.
Διαχείριση συναισθημάτων και συγκρούσεων που δεν επιλύονται σε ατομικό
επίπεδο.
Αποφυγή σχολικού άγχους, τόσο από την πλευρά των μαθητών όσο και των
εκπαιδευτικών.
Ανάγκη για συνεργασία εκπαιδευτικού – μαθητών
Δημιουργία ευχάριστου και δημιουργικού κλίματος στο πλαίσιο της σχολικής
τάξης.
Αναζήτηση μοντέλου κοινωνικοποίησης των μαθητών.
Βιωματικό μέρος
Α. Τεχνικές Σύστασης της ομάδας
Ζητήσαμε από τους εκπαιδευτικούς να επιλέξουν ένα άτομο που γνώριζαν λιγότερο,
να σχηματίσουν μια κλειστή στο χώρο δυάδα και να ανταλλάξουν σημαντικές για
τον εαυτό τους πληροφορίες. Έπειτα, να επιλέξουν μια άλλη δυάδα και να
αλληλοσυστηθούν, αναφέροντας τις πληροφορίες που έχουν συγκρατήσει για το
άλλο μέλος της εταιρικής ομάδας που δημιούργησαν.
Στη συνέχεια, οι ομάδες των τεσσάρων μελών επέλεξαν έναν πάγκο εργασίας, τον
διαμόρφωσαν με βάση τις ανάγκες τους και συναποφάσισαν ένα όνομα που θα
[284]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
έδιναν στην ομάδα τους και εξέφραζε όλα τα μέλη τους. Σε χαρτί του μέτρου που
δόθηκε στις ομάδες, ζητήθηκε να εκφράσουν με λέξεις ή σχέδια συναισθήματα και
σκέψεις που δημιουργήθηκαν μετά τη σύσταση της ομάδας και την αλληλογνωριμία
τους.
Τέλος, κάθε ομάδα ανακοίνωσε τις σκέψεις της και τα συναισθήματά της στις
υπόλοιπες δικαιολογώντας, χωρίς να τους έχει ζητηθεί κάτι τέτοιο, τα ονόματα που
έδωσαν στις ομάδες τους. Το χαρτί του μέτρου της κάθε ομάδας αναρτήθηκε στον
τοίχο του εργαστηρίου που μας φιλοξενούσε για παρατήρηση και σχολιασμό.
[285]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[286]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[287]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ποια είναι τα θέματα που θεωρήσατε σημαντικά στην εισαγωγική φάση του
προγράμματος;
Ποιες προσθήκες θα κάνατε στο υλικό που παρουσιάστηκε;
Οι εκπαιδευτικοί απάντησαν στο σύνολο των ερωτήσεων και αξιολόγησαν θετικά το
πρόγραμμα. Σε γενικές γραμμές τους εντυπωσίασαν οι βιωματικές τεχνικές που
παρουσιάστηκαν και μπορούσαν να εφαρμοστούν στην τάξη, η θεωρητική και
πρακτική τεκμηρίωση της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας από τους επιμορφωτές,
η βαθιά κατανόηση των μεθόδων της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας και
γενικότερα η λειτουργική και άρτια παρουσίαση του συνεργατικού μοντέλου.
Θεώρησαν την πρακτική αξία των όσων βίωσαν και έμαθαν από «Σημαντική» έως
«Πολύ σημαντική». Συγκεκριμένα, γνώρισαν μεθόδους και τεχνικές μύησης των
μαθητών στη συνεργασία και τρόπους να οργανώσουν καλύτερα την καθημερινή
διαδικασία μάθησης. Επιπλέον, κατάφεραν μέσα από το πρόγραμμα να
αποσαφηνίσουν μελανά σημεία της ομαδικής εργασίας και να αποφύγουν στο
μέλλον τέλματα στη λειτουργία των ομάδων. Θεωρούν ότι οι προσβάσιμες τεχνικές
που αναπτύχθηκαν από τους επιμορφωτές θα αποτελέσουν οδηγό για την
εκπαιδευτική διαδικασία, αφού εφαρμόζονται στο εύρος των μαθημάτων του
σχολικού προγράμματος και θα αλλάξουν την εικόνα της τάξης τους.
Αποτίμησαν ως πολύ σημαντικά όλα τα θέματα που αναπτύχθηκαν στο
επιμορφωτικό σεμινάριο και ιδιαίτερα τις τεχνικές που κεντρίζουν το ενδιαφέρον
τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των μαθητών, το διαφορετικό βαθμό δυσκολίας
των δραστηριοτήτων που παρουσιάστηκαν και ανταποκρίνονταν σε όλες τις
ανάγκες τους, καθώς και το γεγονός ότι παρουσιάστηκαν βιωματικά με τη μορφή
μικρο-διδασκαλίας. Τέλος, αξιολόγησαν θετικά το υλικό που έλαβαν από τους
επιμορφωτές για τα συνεργατικά παιχνίδια, αλλά και τα άρθρα που αφορούσαν το
θεωρητικό υπόβαθρο.
Τέλος, τους ζητήθηκε να αναφέρουν ανάγκες μελλοντικής επιμόρφωσης πάνω στα
ζητήματα της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας και προσθήκες που τυχόν θα έκαναν
στο υλικό που παρουσιάστηκε. Οι εκπαιδευτικοί στο σύνολό τους θεωρούν
σημαντική και αναγκαία τη δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας που θα
λειτουργήσει ως forum για τη μεταφορά ιδεών πάνω στην ομαδική εργασία, αλλά
και την παρουσίαση μιας μικρο-διδασκαλίας ενός ολοκληρωμένου μαθήματος
στηριζόμενο σε ένα ομαδοσυνεργατικό σχήμα.
Συμπεράσματα – Προτάσεις
Η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση δεν είναι μια μέθοδος
αποστασιοποιημένη από την ελληνική πραγματικότητα και τον εκπαιδευτικό.
Αντίθετα, δύναται με τις απαραίτητες προϋποθέσεις και την ανάπτυξη σωστών
τεχνικών και καλά οργανωμένων δραστηριοτήτων να επιφέρει θετικά
αποτελέσματα και να βελτιώσει την ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Με την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία η συμμετοχή των μαθητών είναι
μεγαλύτερη, καθώς έχουν δυνατότητες αυτενέργειας τόσο στη δράση όσο και στη
[288]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφικές αναφορές
Αναγνωστοπούλου Μ. (2001) Η Ομαδική Διδασκαλία στην εκπαίδευση. Μία
θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση. Κυριακίδης: Θεσσαλονίκη.
Γερμανός , Δ. Οι τοίχοι της γνώσης: Σχολικός χώρος και εκπαίδευση, εκδ,Gutenberg,
2002.
Ζωγόπουλος, Ε. (2012) Η αποτελεσματική ενσωμάτωση των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική
διαδικασία Περιοδικό i-teacher τεύχος 4ο, ISSN1792-4146 σελ. 153-164.
Κανάκης Ι. (2006).Η οργάνωση της διδασκαλίας –μάθησης με ομάδες εργασίας:
θεωρητική θεμελίωση και πρακτική εφαρμογή. Τυπωθήτω: Αθήνα.
Κοσσυβάκη Φ.(2006) Εναλλακτική Διδακτική: Προτάσεις για μετάβαση από τη
Διδακτική του Αντικειμένου στη Διδακτική του Ενεργού Υποκειμένου.
Gutenberg: Αθήνα.
Κουτσελίνη Μ. & Θεοφιλίδης Χρ. (2007) Διερεύνηση και Συνεργασία: Για μια
αποτελεσματική διδασκαλία. Διευθυντής: Μιχ. Κασσωτάκης. Γρηγόρη: Αθήνα
Ματσαγγούρας, Η. (2008). Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση. Γρηγόρη:
Αθήνα.
Χρυσαφίδης.,Κ. Βιωματική-Επικοινωνιακή Διδασκαλία: Η Εισαγωγή Μεθόδου
Project στο Σχολείο, εκδ. Gutenberg, Αθήνα, 2006.
Baudrit A. (2007) Η Ομαδοσυνεργατική μάθηση: Οι αρχές και η λειτουργική
εφαρμογή. ΚρομμύδαΕ. (μτφ). Κέδρος: Αθήνα.
Cantwell R. &Andrews B. (2002) Cognitive and Psychological Factors Underlying
Secondary School Students’ Feelings Towards Group Work. Educational
Psychology: 22(1), 75-91
Johnson D. & Johnson R. (2009) An educational psychology success story: Social
interdependence theory and cooperative learning. Educational Researcher:
38(5), 365 –379.
Slavin R. (2006) ΕκπαιδευτικήΨυχολογία: Θεωρία&Πράξη. ΕλισσάβετΕκκεκάκη
(Μτφ). Αθήνα: Μεταίχμιο
[289]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Λιάπη Δήμητρα
Δασκάλα
liapid@yahoo.gr
Μαντά Αργυρώ
Δασκάλα
roylitam@gmail.com
Καρατζάς Ανδρέας
Σχολικός Σύμβουλος
andkaratza@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Σκοπός της εισήγησής μας είναι να αναδείξουμε τη στενή σχέση του προφίλ της
τάξης και του καθολικού σχεδιασμού της διδασκαλίας ενός γνωστικού αντικειμένου,
επιλέγοντας τη διδασκαλία του λεξιλογίου στην Δ΄ τάξη. Αρχικά, θα αναφερθούμε
στην έννοια του καθολικού σχεδιασμού και στη συνέχεια, αφού ορίσουμε το προφίλ
της τάξης, θα παρουσιάσουμε τα στάδια κατασκευής του (συλλογή πληροφοριών
για τους μαθητές, οργάνωση και καταγραφή των πληροφοριών, επιλογή διδακτικών
στρατηγικών, πρακτικών και υποστηρικτικών πόρων, κ.ά.). Τέλος, θα
παρουσιάσουμε τα προφίλ δυο διαφορετικών τμημάτων Δ΄ τάξης και θα
συζητήσουμε τη σχέση του προφίλ της τάξης με τον καθολικό σχεδιασμό της
διδασκαλίας του λεξιλογίου σε αυτές τις τάξεις.
1. Εισαγωγή
Οι νέες τάσεις που επικρατούν σήμερα στο σχεδιασμό των Αναλυτικών
Προγραμμάτων επικεντρώνονται στον αποτελεσματικό σχεδιασμό της διδασκαλίας.
Σύμφωνα με τη Σχολή της Συστημικής Προσέγγισης (Systemic Curriculum) κεντρικός
στόχος της παιδαγωγικής που επηρεάζει και τα Αναλυτικά Προγράμματα τίθεται
πλέον ο διδακτικός σχεδιασμός (το «πώς» και το «πόσο καλά») (Κουλουμπαρίτση,
2013 : 2011). Η εναρμόνιση, δηλαδή, των διδακτικών στόχων, της διδασκαλίας, της
αξιολόγησης, της ανατροφοδότησης και της βελτίωσης θεωρείται ως κύριος
παράγοντας της αποτελεσματικής οργάνωσης της μάθησης που αποσκοπεί στις
καλές επιδόσεις των μαθητών. Παράλληλα, η έμφαση που δίνεται παγκοσμίως στη
συμπερίληψη όλων των μαθητών, στο Σχολείο για Όλους, αναδεικνύει τον καθολικό
σχεδιασμό ή την ολική αντίληψη της μάθησης και τη διαφοροποιημένη διδασκαλία
ως τους βασικούς πυλώνες του Συμπεριληπτικού Σχολείου. Σύμφωνα με τη διεθνή
βιβλιογραφία, η συμπερίληψη στηρίζεται σε δυο άξονες που διαφοροποιούν άμεσα
και καθοριστικά τη διδασκαλία μετασχηματίζοντάς την σε συμπεριληπτική
διδασκαλία: τον καθολικό σχεδιασμό και τη διαφοροποιημένη διδακτική (Alberta
Education, 2010). Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας προϋποθέτει την καλή γνώση
της τάξης (προφίλ της τάξης) και του κάθε μαθητή (προφίλ του μαθητή) με βάση μια
[290]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[291]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
διαρρύθμισητου «τι», του «πώς» και του «γιατί» της μάθησης με σκοπό την αύξηση
της προσβασιμότητας για όλους τους μαθητές. Η καθολική πρόσβαση στη μάθηση
μέσω του καθολικού σχεδιασμού είναι ένα σύνολο αρχών που επιτρέπουν την
επεξεργασία περιβαλλόντων μάθησης που προσφέρουν ίσες ευκαιρίες σε όλους
τους μαθητές. Η προσέγγιση αυτή της μάθησης την καθιστά πιο αποτελεσματική σε
βάθος χρόνου, γιατί περιορίζει το χρόνο και τους πόρους που απαιτούνται για
ατομικές τροποποιήσεις και προσαρμογές δημιουργώντας, έτσι, μια μεγαλύτερη
συνάφεια για το σύνολο των μαθητών (Hitchcock et al., 2002). Σύμφωνα με το
μοντέλο που έχει επεξεργαστεί το Κέντρο Εφαρμοσμένης Ειδικής Τεχνολογίας -
Center for Applied Special Technology (CAST, 2011), ο Καθολικός Σχεδιασμός
περιλαμβάνει τρεις άξονες και εννέα αρχές. Ειδικότερα, οι τρεις άξονες –
κατευθυντήριες γραμμές του Καθολικού Σχεδιασμού– αναφέρονται στο «τι»:
παροχή στους μαθητές πολλαπλών μέσων αναπαράστασης, το «πώς»: παροχή
πολλαπλών μέσων δράσης και έκφρασης και το «γιατί»: παροχή πολλαπλών μέσων
εμπλοκής της μάθησης.
Ο καθολικός σχεδιασμός μπορεί να πραγματοποιηθεί με μια δυναμική προσέγγιση
τεσσάρων σταδίων (PAL – Planning For All Learners): α) Επιλογή στόχων, β) Ανάλυση
της υπάρχουσας κατάστασης, γ) Εφαρμογή του καθολικού σχεδιασμού και δ)
Υλοποίηση της διδασκαλίας - μάθησης. Το σχήμα 1 που ακολουθεί παρουσιάζει
αυτή την προσέγγιση.
Επιλογή στόχων
Καθορισμός του σκοπού και των
στόχων της διδασκαλίας – μάθησης σε
μια τάξη.
[292]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
καθολικός σχεδιασμός εξαρτάται ουσιαστικά από την καλή γνώση των μαθητών και
όχι από την ύλη (περιεχόμενο) και τα σχολικά εγχειρίδια (διδακτικά εργαλεία).
Έχοντας, λοιπόν, προσδιορίζει τους στόχους, ο δάσκαλος / η δασκάλα αναλύει την
υπάρχουσα κατάσταση της τάξης, διερευνά, δηλαδή, το προφίλ της τάξης, συλλέγει
δεδομένα για τους μαθητές της τάξης, συζητά με τους μαθητές και τους γονείς,
επεξεργάζεται και ταξινομεί τις πληροφορίες με τρόπο ώστε να αναδεικνύουν τα
δυνατά σημεία, τα μαθησιακά στιλ, τις ανάγκες, τις προτιμήσεις, τα ενδιαφέροντα
και το επίπεδο της μαθησιακής ετοιμότητας κάθε μαθητή, εντοπίζει τα μαθησιακά
εμπόδια κάθε μαθητή και επιλέγει και επεξεργάζεται προσαρμοσμένους και
αποτελεσματικούς συνδυασμούς στρατηγικών αξιολόγησης και διδασκαλίας,
δραστηριοτήτων, ομαδοποιήσεων και πόρων με στόχο την ανταπόκριση στις
ανάγκες των μαθητών της τάξης. Πολύ αποτελεσματικά εργαλεία, που βοηθούν τον
εκπαιδευτικό να γνωρίσει τους μαθητές του και διευκολύνουν την επεξεργασία ενός
αποτελεσματικού σχεδιασμού της διδασκαλίας, είναι το προφίλ της τάξης και το
προφίλ του μαθητή.
[293]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
1. Συγκέντρωση
δεδομένων για τους
2. Οργάνωση των
μαθητές
δεδομένων και
καταγραφή τους σε ένα
προφίλ της τάξης.
6. Ενημέρωση των
Σχολικών Συμβούλων
(γενικής και ειδικής 3. Επιλογή των στρατηγικών
αγωγής) και των και των παιδαγωγικών
εξωτερικών πόρων σύμφωνα με το
υποστηρικτικών δομών προφίλ της τάξης
5. Παρακολούθηση της
προόδου κάθε μαθητή
και προσαρμογή των
στρατηγικών, συνολική 4. Καθολικός σχεδιασμός της
εξέταση του μάθησης και διδασκαλίας,
προγράμματος διαφοροποιημένη
διδακτική και παρεμβάσεις
αυξανόμενης έντασης
[294]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Στο πρώτο στάδιο συγκεντρώνονται δεδομένα για τους μαθητές της τάξης που
αφορούν το μαθησιακό τους στιλ, τα ενδιαφέροντάς τους, τα δυνατά σημεία τους,
κ.ά., ενώ στο δεύτερο στάδιο γίνεται οργάνωση και καταγραφή αυτών των
πληροφοριών στο προφίλ της τάξης. Στο τρίτο στάδιο, επιλέγονται οι κατάλληλες
στρατηγικές και οι αποτελεσματικότεροι παιδαγωγικοί - διδακτικοί πόροι σύμφωνα
με το προφίλ της τάξης. Στο τέταρτο στάδιο γίνεται ο καθολικός σχεδιασμός της
μάθησης και διδασκαλίας, προσδιορίζονται οι διαστάσεις της διδακτικής
διαφοροποίησης και ο βαθμός της υποστήριξης των μαθητών. Στο πέμπτο στάδιο,
το προφίλ της τάξης καταγράφει την πρόοδο των μαθητών και τις τροποποιήσεις
των επιλεγμένων στρατηγικών, παρέχοντας παράλληλα τη δυνατότητα
παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας του καθολικού σχεδιασμού της
διδασκαλίας και μάθησης. Τέλος, στο έκτο στάδιο, το προφίλ της τάξης λειτουργεί
ως τεκμήριο και βάση προβληματισμού με τους παιδαγωγικούς συνεργάτες του/της
δασκάλου/λας (Σχολικού Συμβούλου, συνεργάτη εκπαιδευτικού, ΚΕΕΔΥ, κ.ά.)
καθώς και ως εργαλείο συζήτησης και ενημέρωσης των γονέων.
[295]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Έτσι, στο πρώτο παράδειγμά μας (Προφίλ Ι29) μερικοί μαθητές θα αντιμετωπίσουν
τα παρακάτω εμπόδια: δυσκολία στην ανάγνωση των νέων λέξεων, δυσκολία
κατανόησης μεταφορικών εννοιών – λέξεων, έλλειψη προφορικού λεξιλογίου
(μαθαίνει την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα), αυτοματοποίηση της
φωνηματικογραφηματικής αντιστοιχίας, απουσία συνειδητού ελέγχου του
ορθογραφικού συστήματος κατά τη γραφή κειμένου, έλλειψη προσοχής,
πιθανότητα αδιαφορίας για το μάθημα, προβλήματα συνεργασίας, ανασφάλεια.
4.1 Καθολικός Σχεδιασμός Λεξιλογίου Στην Δ΄ Τάξη συμφώνα με το Προφίλ Ι
Για την αντιμετώπιση των παραπάνω εμποδίων ο/η δάσκαλος/λα επιλέγει τις
παρακάτω στρατηγικές, παιδαγωγικούς πόρους, εργαλεία αξιολόγησης και
προσαρμογές για να παράσχει τη μέγιστη δυνατή προσβασιμότητα στη διδασκαλία
και μάθηση του λεξιλογίου.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ: Διαπολιτισμική θεματολογία (θέματα, κείμενα, επικοινωνιακές
καταστάσεις) και κείμενα διαβαθμισμένης δυσκολίας σε επίπεδο λεξιλογίου.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ: Άμεση διδασκαλία στρατηγικών αναγνωστικής κατανόησης λέξεων (με
έμφαση στη σημασία : κυριολεξία, μεταφορά, συνωνυμία και αντωνυμία). Άμεση
διδασκαλία στρατηγικών διαχείρισης των ορθογραφικών συμβάσεων κατά την
παραγωγή γραπτού κειμένου (χρήση συνώνυμων, ορθογραφική αναθεώρηση του
κειμένου, υποβολή ερωτήσεων ορθογραφικού περιεχομένου, χρήση λεξικού, κ.ά.).
Άμεση διδασκαλία της μορφηματικογραφηματικής αντιστοιχίας. Συστηματική
διδασκαλία των νέων εννοιών - λέξεων με χρήση κανόνων. Συμμετοχή σε ομαδικές
δραστηριότητες κατανόησης κειμένου. Δραματοποιήσεις. Καθοδήγηση μέσω
πλάνου εργασιών. Συνεργατική διδασκαλία. Ανάπτυξη της φιλαναγνωσίας με τη
χρήση παιδαγωγικού συμβολαίου. Αμοιβαία διδασκαλία κατά την επεξεργασία του
γραπτού λόγου (ανάγνωση από άλλον για την εκτέλεση δραστηριοτήτων
κατανόησης). Δραστηριότητες ανάπτυξης της μορφολογικής συνείδησης και
πολλαπλές ευκαιρίες χρήσης των νέων λέων.
ΠΟΡΟΙ: Παροχή οπτικού υλικού. Χρήση Η.Υ. Παροχή υλικού και ασκήσεων
αυξημένης δυσκολίας. Χρήση λεξικού. Ευκαιρίες λεκτικής επικοινωνίας.
ΜΑΘΗΣΙΑΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ: Γωνιά ανάγνωσης. Διαρρύθμιση του χώρου για
ευέλικτες ομαδοποιήσεις. Χρόνος για διεκπεραίωση των εργασιών στο σχολείο.
Ευέλικτες ομαδοποιήσεις. Δραστηριότητες εκτόνωσης (π.χ. δραματοποιήσεις για
ελεύθερη έκφραση).
Στο δεύτερο παράδειγμά μας, (Προφίλ ΙΙ30) ο/η δάσκαλος/λα έχει μαθητές που
έχουν τα παρακάτω εμπόδια: έλλειψη προφορικού λεξιλογίου (μαθαίνει την
ελληνική ως δεύτερη γλώσσα), φτωχό λεξιλόγιο, αυτοματοποίηση της
φωνηματικογραφηματικής αντιστοιχίας, έλλειψη στρατηγικών αναγνωστικής
κατανόησης νέων λέξεων, έλλειψη προσοχής, αδυναμία συγκέντρωσης, αδιαφορία
κατά τη διδασκαλία λεξιλογίου.
29
Βλ. https://app.box.com/s/emnvx1yfz1i3e8vjm4ue
30
Βλ. https://app.box.com/s/h78ey4e5z4yev6lhq3ze
[296]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Συζήτηση - Συμπεράσματα
Συγκρίνοντας τώρα τους δυο παραπάνω καθολικούς σχεδιασμούς μπορούμε να
δώσουμε μια πρώτη απάντηση στο ερώτημά μας, αν δηλαδή ο καθολικός
σχεδιασμός είναι ο ίδιος για κάθε τάξη ή διαφοροποιείται ανάλογα με το προφίλ της
τάξης. Σε πρώτο επίπεδο σύγκρισης, φαίνεται πως ο κάθε εκπαιδευτικός
διαφοροποιεί τον Καθολικό Σχεδιασμό της διδασκαλίας του ανάλογα με το προφίλ
της τάξης του. Η διαφοροποίηση φαίνεται να έγκειται περισσότερο στα ποιοτικά
χαρακτηριστικά των μαθητών της τάξης. Ωστόσο, αν επανέλθουμε στον λειτουργικό
ορισμό της εργασίας μας, σύμφωνα με τον οποίο ο Καθολικός Σχεδιασμός της
μάθησης είναι μια προσέγγιση που στοχεύει στην πρότερη διαρρύθμιση του «τι»,
του «πώς» και του «γιατί» της μάθησης με σκοπό την αύξηση της προσβασιμότητας
για όλους τους μαθητές, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η διαφοροποίηση έχει
[297]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Alberta Education (2010). Faire une différence : répondre aux différents besoins en
matière d’apprentissage à l’aide de la différenciation pédagogique.Edmonton
(Alberta), Canada. Αναρτημένοστο: http://education.alberta.ca/francais
/admin/speced/persscol.aspx
Αργυρόπουλος, Β. (2013). Διαφοροποίηση και διαφοροποιημένη διδασκαλία:
θεωρητικό υπόβαθρο και βασικές αρχές, στο Σ. Παντελιάδου & Δ. Φιλιππάτου
(επιμ.) Διαφοροποιημένη διδασκαλία: θεωρητικές προσεγγίσεις και
εκπαιδευτικές πρακτικές, εκδ. Πεδίο, Αθήνα, σ.σ. 27-59.
Bergeron, L., Rousseau, N., Leclerc, M. (2011), La pédagogie universelle : au cœur de
la planification de l’inclusion scolaire. Education et francophonie, vol. XXXIX(2),
87-104. ACELF, http://www.acelf.ca, Québec.
CAST (2011). http://www.udlcenter.org/sites/udlcenter.org/files/UDL_Guidelines_
JAN2011_Greek.pdf
Hall, T. E., Meyer, A., Rose D. H. (2012). Universal Design for Learning in the
Classroom: Practical Applications. New York: Guilford Press.
Hitchcock, C., Meyer, A., Rose, D. & Jackson, R. (2002). Technical brief: Access,
participation, and progress. Αναρτημένο στο http://aim.cast.org/learn/
historyarchive/backgroundpapers/tech_brief#.UmRK0UArhyB.
Κουλουμπαρίτση, Α. (2013). Αναλυτικό Πρόγραμμα – Θεωρητικές προσεγγίσεις –
Ισχύοντα Προγράμματα – Θεσμικό Πλαίσιο Ωρολογίου Προγράμματος –
Εκπαιδευτικό Υλικό και Σχολικά Εγχειρίδια. Εκπαιδευτικό υλικό στην ενότητα
Προγράμματα Σπουδών και Εκπαιδευτικό Υλικό του Επιμορφωτικού
προγράμματος Επιμόρφωση σε θέματα επιστημονικής- παιδαγωγικής
[298]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[299]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Λουλακάκη Ειρήνη
Σχ. Σύμβουλος 5ης Περιφέρειας Ν. Δωδεκανήσου
irene.loulakaki@gmail.com
Αφετηρία για την παρούσα εργασία στάθηκε η εμπειρία μου από την
παρακολούθηση της μέχρι τώρα εφαρμογής της ώρας της Φιλαναγνωσίας στα
σχολεία που λειτουργούν με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα.31
Κατά τις επισκέψεις στα σχολεία, από την παρατήρηση και τη
συζήτηση/ανατροφοδότηση με τους εκπαιδευτικούς διαπιστώνεται ότι οι
περισσότεροι γνωρίζουν τις οδηγίες του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) και
εφαρμόζουν πολλές από τις δράσεις που συνδέονται με την ανάγνωση των βιβλίων,
κυρίως όπως αυτές προτείνονται μέσα από ιστοχώρους όπως Ο Μικρός
Αναγνώστης.32 Οι πιο συνηθισμένες δράσεις είναι αξιοποίηση της βιβλιοθήκης του
σχολείου ή δημιουργία βιβλιοθήκης της τάξης και γωνιάς ανάγνωσης, το
βιβλιόδεντρο, αφιερώματα σε συγγραφείς που καλούνται στο σχολείο, οργάνωση
εκθέσεων βιβλίων και συμμετοχή σε διαγωνισμούς. Διαπιστώθηκε επίσης ότι και
πολλοί εκπαιδευτικοί που το σχολείο τους δεν είναι ΕΑΕΠ γνωρίζουν τις οδηγίες του
ΕΚΕΒΙ και εφαρμόζουν ανάλογες δράσεις και παιχνίδια την ώρα της Ευέλικτης
Ζώνης. Γενικά, οι εκπαιδευτικοί είναι ευαισθητοποιημένοι και πρόθυμοι να
προωθήσουν την φιλαναγνωσία μέσα από παρότρυνση για δανεισμό και ανάγνωση
βιβλίων μέσα και έξω από την τάξη, ατομικά ή ομαδικά. Τα βιβλία κινούνται πολύ
και υπάρχουν πολλών ειδών βιβλιοθήκες που λειτουργούν με διάφορους τρόπους
και σε διάφορους χώρους, ανάλογα με τις δυνατότητες και τις υποδομές κάθε
σχολείου.
Μετά από μια σειρά δίωρων παιδαγωγικών συσκέψεων που πραγματοποιήθηκαν
σε σχολεία της 5ης Περιφέρειας Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Δωδεκανήσου με
θέμα τη φιλαναγνωσία σε όλα τα σχολεία, όχι μόνο τα ΕΑΕΠ, παρατηρήθηκαν και
κάποια μειονεκτήματα της εφαρμογής. Όπως το γεγονός ότι τα βιβλία κινούνται,
αλλά υπάρχει μια τάση για ποσότητα και όχι για ποιότητα, ότι δηλαδή υπάρχει ένας
ανταγωνισμός ποιος θα διαβάσει γρηγορότερα τα περισσότερα βιβλία. Οι δράσεις
που προτείνει το ΕΚΕΒΙ εξαντλούνται γρήγορα, τα παιδιά βαριούνται όταν τις
επαναλαμβάνουν και υπάρχει ανάγκη για νέες ιδέες και έναν άλλο τρόπο
προσέγγισης της ανάγνωσης. Επίσης πολλοί εκπαιδευτικοί παραπονούνται ότι ενώ
το ΕΚΕΒΙ συστήνει την φιλαναγνωσία σαν μια διαδικασία καθαρής απόλαυσης του
βιβλίου και καθόλου σαν μάθημα, οι διάφοροι διαγωνισμοί που κατά καιρούς
προκηρύσσονται έχουν μεγάλο βαθμό δυσκολίας που δεν μπορούν να
ακολουθήσουν όλα τα παιδιά, ειδικά στα μη αστικά κέντρα, με αποτέλεσμα τη
31
Βλέπε υπ’ αριθμ. Φ.12/620/61531/Γ1/31-5-2010 απόφαση του Υ.ΠΑΙ.Θ.
32
http://www.mikrosanagnostis.gr
[300]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
33
Fogarty 2007.
34
Vitti 1994: 275-284
[301]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
35
Beaton 2003.
36
http://www.snhell.gr/lections/writers.asp
37
Χατζησαββίδης 2003: 189-196, Cope & Kalantzis 1993, The New London Group 1996: 60-92, Street
1984.
[302]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
οποία αποτελεί και το θέμα ή το νόημα του ποιήματος. Στη συνέχεια παρουσιάσαμε
ένα από τα καλλιγραφήματα που έγραψε ο Σεφέρης στην Αίγυπτο το 1942:38
ΚΑΛΛΙΓΡΑΦΗΜΑ
Πανιά στο Νείλο,
πουλιά χωρίς κελάηδισμα με μια φτερούγα
γυρεύοντας σιωπηλά την άλλη˙
ψηλαφώντας στην απουσία τ` ουρανού
το σώμα ενός μαρμαρωμένου εφήβου˙
γράφοντας με συμπαθητικό μελάνι στο γαλάζιο
μιαν απελπιστική κραυγή.
Νείλος, «Τα Περιστέρια»
22. 11. 1942
Ανοιχτή διδασκαλία
Μιλήσαμε για το πώς γράφεται ένα καλλιγράφημα. Ο Σεφέρης με τα λόγια του
παραπάνω ποιήματος σχημάτισε μια φελούκα με ανοιχτά πανιά σαν αυτές που
βλέπει κανείς στον Νείλο. Τη σχημάτισε όμως με τέτοιο τρόπο ώστε τα πανιά να
μοιάζουν και με ανοιχτές φτερούγες πουλιού που πετά. Ψάξαμε στο διαδίκτυο και
βρήκαμε εικόνες από τις φελούκες του Νείλου και τα παιδιά συνειδητοποίησαν τις
ομοιότητες.
Κριτική πλαισίωση
Στη σύντομη ανάλυση που ακολούθησε τα παιδιά έκαναν εκπληκτικές για την ηλικία
τους παρατηρήσεις: αμέσως ένιωσαν πώς η απουσία του ουρανού, ο
μαρμαρωμένος έφηβος, η σπασμένη φτερούγα, η κραυγή, είναι όλα μεταφορές για
τον πόλεμο και τον ξεριζωμό. Σε αυτό βοήθησε πολύ η συζήτηση για την βιογραφία
του ποιητή που είχε προηγηθεί. Τα παιδιά έκαναν διαθεματικές συνδέσεις με
ιστορικά γεγονότα (Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος). Στην απορία τους για το τι είναι
«συμπαθητικό μελάνι», ο ορισμός («συμπαθητική μελάνη» κανονικά) «αόρατη
γραφή που εμφανίζεται μετά από χημική επεξεργασία», οδήγησε τους μαθητές σε
διαθεματικές συνδέσεις με το μάθημα της φυσικής και το πείραμα γραφής με
λεμόνι το οποίο παραμένει αόρατο μέχρι να τοποθετηθεί πάνω από μια πηγή
θερμότητας.
Μετασχηματισμένη πρακτική
Τα παιδιά έφτασαν σε συμπεράσματα για το πώς γράφεται ένα καλλιγράφημα:
πρώτα επιλέγω το θέμα μου, γράφω το ποίημά μου, συνήθως σε ελεύθερο στίχο και
ύστερα δημιουργώ το σχήμα και βάζω επάνω τα λόγια με καλλιγραφικά γράμματα
έτσι ώστε να σχηματίζουν το αντικείμενο ή το θέμα για το οποίο μιλώ. Όταν είμαι
ικανοποιημένη από το αποτέλεσμα τονίζω τα γράμματα και σβήνω τις γραμμές.
Ψάξαμε στο διαδίκτυο και βρήκαμε και καλλιγραφήματα άλλων μαθητών από τη
Γαλλία. Τα παιδιά χωρίστηκαν σε ομάδες και αφέθηκαν να επιλέξουν θέμα
ελεύθερα με βάση το αγαπημένο τους πρόσωπο (ο παππούς μου), αντικείμενο ή
38
Σεφέρης 1976.
[303]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
χόμπυ (κιθάρα, ποδήλατο, άγκυρα), ακόμη και ζώο (η γάτα μου, το χάμστερ, η
πεταλούδα κά). Στόχος της φάσης αυτής ήταν να μεταφέρουν την πρακτική που
ανέλυσαν σε άλλο επικοινωνιακό πλαίσιο. Ένα χαρακτηριστικό που έκανε εντύπωση
σε όλους μας εδώ, είναι ότι υπήρξε μεγάλη προθυμία συμμετοχής από τα παιδιά με
προβλήματα όπως δυσλεξία, που συνήθως απέφευγαν όπως μου είπαν οι
εκπαιδευτικοί τέτοιες δραστηριότητες. Η χωροταξική κατανομή των λέξεων στο
καλλιγράφημα έμοιαζε να απελευθερώνει τη φαντασία τους και να τα ενθαρρύνει
αντί να τα αποθαρρύνει.
Αφού ολοκληρώθηκε αυτή η σειρά εργαστηρίων σε όλα τα τμήματα της έκτης τάξης
όλων των σχολείων, αρχίσαμε με τους εκπαιδευτικούς να σκεφτόμαστε τρόπους
αξιοποίησης αυτής της τεχνικής. Έτσι σε κάποια σχολεία τα παιδιά έκαναν
καλλιγράφημα για την αφίσα κατά της βίας, ενώ άλλα τμήματα εμπνεύστηκαν να
προωθήσουν τα φρούτα και την υγιεινή διατροφή μέσα από τα καλλιγραφήματα.
Στη συνέχεια βάλαμε σε εφαρμογή τη δράση «Η Θάλασσά μου». Σύμφωνα με την
πρόταση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, την ώρα της Φιλαναγνωσίας μπορούμε να
διαβάσουμε και να αναλύσουμε διάφορα κειμενικά είδη, ανάλογα και με τα
ενδιαφέροντα των μαθητών: παραμύθια, διηγήματα, βιβλία για εξερευνήσεις,
επιστημονικής φαντασίας, ιστορίες μυστηρίου, περιβαλλοντικού ή επιστημονικού
ενδιαφέροντος. Σύμφωνα πάντα με το ΕΚΕΒΙ, επιμέρους στόχοι της δράσης είναι
εκτός από την καλλιέργεια της αναγνωστικής απόλαυσης και:
• Η καλλιέργεια δεξιότητας αναδιήγησης ιστοριών, συναισθημάτων ή καταστάσεων
• Η ανάπτυξη δυνατότητας κατανόησης κειμένου
• Η ανάπτυξη συνεργατικής ικανότητας
• Η ανάπτυξη επικοινωνιακής ικανότητας
• Η εξοικείωση με τη λειτουργία ομάδων
• Η δημιουργία κλίματος συντροφικότητας και δημιουργικότητας μέσα στην τάξη, η
οποία σταματά να αποτελεί ένα άθροισμα μεμονωμένων μαθητών αλλά γίνεται μια
«κοινότητα αναγνωστών».39
Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι το ΕΚΕΒΙ δίνει μεγάλη έμφαση και στην
καλλιέργεια της ενσυναίσθησης μέσα από τη φιλαναγνωσία.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη μας, από τον Φεβρουάριο ως τον Ιούνιο τα παιδιά
ενθαρρύνθηκαν να διαβάσουν διάφορα βιβλία με θέμα τη θάλασσα, ενώ προς το
τέλος χωρίσαμε σε κάθε τάξη τους μαθητές σε ομάδες και μοιράσαμε σε κάθε
ομάδα αποσπάσματα από διάφορα κειμενικά είδη σχετικά με τη θάλασσα:
μυθολογία (Ποσειδώνας, Τρίτωνας, Νηρηίδες), λαογραφία (γοργόνα), διηγήματα (‘Η
θάλασσα’, ‘Το γιούσουρι’ του Καρκαβίτσα, Ιστορίες που τις είπε η θάλλασσα, της
Αγγελίδου) από ποιήματα (Ελύτη, Καρυωτάκη, Τεντ Χιούζ), μέχρι κείμενα από τη
Βικιπαίδεια, τη WWF (Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση) και επιστημονικά άρθρα για
απειλούμενα είδη όπως ο ροφός, ο τόνος κ.ά. Συνδέσαμε τα κείμενα και με άλλα
39
www.mikrosanagnostis.gr/docs/filanagnosia.doc
[304]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
προγράμματα που έτρεχαν στα σχολεία, όπως δράσεις της HELMEPA για την
θαλάσσια μόλυνση.
Μαζί με την συναισθηματική νοημοσύνη που έτσι κι αλλιώς καλλιεργείται σε μια
κοινότητα αναγνωστών, η δράση αυτή απευθύνεται και στην αύξηση και την
καλλιέργεια αυτού που ο DanielGoleman το 2009 προσδιόρισε ως Οικολογική
Νοημοσύνη:40 Η συνειδητοποίηση μέσα από δημιουργικές δράσεις της άμεσης
σχέσης του ανθρώπου με το περιβάλλον, της ανάγκης για αειφόρο ανάπτυξη και
περιβαλλοντική ενσυναίσθηση.
Ο στόχος αυτών των κειμένων δεν ήταν απλά πληροφοριακός. Ο απώτερος στόχος
ήταν κάθε ομάδα να δημιουργήσει ένα κοινό καλλιγράφημα για το θέμα που
διάλεξε. Τα κείμενα δόθηκαν για κοινή επεξεργασία από την ομάδα, σαν αφορμή
για συζήτηση και έμπνευση. Τα εργαστήρια αυτά στηρίχθηκαν πάνω σε δύο βασικές
αρχές:
1. την αρχή της συνεργατικής μάθησης όπως την ορίζει ο Bruce Joyce ως την
νούμερο ένα στρατηγική για μάθηση και ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης,41 και,
2. την αρχή της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, σύμφωνα με την οποία κάθε
μέλος της ομάδας ανάγνωσης έχει ένα ξεχωριστό ρόλο. Εδώ η αρχή αυτή πήρε τη
μορφή του μοντέλου του «λογοτεχνικού κύκλου» της Fogarty, όπου κάθε παιδί
αναλαμβάνει ένα ρόλο: υπάρχει ο συντονιστής/στρια της συζήτησης, εκείνος που
διαβάζει δυνατά, «Ο Θησαυριστής Λέξεων»: εκείνος που κάνει ερωτήσεις για το
λεξιλόγιο, «Ο εικονογράφος»: εκείνος που εικονογραφεί, ο γραμματέας που
καταγράφει τις τελικές προτάσεις.42
Τα κείμενα που δόθηκαν σε κάθε ομάδα είχαν στο τέλος ερωτήσεις για να
κατευθύνουν τη συζήτηση και να δώσουν ιδέες στα παιδιά. Ακολουθούσαν
ερωτήσεις που κατεύθυναν την συγγραφή του κειμένου, όπως οι παρακάτω που
συνόδευαν ένα άρθρο της Βικιπαίδεια για το δελφίνι:
o Αφού συζητήσεις το κείμενο με την ομάδα σου φαντάσου ότι εσύ είσαι ένα
δελφίνι και διηγείσαι την ιστορία της ζωής σου. Γράψε την ιστορία παρακάτω με τη
βοήθεια των ερωτήσεων. Ύστερα κάνε έναν έλεγχο και γράψε με ωραία γράμματα
την ιστορία σου στο καλλιγράφημα.
o Πού γεννήθηκες; Σε ποια νερά κολυμπάς;
o Τι σου αρέσει να τρως;
o Πώς σου αρέσει να παίζεις;
o Μια φορά που έπαιζες και χάθηκες πώς ξαναβρήκες τη μητέρα σου;
o Κινδύνεψες ποτέ; Τι φοβάσαι περισσότερο;
Τα παιδιά δούλεψαν τα καλλιγραφήματα με διάφορες τεχνικές που είχαν διδαχθεί
στο μάθημα των εικαστικών, όπως να γράψουν το ποίημα με άσπρο μολύβι σε
μαύρο χαρτί. Δεν υπήρχε περιορισμός για τη μορφή του ποιήματος σε κάποια
40
Goleman 2009: 3. ΒλέπεκαιGoleman et al. 2012.
41
Joyce & Weil 2008, Slavin 1983.
42
Fogarty 2007: 39-42.
[305]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
43
Fogarty 2007: 69-73.
[306]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Beaton, R. (2003), Γιώργος Σεφέρης, Περιμένοντας τον Άγγελο: Βιογραφία, (μτφ.:
Μίκα Προβατά). Αθήνα: Ωκεανίδα.
Cope, Β. & Kalantzis, Μ. (1993) (eds.), The Powers of Literacy. London: Falmer Press.
Fogarty, R. (2007), Literacy Matters: Strategies Every Teacher can Use. California:
Corwin Press.
Gardner, H. (2011), The Theory of Multiple Intelligences, New York: Basic Books
Goleman, D., Bennett L & Barlow, Z., (2012), Ecoliterate: How Educators are
Cultivating Emotional, Social and Ecological Intelligence, California: Jossey-
Bass.
Goleman, D. (2009), Ecological Intelligence, New York: Broadway Books.
Joyce, B. R. & Weil, M. (2008), Models of Teaching, Pearson.
New London Group (1996), ‘A Pedagogy of Multiliteracies: Designing Social Futures,
στο Harvard Educational Review, vol. 66:1, 60-92.
Σεφέρης, Γ. (1976): Τετράδιο Γυμνασμάτων Β. Αθήνα: Ίκαρος.
Street, B.V. (1984), Literacy in Theory and Practice, Cambridge: Cambridge University
Press.
Vitti, M. (1994), Φθορά και Λόγος: Εισαγωγή στην Ποίηση του Γιώργου Σεφέρη,
Αθήνα: Εστία.
Χατζησαββίδης, Σ. (2003), ‘Πολυγραμματισμοί και διδασκαλία της ελληνικής
γλώσσας’, στο Η Γλώσσα και η Διδασκαλία της, αφιερωματικός τόμος.
Φλώρινα: Βιβλιολογείον, 189-196.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ
o Μικρός Αναγνώστης: http://www.mikrosanagnostis.gr
o Σχέδιο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) για την προώθηση και υλοποίηση
της Φιλαναγνωσίας στις Α΄και Β΄ τάξεις των Ολοήμερων Δημοτικών Σχολείων με
Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα, στο:
www.mikrosanagnostis.gr/docs/filanagnosia.doc
o Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού (http://www.snhell.gr/lections/writers.asp)
44
Gardner 2011: xiv.
[307]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[308]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η κύρια ιδέα που στηρίζει την παρούσα εργασία είναι ότι η μάθηση επιτυγχάνεται
με την άμεση επαφή με τα αντικείμενα – βιωματική μάθηση, και ότι όλοι οι
μαθητές, όπου κι αν βρίσκονται έχουν δικαίωμα ίσης πρόσβασης στην πολιτισμική
κληρονομιά και την Τέχνη. Το παρόν πόνημα αποτελεί πρόταση- δράση που
εντάσσεται στην προσπάθεια για πειραματισμό και καινοτομία, γεγονός που
αποτελεί αναμφισβήτητα βασικό στοιχείο ενός δημιουργικού και ανοικτού
σχολείου. Όταν η Τέχνη και το Σχολείο ή αλλιώς, ο κοινωνικός εγγραμματισμός και
εγγραμματισμός στην Τέχνη συναντιώνται σε διάφορα επίπεδα και συνάπτουν
σχέσεις συνεργασίας, υπερβαίνοντας τα εμπόδια, τότε οι μαθητές αφήνουν την
επιφανειακή μάθηση και προχωρούν βαθειά στην κατανόηση, την εποικοδόμηση
ιδεών, τη συνεργατική μάθηση για να βρουν την «κοινωνική διαλεκτική» που απηχεί
το έργο του Vygotsky
Λέξεις κλειδιά: Κοινωνικός εγγραματισμός, Οικιακή Οικονομία, Εικαστικές Τέχνες,
βιωματική, διερευνητική μέθοδος, παρατήρηση.
[309]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[310]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παράδειγμα Νο 1: Η οικογένεια
[311]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παράδειγμα Νο 2: Η μητρότητα
Το θέμα της μητρότητας στην Τέχνη το συναντούμε συχνά, για παράδειγμα στον
19ο αιώνα το βρίσκουμε σε τρεις θεματικές ενότητες: τη θρησκευτική ζωγραφική,
την προσωπογραφία και την ηθογραφία. Οι ομαδικές προσωπογραφίες που
απεικονίζουν συμπλέγματα με μητέρες και παιδιά, θυμίζουν τις περισσότερες
φορές κάτι από τις στημένες πόζες των πρώιμων φωτογραφιών σε στούντιο και
έχουν καθαρά αστικό χαρακτήρα. Παρ’ όλα αυτά μερικοί ζωγράφοι της Σχολής του
Μονάχου έδωσαν έξοχα έργα Τέχνης, όπου το βαθύ αίσθημα που συνδέει μητέρες
και παιδιά βρίσκει τον τρόπο του να εκφραστεί, παρακάμπτοντας μικροαστικές
συμβάσεις και ακαδημαϊκούς τύπους, όπως για παράδειγμα ο ζωγράφος Γεώργιος
Ιακωβίδης. Ενδεικτικά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τους εξής πίνακες:
1/Γεώργιος Ιακωβίδης (1853-1932), Μητρική στοργή,
(Ιδιωτική συλλογή).
Ο ζωγράφος υψώνει ένα ύμνο στην Ελληνίδα
μητέρα. Οι μαθητές βλέποντας τον πίνακα μπορούν
να εκφράσουν, να καταγράψουν και να συζητήσουν
σκέψεις, συναισθήματα και ιδέες. Να σημειώσουμε
ότι ο ζωγράφος είναι έξοχος τεχνίτης και
διεισδυτικός εκφραστής της ψυχολογίας του παιδιού
και των πολύπλοκων σχέσεων με τη μητέρα, καθώς
και των σχέσεων του παιδιού με την τρίτη ηλικία,
τους παππούδες και τις γιαγιάδες, μέσα από μια
σειρά πολύ γνωστών έργων του.
[312]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
3/ Όμως όταν αναφερόμεθα σε έργα Τέχνης δεν εννοούμε μόνο τους πίνακες
ζωγραφικής. Οι μαθητές μπορούν να παρατηρήσουν και άλλες εκφάνσεις της
Τέχνης. Για παράδειγμα, στη θεματική της μάνας ξεχωρίζει ένας από τους
μεγαλύτερους γλύπτες του 20ού αιώνα, ο Χρήστος Καπράλος. Η αγρότισσα μητέρα
του στάθηκε αστείρευτη πηγή έμπνευσης για
το έργο της.
Χρήστος Καπράλος (1909-1993), Η Μάνα
μου, 1940-1945, γύψος, 65 x 36 x 46 εκ.
Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου
Σούτζου.
Οι μαθητές καλούνται να αναζητήσουν το
μήνυμα της γλυπτικής φόρμας, το τι
εκφράζεται με τη στάση, τη χειρονομία, το
βαθύτερο νόημα αυτού του δεσμού που
κάνει τον καλλιτέχνη να βρει στο πρόσωπο
της μητέρας του τη Μούσα του.
4/ Επίσης, πολλές φορές συναντάμε σε
γειτονιές συμπλέγματα μάνας και παιδιού.
Κυρίως, αυτό γίνεται σε προσφυγικές
συνοικίες, όπου είναι οικείο το γλυπτό της
Μικρασιάτισσας μάννας.
Μυτιλήνη – προσφυγικός συνοικισμός
Επάνω Σκάλας – Μνημείο Μικρασιάτισσας
Μάνας.
Μνημείο στη Μικρασιάτισσα Μάνα μπορεί
κανείς να βρει σε πάμπολλες περιοχές όπως
την Ελευσίνα – (Πλατεία Μικρασιατών), τη
Νίκαια της Αττικής, τη Λήμνο (περιοχή Νέας
Κούταλης), τον Αγ. Κωνσταντίνο (Δήμος Αγρινίου), την Αναβύσσο της Αττικής κ.ά.
[313]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[314]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Για να κλείσουμε τις προτάσεις μας στην ενότητα της διατροφής, διαλέξαμε από το
έργο του Ουίλλιαμ Χόγκαρθ κάτι που βρίθει από ζωή, μια σατιρική πολιτική
εικονογράφηση, γύρω από ένα εκλογικό δείπνο. Και το έργο αυτό εμφανίζει
πολυσημία ως προς τη χρήση του.
Καταλήγοντας θα θέλαμε επισημάνουμε ότι οι παραπάνω αναφορές έχουν ως
βασικό σκοπό τους το να προβληματίσουν και να οδηγήσουν συνάδελφους να
αναζητήσουν νέους τρόπους διδασκαλίας που να συνδυάζει Οικιακή Οικονομία και
Τέχνη, κοινωνικό εγγραμματισμό και εγγραμματισμό στην Τέχνη και τον Πολιτισμό.
[315]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Berger, John, (1980). About Looking. New York: Pantheon Books.
Berger, John, (1995). Ways of Seeing. New York: Viking Press.
Burnham, Rika, (Summer 1994), “If You Don’t Stop, You Don’t See Anything” in
Teachers College Record 95, pp. 520-535.
Elkins, James, (1996).The Object Stares Back: On the Nature of Seeing. Orlando:
Harcourt Brace and Company,
Feinstein, H. (1998) Reading Images: Meaning and Metaphor. Reston, VA: The
National Art Education Association.
Kalantzis, Μ, Cope, Β. (2001). Transformations in Language and Learning:
Perspectives on Multiliteracies. Australia: Common Ground.
Kress, G., Van Leeuwen. (1996). Reading Images. The Grammar of Visual Design.
Λονδίνο: Routledge.
Perkins, David N. (1994) The Intelligent Eye: Learning to Think by Looking at Art.
Santa Monica, Calif.: The Getty Center for Education in the Arts.
Schmidt, Laurel, (2004). Classroom Confidential: The 12 Secrets of Great Teachers.
Portsmouth: Heinemann.
Shuh, John Hennigar “Teaching Yourself to Teach With Objects” in The Educational
Role of the Museum: Second Edition. New York: Routledge, 2001, pgs. 80-91.
Shulman Herz, Rebecca (20100. Looking at Art in the Classroom: Art Investigations
from the Guggenheim Museum. New York: Teachers College Press,.
Staniszweski, Mary Anne (1995). Believing is Seeing: Creating the Culture of Art. New
York: Penguin,.
Sturken, Maria and Lisa Cartwright, (2001). Practices of Looking: An Introduction to
Visual Culture. New York, Oxford University Press.
Williams, Patterson B. “Object Contemplation: Theory Into Practice” in Patterns in
Practice:Selections from the Journal of Museum Education. Washington, D.C:
Museum Education Roundtable, 1992, pgs. 118-112.
Υ.Α. 104868/Γ2/13-09-2011 (Β΄ 2240).
Φ.Ε.Κ. 303 και 304/τ. Β., 13/3/2003.
[316]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μανδρίκας Αχιλλέας
Σχολικός Σύμβουλος Α/θμιας Εκπ/σης
amandrik@otenet.gr
Κλωνάρη Αικατερίνη
Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήματος Γεωγραφίας Παν. Αιγαίου
aklonari@geo.aegean.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται ο σχεδιασμός και τα αποτελέσματα της
επιμόρφωσης εκπαιδευτικών Α/θμιας Εκπ/σης στο αντικείμενο της Γεωγραφίας
κατά την πιλοτική εφαρμογή των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών (ΝΠΣ) κατά το
σχολικό έτος 2011-2012. Ο σχεδιασμός των σεμιναρίων αυτών βασίστηκε στην
καταγεγραμμένη ανάγκη των εκπαιδευτικών για επιμόρφωση με πρακτικό και
βιωματικό τρόπο και για γνωριμία με πρακτικές της ομαδοσυνεργατικής
διδασκαλίας. Οι εκπαιδευτικοί που επιμορφώθηκαν εκτίμησαν θετικά τον
βιωματικό χαρακτήρα των επιμορφωτικών σεμιναρίων, δημιούργησαν εθελοντικά
36 νέα σχέδια διδασκαλίας Γεωγραφίας και ενσωμάτωσαν σε αυτά διδακτικά
εργαλεία και μεθοδολογικές πρακτικές που είχαν βιώσει οι ίδιοι στα επιμορφωτικά
σεμινάρια. Τα ευρήματα αυτά αποτελούν οδηγό για την επιτυχή επιμόρφωση
εκπαιδευτικών σε κάθε αντικείμενο και όχι μόνο στη Γεωγραφία.
Εισαγωγή
Κάθε καινοτομία στην εκπαίδευση χρειάζεται να προετοιμάζεται σωστά πριν τη
γενικευμένη εισαγωγή της στα σχολεία. Η προετοιμασία αυτή οφείλει να
περιλαμβάνει την παροχή του εκπαιδευτικού υλικού, την εξασφάλιση υποδομών
και εξοπλισμού, τη διάθεση του απαραίτητου χρόνου αλλά κυρίως την ευνοϊκή
προδιάθεση του ανθρώπινου δυναμικού. Στην περίπτωση των επιμορφωτικών
σεμιναρίων για την εξοικείωση των εκπαιδευτικών των πιλοτικών σχολείων με τα
ΝΠΣ, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ήταν απολύτως απαραίτητη, ώστε να
γίνουν αντιληπτές οι αλλαγές που επέρχονται σε επίπεδο βασικών αρχών,
διδακτικής μεθοδολογίας και εκπαιδευτικών τεχνικών με την εφαρμογή των ΝΠΣ.
Αναλαμβάνοντας το μέρος της επιμόρφωσης που αφορά το αντικείμενο της
Γεωγραφίας για το Δημοτικό χρησιμοποιήσαμε ως οδηγούς για το σχεδιασμό
αφενός την εκπαιδευτική μας εμπειρία και αφετέρου τη σχετική βιβλιογραφία.
Συνισταμένη και των δυο αυτών πυλώνων αποτελεί η διαπίστωση ότι οι εν ενεργεία
εκπαιδευτικοί επιθυμούν να επιμορφώνονται με πρακτικό και όχι με θεωρητικό
τρόπο. Χρειάζεται να εφαρμόζουν όσα τους παρουσιάζονται και όχι να αναζητούν οι
ίδιοι τον τρόπο εφαρμογής θεωρητικών σχημάτων (Brand & Moore 2011; Nelson &
Davis, 2012). Θέλουν να εκπαιδεύονται σε πρακτικές με τις οποίες δεν είναι
εξοικειωμένοι, όπως η εργασία σε ομάδες (Villegas-Reimers, 2003). Θεωρούν
[317]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
σημαντική την αξιοποίηση της εμπειρίας τους μέσω της ενεργητικής συμμετοχής
τους σε δραστηριότητες και εκτιμούν ιδιαίτερα τις βιωματικές μεθόδους (Linn 2003;
Dean & Kuhn, 2006).
Στην παρούσα εργασία δίνεται έμφαση στη μεθοδολογική προσέγγιση των
επιμορφωτικών σεμιναρίων για το ΝΠΣ Γεωγραφίας Δημοτικού με απώτερο σκοπό
να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα για κάθε επιμορφωτικό πρόγραμμα που
απευθύνεται σε εν ενεργεία εκπαιδευτικούς.
[318]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[319]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
τον εαυτό τους στη θέση του μαθητή, ώστε να καλλιεργήσουν την ικανότητα
ενσυναίσθησης (empathy), αντιλαμβανόμενοι ταυτόχρονα τις δυσκολίες στη
συνεργασία και στη διαχείριση του απαιτούμενου χρόνου. Αφετέρου,
εκπαιδεύονταν στην εφαρμογή ενός ήδη έτοιμου σχεδίου, το οποίο τους παρείχε
πολλές ιδέες για να σχεδιάσουν οι ίδιοι παρόμοια σχέδια διδασκαλίας.
Δεύτερη επιλογή ήταν ο πρακτικός και καθαρά βιωματικός χαρακτήρας των
σεμιναρίων χωρίς αρχική θεωρητική εισαγωγή. Οι όποιες αναφορές σε θεωρητικές
επιλογές γίνονταν στο τέλος της ημέρας και στο πλαίσιο συζήτησης αναστοχασμού
μεταξύ των εκπαιδευτικών. Κύρια επιδίωξη ήταν η ενεργητική συμμετοχή των
εκπαιδευτικών, η οποία επιδιωκόταν με συνεχή ενθάρρυνση και παρώθηση.
Ασφαλής προϋπόθεση γι΄ αυτό ήταν το θετικό συναισθηματικό κλίμα, για το οποίο
οι επιμορφωτές έδειχναν ιδιαίτερη φροντίδα. Κύριο μέσο της επιμόρφωσης ήταν η
διερευνητική προσέγγιση στη μάθηση δηλαδή η αναζήτηση στοιχείων μέσα από
κείμενα, εικόνες, χάρτες και βίντεο, που παρέχονταν από διάφορες πηγές
αναλυτικά καταγεγραμμένες μέσα στο ΝΠΣ Γεωγραφίας. Ως μοντέλο επιμόρφωσης
ακολουθήσαμε το παιδαγωγικό τρίπτυχο «σκέψου, συζήτησε, παρουσίασε»,
αναθέτοντας συγκεκριμένη εργασία σε κάθε ομάδα, η οποία στη συνέχεια
παρουσιαζόταν στην ολομέλεια και γινόταν αντικείμενο συζήτησης (βλ. Sternberg &
Grigorenko, 2007).
Τρίτη επιλογή ήταν να τονιστεί η αυτονομία και η δημιουργικότητα που
εκπαιδευτικού στο πλαίσιο του ΝΠΣ. Για το λόγο αυτό, μετά από κάθε υλοποιημένο
σχέδιο διδασκαλίας ακολουθούσε ο σχεδιασμός νέων σχεδίων διδασκαλίας μέσα
από τη λειτουργία των ομάδων. Οι ομάδες των εκπαιδευτικών πρότειναν
δραστηριότητες για το θέμα και σχεδίαζαν μία από αυτές για να την παρουσιάσουν
στην ολομέλεια μετά από ορισμένο χρόνο. Οι διαφωνίες μεταξύ των ομάδων, η
προσπάθεια για αποφυγή επικαλύψεων, η πίεση του χρόνου και η ποικιλία στον
τρόπο παρουσίασης αποτέλεσαν στοιχεία, που συναντώνται σε αντιστοιχία και στη
σχολική τάξη με τους μαθητές. Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύονταν και συζητούνταν
στην τελική συζήτηση αναστοχασμού, μαζί με προβληματισμούς για τον διδακτικό
χρόνο, για εναλλακτικούς τρόπους αξιολόγησης και για τα όρια της αυτονομίας του
εκπαιδευτικού. Για την ενίσχυση της αυτονομίας και την ενθάρρυνση της
δημιουργικότητας των επιμορφουμένων, διατηρήθηκε εξ αποστάσεως επικοινωνία
με τους επιμορφωτές των σεμιναρίων, οι οποίοι τροφοδοτούσαν συνεχώς τους
εκπαιδευτικούς με προτάσεις για την πιλοτική εφαρμογή, προτεινόμενες πηγές
εκπαιδευτικού υλικού, πρόσθετο διδακτικό υλικό και οδηγίες.
[320]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[321]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
έμφαση στη διερευνητική χρήση του χάρτη, την αναζήτηση και παρουσίαση
πληροφοριών, την επιχειρηματολογία και την επίλυση προβλημάτων. Τεράστια
ήταν και η ποικιλία διδακτικών πρακτικών που εμφανίζεται στα 36 νέα σχέδια
διδασκαλίας, όπως δραστηριότητες κατασκευής αφίσας ή χαρτονιών εργασίας,
δραστηριότητες ζωγραφικής, δημιουργία τραγουδιών και δραματοποιήσεις, όπως
ακριβώς είχε δειχθεί στα επιμορφωτικά σεμινάρια. Γενικά, υιοθετήθηκαν πολλές
εκπαιδευτικές πρακτικές που παρουσιάστηκαν στα σεμινάρια, όπως η κατασκευή
εννοιολογικού χάρτη, η συμπλήρωση πίνακα δεδομένων, η χρήση χρωματιστών
αυτοκόλλητων για την καταγραφή ομοιοτήτων και διαφορών, η συνέντευξη, τα
βιωματικά παιχνίδια και η κατασκευή επιτραπέζιου παιχνιδιού.
Οπωσδήποτε, ο δυσκολότερος στόχος του νέου ΠΣ Γεωγραφίας στο Δημοτικό
Σχολείο είναι η απομάκρυνση από την αποστήθιση ονομάτων και αριθμών και η
καλλιέργεια της χωρικής σκέψης των μαθητών. Δεδομένης δε της μικρής ηλικίας
των μαθητών ο στόχος αυτός καθίσταται δυσκολότερος και απαιτεί τον σχεδιασμό
κατάλληλων δραστηριοτήτων. Αυτό διαφαίνεται και από το δικό μας δείγμα, καθώς
μόνο στα μισά νέα σχέδια διδασκαλίας έχει ληφθεί μέριμνα για την καλλιέργεια της
χωρικής σκέψης των μαθητών. Ταξινομήσεις προτείνονται σε μεγάλη έκταση, αλλά
δεν αναζητούνται πάντοτε υποδείγματα ή μοντέλα αυτών των ταξινομήσεων. Η
θέση γίνεται πάντα αντικείμενο αναζήτησης, αλλά δεν αναζητείται κάθε φορά ο
λόγος της χωροθέτησης. Ο χάρτης χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα ως εργαλείο
έρευνας, αλλά όχι πάντα ως εργαλείο αναζήτησης ερμηνειών για κατανομές τόπων
ή περιφερειών. Στον ίδιο βαθμό φαίνεται να υστερεί και η ανάπτυξη
δραστηριοτήτων για την τριπλή προσέγγιση της Γεωγραφίας (Φυσική Γεωγραφία,
Ανθρωπογεωγραφία, Οικογεωγραφία), η οποία υποδηλώνει την εκπαιδευτική
απαίτηση για διεπιστημονική προσέγγιση της γνώσης.
[322]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές-Βιβλιογραφία
Κατσίκης, Α. (2004). Δια-Θεματική Γεωγραφία. Αθήνα, Τυπωθήτω.
Λαμπρινός, Ν., Χατζηπαντελής, Θ. & Γρατσωνίδης, Α. (2002). Η άποψη των μαθητών
της ΣΤ΄τάξης του Δημοτικού Σχολείου για το μάθημα της Γεωγραφίας.
Σύγχρονη Εκπαίδευση, 122, 102–108.
Ματσαγγούρας Ηλ. (1998). Στρατηγικές Διδασκαλίας – Η Κριτική Σκέψη στη
Διδακτική Πράξη. Αθήνα, Gutenberg.
Τερκενλή, Θ., Ιωσηφίδης, Θ. & Χωριανόπουλος, Ι. (επιμ.) (2007).
Ανθρωπογεωγραφία, Άνθρωπος, κοινωνία και χώρος. Αθήνα, Κριτική.
Χαλκιά, Κ. (2010). Διδάσκοντας Φυσικές Επιστήμες - Θεωρητικά ζητήματα,
προβληματισμοί, προτάσεις. Αθήνα, Πατάκη.
Brand, B. R. & Moore, S. J. (2011). Enhancing Teachers’ Application of Inquiry-Based
Strategies Using a Constructivist Sociocultural Professional Development
Model. International Journal of Science Education, 33, 7, 889-913.
Bell, T., Urhahne, D., Schanze, S. & Ploetzner, R. (2010). Collaborative Inquiry
Learning: Models, tools, and challenges. International Journal of Science
Education, 32, 3, 349-377.
Condie, R., Munro, B., Seagraves, L. & Kenesson, S. (2007). The impact of ICT in
schools - a landscape review. UK: Becta Research.
Dean, D. Jr & Kuhn, D. (2006). Direct Instruction vs. Discovery: The Long View.
ScienceEducation, 91, 3, 384-397.
Hall, T. (2005). Αστική Γεωγραφία. Αθήνα, Κριτική (μτφ. Ν. Γ. Καραχάλης).
[323]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Hespanha, S.R., Goodchild, F. & Janelle, D.G. (2009). Spatial Thinking and
Technologies in the Undergraduate Social Science Classroom. Journal of
Geography in Higher Education, 33, S1, S17-S27.
Klonari, A. & Koutsopoulos, K. (2005). Primary and secondary educators’ attitudes on
school geography. In K. Donert & P. Charzynski (Ed.), Changing horizons in
geography education, pp. 151–155. Torun, Poland: Herodot Network.
Lee, H.-S. & Butler-Songer, N. (2003). Making authentic science accessible to
students. International Journal of Science Education, 25, 8, 923-948.
Lee, J. & Bednarz, R. (2009). Effect of GIS Learning on Spatial Thinking. Journal of
Geography in Higher Education, 33, 2, 183-198.
Lemberg, D. & Stoltman, J. (1999). Geography teaching and the new technologies:
opportunities and challenges. Journal of Education, 181,3, 63-76.
Linn, M. C. (2003). Technology and science education: Starting points, research
programs, and trends. International Journal of Science Education, 25, 6, 727-
758.
Marble, S. (2007). Inquiring into Teaching: Lesson Study in Elementary Science
Methods. Journal of Science Teacher Education, 18, 6, 935-953.
Minstrell, J. & Van Zee, E. H. (eds). (2000).Inquiring into Inquiry Learning and
teaching in Science.Washington, DC:American Association for the
Advancement of Science.
Nelson, Μ. Μ. & Davis, Ε. Α. (2012). Preservice Elementary Teachers' Evaluations of
Elementary Students' Scientific Models: An aspect of pedagogical content
knowledge for scientific modeling. International Journal of Science Education,
34, 12, 1931-1959.
Sternberg, R. J. & Grigorenko, E. L. (2007). Teaching for successful intelligence.
Thousand Oaks, CA: Sage Publications.
Taylor, L. (2001). ICT in Geography. UK: Pearson Publishing.
Villegas-Reimers, E. (2003). Teacher professional development: an international
review of the literature. UNESCO: InternationalInstituteforEducationalPlanning,
Paris.
[324]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μαστροθανάσης Κωνσταντίνος
Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Σκούρτων
kostas_0231@yahoo.gr
Κατσιφή-Χαραλαμπίδη Σπυριδούλα
Med, Ph.D., Σχολική Σύμβουλος 1ης Εκπ/κης Περιφέρειας Π.Ε. Βοιωτίας
katsifi@hol.gr
Ζουγανέλη Άννα
Med, Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Σχολική Σύμβουλος 3ης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Π.Ε. Βοιωτίας
annzoug@yahoo.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να ερευνηθεί η επίδραση της διδασκαλίας
μεταγνωστικών στρατηγικών στην επίδοση των μαθητών σχετικά με την παραγωγή
γραπτού λόγου μέσα από ένα ερευνητικό πρόγραμμα παρέμβασης. Οι
συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν 445 μαθητές των δύο τελευταίων τάξεων του
δημοτικού σχολείου, από τους οποίους οι 222 αποτέλεσαν την πειραματική ομάδα
και οι 223 την ομάδα ελέγχου. Ακολούθως, ορίστηκε στις δέκα εβδομάδες η χρονική
διάρκεια της παρέμβασης με τη συμμετοχή των μαθητών της πειραματικής ομάδας
στις δραστηριότητες του προγράμματος ανάπτυξης μεταγνωστικών στρατηγικών
παραγωγής γραπτού λόγου για δύο διδακτικές ώρες την εβδομάδα με βάση το
μοντέλο διδασκαλίας στρατηγικών CALLA (Cognitive Academic Language Learning
Approach) και στα πλαίσια της διδασκαλίας του γλωσσικού μαθήματος.
Η επίδοση των συμμετεχόντων στην μελέτη μετρήθηκε στην αρχή και στο τέλος του
πειραματικού προγράμματος με σταθμισμένα εργαλεία αξιολόγησης. Η σύγκριση
των επιδόσεων των δύο ομάδων, χρησιμοποιώντας τα μη παραμετρικά τεστ Mann-
Whitney U-Test και Wilcoxon Signed-Ranks Test στο τέλος της παρέμβασης,
αποκάλυψε τη θετική επίδραση των μεταγνωστικών στρατηγικών στις επιδόσεις των
μαθητών και ειδικότερα στη βελτίωση της κειμενικής οργάνωσης, της
συνεκτικότητας, του περιεχόμενου και τη μείωση των λαθών.
Εισαγωγή
Η σύνθεση ενός γραπτού κειμένου προϋποθέτει σύνθετες γνώσεις και δεξιότητες
παραγωγής, οργάνωσης ιδεών, συγγραφής και διόρθωσης γραπτού λόγου, ώστε να
παραχθεί ένα συνεκτικό κείμενο με επικοινωνιακή καταλληλότητα. Στη σύγχρονη
γλωσσική διδακτική, η επικοινωνιακή καταλληλότητα επικεντρώνεται στις τρεις
διαστάσεις της γνώσης που συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Στη γλωσσική
γνώση εντάσσεται η γνώση του γραπτού κώδικα, η γνώση της φωνολογίας και της
μορφολογίας, η γνώση του λεξιλογίου και η συντακτική γνώση. Στην κειμενική
γνώση εντάσσεται η γνώση των μηχανισμών συνοχής, των οργανωτικών σχημάτων,
[325]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
των σημασιακών σχέσεων μεταξύ προτάσεων, των κειμενικών ειδών κ.λπ, ενώ στην
κοινωνιογλωσσική γνώση εντάσσεται μεταξύ άλλων η επίγνωση του επιπέδου
ύφους που πρέπει να υιοθετηθεί σ’ ένα κείμενο ανάλογα με την περίσταση
επικοινωνίας (Grabe & Kaplan, 1996).
Τα νεότερα θεωρητικά μοντέλα μελέτης και ανάπτυξης της γραπτής έκφρασης
προτείνουν ότι η παραγωγή γραπτού λόγου είναι μια εκδήλωση που αποτελείται
από τρεις μη-γραμμικές και επαναλαμβανόμενες φάσεις όπου συνυπάρχουν η
οργάνωση, η μεταφορά και η ανασκόπηση του κειμένου (Tribble, 1997). Τα
παραπάνω στάδια απαιτούν την ενεργοποίηση υποδεξιότητων και ανώτερων
γνωστικών λειτουργιών, την ανάπτυξη προσυγγραφικών, συγγραφικών και
αναθεωρητικών στρατηγικών, αποτέλεσμα της οποίας θα είναι το τελικό κείμενο
(Μαστροθανάσης, Γελαδάρη & Γρίβα, 2010; Gavriilidou & Psaltou-Joycey, 2010) και
είναι απίθανο να αποκλείονται από τον τομέα που καλύπτει η μεταγνώση (Sitko,
1998).
[326]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[327]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
3. Η ερευνητική διαδικασία
Στην έρευνα έλαβαν μέρος 445 μαθητές πέμπτης και έκτης τάξης που φοιτούσαν τη
σχολική χρονιά 2012-2013 σε δημοτικά σχολεία της Βοιωτίας. Από αυτά τα 222
(49,9%) αποτέλεσαν την πειραματική ομάδα και τα 223 (50,1%) την ομάδα ελέγχου.
Εξ αυτών, το 52,9% των μαθητών ήταν αγόρια και το 47,1% ήταν κορίτσια.
Στα πλαίσια της αρχικής (pre-test) και της τελικής αξιολόγησης (post-test) στην
παραγωγής γραπτού λόγου, οι συμμετέχοντες στην έρευνα έλαβαν μέρος σε γραπτή
[328]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
4. Αποτελέσματα
Χρησιμοποιώντας το κριτήριο Mann-Whitney U, σε ανεξάρτητες ομάδες,
εκτιμήθηκαν οι συγκρίσεις μεταξύ των συμμετεχόντων της πειραματικής ομάδας και
της ομάδας ελέγχου ως προς τη διερεύνηση τυχών διαφορών μεταξύ των μέσων
τιμών επίδοσης στην αξιολόγηση των χαρακτηριστικών των παραγόμενων κειμένων,
και των δεικτών παραγωγής γραπτού λόγου στο προπειραματικό τεστ. Η μη ύπαρξη
στατιστικά σημαντικών διαφορών κατέδειξε ότι στην αρχή της μελέτης, πειραματική
ομάδα και ομάδα ελέγχου παρουσίαζαν ίδια επίδοση στα επιμέρους
χαρακτηριστικά της αξιολόγησης και ειδικότερα στα χαρακτηριστικά των κειμένων
που παρήγαγαν και τους δείκτες παραγωγής γραπτού λόγου.
Ακολούθως με το κριτήριο Wilcoxon Signed-Ranks Test, εκτιμήθηκαν οι συγκρίσεις
μεταξύ των επιδόσεων στην προπειραματική και μεταπειραματική δοκιμασία για
κάθε μία από τις δύο ομάδες, ξεχωριστά, προκειμένου να αναλυθεί η επίδραση των
εκπαιδευτικών μεθόδων και ειδικότερα αυτή της διδασκαλίας των μεταγνωστικών
στρατηγικών, στα χαρακτηριστικά των παραγόμενων κειμένων, στους δείκτες
παραγωγής γραπτού λόγου και στους δείκτες επεξεργασίας γραπτού λόγου. Ακόμη,
[329]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[330]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[331]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Συμπεράσματα
Μέσα από τη συγκεκριμένη έρευνα έγινε προσπάθεια αφενός να ανιχνευτεί η
επίδραση που μπορεί να έχει η διδασκαλία μεταγνωστικών στρατηγικών στη γραφή
και αφετέρου να διερευνηθεί η επίδραση αυτή στα χαρακτηριστικά των
παραγόμενων κειμένων και την επίδοση των μαθητών. Σύμφωνα με τα
αποτελέσματα της μελέτης, η συστηματική διδασκαλία και χρήση μεταγνωστικών
στρατηγικών από την πλευρά των μαθητών, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των
κειμένων, συμβάλλει προς την κατεύθυνση μείωσης των λαθών στίξης και σύνταξης
των προτάσεων. Επίσης, επικουρεί στη μειωμένη χρήση άστοχων λέξεων.
Παράλληλα συμβάλλει στην αύξηση των λέξεων που χρησιμοποιούν οι μαθητές για
την παραγωγή του γραπτού λόγου. Σχετικά με την παραγωγή του γραπτού λόγου,
βελτιώθηκαν σημαντικά και επηρεάστηκαν οι δείκτες της κειμενικής οργάνωσης και
της συνεκτικότητας του κειμένου.
Τα παραπάνω ευρήματα συμβάλλουν προς την κατεύθυνση ότι η χρήση και η
εξάσκηση στην υιοθέτηση μεταγνωστικών στρατηγικών συνεισφέρει στη βελτίωση
της επίδοσης στην παραγωγή γραπτού λόγου (Kasper, 1997), ενώ υπάρχει βελτίωση
στο περιεχόμενο, την κειμενική οργάνωση, τη συνεκτικότητα και τη μείωση των
λαθών (Lu, 2006; Xu & Tang, 2005).
Βιβλιογραφία
Baroudy, I. (2008). Process writing: successful and unsuccessful writers. International
Journal of English Studies,8(2), 43-63.
Gavriilidou, Z. & Psaltou Joycey, A. (2010). Language learning strategies: an overview.
Journal of Applied Linguistics, 25, 11-25.
Geladari, A. & Mastrothanasis, K. (2013). The employment of cognitive and
metacognitive strategies in bilingual pupils’ creative writing. In N. Lavidas, Th.
Alexiou & A. M. Sougari (Eds.), Major Trends in Theoretical and Applied Linguistics
(vol. 3, pp. 343-355). London: Versita.
Grabe, W. & Kaplan, R. B. (1996). Theory and practice of writing: An applied linguistic
perspective. New York: Longman.
Graham, S. & Harris, K. & Reid, R. (1992). Developing self-regulated learners. Focus
on Exceptional Children, 24, 1-16.
Graham, S. & Harris, K. (1993). Self-regulated strategy development: Helping
students with learning problems develop as writers. The Elementary School
Journal, 94 (2), 169-181.
Graham, S. & Perin, D. (2007). Writing next: Effictive strategies to improve writing of
adolescent middle and high school. Washington, DC: Alliance for Excellence in
Education.
Griva, E., Tsakiridou, E. & Nihoritou, I. (2009). Study of FL composing process and
writing strategies employed by young learners. In M. Nikolov (Ed.), Early
Learning of Modern Foreign Languages (pp. 132-148). Bristol: Multilingual
Matters.
[332]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[333]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Πρόλογος
Οι όποιες προσπάθειες για διεθνή προστασία του περιβάλλοντος περνούν στις
μέρες μας μέσα από την αναγκαστική διερεύνηση δύο σημαντικών παραμέτρων. Η
πρώτη έχει σχέση με την αλληλεπίδραση των δύο βασικών εννοιών που αποπνέουν
οι απλές λέξεις, άνθρωπος- περιβάλλον. Η δεύτερη αναδύεται μέσα από τις
γενικότερες προσπάθειες, σε διεθνές επίπεδο, κατοχύρωσης δικαιακών κανόνων
ελέγχου της γενικότερης περιβαλλοντικής δραστηριότητας.
Η θρησκευτική εκπαίδευση των μαθητών, σύμφωνα με το ΔΕΠΠΣ και ΑΠΣ του
μαθήματος των Θρησκευτικών του Δημοτικού, συνιστά όρο της ηθικής και
πνευματικής τους ανάπτυξης και έχει υψίστη κοινωνική σημασία και συντελεί στην
ολοκληρωμένη μόρφωσή τους. Η ηθική και πνευματική ανάπτυξη των μαθητών έχει
άμεση σχέση με την εκπαίδευσή τους. Στο σύγχρονο δημοτικό σχολείο η ολόπλευρη
ανάπτυξη του παιδιού αποτελεί αναγκαιότητα και ταυτόχρονα λειτουργεί
συμπληρωματικά προς την οικογένεια και την Εκκλησία για την ολοκλήρωση της
προσωπικότητας του νέου ανθρώπου. Ο σκοπός της διδασκαλίας του ΜτΘ
εντάσσεται στο γενικό σκοπό της εκπαίδευσης, δηλαδή στη διαμόρφωση
ελεύθερων και υπευθύνων πολιτών.
Με τη διαθεματική προσέγγιση, γνωστικοί χώροι όπως η Ιστορία, η Λογοτεχνία, η
Φυσική, η Βιολογία, η Οικονομία και άλλες επιστήμες συμπλέκονται στη μαθησιακή
διαδικασία σε ένα ενιαίο γνωστικό σύνολο. Σκοπός είναι να βοηθηθούν οι μαθητές
να υπερβαίνουν τις διαχωριστικές γραμμές των μαθημάτων. Στόχος, να μπορούν οι
μαθητές να δημιουργούν συνδέσεις δια μέσου μιας διδακτικής ενότητας, με τις
άλλες διδακτικές ενότητες, των άλλων διδακτικών αντικειμένων. Για να πετύχουμε
όμως όλα αυτά απαιτούνται γνώσεις, ευελιξία και ανοιχτοί ορίζοντες από την
πλευρά του κάθε εκπαιδευτικού. Εισάγεται μια μορφή μάθησης που απομακρύνει
τη μηχανιστική σκέψη και εξαίρει την κριτική – δημιουργική σκέψη. Πετυχαίνεται η
υπέρβαση των συνόρων μεταξύ των μαθημάτων ως αυτοτελών κλάδων
διδασκαλίας. Συνδέεται η διδασκαλία μας με τα σύγχρονα υπαρξιακά και κοινωνικά
προβλήματα του ανθρώπου της εποχή μας.
Τα μικρά παιδιά μπορεί να δυσκολεύονται να χειριστούν και να κατανοήσουν
αφηρημένες έννοιες όπως δικαιώματα, ελευθερία, δημοκρατία αλλά μαθαίνουν
πολύ περισσότερο από την εμπειρία και το πλαίσιο. Οι δραστηριότητες, το κλίμα, η
οργάνωση της τάξης, οι σχέσεις και ο τρόπος επικοινωνίας παίζουν μεγάλο ρόλο
στην ανάπτυξη κουλτούρας σεβασμού των δικαιωμάτων. Για να υπάρχει καλύτερη
ευχέρεια σύνδεσης του μαθήματος των Θρησκευτικών με τη σύγχρονη ζωή, πρέπει
[334]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα στοιχεία που ενδιαφέρουν τα παιδιά και τα οποία
ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Το μάθημα των Θρησκευτικών για να μην είναι
δεσμευτικό στο Αναλυτικό Πρόγραμμα και να είναι σύγχρονο στις απαιτήσεις της
σύγχρονης κοινωνίας και παράλληλα να εκπληρώνει τις ανάγκες των παιδιών,
επιβάλλει τη χρησιμοποίηση της βιωματικής προσέγγισης της μάθησης, τη μέθοδο
Projekt.
Με τη βιωματική προσέγγιση των θρησκευτικών και ηθικών εννοιών, το γνωστικό
μέρος του μαθήματος παραμένει δεσμευτικό ως προς την ποσότητα της
πληροφορίας, αλλά συμπληρώνεται με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων (Projekt.).
Με τη βιωματική προσέγγιση της μάθησης καλύπτεται όλο το φάσμα των στόχων
που πρέπει να επιδιώκεται στο σχολείο.
Εισαγωγή
Η καταστροφή του περιβάλλοντος αποτελεί ίσως το σημαντικότερο πρόβλημα που
έχει να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα σήμερα. Τα νέα δεδομένα και οι μετρήσεις
των ειδικών κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, παραπέμποντας σε εικόνες
βιβλικής καταστροφής. Το λιώσιμο των πάγων της Ανταρκτικής, η αύξηση της
στάθμης της θάλασσας, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η μείωση των πόσιμων
υδάτινων πόρων, η διεύρυνση της τρύπας του όζοντος, η όξινη βροχή, τα ακραία
καιρικά φαινόμενα και η ραγδαία εξαφάνιση ειδών από το φυτικό και ζωικό
βασίλειο δεν αποτελούν πλέον σενάρια καταστροφολογίας, αλλά μια απτή
πραγματικότητα. Στην προοπτική αυτή το ζητούμενο πλέον δεν είναι η μείωση της
μόλυνσης του περιβάλλοντος και η υιοθέτηση ήπιων περιβαλλοντικών
παρεμβάσεων, αλλά το μέλλον του πλανήτη, το οποίο μοιάζει να κρέμεται
κυριολεκτικά από μια λεπτή κλωστή.
Εμείς θεωρούμε ότι δεν είναι ορθό να δίνουμε απλουστευμένες απαντήσεις, ούτε
όμως μπορούμε να παραβλέπουμε τα προαναφερόμενα γεγονότα. Επομένως δεν
μπορούμε να αποδώσουμε ευθύνες ούτε μόνο σε πρόσωπα, ούτε μόνο σε
πολιτικές, ούτε μόνο σε νοοτροπίες. Πιστεύουμε ότι το περιβαλλοντικό πρόβλημα
είναι πολυσύνθετο και πολύπλοκο, καθώς αφορά όλους ανεξαιρέτως τους
κατοίκους του πλανήτη. Η διαπίστωση, ότι η οικολογική καταστροφή είναι ένα
πρόβλημα το οποίο δεν γνωρίζει σύνορα και πολιτισμούς αποτελεί το πρώτο, αλλά
και το πιο καθοριστικό βήμα. Δεν αρκούν όμως οι διαπιστώσεις για την επίλυση
οποιουδήποτε προβλήματος. Αντίθετα, απαιτούνται δραστικά και άμεσα μέτρα.
Κατά την γνώμη μας εκείνο που χρειάζεται είναι η αλλαγή της νοοτροπίας και της
συμπεριφοράς του ανθρώπου προς το φυσικό περιβάλλον. Πιστεύουμε ότι εκεί
ίσως να εστιάζεται η λύση για το περιβαλλοντικό πρόβλημα.
Παρουσιάσαμε ενδεικτικά διάγραμμα διδασκαλίας μιας ενότητας από το βιβλίο της
Ε΄ τάξης του δημοτικού σχολείου «Οι χριστιανοί στον αγώνα της ζωής». Την
ενότητα: 5.1 «Αγώνες για να προστατέψουμε το περιβάλλον». Στην συγκεκριμένη
ενότητα αναλύονται ενδεικτικά οι σκοποί και οι στόχοι της ενότητας με τη μέθοδο
Projekt. Η έκθεση της ύλης δεν είναι χρονική αλλά θεματική. Με αυτό τον τρόπο
[335]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
πλησιάσαμε τη ζωή των παιδιών, τα βιώματά τους, τις εμπειρίες τους, αυτό που
βλέπουν γύρω τους, με τον τρόπο που τα βλέπουν. Σ’ αυτή την ηλικία τα παιδιά
βλέπουν γη γνώση ως μια ενότητα. Ό,τι μαθαίνουν δε χωρίζεται αυτόματα σε
ενότητες όπως η Γλώσσα, Ιστορία, Μαθηματικά, Θρησκευτικά και άλλους τέτοιους
τεχνητούς διαχωρισμούς της γνώσης. Γι’ αυτό η διαθεματική διδασκαλία είναι η πιο
κατάλληλη για τα παιδιά αυτής της ηλικίας.
Η συμμετοχική δραστηριότητα και ενεργοποίηση των μαθητών στη
συνειδητοποίηση της μόλυνσης – καταστροφής του περιβάλλοντος και στην
ανάληψη δράσης για την προστασία του, οδηγούν πέρα από την κατάκτηση των
γνωστικών στόχων και στην εν γένει ευαισθητοποίησή τους, για ένα τόσο μεγάλης
σημασία ζήτημα.
Ως μεθοδολογική προσέγγιση στην παρούσα εργασία, προτείνεται η επαγωγική
μέθοδος (από το μερικό στο γενικό), λόγω της δυνατότητας παράθεσης από τους
μαθητές πληθώρας επιμέρους παραδειγμάτων για τη μόλυνση του περιβάλλοντος,
τα οποία θα οδηγήσουν σε γενικά συμπεράσματα και δράσεις για τη διαφύλαξη και
προστασία του.
45
Πραξ. 17, 2
[336]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αλλά και κατά την διάρκεια της επίγειας ζωής του ο Χριστός δείχνει με την
διδασκαλία και τα θαύματα του την ιδιαίτερη σχέση της ύλης στην Δημιουργία. Η
χρήση υλικών στοιχείων στα θαύματα του Χριστού αφενός τονίζει την καθαγιαστική
αιτία της ύλης και αφετέρου δίνει στον άνθρωπο μια πρόγευση της μεταμόρφωσης
των πάντων στην ερχόμενη καινή κτίση. Για παράδειγμα στο θαύμα της θεραπείας
του εκ γενετής τυφλού, ο Χριστός αναμειγνύει σάλιο με χώμα φτιάχνοντας πηλό, το
οποίο βάζει στα μάτια του τυφλού. Στη συνέχεια του ζητά να πλυθεί με νερό.
Αμέσως μετά την νίψη των οφθαλμών του με νερό ο τυφλός επανακτά την όραση
του46. Με άλλα λόγια η ύλη μεταμορφώνεται θαυματουργικά σε αγιαστικό μέσο για
τον άνθρωπο και του παρέχει την θεραπεία. Κατά την παράδοση του μυστηρίου της
Θ. Ευχαριστίας, στον Μυστικό δείπνο ο Χριστός μεταβάλλει τον άρτο και τον οίνο
δια του Αγίου Πνεύματος47.
Έτσι ο άρτος και ο οίνος, δύο υλικά στοιχεία μεταβάλλονται σε πηγή ζωής και
γίνονται το μέσο στην πορεία του ανθρώπου από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωσιν.
Η παρουσία της φύσης στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας γίνεται με τον άρτο και τον
οίνο, τα οποία ο ιερέας «αναφέρει» στο Θεό ως Ευχαριστία. Με αυτό τον τρόπο η
υλική δημιουργία μεταμορφωμένη και εμβολιασμένη από τις άκτιστες θείες
ενέργειες, αγιάζεται και μαζί της αγιάζεται ο άνθρωπος και η υπόλοιπη κτίση. Αυτή
η μεταμορφωτική διαδικασία της ύλης αποκαλύπτει στον άνθρωπο την δυναμική
συμπόρευση της υλικής δημιουργίας προς την Βασιλεία του Θεού μαζί του. Και η
πορεία αυτή είναι η αφετηρία του επαναπροσδιορισμού των σχέσεων του
ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Η ευχαριστιακή θεώρηση αποκαθιστά τον
κόσμο στη σωστή του θέση και επαναφέρει τον άνθρωπο στην σωστή σχέση μ'
αυτόν48. Άρα η αποκατάσταση της αρμονίας μεταξύ της ανθρωπότητας και του
φυσικού κόσμου πραγματοποιείται σε μια διαδικασία ευχαριστίας και αγάπης. Σε
κάθε θεία Λειτουργία η ευχαριστιακή μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα
και αίμα Χριστού είναι η απαρχή, αλλά και ο σκοπός της έσχατης μεταμόρφωσης
και ανακαίνισης του κόσμου49.
Η Ευχαριστία λοιπόν είναι η πλέον θετική αποδοχή του κόσμου και της
δημιουργίας50. Κάθε πιστός που πηγαίνει στην λειτουργία φέρνει μαζί του τον
κόσμο. Δεν φέρνει απλώς τις αδυναμίες και τα πάθη του. Μεταφέρει την σχέση του
με τον φυσικό κόσμο, με τη δημιουργία51. Ο πιστός προσέρχεται στην Εκκλησία όχι
μόνος του, αλλά μαζί με ολόκληρη την υλική δημιουργία. Εισάγει στην Ευχαριστία
ορισμένα από τα υλικά στοιχεία του κόσμου και τα παραδίδει στον Ιερέα. Στην
Ορθόδοξη λατρεία μετέχουν διάφορα αντιπροσωπευτικά στοιχεία της φύσης. Δεν
μετέχουν διακοσμητικά, αλλά «οργανικά». Συγκεκριμένες μορφές της (ψωμί, κρασί,
46
Ιωαν. 9, 6-7
47
Ιωαν. 1,14
48
Α. Μαντζαρίδης , Η Εμπειρική θεολογία στην οικολογία και στην πολιτική (Θεσσαλονίκη:
Πουρνάρα, 1994), σ. 115.
49
Α. Κεσελόπουλος , Άνθρωπος και φυσικό περιβάλλον, (Αθήνα: Δόμος, 1990), σ. 162.
50
Ι. Ζηζιούλας, Η κτίση ως Ευχαριστία , (Αθήνα: Ακρίτας, 1992), σ. 21.
51
Στο ίδιο
[337]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
52
Α. Γιαννουλάτος Α. Hπαγκοσμιότητα και η ορθοδοξία. (Αθήνα: Ακρίτας ,2004) , σ. 52.
53
Α. Κελεσόπουλος, Άνθρωπος και φυσικό περιβάλλον, ό.π. , σ. 35.
54
Ι. Ζηζιούλας, Η κτίση ως Ευχαριστία , ό.π. , σ. 35.
[338]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
55
Ι. Δοντάς, Εκκλησίακαιοικολογικάκινήματα, (Αθήνα: Κοινωνία 4), σ. 387.
[339]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ξεφεύγει από την αποκλειστικότητα ενός μαθήματος και στρέφεται προς μια
διαθεματική προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει κάθε μάθημα και κάθε
υποστηρικτικό θεσμό.
Υπερβαίνει τα όρια, και παραβαίνει την εντολή, όχι από πραγματική ανάγκη, αλλά
από εγωισμό και ματαιοδοξία. Ενώ ο Θεός του χαρίζει απλόχερα με το παραπάνω
ότι χρειάζεται για να ζήσει ευτυχισμένος, ο άνθρωπος δεν είναι ικανοποιημένος,
αλλά θέλει περισσότερα. Τρώγει, λοιπόν, τον απαγορευμένο καρπό. Ο Θεός τον είχε
προειδοποιήσει ότι αν φάγει τον απαγορευμένο καρπό, θα χάσει τον Παράδεισο.
Και πραγματικά τον χάνει. Υπερβαίνει, δηλαδή τις δυνατότητες της Γης. Αντλεί
περισσότερο νερό από τις δυνατότητες της Γης να το αναταράξει. Σκορπίζει
περισσότερα καυσαέρια από τη δυνατότητα της ατμόσφαιρας να αυτοκαθαριστεί.
Τρώγει περισσότερο κρέας από τη δυνατότητα αναπαραγωγής των ζώων. Κόβει
δένδρα για ξυλεία, η για άλλους λόγους, πολύ περισσότερα από τη δυνατότητα
αναπλήρωσής των.
Η λατρευτική παράδοση της εκκλησίας, δίνει στη φύση την καλύτερη θέση που θα
μπορούσε, χρησιμοποιώντας για τη Θεία Κοινωνία, το κρασί και το ψωμί, δυο
καθημερινής χρήσεως υλικά που παράγονται από τη φύση και τον ευλογημένο κόπο
του αγρότη, του κατεξοχήν ανθρώπου του λαού, που συνυπάρχει και
συνδημιουργεί με τη φύση. Μετατρέπει μυστηριωδώς, κατα τη Θεία Λειτουργία, το
κρασί και το ψωμί σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου. Έτσι η Εκκλησία, δίνει το στίγμα
της σχέσης της με τη φύση.
Ως κορωνίδα της δημιουργίας, ο άνθρωπος έχει εξουσία πάνω στη φύση. Μια
εξουσία όμως που χαρακτηρίζεται από την πατρική προστατευτική διάθεση. Τη
διάθεση όμως που χαρακτηρίζεται από τη πατρική προστατευτική διάθεση. Τη
διάθεση του καλού βασιλιά που γνοιάζεται για την ευημερία του λαού του, και
φροντίζει να τον προστατέψει από κάθε εχθρό. Η δυναστική διάθεση του ανθρώπου
δε σταματά στη φύση, αλλά εξελίσσεται σε κανιβαλισμό. Άνθρωποι
καταδυναστεύουν συνανθρώπους τους με ποικίλους τρόπους, με σκοπό να
αποκτήσουν περισσότερα αγαθά από όσα πραγματικά χρειάζονται.
[340]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
θεώρηση και κοινοί στόχοι. Πρόκειται για τη συνάντηση και τη συμπόρευση της
περιβαλλοντικής ηθικής με τη χριστιανική ηθική.
Όσο πιο πολύ το παιδί στο σχολείο και στο σπίτι βιώσει το χριστιανικό βίωμα με
όλες του τις διαστάσεις, τόσο καλύτερα θα συνειδητοποιήσει την οικολογική κρίση
στην εποχή μας. Το χριστιανικό βίωμα σχετίζεται και με την αρετή της αυτάρκειας.
Σήμερα ειδικά η άσκηση της αυτάρκειας είναι εκ των ουκ άνευ για τη διαμόρφωση
μιας γνήσιας και ολοκληρωμένης προσωπικότητας. Οι υποτιθέμενες ανάγκες μας
συνεχώς αυξάνονται από την καταιγίδα των διαφημίσεων και των ανακοινώσεων.
Ακολουθώντας τις προσταγές τους οι άνθρωποι αγωνίζονται να κατακτήσουν την
ευτυχία χωρίς όμως αποτέλεσμα. Κυριευόμενοι από το πάθος της παραγωγής και
αύξησης του όγκου υλικών αγαθών παραβλέπουμε ή παραμερίζουμε κάθε μορφή
εξασφάλισης ισορροπίας στο κάθε οικοσύστημα.
O άνθρωπος σε αντίθεση με τα άλλα δημιουργήματα έχει την ελευθερία να δρα
σύμφωνα με τη θέλησή του. Η παρακοή όμως από το θέλημα του δημιουργού του,
επειδή προήλθε από αυτόν, τον οδηγεί στην αποξένωσή του από Αυτόν. Ο Μέγας
Βασίλειος γράφει: «Τούτο εστί το κακόν, η του Θεού αλλοτρίωσις» 57. Ίσως
ακούγεται παράξενο αλλά η οικολογική κρίση είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής και
ηθικής κρίσης του ανθρώπου.
Τα αίτια δεν οφείλονται σε εξωτερικούς και τεχνολογικούς παράγοντες, αλλά βαθιά
στον ίδιο τον άνθρωπο. Αυτός κινεί τα νήματα της ανθρωπότητας. Όλα από αυτόν
εξαρτώνται και ρυθμίζονται. Αυτός κρατά και τη λύση του προβλήματος, όσα
μέτρα και να παρθούν από κυβερνήσεις και οργανώσεις, αν ο άνθρωπος δεν
ξεπεράσει την ηθική του κρίση, το πρόβλημα θα παραμένει.
Η κρίση δεν αφορά συγκεκριμένη περιοχή ή χώρα, αλλά ολόκληρη τη γη. Απαιτείται
παγκόσμια συνεργασία και συντονισμένες προσπάθειες. Το θέμα αφορά τον
καθένα χωριστά και όλους συλλογικά. Κάθε άνθρωπος έχει προσωπική ευθύνη για
τη κρίση που υπάρχει μέσα μας και γύρω μας. Η συνειδητοποίηση θα γίνει με μια
κοινωνική αγωγή, αλλά κυρίως με θρησκευτική αγωγή που θεραπεύει τη ρίζα του
κακού.
Ο χριστιανικός κόσμος όχι μόνο σεβάστηκε και ευλόγησε τη φύση, αλλά με
σύμβολα και ορατές φανερώσεις αυτής της πραγματικότητας, που τιμάται στις
εικόνες, στους σταυρούς, στις εκκλησίες, στα προσκυνήματα, έδωσε την προοπτική
της μεταμόρφωσης. Έτσι, τα σύμβολα και η κτίση για τον άνθρωπο δεν αποτελούν
αυτοσκοπό στη ζωή του, αλλά μέσο για να καλυτερεύσει ο άνθρωπος και να ζήσει
ζωή αρμονίας με το Θεό και με τον άλλον άνθρωπο. «Η Ορθόδοξη Εκκλησία, ιδίως
τελευταία με τις πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θεωρείται
καταλύτης στην προστασία της φύσης»58. Η οικολογική κρίση είναι μια
πραγματικότητα. Οι λύσεις που προτείνονται για την αναχαίτισή της και καλές είναι
58
Θ.Ψαριώτης, Τοφυσικόπεριβάλλονστην ορθόδοξη πίστη, (Αθήνα, Γρηγόρη ,2001), σ. 6.
[341]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Πρακτικές δραστηριότητες.
Στην εργασία αυτή θα αναφερθούμε σε ορισμένες ενδεικτικές δραστηριότητες που
μπορούν να πραγματοποιηθούν στο μάθημα των Θρησκευτικών και στα πλαίσια της
Ευέλικτης ζώνης και οι οποίες θα φέρουν πιο κοντά το μαθητή στη φύση,
δημιουργώντας παράλληλα αισθήματα σεβασμού απέναντι στην ιερότητα του
φυσικού περιβάλλοντος.
Τα παιδιά μπορούν σε μια άκρη του προαυλίου ή σε μια ζαρντινιέρα να
δημιουργήσουν ένα μικρό κήπο με φυτά που χρησιμοποιεί η Εκκλησία στη Θεία
Λατρεία. Έτσι θα τους δοθεί η δυνατότητα να έρθουν βιωματικά πιο κοντά στη
φύση αλλά και στη λατρεία της Εκκλησίας. Τέτοια φυτά είναι ο βασιλικός, τα βάγια
κ.ά.
Επίσης τα παιδιά μπορούν να συμμετάσχουν ενεργά στην προετοιμασία της
πανήγυρης του ναού της ενορίας τους, στολίζοντας με λουλούδια τις φορητές
εικόνες του εορταζόμενου Αγίου ή Αγίας που βρίσκονται στο τέμπλο και το
προσκυνητάριο. Επίσης στολίζουν την εικόνα που λιτανεύεται στους δρόμους της
ενορίας την παραμονή της εορτής. Σχετικό μάθημα για το πανηγύρι του ναού της
ενορίας υπάρχει στο βιβλίο Θρησκευτικών της Γ΄ Δημοτικού, όπου και μπορεί να
χρησιμοποιηθεί ως αφόρμηση για τις παραπάνω δραστηριότητες. Κάτι ανάλογο
μπορεί να γίνει και με τον Επιτάφιο της ενορίας των παιδιών.
Μια εργασία που μπορεί να δοθεί στους μαθητές είναι να βρουν ποια φυτά και ζώα
αναφέρονται στα τέσσερα Ευαγγέλια και τους συμβολισμούς τους όπου αυτοί
υπάρχουν. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν πολλά
χωρία όπου αναφέρονται τα παρακάτω φυτά, τα παράγωγά τους και εργασίες που
σχετίζονται με αυτά: Αμπέλι-κρασί, Άνθη, Ελιά-λάδι, Σιτάρι-σπόρος-θερισμός-
αλώνισμα-ζύμη-άρτος, φοίνικας κ.ά.
Μια άλλη δραστηριότητα είναι να δοθεί ένα ερωτηματολόγιο στους μαθητές και να
συμπληρώσουν τα φυτά που γνωρίζουν ότι χρησιμοποιούνται από την Εκκλησία για
λατρευτικούς σκοπούς και τον χρονικό προσδιορισμό τους. Π.χ. ο βασιλικός
μοιράζεται στους πιστούς την ημέρα εορτής του Τιμίου Σταυρού στις 14
Σεπτεμβρίου.
Θα μπορούσαν να αναφερθούν και άλλες δραστηριότητες που σχετίζονται με τα
Θρησκευτικά και ευαισθητοποιούν το μαθητή απέναντι στη φύση, αλλά και τον
κάνουν να αποκτήσει θετικές στάσεις απέναντι στο φυσικό περιβάλλον. Πέρα από
όλα τα άλλα, δραστηριότητες σαν τις παραπάνω κάνουν ελκυστικότερο το μάθημα
των Θρησκευτικών, προκαλώντας παράλληλα το ενδιαφέρον των μαθητών και την
ενεργή εμπλοκή τους σε αυτό.
[342]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων, στο Γράφημα 359, προέκυψε ότι υψηλό
βαθμό συμφωνίας συγκέντρωσε η πρόταση: «Στο μάθημα των Θρησκευτικών
αυξάνεται η ευαισθητοποίηση και η αγάπη του παιδιού για το περιβάλλον ως
δημιούργημα του Θεού;».
Με αυτή την πρόταση το ποσοστό 175(67,3%) δάσκαλοι συμφωνούν από πολύ έως
αρκετά και 71(27,4%) απαντούν από λίγο έως ούτε συμφωνώ ούτε διαφωνώ και
μόνο το 14(5,4 %) απαντούν αρνητικά.
Το παιδί αναπτύσσει μέσα από το μάθημα των Θρησκευτικών την οικολογική του
συνείδηση, μαθαίνοντας να σέβεται και να προστατεύσει το φυσικό περιβάλλον ως
μέρος της δημιουργίας του Θεού. Έτσι θα κατορθώσει να ισορροπήσει στη σχέση
του με αυτό αλλά και με τον εαυτό του. Ένα από τα κριτήρια της πνευματικής
προόδου του ανθρώπου είναι και η σχέση και η στάση του έμπρακτα απέναντι στο
περιβάλλον.
6. Η μέθοδος Project
Κύριος διδακτικός στόχος του μαθήματος:
Να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές την ευθύνη όλων των ανθρώπων, σε ατομικό και
συλλογικό επίπεδο, για την προστασία και διαφύλαξη του περιβάλλοντος, το οποίο
ως δημιουργία του Θεού, φανερώνει την αγάπη Αυτού για τον άνθρωπο.
Επιμέρους στόχοι:
Να συνειδητοποίησουν οι μαθητές , ότι οι αρμονικές σχέσεις μας με το
περιβάλλον συμβάλλουν στον σεβασμό του Δημιουργού.
να συνειδητοποιήσουν πως ο Θεός από αγάπη για τον άνθρωπο δημιούργησε
τον όμορφο κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε.
Να προταθούν από τα παιδιά συγκεκριμένες ενέργειες διαφύλαξης και
προστασίας του περιβάλλοντος σε ατομικό, ενδοσχολικό και εξωσχολικό επίπεδο.
Να γίνουν γνωστές στους μαθητές οι βασικότερες αιτίες μόλυνσης και
καταστροφής του περιβάλλοντος, να παρουσιαστούν οι συνέπειές τους στη ζωή μας
59
Δ. Μπαλτατζής ,Η ανθρωπιστική αξία και η διαπολιτισμική διάσταση της θρησκευτικής αγωγής
στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, (Αθήνα : Γρηγόρη, 2011), σ. 63.
[343]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[344]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
7. Συμπεράσματα
Το μάθημα των Θρησκευτικών θεωρούμε ότι μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά
στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Οι απόψεις της Ορθόδοξης Θεολογίας, οι οποίες
αποτυπώνονται στα σχολικά εγχειρίδια του μαθήματος των Θρησκευτικών,
μπορούν να εμπνεύσουν τη θεματολογία της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης κατά
την υλοποίηση προγραμμάτων. Για το σκοπό αυτό προτείνουμε διαθεματικές
προσεγγίσεις και Projects του μαθήματος των Θρησκευτικών με την Περιβαλλοντική
Εκπαίδευση.
H οποιαδήποτε παρέμβαση του δασκάλου στον επίσημο τρόπο διδασκαλίας του
μαθήματος αποτελεί μια προσπάθεια ανατροφοδότησης της μεθόδου της
διδασκαλίας του μαθήματος. Οι θρησκευτικοί στόχοι εξυπηρετούνται με τη γνώση
των δογματικών αληθειών της θρησκείας μας και οι ηθικοί στόχοι με την
αφομοίωση την ηθικών διδαγμάτων του χριστιανισμού. Η μεταφορά από το
γνωσιολογικό χαρακτήρα της διδακτέας ύλης σε κοινό μαθητικό βίωμα, μπορεί να
επεκτείνει τα όρια της σχολικής τάξης και να μετατρέψει το μαθητικό σύνολο σε
πρόσκαιρη, αλλά συνειδητή κοινωνική ομάδα. Με τον τρόπο αυτό το παιδί θα
μπορέσει να καλλιεργήσει αξίες, όπως η αγάπη, ο σεβασμός, η καλοσύνη, η
ευγένεια, τις οποίες έως τώρα το σχολείο προσπαθούσε να του τις καλλιεργήσει
μόνο θεωρητικά και νοησιαρχικά
Οι σκοποί και οι στόχοι του μαθήματος εκπληρώνονται καλύτερα με τη μέθοδο
Projekt και η μέθοδος αυτή επιτυγχάνεται πολύ καλύτερα με την εργασία των
παιδιών μέσα στην τάξη όταν εργάζονται κατά ομάδες. Η πρόταση για
ομαδοσυνεργατικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία εξελίχθηκε στη σημερινή μορφή
μέσα από τη σύνθεση πολλών και διαφορετικών παιδαγωγικών κατευθύνσεων.
Για την ανάπτυξη της μεθόδου επιβάλλεται η διαμόρφωση τέτοιων σχέσεων, μεταξύ
των παραγόντων που συμβάλλουν στη μάθηση, ώστε να είναι δυνατή η ελεύθερη
προβολή της δημιουργικότητας, ο σεβασμός της γνώμης και η αναγνώριση των
αποτελεσμάτων της κάθε δράσης, ως στοιχείων που κατακτήθηκαν με τη μορφή
ζωντανής γνώσης. Το παιδί αναπτύσσει μέσα από το μάθημα των θρησκευτικών
την οικολογική του συνείδηση, μαθαίνοντας να σέβεται και να προστατεύει το
φυσικό περιβάλλον ως μέρος της δημιουργίας του Θεού. Έτσι θα κατορθώσει να
ισορροπήσει στη σχέση του με αυτό αλλά και με τον εαυτό του. Ένα από τα κριτήρια
της πνευματικής προόδου του ανθρώπου είναι και η σχέση και η στάση του
έμπρακτα απέναντι στο περιβάλλον.
Τέλος, στην ορθόδοξη θεολογία το φυσικό περιβάλλον ανοίγεται και αποκτά τις
πραγματικές διαστάσεις. Ο κόσμος δεν είναι αποτέλεσμα της τύχης και της
αναγκαιότητας μόνο, αλλά μέσο και τόπος σωτηρίας, έτσι και το ενδιαφέρον της
Εκκλησίας και της Ποιμαντικής της για τη σωτηρία όχι μόνο του ανθρώπου αλλά και
του κόσμου, με τη δημιουργία μιας θεολογικής οικολογίας και την κατάδειξη των
θετικών συνεπειών της. Στην εργασία αυτή παρουσιάστηκε η αξιολόγηση,
συνειδητοποιήθηκε η οικολογική συνείδηση που θα πρέπει να μας διακατέχει
όλους μας και όλοι βγάλαμε τα χρήσιμα συμπεράσματα για τους κινδύνους που
[345]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Palmer, endionmental education in the 21st century: theory, practice, progress and
promise, London- New York, Routiedge Falmer, 1988.
Γιαννουλάτος , Α. H παγκοσμιότητα και η ορθοδοξία.. Αθήνα: Ακρίτας ,2004.
Δοντάς, Ι. Εκκλησία και οικολογικά κινήματα. Αθήνα: Κοινωνία 4.
Ζηζιούλας, Ι. Η κτίση ως Ευχαριστία . Αθήνα: Ακρίτας, 1992).
Κεσελόπουλος , Α. Άνθρωπος και φυσικό περιβάλλον. Αθήνα: Δόμος, 1990.
Μαντζαρίδης , Α. Η Εμπειρική θεολογία στην οικολογία και στην πολιτική.
Θεσσαλονίκη: Πουρνάρα, 1994.
Μπαλτατζής , Δ. Η ανθρωπιστική αξία και η διαπολιτισμική διάσταση της
θρησκευτικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Αθήνα : Γρηγόρη,
2011.
Ψαριώτης, Θ. Το φυσικό περιβάλλον στην ορθόδοξη πίστη. Αθήνα: Γρηγόρη , 2001.
[346]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μπαρής Θεόδωρος
Προϊστάμενος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης Πρωτοβάθμιας
Εκπαίδευσης Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης Δυτικής Ελλάδας
barist000@gmail.com
Παπαδημητροπούλου Παναγούλα
Εκπαιδευτικός ΠΕ60
yioulipapad@gmail.com
Αδαμοπούλου Ακριβή
Εκπαιδευτικός ΠΕ70
akrivi_ad@hotmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο θεσμός της Ευέλικτης Ζώνης αποτελεί εκπαιδευτική καινοτομία που γενικεύτηκε
το 2005, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού και της επιδίωξης της ποιότητας στην
εκπαίδευση. Στόχος της παρούσας έρευνας είναινα διερευνηθούν οι απόψεις των
24 Σχολικών Συμβούλων Δημοτικής Εκπαίδευσης της Περιφερειακής Διεύθυνσης
Εκπαίδευσης Δυτικής Ελλάδας, σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω
προγράμματος, διαμέσου της αξιοποίησης των ετήσιων εκθέσεών τους για το
σχολικό έτος 2012-2013. Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι οι Σχολικοί
Σύμβουλοι εκτιμούν πως ένα μεγάλο ποσοστό εκπαιδευτικών αξιοποιεί την
καινοτομία της ευέλικτης ζώνης, ωστόσο η εφαρμογή της επιδέχεται βελτιώσεις.
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ
Οι σημερινές κοινωνικο – οικονομικές συνθήκες και οι απαιτήσεις της κοινωνίας της
πληροφορίας καθιστούν απαραίτητη την πραγματοποίηση πρωτότυπων
καινοτόμων προγραμμάτων για την ανάδειξη της ποιοτικής εκπαίδευσης και της
ανάπτυξης της συμμετοχής εκπαιδευτικών και μαθητών (Ματσαγγούρας,2002α).
Στο πλαίσιο της ανατροφοδότησης για τα αποτελέσματα της εισαγωγής της
Ευέλικτης Ζώνης και των καινοτόμων προγραμμάτων στο σχολείο, κρίνεται
αναγκαίο να παρατηρήρουμε την πορεία εφαρμογής του θεσμού στην
Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και να διατυπώσουμε προτάσεις βελτίωσης.
Αρχικά, επιχειρώντας μια σύντομη ανασκόπηση στο ωρολόγιο πρόγραμμα του
Δημοτικού Σχολείου σχετικά με την ελευθερία που είχε ο εκπαιδευτικός και οι
μαθητές στην ανάληψη πρωτοβουλιών και στην ανάπτυξη θεμάτων εκτός της
διδακτέας ύλης, παρατηρείται ότι προβλέπονταν δύο ώρες εβδομαδιαία για την
οργάνωση «Πολιτιστικών εκδηλώσεων». Αργότερα, και μετά την αφαίρεση από το
ωρολόγιο πρόγραμμα των «Πολιτιστικών Εκδηλώσεων», προστίθεται κατά μία ώρα
το πρόγραμμα της «Σχολικής Ζωής». Και στις δύο ανωτέρω εκπαιδευτικές
δραστηριότητες οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν
και να υλοποιήσουν ένα θέμα της προτίμησής τους σε σχέση με την εκπαιδευτική
[347]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
θεματολογία. Ωστόσο, εξαιτίας της πίεσης της διδακτέας ύλης και της εισαγωγής
της Αγγικής γλώσσας στο αναλυτικό πρόγραμμα, οι εκπαιδευτικοί ασχολούνταν
μόνο αποσπασματικά με την ανάπτυξη ενός ελεύθερου θέματος, χωρίς να το έχουν
συμπεριλάβει οργανωμένα στο ωρολόγιο πρόγραμμα και, προκειμένου να
καλύψουν τις διδακτικές ανάγκες των κλασσικών μαθημάτων, απέδιδαν μικρότερη
σημασία στην ενασχόληση με θέματα που ενισχύουν την ανάπτυξη της κριτικής
σκέψης, των γνωστικών δεξιοτήτων και την δημιουργικότητα των μαθητών
(Τασινός, 2009).
Στη συνέχεια, τo 2001 εισάγεται πιλοτικά σε 176 Δημοτικά, 11 Νηπιαγωγεία και 54
Γυμνάσια η Ευέλικτη Ζώνη, ένα καινοτόμο πρόγραμμα δίωρης τουλάχιστον
διάρκειας, σε εβδομαδιαία βάση, το οποίο εντάσσεται στο ωρολόγιο πρόγραμμα.
Το 2002 επεκτείνεται προαιρετικά και το 2005 με την με αρ.
Φ12.1/545/85812/Γ1/31-12-2005 Υπουργική Απόφαση γενικεύεται στην
Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση (Γούπος, 2006, Karatzia-Stavlioti & Alahiotis, 2007). Ο
αντισταθμιστικός ρόλος της Ευέλικτης Ζώνης προς τη μονομέρεια του
παραδοσιακού σχολείου ευνοεί την ανάληψη πρωτοβουλιών από τους μαθητές και
τους εκπαιδευτικούς, την ελεύθερη ανάπτυξη ποικίλων θεματικών ενοτήτων, την
ενίσχυση του πειραματισμού και την δημιουργία κλίματος συνεργασίας
(Παπαγεωργίου & Τσίνας, 2010).
Ουσιαστικά, η ένταξη της Ευέλικτης Ζώνης αποτελεί μεταρρυθμιστική κίνηση με
καινοτόμα και ανανεωτικά χαρακτηριστικά, καθώς ο εκπαιδευτικός μετατράπεται
σε ερευνητή και ο μαθητής αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή που κατακτά
κοινωνικές δεξιότητες (Κουλουμπαρίτση, 2002). Παράλληλα, αλλάζει εκ βάθρων η
δασκαλοκεντρική προσέγγιση ενώ η κατάτμηση των θεματικών ενοτήτων, που
αποτελούσε προτεραιότητα στην παραδοσιακή θεώρηση του σχολείου,
αντικαθίσταται από την διαθεματική προσέγγιση, την ενιαιοποίηση και την
διεπιστημονικότητα της γνώσης, όπου οι μαθητές ανακαλύπτουν και καλλιεργούν
κοινωνικές και γνωστικές δεξιότητες, εξασκούνται στην κριτική ανάγνωση και
βιώνουν το αίσθημα της δημιουργίας, καθώς με συστηματικό τρόπο αναλαμβάνουν
δράση από την αρχή της θεματικής, θέτουν στόχους, ερευνούν, σχεδιάζουν,
εφαρμόζουν, αξιολογούν, επανασχεδιάζουν, εφαρμόζουν και επαναξιολογούν
(Ματσαγγούρας, 2002α). Επιπλέον, συλλέγουν, επεξεργάζονται και παρουσιάζουν
το υλικό στην κοινότητα, καλλιεργούν τον προφορικό και το γραπτό λόγο και,
παράλληλα, αναπτύσσουν την κριτική σκέψη και δεξιότητες που συνδέονται με την
χειροκατασκευαστική ικανότητα. Επίσης, μέσω της δραματοποίησης και της
βιωματικής προσέγγισης βελτιώνεται η ικανότητα έκφρασης των συναισθημάτων
τους (Ζαγανάς, 2006).
Με την εφαρμογή της Ευέλικτης Ζώνης επιδιώκεται το άνοιγμα του σχολείου στην
κοινωνία διαμέσου της συνεργασίας με διάφορους φορείς, συλλόγους, κατηγορίες
επαγγελματιών, δημόσιες υπηρεσίες, ενώ καθοριστικής σημασίας αναδεικνύεται η
δυναμική των μελών της ομάδας και η αλληλεπιδραστική σχέση που αναπτύσσεται
μεταξύ τους (Blackledge, & Hunt, 1994; Walberg, & Greenberg, 1997 ). Η συμμετοχή
[348]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[349]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[350]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Στα παρακάτω διαγράμματα παρουσιάζονται οι απαντήσεις των Σχολικών
Συμβούλων σχετικά με την εφαρμογή της ευέλικτης ζώνης
[351]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Διάγραμμα 1:
Εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν την ευέλικτη ζώνη στην Περιφερειακή
Διεύθυνση Εκπαίδευσης Δυτικής Ελλάδας
Ελάχιστοι 0 0%
Λίγοι 2 8%
Αρκετοί 4 17%
Πολλοί 18 75%
Διάγραμμα 2:
Εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν την ευέλικτη ζώνη στην Περιφερειακή ενότητα
Ηλείας
Ελάχιστοι 0 0%
Λίγοι 0 0%
Αρκετοί 1 17%
Πολλοί 5 83%
Διάγραμμα 3:
Εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν την ευέλικτη ζώνη στην Περιφερειακή ενότητα
Αιτωλοακαρνανίας
Ελάχιστοι 0 0%
Λίγοι 2 22%
Αρκετοί 4 44%
Πολλοί 3 33%
[352]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Διάγραμμα 4:
Εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν την ευέλικτη ζώνη στην Περιφερειακή ενότητα
Αχαῒας
Ελάχιστοι 0 0%
Λίγοι 0 0%
Αρκετοί 1 11%
Πολλοί 8 89%
Διάγραμμα 5:
Λόγοι που οι εκπαιδευτικοί δεν εφαρμόζουν την Ευέλικτη Ζώνη
ii
ii
iv
v
Αριθμός συμβούλων
vi
i) Έλλειψη χρόνου και πίεση για την ολοκλήρωση της διδακτέας ύλης 10 30%
ii) Διάθεση των ωρών της ευέλικτης ζώνης για την διδασκαλία άλλων 7 21%
γνωστικών αντικειμένων
iii) Ελλιπής κατάρτιση των εκπαιδευτικών 5 15%
iv) Συνδιδασκαλία στα ολιγοθέσια σχολεία 5 15%
v) Ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή (εργαστήρια Η/Υ, βιβλιοθήκες) 3 9%
vi) Παροχή εξατομικευμένης βοήθειας σε μαθητές που 3 9%
αντιμετωπίζουν δυσκολίες
[353]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Διάγραμμα 6:
Προτάσεις για την βελτίωση του θεσμού της ευέλικτης ζώνης
i
ii
iii
iv
v
vi
vii
Αριθμός συμβούλων
viii
6. ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει ότι οι Σχολικοί Σύμβουλοι εκτιμούν
ότι ένα μεγάλο ποσοστό εκπαιδευτικών εφαρμόζει την καινοτομία της ευέλικτης
ζώνης, με την οποία αξιοποιούνται οι αρχές της διαθεματικής προσέγγισης και
ενιαιοποίησης της γνώσης, η διεπιστημονικότητα, η ενεργητική, βιωματική και
αυτορρυθμιζόμενη μάθηση, η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, τα σχέδια εργασίας
και η μαθητοκεντρική μέθοδος διδασκαλίας. Διαμέσου της ευέλικτης ζώνης
επιχειρείται η παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης, με στόχο την ανάδειξη των μαθητών
σε πολυδιάστατες και ολόπλευρες προσωπικότητες που θα συμβάλλουν στην
[354]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[355]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
μην έχουν κατανοήσει πλήρως την άμεση σύνδεση του προγράμματος της ευέλικτης
ζώνης με τη διαθεματική προσέγγιση των νέων βιβλίων, ώστε να μπορέσουν να
αξιοποιήσουν την επικοινωνιακή και βιωματική μάθηση, η οποία εστιάζει στη
συνεργασία, στη συζήτηση, στη διαλεκτική αντιπαράθεση και στην ανάπτυξη της
κριτικής σκέψης. Η ανάγκη επιμόρφωσης συνάδει και με τα ευρήματα άλλων
ερευνών (Λουκόπουλος & Ανδρικογιαννοπούλου, 2008; Παπαγεωργίου & Τσίνας,
2010; Χαλκιαδάκη, 2007).
Τέλος, οι Σχολικοί Σύμβουλοι στις ετήσιες εκθέσεις τους αναφέρουν σε ποσοστό 9%
ότι η ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή (βιβλιοθήκες, αίθουσες πολλαπλών χρήσεων,
πρόσβαση στο διαδίκτυο) και ο όγκος της διδακτέας ύλης, σε συνάρτηση με την
ανάγκη παροχής εξατομικευμένης βοήθειας σε μαθητές με δυσκολίες επιτείνουν το
πρόβλημα της διαχείρισης του διδακτικού χρόνου στα σχολεία που δεν λειτουργούν
Τμήματα Ένταξης και δυσχεραίνουν επιπλέον την εφαρμογή της ευέλικτης ζώνης.
Προκειμένου η ευέλικτη ζώνη, η οποία εντάσσεται σε μία ολιστική προσέγγιση της
μαθησιακής διαδικασίας, να επιτύχει τους στόχους της και να συμβάλλει στην
ανάπτυξη καινοτόμων σχολικών και διδακτικών πρακτικών, θα πρέπει να δοθεί
έμφαση, σύμφωνα με τις απόψεις των σχολικών συμβούλων, στη συνεχή
επιμόρφωση-ενημέρωση, κατάρτιση, ενίσχυση και εμψύχωση των εκπαιδευτικών
για τον τρόπο αξιοποίησής της και την απόκτηση δεξιοτήτων σχεδιασμού και
υλοποίησης σχεδίων εργασίας.
Επιπλέον, στην κατεύθυνση αυτή θεωρείται σημαντικό από τους Σχολικούς
Συμβούλους να υπάρξει διάχυση των αποτελεσμάτων της ευέλικτης ζώνης,
προκειμένου οι εκπαιδευτικοί να υποστηρίζονται στην υλοποίηση και την
εφαρμογή των Προγραμμάτων και να δρουν πολλαπλασιαστικά για τους
συναδέλφους τους. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί με την δημιουργία
ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων ή ιστοσελίδων που θα περιλαμβάνουν
πληροφορίες και σχέδια εργασίας, ειτε σε επίπεδο σχολείου είτε σε επίπεδο
περιφέρειας, από τις οποίες οι εκπαιδευτικοί θα μπορούν να αντλούν καλές
πρακτικές.
Επίσης, δεδομένου ότι αποτιμάται θετικά από τους εκπαιδευτικούς η πιλοτική
εφαρμογή της ανάθεσης συγκεκριμένου πεδίου δράσης και θεματολογίας στην
ευέλικτη ζώνη, που προβλέπεται για κάθε τάξη στο αναλυτικό πρόγραμμα των
σχολείων ΕΑΕΠ, προτείνεται ότι θα μπορούσε να γενικευτεί και στις υπόλοιπες
σχολικές μονάδες. Επιπλέον, οι Σχολικοί Σύμβουλοι εκτιμούν ότι για να υπάρξει
ευρύτερη συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε καινοτόμα προγράμματα θα πρέπει να
ενταχθεί η ευέλικτη ζώνη σε έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που θα έχει ως στόχο
τη γενίκευση της υποχρεωτικής εφαρμογής της, ώστε να λειτουργεί
συμπληρωματικά προς το αναλυτικό πρόγραμμα.
Όσον αφορά στα μονοθέσια Δημοτικά Σχολεία, θα πρέπει να διασφαλιστεί και
τυπικά χρόνος για την εφαρμογή της ευέλικτης ζώνης στο πλαίσιο του ωρολογίου
προγράμματος. Στην κατεύθυνση αυτή της μεγιστοποίησης της
αποτελεσματικότητας του εν λόγω προγράμματος, προτείνεται να θεσμοθετηθεί η
[356]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Blackledge, D., & Hunt, B. (1994). Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης.
Αθήνα:Μεταίχμιο.
Dalin, P. (1993). Changing the School Culture. London Cassell.
Frey, K. (1998). Ημέθοδος Project.Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη.
Karatzia – Stavlioti, E., & Alahiotis, S. (2007). Citizenship in teaching/learning and
assessment: Views of the Greek teachers on the curriculum innovation of the
Flexible Zone (FZ). The International Journal Review of Learning, volume 14. pp
9-13.
McNeil, J. (1996). Currίculum: Α Comprehensive Introduction. New York: Harper
Collins College Publishers.
Sternberg, R. J., & Grigorenko, E. L. (2000). Teaching for Successful Intelligence to
Increase Student Learning and Achievement. ArlingtonHeights, Ill.: Skylight.
[357]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Walberg, H. J., & Greenberg, R. C. (1997). Using the Learning Environment Inventory.
Educational Leadership, 54 (8), 45-47.
Αλαχιώτης, Σ. (2001). Οδηγός για την εφαρμογή της Ευέλικτης Ζώνης. Αθήνα:
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Αλαχιώτης, Σ. (2002). Η Ευέλικτη Ζώνη του σχολείου. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών
Θεμάτων, 6, 5-14.
Γούπος, Θ. (2006). Η Ευέλικτη Ζώνη ως ομπρέλα ανάπτυξης της Περιβαλλοντικής
Εκπαίδευσης. Στα Πρακτικά του 2ου Συνεδρίου Σχολικών Προγραμμάτων
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (σσ 159-170 ). Δεκέμβριος 2006.
Ζαγανάς, Κ. (2006). Τα αποτελέσματα της υλοποίησης των Σχολικών Προγραμμάτων
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης την τετραετία 2002-2006 στο 30 Δημοτικό
Σχολείο Παλαμά. Στα Πρακτικά 2ου Συνεδρίου σχολικών προγραμμάτων
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (σσ 184-192). Δεκέμβριος 2006.
Θεοφιλίδης, Χ. (1997). Διαθεματική προσέγγιση της διδασκαλίας. Αθήνα: Γρηγόρης.
Κουλουμπαρίτση, Α. (2002). Η Ευέλικτη Ζώνη αλλάζει το σχολείο. Μία μελέτη
περίπτωσης μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες και αμοιβαίες δεσμεύσεις.
Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, τεύχος 7, σσ 57-79.
Κούτρα, Κ., & Βουκανου, Μ. (2005). Η ευρωπαϊκή διάσταση στην επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών.Τα Εκπαιδευτικά, 75-76, 114-123.
Λουκόπουλος, Α., & Ανδρικογιαννοπούλου, Α. (2008). Απόψεις των εκπαιδευτικών
της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ως προς την εφαρμογή του προγράμματος
της ευέλικτης ζώνης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Στα πρακτικά του 2ου
Διεθνούς Συνεδρίου με θέμα «Το νέο εκπαιδευτικό υλικό του ΥΠΑΙΠΘ:
Αξιολόγηση και Διοίκηση», τόμος 1, σσ 546-556. Άρτα 14-16 Μαρτίου.
Λουκόπουλος, Α., (2008). Η Εισαγωγή Καινοτομιών στο σχολείο και ο ρόλος του
Διευθυντή: Η αποτελεσματικότητα της Ευέλικτης Ζώνης διαθεματικών και
δημιουργικών δραστηριοτήτων (Ανέκδοτη διδακτορική διατριβή).
Πανεπιστήμιο Πατρών,Πάτρα.
Ματσαγγούρας, Η. (2002α). Διεπιστημονικότητα, διαθεματικότητα και ενιαιοποίηση
στα νέα προγράμματα σπουδών: Τρόποι οργάνωσης της σχολικής γνώσης.
Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, τεύχος 7, σ.σ. 19-37.
Ματσαγγούρας, Η. (2002β).Η Ευέλικτη Ζώνη διαθεματικών προσεγγίσεων: Μία
εκπαιδευτική καινοτομία που αλλάζει το σχολείο. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών
Θεμάτων, τεύχος 6, σ.σ. 15-30.
Μητάκος, Δ. (2006). Η Ευέλικτη Ζώνη ως παράγοντας διαμόρφωσης της κριτικής
σκέψης. Στα Πρακτικά του Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρμοσμένης
Παιδαγωγικής και Εκπαίδευσης (ΕΛΛ. Ι.Ε.Π.ΕΚ.) του 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με
θέμα: «Κριτική, Δημιουργική, Διαλεκτική Σκέψη στην Εκπαίδευση: Θεωρία και
Πράξη», Αθήνα, 13-14 Μαΐου.
Παπαγεωργίου,Γ., & Τσίνας, Ε. (2010). Στάσεις και Αντιλήψεις των Εκπαιδευτικών
της 16ης Περιφέρειας Π.Ε. Αθηνών σχετικά µε την εφαρµογή της Ευέλικτης
Ζώνης. Στα Πρακτικά του Ελληνικού Ινστιτούτου Εφαρµοσµένης Παιδαγωγικής
[358]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[359]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μπενιάτα Eλένη
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ70, Δρ Παιδαγωγικής & Διδακτικού σχεδιασμού
eleni_beniata@yahoo.gr
Τσάπαλη Μαρία
Εκπαιδευτικός ΠΕ70, Μεταπτυχιακό Διδακτικής Φυσικών Επιστημών
mariatsapali@hotmail.com
Περίληψη
Στην παρούσα εργασία διαμορφώνεται το παιδαγωγικό πλαίσιο για την εισαγωγή
διδακτικών σειρών κοινωνικο-επιστημονικού προσανατολισμού, [ΚΕΖ], στην
υποχρεωτική εκπαίδευση με στόχο την ενίσχυση δεξιοτήτων επιχειρηματολογίας και
λήψης απόφασης. Στηρίζεται στα ευρήματα εμπειρικής ποιοτικής μελέτης που
πραγματοποιήθηκε σε μαθητές της ΣΤ΄ τάξης, για δύο συνεχή έτη (πιλοτική & κύρια
εφαρμογή). Τα αποτελέσματα δίνουν σαφή και χρήσιμα συμπεράσματα για την
ενσωμάτωση των ΚΕΖ στα Προγράμματα Σπουδών τόσο ως προς τον
επαναπροσδιορισμό του εκπαιδευτικού περιεχομένου όσο και ως προς τις
παιδαγωγικές πρακτικές που υποστηρίζουν την επιχειρηματολογία και τη λήψη
απόφασης.
Εισαγωγή
Στο πλαίσιο της σύγχρονης προοπτικής του επιστημονικού & τεχνολογικού
γραμματισμού ένας από τους βασικούς στόχους των σύγχρονων Προγραμμάτων
Σπουδών διεθνώς είναιο «επιστημονικά ενημερωμένος πολίτης», που συμμετέχει
υπεύθυνα & κριτικά στη λήψη αποφάσεων για τα ευρύτερα τοπικά και παγκόσμια
ζητήματα, που σχετίζονται με την επιστήμη και τις επιπτώσεις της στον άνθρωπο
και το περιβάλλον και απασχολούν καθημερινά το δημόσιο χώρο σε όλων των
ειδών τις κοινωνίες και τα ΜΜΕ, (AΑΑS 2001b, Kolsto 2008).
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών έχουν προκύψει δύο επικαλυπτόμενοι
τομείς ενδιαφέροντος στην έρευνα της εκπαίδευσης: τα κοινωνικο-επιστημονικά
ζητήματα (ΚΕΖ) (π.χ., Abd-El-Khalick, 2003; Kolsto & Ratcliffe, 2007; Sadler, 2004)
και η επιχειρηματολογία (π.χ., Kelly et al., 2008; Osborne et al., 2004). Σήμερα ο
τομέας της επιχειρηματολογίας ενισχύεται από τις σύγχρονες έρευνες και απόψεις
που έχουν αναπτυχθεί από εκπαιδευτικούς, (Driver et al., 2000; Duschl, 2003),
γνωστικούς ψυχολόγους, (Klein, 2006), κοινωνικούς επιστημολόγους, ρήτορες και
επικοινωνιολόγους, (Zeidleretal, 2005), οι οποίοι όλοι υποστηρίζουν ότι η
δυνατότητα των μαθητών να κατασκευάζουν επιχειρήμ ατα
αποτελεί εκπαιδευτικό στόχο πρώτης προτεραιότητας.
Τα ΚΕΖ, λόγω της φύσης τους, αποτελούν ιδανικά πλαίσια για την καλλιέργεια
δεξιοτήτων επιχειρηματολογίας και λήψης απόφασης. Είναι εξ ορισμού σύνθετα,
εμπεριέχουν κοινωνικά διλήμματα με εννοιολογικές ή τεχνολογικές συνδέσεις με
[360]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[361]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σχ. 1
Δεδομένα
Τοποθέτηση
3. Παρέμβαση
στην αισθητική κατά
του τοπίου
4. Παρέμβαση
στο περιβάλλον 4α-. Θα 4β-. Θα
κοπούν γίνει
πολλά δέντρα διάβρωση
3α-. Το τοπίο 4γ-. έχει
είναιτόσο όμορφο ποικιλία
Αιτιολογήσεις .. είναι κρίμα να Υ: για να φυτών και
μπουν κάτι σα εγκατασταθούν οι ζώων
μηχανές εκεί πέρα Α/Γ, .. ,για να
γίνουν οι κολόνες,
τα καλώδια….
Υποστήριξη
[362]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Από τη μελέτη των επιχειρημάτων της πιλοτικής και την τροποποίηση του
παιδαγωγικού πλαισίου στην κύρια εφαρμογή προέκυψαν οι βασικές αρχές
σχεδιασμού και διδακτικής διαχείρισης των ΚΕΖ στα ΠΣ.
[363]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
60 Ο Bernstein οικοδόμησε ένα μοντέλο για να για να περιγράψει τις μορφές της σχολικής γνώσης,
τη μετάδοσή τους, την απόκτησή τους και την αξιολόγησή τους. Αυτό το μοντέλο περιλαμβάνει σε
επίπεδο κατασκευής της σχολικής γνώσης και εκπαιδευτικών πρακτικών την έννοια της ταξινόμησης
και της περιχάραξης. Η ταξινόμηση αναφέρεται στη σχέση μεταξύ των περιεχομένων από
διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα και είναι αντίστοιχα ισχυρή ή ασθενής. Η περιχάραξη αναφέρεται
στη σχέση μεταξύ μαθητών και δασκάλου ή οποία παρόμοια μπορεί να είναι ασθενής έως ισχυρή..
Αυτό που προκύπτει και προτείνεται τελικά με βάση τα συμπεράσματα της πιλοτικής εφαρμογής
είναι η αλλαγή ως προς το βαθμό περιχάραξης.
[364]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
2η Φάση:
Εξοικείωση των μαθητών με το απαραίτητο κομμάτι γνώσης, ώστε να είναι σε
θέση να παρακολουθούν τις συζητήσεις. Στη συγκεκριμένη σειρά πχ το σύνολο των
εννοιών και όρων χωρίστηκε σε δύο ομάδες: οι έννοιες ενέργεια, μετατροπές
ενέργειας, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμβατικές πηγές ενέργειας, αέριοι
ρύποι, φαινόμενο του θερμοκηπίου, όξινη βροχή, ανεμογεννήτριες, αιολικό πάρκο,
αιολικό δυναμικό, θερμοηλεκτρικοί σταθμοί, υδροηλεκτρικοί σταθμοί, γαιάνθρακες,
ορυκτά καύσιμα, διδάχθηκαν από το σχολικό εγχειρίδιο της ΣΤ΄ τάξης. Η διδασκαλία
των εννοιών και όρων: αειφόρος ανάπτυξη, Πρωτόκολλο του Κιότο, βιώσιμη
ανάπτυξη, οικοσύστημα, χωροταξικός σχεδιασμός, Κιλο-Μεγαβάτ (KW-MW),
Κιλοβατώρα (KWh) είχε απλά ενημερωτικό χαρακτήρα, προκειμένου οι μαθητές να
είναι σε θέση να παρακολουθούν τις συζητήσεις.
3η Φάση:Το πρόβλημα
Να ενημερωθούν οι μαθητές για τις πτυχές που συνθέτουν το συγκεκριμένο
τοπικό πρόβλημα.
[365]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[366]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Δημητρόπουλος, Ε., (2003). Αποφάσεις, Λήψη Αποφάσεων. Εκδόσεις Γρηγόρη.
Κωσταρίδου –Ευκλείδη, Α., (1997). Η Ψυχολογία της Σκέψης. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα.
Μπενιάτα, Ε., (2010). Επιστημονικός και Τεχνολογικός Γραμματισμός: Κατασκευή
διδακτικών για τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου με αντικείμενο
Κοινωνικο –επιστημονικά θέματα. ΕκδόσειςΟιωνός.
AΑΑS, (2001). Atlas of science literacy. Washington, DC: Author.
Bernstein, B.(1991). Παιδαγωγικοί κώδικες και Κοινωνικός έλεγχος. (Εισαγωγή,
μετάφραση, σημειώσεις Σολομών Ι). Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Abd-El-Khalick, F. (2003). Socioscientific Issues in Pre-college Science Classroom. In D.
L. Zeidler (Ed.), The Role of moral Reasoning on Socioscientific Issues in Science
Education. Dordrecht: Kluwer Academic Publishers.
Bernstein, B.(1996). Pedagogy, Symbolic Control and Identity: Theory, Research,
Critique.London, Taylor & Fransis.
Driver, R., Newton, P., & Osborne, J. (2000). Establishing the Norms of Scientific
Argumentation in Classrooms. Science Education, 84, 287 – 312.
Duschl, R. A., (2003). The Assessment of Argumentation & Explanation: Creating and
Supporting Teachers’ Feedback Strategies. In D. Zeidler, Ed., The Role of Moral
Reasoning on Socio-Scientific Issues and Discourse in Science Education.
Dordrecht, The Netherlands: Kluwer Academic Press.
Erduran, S., Simon, S., & Osborne, J. (2004). TAPping into Argumentation:
Developments in the application of Toulmin’s Argument Pattern for studying
Science Discourse. Science Education, 88, 915– 933.
Kelly, G. J., Regev, J., & Prothero, W. A. (2008). Analysis of Lines of Reasoning in
Written Argumentation. In S. Erduran & M.P. Jimenez-Aleixandre (Eds.),
Argumentation in Science Education: Recent Developments and future
Directions, (pp. 137-157). New York: Springer.
Kolstø, S. D. & Ratcliffe, M., (2007). Social aspects of Argumentation. In S. Erduran &
M. P. Jimenez-Aleixandre (Eds) Argumentation in Science Education: Recent
Developments and Future Directions. Springer.
Kolstø, S. D. (2008). Science education for democratic citizenship through the use of
the history of science. Science & Education,17 (8-9) 977–997.
Merriam, S. B. (1998). Qualitative Research and Case Study Applications in Education.
San Francisco: Jossey-Bass.
O’Connor, J. & McDermott, I. (1997). The Art of Systems Thinking. San Francisco:
Thorsons.
Osborne, J., Erduran, S., & Simon, S. (2004). Enhancing the quality of Argumentation
in School Science. Journal of Research in Science Teaching, 41, 994–1020.
Patronis, T., Potari, D., & Spiliotopoulou, V. (1999). Students’ Argumentation in
Decision-Making on a Socioscientific Issue: Implications for Teaching.
International Journal of Science Education, 21, 745 – 754.
[367]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[368]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Περίληψη
Είκοσι εννέα εκπαιδευτικοί (23 δάσκαλοι και 6 καθηγήτριες της Αγγλικής γλώσσας)
συμμετέχοντας σε μιας μικρής κλίμακας έρευνα, υπογράμμισαν: Οι σύγχρονες
διδακτικές προσεγγίσεις(ΣΔΠ) αναφέρονται κυρίως στις διδακτικές επιλογές του
εκπαιδευτικού κατά την εκπαιδευτική διαδικασία, προκειμένου να επιτύχει τους
μαθησιακούς στόχους που προβλέπονται για τους μαθητές του στο πλαίσιο της
φιλοσοφίας των ισχυόντων Προγραμμάτων Σπουδών. Τα βασικότερα προβλήματα
ή/και δυσκολίες που συναντά ο δάσκαλος της σχολικής πράξης εάν ή όταν θελήσει
να εφαρμόσει ουσιαστικά μια από τις υπάρχουσες ΣΔΠ είναι: έλλειψη χρόνου,
ποσότητα διδακτέας ύλης, αριθμός μαθητών, ελλιπής επιμόρφωση και ανασφάλεια
εκπαιδευτικών, ο φόβος της αλλαγής από την καθημερινή σχολική ρουτίνα, η
υλικοτεχνική υποδομή και οι ίδιοι οι μαθητές που δεν έχουν εκπαιδευτεί στο
‘διαφορετικό’.
[369]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[370]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
δική μας την «εγχώρια» βιβλιογραφική παραγωγή που ασχολείται και διερευνά
πτυχές και ζητήματα τα οποία εντάσσονται ή συγκροτούν τον πυρήνα αυτών που
σχηματικά συνηθίζουμε να ονοματίζουμε ως ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ,
διαπιστώνει κανείς σχετικά εύκολα ότι καταγράφονται μια σειρά από διδακτικές
προσεγγίσεις σήμερα που αποκαλούνται «ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ» και -σε γενικές γραμμές και
με τι όποιες εξαιρέσεις- φαίνεται να υπάρχει, σε πολύ μεγάλο βαθμό, μια καθολική
σχεδόν ομοφωνία μεταξύ ειδημόνων θεωρητικών και ερευνητών ως προς τη
«λίστα» αυτή των ΣΔΠ που -μεταξύ άλλων- περιλαμβάνει: Αναλυτικο-συνθετική,
ολιστική, διερευνητική, συγκριτική, διαθεματική (Riley, 2003), επιστημονική,
κριτική, επαγωγικο-υποθετική, απαγωγική, εποικοδομιστική (Σολομωνίδου, 2006;
Παπαδημητρίου, κ. ά., 2009), μονολογικό-διαλεκτική, κατευθυνόμενη διερεύνηση,
ομαδοσυνεργατική, συνεργατική, βιωματική, ανακαλυπτική, πρόβλημα και επίλυση
προβλημάτων, portfolio (ηλεκτρονικός χαρτοφύλακας), καταιγισμός ιδεών
(brainstorming), εργασίες και σχέδια συνεργατικής έρευνας (projects). Η μέθοδος
Project κατά τον Frey (1986) είναι ένας τρόπος ομαδικής διδασκαλίας στην οποία
συμμετέχουν αποφασιστικά διδάσκοντες και διδασκόμενοι. Είναι μία ανοιχτή
διαδικασία μάθησης-έρευνας που εξελίσσεται ανάλογα με τις καταστάσεις και τα
ενδιαφέροντα των εμπλεκομένων, γι’ αυτό και αποκαλείται «μέθοδος των
βιωμάτων» (Σταμάτης, 2010). Επιπροσθέτως, σε κάθε σχεδόν συζήτηση γύρω από
τις ΣΔΠ ειδικές αναφορές γίνονται σε συνεργατικές και ομαδικές διαδικασίες
μάθησης της μιας ή της άλλης μορφής: «Η ομαδική εργασία και η ομαδική μάθηση
αποκτούν διαρκώς μεγαλύτερη σημασία και γνωρίζουν μια νέα αναγέννηση, αλλά
με μια διαφορετική φιλοσοφία καθοδήγησης» (Ανανίδου, 2008). Ασφαλώς, θα
πρέπει να υπογραμμιστεί όλως ιδιαιτέρως στο σημείο αυτό πως οι σύγχρονες
θεωρίες μάθησης, που αποδίδουν μεγάλη σηµασία στον κοινωνιοπολιτισµικό
παράγοντα, συνηγορούν υπέρ της οργάνωσης μαθημάτων στα οποία να ευνοείται η
κοινωνική αλληλεπίδραση και η συνεργατική, η ομαδική μάθηση και η εφαρμογή
τους ευνοείται ιδιαίτερα από τη χρήση των ΤΠΕ. Όπως επισημαίνεται από
διάφορους παιδαγωγούς, ολοένα και περισσότερο αυτή καθεαυτή η ύπαρξη των
ΤΠΕ στη διδασκαλία συμβαίνει να «ακυρώνει» εμπράκτως ορισμένες παραδοσιακές
μεθόδους διδασκαλίας, καθώς διανοίγει νέες δυνατότητες, που δεν είναι δυνατόν
να αγνοηθούν.
Το φαινομενικά «απλό» ερώτημα, εν προκειμένω, σχετικά με το εάν και κατά πόσο
όλες αυτές οι διδακτικές προσεγγίσεις και σχολικές πρακτικές στο σήμερα είναι
«ακραιφνώς» ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ -με τις καλύτερες των προθέσεων από κάθε
ενδιαφερόμενη πλευρά- δεν μπορεί να παρά όχι μόνο να ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ως
αυθύπαρκτος εγγενής προβληματισμός αλλά και να διεκδικεί με θεμιτές αξιώσεις
την προσοχή και την απολύτως κριτική μας θεώρηση των πραγμάτων που
εξετάζουμε (και) εδώ. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο Κουτσούκης (2009)
αναφερόμενος συγκεκριμένα στη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών,
δεν είναι ο μόνος που ισχυρίζεται ότι: «Επιβάλλεται μπροστά στις σύγχρονες
ανάγκες του μαθήματος να βελτιώσουμε τη διδακτική μας πράξη, χρησιμοποιώντας
[371]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[372]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
σχολείο» (Παπάς 2002 : 55). Επιπροσθέτως, χρήσιμη είναι εδώ η σχετική αναφορά
του Φύκαρη (2008: 164): «Κύρια επισήμανση αποτελεί ότι οι ΚΟΕ δεν μπορούν να
αποτελούν μια συμπτωματική-ευκαιριακή προσπάθεια, αλλά μια σχεδιασμένη και
οργανωμένη διδακτική στρατηγική, η οποία στοχεύει στην αξιοποίηση των
διδαχθέντων, ως ενεργή και λειτουργική μάθηση, στην προσπάθεια επίλυσης
προβλημάτων της καθημερινής δραστηριοποίησης των μαθητών».
[373]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δ. Επιλογικές αφορμήσεις
Ένα πρόσθετο στοιχείο ή χαρακτηριστικό, που με αρκετά σχετική συχνότητα και
ένταση υπογραμμίστηκε από πολλούς από τους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς:
Η δυσκολία επικοινωνίας με τους μαθητές και η κατανόηση από μέρους τους αυτών
που λέει και διδάσκει ο δάσκαλος, μιας και φαίνεται ότι ολοένα και περισσότερα
παιδιά-μαθητές σήμερα δείχνουν να αγνοούν τον κόσμο «έξω από τον εαυτό τους»,
δείχνοντας σε αρκετές περιπτώσεις σημάδια ενός ασαφούς και απροσδιόριστου –ας
το πούμε, έστω και καθ’ υπερβολή χάρη της συζήτησής μας εδώ και τώρα-
λανθάνοντος (ψευδο;) αυτισμού;
Με βάση αλλά και με αφορμή αυτή τη συγκεκριμένη επισήμανση, που αναντίρρητα
βρίσκεται στον βασικό κορμό αυτής της ίδιας της καθημερινής εκπαιδευτικής
διαδικασίας, όπου γης, οι ευσύνοπτες επιλογικές υπογραμμίσεις τούτης της
παρουσίασης επικεντρώνονται αποκλειστικά και μόνο «στην πρόδηλη δυσκολία
επικοινωνίας, κατανόησης αλλά και εστίασης της προσοχής των μαθητών» του
σημερινού σχολείου. Τη δυσκολία αυτή που όχι μόνο φαίνεται να χαρακτηρίζει
ολοένα και περισσότερα από τα σημερινά παιδιά-μαθητές κατά τη διάρκεια της
επίσημης σχολειοποίησής τους και συχνότατα τα εμποδίζει να «δουν πέρα από τον
εαυτό τους» (για να σταθούμε εδώ μόνο σ’ αυτή τη διάσταση του ζητήματος), αλλά
που -πολλές φορές- υπονομεύει στην πράξη οποιαδήποτε προσπάθεια από τη
μεριά του διδάσκοντα να επιχειρήσει την εφαρμογή της μιας ή της άλλης ΣΔΠ στην
τάξη του. Η σύγχρονη τεχνολογία και η αδιάκοπη και πολύωρη ενασχόληση των
παιδιών με τα διάφορα προϊόντα αυτής της τεχνολογικής εισβολής στον δημόσιο
και στον προσωπικό βίο, έχει (μάλλον) δημιουργήσει άλλα δεδομένα και «άλλους»
μαθητές σήμερα. Μαθητές που (ίσως) έχουν κατακτήσει και κατακτούν τον
λεγόμενο ψηφιακό εγγραμματισμό, αλλά που οι διαμορφούμενες νοητικές και
αντιληπτικές τους λειτουργίες περιορίζονται και «αποκοινωνικοποιούνται». Οι ΣΔΠ
μάλλον δύσκολα έως και καθόλου έρχονται να «κουμπώσουν» δημιουργικά και
λειτουργικά με έναν ΤΕΤΟΙΟ ΜΑΘΗΤΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ. Επιπροσθέτως,
οι γονείς, η οικογένεια, το σπίτι με τις σημερινές δομές και λειτουργίες τους που
ασφαλώς έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και καθημερινές πρακτικές vis-a-vis
τα παιδιά τους, φαίνεται να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη συνολική αυτή
εικόνα που παρουσιάζουν τα παιδιά τους-μαθητές στη σχολική αίθουσα/τάξη και το
σχολικό περιβάλλον γενικότερα.
[374]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Επιχειρώντας μια κατά κάποιο τρόπο μικρή παρέκβαση εδώ, η οποία όμως κάθε
άλλο παρά άσχετη θα μπορούσε να θεωρηθεί με τα συζητούμενα περί ΣΔΠ, θα
ήθελα να προσδώσω μια πρόσθετη αμεσότητα στην κουβέντα μας. Έχοντας στα
χέρια μου το αναλυτικό πρόγραμμα του παρόντος Συνεδρίου αρκετές μέρες πριν
ολοκληρώσω την τελική μορφή αυτής της διερευνητικής εισήγησής μου, δράττομαι
της ευκαιρίας να αξιοποιήσω ως ενδεικτικά ερευνητικά δεδομένα τους τίτλους όλων
των εισηγήσεων που οι εκλεκτοί συνάδελφοι επιμελήθηκαν και παρουσιάζουν κατά
Συνεδρία. Έτσι, από μια ποσοτική και μόνο ανάγνωση αυτών των τίτλων των
εισηγήσεων που εντάσσονται στο παρόν Συνέδριο για τις ΣΔΠ, προκύπτει αβίαστα
ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των τίτλων (199 από το σύνολο των 250
τίτλων/εισηγήσεων, ή ποσοστό 75% του συνόλου), με τη μία ή την άλλη λεκτική
διατύπωση του συγγραφέα κατά περίπτωση, αποφεύγει να ‘αγκαλιάσει’ και να
συμπεριλάβει (στον τίτλο της, τουλάχιστον) τις ΤΠΕ ως μέσο, ως εργαλείο, ως
βοήθημα ή και ως διδακτικό αντικείμενο/μάθημα. Πρόκειται, ασφαλώς, για ένα
εξαιρετικά αξιοπρόσεκτο εύρημα (αναμενόμενο;) το οποίο έρχεται, με τη σειρά του
και αυτό, να προστεθεί στην επιχειρηματολογική φαρέτρα της σχετικής συζήτησης
και του έντονου προβληματισμού όσον αφορά στην άμεση, ζωτική και
καθοριστικής σημασίας (απαραίτητη;) συμβίωση (ή όχι) των ΣΔΠ και των ΤΠΕ. Ένα
καίριο ζήτημα, ασφαλέστατα, που αναμφίβολα εξακολουθεί να απασχολεί όχι μόνο
κάθε λογής και προέλευσης θεωρητικούς και ερευνητές που συστηματικά
ασχολούνται με τις ΣΔΠ σε όλο τους το εύρος και τα ζητούμενα, αλλά ταλανίζει και
προβληματίζει στην καθημερινή σχολική πράξη (και) τους ίδιους τους μάχιμους
εκπαιδευτικούς της σχολικής τάξης - μη εξαιρουμένων βεβαίως και αυτών των
επιμέρους εργασιών τού παρόντος Συνεδρίου.
Θέλω να κλείσω τη δική μου αυτή προφορική Ανακοίνωση-Παρέμβαση των 15
λεπτών που οι διοργανωτές του παρόντος Συνεδρίου είχαν την καλοσύνη να μου
παραχωρήσουν κι εγώ με τη σειρά μου να την αξιοποιήσω κατά το δοκούν (όπως,
άλλωστε, γίνεται, λίγο-πολύ, με τον καθένα από εμάς σε παρόμοιες περιπτώσεις),
με τη συγκεκριμένη σύσταση/πρόταση που με τη μορφή κατακλείδας διατυπώθηκε
εμφατικά από ορισμένους εκπαιδευτικούς του πολύ μικρού και εξαιρετικά
περιορισμένου δείγματος αυτής της έρευνας.
«Μήπως τελικά, με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα που κυριαρχούν σήμερα και
(κυρίως) με βάση το ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΜΑΘΗΤΙΚΟ ΜΑΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟ θα πρέπει (ή είναι
χρήσιμο, λειτουργικό και δημιουργικά αποτελεσματικό για το σύνολο της
παρεχόμενης εκπαίδευσης/αγωγής των παιδιών μας) να θεωρήσουμε αλλά και να
υιοθετήσουμε στην καθημερινή σχολική μας πράξη ως ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΗΜΕΡΑ μια κριτική και συστηματική ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ σε αποκαλούμενες
από πολλούς «παραδοσιακές διδακτικές προσεγγίσεις»; Να μιλάμε, δηλαδή, και να
ακούνε στην κυριολεξία οι μαθητές μας και να καταλαβαίνουν; Να μάθουν και να
εμπεδώσουν ότι «δεν είναι μόνο ο εαυτός μας και η οθόνη» στο σημερινό κόσμο
τους και μετά να πάμε παραπέρα, με σταθερό παιδαγωγικά βηματισμό και
ουσιαστικού χαρακτήρα/περιεχομένου ενσυναίσθηση που τόσο πολύ φαίνεται να
[375]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
λείπει ή να δυσκολεύει τα σημερινά παιδιά/μαθητές της εποχής των ΤΠΕ και των
νέων μορφών οικογενειακών δομών της κοινωνίας μας;».
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Αλμπανάκη, Ξ. (2013),Σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις του μαθήματος των
Θρησκευτικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με δημιουργική αξιοποίηση
των ΝέωνΤεχνολογιών.Αθήνα:Μπαρμπουνάκης.
Ανανίδου, Δ. (2008), Σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις –Μέθοδος Project-
Ιστοεξερευνήσεις. Προσωπικό ιστολόγιο, 9/12/2008.
Βασιλόπουλος, Χ. (1988), Ο μαθητής ως κριτήριο του περιεχομένου του μαθήματος
των Θρησκευτικών στη Μέση Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη: Αφοι Κυριακίδη.
Γκότοβος, Α. (1990), Η λογική του υπαρκτού σχολείου. Αθήνα: Gutenberg.
Κούκος,Κ. κ. ά. (2000), Η μέθοδος Σχεδίων (Μέθοδος Project) στο Σχολείο χωρίς
σύνορα. Βιβλίο της καθηγήτριας και του καθηγητή. Αθήνα:Κέντρο Μελετών
και Τεκμηρίωσης ΟΛΜΕ.
Κουλαϊδης, Β. (επιμ.) (2007), Σύγχρονες Διδακτικές Προσεγγίσεις για την Ανάπτυξη
Κριτικής – Δημιουργικής Σκέψης για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Αθήνα:
ΟΕΠΕΚ,
Κουτσούκης, Χ. (2009),«Σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις στο μάθημα των
θρησκευτικών», Εισήγηση στην Δ’ επιμορφωτική ημερίδα θεολόγων Ηπείρου,
Κέρκυρας και Λευκάδας. Λευκάδα: Φεβρουάριος 2009.
Ματσαγγούρας, Η. (1994),Στατηγικές διδασκαλίας: από την πληροφόρηση στην
κριτική σκέψη. Αθήνα: Αυτοέκδοση.
Μπαρκάτσας, Τ. (2003), Σύγχρονες διδακτικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις στα
μαθηματικά του 21ου αιώνα. Αθήνα: Κωστόγιαννος.
Μπόμπας. Λ. (επιμ.) (2010), Οι κατ’ οίκον εργασίες στο ελληνικό σχολείο
σήμερα. Αθήνα: Γρηγόρης.
Μπόμπας, Λ. (2013), Me Δάσκαλος, You Μαθητής... Αθήνα: Φολόη.
Μπόμπας, Λ. (2013), «Ε, κυρ δάσκαλε: Τι λες για τις ΤΠΕ στην καθημερινή
σχολική πράξη;» Ανακοίνωση στο 10ο Συνέδριο ΕΕΕΠ-ΔΤΠΕ Η εκπαίδευση
στην εποχή των ΤΠΕ. Αθήνα: 19-20/10/2013.
Μυλωνάς, Δ. (2010), «Σύγχρονες διδακτικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία του
μαθήματος Αρχές Οικονομικής Θεωρίας ΙΙ (πανελλαδικώς εξεταζόμενο)
στο Επαγγελματικό Λύκειο με τη χρήση των νέων τεχνολογιών
(επαγγελματικό-εκπαιδευτικό λογισμικό)» 2o Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό
Συνέδριο Ημαθίας, 23-25/4/2010 (Επιμ.Πρακτικών: Καλτσάκης, Β
κ.α.):1523-1534.
Παπαδημητρίου, Α. κ. ά. (2009), «Μια δραστηριότητα βασιζόμενη σε σύγχρονες
διδακτικές προσεγγίσεις για μια εποικοδομιστική προσέγγιση του
ηλεκτρομαγνητισμού». Ανακοίνωση στο 6ο Πανελλήνιο συνέδριο
[376]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[377]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δρ Ξάνθη Χαρίκλεια
Σχολική Σύμβουλος Οικονομολόγων Α Αθήνας, Γ Αθήνας, Δωδεκανήσου
xanthih@otenet.gr
Περίληψη
Στην εργασία μας διερευνούμε θεωρητικά τις έννοιες: Κοινότητα, Κοινότητα
πρακτικής, Κοινότητα μάθησης, και εστιάζουμε στις κοινότητες μάθησης
εκπαιδευτικών για να εξετάσουμε την δυναμική τους όσον αφορά τις μαθησιακές
δυνατότητες. Τέλος, προτείνουμε τον σχεδιασμό μιας κοινότητας μάθησης με την
προοπτική να τον υλοποιήσουμε στην πράξη. Στόχος της κοινότητας είναι να
αποτελέσει ένα περιβάλλον συνεργασίας, επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων
και εμπειριών. Θα αποτελεί ένα μαθησιακό περιβάλλον στο οποίο οι συμμετέχοντες
μπορούν να συνευρίσκονται, να επικοινωνούν, να θέτουν στόχους, να
συνεργάζονται και τελικά να οικοδομούν γνώση.
Εισαγωγή
Με την ανάληψη των καθηκόντων μου ως συμβούλου συνειδητοποίησα ότι είχα την
συμβουλευτική ευθύνη για τον κλάδο μου (οικονομολόγοι) σε ένα πολύ μεγάλο
πλήθος σχολείων εκτεινομένων σε μεγάλη γεωγραφική έκταση.
Ταυτόχρονα υπήρχε ανάγκη επικοινωνίας, ανταλλαγής απόψεων και επιμόρφωσης
σε θέματα που τους απασχολούσαν, όπως, Ερευνητικές Εργασίες, σύγχρονες
διδακτικές προσεγγίσεις, χρήση Η/Υ στην Οικονομική εκπαίδευση, αναλυτικά
προγράμματα και διδακτέα ύλη, θέματα εξετάσεων κ.α.
Η δημιουργία Κοινοτήτων Μάθησης είναι ίσως ένας αποτελεσματικός τρόπος για
την αντιμετώπιση των προβλημάτων και θα συμβάλλει στην αναβάθμιση των
γνώσεων των εκπαιδευτικών.
Για να εξετάσουμε την ορθότητα αυτής της άποψης ας ξεκινήσουμε με την
θεωρητική διερεύνηση των εννοιών: Κοινότητα, Κοινότητα πρακτικής, Κοινότητα
μάθησης, ώστε να καταλήξουμε στις κοινότητες μάθησης εκπαιδευτικών και να
διερευνήσουμε την δυναμική τους, όσον αφορά τις μαθησιακές δυνατότητες. Τέλος,
θα προτείνουμε τον σχεδιασμό μιας κοινότητας μάθησης με την προοπτική να τον
υλοποιήσουμε στην πράξη.
Θεωρητική Διερεύνηση
Η Κοινότητα, στην ευρύτερη της έννοια, αποτελεί μία ομάδα ζώντων
οργανισμών, ανθρώπων, φυτών ή ζώων που ζουν σε ένα κοινό περιβάλλον. Αυτό
που χαρακτηρίζει μία κοινότητα είναι η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ των
φορέων που την αποτελούν. Σε μια κοινότητα που την αποτελούν άνθρωποι
υπάρχουν πολλοί παράμετροι που μπορούν να σχηματίσουν κανόνες και ιδιαίτερες
καταστάσεις μέσα σε αυτή. Αξίες, προτιμήσεις, ήθη, έθιμα, ανάγκες και πιστεύω
[378]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
μπορούν να διαπλαθούν ανάμεσα στα μέλη. Δηλαδή, συντίθεται από ένα σύνολο
ανθρώπων οι οποίοι έχουν κοινά (κοινωνικά) χαρακτηριστικά. Εχουν διατυπωθεί
ορισμοί που συνδέουν την έννοια της κοινότητας με την επικράτεια στην οποία
αυτή υπάρχει, δίνοντας περισσότερο έμφαση στη συνύπαρξη ατόμων στον ίδιο
χώρο και στον ίδιο χρόνο (Farenback & Thompson, 1995). Η ύπαρξη κοινού
ενδιαφέροντος ανάμεσα στα μέλη χωρίς να είναι αναγκαία η ταυτόχρονη παρουσία
των μελών στον χώρο και τον χρόνο αποτελεί μία διαφορετική προσέγγιση. Η
ύπαρξη δικτυακής τεχνολογίας καταργεί την έννοια του χώρου ενώ δίνει την βάση
που μπορούν να αναπτυχθούν και να διαμορφωθούν οι διαπροσωπικές σχέσεις και
κοινές επιδιώξεις των μελών της κοινότητας. Επομένως, μια κοινότητα μπορεί να
οριστεί ως μια ομάδα ατόμων τα οποία συναθροίστηκαν, πραγματικά ή δικτυακά,
με πνεύμα επίτευξης κοινών στόχων (Conrad, 2002). Η λέξη «κοινότητα»
σηματοδοτεί την προσωπική βάση πάνω στην οποία διαμορφώνονται οι σχέσεις.
Υπονοεί επίσης ότι οι κοινότητες δεν περιορίζονται από τα τυπικά γεωγραφικά,
επιχειρησιακά ή λειτουργικά όρια αλλά από τις κοινές εργασίες, πλαίσια και
εργασιακά ενδιαφέροντα. Επομένως ο τύπος των σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της
κοινότητας αποτελεί επί πλέον κριτήριο για τον ορισμό της κοινότητας και
υποδεικνύει ότι για να αναπτυχθεί μια κοινότητα χρειάζεται κάτι περισσότερο από
ένας κοινός στόχο. Αρα μία κοινότητα περιγράφεται από το σύνολο των
αλληλεπιδράσεων μέσω των οποίων θα επιτευχθεί ο κοινός στόχος, καθώς και το
σύνολο των σχέσεων που θα δημιουργηθούν. Όταν οι άνθρωποι έρχονται σε
επαφή, τότε δεσμεύονται σε ένα δίκτυο σχέσεων, που συνδυάζει κοινές
δραστηριότητες και κοινωνική αλληλεπίδραση (Preece, 2000). Κατά συνέπεια, η
κοινότητα συνδυάζει άτομα που έχουν κάτι κοινό, που αλληλεπιδρούν σε έναν
πραγματικό χώρο ή διαμέσου μιας κοινής ταυτότητας (Graves, 1992; Westheimer &
Kahne, 1993; Brooks, 1997; Corry & Tu, 2002), είναι αφοσιωμένα στην κοινότητα
μέσω της διαρκούς συμμετοχής και τα οποία αλληλοβοηθούνται και δείχνουν
εμπιστοσύνη το ένα στο άλλο (McMillan & Chavis, 1986; Rovai, 2002).
Με τη χρήση των υπολογιστών και της δικτυακής τεχνολογίας σχηματίζονται
δικτυακές ή εικονικές κοινότητες.
Ως δικτυακές κοινότητες ορίζονται οι κοινωνικές δομές που αναδύονται από το
δίκτυο όταν αρκετοί άνθρωποι παίρνουν μέρος σε συζητήσεις για αρκετό καιρό, με
επαρκές συναίσθημα ώστε να σχηματίζουν διαπροσωπικές σχέσεις στο διαδίκτυο
(Rheingold, 1993).
Από μια έρευνα που διενεργήθηκε (Hildreth et al., 1999) διαπιστώθηκε ότι τα μέλη
μιας Κοινότητας:
• Είναι σε συχνή επαφή με συναδέλφους κάνοντας παρόμοιες δουλειές σε άλλους
χώρους.
• Μιλούσαν με συναδέλφους σε άλλους χώρους όταν είχαν να λύσουν ένα
πρόβλημα.
• Κάνουν εργασίες σε συνεργασία με συναδέλφους σε άλλα μέρη.
• Ανταλλάσσουν εμπειρίες με συναδέλφους σε άλλα μέρη.
[379]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[380]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κοινότητες μάθησης
H ιδέα ότι η μάθηση είναι μια συμμετοχική διαδικασία και στηρίζεται στο διάλογο
ανάγεται στην εποχή του Σωκράτη (Κανάκης, 1990). H παρούσα όμως έμφαση στην
κοινοτική διάσταση της μάθησης, όπως και στην κοινοτική απόκτηση της γνώσης,
είναι σχετικά πρόσφατη ιδέα. Η κοινότητα μάθησης έχει συζητηθεί ως εναλλακτική
πρόταση της παραδοσιακής διδασκαλίας (Wilson & Ryder, 1996). Οι κοινότητες
μάθησης αποτελούνται από άτομα που συνδέονται με φυσική θέληση, μοιράζονται
κοινές αξίες και ιδανικά και επηρεάζουν το ένα το άλλο στη μαθησιακή διαδικασία
(Kowch & Schwier, 1997). Τέτοιες κοινότητες οικοδομούνται βασιζόμενες σε αρχές
κοινής συμμετοχής, ενώ την ίδια στιγμή προκαλούν τις παραδοσιακές μορφές
σχέσεων δασκάλου-μαθητή (Roth, 1998), δεδομένουότι οι εκπαιδευτικοί δεν είναι
πλέον οι φορείς της πληροφορίας, αλλά συνεργάτες σε συνομιλίες που σκοπό έχουν
την οικοδόμηση της γνώσης. Η οικοδόμηση αυτή συμβαίνει διαμέσου
διαπραγμάτευσης νοήματος και επίτευξης ομοφωνίας, επιτρέποντας να δοκιμαστεί
η εγκυρότητα μιας τέτοιας γνώσης (Pringle, 2002). Όλα τα μέλη της κοινότητας
μάθησης αναμένεται να μάθουν, είναι έτοιμα να εμπλακούν στις απαιτούμενες
δραστηριότητες (Wilson & Ryder, 1996) και οφείλουν να ενδιαφέρονται για την
επιτυχία των άλλων μελών (Rovai, 2002). Η καλλιέργεια προσωπικών σχέσεων και η
ανταλλαγή πληροφοριών οδηγεί στη δημιουργία ισχυρών κοινωνικών δεσμών
(Moller, 1998). Κάτι τέτοιο προϋποθέτει βέβαια την ειλικρίνεια στις προσωπικές
σχέσεις και την αξιοπιστία των πληροφοριών που ανταλλάσσονται.
[381]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
61
Η ανάπτυξη του σχεδιασμού έχει λάβει σαν σημείο αναφοράς την εργασία « Διδακτικές Μέθοδοι
και Εργαλεία στην Κοινότητα Μάθησης Εκπαιδευτικών (ΚΜΕ)» του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Γεώργιος Ερρίκος Χλαπάνης, Αγγελική Δημητρακοπούλου,Εργαστήριο Μαθησιακής Τεχνολογίας και
Εκπαιδευτικής Μηχανικής,Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Ρόδος που αναφέρεται σε επιτυχημένη εφαρμογή
δημιουργίας κοινότητας μάθησης.Υπάρχει διαφοροποίηση στην πλατφόρμα καθώς και σε ορισμένες
λειτουργίες .
[382]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
απλή συνάθροιση ατόμων μέσω διδικτύου από μία διδικτυακή κοινότητα μάθησης.
Βασικός στόχος είναι η ενεργοποίηση των μηχανισμών συνεργατικής μάθησης και
αλληλεπίδρασης μεταξύ των εκπαιδευομένων και της μάθησης μέσω της
συμμετοχής στην κοινότητα.
Η επιμόρφωση και εκπαίδευση θα οργανώνεται γύρω από θέματα, συζητήσεις και
δραστηριότητες. Οι συμμετέχοντες παρουσιάζουν τις εμπειρίες τους, τις γνώσεις
τους και την έρευνά τους και η ομάδα αρχίζει να «κτίζει» την γνώση μέσα από
ανοικτές διαδικασίες. Ο συντονιστής που συνήθως έχει προσφέρει το αρχικό υλικό,
προωθεί την υλοποίηση δραστηριοτήτων (ατομικών και ομαδικών) σχετικών με το
θέμα συζήτησης, γίνεται ανατροφοδότηση του διαλόγου μέσα από την παρουσίαση
και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και προτείνει την τελική «σύνθεση» με την
σύμφωνη γνώμη της ομάδας.
Επίσης, η πλατφόρμα που θα επιλεγεί θα έχει δυνατότητα ανακοινώσεων,
σύγχρονης (chat) και ασύγχρονης (e-mail) επικοινωνίας, διαχείρησης εγγράφων σε
βάση εγγράφων και γενικά όλες τις ευκολίες που προσφέρει μια σύγχρονη βάση
πληροφοριών.
Με τα μέχρι τώρα δεδομένα, φαίνεται, ότι η πλατφόρμα που καλύπτει τις τεθείσες
προυποθέσεις είναι η Moodle η οποία έχει και το πλεονέκτημα του ανοικτού
κώδικα.
Το ζητούμενο σε τέτοιες προσπάθειες είναι πως οι εκπαιδευτικοί θα οικοδομήσουν
και θα διατηρήσουν μία αίσθηση κοινότητας δεδομένου ότι η καλλιέργεια
προσωπικών σχέσεων θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας. Πρέπει να
δημιουργηθούν τέτοιες αλληλεπιδράσεις, οι οποίες θα επιτρέψουν στα μέλη της
κοινότητας να δημιουργήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης. Η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί
να οφείλεται και στην καλλιέργεια προσωπικών σχέσεων, αλλά πολύ περισσότερο
δημιουργείται ανάμεσα σε άτομα που αισθάνονται μέλη της ίδια κοινότητας
μάθησης και περιμένουν να μάθουν συνεργαζόμενοι και αλληλοδιδασκόμενοι.
Συμπεράσματα
Η δημιουργία μιας κοινότητας μάθησης έχει σαν συνέπεια να δημιουργηθεί μια
βάση καταγραφής της συλλογικής γνώσης των εκπαιδευτικών, η οποία
αναπτύσσεται και μπορεί να αποτελέσει τη βάση διαλόγου και προβληματισμού
ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς, συμβούλους και επιστήμονες που ασχολούνται με την
εισαγωγή και αξιοποίηση των σύγχρονων διδακτικών μεθόδων στην εκπαίδευση. Η
γνώση αυτή έχει προκύψει από την ίδια την εκπαιδευτική πραγματικότητα,
εμπεριέχει όλες τις αντιξοότητες και τα προβλήματα που ενδεχομένως προκύπτουν
καθημερινά, οπότε μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την άντληση στοιχείων για
την περαιτέρω βελτίωση και επίλυση των εν λόγω προβλημάτων με τις κατάλληλες
παρεμβάσεις.
Επίσης, δίνεται μια άλλη διάσταση στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και στη
συμβολή της ηλεκτρονικής μάθησης σε μια δια βίου παιδεία. Θα δοθούν στοιχεία
που θα ενισχύσουν την αναθεώρηση παραδοσιακών αντιλήψεων που αφορούν την
[383]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[384]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Henri, F. & Pudelko, B. (2003) ‘Understanding and analysing activity and learning in
virtual communities, Journal of Computer Assisted Learning, 19,pp.474-487
Hildreth, P., Wright, P. & Kimble, C. (1999, April) ‘Knowledge management: are we
missing something? In L. Brooks & C. Kimble (Eds.) Information systems - the
next generation.Proceedings of the 4th UKAIS Conference (pp. 347-356), York,
UK
Hiltz, S.R. (1997) ‘Impact of college-level courses via asynchronous learning
networks: some preliminary results’, Journal of Asynchronous Learning
Networks, 1 (2), pp.1-19
Hiltz, S.R. & Wellman, B. (1997) ‘Asynchronous learning networks as a virtual
classroom’, Communications of the ACM, 40(9), pp.44-49
Johnson, C. (2001) ‘A Survey of current research on online communities of practice’,
Internet and Higher Education, 4,pp.45-60
Jones, S.G. (Ed.) (1997) ‘Virtual culture: identity and communication in cyber society’,
Thousand Oaks, CA, Sage Publications
Κανάκης, Ι. (1990). Η σωκρατική μέθοδος διδασκαλίας μάθησης, Αθήνα: εκδ.
Γρηγόρη.
Kimble, C., Hildreth, P. & Wright, P. (2000) ‘Communities of practice: goingvirtual’,ιn
L. Brooks & C.Kimble (Eds.) Knowledge Management and Business Model
Innovation, Ch. 13 (pp. 220–234), USA/London, Idea Group Publishing, Hershey
Kowch, E. & Schwier, R. (1997) ‘Characteristics of technology-based virtual learning
communities’, Retrieved January 05, 2005 from
http://www.usask.ca/education/coursework/802papers/communities/commu
nities.htm
Lapachet, Jaye A. H. (1994) ‘Virtual communities in education: taking the learning
out of the classroom’, Available at
http://www.sils.umich.edu/impact/students/jaye/jaye_final.html
Lave, E. & Wenger, E. (1991) ‘Legitimate peripheral participation in communities of
practice’, Cambridge, Cambridge University Press
Lea, M. & Blake (2002) ‘Block 2 exploring theoretical perspectives in distributed
learning’, Open University, Milton Keynes
Lesser E. & Prusak L., (1999), Communities of practice, social capital and
organizational knowledge
http://www.providersedge.com/docs/km_articles/Cop_-_Social_Capital_-
_Org_K.pdf
Linn, M. (1998)T’he impact of technology on science instruction: Historical trends
and current opportunities’,in B.J. Fraser & K.G. Tobin (Eds.) International
handbook of science education (pp. 265 – 294), Great Britain, Kluwer
McMillan, D.W. & Chavis, D.M. (1986) ‘Sense of community: A definition and
theory’, Journal of Community Psychology, 14 (1), pp.6-23
[385]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[386]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[387]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Οικονομάκου Μαριάνθη
Διδάσκουσα 407/80 στο ΠΤΔΕ Πανεπιστήμιο Αιγαίου
oikonomakoum@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ως στόχος της παρούσας έρευνας τίθεται η ανάδειξη της συνεισφοράς του
προγράμματος της Μεντορείας το οποίο εφαρμόζεται πιλοτικά από το 2011 στο
ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Αιγαίου στο πλαίσιο των Πρακτικών Ασκήσεων της
γλώσσας στην ενίσχυση της επάρκειας και της ετοιμότητας των εκπαιδευτικών, στην
άμβλυνση των δυσχερειών που προκύπτουν από την αποσύνδεση της παιδαγωγικής
θεωρίας από τη διδακτική πρακτική και στην καλλιέργεια ενός ουσιαστικού
διαλόγου αναφορικά με καινοτόμες διδακτικές πρακτικές στο πλαίσιο της
γλωσσικής διδασκαλίας. Μέσω της κριτικής αξιολόγησης της διετούς εφαρμογής του
διερευνάται έτσι ο βαθμός επίτευξης τόσο των ευρύτερων θεσμικών όσο και
δεδομένων κατά περίπτωση διδακτικών στόχων.
Λέξεις-κλειδιά: εκπαίδευση εκπαιδευτικών, Μέντορες εκπαιδευτικοί, διδασκαλία
της μητρικής γλώσσας στο Δημοτικό, πρακτική άσκηση
1. Εισαγωγή
Ο θεσμός της Μεντορείας, που επιχειρεί να συμπυκνώσει τη φιλοσοφία και την
προσφορά του Μέντορα των ομηρικών επών, έχει ενταχθεί εδώ και χρόνια στο
πρόγραμμα των Πρακτικών Ασκήσεων των μελλοντικών εκπαιδευτικών σε πολλές
ευρωπαϊκές χώρες (Μπούγλας, 2007: 37) παρέχοντας σημαντικά ερευνητικά
δεδομένα. Η υιοθέτηση του γενικού πλαισίου αρχών και των επιμέρους, συχνά υπό
διαμόρφωση, κατευθύνσεων στις πρακτικές ασκήσεις του Παιδαγωγικού Τμήματος
Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου αποτέλεσε τον καρπό της
συγκριτικής μελέτης του τρόπου λειτουργίας του προγράμματος σε άλλα
παιδαγωγικά τμήμα κατά κύριο λόγο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σοφός, 2013: 18).
Η πιλοτική εφαρμογή του από το 2011 στο κορμό των ασκήσεων της γλώσσας
υπαγορεύτηκε από την επιθυμία αναβάθμισης της ποιότητάς τους επί τη βάσει των
θετικών συμπερασμάτων που είχαν ήδη αντληθεί και καταγραφεί κατά τα
προηγούμενα έτη της υλοποίησής του. Έτσι, πέραν της επιδίωξης ουσιαστικότερης
διασύνδεσης του ΠΤΔΕ με τις συνεργαζόμενες σχολικές μονάδες και κατανόησης εκ
μέρους των ασκούμενων του μελλοντικού επαγγελματικού τους πεδίου, ζητούμενο
αποτέλεσε η ενίσχυση των διαδικασιών εκείνων που θα επέτρεπαν τη
νοηματοδότηση σύγχρονων διδακτικών προσεγγίσεων για τη γλωσσική διδασκαλία
με σημείο αναφοράς τον συμβουλευτικό ρόλο του Μέντορα εκπαιδευτικού.
[388]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[389]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[390]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[391]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
62
Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκαν τον Δεκέμβριο 2012 από τους Σχολικούς Συμβούλους Α/βαθμιας
τηςΠεριφέρειας Δωδεκανήσουθεσμικές επιμορφωτικές συναντήσεις, σε συνεργασία με τους
επιστημονικά υπευθύνους των ασκήσεων, με θέμα τη δημιουργική αξιοποίηση της γραμματικής της
Ε' και Στ' Δημοτικού (Φιλιππάκη–Warburton, E., Γεωργιαφέντης, Μ., Κοτζόγλου, Γ. & Λουκά, Μ.
2011. Γραμματική Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού. Αθήνα: ΥΠΔΒΜΘ/Π.Ι.)
[392]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
γεγονός που οδήγησε στη σταδιακή αύξηση του αριθμού των συμμετεχόντων οι
οποίοι ανέρχονται πλέον στους 100 περίπου αναλόγως βεβαίως και των ιδιαίτερων
συνθηκών που επικρατούν στις σχολικές μονάδες.
Η σύνταξη αξιολογικών δελτίων, ερωτηματολογίων και η συλλογή εμπειρικών
δεδομένων από τις ομαδικές ή ατομικές συναντήσεις κατέδειξαν πως η διαλεκτική
σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του Μέντορα και του ασκουμένου είναι
καθοριστικής σημασίας τόσο κατά τον σχεδιασμό όσο και κατά την υλοποίηση και
αποτίμηση των διδασκαλιών. Ειδικότερα, προκειμένου για τη γλωσσική διδασκαλία
προέκυψε πως η υλοποίηση του προγράμματος συνέβαλε σημαντικά στη
διερευνητική προσέγγιση κατά τον προγραμματισμόδιαφορετικών παραμέτρων του
εκπαιδευτικού έργου και στην κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων στο πλαίσιο
στοχαστικών συζητήσεων για τη βελτίωσή του. Η δυναμική αυτή αλληλεπίδραση
υποβοήθησε παράλληλα τον σχεδιασμό παιδευτικών δράσεων (συμμετοχή σε
εργασίες ή προγράμματα), ενεργοποιώντας το ανθρώπινο δυναμικό στο χώρο του
σχολείου.
Κατά τον σχεδιασμό και υλοποίηση των παρεμβάσεων, η διαλεκτική που
αναπτύχθηκε ευνόησε τη χάραξη ρεαλιστικών και ανταποδοτικών στόχων (Bloom,
1956), τη λειτουργική διασύνδεση (Halliday, 1985) της γραμματικής και του
λεξιλογίου με δεδομένα είδη λόγου και κειμενικά είδη και την πιο σαφή οριοθέτηση
των διαφορετικών φάσεων της διδασκαλίας (ΔΕΠΠΣ, 2003: 42). Η εξοικείωση των
ασκουμένων με την πραγματικότητα της σχολικής τάξης κατέστησε εφικτή την
περαιτέρω αξιοποίηση των ωφελειών της εξατομικευμένης διδασκαλίας και της
ομαδοσυνεργατικής μεθόδου (Ματσαγγούρας, 2008), καθώς και τη στοχευμένη
επιλογή επικοινωνιακών δραστηριοτήτων με τη βοήθεια αυθεντικού/βιωματικού
υλικού. Δόθηκε έτσι η δυνατότητα στους διδάσκοντες από κοινού να επιλέξουν
θεματικές ενότητες που εννοούν την κριτική διαπραγμάτευσητων κειμένων με
επίκεντρο τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες των μαθητών (ΠΣ, 2011: 16-7). Η
έγκαιρη προετοιμασία εξασφάλισε παράλληλα τη δημιουργική εκμετάλλευση των
διαθέσιμων εκπαιδευτικών μέσων, με αποτέλεσμα την ενίσχυση πρακτικών που
σχετίζονται με την καλλιέργεια της διαθεματικής αντίληψης για τη γνώση και
ευρύτερα με τον πληροφορικό γραμματισμό (ενδεικτικά: Xατζησαββίδης et al.,
2012).
Η όλη προσπάθεια επισφραγίστηκε από τις προβλεπόμενες διαδικασίες
αποτίμησηςτης διδασκαλίας που έχει αποκλειστικά συμβουλευτικό χαρακτήρα. Η
αξιολόγηση, απαλλαγμένη από το βάρος της αυστηρής βαθμολόγησης, λειτουργεί
έτσι περισσότερο ως ανατροφοδότηση που καλύπτει όλο το φάσμα της διδακτικής
πορείας και αποτελεί σημείο αναφοράς για την ανάπτυξη από μέρους των
ασκουμένων στέρεων κριτηρίων αυτοαξιολόγησης (Grabeetal, 2002: 165-7). Μέσα
από τη δυναμική αυτή σχέση αλληλοσυμπλήρωσης καλλιεργείται στην
πραγματικότητα η έννοια της συλλογικότητας στους χώρους μάθησης, γιατί
παρέχεται η δυνατότητα και στους μάχιμους εκπαιδευτικούς ανάπτυξης και ελέγχου
[393]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Συμπεράσματα
Διαφάνηκε ότι η ουσιαστικότερη διασύνδεση του Παιδαγωγικού Τμήματος με το
ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο −με σημείο αναφοράς πάντοτε τον συμβουλευτικό
ρόλο των Μεντόρων που δέχονται στις τάξεις ασκούμενους− δίνει το έναυσμα για
τη δημιουργία μιας ενεργούς κοινότητας μάθησης, υποβοηθώντας την ανάληψη
συλλογικών παιδευτικών δράσεων τόσο στο χώρο του πανεπιστημίου όσο και σε
αυτόν των σχολικών μονάδων. Οι διεργασίες αυτές, νοηματοδοτώντας την
κοινωνική διάσταση του εκπαιδευτικού έργου, μεταφέρουν το κέντρο του
ενδιαφέροντος στη σχολική τάξη από την οποία αντλούνται σημαντικά ερευνητικά
δεδομένα αναφορικά με την αποτελεσματικότητα δεδομένων διδακτικών
πρακτικών. Ο συνεχής αναστοχασμός και ανατροφοδότηση που πραγματοποιείται
στο πλαίσιο της συνεργασίας ασκουμένων και εθελοντών-μεντόρων επιδρά
καθοριστικά σε όλες τις φάσεις της διδακτικής πορείας και συντελεί στην περαιτέρω
συνειδητοποίηση του ρόλου της γλώσσας ως κοινωνικοπολιτισμικού φαινομένου
(Kress, 1989). Η κριτική από κοινού προσέγγιση μέσα σε δημοκρατικό κλίμα
διαφορετικών ειδών λόγου, όπως αυτή προσδιορίζεται στα ΔΕΠΠΣ και ΑΠΣ του
Δημοτικού (2003, 2011), υποστηρίζεται κατά την υλοποίηση των ασκήσεων από
στοχευμένες τακτικές ανάλυσης του διδακτικού πεδίου, με αποτέλεσμα οι
διδακτικές παρεμβάσεις που κάθε φορά σχεδιάζονται να θέτουν στο επίκεντρο την
παραγωγή και κατανόηση του λόγου σε συγκεκριμένα κοινωνικά συμφραζόμενα.
Απόρροια αυτής της διαδικασίας είναι η μεθοδολογική ανανέωση και η υιοθέτηση
τόσο από μέρους του εκπαιδευτικού όσο και από μέρους του ασκούμενου
εναλλακτικών στρατηγικών μάθησης και αξιολόγησης.
[394]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η επέκταση του προγράμματος υπό αυτή την έννοια και σε άλλα γνωστικά
αντικείμενα, η υποστήριξη και ενίσχυση του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου θα
εξασφάλιζε τη διεύρυνση του πεδίου δράσης και θα έθετε τις βάσεις ανάπτυξης
ενός ουσιαστικού διαλόγου σε συλλογικό επίπεδο για τις νέες προκλήσεις στο χώρο
της εκπαίδευσης υπό το βάρος και της πολυπλοκότητας των ραγδαίων κοινωνικών
μετασχηματισμών.
Βιβλιογραφία
Αργυροπούλου, Σ. (2005). Εκπαίδευση εκπαιδευτικών: αξιολόγηση του
Προγράμματος της Π.Α. των φοιτητών στο Π.Τ.Δ.Ε Φλώρινας. Διδακτορική
Διατριβή. Φλώρινα: Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.
Bloom, BS (ed.) (1956). Taxonomy of Educational Objectives, the classification of
educational goal – Handbook I: Cognitive Domain New York: McKay.
Γεωργογιάννης, Π. (2006). Εκπαιδευτική, διαπολιτισμική επάρκεια και ετοιμότητα
των εκπαιδευτικών Α/βαθμιας και Β/βαθμιας Εκπαίδευσης. Πάτρα:
Typocenter.
Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών της Ελληνικής Γλώσσας για το
Δημοτικό Σχολείο. (2003). ΦΕΚ 303Β/13-3-2003, 3745-3777.
Edwards, A. & J. Collison (1995). What do teacher mentors tell student teachers
about pupil learning in infant schools?. Teachers and teaching: theory and
practice, vol. 1 (2), 265-279.
Fairclough, N. (1992). Critical Language Awareness.Λονδίνο: Longman.
Grabe, W. & Stoller, F. (2002). Teaching and Researching Reading. London:
Longman.
Μπούγλας, Χ. (2007). Ο ρόλος του Μέντορα στην πρακτική άσκηση των υποψηφίων
εκπαιδευτικών. ΜεταπτυχιακήΔιατριβή. Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ.
Halliday, M. A. K. (1985). An Introduction to Functional Grammar. Great Britain:
Edward Arnold.
Kalantzis, M., & Cope, B. 2001. Πολυγραμματισμοί. ΣτοΑ.–Φ. Χριστίδης (Επιμ.)
Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής
Γλώσσας, 214-216.
Kress, G. (1989). Linguistic Processes in Sociocultural Practice. Oxford: Oxford
University Press.
Martin, S. (1996). Support and challenge: conflicting or complementary aspects of
mentoring novice teachers?, Teachers and teaching: theory and practice, vol.2
(1), 41-55.
Ματσαγγούρας, Η. (2008). Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση. Αθήνα:
Γρηγόρης.
Orland, L. (2001).Reading a Mentoring Situation: one aspect of learning to mentor.
TeachingandTeacherEducation, 17 (1), 75-88.
[395]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[396]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βαρσαμίδου Αγάθη
Εκπαιδευτικός Β/θμιας Εκ/σης ΠΕ11, 7ο Γυμνάσιο Ρόδου
agathivar@hotmail.com
Ρούμελης Νικόλαος,
Δρ. Χημείας Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ04 Φυσικών Κυκλάδων, ΠΔΕ Ν. Αιγαίου
nroum@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται συμπεράσματα από την πειραματική
εφαρμογή της ομαδοσυνεργατικής μεθόδου διδασκαλίας σε σχολεία
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Νοτίου Αιγαίου. Η εφαρμογή της
ομαδοσυνεργατικής μεθόδου είχε σχεδιαστεί ως τελικό προϊόν της επιμόρφωσης
των εκπαιδευτικών και είχε εθελοντικό χαρακτήρα. Οι ομαδοσυνεργατικές
διδασκαλίες πραγματοποιήθηκαν και στα πλαίσια της κανονικής λειτουργίας του
σχολείου και σε δειγματικές διδασκαλίες με παρουσία εκπαιδευτικών. Στην εργασία
παρουσιάζονται και αναλύονται: 1. Τα εμπόδια που εμφανίστηκαν σε κάθε φάση
του εγχειρήματος από την επιμόρφωση έως τις δειγματικές διδασκαλίες. 2. Τα
αποτελέσματα της επιμόρφωσης (σχέδια διδασκαλίας, στατιστικά στοιχεία, οπτικό
υλικό). 3. Απόψεις και στάσεις εκπαιδευτικών, μαθητών και γονιών που
αντιστέκονται στην αλλαγή της μεθόδου διδασκαλίας. 4. Συμπεράσματα και
προτάσεις για την επιτυχή αλλαγή διδακτικών μεθόδων.
Εισαγωγή
Στην Ελλάδα, οι τρεις κύριες μορφές επιμορφώσεων των καθηγητών Φυσικών
Επιστημών μετά το διορισμό τους είναι: τα ΠΕΚ, τα ΕΚΦΕ και τα σεμινάρια Σχολικών
Συμβούλων, συμπληρωματικά λειτουργούν και άλλοι φορείς μέσω προγραμμάτων
εγκεκριμένων από το Υπουργείο Παιδείας. Η εισαγωγική επιμόρφωση που
πραγματοποιούνταν στα ΠΕΚ, ήταν αποσπασματική, γινόταν σε περιορισμένο
χρονικό διάστημα και χωρίς ή με λίγη πρακτική επιμόρφωση σε καινοτόμες
διδακτικές πρακτικές (όπως π.χ. συνεργατικές μέθοδοι και διδακτική αξιοποίηση και
χρήση πειραμάτων και ΤΠΕ). Τα μαθήματα στα ΠΕΚ διδάσκονταν από σχολικούς
συμβούλους, στελέχη της εκπαίδευσης και υπευθύνους ΕΚΦΕ (Παπαμιχάλης, 2011).
Από το 1993 που έχουν θεσμοθετηθεί τα Εργαστηριακά Κέντρα Φυσικών Επιστημών
- ΕΚΦΕ (78 σε επίπεδο Νομαρχιών και Διευθύνσεων Εκπ/σης), έχουν σκοπό την
προαγωγή και υποστήριξη της διδασκαλίας των μαθημάτων ΦΕ μέσω κλασικών
πειραμάτων και μέσω ΤΠΕ/νέων τεχνολογιών (Ραγιαδάκος κ.ά., 2010). Η
σημαντικότερη προσφορά τους έγκειται στη συνεχή πρακτική επιμόρφωση των
[397]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κυρίως Σώμα
- Θεωρητικό πλαίσιο επιμορφώσεων καθηγητών κλ. ΠΕ04
Οι ικανότητες που επιθυμούμε να αναπτύξουν οι μαθητές – αυριανοί πολίτες, στα
πλαίσια των μαθημάτων ΦΕ, σχετίζονται με την εφαρμογή της επιστημονικής
μεθόδου, η οποία εξυπηρετεί πολλαπλούς διδακτικούς στόχους: μαθησιακούς,
γνωστικής ανάπτυξης, συναισθηματικούς, κοινωνικούς και ψυχοκινητικούς
(Καλκάνης, κ.ά., 2013; Κουμαράς, 2005; Σταυρίδου, 2011). Στη Διδακτική των ΦΕ η
μέθοδος που επικρατεί τα τελευταία χρόνια είναι η «Επαγωγική Μέθοδος –
Inductive Approach» ή καλύτερα η «Διερευνητική μέθοδος διδασκαλίας των ΦΕ –
Inquiry Based Science Education» (Καλκάνης, κ.ά., 2013; Κουλαϊδής, 2001;
Σταυρίδου, 2011), βάσει της οποίας: εντοπίζεται ένα πρόβλημα, αναλύεται,
ζητούνται πληροφορίες, σχεδιάζεται έρευνα ή/και πειραματική δραστηριότητα με
χρήση κλασικών διατάξεων ή ΤΠΕ, διατυπώνονται οι υποθέσεις και τα
συμπεράσματα και όλα αυτά κατά προτίμηση σε ομαδοσυνεργατικό πλαίσιο
(Καλκάνης, κ.ά, 2013; Σταυρίδου, 2011).
Η ομαδοσυνεργατική μέθοδος διδασκαλίας δεν είναι νέα μέθοδος, λόγω όμως της
μη ευρείας εφαρμογής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση μπορεί να συμπεριληφθεί
στις σύγχρονες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις και να θεωρηθεί ως καινοτομία,
τουλάχιστον στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα.
Οι δύο σχολικοί σύμβουλοι ΠΕ04, που υπηρετούν στο Νότιο Αιγαίο, στα
Δωδεκάνησα με έδρα τη Ρόδο και στις Κυκλάδες με έδρα τη Σύρο, σχεδίασαν
διαφορετικά μοντέλα επιμόρφωσης για την εφαρμογή της ομαδοσυνεργατικής
μεθόδου διδασκαλίας. Τα μοντέλα επιμόρφωσης βασίστηκαν στο θεωρητικό
πλαίσιο και στη μεθοδολογία του Μείζονος Προγράμματος Επιμόρφωσης (ΜΠΕ,
2011). Οι αναφερόμενοι σχολικοί σύμβουλοι είχαν επιμορφωθεί στο ίδιο τμήμα και
είχαν υλοποιήσει την πιλοτική εφαρμογή του Μείζονος Προγράμματος
Επιμόρφωσης (ΜΠΕ) σε διαφορετικά επιμορφωτικά κέντρα των Αθηνών και
[398]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
έκριναν, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον, ότι καλό θα ήταν να γνωρίσουν και οι
εκπαιδευτικοί των νησιωτικών περιοχών ευθύνης των την ομαδοσυνεργατική
μέθοδο διδασκαλίας. Στην πιλοτική εφαρμογή του Μείζονος Προγράμματος
Επιμόρφωσης δεν περιλαμβάνονταν σχολεία από το Νότιο Αιγαίο.
Οι Σχολικοί Σύμβουλοι, μετά και από την ανατροφοδότηση των ομάδων τους, που
εφάρμοσαν πιλοτικά την ομαδοσυνεργατική μέθοδο σε τάξεις που δίδασκαν,
έκριναν τα αποτελέσματα της πιλοτικής εφαρμογής του ΜΠΕ ως θετικά. Είναι
χαρακτηριστικές οι εντυπώσεις των εκπαιδευτικών ΠΕ04 από την πιλοτική
εφαρμογή του ΜΠΕ που εκφράστηκαν αντιπροσωπευτικά σχεδόν στο σύνολο των
τμημάτων της πιλοτικής επιμόρφωσης:
- Εκπαιδευτικός Α: Οι ομάδες (Φυσική Α' Λυκείου ΕΠΑΛ) περιείχαν αρκετούς
αδιάφορους αλλά και επιμελείς μαθητές. Παρατηρήσαμε ενεργοποίηση των
αδιάφορων, ενώ δεν μπορώ να κρύψω ότι οι επιμελείς μαθητές συντόνιζαν και
επιμελούνταν τόσο στο προσκήνιο όσο και στο παρασκήνιο... Είναι γεγονός ότι η
συνεργατική σχέση ξεκουράζει εμπλουτίζει και ότι εντάσσεται δημιουργικά η
απόκλιση, που στα παραδοσιακά μοντέλα μάθησης τοποθετούνταν στο περιθώριο.
- Εκπαιδευτικός Β: ...τα παιδιά (Φυσική κατεύθυνσης Β Λυκείου-Θερμοδυναμική –
Θερμοδυναμικά Αξιώματα) συμμετείχαν με πολύ όρεξη και εκτελούσαν πολύ
ορθολογικά τη διαδικασία που είχα προγραμματίσει. Εντυπωσιακό ήταν πως
τέθηκαν σημαντικά ερωτήματα σχετικά με το τι συμβαίνει τελικά σε ένα αέριο και
κατά πόσο είναι εφικτό να έχουμε μια πραγματικά τέλεια ισοβαρή, ισόθερμη ή
αδιαβατική μεταβολή... Φάνηκε να υπάρχει μια αναθέρμανση της σχέσης τους με το
μάθημα και να τους δημιουργούνται νέα ερωτήματα τα οποία στην τάξη δεν είχαν
εκφρασθεί τόσο καθαρά.
- Εκπαιδευτικός Γ: με 33χρόνια στην εκπαιδευτική πράξη, η όλη διαδικασία
(σεμινάριο ομαδοσυνεργατικής εφαρμογή στην τάξη) με γοήτευσε, με συνεπήρε και
οπωσδήποτε είδα πολλά πράγματα με διαφορετικό μάτι, από ότι τα έβλεπα για
τόσα πολλά χρόνια... Οι μεγάλοι ωφελημένοι είναι οι μαθητές και βέβαια και οι
εκπαιδευτικοί από εύστοχες και χρήσιμες παρατηρήσεις που κάνουν τα παιδιά...
Ελπίζω και εύχομαι στην ανάπτυξη και ευρύτερη εφαρμογή στην εκπαιδευτική
διαδικασία των παραπάνω μεθόδων προς όφελος της μαθητικής νεολαίας και των
ίδιων των εκπαιδευτικών. Η εφαρμογή τέτοιων καινοτόμων μεθόδων πάντα είχε και
θα έχει αντιδράσεις, στο τέλος όμως το καινούργιο και το ωφέλιμο θα
επικρατήσουν.
[399]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[400]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
την αξιοποιήσουν στη διδασκαλία των μαθημάτων κλάδου ΠΕ04. Η πορεία των
σεμιναρίων εξαρτήθηκε από το ενδιαφέρον των συμμετεχόντων έτσι
πραγματοποιήθηκε μια σειρά από σεμινάρια ώστε οι εκπαιδευτικοί να
δημιουργήσουν σχέδιο διδασκαλίας και να το εφαρμόσουν στην τάξη τους. Το
σεμινάριο αναπτύχθηκε σε τρεις άξονες: α) Τη δημιουργία ομάδας με βιωματικό
τρόπο. β) Τη μελέτη και ανάλυση πρότυπων σεναρίων διδασκαλίας για τις φυσικές
επιστήμες με βάση την ομαδοσυνεργατική μέθοδο διδασκαλίας και στη συνέχεια το
σχεδιασμό διδακτικού σχεδίου και φύλλων εργασίας μαθητή. γ) Την υποστήριξη
των στην υλοποίηση του διδακτικού σχεδίου στην τάξη.
Μετά την ολοκλήρωση του σεμιναρίου σχεδιάστηκαν και πραγματοποιήθηκαν δύο
δειγματικές διδασκαλίες από τους συμμετέχοντες. Οι δειγματικές ήταν
καλοσχεδιασμένες με σαφείς στόχους, με άρτια και φιλικά προς τον μαθητή φύλλα
εργασίας. Αντίστοιχα σεμινάρια για τους Εκπαιδευτικούς ΠΕ04 μικρότερης όμως
διάρκειας πραγματοποιήθηκαν και σε άλλα νησιά όπως στην Κω και στην Κάλυμνο.
[401]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η κατεύθυνση των σεμιναρίων σ' ένα μόνο κλάδο εκπαιδευτικών παρουσίασε τις
εξής δυσκολίες στην εφαρμογή της στο σχολικό πρόγραμμα:
Οι μαθητές διδάσκονται με διαφορετική μέθοδο διδασκαλίας ανάλογα με το
μάθημα και το διδάσκοντα. Η διευθέτηση των θρανίων αλλάζει ανάλογα με τη
μέθοδο διδασκαλίας πράγμα που αφενός ελαττώνει το χρόνο διδασκαλίας και
αφετέρου δημιουργεί αναστάτωση. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εκπαιδευτικών δεν
έχει εξοικειωθεί με την ομαδοσυνεργατική μέθοδο διδασκαλίας, υπάρχουν
εκπαιδευτικοί που μη γνωρίζοντας την ομαδοσυνεργατική μέθοδο διατηρούν
επιφυλάξεις για την ίδια τη μέθοδο και για την εφαρμογή της, με αποτέλεσμα η
καινοτομία να μη βρίσκει το ευνοϊκότερο περιβάλλον.
Μια πρόσφορη λύση θα ήταν αν το σύνολο των εκπαιδευτικών θα μπορούσε να
επιμορφωθεί στην ομαδοσυνεργατική μέθοδο. Τα σχολεία παιδαγωγικής ευθύνης
θεωρήθηκε ότι μπορεί να ικανοποιούν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να γίνει
επιμόρφωση του συνόλου των διδασκόντων, με αρχικό στόχο να γνωρίσουν οι
εκπαιδευτικοί την ομαδοσυνεργατική μέθοδο με βιωματικό τρόπο και στη συνέχεια
όσοι από τους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς επιθυμούν να την εφαρμόσουν στην
τάξη τους.
Βασικά εμπόδια σε μια τέτοια επιμορφωτική προσπάθεια είναι: α) η κάλυψη των
θεματικών περιοχών, που αφορούν τους γνωστικούς στόχους ανά ειδικότητα, β) η
δημιουργία ή η ανεύρεση εκπαιδευτικών σχεδίων διδασκαλίας σε ορισμένες
ειδικότητες και γ) η υποστήριξη των εκπαιδευτικών στην υλοποίηση των
εκπαιδευτικών σεναρίων. Ο Σχολικός Σύμβουλος στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση
κατέχει τη διδακτική μεθοδολογία μόνο για ένα από τα γνωστικά αντικείμενα, στα
πλαίσια του μείζονος προγράμματος επιμόρφωσης έχει δημιουργηθεί εκπαιδευτικό
υλικό μόνο για ορισμένες ειδικότητες. Επίσης, ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι ο
περιορισμένος χρόνος διεξαγωγής των σεμιναρίων.
Τα θέματα αυτά ελήφθησαν υπόψη και έγινε πρόταση από το Σχολικό Σύμβουλο σε
σύλλογο διδασκόντων σχολείου παιδαγωγικής ευθύνης για τη διεξαγωγή ενός
κύκλου επιμορφωτικών συναντήσεων με κύριο άξονα την ομαδοσυνεργατική
μέθοδο διδασκαλίας. Συναποφασίστηκε από το σύλλογο εκπαιδευτικών του
σχολείου και από το Σύμβουλο παιδαγωγικής ευθύνης να πραγματοποιηθεί
σεμινάριο που θα απευθύνεται στο σύνολο του συλλόγου διδασκόντων του
σχολείου και σχεδιάστηκε να αξιοποιηθούν οι γνώσεις των εκπαιδευτικών ώστε να
ξεπεραστούν οι δυσκολίες που αφορούν τα θέματα των πολλών και διαφορετικών
ειδικοτήτων. Η στοχοθεσία εστιάστηκε στην αύξηση του ενδιαφέροντος των
μαθητών, στη μείωση της παραβατικής συμπεριφοράς των μαθητών και γενικότερα
στην ανάπτυξη θετικής στάσης των μαθητών προς το σχολείο. Σε αυτές τις
επιμορφώσεις στο βιωματικό μέρος και στο σχεδιασμό των επιμορφωτικών
δραστηριοτήτων των εκπαιδευτικών σε ομάδες υπήρχε συνεργασία με
εκπαιδευτικούς και άλλων ειδικοτήτων στα πλαίσια της διαθεματικότητας.
Πριν την έναρξη του σεμιναρίου για την ομαδοσυνεργατική μέθοδο ζητήθηκε από
τους συμμετέχοντες να συμπληρώσουν ερωτηματολόγιο που είχε ως στόχο την
[402]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
σκιαγράφηση του προφίλ των εκπαιδευτικών, των προσδοκιών τους καθώς και των
πιθανών δυσκολιών που θεωρούσαν ότι θα συναντήσουν. Στα ερωτηματολόγια δεν
απάντησαν όλοι οι εκπαιδευτικοί, το στοιχείο αυτό δεν κρίθηκε ως αρνητικό. Η
προηγούμενη εμπειρία από το ΜΠΕ είχε δείξει ότι υπάρχουν θέματα δισταγμού ή
μη έγκαιρης απάντησης των εκπαιδευτικών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Οι απαντήσεις των εκπαιδευτικών στις ερωτήσεις σχετικά με τις προσδοκίες των
από την επιμόρφωση ήταν θετικές. Ορισμένα από τα θέματα που αναδείχθηκαν
από τα ερωτηματολόγια είναι: α) Στο σχολείο δεν συζητούνται θέματα που
αφορούν τα αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα, ιδιαίτερα ζητήματα της
εκπ/σης όπως μαθησιακά προβλήματα πολυπολιτισμικές τάξεις κλπ. β) Θέματα που
απασχολούν συνέδρια και σεμινάρια στα οποία συμμετέχουν εκπαιδευτικοί του
σχολείου, μεταφέρονται μεν στο σύλλογο διδασκόντων αλλά η εφαρμογή τους
δυσκολεύεται συνολικά. γ) Θεώρησαν ως βασική δυσκολία την επιλογή του χρόνου
διεξαγωγής του σεμιναρίου. Επιλέχθηκε το τέλος της σχολικής χρονιάς (Ιούνιος
2012), θεωρήθηκε ότι θα ήταν καλύτερα να γίνει στην αρχή της σχολικής χρονιάς
για να γίνεται άμεση εφαρμογή.
Τα σεμινάρια με βιωματική μορφή ξεκίνησαν πριν τις εξετάσεις το μαθητών οι
εκπαιδευτικοί έδειξαν ενδιαφέρον για την ομαδοσυνεργατική μέθοδο. Ορισμένοι
από τους εκπαιδευτικούς την εφάρμοζαν λόγω της φύσεως των μαθημάτων τους ή
λόγω επιμόρφωσης τους σε μεταπτυχιακές σπουδές. Στο σεμινάριο βρήκαν
ενδιαφέρον και οι συνάδελφοι που εφάρμοζαν την ομαδοσυνεργατική μέθοδο
αφενός γιατί είδαν και άλλους τρόπους δημιουργίας οργάνωσης και φροντίδας των
ομάδων και αφετέρου γιατί κατέθεταν τις εμπειρίες τους, έτσι υπήρξε
ανατροφοδότηση και αξιοποίηση από την ομάδα η γνώση και η εμπειρία κάθε
μέλους. Ακολούθησε δεύτερο σεμινάριο μετά τις εξετάσεις των μαθητών και ένα
ακόμη με την έναρξη του επόμενου σχολικού έτους όπου όμως άλλαξε η σύνθεση
του συλλόγου και οι εκπαιδευτικοί που ανέλαβαν υπηρεσία στο σχολείο τη νέα
σχολική χρονιά μη έχοντας παρακολουθήσει τα προηγούμενα σεμινάρια δεν είχαν
πλήρη εικόνα επιμόρφωσης για την ομαδοσυνεργατική μέθοδο. Ως αποτέλεσμα της
επιμόρφωσης ήταν να ενισχυθούν οι συνεργασίες μεταξύ των εκπαιδευτικών και το
μεγαλύτερο μέρος του σχολείου να δουλεύει με ομάδες. Δυσκολίες που υπήρχαν
ήταν ορισμένοι γονείς να αντιδρούν στη μέθοδο διδασκαλίας, πιστεύοντας ότι τα
παιδιά τους θα μοιραστούν το βαθμό επίδοσης τους με τους άλλους μαθητές της
ομάδας καθώς και η επιστροφή στην παραδοσιακή μέθοδο από εκπαιδευτικούς
που δεν γνώρισαν τη μέθοδο ή δεν επιθυμούσαν να την εφαρμόσουν. Ο στόχος της
συνολικής εφαρμογής της μεθόδου στα σχολεία παιδαγωγικής ευθύνης επιτεύχθει
μερικώς. Οι εκπαιδευτικοί που γνώρισαν τη μέθοδο είδαν θετικά αποτελέσματα και
συνέχισαν όλη τη σχολική χρονιά να διδάσκουν ομαδοσυνεργατικά με υλικό που οι
ίδιοι δημιούργησαν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ενός τμήματος που
αντιδρούσε στη μέθοδο και επανήλθε στην παραδοσιακή διδασκαλία ότι μετά οι
ίδιοι οι μαθητές που πρωτοστατούσαν ζητούσαν από τους καθηγητές να
[403]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[404]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[405]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση-Συμπεράσματα
Από τα πρώτα αποτελέσματα των Επιμορφώσεων στην Ομαδοσυνεργατική μέθοδο
διαφαίνεται το μεγάλο ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών για τη μέθοδο και ήδη
επεξεργαζόμαστε την ανατροφοδότηση των πρώτων διδακτικών αποτελεσμάτων
και προσπαθούμε να δείξουμε το πόσο χρήσιμη για συμπεράσματα είναι η
διδακτική τους εφαρμογή για όλους τους εκπαιδευτικούς και κυρίως για τον κλάδο
[406]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές-Βιβλιογραφία
Αναστασιάδης, Π. (Επιστημονικός Υπεύθυνος) (2010). Μείζον Πρόγραμμα
Επιμόρφωσης. Μελέτη διερεύνησης επιμορφωτικών αναγκών. Ε. Στελέχη
Διοίκησης της εκπαίδευσης, Τμήμα Επιμόρφωσης και Αξιολόγησης,
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αθήνα.
Αντωνιάδου, Ν. (2002). Τα Εργαστηριακά Κέντρα Φυσικών Επιστημών: Μελέτη της
Οργάνωσης και Λειτουργίας τους, Διπλωματική Εργασία στο Πρόγραμμα
μεταπτυχιακών σπουδών στις Επιστήμες της Αγωγής, Κατεύθυνση Διδακτική
των Φυσικών Επιστημών και Νέες Τεχνολογίες, Παιδαγωγικό Τμήμα
Δημοτικής Εκπαίδευσης, ΑΠΘ.
Καλκάνης, Γ. (επιμ), Γκικοπούλου, Ουρ., Καπότης, Ε., Γουσόπουλος, Δ.,
Πατρινόπουλος, Μ, Τσάκωνας, Π., Δημητριάδης, Π., Παπατσίμπα, Λ.,
Μιτζήθρας, Κ., Καπόγιαννης, Α., Σωτηρόπουλος, Δ. & Πολίτης, Σ. (2013). Η
Φυσική με Πειράματα Α’ Γυμνασίου, ΙΕΠ, ΙΤΥΕ ‘ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ’, ΥΠΑΙΘ, Αθήνα.
Κουλαϊδής, Β. (Επιμ.) (2001). Διδακτική των Φυσικών Επιστημών, ΕΑΠ, Πάτρα.
Κουμαράς, Π. (2005). Οδηγός για την πειραματική διδασκαλία της Φυσικής, εκδ.
Χριστοδουλίδης, Θεσσαλονίκη.
[407]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΜΠΕ, (2011). Βασικό Επιμορφωτικό Υλικό, τόμος Β’: Ειδικό μέρος ΠΕ04 Φυσικών
Επιστημών, Μείζον Πρόγραμμα Επιμόρφωσης, ΠΙ, Αθήνα.
http://blogs.sch.gr/nroum/files/2013/10/3.-TOMOS-B-PE04.pdf
Παπαμιχάλης, Κ. (2011). Επιμορφωτικός ρόλος, ιδιαιτερότητες συνέργειες και
προοπτική των ΕΚΦΕ, ΚΣΕ και ΠΕΚ, Μια βιωματική προσέγγιση, στο Μπαγάκης
Γ. (επιμ.). Θεσμοθετημένες και νέες μορφές επιμόρφωσης, Προς αναζήτηση
συνέργειας και καλών πρακτικών, ΟΕΠΕΚ, σ. 37-39.
Ραγιαδάκος, Χ., Γράψας, Ι., Κουμαράς, Π., Μπουρμπουχάκης, Ι. & Παπασταματίου,
Ν. (2008). Κριτήρια επιμόρφωσης-πιστοποίησης υπευθύνων Εργαστηριακών
Κέντρων Φυσικών Επιστημών (ΕΚΦΕ) για την ενεργή αξιοποίηση των
εργαστηριακών διδακτικών εργαλείων στο Ενιαίο Λύκειο, ΤΕΕ, Γυμνάσιο και
Δημοτικό, Μελέτη α/α 20 ΟΕΠΕΚ: Οργάνωση και Λειτουργία Οργανισμού
Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών, της Κατηγορίας Πράξεων 2.1.1.α: Ενίσχυση
Οργανισμού Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών, Ενέργεια 2.1.1: Επιμόρφωση
Εκπαιδευτικών, του ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ, Γ΄ Κ.Π.Σ., Αθήνα.
SLC, Science Learning Centres (2009). Making a difference, Professional Development
in Science Education, National Network of Science Learning Centres - Report on
Impact 2008 - 2009. Ανακτήθηκε τον 11/2013:
https://www.sciencelearningcentres.org.uk/media/filer_public/6b/8e/6b8ef23e-
b3a4-4a00-af8a-3aba3553b6f0/networkimpactreport200809.pdf
Σταυρίδου, Ε. (2011). Διδασκαλία και μάθηση των Φυσικών Επιστημών - Σύγχρονες
τάσεις και οι επιπτώσεις τους στη διδακτική πράξη, στο Βασικό Επιμορφωτικό
υλικό, τόμος Β: Ειδικό μέρος ΠΕ04 Φυσικών Επιστημών, Μείζον Πρόγραμμα
Επιμόρφωσης, ΠΙ, Αθήνα, σ 1-17.
Σχίζα, Κ. (2011). Επιμορφώσεις για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με αφετηρία τις
Διευθύνσεις Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, τα Γραφεία Σχολικών Συμβούλων,
τα ΠΕΚ, τα ΚΠΕ, τα ΚΣΕ και τα ΕΚΦΕ, στο Μπαγάκης Γ. (επιμ.), Θεσμοθετημένες
και νέες μορφές επιμόρφωσης, Προς αναζήτηση συνέργειας και καλών
πρακτικών, ΟΕΠΕΚ, σ. 33-36, www.oepek.gr/pdfs/Vivlio_kales_praktikes.pdf
http://www.arbere.eu (2014). Πρόγραμμα Comenius Regio με σύμπραξη της ΔΔΕ
Δωδεακνήσου: Αντιμετώπιση και πρόληψη της Παραβατικότητας των μαθητών
http://blogs.sch.gr/nroum (2014). Επιμορφωτικές δραστηριότητες 2013-14 -
Δειγματικές διδασκαλίες 2012-13
[408]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ορφανός Χάρις
Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ12.05 (Ηλεκτρολόγος Μηχανικός)
orfanosch@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στη παρούσα εργασία αναπτύσσονται τα βασικά χαρακτηριστικά των εννοιών της
διαφοροποίησης, της διερευνητικής μάθησης, και της αυτενέργειας και σχολιάζεται
το σημείο συνάντησής τους στο σχεδιασμό και προγραμματισμό του διδακτικού και
μαθησιακού έργου από τον ηλεκτρολόγο εκπαιδευτικό μέσω ενός σεναρίου
διδασκαλίας σε ένα μάθημα ειδικότητας ηλεκτρολόγου.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στη σημερινή εποχή αμφισβητούνται θεσμοί, αξίες, ιδέες, γνώσεις. Δεν υπάρχουν
κανόνες σε γενική ισχύ (αν και επιστημονικοί). Ειδικότερα η Τεχνική και
Επαγγελματική Εκπαίδευση (ΤΕΕ) καλείται να ακολουθήσει τον βηματισμό των
ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων σε συνθήκες δραματικών τεχνολογικών
ανατροπών. Συμβατικές τεχνολογίες εγκαταλείπονται. Απαξιώνονται γνώσεις και
δεξιότητες πριν να κατακτηθούν. Δεν γνωρίζουμε σήμερα τη τεχνογνωσία που
απαιτείται για την άσκηση του επαγγέλματος των διαφόρων ειδικοτήτων της ΤΕΕ
στο μέλλον.
Μόνο σταθερό ο ίδιος ο άνθρωπος στην ατομική και κοινωνική του διάσταση.
Δεν είναι δυνατό να στηρίξουμε την μορφωτική διαδικασία σε αλγορίθμους ως
προτάσεις λύσεων σε προδιαγραφές και έτοιμες συνταγές.
Η σύγχρονη Θεωρία της Ανάπτυξης Προγραμμάτων πραγματεύεται μεταξύ άλλων
τις έννοιες της διαφοροποίησης, της διερευνητικής μάθησης, της αυτενέργειας
βασισμένη στον επαγγελματισμό των εκπαιδευτικών. Στη παρούσα εργασία
αναπτύσσονται τα βασικά χαρακτηριστικά των τριών αυτών θεωρητικών
διαστάσεων όπως παρουσιάζονται στη βιβλιογραφία και γίνεται σχολιασμός του
σημείου συνάντησής τους στο σχεδιασμό και προγραμματισμό του διδακτικού και
μαθησιακού έργου από τον εκπαιδευτικό μέσω ενός σεναρίου διδασκαλίας.
ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ
Ορισμός
Ως διαφοροποίηση διδασκαλίας νοείται η αλλαγή της μαθησιακής διαδικασίας με
ρουτίνες διδασκαλίας που ανταποκρίνονται σε μεγάλο εύρος διαφορών ως προς τη
μαθησιακή ετοιμότητα, τα ενδιαφέροντα και το μαθησιακό στυλ των μαθητών
(Tomlinson, 1999)
Ως διαφοροποίηση ορίζεται και η διδακτική προσέγγιση κατά την οποία οι
εκπαιδευτικοί προβαίνουν στην τροποποίηση του αναλυτικού προγράμματος, των
μεθόδων διδασκαλίας, των πηγών, των μαθησιακών δραστηριοτήτων και του
[409]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Χαρακτηριστικά
Στη διαφοροποιημένη διδασκαλία διαφοροποιούνται και ιεραρχούνται:
•Στόχοι του μαθήματος
•Μέθοδοι διδασκαλίας (ομαδοσυνεργατική, δασκαλοκεντρική, εξατομικευμένη,
αλληλοδιδακτική, μέθοδος project)
•Εποπτικό υλικό [τι χρησιμοποιώ και για να πετύχω ποιον στόχο;]
•Δραστηριότητες [διαβαθμισμένου τύπου και μετασχηματιστικές]
•το περιεχόμενο διδασκαλίας
•Ο ρυθμός μάθησης και ο χρόνος διδασκαλίας
•Η αξιολόγηση των μαθητών
•Το περιβάλλον στο οποίο επιτελείται η μάθηση
Η Κουτσελίνη (2001, 2006) σημειώνει ότι η διαφοροποίηση της διδασκαλίας είναι
τόσο οργανωτική όσο και παιδαγωγική, επιτρέποντας σε όλα τα παιδιά να
επιτύχουν τους στόχους τους, οι οποίοι βρίσκονται σε άμεση σχέση με τις ιδιαίτερές
τους ανάγκες.
Η παιδαγωγική διαφοροποίηση αφορά στο έργο του εκπαιδευτικού και σχετίζεται
με το εκπαιδευτικό μέρος της διδασκαλίας, η οποία για να επιτύχει, πολλές φορές
χρειάζεται να γίνει η απαραίτητη οργανωτική διαφοροποίηση. Αυτή αφορά στην
οργάνωση της τάξης, των υλικών, τους εναλλακτικούς τρόπους διδασκαλίας και
αξιολόγησης (Κουτσελίνη, 2006).
ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΜΑΘΗΣΗ
Ορισμός
Η Διερευνητική μάθηση παραπέμπει σε εναλλακτικές προσεγγίσεις μάθησης, οι
οποίες ξεκινούν με ευρύτερου ενδιαφέροντος ερωτήματα και προχωρούν, με τα
εννοιολογικά και μεθοδολογικά εργαλεία που παρέχει στους μαθητές το
Πρόγραμμα Σπουδών, στη διερευνητική μελέτη των διαθέσιμων δεδομένων,
προκειμένου να δώσουν τεκμηριωμένες απαντήσεις στα ερωτήματα που τέθηκαν.
Στη συνέχεια, με βάση τη νέα γνώση, προτείνονται λύσεις σε προβλήματα και
λαμβάνονται αποφάσεις για πολύπλοκα ζητήματα.
Οι μαθητές αποκτούν βαθιά γνώση σε επίπεδο λειτουργικής κατανόησης
(Ματσαγγούρας, 2001) για τα θέματα που μελετούν, ενώ, ταυτόχρονα με τη
συστηματική εμπλοκή τους σε τέτοιες διαδικασίες, αναπτύσσουν στάσεις και
γνωστικο-μεθοδολογικές ικανότητες διερεύνησης θεμάτων και διαχείρισης
αβέβαιων και συγκρουσιακών καταστάσεων (Joyce, Weil & Calhoun, 2008). Η
διασφάλιση της γνώσης και της κατανόησης και η ανάπτυξη στάσεων και
ικανοτήτων διερεύνησης θεμάτων και διαχείρισης αβέβαιων και συγκρουσιακών
[410]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[411]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΑΥΤΕΝΕΡΓΕΙΑ
Ορισμός
Αυτενέργεια είναι η ενέργεια του ανθρώπου που βασίζεται στη θέλησή του, η οποία
ενεργοποιεί τις ψυχοσωματικές του δυνάμεις. Κατά την αυτενέργεια επιδιώκεται η
ελεύθερη τοποθέτηση σκοπών διδασκαλίας, η αυτόβουλη εκλογή μέσων και
σχεδιασμού εργασίας και η ενεργοποίηση των ψυχοσωματικών δυνάμεων του
μαθητή µε δική του βούληση για να επιτευχθεί ο διδακτικός σκοπός (∆ερβίσης,
1998). Η αυτενέργεια ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα της ψυχολογίας που
θεωρεί το παιδί ως µία ενεργητική ύπαρξη που μαθαίνει ενεργοποιώντας τις
εσωτερικές του δυνάμεις (∆εληκωνσταντής, 1990).
Κριτήριο της αυτενέργειας, κατά τον Kerschensteiner, αποτελεί όχι µόνο η
κινητικότητα και δραστηριότητα του ατόμου αλλά κυρίως το κατά πόσο αυτές
πηγάζουν από το Εγώ του. Η γνήσια αυτενέργεια πηγάζει από το ελεύθερο Εγώ,
αποτελεί έκφραση αυτού του Εγώ και επιδρά μορφωτικά στο Εγώ (Kerschensteiner,
1928). Η αυτενέργεια περιέχει το στοιχείο της παρόρμησης, ενεργοποιεί τις
εσωτερικές δυνάμεις του μαθητή µε αποτέλεσμα να κατανοηθεί η νέα γνώση στην
καθαρότερή της μορφή. Είναι πρωτίστως, για τον Kerschensteiner, αυτενεργός
σκέψη.
Ο εκπαιδευτικός οφείλει µε τις ενέργειές του να βοηθά το παιδί στην απόκτηση
αυτενεργού σκέψης και δράσης, ώστε αυτό να αναπτύξει τις ικανότητές του και να
αυτονομηθεί. Κατά τον Gaudig (1924) ο παιδαγωγός πρέπει να πάψει να είναι το
κέντρο της σχολικής ζωής, αλλά να βοηθά τις αναπτυσσόμενες προσωπικότητες να
γνωρίσουν τον εαυτό τους.
Η αυτενέργεια δεν είναι µόνο η ενέργεια του χεριού, αλλά κυρίως η ελεύθερη
ενέργεια του πνεύματος. Για την επίτευξη της ελεύθερης ενέργειας του πνεύματος
πρέπει ο εκπαιδευτικός να τροποποιήσει τον τρόπο διδασκαλίας, να περιορίσει τις
ερωτήσεις του, να δώσει χώρο και χρόνο στον μαθητή για να ενισχύσει την
ενεργητικότητα και την κινητικότητα του πνεύματός του. Το μανθάνειν δια του
πράττειν, όπως αναφέρει ο Dewey (1924).
Κινητική ονομάζουμε την αυτενέργεια, όταν εκδηλώνεται με δραστηριότητες που
φαίνονται (γραφή, ιχνογράφηση, σχεδιαγράμματα, κατασκευή αντικειμένων,
συναρμολογήσεις συσκευών, εργαστηριακή εργασία).
Λειτουργική ονομάζουμε την αυτενέργεια, όταν εκδηλώνεται με δραστηριότητες
που δεν φαίνονται, όπως συμβαίνει στη περίπτωση που σκεπτόμαστε για να
λύσουμε ένα πρόβλημα, μια άσκηση κλπ.
[412]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Είδη αυτενέργειας
Καθοδηγούμενη. Υπάρχει καθοδηγούμενη αυτενέργεια όταν το ερέθισμα για
αυτενέργεια δημιουργείται από τον διδάσκοντα, ο οποίος κατευθύνει , συντονίζει
και προγραμματίζει τις ενέργειες των μαθητών. Η καθοδηγούμενη αυτενέργεια
επιτυγχάνει τα εξής:
-Διεγείρει κατάλληλα την εσωτερική διάθεση του μαθητή για μάθηση.
-Προλαμβάνει τη σπατάλη ενέργειας των μαθητών με το προγραμματισμό και
συντονισμό των ενεργειών τους
-Κατευθύνει τους μαθητές για τη χρήση μέσων (εποπτικών, απεικονίσεων,
επαναλήψεων κ.α.) που εμπεδώνουν καλύτερα τις γνώσεις.
Αυτόνομη. Υπάρχει αυτόνομη αυτενέργεια όταν οι μαθητές θέτουν το σκοπό,
υποδεικνύουν το θέμα κλπ. Αυτό απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Είναι ενδεχόμενο να
υπάρξει εκτροπή της αυτενέργειας. Γι’ αυτό η εφαρμογή της αυτόνομης
αυτενέργειας προϋποθέτει ορθή χρήση της καθοδηγούμενης και αρίστη οργάνωση
της σχολικής ζωής.
ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Σχεδιασμός και προγραμματισμός ενός σεναρίου διδασκαλίας (μικροεπίπεδο
σχολικής τάξης) στο μάθημα της Ηλεκτροτεχνίας με χρήση του λογισμικού TinaPro
και αναζήτηση των σημείων συνάντησης της διαφοροποίησης, της διερευνητικής
μάθησης και της αυτενέργειας.
Διδακτικη ενότητα: Συνδεσμολογία αντιστάσεων
Διάρκεια:3 ώρες
Σκοπός:
Η σχεδίαση απλών και συνθέτων κυκλωμάτων από τους μαθητές αξιοποιώντας τις
δυνατότητες ομαδικής σχεδίασης του TinaPro .
Η προσομοίωση κυκλωμάτων που έχουν δημιουργηθεί ομαδικά.
Η άσκηση των μαθητών στην αυτενέργεια, την διερεύνηση όπως και στη συλλογική
εργασία,
[413]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Στόχοι
Ο μαθητής συνεργαζόμενος με συμμαθητές του:
Θα σχεδιάζει απλά και σύνθετα κυκλώματα.
Θα δημιουργεί σχεδιαστικές οντότητες (blocks) κυκλώματος.
Θα σχεδιάζει τμήμα κυκλώματος σε σχεδιαστική οντότητα (block).
Θα δημιουργεί σχηματικό κύκλωμα με χρήση των σχεδιαστικών οντοτήτων (blocks).
Θα προσομοιώνει κυκλώματα που έχουν δημιουργηθεί ομαδικά και θα υπολογίζει
τις αντιστάσεις τους.
Εκπαιδευτικοί Πόροι
Η διδασκαλία θα πραγματοποιηθεί σε κατάλληλα εξοπλισμένο εργαστήριο Η/Υ με
βιντεοπροβολέα.
Το εργαστήριο θα υποστηρίζεται και από ένα τοπικό δίκτυο LAN, ώστε να μπορούν
οι χρήστες να επικοινωνούν μεταξύ τους και να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικό υλικό.
Για τη διδασκαλία θα χρησιμοποιηθεί το λογισμικό TinaPro.
Ρόλος των μαθητών
Οι εκπαιδευόμενοι χωρίζονται σε ομάδες των τριών ατόμων. Εκτός από τις ειδικές
αρμοδιότητές τους στα πλαίσια της ομάδας, κάθε εκπαιδευόμενος δημιουργεί
σχηματικό κύκλωμα με χρήση σχεδιαστικών οντοτήτων (blocks) και αναλαμβάνει να
σχεδιάσει ένα τμήμα του κυκλώματος αντιστάσεων με χρήση του λογισμικού
TinaPro, ύστερα από συνεννόηση με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας. Επίσης, κάθε
εκπαιδευόμενος υπολογίζει την επί μέρους και τη συνολική αντίσταση του
κυκλώματος των αντιστάσεων. Ο μαθητής καλείται να ασκηθεί κατά κύριο λόγο σε
κινητική αυτενέργεια (σχεδίαση) και σε μικρότερο βαθμό σε λειτουργική κύρια στο
σκέλος της προσομοίωσης κυκλωμάτων. Ο κάθε μαθητής θα δράσει ως ερευνητής
συνεργαζόμενος με τους συμμαθητές του.
Ρόλος ομάδας μαθητών
Κάθε ομάδα αναλαμβάνει να σχεδιάσει ομαδικά ένα κύκλωμα αντιστάσεων και να
υπολογίσει τη συνολική αντίσταση του κυκλώματος.
Οι μαθητές μιας ομάδας πρέπει να ασκηθούν στη κατεύθυνση της συνεργασίας και
της συνοχής της ομάδας αλλά και των ομάδων μεταξύ τους
Ρόλος μελών κάθε ομάδας
Οι εκπαιδευόμενοι που αποτελούν μία ομάδα αναλαμβάνουν ρόλους σχετικούς με
τη μαθησιακή ετοιμότητα του καθενός. Αυτοί προκύπτουν και από το βαθμό
συνεργασίας των μαθητών μεταξύ τους.
Εκπαιδευόμενος Α:
Είναι ο εκπαιδευόμενος που έχει τη μεγαλύτερη ευχέρεια στο χειρισμό του TinaPro.
Αναλαμβάνει να δημιουργήσει τα blocks που θα χρησιμοποιηθούν στο κύκλωμα
των αντιστάσεων.
Χρησιμοποιώντας τα blocks δημιουργεί το σχηματικό κύκλωμα και αποθηκεύει τρία
αντίγραφα του αρχείου στον κοινόχρηστο αποθηκευτικό χώρο της ομάδας. Για την
πραγματοποίηση των ενεργειών του συνεργάζεται με τα υπόλοιπα μέλη της
ομάδας, ανταλλάσσει απόψεις και ανακοινώνει τις αποφάσεις του. Επίσης,
[414]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[415]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[416]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αξιολόγηση:
Οι μαθητές θα αξιολογηθούν με τη μέθοδο του portfolio. Ο εκπαιδευτικός θα
ελέγξει τα αρχεία κυκλώματος που έχει αποθηκεύσει ο κάθε μαθητής στον
κοινόχρηστο αποθηκευτικό χώρο. Ο εκπαιδευτικός θα ελέγξει τα κυκλώματα ως
προς την πληρότητα και την ορθότητά τους και θα δώσει γραπτή ανατροφοδότηση
στους εκπαιδευόμενους εισάγοντας στοιχεία κειμένου επάνω στο σχέδιο του
κυκλώματος. Οι μαθητές λαμβάνοντας υπόψη την ανατροφοδότηση του
εκπαιδευτή μπορούν οποιαδήποτε στιγμή να πραγματοποιήσουν τις απαιτούμενες
διορθώσεις στα κυκλώματα. Επίσης η αξιολόγηση θα στηριχθεί και στη παρατήρηση
του εκπαιδευτικού αλλά και στις απόψεις των μαθητών σε σχέση με το βαθμό
συνεργασίας των μαθητών μεταξύ τους και τη πορεία που ακολουθήθηκε και όχι
μόνο στο τελικό αποτέλεσμα
Η αξιολόγηση όπως έχει καταγραφεί εμπεριέχει διαφοροποίηση (και ως προς τους
στόχους) και χαρακτηριστικά διερευνητικής μάθησης και αυτενέργειας των
μαθητών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Χαρακτηριστικά της διαφοροποίησης: Διαφοροποιούνται στόχοι μαθήματος,
μέθοδοι διδασκαλίας, εποπτικό υλικό, δραστηριότητες, περιεχόμενο διδασκαλίας,
ρυθμός μάθησης, η αξιολόγηση των μαθητών, το μαθησιακό περιβάλλον
Χαρακτηριστικά διερευνητικής μάθησης: Ανάπτυξη στάσεων και γνωστικο-
μεθοδολογικών ικανοτήτων διερεύνησης θεμάτων και διαχείρισης αβέβαιων και
συγκρουσιακών καταστάσεων. Ο εκπαιδευτικός διδάσκει, παρωθεί και εμψυχώνει.
Χαρακτηριστικά αυτενέργειας: αυτονομία ενεργειών, υποκειμενικότητα, έκφραση
των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του μαθητή, αντικειμενικότητα, υποβοήθηση του
μαθητή στη προσαρμογή του στο αντικειμενικό πνεύμα της κοινότητας, στην οποία
ανήκει.
Ο κατάλληλος σχεδιασμός και προγραμματισμός ενός σεναρίου διδασκαλίας
(μικροεπίπεδο σχολικής τάξης) στο μάθημα της Ηλεκτροτεχνίας με χρήση του
λογισμικού TinaPro παρέχει τη δυνατότητα να συναντηθούν χαρακτηριστικά της
διαφοροποίησης, της διερευνητικής μάθησης, και της αυτενέργειας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ξενόγλωσση
Bearne, E. (Ed.). (1996). Differentiation and diversity in the primary school. London:
Routledge
Brooks, J.G. Brooks, M.G. (2001). In research of understanding: the case for
constructivism classroom. Upper Saddle River, NJ: Merril Prentice Hall.
[417]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[418]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παλάζη B. Χρυσάνθη
Φιλόλογος, ΜΔΕ Φιλοσοφικής Σχολής,Δρ. Παιδαγωγικής
palazi@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
H μελέτη διερευνά τις αλλαγές στις αντιλήψεις και απόψεις μαθητών και μαθητριών
όταν στην εκπαιδευτική διαδικασία και συγκεκριμένα στη διδασκαλία του
μαθήματος της Ιστορίας, αξιοποιούνται οι Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές και οι
Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (ΤΠΕ). Στη διάρκεια της έρευνας
υλοποιήθηκαν διδακτικές παρεμβάσεις στο μάθημα της Ιστορίας, με χρήση φύλλων
εργασίας, εκπαιδευτικού λογισμικού, διαδραστικού πίνακα και διδακτικού υλικού
από το διαδίκτυο. Στην έρευνα χρησιμοποιήθηκαν δύο τμήματα ως ομάδες
παρέμβασης και ένα τμήμα ως ομάδα ελέγχου. Η μεθοδολογία της έρευνας
στηρίχθηκε σε δεδομένα τόσο ποσοτικά (ανώνυμα δομημένα ερωτηματολόγια στην
έναρξη και στη λήξη της έρευνας) όσο και ποιοτικά (ομαδικές αναλυτικές συζητήσεις
εστίασης και χρήση ημερολογίου παρατήρησης).
Εισαγωγή - Προβληματική
Η εισήγηση αφορά στην παρουσίαση των συμπερασμάτων της έρευνας δράσης, η
οποία εκπονήθηκε στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής με θέμα: «Φύλο και
Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας: Η περίπτωση των Φιλολογικών
Μαθημάτων», στο Τμήμα Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ. Στόχος της έρευνας
είναι η διερεύνηση των πιθανών αλλαγών των αντιλήψεων και των απόψεων
μαθητών και μαθητριών, αναφορικά με τη χρήση των Τεχνολογιών της
Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) και το μάθημα της Ιστορίας μετά την
υλοποίηση διδακτικών παρεμβάσεων με αξιοποίηση των ΤΠΕ. Η διδακτική
διαδικασία υλοποιήθηκε με τη χρήση εκπαιδευτικού λογισμικού, σεναρίων
μαθημάτων και φύλλων εργασίας που βασίστηκαν σε ψηφιακό υλικό από το
διαδίκτυο.
Η απόφαση για τη διερεύνηση απαντήσεων στα ερευνητικά ερωτήματα μέσω της
υλοποίησης μιας εκπαιδευτικής έρευνας δράσης, συνυπολόγισε τόσο τα θετικά όσο
και τα αρνητικά σημεία της μεθοδολογίας του εγχειρήματος. Η κριτική που έχει
ασκηθεί στην έρευνα δράσης ξεκινά με τον Hodgkinson στα 1988, που επισημαίνει
ότι η έρευνα δράσης προσφέρει αμφιλεγόμενη γνώση, βρίσκεται δηλ. μεταξύ
θεωρίας και πράξης. Το κυριότερο αρνητικό σημείο κατά τον Hodgkinson είναι ότι
«τα συμπεράσματα της δεν ισχύουν έξω από το πλαίσιο στο οποίο
πραγματοποιείται και συνεπώς δεν είναι έγκυρη μέθοδος, καθώς δεν οδηγεί στη
γενίκευση των συμπερασμάτων που προσφέρει και στην παραγωγή θεωρίας».
Σύμφωνα με την παραδοσιακή προσέγγιση, σκοπός της εκπαιδευτικής έρευνας
είναι ο έλεγχος κάποιων υποθέσεων και η εξαγωγή γενικεύσιμων συμπερασμάτων,
[419]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[420]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[421]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[422]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εργαλείο, κατέχουν περισσότερες ικανότητες στη χρήση και επίσης πιο θετικά
συναισθήματα αναφορικά με τους Η/Υ.
Βάσει επίσης και άλλων ερευνών (American Association of University Women 2000
& 2002; Barker & Aspray, 2006; Kay, 2006) η έλλειψη της αυτοπεποίθησης των
κοριτσιών οφείλεται στο γεγονός ότι η πλειοψηφία των ηλεκτρονικών παιχνιδιών
έχουν σχεδιαστεί για τα αγόρια και για αυτό το λόγο προωθούν την ήδη αυξημένη
αυτοπεποίθησή τους.
Συμπεράσματα
Αξιοποιώντας επομένως τα δεδομένα της συγκεκριμένης έρευνας, θα μπορούσε
επιπρόσθετα ακόμη να διερευνηθεί ο ρόλος της κοινωνικής υποστήριξης των
μαθητών/-τριών, αναφορικά με την ενασχόλησή τους με τους Η/Υ μέσω των γονιών
και των συνομιλήκων σε θέματα έμφυλου ψηφιακού χάσματος. Έρευνες με
μαθητές/-τριες Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Shashaani,
1994a/1994b) έδειξαν ότι η γονεϊκή υποστήριξη συνδέεται στενά με τις αντιλήψεις
των μαθητών/-τριών και τους Η/Υ. Ωστόσο τα κορίτσια λαμβάνουν λιγότερη
υποστήριξη για εκμάθηση Η/Υ από τους γονείς τους (Janssen Reinen & Plomp, 1997)
και τους συνομιλήκους τους (Busch, 1995) συγκριτικά με τα αγόρια (Vekiri &
Chronaki, 2008).
Οι έρευνες στη θεματική περιοχή του έμφυλου χάσματος αναφορικά με τις ΤΠΕ
έχουν επικεντρωθεί στο πως τα τεχνολογικά εργαλεία χρησιμοποιούνται
προκειμένου να ολοκληρώσουν διάφορες δραστηριότητες ή πως η κοινότητα των
χρηστών επηρεάζει αυτό το εργαλείο ή πως η χρήση του εργαλείου σχετίζεται με
την εξατομικευμένη κατασκευή του «εαυτού». Απομένει να γίνουν περαιτέρω
έρευνες και μάλιστα μεγάλης χρονικής διάρκειας και τοπικής εμβέλειας, σε θέματα
εκπαιδευτικών εφαρμογών που αξιοποιούν τα εργαλεία των ΤΠΕ για συγκεκριμένες
εφαρμογές στο σχολικό περιβάλλον και στη διδασκαλία διαφόρων μαθημάτων.
Στόχος τέτοιων ερευνών θα είναι η προσπάθεια να οριοθετηθεί το πώς αγόρια και
κορίτσια εξατομικεύουν και νοηματοδοτούν αυτά τα εργαλεία, ανάλογα με τα
ενδιαφέροντα και τις ανάγκες τους.
Ως γενικό συμπέρασμα οι μελλοντικές έρευνες πρέπει να λάβουν υπόψη τους τη
διαφορά που παρατηρείται ανάμεσα στη δομή και την υλοποίηση των ψηφιακών
πρακτικών που εμπλέκουν το αρσενικό και το θηλυκό φύλο. Οι προσεχείς έρευνες
πρέπει να στραφούν στις ψηφιακές πρακτικές αγοριών και κοριτσιών, πάντοτε με
την επιφύλαξη ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένες και μονοδιάστατες απαντήσεις στα
έμφυλα ζητήματα (Koutsoyiannis & Adampa, 2012).
Βιβλιογραφία
Δεληγιάννη-Κουϊμτζή, Β. (1994). “Για ποια αντικειμενικότητα; Μερικές σκέψεις
πάνω στη φεμινιστική κριτική για την έρευνα των κοινωνικών επιστημών” στο
Β. Δεληγιάννη και Σ. Ζιώγου (επιμ.) Εκπαίδευση και Φύλο. Θεσσαλονίκη:
εκδόσεις Βάνιας.
[423]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κοσμίδου Χρ. (1989), “Ενεργός έρευνα: για μια γνήσια απελευθερωτική παιδεία”,
Σύγχρονη Εκπαίδευση, 48, 22-23.
Παμπούρη Α. (1997), Η “έρευνα δράσης” ως μέθοδος επιμόρφωσης των
εκπαιδευτικών, Μεταπτυχιακή εργασία τομέας Παιδαγωγικής, τμήμα
Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής, Α.Π.Θ.
Σολoμωνίδου Χ. (1998). Κορίτσια, Φυσικές Επιστήμες και Νέες Τεχνολογίες –
Προβλήματα, αλλά και Προκλήσεις για το Μέλλον, στο: Εκπαίδευση και Φύλο,
Νέες Τεχνολογίες, Πρακτικά Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη: Γενική Γραμματεία
Ισότητας, ΚΕΘΙ, σσ. 169-179.
Σολομωνίδου, Χ. (20075). Σύγχρονη εκπαιδευτική τεχνολογία: Υπολογιστές και
μάθηση στην κοινωνία της γνώσης. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Κώδικας.
Φραγκουλίδου, Φ. (2006). Έφηβοι και διαδίκτυο. Επίδραση του Διαδικτύου στους
έφηβους χρήστες. Διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ. Σχολή Φιλοσοφίας-
Παιδαγωγικής, Τομέας Παιδαγωγικής, Θεσσαλονίκη.
American Association of University Women Educational Foundation Commission on
Technology, Gender and Teacher Education. 2000. Tech-savvy: educating girls
in the new computer age. Washington, DC: American Association of University
Women Educational Foundation, Προσπελάστηκε 1/12/2013, από
τηνιστοσελίδα:http://www.aauw.org/member_center/publications/TechSavvy
/TechSavvy.pdf
Atkin, J.M. (1993). Developments in the philosophy / sociology of science and action
research.EducationalActionResearch, 1(1), 187-188.
Barker, L. J., &Aspray, W. (2006).The state of research on girls and IT. In J. M.
Cohoon& W. Aspray (Eds.), Women and information technology, pp. 3-
54.Cambridge, MA: The MIT Press.
Busch, T. (1995). Gender differences in self-efficacy and attitudes towards
computers. Journal of Educational Computing Research, 12(2), pp. 147–158.
Chen, M. (1985). Gender and computers: the beneficial effects of experience on
attitudes. Paper presented at the 1985 Conference on Computers and
Children, Ann Arbor, Michigan.
Cohen, L. &Manion, L. (1997). Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας. Αθήνα:
Μεταίχμιο.
Corey, S.M. (1988). Action research, fundamental research and educational Practices
στο S. Kemmis & R. Mc Taggart (19883), The Action Research Reader. Deakin:
DeakinUniversity Press.
Durndell, A., P. Glissov, and G. Siann. (1995). Gender and computing: persisting
differences. Educational Research 37, no. 3, pp. 219–27.
Hodgkinson, H.L. (19883). Action research: a critique. Στο S. Kemmis& R. McTaggart,
The Action Research Reader. Deakin.Deakin University Press, pp.75-77.
Janssen Reinen, I. J., &Plomp, T. (1997). Information technology and gender equality:
A contradiction in terminis? Computers and Education, 28(2), 65–78.
[424]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[425]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παναγάκος Ιωάννης
Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης
ipanagakos@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στο σύγχρονο σχολείο και μάλιστα σε ορισμένες περιοχές η παρουσία των Ρομά
μαθητών είναι έντονη. Συχνά οι μαθητές αυτοί συναντούν δυσκολίες ως προς την
ένταξη και τη συνεπή φοίτησή τους στο σχολείο. Επίσης δυσκολεύονται στην
εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας καθώς αυτή δεν συμπίπτει με τη μητρική τους
γλώσσα.
Στην παρούσα εργασία αρχικά εκθέτουμε την προβληματική κατάσταση που αφορά
τη δυσκολία ένταξης και εκπαίδευσης των μαθητών Ρομά στο Δημοτικό Σχολείο.
Στη συνέχεια της εργασίας μας παρουσιάζουμε τα αποτελέσματα από την μέχρι
τώρα εφαρμογή του Προγράμματος «Εκπαίδευση των παιδιών Ρομά» το οποίο
υλοποιείται στην περιοχή της Αγίας Βαρβάρας από το Κέντρο Διαπολιτισμικής
Αγωγής (ΚΕΔΑ) του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στο τέλος περιγράφουμε αναλυτικά: (α) διδακτικές προτάσεις για τους
εκπαιδευτικούς των Τμημάτων Ενίσχυσης οι οποίες αφορούν θέματα διδακτικής
μεθοδολογίας, πρωτοβουλιών και συνεργασιών που θα πρέπει να αναπτύξουν και
(β)γενικότερες προτάσεις για την υποστήριξη των μαθητών Ρομά που αφορούν τους
εκπαιδευτικούς αλλά και τους γονείς.
Οι δυσκολίες ένταξης και εκπαίδευσης των μαθητών Ρομά στο Δημοτικό Σχολείο
Οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών έχουν εντείνει το
στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας στις κοινωνίες των χωρών της Ευρώπης καθώς
και στη χώρα μας. Έτσι είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε και να
παραδεχτούμε την πολυπολιτισμική πραγματικότητα στην οποία ζούμε.
Στις σύγχρονες κοινωνίες οι διαφορές στη γλώσσα, στη θρησκεία, στην κουλτούρα
θα πρέπει να αποτελούν πηγές κοινών δεσμών και αλληλοκατανόησης και όχι
αφετηρία ανάπτυξης κοινωνικών διακρίσεων και αποκλεισμών.
Σε μια πλουραλιστική δημοκρατική κοινωνία όλα τα μέλη της ανεξαρτήτως
ταυτότητας μπορούν να επηρεάζουν και να επηρεάζονται σε μια συνεχή διαδικασία
αλληλεπίδρασης. Ταυτόχρονα, όμως, έχουν την υποχρέωση να λειτουργούν στα
πλαίσια των νομικών και θεσμικών δομών της χώρας στην οποία ζουν. Το κράτος
οφείλει να διασφαλίζει σε όλα τα μέλη των ομάδων ίση μεταχείριση και προστασία
και να παρέχει ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση.
Το δικαίωμα στην εκπαίδευση με την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών αποτελεί κύριο
αίτημα για την ομαλή ένταξη των διαφόρων πολιτισμικών ομάδων στην κοινωνική
ζωή. Για το λόγο αυτό η κοινωνική και η οικονομική προσαρμογή των Ρομά περνά
μέσα από την εκπαίδευση, μια εκπαίδευση που θα σέβεται την ιδιαιτερότητά τους
[426]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
και θα εκτιμά τις ανάγκες τους. Όμως οι Ρομά παρουσιάζουν δυσκολίες, τόσο ως
προς την ένταξή τους στο σχολείο όσο και ως προς την εκμάθηση της ελληνικής
γλώσσας.
Η μητρική γλώσσα των Ρομά δεν συμπίπτει με τη σχολική γλώσσα. Το εκπαιδευτικό
μας σύστημα εισάγει την ελληνική γλώσσα ως μητρική γλώσσα και τη χρησιμοποιεί
σαν μέσο επικοινωνίας και διδασκαλίας στο σχολείο. Οι μαθητές αυτοί δεν
ανταποκρίνονται στη λειτουργικότητά της με τον ίδιο τρόπο όπως το σύνολο των
μαθητών. Γι’ αυτό η συνηθισμένη γλωσσική κατάσταση των παιδιών Ρομά είναι η
κατάσταση της ημιμάθειας σε δύο γλώσσες (Βασιλειάδου, κ.ά., 1988).
Με την είσοδό του στο σχολείο το παιδί Ρομά πρέπει να μεταφράσει και άρα να
μετατρέψει, σύμφωνα με τον Bernstein (1971), τη δική του γλώσσα στη γλώσσα που
απαιτεί η εκπαίδευση και άρα να μεταβάλλει το βασικό σύστημα αντίληψής του.
Μπαίνει λοιπόν στη διαδικασία εκμάθησης της ελληνικής, ως δεύτερης γλώσσας η
οποία δεν είναι η μητρική του και την οποία διδάσκουν εκπαιδευτικοί που όμως δεν
γνωρίζουν τα στοιχεία τη δομής της γλώσσας των Ρομά. Οι εκπαιδευτικοί συχνά
δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη δομή της σκέψης των Ρομά μαθητών, να
καταλάβουν τη σύγκρουση μεταξύ των δύο γλωσσών και τους τύπους των λαθών
που κάνουν τα παιδιά ως αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης.
Οι Ρομά γονείς φροντίζουν να μάθουν τα παιδιά τους ελληνικά, όμως εκ των
πραγμάτων αφού στο σπίτι ομιλείται πάντα η ρομανί, οι μαθητές συναντούν
μεγάλες δυσκολίες στην εκμάθηση της προφορικής και της γραπτής έκφρασης της
ελληνικής γλώσσας. Έτσι παρατηρούνται προτάσεις ελλιπείς, λανθασμένη χρήση
των άρθρων, φτωχό λεξιλόγιο. Η δυσκολία και τα λάθη στη γλώσσα καθώς και η
περιορισμένη γλωσσική ικανότητά τους θα έχουν αναμφισβήτητα συνέπειες και στη
σχολική τους επίδοση.
Εξ αιτίας της δυσκολίας στην έκφραση πολλές φορές τα παιδιά Ρομά δεν τολμούν
να ρωτήσουν ή να ζητήσουν κάποια διευκρίνιση από το δάσκαλο σε ότι αφορά μια
διδακτική ενότητα και τούτο γιατί φοβούνται ότι οι συμμαθητές τους θα γελάσουν
σε βάρος τους. Μπορεί λοιπόν να μην παίρνουν μέρος στη μαθησιακή διαδικασία,
να είναι απόντες από τη σχολική τάξη αν και η φυσική τους παρουσία είναι μέσα σ’
αυτή.
Επίσης, επειδή οι μαθητές αυτοί προέρχονται από διαφορετικό πολιτισμικό
περιβάλλον ή από τα μη προνομιούχα στρώματα δυσκολεύονται ακόμη
περισσότερο να μάθουν τη γλώσσα του σχολείου. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι η
διαδικασία της γλωσσικής διδασκαλίας για τους μαθητές αυτούς χαρακτηρίζεται
από ασυνέχεια και σύγκρουση οι οποίες δυσκολεύουν τη χρήση της ελληνικής
γλώσσας και εμποδίζουν τη διεύρυνση της επικοινωνιακής ικανότητάς τους.
Οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται στο γραπτό λόγο, καθώς η γραπτή γνώση της
γλώσσας δεν είναι απλή μεταγραφή της προφορικής αφού η εκμάθησή της απαιτεί
μια πολύπλοκη διαδικασία. Όπως προαναφέραμε, οι μαθητές δεν φτάνουν στο
σχολείο βουβοί, αλλά αντίθετα είναι γνώστες της μητρικής τους γλώσσας. Έτσι στην
[427]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
πρώτη τάξη του δημοτικού, οι Ρομά έχουν να αντιμετωπίσουν όχι μόνον την
εκμάθηση της προφορικής γλώσσας αλλά κυρίως τη γραπτή έκφρασή της.
Η υποχρέωση των μαθητών αυτών να μάθουν τη γραπτή μορφή μιας άλλης
γλώσσας από τη μητρική τους, είναι το κύριο αίτιο της αργοπορίας τους στην
εκμάθηση της γραφής και της ανάγνωσης. Αποτέλεσμα της παραπάνω
πραγματικότητας και παρά τις έντονες προσπάθειες που καταβάλλουν οι Ρομά
μαθητές, συχνά οι δυνατότητές τους για σχολική επιτυχία περιορίζονται.
Από την άλλη το είδος των μαθημάτων που διδάσκονται στο σχολείο, ο καθορισμός
δηλαδή των σχολικών περιοχών δεν είναι αυτονόητος ούτε ουδέτερος. Πηγάζει από
μια συγκεκριμένη επιστημολογική και κοινωνική παράδοση, αυτής της κυρίαρχης
ομάδας ή των κυρίαρχων ομάδων (Βασιλειάδου & Παυλή – Κορρέ, 1996).
Στο αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου δεν υπάρχουν στοιχεία για την κουλτούρα,
τον πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα των Ρομά. Λείπουν οι αναφορές στα
χαρακτηριστικά, τις εμπειρίες, την ιστορία της ομάδας αυτής καθώς και στην
προσφορά της στην ελληνική κοινωνία, στην οικονομική και πολιτιστική ζωή του
τόπου μας. Μέσα στη σχολική τάξη τα Τσιγγανόπουλα υφίστανται μια διαδικασία
ανα-κοινωνικοποίησης, μια εισβολή διαφορετικών πολιτισμικών αξιών, βιώνοντας
έτσι την αντίθεση σχολείου οικογένειας.
Ακόμη τα ίδια τα διδακτικά υλικά μπορεί να μην είναι γνώριμα και οικεία για τα
περισσότερα Τσιγγανόπουλα. Πράγματι πόσο εξοικειωμένα είναι με τη χρήση του
σχολικού και εξωσχολικού βιβλίου; Η έλλειψη, λοιπόν, ενδιαφέροντος ή και η
αρνητική αντίδραση των Ρομά μαθητών είναι φυσική συνέπεια που όμως επηρεάζει
σημαντικά τη σχολική τους επίδοση.
[428]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Από την ΔΡΑΣΗ 2 που αφορά τις «Ενδοσχολικές παρεμβάσεις για τη σχολική ένταξη
και την υποστήριξη της τακτικής φοίτησης των Ρομά μαθητών», στην περιοχή της
Αγίας Βαρβάρας προέκυψαν τα παρακάτω:
Από την έναρξη του προγράμματος - την άνοιξη του 2010 - μέχρι και σήμερα η
λειτουργία των Ενισχυτικών Τμημάτων (δηλ. τάξεων υποδοχής και
φροντιστηριακών τμημάτων) σε σχολεία της Αγίας Βαρβάρας, με
εκπαιδευτικούς των σχολείων αλλά και με εκπαιδευτικούς του προγράμματος,
έδωσε την ευκαιρία σε αρκετούς μαθητές Ρομά που είχαν ανάγκη να
αντιμετωπίσουν θετικά πολλές δυσκολίες κι έτσι να βοηθηθούν σημαντικά.
Η παροχή εξειδικευμένου διδακτικού υλικού από το οποίο οι εκπαιδευτικοί
μπορούν να αντλήσουν ιδέες και να επιλέξουν δραστηριότητες συνέβαλε στο
έργο τους και τους βοήθησε στην επίτευξη των διδακτικών τους στόχων.
Η οργάνωση και η λειτουργία θερινών τμημάτων για την ενίσχυση των μαθητών
και ειδικότερα αυτών της Στ΄ τάξης, συνέβαλε σημαντικά στην προετοιμασία
τους για το Γυμνάσιο και την καλύτερη προσαρμογή τους σ’ αυτό.
Η οργάνωση και η λειτουργία Εργαστηρίου Δημιουργικής Απασχόλησης (ΕΔΑΜ),
μετά τη λήξη του προγράμματος με αντικείμενα και δραστηριότητες όπως είναι
οι νέες τεχνολογίες, η θεατρική αγωγή, η μουσική, πραγματικά ενθουσίασε τους
Ρομά μαθητές και τους έκανε να αγκαλιάσουν το εργαστήριο αυτό και κατ’
επέκταση το σχολείο. Αυτό αποδεικνύεται από ομολογίες των ίδιων των παιδιών
αλλά και των γονέων τους.
Η βοήθεια των διαμεσολαβητών μεταξύ σχολείου και οικογένειας είχε ως
αποτέλεσμα να δημιουργηθούν γέφυρες επικοινωνίας οι οποίες οδήγησαν στην
ενδυνάμωση της υποχρεωτικής και τακτικής φοίτησης. Στον τομέα αυτό θα
πρέπει να αναγνωρίσουμε και το έργο το οποίο γίνεται από το Δήμο της Αγίας
Βαρβάρας.
Από τη ΔΡΑΣΗ 4 που αφορά την «Επιμορφωτική υποστήριξη των εκπαιδευτικών»
σημειώνουμε τα παρακάτω:
Είναι γνωστό ότι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών αποτελεί βασική προϋπόθεση
για την αρτιότερη διδασκαλία καθώς και για την ομαλή σχολική και κοινωνική
ένταξη όλων των μαθητών. Για το λόγο αυτό το πρόγραμμα οργάνωσε ενδοσχολικές
αλλά και διασχολικές επιμορφώσεις για τους εκπαιδευτικούς με θέματα όπως:
Εφαρμογές διδακτικού υλικού
Διαπολιτισμικές δραστηριότητες
Διαφοροποιημένη διδασκαλία
Αναστοχαστικός δάσκαλος
Καλές πρακτικές διδασκαλίας
Η σχολική βία
Εκπαιδευτικός ρατσισμός
Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία
Portfolio
[429]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[430]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[431]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Αζίζι-Καλαντζή, Α., Ζώνιου-Σιδέρη, Α. & Βλάχου, Α. (1998). Προκαταλήψεις και
Στερεότυπα - Δημιουργία και Αντιμετώπιση. Αθήνα: ΥΠΕΠΘ -
ΓενικήΓραμματείαΛαϊκήςΕπιμόρφωσης.
Banks, J. (2008). An Introduction to Multicultural Education. Boston: Allyn and Bacon.
Βασιλειάδου, Μ. &Παυλή-ΚορρέΜ. (1996). Η Εκπαίδευση των Τσιγγάνων στην
Ελλάδα. Αθήνα: ΥΠΕΠΘ - Γενική Γραμματεία Λαϊκής Επιμόρφωσης.
Βασιλειάδου, Μ., κ.ά. (1988). Μελέτη για την Αντιμετώπιση των Εκπαιδευτικών
Προβλημάτων των Τσιγγάνων. Αθήνα: Γενική Γραμματεία Λαϊκής
Επιμόρφωσης.
Bernstein, B. (1971). Class, CodesandControl(Volume 1). London:
Routledge&KeganPaul.
Γκότοβος, Α.Ε. (2002) Εκπαίδευση και Ετερότητα Ζητήματα Διαπολιτισμικής
Παιδαγωγικής.Αθήνα: Μεταίχμιο.
Κασσωτάκης, Μ. & Φλουρής, Γ. (2003). Μάθηση και Διδασκαλία. Τόμος Α: Μάθηση.
Αθήνα.
[432]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[433]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παναγιωτίδου Αναστασία
(M.ed. Phd. St) Σχολική Σύμβουλος Αγγλικής Γλώσσας, Α/θμιας και Β/θμιας
Εκπ/σης Π.Ε Δράμας
panagiotidou@kioulanis.gr
Κιουλάνης Σπυρίδων
(Phd, M.ed, M. Sc) Διευθυντής Β/θμιας Εκπ/σης Π.Ε Δράμας, Καθηγητής –
Σύμβουλος Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου
spiros@kioulanis.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στη παρούσα ανακοίνωση αναδεικνύεται η σημασία του κριτικού στοχασμού στην
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και προτείνονται διδακτικές παρεμβάσεις οι οποίες
μπορούν να εφαρμοστούν στη διά ζώσης αλλά και στη διαδικτυακή “σύγχρονη” και
“ασύγχρονη” διαδικασία της επιμόρφωσης.
Στο πρώτο μέρος της εργασίας αναλύεται η έννοια και η διαδικασία του κριτικού
στοχασμού, ενώ στο δεύτερο μέρος εκτίθενται διδακτικές παρεμβάσεις στις οποίες
ο κριτικός στοχασμός αποτελεί αναπόσπαστο συστατικό στοιχείο της μαθησιακής
διαδικασίας με έμφαση σε ένα νέο αλληλεπιδραστικό μοντέλο διαδικτυακής εξ
αποστάσεως επιμόρφωσης (R.I.Vi.Ps), στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται ο
στοχασμός, μέσω εικονικών συμμετεχόντων (Virtual Participants).
Εισαγωγή
Ένα μαθησιακό περιβάλλον επιμόρφωσης εκπαιδευτικών θα πρέπει να δομείται
γύρω από αυθεντικά προβλήματα που αναφέρονται σε πραγματικές καταστάσεις,
τα μέλη του να εμπλέκονται σε κοινές δραστηριότητες και συζητήσεις, να
ανταλλάσσουν πληροφορίες και να οικοδομούν σχέσεις που θα επιτρέπουν τη
μάθηση στα όρια της συνεργασίας του στοχασμού και της αλληλεπίδρασης
(Wenger, 1998). Στη διαδικασία αυτή ο κριτικός στοχασμός αναφέρεται
αποκλειστικά στην αμφισβήτηση της εγκυρότητας των πρότερων υποθέσεων της
μάθησης, καθώς και στο ζήτημα της αιτιολόγησης των αρχικών συλλογισμών και δε
σχετίζεται τόσο µε το πώς όσο με το γιατί της μάθησης (Mezirow, 1990; Rogers,
1999; Κόκκος, 1999/2005; Keegan, 1996/2001).
[434]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εκπαιδευομένου και την αφήγηση σε άλλους βασικών σημείων της εμπειρίας του,
(β) η προσέγγιση των συναισθημάτων, η οποία έχει δύο διαστάσεις: την αξιοποίηση
των θετικών συναισθημάτων και τον περιορισμό εκείνων που εμποδίζουν τη
μάθηση, και (γ) η επαναξιολόγηση της εμπειρίας η οποία περιέχει τη σύνδεση της
νέας γνώσης με εκείνη που ήδη κατέχει ο εκπαιδευόμενος και την ενσωμάτωση
αυτής της νέας γνώσης στο αντιληπτικό του σύστημα.
Για τον Dewey (1933) o στοχασµός αναφέρεται στην «αξιολόγηση της αιτιολόγησης
των πιστεύω» ενός ατόμου» (σελ.9), δηλαδή, τη διεργασία της λογικής εξέτασης
των συμπερασμάτων µε τα οποία έχουν αιτιολογηθεί οι πεποιθήσεις και τα πιστεύω
του. Η σημαντική διάσταση που δίνει ο Dewey (1933) στον ορισμό του, σύμφωνα με
τον Mezirow (1990), είναι ότι ο στοχασμός είναι ο διανοητικός τρόπος
αντιμετώπισης ενός θέματος, μιας ιδέας ή ενός σκοπού, µε στόχο την κατανόηση ή
την αποδοχή του, ή την τοποθέτησή του στο σωστό πλαίσιο. Ο ορισμός του Dewey,
όπως επισημαίνει ο Κόκκος (2013) περιέχει δύο στοιχεία που του προσδίδουν
πρόσθετη δυναμική (α) το αντικείμενο του κριτικού στοχασμού δεν είναι απλά η
αξιολόγηση της εγκυρότητας των σημερινών ιδεών μας, αλλά και των θεμελίων
επάνω στα οποία αυτές στηρίζονται (β) ο κριτικός στοχασμός περιλαμβάνει τη
διεύρυνση των συνεπειών που τείνει να επιφέρει. Δηλαδή, στοχαζόμενοι
αναρωτιόμαστε για τα αποτελέσματα που ενδεχομένως έχουν οι ιδέες μας και
επεξεργαζόμαστε σχέδια δράσης προκειμένου να επιφέρουμε αλλαγές.
Ο στοχασμός μπορεί να είναι αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης που παίρνει
κάποιος για το πόσο αποτελεσματικά πρέπει να δράσει, ή μπορεί επίσης να
περιλαμβάνει µια εκ των υστέρων επαναξιολόγηση των δεδομένων (Kolb, 1984). Ο
εκ των υστέρων στοχασμός επανεξετάζει την πρότερη μάθηση και εστιάζει σε
παραδοχές αναφορικά µε το περιεχόμενο ενός προβλήματος. Ενδέχεται επίσης να
αναφέρεται στη διεργασία επίλυσης ενός προβλήματος ή στις πρότερες υποθέσεις
πάνω στις οποίες το ίδιο το πρόβλημα έχει τεθεί. Ο στοχασμός πάνω στις πρότερες
υποθέσεις προσδιορίζεται με τον όρο κριτικός στοχασμός (critical reflection)
(Mezirow, 1990).
Ενώ γενικά ο στοχασμός εμπεριέχει στοιχεία κριτικής, ο κριτικός στοχασμός
αναφέρεται αποκλειστικά στην αμφισβήτηση της εγκυρότητας των πρότερων
υποθέσεων της μάθησης, καθώς και στο ζήτημα της αιτιολόγησης των αρχικών
συλλογισμών και δε σχετίζεται τόσο µε το πώς όσο με το γιατί της μάθησης
(Mezirow, 1990).
Ο Habermas (1990, στο Κόκκος, 2013) εκφράζοντας τις γενικότερες αντιλήψεις της
Σχολής της Φρανκφούρτης προσδιόρισε τις προϋποθέσεις του στοχαστικού
διαλόγου με βάση τις πιο κάτω αρχές:
(α) Κάθε άτομο που είναι σε θέση να εκφράζεται και να δρα μπορεί να συμμετέχει
στον στοχαστικό διάλογο.
(β) Όλοι μπορούν να επεξεργάζονται κριτικά κάθε μορφής παραδοχές.
(γ) Όλοι μπορούν να θέτουν στην κρίση του στοχαστικού διάλογου κάθε μορφής
παραδοχές.
[435]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
(δ) Όλοι μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις, τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους.
Συμφώνα με τον Habermas (1990), όσο περισσότερο οι πολίτες μαθαίνουν να
συνδιαλέγονται με αυτό τον τρόπο τόσο εδραιώνεται η χειραφέτηση και η
αυτοδυναμία τους. Και όσο αναπτύσσονται αυτές οι διεργασίες, τόσο αυτοί
ισχυροποιούνται και μπορούν να αντιπαρατίθενται στους μηχανισμούς των
οικονομικών συμφερόντων και της κρατικής γραφειοκρατίας με αποτέλεσμα το
κοινωνικό σύστημα να ανταποκρίνεται περισσότερο στις ανθρωπινές ανάγκες.
Ο Jarvis (1997, 1998, 1999, 2001) υποστηρίζει ότι η διαδικασία της μάθησης ξεκινά
από τη στιγμή που το άτομο έρχεται σε επαφή με κάποια κοινωνική εμπειρία η
οποία προσφέρει τη δυνατότητα μάθησης. Υποστηρίζει μάλιστα ότι όλη μας η ζωή
μπορεί να θεωρηθεί ως ένα συνεχές φαινόμενο μάθησης, το οποίο αναπτύσσεται
σε ένα πολύπλοκο και ποικιλόμορφο κοινωνικό-πολιτιστικό περιβάλλον. Σε κάθε
περίπτωση μάθησης, τα πάντα ξεκινούν από μια κατάσταση σύγκρουσης μεταξύ της
βιογραφίας του κάθε εκπαιδευόμενου με μια νέα εμπειρία. Δηλαδή η επιθυμία για
μάθηση είναι τις περισσότερες φορές αποτέλεσμα μιας αποτυχημένης προσπάθειας
του ατόμου να αντεπεξέλθει σε μία απρόβλεπτη κατάσταση κατά τη διάρκεια της
ζωής του. Παράλληλα, ο Jarvis (1997) διαχώρισε τη μάθηση των ενηλίκων σε
στοχαστική (reflective) και μη στοχαστική μάθηση (non - reflective) ενώ εισήγαγε
και την έννοια της μη μάθησης (non - learning) κατά την οποία οι εμπειρίες που
βιώνει ένας ενήλικας δεν οδηγούν σε μάθηση για λόγους όπως ο φόβος για αλλαγή,
η αλαζονεία ή η απλή απόρριψη της μαθησιακής διάστασης της εμπειρίας (Κόκκος,
2005β). Η μη στοχαστική δράση περιλαμβάνει δύο είδη δράσεων: (α) τη δράση
κατόπιν συνήθειας και (β) τη λελογισμένη δράση. Η πρώτη χαρακτηρίζεται από μία
αλληλουχία ενεργειών, ενώ η δεύτερη βασίζεται στην προηγούμενη μάθηση η
οποία δεν στοχεύει στην αιτιολόγηση των πεποιθήσεων παρά μόνο στη χρήση. Με
την έννοια αυτή η σκέψη ενός ατόμου για την επίλυση ενός προβλήματος που
βασίζεται σε πρότερες γνώσεις δεν είναι εξ ορισμού στοχασμός αλλά κυρίως
λελογισμένη δράση (Κόκκος, 2005β).
Διδακτικές εφαρμογές
Στην Πλατφόρμα Ασύγχρονης Τηλεκπαίδευσης της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας
Εκπαίδευσης Δράμας «e-learning ΔΔΕ Δράμας» (http://elearning.didedra.gr), από το
Φθινόπωρο του 2010, υλοποιούμε μία σειρά από επιμορφωτικά προγράμματα (e-
learning και bleaded learning) με στόχο τη συνεχή και συστηματική υποστήριξη και
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών που εργάζονται στα σχολεία της Περιφερειακής
Ενότητας Δράμας ανεξάρτητα από τους περιοριστικούς παράγοντες του χώρου και
του χρόνου. Στο πλαίσιο αυτό, δοκιμάσαμε στη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και
την προοπτική του κριτικού στοχασμού μέσω της δημιουργικής μάθησης, αλλά και
της παρουσίας στην επιμόρφωση εικονικά συμμετεχόντων (Virtual Participants).
Η προοπτική των Virtual Participants, μας απασχόλησε για πρώτη φορά τον
Οκτώβριο του 2005. Αφετηρία υπήρξε ένα διαδικτυακό μάθημα, το eεξ@εθ, το
οποίο κατευθύνονταν από μία μελέτη περίπτωσης, στην οποία πρωταγωνιστούσε
[436]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[437]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση – Συμπεράσματα
Η διαδικασία του στοχασμού μπορεί να προσδώσει μια νέα διάσταση στη
μαθησιακή διαδικασία της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σύμφωνα και με τις
αρχές της ενεργητικής μάθησης, της οικοδόμησης της γνώσης, της στοχαστικής
μάθησης, της αυθεντικής και της υποβοηθητικής μάθησης και βέβαια είναι
σύμφωνη με τη φιλοσοφία και τη διεργασία της εκπαίδευσης ενηλίκων.
H ενασχόληση των εκπαιδευομένων με αφηρημένες ιδέες και έννοιες, δεν οδηγεί
σε αποτελεσματική μάθηση επειδή πρόκειται για διεργασία αποκομμένη από την
πραγματικότητα και ασύμπτωτη με τις συνθήκες που εκείνοι αντιμετωπίζουν. Η
διαδικασία του στοχασμού συμβάλλει αποτελεσματικά στη σύνδεση της γνώσης με
την πραγματικότητα καθώς το άτομο που εμπλέκεται στη διαδικασία βασιζόμενο
στις γνώσεις και τις εμπειρίες του και έχοντας να αντιμετωπίσει νέα προβλήματα,
προετοιμάζεται να πάρει αποφάσεις, επιθυμεί να δράσει, να εφαρμόσει στην πράξη
όσα έχει μάθει, ενώ οι νέες συνθήκες που συναντά οδηγούν στην απόκτηση νέων
[438]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εμπειριών και γνώσεων, οι οποίες αξιολογούνται από ποικίλες οπτικές γωνίες και
εξάγονται νέα συμπεράσματα.
Οι έρευνα που πραγματοποιούμε αναφορικά με την επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών μας δίνει τη δυνατότητα να ασχοληθούμε έμμεσα και με ζητήματα
που αφορούν το θέμα των χαρακτηριστικών του από απόσταση εκπαιδευόμενου,
τα κίνητρα και το είδος της υποστήριξης που χρειάζονται οι εκπαιδευόμενοι σε
περιβάλλοντα εξ αποστάσεως επιμόρφωσης, οι ρόλοι που αυτοί αναλαμβάνουν,
ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα κοινοτήτων συνεργατικής μάθησης, τα γνωστικά και
μαθησιακά στυλ που χρησιμοποιούν, καθώς και το ζήτημα της αλληλεπίδρασης των
συμμετεχόντων/ουσών σε περιβάλλοντα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Αναφορές – βιβλιογραφία
Boud, D., Keogh, R., and Walker, D., (1985). Reflection: Turning Experience
intoLearning. London: Routledge & Kegan Paul.
Boud, D., Keogh, R., and Walker, D., (2002). Reflection: Turning Experience
intoLearning. Kogan page, New York.
Dewey, J.(1933). How We Think. Chicago: Regnery.
Habermas, J. (1990). Moral Consciousness and Communicative Action.
Cambridge:
Polity Press.
Jarvis P. ( 1997) Ethics and the Education of Adults in Late Modernity National
Institute of Adult Continuing Education (NIACE)
Jarvis P. ( 1999) The International Dictionary of Adult and Continuing Education
Kogan Page Ltd
Jarvis P. (1998) The Practitioner Researcher Jossey-Bass
Jarvis P. (2001 ) Universities and Corporate Universities Kogan Page Ltd
Keegan D. (2001), Οι βασικές αρχές της ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης,
Μεταίχμιο, Αθήνα.
Keegan, D. (Ed.).(1996). Foundations of distance education (3rd ed.). London:
Routledge.
“Learning by six thinking hats” (2012) http://elearning.didedra.gr
M@rkus Quests (2010) http://elearning.didedra.gr
Mezirow J (1990). “Fostering Critical Reflection in Adulthood”, Jossey-Bass, San
Francisco Μετάφραση: ΝέλληΑποστολοπούλου-ΓεωργίαΜέγα
Mezirow J (1990). “Fostering Critical Reflection in Adulthood”, Jossey-Bass, San
Francisco Μετάφραση: ΝέλληΑποστολοπούλου-ΓεωργίαΜέγα
Rogers Α. (1999). Η Εκπαίδευση Ενηλίκων. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Wegerif (1998), στο Ζεμπύλας, M. Θεοδώρου, M. Παυλάκης, A. (2009).
ΣυναισθήματακαιΔιαδικτυακήεξΑποστάσεωςΕκπαίδευση:
ΤοΠαράδειγματηςΚύπρου Open Education - The Journal for Open and Distance
Education and Educational Technology, Volume 5, Number 1, 2009 © Open
Education ISSN:1791-9312
[439]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[440]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παπαδανιήλ Μαρία
Περιφερειακή Δ/ντρια Εκπ/σης Βορ. Αιγαίου
Χριστόπουλος Νικόλαος
Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Βορ. Αιγαίου
christopoulosnikolaos@gmail.com
Στρίκας Κωνσταντίνος
Εκπαιδευτικός Δ/νσης Π/θμιας Εκπ/σης Σερρών
[441]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[442]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[443]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
πηγές γνώσης μέσα από τις οποίες οι μαθητές κατανοούν και διαχειρίζονται τα
πληροφοριακά δεδομένα. Αποτελούν εργαλεία μύησης στη γνώση και στην
πρακτική των διαφόρων επιστημών και η βάση σκαλωσιάς για μαθησιακές και
διδακτικές εμπειρίες και για δραστηριότητες συνεργασίας μεταξύ των μαθητών.
Σύγχρονες θεωρίες (Horsley & Laws, 1993) καταδεικνύουν ότι υπάρχουν διαφορές
όσον αφορά στον τρόπο που εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τα σχολικά βιβλία.
Διαπιστώνεται ότι οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί:
παρείχαν λιγότερη καθοδήγηση, όσον αφορά στη χρήση των διδακτικών βιβλίων,
από τους πιο έμπειρους εκπαιδευτικούς,
προωθούσαν σε μικρότερο βαθμό την ομαδοσυνεργατική μάθηση,
χρησιμοποιούν τα βιβλία περισσότερο ως πηγές δραστηριοτήτων και λιγότερο
για να μυούν τους μαθητές σε επιστημονικές πρακτικές
Οι σύγχρονες έρευνες αποδεικνύουν ότι τα σχολικά εγχειρίδια είναι σημαντικά
εργαλεία των εκπαιδευτικών μέσα στις σχολικές αίθουσες και οι εκπαιδευτικοί και
οι μαθητές παίζουν διαμεσολαβητικό ρόλο όσον αφορά στη χρήση τους στις
σχολικές τάξεις. Επομένως ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που θα έχει τον τελικό λόγο
όσον αφορά στη χρήση μέσα στη σχολική τάξη.
[445]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Είναι όμως πια απαραίτητο η αξιολογική έρευνα στη χώρα μας που αφορά το
σχολικό εγχειρίδιο και συνολικότερα το εκπαιδευτικό υλικό να επεκταθεί και σε
άλλα πεδία:
να εξετάσει το εκπαιδευτικό υλικό ως μέσο διδασκαλίας και επικοινωνίας,
εστιάζοντας σε ζητήματα περιεχομένου και αναγνωσιμότητάς του δηλαδή στη
μορφή, στη χρήση και στην καταλληλότητα του περιεχομένου καθώς και στο ζήτημα
της επιλογής της ύλης και των επιστημονικών πληροφοριών.
να εξετάσει τα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά του και τις διδακτικές
προϋποθέσεις που διαμορφώνει. Αν τα κείμενα και οι ασκήσεις δηλαδή
κινητοποιούν το ενδιαφέρον του μαθητή, αν επιτυγχάνονται οι στόχοι του
προγράμματος διδασκαλίας μέσω του βιβλίου, αν τα κείμενα είναι κατανοητά, αν
επιτυγχάνεται η διαφοροποιημένη διδασκαλία.
Πολλοί σύγχρονοι ερευνητές (Lambert, 2002) υποστηρίζουν ότι σήμερα η έρευνα
θα πρέπει να προσανατολιστεί και στη «διδακτική της χρήσης» των σχολικών
εγχειριδίων. Ο όρος αναφέρεται στον τρόπο που οι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τα
σχολικά εγχειρίδια, τα προσαρμόζουν ή διαμορφώνουν το πλαίσιο για τη χρήση
τους. Ο όρος χρησιμοποιείται για να αναφερθεί και σε όλες εκείνες τις λειτουργίες
και τα χαρακτηριστικά των βιβλίων που διευκολύνουν τα μάθηση και επομένως
επηρεάζουν και τον τρόπο που χρησιμοποιούνται από τον εκπαιδευτικό.
Η αξιολόγηση του σχολικού εγχειριδίου είναι μια διαδικασία που πρέπει να
διενεργείται σε συνεχή βάση, όχι μόνο από μεμονωμένους ερευνητές ή ερευνητικά
κέντρα, πανεπιστήμια, κτλ., αλλά και από τον ίδιο τον εκπαιδευτικό της τάξης.
Σε διεθνές επίπεδο η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού υλικού γίνεται από
εξειδικευμένα Ινστιτούτα Έρευνας, που λειτουργούν αυτόνομα και ιδρύθηκαν
κυρίως από πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα. Ενδεικτικά αναφέρονται το
Ινστιτούτο Παιδαγωγικής ανάλυσης κειμένων στο Haernoesand της Σουηδίας, το
Ινστιτούτο Koethen στη Γερμανία, το Ινστιτούτο της Βιένης, με προτεραιότητά του
τον έλεγχο της καταλληλότητας των εγχειριδίων σε σχέση με την ηλικία των
μαθητών/τριών, αλλά και το Ινστιτούτο Georg Eckert για διεθνή έρευνα σχολικών
εγχειριδίων.
Αξίζει να σημειωθεί πως στις ευρωπαϊκές χώρες Ολλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία,
Ισπανία, Πορτογαλία, Φιλανδία, Αγγλία και Δανία στην επιλογή του εκπαιδευτικού
υλικού συμμετέχουν ομάδες διδασκόντων των σχετικών γνωστικών αντικειμένων
από τις σχολικές Μονάδες. Στη Δανία συμμετέχουν επίσης εκπρόσωποι
μαθητών/τριών, ενώ στην Ιταλία συμμετέχουν οι σύλλογοι Γονέων (Δούκας, 2005).
Ο Δούκας υποστηρίζει ότι ο παραδοσιακός σχεδιασμός των διδακτικών εγχειριδίων
μπορεί να βελτιωθεί υιοθετώντας το μοντέλο του Νέου Σχεδιασμού.
[446]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[447]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[448]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[449]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[450]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η ενεργοποίηση των κινήτρων της μάθησης, καθώς η επιλογή των χρωμάτων και
των σχημάτων επηρεάζει συναισθηματικά τους/τις αναγνώστες/τριες, αλλά και
προκαλεί την προσοχή και το ενδιαφέρον τους.
Η ύπαρξη λεζάντας σε κάθε εικόνα διατυπωμένης με τρόπο σύντομο και
περιεκτικό.
Η κατανόηση του κειμένου από τους/τις μαθητές/τριες, ώστε να γίνονται πιο
προσιτά και πιο εύληπτα όσα αναφέρονται στο γραπτό κείμενο.
[451]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κριτήρια ως προς την Αισθητική του εικαστικού μέρους και τεχνική αρτιότητα
Σχετικά με τη μορφή των σχολικών εγχειριδίων αξιολογούνται το δέσιμο, ο αριθμός
των σελίδων, το χαρτί και το εξώφυλλο, το σχήμα και το χρώμα (Κουτσελίνη-
Ιωαννίδου, 1995) ως προς τον σεβασμό της αισθητικής και της συμβολής τους στην
τεχνική αρτιότητα. Είναι προφανής η απαίτηση το επίπεδο σχεδίασης να είναι
υψηλής ποιότητας και σύμφωνο με την ηλικία των μαθητών.
Η παρουσίαση των συμβόλων, εικονιδίων, πινάκων και σχεδίων πρέπει να είναι
ομοιόμορφη. Προκείμενου να δοθεί έμφαση σε κάποιο στοιχείο, χρειάζεται να
αλλάζει το χρώμα ή το μέγεθος με τρόπο που να εξασφαλίζεται ποικιλία σχεδίων
και χρωμάτων και τελικά αρμονία. Ακόμα χρειάζεται να προσεχθούν το μέγεθος των
γραμμάτων, το μήκος και η πυκνότητα των σειρών, τα μέσα που βοηθούν στην
εντύπωση κύριων σημείων, ώστε ο/η αναγνώστης/στρια να αισθάνεται ότι μελετά
μια καλογραμμένη σελίδα.
[452]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αλαχιώτης,Ν.; (Π.Ι.) Για ένα σύγχρονο Εκπαιδευτικό Σύστημα. Η διαθεματικότητα
και η ΕυέλικτηΖώνη αλλάζουν την παιδεία και αναβαθμίζουν την ποιότητα της
Εκπαίδευσης.
Ανακτημένο:www.pi-schools.gr/downdoal/programs/depps/(30-5-2013)
Apple,M.W.(1980). Ιδεολογία και Αναλυτικά Προγράμματα. Θεσσαλονίκη:
Παρατηρητής.
Αργυροπούλου.,Χ., Ευέλικτα Ανοιχτά Ενιαία Προγράμματα Σπουδών με
διεπιστημονικές- διαθεματικές προσεγγίσεις απαντούν δημιουργικά στην
εκπαίδευση του 21ου αιώνα.
Ανακτημένο: http://www.pee.gr/wp-conteht/uploads/praktika,13-5-2013
Αρνίδου.,Κ.,Βουρτσάκη.,Ε.,Καραγεωργίου.Ε.,κ.ά.(2006).Τα νέα Αναλυτικά
Προγράμματα (Δ.Ε.Π.Π.Σ.-Α.Π.Σ.) και οι Εκπαιδευτικοί. Αθήνα: Δ.Ο.Ε.-Ι.Π.Ε.Μ.
Γερογιάννης.,Κ.,Μπούρας,Α., Αναλυτικά Προγράμματα και Σχολικά εγχειρίδια:
Αναρτημένο:http://conf2007.edu.uoi.gr/Praktika/482-605.pdf./13-3-2013
Βέικου, Χ., Σιγανού, Α., Παπασταμούλη, Ε. Σύντομη επισκόπηση του παιδαγωγικού
πλαισίου το ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Επιθεώρηση
Εκπαιδευτικών Θεμάτων. Σελ.55-68.
Βρετός,Ι.,(1985). Το πρόβλημα της εγκυρότητας και της νομιμότητας στη λήψη
αποφάσεων κατά τα σύνταξη Αναλυτικών Προγραμμάτων. Περ. Παιδαγωγική
Επιθεώρηση,3,117-134
[453]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[454]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[455]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παρασκευόπουλος Θεόδωρος
Σχολικός Σύμβουλος Δημ. Εκπαίδευσης 30ης Περιφέρειας Αττικής
thparask@primedu.uoa.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η αποτελεσματικότητα του δασκάλου είναι σκοπός όλων των εμπλεκομένων
φορέων της εκπαίδευσης και γίνονται πολλές προσπάθειες για να οριστεί και να
αποτιμηθεί. Φαίνεται ότι εκπαιδευτικοί με διαφορετικές προσωπικότητες και
εντελώς διαφορετικό εκπαιδευτικό στυλ, είναι εξίσου αποτελεσματικοί. Στην
παρούσα εργασία γίνεται πολύ σύντομη, λόγω περιορισμένου χώρου, αναφορά σε
ερευνητικά δεδομένα που αφορούν το θέμα, τόσο σε ελληνικό όσο και σε διεθνές
επίπεδο. Γίνεται αναφορά σε σχετική έρευνα που έγινε στις ΗΠΑ, δηλ. μια
πραγματικότητα διαφορετική από την ευρωπαϊκή, σε αντίστοιχη σε ευρωπαϊκό
επίπεδο (Hay McBer, 2000) και τέλος σε ελληνική έρευνα με το ίδιο ερώτημα. Ποιόν
θεωρούν αποτελεσματικό εκπαιδευτικό, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί.
Εισαγωγή
Αποτελεσματικοί και ξεχωριστοί δάσκαλοι προέρχονται από πολλές και
διαφορετικές ομάδες. Η παιδαγωγική συζήτηση και έρευνα επικεντρώνεται στον
εκπαιδευτικό και στο ρόλο της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών στην ποιότητα της
διδασκαλίας. Οι εκπαιδευτικοί δεν διδάσκουν σε έναν κενό ή αποκλεισμένο χώρο,
ούτε ένα μαθητή κάθε φορά. Γι' αυτό στην ποιότητα της διδασκαλίας συντελούν και
παράγοντες που σχετίζονται με τα σχολεία και τις αίθουσες διδασκαλίας, (η
κουλτούρα του σχολείου και η σχέση του με την τοπική κοινότητα, το διδακτήριο
και ο εξοπλισμός του, ο αριθμός των μαθητών της τάξης, οι διαφορές στο γνωστικό
τους επίπεδο και οι μεταξύ τους κοινωνικές σχέσεις, οι μαθητές με την παρουσία
τους, τις ενέργειές τους και τα λεγόμενά τους, τo οικογενειακό υπόβαθροτων
μαθητών, oι ικανότητές τους, oι αντιλήψεις τους για το σχολείο και για το ρόλο που
καλούνται ή επιλέγουν να «παίξουν» σ' αυτό κ.λ.π. ) παράγοντες οι οποίοι μπορεί
να ενισχύουν ή να παρεμποδίζουν τον εκπαιδευτικό στη διδασκαλία. Οι
εκπαιδευτικοί, και ιδιαίτερα τα εκπαιδευτικά στελέχη, θα πρέπει να έχουν την
ικανότητα και τις δεξιότητες να αναγνωρίζουν και να αξιοποιούν τα χαρακτηριστικά
που οι ίδιοι αναφέρουν ως αποτελεσματικά, ώστε να τα διαχειρίζονται κατάλληλα
κάθε φορά. Η παρούσα έρευνα επιχειρεί να διερευνήσει τις απόψεις
εκπαιδευτικών, που υπηρετούν στην Α/βάθμια εκπαίδευση, για τα χαρακτηριστικά
των αποτελεσματικών δασκάλων.
Σκοπός αυτής της έρευνας είναι να καταγραφούν τα στοιχεία που θα προκύψουν,
προκειμένου να αποτελέσουν βάση συζήτησης ή δημιουργίας αντίστοιχων
προγραμμάτων δημιουργικής και αποτελεσματικής διδασκαλίας, έπ’ωφελεία των
ίδιων των εκπαιδευτικών, αλλά και των σχολικών μονάδων γενικότερα.
[456]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Θεωρητικό πλαίσιο
Σχετική με το θέμα έρευνα έγινε από το αρμόδιο Αμερικάνικο Γραφείο
Εκπαιδευτικής Έρευνας (U.S.E.D., 2000). Η αναφορά σε αυτήν την έρευνα
επιλέχθηκε να γίνει γιατί αφ’ ενός είναι μια εμπεριστατωμένη, συστηματική και
άρτια τεχνικά έρευνα και αφ’ ετέρου περιγράφει τον αποτελεσματικό δάσκαλο
ενταγμένο σε ένα πλαίσιο, αυτό του «αποτελεσματικού σχολείου», σε μια
πραγματικότητα διαφορετική από την ευρωπαϊκή. Η έρευνα αυτή δείχνει ότι η
σχολική ποιότητα σχετίζεται με τη μάθηση των μαθητών μέσα από τρεις
παράγοντες: α) από την κατάρτιση και το ταλέντο του εκπαιδευτικού δυναμικού, β)
από όσα συμβαίνουν στην τάξη και γ) από τη συνολική κουλτούρα και ατμόσφαιρα
του σχολείου. Μέσα σε αυτές τις τρεις περιοχές, προσδιορίζει δεκατρείς (13) δείκτες
της σχολικής ποιότητας που φαίνεται ότι συσχετίζονται με τη μάθηση.
[457]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Η έρευνα αυτή επιβεβαιώνει κατά πολύ ότι είναι ήδη γνωστό για τα χαρακτηριστικά
της αποτελεσματικής διδασκαλίας, προσθέτοντας ακόμη μερικές καινούριες
διαστάσεις οι οποίες δείχνουν την έκταση στην οποία οι αποτελεσματικοί δάσκαλοι
κάνουν τη διαφορά για τους μαθητές τους. Βρέθηκαν τρεις βασικοί παράγοντες της
ικανότητας των δασκάλων οι οποίοι επηρεάζουν σημαντικά την πρόοδο των
μαθητών:Α) Οι διδακτικές ικανότητες, Β) Τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά και Γ) το
Κλίμα της τάξης. Κάθε παράγοντας εμπεριέχει πρωτεύοντες και συμπληρωματικούς
τρόπους, με τους οποίους οι δάσκαλοι συνεισφέρουν σε μια επιτυχημένη
διδασκαλία. Κανείς δε θα μπορούσε να στηριχτεί μόνο σε έναν από τους τρεις
αυτούς παράγοντες για την πραγματοποίηση μιας αποτελεσματικής διδασκαλίας.
Τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι, συνυπολογίζοντας τις διδακτικές δεξιότητες,
τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά και το σχολικό κλίμα είναι δυνατό να προβλεφθεί
πάνω από το 30% των παραγόντων που συμμετέχουν στη μαθητική πρόοδο. Αυτό
είναι πολύ σημαντικό για τους δασκάλους επειδή τους δίνει ένα πλαίσιο για να
εκτιμήσουν πώς αυτοί πετυχαίνουν τους στόχους τους και για να αναγνωρίσουν
τους τομείς που χρειάζονται βελτίωση. …………………………………………………………………
Στη συνέχεια γίνεται αναφορά σε πρόσφατη έρευνα στον ελληνικό εκπαιδευτικό
χώρο της Α/θμιας εκπαίδευσης.
Μεθοδολογία
α) Δείγμα: Το δείγμα αποτέλεσαν 157 δάσκαλοι όλων των τάξεων από διάφορα
δημοτικά σχολεία της ευρύτερης περιοχής της Αττικής. Το δείγμα των
εκπαιδευτικών είναι ένα «δείγμα μη πιθανοτήτων» στα πλαίσια μιας «βολικής»
δειγματοληψίας (Cohen & Manion, 1994), γιατί αρκετοί από τους εκπαιδευτικούς
[458]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[459]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σχήμα 7: Παράγ ον τες Αποτελ εσματικού Εκπαιδευτικού
60
50
40
30
20
10
20,2 56,9 22,9
0
1. Διδακτικές δεξιότητες 2. Επαγγελματικά 3. Kλίμα της Τάξης
χαρακτηριστικά
Α. Διδακτικές δεξιότητες
Σχήμα 8: Άξονας Α. Διδακτικές δεξιότητες
30
25
20
15
10
5
3,61 1,2 10,84 7,23 25,3 26,51 24,1 1,2 0
0
1. Υψηλές 2. Εργασί α στο Σπί τι 3. Αξι ολόγηση 4. Δι αχεί ρι ση χρόνου 5. Δι αχεί ρι ση 6. Μέθοδοι & 7. Σχεδι ασμός 8. Ροή και δομή του 9. Χρόνος συμμετοχής
Προσδοκί ες (αυτοαξι ολόγηση) & πηγών Μαθητών Στρατηγι κές (δι δασκαλί ας- μαθήματος των παι δι ών στο
μαθημάτων κλπ) μάθημα
[460]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Β. Επαγγελματικά
Σχήμα 9: Άξον χαρακτηριστικά
ας: Β. Επαγγελματικά Χαρακτηριστικά
30
25
20
15
10
5
21,07 5,59 25,37 27,52 21,07
0
1. Επαγ γ ελ ματισμός 2. Τ ρόπος σκ έψης 3. Σχεδιασμός & 4. Καθοδήγ ηση 5. Σχέσεις με τους
κ αθορισμός άλ λ ους
προσδοκ ιών
[461]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δ. ΑταξινόμητεςΣχήμα
απαντήσεις
16: Αταξιν όμητες απαν τήσεις
60
50
40
30
20
10
[462]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα - Προτάσεις
Γενικά μιλώντας φαίνεται ότι οι εκπαιδευτικοί, που συμμετείχαν στην έρευνα,
αναγνωρίζουν την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού ως πολυπαραγοντική
ιδιότητα και αναφέρονται στον αποτελεσματικό δάσκαλο ως αυθύπαρκτη αλλά και
απομονωμένη οντότητα, χωρίς ιδιαίτερη αναφορά στο πλαίσιο μέσα στο οποίο
αυτός αναπτύσσει τη συγκεκριμένη ιδιότητα. Είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο στη
σχολική πραγματικότητα που προσπαθεί να πετύχει την υλοποίηση στόχων της
διδασκαλίας του, έχοντας ανακαλύψει τους δικούς του προσωπικούς στόχους
διδασκαλίας, ένα πρόσωπο, το οποίο έχει τη δεξιότητα να συνδέει μεταξύ τους τα
συναισθήματα και τις συνέπειες των πράξεών του, ώστε να δημιουργεί καινούργιες
και πρωτότυπες λύσεις μέσα στην τάξη, προκειμένου να μεταδώσει το σωστό
μήνυμα στους μαθητές του. Φαίνεται να δίνουν περισσότερο ψυχολογική χροιά στα
χαρακτηριστικά του αποτελεσματικού εκπαιδευτικού, παρά τεχνοκρατικά ή καθαρά
γνωστικά. Προκρίνουν στοιχεία όπως ο σεβασμός για τους άλλους, η δημιουργία
εμπιστοσύνης, η καθοδήγηση για βελτίωση, η καθοδήγηση μαθητών, η ομαδική
εργασία, η κατανόηση των άλλων, η συναισθηματική υποστήριξη των μαθητών και
η ενεργή συμμετοχή τους μέσα σε ένα πλαίσιο ασφάλειας και δικαιοσύνης.
Συμφωνώντας με την αντίστοιχη έρευνα του Hay McBer, αλλά και με αρκετά
στοιχεία της αντίστοιχης αμερικάνικης, οι Έλληνες εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η
μαθητική πρόοδος επηρεάζεται σημαντικά από το δάσκαλο που επιδεικνύει
συγχρόνως υψηλά επίπεδα επαγγελματικών χαρακτηριστικών στα πλαίσια ενός
δημιουργικού και ασφαλούς κλίματος στην τάξη, καθώς και με καλές διδακτικές
δεξιότητες, στοιχεία τα οποία με τη σειρά τους οδηγούν στη δημιουργία καλού
σχολικού κλίματος. Θεωρούν ότι βασική επιδίωξη του αποτελεσματικού
εκπαιδευτικού είναι η ανάπτυξη και η διατήρηση καλών διαπροσωπικών σχέσεων,
η βάση του προγραμματισμού και της διδασκαλίας του είναι μαθητοκεντρική και
όχι δασκαλοκεντρική, σκέφτεται ελεύθερα, βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση,
χρησιμοποιεί τη διαίσθηση και τις εμπειρίες του και είναι ικανός να εφαρμόζει στην
τάξη του καινοτομίες.
Βιβλιογραφία
Cohen, L., Manion, L. (1994). Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας. Αθήνα: εκδ.
Μεταίχμιο.
HayMcBer (2000). Research into Teacher Effectiveness: a model of Teacher
Effectiveness, Report by Hay McBer to the Department for Education &
Employment June 2000. London: DfEE.
U.S. Department of Education, National Center for Education Statistics, Special Study
Panel on Education Indicators for the National Center for Education Statistics.
(2000). Education Counts (NCES 91-634) Washington, DC: U.S. Government
Printing Office.
[463]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δρ Πατσάλης Χρίστος
Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ 70
stospa@otenet.gr
Περίληψη
Η εισήγηση αυτή έχει το χαρακτήρα θεματικού χρονικού, όπου περιγράφονται τα
βήματα της εφαρμογής ενός Διδακτικού Σχεδίου, δομημένου πάνω στις αρχές του
Νέου Προγράμματος Σπουδών, το οποίο σκοπεύει στην παραγωγή γραπτού λόγου
και ειδικότερα αφηγηματικού κειμένου, με μαθητές μεγάλων τάξεων δημοτικού
σχολείου. Το όλο εγχείρημα περατώνεται με την ολοκλήρωση του διδακτικού τόξου
και τη διατύπωση επισημάνσεων συμπερασματικού τύπου.
Εισαγωγικές επισημάνσεις
Βάση για τη σύλληψη του παρόντος σχεδίου μαθήματος αποτέλεσε ένα τρισέλιδο
αυτοσχέδιο κείμενο αφηγηματικής δομής, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί σε σχέδιο
δράσης για να ασκηθούν οι μαθητές στη χρήση των ΤΠΕ (λογισμικά του τέως ΠΙ).
Το κείμενο αυτό με τίτλο «Φιλία από το διαδίκτυο», περιγράφει την ανάπτυξη
φιλίας μεταξύ δύο μαθητών δημοτικού, καταγόμενων από διαφορετικές περιοχές
της Ελλάδος, του Φοίβου και της Δάφνης, μέσω διαδικτύου.
Η κατάληξη της μεταξύ τους ασύγχρονης επικοινωνίας , που ήταν η επίσκεψη της
επαρχιώτισσας Δάφνης στο σπίτι του Φοίβου στην Αθήνα, θεωρήθηκε, από
ψυχοπαιδαγωγική άποψη, ως ευκαιρία για διδακτική αξιοποίηση. Η αρχική
σύλληψη παρέπεμπε σε παραγωγή λόγου μέσα από την ενεργοποίηση της
δημιουργικής φαντασίας των παιδιών και αφετηρία το βιωμένο από αυτά
διήγημα. Οι μαθητές θα επινοούσαν τη διεύρυνση του υπάρχοντος διηγήματος –
μήτρα και την εξέλιξή του σε ένα ενιαίο με μεγαλύτερη πληροφορικότητα, έκταση
και περισσότερο αφηγηματικό πλούτο. Καθοδηγητικό εργαλείο για την υλοποίηση
της εν λόγω εκπαιδευτικής πρόθεσης απετέλεσε το εκπονηθέν σχέδιο μαθήματος,
το όποιο προσιδιάζει στη φιλοσοφία και τις αρχές του ΝΠΣ . Έτσι, κατά τη σύνταξη
και εφαρμογή του, λήφθηκαν υπόψη οι αρχές:
•της διαφοροποίησης στη διδασκαλία και στην αξιολόγηση
•της αξιοποίησης των δυνατοτήτων των ΤΠΕ σε μια οπτική μαθητοκεντρικής,
ενεργητικής μάθησης
•της συμμετοχής όλων των μαθητών σε ομαδικές, διερευνητικής υφής,
εκπαιδευτικές δραστηριότητες με διαθεματικό περιεχόμενο και καινοτόμο
προσανατολισμό, καθοδηγούμενων από έναν εμψυχωτή δάσκαλο
• της στοχοκεντρικής διδακτικής αντίληψης
Για την ευόδωση του σκοπού αναδείχθηκαν στόχοι, οι οποίοι αρθρώνονται σε όλες
τις φάσεις της παραγωγής γραπτού λόγου, στο πλαίσιο μιας ισόρροπης
αντιστοίχισης στοχοθεσίας και δράσεων. Ο παιδαγωγικο - διδακτικός σχεδιασμός,
[464]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[465]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αρχικά δημιουργείται μια άρθρωση για σύνδεση με το νήμα του νοήματος του
υπάρχοντος κείμενου, και ακολουθεί, ύστερα από τις παρακάτω διδακτικές
ενέργειες, η οριοθέτηση του κειμενικού αυτού είδους: πρόκειται για παραμύθι, για
μυθιστόρημα, για νουβέλα, για διήγημα;
Δράσεις προς επίτευξη: Αναζήτηση πληροφοριών στο διαδίκτυο (web browser)
όπως προτρέπει το Φύλλο Εργασίας (Φ.Ε.).
Φύλλο εργασίας64 Νο1: Ψάξετε σε λεξικά του διαδικτύου και αναζητήστε τα
λήμματα: παραμύθι, διήγημα, μυθιστόρημα, κάνετε σύγκριση των ορισμών
παραμυθιού διηγήματος κτλ., ύστερα ταυτοποίηση και βρείτε τις ιδιαιτερότητες
του κάθε είδους, μέσα από σύγκριση του διηγήματος με τα άλλα είδη της αφήγησης
(δίνονται γραπτές οδηγίες).
Φύλλο εργασίας Νο1α: Διαβάστε τις παρακάτω πληροφορίες και συγκρίνετέ τες με
εκείνες, που βρήκατε στο διαδίκτυο, ύστερα δημιουργείστε ένα σχήμα (γνωστικό
χάρτη) με τις έννοιες: διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα, πεζογράφημα, αφού
διαβάσετε και το κείμενο με την επικεφαλίδα: ορισμοί.
Ορισμοί : Μυθιστορήματος, νουβέλας, διηγήματος (δίνονται οι ορισμοί στο Φ.Ε.)
2 ος Στόχος : Εξοικείωσημε τις συντεταγμένες του διηγήματος προτύπου, πλαίσιο
ανάπτυξης προδεξιοτήτων
Ειδοποιός διαφορά μεταξύ αφηγηματικών κείμενων και μη, σε επίπεδο δομής και
οργάνωσης, είναι η εμφάνιση της πλοκής.
Πλοκή, σύμφωνα με τον Ricoeur (στο Παπαρούση, 2005), είναι ο τρόπος που
συνδέονται οι ακολουθίες των γεγονότων και καθιστούν το μύθο μια
ολοκληρωμένη ιστορία με αρχή, μέση και τέλος.
Είναι στο σχέδιο – σκελετός, πάνω στο οποίο στηρίζεται το αρχιτεκτονικό αφήγημα.
Για να δημιουργηθεί πλοκή, θα πρέπει η δράση να εξελίσσεται με φυσικό τρόπο
και να διαφαίνεται η αιτιακή σχέση των γεγονότων σε ένα χωροχρονικό πλαίσιο
εξέλιξης (Ματσαγγούρας, 2001). Σε κάθε αφηγηματικό κείμενο παρουσιάζεται μια
αρχική κατάσταση, και ακολουθεί ένα πρόβλημα που ανατρέπει την αρχική
κατάσταση.
• Οι ήρωες, που είναι σκεπτόμενα όντα, αναπτύσσουν δράση, αλληλεπιδρούν
μεταξύ τους, σκέπτονται και αντιδρούν στα γεγονότα που αντιμετωπίζουν, βιώνουν
ποικίλες εσωτερικές αντιδράσεις, γίνονται πρόξενοι εξωτερικών δράσεων,
εμπλέκονται σε περιπέτειες, καταβάλλουν προσπάθεια να ξεπεράσουν τις
δυσκολίες και να επιφέρουν εξισορρόπηση και επαναφορά στην αρχική κατάσταση.
Δράσεις προς επίτευξη: Ανάγνωση του κείμενου.
Η αναγνωστική διαδικασία αρχίζει με το διάβασμα του κειμένου που συνιστά μια
πρώτη και ουσιαστική πράξη κατανόησής του. Ακολουθεί επεξεργασία- συζήτηση
63
Οι στόχοι ανακοινώνονται στον πίνακα
64
Τα φύλλα εργασίας δίνονται ατομικά ή ανά δύο στους μαθητές και έχουν σαφείς οδηγίες , ώστε να
είναι κατανοητά από όλους.
[466]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
65
Εδώ ο διδάσκων κρίνει, ανάλογα με τους μαθητές, αν χρησιμοποιήσει για την ανάδειξη της
αφηγηματικής δομής μόνο το διήγημα «Φιλία από το διαδίκτυο», ή για λόγους περισσότερης
εξάσκησης παρουσιάσει πρώτα ένα άλλο πρότυπο διηγήματος .
[467]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
66
Για να παράγουν οι μαθητές γραπτό λόγο απαιτείται: «να έχουν σε ετοιμότητα πρότυπα που θα τα
χρησιμοποιήσουν ως οδηγούς, δηλαδή να έχουν διαβάσει, εξηγήσει και σχολιάσει παρόμοια
κείμενα…» ( Πατσαλης Επιστ της Αγωγής: 4/2004.193.1 όπως παραπέμπει στο : «Γλωσσική
διδασκαλία για όλους τους μαθητές»,Παλλήνη, Σαλβαράς,Γ., 2000, σελ.:172)
[468]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
67
Διαφορετικοί μαθητές με διαφορετικό στυλ μάθησης μπορούν να καλύψουν το ίδιο περιεχόμενο
και με επιτυχία να εκτελέσουν την ίδια εργασία στο ίδιο επίπεδο αλλά με διαφορετικούς τρόπους .
68
Η εικόνα έχει μεγάλη δύναμη γιατί είναι πηγή μηνυμάτων και ταυτόχρονα τόπος έκφρασης των
παιδιών (Χοντολίδου 1999) Έτσι προσφέρει ερεθίσματα για τη συγγραφή του κειμένου .
[469]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
α. στο «τώρα» - στο «χθες» ή «στο πριν» (κάτι που γινόταν συνεχώς ή κάτι που έγινε
και τέλειωσε ) - στο «αύριο»
β. στο «εγώ» (αν ο αφηγητής παίρνει μέρος στα γεγονότα που αφηγείται) - στο
«αυτός, αυτή, αυτό» - στο «εμείς ».
Η αδυναμία μαθητή να συγγράψει τις σκέψεις του, μπορεί να ξεπεραστεί με την
ανάληψη από τον εκπαιδευτικό ρόλου γραμματέα. Εναλλακτικά, το ρόλο αυτόν θα
μπορούσε να αναλάβει μαθητής της ομάδας, που διαθέτει τέτοιες ικανότητες. Στην
περίπτωση όπου υπάρχει μαθητής αλλοδαπός, άρτι εγγραφείς στο σχολείο, που
αδυνατεί να συμμετέχει στη συγγραφή, δραστηριοποιείται απασχολούμενος στην
εικονογράφηση, ζωγραφίζοντας τις φάσεις κάθε αφηγήματος, που παράγεται από
τις ομάδες, κατανοώντας, έτσι, μέσα από την οπτική αφήγηση.
Η χρήση των εικόνων γίνεται σύμφωνα με την προτίμηση των παιδιών.
Ανάλογα με το πώς επιθυμούν να αναπτύξουν την αρχική κατάσταση. Θα
μπορούσαν π.χ. να αρχίσουν με το ξύπνημα του Φοίβου, στη συνέχεια τη
διαδικασία του πρωινού και μετά, την μετάβαση στην αποβάθρα του Metro69 .
Πέρα από την παροχή των διαδικαστικών διευκολύνσεων δίνεται και άμεση
ανατροφοδότηση και επεξηγήσεις σχετικά με έννοιες, διαδικασίες, δομές, φάσεις
συγγραφής κ.α.
Πριν από την έναρξη της συγγραφής, τονίζεται σε όλες τις ομάδες, ότι τα μικρά αυτά
κείμενα, θα έπρεπε να τα διαπερνά ένα πνεύμα αειφορίας. Γι΄ αυτό, ανάλογα με το
βαθμό ενημερότητας, τους προσφέρεται και το κατάλληλο υλικό (έντυπο ή
ψηφιακό).
69
Τέτοιες εικονικές συνθέσεις δόθηκαν , αλλά δεν καταχωρούνται εδώ λόγω έλλειψης χώρου
[470]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αλληλεπίδρασης μεταξύ όλων των μελών της ομάδας. Ωστόσο οι μαθητές, αρχικά,
μπορούν να εργαστούν ατομικά για μια πρωτολειακή παραγωγή, η οποία θα γίνει
αντικείμενο κριτικής ανάγνωσης πρώτα σε επίπεδο δυάδας και μετά τετράδας. Αυτό
θα δώσει την ευκαιρία στο διδάσκοντα, με αφετηρία το παραχθέν έργο, να
αξιολογήσει και να αποφασίσει αν θα χρειαστεί να ασκηθούν περαιτέρω στα
συστήματα των ρηματικών χρόνων (π.χ. ενεστώτα με μέλλοντα ή παρατατικό,
παρακείμενο με υπερσυντέλικο κ.ο.κ.), σημείο στο οποίο υστερούν οι αρχάριοι ως
προς το εγχείρημα μαθητές.
Στην τετράδα, σε δεύτερη φάση, γίνεται η σύνθεση ενός κοινού κειμένου (από όλα
θα προκύψει ένα). Εφαλτήριο, βάση γι΄ αυτό, θα μπορούσε να αποτελέσει το πιο
άρτιο κείμενο, το οποίο θα εμπλουτίζονταν με στοιχεία από τα άλλα γραπτά.
70
Εναλλακτικά θα ήταν ενδεδειγμένο να γίνει ανταλλαγή των κειμένων των ομάδων για
επισημάνσεις διορθώσεις πρώτα από τους μαθητές .
[471]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5.Αξιολόγηση
Η αξιολόγηση του κειμένου γίνεται βάσει των δομικών προδιαγραφών
(Σειροθέτηση των γεγονότων - Διαδοχή των γεγονότων στο χρόνο), νοηματικών
και γλωσσικών κριτηρίων κειμενικής αποτελεσματικότητας που έχουν τεθεί πριν και
κατά την παραγωγή του, συνυπολογιζόμενης της ηλικίας και του γνωστικού
επιπέδου των μαθητών.
Η διδασκαλία τελειώνει με την ανακοίνωση από τις ομάδες των αποτελεσμάτων της
εργασίας τους, την ανάγνωση του διευρυμένου πλέον διηγήματος και την
διατύπωση προτάσεων για τρόπους δημοσιοποίησης του, προκειμένου να αυξηθεί
το ενδιαφέρον των μαθητών για αντίστοιχο εγχείρημα.
6. Κατακλείδα
Με βάση το περιγραφέν παιδαγωγικό- διδακτικό ενέργημα θα μπορούσε να
υποστηριχθεί ότι :
- το καθοδηγούμενο γράψιμο και η μεθοδευμένη ατομική και συλλογική
επεξεργασία του κειμένου, ενδυναμώνει το στοιχείο της αυτοδιαχείρισης και
μπορεί να μετατρέψει την αυτοπαρατήρηση σε εξωτερίκευση και περαιτέρω σε
επικοινωνιακή σύνδεση των μαθητών μεταξύ τους.
- η διαδικασία απόδοσης συγκεκριμένου νοήματος, που απαιτεί, μεταξύ άλλων,
τη χρήση των ανάλογων αφηγηματικών τεχνικών και επιλογή ιδιαίτερων
υφολογικών χαρακτηριστικών, δύναται να θέτει το μαθητή μπρος σε περίσταση
επίλυσης προβλήματος μέσω της διερεύνησης και του πειραματισμού.
- η πρόσβαση στη γνώση γίνεται πιο ευχάριστη, ενόσω αξιοποιούνται: το υπάρχον
βίωμα, η δημιουργική φαντασία και η παιγνιώδης διάθεση των μαθητών.- με την
αξιοποίηση των ποικίλων μαθησιακών πόρων, στην υπηρεσία επίτευξης των
στόχων, κατανοούν τα παιδιά τα κειμενικά είδη και τις συμβάσεις τους ως
αναγνώστες αλλά και ως δημιουργοί.
- Η συγγραφική πράξη αυτή καθαυτή, ως διαδικασία:
1. παλινδρόμησης μεταξύ έμπνευσης - επινόησης και σύμβασης
2. εκτέλεσης ποικίλων ενεργειών, όπως είναι η παρατήρηση, η σύγκριση, η
ταξινόμηση, η ανάλυση, κ.α., απελευθερώνει τις δημιουργικές δυνάμεις των
μαθητών, εξασκεί την κριτική τους ικανότητα, καλλιεργεί το προσωπικό λεξιλόγιο
και γενικότερα τις γλωσσικές και τις νοητικές δεξιότητες τους.
- Η συμμετοχή των μαθητών στο γλωσσικό ενέργημα δημιουργεί ευκαιρίες, όπου
βιώνουν, αυτοί, κάποιες από τις πολλές όψεις της συγγραφικής εμπειρίας, όπως
είναι: η αναγνωστική εμπειρία και η εγγραφή του «εσωτερικού κειμένου», η
πρόκληση και ο φόβος του «λευκού χαρτιού», η σύγκριση της συγγραφικής
[472]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ματιάς με την «κοινή» και καθημερινή, η δημόσια έκθεση στην κριτική (Κοττέας,
2013), η αυτό-ετεροαξιολόγηση της οργάνωσης ιδεών και απόψεις.
Τέλος, με τις ευκαιρίες που δίνονται, για προσληπτική και παραγωγική χρήση του
λεξικού, οικειοποιούνται ευχερέστερα, τα παιδιά, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους,
τον πλούτο και τους μηχανισμούς της ελληνικής γλώσσας ως μέσου έκφρασης και
επικοινωνίας.
Βιβλιογραφία
Γεωργακόπουλου, Α. και Γούτσος, Δ. (1999). Κείμενο και επικοινωνία. Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα, 69.
Κολοβός, Σ. Εργαστήρι παιδικού διηγήματος. Ανάκτηση από:
http://users.sch.gr/kolovos/ergastiri.htm.
Κοττέας, Κ.(2013). Δημιουργική Γραφή - Πρόγραμμα 1ου διεθνούς συνεδρίου
Αθήνα, 49 .
Ματσαγγούρας, Η. (1995). Ομαδοκεντρική Διδασκαλία και Μάθηση. Αθήνα:
Γρηγόρης.
Παπαρούση, Μ. (2005). Δομή της λογοτεχνικής αφήγησης: Σκέψεις για μια διδακτική
αξιοποίηση. Ανάκτηση από: Http://Keimena.ece.uth.gr
Παντελιάδου, Σ. & Μπότσας, Γ. (2007). Επιμέλεια. Μαθησιακές δυσκολίες. Βασικές
έννοιες και χαρακτηριστικά, 45. Ανάκτηση από:
http://www.dismathis.gr/arthra/md_en.pdf
Πατσάλης, Χ. (2004). «Δημιουργία ποιητικών κειμένων στο Δημοτικό Σχολείο»
Επιστήμες της Αγωγής, 4, 190-194.
Φλουρής, Γ. (2002) . «Αναζητώντας ένα νέο πλαίσιο διαμόρφωσης αρχών σχολικής
μάθησης και διδασκαλίας, στο: Συμπόσιο - Επιμορφωτικό Σεμινάριο, 18-20,
12, 1998, Ε.Π.Κ. Δελφών, 13-45. Αθήνα: Κ. Ε. Ε.
Χοντολίδου, Ε. (1999). «Εισαγωγή στην έννοια της πολυτροπικότητας», Γλωσσικός
Υπολογιστής, 1 (1), 115-118 .
[473]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Το «Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη», ήταν ένα από τα Ιδιωτικά σχολεία που
λειτούργησαν στην Ερμούπολη στα μέσα του 19ου αιώνα. Ιδρύθηκε το 1844, από τον
Χρήστο Ευαγγελίδη, απόφοιτο του Columbia, δηλαδή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας
της Νέας Υόρκης. Εκτός από Δημοτικό, συμπεριλάμβανε Ελληνικό σχολείο, αλλά και
οικοτροφείο για παιδιά πλουσίων ομογενών, που ζούσαν και εργάζονταν εκτός του
Ελληνικού χώρου.
Οι εκπαιδευτικές καινοτομίες που εφάρμοσε ο Ευαγγελίδης είχαν άμεση σχέση με
τις σπουδές του στην Αμερική, στην Φιλολογία και την Παιδαγωγική. Η πλέον
Πρωτοποριακή καινοτομία, που εισήγαγε ήταν το Θέατρο. Όμως, οι αντιδράσεις
των άλλων ιδιωτικών σχολείων και διάφορες άλλες συγκυρίες οδήγησαν τελικά το
«Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη», σε μαρασμό. Το 1877 το σχολείο κλείνει και
μεταφέρεται στην Αθήνα.
Εισαγωγή-προβληματική
Η ιστορία της Εκπαίδευσης στην Σύρο, τόσο κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας στον
οικισμό της Άνω Σύρου, όσο και μετά την απελευθέρωση στην αναγεννημένη μέσα
από τις στάχτες της Επανάστασης Ερμούπολη, είτε ιδιωτική είτε δημόσια,
παρουσιάζεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Τα τελευταία χρόνια έλκει την προσοχή
των ερευνητών και έχει γίνει αντικείμενο συστηματικής έρευνας. Ήδη έχουν
ολοκληρωθεί τρεις διδακτορικές διατριβές.
Η πρώτη δημοσιευμένη έρευνα, είναι του Αντώνη Σμυρναίου71, αφορά την Ιδιωτική
Εκπαίδευση στην Ερμούπολη και συγκεκριμένα στο Φιλελληνικό Παιδαγωγείο
Hilder, το οποίο ιδρύθηκε και λειτούργησε υπό την αιγίδα της Αγγλικανικής-
Ευαγγελικής Εκκλησίας. Μια εξαιρετικά προσεγμένη μελέτη, μετά από επισταμένη
έρευνα στα Αρχεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στην Αγγλία και στην Ελλάδα, η
οποία μας έχει δώσει σημαντικές πληροφορίες και έχει διαφωτίσει ένα σημαντικό
κομμάτι της Ιστορίας της Εκπαίδευσης στην Ερμούπολη, στα μέσα του 19ου αιώνα.
Ακολουθούν άλλες δύο διατριβές. Του Νίκου Ζαχαράκη: Η βασική Εκπαίδευση στο
Δήμο Ερμούπολης: Τα Δημοσυντήρητα Αλληλοδιδακτικά σχολεία (1829-1862) και
71
Βλ. επίσης Αντώνης Σμυρναίος, Στα ίχνη της Ουτοπίας, Αθήνα 2006.
[474]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
της Ελπίδας Πρίντεζη-Καμπέλη: «Η Ιστορία της Εκπαίδευσης στην Άνω Σύρο κατά
τον 17ο-19ο αιώνα»72.
Ωστόσο η έρευνα όσον αφορά την Δημόσια και ιδιαίτερα την Ιδιωτική Εκπαίδευση
στην Ερμούπολη του 19ου αιώνα, έχει ακόμη να αναδείξει πολλά ενδιαφέροντα και
ανεξερεύνητα κομμάτια του πάζλ, που συνθέτει την Ιστορία της Εκπαίδευσης της
Σύρου. Ενδιαφέρουσα περίπτωση, αποτελεί το Σχολείο που ιδρύθηκε από τον
Χρήστο Ευαγγελίδη, στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα και έγινε ονομαστό,
ιδιαίτερα μεταξύ των ετών (1844-1859), υπό την επωνυμία «Ελληνικόν Λύκειον
Ευαγγελίδη».
Η έρευνα σε Αρχεία της Ερμούπολης, στα ΓΑΚ Κυκλάδων και στην Βιβλιοθήκη του
Δήμου, κυρίως σε εφημερίδες και περιοδικά, διαφώτισαν σε σημαντικό βαθμό την
περίοδο της λειτουργίας του και ανέδειξαν τα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά την
χρονική περίοδο της ακμής του (1844-1857).Ενδιαφέροντα στοιχεία περιέχονται
επίσης, στα γραπτά των δύο Επιφανών μαθητών του Λυκείου, του Εμμανουήλ Ροΐδη
και του Δημητρίου Βικέλα. Σημαντική έλλειψη για την ολοκλήρωση αυτής της
μελέτης, οφείλουμε να επισημάνουμε, είναι το ότι δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε
Μαθητολόγια, Παρουσιολόγια, Ελέγχους Προόδου των μαθητώνή άλλα συναφή
στοιχεία, που θα μας έδιναν σαφείς πληροφορίες για την οργάνωση γενικότερα του
Σχολείου. Πλούσιο υλικό ωστόσο αντλήσαμε, όπως θα παρουσιάσουμε στην
συνέχεια, από άρθρα των τοπικών εφημερίδων και κυρίως από την διαμάχη του
Αιόλου και της Ενώσεως, για τις καινοτομίες του Ευαγγελίδη, μέσα από την μελέτη
των οποίων αναδείχθηκε ο αθέμιτος ανταγωνισμός και η κριτική που του ασκήθηκε
από τα άλλα Ιδιωτικά Σχολεία της Ερμούπολης.
Η εργασία αποτελεί και μια Μελέτη περίπτωσης, αυτού του Ιδιωτικού σχολείου που
έγινε «μήλο της έριδος», αφού οι τοπικές εφημερίδες της Ερμούπολης
ενεπλάκησαν σε μια διαρκή αντιπαράθεση άρθρων και απόψεων, για αρκετά
χρόνια. Η μεθοδολογία ακολουθεί τις αρχές της Ιστορικής–Παιδαγωγικής Έρευνας.
Τα ερευνητικά ερωτήματα που μας απασχόλησαν και εξετάσαμε, ήταν οι
καινοτομίες που ο Ευαγγελίδης εφάρμοσε, σε σχέση με αυτό που σήμερα
εφαρμόζεται ως καινοτομία, στο Σύγχρονο Ελληνικό σχολείο.
Τέλος σκοπός ακόμη της μελέτης μας είναι να δείξουμε ότι, στην ιστορία της
εκπαίδευσης πάντοτε υπήρχαν εμπνευσμένοι εκπαιδευτικοί, που είχαν οράματα και
προσδοκίες.
Κύριες Αρχειακές πηγές της μελέτης, είναι οι τοπικές εφημερίδες της Ερμούπολης 73,
που μελετήθηκαν, φυλάσσονται στην Βιβλιοθήκη Δήμου Σύρου-Ερμούπολης και
χειρόγραφα από τα ΓΑΚ της Ερμούπολης και ενώ ως βοηθητικές πηγές
χρησιμοποιήθηκαν τα δημοσιευμένα έργα του Βικέλα, αλλά και εκδόσεις Συριανών
Περιοδικών.
72
Βλ. επίσης την έκδοση, Ελπίδα Πρίντεζη-Καμπέλη, Η ιστορία της Εκπαίδευσης στη Σύρο, κατά τον
17ο -19ο αιώνα, Συμβολή στην Ιστορία και τον πολιτισμό της Σύρου, Ερμούπολη-Σύρου, 2012.
73
Βλ. Ελπίδα Πρίντεζη-Καμπέλη, «Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη», Ερμούπολη-Σύρου 2011, στο
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ σ. 113 και εξής.
[475]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
1. Ιστορικό πλαίσιο
Η Ερμούπολη, η νέα πόλη της Σύρου, δημιουργήθηκε μετά το 1821, από το κύμα
των ξεριζωμένων προσφύγων, που βρήκαν καταφύγιο στο ασφαλές λιμάνι της.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πηγές, το όνομα Ερμούπολη, προτάθηκε από τον
Λουκά Ράλλη το 1824 και έγινε από όλους αποδεκτό, επειδή ως η πόλη του
εμπορείου, ήταν λογικό να τεθεί υπό την προστασία του Θεού Ερμού. Η δε παλιά
πόλη των Συρίων, έκτοτε ονομάστηκε Άνω Σύρος74.
Η ιστορία της εκπαίδευσης στην Ερμούπολη και η ραγδαία ανάπτυξη της παιδείας 75,
χωρίς αμφιβολία, είναι αλληλένδετη με την πνευματική ανάπτυξη και παιδεία των
14.000 περίπου προσφύγων, στην πλειοψηφία τους Χιώτες, Σμυρνιοί76, Κυδωνιείς,
στις ιδιαίτερες πατρίδες των οποίων, λειτουργούσαν σημαντικά σχολεία και η
εκπαίδευση είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο77.
Την ίδρυση και λειτουργία των πρώτων δημοσυντήρητων αλληλοδιδακτικών
σχολείων στην Ερμούπολη, ένα για αγόρια το 182778 και ένα για κορίτσια το 182879,
ακολούθησε η Ίδρυση Γυμνασίου το 1833, το κτίριο του οποίου οικοδομήθηκε με
σχέδια του Βαυαρού αρχιτέκτονα Ερλάχερ 80.
2. Θεσμικό πλαίσιο
Αμέσως μετά την άφιξη του βασιλιά Όθωνα στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1833, η
Αντιβασιλεία που ασκούσε την εξουσία μέχρι την ενηλικίωσή του, εγκατέστησε με
γοργούς ρυθμούς έναν διοικητικό μηχανισμό ο οποίος απετέλεσε τις βάσεις του
νέου Ελληνικού κράτους81.
74
Βλ. Τιμολέοντος Αμπελά, Ιστορία της νήσου Σύρου, από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τα καθ’
ημάς, Εν Ερμουπόλει Σύρου 1874, τύποις Ρ. Πρίντεζη. Επανέκδοση Χρήστος Καλημέρης 1998, σ. 513
και εξής.
75
Τιμολέοντος Αμπελά, Ιστορία της νήσου Σύρου…ό.π., σ. 632 και εξής. Γιάννης Βλαχογιάννης, Χιακά
Αθήνα 1910, τ. Δ΄, σ. 530 και εξής και τ. Ε΄σ. 32, 243-144, 194-196, 394-395, 537 και εξής μέχρι 554.
Ανδρέας Χούμης, «Συριανά Παλαιά», Εφημ. Ήλιος Ερμουπόλεως, [4, 16, 24 Σεπτεμβρίου 1903], [4,
15, 25 Οκτωβρίου 1903], 6 Νοεμβρίου 1903 και 12 Φεβρουαρίου 1904.
Παναγιώτης Ζωντανός, Περί ανατροφής των κορασίων, Ερμούπολις 1836. Γεώργιος Πολυμέρης «Η
Εκπαίδευσις εν Σύρω», Εφημ. Αίολος φ. 306 (17 Ιουνίου 1850). Τρύφων Ευαγγελίδης, Η παιδεία επί
Τουρκοκρατίας, σ. 112. Κων. Βακαλόπουλος, Η επαναστατημένη Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 1976, σ. 106-
107. Ανδρέας Δρακάκης, Ιστορία του οικισμού της Ερμουπόλεως (Σύρας), τ. Β΄Αθήνα 1983, σ. 111-
121.
76
Στην Σμύρνη ήδη από το 1743 λειτουργούσε η περίφημη Ευαγγελική Σχολή με ονομαστούς
δασκάλους μεταξύ των οποίων, ο Θεόφιλος Καΐρης από το 1811.
77
Τρύφων Ευαγγελίδης, Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας, για την εκπαίδευση στην Χίο και Σμύρνη.
78
Ανδρέα Δρακάκη, Ιστορία του οικισμού …ό.π., τ. Β΄, σ. 113-115.
79
Ανδρέα Δρακάκη,Ιστορία του οικισμού…ό.π., τ. Β΄, σ. 115-118.
80
Σήμερα το ιστορικό Γυμνάσιο Αρρένων Σύρου, στεγάζει το τμήμα Σχεδίασης Μηχανικών του
Πανεπιστημίου Αιγαίου.
81
Βλ. σχετικά Αλέξανδρος Δρακάκης-Στυλιανός Κούνδουρος, Αρχεία περί της συστάσεως και
εξελίξεως των Δήμων και Κοινοτήτων 1836-1939 και της Διοικητικής διαιρέσεως του Κράτους, τ. Α΄-
Β΄, Αθήνα 1939-1940.
[476]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Όσον άφορα όμως την οργάνωση του Εκπαιδευτικού συστήματος, της Ελλάδας, οι
σχετικές διαδικασίες κινήθηκαν μάλλον με αργούς ρυθμούς. Το εκπαιδευτικό
σχέδιο82, στηριγμένο σε Βαυαρικά πρότυπα, προέβλεπε Σχολεία Δημοτικά, Ελληνικά
Σχολεία, Γυμνάσια και Πανεπιστήμιο83. Για την υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού,
εκδόθηκε ο «Νόμος περί δημοτικών Σχολείων» στις 6/18 Φεβρουαρίου 183484 και
συστήθηκε η Γραμματεία (και Υπουργείο) Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας
Εκπαιδεύσεως85.
Όσον αφορά τις νομοθετικές ρυθμίσεις για την Ιδιωτική Εκπαίδευση, οφείλουμε να
επισημάνουμε, ότι αυτή έδρασε παράλληλα με την Δημόσια Εκπαίδευση από την
ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και ίσχυσε και γι’ αυτήν το ίδιο νομοθετικό
πλαίσιο. Με το Διάταγμα 6 /18 Φεβρουαρίου 1834 περί Δημοτικών Σχολείων και με
το Διάταγμα της 31 Δεκεμβρίου 1836 περί του κανονισμού των Ελληνικών Σχολείων
και Γυμνασίων, κατοχυρώνεται και η ύπαρξη της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Στον όρο
«Ιδιωτική Εκπαίδευση» συμπεριλαμβάνονταν: Η «κατ' οίκον διδασκαλία», «τα
ιδιωτικά σχολεία» και «τα ξένα σχολεία».
Ωστόσο ελάχιστες μελέτες υπάρχουν σχετικά με τα ιδιωτικά σχολεία της περιόδου
αυτής, στην ελληνική βιβλιογραφία86. Η ιδιωτική εκπαίδευση δεν αποτέλεσε μέχρι
σήμερα αντικείμενο συστηματικής μελέτης87. Μπορούμε μάλιστα να ισχυριστούμε
πως στην μέχρι σήμερα εκπαιδευτική ιστοριογραφία η ιδιωτική εκπαίδευση στην
Ελλάδα, αποσιωπάται88. Για τον 19ο αιώνα, αναφέρονται ορισμένες μόνο
προσπάθειες όπως της «Φιλεκπαιδευτικής Εταιρίας»89.
82
Βλ. Αλέξης Δημαράς, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε (Τεκμήρια Ιστορίας) τ. Α΄, 1821-1984, Αθήνα
1973, σ. κθ΄και εξής.
83
Βλ. Δαυίδ Αντωνίου, Οι απαρχές του εκπαιδευτικού σχεδιασμού στο νεοελληνικό κράτος: Το σχέδιο
της επιτροπής του 1833, Αθήνα 1992.
84
Βλ. ΕτΚ (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως) αριθ. 11/3 Μαρτίου 1834, σ. 73-87.
85
Βλ. περισσότερα Σήφης Μπουζάκης, Νεοελληνική Εκπαίδευση, (1821-1985), Αθήνα 1986.
Δημήτριος Σακκής, Η εκπαίδευση στις Νοτιοδυτικές Κυκλάδες κατά την Α΄Οθωνική περίοδο (1833-
1843), Αθήνα 1997, σ. 44-54.
Σχετικά με την μόρφωση, μισθοδοσία, διορισμό κλπ. των Διδασκάλων βλ. Χρήστος Τζήκας, Το
Βασιλικό Διδασκαλείο 1834-1864, Διδακτορική Διατριβή, Θεσσαλονίκη 1996. και ΓΑΚ Αρχείο ΥΕΔΕ,
περίοδος 1833-1848, Εγκύκλιος αριθ. 7421/27 Ιανουαρίου 1835.
86
Τρύφων Ευαγγελίδης, Η Παιδεία επί Τουρκοκρατίας(Ελληνικά Σχολεία από της Αλώσεως μέχρι του
Καποδιστρίου), τομ. Α΄ Εν Αθήναις 1936, σ. 1 και εξής.
87
Εξαίρεση αποτελεί η μελέτη της Σιδηρούλας Ζιώγου-Καραστεργίου, Η Μέση Εκπαίδευση των
κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893), Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας
Γενιάς, Αριθ.2, Αθήνα 1986, καθώς και η προσέγγιση του Κ. Τσουκαλά, Εξάρτηση και Αναπαραγωγή.
Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Θεμέλιο 1977.
88
Αποστόλης Ανδρέου, «Ιδιωτική εκπαίδευση. Προσανατολισμός, διάρκειες και τομές (Ιστορική
προσέγγιση), Τριμηνιαία επιθεώρης,τεύχος 20, (Ιούλιος - Σεπτέμβριος 1987). Ανακοίνωση στο
Συνέδριο με θέμα: «ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ. ΟΡΓΑΝΩΣΗ: Σ.Τ.Ε.Α.Θ.Δ.Ε.Θ». Θεσσαλονίκη, 5
Δεκέμβρη 1986.
89
Δ.Γ. Μωραΐτης, Ιστορία της Παιδαγωγικής, Αθήναι 1953, Γ' έκδοση.
[477]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
90
Βλ. Ανδρέα Δρακάκη, Ιστορία του οικισμού της Ερμουπόλεως Σύρας, 1826-1827, τ. Β΄, Αθήνα 1983,
σ. 111 και εξής.
91
Ο «Νόμος περί δημοτικών Σχολείων» που εκδόθηκε 6/18 Φεβρουαρίου 1834 και δημοσιεύθηκε
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως βλ. αριθ. 11/3 Μαρτίου 1834, σ. 73-87.
92
Αντώνης Σμυρναίος, Στα ίχνη της ουτοπίας, Αθήνα 2006.
Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, …ο.π., σ. 61. Βλ. Ανδρέα Δρακάκη, Ιστορία του οικισμού της Ερμουπόλεως
Σύρας, 1826-1827, τ. Β΄, Αθήνα 1983, σ. 115 και εξής.
93
Βλ. Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, ο.π., σ. 61-62.
94
Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, ο.π., σ. 65.
95
Γ. Μεταλληνός, «Η κατά την Ανατολήν Δύσις. Ο «μετακενωτικός» ρόλος των Δυτικών
Μισσιοναρίων στο Ελληνικό Κράτος». [Β] περιοδικό Σύναξη, τ. 8, (Φθινόπωρο 1983), σ. 46, 50, 52.
παρατίθεται και κατάλογος εκδόσεων. Τυπογραφεία υπήρχαν στη Μάλτα και Κέρκυρα.
96
«Κάθε εγχείρημα των ιεραποστολών είχε τη συμπαράσταση των κυβερνήσεων, συγκαλυμμένη ή
όχι, αφού η δράση τους σχετίζονταν με τις πολιτικές παρεμβάσεις τους στο χώρο της Ανατολής. Την
αποστολή και τη χρηματοδότηση των ιεραποστολών είχαν αναλάβει οι οικονομικά ισχυρές εταιρίες,
που αναφέραμε, της Αμερικής και της Ευρώπης. Μπορούμε να διατυπώσουμε την άποψη ότι η
εκπαιδευτική δράση των ιεραποστολών ήταν μια από τις θεσμοποιημένες επεμβάσεις των ξένων
στην Ελληνική κοινωνικοοικονομική και πολιτική ζωή». Αποστόλης Ανδρέου, «Ιδιωτική εκπαίδευση.
Προσανατολισμός, διάρκειες και τομές (Ιστορική προσέγγιση), Τριμηνιαία επιθεώρησις,τεύχος 20,
(Ιούλιος - Σεπτέμβριος 1987). Ανακοίνωση στο Συνέδριο με θέμα: «ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ: Σ.Τ.Ε.Α.Θ.Δ.Ε.Θ». Θεσσαλονίκη, 5 Δεκέμβρη 1986.
[478]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
97
Γ. Μεταλληνός, …ο.π., σ. 34.
98
Τιμολέων Αμπελάς, Ιστορία της νήσου Σύρου, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τα καθ’ ημάς, Εν
Ερμουπόλει Σύρου 1874, σ. 668. Α. Χούμη, «Συριανά Παλαιά», εφημ. Ήλιος, ό. π. Βλ. επίσης
Βλαχογιάννη, Χιακά, τομ. Ε΄ σ. 538-554.
99
Εφημερίδα Ερμής Σύρου /15-7-1844.
100
Ιωάννη Γρηγοριάδη, «Χρίστος Ευαγγελίδης (1815-1881)», Συριανά Γράμματα 36(Οκτώβριος 1996),
σ. 147-151.
101
Ο Α. Δρακάκης αναφέρει, ότι σύμφωνα με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ερμούπολης,
στην συνεδρίαση ΙΗ΄ στις 19 Οκτωβρίου 1841, έγινε αποδεκτή η αίτησή του για διορισμό στο
Γυμνάσιο Σύρου ως καθηγητή της Αγγλικής γλώσσας, με μηνιαίο μισθό 100 δραχμές. Στην συνέχεια
όμως, πληροφορούμαστε από τις ίδιες πηγές, ότι το Υπουργείο Παιδείας δεν ενέκρινε το διορισμό,
αλλά επειδή ήδη ο Ευαγγελίδης είχε διδάξει στο Γυμνάσιο επί δύο μήνες, μέχρι το Δεκέμβριο,
πληρώθηκε με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, από τον Δήμο της Ερμούπολης. Α. Δρακάκης,
«Ελληνικόν Λύκειον Χρήστου Ευαγγελίδη (Ερμούπολις 1846-1857)» Κυκλαδικά Θέματα τ. 22
(Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1987), σ. 198.
[479]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
του 1844, ιδρύει το σχολείο του103. Εκτός από Δημοτικό, συμπεριλαμβάνει Ελληνικό
σχολείο, αλλά και οικοτροφείο για παιδιά πλουσίων ομογενών, που ζουν και
εργάζονται εκτός του Ελληνικού χώρου. Το πρόγραμμα του σχολείου δημοσιεύεται
στην εφημερίδα Ερμής της Σύρου104.
Γρήγορα το «Ελληνικόν Λύκειο Ευαγγελίδη», γίνεται διάσημο, λόγω της
χαρισματικής προσωπικότητας του ιδρυτή του, που δεν αργεί να κερδίσει την
εμπιστοσύνη των γονέων και την αγάπη των μαθητών του. Από το Πρόγραμμα
διδασκαλίας, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα Ερμής της Σύρου, στις 15 Ιουλίου
1844, διαβάζουμε ότι εκτός από τα συνήθη μαθήματα, διδάσκονται Μαθηματικά, η
Γαλλική, Αγγλική, Ιταλική γλώσσα και οργανική Μουσική, γεγονός που αποδεικνύει
την λειτουργία και Ελληνικού Σχολείου105 106.
Στις δε Δημόσιες εξετάσεις, στις 15 Σεπτεμβρίου 1845107, οι αρχές της πόλης, η
εφορευτική επιτροπή και οι «φιλόμουσοι» πολίτες, καθώς γράφουν οι τοπικές
εφημερίδες, παρακολουθούν «Κεχηνότες»108την πρόοδο των μαθητών του.
Το 1846, ο Ευαγγελίδης αγοράζει το κτήριο109, στο οποίο στεγάζεται το σχολείο του
και τον Ιούλιο του 1847 γίνονται με επισημότητα τα εγκαίνια της έναρξης της
λειτουργίας του.
4.2 Οι Καινοτομίες.
Οι εκπαιδευτικές καινοτομίες που εφαρμόζει έχουν άμεση σχέση με τις σπουδές
του στην Αμερική, στην Φιλολογία και Παιδαγωγική.
Πρώτη καινοτομία του Ευαγγελίδη, σύμφωνα με πηγές του 1844110, είναι η
διδασκαλία των ξένων γλωσσών: της Αγγλικής την οποία δίδασκε ο ίδιος, της
Γαλλικής και της Ιταλικής.Μεταξύ των έργων που διδάσκονται στα Αγγλικά,
συμπεριλαμβάνονται τα έργα των Λόρδου Βύρωνα και Σαίξπηρκαι σταΓαλλικά του
Μολιέρου. Αν αναλογιστούμε ότι στο Γυμνάσιο Σύρου, δεν διδάσκονται τότε οι
102
Α. Συγγρός, «Απομνημονεύματα», Η Μέλισσα, σ. 201.
103
Εφημερίδα Ερμής Σύρου 277/15-7-1844.
104
Βλ. δημοσιευμένο το Πρόγραμμα του Ελληνικού Λυκείου Ευαγγελίδη, στο Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη,
Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π. σ. 33-35.
105
Βλ. δημοσιευμένο το Πρόγραμμα του Ελληνικού Λυκείου Ευαγγελίδη, στο Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη,
Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π. σ. 33-35, από Εφημερίδα Ερμής-Σύρου.
106
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π. σ. 66-79 Διδασκόμενα μαθήματα και
καθηγητές και στο Παράρτημα άρθρο από Εφημ. Αίολος, φ. 393/23 Φεβρουαρίου 1852.
107
Εφημερίδα Αίολος 57 / 15 Σεπτεμβρίου1845.
108
Από το ρήμα χαίνω που σημαίνει «με ανοικτό το στόμα».
109
Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π. σ. 35-36, από Εφημερίδα Ερμής, φ. 334/9
Μαρτίου 1846.
110
Βλ. δημοσιευμένο το Πρόγραμμα του Ελληνικού Λυκείου Ευαγγελίδη, στο Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη,
Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π. σ. 33-35, από Εφημερίδα Ερμής-Σύρου.
Βλ. επίσης στο Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π. στο Παράρτημα, Β.Δ.Ε.
«Λόγος Εκφωνηθείς υπό Α. Σιώτου, Εν τω Ελληνικώ Λυκείω κατά την επέτειον της αυτού
καθιδρύσεως ημέραν την 24 Ιουλίου 1849, Εν Ερμουπόλει, εκ της τυπογραφίας Γ. Μελισταγούς
1849», σ. 1-16.
[480]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ξένες γλώσσες, αφού σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, προσλήφθηκε το 1841 για να
διδάξει Αγγλικά ο Ευαγγελίδης, κατανοούμε πόση εντύπωση προκάλεσε η εισαγωγή
των ξένων γλωσσών, στο Λύκειό του.
Δεύτερη καινοτομία, ο τρόπος διδασκαλίας του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής.
Λέγεται ότι ο ίδιος ο Ευαγγελίδης συμμετείχε σε αθλοπαιδιές, ή συνόδευε τους
μαθητές του σε οδοιπορικούς περιπάτους στη φύση, στα «βραχώδη» και «γυμνά
βουνά» της Σύρου. Κυρίως τους οδηγούσε στην τοποθεσία «Βαπόρια»,για να
εξασκούνται στην κολύμβηση.Μέχρι σήμερα η περιοχή κάτω από τον Άγιο Νικόλαο,
φέρει το τοπωνύμιο «στου Βαγγελίδη»111.
Τρίτη πρωτοπορία, η εισαγωγή του μαθήματος της Υγιεινής. Δίδασκε ο γιατρός
Ευάγγελος Εμμανουήλ, τρείς φορές την εβδομάδα, σε βραδινές ώρες 8-9 μ.μ.
σκόπιμα, για να μπορούν να το παρακολουθούν οι γονείς και οι πολίτες112.
Καινοτομία επίσης θεωρείται και η διδασκαλία του τρόπου της γραφής των
Επιστολών, της λεγόμενης Επιστολογραφίας113.
Εκείνο που εντυπωσίασε όμως την Συριανή κοινωνία ήταν η Παρουσίαση
δοκιμίωναπό τους μαθητές του κάθε Σάββατο βράδυ και η καθιέρωση της
Δημόσιας διαλογικής συζήτησης, παρουσία ακροατών114. Αντικειμενικός σκοπός
αυτών των Δημόσιων διαλέξεων, είναι σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του
Ευαγγελίδη «η ανάπτυξη ακρίβειας στη σκέψη και η ικανότητα διατύπωσής της». Ο
ίδιος, ως φοιτητής είχε εξασκηθεί σε παρουσίαση διαλέξεων και επίσης υποστήριζε,
ότι μέσω αυτών «προάγεται η κριτική σκέψη και καλλιεργείται η συνήθεια των
μαθητών να μιλούν με θάρρος μπροστά σε ακροατήριο».
Αξίζει να αναφέρουμε στο σημείο αυτό ότι, η μέθοδος των παρουσιάσεων και ο
επιδιωκόμενος σκοπός τους, έχει βαθιές ρίζες και ανάγεται στους ρητορικούς
διαλόγους του Αριστοτέλη και του Κικέρωνα. Την μέθοδο είχαν υιοθετήσει και οι
Ιησουίτες, οι οποίοι στα Κολλέγια τους οργάνωναν με τους μαθητές τους,
Ρητορικούς Διαλόγους και «Δημόσιες rappresentazioni»115, δηλαδή δημόσιες
παρουσιάσεις παρουσία κοινού, γραπτών δοκιμίων,θεατρικών έργων και ορατόριων
ή λογοτεχνικών κειμένων σε πεζό ή ποιητικό λόγο, με σκοπό την εξοικείωση των
μαθητών τους στο Δημόσιο διάλογο, ώστε να μπορούν να ελέγχουν τις κινήσεις
τους, τον τόνο της φωνής τους και γενικάτηνσυμπεριφορά τους μπροστά σε
ακροατήριο. Με αυτόντον τρόπο μάθαιναν να ελέγχουν τέλεια τη «γλώσσα του
111
Βλ. Δ. Βικέλας, Η Ζωή μου, σ.113 και Ε. Ροΐδης, Συριανά διηγήματα, σ. 50.
112
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη, ό.π., στο Παράρτημα άρθρο Εφημ. Αίολος,
344 / 10 Μαρτίου 1851 και άρθρο Εφημ. Αίολος, φ. 346/ 24 Μαρτίου 1851.
113
Δημήτριος Βικέλας, Η ζωή μου …ό.π., σ. 132. Βλ. και εδώ στο Παράρτημα.
114
Δημήτριος Βικέλας, Η ζωή μου …ό.π., σ. 132. Βλ. και Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικόν Λύκειον
Ευαγγελίδη, ό.π., σ. 55 και εξής.
115
«… πρέπει οι μαθητές να ελέγχουν με αξιοπρέπεια τη φωνή, τις χειρονομίες και γενικά όλες τις
πράξεις τους».RatioStudiorum, Κανόνας 32, Κεφ. XV,Γενικοί των καθηγητών των κατώτερων τάξεων.
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Η ιστορία της Εκπαίδευσης στη Σύρο κατά τον 17ο -19ο αιώνα, σ. 244-246
και στο Παράρτημα του ιδίου.
[481]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
σώματος» και των «συναισθημάτων». Σήμερα πάνω στην ίδια φιλοσοφία, γίνονται
και «οι Αγώνες Αντιλογίας & Επιχειρηματολογίας».
Στις εβδομαδιαίες δε αυτές «εσπερινές» συγκεντρώσεις, που εξελίσσονταν σε
φιλολογικές βραδιές, γράφει ο Δημήτριος Βικέλας ότι, μαζί με τον ΕμμανουήλΡοΐδη
διάβαζαντην εβδομαδιαία χειρόγραφο Εφημερίδα του «Λυκείου», την «Μέλισσα»,
την οποία οι ίδιοι συνέγραφαν, μέσω της οποίας αναδείχθηκε και καλλιεργήθηκε
και το πρώιμο συγγραφικό και φιλολογικό ταλέντο των δύο αυτών επιφανών
μαθητών του Λυκείου. Ωστόσο δεν έχει σωθεί κανένα τεύχος της χειρογράφου
Μέλισσας, ως τεκμήριο. Σώζεται όμως μια ελαιογραφία του ζωγράφου Creuzer,
όπουαπεικονίζεται ο Ευαγγελίδης εν μέσω των μαθητών του, κατά την διάρκεια
μιας τέτοιας εβδομαδιαίας βραδινής συνάθροισης.
Το ενδιαφέρον μας προκαλούν και ορισμένες Παιδαγωγικές Αρχές του Ευαγγελίδη.
Για παράδειγμα, η προσπάθεια να εθίσει τους μαθητές στη διαχείριση χρημάτων,
υποχρεώνοντας μέσω του Κανονισμού του Λυκείου τους γονείς των οικοτρόφων, να
δίνουν στα παιδιά τους 5 έως 10 δραχμές κάθε μήνα, ανάλογα με την ηλικία και
απαγορεύοντας την υπέρβαση του προκαθορισμένου ποσού, προς αποφυγή
«πλουτοκρατικών διακρίσεων»116. Επισημαίνουμε όμως, λαμβάνοντας υπόψη το
κόστος ζωής στην Ερμούπολη εκείνη την περίοδο όπου μπορούσε κανείς να
νοικιάσει στην καλύτερη περιοχή Βαπόρια «μονόροφον οικίσκον» μόνο με είκοσι
πέντε δραχμές, ότι το χαρτζιλίκι των 10 δραχμών των παιδιών, δεν ήταν καθόλου
ευκαταφρόνητο.
Αλλά η πλέον Πρωτοποριακή καινοτομία, στο «Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη»,
ήταν η Εισαγωγή του Θεάτρου117. Το πρώτο θεατρικό έργο που παραστάθηκε ήταν η
μεταφρασμένη από τον μαθητή Δημήτριο Βικέλα, Γαλλική τραγωδία «Εσθήρ». Η
μετάφραση ήταν έμμετρη, με ομοιοκατάληκτους στίχους, δείγμα που φανέρωνε το
ποιητικό του ταλέντο. Ο ίδιος όμως ο Βικέλας εξομολογείται ότι, η προσπάθεια του
αυτή είχε υπερεκτιμηθεί υπερβολικά, ενώ δεν άξιζε τόσο μεγάλων φιλοφρονήσεων
και ότι η υπερβολική αξία που της δόθηκε, μάλλον οφειλόταν στην φιλία της
μητέρας του με τον Ευαγγελίδη. Γεγονός ωστόσο είναι, ότι έλαβε χώρα μία
παράσταση για την οργάνωση της οποίας συνεργάστηκαν ομαδικά όλοι, καθηγητές
και μαθητές. Ο καθηγητής της μουσικής Ένιγκ, ανέλαβε να διδάξει την μουσική και
την προετοιμασία των χορικών ασμάτων, που παρεμβάλλονταν μεταξύ των
πράξεων, όπως συνηθιζόταν στις θεατρικές παραστάσεις, ενώ ταυτόχρονα
ζωγραφίζονταν τα σκηνικά, ετοιμάζονταν οι ενδυμασίες και η αυλαία. Για τις
ανάγκες της παράστασης, μεταβλήθηκε σε θέατρο «το ευρύχωρον υπνωτήριον
τουσχολείου». Όλοι οι μαθητές ζούσαν σε πυρετό προετοιμασίας μιας
πρωτόγνωρης εμπειρίας. Επόμενο ήταν, ότι κατά την διάρκεια της προετοιμασίας,
«το Λύκειον έγινε άνω –κάτω. Τα μαθήματα έμειναν εξ ανάγκης οπίσω, ο νους των
116
Από την «Ιστορία ενός σκύλου», … ό.π., Άπαντα 4, σ. 387, υποσημ. 1.
117
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη, ό.π., σ. 60 και εξής και στο Παράρτημα
άρθρο από Εφημ. Αίολος 341 / 17 Φεβρουαρίου 1851.
[482]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
μαθητών ήτο εις την Εσθήρ και όχι εις τα βιβλία των! Αλλά, οποίος θρίαμβος δια το
Λύκειον και οποία ταπείνωσις δια το αντίζηλον σχολείον του Βαλέττα!», γράφει ο
Βικέλας. Επιπλέον πριν την παράσταση, ο ευφυής Ευαγγελίδης, φρόντισε να
εκδώσει με δικά του χρήματα και δική του ηθική ευθύνη, την «Εσθήρ» μαζί με τα
υπόλοιπα στιχουργήματα του Βικέλα118. Έτσι η τραγωδία με αυτόν τον τρόπο
διαφημίστηκε πριν την παρουσίασή της στο κοινό. Η «Εσθήρ» παραστάθηκε στις 18
Φεβρουαρίου 1851. Συγκέντρωσε πλήθος θεατών, που έμειναν ιδιαίτερα
ευχαριστημένοι. Για μέρες ασχολήθηκε ο τοπικός τύπος επιτυχία της, αφού ήταν
ένα «πρωτάκουστο» και «πρωτοφανές» γεγονός στα χρονικά της Σύρου. Η δε
εφημερίδα Αίολος, εκτός από τους επαίνους συγκρίνει τις παιδαγωγικές
πρωτοβουλίες του Ευαγγελίδη, με εκείνες του «σοφού γυμνασιάρχη Γεννάδιου, ότε
διεύθυνε το Ορφανοτροφείον εν Αιγίνη», ο οποίος παρίστανε «δια των μαθητών
εντός του Ορφανοτροφείου διαφόροις τραγωδίας»119.
4.3 Οι αντιδράσεις.
Ωστόσο η ίδια εφημερίδα «Αίολος», που επαινεί το Λύκειο Ευαγγελίδη το 1851, ένα
χρόνο αργότερα υποστηρίζει, ότι το «Θέατρο» δήθεν «προκαλείτην καταστροφή
των νέων που φοιτούν στο Λύκειο». Χαρακτηρίζει την κατάσταση του Λυκείου
«ελεεινή» και «απαράδεκτο». Καλεί τον Ευαγγελίδη να αλλάξει την επιγραφή πάνω
από την είσοδο από Ελληνικόν Λύκειονσε Ελληνικόν Θέατρον, αφού και οι μαθητές
από τότε που άρχισαν να ασχολούνται με την μουσική και τις παραστάσεις είχαν
«φορτώσει στον Κόρακα και τα μαθήματα και τους διδασκάλους»120. Τα καυστικά
και ειρωνικά τα σχόλια του «Αιόλου», στοχεύουν και στην διδασκαλία της
Μουσικής, την οποία άλλωστε ο συντάκτης της εφημερίδας, δεν θεωρεί και τόσο
απαραίτητο μάθημα για τα Ελληνόπουλα, αλλά μόνο για τα Γερμανόπουλα, αφού
ναι μεν το μάθημα υπάρχει στο πρόγραμμα των Δημοσίων Σχολείων, αλλά ωστόσο
«εις ουδέν Εκπαιδευτικόν Κατάστημα, δημόσιον ή ιδιωτικόν, διδάσκεται η
μουσική».
Σε υπεράσπιση του Ευαγγελίδη σπεύδει η εφημερίδα «Ένωσις». Ακολουθεί ένα
μεγάλο χρονικό διάστημα αντιπαραθέσεων μεταξύ των δύο τοπικών εφημερίδων,
της «Ενώσεως» και του «Αιόλου». Από την μελέτη δε των άρθρων τους,
διαπιστώνεται ότι πίσω από τον «Αίολο», ήταν καλά κρυμμένοι οι ανταγωνιστές του
Ευαγγελίδη, οι οποίοι δυσαρεστημένοι από την προβολή του Λυκείου του,
επεχείρησαν αυτόν τον τρόπο να εμποδίσουν τις δραστηριότητές του.
118
Βλ. Δ. Βικέλας, Η ζωή μου, Αθήνα 1908, σ. 111-138.
119
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη, ό.π., στο Παράρτημα Εφημ. Αίολος φ.
341/17 Φεβρουαρίου 1851 και 342 / 24 Φεβρουαρίου 1851. Ένα χρόνο αργότερα ο Αίολος γίνεται ο
καταπέλτης του Λυκείου Ευαγγελίδη και αναιρώντας τα επαινετικά του σχόλια γράφει καυστικά και
ειρωνικά άρθρα για το Θέατρο και τον Ευαγγελίδη. Βλ. εδώ στο Παράρτημα Αίολος392/ 16
Φεβρουαρίου 1852 και επίσης 393/23 Φεβρουαρίου 1852.
120
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη, ό.π., σ. 63-64 και στο παράρτημα άρθρο
από Εφημ. Αίολος, φ. 392/16 Φεβρουαρίου 1852. «Το εν Ερμουπόλει Ελληνικόν Θέατρον».
[483]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
121
Α. Δρακάκης, Συριανά Γράμματα 2 (Ιούλιος 1989), σ. 208.
122
Λόγω της συχνής επικοινωνίας οι εφημερίδες της Σμύρνης διαβάζονταν πολύ στη Σύρο και
αντιστρόφως της Σύρου στη Σμύρνη. Και η επίσης ΕΛΠΙΣ «φρονείότι αντιζηλία άλλου Λυκείου
υπαγορεύειτα κατά του Ελληνικού Λυκείου δημοσιευμένα» από τον Αίολο. Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη,
Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη, ό.π., σ. 87-88 και στο Παράρτημα άρθρο από Αίολος 376/ 20
Οκτωβρίου 1851.
123
Γράφει ο Δρακάκης, ότι ο Ευαγγελίδης φιλοξενούσε δωρεάν παιδιά ομογενών που είχαν
πτωχεύσει. Βλ. Α. Δρακάκης, Συριανά γράμματα, 22 (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1987).
[484]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπέρασμα
1. Το Λύκειο Ευαγγελίδη προηγήθηκε των Εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων σχεδόν
150 χρόνια! Εξ αιτίας των καινοτομιών που εφάρμοσε επικρίθηκε και πολεμήθηκε,
άδικα και αθέμιτα.
2. Παρά το γεγονός ότι η Ερμούπολη, έγινε στα μέσα του 19 ου αιώνα το επίκεντρο
της πνευματικής διανόησης και της πολιτιστικής κίνησης της Ελεύθερης Ελλάδας,
ωστόσο κάτω από το περιτύλιγμα της Ευρωπαϊκής κουλτούρας, τα κρινολίνα, τα
βελούδα και τις δαντέλες, κρυβόταν καλά η συντηρητική υποκρισία και αντιλήψεις
μιας μικροαστικής κοινωνίας, που εύκολα πείσθηκε από τους ανταγωνιστές του
Ευαγγελίδη και γρήγορα αναίρεσε την εμπιστοσύνη της προς αυτόν και την
παιδαγωγική του.
3. Ωστόσο το «Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη», παρά τις αντιξοότητες, τις αντιδράσεις
και τους ανταγωνισμούς, στην σύντομη πορεία του κατάφερε να γίνει φημισμένο. Η
Ιστορία κρίνει, αξιολογεί και αργά ή γρήγορα δικαιώνει τους άξιους και καταδικάζει
τους φαύλους. Οι δύο μαρμάρινες επιγραφές, έξω από το κτήριο του ΟΤΕ, αν και όχι
ακριβείς όπως, αποδεικνύεται από την έρευνά μας, θυμίζουν στους συμπολίτες μας
και στους επισκέπτες του νησιού μας, το σχολείο που στα μέσα του 19 ου αιώνα,
τίμησε και εξακολουθεί να τιμά την Ιστορία της Εκπαίδευσης της Σύρου.
Αντί Επιλόγου,
Και για να συνδέσουμε το παρελθόν, με τη σημερινή πραγματικότητα,
επισημαίνουμε ότι:
1. Οι καινοτομίες χρειάζονται θάρρος, πυγμή, δύναμη και υποστήριξη, για να
εφαρμοστούν στην πράξη.
2. Οι καινοτόμοι δάσκαλοι, πολλές φορές, είναι εύκολο να αποκτήσουν εχθρούς.
3. Οι κοινωνίες και οι γονείς, πολύ εύκολα μπορούν να παρασυρθούν και από
τιμητές να γίνουν κατήγοροι.
4. Αλλά η Ιστορία πάντοτε στο τέλος κρίνει και θέλουμε να πιστεύουμε ότι δικαιώνει
τους άξιους.
124
Σμυρναίος Αντώνης, «Tο Ελληνικόν Λύκειον Ερμουπόλεως» και η προτεσταντική αγωγή του Εμμ.
Ροΐδη» στα πρακτικά του 2ου Διεθνούς Συνεδρίου «Η Παιδεία στην αυλή του 21ου αιώνα. Θέματα
ιστορίας της Εκπαίδευσης». Β5 τοπική ιστορία. Συνεδριακό κέντρο Πανεπιστημίου Πατρών 4-6
Οκτωβρίου 2002.
125
Βλ. Ε. Πρίντεζη-Καμπέλη, Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη, ό.π., σ. 86 στο Παράρτημα άρθρο από
Εφημ. Αίολος φ. 376 / 20 Οκτωβρίου 1851. Ο βήχων διευθυντής του Ελληνικού Λυκείου.
[485]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
ΓΑΚ Κυκλάδων:Αρχείο Στ. Βαφία, ΒΒ. 371, Το Ελληνικόν Λύκειον, (σ. 1-12).
Βιβλιοθήκη Δήμου Ερμούπολης (Β.Δ.Ε):Λόγος εκφωνηθείς υπό Α. Σιώτου, εν τω
Ελληνικώ Λυκείω, κατά την επέτειον της αυτού καθιδρύσεως ημέραν, την 24
Ιουλίου 1849, Εν Ερμουπόλει 1849, εκ της τυπογραφίας Γ. Μελισταγούς (σ. 1-
16).
Εφημερίδες:Αίολος, Εφημερίς των Κυκλάδων(1842-1857), Αστήρ, των Κυκλάδων
(1855-1859), Ερμής Σύρου (1844-1859), Ένωσις 1850-1857.
Αμπελάς Τ., Ιστορία της νήσου Σύρου, Εν Ερμουπόλει Σύρου 1874.
Απέργης Κ., «Να σώσουμε την Αρχιτεκτονική μας κληρονομιά», Άποψη, φ.179/2006.
Βαρθαλίτης, Δ.,«Δ. Βικέλας, το Λύκειον Ευαγγελίδου», Συρ. Γράμμ. 25/1994, 25-54.
Βικέλας Δημήτριος, Η ζωή μου,παιδικαί αναμνήσεις νεανικοί χρόνοι, Αθήνα 1908.
Γρηγοριάδης Ι., «Χρίστος Ευαγγελίδης», Συριανά Γράμματα, 36/1996, σ. 147-151.
Δημαράς Αλέξης, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, τ. Α΄, 1821-1984, Αθήνα 1973.
Δρακάκης Α. Θ., Ιστορία του οικισμού της Ερμουπόλεως (Σύρας), τ. Β΄ Αθήνα 1983.
Δρακάκης, Α. «Ελληνικό Λύκειο Ευαγγελίδη», Κυκλαδικά Θέματα 22/1987, 194-218.
Ευαγγελίδης Τρ., Η Παιδεία επί Τουρκοκρατίας, τομ. Α΄ Εν Αθήναις 1936.
Πρίντεζη-Καμπέλη Ε., «Ελληνικόν Λύκειον Ευαγγελίδη», Ερμούπολη-Σύρου 2011.
Πρίντεζη-Καμπέλη Ε., Η Ιστορία της εκπαίδευσης στη Σύρο κατά τον 17ο -19ο αιώνα.
Συμβολή στην Ιστορία και στον Πολιτισμό της Σύρου, Ερμούπολη-Σύρου 2012.
Ροΐδης Εμμανουήλ, Άπαντα, Φιλολογική επιμ. Ά. Αγγέλου, 1-5. Αθήνα, Ερμής 1978.
Ρούσσος, Ε. Ν., «Η Σύρα του Ροΐδη», Συριανά Γράμματα 25/1994, σ. 1-28.
Ρούσσος, Ε. Ν., «Η Σύρα του Βικέλα», Συριανά Γράμματα 34/1996, σ. 51-64.
Σμυρναίος, Αντώνιος, Στα ίχνη της Ουτοπίας, Αθήνα 2006.
[486]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ράπτης Ηλίας
(DrPh.), Σχολικός Σύμβουλος
iliasraptis13@gmail.com
Πολυάριθμες εμπειρικές έρευνες στις Η.Π.Α., τον Καναδά και την Ευρώπη
κατέδειξαν ότι ορισμένοι δάσκαλοι/-ες μεταχειρίζονται δυσμενέστερα τους μαθητές
χαμηλής επίδοσης σε σύγκριση με τους μαθητές υψηλής επίδοσης. Κι αυτό αφορά
σ΄ ένα ευρύ φάσμα κατηγοριών, ποσοτικού και ποιοτικού χαρακτήρα, της
καθημερινής επικοινωνίας στη σχολική τάξη (σύγκρ. Good & Brophy, 2000; Ράπτης,
2000).
Η αρχική έρευνα
Εφαρμόζοντας ποικιλία ερευνητικών μεθόδων όπως συστηματική παρατήρηση 150
ωρών διδασκαλίας μέσα στην τάξη, συνεντεύξεις με δασκάλους, προβολική
μέθοδο, συνεντεύξεις με μαθητές ο Ράπτης (2000: διδακτορική διατριβή)
πραγματοποίησε μια διαχρονική εμπειρική έρευνα στο επίκεντρο της οποίας
βρισκόταν η επικοινωνία δασκάλου - μαθητών. Το δείγμα αποτέλεσαν τέσσερις
δασκάλες ( 2 της Α΄ και 2 της Γ΄ τάξης) και 32 μαθητές, ανά οχτώ από κάθε τάξη (4
υψηλής και 4 χαμηλής επίδοσης, σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις των
διδασκαλισσών). Το σχετικό σύστημα παρατήρησης που χρησιμοποιήθηκε
περιελάμβανε συνολικά δέκα έξι (16) από τις συχνότερα εμφανιζόμενες μορφές
επικοινωνίας μεταξύ δασκάλων – μαθητών στην τάξη. Στην παρούσα εργασία θα
περιοριστούμε στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων μόνο των κατηγοριών : α)
«μαθητής φωνάζει την απάντηση χωρίς να ερωτηθεί» και β) «μαθητής θέτει
ερώτηση στο δάσκαλο» (7 και 16 αντίστοιχα).
Μέσοι όροι
Κατηγορίες Τάξη Α Τάξη Γ
παρατήρησης Τμήμα Α1 Τμήμα Α2 Τμήμα Γ1 Τμήμα Γ2
Μ1 Μ2 Μ1 Μ2 Μ1 Μ2 Μ1 Μ2
Μαθητής 10,0 1,75*** - 0,5 10,0 - 3,5 4,25
πετάγεται (7)
[487]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μαθητής θέτει
ερώτηση (16) 11,75 4,25*** 2,5 6,0 18,25 3,0*** 4,75 9,5
Όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς στις δύο τάξεις ( Α1 και Γ1) οι μαθητές
των ομάδων υψηλής επίδοσης ‘‘ πετάγονταν’’ σαφώς συχνότερα σε ερωτήσεις των
διδασκαλισσών που απευθύνονταν σ΄ όλη την τάξη ή σε συγκεκριμένο μαθητή –
πολύ συχνά κάποιος αδύνατος μαθητής - απ΄ ό,τι οι συμμαθητές τους από την
ομάδα χαμηλής επίδοσης. Αντίθετα στο άλλο τμήμα της τρίτης 3ης τάξης ( Γ2 ) οι
μαθητές χαμηλής επίδοσης ‘’πετάγονταν’’ κατά τι συχνότερα σε σύγκριση με τους
μαθητές από την ομάδα υψηλής επίδοσης. Σε άμεση συνάρτηση με τα παραπάνω
διαπιστώνουμε ακόμη ότι στις τάξεις όπου οι μαθητές υψηλής επίδοσης
‘‘πετάγονταν’’ συχνότερα ( Α1 και Γ1 ) παρατηρήθηκε το φαινόμενο οι ίδιοι μαθητές
να απευθύνουν συχνότερα ερωτήσεις/ απορίες και αιτήματα προς τις δασκάλες και
γενικά να δραστηριοποιούνται αισθητά περισσότερο με δική τους πρωτοβουλία απ΄
ό, τι οι μαθητές των ομάδων χαμηλής επίδοσης. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι
τιμές στην τάξη Γ1 όπου η αναλογία της Αντίθετα στην τάξη Γ2 όπου οι μαθητές
χαμηλής επίδοσης ‘’πετάγονταν‘’ σχετικά συχνότερα διαπιστώθηκε ότι οι ίδιοι
μαθητές διατύπωναν περισσότερες ερωτήσεις ή απορίες και ζητούσαν συχνότερα
τη βοήθεια της δασκάλας τους.
Από την οπτική γωνία των μαθητών: Το βασικό ερώτημα που τέθηκε στη
συνέντευξη με τους μαθητές ήταν το ακόλουθο: «Αλήθεια, τι γίνεται όταν η κυρία
σας ρωτάει έναν μαθητή και κάποιος άλλος πετάγεται και απαντάει αυτός την
ερώτηση; Πώςαντιδρά η δασκάλα σας σε μια τέτοια περίπτωση;»
[488]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[489]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
άλλος χρειάζεται κάποιο χρόνο να σκεφτεί και… είναι φυσικό να πετάγονται… Πώς
να τους σταματήσεις αυτούς που το ξέρουν και θέλουν να το πουν; Οι άλλοι
επίσης δυσαρεστούνται… δύο διαφορετικές καταστάσεις…»
Κατ΄ αρχήν θα μπορούσε να συμφωνήσει κανείς με τη δασκάλα, ότι δηλαδή τα
παιδιά της Α΄ τάξης, εγκλωβισμένα ακόμα στον εγωκεντρισμό τους, αδυνατούν να
μεταφερθούν στη θέση του Άλλου και να κρίνουν τη συμπεριφορά τους μέσα από
τα μάτια των συμμαθητών τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι
μπορούν να απολαμβάνουν την ‘‘ελευθερία της αυθαιρεσίας’’ και να μην
υποτάσσονται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ιδιότητα του μέλους της
ομάδας – σχολική τάξη. Και για να θυμηθούμε τον Vigotsky (1974), η Παιδαγωγική
οφείλει να προσανατολίζεται προς το στάδιο ανάπτυξης του αύριο κι όχι του χθες.
Αυτό σημαίνει ότι όσο φυσικό είναι να «πετάγονται» τα παιδιά αυτής της ηλικίας,
γιατί δεν έχουν αποκτήσει ακόμη την ικανότητα της μετάθεσης στη σκέψη, το
συναίσθημα και γενικά στην ψυχολογική κατάσταση του Άλλου, άλλο τόσο
αναγκαίο είναι να υποτάσσονται στις νόρμες και τους κανόνες της ομάδας, ακριβώς
για να μπορέσουν αργότερα – έχοντας πλέον ως κτήμα τη παραπάνω ικανότητα –
να προσδιορίσουν αυτόβουλα και ενσυνείδητα την κοινωνική τους συμπεριφορά
μέσα στην ομάδα. Σε αντίθετη περίπτωση οι μαθητές αυτοί αυτονομούνται από την
υπόλοιπη ομάδα, αποκτούν μια ελιτίστικη αντίληψη, δημιουργώντας συχνά μια
κλειστή κάστα μεταξύ τους, γίνονται εγωιστές και αποφεύγουν να συνάψουν
φιλικές σχέσεις με τα υπόλοιπα παιδιά της τάξης.
Αρκούντως αποκαλυπτική είναι και η τοποθέτηση της δασκάλους της Γ1 τάξης όταν
της ζητήθηκε να σχολιάσει τις μαρτυρίες των μαθητών χαμηλής επίδοσης και την
μάλλον αρνητική στάση τους απέναντι στο μαθητή που δημιουργούσε και τα
περισσότερα προβλήματα.
«…Μ΄ αυτό τον τρόπο αφαιρεί από τα άλλα παιδιά το δικαίωμα να πουν κάτι και να
προσεχθούν Πρώτα - πρώτα επειδή τους ΄‘μπαίνει΄΄ κιόλας με την έννοια ότι θα
πουν κάτι που δεν στέκεται, αντιδρά αμέσως και θα αντιδράσει λέγοντας ‘‘τι είναι
αυτό που είπε;’’ Είναι κάτι που τα υποτιμά. Δηλ. δε φτάνει ότι εκείνη τη στιγμή
πετάγεται και τους κλέβει την παράσταση αλλά τους χλευάζει με κάποιο μορφασμό
ή κάποια κουβέντα που είναι μειωτική για τους άλλους».
Με την παραπάνω μαρτυρία έρχεται στην επιφάνεια το κυρίαρχο πρότυπο
επικοινωνίας στη συγκεκριμένη τάξη. Οι μαθητές υψηλής επίδοσης,
εκμεταλλευόμενοι την παθητική στάση της δασκάλας τους, κατάφεραν να
επιβάλουν το δικό τους πρότυπο επικοινωνίας μέσα στην τάξη. Οι μαθητές χαμηλής
επίδοσης από το άλλο μέρος, επειδή ακριβώς αδυνατούσαν να κατανοήσουν πως
για ό, τι συνέβαινε μέσα στην τάξη υπεύθυνη ήταν η δασκάλα, έστρεφαν τα βέλη
τους εναντίον εκείνων των μαθητών που «πετάγονταν» και με τη συμπεριφορά
τους στέκονταν εμπόδιο στη δική τους ενεργό συμμετοχή και παρουσία μέσα στην
τάξη.
Αντίθετα, η δασκάλα της Γ2 τάξης έθεσε εξαρχής ένα σαφές πλαίσιο επικοινωνίας
και συμμετοχής των μαθητών στο μάθημα με κανόνες και αρχές, το οποίο
[490]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Τα πρώτα συμπεράσματα
Με βάση τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία που παραθέσαμε μέχρις εδώ μπορούμε
να πούμε πως οι δάσκαλοι/-ες που ανέχονται ή επιτρέπουν μαθητές/-ριες να
«πετάγονται» κατά βούληση οφείλουν να γνωρίζουν ότι αυτό αντίκειται στις
βασικές αρχές της ισοτιμίας και της ισηγορίας, δεδομένου ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο:
Οι μαθητές/-ριες υψηλής επίδοσης, ευρισκόμενοι διαρκώς σε μαθησιακή
ετοιμότητα, εισπράττουν τη μερίδα του λέοντος από το μάθημα
«Τη νύφη την πληρώνουν» οι αδύνατοι μαθητές και γενικά μαθητές με αργό
ρυθμό μάθησης
Η μαθησιακή διαδικασία σε σχέση με το μαθητή ή τη μαθήτρια που
εμπλέκεται σ΄ αυτήν ακυρώνεται
Αμφισβητείται ο ρόλος του δασκάλου/της δασκάλας στην τάξη
Οι μαθητές επιβάλλουν το δικό τους πρότυπο επικοινωνίας μέσα στην τάξη.
Και, σε τελευταία ανάλυση,
Δεν επικοινωνούμε συχνότερα με τους μαθητές που ε μ ε ί ς έχουμε ανάγκη
αλλά και με τους μαθητές που μ α ς έχουν ανάγκη.
[491]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Α) Οι μαθητές που «πετάγονται» από την οπτική γωνία των δασκάλων: Κύριος
στόχος αυτής της ερευνητικής προσπάθειας ήταν να διερευνήσουμε την έκταση του
φαινομένου καθώς και τον τρόπο αντιμετώπισής του εκ μέρους των εκπαιδευτικών.
Προς το σκοπό αυτό εκπονήθηκε σχετικό ερωτηματολόγιο αποτελούμενο από έξι (6)
κλειστές ερωτήσεις. Το ερωτηματολόγιο αυτό συμπληρώθηκε από διακόσιους
τριάντα δύο (232) εν ενεργεία εκπαιδευτικούς δημοτικών σχολείων του Πειραιά,
της Νίκαιας, του Ρέντη και του Αμαρουσίου την τελευταία τριετία ( 2009 – 2012).
Λόγω του περιορισμένου χώρου, θα περιοριστούμε εδώ στην παρουσίαση των
αποτελεσμάτων που προέκυψαν από τις ερωτήσεις οποίες αναφέρονται κυρίως
στην έκταση του φαινομένου( 1η – και 6η ερώτηση)
1. Υπάρχουν ορισμένοι μαθητές στην τάξη μου που ’’πετάγονται’’, δηλ. απαντούν
αυθαίρετα στις ερωτήσεις μου χωρίς να απευθυνθώ προσωπικά σ΄ αυτούς
Από τα στοιχεία του παραπάνω πίνακα προκύπτει ότι ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό
των εκπαιδευτικών του δείγματος που ανέρχεται στο 68,54 % ( περίπου 160
δάσκαλοι από τους συνολικά 232) και σε βαθμό αληθεύει απόλυτα/αρκετά που
δηλώνει την ύπαρξη μαθητών που ’’πετάγονται’’ στην τάξη τους, το 23,76 % ομοίως
αλλά σε σχετικά μικρότερο βαθμό και μόλις το 8,19 % δηλώνει πως σε ελάχιστες
περιπτώσεις αντιμετωπίζει παρόμοια φαινόμενα. Προκειμένου δε να
κατανοήσουμε καλύτερα το εύρος του προβλήματος παραθέτουμε τα
αποτελέσματα που προέκυψαν από την τελευταία ερώτηση (6η )το περιεχόμενο της
οποίας κινείται ακριβώς στον αντίποδα της παραπάνω ερώτησης. Συγκεκριμένα:
6. Στην τάξη μου δεν παρατηρούνται φαινόμενα μαθητών που να ’’πετάγονται’’,
γιατί υπάρχει ένα σαφές πλαίσιο αρχών και κανόνων που προσδιορίζει τις
προϋποθέσεις επικοινωνίας και συμμετοχής τους στο μάθημα κι εγώ μεριμνώ για
την τήρησή του.
[492]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αληθεύει απόλυτα -
Με βάση τα στοιχεία του πίνακα μπορούμε να πούμε ότι το 40% των εκπαιδευτικών
του δείγματος (άθροισμα των ποσοστού αληθεύει ελάχιστα /καθόλου) απάντησε
πως λειτουργεί σχεδόν χωρίς πλαίσιο κανόνων και διαδικασιών που να καθορίζει
τους όρους και τις προϋποθέσεις συμμετοχής των μαθητών στο διδακτικό
γίγνεσθαι, με αποτέλεσμα να αφήνουν χώρο για την ανάπτυξη ανεπιθύμητων
συμπεριφορών όπως αυτό των μαθητών που ’’πετάγονται’’ αυθαίρετα στο μάθημα
με όλες τις αρνητικές συνέπειες που προαναφέραμε. Το 24, 57 % του δείγματος
απάντησε πως κατά κανόνα δεν επιτρέπει την εκδήλωση τέτοιων φαινομένων, ενώ
το 35,34 % των εκπαιδευτικών απάντησε πως αντιμετώπιζε μερικές φορές
περιπτώσεις μαθητών που πετάγονταν χωρίς να ρωτηθούν.
Β) Οι μαθητές που «πετάγονται» από την οπτική γωνία των μαθητών: Το 2010 το
2ο Δημοτικό Σχολείο Αγ. Ι. Ρέντη πραγματοποίησε μια ευρείας κλίμακας αποτίμηση
της 11χρονης πορείας του ως πιλοτικού–πειραματικού Ολοήμερου. Στην
πρωτόγνωρη αυτή ερευνητική προσπάθεια του συγκεκριμένου Σχολείου ο γράφων
είχε την επιστημονική εποπτεία και επιμέλεια. Στα ερωτηματολόγια που
εκπονήθηκαν και συμπληρώθηκαν από τους μαθητές όλων των τάξεων που
φοιτούσαν στο σχολείο το σχολικό έτος 2009/2010 συμπεριλάβαμε και ένα ζεύγος
ερωτήσεων με περιεχόμενο σχετικό με τα παιδιά που ’’πετάγονται’’. Δυστυχώς,
λόγω έλλειψης χώρου θα περιοριστούμε στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων
από τις απαντήσεις των μαθητών της Α΄- και Β΄ τάξης και μόνο για τις ερωτήσεις 7
και 8 του ερωτηματολογίου που συμπληρώθηκε από 55 μαθητές
7. Η κυρία μας θυμώνει και κάνει παρατηρήσεις στο παιδί που πετάγεται και
απαντάει χωρίς να σηκώσει χέρι.
[493]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
8. Κι εγώ θυμώνω και νευριάζω όταν κάποιος συμμαθητής μου πετάγεται χωρίς να
σηκώσει χέρι και απαντάει στις ερωτήσεις της δασκάλας.
[494]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[495]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Brophy, J. & Good, Th : Teacher – student relasionships: Causes and consequences.
New York: Holt, Rinehart and Winston 1974.
Burden, P. : Classroom Management and Discipline- Facilitate Cooperation and
Instruction. New York 1999.
Eduards, Cl. : Classroom Discipline and Management. New York, 3th ed., 2000.
Good,Th. & Brophy,J. : Looking in classrooms. N. York : Longman –8th ed. – 2000.
Johnson, D.W. & Johnson, R.T. : Learning together and alone: Cooperative,
competitive and individualistic learning. (5thed.) Boston 1999.
Ράπτης Ηλ. : Προσδοκίες δασκάλων και διάδραση δασκάλων – μαθητών,2000.
(διατριβή)
Ράπτης Η., Στρίκος Δ., Αρβανίτη Β., Κυρίτσης Π. & Σαλουφάκος Λ.: 1999 – 2010 :11
χρόνια Πιλοτικό – Πειραματικό Ολοήμερο, εκδ.: Σχ. Συνεταιρισμός
‘‘Κυψέλη’’του 2ου Δημ. Σχ. Αγ. Ι. Ρέντη 2011.
Ulich, Kl. : Schueler und Lehrer im Schulalltag. Weinheim & Basel : Beltz 1983.
Ulich, Kl. : Einfuehrung in die Sozialpsychologie der Schule.Weinheim &Basel:2001.
Vigotsky, L.S. : Denken und Sprechen. Berlin - 5. Aufl. – 1974.
[496]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σακελλαροπούλου Ευδοξία
Σχολική Σύμβουλος Π.Ε. 70
esakellarop@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών του Δημοτικού Σχολείου δεν κατάφεραν,
μέχρι σήμερα, να προσεγγίσουν τη διδασκαλία της λογοτεχνίας με τρόπο που
αφενός να καλλιεργούντην αναγνωστική απόλαυση και αφετέρου να ενδυναμώνουν
την εγγραμματοσύνη και την κριτική ικανότητα των μαθητών. Πολλοί από τους
στόχους της διδασκαλίας των λογοτεχνικών κειμένων που περιλαμβάνονται σε αυτά
είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, οι περισσότεροι όμως σχετίζονται με την
κατανόηση των γλωσσικών μέσων που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας και την
εξοικείωση με στοιχεία δομής και περιεχομένου των κειμένων. Η σχετική αδυναμία
του Αναλυτικού και Διαθεματικού Προγράμματος Σπουδών, να λαμβάνονται
ουσιαστικά υπόψη οι θέσεις και οι επιδιώξεις των νέων τάσεων για τη διδασκαλία
της λογοτεχνίας, προϋποθέτει την εφαρμογή νέων αναγνωστικών προγραμμάτων,
που να συμβαδίζουν με αυτές.
Εισαγωγή - Προβληματική
Ένα από τα θέματα που προβληματίζουν την εκπαιδευτική κοινότητα είναι αυτό
που αφορά στην καλλιέργεια της αναγνωστικής απόλαυσης των λογοτεχνικών
κειμένων από τους μαθητές. Συγκεκριμένα, συχνά οι εκπαιδευτικοί αναρωτιούνται:
«πώς είναι δυνατόν να διδάσκουμε τόσες πολλές ώρες το γλωσσικό μάθημα στο
σχολείο και παρόλα αυτά να μην αναπτύσσεται αυθόρμητα στα παιδιά η επιθυμία
να διαβάζουν λογοτεχνικά βιβλία». Και επιπλέον, «πώς γίνεται τα κείμενα στα
βιβλία της γλώσσας και των ανθολογίων να αντλούνται στη συντριπτική τους
πλειοψηφία από τη λογοτεχνία και παρόλα αυτά τα παιδιά να μην τα
απολαμβάνουν, τουλάχιστον στο βαθμό που θα έπρεπε».
Κυρίως Σώμα
Είναι αλήθεια, ότι η θέση και ο ρόλος της Λογοτεχνίας στο σχολείο δεν υπήρξε ποτέ
ξεκάθαρος και διακριτός μέχρι το πρόσφατο παρελθόν. Είναι επίσης αλήθεια, ότι οι
μέθοδοι και οι τρόποι αξιοποίησης του λογοτεχνικού κειμένου που προτάθηκαν
κατά καιρούς, μέχρι και το τέλος του 20ου αιώνα, από τα Αναλυτικά Προγράμματα
Σπουδών του Δημοτικού Σχολείου δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις
απαιτήσεις της καθημερινής πράξης. Με αποτέλεσμα, η λογοτεχνική έκφραση είτε
να παραμελείται - να αγνοείται - εκεί που είχε ανάγκη την προσοχή μας, είτε να
προσεγγίζεται ασφυκτικά εκεί που θα μπορούσε να λειτουργήσει από μόνη της
(Benton, 1978). Σε κάθε περίπτωση, αυτή η «κακοδαιμονία» της Λογοτεχνίας, μέσα
[497]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
στο πλαίσιο του σχολικού προγράμματος, ήταν απόρροια της «τυποποίησης» των
προτεινόμενων μεθόδων που ως ένα σημείο, την «εκμεταλλεύτηκαν» διδακτικά και
της απέδωσαν έναν επικουρικό - παρενθετικό ρόλο κατά τη διδασκαλία του
γλωσσικού μαθήματος (Πολίτης, 2008; Κατσίκη-Γκίβαλου, 1995).
Η συστηματική διδασκαλία των λογοτεχνικών κειμένων εγκαινιάζεται ουσιαστικά,
μέσα από το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών και τα Αναλυτικά
Προγράμματα Σπουδών (2002). Στα Προγράμματα αυτά, η Γλώσσα αντιμετωπίστηκε
για πρώτη φορά - με τη βοήθεια των Λογοτεχνικών κειμένων που συμπεριλήφθηκαν
στα αντίστοιχα διδακτικά εγχειρίδια, - σαν «όχημα και αποτέλεσμα αισθητικής
καλλιέργειας» (2002: 3). Ενώ η ίδια η Λογοτεχνία θεωρήθηκε πλέον ως ένας από
τους «άξονες γνωστικού περιεχομένου» του γλωσσικού μαθήματος που ως βασικό
στόχο έχει την εξοικείωση των μαθητών με το βιωματικό λόγο και με τα γλωσσικά
μέσα των λογοτεχνημάτων (2002:24). Αναλυτικότερα, ο κύριος σκοπός της επαφής
των μαθητών των δύο πρώτων τάξεων του δημοτικού σχολείου με αισθητικά
καταξιωμένα λογοτεχνικά κείμενα είναι «η εξοικείωσή τους με το εξωσχολικό βιβλίο
και η ενθάρρυνσή τους να αναπτύξουν τη δημιουργική τους φαντασία» (2002: 41).
Αντίστοιχα, για τους μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων επιδιώκεται «η σταδιακή
εξοικείωσή τους με την εθνική και με την παγκόσμια λογοτεχνία καθώς και με τις
διευρυμένες δυνατότητες της γλώσσας» (2002: 42-43). Είναι φανερό, ότι στα νέα
Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών επιχειρήθηκε αφενός «η μερική αποσύνδεση της
διδασκαλίας των λογοτεχνικών κειμένων από τη διδασκαλία του γλωσσικού
μαθήματος» και αφετέρου η σύνδεση της Λογοτεχνίας με το παιχνίδι, με την
ψυχαγωγία, με την καλλιέργεια του συναισθήματος, και με το διάλογο, μέσα από
σχετικές δραστηριότητες (2002: 57-58). Τελικός στόχος είναι η «ευαισθητοποίηση»
απέναντι στα λογοτεχνικά κείμενα, ώστε τα παιδιά να τα χαίρονται και να τα
αγαπήσουν, για να φτάσουν να αποζητούν από μόνα τους τη συντροφιά του καλού
παιδικού βιβλίου» (2002: 26).
Προκειμένου όμως, τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών να ανταποκριθούν
πλήρως στις σύγχρονες αντιλήψεις για τη λογοτεχνική ανάγνωση, είναι ανάγκη να
υποστούν περαιτέρω βελτιώσεις αναφορικά με τη διδασκαλία της Λογοτεχνίας, οι
οποίες θα αντιμετωπίζουν το πρόβλημα στην ουσία του και θα αναδεικνύουν, τον
πολύπλευρο ρόλο της. Γενικότερα, είναι ανάγκη να αρθούν κάποιες αντιφάσεις
τόσο σε επίπεδο γενικών και ειδικών σκοπών όσο και σε επίπεδο δραστηριοτήτων
και διδακτικών μέσων και να διευκρινιστεί σε βάθος το θέμα της Λογοτεχνίας με
συγκεκριμένη θεωρητική τεκμηρίωση (Κατσίκη-Γκίβαλου, 1995). Πιο συγκεκριμένα,
μπορεί πολλοί από τους στόχους να είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, οι
περισσότεροι όμως δεν παύουν να σχετίζονται με την κατανόηση των γλωσσικών
μέσων που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, την εξοικείωση με στοιχεία δομής και
περιεχομένου των κειμένων, την ανταπόκριση στα νοήματα της λογοτεχνίας με τη
χρήση απαιτητικής σύνταξης, λεξιλογίου, και νοηματικής δομής. Δηλαδή, πολλοί
από τους στόχους της διδασκαλίας της λογοτεχνίας δίνονται και πάλι κάτω από το
πρίσμα του μαθήματος της γλώσσας. Τα λογοτεχνικά κείμενα προσεγγίζονται σαν
[498]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
«είδη ή και επίπεδα λόγου», όπως ακριβώς προσεγγίζονται και τα υπόλοιπα είδη
λόγου στο πλαίσιο της γλωσσικής διδασκαλίας (2003: 3761 - 3762). Έτσι, δεν
δημιουργούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις για τους εκπαιδευτικούς, ώστε να
αποσυνδέσουν τη λογοτεχνία από το γλωσσικό μάθημα. Η σχετική αδυναμία του
Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών να προσεγγίσει τη λογοτεχνική ανάγνωση στο
σχολείο με τρόπο που να λαμβάνονται ουσιαστικά υπόψη οι θέσεις και οι
επιδιώξεις των νέων τάσεων για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, θέτει ως ανάγκη
την αναζήτηση νέων αναγνωστικών προγραμμάτων που να ανταποκρίνονται σε
αυτές. Το μάθημα της λογοτεχνίας χρειάζεται να αναμορφωθεί με τέτοιο τρόπο,
που να ενδυναμώνει την εγγραμματοσύνη και την κριτική ικανότητα των παιδιών.
Να επιτρέπει τη συνειδητοποίηση, τη διερεύνηση και την κριτική κατανόηση των
διαφορετικών πολιτισμικών και κοινωνικών κατηγοριών και αξιών, ώστε να
μπορέσουν οι μαθητές να οδηγηθούν στην κατανόηση του κόσμου που τους
περιβάλλει και να συγκροτήσουν την κοινωνική τους ταυτότητα (Πασχαλίδης στο
Αποστολίδου & Χοντολίδου, 1999: 322).
Στη σχολική πράξη, η «ελεύθερη» επαφή των μαθητών με τη Λογοτεχνία
πραγματοποιείται μέσα από τα Ανθολόγια των Λογοτεχνικών Κειμένων και
πρόσφατα, μέσα από την καθιέρωση της ώρας της Φιλαναγνωσίας στα σχολεία με
ενιαίο αναμορφωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Είναι θετικό το γεγονός, ότι τα νέα
Ανθολόγια στηρίζονται, σε γενικές γραμμές, τόσο στις αρχές και τους κανόνες της
σύγχρονης Παιδαγωγικής όσο και στις θέσεις της σύγχρονης θεωρίας της
Λογοτεχνίας. Εφόσον, ως κύριους στόχους θέτουν τη διάσωση της απόλαυσης από
την ανάγνωση των λογοτεχνικών κειμένων και τον προσανατολισμό του αναγνώστη
– μαθητή σε πιο δημιουργικούς δρόμους μέσα από τα ανθολογούμενα κείμενα.
Υποδεικνύουν, την αποσύνδεση της Λογοτεχνίας από το γλωσσικό μάθημα και
επιχειρούν το συσχετισμό της με την ευρύτερη πολιτισμική δημιουργία και
λειτουργία του ανθρώπου. Επιπλέον, επιχειρούν τη σαφή οριοθέτηση του ρόλου
του δασκάλου και κυρίως την ανάδειξη του ρόλου του μαθητή ως αναγνώστη
(Πολίτης, 2008). Ο αναγνώστης, δηλαδή, έχει την ευκαιρία να συμμετέχει σε
"ελεύθερες" για τους μαθητές και "ενδεικτικές" για τους δασκάλους
δραστηριότητες που υπάρχουν στο τέλος του κάθε κειμένου. Οι δραστηριότητες
αυτές, οι οποίες δεν είναι άσχετες με την εμπειρία που έχει ο αναγνώστης με το
κείμενο, στοχεύουν στη δημιουργία μιας προσωπικής αίσθησης της λογοτεχνικής
εμπειρίας και κατ’ επέκταση της αναγνωστικής. Δηλαδή, ο αναγνώστης – μαθητής
επιδιώκεται να αντιληφθεί, χωρίς εξαναγκασμούς, τις βαθύτερες ουσίες του
λογοτεχνικού κειμένου και να βιώσει ολοκληρωμένα τη διαδικασία που του
προτείνεται (Κατσίκη-Γκίβαλου, 1999: 36). Επομένως, γίνεται μία σημαντική
προσπάθεια να διαχωριστεί η εργαλειακή χρήση της γλώσσας από την αισθητική
και ψυχαγωγική της διάσταση. Όμως, η διαχείριση των λειτουργιών της
αναγνωστικής πράξης αφενός δεν είναι ακόμη αρκετά σαφής και αφετέρου
εξακολουθεί να διακρίνεται από ανισομέρεια. Είναι σκόπιμο να δοθεί στην
εσωτερική λειτουργία της ανάγνωσης η ίδια βαρύτητα που δίνεται στην εξωτερική
[499]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
της πλευρά. Επιπλέον, τα ανθολόγια, όσο προσεγμένα και επιμελημένα και εάν
είναι, δεν παύουν να διέπονται από τη λογική της προεπιλογής των κειμένων.
Γεγονός, που δεν μπορεί να ικανοποιεί τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα όλων των
μαθητών και των δασκάλων. Τέλος, τα προεπιλεγμένα κείμενα, λόγω της μικρής
έκτασης και πλοκής που τα χαρακτηρίζει, δεν δίνουν στα παιδιά τη δυνατότητα να
τα βιώσουν βαθύτερα και να τα απολαύσουν, ούτε να οικειοποιηθούν πιο
αναπτυγμένες στρατηγικές ανάγνωσης. Γι’ αυτό, τα ανθολόγια, ως μόνη αφετηρία
για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, είναι αμφίβολο εάν μπορούν να εκπληρώσουν
το σκοπό της που είναι η δημιουργία συνειδητών και ανεξάρτητων αναγνωστών.
Θα πρέπει λοιπόν, να αναγνωριστεί επίσημα και στους υπόλοιπους τύπους
σχολείων, πέρα από αυτά με ενιαίο αναμορφωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, η
καλλιέργεια της λογοτεχνίας μέσα από ολόκληρα βιβλία στην τάξη.
Προκειμένου να πραγματοποιηθεί η σκέψη αυτή, είναι ανάγκη να γίνουν
συγκεκριμένες επιλογές, όσον αφορά στις εκπαιδευτικές συντεταγμένες που
καθορίζουν κάθε διδακτικό εγχείρημα. Για παράδειγμα, να αναρωτηθούμε ως
εκπαιδευτικοί: Σε ποιο κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον θα δράσουμε. Σε
ποιο μαθητικό κοινό, ποιας σχολικής ηλικίας, και σε ποιο τύπο σχολείου θα
απευθυνθούμε. Πόσο χρόνο, στα πλαίσια του εβδομαδιαίου ωρολογίου
προγράμματος, θα διαθέσουμε και, κυρίως, ποια λογοτεχνικά βιβλία θα μπορούσαν
να βοηθήσουν, κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες, ώστε η λογοτεχνία να
προσφέρει εκείνες τις εμπειρίες και τα συναισθήματα που θα αγγίξουν τους
μαθητές. Κατανοούμε ότι η συνάντηση ενός λογοτεχνικού βιβλίου με ένα παιδί
είναι μια υπόθεση εξαιρετικά αμφίσημη, δεδομένου, ότι η έλξη που μπορεί να
ασκήσει ένα βιβλίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο τον αναγνώστη.
Επειδή, στο επίκεντρο της αναγνωστικής διαδικασίας βρίσκεται πάντα ο
αναγνώστης με το πλήθος των εμπειριών, των ενδιαφερόντων και των γνώσεων που
αυτός κουβαλάει ερχόμενος στην τάξη. Επομένως ο εκπαιδευτικός, ως συντονιστής,
διευκολυντής, και διαμεσολαβητής, προκειμένου να πετύχει την ενεργή εμπλοκή
των μαθητών στην αναγνωστική διαδικασία, είναι θεμιτό να προσφέρει την
ευκαιρία σε όλα τα παιδιά να χρησιμοποιήσουν τις προηγούμενες γνώσεις και
εμπειρίες τους, να συνεργαστούν και να επικοινωνήσουν με διαφορετικούς,
λεκτικούς και μη λεκτικούς τρόπους, ώστε να εμβαθύνουν στα κείμενα. Ενώ, είναι
απαραίτητη η δημιουργία στην τάξη ενός νοηματοδοτικού περιβάλλοντος, όπου
διαρκώς θα τίθενται ερωτήματα και προβληματισμοί, οι οποίοι θα μπορούν να
απαντηθούν μέσα από την ανάγνωση. Καθώς η ανάγνωση δίνει τη δυνατότητα στον
μαθητή να συνδέει τις φανταστικές ιστορίες της λογοτεχνίας με τις προσωπικές -
πραγματικές του ιστορίες, ώστε να οδηγείται αβίαστα στην κριτική κατανόηση και
τη συνειδητοποίηση του εαυτού και του κόσμου που τον περιβάλλει (Χοντολίδου
στο Αποστολίδου, Καπλάνη & Χοντολίδου, 2002: 45).
Από τα προαναφερόμενα, γίνεται εμφανές ότι οι σύγχρονες τάσεις για τη
διδασκαλία της λογοτεχνίας στο σχολείο αφορούν στην ανάπτυξη της
φιλαναγνωσίας, με τη δημιουργία κινήτρων για ανάγνωση, την ανάδειξη
[500]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση - Συμπεράσματα
Είναι γεγονός ότι, σε σχέση με τα Δ.Ε.Π.Π.Σ. και τα Α.Π.Σ. του 2003, τα Π.Σ. του 2011
για το μάθημα της λογοτεχνίας στο Δημοτικό παρουσιάζουν μια σειρά από
καινοτομίες που αφορούν σε όλο το φάσμα του εκπαιδευτικού σχεδιασμού και
παράλληλα εμπλέκουν τις ΤΠΕ σε όλο το εύρος και τα επίπεδα της μαθησιακής
[501]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
διαδικασίας, στο πλαίσιο του κριτικού γραμματισμού126 με βάση τον οποίο είναι
δομημένα. Η λογοτεχνία, δηλαδή, αντιμετωπίζεται ως ένα σύνθετο πολιτισμικό
φαινόμενο, που δίνει στον άνθρωπο εργαλεία να κατανοήσει τον κόσμο και να
συγκροτήσει την υποκειμενικότητά του. Στο επίκεντρο της νέας προσέγγισης της
λογοτεχνίας βρίσκεται η ανάγνωση ολόκληρων βιβλίων, μαζί με κείμενα που
μπορούν να αντληθούν από τα Ανθολόγια και με ποικιλίες κειμένων που οριακά
μπορούν να θεωρηθούν λογοτεχνικά αλλά μπορούν να ασκήσουν τους μαθητές
στους νέους γραμματισμούς, όπως κόμικς, κινηματογραφικές ταινίες και τραγούδια,
χωρίς να επιβάλλονται συγκεκριμένα κείμενα. Επιπρόσθετα, η εμπλοκή των ΤΠΕ στα
νέα Π.Σ. για το μάθημα της νέας ελληνικής γλώσσας και της λογοτεχνίας είναι
ουσιαστική. Αναγνωρίζεται η συμβολή τους στη διαμόρφωση νέων πρακτικών
έκφρασης και επικοινωνίας. Θεωρούνται πηγές μαθησιακών πόρων, φορείς γνώσης
και πληροφόρησης, αλλά και περιβάλλοντα παραγωγής νέων κειμενικών ειδών και
μορφών, όπου η γλώσσα δεν αποτελεί τη μοναδική σημειωτική πηγή κατασκευής
νοημάτων. Αποτελούν περιβάλλοντα και μέσα πρακτικής γραμματισμού με τα
οποία οι μαθητές πρέπει να εξοικειωθούν, ώστε να τα χρησιμοποιούν για να
μαθαίνουν και να επικοινωνούν, ενώ η τυχόν προηγούμενη εμπειρία τους στις ΤΠΕ
πρέπει να αξιοποιείται στο σχολείο. (Χατζησαββίδης & Αλεξίου, 2012: 37 )
Είναι σαφές ότι στη νέα επικοινωνιακή τάξη πραγμάτων των νέων ΠΣ, τα
προαπαιτούμενα της αναγνωστικής επάρκειας και ο ορισμός του γραμματισμού
αλλάζουν (Χαραλαμπόπουλος, 2006). Επιχειρείται, δηλαδή, ένα πέρασμα από τον
αναγνωριστικό γραμματισμό (Hasan, 1996) και από την απλή ανάγνωση και
νοηματική ανάλυση των γραπτών κειμένων, με τη χρήση κλειστού τύπου
ερωτήσεων, στη δυνατότητα κριτικής κατανόησής τους, με την αξιοποίηση όλων
των διαθέσιμων συμβολικών και σημειωτικών πόρων, όπως είναι ο λόγος, η εικόνα,
ο ήχος, η μουσική, η κίνηση, που πιθανά συνδιαμορφώνουν το νόημα. Για
παράδειγμα, η πολυμεσική παρουσίαση ενός λογοτεχνικού κειμένου αναδεικνύει
σε σημαντικό βαθμό την εικόνα, τη μουσική, τη φωνητική απόδοση και το ρυθμό
του. Παράλληλα, η εφαρμογή παρόμοιων δραστηριοτήτων στη σχολική τάξη
αποσκοπεί στην ανάδειξη της διδασκαλίας της λογοτεχνίας σε ένα ζωντανό -
επικοινωνιακό γίγνεσθαι, σε μία διαδικασία όπου δίνεται έμφαση στην κοινωνική
διάσταση της μάθησης (Τζιμογιάννης, 2007: 341-343) και ευνοεί την ενεργή
συμμετοχή των μαθητών, δηλαδή των μελλοντικών αναγνωστών. Η φιλοσοφία των
νέων ΠΣ αποφυσικοποιεί και ανατρέπει πολλές από τις ως τώρα εδραιωμένες
αντιλήψεις για τη διδασκαλία του μαθήματος της νέας ελληνικής γλώσσας και της
λογοτεχνίας. Η αποτελεσματικότητα βέβαια των Π.Σ. του 2011 θα εξαρτηθεί σε
126
«Για όλους τους παραπάνω λόγους το Π.Σ. που ακολουθεί είναι ένα πρόγραμμα που στηρίζεται
στις αρχές του κριτικού γραμματισμού, σύμφωνα με τον οποίο κάθε πολιτισμικό προϊόν (και στην
περίπτωσή μας η γλώσσα και η λογοτεχνία), προσεγγίζεται μαθησιακά ως ένα πολυεπίπεδο
αποτέλεσμα ιδεολογικών, κοινωνικών και τεχνολογικών διεργασιών, οι οποίες στο πλαίσιο της
παιδαγωγικής του κριτικού γραμματισμού είναι –και πρέπει να είναι– διερευνήσιμες και
ερμηνεύσιμες». (2011: 5)
[502]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
μεγάλο βαθμό από το εάν θα γίνουν ριζικές τομές στο εκπαιδευτικό σύστημα, εάν
θα διευρυνθεί ο σχολικός χωροχρόνος, εάν θα αλλάξουν οι βαθιά ριζωμένες
αντιλήψεις των εκπαιδευτικών για την προσήλωση στο σχολικό εγχειρίδιο και στη
γραμμική διεκπεραίωση της διδακτέας ύλης και, τέλος, εάν θα μεταβληθούν οι
εμπεδωμένες διδακτικές πρακτικές και ταυτότητες. Οι δύο πρώτες προϋποθέσεις
αφορούν σε θεσμικές αλλαγές. Για τις δύο τελευταίες όμως δεν επαρκούν τα
νομοθετήματα. Απαιτείται ενημέρωση και επιμόρφωση σε θέματα που
δυσκολεύουν τους εκπαιδευτικούς, όπως είναι: η εξεύρεση των κατάλληλων
λογοτεχνικών κειμένων, η επινόηση δραστηριοτήτων που να παίρνουν υπόψη τους
το θέμα της διδακτικής ενότητας σε συνδυασμό με τις ιδιαιτερότητες του κειμένου,
δραστηριότητες δραματοποίησης και η εναλλαγή της μετωπικής διδασκαλίας και
της εργασίας σε ομάδες. Πάνω από όλα όμως χρειάζονται διδακτικά παραδείγματα,
σενάρια127 και δραστηριότητες128 σχεδιασμένες με σαφήνεια και επίγνωση της
διεθνούς και της εγχώριας νέας πραγματικότητας, όπως και των στόχων που
καλείται να υλοποιήσει η ελληνική πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην εποχή του
διαδικτύου και του διαδραστικού πίνακα. (Χατζησαββίδης & Αλεξίου, 2012: 63 ). Και
βεβαίως απαιτείται διαρκής υποστήριξη των εκπαιδευτικών και των σχολείων
γενικότερα με την παροχή κατάλληλου εκπαιδευτικού εξοπλισμού που θα
εξυπηρετεί τους σκοπούς και τους στόχους των σύγχρονων τάσεων της διδασκαλίας
της λογοτεχνίας στο σχολείο.
127
Σενάριο (ή πιο αναλυτικά εκπαιδευτικό σενάριο) σημαίνει την παρουσίαση και περιγραφή του
συνόλου των προτεινόμενων σκοπών, στόχων, δεξιοτήτων, δραστηριοτήτων, τρόπων, υλικών και
μέσων που συγκροτούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να πραγματοποιηθούν δραστηριότητες
διδασκαλίας και μάθησης. Ένα εκπαιδευτικό σενάριο περιέχει κατά κανόνα οδηγίες για τους
εκπαιδευτικούς, το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται η προβληματική του, τα απαιτούμενα υλικά
και μέσα για την υλοποίησή του, φύλλα δραστηριοτήτων για τους μαθητές και ενδεχομένως άλλο
υλικό (βιβλιογραφία, ιστοσελίδες κλπ.). Το σενάριο, με άλλα λόγια, είναι μια διδακτική πρόταση με
σκοπό, στόχους, προβληματική, διαδικασία εφαρμογής μέσω κατάλληλων δραστηριοτήτων και
διδακτικών στρατηγικών, διαδικασία αξιολόγησης κλπ.(Χατζησαββίδης & Αλεξίου, 2012: 65).
128
Ο όρος δραστηριότητα πήρε διάφορους ορισμούς, ορισμένοι από τους οποίους παρατίθενται
παρακάτω: α) μια δραστηριότητα ή πράξη που γίνεται ως αποτέλεσμα επεξεργασίας ή κατανόησης
της γλώσσας (Richards, Platt and Webber 1985, 289), β) κάθε εργασία που γίνεται μέσα στην τάξη και
η οποία εμπλέκει τους μαθητές στην κατανόηση, στον χειρισμό, στην παραγωγή της υπό εκμάθηση
γλώσσας (Nunan 1989, 10), γ) οποιαδήποτε συστηματική προσπάθεια γλωσσικής διδασκαλίας που
έχει ένα συγκεκριμένο αντικείμενο, κατάλληλο περιεχόμενο, συγκεκριμένη διαδικασία και μια σειρά
αποτελεσμάτων γι’ αυτούς που εκτελούν τη δραστηριότητα (Breen 1987, 23), δ) μια δραστηριότητα
που επιλέγεται και ερμηνεύεται από τον μαθητή κατά την οποία χρησιμοποιείται η γλώσσα και
δίνεται έμφαση στο περιεχόμενο για την επίτευξη ενός στόχου (Bygate, M. and al. (eds). 2001), ε) μια
δραστηριότητα με την οποία ένα πρόσωπο δραστηριοποιείται για την επίτευξη ενός στόχου με τη
χρήση της γλώσσας (Branden K. 2006, 4). Όλοι οι παραπάνω ορισμοί συντείνουν στο να θεωρήσουν
ότι η δραστηριότητα στο πλαίσιο μιας γλωσσικής διδασκαλίας που στηρίζεται σε δραστηριότητες
είναι μια μορφή συστηματικής εργασίας που εμπλέκει τους μαθητές σε συγκεκριμένη διαδικασία
μάθησης με συγκεκριμένο σκοπό και με έμφαση στο περιεχόμενο της γλώσσας
επικοινωνίας(Χατζησαββίδης & Αλεξίου, 2012: 89-90).
[503]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές - Βιβλιογραφία
Αποστολίδου, Β., & Καπλάνη, Β., & Χοντολίδου, Ε. (2000). Διαβάζοντας λογοτεχνία
στο σχολείο. Αθήνα, τυπωθήτω-Γ. Δαρδανός.
Benton, M. (1978). Poetry for Children: A Neglected Art, Children’s Literature in
Education, 9 (3), 111-26.
Bettelheim, B., & Zelan, K. (2006). Μαθαίνοντας ανάγνωση: η γοητεία του νοήματος
για το παιδί (μτφ. από τα αγγλικά Ρ. Μοράρη). Αθήνα, Καστανιώτης.
Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών- Αναλυτικά Προγράμματα
Σπουδών Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (Τόμ. Α΄). 2002. Αθήνα, Παιδαγωγικό
Ινστιτούτο.
Καλογήρου, Τ., & Λαλαγιάννη, Κ. (2005). Η Λογοτεχνία στο σχολείο. Αθήνα,
τυπωθήτω-Γ. Δαρδανός.
Κατσίκη-Γκίβαλου, Ά. (1995). Το Θαυμαστό Ταξίδι. Αθήνα, Πατάκης.
Κατσίκη-Γκίβαλου, Ά. (1999). Η Αμφίδρομη Σχέση Λογοτεχνίας και Γνωστικών
Αντικειμένων. Στο Β. Αποστολίδου, & Ε. Χοντολίδου (επιμ.), Λογοτεχνία και
Εκπαίδευση (σσ. 35-41). Αθήνα:τυπωθήτω-ΓιώργοςΔαρδανός.
May, J.P. (1995). Children’s Literature and Critical Theory. Oxford,
OxfordUniversityPress.
Πασχαλίδης, Γ. (1999). Γενικές αρχές ενός νέου προγράμματος για τη διδασκαλία
της λογοτεχνίας. Στο Β. Αποστολίδου, & Ε. Χοντολίδου (επιμ.), Λογοτεχνία και
Εκπαίδευση (σ. 322). Αθήνα:τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός.
Πολίτης, Δ. (2008). Η Λογοτεχνία για Παιδιά στη Σχολική Τάξη: Ζητήματα Θεωρίας
και Διδακτική, Μουσική σε Πρώτη Βαθμίδα, (5-6), 59-65.
Πρόγραμμα Σπουδών για τη Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας & της
Λογοτεχνίας στο Δημοτικό Σχολείο. 2011. Αθήνα, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Χαραλαμπόπουλος, Α. (2006). Γραμματισμός, κοινωνία και εκπαίδευση. Πέντε
μελέτες. Θεσσαλονίκη, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών: Ίδρυμα Μανόλη
Τριανταφυλλίδη.
Hasan, R., &Williams, G. (1996). Literacy in Society. London and New York, Longman.
Χατζησαββίδης, Σ., & Αλεξίου, Μ. (2012). Μεθοδολογία και διαδικασίες ανάπτυξης
εκπαιδευτικών σεναρίων στα Γλωσσικά μαθήματα. Μελέτη για τον σχεδιασμό,
την ανάπτυξη και την εφαρμογή σεναρίων και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων
για τη διδασκαλία της γλώσσας και λογοτεχνίας στην Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Τζιμογιάννης, Α. (2007). Το παιδαγωγικό πλαίσιο αξιοποίησης των ΤΠΕ ως εργαλείο
κριτικής και δημιουργικής σκέψης. Στο Β. Κουλαϊδής (επιμ.), Σύγχρονες
διδακτικές προσεγγίσεις για την ανάπτυξη κριτικής-δημιουργικής σκέψης (σσ.
341-343). Αθήνα: ΟΕΠΠΕΚ.
[504]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σαμπάνης Παναγιώτης
Εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Δρ. Επιστήμης Φυσικής Αγωγής
sapa2004@gmail.com
Παπαβασιλείου Βασίλης
Λέκτορας, ΤΕΠΑΕΣ, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
vpapavasileiou@rhodes.aegean.gr
Ματζάνος Δημήτριος
Δάσκαλος, MSc Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, Τ.Ε.Π.Α.Ε.Σ. Πανεπιστήμιο
Αιγαίουpsemper04003@rhodes.aegean.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η μέθοδος project χαρακτηρίζεται ως διαθεματική και ολιστική. Το σημαντικότερο
γνώρισμά της είναι ότι έχει βιωματικό χαρακτήρα. Δεν νοείται μέθοδος project
αποκλειστικά μέσα στα στενά πλαίσια της αίθουσας διδασκαλίας, απαραίτητη είναι
η «μελέτη στο πεδίο» (field study), η έξοδος από τη σχολική τάξη. Η υλοποίηση
δραστηριοτήτων στο «πεδίο» συνδέει τα θέματα της τάξης με τις πραγματικές
καταστάσεις, καθώς παρέχει άμεση εμπειρία μάθησης, προσθέτοντας ρεαλισμό και
βιωματικές γνώσεις στις σπουδές. Προσφέρει ποικιλία στην παιδαγωγική
διαδικασία, επιτείνει το ενδιαφέρον και επαυξάνει τα κίνητρα μάθησης
βελτιώνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας. Συνεπώς, ο ρόλος της
μελέτης πεδίου στην υλοποίηση του project είναι αναντικατάστατος.
Εισαγωγή - Προβληματική
Η μέθοδος project χαρακτηρίζεται ως διαθεματική και ολιστική. Αποτελεί την πλέον
ολοκληρωμένη και ευρεία μέθοδο και μπορεί να θεωρηθεί ότι οι υπόλοιπες
μπορούν να ενταχθούν στο ευρύτερο πλαίσιό της. Ο εκπαιδευτικός σε συνεργασία
με τους μαθητές/τριες αξιοποιούν δημιουργικά τις καταλληλότερες από αυτές με
κριτήριο τόσο το θέμα όσο και τα ενδιαφέροντα των μαθητών (Γεωργόπουλος &
Τσαλίκη, 2005).
Το σημαντικότερο γνώρισμα της μεθόδου project είναι ότι έχει βιωματικό
χαρακτήρα. Η μάθηση αποκτάται μέσα από τις εμπειρίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι
ο όρος μέθοδος project στα ελληνικά είχε αποδοθεί από τη Μ. Κλεάνθους–
Παπαδημητρίου (1952) ως «μέθοδος βιωμάτων», ενώ από τον Χρυσαφίδη (1994)
ως «βιωματική επικοινωνιακή διδασκαλία». Στο ανοιχτό στην κοινωνία σχολείο οι
μαθητές και οι εκπαιδευτικοί αποκτούν εμπειρίες και γνώσεις, μέσα στην κοινωνική
πραγματικότητα. Έτσι η μάθηση αποκτά ενδιαφέρον μέσα από τις καθημερινές
πρακτικές (Hitchock & Hughes, 1994· Ταρατόρη-Τσαλκατίδου, 2002· Χατζηδήμου &
Ταρατόρη, 2002· Χρυσαφίδης, 2003· Αναστασάτος, 2005).
Η μέθοδος αξιοποιείται για να διερευνηθεί συστηματικά και σε βάθος κάποιο
ενδιαφέρον θέμα. Συνήθως το θέμα το αναλαμβάνει είτε ολόκληρη η τάξη είτε μια
[505]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κυρίως Σώμα
Η εκπαίδευση παραδοσιακά ταυτίζεται με το σχολείο, το αναλυτικό πρόγραμμα και
τη σχολική αίθουσα. Όλες οι παιδαγωγικές δραστηριότητες σχεδιάζονται και
υλοποιούνται στο πλαίσιο αυτό. Ωστόσο, η πρακτική αυτή αμφισβητείται όλο και
περισσότερο, καθώς η παιδαγωγική διαδικασία καθίσταται μονόπλευρη και
μονοδιάστατη (Green, 2007).
Η αναγκαιότητα σύνδεσης των θεμάτων της τάξης με τις πραγματικές καταστάσεις
κρίνεται επιτακτική, καθώς η υλοποίηση δραστηριοτήτων εκτός σχολείου συνδέει
τη σχολική γνώση με το περιβάλλον, παρέχοντας άμεσες εμπειρίες μάθησης και
προσθέτοντας ρεαλισμό και βιωματικές γνώσεις στις σπουδές (Cronin-Jones, 2000·
Dillon et al., 2006· Barratt et al., 2007· De Witt & Storksdieck, 2008). Στις
δραστηριότητες της μελέτης πεδίου μπορούν να συμπεριληφθούν θέματα της
φύσης, της κοινωνίας, της οικονομίας και του πολιτισμού και η αλληλοσύνδεσή
τους (Scott & Gough, 2003).
[506]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Είναι αυτονόητο ότι το «πεδίο» πρέπει να συνδέεται με το θέμα του project και να
παρουσιάζει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι μαθητές/τριες μπορούν να
μελετήσουν κάποιο θέμα εμπειρικά και κριτικά, σχεδιάζοντας και υλοποιώντας τις
προγραμματισμένες δραστηριότητες (Bamberger & Tal, 2007· Bamberger & Tal,
2008). Έτσι, έχουν την ευκαιρία να δουν, να παρατηρήσουν, να κρίνουν, να
σχολιάσουν, να προβληματιστούν, να συζητήσουν και χρησιμοποιώντας όλες τις
αισθήσεις τους, να καταγράψουν, να συλλέξουν δεδομένα, και να καταλήξουν μέσω
ερευνητικής διαδικασίας σε συμπεράσματα (Braus & Monroe, 1994· Τσαμπούκου-
Σκαναβή, 2004· Δημητρίου, 2009).
Η Μελέτη Πεδίου στο πλαίσιο του project δεν αποτελεί αποσπασματική και
ευκαιριακή δραστηριότητα, έχει νόημα αν την προσεγγίσουμε ως μια παιδαγωγική
διαδικασία η οποία έχει συνοχή και συνέχεια στην πορεία του χρόνου (Rickinson et
al., 2004). Συνιστά μια μέθοδο σύγχρονης εκπαίδευσης, η οποία υλοποιείται σε
τόπους και χώρους οι οποίοι παρουσιάζουν παιδαγωγικό ενδιαφέρον και βασίζεται
σε ένα καλά οργανωμένο σχέδιο μάθησης (Dillon et al., 2005). Ενταγμένη σε μια
συστηματική στοχευμένη προσπάθεια, μπορεί να συνδεθεί επιτυχώς με το θέμα
του project και γενικότερα με το αναλυτικό πρόγραμμα (Neill, 2004).
Η μελέτη πεδίου συνδέει τη θεωρητική γνώση που αποκτούν οι μαθητές/τριες στην
τάξη με πραγματικές καταστάσεις, επιτρέποντάς τους να ανακαλύψουν τη γνώση.
Προσφέρει πολύτιμες εμπειρίες οι οποίες μένουν στη μνήμη όσων συμμετέχουν και
συχνά χαρακτηρίζονται ως μερικές από τις καλύτερες μαθητικές εμπειρίες. Πολλές
έρευνες έχουν καταδείξει ότι βελτιώνει θέματα πειθαρχίας στην τάξη, καθώς
αυξάνει την εμπλοκή των μαθητών/τριών στη μαθησιακή διαδικασία. Έχει
αποδειχθεί, επίσης, ότι συμβάλλει στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης βελτιώνει
την κοινωνικότητα των μαθητών εμπλουτίζει το συναισθηματικό κόσμο του
ατόμου, και αυξάνει την αυτοπειθαρχία (Coyle, 2005).
Καθώς είναι προσανατολισμένη στην επίλυση προβλήματος (Higgins & Nicol, 2002),
επιτρέπει στα άτομα ή τις ομάδες που συμμετέχουν να προσεγγίσουν τη γνώση
μέσω της ομαδοσυνεργατικής διαδικασίας. Απευθύνεται σε όλο το μαθητικό
πληθυσμό κάθε ηλικίας (Maynard & Waters, 2007), χωρίς διακρίσεις και
αποκλεισμούς, ανεξάρτητα από επιδόσεις και βαθμολογίες (Dillon & Teamey, 2002).
Για τη μελέτη στο πεδίο εκτός από τον καλό σχεδιασμό και προγραμματισμό
απαιτείται η αντιμετώπιση πρακτικών ζητημάτων και τυπικών διαδικασιών, όπως
και η μέριμνα για την ασφάλεια των μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών, καθώς
πρέπει να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή ατυχημάτων ή
άλλων δυσάρεστων περιστατικών (Papavasileiou, 2009· Papadomarkakis, 2011).
Το «πεδίο» που θα επισκεφτούν για να μελετήσουν οι μαθητές/τριες, μπορεί να
είναι ένα ποτάμι, μια λίμνη, κάποια παραλία, ένα λιβάδι, κάποιο φαράγγι, ένα
δάσος, μια προστατευόμενη περιοχή ή μια καλλιεργημένη ή ακαλλιέργητη έκταση.
Μπορεί, όμως να είναι μια γειτονιά, ένα παραδοσιακό χωριό, μια κατοικημένη
περιοχή μιας πόλης, ένα λιμάνι, μια επιχείρηση, μια βιομηχανική μονάδα,
αρχαιολογικοί χώροι, πάρκα, βοτανικοί κήποι, εγκαταστάσεις βιολογικού
[507]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση - Συμπεράσματα
Η Μελέτη Πεδίου είναι απαραίτητη στο πλαίσιο του project, καθώς οι εμπειρίες που
προσφέρει είναι πρωτόγνωρες και ουσιαστικές. Εμπλουτίζει το συναισθηματικό
κόσμο των μαθητών/τριών και προσφέρει ποιότητα στην παιδαγωγική διαδικασία.
Καλλιεργεί την κριτική και τη δημιουργική σκέψη και γενικότερα συμβάλλει στη
διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων.
Η προσέγγιση της γνώσης έξω από τα στενά πλαίσια της σχολικής αίθουσας είναι
πολύ σημαντική, ώστε να μπορέσουν οι μαθητές/τριες να εμπλουτίσουν τις
[508]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές – Βιβλιογραφία
Bamberger, Y. & Tal, T. (2007). Learning in a personal context: Levels of choice in a
free choice learning environment in science and natural history museums.
Science Education, 91(1), 75–95.
Bamberger, Y. & Tal, T. (2008). An experience for the lifelong journey: The long-term
effect of a class visit to a science center. Visitor Studies, 11(2), 198–212.
Barratt, E., Barratt, R. & Scott, W. (2007). Engaging children: research issues around
participation and environmental learning. Environmental Education Research,
Vol.13(4), 529-544.
Braus, J. & Monroe, M. (1994). Designing Effective Workshops, University of
Michigan, EE Toolbox - Workshop Resource Manual.
Coyle, K. (2005). Environmental Literacy in America. National Environmental
Education and Training Foundation (NEETF).
Cronin-Jones, L. (2000). The effectiveness of schoolyards as sites for elementary
science instruction. School Science Mathematics, 100(4), 203-212.
DeWitt, J. and Storksdieck, M. (2008). A short review of school field trips: key
findings from the past and implications for the future, Visitor Studies, 11(2),
181-197.
Dillon, J. & Teamey, K. (2002). Reconceptualizing environmental education: Taking
account of reality. Canadian Journal of Science, Mathematics and Technology
Education, 2(4), 469 – 483.
[509]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Dillon, J., Morris, M., O’Donnell, L., Reid, A., Rickinson, M., & Scott, W. (2005).
Engaging and learning with the outdoors – the final report of the outdoor
classroom in a rural context action research project.Slough: National
Foundation for Education Research.
Dillon, J., Rickinson, M., Teamey, K., Morris, M., Young Choi, M.-Y.& Sanders, D.
(2006). The value of outdoor learning: evidence from research in the UK and
elsewhere. School Science Review, 87, 107-111.
Green M. (2007). Foodgardens: Cultivating a pedagogy of place. Monash University,
Gippsland AARE Conference Fremantle.
Hitchock, G. & Hughes, D. (1994). Research and the Teacher – A qualitative
Introduction to School – Based Research. London: Routledge.
Hofstein, A. & Rosenfeld, S. (1996). Bridging the gap between formal and informal
science learning. Studies in Science Education, 28, 87-112.
Maynard, T. & Waters, J. (2007). Learning in the outdoor environment and missed
opportunity? Early Years, 255-265.
Higgins, P., Nicol, R. (2002). Outdoor Education: Authentic Learning in the context of
Landscapes. An international collaboration project Supported by the European
Union Comenius Action 2.1 European In-Service Training Courses V (2) (pp 1-
93).
Marcinkowski T., Volk T. & Hungerford, H. (1990).An Environmental Education
Approach to the Training of Middle Level Teachers: A Prototype Programme,
UNESCO, Environmental Education Series No 30.
Neill, J. T. (2004). Resilience and outdoor education. Keynote presentation to the 1st
Singapore Outdoor Education Conference, Dairy Fair Adventure Centre,
Singapore, November 5-6.
Orion, N. (1993). A model for the development and implementation of field trips as
an integral part of the science curriculum. School Science and Mathematics,
93(6), 325-331.
Orion, N. & Hofstein, A. (1994). Factors that influence learning during a scientific
field trip in a natural environment. Journal of Research in Science
Teaching,31(10), 1097-1119.
Papadomarkakis, I. Xanthacou, Y. Matzanos, D., Papavasileiou, V., Simina, V. (2011),
FieldstudyofthevalleyofAithonainRhodes: postgraduate students’ knowledge
and attitudes, in the 12 International Conference on Environmental Science and
Technology, (pp. 1424-1431),Rhodes, Greece, 8-10 September 2011.
Papavasileiou, V., Xanthacou, P., Hatzidiakos, D., Papadomarkakis, I., Matzanos, D.,
Konsolas, M. and Mironaki, A. (2009). Biodiversity – endangered species on the
island of Rhodes (Greece). 5th World Environmental Education Congress,
Montreal Canada, May 10-14 , 2009.
Rickinson, M., Dillon, J., Teamey, K., Morris, M., Choi, M. Y., Sanders, D. and
Benefield, P. (2004). A Review of Research on Outdoor Learning.Preston
Montford, Shropshire: Field Studies Council.
[510]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[511]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Περίληψη
Στην παρούσα εργασία παρουσιάζεται αναλυτικά η μέθοδος project, η οποία
υλοποιείται στο πλαίσιο των «Βιωματικών Δράσεων - Συνθετικών Δημιουργικών
Εργασιών – Projects» στο Γυμνάσιο, των Ερευνητικών Εργασιών στο Λύκειο και
ΕΠΑΛ, αλλά και σε όλα τα μαθήματα του Γυμνασίου σε ποσοστό που φθάνει μέχρι
το 10% του ετήσιου συνολικού χρόνου, σύμφωνα με το Δ.Ε.Π.Π.Σ. και τα Α.Π.Σ. όλων
των μαθημάτων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Ακολουθεί μια κριτική προσέγγιση
της αξιολόγησης στις ερευνητικές εργασίες – project και η εργασία ολοκληρώνεται
με τα συμπεράσματα και τις προτάσεις.
Εισαγωγή
Οι βιωματικές Δράσεις – projects και οι ερευνητικές εργασίες αποτελούν
καινοτομία για την εκπαιδευτική πραγματικότητα της Δευτεροβάθμιας
Εκπαίδευσης, αφού εισήχθησαν την τελευταία διετία (2011-2013). Το project ως
διδακτική μέθοδος υλοποιείται εκτός (στο πλαίσιο των Προγραμμάτων Σχολικών
Δραστηριοτήτων) και εντός Αναλυτικού και Ωρολογίου Προγράμματος στη
Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, αφού σύμφωνα με το Δ.Ε.Π.Π.Σ. και τα Α.Π.Σ. όλων
των μαθημάτων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ένα μέρος του διδακτικού χρόνου
κάθε μαθήματος, που φθάνει μέχρι το 10% του ετήσιου συνολικού χρόνου, πρέπει
να διατίθεται για διαθεματικά σχέδια εργασίας. Με την θεσμοθέτηση των
«Βιωματικών Δράσεων» στο Γυμνάσιο και των Ερευνητικών Εργασιών στο Λύκειο
και ΕΠΑΛ, η παρουσία τους έγινε πιο «ορατή» στην εκπαιδευτική πραγματικότητα.
Η θεσμοθετημένη εισαγωγή των projects στο Ωρολόγιο Πρόγραμμα ως
ανεξάρτητων «μαθημάτων» θέτουν ζητήματα και ερωτήματα που αφορούν την
αξιολόγησή τους αλλά και τη μεθοδολογία και τη διαδικασία υλοποίησης τους. Η
πολιτεία κλήθηκε να απαντήσει σε αυτά τα ζητήματα με το αντίστοιχο νομοθετικό
πλαίσιο αλλά και με επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών στη μέθοδο και στη
διαδικασία υλοποίησης της.
Στην παρούσα εργασία παρουσιάζεται αναλυτικά η μέθοδος project, τα βασικά
χαρακτηριστικά της μεθόδου, τα στάδια και η διαδικασία υλοποίησης της, καθώς
και τα μεθοδολογικά και ερευνητικά εργαλεία και οι ενδεικτικές δραστηριότητες.
Τέλος, παρουσιάζεται μια κριτική προσέγγιση της αξιολόγησης στις ερευνητικές
εργασίες – project – βιωματικές δράσεις και η εργασία ολοκληρώνεται με τα
συμπεράσματα που εξάγονται με βάση το θεσμικό πλαίσιο και την εμπειρία της
μέχρι τώρα εφαρμογής.
[512]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
A. Η μέθοδος «project»
Σύμφωνα με τον Frey (1998), το σχέδιο εργασίας ή project αποτελεί έναν τρόπο
ομαδικής διδασκαλίας που το περιεχόμενό της σχεδιάζεται, διαμορφώνεται και
υλοποιείται με τη συνεργασία όλων. Ο Χρυσαφίδης (1998) ταυτίζει τη μέθοδο αυτή
με τη βιωματική επικοινωνιακή διδασκαλία, δηλαδή ένα πλέγμα διδακτικών
διαδικασιών που έχουν ως αφόρμηση βιωματικές καταστάσεις, ανάγκες,
προβλήματα, απορίες και εμπειρίες του παιδιού που πηγάζουν από την καθημερινή
του ζωή. Τέλος, ο Ματσαγγούρας (2002), επισημαίνει ότι κομβικά στοιχεία σε
οποιονδήποτε ορισμό του σχεδίου εργασίας πρέπει να είναι οι έννοιες του
«σκοπού», του «ενδιαφέροντος», της «δράσης» και της «συλλογικότητας»,
διαφορετικά το σχέδιο εργασίας μεταπίπτει σε απλό έργο προς εκτέλεση. Οι Helm &
Katz (2002) ορίζουν το σχέδιο εργασίας ως μία ενδελεχή μελέτη ενός θέματος. Η
έρευνα διεξάγεται συνήθως από μια μικρή ομάδα παιδιών μιας τάξης, μερικές
φορές από ολόκληρη την τάξη και άλλες φορές από ένα και μόνο παιδί. Το σημείο-
κλειδί του σχεδίου εργασίας είναι ότι αποτελεί διερεύνηση ή ένα κομμάτι μιας
έρευνας που συνεπάγεται την αναζήτηση από τους μαθητές απαντήσεων σε
ερωτήματα, τα οποία έχουν διαμορφώσει τα ίδια ή σε συνεργασία με τον
εκπαιδευτικό της τάξης και εγείρονται καθώς η διερεύνηση προχωρεί.
Με βάση αυτό το θεωρητικό πλαίσιο, τα σχέδια εργασίας ή projects αποτελούν
πεδίο μάθησης και ανάπτυξης για τους μαθητές εμπλέκοντας με φυσικό και
αυθεντικό τρόπο τη σκέψη, τη γνώση, τα συναισθήματα και τη δράση τους.
Ταυτόχρονα καθίστανται μηχανισμός διοχέτευσης πρακτικών, στάσεων και
δημιουργία κλίματος σε όλα τα μαθήματα. Σκοπό έχουν να συνδέσουν τη σχολική
γνώση με τα ενδιαφέροντα των μαθητών, τις προσωπικές εμπειρίες τους και την
πραγματικότητα της καθημερινής ζωής, και να εντάξουν στη μαθητική ομάδα όλους
τους μαθητές ανεξάρτητα από τις επιδόσεις τους, τις πιθανές ιδιαιτερότητες ή
αναπηρίες τους, το φύλο, την κοινωνική και πολιτισμική τους προέλευση. Έχουν
«ανοιχτή» θεματική και ενθαρρύνουν την ανάληψη πρωτοβουλιών και τη
δημιουργικότητα των μαθητών και των εκπαιδευτικών, καθώς τους δίνεται η
ευκαιρία να μελετήσουν σημαντικά θέματα, όπως π.χ. «τα δικαιώματα του
παιδιού», τα οποία δεν είναι δυνατόν να συμπεριλαμβάνονται ως ανεξάρτητα
μαθήματα στο Αναλυτικό Πρόγραμμα. Ταυτόχρονα αναπτύσσονται στάσεις και
δεξιότητες που απαιτεί η αυτό-ρυθμιζόμενη μάθηση και η δια βίου εκπαίδευση
στην κοινωνία της πληροφορίας, της γνώσης και της τεχνολογίας. Οι μαθητές
αναζητούν δεδομένα, τα ταξινομούν και τα αξιολογούν, με αποτέλεσμα να
αναπτύσσεται η κριτική τους σκέψη και να «μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν». Μέσω
των projects αναπτύσσονται, δηλαδή, οι κλίσεις, τα ιδιαίτερα ταλέντα και
ενδιαφέροντα, οι πνευματικές και σωματικές ικανότητες καθώς και η κριτική και
δημιουργική σκέψη των μαθητών.
[513]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[514]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[515]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
στόχοι) και β) Τελική (στο τέλος της υλοποίησης για να ελεγχθεί ο βαθμός επίτευξης
των στόχων, να αναδειχθούν τα θετικά αλλά και οι δυσκολίες που προέκυψαν κατά
τη διάρκεια της υλοποίησης με στόχο να αξιοποιηθούν στο μέλλον).
Το κυρίως θέμα αποτελείται συνήθως από επιμέρους πτυχές, οι οποίες γίνονται
αντικείμενο διαπραγμάτευσης των ομάδων. Αφού επιλεγεί και διατυπωθεί το θέμα,
δηλαδή, οι μαθητές χωρίζονται σε ομάδες με βασικά κριτήρια τις επιθυμίες τους και
τα ενδιαφέροντά τους. Είναι σημαντικό, για την επίτευξη της επικοινωνίας, της
συνεργασίας και της συμμετοχικής μάθησης, οι μαθητές να αισθάνονται αφενός
μεν ασφαλείς και ενεργά μέλη της ομάδας τους, αφετέρου δε να ενδιαφέρονται για
τη θεματική ενότητα με την οποία ασχολούνται και τις αντίστοιχες δραστηριότητες.
Παράμετροι για τη συμμετοχή στην ομάδα μπορεί να είναι επίσης οι δεξιότητες, η
εξοικείωση με τη χρήση διαφόρων ερευνητικών εργαλείων και η «ανομοιογένεια»
στις ομάδες. Από παιδαγωγική άποψη είναι σημαντικό να εκπροσωπούνται στις
ομάδες εργασίας μαθητές με διαφορετικές ικανότητες, ώστε να υπάρχει η
δυνατότητα της αμοιβαίας υποστήριξης καθώς και τα δύο φύλα για την ύπαρξη
ισορροπίας εντός της ομάδας. Ενδεικτικές δραστηριότητες των μαθητών είναι: α)
Έρευνα πηγών – βιβλιογραφική έρευνα, β) Έρευνα πεδίου – επισκέψεις, γ)
Δημιουργικές δραστηριότητες (φωτογράφηση, δημιουργία ποιημάτων, εικαστική ή
μουσικο-κινητική έκφραση, δημιουργία video ή powerpoint, κατασκευές,
δραματοποίηση – παιγνίδι ρόλων κ.λπ.), δ) Σύνθεση της εργασίας – Παρουσίαση, ε)
Αξιολόγηση.
Κατά τη διαδικασία υλοποίησης οι μαθητές συμμετέχουν στις ομάδες εργασίας
αλλά και στην ολομέλεια της ερευνητικής ομάδας, στην οποία παρουσιάζουν τα
στάδια της εργασίας τους και συζητούν τα προβλήματα που προκύπτουν. Έτσι όλοι
οι μαθητές γνωρίζουν την πορεία του προγράμματος και συνεργάζονται
προσφέροντας προσωπικές εμπειρίες, γνώσεις και πληροφορίες στα μέλη των
άλλων ομάδων. Μεθοδολογικά εργαλεία κατά τη διάρκεια υλοποίησης του project
μπορεί να είναι: οι συζητήσεις, οι παρουσιάσεις, οι διαλογικές συζητήσεις, η
ανταλλαγή εμπειριών και απόψεων, οι βιωματικές ασκήσεις, τα παιγνίδια ρόλου-
δράσης, ο καταιγισμός ιδεών, η χιονοστιβάδα, η μελέτη περίπτωσης, η επίλυση
προβλημάτων, η προσομοίωση, οι εννοιολογικοί χάρτες, η δημιουργία posters,
κ.λπ. Ενώ ερευνητικά εργαλεία μπορεί να είναι: η συνέντευξη, τα ερωτηματολόγια,
η επιτόπια παρατήρηση και η καταγραφή παρατηρήσεων, το ημερολόγιο
συναντήσεων, η βιβλιογραφική έρευνα η έρευνα στο διαδίκτυο, κ.λπ.
Κατά την διαδικασία υλοποίησης του projectoι ομάδες διαπραγματεύονται τον
τρόπο προσέγγισης του προβλήματος, τη διατύπωση προτάσεων για την
αποτύπωση του θέματος ή τη λύση του προβλήματος, καθώς και μορφές για την
παρουσίαση των λύσεων αυτών στην τάξη. Η παρουσίαση μπορεί να αποτελείται
από τη συμπαραγωγή ενός πολυτροπικού κειμένου και παρουσίασή του σε μορφή
ιστοσελίδας ή ενός ιστολογίου, από παρουσιάσεις powerpoint, video, posters,
δραματοποιημένες αναπαραστάσεις, κ.λπ. Η αξιοποίηση του ημερολογίου
δραστηριοτήτων από τις ομάδες εργασίας, στο οποίο οι μαθητές καταγράφουν τη
[516]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[517]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δ. Συμπεράσματα
Κατά τη διαδικασία υλοποίησης των projects στο Γυμνάσιο, Λύκειο και ΕΠΑΛ
καταστρατηγείται η βασική αρχή των project, της ύπαρξης διαμορφωτικής
αξιολόγησης. Η βασική αρχή της ελεύθερης επιλογής του θέματος, σύμφωνα με τα
ενδιαφέροντα των μαθητών περιορίζεται στις Βιωματικές Δράσεις στο Γυμνάσιο. Η
μείωση του διαθέσιμου χρόνου για την υλοποίηση των project από 2 ώρες στον
αρχικό σχεδιασμό του Υπουργείου Παιδείας σε 1 ώρα τελικά, καθιστά την
υλοποίηση τους προβληματική. Η διάθεση μιας διδακτικής ώρας εβδομαδιαίως
καθιστά πολύ δύσκολη την πραγματοποίηση των project λόγω της ανεπάρκειας του
διδακτικού χρόνου. Η απώλεια των διδακτικών ωρών αποτελεί επιπλέον παράγοντα
μείωσης του διδακτικού χρόνου. Η καθιέρωση της μονόωρης «ζώνης βιωματικών
Δράσεων», στην οποία παύουν να λειτουργούν τα αλφαβητικά τμήματα και
δημιουργούνται τμήματα Βιωματικών Δράσεων καθίσταται προβληματική
επίσης129. Με δεδομένη την αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών από το
σχολικό έτος 2013-2014, πολλοί εκπαιδευτικοί αναλαμβάνουν την υλοποίηση
Βιωματικών Δράσεων με μοναδικό κριτήριο την ανάγκη για την κάλυψη του
ωραρίου τους.
Η ανεπάρκεια του διαθέσιμου διδακτικού χρόνου, η επιλογή της υλοποίησης των
projects από τους εκπαιδευτικούς για συμπλήρωση ωραρίου και όχι γιατί
πραγματικά γνωρίζουν τη μέθοδο και επιθυμούν την πραγματοποίηση τους, ο
περιορισμός της επιλογής των θεμάτων ανά τάξη στο Γυμνάσιο, ο αποκλεισμός
κάποιων ειδικοτήτων εκπαιδευτικών από την υλοποίηση projects σε κάποιες
κατηγορίες, η μη δυνατότητα συνεργασίας εκπαιδευτικών διαφορετικών
ειδικοτήτων που θα ενίσχυε τη διεπιστημονικότητά των projects αναδεικνύει τον
συγκεντρωτικό χαρακτήρα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και οδηγεί μια
εξαιρετική καινοτομία που αποβλέπει στη δημιουργικότητα των μαθητών και
εκπαιδευτικών στο μαρασμό και τη συρρίκνωση και εν τέλει στην ακύρωση της
καινοτομίας.
Προτείνεται επομένως, ο επανασχεδιασμός των ερευνητικών εργασιών και των
βιωματικών δράσεων στον οποίο: α) θα ενταχτεί η διαμορφωτική αξιολόγηση ως
129
Εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας (147650/Γ2/11-102013), που εκδόθηκε αργότερα, δίνει τελικά
τη δυνατότητα να υλοποιηθούν οι Βιωματικές Δράσεις στο πλαίσιο των αλφαβητικών τμημάτων,
όταν η εφαρμογή της ζώνης είναι αδύνατη για πρακτικούς λόγους.
[518]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Abrignani, B., Gomes, R., & D. deVilder, (2000). Project Management T-Kit 3.
Strasbourg: Council of Europe.
Frey, K. (1998). Η μέθοδος Project, μτφ. Κλ. Μάλλιου. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης.
Helm, J. Η. & Katz, L. (2002). Μέθοδος project και προσχολική εκπαίδευση. Μικροί
ερευνητές. Αθήνα. Μεταίχμιο.
Kloosterman, P., K. Giebel&O. Senyuva, (2007). Educational Evaluation in Youth
Work. T-kit 10.Strasbourg: CouncilofEurope.
Ματσαγγούρας, Η. (2002). Η Διαθεματικότητα στη σχολική γνώση. Εννοιοκεντρική
Αναπλαισίωση και Σχέδια Εργασίας. Αθήνα : Γρηγόρης.
Ματσαγγούρας, Η. (2012Α). Η καινοτομία των ερευνητικών εργασιών στο Νέο
Λύκειο. Βιβλίο Εκπαιδευτικού. Μέρος Πρώτο. Αθήνα: 2012.
Ματσαγγούρας, Η. (2012Β). Η καινοτομία των ερευνητικών εργασιών στο Νέο
Λύκειο. Βιβλίο Εκπαιδευτικού. Μέρος δεύτερο. Παραδείγματα Ερευνητικών
Εργασιών. Αθήνα: 2012.
Μουμουλίδου, Μ. (2006). Η παιδαγωγική του σχεδίου εργασίας στην προσχολική
εκπαίδευση: Θεωρητικό πλαίσιο και πράξη. Αθήνα. Τυπωθήτω.
Σοφού, Ε. (2007). Το σχέδιο εργασίας στην Προσχολική Εκπαίδευση. Στο ΥΠΕΠΘ-ΠΙ.
Θέματα εισαγωγική επιμόρφωσης για νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς (σ.σ. 81-
94). Αθήνα: ΥΠΕΠΘ-ΠΙ.
Χρυσαφίδης, Κ. (2000). Βιωματική – επικοινωνιακή διδασκαλία. Η εισαγωγή της
μεθόδου Project στο σχολείο. Αθήνα: Gutemberg.
[519]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σούλη Αλεξάνδρα
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ04 Περιφέρειας Ηπείρου
soulia@sch.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών εντάσσεται στη φιλοσοφία της «δια βίου
παιδείας» και η εκπαίδευσή τους θα πρέπει να συμφωνεί με τις αρχές και τη
φιλοσοφία του επιστημονικού πεδίου της «Εκπαίδευσης Ενηλίκων». Στην παρούσα
εργασία, επιχειρείται σύντομη αναφορά στις εκτιμώμενες, κατά τη γράφουσα,
συνιστώσες του προφίλ του Σχολικού Συμβούλου, ώστε να ανταπεξέλθει
αποτελεσματικά στο ρόλο του ως επιμορφωτή εκπαιδευτικών με βάση τη
μεθοδολογία και τις αρχές της Εκπαίδευσης Ενηλίκων και της δια βίου Μάθησης.
Εισαγωγή – Προβληματική
Φαινόμενα όπως: η παγκοσμιοποίηση και διεθνής ανταγωνιστικότητα, η κοινωνία
της γνώσης και μάθησης, σε συνδυασμό με την ταχύτητα της συντελούμενης
επιστημονικής/ τεχνολογικής εξέλιξης, οι ταχύτατες δημογραφικές, κοινωνικές και
πολιτισμικές μεταβολές (Σούλη, 2008:9) και οι ασκούμενες πιέσεις στο
εκπαιδευτικό σύστημα για προετοιμασία νέων που να έχουν ενσωματώσει την
τεχνολογία στην προσωπική και κοινωνική τους ζωή (Ε.Κ.Κ.Ε., 2008:13),
διαμορφώνουν κοινές εκπαιδευτικές τάσεις και προγράμματα δράσης σε
ευρωπαϊκό επίπεδο. Διεθνείς οργανισμοί, όπως ΟΥΝΕΣΚΟ, Ο.Ο.Σ.Α., Παγκόσμια
Τράπεζα, Συμβούλιο της Ευρώπης παίζουν σημαίνοντα ρόλο στον ιδεολογικό
προσανατολισμό της εκπαίδευσης και στις εφαρμοζόμενες μεθόδους, τεχνικές και
πρακτικές (Αθανασούλα–Ρέππα, 1999), επιβάλλοντας αναπροσαρμογές στα
περιεχόμενα και στους τρόπους διδασκαλίας και μάθησης (Ξωχέλλης, 2001:10, στο
Σούλη, 2008:9).
Η σημερινή πραγματικότητα απαιτεί νέες μορφές μάθησης, στην κατεύθυνση
ανάπτυξης και εκπαίδευσης ατόμων ειδικών δεξιοτήτων και προσόντων, με
μόρφωση, προσαρμοστικότητα, καλλιέργεια, ομαδικότητα, αυτοπεποίθηση κ.ά.
ώστε να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές και την ανασφάλεια τις οποίες αυτές
προκαλούν. Χρειάζεται καθοδήγηση των μαθητών ώστε να (Ε.Κ.Κ.Ε., 2008:14):
• αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις που δημιουργούν οι νέες τεχνολογίες,
• λειτουργούν μέσα σε έναν αυξανόμενα διεπιστημονικό κόσμο και
• ανταποκρίνονται στις ανάγκες της «δημιουργικής εποχής»130:
130
Η κοινωνική & οικονομική καινοτομία συνδέονται με τρείς κύριες συνιστώσες, τα λεγόμενα 3Τ
(Talent-Technology-Tolerance), δηλ. δημιουργικότητα/ ταλέντο, καινοτομικότητα, ανεκτική
συμπεριφορά απέναντι στο «Άλλο» και το διαφορετικό, απονομή αξίας απέναντι σε ζητήματα που
αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, το περιβάλλον, την ποιότητα ζωής κ.α.).
[520]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
131
Οι Σχολικοί Σύμβουλοι
[521]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[522]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[523]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[524]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[525]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα
Στην εργασία αυτή, επιχειρήθηκε μια πολύ σύντομη αναφορά στις συνιστώσες που
συνιστούν το προφίλ του Σχολικού Συμβούλου ως επιμορφωτή εκπαιδευτικών στα
πλαίσια της δια βίου Μάθησης με βάση τη μεθοδολογία και τις αρχές της
Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Για να κατορθώσει ο Σχολικός Σύμβουλος να ανταπεξέλθει
αποτελεσματικά στον προαναφερθέντα ρόλο, θα πρέπει, εκτός από τη γνώση του
διδακτικού αντικειμένου να διαθέτει (Rogers, 1999:81-107; Κόκκος, 1999:25-35 και
2005:3-12, Σούλη, 2008):
παιδαγωγικές γνώσεις και ικανότητες,
τεχνικές γνώσεις χρήσης συμμετοχικών εκπαιδευτικών μεθόδων και τεχνικών,
γνώσεις των αρχών αποτελεσματικής επικοινωνίας, χειρισμού της δυναμικής της
ομάδας και των αναπτυσσόμενων σε αυτή ρόλων και να
γνωρίζει καλά το περιεχόμενο του επιστημονικού πεδίου της Εκπαίδευσης
Ενηλίκων και του θεωρητικού πλαισίου της δραστηριότητάς του ως εκπαιδευτή
(ενστερνισμός των αρχών μάθησης ενηλίκων, γνώση των ιδιαίτερων
χαρακτηριστικών των ενηλίκων εκπαιδευομένων, επίγνωση των προϋποθέσεων
αποτελεσματικής μάθησης).
Βιβλιογραφία
Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (1999). «Ο Εκπαιδευτικός Οργανισμός». Στο Αθανασούλα
– Ρέππα, Α., Κουτούζη, Μ., Χατζηευστρατίου, Ι., Διοίκηση Εκπαιδευτικών
Μονάδων:Κοινωνική και Ευρωπαϊκή Διάσταση της Εκπαιδευτικής Διοίκησης.
Τόμος Γ΄. Πάτρα: Ε.Α.Π.
Γκότοβος, Θ. (1982). Η αναγκαιότητα της επιμόρφωσης και ο ρόλος της στην
αποτελεσματικότητα των αλλαγών της εκπαίδευσης. Σύγχρονη Εκπαίδευση 9:
28-33.
[526]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[527]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[528]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σοφός Εμμανουήλ
Σχολικός Σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
manolissofos@gmail.com
Περίληψη
Η έρευνά μας, σε αυτή την πιλοτική της μορφή, έχει σαν στόχο της την διερεύνηση
του βαθμού στον οποίο η εισαγωγή νέων εκπαιδευτικών θεσμών στα Πρότυπα
Πειραματικά Δημοτικά Σχολεία (Όμιλοι) μπορεί να αποτελέσει μοχλό
επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν στη λειτουργία
τους. Οι εκπαιδευτικοί, εκτός των άλλων, καλούνται να αναπτύξουν δεξιότητες που
θα προσδώσουν στην δράση τους μια πιο «επιστημονική-ερευνητική-
επαγγελματική» ταυτότητα συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στη δημιουργία
κοινοτήτων μάθησης σε ένα συνεχώς αναπτυσσόμενο περιβάλλον.
Λέξεις-κλειδιά: εκπαίδευση εκπαιδευτικών, καινοτόμες δράσεις, επαγγελματική
ανάπτυξη, προσωπική ανάπτυξη
1.Εισαγωγή
Σύμφωνα με τις σύγχρονες θεωρίες και αντιλήψεις διοίκησης και οργάνωσης του
σχολείου ως εκπαιδευτικού οργανισμού (Fullan, 2001; Foskett & Lumby, 2003; Kelly,
2004) στο πλαίσιο αυτό ο θεσμός του σχολείου, συνιστά ένα ανοιχτό σύστημα, το
οποίο αλληλεπιδρά με το ευρύτερο κοινωνικό, πολιτικό οικονομικό και πολιτισμικό
περιβάλλον. Η οποιαδήποτε παρέμβαση σε αυτό, ιδανικά, θα πρέπει να αποσκοπεί
στην βιωσιμότητα και εξέλιξή του με την ανάπτυξη ενός δημιουργικού ευέλικτουκαι
συνεχώς αυτοβελτιούμενου εκπαιδευτικού περιβάλλοντος (Everard et al., 2004).
Σε ένα τέτοιο κλίμα πραγματώνονται η εφαρμογή, η υποστήριξη και η βελτίωση
(Αθανασούλα–Ρέππα κ.α., 1999) ενώ παράλληλα η οικοδομούμενη γνώση και η
εμπειρία διαχέονται και καθίστανται κοινό κτήμα όλων των μελών και αποτελούν το
«πνευματικό κεφάλαιο» αυτής της κοινότητας (Kelly, 2004, σ.11). Εντός του
παραπάνω πλαισίου η διοίκηση μπορεί να διαχειρισθεί κατάλληλα την αλλαγή,
ώστε αυτή να αποτελέσει δημιουργική ευκαιρία για παραγωγή νέων αξιών, δηλαδή
μια «καινοτομία» (Drucker, 1999, σ. 102).
Ωστόσο η αλλαγή του πολιτισμού της καθημερινότητας στο σχολείο, η
ανάπτυξη και προώθηση του επαγγελματικού καινοτομικού ήθους (Μαυρογιώργος,
2003) καθώς και η σύνδεση του σχολείου με την κοινωνία (α) δίνει το έναυσμα στο
σύνολο των φορέων που συναποτελούν την εκπαιδευτική κοινότητα να προχωρούν
σε συλλογικές μορφές διαρκούς πρωτοβουλίας για αλλαγή, εξέλιξη και ανάπτυξη (β)
ενισχύει την επαγγελματική ταυτότητα του εκπαιδευτικού (γ) δημιουργεί κίνητρα
περαιτέρω επαγγελματικής και προσωπικής ανάπτυξης του (δ) καθιστά γνωστό το
έργο του εκπαιδευτικού οργανισμού και του εκπαιδευτικού και τέλος (ε)
κατοχυρώνει το θεσμικό του ρόλο στο κοινωνικό και πολιτιστικό «γίγνεσθαι» ως
[529]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[530]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[531]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[532]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[533]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[534]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[535]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[536]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[537]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
6. Συμπεράσματα
Από τις συνεντεύξεις των εκπαιδευτικών που έλαβαν μέρος στην έρευνά μας
μπορούμε να διακρίνουμε πέντε θέματα τα οποία κρίνονται και απο την γενικότερη
βιβλιογραφία ως ιδιαίτερα σημαντικά για την αποτελεσματική τους επαγγελματική
ανάπτυξη. Τα συγκεκριμένα θέματα ή χαρακτηριστικά επαγγελματικής ανάπτυξης
τείνουν να εκλαμβάνονται ως βασικά και δεδομένα από το συνολο των
εκπαιδευτικών οι οποίοι ενεπλάκησαν στις δραστηριότητες των Ομίλων στα 1ο και
2ο Πρότυπα Πειραματικά Δημοτικά Σχολεία. Οι μικρές διαφοροποιήσεις που
διαφάνηκαν σε κάποιες φάνηκαν να σχετίζονται περισσότερο με προσωπικούς και
επαγγελματικούς και παράγοντες. Αναμφίβολα οι συγκλίσεις στις αναντήσεις που
δόθηκαν στις συνεντεύξεις μας δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο οι εκαπιδευτικοί
αντιλαμβάνονται την επαγγελματική τους ανάπτυξη καθώς και τους παράγοντες που
δυναμικά επηρεάζουν τις θέσεις τους. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι οι εκπαιδευτικοί
στην έρευνά μας έχουν μια σαφή αντίληψη για τον επαγγελματισμό και την
επαγγελματική τους ανάπτυξη η οποία είναι άμεσα συνυφασμένη με το έργο που
υλοποιούν στο σχολείο τους και η οποία χαρακτηρίζεται από (α) Συνεχή και διαρκή
ανάπτυξη (β) είναι αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινής δουλειάς (γ) περιλαμβάνει
την καλλιέργεια δεξιοτήτων αυτο-αξιολόγησης και αναστοχασμού (δ) συντελεί στην
αυτοκαθοδηγούμενη ανάπτυξη (ε) εδράζεται στη συνεργασία με
ομοτέχνους/συναδέλφους.
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Alessis. M. & Trollip, S.R. (2001). Multimedia for learning: Methods and development
(3rd Ed.). (214, 254-257). Boston: Allyn & Bacon.
Avalos, B. (2011). Teacher professional development in Teaching and Teacher
Education over ten years. Teaching and Teacher Education, 27, 10-20.
Birman, B.F., Desimone, L., Porter, A.C. & Garet, M.S. (2000). Designing
professional development that works. Educational Leadership, 57(8), 28-33.
Boyatzis, R. E. (1998). Transforming qualitative information: Thematic analysis and
code development. Thousand Oaks, CA: Sage.
Bredeson, P.V. (2002). Designs for learning: A new architecture for professional
development in schools. Thousand Oaks, CA: Corwin Press.
Bredeson, P.V. & Johansson, O. (2000). The school principal’s role in teacher
professional development. Journal of In-Service Education, 26, 385-401.
Broad, K. & Evans, M. (2006). Initial teacher education program. A review of
literature on professional development content and delivery modes for
experienced teachers. University of Toronto, OISE/Ontario Institute for Studies in
Education.
Campbell, A. (2003). Teachers’ research and professional development in England:
Some questions, issues and concerns. Journal of In-Service Education, 29(3), 375-
388.
Cohen, L. and Manion, L. (1992). Research methods in education (3 rd
[538]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
edition).London: Routledge.
Collinson, V. & Ono, Y. (2001). The professional development of teachers in the
United States and Japan. European Journal of Teacher Education, 24(2), 223-248.
Darling-Hammond, L. & McLaughlin, M.W. (1995). Policies that support
professional development in an era of reform. Phi Delta Kappan, 76(8), 597-604.
Day, C. (1999). Developing teachers: The challenges of lifelong
learning.London/Philadelphia, PA: Routledge/Falmer Press.
Day, C. (2001). Teacher professionalism: Choice and consequence in the new
orthodoxy of professional development and training. In P.Xochellis and Z.
Papanaoum (Eds.), Continuing teacher education and school development
(Symposium Proceedings) (Thessaloniki, Department of Education, School of
Philosophy AUTH), pp.17-25.
Day, C. (2000). Teachers in the twenty – first century: Time to renew the vision .
Teachers and Teaching: Theory and Practice, 6(1), 101 -115.
Desimone, L.M., Porter, A.C., Garet, M.S., Yoon, K.S. & Birman, B.F. (2002).
Effects of professional development on teachers’ instruction: Results from a three-
year longitudinal study. Educational Evaluation and Policy Analysis, 24(2), 81-
112.
Draper, J., Fraser, H. & Taylor, W. (1997). Teachers at work: Early experiences of
professional development. British Journal of In-Service Education, 23(2), 283-295.
Drucker, P. F. (1999). Managing Challenges for the 21st Century. Oxford: Butterworth-
Heineman.
Duffy, T. & Cunningham, D. (1996). Constructivism: Implications for the Design and
Delivery of Instruction. In D. Jonassen (Ed.), Handbook of research on educational
communications and technology. New York: Simon & Schuster.
Eraut, M. (1994). Developing professional knowledge and competence. London:
Falmer Press.
Esteve, J.M. (2000). The transformation of the teachers’ role at the end of the
twentieth century: New challenges for the future. Educational Review, 52(2),
197-207.
Evans, L. (2008). Professionalism, professionality and the development of
education professionals. British Journal of Educational Studies, 56(1), 20-38.
Everard, K.B., Morris, G. & Wilson, I., 2004. Effective School Management. London:
Paul Chapman Publishing.
Feiman-Nemser, S. (2001). From preparation to practice: Designing a continuum to
strengthen and sustain teaching. Teachers College Record, 103(6), 1013-1055.
Foskett, N., & Lumby, J., (2003). Leading and Managing Education. London: SAGE,
Paul Chapman Publishing.
Fullan, M.F., (2001). The New Meaning of Educational Change. 4 th Ed. London:
Routledge
Fullan, M.G. (1991). The new meaning of educational change (2 nd ed.). New York:
Teachers College Press.
[539]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Fullan, M.G. (1995). The limits and the potential of professional development. In T.R.
Guskey and M. Huberman (Eds.), Professional development in education: New
paradigms and practices (pp. 253-267). New York: Teachers College Press.
Garet, M.S., Porter, A.C., Desimone, L., Birman, B.F. & Yoon, K.S. (2001). What makes
professional development effective? Results from a National Sample of Teachers.
American Educational Research Journal, 38(4), 915-945.
Hargreaves, A. (2000). Four ages of professionalism and professional learning.
Teachers and Teaching: Theory and Practice, 6(2), 151-182.
Hart, A.W. & Bredeson, P.V. (1996). The principalship: A theory of professional
learning and practice. New York: McGraw-Hill.
Hawley, W.D. & Valli, L. (1999). The essentials of effective professional
development: A new consensus. In L. Darling Hammond and G. Sykes (Eds.),
Teaching as the learning profession:Handbook of policy and practice (pp. 127-
150). San Francisco: Jossey-Bass.
Holloway, I., & Todres, L. (2003). The status of method: flexibility, consistency and
coherence. Qualitative Research, 3(3), 345-357.
Hoyle, E. & John, P.D. (1995). Professional knowledge and professional practice.
London: Cassell.
Hunzicker, J. (2011). Effective professional development for teachers: A checklist.
Professional Development in Education, 37(2), 177-179.
Jovanova-Mitkovska, S. (2010). The need of continuous professional teacher
development. Procedia Social and Behavioral Sciences, 2, 2921-2926.
Joyce, B. & Showers, B. (2002). Student achievement through staff development, (3 rd
Ed.). Alexandria: ASCD.
Kedzior, M. and Fifield, S. (2004)Teacher Professional Development. Education Policy
Brief; Vol. 15; University of Delaware Education Research & Development.
Ανάκτηση
http://biohealth.deanza.edu/dare/resources/professional%20development.pdf]
Kelchtermans, G. (1996). Teacher vulnerability: Understanding its moral and
political roots. Cambridge Journal of Education, 26, 307-324.
Kelly, A. (2004). The Intellectual Capital of Schools. Dordrecht/Boston/London:
Kluwer Academic Publishers.
King, M.B. & Newmann, F.M. (2000). Will teacher learning advance school goals? Phi
Delta Kappan, 81(8), 576-580.
Koster, B., Dengerink, J., Korthagen, F. & Lunenberg, M. (2008). Teacher
educators working on their own professional development: Goals, activities
and outcomes of a project for the professional development of teacher
educators. Teachers and Teaching: Theory and Practice, 14(5-6), 567-587.
Krajewski, R. (1996). Enculturating the school: The principal’s principles. NASSP
Bulletin, 80, 3-8.
Kvale, S. (1996). Interviews, an introduction to qualitative research interviewing.
Thousand Oaks: SAGE Publications.
[540]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αθανασούλα – Ρέππα. Α., ΑνθοπούλουΣ., ΚατσουλάκηςΣ. καιΜαυρογιώργοςΓ.,
(1999). Διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού, Τόμος Β΄, Πάτρα, Ε.Α.Π.
Μαυρογιώργος Γ., (2003). Ανιχνεύοντας την εκπαιδευτική πολιτική για τον
εκπαιδευτικό στα επιχειρησιακά προγράμματα (ΕΠΕΑΕΚ) του Υπουργείου
Παιδείας. Στο: Γ. Μπαγάκης (επιμ.). Ο εκπαιδευτικός και η ευρωπαϊκή διάσταση
στην εκπαίδευση, (σελ. 349-365). Αθήνα. Μεταίχμιο.
Τριλιανός, Α.( 1997): Η κριτική σκέψη και η διδασκαλία της, Αθήνα.
Υφαντή, Α.Α. (2011). Εκπαιδευτική πολιτική και σχεδιασμός για ένα σύγχρονο
σχολείο. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Α.Α. Λιβάνη.
[541]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σταμάτη Λ. Αικατερίνη
Διδάκτωρ Γαλλικής Γλώσσας , Φιλολογίας και Πολιτισμού ΕΚΠΑ, Διευθύντρια 1ου
Λυκείου Καισαριανής
katstamati@yahoo.gr
Τσουμπού Βασιλική
Κοινωνιολόγος, Υποδιευθύντρια 1ου Λυκείου Καισαριανής
vasw_5@wndowslive.com
Πέζου Γεωργία
Καθηγήτρια Γαλλικής Φιλολογίας, ΔιδάκτωρΒυζαντινήςΙστορίαςUniversité de Paris
1 Panthéon–Sorbonne
gpezou@yahoo.com
Περίληψη εργασίας
Η εκπαίδευση ως βασικό στοιχείο της κοινωνίας επηρεάζεται από τις ραγδαίες
εξελίξεις σε κάθε τομέα. Οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται κυρίως από την
επιρροή της τεχνολογίας και της κοινωνίας της πληροφορίας, υπαγορεύουν νέα
δεδομένα για την προσαρμογή του ατόμου. Το σχολείο και τα στελέχη της
εκπαίδευσης καλούνται να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις, ώστε να
συμβάλλουν στην πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών μέσα
σε ένα υγιές και ανταγωνιστικό σχολικό περιβάλλον. Διαμορφώνεται συνεπώς
δυναμικά το προφίλ του σύγχρονου εκπαιδευτικού και αξιοποιούνται οι νέες
διαστάσεις στις σχέσεις εκπαιδευτή-εκπαιδευόμενου στο σχολικό χώρο.
Απαιτούνται ικανότητες επικοινωνίας και συνεργασίας και σύγχρονες παιδαγωγικές
και διδακτικές προσεγγίσεις. Στην παρούσα ανακοίνωση θα παρουσιαστούν γενικές
αρχές καθώς και στρατηγικές ανάπτυξης δεξιοτήτων επικοινωνίας και συνεργασίας,
μέσω ανάπτυξης δραστηριοτήτων που θα συμβάλλουν στην βελτίωση της
εκπαιδευτικής διαδικασίας.
1. Eισαγωγή
Tα στελέχη της εκπαίδευσης αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν ένα έργο που
συνεπάγεται μεγάλη ευθύνη και αναλύεται σε πολλές διαφορετικές λειτουργίες.
Διαχειρίζονται την εκπαιδευτική πολιτική, εφαρμόζουν τα προγράμματα σπουδών,
επιμορφώνουν, αξιολογούν, ενημερώνουν, διοικούν, οργανώνουν και συντονίζουν.
Στο σύνθετο έργο τους αναλαμβάνουν το ρόλο του εμψυχωτή και του
διαμεσολαβητή της γνώσης. Το παλαιό πρότυπο του παντογνώστη εκπαιδευτικού
με το έμφυτο παιδαγωγικό ταλέντο θεωρείται παρωχημένος τρόπος αντιμετώπισης
του εκπαιδευτικού έργου, αφού ο σύγχρονος επιστημονικός προβληματισμός
επιβάλλει τη θεώρηση του εκπαιδευτικού ως επαγγελματία, που κατέχει η πρέπει
να κατέχει εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις και άρτια ψυχοπαιδαγωγική
κατάρτιση. Ο εκπαιδευτικός άμεσα συνδεδεμένος με την εξέλιξη κοινωνικών,
[542]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[543]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[544]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Του μέλους της ομάδας, που υπόκειται στις πιέσεις που αυτή ασκεί και που
συνυπάρχει με τα άλλα μέλη μέσω του διαλόγου.
Του «κοινού» που παραμένει εκτός της ομάδας ως άτομο ενώπιον του οποίου τα
μέλη της θα επιδείξουν αυτά που μόλις έμαθαν, επιδιώκοντας την αναγνώριση και
την ενίσχυση.
Του μέντορα που καθήκον του είναι να βοηθήσει τον εκπαιδευτικό να μάθει τις
βασικές απαιτήσεις της δουλειάς του. Να διαμορφώσει ένα θεωρητικό υπόβαθρο
για τη δράση του, να αναπτύξει το προσωπικό στυλ διδασκαλίας και να
αναστοχαστεί σχετικά με τα δυνατά και αδύνατα σημεία του. Δημιουργείται σχέση
αμφίδρομη, καθώς οι ρόλοι μπορεί να εναλλάσσονται κατά περίπτωση.
Ο εκπαιδευτής ενηλίκων καλείται επομένως να αναλάβει ρόλους όπως αυτού του
εκπαιδευτή, του ειδήμονα, του κριτή και του συμβούλου.
[545]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Ο ρόλος του εκπαιδευτή ενηλίκων στο πεδίο της διά βίου μάθησης
Με δεδομένους τους στόχους όπως αυτοί τίθενται στο πεδίο της Διά Βίου Μάθησης
ήτοι την βελτίωση των δεξιοτήτων όσων συμμετέχουν και την αντιστοιχία των
δεξιοτήτων τους με το αντίστοιχο εργασιακό τους πόστο, θα πρέπει ο εκπαιδευτής
ενηλίκων που δραστηριοποιείται στο σχετικό πεδίο να διαθέτει την ανάλογη
επάρκεια και την ετοιμότητα, ώστε να μπορεί να μετουσιώσει τις γνώσεις και τις
εμπειρίες του στην εφαρμοσμένη εκπαιδευτική διαδικασία και να επιτύχει την
επαγγελματική και προσωπική ανάπτυξη των εκπαιδευόμενων. Η διάκριση των
εννοιών, επάρκεια και ετοιμότητα (Γεωργογιάννης, 2004) κρίνεται αναγκαία τη
στιγμή που η ετοιμότητα ως ευρύτερη έννοια είναι αποτέλεσμα της επάρκειας. Το
έργο που καλείται να επιτελέσει ο εκπαιδευτής ενηλίκων στη σύγχρονη εποχή είναι
ιδιαίτερα απαιτητικό. Πέρα της θεωρητικής, επιστημονικής, ερευνητικής επάρκειάς
του, για να είναι επαγγελματικά έτοιμος θα πρέπει να μπορεί να μετατρέψει τη
θεωρητική του κατάρτιση σε αποτελεσματική εκπαιδευτική πράξη και
συμπεριφορά, σε ένα περιβάλλον που κυριαρχείται από την πολλαπλότητα της
ψηφιακής πληροφορίας και της κοινωνικής δικτύωσης και χαρακτηρίζεται από
κοινωνική και πολιτισμική ποικιλότητα.
Ως ετοιμότητα λοιπόν, νοείται η ικανότητα ενός ατόμου να δρα με κατάλληλο και
ορθολογικό τρόπο σε επαγγελματικές, κοινωνικές και προσωπικές καταστάσεις,
έχοντας συναίσθηση της προσωπικής και κοινωνικής του ευθύνης.
Η ετοιμότητα προϋποθέτει τεχνική, μεθοδολογική, κοινωνική και προσωπική
επάρκεια.
Ως τεχνική επάρκεια νοείται η ικανότητα ενός ατόμου να επιτελεί αυτοδύναμα και
υπεύθυνα τις κύριες και επιμέρους λειτουργίες ενός επαγγέλματος σύμφωνα με
επιστημονικά αποδεκτές προδιαγραφές. Οι απαιτούμενες τεχνικές γνώσεις και
[546]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[547]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
7. Συμπέρασμα
Το στέλεχος της εκπαίδευσης, τηρώντας τις αρχές και την εφαρμογή των δεικτών
ποιότητας θα πρέπει να επεκτείνει τη μάθηση, να συνδέσει το παλιό με το
καινούργιο και να καθοδηγήσει τους εκπαιδευτικούς για να μεταφέρουν στη
διδακτική πράξη όσα έμαθαν στη επιμόρφωση. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού
προτείνονται συγκεκριμένες πρακτικές που θα βοηθήσουν προς αυτή την
κατεύθυνση, όπως: η ρητή διατύπωση των προσδοκιών για τη μεταφορά της
μάθησης, η υποδειγματική εργασία πάνω σε συγκεκριμένη διδακτική ύλη, η χρήση
μεταγνωστικών στρατηγικών, το απαραίτητο υλικό για τη διευκόλυνση της
εφαρμογής των νέων δεξιοτήτων, η παρότρυνση για άμεση εφαρμογή, το έναυσμα
για συζήτηση.
Το σημαντικότερο που μπορεί να κάνει ένα στέλεχος εκπαίδευσης είναι να
τελειώσει την επιμόρφωση με τη σιγουριά ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν μάθει
καινούργια πράγματα, τα οποία θα εφαρμόσουν στην τάξη τους ώστε η κατάσταση
την επόμενη μέρα να είναι διαφορετική στα σχολεία και ότι πράγματι λειτουργεί ως
φορέας αλλαγής.
Βιβλιογραφία
Γεωργογιάννης, Π. (2004). «Διαπολιτισμική επάρκεια και ετοιμότητα των
εκπαιδευτικών». Στο: Π. Γεωργογιάννης (επιμ.) Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, 1ο
Πανελλήνιο Συνέδριο, Άρτα, σελ. 50.
Δέδε, Ι. (2010). «Η πιστοποίηση της εκπαιδευτικής επάρκειας των Εκπαιδευτικών
Ενηλίκων, στο πεδίο της δια Βίου Μάθησης. Μια ευκαιρία εν μέσω κρίσης».
Kαταρτίζειν.
[548]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[549]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Παπαζήση Χριστίνα
Δρ. Φυσικών Επιστημών, Σχολική Σύμβουλος ΠΕ04 ΔΔΕ Γ΄ Αθήνας
cpapazi@yahoo.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η Δευτεροβάθμια Τεχνική-Επαγγελματική Εκπαίδευση συνήθως προσελκύει
μαθητές με χαμηλές επιδόσεις στα σχολικά μαθήματα. Οι συχνότερες αιτίες, που
οδηγούν στη χαμηλή σχολική επίδοση εκτός από τις μαθησιακές δυσκολίες και το
χαμηλό αίσθημα αυτοεκτίμησης, θεωρείται και ο τρόπος διδασκαλίας. Οι
Ερευνητικές Εργασίες (ΕρΕρ) παρέχουν τη δυνατότητα της διαφοροποίησης της
διδασκαλίας και της μάθησης, προκειμένου να προσαρμοστούν στα μαθησιακά
δεδομένα του μαθητή. Ένα θέμα που ενδιαφέρει τους έφηβους μαθητές της Α΄
τάξης ΕΠΑΛ, είναι επίκαιρο και αφορά την έκφραση μέσα από την ζωγραφική και
όχι μέσα από κείμενα είναι το «GRAFFITI». Το αποτέλεσμα της «διδασκαλίας» ενός
θέματος ΕρΕρ με αυτά τα χαρακτηριστικά είναι η ανάπτυξη της δημιουργικότητας, η
καλλιέργεια των ιδιαιτέρων ικανοτήτων και δεξιοτήτων των παιδιών, η βελτίωση της
αυτοεικόνας τους μέσα από την ικανότητα που αποκτούν να προσεγγίζουν τη
γνώση, η προαγωγή της κριτικής σκέψης και την ανάπτυξη του συλλογικού
πνεύματος.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Από την ίδρυσή της η Δευτεροβάθμια Τεχνική-Επαγγελματική Εκπαίδευση
απέβλεπε στην παροχή γενικής παιδείας σε συνδυασμό με την εξειδικευμένη
τεχνική και επαγγελματική γνώση, με σκοπό οι απόφοιτοι να μπορούν να
εντάσσονται άμεσα στην αγορά εργασίας (http://www.edulll.gr/?page_id=65).
Παρόλα αυτά, το ΠΙ διαπιστώνει ότι, όπως στο δυτικό κόσμο, έτσι και στην Ελλάδα η
Επαγγελματική Εκπαίδευση προσελκύει μαθητές με χαμηλές επιδόσεις στα σχολικά
μαθήματα (Πανταζής, 2008). Συνήθως τα παιδιά αυτά προέρχονται από μη
προνομιούχα κοινωνικο-οικονομικά περιβάλλοντα (Πανταζής, 2008), το μορφωτικό
επίπεδο των γονέων είναι χαμηλό, επηρεάζοντας αποφασιστικά την ακαδημαϊκή
επίδοση και την αυτοεικόνα τους (Dauber & Epstein, 1993 αναφέρεται στο
Φουντουλάκη, 2005).Οι συχνότερες αιτίες, που τα οδηγούν σε χαμηλή σχολική
επίδοση εκτός από τις μαθησιακές δυσκολίες και το χαμηλό αίσθημα
αυτοεκτίμησης, θεωρείται και ο τρόπος διδασκαλίας των εκπαιδευτικών
(Παπαγεωργίου, 2008 & Ξυλογιαννοπούλου, 2009, αναφέρεται στο Σαρανταυγά,
2009).
Η μεγάλη πρόκληση για τη σύγχρονη εκπαίδευση είναι ποιες πρακτικές και
μεθόδους θα χρησιμοποιήσει, ώστε να μπορέσει να προκαλέσει το ενδιαφέρον
[550]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αυτών των παιδιών και να τα εντάξει ενεργητικά στο μαθησιακό γίγνεσθαι (Κολεγά,
2002). Οι βασικές αρχές της σύγχρονης παιδαγωγικής επιστήμης, οι οποίες
εφαρμόζονται στη διδακτική πράξη και διευκολύνουν τη διδακτική διαδικασία είναι
η παιδοκεντρικότητα, η αυτενέργεια, η εποπτεία, η εργασία κατά ομάδες, η
σύνδεση του σχολείου με τη ζωή, η διαθεματικότητα και η καλλιέργεια
διαπροσωπικών σχέσεων (Κόπτσης, 2010).
Ερευνητικές Εργασίες
Οι ΕρΕρ, οι οποίες θεσμοθετήθηκαν από το Σεπτέμβριο του 2011 ως διακριτή
ενότητα του υποχρεωτικού προγράμματος του Νέου Λυκείου, παρέχουν τη
δυνατότητα της διαφοροποίησης της διδασκαλίας και της μάθησης προκειμένου να
προσαρμοστούν στα μαθησιακά δεδομένα του μαθητή. Κυρίαρχα στοιχεία τους
είναι η ενεργός εμπλοκή των μαθητών, η επιλογή, η κριτική και δημιουργική σκέψη,
η σύνδεση των προσωπικών βιωμάτων με τη σχολική γνώση και αυτών με την
πραγματική ζωή (Ματσαγγούρας, 2011). Επίσης η ευρύτητα της θεματολογίας και η
συνεργασία των μαθητών μέσα σε ομάδες αποτελεί ιδανικό πλαίσιο για τη
βιωματική μάθηση, τη φυσική ανάπτυξη των ποικίλων ικανοτήτων και δεξιοτήτων
τους, τη βελτίωση της αυτοεικόνας τους και την ανάπτυξη του συλλογικού
πνεύματος. Ένα από τα μοντέλα ανάπτυξης/υλοποίησης των ΕρΕρ είναι η συστημική
προσέγγιση.
Το διδακτικό μοντέλο της συστημικής προσέγγισης
Η συστημική σκέψη είναι ένας τρόπος να προσεγγίζουμε το όλο, να
αντιλαμβανόμαστε περισσότερο σχέσεις παρά στοιχεία, περισσότερο σχήματα
αλλαγής και εξέλιξης παρά καταστάσεις στασιμότητας (Φλογαΐτη, 2006). Τα
κοινωνικά ζητήματα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκα και σύνθετα τόσο ως προς την
κατανόηση των αιτίων που τα δημιουργούν, όσο και ως προς τις λύσεις. Για το
χειρισμό των ζητημάτων αυτών η ανάπτυξη της συστημικής σκέψης είναι αναγκαία,
αφού πρέπει να κατανοηθούν οι διαδραστικές σχέσεις που τα δημιουργούν.
Σύμφωνα με τη Σχίζα (2008) η συστημική προσέγγιση έχει ως κεντρικό παιδαγωγικό
στόχο τον ενεργό πολίτη, στηρίζεται στις αρχές της «εγγύτητας του θέματος», της
«αυτενέργειας», της «εποπτείας», εκτυλίσσεται περνώντας μέσα από τέσσερις
διδακτικές φάσεις που έχουν συνοχή και έχει ως παιδαγωγικό ερευνητικό εργαλείο
τα τεχνήματα (χαρτόνια εργασίας).
Η μέθοδος αυτή επιτρέπει την ανάπτυξη και ωρίμανση του διαλογικού
αναστοχασμού και υιοθετεί διαλογικού-συνεργατικού τύπου γνωστικές
διαδικασίες. Με το μοντέλο αυτό δίνεται προτεραιότητα στις επιλογές, στις
αποφάσεις και στις προσδοκίες των μαθητών και όχι στις συμπεριφορές τους. Η
ανάπτυξη και η καλλιέργεια της σκέψης γίνεται από τους ίδιους τους μαθητές
χρησιμοποιώντας νοητικά εργαλεία με τα οποία φτιάχνουν εκπαιδευτικά υλικά
(χαρτόνια εργασίας) για το θέμα που πραγματεύονται και τα οποία συνεξελίσσονται
με τη σκέψη τους.
Τα τεχνήματα–εποπτείες αξιοποιούνται από τους μαθητές και μετασχηματίζονται. Η
σημασία των τεχνημάτων είναι πολλαπλή:
[551]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
δίνουν υπόσταση στην ομάδα και ταυτόχρονα υποδηλώνουν την παρουσία των
μαθητών που τη συγκροτούν,
αποτελούν συνεργατικό δημιούργημα,
αποτυπώνουν το παρατηρούμενο, όπως το αντιλαμβάνονται οι μαθητές,
εξελίσσονται σε επαναδρομική σχέση με τη σκέψη τους και
μπορούν να αξιοποιηθούν ως εργαλείο αξιολόγησης και σκέψης των
μαθητών από τον εκπαιδευτικό αλλά και από τους ίδιους.
Το θέμα δεν χωρίζεται σε υποθέματα. Η εργασία γίνεται σε μικρές ομάδες και στην
ολομέλεια. Οι ολιγομελείς ομάδες διαπραγματεύονται το ίδιο αντικείμενο
ανταλλάσσοντας σκέψεις, απόψεις και συναισθήματα για τη δημιουργία του
εποπτικού υλικού (Τέχνημα-χαρτόνι εργασίας). Τα μέλη των ομάδων συζητούν
μεταξύ τους αναστοχάζονται, προβληματίζονται και παρουσιάζουν στην ολομέλεια
το «εποπτικό τους υλικό».
Ο αναστοχασμός, ο διάλογος, η συνεργασία, η συνομιλία δημιουργούν ουσιαστικές
σχέσεις μεταξύ των μελών των ομάδων και προάγουν τη βασική αρχή της
ανθρώπινης συνύπαρξης, την αλληλεγγύη (Σχίζα, 2004 και 2006).
[552]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[553]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Υποθέματα
Α: Το graffiti Εκφράζω Εκφράζω τα Εκφράζω Εκφράζω τα
κι εγώ τις σκέψεις συναισθήματα το πώς συναισθήματα τις
μου για τη και τις σκέψεις βλέπω τον σκέψεις μου για τη
ζωή μου για τη ζωή κόσμο ζωή και το πώς
σήμερα βλέπω τον κόσμο
Β: Το graffiti
και η πόλη
μας
Γ: Το graffiti
και οι θεσμοί
Δ: Το graffiti
στον κόσμο
[554]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
πόλη και τους πολίτες. Όταν συλλέξουν το υλικό τους, οι μαθητές κάνουν
«ανάγνωση και ερμηνεία» των graffiti, που φωτογράφησαν. Χρειάζεται να
παρακινούνται, ώστε:
να περιγράφουν τα εικονιζόμενα graffiti της πόλης τους από τις φωτογραφίες
που έχουν ήδη πάρει,
να διατυπώνουν τις παρατηρήσεις τους και να εμβαθύνουν σ’ αυτά που
παρατηρούν, δηλαδή
να «διαβάσουν» τα νοήματα και τις σκοπιμότητες, που αυτά εξυπηρετούν,
να διερευνούν τις κοινωνικές προεκτάσεις και να παίρνουν υπεύθυνη θέση
απέναντί τους.
Έτσι αναπτύσσουν κριτική και επιλεκτική ματιά απέναντι στο υλικό τους και
προετοιμάζονται για να γίνουν ενημερωμένοι και ενεργοί πολίτες.
Τα επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας των graffiti είναι:
το περιγραφικό (στο 1ο επίπεδο οι μαθητές περιγράφουν το αντικείμενο, το
γραπτό λόγο, τις πράξεις, τα χαρακτηριστικά των προσώπων),
το αφαιρετικό (στο 2ο επίπεδο οι μαθητές παρατηρούν και συμπεραίνουν τι
είδους πρόσωπα, τοπία, αντικείμενα, μηνύματα περιέχουν οι εικόνες),
το διαισθητικό (στο 3ο επίπεδο οι μαθητές διεισδύουν στις σκέψεις και στις
ψυχικές καταστάσεις των προσώπων και τις έννοιες όσων απεικονίζονται).
3ουπόθεμα: «Οι θεσμικοί συνομιλητές και το graffiti»
Στόχος είναι να αναγνωρίσουν οι μαθητές ότι, ευθύνη του πολίτη-μαθητή είναι να
γνωρίζει ¨ποιοί¨ είναι οι θεσμοί και ¨πώς¨ εμπλέκονται στη δημιουργία ενός graffiti
στο σχολείο.
Υλοποίηση
Στο τέχνημα αυτό οι μαθητές εποπτικοποιούν ό,τι δεν μπορούν να δουν με τα μάτια
τους. Οργανώνουν τη σκέψη τους από το πραγματικό και συγκεκριμένο στο
συμβολικό και αφηρημένο.
Η κάθε ομάδα αποτυπώνει στο 3ο τέχνημα-εποπτεία τους εμπλεκόμενους
θεσμικούς φορείς και το ρόλο τους σχετικά με το θέμα.
Οργανώνονται συναντήσεις με τους εκπροσώπους τοπικών φορέων, τον/τη
Διευθυντή/ρια του σχολείου, όπου διατυπώνονται σχετικά ερωτήματα, αλλά και
αίτημα για τη δυνατότητα εικαστικής παρέμβασης και δημιουργίας graffiti σε
κάποιο μέρος του σχολείου.
4ο υπόθεμα: «Το graffiti στον κόσμο»
Κριτική και αυτοκριτική προσέγγιση του ζητήματος – Οι άλλοι
Στόχος είναι οι μαθητές
να ερευνήσουν και να εκφέρουν κριτικό λόγο για το τι γίνεται στις άλλες πόλεις
του τόπου τους, στις άλλες χώρες, στις άλλες ηπείρους,
να κρίνουν τις δικές τους προσωπικές αποφάσεις, επιλογές, παρεμβάσεις ή
διεκδικήσεις,
να κάνουν την αυτοκριτική τους για τις δικές τους επιλογές και αποφάσεις,
[555]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
καθώς θα στρέφουν το βλέμμα τους στους «άλλους», σε όλα τα μήκη και πλάτη
της γης, χωρίς τους οποίους καμιά κριτική και αυτοκριτική προσέγγιση δεν θα είχε
νόημα (Σχίζα, 2011).
Υλοποίηση:
Η κάθε ομάδα βρίσκει από το διαδίκτυο graffiti από άλλες περιοχές της γης και τα
επεξεργάζεται όπως στη δεύτερη φάση, δηλαδή τα ερμηνεύει.
Συγκρίνει τα μηνύματα από το υλικό αυτό με αυτά από το υλικό της πόλης της και
καταλήγει σε συμπεράσματα.
Στο τέλος κάθε φάσης, η κάθε ομάδα συμπληρώνει τον πίνακα διπλής εισόδου. Τα
σχόλια και των τριών ομάδων αποτελούν το σκελετό συζήτησης, στην
αλληλοενημέρωση που γίνεται στην ολομέλεια. Μετά το τέλος της συζήτησης
συμπληρώνεται και η στήλη της «σύνοψης», η οποία περιέχει τις απόψεις, τις
σκέψεις, τα συναισθήματα και των τριών ομάδων. Ο ολοκληρωμένος πίνακας θα
αποτελέσει και το σκελετό για τη συγγραφή της εργασίας τους
Σχεδιασμός Δράσης
Μετά από όλη την επεξεργασία του θέματός τους, οι μαθητές αναλαμβάνουν
Δράση, δηλαδή φτιάχνουν οι ίδιοι ένα graffiti στο χώρο του σχολείου τους.
Τα Παραδοτέα για αξιολόγηση είναι:
Ο ομαδικός φάκελος, που περιέχει την έκθεση της ερευνητικής εργασίας και όλα
τα graffiti και παραστατικά (φωτογραφίες κλπ) από τις ερευνητικές διαδικασίες.
Ο ατομικός φάκελος που περιέχει το ατομικό ημερολόγιο του κάθε μαθητή.
Το τελικό τέχνημα, που είναι ένα graffiti στο χώρο του σχολείου.
Συμπεράσματα
Από την εφαρμογή και αξιοποίηση της συστημικής προσέγγισης στις ΕρΕρ σε
συνδυασμό με την κατάλληλη επιλογή θέματος, που να συνδυάζει τις ειδικότητες
και τα εργαστήρια των μαθητών/τριών, αλλά και που να προσεγγίζει τα
ενδιαφέροντά τους, οι μαθητές φτάνουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα έχοντας
αναπτύξει δεξιότητες και ικανότητες χωρίς να έχουν χρησιμοποιήσει ιδιαίτερα
γραπτό λόγο και πρότερη γνώση. Φτάνουν στη γνώση και τη μάθηση βιωματικά, με
εμψυχωτή και μεσολαβητή τον εκπαιδευτικό, αξιοποιώντας τις ιδιαίτερες και
ξεχωριστές δεξιότητες που έχει ο καθένας. Επομένως το αποτέλεσμα είναι να
πετυχαίνουμε τους ίδιους στόχους, ενώ ταυτόχρονα προστίθεται ως βασική
παιδαγωγική αξία η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και της αυτοεικόνας του μαθητή.
Το ουσιαστικό και σπουδαίο αποτέλεσμα της «διδασκαλίας» ενός θέματος ΕρΕρ με
αυτά τα χαρακτηριστικά στην Α΄ τάξη ΕΠΑΛ, θα είναι η προαγωγή της κριτικής
σκέψης, η ανάπτυξη της δημιουργικότητας, η καλλιέργεια των ιδιαιτέρων
ικανοτήτων και δεξιοτήτων των μαθητών, η ικανότητα να προσεγγίζουν τη γνώση, ο
σεβασμός του «άλλου», η ενδυνάμωση των αξιών της ελευθερίας, της δημοκρατίας,
[556]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βασσάλα, Π. & Φλογαϊτη Ε., 2002. Ο καταιγισμός ιδεών ως διδακτική τεχνική για
την προσέγγιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Εις Πρακτικά 1ου
Περιβαλλοντικού Συνεδρίου. Θεσσαλονίκη, σ.444-450.
Κολεγά, Ε. 2003. Χρήση αποδοτικών τεχνικών που συμβάλλουν μέσω της
συμμετοχικής αλληλεπίδρασης (πομπός – δέκτης) στη βελτίωση της
μαθησιακής επίδοσης των μαθητών. Διπλωματική Εργασία. ΕΜΠ.
Κόπτσης, Α. 2010. Βασικές αρχές της σύγχρονης Διδακτικής και εφαρμογή τους στη
μεθοδολογία Project.Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων. 16: 16-28.
Ματσαγγούρας, Η. (επιμέλεια) 2011. Η Καινοτομία των Ερευνητικών Εργασιών στο
Νέο Λύκειο ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ. Αθήνα: ΥΠΔΒΜΘ
Πανταζής, Β. 2008. Διδακτική Επαγγελματικών Μαθημάτων. ΟΑΕΔ. σ:108
http://repository.edulll.gr/edulll/bitstream/10795/1100/3/1100_01_oaed_eno
tita12_v01.pdf (ανασύρθηκε στις 15/10/13)
Σαρανταυγά, Ε. 2009. Ο ρόλος και η επίδραση των γονέων στις επιδόσεις των
εφήβων. Πτυχιακή Μελέτη. ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Σέργη, Λ. 2003. Η επίδραση της μουσικής μέσα από τη διαθεματική μέθοδο
διδασκαλίας στην ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών. Gutenberg,
Αθήνα. σ:152
Σπαντιδάκης, Ι. 2004. Προβλήματα Παραγωγής Γραπτού Λόγου Παιδιών Σχολικής
Ηλικίας. Διάγνωση-Αξιολόγηση-Αντιμετώπιση. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
σ:264.
Σχίζα, Κ. 2004. Η Συστημική Προσέγγιση στα Προγράμματα Περιβαλλοντικής
Εκπαίδευσης, Διδακτορική Διατριβή, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου
Αθηνών, Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας.
Σχίζα, Κ. & Φλογαΐτη, Ευ. 2005. Τα Χαρτόνια Εργασίας: ένα παιδαγωγικό εργαλείο
στην υπηρεσία της ομαδοκεντρικής μάθησης, 1ο Συνέδριο Σχολικών
Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Σχίζα, Κ. 2006. Η Συστημική Σκέψη στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: ένα
ζητούμενο, δυο επιλογές, 2ο Συνέδριο Σχολικών Προγραμμάτων
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Σχίζα, Κ. 2008. Η Συστημική του Παρατηρητή, ΚΠΕ Λαυρίου.
Φλογαΐτη, Ευ. 2006. Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία, Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα.
Φουντουλάκη, Ε. 2005. Αξιοπιστία και Εγκυρότητα της Κλίμακας της Έννοιας του
Εαυτού Τεννεσσί 2 και Ατομικές Διαφορές Μαθητών Σχολικής Ηλικίας.
Διδακτορική Διατριβή. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ.
[557]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Χαμακιώτη, Α & Ο. Ζιρώ 2010. Αισθητική Αγωγή: Μουσική και Εικαστικά ως σχέδιο
μαθήματος διαθεματικής δράσης. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων. 16:
84-99
ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
http://www.edulll.gr/?page_id=65 ανασύρθηκε 26/12/13
[558]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
«Ομιλείτε Ελληνικά;»
Μία διδακτική δυνατότητα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση για το
μάθημα της Γλώσσας και των Αρχαίων Ελληνικών
Τσάγκα Ελένη
Εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
lnetsagka@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η αξιοποίηση σύγχρονων και καινοτόμων Διδακτικών προσεγγίσεων στην
εκπαιδευτική διαδικασία είναι ένα από τα καίρια ζητούμενα της εποχής μας. Ο
σύγχρονος εκπαιδευτικός πρέπει να είναι επαρκώς ενημερωμένος, κριτικά
σκεπτόμενος και με διάθεση «ανοικτότητας» σε διδακτικές καινοτομίες. Η
καινοτομία, η πρωτοτυπία, η φαντασία, η συναισθηματικότητα και η πηγαία
έκφραση και η αξιοποίησή τους από τον εκπαιδευτικό αποδεικνύεται απαραίτητη.
Στην εισήγηση που ακολουθεί παρουσιάζεται μια Διδακτική Δυνατότητα, η οποία
είναι, ουσιαστικά, ένα παιχνίδι εξοικείωσης των μαθητών με τα Αρχαία Ελληνικά
και την άρρηκτη σχέση που τα συνδέει με τα Νέα Ελληνικά. Ένα παιχνίδι που δείχνει
ότι ο εκπαιδευτικός πρέπει να είναι ικανός να παράγει εμπνευσμένες και
πρωτότυπες ιδέες από το μηδέν. Άλλωστε αυτό δεν κάνει καθημερινά;
Εισαγωγή
Σε ημέρες κατά τις οποίες η γνώση εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς,
διαφοροποιείται και επαναπροσδιορίζεται, ο εκπαιδευτικός καλείται να αναπτύσσει
συνεχώς τη δεξιότητα της πολύπλευρης και δυναμικής προσέγγισης των νέων
δεδομένων, και να γίνει ενεργητικός συμμέτοχος, και όχι απλός μεταδότης, στην
πορεία της ανακάλυψης της γνώσης από τους παιδαγωγούμενους, αλλά και στην
πορεία αυτονόμησής τους και μετατροπής τους σε ενεργά δρώντα πρόσωπα. Ο
σύγχρονος εκπαιδευτικός πρέπει να δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της κριτικής και
δημιουργικής σκέψης και στις κοινωνικές διαστάσεις της συμπεριφοράς του μαθητή
και, δευτερευόντως, στις γνωστικές επιδόσεις (Φύκαρης, 2010).
Για να επιτευχθεί όμως αυτό, είναι απαραίτητη η καλλιέργεια της δημιουργικότητας
του ίδιου του εκπαιδευτικού, και εν συνεχεία, η αξιοποίησή της μέσα στην
εκπαιδευτική διαδικασία, μέσα στη σχολική τάξη, η οποία αποζητά απεγνωσμένα
την καινοτομία, την πρωτοτυπία, τη φαντασία, τη συναισθηματικότητα, την πηγαία
έκφραση και βέβαια την κριτική σκέψη. Γιατί αυτά είναι που μπορούν να
δημιουργήσουν ένα θετικό ψυχολογικό κλίμα ανάμεσα στον εκπαιδευτικό και τους
μαθητές και ευνοϊκές προϋποθέσεις μάθησης. Και τότε θα επιτευχθούν και οι
επιδιωκόμενοι μαθησιακοί στόχοι.
Πολλοί εκπαιδευτικοί δέχονται ότι η ίδια η διδασκαλία ως πράξη είναι δημιουργική
δραστηριότητα με έντονα τα δραματουργικά στοιχεία της τέχνης, ενώ υπάρχουν και
αρκετοί που υποστηρίζουν ότι η διδασκαλία είναι κατεξοχήν δραματουργική τέχνη
με έντονα και κυρίαρχα τα στοιχεία της σκηνοθεσίας και της θεατρικής ερμηνείας
(Γραμματάς, 1997). Ο ρόλος του παιχνιδιού μπορεί να είναι καθοριστικός για την
[559]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[560]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
«Στα μικρά χαρτονάκια υπάρχουν λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, και
στα μεγαλύτερα χαρτονάκια λέξεις της νέας ελληνικής».
[561]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
«Κάθε ομάδα διαλέγει από το πουγκί των λέξεων μία λέξη της αρχαίας
ελληνικής γλώσσας. Προσέξτε, παίρνουμε μόνο μία λέξη κάθε φορά!». Κάθε
φορά ένας διαφορετικός μαθητής επιφορτίζεται με την ευθύνη της επιλογής
της λέξης από το πουγκί. Ορίζουμε το μαθητή αυτό ως «μαθητή-φύλακα».
«Κοιτάξτε τη λέξη καλά. Προσπαθήστε τώρα να βρείτε τις λέξεις που
προέρχονται από την ίδια ρίζα με τη λέξη που τραβήξατε από το πουγκί», ή (αν
τα παιδιά δυσκολεύονται με την ορολογία), λέμε: «Βρείτε τις λέξεις που να σας
θυμίζουν αυτή που έχετε μπροστά σας», ή «να ανήκουν στην ίδια οικογένεια
με αυτή» κ.λπ. Θα πρέπει γρήγορα να ελέγξετε όλες τις λέξεις που βρίσκονται
στα χρωματιστά χαρτόνια σε διάφορα σημεία της τάξης, και να αποφασίσετε
ποιες πρέπει να επιλέξετε. Ο χρόνος είναι σημαντικός, γι’ αυτό μοιράστε τις
περιοχές που βρίσκονται οι μεγαλύτερες κάρτες, και μην πηγαίνετε όλοι στο
ίδιο σημείο!»
«Μόλις βρείτε όλες τις απαιτούμενες λέξεις, τις φέρνετε σε μένα (τον
εκπαιδευτικό). Προσοχή, ο «φύλακας» της ομάδας πρέπει να μου τις φέρει
όλες συγκεντρωμένες, όχι ο καθένας από σας ξεχωριστά».
«Αν οι καρτέλες που βρήκατε είναι σωστές, τις κρατάμε, τις τοποθετούμε στο
κουτί σας και συνεχίζετε τραβώντας την επόμενη καρτελίτσα από το πουγκί. Σε
περίπτωση που δεν είναι σωστές όλες οι λέξεις, έχετε δηλαδή πάρει κάποια
που ανήκει σε άλλη οικογένεια, πρέπει να την επιστρέψετε, αφήνοντάς την
κάπου μέσα στην αίθουσα, «για να μην λείψει από την «οικογένειά της». Αν
δεν μπορείτε να βρείτε όλες τις απαιτούμενες λέξεις, επιλέγετε αν θέλετε να
τις τοποθετήσουμε στο κουτί (κάτι που σημαίνει απώλεια βαθμών, και να
συνεχίσετε με την επόμενη λέξη, ή αν θέλετε να συνεχίσετε να ψάχνετε, κάτι
που σημαίνει απώλεια χρόνου».
«Μόλις τελειώσουν οι κάρτες που βρίσκονται στο πουγκί, ολοκληρώνεται και
το παιχνίδι. Μετράμε τους πόντους και προκύπτει η νικητήρια ομάδα, που
είναι αυτή που θα συγκεντρώσει τους περισσότερους βαθμούς. Αυτό σημαίνει
ότι δεν πρέπει να απογοητευτείτε αν κάποια ομάδα συλλέξει λιγότερες
καρτέλες με αρχαίες λέξεις, καθώς ενδέχεται να αντιστοιχούν σε
περισσότερους βαθμούς».
Στο τέλος του παιχνιδιού, και αφού το αποτέλεσμα είναι ακόμη άγνωστο σε
όλους, ο εκπαιδευτικός μετράει μεγαλόφωνα τους βαθμούς κάθε ομάδας από
κοινού με τους μαθητές. Εξασκούνται έτσι και στην πρόσθεση αριθμών,
κάνοντας υπολογισμούς με το μυαλό.
Ενδεικτικά παραδείγματα αρχαίων λέξεων και ομόρριζών τους.
• «άγω» -> αγωγή, λοχαγός, στρατηγός, ξεναγός, υδραγωγείο, ανάγωγος,
παιδαγωγός, καταγωγή.
[562]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[563]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
το νέο διδακτικό αντικείμενο με παιγνιώδη και ευχάριστο τρόπο, όσο και στη φάση
της Εμπέδωσης, για να βοηθήσει τους μαθητές του να κάνουν κτήμα τους όσα
ειπώθηκαν στο μάθημα, αλλά, ακόμα περισσότερο, μπορεί να εφαρμοστεί στη
φάση της Αξιολόγησης της διδασκαλίας, την ίδια ή επόμενη μέρα, ώστε να
διαπιστώσει κατά πόσον έχουν επιτευχθεί οι διδακτικοί στόχοι που είχαν τεθεί, και
σε ποια σημεία χρειάζεται περαιτέρω διδακτική παρέμβαση εκ μέρους του.
Η Διδακτική αυτή δυνατότητα μπορεί να έχει σχεδιαστεί για παιδιά Δημοτικού,
όμως μπορεί να βρει άριστη εφαρμογή (σε πιο εξελιγμένη εκδοχή, βέβαια) και σε
τάξεις της επόμενης βαθμίδας της Εκπαίδευσης. Οι μαθητές απολαμβάνουν το
παιχνίδι, και ειδικά το δημιουργικό παιχνίδι, μέσα από το οποίο θα μάθουν με
ευχάριστο τρόπο, σε κάθε ηλικία. Ειδικά όταν αυτό έχει σχεδιαστεί και
προετοιμαστεί από τον εκπαιδευτικό για τους συγκεκριμένους μαθητές. Το ίδιο
παιχνίδι μπορεί να γίνει πάλι στα πλαίσια του Γλωσσικού μαθήματος με συνώνυμες
ή αντώνυμες λέξεις, με δάνειες λέξεις ή ακόμα και με φράσεις- αποφθέγματα της
Αρχαίας Ελληνικής, όπου θα αναζητάται η ερμηνεία τους. Αν το γλωσσικό επίπεδο
των παιδιών είναι υψηλό, ή μετά από αρκετή εξάσκηση ο γλωσσικός τους πλούτος
έχει αυξηθεί, μπορούμε να δίνουμε μόνο τις λέξεις της αρχαίας, χωρίς την ερμηνεία
τους, και να ζητήσουμε να βρούνε κάποιες ομόρριζες λέξεις που θα είναι πάλι
γραμμένες στην αρχαία ελληνική γλώσσα.
Είναι στο χέρι του εκπαιδευτικού να αξιοποιήσει την διδακτική αυτή δυνατότητα σε
οποιαδήποτε στιγμή της διδασκαλίας του, αναλόγως και με τις μαθησιακές
απαιτήσεις των μαθητών που έχει απέναντί του. Μπορεί επίσης να εφαρμοστεί και
σε άλλα μαθήματα. Στην Ιστορία, για παράδειγμα, μπορούν να δίνονται
συγκεκριμένες χρονολογίες και να αναζητούνται τα γεγονότα που αντιστοιχούν σ’
αυτές. Ειδικά για την Ιστορία, η δυνατότητα αυτή μπορεί να αποτελέσει μία καλή
εναλλακτική λύση σε σχέση με τη συμπλήρωση μιας απλής ακροστιχίδας.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι ο εκπαιδευτικός πρέπει να βλέπει την τάξη ως χώρο
πρόκλησης, όπου η πρόοδος και η εξέλιξη διαρκώς ενισχύονται, και μέσα από αυτόν
να ανακαλύπτει συνεχώς τον εαυτό του. Μέσα από τη συνείδηση του διδακτικού
του ρόλου και έργου οφείλει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, και ακόμη
περισσότερο να εμπνεύσει τους μαθητές του. Και αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μόνο
κατάρτισης, αλλά, κυρίως, εσωτερικής αναζήτησης, προβληματισμού και
προσπάθειας.
Βιβλιογραφία
Γραμματάς Θ., (1997). Θέατρο και Παιδεία. Αθήνα: ΤΥΠΟΘΗΤΩ.
Φύκαρης Ι., (2010). Σύγχρονες διαστάσεις του διδακτικού έργου και ρόλου του
εκπαιδευτικού. Όριακαιδυνατότητες. Αθήνα:
ΕκδοτικόςΟίκοςΑδελφώνΚυριακίδη.
[564]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Προσεγγίσεις στο σχολείο του χθες μέσα από τις οδηγίες του Δ. Γ.
Πετρίδη προς τους δασκάλους του 1881
Τσιάλος Στέφανος
Προϊστάμενος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης Πρωτοβάθμιας
Εκπαίδευσης Ηπείρου
stefanostsialos@hotmail.com
Χρήστου Θεοδώρα
Νηπιαγωγός, διδάκτωρ Σχολής Επιστημών Αγωγής Παν/μίου Ιωαννίνων
Περίληψη
Ο Δ.Γ. Πετρίδης δημοσιεύει στο εκπαιδευτικό περιοδικό «Πλάτων» αποσπάσματα
από το σύγγραμμά του με το γενικό τίτλο: «Πρακτικαί οδηγίαι προς τους
δημοδιδασκάλους». Μέσα από αυτά και με τους χαρακτηριστικούς υπότιτλους
«Γενικαί αρχαί», «Αναγωγή των διδακτέων γνώσεων», «Ο ηθικός χαρακτήρ του
διδασκάλου» και «Στοιχειώδεις διδακτικοί κανόνες», ο Πετρίδης διατυπώνει τις
απόψεις του για το σκοπό του δημοτικού σχολείου, ενώ, διερευνώντας την ερώτηση
«περί τι στρέφεται η μόρφωσις;», αναλύει τις τρεις πηγές από τις οποίες πρέπει να
αντλούμε τη μόρφωση. Στη συνέχεια, ο Πετρίδης ασχολείται με το δύσκολο και
σύνθετο έργο του δασκάλου ως προσωπικότητα και ως δημιουργού, καθώς τονίζει
ότι ο δάσκαλος οφείλει να αναζητά τη «μυστηριώδη κλείδα», με την οποία ανοίγει η
ψυχή του μαθητή και την κρατά ανοιχτή, ώστε να επιτυγχάνεται ο σκοπός της
διδασκαλίας, άρα και του σχολείου, που είναι «η μετάδοση γνώσεων χρήσιμων για
τη δημιουργία και ανάδειξη των αρχών της βούλησης».
Κυρίως σώμα
Ο Δ.Γ. Πετρίδης132 δημοσίευσε στο περιοδικό «Πλάτων»133 σύγγραμμα, το οποίο
χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια: «Γενικαί αρχαί»134, «Αναγωγή των διδακτικών
γνώσεων»135, «Ο ηθικός χαρακτήρ του διδασκάλου»136 και «Στοιχειώδεις διδακτικοί
κανόνες»137.
Στο πρώτο κεφάλαιο, ο Πετρίδης διατυπώνει το σκοπό του δημοτικού σχολείου, ο
οποίος, κατά την άποψή του, είναι όχι η μετάδοση «των μηχανικών εμπειριών της
ασυνειδήτου αναγνώσεως, της γραφής και της έξεως του εκτελείν αλανθάστως,
αλλά άνευ λόγου, τας τέσσαρας της αριθμητικής πράξεις…», αλλά η ηθική και
θρησκευτική μόρφωση του παιδιού «δι’ ευμεθόδου διδασκαλίας των
κεκανονισμένων μαθημάτων»138˙ γι’ αυτό, όπως διευκρινίζει, αμέσως μετά -
χρησιμοποιώντας το πρώτο πρόσωπο του πληθυντικού αριθμού του ρήματος τίθημι
132
Δ.Γ. Πετρίδης: Γενικός Επιθεωρητής, Μέλος του Ελληνικού Διδασκαλικού Συλλόγου, Υπουργός
Παιδείας από 3 Μαΐου 1895 ως τις 23 Νοέμβρη 1896.
133
Πλάτων, τ. 5, τχ. 5-6, Μάρτιος-Απρίλιος 1881, σ. 353.
134
Πλάτων, ό.π., σσ. 129-133.
135
Πλάτων, ό.π., σσ. 133-136.
136
Πλάτων, ό.π., σσ. 136-138.
137
Πλάτων, ό.π., σσ. 138-145.
138
Πλάτων, τχ. 3 - 4, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1881, σ. 129.
[565]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
- ως σκοπό του σχολείου «τίθεμεν την εξέγερσιν και ανάπτυξιν των πευματικών
δυνάμεων και την προς αυτενέργειαν, άσκησιν και καθοδήγησιν αυτών», ώστε ο
νέος άνθρωπος να επιζητεί εφεξής στον πρακτικό του βίο «απλανώς και μετά πόθου
την γνώσιν του αληθούς και την πράξιν του αγαθού»139. Αλλά, για την επίτευξη του
υψηλού αυτού σκοπού, οφείλει η διδασκαλία να «ενεργήται υπό του κεκτημένου
τας διδακτέας γνώσεις διδασκάλου κατά κανόνας και τρόπους», τους οποίους
διδάσκει η παιδαγωγική και η διδακτική, ενώ η εύστοχος εφαρμογή τους
προϋποθέτει ικανή άσκηση σε πρότυπο σχολείο υπό τη διεύθυνση και επίβλεψη
έμπειρου παιδαγωγού140.
Kατά τον Πετρίδη, ο δάσκαλος είναι «κοινός πνευματικός πατήρ των απαλών
παίδων», ο οποίος επιτελεί όντως υψηλή κοινωνική και πολιτειακή λειτουργία, γιατί
από τη λειτουργία αυτή εξαρτάται κυρίως το μέλλον «των νεηλύδων τούτων
λογικών πλασμάτων»141. Στον δάσκαλο εμπιστεύθηκε τα παιδιά η οικογένεια, η
Εκκλησία και η πολιτεία με την εντολή «να διανοίξη τους πνευματικούς αυτών
οφθαλμούς» και έτσι να γίνουν χρηστοί πολίτες και αγαθοί χριστιανοί, ενώ
παράλληλα να τους διδάξει τις απαραίτητες για την άσκηση «παντός βιωτικού
επιτηδεύματος» στοιχειώδεις γνώσεις142.
Ακολούθως, ανασυγκροτεί το ερώτημα: «περί τί στρέφεται η μόρφωσις αύτη;»143.
Κατά τον ίδιο η «ανάπτυξις του γνωστικού προς ορθήν του κόσμου και του
ανθρώπου γνώσιν» και η «άσκησις του βουλητικού προς το αγαθόν» αποτελεί «εν
δυσί λέξεσι» την απάντηση στο ερώτημά του144. Και ο λαός, κατά τον Πετρίδη, στον
ίδιο σκοπό ανάγει την ανατροφή, δηλαδή «εις το να γνωρίση τις τον κόσμον και εις
το να διακρίνη και αγαπά το καλόν»145. Η αρχή αυτή της ορθής διδασκαλίας είναι
καθολικότατη και μπορεί να αναλυθεί σε μερικότερους κανόνες, τους οποίους ο
δάσκαλος οφείλει να εφαρμόσει. Αυτοί οι κανόνες είναι: α) Δια μέσου των
μαθημάτων ο δάσκαλος «να ασκή το παρατηρητικόν και το κριτικόν μετά των
λοιπών του γνωστικού δυνάμεων» και για να το επιτύχει έχει «άμεσον και
δραστικώτατον μέσον την γλώσσαν», την οποία όμως, πρέπει να ρυθμίζει προς την
παιδική αντίληψη146˙ β) να καταστήσει το παιδί «άνθρωπον πρακτικόν», δηλαδή
ικανό να εκτιμά «τας υλικάς ή ηθικάς αυτού χρείας», ώστε να εκλέγει τα
προσφορότερα μέσα για την κάλυψη των εκάστοτε αναγκών του147˙ γ) με τη
διδασκαλία ο δάσκαλος «να κανονίση και το συναισθητικόν», ώστε το παιδί να
χαίρεται «επί τοις αγαθοίς» και να λυπάται «επί τοις κακοίς»148˙ δ) να φροντίσει να
επεκταθεί το αίσθημα οικειότητας του παιδιού και εκτός του σπιτιού, ώστε να
139
Ό.π.
140
Ό.π., σ. 130.
141
Ό.π.
142
Ό.π.
143
Ό.π., σ. 131.
144
Ό.π.
145
Ό.π.
146
Ό.π., σ. 132.
147
Ό.π.
148
Ό.π.
[566]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
κινηθεί η ζωηρή αγάπη και η συμπάθειά του προς τον άνθρωπο, προς την κοινωνία,
προς το έθνος και προς την ανθρωπότητα149˙ ε) να επιμεληθεί τη «διέγερση» της
ευσέβειας και της αγάπης του παιδιού προς τον Θεό150˙ στ) να διεγερθεί η αγάπη
του παιδιού προς το αληθινό, το καλό και το αγαθό, αλλά και προς τον τρόπο με τον
οποίο εκδηλώνονται οι τρεις αυτές ιδέες μέσα στη φύση, την οικογένεια, την
κοινωνία και την πολιτεία151˙ ζ) να ενισχυθεί η βούληση του παιδιού, ώστε οι
ταλαντευόμενες κλίσεις αυτού προς το αγαθό να γίνουν συγκεκριμένες θελήσεις152˙
η) να ασκηθεί το παιδί να «υπαγάγει» τις θελήσεις του στο «σκόπιμον, το καλόν και
το ηθικόν», οδηγούμενο σ’ αυτά από το «συναισθητικό»153. Στους κανόνες αυτούς ο
Πετρίδης προσθέτει έναν ακόμη, ο οποίος διαφέρει από τους προηγούμενους.
Πρόκειται για τον κανόνα, που υπαγορεύει την «δια καταναγκασμού» παρέμβαση
στο παιδαγωγικό γίγνεσθαι. Οι πρώτοι οχτώ κανόνες υπηρετούν, κατά τον Πετρίδη,
την έμμεση αγωγή˙ ο ένατος έχει σχέση με την ανάγκη άμεσης παρέμβασης του
δασκάλου-παιδαγωγού στη βούληση του παιδιού. Ο δάσκαλος εφαρμόζοντας τους
σχολικούς κανόνες καθοδηγεί τη βούληση του παιδιού με το λόγο˙ όταν όμως αυτός
δεν πείθει, τότε οφείλει να τα εξαναγκάζει «εις την πράξιν των δεόντων»154.
Στο δεύτερο κεφάλαιο ο Πετρίδης διατυπώνει τις απόψεις του για την «Αναγωγή
των διδακτέων γνώσεων». Κατ’ αυτόν, τρεις είναι οι πηγές των γνώσεων, από τις
οποίες αντλούμε κυρίως τη μορφωτική ύλη και με την κατάλληλη διδασκαλία τη
μεταδίδουμε στα παιδιά: H θρησκεία, η ιστορία και η φύση˙ μεγαλύτερη αξία, όπως
χαρακτηριστικά επισημαίνεται, έχει φυσικά («ως εικός») η θρησκεία155.
Ο δάσκαλος, οφείλει επιπρόσθετα να «διδάσκει διηγούμενος εν γλώσσει ορθή,
σαφεί, αφελεί» και προσαρμοσμένη στην παιδική αντίληψη˙ κάθε παιδί θα πρέπει
να μαθαίνει τα κυριότερα συμβάντα του εθνικού μας κυρίως βίου και να
καθοδηγείται στην εξαγωγή «ηθικού πορίσματος», ταυτόχρονα όμως είναι αναγκαίο
να καθοδηγείται και στην κατανόηση των φυσικών νόμων, ώστε να αναπτύσσεται
και το θεωρητικό ενδιαφέρον156.
Τα παιδιά θα ασκούνται και θα αναπτύσσονται, έτσι που οι πνευματικές δυνάμεις
τους να αυτενεργούν, η βούλησή τους προς το αγαθό να ενισχύεται, τα ίδια να
ενθουσιάζονται, καθώς οι συνειδήσεις τους θα φωτίζονται «υπό του επιτηδείως και
κατά μικρόν αποκαλυπτομένου προ των οφθαλμών» τους «ουρανίου κάλλους των
παντοίων εκδηλώσεων του αγαθού εν τη φύσει και τη ιστορία»157. Με την τήρηση
των κανόνων αυτών ο σκοπός του σχολείου, όπως ευελπιστεί ο Πετρίδης, θα
εκπληρωθεί.
149
Ό.π.
150
Ό.π.
151
Ό.π.
152
Ό.π., σσ. 132-133.
153
Ό.π., σ. 133.
154
Ό.π. Σύνοψη αυτών των κανόνων παραθέτει και ο Χρ. Λέφας στην Ιστορία της εκπαιδεύσεως, ό.π.,
σσ. 122 – 125.
155
Ό.π.
156
Ό.π., σ. 135.
157
Ό.π.
[567]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
158
Ό.π., σ. 136
159
Ό.π.
160
Ό.π.
161
Ό.π.
162
Ό.π., σ.138
163
Ό.π.
164
Ό.π., σ. 139.
[568]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Chateau H., Οι μεγάλοι παιδαγωγοί, μετάφραση Ι. Κ. Κίτσιου,εκδ. Γλάρος, Αθήνα
1983.
Ανδρέου Α., «Βιβλιογραφικός Οδηγός για την ιστορία της Εκπαίδευσης, πρώτη
καταγραφή»,π. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τχ. 22, Αθήνα, 1985, σελ. 99-101.
Γιαννικόπουλου Αν., Η προσχολική αγωγή στους δύο τελευταίους αιώνες.
Πανεπιστημιακές παραδόσεις, Γιάννενα 1988.
Δημαρά Α. (επιμέλεια), Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε- (Τεκμήρια ιστορίας), Τόμος
πρώτος: 1821 - 1894˙ Τόμος δεύτερος: 1895-1967. Εκδόσεις Ερμής, Νέα
165
Ό.π., σ. 142.
166
Ό.π., σ. 139.
167
Ό.π., σ. 143.
168
Ό.π., σ. 140.
169
Ό.π., σ. 144.
170
Ό.π. Σημειώνουμε ότι οι κανόνες – οδηγίες του Πετρίδη τυπώθηκαν σε ξεχωριστό φυλλάδιο από
το Υπουργείο παιδείας και διανεμήθηκαν στους δασκάλους. Πρβλ. Χρ. Λέφα, ό.π., σ. 125.
[569]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[570]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Τσούτσουβα Μαρία
Σχολική Σύμβουλος 4ης Περιφέρειας Δημοτικής Εκπαίδευσης Αρκαδίας,
Δρ Π. Τ. Δ. Ε. του Πανεπιστημίου Αθηνών
maritsva@hotmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι χαρακτήρες αποτελούν θεμελιώδη άξονα δόμησης των λογοτεχνικών έργων και
η μελέτη τους στη σχολική τάξη είναι σημαντική για την κατανόηση του έργου και
την αλληλεπίδραση του μαθητή με αυτό. Στα βιβλία με εικονογράφηση είναι
αναμενόμενο ότι η πρόσληψη των χαρακτήρων επηρεάζεται και από την
εικονογραφική τους απεικόνιση, καθώς και από τη διάδραση κειμένου-εικόνας. Οι
εκπαιδευτικοί με τις προτεινόμενες δραστηριότητες παρατήρησης,
αποκωδικοποίησης και αξιολόγησης των στοιχείων της εικονογράφησης μπορούν να
βοηθήσουν τους μαθητές να προβούν σε πολυεπίπεδες αναγνώσεις, ώστε να
κατανοήσουν βαθύτερα και πληρέστερα τους χαρακτήρες οξύνοντας παράλληλα και
το αισθητικό τους κριτήριο.
Εισαγωγή-Προβληματική
Οι λογοτεχνικοί χαρακτήρες συνδέονται οργανικά με τα στοιχεία της αφήγησης,
όπως τα θεματικά μοτίβα, την πλοκή, το σκηνικό, αλλά και με τους παράγοντες της
αφηγηματικής διαδικασίας: το συγγραφέα, πραγματικό και υπονοούμενο, τον
αφηγητή, τον εστιαστή, τον αναγνώστη, υπονοούμενο και πραγματικό. Επιτελούν
ρόλο μείζονος σημασίας συντελώντας στην κατανόηση του κειμένου, στη
δημιουργία του λογοτεχνικού νοήματος, στην κατάκτηση της ιδεολογικής
επίγνωσης, καθώς λειτουργούν ως φορείς ιδεολογίας, στην ενεργοποίηση των
μηχανισμών συναισθηματικής εμπλοκής και ταύτισης του αναγνώστη (Roser &
Martinez, 2005).
Η χαρακτηρολογία, η κατασκευή δηλαδή του χαρακτήρα μέσω της απόδοσης σε
αυτόν χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που συνάγονται από ποικίλους δείκτες, είναι
πολύπλοκη διαδικασία η οποία λαμβάνει χώρα σε όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης
ενός έργου, αλλά και μετά το πέρας αυτής (Chatman, 1978). Η απόδοση των
γνωρισμάτων μπορεί να γίνει με άμεσο ορισμό ή έμμεση παρουσίαση. Ο
χαρακτήρας θεωρείται αδιαφανής, όταν περιοριζόμαστε σε εξωτερική του
αναπαράσταση, ή διαφανής, όταν παρέχεται πρόσβαση στη συνείδησή του. Αν και
κάθε στοιχείο του αφηγηματικού έργου μπορεί θεωρητικά να λειτουργήσει ως
δείκτης χαρακτηρισμού, τα σημαντικότερα είναι το όνομα, η ηλικία, η εξωτερική
εμφάνιση, οι πράξεις, τα λόγια, οι σκέψεις και γενικότερα η συνείδηση, οι κρίσεις-
σχόλια του αφηγητή ή άλλων χαρακτήρων (Nikolajeva, 2002).
[571]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Κυρίως Σώμα
Στα βιβλία με εικονογράφηση και με δεδομένη τη δύναμη της εντύπωσης των
εικονογραφικών μηνυμάτων η εικόνα παρέχει ένα ευρύ φάσμα αισθητικών
στοιχείων που συνεισφέρουν στη χαρακτηρολογία. Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν
τόσο την εκτεταμένη εξωτερική αναπαράσταση, όταν αφορούν γνωρίσματα της
εξωτερικής εμφάνισης των χαρακτήρων ή της ηλικία τους, όσο και την εσωτερική
αναπαράσταση μέσω της απεικόνισης εκφράσεων, στάσεων και χειρονομιών που
οπτικοποιούν συναισθήματα, σκέψεις, κίνητρα. Επίσης και οι μεταβολές που τυχόν
υφίστανται οι χαρακτήρες προβάλλονται με εντονότερο τρόπο, ενώ μέσω της
εικονογράφησης αναδεικνύεται και ο ρόλος του σκηνικού που συχνά λειτουργεί
μεταφορικά υποδηλώνοντας συναισθηματικές καταστάσεις. Επιπλέον, παρέχονται
στοιχεία για τη θέση των χαρακτήρων στην αφήγηση, αν πρόκειται δηλαδή για
κεντρικούς –κύριους και υποστηρικτικούς- ή για περιφερειακούς –δορυφόρους και
χαρακτήρες φόντου- (Nikolajeva, 2002), όπως και τη μεταξύ τους δυναμική.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε αρκετά εικονογραφημένα βιβλία η προτεραιότητα
δίνεται στην πλοκή και στη δράση, με αποτέλεσμα οι χαρακτήρες να έχουν λιγοστά
γνωρίσματα και μάλιστα αμετάβλητα. Πρόκειται, δηλαδή, για επίπεδους και
στατικούς χαρακτήρες και όχι σφαιρικούς ή δυναμικούς. Σε κάθε περίπτωση, όμως,
η κατασκευή τους δεν παύει να αποτελεί πολυκωδική και πολυτροπική διαδικασία,
καθώς βασίζεται τόσο σε κειμενικούς όσο και εικονιστικούς δείκτες. Βαρύνουσα
σημασία στη χαρακτηρολογία έχει η διαδραστική σχέση κειμένου-εικόνας η οποία
λαμβάνει τις παρακάτω βασικές μορφές (Nikolajeva & Scott, 2001) που βρίσκουν
εφαρμογή και στο πεδίο των χαρακτήρων:
Συμμετρική, όταν εικόνα και λόγος μεταδίδουν για το χαρακτήρα την ίδια
πληροφορία, ουσιαστικά επαναλαμβάνοντάς την. Στο βιβλίο Γουτού Γουπατού
(Παπαδιαμάντης & Ανδρικόπουλος, 1999) η εικονογραφική απόδοση του Μήτρου
ακολουθεί ακριβώς όσα αναγράφονται στο κείμενο.
Συμπληρωματική, όταν εικόνα και λόγος αλληλοσυμπληρώνονται καλύπτοντας
με τον τρόπο αυτό πιθανά κενά και ασάφειες. Πρόκειται για συνήθη μορφή
διάδρασης, καθώς η εικονογράφηση συμπληρώνει, αν μη τι άλλο, στοιχεία της
εξωτερικής εμφάνισης του χαρακτήρα.
Ενισχυτική, όταν η εικόνα διευρύνει και ενδυναμώνει τη λεκτική ιστορία ή όταν ο
λόγος επεκτείνει την εικόνα, με αποτέλεσμα διαφορετικές πληροφορίες να
παράγουν ένα πιο πολύπλοκο νόημα. Στο βιβλίο Ο μπαμπάς μου είναι… (Martins &
Carvalho, 2011) η εικονογραφική γλώσσα, σαφώς πιο ενισχυμένη έναντι της
λεκτικής, παρέχει ποικίλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κεντρικού χαρακτήρα.
Αντισταθμιστική, όταν εικόνα και λόγος, αν και προσφέρουν διαφορετικές
πληροφορίες, ισορροπούν και συνεργάζονται στη δημιουργία ενός νέου νοήματος.
Στο βιβλίο Το Φιλί που ξέφυγε (Μέλλιγκ, 2000) η εικονογράφηση αντισταθμίζει το
κείμενο παρουσιάζοντας τον πρωταγωνιστή-ιππότη με ανατρεπτικές λεπτομέρειες
που ο αναγνώστης δε θα μπορούσε να γνωρίζει αλλιώς.
[572]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[573]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[574]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[575]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συζήτηση-Συμπεράσματα
Στοχεύοντας στην ευαισθητοποίηση των παιδιών, ώστε να μάθουν να «διαβάζουν»
τις εικόνες όπως διαβάζουν το κείμενο, να αντλούν από αυτές στοιχεία και δείκτες
χαρακτηρισμού και, παράλληλα, να απολαμβάνουν το εικονογραφημένο βιβλίο ως
ενιαίο αισθητικό δημιούργημα, μπορούν να πραγματοποιηθούν στη σχολική τάξη
πολλαπλές δραστηριότητες παρατήρησης και αξιολόγησης της εικονογράφησης.
Η προσεκτική παρατήρηση της εξωτερικής εμφάνισης των χαρακτήρων, των
εκφράσεων, των χειρονομιών και της στάσης του σώματος, όπως και η
παρακολούθηση των πιθανών αλλαγών τους, η επισήμανση των τεχνικών απόδοσης
διαφόρων συναισθηματικών καταστάσεων, η συζήτηση για τις επιλογές του
εικονογράφου αναφορικά με τη θέση και το μέγεθος των χαρακτήρων, τα είδη
γραμμών, περιγραμμάτων, σχημάτων και χρωμάτων που χρησιμοποιούνται και πώς
οι επιλογές αυτές επηρεάζουν τον αναγνώστη, η επισήμανση της οπτικής γωνίας
που υιοθετείται για την εικονιστική απεικόνιση των χαρακτήρων, η σύγκριση
διαφορετικών εικονογραφήσεων της ίδιας ιστορίας και του τρόπου παρουσίασης
[576]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αναφορές-Βιβλιογραφία
Α) Λογοτεχνικά βιβλία
Alemagna, B. (2010). Ένα λιοντάρι στο Παρίσι. Καλαμάτα: Κόκκινο.
Conomos, A. (κειμ.) & Σταματιάδη, Ντ. (εικ.) (2012). Η υπόσχεση. Αθήνα: Ποταμός
Duquennoy, J. (1999). Τα Φαντάσματα στο Λοχ Νες. Αθήνα: Άγρα.
Gliori, D. (1999). Θα σ’ αγαπώ ό,τι κι αν γίνει. Αθήνα: Πατάκης.
Κέιβ, Κ. (κειμ.), & Ρίντελ, Κ. (εικ.) (1997). Το Κάτι Άλλο. Αθήνα: Πατάκης.
Κοντολέων, Μ. (2011). Ο αδελφός της Ασπασίας 2. Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι
μπελάδες. Αθήνα: Πατάκης.
Κοντολέων, Μ. (2012). Ο αδελφός της Ασπασίας 3. Κατασκήνωση κάτω από τα
…ζώδια. Αθήνα: Πατάκης.
Κρόουθερ, Κ. (1999). Ο μαύρος κότσυφας κι ο άσπρος Γλάρος. Αθήνα: Σύγχρονοι
Ορίζοντες.
Martins, I. (κειμ.), & Carvalho, B. (εικ.) (2011). Ο μπαμπάς μου είναι… Καλαμάτα:
Κόκκινο.
Μέλλιγκ, Ντ. (2000). Το φιλί που ξέφυγε. Αθήνα: Ωκεανίδα.
Oram, H. (κειμ.), & Kitamura, S. (εικ.) (1988 ). Ο θυμωμένος Άρθουρ. Αθήνα:
Ρώσση.
Παπαδιαμάντης, Α. (κειμ.), & Ανδρικόπουλος, Ν. (εικ.) (1999). Γουτού Γουπατού.
Αθήνα: Παπαδόπουλος.
Παπαθεοδούλου, Α. (κειμ.), & Δεληβοριά, Μ. (εικ.) (2010). Η πόλη που έδιωξε τον
πόλεμο. Αθήνα: Πατάκης.
Παπαθεοδούλου, Α. (κειμ.), & Σαμαρτζή. Ι. (εικ.) (2011). Οι καλοί και οι κακοί
πειρατές. Αθήνα: Παπαδόπουλος.
Pennart, G. (2000). Να ’μαι ξανά!. Αθήνα: Παπαδόπουλος
Pennart, G. (2004). Η Στρογγυλοσκουφίτσα. Αθήνα: Παπαδόπουλος.
Πριοβόλου, Ε. (κειμ.), & Βερούτσου, Κ. (εικ.) (2013). Ο τρυφεράκανθος. Αθήνα:
Καλέντης.
Potter, B. (2002). The tale of Peter Rabbit. London: Penguin. (Πρώτηέκδοση 1902).
[577]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Santini, Β. (κειμ.), & Gatignol, Β. (εικ.)(2010). Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που
μεγάλωσα. Αθήνα: Αιώρα.
Σλεντς, Κ. (κειμ.), & Χέμπροκ, Α. (2000). Η Μιμή με τα μεγάλα αυτιά. Αθήνα:
Σύγχρονοι Ορίζοντες.
Σνάιντερ, Α. (κειμ. ), & Στράσερ, Σ. (εικ.) (2013). Ο κύριος Ευτύχης και η κυρία
Δυστυχία. Αθήνα: Διάπλαση.
Β) Μελέτες- Άρθρα
Chatman, S. (1978). Story and Discourse. Narrative Structure in Fiction and Film.
Ithaca: CornellUniversityPress.
Γιαννικοπούλου, Α. (2008). Στη χώρα των χρωμάτων. Το σύγχρονο εικονογραφημένο
παιδικό βιβλίο. Αθήνα: Πατάκης.
Γιαννικοπούλου, Α. (2013). Η εικόνα της Σταχτοπούτας στο σύγχρονο
εικονογραφημένο βιβλίο. Κείμενα (16). Ανακτήθηκε από
http://keimena.ece.uth.gr/main.t16/01-gianikopoulou.pdf.
Καλογήρου, Τζ. (2003). Τέρψεις και ημέρες ανάγνωσης. Τόμος Β΄. Αθήνα: Εκδόσεις
Σχολής Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου.
Καλογήρου, Τζ., Αριστοδήμου-Ιακωβίδου, Ν., & Ιορδανάκη, Λ., (2013).
Εικονογραφώντας τη Χιονάτη των Αδερφών Grimm: Η Χιονάτη και οι επτά (και
περισσότερες) εικονογραφικές εκδοχές της. Κείμενα (16). Ανακτήθηκε από
http://keimena.ece.uth.gr/main.t16/02-kalogirou.pdf.
Nikolajeva, M., & Scott, C. (2001). How Picturebooks Work. New York: Garland.
Nikolajeva, M. (2002). The Rhetoric of Character in Children's Literature. Lanham:
Scarecrow Press.
Roser, N., & Martinez, M. (2005). Why Character? (σσ. vi-ix). Στο N. Roser, M.
Martinez, J. Yokota & S. O’ Neal (επιμ.) What a Character! Character Study as a
Guide to Literary Meaning Making in Grades K-8. Newark: International
Reading Association.
Sipe, L., & Chiso, M. P. (2005). Looking Closely at Characters: How Illustrations
Support Children’s Understandings (σσ. 134-153). Στο N. Roser, M. Martinez, J.
Yokota & S. O’ Neal (επιμ.) What a Character! Character Study as a Guide to
Literary Meaning Making in Grades K-8. Newark: International Reading
Association.
Τσούτσουβα, Μ. (2013). Οι χαρακτήρες στα μυθιστορήματα για παιδιά και εφήβους
του Μ. Κοντολέων. Διδακτορική διατριβή Π. Τ. Δ. Ε. του Ε. Κ. Π. Α. Αθήνα.
[578]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Υφαντή Μοσχάνθη
Νηπιαγωγός- Προϊσταμένη 9ου Νηπιαγωγείου Πειραιά
mosxa9@gmail.com
Βαγή-Σπύρου Ευφροσύνη
Σχολική Σύμβουλος 24ης Περιφέρειας Προσχολικής Αγωγής
M.A. in Education, ΠανεπιστημίουΑθηνών και Institute of Education in London
gspyrou9@hotmail.com
Μακρής Χρήστος
Διευθυντής 3ου ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου Πειραιά
makrisx39@yahoo.gr
Τσούση Ελένη-Ξένη
Νηπιαγωγός 2ου Νηπιαγωγείου Κερατσινίου
pitsinacrafts@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η παρούσα εργασία αποτελεί μια συνεργατική έρευνα-δράσης η οποία
πραγματοποιήθηκε σε δύο δημόσια νηπιαγωγεία και ένα δημόσιο δημοτικό σχολείο
κατά το σχολικό έτος 2012-2013. Ο στόχος της έρευνας ήταν η αλλαγή των στάσεων
και αντιλήψεων των μαθητών σχετικά με τη σωστή διαχείριση του χρήματος ώστε
να έχουμε ενεργούς, συνειδητοποιημένους και ευαίσθητους πολίτες καθώς και η
βελτίωση των παιδαγωγικών πρακτικών των εκπαιδευτικών με σκοπό τη βελτίωση
της επαγγελματική τους ανάπτυξης. Τα ευρήματα δείχνουν την αποτελεσματικότητα
της συνεργατικής έρευνας δράσης στην αυτοβελτίωση των συμμετεχόντων μέσω της
αναθεώρησης των προσωπικών θεωριών και διδακτικών αντιλήψεων των
εκπαιδευτικών. Επίσης, δείχνουν την καλλιέργεια μιας συνεργατική κουλτούρας στις
σχολικές μονάδες μεταξύ των εκπαιδευτικών και των μαθητών και των δύο
βαθμίδων, μέσω της αλληλεπίδρασης και της ανταλλαγής ιδεών.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η έρευνα δράσης αποτελεί μια ερευνητική διαδικασία στην οποία οι άνθρωποι της
πράξης (practioners) διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, έχοντας απώτερο
στόχο να βελτιώσουν τις πρακτικές που υιοθετούν και εφαρμόζουν. Τα κύρια
χαρακτηριστικά της είναι η συμμετοχικότητα, η συνεργασία, η αναστοχαστική και
κριτική στάση εκ μέρους των επαγγελματιών-ερευνητών (Elliott, 1991; Carr &
Kemmis, 2010; Day, 2003).
Η φύση της έρευνας δράσης είναι διττή, αφενός αναστοχαστική, κινητοποιώντας τη
διερεύνηση των προσωπικών επιλογών και στάσεων και αφετέρου παρεμβατική,
επιδιώκοντας όχι μόνο την ερμηνεία αλλά και τη βελτίωση της υφιστάμενης
κατάστασης.
[579]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις της έρευνας Δράσης σχετίζονται με την ιστορική της
εξέλιξη και κατ΄ επέκταση με το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο, εντός του οποίου
αναπτύχθηκε το κάθε ρεύμα.
Αρχικά, αναπτύχθηκε η Τεχνολογική Προσέγγιση, η οποία επιστημολογικά
στηρίζεται στον θετικισμό, καθώς ο εκπαιδευτικός απλώς υιοθετεί το ρόλο του
τεχνικού της διδασκαλίας και «εφαρμόζει τις αρχές της εξαρτημένης μάθησης για
να εξασφαλίσει αποτελεσματική μάθηση» (Carr & Kemmis, 1997:84).
Στη συνέχεια αναπτύχθηκε η Πρακτική Έρευνα Δράσης, η οποία καλλιεργεί μία
σχέση συνεργασίας και διαλόγου μεταξύ ερευνητή, στο ρόλο του διευκολυντή, και
«ανθρώπων της πράξης». Σύμφωνα με ερυνητές (Carr & Kemmis, 2010; Κατσαρού &
Τσάφος, 2003; Ματσαγγούρας, 2005) η δόμηση της γνώσης συντελείται μέσα από
την προσωπική επιλογή και συλλογική ανάλυση αυθεντικών καταστάσεων από τους
εκπαιδευτικούς μέσω της καλλιέργειας του αναστοχασμού.
Η Τρίτη προσέγγιση, η Χειραφετική Έρευνα Δράσης, εντάσσει σ’ αυτή το στόχο της
κοινωνικής αλλαγής. Επικεντρώνεται «στην ηθική και πολιτική διάσταση της
εκπαίδευσης και αναδεικνύει, μέσα από την στοχαστική-κριτική ανάλυση
διλημμάτων των εκπαιδευτικών, εναλλακτικές διδακτικές επιλογές», με στόχο, πέρα
από τη βελτίωση των πρακτικών στο σχολείο, στην καλλιέργεια της κριτικής σκέψης
και την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών (Ματσαγγούρας, 2005:78). Στηρίζεται
στην Κριτική Παιδαγωγική (Giroux, 1992) και σύμφωνα με τις απόψεις των Carr &
Kemmis (2010:241) «οι εκπαιδευτικοί ερευνητές έχουν ως στόχο να
μεταμορφώσουν το παρόν και να βελτιώσουν το μέλλον, όχι μόνο μέσα στην τάξη
αλλά και σε ολόκληρη την κοινωνία».
Η συνεργατική έρευνα δράσης διευκολύνει τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών και
των μαθητών σε πραγματικά περιβάλλοντα μάθησης που τους επιτρέπουν την
παραγωγή νέας αυθεντικής γνώσης και κατανόησης του εαυτού τους και της
διαδικασίας μάθησης, προχωρώντας έτσι από τη Δράση στον Αναστοχασμό και την
[580]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αυτοαξιολόγηση, στην Επανάδραση και από τον Αναστοχασμό σε νέα Δράση με την
ενεργητική συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων (Koutselini, 2010; Freire, 1972).
Αρχικά για να θεωρήσουμε ότι υπάρχει έρευνα-δράσης θα πρέπει να υπάρχει «ένα
σχέδιο», μια πρακτική που υπόκειται σε βελτίωση, «μια κυκλοειδής σπείρα
σχεδιασμού, δράσης, παρατήρησης του σχεδίου και σκέψης», όπου η κάθε μία από
τις ενέργειες συσχετίζεται με τις άλλες και τέλος ενεργός εμπλοκή των
συμμετεχόντων στην πρακτική σε κάθε στιγμή της δραστηριότητας (Carr & Kemmis,
1997:220; Κακανά & Καπαχτσή, 2011).
Η πρακτική αυτή στηρίζεται στη θεωρία του αναστοχαστικού ορθολογισμού και
τείνει να μετατρέψει την εκπαιδευτική πρακτική σε πιο βαθυστόχαστη παιδαγωγική
διαδικασία, μέσω της οποίας υπάρχει ενεργοποίηση των ατόμων στα σύνθετα
προβλήματα, οικονομικά, πολιτιστικά και κοινωνικά, συμβάλλοντας έτσι στην
επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών (Kemmis, 2009a).
Επειδή η εισαγωγή της έρευνας δράσης απαιτεί αλλαγή σε στάσεις και αντιλήψεις,
η υιοθέτηση της απαιτεί υπομονή, χρόνο καλό σχεδιασμό και προγραμματισμό. Γι’
αυτό το λόγο θεωρείται απαραίτητη η ύπαρξη ενός εξωτερικού συνεργάτη-
διευκολυντή καθώς και η δημιουργία ενός εγκάρδιου κλίματος ανάμεσα σε
εκπαιδευτικούς και ερευνητές (MacBeath, 2001)
Η συνεργατική έρευνα δράσης η οποία λαμβάνει χώρα μέσα στη σχολική μονάδα,
εκεί όπου μπορούν να αναπτυχθούν συνεργασίες, να συζητηθούν διδακτικές
πρακτικές, να εφαρμοσθεί η συμμετοχική παρατήρηση και να χρησιμοποιηθούν και
να αναλυθούν ερευνητικά εργαλεία της έρευνας-δράσης, όπως τα ημερολόγια των
εκπαιδευτικών, μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση.
Το συγκεκριμένο θέμα που εξετάζει η παρούσα εργασία προσφέρεται για την
ανάπτυξη του κριτικού στοχασμού και σημαντικών δεξιοτήτων, γνώσεων και
στάσεων.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Ο σκοπός της έρευνας ήταν:
α) Να εξετάσουμε την αλλαγή των στάσεων και αντιλήψεων των μαθητών σχετικά
με τη σωστή διαχείριση του χρήματος ώστε να έχουμε ενεργούς,
συνειδητοποιημένους και ευαίσθητους πολίτες.
β) Να εξετάσουμε τους τρόπους βελτίωσης των διδακτικών πρακτικών των
εκπαιδευτικών και γενικότερα την βελτίωση της επαγγελματική τους ανάπτυξης.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δύο δημόσια νηπιαγωγεία (κλασσικά τμήματα) και
ένα δημόσιο δημοτικό σχολείο, κατά το σχολικό έτος 2012-2013, σε μια περιαστική
περιοχή. Το ένα Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο ήταν συστεγαζόμενα και το
άλλο Νηπιαγωγείο βρισκόταν σε μια σχετικά μακρινή απόσταση. Ο μαθητικός
πληθυσμός ήταν ανομοιογενής εξαιτίας των κοινωνικοοικονομικών και
πολιτισμικών χαρακτηριστικών της περιοχής.
Διήρκησε 6 μήνες και συμμετείχαν 50 νήπια, 50 μαθητές του δημοτικού, 5
εκπαιδευτικοί και των δύο βαθμίδων και η Σχολική Σύμβουλος της 24ης Περιφέρειας
[581]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[582]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[583]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
σπίτια γιατί πεινάνε» (μαθήτρια Β΄ Δημοτικού), «Τα παιδιά στην Αφρική είναι
φτωχά και δεν έχουν νερό να πιούνε» (μαθητής Β΄ Δημοτικού), «Φτωχοί είναι αυτοί
που κοιμούνται στο πεζοδρόμιο γιατί δεν έχουν ούτε σπίτι ούτε φαγητό» (νήπιο). 4)
Φιλανθρωπικές δράσεις σε συνεργασία με τους γονείς, όπως συγκέντρωση
τροφίμων για το Χαμόγελο του Παιδιού και συμμετοχή με εθελοντική προσφορά
δώρων όπως σπιτικά γλυκά, λαμπάδες, φαναράκια σε φιλανθρωπικά παζάρια του
Χατζηκυριάκειου Ιδρύματος Πειραιά. 5) Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα
Αποταμίευσης, τα παιδιά κατασκεύασαν κουμπαράδες με ανακυκλώσιμα υλικά και
διοργανώθηκε κοινή έκθεση με τα έργα τους και από τις τρεις σχολικές μονάδες. 6)
Ανακαλύπτοντας την «οικονομία» οι μαθητές και των δύο βαθμίδων κάνανε
ανακύκλωση υλικών και ή τα πηγαίνανε στους κάδους ανακύκλωσης ή τα
επαναχρησιμοποιούσαν στις κατασκευές τους. 7) Παιχνίδια ρόλων και
δραματοποιήσεις.
[584]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αποτελέσματα
1) Δημιουργήθηκε ένα συνεργατικό περιβάλλον μεταξύ των εκπαιδευτικών και των
μαθητών και των δύο βαθμίδων, μέσω της αλληλεπίδρασης και της ανταλλαγής
ιδεών.
2) Αναπτύχθηκε μια συνεργατική κουλτούρα στις σχολικές μονάδες, οι
εκπαιδευτικοί έγιναν πιο δεκτικοί σε αλλαγές, υιοθέτησαν νέες πρακτικές στη
διδασκαλία τους και απέκτησαν την εμπειρία της επαγγελματικής τους ανάπτυξης.
3) Βελτιώθηκαν σε θέματα διδακτικών πρακτικών, αυτοξιολόγησης και
αναστοχασμού.
Κατά την άποψη των συμμετεχουσών εκπαιδευτικών η συνεργατική έρευνα δράσης
θεωρήθηκε «ως μια κινητοποίηση ανταλλαγής εμπειριών και ιδεών», «η καλύτερη
λύση για την εισαγωγή καινοτομιών», «το κίνητρο για αλλαγές στην τάξη», «το
κίνητρο για την ανάπτυξη αναστοχαστικών διαδικασιών μέσω των συζητήσεων με
τους συναδέλφους».
[585]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα
Η συνεργατική έρευνα δράσης απέφερε σημαντικά οφέλη με μελλοντικό στόχο τη
συνέχιση του προγράμματος κατά την καινούργια σχολική χρονιά και την
αδελφοποίηση των σχολείων. Για αυτό, θεωρείται πολύ σημαντικό η δημιουργία
δικτύων επικοινωνίας σχολείων για να αξιοποιηθεί η γνώση και η διάχυση ιδεών.
[586]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Carr,W. & Kemmis, ST. (1997). Για μια κριτική εκπαιδευτική θεωρία. Εκπαίδευση,
γνώση και έρευνα δράσης. Μτφρ. Α. Παγανού-Λαμπράκη, Ε. Μηλίγκου & Κ.
Ροδιάδου-Αλμπάνη. Αθήνα: Κώδικας
Carr, W. & Kemmis, ST. (2010). “Action Research as Critical Educational Sciense”. In
A. Cambell & S. Groundwater-Smith (eds). Action Research in Education-
Fundamentals of Applied Research, London: Sage, Vol.II, 53-82
Day, C. (2003). Η εξέλιξη των Εκπαιδευτικών. Οι προκλήσεις δια βίου μάθησης.
Μτφρ. Α. Βακάκη. Αθήνα: Τυπωθήτω
Elliott, J.(1991). Action research for educational change. Milton Keynes, Philadelphia:
Oxford University Press
Freire, P. (1972). Cultural Action for freedom. Harmodsworth: Penguin
Giroux, H. (1992). Border Crossings. Cultural Workers and the Politics of education.
New York: Routledge
Κακανά, Δ.Μ. & Καπαχτσή, Β. (2011). «Ανάπτυξη του αναστοχασμού και της
συνεργατικότητας μέσω της συνεργατικής έρευνας δράσης». Παιδαγωγική
Επιθεώρηση, 52, 68-82
Κατσαρού, Ε. & Τσάφος, Β. (2003). Από την Έρευνα στη Διδασκαλία. Η Εκπαιδευτική
Έρευνα Δράσης. Αθήνα: Σαββάλας
Kemmis, S. (2009a).”Action research as a practice based practice”. Educational
Action Research, 17, (3): 468-474
Koutselini, M. (2010). “Participatory Teacher development at Schools: Processes and
issues”. In Campbell, A. & Groundwater-Smith, S. (eds). Action Research in
Education, N.V.: Sage, Voll.II, p.p. 243-262
MacBeath, J. (2001). Η αυτοαξιολόγηση στο σχολείο. Ουτοπία και πράξη. Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα
Ματσαγγούρας, H (2005). «Επαγγελματισμός και Επαγγελματική ανάπτυξη». Στο
Μπαγάκης, Γ. (επιμ.), Επιμόρφωση και επαγγελματική ανάπτυξη του
εκπαιδευτικού. Αθήνα: Μεταίχμιο
ΟΔΗΓΟΣ ΝΗΠΙΑΓΩΓΟΥ. Εκπαιδευτικοί Σχεδιασμοί. Δημιουργικά Περιβάλλοντα
Μάθησης. Αθήνα: Ο.Ε.Δ.Β.
[587]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Περίληψη
Τα μαθήματα των Κοινωνικών Επιστημών (Κ.Ε.) στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση,
μετά τη δεκαετία του ΄80 αντιμετωπίζουν δυσκολίες, οι οποίες συνδέονται από τη
μια με προβλήματα μεθοδολογικού χαρακτήρα των Κ.Ε. και από την άλλη με την
επιβαλλόμενη κυρίαρχη ιδεολογία, με συνέπεια να τα καθιστούν ως
«φρονηματιστικά». Αν και η διδασκαλία και το περιεχόμενο αυτών των μαθημάτων
έχει παρουσιάσει μια πρόοδο τις τελευταίες δεκαετίες ωστόσο η εφαρμοζόμενη
εκπαιδευτική πολιτική τα απαξίωσε με την επιλεκτική χρήση των περιεχομένων τους
και με την καθοριστική επίδραση που άσκησε η πορεία του μετασχηματισμού των
ευρωπαϊκών κοινωνιών στα Αναλυτικά Προγράμματα.
Εισαγωγή
Η αγωγή του πολίτη, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, συνδέεται με τις πολιτικές
επιδιώξεις, αλλά και τις παιδαγωγικές αντιλήψεις που διαμορφώνουν τις
εκπαιδευτικές στρατηγικές, συνδέεται δηλαδή με το ιστορικό και κοινωνικο-πολιτικό
συγκείμενο κάθε κοινωνίας, λόγω του ότι τίθεται στην υπηρεσία των κυρίαρχων
πολιτικών επιδιώξεων (Marshall, 1988). Το μάθημα της αγωγής του πολίτη
εντάχθηκε μέσα στο αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου της Δευτεροβάθμιας
Εκπαίδευσης στη χώρα μας ήδη από το 1929, αλλά όπως επισημαίνει ο Bernstein
(1989) ο τρόπος με τον οποίο μια κοινωνία επιλέγει, ταξινομεί, μεταδίδει και
αξιολογεί την εκπαιδευτική γνώση αντανακλά την κατανομή εξουσίας και τον
κοινωνικό έλεγχο που αυτή διαθέτει.
Η «αγωγή του πολίτη» είναι το κυρίαρχο μοντέλο πολιτικής διαπαιδαγώγησης από
τη μεταπολεμική περίοδο και μέχρι το 1982, σύμφωνα με την Καρακατσάνη (2004),
αφού δεν ευοδώθηκε η υιοθέτηση άλλων προτάσεων, λόγω των πολιτικών
μεταβολών και των κοινωνικών συνθηκών. Στο μοντέλο αυτό πολιτικής αγωγής η
τυπική διδασκαλία αποτελεί την κυριότερη διαδικασία μετάδοσης γνώσεων και
αξιών με βάση το ένα και μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο ανά τάξη.
Η παρούσα εισήγηση αποσκοπεί στη σύντομη παρουσίαση του ρόλου των
Κοινωνικών Επιστημών στην ελληνική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση από το 1980 έως
το 2010 αναφορικά με την πολιτική και κοινωνική διαπαιδαγώγηση.
Θεωρητικό πλαίσιο
Οι ερευνητές επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στα αναλυτικά προγράμματα ήδη
από τη δεκαετία του 1960 και 1970, κυρίως σε ΗΠΑ και Βρετανία. Ένα ιδιαίτερο
[588]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
επιστημονικό ενδιαφέρον εκδηλώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '80 στη χώρα
μας, το οποίο αφορούσε στη διερεύνηση του ρόλου όλων των μαθημάτων που
ανήκουν στο φάσμα των Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Σπουδών (κοινωνιολογία,
ιστορία, γεωγραφία, γλώσσα/λογοτεχνία, θρησκευτικά, κ.ά.), αλλά κυρίως
εξειδικευμένων μαθημάτων Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής (Πολιτική Οικονομία
και Κοινωνιολογία), ως επιστημονικών κλάδων που ευθέως αναλαμβάνουν το ρόλο
της κοινωνικής και πολιτικής διαπαιδαγώγησης/εκπαίδευσης των μαθητών.
Οι σκοποί και οι στόχοι της «αγωγής του πολίτη» διαφοροποιήθηκαν με τη
μεταρρύθμιση του 1976 και αισθητά μετά το 1982, όπου επιχειρείται η σύνδεση του
περιεχομένου της με άλλα γνωστικά αντικείμενα καθώς και με το σύνολο των
σχολικών δραστηριοτήτων-προγραμμάτων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η
Καρακατσάνη (2004, σελ. 128) είναι η περίοδος όπου «επιχειρείται η μετάβαση σε
ένα μοντέλο πολιτικής διαπαιδαγώγησης που πλησιάζει το πρότυπο των κοινωνικών
σπουδών-μαθημάτων». Στη μετάβαση αυτή καθοριστικό ρόλο παίζει η διαμόρφωση
της ευρωπαϊκής κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής, η οποία στα μέσα της
δεκαετίας του ΄90 αναγορεύει σε ζητήματα αιχμής, στο φόντο των διαδικασιών της
παγκοσμιοποίησης και της κοινωνίας της πληροφορίας, την αναδιάρθρωση των
εκπαιδευτικών λειτουργιών καθώς και την εισαγωγή καινοτομιών στα εκπαιδευτικά
συστήματα των χωρών-μελών.
Η συζήτηση που αναπτύχθηκε μετέπειτα επικεντρώθηκε στη μεγάλη σημασία που
έχουν τα μαθήματα των κοινωνικών σπουδών, εξ αιτίας της μακράς διάρκειά τους
στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και λόγω των σχέσεων που καλλιεργούσαν
μεταξύ μαθητών-εκπαιδευτικών, των τρόπων διδασκαλίας που οι εκπαιδευτικοί
μετέρχονταν, της διαδικασίας αξιολόγησης των μαθητών, αλλά και όλης της
συγκρότησης της λειτουργίας της σχολικής κοινότητας (σχολικές γιορτές, εκλογή
μαθητικών κοινοτήτων). Παρατηρήθηκε δηλαδή από τους μελετητές μια αλληλουχία
της κοινωνικής και πολιτικής διαπαιδαγώγησης σε όλη την υποχρεωτική εκπαίδευση
καθώς και τη Λυκειακή.
Ποιες δυσκολίες όμως συναντούσαν τα μαθήματα των Κοινωνικών Επιστημών του
σχολικού προγράμματος της Δ.Ε. μετά το 1980 (Στοιχεία Δημοκρατικού
Πολιτεύματος, Αρχές Πολιτικής Επιστήμης, Εισαγωγή στο Δίκαιο και τους Πολιτικούς
Θεσμούς, Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, Κοινωνιολογία, Οικονομία, κ.ά.) στην
ανάλυση των αντικειμένων τους; Οι δυσκολίες αυτές επικεντρώνονται από τη μια
στα συνεχόμενα προβλήματα μεθοδολογικού χαρακτήρα των Κοινωνικών
Επιστημών και από την άλλη στην επιβαλλόμενη κυρίαρχη ιδεολογία της εκάστοτε
άρχουσας τάξης μέσα στο σχολικό χώρο, με συνέπεια να καθιστά αυτά τα μαθήματα
ως «φρονηματιστικά».
Αναφορικά με την πρώτη δυσκολία έχουμε να παρατηρήσουμε ότι οι Κοινωνικές
Επιστήμες, περισσότερο από τις Φυσικές, τα τελευταία χρόνια ανέπτυξαν έναν
επιστημολογικό διάλογο, προσλαμβάνοντας πολλές φορές διαστάσεις πολεμικής
αναφορικά με τη μεθοδολογία τους. Αν και οι Κοινωνικές Επιστήμες έχουν επιτύχει
σημαντικές προόδους στις μεθοδολογικές τους κατασκευές και τα αναλυτικά τους
[589]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
εργαλεία, ωστόσο δεν παύει να «κυριαρχεί σήμερα στο εσωτερικό των Κοινωνικών
Επιστημών το δίλημμα της επιλογής, μεταξύ της διεπιστημονικής προσέγγισης των
προβλημάτων έρευνας και της επιστημονικής εμβάθυνσης που αφορά σε κάθε
επιστήμη. Ή ακόμη, το δίλημμα μεταξύ της ενοποίησης ή της αυτονόμησης
(αποδιάρθρωσης) των κοινωνικών επιστημών» (Κουτσιαράς, 1989).
Παρόλο που το θετικιστικό δυσλειτουργικό ¨παράδειγμα¨ κλονίσθηκε, οι κοινωνικές
επιστήμες εξακολουθούσαν να συναντούν δυσκολίες στην ανάλυση των
αντικειμένων τους, προκαλώντας μια έντονη διασπορά των θεωριών και την εικόνα
του κατακερματισμού της πρότερης ενότητας των Κοινωνικών Επιστημών, δηλαδή
της θετικιστικής παράδοσης που αυτούσια μεταφέρθηκε στις Κοινωνικές Επιστήμες
στις αρχές του 19ου αιώνα. Αν και σήμερα έχουμε μια πληθώρα θεωριών που
αμφισβητούν το δυσλειτουργικό μοντέλο του Parsons, ωστόσο η ασυμμετρία και η
ιδιορρυθμία των απόψεων, επισημαίνει ο Connolly (1983) συνιστούν το καθαυτό
επιστημολογικό Status των επιστημών αυτών, το περιεχόμενο των οποίων δεν
μπορεί παρά να είναι αμφιλεγόμενο και επίμαχο.
Σχετικά με τη δεύτερη δυσκολία, την εποχή αυτή, σύμφωνα με το Ράση (1985),
αναπτύσσεται η λογική της τεχνοκρατικής κοινωνικής οργάνωσης, όπως αυτή
εμφανίσθηκε μέσα από την αναπτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία, μια λογική στη
βάση της οποίας το άτομο το οποίο δεν βρίσκεται από τη μεριά των προνομιούχων
πρέπει να υποταχθεί στην οργανωμένη κοινωνία, ενώ η επιβολή της θέλησης της
εξουσίας πραγματοποιείται μέσα από την εκπαίδευση που αποσκοπεί στην φυσική
και ανώδυνη ενσωμάτωση του ατόμου μέσα στην κοινωνία, ώστε να διατηρηθεί η
«κοινωνική ισορροπία», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Τ. Parsons. Μέσα στο
πλαίσιο αυτό εμφανίζονται οι «Κοινωνικές Σπουδές» (Social Studies), μια ομάδα
νέων μαθημάτων, που σιγά-σιγά θα γίνουν το κέντρο των παιδαγωγικών σπουδών.
Στο χώρο της σχολικής εκπαίδευσης οι Κοινωνικές Σπουδές κατέλαβαν πρωτεύοντα
ρόλο στα εκπαιδευτικά συστήματα κάποιων χωρών (π.χ. των Η.Π.Α., κ.ά.) την εποχή
της καπιταλιστικής ανάπτυξης, λόγω της ανταπόκρισης της εκπαίδευσης στις
ανάγκες της οικονομίας και της νέας κοινωνικής πραγματικότητας (Krug, 1965),
δηλαδή της επικράτησης του κρατικομονοπωλικού καπιταλισμού και της
συνακόλουθης τροποποίησης της ιδεολογίας του φιλελευθερισμού, που
αντικατέστησε την παλιά ιδέα του ατομικισμού.
Οι Κοινωνικές Σπουδές, σύμφωνα με τον Ράση (1985), δεν είναι τίποτε άλλο από τη
σπουδή των Κοινωνικών Επιστημών (Πολιτική Οικονομία, Ιστορία,
Ανθρωπογεωγραφία, Πολιτική Αγωγή, Κοινωνική Ψυχολογία και Κοινωνιολογία)
ειδικά προσαρμοσμένων στις συνθήκες σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Τα μαθήματα αυτά αντικατέστησαν μαθήματα που επέβαλλαν την κυρίαρχη
ιδεολογία στη σχολική κοινότητα (π.χ. θρησκευτικά, γλώσσα, γεωγραφία, κ.ά.),
αποσκοπώντας στη διαμόρφωση του «Καλού πολίτη» και έχοντας ως θεμελιώδη
αρχή τους «την κοινωνική αποδοτικότητα» (Social efficiency), δηλαδή η διδασκαλία
αυτών των μαθημάτων έπρεπε να συμβάλλει στον «κοινωνικά αποτελεσματικό
πολίτη» (Social efficiency citizen), στο μοντέλο πολίτη που θα αναπτύξει την
[590]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Αντί επιλόγου
Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αν και επιχειρήθηκε μια στροφή στα αναλυτικά
προγράμματα και στη διδακτική τους, αν και σημειώθηκαν θεσμικές πρωτοβουλίες
[591]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Bernstein B. (1989). Παιδαγωγικοί κώδικες και κοινωνικός έλεγχος, μτφρ. Ι. Σολομών,
Αλεξάνδρεια, Αθήνα.
Connolly, W. (1983). The terms of political discourse. Martin Robertson, Oxford.
Clarence, J.K. (1978).Education of the American Citizen: An Historical Critique,
Urbana, Department ofEducational Policy Studies. UniversityofIllinois.
Καρακατσάνη, Δ. (2004). Εκπαίδευση και Πολιτική Διαπαιδαγώγηση: γνώσεις, αξίες,
πρακτικές, Αθήνα, Μεταίχμιο.
Κουζέλης, Γ. (2005). Ενάντια στα φαινόμενα. Για μια επιστημολογική προσέγγιση της
διδακτικής των κοινωνικών επιστημών. Εκδόσεις Νήσος –Π. ΚΑΠΟΛΑ.
Κουτσιαράς, Ν. (1989). Κοινωνικές Επιστήμες. Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, τ. 222, σελ. 5-7.
Krug, E. (1965). The Shaping of the American High School 1880-1920. Madison,
UniversityofWisconsinRress, vol. 1.
Μακρυνιώτη, Δ., &Σολομών, Ι. (1998). Κοινωνική και Πολιτική Γνώση στο Σχολείο και
στις Παιδαγωγικές Σπουδές. ΣύγχρονηΕκπαίδευση, τεύχος 101, σελ. 58-64.
Marshall, J. (1988). The Origins and Development of Political Education.
TeactingPolitics, 17/1, σ. 3-10.
Πασιάς, Γ. (2006). Ευρωπαϊκή Ένωση και Εκπαίδευση. Τόμος Α΄. Εκδόσεις Gutenberg.
Ράσης, Σ. (1985). Η εμφάνιση των Κοινωνικών Σπουδών στη σύγχρονη εκπαίδευση.
Σύγχρονη Εκπαίδευση, τ. 23(Ιούλ-Αυγ. 1985).
Σολομών, Ι. (1989). «Εισαγωγή» στο Bernstein. Υπουργείο Παιδείας και
Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, (2004). Απολογισμός.
Φραγκουδάκη, Α. (1978). Τα αναγνωστικά βιβλία του δημοτικού σχολείου–
ιδεολογικός πειθαναγκασμός και παιδαγωγική βία. Εκδόσεις Θεμέλιο.
[592]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Φωτοπούλου Χρηστίνα
Φιλόλογος Med-Msc,
1ο Γυμνάσιο Α.Ι. Ρέντη
xristinafotopoulou@hol.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η τήρηση portfolio εντάσσεται στο πλαίσιο της αυθεντικής αξιολόγησης η οποία
αποσκοπεί στην αποτίμηση των γνώσεων του μαθητή και της ικανότητάς του να τις
χρησιμοποιεί σε καταστάσεις της πραγματικής ζωής (MacBeath, 2001; Seebauer &
Hellus, 2002). Παράλληλα συμβάλλει στην διαχείριση μάθησης του ίδιου του
μαθητή με τις πρακτικές της αυτοαξιολόγησης, της ενεργητικής συμμετοχής και της
ανάληψης ευθύνης.
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση του Portfolio και των
πλεονεκτημάτων του στις κατευθύνσεις της αξιολόγησης του μαθητή στο σύγχρονο
εκπαιδευτικό περιβάλλον και της διαδικασίας μάθησης και προσωπικής ανάπτυξης
του.
Εισαγωγή
Η αξιολόγηση ορίζεται ως «διαδικασία που αποβλέπει να προσδιορίσει, όσο πιο
συστηματικά, έγκυρα, αξιόπιστα και αντικειμενικά γίνεται, την καταλληλότητα, τη
λειτουργικότητα και το αποτέλεσμα μιας διδακτικής και παιδαγωγικής
δραστηριότητας σε σχέση με τους στόχους της, αλλά και με συγκεκριμένα κριτήρια
και συγκεκριμένη μεθοδολογία» (Κωνσταντίνου, 2002). Οι μέθοδοι αξιολόγησης
διακρίνονται σε παραδοσιακές και εναλλακτικές (Dochy, 2001). Οι εναλλακτικές
μέθοδοι αξιολόγησης περιλαμβάνουν ημιδομημένο δυναμικό διάλογο, συνθετικές
δημιουργικές εργασίες, συστηματική παρατήρηση, ατομικό δελτίο μαθητή,
αυτοαξιολόγηση μαθητή, ετεροαξιολόγηση του μαθητή και φάκελο μαθητή. Οι
μέθοδοι αυτές εμπλέκοντας ενεργά το μαθητή στη διαδικασία, τον ενθαρρύνουν
στην κατεύθυνση του αναστοχασμού και της αυτοαξιολόγησης και συμβάλλουν
στην ανάπτυξη κοινωνικών αλλά και μεταγνωστικών ικανοτήτων (Segers, 1999;
Gregory et al., 2001). Ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα τους αποτελεί η
δημιουργία ολοκληρωμένου προφίλ του μαθητή, το οποίο στηρίζεται στον ίδιο,
καθώς μέσα από την ενεργό συμμετοχή του είναι υπεύθυνος για τη μάθησή του
(Gipps, 2002).
Η μάθηση, λοιπόν, συνδέεται με τη διαδικασία της αξιολόγησης. Η αξιολόγηση των
μαθητών δεν περιορίζεται μόνο στις γνώσεις που αυτοί απέκτησαν, αλλά
περιλαμβάνει και τις στάσεις, τις αξίες, τα συναισθήματα και τις δεξιότητες που
εμφανίζουν ως αποτέλεσμα της διδασκαλίας, και δεν στηρίζεται μόνο σε γραπτές
εξετάσεις, αλλά και σε άλλες τεχνικές εκτίμησης, που δεν σχετίζονται με τις γραπτές
δοκιμασίες των μαθητών. Επιπλέον, η αξιολόγηση πρέπει να καλύπτει και άλλα
σημαντικά χαρακτηριστικά του μαθητή, που συνθέτουν τη συνολική εικόνα του
μέσα στην τάξη. Τέτοια χαρακτηριστικά είναι η ενεργός συμμετοχή του στη
[593]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[594]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
κλίμα οι Paulson & Paulson (1994), υποστηρίζουν πως το portfolio είναι «μια ιστορία
που θέμα της έχει την απάντηση του μαθητή στο ερώτημα: τι έχω μάθει και πως το
έχω εντάξει στην καθημερινότητά μου». Σύμφωνα με τους McAffe & Leong (2002)
πρόκειται για μέθοδο συλλογής αξιολογικών πληροφοριών με την εφαρμογή
τεχνικών όπως μορφές παρατήρησης, συνέντευξη, ερωτηματολόγια. Οι
Κουλουμπαρίτση & Ματσαγγούρας (2004) αναφέρουν ότι: «Ο Φάκελος Εργασιών
του Μαθητή (portfolio) αποτελεί συλλογή των έργων ενός μαθητή, τα οποία έχουν
επιλεγεί με τη συναίνεσή του και με βάση συγκεκριμένο στόχο». Οι Puckett & Black
(2000) ορίζουν τον φάκελο εργασιών ως «μια σκόπιμη συλλογή των εργασιών του
μαθητή που δείχνουν στον εκπαιδευτικό, στον μαθητή και στους γονείς τα
αποτελέσματα, την πρόοδο και τα επιτεύγματα του μαθητή σε δεδομένες περιοχές».
Από τους παραπάνω ορισμούς συνάγεται ότι το portfolio αποτελεί μια συστηματική
συλλογή από έργα που ο ίδιος ο μαθητής δημιούργησε με προσωπική προσπάθεια
και έρευνα, με συνεργασία με τον εκπαιδευτικό και σε αλληλεπίδραση με τους
συμμαθητές του, τα οποία αποτελούν στοιχεία μάθησης και ανάπτυξης των
ικανοτήτων του και φωτίζουν την προσωπικότητα του, τα ενδιαφέροντα, τις
δεξιότητες και τα ταλέντα του, ένας ειδικός τύπος αυτοβιογραφίας. Ο μαθητής
έχοντας πρόσβαση στο portfolio του, καθώς επίσης και συγκεκριμένα κριτήρια για
την αξιολόγηση του, αυτοαξιολογείται και σχηματίζει σφαιρική εικόνα για τον εαυτό
του, ανατροφοδοτείται από τον εκπαιδευτικό και αναλαμβάνει την ευθύνη για το
τελικό προϊόν της προσπάθειάς του, την «κυριότητα» (Paulson et al., 1991).
Τo e-Portfolio αποτελεί ηλεκτρονική εκδοχή του Portfolio σε χαρτί (Barrett &
Knezek, 2003). Και τα δύο είδη Portfolio, παραδοσιακό και ηλεκτρονικό, βασίζονται
στο ίδιο σκεπτικό όσον αφορά το σκοπό, την παιδαγωγική διάσταση και την
αξιολόγηση. Επισημαίνεται ότι τα eportfolios, ως εργαλεία νέας τεχνολογίας, έχουν
αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με τα έντυπα καθώς: α) Καταλαμβάνουν ελάχιστο
χώρο αποθήκευσης β) Είναι εύκολο να δημιουργηθούν back-up των αρχείων και
μπορούν να επανεπεξεργαστούν ανά πάσα στιγμή γ) Τα διακρίνει φορητότητα δ)
Έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής ε) Παρουσιάζουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του
εκπαιδευόμενου στ) Καλλιεργούν δεξιότητες ψηφιακού γραμματισμού ζ) Τα
δακρίνει προσβασιμότητα (Kankaanranta, Barrett-Hartnell & Young, 2000).
Ο πρωταρχικός στόχος ενός portfolio ή e-portfolio είναι να μπορεί ο εκπαιδευτικός
να συλλέξει στοιχεία για τη συνολική αξιολόγηση για να αποδείξει την επίτευξη, την
πρόοδο και την καταγραφή των στόχων που έχουν τεθεί ή να γαλουχήσει μια
συνεχή διαδικασία προσωπικής ανάπτυξης και στοχαστικής μάθησης. Αυτές οι
διαφορετικές προσεγγίσεις δεν αλληλοαποκλείονται, και στην πραγματικότητα
μπορεί να αντιπροσωπεύουν διαφορετικά σημεία εκκίνησης για ένα ταξίδι προς την
ενσωμάτωση του portfolio για πλήρη χρήση στη διδακτέα ύλη.
Ανάλογα με τους σκοπούς που εξυπηρετούν τα portfolios διακρίνονται σε διάφορες
κατηγορίες. Ένα portfolio μπορεί να παρέχει πληροφορίες ώστε να καθοδηγείται η
διδασκαλία, μπορεί να δείχνει την εξέλιξη του μαθητή, σύμφωνα με το αναλυτικό
πρόγραμμα, ή την ανάπτυξή του σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ακόμα μπορεί
[595]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[596]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα
Το portfolio μπορεί να αξιοποιηθεί από τον εκπαιδευτικό στις κατευθύνσεις της
αξιολόγησης των μαθητών και της διδασκαλίας, καθώς παρέχει ανατροφοδότηση
σχετικά με την επιλογή διδακτικών στρατηγικών (Galley, 2000).
Η στοχοθεσία που έχει τεθεί στην πρώτη φάση της ανάπτυξης του portfolio δίνει
προτεραιότητα στα κριτήρια εκείνα που θα μετρήσουν την πρόοδο του μαθητή,
τόσο διαμορφωτικά δηλαδή σε όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, όσο και τελικά,
έτσι ώστε να καθοριστεί ο βαθμός επίτευξης των προτύπων, δεικτών και διδακτικών
στόχων. Η απόκλιση από αυτούς τους στόχους δεν είναι απαγορευτική καθώς, κατά
τη διάρκεια του έτους ο εκπαιδευτικός μπορεί να διαπιστώσει πως δεν είναι όλοι
εφικτοί. Επομένως, μέσω των portfolios οι στόχοι γίνονται ευέλικτοι και
προσαρμόζονται στις μαθησιακές ανάγκες των μαθητών.
Μπορεί, επίσης, να αξιοποιηθεί από τον μαθητή στις κατευθύνσεις της
αυτοαξιολόγησης (Barrett, 2000; Galley, 2000) και της διαχείρισης μάθησης καθώς
καλλιεργεί την ενεργητική συμμετοχή στη διαδικασία μάθησης, την ανάπτυξη
μεταγνωστικών ικανοτήτων (Gregoryetal, 2001) και την ανάληψη ευθύνης για τη
μάθηση (Gipps, 2002).
Όλη η διαδικασία συλλογής και οργάνωσης των στοιχείων που απαρτίζουν το
portfolio καλλιεργεί την κριτική σκέψη των μαθητών, τους βοηθά να κρίνουν, να
επιλέγουν και να λαμβάνουν αποφάσεις και μέσω του σχολιασμού των
αντικειμένων με τον καθηγητή τους, να μαθαίνουν να χρησιμοποιούν την πρότερη
γνώση στα νέα δεδομένα. Σύμφωνα με τους Paulson, Paulson και Meyer (1991) ο
δάσκαλος έχει την ευκαιρία: «να παρατηρήσει τους μαθητές του σε ένα ευρύτερο
πλαίσιο δραστηριοτήτων, να αναλαμβάνουν το ρίσκο, να αναπτύσσουν
δημιουργικές λύσεις, και να μαθαίνουν να κρίνουν οι ίδιοι την επίδοσή τους».
Με τα portfolios ευνοείται η ενεργός συμμετοχή, οι μαθητές μπορούν να
διακρίνουν τις επιτυχίες και τις αποτυχίες τους, να ενημερώνονται για τη μάθησή
τους διαρκώς, να θέτουν στόχους, να τους κατακτούν, να έχουν τη δυνατότητα να
[597]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφία
Κουλουμπαρίτση, Α., Ματσαγγούρας, Η. (2004). Φάκελος εργασιών του μαθητή
(portfolio assessment): Η αυθεντική αξιολόγηση στη διαθεματική διδασκαλία.
Στο: Εκπαιδευτικές Καινοτομίες Για το Σχολείο του Μέλλοντος, επιμ.
Αγγελίδης, Π. & Μαυροειδής, Γ., σ.55-83. Αθήνα: Τυπωθήτω.
Κωνσταντίνου, Χ. (2002). Η αξιολόγηση της επίδοσης του μαθητή σύμφωνα µε το
Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών. Επιθεώρηση
Εκπαιδευτικών Θεμάτων, 7, 37 - 51.
MacBeath, J. (2001). Η αυτοαξιολόγηση στο σχολείο: Ουτοπία και Πράξη. Aθήνα:
Ελληνικά Γράμματα.
Seebauer, R., Hellus, Z. (2002). Χαρτοφυλάκια και λοιπές εναλλακτικές μορφές
αξιολόγησης της επίδοσης. Στο: Μέτρηση και Αξιολόγηση της Επίδοσης για τη
Διασφάλιση της Επιτυχίας-Πρόγραμμα: Qual-Impact), Κολιάδης, Ε. (Μτφ-
Επιμ.). Aθήνα: ΕλληνικάΓράμματα.
Abrami, P. C., Barrett, H. (2005). Directions for research and development on
electronic portfolios. Canadian Journal of Learning and Technology, 31(3), 1-15.
Arter, J., Spandel, V. (1992). “NCME Instructional Module: Using portfolios of student
work in instruction and assessment”. Educational Measurement: Issues and
Practise, 11 (1), 36-44.
Barrett, H. (2000). Electronic teaching portfolios: Multimedia skills + portfolio
development= powerful professional development. Seattle, WA: Society for
Information Technology & Teacher Education International Conference:
Proceedings of SITE 2000. (ERIC Document Reproduction Service No. ED
444514).
[598]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[599]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[600]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Χολέβας Κ. Νικόλαος
Εκπαιδευτικός - Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης
nicholevas@sch.gr
Νικολακοπούλου Κατερίνα
Εκπαιδευτικός - Σχολική Σύμβουλος Δημοτικής Εκπαίδευσης
katnikolak@upatras.gr
Περίληψη
Στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας, το «Σχέδιο Εργασίας» έγινε γνωστό στη
σχολική τάξη πριν περίπου είκοσι χρόνια με τα προγράμματα Περιβαλλοντικής
Εκπαίδευσης αρχικά, και αργότερα με τις δραστηριότητες της Αγωγής Υγείας και των
Πολιτιστικών Θεμάτων. Με την καθιέρωση των ΔΕΠΠΣ και ΑΠΣ καθώς και της
Ευέλικτης Ζώνης, τα Σχέδια Εργασίας επεκτάθηκαν και σε άλλες γνωστικές περιοχές.
Η αξιοποίηση των Σχεδίων Εργασίας στην Ευέλικτη Ζώνη πρέπει να αποτελεί
προτεραιότητα στον προγραμματισμό του εκπαιδευτικού έργου για κάθε
εκπαιδευτικό, μιας και δίνεται η δυνατότητα να προσεγγίζονται βασικά στοιχεία
όπως θα αναλυθούν στην παρούσα εργασία. Στην παρούσα εργασία στόχος δεν
είναι να δοθεί ένα έτοιμο πρόγραμμα για εφαρμογή, αλλά ν’ αποτελέσει αυτό
ερέθισμα, ώστε ο κάθε εκπαιδευτικός να υλοποιήσει το δικό του πρόγραμμα και
Σχέδιο Εργασίας. Η βασική μέθοδος που ακολουθείται είναι η μέθοδος Project ή
μέθοδος βιωματικής-επικοινωνιακής διδασκαλίας, που θέτει στο κέντρο δράσης τα
ενδιαφέροντα, τις ανάγκες και τους προβληματισμούς των μαθητών.
1. Εισαγωγή
Η ανάπτυξη της ικανότητας των σχολείων και των εκπαιδευτικών για τη βελτίωση
της μάθησης είναι ένα από τα σημαντικότερα θέματα μιας και σχετίζεται με
γνώσεις, δεξιότητες, ικανότητες και συμμετοχικές διαδικασίες μάθησης που
απαιτούν διάθεση από τον εκπαιδευτικό, ευελιξία στο να δοκιμάζει νέες μεθόδους
στην εκπαιδευτική πράξη και γενικότερα θετική τάση για συνεργασία στη σχολική
κοινότητα.
Αρχικά θα παρουσιαστούν οι διάφοροι τρόποι βελτίωσης της μάθησης, η σημασία
της διαδικαστικής γνώσης που συνδέεται με τα μαθησιακά αποτελέσματα καθώς
και η σημασία ανάπτυξης του εκπαιδευτικού. Στη συνέχεια θα παρουσιαστεί η
εμπειρία εφαρμογής ενός σχεδίου εργασίας στην Δ’ τάξη Δημοτικού
επικεντρώνοντας στη διαδικασία και στα βήματα που ακολουθήθηκαν για την
επίτευξη των στόχων. Τελειώνοντας θα καταγραφούν τα συμπεράσματα και οι
βασικές προϋποθέσεις που συντέλεσαν στην επίτευξη των στόχων που τέθηκαν.
[601]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
2. Κυρίως Θέμα
Με τον όρο μάθηση αναφερόμαστε σε ένα σύνολο χαρακτηριστικών στοιχείων της
εκπαιδευτικής διαδικασίας με στόχο τη βελτίωσή της. Κατά καιρούς έχουν
προταθεί διάφοροι τρόποι για την ποιοτική βελτίωση της μάθησης, όπως: α)
βελτίωση και ανασχεδιασμός του χώρου της τάξης, (β) Χρήση νέων Τεχνολογιών –
χρήση Η.Υ., Video projector, πολυμέσων, κατάλληλο λογισμικό, (γ) Εφαρμογή νέων
μεθόδων στη διαδικασία μάθησης, όπως της Συνεργατικής μάθησης, μιας και
ερευνητικά έχει αποδειχτεί ότι δίνεται μια λύση στο πρόβλημα των ατομικών
διαφορών μέσα στην τάξη (Χαραλάμπους & Γεώργας, 1995) μέσω των
ερευνητικών μελετών – Project (Frey, 2005), (δ) Να δοθεί έμφαση στο να μάθουν οι
μαθητές πώς να μαθαίνουν (Διαδικαστική μάθηση). Η κατοχή της διαδικαστικής
γνώσης σημαίνει το να γνωρίζει κανείς πώς και πότε πρέπει να εφαρμόσει όσα
έμαθε (τη δηλωτική του γνώση). Αυτό δεν θα πρέπει να παραμείνει θεωρητικό και
χωρίς περιεχόμενο. Θα πρέπει δηλαδή, να δώσουμε στους μαθητές, μέσα από την
διδασκαλία των διαφόρων μαθημάτων, δεξιότητες. Ότι μαθαίνουμε καλύτερα όταν
λέμε αυτό που μαθαίνουμε. Θα πρέπει λοιπόν να συζητάνε με την ομάδα τους στην
τάξη, ή με άλλο συμμαθητή τους. Είναι βασικό οι μαθητές να μιλάνε περισσότερο
στην τάξη και όχι να γίνεται μονόλογος από τον εκπαιδευτικό.
Η μάθηση συνδέεται με τα «μαθησιακά αποτελέσματα», τα οποία αναφέρονται σε
γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες. Με τις γνώσεις αναφερόμαστε στο αποτέλεσμα
της αφομοίωσης των πληροφοριών. Με τις ικανότητες στην αποδεδειγμένη
επάρκεια στη χρήση γνώσεων, δεξιοτήτων και δυνατοτήτων και με τον όρο
δεξιότητες στην εφαρμογή των γνώσεων και της τεχνογνωσίας στην επίλυση
προβλημάτων. Οι δεξιότητες διακρίνονται σε νοητικές και πρακτικές.
Σημαντικός θεωρείται και ο όρος «ανάπτυξη», μιας και αποτελεί καθοριστικό
παράγοντα ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου. Συχνά γίνεται λόγος για
επαγγελματική ανάπτυξη, που αποτελεί μια διαδικασία κατά την οποία οι
εκπαιδευτικοί μετασχηματίζουν συνεχώς την πρακτική τους μέσα από την εμπειρία
και την συμμετοχή τους σε τυπικές και άτυπες μορφές επιμόρφωσης. Στον ιστότοπο
των Δράσεων Ευαισθητοποίησης της Εκπαιδευτικής Κοινότητας, αναφέρεται ότι «Η
επαγγελματική ανάπτυξη αποβλέπει στην ενίσχυση της σχέσης των εκπαιδευτικών
με τις γνώσεις, τις ανθρώπινες/παιδαγωγικές διαστάσεις και τη σύνδεσή τους με τα
κοινωνικά περιβάλλοντα. Οι διαστάσεις της επαγγελματικής ανάπτυξης συνδέονται
με μια δια βίου επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η αναγκαιότητα της οποίας
ενισχύεται λόγω των συνεχών μεταβολών στα περιβάλλοντα των κοινωνιών
μάθησης. Οι αλλαγές αυτές δημιουργούν νέες ανάγκες σε σχέση με τα προσόντα
και γενικότερα με το ρόλο του εκπαιδευτικού στη σύγχρονη κοινωνία»
(http://kp.kanep-gsee.gr/). Επίσης, στους στόχους του Νέου Σχολείου η συνεχής
επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, η υποστήριξή τους κεντρικά, η
εκπόνηση σχεδίων μάθησης και εκπαιδευτικών υλικών από τους ίδιους τους
εκπαιδευτικούς, η υποστήριξη για την οργάνωση κοινοτήτων πρακτικής των
εκπαιδευτικών για την εμβάθυνση και διάδοση, οι πιλοτικές εφαρμογές, η
[602]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αξιολόγηση των προγραμμάτων μέσα από αυτές κ.ά. Στόχος είναι ένα
«αναδυόμενο» πρόγραμμα μέσα από τη σχολική πράξη και η μετατροπή των
σχολείων σε δημιουργικές κοινότητες της πράξης (Δούκας, 2013:31).
Στενά συνδεδεμένα με τους όρους μάθηση, ικανότητα, βελτίωση, ανάπτυξη πρέπει
να θεωρείται σήμερα ο όρος «καινοτομία». Κυρίως εστιάζουμε στην εκπαιδευτική –
παιδαγωγική καινοτομία, όπου εφαρμόζονται νέες ιδέες που αφορούν αλλαγές σε
σχέση με τους στόχους, τα περιεχόμενα, τα μέσα διδασκαλίας και τις μεθόδους
αξιολόγησης. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και αλλαγές που αφορούν την
παιδαγωγική σχέση δασκάλου-μαθητή, τις σχέσεις μεταξύ των μαθητών, τη
δυναμική των μαθητικών ομάδων, τις αλλαγές στάσεων και συμπεριφορών
(Γιαννακάκη, 2002). Επίσης, στενά συνδεδεμένη με τον όρο καινοτομία αποτέλεσε
και η Ευέλικτη Ζώνη ενταγμένη στο ωρολόγιο πρόγραμμα της υποχρεωτικής
εκπαίδευσης, που λειτούργησε πιλοτικά για τρία συνεχή σχολικά έτη, από το 2001-
02 μέχρι και το 2003-04. Οι δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν στην ευέλικτη ζώνη
στόχευαν στην ολιστική προσέγγιση της γνώσης καθώς και στην απόκτηση
δεξιοτήτων μέσα από βιωματικές και ομαδοσυνεργατικές διαδικασίες, με κύριο
μεθοδολογικό εργαλείο τα Σχέδια Εργασίας (Καρατζιά–Σταυλιώτη, 2002; Ματσαγ-
γούρας, 2002).
Λαμβάνοντας υπόψη τις προαναφερόμενες θεωρήσεις θα γίνει αναφορά και
παρουσίαση στην εφαρμογή ενός προγράμματος Αγωγής Υγείας σε δημοτικό
σχολείο με θέμα: «Το σώμα μου».
Σχετικές ενότητες από το μάθημα της Μελέτης του Περιβάλλοντος είναι: Στην Α’
τάξη Δημοτικού η γενική θεματική ενότητα (Δ) «Οι ανάγκες του ανθρώπου» και πιο
συγκεκριμένα τα κεφάλαια 1, 2 & 3 (Γνωρίζω το σώμα μου, Γνωρίζω τον κόσμο με
τις αισθήσεις, Πώς φροντίζω το σώμα μου, να είμαι υγιής;). Στην Δ’ τάξη Δημοτικού
η ενότητα 5 «Γνωρίζουμε και προσέχουμε το Σώμα μας» και πιο συγκεκριμένα τα
κεφάλαια 1 & 2 (Το σώμα μας, Φροντίζω το σώμα μας). Η αναφορά μας στο μάθημα
της Μελέτης του Περιβάλλοντος γίνεται αφενός γιατί αποτελεί το μοναδικό αμιγώς
διαθεματικό γνωστικό αντικείμενο, επειδή ακολουθεί τη θεματοκεντρική
προσέγγιση της γνώσης με θέματα που αντλούνται από την κοινωνική ζωή του
ανθρώπου και από το άμεσο κοινωνικό, φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον του
και αφετέρου επειδή η έρευνα των θεμάτων στη ΜτΠ υλοποιείται κυρίως με τη
διδακτική προσέγγιση των σχεδίων εργασίας (Υ.ΠΑΙ.Θ., 2013).
Η μέθοδος project αποτελεί γνήσιο προϊόν του εκπαιδευτικού κινήματος που
αποδίδει έμφαση όχι στα γνωστικά αντικείμενα αλλά και στις διαδικασίες
προσέγγισης και επεξεργασίας τους οικοδομώντας ένα εναλλακτικό διδακτικό
σύστημα, ανοιχτό και ζωντανό (Frey, 2005). Ο σχεδιασμός προγράμματος Αγωγής
Υγείας είναι η διαδικασία που απαντά στο ερώτημα ποια μέθοδο, στρατηγική θ’
ακολουθήσουμε για να φτάσουμε απ’ την αρχή (που είναι διαθέσιμες πηγές και
αποθέματα) στο τέλος, (σκοπός) και (στόχοι) κάνοντας εκείνη την επιλογή, που θα
έχει το καλύτερο αποτέλεσμα» (Στάππα–Μουρτζίνη, 2004).
[603]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[604]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[605]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[606]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα
Ο σχεδιασμός του συγκεκριμένου προγράμματος Αγωγής Υγείας με την αξιοποίηση
της μεθόδου project ανταποκρίνεται στις αρχές της συνεργατικής – διερευνητικής
μάθησης μιας και αξιοποιoύνται εμπειρίες των μαθητών, σχεδιάζονται και
μεθοδεύονται διερευνήσεις, αναζητούνται και αξιοποιούνται ερευνητικά εργαλεία,
αναλύονται και συνδέονται δεδομένα, αναπτύσσονται δεξιότητες λήψης
αποφάσεων, επικοινωνίας και συνεργασίας με άλλα άτομα σε ομαδικές εργασίες.
Για την επιτυχία των στόχων του προγράμματος που παρουσιάστηκε, βασική
προϋπόθεση αποτελεί η θετική στάση του εκπαιδευτικού στη φιλοσοφία και τη
μεθοδολογία της συγκεκριμένης μεθόδου, η συμμετοχή του στις επιμορφωτικές
συναντήσεις με στόχο την ανατροφοδότηση, η θετική στάση των υπόλοιπων
εκπαιδευτικών του σχολείου και η προθυμία τους να συνδράμουν, η ενθάρρυνση
από το Διευθυντή του Σχολείου καθώς και η συνεργασία του με τους γονείς των
μαθητών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bonnie, M.(2002). «Xτίζοντας καλύτερη σχέση με τα παιδιά στη τάξη». Αθήνα:
Γρηγόρης.
Frey, K. (2005). H μέθοδος Project. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.
Γιαννακάκη, Μ. (2002). Διοικητική αποκέντρωση και εφαρμογή της καινοτομίας στη
σχολική μονάδα. Στο: Παπάς, Τσιπλητάρης & Πετρουλάκης (επιμ.). Ελληνική
Παιδαγωγική και Εκπαιδευτική Έρευνα, τόμος Β’, Ατραπός.
[607]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Δούκας, Χ. (2013). Εκπαιδευτικό υλικό για την ενότητα Ανάλυση και Σχεδιασμός των
Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων. ΥΠΑΙΘΠΑ – ΕΚΔΔΑ
Δαγκωνάκη, Α. & Τσίγκρα, Μ. (1997). Υγεία και Διατροφή στην Προσχολική Ηλικία –
Οδηγός για Νηπιαγωγούς. Αθήνα: Αγωγή Υγείας – Υπουργείο Υγείας &
Πρόνοιας.
Δράσεις Ευαισθητοποίησης της Εκπαιδευτικής Κοινότητας Κ.ΑΝ.Ε.Π./Γ.Σ.Ε.Ε.
Ανακτημένο στις 16-07-2013 από το δικτυακό τόπο www.Kp.Kanep-
gsee.gr/επαγγελματική-ανάπτυξη-των-εκπαιδευτικών
Καρατζιά-Σταυλιώτη, Ε. (2002). Η διαθεματικότητα στα Αναλυτικά Προγράμματα
Σπουδών: Παραδείγματα από την ευρωπαϊκή εμπειρία και πρακτική.
Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, 7, 52-64
Ματσαγγούρας, Η. (2002). Ευέλικτη Ζώνη Διαθεματικών Προσεγγίσεων: Μια
εκπαιδευτική καινοτομία που αλλάζει το σχολείο. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών
Θεμάτων, 6, 15-30
Στάππα – Μουρτζίνη, Μ.(2004), «Αγωγή Υγείας» Ο.Ε.Δ.Β.
Σώκου Κατερίνα (1999), «Οδηγός αγωγής και προαγωγής της υγείας» Αθήνα:
Ελληνικά Γράμματα.
Υ.ΠΑΙ.Θ. (2013). Εγκύκλιος, Φ.12/697/149618/Γ1. Οδηγίες για τη διδασκαλία της
Μελέτης του Περιβάλλοντος στο δημοτικό σχολείο για το σχολικό έτος 2013-
2014. Αθήνα
Χαραλάμπους, Ν. & Γεώργας, Δ. (1995). Συνεργατική Μάθηση, σχολική ικανότητα
και επίδοση. Ψυχολογία, 2 (2), 146-164
[608]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Χριστόπουλος Νικόλαος
Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων Βορ. Αιγαίου
christopoulosnikolaos@gmail.com
Παπαδανιήλ Μαρία
Περιφερειακή Δ/ντρια Εκπ/σης Βορ. Αιγαίου
1.ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
Εισαγωγή
Η χάραξη των γενικών κατευθύνσεων της Εκπαίδευσης και η βελτίωση της
ποιότητάς της, που προσφέρεται από τους σχετικούς φορείς, αποτελεί βασικό
μέλημα όλων των ευρωπαϊκών χωρών.
Λαμβάνοντας υπόψη, μάλιστα ότι τα στοιχεία και οι παράμετροι ενός
εκπαιδευτικού συστήματος σχετίζονται με την:
► Εκπαιδευτική πολιτική
► Εκπαίδευση, μετεκπαίδευση εκπαιδευτικών
► Σχολική οργάνωση, δομή
► Επιδόσεις μαθητών
► Σχολική κουλτούρα, σχολικό κλίμα
► Αναλυτικά προγράμματα
► Βιβλία, εκπαιδευτικό υλικό
► Προϋπολογισμός
► Υλικοτεχνική υποδομή
► Οποιοδήποτε θέμα που αφορά στη λειτουργία του σχολείου και της εκπαίδευσης
γενικότερα.
Διαφαίνεται πως τα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων καθώς επίσης τα βιβλία
και το εκπαιδευτικό υλικό βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλων των
εμπλεκομένων με την εκπαίδευση γενικότερα μια και αποτελούν μια θεμελιώδη
διάσταση της όλης εκπαιδευτικής διαδικασίας, διαδραματίζοντας κεντρικό ρόλο ως
μέσα επίτευξης των σκοπών της εκπαίδευσης.
[609]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[610]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[611]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
κατάλληλα για την ένταξή τους σε μια κοινωνία που αλλάζει (Υ.Π.Ε.Π.Θ.-Π.Ι. 2003α,
σ.3733,3736), απάντησε με το σχεδιασμό των παρακάτω προγραμμάτων σπουδών
που αφορά την υποχρεωτική εκπαίδευση (Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Γυμνάσιο):
Δ.Ε.Π.Π.Σ.-Α.Π.Σ. Το 2003 συντάσσεται για την υποχρεωτική Εκπαίδευση από το
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών
(ΔΕΠΠΣ) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ) των επιμέρους γνωστικών
αντικειμένων.
Με βάση αυτά προκηρύσσονται (στο πλαίσιο του Γ΄ ΚΠΣ) και συγγράφονται νέα
βιβλία (βιβλίο μαθητή, τετράδια εργασιών, βιβλίο εκπαιδευτικού) για το
Νηπιαγωγείο, το Δημοτικό και το Γυμνάσιο καθώς και το απαραίτητο συνοδευτικό
υλικό, τα οποία και διανεμήθηκαν στα σχολεία από το σχολικό έτος 2006 μέχρι και
το 2009.
Συνεγράφη ένας μεγάλος αριθμός βιβλίων (εκπαιδευτικού και μαθητή) και
παρήχθησαν λογισμικά. Οι προδιαγραφές αυτών συνδέονται με την εφαρμογή της
«ευέλικτης ζώνης διαθεματικών και δημιουργικών δραστηριοτήτων», τη «ζώνη
καινοτόμων δράσεων» (4 ώρες στις μικρές τάξεις, 2 ώρες στις 2 τελευταίες τάξεις
στο δημοτικό και 2 ώρες την εβδομάδα για τα γυμνάσιο στο πλαίσιο της «ζώνης
καινοτόμων δράσεων» Π.Ι. 2000&2002) και το «πολυθεματικό βιλίο-φάκελο».
Το «πολυθεματικό» βιβλίο εισάγεται στη Γ΄Γυμνασίου και Στ΄Δημοτικού. Πρόκειται
για ένα βιβλίο που περιέχει κείμενα και εικόνες ποικίλου περιεχομένου τα οποία,
σύμφωνα με τους συντάκτες του «ενδιαφέρουν άμεσα στην καθημερινότητα του
μαθητή και τον βοηθούν να κατανοήσει περισσότερο την περίπλοκη ζωή της εποχής
μας». (Π.Ι.2002).
Σύμφωνα μάλιστα με τον Μπονίδη (2012) ήταν ένα βιβλίο μη απαραίτητο, μια και
θα ήταν πιο παιδαγωγικά ορθότερο, στα πλαίσιο της διαφοροποιημένης σχολικής
εργασίας, να επιλέγονται κείμενα από τους εκπαιδευτικούς ή τους μαθητές
σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Τα Δ.Ε.Π.Π.Σ. και τα σχετικά Α.Π.Σ., ξεκίνησαν ως πρόταση- πρόκληση του προέδρου
του Π.Ι. Αλαχιώτη ΣΤ. (Φθινόπωρο 2000- σχεδιασμός αναθεώρησης εκπ/κού
συστήματος) προς τα στελέχη του Π.Ι. να αναζητήσουν τρόπους ολιστικής
προσέγγισης της διδασκόμενης γνώσης. Προσέλαβαν την τελική τους μορφή που
παρουσιάστηκαν σε τρεις τόμους, μετά από το διάλογο του ΥπΕΠΘ δια του Π.Ι. με
τους μαχόμενους εκπαιδευτικούς, τα στελέχη της εκπαίδευσης και τις επιστημονικές
ενώσεις, με βάση την επίσημη πρόταση του ΥπΕΠΘ (Φ.Ε.Κ.1366/τ.Β’/18-10-2001,
1373/τ.Β’/18-10-2001, 1374/τ.Β’/18-10-2001, 1375/τ.Β’/18-10-2001, 1376/τ.Β’/18-
10-2001).
[613]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
περιεχόμενα μάθησης,
διδακτέα ύλη σε συνδυασμό με τον απαιτούμενο για κάθε ενότητα διδακτικό
χρόνο,
υποδείξεις για τη μεθόδευση της διδασκαλίας και την αξιολόγηση της
αποτελεσματικότητας,
πρόσθετο βοηθητικό υλικό για τον εκπαιδευτικό,
οδηγίες και ενδεικτικά σχέδια μαθήματος.
Ως προς τη δομή:
το Δ.Ε.Π.Π.Σ:
διαθέτει την απαιτούμενη ευελιξία προσαρμογής του περιεχομένου του στις
εκάστοτε εκπαιδευτικές ανάγκες
περιέχει ανά διδακτικό αντικείμενο τους γενικούς σκοπούς της διδασκαλίας, τους
γενικούς γνωστικούς, συναισθηματικούς και ψυχοκινητικούς στόχους, συνοπτικά
περιεχόμενα μάθησης και ενδεικτικές θεμελιώδεις έννοιες διαθεματικής
προσέγγισης, οι οποίες αποτελούν τη βάση για τον σχεδιασμό διαθεματικών
δραστηριοτήτων στα αντίστοιχα Α.Π.Σ.
τα ΑΠΣ που εξειδικεύονται ανά γνωστικό αντικείμενο
προσδιορίζονται οι σκοποί, οι στόχοι και οι θεματικές ενότητες και όχι απλή
παράθεση διδακτέας ύλης. Έτσι βοηθούν τους εκπαιδευτικούς να εφαρμόσουν
ποικίλες εναλλακτικές μεθόδους διδασκαλίας.
υπολογίζεται ο προβλεπόμενος χρόνος για τη διδασκαλία κάθε θεματικής
ενότητας,
υποδεικνύονται ενδεικτικές δραστηριότητες θεματικού ή διαθεματικού
χαρακτήρα,
συμπεριλαμβάνονται ενδεικτικά διαθεματικά σχέδια εργασία projects, για τα
οποία διατίθεται περίπου το 10% του διδακτικού χρόνου καθώς και προτάσεις για
τη μεθόδευση και την αξιολόγηση της διδακτικής διαδικασίες (ΥΠΕΠΘ-Π.Ι., 2002)
Στο πλαίσιο του Δ.Ε.Π.Π.Σ. εφαρμόστηκε και η εισαγωγή της καινοτόμου δράσης
«Ευέλικτη Ζώνη» για το Νηπιαγωγείο, το Δημοτικό και το Γυμνάσιο, μια
εκπαιδευτική πράξη που ουσιαστικοποιεί, σε προχωρημένο βαθμό, τη διαθεματική
προσέγγιση της γνώσης και υποστηρίζεται από ειδικά διαμορφωμένο εκπαιδευτικό
υλικό.
[614]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[615]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[616]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[617]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αλαχιώτης,Ν.; (Π.Ι.) Για ένα σύγχρονο Εκπαιδευτικό Σύστημα. Η διαθεματικότητα
και η ΕυέλικτηΖώνη αλλάζουν την παιδεία και αναβαθμίζουν την ποιότητα της
Εκπαίδευσης.Ανακτημένο:www.pi-schools.gr/downdoal/programs/depps/(30-
5-2013)
Apple,M.W.(1980). Ιδεολογία και Αναλυτικά Προγράμματα. Θεσσαλονίκη:
Παρατηρητής.
Αργυροπούλου.,Χ., Ευέλικτα Ανοιχτά Ενιαία Προγράμματα Σπουδών με
διεπιστημονικές- διαθεματικές προσεγγίσεις απαντούν δημιουργικά στην
εκπαίδευση του 21ου αιώνα. Ανακτημένο: http://www.pee.gr/wp-
conteht/uploads/praktika,13-5-2013
Αρνίδου.,Κ.,Βουρτσάκη.,Ε.,Καραγεωργίου.Ε.,κ.ά.(2006).Τα νέα Αναλυτικά
Προγράμματα (Δ.Ε.Π.Π.Σ.-Α.Π.Σ.) και οι Εκπαιδευτικοί. Αθήνα: Δ.Ο.Ε.-Ι.Π.Ε.Μ.
Γερογιάννης.,Κ.,Μπούρας,Α., Αναλυτικά Προγράμματα και Σχολικά εγχειρίδια
Αναρτημένο: http://conf2007.edu.uoi.gr/Praktika/482-605.pdf./13-3-2013
Βέικου, Χ., Σιγανού, Α., Παπασταμούλη, Ε. Σύντομη επισκόπηση του παιδαγωγικού
πλαισίου το ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Επιθεώρηση
Εκπαιδευτικών Θεμάτων. Σελ.55-68.
Βρετός, Ι. (1985). Το πρόβλημα της εγκυρότητας και της νομιμότητας στη λήψη
αποφάσεων κατά τα σύνταξη Αναλυτικών Προγραμμάτων. Περ. Παιδαγωγική
Επιθεώρηση, 3, 117-134
Βρεττός,Γ., Καψάλης,Α.(1997). Αναλυτικό πρόγραμμα. Σχεδιασμός-αξιολόγηση-
αναμόρφωση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Βρεττός, Γ. & Καψάλης, Α. (1999). Αναλυτικά Προγράμματα. Αθήνα: Ελληνικά
Γράμματα
Θεοδωροπούλου,Ε.(2010). Φιλοσοφία της παιδείας: Λόγοι, Όψεις, Διαδρομές.
Αθήνα: Πεδίο
Θεριανός, Κ., Κάτσικας, Χ., Φατούρου,Α. Αναλυτικά προγράμματα και σχολικά
βιβλία. 8ο Εκπαιδευτικό συνέδριο: ΟΛΜΕ
Καλαϊτζοπούλου, Μ. (2001). Ο εκπαιδευτικός ως στοχαζόμενος επαγγελματίας.
Αθήνα: Τυπωθήτω.
Κασσωτάκης, Μ., Φλουρής, Γ. Μάθηση και Διδασκαλία: Αθήνα 2006, τόμος Β΄
Κατσαρού, Ε., Δεδούλη, Μ., (2008). Επιμόρφωση και Αξιολόγηση στο χώρο της
Εκπαίδευσης. Π.Ι. Αθήνα
Κάτσικας, Χ., Θεριανός, Κ., (2007). Ιστορία της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης. Από την
ίδρυση του κράτους μέχρι το 2007. Αθήνα: Σαββάλας
Καψάλης, A. Xαραλάμπους, Δ. (2007). Το σχολικό εγχειρίδιο. Θεσμική εξέλιξη και
σύγχρονη προοπτική. Αθήνα: Μεταίχμιο
[618]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[619]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Χατζηγεωργίου, Γ., (2003). Πρόταση για ένα σύγχρονο αναλυτικό πρόγραμμα. Μια
οικολογική-ολιστική προοπτική. Αθήνα: Αστραπός
Χατζηγεωργίου, Γ., (2005). Η αναδομιστική διάσταση των αναλυτικών
Προγραμμάτων ως απόρροια της ολιστικής–οικολογικής κοσμοθεωρίας, Στο
Φλουρής, Γ., & Κασσωτάκης., Μ. Εκπαιδευτικά Ανάλεκτα: Τιμητικός Τόμος για
το Βύρωνα Μασσιαλά, Αθήνα: Ατραπός
Χατζηγεωργίου, Γ., (2012) Διαφάνειες: Ο σχεδιασμός και η αξιολόγηση των
αναλυτικών προγραμμάτων. Ρόδος
Ψηφιακό Σχολείο: http://digitalschool.minedu.gov.gr/info/newps.php
[620]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ψαράς Χαράλαμπος
Σχολικός Σύμβουλος Π.Ε.-Δωδεκάνησα
mfpsaras@rhodes.aegean.gr
Φώκιαλη Περσεφόνη
Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΤΕΠΑΕΣ Πανεπιστημίου Αιγαίου
persa@rhodes.aegean.gr
Ράπτης Νικόλαος
Σχολικός Σύμβουλος Π.Ε .-Δωδεκάνησα
nraptis@rhodes.aegean.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην παρούσα εργασία εξετάζουμε πώς οι εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονται την
καινοτομία και πώς ανταποκρίνονται σε αυτή. Στο θεωρητικό μέρος εξετάζονται οι
κρατούσες θεωρήσεις για την Αλλαγή και την Καινοτομία. Επιδιώκουμε να
διερευνήσουμε πώς εφαρμόζεται η καινοτομία της Φιλαναγνωσίας από τους
εκπαιδευτικούς της Π.Ε. μέσα από τη διάσταση των Ανησυχιών των εκπαιδευτικών
απέναντι στην καινοτομία αυτή. Χρησιμοποιούμε το διαγνωστικό εργαλείο CBAM
(Concern Based Adoption Model) προσαρμοσμένο στα ελληνικά δεδομένα. Βρήκαμε
ότι οι έλληνες εκπαιδευτικοί έχουν υψηλά επίπεδα ανησυχίας στο Στάδιο
Διαχείρισης – (High Management Concerns) και αυτό σημαίνει ότι οι ηγέτες των
σχολικών συστημάτων πρέπει να παρέμβουν ενισχυτικά.
Εισαγωγή
Η συνεχής βελτίωση και η επίτευξη της ποιότητας αποκτά ιδιαίτερη αξία για τους
εκπαιδευτικούς οργανισμούς και αποτελεί τον πυρήνα της ιδέας της επιτυχημένης
εκπαιδευτικής διοίκησης και της αποτελεσματικής ηγεσίας. Αναπόσπαστα
συνδεδεμένη με την βελτίωση της ποιότητας θεωρείται από πολλούς η καινοτομία
η οποία εισάγεται στην εκπαίδευση με μεταρρυθμίσεις (Fullan, 2011; Πασιαρδής,
2008; Ράπτης, 2006).
Οι μεταρρυθμίσεις και οι καινοτομίες του πραγματικού κόσμου και της
ανταγωνιστικής οικονομίας ασκούν πιέσεις στις εκπαιδευτικές δομές να κινηθούν
με μεγαλύτερες ταχύτητες και να καλύψουν το χάσμα που τους χωρίζει. Ένα χάσμα
που διαρκώς μεγαλώνει, καθώς οι ρυθμοί αλλαγής και προσαρμογής της
εκπαίδευσης γίνονται πάντοτε με μικρότερη ταχύτητα από τους αντίστοιχους της
οικονομίας και της τεχνολογίας.
Οι σχεδιαστές των εκπαιδευτικών πολιτικών, αντιλαμβανόμενοι την κατάσταση
αυτή και ευρισκόμενοι ανάμεσα στις πιέσεις των απαιτήσεων της πολιτικής και των
δυνατοτήτων των εκπαιδευτικών δομών, προσπαθούν μέσα από την
εφαρμογήκαινοτομιών να προωθήσουν την αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος.
[621]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[622]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[623]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[624]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Μεθοδολογία έρευνας
Η έρευνά μας είναι μια ποσοτική εκ των υστέρων έρευνα (ex post facto) μέσω της
οποία επιχειρούμε την αξιολόγηση της χρήσης της καινοτομίας της φιλαναγνωσίας
μετά από δύο χρόνια εφαρμογής ως προς τα Σταδία Ανησυχιών για τους
συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιούμε είναι
το CBAM (Concern Based Adoption Model). Οι τρέχουσες χρήσεις του προτύπου
CBAM είναι τόσο διαφορετικές όσο είναι και οι καινοτομίες στις οποίες τα μέρη του
μπορούν να εφαρμοστούν.
Πίνακας Σταδίων Ανησυχιών και αντίστοιχες εκφράσεις που εκφράζουν αυτές τις
ανησυχίες.
[625]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Το προφίλ αυτό αποτυπώνει μια κατάσταση στην οποία φαίνεται ότι μέσοι όροι των
ανησυχιών των εκπαιδευτικών είναι σε σχετικά χαμηλά επίπεδα στα πρώτα τρία
Στάδια, εμφανίζεται μία ένταση των ανησυχιών στο Στάδιο 3 (διαχείρισης) και σε
ικανοποιητικό επίπεδο ακολουθούν οι ανησυχίες για τρία επόμενα Στάδια.
Τα αποτελέσματα αυτά μας πληροφορούν ότι οι εκπαιδευτικοί δεν είναι αδιάφοροι
για την καινοτομία (Στάδιο 0=40%), έχουν μέτριες ανησυχίες για τις
[626]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Γυναίκες 37 40 45 48 73 59 52 52
Άντρες 17 40 48 45 60 54 55 47
[627]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
1-4 5 48 57 59 80 54 36 38
5-10 14 48 45 52 77 59 52 57
11-20 23 40 48 45 65 59 52 52
21-more 12 40 45 39 60 59 59 57
[628]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ναι 10 40 40 31 56 66 68 57
Όχι 44 48 48 48 73 54 48 52
Η ανάλυση του Σχήματος 4, μας δίνει πολύ σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την
παράμετρο της επιμόρφωσης/κατάρτισης των εκπαιδευτικών πριν ή/και κατά τη
διάρκεια εφαρμογής της καινοτομίας. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι εκπαιδευτικοί
που έχουν λάβει επίσημη κατάρτιση για την καινοτομία της Φιλαναγνωσίας, είτε με
εργαστήρια είτε με μαθήματα, παρουσιάζουν σε όλα τα κρίσιμα Στάδια για την
επιτυχή εφαρμογή της καινοτομίας μία διαφορά της τάξης του 20% περίπου από
αυτούς που δεν έχουν λάβει καμία επίσημη κατάρτιση. Έτσι, αυτοί που έχουν λάβει
[629]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
επίσημη κατάρτιση έχουν στα Στάδια 2 και 3 χαμηλότερες ανησυχίες από αυτούς
που δεν έχουν λάβει επίσημη κατάρτιση, ενώ στα Στάδια 4 και5 έχουν 10% και 20%
αντίστοιχα μεγαλύτερες ανησυχίες για τις επιπτώσεις και τη συνεργασία για την
επιτυχή εφαρμογή της καινοτομίας και τη βελτίωση των επιπτώσεων στους
μαθητές.
Ναι 49 40 45 45 69 59 55 57
Όχι 5 61 66 63 60 33 31 26
Στο Σχήμα 5 βλέπουμε την κατανομή των ανησυχιών των εκπαιδευτικών με βάση το
αν εφαρμόζουν άλλα προγράμματα/καινοτομίες κατά την άσκηση του διδακτικού
τους έργου. Εδώ βλέπουμε ότι η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών
πραγματοποιούν και άλλα προγράμματα/καινοτομίες και οι ανησυχίες τους
κορυφώνονται στο Στάδιο 3 (της Διαχείρισης) και φαίνεται να αφορούν κυρίως στην
υλικοτεχνική υποδομή. Επίσης φαίνεται να διατηρούν υψηλά επίπεδα ανησυχιών
στα Στάδια 4, 5 και 6, δείχνοντας έτσι ότι τους απασχολεί η καινοτομία της
Φιλαναγνωσίας, οι επιπτώσεις στους μαθητές και αναζητούν τρόπους βελτίωσης
των αποτελεσμάτων σ’ αυτούς. Οι εκπαιδευτικοί δηλαδή που γενικά
πραγματοποιούν προγράμματα (περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, πολιτιστικά κ.ά.)
έχουν μία θετική προσέγγιση στις καινοτομίες και αναζητούν τρόπους
[630]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Συμπεράσματα - Προτάσεις
Εδώ θα παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα με το συνιστώμενο από τους ερευνητές
τρόπο, σύμφωνα με τον οποίο (Πίνακας 10) θα αντιστοιχήσουμε για κάθε Στάδιο
Ανησυχίας τον αριθμό των ατόμων που είχαν την κορυφή του σκορ τους εκεί. Με
τον τρόπο αυτό έχουμε μια συνοπτική απεικόνιση της κατανομής των βαθμολογιών
των κορυφών των σταδίων εντός της ομάδας που ερευνούμε.
[631]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[632]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
(ενδέχεται να είναι διευθυντές, αφού έχουν διδακτικό ωράριο και κάποιοι απ’
αυτούς διδάσκουν την συγκεκριμένη καινοτομία) και επίσης δείχνει εκπαιδευτικούς
των οποίων προτεραιότητα είναι ο συντονισμός των άλλων.
Για το Στάδιο 6 (Επαναπροσδιορισμός) υψηλότερο σκορ Ανησυχιών εμφάνισαν 5
συμμετέχοντες (ποσοστό 9,3%). Εδώ οι συμμετέχοντες επικεντρώνονται στη
διερεύνηση τρόπων για να αυξήσουν τα αναμενόμενα οφέλη από την εφαρμογή της
καινοτομίας. Η διερεύνηση αυτή συμπεριλαμβάνει τη δυνατότητα να κάνουν
τροποποιήσεις ή αλλαγές σ’ αυτήν ή, ακόμα, και να την αντικαταστήσουν με μια
αποδοτικότερη εναλλακτική πρόταση.
Συνολικά, τα υπεύθυνα στελέχη για την επιτυχή εφαρμογή της καινοτομίας αυτής
πρέπει να έχουν γνώση των Σταδίων Ανησυχιών των εκπαιδευτικών της περιοχής
ευθύνης τους (σχολική μονάδα, περιφέρεια σχολείων κλπ), ώστε να σχεδιάσουν τις
κατάλληλες υποστηρικτικές παρεμβάσεις ενίσχυσης των εκπαιδευτικών στα σημεία
που αισθάνονται ότι έχουν μεγαλύτερη ένταση Ανησυχιών.Αν δεν γνωρίζουμε σε
ποιο Στάδιο υπάρχει ένταση, δεν θα καταφέρουμε να βοηθήσουμε τους
εκπαιδευτικούς να ξεπεράσουν τις Ανησυχίες αυτές, με αποτέλεσμα να
δυσκολευτούν να ανεβούν σε ανώτερα Στάδια, όπου η εφαρμογή της καινοτομίας
θα είναι επιτυχέστερη, περισσότερο επωφελής για τη μάθηση των μαθητών μας και
θα πλησιάζει στην επίτευξη των στόχων που είχαν τεθεί από τους σχεδιαστές της.
Οι βοηθητικές παρεμβάσεις που θα σχεδιαστούν θα περιλαμβάνουν σεμιναριακή
υποστήριξη (με θεωρητική κάλυψη και επίδειξη διαχείρισης της καινοτομίας),
βιωματικά εργαστήρια μαθητείας, οργάνωση ενδοσχολικών προγραμμάτων
μεντορείας (ανάλογα με την περίπτωση, μπορούν ο/η Σχολικός-ή Σύμβουλος και
ο/η Διευθυντής/ντρια να σχεδιάσουν προγράμματα mentoring / coaching με την
ανάπτυξη δικτύων ανταλλαγής γνώσεων μεταξύ έμπειρων / αρχάριων συναδέλφων,
καταρχήν ενδοσχολικά και στη συνέχεια μεταξύ σχολείων).
Ένα σημείο που δεν διευκρινίζεται από την παραπάνω ανάλυση, έχει σχέση με τα
επίπεδα χρήσης της καινοτομίας από τους εκπαιδευτικούς. Μπορεί να γνωρίσαμε
τα Στάδια ανησυχίας τους σχετικά με την εφαρμογή της, αλλά δεν προκύπτει το τι
σημαίνουν αυτά τα Στάδια και πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη γνώση αυτή
προς όφελος της μάθησης των μαθητών, δεν μπορούμε να έχουμε σαφή γνώση για
τη χρήση της καινοτομίας. Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα με στόχο να εντοπίσουμε
σε ποια επίπεδα χρήσης βρίσκονται οι εκπαιδευτικοί μας και αν υπάρχει συσχέτιση
ανάμεσα στα Στάδια Ανησυχίας και στα Επίπεδα Χρήσης της.
Αναφορές - Βιβλιογραφία
Ελληνική
Πασιαρδής, Π. (2008). Στρατηγικός Σχεδιασμός, καινοτομίες και αξιολόγηση στην
εκπαίδευση, Τόμος Ι-II, Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Ράπτης Ν., (2006) Η διαχείριση της καινοτομίας από τη σχολική ηγεσία,
Επιστημονικό Βήμα, τ. 6. Ιούν. 2006, ΙΠΕΜ-ΔΟΕ, Αθήνα
[633]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Σαΐτης, Χ. (2002). Ο Διευθυντής στο Σύγχρονο Σχολείο (2η έκδοση). Αθήνα: Έκδοση
του συγγραφέα.
Σαΐτης, Χ. (2005). Οργάνωση και διοίκηση της εκπαίδευσης, 4η έκδοση. Αθήνα:
Έκδοση του συγγραφέα.
Ξενόγλωσση
Ellsworth B. J., (2000), Surviving Change: A Survey of Educational Change Models,
ERIC Publications, Syracuse, New York
Ely P.D., (1999) New Perspectives on the Implementation of Educational Technology
Innovations. ERIC Publications, Syracuse, New York
Everard, K.B., & Morris, G. (1999). Αποτελεσματική Εκπαιδευτική Διοίκηση (μετάφρ
Δ. Κίκιζας). Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
Fullan, M. (2001). The new meaning of educational change (3rd ed.). New York:
College Press
Hall, G. E., & Hord, S. M. (2006). Implementing Change: Patterns, Principles and
Potholes. Pearson Education, Inc., New Jersey
Hopkins D., (2005), The Practice and Theory of School Improvement, International
Handbook of Educational Change Springer, Dordrecht, The Netherlands.
Rogers M.E. (2003), Diffusion of Innovation, 5th Ed., Free Press, New York
[634]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ψηλογιαννόπουλος Αναστάσιος
Δάσκαλος 11ου Δημοτικού Σχολείου Χαλανδρίου,
Διδάκτωρ Ιστορίας της Φιλισοφίας του Πανεπιστημίου Humboldtτου
eltasso8@otenet.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Με έμφαση στην έναρξη και λήξη της διδακτικής διαδικασίας οι μαθητές θα
κληθούν να ανακαλύψουν πως η κοπή και κυκλοφορία νομισμάτων κατά την
περίοδο της αρχαϊκής εποχής δεν υπήρξε ένα απλό χαρακτηριστικό ανάμεσα σε
άλλα. Θα δειχθεί πως το νόμισμα υπήρξε καθοριστικός παράγων της γενέσεως του
πνευματικού πολιτισμού που ανεπτύχθη στα πλαίσια της πόλεως. Αυτό αφορά όχι
μόνον στις πολιτικές λειτουργίες της ίδιας της πόλεως αλλά κυρίως στην γένεση του
εννοιακού κόσμου της ελληνικής φιλοσοφίας, ενός κόσμου που πρώτον, απετέλεσε
το σπουδαιότερο εργαλείο αυτοκριτικής και υπερβάσεων στα πλαίσια της αρχαίας
ελληνικής σκέψης και δεύτερον καθορίζει ακόμη τον τρόπο σκέψης μας.
[635]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Τρίτος στόχος είναι η κινητοποίηση των μαθητών στην ανεύρεση ιστορικών αιτίων
διαφόρων μεταβάσεων (με έμφαση πρώτα σε αυτές που παρουσιάζουν μια
συγγένεια, όπως επί παραδείγματι τα αδιέξοδα των «πόλεων-κρατών» της ιταλικής
χερσονήσου κατά την Αναγέννηση σε σχέση με τα αδιέξοδα που οδήγησαν στην
παρακμή της ελληνικής «πόλεως»171), υπενθυμίζοντας πάντοτε στους μαθητές ότι
πέρα από την γνώση των ερμηνευτικών σχημάτων διαφόρων ιστορικών σχολών,
υπάρχει πάντα ένα υλικό για ερμηνεία το οποίο, εφόσον υπάρχει, είναι
αναντικατάστατο: οι ίδιες οι πηγές.
Ως τέταρτος στόχος (αν υπάρξει πρόγραμμα ερευνητικού σχεδίου – project που θα
διαρκέσει καθ’ όλον το σχολικό έτος), με δεδομένα (α) ότι όλο το εννοιολογικό
οπλοστάσιο του δυτικού κόσμου αρχίζει να δημιουργείται ακριβώς στην αρχαϊκή
εποχή και (β) ότι η Ιστορία ως Επιστήμη αποτελεί σημείο τομής όλου του επιστητού
(ως ιστορία της φιλοσοφίας, της λογοτεχνίας, της τέχνης, της επιστήμης, της
οικονομίας, της κοινωνίας κλπ.) μπορεί να τεθεί ένα μεγάλο διαθεματικό πλαίσιο,
που θα συνθέσει την προβληματική της ανάδυσης των νέων ιδεών της αρχαϊκής
εποχής με τους μετασχηματισμούς τους ως σήμερα.
(2) Κατά την έναρξη της διαδικασίας οι μαθητές θα προσανατολιστούν στην υπό
πραγμάτευση εποχή. Θα περιγράψουμε το φανταστικό ταξίδι ενός εμπόρου από
την Φοινίκη στο Αιγαίο γύρω στο 800 π.Χ. και μετά το ταξίδι ενός μακρινού
απογόνου του στην ίδια θάλασσα δύο αιώνες μετά. Τι έχει αλλάξει και οι θαλάσσιοι
δρόμοι της περιοχής ζωντάνεψαν μετά τους λεγόμενους σκοτεινούς αιώνες; Αν δεν
απαντήσει κάποιος μαθητής, ο εκπαιδευτικός θα κάνει την εισαγωγή στο θέμα,
θέτοντας προς συζήτησιν τις αλλαγές που επέφερε σε επίπεδο καθημερινότητος η
κοπή και χρήση νομισμάτων. Ο θρυλικός βασιλιάς της Φρυγίας Μίδας είναι κατά
πάσαν πιθανότητα ο εισηγητής της καινοτομίας αυτής που έλαβε χώραν γύρω στο
700 π.Χ. 172, ενώ ο τελευταίος βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος όπως και οι Ίωνες
γείτονές του αξιοποιούν την καινοτομία. Όταν το λυδικό κράτος καταλύεται από
τους Μήδους, οι Ίωνες ακμάζουν διευκολύνοντας τις συναλλαγές τους με τα
νομίσματα173, τα οποία κατ’ αρχάς είναι εν χρήσει μόνον εντός του αστικού ιστού.
Το νόμισμα είναι πολύ ευκολότερα και ακριβέστερα μετρήσιμο και ως γενικό
ισοδύναμο διευκολύνει την ανάπτυξη του εμπορίου, της δραστηριότητος που
χαρακτηρίζει την νέα εποχή. Ο έμπορος - μεσάζων είναι το πρόσωπο που με την
171
Βλ. Κονδύλης (1984), passimκαιMossé (1962), passim.
172
Πβλ. Merkelbach (1992), σελ. 17-23.
173
Ως παράδειγμα συναλλαγών και μετρήσεως αξιών χωρίς νόμισμα αποτελεί η περίφημη
Διομήδους και Γλαύκου συνομιλία από το Ζ της Ιλιάδος, όπου οι δύο ήρωες αναγνωρίζονται πριν την
μάχη ως απόγονοι ανδρών που συνδέονται με ξένιους δεσμούς, αφού ο παππούς του Γλαύκου ο
Βελλερεφόντης είχε φιλοξενηθεί κάποτε από τον παππού του Διομήδους τον Οινέα. Έτσι
αποφασίζουν, αντί να μονομαχήσουν να ανταλλάξουν οπλισμό. Ο Όμηρος χαρακτηρίζει τρελό τον
Γλαύκο που ανταλλάσει τον οπλισμό του, αξίας εκατό βοδιών με αυτόν του Διομήδους που αξίζει
μόλις εννιά βόδια:
Ενθ’ αυτε Γλαύκω Κρονίδης φρένας εξέλετο Ζεύς,
ος πρός Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε’ αμειβε
χρύσεα χαλκείων, εκατόμβοι’ εννεαβοίων. (Ζ 234-236)
[636]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
174
Merkelbach (1992), σελ. 21.
175
Vernant (1962), σελ. 103.
176
Nietzsche (1873), σελ. 47.
177
Nestle (1940), σελ. 27.
178
ο.π., σελ. 13-14.
[637]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
179
ο.π., σελ. 19.
180
Vernant (1962), σελ. 31. Εξαιρετικό παράδειγμα παρουσίασης αυτού του διχασμού αποτελεί η
κωμωδία του Αριστοφάνους Νεφέλαι. Για το θέμα εξαιρετική ανάλυση κάνει ο K.J. Dover (1972). Bλ.
σελ. 109-110.
181
Vernant (1962), σελ. 23-25.
182
Η δέ πόλις κοινωνία των ελευθέρων εστίν. (Αριστοτέλους, Πολιτικά, 1979a21)
183
ο.π., σελ. 29.
184
1975, σελ. 295-314.
[638]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
δημιουργία επιστημονικών όρων, περιγράφοντας την πορεία από την χρήση της
δεικτικής αντωνυμίας στο ειδικό άρθρο και κατόπιν στο γενικό. Η φιλοσοφική
σκέψη είναι εξηρτημένη από την γενική χρήση του άρθρου. Το οριστικό άρθρο
ουσιαστικοποιώντας προσφέρει σταθερά αντικείμενα με μια τριπλή λειτουργία: α)
ορίζει το μη συγκεκριμένο, β) το καθιστά καθολικό και γ) επαναπροσδιορίζει και
εξειδικεύει το καθολικό. Μέσα από αυτήν την πορεία δημιουργούνται οι
αφηρημένες έννοιες.
Γιατί αυτή η πορεία προς την αφηρημένη σκέψη άρχισε όμως στην αρχαϊκή εποχή
και μάλιστα σε εμπορικές αποικίες; Μήπως εδώ τα περιεχόμενα και οι μορφές
σκέψεις είναι αντανακλάσεις κοινωνικών εξελίξεων; Η αφαίρεση ως κοινωνική
πρακτική έχει ήδη αρχίσει να εσωτερικεύεται και να καθίσταται ως κάτι αυτονόητο
μέσω της επαγγελματικής πρακτικής του εμπόρου που χρησιμοποιεί το νόμισμα για
τις συναλλαγές του. Αυτή η κοινωνική πρακτική γενικεύθηκε τουλάχιστον στις
πόλεις κατά τη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής. Το νόμισμα αποτελεί κατά τον Μαρξ
την υπαρκτή αφαίρεση (existierende Abstraktion), και η πρακτική του φιλοσόφου
που αφαιρεί από την ετερότητα των πραγμάτων για να κατασκευάσει αφηρημένες
έννοιες δεν διαφέρει ουσιαστικά από την πρακτική του εμπόρου που αφαιρεί από
την ετερότητα των πραγμάτων για να δημιουργήσει αξίες, που αφαιρεί εν τέλει για
να μιλήσουμε με μαρξικούς όρους από την χρηστική αξία του εμπορεύματος (την
φυσική του μορφή) καθιστώντας ορατή την ανταλλακτική του αξία (την κοινωνική
του μορφή). Η ανταλλακτική αξία κατά τον Μαρξ αποτελεί τρόπο έκφρασης ή
μορφή εμφάνισης ενός περιεχομένου διαφορετικού από την ίδια. Αυτό το
περιεχόμενο είναι η κοινωνική σχέση της αφηρημένης εργασίας, η οποία δομεί την
ουσία (Substanz) των αξιών.185 Η αφαίρεση δομείται κατά τον Μαρξ πρωταρχικώς
όχι με νοήματα, αλλά δια της κοινωνικής πρακτικής της εργασίας. Η αφηρημένη
εργασία, ως βάση της ανταλλαγής πραγμοποιείται στο εμπόρευμα και αποτελεί το
κοινωνικό δίκτυο που συνδέει όλους τους παραγωγούς εμπορευμάτων και τα
εμπορεύματα μεταξύ τους. Δεν πρόκειται για νοητική κατασκευή, αλλά για
κοινωνικά δημιουργημένη δομή που προκύπτει από την ανταλλαγή εμπορευμάτων,
είναι κοινωνική ουσία, κοινή σε όλα τα εμπορεύματα που αποκρυσταλλώνεται σε
αξία. Έκφραση της αφηρημένης εργασίας είναι η αφηρημένη αξία, που ως
εξελισσόμενη δομή εμφανίζεται ως ανταλλακτική αξία, ως χρήμα και εν τέλει ως
κεφάλαιο.186 Το δε χρήμα ως ένα suigeneris εμπόρευμα αποτελεί το γενικό
ισοδύναμο (Äquivalent) όλων των δυνατών εμπορευμάτων.187 Επειδή ο ίδιος ο
Μαρξ κατανοεί πως όλες αυτές οι σκέψεις δεν γίνονται απ’ όλους αυτούς που
εμπλέκονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις εμπορευματικές σχέσεις, μιλά για τις
185
Marx (1987), σελ. 53.
186
Ο Μαρξ μιλά για μια «σειρά μεταμορφώσεων». (ο.π., σελ. 76) Η εξαφάνιση της συγκεκριμένης,
της ζωντανής εργασίας πίσω από την αφηρημένη εργασία έχει ως αποτέλεσμα μιαn «αντεστραμμένη
κοινωνία», στην οποία το αφηρημένο και γενικό κυριαρχεί επί του συγκεκριμένου, και η ανταλλαγή
είναι ως πρακτική κυρίαρχη έναντι της χρήσηςτων αντικειμένων. Πβλ. Flechtheim / Lohmann (2003),
σελ. 68.
187
o.π., σελ. 50-63, 70. Πβλ. Berger (2004), σελ. 27-63 και Flechtheim / Lohmann (2003), σελ. 64-80.
[639]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
188
Marx (1987), σελ. 86-87. Εντυπωσιακό είναι εδώ πως ο Μαρξ συσχετίζει τον καθορισμό των
χρηστικών αντικειμένων ως αξιών, παραλληλίζοντας αυτό το φαινόμενο με το φαινόμενο της
εξέλιξης της γλώσσας (σελ. 88), προοιωνίζοντας mutatismutandisτον Saussure και τον δομισμό όπως
αυτός εισήχθη κυρίως από τους γλωσσολόγους του 20ου αιώνος.
189
«Ανάμεσα στην νόηση και στο χρήμα υπάρχει αναλογία: είναι υπερυποκειμενικά κι απρόσωπα
στοιχεία και τα δυο, ξένα προς το συναισθηματισμό και τα ηθικά εμπόδια, που συλλαμβάνουν
αφηρημένα τον κόσμο κι αποτελούν μέτρο αξιολόγησης και κατάταξης των ανθρώπων.» (Κονδύλης
(1984), σελ. 19. Πβλ. Α. Martin (1932), SoziologiederRenaissance, Stuttgart, σελ. 51)
190
Βλ. Durkheim (1893), passim.
[640]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
βάθος αν δεν είχε προϋπάρξει η μετάβαση από τον πολιτισμό αιδούς στον
πολιτισμό ενοχής μέσα στην αρχαϊκή εποχή;191
(γ) Η ανάδυση μέσα από διαρκείς ερωτήσεις και συζητήσεις ενός αρχικά
απροσδόκητου ή απρόβλεπτου από μαθητές παράγοντος της διαμόρφωσης της
ελληνικής σκέψης δημιουργεί γόνιμες συνθήκες γνωστικής σύγκρουσης στους
εμπλεκομένους, καθώς και κίνητρα ανάπτυξης αποκλίνουσας σκέψης. Η
ανακάλυψη φαινομενικά αδιάφορων ιστορικών δεδομένων που θα μπορούσαν να
συμβάλουν σε νέες πιο επιτυχείς ερμηνείες μιας συγκεκριμένης ιστορικής φάσης,
ιδίως μεταβατικής, μπορεί να αποτελέσει σοβαρό κίνητρο ενεργής εμπλοκής των
μαθητών στην ιστορική έρευνα. Όσο για τους διαθεματικούς ορίζοντες που
διανοίγονται με αυτόν τον τρόπο, περιττό να πούμε πως ουσιαστικά είναι άπειροι.
Ήδη μετά την μαρξιστική προσέγγιση οι μαθητές μπορούν να έρθουν σε επαφή με
θεμελιώδεις αρχές του δομισμού και εξ αφορμής των σκέψεων του Μαρξ για την
σχέση χρήσης και αξίας (βλ. σημ. 18) αλλά και με αφετηρία την έννοια των
πολιτικών λειτουργιών ως ανοιχτών συναρτήσεων στους θεσμούς της αθηναϊκής
δημοκρατίας. Με αφετηρία τον ορισμό της αρχαϊκής εποχής ως μεταβατικής
μπορούμε να δούμε άλλες μεταβατικές εποχές, όπως επί παραδείγματι την
Αναγέννηση, όπου πάλι επανενεργοποιούνται νομισματικές συναλλαγές που για
μεγάλο διάστημα είχαν νεκρώσει και όπου πάλι έχουμε μια ιδιάζουσα μετάβαση
από τον προφορικό στον γραπτό λόγο. Η παρακμή των ιταλικών «πόλεων-κρατών»
την εποχή της Αναγέννησης δημιουργεί την ανάγκη ευρέσεως διεξόδου είτε μέσω
ουτοπικών (Campanella) είτε μέσω ρεαλιστικών προταγμάτων (Machiavelli). Aλλά κι
όταν ο Πλάτων έγραφε την Πολιτεία του γιατί το έκανε, αν όχι γιατί είχε νωρίς
διαγνώσει την παρακμή της πόλεως, του μορφώματος που έδωσε αίγλη στην
αρχαϊκή εποχή; Σε μια τάξη που μαθαίνει να εργάζεται με τα μάτια ανοιχτά, ακόμα
και δύσκολα θέματα όπως για παράδειγμα ο συσχετισμός της Επιστημονικής
Επανάστασης με την ζωγραφική και την απαισιόδοξη ποίηση του μπαρόκ, με τις
τρομακτικές κλιματικές ανατροπές του 17ου αιώνος και το κυνήγι των μαγισσών
(που καμιά σχέση δεν έχει με τον Μεσαίωνα, όπως αρέσκονται οι περισσότεροι
αδαείς να λένε) είναι πραγματεύσιμα. Μόνος όρος επιτυχίας ο ρεαλισμός του
δασκάλου σε σχέση με το έμψυχο υλικό του. Οδηγός μας είναι η τάξη.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Σε μεταφρασμένα βιβλία οι παραπομπές αφορούν στις σελίδες της ελληνικής
εκδόσεως.
- Berger, Michael (2004), Karl Marx: „Das Kapital“, München.
- Dover, K.J. (1972), Aristophanic Comedy, London.
- Flechtheim, Ossip K. / Lohmann, Hans-Martin (2003), Marx zur Einführung,
Hamburg.
191
Βλ. Dodds (1951),σελ. 41-68.
[641]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
- Dodds, Eric R. (1951), The Greeks and the Irrational, Berkeley (ελλ. μτφρ. Γιώργης
Γιατρομανωλάκης: ΟιΈλληνεςκαιτοπαράλογο, Αθήναι 1978)
- Durkheim, Emile (1893), De la division du travail social, Paris.
- Helferich, Christoph (1992), Geschichte der Philosophie, Stuttgart.
- Κονδύλης, Τάκης (1984), Εισαγωγή. Στο: Έργα Niccoló Machiavelli, Εισαγωγή –
Επιλογή – Μετάφραση Τάκη Κονδύλη, Αθήνα, σελ. 13-187.
- Marx, Karl (1987), Das Kapital, Kritik der politischen Ökonomie, Band I. (31.
Auflage), Marx-Engels-Werke (MEW), Band 23, (Ost)Berlin.
- Merkelbach, Reinhold (1992), Die Bedeutung des Geldes für die Geschichte der
griechisch-römischen Welt, Stuttgart und Leipzig.
- Mossé, Claude (1962), La Fin de la démocratie athénienne. Aspects sociaux et
politiques du déclin de la cité grecque au iv. siècle av. J.-C., Paris (ελλ. μτφρ. Γ.Κ.
Βλάχος: Το τέλος της αθηναϊκής δημοκρατίας, Αθήνα 1978).
- Nestle, Wilhelm (1940), Vom Mythos zum Logos, Stuttgart (ελλ. μτφρ. Άννα
Γεωργίου: Από τον Μύθοστον Λόγο, Αθήνα 1999).
- Nietzsche, Friedrich (1873), Die Philosophie im tragischen Zeitalter der Griechen. In:
Friedrich Nietsche, Kritische Studienausgabe, herausgegeben von Giorgio Colli
und Mazzino Montinari (2. Auflage, München 1988), Band 1, Seiten 799-872
(ελλ. μτρφρ. Βαγγέλης Δουβαλέρης: Η φιλοσοφία στα χρόνια της
αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Οι προπλατωνικοί φιλόσοφοι και σημειώσεις
(1867-75), Αθήνα 2013).
- Snell, Bruno (1975), Die Entdeckung des Geistes. Studien zur Entstehung des
europäischen Denkens bei den Griechen, Göttingen(ελλ. μτφρ. ΔανιήλΙ. Ιακώβ:
Ηανακάλυψητουπνεύματος. Ελληνικές ρίζες της ευρωπαϊκής σκέψης, Αθήνα
1981).
- Vernant, Jean-Pierre (1962), Les origines de la pensée grecque, Paris (ελλ. μτφρ.
Ελένης Κακοσαίου-Νικολούδη: Οι απαρχές της ελληνικής σκέψης, Αθήνα
1992).
[642]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Ψυχογυιού Ευαγγελία
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ02, Προϊσταμένη Επιστημονικής και Παιδαγωγικής
Καθοδήγησης Δ.Ε. Κεντρικής Μακεδονίας
epsycho@otenet.gr
Δανιηλίδου Ευγενία
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ02, Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης Κεντρικής
Μακεδονίας
daniieugenia@gmail.com
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην εισήγηση παρουσιάζεται ενδεικτική πρόταση σχεδιασμού και υλοποίησης
επιμορφωτικής δράσης στο πλαίσιο του Προγράμματος «Εκπαίδευση παιδιών Ρομά
στις Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ανατολικής
Μακεδονίας και Θράκης». Η δράση αποσκοπούσε στην ευαισθητοποίηση
εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όσον αφορά τις ιδιαιτερότητες
τάξεων με ανομοιογενή μαθητικό πληθυσμό, κυρίως με μαθητές Ρομά, ώστε κατά το
σχεδιασμό και την υλοποίηση της διδακτικής τους πράξης να λαμβάνονται υπόψη
σημαντικές παράμετροι που συμβάλλουν στη δημιουργία ευνοϊκού μαθησιακού
περιβάλλοντος.
Εισαγωγή
Στην εισήγηση αυτή παρουσιάζεται ενδεικτικό παράδειγμα επιμορφωτικής δράσης,
που εφαρμόστηκε στο πλαίσιο του Προγράμματος «Εκπαίδευση παιδιών Ρομά στις
Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακεδονίας
και Θράκης», απευθυνόταν σε εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης όλων
των ειδικοτήτων και επαναλήφθηκε, με προσαρμογές, κατά περίπτωση, ένδεκα (11)
φορές, σε διαφορετικές περιοχές της Μακεδονίας και Θράκης. Θέμα της
επιμόρφωσης ήταν: «Δημιουργία ευνοϊκού μαθησιακού περιβάλλοντος σε τάξεις με
ανομοιογενή πληθυσμό». Η επιμόρφωση κρίθηκε αναγκαία, γιατί συχνά οι
εκπαιδευτικοί εκφράζουν αδυναμία να εξομαλύνουν προβλήματα που επιδρούν
αρνητικά στη μαθησιακή ετοιμότητα μαθητών με ιδιαιτερότητες και δυσχεραίνουν
την ένταξή τους στο σχολικό περιβάλλον. Ιδιαίτερη διάσταση τα προβλήματα αυτά
προσλαμβάνουν στην περίπτωση των μαθητών Ρομά, εξαιτίας των κοινωνικο-
οικονομικών τους χαρακτηριστικών.
Κατά το σχεδιασμό της επιμόρφωσης υιοθετήθηκε το μοντέλο ADDIE, ακρωνύμιο
των Αnalysis, Design, Development, Implementation και Εvaluation
(http://raleighway.com/addie/), ενώ ελήφθησαν υπόψη και παράμετροι του
σχεδιασμού υποκίνησης, ειδικότερα του μοντέλου ARCS, ακρωνύμιο των Attention
(διέγερση της προσοχής του εκπαιδευόμενου), Relevance (γνώσεις συναφείς με
[643]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
1. Ανάλυση
1.1. Διαστάσεις της ανομοιογένειας του μαθητικού πληθυσμού
Οι μαθητές διαφοροποιούνται ως προς ορατά και μη ορατά τους χαρακτηριστικά,
που θα μπορούσαν συμβατικά να κατηγοριοποιηθούν σεατομικά, κοινωνικά και
χαρακτηριστικά που διαμορφώνονται ως αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης ατομικών
και κοινωνικών παραγόντων, με διακριτή κατηγορία τους όσα από αυτά
αναπτύσσονται εντός του σχολικού περιβάλλοντος, υπό την επενέργεια πολλαπλών
σχέσεων αλληλεπίδρασης.
Ειδικότερα, οι μαθητές διαφοροποιούνται ως προς το φύλο και την ηλικία
(χρονολογική και νοητική), τα σωματικά τους χαρακτηριστικά, τη φυσική κατάσταση
και την εξωτερική τους εμφάνιση, τις γνωστικές τους δομές και λειτουργίες
(μαθησιακό στιλ και ρυθμός μάθησης, τυχόν ιδιαίτερες ικανότητες, συνήθως εν
δυνάμει, ή ανεπάρκειες), την κοινωνικο-οικονομική τους προέλευση, το πολιτισμικό
τους υπόβαθρο, συνάρτηση του οποίου είναι αφενός το γλωσσικό τους κεφάλαιο
(κατά συνέπεια και το επίπεδο στο οποίο κατέχουν την γλώσσα του σχολείου),
αφετέρου ο βαθμός εξοικείωσής τους με το θεσμοθετημένο πρότυπο σχολικής
μάθησης και την κυρίαρχη κουλτούρα, τη στάση τους απέναντι στο σχολείο
(Σφυρόρεα, 2004), που σχετίζεται με τα διαφοροποιημένα κίνητρά τους (εσωτερικά
και εξωτερικά) (Boekaerts, 2002·Ainley, 2006), το επικοινωνιακό τους προφίλ, τις
κοινωνικές τους δεξιότητες, την αυτοεικόνα και το βαθμό αυτοεκτίμησής τους.
[644]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
192
Έχει μεγάλη σημασία να αντιλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί, αλλά και να συνυπολογίζουν κατά το
σχεδιασμό της διδασκαλίας τους τη διάκριση ανάμεσα στις Βασικές Διαπροσωπικές Επικοινωνιακές
Δεξιότητες (BICS) και τη Γνωστική Ακαδημαϊκή Γλωσσική Επάρκεια (CALP). (BICS:
BasicInterpersonalCommunicativeSkills,CALP: CognitiveAcademicLanguageProficiency: Cummins,
1979/2008).
[645]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
προσεγγίζουν κριτικά και δυναμικά και να αντιδρούν σε αυτήν (Freire, 1970), είναι
θέματα που βρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος της εκπαίδευσης ενηλίκων.
Προς την κατεύθυνση αυτή διευκολύνει τον εκπαιδευτικό και η έρευνα δράσης, που
«συνδυάζει θεωρία και πράξη», «διευκολύνει τη διερεύνηση αυθεντικών
προβλημάτων στο χώρο της εργασίας» και του επιτρέπει να δημιουργεί και όχι απλά
να αποδέχεται το αποτέλεσμα της δράσης του (Κουτσελίνη-Ιωαννίδου,
2010).Επομένως, στην εκπαίδευση ενηλίκων, ιδιαιτέρως των εκπαιδευτικών,
σημαντική παράμετρος είναι η προσέγγιση των θεμάτων από τους ίδιους τους
εκπαιδευόμενους, σε συνεργατικό πλαίσιο.
Τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών ως εκπαιδευόμενων είναι γνωστά από την
εμπειρία του σχολικού συμβούλου. Περαιτέρω, όμως, ελήφθησαν υπόψη και
απόψεις τους που διατυπώθηκαν σε έρευνα η οποία υλοποιήθηκε από την ΑΔΕΔΥ
σε συνεργασία με άλλους φορείς, τους μήνες Μάιο-Ιούνιο του 2010 (ΑΔΕΔΥ, 2011).
Επιλεκτικά αντλούμε από την έρευνα αυτή και αναφέρουμε ότι οι εκπαιδευτικοί
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχουν μορφωτική υποδομή υψηλού επιπέδου
(μεταπτυχιακό ή και διδακτορικό) σε ποσοστό 16,2%, δηλώνουν «αρκετά» και
«πολύ» ικανοποιημένοι από την αρχική πανεπιστημιακή κατάρτιση στο γνωστικό
τους αντικείμενο σε ποσοστό 72%, αλλά σε ζητήματα ψυχοπαιδαγωγικά και όσον
αφορά την εφαρμογή των πανεπιστημιακών τους σπουδών στην τάξη τα ποσοστά
των ικανοποιημένων εκπαιδευτικών είναι πολύ μικρότερα, 30% και 24,2%
αντίστοιχα.Κατ’ ανάλογο τρόπο τοποθετούνται οι εκπαιδευτικοί και όσον αφορά
την επιμόρφωσή τους, παρότι κατά δήλωσή τους έχουν παρακολουθήσει μεγάλη
ποικιλία επιμορφωτικών προγραμμάτων, πέραν της εισαγωγικής. Το 39,2% δηλώνει
«αρκετά» και «πολύ» ικανοποιημένο από την επιμόρφωσή του στο γνωστικό
αντικείμενο, ενώ σε ψυχοπαιδαγωγικά ζητήματα μόνο το 31,9%.
[646]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
2. Σχεδίαση
2.1. Σκοποί της επιμόρφωσης
α) Να ευαισθητοποιηθούν οι εκπαιδευτικοί όσον αφορά τις ιδιαιτερότητες τάξεων
με ανομοιογενή μαθητικό πληθυσμό, κυρίως με μαθητές Ρομά, ώστε κατά το
σχεδιασμό και την υλοποίηση της διδασκαλίας στις τάξεις αυτές να λαμβάνονται
υπόψη σημαντικές παράμετροι που συμβάλλουν στη δημιουργία ευνοϊκού
μαθησιακού περιβάλλοντος. β) Να αναδειχθεί ότι η υποστήριξη των μαθητών Ρομά
κατά τη μαθησιακή διαδικασία απαιτεί ακριβώς τις δεξιότητες που καθιστούν τον
εκπαιδευτικό ικανό να δημιουργεί ευνοϊκό μαθησιακό περιβάλλον σε οποιαδήποτε
ανομοιογενή τάξη. Και αυτό, γιατί η έμφαση στους μαθητές Ρομά ενδεχομένως
ορισμένες φορές να ενισχύει την προδιάθεση για μεροληπτική αντιμετώπισή τους
και στοχοποίηση. Άλλωστε, ο πληθυσμός Ρομά είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα
κοινωνικού αποκλεισμού, όχι όμως και το μοναδικό.
[647]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
3. Ανάπτυξη
3.1. Μεθοδολογία οργάνωσης
α) Συνδυασμός θεωρητικής και βιωματικής-πρακτικής προσέγγισης των θεμάτων.
Ενημέρωση των συμμετεχόντων σε κάθε φάση του σεμιναρίου για τους στόχους
αλλά και την πορεία διεξαγωγής του. β) Οργάνωση των συμμετεχόντων σε ομάδες
και της εργασίας τους στο πλαίσιο των ομάδων (συνεργατική διερεύνηση). γ)
Ενθάρρυνση των συμμετεχόντων να καταθέτουν θέσεις και απόψεις ως άτομα,
αλλά κυρίως να τις μοιράζονται και να τις συζητούν στο πλαίσιο των ομάδων,πριν
ανακοινώσουν στην ολομέλεια τη σύνθεσή τους. δ) Υποστήριξη του κριτικού
αναστοχασμού και της εργασίας των ομάδων με εκπαιδευτικό υλικό. ε) Ελαστικός
σχεδιασμός της πορείας της διδασκαλίας, ώστε να είναι δυνατή η αναθεώρησή της,
με βάση τα ενδιαφέροντα και τις παρεμβάσεις των συμμετεχόντων. στ) Έναρξη του
σεμιναρίου με μελέτες περίπτωσης καιπαρότρυνση για κατάθεση απόψεων, ώστε
κατά το δυνατόν να διερευνηθούν οι επιμορφωτικές ανάγκες των συμμετεχόντων,
για να δοθεί έμφαση σε αυτές. ζ) Επιλογή για το βιωματικό μέρος ενότητας από το
διδακτικό αντικείμενο της Γεωγραφίας, που προσφέρεται για την ανάδειξη θεμάτων
διαπολιτισμικής παιδαγωγικής και μπορεί να προσεγγιστεί από εκπαιδευτικούς
διαφορετικών κλάδων και ειδικοτήτων. η) Ρόλος επιμορφωτριών: συντονίζουν,
θέτουν τα προς συζήτηση και προβληματισμό θέματα, ενθαρρύνουν τον ειλικρινή
αναστοχασμό των συμμετεχόντων, αναδεικνύουν παιδαγωγικές αρχές και
επισημαίνουν τις κατάλληλες πρακτικές για την υποστήριξή τους.
[648]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
4. Εφαρμογή
4.1. Βασική και ενδεικτική πορεία του σεμιναρίου
Με τις αναγκαίες κατά περίπτωση προσαρμογές, ανάλογα με τα ενδιαφέροντα και
τις ανάγκες των συμμετεχόντων, κατά τη διεξαγωγή τουκάθε σεμιναρίου
υιοθετήθηκε η εξής βασική πορεία.
1ο μέρος: α) Έναρξη, ενημέρωση των συμμετεχόντων για τη βασική πορεία,
οργάνωσή τους σε ομάδες. β) Μελέτες περίπτωσης, που έθεταν ζητήματα σχετικά
με τις ιδιαιτερότητες των ανομοιογενών τάξεων, ιδιαίτερα των τάξεων με μαθητές
Ρομά, την επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων, την
ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, τη διαφοροποιημένη διδασκαλία, την αξιολόγηση
του μαθητή και του εκπαιδευτικού έργου. Οι επιμορφώτριες πλαισιώνουν τη
συζήτηση και τον προβληματισμό με βασικές θεωρητικές αρχές. γ) Διανέμεται
έντυπο με στοχευμένες ερωτήσεις που αναδεικνύουν τη σημασία της ανοιχτής και
ενσυναισθητικής επικοινωνίας εντός της τάξης και του σχολικού περιβάλλοντος,
ενώ, παράλληλα, προβάλλεται αρχείο powerpoint.Τίθενται και συζητούνται μεταξύ
άλλων ζητήματα σχετικά με τις παραμέτρους διαφοροποίησης του μαθητικού
δυναμικού, τους παράγοντες που επηρεάζουν το μαθησιακό κλίμα, τη λεκτική, μη
λεκτική και διαπολιτισμική επικοινωνία κλπ. δ) Διανέμεται υλικό που αναφέρεται σε
χαρακτηριστικές πρακτικές της παραδοσιακής διδασκαλίας. Οι συμμετέχοντες
καλούνται να τις ανασκευάσουν. Παράλληλα, με συζήτηση στο πλαίσιο των ομάδων
και στην ολομέλεια αλλά και εισήγηση (αρχείο powerpoint) των επιμορφωτριών
αναδεικνύονται βασικές αρχές και πρακτικές της διαφοροποιημένης διδασκαλίας
και της αξιολόγησης της διδασκαλίας και των μαθητών.
2ο μέρος: Εφαρμογή του προαναφερθέντος θεωρητικού πλαισίου στο σχεδιασμό
διδασκαλίας, με αξιοποίηση και της πλαισιακής στήριξης. Οι εκπαιδευτικοί
εργάζονται κατά ομάδες, υποστηριζόμενοι από έντυπο υλικό (φύλλα εργασιών,
οδηγίες και φωτοτυπημένη ενότητα του διδακτικού αντικειμένου της Γεωγραφίας
Α΄ Γυμνασίου). Στο πλαίσιο των ανομοιογενών ως προς τις ειδικότητες ομάδων των
εκπαιδευτικών τίθενται ζητήματα διδακτικής, αναπτύσσεται γόνιμος
προβληματισμός, λόγος και αντίλογος, αλλά και συντίθενται οι απόψεις τους, για να
ανακοινωθούν στην ολομέλεια.
[649]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
5. Αξιολόγηση
Οι συνθήκες υλοποίησης του κάθε σεμιναρίου δεν επέτρεπαν το σχεδιασμό και την
εφαρμογή αρχικής/διαγνωστικής και σταδιακής/διαμορφωτικής αξιολόγησης. Παρά
ταύτα, κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του οι επιμορφώτριες ήταν σε εγρήγορση για
τυχόν αναγκαία αναθεώρηση της πορείας. Η τελική αξιολόγηση έγινε με φύλλο
αξιολόγησης που διέθεσε το πρόγραμμα «Εκπαίδευση παιδιών ΡΟΜΑ»193, το οποίο
συμπλήρωσαν οι εκπαιδευτικοί μετά το πέρας του σεμιναρίου και πριν την
αποχώρησή τους. Γενικά οι επιμορφώτριες αποκόμισαν θετικές εντυπώσεις από τη
διάδρασή τους με τους εκπαιδευτικούς και τα σχόλια που διατύπωσαν κατά την
αποχώρησή τους. Στην πλειονότητά τους οι συμμετέχοντες έδειξαν διάθεση
συνεργασίας· ορισμένοι μάλιστα ευθαρσώς εξέθεσαν στην ολομέλεια και την
αυτοκριτική τους.
Από την επεξεργασία των φύλλων τελικής αξιολόγησης προέκυψαν τα εξής: α)
Συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε αναλόγου περιεχομένου επιμορφωτικές δράσεις:
Αρνητική απάντηση: 74%. β) Αξιολόγηση της θεματολογίας: «πάρα πολύ καλή» και
«πολύ καλή»: 73%, «αρκετά καλή»: 20%, σύνολο θετικών κρίσεων 93%. γ)
Ανταπόκριση στις προσδοκίες των συμμετεχόντων: «πάρα πολύ» και «πολύ»:
47,5%, «αρκετά»: 42%, σύνολο θετικών κρίσεων: 89,5%. δ) Αξιοποίηση του
περιεχομένου της επιμόρφωσης στη διδακτική πράξη: Θετική απάντηση: 88,5%.
6. Επισημάνσεις
Λαμβανομένης υπόψη της θεματολογίας του σεμιναρίου αλλά και των απαντήσεων
των συμμετεχόντων, επιβεβαιώνονται στην περίπτωσή μας τα συμπεράσματα της
έρευνας της ΑΔΕΔΥ, όσον αφορά το έλλειμμα στην ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση
των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συνακόλουθα και της
αδυναμίας τους στο να εφαρμόσουν στην πράξη αρχές και πρακτικές της
διαφοροποιημένης διδασκαλίας, στο μέτρο και στο βαθμό βέβαια που πάγιες
193
Ευχαριστούμε τις κ.κ. Ευαγγελία Τρέσσου, Καθηγήτρια του Π.Τ.Δ.Ε. του Α.Π.Θ., επιστημονικώς
υπεύθυνη του προγράμματος «Εκπαίδευση των παιδιών Ρομά», και Σούλα Μητακίδου,
Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Π.Τ.Δ.Ε. του Α.Π.Θ., που μας παραχώρησαν, και μάλιστα
επεξεργασμένα, τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των σεμιναρίων.
[650]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[651]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[652]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αντικείμενο της εισήγησης αποτελούν καλές πρακτικές στη διδακτική των
φιλολογικών μαθημάτων του Γυμνασίου, μέσα από τις οποίες ανανεώνεται η
διδακτική καθημερινότητα, με έμπνευση και δημιουργία. Χαρακτηριστικές καλές
προτεινόμενες πρακτικές, που στηρίζονται σε εφαρμογές «στην πράξη» από την
εισηγήτρια, αποτελούν, μεταξύ άλλων, η «συνδιαμόρφωση του διδακτικού
σεναρίου με τους μαθητές», ποικίλες μορφές αξιοποίησης των ΤΠΕ, όπως
πραγματοποίηση τηλε-διασκέψεων/τηλε-συνεντεύξεων και ψηφιακές εργασίες με
συνδυασμό καλλιτεχνικής έκφρασης και δημιουργίας, παραγωγή εποπτικού υλικού
και τεχνημάτων, καθώς και πρωτότυπες, διαθεματικού χαρακτήρα δράσεις, στο
πλαίσιο καλά σχεδιασμένου αλλά και ευέλικτου διδακτικού (ανα)προγραμματισμού.
Εισαγωγή - Προβληματική
Πώς να κερδίσουμε το ενδιαφέρον των μαθητών μας για τα φιλολογικά μαθήματα
και να μοιραστούμε μαζί τους αξίες και προβληματισμούς των «ανθρωπιστικών
σπουδών»; Πώς να ενεργοποιήσουμε τη διάθεση συμμετοχής των εφήβων στην
εκπαιδευτική διαδικασία, που κάποιες φορές οι Φιλόλογοι αισθανόμαστε ότι
εξελίσσεται «ερήμην τους»; Πώς να μετατρέψουμε την «επιβεβλημένη διδακτική
ώρα σε έμπνευση και δημιουργία»; Στην πρόκληση αυτή της σχολικής
πραγματικότητας, η παρούσα εισήγηση επιχειρεί να απαντήσει με προτάσεις
διδακτικής, οι οποίες έχουν έρεισμα σε σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες και οι
οποίες έχουν εφαρμοστεί «στην τάξη» από την εισηγήτρια. Θεμελιακή
παιδαγωγική αφετηρία αποτελεί η βιωματική και η διερευνητική – ανακαλυπτική
μάθηση, με αντίστοιχες μεθόδους την ομαδοσυνεργατική και τη μέθοδο project, σε
συνδυασμό με την αξιοποίηση ενεργητικών συμμετοχικών εκπαιδευτικών τεχνικών.
Κυρίως Σώμα
Ειδικότερα, οι διδακτικές προτάσεις και πρακτικές που εισηγούμαστε194
συνδυάζουν στην πράξη στοιχεία σύγχρονων εκπαιδευτικών θεωριών, μεθόδων και
στρατηγικών διδασκαλίας, με γνώμονα την ενεργοποίηση των μαθητών και την
194
Εφαρμογή στην πράξη έχει γίνει από την εισηγήτρια ως καθηγήτρια Φιλόλογο (στο διάστημα
2006-2011) και ως Σχολική Σύμβουλο Φιλολόγων σε δειγματική διδασκαλία (2012), στο Πειραματικό
Γυμνάσιο Ηρακλείου.
[653]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
ανάπτυξη του κριτικού στοχασμού τους (Bertrand, 1999· Κόκκος κ.συν., 2011·
Παπαδημητρίου, 2006· Σαλβαράς και Σαλβαρά, 2011). 195
Ι. Σύνθεση-υλοποίηση «διδακτικού σεναρίου» από/με τους μαθητές. Ο/Η
Φιλόλογος σε ρόλο Συντονιστή-Εμψυχωτή-Καθοδηγητή-Συνοδοιπόρου στην
ανακάλυψη της γνώσης.196
Δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις παρουσιάζονται στη συνέχεια.
Ι.1. Σύνθεση corpus ποιημάτων από επιλογές μαθητών – δημιουργική ανάπλαση
«σεναρίου» θεματικής ενότητας.
Ι.1.i. «Εξερεύνηση» και «δοκιμές επιλογής» υλικού από τους μαθητές.
Στο πλαίσιο του Προγράμματος Σπουδών πιλοτικής εφαρμογής του Γυμνασίου
περιλαμβάνεται στη Λογοτεχνία Γ΄ τάξης η θεματική ενότητα «Στάσεις ζωής σε
ποιητικά κείμενα» (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2011). Στην πράξη είναι ισχυρό το
ενδεχόμενο να αντιμετωπιστεί η θεματική αυτή ενότητα από τους μαθητές με
αμηχανία ή αδιαφορία, αν δομηθεί με επιλογές ποιημάτων «ακαδημαϊκού
/φιλολογικού ενδιαφέροντος», μακριά από τα εφηβικά ενδιαφέροντα. Υπό την
προβληματική αυτή, προτείνεται οι μαθητές να συνθέσουν με δικές τους επιλογές
το corpus των ποιημάτων που στη συνέχεια θα επεξεργαστούν. Ζητείται από τους
μαθητές να φέρουν στην τάξη, μετά από δική τους έρευνα και επιλογή της
195
Οι διδακτικές προτάσεις και πρακτικές ανταποκρίνονται σε βασικές θέσεις θεωριών μάθησης
(Bigge, & Shermis, 2012· Illeris, 2009· Schunk, 2010): θέτουν ως επίκεντρο στη διαδικασία της
μάθησης το παιδί και την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, αναγνωρίζοντας τον ρόλο
του δασκάλου ως παιδαγωγού-ενορχηστρωτή της μάθησης· σχεδιάζονται με έμφαση στην ενεργό
συμμετοχή των μαθητών στην οικοδόμηση της γνώσης με αξιοποίηση όσων ήδη ξέρουν (αρχές του J.
Bruner και του εποικοδομισμού (Wood, Bruner, & Ross, 1976))· κι ακόμη, αξιοποιούν το πολιτισμικό
περιβάλλον και τον διαμεσολαβητικό ρόλο του δασκάλου στην νοητική ανάπτυξη του μαθητή,
παράλληλα υποστηρίζοντας τη γλώσσα για την ανάπτυξη της νόησης (κοινωνικός εποικοδομισμός -
ζώνη επικείμενης ανάπτυξης (Δαφέρμος, 2002· Vygotsky, 1986)).
Επίσης, απηχούν προβληματισμούς της θεωρίας της Μετασχηματίζουσας Μάθησης (Mezirow, 2007),
καθώς εστιάζουν στην ανάπτυξη του κριτικού στοχασμού των εφήβων και στην υπέρβαση
στερεοτυπικών αντιλήψεών τους για το «πληκτικό σχολείο» και την «χωρίς ενδιαφέρον γνώση»,
διεγείροντας το ενδιαφέρον τους για ανακάλυψη και εξερεύνηση του εαυτού τους και του
περιβάλλοντος κόσμου, με κατάλληλες πρακτικές.
Παράλληλα, ανταποκρίνονται στο πνεύμα των σύγχρονων Προγραμμάτων Σπουδών (Διαθεματικό
Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΠΠΣ), 2003· Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2011· ΦΕΚ, 1562/
2011) για «κριτική αγωγή στο σύγχρονο πολιτισμό» και «καλλιέργεια ποικίλων γραμματισμών».
Λαμβάνεται υπόψη, επιπλέον, ως βασικός στόχος του σύγχρονου σχολείου η καλλιέργεια δεξιοτήτων
που σχετίζονται με τη ζωή στον διαρκώς μεταβαλλόμενο και υψηλών απαιτήσεων κόσμο, όπως «το
να μαθαίνει κανείς πώς να μαθαίνει» και να αναζητά τη «δια βίου μάθηση» (Unesco, 2002).
196
Στη σχολική πραγματικότητα, πρόκληση αποτελεί για τους Φιλολόγους να κεντρίσουν το
ενδιαφέρον των μαθητών για δημιουργούς, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης ή ο Διονύσης Σαββόπουλος,
οι οποίοι μπορεί να συμβάλουν στην καλλιέργεια του κριτικού στοχασμού των εφήβων, και οι οποίοι
συγκινούσαν άλλοτε ως εξωσχολικό ανάγνωσμα ή άκουσμα, αλλά σήμερα αντιμετωπίζονται συχνά
ως «μέρος της διδακτέας ύλης του Γυμνασίου» (Γαραντούδης, Χατζηδημητρίου, και Μέντη, 2006).
Επιπλέον, προβληματίζει συχνά τους Φιλολόγους η διαπίστωση ελλειμμάτων σε θέματα γλωσσικού
γραμματισμού (Χατζησαββίδης, 2007) των μαθητών, ακόμη και σε βασικές δεξιότητες κατανόησης
και παραγωγής προφορικού ή γραπτού λόγου. Στην προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε τέτοια
ζητήματα, μπορούμε στα διδακτικά σενάρια να αξιοποιήσουμε δημιουργικά τη μέθοδο project”
(Frey, 1986· Kilpatrick, 1918), ως παιδαγωγική μέθοδο που στηρίζεται στην πρωτοβουλία των
μαθητών και τη συνεργατική μάθηση.
[654]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αρεσκείας τους, «ένα ποίημα κι ένα τραγούδι που εκφράζουν στάσεις ζωής». Έτσι
αξιοποιείται στην πράξη η διερευνητική-ανακαλυπτική μάθηση και παράλληλα
σχολική και εξωσχολική ζωή συνδέονται αβίαστα (αξιοποίηση βιβλιοθηκών φιλικού
περιβάλλοντος ή κοινότητας, «εξερεύνηση» επιλεγμένων διαδικτυακών
διευθύνσεων με ποίηση, που υποβοηθητικά δίνονται από τον/τη Φιλόλογο,
αξιοποίηση μουσικών ενδιαφερόντων των εφήβων κ.ά.)
Μάλιστα, οι «δοκιμές επιλογής», σε συνεργασία με τον/τη Φιλόλογο αποτελούν
ουσιώδες στοιχείο της ανακαλυπτικής μάθησης και της βιωματικής προσέγγισης.197
Ι.1.ii. Διερεύνηση – ανακάλυψη του θέματος «στάση ζωής»
Στη συνέχεια της σύνθεσης του corpus από τους μαθητές, στην ολομέλεια αρχικά
και έπειτα σε ομάδες με φύλλα εργασίας, στο πλαίσιο της φθίνουσας καθοδήγησης
(fading scaffolding) (Stone, 1998), οι μαθητές επεξεργάζονται τα ποιήματα.
Ι.1.iii. Συνθετικές – δημιουργικές εργασίες και επίτευξη πολλαπλών στόχων.
Στo πνεύμα του διδακτικού σεναρίου-project, που προάγει τη βιωματική μάθηση, οι
μαθητές παράγουν ατομικά ή σε ομάδες δημιουργικές εργασίες διαφόρων ειδών. 198
Ι.1.iv. Διαθεματική προέκταση – άνοιγμα της τάξης στην κοινωνία
Στην περίπτωση εφαρμογής μας, διοργανώθηκε συνέντευξη με ποιητή που ζει στην
«τοπική κοινωνία», του οποίου το ποίημα είχε επιλέξει μαθήτρια.
Ι.2. Οι μαθητές δημιουργούν και υλοποιούν το σενάριο-project (στο πλαίσιο του
ΔΕΠΠΣ (2003), Β΄ Γυμνασίου).
Ενώ στο προηγούμενο διδακτικό σενάριο οι μαθητές «συνθέτουν» το corpus των
ποιητικών κειμένων με επιλογές τους, στην πρότασή μας αυτή οι μαθητές
δημιουργούν και προτείνουν οι ίδιοι το διδακτικό σενάριο που στη συνέχεια
εφαρμόζουν, με τον/την Φιλόλογο στον ρόλο του Συντονιστή, Συνοδοιπόρου,
Εμψυχωτή και όπου χρειάζεται Καθοδηγητή-δασκάλου.
Στο παράδειγμα που εφαρμόσαμε στην πράξη,199 οι μαθητές δημιούργησαν τελικά
το δικό τους σενάριο, με τίτλο «Οι μαθητές της Β΄ τάξης συναντούν τον Νίκο
197
Σημειώνουμε ότι στην περίπτωση της εφαρμογής μας, οι «εκτός θέματος» επιλογές λειτούργησαν
ως η πιο αποτελεσματική αφετηρία για διερεύνηση και κατανόηση του θέματος. Για παράδειγμα, με
τις κατάλληλες ερωτήσεις από τη Φιλόλογο, σε παιδαγωγικό κλίμα στοχασμού, ο μαθητής διέκρινε
τη διαφορά ανάμεσα αφενός στην αγάπη ως «φιλοσοφική οπτική και στάση ζωής» στο ποίημα του
Ν. Εγγονόπουλου «Τριαντάφυλλα στο παράθυρο» (Καγιαλής, Ντουνιά και Μέντη, 2006) και
αφετέρου στην αγάπη ως συναίσθημα (φιλικό ή ερωτικό) σε άλλα ποιήματα.
198
Ενδεικτικώς αναφέρονται εργασίες που πραγματοποιήθηκαν στην περίπτωση εφαρμογής μας:
Εργασία προφορική/γραπτή τεκμηρίωση της στάσης ζωής που εκφράζεται στο ποίημα και στο
τραγούδι επιλογής τους.
Σύνθεση «μουσικού λευκώματος» με τις επιλογές των τραγουδιών τους.
Σύνθεση ψηφιακού «Ανθολογίου ποίησης» με τις δικές τους επιλογές ποιημάτων που εκφράζουν
«στάσεις ζωής». Συνδυασμός κάθε ποιήματος με αντίστοιχης επιλογής τους πίνακα ζωγραφικής,
στο πνεύμα της αξιοποίησης της τέχνης στην εκπαίδευση (Κόκκος κ.συν., 2011).
Ψηφιακές εικονοποιήσεις ποιημάτων (συνδυασμός στίχων με εικόνες).
Μελοποίηση από μαθήτρια του ποιήματος που η ίδια επέλεξε.
Ψηφιακές παρουσιάσεις κινηματογραφικών έργων επιλογής τους που εκφράζουν «στάση ζωής»
(π.χ. Ζορμπάς, La vita e bella, Ο κύκλος των χαμένων ποιητών).
199
Το «σενάριο των μαθητών» της Β΄ τάξης πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία των δυο τμημάτων
μου με το τμήμα και τη συνάδελφο φιλόλογο κ. Α. Μαρκομιχελάκη, κατά το σχολ. έτος 2007-08, με
[655]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
αφόρμηση τη διδακτική ενότητα «Μια Κυριακή στην Κνωσό», απόσπασμα από το έργο του Ν.
Καζαντζάκη (Γαραντούδης, Χατζηδημητρίου, και Μέντη, 2006).
200
Η πρόταση που υλοποιήθηκε με ζήλο από τους μαθητές περιελάμβανε:
1. Σκηνοθετημένη ανάγνωση (με ρόλους) στον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού.
2. Δραματοποιημένη απόδοση σκηνών του αποσπάσματος, με σενάριο ομάδας μαθητών στους
χώρους της Κνωσού που αναφέρονταν στο κείμενο. Τα κουστούμια ήταν επίσης έργο των μαθητών.
3. Γνωριμία με τη ζωή και το έργο του συγγραφέα, με επίσκεψη στο Μουσείο Καζαντζάκη, στη
Μυρτιά (του δήμου Καζαντζάκη).
4. Ανάλυση του περιεχομένου και των αφηγηματικών-εκφραστικών τρόπων του αποσπάσματος.
5. Ποικίλες ομαδικές ή και ατομικές εργασίες (με εκπόνηση στο σπίτι ή εν μέρει και στο σχολείο και
παρουσίασή τους στο τέλος, στην τάξη ή και σε ευρύτερο κοινό):
5.α. Εκπόνηση βιογραφικού του Ν. Καζαντζάκη σε ψηφιακή μορφή .
5.β. «Ο Νίκος Καζαντζάκης μέσα από τη δική μου ανάγνωση»: αναγνώσεις βιβλίων του Ν.
Καζαντζάκη από μαθητές και παρουσίαση στην τάξη με σχολιασμό από τους ίδιους.
5.γ. Σταχυολόγηση αποσπασμάτων από έργα του Καζαντζάκη και σύνθεση λευκώματος με αυτά.
5.δ. Συνθετικές- γραπτές εργασίες, με γενικότερο θέμα: Η φυσιογνωμία του Νίκου Καζαντζάκη.
5.ε. Εικαστικές δημιουργίες (ζωγραφική, σύνθεση πανώ με εικαστικά έργα τους).
5.στ. Άλλες διαθεματικές δραστηριότητες σε ομάδες: σε εξωδιδακτικό χρόνο επίσκεψη στο Ιστορικό
Μουσείο Ηρακλείου, στην αίθουσα-γραφείο του Ν. Καζαντζάκη, επίσκεψη στον τάφο του (στα
ενετικά τείχη, στο Ηράκλειο), φωτογραφήσεις σχετικού υλικού, μουσική εμπνευσμένη από έργα του,
ψηφιακές συνθέσεις για παρουσίαση των παραπάνω δράσεων.
5.ζ. Εντυπώσεις παιδιών - αυτοαξιολόγηση των γνώσεων αλλά και της διαδικασίας (συνεργασίας και
ατομικής προσπάθειας).
5.η. Παρουσίαση των δράσεών τους και έξω από το σχολείο, σε ευρύτερη εκδήλωση επικοινωνίας με
συμμαθητές άλλων σχολείων, για διάχυση εμπειρίας και επικοινωνία. Η τελευταία αυτή πρόταση
υλοποιήθηκε με συμμετοχή στο «Παγκρήτιο Μαθητικό Συνέδριο, με θέμα “Νίκος Καζαντζάκης-
πολίτης του κόσμου”, που πραγματοποιήθηκε στον δήμο “Ν. Καζαντζάκης” στις 23, 24 και 25
Νοεμβρίου 2007, με αφορμή τη συμπλήρωση, τότε, 50 χρόνων από τον θάνατο του συγγραφέα.
Στον απολογισμό τους οι μαθητές, μεταξύ άλλων, έγραψαν: «Φτιάξαμε, δημιουργήσαμε ένα μάθημα
που θα μας μείνει αξέχαστο!»
201
Για παράδειγμα, στην ενότητα της Γ΄ Γυμνασίου «Στάσεις ζωής σε ποιητικά κείμενα» (σχολ. έτος
2011-12), η γνωριμία με τον ποιητή Αντώνη Κούτη προέκυψε ως «απρόοπτο», εφόσον το
ενδιαφέρον των μαθητών αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως, μετά τις πρώτες δυσκολίες στην προσέγγιση των
έργων του, με αφορμή το ποίημά του που έφερε στην τάξη μαθήτρια ως επιλογή της για το θέμα.
Στη διδασκαλία του ποιήματος «Τι έπαιξα στο Λαύριο» του Διονύση Σαββόπουλου (Γαραντούδης,
Χατζηδημητρίου, και Μέντη, 2006), κατά το σχολ. έτος 2007-08, υπήρχε «προγραμματισμένη
έκπληξη» της Φιλολόγου (απαντήσεις του ποιητή-συνθέτη σε επιστολή μαθητών που του έδωσε η
ίδια σε επίσκεψή της στην Αθήνα). Το σενάριο «ανασκευάστηκε» για να αξιοποιηθεί το απρόοπτο:
επίσκεψη του τραγουδοποιού στην πόλη, ακριβώς τις προγραμματισμένες ημέρες για την
«αναγνωστική φάση», και αίτημα των μαθητών για συνάντηση-συνέντευξη μαζί του.
[656]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Στην περίπτωση της Ζωρζ Σαρή, η επικοινωνία έγινε, για πρακτικούς λόγους, με
τηλε-συνέντευξη (Καλοκύρη, 2010). Η γνωριμία με τη συγγραφέα λειτούργησε ως
επιβράβευση και ανατροφοδότηση της μελέτης και παρουσίασης πολλών βιβλίων
της από τους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου.202
Επίσης, στην περίπτωση της γνωριμίας με το έργο του ποιητή Νικηφόρου
Βρεττάκου, με τηλε-διάσκεψη (που σχεδιάστηκε ως «έκπληξη») οι μαθητές
«ξεναγήθηκαν» στους χώρους και το υλικό του αρχείου Βρεττάκου στη Δημόσια
Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης και συνομίλησαν με τη Διευθύντρια του Αρχείου
Βρεττάκου κ. Ε. Τζινιέρη, σε ατμόσφαιρα ουσιαστικής βιωματικής μάθησης.203
ΙΙΙ. Ψηφιακές εργασίες: «ανανέωση» σχέσης με Φιλόλογο και μάθημα, αξιοποίηση
ωφελειών διαφοροποιημένης διδασκαλίας.
Χαρακτηριστικά βελτιώνεται η αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση μαθητών με
«χαμηλές επιδόσεις» ιδιαιτέρως σε παραγωγή προφορικού και γραπτού λόγου και
με γενικότερη δυσκολία/αμηχανία στην έκφραση ιδεών και συναισθημάτων.
Αναπτύσσεται σχέση εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τον/την εκπαιδευτικό και
γενικότερα η σχέση με το γνωστικό αντικείμενο και τη σχολική ζωή
υποστηρίζεται.204
IV. Η «γωνιά με το εποπτικό υλικό».
Στο πλαίσιο της βιωματικής μάθησης και της ενεργού συμμετοχής των μαθητών στις
εκπαιδευτικές διαδικασίες, προτείνεται ως καλή πρακτική η καθιέρωση της «γωνιάς
με το εποπτικό υλικό». Πρόκειται για μια σταθερή μέσα στην αίθουσα θέση, που
χρειάζεται χώρο όσο τουλάχιστον ένα θρανίο, για τη συστηματική απόθεση και
έκθεση υλικού σχετικού με το μάθημα, και ειδικότερα τη διδακτική ενότητα, που
μπορούν να προσκομίζουν οι μαθητές με πρωτοβουλία τους, αφού εμψυχωθούν
202
Η γνωριμία με το έργο της συγγραφέως και σταδιακά με την ίδια (9-3-2009) αποτέλεσε μέρος του
σχεδίου μαθήματος (project), στην Α΄ Γυμνασίου, που περιελάμβανε ερμηνευτική ανάλυση στην
τάξη του μυθιστορήματος Νινέτ, με αφόρμηση το απόσπασμά του στο σχολικό βιβλίο (Πυλαρινός,
Χατζηδημητρίου, και Βαρελάς, 2006).
203
Θερινό Σχολείο του Πρότυπου Πειραματικού Γυμνασίου Ηρακλείου, 27-6-2012. Συνδυασμός ΠΣ
(πιλοτικής εφαρμογής), Λογοτεχνία Γ ΄Γυμνασίου «Στάσεις ζωής σε ποιητικά κείμενα» με αξιοποίηση
του επετειακού έτους «100 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή». Διδασκαλία μου με θέμα: «Ν.
Βρεττάκος, “Αγαπώ, άρα υπάρχω”. Γνωριμία με την ποιητική και πολιτισμική κληρονομιά του».
204
Προτείνονται -μέσα από εμπειρικές εφαρμογές- ψηφιακές εργασίες, όπως:
βιβλιοπαρουσιάσεις (σύντομες, στην τάξη),
ανασύνθεση λογοτεχνικών κειμένων που μελετήθηκαν στην τάξη, σε συνδυασμό με σχετικό
οπτικό και ηχητικό υλικό,
παρουσιάσεις «πραγματολογικών στοιχείων» που εμπλουτίζουν διαθεματικά τις ενότητες,
πολυμεσικές παρουσιάσεις – επισκοπήσεις ύλης π.χ. στην Ιστορία,
«δημιουργικές» παρουσιάσεις γνωστικού περιεχομένου (π.χ. υλικού από μουσεία ή
αρχαιολογικούς χώρους) με «αναπλαισίωση επικοινωνιακής περίστασης» (π.χ. ψηφιακή
παρουσίαση υπό μορφή συνέντευξης με ρόλους, υπό μορφή ηλεκτρονικού περιοδικού ή
ηλεκτρονικής εφημερίδας κ.ά.)
Δημιουργικές εργασίες με κόμικς (π.χ. απόδοση διαλόγων ή σκηνών ή σεναρίων μαθητών)
Συνεντεύξεις βιντεοσκοπημένες (π.χ. για υλικό λαϊκής παράδοσης από ανθρώπους στο χωριό),
ντοκυμαντέρ (π.χ. για την ιστορία ενός μνημείου ή του σχολείου κ.ά.),
[657]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
και αντλήσουν παράδειγμα στην αρχή από τον/τη Φιλόλογο. Σημαντική είναι η
συστηματική και οργανωτική υποστήριξη της πρακτικής από τον/τη Φιλόλογο.
V. Ανανέωση της διδακτικής με στόχο την «παραγωγή λόγου». Καλές πρακτικές στη
Νεοελληνική Γλώσσα.
Προτείνουμε ενδεικτικώς, στο πλαίσιο της διδασκαλίας της περιγραφής, την
εικονοποίηση κειμένου με περιγραφή ως ψηφιακή εργασία που ανατίθεται
προαιρετικά σε μαθητές με ψηφιακές δεξιότητες. Η «μεταγραφή» από τον
γλωσσικό κώδικα στον οπτικό (με αξιοποίηση φωτογραφιών, εικόνων, εικαστικών
έργων κ.ά.) λειτουργεί «παιγνιωδώς» για τους μαθητές, ενώ ουσιαστικά
ενεργοποιεί διαδικασίες κατανόησης του νοήματος και τον κριτικό στοχασμό για
την αναπαραγωγή του σε άλλο κώδικα επικοινωνίας. Η επένδυση με μουσική
ποιότητας (στο πλαίσιο της αξιοποίησης της Τέχνης στην εκπαίδευση (Κόκκος
κ.συν., 2011)) ενεργοποιεί τα συναισθήματα και υποστηρίζει τις διεργασίες
κατανόησης. Μπορούμε, στη συνέχεια, να ζητήσουμε στους μαθητές, να
αποδώσουν με προφορικό λόγο το οπτικό υλικό, ανασυνθέτοντας, έτσι, νέα
«παραγωγή λόγου», ενδεχομένως σε άλλο πλαίσιο επικοινωνίας.205
VI. Ανάθεση δημιουργικών εργασιών - εποπτικού υλικού στο πλαίσιο του ετήσιου
προγραμματισμού.
Με προεργασία στο σπίτι, ο/η Φιλόλογος οργανώνει προτάσεις για να επιλέξουν οι
μαθητές, ανάλογα με τις δεξιότητες και τα ενδιαφέροντά τους, εικαστικές,
ψηφιακές και άλλες βασικές δημιουργικές εργασίες, που αξιοποιούνται στη
διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Έτσι υπάρχει χρόνος για εκπόνηση από τους
μαθητές και για συνεργασία με τον εκπαιδευτικό, με παιδαγωγικά οφέλη
ιδιαιτέρως σημαντικά. Ο αρχικός προγραμματισμός εργασιών συμβάλλει
καθοριστικά στην οργάνωση της ύλης και στον σχεδιασμό των ενοτήτων, ενώ
σαφώς δεν εμποδίζει την περαιτέρω δημιουργία ειδικότερου εποπτικού υλικού και
σχετικών εργασιών, όπου κριθεί απαραίτητο.
Συμπεράσματα
Ο καλός προγραμματισμός και ο ευέλικτος ανασχεδιασμός είναι απαραίτητα
στοιχεία για διδασκαλία με «έμπνευση και δημιουργία».
Τα φιλολογικά μαθήματα στο Γυμνάσιο μπορεί να γίνουν ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα
και εποικοδομητικά, αν αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες και τα περιθώρια για
αυτενέργεια, με γνώμονα τη βιωματική μάθηση και τη δημιουργική κι ενεργό
205
Για παράδειγμα, η λογοτεχνική περιγραφή της Ελλάδας από τον Παντελή Καλιότσο (Κατσαρού,
Μαγγανά, Σκιά, και Τσέλιου, 2006, σ. 8) έγινε η αφετηρία για άσκηση-ψηφιακή εργασία. Η
εικονοποίηση (εν είδει μικρής ταινίας) εμπεριείχε παράλληλα τον λόγο του κειμένου και απέδιδε τη
δομή του (από το γενικό στο μερικό, από το νότο στον βορά). Στη συνέχεια, ως άσκηση παραγωγής
γραπτού λόγου οι μαθητές περιέγραψαν την Ελλάδα με βάση το υλικό της μικρής ταινίας, αλλά με
αναπλαισίωση της επικοινωνιακής περίστασης: αντί λογοτεχνικού κειμένου ζητήθηκε να εκφράσουν
την περιγραφή τους σε ύφος και λεξιλόγιο που θα συναντούσαν σε έναν ταξιδιωτικό οδηγό, ο οποίος
θα προωθούσε διαφημιστικά την Ελλάδα. Έτσι δόθηκε και η ευκαιρία για σχολιασμό ομοιοτήτων και
διαφορών ανάμεσα σε περιγραφή λογοτεχνικού κειμένου/ταξιδιωτικού οδηγού.
[658]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Βαλκάνος, Ν., Βοζίκας, Γ., και Κουτσούγερας, Δ. (2006). Οδηγός Πολιτιστικών
Εκδηλώσεων. Α’, Β’, Γ’ Γυμνασίου. Βιβλίο Εκπαιδευτικού. Αθήνα: ΟΕΔΒ.
Bigge, M., & Shermis, S. (2012). Θεωρίες μάθησης για εκπαιδευτικούς. (2η έκδ.).
Αθήνα: Πατάκης.
Γαραντούδης, Ε., Χατζηδημητρίου, Σ. και Μέντη, Θ. (2006). Κείμενα Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας. Β΄ Γυμνασίου. Αθήνα: ΟΕΔΒ.
Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (2003). Αθήνα: Π.Ι.
Illeris, K. (2009). Σύγχρονες θεωρίες Μάθησης. 16 θεωρίες μάθησης με τα λόγια των
δημιουργών τους. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Καγιαλής, Π., Ντουνιά, Χ., και Μέντη, Θ. (2006). Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
Γ΄ Γυμνασίου. Αθήνα: ΟΕΔΒ.
Καλοκύρη, Β. (2010). Ζωρζ Σαρή, Νινέτ. Από το απόσπασμα του σχολικού βιβλίου
στη διδασκαλία ολόκληρου του μυθιστορήματος στην τάξη και στην τηλε-
συνέντευξη με τη συγγραφέα. Θεσσαλονίκη: Χρονικά. Περιοδική έκδοση του
Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 20, 49-80.
Κατσαρού, Ε., Μαγγανά, Α., Σκιά, Α.,και Τσέλιου, Β. (2006). Νεοελληνική Γλώσσα Γ΄
Γυμνασίου. Τετράδιο Εργασιών. Αθήνα: ΟΕΔΒ.
Κόκκος, Α. κ.συν. (2011). Εκπαίδευση μέσα από τις Τέχνες. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Mezirow, J. (2007). Η Μετασχηματίζουσα Μάθηση. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Παπαδημητρίου, Ε. (Επιμ.) (2006). Πώς μαθαίνει ο άνθρωπος. Εγκέφαλος, νους,
εμπειρία και μάθηση στο σχολείο. Αθήνα: Κέδρος.
Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (2011). Πρόγραμμα Σπουδών για τη διδασκαλία της
Νεοελληνικής Γλώσσας και της Λογοτεχνίας, της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και
Γραμματείας στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση.
[659]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
[660]
1ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΚΟΡΙΝΘΟΣ 2013 - ΠΕΣΣ
23-24 1o
Νοεμβρίου 2013
ΚΟΡΙΝΘΟΣ
ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
1 ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ
Φωτίζοντας τη διδασκαλία:
Π Α Ν Ε Π ΙΣ Τ Η Μ Ι Ο Π Ε Λ ΟΠ ΟΝ Ν Η Σ Ο Υ
Π Ε Ρ ΙΦ Ε ΡΕ ΙΑ Κ Η Ε Ν ΟΤ Η Τ Α Π Ε Λ ΟΠ ΟΝ Ν Η Σ ΟΥ
ΟΡΓΑΝΩΣΗ:
Π.Ε.Σ.Σ.
ΠΑΝ Ε ΛΛΗΝ ΙΑ Ε Ν ΩΣΗ
ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ
[661]