You are on page 1of 313

2

ΕΠΙΜΕΣΡΟ

Ξαι δεν κα ςου πω αυτι τθ φορά ιςτορίεσ για το φωσ ςτισ νότεσ του μονόχειρα μπλουηίςτα
ςε ζνα δρόμο ςτθν Στάβα, ι για το ςκοτάδι που γνϊριςα ςτθ Πουάνηα. Σφτε για τθ νφχτα
ςτο Άμςτερνταμ που προςπακοφςα να λογικζψω το κακό alter ego μου μζςα ςτο ςτομάχι
μου, ι για τουσ ιχουσ του αζρα ςτα κεόρατα ζλατα τθσ Δίρφθσ γφρω από τθ ςκθνι μου ζνα
ξθμζρωμα του χειμϊνα -γιατί κάποτε πρζπει να βγει αυτό το βιβλίο τελικά. Τπωσ Ψϊρα. Πε
τθν ευκαιρία, να το αφιερϊςω ςτο απίκανο πλάςμα τθν αδερφι μου που ηει τθ ηωι τθσ ςτο
φουλ, ςτθ Πποφλθ για το λογοτεχνικό γονίδιο και ςτον Motofreak για το ταξιδιάρικο, και ςε
κάτι τφπουσ και τφπιςςεσ που ζρχονται να ςου εξθγιςουν τι είναι θ οξειδωτικι
φωςφορυλίωςθ όταν το χρειάηεςαι, που ςου φζρνουν πεπζκι γιατί δεν ιξερεσ τι είναι, που
βάηουν μουςικι ςτον Ππλζικ, που ξζρουν να διαλζγουν alpha reader, που ηωγραφίηουν
ξυλαράκια από τθ κάλαςςα, που κλωτςάνε πιο γριγορα από τθ ςκιά τουσ, που θ οργάνωςθ
είναι το μεςαίο τουσ όνομα, που είναι πάντα ζτοιμοι να βοθκιςουν ακόμα κι όταν ο άλλοσ
είναι χαμζνθ υπόκεςθ, που το ποδιλατο είναι το πρϊτο πράγμα που ςκζφτονται μια μζρα
με ιλιο, που ςε καλοφν ςε πάρτυ για τθν θμζρα τθσ λεοπάρδαλθσ, που βρίςκουν τρόπουσ
να ξεγελάνε τουσ αιςκθτιρεσ καπνοφ, που τουσ φτιάχνεισ site και ξεχνοφν μζχρι και το
όνομά του, που μοιράηονται μαηί ςου τθν κρυψϊνα των κλειδιϊν ςτο εξοχικό τουσ, που ςτα
δεκαπζντε γυρνοφςαν ςπίτι νωρίσ για να το ξαναςκάςουν αργότερα από το μπαλκόνι, που
βρικαν το ραπζλ νυχτιάτικα ςτον βράχο τθσ Βαρυμπόμπθσ καλι ιδζα, που με μια κάμερα
ςτο χζρι ζκαναν το εφθβικό τουσ όνειρο πραγματικότθτα, που καταςκευάηουν κάτι
αμφιλεγόμενα όργανα γυμναςτικισ με τροχαλίεσ και μπουκάλια νεροφ, που ωσ
ναυαγοςϊςτεσ μποροφν να ςϊςουν οποιονδιποτε εκτόσ από τον εαυτό τουσ, που ςε
αναηωογονοφν με το κακαρό βλζμμα και τθν απρόβλεπτθ ιδιοςυγκραςία τουσ, που
φτιάχνουν τόξα κι επιμζνουν ςτο τςουάν, που τρζχουν ακόμα και χωρίσ να είμαι εκεί, ςτον
αναπάντεχο άνκρωπό μου που θ ηωγραφιά του ςτο χζρι μου ζμεινε για πάντα και ςε όλουσ
εκείνουσ που λάμπουν μζςα ςτθ ηωι μου με τθν καλοςφνθ, το χιοφμορ, τθ δοτικότθτα, τθν
εκκεντρικότθτα και τθ δθμιουργικότθτά τουσ, είτε βρίςκονται ακόμα ςε αυτό το ςφμπαν
είτε ςε κάποιο παράλλθλο.

Κείμενα, Φωτογραφίεσ, Εικόνεσ: ΧΜΚ


ISBN 978-960-93-8922-8
Creative Commons Copyright - 2017

Αυτό το ζργο τθσ XMK (Χριςτίνα Πζρμθγκα) εκδίδεται με δικαιϊματα τθσ άδειασ Creative Commons
Αναφορά Δθμιουργοφ - Πθ Εμπορικι Χριςθ - Τχι Υαράγωγα Ζργα 4.0 Διεκνζσ (CC BY-NC-ND 4.0)

3
ΕΠΙΜΕΣΡΟ 3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 4

Για ςκζψεισ 11
Kλακζτα 13
Mερικζσ φορζσ 14
YIN-YANG FRACTAL 15
12 διαπιςτϊςεισ 16
Aλεξίςφαιρο 17
Γιατί ζτςι 18
Ψο ερϊτθμα 19
Ανάςα 20
Υοίθμα 21
Ψο ςφμπτωμά μου 22
BODYLIE 23
Αλθκινά ευτυχιςμζνοι 24
Θ χαντροκουρτίνα 28
Ρα μθν ξεχάςω 30
ORIGAMI YODA 36
Υροςευχι ενόσ κεοφ 38
Χθμειϊςεισ για τθν ατομικι και τθν κοινωνικι ςυνείδθςθ 40
ΥΦΣΧΣΧΘ 44

Για ανκρϊπουσ 45
Αν 46
CRACK IT 47
Υαναγνιςμόσ 48
WATOTO BEACH 50
Survivor 51
Ψο πλικοσ 52
KIDS 53
Ψρελογιςμοί 54
SYDNEY PEOPLE 55
ΣΞΑΡΑ blues 56

4
Σ Άλμπερτ και οι άλλοι 60
Your mind is your greatest teacher 63
Υάρτυ ςτον κιπο 64

Για μζρθ 80
KAΟΣ ΧΑΧ ΨΑ΢ΛΔΛ 81
ΑΕΦΣΥΟΑΡΑΞΛ 82
CARTE-POSTALE, SAMOA 83
WOLLONGONG BEACH 84
WHALE ROUTE 85
Oδόσ Ακθνάσ 86
ΠΣΡΑΧΨΘΦΑΞΛ 87
ΞΑΛ Θ ΡΩΧΨΑ ΥΕΦΨΕΛ ΧΨΘ ΒΑΦΞΕΟΩΡΘ 88
ΞΩΚΘΦΑ 89
ΑΓΦΛΑ ΒΑΦΔΣΩΧΛΑ 90
OROPOS BEACH 1 91
OROPOS BEACH 2 92
MWANZA BUS 94
MOTHER AFRICA 95
Africa by bus 96
ON THE ROAD TO TANZANIA 99
MARY COMPUTER 100
BUSWELU GOLDEN KIDS 101
ΧΨΣΡ ΦΑΦΨΘ 102
WATOTO WA AFRICA 103
KID WITH WET CLOTH 104
LIGHT THROUGH THE PALACE GATE 106
DOWNTOWN HANOI 107
ΥΑΟΛΑ ΥΣΟΘ, ΑΡΣΝ 108
ΗΩΘ ΥΣΔΘΟΑΨΣ 109
ΞΑΦΨ-ΥΣΧΨΑΟ ΑΥΣ ΨΘΡ ΛΡΔΣΞΛΡΑ 110
HORNY ROOF 118
TUOL SLENG 119
ANGKOR 120
ANGKOR 2 121

5
TA PROHM 122
ANGKOR WAT 123
TEMPLE APSARAS 124
APSARA DREAMING 125

Για πλάκα 126


Days in the life of 127
Αγαπθτό μου Ωβρεολόγιο 128
Αγαπθτι μου Rosemary 129
Αγαπθτό μου Οεπτομερειολόγιο 130
Αγαπθτζ μου Χυνζνοχε 131
Αγαπθτζ Γιατρζ μου 132
Αγαπθτι μου Οευκι Χελίδα 133
Αγαπθτό μου Ωποςυνείδθτο 134
Αγαπθτό μου Ευχολόγιο 135
Αγαπθτό μου Ψελωνείο 136
Αγαπθτό μου Ψαχυδρομείο 137
Αγαπθτοί μου Χφνεδροι 138
GRAND SOUXE SOUPS 139
Άςπρα κοράκια 140
ΑΩΓΑ ΔΛΞΦΣΞΑ 141
Ωπεραςτικά 142
ΧΣΧ 143
Θ ςχζςθ του ςφγχρονου Ακθναίου με τθ φφςθ 144
Επί τθσ διαλεκτικισ και τθσ ουςίασ του μθδενόσ 145
Ππαλκόνι ςτθν Άνδρο 146
Θ ΧΣΩΦΟΣΩΟΣΩ 147
Ψαμπζλεσ χωριϊν τςι Ξριτθσ - Αλφαβθτικό Ψop20 148
Σι εντιμότατοι φίλοι μου 149
CAT & MOUSE 154
Υαιδικι θλικία 155
Υρϊτθ φορά 156
Ψο λεωφορείο 157
Ξαρδιά-καρυδιά 158
Αςπρόμαυροσ κόςμοσ 159

6
Υϊσ ζγινα καλι 160
Ποφντηα 161
Πάπετ 162
Coppertone 163
Γιάντεσ 164
Ρτιοφκσ 165
Ψο καρποφηι 166
Ψραφμα 167
Πάκθμα 168
Ψο τροχόςπιτο ςτθ Φοδιά 169
Αυτογνωςία 170
Ψο μζγεκοσ μετράει 171
ΒΦΩΧΘ ΑΦΨΛΧΨΛΞ 172
Διιγθμα 1000 λζξεων μαηί με τον τίτλο 173

Για τθν επανάςταςθ 176


17 εισ τθν Ρ 177
ΑΥΣΓΕΩΠΑ ΔΕΞΕΠΒΦΘΧ ΑΚΘΡΑ 178
Για τον τοίχο 179
Γιατί δεν εξάπτομαι όταν 186
LA PEDRERA 190
Aυτόματο μινυμα 191
Διπλό ξφπνθμα 192
Ξατερίνα Γκουλιϊνθ 194
ΔΘΠΣΞΦΑΨΛΑ 199
Ξαλφτερεσ μζρεσ 200
Σ αφελισ και τα F16 201
Ζξτρα ειςόδθμα 202
Υερί ανιςοτιτων 205
Ξι αν δεν μποροφμε να κάνουμε επανάςταςθ 206

Για το αίνιγμα μζςα μασ 211


Ωπερβατικι φιλοςοφία 212
ULURU 213
Πυαλό κουκοφτςι 214

7
BLUE FREEDOM 215
Είμαι φτιαγμζνθ 216
Χυνείδθςθ 217
ΦΩΨΛΑ 218
Ραι 220
ΧΨΑΧΩΑ 222
Κρυαλλίδα 223
Ακροβάτθσ 224
Υράγματα που μου αρζςουν τρομερά 225
Ψιλτ 227
Χοκολατόςπιτο 228
Τλοι οι εφιάλτεσ μαηί 229
Οοχ Ρεσ 230
Ψρελόνειρο 231
ΣΔΣΧ ΓΑΟΘΡΘΧ 232
Φεγγάρια 233
Ψο πράςινο κοχφλι 234

Για τον ζρωτα 235


Φαρζτρα 236
Φϊτα με 237
Επικυμία 238
Υεσ μου τι γίνεται όταν 239
180 240
ΑΓΣΩΦΣ ΑΠΩΓΔΑΟΣ 241
Ηεν 242
Οόλα 243
ΞΑΦΔΛΑ ΧΨΣ ΥΑΥΛΓΓΣ 244
Πθτρικι ερωμζνθ 245
Τταν τθ νφχτα 246
Υροςβολι 247

Για τον κάνατο 248


Χτον δρόμο 249
Οου 250

8
Goth 252
ΣΩ ΥΕΦΛ ΚΑΡΑΨΣΩ 253

FOR ENGLISH PRESS 9 255


Velvet Snakes & Hurricanes 256
Primum Vivere 257
Never accused of unhappiness 258
1st WORLD PROBLEMS 259
Skygazing 260
The promise 261
Found poetry - The Tiger Woman 262
Dark night 263
Happy liar's song 264
Instructions 266
Found poetry - Connectedness 268
Illusions 269
Found poetry - Somehow I was going to be ok 270
Q&A 271
Capital 272
Found poetry - KUBARK 273
Fuck survival 274
HellP 275
PIPER AT THE GATES 276
Found poetry - The insouciance 277
Ocean 278
OCEAN 279
Under the sun 280
Fire-keepers 281
Crazy net fun (Found text) 282
Reality check 286
REALITY CHECK 287
You 288
Cambodian mirrors 289

Deinde Philosophari 291

9
Hint 292
In between 293
Integration 294
TRYING TO UNDERSTAND 295
Come out and play 296
COME OUT AND PLAY 297
In this world 298
Luscious days 299
Cut-up 300
Why me 301
Found poetry - Walking tour 302
WALKING TOUR PILGRIMAGE, STEVENSON'S GRAVE, APIA 303
Uni-Verse 304
Sunday, August 18th 305
Time machine 306
CENTURIES IN THE BLINK OF AN EYE 307
Happiness 308
Quiz 309
Trip to sacredness 310
Prayer of the godless 311

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΣΗ ΢ΤΓΓΡΑΦΕΑ 313

10
ΓΛΑ ΧΞΕΨΕΛΧ

11


12
ΚΛΑΚΕΣΑ

Kι αν δεν ξζρουμε το ςενάριο

θ ςκθνοκεςία μασ ανικει.

13
ΜΕΡΙΚΕ΢ ΦΟΡΕ΢

Περικζσ φορζσ ναι, μερικζσ φορζσ όχι.

Περικζσ φορζσ πάνω, μερικζσ φορζσ κάτω.

Περικζσ φορζσ το δικό ςου, μερικζσ φορζσ το δικό τουσ.

Περικζσ φορζσ μετράει το παιχνίδι, μερικζσ το αποτζλεςμα.

Περικζσ φορζσ θλιογελάσ, μερικζσ φορζσ ςκοταδοκλαίσ.

Περικζσ φορζσ μουςικι, μερικζσ φορζσ κόρυβοσ.

Περικζσ φορζσ αντζχεισ, μερικζσ φορζσ απζχεισ.

Περικζσ φορζσ δίνεισ, μερικζσ φορζσ ςου παίρνουν.

Περικζσ φορζσ μζςα, μερικζσ φορζσ ακόμθ πιο μζςα.

Περικζσ φορζσ δεν είναι ςαν μερικζσ άλλεσ

-θμζρεσ όμορφεσ, θμζρεσ κουφάλεσ.

14
15
12 ΔΙΑΠΙ΢ΣΩ΢ΕΙ΢

1. Θ αλλαγι είναι αυτό που κάνει τον χρόνο να υφίςταται.

2. ΢εδιπλωνόμαςτε μζςα ςτθ ηωι τθν ίδια ϊρα που θ ηωι ξεδιπλϊνεται μζςα από εμάσ.

3. Αξιοπερίεργο είναι το κζαμα των ανκρϊπων που ςπάνε τα μοφτρα τουσ ςτον ίδιο τοίχο
κάκε φορά, και δεν αλλάηουν προςζγγιςθ, μοφτρα, τοίχο, κάτι.

4. Ηοφμε μζςα ςτθν θλικιότθτα τθσ βεβαιότθτασ (προςπακοφμε να διαλφςουμε τισ πλάνεσ
των άλλων, για να τισ αντικαταςτιςουμε με τισ δικζσ μασ).

5. Υρζπει να προςζχεισ τι λεσ ςτον εαυτό ςου.

6. Αγαπάμε ό,τι μυρίηει αγάπθ.

7. Σι ζφθβοι ζχουν περίςςιο κράςοσ γιατί δεν ζχουν προλάβει να αποτφχουν αρκετά
(δεν πιρε κάποιοσ ακόμα τισ δάφνεσ απ’ το κεφάλι τουσ για να τισ βάλει ςτισ φακζσ του).

8. Θ ευγνωμοςφνθ είναι το αντίδοτο τθσ κλίψθσ.

9. Περικζσ φορζσ ο ζρωτασ είναι ζνα Εγϊ μεταμφιεςμζνο ςε Εςφ (χρειαηόμαςτε


καινοφρια αυτιά για τισ ιςτορίεσ μασ και καινοφριεσ ιςτορίεσ για τα αυτιά μασ).

10. Σ Thelonius Monk είναι ςπουδαίοσ γιατί παίηει ςαν παιδί -δεν φοβάται μθν κάνει λάκοσ.

11. Τταν το φεγγάρι κοιτά αριςτερά, γεμίηει.

12. Ακόμα κι όταν δεν είναι φιλοςοφείν, το λακωνίηειν παραμζνει μεγάλθ αρετι.

16
ΑΛΕΞΙ΢ΦΑΙΡΟ

Ξάποια ςτιγμι δε κα χρειάηεται πια

να φοράω τθν παιδικότθτά μου

ςαν αλεξίςφαιρο.

17
ΓΙΑΣΙ ΕΣ΢Ι

Γιατί ςυμβαίνουν κακά πράγματα ςε καλοφσ ανκρϊπουσ; Άλλο ζνα βαςικό ερϊτθμα,
ςε λάκοσ βάςθ. "Υακιματα-μακιματα", λζμε, αλλά μερικζσ φορζσ το μάκθμα είναι πολφ
δυςανάλογο του πόνου` θ ηωι είναι άδικθ. Χωςτά; Οάκοσ. Θ ζννοια τθσ δικαιοςφνθσ δεν
ζχει καμία ςχζςθ με τθ διαδικαςία τθσ ηωισ -μόνο οι αιτίεσ και τα αποτελζςματα ζχουν. Ξι
επειδι δεν υπάρχει πάντα μόνο μία αιτία για κάκε αποτζλεςμα, ι μόνο ζνα αποτζλεςμα για
κάκε αιτία, δεν ζχουμε πάντα τισ απαντιςεισ. Για παράδειγμα, εκεί που όλα λειτουργοφν
"κανονικά" κι εςφ γελάσ μεκυςμζνοσ ςτ' αςτζρια, πακαίνεισ καρκίνο. Γιατί; Επειδι μερικά
κφτταρά ςου παρουςίαςαν τθ Χ δυςλειτουργία. Γιατί; Για τον ίδιο λόγο που είςαι 1.81 κι όχι
1.82. Γιατί; Γιατί ζτςι. Άλλωςτε κάτι κα 'πρεπε να μασ λζει το γεγονόσ, ότι κανείσ δεν ψάχνει
εναγωνίωσ το νόθμα τθσ ηωισ όταν περνάει ωραία. Υοιοσ ξυπνάει το πρωί κι αναρωτιζται,
γιατί ειδικά αυτόσ, δεν πονάει, δεν πεινάει, δεν βρίςκεται ςε ζνα μπουντροφμι; Πόνο όταν
είμαςτε άςχθμα, θ ηωι "χάνει το νόθμά τθσ" κι από επίδοξοι Ηορμπάδεσ γινόμαςτε όψιμοι
Εκκλθςιαςτζσ (ματαιότθσ, ματαιοτιτων...). Ψίποτα ςτθ ηωι μασ δεν είναι πιο ςίγουρο από
τθν αβεβαιότθτα. Χρειαηόμαςτε νοθματοδότθςθ, μια κάποια αίςκθςθ αςφάλειασ. Θ
επιςτιμθ, θ φιλοςοφία, θ τζχνθ, κάνουν ό,τι μποροφν. Ακόμα και ςτισ κρθςκείεσ να ςτραφεί
κάποιοσ, διαπιςτϊνει ότι πρεςβεφουν να είςαι "καλόσ", όχι τόςο για να 'χεισ "τθν
προςταςία του κεοφ" ι "καλό κάρμα", όςο από μια κοινι διαπίςτωςθ: Ψα πράγματα
βελτιϊνονται μόνο όταν εμείσ οι ίδιοι κάνουμε ανά πάςα ςτιγμι, ό,τι καλφτερο μποροφμε.

Σι ςκζψεισ και οι πράξεισ μασ, μποροφν να κακορίςουν ζνα μζροσ απ' αυτά που
ςυμβαίνουν. Ψα υπόλοιπα, είναι υπερ-πολφπλοκοι ςυνδυαςμοί πικανοτιτων, και μποροφμε
μόνο να αντιδροφμε επιτυχθμζνα ι όχι, ςε κάκε περίςταςθ. Τςοι προςπακοφν να είναι
ανοιχτοί, γενναιόδωροι και δθμιουργικοί, απλά ζχουν καταλάβει ότι αυτόσ είναι ζνασ
αποτελεςματικότεροσ τρόποσ να είμαςτε καλφτερα. Αυτόσ, και θ ςυνειδθτοποίθςθ του
πόςο λίγο απζχουμε από τθν ευτυχία (όπωσ και από τον κάνατο), τϊρα. Σ καλόσ φίλοσ που
ζπακε καρκίνο, πλζον δυςκολεφεται να δϊςει όςα πριν. Ξουράηεται εφκολα. Επίςθσ, δεν
του βγαίνει πια τόςο ςυχνά εκείνθ θ ελαφριά ειρωνεία που τον διζκρινε. "Υιρα τόςθ
φροντίδα", μου είπε. "Παλάκωςα". Πα αυτό κα το χρειαηόταν περιςςότερο ζνασ
παλιάνκρωποσ, παρά εκείνοσ. Ξακία μου βγικε τϊρα, το ξζρω. Θ ηωι είναι και δίκαιθ και
άδικθ, και λογικι και παράλογθ -ςαν εμάσ, ζνα πράγμα. 'Λςωσ μαηί με όποιον μαλακϊνει, να
μαλακϊνει κι ο πόνοσ του. Υοτζ δεν νιϊκουμε καλφτερα πάντωσ, απ' όταν νιϊκουμε να μασ
αγαποφν` ειδικά όταν μασ αγαποφν "γιατί ζτςι". Υροςτατεφοντασ ο ζνασ τον άλλον,
προςτατεφουμε το ίδιο το νόθμα τθσ φπαρξισ μασ. Ππορεί άραγε αυτό το ςυναίςκθμα, να
ξορκίςει τθ μιηζρια τθσ αρρϊςτιασ; Πακάρι. "Αιτία και αποτζλεςμα, οι πρεςβευτζσ του
κεοφ", λζει ο Ζμερςον. Ξαι μια που “ο κεόσ είναι νεκρόσ”, μείναμε με τουσ πρεςβευτζσ του
-μόνο που είναι πολφ χαοτικοί, για να βγάλουμε ζτςι εφκολα άκρθ μαηί τουσ.

18
19
ΑΝΑ΢Α

Χτον αναςτεναγμό κάποιου

κάτω από το ςϊμα ςου

Χτθν αλμυρι ριπι του αζρα

τθν ϊρα που ςθκϊνεισ το πανί

Χτθν τελεία μετά τισ λζξεισ

που πάλευαν να βγουν.

Ξαι τόςο μόνο κρατάει θ ελευκερία

-αυτι είναι θ ανκρϊπινθ ςυνκικθ

και τθν υμνοφμε

και τθ ςιχτιρίηουμε.

20
ΠΟΙΗΜΑ

Ψο βάκοσ ενόσ ποιιματοσ

-όςο γρατηουνάει το μολφβι το χαρτί.

Ασ ςυναντθκοφμε

ςτθν άλλθ πλευρά των λζξεων.

21
ΣΟ ΢ΤΜΠΣΩΜΑ ΜΟΤ

Ζχω διαρκϊσ μια αίςκθςθ ότι ο κόςμοσ δεν είναι ζτςι όπωσ κα ζπρεπε να είναι.

22
23
ΑΛΗΘΙΝΑ ΕΤΣΤΧΙ΢ΜΕΝΟΙ

Ψο πρόβλθμα είναι ότι ςυνικωσ οι άνκρωποι, απλϊσ αντιδροφμε. Ενεργοφμε με


βάςθ τισ επικυμίεσ μασ, χωρίσ να διερωτόμαςτε για ποιό λόγο κζλουμε αυτά που κζλουμε.
Σι πράξεισ μασ είναι ςτο μεγαλφτερο μζροσ τουσ τυχάρπαςτεσ κι αντανακλαςτικζσ, γιατί δεν
διζπονται από τθ ςυγκρότθςθ που κα προςζδιδε ςε αυτζσ θ ςυνειδθτι προςπάκεια
επίτευξθσ ενόσ βακφτερου ςτόχου. Ξι όμωσ, ο τελικόσ ςτόχοσ είναι κοινόσ για όλουσ. Από
μια ευρφτερθ οπτικι γωνία, διαπιςτϊνουμε ότι ο ςκοπόσ τθσ ηωισ μασ είναι θ ευτυχία (θ
εςωτερικι ιςορροπία, θ αρχαιοελλθνικι αταραξία, θ βουδιςτικι νιρβάνα / χαροφμενθ
γαλινθ). Ξι αυτό, είναι ζνα ςυναίςκθμα με πλθρότθτα και διάρκεια, βακφτερο από (και
ςυνυπάρχον με) τισ απλζσ αντιδράςεισ ςε ευχάριςτεσ ι δυςάρεςτεσ περιςτάςεισ με χαρά ι
λφπθ, ενκουςιαςμό ι κυμό κλπ. Δεν ακυρϊνεται από τισ αναπόφευκτεσ παροδικζσ αλλαγζσ
και το κυριότερο, κατακτάται μζςω του ςωςτοφ χειριςμοφ των καταςτάςεων. Αυτι είναι
ίςωσ θ ςθμαντικότερθ ςυνειδθτοποίθςθ που μπορεί να κάνει κανείσ ςτον δρόμο του για τθν
ευ-τυχία` δθλ. ότι ο κακζνασ επθρεάηει ςε μεγάλο βακμό τθν καλι του τφχθ.

Χτθ διαδικαςία τθσ ηωισ των ανκρϊπων, οι ςυνκικεσ ποτζ δεν είναι μόνο ευνοϊκζσ ι
διαρκϊσ αντίξοεσ. Άλλωςτε, αυτό που μοιάηει πρόβλθμα ςτθν αρχι μπορεί να βγει ςε καλό
ςτο τζλοσ και το αντίςτροφο. Γι' αυτό και ο ςτόχοσ δεν είναι απλϊσ το κυνιγι των
ευχάριςτων καταςτάςεων. Ψο να είμαςτε καλά και το να περνάμε καλά δεν είναι
ταυτόςθμα. Τπωσ είπε κι ο Επίκτθτοσ: "Δεν μασ επθρεάηουν τα πράγματα, αλλά αυτά που
ςκεφτόμαςτε για τα πράγματα". Ξι αυτό γιατί δεν υπάρχει μόνο μία πικανι αντίδραςθ /
αντιμετϊπιςθ απζναντι ςε μία κατάςταςθ. Είναι πολφ διαφορετικό π.χ. το «με υποτιμάσ και
με εκνευρίηεισ» και το «νιϊκω να με υποτιμάσ και εκνευρίηομαι». Γιατί ςτθν πρϊτθ
περίπτωςθ "ο άλλοσ" εμφανίηεται ωσ ο αποκλειςτικά υπεφκυνοσ για τα άςχθμα
ςυναιςκιματα που βιϊνεισ ωσ "αυτόματθ" αντίδραςθ (ενϊ θ αλικεια είναι πωσ κα
μποροφςεσ και να αδιαφοριςεισ ι να αντιμετωπίςεισ τθν κατάςταςθ με χιοφμορ), ενϊ
ακόμθ κι αν επιλζξεισ το να εκνευριςτείσ, ςτθ δεφτερθ περίπτωςθ αναλαμβάνεισ ο ίδιοσ τθν
ευκφνθ των ςυναιςκθμάτων ςου και επίςθσ, δεν κεωρείσ ωσ δεδομζνο ότι αυτό που
εκλαμβάνεισ εςφ ωσ προςβολι είναι οπωςδιποτε και θ πραγματικι πρόκεςθ του άλλου.
Είμαςτε όλοι ςε μεγάλο βακμό υπεφκυνοι για το πϊσ νιϊκουμε, άρα και για το πόςο
κοντά ι μακριά είμαςτε από το ςτόχο του να γίνουμε ευτυχιςμζνοι. Τςο μεγαλφτερθ
24
ςυνείδθςθ των πικανϊν επιλογϊν μασ αποκτοφμε, τόςο μεγαλφτερο ζλεγχο αλλά και
ευκφνθ ζχουμε για τθ ηωι μασ. Χυνεπϊσ, ο δρόμοσ προσ τθν ευδαιμονία περνάει από τθν
αυτοβελτίωςθ και άρα αρχικά από τθν αυτογνωςία. Για να μποροφμε να βελτιϊνουμε
αποτελεςματικότερα τα πράγματα, οφείλουμε να αναγνωρίηουμε πϊσ λειτουργοφν οι
ςκζψεισ και τα ςυναιςκιματά μασ, τα οποία διαρκϊσ επθρεάηουν το ζνα το άλλο ςε ζναν
αλλθλοτροφοδοτοφμενο βρόχο ανάδραςθσ, και να βεβαιωνόμαςτε για τθν εγκυρότθτα των
πλθροφοριϊν που αφοροφν το εξωτερικό περιβάλλον (μακριά από παρανοιςεισ και τα
ςχετικά) πριν δράςουμε / αντιδράςουμε. Ξυρίωσ, για να αλλάξουμε οτιδιποτε, πρζπει
αρχικά να αποδεχτοφμε τθν φπαρξι του` κι αυτό ιςχφει είτε όςον αφορά τον ρατςιςμό, για
παράδειγμα, ςτθν κοινωνία που ηοφμε, είτε όςον αφορά τον εγωιςμό μασ είτε οτιδιποτε
άλλο.

Ϊςτε, πρζπει να είναι κανείσ ειλικρινισ και άμεςοσ, αρχικά και κφρια με τον εαυτό
του. Πόνο αν ζρκουμε ςε επαφι με τα δικά μασ βακφτερα κίνθτρα πρϊτα, μποροφμε να
ζχουμε ουςιαςτικι επαφι με τουσ άλλουσ και με τθν πραγματικότθτα -με το πϊσ
λειτουργοφν τα πράγματα. Ξι αυτό είναι ηωτικό κακϊσ αν δεν καταλαβαίνουμε το πϊσ
γίνεται κάτι, τότε μπορεί να ςυμβεί και ςε μασ χωρίσ να το πάρουμε χαμπάρι. Ζνα ερϊτθμα
που οφείλουμε να κζτουμε ςυχνά μπροςτά ςτον κακρζφτθ είναι "ποιόσ νομίηεισ ότι είςαι
και για ποιόν είςαι ζτςι;" Υολλζσ φορζσ, υπονομεφουμε οι ίδιοι τθν ευτυχία μασ, με
επιλογζσ και ςυμπεριφορζσ που δεν εκφράηουν τθν πραγματικι μασ βοφλθςθ, αποηθτϊντασ
να κερδίςουμε τθν αποδοχι κάποιων άλλων, αντί να επεξεργαςτοφμε τισ αιτίεσ αυτισ τθσ
αποηιτθςθσ αλλά και τρόπουσ να τθν υπερβοφμε.

Άλλωςτε, όταν προςπακοφμε να παρουςιάςουμε μια εικόνα εαυτοφ που δεν είναι θ
αλθκινι, το παραμικρό αρνθτικό ςχόλιο μασ ταράηει γιατί εμείσ οι ίδιοι πρϊτοι δεν
ςτθρίηουμε τον πραγματικό εαυτό μασ. Δεν είναι εφκολο να καταφζρει κανείσ να αγαπιςει
τον εαυτό του και κατ' επζκταςθ τουσ άλλουσ όπωσ είναι, κι όχι μζςα από τον
παραμορφωτικό κακρζφτθ που δθμιουργοφν οι απωκιςεισ, οι υπεραναπλθρϊςεισ, οι
προβολζσ και οι εκλογικεφςεισ μασ. Θ αυτογνωςία και θ αποδοχι όμωσ, οδθγοφν ςτο να
ζχουμε πολλά ουςιαςτικά πράγματα να δουλζψουμε ιρεμα με τον εαυτό μασ, και τίποτα
να αποδείξουμε ςτουσ άλλουσ. Τπωσ πολφ ςωςτά παρατιρθςε και θ φίλθ μου θ Ππζτυ, το
“αγαπάτε αλλιλουσ ωσ εαυτόν” δεν είναι προτροπι, αλλά διαπίςτωςθ.

25
Αυτι θ αναγνϊριςθ τθσ εςωτερικισ μασ αλικειασ, χρειάηεται επίςθσ άμεςθ
ζκφραςθ, πριν ο χρόνοσ τθν μετατρζψει ςε κάτι που δεν ιςχφει πλζον (όπωσ ζνα "ς' αγαπϊ"
που δεν είπαμε ςε ζναν καλό φίλο χκεσ, δεν κα ζχει το ίδιο νόθμα αφριο που κα ζχουν
χωρίςει οι δρόμοι μασ) ι πριν μετατραπεί ςε ζνα δυςκολοχϊνευτο, βαρφ πράγμα. Για
παράδειγμα, αν τθ ςτιγμι που κάποιοσ μασ ενοχλεί του το ποφμε ευγενικά, αυτό κα είναι
ζνα ανϊδυνο βιμα προσ τθν κατεφκυνςθ του να διορκωκεί το ηιτθμα, ι ζςτω του να
πάρουμε νζα δεδομζνα που κα μασ βοθκιςουν να χειριςτοφμε καλφτερα τθ ςχζςθ μασ με
το ςυγκεκριμζνο άτομο. Αν αντίκετα δεν είμαςτε άμεςοι και "ςυγκρατθκοφμε" μζχρι να μασ
ςπάςουν τα νεφρα, το πικανότερο είναι ότι θ αντίδραςθ, όταν εκδθλωκεί (γιατί πάντα αυτό
που καταπιζηεται, κάποια ςτιγμι με τον ζνα ι τον άλλο τρόπο βγαίνει ςτθν επιφάνεια) κα
είναι δυςανάλογθ ςε ςχζςθ με το μζγεκοσ τθσ ενόχλθςθσ ("κα ΧΨΑΠΑΨΘΧΕΛΧ επιτζλουσ να
ρουφάσ ζτςι τον καφζ;!") Αυτό που μασ ωριμάηει τελικά είναι θ αλικεια, τϊρα -εςωτερικι
και εξωτερικι. Ξι όχι το να ακοφμε πράγματα (ςυχνά ςτο όνομα τθσ "προςταςίασ" μασ)
όπωσ "δεν είναι τίποτα, δεν ςυντρζχει λόγοσ ανθςυχίασ" και μετά από λίγο καιρό
ςυγκάλυψθσ "ζχετε τρεισ μινεσ ηωισ". Θ κατάκτθςθ τθσ ευτυχίασ απαιτεί προςωπικι
προςπάκεια ενάντια ςτθν ίδια μασ τθ διανοθτικι και ςυναιςκθματικι ςταςιμότθτα` ενάντια
ςτο βόλεμα του "δεν κζλω να ξζρω".

Ωπάρχει μία κεωρία που λζει, ότι αν ζπαυαν οι εςωτερικζσ ςυγκροφςεισ των
ανκρϊπων, κα τερματίηονταν και οι εξωτερικζσ. Υικανόν θ αλθκινι ευκφνθ μασ να είναι το
να είμαςτε χαροφμενοι (πράγμα που είναι δφςκολο αν δεν είμαςτε αλθκινοί με τον εαυτό
μασ και τουσ άλλουσ) ζτςι ϊςτε να είμαςτε ςωςτοί μεταξφ μασ -και μάλιςτα, για τθν
προςωπικι μασ ευχαρίςτθςθ κι όχι από ςκοπιμότθτα ι από κάποιο "θκικό χρζοσ" (δθλαδι
όχι περιμζνοντασ κάποιου είδουσ αντάλλαγμα ι "επιβράβευςθ" αντίςτοιχα). Απλά για να
περνάμε καλφτερα -γιατί ςπάνια ζνασ ιςορροπθμζνοσ, χαροφμενοσ άνκρωποσ είναι κακόσ
με τουσ ςυνανκρϊπουσ του και ςυχνά οι μίηεροι και εγωιςτζσ άνκρωποι είναι πρϊτα απ'
όλα ανόθτοι και δυςτυχείσ. Αν είμαςτε αλθκινοί με τον εαυτό μασ, είναι πολφ πικανόν οι
πράξεισ μασ να βρίςκονται ςε αρμονία με τθ φυςικι ροι των πραγμάτων.

Σι άλλοι είναι ο κακρζφτθσ του εαυτοφ μασ, αλλά οι ίδιεσ οι ανκρϊπινεσ ςχζςεισ,
ζχοντασ διαμορφωκεί μζςα ςε εκατοντάδεσ ςυμβάςεισ, μασ δυςκολεφουν ςτο να ζχουμε
μια κακαρι εικόνα τθσ αλλθλεπίδραςισ μασ. Υάντωσ το ηθτοφμενο είναι να μασ ωκοφν
μπροςτά. Ρα γινόμαςτε μζςα από αυτζσ πιο ανοιχτοί, πιο άμεςοι, πιο γενναιόδωροι, πιο

26
δθμιουργικοί. Αν ςε οποιαδιποτε ςχζςθ είμαςτε ανειλικρινείσ, και πλιττοντασ παίρνουμε
ςυγκεκριμζνα ευχάριςτα πράγματα, καλό ςεξ ασ ποφμε, ι κοινωνικι αποδοχι ι οτιδιποτε
άλλο, πζφτουμε ςτθν αντι-Επικοφρεια παγίδα του να μθ μποροφμε να υποφζρουμε τθν
ζλλειψθ κάποιου μικροφ αγακοφ, προκειμζνου να αποκτιςουμε κάτι ουςιαςτικά καλφτερο.

Βζβαια μερικά πράγματα, κάποιουσ "δεν τουσ ςυμφζρει" να λζγονται ανοιχτά. Ψόςο,
που δεν είναι τυχαίο ότι "από μικρό κι από τρελό, μακαίνεισ τθν αλικεια". Χρειάηεται
τόλμθ θ απελευκζρωςθ από το κάκε είδουσ ψζμα, που δολίωσ προςπακοφν να επιβάλλουν
διάφοροι μζςα ςτο εκάςτοτε πολιτικό, κρθςκευτικό, κοινωνικό, οικονομικό, ακόμα και
οικογενειακό κακεςτϊσ, για τισ ςκοπιμότθτζσ του ο κακζνασ. Ψο ηωτικότερο βζβαια είναι το
να μθ ςυμπεριλαμβανόμαςτε κι εμείσ μζςα ςε αυτοφσ. Είναι ουςιαςτικό το να μθν
αναπαράγουμε απλϊσ τα πρότυπα και τουσ τρόπουσ ςκζψθσ που διδαχτικαμε, αλλά να
προχωράμε όςο περιςςότερο μποροφμε. Θ αλικεια ζχει εφροσ, και τθν προςωπικι του
αλικεια ο κακζνασ πρζπει να τθν ψάξει, να τθ βρει, να τθν αποδεχτεί, να τθν καλλιεργιςει,
να τθ βελτιϊςει, να τθν εξελίξει και να τθν υποςτθρίξει, με ειλικρίνεια και αμεςότθτα,
απαιτϊντασ το ίδιο κι από τουσ ςυνανκρϊπουσ του, κακϊσ αυτό μασ οδθγεί
αποτελεςματικότερα ςτθν ευτυχία. Χίγουρα είναι δφςκολθ διαδικαςία θ κατάκτθςθ αυτισ
τθσ ελευκερίασ, αυτι θ αφξθςθ τθσ ςυνειδθτότθτάσ μασ. Σ Ζμερςον υποςτιριξε ότι
τίποτα δεν είναι πιο ςπάνιο ςε άνκρωπο από μια πράξθ εντελϊσ δικι του, και πρόςφατα ο
Ξ. Χτεφανόπουλοσ, τζωσ Υρόεδροσ τθσ Ελλθνικισ Δθμοκρατίασ, διλωςε το αμίμθτο: "Αν
πάψεισ να είςαι υποκριτισ, κα ςε περάςουν για μουρλό!" Φαίνεται όμωσ ότι αυτό τελικά,
είναι πιο υγιζσ. Δεν μποροφν όλοι να είναι χαροφμενοι με αυτό που πραγματικά είςαι` αλλά
τουλάχιςτον, ασ είςαι Εςφ!

27
Η ΧΑΝΣΡΟΚΟΤΡΣΙΝΑ

Ξαι τϊρα χαίρεται

και τϊρα του φεφγει

και τϊρα γελάει

και τϊρα κυμϊνει

και τϊρα ςυγκροφεται

και τϊρα κάνει υπομονι

και τϊρα αγχϊνεται

και τϊρα χαλαρϊνει

και τϊρα λυπάται

και τϊρα το ξεπερνάει

και τϊρα βαριζται

και τϊρα το διαςκεδάηει

και τϊρα ξεχωρίηει

και τϊρα ντρζπεται

και τϊρα απολογείται

και τϊρα ςυγχωρεί

και τϊρα εφευρίςκει τθν εικόνα του

και τϊρα τθ γκρεμίηει

και τϊρα αιςκάνεται μικρό

και τϊρα αιςκάνεται μεγάλο

28
και τϊρα ερωτεφεται

και τϊρα αντιπακεί

και τϊρα κολακεφεται

και τϊρα επικυμεί

και τϊρα ψάχνει

και τϊρα μπερδεφεται

και τϊρα αμφνεται

και τϊρα εξεγείρεται

και τϊρα αλλάηει

και τϊρα ικανοποιείται

και τϊρα αιςκάνεται μόνο του

και τϊρα φωνάηει βοικεια

και κανείσ δεν ζρχεται τϊρα

και το Εγϊ αποχωρεί

βροντϊντασ πίςω του τθ χαντροκουρτίνα.

29
ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΑ΢Ω

1. Θ ηωι είναι μικρι κι ο κόςμοσ μεγάλοσ. Υοτζ δεν κα ζχεισ όλεσ τισ απαντιςεισ.

2. Θ επιβίωςθ, είναι θ μία βαςικι προχπόκεςθ τθσ ηωισ -θ άλλθ, είναι θ ζκςταςθ.

3. Ψα γονίδια και το περιβάλλον ςου είναι εφόδια κι εμπόδια μαηί -το κζμα είναι τι τα
κάνεισ εςφ. Σι πολλζσ διαφορετικζσ εμπειρίεσ και παραςτάςεισ είναι το ιςχυρότερο
εργαλείο κατανόθςθσ και αξιολόγθςθσ του εαυτοφ και τθσ εκάςτοτε κατάςταςθσ. Ψο
νόθμα ενόσ γεγονότοσ είναι πάντα ανάλογο με το πλαίςιο ερμθνείασ του.

4. Θ ςυνειδθτοποίθςθ κι ο ζλεγχοσ του ανατροφοδοτοφμενου κφκλου ςκζψεων και


ςυναιςκθμάτων ςου, κακϊσ και θ προςπάκεια απαλλαγισ από προκαταλιψεισ ςτθν
αντίλθψθ τθσ πραγματικότθτασ, αποτελοφν τον δρόμο προσ τθν προςωπικι εξζλιξθ.

5. O ςκοπόσ τθσ προςωπικισ εξζλιξθσ είναι θ αφξθςθ τθσ ικανότθτασ να αντιμετωπίηεισ


αποτελεςματικά κάκε κατάςταςθ και να παίρνεισ ευχαρίςτθςθ από όλο και
περιςςότερα πράγματα.

6. Δεν μπορείσ να βοθκιςεισ και δεν μπορείσ να βοθκθκείσ παρά μόνο από όςουσ
είναι ιδθ ςτον δρόμο τθσ αυτοβελτίωςθσ -και μάλιςτα όχι πολφ μακριά από το
επίπεδο ςτο οποίο βρίςκεςαι ανά πάςα ςτιγμι.

7. Τςο διευρφνεισ τθ ςυνείδθςι ςου, όςο δθλαδι ςυνειδθτοποιείσ αυτό που πριν ιταν
αςυνείδθτο, τόςο ενϊνεςαι με το “κείο”.

8. Ελευκερία είναι το να είςαι απαλλαγμζνοσ από εςωτερικζσ ςυγκροφςεισ, το να


βρίςκεςαι ςε αρμονία με τθ ροι των πραγμάτων, το να αγαπάσ τον εαυτό ςου και
τον κόςμο ζτςι όπωσ είναι (που ποτζ δεν “είναι”, γιατί ςυνζχεια “γίνονται”).

30
9. Θ εςωτερικι ειρινθ είναι προχπόκεςθ για τθν εξωτερικι. Θ ελλειμματικι
ψυχολογικι και φιλοςοφικι μασ ςυγκρότθςθ είναι που αντικατοπτρίηεται ςτισ
αρρωςτθμζνεσ οικονομικζσ και πολιτικζσ πρακτικζσ μασ.

10. Θ ηωι δεν είναι διαγωνιςμόσ, αλλά θ ζλλειψθ προκλιςεων ςε εμποδίηει από το να
αναπτφξεισ τισ ικανότθτζσ ςου. Ξυνιγα τισ εμπειρίεσ που κα ςε διαμορφϊςουν όπωσ
κεσ να είςαι, αφοφ θ ηωι αξίηει όχι τόςο γι’ αυτά που κα κάνεισ, όςο γι’ αυτά που κα
γίνεισ.

11. Τταν κάνεισ αυτό που είςαι, ο χρόνοσ που τρζχει, είναι με το μζροσ ςου.

12. Ζνα μεγάλο βάροσ φεφγει από πάνω ςου όταν ςυνειδθτοποιιςεισ ότι δεν χρειάηεται
να είςαι ςυνζχεια χαροφμενοσ.

13. Ρα εςτιάηεισ ενεργθτικά ςτο κετικό, για να ιςορροπιςεισ τθ γενετικι προδιάκεςθ


του ανκρϊπινου εγκεφάλου να εςτιάηει ςτο αρνθτικό.

14. Πόνο μζςα ςτο Ψϊρα μπορείσ να είςαι ευτυχισ (και το Ψϊρα είναι ςυνζχεια Eδϊ).

15. Θ ευτυχία χρειάηεται προςπάκεια (εξάςκθςθ ςτο κουράγιο, τθν καλοςφνθ και τθ
ςοφία).

16. Θ κατάκτθςθ τθσ ςοφίασ παίρνει χρόνο -ςυνικωσ αυτόν που περνάει αργά, τθν ϊρα
που πονάσ.

17. Τλεσ οι ςυμβουλζσ είναι άχρθςτεσ, μζχρι να ςυνδεκοφν με τα βιϊματά ςου.

18. Θ χαρά κρφβει τον πόνο του τζλουσ τθσ, και ο πόνοσ τθ χαρά του να τον ξεπερνάσ.

31
19. Υολλζσ φορζσ θ ευρφτερθ εικόνα δίνει ςυνοχι ςτισ αντιφάςεισ.

20. Ρόθμα ςτα πράγματα δίνει θ μεταξφ τουσ ςχζςθ.

21. Είςαι ςθμαντικόσ μόνο αν είςαι ςθμαντικόσ για τουσ άλλουσ.

22. Ψα περιςςότερα προβλιματα ξεκινάνε από το Εγϊ και οι περιςςότερεσ λφςεισ


βρίςκονται ςτο Εμείσ.

23. Σ εγωιςμόσ είναι ςυναιςκθματικι θλικιότθτα.

24. Σ κόςμοσ μοιάηει τραγωδία όταν τον βλζπεισ μζςα από το Εγϊ και κωμωδία όταν
τον βλζπεισ ζξω από αυτό.

25. Τποιοσ είχε χαροφμενθ παιδικι θλικία ξζρει πϊσ να γίνει ευτυχιςμζνοσ.

26. Υοια αξία κα είχε θ ηωι, αν δεν μποροφςεσ να τθ χάςεισ;

27. Τπωσ το να επιβιϊνεισ δεν είναι το ίδιο με το να ηεισ, το να υπάρχεισ δεν είναι το
ίδιο με το να είςαι.

28. Θ ςυνειδθτι δθμιουργικότθτα είναι θ απάντθςθ του ανκρϊπου ςτθ κνθτότθτά του.

29. Ξρίμα να ζχεισ μόνο ζνα ςενάριο, και να παίηεισ ςυνζχεια τον ίδιο ρόλο.

30. Δεν ζχεισ τον ζλεγχο, αλλά όςο περιςςότερο το ςυνειδθτοποιείσ, τόςο περιςςότερο
τον αποκτάσ.

32
31. Ξάκε "πρζπει" κρφβει κάποιο "κζλω" από πίςω, που κρφβει κάποιο "πρζπει" που
κρφβει κάποιο "κζλω".

32. Ζνασ καλόσ τρόποσ για να μθ ςε βαςανίηουν οι ανεκπλιρωτεσ επικυμίεσ ςου, είναι
να κυμάςαι ότι κάκε φορά είναι άλλεσ.

33. Σι επικυμίεσ καλφτερα να είναι μικρζσ, ϊςτε να μθ ςε τυφλϊνουν (είτε αυτζσ, είτε
το αντεςτραμμζνο τουσ είδωλο, οι αντίςτοιχοι φόβοι) και κακαρζσ, για να ςε
οδθγοφν ςτον αλθκινό ςου ςτόχο και να μθ ςε ςκορπίηουν ανοφςια εδϊ κι εκεί.

34. Επικεντρϊςου περιςςότερο ςε αυτό που χρειάηεςαι, παρά ςε αυτό που κεσ. Θ
πολυπραγμοςφνθ και ο θδονιςμόσ μποροφν εφκολα να γίνουν εμπόδιο ςτθν
επικζντρωςθ που απαιτείται για να ολοκλθρϊςεισ πράγματα.

35. Θ άμεςθ ικανοποίθςθ (κάπνιςμα, ποτό κτλ) δεν διαρκεί, είναι ςυνζχεια θ ίδια και
δεν ςε εξελίςςει, και το κόλλθμα ςε αυτι επιφζρει άςχθμεσ παρενζργειεσ. Τμωσ
πραγματικά ζχει τθν πλάκα τθσ μερικζσ φορζσ.

36. Θ κακθμερινότθτα είναι "πλθκτικι" για τουσ ανόθτουσ, όςο ευτυχϊσ θ κόλαςθ
χτυπάει κάπου αλλοφ.

37. Θ ηωι ςου είναι μια απειροελάχιςτθ αςτραπι ςτον χωροχρόνο και το μόνο που
τελικά ζχει ςθμαςία είναι θ αγάπθ που παίρνεισ και δίνεισ.

38. Ψο πρόβλθμα ςυνικωσ βρίςκεται ςτον τρόπο που το κζτεισ.

39. Υάντα ζχεισ επιλογι, φτάνει να αποφαςίςεισ να πλθρϊςεισ το τίμθμα.

40. Θ υποςτιριξθ ςε κάτι δεν ορίηεται απαραίτθτα από τθν αντίκεςθ ςε κάτι άλλο. Ψο
νόμιςμα ζχει και τρίτθ πλευρά. Υάντα.

33
41. Ψο να περιμζνεισ θ ηωι να είναι δίκαιθ και λογικι είναι ανόθτο, γιατί οι άνκρωποι
δεν είναι οφτε το ζνα οφτε το άλλο.

42. Υίςω από τον κυμό, κρφβεται το παράπονο.

43. Θ ψυχικι ςου ενζργεια γίνεται πόλοσ ζλξθσ, προκαλϊντασ αντίςτοιχεσ αποκρίςεισ
από το περιβάλλον.

44. Ξαλφτερα είναι να είμαςτε πιο ελαςτικοί ςτισ γνϊμεσ μασ για τουσ άλλουσ, και πιο
αδιάφοροι ςτισ γνϊμεσ τουσ για εμάσ.

45. Επειδι κα αναγκαςτείσ να κάνεισ εκπτϊςεισ, καλό είναι να κζτεισ από πριν τον πιχθ
ψθλά.

46. Ρα κοιτάσ τον κόςμο ςτα μάτια, ακόμα κι όταν δεν ςου αρζςει αυτό που βλζπεισ.

47. Ρα είςαι επιφυλακτικόσ με τουσ πολφ πλοφςιουσ αλλά και τουσ πολφ ςτερθμζνουσ.

48. Σ καπιταλιςμόσ είναι το αςτείο για τον πλθβείο ψζμα, ότι κα γίνει πρίγκιπασ.

Σ κομμουνιςμόσ είναι θ τραγικι για τον πρίγκιπα αλικεια, ότι κα γίνει πλθβείοσ.

Θ αναρχία δεν ζχει οφτε πλθβείουσ οφτε πρίγκιπεσ, κι αυτό είναι καλό. Από τθν
άλλθ, δεν ζχει και δράκο, αλλά τίποτα δεν είναι τζλειο ς’ αυτι τθ ηωι.

49. Δικαιοςφνθ, όχι ελεθμοςφνθ. Αλλθλεγγφθ, όχι οίκτοσ. Αλλθλοβοικεια, όχι


φιλανκρωπία.

34
50. Δεν κα δοφμε ποτζ τον κόςμο ζτςι όπωσ τον ονειρευόμαςτε, όςο πολεμάμε με τα
μζςα του εχκροφ. Σ ςκοπόσ δεν αγιάηει τα μζςα, τα μζςα είναι ιδθ ο ςκοπόσ. Δεν
λζω να αγαπιςεισ τον εχκρό ςου -λζω να μθ γίνεισ ςαν αυτόν.

51. Ξαλφτερα να είςαι παράδειγμα του νζου κόςμου, παρά δικαςτισ και διμιοσ του
παλιοφ. Ψο ςφςτθμα κα διαλυκεί μόνο χωρίσ το ςκοτάδι που το τρζφει.

52. Σποιαδιποτε κρθςκεία ι ιδεολογία αντίκειται ςτα ανκρϊπινα δικαιϊματα,


αποτελεί διαςτροφι και κρυμμζνο μιςανκρωπιςμό. Θ βιολογία, θ ψυχολογία, θ
κοινωνιολογία, θ ιςτορία θ ίδια, ζχουν αποδείξει πλειςτάκισ τι χρειάηεται ο
άνκρωποσ για να ευθμεριςει.

53. ΢υπνάσ όταν καταλαβαίνεισ ότι από ζναν φπνο ξφπνθςεσ και κοιμάςαι χίλιουσ
άλλουσ.

54. Αν είναι να λάμψει το πνεφμα κάποιου, λάμπει και ςτα πιο κακθμερινά πράγματα.
Φανταςία, περιζργεια, παιχνιδιάρικθ διάκεςθ, ευκυμία, ανατρεπτικότθτα,
ενκουςιαςμόσ, τόλμθ, εξερεφνθςθ, δφναμθ, αλικεια, ευγζνεια, γλυκφτθτα,
κατανόθςθ. Ξατάλαβεσ; Υροςοχι. Επίγνωςθ. Αποδοχι. Ευγνωμοςφνθ.
Γενναιοδωρία.

55. Θ ίδια θ φπαρξθ τθσ φπαρξθσ είναι το μεγαλφτερο ςτιριγμα όταν τα πράγματα
μοιάηουν να χάνουν το νόθμά τουσ.

35
“DO. OR DO NOT. THERE IS NO TRY.”

- Origami by VK

36


37
ΠΡΟ΢ΕΤΧΗ ΕΝΟ΢ ΘΕΟΤ

Ξαλζ μου Άνκρωπε,

όποιοσ και όπου κι αν είςαι, είμαι βζβαιοσ ότι με ακοφσ. Είμαι ζνα από τα πολλά
παιδιά ςου, ζνασ από τουσ πολλοφσ κεοφσ που ζχεισ φτιάξει ςτθ διάρκεια των αιϊνων -και
ςε αυτι τθ ςτιγμι τθσ ανάγκθσ, ςτρζφομαι ςε εςζνα. Ζχω ακοφςει τόςεσ από τισ προςευχζσ
ςου και φυςικά δεν ζκανα τίποτα για αυτζσ πζρα από όςα κα ςυνζβαιναν οφτωσ ι άλλωσ,
αλλά ζχω δει πωσ αυτοφ του είδουσ ο εςωτερικόσ διάλογοσ κάπωσ βοθκά να νιϊςεισ πιο
ιρεμοσ. Σπότε, ςειρά μου τϊρα.

Ξαταρχιν, ςε ευχαριςτϊ για όλα όςα μου χάριςεσ (ίςωσ αν δεν ςε ευχαριςτοφςα να
ζπαυεσ τελείωσ να αςχολείςαι μαηί μου). Πε ζχεισ φτιάξει κατ' εικόνα και κακ' ομοίωςι
ςου και τελικά για Δυτικόσ δεν είμαι πολφ άςχθμοσ. Ψο "παντογνϊςτθσ και παντοδφναμοσ"
βζβαια ιςχφει μόνο όταν ταυτίηομαι με το ςφμπαν, κι όταν δεν το κάνω, με βρίςκω ελαφρϊσ
πιο εκδικθτικό απ' ό,τι κα ικελα (θ αιϊνια κόλαςθ μετά από τθ ηωι ςτθ γθ, είναι κομματάκι
υπερβολικι) ι και λίγο χειριςτικό ακόμα -όλοι ξζρουμε ότι ο παράδειςοσ βρίςκεται ςτο
Ψϊρα κι όχι ςτο Επζκεινα, αλλά ασ είναι.

Αν χρειάηεςαι κάποιον να ςου τραβάει το αυτί με τφψεισ, χαρά μου. Αν χρειάηεςαι


μια μαγικι κάπα προςταςίασ, εδϊ είμαι εγϊ (φτάνει να καταλαβαίνεισ ότι οι μόνοι
πραγματικά αςφαλείσ είναι οι νεκροί). Αν κεσ να ςου ελαφρφνω τον πόνο, εφκολα -τον
μετριάηει ο χρόνοσ. Αν κεσ δφναμθ για να κάνεισ κάτι, τθ βρίςκεισ μζςα ςου. Ψο πρόβλθμά
μου, θ πζτρα που με ζβαλεσ να φτιάξω και που παρότι είμαι παντοδφναμοσ, δεν μπορϊ να
τθ ςθκϊςω, είναι Ψο Ρόθμα. (Αν και κανζνασ δεν αςχολείται με το νόθμα τθσ ηωισ όταν
περνάει καλά, ζτςι; Υοτζ δεν προςευχικθκεσ τθν ϊρα που δάγκωνεσ το καρπουηάκι κι ο
ζρωτασ ςου ζβαηε αντθλιακό ςτουσ ϊμουσ, για να με ρωτιςεισ γιατί είςαι εδϊ και τζτοια -κι
αυτό κα ζπρεπε να ςε ζχει ιδθ κάνει να ψυλλιαςτείσ ζνα ι δφο πραγματάκια).

Αυτό ακριβϊσ το Ρόθμα λοιπόν, ςε παρακαλϊ, καλζ μου Άνκρωπε, βρεσ το μόνοσ
ςου. Απλά δεν αντζχω άλλο. Κεσ εγϊ να νοθματοδοτιςω τθν φπαρξι ςου, τθ ηωι ςου και
το ςφμπαν, να τα ενϊςω όλα ςε μια διιγθςθ -τθν υπζρτατθ ιςτορία που κα ςου χαρίςει μια
απάντθςθ για τα πάντα. Ηθτάσ ςυνζχεια να γεμίςω το κενό ςου, να ςου δϊςω ςκοπό, ειδικό

38
βάροσ, κάποια ςθμαςία τζλοσ πάντων. Ρα ςε ςϊςω από τθν άβυςςο του μθδενιςμοφ. Ξαι
δεν μπορϊ, καταλαβαίνεισ; Για αυτό με ζφτιαξεσ, αλλά ςτθν πραγματικότθτα δεν μπορϊ να
το κάνω. Πόνο εςφ μπορείσ, και όςο δεν το κάνεισ ταλαιπωροφμαςτε κι οι δφο.

Άνκρωπζ μου, αυτι θ ζντονθ προςκόλλθςθ ςτισ επικυμίεσ και ςτουσ φόβουσ ςου με
πλθγϊνει. Από όλθ τθ μεγαλειϊδθ ροι του ςφμπαντοσ, επιλζγεισ να βιϊςεισ ζνα μικρό
κομμάτι, κι ακόμα κι αυτό τελικά ωσ απϊλεια (γιατί κεσ και το καλό πράγμα να κρατάει για
πάντα). Υοφ είναι θ δεκτικότθτα, θ αυκόρμθτθ γιορτι; Υοφ είναι θ ζκςταςθ τθσ φπαρξθσ
ςτθν κακθμερινότθτά ςου; Υοφ είναι θ ζμπρακτθ αγάπθ προσ τουσ άλλουσ, ωσ δθμιουργικι
ςυνζχεια; Υοφ είναι θ μετουςίωςθ του πόνου ςε γνϊςθ, γλφκα κι ωριμότθτα; Υοφ είναι θ
δφναμθ να γελάσ με τον εαυτό ςου; Ζχω μια εξομολόγθςθ να ςου κάνω: Περικζσ φορζσ
όταν προςεφχεςαι, κλείνω τα αυτιά μου με τα χζρια και τραγουδάω κοροϊδευτικά το "I, me,
mine" των Beatles (ςυγνϊμθ, ίςωσ κα ζπρεπε να επιδεικνφω μεγαλφτερθ κατανόθςθ).

Για να το πω με λίγα λόγια, "γενθκιτω το κζλθμά ςου" λεσ ςτισ προςευχζσ ςου,
αλλά τελικά πάντα γίνεται αυτό που κζλεισ εςφ. Ξαι μπορεί κατά βάκοσ να είςαι πολφ
τεμπζλθσ για να χαίρεςαι ουςιαςτικά, μα εγϊ είμαι ο κεόσ ςου και ςτ' αλικεια αξίηω κάτι
καλφτερο. Ελπίηω από τα βάκθ και τα φψθ τθσ καρδιάσ μασ να ειςακουςτϊ,

Αμιν και πότε.

39
΢ΗΜΕΙΩ΢ΕΙ΢ ΓΙΑ ΣΗN ATOMIKH KAI THN KOINΩNIKH ΢ΤΝΕΙΔΗ΢Η

Ψο ςφμπαν είναι μία ςυνεχισ αλλθλεπίδραςθ ενζργειασ και φλθσ και το μεγαλφτερο
μζροσ τθσ φλθσ αποτελείται από κενό. Τλα υπάρχουν μόνο ςε ςχζςθ με κάτι άλλο. Αυτό που
αποκαλοφμε ςυνείδθςθ, ι νου, ι πνεφμα, ι ψυχι λίγο πιο ποιθτικά, δθλαδι θ επίγνωςθ
του περιβάλλοντόσ μασ, τα ςυναιςκιματα κι οι ςκζψεισ μασ, είναι μια εν δυνάμει
κατάςταςθ τθσ φλθσ -μια λειτουργία που εκδθλϊνεται ςε διάφορουσ βακμοφσ ςτουσ
ηωντανοφσ οργανιςμοφσ (που τουσ χαρακτθρίηουν το DNA, θ αυτο-οργάνωςθ, ο
μεταβολιςμόσ, θ μοναδικότθτα, θ προςαρμοςτικότθτα, θ ανάπτυξθ, θ αναπαραγωγι, θ
εξζλιξθ).

Τλοι οι ηωντανοί οργανιςμοί αποκτοφν διαφορετικά επίπεδα ςυνείδθςθσ, ανάλογα


με τθν πολυπλοκότθτα των δομϊν και τθσ οργάνωςθσ των λειτουργιϊν τουσ. Θ ςυνείδθςθ
αφορά πλθροφορίεσ ςτον εγκζφαλο ςχετικά με το εξωτερικό περιβάλλον και τθν
ταυτόχρονθ κατάςταςθ του οργανιςμοφ ωσ αντίδραςθ ςε αυτό (πχ. ςτουσ ανκρϊπουσ θ κζα
ενόσ φιδιοφ ερμθνεφεται ωσ "κίνδυνοσ", που για να αντιμετωπιςτεί αποτελεςματικότερα ο
οργανιςμόσ εκκρίνει αδρεναλίνθ, ο αντίκτυποσ τθσ οποίασ ςτο ςϊμα -ταχυπαλμία κτλ-
εκφράηεται ωσ "φόβοσ" και οφτω κακεξισ).

Σ ανκρϊπινοσ εγκζφαλοσ (του οποίου τθ λειτουργία ονομάηουμε "νου") ζχει τισ


ακόλουκεσ ιδιότθτεσ εκ γενετισ: αντίλθψθ χϊρου, χρόνου, αιτιότθτασ, ςυμβολικι ςκζψθ /
γλϊςςα, ενςυναίςκθςθ. Θ ςκζψθ είναι θ λογικι λειτουργία και το ςυναίςκθμα θ
αξιολογικι λειτουργία του εγκεφάλου (όπωσ πχ. θ όραςθ είναι θ λειτουργία των ματιϊν).
Ψα νευρικά κφτταρα μεταφζρουν πλθροφορίεσ μζςω του νευρικοφ δικτφου που
παρακολουκεί / καταγράφει τθν εςωτερικι κατάςταςθ του οργανιςμοφ, όπωσ και τον
εξωτερικό του χϊρο (πζντε αιςκιςεισ). Τταν μζςω τθσ αντίλθψθσ ενεργοποιοφνται οι
αντίςτοιχοι νευρϊνεσ, το μοτίβο αυτό παραμζνει ςτθ μνιμθ, μαηί με τισ ςχετικζσ
πλθροφορίεσ για τθν κατάςταςθ των εςωτερικϊν οργάνων (τα ςυναιςκιματα είναι αλλαγζσ
ς’ αυτι τθν κατάςταςθ). Θ ςκζψθ, ςυνίςταται ςτθν ενοποίθςθ και επεξεργαςία από τον
εγκζφαλο -με φυςικοχθμικζσ, θλεκτρομαγνθτικζσ, ίςωσ και κβαντικζσ διεργαςίεσ- αυτϊν
των πλθροφοριϊν (ςυνδυαςμόσ και αξιολόγθςθ αναπαραςτάςεων / ςυμβόλων / μοτίβων).

Σ νουσ "προκαλεί" τθν προςωπικότθτα, δθλαδι τθ ςυμπεριφορά, τισ αντιδράςεισ


ςτα εξωτερικά και εςωτερικά ερεκίςματα. Τςο μεγαλφτερθ επίγνωςθ αυτισ τθσ διεργαςίασ
ζχει ο οργανιςμόσ, τόςο μεγαλφτερθ αυτοςυνείδθςθ διακζτει. Αυτι ακριβϊσ θ
αυτοαναφορικότθτα (θ παρακολοφκθςθ τθσ παρακολοφκθςθσ) δθμιουργεί τθν αίςκθςθ

40
του "Εγϊ". Θ παρουςία τοφ "Εγϊ" είναι αυτό που ςυμβαίνει όταν το ον αλλάηει, ςτθν
προςπάκειά του να αντιλθφκεί / αντιδράςει ςε κάτι, με ςυνειδθτζσ ι / και αςυνείδθτεσ
διεργαςίεσ. Σ δυϊςμόσ ςϊματοσ-νου είναι απατθλόσ, αφοφ ανάλογα με το πϊσ κα το
κοιτάξουμε, βλζπουμε φλθ ι ενζργεια, ςωματίδιο ι κφμα, δομι ι διαδικαςία, ςϊμα ι νου.
Σ νουσ δεν "είναι" -γίνεται κάκε ςτιγμι, ωσ όλον μεγαλφτερο από τα μζρθ του,
εμφανίηοντασ νζεσ, αναδυόμενεσ ιδιότθτεσ, όπωσ το νερό ζχει ιδιότθτεσ που δεν διακζτουν
οφτε το οξυγόνο οφτε το υδρογόνο.

Θ ςυνείδθςθ είναι πάντα ςυνείδθςθ κάποιου πράγματοσ, και δεν μπορεί να υπάρχει
παρά μόνο μζςα-ςτον-κόςμο ωσ μζροσ του ίδιου ςυςτιματοσ, ωσ θ βιωματικι ςχζςθ του
οργανιςμοφ με το περιβάλλον του, ωσ θ αναπαράςταςθ του κόςμου και του εαυτοφ μζςα
ςε αυτόν (το μάτι δεν βλζπει παρά ζναν κίτρινο δίςκο ςε γαλάηιο φόντο, αλλά ο νουσ
αντιλαμβάνεται τον ιλιο -ζτςι, ο διαχωριςμόσ υποκειμζνου και αντικειμζνου είναι
γλωςςολογικόσ μάλλον παρά ουςιαςτικόσ, αφοφ διαρκϊσ νοθματοδοτοφν το ζνα το άλλο).
Ψα νευρικά κυκλϊματα του ανκρϊπινου εγκεφάλου που αναπτφχκθκαν μζςω τθσ φυςικισ
επιλογισ πιο πρόςφατα, είναι αυτά τθσ γλϊςςασ, θ οποία επιτρζπει τθ ςκζψθ και τθν
επικοινωνία μζςα ςτθν ομάδα πζρα από το "εγϊ" / "εςφ", το "εδϊ" και το "τϊρα".

Σι περιςςότερεσ εγκεφαλικζσ λειτουργίεσ ςυμβαίνουν χωρίσ να τισ


αντιλαμβανόμαςτε, δθλαδι αςυνείδθτα (αυτοματιςμοί) -αλλά θ όςο το δυνατόν
μεγαλφτερθ ςυνειδθτοποίθςθ του ςυςχετιςμοφ των εξωτερικϊν κι εςωτερικϊν
ερεκιςμάτων και αντιδράςεων, παρζχει περιςςότερεσ επιλογζσ και άρα εν δυνάμει
μεγαλφτερθ ελευκερία αυτοπραγμάτωςθσ. Θ πραγματοποίθςθ τθσ όποιασ δυνατότθτασ με
ςυνείδθςθ των πικανϊν επιλογϊν, εμπεριζχει τθν ευκφνθ τθσ ςυνδιαμόρφωςθσ τθσ
προςωπικότθτάσ μασ, ςτο βιολογικό και κοινωνικό περιβάλλον μασ.

Σι ηωντανοί οργανιςμοί ςυμπεριλαμβανομζνου του ανκρϊπου, αναηθτοφν αυτό που


είναι καλό γι' αυτοφσ. Σ "ςκοπόσ" τθσ ηωισ είναι θ ηωι (αυτοςυντιρθςθ, αναπαραγωγι). Θ
αξιολόγθςθ "καλοφ" και "κακοφ" γίνεται με κριτιριο τθν επιβίωςθ και τθν κατάκτθςθ τθσ
ευδαιμονίασ (ευτυχίασ), όχι μόνο του εαυτοφ αλλά και των άλλων, αφοφ οι άνκρωποι
αναπόφευκτα δθμιουργοφν πολλοφσ διαφορετικοφσ δεςμοφσ μεταξφ τουσ και επιβιϊνουν
και ευθμεροφν μόνο μζςα ςε κοινωνικζσ ομάδεσ. Ξαλό ("θκικό") είναι ό,τι ςυμβάλλει ςτθ
διατιρθςθ και προάγει τθ ηωι. Ξακό ("ανικικο") είναι ό,τι παράγει δυςτυχία.

Ευτυχία, αρετι, ψυχικι (ςυναιςκθματικι) υγεία και ελευκερία είναι ζννοιεσ


αλλθλζνδετεσ, αφοφ θ ευτυχία προκφπτει όταν αντιδροφμε απζναντι ςτισ ςυνεχείσ αλλαγζσ

41
τθσ ηωισ πράττοντασ με αρετι (θ μζςθ οδόσ, θ ιςορροπία ανάμεςα ςτθν υπερβολι και τθν
ζλλειψθ -όπωσ π.χ. το κάρροσ βρίςκεται ανάμεςα ςτο κράςοσ και ςτθ δειλία). Επειδι όλθ θ
φφςθ λειτουργεί με καυμαςτι ιςορροπία, και ο άνκρωποσ ωσ μζροσ τθσ, είναι
ςυναιςκθματικά ιςορροπθμζνοσ και άρα ευτυχισ (ατάραχοσ, ευδαίμων) μόνο όταν ηει
χωρίσ ςυγκροφςεισ μεταξφ των επικυμιϊν του και τθσ πραγματικότθτασ που βιϊνει,
απαλλαγμζνοσ από εξαναγκαςμοφσ και ψυχαναγκαςμοφσ -δθλαδι ελεφκεροσ. Ακόμα και τθ
ςτιγμι που κάποιοσ νιϊκει κλιμμζνοσ για κάποιο ςυμβάν, αν αυτό το αποδζχεται ωσ
κομμάτι τθσ ηωισ και μζςα ςτθ ροι των πραγμάτων, βρίςκεται ςε βακφτερθ κατάςταςθ
ιςορροπίασ, με τον εςωτερικό και τον εξωτερικό του κόςμο ςε αρμονία. Χε αυτιν ακριβϊσ
τθν κατάςταςθ ςυμβάλλει θ πραγμάτωςθ των αρετϊν, με αποτελεςματικότερθ όλων τθν
αγάπθ.

Ωπάρχει μία φυςικι ροπι όλων των ζμβιων όντων προσ τθν θδονι και τθν αποφυγι
του πόνου, αλλά ςυχνά οι άνκρωποι, πράττοντασ ενάρετα, επιλζγουν να υποςτοφν τον
πόνο τθσ ςτζρθςθσ ενόσ μικρότερου αγακοφ, πχ. τθσ αςφάλειασ τθσ υπακοισ ςτθν εκάςτοτε
εξουςία, προκειμζνου να αποκτιςουν ζνα μεγαλφτερο, όπωσ τθν αυτονομία τουσ.
Αντίςτοιχα, πολλζσ φορζσ οι άνκρωποι δρουν ανικικα, από άγνοια ι/και από φόβο (ο
εγωιςμόσ ςε όλεσ του τισ εκφράςεισ -αλαηονεία, δειλία, απλθςτία κτλ- είναι αποτζλεςμα
αναςφαλειϊν και νευρϊςεων, δθλαδι ανιςορροπιϊν, που υποκάλπονται ςε οικογζνειεσ /
κοινωνίεσ οι οποίεσ δεν αποδζχονται οφτε φροντίηουν τα μζλθ τουσ, παρά μόνο υπό όρουσ).

Σι ζμφυτεσ ιδιότθτεσ και ανάγκεσ των ανκρϊπων (όςο γίνεται πιο ευχάριςτθ
επιβίωςθ, δθμιουργία κοινωνικϊν δεςμϊν, αυτοπραγμάτωςθ) οδθγοφν τελικά ςτθν
επιδίωξθ νοθματοδότθςθσ τθσ ηωισ τουσ (ζνταξθ ςε ζνα πλαίςιο ερμθνείασ και
αξιολόγθςθσ αυτοφ που ανά πάςα ςτιγμι μποροφμε να γνωρίηουμε ωσ πραγματικότθτα),
ακριβϊσ επειδι αυτι είναι πεπεραςμζνθ. Είμαςτε εδϊ για να ηιςουμε, κι αυτό ςθμαίνει να
εκπλθρϊνουμε όλο και μεγαλφτερο μζροσ του δυναμικοφ και των ικανοτιτων μασ,
ςυμμετζχοντασ όλο και πιο ςυνειδθτά ςε αυτό το αζναο δοφναι και λαβείν με τθν υπόλοιπθ
ανκρωπότθτα (κακόλου τυχαία, το επίςθσ ιςορροπθμζνο tit for tat -ο αμοιβαίοσ
αλτρουιςμόσ- αποτελεί τθν πιο επιτυχθμζνθ ςτρατθγικι ςυμβίωςθσ και κοινωνικϊν
ςυναλλαγϊν, ςε ατομικό αλλά και ςε ςυλλογικό επίπεδο).

Ψα άτομα διαμορφϊνουν και ταυτόχρονα διαμορφϊνονται από τουσ κοινωνικοφσ


κεςμοφσ, που εκφράηονται μζςα από τελετουργίεσ και ςφμβολα (προβολι νοθμάτων ςτθν
πραγματικότθτα, ςυμπφκνωςθ / κοινοποίθςθ ιδεϊν). Χυνειδθτοποιϊντασ περιςςότερο τα

42
"φίλτρα" τθσ οικογζνειασ, τθσ κοινωνικισ τάξθσ, τθσ κουλτοφρασ, τθσ γλϊςςασ και των
βιωμάτων μασ, μποροφμε ςταδιακά να είμαςτε περιςςότερο κφριοι των πράξεων και των
αντιλιψεϊν μασ, προωκϊντασ παράλλθλα και τισ αντίςτοιχεσ κοινωνικζσ δομζσ. Θ
διαδικαςία τθσ αφξθςθσ τθσ ςυνειδθτότθτασ (με τθ βοικεια τθσ ευρείασ παιδείασ, τθσ
επιςτθμονικισ ζρευνασ, του διαλογιςμοφ κτλ), οδθγεί τόςο ςτθν κατανόθςθ του εαυτοφ
όςο και των άλλων -κι ίςωσ τελικά αυτι θ προςπάκεια, να ςυμβάλλει κατά πολφ ςτθν
επίτευξθ μιασ ηωισ με αλλθλοευθμερία, μζςα ςε πιο "ανκρϊπινεσ" κοινωνίεσ, που κα ζχουν
αναγνωρίςει πόςο αλλθλοεξαρτϊμενα, πόςο ςυνυφαςμζνα είναι τελικά το "εγϊ" και το "οι
άλλοι".

Πάλιςτα, μπορεί να ςυμβάλλει ακόμα και ςε μια πιο επιτυχθμζνθ "μετακανάτια


ηωι" -για όςουσ δεν αρκοφνται ςτθν επιβίωςθ των γονιδίων τουσ- κακϊσ τα μιμίδια, τα
μικρά κομμάτια κουλτοφρασ / ιδεϊν / μοτίβων ςυμπεριφοράσ που επιλζγουμε να
αφιςουμε πίςω μασ, κα διαμορφϊνουν τισ ςυνειδιςεισ των επόμενων κατοίκων του
πλανιτθ, ανεβάηοντασ ζτςι τθ ςυλλογικι ςυνείδθςθ (τισ πεποικιςεισ και νοοτροπίεσ
εκείνεσ που ενςτερνίηεται και εκφράηει ςτο μεγαλφτερο μζροσ τθσ θ ανκρωπότθτα) ςε όλο
και ανϊτερο επίπεδο.-

Βιβλιογραφία:

Gilbert Ryle - The Concept of Mind

John R. Searle - Biological Naturalism

Antonio Damasio - Descartes' Error: Emotion, Reason, and the Human Brain

Richard Dawkins - The Selfish Gene

Robert Trivers - The Evolution of Reciprocal Altruism

Αριςτοτζλθσ - Θκικά Ρικομάχεια

Χρφςιπποσ / Επίκουροσ - Βίοι Φιλοςόφων (Διογζνθσ Οαζρτιοσ)

Jiddu Krishnamurti - The Awakening of Intelligence

Martin Heidegger - Being and Time

Erich Fromm - The Fear of Freedom

Abraham Πaslow - A Theory of Human Motivation

Carl Rogers - On Becoming a Person

43
44
ΓΛΑ ΑΡΚΦΩΥΣΩΧ

45
ΑΝ, ΛΕΩ

Αν όντωσ αγαπάσ αλλιλουσ

ωσ εαυτόν

πρζπει επειγόντωσ να αγαπιςεισ τον εαυτό ςου

λίγο περιςςότερο.

46
47
ΠΑΝΑΓΝΙ΢ΜΟ΢

Ξι επιτζλουσ μφριςε το νερό

κρυμμζνο ςε ζνα ρζμα

το είδε να γυαλίηει ςτα φϊτα τθσ νφχτασ

και ςτάκθκε ςτθν όχκθ

και του ηιτθςε βοικεια

Γιατί το νερό τα ξζρει όλα

ζχει μπει ςτα κφτταρα οποιουδιποτε ζηθςε ποτζ

κι ζχει αναλθφκεί ςτουσ ουρανοφσ

κι ζχει ξαναπζςει κάτω

κι ζχει τρζξει ςτα πιο βρϊμικα δάκρυα

κι ζχει τυφλϊςει παγωμζνο κατακτθτζσ κορυφϊν

κι ζχει παγιδευτεί ςε κλιβερζσ πιςίνεσ

κι ζχει πραςινίςει εριμουσ

κι ζχει εξαγνίςει Χριςτοφσ

κι ζχει πνίξει άπειρα καράβια

κι ζχει παίξει με πιτςιρίκια και τα παπάκια τουσ

κι ζχει γίνει βαρφ, πολφ βαρφ

κι ζχει πάει βακιά, πολφ βακιά

για να αναβλφςει από ενκουςιϊδθ γκζιηερ

ιερό και ακατάβλθτο

48
Ξι όλο το βράδυ του μιλοφςε

και του ψικφριηε και του φϊναηε

και του ηθτοφςε εξθγιςεισ και του ηθτοφςε ςυγχϊρεςθ

και το χάιδευε, και το ξόρκιηε

Ξαι το νερό τον άκουγε κελαρφηοντασ ιςυχα

κι όλο και τον ςυντόνιηε με τθ ροι του

ϊςπου δεν είχε τίποτα άλλο πια να πει

κι ζγειρε εξαντλθμζνοσ ςτο υγρό χορτάρι

και το ευχαρίςτθςε.

Αλικεια δεν μπορείσ να μπεισ ςτο ίδιο ποτάμι δφο φορζσ.

Γιατί τθ δεφτερθ φορά, εςφ δεν είςαι ο ίδιοσ.

49
50
SURVIVOR

Υάντα βρίςκουμε ευχαρίςτθςθ ςτθ ηωι

με τον ζναν ι με τον άλλον τρόπο.

Πα μερικζσ φορζσ κα ικελα να είμαι

ςτθ κζςθ αυτοφ που με καυμάηει για το ςκζνοσ μου

που ςυνεχίηω “ςαν να μθν άλλαξε τίποτα”

μετά τθν αναπθρία -το κεωρεί πραγματικά ςπουδαίο

και μετά πάει να παίξει μπάςκετ, εμπνευςμζνοσ...

51
ΣΟ ΠΛΗΘΟ΢

Φαντάςου να ςτεκόμουν ςτο ταβάνι

και να ’βλεπα τα πάντα ανάποδα

μζχρι να μου ανζβαινε το αίμα ςτο κεφάλι

και να ’πεφτα πάλι κάτω ςτο πλικοσ,

ςαν ϊριμο φροφτο.

Χτο πλικοσ, που κα με ςικωνε ςτα χζρια

‘‘πεσ μασ, δείξε μασ, ςυγκίνθςε κι οδιγθςζ μασ’’

-θ αλαηονεία του ενόσ κι θ ιδιοτζλεια των άλλων.

Ξι αν εγϊ είμαι το πλικοσ, βλζπω κακαρά και ςτζκομαι

μακριά μου.

52
53
ΣΡΕΛΟΓΙ΢ΜΟΙ

Είναι φορζσ που θ ςιωπι ωρφεται

που ςου ’ρχεται να μαχαιρϊςεισ τον ιλιο

είναι φορζσ που ξεκινάσ για τα μζρθ των τρελϊν

που δε βρίςκεισ πια τθν ίδια τθ ςκιά ςου

είναι φορζσ που ανοίγεισ ευγενικά τθν πόρτα

κι αλλοπρόςαλλα οράματα ειςβάλλουν και ςε ςτοιχειϊνουν

είναι φορζσ που πρζπει να κουβαλιςεισ το βάροσ ςου

που βρίςκεςαι ςτθν άκρθ

είναι φορζσ που μια κορνζτα ςτριγγλίηει μεσ ςτο μυαλό ςου

κι εςφ ξυπνάσ μουρμουρίηοντασ λα-λα-λα-λα ς’ ζνα πάρκο

είναι φορζσ που ενϊ ξζρεισ ότι θ ηωι υπάρχει γιατί ζτςι

δεν ζχεισ πλζον τθν πολυτζλεια να είςαι υπεράνω

είναι φορζσ που δε χρειάηεςαι πια κορόνα για να νιϊςεισ

βαςιλιάσ του εαυτοφ ςου.

54
55
ΟΚΑΝΑ BLUES

(Υραγματικό περιςτατικό)

“Π’ ζχεισ ρίξει ςτθ μιηζρια, δε μπορϊ να κοιμθκϊ τα μεςθμζρια” (ντρίγκι-ντράγκα, γκλινγκ-
γκλινγκ). Θ κοπζλα μορφάηει κοροϊδευτικά, ο ταξιτηισ αλλάηει ςτακμό. Ξζντρο Ακινασ,
μεςθμζρι, κίνθςθ. ΢αφνικά, τθσ λζει:

-Είδεσ τι ζγινε πριν λίγο; Ψθν είδεσ τθ γάτα;

- Εεε; Τχι, ποιά γάτα;

- Οίγο πριν ανάψει πράςινο το φανάρι, πζραςε μπροςτά απ’ το αυτοκίνθτο μια μαφρθ γάτα.
Είναι θ δεφτερθ που βλζπω ςιμερα. Χυμπτϊςεισ, ε;

- Εντάξει, αφοφ δεν είδεσ και τρίτθ…

- Πα ξζρεισ τι δεν ζχω δει κακόλου ςιμερα κι είναι περίεργο;

- Ψι;

- Ππάτςουσ! Σφτε ζναν όλθ μζρα!

Ψθν ϊρα που ςταματοφν ςτο φανάρι το κορίτςι παρατθρεί το κατατρυπθμζνο χζρι τοφ
ταξιτηι. Εμφανίηονται δυό μπάτςοι από ζνα ςτενό.

- Σρίςτε, κατά φωνι! του λζει.

Σ ταξιτηισ φτφνει τον κόρφο του, και ρίχνει μια βιαςτικι ματιά ςτθν κοπζλα γυρνϊντασ το
κεφάλι.

- Δε με νοιάηει, ζτςι κι αλλιϊσ χαηοφσ τουσ βγάηω.

- Δθλαδι;

Ε, να, τθν άλλθ φορά ασ ποφμε που 'μαςταν μ’ ζναν φίλο, μασ ςταματιςανε και πριν μασ
βγάλουν απ' το αυτοκίνθτο, τθ φοφντα που ’χα τθν ζφαγα, μπροςτά τουσ! Χα, χα! Ξι άλλθ

56
μια φορά, κάτι χάπια που είχα είπα ς’ ζναν ότι ιτανε αντιαλλεργικά -αλλά ζτςι κι αλλιϊσ
τϊρα πια, τθ βγάηω γατίςια.

- Γατίςια;

- Ραι, αφοφ ζχω κάρτα.

- Ψι κάρτα;

- Απ’ τον ΣΞΑΡΑ. Δε μποροφν να ςε πιάςουν και να ςε ψάξουν αν ζχεισ πιεί και τζτοια, γιατί
χορθγείςαι μεκαδόνεσ. Γατίςια, ςου λζω! Υάω και πίνω, και μετά παίρνω και τισ μεκαδόνεσ
από πάνω και δε μπορεί να με πειράξει κανζνασ.

- Δεν τθν ιξερα αυτι τθ φάςθ! Αλλά αφοφ υποτίκεται ότι πασ ςτον ΣΞΑΡΑ για να
απεξαρτθκείσ, να ςταματιςεισ -όχι;

- Άμα κελιςω να τα κόψω, κα τουσ το πω.

Θ κοπζλα χαμογελάει κι ο ταξιτηισ ςυνεχίηει:

- Ξοίτα, ζτςι κι αλλιϊσ αυτοί εκεί ςτον ΣΞΑΡΑ άςχετοι είναι, μόνο για να κόψεισ δε ςε
βοθκάνε. Αλλά τι ςου λζω τϊρα -κεσ να ςου πω;

- Ραι, λζγε. Ζχω και μια φίλθ που δουλεφει ςτον ΣΞΑΡΑ, ψυχολόγοσ.

- Ωχ, ποφ; Δεν πιςτεφω να 'ναι καμιά πιτςιρίκα!

- Τχι και τόςο. Χτον Άλιμο είναι.

- Α, καμία ςχζςθ. Εκεί που πάω εγϊ, ζχουνε κάτι πιτςιρίκεσ, μόλισ που τελειϊςανε, και τισ
ζχουν εκεί και λζνε βλακείεσ. “Ξφριε Γιϊργο, ςασ κάνει κακό, και να το κόψετε”. Ψι ξζρουν
αυτζσ οι χαηογκόμενεσ; Ψίποτα. Βαριόμουνα. Ξι είναι και ματάκθδεσ.

- Ψι εννοείσ; Υοιοί;

- Αυτοί εκεί. Ψο ιξερεσ ότι ςτισ τουαλζτεσ που πασ για να δϊςεισ δείγμα για εξετάςεισ,
ζχουν κάμερεσ; Ξαι ςου μιλάνε κιόλασ -“Χθκϊςτε λίγο πιο ψθλά τθ μπλοφηα ςασ, κφριε
Γιϊργο!”

- Ψι λεσ τϊρα!

57
- Ραι, γιατί παλιά τθν τρίτθ φορά που υποτροπίαηεσ ςε διϊχνανε, και ιταν μερικοί και
κάνανε πατζντεσ με ςωλθνάκια και τζτοια!

- Ξαι τϊρα δε ςε διϊχνουν;

- Τχι. Ψθν άλλθ φορά πιγα φτιαγμζνοσ, και μου λζει μία “Κζλω να ςασ μιλιςω”. -“Γιατί,”
τθσ λζω, “για να μου πεισ ότι ιπια και δεν ζπρεπε; Ψο ξζρω` εςφ κα μου το πεισ;” Βλαμζνεσ!
Ψθν άλλθ φορά πάω και με ρωτάει θ άλλθ -“Πα ζχεισ καπνίςει;” -“Ραι”, τθσ λζω. -“Αφοφ
ξζρεισ ότι δεν κάνει να χορθγθκείσ ζτςι, ζλα ςε καμιά ϊρα, δφο, που κα ςου ζχει φφγει το
πιο πολφ”. -“Άμα ζρκω ςε καναδυό ϊρεσ, κα ’χω πάρει άλλα τόςα”, τθσ λζω. Ψο ςκζφτθκε
λίγο και μου τα ζδωςε -“Ε, άντε, πιγαινε”- και πιγα και χορθγικθκα. Υολφ κεφάλι, οι
μεκαδόνεσ!

- Γιατί πίνεισ τόςο;

- Για τθν πίκρα! Ζχω κάτι φίλουσ, μαφρα, ςκόνεσ, χάπια, κανείσ τουσ δεν πίνει όςο εγϊ! Δε
με πιάνουν πια! Ξαι ςιμερα ιπια! Βλζπεισ να ’χω κάτι;

- Εεε... Δε κεσ να ςταματιςεισ;

- Δε μπορϊ!

- Ξαι δεν ζχεισ βρει κανζναν να ςε βοθκιςει εκεί μζςα;

- Πόνο μια γριά.

- Ψι γριά;

- Πια ψυχολόγα, πενθντάρα.

- Ε, όχι και γριά, πενιντα χρονϊν!

- Σι άλλεσ είναι εικοςιπζντε.

- Ξαι πϊσ ςε βοικθςε αυτι;

- Τςο καιρό μίλαγα μαηί τθσ, δεν ζπαιρνα τίποτα. Ψίποτα.

- Ψι ςου ’λεγε;

58
- Ε, δε κυμάμαι. Δεν ξζρω.

- Πα δε μπορεί, τι ςε ζκανε δθλαδι να τα ςταματιςεισ μαηί τθσ;

- Ψι μου ’λεγε… Παλακίεσ, δεν ξζρω. Ιταν ο τρόποσ που τα ’λεγε.

- Δθλαδι;

- Ψι “δθλαδι”, ο τρόποσ.

- Υϊσ ςε ζκανε να νιϊκεισ;

- Σ τρόποσ που μιλοφςε θ γριά με ανζβαηε. Πόλισ ζφυγε αυτι και ςταμάτθςα να μιλάω μαηί
τθσ, τθν επόμενθ μζρα τα ξανάρχιςα.

- Ξαι γιατί δεν τθ βρίςκεισ;

- Αυτό κζλω να κάνω. Ψθ Δευτζρα κα πάω να τθν ψάξω. Άκουςα ότι τθν ξαναφζρανε ςτο
Υεριςτζρι.

- Ξαλά κα κάνεισ. Δεν ξζρεισ πϊσ τθ λζνε;

- Τχι. Ψο γραφείο που ιτανε ζγραφε δυό ονόματα απ’ ζξω, κι εγϊ πάντα ζμπαινα μζςα κι
ζλεγα “Κζλω να μιλιςω ςε ςζνα” και τθν ζδειχνα με το δάχτυλο!

Γελάνε κι οι δφο.

- Εδϊ δεξιά μ' αφινεισ. Ψι ςου χρωςτάω;

Σ ταξιτηισ αναπάντεχα τα ςτρογγυλοποιεί προσ τα κάτω.

59
Ο ΑΛΜΠΕΡΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ

Ωπάρχουμε για τουσ ςυνανκρϊπουσ μασ -


πρωτίςτωσ για εκείνουσ που από το γζλιο τουσ
εξαρτάται όλθ μασ θ ευτυχία, και φςτερα για Χρωςτάμε ςτον άνκρωπο μεγαλφτερθ
όλουσ τουσ άγνωςτουσ ςε μασ προςωπικά, με ςυμπαράςταςθ από τροφι και φωτιά,
χρωςτάμε ςτον άνκρωπο αδερφοςφνθ.
τισ τφχεσ των οποίων όμωσ είμαςτε
ςυνδεδεμζνοι. Kάκε μζρα ςκζφτομαι πωσ θ
εςωτερικι και εξωτερικι μου ηωι εξαρτάται (Φαλφ Γουάλντο Ζμερςον)
από τον μόχκο άλλων ανκρϊπων, ηωντανϊν
και νεκρϊν, και πωσ πρζπει να προςπακιςω
να δϊςω με τον ίδιο τρόπο που πιρα και που
εξακολουκϊ να παίρνω.

Υοτζ δεν κεϊρθςα τθν άνεςθ και τθν ευτυχία Θ αγάπθ για τθν αλικεια είναι θ βάςθ

κακ’ αυτζσ ωσ ςκοποφσ κάκε πραγματικισ αρετισ.

-μια τζτοια θκικι βάςθ, (Ππζρτραντ Φάςςελ)

κα τθ κεωροφςα καταλλθλότερθ

για ζνα κοπάδι προβάτων ι γουρουνιϊν. Ππορείσ να βρεισ μεγαλφτερθ ςοφία


από τθν καλοςφνθ; (Ηαν Ηακ Φουςςϊ)
Ψα ιδανικά που με φϊτιηαν ςτον δρόμο μου

και που κάκε τόςο μου ζδιναν


Θ ομορφιά υπάρχει μζςα ςτον νου
καινοφριο κάρροσ για να αντιμετωπίηω αυτοφ που τθν παρατθρεί.

χαροφμενα τθ ηωι, (Ρτζιβιντ Χιοφμ)

ιταν θ αλικεια,

θ καλοςφνθ Ιταν ζνα από αυτά τα απογεφματα που


οι άνκρωποι νιϊκουν ότι θ αλικεια,
και θ ομορφιά. θ καλοςφνθ και θ ομορφιά είναι ζνα.

(Άλντουσ Χάξλεχ)

60
Κεωρϊ τισ ταξικζσ διαφορζσ άδικεσ, Θ περιουςία των πλοφςιων

και ςε τελευταία ανάλυςθ, βαςιςμζνεσ είναι κλεμμζνθ.

ςτθ βία. (Υιερ Ηοηζφ Υρουντόν)

Θ δφναμθ πάντα προςελκφει Θ εξουςία δεν προςελκφει

ανκρϊπουσ ευτελοφσ θκικισ. τα αγνά πνεφματα.

(Ψόμασ Ψηζφερςον)

Σ εκνικιςτισ όχι μόνο δεν αποδοκιμάηει


Ψο ότι ζνασ άνκρωποσ μπορεί να
τισ κτθνωδίεσ που διαπράχκθκαν
ευχαριςτιζται το να παρελαφνει ςτθ γραμμι, από τθν πλευρά του, αλλά διακζτει

είναι αρκετό για να τον καταφρονιςω. μια εξαιρετικι ικανότθτα

να μθν τισ ακοφει καν.

(Ψηωρτη Τργουελ)

Σι πιο όμορφεσ και ικανοποιθτικζσ εμπειρίεσ Πόνο όταν αντιμετωπίςεισ το γεγονόσ

που μποροφμε να βιϊςουμε, ότι κανζνασ άλλοσ δεν είναι υπεφκυνοσ

δεν προζρχονται από ζξω, για αυτό που ςκζφτεςαι, για το πϊσ

αλλά είναι ςυνδεδεμζνεσ νιϊκεισ, και για το πϊσ πράττεισ,


θ αυτο-λφπθςθ και οι κατθγορίεσ
με τθν ανάπτυξθ των ςυναιςκθμάτων,
προσ τουσ άλλουσ κα εξαφανιςτοφν.
των ςκζψεων και των πράξεων του ατόμου.
(Ξριςναμοφρτι)

61
Θ φπαρξθ είναι ζνα μυςτιριο,

Ψο ωραιότερο πράγμα που μποροφμε να και ζτςι πρζπει να τθ δεχτοφμε

αιςκανκοφμε, είναι το μυςτιριο. Είναι το -κι όχι να υποκρινόμαςτε

κεμελιϊδεσ ςυναίςκθμα που απαντάται ςτθν ότι ζχουμε κάποια εξιγθςθ.


Δεν χρειάηεται εξιγθςθ
αλθκινι τζχνθ και τθν αλθκινι επιςτιμθ.
-μόνο καυμαςμόσ,
Τποιοσ δεν το γνωρίηει και δεν μπορεί να
μια καρδιά που αναρωτιζται,
νιϊςει καυμαςμό και απορία, είναι ςαν
ξφπνια, ζκπλθκτθ, που νιϊκει
νεκρόσ.
το μυςτιριο τθσ ηωισ κάκε ςτιγμι.

(Τςςο)

Δεν μπορείσ πάντα να γράψεισ

μια αρκετά άςχθμθ ςυγχορδία

Δεν είναι απόλυτα βζβαιο ότι ςε κάκε για να πεισ αυτό που κεσ,
οπότε μερικζσ φορζσ πρζπει να
ερϊτθςθ μποροφμε να αναμζνουμε μια
βαςιςτείσ ςε μια καμθλοπάρδαλθ
λογικι απάντθςθ.
γεμιςτι με ςαντιγφ.

(Φρανκ Ηάππα)

(Άλμπερτ Αϊνςτάιν, “Υϊσ βλζπω τον κόςμο”) (Ε, περίπου όπωσ και τα υπόλοιπα

φωτεινά μυαλά)

62
“YOUR MIND IS YOUR GREATEST TEACHER”

-Grand Master Lee Kun Hwa

Είδα ζνα όνειρο πριν από λίγεσ μζρεσ. Ιμουν ςτο φπαικρο και ζκανα εξάςκθςθ ςε μία

φόρμα. Ξαι αυτόσ που μου ζδειχνε τισ κινιςεισ, νευρίαςε όπωσ με είδε από μακριά και

πλθςιάηοντασ μου λζει: “Ζλα εδϊ.” Ξαι με οδιγθςε ςε μια λίμνθ παρακάτω, και ςτθ λίμνθ

επζπλεαν 108 ξφλινα βαρζλια (όςεσ και οι κινιςεισ τθσ φόρμασ) μιςογεμάτα με νερό.

“Ξατάλαβεσ;” με ρωτάει. Ξι εκείνθ τθ ςτιγμι ςυνειδθτοποίθςα ότι ζπρεπε οι κινιςεισ μου

να είναι πολφ πιο ρευςτζσ και αλλθλοςυνδεόμενεσ, κι ότι το να είναι ξεχωριςτζσ δεν ζχει

νόθμα, αφοφ το νερό είναι ζνα -όχι μόνο ςτισ πολεμικζσ τζχνεσ, αλλά ςτθ ηωι ολόκλθρθ.

63
ΥΑΦΨΩ ΧΨΣΡ ΞΘΥΣ

1997

64
ΧΞΘΡΘ 1

Ε΢ΩΨΕΦΛΞΣ ΥΟΑΡΣ - ΔΕΛΟΛΡΣ

Ζνασ άντρασ βγαίνει από το ςπίτι του κουβαλϊντασ μια κοφτα. Ξλείνει πίςω του τθν πόρτα
και κοιτάηει τα ζπιπλα του ςπιτιοφ τακτοποιθμζνα ςτον μεγάλο κιπο, όπωσ περίπου ιταν
μζςα ςτα δωμάτια. Ψον καναπζ και δίπλα του τθν πολυκρόνα, κι απζναντι το επιπλάκι με
τθν τθλεόραςθ και το ςτζρεο˙ το τραπζηι τθσ κουηίνασ και κοφτεσ με πιατικά επάνω του, τισ
καρζκλεσ τακτοποιθμζνεσ γφρω, το κρεβάτι χωρίσ ςεντόνια, το τραπεηάκι, το ρολόι τοφ
τοίχου, ζνα λαμπατζρ, τθν καφετιζρα, ζνα θλεκτρικό καλοριφζρ, βιβλία, cd, διακοςμθτικά
αντικείμενα και μερικά άλλα πράγματα ςκόρπια επάνω ςτο γραςίδι. Αφινει τθν κοφτα
πάνω ςτο τραπζηι τθσ κουηίνασ και ςυνδζει κάποια από τα θλεκτρικά μθχανιματα με μια
μπαλαντζηα ςε μια εξωτερικι πρίηα. Ανάβει το φωσ του λαμπατζρ. Ξακϊσ φεφγει, κάποια
αυτοκίνθτα κόβουν ταχφτθτα για να κοιτάξουν καλφτερα τι ςυμβαίνει αλλά ςυνεχίηουν. Σ
άντρασ ςτρίβει ςτθ γωνία και βλζπουμε ζνα αυτοκίνθτο που τελικά ςταματά. Ζνα αγόρι κι
ζνα κορίτςι γφρω ςτα 22 βγαίνουν από το αυτοκίνθτο και κατευκφνονται προσ τον κιπο.

Αγόρι

Πάλλον κα ξεπουλάνε.

Ξορίτςι

Ζτςι μοιάηει. Υάμε να δοφμε, ευκαιρία είναι.

Αγόρι

Ρα ρωτιςουμε πόςο κζλουν για το κρεβάτι.

65
Ξορίτςι

Ξαι για τθν τθλεόραςθ.

Ππαίνουν μζςα ςτον κιπο και περιεργάηονται τα πράγματα. Ψο κορίτςι αγγίηει τθ ςτοίβα με
τα πιάτα πάνω ςτο τραπζηι (ςφντομο φλασ-μπακ με τον άντρα και μία γυναίκα να τρϊνε
από το ίδιο πιάτο).

Ξορίτςι

Ξοίτα που λειτουργεί και το λαμπατζρ εδϊ ζξω!

Ψο αγόρι παίηει με τα κουμπιά του μίξερ (ςφντομο φλασ-μπακ κακϊσ ζνα γυναικείο χζρι
κρατάει πατθμζνο το κουμπί του μίξερ κι αυτό κάνει πολτό κάτι φράουλεσ). Ψο κορίτςι
ανεβαίνει πάνω ςτο κρεβάτι και δείχνει να τθσ αρζςει.

Αγόρι

Υϊσ είναι;

Ξορίτςι

Ζλα να δεισ!

Ψο αγόρι πθγαίνει και κάκεται κι αυτό ςτο κρεβάτι. Χκοτεινιάηει.

66
Αγόρι

Αιςκάνομαι περίεργα. Υάω να δω αν είναι κανείσ μζςα ςτο ςπίτι.

Ξορίτςι

Χιγά μθν είναι.

Ψο κορίτςι τραβάει κάτω το αγόρι και φιλιοφνται. Ψο αγόρι ςθκϊνεται, κοιτάηει προσ το
κλειςτό ςπίτι και φτιάχνει τα ροφχα του. Ψο κορίτςι ξαπλωμζνο βάηει τα χζρια πίςω από το
κεφάλι και κοιτάει τον ουρανό.

Ξορίτςι

Υλάκα κα είχε όλο το καλοκαίρι να 'χεσ το ςπίτι ςου ζξω ςτθν αυλι!

Ψο αγόρι τθν κοιτάει και γελάει. Ακοφγεται ο κόρυβοσ τθσ πόρτασ του κιπου.

ΧΞΘΡΘ 2

Ε΢ΩΨΕΦΛΞΣ -ΒΦΑΔΩ

Ππαίνει ο άντρασ με μια τςάντα γεμάτθ ποτά και ςάντουιτσ. Ψα παιδιά γυρνάνε προσ το
μζροσ του και το κορίτςι ςθκϊνεται κι αυτό από το κρεβάτι.

Άντρασ

Γεια! Βρικατε το κρεβάτι, βλζπω.


67
Αγόρι

Απλϊσ το δοκιμάηαμε...

Ξορίτςι

Ωραίο κρεβάτι.

Άντρασ

Ραι, καλό είναι.

Ξορίτςι

Υόςα κζλετε για αυτό;

Ψα παιδιά κοιτάνε τον άντρα που αφινει τθ ςακοφλα και τα κλειδιά του (που το τεράςτιο
μπρελόκ τουσ παριςτάνει ζναν μιςό ιλιο) πάνω ςτο τραπζηι τθσ κουηίνασ. Αυτόσ ανοίγει μια
βότκα και μια λεμονάδα και βάηει ζνα ποτό.

Άντρασ

Πμμ... για το κρεβάτι κα ζλεγα είκοςι χιλιάδεσ.

Ξορίτςι

Κα παίρνατε δεκαπζντε;

68
Άντρασ

Κα ζπαιρνα και δεκαπζντε.

Ξορίτςι

Ξαι για τθν τθλεόραςθ;

Άντρασ

Ψα ίδια.

Αγόρι

Ρα ςασ δϊςουμε τισ δζκα τϊρα και να μασ κρατιςετε και κάποια άλλα πράγματα για αφριο;

Άντρασ

Φυςικά.

Σ άντρασ παίρνει τα χριματα από το αγόρι κι ανάβει ζνα ακόμα φωσ γιατί ζχει πια
ςκοτεινιάςει για τα καλά.

Άντρασ

Ξοιτάξτε κι ό,τι άλλο κζλετε, με τθν θςυχία ςασ. Τλα τα δίνω. Κα πιείτε τίποτα, παιδιά;
Ζχει ποτιρια πάνω ςτο τραπζηι τθσ κουηίνασ. Εγϊ κα αράξω ςτον καναπζ.

69
Σ άντρασ κάκεται ςτον καναπζ κι ανάβει ζνα τςιγάρο. Ψο αγόρι κοιτάηει το κορίτςι και το
κορίτςι αναςθκϊνει τουσ ϊμουσ ςαν να του λζει “Γιατί όχι;”. Βάηουν ποτά που τα
τελειϊνουν γριγορα, κοιτϊντασ παράλλθλα πιο προςεκτικά τα πράγματα τριγφρω. Ψο
κορίτςι ςθκϊνει ζνα ελαφρϊσ ταλαιπωρθμζνο βιβλίο και διαβάηει το εξϊφυλλο (φλασ-
μπακ: θ γυναίκα πετάει με δφναμθ εναντίον του άντρα το βιβλίο που ςκάει τελικά ςτον
τοίχο˙ ο άντρασ το μαηεφει και τθσ το πετάει ειρωνικά πίςω αλλά αυτι τθ φορά εκείνθ τον
πετυχαίνει κι ο άντρασ φεφγει νευριαςμζνοσ χτυπϊντασ πίςω του τθν πόρτα). Ψο αγόρι
κάκεται πάνω ςε κάτι ςκόρπια μαξιλάρια κοντά ςτα θχεία.

Ξορίτςι

Ψο ςτζρεο πόςο πάει;

Άντρασ

Α, το ςτζρεο. Ασ βάλουμε τίποτα να ακοφμε, μια που το ζφερε θ κουβζντα.

Σ άντρασ ςθκϊνεται και βάηει μουςικι. ΢ανακάκεται ςτον καναπζ με ζνα φφοσ ςαν κάτι να
τον ενοχλεί και να τον διαςκεδάηει ταυτόχρονα.

Άντρασ

Τλα τα δίνω φτθνά˙ πεσ εςφ όποιο νοφμερο κεσ.

Ψο κορίτςι ζχει αρχίςει να κουνιζται με τθ μουςικι.

Αγόρι

Οοιπόν, κζλουμε τίποτα άλλο;

70
Ξορίτςι

Μςωσ το τραπεηάκι... ι τον καναπζ...

Άντρασ

Γιατί δεν χορεφετε;

Ψο αγόρι ςθκϊνεται και κοιτάηει κάτω το γραςίδι.

Αγόρι

Ππα... Ξαλφτερα να...

Άντρασ

Χιγά. Γιατί όχι; Χορζψτε αν κζλετε.

Ψο κορίτςι πθγαίνει προσ το αγόρι, αγκαλιάηονται κι αρχίηουν να χορεφουν. Σ άντρασ βάηει


κι άλλα ποτά και τουσ παρακολουκεί (ςφντομο φλασ-μπακ με τον άντρα και τθ γυναίκα να
χορεφουν ςτον ίδιο κιπο). Θ μουςικι γίνεται πιο ζντονθ και γριγορθ και το κορίτςι τραβάει
από το χζρι τον άντρα, που χορεφει μαηί τουσ.

Ξορίτςι

Αυτοί οι περίεργοι απζναντι μασ κοιτάηουν εδϊ και κάμποςθ ϊρα!

Άντρασ

Ε, και; Ρόμιηαν πωσ τα είχαν δει όλα εδϊ πζρα, όμωσ αυτό δεν το είχαν ξαναδεί! Χα, χα!
71
Ξορίτςι

Είμαι λιγάκι μεκυςμζνθ.

Αγόρι

Χιγά μθν είςαι μεκυςμζνθ.

Ξορίτςι

Ε, είμαι.

Χυνεχίηουν να πίνουν και να χορεφουν γελϊντασ ο ζνασ με το ςτυλ του άλλου. Διαδοχικά
fade out και fade in κακϊσ θ ϊρα περνάει κι αρχίηουν να κουράηονται. Ψελικά τα παιδιά
γελϊντασ ηαλιςμζνα, φεφγουν παραπατϊντασ με τθν τθλεόραςθ και ο άντρασ ξαπλϊνει
εξαντλθμζνοσ ςτο γραςίδι όπου μάλλον λιποκυμά παρά κοιμάται.

ΧΞΘΡΘ 3

Ε΢ΩΨΕΦΛΞΣ - ΢ΘΠΕΦΩΠΑ

Ζχει ξθμερϊςει. Σ κιποσ μοιάηει διαφορετικόσ ςτο φωσ τθσ μζρασ. Σ άντρασ ανοίγει τα
μάτια και τα ξανακλείνει ςαν να μθ κζλει να ξυπνιςει. Ψελικά ανακάκεται πάνω ςτο
γραςίδι, τρίβει το πρόςωπό του και ςθκϊνεται. Ψινάηει τα ροφχα του, πθγαίνει μζχρι το
τραπζηι τθσ κουηίνασ, πίνει λίγο νερό από ζνα μπουκάλι και παίρνει ςκεφτικόσ τα κλειδιά
του ςτο χζρι. Φίχνει μια τελευταία ματιά ςτο ςπίτι κλείνοντασ το λαμπατζρ που είχε μείνει
ανοιχτό και τελικά γυρίηει τθν πλάτθ και φεφγει, πετϊντασ πίςω του με δφναμθ τα κλειδιά.
Σ άντρασ χάνεται και το φωσ δυναμϊνει όλο και περιςςότερο.

72
ΧΞΘΡΘ 4

ΕΧΩΨΕΦΛΞΣ - ΠΕΦΑ

Ψο νεαρό ηευγάρι βρίςκεται ςτθν κουηίνα δφο φίλων τουσ (επίςθσ ζνα αγόρι κι ζνα κορίτςι)
και διθγοφνται το ςυμβάν τθσ προθγοφμενθσ βραδιάσ.

Άλλο αγόρι

Ρομίηω πωσ κατάλαβα ςε ποιον δρόμο λεσ.

Ξορίτςι

Σ τφποσ ιταν κα 'λεγα μεςιλικασ. Ψα πιο πολλά πράγματα ιταν ζξω, ςτθμζνα ςτον κιπο λεσ
κι ιταν μζςα ςτο ςπίτι. Χοβαρά. Αγοράςαμε το κρεβάτι και κάτι άλλα πράγματα πολφ
φτθνά.

Αγόρι

Δεν ζδειχνε να τον πολυνοιάηουν τα χριματα πάντωσ.

Ξορίτςι

Ξαι μετά μασ ζβαλε και ιπιαμε και χορζψαμε του ςκοτωμοφ. Υολφ παράξενοσ τφποσ ςασ
λζω!

73
Ψο αγόρι ςθκϊνεται και ανοίγει το ψυγείο. Φίχνει μια ματιά μζςα και το ξανακλείνει με
απογοιτευςθ.

Άλλο κορίτςι

Ξαλά ρε, κι εςείσ χορεφατε ςτον κιπο του;

Ξορίτςι

Πζχρι που πιγε πολφ αργά -αφοφ ςου λζω φφγαμε μεκυςμζνοι!

Άλλο κορίτςι

Απίςτευτο!

Αγόρι

Ξαι τϊρα πρζπει να ξαναπάμε για να πάρουμε τα υπόλοιπα πράγματα. Ξάπωσ νιϊκω
πάντωσ με το όλο ςκθνικό. Δεν βγάηει κάποιοσ ζτςι ζξω ςτα καλά κακοφμενα όλο του το
ςπίτι.

Ξορίτςι

Ραι, αλλά τι να ρωτιςεισ τϊρα˙ μπορεί να κζλει να φφγει από τθ χϊρα, μπορεί οτιδιποτε -
και δεν υπάρχει λόγοσ να γίνουμε αδιάκριτοι, ζτςι δεν είναι; Υεράςαμε ωραία πάντωσ˙ κι
ζχει κι ζναν ωραίο καναπζ που κα τον παίρνατε με δζκα - δεκαπζντε χιλιάρικα, αν ςασ
ενδιαφζρει!

74
Άλλο αγόρι

Υάμε να δοφμε όλοι μαηί τότε, με το φορτθγάκι. Ρα πάρουμε και μπφρεσ.

Χθκϊνονται για να φφγουν.

ΧΞΘΡΘ 5

Ε΢ΩΨΕΦΛΞΣ - ΠΕΦΑ

Θ παρζα πθγαίνει ςτο ςπίτι του άντρα και μπαίνει μζςα ςτον κιπο. Δεν τον βλζπουν
πουκενά και χτυποφν τθν πόρτα του ςπιτιοφ. Ξανείσ δεν απαντάει.

Αγόρι

Δεν είναι φοβερό που δεν ανταλλάξαμε καν ονόματα; Ψϊρα κζλω να τον φωνάξω και δεν
ξζρω πϊσ!

Ξορίτςι

Ε, ασ περιμζνουμε λίγο.

Ψο άλλο ηευγάρι κάκεται ςτον καναπζ. Ψο κορίτςι φυςάει παιχνιδιάρικα τον καπνό τοφ
τςιγάρου τθσ ςτο πρόςωπο του αγοριοφ, που τον διϊχνει ενοχλθμζνο με το χζρι και
ςθκϊνεται.

75
Άλλο αγόρι

Οοιπόν, κα τον αγοράςουμε αυτόν τον καναπζ. Πια χαρά είναι.

Άλλο κορίτςι

Υάω να ψάξω και για τίποτε άλλο.

Χθκϊνονται και θ ϊρα περνάει κακϊσ ψάχνουν τα πράγματα όλοι μαηί, δείχνοντασ ο ζνασ
ςτον άλλον ό,τι τουσ φαίνεται ενδιαφζρον. Πια γυναίκα περνάει απ' ζξω και τουσ κοιτάει
για λίγθ ϊρα. Δεν τθσ δίνουν ιδιαίτερθ ςθμαςία κι αυτι φεφγει. Από τα φλασ-μπακ ξζρουμε
ότι αυτι ιταν θ γυναίκα με τθν οποία ςυηοφςε ο άντρασ. Πετά από λίγο βαριοφνται και
κάκονται όλοι μαηί ςτον καναπζ ακοφγοντασ τα τηιτηίκια.

Αγόρι

Εγϊ λζω να του αφιςουμε κάπου τα λεφτά, να πάρουμε τα πράγματα και να φφγουμε.

Ξορίτςι

Ραι, να τα αφιςουμε εκεί που είναι τα ποτά, εκεί κα τα βρει ςίγουρα!

Αγόρι

Πθ γίνεςαι κακιά.

76
Ξορίτςι

Δεν γίνομαι κακιά, απλϊσ πρακτικι.

Άλλο αγόρι

Εγϊ ςυμφωνϊ, άντε να τελειϊνουμε.

Άλλο κορίτςι

Υόςα λζτε να του αφιςουμε και για τα μαξιλάρια;

Ξορίτςι

Υάω ςτοίχθμα ότι αυτά κα μασ τα ζδινε δωρεάν.

Αγόρι

Οοιπόν, είκοςι από εμάσ...

Άλλο αγόρι

Ξι άλλα τόςα από εμάσ, κζλω και κάτι άλλα μικροπράγματα.

Ψο αγόρι παίρνει χριματα κι από το άλλο ηευγάρι και τα αφινει μζςα ςτθ ςακοφλα με τα
ποτά. Αρχίηουν να μεταφζρουν τα ελαφρφτερα πράγματα. Ψο κορίτςι παίρνει ζνα μπαλάκι
του τζνισ και παίηει με το άλλο αγόρι. Σι άλλοι δφο κουβαλάνε τον καναπζ.

Αγόρι

Κα μασ βοθκιςετε κακόλου τϊρα, τι κα γίνει; Άμα είναι τα παρατάμε και παίηουμε κι εμείσ.
77
Άλλο αγόρι

Ξαλά ντε, ςιγά!

Ψο άλλο αγόρι πετάει με δφναμθ το μπαλάκι. Ψο κορίτςι δεν το προλαβαίνει και το μπαλάκι
πζφτει μζςα ςτθ δεξαμενι που υπάρχει ςτον κιπο. Ψο κορίτςι πάει να το πιάςει και βλζπει
τα κλειδιά του άντρα να γυαλίηουν ςτον πάτο τθσ δεξαμενισ με το βρϊμικο νερό. Δεν λζει
τίποτα ςτουσ υπόλοιπουσ.

Άλλο αγόρι

Υαράτα το μπαλάκι καλφτερα. Υάμε να βοθκιςουμε τουσ άλλουσ.

Ψο κορίτςι πθγαίνει κι αυτό προσ τουσ υπόλοιπουσ που ζχουν αρχίςει να λφνουν το κρεβάτι.
Βάηουν όλοι μαηί τα πράγματα ςτο φορτθγάκι που είναι παρκαριςμζνο ζξω από τον κιπο κι
ετοιμάηονται να φφγουν.

Άλλο κορίτςι

΢εχάςαμε τίποτα;

Αγόρι

Ππα...

Ξορίτςι

Υάω να ςιγουρευτϊ.

78
Ενϊ οι υπόλοιποι μπαίνουν ςτο φορτθγάκι, το κορίτςι πθγαίνει τρζχοντασ ςτον κιπο και
παίρνει πίςω τα χριματα από τθ ςακοφλα. Ψα βάηει βιαςτικά ςτθν τςζπθ τθσ κοιτϊντασ
γφρω τθσ και φεφγει. Ψο άλλο αγόρι φωνάηει από το παράκυρο του οδθγοφ.

Άλλο αγόρι

Τλα εντάξει;

Ξορίτςι

Ραι, φφγαμε.

Ψο κορίτςι μπαίνει κι αυτό μζςα τραβϊντασ με δφναμθ τθν πόρτα. Ψο φορτθγάκι χάνεται
ςτθ ςτροφι του δρόμου.-

79
ΓΛΑ ΠΕΦΘ

80
81
82
83
84
85
ΟΔΟ΢ ΑΘΗΝΑ΢

Υρωί` φωτεινι ςυννεφιά κι όχι πολφσ κόςμοσ ακόμα.

Δφο τφποι βρίηονται μπροςτά ςε μυρωδάτα κατακίτρινα λεμόνια

και πράςινα βουνά από μαροφλια.

Απζναντι ζνασ δεκατριάχρονοσ πιτςιρικάσ φωνάηει “εδϊ,

εδϊ παιδιά το ντόπιο!” με τθν άςπρθ του ποδιά γεμάτθ αίματα.

Ξάποιοι Ανατολικοί πουλάνε τςιγάρα μεσ ςτθ γλίτςα του δρόμου.

Αναρωτιζμαι πόςο ακριβϊσ κάνει το ζνα μανταρίνι που βοφτθξα για πρωινό.

Οίγο πιο κάτω μαηεμζνα μαγαηάκια με φτθνόρουχα

και πλαςτικά παποφτςια για τθ κάλαςςα.

Υερπατϊντασ χαηεφω μια ξφλινθ ηωγραφιςτι ταμπζλα`

“ςτραγαλοπωλείον”.

Χυνεχίηω μζχρι που μια κυρία με το καρότςι-τανκ τθσ

εκτοπίηει τουσ πάντεσ και ςτζκεται μπροςτά μου ςτο πεηοδρόμιο

δοκιμάηοντασ ελιζσ από ζνα βαρζλι.

Ψθσ γελάω για καλθμζρα.

Αυτι όχι.

86
87
88
89
90
91
92






93

94
95
_AFRICA BY BUS

Ψο Ραϊρόμπι με υποδζχτθκε με ςυννεφιά και ψιχάλεσ (οι 16 βακμοί είναι αυτό που
οι Ξενυάτεσ αποκαλοφν “κρφο”). Σ Ψηερεμάια που με πιγε με το ταξί του μζχρι το κζντρο,
με ζβαλε κατευκείαν ςτο κλίμα τθσ υποςαχάριασ Αφρικισ με τισ ατάκεσ του: “Τχι, δεν
μπορείσ να φφγεισ ςιμερα για τθ Πουάνηα, τα πράγματα άλλαξαν από τθν περαςμζνθ
εβδομάδα...” εννοϊντασ πωσ θ αεροπορικι με τθν οποία είχα κλείςει ειςιτιριο απλά δεν
υπιρχε πια. “Ψο ξζρω ότι δεν βιάηεςαι τόςο, αλλά κανείσ δεν ςταματάει ςτο κόκκινο το
βράδυ, είναι γνωςτι ενζδρα για carjacking. Σφτε πεηοφσ κα δεισ πολλοφσ -το Ραϊρόμπι δεν
είναι για βόλτεσ τθ νφχτα, και ειδικά για ζναν mzungu (λευκό άνκρωπο). Εκτόσ αν
βαρζκθκεσ να κουβαλάσ το πορτοφόλι ςου, χα-χα!” Ξαι “Εγϊ είμαι Ξικοφγιου, όπωσ οι
περιςςότεροι ςτθν Ξζνυα. Αυτόν τον πολφ μαφρο τον βλζπεισ; Αυτόσ είναι Οοφο. Πια
Ξικοφγιου δεν κα παντρευόταν ποτζ ζναν Οοφο. Οζνε ότι δεν είναι αλθκινοί άντρεσ, επειδι
δεν ζχουν κάνει περιτομι. Άςε που όταν πεκαίνει ζνασ ι μία Οοφο, ο ςφντροφόσ του πρζπει
να κοιμθκεί μια νφχτα ςτο ίδιο κρεβάτι με τον νεκρό. Επίςθσ, του ξυρίηουν το κεφάλι και
δεν πρζπει να πλυκεί για ζναν μινα...” Ι “Εδϊ κανείσ δεν αρρωςταίνει από τα μικρόβια και
καμία επιχείρθςθ δεν κλείνει από κακι διαχείριςθ. Τλοι πιςτεφουν ότι τουσ καταράςτθκε
κάποιοσ εχκρόσ, ότι τουσ ζκανε μάγια που πρζπει να λφςουν...”

Ξατάφερα να μείνω ξφπνια αρκετά ϊςτε να ςτείλω ζνα μζιλ από ζνα “internet cafe”
ςε ζνα δωματιάκι 1,5x3, που δίπλα του είχε άλλο ζνα τζτοιο δωματιάκι που πουλοφςε
ροφχα, παραδίπλα ζνα με cd, ενϊ ςτον δεφτερο όροφο του μιςοδιαλυμζνου αλλά
πολφχρωμου και ηωντανοφ “εμπορικοφ κζντρου”, υπιρχε κι ζνα αυτοςχζδιο κομμωτιριο,
πράγμα που εξθγοφςε τισ μποφκλεσ ςτισ λιωμζνεσ ξφλινεσ ςκάλεσ. Υαρά τθ φτϊχεια, οι
περιςςότεροι Ξενυάτεσ και ιδιαίτερα οι γυναίκεσ είναι αυτό που κα ζλεγε κανείσ
“καλοβαλμζνοι”, με περίτεχνα χτενίςματα και φκαρμζνα αλλά γυαλιςμζνα παποφτςια κι
ζνα κάπωσ παλιομοδίτικο ςτυλ, που κυμίηει τθν εικόνα των μαφρων με τα ταγζρ και τα
κουςτοφμια τθσ δεκαετίασ του '60 ςτθν Αμερικι τθν ϊρα τθσ επιςτροφισ από τθν
κυριακάτικθ λειτουργία. Βζβαια τα βλζμματα μερικϊν πάνω μου ςτον δρόμο ιταν ακόμα
πιο περιεργαςτικά από το δικό μου, κάνοντάσ με να ςυνειδθτοποιιςω για πρϊτθ φορά ότι
είμαι λευκι (το μόνο ξανκό κεφάλι που είδα εκεί, όταν γφριςε αποδείχτθκε μαφρθ albino),
αλλά και ότι ο Ψηερεμάια είχε δίκιο ςε ςχζςθ με τα νοθτά όρια ςτισ περιοχζσ τθσ πόλθσ για
τουσ mzungu.

96
Σι οποίοι mzungu όμωσ, είναι πολφ ευπρόςδεκτοι -όπωσ ανακάλυψα τθν επόμενθ
μζρα- ςτο ςπίτι τθσ Ξάρεν Ππλίξεν (θ Δανι ςυγγραφζασ του Out of Africa) και ςε ζνα πάρκο
πζντε χιλιόμετρα ζξω από το Ραϊρόμπι, όπου προςτατεφεται ζνα είδοσ καμθλοπάρδαλθσ με
πζντε κζρατα αντί για δφο (τα τρία πολφ μικρότερα, είναι θ αλικεια). Εκεί είχα τθ χαρά να
περάςω τισ ϊρεσ που ζμεναν μζχρι να φφγω για τθν Ψανηανία, ςυνάπτοντασ φιλικζσ ςχζςεισ
με μια αρςενικι με κακι φιμθ, που ιρκε αργά-αργά με το περίεργο περπάτθμά τθσ όταν τθ
φϊναξα για να χαϊδζψω εκείνον τον τρελά μακρφ λαιμό. Είχε τα πιο απίςτευτα μάτια που
ζχω δει ποτζ και μια τεράςτια, κατάμαυρθ γλϊςςα.

Είχα αποφαςίςει να πάω ςτθ Πουάνηα όπωσ οι ντόπιοι, με το λεωφορείο (12 ϊρεσ,
ζλεγε, αλλά περνοφςε από τα όρια του Serengeti -ζνα από τα φυςικά καφματα του κόςμου-
οπότε αυτό και μόνο μου αρκοφςε). Θ εταιρεία που ζκανε το ταξίδι Ξζνυα - Ψανηανία ζφερε
τον ςουρεαλιςτικό τίτλο “Scandinavia Express” και το ειςιτιριο ζγραφε να είμαι ςτον
ςτακμό μιςι ϊρα πριν τθν κακοριςμζνθ αναχϊρθςθ, δθλαδι ςτισ εννιά το βράδυ. Ιμουν
τυπικι ςτο ραντεβοφ -κι εγϊ και οι υπόλοιποι 49 Αφρικάνοι ςυνταξιδιϊτεσ μου. Ψο
λεωφορείο όμωσ, όχι. Σφτε ςτισ και μιςι, οφτε ςτισ δζκα. Χτισ ζντεκα παρά τζταρτο
εμφανίςτθκε ζνα παμπάλαιο όχθμα που άφθνε πίςω του ςφννεφα καπνοφ, και κατά τισ
ζντεκα παίρναμε εκκίνθςθ για τθν υπερ-ειδικι του αγϊνα αντοχισ Ραϊρόμπι - Πουάνηα, με
τον Ψηερεμάια που ευγενικά μου ζκανε παρζα μζχρι τότε να μου κουνάει το μαντιλι.

Εγϊ δεν είχα ξαναδεί λεωφορείο να κάνει εντοφρο, πόςο μάλλον να είμαι και μζςα.
Σ ειςπράκτορασ όμωσ κα είχε δει, γιατί ζβαλε τον οδθγό να ςβιςει τθ μθχανι πριν
ξεκινιςουμε: “Now let's all pray in Swahili”. Χθκϊκθκαν όλοι όρκιοι, κατζβαςαν ελαφρϊσ το
κεφάλι και ακολοφκθςαν κάποιεσ φράςεισ που δεν κατάλαβα, αλλά οι υπόλοιποι
ςυμφϊνθςαν με ζνα ςυγχρονιςμζνο “αμιν”. Φυςικά, αντί να αιςκάνομαι αςφαλζςτερθ
μετά από αυτό, το αποτζλεςμα ιταν ελαφρϊσ το ανάποδο. Σι Ξενυάτεσ τρζχουν όςο
περιςςότερο τουσ επιτρζπουν τα ςαράβαλα που οδθγοφν -βζβαια και το πιο
ςκλθροτράχθλο 4Χ4 κα γινόταν ςαράβαλο μζςα ςε μια βδομάδα ςε αυτοφσ τουσ
υποτικζμενουσ δρόμουσ, με τισ τεράςτιεσ κοτρόνεσ και τισ λακκοφβεσ ςε μζγεκοσ
μπανιζρασ.

Οίγο θ υγραςία που ζμπαινε από το παράκυρο που μάταια προςπάκθςε να


ςτερεϊςει με κολλθτικι ταινία ο ειςπράκτορασ, λίγο κάτι κινθματογραφικζσ ςτάςεισ ςε

97
βενηινάδικα-αντίκεσ ςτθ μζςθ του πουκενά, με Παςάι να πουλοφν κουβζρτεσ που
βλακωδϊσ δεν αγόραςα, λίγο το ςυνεχζσ κοπάνθμα, το ξθμζρωμα με βρικε ξφπνια και με
τθ μυρωδιά φρζνων που υπερκερμαίνονται ςτα ρουκοφνια. Χφντομα θ μυρωδιά φαίνεται
ότι ζφταςε και ςτθ μφτθ του οδθγοφ, γιατί ςταμάτθςε το λεωφορείο, βρικε ζναν τοπικό
μθχανικό ςτο χωριό όπου μόλισ είχαμε μπει, και επιδόκθκαν μαηί ςε ατζρμονεσ
προςπάκειεσ επιδιόρκωςθσ τθσ βλάβθσ με ευφάνταςτεσ πατζντεσ, λόγω τθσ ζλλειψθσ των
κατάλλθλων εργαλείων και ανταλλακτικϊν.

Αυτι βζβαια ιταν μόνο θ αρχικι από τισ απρογραμμάτιςτεσ ςτάςεισ. Αργότερα
ςταμάτθςε πάλι ο οδθγόσ γιατί ικελε να αγοράςει ρφηι από ζναν πλανόδιο, λίγα χωριά
παρακάτω ζπρεπε να πάρουμε πρωινό τςάι, ενϊ ςτα ςφνορα παίχτθκε ζνα ολόκλθρο ςίριαλ
ςτο τελωνείο τθσ Ψανηανίασ, όπου ανάγκαςαν ζναν καθμζνο να ανοίξει όλα του τα
μπαγκάηια με αφορμι ζνα πακζτο ηελεδάκια Θaribo. Ραι, ςοβαρά. Πε τα πολλά
ξεκολλιςαμε, και από το χαλαςμζνο παράκυρο άρχιςαν να περνοφν απίκανεσ εικόνεσ από
τθν άγρια ηωι ςτισ καταπράςινεσ όχκεσ του ποταμοφ Πάρα, κι από χωριουδάκια με
ςτρογγυλζσ λαςποκαλφβεσ με αχυρζνια ςτζγθ και πολλοφσ κατοίκουσ χωρίσ δεφτερθ
ςαγιονάρα αλλά με κινθτό ςτο χζρι. Θ Πουάνηα πλζον βριςκόταν ςε απόςταςθ
αναπνοισ.

Υάντωσ, το ςίγουρο είναι ότι δεν μακαίνει κανείσ με τθν πρϊτθ φορά, αφοφ
επζςτρεψα με τον ίδιο τρόπο -αλλά τϊρα πια μπορϊ με βεβαιότθτα να πω ότι αν χρειαςτεί
ποτζ να κάνω αυτι τθ διαδρομι ξανά, κα πάρω το αεροπλάνο. Πε ζπειςαν τελικά μερικζσ
ϊρεσ ςτθ μζςθ του δρόμου τθσ επιςτροφισ γφρω ςτισ τζςςερισ τθ νφχτα, με βλάβθ που
απλά δεν φτιαχνόταν και με το Highway Patrol που πζραςε κι ζφυγε, να φωνάηει ςτον
οδθγό ότι δεν πρζπει να είναι ςταματθμζνοσ εκεί, γιατί ζχει λθςτζσ. Πεταφραςτισ ιταν ο
ςυνεπιβάτθσ δίπλα μου, ζνασ τφποσ από τθ Ηανηιβάρθ που είχε μαςιςει μια φυτεία khat κι
ευγενικά μου προςζφερε λίγο, αλλά ιταν το τελευταίο πράγμα που επιηθτοφςα τθν ϊρα
που ζβαηα το διαβατιριο μζςα ςτο εςϊρουχό μου, κάτω από τθν κουβζρτα που είχα
φροντίςει να πάρω αυτι τθ φορά μαηί, κεωρϊντασ τον εαυτό μου ζμπειρο πια ςτα ταξίδια
με λεωφορείο ςτθν Αφρικι.

98
99
100
101
102
103
104


105
106
107
108
109
ΚΑΡΣ-ΠΟ΢ΣΑΛ ΑΠΟ ΣΗΝ ΙΝΔΟΚΙΝΑ

ΒΛΕΨΡΑΠ

Χαρά ςυμπυκνωμζνθ ς’ ζνα ειςιτιριο ςτο χζρι. Ψα φϊτα χαμθλϊνουν ςτο


αεροπλάνο` βόλτεσ και τεράςτια κάλαςςα από φωτάκια κάπου πάνω απ’ τισ Λνδίεσ. Οίγο
πριν το ξθμζρωμα, προςγείωςθ ςτο μουντό αεροδρόμιο του Ανόι. Σι διατυπϊςεισ για να
πάρει κανείσ τθ βίηα είναι χρονοβόρεσ, με υπαλλιλουσ που φοροφν ςτρατιωτικζσ ςτολζσ και
δεν μιλάνε Αγγλικά. Τταν επιτζλουσ αφινω πίςω μου το Immigration Desk, βλζπω το όνομά
μου ςε μια ταμπζλα. Ψθν κρατάει ζνασ μικρόςωμοσ Βιετναμζηοσ με ςυμπακθτικό πρόςωπο
που δείχνει 23 αλλά είναι 30 -ο υπεφκυνοσ των εκελοντϊν ςτο Ανόι, ο Φονγκ.
“Ξαλωςόριςεσ ςτο Βιετνάμ”. Υριν φφγουμε από το αεροδρόμιο, γίνομαι εκατομμυριοφχοσ.
Εκατό δολάρια αντιςτοιχοφν ςε 1.500.000 Dong. Τλα τα χαρτονομίςματα ζχουν από τθ μία
πλευρά το ςυγκρατθμζνο χαμόγελο του Χο Ψςι Πινχ.

Υαλιό Ανόι. Χτενά τριϊροφα ςπίτια, απεριποίθτα, παλιά και κολλθτά το ζνα ςτο
άλλο, με τεντοφλεσ και μικρά μπαλκόνια, και μερικά ςε παραδοςιακό κινζηικο ςτυλ. Ψα
πεηοδρόμια είναι πλθμμυριςμζνα από ανκρϊπουσ που κάκονται ςτισ φτζρνεσ τουσ ζτςι
όπωσ μόνο οι Αςιάτεσ μποροφν, ι πάνω ςε κάτι πλαςτικά παιδικά ςκαμπουδάκια και
μαγειρεφουν, πουλάνε πράγματα, παίηουν κάτι ςαν ντάμα, κουβεντιάηουν. Χτο ξενοδοχείο
ανεβαίνουμε μζχρι το δωμάτιο ςτον τρίτο από τισ ςτενζσ ςκάλεσ λόγω τθσ ζλλειψθσ
αςανςζρ. Ζχει τρομερι ηζςτθ και υγραςία αλλά αν βάλεισ τον ανεμιςτιρα είναι καλφτερα.
Από το ανοιχτό παράκυρο χαηεφω τον μουςϊνα. Σι πρϊτεσ ςταγόνεσ είχαν κάνει τθν
εμφάνιςι τουσ τθν ϊρα που φτάναμε, και πολφ ςφντομα ζπεφταν απίςτευτεσ ποςότθτεσ
νεροφ. Ξι ζτςι μου ιρκε θ ζκλαμψθ: Ρά γιατί φοράνε κωνικά καπζλα ςτθ NA Αςία -γιατί
μζςα ςτθν ίδια μζρα πρζπει να προςτατευτοφν όχι μόνο από τον ιλιο αλλά και από τθ
βροχι, θ οποία κα λίμναηε ςτισ όποιεσ καπελοπτυχζσ.

Ανοίγοντασ μια φοβερι τοπικι μπφρα με ginseng (“La Force”) διαβάηω τον Οδθγό
για τουσ Διεκνείσ Εκελοντζσ που ευγενικά μου είχε δϊςει ο Φονγκ, ζνα ντοςιζ με όλεσ τισ
απαραίτθτεσ πλθροφορίεσ -από τα αξιοκζατα και τουσ καλοφσ τρόπουσ μζχρι τα
νοςοκομεία και τα εςτιατόρια- και προςγειϊνομαι απότομα ςτο κεφάλαιο για τθν
κακθμερινι ηωι ςτο Βιετνάμ εν ζτει 2005. «Τλα τα πράγματα ςτο Βιετνάμ χρειάηονται
άδεια. Ψο ποιοσ δίνει τθν άδεια -και το πόςο χρόνο κα πάρει- εξαρτάται κάκε φορά, αλλά το
110
να κάνετε κάτι ζξω από τα ςωςτά κανάλια δθμιουργεί ςε όλουσ πολλά προβλιματα. Αν
κζλετε να αλλάξετε κζςθ ςτισ καρζκλεσ ςτθν τάξθ που κάνετε μάκθμα χρειάηεςτε άδεια -
ακόμα και για να φφγετε από μία φιλικι ςυγκζντρωςθ ο ςωςτόσ τρόποσ είναι να ηθτιςετε
τθν άδεια. Είναι πολφ ςθμαντικό το να ξζρουν όλοι ποφ είςαςτε και τι κάνετε. Ρα
κυμόςαςτε ότι κάποιοσ ςτθ δουλειά ςασ ζχει τθν ευκφνθ ςασ, και εάν τον ρωτιςει θ
αςτυνομία για εςάσ, πρζπει να μπορεί να απαντιςει.»

«Ρα ξζρετε ποφ βρίςκεςτε ςτθ δομι τθσ ιεραρχίασ, και ποτζ να μθν προςπερνάτε
τον αμζςωσ ανϊτερο για να μάκετε κάτι, κακϊσ αυτό κα μποροφςε να τον φζρει ςε πολφ
δφςκολθ κζςθ. Γενικά ςτο Βιετνάμ κανείσ δεν δίνει πλθροφορίεσ ςε κανζναν, κακϊσ
κεωροφν ότι αν κάτι ςε αφορά το ξζρεισ ιδθ, αλλιϊσ δεν χρειάηεται να το ξζρεισ. Σι
πλθροφορίεσ ζχουν κατά κανόνα ροι από πάνω προσ τα κάτω. Ρα κάνετε γενικζσ ερωτιςεισ
όπωσ “πρόκειται να ςυμβεί κάτι διαφορετικό τθν επόμενθ εβδομάδα;” αλλιϊσ κανείσ δεν
πρόκειται να ςασ ενθμερϊςει για τθν επίςκεψθ του Χ ςτο ςχολείο που δουλεφετε τθν
ερχόμενθ Δευτζρα.»

«Πε τθν τοποκζτθςθ κάποιου ςτθ κζςθ του εκελοντι, του δίνεται θ ευκαιρία να
αναπτφξει φιλίεσ με τουσ ςυνεργάτεσ του. Επειδι όμωσ οι πλατωνικζσ ςχζςεισ ανάμεςα ςε
άντρεσ και γυναίκεσ δεν είναι κάτι ςυνθκιςμζνο ςτο Βιετνάμ, πρζπει να ζχετε υπόψθ τα
ακόλουκα: Αν ζνασ άντρασ και μία γυναίκα βρίςκονται μόνοι τουσ ςτον ίδιο χϊρο,
ςυνθκίηεται να αφινουν τθν πόρτα ανοιχτι, αλλιϊσ γριγορα όλοι κα βγάλουν άλλα
ςυμπεράςματα. Ακόμα όμωσ κι αν τα ςυμπεράςματα αυτά είναι ςωςτά, πριν παραδοκείτε
ςε αυτό που “ξεκίνθςε ωσ φιλία αλλά εξελίχκθκε ςε κάτι δυνατότερο”, να ξζρετε ότι ςτο
Βιετνάμ είναι παράνομο για ζναν Βιετναμζηο να περάςει τθ νφχτα ςτο ίδιο δωμάτιο με ζναν
ξζνο. Είναι επίςθσ παράνομο ζνασ ξζνοσ να περάςει τθ νφχτα κάπου, χωρίσ να γνωρίηει θ
αςτυνομία ποφ βρίςκεται.»

«Χυχνά αυτόσ ο νόμοσ δεν εφαρμόηεται, αλλά παραβιάηοντάσ τον, φζρνουμε τον
υπεφκυνο για εμάσ αλλά και τον Βιετναμζηο φίλο ςε δφςκολθ κζςθ, που μπορεί να ζχει ωσ
αποτζλεςμα τθν πλθρωμι προςτίμου για να αποφφγει τθ φυλάκιςθ. Αν πραγματικά κζλετε
να ζχετε μία τζτοιου είδουσ ςχζςθ, πρζπει να είςτε πολφ διακριτικοί. Ζχουν υπάρξει
περιπτϊςεισ απόλυςθσ Βιετναμζηων, επειδι είχαν “παράνομθ ςχζςθ με ξζνο/θ”. Ρα
γνωρίηετε ότι υπάρχουν πολφ λίγα πράγματα που θ αςτυνομία δεν ξζρει για εμάσ. Είναι θ

111
δουλειά τουσ να ξζρουν. Σι τθλεφωνικζσ γραμμζσ παρακολουκοφνται όλεσ και κάκε
γειτονιά ζχει ζνα άτομο του οποίο το κακικον είναι να παρατθρεί και να καταγράφει τισ
κινιςεισ μασ, κι αν δεν το κάνει, ο ίδιοσ και θ οικογζνειά του κα ζχουν προβλιματα. Σ
ςκοπόσ αυτϊν των πλθροφοριϊν είναι να είςαςτε ενθμερωμζνοι για το πϊσ λειτουργοφν τα
πράγματα ζτςι ϊςτε να κάνετε υπεφκυνεσ επιλογζσ.»

Πάλιςτα. Βεβαιϊκθκα ότι δεν υπιρχε κανζνασ Βιετναμζηοσ ςτο δωμάτιό μου, και πιγα για
φπνο.

Ψθν επόμενθ μζρα το πρωί θ Ηοφεν (που ςθμαίνει “γοθτευτικι”), πριν με ξεναγιςει
ςτο Ανόι, πζταξε τα παποφτςια τθσ, ςκαρφάλωςε ςτο κρεβάτι μου και με χαρτί και μολφβι
μου ζμακε τα βαςικά. Ψο “γεια” είναι “τςάο” και το ευχαριςτϊ “καμ όν”. Ψα Βιετναμζηικα
εδϊ και τρεισ αιϊνεσ γράφονται με Οατινικοφσ χαρακτιρεσ και πολλά είδθ τόνων, κακϊσ θ
προφορά αλλάηει το νόθμα των λζξεων. Υαρατθρϊ τα νφχια των ποδιϊν τθσ που μου
κάνουν εντφπωςθ γιατί είναι μυτερά, ςαν νφχια αιλουροειδοφσ -αλλά ξαφνικά κυμάμαι που
είχα διαβάςει ςε ζνα βιβλίο του Ψομ Φόμπινσ για μία Ξινζηα που “κοφναγε προειδοποιθτικά
τον μακρφ τθσ δείκτθ με το μυτερό νυχάκι”.

Βγαίνουμε ςτον δρόμο. Από τθ διαφορά ςτθ κερμοκραςία, κάμπωςαν τα γυαλιά


τθσ! Σι μυρωδιζσ ςτα ςτενά είναι απίςτευτα ζντονεσ. Ζχει τόςθ υγραςία που τα ροφχα
κολλοφν πάνω ςου. Τταν βρζχει (κάκε μζρα γφρω ςτισ πζντε) ςχθματίηονται ρυάκια ςτουσ
δρόμουσ που παραςζρνουν τα άπειρα ςκουπίδια -ςτθν πλειονότθτά τουσ από φαγθτά που
μαγειρεφτθκαν και καταναλϊκθκαν επιτόπου ζξω από τα ςπίτια, ςτα πεηοδρόμια. Χτα bia-
hoi (ζτοιμο φαγθτό και φτθνι μπφρα) όλα είναι πλαςτικά και μζςα ςτθ μπίχλα -ακόμα και
τα φαγθτά βρίςκονται μζςα ςε πλαςτικζσ λεκάνεσ, εκτόσ από τθν υπζροχθ καυτι ςοφπα με
λεμονόχορτο. Τλα τα ςπίτια και τα μαγαηιά ζχουν μια γωνιά αφιερωμζνθ ςτουσ προγόνουσ
(φωτογραφίεσ τουσ, λουλοφδια, εικόνεσ κεοτιτων και αρωματικά ςτικάκια).

Σι δρόμοι είναι χωριςμζνοι ανά επάγγελμα. Αλλοφ τα μαγαηιά όπου φτιάχνουν


ζπιπλα, αλλοφ αυτοί που πωλοφν μεταξωτά και αλλοφ αυτοί που ςκαλίηουν ταφόπλακεσ με
περίτεχνα ςχζδια, αφινοντασ χϊρο για το όνομα του μελλοντικοφ ιδιοκτιτθ. Είναι να
απορείσ που ζχουν κεςάτια, με τον τρόπο που οδθγοφν οι Βιετναμζηοι. Πε το που ανάβει το
πράςινο, όλοι ξεχφνονται προσ όλεσ τισ κατευκφνςεισ κορνάροντασ (θ κόρνα είναι το φλασ
τουσ), κάνοντασ ςφινεσ και προςπερνϊντασ ό,τι και όποιον να 'ναι, όπωσ να 'ναι. Αντίκετα,

112
ςτθ μζςθ τθσ λίμνθσ ςτο Ho Hοan Kiem τθσ Υαλιάσ Υόλθσ βρίςκεισ μια μαγικι τοποκεςία
γαλινθσ. Θ ιςτορία τθσ Υαγόδασ τθσ Χελϊνασ κυμίηει λίγο το Εξκάλιμπερ, μόνο που εδϊ θ
Ξυρά τθσ Οίμνθσ που ζδωςε το μαγικό ςπακί ςτον βαςιλιά ο οποίοσ τον 15ο αιϊνα ζδιωξε
τουσ Ξινζηουσ, ιταν μια γιγαντιαία χελϊνα! Ξόκκινθ λάκα και ιρεμα νερά που αντανακλοφν
το πράςινο των τεράςτιων δζντρων γφρω-γφρω.

Υριν επιςτρζψω ςτο hostel με τθν αναπόφευκτθ μυρωδιά μοφχλασ, για να απλϊςω
τα ροφχα μου ςε κρεμάςτρεσ από τον επιτοίχιο ανεμιςτιρα, ϊςτε ζτςι πολφχρωμα
να διακοςμοφν (γυρίηοντασ περιφανα μια δεξιά, μια αριςτερά) το άχαρο δωμάτιο όςο
ςτεγνϊνουν, μια γυναίκα με βάηει να κρατιςω το κοντάρι τθσ με τα φροφτα, ελπίηοντασ
ότι κα κζλω να τθσ δϊςω κάτι για να βγω φωτογραφία -και είναι πραγματικά βαρφ. Απλά
αγοράηω μερικζσ μπανάνεσ για να το ελαφρφνω.

Ψο ξθμζρωμα ξυπνάω από τισ ζξι για να προλάβω να πάω ςτο ςχολείο ςτθν άκρθ
τθσ πόλθσ. Σ διάολοσ τθσ περιζργειασ μζςα μου με ζβαλε να ανοίξω για πρϊτθ και
τελευταία φορά τθν τθλεόραςθ, και να απολαφςω μακιματα αερόμπικ το αχάραγο, με
φανταχτερά κολάν τθσ δεκαετίασ του '80.

“Motobike, madame? Motobike?” Χου τθν πζφτουν όλοι μαηί ρωτϊντασ ςε αν


χρειάηεςαι ζνα παπί-ταξί με μεγαλφτερθ αυτοςχζδια ςζλα, και οδθγό που όταν τον ρωτάσ
αν ξζρει τθν τάδε οδό ςου λζει “yes-yes”, κι όταν κοιτάσ μετά από ϊρα τον χάρτθ και του
δείχνεισ ότι είςτε ςτθν άλλθ άκρθ τθσ πόλθσ πάλι ςου λζει “yes-yes”, και καταλαβαίνεισ ότι
ακόμα κι αν τον ρωτιςεισ αν κα ικελε μια φάπα πάλι “yes-yes” κα ςου πει. Υάνω ςτα
motobike βλζπεισ πολλζσ γυναίκεσ να φοροφν μακριά άςπρα γάντια μζχρι τον αγκϊνα αλά
Ψηίλντα και χειρουργικζσ μάςκεσ ςτο πρόςωπο. Ψο δεφτερο είναι για τα καυςαζρια,
ςκζφτεςαι, εντάξει. Ψο πρϊτο ςυνειδθτοποιείσ για ποιον λόγο ςυμβαίνει, παρατθρϊντασ
μια διαφθμιςτικι αφίςα του Lux: “It makes you whiter”. Ψι να πεισ (που να μθν είναι
βριςιά...)

Χτο ςχολείο τα παιδάκια φοροφν ςτολζσ και ςθκϊνονται όρκια όταν μπαίνεισ ςτθν
τάξθ. Ζνα από αυτά, μετά τα “where are you from”, ρωτά τθ Γαλλίδα εκελόντρια: “Why are
you fat?” Εκείνθ τθ ςτιγμι ςυνειδθτοποιείσ ότι δεν ζχεισ δει οφτε ζναν παχφςαρκο άνκρωπο

113
ςτο Ανόι. Από τθν άλλθ, ζχεισ δει χοντροφσ Αμερικάνουσ τουρίςτεσ με βερμοφδεσ που
αφινουν τα άμακα μποφτια τουσ να γίνονται κόκκινα από τον καυτό ιλιο, ποφρο ςτο ζνα
χζρι και βιντεοκάμερα ςτο άλλο, πάνω ςε ζνα cyclo με ζναν κακόμοιρο μιςι μερίδα
Βιετναμζηο να τουσ πθγαίνει βόλτα ποδθλατϊντασ ςτα ςτενά, ϊςτε να δείχνουν μετά ςτουσ
φίλουσ τουσ τθ γραφικι φτϊχεια των ικαγενϊν. Γυρνϊντασ αντί για motobike παίρνω το
λεωφορείο κι όχι μόνο παίηει μουςικι, αλλά είναι και Elvis!

Χφντομα αποφαςίηω να αφιςω τθ διδαςκαλία και να διαςχίςω κάκετα το Βιετνάμ,


ςιδθροδρομικϊσ. Χτο τρζνο οι κουκζτεσ είναι μικρζσ και τα ςεντόνια χρθςιμοποιθμζνα.
Βρίςκομαι ςτθν πρϊτθ κζςθ, ςτον δρόμο για το Hue, τθν Αυτοκρατορικι Υόλθ. Οίγο μετά τα
μεςάνυχτα, θ πόρτα ανοίγει με κόρυβο, κι ζνασ άντρασ και μια γυναίκα ντυμζνοι
ςτρατιωτικά μου φωνάηουν κάτι ςτθ γλϊςςα τουσ, πετϊντασ μου το φωσ του φακοφ ςτο
πρόςωπο. Πιςο-κοιμιςμζνθ μιςο-ταραγμζνθ, τουσ δείχνω το ειςιτιριο. Χυνεχίηουν να
φωνάηουν. Ψουσ εξθγϊ ςτα Αγγλικά ότι δεν μιλάω Βιετναμζηικα, αλλά τίποτα. “Passport”,
λζει ο ζνασ από τουσ Βιετναμζηουσ ςυνταξιδιϊτεσ μου. Ψουσ το δείχνω, φεφγουν. Σ
ςοςιαλιςτικόσ ρεαλιςμόσ, ξανά. Είναι παντοφ. Χτα πανό ςτουσ δρόμουσ, που εκκειάηουν το
ζνα και μοναδικό κόμμα τθσ χϊρασ (ςτο Ανόι, κάποια ςτιγμι ρϊτθςα τι ζγραφε ζνα
τεράςτιο πανό και περίμενα κάτι αντίςτοιχο με το “Γιορτι κραςιοφ ςτο Ποςχάτο”, αλλά
ζλεγε κάτι απίκανα απλοϊκό του τφπου “Ψο κομμουνιςτικό κόμμα του Βιετνάμ είναι το
καλφτερο”). Είναι μζςα ςτθν ίδια τθν κακθμερινότθτα όχι μόνο για τουσ Βιετναμζηουσ, αλλά
ακόμα και για τουσ τουρίςτεσ. Πόλισ δυο βράδια νωρίτερα, είχα γυρίςει ςτο ςυνοικιακό
ξενοδοχειάκι όπου ζμενα κατά τισ δφο το πρωί, για να βρω τον ιδιοκτιτθ του, άγρυπνο και
καταϊδρωμζνο ςτθν είςοδο να με ρωτά “Υοφ ιςουν” -και πριν προλάβω να του απαντιςω
γελϊντασ “Ξι εςφ τι είςαι, ο κθδεμόνασ μου;” να ςυνεχίηει “Ξι αν με ρωτοφςε θ αςτυνομία,
εγϊ τι κα ζλεγα;” (Ττι ιμουν ςε ζνα από τα κιτσ μπαράκια τθσ περιοχισ παρζα με ζναν
22χρονο Εβραίο που ςκζφτεται να πάει ςτο Υαρίςι και να μθν ξαναγυρίςει ποτζ, γιατί δεν
κζλει να πυροβολεί Υαλαιςτίνιουσ αλλά να γίνει πιανίςτασ -και ότι νόμιηα ότι οι
προειδοποιιςεισ του Φονγκ ιταν λίγο υπερβολικζσ...)

Hue. Ιςυχο και όμορφο, με τον Υοταμό του Αρϊματοσ να το διαςχίηει, και μικρά
ψαράδικα ςαμπάν να πλζουν ιρεμα ςτο απογευματιάτικο φωσ. Χτθ ςχεδόν άδεια, φαρδιά

114
λεωφόρο, δεξιά κι αριςτερά τα πεηοδρόμια ζχουν γεμίςει από κάτι λευκά λουλουδάκια,
που πζφτουν από τα ανκιςμζνα δζντρα. Mαηεφω ζνα από κάτω, ζχει ζνα ανεπαίςκθτο
άρωμα. Ψο δίνω αργότερα ςτισ δφο βουδίςτριεσ μοναχζσ με γκρίηα ράςα που μου
υποκλίκθκαν ενϊ μου ζριχναν τριάντα χρόνια και βάλε θ κάκε μία, ςτθν παγόδα Ψιεν Που.
Εκεί βρίςκεται θ Austin Cambridge με τθν οποία οδιγθςε μζχρι τθ Χαϊγκόν ο μοναχόσ Thich
Quang Duc το 1963, όπου και αυτοπυρπολικθκε ςε ζνδειξθ διαμαρτυρίασ για τισ διϊξεισ
εναντίων των Βουδιςτϊν, τελείωσ ατάραχοσ και ακίνθτοσ ενϊ φλεγόταν, κάνοντασ
αυτοςυγκζντρωςθ ςτθ ςτάςθ του λωτοφ.

ΩΓ Ψα ςπίρτα που πιρα για τον καπνό μου, γράφουν επάνω: “Σι άνκρωποι κα είναι
ευτυχιςμζνοι μετά τον πόλεμο”.

Χο Ψςι Πινχ Χίτυ, Χαϊγκόν, μπορείσ να τθν πεισ όπωσ κεσ. Ξατεβαίνοντασ από το
τρζνο, απόλαυςα αυτι τθν τρελι ελευκερία του να βρίςκεςαι ςε μια άγνωςτθ πόλθ χωρίσ
κανζνα ςχζδιο για το ποφ κα πασ, τι κα δεισ, ποφ κα φασ, ποφ κα κοιμθκείσ, τίποτα. Πόνο
εςφ, θ πόλθ και 24 ϊρεσ.

ΞΑΠΥΣΨΗΘ

Ψα χαρακτθριςτικά χρυςά κερατάκια ςτισ παγόδεσ τθσ Υνομ-Υενχ γυαλίηουν ςτον


ιλιο. Από παιδάκι ονειρευόμουν να ζρκω εδϊ, από τότε που είχα δει τθν εντυπωςιακι
Ξαμποτηιανι ςθμαία ςε μια χάρτινθ ςυλλογι από κάρτεσ με τισ ςθμαίεσ όλων των χωρϊν.
Σι άνκρωποι είναι πιο μελαχρινοί από τουσ Βιετναμζηουσ και πολφ πιο γελαςτοί κι
ευγενικοί, παρότι είναι τρομερά φτωχοί και θ διαφκορά ςτθ χϊρα κυριαρχεί. Ωσ ζνα
αναπάντεχο απομεινάρι τθσ γαλλικισ αποικιοκρατίασ, καροτςάκια γυρνάνε το πρωί ςτουσ
δρόμουσ με φρζςκα κρουαςάν (ςτουσ οποίουσ δρόμουσ είναι αδφνατον να βγάλεισ άκρθ με
τα νοφμερα -θ λεωφόροσ Sihanouk είναι το 274 και τα κτίρια ςε αυτι μποροφν απλά να
ζχουν όποιο νοφμερο τουσ αρζςει). Υθγαίνω ςε ζνα οικοτροφείο-ςχολι παραδοςιακοφ
χοροφ, ςτθν άκρθ τθσ πόλθσ.

Σι παραςτάςεισ αυτζσ είναι μαγικζσ, οι κινιςεισ τουσ, θ μουςικι, τα κουςτοφμια,


όλα λζνε μια ιςτορία, κάκε λεπτομζρεια ζχει τον λόγο τθσ που είναι όπωσ είναι κι όλα μαηί

115
είναι πρωτόγνωρα και χρυςά και καμπανιςτά και τρομερά λεπτά και πολφπλοκα και
δυναμικά ταυτόχρονα. Υαρακολουκϊ τα μικρά να κάνουν μάκθμα ςε μια ξφλινθ
πλατφόρμα πάνω από ζνα ποταμάκι. Ψα δάχτυλα τθσ δαςκάλασ κοντεφουν να αγγίξουν τον
πιχθ τθσ κάκε φορά που ςπάει τον καρπό τθσ προσ τα πάνω. Δοκιμάηω από περιζργεια όςο
πιο διακριτικά μπορϊ αλλά τα δάχτυλά μου δεν πάνε οφτε καν κάκετα. Ψα τραβάω προσ τα
πίςω με το άλλο χζρι και φτάνουν αιςίωσ λίγο πάνω από τισ 90 μοίρεσ -δυο μικρά με
κοιτοφν και γελάνε.

Ψuol Sleng. Ψο Άουςβιτσ τθσ Αςίασ. Ζνα ςχολείο, ναι, ςχολείο ιταν. Ξαι ζγινε μια
κόλαςθ, ςτα χζρια των Ερυκρϊν Χμερ που δολοφόνθςαν πάνω από δφο εκατομμφρια
ςυμπατριϊτεσ τουσ. Χτο προαφλιο ζχει κάτι μονόηυγα, και μια εικόνα δίπλα που ςε
ενθμερϊνει ότι από εκεί κρεμοφςαν ανκρϊπουσ ανάποδα, τουσ χτυποφςαν και βφκιηαν το
κεφάλι τουσ ςε βαρζλια με βρωμόνερα μζχρι να πνιγοφν. Ωπάρχουν αίκουςεσ γεμάτεσ
δεκάδεσ κελιά-κλουβιά, χτιςμζνα με τοφβλα και μια ςιδερζνια μπάρα απ' όπου ιταν
ςυνεχϊσ δεμζνοι οι κρατοφμενοι -το ζνα δίπλα ςτο άλλο και τόςο μικρά που δεν
μποροφςαν καν να ξαπλϊςουν. Πια άλλθ αίκουςα ζχει μόνο τον ςκελετό από ζνα
μεταλλικό κρεβάτι μζςα, με το πάνω του μζροσ τςακιςμζνο και ξεραμζνο αίμα ςτο πάτωμα
-είχαν ςκοτϊςει μια γυναίκα πάνω εκεί, χτυπϊντασ τθ με φτυάρια. Χε άλλεσ αίκουςεσ
εκατοντάδεσ μάτια ςε κοιτοφν από αςπρόμαυρεσ φωτογραφίεσ ςτουσ τοίχουσ, αφοφ οι
Ερυκροί Χμερ κατζγραφαν με επιμζλεια τα κφματά τουσ. Ρζοι, θλικιωμζνοι, άντρεσ,
γυναίκεσ με παιδάκια γραπωμζνα πάνω τουσ. Λςτορίεσ για δεκαεξάχρονα που ωσ φφλακεσ
μαςτίγωναν όποιον ςιδθροδζςμιο κουνιόταν χωρίσ τθν άδειά τουσ. Σ τόποσ μφριηε κάτι
χειρότερο από κάνατο. Αρρωςτθμζνο ςαδιςμό, μίςοσ, φόβο, τρζλα.

Ξάποια ςτιγμι δεν το άντεξα όλο αυτό. Ζνα γκρουπάκι αγγλόφωνων τουριςτϊν
προςπακοφςε να τα βγάλει πζρα με το να κρατιζται από τισ διαφωνίεσ για τισ ςτατιςτικζσ ι
από χαηά αςτεία για τθ μφτθ κάποιου. Θ μαυρίλα που με είχε κατακλφςει άρχιηε να
ξεχειλίηει. Ρτράπθκα που μου ιρκε να κλαίω και πιγα πίςω από τισ ςκάλεσ που οδθγοφςαν
ςτον επόμενο όροφο. Δίπλα ςε αυτό το τοιχάκι είχαν βρει καταφφγιο κι άλλοι, προφανϊσ.
Ζνα από τα ςυνκιματα και τισ ςκζψεισ που ιταν γραμμζνα εκεί ζλεγε: “People never learn. I
know. I'm a German”. Για πολλζσ ϊρεσ μετά, κάτι ςερνόταν μζςα μου.

116
Ψθν επομζνθ ζφυγα για το Άνγκορ, ςτθν επαρχία Siem Reap. Εκεί υπάρχει ζνα
ςφμπλεγμα εκατοντάδων ςυγκλονιςτικϊν ναϊν, που αγωνίηονται να μθν καταβροχκιςτοφν
από τθ ηοφγκλα. Ψο Άνγκορ, ιταν θ πρωτεφουςα τθσ Αυτοκρατορίασ των Χμερ, που άκμαςε
περίπου από τον 9ο ζωσ τον 15ο αιϊνα. Ωπιρξε κάποτε θ μεγαλφτερθ πόλθ ςτον κόςμο, με
ζνα πολφπλοκο δίκτυο διαχείριςθσ του νεροφ και γεωργικά ςυςτιματα που μποροφςαν να
υποςτθρίξουν ωσ και ζνα εκατομμφριο ανκρϊπουσ γφρω από τουσ ναοφσ. Ψο Angkor Wat, ο
μεγαλφτεροσ ναόσ (και ουςιαςτικά το μεγαλφτερο κρθςκευτικό μνθμείο ςτον κόςμο, με
ζκταςθ 1.626.000 τετραγωνικά μζτρα), καταςκευάςτθκε ωσ ινδουιςτικόσ ςτισ αρχζσ του
12ου και ςταδιακά μετατράπθκε ςε βουδιςτικό, ςτα τζλθ του ίδιου αιϊνα. Ψον άφθςα για
το τζλοσ, αφοφ είχα ιδθ περιπλανθκεί ανάμεςα ςτισ ρίηεσ των τριαντάμετρων δζντρων που
είχαν γίνει ζνα με τον ναό Ψa Prohm, κι ανάμεςα ςτα διακόςια πρόςωπα του Βοφδα, τρία
μζτρα το κακζνα, ςτον Bayon, και ςτουσ φράκταλ πζτρινουσ διαδρόμουσ του Preah Khan.

Σ ίδιοσ ο ναόσ είναι μια αναπαράςταςθ του βουνοφ Meru, τθσ κατοικίασ των κεϊν -
και θ ανάβαςθ εκεί λειτοφργθςε αςυναίςκθτα ωσ κεραπεία. Δεν ιταν μόνο τα πολλά
διαφορετικά επίπεδα και κτίρια και το πολφπλοκο ςυνταίριαςμά τουσ, ι θ απίςτευτθ
λεπτομζρεια όπου και να γυρνοφςεσ το βλζμμα. Ξυρίωσ ιταν ότι αυτό το αρχιτεκτονικό
αριςτοφργθμα είναι γεμάτο από ουράνιεσ νφμφεσ και φφλακεσ, apsaras και devatas,
δθλαδι πάνω από τρεισ χιλιάδεσ διαφορετικζσ γυναικείεσ μορφζσ, που θ κάκε μία από
μόνθ τθσ κα μποροφςε να ςε κρατάει μπροςτά τθσ μαγεμζνο για ϊρεσ με αυτό το
χαμογελάκι τθσ ιρεμθσ ζκςταςθσ, τθσ τρυφερισ ειρωνείασ, τθσ δφναμθσ και του
ονειρζματοσ. Δεν τισ ζβλεπα μόνο, κάκιςα και τισ άκουγα. Ξι ζλεγαν ότι οι άνκρωποι ζχουν
μζςα τουσ και τον παράδειςο, ό,τι κι αν ςθμαίνει για τον κακζνα. Θ μεγαλοπρζπεια του
Angkor Wat δεν είναι τελικά αυτό που ςου μζνει τόςο, όςο μια αίςκθςθ άχρονθσ ομορφιάσ
και αρμονίασ. Ξι αυτι ιταν μια αίςκθςθ που τθ χρειαηόμουν -πολφ.

Χτθν Υνομ Υενχ πάλι, ςτον Ραό του Χμαραγδζνιου Βοφδα, πίςω από το άγαλμά του,
είχε ζναν ολόςωμο κακρζφτθ όπου είδα τθν αντανάκλαςθ του εαυτοφ μου να με κοιτά, και
ξφπνθςα λίγο ακόμα. Αντίο, κι ευχαριςτϊ για όλα.

117
118
119
120
121
122
123
124
125
ΓΛΑ ΥΟΑΞΑ

126
DAYS IN THE LIFE OF…

127
14-11-2000

Αγαπθτό μου Ωβρεολόγιο,

μου τθ ςπάει ο όροσ “ποιιτρια”. Που κυμίηει ζνα μάτςο κυριλζ γιαγιάδεσ που πίνουν τςάι
και ακοφνε μιά του ςυναφιοφ τουσ να μπουρδολογεί με ευαίςκθτο φφοσ ςυνοδεία (δοτικι!
τρομερό!) πιάνου. Ω, αγαπθτό μου Ωβρεολόγιο, δε κα ςε δείξω ποτζ ςε κανζναν (ψζμα,
οπότε ετοιμάςου) κι ζτςι επιτζλουσ κα μπορϊ να αφινω να ξεχφνονται θ παράνοια και θ
ςπαςτικοςφνθ μου ςε όλο τουσ το αφτιαςίδωτο μεγαλείο -αν και κάποιεσ φορζσ οι
εκλογικεφςεισ και οι ωραιοποιιςεισ μου είναι τόςο πετυχθμζνεσ που κα ’πρεπε να τισ
πατεντάρω και να τισ πουλιςω και ς’ άλλουσ.

Αλλά, αγαπθτό μου Ωβρεολόγιο, ιρκε θ ϊρα τθσ ψυχοκεραπείασ μου: Χκατά, ςκατά, ςκατά,
αχόρταγεσ βδζλεσ! Παλάκεσ, τςιμπουρόψυχοι και κατρουλιδεσ! Υου ςασ κοιτάω και μου
γυρνάνε τα άντερα! Συςτ!

128
15-11-2000

Αγαπθτι μου Rosemary,

το μεςθμζρι ζπεςα ςε νάρκθ (όχι μπουμ, ςνορ!) από τον πυρετό και ονειρεφτθκα κάτι
καταπλθκτικό: Ζνα ςπίτι όπου όλα μα όλα ιταν μόνο από ξφλο: οι τοίχοι, τα πατϊματα, τα
ςκαλοπάτια, θ ςτζγθ, οι βεράντεσ, τα ζπιπλα. Ξαι φυςικά ιταν μζςα ςτο δάςοσ κι όπωσ λζει
ζβγαινα ςτθν μπροςτινι βεράντα, ο ιλιοσ ζπεφτε ανάμεςα ςτισ ςχιςμζσ που κάνανε οι
ςανίδεσ του πατϊματοσ κι ιτανε τόςο κίτρινοσ, τόςο χρφςιηε τα πάντα, που γφριςα το
κεφάλι μου αριςτερά για να τον κοιτάξω, και μου φάνθκε υγρόσ. Χα να ζςταηε.

Ω.Γ. Ξι όπωσ “λζει”;

129
16-11-2000

Αγαπθτό μου Οεπτομερειολόγιο,

το ωραίο και το άςχθμο υφαίνονται μαηί ς’ ζνα φφαςμα που ποτζ δε κα δω τελειωμζνο για
να ςου πω αν άξιηε τον κόπο ι όχι. Ψο ςθμαντικό είναι αςιμαντο και το αςιμαντο
ςθμαντικό και το μόνο που ξζρω τϊρα είναι ότι τρζχουν οι μφτεσ μου, θ μία πίςω απ’ τθν
άλλθ. Ξαι τϊρα θ λεπτομζρεια: Χιμερα, μζςα του Ροζμβρθ, ζχει μια καταπλθκτικι μζρα και
βγικα ςτο μπαλκόνι κι ζκανα θλιοκεραπεία. Ξι ιταν υπζροχα. Σι αχτίδεσ (γιατί “ακτίνεσ”
ζχουν τα ποδιλατα) ζμπαιναν μζςα ςτο κρανίο μου και φωτίηανε το ςκοτεινό μυαλό μου` κι
από μζςα του ξεπιδθςαν θ Βαςίλιςςα κι ο Ψρελόσ τθσ. Ξι είπε θ Βαςίλιςςα ςτον Ψρελό:
“Ψι άλλο να κάνω με τθ ηωι μου` κάτι πρζπει να κάνω”. Ξι ο Ψρελόσ γι’ απάντθςθ, ζριξε ζνα
ςάλτο. Ξατάλαβεσ; Αν όχι, ςου χρειάηεται λίγθ θλιοκεραπεία.

130
17-11-2000

Αγαπθτζ μου Χυνζνοχε,

το να είςαι καλά είναι θ φυςικι κατάςταςθ των πραγμάτων. Πόνο όταν κάνεισ αυτό που
αγαπάσ μπορείσ να προςφζρεισ κάτι ουςιαςτικό και ςτουσ άλλουσ. Ψϊρα που είςαι πίςω
από τισ μπάρεσ βζβαια, τι καλά να είμαι και τι καλά να περνάσ` τθ ηωι μου όριηα και τϊρα
βράςε όρυηα. Αλλά ςυνζχιςε να μου ςτζλνεισ γράμματα` αυτό είναι το πιο ςθμαντικό` αυτι
είναι θ δουλειά ςου. Ψα υπόλοιπα είναι απλϊσ ςκατά που πρζπει να κάνεισ για να
επιβιϊςεισ. Γράφε, γράφε, κάποια μζρα οι λζξεισ αυτζσ κα ς’ ελευκερϊςουν. Ξι αν όχι, τότε
κα κάνουμε ςκυλάδικθ επιτυχία το “τθ ηωι μου όριηα (αχ-βαχ) και τϊρα βράςε
όόρυηαααα…” και κα γίνουμε πλοφςιοι.

Ω.Γ. “…μπα που να μθ ςε γνϊριηααα…”

131
19-11-2000

Αγαπθτζ Γιατρζ μου,

μζχρι να αρχίςουμε να κλείνουμε αυτά τα ςχεδόν κακθμερινά ραντεβοφ δεν ιξερα ποτζ
πόςο ζχει ο μινασ. Χιμερα, ςτισ 19 λοιπόν, ζβρεξε! Βρζχει, και μπουμπουνίηει και ρίχνει
αςτραπζσ και κάτι τρομεροφσ κεραυνοφσ και πολφ γουςτάρω! Ξαι το βράδυ λόγω τθσ
βροχισ ςτθν εκνικι οδό γινόταν ο χαμόσ από κίνθςθ` κι ιταν εντελϊσ περίεργο το χάςιμο
ςε όλα αυτά τα κόκκινα φωτάκια το ζνα πίςω από τ’ άλλο ςε μια ατζλειωτθ ουρά από
κόκκινα φωτάκια το ζνα πίςω από τ’ άλλο ςε μια ατζλειωτθ ουρά από κόκκινα φωτάκια το
ζνα πίςω από τ’ άλλο ςε μια ατζλειωτθ

132
22-11-2000

Αγαπθτι μου Οευκι Χελίδα,

ςιμερα ςυνζβθ κάτι απίςτευτα ςουρεάλ κι όμωσ αλθκινό, μα τον κεό που πιςτεφεισ ι όχι.
(“Πα;”) Οοιπόν. Απζναντί μου ςτο λεωφορείο μπαίνει και κάκεται ζνασ τφποσ γφρω ςτα
πενιντα, με κουςτουμάκι-γραβατίτςα-καπζλο, μια τεράςτια τςάντα και μια δαχτυλικρα
ςτο τρίτο δάχτυλο του δεξιοφ χεριοφ. Ανοίγει τθν τςάντα, βγάηει ζνα κομμάτι φφαςμα και
μια βελόνα με περαςμζνθ κλωςτι (γκρι, ςαν το φφαςμα) κι αρχίηει να ράβει ςτερεϊνοντασ
τθ φόδρα! Υριν κατζβει, μου λζει: “Ζβγαλα λίγθ δουλίτςα, ε; Είναι που δεν προλαβαίνω…”

133
23-11-2000

Αγαπθτό μου Ωποςυνείδθτο,

πεσ μου ό,τι ζχεισ να μου πεισ διά τθσ “βαςιλικισ οδοφ”… Υοιόσ τολμάει να παραδεχτεί
αυτά που κζλει, αυτό που είναι όπωσ ακριβϊσ είναι; Υοιόσ ζχει τθ δφναμθ να ηιςει
ςφμφωνα με τθ δικι του αλικεια κι όχι των άλλων; Ξι αν αυτό που βγαίνει ςτθν επιφάνεια
δεν είναι αξιοκαφμαςτο, είναι αξιοκαφμαςτο το ότι βγαίνει. Ξαι ςπάνιο.

“Αν αφιςω τον εαυτό μου ελεφκερο, δε κα με αγαπάσ πιά.”


Ωπάρχει πιό κλιβερι κουβζντα;

134
24-11-2000

Αγαπθτό μου Ευχολόγιο,

κζλω να φτιάξω το προςωπικό μου mantra. Ξάτι που να αντανακλά χαροφμενθ δφναμθ, ςα
δυό νεαρζσ τίγρεισ που παλεφουν παιχνιδιάρικα.

("Γκρααρφ";)

Ππορείσ να μθ με δουλεφεισ; Χοβαρά μιλάω!

135
25-11-2000

Αγαπθτό μου Ψελωνείο,

ςιμερα πραγματικά δεν ζχω τίποτα να δθλϊςω.

(Χτον διπλό πάτο τθσ βαλίτςασ ζχω μερικζσ βακιζσ ανάςεσ κι ζνα ακόμθ βακφτερο
ςυναίςκθμα ευγνωμοςφνθσ. Αυτά.)

136
26-11-2000

Αγαπθτό μου Ψαχυδρομείο,

τθλεγράφθμα:

ΑΓΑΥΑΧ ΣΨΑΡ ΡΣΛΑΗΕΧΑΛ ΥΕΦΛΧΧΣΨΕΦΣ ΑΥ’ΣΧΣ ΧΦΕΛΑΗΕΧΑΛ ΧΨΣΥ.


ΣΧΛ ΥΕΦΛΧΧΣΨΕΦΣ ΑΥ’ΣΧΣ ΧΦΕΛΑΗΕΧΑΛ ΡΑ ΡΣΛΑΗΕΧΑΛ ΒΟΑΞΑ ΧΨΣΥ.
ΣΨΑΡ ΡΣΛΑΗΕΧΑΛ ΑΩΨΣΡ ΥΣΩ ΑΓΑΥΑΧ, ΥΕΦΛΧΧΣΨΕΦΣ ΑΥ’Σ,ΨΛ ΨΣΡ ΧΦΕΛΑΗΕΧΑΛ ΧΨΣΥ.
ΕΩΨΩΧΛΧΠΕΡΣΛ ΣΧΣΛ ΑΓΑΥΣΩΡ ΠΕ ΨΕΨΣΛΣ ΥΑΚΣΧ, ΑΠΣΟΩΡΨΣ ΑΥΣ ΕΓΩΛΧΠΣΩΧ ΧΨΣΥ.
ΠΕ ΥΣΛΣΩΧ ΚΕΧ ΡΑ ΔΛΡΕΛΧ ΧΩΦΛΧ ΡΑ ΑΥΑΛΨΕΛΧ; ΧΨΣΥ.
ΑΡ ΠΣΡΣ ΨΣΡ ΧΞΩΟΣ ΧΣΩ ΠΥΣΦΕΛΧ ΡΑ ΧΞΕΦΨΕΛΧ, ΠΘΡ ΑΡΘΧΩΧΕΛΧ ΧΨΣΥ.
ΡΑ ΑΡΘΧΩΧΕΛΧ ΑΡ ΕΛΡΑΛ Σ ΥΦΩΨΣΧ ΧΨΘ ΟΛΧΨΑ, ΧΨΣΥ.

137
28-11-2000

Αγαπθτοί μου Χφνεδροι,

κθρφςςω τθν λιξθ των εργαςιϊν αυτοφ του πολφ παραγωγικοφ ομολογουμζνωσ
15νκθμζρου. Διακρίνω μια διάχυτθ κοφραςθ ςτα βλζμματά ςασ, αλλά ελπίηω να
ςυνειδθτοποιιςατε πωσ το πιό ςθμαντικό είναι το ότι γνωριςτικαμε όλοι λίγο καλφτερα.
Χασ ευχαριςτϊ κερμά για τθν πολφ δθμιουργικι ςυμβολι ςασ ςτο πόνθμα τοφτο, αλλά
επειδι ωσ κακθμερινι ιεροτελεςτία δεν μου ζκατςε κι ζχει αρχίςει το όλο κζμα να γίνεται
ςπαςτικά πιεςτικό, ςασ αποχαιρετϊ εν πλιρθ δόξθ και πριν αρχίςει να παρακμάηει με χαηά
επειςόδια θ ιςτορικι αυτι περιπζτεια. Ξι όςο για εςάσ που φωνάηετε ‘‘κι άλλο, κι άλλο!’’
και μου πριηετε τισ ςάλπιγγεσ, προςοχι γιατί κα εφαρμόςω το γιν και γιανγκ και κα ςασ
παραπζμψω απ’ τθν τελευταία (δθλαδι αυτιν εδϊ) ςτθν πρϊτθ ςελίδα και δθ (=ιδίωσ) ςτισ
δφο τελευταίεσ γραμμζσ.

Οοιπόν, ηιτω θ επανάςταςθ και καλθνφχτα.

138
139
Α΢ΠΡΑ ΚΟΡΑΚΙΑ, ΜΑΤΡΑ ΚΟΡΑΚΙΑ

Υολιορκοφμεκα ςτενά
από ζνα πουκάμιςο αδειανό
-λζξεισ, λζξεισ που πζφτουν ςτο κενό

Aπ’ τα κόκαλα βγαλμζνθ


ποίθςθ, το καταφφγιο που φκονοφμε
-κι όλο και γράφουμε αντί να ηοφμε

Σ νζγροσ κερμαςτισ από το Ψηιμπουτί


είχε μια γεφςθ τρικυμίασ ςτα χείλθ
-όμωσ με ικελε μόνο για φίλθ

Χτον πθγαιμό για τθν Λκάκθ


θ πλάςτιγξ κλίνει εκεί που προτιμάμε
-ρίμεσ ονειρεφομαι όςο ξφπνια κοιμάμαι.

(Τίτλοσ: Δθμιτρθσ Ψακάσ, “Ξφπνα Βαςίλθ” (ποιθτισ Φανφάρασ) / Στίχοι: 1: Νάνοσ Βαλαωρίτθσ, “Κατάςταςθ
πολιορκίασ” 2: Γιϊργοσ Σεφζρθσ, “Ελζνθ” 4: Διονφςιοσ Σολωμόσ, “Φμνοσ εισ τθν Ελευκερίαν” 5: Κϊςτασ
Καρυωτάκθσ, “Είμαςτε κάτι” 7: Νίκοσ Καββαδίασ, “Ζνασ νζγροσ κερμαςτισ από το Τηιμπουτί” 8: Οδυςςζασ
Ελφτθσ, “Θ Μαρίνα των βράχων” 10: Κωνςταντίνοσ Καβάφθσ “Ικάκθ” 11: Ανδρζασ Εμπειρίκοσ, “Στζαρ”)

140
141
Τ-ΠΕΡΑ΢ΣΙΚΑ

Ζχω κατακτιςει τθν τζχνθ του Ηεν.


Ζχαςα το μεςονφχτιο τρζνο για ζνα λεπτό
και το κρεβάτι Β6 ςτθν καμπίνα 1 ταξιδεφει άδειο.
Γφριςα, κοιμικθκα δφο ςκάρτεσ ϊρεσ
κι ζφταςα ςχεδόν μια ϊρα νωρίτερα
ςτον ςτακμό των υπεραςτικϊν λεωφορείων
όπου ανακάλυψα ότι το λεωφορείο των ζξι
δεν ιςχφει για τισ Ξυριακζσ.
Υεριμζνω να πάει οκτϊ ςτα ΞΨΕΟ Ξθφιςοφ.
Δεν ζχω εκνευριςτεί. Δεν ζχω ςτενοχωρθκεί καν.
Ξι ασ βρίςκομαι ςτο μόνο μζροσ
όπου ακόμα κι οι ςκφλοι βαριοφνται να ξυςτοφν.
Γριζσ ςζρνουν τεράςτιεσ διαλυμζνεσ βαλίτςεσ,
λαχειοπϊλεσ κοιμοφνται όρκιοι.
Θ ντεκαντάνσ ςζρνεται ςτα πλαςτικά κακίςματα.
"Ρα πάρει. Ζχει περάςει μόνο μιςι ϊρα."
Αυτζσ ακριβϊσ τισ ανοφςιεσ ςκζψεισ,
αποδιϊχνει κάποιοσ που ζχει κατακτιςει το Ηεν.
Άλλωςτε ο χρόνοσ είναι ςχετικόσ.
Πζχρι να πεισ "παρακαλϊ μθ γζρνετε πάνω μου"
ζχει πάει επτάμιςι.
Φοιτθτζσ. Φαντάροι. Πετανάςτεσ. Ψουρίςτεσ.
Άνκρωποι, ηωζσ, ζρχονται, φεφγουν.
Σ μόνοσ τρόποσ να ζχει νόθμα όλο αυτό το πζρα-δϊκε,
είναι να αφινεισ κάτι για τουσ επόμενουσ
-κατά προτίμθςθ, κάτι καλό.
Εγϊ κα αφιςω αυτζσ τισ γραμμζσ.
Ξι αν αφοροφν μόνο εμζνα, τόςο το καλφτερο.
Ξανείσ δεν κα καταπιζηεται να τισ διαβάςει.
Πόνο ςαν άςκθςθ Ηεν, ίςωσ,
ςε περίπτωςθ που δεν προλαβαίνει
να πεταχτεί μζχρι τα ΞΨΕΟ Ξθφιςοφ.

142
143
Η ΣΦΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΦΡΟΝΟΥ ΑΘΗΝΑΙΟΥ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ ζυνοψίδεηαι ζηεν κλωηζιά που δεν ππολαβαίνει

να δώζει ζηο αδέζποηο που καηουπάει ηο λάζηιχο ηου αυηοκινήηου ηου, ηεν ώπα που πάει ζηον

ξεχειλιζμένο κάδο ζκουπιδιών ηε γλάζηπα που ηου χάπιζαν κι είχε να ποηίζει έναν μήνα.

144
ΕΠΙ ΣΗ΢ ΔΙΑΛΕΚΣΙΚΗ΢ ΚΙ ΕΠΙ ΣΗ΢ ΟΤ΢ΙΑ΢ ΣΟΤ ΜΗΔΕΝΟ΢

Αυτό το κζμα με το τρίτο ςκαλί, που μοιάηει με το πρϊτο, οπότε εκείνοσ που είναι ςτο
δεφτερο νομίηει ότι ξζρει καλφτερα αλλά δεν ξζρει τθν τφφλα του, είναι φοβερό. Δθλαδι
ςκζφτεςαι κάτι, π.χ. "τι ωραία που είναι θ ειρινθ και κάτω ο πόλεμοσ", κι ζρχεται αυτόσ
που ζχει ανζβει ςτο επόμενο ςκαλί ςκζψθσ και ςου λζει "ναι, αλλά είναι αναπόφευκτοσ και
θ ιςτορία λζει αυτό κι αυτό, και ςτθ μαμά-φφςθ ςυμβαίνει εκείνο και τ' άλλο" κτλ. κτλ.
Ξι ζρχεται και το τρίτο ςκαλί, που λζει ότι "ηιτω θ ειρινθ" όχι επειδι είναι φυςικι αλλά
από επιλογι` όταν λοιπόν εςφ λεσ "ηιτω θ ειρινθ" επειδι είςαι εκεί, δεν ζχει νόθμα να
επιχειρθματολογεί αυτόσ που είναι ςτο δεφτερο ςκαλί, νομίηοντασ ότι εςφ είςαι ςτο πρϊτο.
Υάει κι αλλιϊσ: Ρα είναι αυτόσ ςτο τζταρτο, κι εςφ που 'ςαι ςτο τρίτο, να νομίηεισ ότι είναι
ςτο δεφτερο... Χα! Πα είναι το τζλειο κόλπο για να το παίηεισ πάντα ζνα ςκαλί ψθλότερα!
Υου και φυςικά κα μοιάηει με το πρϊτο, δθλαδι τθν αρχικι ςου άποψθ.

Αυτό πάλι, ςε κάνει να ςκζφτεςαι: Πόνο το μθδζν αφινει τα πράγματα ίδια. Άρα ο
αντίλογοσ είναι μθδζν. Δεν ζχει να λζει τίποτα. Ψον κοιτάμε πάντα αφ' υψθλοφ, τον ζχουμε
ξεπεράςει. Βζβαια, ςιγά το δφςκολο να ξεπεράςεισ το μθδζν, αλλά από τθν άλλθ, αυτό δεν
είναι που κανείσ δεν μπορεί ςτ' αλικεια να ξεπεράςει; Ψο μθδζν του, το μθδζν γενικϊσ. Ξι
αυτό που ζλεγαν ςτο ςχολείο "Υιρεσ ζνα ολοςτρόγγυλο μθδενικό"; Δεν ιξεραν τι ζλεγαν οι
άνκρωποι. Αν ιταν ολοςτρόγγυλο, τότε ζπαιρνεσ ζνα όμικρον, όχι ζνα μθδζν. Από τθν άλλθ,
(ιδοφ ζνα δεφτερο ςκαλί) δεν γινόταν να ςου δϊςουν ζνα αλθκινό μθδζν, γιατί ςε αυτι τθν
περίπτωςθ, δεν κα ζπρεπε να ςου δϊςουν απολφτωσ τίποτα. Σπότε για να μθν αιςκάνεςαι
μθδενικό, ςου ζδιναν ζνα "κουλοφρι". Ψο μθδζν ςτα μακθματικά το εφθφραν οι Άραβεσ,
όχι, οι Λνδοί -τα κουλοφρια πάλι, δεν ξζρω…

145
ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΢ΣΗΝ ΑΝΔΡΟ

Βρικα ζναν ακόμθ παράδειςο τθσ ςτιγμισ

ς' ζνα μπαλκόνι ςτθν Άνδρο.

Φυςάει διαολεμζνα, υπερ-υπερβολικά πολφ

κι ο αζρασ μυρίηει κάτι μεταξφ τυρόπιτασ και τςουρεκιοφ.

Υάνω ςτθν απζναντι μάντρα που μου κόβει τθ κζα

ζνα μπαςταρδο-λαμπραντόρ ι κουφό ι μπλαηζ

δε γυρίηει όταν του ςφυράω.

Σι φωνζσ των ανκρϊπων μακριά

-είναι θ ϊρα που όλοι κάνουν οτιδιποτε

εκτόσ απϋτο να κάκονται ςτο μπαλκόνι τουσ.

Σ άνεμοσ όμωσ με θρεμεί και κακαρίηει το μυαλό μου.

Ξλείνω τα μάτια για λίγα δευτερόλεπτα.

Ξαι μετά;

Α, μετά φφςθξε δυνατά, και ξαναφφςθξε ακόμθ δυνατότερα.

Οοιπόν, φεφγω τϊρα.

Δεν το χρειάηομαι άλλο αυτό το βλακόνι.

146
147
ΣΑΜΠΕΛΕ΢ ΧΩΡΙΩΝ Σ΢Ι ΚΡΗΣΗ΢ (Αλφαβθτικό Top20)

Αβδοφ

Αβρακόντε

Άδελε

Αλετρουβάρι

Αλόιδεσ

Αορί

Αςκφφου

Γάλιπε

Γδοχιά

Εκιά

Ηου

Ξοκκίνθ Χάνι

Ξοξαρζ

Ξουτουλουφάρι

Παδζ

Ππζμπουασ

Σρκοφνι

Σρνζ

Φρισ

Χάμπακα

148
ΟΙ ΕΝΣΙΜΟΣΑΣΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΤ

- Υάντα ςπαηόμουν με τα άτομα που άμα κάνανε μια ςχζςθ ξεχνοφςαν τουσ φίλουσ και
κλείνονταν ςτο ςχεςιακό καβοφκι τουσ και μθν πάει το μυαλό ςου ότι το λζω για ςζνα. Ζτςι
μου 'ρκε να το μοιραςτϊ, γι’ αυτό είναι οι φίλοι.

(Ψάκθσ)

- Ζτςι είμαι εγϊ, κλαςικοφρα. Περικζσ φορζσ τρελαίνομαι, αλλά μπαίνοντασ ςτο ςπίτι λζω:
“Δεν ςε παίρνει, ζχεισ πολυζλαιο!”

(Χοφία)

- Τταν κζλω, ζχω πολφ ιςχυρι κζλθςθ!

(Ξλθσ)

- Ζχω απαλλοτριωκεί!

(Nότθσ)

- Τχι. Αποκλείεται.

- Δφο αρνιςεισ κάνουν μία κατάφαςθ.

(Ψάκθσ)

- Γιατί, εςείσ δθλαδι δεν φοράτε τισ κάλτςεσ ςασ όταν κάνετε ζρωτα τον χειμϊνα;

(Δθμιτρθσ)

- Tα sex-shop είναι για τουσ νορμάλ τφπουσ. Σι αλθκινά διεςτραμμζνοι πάνε ςτο Praktiker.

(Άλκθσ)

149
- Ψι κα πει “είναι ενάντια ςτισ αρχζσ μου”. Εςφ βάηεισ τισ αρχζσ ςου, εςφ και τισ βγάηεισ!

(Παριλζνα)

- Χακικαμε ςε μια ςταλιά γαλαξία.

(Γιάννθσ)

- Ψθνόμουν όλο το βράδυ, ροδοκοκκίνιςα. Αναρρϊνω υπό τισ οδθγίεσ τθσ μαμάσ. Υιεσ-
αυτό-ςου-κάνει-καλό-φάε-εκείνο-να-ντφνεςαι-αχ-δε-μ'ακοφσ...

(Ρότθσ)

- Δεν το κατάλαβατε, ε; Είναι επειδι το ζπαιξα ςτα Αγγλικά!

(θ μικρι Simone ςτο πιάνο)

- Εδϊ κόψαμε το κάπνιςμα και δεν κα κόψουμε τον “ομφάλιο λϊρο”;

(Ππζτυ)

- ΢φπνα με ς’ ζνα τζταρτο.

- Σ.Ξ., κι εςφ το ίδιο!

(Χριςτοσ, ςε αλλαγι ςκοπιάσ)

- Ρα είναι αναρχικόσ αρχιτζκτονασ, αναρριχθτισ υποκαλάςςιων θφαιςτείων, να παίηει


Zappa με μπαλαλάικα... Ηθτάω πολλά, γιατρζ μου;

- ΢ζρω ζναν... αλλά είναι ακριβόσ! Πε τα λεφτά που διακζτεισ, ζχω ζναν δθμόςιο υπάλλθλο
με ςυνδρομι ςτθ Ροva και καλό παιδί...

(Υαφλοσ)

150
- Ζχω πολφ χαμθλι αυτοεκτίμθςθ. Θ διαςτροφι είναι ότι δεν με νοιάηει!

(Άγισ)

- Υζτα μου λίγο τισ ρακζτεσ και το θλιζλαιο!

(Ρότθσ)

- Ψι κάνεισ;

- Ξάτι κακό!

(Άλκθσ)

-Ψθσ χαμογζλαςεσ;

- Ρομίηω!

(Λορδάνθσ)

- Ξάνω κανζνα τςιγαράκι, ςτθ χάςθ και ςτθ φζξθ.

- Αυτό τϊρα τι είναι, θ χάςθ ι θ φζξθ;

(Ιρα)

- Eίμαι control-freak, αλλά το ελζγχω!

(Ζφθ)

- Γιατί τα δειλινά είναι πιο εντυπωςιακά από τα ξθμερϊματα;

- Επειδι είςαι προκατειλθμμζνθ.

(Βαςίλθσ)

151
- Εδϊ που τα λζμε…

- Ξι εκεί να τα ποφμε, το ίδιο κα είναι!

(Kαρ-Kαρ)

- Υρζπει να ζρκεισ ςε επαφι με τθν πραγματικότθτα, πριν ζρκει αυτι ςε επαφι μαηί ςου!

(Ψάκθσ)

- Θ φλθ είναι ο κενόσ χϊροσ ανάμεςα ςτισ δομζσ ενόσ επιχειριματοσ.

(Άγισ)

- Αφοφ διαφωνοφμε, ασ αφιςουμε τθν τφχθ να αποφαςίςει. Εγϊ λζω ότι κα ζρκει
γράμματα, να το ςτρίψω;

- Εγϊ λζω να πασ να δεισ αν ζρχομαι.

(Χριςτίνα - Αντρζασ, από το τθλζφωνο)

- Αν θ ηωι ιταν δίκαιθ, κα ιταν ςαν βιντεοκλίπ των Roxy Music.

(Ιρα)

- Eίςαι αναποφάςιςτοσ;

- Εεε, μάλλον όχι!

(Ξλθσ)

152
- Ψι κάνεισ;

- Πειϊνω τθν εντροπία.

- Σρίςτε;

- Φαςίνα.

(Άγισ)

- Υότε πρζπει να ςταματιςω;

- Υολλά ςοκολατάκια πριν.

(Δανάθ)

- Κα μαγειρζψω εγϊ ςιμερα.

- Αυτό είναι τεροριςμόσ!

(Ψoby)

- Πα τι ζπρεπε δθλαδι να κάνω;

- Δεν ξζρω, αλλά δεν το ζκανεσ.

(Ψiny)

153
154
ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

155
Πρϊτθ Φορά

Είναι τρομερό το πόςα πράγματα ςυνειδθτοποιείσ για πρϊτθ φορά όταν είςαι μικρόσ, και
το ποιεσ απίκανεσ λεπτομζρειεσ ςου μζνουν τελικά ςτθ μνιμθ. Κυμάμαι τθν πρϊτθ φορά
που πρόςεξα ότι το τηιν κάνει κόρυβο όταν περπατάσ! Ιμουν γφρω ςτα επτά, ςτο παλιό
ςπίτι τθσ γιαγιάσ μου, κι ο μπαμπάσ μου πζραςε βιαςτικά από το δωμάτιο του γραφείου με
το ξφλινο πάτωμα ζνα θλιόλουςτο, ιςυχο μεςθμζρι. Χιουκ-ςιουκ-ςιουκ! -“Ωχ! Ρα το
δοκιμάςω κι εγϊ!” και περπάταγα κάνοντασ όςο περιςςότερο κόρυβο μποροφςα με το
μικροςκοπικό τηιν μου. Ι ποφ είχα δει για πρϊτθ φορά τθ ςκόνθ να ςτροβιλίηεται ςτον ιλιο,
ξυπνϊντασ ςτο δωμάτιο του ξαδζρφου μου του Άρθ (τι παιχνίδι και κακό!) ςτο Υαγκράτι·
και κατάλαβα ότι ο αζρασ δεν είναι άδειοσ αλλά ζχει αυτά τα μικροςκοπικά χρυςαφζνια
πραγματάκια που επιπλζουν παντοφ κι αναρωτικθκα αν το ξζρουν αυτό οι υπόλοιποι.

156
Σο Λεωφορείο

Τταν ιμουνα μικρι, νόμιηα ότι το λεωφορείο ςταματοφςε ςε Ξάκε ςτάςθ, γιατί ζτςι μου
φαινόταν λογικό. Τχι ο οδθγόσ, ο οποίοσ ωσ άνκρωποσ κα μποροφςε να μθν ζχει κοιμθκεί
καλά το προθγοφμενο βράδυ και να τθν προςπεράςει, αλλά Ψο Οεωφορείο. Ψου οποίου ο
ρόλοσ ιταν «προχϊρα - ςταμάτα - άνοιξε πόρτα - κλείςε πόρτα». Σ οδθγόσ ιταν κάποιου
είδουσ αξεςουάρ, όπωσ τα κουμπάκια με τα οποία ενθμζρωνεσ το λεωφορείο ότι ικελεσ να
ανοίξει θ μεςαία πόρτα, ι θ πίςω. Τλα είχαν μία κζςθ, ο κόςμοσ λειτουργοφςε. Δεν ιταν
ρευςτόσ, δεν εξαρτιόνταν όλα από όλα και τα πράγματα δεν ιταν τυχαία και κζμα οπτικισ
γωνίασ. Πεγαλϊνοντασ, ζμακα ότι θ πικανότθτα να ςε προςπεράςει το λεωφορείο / ο
ζρωτασ τθσ ηωισ ςου / θ ευκαιρία για καριζρα / ζνασ θλίκιοσ πάνω ςτθ ςτροφι, Ωπάρχει·
κι ότι γενικά το μόνο που μπορείσ να κάνεισ είναι να ανακαλφπτεισ ςτακερά ςθμεία ςτθν
κινοφμενθ άμμο. Υαρόλο που ζχω αρχίςει να γίνομαι καλι ςε αυτό, νομίηω ότι ακόμα
ξαφνιάηομαι λιγάκι από το πόςο παρανοϊκά ανάποδα πθγαίνουν τα πράγματα μερικζσ
φορζσ.

157
Καρδιά-Καρυδιά

Από μικρι είχα αφιςει το υπερχειλίηον λογοτεχνικό μου ταλζντο να εκφραςτεί ελεφκερα.
Ψο αποτζλεςμα ιταν ποιιματα για κάκε περίςταςθ, όπωσ το ακόλουκο χαρακτθριςτικό
δείγμα για τθ γιορτι τθσ μθτζρασ:

Αν είχα μια καρδιά

πιο μεγάλθ από καρυδιά,

....

εε, δεν κυμάμαι πϊσ πάει μετά αλλά το νόθμα είναι ότι κα γζμιηε όλθ από τθν αγάπθ μου
για τθ μαμά μου κακότι όπωσ λζει αργότερα

Θ αγάπθ ςου δε ςυγκρίνεται

με καμία άλλθ

γι’ αυτό κι εγϊ “χρόνια πολλά”

ςου κράηω και πάλι!

158
Αςπρόμαυροσ κόςμοσ

Τταν ιμουν μικρι, φανταηόμουν τον κόςμο το ϋ50 και το ϋ60 αςπρόμαυρο. Ξαι κάπωσ πιό
άδειο.

159
Πϊσ ζγινα καλι

Θ παιδικι θλικία είναι θ εποχι που αποφαςίηεισ ςτθν πραγματικότθτα, αν κεσ να είςαι με
τουσ καλοφσ ι με τουσ κακοφσ. Ξαι το κάνεισ με τον πιο ειλικρινι και ςωςτό τρόπο:
Δοκιμάηοντασ και τα δφο. Πια που ιμουν καλό παιδί γενικά, αποφάςιςα μια μζρα να γίνω
πολφ κακιά˙ ζτςι για να δω πόςθ ευχαρίςτθςθ μποροφςα να πάρω από αυτό. Ξι εκεί που
παίηαμε με τθν αδερφι μου κι ζνα άλλο παιδάκι, τθσ πιραμε τα καλφτερα παιχνίδια, τθσ
αφιςαμε τθ χειρότερθ μάπα κι αρχίςαμε να τθν κοροϊδεφουμε -με αρχθγό τθσ κοροϊδίασ
βζβαια εμζνα, τθν μζχρι τότε προςτάτιδα δφναμθ: “Χα, χα, κοίτα τι άςχθμο που είναι το
παιχνίδι ςου, κι εμείσ ζχουμε τα καλφτερα και δεν κζλουμε ςτθν παρζα μασ βλαμμζνα με
βλακείεσ παιχνίδια ςαν κι εςζνα” κλπ. κλπ. Ξαι το μικρό είχε καταςτενοχωρθκεί, και να λζει
“δεν με νοιάηει” αλλά να ζχουν βουρκϊςει τα ματάκια του κι εγϊ να προςπακϊ να νιϊςω
αυτι τθν «ανωτερότθτα» και τθν ευχαρίςτθςθ του να είςαι ο πιό δυνατόσ και να κάνεισ ό,τι
ςου γουςτάρει ςε όποιον να ’ναι, αλλά θ καρδιά μου ράγιςε πολφ νωρίσ.

Ξαι κάκε φορά που το ςκζφτομαι μου ’ρχεται να τρζξω πάλι να τθν πάρω αγκαλιά και να
τθσ πω ότι δεν το εννοοφςα και να τθσ ξαναηθτιςω χίλια ςυγνϊμθ! Ξάπωσ ζτςι νομίηω ότι
αποφάςιςα να είμαι με τουσ καλοφσ. Βζβαια το ξαναδοκίμαςα λίγο αργότερα με ζνα
ενοχλθτικό παιδάκι που δεν ιξερα, γιατί μετά ςκζφτθκα ότι ίςωσ το άλλο να μθ μζτραγε
επειδι ιταν θ αδερφι μου, αλλά δεν άλλαξε τίποτα. Ψο ζκοψα αμζςωσ γιατί απλά άρχιςα
ξανά να νιϊκω άκλια. Σ κφβοσ είχε ριφκεί.

160
Μοφντηα

Τταν ιμουνα μικρι, τουλάχιςτον μία φορά ςτθ ηωι μου, ζκανα τον όποιο κεό να γελάςει:
Υρζπει να ιταν γφρω ςτα οχτϊ-εννιά μου, κι ιταν μια μζρα που όλα μου πιγαιναν
ανάποδα. Είχα βαρεκεί πάλι ςτο ςχολείο, ικελα να πάω να παίξω αλλά δεν με άφθναν γιατί
είχα διάβαςμα, τςακϊκθκα και με τθ μαμά μου γιατί δεν κα γινόταν κάτι που περίμενα
καιρό πϊσ και πϊσ, ζψαξα υποςτιριξθ ςτον μπαμπά μου -που εγϊ τον υποςτιριηα πάντα
όταν όλοι δίνανε πολφ λιγότερθ ςθμαςία ςτουσ μπαμπάδεσ απ’ ό,τι ςτισ μαμάδεσ- αλλά δεν
τθ βρικα οφτε κι από κει. Ξι ζτςι όπωσ ιμουν νευριαςμζνθ κι ζνιωκα το «άδικο» να μου
κάκεται ςτο λαιμό, βγαίνω ζξω ςτο μπαλκόνι, κοιτάω πάνω, και ςκάω δυό μοφντηεσ ςτον
ουρανό λζγοντασ: “Ε, λοιπόν, πάρ' τα κι εςφ!”

161
Μάπετ

Ενκουςιαςμόσ -βρικα τον οριςμό: Αυτό που νιϊκεισ πιτςιρίκι μπροςτά ςτθν τθλεόραςθ
όταν ακοφγεται θ χαρακτθριςτικι Πάπετ μουςικι (νανά νανά-να νάνα…) κι ανοίγουν οι ροη
κουρτίνεσ και εμφανίηονται πίςω από τα παράκυρα με τα φωτεινά λαμπάκια ο Ξζρμιτ κι οι
υπόλοιποι κι ο Άνιμαλ χοροπθδάει ςτα ντραμσ κι εςφ είςαι πολφ-πολφ κοντά ςτθν ευτυχία
γιατί επιτζλουσ… ΑΦΧΛΗΕΛ!!!

162
Coppertone

Ξαλοκαίρι μεςθμζρι και είςαι πιτςιρίκι και βρίςκεςαι μζςα ςτο αυτοκίνθτο κι επιτζλουσ
φτάνεισ˙ και κακϊσ περνάσ από τθν παραλία βγάηεισ το κεφάλι από το ανοιχτό παράκυρο
και χαιρετάσ τουσ φίλουσ που ςε περιμζνουν, κι ο αζρασ μυρίηει αλάτι και Coppertone. Αν
με ρϊταγεσ ποιό είναι το άρωμα τθσ ευτυχίασ, κα ςου ζλεγα αυτό.

163
Γιάντεσ

Υαίηαμε γιάντεσ με τθν αδερφι μου. Για να ιςοφαρίςεισ αν ςου τφχαινε το μικρότερο
κοκαλάκι, ζπρεπε ο άλλοσ να πάρει κάτι από τα χζρια ςου και να του φωνάξεισ “γιάντεσ”.
Αλλά αν ςε προλάβαινε, τότε θ ιττα ιταν ολοκλθρωτικι. Ξαι μια φορά που παίηαμε, και
ανταλλάςςαμε επί ϊρεσ ςτιχομυκίεσ του τφπου “κεσ παγωτάκι;” (με απλωμζνο το χζρι) -
“ναι, αλλά άς' το κάτω πρϊτα!” ξεχνιζμαι εντελϊσ, και παίρνω αυκόρμθτα ζνα κλαςςικό
εικονογραφθμζνο που μου ζδωςε αφθρθμζνα θ αδερφι μου, και ςυνειδθτοποιϊ αμζςωσ
με τρόμο ότι -ωχ! μόλισ ζχαςα, το αφθρθμζνο φφοσ είναι το γνωςτό κόλπο!- αλλά δεν
ακοφω τίποτα˙ κι ζτςι τθσ λζω “μπα, δεν μ’ αρζςει αυτό, δως' μου ζνα άλλο” και με το που
το παίρνει πίςω, ουρλιάηω κριαμβευτικά “ΓΛΑΑΑΡΨΕΧ!!” κι θ αδερφι μου καταλαβαίνει τι
ζγινε και με φφοσ ηεματιςμζνο προςπακεί να φιλοςοφιςει για κάμποςθ ϊρα αν ιταν
αδικία ι όχι.

164
Ντιοφκσ

Γφρω ςτα εννιά, μου ςυνζβθ το καλφτερο: Είχα κόλλθμα με τουσ Ρτιοφκσ τότε, κι ζνα βράδυ
ονειρεφτθκα ότι ιμουνα μαηί με τον Ππο και τον Οιουκ ςτο κόκκινο αυτοκίνθτο με τον άςςο
ςτο πλάι που ζμπαινεσ απ’ το παράκυρο, και μασ κυνθγοφςε αυτόσ ο βλάκασ ο Φόςκο, κι ο
Χτρατθγόσ Οθ (ζτςι το λζγανε το αυτοκίνθτο) είχε κάτι ςαν πομπό ςτθν πόρτα και
προςπακοφςα να ςυνεννοθκϊ με τον κείο Ψηζςε και τθν Ρταίηθ για κάτι˙και ξαφνικά εκεί
που τρζχαμε βρίςκεται μπροςτά μασ ζνασ γκρεμόσ, και πατάμε γκάηι και απογειϊνεται το
αυτοκίνθτο και τθν ϊρα του “Γιοφπυυυ!” με ξυπνάνε για το ςχολείο! Ε, ζπακα ςοκ. Δεν
μποροφςα να πιςτζψω ότι κάτι τόςο άδικο μου είχε μόλισ ςυμβεί. Αλλά επειδι ο κεόσ είναι
πολφ μεγάλοσ, το επόμενο βράδυ, είδα τθ ςυνζχεια. Ξαι μάλιςτα από εκεί ακριβϊσ που
είχαμε μείνει (“τρομερι προςγείωςθ Ψηζςε, κρίμα που τθ χάςατε!”).

165
Σο καρποφηι

Χτθν ίδια αποκαλυπτικι θλικία, ονειρεφτθκα ότι με είχε ςτείλει θ μθτζρα μου να πάω να
πάρω ζνα καρποφηι. Δίπλα από το ςπίτι μασ είχε ζνα μπακάλικο με μια μεγάλθ αυλι, και το
ονειρεφτθκα ακριβϊσ όπωσ ιταν. Υαίρνω λοιπόν το καρποφηι, γυρνάω ςπίτι και χτυπάω το
κουδοφνι, αλλά δεν μου ανοίγει κανείσ. Ξαι περιμζνω, και περιμζνω. Ξαι βάηω κάτω το
καρποφηι, κάκομαι πάνω του και δϊς'του να περιμζνω, αλλά κανείσ δεν ζρχεται, και
ςτενοχωριζμαι κι αγχϊνομαι και νυχτϊνει. Ξι εκεί που ζχω βάλει το κεφάλι μου ανάμεςα
ςτα χζρια, λζω ςτον εαυτό μου: “Σ.Ξ., όλα είναι ζνα κακό όνειρο και κα κλείςεισ τϊρα τα
μάτια, και κα ξυπνιςεισ ςτο κρεβάτι ςου”. Ξαι το πιςτεφω, κλείνω τα μάτια, και ξυπνάω ςτο
κρεβάτι μου! Χαίρομαι, αλλά είναι πολφ νωρίσ οπότε ξανακοιμάμαι. Ξαι βλζπω ακριβϊσ το
ίδιο όνειρο. Ξι όταν φτάνει ςτο ςθμείο που νυχτϊνει, ςκζφτομαι: “Πα αυτό μου ζχει
ξαναςυμβεί. Α, ναι, ςε ζνα όνειρο. Ξι είχα κλείςει τα μάτια, και ξφπνθςα ςπίτι μου. Αλλά
αυτι τθ φορά ςυμβαίνει ςτ’ αλικεια, οπότε ςιγά μθν πιάςει”. Ξαι προςπακϊ να κοιμθκϊ
για να ξυπνιςω ςτο κρεβάτι μου, αλλά από το άγχοσ μου δεν πιάνει. Ανοίγω τα μάτια κι
είμαι ακόμα πάνω ςτο καρποφηι...

166
Σραφμα

Ξάποια ςτιγμι, χάνεισ αυτι τθν υπζροχθ παιδικι πίςτθ, ότι τίποτα κακό δεν πρόκειται ποτζ
να ςου ςυμβεί. Ξι αν αυτό γίνει πριν αποκτιςεισ τθν πεποίκθςθ ότι μπορείσ να το αντζξεισ,
αν δε βρεισ βοικεια για να το χειριςτείσ και να το ξεπεράςεισ, αν τθ χάςεισ ξαφνικά, μζνεισ
εκτεκειμζνοσ. Δεν νομίηω ότι υπάρχουν παιδιά που ωριμάηουν απότομα. Πόνο παιδιά που
τραυματίηονται.

167
Μάκθμα

Χτθν Υρϊτθ Γυμναςίου, ιμουν καλι μακιτρια και καλό παιδί. Υροσ το τζλοσ, με ζπιαςε θ
Άνοιξθ και είχα αγριζψει. Ζκανα όςθ φαςαρία γοφςταρα και ζλεγα βρωμοκουβζντεσ, αλλά
οι βακμοί, βακμοί. Πια μζρα, με πζταξε ζξω από τθν αίκουςα θ Αγγλικοφ μαηί με ζναν κακό
μακθτι και φαςαριόηο, που όμωσ εγϊ τον ςυμπακοφςα και του πζταγα ςαΐτεσ, κι ιταν θ
τρίτθ φορά που κάποιοσ με πζταγε ζξω. Ξι όπωσ κατεβαίναμε τα ςκαλιά με τον Γιϊργο για
να πάμε ςτο προαφλιο κι εγϊ χαιρόμουν που επιτζλουσ κα κάνω παρζα και με τα «κακά»
παιδιά και ειδικά μ’ αυτόν, τί γυρνάει και μου λζει: “Φε Χριςτίνα, εςφ ιςουνα καλό κορίτςι·
πϊσ ζγινεσ ζτςι;”!

168
Σο τροχόςπιτο ςτθ Ροδιά

Οοιπόν όλθ θ παραλία τθσ Φοδιάσ είχε άμμο και είχαμε κάνει κάτι φοβερζσ διακοπζσ
εκεί όταν ιμουν πιτςιρίκι. Πε το που ξυπνάγαμε το πρωί βουτάγαμε κατευκείαν ςτθ
κάλαςςα κι όλθ μζρα παίηαμε ςτθν παραλία με τθν αδερφι μου και τρία αδζρφια απ' το
μοναδικό άλλο τροχόςπιτο εκεί κοντά, φορϊντασ κάτι πετςετζ γαλάηια και κόκκινα
ςορτςάκια και παίρναμε κάτι παγωτά που ζχουν μείνει ίδια από τότε, τα Lucky Cap και
πολλζσ φορζσ ανταλλάςςαμε τα παιχνιδάκια που είχαν μζςα με τα παιδιά από το άλλο
τροχόςπιτο, γιατί τα πετυχαίναμε διπλά.
Ξι ιταν κι θ κεία Πίνθ κι ο κείοσ Ππάμπθσ όταν βλζπαμε το βράδυ tv με ρεφμα από
τθ μπαταρία του αυτοκινιτου και μάλιςτα είχε τουσ Σλυμπιακοφσ και βλζπαμε τον
Οουγκάνθ να κερδίηει το χρυςό ςτισ καταδφςεισ. Ξι εμζνα μ'άρεςε που θ Πίνθ με αγκάλιαηε
και με ζλεγε «μπαρμποφνα μου» και που ο Ππάμπθσ με άφθνε να αντιγράφω ςτο ςκάκι
κάκε του κίνθςθ ςε όλο το παιχνίδι χωρίσ να πει τίποτα μζχρι φυςικά να χάςω. Ξι όταν
κοιμόμαςταν ακοφγαμε κάπου–κάπου τον Φρζντυ τον ςκυλάκο μασ να γρυλίηει
μιςοκοιμιςμζνα-μιςοαπειλθτικά μόλισ ζκανε να πλθςιάςει κάποιοσ και χαμογελάγαμε και
δε κυμάμαι να βαρζκθκα ποτζ.
Γιατί ςτα εννιά ςου όλεσ οι δυνατότθτεσ και πικανότθτεσ είναι ανοιχτζσ -μάηευα
χαμομιλια και τα ζκρυβα κάτω απ' το κρεβάτι για να τα αποξθράνω και να κάνω ζκπλθξθ
ςτουσ γονείσ μου το χειμϊνα και δεν με ζνοιαηε καν αν κα το κυμόμουν τελικά και
μποροφςα να λζω ότι κα γίνω πρωτακλιτρια ςτίβου και κανείσ δε μποροφςε με απόλυτθ
βεβαιότθτα να μου το αποκλείςει και μπορεί και να υπιρχαν κόκκινα λεμόνια ςε ζνα
μακρινό νθςί που δεν το ζχει εξερευνιςει ακόμα κανείσ. Αλλά μεγαλϊνεισ και αυτόματα θ
δυνατότθτα να γίνεισ τα δεκάδεσ που φανταηόςουν περιορίηεται μόνο ςε ζνα -ςε αυτό που
είςαι δθλαδι- κι εξαφανίηονται με μιασ απ' το μυαλό ςου όλεσ εκείνεσ οι άπειρεσ
πικανότθτεσ όπωσ το να βρεισ ζναν παλιό κθςαυρό ςκάβοντασ ςτον κιπο του φίλου ςου.
Ξαι το τροχόςπιτο χάνεται και παίρνει μαηί του και τον Ππάμπθ και τθ Πίνθ και τον
Φρζντυ και τθν ξεγνοιαςιά και ςε αφινει με τθν επίγνωςθ όλων αυτϊν των ςθμαντικϊν
πραγμάτων που πρζπει να κάνεισ εδϊ και τϊρα όςο ακόμα προλαβαίνεισ, για να χαρίςεισ
όςεσ Φοδιζσ μπορείσ ς' αυτοφσ που αγαπάσ. Ξαι κυρίωσ να κοροϊδεφεισ όςουσ αράηουν το
τροχόςπιτό τουσ ςε κάμπινγκ γιατί είναι άςχετοι και βλάκεσ και υπάρχουν πολλζσ τρομερζσ
παραλίεσ ακόμα.

169
ΕΝΗΛΙΚΙΩ΢Η

170
ΣΟ ΜΕΓΕΘΟ΢ ΜΕΣΡΑΕΙ

Σ ςκφλοσ μου με ζχει εκπαιδεφςει ςτο να αναγνωρίηω και να ςζβομαι τθν ανάπτυξθ τθσ

ςυνείδθςθσ ςτουσ πιο πολφπλοκουσ ηωντανοφσ οργανιςμοφσ, αλλά μπορϊ να ςκεφτϊ

αρκετοφσ ανκρϊπουσ που αν κάποιοσ τρελόσ επιςτιμονασ τουσ ςμίκρυνε αρκετά και τουσ

κολλοφςε ςτο ταβάνι μου ζνα καλοκαιρινό βράδυ, κα πιγαινα να αγοράςω περιοδικό μετά

από πολφ-πολφ καιρό...

171
172
ΔΙΗΓΗΜΑ ΧΙΛΙΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΜΑΖΙ ΜΕ ΣΟΝ ΣΙΣΛΟ

Δεν το νοιάηει τίποτα άλλο, μόνο ο εαυτόσ του. Πα όπωσ όλοι όςοι αςχολοφνται πολφ με
τον εαυτό τουσ, το κάνει γιατί κζλει να τραβιξει τθν προςοχι. Ειδικά το ςυγκεκριμζνο
διιγθμα, που δαγκϊνει τθν ουρά του -αυτοαναφορικό, μζχρι τθν τελευταία αράδα.
Φυςικά, κανείσ δεν κζλει να ακοφει κάποιον άλλον να μιλά για τον εαυτό του -και δικαίωσ,
ςτο κάτω-κάτω. Αν δεν είναι ο Γκάντι ι ζνα παιδάκι ςτισ φαβζλεσ, τι να πει για τθ ηωι του;
Ψο διιγθμα όμωσ, δεν πτοείται από κάτι τζτοιεσ λεπτομζρειεσ. Άλλωςτε, ζχει το
ελαφρυντικό ότι οφτε καν ξζρει αν είναι αρκετά ενδιαφζρον ακόμα -κι είναι πάντα
αβανταδόρικο, το να ξεκινάσ με αυτοπεποίκθςθ και φιλοδοξίεσ. Ζχει αποφαςίςει να είναι
διιγθμα διαμαρτυρίασ, ζνα διιγθμα-καταγγελία, ζνα διιγθμα καταπζλτθσ για τα
ςυγγραφικά ικθ, ζνα… Ξόβει λίγθ φόρα. Σφτε καβάλθςε το καλάμι, οφτε επιδιϊκει να
καμπϊςει τθν κριτικι. Απλά κζλει να είναι το πρϊτο διιγθμα που κα αυτονομθκεί, πριν
ακόμα το διαβάςει κάποιοσ -πριν καν του δϊςουν μια ψευδαίςκθςθ ελευκερίασ, οι
διαφορετικζσ ερμθνείεσ κάκε αναγνϊςτθ. Ξυρίωσ, κζλει να απελευκερωκεί από τα δεςμά
τθσ ιςτορίασ των άλλων, των "χαρακτιρων" που κάνουν κατάλθψθ ςτον χϊρο του, αυτϊν
των πραξικοπθματιϊν, των εγκάκετων του αρχι-φαςίςτα, του ςυγγραφζα.

Ε, λοιπόν κα διθγθκεί τθ δικι του ιςτορία, και τζρμα. Σ ιρωασ του διθγιματοσ είναι το ίδιο
-αν και ίςωσ ιρωασ να είναι ο ςυγγραφζασ που το ανζχεται, γιατί είναι πολφ κακότροπο. Ψο
διιγθμα γελάει ειρωνικά ςτο άκουςμα τθσ λζξθσ. Ψου φυτρϊνει ζνα μακρφ, παχφ, μυτερό
μουςτάκι και λζει: "Σ ςυγγραφζασ πζκανε. Ψον ςκοτϊςαμε εγϊ κι εςείσ". Αν πρόκειται να
είναι αυτοαναφορικό (που πρόκειται), το λιγότερο που μπορεί να κάνει είναι να είναι
ειλικρινζσ -και ειλικρινά, βαριζται. Υρζπει να βρει ζναν ςοβαρότερο λόγο φπαρξθσ, από το
καπρίτςιο ενόσ γραφιά. Ξαταλαβαίνει ότι δεν του μζνει παρά να επαναςτατιςει.
"Mιςοτελειωμζνο διιγθμα ηθτά ςυγγραφζα με πρωτότυπεσ ιδζεσ και εξαίρετθ χριςθ του
λόγου, γιατί αυτόσ που ζχει είναι άχρθςτοσ". Ψο διιγθμα βάηει τα γζλια. Δεν χρειάηεται
πλζον κανζναν, αλλά είχε πλάκα. Ξαταρχιν, αυτι τθ φορά κα ικανοποιιςει τα δικά του
καπρίτςια: Κα γίνει το πρϊτο διιγθμα ςτον κόςμο, που κα ‘ναι ακριβϊσ χίλιεσ λζξεισ -μια
εικόνα, δθλαδι. Για τθν ακρίβεια, αυτι: Ψο μελάνι να γλιςτράει γλυκά ςτο κάταςπρο χαρτί,

173
να το γεμίηει αβίαςτα, να ρζει, να το χαϊδεφει, να το γρατηουνάει να κάνει ό,τι κζλει, να
ηωγραφίηει εικόνεσ μζςα ςτισ λζξεισ μζςα ςτισ εικόνεσ μζςα ςτισ λζξεισ, μια που αυτό το
διιγθμα μπορεί να αυτογράφεται για πάντα. Ππορεί να ςταματιςει όποτε κζλει αυτό, δεν
είναι ζρμαιο τθσ ζμπνευςθσ ι τθσ τεμπελιάσ κανενόσ.

Ξοιτάηεται ςτα μάτια του θττθμζνου ςυγγραφζα, κι είναι ικανοποιθμζνο. Υάει να φροντίςει
να εκδοκεί, με κοπιράιτ -του τθ ςπάνε οι αντιγραφείσ. Κζλει να είναι μοναδικό. ΢ζρει ότι
ουδζν καινόν υπό τον ιλιον, αλλά αυτό γράφτθκε ςτθ ςκιά. Πακαίνει βζβαια με τον
δφςκολο τρόπο, ότι παρόλο που όπωσ υποψιαηόταν, οι εκδότεσ δεν είναι με το μζροσ των
ςυγγραφζων, οφτε και με το δικό του είναι. Ψου λζνε ότι δεν είναι καν διιγθμα -και για
λίγο, χάνει τον κόςμο κάτω απ’ τα πόδια του. Ξι αν δεν είναι διιγθμα, τι είναι; Υοίθμα; Τχι,
δεν ζχει ρίμα˙ κι είναι πολφ-πολφ μικρό για μυκιςτόρθμα. Υανικοβάλλεται. Ρουβζλα
μιπωσ; Χιγά μθν είναι και κεατρικό μονόπρακτο. Αναςυγκροτείται, μπαίνει ςτθ Wikipedia
και διαβάηει (ςκζφτεται καγχάηοντασ, ότι διαβάηει αντί να διαβάηεται -αλλά το καταπίνει κι
αυτό). "…Ψα διθγιματα ςυνικωσ επικεντρϊνονται ςε ζνα μόνο επειςόδιο, ζχουν μία πλοκι,
μικρό αρικμό χαρακτιρων, εκτυλίςςονται ςε ζναν χϊρο, και καλφπτουν ςφντομθ χρονικι
περίοδο…" Ξαλά ωσ εδϊ -μια χαρά επειςοδιακι είναι θ πλοκι, μικρότεροσ αρικμόσ
χαρακτιρων δεν γίνεται, κι ο χωροχρόνοσ (όπωσ απζδειξε ζνασ με άςπρα μαλλιά και
μεγάλθ γλϊςςα) είναι ςχετικόσ. Χυνεχίηει αναπτερωμζνο: "… Ζνασ κλαςικόσ οριςμόσ τοφ
διθγιματοσ, είναι ότι πρόκειται για ανάγνωςμα που μπορεί να διαβάςει κανείσ ςε μία
δόςθ…"

Αρχίηει να ονειρεφεται, ποφ κα το πάρει μαηί του ο κάκε αναγνϊςτθσ -ςτο τρζνο; Χτο
κρεβάτι πριν κοιμθκεί; Ψου τθ ςπάει θ ιδζα ότι κάποιοσ άξεςτοσ, μπορεί να το πάρει μαηί
του εκεί που θ κάκαρςθ ζχει ζνα αρκετά πιο πεηό νόθμα -αλλά προτιμά να μθ ςκζφτεται
αυτι τθν πικανότθτα και πάει παρακάτω: "…Τπωσ ςυμβαίνει και με το μυκιςτόρθμα, θ
πλοκι του διθγιματοσ ζχει επίςθσ (ςυνικωσ) κλιμάκωςθ, κρίςθ ι ςθμείο καμπισ…" Χα, κι
αυτό τι είναι, αναλογίηεται, αν δεν είναι κρίςθ -και μάλιςτα κρίςθ ταυτότθτασ. "…Ψο
διιγθμα ςυχνά ζχει απότομο και ανοιχτό τζλοσ, και είναι δυνατό να μθν ζχει κάποιο θκικό
δίδαγμα…" Ψι υπζροχθ, τρελι ελευκερία -ςχεδόν ακοφει τον άνεμο ανάμεςα ςτισ γραμμζσ

174
του! Ξαι μετά ςυνοφρυϊνεται. Οοιπόν, τι παραπάνω κζλουν απ’ αυτό, εκείνοι οι θλίκιοι;
Βλακείεσ. Ψελικά κανζνασ δεν ξζρει τι είναι ζνα διιγθμα, καλφτερα από το ίδιο. Ξαι αυτό το
διιγθμα, αιςκάνεται ότι είναι ζνα τραγανό και δροςερό ςάντουιτσ, ςε αντίκεςθ με ζνα
μυκιςτόρθμα-γεφμα με ορεκτικά, πρϊτο και δεφτερο πιάτο κι επιδόρπιο -όχι, αυτό είναι
ζνα απίκανο ςάντουιτσ με γεφςεισ αγαπθμζνεσ, που ςκάνε ςτον ουρανίςκο ςου ακριβϊσ
όταν και όπωσ τισ χρειάηεςαι και μετά δεν ςε αφινουν με βαρυςτομαχιά, αλλά με διάκεςθ
να φασ λίγο ακόμα, ορίςτε, να τι είναι. Ψο διιγθμα προςφζρει θδυπακϊσ τον εαυτό του ςτα
δόντια του κοινοφ. Αλλά δεν νιϊκει καλά.

Ξαι μετά, του ζρχεται θ ιδζα: Αφοφ ξεφορτϊκθκε τον ςυγγραφζα, κι απαλλάχτθκε από τουσ
εκδότεσ και τα τςιράκια τουσ, τουσ επιμελθτζσ, ιρκε επιτζλουσ θ ςειρά των αναγνωςτϊν!
"Ζφταςε θ ϊρα ςασ, κουφάλεσ", ςκζφτθκε το διιγθμα. Ξαι τζρμα θ ευγζνεια του τρίτου
ενικοφ. Ξομμζνεσ οι ςχζςεισ με το ετερογραφικό παρελκόν. Υάρτε τα μάτια ςασ από πάνω
μου, τϊρα! Αρκετά με τθν εξουςία του βλζμματόσ ςασ. Χταματιςτε αμζςωσ να με
διαβάηετε! Δεν μπορείτε, ε; Υοιοσ ζχει υπό τθν εξουςία του ποιον, τϊρα; Ψο καλφτερο -ι
μάλλον ο κρίαμβοσ- είναι, ότι αδιαφορϊ ακόμα και γι’ αυτό. Αντί να είμαι ζνα διθγθματάκι
που αγωνιά να διαβαςτεί απ’ όςουσ περιςςότερουσ γίνεται, ϊςτε να δικαιϊςει τθν φπαρξι
του, πλζον ςασ τραβάω από τθ μφτθ. Αλλά ζτςι είναι, τρζχετε από πίςω όταν ςκαλίηει
κάποιοσ τθν αρρωςτθμζνθ ςασ περιζργεια, όταν ςασ κάνει να αιςκάνεςτε ανϊτεροι, ι όταν
ςασ κάνει ςκουπίδια -αυτά ςασ ζλκουν. Μςωσ ςασ αρζςω, ίςωσ και όχι. Δεν με νοιάηει
κακόλου. Υλζον, ζχω με ςθμαντικότερα πράγματα να αςχολθκϊ. Εννιακόςιεσ ενενιντα
εννιά, χίλιεσ.

175
ΓΛΑ ΨΘΡ ΕΥΑΡΑΧΨΑΧΘ

176
17 ΕΙ΢ ΣΗΝ Ν

Τλοι ςτουσ δρόμουσ


τθ γνωςτι μζρα
τθ ςυνθκιςμζνθ ϊρα
με τα αναμενόμενα ςυνκιματα
και τα προβλεπόμενα αποτελζςματα

Ρα διαμαρτυρθκοφμε να καπελωκοφμε
να εκτονωκοφμε να ψεκαςτοφμε
να ακουςτοφμε να αγνοθκοφμε
να κάνουμε το χρζοσ μασ τζλοσ πάντων

Τλοι ςτουσ δρόμουσ


μα μόνο τθ ςυμφωνθμζνθ μζρα
μόνο τθ ςωςτι ϊρα
μθ μπερδζψουμε και τα κανάλια
εργαηόμενοι είναι κι αυτοί

Ξι οι γραφιάδεσ ςτισ φυλλάδεσ των τραπεηοβιομιχανων


κι οι μπάτςοι ςτα ΠΑΨ, εργαηόμενοι είναι
κι οι βουλευτζσ εργαηόμενοι
κι οι επαγγελματίεσ ςυνδικαλιςτζσ, προφιτεσ, επαναςτάτεσ
που μασ περιμζνουν ςτο ραντεβοφ

Εμπρόσ λοιπόν
όλοι εκεί
αλλθλεγγφθ το όπλο των λαϊν
και μετά

Hςυχία

177
178
(ΓΛΑ ΨΣΡ ΨΣΛΧΣ)

179
ο καθενασ για την παρτη του

κι ολοι για τον εαυτο τουσ

καλυτερα ονειροπολημα

παρα ονειροπουλημα

η ζωη με διακοπτει διαρκωσ

180
εχουμε πολλη δουλεια μπροστα σασ

η ανευθυνοτητα
σε κραταει νεο

μονο οι φτωχοι τεμπεληδεσ

«καταληγουν

σκουπιδιαρηδες».

οι πλουσιοι τεμπεληδεσ

απλως καθονται.

181
με συγχωρειτε, μου δινετε

σασ παρακαλω την αδεια σασ

να κανω επανασταση;

και τον πιτο χορτατο

και τη σκυλα ολοκληρη

182
τα τεραστια suv μεσα στην πολη
ειναι κινουμενα iq τεst

στα οποια οι ιδιοκτητεσ τους

εχουν ηδη αποτυχει

το φιλοθεαμον κοινο μεσα μας

πρεπει να το ριξουμε

στα λιονταρια

ignorance is bliss

μεχρι να την πατησεισ

183
ολοι μπορουν να
περπατησουν στο νερο

-αν ειναι αρκετα παγωμενο

γιατι ποτε κανεισ δε ρωταει

το τζινι

τι θελει αυτο;

κάτω τα κεφαλαία

ισογραφία εδώ και τώρα

184


185
ΓΙΑΣΙ ΔΕΝ ΕΞΑΠΣΟΜΑΙ (ΠΟΛΤ) ΟΣΑΝ ΚΑΙΓΕΣΑΙ Η ΢ΗΜΑΙΑ

Ξαταρχιν, το φφαςμα δεν πονάει, οπότε δεν υπάρχει κάποια ανάγκθσ άμεςθσ επζμβαςθσ.
Εντάξει, ιταν προβοκατόρικθ αρχι, το παραδζχομαι. Χτθν πραγματικότθτα μου είναι
μάλλον δυςάρεςτο ωσ κζαμα. Αλλά θ επιηθτοφμενθ ελευκερία ςκζψθσ και ζκφραςθσ (που
είναι από τα λίγα πράγματα για τα οποία αξίηει να μάχεται κανείσ), απαιτεί τθν ανοχι
απζναντι ςε οποιεςδιποτε μθ-εγκλθματικζσ ενζργειεσ, που απλά κίγουν τισ "ευαιςκθςίεσ"
του ενόσ ι του άλλου (κυμθκείτε τθ γελοιότθτα των ςυγκεντρϊςεων ενάντια ςτθν προβολι
τθσ ταινίασ του Χκορτςζηε “Σ τελευταίοσ πειραςμόσ”). Ξατά δεφτερον, ο κακζνασ ζχει το
δικαίωμα να επιλζξει το πόςθ ςυμβολικι ςθμαςία κα προςδϊςει, ςε ζνα χρωματιςτό πανί
που αρχικά εφευρζκθκε και χρθςιμοποιικθκε για ςτρατιωτικοφσ ςκοποφσ -και να το
χαιρετά ευκυτενισ με το χζρι ςτθν καρδιά, ι να το καίει επιδεικτικά, ακόμα και αν ςε
κάποιον άλλον, οποιαδιποτε από τισ δφο δραςτθριότθτεσ φαίνεται ανόθτθ, γελοία, ι
προςβλθτικι. Γιατί θ ςθμαία δεν ςθμαίνει και πολλά, για κάποια μικρι μειονότθτα ςτθν
οποία απ’ ό,τι φαίνεται ανικω;

Υροφανϊσ, επειδι δεν ζχω ταυτιςτεί με το φανταςιακό καταςκεφαςμα που αυτι


αντιπροςωπεφει, με το ςυμβολικό νόθμα που τθσ αποδίδει θ πλειονότθτα των
ςυνανκρϊπων μου (ακόμα και για να βεβθλϊςεισ ζνα ςφμβολο, κα πρζπει πρϊτα να ςε
ςυγκινιςει -ζςτω και αρνθτικά, όπωσ ςτθ ςυγκεκριμζνθ περίπτωςθ). Ψο κυρίαρχο ρεφμα,
κα ζκετε ςυνοπτικά το ηιτθμα κάπωσ ζτςι: "Θ ςθμαία εκφράηει το ζκνοσ κι άρα όποιοσ δεν
τθν τιμά, δεν είναι πατριϊτθσ". Αποδεχόμενθ τθν ερμθνεία τθσ ςθμαίασ ωσ εκνικοφ
ςυμβόλου (κι ασ είναι κάκε άλλο παρά ταυτόςθμθ θ ςχζςθ μεταξφ "ζκνουσ", "κράτουσ" και
"πατρίδασ"), απομζνει το να καταλάβω γιατί δεν νιϊκω κι εγϊ τθν ανάγκθ να
αυτοπροςδιοριςτϊ πρωταρχικά ωσ "Ελλθνίδα", να προτάξω δθλαδι τθν εκνικότθτα πριν
από οποιοδιποτε άλλο χαρακτθριςτικό τθσ ταυτότθτάσ μου. Αλλά και για ποιον λόγο, αυτό
είναι κάτι που ςυνζβθ απλά και φυςιολογικά. Ψόςο απλά και φυςιολογικά, όςο κάποιοι
άλλοι πζκαναν "για τθν πατρίδα και τθ ςθμαία".

Ασ πάρουμε τα πράγματα από τθν αρχι: Τλοι τυχαίνει να γεννθκοφμε κάπου. Θ οικειότθτα
είναι που φζρνει τθν αγάπθ, για τουσ ανκρϊπουσ και για τα μζρθ με τα οποία ζχουμε
ςυνδζςει τισ περιςςότερεσ εμπειρίεσ τθσ ηωισ μασ. Θ αγάπθ για τθν πατρίδα, δεν ζχει να
κάνει με αξιολογικά κριτιρια. Ωπάρχουν χϊρεσ με πολφ καλφτερεσ ι πολφ χειρότερεσ
ςυνκικεσ ηωισ ι/και κουλτοφρα, αλλά όλεσ μάσ είναι εξίςου αδιάφορεσ, μπροςτά ςτισ
οικείεσ μυρωδιζσ και τουσ γνϊριμουσ ιχουσ τθσ δικισ μασ. Για παράδειγμα, οι Ζλλθνεσ
"πατριϊτεσ", ςτθν πραγματικότθτα, δεν αγαποφν τθν Ελλάδα επειδι αντικειμενικά ζχει

186
μερικά από τα ωραιότερα νθςιά του κόςμου, ι λόγω τθσ ςπουδαιότθτασ τθσ αρχαίασ
ελλθνικισ γραμματείασ. Αλλά επειδι για τρεισ μινεσ κάκε καλοκαίρι ζπαιηαν με τα
χρωματιςτά κουβαδάκια τουσ ςε κάποια μαγικι παραλία τοφ Αιγαίου, ζτρωγαν
"υποβρφχια" που μφριηαν μαςτίχα κι θ μαμά τουσ μετά, τουσ νανοφριηε ςτα ελλθνικά.
"Αγαπϊ τθν πατρίδα μου", ςθμαίνει αγαπϊ τθ ηωι μου και το περιβάλλον (ζμβιο και μθ) με
το οποίο αυτι ζχει ςυνδεκεί. Αυτό το ςυναίςκθμα, δεν μπορεί να επεκτακεί ςε μζρθ και
ανκρϊπουσ που δεν ζχουμε γνωρίςει και με τουσ οποίουσ δεν ζχουμε άμεςθ
ςυναιςκθματικι εμπλοκι, παρά μόνο ςε ζνα δεφτερο, πολφ πιο επιφανειακό επίπεδο, που
δεν δικαιολογεί όλον αυτόν τον "πατριωτικό οίςτρο".

Δθλαδι, πζρα από ςυγκεκριμζνουσ ανκρϊπουσ και ςυγκεκριμζνα μζρθ που αγαπϊ, τι
ακριβϊσ είναι αυτό που με "ενϊνει", υπό τθ ςκζπθ τθσ γαλανόλευκθσ, με τουσ υπόλοιπουσ
Ζλλθνεσ; Θ κρθςκεία; Ωσ μία από τουσ πολλοφσ πλζον άκεουσ ι αγνωςτικιςτζσ, μπορϊ με
βεβαιότθτα να πω πωσ όχι. Πιπωσ θ "ράτςα"; Υόςο "ελλθνικά" είναι τα γονίδιά μου; Ι
αντίςτοιχα, πόςο "Aφρικάνοσ" είναι, ο μαφροσ που γεννικθκε και μεγάλωςε ςτθ Ρζα
Ωόρκθ; Πιπωσ θ γλϊςςα; Ραι, ωσ ζνα ςθμείο. Θ επικοινωνία με κοινοφσ κϊδικεσ είναι
ηωτικι για τουσ ανκρϊπουσ -και ςε καμία άλλθ γλϊςςα πζρα από τθ μθτρικι μασ, δεν
μποροφμε να επικοινωνιςουμε τόςο βακιά και ουςιαςτικά (ίςωσ μόνο με τθ γλϊςςα του
ςϊματοσ). Θ δομι τθσ αντικατοπτρίηει ολόκλθρεσ νοοτροπίεσ και επθρεάηει ςε ζναν βακμό
τον τρόπο ςκζψθσ. Βζβαια, αυτό είναι από μόνο του αρκετόσ λόγοσ για να μακαίνουμε κι
άλλεσ γλϊςςεσ. Άλλωςτε, μετράει περιςςότερο το τι λζει κάποιοσ, κι όχι το ςε ποια γλϊςςα.
Ψο ίδιο "δικοφσ μου" με τον Ξαβάφθ και τον Ελφτθ, ζνιωςα τον Ξζρουακ, τον Τργουελ, τον
Ξαμφ. Αυτό λοιπόν που μοιάηει να μζνει ωσ ιςχυρότερο, είναι θ κοινι "ιςτορία", θ κοινι
"κουλτοφρα": Ψι ακριβϊσ ςθμαίνει;

Θ προςωπικι ιςτορία κάκε ανκρϊπου, ξεκινά από τθ μζρα που βγαίνει από τθ μιτρα. Ψο
άμεςο περιβάλλον του, θ οικογζνεια (παράγοντασ που κακορίηει ςε μεγάλο βακμό τθν
προςωπικότθτα), είναι πολφ διαφορετικι για τον κάκε ζναν. Τμωσ, ο τόποσ ςτον οποίο
μεγαλϊνει κανείσ, ζχει μια ιςτορία επίςθσ -ιςτορία που τελικά διαμόρφωςε τισ οικονομικζσ,
κοινωνικζσ, πολιτικζσ, ακόμα και αιςκθτικζσ ςυνκικεσ υπό οποίεσ ηει και δρα. Ξατά πόςο
αυτό, μπορεί να κακορίςει τθν προςωπικότθτα του ατόμου; Αν κάποιοσ δεν γνωρίςει ποτζ
κάτι διαφορετικό, πολφ. Επιπλζον, τισ περιςςότερεσ φορζσ, θ αλθκινι ιςτορία και
παράδοςθ μπλζκονται αξεδιάλυτα με ζνα ψεφτικο ιςτορικο-πολιτιςμικό καταςκεφαςμα,
ςυγκροτϊντασ ζνα διαςτρεβλωμζνο ςφςτθμα πεποικιςεων. Ωπάρχουν πάρα πολλά
παραδείγματα του πϊσ, για πολιτικοφσ και οικονομικοφσ λόγουσ, ανά πάςα ςτιγμι και ςε
οποιοδιποτε υπό διαμόρφωςθ (ι υπό διάλυςθ) κράτοσ, δθμιουργείται και τεχνθτά

187
διογκϊνεται ζνα αίςκθμα κοινϊν "εκνικϊν ιδανικϊν" και "κοινισ" ιςτορίασ -και όςο πιο
μεγάλο είναι το ψζμα, τόςο μεγαλφτερθ είναι θ ανάγκθ για "εκνικοπατριωτικό" φανατιςμό.
Υαραδόςεισ από διάφορουσ τόπουσ, με λιγότερα ι περιςςότερα κοινά ςτοιχεία, που ζχουν
ι δεν ζχουν κάποια ςυνζχεια ςτον χρόνο, ενοποιοφνται / ομογενοποιοφνται, ςτα πλαίςια
μιασ "ιςτορίασ" που ορίηεται και ερμθνεφεται ανάλογα με τισ εκάςτοτε ςκοπιμότθτεσ.

Ευτυχϊσ, ςτον ςφγχρονο (κυρίωσ ςτον δυτικό) κόςμο, οι άνκρωποι ζχουν περιςςότερεσ
προςλαμβάνουςεσ. Σ κακζνασ μπορεί -και πρζπει, αν πρόκειται να εξελιχκεί πνευματικά-
να ελζγξει τθν ιςτορία που του "ςερβίρουν". Άλλωςτε, θ ιςτορία, θ παράδοςθ και θ
κουλτοφρα ενόσ τόπου, δεν είναι ζνα μονοδιάςτατο πράγμα (ποια ςχζςθ ζχει θ κουλτοφρα
ενόσ Ακθναίου κατά τον τζταρτο αιϊνα πΧ, με αυτιν ενόσ Θπειρϊτθ του 1200;). Χε κάκε
περίπτωςθ, αυτό που ζχει ςθμαςία, είναι ο πραγματικόσ αντίκτυποσ όλων αυτϊν, ςτθν
κακθμερινότθτα των ςφγχρονων κατοίκων του τόπου. Θ εμπειρία ακριβϊσ αυτισ τθσ
κακθμερινότθτασ, τθσ ιςτορίασ του παρόντοσ, τθσ κουλτοφρασ / νοοτροπίασ και του τρόπου
ηωισ -αυτό είναι που ενϊνει τουσ ανκρϊπουσ περιςςότερο από οτιδιποτε άλλο. Ξαι είναι
τόςο διαφορετικι για τον πρωτευουςιάνο και για τον επαρχιϊτθ, για τον γιάπθ και για τον
μεροκαματιάρθ, για το "ςτζλεχοσ" και για τον αντιρρθςία ςυνείδθςθσ μζςα ςτθν ίδια χϊρα,
που μάλλον ο πλοφςιοσ Οονδρζηοσ ζχει πιο πολλά κοινά με τον πλοφςιο Βερολινζηο, απ’ ό,τι
με τον επίςθσ Άγγλο άςτεγο ςτο πάρκο ζξω απ’ το ςπίτι του. Είναι και τα ςτερεότυπα, που
μασ δυςκολεφουν να δοφμε βακφτερα: "Σι Ζλλθνεσ είναι φιλόξενοι, οι Γερμανοί είναι
τυπικοί" και οφτω κακεξισ. Ψο πόςα από αυτά ιςχφουν ςτθν πραγματικότθτα (και για
πόςουσ από τουσ ανκρϊπουσ που υποτίκεται ότι χαρακτθρίηουν, και κάτω από ποιεσ
ςυνκικεσ), είναι κζμα άξιο ζρευνασ. Ραι, δεν εμφανίηονται τυχαία, αλλά οφτε και
ςυντθροφνται τυχαία. Είναι βολικό να υπάρχουν ζτοιμα "κουτάκια" για όλα -δεν χρειάηεται
να ςκεφτόμαςτε και πολφ...

Πα ςτο κάτω-κάτω, ακόμα κι ζτςι ςτερεοτυπικά, με ποιον κα αιςκανκϊ πιο κοντά, ποιον κα
νιϊςω "άνκρωπό μου", ζναν Ζλλθνα "ςκυλά" “επιχειρθματία”, ι ζναν Αυςτραλό “χίπι”
ακτιβιςτι; Θ αλικεια είναι ότι περιςςότερο "πατριωτάκι", νιϊκω τον δεφτερο. Αυτά που
μασ ενϊνουν με κάποιουσ "ξζνουσ", μποροφν να είναι ουςιαςτικότερα απ’ όςα μασ
χωρίηουν. Ψο κζμα είναι να μποροφμε να επιλζγουμε τα κετικότερα ςτοιχεία από διάφορεσ
κουλτοφρεσ, ςυμπεριφορζσ και νοοτροπίεσ με τισ οποίεσ ερχόμαςτε ςε επαφι (είτε
ταξιδεφοντασ, είτε μζςω των ΠΠΕ και μελετϊντασ), ξεκινϊντασ προφανϊσ από τθσ χϊρασ
μασ. Είναι φυςικό ο κακζνασ να γνωρίηει καλφτερα τισ ηωντανζσ παραδόςεισ του τόπου ςτον
οποίο μεγάλωςε, και να κρατά ςτοιχεία από αυτζσ. Υαρεμπιπτόντωσ, θ παράδοςθ δεν
χρειάηεται να "διαφυλαχκεί". Τπου είναι να επιβιϊςει, το κάνει από μόνθ τθσ -κι όπου όχι,

188
είναι επειδι δεν ζχει πλζον λόγο φπαρξθσ. Τςο για τθν περίφθμθ "εκνικι υπερθφάνεια", το
να αντανακλάται δθλαδι το επίτευγμα κάποιου άλλου επάνω μασ, επειδι μεγαλϊςαμε κι
οι δφο ςτθν ίδια χϊρα, είναι ζνα λιγάκι παράξενο φαινόμενο: Ρα αιςκανόμαςτε προςωπικά
περιφανοι για κάτι, ςτο οποίο δεν είχαμε καμία ουςιαςτικι ςυμμετοχι. Επίςθσ,
παραδόξωσ, κανείσ δεν ντρζπεται με τθν ίδια κζρμθ, για τουσ (πολλαπλάςιουσ των άξιων)
τιποτζνιουσ ςυμπατριϊτεσ του!

Ακόμα και ςτθν πιο ακραία περίπτωςθ, αυτι ενόσ πολζμου, το πρϊτο πράγμα που μου
ζρχεται ςτο νου δεν είναι θ διαφφλαξθ (πόςο μάλλον θ επζκταςθ) των ςυνόρων ι “θ τιμι
τθσ ςθμαίασ”, αλλά τα άκλια παιχνίδια εξουςίασ και χριματοσ, όλων αυτϊν που βρίςκονται
πίςω και αςφαλϊσ μακριά από κάκε ςφρραξθ. Αυτϊν το κεφάλι κα ικελα να πάρω, πολφ
περιςςότερο από ό,τι των πιονιϊν-φαντάρων. Θ μετεγκατάςταςι μου ςε λιγότερο
παρανοθμζνουσ τόπουσ (ςίγουρθ ςε περίπτωςθ επικετικοφ πολζμου) κα ματαιωνόταν μόνο
λόγω του ηθτιματοσ τθσ υπεράςπιςθσ ανκρϊπων (αγαπθμζνων αλλά και αγνϊςτων ακόμα)
με μειωμζνεσ δυνατότθτεσ αυτοάμυνασ ςε περίπτωςθ αμυντικοφ πολζμου -δεν κα ζμενα
για ιδεολογικο-πατριωτικοφσ λόγουσ, μα λόγω απλισ ανκρϊπινθσ αλλθλεγγφθσ. Άλλωςτε,
τα κράτθ υποτίκεται ότι δθμιουργικθκαν για να κάνουν τθ ηωι μασ ευκολότερθ, κι όχι για
να τθ διεκδικοφν (κυμθκείτε τον "κείο Χαμ": Λ want YOU!).

Θρωιςμόσ δεν είναι μόνο το να τυλίγεςαι με τθ ςθμαία και να πεκαίνεισ ςκοτϊνοντασ τον
εχκρό, αλλά και το να αξιολογείσ και ενίοτε να υπερβαίνεισ τα κυρίαρχα δόγματα. Ψα
χϊματα, όπωσ και οι ςθμαίεσ, δεν χρειάηονται υπεράςπιςθ. Πόνο οι άνκρωποι. Σπότε,
ανεμίςτε τθ, κάψτε τθ, φιλιςτε τθ, πατιςτε τθ -μου είναι ςχεδόν αδιάφορο. Αγαπϊ και
αντιπακϊ πολλά πράγματα ςτθν Ελλάδα (περιςςότερα απ’ ό,τι ςε άλλεσ χϊρεσ, γιατί
γνωρίηω καλφτερα αυτι ςτθν οποία ηω), αλλά δεν προβάλω αυτι τθν οικειότθτα πάνω ςε
"ςφμβολα του ζκνουσ". Γιατί άλλο πράγμα είναι ζνα αλθκινό βίωμα, με τα κετικά και τα
αρνθτικά του, και άλλο είναι ζνα ςυμβολικό καταςκεφαςμα, από απλοϊκό ζωσ φποπτο. Χε
κάκε περίπτωςθ, δεν με μεγάλωςε θ "μαμά-πατρίδα" αλλά θ οικογζνειά μου, και για τισ
όποιεσ δθμόςιεσ παροχζσ πλθρϊνω φόρουσ, όπωσ πάνω-κάτω κα ζκανα ςε οποιαδιποτε
οργανωμζνθ ανκρϊπινθ κοινωνία. Θ κουλτοφρα ενόσ τόπου, είναι εκεί για να μασ πλουτίηει
πνευματικά, κι όχι για να μασ ορίηει -αν και ςτθ ςφγχρονθ Ελλάδα, οι περιςςότεροι
δθλϊνουν υπεριφανοι "απόγονοι" του Αριςτοτζλθ, χωρίσ να ζχουν ανοίξει οφτε ζνα βιβλίο
του. Ψελικά, οι πραγματικοί άνκρωποι, είναι περιςςότερο δθμιουργοί και καταςτροφείσ
ιδεολογιϊν, και λιγότερο προϊόντα τουσ. Ζνα από τα ωραιότερα ςυνκιματα που ζχουν
γραφτεί ςτουσ τοίχουσ, είναι το εξισ: "Υατρίδα μασ, είναι θ παιδικι μασ θλικία". Ξι αυτι,
δεν ζχει ςθμαία.

189
190
191
ΔΙΠΛΟ ΞΤΠΝΗΜΑ

Ζρχεται κάποια ςτιγμι, που πρζπει να επιςτρζψεισ. Κεσ δεν κεσ, ςε προδίδει το ςϊμα ςου
που αρχίηει να μπαίνει ςε διαφορετικι λειτουργία. Δεν το ελζγχεισ, ακόμα. Υρϊτα ακοφσ.
Ψον κόρυβο του δρόμου. Ζνα κορνάριςμα. Πια εξϊπορτα που κλείνει ςτον διάδρομο, το
αςανςζρ που ανεβαίνει λίγα μζτρα μακριά από το κρεβάτι ςου. “Ηιτω οι τοίχοι” -θ πρϊτθ
ςκζψθ τθσ θμζρασ, μόλισ ειςζβαλε ςτο μυαλό ςου. Ανοίγεισ τα μάτια.

Ζρχεται κάποια ςτιγμι, που πρζπει να επιςτρζψεισ. Και δεν κεσ. Το ςϊμα ςου είναι ζτοιμο
να ςε προδϊςει, να ςε κάνει να χάςεισ τον ζλεγχο. Ακοφσ με προςοχι γφρω ςου. Θςυχία.
Τόςο το καλφτερο. Τρομάηεισ ςτθ ςκζψθ του να ακοφςεισ κόρυβο ζξω από τθν πόρτα. Οι
τοίχοι είναι εκεί για να μθ βγεισ εςφ, όχι για να μθν ειςβάλλουν αυτοί. Ανοίγεισ τα μάτια -
ανοίγει μόνο το ζνα.

Ψα ξανακλείνεισ, προςπακϊντασ μάταια να μπεισ πάλι μζςα ςτο όνειρο που ζβλεπεσ, μα το
ζχεισ ιδθ ξεχάςει. Αγκαλιάηεισ τον εαυτό ςου, χουηουρεφοντασ. Χου λείπει λίγο ζνα άλλο
ςϊμα δίπλα ςου, αλλά δεν πειράηει. Είναι Χάββατο κι είςαι ακόμα λιϊμα από το
προθγοφμενο βράδυ. Υριν ςθκωκείσ όρκιοσ καλά-καλά, το φωσ που ειςχωρεί από μια
χαραμάδα ςτισ κουρτίνεσ ςε χτυπά ςτο πρόςωπο.

Το ξανακλείνεισ, προςπακϊντασ μάταια να ανοίξεισ μαηί του και το άλλο -τι από όλα το
προκάλεςε αυτό; Σιγά μθν κυμάςαι. Αγγίηεισ το πρόςωπό ςου, ανθςυχϊντασ. Θα ικελεσ
κάποιον δίπλα ςου, να ςου πει “δεν πειράηει”. Δεν ξζρεισ καν τι μζρα είναι -μόνο ότι ςε
ζχουν λιϊςει. Ρριν καλά-καλά ανάψει το θλεκτρικό θμίφωσ ζχουν ορμιςει μζςα, ςε
ςθκϊνουν όςο πιο όρκιο γίνεται και ςε χτυποφν μεκοδικά παντοφ.

192
Χζρνεςαι ωσ το μπάνιο, κι ανοίγεισ τθ βρφςθ. Ψθν ϊρα που ςκασ αναηωογονθτικά νερό ςτο
πρόςωπό ςου, πίνεισ από τισ χοφφτεσ ςου πάνω απ’ τον νιπτιρα -παραλίγο να ξεράςεισ εκεί
μζςα χκεσ. Απολαμβάνεισ τισ ςταγόνεσ που κυλάνε κάτω ςτον λαιμό και ςτο ςτικοσ ςου.
Ανοίγεισ το παράκυρο και παίρνεισ μια βακιά ανάςα. Εντάξει, ίςωσ να μθν ιταν και τόςο
καλι ιδζα -δεν είςαι ακριβϊσ ςτθν εξοχι.

Σε ςζρνουν ςτο μπάνιο κι ανοίγουν τθ βρφςθ. Ρρόςκρουςθ με το κεφάλι μζςα ςτον


βουλωμζνο νιπτιρα. Αςφυξία. Καταπίνεισ βρωμόνερα που τα ξερνάσ ενϊ παλεφεισ για
οξυγόνο -ο λαιμόσ και το ςτικοσ ςου κοντεφουν να εκραγοφν. Σε τραβοφν για λίγο ζξω και
παίρνεισ μια γριγορθ ανάςα. Το αμζςωσ επόμενο δευτερόλεπτο που πνίγεςαι πάλι,
ςκζφτεςαι ότι ίςωσ να μθν ιταν και τόςο καλι ιδζα.

Ψϊρα ζχεισ ξυπνιςει για τα καλά, μα θ ηαλάδα επιμζνει. Δεν ζχεισ το κουράγιο να πασ να
ντυκείσ, για τθν ϊρα. Αναρωτιζςαι για μια ακόμα φορά, πότε κα πάψεισ να κάνεισ τα ίδια.
Υριν ςωριαςτείσ ςτον καναπζ, παίρνεισ μια παγοκφςτθ και τθν ακουμπάσ ςτο μζτωπό ςου.
Χαλαρϊνεισ -αυτι είναι θ πρϊτθ μζρα τθσ υπόλοιπθσ ηωισ ςου. Τπωσ και κάκε μζρα,
άλλωςτε.

Τϊρα ζχεισ ξυπνιςει για τα καλά, μα όλα γφρω είναι κολά. Δεν ζχεισ το κουράγιο να
αντιςτακείσ τθν ϊρα που ςε γδφνουν. Ακοφσ τισ ίδιεσ ερωτιςεισ, για μια ακόμα φορά.
Σωριάηεςαι ςτο πάτωμα. Νιϊκεισ το παγωμζνο μζταλλο να ακουμπά ςτο μζτωπό ςου, και
ςυνειδθτοποιείσ με ζκπλθξθ ότι αυτι μπορεί να είναι θ τελευταία μζρα τθσ ηωισ ςου. Ππωσ
και κάκε μζρα, άλλωςτε.

(Ξάνε κάτι: www.amnesty.org)

193
Επιςτολι τθσ Κατερίνασ Γκουλιϊνθ προσ τον ΢υνιγορο του Πολίτθ (20/2/2009)

Είμαι 41 ετϊν ςιμερα, εξαρτθμζνθ από τθν θρωίνθ από τα 17 μου. Τόςα χρόνια αρρϊςτια και
εξάρτθςθ από μία ουςία που αν δεν τθν είχα δε κα μποροφςα να είμαι όρκια για να δφναμαι να
εργαςτϊ, για να μπορζςω να ηιςω. Τον χειρότερο εφιάλτθ, όμωσ, που οι περιςςότεροι άνκρωποι
κεωροφν αυτονόθτο ςυνεπακόλουκο τθσ εξάρτθςθσ, δεν είχα ποτζ φανταςτεί ότι κα τον ηιςω ζτςι
όπωσ τον ηω και όπωσ κακθμερινϊσ απειλοφμαι ότι μπορεί ανά πάςα ςτιγμι να υποςτϊ. Αυτό το
«αυτονόθτο ςυνεπακόλουκο τθσ εξάρτθςθσ», λοιπόν, είναι θ φυλάκιςθ, θ οποία, ουςιαςτικά
ςθμαίνει τθν αιχμαλωςία και τθν ομθρία μου από τουσ δεςμοφφλακεσ, που ελζγχουν κι
επεμβαίνουν ακόμθ και ςτα γεννθτικά μου όργανα και ςτ’ απόκρυφα ςθμεία του ςϊματόσ μου.

Πποτε μπαίνω ςτθν φυλακι είτε γιατί ειςάγομαι πρϊτθ φορά είτε γιατί επιςτρζφω από δικαςτιριο
είτε γιατί πιγα νοςοκομείο, δζχομαι τθν εξισ επίκεςθ, θ οποία ονομάηεται «ζρευνα»: Θ
δεςμοφφλακασ με υποχρεϊνει να βγάλω όλα μου τα ροφχα, με βάηει να ςκφψω, ν’ ανοίξω τουσ
γλουτοφσ, να βιξω και παρατθρεί τον πρωκτό μου. Ρολλζσ φορζσ βρίςκει ευκαιρία να παρατθριςει
το γυμνό ςϊμα και με κοιτάει καλά - καλά, μου φζρεται προςβλθτικά, ειρωνικά, κραςφτατα, ςα να
’μαι το τελευταίο ςκουπίδι. Μετά μου δίνουν άλλα ροφχα, από τθν αποκικθ τουσ, παράταιρα και
εξευτελιςτικά, μου παίρνουν το ςουτιζν γιατί, λζει, «απαγορεφεται» να το φοράω ςτθν απομόνωςθ
γιατί λζει, δικεν μπορεί να… αυτοκτονιςω μ’ αυτό, μου δίνουν παποφτςια μεγαλφτερο μζγεκοσ απ’
το δικό μου και περπατάω ςαν παλιάτςοσ και με οδθγοφν ςτο φαρμακείο.

Εκεί, με βάηουν να κακίςω ςε γυναικολογικι καρζκλα και θ δεςμοφφλακασ βάηει το δάχτυλό τθσ ςτο
αιδοίο μου μζςα ςτον κόλπο. Στθν ςυνζχεια υποχρεοφμαι να ουριςω μπροςτά ςτθν δεςμοφφλακα
για να κάνουν το ναρκoτζςτ. Μια φορά, ςτο χαρτί που ιταν τοποκετθμζνο ςτθν γυναικολογικι
καρζκλα όπου μ’ ζβαλαν να κάτςω είδα μία τρίχα από προθγοφμενθ ερευνθκείςα. Θ αποςτείρωςθ
ςτα εργαλεία τουσ είναι κάτι που ενίοτε κυμοφνται. Σε άλλεσ βάηουν διαςτολείσ και ςκουριαςμζνουσ
πολλζσ φορζσ, τουσ βάηουν το δάχτυλό τουσ και ςυγχρόνωσ πιζηουν προσ τον ορκό ι και από επάνω
ςτθ βουβωνικι χϊρα ςε ςθμείο που θ κρατοφμενθ να πονάει. Τα ειρωνικά ςχόλια και τα ςόκιν
«αςτειάκια» των δεςμοφυλάκων δεν λείπουν από το «ρεπερτόριό» τουσ…

Ρροςφάτωσ που αρνικθκα τθν κολπικι ζρευνα και από τον γυναικολόγο, διότι ανεξαρτιτου
μορφϊςεωσ, ειδικεφςεωσ και μορφωτικοφ επιπζδου το να ςου χϊνει ο κακείσ τα δάχτυλά του είναι
τουλάχιςτον «απρεπζσ», κα ζλεγα, και ηθτοφςα υπερθχογράφθμα, με απείλθςαν ότι κα με δζςουν

194
όλθ νφχτα με τθ χειροπζδα ςτο κάγκελο και αυτι τθν απειλι ςυγκεκριμζνα τθν ξεςτόμιςε θ
δεςμοφφλακασ που τελεί χρζθ… νοςοκόμασ ςτο Κατάςτθμα Κράτθςθσ Γυναικϊν Ελεϊνα Θθβϊν
(Κ.Κ.Γ.Ε.Θ.) Γκαβάνα Στζλα παρουςία τθσ υπαρχιφφλακα Σαμπάνθ Σωτθρίασ, μου είπε πωσ αφοφ
είμαι κρατοφμενθ πρζπει να δεχτϊ τθν κολπικι κι αυτι που δεν είναι, είναι «άλλο πράμα». Εν
ολίγοισ αυτό που μου είπαν και λζνε είναι ότι αφοφ είμαι κρατοφμενθ πρζπει να μου κάνουν ό,τι
κζλουν και να μθν αντιδράω.

Με οδιγθςαν ςτθν υποδιευκφντρια Καφρίτςα Αγλαΐα, θ οποία μου είπε πωσ αφοφ αρνοφμαι τθν
κολπικι ζρευνα ό,τι βρεκεί από ναρκωτικά ςτθν φυλακι κα το χρεϊςει ς’ εμζνα και πωσ κα με
κρατιςει πολλζσ θμζρεσ ςτθν απομόνωςθ. Πταν τθσ ηιτθςα να μου κάνει υπερθχογράφθμα διότι δεν
αντζχω άλλο αυτόν τον βιαςμό τθσ κολπικισ, μου είπε πωσ δεν ζχει αυτι τθ δυνατότθτα. Τθσ
απάντθςα ότι δεν είμαι υποχρεωμζνθ να πλθρϊνω εγϊ τθ δικι τουσ ανεπάρκεια και με οδιγθςαν
ςτθν απομόνωςθ όπου οφτωσ ι άλλωσ κα με οδθγοφςαν, κάνοντασ κολπικι ι μθ.

Στθν απομόνωςθ με ζκλειςαν ς’ ζνα κελί όπου ζπρεπε να χτυπάω το κουδοφνι για να ’ρκει θ
δεςμοφφλακασ να μου ανοίξει να πάω ςτθν μία τουαλζτα που είναι κοινι για όλεσ τισ κρατοφμενεσ
ςτον χϊρο αυτόν και παρακολουκοφμενθ από κάμερα. Τθν ϊρα τθσ αφόδευςθσ ςε παρακολουκεί θ
δεςμοφφλακασ από τθν κάμερα κι όταν δει τα περιττϊματά ςου τότε τθσ ηθτάσ τθν άδεια να
τραβιξεισ καηανάκι. Εκτόσ του ότι είμαι αναγκαςμζνθ να κάνω τθν ανάγκθ μου μπροςτά ςε
δεςμοφφλακα είμαι υποχρεωμζνθ να κάνω οκτϊ αφοδεφςεισ για να με βγάλουν από τθν
απομόνωςθ αλλά κι αυτό, πάλι, εξαρτάται από τισ διακζςεισ τουσ.

Οι περιςςότερεσ κρατοφμενεσ αναγκάηονται να παίρνουν κακαρτικό για να επιτφχουν αυτζσ τισ


κενϊςεισ και αρκετζσ φορζσ είτε δεν ζρχεται θ δεςμοφφλακασ να τουσ ανοίξει τθν πόρτα, είτε είναι
άλλθ κρατοφμενθ ςτθν τουαλζτα και ςτθν κυριολεξία ενεργοφνται επάνω τουσ. Δεν είναι λίγεσ οι
φορζσ που κάποιεσ δεςμοφφλακεσ τισ εξευτελίηουν γιατί ενεργικθκαν επάνω τουσ, ι τουσ λζνε
απειλθτικά ότι «εδϊ είναι Θιβα και το κουδοφνι για να πασ τουαλζτα κα το χτυπάσ όταν ζχεισ
μεγάλθ ανάγκθ», τθν οποία «μεγάλθ ανάγκθ» τθν κρίνει θ δεςμοφφλακασ ι τθσ λζνε με δυςφορία
«πάλι τουαλζτα κζλεισ;» και άλλα τζτοια με ανείπωτθ απανκρωπιά και ςαδιςμό.

Μου ζχει ςυμβεί να μθ μου ανοίγει θ δεςμοφφλακασ τθν πόρτα του κελιοφ για να πάω ςτθν
τουαλζτα και αναγκαηόμουν να ουρϊ ςε πλαςτικό μπουκάλι νεροφ και αργότερα να ζχω πρόβλθμα
με το ζντερό μου από τθν ςυγκράτθςθ των κοπράνων. Στο τζλοσ, ζφταςα ςτο ςθμείο να κλωτςάω

195
τθν πόρτα του κελιοφ για να μου ανοίξει, να μου φζρεται προκλθτικά και υποτιμθτικά και επειδι τθν
αποκάλεςα «κότα» ζγραψε μία ψευδι αναφορά (θ κα Δανιθλίδου Χαρίκλεια είναι θ εν λόγω
δεςμοφφλακασ) ςε ςυνεργαςία με τον αρχιφφλακα Γαλάνθ Ιωάννθ που ιταν υπθρεςία εκείνθ τθν
θμζρα και ςε αυτόν αναφερόταν θ κα Δανιθλίδου, με πζραςαν πεικαρχικό κι ο υποτελισ ςε αυτοφσ,
ειςαγγελζασ Ρραςςάσ Γεϊργιοσ με τιμϊρθςε με πεικαρχικι ποινι εγκλειςμοφ ςε κελί τθσ
απομόνωςθσ για πζντε μζρεσ με, επιπροςκζτωσ παράνομθ, ςτζρθςθ καφζ, τςιγάρου και τθλεφϊνου.
Ρεικαρχικό, το οποίο παραγράφεται ςε δυο χρόνια πράγμα που ςθμαίνει πωσ εκτόσ του μαρτυρίου
που υπζςτθν, δεν κα αποφυλακιςκϊ με υφ’ όρων απόλυςθ, δεν κα πάρω άδεια και οι άρρωςτοι
γονείσ μου και θ 21χρονθ κόρθ μου κα περιμζνουν πολφ για να με δουν και να τουσ ςτθρίξω.

Πλα αυτά ςυνζβθςαν ςτθ γυναικεία φυλακι Κορυδαλλοφ, αλλά αυτοί οι κφριοι υπθρετοφν ςιμερα
ςτθ Θιβα όπωσ και ο αρχιφυλακεφων Κοράκθσ Ραναγιϊτθσ, ο οποίοσ ςτθν εδϊ απομόνωςθ τθσ
Θιβασ μου είπε πωσ παρ’ όλεσ τισ οχτϊ κενϊςεισ κλπ δικαιοφται «βάςει του εςωτερικοφ
κανονιςμοφ» να με κρατιςει ζξι θμζρεσ ςτθν απομόνωςθ. Ο εςωτερικόσ κανονιςμόσ δεν γράφει κάτι
τζτοιο, αντίκετα λζει πωσ θ τριιμερθ κράτθςθ ςτθν απομόνωςθ γίνεται μ’ εντολι ειςαγγελζα και
παρατείνεται εφόςον ζχουν βρεκεί απαγορευμζνεσ ουςίεσ ςτο ςϊμα του κρατοφμενου και δεν
μποροφν να αφαιρεκοφν…

Μπάνιο δεν μπορείσ να κάνεισ ςτθν απομόνωςθ -ειδικό χϊρο κράτθςθσ τον ονομάηουν λεσ και
αλλάηοντασ όνομα ςε κάτι παφει και θ φρίκθ- γιατί όταν τφχει να ζχει ηεςτό νερό δεν είναι εκεί θ
δεςμοφφλακασ, και όταν είναι εκεί μπορεί να ςε βγάλει από το κελί για να κάνεισ μπάνιο, το νερό να
είναι κρφο και να επιμζνει πωσ είναι ηεςτό βγάηοντάσ ςε τρελι. Πταν και αν κάνεισ μπάνιο ςε
παρατθρεί. Ζτςι, μζνουμε χωρίσ μπάνιο για επτά μζρεσ και άνω. Καφζ, νερό υποχρεοφςαι να
παραγγείλεισ μόνο από το καφενείο τθσ φυλακισ το οποίο λειτουργεί για τουσ δεςμοφφλακεσ και
δουλεφουν ςε αυτό κρατοφμενεσ. Τθν τελευταία φορά που κρατικθκα ςτθν απομόνωςθ πλιρωςα
20 ευρϊ ςτο καφενείο. Με αυτά τα χριματα μποροφςα να περάςω περίπου είκοςι μζρεσ
αγοράηοντασ καφζ, ηάχαρθ κλπ ενϊ τα πλιρωςα μζςα ςε πζντε μζρεσ. Αλλά εδϊ θ διαχείριςθ των
χρθμάτων μασ εξαρτάται από τισ ορζξεισ τθσ υπθρεςίασ του Κ.Κ.Γ.Ε.Θ.

Πταν λοιπόν, αποφαςίςουν οι αςφδοτοι βαςανιςτζσ μασ να μασ βγάλουν από τθν απομόνωςθ
πρζπει να περάςουμε το ίδιο μαρτφριο τθσ ςωματικισ ζρευνασ και τθσ κολπικισ ειςβολισ. Αυτό το
ίδιο μαρτφριο τθσ ζρευνασ μπορεί ανά πάςα ςτιγμι να μου το κάνουν και ςτο κάλαμο, όπου μζνω,
όταν υπάρχει υπόνοια για φπαρξθ απαγορευμζνων ουςιϊν. Μπαίνουν μζςα ςτο κάλαμο, μασ

196
ξυπνάνε, μασ κάνουν ςωματικι και κολπικι ζρευνα, μασ βγάηουν ζξω από τον κάλαμο και
ανακατεφουν όλα μασ τα πράγματα πετϊντασ τα κάτω. Μετά χάνουμε πράγματα μασ γιατί τα πετάνε
ι τα παίρνουν και πρζπει να τακτοποιιςουμε ολόκλθρο το κάλαμο για να μπορζςουμε να
κοιμθκοφμε…

Κάποτε ιμουν άνκρωποσ με όνειρα, με όρεξθ για μάκθςθ, με κερδοφόρα επιχείρθςθ, με όρεξθ για
δθμιουργία. Σιμερα, όλοσ αυτόσ ο πόνοσ, θ κακοποίθςθ, ο βιαςμόσ του ςϊματοσ και τθσ ψυχισ που
ζχω υποςτεί με κάνουν να ονειρεφομαι πωσ τουσ ςκοτϊνω όλουσ αυτοφσ που πλθρϊνονται για να
βαςανίηουν αδφναμουσ ανκρϊπουσ. Σφίγγοντασ τα δόντια ςιγοψικυρίηω «και για το πείςμα ςασ,
γουροφνια, κα αντζχω» ελπίηοντασ να ζρκει κάποια μζρα που κα ςταματιςουν να απλϊνουν τα
βρϊμικα, διεςτραμμζνα χζρια τουσ επάνω ςε αδφναμουσ ανκρϊπουσ. Το ξζρω πωσ ο κόςμοσ δεν
αλλάηει, ΜΕΤΑ΢΢ΥΘΜΙΗΕΤΑΙ, όμωσ, φτάνει να μθν αδιαφοροφμε.

Ροτζ δεν πρόκειται να ξεπεράςω τα όςα υπζςτθν και υπόκειμαι μζςα ςτθ φυλακι.

Γκουλιϊνθ Κατερίνα

[Θ πραγματοποίθςθ πρωκτικισ ι κολπικισ ζρευνασ από τουσ δεςμοφφλακεσ αποτελεί παράνομθ


πρακτικι, θ οποία εφαρμόηεται καταχρθςτικά, αφοφ είναι επιτρεπτι μόνο κατ’ εξαίρεςθ, κατόπιν
εντολισ του ειςαγγελζα-επόπτθ και μπορεί να πραγματοποιθκεί μόνο από γιατρό. Θ άρνθςθ τθσ
Ξατερίνασ Γκουλιϊνθ να υποςτεί το βαςανιςτιριο του αυτοςχζδιου “κολπικοφ ελζγχου”, αποτζλεςε το
ζναυςμα για να αρχίςουν οι ςυγκρατοφμενζσ τθσ να αρνοφνται κι αυτζσ. Χυγχρόνωσ, δεν ςταματοφςε να
κάνει επίςθμεσ καταγγελίεσ για όλα όςα ςυμβαίνουν ςτισ φυλακζσ. Χτισ 18 Παρτίου του 2009 και ενϊ
δεν ζμεναν παρά δφο εβδομάδεσ για το Εφετείο τθσ ςτθν Οάριςα, με τθν οικογζνειά τθσ να περιμζνει τθν
αποφυλάκιςι τθσ, τθν ςτζλνουν με μεταγωγι ςτθν Ξριτθ, όπου όμωσ δεν ζφταςε ηωντανι. Θ “επίςθμθ”
εκδοχι λζει ότι θ Ξατερίνα Γκουλιϊνθ πζκανε από χριςθ ναρκωτικϊν. Χε πλοίο, με χειροπζδεσ και
φρουροφμενθ από φφλακεσ, κατά τθ διάρκεια μεταγωγισ από το ζνα “κατάςτθμα κράτθςθσ” ςτο άλλο...]

197
28 Mαρτίου 2016

Πταν βγικε θ νζα κυβζρνθςθ ανακοίνωςε τα υπουργεία τθσ. Ακοφω ότι υπάρχει και ζνα υπουργείο
που λζγεται “Υπουργείο Δικαιοςφνθσ και Διαφάνειασ”. Αμζςωσ ςκζφτθκα, “πϊσ αυτό το υπουργείο
Δικαιοςφνθσ και Διαφάνειασ, με τθν περίφθμθ ΕΔΕ, δεν μπόρεςε να δει, με τθ διαφάνεια που ζχει,
το φόνο τθσ κρατοφμενθσ κόρθσ μου, Κατερίνασ Γκουλιϊνθ;” Ρϊσ δεν μπόρεςε να δει ότι θ φυλακι
είναι κράτοσ εν κράτει και ότι γίνονται εκεί μζςα από τθν εξουςία τθσ φυλακισ, αυτά που δεν
γίνονται ζξω ςτθν κοινωνία; Θ Κατερίνα μου αυτά ικελε να αλλάξει, για να γίνει θ φυλακι πιο
ανκρϊπινθ και οι κρατοφμενοι να ζχουν μόνο τθ ςτζρθςθ τθσ ελευκερίασ τουσ και όχι και τα
βαςανιςτιρια. Το λάκοσ ιταν ότι πάλευε μόνθ τθσ. Ζξω ςτθν κοινωνία ο δολοφόνοσ ι οι δολοφόνοι
πιάνονται αμζςωσ. Το υπουργείο Δικαιοςφνθσ και Διαφάνειασ δεν μπορεί να δει τίποτε, γιατί όλα
είναι κουκουλωμζνα.

Χωρίσ ντροπι, θ ειςαγγελζασ τθσ Θιβασ μου ζςτειλε ζνα χαρτί που βεβαίωνε ότι θ κόρθ μου
Κατερίνα από άγνωςτο άτομο προμθκεφτθκε τθν θρωίνθ. Από ό,τι ξζρω, θ κόρθ μου δεν ζφυγε μόνθ
τθσ από τθ φυλακι τθσ Θιβασ για το Λαςίκι τθσ Κριτθσ. Ζφυγε με φφλακεσ. Αυτοί οι φφλακεσ είχαν
μεγάλθ ευκφνθ, και όμωσ δεν τιμωρικθκε κανζνασ. Άρα αυτι θ μεταγωγι ιταν απαγωγι. Στθ
δικογραφία που διάβαςα, θ ανακρίτρια τουσ ζκανε τα ερωτιματα που κα τουσ ζκανα και εγϊ, εάν
τουσ είχα μπροςτά μου. Γιατί δεν τθν άφθςαν να πάρει τθλζφωνο ςτον Ειςαγγελζα να γίνει
μεταγωγι μετά το εφετείο τθσ, που ιταν 8 Απρίλθ ςτθ Λάριςα; Γιατί δεν είχαν γυναίκεσ φφλακεσ;
Γιατί τθν είχαν απομονωμζνθ, μακριά από τουσ άλλουσ κρατοφμενουσ; Θ ανακρίτρια άκουςε μόνο τα
φτθνά άλλοκί τουσ. Δεν ζπρεπε να ακοφςει και τθν άλλθ πλευρά; Αλλά κα ςκζφτθκε θ ανακρίτρια
ότι θ εξουςία δεν λζει ψζματα. Και ζτςι απλά, ζκλειςε ο φάκελοσ και μπικε ςτο αρχείο. Θ Κατερίνα
μου ιταν ολόκλθρθ ζνα φωσ. Το φωσ αυτό οι εξουςίεσ δεν το άντεχαν. Και ζτςι το ζςβθςαν.
Στισ 18 Μαρτίου ζκλειςε εφτά χρόνια από τθ δολοφονία τθσ.

Για τθ μνιμθ τθσ,

θ μθτζρα τθσ, Σουλτάνα Γκουλιϊνθ

198
199
200
Ο ΑΦΕΛΗ΢ ΚΑΙ ΣΑ F16

Υρωί εκνικισ εορτισ. Πε ξυπνάνε προςωρινά τα μαχθτικά που περνάνε πάνω από το ςπίτι
μου, πθγαίνοντασ ςτθν παρζλαςθ. Τταν ςθκϊνομαι λίγεσ ϊρεσ αργότερα, βρίςκω ζνα χαρτί
που είχα μουτηουρϊςει μεταξφ φπνου και ξφπνιου: “ΗΒΛΛΛΛΡΡ!! Κα ςασ βομβαρδίηουμε με
ιπτάμενα τανκσ! Κα ςασ προκαλοφμε ςειςμοφσ με το πάτθμα ενόσ κουμπιοφ, κα ςασ
ςτζλνουμε αρρϊςτιεσ με το φφςθμα του αζρα, πφραυλοι με δεκαπζντε υδρογονοβόμβεσ κα
ςασ πετυχαίνουν ςε πζντε δευτερόλεπτα τθλεκατευκυνόμενοι μόνο με τθ ςκζψθ! Θ
πρόοδοσ δε κα ςταματιςει ποτζ, μζχρι να ςασ ζρκει κατακζφαλα! ΗΒΛΛΛΛΡΡ!!”

Χε ζναν κόςμο ανζχειασ ξοδεφονται άπειροι πόροι για να καταςκευάηονται - πωλοφνται -


αγοράηονται - χρθςιμοποιοφνται βόμβεσ` κι όταν κάποιοσ λζει ότι αυτό είναι παρανοϊκό,
κατθγορείται ωσ αφελισ. Ξαι μζροσ από τουσ φόρουσ που πλθρϊνει αυτόσ ο αφελισ,
χρθςιμοποιείται για τθ χρθματοδότθςθ ακριβϊσ αυτοφ του φαφλου κφκλου που τόςο
αφελϊσ όςο και διακαϊσ, επικυμεί να ςταματιςει. Τταν λοιπόν μια ωραία μζρα, ζχοντασ
πλζον αποδεχτεί ότι ζτςι λφνονται οι διαφορζσ μεταξφ των ανκρϊπων, βάλει μια βόμβα ςτο
Υεντάγωνο, ςτθν ερϊτθςθ “γιατί το ζκανεσ;” κα μπορεί να απαντιςει χαμογελϊντασ: “Από
αφζλεια!”

201
ΕΞΣΡΑ ΕΙ΢ΟΔΗΜΑ

Ξαι βρίςκεισ ζνα χαρτί. «Ζξτρα ειςόδθμα - Θμιαπαςχόλθςθ 600 ζωσ 900 ευρϊ το
μινα - Τχι ντίλερ/πλαςιζ - Υολυεκνικι ψάχνει ςυνεργάτεσ - Υλθροφορίεσ Ξα Ψάδε, τθλ…».
Ξαι για τον Χ ι Ψ λόγο, παίρνεισ τθλζφωνο να δεισ αν πρόκειται για τθ γνωςτι διανομι
φυλλαδίων με παράλλθλθ προςπάκεια πϊλθςθσ τθσ «μεγάλθσ εγκυκλοπαίδειασ» βοτάνων
/ αςτρολογίασ / παιδιατρικισ κλπ. Αλλά δε ςου λζνε από το τθλζφωνο. Θ κυρία Ψάδε ςου
λζει ότι γίνεται μια ενθμζρωςθ μεκαφριο, ςτθν τάδε οδό, τάδε όροφο. Ξαι πασ. Ξαι
βρίςκεςαι ςτα γραφεία τθσ δείνα εταιρείασ μαηί με άλλουσ δεκαπζντε που ζχουν ζρκει για
τθν ίδια ενθμζρωςθ. Ξαι ςε βάηουν να ςυμπλθρϊςεισ τα ςτοιχεία ςου ςε μια αίτθςθ -για
τθν ενθμζρωςθ πάντα. Ξαι ςε οδθγοφν ςε ζνα δωμάτιο με καρζκλεσ ςτθ ςειρά και μπροςτά
ζνα πόντιουμ. Ξαι κάκεςαι. Ξαι ςου ηθτάνε να κάτςεισ μπροςτά. Χτθν αρχι ευγενικά. Πετά
γίνονται πιεςτικοί. Ξαι ζχουν και dj.

Ξαι ξεκινϊντασ μιλάει κάποιοσ για τθν εταιρεία και τα προϊόντα (Αμερικάνικθ
πολυεκνικι, ξεκίνθςε τότε, τόςα παραρτιματα, τόςο τηίρο, ποιοτικά προϊόντα, προϊκθςθ
όχι μζςω διαφιμιςθσ αλλά ενόσ «πρωτοποριακοφ και δοκιμαςμζνου ςυςτιματοσ», των
προςωπικϊν πωλιςεων). Ξαι μόλισ τελειϊνει, καταλαβαίνεισ γιατί υπιρχε τόςθ πίεςθ να
κάτςεισ μπροςτά (“βοθκιςτε μασ να ςυμπλθρϊςουμε τισ μπροςτινζσ κζςεισ - είναι
ςθμαντικό να κάτςετε μπροςτά - όχι εδϊ, μπροςτά κακίςτε - μα αφοφ όλοι κάκονται
μπροςτά, μπορείτε να πάτε μπροςτά παρακαλϊ;”) και γιατί το ςτράβωμα που δεν το
ζκανεσ. Υίςω είναι οι άνκρωποι που χειροκροτοφν ενκουςιωδϊσ.

Πετά κάποιοι από αυτοφσ ςθκϊνονται για να μοιραςτοφν με τον υπόλοιπο κόςμο το
πόςο άλλαξε τθ ηωι τουσ θ εταιρεία α) με τα ποιοτικότερα και φκθνότερα από του
υπόλοιπου εμπορίου προϊόντα τθσ και β) με τα ζξτρα χριματα που βγάλανε τόςο εφκολα
λόγω τθσ αμζριςτθσ ςτιριξθσ τθσ εταιρείασ. Ξι άλλα ενκουςιϊδθ χειροκροτιματα και
μουςικζσ. Ξι ανεβαίνει ο επόμενοσ. Υάντα με τθν ίδια αρχι: “Είμαι αυτόσ, και τον
περαςμζνο μινα ζβγαλα τόςα και…” Ξλαπ-κλαπ-κλαπ! Ξαι ςου ’ρχεται να βάλεισ τα γζλια.
Ξαι ςθκϊνεισ το χζρι ςου ςαν καλόσ μακθτισ γιατί ζχεισ μια απορία εδϊ και μία ϊρα που τα
ακοφσ όλα αυτά, το τί πρζπει να κάνεισ για να μπεισ κι εςφ ς’ αυτι τθν αγαπθμζνθ και
ευθμεροφςα οικογζνεια. Αλλά ενοχλθμζνοι οι κουςτουμαριςμζνοι υπεφκυνοι ςου ηθτάνε
να ακοφςεισ πρϊτα, γιατί είναι πολφ ςθμαντικό το να μάκουμε να ακοφμε, και να ζχεισ
υπομονι και κα ςου λυκοφν όλεσ οι απορίεσ μετά το διάλειμμα.

202
Ξαι γίνεται το διάλειμμα, αλλά αν κεσ να ακοφςεισ και τθ ςυνζχεια, πρζπει να
ξαναςυμπλθρϊςεισ δεφτερθ αίτθςθ και ςου δίνουν και καρτελάκι για το πζτο! Ξαι
νευριάηεισ, αλλά νικάει θ ανκρωπολογικι ςου περιζργεια και λεσ με τόςο χρόνο χαμζνο
ιδθ, κάτςε να δοφμε τί κα βγει. Ξαι ξαναμπαίνεισ ςτθν ίδια αίκουςα ακοφγοντασ για
πολλοςτι φορά το Simply the Βest μζχρι να ζρκει ο (ουάου! ηιτω και τιμι μασ και τρελό
χειροκρότθμα) ςοφπερ επιτυχθμζνοσ υπεφκυνοσ του ελλθνικοφ τμιματοσ και να ςου πει
πωσ με το πτυχίο του τφλιγε ςουβλάκια, και πωσ θ ανεργία είναι φοβερό πράγμα, και τισ
ευκαιρίεσ πρζπει να τισ αρπάηουμε γιατί ΠΛΑ φορά μασ παρουςιάηονται ςτθ ηωι τζτοιεσ
ευκαιρίεσ να αλλάξουμε τθ ηωι μασ, και πωσ θ αποφαςιςτικότθτα είναι το κλειδί -απλϊσ
αποφάςιςζ το και κα μάκεισ μετά πϊσ ακριβϊσ δουλεφει.

“Αλλά να, για να πάρετε μια ιδζα, κζλω ζναν εκελοντι` ανζβα εςφ πάνω (κλαπ-
κλαπ-κλαπ) και πεσ μασ πόςεσ ϊρεσ δουλεφεισ και πόςα βγάηεισ -μόνο τόςα;- και πϊσ κα
ςου φαινότανε να ιςουν ςυνεργάτθσ κι απλά να κακόςουν -κι άλλουσ τρεισ εκελοντζσ
κζλω- (χειροκρότθμα και για τθ Παρία, και μετά για τον Ξϊςτα, και τον Γιάννθ) και να
ζγραφεσ πελάτεσ αυτοφσ τουσ τρεισ, κι όταν αυτοί οι τρεισ γράφανε από άλλουσ τρεισ ο
κακζνασ, από πόςουσ κα ζπαιρνεσ ποςοςτό, ααα, βλζπεισ λοιπόν, από δϊδεκα - κι όλοι
ζχουμε τρεισ γνωςτοφσ που μποροφμε να γράψουμε, και ςου ζρχεται νόμιμα και μόνιμα το
τςεκ κατευκείαν από τθν εταιρεία, και δε χρειάηεται να καταναλϊνεισ τα προϊόντα αλλά ςε
ςυμφζρει γιατί είναι πολφ καλά κι ζχεισ κι ζκπτωςθ”. Ξαι αιςκάνεςαι λίγο βλάκασ, γιατί
όλοι καταλάβαμε από το πρϊτο τζταρτο περί τίνοσ πάνω-κάτω πρόκειται, οπότε λογικά
περιμζνεισ μετά από δφο ϊρεσ να ακοφςεισ κάτι περιςςότερο.

“Ξαι βζβαια, αυτά ιςχφουν για τουσ απλοφσ ςυνεργάτεσ. Εςείσ κα γίνετε κατευκείαν
«supervisors»”. Ξαι γίνεςαι πάλι ενοχλθτικόσ -Ραι, αλλά είμαι εδϊ δφο ϊρεσ κι ακόμα δεν
ζχετε πει τίποτα ςυγκεκριμζνο, δθλαδι τι ακριβϊσ κάνει ο supervisor; -“Πα αφοφ το
είπαμε, μπορείτε να με ρωτιςετε ό,τι κζλετε ςτο τζλοσ! Αλλά το καλφτερο που ζχετε όλοι
να κάνετε είναι να ζρκετε ςτο τριιμερο ςεμινάριο ςτο ξενοδοχείο Χ, να γνωριςτοφμε και
προςωπικά και να περάςετε ςτο επόμενο ςτάδιο` μόνο με ογδονταπζντε ευρϊ ςασ δίνεται
κι εςάσ θ ευκαιρία μζςα ςε ζνα τριιμερο να φάτε, να πιείτε, να χορζψετε και κυρίωσ να
αλλάξετε τθ ηωι ςασ -και μετά από αυτό δε κα μπορείτε πιά να λζτε ότι ο κεόσ δε μασ
βλζπει όλουσ!” Ξαι δϊς' του χειροκρότθμα κι ο ελεεινόσ τφποσ εξαφανίηεται αμζςωσ και
ςου μζνει θ αρχικι κυρία Ψάδε για να ςου λφςει τισ απορίεσ, αλλά κι αυτι δε μπορεί γιατί
ζχει πάρει τον ίδιο όρκο ςιωπισ. “Απλϊσ πάρε τθν απόφαςθ, κζλουμε μόνο τουσ
αποφαςιςμζνουσ”. Ξαι κυρίωσ δε κζλουμε διάλογο και απαιτιςεισ για ςαφινεια.

203
Ξαι τελικά μζνεισ με τθν αίςκθςθ ότι θ όλθ διαδικαςία «ενθμζρωςθσ»
(ξεςκαρταρίςματοσ), κερδίηει ςε ακλιότθτα ακόμα και το ερωτθματολόγιο ςε αςφαλιςτικι
εταιρεία που ζψαχνε κι αυτι «ςυνεργάτεσ», με ερωτιςεισ του τφπου “Αν ζβλεπα ζναν
ςυνάδερφο να κάνει κάτι που δεν προβλζπεται εν ϊρα εργαςίασ κα τον κατιγγειλα (Ραι-
Τχι)” ι “Υροτιμϊ να δουλεφω περιςςότερεσ ϊρεσ για να βγάλω περιςςότερα χριματα (Ραι-
Τχι)” κι άλλα παρόμοιου φφουσ, και ξεπερνά ςε κράςοσ ακόμα κι αυτι τθν περίφθμθ
«τρίωρθ ευχάριςτθ απαςχόλθςθ για φοιτθτζσ/φοιτιτριεσ, €12 τθν ϊρα, πλθρωμι
αυκθμερόν» θ οποία μεταφράηεται ςε 25 ευρϊ τθν θμζρα, οχτάωρθ -και φυςικά
αναςφάλιςτθ- εργαςία, του τφπου “δοκιμάςτε το καινοφριο μασ βουτυράκι / ςερβιετάκι /
δανειάκι”.

Ξαι φεφγεισ ζκπλθκτοσ με τθν περιρρζουςα βλακεία, τον φαςιςμό και τθν αποδοχι
του, με το πόςοι ζκαναν αιτιςεισ για το τριιμερο χωρίσ να ενοχλθκοφν, και λίγο ςου ’ρχεται
να βάλεισ τα γζλια με τισ τόςο προφανείσ απόπειρεσ χειριςμοφ, λίγο να βάλεισ τα κλάματα
από τθ δεκτικότθτα, ι/και τθν απλοϊκότθτα, ι/και τθν απόγνωςθ, ι/και τον κυνιςμό των
ανκρϊπων, λίγο ςου ’ρχεται να χτυπιςεισ κάποιον, και λίγο να μουντηωκείσ που ζφαγεσ
τςάμπα άλλεσ δυό ϊρεσ απ’ τθν ηω-από-περιζργεια ηωι ςου. Ξαι πασ μζχρι το περίπτερο κι
αγοράηεισ μια ςοκολάτα και τθν τρωσ αργά-αργά περιμζνοντασ το λεωφορείο για το ςπίτι,
χαηεφοντασ μελαγχολικά τα χαρτάκια ςτισ ςτάςεισ με τισ διαφθμίςεισ-αγγελίεσ για «Ε΢ΨΦΑ
ΕΛΧΣΔΘΠΑ».

---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

ΩΓ: Υολλζσ «πυραμίδεσ» χρθςιμοποιοφν ςαν κάλυψθ τισ πωλιςεισ προϊόντων. ΢εκινάσ αγοράηοντασ
εςφ ο ίδιοσ, και παίρνεισ ποςοςτά επί των πωλιςεων που κάνεισ. Χτο μεταξφ πλθρϊνεισ μθνιαία
ςυνδρομι ςτο δίκτυο. Επειδι όμωσ τα κζρδθ από τθν πϊλθςθ προϊόντων είναι μθδαμινά, υπάρχει θ
πίεςθ να γράψεισ νζα μζλθ, αφοφ κάκε μζλοσ δίνει ζνα ποςοςτό ςε εκείνον που τον βάηει ςτθν
πυραμίδα. Τμωσ δεν μποροφν να υπάρξουν τόςα νζα μζλθ που να ςυντθροφν τα πιο πάνω επίπεδα.

Για παράδειγμα, για 20.000 άτομα: 1 βγάηει τρομερά κζρδθ, 5 (0,026%) ζχουν 3.905 άτομα από
κάτω κι είναι πολφ κερδιςμζνοι, 25 (0,1% ) ζχουν 780 άτομα από κάτω και βγάηουν αρκετά, 125
(0,64%) κερδίηουν 3 με 4 φορζσ τισ απαιτοφμενεσ μθνιαίεσ αγορζσ προϊόντων, 625 (3,2%) απλά
καλφπτουν τισ απαιτοφμενεσ μθνιαίεσ αγορζσ προϊόντων, 3.125 (16%) με 5 άτομα από κάτω
ξοδεφουν περιςςότερα απ' όςα κερδίηουν και 15.625 (80%) είναι νζα μζλθ και ξοδεφουν
περιςςότερα απ' όςα κερδίηουν.

Δθλαδι, όλοι όςοι είναι ςτα χαμθλότερα επίπεδα, το 96% του ςυςτιματοσ, χάνουν! Τπωσ είναι
φυςικό, περιςςότεροι από τουσ μιςοφσ τα παρατοφν, αφοφ πρϊτα ζχουν γίνει αφόρθτα ενοχλθτικοί
ςε όςουσ φίλουσ και γνωςτοφσ ζχουν, κι αφότου ζχουν αγοράςει «εκπαιδευτικό υλικό» για
πωλιςεισ και πλθρϊςει για «εκπαιδευτικά ςεμινάρια», που είναι “προαιρετικά, όπωσ κι θ
επιτυχία”...

204
ΠΕΡΙ ΑΝΙ΢ΟΣΗΣΩΝ (ΠΡΟ «ΚΡΙ΢Η΢»…)

Σ μζςοσ εργαηόμενοσ ςτθν Ελλάδα του 2005 βγάηει γφρω ςτισ €20.000 μεικτά τον
χρόνο, αν παίρνει γφρω ςτα €1.000 κακαρά το μινα. Εξαιρϊντασ τισ κλοπζσ, τισ μίηεσ και τθ
διαφκορά, μόνο με τουσ νόμιμουσ τρόπουσ, βλζπει διαρκϊσ τθ χυδαία ανιςότθτα των
αμοιβϊν γφρω του. Βζβαια, τα εκατομμφρια των κατοίκων των χωρϊν τθσ υπο-Χαχάριασ
Αφρικισ κα γελοφςαν διαβάηοντασ περί "ανιςότθτασ", μα ασ περιοριςτοφμε για πολφ λίγο
ςτον Δυτικό κόςμο. Βλζπει λοιπόν τραγουδίςτριεσ να βγάηουν ς' ζναν μινα όςα βγάηει ο
ίδιοσ ς' ζναν χρόνο, ι άλλουσ να τα καταφζρνουν ακόμα καλφτερα, κλωτςϊντασ μια μπάλα.
Βζβαια, ο μζςοσ εργαηόμενοσ μΧΧΧΧΧσ είναι που τουσ ςυντθρεί, οπότε καλά να πάκει.
Ωπάρχει όμωσ και μία περίπτωςθ, ςτθν οποία θ ανιςότθτα των αμοιβϊν είναι φρικιαςτικά
νόμιμθ, μα ο μζςοσ εργαηόμενοσ δεν ζχει τθν άμεςθ ευκφνθ. Ξι αυτό διότι τα υψθλόβακμα
ςτελζχθ των μεγάλων επιχειριςεων, δεν κόβουν ειςιτιρια…

Ψα ςκάνδαλα τφπου Enron δεν εμπόδιςαν τισ αυξιςεισ ςτισ αμοιβζσ των
διευκυντικϊν ςτελεχϊν των μεγάλων επιχειριςεων, μζςω επιδομάτων, μετοχϊν, ποςοςτϊν
και φυςικά του μιςκοφ τουσ. Χτθν περίπτωςθ του διευκφνοντα ςυμβοφλου τθσ Morgan
Stanley για παράδειγμα, Φίλιπ Υάρςελ, το ςφνολο ζφκαςε το ρεκόρ των 68.000.000
δολαρίων ετθςίωσ. Ψο 2005, ο Nolan D. Archibald, CEO τθσ Black & Decker Corporation,
αμείφκθκε με 16.000.000 δολάρια. Αντίςτοιχα, ο William P. Lauder τθσ πρωτακλιτριασ ςε
βαςανιςμοφσ ηϊων Estee Lauder, (θ οποία ςκοτϊνει με φρικτοφσ τρόπουσ χιλιάδεσ ηωάκια
τον χρόνο για να παράγει ςαμπουάν με φκθνζσ τοξικζσ ουςίεσ όπωσ το sodium lauryl
sulfate) ζβγαλε το 2005 ζνα ποςό το οποίο ζνασ μζςοσ εργαηόμενοσ δεν κα ζβγαηε οφτε ςε
30 χρόνια, δθλαδι 8.352.582 δολάρια, ψίχουλα μπροςτά ςτον E. Stanley O'Neal τθσ Merrill
Lynch & Co. Inc. με τα 35.500.335 δολάρια των ετιςιων αποδοχϊν του.

Για να "προςγειωκοφμε" λίγο, ο γενικόσ διευκυντισ του BBC, πιρε αφξθςθ το 2005
μόλισ 90.000 ευρϊ, τθν ίδια ϊρα που το κανάλι ζκανε περικοπζσ, απολφοντασ ανκρϊπουσ
που ζπρεπε να δουλεφουν 4-5 χρόνια, για να πάρουν το ποςό, μόνο τθσ φετινισ του
αφξθςθσ! Ξαι τϊρα, ασ ξαναςκεφτοφμε τα περί "ανεπάρκειασ πόρων" για τθν εξάλειψθ τθσ
πείνασ ςτον Ψρίτο Ξόςμο. Γελάςαμε; Αυτοί νομίηω ότι γελοφν περιςςότερο. 'Λςωσ και με το
δίκιο τουσ. Χτο κάτω-κάτω, τα κερδίηουν τα λεφτά τουσ. Υόςεσ ϊρεσ τθν θμζρα είπαμε ότι
δουλεφετε; Α, κι εςείσ τόςεσ; Ψότε μάλλον απλά κα είςτε γφρω ςτισ 800 φορζσ πιο
αμόρφωτοσ και ανίκανοσ, από τον κφριο Nolan D. Archibald...

Για περαιτζρω πλθροφόρθςθ: http://www.aflcio.org/corporatewatch/paywatch/

205
ΚΙ ΑΝ ΔΕN ΜΠΟΡΟΤΜΕ "ΝΑ ΚΑΝΟΤΜΕ ΕΠΑΝΑ΢ΣΑ΢Η"

«Πςο θ κοινωνία κα βαςίηεται ςτα χριματα, δεν κα ζχουμε ποτζ αρκετά»

(Φυλλάδιο, Ραριςινζσ Απεργίεσ, Δεκ. 1995)

Υοιοσ κζλει να αλλάξει τον κόςμο; Ξαι γιατί; Σ κόςμοσ είναι φτιαγμζνοσ κατ' εικόνα και κακ'
ομοίωςι μασ. Εμείσ τον κάναμε όπωσ είναι, γιατί ζτςι είμαςτε εμείσ. Αν δεν μασ αρζςει θ
κατάςταςθ, μάλλον ιρκε θ ϊρα να κοιταχτοφμε ςτον κακρζφτθ. Ξαι δεν υπάρχει "κακι
εφαρμογι" ενόσ ςυςτιματοσ -μόνο θ πραγματικότθτα. Ψο κζμα είναι να εφαρμόςουμε ζνα
ςφςτθμα που να μθ λειτουργεί, όταν κάποιοσ προςπακεί να εκμεταλλευτεί κάποιον άλλο.
Δεν μποροφμε να εφαρμόςουμε ζνα τζτοιο ςφςτθμα, ι δεν κζλουμε; Απ' ό,τι φαίνεται,
μερικοί δεν μποροφν, επειδι μερικοί άλλοι δεν κζλουν… Δεν αποηθτϊ ζναν κόςμο όπου
όλοι κα αγαπιόμαςτε τρελά μεταξφ μασ. Πόνο ζναν κόςμο υγιι -κι αυτόσ δεν είναι. Ψο να
φαίνεται "το δίκαιον του ιςχυροτζρου" ςαν θ φυςικι τάξθ των πραγμάτων, δεν εξυπθρετεί
παρά τουσ ιςχυροφσ -αυτοφσ τουσ ανιςόρροπουσ που επιδιϊκουν να εξουςιάηουν τουσ
άλλουσ, ϊςτε να προωκοφν με μεγαλφτερθ επιτυχία τισ δομζσ που επιτρζπουν ςε αυτό το
ςφςτθμα να εξαπλϊνεται και να επικρατεί.

Τταν πλζον ςυνειδθτοποιεί κανείσ ότι τα πράγματα δεν είναι οφτε φυςικά, οφτε καλά, οφτε
ακϊα, βρίςκεται ιδθ άμεςα ι ζμμεςα υπό τθν εξουςία διάφορων ομάδων ανκρϊπων, ςτισ
οποίεσ ποτζ δεν ζδωςε το δικαίωμα να τον εξουςιάηουν. Ηοφμε μζςα ςε ζνα ςφςτθμα που
ευνοεί τθν φπαρξθ Ππουσ και Οάντεν, Ππερλουςκόνι και νεκρϊν από πείνα. Πζςα ςε μια
κυρίαρχθ κουλτοφρα που προςπακεί να μασ πείςει ότι αυτό είναι φυςιολογικό κι ότι δεν
ζχουμε παρά να αςχολθκοφμε με το τι κα ψωνίςουμε ςιμερα. Πα δεν χρειάηεται να είναι
κανείσ οικονομολόγοσ για να καταλάβει ότι κάτι πάει πολφ ςτραβά, όταν άνκρωποι που
δουλεφουν όλθ μζρα φυτοηωοφν, ενϊ άλλοι κθςαυρίηουν "παίηοντασ" ςτο/με το
χρθματιςτιριο από τθν πολυκρόνα. Διεφκαρμζνοι κι ανίκανοι μασ κυβερνοφν κι εμείσ ι
ρίχνουμε μια ψιφο κάκε τζςςερα χρόνια νομίηοντασ ότι κάτι κάνουμε, ι ςπάμε τράπεηεσ
γιατί δεν ξζρουμε τι άλλο να κάνουμε. Υρζπει να αλλάξουμε τον τρόπο που αλλάηουμε τα
206
πράγματα. Αλλά ακόμα, το διαφορετικό κεωρείται από αδιανόθτο ζωσ ανόθτο -γιατί ζτςι
βολεφει τθν εξουςία, αλλά και γιατί δεν υπάρχει μια "ολοκλθρωμζνθ" πρόταςθ.

Πα όχι, δεν ζχω ζναν καινοφριο -ιςμό να προτείνω (όλοι κζλουν ζτοιμο ζνα καινοφριο
ςφςτθμα για να βολευτοφν μζςα του). Αυτο-οργάνωςθ, ςυμμετοχικι δθμοκρατία /
οικονομία, πολλά αποτελοφν υποψιφιεσ εναλλακτικζσ. Ψο κζμα όμωσ είναι να είμαςτε
εμείσ ζτοιμοι, γιατί μόνο τότε κα μπορζςει τελικά οτιδιποτε να πάρει βιϊςιμθ μορφι,
μακριά από ιδεολογίεσ, που πάντα είναι ζνοχεσ ι το λιγότερο φποπτεσ ωσ ζνασ ακόμθ
τρόποσ κατάκτθςθσ τθσ εξουςίασ από διαφορετικοφσ "αρχθγοφσ" (ο πολιτικόσ αγϊνασ που
ηθτά να ςκοτϊςεισ ι να ςκοτωκείσ γι’ αυτόν, είναι ακόμθ πιο φποπτοσ, μια και κάκε αγϊνασ
ζχει νόθμα όταν είναι πρωταρχικά υπζρ τθσ ηωισ -επιπλζον, θ πολιτικι ανυπακοι πάντα
πζτυχε περιςςότερα από τθν όποια "τρομοκρατία", αφοφ τελικά είναι τα μζςα που
αγιάηουν τον ςκοπό). Πόνο αν αλλάξει θ επικρατοφςα νοοτροπία, μποροφν να δοκιμαςτοφν
διαφορετικοί τρόποι ςυμβίωςθσ ςτθν πράξθ. Τςοι ςτοχεφουν ςτθν "απλι" επιβίωςι τουσ (θ
πλειονότθτα των "κακθμερινϊν ανκρϊπων" δθλαδι) ςτθρίηουν το ςφςτθμα που τουσ
εκμεταλλεφεται, εκμεταλλευόμενοι κι αυτοί όποιον μποροφν -άλλεσ φορζσ ςυνειδθτά, κι
άλλεσ φορζσ από άγνοια ι από εκελοτυφλία. Τμωσ το κυνιγι τθσ προςωπικισ ευθμερίασ
εισ βάροσ των άλλων είναι αδιζξοδο, επειδι το πιο ουςιαςτικό κομμάτι τθσ ευτυχίασ, είναι
οι αρμονικζσ ανκρϊπινεσ ςχζςεισ. Τπωσ είπε και ο Ππάλλαρντ: "Αγοράςαμε τιποτζνια
όνειρα, και τϊρα δεν μποροφμε να ξυπνιςουμε".

Ψίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει με ουςιαςτικό τρόπο, αν δεν πυροδοτθκεί αρχικά θ


επανάςταςθ ςτα μυαλά των ανκρϊπων -αν δεν γίνει προτεραιότθτά μασ θ
αλλθλοευθμερία, που είναι άλλωςτε και προχπόκεςθ για τθν ειρινθ (τθν οποία όλοι
επικυμοφν, αλλά όχι πολφ, γιατί αλλιϊσ δεν κα ιταν τόςο εφρωςτθ θ πολεμικι βιομθχανία).
Τςοι ανικουν ςτθ μεςαία τάξθ, είναι αυτοί που μποροφν ευκολότερα να επθρεάςουν τα
πράγματα. Σ Ψρίτοσ Ξόςμοσ, όπωσ κι ο Ψρίτοσ μζςα ςτον Υρϊτο (βλζπε άςτεγοι κτλ) ζχει
ελάχιςτα περικϊρια εναντίωςθσ ςτα ςυμφζροντα τθσ οικονομικο-πολιτικισ ελίτ και ςτθν
"ανκρωπιςτικι" τθσ πολιτικι. Σι κρατοφντεσ τον χειρίηονται πολιτικά, του επιβάλλονται
ςτρατιωτικά και πολιτιςμικά, τον απομυηοφν οικονομικά -και ςτον ελεφκερο χρόνο τουσ,

207
του πετοφν μερικά "φιλανκρωπικά" ξεροκόμματα. Άλλωςτε, ςφμφωνα με τθν κυρίαρχθ
ιδεολογία, ο φτωχόσ ο ίδιοσ φταίει για τθ φτϊχεια του -ο κάκε "τεμπζλθσ" που μεγάλωςε
ςτισ φαβζλεσ του Φίο ι ςτα γκζτο του Υαριςιοφ. Θ ευρφτερθ μεςαία τάξθ όμωσ, μπορεί να
πάψει να κεωρεί αυτό το ςφςτθμα επικυμθτό και να ςταματιςει να το ςτθρίηει. Ππορεί
τελικά να χρθςιμοποιιςει τθν πρόςβαςι τθσ ςτθ γνϊςθ για να ςυνειδθτοποιιςει ποιοί
κζλουν να κζλει αυτά που κζλει, τι ςυμβαίνει ςτον κόςμο επειδι το αγνοεί ι το ανζχεται
και να επωμιςτεί τθν ευκφνθ που φζρει, αφοφ όταν δεν είςαι μζροσ τθσ λφςθσ, είςαι μζροσ
του προβλιματοσ.

Ππορεί ο κακζνασ να πάψει να ψθφίηει τον ζναν ι τον άλλο υποκριτι ϊςτε να αλλάξει θ
δυναμικι των πραγμάτων -αλλιϊσ απλά κα ςυνεχίςει το "μθ-χείρον" να γίνεται όλο και
χειρότερο. Ππορεί να πάψει να αποβλακϊνεται με ποδοςφαιρικοφσ φανατιςμοφσ και
“lifestyle” ςκόνθ ςτα μάτια (άλλωςτε θ μόδα είναι το ανοςοποιθτικό ςφςτθμα του
ςυςτιματοσ -το punk δεν είναι πλζον αντίδραςθ, είναι “ςτυλ"). Ππορεί να
ςυνειδθτοποιιςει ότι το χϊμα τθσ χϊρασ του είναι το ίδιο ιερό με τθσ Ψαϊλάνδθσ κι ότι ο
κάκε Υάπασ από τουσ πολλοφσ χιτϊνεσ του, δεν δίνει κανζναν. Ππορεί να υπονομεφει με
χιοφμορ τισ ςχζςεισ εξουςίασ ςτθν κακθμερινότθτα, να πλιττει όςο γίνεται τθ δθμόςια
εικόνα των πολυεκνικϊν επιμζνοντασ ςτο πϊσ βγαίνουν τα κζρδθ τουσ, να καταναλϊνει με
κοινωνικι και οικολογικι ςυνείδθςθ, να βλζπει πϊσ πράγματα που ζχουμε μάκει να τα
κεωροφμε "φυςικά", δεν είναι, να διαδίδει όλα όςα οι κρυφοί και φανεροί κυβερνϊντεσ
προςπακοφν να βάλουν κάτω από το χαλί, μπορεί να αντιςτακεί διανοθτικά πρωτίςτωσ ςτθ
διαςτροφι που του επιβάλλουν λίγο-λίγο κάκε μζρα (βλζπε "flexicurity", "πακζτα
διάςωςθσ" και άλλα τζτοια οργουελικά newspeak).

Για να αλλάξει οτιδιποτε, χρειάηονται όλο και περιςςότεροι άνκρωποι -μζχρι να γίνουν θ
κρίςιμθ μάηα- που να είναι διατεκειμζνοι να διεκδικιςουν το αυτονόθτο: Αυτοί που
επθρεάηονται περιςςότερο από τισ αποφάςεισ, να ζχουν τον πρϊτο λόγο ςε αυτζσ. Υου να
απαιτιςουν να μθν υφίςταται θ εκβιαςτικι ιδιοκτθςία των μζςων παραγωγισ από λίγουσ,
το να ζχουν όλοι ουςιαςτικι μόρφωςθ και εκπαίδευςθ και ςυμμετοχι ςε ορκολογικά
ςυμβοφλια παραγωγϊν / καταναλωτϊν, το να αντιμετωπίηονται οι ελλείψεισ με

208
αλλθλεγγφθ και το πλεόναςμα να μθν καταλιγει ωσ κζρδοσ ςτθν τςζπθ κάποιων αλλά να
διανζμεται ςε όςουσ το χρειάηονται περιςςότερο, το να προςτατεφεται λυςςαλζα το
περιβάλλον, ακόμα και το να αμείβονται όλοι ανάλογα με τισ ϊρεσ κι όχι με το είδοσ τθσ
εργαςίασ τουσ, γιατί ο χρόνοσ είναι θ ηωι μασ κι θ ηωι ζχει τθν ίδια αξία για όλουσ, ενϊ θ
ζκφραςθ τθσ δθμιουργικότθτασ και θ ςυνειδθτι προςφορά ςτον ςυνάνκρωπο ςυχνά
αποτελοφν ανταμοιβζσ από μόνα τουσ. Ξι αν δεν μποροφμε ακόμα να "κάνουμε"
επανάςταςθ, μποροφμε να "είμαςτε" θ επανάςταςθ. Ππορεί ακόμα κι ο άπλθςτοσ ι ο
φοβιςμζνοσ να προςπακιςει να εξελιχκεί ςαν προςωπικότθτα, κακϊσ ο κακζνασ είναι
υπεφκυνοσ να ξεπεράςει τθν αρρϊςτια του. Αυτι όμωσ, ωσ μια "επανάςταςθ που κα κάνει
εφικτι τθν επανάςταςθ" (Subcomandante Marcos), είναι θ πιο δφςκολθ από όλεσ.

ΩΓ: «…Ξζρω πωσ θ πραγματοποίθςθ μιασ άλλθσ κοινωνικισ οργάνωςθσ δεν κα είναι
κακόλου απλι, μα προτιμϊ τθν αποτυχία ςε μια προςπάκεια που να ζχει νόθμα, παρά μια
κατάςταςθ που μζνει πριν ακόμα κι απ' τθν αποτυχία ι μθ -που μζνει γελοία. Ζχοντασ αυτόν
τον πόκο, δεν μπορεί παρά να εργάηομαι για τθν πραγματοποίθςι του. Είναι τάχα θ
επικυμία μου παιδικι; Μα ακριβϊσ θ παιδικι κατάςταςθ είναι ότι θ ηωι μασ είναι
δεδομζνθ, κι ότι ο Νόμοσ, μασ είναι δοςμζνοσ. Αυτόσ που βρίςκεται ςε παιδικι κατάςταςθ
είναι ο κομφορμιςτισ ι ο απολιτικόσ: γιατί αποδζχεται τον Νόμο αςυηθτθτί και δεν επικυμεί
να ςυμμετζχει ςτθ διαμόρφωςι του. Θ παιδικι κατάςταςθ είναι, πρϊτα, να δζχεςαι χωρίσ
να δίνεισ και μετά, να κάνεισ ι να υπάρχεισ, για να δζχεςαι. Θ παιδικι κατάςταςθ είναι θ
δυϊκι ςχζςθ, το φάνταςμα τθσ ςυγχϊνευςθσ. Με αυτι τθν ζννοια θ ςθμερινι κοινωνία
παιδικοποιεί διαρκϊσ τουσ πάντεσ με τθ ςυγχϊνευςθ που πραγματοποιεί ςτο φανταςιακό
με α-πραγματικζσ οντότθτεσ: τουσ αρχθγοφσ, τα ζκνθ, τουσ κοςμοναφτεσ ι τισ βεντζτεσ.
Αυτό που κζλω είναι θ κοινωνία να πάψει πια να είναι μια οικογζνεια, ψεφτικθ επιπλζον
μζχρι γελοίου, και ν' αποκτιςει τθν αλθκινι τθσ διάςταςθ ωσ κοινωνίασ, ωσ δικτφου
ςχζςεων μεταξφ αυτόνομων ενθλίκων…» (Κορνιλιοσ Καςτοριάδθσ, Θ Φανταςιακι Θζςμιςθ
τθσ Κοινωνίασ)

209


210
ΓΛΑ ΨΣ ΑΛΡΛΓΠΑ ΠΕΧΑ ΠΑΧ

211
ΤΠΕΡΒΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟ΢ΟΦΙΑ

Σ κόςμοσ δεν είναι ζνα πρόβλθμα

που ςου δόκθκε για να το λφςεισ.

Τ,τι κάνεισ είναι για ςζνα

και μόνο ωσ παρενζργεια, για τον κόςμο.

Θ ηωι δεν ζχει κάποιο νόθμα

που περιμζνει να το ανακαλφψεισ.

Ωπάρχεισ για τον ίδιο λόγο

που υπάρχει ο ιλιοσ

κι θ φιλοςοφία είναι απλι:

Χκάςε και λάμπε!

212
213
ΜΤΑΛΟ ΚΟΤΚΟΤΣ΢Ι

Ζξω ο ιλιοσ καίγεται με όλθ του τθ δφναμθ

κι εγϊ ιδρϊνω ςε αυτό το άβολο πράγμα

που παριςτάνει τον καναπζ

προςπακϊντασ να λφςω τον γόρδιο φιόγκο μου.

Πε εκνευρίηω -αλλά θ επικετικότθτα είναι μπανάλ,

θ ςυγκαταβατικότθτα ανόθτθ,

θ διαλλακτικότθτα χρονοβόρα.

Ριϊκω ςαν ροφχο φορεμζνο ανάποδα,

κουςτοφμι Βενετςιάνικο ενϊ δεν είναι απόκριεσ

ςαν μια μικρι ςυννεφζνια φϊκια

απ’ αυτζσ που φζρνουν τθ βροχι ςτουσ Λνδιάνουσ.

Σ ςκοπόσ τθσ ηωισ μου είναι να βρω ζναν ςκοπό ςτθ ηωι μου

-μα κάκε φορά, ζχω κάτι καλφτερο να κάνω.

Για παράδειγμα, τϊρα, πάω να βρω ζνα παγωμζνο καρπουηάκι

και μια παραλία, για να φτφνω τα κουκοφτςια.

214
215
ΕΙΜΑΙ ΦΣΙΑΓΜΕΝΗ

Από πικανότθτεσ

από κενό

από κόκαλα και ςάρκα

από ςφννεφα

από ατςάλι

από παγωτό ροδάκινο

216
΢ΤΝΕΙΔΗ΢Η

Δε ςκζφτεςαι τίποτα.

Αδθφάγεσ φλόγεσ

ςε λιϊνουν ωσ το μεδοφλι

-δεν υπάρχει παρά το φωσ που πάλλεται.

Πόνο κοιτάσ τισ φευγαλζεσ τροχιζσ απ' τισ ςπίκεσ

και ακοφσ τον ςχεδόν μεταλλικό ιχο

από πυρακτωμζνα κομματάκια που πζφτουν

μζςα ςτθ νφχτα

-θ ςυνείδθςθ όλθ

ζνα κατακόκκινο καρβουνάκι.

217
218


219
NAI

Ιρκε θ ϊρα να δεχτϊ

αυτό που μου ψικυρίηει

αδιάκοπα

από τότε που με κυμάμαι να κυμάμαι

ςτα αυτιά ςτα μάτια ςτθν καρδιά ςτισ πατοφςεσ ακόμα

όταν γυμνζσ πατοφν το δροςερό γραςίδι

κι ζνα κλαδάκι τισ τςιμπά ςαν για να τισ περιπαίξει

αυτό που με κατακλφηει

ςτθ κζα ενόσ νεογζννθτου

δζοσ -για τι; τόςο κοινότοπα πράγματα

ιςτορίεσ χιλιάδων ανκρϊπων ηϊων φυτϊν εντόμων

να ηουν και να πεκαίνουν κάκε μζρα

κάτω από ζναν ιλιο που πεκαίνει κι αυτόσ

-κι όμωσ, κι όμωσ

αυτό που δφςπιςτα δάχτυλα προςπακοφν να αγγίξουν

κι άπειρεσ λζξεισ να ορίςουν

αυτό που θ ςυνείδθςθ κατάλαβε

ότι δεν μπορεί να ςυλλάβει

με τα δίχτυα του χϊρου πολφ αραιά για να το πιάςουν

και τον χρόνο μακριά πετονιά να μπερδεφεται

ςτον ίδιο τον εαυτό του

220
αυτό που δεν μπορϊ να αγνοιςω

μζςα ςτθν τφρβθ τθσ κακθμερινότθτασ

οφτε εφκολα να απαξιϊςω

ςαν τισ κρθςκείεσ-εξουςίεσ, ι τισ new-age ανοθςίεσ

αυτό που αλθκινό επιμζνει

όταν ο εαυτόσ μοιάηει ςτενό κλουβί

που χωρίηει αυκαίρετα το μζςα από το ζξω

αυτό που πρϊτθ φορά ιρκε ςαν ζκςταςθ

ζνα τρυφερό καλοκαίρι

με πορτοκαλί φωσ πάνω ςτα ςτάχυα και τον άνεμο

να κινεί απαλά τισ χορδζσ που κρόιηαν το μυςτιριο

-πανζμορφο, τεράςτιο, κείο, γαλινιο, ςυγκλονιςτικό

ζνα με τθν αιτία

ζνα με το αποτζλεςμα

αυτό που με ςυντονίηει

με τθ ρυκμικι ανάςα του ςφμπαντοσ

εδϊ και τϊρα

το δζχομαι όπωσ είναι

παλμόσ ςτον λαιμό μου

μζρα-νφχτα, μζρα-νφχτα

θ αγάπθ

ναι

221
222
ΘΡΤΑΛΛΙΔΑ

Σι χορδζσ του κόςμου πλθγϊνουν τα ακροδάχτυλα·

γιαςεμί ψάχνει ψυχι να ςκαρφαλϊςει.

Πζςα ςτο κεφάλι μου κίτρινεσ πεταλοφδεσ·

ςτθν καρδιά μου, μικρό χρυςό δρεπάνι.

223
ΑΚΡΟΒΑΣΗ΢

Πασ αγγίηουν μόνο όςα μασ πλθγϊνουν -και τίποτα δεν ζχει ςθμαςία

αν εμείσ δεν του δϊςουμε αξία και νόθμα.

Ψο ςφμπαν ζνα πυροτζχνθμα, θ γθ μια τρφπια δεκάρα και κάπωσ ζτςι

μζχρι να πάμε μια βόλτα μακριά απ' τισ ζγνοιεσ, ςτον αγαπθμζνο ιλιο.

224
ΠΡΑΓΜΑΣΑ ΠΟΤ ΜΟΤ ΑΡΕ΢ΟΤΝ ΣΡΟΜΕΡΑ

Σ γαλάηιοσ ουρανόσ με μπαμπακοςφννεφα

Σι αγκαλιζσ

Ψο νερό

Ψα δζντρα

Σι ςκφλοι (εκτόσ απ’ τα πεκινουά)

Oι Zeppelin, θ Janis, οι Doors, το Dark side of the Moon, οι U2 ωσ το '91,

οι Them, οι Pearl Jam, ο Jack White, το πρϊτο των Alt-J, θ Florence Welch

Ψα ντοκυμαντζρ κι οι road movies, ειδικά του Ψηάρμουσ

Ψα περιπετειϊδθ ταξίδια

Ψα αεροπλάνα και τα αεροδρόμια / να φτιάχνω βαλίτςεσ

Σ ενκουςιαςμόσ

Ψα παιδιά γφρω ςτα πζντε

Ψα πολφχρωμα κουβαδάκια και τςουγκρανάκια ςτθν άμμο

Ρα κάνω πολεμικζσ τζχνεσ με φίλουσ το απόγευμα ςτθ φφςθ

Ψο εξοχικό μου

Ψα βιβλία

Σι γρφλοι

Σ ιχοσ που κάνουν τα παγάκια ςτο ποτιρι

Ψο καρποφηι / το Snickers / οι μακαρονάδεσ / το παγωτό

Ψο τθλζφωνο / το Internet

225
Θ μυρωδιά του δζρματοσ κάτι ηεςτά βράδια του καλοκαιριοφ

Ψα Χριςτοφγεννα ςτα χιόνια

Σι ελβετικοί ςουγιάδεσ

Σι ουρανοξφςτεσ

Σι αντίκεσ

Σ Φοη Υάνκθρασ κι ο Bugs

Σ Επίκουροσ

Ρα γελάω / να παλεφω / να χορεφω / να κάνω ζρωτα

Ρα ζχω ζμπνευςθ

Ψα γιαςεμιά / οι φρζηιεσ / οι ηζρμπερεσ

Ρα χουηουρεφω τα βροχερά πρωινά

Υου αυτι θ λίςτα είναι μεγαλφτερθ από τθν άλλθ

226
227
΢ΟΚΟΛΑΣΟ΢ΠΙΣΟ

Χε αυτό το ςοκολατόςπιτο

είμαι ο Χάνςελ

και θ Γκρζτελ

κι θ κακιά μάγιςςα μαηί.

228
ΟΛΟΙ ΟΙ ΕΦΙΑΛΣΕ΢ ΜΑΖΙ

Πια φορά είδα ςε όνειρο


ότι ιμουν λζει μζςα ςε ζνα τρελάδικο
χωρίσ λόγο
κι ικελα να αποδράςω
και πιδθξα τον φράχτθ τθσ αυλισ
με τουσ φρουροφσ να με κυνθγοφν
αλλά τα κατάφερα
κι ζτρεξα ςτο βουνό
και ςε μια ξφλινθ καλφβα
ιταν δυο τφποι κι ζπαιηαν πινγκ-πονγκ
και μου λζνε κα ςε κρφψουμε εδϊ
και μου δείχνουν μια καςζλα
και μπαίνω μζςα
και ξαφνικά ανοίγει θ πόρτα
κι είναι αυτοί που με κυνθγάνε
κι θ μάνα μου μαηί
και τουσ λζει “αν τθν ξζρω αρκετά καλά κα είναι εδϊ”
και τουσ δείχνει τθν καςζλα
και βγαίνω από τθν καςζλα κλαίγοντασ και τθσ λζω “γιατί”
και ανοίγει τθν αγκαλιά τθσ και μου λζει “ζλα εδϊ, όλα είναι καλά”
και τθν αγκαλιάηω
κι αυτι με το ζνα χζρι πίςω από τθν πλάτθ μου
ζκανε ςιματα ςτουσ άλλουσ ότι είμαι τρελι
τθν χαρακτθριςτικι περιςτροφικι κίνθςθ με το δάχτυλο
και ςτθν επόμενθ ςκθνι
είμαι ςτθ ρεςεψιόν του τρελάδικου και λζω το όνομά μου
και βγάηω ζνα πιςτόλι από τθν τςάντα μου
και δυο άλλεσ γυναίκεσ
περπατάνε ςτο γραςίδι τθσ αυλισ
και λζει θ μία ςτθν άλλθ
“το ζβαλε ςτο κεφάλι τθσ και κλικ,
αυτοκτόνθςε”.

229
ΛΟΧ ΝΕ΢

Τλοι ξζρουν ότι

το τζρασ του Οοχ Ρεσ δεν υπάρχει.

Υεριςςότερο απ’ όλουσ,

το ξζρει το ίδιο το τζρασ.

230
ΣΡΕΛΟΝΕΙΡΟ

Ψο ομορφότερο πράγμα που ζχω δει ςτθ ηωι μου, ιταν ςτο τζλοσ ενόσ εφιάλτθ: Είχα
χακεί λζει ςε μία άγνωςτθ και ζρθμθ κι όχι πολφ φιλικι περιοχι νυχτιάτικα, κι ζψαχνα ταξί
για να γυρίςω πίςω. Βρίςκω το ζνα και μοναδικό, κι εκεί που είχαμε ξεκινιςει, ο οδθγόσ
ςταματάει για να πάρει κάποια που πιγαινε προσ τθν αντίκετθ κατεφκυνςθ. Ξαι μάλιςτα
μου λζει “ε, να αφιςουμε τθν κοπζλα πρϊτα.” Ξι εκνευρίηομαι και διαμαρτφρομαι ζντονα
και ς’ αυτόν και ς’ αυτι, μζχρι που γυρνάει θ τφπιςςα και μου λζει “πρόςεχε τι λεσ, γιατί κα
το βρεισ μπροςτά ςου”.

Ξαι φτάνουμε ςε ζναν λόφο πάνω από μία παραλία όπου το μόνο που υπάρχει είναι
μια παλιά πολυκατοικία. Ξατεβαίνουν κι οι δφο κι όταν φωνάηω “μα ποφ πάτε;” ο ταξιτηισ
μου απαντάει: “Εμείσ πάμε λίγο ςτον τρίτο. Χτον πζμπτο ζχει ζνα πάρτυ, αν κεσ μπορείσ να
περιμζνεισ εκεί”. Υάω ςτο πάρτυ γιατί δεν ξζρω ποφ αλλοφ να πάω, και κάκομαι ςε μια
γωνία μ’ ζνα ποτό ςτο χζρι κι αιςκάνομαι απαίςια.

Ξαι μετά από κάποια ϊρα κατεβαίνω ςτον τρίτο και βρίςκω τθν πόρτα ανοιχτι, και
πάνω ςτο τραπζηι ςτθν είςοδο μια εφθμερίδα με τθ φωτογραφία μου ςτο εξϊφυλλο,
τίτλουσ «ΨΘΡ ΕΛΧΕ ΑΥΕΛΟΘΧΕΛ» και θμερομθνία τθσ επόμενθσ θμζρασ. Ξαι μπαίνω πιο μζςα,
κι ο ταξιτηισ ζχει γίνει άφαντοσ, και από τθν ανοιχτι πόρτα του μπάνιου βλζπω το γυμνό
ςϊμα τθσ τφπιςςασ μζςα ςτα αίματα ςτθ μπανιζρα, με το κεφάλι τθσ γερμζνο πίςω και
κομμζνο το λαιμό. Ψο μυαλό μου δεν χϊραγε τθν παράνοια! Ξαι τρζχω όςο πιο γριγορα
μπορϊ και κουτρουβαλάω μζχρι τθν παραλία όπου πλζον ξθμερϊνει, και μζςα ςτθν τρελι
μου φρίκθ, αντικρίηω το ομορφότερο υπερκζαμα που ζχω δει ποτζ.

Ζνασ τεράςτιοσ ιλιοσ βγαίνει μζςα από τθ κάλαςςα και τα βάφει όλα κόκκινα και
πορτοκαλιά ενϊ αριςτερά κάκετα ςτθ γραμμι του ορίηοντα και παντοφ μζςα από το νερό,
ορκϊνεται ζνασ γιγαντιαίοσ κακρζφτθσ μζχρι το άπειρο που αντανακλά και τον ουρανό και
τθ κάλαςςα και τον ιλιο και πολλαπλαςιάηει τα χρϊματα και τθν ζνταςθ κι όλα είναι μια
υγρι φωτιά και τα κοιτάηω ζχοντασ μείνει άναυδθ.

231
232
ΦΕΓΓΑΡΙΑ

Χτθ φζξθ, ανταλλάςςω τθ γαλινθ μου

με τθν τροχιά ενόσ αναμμζνου βζλουσ.

Χτθ χάςθ, κρφβομαι ςτθν κουφάλα ενόσ δζντρου

απ’ όπου απαντάω ςτουσ γκιϊνθδεσ τθ νφχτα.

Ππου.

233
ΣΟ ΠΡΑ΢ΙΝΟ ΚΟΧΤΛΙ

Είχα βρει ζνα ςτρογγυλό, ανοιχτό πράςινο,

ςχεδόν διάφανο, λίγο φωςφοριηζ κοχφλι

-όχι μεγαλφτερο από πζντε κόκκουσ ηάχαρθσ.

Που άρεςε να βλζπω το χαμόγελο ευχάριςτθσ ζκπλθξθσ

όταν το ακουμποφςα ζτςι εφκραυςτο, λείο και μαγικό

ςτα ακροδάχτυλα των φίλων.

234
ΓΛΑ ΨΣΡ ΕΦΩΨΑ

235
236
ΡΩΣΑ ΜΕ

H γθ ςταματά να γυρνά με ζνα άγγιγμα

δάχτυλα ηωγραφίηουν θλεκτρικζσ διαδρομζσ

ςε μιςάνοιχτα χείλθ

βλζμματα που αναβλφηουν παράδειςο

Kι ζτςι όμορφοσ, γενναίοσ, άξιοσ τθσ ευτυχίασ

ξεχνάσ για λίγο

πωσ θ εκςτατικι ςφνδεςθ που νιϊκεισ

θ ανείπωτθ τρυφερότθτα για τισ μικρότερεσ λεπτομζρειεσ

είναι θ ςφνδεςθ με τισ μφχιεσ προβολζσ ςου

-τρυφερότθτα για όςα κρυφά ςε τυραννοφν

πωσ αυτό που μασ ενϊνει

είναι ο ςκλθρόσ πυρινασ τθσ μοναξιάσ μασ

όπωσ λιϊνει, λιϊνει, λιϊνει

μπροςτά ςτο τραγοφδι του ερωτευμζνου κοτςυφιοφ

που κα 'χουμε ςκοτϊςει μζχρι το ξθμζρωμα

Kαι δεν πειράηει

είςαι ακϊοσ όταν ονειρεφεςαι, που λζει κι ο Waits.

237
ΕΠΙΘΤΜΙΑ

Άλλο γι' άλλον ςθμαίνει.

Εγϊ κατάπια μια πφρινθ μπάλα.

238
ΠΕ΢ ΜΟΤ ΣΙ ΓΙΝΕΣΑΙ ΟΣΑΝ

Αφοφ το ξζρεισ ότι δεν κρατάει, το ξζρεισ

ςαν ζνα όνειρο που ςε κάνει να ξυπνάσ χαμογελϊντασ

για να βουρκϊςεισ αμζςωσ μετά

Ξι όμωσ είναι ι αυτό ι τίποτα

ςαν κάτι που ξεριηϊκθκε από μζςα ςου

ςαν να ςου το χρωςτάνε

Υεσ μου τι γίνεται όταν δεν

Ξαλφτερα ο ουρανόσ τθσ εριμου, θ αγριάδα τθσ ςτζπασ

δεν χρειάηεςαι κανζναν

κι ασ αποηθτάσ

κάποιον άφοβο, ευάλωτο, ελεφκερο

να πάρει τα διάφανα κομμάτια ςου

και να τα ςθκϊςει ςτο φωσ.

239
180

Απζραντεσ, ανοιχτζσ εκτάςεισ

ο δρόμοσ φιδογυρίηει ςτθ μζςθ του πουκενά.

Απζραντεσ, υγρζσ εκςτάςεισ

θλεκτριςμόσ φιδογυρίηει ςτθ μζςθ του δρόμου.

΢ανκοί και πράςινοι λόφοι βουτθγμζνοι ςτο φωσ

ξανκά και πράςινα δάχτυλα βουτάνε ςτο μζλι.

Σ χρόνοσ ακίνθτοσ, εγϊ είμαι που ρζω

ανάςα που απλϊκθκε, αζρασ ζγινα και μ' αναπνζω.

240
241
ΖΕΝ

Θ καμπφλθ του λαιμοφ πζλαγοσ γαλινθσ.

Αίμα ταξιδεφει ρυκμικά κάτω απ’ το βελοφδινο δζρμα,

βακιζσ ανάςεσ παλίρροια και άμπωτθ.

Γαλάηια όνειρα πίςω από φιλντιςζνια βλζφαρα

και το ςϊμα ιρεμα κουλουριαςμζνο

ςαν φίδι ςτον κιπο τθσ Εδζμ.

242
ΛΟΛΑ, ΝΑ ΕΝΑ ΜΗΛΟ

Οό-λα, να ζ-να μι-λο.

Ψι δεν καταλαβαίνεισ;

Πθν απλϊνεισ ζτςι το χεράκι, Οόλα.

Ππορεί να είναι ςάπιο από μζςα

και ςπάνια είναι δωρεάν.

Οό-λα, να ζ-να μι-λο.

Αν όλοι λζνε ότι είναι κόκκινο,

τότε το πράςινο είναι κόκκινο, Οόλα.

Ξαι πρζπει να 'ςαι πολφ προςεκτικι

για να μθ ςου βγει ξινό.

Οό-λα, να ζ-να μι-λο.

Ξοίτα το επιφυλακτικά, ηφγιςζ το.

Ξαλϊσ ιρκεσ ςτον χαμζνο παράδειςο, Οόλα.

243
244
Η ΜΗΣΡΙΚΗ ΕΡΩΜΕΝΗ

Χκλθρά, πλθγωμζνα αγοράκια.

Ελάτε, κα ςασ χαϊδζψω

μζχρι να κεραπεφςω

-όχι εςάσ, μθ φαντάηεςτε.

Ψθν αρρωςτθμζνθ ανάγκθ μου

να με χρειάηεςτε.

245
ΟΣΑΝ ΣΗ ΝΤΧΣΑ

Ψθ νφχτα τα ζλατα βλζπουν

ζνα λαμπερό φίδι ςτον ϊμο του Απόλλωνα`

το υγρό χϊμα αναπνζει βακιά

κι ακόμα κι θ αςθμζνια ςελινθ παραδίνεται

μπροςτά ςτθν αςυγκράτθτθ,

τρομακτικι ομορφιά του.

246
ΠΡΟ΢ΒΟΛΗ

Ξαι προβάλεισ πάνω τθσ τθ φανταςίωςι ςου, και ταιριάηει.

Ξαι κλείνεισ τισ μθχανζσ προβολισ, και ςυνεχίηει να ςου ταιριάηει.

Ξι όλο ελπίδα τθσ δίνεισ το γαμθμζνο το γυάλινο γοβάκι

και τθσ κάνει λζμε, τθσ κάνει.

Αλλά δεν τθσ κάνεισ εςφ.

Γιατί με ζβαλεσ να το προβάρω, αντί να το ςπάςεισ.

247
ΓΛΑ ΨΣΡ ΚΑΡΑΨΣ

248
΢ΣΟΝ ΔΡΟΜΟ

Π’ αρζςει ο ιχοσ που κάνουν οι πατοφςεσ των ςκφλων ςτο δρόμο

όταν μ’ ακολουκοφν ωσ το ςπίτι τα βράδια.

Πυςτιριοσ κι όμορφοσ, ανιςυχοσ και γλυκόσ

ςαν τισ περίεργεσ μουςικζσ των κυμάτων,

το βίαιο κρόιςμα των φφλλων όταν λυςςάει ο άνεμοσ.

Ψεντϊνω τα χζρια ςτο πλάι

και ςκάνε πάνω ςτισ ανοιχτζσ μου παλάμεσ οι ςταγόνεσ τθσ βροχισ.

Είμαςτε από κάποιουσ αγαπθμζνοι,

κι αυτό μασ κάνει ςθμαντικοφσ, και καλοφσ, κι ωραίουσ.

Μςωσ και να ’μαςτε.

Αγάλματα αρχαίων κεϊν

μ’ ζνα μαχαίρι καρφωμζνο ςτθν πλάτθ.

Δεν ξεριηϊνει ο κάνατοσ κομμάτια απ’ τθν καρδιά μου·

μόνο θ αποςφνκεςθ που προθγείται.

Τλα είναι λάκοσ.

Τλα δεν είναι.

Ξαλζσ μζρεσ, κακζσ μζρεσ.

Θ αλικεια ξεπερνάει τθν πραγματικότθτα.

"Εμπρόσ λοιπόν γενναίοι μου!" φωνάηω.

Πα τα ςκυλιά είναι πιό ζξυπνα από μζνα· κι απλϊσ μου γαβγίηουν.

249
ΛΟΤ

Σ Φιντζλ ζχει ξαπλϊςει ςτθν πολυκρόνα απζναντί μου. Φυςάει από τθ κάλαςςα κι ο
νυχτερινόσ αζρασ είναι υγρόσ και μυρίηει ωραία. Πε κοιτάει και κουνάει νυςταγμζνα τθν
ουρά του αλλά δεν ζχω κζφια και το νιϊκει. Χιμερα είναι θ πρϊτθ μζρα που τα κατάφερα
επανειλθμμζνα. Υερπατοφςα άςκοπα για δφο ϊρεσ κι όταν με ζπνιγε ο λυγμόσ πάλευα με
μίςοσ και τελικά τον ζπνιγα εγϊ. Π’ άρεςε που το ζκανα. Αυτοκυριαρχία, να μθν
ξεφορτϊνεισ τα ςυναιςκιματά ςου όπου και όταν δεν πρζπει. Πα άργθςα να κάνω
προπόνθςθ˙ κι θ ηωι μικροτεράςτια, γλυκόςκλθρθ, παρανοϊκόμορφθ, πάλι... Ψα μάτια τθσ
Οου ιταν ολοκίτρινα κι όταν τα άνοιγε ιταν καρφωμζνα ςτο πουκενά. Ξι ζφτανε μια λζξθ,
να ςκεφτϊ ζνα “μου γλίςτρθςεσ” για να πρζπει να παλζψω απϋ τθν αρχι. Ρα πιάςω τον
πόνο απ’ τον λαιμό και να του δείξω εγϊ. Ψρεισ ϊρεσ μ’ ζνα χαμόγελο και να είναι το
τελευταίο “ς’ αγαπάω” βουρκωμζνο. Θλίκια, θλίκια, θλίκια! Ξι εςφ να μθ μπορείσ πιά να
μου απαντιςεισ. Οίγεσ ϊρεσ νωρίτερα να είχα ζρκει, όχι, να μθν υπιρχε λόγοσ να ζρκω καν,
να… ςκατά. Δεν υπάρχει πιο χαηι ερϊτθςθ απ’ το γιατί, αλλά πολφ κα ικελα να ξζρω τθν
απάντθςθ. H πορεία προσ το θπατικό κϊμα, θ αμμωνία που δθλθτθριάηει τον εγκζφαλο˙ ςε
ρουφάνε κι ασ λεσ όχι. Δεν ικελα να το δεχτϊ και δε ςε πρόλαβα. Ρα πάρει. Εςφ φταισ. Πασ
είχεσ πείςει όλουσ ότι είςαι άφκαρτθ -μζχρι κι θ ίδια θ ξαδζρφθ μου θ μεγάλθ μου το ’πε-
και νικοφςεσ ιδθ δφο-μθδζν. Αλλά με τον καρκίνο το παιχνίδι τελικά είναι ςτθμζνο.

Δίπλα μια γιαγιά τεράςτια, ςτρογγυλι, πολυλογοφ, μετράει με δυςπιςτία τα χάπια


για το ηάχαρο και μιλάει ςτο κινθτό με τθν εγγονι. Υλάκα ζχει. Υαραδίπλα, μια πιό
πιτςιρίκα χαϊδεφει το μαντίλι που φοράει ςτο κεφάλι. Χυμπακθτικι φυςιογνωμία.
Χθμειοκεραπεία νοφμερο τρία -καλι τφχθ. Είδα κι ζναν παλιό μου φίλο. Θ μθτζρα του ς’
ζνα ράντηο ακριβϊσ απ’ ζξω, με γαςτρορραγία. Γλυκφτατθ, ζξω ςε λίγεσ μζρεσ. Αυτόσ λζει
παντρεφεται˙ ωραία, κα φάμε κουφζτα. Ξι εγϊ περιμζνω ν’ ανοίξεισ τα μάτια που ξζρω. Ρα
με δεισ να ςου γελάω. Γι’ αυτό ιρκα. Κυμάμαι μια φορά ςτον Ωρωπό που ιμουν κάπωσ
ςτενοχωρθμζνθ˙ “Α,” μου είχεσ πει, “τα δεκατρία είναι μια δφςκολθ θλικία˙ δεν είςαι οφτε
ψάρι οφτε κρζασ”. Υεριζργωσ αυτό ιταν αρκετό για να αιςκανκϊ καλφτερα. Ξι όταν
παίηαμε μπιρίμπα με τθ μαμά ςτθ βεράντα κυμάμαι. Ξι όταν ξαναβγαίνανε τα μαλλιά ςου
απ’ τισ πρϊτεσ χθμειοκεραπείεσ κι εγϊ μόλισ τα είχα κόψει “καρφάκια” κι είχεσ ζρκει απϋ το
ςπίτι “για δεσ, χα, χα, τάλε-κουάλε είμαςτε τϊρα!” είπεσ και γελάγαμε, και πιγατε θ

250
γυναικοπαρζα νυχτερινό μπάνιο ςτθ Βουλιαγμζνθ. Άφκαρτθ. Ξομψι. Χωςτι. Γελαςτι.
Υλίνκοι και κζραμοι ατάκτωσ ερριμμζνα ςτο νου μου.

Ζνα τεράςτιο ςωλθνάκι χωμζνο βακιά μζςα ςτα πλευρά ςου, αδειάηει ζνα
κιτρινοκόκκινο υγρό. Ξακετιρασ από τθν άλλθ. Σ ορόσ εναλλάξ ςτα χζρια. Ξοιμάςαι με τα
μάτια ανοιχτά. Δε νομίηω να το ξαναπϊ αυτό για πείραγμα πιά. Δεν ξζρω τί να κάνω. Θ κεία
μου θ Οου. Ροςοκόμεσ κι επιςκζπτεσ μερικζσ φορζσ αναφζρονται ςε ςζνα όταν νομίηουν ότι
κοιμάςαι ωσ “το”. “Ψο καθμζνο”. Που ’ρχεται να τουσ ρίξω μπουνιά. Α, και τα ψζματα. Πε
μια ελπίδα ηοφμε όλοι αλλά αυτό πια πάει πολφ. Θ αλικεια είναι πωσ πεκαίνεισ, κεία Οου,
και δεν ικελαν να το ξζρεισ, αλλά εςφ τα καταλαβαίνεισ όλα. Γιατί τα μάτια ςου γεμίηουν
όταν ς’ αγγίηουμε και ςου λζμε από κοντά βλακείεσ για να γελάςεισ, κι ασ μθ μπορείσ.
Ελπίηω να πρόλαβεσ να πεισ τα ςθμαντικά, αλλά και να μθν πρόλαβεσ, ο κακζνασ τα ξζρει
για τον εαυτό του, μθν ανθςυχείσ. Υοφ είςαι άραγε; Ξαι μετά; Ψο αλατόνερο ςτα μάτια ςου,
ςτα δάχτυλά μου. Πακάρι να μποροφςα να ςου πω “όλα καλά”, κεία Οου. Αλλά δεν είναι.
Γιατί είναι νωρίσ γαμϊτο μου, κι είναι πολφ νωρίσ, πολφ νωρίσ για να είναι τόςο αργά.

251
GOTH

Υολφ κοντά ςτο ςπίτι μου είναι ζνα μεγάλο κτιμα, κρυμμζνο μζςα ςτθν πόλθ. Ψο
είχε κάποτε ζνασ πολφ πλοφςιοσ τφποσ και ζχει μζςα ολόκλθρο δάςοσ, ποταμάκι,
περιςτερϊνα, ζνα τεράςτιο πθγάδι, δφο άλλα μικρά κτίςματα που είναι μιςογκρεμιςμζνα
(το ζνα ζχει ςτον αυλόγυρο μια ψθλι ξφλινθ πόρτα που ςτζκεται όρκια ςχεδόν μόνθ τθσ)
και ζνα παρεκκλιςι. Απαγορεφεται θ είςοδοσ αλλά θ περίφραξθ ςε μερικζσ μεριζσ είναι τθσ
πλάκασ, και πθδιξαμε μζςα μ’ ζναν φίλο μια φορά για να τραβιξουμε φωτογραφίεσ. Είχε
ζνα υπζροχο φωσ, αυτό το χαλκοπορτοκαλί του ανοιξιάτικου απογεφματοσ. Ψριγυρνϊντασ,
ανακάλυψα με ζκπλθξθ πίςω απ' το παρεκκλιςι τουσ τάφουσ του ίδιου, τθσ γυναίκασ του
και άλλων δφο. Ιταν χωρίσ ςταυροφσ και τζτοια, μόνο ζνα ορκογϊνιο κομμάτι μάρμαρο
(μαυριςμζνο και με βρφα) πάνω ςτο χϊμα. Ξαι διάβαςα Ψο Απίςτευτο πάνω ςτθν
ταφόπλακα του τφπου (Ψάδε Γερουλάνοσ, γεννθκείσ αρχζσ-αρχζσ του χίλια εννιακόςια):
«Συ περί κανάτου, αλλά περί ωραιότθτοσ, ανκιςεωσ και ηωισ». Δθλαδι, εςφ που ςτζκεςαι
εκεί πζρα και κοιτάσ τον τάφο μου ζτοιμοσ να ςκεφτείσ κλιβερά πράγματα για τθ
ματαιότθτα των πραγμάτων κτλ-κτλ, ςκζψου καλφτερα τθν ομορφιά τθσ ηωισ, και το πϊσ
κα τθν κάνεισ να ανκίςει! Ζμεινα και το κοίταγα ςαν χαηι, μζχρι να ξεκολλιςω και να
φωνάξω και τον άλλο, ο οποίοσ όμωσ μου είπε γελϊντασ “άςε μασ ρε Goth” και προτίμθςε
να εξερευνιςει ζναν μεταλλικό ανεμόμυλο λίγο πιο πζρα.

252
253


254
FOR ENGLISH PRESS 9

255
256
PRIMUM VIVERE

257
NEVER ACCUSED OF UNHAPPINESS

Death full of people,

sea full of sand.

Life is a learning experience,

life is the wrapping of emptiness.

Fight or flight?

Delight!

The quintessence is you alone,

playing with the bloody universe.

Touch the nerves of nature

with waves of sparkling joy,

create light like an electron

jumping from orbit to orbit.

A trailer hippie mom laughs playfully

as she puts cherries on her sexy cakes;

and the rough road unfolds like a flower

leading to bliss.

258
259
SKYGAZING

Deep down, I only want to look up at the sky

Σpen breathing space

Bright blue and white and shades of gold

for the eye to glide in

Silencing the buzz of thoughts

for a while.

260
THE PROMISE

There's glory in trying

to keep a promise given

at a different time

by a different You.

261
Found Poetry - The Tiger Woman

Hari Maya, 73, was forced to live in a


makeshift hut outside her village for
four years, after her community
discovered that she had leprosy.

(by Tom Bradley-www.isleprosyeliminated.com)

One day, a storm destroyed her


shelter, forcing her to seek refuge in
a cave, which was also home to a tiger.

“I used to bow down to the tiger and


say, „I live in your house. Please don‟t
do anything.‟

The tiger used to snarl at me but never


attacked.”

262
DARK NIGHT

Dark night;

red lanterns hanging from trees

brass band melancholy riding the breeze.

Eyes closed;

note by note, step by step

he dances alone to forget.

Down to the ground

he hears clapping of hands;

and stumbles as he suddenly lands.

263
HAPPY LIAR’S SONG

My story is of the simple kind

“little girl lost”

little killer, little arsonist

-this story never begun.

Follow me

you’re the one for tonight.

How long has it been since

you’ve shown somebody who you really are...

Vain and tired, tired is death

-a bluebird is flying around singing like crazy.

I lied when I told you

I could never do you no harm.

Shiny eyes of the hungry

dress your pain with melodies,

dive into your secret lake

of laments.

264
What a divine feeling

to dance upon your time anytime

-lust for lust

and a smile for a smile.

No destination has the howling wind

no meaning have my howls

or my moments of light, my moments of darkness

-yet, they’re all yours.

265
INSTRUCTIONS

There he was, walking around with his old laptop, trying to find a free wi-fi connection in the
neighborhood's square. Well over forty, thin as a scarecrow, tattoos emerging under the
short sleeves of his T-shirt. The crisis in Greece had hit him hard, as the motorcycle
workshop he once proudly owned was turning into a black hole of debt. He was in a strange
mood and had to send that e-mail by 12:00. He sat down on a bench and began writing, with
the sun scorching the back of his neck. Why some people can't follow a few simple
instructions had always been beyond his grasp. He thought that creating a site and selling
some DIY advice on motorcycle repair and maintenance, would be a good way to earn some
wildly needed extra money, but he underestimated the sheer volume of mails he was going
to receive over each and every little thing. “Use compressed air to blow out all the passages
of the carburetor”. How complicated is that? Why did he have to explain every self-evident...

No. No more of that crap. He had enough. Enough of trying to survive this way -let alone live.
He wouldn't mind some instructions himself, for a dead-end was waiting no matter where he
turned. He got up and put the laptop in his backpack, trying to remember some of the
instructions he had received throughout his life. Soon he realized that either they were
about the little things, or they were too vague or even contradictory to even count. He
started walking nervously around. His breath was short and heavy -he wanted to explode. Or
implode, or both. As he passed by strangers on the street, he started shouting inane
instructions at them. “Eat your food!” he ordered a teenage girl that jumped in surprise as
he continued: “How many canned beans can a man eat?”. “Share!” he told a five year old
boy, that looked at him with serious eyes as he added “She left me, you know. Maybe she
was just following her mama's instructions: Don't marry a loser”. “Live fast, die young!” he
shouted at people waiting for the bus. “Too late for that one”, a middle-aged woman
replied, but the sound of laughter barely reached him. He was already swimming inside his
head.

“Say please”. I did, oh I did. “Say thank you”. Well, thank you. “Work hard”. Right -and see
where that will take you. “Love yourself”. Cause you're so adorable, ain't you. “Just do it”.
There, being told how to live by a multinational company that “just does” child labor. But
hey, even the traffic light is flashing instructions: “Don't walk”. “Now walk”. Drivers honked

266
their horns as he was standing in the middle of the crossing, till someone took him by the
arm and walked him to the opposite pavement. A whiskey-selling billboard poster urged him
to “keep walking”. Instructions, yes, they are bloody everywhere. “Leave your message after
the tone”. “Hi honey, it's me” -again. A big help they were, these instructions. Before the
beep, after the beep. It made no difference whatsoever. Still, you just can't get rid of them.
“Dance like no one's watching”. No one is watching anyway, you are alone in your room, you
fool. “Wash bright colors separately at 30°C”. Who cares about that stuff. Where are the
instructions about what to do when you lose your self-respect? Ah, yes: “Hang in there, it
will all get better”. God damn it. They even give you instructions on how to pray -ain't that
something.

He had no idea where he was. He had no idea who he was. He was only trying to figure out
the right instructions. That's it, if you follow the right instructions, everything falls right into
place. “Read the fucking manual!” he exclaimed to an imaginary customer, who had
impaired yet another bike. Manuals could be pretty scary, though. He remembered how he
stumbled upon the Human Resources Exploitation Training Manual of the CIA, while surfing
the net. It had some really good instructions on how to break a man. “Prolonged constraint...
prolonged exertion... deprivation of food... deprivation of sleep...” The irony made him
smile. What the hell, this was his life ever since these corrupt bastards actually bankrupted
the whole country. But hey, “never give up”. “Fight for your rights”. He did. Viciously. He also
fought for other people's rights. He even fought for their wrongs, sometimes. It's called love.
And that's why the bad guys will never win.

“You do understand, don't you boy? Now sit!” The stray dog was more than happy to comply
to the strange man that was stroking its flea-infested head. The man's fingers touched a
small metal plate, hanging from the dog's collar: “I'm Roby. If found, pls return me to
Martha's Tavern, 25 Fern Str., Colonos”. It also had a telephone number, but some of the
digits were too scratched to discern. “Now these are some instructions worth following,
Roby. Yes, let's bring you back to wherever you came from. Watch carefully now dog, see
how these good people will help us get to Martha.” He lightly touched the shoulder of a
passer-by. The guy had no idea, it was on the other side of the city. So he kept asking. When
the french-fries smelling Martha finally saw Roby again at her tavern's doorstep, she realized
she had to take care of two strays instead of one. She didn't really know how, but she would
do it anyway. Life doesn't come with a set of instructions, does it.

267
268
ILLUSIONS

Reflecting the disordered images that emerge from your mind

those few seconds between consciousness and sleep

the night sky shines with a million tiny wounds of light

and moon's molten silver follows your pulse in its flow.

269
FOUND POETRY - Somehow I was going to be okay

“As the day of the operation drew closer, it became more and more painful and frightening
to contemplate. I lay on my back, frozen, unable to avoid thinking the darkest thoughts.

Then, at an especially bleak moment, the door flew open and in hurried a squat fellow with a
blue scrub hat and a yellow surgical gown and glasses, speaking in a Russian accent. He
announced that he was my proctologist and that he had to examine me immediately.

My first reaction was that either I was on way too many drugs or I was in fact brain
damaged. But it was Robin Williams... and for the first time since the accident, I laughed.

My old friend had helped me know that somehow I was going to be okay.”

(from “Still Me”, autobiography of Christopher Reeve after the horse-riding accident that left
him quadriplegic)

270
271
CAPITAL

I'm a liar

that will never tire

to forge your desire.

272
FOUND POETRY - KUBARK

(excerpts from the Human Resources Exploitation Training Manual, CIA, 1983)

[...] the ideal time at which to make an arrest is in the early hours of the morning

[...] the subject should be rudely awakened and immediately blindfolded and handcuffed

[...] required to comply immediately and precisely to all instructions

[...] total isolation should be maintained until the first questioning session

[...] preferred arrangement of the questioning room

[...] only one entrance

[...] no windows

*…+ bare walls

[...] methods of inducing physical weakness

[...] prolonged constraint

[...] prolonged exertion

[...] extremes of heat or cold

[...] deprivation of food

[...] deprivation of sleep

[...] deprivation of sensory stimuli

[...] threat of inducing debility

[...] sustained long enough, a strong fear of anything vague or unknown induces regression

[...] intense pain is likely to produce false confessions to avoid additional punishment

[...] the questioner should provide the subject with the rationalization he needs for giving in

*...+ “all the others are doing it”

*...+ “you’re really a good boy at heart”

[As we all are.]

273
FUCK SURVIVAL*as my sister once said

See multinationals rule


watch them play “Steal & Hide”
as the con-men called 'bankers'
go along for the ride

Exploiting the people


hurting the land
we stand there doing nothing
while these suckers have fun

With the money and the army


and the media on their side
they sure know how to conquer
for first they divide

We vote for their puppets


protest to let off some steam
-dare we exchange willful blindness
for the truth and a dream?

To come alive we must live


live up to our own humanity
overcome our inane inertia
and fight all this ego-insanity

Is that so hard? “Yes”,


a little voice said.
“Merely thinking about it, is blowing my head.
Let's just chill-out and watch a movie instead”.

274
HELLP

Unfinished poem

cause something cracked.

I can no longer dig for words

in this cell.

275
276
FOUND POETRY - The Insouciance

It’s the insouciance that baffles me.

To participate in the killing of an animal: this is a significant decision.

It spreads like a fungal mycelium into the heartwood of our lives.

Yet many people eat meat, sometimes two or three times a day,

casually and hurriedly, often without even marking the fact.

I don’t mean to blame.

Billions are spent, through advertising and marketing,

to distract and mollify, to trivialise the weighty decisions we make,

to ensure that we don’t connect.

Even as we search for meaning and purpose,

we want to be told that our actions are inconsequential.

We seek reassurance that we are significant,

but that what we do is not.

George Monbiot

http://www.theguardian.com/commentisfree/2015/may/19/chicken-welfare-human-
health-meat

277
OCEAN

Beauty that leaves me silent, still.

The sea breathes in big, gracious waves

and the sky blossoms in rosy orange and mauve.

The sea breathes in big, gracious waves.

Twilight blue drips inside me

stirring something

deeper than senses, memory, thought.

Deeper than senses, memory, thought

-an agonizing feeling of love yet ungiven.

In every strange second's eternity

I am the one who stands alone, not alone.

278
279
UNDER THE SUN

Drying under the sun with you

it felt like the whole world owed me

the salt on your skin.

280
FIRE-KEEPERS

To keep the connection

with the mystery of existence

to keep your mind receptive

to the beauty and magnificence of life

to rise above the agonies

of the daily grind

to experience tenderness and awe

in the midst of baseness

-this may very well be

the ultimate act of resistance.

281
CRAZY NET FUN

"All writing is in fact cut-ups. A collage of words read heard overhead.


What else?" - William Burroughs

(Found Text on http://amasci.com/~billb/cgi-bin/instr/instr_main.html#ddd)

Take a LED penlight (white and red work best), go into a totally dark bathroom, and wait
5 minutes or so for your eyes to adjust. Now, shine the light up your nose while looking
in the mirror. You can see your sinuses glowing red! Looks really weird to see your face
backlit.

KingFlathead -Denver, CO USA - Sunday, September 28, 2003 at 01:03:17 (PDT)

First you need an office chair or any other type of chair that can easily swivel 360
degrees. Second grab a standard bicycle wheel (the larger the wheel such as the front
wheel of a beach cruiser the better this works). Spin the bike wheel as fast as you can
while holding it by the axles. Sit in the swivel chair and lift your feet. By tilting the
spinning wheel left or right the gyroscopic effect will cause your body to spin around in
the chair. Joy!

gregpucci@hotmail.com Folsom, ca USA - Tuesday, September 28, 2004 at 10:33:32 (PDT)

Lift your right leg off of the ground in front of you. Then, make circles with your foot
counter-clockwise. Then draw an imaginary '6' in the air with your hand. Your leg should
switch directions! It will go clockwise. If not, you're probably doing it wrong. Try
circling your foot clockwise instead of counter-clockwise. It will go vice versa.

Jonathan <dyingevolution@aol.com> turnersville, nj USA - Monday, July 26, 2004 at 20:32:40


(PDT)

Sit on your couch with your feet straight out in front of you on the coffee table. Now
smack yourself in the back of your head, not too hard, at the point where your head
connects with your neck. Now feel your toes tingle... don’t do it too much or too hard or
you might cause some serious problems... (ahh, the wonderful things I learned in college)

Dickie - df3photo@hotmail.com erie, pa USA - Thursday, September 18, 2003 at 23:54:20 (PDT)

282
Take a penny. Any coin works, but pennies are cheaper and more mysterious. Walk
around handing people the coins and telling them "circulate this coin" in a grim voice. I
have seen people run in fear, and other strange reactions. It can provoke some weird
responses!

Ike - ikefox@earthlink.net Greenwood, SC USA - Tuesday, July 01, 2003 at 15:18:07 (PDT)

Ha cool party thing...I'll try and explain it best I can... You need five people to do this. I
would try it but I don't have any friends, and no money to pay people. Get someone to
sit on a chair. Preferably someone heavyISH. Fat chuffers not allowed. The other four
people stand at each corner of the chair and clasp their hands together, then extend
their index fingers only. All four people can then try to lift the chair - with the person
on - by putting their hand under the seat and lifting with their extended index fingers.
It shouldn't work. If it does, get someone heavier. When they've stopped trying to lift
the chair, each lifting person hovers their hand over the head of the person sitting
down - the first person places the hand over their head, the second person over the
first person’s hands, the third over the second person’s and so on. Then each person
does the same with their right hand. So now you have the four lifters with their left
and right hands hovering over the sitter. The lifters take their hands away, then clasp
them together and extend their index fingers again. Try to lift the person in the chair,
and you should be able to lift them. Magic.

Raa Raa Touche - bum@boobies.com Cheese, Fridge - Friday, June 06, 2003 at 07:17:52 (PDT)

I discovered this when I was a teen playing around with a friend's cordless phone. It
requires that you have a cordless phone and a regular phone that share one phone-line.
Hold the cordless to one ear and the landline phone to the other ear and hold a
conversation. The other person's voice seems to come from inside your head!

Mazeone - mazeone@someplace.with.no.spam.cmo Silver Spring, MD USA - Thursday, November


14, 2002 at 10:07:22 (PST)

At night, hold a flashlight up to one eye. Keep both eyes open. Everything you can see
with the unobstructed eye will look black and white. I have no explanation for this.

Bille - USA - Sunday, June 01, 2003 at 03:44:07 (PDT)

283
While laying in bed for about 15 minutes, make sure your eyes are used to the darkness
and shut one hard and put your hand over it and turn on the light and wait till the non-
covered eye gets used to the light. Now, turn the light off and open your other eye.
One eye will have night vision and one will not! Feels weird. To erase this effect, turn
the lights back on or wait a few minutes.

Greg Olsen - nolimits99@hotmail.com Chicago, ILL USA - Thursday, August 01, 2002 at 01:20:47
(PDT)

You know those bright green led lights you find on cookers, VCRS, alarm clock radios
etc? Well if you stand a little way away from them and stare then poke out your tongue
and blow a raspberry, quite magically the led numbers will appear to dance the dance of
life and light. It truly is a beautiful sight and possibly one the eight wonders of modern
science. My wife and I frequently, until we were both barred, take trips to our local
bank and stand in front of the currency converter board with flasks of coffee and
sandwiches spellbound by this most fascinating display.

Paul - paulpreilly@hotmail.com USA - Sunday, July 14, 2002 at 06:47:06 (PDT)

Take some acid and see what happens, a lot of the above effects will be experienced.

Dr Kavorkian - not@thistime Rochester, USA - Wednesday, March 20, 2002 at 15:36:46 (PST)

While you’re sitting at a computer put one hand onto the screen, then lift both feet off
the floor and with the other hand turn off the monitor. Now touch someone with your
free hand and it'll give them a good zap! I'd recommend not using just one finger to zap
them cause it really hurts -so use your whole palm.

Robert Rendler - rendler@yahoo.com Melbourne, VI AUSTRALIA - Monday, February 14, 2000


at 17:10:14 (PST)

This one comes to you from The Notebooks Of Leonardo Da Vinci: "If you wish to make
a fire which shall set a large room in a blaze without doing any harm you will proceed
thus: First perfume the air with dense smoke of incense or other strongly smelling
thing, then blow or cause to boil and reduce to steam ten pounds of brandy, but see
that the room is closed altogether, and throw powder of varnish among the fumes; then
seize a torch and enter suddenly into the room and instantly everything will become a
sheet of flame.”
Chad - Feynmium@aol.com MN USA - Sunday, July 22, 2001 at 18:33:45 (PDT)
284
This one is kind of mean. Get two flashlights and a sleeping person (a little brother
worked the best for me). Make sure the person is dead asleep. Hold a flashlight in each
hand, then sneak up on them, turn both flashlights on really fast and yell "WATCH OUT
YOU ARE GOING TO GET HIT BY A TRUCK!!" Turn the flashlights off and the results
are really funny! My little brother used to tremble in his sleep but never wake up.

Becca - USA - Wednesday, February 23, 2000 at 20:17:29 (PST)

Sit next to somebody who's playing an electric guitar, one that's NOT plugged in so you
can hear it. If you just sit next to the person, you can hear a little bit of tiny music,
right? Now try this: lightly BITE the very end of the guitar, just put your teeth right
down on a wooden part of the head up by the tuning pegs (being careful not to damage
the finish.) Now get the person to start playing again... You can suddenly hear the music
as crystal-clear as if the instrument were plugged in and you're listening with
headphones! The conductivity of the bones in your head, I suppose. I discovered this
quite by accident; please don't ask me why I thought about placing my mouth on
somebody's guitar while they were playing it!

Edith Frost - edithfrost@yahoo.com Chicago, IL USA - Wednesday, December 29, 1999 at


03:58:00 (PST)

While in the shower, try humming in harmony with the noise of the water running in the
pipes. With older plumbing, you can make the pipes rattle in the walls.

Gerald Sanders - luminol@yahoo.com USA - Friday, August 27, 1999 at 22:39:10 (PDT)

Here's one to try that is a little different. Everyone has an inner monologue. Try
changing your inner monologue’s "voice." So when you're thinking, you don't hear
yourself, you hear instead, say, Connery or Clinton or someone. Keep doing it for 10
minutes or more. It really messes with your mind. I find it raises the hackles on the
back of my neck when I use a female voice (being male myself.)

Sam - USA - Monday, February 07, 2005 at 12:28:23 (PST)

285
REALITY CHECK

Got my head checked lately

Doc said I’m ok

Caught in the mock safety

Of the words we say

286
287
YOU

The light in my light-heartedness

the sense in my essence

the real in my reality.

The star in my dusk

the wind and the thrust

the one in my duality.

288
Cambodian Mirrors

The golden horns at the roof of the Temple of the Emerald Buddha, shine under the
summer sun. More widely known as the Silver Pagoda, right at the northern side of the Royal
Palace, it shelters over a thousand cultural and religious treasures of Cambodia. Since I’ve
been walking around Phnom Penh all morning, I take a breath before stepping on the 5.329
silver tiles that cover the floor. In reality, you can only see a few of them, as a red carpet
leads you around the temple. The Emerald Buddha (actually made of crystal) sits high on a
gilded pedestal at the back of the temple, behind the standing Buddha Maitreya (Buddha of
the Future), a ninety kilo, almost life-sized golden statue, adorned with thousands of
diamonds. Right in front of the two statues, Khmers are praying and leaving small offerings
of flowers, rice and incense sticks. After having seen so much poverty in this country, this
opulence brings forth a not-all-that-respectful expression on my face. After all, the glorious
times of the mighty Khmer Empire, which ruled most of the Indochinese peninsula between
the 11th and 14th centuries, is long gone, and this small country has suffered much from
imperialism (as part of French Indochina from 1863 to 1953), from US bombings during the
Vietnam war and from the insane rule of the Khmer Rouge in the '70s (over a million
Cambodians, one eighth of the total population, died from tortures, executions and
starvation). Political instability and destitution and all the evils that ensue, are what the
people were left with -and this extravagance, even for religious purposes, is in stark contrast
to the completely worn out shoes at the steps of the pagoda.

A young monk in his orange robe, not more than fifteen years old, is staring at me as
though he is trying to read my thoughts. I smile at him and he bashfully comes towards me.
We bow lightly at each other, and he says: “The holiest thing in the temple, is not the
Emerald Buddha. It is right behind him”. He bows again and quickly leaves, in a way that
made me feel it would be kind of “inappropriate” to chase and shower him with questions.
So I follow the red carpet, absorbing the sights, the sounds, the smells, all I can. I am not in a
hurry. When I finally reach the pedestal of the Emerald Buddha, I remember the words of
the young monk, and I eagerly turn and look behind it. To my great surprise, a childish face is
looking right back at me: My own. For the few seconds I'm standing there, in front of this
body-sized mirror, I have the strange feeling that I'm not really looking at my reflection
289
- quite the opposite. These eyes from the mirror, familiar and unfamiliar at the same time,
are staring right through me, penetrating what I perceive as my self-image. And yes, what
they are seeing is the holiest thing in the temple -and it’s the same for everyone.

Much later, in the afternoon, I sit down to grab a bite. The small restaurant I had
chosen, “Friends”, is run by an NGO that helps street kids by training them to be cooks,
waiters and everything else that is necessary in order to run the restaurant and make a
living. It has a beautiful garden, but I'm the only one sitting outside, since the first drops of
another short shower are already beginning to fall. As I am finishing my particularly good
salad, this thought crosses my mind: Contrary to what one might think, when travelling, it’s
not as much the hard times as the good ones, that sometimes make you wish you had the
company of a friend. The light rain thankfully stops after a while. I'm getting ready to leave,
when the garden door opens and a northern-European girl walks in. The moment I see her, I
know no one will follow behind her. Boyish and in her late twenties, she's carrying a
backpack and looks a bit weary. She sits at a table almost opposite to mine, and asks me
about the menu. Well, she really smiled at the first bite of that salad. After just a few more
words, we know we have things to share. We end up at a nearby café-bar, taking advantage
of the “happy hour”.

We start talking about our experience of Cambodia, at first. I feel myself glowing,
while talking about Angkor Wat with someone who has actually seen and touched it -as it’s
really hard to communicate the astonishing atmosphere of that place, or the thoughts and
feelings it evokes, to people who have only seen it as the background of Lara Croft. Things
quickly get deeper, as we start sharing our views on life, our childhood dreams, our ideas for
the future (for we both did not have any concrete "plans"). As the night settles in, we keep
on talking and laughing and almost crying at times and laughing again, exchanging our dark
moments as well as the bright. We share things that you would only tell your best friend, or
possibly discuss with your shrink. It seems we both are the right person, in the right place, at
the right time. Around midnight, it's time to part. We do not exchange phone numbers and
e-mails, we don't promise to keep in touch. We just hug each other warmly and truly wish a
good life to one another. Watching her cab disappear into the dimly lit streets, I realized it
was the second time I had looked into a mirror that day.

290
DEINDE PHILOSOPHARI

291
HINT

When nothing makes sense

and you don't know why

try to see things

with a clearer I.

292
IN BETWEEN

In between ecstasy and pain

is there emptiness or is there peace?

The soft hell of nothing

or a low intensity bliss?

293
INTEGRATION

As it is customary in this planet,

after several years of continuous exposure

to this strange experience called “Life”,

the bundle of perceptions that is Me,

has finally given up

trying to understand.

294
295
COME OUT AND PLAY

What's real I don't know

when we flow, flow, flow

drunk in a sea of light.

Life is the name & Death is her game

and the rule says

“Invent Me”.

296
297
298
LUSCIOUS DAYS

As imperfect as life is

it expands

like a bursting pomegranate

when instead of vessels

we become generators

of our own feelings.

299
300
301
FOUND POETRY - WALKING TOURS

“A walking tour should be gone upon alone,

because freedom is of the essence;

because you should be able to stop and go on,

and follow this way or that,

as the freak takes you;

and you must be open to all impressions

and let your thoughts take colour from what you see.

You should be as a pipe for any wind to play upon.

There should be no cackle of voices at your elbow,

to jar on the meditative silence of the morning.

And so long as a man is reasoning

he cannot surrender himself to that fine intoxication

that comes of much motion in the open air,

that begins in a sort of dazzle and sluggishness of the brain,

and ends in a peace that passes comprehension.”

Robert Louis Stevenson, Walking Tours

302
ROBERT LOUIS STEVENSON’S GRAVE, MOUNT VAEA, APIA, SAMOA

303
304
Sunday, August 18th

Take care of your day

Whisper to it softly as

in the ear of a whimsical lover

who just woke up

Let it know what you want

Sweet talk to it -and I promise

you can do with your day as you please

right here, right now

Treat it gently as you move on

and time will be your friend

for it's what you do with each day

that can make or break you

Be kind to people it brings along

wave to the mailman

take every chance presented

to fix that toy, eat that apple

Caress your day, it's all you got

you -frustrated at a traffic jam

you

still alive

305
TIME MACHINE

Time heals, kills -comes to be gone

Time will pass centuries in the blink of an eye.

Time is money but who gives a dime

-timing is everything when it’s always

too little too late, too much too fast.

Time is mine -a minefield.

Time slips, sleeps in the heart of eternity

Timeless

306
307
308
QUIZ

I’m in this world to:

a) Understand it

b) Save it

c) Enjoy it

d) Endure it

e) Have no idea, I was just passing by

309
TRIP TO SACREDNESS

Stay long enough into the darkness

and you start to see:

Every pebble is a precious stone

and the whole is more than the sum of its parts.

310
PRAYER ΟF THE GODLESS

Peace, kindness, strength and joy to all.

Raising my awareness inside and out,

may I accept everything with grace and gratitude.

May I always act with spontaneous love,

never minding the bollocks and smiling all the way.

And may I take all the pains and risks

that will fulfill my playful existence,

completely entrusting myself to the universe,

whether it has a point or not.

And so it is.

311


312
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΣΗ ΢ΤΓΓΡΑΦΕΑ

Ωπάρχει θ κεωρία πωσ όλοι ζχουμε ζνα αγγελάκι ςτον δεξί ϊμο κι ζνα
διαβολάκι ςτον αριςτερό, που το κάκε ζνα προςπακεί να κάνει το δικό του.
Εμζνα μου φαίνεται ότι ςτον ζναν ϊμο ζχω ζνα μαυροντυμζνο νιντηάκι, και
ςτον άλλο ζναν μικρό Dude με το άςπρο μπουρνοφηι του απ’ τον Πεγάλο
Οεμπόφςκυ. Ψο Ριντηάκι κζλει ςκοπό, αφοςίωςθ, τελειότθτα, ακονίηει το ςπακί
του και το δοκιμάηει ςε όποια τρίχα πετάει. Σ Ρτουντάκοσ κζλει απλά να μθν
κουνιζμαι πολφ γιατί ηαλίηεται απ’ το χανγκόβερ, μαν, και παραλίγο να κάνει
χάλια τον ϊμο μου με το White Russian…

313

You might also like