You are on page 1of 13

Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ


Ἱεροµάρτυρας [16 Φεβρουαρίου 1934]
tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-19-10-50/12181-2018-02-15-22-00-00

Γονική Κατηγορία: Ορθόδοξη Πίστη και Ζωή


Κατηγορία: Αγιολόγιο - Εορτολόγιο
∆ηµοσιευµένο στις Πέµπτη, 15 Φεβρουάριος 2018 22:00
Από τον/την Μοναχή Μαρία Γιεράστοβα
Προβολές: 3

Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΗΛΙΑΣ TΣΕΤΒΕΡΟΥΧΙΝ (†16


Φεβρ. 1934)
ΚΑΙ Η ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΑ

When a manfully and posttively turns


to the side of eternal truth, or else
completely turns away from it,
he no longer lives and is obliged to die.
He has gone through everything that this
life can give and has become ripe
for the future.
St. Herman the New Martyr 

Η ζωή του π. Ηλία είναι στενά συνδεδεµένη µε τη


ζωή της εναρέτου συζύγου που του έδωσε ο Θεός,
η οποία µοιράστηκε µαζί του όλες τις λύπες και τις
χαρές. Η Ευγενία ήταν µια πολύ ευσεβής κόρη που
σκεπτόταν να γίνη µοναχή, αλλά µε τη συµβουλή
του Γέροντος Βαρνάβα της Σκήτης της Γεθσηµανή, άρχισε να αναζητά έναν ευσεβή σύζυγο.
Οι γονείς του Ηλία είχαν µεγάλα σχέδια για τον γυιό τους επειδή ήταν ένας λαµπρός
φοιτητής στο Πανεπιστήµιο. Όταν όµως γνώρισε την Ευγενία άρχισαν και οι δυο να µελετούν
µε πόθο πνευµατικά βιβλία. Εγκατέλειψε το Πανεπιστήµιο και µια δελεαστική καριέρα και
εισήλθε στο ιερατικό Σεµινάριο του Αγίου Σεργίου της Λαύρας της Αγίας Τριάδος.

Η οικογένεια της Ευγενίας ζούσε υπό την καθοδήγηση αγίων Γερόντων. Η µητέρα της
γνώριζε πολλούς Γέροντες και συχνά τους επισκεπτόταν. Βλέποντας αυτό ο Ηλίας
Νικολάγιεβιτς θέλησε να έχη και αυτός ένα Γέροντα, ο οποίος θα τον καθοδηγούσε. Η
Ευγενία του συνέστησε να πάη στη Σκήτη της Γεσθηµανή, στον Γέροντα Βαρνάβα. Την άλλη
µέρα ο νεαρός ιεροσπουδαστής πήγε στον Γέροντα. Ο Γέροντας τον δέχθηκε µε ευγένεια, τον
έβαλε να καθίση, του έφερε σαµοβάρι και του έδωσε να πιη τσάι, ενώ συνεχώς του έλεγε
καθώς τον κτυπούσε χαϊδευτικά στο κεφάλι:

› Είσαι ο µάρτυράς µου! Είσαι ο οµολογητής µου!


Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Μετά του έδωσε µερικές συµβουλές και τον άφησε να φύγη. Ο ιεροσπουδαστής γύρισε
χαρούµενος στον ξενώνα. Επιτέλους, είχε βρη έναν πνευµατικό οδηγό στον οποίο θα
µπορούσε να εµπιστευθή όλη του τη ζωή! Το βράδυ πήγε στον ναό και µε κατάπληξι άκουσε
να µνηµονεύουν τον κεκοιµηµένο ιεροµόναχο Βαρνάβα! Πόσο µεγάλη ήταν πραγµατικά η
έκπληξίς του και η λύπη του όταν έµαθε ότι λίγες ώρες µετά την αναχώρησί του, ο Γέρων
Βαρνάβας πέθανε! Ταραγµένος επέστρεψε στο σπίτι του.

Αλλά ο Κύριος δεν άφησε ανεκπλήρωτη την βαθειά επιθυµία της γεµάτης πίστι ψυχής του.
Μετά από λίγο καιρό οι συσπουδασταί του τού πρότειναν να τον πάρουν µαζί τους στο
ερηµητήριο του Ζωσιµά, που δεν ήταν µακρυά από την Λαύρα της Αγίας Τριάδος, για να
δουν τον ερηµίτη Γέροντα Αλέξιο (ο οποίος αργότερα ανέσυρε τον κλήρο για την εκλογή του
Πατριάρχου Τύχωνος). Ο Ηλίας δέχθηκε ευχαρίστως. Ο Γέροντας τους υποδέχθηκε εγκάρδια
και σύντοµα έγινε ο πνευµατικός οδηγός του Ηλία και της µνηστής του. Όταν για πρώτη
φορά τους είδε µαζί, ανεφώνησε:

› Τι ψηλός που είναι αυτός, και τι µικρούλα αυτή!

Πραγµατικά ο Ηλίας ήταν πολύ ψηλός και δυνατός, πραγµατικός ιππότης, ενώ η Ευγενία
ήταν ένα µικροκαµωµένο και ευαίσθητο κορίτσι. Με την ευλογία του Γέροντος Αλεξίου
συνηντώντο δυο φορές τον µήνα στο σπίτι της Ευγενίας, και δυο φορές το µήνα µπορούσε
να της γράφη ένα γράµµα, το οποίο όµως έπρεπε να το διαβάζη προηγουµένως η µητέρα
της Ευγενίας. Έτσι πέρασαν µερικά χρόνια... Ο Ηλίας τελείωσε µε επιτυχία το Σεµινάριο και
άρχισε να σπουδάζη στη Θεολογική Ακαδηµία.

Τότε η Ευγενία ήταν 25 ετών, δηλαδή όχι πια νέα κατά την αντίληψι της εποχής εκείνης. Την
εποχή εκείνη υπήρχε ένας νόµος, κατά τον οποίο οι φοιτηταί της Ακαδηµίας µπορούσαν να
ήταν έγγαµοι. Η οικογένεια της Ευγενίας ζούσε υπό την καθοδήγησι ενός Γέροντος στη
Μόσχα ο οποίος συνέστησε επίσπευσι του γάµου τους. Ο Ηλίας υπακούοντας στον Γέροντα
πήγε στους γονείς της Ευγενίας. Αλλά τότε παρουσιάστηκε ένα απροσδόκητο εµπόδιο: ο
πατέρας της Ευγενίας αρνήθηκε κατηγορηµατικά να του την δώση για σύζυγο επειδή δεν
είχε δυνατότητα να την συντηρήση. Ο Ηλίας θύµωσε και έφυγε βροντώντας πίσω του την
πόρτα. Όµως η µητέρα της Ευγενίας τον έπεισε να την ζητήση πάλι από τον πατέρα της. Και
χρειάστηκε να τονίση επανειληµµένα ότι θα µπορούσαν να ζήσουν µόνο µε τα δικά τους
µέσα, αν και στην πράξι όλα τα χρήµατα που είχαν ήταν ένα µικρό ποσό που είχε
συγκεντρώσει η Ευγενία παραδίδοντας µαθήµατα µουσικής, και το οποίο είχε βάλει στην
άκρη µε την ευλογία της µητέρας της, για την προίκα της. Τελικά ο πατέρας της συµφώνησε.
Έκαναν ήσυχα και ταπεινά την τελετή του γάµου τους και αµέσως µετά έφυγαν για το
γαµήλιο ταξείδι. Πήγαν στο ερηµητήριο του Ζωσιµά για να ετοιµαστούν για τη µετάληψι της
θείας Κοινωνίας, κοντά στον αγαπηµένο τους Γέροντα.

Όλα τα µέλη της οικογενείας της Ευγενίας σέβονταν πολύ τον Γέροντα Αλέξιο. Ένας από τους
συγγενείς της, ο οποίος αργότερα έγινε µοναχός, πήγαινε συχνά στο ερηµητήριο του Ζωσιµά
και έβλεπε επανειληµµένα το ίδιο όνειρο. Του φαινόταν σαν να ήταν κάποια µεγάλη γιορτή.
Ο ιδρυτής της Μονής, ο ασκητής Ζωσιµάς, στεκόταν στη µέση της Ωραίας Πύλης και εµύρωνε
κάθε έναν που ερχόταν. Μετά το µύρωµα, µε τα ολόλαµπρα λευκά τους ενδύµατα,
περνούσαν κατ’ ευθείαν µέσα από την Ωραία Πύλη! Το όνειρο αυτό, ειδικά επειδή
επαναλαµβανόταν τόσο συχνά και επειδή έµπαιναν στο Ιερό ακόµη και γυναίκες, προκάλεσε
µεγάλη απορία στον νέο αυτόν. Τελικά, όταν είδε το όνειρο για έκτη φορά, πήγε στον
Γέροντα Αλέξιο. Ο Γέροντας δεν αποκάλυψε την εξήγησι του ονείρου, αλλά µόνο ρώτησε αν
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

ήταν πολλοί άνθρωποι.

› Ήταν πολλοί, πάτερ, ολόκληρο πλήθος!

› Ωραία! ∆όξα τω Θεώ, δόξα τω Θεώ! επανέλαβε χαρούµενα ο Γέροντας.

Οι νεαροί νεόνυµφοι έµειναν ένα µήνα στο µοναστήρι. Μετά γύρισαν στη Μόσχα και
νοίκιασαν ένα διαµέρισµα στην περιοχή Σέργκιεφ Ποσάντ, κοντά στο Μοναστήρι του  Αγίου
Σεργίου.

Ζούσαν πολύ φτωχικά, αλλά όπως υποσχέθηκαν στον πατέρα της Ευγενίας, ζούσαν µόνο µε
δικά τους χρήµατα. Η Ευγενία πάντα τόνιζε ότι σ' όλη τους τη ζωή ποτέ δεν χρωστούσαν σε
κανέναν ούτε µια δεκάρα.

Ζούσαν τόσο φτωχικά που η Ευγενία αναγκαζόταν να ρίχνη στη σόµπα µόνο έξι ξύλα την
ηµέρα για να ζεστάνη το διαµέρισµα, το οποίο έτσι δεν ήταν ποτέ αρκετά ζεστό.

Όταν γεννήθηκε το πρώτο παιδί τους, έστειλαν αµέσως τηλεγράφηµα στην αδελφή της
Ευγενίας. Όταν ήρθε κοντά τους, τους εξήγησε ότι έµαθε τη γέννησι του παιδιού πριν πάρη
το τηλεγράφηµα!

› Μα πώς; τη ρώτησαν.

› Ο άγιος Σεραφείµ εµφανίστηκε στο όνειρό µου και µού είπε: «Πήγαινε να τους συγχαρής!
Έχουν γυιό και το όνοµα του είναι Σέργιος».

Πράγµατι ωνόµασαν τον πρώτο τους γυιό Σέργιο και τον δεύτερο Σεραφείµ.

Ο π. Ηλίας τελείωσε την Ακαδηµία πριν ξεσπάση η επανάστασις (του 1917). Μετά την
χειροτονία του, υπηρέτησε για ένα µικρό διάστηµα στην εκκλησία ενός πτωχοκοµείου,
κατόπιν µετετέθη στην εκκλησία του αγίου Νικολάου στην περιοχή Τολµατσέφ της Μόσχας,
όπου και υπηρέτησε µέχρι τη σύλληψί του το 1932.

Ο π. Ηλίας ήταν ένας ευλαβής ιερεύς. Ποτέ δεν συντόµευε τις ακολουθίες. Κανοναρχούσε τα
στιχηρά και συχνά διάβαζε τους κανόνες (που συνήθως παραλείπονταν στις ρωσικές
ενορίες). Η πρεσβυτέρα πήγαινε κάθε µέρα στην εκκλησία και διηύθυνε τη χορωδία. Σ' εκείνη
τη θλιβερή εποχή, µετά το ξέσπασµα της επαναστάσεως, η εκκλησία του αγίου Νικολάου
στην περιοχή Τολµατσέφ ήταν φάρος πνευµατικού φωτός για πολλούς πιστούς. Μία
ενορίτισσα του π. Ηλία αναπολεί:

› Ω, η εκκλησία µας στο Τολµατσέφ, άστραφτε από καθαριότητα! Αλλά ήταν τόσο κρύα, που
πάγωναν τα πόδια σου στο πάτωµα!

Όµως η πρεσβυτέρα, σε οποιαδήποτε περίσταση, ποτέ δεν έχανε την ελπίδα της στο Θεό.

Κάποτε, την ηµέρα της εορτής του αγίου Νικολάου, η πρεσβυτέρα γυρνούσε από την
εκκλησία και, βάζοντας το χέρι της στην τσέπη, ανακάλυψε ότι ήταν άδεια. Τέτοια µέρα κάθε
χρόνο, συνήθιζαν να καλούν ενορίτες στο σπίτι τους για ένα λιτό γεύµα. Η πρεσβυτέρα
γύρισε γρήγορα στην εκκλησία και ρώτησε τον π. Ηλία αν είχε καθόλου χρήµατα. Αυτός, µε
λυπηµένο βλέµµα, της έδωσε µόνο µερικά κέρµατα. ∆εν γινόταν τίποτε. Η πρεσβυτέρα
ξεκίνησε για το σπίτι. Στον δρόµο συλλογιζόταν τι ωραία που θα ήταν αν είχε µονάχα δύο
ρούβλια, θα αγόραζε κάµποσα µπιζέλια, λίγο λάδι, κάτι άλλο ακόµη και αυτά θα τους
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

έφθαναν. Με τέτοιες σκέψεις βάδιζε για το σπίτι.

Ήταν µια ζεστή ανοιξιάτικη ηµέρα, και µπροστά από το σπίτι τους είχαν σχηµατιστή
λακκούβες µε λασπόνερα. Τα πόδια της τα είχε τυλιγµένα µε πανιά, αφού την εποχή εκείνη
ήταν αδύνατο να βρεθούν παπούτσια, και µ' αυτή την υπόδησι πηδούσε πάνω από τα
λασπόνερα. Ξαφνικά βλέπει µπροστά της δυό προσεκτικά διπλωµένα χαρτονοµίσµατα, που
έπλεαν στο νερό σαν δυό µικρές βαρκούλες. Τα πήρε, τα ξεδίπλωσε, ήταν δυο ρούβλια!
Άρχισε να ρωτά τους διαβάτες αν έχασαν δυο ρούβλια, αλλά όλοι απαντούσαν αρνητικά.
Τότε η πρεσβυτέρα ευχαρίστησε τον Θεό και επανέλαβε για άλλη µια φορά τον λόγο του
Κυρίου: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υµίν»
(Ματθ. ς' 33). Κατόπιν άρχισε να ετοιµάζη ένα λιτό γεύµα.

Κάποια άλλη φορά, η πρεσβυτέρα και ο π. Ηλίας απεφάσισαν να πάνε στο ερηµητήριο του
Ζωσιµά. Εκείνο τον καιρό το Μοναστήρι δεν µπορούσε πια να παραθέτη τράπεζα για τους
επισκέπτες, αφού µόλις και µετά βίας επαρκούσαν τα τρόφιµα για τους µοναχούς. Αν και δεν
είχαν τότε ούτε µια δεκάρα, εντούτοις η πρεσβυτέρα δεν άλλαξε την απόφασι να ξεκινήσουν
για το προσκύνηµα, και πήγε σ' έναν ηλικιωµένο αναγνώστη να τον παρακάλεση, αν
µπορούσε, να προσέχη τα παιδιά τους όσο θα έλειπαν. Στο δρόµο επανελάµβανε: «Επίρριψον
επί Κύριον την µέριµνάν σου, και αυτός σε διαθρέψει» (Ψαλµ. νδ' 23). Αυτό ήταν το ιδιαίτερο
χαρακτηριστικό της πρεσβυτέρας: τα λόγια της Γραφής, τα οποία για πολλούς ανθρώπους
είναι απλές λέξεις που τις αποστηθίζουν από τα βιβλία, γι' αυτήν ήταν λόγοι ολοζώντανοι και
αληθινοί.

Γυρνώντας στο σπίτι, είδε ξαφνικά ένα µακρύ αντικείµενο τυλιγµένο σ' ένα λινό σάκκο. Η
πρεσβυτέρα φοβήθηκε ότι ήταν ένα πτώµα και άρχισε να τρέχη. Μετά όµως πρόσεξε ότι
αυτό το αντικείµενο δεν ήταν τόσο µεγάλο και πίεσε τον εαυτό της να υπερνικήση τον φόβο
και να επιστρέψη. Με τη σκέψι ότι πιθανόν θα ήταν κάποιο παιδί που το είχαν εγκαταλείψει,
κύτταξε µέσα στο σάκκο και έµεινε κατάπληκτη από το θέαµα. Ήταν γεµάτος µε διάφορα
τρόφιµα, κρέας, λάδι, ψωµί, δηλαδή ό,τι ακριβώς χρειαζόταν για το ταξείδι τους! Πιθανόν
κάποιος χωρικός τα έφερε για να τα πουλήση στην πόλι, αλλά φοβήθηκε την εθνοφυλακή και
έρριξε το σάκκο στην άκρη του δρόµου.

Βέβαια, δεν είχαν όλες οι δυσκολίες τέτοια ευτυχή κατάληξι για την πρεσβυτέρα, αλλά αυτή
ποτέ δεν έχανε την πνευµατική της εγρήγορσι. Κάποτε ήρθε κάποια άγνωστη και πρότεινε να
της πουλήση µια τσάντα γεµάτη µε λαχανικά σε τιµή µάλλον χαµηλή. Με µεγάλη δυσκολία
συγκέντρωσε το ποσό και το έδωσε στη γυναίκα, η οποία την έφερε στο σιδηροδροµικό
σταθµό όπου, όπως έλεγε, ήταν τα τρόφιµα. Όταν έφθασαν στο σταθµό η γυναίκα είπε στην
πρεσβυτέρα να την περιµένη και αυτή µπήκε στον θάλαµο του σταθµού για να φέρη τα
τρόφιµα. Η πρεσβυτέρα περίµενε µερικές ώρες προτού πάη η ίδια στον θάλαµο, µόνο και
µόνο για να δη ότι η πόρτα ήταν κλειδωµένη και δεν ήταν κανείς εκεί µέσα. Πόσο δύσκολο
της ήταν να γυρίση στο σπίτι, όπου την περίµεναν τα πεινασµένα παιδιά και ο παπάς της
τόσο ανυπόµονα! Στον δρόµο της επιστροφής η πρεσβυτέρα συλλογιζόταν πώς είναι
δυνατόν να προσευχηθή κανείς για τέτοιους ανθρώπους. Πάντως αυτοί µας βοηθούν στη
σωτηρία της ψυχής µας, ενώ συγχρόνως, χάνουν τη σωτηρία της δικής τους ψυχής. Όταν η
πρεσβυτέρα µπήκε στο δωµάτιο και είδε όλους να την κοιτάζουν µε απορία, είπε:

› Παιδιά, σηκωθήτε! Ας προσευχηθούµε! "∆όξα τω Θεώ πάντων ένεκεν". Μας έκλεψαν!


Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Αλλά όλες αυτές οι θλίψεις ήταν ασήµαντες µπροστά


στην οδύνη της πρεσβυτέρας όταν ο µικρότερος γυιός
της, ο Βάνια, πέθανε. Έπαιζε µε κάποια µεγαλύτερα
παιδιά στον δρόµο και άρπαξε ένα κρυολόγηµα, και
καθώς η πρεσβυτέρα δεν µπορούσε να τον προσέχη
συνεχώς (κάθε µέρα συµµετείχε στη χορωδία της
εκκλησίας) το κρύωµα γύρισε σε µηνιγγίτιδα. Και τότε
ακριβώς η πρεσβυτέρα έσπασε το χέρι της... Όλες µαζί οι
συµφορές έπεσαν επάνω της: η θανατηφόρος αρρώστια
του γυιού της, το σπασµένο χέρι της, η πείνα... Αλλά
αυτή κατάφερνε να παρίσταται καθηµερινά στις
εκκλησιαστικές ακολουθίες, όπως πριν.

Ο Βάνια πονούσε τόσο ανυπόφορα, ώστε ρωτούσε τη


µητέρα του:

› Είναι αλήθεια, µητέρα, ότι είµαι κι εγώ ένας µάρτυρας;

Πέθανε την ίδια µέρα που πέθανε και ο Γέροντας Αλέξιος. Ο π. Ηλίας στον επικήδειο λόγο του
είπε ότι αυτή την ηµέρα πέθανε ένα πολύ µικρό παιδί αφού υπέφερε πολύ περισσότερο από
τους µεγάλους, αν και δεν είχε ανάλογες αµαρτίες. H µοναχή που υπηρετούσε στο ιερό ήρθε
στην πρεσβυτέρα και της είπε:

› Αγαπητή µου πρεσβυτέρα, συγχαρητήρια, έχεις ήδη ένα γυιό στον Παράδεισο!

Στο τέλος της ζωής της η πρεσβυτέρα δεν θυµόταν τα σχετικά µε τον Βάνια. Συνήθιζε να λέη:

› Είχα πέντε παιδιά.

Και µετά, µε λυπηµένο χαµόγελο, πρόσθετε:

› ∆εν θυµάµαι όλα όσα πέρασα στη ζωή µου. Ο Κύριος µου πήρε από την µνήµη τα πιο
δύσκολα.

Ο π. Ηλίας ζούσε ασκητική ζωή. Μόνο δυο εβδοµάδες τον χρόνο περνούσε µε την οικογένεια
του στην εξοχή, όπου τα παιδιά µπορούσαν να ξεκουραστούν, κατά την διάρκεια
απαραιτήτων επισκευών και καθαριότητος του ναού. Κατά κανόνα εκτελούσε κάθε µέρα
όλες τις ακολουθίες χωρίς να παραλείπη ή να συντοµεύη τίποτα. Το βράδυ µετά τις ιερές
ακολουθίες, γίνονταν πνευµατικές συζητήσεις.

Η πρεσβυτέρα φρόντιζε καθηµερινά να µπορή ο παπάς της να δειπνά πριν από τα


µεσάνυχτα. Γυρνούσε στο σπίτι κάθε µέρα µετά τις ένδεκα. Το πρωί ο π. Ηλίας θα κοιµόταν
ακόµη, όταν θα παρουσιαζόταν βιαστικά κάποια πνευµατική του κόρη ρωτώντας αν έχη
σηκωθή (οι περισσότεροι ενορίτες ήταν νεαροί). Η πρεσβυτέρα ποτέ δεν γκρίνιαζε γι’ αυτές
τις ενοχλήσεις, µόνο έλεγε:

› Κάποια δούλη του Θεού ήρθε, δεν φαίνεται τόσο χαρούµενη.

Λίγο αργότερα, αυτή η δούλη του Θεού εκαλείτο στον "κλήρο"[2] για συνοµιλία.
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Αργότερα, ο επίσκοπος Ιωάννης είπε στην πρεσβυτέρα (η οποία πήγαινε στήν εκκλησία του
µετά τον θάνατο του π. Ηλία):

› Ο παπάς σου ήταν το πρότυπό µου, και εσύ ήσουν η πιστή βοηθός του σε όλα.

Σ' εκείνους τους δύσκολους καιρούς της πείνας κατάφεραν να διατηρήσουν την οµορφιά και
την λάµψι της εκκλησίας και τον πλούτο των αµφίων. Πόσο υπερήφανοι ήταν όταν έβλεπαν
τον ιερέα τους να λειτουργή µε πλούσια και όµορφα άµφια, ή όταν τους διάβαζε και τους
εξηγούσε τα έργα των αγίων Πατέρων! Κάποτε, µετά από µια ιδιαίτερα επιτυχηµένη οµιλία
για τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστοµο, όταν ο π. Ηλίας πέρασε πίσω από τον "κλήρο", η
πρεσβυτέρα του ψιθύρισε:

› Το ύψος ηµίν της ταπεινοφροσύνης υπέδειξεν (από το απολυτίκιο του αγίου).

Ήταν τότε το έτος 1932. Παντού γίνονταν έρευνες, συλλήψεις και εξορίες. Μερικοί ενορίτες
συνελήφθησαν, µαζί µε πολλούς συγγενείς τους. Τον π. Ηλία τον κάλεσαν στη NKVD[3] και
του υπεσχέθησαν ότι δεν θα τον πειράξουν καθόλου, αρκεί µόνο να εγκατέλειπε την
ιερωσύνη. Κάποιοι φίλοι του προσπαθούσαν να τον βάλουν σε µια καλή θέσι στην
Πινακοθήκη Τρετιακώφ, ως ειδικό της τέχνης. Μη ξέροντας τι να κάνη, ο π. Ηλίας γύρισε στο
σπίτι και η πρεσβύτερα, τον ενίσχυσε στον αγώνα της οµολογίας.

Μετά από λίγο ήταν η ονοµαστική εορτή του π. Ηλία και ήρθαν µερικοί επισκέπτες. Ο
πατερούλης είχε βρη πάλι το κέφι του και ήταν εύθυµος και χαρούµενος. Οι επισκέπτες
έφυγαν αργά το βράδυ. Σε λίγα λεπτά ένα κορίτσι επέστρεψε και ψιθύρισε στην πρεσβυτέρα
ότι η αστυνοµία παρακολουθούσε στενά το σπίτι τους. Η πρεσβυτέρα ευχαρίστησε το κορίτσι
και βγήκε έξω. Μια οµάδα τριών ανδρών την πλησίασε και τη ρώτησε που µένουν οι
Τσετβιρούχιν. Η πρεσβυτέρα τους έδειξε το σπίτι, τους είπε τον αριθµό του διαµερίσµατος και
αµέσως έτρεξε στο σπίτι.

› Παπά. ήρθαν για σένα! είπε µόλις µπήκε στο δωµάτιο.

Ο π. Ηλίας φόρεσε το επιτραχήλιο του Γέροντος Αλεξίου και διάβασε την "ευχή επί τη ενάρξει
παντός αγαθού έργου". ∆εν πρόλαβε να πη τις τελευταίες λέξεις και ακούστηκε ένα τραχύ
κτύπηµα στην πόρτα. Η πρεσβυτέρα τους υποδέχθηκε µε µια ελαφρά υπόκλιση:

› Περάστε.

Φαίνονταν βιαστικοί και ρώτησαν σαστισµένοι:

› Εσύ δεν ήσουν που µας έδειξες το δρόµο;

› Ναι.

› Λοιπόν, ετοίµασε τα πράγµατά του.

Καθώς η πρεσβυτέρα ετοίµαζε βιαστικά ό,τι ήταν απαραίτητο, αυτοί έκαναν µια επιφανειακή
έρευνα. Γενικά ήταν πολύ ευγενικοί και τους επέτρεψαν να αποχαιρετιστούν. Φεύγοντας ένας
απ’ αυτούς είπε:

› Λοιπόν, παπαδιά, µπορείς να κοιµηθής ήσυχη. ∆εν θα σε ενοχλήσουµε άλλο[4].

› Πώς µπορώ να κοιµηθώ ήσυχη τώρα; απάντησε η πρεσβυτέρα.


Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Όλη τη νύχτα την πέρασε µε προσευχή και δάκρυα. Κατά το πρωί όµως αποκοιµήθηκε και
τότε είδε µια ανέκφραστα µεγαλόπρεπη Κυρία που της είπε:

› Μη φοβάσαι! ∆εν θα πάθη τίποτε ο παπάς σου στη φυλακή. Εγώ θα µεσιτεύω γι' αυτόν.

› Πραγµατικά έχεις εσύ εξουσία µέσα στη φυλακή; ρώτησε η πρεσβυτέρα µε έκπληξη.

› Εγώ έχω παντού εξουσία. Μη φοβάσαι· δεν θα πάθη τίποτε στη φυλακή. Εσύ όµως να
προσεύχεσαι στον Αδριανό και στη Ναταλία!

Και µ’ αυτά τα λόγια η υπέροχη Κυρία εξαφανίστηκε! Η πρεσβυτέρα ξύπνησε µε µεγάλη


απορία: γιατί η Θεοτόκος (κατάλαβε ότι αυτή που είχε έρθει ήταν η Πανάµωµος Παρθένος)
της έδωσε εντολή να προσεύχεται στους αγίους Αδριανό και Ναταλία; Όταν όµως διάβασε το
συναξάρι τους (26 Αυγούστου) και διεπίστωσε ότι ο Αδριανός ήταν µάρτυς ενώ η Ναταλία
υπέφερε µαζί του λόγω της αγάπης της πρός αυτόν και τον ενίσχυε στο µαρτύριο, τότε
κατάλαβε γιατί η Υπεραγία Θεοτόκος της είπε να προσεύχεται σ' αυτούς τους αγίους.

Μετά τη σύλληψι του π. Ηλία και άλλες θλίψεις βρήκαν την πρεσβυτέρα. Τους έδιωξαν από το
διαµέρισµα, και για ένα διάστηµα ήταν περιπλανώµενοι εδώ κι εκεί, έως ότου κάποια
οικογένεια τους πήρε µαζί τους. Έδιωξαν τα παιδιά από το σχολείο, τους έκλεψαν την
τεράστια βιβλιοθήκη τους. Όµως η µεγαλύτερη δοκιµασία ήταν ο θάνατος της µοναχοκόρης
τους. Η Μάσενκα ήταν το µικρότερο παιδί της οικογενείας. Όταν η πρεσβυτέρα περίµενε τη
γέννησί της, επισκέφθηκε τον Γέροντα Αλέξιο, ο οποίος τότε ζούσε ακόµη. Την υποδέχθηκε µε
την ερώτησι:

› Ποιος είναι;

› Η αµαρτωλή Ευγενία.

› Είσαι µόνη σου;

› Όχι, πάτερ, είµαστε δύο!

Πλησιάζοντας για να πάρη την ευχή του, ρώτησε:

› Πάτερ, τι θα κάνω;

› Κόρη, µόνο που θα πρέπη να της ράψης νυφικό.

› Μα φυσικά, αν έχη κανείς κορίτσι θα πρέπη να του ράψη το νυφικό του, είπε έκπληκτη η
πρεσβυτέρα.

Μόνο µετά τον θάνατο της Μασένκα κατάλαβε τα λόγια του Γέροντα —ότι η θυγατέρα της
θα γινόταν νύφη Χριστού.
Η κόρη της πέθανε από µια συνηθισµένη παιδική αρρώστια. Ο ασθενικός οργανισµός της
(ήταν µόνο πέντε ετών) δεν ήταν δυνατόν να αντιµετωπίση συγχρόνως την πείνα, το κρύο
και την αρρώστεια. Κάτω από τέτοιες συνθήκες (τότε είχε πεθάνει και η µητέρα της Ευγενίας)
την ενδυνάµωνε, όπως έλεγε η ίδια, µόνο ένα πράγµα: η προσευχή του αγίου Ιωάννου του
Χρυσοστόµου, την οποία επανελάµβανε ακατάπαυστα:

› ∆όξα τω Θεώ πάντων ένεκεν.


Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Λόγω αυτών των δοκιµασιών, µόνο


µετά από δυο χρόνια µπόρεσε η
πρεσβυτέρα να πάη στον σύζυγό της,
που ήταν τότε εξόριστος στην
περιοχή του ποταµού Κράσναγια
Βίσερα. Ήταν πολύ δύσκολο να πάη
σ' αυτήν την αποµονωµένη βόρεια
περιοχή κατά την εποχή της
ανοίξεως οπότε είχε πολλές λάσπες,
αλλά τελικά έφθασε στον προορισµό
της. Έφερε για τον π. Ηλία ένα
Ευαγγέλιο και ένα µικρό φιαλίδιο µε
αγιασµό. Το Ευαγγέλιο το άρπαξαν
αµέσως, ενώ για το φιαλίδιο ρώτησαν:

› Τι είναι αυτό;

› Για σας είναι απλό νερό, αλλά για µένα είναι κάτι ιερό. Είναι το φάρµακό µου, απάντησε η
πρεσβυτέρα και τελικά της επέτρεψαν να του το δώση.

Με την πρώτη µατιά η Ευγενία κατάλαβε ότι ο π. Ηλίας ήταν πολύ διαφορετικός. ∆εν την
ευλόγησε, αλλά αντίθετα της είπε:

› Τώρα εδώ δεν ασκώ πια την ιερωσύνη.

Φαινόταν σαν να τον είχαν βασανίσει, σαν να είχε καταρρεύσει. Η συνάντησι κράτησε πολύ
και ο π. Ηλίας µπόρεσε να της πη τα πάντα.

Μετά τη σύλληψί του τον έφεραν στη φυλακή, όπου τον έβαλαν σε ένα "ειδικό κελλί". Ο
µικρός θάλαµος ήταν εντελώς γεµάτος και µε την πρώτη µατιά φαινόταν ότι δεν υπήρχε
καθόλου άδειος χώρος. Ο π. Ηλίας δεν ήξερε τι να κάνη, αλλά κάποιος του φώναξε:

› Χώσου κάτω από τα κρεββάτια!

Αυτό δεν ήταν τόσο εύκολο γι' αυτόν που ήταν τόσο ψηλός. Τελικά όµως µπόρεσε να χωθή
κάτω από τα ξύλινα κρεββάτια και να ξαπλώση στο βρώµικο πάτωµα, που ήταν γεµάτο από
φτυσίµατα.

Ήταν αδύνατο να κοιµηθή κάτω από τέτοιες συνθήκες, δεν τον άφηναν άλλωστε οι φωνές
και οι βλαστήµιες που ακούγονταν στον θάλαµο. Θυµήθηκε τα πνευµατικά του τέκνα και
πόσο τον σέβονταν και ξέσπασε σε δάκρυα. Της είπε ακόµη πώς τους έφεραν στην επαρχία
Κράσναγια Βίσερα. Τους ανάγκασαν να περπατούν πάνω στο χιόνι, που είχε παγώσει
επιφανειακά. Το λεπτό στρώµα του πάγου έσπαζε κάτω από τα πόδια τους και οι κατάδικοι
σε κάθε βήµα βυθίζονταν µέσα στο χιόνι µέχρι τη µέση. Κάποιος που βάδιζε πίσω από τον π.
Ηλία είπε:

› Πάντα αγαπούσα το δάσος, τώρα όµως το µισώ, και έκανε µια απειλητική χειρονοµία µε τη
γροθιά του προς το δάσος.
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

Βρεγµένοι µέχρι το κόκκαλο, χωρίς να έχουν φάη ή πιη τίποτα όλη την ηµέρα, αναγκάστηκαν
να περάσουν τη νύχτα µέσα σε µια καλύβα. Οι εξουθενωµένοι άνδρες αµέσως έπεσαν στο
πάτωµα και αποκοιµήθηκαν σαν πεθαµένοι.
Μόνο ο π. Ηλίας έµεινε ξάγρυπνος. Μέσα στα βαθειά µεσάνυχτα ένας αναστεναγµός ξέσπασε
από τα βάθη της καρδιάς του:

› Ω Κύριε, γιατί µε εγκατέλειψες; Σε υπηρέτησα τόσο πιστά. Ολόκληρη τη ζωή µου την
αφιέρωσα σε Σένα. Πόσες φορές διάβασα τον Ακάθιστο Ύµνο και τους Κανόνες. Μέ πόση
ευλάβεια υπηρετούσα στην εκκλησία. Γιατί µε εγκατέλειψες και υποφέρω τόσο πολύ; Ω
Υπεραγία Θεοτόκε, ω άγιε ιεράρχα Νικόλαε, ω άγιε πάτερ Σεραφείµ, πάντες οι Άγιοι του
Θεού! Μετά απ’ όλες τις προσευχές µου σε σας γιατί βασανίζοµαι τόσο;

Όλη τη νύκτα έτσι έκραζε ενώπιον του Κυρίου. Ξαφνικά µια θεία επίσκεψι, σαν φλόγα, άγγιξε
την πονεµένη ψυχή του και τη γέµισε µε µια υπερκόσµια παρηγοριά. Το φως της πίστεως
φώτισε µυστικά την καρδιά του και άναψε µέσα του µια ανέκφραστη και ακατανίκητη αγάπη
προς τον Χριστό, την οποία όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος «ουκ εξόν ανθρώπω
λαλήσαι» (Β' Κορ. ιβ'4).

Όταν ξηµέρωσε, ήταν νέος άνθρωπος, αναγεννηµένος, σαν να είχε βαπτισθή εν πυρί (Ματθ.
γ' 11). Μετά από αυτή τη νύκτα δεν µπορούσε πια να ζη µια συνηθισµένη ζωή. Ο ίδιος τόνισε
στην πρεσβυτέρα:

› Και αν ακόµα µ' αφήσουν ελεύθερο, µη νοµίσεις ότι θα λειτουργήσω ποτέ όπως πριν. Ο
παλιός κόσµος έφυγε για πάντα, και δεν πρόκειται να ξαναγυρίση.

Ο κόσµος στον οποίο είχε συνηθίσει να ζη είχε εξαφανιστή για πάντα γι' αυτόν, επειδή είχε
χαριστή σ' αυτόν µια υπερκόσµια εµπειρία, µε την µεσιτεία της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπως
είχε υποσχεθή στην πρεσβυτέρα Ευγενία, τη σύγχρονη αγία Ναταλία. Συνεπώς είχε να
διαλέξη ένα από τα δύο: ή να υποχωρήση και να γίνη ένας κανονικός σοβιετικός σκλάβος-
πολίτης, ή να πεθάνη εντελώς ως προς αυτόν τον κόσµο. Η ευθύτης του χαρακτήρος του δεν
του επέτρεπε, κάτω από συνθήκες αθεϊστικής καταπιέσεως, να "άρη τον ζυγόν" της
ιερωσύνης. Το συνειδητοποίησε αυτό και διάλεξε τον θάνατο ως ένωσι µε τον Ζωοδότη
Χριστό, τον Κύριο µας!

Καθώς ο π. Ηλίας αποχαιρετούσε την πρεσβυτέρα, της είπε:

› Ξέρεις, η καρδιά µου φλέγεται από αγάπη για τον Χριστό. Νοµίζω ότι ήλθα εδώ για να
καταλάβω ότι δεν υπάρχει απολύτως τίποτε καλύτερο, τίποτε πιο θαυµαστό από Αυτόν. Θα
ήθελα να πεθάνω γι' Αυτόν!

Αφού αποχαιρέτησε ο ένας τον άλλον, η πρεσβυτέρα ξεκίνησε για το µακρύ και δύσκολο
ταξείδι της επιστροφής. Όταν έφθασε στο σπίτι, την περίµενε ένα τηλεγράφηµα: «στο
στρατόπεδο συγκεντρώσεως άναψε µια πυρκαϊά και ο π. Ηλίας έγινε παρανάλωµα του
πυρός µαζί µε ένδεκα άλλους»! Πόσο ταιριαστό ήταν το όνοµά του στη ζωή του και
στον θάνατό του —Ηλίας σηµαίνει ακριβώς "πύρινος"[5]!

Μετά τον τραγικό θάνατο του π. Ηλία η πρεσβυτέρα έπεσε άρρωστη για πολύ καιρό. Όταν
έγινε καλά άρχισε να γράφη τα αποµνηµονεύµατά της. Εκείνο τον καιρό είδε ένα όνειρο:
εµφανίστηκε σ' αυτήν, όπως όταν ζούσε, ο π. Πέτρος Λαγκώφ, (ένας ιερεύς που είχε
τουφεκισθή µερικά χρόνια πριν), και της είπε:
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

› Καλή µου πρεσβυτέρα, πρέπει να προσεύχεσαι στον άγιο Σέργιο, στον άγιο Σεραφείµ και
στον άγιο ιεροµάρτυρα Πάµφιλο. Ας προσευχηθούµε µαζί: άγιε πάτερ Σέργιε, πρέσβευε υπέρ
ηµών! Άγιε πάτερ Σεραφείµ, πρέσβευε υπέρ ηµών! Άγιε ιεροµάρτυς Πάµφιλε, πρέσβευε υπέρ
ηµών!

Όταν ξύπνησε η πρεσβυτέρα συλλογίσθηκε ότι η οικογένεια της πάντα σεβόταν τον άγιο
Σέργιο και τον άγιο Σεραφείµ και έδωσαν τα ονόµατα των δύο αυτών αγίων σε δύο αγόρια
τους. Αλλά για τον ιεροµάρτυρα Πάµφιλο, ούτε καν είχε ακούσει τίποτε. Όταν όµως πήγε
στην εκκλησία και άνοιξε το Μηναίο, ανακάλυψε ότι εκείνη ακριβώς την ηµέρα ήταν η εορτή
του ιεροµάρτυρος Παµφίλου (16 Φεβρουαρίου). Μελετώντας το συναξάρι του αγίου, έµαθε
ότι ο άγιος Πάµφιλος ήταν ένας πρεσβύτερος πολύ µορφωµένος, που είχε µια τεράστια
βιβλιοθήκη και ο οποίος µαρτύρησε µαζί µε άλλους ένδεκα µάρτυρες, µερικοί από τους
οποίους "πυρί ετελειώθησαν"!

Η υπόλοιπη ζωή της πρεσβυτέρας δεν ήταν εύκολη.


Ήταν µόνη της. χωρίς τον σύντροφο της ζωής της,
µε ένα παιδί στην αγκαλιά της. Παρ' όλα αυτά
εξακολουθούσε κάθε µέρα, όπως και πρώτα, να
ψάλλη και να διευθύνη τη χορωδία της εκκλησίας.
Μετά τον θάνατο του π. Ηλία, η πρεσβυτέρα έψαλλε
στην εκκλησία του αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας,
όπου λειτουργούσε ένας επίσκοπος που λεγόταν
Ιωάννης. Ήταν αρκετά νέος, δεν είχε φθάσει ακόµη
τα σαράντα. Αυστηρός ασκητής ο ίδιος, απαιτούσε
από τους ψάλτες ακριβή τήρησι του Τυπικού. Οι
µακρές µοναστηριακές ακολουθίες και η έντονη
πνευµατική ζωή της ενορίας δεν άρεσαν στις αρχές.
Κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή του 1937 ήρθαν για
να συλλάβουν τον ∆εσπότη. Κάποιος τον είχε ήδη
προειδοποιήσει και ήταν προετοιµασµένος για τη
σύλληψή του. Όταν η αστυνοµία τον κάλεσε να βγη έξω "για λίγα λεπτά" είπε στην
πρεσβυτέρα:

› Αν δεν γυρίσω σε δεκαπέντε λεπτά, αρχίστε το Απόδειπνο χωρίς εµένα.

Φυσικά δεν γύρισε ποτέ!

H πρεσβυτέρα θυµόταν µε µεγάλο σεβασµό τον επίσκοπο Ιωάννη. Ποτέ δεν άφηνε από τα
χέρια της το κοµποσχοίνι που της είχε δώσει, το οποίο από τη συνεχή χρήσι είχε γίνει γκρι
(από άσπρο, όπως συνηθίζουν οι Ρώσοι). Το τοποθέτησαν στον τάφο µαζί της.

Όταν άρχισε ο Β' Παγκόσµιος Πόλεµος η πρεσβυτέρα αντιµετώπισε πολλές νέες δοκιµασίες. Ο
ένας γυιός της συνελήφθη, τους άλλους δυο τους έστειλαν στο µέτωπο, απ’ αυτούς ο
µεγαλύτερος δεν γύρισε ποτέ! Αυτή η ίδια υπέφερε από την πείνα. Αλλά πάντοτε παρέµενε η
ίδια ήρεµη πρεσβυτέρα, που πάντοτε ήλπιζε στον Θεό. Κάποτε όµως άρχισε να έχη
αµφιβολίες, βλέποντας τόσες πολλές δυστυχίες να έρχονται στους πιστούς. Αναρωτιόταν
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

µήπως πραγµατικά είχε έλθη το τέλος της χριστιανικής πίστεως για τη Ρωσία. Μ' αυτές τις
σκέψεις έπεσε να κοιµηθή και είδε ένα όνειρο. Η Θεοτόκος της είπε:

› Όσο ανάβει το καντήλι µπροστά στη λειψανοθήκη του αγίου Σεργίου, η Ρωσική Εκκλησία θα
αντέχει.

Η πρεσβυτέρα εξακολουθούσε να αµφιβάλλη και γι' αυτό προσευχήθηκε:

› Ω Υπεραγία Θεοτόκε, αν ήσουν πράγµατι Εσύ, κάνε να δω αυτό το όνειρο για δεύτερη φορά.

Την εποµένη νύχτα πράγµατι είδε πάλι το ίδιο όνειρο. Όταν το διηγείτο αυτό η πρεσβυτέρα,
δεν παρέλειπε να προσθέτη:

› Και το καντήλι είναι ακόµη αναµµένο!

Τα χρόνια περνούσαν. Η πρεσβυτέρα ζούσε µε τον ίδιο τρόπο ζωής όπως και προηγουµένως.
Πάντοτε την περιτριγύριζαν πολλοί άνθρωποι, επειδή µετά τον θάνατο του π. Ηλία ανέλαβε
την καθοδήγησι των πνευµατικών του τέκνων, όπως της είχε ζητήσει ο ίδιος. Κάτω από τόσο
δύσκολες συνθήκες, οι οποίες ανάγκαζαν ακόµη και πολλούς κληρικούς να αποστατούν από
την πίστι, αυτή κρατούσε κοντά στην Εκκλησία έναν µεγάλο αριθµό ανθρώπων. Αµέσως µετά
το τέλος του πολέµου η πρεσβυτέρα πήρε ένα γράµµα από τον µικρότερο γυιό της. Της
έγραφε ότι γυρνούσε από το µέτωπο. Όλα τα παράθυρα του σπιτιού της ήταν σπασµένα και
η πρεσβυτέρα ήθελε να τα επισκευάση πριν έρθη ο γυιός της. Γι' αυτή τη δουλειά όµως
χρειαζόταν τουλάχιστον εκατό ρούβλια ενώ αυτή δεν είχε ούτε ένα καπίκι. Ως συνήθως, η
πρεσβυτέρα έσπευσε στην προσευχή. Και την άλλη µέρα ήρθε µια νεαρή κόρη και της έδωσε
εκατό ρούβλια! Φυσικά η πρεσβυτέρα έµεινε σαν κεραυνόπληκτη από έκπληξι, παίρνοντας
ένα τέτοιο δώρο από ένα άγνωστο κορίτσι. Αλλά η κόρη της εξήγησε ότι τη νύχτα είδε στο
όνειρό της τη µητέρα της, µια ενορίτισσα του π. Ηλία που είχε πεθάνει πριν από αρκετό
καιρό, και της είπε:

› Θέλεις να δώσης στην πρεσβυτέρα Ευγενία εκατό ρούβλια για µνηµόσυνο της ψυχής µου;

Κι έτσι ο Κύριος για άλλη µια φορά βοήθησε θαυµατουργικά την πρεσβυτέρα.

Προς το τέλος της ζωής της η πρεσβυτέρα έλαβε από τον Κύριο ολοφάνερα το διορατικό
χάρισµα. Μια φορά πήγαινε στην εκκλησία µε µια πνευµατική της κόρη. Με το συνηθισµένο
γρήγορο βήµα της προσπέρασε δυο χωριατόπαιδα, τα οποία έβλεπε για πρώτη φορά. Η
πρεσβυτέρα, χωρίς να σταµατήση, τα χτύπησε ελαφρά στο κεφάλι και είπε:

› Νικόλαος και Σέργιος.

Τότε η συνοδός της απεφάσισε να ελέγξη τον λόγο της πρεσβυτέρας. Σταµάτησε και ρώτησε
τα αγόρια πώς ονοµάζονται. Η απάντησι ήταν:

› Νικόλαος και Σέργιος!

Ήδη η πρεσβυτέρα, κατά θεία παραχώρησι, είχε υποφέρει πάρα πολλούς πειρασµούς και
δοκιµασίες, αλλ' όµως ο Κύριος ήθελε να δοκιµάση την πίστι της µέχρι τέλους, και κατά
κάποιο τρόπο να διακηρύξη και να δείξη σ' έναν κόσµο που είχε παραφρονήσει, όλες τις
αρετές της δούλης Του. Στα ογδόντα της χρόνια η πρεσβυτέρα έπεσε και έσπασε τα πλευρά
της και λόγω εσφαλµένης θεραπείας οι µυς έγιναν ατροφικοί. Έτσι, µέχρι τον θάνατο της δεν
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

µπόρεσε πια να σηκωθή από το κρεββάτι της. Για δέκα ολόκληρα χρόνια ήταν κατάκοιτη και
περνούσε τον καιρό της µε τη µελέτη, την προσευχή και την πνευµατική τροφοδότησι
πολλών. Στα εννενήντα της χρόνια, λόγω απρόσεκτης νοσηλείας, έπαθε "κατάκλιση" (πληγές
λόγω συνεχούς κατακλίσεως) και το σώµα της έγινε τόσο σαθρό ώστε αυτοί που φρόντιζαν
την καθαριότητά της µπορούσαν να δουν τα οστά της σπονδυλικής της στήλης. Υπέφερε
πάρα πολύ. Η νύφη της (ζούσε µε τον µικρότερο γυιό της) συχνά την περιγελούσε και κάποτε
της είπε:

› Να, εσύ έδωσες τα πάντα στον Θεό σου, και τον άνδρα σου και τα παιδιά σου. Αυτός τώρα
πώς σε ξεπληρώνει έτσι;

› «Ον αγαπά Κύριος παιδεύει» (Παροιµ. γ' 12), απάντησε η πρεσβυτέρα.

› Ε, τότε γιατί παιδεύει και µένα εξ αιτίας σου;

Η πρεσβυτέρα χαµογέλασε και είπε:

› Αυτό σηµαίνει ότι αγαπά και σένα!

Στα τελευταία χρόνια της ζωής της η πρεσβυτέρα ασχολήθηκε σοβαρά µε την συγγραφή των
αποµνηµονευµάτων της. Προφανώς, είχε αντιληφθή τη µεγάλη σπουδαιότητα που είχαν τα
γεγονότα τόσο της δικής της ζωής, όσο και της ζωής των άλλων ανθρώπων που έζησαν
κοντά της. Αγαπούσε να θυµίζη ότι ήταν αυτόπτης µάρτυς της αναγνωρίσεως πολλών
αγίων, και κυρίως του αγίου Σεραφείµ του Σάρωφ και του αγίου Ερµογένους της Μόσχας. Και
συχνά πρόσθετε:

› Και θα πεθάνω όταν θα γίνη µια αναγνώριση.

∆εν διευκρίνιζε ποιος άγιος επρόκειτο να αναγνωρισθή, αλλά προφανώς εννοούσε τους
Νεοµάρτυρες, αφού ένα µήνα πριν από τον θάνατό της είπε:

› Γνωρίζετε καλά τον παπά µου, και τον επίσκοπο Ιωάννη, και τον π. Πέτρο Λαγκώφ, και
όλους τους άλλους —όλοι τους είναι άγιοι Μάρτυρες.

Και µε ιδιαίτερη έµφασι επανέλαβε:

› Άγιοι Μάρτυρες!

Λίγες ηµέρες πριν από την εκδηµία της κάλεσαν έναν ιερέα για να της µεταδώση την θεία
Μετάληψη. Μόλις έλαβε τα τίµια ∆ώρα, αυτή η υπέργηρη γυναίκα η οποία στην πράξι ήταν
ήδη νεκρή, ξαφνικά µε καθαρή φωνή είπε:

› Αγαπητέ µου πάτερ! Κύριε ελέησον! Τι ευτυχία!

Ο Ιερεύς γονάτισε µπροστά στο κρεββάτι της και την παρακάλεσε:

› Καλή µου πρεσβυτέρα, όταν συναντήσεις τον Κύριο, ενθυµήσου και µένα, τον αµαρτωλό!

Μετά από λίγες µέρες η πρεσβυτέρα έφυγε από αυτόν τον κόσµο. Τα παιδιά της και όλοι
εµείς στεκόµασταν γύρω της. Ξαφνικά είδαµε κάτι που δεν το είχαµε ξαναδή ποτέ άλλοτε,
ούτε πρόκειται να το δούµε άλλη φορά: το πρόσωπό της άρχισε να µεταβάλλεται και από µια
συνηθισµένη απλή ταπεινή γριά, όπως τη βλέπαµε πάντοτε, έγινε µια εντελώς ασυνήθιστα
Τράπεζα Ἰδεῶν - Ἅγιος Ἠλίας Νικολάγιεβιτς Τσετβερούχιν ὁ Ἱεροµά... https://www.tideon.org/index.php/2012-02-11-18-49-10/2012-02-11-1...

θαυµαστή, ολόλαµπρη γυναίκα. Ένας γυιός της ψιθύρισε:

› Ίσως τώρα µόλις συνάντησε τον παπά της!

Ένα λεπτό αργότερα όλα πέρασαν, η ψυχή της βγήκε από το σώµα και η πρεσβυτέρα
φαινόταν σαν ένας συνηθισµένος νεκρός άνθρωπος[6].

Η πρεσβυτέρα Ευγενία έζησε µια µακρά και εξαιρετικά δύσκολη ζωή. Ποτέ δεν ύψωσε τη
φωνή της, σε κανένα δεν έκανε τον δάσκαλο, αλλά ακριβώς αυτός ο τρόπος της ήσυχης,
ταπεινής ηλικιωµιένης γυναίκας ήταν η καλύτερη διδασκαλία της χριστιανικής ευσέβειας, για
εκείνους που θέλουν, στην άθεη εποχή µας, να ζουν σύµφωνα µε τις εντολές του Χριστού.
Όπως ακριβώς η αγία Ναταλία, η οποία επέζησε µετά το µαρτύριο του αγίου Αδριανού και
"ετελειώθη εν ειρήνη", έτσι και η πρεσβυτέρα Ευγενία ήταν και αυτή µάρτυς µαζί µε τον
"µαρτυρικώς τελειωθέντα" σύζυγό της πατέρα Ηλία.

Μοναχή Μαρία Γιεράστοβα

***

[1] RUSSIA'S CATACOMB SAINTS. Lives of the new Martyrs. Saint Herman of Alaska Press,
Platina California 1982. σελ. 404-416.

[2] «Κλήρος» είναι το παραπέτασµα (εικονοστάσι) πίσω από το οποίο ψάλλει η µικτή
χορωδία, χωρίς να είναι ορατή από το εκκλησίασµα.

[3] NKVD: Η Σοβιετική µυστική αστυνοµία η οποία κατά περιόδους είχε διαφορετικά ονόµατα:
GPU, NKVD, Chcka, MVD και τελευταία KGB.

[4] Ειρωνικό υπονοούµενο για την προθυµία της.

[5] Κατ' άλλη ετυµολογία Ηλίας σηµαίνει: "ο Ιεχωβά είναι Θεός µου".

[6] Παρόµοιο θαυµαστό γεγονός αναγράφεται ατό συναξάρι της αγίας Θεοδώρας της εν
Θεσσαλονίκη (29 Αυγούστου και 5 Απριλίου) της οποίας ο βίος παρουσιάζει µερικές
οµοιότητες µε την ζωή της πρεσβυτέρας Ευγενίας.

Πηγή: (Μοναχή Μαρία Γιεράστοβα, «Αγιορείτικη Μαρτυρία», Τριµηνιαία έκδοσις Ιεράς Μονής
Ξηροποτάµου, Τεύχος: 18, Απρίλιος 1995) serafeimtousarof.blogspot.gr , Ιερά Μονή
Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Russia's Catacomb Saints

Επόµενο >

You might also like