You are on page 1of 7

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Ἀθήνα 3/4/2018

Ἀγαπητοί Φοιτητές καί ἀγαπητές Φοιτήτριες τῆς θεματικῆς ἑνότητας


ΟΡΘ50

Μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐπικοινωνίας μας αὐτῆς, σᾶς στέλνουμε τίς ἑπόμενες
τεχνικές ὁδηγίες οἱ ὁποῖες ἔχουν στόχο νά σᾶς βοηθήσουν στή συστηματοποίηση
τοῦ διδακτικοῦ ὑλικοῦ πού ἔχετε ἤδη μελετήσει καί πρόκειται νά
χρησιμοποιήσετε στήν ἐκπόνηση τῆς τέταρτης γραπτῆς ἐργασίας σας.

α) Ἡ ἔκταση τῆς τέταρτης γραπτῆς ἐργασίας δέν θά πρέπει νά


ὑπερβαίνει τίς δέκα ἤ δώδεκα (10-12) σελίδες.

β) Ἡ χρονική περίοδος ὁλοκλήρωσης, ὑποβολῆς τῆς τέταρτης


ἐργασίας θά εἶναι μέχρι τήν Δευτέρα, 14 Μαΐου2018 (23.59).

γ) Ἡ τέταρτη γραπτή ἐργασία θά πρέπει νά ἀναρτηθεῖ ὑποχρεωτικά


στήν ἠλεκτρονική πλατφόρμα τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἀνοικτοῦ Πανεπιστημίου.

δ) Ἡ τέταρτη γραπτή ἐργασία θά πρέπει ἐπίσης νά σταλεῖ καί


ἠλεκτρονικά στή διεύθυνση τοῦ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου τοῦ Σύμβουλου
Καθηγητῆ καί οἱ φοιτητές/τριες θά ἀναμείνουν ἀπό τόν Σύμβουλο Καθηγητῆ
τήν ἐπιβεβαίωση τῆς λήψης της.

ε) Ὅσοι, γιά κάποιο λόγο, δέν ἐκπονήσουν τήν τέταρτη γραπτή ἐργασία, θά
πρέπει νά ἔχουν εἰδοποιήσει τόν Σύμβουλο Καθηγητῆ μέ τηλεφώνημα ἤ
ἠλεκτρονικό μήνυμα πρίν ἀπό τή λήξη τῆς προθεσμίας ὑποβολῆς της.
ΘΕΜΑ ΤΕΤΑΡΤΗΣ ΓΡΑΠΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΘΕΜΑ: «Μέ βάση τό περιεχόμενο τοῦ πρώτου καί τοῦ τρίτου τόμου τῶν
ἐγχειριδίων τῆς θεμ. ἑνότητας ΟΡΘ50, καθώς ἐπίσης καί τοῦ βιβλίου τοῦ
Μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα, Ἑλληνισμός καί Χριστιανισμός, νά
ἀναλύσετε τά στοιχεῖα ἐκεῖνα τά ὁποῖα, κατά τήν γνώμη σας συνιστοῦν
ἐπιδράσεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ, καί τά ὁποῖα ἐνσωματώθηκαν στή θεολογική
διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀπό τήν ἐποχή τῆς Καινῆς
Διαθήκης μέχρι καί τήν ἐποχή τῶν Πατέρων».

Σχετικές σελίδες τῶν δύο τόμων

τ. A´: 21-52, 63-75, 82-90.

τ. Γ΄: 35-51, 83-93, 100-105, 135-177, 189-240, 254-298.

Σημείωση. Οἱ παραπομπές στήν τέταρτη γραπτή ἐργασία θά ἀναφέρονται


ἀποκλειστικά καί μόνο στό περιεχόμενο τῶν δύο ἀνωτέρω τόμων καθώς καί
στήν μελέτη Μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα.

Μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐπικοινωνίας μας αὐτῆς σᾶς στέλνουμε καί τίς πιό
θερμές πασχαλινές εὐχές μας.

Οἱ Σύμβουλοι Καθηγητές σας

Καθ. Γεώργιος Φίλιας, ΟΡΘ50 Ἠλεκτρονικό Τμῆμα


Δρ. Ἀναστάσιος Μαρᾶς, ΟΡΘ50 Τμῆμα Θεσσαλονίκης
Δρ. Ἀθανάσιος Ἀντωνόπουλος, Συντονιστής ΟΡΘ50, Τμῆμα Άθήνας

Θα πρέπει κατ’ αρχήν, προτού προσεγγίσουμε αναλυτικά το θέμα μας, να


ορίσουμε τι είναι ελληνισμός και τι είναι χριστιανισμός.
Ο Ηρόδοτος (περ. 480-430 π.Χ.) αναφέρει τέσσερα στοιχεία που προβάλλουν
ως χαρακτηριστικά της ενότητας των Ελλήνων: α) το αίμα, δηλαδή η κοινή
καταγωγή, β) η γλώσσα, γ) η θρησκεία και δ) τα ήθη. Σε τελική ανάλυση ο
ελληνισμός είναι κατά τον Ηρόδοτο πρωτίστως και κυρίως ένα γεγονός
πολιτιστικό[1]. Από τον 3ο αιώνα π.Χ. εως τον 4ο αιώνα μ.Χ. η έννοια του
ελληνισμού δεν αναφερόταν σε μια συγκεκριμένη φυλή, αλλά στην παιδεία και
τον πολιτισμό που χαρακτήριζε τη ζωή όλων σχεδόν των λαών της
Μεσογείου[2]. Ο ελληνισμός για την εποχή αυτή είναι τελικά ένας τρόπος
ζωής, μια ιδέα πολιτισμού. Όσοι είναι κάτοχοι της ελληνικής παιδείας είναι
Έλληνες.
Ο ελληνισμός είναι επίσης μια κοσμοθεωρία, η οποία στηρίζεται στη
φύση. Για τον λόγο αυτό ο ελληνισμός είναι πολυθεϊστικός και ενδοκοσμικός.
Στον ελληνισμό κοσμογονία και θεογονία ταυτίζονται.
Ερχόμαστε τώρα στο χριστιανισμό. Ο χριστιανισμός είναι μια
κοσμοθεωρία, που βασίζεται στη χάρη του ενός και μοναδικού Θεού, που
δημιουργεί τον κόσμο και έτσι τον υπερβαίνει[3]. Άρα ο Θεός στο
χριστιανισμό είναι υπερβατικός. Ο χριστιανισμός επιχειρεί και πετυχαίνει να
δώσει λύση σε πολλά προβλήματα του ανθρώπου, κυρίως υπαρξιακά και να
δώσει νόημα στη ζωή του. Εκείνο το οποίο υπόσχεται ο χριστιανισμός είναι
λύτρωση από τα δεσμά της φθοράς και του θανάτου.
Φυσικά ο χριστιανισμός, σε αντίθεση με τον ελληνισμό, είναι μια
θρησκεία και μάλιστα μονοθεϊστική. Μια θρησκεία που έχει δημιουργηθεί εξ’
αποκαλύψεως. Ο χριστιανισμός ανήκει στις λεγόμενες «θρησκείες του
βιβλίου»[4]. Και τούτο διότι έχει ιερές γραφές, θεόπνευστες, οι οποίες
αποκαλύπτουν το αληθινό νόημα του κόσμου, την προέλευση και τον
προορισμό του ανθρώπου (δημιουργία κατ’ εικόνα Θεού, ανοδική πορεία
προς το καθ’ ομοίωση, δηλαδή τη θέωση) κ.α. Είναι μια θρησκεία επίσης του
επέκεινα, δηλαδή της υπέρβασης της φύσης.
2) Τα προβλήματα και οι δυσκολίες στη συνάντηση του
χριστιανισμού με τον ελληνισμό
Η πορεία συνάντησης χριστιανισμού και ελληνισμού η οποία είχε σαν
συνέπεια την αλληλοεπίδραση μεταξύ τους, υπήρξε δύσκολη, μακρά και
επίπονη. Ο όρος «έλλην» ιδιαίτερα στους πρώτους χριστιανικούς συγγραφείς,
είχε την έννοια του ειδωλολάτρη. Δεν ήταν λίγες οι συγκρούσεις χριστιανών
με την ειδωλολατρία και την εθνική γνώση που κορυφώνονταν σε περιόδους
κρίσης με διωγμούς. Επίσης έχουμε και προσωπικές συνειδησιακές περιπέτειες
ανθρώπων, όπως ο Ωριγένης ή ο αυτοκράτορας Ιουλιανός που κινούνται
συχνά μεταξύ ελληνισμού και χριστιανισμού[5]. Υπήρχαν αρκετά στοιχεία
στην κοσμοθεωρία του ελληνισμού και του χριστιανισμού τα οποία
δημιουργούσαν αντίθεση μεταξύ των δύο κόσμων, καθιστώντας τη
συνάντηση του δύσκολη.
Ένα πρώτο στοιχείο του ελληνισμού που έκλεινε το δρόμο συνάντησης
με τον χριστιανισμό είναι ο πολυθεϊσμός. Ο ελληνικός πολιτισμός είναι
πολυθεϊστικός. Παρ’ όλο που ο ελληνισμός χαρακτηρίζεται από έλλειψη
θρησκευτικής μισσαλοδοξίας και ανεκτικότητα, εν τούτοις το μεγάλο
πρόβλημα ήταν ότι ο χριστιανισμός είναι αυστηρά μονοθεϊστική θρησκεία.
Πρέπει όμως να παραδεχτούμε και να σημειώσουμε ότι καίτοι
πολυθεϊστικός, ο ελληνισμός, είχε και μονοθεϊστικές τάσεις. Ήδη από ο
Όμηρος ονομάζει το Δία «πατήρ θεών τε ανδρων τε». Είναι σαφής η τάση
εξύψωσης ενός θεού υπεράνω των άλλων. Παρατηρείται δηλαδή πέρασμα από
τον αδιαβάθμητο πολυθεϊσμό στον ιεραρχημένο πολυθεϊσμό και τέλος στο
μονοθεϊσμό, κάτι που με το χρόνο εντάθηκε[6]. Ο ελληνισμός λοιπόν αν και
πολυθεϊστική, αλλά και πανθεϊστική θρησκεία, άρχισε να παρουσιάζει τάσεις
και στοιχεία μονοθεϊσμού και ενωθεϊσμού[7].
Ένα δεύτερο πρόβλημα ήταν η εμμονή του ελληνισμού στον παρόντα
κόσμο και την αξία του. Με άλλα λόγια η επίμονη έμφαση στο «ενθάδε και
νύν» της ζωής. Όταν ο απόστολος Παύλος μίλησε από τους βράχους της
Ακροπόλεως για την ανάσταση των νεκρών, οι Έλληνες ακροατές του τον
κοροΐδευαν, δείχνοντας τα οστά των νεκρών στους τάφους. Ο χριστιανισμός
ως γνωστό, χωρίς να περιφρονεί την παρούσα ζωή και τη σημασία της, τονίζει
περισσότερο την αξία της μεταθανάτιας μακαριότητας και πολύ περισσότερο
την ανάσταση των νεκρών κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Αυτό
άλλωστε αποτελεί θεμελιώδη αλήθεια και θεωρία του χριστιανισμού και
αναφέρεται μεταγενέστερα στο Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας
-Κωνσταντινουπόλεως.
Προχωρώντας, συναντάμε ένα ακόμη εμπόδιο που καθιστά τη
προσέγγιση ελληνισμού και χριστιανισμού δύσκολη. Ο Χριστιανισμός, έχοντας
τις ιστορικές καταβολές του στον Ιουδαϊσμό, έφερε μαζί του μια θεώρηση του
κόσμου που επικράτησε να την λέμε βιβλική. Σύμφωνα με τη θεώρηση, αυτή
ο κόσμος δεν είναι αυθυπόστατος, ούτε αυτεξήγητος. Για να τον κατανοήσεις
και να ζήσης σωστά σ' αυτόν, πρέπει να πας πίσω από αυτόν, να προϋποθέτεις
ένα ον εντελώς ελεύθερο από τον κόσμο, τον Θεό, ο οποίος δεν ερμηνεύεται
από τον κόσμο, αλλά ερμηνεύει αυτός ως προϋπόθεση τον κόσμο[8]. Ο Θεός
λοιπόν στο χριστιανισμό είναι εξωκοσμικός και υπερβατικός. Βρίσκεται έξω
από τον κόσμο και τους νόμους του. Ο κόσμος είναι δημιούργημα της
αγαθότητας και της αγάπης του Θεού και δημιουργήθηκε «εκ του μή όντος».
Από την άλλη στον ελληνισμό κοσμογονία και θεογονία ταυτίζονται. Οι
θεοί ζουν και δρούν μέσα στον κόσμο. Άρα εδώ μιλάμε για ενδοκοσμικότητα
των θεών . Ο θεός των Ελλήνων ήταν πάντοτε δεμένος με τον κόσμο. Και
όταν ακόμη ο θεός δημιουργεί τον κόσμο από τη θέλησή του, όπως στον
"Τίμαιο" του Πλάτωνος, τον δημιουργεί από ύλη πού προϋπάρχει.
Θα ήταν ίσως παράλειψη να μην αναφερθούμε εδώ και σε ένα άλλο
σημαντικό γεγονός που καθιστούσε ακόμη πιο δύσκολη την προσέγγιση
χριστιανισμού και ελληνισμού. Ο ελληνισμός είναι ένας τρόπος ζωής, μια ιδέα
πολιτισμού όπως αναφέραμε. Από τον 3ο με 4ο αιώνα όμως, ο ελληνισμός
άρχισε να αποκτά εθνική, φυλετική και γεωγραφική έννοια. Από την άλλη ο
χριστιανισμός είναι κάτι πέρα από τον εθνοφυλετισμό. Καταλαβαίνουμε λοιπόν
το χάσμα μεταξύ των δύο.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι την εποχή της συνάντησης ο ελληνισμός
βρίσκεται σε γενική παρακμή, ώσπου τελικά η φλόγα του αρχαίου ελληνισμού
έσβησε. Ακόμη και ο απόστολος των εθνών Παύλος βρήκε τον ελληνισμό σε
θρησκευτική παρακμή.
3) Ο εκχριστιανισμός του ελληνισμού και ο εξελληνισμός του
χριστιανισμού
Όταν μιλάμε για εκχριστιανισμό του ελληνισμού, εννοούμε τον
εκχριστιανισμό ανθρώπων με ελληνική παιδεία. Αυτό είχε σωτήριες συνέπειες
για την εδραίωση και εξάπλωση του χριστιανισμού. Και τούτο διότι οι
άνθρωποι με ελληνική παιδεία, φορείς του ελληνικού πολιτισμού, είχαν την
κατάρτιση και τις προϋποθέσεις για να διαδώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα του
χριστιανικού κηρύγματος.
Από την άλλη, ο εκχριστιανισμός του ελληνισμού, είχε σαν φυσική συνέπεια
τον εξελληνισμό του χριστιανισμού. Αυτό σημαίνει κυρίως μια τάση απόδοσης
νοήματος της παρούσας ζωής. Μάλιστα ο καθαρά εσχατολογικός χαρακτήρας
του αρχέγονου χριστιανισμού σταδιακά εξέπιπτε. Όμως ουδέποτε έπαψε το
ευαγγελικό μήνυμα του χριστιανισμού να έχει εσχατολογικό χαρακτήρα[9].
Επίσης όταν αναφερόμαστε στον εξελληνισμό του χριστιανισμού, αναμφίβολα
εννοούμε και τη χρήση της ελληνικής παιδείας και φιλοσοφίας από τον
χριστιανισμό. Ο χριστιανισμός έκανε πλήρη χρήση του ελληνικού πολιτισμού
στα μέσα της εκφράσεώς του. Πήρε από τον ελληνισμό τη γλώσσα και τις
μορφές εκφράσεως, όπως όλοι οι κάτοικοι της ελληνορωμαϊκής οικουμένης
στα χρόνια αυτά, χωρίς όμως να επιδοθεί στην καλλιέργεια των ελληνικών
γραμμάτων. Η Ομιλητική και το κήρυγμα μόνο προς το τέλος του 2ου αι. μ.Χ.
και αυτό πολύ δειλά, αρχίζουν να καλλιεργούνται με βάση τα ελληνικά
πρότυπα. Εκείνο όμως που έχει καίρια σημασία στη σχέση ελληνισμού και
χριστιανισμού στα χρόνια αυτά είναι η συνάντηση δύο κοσμοθεωριών και η
γέννηση από τη συνάντηση αυτή ενός νέου κόσμου[10].
4) Επίλογος - Συμπεράσματα
Η συνάντηση χριστιανισμού και ελληνισμού αποτελεί ένα γεγονός υψίστης
σημασίας, τόσο για το χριστιανισμό, όσο και για τον ελληνισμό. Η συνάντηση
των δύο κόσμων δημιούργησε αναπόφευκτά κάποιος συγκρούσεις. Και τούτο
διότι πρόκειται για δύο κοσμοθεωρίες με αρκετές αποκλίσεις. Δημιούργησε
όμως και ιστορικής σημασίας αλληλεπιδράσεις μεταμορφώσεις, τόσο στο
χριστιανισμό, όσο και στον ελληνισμό[11].
Οι Έλληνες, δηλαδή οι κάτοχοι της ελληνικής παιδείας, γνώρισαν το
χριστιανισμό και τη σωτηρία και λύτρωση που αυτός προσφέρει. Κάτι που
όπως αναφέραμε, δεν μπορούσε να τους προσφέρει η ελληνική ειδωλολατρική
- πολυθεϊστική θρησκεία. Διότι πρόκειται για μια θρησκεία που στηριζόταν
αποκλειστικά στη φύση και αδυνατούσε να προσφέρει σωτηρία και αθανασία
σε προσωπικό επίπεδο. Αδυνατούσε να προσφέρει λύτρωση από τη φθορά και
το θάνατο.
Ο χριστιανισμός από την άλλη πλευρά ωφελήθηκε τα μέγιστα από τη
συνάντηση του με τον ελληνισμό. Η ελληνική φιλοσοφία έγινε στα χέρια των
Πατέρων της Εκκλησία εύχρηστο εργαλείο για τη μετάδοση των αληθειών της
χριστιανικής πίστης και την απόκρουση των αιρετικών δοξασιών. Ο
χριστιανισμός πηρέ από τον ελληνισμό τη γλώσσα και τις μορφές εκφράσεως
του. Με άλλα λόγια έκανε πλήρη χρήση του ελληνικού πολιτισμού στα μέσα
της εκφράσεως του[12]. Γεγονός που συνέβαλε, πέραν των όσων σημειώσαμε
πιο πάνω και στη διάδοση και εξάπλωση της χριστιανικής θρησκείας.
Τέλος επιβάλλεται να τονίσουμε ότι η συνάντηση των δύο κόσμων,
χριστιανισμού και ελληνισμού, υπήρξε και γεγονός τεράστιας ιστορικής
σημασίας για την πορεία της ανθρωπότητας και του πολιτισμού. Υπήρξε θα
λέγαμε, ένα κοσμοσωτήριο λυτρωτικό γεγονός.
Βιβλιογραφία:
- Ράγκος, Σπ. Η συνάντηση του ελληνισμού με τον χριστιανισμό από
τον πρώτο ως τον τέταρτο αιώνα. Στο Η Ορθοδοξία ως κληρονομιά τ. Α΄.
Πάτρα: ΕΑΠ, 2002.
- Δρίτσα Δ., Μόσχου Δ., Παπαλεξανδρόπουλου Σ. Χριστιανισμός και
Θρησκεύματα, Αθήνα 2006.
- Ιωάννη Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, «Ελληνισμός και χριστιανισμός. Η
συνάντηση των δύο κόσμων», Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τ. Στ΄.
- Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, Ελληνισμός και Χριστιανισμός. Η
συνάντηση των δύο κόσμων, Αθήνα 2003.

[1] Σπ. Ράγκος Σπ. Η συνάντηση του ελληνισμού με τον χριστιανισμό από τον
πρώτο ως τον τέταρτο αιώνα. Στο Η Ορθοδοξία ως κληρονομιά τ. Α΄. Πάτρα:
ΕΑΠ, 2002, σ. 31.
[2] Δ. Δρίτσα, Δ. Μόσχου, Σ. Παπαλεξανδρόπουλου, Χριστιανισμός και
Θρησκεύματα, Αθήνα 2006, σ. 205.
[3]Σπ. Ράγκος, Ο.π. σ. 52.
[4] Σπ. Ράγκος, Ο.π. σ. 38.
[5]Σπ. Ράγκος, Ο.π. σ. 46.
[6] Σπ. Ράγκος, Ο.π. σ. 48.
[7] Ενωθεϊσμός: είναι η συνένωση πολλών θεών, αλλά και θρησκειών σε μία .
[8] Ιωάννη Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, «Ελληνισμός και χριστιανισμός. Η
συνάντηση των δύο κόσμων», Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τ. Στ΄.
[9] Σπ. Ράγκος, Ο.π., σ. 46.
[10] Ιωάννη Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, Ο.π., τ. Στ΄
[11] Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, Ελληνισμός και Χριστιανισμός. Η
συνάντηση των δύο κόσμων, Αθήνα 2003, σ. 194.
[12] Ιωάννου Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, Στο ίδιο. σ. 193.

You might also like