You are on page 1of 3

Ο ρόλος της Μητέρας SOS

Η Μητέρα SOS, πέρα από το ότι αποτελεί το μητρικό πρότυπο, προσπαθεί για την
ενσωμάτωση των παιδιών στην οικογένεια όπου θα βιώσουν την αποδοχή, την ασφάλεια και
τη συλλογικότητα. Υποκαθιστώντας τη φυσική μητέρα, αναλαμβάνει την κάλυψη των
πρακτικών, παιδαγωγικών και ψυχοσυναισθηματικών αναγκών των παιδιών και διασφαλίζει
το ζεστό οικογενειακό κλίμα.

Σ’ όλο τον κόσμο υπάρχουν γυναίκες που είναι μόνες, που επέλεξαν να είναι ανεξάρτητες,
που δεν έχουν σύντροφο, που η ζωή τους κυλάει χωρίς κάποιο ουσιαστικό ενδιαφέρον ή
κάποια επαγγελματική απασχόληση, που αυτή δεν είναι αρκετή για να τις «γεμίσει».
Επιθυμούν να έχουν κοντά τους ένα παιδί και επιθυμούν να αφιερώσουν τις ώρες τους στην
φροντίδα του. Και βεβαίως σ’ όλο τον κόσμο υπάρχουν παιδιά που είναι μόνα τους, που
στερούνται την φροντίδα των γονιών τους και που θα τα βοηθούσε αφάνταστα το να την
έχουν. Αυτές λοιπόν οι γυναίκες και αυτά τα παιδιά μπορούν να συναντηθούν και να
επιτευχθεί ο διπλός στόχος της αποκατάστασης των παιδιών και της ευκαιρίας να
προσδώσουν μόνες γυναίκες ένα νόημα στην ζωή τους.

Προχωρώντας λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε πως η Μητέρα SOS είναι ένα επάγγελμα που
δίνει την δυνατότητα σε εκατοντάδες γυναίκες σ’ όλο τον κόσμο να ζήσουν «κοινωνικά» την
μητρότητα κοντά στην ομάδα των παιδιών που ανέλαβαν την ανατροφή τους. Σημαντικό
καθήκον και ευθύνη της Μητέρας SOS είναι να διαπαιδαγωγήσει τα παιδιά που της έχουν
ανατεθεί, ακολουθώντας σύγχρονες παιδαγωγικές μεθόδους με την άμεση υποστήριξη του
Παιδαγωγικού προσωπικού προκειμένου τα παιδιά να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα
της ζωής και να ενσωματωθούν δημιουργικά στην κοινωνία.

Βασική προϋπόθεση για την ικανοποιητική άσκηση του ρόλου της, ο οποίος μέσα στην
επαγγελματική του δεοντολογία εμπεριέχει την διάσταση του λειτουργήματος, είναι να
διαθέτει προσωπικά χαρίσματα και ικανότητες όπως και συναισθηματική ωριμότητα, έτσι
ώστε η σχέση της με τα παιδιά να μην είναι μονοδιάστατη προκειμένου να μην σταματά η
δυναμική της συναισθηματικής συγκρότησης του παιδιού και να αποφεύγονται παράγοντες
ανάπτυξης ιδρυματικής αντίληψης.

Για να γίνει μια γυναίκα «Μητέρα» σ’ ένα Παιδικό Χωριό SOS, δεν χρειάζεται παρά κάποιο
παιδαγωγικό ταλέντο και κυρίως, πολλή, πάρα πολλή αγάπη για τα παιδιά. Γιατί τα παιδιά
που καταφεύγουν στα Παιδικά Χωριά SOS είναι, σχεδόν πάντα, ψυχοσυναισθηματικά
επιβαρυμένα. Υποφέρουν, από αισθήματα κατωτερότητας, καταπίεσης της προσωπικότητας,
έλλειψη αγάπης, άγχη που φτάνουν στο προχωρημένο στάδιο της ψύχωσης. Πολλά απ’ αυτά
είναι παιδιά ανεπιθύμητα, κατατρεγμένα, αποπλανημένα, ξεχασμένα απ’ τους άλλους. Κι’
όλα ζητάνε να βρουν κάποιον που να του έχουν εμπιστοσύνη – στην προκειμένη περίπτωση,
τη Μητέρα του Παιδικού Χωριού SOS.

Η καταλληλότητά της «Μητέρας» κρίνεται βάσει συγκεκριμένης διαδικασίας αξιολόγησης


όπου εκτιμώνται οι διανοητικές, συναισθηματικές και πρακτικές της ικανότητες μέσα στα
πλαίσια της εκπαίδευσης και πρακτικής της στον χώρο του Παιδικού Χωριού SOS. Προς
τούτο, λειτουργεί ανά τακτά διαστήματα Σχολή Μητέρων.
Ζούμε με την οικογένεια

Α. Μερικές φορές είναι εντελώς αδύνατο να καταλάβεις πόσο σημαντικά είναι τα πράγματα
που σου χαρίζονται στην ζωή. Πόσο μάλλον όταν είσαι παιδί, που ακόμα μαθαίνεις πως
λειτουργεί ο κόσμος και θέλεις να είσαι το κέντρο του. Όσο λοιπόν είσαι μικρός μπορεί να
μην καταλαβαίνεις γιατί είναι υπέροχο να έχεις αδέρφια. Όσο μεγαλώνεις, τόσο περισσότερο
το συνειδητοποιείς.

Β. Από την μικρή ηλικία λοιπόν, έχεις κάποιον να παίζεις, να μιλάς, να εκφράζεις τις απορίες
που δεν καταλαβαίνουν οι «μεγάλοι», να μοιράζεσαι τις σκανταλιές και τις συνέπειές τους.
Όσο μεγαλώνεις, έχεις έναν άνθρωπο να σε καλύπτει στην δύσκολη περίοδο της εφηβείας και
μαθαίνεις πώς είναι να δικαιολογείς ή να καλύπτεις κι εσύ κάποιον που αγαπάς και βρίσκεται
στην ίδια φάση με εσένα.

Γ. Όταν ήδη έχεις μεγαλώσει, τα αδέρφια είναι εκεί για να σου θυμίζουν ότι υπάρχει πάντα
κάποιος άνθρωπος που θα σε υποστηρίξει ό,τι και να γίνει. Ένας άνθρωπος που μεγάλωσε
μαζί σου, έχει τον ίδιο τρόπο σκέψης, το ίδιο χιούμορ και τις ίδιες σκέψεις για την ζωή. Και
ύστερα είναι και οι αναμνήσεις. Ήταν μαζί σου, σε μια περίοδο της ζωής σου που είναι η πιο
αποφασιστική για την μετέπειτα πορεία σου και ψυχοσύνθεση σου.

Δ. Η αδερφική είναι μια σχέση που δεν χάνεται ποτέ, αν έχεις καταφέρει να την χτίσεις.
Μοιράζεσαι την ίδια καταγωγή και προέλευση, τις ίδιες χαρές, τις ίδιες λύπες. Μπορεί τα
ενδιαφέροντα να είναι διαφορετικά, αλλά η σκοπιά από την οποία τα βλέπεις να είναι τόσο
ίδια, που να σου προσφέρει μια ανακούφιση, ώστε να μην νομίζεις πως είσαι ο μόνος
άνθρωπος στον κόσμο που πιστεύει ή σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο. Η σχέση που έχεις με
τους γονείς σου είναι απ’ αυτές που σε δημιουργούν, απ΄ αυτές που μετρούν περισσότερο. Σε
μια δύσκολη λοιπόν στιγμή σε αυτή την σχέση μπορείς να σκέφτεσαι πως υπάρχει ακόμα
ένας άνθρωπος που έχει την ίδια σχέση μαζί τους. Που θα σε καταλάβει και θα σε βοηθήσει
να το ξεπεράσεις.

Ε. Είναι λοιπόν υπέροχο να έχεις αδέρφια για έναν ακόμη σημαντικό λόγο. Δίνεις και
παίρνεις μια μοναδική αγάπη. Η αδερφική αγάπη, είναι τόσο διαφορετική από την αγάπη για
τους γονείς, για τα παιδιά, για τους φίλους και για τον σύντροφό σου. Και όσο περισσότερη
αγάπη έχεις στην ζωή σου, τόσο πιο τυχερός θα πρέπει να αισθάνεσαι.

Πέτρος Καλογεράς, www.e–daily.gr, 17-6-2017 (διασκευή)


«Τα παιδιά διψούν για αλληλεπίδραση»

Κύριος γνώμονας της συμπεριφοράς του παιδιού είναι σχεδόν πάντοτε η συμπεριφορά
του.Θα ήταν αφελές να πούμε ότι τα παιδιά μαγεύονται από την ευκολία μιας
δραστηριότητας όπως η τηλεόραση ή ενός τρισδιάστατου παιχνιδιού οθόνης, που
εμπεριέχουν τη μοναχικότητα. Η αλήθεια είναι ότι διψούν για αλληλεπίδραση. Διψούν να
χρησιμοποιήσουν όσο περισσότερες ικανότητες (φυσικές και πνευματικές) έχουν ανακαλύψει
ότι έχουν και αδημονούν να ανακαλύψουν και άλλες. Ενθουσιάζονται με την ιδέα ότι ο
σημαντικότερος άνθρωπος στη ζωή τους (ο γονιός) μπορεί να έχει αντίστοιχες ανάγκες με
αυτά. Είναι απίστευτη η αίσθηση για το παιδί να αντιλαμβάνεται ότι ο πατέρας ή η μητέρα
του πραγματικά χαίρεται (και δεν προσποιείται) παίρνοντας μέρος σε μια δραστηριότητα μαζί
του. Τελικά, η αλληλεπίδραση αυτή, εκτός από δημιουργική για το παιδί και τη
διαπαιδαγώγηση του, γίνεται θεμέλιος λίθος της σχέσης και πολλές φορές αγχολυτική για τον
υπερδραστήριο γονέα.

Από πολύ μικρή ηλικία το παιδί απευθύνεται ακόμα και στις εκφράσεις του προσώπου του
γονέα για να αποφασίσει αν του αρέσει κάτι ή όχι. Όσο πιο συχνή η αλληλεπίδραση λοιπόν,
τόσο καλύτερη και η αίσθηση που έχει το παιδί για την πραγματικότητα. Φανταστείτε ένα
παιδί που στηρίζει την αντίληψη του για την πραγματικότητα στην εικονική πραγματικότητα
ενός κινουμένου σχεδίου (κολλημένο μπροστά σε μια οθόνη) και ένα παιδί που κινείται μέσα
στην πραγματικότητα (της πόλης του, της γειτονιάς του, της μουσικής, της τέχνης, της
Ιστορίας) και μπορεί να ελέγχει την αντίληψη του γι’ αυτήν μέσα από τις εκάστοτε
αντιδράσεις του γονιού. Το δεύτερο αισθάνεται σιγουριά και σταθερότητα μέσα από τον
γονιό για την πραγματικότητα του, ενώ το πρώτο αναρωτιέται γιατί εδώ που ζει όλα είναι
τόσο δύσκολα και απαιτούν τόση προσπάθεια.

Το παραπάνω δεν αποτελεί και το μοναδικό πλεονέκτημα. Σκεφτείτε πώς δημιουργείται, πώς
αναπτύσσεται και πώς εδραιώνεται μια οποιαδήποτε σχέση στη ζωή ενός ανθρώπου. Πρέπει
να ανακαλύψουμε τα κοινά ενδιαφέροντα. Πρέπει να δούμε τον τρόπο που τα δύο μέλη της
σχέσης διαχειρίζονται καταστάσεις. Και βέβαια έχουμε ανάγκη να παρατηρήσουμε αν
μπορούμε να συνεργαστούμε. Για να τα καταφέρουμε όλα αυτά αρκεί να
δραστηριοποιούμαστε μαζί. Πόσο μάλλον στη σχέση που έχει ένας γονιός με το παιδί του.
Αρκεί να ανακαλύψουμε τα κοινά μας ενδιαφέροντα, να διαχειριστούμε μαζί καταστάσεις και
να συνεργαστούμε. Να βγούμε έξω και να δείξουμε στο παιδί τι μας αρέσει, δίνοντας του
έτσι την ευκαιρία να μας δείξει και αυτό τι του αρέσει. Να καλλιεργήσουμε μαζί τις
δεξιότητές μας, επιβραβεύοντας ο ένας τον άλλον. Όσο ο γονιός μένει άπραγος τόσο μένει
και το παιδί. Όσο ο γονιός μένει άπραγος τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες στην εφηβεία να
δημιουργηθεί ένα κοινωνικά δυσλειτουργικό και μόνιμα ανικανοποίητο παιδί. Κάνοντας κάτι
διαφορετικό από τα τετριμμένα με το παιδί, ο γονιός σίγουρα θα νιώσει σημαντικός και
σωστός στον ρόλο του, μια και το παιδί του θα έχει αυτόματα την ευκαιρία να γνωρίσει
πράγματα που χωρίς τη δική του παρότρυνση θα ήταν απλά ανύπαρκτα. Αυτή η αίσθηση
γίνεται αυτόματα αγχολυτική σε μια ζωή που η ρουτίνα αποτελεί το κέντρο της
καθημερινότητας. Έτσι, η κοινή δραστηριότητα δεν ωφελεί μόνο τη ζωή και την ανάπτυξη
του παιδιού αλλά και την ψυχική υγεία του γονιού. Είναι αλήθεια λοιπόν ότι πρέπει γονείς
και παιδιά να ζουν την πραγματικότητα μαζί όπως είναι, γεμάτοι ενδιαφέρον και άγνωστους
κόσμους και όχι έτσι όπως τη ζουν, φυλακισμένοι μέσα σε ένα εύκολο και φαινομενικά
ασφαλές περιβάλλον.

Σαββατιάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 10 Οκτωβρίου 2009

You might also like