Professional Documents
Culture Documents
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΧΑΪΔΟΥΤΗΣ
ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ
κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΙΛΙΑΣ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΧΑΪΔΟΥΤΗΣ
ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ
κ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΙΛΙΑΣ
1
Στους γονείς μου Αθανάσιο και Αγάθη
2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Κατά την διάρκεια του χρόνου έχουν διατηρηθεί πολλά στοιχεία μια πλούσιας
λειτουργικής παράδοσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ωστόσο παρατηρείται κάποιες
φορές ο κίνδυνος του υποβιβασμού των Μυστηρίων στις συνειδήσεις των πιστών σε
εθιμικές συνήθειες, κοινωνικές τελετές ή στην χειρότερη περίπτωση σε
σακραμενταλιστικές τεχνικές.
Το Μυστήριο που εισάγει τον άνθρωπο στην Εκκλησία είναι το Μυστήριο του
Βαπτίσματος. Η αξία του είναι σημαντική μια και είναι αυτό το Μυστήριο, η
προϋπόθεση, για την συμμετοχή των ανθρώπων στην Μυστηριακή ζωή της
Εκκλησίας. Βασική θέση έχει σε αυτό το μυστήριο ο ανάδοχος, ο οποίος
αναλαμβάνει την ευθύνη της καθοδήγησης του νέου πιστού μέσα στο Εκκλησιαστικό
σώμα πριν και μετά το Βάπτισμα.
Σήμερα ο θεσμός του αναδόχου έχει διατηρηθεί χάνοντας, πολλές φορές, την
ουσιαστική του λειτουργία διατηρώντας κατά το μυστήριο του Βαπτίσματος μια
θέση εθιμική αν όχι διακοσμητική.
Η παρούσα μελέτη έχοντας θέμα τον θεσμό του αναδόχου, σίγουρα δεν
φιλοδοξεί να αλλάξει μαγικά την παγιωμένη κατάσταση, αλλά να γνωστοποιήσει το
πώς λειτούργησε ο θεσμός του αναδόχου διαχρονικά μέσα στην πορεία της
Εκκλησίας.
3
Κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης του παρόντος θέματος ιδιαίτερα
σημαντική ήταν η συμβολή του καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού
Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεωργίου Φίλια, που ως επιβλέπων
καθηγητής μου, με βοήθησε πολύ στη συλλογή του υλικού και στη δομή της
εργασίας. Η προσεκτική καθοδήγησή του, η καθηγητική του εμπειρία καθώς και η
αγάπη του απέναντι στο πρόσωπο μου, με βοήθησαν πολύ στην πορεία της εργασίας
μου. Για όλη του τη βοήθεια τον ευχαριστώ πολύ.
4
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ………………………………………………………………...σ.3
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ…………………………………………….σ.5
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ……………………………………………………...σ.7
ΕΙΣΑΓΩΓΗ………………………………………………………………….σ.8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
5.1. Η αναβάθμιση των θεσμών της κατηχήσεως και του αναδόχου κατά τον
τέταρτο μ. Χ. αιώνα………………………………………………………..σ.22
5.6 Οι εξορκισμοί…………………………………………………………..σ.37
5
5.9 Η τέλεση του Βαπτίσματος………………………………………...….σ.44
7.Η θέση του αναδόχου από τον έκτο αιώνα έως σήμερα…………………σ.55
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Βαπτίσματος …………………………………………………………..…...σ.77
ενήλικος………………………………………………………………….…σ.82
είναι νήπιο………………………………………………………………....σ.84
ΕΠΙΛΟΓΟΣ -ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ……………………………….…..…σ.88
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ………………………………………...………….…….σ.96
6
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
Paris, 1857-1866.
1844-1864.
7
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Βάση για την σύσταση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος είναι η βάπτιση του
Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. 1 Από τη σύστασή της
η Εκκλησία ακλουθώντας αυτήν την παράδοση βάπτιζε όσους πίστευαν στην
διδασκαλία του Ιησού Χριστού και γίνονταν μέλη της.
Προϋπόθεση για τη βάπτιση κάποιου ήταν η πίστη του άλλα και η σωστή
κατήχησή του. Γι’ αυτό και κανείς ακατήχητος δεν γινόταν δεκτός στο Μυστήριο του
Βαπτίσματος.
Στη συνέχεια του πρώτου κεφαλαίου γίνεται αναφορά στο Μυστήριο του
Βαπτίσματος στη θεολογία του Μυστηρίου καθώς και στη δογματική αξία του για
την Εκκλησιαστική ζωή.
8
Βασική προϋπόθεση προ του βαπτίσματος ήταν η διδασκαλία. Εξετάζεται πως
λειτούργησε αυτή η μαθητεία στην πρώτη εκκλησία καθώς και ποια είναι η αξία της
κατηχήσεως ως διδασκαλίας. Επίσης, γίνονται αναφορές στις αγιογραφικές
προϋποθέσεις του θεσμού του αναδόχου και αναφέρονται περιστατικά ανάληψης
ευθύνης αναδοχής κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης.
Κατά τον τέταρτο αιώνα όταν παρατηρήθηκε μαζική έλευση πιστών προς των
χριστιανισμό αναβαθμίστηκαν οι δυο θεσμοί των κατηχήσεων και του αναδόχου,
αποκτώντας ιδιαίτερα σημαντική θέση μέσα στη ζωή της Εκκλησιαστικής
κοινότητας. 2
Επίσης, κατά την εποχή του τετάρτου αιώνα, κυρίως στις περιοχές της
Αντιόχειας και των Ιεροσολύμων, αναπτύσσεται γύρω από τους θεσμούς των
κατηχήσεων και του αναδόχου ένα πλούσιο λειτουργικό τυπικό, με πολλούς
συμβολισμούς, το οποίο εφαρμόζεται στις ποιμαντικές ανάγκες της Εκκλησίας.
Στη συνέχεια του κεφαλαίου εξετάζεται ποια ήταν η θέση του αναδόχου μετά
την εισαγωγή της συνήθειας του νηπιοβαπτισμού. Ακόμη αναφέρεται κατά πόσο
είναι ορθή η πρακτική του να βαπτίζεται ένας άνθρωπος σε νηπιακή ηλικία καθώς
και οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο ανάδοχος με τη βάπτιση ενός νηπίου.
2
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.51-52.
9
Στο τέλος του κεφαλαίου γίνεται μια ιστορική αναδρομή της θέσης του
αναδόχου από τον έκτο αιώνα μέχρι και σήμερα.
Στο τρίτο κεφαλαίο της εργασίας γίνεται αναφορά στη θέση του αναδόχου
σήμερα. Αρχικά αναφέρεται η χρησιμότητα της υλικής προετοιμασίας του αναδόχου
για το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Η προετοιμασία των υλικών προϊόντων που
χρειάζονται για την βάπτιση ενός ανθρώπου, πρέπει να γίνει σωστά έτσι ώστε να
καλύπτονται οι ανάγκες του Μυστηρίου.
Στο τέλος του κεφαλαίου γίνεται λιτή αναφορά στις κατηχητικές υποχρεώσεις
που αναλαμβάνει ο ανάδοχος, όταν ο αναδεχόμενος είναι ενήλικος και όταν ο
αναδεχόμενος είναι νήπιο, καθώς και στις πνευματικές του υποχρεώσεις ανάλογα με
την περίπτωση και την ηλικία του αναδεκτού.
10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Η λέξη ανάδοχος στην αρχική της σημασία, είχε την έννοια του εγγυητή.
Ήταν αυτός ο οποίος ανεδέχοντο, δηλαδή αποδεχόταν να αναλάβει την ευθύνη και
εγγυόταν απέναντι σε κάποιο πρόσωπο για κάποιο έργο. Η λέξη αναδοχή σημαίνει
την αποδοχή και την ανάληψη ευθυνών για κάποιο συγκεκριμένο έργο. 3
Με την λέξη ανάδοχος συνώνυμη είναι και η λέξη νοννός ή νουνός, που
σημαίνει επίσης τον ανάδοχο. Η λέξη προέρχεται από την λατινική λέξη «nonnus»
που σημαίνει πατέρας ή τροφός. 6
11
θα παρίσταται ως παράνυμφος, δηλαδή δίπλα στους νεόνυμφους κατά το Μυστήριο
του Γάμου, ή θα αναλάβει την αναδοχή κάποιου μέλους της άλλης οικογένειας κατά
το Μυστήριο του Βαπτίσματος ονομάζεται κουμπάρος. Η λέξη έγινε γνωστή και
χρησιμοποιείται με βάση την Βενετική λέξη «compare» η οποία προέρχεται από τη
σύνθετη λατινική λέξη «compater», της οποίας το δεύτερο συνθετικό είναι η λέξη
«pater » που σημάνει πατέρας. 7
7
Αυτόθι,σ.944.
8
Αυτόθι, σ.1712.
9
Ζηζιούλα Ιωάννου, Το Άγιον Βάπτισμα και η Θεία Λειτουργία, στο Το Άγιον Βάπτισμα, η ένταξη μας
στην Εκκλησία του Χριστού, Αθήνα 2002,σ.19.
10
Θ.Η.Ε.τ.12,σ.40.
12
Η πρακτική χρήση του νερού ως μέσο καθαρισμού πήρε μια ιδιαίτερη
συμβολική σημασία στην Παλαιά Διαθήκη. Το νερό θεωρήθηκε μέσο εξαγνισμού και
η βύθισή του μέσα σε αυτό συμβόλιζε τον καθαρμό από κάθε αμαρτία. 11
Κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης, πριν εμφανιστεί και διδάξει ο Ιησούς
Χριστός είχε καθιερωθεί στον Ιουδαϊσμό η συνήθεια της βάπτισης όσων
ειδωλολατρών πίστευαν στην ιουδαϊκή θρησκεία, προκειμένου οι ίδιοι να ενταχθούν
στην Ιουδαϊκή κοινότητα. Αυτού του είδους το βάπτισμα θεωρούταν τόσο σημαντικό
όσο και η περιτομή. 12
Κατά τον ίδιο τρόπο βάπτιζε και ο Ιωάννης ο βαπτιστής. Μόνο που το δικό
του βάπτισμα διέφερε στην ουσία με αυτό των Ιουδαίων, μια και δεν είχε σκοπό να
υπάρξει ως εισαγωγικό για την ενσωμάτωση ειδωλολατρών στην Ιουδαϊκή κοινότητα,
αλλά ως ένα προπαρασκευαστικό γεγονός πρόσκλησης των ανθρώπων 13 με
προοπτική την ενσωμάτωση των πιστών στη νέα Εκκλησία. Αυτή την Εκκλησία που
θα ιδρυθεί με τον ερχομό του Μεσσία, τη διδασκαλία του, το πάθος και την
Ανάστασή του και θα ολοκληρωθεί με την έλευση του Αγίου Πνεύματος κατά την
ημέρα της Πεντηκοστής. 14 Το βάπτισμα του Ιωάννου, ήταν το μοναδικό βάπτισμα
που απευθυνόταν σε όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο σε προσηλύτους
ειδωλολάτρες. Ήταν βάπτισμα μετανοίας και τελούταν στην έρημο εις άφεση
αμαρτιών. 15 Η τακτική του βαπτίσματος του Ιωάννου συνίσταται στη μετάνοια του
ανθρώπου, την εξομολόγηση των αμαρτιών του, τη συγχώρεση και την προσπάθεια
μεταστροφής του σε μια νέα ζωή. 16 Η αρχή αυτή γίνεται με το βάπτισμα.
11
Λ.Β.Θ. σ.163.
12
Αυτόθι,σ.164.
13
Από τα σκληρά λόγια του Ιωάννου του βαπτιστή απέναντι στους Φαρισαίους και τους
Σαδδουκαίους όταν πήγαιναν με υποκρισία να βαπτιστούν από τον ίδιο,(Κ.Δ. Κατά Ματθαιον3,10.)
συμπεραίνουμε ότι το βάπτισμα του δεν απευθυνόταν σε μια κλειστή θρησκευτική Ιουδαϊκή κοινότητα
με κριτήρια εθνικά ή κληρονομικά, αλλά σε μια νέα κοινότητα που το κριτήριο θα ήταν η πιστή στον
Υιό του Θεού και όχι η εθνική καταγωγή.
13
Κ.Δ. Κατά Ιωάννην,1.29.
14
Λ.Β.Θ.,σ.164.
15
Κ.Δ. Κατά Μάρκον,1,4.
16
Κ.Δ. Κατά Ματθαίον,3,6.
13
Ο Ιησούς Χριστός όταν παρουσιάστηκε στον Ιωάννη για να βαπτιστεί
χαρακτηρίστηκε από τον Ιωάννη ως αμνός του Θεού, που σηκώνει πάνω του την
αμαρτία του κόσμου. 17 Το Βάπτισμα του Ιησού επισφραγίζεται με την κάθοδο του
Αγίου Πνεύματος ως είδους περιστεράς και τη διακήρυξη του Πατρός προς την
ανθρωπότητα ότι ο Χριστός είναι ο υιός Του ο αγαπητός. 18
Η Βάπτιση του Χριστού γεφυρώνει ουσιαστικά τους δύο κόσμους τον παλιό
και το νέο μια και είναι η αρχή για μια καινούρια ζωή.
Με την Βάπτισή του ο Χριστός παραδίδει στους ανθρώπους τον τρόπο εισαγωγής
τους στην Εκκλησία. Όλες οι πτυχές του Μυστηρίου του Βαπτίσματος
συμπυκνώνονται στα λόγια του Ιησού Χριστού προς τον Νικόδημο «Ἐὰν μή τις
γεννηθεῖ ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
19
Οι μαρτυρίες στην Καινή Διαθήκη περί του Βαπτίσματος είναι πολλές και η
πρακτική του βαπτίσματος συνεχίστηκε από την πρώτη στιγμή ζωής της Εκκλησίας.
Τα λόγια του Κυρίου προς τους μαθητές του μετά την ανάσταση και λίγο πριν
ο ίδιος αναληφθεί είναι ιδιαίτερης σημασίας, «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ
ἔθνη, βαπτίζοντας αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος». 20 Προϋπόθεση του Βαπτίσματος είναι πρώτα η διδασκαλία και έπειτα
η πίστη, 21 έτσι ώστε αν κάποιος διδαχτεί και πιστέψει έπειτα να βαπτιστεί.
Η διδασκαλία άλλωστε ήταν και το βασικό μέλημα των Αποστόλων από την
πρώτη στιγμή της Εκκλησίας κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Εκεί οι μαθητές
22
έλαβαν το Βάπτισμα του Πνεύματος όπως τους είχε πει ο Χριστός. Εκείνη την
ημέρα μπροστά στην απορία των ανθρώπων για το περιστατικό της Πεντηκοστής, ο
17
Κ.Δ. Κατά Ιωάννην,1,29.
18
Κ.Δ. Κατά Ματθαίον,3,16-17.
19
Κ.Δ. Κατά Ιωάννην, 3,5.
20
Κ.Δ. Κατά Ματθαίον,28,19.
21
Κ.Δ. Κατά Μάρκον,16,16.
22
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,1,6-8.
14
Απόστολος Πέτρος μίλησε στο πλήθος για την πίστη στον Ιησού Χριστό. Μετά το
κήρυγμα του πίστεψαν και βαπτίστηκαν περίπου τρεις χιλιάδες άνθρωποι. 23
Πολλές φορές εκτός από την Βάπτιση μεμονωμένων πιστών στην Καινή
Διαθήκη υπάρχουν περιπτώσεις Βαπτίσεως ολοκλήρων οικογενειών. 25
Στα κείμενα της Καινής Διαθήκης δεν υπάρχει ρητή αναφορά για παρουσία
αναδόχου, αλλά ούτε και σε άλλα κείμενα της εποχής δεν υπάρχει αναφορά για
κάποιον εγγυητή, υπεύθυνο για την διδασκαλία και τη βάπτιση των πρώτων
χριστιανών. Ωστόσο, εάν κρίνουμε από την ζωή στην πρώτη Εκκλησιαστική
κοινότητα, σίγουρα υπήρχε η ανάγκη να διασφαλιστεί η ενότητα και η πίστη των
πρώτων χριστιανών. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ειπωθεί ότι εισερχόταν
ακρίτως άνθρωποι στη νέα εκκλησιαστική κοινότητα. Αντίθετα παρατηρείται πως
όταν κάποιο μέλος της Εκκλησίας δημιουργούσε σημαντικά προβλήματα,
αδυνατώντας να συμμορφωθεί με την χριστιανική ζωή οι απόστολοι το επέπλητταν,
με ιδιαίτερο τρόπο. 26
23
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,2,37-41.
24
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,8,36-38.
25
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,10,47 και Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,16,33.
26
Στο βιβλίο των Πράξεων των Απόστολων είναι γνωστή η περίπτωση του Σίμωνος μάγου, που
προσπάθησε να εξαγοράσει την ιεροσύνη από τους αποστόλους.(Πράξεις Απόστολων, 8,17-24).
27
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.28.
15
Είναι λοιπόν αδύνατο να εισερχόταν στην κοινότητα κάποιος ακατήχητος.
Ίσως τη θέση του αναδόχου και τα καθήκοντά του να αναλάμβαναν, πρώτα οι
Απόστολοι, αργότερα οι διάκονοι, και στην πορεία οι πιο έμπιστοι χριστιανοί της
κοινότητας. Είναι ωστόσο εμφανές από την περίπτωση της κατήχησης του
αξιωματούχου Αιθίοπα από τον Φίλιππο, ότι ο Φίλιππος είχε θέση αναδόχου απέναντι
σε εκείνον τον άνθρωπο, αφού τον είχε κατηχήσει και τον είχε βαπτίσει. 28
Η αποδοχή από τον ίδιο τον Παύλο έργου αναδοχής απέναντι σε όλους αυτούς
τους ανθρώπους επιβεβαιώνεται από τα γραφόμενά του στην «Προς Φιλήμονα
Επιστολή». 30 Ο ίδιος ο Παύλος αναλαμβάνει την ευθύνη και εγγυάται προσωπικά
28
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,8,26-40.
29
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,10,34-48.
30
Η Προς Φιλήμονα Επιστολή γράφεται ενώ ο Παύλος είναι φυλακισμένος, προς έναν παλιό του φίλο
χριστιανό τον Φιλήμονα. Ο Φιλήμονας είχε έναν δούλο τον Ονήσιμο, ο οποίος έφυγε κρυφά από την
δούλεψη του κυρίου του, πράγμα που στην εποχή απαγορευόταν. Με βάση κάποιους ερμηνευτές ο
Ονήσιμος είχε έρθει σε δυσχερέστερη θέση λόγω του ότι είχε κλέψει και χρήματα από το αφεντικό
του. Κάποια στιγμή συνελήφθη και φυλακίστηκε στην ίδια φυλακή με τον Παύλο. Εκεί άκουσε την
διδασκαλία του Παύλου και πίστεψε στον Χριστό. Επιστρέφοντας όμως προς το αφεντικό του είχε να
του δώσει μια επιστολή από τον Παύλο ο οποίος εγγυούταν στον φίλο του για την μεταστροφή και την
πιστή του παλιού του δούλου.
16
απέναντι στο φίλο του Φιλήμονα για χάρη ενός δούλου του Ονησίμου, που είχε
πιστέψει στο Χριστό. 31 Η χρήση άλλωστε της φράσης από τον Παύλο, προς τον
Φιλήμονα «προσλαβοῦ αὐτὸν ὡς ἐμὲ», δείχνει ότι ο Παύλος εγγυάται ο ίδιος για το
πρόσωπο του Ονήσιμου απέναντι στον φίλο του Φιλήμονα.
Η λέξη κατήχηση είναι σύνθετη και προέρχεται από τις λέξεις κατά και ηχώ.
33
Δηλαδή μιλώ απέναντι σε ένα πρόσωπο. Η λέξη έχει και την έννοια του διδάσκω.
Σημαίνει τη συστηματική διδασκαλία για τη μύηση σε μια πίστη ή διδασκαλία. 34
Η πρακτική δεν ήταν άγνωστη από την πρώτη στιγμή της Εκκλησίας όπου
ήταν προϋπόθεση για το βάπτισμα η μαθητεία και έπειτα η πίστη, με βάση τα λόγια
του Ιησού Χριστού προς τους μαθητές του «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμο ἅπαντα
17
Η διδασκαλία αυτή πάντοτε ήταν θεμελιωμένη πάνω στην Θεία αποκάλυψη
την οποία χρειαζόταν να γνωρίσουν οι άνθρωποι σωστά. Η γνώση του Θεού για τον
άνθρωπο δεν στηρίζεται σε μια ανεπαρκή φιλοσοφική διδασκαλία στηριζόμενη στην
εικασία, αλλά στην εμπειρία. 36 Αυτή η εμπειρία συνίσταται στην αποκάλυψη του
Θεού στον κόσμο, από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του κόσμου και
συνεχίζεται κατά την πορεία του ανθρώπου μέσα στον ιστορικό χρόνο. 37 Η
αποκάλυψη του Θεού μέσα στη δημιουργία γίνεται προς μια συνεχή οικοδόμηση των
σχέσεων του Θεού και του ανθρώπου με τρόπο δυναμικό και εξελισσόμενο. Ο κατά
φύσιν απρόσιτος Θεός γίνεται στον άνθρωπο προσιτός με τις ενέργειές του, που
ονομάζονται «Θεοφάνειες». Αυτές οι Θεοφάνειες, δηλαδή οι συνεχείς κατά τον ρου
της ιστορίας αποκαλύψεις του Θεού προς τον άνθρωπο, γίνονται ο μοναδικός δρόμος
επικοινωνίας ακτίστου και κτιστού, Θεού και ανθρώπου. 38
Αυτή η αποκάλυψη δίνει στον άνθρωπο την ευκαιρία της γνωριμίας του με το
Θεό. Προϋπόθεση της γνωριμίας Θεού και ανθρώπου είναι η εμπειρία και συνέπειά
της η σύναψη σχέσεων, και η προσωπική τους κοινωνία.
Η τέλεια γνώση περί Θεού δόθηκε στην ανθρωπότητα με την ενσάρκωση του
δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος του Ιησού Χριστού. Το οριοθετεί ο
Ευαγγελιστής Ιωάννης στα πρώτα λόγια του Ευαγγελίου του, «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ
Η παρουσία του Ιησού Χριστού μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι δίνει στους
ανθρώπους τη μοναδική εμπειρία του βιώματος της παρουσίας του Θεού επί της γης.
36
Λ.Β.Θ.σ.215.
37
Ματσούκα Νίκου, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β, Θεσσαλονίκη 1996,σ.58.
38
Αυτοθι,σ.62.
39
Κ.Δ. Κατά Ιωάννην,1,14.
18
ιστορία μέσω του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, στο οποίο ο άνθρωπος κοινωνεί
ουσιαστικά και εμπειρικά με το Θεό. 40
Αυτή την εμπειρία είχαν σκοπό να διδάξουν οι απόστολοι και κατ’ επέκταση
οι διάδοχοί τους, σε όσους ενδιαφερόταν να γίνουν μελή της Εκκλησιαστικής
κοινότητας με το Μυστήριο του Βαπτίσματος.
Γι’ αυτό και η διδασκαλία ήταν μεγάλης σημασίας για τους ανθρώπους που
ενδιαφέρονται να γίνουν χριστιανοί.
Στην πορεία της Εκκλησίας μέσα στον χρόνο ανέκυψαν δυο σημαντικά
προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν έτσι ώστε να μην κινδυνεύει η ζωή της
νέας Εκκλησίας. Το ένα ζήτημα ήταν των διωγμών και το άλλο το ζήτημα των
αιρέσεων. Ίσως τα δυο αυτά προβλήματα να ήταν συνέπεια της επέκτασης της
Εκκλησίας στα έθνη. Επιτακτική ωστόσο ανάγκη για τη διασφάλιση της ενότητας
της Εκκλησιαστικής κοινότητας ήταν η επιλογή των ανθρώπων που θα βαπτίζονταν,
40
Τα λόγια του Χριστού κατά την παράδοση του Μυστηρίου της Θειας Ευχαριστίας «τοῦτο ποιεῖτε εἰς
τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν» δείχνουν ακριβώς ότι αυτή η μοναδική εμπειρία δεν μένει εγκλωβισμένη στην
ομάδα των αποστόλων, ούτε σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά αντίθετα ανοίγεται σε
ολόκληρο τον κόσμο ως μια πρόσκληση συνεχούς εμπειρίας του Θεού. Έτσι ώστε αυτή η ανάμνηση να
μην παραμένει ένας απλός συναισθηματισμός, αλλά να επαναλαμβάνεται μέσα στην διάρκεια του
χρόνου ως μια συνεχής και αδιάκοπη ζωτικής σημασίας κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό.
41
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων,13.1.
19
προκειμένου οι ίδιοι να γνωρίζουν τη διδασκαλία της Εκκλησίας και να
προσχωρήσουν σε αυτήν συνειδητά. Για το λόγο αυτό από την Αποστολική εποχή
άρχισαν να γίνονται οι πρώτες κατηχήσεις. 42
Σε αυτή την αρχαϊκή για την Εκκλησία εποχή, πληροφορίες συλλέγουμε από
τα έργα των πρώτων χριστιανών συγγραφέων, Ιουστίνου, Τερτυλλιανού, και
Ιπολλύτου Ρώμης, καθώς και από ένα αποδιδόμενο έργο στον Κλήμεντα Ρώμης.
εὐτόνως, ὅπως καταξιωθῶμεν τὰ ἀληθῆ μαθόντες καὶ δὶ ἔργων ἀγαθοὶ πολιτευταὶ καὶ
20
προφανώς σε κάποιον άλλο χώρο ή βαπτιστήριο. Έπειτα τους οδηγούσαν στο ναό
όπου βρισκόταν και άλλοι παλαιότερα βαπτισμένοι χριστιανοί και εκεί προσευχόταν
όλοι μαζί. Προφανώς αυτοί οι οποίοι συνόδευαν τους νεοφώτιστους κατά το
βάπτισμα δεν ήταν άλλοι παρά οι ανάδοχοι, οι οποίοι είχαν αναλάβει το έργο της
καθοδήγησης των ανθρώπων στο Μυστήριο του Βαπτίσματος και την ένταξη τους
στην Εκκλησιαστική κοινωνία.
Στο παρόν βιβλίο σώζεται ακόμη μια σημαντική μαρτυρία περί της ύπαρξης
του αναδόχου. Η μαρτυρία αυτή έχει να κάνει, με την μαρτυρία που δίνουν οι
ανάδοχοι ενώπιον του Επισκόπου και των πρεσβυτέρων για το βίο των αναδεκτών,
έτσι ώστε να κριθεί εάν οι ίδιοι είναι άξιοι της δωρεάς του Βαπτίσματος. 49
46
P.L.2.σ.315.
47
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.50.
48
S.C. 11 σ. 69.
49
Β.Ε.Π.Ε.Σ., 2 σ.163.
21
5.1. Η αναβάθμιση των θεσμών της κατηχήσεως και του ανάδοχου κατά
τον τέταρτο μ. Χ. αιώνα.
Κατά αυτήν την περίοδο τα σημαντικά ζητήματα των διωγμών και των
αιρέσεων άρχισαν να επιλύονται.
Η τακτική των κατηχήσεων δεν ήταν άγνωστη, μια και στην Εκκλησία δεν
έλλειψε ποτέ η διδασκαλία της πίστης σε ανθρώπους πριν το Βάπτισμα, ενώ υπήρχε
ήδη ο θεσμός του αναδόχου.
22
Αυτή την εποχή αναβαθμίζεται και ο θεσμός των κατηχήσεων, γενόμενος
ιδιαίτερα σημαντικός, αποτελώντας ένα αυτοτελές κομμάτι της εκκλησιαστικής
ποιμαντικής και λειτουργικής ζωής.
Σημαντικές επίσης μαρτυρίες περί της κατηχήσεως προ του Μυστηρίου του
Βαπτίσματος, βρίσκονται σε κατηχητικές ομιλίες του Θεοδώρου Μουμψουεστίας,
γραμμένες την ίδια χρονική περίοδο με αυτές του Χρυσοστόμου. 54
Μια ακόμη πηγή η οποία παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τις κατηχήσεις
και τον ανάδοχο είναι το αποδιδόμενο στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη, ψευδεπίγραφο
έργο «Περί Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας» 55 .
52
P.L. 33, σ.362.
53
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.36.
54
Αυτόθι,σ.39.
55
Αυτόθι,σ.41.
56
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977,σ.31-32.
57
Αυτόθι σ.26.
23
Επίσης σημαντικές πληροφορίες αντλούνται από την καταγραφή ενός
οδοιπορικού συγγράμματος, της περιηγήτριας και μοναχής Αιθερίας, 58 η όποια έζησε
κατά το τέλος του τετάρτου αιώνα. Η Αιθερία επιστρέφοντας από προσκυνηματικό
ταξίδι στα Ιεροσόλυμα και στο Σινά, καταγράφει το τι συνάντησε παρέχοντας
σημαντικές πληροφορίες για την λειτουργική και την ποιμαντική ζωή της Εκκλησίας
των Ιεροσολύμων. 59
Στις περιοχές των Ιεροσολύμων αλλά και της Αντιοχείας συναντούμε πλέον
για πρώτη φορά αναβαθμισμένες και οργανωμένες κατηχήσεις. Όποιος επιθυμούσε
να προσεγγίσει τη χριστιανική Εκκλησία και να γίνει μέλος της εισερχόταν σε μια
διαδικασία η όποια δεν απασχολούσε μόνο τον ίδιο αλλά ολόκληρη την
Εκκλησιαστική κοινότητα. 60
24
ανθρώπων δεν αναφέρεται από τον Κύριλλο Ιεροσολύμων. Προφανώς υπήρχαν, αλλά
για τον Κύριλλο δεν θεωρούταν κατηχούμενοι αλλά απλοί ακροατές.
Η θέση του αναδόχου ήταν μια θέση υπεύθυνη και σημαντική για ολόκληρη
την Εκκλησιαστική κοινότητα. Η παρουσία του ήταν σημαντική για τις ανάγκες της
Εκκλησίας αφού από τις αρχές του 4ουμ.Χ. αιώνα υπήρξε μαζική προσέλευση πιστών
ενδιαφερομένων για την χριστιανική πίστη. Στις μεγάλες πόλεις όπως τα Ιεροσόλυμα
και η Αντιόχεια ήταν αδύνατο να γνωρίζουν οι λειτουργοί της Εκκλησίας όλους τους
ανθρώπους. 65 Γι’ αυτό το λόγο θεωρήθηκε επιτακτική ανάγκη να υπάρξει πρόσωπο
έμπιστο που θα αναλάμβανε τη θέση εγγυητή για τον πιστό που θα προσερχόταν στη
Χριστιανική πίστη, απέναντι στην Εκκλησία, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητα
63
Αυτόθι,σ.46
64
Αυτόθι,σ.46.
65
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.51.
25
των πιστών και ταυτόχρονα να ελέγχεται η ειλικρίνεια των προθέσεων του
ενδιαφερομένου για το Βάπτισμα ανθρώπου.
66
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.104-105.
67
P.G.3 σ.393.
26
τη μετέπειτα ζωή του αναδεκτού, μετά το βάπτισμα, ωστόσο ευθύνη φέρει για τη
σταθερότητα της αποφάσεως του να εισέρλει στο βάπτισμα. 68
Κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο η θέση του αναδόχου ως εγγυητή είναι
ιδιαίτερα σημαντική. Ως παράδειγμα εγγύησης ο Χρυσόστομος φέρει την εγγύηση
χρημάτων. Εάν κάποιος εγγυηθεί για χρήματα θεωρείται υπεύθυνος. Είναι όμως πολύ
μεγαλύτερη η ευθύνη της αναδοχής όταν γίνεται για ένα τόσο σημαντικό πνευματικό
θέμα. Γι’ αυτό και όσοι αναλαμβάνουν αυτή την ευθύνη οφείλουν να βρίσκονται σε
εγρήγορση, έτσι ώστε να παραινούν, να συμβουλεύουν και με πατρική αγάπη να
διορθώνουν. 69 Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρεί σημαντική τη θέση του αναδόχου
ο οποίος έχει την ευθύνη της μετάδοσης του λόγου του Θεού στον αναδεκτό. Όσοι εκ
των αναδόχων δείξουν σπουδή και ενδιαφέρον για την σωστή διδασκαλία θα λάβουν
από τον Θεό αμοιβή ενώ όσοι αμελήσουν το έργο τους θα δοκιμάσουν την
κατάγνωσιν. 70
πατέρας ἔθος καλεῖν τοὺς τοιούτους πνευματικούς, ἵνα διὰ αὐτῶν τῶν ἔργων μάθωσιν
Ο ανάδοχος δεν ήταν μόνο εγγυητής αλλά του ανατέθηκε και το έργο της
διδασκαλίας και της καθοδήγησης του ανθρώπου που είχε αναλάβει την ευθύνη 73 .
68
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.47.
69
S.C.70, σ.142.
70
Αυτόθι,σ.141.
71
Αυτόθι,σ.142.
72
Αυτόθι ,σ.143.
73
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.52.
27
Στο ψευδεπίγραφο σύγγραμμα, «Περί Εκκλησιαστικής ιεραρχίας» αναφέρεται
το πόσο σημαντική ήταν η θέση του αναδόχου άλλα και το ότι ήταν δύσκολο να
βρεθεί κάποιος χριστιανός που θα δεχθεί να γίνει ανάδοχος « Ὁ τούτων ἀγαπήσας τῶν
ὄντως ὑπερκοσμίων τὴν ἱερὰν μετουσίαν, ἐλθὼν ἐπὶ τίνα τῶν μεμυημένων, πείθει μὲν
Η σημαντική αυτή πληροφορία μας δείχνει πόσο δύσκολο ήταν για κάποιον
που ενδιαφερόταν να γίνει χριστιανός να βρει κάποιον άνθρωπο χριστιανό τον οποίο
θα χρειαζόταν να πείσει, έτσι ώστε να αναλάβει και να εγγυηθεί απέναντι στην
Εκκλησιαστική κοινότητα, που την εκπροσωπεί ο ιεράρχης, για το ήθος, τις
προθέσεις άλλα και την πορεία του ανθρώπου. Αυτή η αναδοχή δεν θα είναι στιγμιαία
και δεν θα ορισθεί μέχρι την ώρα του Βαπτίσματος άλλα θα συνοδεύει τον ανάδοχο
για ολόκληρη την ζωή του, απέναντι στον Θεό άλλα και ολόκληρη την
Εκκλησιαστική κοινότητα.
Στην συνέχεια του κειμένου φαίνεται πόσο σημαντική ήταν αυτή η διεργασία
και περιγράφεται ολόκληρο το τυπικό της προσαγωγής του κατηχουμένου. «Τὸν δὲ
τῆς μὲν ἐκείνου σωτηρίας ἱερῶς ἐρῶντα, πρὸς δὲ τό τοῦ πράγματος ὕψος
74
P.G.3σ.393.
75
Αυτόθι,σ.393.
28
υπόσχεσης έρχεται ενώπιον του Επισκόπου όταν ο ανάδοχος καθοδηγεί τον αναδεκτό
ενώπιον του.
Προ του Μυστηρίου του Βαπτίσματος ακολουθούνταν μια τακτική σειρά που
είχε να κάνει με την πνευματική πρόοδο των ενδιαφερομένων έτσι ώστε να φτάσουν
έτοιμοι στο Μυστήριο του Βαπτίσματος. Αυτή η πρακτική αφορούσε τις δύο κύριες
ομάδες των κατηχουμένων που είχαν αποφασίσει τη βάπτιση τους στο όνομα του
Χριστού. Αυτοί ήταν οι κατηχούμενοι και οι φωτιζόμενοι, ενώ η τρίτη ομάδα ήταν
απλοί ακροατές ή επισκέπτες.
Η τακτική αυτή δεν ήταν άγνωστη στην Εκκλησία και μαρτυρείται για πρώτη
φορά στο έργο του Ιππολύτου Ρώμης «Αποστολική παράδοσις» . 77
Στη διδασκαλία αυτή εντασσόταν μαθήματα από την Άγια Γραφή καθώς και
θέματα ηθικής. Βέβαια η κατήχηση δεν ήταν σε καμιά περίπτωση μια συγκεκριμένη
76
Yazigi Hani, «Η τελετή του Αγίου Βαπτίσματος , Θεσσαλονίκη 1982,σ.50.
77
S.C. 11. σ. 69.
78
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα
1996,σ.49.
29
ηθικολογία ή μια σειρά από νομικές απαγορεύσεις τις οποίες έπρεπε να τηρήσουν με
θρησκευτική ευλάβεια οι νέοι χριστιανοί. Σκοπός των κατηχήσεων ήταν η αλλαγή
νοοτροπίας και σκέψης των ανθρώπων που γνώριζαν τον Χριστό έτσι ώστε να
αγαπήσουν πραγματικά τη χριστιανική ζωή και να την ακολουθήσουν με χαρά.
ἃ ἐνταῦθα προίεσθε ἐγγράφεται ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ τάς συνθῆκας ἅς διὰ τῆς γλώττης
79
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.93.
80
Αυτοθι,σ.60.
81
S.C. 70. σ.143.
82
P.G.3.σ.393.
30
Η συγκρότηση της ομάδας γινόταν κατά την αρχή της μεγάλης
Τεσσαρακοστής πριν την εορτή του Πάσχα, με σκοπό να λάβουν οι πιστοί το
Βάπτισμα κατά την νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου, ώστε να συμμετάσχουν στην
Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία. 83
Ο χρόνος εισαγωγής των πιστών ήταν περιορισμένος. Έτσι δεν ήταν δυνατόν
να εισέλθει στην τάξη των φωτιζομένων κάποιος κατηχούμενος ενώ είχαν ξεκινήσει
οι κατηχήσεις και βρισκόταν κατά το μέσον της μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αυτή η
τακτική προτιμήθηκε προκειμένου ο πιστός να καταρτιστεί σωστά παρακολουθώντας
όλες τις προγραμματισμένες ομιλίες, άλλα και να προετοιμάζει σωστά παίρνοντας
μέρος σε κοινές με τους άλλους φωτιζόμενους προσευχές και εξορκισμούς, που
γινόταν κατά την διάρκεια των προβαπτισματικών κατηχήσεων. 84
83
Yazigi Hani, Η τελετή του Αγίου Βαπτίσματος, Θεσσαλονίκη 1982,σ.46
84
Αυτόθι,σ.53.
85
Ακανθοπουλου Προδρόμου, Κώδικας Ιερών κανόνων και Εκκλησιαστικών νόμων,
Κανόνας 45ος ,Συνόδου Λαοδικείας, Θεσσαλονίκη 1995, σ.282.
31
Το τυπικό που ακολουθούνταν και στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων μας
διασώζεται στο «Οδοιπορικό» της Αιθερίας. «Επιπλέον, πρέπει να σας γράψω τον
τρόπο με τον οποίο διδάσκουν αυτούς οι οποίοι βαφτίστηκαν το Πάσχα. Αυτός που
δίνει το όνομα, το δίνει την παραμονή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, και ένας ιερέας
καταγράφει τα ονόματα όλων, αυτό γίνεται την παραμονή από τις οκτώ εβδομάδες που
εδώ ονομάζεται Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Και όταν ο ιερέας έχει σημειώσει τα ονόματα
όλων, την επόμενη ημέρα αρχή της τεσσαρακοστής, δηλαδή την ήμερα που αρχίζουν οι
οκτώ εβδομάδες, τοποθετούν στην μέση της μεγάλης εκκλησίας μια θέση για τον
Επίσκοπο, εκεί που είναι το Μαρτύριο. Εκατέρωθεν των πλευρών του Επισκόπου,
κάθονται κάποιοι ιερείς σε θέσεις, ενώ το σύνολο των κληρικών στέκονται όρθιοι.
Στη συνέχεια, φέρνουν ένα προς ένα τους υποψηφίους, εάν είναι άνδρες συνοδεύονται
από τους πατέρες τους (τους αναδόχους) αν είναι γυναίκες με τις μητέρες τους (εννοεί
τις αναδόχους). Τότε, ο επίσκοπος ρωτά (τους αναδόχους) οι οποίοι βρίσκονται δίπλα
στους ανθρώπους που πλησιάζουν (για να Βαφτισθούν), λέγοντας «Αυτό το πρόσωπο
που καθοδηγείτε έχει τίμια ζωή; σέβεται τους γονείς του; Η μήπως κυριεύεται από
την μέθη και το ψέμα;» Στον καθένα κάνει με τρόπο σοβαρό το ίδιο ερωτηματολόγιο
για όλα τα αμαρτήματα .» 86
32
του ανθρώπου που θα εντασσόταν στους φωτιζόμενους. Σε αυτή την εξέταση πρώτα
ρωτούνταν ο ανάδοχος, που ήταν ουσιαστικά κατηχητής και εγγυητής, για τη ζωή
του ανθρώπου για το εάν κρίνεται αυτός σωστός. Από αυτό το σημείο γίνεται
κατανοητό ότι η επικοινωνία αναδόχου και αναδεκτού ήταν τακτική κατά τη διάρκεια
των ετών των κατηχήσεων, καθώς και ότι πλέον είχε σχηματίσει γνώμη για τον
αναδεκτό του, την οποία και εξέφραζε ενώπιον του Επισκόπου και των πρεσβυτέρων.
Από το παραπάνω κείμενο φαίνεται πόσο σημαντική για την Εκκλησία ήταν η
θέση του αναδόχου. Ανάλογα με την μαρτυρία του αναδόχου διαμορφωνόταν και η
κρίση του Επισκόπου για το εάν έπρεπε να βαπτιστεί κάποιος ή όχι.
Επίσης ένα άλλο σημαντικό μέλημα της Εκκλησίας ήταν η προστασία των
πιστών από λανθασμένες διδασκαλίες που θα δημιουργούσαν σύγχυση στην
χριστιανική κοινότητα. Αυτού του είδους η πρακτική διασφάλιζε κατά ένα σημαντικό
μέρος την ποιότητα των εισερχομένων νέων χριστιανών.
Τέλος, αυτή η επιλογή μας δείχνει ότι το Βάπτισμα στην αρχαία Εκκλησιά
συνεπαγόταν με αλλαγή νοοτροπίας και στάσης ζωής. Δεν ήταν μια τυπική
θρησκευτική τελετή, αλλά αντίθετα ένα ουσιαστικό Μυστήριο, στο οποίο όποιος
87
Αυτόθι,σ.91.
33
ήθελε να προσέλθει χρειαζόταν να αλλάξει νοοτροπία και στάση ζωής, να πιστέψει
ουσιαστικά και μόνο τότε να προσέλθει στο Μυστήριο του Βαπτίσματος.
88
Αυτόθι,σ.19.
34
κατήχηση προ του Βαπτίσματος. 89 Η μόνη διαφορά –που προκαλεί και την ασάφεια-
είναι ότι δεν έχει καταγραφεί η χρονική διαφοροποίηση.
Η ονοματογραφία και εδώ δεν γίνεται απλά αλλά ακολουθείται ένα ολόκληρο
τελετουργικό τυπικό.«Καὶ παραλαβὼν (ὁ ἀνάδοχος) αὐτὸν ἄγει πρὸς τὸν τῆς
εἰσδεξάμενος τοῖν ἀνδροῖν, ἐσέφθη πρῶτα καὶ ὑμνεῖ διὰ νοερὰς εὐχαριστίας καὶ
Ο Επίσκοπος δέχεται με χαρά τους δυο ανθρώπους ανάδοχο και αναδεκτό και
έπειτα με προσευχή και προσκύνηση ευχαριστεί και υμνεί τον Θεό που σώζει. 93
τἀνδρὸς σωτηρίας, εὐχαριστία δὲ τῆς θείας ἀγαθότητος, εἰς τὸν ἱερὸν χῶρον
συναγαγών, ἐν ἀρχῇ μὲν ὕμνον τινὰ τοῖς λογίοις ἐγκείμενον ἅμα πᾶσι τοῖς τῆς
Ἐκκλησίας πληρώμασιν ἱερολογεῖ. Καὶ μετὰ τοῦτο τὴν ἱερὰν ἀσπασάμενος τράπεζαν,
πρὸς τὸν ἄνδρα παρόντα προεῖσι, καὶ πυνθάνεται παρ’ αὐτοῦ τί βουλόμενος ἤκοι.» 94
89
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.73-75.
90
P.G.3σ.393.
91
Κ.Δ. Κατά Λουκάν, 15,4-6.
92
P.G.3σ.393.
93
Αυτόθι,σ.393.
94
Αυτόθι,σ.393.
35
Από το κείμενο συμπεραίνουμε ότι δεν ήταν μια απλή διαδικασία άλλά
αντίθετα μια ολόκληρη ακολουθία στην όποια έπαιρνε μέρος ολόκληρη η
Εκκλησιαστική κοινότητα. Από εδώ συμπεραίνουμε ότι τα Μυστήρια της Εκκλησίας
δεν ήταν μια απλή ιδιωτική τελετή αλλά υπόθεση ολόκληρης της εκκλησιαστικής
κοινωνίας των πιστών η οποία ενδιαφέρεται για το νέο μέλος της.
Ενώπιον λοιπόν όλων των πιστών κληρικών και λαϊκών, ο μέλλων βαπτισθείς
συνοδευόμενος από τον ανάδοχό του, αναιρεί την μέχρι τότε ζωή του και ζητεί την
προσευχή του Ιεράρχη, για να καταφέρει ο ίδιος να λάβει την ευλογιά του Θεού. Ο
αναδεχόμενος κινείται όπως τον έχει συμβουλέψει ο ανάδοχος και απαντά στις
ερωτήσεις του ιεράρχη, ο οποίος αρχικά τον συμβουλεύει να ακολουθεί την ένθεη
ζωή, εάν ο μέλλων φωτίσεις άνθρωπος αποδεχτεί αυτόν τον τρόπο ζωής τότε το
ομολογεί ενώπιον του Επισκόπου, των κληρικών και όλης της εκκλησιαστικής
κοινότητας.
Μετά το σύντομο διάλογο και την ομολογία από την πλευρά του
ενδιαφερομένου χριστιανού γίνεται η επίσημη καταγραφή του στην ομάδα των
φωτιζομένων. «Μετὰ τὴν ὁμολογίαν (ο Επίσκοπος) ἐπιτίθησιν αὐτοῦ τῇ
κεφαλὴ τὴν χεῖραν καὶ σφραγισάμενος, ἀπογράψασθε κελεύει τοῖς ἱερεῦσι
95
τὸν ἄνδρα καὶ τὸν ἀνάδοχον». Από το κείμενο παρατηρούμε ότι η καταγραφή
του νέου κατηχουμένου ανθρώπου στην ομάδα των φωτιζομένων δεν ήταν μια απλή
διοικητική πράξη αλλά συνοδευόταν από λειτουργικές πράξεις όπως ύμνους και
προσευχές, καθώς και σφράγιση της κεφαλής του ενδιαφερομένου ανθρώπου. Ο
Επίσκοπος με τη σφράγιση, δηλαδή την δημιουργία του σταυρού με το χέρι του πάνω
στο κεφάλι του υποψηφίου και την ευλογία του τον θέτει πλέον στους έτοιμους προς
το φώτισμα ανθρώπους. Η επικύρωση της όλης ακολουθίας γίνεται με την καταγραφή
των ονομάτων του νέου φωτιζομένου και του αναδόχου του έπειτα από εντολή του
Επισκόπου, από τους αρμοδίους κληρικούς.
Αυτή η καταγραφή των ονομάτων έχει ιδιαίτερη σημασία για ολόκληρη την
εκκλησιαστική κοινωνία αλλά και για τους ενδιαφερομένους για το βάπτισμα
ανθρώπους. Ο άνθρωπος πλέον δεν είναι ένας ανώνυμος ακροατής, ούτε και ο
κατηχούμενος αλλά αναβαθμίζεται στην τάξη των φωτιζομένων. Το πόσο σημαντική
95
Αυτόθι,σ.396.
36
είναι αυτή τη στιγμή η θέση του αναδόχου φαίνεται από την καταγραφή και του
ονόματός του δίπλα στον νέο φωτιζόμενο. Ο ανάδοχος ως εγγυητής πλέον απέναντι
στην Εκκλησιαστική κοινότητα αναλαμβάνει και επίσημα την ευθύνη για τον
αναδεκτό του.
5.6 Οι εξορκισμοί.
Η Αιθερία μας σώζει ότι στην Εκκλησιά των Ιεροσολύμων πριν από τις
κατηχήσεις προηγούνταν εξορκισμοί στους όποιους έπαιρναν μέρος οι φωτιζόμενοι.
«Εδώ όσοι πρόκειται να βαφτισθούν συνηθίζουν, όλο το διάστημα των σαράντα
ημερών, να δέχονται στην αρχή εξορκισμούς, από τους κληρικούς το πρωί μετά την
απόλυση στην Ανάσταση». 96
96
The pilgrimage of Etheria, σ. 90.
37
Οι εξορκισμοί σίγουρα γινόταν ανεξάρτητα από τη διδασκαλία, από ειδικούς
εντεταλμένους, τους εξορκιστές. Υπήρχε σαφέστατη διάκριση μεταξύ διδασκάλων
και εξορκιστών 97 κάτι που επιβεβαιώνει και η προτροπή του Κυρίλλου Ιεροσολύμων
προς τους φωτιζομένους να συχνάζουν στους εξορκισμούς. 98
97
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.61.
98
P.G. 33,σ.376-377.
99
Φίλια Γεωργίου, Οι εξορκισμοί ως θεραπευτική λειτουργική δραστηριότητα,
στο http://www.ecclesia.gr/greek/HolySynod/commitees/liturgical/filias_daimones.pdf, 19-07-2009.
100
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.61.
101
The pilgrimage of Etheria σ.91.
102
Yazigi Hani, Η τελετή του Αγίου Βαπτίσματος, Θεσσαλονίκη 1982, σ.58.
38
Ο Θεόδωρος Μουμψουεστίας αναφέρει πως ο φωτιζόμενος κατά την
διάρκεια των εξορκισμών στέκεται πάνω σε ένα κομμάτι ύφασμα. Αυτό το ύφασμα
είναι τριχωτό και προέρχεται από δέρμα ζώου. Αυτό το τρίχινο ύφασμα ονομάζεται
«Cilicium» (κιλίκιο), και υποδηλώνει του τρίχινους χιτώνες με τους οποίους
περιέβαλε ο Θεός τους πρωτόπλαστους μετά την πτώση. 103
103
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.64-65.
104
S.C.70, σ.141.
105
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.36- 38.
39
τέτοιο τρόπο έτσι ώστε οι φωτιζόμενοι να νιώθουν οικείο το περιβάλλον στο οποίο
συναντούνται.
Η θέση του Επισκόπου στο κέντρο κατά τη ώρα της διδασκαλίας ο οποίος
περιβάλλεται από τούς μέλλοντας φωτισθέντας αναγάγει την σκέψη στην βιβλική
εικόνα του Χριστού διδάσκοντος, περιβαλλομένου από τα πλήθη των ακροατών.
Αυτή η πρακτική βοηθούσε τους ανθρώπους να νιώσουν οικειότητα με τον Επίσκοπο
και τον περιβάλλοντα χώρο έτσι ώστε οι ίδιοι να είναι στην διδασκαλία περισσότερο
δεκτικοί αισθανόμενοι ότι διδάσκονται από τον πνευματικό τους πατερά στον οίκο
του Θεού. Επίσης, σημαντική είναι και η παρουσία των αναδόχων κατά τις
κατηχήσεις. Αυτή η συνήθεια της ακρόασης των κατηχήσεων και από τους
αναδόχους σκοπό είχε την καλύτερη κατάρτιση των αναδεχομένων αλλά και την
αίσθηση προστασίας των μελλοντικών χριστιανών από τους αναδόχους τους.
Όμως η παρουσία και άλλων βαπτισμένων πιστών κατά την διάρκεια των
κατηχήσεων μαρτυρεί το ενδιαφέρον των πιστών για να συμπληρώσουν την γνώση
ακούγοντας τις κατηχήσεις, καθώς η παρουσία τους έχει καταλυτική σημασία για την
ενότητα της Εκκλησίας. Οι φωτιζόμενοι ήταν δυνάμει νέα μέλη της Εκκλησίας, σε
λίγες μέρες θα ανήκαν παλιοί και νεοφώτιστοι χριστιανοί στην ίδια κοινότητα. Η
παρουσία των χριστιανών στις κατηχήσεις βοηθούσε και στην αλληλογνωριμία τους
καθώς και στην ομαλή υποδοχή τους μέσα στην εκκλησιαστική κοινωνία μετά την
βάπτιση τους. Συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε αυτές τις δυο ομάδες ανθρώπων ήταν ο
ανάδοχος, ο οποίος φρόντισε για την ομαλή μετάβαση αλλά και την σωστή παρουσία
των νεοφώτιστων μέσα στο Εκκλησιαστικό πλήρωμα.
40
εισερχόταν σε έναν χώρο άγνωστο για αυτούς αλλά σε ένα χώρο γνώριμο και οικείο,
με γνωστούς σε αυτούς ανθρώπους.
106
Φίλια Γεωργίου, Το βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.54.
107
Αυτοθι,σ.56.
108
Το σύμβολο Πίστεως Νικαίας –Κωνσταντινουπόλεως αποτελείται από 12 άρθρα και ονομάζεται
έτσι επειδή τα οκτώ πρώτα άρθρα του συντάχθηκαν στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο που έγινε στην
Νίκαια και τα τέσσερα επόμενα στην Β΄ Οικουμενική Σύνοδο που έγινε στην Κωνσταντινούπολη. Για
αυτό και το συνταχθέν κείμενο ονομάστηκε Σύμβολο Νικαίας Κωνσταντινουπόλεως.
109
Φίλια Γεωργίου, Το βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ. 58.
110
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977,σ.196.
41
Η Αιθερία καταγράφει με λεπτομέρεια το περιεχόμενο των κατηχήσεων προς
τους φωτιζομένους που γινόταν στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων.«Οι
κατηχούμενοι 111 δεν έρχονται εν όσο(χρόνο ) ο Επίσκοπος διδάσκει τον νόμο με αυτόν
τον τρόπο, αρχίζοντας από την Γένεση, όλες αυτές τις σαράντα ημέρες, διατρέχει όλες
τις γραφές, κάνοντας φιλολογική και έπειτα πνευματική ερμηνεία. Το ίδιο κάνει και για
την Ανάσταση και για την πίστη, τους διδάσκει για όλα αυτά σαράντα ημέρες. Την
διδασκαλία αυτή την ονομάζουν κατήχηση. Μετά από πέντε εβδομάδες κατηχήσεως,
τους διδάσκουν το Σύμβολο και τους εξηγούν την διδασκαλία του ,όπως κάνουν και για
όλες τις γραφές, φράση –φράση αρχικά φιλολογικά και έπειτα πνευματικά. Έτσι εξηγούν
και το Σύμβολο… όλοι οι κατηχούμενοι παρακολουθούν όλες αυτές τις σαράντα μέρες
από την πρώτη ως την τρίτη ώρα η κατήχηση διαρκεί αυτές τις τρεις ώρες… μετά την
απόλυση της κατήχησης, κατά την τρίτη ώρα, αμέσως ψάλλοντας ύμνους οδηγούν τον
Επίσκοπο ξανά στην Ανάσταση και γίνεται απόλυση κατά την τρίτη ώρα. Έτσι η
διδασκαλία γίνεται καθημερινά επι τρεις ώρες επι επτά εβδομάδες.» 112
Η αρχική φιλολογική ανάλυση των Γραφών και του Συμβόλου μας δείχνει
ότι οι άνθρωποι αδυνατούσαν να καταλάβουν τι ακριβώς έλεγε το κείμενο. Ας μην
λησμονούμε ότι μπορεί τις φωταγωγικές κατηχήσεις να τις παρακολουθούσαν και
άνθρωποι οι οποίοι δεν γνώριζαν την Ελληνική γλώσσα ή ακόμη και κάποιοι
διαφορετικών εθνών. Με βάση τη σωστή γραμματική ερμηνεία ο Επίσκοπος
προχωρούσε στη θεολογική ερμηνεία των εξεταζομένων κειμένων, αποφεύγοντας
έτσι παρανοήσεις και παρεξηγήσεις.
Η πολύωρη κατήχηση όλες αυτές τις σαράντα ημέρες ήταν μια ευκαιρία για
σωστή κατανόηση της χριστιανικής πίστεως ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως
ένα κριτήριο ειλικρινείας του προσερχόμενου, ο οποίος έπρεπε να θυσιάσει χρόνο
και να κοπιάσει προκείμενου να μάθει τη διδασκαλία και να την κατανοήσει σωστά.
111
Εδώ η Αιθερία δεν εννοεί τους φωτιζομένους αλλά τους ανθρώπους της προηγουμένης τάξης των
κατηχουμένων ,οι οποίοι απαγορευόταν να έρθουν στις κατηχήσεις των φωτιζομένων.
112
The pilgrimage of Etheria, σ. 91-92.
42
Η καθημερινή συστηματική διδασκαλία της πίστεως η οποία περιστοιχιζόταν
από στοιχεία λατρευτικής ζωής με τη χρήση αυτών των πρώτων λειτουργικών
στοιχείων, ύμνων και προσευχών, λειτουργεί εισαγωγικά για τους φωτιζομένους
δίνοντάς τους μια πρόγευση της λατρευτικής ζωής που θα γευτούν με το Μυστήριο
του Βαπτίσματος.
113
The pilgrimage of Etheria, σ. 93.
43
ακολουθεί η καταληκτήρια προβαπτισματική ομιλία η οποία αποτελεί σύνοψη των
κατηχήσεων αλλά και προαναγγελία για μια ακόμη σειρά ομιλιών που θα
παρακολουθήσουν οι φωτιζόμενοι μετά το Βάπτισμά τους ως νεοφώτιστοι.
Την ιδία τακτική ακολουθούσε και η Αντιόχεια και άλλες τοπικές Εκκλησίες
πριν προχωρήσουν στο βάπτισμα κατά την αρχή ή στη διάρκεια της Μεγάλης
Εβδομάδας εξέταζαν τους φωτιζομένους στο Σύμβολο της Πίστεως. 114
114
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.296
115
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.70-71.
116
Αυτόθι. 86.
117
Αυτόθι,σ.87.
44
Στα Ιεροσόλυμα κατά την εσπέρα του μεγάλου Σαββάτου συγκεντρώνονταν
οι φωτιζόμενοι, προφανώς στην βασιλική του Μαρτυρίου, όπου ο Επίσκοπος
απεύθυνε μια τελευταία, μικρού περιεχομένου, κατηχητική παραίνεση. 118
118
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.310.
119
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.92.
120
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977,σ.321.
121
Αυτοθι.σ.328
122
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.95.
123
Αυτοθι.σ.96-97.
45
Στο αποδιδόμενο στον Αρεοπαγίτη σύγγραμμα υπάρχει λεπτομερής
περιγραφή της απόταξης. «Εἶτα (τον φωτιζόμενο) στήσας πρὸς δυσμὰς
προσέρχοντα, καὶ τάς χεiρας ἀπωθοῦντα πρὸς τὴν αὐτὴν ἀπεστραψάμενος
χώραν, ἐμφυσεῖσαι μὲν αὐτῷ τρίς αὐτῷ διακελεύεται τῷ σατανᾶ, καὶ
προσέτι τὰ τῆς ἀποταγῆς ὁμολογῆσαι. Καὶ τρίς αὐτῷ τὴν ἀποταγὴν
οὐρανὸν ἀναβλέψαντα, καὶ τάς χεῖρας ἀνατείναντα, κελεύειν συντάξασθαι
τῷ Χριστῷ, καὶ πάσαις τάς θεοπαραδότοις ἱερολογίαις». 124
Ένα από τα βασικά στοιχεία της Βαπτιστικής πράξης πριν την τριπλή
κατάδυση ήταν η επάλειψη του βαπτιζομένου με έλαιο. Αρχικά γινόταν μια χρήση
στο μέτωπο του βαπτιζομένου και ακολουθούσε ολόσωμη επάλειψη . 127
124
P.G.3σ.396.
125
Φίλια Γεωργίου, Το βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.105.
126
P.G.3,σ.396.
127
Φίλια Γεωργίου, Το βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.118.
46
βαπτιζομένου ο οποίος συνοδευόταν από τον ανάδοχο του. 128 Μετά την ανάδυση και
την έξοδο από την κολυμβήθρα οι νεοφώτιστοι απήγγειλαν την Κυριακή
προσευχή. 129
Το όλο τυπικό της βάπτισης σώζεται στο ψευδεπίγραφο στο όνομα του
Διονυσίου Αρεοπαγίτου σύγγραμμα. «Αὐτὸς (ο Ιεράρχης)… πρὸς τὴν μητέρα
τῆς υἱοθεσίας ἔρχεται 130 ….κελεύει τὸν ἄνδρα προσκομισθεῖναι. Καὶ τινός
ἱερέως ἐκ τῆς ἀπογραφῆς αὐτόν τε (τον βαπτιζόμενο) καὶ τὸν ἀνάδοχον
ἀνακηρύξαντες, ὁ μὲν ὑπὸ τῶν ἱερέων ἐπὶ τοῦ ὕδατος ἄγεται, πρὸς τήν του
ἑστηκὼς ἀναβοησάντων πάλιν ἐπὶ τοῦ ἱεράρχου κατὰ τὸ ὕδωρ τὸ ὄνομα τοῦ
τελουμένου τῶν ἱερέων, τρίς μὲν αὐτὸν ὁ ἱεράρχης βαπτίζει, ταῖς τρισὶ τοῦ
τῆς προσαγωγῆς ἀναδόχῳ τε καὶ ἡγεμόνι, καὶ σὺν αὐτῷ περιβάλλοντες
128
P.G.3σ.396.
129
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.400.
130
Εννοεί την κολυμπήθρα ή το βαπτιστήριο.
131
P.G.3σ.396.
132
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.415.
47
ακολουθούσε το Μυστήριο του Χρίσματος των νεοφώτιστων με το Άγιο Μύρο. 133 Το
μυστήριο δίνεται με χρίση μύρου με το οποίο ο λειτουργός «σφραγίζει» τον
φωτιζόμενο. 134 Η έννοια της σφραγίδος ταυτίζεται με την δωρεά του Αγίου
Πνεύματος που είναι η βίωση ολόκληρης της αλήθειας υπό την έννοια της μετοχής
στη Βασιλεία του Θεού από τον παρόντα κόσμο. 135 Με τη σφράγιση του Χρίσματος
στον νεοφώτιστο διασφαλίζονται οι δωρεές που έλαβε από τον Θεό κατά το
Βάπτισμα. 136 Οι νεοφώτιστοι φορώντας τα λευκά ενδύματα και κρατώντας αναμμένα
κεριά εισέρχονται εν πομπή από το βαπτιστήριο μέσα στον ναό όπου θα γίνει η
Αναστάσιμη Θεία Λειτουργιά. 137
Η Αιθερία μας περιγράφει αυτή την είσοδό τους στο ναό, στην Εκκλησία των
Ιεροσολύμων. «Την αγρυπνία του Πάσχα την κάνουν όπως και εμείς. Το μόνο
παραπάνω που γίνεται εδώ είναι πως οι νεοφώτιστοι άνθρωποι όταν βαπτίστηκαν και
ντύθηκαν, βγαίνοντας από την κολυμπήθρα οδηγούνται μαζί με τον επίσκοπο στην
Ανάσταση. Ο επίσκοπος προχωρεί πίσω από το κιγκλίδωμα της Ανάστασης, ψάλλουν
έναν ύμνο και στην συνέχεια ο επίσκοπος κάνει μια προσευχή για αυτούς, και έρχεται
μαζί τους στην μεγάλη εκκλησία όπου ως συνήθως γίνεται ο εσπερινός με όλους τους
ανθρώπους». 138
133
Yazigi Hani, «Η τελετή του Αγίου Βαπτίσματος», Θεσσαλονίκη 1982, σ.80.
134
P.G.3σ.397.
135
Φίλια Γ. «Έννοια και σημασία του Μυστηρίου του Χρίσματος στην ζωή του Χριστιανού»,στο «Το
Άγιον Βάπτισμα, η ένταξη μας στην Εκκλησία του Χριστού», Αθήνα 2002,σ.67.
136
Αυτόθι σ.58.
137
Μιλόσεβιτς Νέναντ, «Η Θεία Ευχαριστία ως κέντρον της Θείας λατρείας. Η σύνδεσις των
Μυστηρίων μετά της Θειας Ευχαριστίας»,Θεσσαλονίκη 2005,σ.60.
138
The pilgrimage of Etheria,σ.79-80.
139
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας, Αθήνα 1996,
σ.165.
48
τους. Επίσης ο ασπασμός αυτός επείχε εισαγωγική θέση για το ακολουθούμενο
Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. 140
49
επιδοκιμασίας, που ακόμη και έξω από την εκκλησία, ακούγονται οι ανθρώπινες
κραυγές. Γιατί ο τρόπος παρουσίασης των μυστηρίων είναι τόσο καλός που κανείς δεν
μπορεί να μείνει αδιάφορος σε αυτά που ακούει να εξηγούνται. Και όπως σε αυτή την
χώρα ένα μέρος του πληθυσμού ξέρει τα ελληνικά, κι ένα άλλο μέρος επίσης μόνο τα
συριακά, ο επίσκοπος αν και γνωρίζει καλά τα συριακά όμως μιλεί πάντοτε ελληνικά
και ποτέ συριακά, γι αυτό και υπάρχει πάντα εκεί ένας ιερέας , που όσο μιλά ελληνικά ο
επίσκοπος εκείνος μεταφράζει συριακά, για να ακούν όλοι τις εξηγήσεις που
δίνονται…. Όσο για του Λατίνους που είναι εδώ και που δεν ξέρουν ούτε συριακά, ούτε
ελληνικά, για να μην μένουν χωρίς να παρακολουθούν , δίνουν και σε αυτούς εξηγήσεις
γιατί υπάρχουν άλλοι αδελφοί και αδελφές που ξέρουν και ελληνικά και λατινικά οι
οποίοι και τους δίνουν εξηγήσεις στα λατινικά». 143
Καθ’ όλη την διάρκεια των μυσταγωγικών κατηχήσεων στο ναό της
αναστάσεως που γινόταν αυτές δεν επιτρεπόταν η είσοδος στους κατηχούμενους
αλλά μόνο στους πιστούς πράγμα που προκαλούσε και το ενδιαφέρον των
κατηχουμένων να μάθουν τι λεγόταν σε αυτές τις ομιλίες. 144
143
The pilgrimage of Etheria, σ. 93-94.
144
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977,σ.109.
50
6. Ο νηπιοβαπτισμός και η θέση του ανάδοχου.
Μια πρώτη αναφορά για την ύπαρξη του φαινομένου βρίσκουμε στον
Τερτυλλιανό ο οποίος στο έργο του «De Βaptismo», μαρτυρεί την ύπαρξη της
συνήθειας του νηπιοβαπτισμού. Αν και ο ίδιος αποτρέπει αυτή τη συνήθεια
θεωρώντας ότι χρειάζεται ο άνθρωπος να είναι σε ηλικία ώστε να κατανοεί το
Μυστήριο του Βαπτίσματος. Επίσης, ο Τερτυλλιανός θεωρεί ότι δεν συντρέχει
επείγον λόγος για τη βάπτιση των νηπίων. 147
145
Κ.Δ. Πράξεις Αποστόλων, 16.15.
146
Κ.Δ. Α΄ Κορινθίους Επιστολή ,1.16.
147
P.L.2.σ.363.
148
Αυτόθι σ.363.
51
του ανάδοχου σε αυτή την περίπτωση είναι θέση εγγυητή για τη μελλοντική ζωή του
αναδεχομένου. Προφανώς ο ανάδοχος εγγυόταν ενώπιον της Εκκλησιαστικής
κοινότητας για την ορθή διαπαιδαγώγηση του αναδεχομένου και την ορθή πορεία της
ζωής του. Ωστόσο ο κίνδυνος που θέτει ο Τερτυλλιανός ως ανασταλτικό παράγοντα
της βάπτισης νηπίων, έχει να κάνει με την θέση του αναδόχου ο οποίος για διαφόρους
λόγους μπορεί να μην καταφέρει να ανταποκριθεί σε όσα υποσχέθηκε για την ζωή
του αναδεκτού.
Σημαντικές πληροφορίες για τον νηπιοβαπτισμό και την θέση του αναδόχου
βρίσκουμε στο αποδιδόμενο στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη έργο «Περί εκκλησιαστικής
και ουράνιας ιεραρχίας».Ο συγγραφέας υποστηρίζει την συνήθεια του
νηπιοβαπτισμού και υπερασπίζεται αυτήν. «Τὸ δὲ καὶ παίδαις οὔπω τὰ θεῖα
ἱεροτάτων τῆς θεαρχικῆς κοινωνίας συμβόλων δόκει μέν, ὡς φὴς τοῖς
ἐκδιδάσκουσιν οἱ ἱεράρχαι τὰ θεῖαν καὶ τοῖς μὴ νοοῦσιν εἴκῃ παραδιδόσιν
τὰς ἱερὰς παραδόσεις καὶ τὸ ἔτι γελοιότερον, ὡς ὑπὲρ αὐτῶν ἑταῖροι τάς
ἀποταγάς φασί καὶ τάς ἱερὰς ὁμολογίας. Δεῖ δὲ τὴν σὴν ἱερατικὴν σύνεσιν
μὴ χαλεπαίνειν ἐπὶ τοῖς πεπλανημένοις» . 151
149
P.G. 7, σ.784.
150
P.G. 12, σ.494-496.
151
P. G. 3. σ.566-568.
52
Παρατηρείται ότι η συνήθεια του νηπιοβαπτισμού συνυπήρχε μαζί με αυτή
του βαπτίσματος των ενηλίκων. Η μοναδική τους διαφορά ήταν στο θέμα της
κατήχησης. Ωστόσο από την Εκκλησία θεωρήθηκε σωστό κατά την παλαιά παράδοση
να μετέχουν από νωρίς τα παιδιά στη λατρευτική της ζωή. Αυτή ωστόσο η επιλογή
δεν έβρισκε σύμφωνες κάποιες αιρετικές ομάδες, που προωθούσαν διδασκαλίες
ακραίας αυστηρότητας και συντηρητισμού, αντλούμενες πολλές φορές από τον
Ιουδαϊσμό ή από ελληνικά φιλοσοφικά κινήματα. Υποθετικά μπορεί να στηριχτεί η
άποψη ότι σε αυτές τις ομάδες διατυπώνονταν θέσεις περί καθαρότατος και γνώσης.
Λόγω του ότι δραστηριοποιούταν τέτοιες ακραίες ομάδες εκείνη τη χρονική περίοδο
προφανώς σε αυτούς αναφέρεται ο συγγραφέας. Ας μην λησμονούμε ότι και ο
Τερτυλλιανός ο οποίος εξέφραζε παρόμοιες θέσεις, πολλές φορές η όλη στάση του
θεωρήθηκε ακραία.
βρέφη, πρὸς ἕξιν Ἱερὰν ἥξουσι, πάσης ἀποτελούμενα πλάνης καὶ ἀνιέρου
ζωῆς ἀπείρατα. Τοῦτο τοῖς θείοις ἡμῶν καθηγεμόσιν εἲς νοῦν ἐληλυθὸς ,
ἔδοξεν εἰσδέχεσθαι τὰ βρέφη κατὰ τόνδε τὸν ἱερὸν τρόπον, ὥστε τοὺς
φυσικοὺς τοῦ προσαγομένου παιδὸς γονέας παραδιδόναι τὸν παῖδά τινι τῶν
μεμυημένων ἀγαθῷ τὰ θεῖα παιδαγωγῷ, καὶ τὸ λοιπὸν ὑπ’ αὐτῷ τὸν παῖδα
τελεῖν, ὡς ὑπὸ Θείῳ πατρὶ καὶ σωτηρίας Ἱερὰς ἀναδόχῳ. 152
Το σκεπτικό της Εκκλησιάς στην περίπτωση της βάπτισης του νηπίου είχε να
κάνει με την προηγούμενη παράδοση του νηπιοβαπτισμού και στηρίζεται στην
παρατήρηση των παιδιών που έλαβαν σωστή αγωγή και επέδειξαν και στη ζωή τους
σωστή συμπεριφορά χωρίς να διατρέχουν κίνδυνο πλάνης ή ασεβούς ζωής. Ωστόσο
152
Αυτόθι σ.568.
53
αυτή η κίνηση του νηπιοβαπτισμού είχε να κάνει και με τη φερεγγυότητα του
προσώπου που θα επιλεγόταν για ανάδοχος. Γι’ αυτόν άλλωστε τον λόγο οι φυσικοί
γονείς του παιδιού αναθέτουν την αναδοχή του παιδιού τους σε έναν πιστό που είναι
μυημένος στην πίστη και θα αναλάβει την καθοδήγησή του. Εδώ ο ανάδοχος
ονομάζεται κατά Θεόν πατέρας του ενδεχόμενου μια και ο ίδιος αναλαμβάνει την
ευθύνη της κατά Θεόν παιδαγώγησης του νηπίου ανάλογα και με την πνευματική
ηλικιακή του πρόοδο.
ὁμολογοῦντα κατὰ τὴν ἱερὰν ἀνάγειν τὸν παῖδα ζωήν, ἀπαίτει τάς ἀποταγὰς
ὁμολόγησαι, καὶ τάς Ἱερὰς ὁμολογίας, οὐχ, ὡς ἂν ἐκεῖνοι γελῶντες φαῖεν,
ἄλλον ἀντ’ ἄλλου τὰ θεῖα μυὼν οὐδὲν γὰρ τοῦτο φησίν, ὡς ὑπὲρ τοῦ παιδὸς
ἐγὼ τάς ἀποταγὰς ἢ τάς ἱερὰς ὁμολογίας ποιοῦμαι ἀλλ’ ὅτι ὁ παῖς
ἀποτάσσεται καὶ συντάσσετει τοῦτ’ ἐστίν. Ὁμολογῶ τὸν παῖδα πείσειν εἰς
νοῦν Ἱερὸν ἰόντα, ταῖς ἐμαῖς ἐνθέοις ἀναγωγαῖς, ἀποτάξασθαι μὲν ὁλικῶς
τοῖς ἐναντίοις, ὁμολογῆσαι δὲ καὶ ἐνεργῆσαι τάς θείας ὁμολογίας. Οὐδὲν
οὖν, ὡς οἶμαι, τὸ ἄτοπον, εἰ κατὰ θείαν ὁ παῖς ἀναγωγὴν ἀνάγεται,
καθηγεμόνα καὶ ἀνάδοχον Ἱερὸν ἔχων, ἕξιν αὐτῷ τῶν θείων ἐμποιοῦντα, καὶ
φυλάττοντα τῶν ἐναντίων ἀπείρατον. Μεταδίδωσι δὲ τῷ παιδὶ τῶν Ἱερῶν
συμβόλων ὁ Ἱεράρχης, ὅπως ἓν αὐτοῖς ἀνατραφείη, καὶ μηδὲ σχοίη ζωὴν
ἑτέραν, εἰ μὴ τὰ θεῖα θεωροῦσαν ἀεί, καὶ κοινωνῶν αὐτῶν ἓν προκοπαῖς
Ἱεραῖς γιγνομένη ἕξιν τε ἱερὰν ἒν τούτοις ἴσχουσαν, ἀναγομένην τε
Ἱεροπρεπὼς ὑπὸ τοῦ θεοειδοῦς ἀναδόχου». 153
54
ακολουθήσει την σωστή διαπαιδαγώγηση απέναντι στο παιδί, έτσι ώστε το παιδί να
έχει μια κατά Θεώ ζωή.
Η Εκκλησία δέχτηκε από την αρχή αυτή την πρακτική βάπτισης των νηπίων
χωρίς τη φυσική τους βούληση. Στηριζόμενη στην λογική της προσφοράς του
βαπτίσματος όπως και της γέννησης άσχετα με τη βούληση του νέου ανθρώπου.
Έτσι ο ανάδοχος παίρνει και μια νέα θέση μέσα στη ζωή της εκκλησίας όταν
συνίσταται νηπιοβαπτισμός. Πλέον δεν είναι μόνο ο εγγυητής του ενήλικου που
γνωρίζει την προηγούμενη ζωή του αναδεχομένου, του διδάσκει τη νέα πίστη και τον
οδηγεί στο Βάπτισμα, αλλά είναι αυτός που εγγυάται για τη Χριστιανική
διαπαιδαγώγηση του νηπίου που γίνεται νέο μέλος της Εκκλησίας. Σίγουρα όμως ο
ίδιος δεν αντικαθιστά τη βούληση του νηπίου. 155 Ενώ η ομολογία που δίνει και η
απόταξη γίνονται για λογαριασμό του αναδεκτού που λόγω της βρεφικής του ηλικίας
δεν μπορεί να μιλήσει.
7.Η θέση του αναδόχου από τον έκτο αιώνα έως σήμερα.
Κατά τον έκτο αιώνα και έπειτα η προσέλευση πιστών στην Εκκλησία
συνεχίστηκε ενώ παγιώθηκε η τακτική του νηπιοβαπτισμού. Περνώντας τα χρόνια η
έλευση ενηλίκων ελαττωνόταν μια και οι βαπτίσεις πλέον γινόταν σε ηλικία νηπιακή.
154
Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 477
155
Αυτόθι σ. 477.
55
παρουσιάζεται σαφής η θέση του αναδόχου. Αναφέρεται ότι είναι απαραίτητος ο
ανάδοχος, όταν πρόκειται για τη βάπτιση παιδιού ή βαρβάρου. Από την ίδια πηγή
«Ευχολόγιο Σινά» μαθαίνουμε ότι αμέσως μετά το βάπτισμα και το Χρίσμα
ακολουθούσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. 156
Η παγίωση της τακτικής του ανάδοχου σταδιακά προχώρησε μέσα στη ζωή
της Εκκλησίας. Οι πηγές πλέον είναι λιγοστές αλλά περί της υπάρξεως του θεσμού
αντλούμε πληροφορίες από συνοδικές αποφάσεις καθώς και από ερμηνείες κειμένων
πάνω σε θέματα που ανέκυψαν σε σχέση με το Μυστήριο του βαπτίσματος και τον
θεσμό του αναδόχου.
Στον 84ο κανόνα της Πενθέκτης υπάρχει σαφής αναφορά στην σημαντική
θέση του αναδόχου ως μάρτυρα σε σχέση με την βάπτιση των νηπίων.«Τοῖς
κανονικοῖς τῶν πατέρων θεσμοῖς κατακολουθούντες, ὁρίζομεν καὶ περὶ τῶν
βαπτισθέντα εἲναι λέγοντες, καὶ οὐδὲ αὐτὰ διὰ τὴν κεῖραν περὶ τῆς
δισταγμός ἀποστερήσει αὐτὰ τῆς τοιαύτης τοῦ ἁγιασμοῦ καθάρσεως». 158
Από τον κανόνα φαίνεται προφανώς ότι υπήρξε αμφιβολία για τη βάπτιση
κάποιων ανθρώπων κατά την νηπιακή τους ηλικία. Οι «σίγουροι μάρτυρες» που
αναφέρει ο κανόνας προφανώς ότι πρέπει να είναι οι ανάδοχοι τους κατά το μυστήριο
του Βαπτίσματος. Σίγουροι μάρτυρες ίσως να είναι οι καταγεγραμμένοι μάρτυρες
δηλαδή ανάδοχοι καταγεγραμμένοι στα βιβλία της εκκλησίας και πιθανόν γι’ αυτό
156
Κογκούλη Ιωάννου, Η ευχαριστιακή αγωγή εις την παιδική ηλικίαν των 6-13 ετών, Θεσσαλονίκη
1980, σ 38.
157
Αυτόθι, σ. 39.
158
Ακανθόπουλου Προδρόμου, Κώδικας Ιερών Κανόνων και Εκκλησιαστικών νόμων, Θεσσαλονίκη
1995, κανόνες Πενθέκτης, σ. 169.
56
θεωρούνται σίγουροι. Δηλαδή αυτοί που είναι επίσημα τα ονόματα τους γραμμένα
κατά την συνήθεια της αρχαίας Εκκλησίας. Ίσως πάλι να γίνεται λόγος για απλούς
μάρτυρες, πράγμα που φαίνεται απίθανο, γιατί η εκκλησία ήταν άριστα οργανωμένη
διοικητικά από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής της και ακολουθούσε την πρακτική
καταγραφής του ονόματος του νεοφώτιστου αλλά και του αναδόχου αυτού.
Επίσης σε περίπτωση θανάτου ή απώλειας του αναδόχου τη θέση του
μάρτυρα μπορούσαν να αναλάβουν κάποια άλλα συγγενικά πρόσωπα. Ωστόσο
θεσμοθετημένος εγγυητής και μάρτυρας μέσα στην Εκκλησιαστική πρακτική και
λειτουργική ζωή ήταν μόνο ο ανάδοχος.
Την ίδια πρακτική προτείνει με κανόνα και η εν Καρθαγένη σύνοδος
περιβάλλοντας αυτή τη σημαντική διευκρίνηση στους κανόνες που εξέδωσε. 159
Βέβαια δεν δινόταν για πρώτη φορά τότε γιατί δινόταν την όγδοη ημέρα από
τη γέννηση του παιδιού. Συνήθως οι γονείς έδιναν στα παιδιά τους το όνομα των
γονέων τους πάππων και προπάππων. Το όνομα δινόταν (ακουγόταν) από τον
ανάδοχο. Ο ανάδοχος απαντούσε και διάβαζε το Σύμβολο της Πίστεως. Δεχόταν το
παιδί στην αγκαλιά του μετά το Βάπτισμα το έντυνε με ρούχα λαμπρά που είχε
αγοράσει ο ίδιος. Συνήθως κρατούσε και αναμμένη λαμπάδα.
Κατά την ημέρα της Βαπτίσεως έδινε δώρα στον αναδεκτό που συνήθως ήταν
ρούχα και χρήματα. Εάν το παιδί ήταν από μεγάλη οικογένεια και ανήκαν οι γονείς
του σε ευγενική τάξη, μετά τη Βάπτιση με πομπή πήγαιναν όλοι οι παρευρισκόμενοι
από την εκκλησία στο σπίτι. Από τον ανάδοχο δινόταν νομίσματα -τα λεγόμενα
μαρτυρίκια- τα οποία συμβολικά προσφέρονταν ως ενέχυρο της μαρτυρίας του για
159
Αυτόθι, Κανόνες Καρθαγένης, Κανών 72, σ.349.
57
τον αναδεκτό, συνήθεια που παραμένει μέχρι και σήμερα. 160 Επίσης εθιμικά μετά το
βάπτισμα κάποιες περιοχές υπήρχε η τελετή της κουράς (κουρέματος) του
φωτιζόμενου κάτι που σήμερα γίνεται μαζί με το Βάπτισμα στους βυζαντινούς
161
γινόταν ξεχωριστά.
Τη χρονική στιγμή που γινόταν αυτή η κουρά την αγνοούμε. Ίσως γινόταν
μετά τη Βάπτιση, ίσως τρεις μέρες μετά, ίσως και σαράντα μέρες μετά. Αυτό
τουλάχιστον μπορούμε να συμπεράνουμε από τις περιοχές στις οποίες και σήμερα
διατηρείται η παράδοση αυτή. 162
160
Κουκουλέ Φαίδωνος, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, τόμος Γ΄, Αθήναι 1945, σ. 61-62.
161
Αυτόθι σ.63.
162
Αυτόθι σ.63-64.
163
Ακόμη και σήμερα στην Μεσσηνία όπου παλαιότερα τηρούνταν η ακολουθία αυτή ο ανάδοχος
ονομαζόταν και κουρονονός.
164
Κουκουλέ Φαίδωνος, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, Γ΄ τόμος, Αθήναι 1945,σ.64.
165
Αυτόθι σ. 68-69.
58
Οι Αυτοκράτορες της μεσαιωνικής περιόδου στην Ανατολή, συνήθιζαν να
γίνονται ανάδοχοι ξένων, εθνικών ηγεμόνων που ήθελαν να γίνουν Χριστιανοί. Ο
Ιουστινιανός βάπτισε τον βασιλιά Ερούλων Γραιτίν και το ρήγα (βασιλιά) των Ούνων
Γόρη. Ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Γ΄ βάπτισε τον ηγεμόνα των Βουλγάρων Βόρρη
στον οποίο μάλιστα έδωσε το όνομά του. Μαζί με το βασιλέα τους βαπτιζόταν και
ολόκληροι οι λαοί, ενώ οι κάτοικοι άλλαζαν τα ονόματά τους από ειδωλολατρικά σε
Χριστιανικά. 166
166
Αυτόθι σ. 67-68.
167
P.G.15, σ. 209.
168
Αυτοθι,σ.213.
169
Αυτόθι, σ.216.
59
αναδεκτό κατά την χρήση του, κατά Θεία Κοινωνία καθώς και κράτα αναμμένο κερί
κατά την στιγμή που ψάλλεται το τροπάριο «ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε». 170
170
Αυτόθι, σ.232-233.
171
Αυτόθι, σ.216.
60
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
172
Ζηζιούλα Ιωάννου, Το Άγιον Βάπτισμα και η Θεία Λειτουργία, στο Το Άγιον Βάπτισμα, η ένταξη μας
στην Εκκλησία του Χριστού, Αθήνα 2002,σ.19.
173
Ματσούκα Νίκου, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β ,Θεσσαλονίκη 1996,σελ.476-477.
174
Μίλα Νικοδήμου: Το εκκλησιαστικό δίκαιο της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, Εν Αθήναις
1906, σελ. 878.
61
Από την παρούσα κίνηση μπορούμε να υποθέσουμε ότι είχαν παρατηρηθεί
τέτοιου είδους γάμοι, πράγμα που δημιούργησε προβληματισμό έτσι ώστε ο
Ιουστινιανός να εκδώσει αυτήν την απόφαση.
175
Ο 53ος κανών της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου ορίζει:
«Ἐπειδή μείζων ἡ κατά τό πνεῦμα οἰκειότης τῆς τῶν σωμάτων συναφείας, ἔγνωμεν δέ ἔν
τισι τύποις τινάς ἐκ τοῦ ἁγίου και σωτηριώδους βαπτίσματος παῖδας ἀναδεχομένους, καί
ὁρίζομεν ἀπό τοῦ παρόντος μηδέ τοιοῦτο πραχθῆναι. Εἰ δέ τινες μετά τόν παρόντα Κανόνα
φωραθεῖεν τοῦτο ποιοῦντες, πρωτοτύπως μέν οἱ τοιοῦτοι ἀφιστάσθωσαν τοῦ παρανόμου
62
Παρατηρούμε ότι στους Κανόνες της Πενθέκτης Συνόδου δεν υπάρχει καμία
αναφορά στην περίπτωση τέλεσης γάμου μεταξύ αναδεκτού και αναδεκτής, και αυτό
γιατί θεωρήθηκε αυτονόητο ότι απαγορεύεται. Εξ άλλου οι συμμετέχοντες στην
Σύνοδο Ιεράρχες προφανώς είχαν υπόψη τους την απαγορευτική διάταξη του
Ιουστινιανού. Απ’ ότι φαίνεται εφόσον επεκτείνουν αυτήν τη διάταξη,
απαγορεύοντας το γάμο μεταξύ του αναδόχου και της μητέρας του αναδεκτού δεν θα
ήταν δυνατόν να δεχθούν το γάμο μεταξύ αναδόχου και αναδεκτής. Γι’ αυτό και δεν
κάνουν λόγο.
176
Βασιλικές είναι οι Αυτοκρατορικές Διαταγές που εξέδιδαν κατά καιρούς οι Αυτοκράτορες της
Κωνσταντινούπολης και αποτελούσαν νόμο του κράτους.
177
Μελισσηνού Χριστοδούλου: Τα κωλύματα του γάμου εν τη Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, Εν
Αθήναις 1938, σ. 308.
178
Αναστασίου Γεωργίου: Σημειώσεις Εκκλησιαστικού δικαίου, α.τ.χ. σ. 114.
179
Σχόλιο του Θεοδώρου Βαλσαμώνος, στον Νομοκάνονα του Φωτίου Πατριάρχου
Κωνσταντινουπόλεως, θεωρεί ότι τα κωλύματα του γάμου από εξ αναδοχής σχέση ισχύουν όπως και
αυτά του τρίτου εξ αίματος βαθμού συγγενείας, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θείων και Ιερών
κανόνων ,τόμος Α, Αθήνησιν 1852. σ303-304.
180
Βλάσταρη Ματθαίου, Σύνταγμα κατά στοιχείων Β, κεφ. Η, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θείων
και Ιερών κανόνων ,τόμος Στ, Αθήνησιν 1859,σ.138.
63
και είναι τα εξής. Δεν μπορεί να λάβει ο ανάδοχος εις γάμο: α) την αναδεκτή του, β)
τη μητέρα της αναδεκτής του, γ) τη θυγατέρα της αναδεκτής του 181 .
Ο Συνοδικός Τόμος της 10ης Φεβρουαρίου 1839, που υπογράφεται από τον
Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριο, δυο πρώην Πατριάρχες
Κωνσταντινουπόλεως, τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων και άλλους Ιεράρχες του
Οικουμενικού Θρόνου, επεκτείνει τα κωλύματα γάμου από αναδοχή και τα
181
Μελισσηνού Χριστοδούλου: «Τα κωλύματα του γάμου εν τη Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία», Εν
Αθήναις 1938, σ. 303.
182
Χαρτοφύλαξ κατά την μεσαιωνική περίοδο στην Ανατολή ήταν ειδικό Εκκλησιαστικό αξίωμα που
παρείχε ο Πατριάρχης σε συγκεκριμένα υπεύθυνα πρόσωπα. Αρμοδιότητα του χαρτοφύλακος ήταν η
συλλογή και διαφύλαξη Συνοδικών Εκκλησιαστικών και ό,τι αλλού είδους εγγράφων σχετικά με
θέματα της Εκκλησίας.
183
Νικηφόρου του Χαρτοφύλακος, Επιστολή, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θειων και Ιερών
Κανόνων ,τόμος Ε, Αθήνησιν 1855,σ.407.
184
Νικήτα Ηρακλείας, Αποκρίσεις, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θείων και Ιερών Κανόνων, τόμος
Α, Αθήνησιν 1852, σ.442.
185
Νεοφύτου, Περί γαμίκων κεφαλαίων, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θειων και ιερών κανόνων
,τόμος Ε , Αθήνησιν 1855, σ.407.
64
κατατάσσει μέχρι και τον όγδοο βαθμό συγγένειας, το ίδιο με την εξ αίματος
συγγένεια. 186
Ένα άλλο μεγάλο ζήτημα είναι το εάν επιτρέπεται ο γάμος μεταξύ παιδιών
που τα έχει αναδεχθεί ο ίδιος ανάδοχος. Ο Ιωάσαφ Β΄ ο από Ανδριανουπόλεως το
1560μ.Χ. απαγόρευσε τέτοιο γάμο και επέκτεινε τα κωλύματα του γάμου μέχρι τον
όγδοο βαθμό. 188
186
Γρηγορίου Πατριάρχου, Τόμος Περί συνοικεσίων, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θειων και
Ιερών Κανόνων ,τόμος Ε , Αθήνησιν 1855,σ.442.
187
Αγαπίου Ιερομονάχου- Νικοδήμου μοναχού, «Πηδάλιον», Αθήνα 1970, σ. 753.
188
Μελισσηνού Χριστοδούλου: Τα κωλύματα του γάμου εν τη Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, εν
Αθήναις 1938, σ. 321.
189
Αυτόθι,σ.322.
190
Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θειων και Ιερών Κανόνων ,τόμος Ε, Αθήνησιν 1855, σ.158 και
Μελισσηνού Χριστοδούλου: Τα κωλύματα του γάμου εν τη Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, εν Αθήναις
1938,σ. 323,
65
Στο Πηδάλιο αναφέρεται ρητά ότι: “Αν δύο παιδιά αρσενικό και θηλυκό, μη
έχοντας συγγένεια σαρκική, βαπτισθούν από έναν ανάδοχο, αυτά δεν παντρεύονται,
γιατί είναι αδέλφια πνευματικά, κατά τον αγιώτατον Σισίννιον και μάλιστα Β΄
βαθμού.» 191
Δεν πρέπει να παραβλεφθεί ότι όλα τα Μυστήρια στην Εκκλησία έχουν άμεση
αναφορά και σύνδεση με το κεντρικό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας 193 . Έτσι από
την πρώτη στιγμή σύστασης της Εκκλησίας τελούνταν όλα κατά την διάρκεια του
Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Ακόμη χρειάζεται να επισημανθεί πως χάρη σε
αυτή την πρακτική τέλεσης των Μυστηρίων κατά Ευχαριστία τα Μυστήρια ήταν
υπόθεση ολόκληρης της Εκκλησιαστικής κοινότητας και όχι αποκομμένες ιδιωτικές
θρησκευτικές τελετές, περισσότερου κοινωνικού και εθιμικού παρά Εκκλησιαστικού
χαρακτήρα.
191
Αγαπίου ιερομονάχου - Νικοδήμου μοναχού, Πηδάλιον, Αθήνα 1970, σ.754.
192
Αυτόθι, σ.754.
193
Ζηζιούλα Ιωάννου, Το Άγιον Βάπτισμα και η Θεία Λειτουργία, στο Το Άγιον Βάπτισμα, η ένταξη μας
στην Εκκλησία του Χριστού, Αθήνα 2002,σ.12.
194
Αγαπίου ιερομονάχου - Νικοδήμου μοναχού, Πηδάλιον, Αθήνα 1970, σ.754.
66
Εδώ χρειάζεται να επισημανθεί πως μέχρι και σήμερα παραμένει στην
συνείδηση των χριστιανών, η συνήθεια να γίνεται ανάδοχος κάποιος άνθρωπος μόνο
σε παιδιά του ιδίου φύλλου έτσι ώστε αποφεύγονται - κατά ένα μεγάλο μέρος -
τέτοιου είδους προβλήματα.
Εάν όμως συμβεί τέτοιου είδους γάμος μεταξύ αναδεκτών και συγγενών τους
όταν οι άνθρωποι αγνοούν την ύπαρξη κωλυμάτων η Εκκλησία φροντίζει να λύσει
το πρόβλημα αποδεχόμενη αυτήν την σχέση, έχοντας ως γνώμονα την αγάπη για τον
άνθρωπο και όχι την δικανική τυπολατρική λογική.
Στην Ελλάδα μέχρι τον Απρίλιο του 1982 βάσει του άρθρου 1361 του τότε
ισχύοντος Αστικού Κώδικα εμποδιζόταν ο γάμος του αναδόχου μετά του αναδεκτού
ή της μητέρας αυτού, 198 όπως οριζόταν και από τους κανόνες της Ορθοδόξου
199
Εκκλησίας. Τον Απρίλιο του 1982 ο υπ’ αριθμόν 1250 νόμος, που ψηφίσθηκε για
195
Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών , Εγκύκλιος αριθμ. 28/25-1-00, Αθήνα 2000.
196
Στο http://www.ecclesia.gr/greek/HolySynod/commitees/dogma/dogmatics-0001.htm, 19-07-2009.
197
Στο http://www.ecclesia.gr/greek/HolySynod/commitees/dogma/dogmatics-0003.htm, 19-07-2009.
198
Παναγιωτάκου Παναγιώτη, «Αστικός κώδικας και Εκκλησία, Το δίκαιον του γάμου», Αθήναι 1940,
σ. 163.
199
Νόμος 1250/82 , στο Φ.Ε.Κ. τεύχος Α 46 / 7-4-82,Αθήνα 1982.
67
την καθιέρωση πολιτικού γάμου, στο άρθρο 3 περί τροποποιήσεως του Αστικού
Κώδικα, καταργεί το 1361 άρθρο του έως τότε ισχύοντος Αστικού Κώδικα, 200 και
έτσι επιτρέπεται με πολιτικό γάμο να νυμφευθεί ανάδοχος τον αναδεκτό άνθρωπο ή
με τους γονείς του αναδεκτού , χωρίς να υπάρχει νομικό κώλυμα και ο γάμος να είναι
νομικά κατοχυρωμένος.
Η αντίδραση της Εκκλησίας στο νόμο υπήρξε άμεση. Έτσι η εκδοθείσα 2320
(19/5/1982) Συνοδική Εγκύκλιος, η οποία εκτός των άλλων, ορίζει ότι τα
καταργούμενα κωλύματα υπό του πολιτικού νόμου 1250/82 για τον πολιτικό γάμο,
εξακολουθούν να ισχύουν για τον Θρησκευτικό γάμο, ως και των Ιερών Κανόνων
παραδιδόμενα, επομένως η ύπαρξη ενός εκ των κωλυμάτων εμποδίζει το γάμο. 201 Με
βάση την παραπάνω Εγκύκλιο γίνεται κατανοητό με σαφήνεια ότι η Εκκλησία
συνεχίζει να δέχεται κώλυμα γάμου μεταξύ αναδόχου και αναδεκτού παιδιού καθώς
και μεταξύ αναδόχου και της μητέρας του αναδεκτού. Παρακάτω όμως η Συνοδική
Εγκύκλιος αναφέρει ότι η Εκκλησία δύναται να εφαρμόζει την οικονομία κατά
περίπτωση και κατά κρίση της Ιεράς Συνόδου, σύμφωνα και προς την μέχρι σήμερα
ακολουθουμένη Εκκλησιαστική τακτική. 202 Έτσι, προκειμένου οι δύο σύζυγοι να
ζουν εντός της Εκκλησίας και να μετέχουν στην Μυστηριακή της ζωή, η Εκκλησία
δέχεται την ιερολογία τέτοιου γάμου, στηριζόμενη στην αγάπη και την κατανόηση
και όχι στο γράμμα του νόμου. Άλλωστε υπήρξαν και στο παρελθόν περιπτώσεις,
κατά τις οποίες η Εκκλησία οικονόμησε τους κανόνες προς πνευματικό όφελος των
πιστών.
Ακόμη μία πλευρά του θέματος της πνευματικής συγγένειας θέτει το εξής
πρόβλημα. Υποτίθεται ότι ένας άνδρας έχει βαπτίσει ένα τέκνο αγόρι πριν παντρευτεί
και μία γυναίκα έχει βαπτίσει και αυτή ένα κορίτσι πριν παντρευτεί. Αυτοί οι δύο
άνθρωποι άνδρας και γυναίκα έρχονται σε γάμου κοινωνία. Υπάρχει προβληματισμός
αναφορικά με τη σχέση που έχουν ο ένας σύζυγος προς τα αναδεκτά τέκνα του άλλου
και ποια η σχέση των αναδεκτών των δύο συζύγων μεταξύ τους.
Στην εξέταση των πηγών δεν βρέθηκε κάτι σχετικό, παρά μόνο στο βιβλίο
«Πηδάλιον» το εξής: «ἐὰν ὁ ἀνὴρ βαπτίσει ἐν παιδίον ἡ δὲ γυνὴ αὐτοῦ ἄλλο τὰ
200
Νόμος 1250/82, στο Φ.Ε.Κ. τεύχος Α 46 / 7-4-82, Αθήνα 1982.
201
Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Εγκύκλιος 2320, Αθήνα 1982.
202
Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Εγκύκλιος 2320, Αθήνα 1982.
68
παιδία ταῦτα δὲν λαμβάνονται. Διότι φαίνεται ὅτι εἰς ἀνάδοχος τὰ
ἐβάπτισεν ἐπειδὴ λογίζεται μία σὰρξ τὸ ἀνδρόγυνο». 203
Είναι όμως αυτονόητο ότι και οι δύο σύζυγοι χρειάζεται να φέρονται το ίδιο
τόσο στα δικά τους αναδεκτά τέκνα όσο και στα τέκνα των συζύγων τους, και να
αποφεύγονται διακρίσεις.
203
Αγαπίου ιερομονάχου - Νικοδήμου μοναχού, Πηδάλιον, Αθήνα 1970, σ.754.
69
Οι κωλυόμενοι προς αναδοχή μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες,
στους αθέους, ετερόδοξους και σχισματικούς, καθώς και σε αυτούς που είναι μέλη
της Ορθόδοξου Εκκλησίας αλλά για διάφορους λόγους δεν μπορούν να γίνουν
ανάδοχοι.
204
Οι άνθρωποι που ασπάζονται διαφορές θρησκείες όπως τον Ιουδαϊσμό, το Ισλάμ, την αρχαία
ελληνική θρησκεία, τον Ινδουισμό, τον Βουδισμό, άλλες ανατολικές θρησκείες και διάφορες
θρησκευτικές θεωρίες, εφ’ όσον και οι ίδιοι δεν είναι βαπτισμένοι κωλύονται της δυνατότητας
ανάληψης καθηκόντων αναδοχής κατά το Μυστήριο του Βαπτίσματος στην Ορθόδοξη Χριστιανική
Εκκλησία.
205
Αιρετικοί θεωρούνται οι άνθρωποι που πιστεύουν σε δοξασίες και διδασκαλίες που έρχονται σε
αντίθεση με την Δογματική διδασκαλία και την παράδοση της Ορθοδόξου Ανατολικής Χριστιανικής
Εκκλησίας.
206
Σχισματικοί θεωρούνται οι άνθρωποι οι οποίοι για θέματα διοικητικά ή αλλά ήσσονος σημασίας
βρίσκονται σε διακοπή κοινωνίας με την Ορθόδοξη Ανατολική Χριστιανική Εκκλησία.
207
Ράλλη Μ.Κ. Περί των αναδόχων κατά το δίκαιον της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας,
Επιστημονική Επετηρίς Εθνικού Πανεπιστημίου, Αθήνα 1909, σ. 173.
208
Στην ιστοσελίδα στο διαδίκτυο της Εκκλησίας της Ελλάδος, έχει αναρτηθεί απόφαση της
Συνοδικής Επιτροπής Δογματικών και Νομοκανονικών ζητημάτων που αναφέρει περιληπτικά περί
αναδόχου καθώς και ποιοι κωλύονται να αναλάβουν χρέη της αναδοχής. «Επομένως δεν επιτρέπεται να
παρίστανται ως ανάδοχοι εις το Μυστήριο του Βαπτίσματος: οι αλλόθρησκοι, οι ετερόδοξοι, οι
σχισματικοί, και αφορισμένοι. Δεν γίνονται επίσης δεκτοί οι γονείς του βαπτιζομένου , οι κληρικοί και οι
μοναχοί, ενώ από της επικρατήσεως του νηπιοβαπτισμού είναι αδιάφορο το φύλο του αναδόχου.
Αποκλείονται ωσαύτως οι δεδηλωμένοι άθεοι και άπιστοι, οι ανήλικοι και οι τελέσαντες πολιτικό γάμο,
70
Ορθόδοξοι και μάλιστα πολλές φορές οι ίδιοι προβάλλονται ως θεματοφύλακες των
παραδόσεων της Ορθοδόξου Εκκλησιάς, πρέπει να αποκλείονται, εφ όσον είναι
αποκομμένοι από τη Μυστηριακή κοινωνία με τη Μια Αγία Καθολική και
Αποστολική Εκκλησία.
Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι δεν ενδείκνυται οι γονείς να φεύγουν από την
ενορία και να τελούν αλλού το Μυστήριο του Βαπτίσματος, ωστόσο εάν το
επιθυμούν, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή έτσι ώστε ο ναός και ο λειτουργός που θα
βαφτίσει το παιδί τους να ανήκει στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. Κριτήριο
κανονικότητας του είναι η ύπαρξη Εκκλησιαστικής κοινωνίας με τον τοπικό
Επίσκοπο της Εκκλησίας.
οι τελευταίοι ως επιδεικτικώς παραβιάζοντες τις εντολές και αποφάσεις της Εκκλησίας.» στο:
http://www.ecclesia.gr/greek/holySynod/commitees/dogma/dogmatics_anadoxos.htm , 19-07-2009.
209
Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Εγκύκλιος 5090, Αθήνα 1836, και Ιερά Σύνοδος της
Εκκλησίας της Ελλάδος, Εγκύκλιος 2598, Αθήνα 1955. Όπου αναφέρεται Περί του ότι απαγορεύεται
εν γάμω και βαπτίσματος Ορθοδόξων ως παρανύμφους ή ανάδοχος μη ορθόδοξος.
“Η Ιερά Σύνοδος λαβούσα σχετικήν αφορμήν ήχθη εις την απόφασιν να γνωρίσει Υμίν η υπομνήσει, ότι
απαγορεύεται αν παρίστανται ως παράνυμφοι επί τη τελέσει γάμων Ορθοδόξων Χριστιανών, οι μη
ανήκοντες εις το Ορθόδοξον δόγμα, ως ακριβώς απαγορεύεται η ανάληψις αναδοχικών καθηκόντων
παρά μη Ορθοδόξων, επι τελέσει Βαπτίσματος Ορθοδόξου...”.
71
πνευματική συγγένεια είναι ανώτερη της σαρκικής, ανεδέχοντο το παιδί τους
βρίσκοντας αιτία να διαζευχθούν με την σύζυγό τους. Έτσι απαγορεύτηκε η αναδοχή
των τέκνων από τους ίδιους τους γονείς. Ούτε και ο σύζυγος μπορεί να βαπτίσει την
σύζυγο του εάν είναι ενήλικος γιατί θεωρείται ο βαπτιζόμενος πνευματικό τέκνο του
αναδόχου άρα δεν μπορούν να έχουν και συζυγική σχέση. 210
210
Ράλλη Κ.Μ. Περί των αναδόχων κατά το δίκαιον της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας,
Επιστημονική Επετηρίς Εθνικού Πανεπιστημίου, Αθήνα 1909, σ. 172, Μίλα Νικοδήμου, Το
εκκλησιαστικό δίκαιο της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, Εν Αθήναις 1906,σ. 906.
211
Γιάγκου Θεοδώρου, Κανόνες και διατάξεις περί του Βαπτίσματος, επισκόπηση της παράδοσης, στο,
Το Μυστήριο του Βαπτίσματος, Ι. Μ. Δράμας,1996, σ. 71.
212
Ο λόγιος Πέτρος Χαρτοφύλαξ που έζησε επί αυτοκράτωρος Αλεξίου Κομνηνού σε ερώτηση
απάντησε ότι οι μοναχοί κωλύονται με απαγόρευση να παρίστανται ως ανάδοχοι στο Μυστήριο του
Βαπτίσματος και ως παράνυμφοι στο Μυστήριο του γάμου, στο Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θείων
και Ιερών Κανόνων ,τόμος Ε, Αθήνησιν 1855,σ.370.
213
Ο Πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος του Βαλσαμώνος, αποτρέπει για τους μοναχούς αναδοχές, στο
Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θειων και Ιερών Κανόνων, τόμος Δ, Αθήνησιν 1854,σ.476.
214
Ράλλη Κ.Μ., Περί των αναδόχων κατά το δίκαιον της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας,
Επιστημονική Επετηρίς Εθνικού Πανεπιστημίου, Αθήνα 1909, σ.176 .
72
να βρίσκονται για πολύ ώρα στο σπίτι του αναδεκτού τους, να τρώνε και να δειπνούν
μαζί τους. Επίσης δεν επιτρέπεται να αφήνουν τίποτα στους αναδεκτούς ως
κληρονομία. 215 Όλα αυτά γιατί ο μοναχός έχει αφήσει κάθε είδους φροντίδα, έχει
εγκαταλείψει τους γονείς του και κάθε συγγένεια.
Υπάρχουν και κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι, ενώ ανήκουν στο σώμα της
Εκκλησίας και είναι βαπτισμένοι, για λόγους ιδεολογικών και φιλοσοφικών
πεποιθήσεων απορρίπτουν εντελώς τον Θεό και δηλώνουν αυτή τους την απιστία
δημόσια, λόγω αυτών των θέσεων, που έχουν αναφαίρετα το δικαίωμα να τις
215
Ράλλη Κ.Μ., Περί των αναδόχων κατά το δίκαιον της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας
Επιστημονική Επετηρίς Εθνικού Πανεπιστημίου, Αθήνα 1909 σ. 177
216
Ράλλη Κ.Μ. Περί των αναδόχων κατά το δίκαιον της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας,
Επιστημονική Επετηρίς Εθνικού Πανεπιστημίου, Αθήνα 1909 σ. 175.
217
Στο http://www.ecclesia.gr/greek/HolySynod/commitees/dogma/aftoxeires.htm.,19-07-2009.
218
Ακανθόπουλου Πρόδρομου, Κώδικες ιερών κανόνων και εκκλησιαστικών νόμων, Θεσσαλονίκη
1995, σ. 662-665.
73
εκφράσουν, ουσιαστικά οι ίδιοι αποκλείουν τον εαυτό τους από το έργο της
αναδοχής.
Κατά την παράδοση ο ανάδοχος ήταν ένα πρόσωπο και όχι πολλά το οποίο
εγγυόταν έναντι της Εκκλησιαστικής κοινότητας και αναλάμβανε την πνευματική
καθοδήγηση του αναδεκτού. Σήμερα υπάρχει η τάση να παρίστανται δυο ή και τρεις
ανάδοχοι σε ένα παιδί. Αυτό ωστόσο δεν θεωρείται σύμφωνο με την παράδοση και
αποτρέπεται του να συμβαίνει από την νομοκανονική Συνοδική Επιτροπή της
Εκκλησίας της Ελλάδος. 219
220
Νόμος 1250/82, στο Φ.Ε.Κ. τεύχος Α 46 / 7-4-82,Αθηνα 1982.
221
Ματσούκα Νίκου, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β, Θεσσαλονίκη 1996,σ.495- 496.
222
Νόμος 1250/82, στο Φ.Ε.Κ. τεύχος Α 46 / 7-4-82, Αθήνα 1982 και Νόμος 1329 /1983 στο ΦΕΚ Α
25 / 18-02-1983, Αθήνα 1983. Τα Τροποποιημένα άρθρα του Αστικού Κώδικα ήταν: 1353 (γάμος
Χριστιανού με αλλόθρησκο), 1355 (τέταρτος γάμος), 1358 (γάμος συγγενών εξ αίματος μέχρι 2ου
βαθμού του εταίρου συζύγου), 1361 (γάμος του αναδόχου μετά του αναδεκτού τέκνου ή της μητρός
74
Εκκλησία της Ελλάδος με Συνοδική απόφαση θεώρησε ισχύοντα για την ίδια τα
καταργηθέντα κωλύματα γάμου και δεν επιτρέπει την ιερολογία του Μυστηρίου εάν
υπάρχει κάποιο από αυτά. 223
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος με Εγκύκλιό της
επίσης, ενημέρωσε τους χριστιανούς για τις θέσεις της απέναντι στη θέσπιση του
πολιτικού γάμου και τις συνέπειές που θα είχε ένας τέτοιος γάμος για τους πιστούς.
75
Εξετάζοντας τις πηγές και τα έργα των Πατέρων ο ανάδοχος εγγυάται της πίστης του
βαπτιζομένου ανθρώπου, χρειάζεται να είναι άνθρωπος ευσεβής και ικανός να
κατηχήσει τον νεοφώτιστο μέλος της εκκλησιαστικής κοινότητας. Ο ιερέας έχει την
ευθύνη και την υποχρέωση να ερευνήσει αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να γίνει
κάποιος ανάδοχος. Εάν ο ανάδοχος δεν έχει τις προϋποθέσεις ο ιερέας με διάκριση
και αγάπη οφείλει να ενημερώσει τον ενδιαφερόμενο δίνοντας του τις ανάλογες
εξηγήσεις για τις αιτίες που τον κωλύουν να αλλάζει έργο αναδοχής.
226
Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος , Εγκύκλιος 2395, 5-09-1984, Αθήνα,1984.
227
Στο http: //www.ecclesia.gr/greek/holySynod/commitees/dogma/dogmatics_vaptisi.htm, 10/07/09.
76
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Λόγω του ότι το Μυστήριο του Βαπτίσματος πλέον έχει αποκοπεί από το
Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας έχει επικρατήσει να γίνεται σε ξεχωριστή ώρα στην
Εκκλησία και όχι κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας όπως αρμόζει κατά την
παράδοση. Εξαιτίας αυτής της συνήθειας πολλές φορές εμφανίζεται το θλιβερό
φαινόμενο το Μυστήριο της Βαπτίσεως να γίνεται μια οικογενειακή κοινωνική
τελετή, χάνοντας ολοκληρωτικά τη θεολογική αξία του, περιοριζόμενο μόνο σε
δευτερευούσης σημασίας θέματα. Ο ανάδοχος κατά τη συνήθεια αναλαμβάνει την
προμήθεια κάποιων προϊόντων τα οποία θα χρειαστούν για το Μυστήριο του
Βαπτίσματος. Όλα αυτά τα προϊόντα που καλύπτουν υλικές ανάγκες του μυστήριου
ταυτόχρονα κρύβουν έναν πλούσιο συμβολισμό.
228
Μπαμπινιώτη Γεωργίου, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 2008,σ.1704.
229
Ματσούκα Νίκου, Λόγος και μύθος, Θεσσαλονίκη 1997,σ.27.
230
Μπαμπινιώτη Γεωργίου, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 2008,σ.1704.
77
Τα σύμβολα ως εικόνες της αισθητής εμπειρίας και ως σχήματα του
φαίνεσθαι, δεν εξαντλούν την αλήθεια στην παρουσία τους, καθότι έχοντας μέσα
τους το στοιχείο της αναγωγής, δημιουργούν ένα διαφορετικό νόημα από το
φαίνεσθαι προάγοντας αυτήν την αλήθεια στο είναι της ουσίας τους.
231
Σκαλτσή Παναγιώτη, Λειτουργικές μελέτες, Θεσσαλονίκη 1999,σ.15.
232
Αυτόθι, σ. 71-72.
233
Σκαλτσή Παναγιώτη, Λειτουργικές μελέτες, Θεσσαλονίκη 1999,σ.71.
234
Το τελευταίο διάστημα δημιουργήθηκε έντονος προβληματισμός με αφορμή ανάρμοστες
συμπεριφορές κατά την τέλεση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος καθώς και για την ποιότητα των
υλικών που θα προσκομίσει ο ανάδοχος κατά την τέλεση του βαπτίσματος . Αυτά τα υλικά χρειάζεται
να είναι αυτά που θα συμπορεύονται με την Ορθόδοξη παράδοση και να μην έχουν αλλοιωθεί με βάση
78
Το λάδι με το οποίο θα αλειφτεί το παιδί ονομάζεται επιορκιστόν έλαιον,
δηλαδή εξορκιστικό λάδι και σύμφωνα με την παλαιά συνήθεια της Εκκλησίας θα
χρησθεί με αυτό ολόκληρο το σώμα του νεοφωτίστου. Το λάδι χρησιμοποιείται στο
Μυστήριο του βαπτίσματος έχοντας έναν πλούσιο συμβολισμό. Το φυσικό λάδι
θεωρήθηκε από παλιά, ως φυσικό ιαματικό στοιχείο, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι
άνθρωποι για να θεραπευθούν από κάποιες σωματικές ασθένειες. Όπως το λάδι
θεράπευε σωματικές πληγές με την χάρη του Θεού αποκτά χάρη πνευματική ώστε να
235
θεραπεύει την πνευματική ασθένεια. Επίσης το λάδι είναι φυσική πηγή φωτός και
χρησιμοποιείται στο βάπτισμα που ονομάζεται και φώτισμα για να θυμίζει ότι ο
νεοβαπτιζόμενος μετέχει στο φως. Ακόμη με λάδι αλειφόταν κατά την αρχαιότητα οι
αθλητές προκειμένου να τονωθούν σωματικά και να συμμετάσχουν σε αγώνες. Έτσι
και ο νεοφώτιστος ως πνευματικός αθλητής αλείφεται ολόσωμα με λάδι προκειμένου
να τονισθεί ότι χρειάζεται να τονωθεί ψυχικά και να αντιμετωπίζει την κάθε επίθεση
του πονηρού. 236
Η συνήθεια της σταύρωσης που ήταν για τους ανθρώπους της εποχής του
Χριστού ο πλέον ατιμωτικός και μαρτυρικός θάνατος μετά την σταύρωση του
Χριστού και την Ανάστασής Του, γίνεται σημείο δόξας νίκης και θριάμβου κατά του
θανάτου και των σατανικών δυνάμεων αφού ο άνθρωπος απελευθερώθηκε εντελώς
από την αμαρτία. 237
79
καθημερινότητά του, και να αντιμετωπίσει όλες τις δυσκολίες ακλουθώντας τον
δρόμο του Χριστού. 239
Σήμερα έχει επικρατήσει στη θέση των παλιών «σταυρίων» να δίνεται από τον
ιερέα στον νεοφώτιστο μεταλλικός σταυρός που είναι συνήθως χρυσός.
239
Κ.Δ. Κατά Λουκάν, 9-23.
240
Κ.Δ. Ματθαίον 10.38, και Κ.Δ. Κατά Λουκάν, 9,23.
241
Κουκουλέ Φαίδωνος, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, Γ΄ τόμος, Αθήναι 1945, σ. 61-62.
80
2. Η θέση του αναδόχου κατά την τέλεση του μυστηρίου σήμερα.
Πριν από το Μυστήριο του βαπτίσματος γίνεται μια μικρή ακολουθία που
ονομάζεται «Ακολουθία της κατήχησης». Η ακολουθία της κατηχήσεως περικλείει τις
αρχαίες συνήθειες των εξορκισμών, της απόταξης του σατανά και της σύνταξης με
τον Χριστό και της ομολογίας πίστεως. Έτσι σε αυτή τη μικρή ακολουθία
διαβάζονται εξορκισμοί, γίνεται η απόταξη του σατανά και η σύνταξη με τον Χριστό
και διαβάζεται το Σύμβολο της Πίστεως ως στοιχείο πίστεως του βαπτιζομένου προς
τον Θεό. Όταν ο άνθρωπος που προσέρχεται προς το βάπτισμα είναι βρέφος, τις
απαντήσεις κατά την διαδικασία της αποταγής και της σύνταξης καθώς και το
Σύμβολο της Πίστεως το διαβάζει ο ανάδοχος εκ μέρους του αναδεκτού.
Αμέσως μετά ο ιερέας προχωρά στη Βάπτισή του παιδιού. Γίνονται τρεις
καταδύσεις και αναδύσεις και ο ιερέας παραδίδει στην αγκαλιά του αναδόχου το
παιδί, του δίνει τον Σταυρό, κι έπειτα προχωρά στο μυστήριο του Χρίσματος
μυρώνοντας το παιδί με το Άγιο Μύρο. Τέλος δίνει στο παιδί το πρώτο ένδυμα
κατάλοιπο του εμφώτειου χιτώνα και το παραδίδει για να ντυθεί.
Όταν το παιδί ντυθεί, επιστρέφει στην αγκαλιά του αναδόχου και ακολουθεί ο
ιερός χορός γύρω από την κολυμβήθρα. Μετά την ανάγνωση του Αποστολικού και
του Ευαγγελικού αναγνώσματος, αμέσως γίνονται η απόλυση και η τριχοκουρία. 243
Πριν από την απόλυση λέγεται η τελευταία ευχή, κατά την οποία ο ιερέας
ακουμπώντας το κεφάλι του βαπτιζόμενου εύχεται για το φωτισμό αυτού με τη Χάρη
242
Φουντούλη Ιωάννη, Απαντήσεις εις λειτουργικές απορίες, Β΄ τόμος, Αθήνα 1989,σ.191-193.
243
Στο μικρό ευχολόγιο των Εκδόσεων της Αποστολικής Διακονίας καθώς και σε άλλα λειτουργικά
βιβλία της ακολουθίας του Αγίου Βαπτίσματος αναφέρεται ότι η απόλυση και η τριχοκουρία γίνονται
σε αυτό το σημείο. Πολλές φορές όμως γίνονται νωρίτερα από τον ιερό χορό για πρακτικούς κυρίως
λόγους.
81
του Αγίου Πνεύματος. Πριν ο ιερέας προχωρήσει στην απόλυση εύχεται για τον
νεοφώτιστο, τον ανάδοχό του και όλο το εκκλησίασμα για έλεος από το Θεό και
απολύει με παράκληση στον Θεό και αιτούμενος την πρεσβεία της Παναγίας και των
αγίων. Το μυστήριο τελειώνει με το «Δι ευχών».
Επικρατεί επίσης σήμερα μία συνήθεια, κατά την οποία η μητέρα του
νεοφώτιστου κάνει τρεις μετάνοιες μπροστά στον ανάδοχο που έχει το παιδί της
αγκαλιά, φιλά το χέρι του και παίρνει το παιδί της. Αυτή η συνήθεια φανερώνει τον
σεβασμό και την ευγνωμοσύνη που δείχνει η μητέρα του παιδιού στον ανάδοχο που
ανέλαβε την πνευματική καθοδήγηση του παιδιού της.
82
ορθότητα των προθέσεών τους. 244 Κατά τον τέταρτο αιώνα όπου παρατηρήθηκε
επίσης μαζική έλευση ενηλίκων υποψηφίων χριστιανών, η Εκκλησία έθεσε
ασφαλιστικές δικλίδες συστηματοποιώντας τις κατηχήσεις αξιοποιώντας ουσιαστικά
το θεσμό του αναδόχου, προκειμένου να διασφαλίσει την ποιότητα των πιστών.
Η άκριτη ωστόσο πολλές φορές σήμερα βάπτιση ενηλίκων έλλειψη έστω και
της στοιχειώδους κατήχησης υποβαθμίζει τον χαρακτήρα του Μυστηρίου σε
κοινωνική τελετή.
244
Κατά το παρελθόν σε χώρες όπως η Ελλάδα ,όπου εισήρθε μεγάλος αριθμός μεταναστών όσοι
επιθυμούσαν να βαπτιστούν έπρεπε να κατηχηθούν. Ωστόσο πολλές φορές δεν ακολουθείται αυτή η
τακτική με αποτέλεσμα το μυστήριο να αποκτά χαρακτήρα κοινωνικό παρά ουσιαστικό.
245
Βουλγαράκη Ηλία, Αἳ κατηχήσεις τοῦ Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Θεσσαλονίκη 1977, σ.104-110.
83
4. Οι κατηχητικές υποχρεώσεις του ανάδοχου όταν ο αναδεχόμενος όταν ο
αναδεχόμενος είναι νήπιο.
Η μέριμνα του αναδόχου για την σωστή κατήχηση του αναδεκτού χρειάζεται
να είναι προσαρμοσμένη στις ανάγκες του παιδιού ανάλογα με την ηλικία του και την
πνευματική του πρόοδο.
Από τη στιγμή που γεννιέται ένα παιδί, όπως είναι φυσικό, την πρώτη του
επικοινωνία την έχει με τους γονείς του και ιδιαίτερα με τη μητέρα, η οποία το
τροφοδοτεί θηλάζοντας το, εκεί το παιδί νοιώθει τόση ασφάλεια στην αγκαλιά της
όσο πουθενά αλλού. Η πρώτη του επαφή με την Εκκλησία γίνεται την πρώτη μέρα
της γέννησής του, όπου υπάρχουν ειδικές ευχές που διαβάζονται στο νήπιο και τη
λεχώνα μητέρα. Κατά την όγδοη ημέρα διαβάζονται ευχές και γίνεται η
ονοματοδοσία, ενώ στις σαράντα ημέρες μετά την γέννηση του παιδιού η μητέρα
πηγαίνει το παιδί στην εκκλησία «επί τω εκκλησιασθήναι».
84
φορά τον ανάδοχό του λίγο πριν την έναρξη του μυστηρίου, είναι δύσκολο να καθίσει
στην αγκαλιά του ήσυχα. Ενώ αν έχουν προηγηθεί οι συναντήσεις το παιδί έχει
εμπιστοσύνη.
Στις περιπτώσεις βέβαια που το παιδί αντιδρά κατά την ώρα της Μετάληψης
των Μυστηρίων σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να πιέζεται. Το εμπόδιο της άρνησής
του μπορεί να ξεπεραστεί με διάλογο καθώς και με τη βοήθεια της τάσης που έχουν
τα μικρά παιδιά να μιμούνται.
Κατά την διάρκεια των τριών ως έξι ετών το παιδί είναι περισσότερο δεκτικό
στο να μαθαίνει για τον Θεό. Η πρώτη περί του Θεού μάθηση αρχίζει στην αγκαλιά
της μητέρας του. 246 Ο πρώτος χωρισμός από την αγκαλιά της μητέρας έρχεται κοντά
στο τρίτο έτος όπου το παιδί θα έχει αρχίσει να περπατά. Σε αυτήν επίσης την ηλικία
εμφανίζεται εντονότερα το στοιχείο του μιμητισμού. Γι αυτό το παιδί αρχίζει να
μιμείται αυτό που ακούει ή αυτό που κάνουν κάποιοι μεγαλύτεροι του.
Σε αυτή την ηλικία το παιδί είναι δεκτικό στις απλές ιστορίες και εποπτικό
υλικό. Γι αυτό ο ανάδοχος μπορεί να προσφέρει στο παιδί οπτικοακουστικό υλικό
καθώς και διάφορες εικόνες έτσι ώστε να αρχίσει να αναγνωρίζει τα πρόσωπα του
Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων.
Όταν φτάσει στην ηλικία των τεσσάρων μέχρι και τα έξι του χρόνια, δηλαδή
στην προσχολική ηλικία, το παιδί έχει ήδη σχηματίσει μία γνώμη για το Θεό. Ο Θεός
246
Κογκούλη Ιωάννη, Η ευχαριστιακή αγωγή εις την παιδική ηλικία των 6-13 ετών, Θεσσαλονίκη 1980,
σ. 65.
85
παρουσιάζεται στην παιδική του σκέψη ως ο δημιουργός των πάντων ως κάποιος
μεγάλος που κατοικεί στους ουρανούς. 247
Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της ηλικίας είναι η ταχύτατη ανάπτυξη του
παιδιού σε όλους τους τομείς. Έτσι έχουμε ανάπτυξη, σωματική, κινητική,
αισθησιακή, νοητική, συναισθηματική και γλωσσική. 248 Η πολύπλευρη αυτή
ανάπτυξη παίζει καθοριστικό ρόλο στο έργο της κατήχησης και της πνευματικής
καλλιέργειας του παιδιού. Είναι η περίοδος «της σποράς». Είναι η καταλληλότερη
περίοδος για να γίνει η σπορά του λόγου του Θεού στην καρδιά του παιδιού. Αυτή η
σπορά θα γίνει με κάποιες συνήθειες που πρέπει να αποκτήσει το παιδί από μικρό και
που θα το συντροφεύουν σε όλη του τη ζωή.
Ο ανάδοχος έχει την δυνατότητα να μάθει στο παιδί την Κυριακή προσευχή
καθώς και κάποιες διηγήσεις από την ζωή του Χριστού.
Κατά την ηλικία του δημοτικού σχολείου όπου το παιδί θα έρθει σε επαφή με
την γνώση μαθαίνοντας γραφή και ανάγνωση ο ανάδοχος μπορεί να προμηθεύει στο
παιδί βιβλία προκειμένου να γνωρίζει την Εκκλησία.
Κατά την είσοδο του το παιδί στο γυμνάσιο εισάγεται σε μια μεταβατική
περίοδο που τελειώνει για αυτό λίγο μετά το λύκειο. Είναι η εποχή της εφηβείας όπου
ο άνθρωπος προχωρά από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση. Σε αυτή την
μεταβατική περίοδο ο ανάδοχος μπορεί να συμπαρίσταται στο παιδί, να το
247
Αυτόθι σ. 66
248
Βαρσαμίδου Αθηνά- Ρές Γιάννης, "Η διαδικασία μέσω της οποίας το παιδί αποκτά την αίσθηση του
εαυτού του και δομεί τόσο την ταυτότητά του όσο και τις σχέσεις του με τον κόσμο" στο
http://users.thess.sch.gr/salnk/arthra/arthra20.htm
86
συμβουλεύει με προσοχή και να του υπενθυμίζει τη διδασκαλία της Εκκλησίας μια
και σε αυτήν την ηλικία μπορεί να κατανοήσει περισσότερο.
Λόγω του ότι η εφηβεία είναι μια δύσκολη περίοδο για το παιδί, καθώς
αρχίζει να υπάρχει έντονα το αίσθημα της αμφισβήτησης και η κρίση του πολλές
φορές δεν είναι η σωστή λόγω του ότι δεν έχει έρθει η ωριμότητα της σκέψης. Σε
τυχόν αμφισβητήσεις του παιδιού σε θέματα πίστης ο ανάδοχος με προσοχή και
υπομονή μπορεί να του δείξει το σωστό χωρίς ωστόσο να προσπαθήσει επιβάλει την
γνώμη του.
87
ΕΠΙΛΟΓΟΣ –ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η θέση του αναδόχου κατά το Μυστήριο του Βαπτίσματος είναι μια θέση
υπεύθυνη και ιδιαίτερα σημαντική για τη ζωή της Εκκλησίας. Στην παρούσα μελέτη
εξετάστηκαν αρχικά οι προϋποθέσεις και οι ανάγκες της Εκκλησίας που οδήγησαν
στην δημιουργία του θεσμού του αναδόχου.
Σκοπός της ύπαρξης του αναδόχου ήταν η ανάγκη της Εκκλησίας του να
εγγυηθεί κάποιος ήδη βαπτισμένος πιστός για κάποιο πρόσωπο, το οποίο θα
επιθυμούσε να εισαχθεί στην Εκκλησία μέσω του Μυστηρίου του Βαπτίσματος.
Αυτή η ανάγκη προκύπτει από την πρώτη στιγμή δημιουργίας της Εκκλησιάς.
Παρότι στην Καινή Διαθήκη δεν γίνεται πουθενά αναφορά περί θεσμού του
αναδόχου, υπήρξε ουσιαστικά ενεργή η πρακτική της αναδοχής όταν οι απόστολοι
ανελάμβαναν θέση αναδόχου απέναντι σε ανθρώπους που πίστευαν στο Χριστό και
ήθελαν να βαφτισθούν. Οι απόστολοι αναλαμβάνοντας οι ίδιοι την ευθύνη, για την
ποιότητα των ανθρώπων που θα εισερχόταν στην Εκκλησία υπήρξαν οι πρώτοι
ανάδοχοι. Ακολουθώντας την τακτική της διδασκαλίας του λόγου του Θεού προς
τους ανθρώπους που ήθελαν να γίνουν μέλη της Εκκλησιαστικής κοινότητας,
προχωρούσαν μετά την κατήχηση στο Μυστήριο του Βαπτίσματος, ενώ για την
πνευματική τους πρόοδο δεν έπαυαν να ενδιαφέρονται πότε νουθετώντας τους με
προσωπικές διδασκαλίες ή με επιστολές.
88
Επειδή προϋπόθεση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος ήταν η διδασκαλία και
η πίστη ο ανάδοχος αναλάμβανε την ευθύνη της εγγύησης για τον άνθρωπο που θα
βαπτιζότανε αλλά και την υποχρέωση της σωστής κατήχησης του έτσι ώστε να
προσέλθει συνειδητά ο πιστός στο Μυστήριο.
Κατά τον τέταρτο αιώνα λόγω της ομαδικής έλευσης ανθρώπων στην
Χριστιανική Εκκλησία θεσμοθετούνται συστηματικά κατηχήσεις και αναβαθμίζεται
ο θεσμός του αναδόχου, ο οποίος λαμβάνει ουσιαστική θέση μέσα στην ζωή της
Εκκλησίας. Ιδιαίτερα αισθητή έγινε αυτή η αναβάθμιση στις Εκκλησίες της
Αντιοχείας και των Ιεροσολύμων, όπου τις κατηχήσεις αναλάμβαναν οι Επίσκοποι
βοηθούμενοι από επίλεκτα μέλη της Εκκλησίας. Οι κληρικοί αναλάμβαναν το έργο
του διδασκάλου προς τους κατηχουμένους και οι λαϊκοί αναλάμβαναν καθήκοντα
αναδοχής.
89
καταγραφή των ονομάτων των κατηχουμένων και των αναδόχων τους από τον
Επίσκοπο.
Σε κάποιες τοπικές Εκκλησίες, όπως αυτή των Ιεροσολύμων, υπήρχε και μια
σειρά μεταβαπτισματικών κατηχήσεων κατά την διακαινήσιμο εβδομάδα.
90
Ο ανάδοχος πλέον αναλαμβάνει την ευθύνη να κατηχήσει το νέο μέλλος της
Εκκλησίας παρέχοντας σωστή κατήχηση κατά την πορεία της ενηλικίωσής του.
Στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας η έρευνα επικεντρώθηκε στο θεσμό του
αναδόχου κατά το δίκαιο της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας.
91
Ανάδοχοι έχουν την δυνατότητα να γίνουν όλοι όσοι είναι Βαπτισμένοι
Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Στο τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται η θέση του αναδόχου κατά το Μυστήριο του
Βαπτίσματος σήμερα.
Στη συνέχεια αναφέρεται ποια είναι η θέση του αναδόχου κατά την τέλεση
του μυστηρίου πώς χρειάζεται να κινηθεί κατά τη διάρκεια της ακολουθίας της
κατήχησης και κατά τη διάρκεια του Βαπτίσματος.
92
Η θέση του αναδόχου ήταν μια θέση σημαντική και υπεύθυνη μέσα στην ζωή
της Εκκλησίας. Ο ανάδοχος κάλυπτε την ζωτική ανάγκη του να υπάρχει ποιότητα
πιστών μέσα στο Εκκλησιαστικό σώμα. Ο ανάδοχος εγγυούταν για την ειλικρίνεια
των προθέσεων αλλά και για την πορεία του ανθρώπου μέχρι το Βάπτισμά του αλλά
και μετά. Ήταν αυτός που έδινε μαρτυρία ενώπιον του Επισκόπου για τον άνθρωπο
που είχε αναλάβει.
Αυτή η τακτική προφύλασσε την Εκκλησία από πολλά δεινά και κυρίως
διασφάλιζε την ειλικρινή πρόθεση και τη διάθεση του ανθρώπου που ήθελε να
βαπτιστεί να ακολουθήσει το χριστιανικό τρόπο ζωής.
Πολλές φορές η εμμονή στον τύπο και στους κανόνες οδήγησε μεγάλο αριθμό
πιστών στο να αποκοπεί η ζωτική σχέση τους με την Εκκλησία.
93
πραγματικό το ότι η εμμονή στον τύπο πολλές φορές οδήγησε στην απώλεια της
ουσίας.
Τέλος, οι κανόνες της Εκκλησίας δεν είναι οι φορείς της σωτηρίας αλλά
δείκτες οι οποίοι προτείνουν λύσεις σε επιμέρους προβλήματα δίχως να επιβάλουν.
Μια τέτοια επιβολή καταργεί την ελευθερία του ανθρώπου επιτυγχάνοντας την
σωτηρία μέσα από ένα σύνολο νομικών κανόνων αποκομμένη από τη Μυστηριακή
ζωή. Κατά την πορεία της Εκκλησιάς μέσα στον χρόνο εάν κριθεί αναγκαίο μπορεί
να μεταβληθεί να αλλάξει ακόμη και να καταργηθεί εντελώς ένας κανόνας που πλέον
δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του πληρώματος, όμως σε καμιά περίπτωση δεν
μπορεί να αλλάξει ένας δογματικός όρος ο οποίος εκφράζει με σαφήνεια την αλήθεια
της Εκκλησίας. 251
249
Ζηζιούλα Ιωάννου, Η κτίση ως Ευχαριστία, Αθήνα 1992,σ.36-37.
250
Ματσούκα Νίκου, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β, Θεσσαλονίκη 1996,σελ.405-406.
251
Αυτοθι,σ.405-406.
94
ζωή να ξεφύγουν από δεισιδαιμονίες και λάθη και να προσεγγίσουν την Εκκλησία με
τρόπο σωστό.
95
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΗΓΕΣ
Ἀποστολικαὶ Διαταγαί, Β.Ε.Π.Ε.Σ., 2.
Αὐγουστίνου, Epistula, P.L. 33.
Εἰρηναίου, Κατὰ αἱρέσεων, P.G. 7.
Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περὶ Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας ,PG 3.
Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Κατηχήσεις, SC,70.
Ἰουστίνου, Α΄ Ἀπολογία, P.G.6.
Ἰππολύτου, Ἀποστολικὴ Παράδοσις, S.C. 11.
Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατηχήσεις, P.G.33.
Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Διάλογοι, P.G.155.
Τερτυλλιανού, De Βaptismo, P.L.2.σ.315.
Τhe Pilgrimate of Etheria , M.L. McClure and C. L. Feltoe, Society for Promoting
Christian Knowledge, London 1919.
Ὠριγέννους, Ἐκλογαὶ εἰς τοὺς ἀριθμοὺς , P. G. 12,
96
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
Βαρσαμίδου Αθηνά- Ρές Γιάννης, "Η διαδικασία μέσω της οποίας το παιδί αποκτά την
αίσθηση του εαυτού του και δομεί τόσο την ταυτότητά του όσο και τις σχέσεις του με
τον κόσμο, στο http://users.thess.sch.gr/salnk/arthra/arthra20.htm, 12/08/09.
Γιάγκου Θεοδώρου, Κανόνες και διατάξεις περί του Βαπτίσματος, επισκόπηση της
παράδοσης, στο Το Μυστήριο του Βαπτίσματος, Ι. Μ. Δράμας,1996.
Ζηζιούλα Ιωάννου, Το Άγιον Βάπτισμα και η Θεία Λειτουργία, στο Το Άγιον Βάπτισμα,
η ένταξη μας στην Εκκλησία του Χριστού, Απ. Διακονία, Αθήνα 2002.
Κογκούλη Ιωάννου, Η ευχαριστιακή αγωγή εις την παιδική ηλικίαν των 6-13 ετών,
Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. τόμος 24ος παράρτημα 27ο ,
Θεσσαλονίκη 1980.
Κουκουλέ Φαίδωνος, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, τόμος Γ΄, Αθήναι 1945.
97
Μπαμπινιώτη Γεωργίου, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας
Ε.Π.Ε. Γ΄ έκδοση Αθήνα 2008.
Ράλλη Μ.Κ., Περί των αναδόχων κατά το δίκαιον της Ορθόδοξης Ανατολικής
Ράλλη- Ποτλή, Σύνταγμα των Θείων και Ιερών Κανόνων, τόμοι Α-Ε, Αθήνησιν 1852.
Εκκλησίας, Επιστημονική Επετηρίς Εθνικού Πανεπιστημίου, Δ΄ τόμος , Αθήνα 1909.
Σκαλτσή Παναγιώτη, Λειτουργικές μελέτες, Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1999.
Yazigi Hani, Η τελετή του Άγιου Βαπτίσματος, Διατριβή επι Διδακτορία, Θεσσαλονίκη
1982.
Φίλια Γεωργίου, Το Βάπτισμα κατά τις λειτουργικές πηγές της Αντιοχειανής Εκκλησίας,
Αθήνα 1996.
Φίλια Γεωργίου, Οι εξορκισμοί ως θεραπευτική λειτουργική δραστηριότητα,
στο
http://www.ecclesia.gr/greek/HolySynod/commitees/liturgical/filias_daimones.pdf,
19-07-2009.
Φίλια Γ. Έννοια και σημασία του Μυστηρίου του Χρίσματος στην ζωή του Χριστιανού,
στο Το Άγιον Βάπτισμα, η ένταξη μας στην Εκκλησία του Χριστού, Απ. Διακονία,
Αθήνα 2002.
Φουντούλη Ιωάννη, Απαντήσεις εις λειτουργικές απορίες, Β΄ τόμος, Απ. Διακονία
Αθήνα 1989.
98
99