Professional Documents
Culture Documents
Οι εκκλησίες, που έρχονται σε σχέση και συνεργασία είτε στα πλαίσια του
Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών είτε σε άλλα πεδία της οικουμενικής
δραστηριότητας, δεν αποτελούν τη μια Εκκλησία ούτε «υπερεκκλησία». Η
πραγματικότητα αυτή είναι ξεκαθαρισμένη πέρα για πέρα. Αλλά δεν μπορεί κανείς
να παραβλέψει το γεγονός ότι ο ειρηνικός διάλογος μεταξύ των εκκλησιών έχει
επιβάλει ορισμένες υποχρεώσεις σε όλα τα μέλη. Και η βασική υποχρέωση είναι η
κάθε εκκλησία (ορθόδοξη, Ρωμαιοκαθολική, Προτεσταντική) να σέβεται και «ν
’αναγνωρίζει» την άλλη. Η αναγνώριση αυτή, ενώ δεν είναι ούτε αποδοχή της
δογματικής διδασκαλίας της μιας εκκλησίας από την άλλη ούτε κατά σιωπηρό
τρόπο επιβεβαίωση αυτής της διδασκαλίας ως αληθινής – τέτοια στάση ούτε ορθή
ούτε απαραίτητη είναι – σημαίνει και προϋποθέτει ότι δεν υπάρχει εχθρική ένταση
μεταξύ των μελών και ότι τα μέλη είναι ισότιμα. Και πρέπει αμέσως να
διευκρινίσουμε ότι η ισοτιμία αυτή, τουλάχιστον από την ορθόδοξη πλευρά, δεν
εννοείται σαν κατοχή της ίδιας αλήθειας, αλλά σαν την ίδια δεκτικότητα που
έχουν όλα τα μέλη να σουν και να κατέχουν την αλήθεια ή να είναι σε θέση να
προσεγγίσουν και να φτάσουν αυτή τη ζωή και την κατοχή της αλήθειας. Γι’ αυτό
ο σύγχρονος οικουμενικός διάλογος, ενώ δεν μπορεί να ταυτιστεί με το κήρυγμα
και την ιεραποστολή – μια οργανική και καθολική λειτουργία μέσα στο σώμα της
Εκκλησία – δεν είναι νοητό να θωρηθεί σαν κάτι εντελώς ανεξάρτητο από το
ιεραποστολικό έργο. Σ. 13-14 σημαντική και υποσημείωση.
Ο σύγχρονος λοιπόν οικουμενικός διάλογος, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία
της Χριστιανοσύνης, υιοθετεί κατά τη μέθοδο και τους σκοπούς τις ίδιες περίπου
αρχές του ελληνικού διαλόγου. Σ 15
Χώρια από το γεγονός ότι κατά περιόδους μεγάλες η Ορθοδοξία δέχτηκε σκληρές
προσηλυτιστικές επιθέσεις σ’ όλο το χώρο της Ανατολής. Οι προσηλυτιστικές
μάλιστα ενέργειες, που κάνουν εμφάνιση ίσως και σήμερα με κάποιο ήπιο τρόπο,
δηλητηριάζουν κάθε θετική επικοινωνία μεταξύ των εκκλησιών. Ωστόσο σήμερα
στους κύκλους των ετεροδόξων σε ορισμένες πλευρές φανερώνονται ειλικρινείς
απόπειρες και δείχνεται ένας άδολος ενθουσιασμός για την ορθόδοξη θεολογία
και ζωή. Βεβαίως πολλοί θα επισημάνουν πολιτικούς στόχους, σκοπιμότητες και
μερικές φορές δολιότητες. Θα ήταν παράδοξο τέτοιες τάσεις και τέτοια φαινόμενα
ν’ απουσίαζαν από το θέατρο της ιστορίας. Ποτέ δεν απουσίασαν άλλωστε, και
μέσα στους πιο ιδανικούς και δημιουργικούς κύκλους της χριστιανικής ζωής. Και
εδώ οφείλω να επισημάνω ακόμη για μια φορά: στα σχίσματα μεταξύ των
εκκλησιών διαδραμάτισαν έτσι κι αλλιώς ρόλο οι πολιτικοί και οι γενικοί κοσμικοί
παράγοντες. Είναι εύλογο και στην κίνηση για μια ενότητα ίδιοι παράγοντες του
υποκριτικού θεάτρου της ιστορίας να διαδραματίζουν το δικό τους ρόλο.
Επομένως όποιος βλέπει την ιστορία με ηθικιστικά και πουριτανικά γυαλιά, ή
πιστεύει πως η χριστιανική ζωή μέσα στην ιστορία αναπτύσσεται σ’ ένα γλυκερό
θερμοκήπιο μιας αιθέριας σφαίρας, απλώς μπορεί και πρέπει να βγάλει τα γυαλιά
του.
Σ. 129
Η ενότητα επί της γης Μιας Εκκλησίας του Χριστού, όπως το καλό και τελειότητα,
είναι γεγονός που διαρκώς πραγματώνεται μέσα σε δραματικές ιστορικές
συνθήκες, και διαρκώς απειλείται με διάβρωση. Η διάβρωση αυτή, που συμβαίνει
αναπότρεπτα, είναι ορατή στα τραύματα της ιστορικής ζωής των εκκλησιών. Η
ενότητα είναι αίτημα, που καλούνται οι Χριστιανοί διαρκώς να πραγματώνουν
καθαιρώντας τις δαιμονικές δυνάμεις του κόσμου διαμέσου της συμμετοχής τους
στη ζωή της Εκκλησίας. Πρωτίστως μερικοί θεολόγοι και πολλοί πιστοί οφείλουν
ν’ απαλλαγούν από μια γλυκερή παράσταση για την εκκλησιαστική ενότητα και
την τελειότητα της χριστιανικής ζωής. Δεν είναι μονάχα ο πόλεμος κατά των
παθών και η μεταμόρφωσή τους, αλλά και ο αγώνας η ιστορική πορεία να δείχνει
και να ξαναδείχνει το αρχιτεκτόνημα της ενότητας μέσα από την οδύνη μιας
κυοφορίας και μιας πάλης. Κανένας δεν δίδαξε ένα γλυκερό Χριστιανισμό, τέτοιον
τον φαντάστηκαν και τον δίδαξαν, ή τον επιζητούν, όσοι ξεστρατίζουν από
κανονική πορεία της σωστής ερμηνείας και ζωής του Χριστιανισμού. Ανάμεσα σ’
αυτούς σήμερα είναι και μερικοί πουριτανοί κατά τα άλλα διανοούμενοι,
ανεξάρτητα από το ότι μπορούν να κάνουν το διαφωτιστή ή υποδύονται τον
άθεο.
Σ. 202
Σ. 209-210
Σ. 227
Σ. 241
Το έργο των εκκλησιών γενικά δεν είναι η όξυνση των σχέσεων, αλλά η ειρήνη. Η
γραμμή του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών στο θέμα της ειρήνης και της
ελευθερίας στις περισσότερες περιπτώσεις κατορθώνει να κρατάει μια
ουδετερότητα τέτοια που προσιδιάζει στο χαρακτήρα της αποστολής αυτού του
οργανισμού. Ωστόσο εφόσον είναι σωστή γραμμή δεν μπορεί παρά κάθε φορά
κάποιου να δυσαρεστεί. Με άλλα λόγια η ειρήνη, που θα βασίζεται στη δικαιοσύνη
και την ελευθερία, πρέπει να έχει αφετηρίες καθαρά χριστιανικές. Ανεξάρτητα από
τη δυνατότητα εφαρμογής αυτών των αρχών, Παγκόσμιου Συμβουλίου
Εκκλησιών θέτει την άποψη αυτή σε σωστή θεολογική γραμμή. Επίσης και οι κατά
καιρούς ενδεχόμενες αποκλίσεις από τη γραμμή αυτή δεν σημαίνουν τίποτα άλλο
παρά την ατέλεια όλων των ανθρώπινων οργανισμών.
Σ. 273
Πάντως, όπως πιστεύω, το έργω των ορθοδόξων σε παρόμοιες εκδηλώσεις είναι
όχι μονάχα απαραίτητο, για να εμποτίζει την κοινωνική δράση με το πνεύμα της
εκκλησιαστικής παράδοσης, αλλά και περισσότερο πειστικό στα μάτια των λαών
του τρίτου κόσμου. Οι προτεσταντικές εκκλησίες λόγου χάρη, που είναι σάρκα
από τις καπιταλιστικές και ιμπεριαλιστικές χώρες, όση ειλικρίνεια και αν δείξουν,
πάντοτε θα σκοντάφτουν στην κακή κληρονομία και τη δυσπιστία των λαών. Οι
χώρες της Ορθοδοξίας δεν είχαν τέτοιες ιμπεριαλιστικές περιπέτειες. Έτσι με
περισσότερη άνεση μπορεί να δώσουν το παράδειγμα μιας οικουμενικής
δραστηριότητας στα πλαίσια του κοινωνικού έργου. Με άλλα λόγια, δεν
αποκλείεται δόλου η παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας να είναι ο παράγοντας
εκείνος, που θα διαλύει τη δυσπιστία και τις καχυποψίες των λαών που
καταπιέστηκαν και καταπιέζονται από συγκεκριμένες επεμβάσεις των δυτικών
χωρών στις υποθέσεις των μικρών και αδύνατων εθνών.
Σ. 273-274
Σ. 278-279