You are on page 1of 24

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ


ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΙΣ ΚΡΗΝΙΔΕΣ ΚΑΒΑΛΑΣ: ΟΙ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ

Η νεότερη ιστορία της Καππαδοκίας

ΚΡΗΝΙΔΕΣ 2012-2013

1
ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
ΣΤΙΣ ΚΡΗΝΙΔΕΣ ΚΑΒΑΛΑΣ: ΟΙ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ

Η νεότερη ιστορία της Καππαδοκίας

Μέλη Ομάδας Ερευνητικής Εργασίας:


1. Αρσονιάδου Σοφία
2. Κελίδου Μαρία
3. Κωνσταντινίδης Νικόλαος
4. Μαυρουδή Ελένη

2
Εποπτεία:
Γκούμα Όλγα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος..............................................................................................................
............5

ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
1. Γενικές πληροφορίες για την Καππαδοκία..................................................
………….....6
2. Γεωγραφία της
περιοχής.................................................................................................6
3. Ιστορικά στοιχεία της
Καππαδοκίας................................................................................8

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
1. Καταγραφή του προσφυγικού ελληνισμού των
Κρηνίδων………………………………..10
2. Γενικές πληροφορίες για τις πολιτισμικές ομάδες στις
3
Κρηνίδες.....................................11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
1. Η εγκατάσταση προσφύγων στη
Μακεδονία……………………………………………....16
2. Τα πιο γωστά Καππαδοκικά χωριά στην Ηπειρωτική
Ελλάδα…………………………...21

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ....................................................................................................
.........31

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ........................................................................................................
..........32

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Το μάθημα της Ερευνητικής Εργασίας(Project), μιας ομάδας μαθητών της Β'


Λυκείου είχε ως θέμα του την Πολιτισμική Χαρτογράφηση του Προσφυγικού
Ελληνισμού των Κρηνίδων Καβάλας με ιδιαίτερη αναφορά στους Καππαδόκες.
Η Β' Ομάδα, η οποία αποτελείται από τους μαθητές: Αρσονιάδου Σοφία,
Κελίδου Μαρία, Κωνσταντινίδη Νικόλαο και Μαυρουδή Ελένη συνέλεξε
στοιχεία σχετικά με τη νεότερη ιστορία της Καππαδοκίας.
Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν η άντληση πληροφοριών από το
διαδίκτυο, από εγκυκλοπαίδειες, καθώς και από τις εισηγήσεις των
εποπτευόντων καθηγητών (Καρατζόγλου Αλέξανδρο και Γκούμα Όλγα).
Το δικό μου αντικείμενο έρευνας, σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα, ήταν η
καταγραφή του προσφυγικού ελληνισμού από την Καππαδοκία στην Ελλάδα σε
συνάρτηση με συγκεκριμένες γεωγραφικά περιοχές.

4
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ

Η Καππαδοκία (ΤουρκικάKapadokya), αρχαία ελληνική λέξη που προέρχεται από το


Περσικό: Κατπατούκα που σημαίνει "η χώρα των όμορφων αλόγων", είναι μία από τις
μεγαλύτερες περιοχές της ανατολικής Μικράς Ασίας. Σήμερα το έδαφός της ανήκει
σε πέντε τουρκικές επαρχίες: Καισάρειας, Νίγδης, Κιρ-Σεχίρ, Ακσαράι, Νεβσεχίρ.

Οι κάτοικοι της Καππαδοκίας λέγονται Καππαδόκες(εν. Καππαδόκης -κη (καθ.


Καππαδόκης -ου, αλλά και Καππάδοξ -κος).

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Ο γεωγράφος Στράβων, στον οποίο ανήκει η πληρέστερη σωζόμενη περιγραφή της


περιοχής, παραλληλίζει την Καππαδοκία με τον ισθμό μιας μεγάλης χερσονήσου, της
Μικράς Ασίας, ο οποίος ορίζεται από τον Εύξεινο Πόντο στο βορρά και τον Ισσικό
κόλπο στο νότο. Σύμφωνα με την περιγραφή του, οι Καππαδόκες κατοικούσαν στην
περιοχή που συνόρευε στα δυτικά με την Παφλαγονία, τη Φρυγία, τη Γαλατία και
τη Λυκαονία, στα ανατολικά με την Κολχίδα, τη Μικρή και τη Μεγάλη Αρμενία, βόρεια
με τον Εύξεινο Πόντο και νότια με την Τραχεία Κιλικία. Τα ακριβή σύνορά της με τις
γειτονικές της περιοχές γνώρισαν πολλές μεταβολές στη διαχρονία.

Ως εκ τούτου η ονομασία Καππαδοκία δεν προσδιόριζε την ίδια γεωγραφική περιοχή


σε όλη τη διάρκεια της Αρχαιότητας ούτε οι εγκαταστάσεις των Καππαδόκων
περιορίζονταν τοπικά εντός των συνόρων της περιοχής αυτής. Ειδικά όσον αφορά
στα βορειοδυτικά όριά της γνωρίζουμε ότι σε χρόνους προγενέστερους του 5ου αι.
π.Χ. οι οικισμοί των Καππαδοκών Συρίων, όπως αποκαλούνταν οι κάτοικοί της,
5
εκτείνονταν και δυτικά του Άλυος ποταμού, σε παράκτιες περιοχές που αργότερα
ανήκαν στην Παφλαγονία.

Τουλάχιστον από τον 5ο αι. π.Χ. ο Άλυς αποτέλεσε το φυσικό σύνορό της προς
δυσμάς, ενώ προς ανατολάς η Καππαδοκία οριοθετούνταν πιθανόν από τον ποταμό
Θερμόδοντα. Τα νότια σύνορα της Καππαδοκίας γνώρισαν μεγάλη μεταβολή με το
πέρασμα των χρόνων. Στα μέσα του 5ου αι. π.Χ. έφταναν μόλις βορείως του Άλυος,
ενώ η νοτίως του Άλυος κείμενη περιοχή, όπου σε μεταγενέστερους χρόνους
οργανώθηκε το βασίλειο της Καππαδοκίας, την εποχή εκείνη ανήκε
στην Κιλικία. Μέχρι τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. πιθανότατα είχαν ενταχθεί στην
Καππαδοκία τα εδάφη νοτίως του Άλυος έως την οροσειρά του Ταύρου η οποία
αποτέλεσε στο εξής το φυσικό σύνορο της περιοχής προς νότο.
Προς δυσμάς η Καππαδοκία οριοθετούνταν από τον Άλυ, τη λίμνη Τάττα και τον
Ταύρο. Τέλος, στα ανατολικά η περιοχή του Ευφράτη πρέπει να αποτελούσε το
ανατολικό σύνορο με την Αρμενία, σύνορο το οποίο εκτείνονταν στη γραμμή
Μελιτηνή-Σεβάστεια-Θεμίσκυρα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η Καππαδοκία έφτασε στη μέγιστη έκτασή της την
περίοδο μεταξύ 5ου και 1ου αι. π.Χ. περίπου. Τον 1ο αι. π.Χ. παραδίδεται για πρώτη
φορά η ονομασία «Πόντος» για το βόρειο τμήμα της, η οποία επικράτησε στους
μεταγενέστερους χρόνους με αποτέλεσμα το βόρειο σύνορο της Καππαδοκίας να
μετατοπιστεί πολύ νοτιότερα, στις οροσειρές εκατέρωθεν του άνω Άλυος.
Έκτοτε τα σύνορα της Καππαδοκίας ταυτίστηκαν με εκείνα του βασιλείου της
Μεγάλης Καππαδοκίας. Η έκταση της περιοχής αυτής υπολογίζεται περίπου στα
80.000 τ.χλμ .

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

Ιστορία :
Οι αρχαίοι Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς διέκριναν δύο Καππαδοκίες. Η μία, προς
τον Ταύρο, αποκαλούνταν Μεγάλη Καππαδοκία με πρωτεύουσα τη Μάζακα και, επί
Αλεξανδρινών χρόνων Ευσέβεια, με άλλες μεγάλες πόλεις την Καισάρεια (τουρκ.
Καϊσερί), τη Μελίτη ή Μελιτηνή (σημ. Μαλάτια) την Τύανα αρχ. πόλη
αργότερα Χριστούπολη που καταστράφηκε τον 8ο αιώνα, την Κόμανα προς τον
Αντίταυρο, αρχαία πόλη με φημισμένο ιερατείο και μαντείο στον ποταμό Σάρο. Η
άλλη, αποκαλούνταν Ποντική Καππαδοκία, με πρωτεύουσα την Αμισό και άλλες
πόλεις τη Φαρνακία (αργότερα Κερασούς), Τραπεζούντα, Αμάσεια και Κόμανα
Ποντική.
6
Αρχαία εποχή:

Πρώτος που μνημονεύει τη Καππαδοκία ήταν


ο Ηρόδοτος. Οι κάτοικοί της, οι Καππαδόκες,
πρέπει να εγκαταστάθηκαν μετά το 1600 π.Χ.,
αφού εκεί ήταν το κράτος των Χετταίων με
πρωτεύουσα τη Χαττούσα (σημ. Μπογκάζγκιοϊ)
όπου βρέθηκαν και τα περισσότερα μνημεία.
Οι Καππαδόκες φαίνεται πως είχαν στρατιωτική
οργάνωση με ανώτατο άρχοντα και άλλους
δευτερεύοντες ηγεμόνες. Μετά την
εγκατάστασή τους, δημιούργησαν πολλά
μικρότερα κράτη με κληρονομικές δυναστείες , με ανώτατο άρχοντα το βασιλιά,
δηλαδή ένα κράτος φεουδαλικό στηριζόμενο στη στρατιωτική αριστοκρατία.
Το σύστημα αυτό ήταν βαθιά ριζωμένο στους Καππαδόκες, αφού εξακολούθησε να
υπάρχει και μετά τη υποταγή τους στους Πέρσες, Μακεδόνες, Ρωμαίους. Ήταν έθνος
πολεμικό αλλά όχι πολυπληθές και πολιτισμένο, γρήγορα δε οι κατακτητές
αναμίχθηκαν μ΄ αυτούς και έτσι οι παλαιότεροι Έλληνες τους αποκαλούσαν
Λευκοσύριους ή Συρίους Καππαδόκες.
Περσική εποχή:
Περί το 1100 π.Χ., Καππαδοκία δέχθηκε επίθεση από τους Ασσυρίους του βασιλιά
Τιγλατπιλεζάρ Α’(εφήμερη κατάκτηση). Περί το 9ο αιώνα π.Χ., η Καππαδοκία δέχθηκε
μεγάλη επιδρομή τωνΣκυθών, ενώ τον 8ο αιώνα π.Χ. την επίθεση των Μήδων και
Περσών. Τον 6ο αι. π.Χ. υποτάχθηκε οριστικά στους Πέρσες. Την περίοδο αυτή το
κράτος διαιρέθηκε σε σατραπείες. Έτσι το φεουδαλικό σύστημα συνεχίζει κάτω από
το Μεγάλο Βασιλέα των Περσών και τους δικούς τους ηγεμόνες. Ένας δε εξ αυτών, ο
Αριαράθης Α', κατάφερε να ενώσει υπό την εξουσία του όλη τη Καππαδοκία τον 4ο
π.Χ. αιώνα. Τον διαδέχτηκε, μετά θάνατο, ο γιος του Αριαράθης Β', κατά τη βασιλεία
του οποίου εκστράτευσε ο Μέγας Αλέξανδρος). Την περίοδο αυτή η Καππαδοκία
αποτελούσε ένα μεγάλο αυτόνομο κράτος μέσα στην Περσική αυτοκρατορία.
Ο Μέγας Αλέξανδρος σεβάστηκε την αυτονομία της Καππαδοκίας και τη διατήρησε
μέχρι το θάνατό του οπότε και οι διάδοχοί του τη κατέλαβαν και την έδωσαν
στον Ευμένη (322 π.Χ.). Το 315 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο,
όμως μετά τη μάχη στην Ιψό υπάχθηκε στο κράτος των Σελευκιδών. Πολύ γρήγορα
ανέκτησε την αυτονομία της με τον Αριαράθη Γ', ο οποίος κατέλαβε τη Μεγάλη
Καππαδοκία και τον Μιθριδάτη, που κατέλαβε την άλλη του Πόντου.
Ελληνιστική εποχή:
Με την αυτονομία αυτή αρχίζει ιστορικά η ελληνιστική περίοδος, εξαιτίας της
ελληνιστικής εσωτερικής μεταβολής που υπέστη. Παρ' όλα αυτά δεν έλειψαν οι έριδες
μεταξύ των ηγεμόνων των δύο Καππαδοκιών, με στόχο την ένωση σε μία Καππαδοκία.
Το πέτυχε τελικά ο Μιθριδάτης ΣΤ Ευπάτωρ αφού εκδίωξε και κακοποίησε τον
Αριαράθη Η' (1ος αιώνας π.Χ.). Από τον Αριαράθη Γ' μέχρι τον Αριαράθη Η', στη
Μεγάλη Καππαδοκία καλλιεργήθηκαν με ζήλο τα ελληνικά γράμματα και η φιλοσοφία,
δίνοντας πρώτοι το παράδειγμα οι ίδιοι οι ηγεμόνες της. Ο δε Αριαράθης ΣΤ' είχε
έρθει και στην Αθήνα.
Οι ηγεμόνες της Ποντικής Καππαδοκίας συνετέλεσαν πολύ ώστε να καταστήσουν τη
χώρα τους κέντρο του ελληνισμού. Όταν ένωσαν σε μία τη χώρα, επέκτειναν το
7
κράτος τους προς την Κριμαία, τον Καύκασο, την Κολχίδα και τη Συρία. Αργότερα ο
Μιθριδάτης Στ' ο Ευπάτωρ συγκρούστηκε με τη Ρώμη, με την οποία διεξήγαγε τρεις
πολέμους (Μιθριδατικοί πόλεμοι). Σπουδαιότερος από αυτούς ήταν ο 1ος (88-85 π.Χ.),
κατά τον οποίο νικήθηκε στη Χαιρώνεια από τον Σύλλα και υποχρεώθηκε με
τη Συνθήκη της Δαρδάνου να πληρώσει μεγάλη πολεμική αποζημίωση, και ο 3ος (74-
65 π.Χ.), κατά τον οποίο με σύμμαχο το γαμπρό του Τιγράνη, βασιλέα των Αρμενίων,
προσπάθησε να κατακτήσει τη Βιθυνία αλλά νικήθηκε αρχικά από τον Λούκουλλο και
στη συνέχεια από τονΠομπήιο. Τότε κατέφυγε στην Κριμαία, όπου και δολοφονήθηκε.
Οι Ρωμαίοι τότε κατέλυσαν το Καππαδοκικό
κράτος μεταβάλλοντάς το σε ρωμαϊκή
επαρχία. Το 70 π.Χ. επανίδρυσαν το κράτος
της Καππαδοκίας υπό τον Αριοβαρζάνη. Όταν
αυτός πέθανε χωρίς να αφήσει απογόνους,
ο Μάρκος Αντώνιος έδωσε το θρόνο στον
Καππαδόκη Αρχέλαο , λόγιο και συγγραφέα,
τον οποίο και κάλεσε στη Ρώμη όπου και
πέθανε το 17 μ.Χ., χωρίς διάδοχο. Τότε η
Καππαδοκία χωρίστηκε σε 3 επαρχίες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΚΡΗΝΙΔΩΝ

Αρχικά, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι Κρηνίδες είναι προσφυγικό χωριό, επομένως δεν
έχει ντόπιους. Ωστόσο υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι καλούνται ντόπιοι. Αυτοί είναι
κυρίως Σαρακατσάνοι ή και Βλάχοι στην καταγωγή, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σαν
μειονότητες στο χωριό κατά τις μεταναστεύσεις τους.

ΣΧΕΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ:
ΠΟΛΥΤΙΣΜΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΣΥΧΝΟΤΕΡΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ
(περίπου)
Πόντιοι Σαμψούντα, Τραπεζούντα 400
Νιτερλήδες Πόντος 70
Γαρασαριώτες Νικόπολη 50
Παφραίοι Πόντος 100
Καππαδόκες Καππαδοκία 150
Θρακιώτες Ρεδεστό 80
Σαρακατσάνοι - 50
Βλάχοι - 30

Τα στοιχεία του πίνακα γράφτηκαν σχετικά με μαρτυρίες και πληροφορίες που


8
δόθηκαν από ηληκιωμένους της περιοχής.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΛΥΤΙΣΜΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ


ΣΤΙΣ ΚΡΗΝΙΔΕΣ

ΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ
ΦΥΛΛΑ:
1. Πόντιοι
2. Παφραίοι
3. Θρακιώτες
4. Σαρακατσάνοι
5. Βλάχοι

1. Πόντιοι:

Ονομάζονται οι Έλληνες που κατάγονται από την περιοχή του Πόντου δηλαδή τα
νότια παράλια της Μαύρης θάλασσας (Εύξεινος Πόντος), στη σημερινή
βορειοανατολική Τουρκία. Η παρουσία Ελλήνων στην περιοχή του Πόντου ανάγεται
από την αρχαιότητα μέχρι τους νεότερους χρόνους οπότε η πλειονότητά τους (οι
χριστιανοί Πόντιοι) μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, με την ανταλλαγή πληθυσμών που
ακολούθησε τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.

2. Παφραίοι:

9
Η Πάφρα είναι πόλη του Δυτικού Πόντου, η «Αλύα» των αρχαίων και «Γαζηλών» κατά
το Στράβωνα. Βρίσκεται μεταξύ της Σινώπης και Αμισού. Επίνειό της είναι το
Κουμτσουγκάζ της Μαύρης θάλασσας, το αρχαίο «Κωνώπειον» του Αρριανού. Στην
Πάφρα υπήρχαν ελληνόφωνοι αλλά και τουρκόφωνοι. Οι Παφραίοι διατήρησαν τα
ελληνικά σχολεία και μάλιστα πολλοί διατήρησαν τη γραφή των τούρκικων λέξεων με
τους ελληνικούς χαρακτήρες. Η επαρχία της Πάφρας, είχε την πόλη της Πάφρας, 116
χωριά αμιγώς ελληνικά, 1 επισκοπική εκκλησία, 107 ναούς, 1 μονή (Παναγία η
Μάγαρα), 1 ημιγυμνάσιο, 80 σχολεία αρρένων, 17 σχολεία θηλέων, 2 νηπιαγωγεία και
4500 μαθητές, 2 αδελφότητες, 3 σύλλογοι, 1 αναγνωστήριο, 1 θέατρο 400 θέσεων.
Τη μαύρη περίοδο 1914-1922 σκοτώθηκαν ή εξοντώθηκαν περισσότεροι από 30.000
Παφραίοι. Η ξυλεία ήταν από τα σημαντικά εξαγωγικά προϊόντα της περιοχής. Η
Πάφρα, εμπορικό κέντρο για τα εκατό και πλέον χωριά της περιοχής της, παρήγαγε
επίσης αρκετά μεγάλες ποσότητες μαύρου χαβιαριού και βέβαια τα περίφημα καπνά
που έφεραν το όνομά της. Οι περισσότεροι Παφραίοι έπειτα από την εξοντωτική
πορεία στην Ανατολία, εγκαταστάθηκαν σε οικισμούς της Βορείου Ελλάδος, με
κυριότερο τη Νέα Πάφρα Σερρών, διατηρώντας άσβηστες τις παραδόσεις της
μαρτυρικής πατρίδας τους.

10
3.Θρακιώτες:

Η Θράκη είναι μια ιστορική και γεωγραφική περιοχή των Βαλκανίων στη
νοτιοανατολική Ευρώπη. Σήμερα το όνομα Θράκη υποδηλώνει μια περιοχή που
εκτείνεται στη νότια Βουλγαρία (βόρεια Θράκη), τη βορειοανατολική Ελλάδα (δυτική
Θράκη), και την ευρωπαϊκή Τουρκία (Ανατολική Θράκη). Σύνορα της Θράκης σε τρεις
θάλασσες: η Μαύρη Θάλασσα, το Αιγαίο και η Προποντίδα. Στην Τουρκία, καλείται
επίσης Ρούμελη.
Τα ιστορικά όρια της Θράκης ποικίλουν. Η αρχαία Θράκη (δηλ. το έδαφος όπου
ζούσαν οι θρακικές φυλές) συμπεριελάμβανε την σημερινή Βουλγαρία, την ευρωπαϊκή
Τουρκία, τη βορειοανατολική Ελλάδα και τμήματα της ανατολικής Σερβίας και
της ΠΓΔΜ. Τα όριά της ήταν μεταξύ του ποταμού Δούναβη στο Βορρά και του Αιγαίου
στο νότο, στην ανατολή η Μαύρη Θάλασσα και η Προποντίδα (Θάλασσα του
Μαρμαρά) και στη δύση οι ποταμοί Αξιός και Μοράβας. Η ρωμαϊκή επαρχία της
Θράκης ήταν κάπως μικρότερη, έχοντας τα ίδια ανατολικά και νότια θαλάσσια όρια,
και σύνορα στο Βορρά ως το όρος Αίμος. Η ρωμαϊκή επαρχία επεκτείνονταν στα
δυτικά μέχρι τον ποταμό Νέστο.
4. Σαρακατσάνοι:

Οι Σαρακατσάνοι, γνωστοί και


ως Καρακατσάνοι ή Σαρακατσαναίοι,
είναι ελληνική νομαδική φυλή που βρίσκεται διασκορπισμένη
σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα. Σήμερα η συντριπτική
πλειοψηφία των Σαρακατσάνων έχει εγκαταλείψει
το νομαδικό βίο και ζει μόνιμα στα χωριά όπου ασχολείται με
την κτηνοτροφία, ενώ οι απόγονοί τους έχουν εγκατασταθεί
σε μεγάλο βαθμό στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μικρός αριθμός
Σαρακατσάνων βρίσκεται επίσηςστη Βουλγαρία και
την ΠΓΔΜ.
Ως προς την ονομασία των Σαρακατσάνων υπάρχουν
διάφορες θεωρίες. Σύμφωνα με την επικρατέστερη από αυτές, το
όνομα Σαρακατσάνος έχει τουρκική προέλευση και είναι σύνθετη λέξη αποτελούμενη
από το kara (καρά) που σημαίνει «μαύρος, μαυροντυμένος» και το kacan (κατσάν) που

11
σημαίνει «φυγάς, ανυπότακτος». Έτσι από το Karakacan (Καρακατσάν) προήλθε με
παραφθορά η λέξη Σαρακατσάνος. Ο λόγος για την ονομασία αυτή είναι ότι οι
Σαρακατσάνοι μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης φορούσαν μαύρη ενδυμασία
ως ένδειξη πένθους, ενώ έσφαζαν τα λευκά πρόβατα και κρατούσαν μόνο τα μαύρα.
Επίσης κατέφυγαν ως κλέφτες στα βουνά ώστε να μην υποταχθούν στον κατακτητή
και να τον πολεμούν από εκεί. Έτσι οι Τούρκοι τους προσέδωσαν την
ονομασία Καρακατσάν, δηλαδή «μαύρος φυγάς». Οι ίδιοι οι Σαρακατσάνοι άρχισαν να
χρησιμοποιούν αυτό το όνομα μετά το 1812, το οποίο είναι σχετικά νέο,
προσδιορίζοντας έναν λαό που προϋπήρχε του ονόματος.

5. Βλάχοι:

Στην Ελλάδα η λέξη Βλάχος (με κεφαλαίο Β) χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει τους
ομιλούντες την Βλάχικη γλώσσα (Αρμάνοι) ή τους ομιλούντες την Βλαχομογλενίτικη.
Με την υποχώρηση της γλώσσας που παρατηρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, η λέξη
αναφέρεται πλέον και σε όσους προέρχονται από βλαχόφωνες οικογένειες χωρίς
απαραίτητα να γνωρίζουν και να ομιλούν τη βλάχικη.
Η ιστορική έρευνα δεν έχει καταλήξει σε ένα γενικώς αποδεκτό συμπέρασμα για την
πρόλευση της λέξης και η έλλειψη ομοφωνίας σχετίζεται ως ένα βαθμό με τις
διαφορετικές απόψεις που υπάρχουν για την καταγωγή των Βλάχων. Η
ονομασία Βλάχος είναι ασαφής με γενικό κανόνα να σημαίνει τον λατινόφωνο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

12
Τα επίσημα απογραφικά στοιχεία που
αφορούν τους πρόσφυγες της
περιόδου 1912-1924 χωρίζονται σε
δύο κατηγορίες. Στους πρόσφυγες
που ήρθαν στην Ελλάδα πριν και μετά
την Μικρασιατική Καταστροφή (αρχές
Σεπτεμβρίου 1922).
Ας σημειωθεί ότι ως πρόσφυγες
καταμετρούνται και τα παιδιά των
προσφύγων που γεννήθηκαν στην
Ελλάδα.
Ο συνολικός αριθμός των προσφύγων
κατά την απογραφή του 1928 ήταν
1.221.849 άτομα (589.418 ή 48,24%
άρρενες και 632.431 ή 51,76%
θήλεις). Ως προς τον πραγματικό
πληθυσμό της χώρας, που ανερχόταν
σε 6.204.684 άτομα, οι πρόσφυγες
αποτελούσαν το 19,68% του συνόλου.
Οι πρόσφυγες που ήρθαν πριν τη
Μικρασιατική Καταστροφή ήταν
151.892 (79.601 ή 52,41% άρρενες
και 72.291 ή 47,59% θήλεις). Οι
πρόσφυγες που ήρθαν μετά
την Μικρασιατική Καταστροφή ήταν
1.069.957 (509.817 ή 47,65%
άρρενες και 560.140 ή 52,35%
θήλεις). Φαίνεται δηλαδή πως στους
πρόσφυγες της πρώτης κατηγορίας, οι άντρες είναι περισσότεροι από τις γυναίκες.
Το αντίθετο συμβαίνει στη δεύτερη κατηγορία. Οι προ της Μικρασιατικής
Καταστροφής πρόσφυγες αποτελούσαν το 12,43% του προσφυγικού
πληθυσμού.
Ως προς τη χώρα (περιοχή) προέλευσης, οι πρόσφυγες είχαν έρθει:
Από τη Μικρά Ασία 626.954 (293.086 άρρενες και 333.868 θήλεις). Από αυτούς,
37.728 (19.777 άρρενες και 17.951 θήλεις) ήρθαν πριν και 589.226 (273.309 άρρενες
και 315.917 θήλεις) μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Η εγκατάσταση των προσφύγων στις διάφορες γεωγραφικές περιοχές της χώρας,
έγινε επί τη βάσει ενός εθνικού σχεδιασμού που αποσκοπούσε στην γλωσσική και
πολιτισμική αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού. Είχε προηγηθεί η
θρησκευτική κάθαρση με την «εθελουσία» ανταλλαγή πληθυσμών του Νεϊγύ
(εξαρχικοί στη Βουλγαρία) και την υποχρεωτική ανταλλαγή της Λωζάνης
(μουσουλμάνοι στην Τουρκία). Την εμπέδωση του εθνικού φρονήματος θα
αναλάμβαναν στη συνέχεια οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους.
Η πρυτάνευση του εθνικού συμφέροντος στην εγκατάσταση των προσφύγων από
την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ), φαίνεται από τους αριθμούς των
εγκατασταθέντων προσφύγων ανά γεωγραφικό διαμέρισμα.
Από τους 1.221.849 συνολικά πρόσφυγες του 1928, απογράφηκαν:
Στη Μακεδονία των 1.407.477 κατοίκων, 638.253 πρόσφυγες ή 45,18% του
πληθυσμού.
Στον επόμενο πίνακα που ακολουθεί αναγράφονται κατά νομό και επαρχία οι
πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία πριν και μετά τη Μικρασιατική
Καταστροφή.

13
Εγκατασταθέντες πρόσφυγες πριν και
Περιοχή Πραγματικός μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή
πληθυσμός Σύνολο πριν μετά
νομός Δράμας 111.572 78.438 12.326 66.112
επαρχία Δράμας 98.408 69.064 11.721 57.340
επαρχία Ζυρνόβου 13.164 9.377 605 8.772
νομός 539.986 259.708 52.447 207.261
Θεσσαλονίκης
επαρχία Βεροίας 54.139 17.987 4.034 13.953
επαρχία 321.161 152.577 25.074 127.503
Θεσσαλονίκης
επαρχία Κιλκίς 47.698 38.605 15.084 23.521
επαρχία Λαγκαδά 47.276 23.764 4.617 19.147
επαρχία Παιονίας 20.046 10.036 1.105 8.931
επαρχία Πιερίας 49.666 16.739 2.583 14.206
νομός Καβάλας 119.140 74.692 5.403 69.292
επαρχία Θάσου 11.573 1.203 68 1.135
επαρχία Καβάλας 61.006 38.594 3.318 35.276
επαρχία Νέστου 20.546 18.528 341 18.187
επαρχία Παγγαίου 26.015 16.367 1.673 14.694
νομός Κοζάνης 166.523 53.051 5.438 47.613
επαρχία 34.652 5.446 324 5.122
Ανασελίτσης
επαρχία Γρεβενών 42.397 5.896 141 5.752
επαρχία Εορδαίας 36.853 23.285 2.937 20.348
επαρχία Κοζάνης 52.621 18.424 2.033 16.391
νομός Πέλλης 97.167 52.357 6.103 46.254
επαρχία Αλμωπίας 28.237 15.880 1.351 14.529
επαρχία 36.344 24.128 2.035 22.093
Γιαννιτσών
επαρχία Εδέσσης 32.586 12.349 2.717 9.632
νομός Σερρών 182.710 81.724 12.206 69.518
επαρχία Ζίχνης 38.393 14.674 2.391 12.283
επαρχία Νιγρίτης 32.074 10.611 2.014 8.507
επαρχία Σερρών 73.403 33.587 3.959 29.628
επαρχία Σιντικής 38.840 22.840 3.752 19.100
νομός Φλωρίνης 125.722 19.105 4.354 14.751
επαρχία Καστορίας 55.230 8.370 333 8.037
επαρχία Φλωρίνης 70.492 10.735 4.021 6.714
νομός 64.799 18.928 1.279 17.649
Χαλκιδικής
επαρχία Αρναίας 18.623 4.656 229 4.427
επαρχία 46.176 14.272 1.050 13.222
Χαλκιδικής
Άγιον Όρος 4.858 250 105 145
σύνολο 1.412.477 638.253 99.658 538.595
Μακεδονίας

14
Κατά την απογραφή του 1928 η Μακεδονία
είχε 2.062 συνοικισμούς (οικισμούς). Ο
αριθμός των συνοικισμών ανά νομό ήταν:
196 στη Δράμα, 571 στη Θεσσαλονίκη, 151
στην Καβάλα, 351 στην Κοζάνη, 158 στην
Πέλλα, 253 στις Σέρρες, 213 στη Φλώρινα,
148 στη Χαλκιδική και 21 στο Άγιο Όρος.
Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία της
Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων
(ΕΑΠ), μέχρι το τέλος του 1926, είχαν
εγκατασταθεί στη Μακεδονία 111.001
προσφυγικές οικογένειες, με συνολικό
πληθυσμό 419.662 άτομα.
Κατά την ΕΑΠ, 69.775 προσφυγικές
οικογένειες, με συνολικό πληθυσμό
258.967 άτομα, είχαν εγκατασταθεί σε
934 συνοικισμούς που χαρακτηρίστηκαν
από την επιτροπή ως αμιγώς προσφυγικοί.
Ένας αριθμός 41.226 προσφυγικών
οικογενειών, συνολικού πληθυσμού
160.695 ατόμων, είχαν εγκατασταθεί σε
442 συνοικισμούς όπου υπήρχαν και γηγενείς κάτοικοι, γι αυτό και χαρακτηρίστηκαν
από την επιτροπή ως μικτοί συνοικισμοί.
Από τα προαναφερόμενα στοιχεία προκύπτει ότι υπήρχαν 686 συνοικισμοί στην
Μακεδονία, που μπορούσαν να χαρακτηριστούν την περίοδο 1926-1928, ως
συνοικισμοί με αμιγώς γηγενή πληθυσμό.

15
Η ΕΑΠ καταγράφει τα στοιχεία ανά οικισμό, όχι κατά επαρχία, αλλά
κατά Γραφείο Εποικισμού. Τα στοιχεία αυτά, επεξεργασμένα από μένα,
παρουσιάζουν συγκεντρωτικά κατά Γραφείο την εξής εικόνα:

Γραφείο Προσφυγικοί συνοικισμοί Μακεδονίας


εποικισμο
ύ
αμιγείς μικτοί
συνοικισ οικογένε άτομα συνοικισ οικογένειες
μοί ιες μοί
Αξιουπόλε 17 1.923 7.052 19 2.150
ως
Βερροίας 14 912 3.215 57 3.014
Γιανιτσών 38 5.044 17.505 6 1.810
Δράμας 177 10.445 40.229 33 4.468
Εδέσσης 23 2.143 8.460 49 3.806
Εορδαίας 16 2.977 11.197 13 2.293
Θεσσαλονί 61 7.011 26.837 14 2.577
κης
Καβάλας 102 7.342 28.149 17 2.093
Καστορίας 13 806 3.056 22 1.125
Κιλκίς 131 9.523 32.295 8 583
Κοζάνης 96 6.206 23.264 37 1.816
Λαγκαδά 92 4.448 16.871 25 2.253
Πιερίας 10 1.233 4.798 15 1.738
Σερρών 31 2.311 9.009 53 5.223
Σιντικής 57 2.483 9.083 48 4.652
Φλωρίνης 20 1.981 7.671 22 1.163
Χαλκιδικής 36 2.987 10.276 4 462
Σύνολο 934 69.775 258.967 442 41226

ΤΑ ΠΙΟ ΓΝΩΣΤΑ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΚΑ ΧΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΚΑ ΧΩΡΙΑ:
Καππαδοκικό (Καρδίτσα)
Νέα Καρβάλη (Καβάλας)

Καππαδοκικό (Καρδίτσα):

Το Καππαδοκικό Καρδίτσας είναι ένα σχετικά νέο


16
χωριό που οικοδομήθηκε το 1924 από τους πολύπαθους Καππαδόκες πρόσφυγες που
ρίζωσαν εκεί μετά τον ξεριζωμό τους από την αγαπημένη τους πατρίδα το Τσουχούρ
της Καππαδοκίας. Είναι δημιούργημα μιας δράκας ανθρώπων που πίστεψαν στη ζωή
και το Θεό και ακολούθησαν μια πορεία οδυνηρή, πικρή αλλά συγχρόνως και
δημιουργική. Ο ξεριζωμός μετά την Μικρασιατική καταστροφή, η κοπιαστική πορεία,
τα βάσανα, οι θάνατοι, οι πόνοι, οι ελπίδες και τα όνειρα σφυρηλάτησαν τον
χαρακτήρα αυτών των ανθρώπων, τον δοκίμασαν και τον έκαναν ν' ακτινοβολεί,
όπως λάμπει και ακτινοβολεί ο χρυσός, όταν βγαίνει από το χωνευτήριο. Άπειρες
είναι οι περιπέτειες και τα πάθη τους κατά την εδώ προσαρμογή τους. Ο θάνατος, οι
κακουχίες, η φτώχεια, η ανέχεια, η ελονοσία, οι ταπεινώσεις, οι προσβολές, η αλλαγή
κλίματος κάνανε το έργο τους. Πεθαίνανε κάθε μέρα δύο - δύο οι άνθρωποι και η
καμπάνα δεν έπαυε να χτυπά πένθιμα. Τόσο πολύ τους επηρέασαν όλα αυτά που για
δύο χρόνια σταμάτησαν οι γεννήσεις. Από το μηδέν όμως χάρη στους εργατικούς και
φιλοπρόοδους κατοίκους, χτίστηκε ένα πανέμορφο χωριό, με δύο ιερούς ναούς, τους
αντίστοιχους που είχαν στην Πατρίδα. Του Αγίου Νικολάου και της Ζωοδόχου πηγής.
Το χωριό έχει ωραίο σχέδιο, πράσινο, κέντρα αναψυχής και μια πλατεία 10
στρεμμάτων, αληθινό κόσμημα που δεν υπάρχει δεύτερη στο νομό. Η πρόοδος σ' όλα
τα επίπεδα είναι πλέον φανερή κι αναγνωρισμένη από όλα τα χωριά της γύρω
περιοχής. Σήμερα οι ταλαιπωρημένοι πρόσφυγες κέρδισαν την εκτίμηση και τη
δικαίωση και είναι καταξιωμένοι στη συνείδηση των συνανθρώπων τους. Παλαιότερα
ήταν γνωστό με την ονομασία «Κεμερλέρ». Σήμερα στο Καππαδοκικό μένουν 527
(2001) άνθρωποι, ενώ στους εκλογικούς καταλόγους είναι συνολικά 667
εγγεγραμμένοι. Το δημοτικό διαμέρισμα του Καππαδοκικού βρίσκεται πέντε
χιλιόμετρα μετά τον Άγιο Βησσάριο, απέχει δηλαδή συνολικά 10 χιλιόμετρα από τους
Σοφάδες.

Έθιμο Σάγια στο


Καππαδοκικό
Καρδίτσας-

Οι κάτοικοι του συγκεκριμένου δημοτικού διαμερίσματος στην πλειονότητα τους


ασχολούνται με τη γεωργία. Στα περισσότερα από τα 9.500 στρέμματα που ανήκουν
στο Καππαδοκικό, καλλιεργούνται βαμβάκι και σιτηρά. Όμως δεν είναι λίγοι και αυτοί
που έχουν αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες τόσο στο χωριό τους όσο και στους
Σοφάδες.

Νέα Καρβάλη (Καβάλας):


Πλούσια σε παράδοση και πολιτισμό, είναι κτισμένη κάτω από ένα αρχαίο κάστρο που
αγναντεύει τη θάλασσα. Φτιάχτηκε από Μικρασιάτες πρόσφυγες, οι οποίοι τιμούν την
καταγωγή τους και διατηρούν με τον καλύτερο τρόπο τη μνήμη της χαμένης τους
πατρίδας.

17
Δέκα χιλιόμετρα ανατολικά της Καβάλας, βρίσκεται η Νέα Καρβάλη. Μια κωμόπολη
5.500 κατοίκων που κτίστηκε από Καππαδόκες πρόσφυγες που ήρθαν από το Γκέλβερι
της Τουρκίας το 1924. Οι φαμίλιες της Νέας Καρβάλης βιώνουν την ιστορία ως
συλλογική μνήμη και διατηρούν τα ήθη της Ανατολίας απ’ όπου προέρχονται.
Στο κέντρο της πόλης δεσπόζει ο ναός του πολιούχου Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου,
ένα περίτεχνο θρησκευτικό μνημείο, όπου είναι αποθησαυρισμένα τα σκηνώματα του
ιδίου και της οικογενείας του. Με μύριους κινδύνους τα μετέφεραν ως εδώ οι
ξεριζωμένοι Καππαδόκες, μαζί με τα ιερά σκεύη της εκκλησίας (τους πολυέλαιους, το
δεσποτικό και τον επιτάφιο) που τον τιμούσε στη γενέτειρά τους.
Οι κάτοικοι της Νέας Καρβάλης ίδρυσαν τον οικισμό το 1924 προερχόμενοι από την
Καππαδοκική Καρβάλη. Ένα ευλογημένο τόπο στα βάθη της βυζαντινής Ανατολίας
όπου επί πολλούς αιώνες διατηρήθηκε η ελληνική παιδεία και η ορθόδοξη πίστη,
πατρίδα του κορυφαίου μυστικού ποιητή της Ορθοδοξίας, του Θεολόγου και αργότερα
πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγορίου του Ναζιανζηνού. Οι Καρβαλιώτες
αγωνίστηκαν στην προσφυγιά για έναν κοινό στόχο: την αποκατάσταση της ιστορικής
μνήμης και τη νοητή σύνδεση της Καππαδοκίας με τη σημερινή Ελλάδα.

Οι σημερινοί Καρβαλιώτες όλων των ηλικιών αφιερώνουν χρόνο και δουλειά,


επενδύοντας πολλές στιγμές τους στο να χαρούν μαζί τα ήθη και τα έθιμά
τους. Είναι ένα παράδειγμα προς μίμηση
18
Με τη συμπαράσταση όλων των Καππαδοκών της Ελλάδας, ίδρυσαν δίπλα στον ναό
του Αγίου Γρηγορίου το Κέντρο Καππαδοκικών Μελετών και το Ιστορικό Αρχείο, που
διασώζει και διαδίδει τον σπουδαίο πολιτισμό τους. Πρόκειται για το τεράστιο έργο
της Στέγης Πολιτισμού Νέας Καρβάλης που ιδρύθηκε το 1981.
Το ζεύγος Βάσω και Καπλάνης Ιωσηφίδης, εδώ και τριάντα χρόνια, έχει αφιερώσει τη
ζωή τους στη δράση της Στέγης Πολιτισμού Νέας Καρβάλης.
Το παλιό νταμάρι του χωριού έγινε αμφιθέατρο όπου τα καλοκαίρια διεξάγεται το
Διεθνές Λαογραφικό Φεστιβάλ «Ήλιος και πέτρα», το οποίο φέτος συμπληρώνει 30
χρόνια.
Λίγο πιο πάνω βρίσκεται η εκκλησία της Αναλήψεως, πιστό αντίγραφο της ομώνυμης
εκκλησίας στην Καππαδοκία.

Στο Ιστορικό-Εθνολογικό Μουσείο των Ελλήνων Καππαδοκίας παρουσιάζεται


διακοσμημένο όπως και τότε, το γραφείο της φιλεκπαιδευτικής αδελφότητας
"Ναζιενζός" που ιδρύθηκε το 1884 στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό την
επιχορήγηση των σχολείων και των ναών της Καππαδοκίας, συνέχεια της
οποίας αποτελεί η Στέγη Πολιτισμού Ν. Καρβάλης
Το Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο

Αξίζει να επισκεφθεί κανείς το πολύ ενδιαφέρον και άψογα οργανωμένο μουσείο της
πόλης, ένα πραγματικό πολιτιστικό στολίδι για όλη την περιοχή: το ιστορικό και
εθνολογικό Μουσείο των Ελλήνων της Καππαδοκίας. Βρίσκεται στο κέντρο της Νέας
Καρβάλης και σχεδιάστηκε από τον Καβαλιώτη αρχιτέκτονα Γιάννη Αναγνωστόπουλο.
Το 1997 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Μουσείων αναγνώρισε την πνευματική αυτή εστία του
Καπαδοκικού Ελληνισμού ως ένα από τα πέντε καλύτερα θεματικά μουσεία της
Ευρώπης! Τα εκθέματα περιγράφουν τη ζωή μέσα στους τρωγλοδυτικούς οικισμούς
της Καππαδοκίας και προβάλλουν τα έργα του ταλαντούχου κεραμιστή, του
σιδηρουργού, του αγρότη, του παπλωματά και άλλων τεχνιτών.
Στην πρώτη αίθουσα του Εθνολογικού Μουσείου, παρουσιάζονται πάνω από 700
φορεσιές από το Προκόπι, τη Σινασό, τη Καισαρεία, τη Νίγδη, το Ικόνιο, τη Νεάπολη.
Νυφικές, καθημερινές, καθώς και οι αριστοκρατικές που φοριούνταν μέχρι τα τέλη
του 19ου αιώνα. Από τσόχα είναι φτιαγμένες οι νυφιάτικες φορεσιές της περιοχής
Καρβάλης, Νεαπόλεως και Νίγδης, ενώ η πλουμιστή νυφιάτικη φορεσιά με τον
περίεργο κεφαλόδεσμο και τη φανταχτερή ποδιά (ετέκτσε) είναι της περιοχής Σίλλη
του Ικονίου.

19
Οι νέοι Καππαδόκες της Καρβάλης γιορτάζουν με κάθε ευκαιρία τα έθιμά
τους. Εδώ, σε μια όμορφη γωνιά του Ακοντίσματος

Υπάρχει επίσης μια αξιόλογη συλλογή με μουσικά όργανα (κεμανέ, καππαδοκική λύρα,
ούτια, ντέφια και νταηρέδες). Υπάρχουν και άλλα αντικείμενα αφού καθετί που
μπορούσε να βγάλει ήχο είχε τη χρήση οργάνου - ξύλινα κουτάλια, ποτηράκια του
ούζου, κομπολόγια, ακόμη και οι άδειες τσαντήλες τυριού ή τα βαρέλια!
Στη δεύτερη αίθουσα του μουσείου απεικονίζεται η καθημερινή ζωή: υπάρχουν αμόνια
σιδεράδων, τεντζερέδες, πήλινα αγγεία, τεφροδόχοι, δακρυοσυλλέκτες, τα περίφημα
καρβαλιά (οι κανάτες του νερού) και η τοξάρα, το βασικό εργαλείο ενός παπλωματά
από το Μιστί.
Στην τρίτη αίθουσα εκτίθενται αγιογραφημένες εικόνες και συγκινεί το «τελευταίο
αντίδωρο»: ένα πετρωμένο κομμάτι από πρόσφορο της τελευταίας θείας λειτουργίας
στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Γρηγορίου που έγινε στις 15 Αυγούστου του 1924,
πριν φύγουν για πάντα οι Ελληνες Καππαδόκες από τον τόπο τους, υπακούοντας στις
αποφάσεις της συνθήκης της Λοζάνης.
Στην ίδια προθήκη υπάρχει το κλειδί της εκκλησίας κι ένα φιλντισένιο φυλαχτό με
χαραγμένη απεικόνιση της Γέννησης του Θείου Βρέφους, που το κρεμούσε κάποια
μάνα στο προσκέφαλο της κούνιας του μωρού της. Σώθηκαν κρυμμένα στα
μπογαλάκια των προσφύγων, μαζί με μια ακόμα εικόνα με τους καβαλαραίους
στρατηλάτες Αγίους Γεώργιο και Θεόδωρο.

20
Μπροστά στο Μνημείο του Ακοντίσματος
Το αρχαίο και το νέο ακόντισμα
Χτισμένο στην πλαγιά του λόφου όπου βρέθηκαν ερείπια μιας αρχαίας πόλης, το
Ακόντισμα, ήταν ένα τσιφλικοχώρι με πετρόκτιστα σπίτια, το οποίο δώρισε ο εθνικός
ευεργέτης Ιωάννης Σισμάνογλου το 1924 μαζί με τις γύρω αγροτικές εκτάσεις, σε
πρόσφυγες από την Καππαδοκία. Ονομαζόταν Τσιρπιντί επί Τουρκοκρατίας.

Στην κορυφή του λόφου Ακόντισμα, βρίσκεται το προσβάσιμο σε όλους


Πάνθεον. Εδώ υπάρχουν τα λείψανα της αρχαίας πόλης
Σε μια σπηλιά της περιοχής οι πρόσφυγες αναβιώνουν ένα έθιμο με την αυθεντική
μορφή του Αγίου Βασίλη από την Καισάρεια που δεν έχει καμία σχέση με τον
στρουμπουλό γεροντάκο με τους ταράνδους. Εδώ συναντιούνται οι Καππαδόκες όλου
του κόσμου και τιμούν κι άλλους ξεχασμένους αγίους, όπως τον Άγιο Μάμαντα. Στο
παλιό σχολείο ξένοι επιστήμονες που εργάζονται στις ανασκαφές του αρχαίου
πολίσματος, διδάσκονται Ελληνική γλώσσα και ιστορία.
Το παλιό χάνι αναστηλώθηκε: λουλακί και πράσινα χρώματα στα πορτοπαράθυρα,
κιλίμια στους σοφράδες, τριανταφυλλιές στα περβάζια. Στον κτιστό του φούρνο
μοσχοβολά το ζυμωτό ψωμί της κυρίας Μαλάμως και οι περίφημες χορτόπιτες της
κόρης της, Έλσαs Ιωσηφίδου. Εδώ, βρίσκεται και ο «Θησαυρός των Καππαδοκών».
Οπως στην αρχαιότητα η κάθε πόλη-κράτος αφιέρωνε ό,τι πολυτιμότερο είχε στους

21
Δελφούς, έτσι και οι Καππαδόκες της Νέας Καρβάλης έχτισαν εδώ τον δικό τους
«Θησαυρό». Είναι ένα κομψοτέχνημα από λευκό μάρμαρο, ενώ στους δυο του
ορόφους, αποθησαυρίστηκαν πρακτικά των ελληνόφωνων κοινοτήτων της
Καππαδοκίας, μοναστηριακά αρχεία χειρόγραφοι κώδικες και φωτογραφίες από τη
χαμένη πατρίδα.

Αρχαία ερείπια και στο βάθος η Νέα Καρβάλη. Το αρχαίο πόλισμα του
Ακοντίσματος χτίστηκε περί το 700 π.Χ. από Θασίους και Παριανούς
Στη ρωμαϊκή εποχή το Ακόντισμα ήταν ένας από τους βασικούς σταθμούς της
αρχαίας Εγνατίας Οδού, γι’ αυτό και εδώ υπήρχε φρούριο. Επί Τουρκοκρατίας στον
ίδιο λόφο κτίστηκε το χωριουδάκι που το λέγαν Τσιρπιντί Τσινάρ. Ισοπεδώθηκε από
τους Βούλγαρους στα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα απομεινάρια του τα
βρήκαν οι πρόσφυγες από την Καππαδοκική Καρβάλη και από εδώ πήραν υλικά,
πέτρες, κεραμίδια και ξύλα για να χτίσουν το δικό τους χωριό, τη Νέα Καρβάλη πάνω
στην ακροθαλασσιά.

Ο λόφος αργότερα έγινε νταμάρι, απ’ όπου μετά εξορυσσόταν το χαλίκι που
στρώθηκε στην άσφαλτο της εθνικής οδού. Μέσω του κοινοτικού προγράμματος
ΙΝTERREG II τον Σεπτέμβρη του 1996 άρχισε να χτίζεται το «Λαογραφικό χωριό
Ακόντισμα». Μέσα στα επόμενα σχέδια της Στέγης Πολιτισμού Νέας Καρβάλης, είναι
να διανοίξει μονοπάτια περιπάτου από το χωριό προς το αρχαίο φρούριο και να
συμβάλει στην αναστήλωσή του σε συνεργασία με την Εφορεία Κλασικών
Αρχαιοτήτων. Αξίζει όμως και σήμερα να ανηφορίσετε στο Αρχαίο Ακόντισμα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Το μάθημα της Ερευνητικής Εργασίας στο Α' τετράμηνο ήταν ιδιαίτερα


συναρπαστικό και ενδιαφέρον. Η συγκέντρωση πληροφοριών για τις διάφορες
πολιτισμικές ομάδες της περιοχής μας και κυρίως για τους Καππαδόκες, η εκμάθηση
χορών από την Καππαδοκία και κάποιες στιγμές που ζήσαμε -όπως η κοπή
βασιλόπιτας- προκάλεσαν το ενδιαφέρον μας και μας έδεσαν σαν ομάδα περισσότερο.
Η ερευνητική μέθοδος που χρησιμοποιήσαμε ήταν: η άντληση πληροφοριών από το
διαδίκτυο ,η χρήση εγκυκλοπαιδειών και επιλεγμένης βιβλιογραφίας καθώς και οι
εισηγήσεις των εποπτευόντων καθηγητών. Τα στοιχεία που αποτέλεσαν προϊόν της
έρευνας μας καταγράφηκαν σε πίνακες ,όπου αποτυπώθηκε η πολιτισμική
χαρτογράφηση του προσφυγικού ελληνισμού στην Ελλάδα γενικότερα και στις
Κρηνίδες ειδικότερα. Τέλος αναφερθήκαμε στα πιο γνωστά στην ηπειρωτική Ελλάδα
καππαδοκικά χωριά, τη Ν. Καρβάλη Καβάλας και το Καππαδοκικό Καρδίτσας.
22
Τα τελικά συμπεράσματα της έρευνας είναι τα ακόλουθα:
Η Καππαδοκία είναι μια “ζωντανή” περιοχή γεμάτη ήθη, έθιμα και αξιοθέατα που
αξίζει να επισκεφθεί κανείς. Στις Κρηνίδες Καβάλας κατοικούν πρόσφυγες κυρίως από
τις χαμένες πατρίδες. Τέλος, υπάρχουν καππαδοκικά χωριά, όπως τα προαναφερόμενα
που παρά τα χρόνια που πέρασαν διατηρούν αλώβητο τον ξεχωριστό πολιτισμό της
«χώρας των όμορφων αλόγων».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α΄ ΒΙΒΛΙΑ

 Γιάννης Σταματιάδης, «Βραχοκκλησίες και Πετρομονάστηρα της


Καππαδοκίας», Έκδοση ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. 2003.
 Βασίλειος Τατάκης, « Η συμβολή της Καππαδοκίας στη Χριστιανική σκέψη»,
Κ.Μ.Σ. Αθήνα , 1998.
 Θεόδωρος Θεοδωρίδης, «Φαρασιώτικες παραδόσεις, μύθοι και παραμύθια»,
«Λαογραφία» τόμος ΚΑ (ΧΧΙ) 1964, Αθήνα, σελ. 269-336.
 Μάξιμος Χαρακόπουλος, «Ρωμιοί της Καππαδοκίας», ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ,
ΑΘΗΝΑ 2003.
 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, «Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και ελληνορθόδοξες
κοινότητες της περιφέρειας Καισαρείας», Κ.Μ.Σ. Αθήνα 1976.
 Τάκης Σαλκιτζόγλου, «Η Σύλλη του Ικονίου. Μία ελληνική κωμόπολη στην
καρδιά της Μικράς Ασίας», ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, ΑΘΗΝΑ 2005.
 Δ. Λουκόπουλος – Δ. Πετρόπουλος, «Παροιμίες των Φαράσων»,Κ.Μ.Σ., 1951.
 Δ. Λουκόπουλος – Δ. Πετρόπουλος, « Η Λαϊκή λατρεία των Φαράσων», Κ.Μ.Σ.
1951.
 Σεφέρης Γιώργος, «Τρεις μέρες στα μοναστήρια της Καππαδοκίας», Κ.Μ.Σ.
2005.
 Βασίλης Π. Κέκης , «Καππαδοκία, Προσκύνημα από γης και ουρανού»,
23
Εκδόσεις Ακρίτας , Αθήνα 2008.

Β΄ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

 el.wikipedia.org
 www.kappadokes.gr
 www.misti.gr
 wikimapia.org.
 www.ethnos.gr
 lithoksou.net
 www.google.gr/εικόνες

24

You might also like