Professional Documents
Culture Documents
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ε. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Σύμβουλος καθηγητής: Βασίλειος Α. Τσίγκος
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ε. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Σύμβουλος καθηγητής: Βασίλειος Α. Τσίγκος
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012
Στην οικογένειά μου και
στους παππούδες μου
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ......................................................................4
ΠΡΟΛΟΓΟΣ.............................................................................. 6
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ.............................................................8
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1) Ιστορικό και δογματικό πλαίσιο ................................... 9
2) Η «Μυσταγωγία» του αγίου Μαξίμου....................... 22
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ
1) Τριαδικός Θεός και κόσμος.. ........................................ 28
2) Η «ἐκ τοῦ μή ὄντος» δημιουργία .................................34
3) «Θεωρία» και «λόγοι τῶν ὄντων» ................................55
4) Οδός θεογνωσίας ...........................................................61
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
1) Eξεικονίσεις του ανθρώπου
α) Η Εκκλησία ως «εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου»……..........68
β) Η Αγία Γραφή ως εικόνα του ανθρώπου …...……73
γ) Η εικόνα του κόσμου ως ανθρώπου και του αν-
θρώπου ως κόσμου……………....…………………..77
2) Συμβολισμοί της θείας Λειτουργίας.......................... 82
3) Η τελείωση του ανθρώπου ως «ἀκατάληκτος
ἀεικινησία» .....................................................................106
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ............................................................. 124
CONCLUSIONS ..................................................................128
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α’. ΠΗΓΕΣ
1. ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ
ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ…...…………….…………………132
2. ΕΡΓΑ ΑΛΛΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ-
ΣΤΙΚΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ….……………………………133
Β’. ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
1. ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΑ………………………………...136
2. ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΑ.....…………………………………141
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ε. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
Βλ. Βλέπε.
Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Α. Ἐπιστημονική Ἐπετηρίδα Θεολογικῆς Σχολῆς Πα-
νεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἐν Ἀθήναις 1924-1926 κ.ἑξ.
Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Θ. Ἐπιστημονική Ἐπετηρίδα Θεολογικῆς Σχολῆς Πα-
νεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 1953 κ.ἑξ.
εκδ. έκδοση.
GCS Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten
drei Jahrhunderte, Berlin-Leipzig 1897 κ.ἑξ.
Θ.Η.Ε. Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαιδεία, ἐκδ. Ἀ.
Μαρτίνος, Ἀθῆναι 1962-1968.
Mansi Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Colle-
ctio, ἐκδ. J. D. Mansi, Florentiae - Venetiis 1759-1798
[Nova edition J. Martin - L. Petit, Parisiis - Lipsiae
1899-1927 και ἀνατύπ. Graz 21960-1961].
Μυσταγ. Μυσταγωγία.
PG Patrologiae cursus completus, series greaca, τ. 1-161,
Parisiis 1857-1866, ἐκδ. J. P. Migne. [ἐπανέκδ. Ἑλλη-
νική Πατρολογία, ἐπιμ. Ἰ. Διώτης, ἐκδ. Κ.Π.E., Ἀθῆ-
ναι 1987 κ.ἑξ.]
PL Patrologiae cursus completus, series Latina, τ. 1-221,
ἐκδ. J. P. Migne, Parisiis 1844-1846.
υποσ. Υποσημείωση.
9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
7 Βλ. Joseph P. Farell, Free choice in st. Maximus the Confessor, εκδ.
St. Tikhon’s Seminary Press, Pennsylvania 1989, σ. 68. Αικατερίνης Χρι-
στοφιλοπούλου, Βυζαντινή ιστορία Β1’ 610-867, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλο-
νίκη 21998, σ. 43. Ἰωάννου Καραγιαννοπούλου, Τό βυζαντινό κράτος,
εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 42001, σ. 129. Demetrios Bathrellos, Person,
Nature, and Will in the Christology of Saint Maximus the Confessor, Oxford
University Press 2004, New York 2004, σ. 42.
8 Για το θέμα του δογματικού όρου της Χαλκηδόνας βλ. Ἰωάν-
ρείας 45, PG 77, 232 CD: «Ἐννοῦντες τοίνυν, ὡς ἔφην, τῆς ἐνανθρω-
πήσεως τόν τρόπον, ὁρῶμεν ὅτι δύο φύσεις συνῆλθον ἀλλήλαις καθ’
ἕνωσιν ἀδιάσπαστον ἀσυγχύτως καί ἀτρέπτως˙ ἡ γάρ σάρξ σάρξ ἐστι,
καί οὐ θεότης, εἰ καί γέγονε Θεοῦ σάρξ˙ ὁμοίως δέ καί ὁ Λόγος Θεός
ἐστι, καί οὐ σάρξ, εἰ καί ἰδίαν ἐποιήσατο την σάρκα οἰκονομικῶς. Ὅταν
οὖν ἐννοῶμεν τοῦτο, οὐδέν ἀδικοῦμεν τήν εἰς ἑνότητα συνδρομήν, ἐκ
δύο φύσεων γεγενῆσθαι λέγοντες˙ μετά μέντοι τήν ἕνωσιν οὐ διαι-
ροῦμεν τάς φύσεις ἀπ’ ἀλλήλων, οὐδέ εἰς δύο τέμνομεν Υἱούς τόν ἕνα
καί ἀμέριστον, ἀλλ’ ἕνα φαμέν Υἱόν, καί ὡς οἱ Πατέρες εἰρήκασι, μίαν
φύσιν τοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένην». Επ’ αυτού ο Ιωάννης ο Δαμα-
σκηνός γράφει: «Αὐτὸς μὲν οὖν ὁ μακάριος Κύριλλος ἐν τῇ πρὸς Σού-
κενσον δευτέρᾳ ἐπιστολῇ ἑρμηνεύων τὸ μίαν φύσιν τοῦ θεοῦ λόγου
σεσαρκωμένην οὕτω φησίν˙ Εἰ μὲν γὰρ μίαν εἰπόντες τοῦ λόγου φύσιν
σεσιγήκαμεν, οὐκ ἐπενεγκόντες τὸ σεσαρκωμένην, ἀλλ᾽ οἷον ἔξω τι-
θέντες τὴν οἰκονομίαν, ἦν αὐτοῖς τάχα που καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος
προσποιουμένοις ἐρωτᾶν˙ Εἰ μία φύσις τὸ ὅλον, ποῦ τὸ τέλειον ἐν ἀν-
θρωπότητι; ῍Η πῶς ὑφέστηκεν ἡ καθ᾽ ἡμᾶς οὐσία; Ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ ἐν
13
214.
15
353D.
25 Για τις συνέπειες της υποστατικής ενώσεως των δύο «ἐν
Β΄, σ. 326.
18
στη φύση. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι σαφές πως είχε
το «αὐτεξούσιον» και, επειδή κατά τους πατέρες της Εκκλησίας
το «αὐτεξούσιον θέλησις ἐστίν», ως αποτέλεσμα έχει και τη δική
της φυσική θέληση29.
Ακριβώς εδώ βρίσκεται και το πρόβλημα, το σημείο τριβής
και αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο πλευρών. Οι Μονοθελήτες
πρόβαλαν την έκφραση «γνωμικό θέλημα»30 το οποίο κατ’ αυ-
τούς περιφρουρούσε την ενότητα της θελήσεως στο πρόσωπο
του Χριστού. Αντίθετα ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής δε συμ-
φωνεί με αυτήν την έκφραση και επιχειρηματολογεί για την
ορθή έκφραση «φυσικό θέλημα».
Ειδικότερα, όπως τονίζει ο συγγραφέας της «Μυσταγω-
γίας», αν μιλάμε για γνωμικό θέλημα στο Χριστό, αποδίδουμε
στο θέλημα κάτι το σχετικό, καθώς η λέξη γνωμικό περιέχει τη
λέξη γνώμη. Με άλλα λόγια τονίζουμε στη βούληση του Χρι-
στού, στην οποία βούληση εντοπίζεται το θέλημα αποτελώντας
έκφραση της, κάτι το ατελές31. Αυτό συνεπάγεται τη δυνατότη-
φυσικῶς ἔχομεν τήν ὅρεξιν˙ τοῦ δέ πῶς καλοῦ πεῖραν διά ζητήσεως
καί βουλῆς. Καί διά τοῦτο ἐφ’ ἡμῶν καί γνώμη προσφυῶς λέγεται, τρό-
πος οὗσα χρήσεως, οὐ λόγος φύσεως».
32 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Μαρῖνον, PG 91, 44D-45A.
1032Α.
39 Βλ. Νίκου Α. Ματσούκα, Κόσμος, ἄνθρωπος, κοινωνία κατά
50 Ὠριγένους, Εἰς Ἱερεμίαν ὁμιλία 2,1, GCS 3, 17. Του ιδίου, Εἰς
Ματθαῖον 17,8, GCS 10, 607. Διευκρινίζεται εδώ ότι όπου αναφέρεται
η συντόμευση GCS, οι πληροφορίες έχουν ληφθεί από το άρθρο του
Χαράλαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυ-
σταγωγίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», στην Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Α.
34 (1999), σσ. 165-196.
25
18, 73D.
60 Μυσταγ. σ. 168, 9-10.
67 Ὠριγένους, Εἰς Ματθαῖον 50 , GCS 11, 112. Του ιδίου, Εἰς Ἰω-
71 Μυσταγ. σ. 208, 6.
205B.
27
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
τον»76. Για αυτό ακριβώς και η κτίση οφείλει την ύπαρξή της
στον Θεό καθώς έχει τον Θεό «…ὡς αἰτίαν καί ἀρχήν καί τέλος
ἀναφορᾷ»77. Οι ενδεικτικές αυτές θέσεις του ιερού πατρός, όπως
καταγράφονται στη «Μυσταγωγία» του, συγκεφαλαιώνουν την
προγενέστερη θεολογία78.
Στο σημείο όμως αυτό είναι απαραίτητες ορισμένες διευ-
κρινίσεις, οι οποίες αφορούν τη διάκριση μεταξύ της αΐδιας και
της οικονομικής Τριάδας, έτσι ώστε να καταστεί σαφές ποιες
θεολογικές αρχές πηγάζουν από τη διάκριση αυτή. Με άλλα
λόγια κρίνεται απαραίτητο να τονιστεί αφενός ποια είναι η
σχέση των Προσώπων μεταξύ τους, η οποία χαρακτηρίζεται ως
τρόπος υπάρξεως μεταξύ τους, και αφετέρου η σχέση με τον
κόσμο ή αλλιώς η εξωτριαδική σχέση, στο πλαίσιο της θείας Οι-
κονομίας.
Αναφερόμενοι αρχικά στην αΐδια Τριάδα, ο άγιος Μάξι-
μος, ακολουθώντας εν προκειμένω τους Καππαδόκες πατέρες,
οι οποίοι αποσαφήνισαν τους όρους ουσία και υπόσταση στον
Θεό79, προσπαθεί να περιγράψει, όσο είναι δυνατό με απλοϊκό
τρόπο, το ακατάληπτο της ύπαρξης της θεότητας.
80 Μυσταγ. σ. 216, 17-19. Βλ. Lars Thunberg, Man and the Cosmos.
The vision of St. Maximus the Confessor, St. Vladimir’s Seminary Press,
Crestwood - New York 1985, σ. 38. Melchisedec Törönen, Union and Di-
stinction in the Thought of St. Maximus the Confessor, Oxford University
Press, New York 2007, σσ. 61-62.
81 Μυσταγ. σ. 216, 19-22.
31
645B: «ὅτι μέν ἔστι πηγαία θεότης ὁ Πατήρ, ὁ δέ Ἰησοῦς καί τό Πνεῦμα
τῆς θεογόνου θεότητος εἰ οὕτω χρή φάναι, βλαστοί θεόφυτοι, καί οἷον
ἄνθη καί ὑπερούσια φῶτα, πρός τῶν ἱερῶν λογίων παρειλήφαμεν».
87 Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 2, 38, PG 35, 445BC.
45, 180C: «Ἕν γάρ καί τό αὐτό πρόσωπον τοῦ Πατρός, ἐξ οὗ ὁ Υἱός γεν-
νᾶται, καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐκπορεύεται. Διό καί κυρίως τόν ἕνα αἴ-
τιον ὄντα μετά τοῦ αὐτοῦ αἰτιατῶν, ἕνα Θεόν φαμεν˙ ἐπεί καί συνυ-
πάρχει αὐτοῖς». Βλ. σχετικά: Lars Thunberg, Man and the Cosmos, σ. 34.
Μαξίμου Βασίλιεβιτς, (Ἱεροδιακόνου), Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐν Χριστῷ
κοινωνίας. «Μετοχή Θεοῦ» στή θεολογική ἀνθρωπολογία τοῦ ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ,
(Διδ. Διατρ.), Αθήνα 1999, σσ. 41-42.
33
τική καί Συμβολική Θεολογία Β’, Ἔκθεση τῆς ὀρθόδοξης πίστης, εκδ.
Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 22008, σσ. 109-118. Melchisedec Törönen, U-
nion and Distinction in the Thought of St. Maximus the Confessor, σσ. 60-68.
34
1048C.
94 Νίκου Α. Ματσούκα, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία Β’,
σ. 95.
95 Η βιβλική φράση αυτή (Β’ Μακ. 7, 28) κατέχει εξέχουσα θέση
τόν Μάξιμο Ὁμολογητή, εκδ. Γρηγόρη 1980, σ. 49. Του ιδίου, Δογματι-
κή καί Συμβολική Θεολογία Β’, σ. 147.
97 Μεγάλου Βασιλείου, Κατ’ Εὐνομίου 2, PG 29, 609A.
98 Ρωμ. 4, 17.
100 Β’ Μακ. 7, 28: «Ἀξιῶ σε, τέκνον, ἀναβλέψαντα εἰς τόν οὐρανόν
καί τήν γῆν καί τἀ ἐν αὐτοῖς πάντα ἰδόντα, γνῶναι, ὅτι ἐξ οὐκ ὄντων
ἐποί-ησεν αὐτά ὁ Θεός, καί τόν ἀνθρώπων γένος οὕτω γίνεται».
101 Βλ. ενδεικτικά: Μεγάλου Βασιλείου, Ἐπιστολή 234, 1, PG 32,
1288B.
103 Μυσταγ. σ. 148, 19-20.
ἀπόρων 13, PG 90, 296Β: «ἐκ τῶν ὄντων τόν κυρίως ὄντα Θεόν ὅτι ἔστι
πιστεύομεν» και PG 90, 296C: «Βοᾷ τοίνυν ἡ κτίσις διά τῶν ἐν αὐτῇ
ποιημάτων, καί οἷον ἀπαγγέλλει τοῖς νοερῶς δυναμένοις ἀκούειν τήν
ἰδίαν αιτίαν τριαδικῶς ὑμνουμένην». Του ιδίου, Κεφάλαια περί ἀγά-
πης, PG 90, 981C: «Οὐκ ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ τόν Θεόν γινώσκομεν,
ἀλλ’ ἐκ τῆς μεγαλουργίας αὐτοῦ καί προνοίας τῶν ὄντων. Διά τούτων
γάρ ὡς δι’ ἐσόπτρων τήν ἄπειρον ἀγαθότητα καί σοφίαν καί δύναμιν
κατανοοῦμεν». Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί τῆς τοῦ ἀνθρώπου κα-
37
τασκευῆς 16, PG 44, 185D: «Πᾶσα τοίνυν ἡ φύσις ἡ ἀπό τῶν πρώτων
μέχρι τῶν ἐσχάτων διήκουσα, μία τίς τοῦ ὄντος ἐστίν εἰκών».
106 Βλ. Eric David Perl, Methexis: Creation, incarnation, deification in
ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ Θεοῦ 1, 48, PG 90, 1100D. Για το θέμα
της μετοχής βλ. περισσότερα: Νίκου Α. Ματσούκα, Κόσμος, ἄνθρω-
πος, κοινωνία κατά τόν Μάξιμο Ὁμολογητή, σσ. 92-98. Eric David Perl,
Methexis: Creation, incarnation, deification in Saint Maximus Confessor, σσ.
112-146. Μαξίμου Βασίλιεβιτς, Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας,
σσ. 1-26 και σσ. 52-60. Torstein Theodor Tollefsen, The Christocentric Co-
smology of St. Maximus the Confessor, a study of his metaphysical principles,
Oxford University Press, New York 2008, σσ. 190-224.
108 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Κεφάλαια περί ἀγάπης, PG 90, 1049C:
1325B.
110 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί θείων ὀνομάτων 8, 6, PG 3,
41, PG 25, 81C: «Τῶν μέν γάρ γενητῶν ἡ φύσις, ἅτε δή ἐξ οὐκ ὄντων
ὑποστᾶσα, ρευστή τίς καί ἀσθενής καί θνητή καθ’ ἑαυτήν συγκρινό-
μενη τυγχάνει». Γρηγορίου Νύσσης, Περί τῆς τοῦ ἀνθρώπου κατά-
σκευῆς 16, PG 44, 184C: «Συνομολογεῖται γάρ πάντῃ τε καί πάντως
τήν μέν ἄκτιστον φύσιν καί ἄτρεπτον εἶναι καί ἀεί ὡσαύτως ἔχειν, τήν
δέ κτιστήν ἀδύνατον ἄνευ ἀλλιώσεως συστῆναι. Αὐτή γάρ ἡ ἐκ τοῦ μή
ὄντος εἰς τό εἶναι πάροδος κίνησίς τίς ἐστι καί ἀλλοίωσις τοῦ μή ὄντος
εἰς τό εἶναι, κατά τό θεῖον βούλημα μεθισταμένου». Του ιδίου, Περί νη-
πίων πρό ὥρας ἀφαρπαζομένων πρός Ἱέριον, PG 46, 173D: «Ἡ μετου-
σία τοῦ ὄντως ὄντος, τοῦ ἀεί μένοντος καί πάντοτε ὡσαύτως ἔχοντος,
ἐν τῷ εἶναι φυλάσσει τόν μετασχόντα».
113 Βλ. ενδεικτικά: Νίκου Α. Ματσούκα, Κόσμος, ἄνθρωπος, κοι-
νωνία κατά τόν Μάξιμο Ὁμολογητή, σσ. 51-52 και σ. 137. Του ιδίου,
Δογματική καί Συμβολική Θεολογία Β’, σ. 179. Eric David Perl, Me-
thexis: Creation, incarnation, deification in Saint Maximus Confessor, σ. 245.
Νικολάου Λουδοβίκου, (Πρεσβυτ.), Ἡ εὐχαριστιακή ὀντολογία: τά εὐ-
χαριστιακά θεμέλια τοῦ εἶναι, ὡς ἐν κοινωνία γίγνεσθαι, στήν ἐσχα-
τολογική ὀντολογία τοῦ Ἁγίου Μαξίμου, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1992, σ.
194. Adam G. Cooper, The Body in St. Maximus the Confessor. Holy Flesh,
Wholly Deified, Oxford University Press, New York, 2005, σ. 203. Βασι-
λείου Μπετσάκου, Στάσις ἀεικίνητος, σ. 120. Βασιλειου Α. Τσίγκου, Ὁ
ἀνακαινισμός τοῦ ἀνθρώπου κατά τήν δογματική διδασκαλία τοῦ ἁγί-
ου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2006,
σσ. 57-58. Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου, «Ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου ὡς θεμε-
λιώδης ἱεραποστολική ἀρχή τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας», στο Ὀρθόδοξο
39
PG 90, 893C.
115 Βλ. Νίκου Α. Ματσούκα, Κόσμος, ἄνθρωπος, κοινωνία κατά
τόν Μάξιμο Ὁμολογητή, σσ. 51-52. Του ιδίου, Δογματική καί Συμβολι-
κή Θεολογία Γ’, σ. 109.
116 Μυσταγ. σ. 166, 25 και Μυσταγ. σ. 150, 11-12. Του ιδίου, Περί
122 Βλ. ενδεικτικά: Ρωμ. 12, 4-5˙ Α’ Κορ. 10, 16-17˙ 12, 12-27. Ἐφεσ.
1, 22-23˙ Κολοσ. 1, 18, 24. Γρηγορίου Νύσσης, Ἐξήγησις ἀκριβής εἰς τά
Ἄσματα τῶν Ἀσμάτων 8, PG 44, 949BD. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὑπό-
μνημα εἰς τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολήν 3, 2, PG 62, 26. Νίκου Α. Μα-
τσούκα, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία Γ’, σσ. 261-262. Χρίστου
Κρικώνη, Τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας. Πατερικαί ἀπόψεις, εκδ. Κυ-
ρομάνος, Θεσσαλονίκη 31992, σσ. 49-62. Βασιλείου Α. Τσίγκου, Θε-
σμική καί Χαρισματική διάσταση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἑνότητα Χριστο-
λογίας καί Πνευματολογίας στήν Ἐκκλησιολογία Ἰωάννου τοῦ Χρυσο-
στόμου, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2010, σσ. 66-80. Στις παραπά-
νω μελέτες μπορεί κανείς να βρει πλήθος βιβλικών και πατερικών
χωρίων σχετικά με το θέμα.
123 Μυσταγ. σ. 150, 4.
νητος, σ. 209.
135 Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου
νίας, σ. 39.
140 Μυσταγ. σ. 152, 16-17. Βλ. Νικολάου Λουδοβίκου, Ἡ εὐχαρι-
στιακή ὀντολογία, σ. 194. Adam G. Cooper, The Body in St. Maximus the
Confessor, σ. 202.
46
of St. Maximus the Confessor, σ. 40. Torstein Theodor Tollefsen, The Chri-
stocentric Cosmology of St. Maximus the Confessor, σσ. 80-81.
145 Μυσταγ. σ. 154, 16-17. Βλ. George Dragas, «The Church in St.
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 74-75. George Dragas, «The
Church in St. Maximus’ Mystagogy», σσ. 389-392. Χαράλαμπου Σωτη-
ροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγίας τοῦ ἁγίου
Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 167. Χρίστου Κρικώνη, «Ἐξεικονίσεις
τῆς Ἐκκλησίας κατά τόν ἅγιο Μάξιμο Ὁμολογητήν», σσ. 133-134.
Adam G. Cooper, The Body in St. Maximus the Confessor, σ. 203.
147 Μυσταγ. σ. 152, 9-10.
and Distinction in the Thought of St. Maximus the Confessor, σ. 36, υποσ. 8.
54
166 Ιεζ. 1, 16: «καὶ τὸ εἶδος τῶν τροχῶν ὡς εἶδος θαρσείς, καὶ ὁ-
μοίωμα ἐν τοῖς τέσσαρσι, καὶ τὸ ἔργον αὐτῶν ἦν καθὼς ἂν εἴη τροχὸς
ἐν τροχῷ».
167 Ρωμ. 1, 20: «τά γάρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς
φόρων ἀπόρων 46, PG 90, 685D. Βλ. Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί θεί-
ων ὀνομάτων 4, 1, PG 3, 693C. Για την ερμηνεία του χωρίου αυτού βλ.
Michael E. Butler, Hypostatic union and Monotheletism, σσ. 78-79.
169 Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου
172 Μυσταγ. σ. 158, 8-11. Βλ. Hans Urs von Balthasar, Cosmic Li-
turgy, σ. 120.
173 Εβρ. 5, 24.
174 Μυσταγ. σσ. 158, 19-160, 1-3. Βλ. George Dragas, «The Church
Μυσταγ. σ. 172, 18-19: «τῇ θεωρίᾳ τήν πράξιν». Μυσταγ. σ. 174, 13:
«τῆς θεωρίας ἡ πράξις». Μυσταγ. σ. 242, 19: «θεωρίαν καί πράξιν».
178 Βλ. ενδεικτικά: Μυσταγ. σ. 150, 3: «κατά πρώτην θεωρίας».
φίας ἔφασκε κινούμενον εἰς θεωρίαν ἰέναι». Μυσταγ. σ. 170, 11: «τήν
δέ θεωρίαν ἕξιν». Μυσταγ. σ. 170, 12: «σοφίας τε καί θεωρίας καί γνώ-
σεως». Για την αναφορά του Μαξίμου στην ψυχή του ανθρώπου ως
εικόνα της Εκκλησίας βλ. το δεύτερο κεφάλαιο της μελέτης μας.
57
ἐξηγουμένην»
186 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπό-
ρων 24, PG 90, 329A: «ἥν ὁ τῆς φυσικῆς ἐν πνεύματι θεωρίας διανοίγων
λόγος».
187 Μυσταγ. σ. 202, 7.
των 5, 8, PG 3, 824C: «Πολλῷ γε μᾶλλον ἐπί τῆς καί αὐτοῦ καί πάντων
αἰτίας, προϋφεστάναι τά πάντα τῶν ὄντων παραδείγματα, κατά μίαν
ὑπερούσιον ἕνωσιν συγχωρητέον˙ ἐπεί καί οὐσίας παράγει κατά τήν
ἀπό οὐσίας ἔκβασιν. Παραδείγματα δέ φαμεν εἶναι τούς ἐν τῷ Θεῷ
τῶν ὄντων οὐσιοποιούς καί ἑνιαίως προϋφεστῶτας λόγους, οὕς ἡ θεο-
λογία προορισμούς καλεῖ, καί θεῖα καί ἀγαθά θελήματα, τῶν ὄντων ἀ-
φοριστικά καί ποιητικά καθ’ οὕς ὁ ὑπερούσιος τά ὄντα πάντα καί
προώρισεν καί παρήγαγεν». Μεγάλου Βασιλείου, Κατ’ Εὐνομίου 1, PG
29, 556D-557A: «Φυσικῆ μέν, ὡς ἡ τῶν κτισμάτων κατά τούς δημιουρ-
γικούς λόγους διαταχθεῖσα».
191 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπό-
1080C.
193 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Περί διαφόρων ἀποριῶν 5, PG 91,
PG 90, 901D.
195 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Περί διαφόρων ἀποριῶν 2, PG 91,
1081Α.
196 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπό-
199 Μυσταγ. σσ. 238, 25-240, 4. Του ιδίου, Κεφάλαια διάφορα θεο-
1077C.
204 Μυσταγ. σ. 158, 11-12. Βλ. Νίκου Α. Ματσούκα, Κόσμος, ἄν-
4) Οδός θεογνωσίας
ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ Θεοῦ 1, 48, PG 90, 1100D: «...καί ὅσα
περί αὐτόν οὐσιωδῶς θεωρεῖται».
210 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Κεφάλαια περί ἀγάπης 4, 7, PG 90,
1049B: «Καί γνωστόν μέν, τοῖς περί αὐτό θεωρήμασιν˙ ἄγνωστον δέ,
τοῖς κατ’ αὐτό».
211 Βλ. Ian A. McFarland, «Developing an apophatic christocentri-
213 Μυσταγ. σσ. 146, 26-148, 3. Για την ερμηνεία αυτού του
χωρίου βλ. περισσότερα: Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁ-
γίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 261-266.
214 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Περί διαφόρων ἀποριῶν 23, PG 91,
1288B: «Ἐκ τῶν κατά τήν οὐσίαν, τουτέστι ἐκ τῆς οὐσίας αὐτῆς, ὁ Θεός
οὐδέποτέ τι ὑπάρχων γινώσκεται. Ἀμήχανος γάρ καί παντελῶς ἄβα-
τος πάσῃ τῇ κτίσει, ὁρατῇ τε καί ἀοράτῳ κατά το ἴσον, ἡ περί τοῦ τί
καθέστηκεν ἔννοια, ἀλλ’ ἐκ τῶν περί τήν οὐσίαν μόνον ὅτι ἔστι, καί
ταῦτα καλῶς τε καί εὐσεβῶς θεωρουμένων, τοῖς ὁρῶσιν ὁ Θεός ἑαυτόν
ὑπενδίδωσι». Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Εἰς τά Θεοφάνια, εἴτουν
Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος 38, 7, PG 36, 317BC.
215 Μτθ. 28, 19: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βα-
πτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος».
64
216 Ιω. 15, 26: «ὅταν δέ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν
παρά τοῦ πατρός, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ παρά τοῦ πατρός ἐκπο-
ρεύεται».
217 Βλ. Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου, «Κατάφαση και ἀπόφαση κατά
τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή» στο Ὀρθόδοξο δόγμα καί θεολογι-
κός προβληματισμός. Μελετήματα δογματικῆς θεολογίας Γ’, σ. 122.
218 Μυσταγ. σ. 148, 3-7.
οὔτε ἔχει δύναμιν, οὔτε δύναμίς ἐστιν, οὔτε φῶς˙ οὔτε ζῇ, οὔτε ζωή ἐ-
στιν˙ οὐδέ οὐσία ἐστίν, οὔτε αἰών, οὔτε χρόνος˙ οὐδέ ἐπαφή ἐστιν αὐ-
τῆς νοητή˙ οὔτε ἐπιστήμη, οὔτε ἀλήθειάν ἐστιν˙ οὐδέ βασιλεία, οὔτε
σοφία˙ οὐδέ ἔν, οὐδέ ἐνότης, οὐδέ θεότης, ἤ ἀγαθότης, οὐδέ πνεῦμά ἐ-
στιν ὡς ἡμᾶς εἰδέναι˙ οὔτε υἱότης, οὔτε πατρότης οὐδέ ἄλλο τι τῶν ἡ-
μῖν ἤ ἄλλῳ τινί τῶν ὄντων συνεγνωσμένων». Βλ. Βασιλείου Μπετσά-
κου, Στάσις ἀεικίνητος, σσ. 89-90.
226 Βλ. Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου, «Κατάφαση και ἀπόφαση κατά
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
234 Γεν. 1, 26. Επ’ αυτού βλ. σχετικά: Νίκου Α. Ματσούκα, Δογ-
ματική καί Συμβολική Θεολογία Γ’, σσ. 192-199.
235 Μυσταγ. σ. 162, 6-8.
237 Βλ. ενδεικτικά: Μτθ. 22, 37˙ Λκ. 10, 27˙ Α’ Θεσ. 5, 23˙ Εβρ. 4,
12.
238 Πρόκειται για την τριμερή διάκριση του ανθρώπου, αποτε-
Σοφ. Σειρ. 17, 1˙ Ιωβ. 10, 9˙ Μτθ. 16, 26˙ 19, 4-5˙ Α’ Κορ. 11, 9 και 15, 45-
17˙ Κολ. 3, 10˙ Α’ Τιμ. 2, 13.
240 Βλ. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων
γίας διδασκαλία, τ. Γ’, σ. 143, υποσ. 91. Βλ. Μεγάλου Βασιλείου, Ἀσκη-
τικαί διατάξεις 19, PG 31, 1389A. Γρηγορίου Νύσσης, Περί τῆς τοῦ ἀν-
θρώπου κατασκευῆς 12, PG 44, 156D. Του ιδίου, Εἰς τούς Μακαρι-
σμούς 3, PG 44, 1228Β. Vladimir Lossky, Ἡ μυστική θεολογία τῆς Άνα-
τολικῆς Ἐκκλησίας, (μετάφρ. Στ. Κ. Πλευράκη), Θεσσαλονίκη 51991,
σ. 238. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου, εκδ. Πα-
τριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 15.
242 Μεγάλου Βασιλείου, Ἀσκητικαί διατάξεις 2, 1, PG 31, 1340A.
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 126-127, υποσ. 21. Νίκου Α.
Ματσούκα, Κόσμος, ἄνθρωπος, κοινωνία κατά τόν Μάξιμο Ὁμολογη-
τή, σσ. 225-226. George Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystago-
gy», σ. 395. Lars Thunberg, Man and the Cosmos. The vision of St. Maxi-
mus the Confessor, σ. 122. Χαράλαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευ-
τική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολο-
γητοῦ», σ. 169. Χρίστου Κρικώνη, «Ἐξεικονίσεις τῆς Ἐκκλησίας κατά
τόν ἅγιο Μάξιμο Ὁμολογητήν», σ. 139.
71
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 128, υποσ. 23. Νίκου Α.
Ματσούκα, Κόσμος, ἄνθρωπος, κοινωνία κατά τόν Μάξιμο Ὁμολογη΄-
τή, σ. 226. George Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ.
395. Χαράλαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς
Μυσταγωγίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 170. Χρίστου
Κρικώνη, «Ἐξεικονίσεις τῆς Ἐκκλησίας κατά τόν ἅγιο Μάξιμο Ὁμο-
λογητήν», σ. 138. Βασιλείου Μπετσάκου, Στάσις ἀεικίνητος, σσ. 173-
174.
248 Μυσταγ. σ. 162, 14-16.
73
254 Μυσταγ. σ. 182, 2-6. Του ιδίου, Πρός Θαλάσσιον περί διαφό-
ρων ἀπόρων 63, PG 90, 681ΑΒ: «ἵνα γνῶμεν ὅτι συμφωνοῦσιν ἀλλήλαις
διά πάντων αἱ δύο Διαθῆκαι, κατά τήν χάριν πλέον εἰς ἑνός μυστηρίου
συμπλήρωσιν, ἤ ὅσον ψυχή καί σῶμα εἰς ἑνός ἀνθρώπου γένεσιν, κατά
τήν σύνθεσιν ἀλλήλοις συμβαίνουσιν». Δημητρίου Στανιλοάε, Μυστα-
γωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 160-161, υποσ. 40.
George Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ. 402.
255 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Σχόλια εἰς τό Περί ἐκκλησιαστικῆς
καί τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ Θεοῦ 1, 91, PG 90, 1120D-1121A:
«Τήν ἁγίαν ὅλην Γραφήν, σαρκί διαιρεῖσθαι λέγομεν καί πνεύματι˙ κα-
θάπερ τινά πνευματικόν ἄνθρωπον οὖσαν. Ὁ γάρ τό ῥητόν τῆς Γραφῆς
εἰπών εἶναι σάρκα˙ τόν δέ ταύτης νοῦν, πνεῦμα, ἤγουν ψυχήν, τῆς ἀλη-
75
258 Μυσταγ. σ. 188, 10-12: «Εἴ τις οὖν βούλεται καί βίον καί λόγον
θεοφιλῆ καί θεάρεστον ἔχειν, τῶν τριῶν τοῦτων ἀνθρώπων, τοῦ κό-
σμου τέ φημι καί τῆς ἁγίας Γραφῆς καί τοῦ καθ’ ἡμᾶς». Βλ. σχετικά:
Lars Thunberg, Man and the Cosmos, σσ. 159-160. Dragos Bahrim, «The
Anthropic Cosmology of St Maximus the Confessor», Journal for Interdi-
sciplinary Research on Religion and Science 3 (2008), σ. 24.
259 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπό-
ρων 64, PG 90, 724C. Βλ. Lars Thunberg, Man and the Cosmos, σ. 160.
Dragos Bahrim, «The Anthropic Cosmology of St Maximus the Confes-
sor», σ. 24. Πληρέστερη ανάπτυξη του παραπάνω χωρίου βλ. σχετι-
κά: Hans Urs von Balthasar, Cosmic Liturgy, σσ. 285-312.
260 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπό-
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 162-163, υποσ. 41. George
Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ. 402. Χαράλα-
μπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγί-
ας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 177.
77
1305Α.
270 Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς τά Θεοφάνεια, εἴτουν Γενέθλια τοῦ
Σωτήρος 38, 9, PG 36, 324A: «οἷόν τινα κόσμον δεύτερον, ἐν μικρῷ με-
γαν ἐπί τῆς γῆς ἵστησιν, ἄγγελον ἄλλον, προσκυνητήν μικτόν, ἐπό-
πτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης, βασιλέα τῶν ἐπί γῆς,
βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον καί οὐράνιον, πρόσκαιρον καί ἀθάνα-
τον, ὁρατόν καί νοούμενον, μέσον μεγέθους καί ταπεινότητος τόν αὐ-
τόν, πνεῦμα καί σάρκα˙ πνεῦμα διά τήν χάριν, σάρκα διά τήν ἔπαρσιν˙
τό μέν, ἵνα μένῃ καί δοξάζῃ τόν εὐεργέτην˙ τό δέ, ἵνα πάσχῃ, καί πά-
σχων ὑπομιμνήσκηται καί παιδεύηται τῷ μεγέθει φιλοτιμούμενος˙ ζῶ-
ον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον καί ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον, καί πέρας τοῦ
μυστηρίου, τῇ πρός Θεόν νεύσει θεούμενον».
271 Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου, σ.
14. Lars Thunberg, Man and the Cosmos, σσ. 88-91. Δέσπως Αθ. Λιάλιου,
Ἐκκλησία - κόσμος - ἄνθρωπος, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2000,
79
σσ. 133-155. Hans Urs von Balthasar, Cosmic Liturgy, σσ. 173-177. Dra-
gos Bahrim «The Anthropic Cosmology of St Maximus the Confessor»,
σσ. 25-28.
272 Πρόκειται για τη διαίρεση ανάμεσα στον Θεό και την κτίση,
το νοητό και τον αισθητό κόσμο, τον ουρανό και γη, τον παράδεισο
και την οικουμένη και, τέλος ανάμεσα στα δύο φύλα, τον άνδρα και
τη γυναίκα. Βλ. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφό-
ρων ἀπόρων 48, PG 90. 436AB. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 32,
PG 91, 1305ΑΒ. Για το θέμα των διαιρέσεων βλ. σχετικά: Παναγιώτη
Κ. Χρήστου, Τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου, σσ. 47-48. Lars Thunberg,
Man and the Cosmos, σσ. 80-91. Χαράλαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρ-
μηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ
Ὁμολογητοῦ», σ. 176, υποσ. 10. Dragos Bahrim «The Anthropic Co-
smology of St Maximus the Confessor», σσ. 27-28.
273 Μυσταγ. σ. 186, 11-12.
dec Törönen, ο οποίος δεν αποδέχεται τη θέση ότι το σημείο αυτό του
κειμένου έχει οποιαδήποτε σχέση με το χριστολογικό Όρο της Συνό-
δου. Βλ. σχετικά: Melchisedec Törönen, Union and Distinction in the
Thought of St. Maximus the Confessor, σ. 3.
276 Μυσταγ. σ. 186, 18-19.
277 Μυσταγ. σ. 186, 12-19 και Μυσταγ. σ. 152, 3-4. Του ιδίου, Κε-
φάλαια Σ΄ περί θεολογίας καί τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ Θεοῦ
1, 49, PG 90, 1101A. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 10, PG 91,
1148D. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου
τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 166, υποσ. 42. George Dragas, «The Church in St.
Maximus’ Mystagogy», σ. 402. Νικολάου Λουδοβίκου, Ἡ εὐχαριστιακή
ὀντολογία, σσ. 166-167. Χαράλαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτι-
κή προσέγγισις τῆς Μυσταγωγίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογη-
τοῦ», σ. 178. Βασιλείου Μπετσάκου, Στάσις ἀεικίνητος, σ. 128.
278 Βλ. Μυσταγ. σ. 186, 19-23. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυστα-
γωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 167, υποσ. 42. George
Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σσ. 402-403. Χαρά-
λαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυστα-
γωγίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 178.
279 Μυσταγ. σ. 186, 23-25.
81
θεοφιλῆ καί θεάρεστον ἔχειν, τῶν τριῶν τοῦτων ἀνθρώπων, τοῦ κό-
σμου τέ φημι καί τῆς ἁγίας Γραφῆς καί τοῦ καθ’ ἡμᾶς».
283 Μυσταγ. σ. 188, 10-14.
ας» 285, για να δείξει την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στο
σώμα και την ψυχή όσον αφορά την επιθυμία κάθε μέρους286,
καθώς επίσης και την προσήλωση μόνο στα επίγεια πράγματα
έναντι των πνευματικών287. Ακριβώς για αυτό το λόγο πρέπει
να υπάρχει μια ευγενής άμιλλα, όπου ο άνθρωπος να συναγω-
νίζεται τους αγγέλους προσδοκώντας τα αιώνια288, εκεί όπου
αναπαύεται ο ίδιος ο Θεός289.
Η αναζήτηση αυτή επομένως προς τα αιώνια γίνεται με
τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, ώστε ο άνθρωπος με τη συνε-
χή μελέτη της Αγίας Γραφής αλλά και την υπέρβαση του γράμ-
ματός της290, να φτάσει εκεί όπου φανερώνονται οι κρυμμένοι
θησαυροί της γνώσης και της σοφίας291. Όποιος βρει τους κρυμ-
μένους αυτούς θησαυρούς, θα μπορέσει να βρει τον ίδιο τον
Θεό, ο οποίος είναι χαραγμένος στις πλάκες των καρδιών τους,
και με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος και με πρόσωπο ακά-
λυπτο θα καθρεφτίσει τη δόξα του Θεού292. Είναι όμως προφα-
νές να αφαιρεθεί το πέπλο του γράμματος που εμποδίζει την
εικόνα αυτή293.
212C.
290 Μυσταγ. σσ. 188, 24-190, 1.
της θείας Λειτουργίας βλ. σχετικά: Deacon Valentin Ioan Istrati, «The
Cosmological Dimension of the Divine Liturgy», Journal for Interdiscipli-
nary Research on Religion and Science 1 (2007), σσ. 35-53.
296 Μυσταγ. σσ. 59 και 89. Βλ. Δημητρίου Βακάρου, «Ἡ Μυστα-
ρων 40, PG 90, 401Α: «Διά τοῦτο γάρ καί κατ’ ἀλήθειαν ἄνθρωπος, ἵνα
κατά χάριν ἡμᾶς καταστήσῃ θεούς».
301 Μεγάλου Ἀθανασίου, Περί ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου 54,
PG 25, 192B. Του ιδίου, Κατά Ἀρειανῶν 1, 39, PG 26, 92C: «Οὐκ ἄρα
ἄνθρωπος ὥν, ὕστερον γέγονε Θεός˙ ἀλλά Θεός ὥν, ὕστερον γέγονεν
ἄνθρωπος, ἵνα μάλλον ἡμᾶς θεοποιήσῃ». Του ιδίου, Κατά Ἀρειανῶν 2,
59, PG 26, 273A: «Οὔτοι δε εἰσιν ὅσοι, δεξάμενοι τόν Λόγον, ἔλαβον έ-
ξουσίαν παρ’ αὐτοῦ τέκνα Θεοῦ γενέσθαι˙ ἄλλως γάρ οὐκ ἄν γένοιντο
υἱοί, ὄντες φύσει κτίσματα, εἰ μή τοῦ ὄντος φύσει καί ἀληθινοῦ Υἱοῦ τό
Πνεῦμα ὑποδέξονται. Διό, ἵνα τοῦτο γένηται, ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο,
ἵνα τόν ἄνθρωπον δεκτικόν θεότητος ποιήσῃ».
302 Βλ. Χαράλαμπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγ-
11-12, PG 3, 440C-441C.
85
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 176, υποσ. 45. Ντομπρί-
βογιε Μίντιντς, Τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας, σ. 102. Χαράλαμπου Γ.
Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγίας τοῦ
ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 180. Παύλου Κουμαριανού,
«Σύμβολο καί πραγματικότητα στή Θεία Λειτουργία», Σύναξη 71
(1999), σ. 25.
86
ρον μας στο γεγονός της πτώσεως309 του ανθρώπου και στις συ-
νέπειες που αυτή είχε για τη σωτηρία του, καθώς αναμφίβολα
η Ενανθρώπηση συνδέεται άμεσα με τη σωτηριολογία.
Το γεγονός της πτώσεως του ανθρώπου διασώζεται στη
σχετική διήγηση της «Γενέσεως»310. Ακολουθώντας και ο συγ-
γραφέας της «Μυσταγωγίας» τη βιβλική διήγηση, αναφέρει ότι
ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, τοποθετώντας τον μάλιστα στην
κορυφή της δημιουργίας.
Ο άνθρωπος ζούσε εντός του Παραδείσου, απολαμβάνο-
ντας όλα εκείνα τα αγαθά τα οποία θα τον βοηθούσαν, με τη
θεία Χάρη, να φτάσει από το «κατ’ εἰκόνα» στο «καθ’ ὁμοίω-
σιν»311. Ενώ όμως το «κατ’ εἰκόνα» βρίσκεται σε όλους τους αν-
ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί ὁμοίωσιν’’ 1, PG 44, 273A: «Τό μέν
τῇ κτίσει ἔχομεν, τό δέ ἐκ προαιρέσεως κατορθοῦμεν».
313 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Κεφάλαια περί ἀγάπης 1, PG 90,
οὔτε εἰκών Θεοῦ ἐσόμεθα οὔτε ψυχή λογική καί νοερά καί τῷ
ὄντι φθαρήσεται ἡ φύσις, οὐκ οὖσα ὅπερ ἔδει αὐτήν εἶναι»315.
Η κακή χρήση του αυτεξουσίου οδήγησε αναπόφευκτα
τον άνθρωπο στο να παρακούσει την εντολή του Θεού. Η πρά-
ξη αυτή στη συνέχεια τον απομάκρυνε από το δέντρο της ζω-
ής316 και κατόπιν από τον Παράδεισο με αποτέλεσμα να γίνει
δέσμιος της φθοράς και του θανάτου317.
Η άρνηση του ανθρώπου να ακολουθήσει την πορεία από
το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση, είχε ως αποτέλεσμα να στρα-
φεί μακριά από τον Θεό με άμεση συνέπεια να διαρραγούν οι
σχέσεις Δημιουργού και κτίσματος. Όμως, όπως σημειώνει και
ο καθηγητής Νίκος Ματσούκας, «ἡ ματαίωση τοῦ καθ’ ὁμοίω-
σιν δέν ἦταν ὁριστική … ἀλλά ματαιώθηκε μιά μελλοντική ἀ-
πόκτηση ἑνός ἀγαθοῦ, καί ἐπιβάλλεται νά ξαναρχίσει ἡ ἴδια
πορεία˙ δηλαδή μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα ὁ ἄνθρωπος ἔχα-
σε, καί πρέπει νά τό ξαναβρεῖ, ἕνα μελλοντικό ἀγαθό»318.
της ζωής και του δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού,
αναφέροντας σχετικά ότι: «Τό ξύλο τῆς ζωῆς καί τό μή τοιοῦτον, ἐξ
αὐτοῦ μόνου τοῦ τό μέν ζωῆς ξύλον ὀνομασθῆναι, τό δέ οὐ ζωῆς, ἀλλά
μόνο γνωστό καλοῦ καί πονηροῦ, πολλήν καί ἄφατον ἔχουσιν τήν δια-
φοράν. Τό γάρ τῆς ζωῆς ξύλον, πάντως καί ζωῆς ἐστι ποιητικόν˙ Τό
γάρ μή, ποιητικόν ζωῆς, ἐκ τοῦ μή προσαγορευθῆναι ζωῆς ξύλον, θα-
νάτου σαφῶς ἄν εἴη ποιητικόν˙ ἄλλο γάρ οὐδέν τῇ ζωῇ κατ’ ἐναντίω-
σιν ἀντιδιαιρεῖται». Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπόρων 43, PG 90,
412B. Επ’ αυτού βλ. Αθανασίου Β. Βλέτση, Τό προπατορικό ἁμάρτημα
στή θεολογία Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 237-243.
317 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Ἀσκητικός λόγος, PG 90, 912A. Του
ιδίου, Ἑρμηνεία εἰς τόν ΝΘ’ Ψαλμόν, PG 90, 861A. Του ιδίου, Περί δια-
φόρων ἀποριῶν 2, PG 91, 1092D.
318 Βλ. Νίκου Α. Ματσούκα, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία
Β’, σ. 203.
90
Ἐνανθρωπήσεως», σ. 199.
321 Μυσταγ. σ. 194, 1-21.
91
PG 3, 425C: «Πρός οἶς ὁ θεῖος ἱεράρχης εὐχήν ἱεράν τελεῖ, καί τήν
ἁγίαν εἰρήνην ἅπασι διαγγέλλει».
338 Μυσταγ. σ. 198, 4.
τον αγώνα και την πορεία του ανθρώπου προς τον εξαγνισμό με το
βάπτισμα, ενώ τη Θεία Κοινωνία με το θάνατο για χάρη της αρετής.
Βλ. σχετικά: Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων
ἀπόρων 30, PG 90, 368D-369A: «Τό τοῦ Κυρίου βάπτισμα τῶν ὑπέρ
ἀρετῆς κατά πρόθεσιν ἑκουσίων καί ἡμέτερων πόνων τύπος ὑπάρχει˙
δι’ ὧν τάς κατά συνείδησιν αποῥῥύπτοντες κηλῖδος, τόν πρός τά φαι-
νόμενα τῆς προαιρέσεως ἑκούσιον καταδεχόμεθα θάνατον˙ τό δέ ποτή-
ριον, τῶν ἐκ περιστάσεως παρά προαίρεσιν ἐπανισταμένων ἡμῖν ὑπέρ
τῆς ἀληθείας ἀκουσίων πειρασμῶν τύπος ἐστί˙ δι’ ὧν καί αὐτῆς προ-
κρίνοντες τόν θεῖον πόθον τῆς φύσεως, ἑκόντες τόν περιστατικόν ὑ-
περχόμεθα τῆς φύσεως θάνατον. Ταύτην οὖν ἔχειν τήν διαφοράν τό
βάπτισμα πρός τό ποτήριον, ὅτι τό μέν βάπτισμα ὑπέρ ἀρετῆς πρός τά
ἡδέα τοῦ βίου, νεκράν ἐργάζεται τήν προαίρεσιν˙ τό δέ ποτήριον, τήν
ἀλήθειαν καί αὐτῆς προκρίνειν πείθει τῆς φύσεως τούς εὐσεβεῖς».
95
σ. 254.
348 Ο π. Δ. Στανιλοάε σημειώνει στο σημείο αυτό:«Ἡ ἔξοδος
ἀπό τό σῶμα καί τόν κόσμο σημαίνει τήν ἔξοδο ἀπό τή μεριμνα τοῦ
σώματος καί τοῦ κόσμου ἤ ἀπό ὅ, τι ἀνήκει στό σῶμα καί τόν κόσμο,
ἀπό ὁ, τι ταράζει τή θέα τῶν νοητῶν πραγματικοτήτων. Δέ σημαίνει
τήν ἔξόδο ἀπό τό σῶμα καί τόν κόσμο μέ νόημα ὀντολογικό». Βλ.
σχετικά: Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ
Ὁμολογητοῦ, σ. 188, υποσ. 52.
349 Μυσταγ. σ. 200, 13.
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 189, υποσ. 55. Γρηγορίου,
Ἡ Θεία Λειτουργία: Σχόλια, σ. 276.
354 Μυσταγ. σ. 200, 22-23.
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 190-191, υποσ. 56.
97
τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 196, υποσ. 58. Για την παγκοσμιότητα της Εκ-
κλησίας βλ. σχετικά: Χρίστου Κρικώνη, Τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας.
Πατερικαί ἀπόψεις, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 31992, σσ. 85-87.
Βασιλείου Α. Τσίγκου, Θεσμική καί Χαρισματική διάσταση τῆς Ἐκκλη-
σίας, σ. 96 κ.ε.
99
Μάρκου Σιώτη, «Λόγος», Θ.Η.Ε. 8 (1966), στ. 336-345. Για μια ενδια-
φέρουσα ανάλυση της έννοιας του λόγου στο Θεό και στον άνθρωπο
βλ. Ἡρακλῆ Ρεράκη, «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου
κατά τό Μάξιμο τόν Ὁμολογητή», στην Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Θ., Νέα σειρά,
Τμῆμα Ποιμαντικής καί Κοινωνικής Θεολογίας, 4 (1995), σσ. 107-134.
377 Μυσταγ. σ. 206, 5-9. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 200-201, υποσ. 60. Χαράλα-
μπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγί-
ας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 184. Παύλου Κουμαρια-
νού, «Σύμβολο καί πραγματικότητα στή Θεία Λειτουργία», σ. 26.
Hans Urs von Balthasar, Cosmic Liturgy, σ. 55. Βασιλείου Μπετσάκου,
Στάσις ἀεικίνητος, σ. 222. Γρηγορίου, Ἡ Θεία Λειτουργία: Σχόλια, σσ.
251-252.
101
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 201-202, υποσ. 60. Χαράλα-
μπου Γ. Σωτηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγω-
γίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 185. Εκτός της παρα-
πάνω εξήγησης, το ζεύγος «λόγος-τρόπος» το χρησιμοποιεί ο άγιος
Μάξιμος και για να περιγράψει την Αγία Τριάδα. Όπου συναντάται
το ζεύγος αυτό, ο «λόγος» δηλώνει τη φύση της θεότητας ως Μονά-
δα, ενώ ο «τρόπος» δηλώνει τον τρόπο υπάρξεως της θεότητας ως
τριάδα Προσώπων. Βλ. ενδεικτικά: Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Ἑρμηνεία
τῆς Κυριακῆς προσευχῆς, PG 90, 892D-893A. Του ιδίου, Περί διαφό-
ρων ἀποριῶν 1, PG 91, 1036BC. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 5,
PG 91, 1052B. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 5, PG 91, 1053B. Του
ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 36, PG 91, 1341D. Για το θέμα αυτό βλ.
περισσότερα: Michael E. Butler, Hypostatic union and Monotheletism, σσ.
110-136.
380 Μυσταγ. σ. 206, 2-5. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 202-203, υποσ. 61. Χαράλα-
μπου Γ. Σωτηρόπουλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγω-
γίας τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 185. Παύλου Κουμα-
ριανού, «Σύμβολο καί πραγματικότητα στή Θεία Λειτουργία», σ. 26.
102
PG 3, 481Α.
383 Μυσταγ. σ. 208, 2-5. Βλ. Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί θείων
388 Μυσταγ. σ. 208, 5-9. Του ιδίου, Πρός Θαλάσσιον περί διαφό-
ρων ἀπόρων 22, PG 90, 321ΒC. Βλ. Γρηγορίου, Ἡ Θεία Λειτουργία:
Σχόλια, σσ. 313-314.
389 Μυσταγ. σ. 210, 1-16. Πιθανότατα πρόκειται για την ευχή
«Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός». Βλ. σχετικά: Κυρίλλου Ἱερο-
σολύμων, Μυσταγωγική 5, 19, PG 33, 1124B.
390 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας 3, 1,
PG 3, 425Α.
391 Μυσταγ. σ. 210, 3-9. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 208, υποσ. 64. Νικολάου Λουδ-
βίκου, Ἡ εὐχαριστιακή ὀντολογία, σσ. 49-52. Γρηγορίου, Ἡ Θεία Λει-
τουργία: Σχόλια, σ. 323.
105
PG 3, 428Β.
106
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 136-137, υποσ. 25.
408 Μυσταγ. σ. 166, 22-25. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 24,
PG 91, 1288D-1289A: «…τό τόν αὐτόν Θεόν ἐν ἑαυτῷ μόνον, οἷα δή ἕνα
κυρίως ὄντα, μηδέν ἑαυτῷ τό παράπαν συνεπινοούμενον ἔχοντα κατά
τήν φύσιν διάφορον, ἐν ἑαυτῷ τε μόνον ἔχοντα τήν ἀπερινόητον ἄναρ-
χόν τε καί ἄπειρον καί ἀκατάληπτον μονιμότητα, ἐξ ἧς κατά ἀπειρό-
δωρον χύσιν ἀγαθότητος τά ὄντα ἐκ τοῦ μή ὄντος παραγαγεῖν τε καί
ὑποστήσασθαι, θελῆσαι καί ἑαυτόν ἀναλόγως τοῖς ὅλοις καί τῷ καθ’
110
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 140, υποσ. 27. Lars Thun-
berg, Man and the Cosmos, σ. 89. George Dragas, «The Church in St. Ma-
ximus’ Mystagogy», σ. 398. Eric David Perl, Methexis: Creation, incarna-
tion, deification in Saint Maximus Confessor, σ. 275. Χαράλαμπου Γ. Σω-
τηροπούλου, «Ἑρμηνευτική προσέγγισις τῆς Μυσταγωγίας τοῦ ἁγί-
ου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ», σ. 173. Hans Urs von Balthasar, Cosmic
Liturgy, σ. 102. Torstein Theodor Tollefsen, The Christocentric Cosmology
of St. Maximus the Confessor, σσ. 122 και 183-184. Vladimir Kharlamov,
«Theosis in Patristic Thought», Theology Today 65 (2008), σ. 164.
111
εἰκόνα καί πώς τιμᾶται τό ἀρχέτυπον καί τίς τοῦ μυστηρίου τῆς
ἡμῶν σωτηρίας ἡ δύναμις καί ὑπέρ τίνος Χριστός ἀπέθανε»411.
Ο ιερός συγγραφέας, αφού παρουσίασε τις πέντε συζυγί-
ες των δύο πλευρών της ψυχής, έρχεται τώρα και αναλύει ακό-
μα περισσότερο το ρόλο που διαδραματίζουν ο νους και ο λόγος
στην πορεία της ψυχής προς την αλήθεια και το αγαθό. Όσον
αφορά το νου, αυτός φτάνει στην αλήθεια μέσω των πέντε
βαθμίδων της θεωρητικής πλευράς της ψυχής, χαράσσοντας
παράλληλα και τα όριά του.
Περιγράφοντας την πορεία αυτή του νου για να φτάσει
στην αλήθεια, ο ιερός συγγραφέας αναφέρει διάφορες τριάδες,
οι οποίες είναι η «δύναμιν - σοφίαν - εἶναι» και σχετίζεται με το
νου, καθώς και οι τριάδες της «σοφίας - θεωρίας - γνῶσεως» και
«δυνάμεως - ἕξεως -ἐνεργείας». Αξιοσημείωτο είναι ότι οι τριά-
δες αυτές, καταλήγει στο συμπέρασμα, συμπλέκονται μεταξύ
τους βοηθώντας την ψυχή του ανθρώπου να φτάσει στον
Θεό412, μέσα από μια πορεία η οποία χαρακτηρίζεται ως «ἀκα-
τάληκτον καί ἐκτικήν ἀεικινησίαν»413.
Στη συνέχεια, ο συγγραφέας της «Μυσταγωγίας» περι-
γράφει την πορεία που διαγράφει ο λόγος, επισημαίνοντας μια
ανάλογη πορεία με αυτή του νου. Ο νους περνάει μεσα από τις
πέντε βαθμίδες της πρακτικής πλευράς της ψυχής, για να κα-
ταλήξει στο τέλος στο αγαθό. Φτάνοντας στην πέμπτη βαθμί-
411 Μυσταγ. σ. 168, 20-24. Βλ. George Dragas, «The Church in St.
Maximus’ Mystagogy», σ. 398.
412 Μυσταγ. σ. 170, 5-23. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 141-144, υποσ. 28-29. Panayo-
tis Christou, «Maximus the Confessor on the infinity of Man», σ. 270.
George Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σσ. 398-399.
Paul M. Blowers, «Maximus the Confessor, Gregory of Nyssa and the
Concept of ‘‘Perpetual Progress’’», σσ. 159-160. Paul M. Collins, «Com-
munion with God, a proposal for understanding the outcome of theosis
in the writings of Maximus the Confessor», Studia Universitatis Babeş-
Bolyai, Theologia Catholica Latina 50, 2, (2005), σ. 34. Βασιλείου Μπετσά-
κου, Στάσις ἀεικίνητος, σ. 222.
413 Μυσταγ. σ. 170, 14.
112
δα, την πίστη, η ψυχή διασφαλίζει την πορεία της προς τη θεία
πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται ως ακλόνητη.
Με τον τρόπο αυτό, η ψυχή φτάνει στο αγαθό, ώστε στο
τέλος να ενωθεί μαζί Του και να μείνει μέσα σε αυτό, γεγονός
το οποίο αποτελεί και το σκοπό της414. Η πίστη επομένως, βε-
βαιώνει το ακλόνητο αυτής της πορείας, επειδή, όπως τονίζε-
ται, η πίστη δίχως έργα είναι κάτι το νεκρό415.
Αν και εκ πρώτης όψεως από την περιγραφή φαίνονται
αυτονομημένες οι δύο πλευρές της ψυχής, η θεωρητική και η
πρακτική, στην πραγματικότητα η μία πλευρά δε νοείται δίχως
την άλλη. Οι δύο δυνάμεις της ψυχής αλλά και οι συζυγίες που
περιλαμβάνονται σε καθεμιά από αυτές, συμπλέκονται μεταξύ
τους, προάγοντας την ψυχή προς την αλήθεια και το αγαθό, ώ-
στε να ενωθεί μαζί Του. Είναι απαραίτητο ότι οι δύο αυτές ομά-
δες συζυγιών πρέπει να συνεργάζονται, χρησιμοποιώντας η
μία τα στοιχεία της άλλης, στην πορεία αυτή της ένωσης της
ψυχής με τον Θεό.
Ο άγιος Μάξιμος τονίζει ακόμα ότι, τα ζεύγη των συζυγι-
ών επιτελούν ισότιμο έργο μεταξύ τους και κανένα από αυτά
δεν λειτουργεί περισσότερο ή λιγότερο από το άλλο, καθώς υ-
πάρχει απόλυτη ισορροπία και συνύπαρξη μεταξύ τους. Μάλι-
στα η ένωση της ψυχής με την υπέρτατη συζυγία, τον ίδιο τον
Θεό, δε μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συνεργία του αν-
θρώπου με το Άγιο Πνεύμα416.
414 Μυσταγ. σσ. 170, 24-172, 5. Του ιδίου, Πρός Θαλάσσιον περί
διαφόρων ἀπόρων 2, PG 90, 272Β και 65, PG 90, 760Α. Βλ. Διονυσίου
Ἀρεοπαγίτου, Περί Οὐρανίου ἱεραρχίας 7, 1, PG 3, 205Β και 7, 4, PG 3,
212Α. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ
Ὁμολογητοῦ, σσ. 144-145, υποσ. 30. George Dragas, «The Church in St.
Maximus’ Mystagogy», σ. 399.
415 Βλ. Ιακ. 2, 20, 26.
90, 280D: «Οὐ γάρ γεννᾷ γνώμην τό Πνεῦμα μή θέλουσαν, ἀλλά βου-
λομένην μεταπλάττει πρός θέωσιν». Του ιδίου, Ἑρμηνεία τῆς Κυρια-
κῆς προσευχής, PG 90, 880B: «Βουλομένων γάρ οὐ τυραννουμένων τό
τῆς σωτηρίας μυστήριον». Ο Γρηγόριος Νύσσης σημειώνει στο σημείο
αυτό για τη συνεργία του ανθρώπου με το Άγιο Πνεύμα τα εξής:
113
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 147, υποσ. 32. George Dra-
gas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ. 399. Norman Russell,
The Doctrine of Deification in the Greek Patristic Tradition, σ. 270.
114
91, 1293C: «…κατά πρόοδον γέγονεν ἡ καθολική τῶν ὑπό θεωρίαν τῆς
Γραφῆς τρόπων δεκάς, καί εἰς ὅν ὡς ἀρχήν κατά περιγραφήν ἡ αὐτή
δεκάς ἀνατατικῶς εἰς μονάδα πάλιν συνάγεται». Βλ. Δημητρίου Στα-
νιλοάε, Μυσταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 148, υ-
ποσ. 33. George Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ.
399.
115
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 150-151, υποσ. 35. George
Dragas, «The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ. 400.
425 Μυσταγ. σσ. 174, 17-176, 3. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυ-
σταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 151-152, υποσ. 36.
Norman Russell, The Doctrine of Deification in the Greek Patristic Tradition,
σ. 271. Σε άλλα έργα του ο ιερός πατήρ σημειώνει ότι η πορεία της
τελείωσης του ανθρώπου θεωρείται πάθος. Βλ. Πρός Θαλάσσιον περί
διαφόρων ἀπόρων 22, PG 90, 320D και 23, PG 90, 374C. Του ιδίου, Περί
διαφόρων ἀποριῶν 5, PG 91, 1237D.
116
τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 154, υποσ. 37. George Dragas,
«The Church in St. Maximus’ Mystagogy», σ. 400.
428 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί θείων ὀνομάτων 4, 31, PG 3,
809D.
429 Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀπό-
ρων 60, PG 90, 621Α. Βλ. Εβρ. 2, 10. Ángel Francisco Sánchez-Escobar,
Iohannes, (Monk), Theosis: Fusion of Man/Woman and God? (A Patristic,
Orthodox Perspective), εκδ. The St. Stephen Harding College Publishing
House, Winston-Salem 2008, σ. 84.
430 Μεγάλου Ἀθανασίου, Περί ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου 54,
PG 25, 192B. Του ιδίου, Κατά Ἀρειανῶν 1, 39, PG 26, 92C και 2, 59, PG
26, 273A. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον περί διαφόρων ἀ-
πόρων 60, PG 90, 401Α.
117
434 Μυσταγ. σσ. 212, 1-214, 2. Του ιδίου, Πρός Θαλάσσιον περί
διαφόρων ἀπόρων 13, PG 90, 296B και 296C. Του ιδίου, Κεφάλαια περί
ἀγάπης, PG 90, 981C. Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί τῆς τοῦ ἀνθρώπου
κατασκευῆς 16, PG 44, 185D.
435 Μυσταγ. σ. 214, 2-7. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγωγία
438 Μυσταγ. σ. 214, 21-23. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 42,
443 Μυσταγ. σσ. 216, 15-218, 10. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυ-
σταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 220-221, υποσ. 72.
444 Μυσταγ. σ. 218, 11-16. Βλ. Δημητρίου Στανιλοάε, Μυσταγω-
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 222, υποσ. 73. Lars Thun-
berg, Man and the Cosmos, σ. 172. Νικολάου Λουδοβίκου, Ἡ εὐχαριστι-
ακή ὀντολογία, σ. 228.
445 Μυσταγ. σ. 218, 16-17. Βλ. Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί
σταγωγία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σ. 222, υποσ. 74. Eric
David Perl, Methexis: Creation, incarnation, deification in Saint Maximus
Confessor, σ. 309. Γρηγορίου, Ἡ Θεία Λειτουργία: Σχόλια, σ. 314. Nor-
man Russell, The Doctrine of Deification in the Greek Patristic Tradition, σ.
272.
120
PG 36, 560A.
449 Μυσταγ. σ. 162, 9-10. Του ιδίου, Περί διαφόρων ἀποριῶν 5, PG
91, 1241C.
450 Μυσταγ. σ. 158, 19.
γία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, σσ. 230-231, υποσ. 77.
121
453 Μυσταγ. σ. 222, 13-14. Του ιδίου, Πρός Θαλάσσιον περί δια-
φόρων ἀπόρων 10, PG 90, 289Α: «ἄλλος ἄλλου κατά ποιόν ἤ ποσόν τῆς
πνευματικῆς ἡλικίας ἐστίν ὑψηλότερος».
454 Μυσταγ. σ. 226, 10-18.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
CONCLUSIONS
The holy writer draws a parallel between the Church and the
cosmos, which is contained of intelligible and sensible beings, re-
ferring that the Church is one house in its construction even thou-
gh She is divided into the Holy Place and the nave. The same di-
chotomy also applies not only to the sensible cosmos but also to
the intelligible cosmos, showing in this way the interpenetration
(allelo-perichóresis) of the two cosmos in an unconfused way.
When he refers to the relationship between the God and the
cosmos, saint Maximus the Confessor expounds the issue of «con-
templation and logoi of beings». The « contemplation of beings» (theoria)
has a variety of meanings with the most important be the ascen-
sion of the soul towards God, while the whole phrase has the mea-
ning of simply being ageless, and not eternally the same with God
since «logoi of beings» are precisely the divine intensions (theia the-
limata).
Man’s movement towards God always has as a beginning
the difference of the substance between the God and the cosmos.
When man knows God only through His divine activities, he is in
position to describe what are «around Himself» and not God «in
Himself». In this way of knowledge it is known two ways of kno-
wing God, which are named apophatic and cataphatic theology.
In the second chapter an effort has been made to present an
anthropological presentation of the Church due to the fact that the
holy writer tries to explain in what manner the Church symbolli-
cally represents man and how it is represented by him as man. Af-
ter that he also tries to explain in what manner the holy Scripture
is said to be a man and how the world is said to be a man, and in
what manner man is world.
The Church symbolically represents man in a reducing way.
With a simple thought process he mentions that, the way the
Church is an icon of God, and man is created according to God’s
image and likeness, then there is an equivalent relationship bet-
ween the Church and man.
Saint Maximus underlines the relationship between the man
and the Holy Scripture. The Holy Scripture says consists of two
parts, the Old and the New Testament. These two parts are closely
130
related to man owing to the fact that he consists of two parts, body
and soul. In accordance to this, the body is the Old Testament and
the soul is the New Testament.
Having the holy Father as a base the fact that man consists of
two parts, he also relates him with the cosmos. He achieves this by
mentioning that cosmos is composed of the sensible and intelli-
gible beings. These two parts of the cosmos are associated with the
man, due to the fact that the sensible cosmos is considered to be a
body and the intelligible as a soul, a fact that clearly shows the
interpenetration (allelo-perichóresis) between the two cosmos. The
above mentioned also lead to another fundamental patristic posi-
tion for the place and the role of man as a mediator between the
two cosmos, the sensible and the intelligible.
In the various «moments» of the Divine Liturgy which the
writer of the «Mystagogy» attempts to describe, he underlines the
particular symbolism of each one. From these liturgical «moments»,
maybe the most important, concern the descent of the bishop from
his throne and definitely the quintessence of the Divine Liturgy,
the Holy Communion, from which all the faithful people commu-
ne.
In this relation a special reference is made for the theological
issue of the purpose of Incarnation. It is an issue in which there are
several opinions in the contemporary bibliography, which sup-
port, its one from her point of view, that saint Maximus dealt with
the purpose of Incarnation, which is named conditional or uncon-
ditional Incarnation. A far as the second «moment» of the Divine
Liturgy is concerned, undoubtedly the Holy Communion is of pa-
ramount importance in the Divine Liturgy, because through her
people unite with Christ and become gods by grace.
The final chapter of this study is related to the fact of deifi-
cation of man (theosis). Initially he describes Man’s soul itself, em-
phasizing to the five syzygies which help the soul reach the ulti-
mate syzygy, the God.
After this, the fact of deification (theosis) saint Maximus rela-
tes it with the participation of the faithful people in the Divine Li-
turgy. All the «moments» of the Divine Liturgy, help the worship-
131
pers to their ascension towards God and the union with Him
through the Holy Communion.
In order for man to reach deification, he has to pass through
expiation, illumination and deification, which saint Maximus the
Confessor names them as «natural contemplation» (physikh theoria),
«symbolic contemplation» (symboliki theoria) and «theological mystago-
gy» (theologiki mystagogia). These three stages the holy writer asso-
ciates them with the three classes in the Church, the believers in
faith, the active ones and those with knowledge.
The final stage of deification leads man to the «perpetual
movement». This is a dynamic and kinetic state, where man is cal-
led to reach, as far as possible, deification according to His like-
ness. Likeness as an act is accomplished through the participation
of the believer in the liturgical life of the Church, since it is offered
as a gift from the God to man.
132
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α’ ΠΗΓΕΣ
– Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου, PG 26, 835-
976.
– Περί τοῦ κατά Θεόν σκοποῦ καί τῆς κατ’ ἀλήθειαν ἀσκήσεως,
PG 46, 288-305.
– Ἐπιστολαί, PG 3, 1065-1121.
Εἰρηναίου Λυῶνος, Ἔλεγχος καί ἀνατροπή τῆς ψευδωνύμου γνώσεως,
135
PG 7, 437-1224.
– Ὁμιλία εἰς τήν Γένεσιν 9, PG 53, 76-81 και 14, PG 53, 111-118.
—÷÷÷—
136
Β’ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
1. ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΑ
Ρεράκη, Ἡρακλῆ, «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου κα-
τά τό Μάξιμο τόν Ὁμολογητή», Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Θ., Νέα σειρά, Τμῆμα
Ποιμαντικής καί Κοινωνικής Θεολογίας, 4 (1995), σσ. 107-134.
Ρωμανίδου, Ἰωάννου, Τό προπατορικό ἁμάρτημα, εκδ. Δόμος, Ἀθήνα
22001.
2. ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΑ
Steenberg, M. C., «Gnomic Will and the challenge to the True Humanity
of Christ in Maximus Confessor», Studia Patristica 42 (2003), σσ.
237-242.
Thunberg, Lars, Man and the Cosmos. The vision of St. Maximus the Con-
fessor, St. Vladimir’s Seminary Press, Crestwood - New York 1985.
Tollefsen, Torstein Theodor, The Christocentric Cosmology of St. Maximus
the Confessor, a study of his metaphysical principles, εκδ. Oxford Uni-
versity Press, New York 2008.
Törönen, Melchisedec, Union and Distinction in the Thought of St. Maximus
the Confessor, εκδ. Oxford University Press, New York 2007.
Vishnevskaya, Elena, Perichoresis in the context of divinization: Maximus the
Confessor's vision of a "blessed and most holy embrace", (Ph.D.), Drew
University, New Jersey 2004.
Wigglesworth, Kevin B., «Symbolism in Orthodox Liturgy», The Cana-
dian Journal of Orthodox Christianity 6, 2 (2011), σσ. 51-68.
Zizioulas, John D., Being as Communion. Studies in Personhood and the
Church, εκδ. St. Vladimir’s Seminary Press, New York 32000.