You are on page 1of 4

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΑΙ
Μετάφραση: Ελ. Βενιζέλου
Βιβλίο 3

82. Εις τοιαύτας υπερβολάς ωμότητος [82] Οὕτως ὠμὴ <ἡ> στάσις προυχώρησε,
έφθασεν ο εμφύλιος σπαραγμός, ο οποίος καὶ ἔδοξε μᾶλλον, διότι ἐν τοῖς πρώτη
εθεωρήθη ακόμη ωμότερος της ἐγένετο, ἐπεὶ ὕστερόν γε καὶ πᾶν ὡς εἰπεῖν
πραγματικότητος, λόγω του ότι υπήρξεν ο τὸ Ἑλληνικὸν ἐκινήθη, διαφορῶν οὐσῶν
πρώτος. Διότι βραδύτερον τουλάχιστον, ἑκασταχοῦ τοῖς τε τῶν δήμων προστάταις
όλος σχεδόν ο Ελληνικός κόσμος τοὺς Ἀθηναίους ἐπάγεσθαι καὶ τοῖς ὀλίγοις
συνεταράχθη, καθόσον ο ανταγωνισμός των τοὺς Λακεδαιμονίους. καὶ ἐν μὲν εἰρήνῃ οὐκ
αρχηγών των δημοκρατικών και των ἂν ἐχόντων πρόφασιν οὐδ᾿ ἑτοίμων
ολιγαρχικών, εις τας διαφόρους πόλεις, παρακαλεῖν αὐτούς, πολεμουμένων δὲ καὶ
αποτέλεσμα είχεν οι μεν πρώτοι να ξυμμαχίας ἅμα ἑκατέροις τῇ τῶν ἐναντίων
επικαλούνται την βοήθειαν των Αθηναίων, κακώσει καὶ σφίσιν αὐτοῖς ἐκ τοῦ αὐτοῦ
οι δε δεύτεροι των Λακεδαιμονίων. Και εν προσποιήσει ῥᾳδίως αἱ ἐπαγωγαὶ τοῖς
καιρώ μεν ειρήνης ούτε πρόφασιν είχαν νεωτερίζειν τι βουλομένοις ἐπορίζοντο. καὶ
ούτε διάθεσιν να επικαλούνται την ἐπέπεσε πολλὰ καὶ χαλεπὰ κατὰ στάσιν ταῖς
επέμβασίν των. Τώρα όμως που αι δύο πόλεσι, γιγνόμενα μὲν καὶ αἰεὶ ἐσόμενα, ἕως
αυταί πόλεις ευρίσκοντο εις πόλεμον, και οι ἂν ἡ αὐτὴ φύσις ἀνθρώπων ᾖ, μᾶλλον δὲ καὶ
δημοκρατικοί και οι ολιγαρχικοί των άλλων ἡσυχαίτερα καὶ τοῖς εἴδεσι διηλλαγμένα, ὡς
πόλεων επεδίωκαν βιαίας πολιτικάς ἂν ἕκασται αἱ μεταβολαὶ τῶν ξυντυχιῶν
μεταβολάς, εύρισκαν ευκόλως την ἐφιστῶνται. ἐν μὲν γὰρ εἰρήνῃ καὶ ἀγαθοῖς
ευκαιρίαν να εξασφαλίζουν συγχρόνως την πράγμασιν αἵ τε πόλεις καὶ οἱ ἰδιῶται
βοήθειαν των συμμάχων, δια να ἀμείνους τὰς γνώμας ἔχουσι διὰ τὸ μὴ ἐς
κατατροπώσουν τους αντιπάλους των, και ἀκουσίους ἀνάγκας πίπτειν· ὁ δὲ πόλεμος
με το ίδιον μέσον ενισχυθούν οι ίδιοι. Ένεκα ὑφελὼν τὴν εὐπορίαν τοῦ καθ᾿ ἡμέραν
τωόντι εμφυλίων σπαραγμών, ενέσκηψαν βίαιος διδάσκαλος καὶ πρὸς τὰ παρόντα τὰς
εις τας πόλεις πολλαί και μεγάλαι ὀργὰς τῶν πολλῶν ὁμοιοῖ. ἐστασίαζέ τε οὖν
συμφοραί, αι οποίαι παρουσιάζονται και θα τὰ τῶν πόλεων, καὶ τὰ ἐφυστερίζοντά που
εξακολουθήσουν να παρουσιάζωνται πύστει τῶν προγενομένων πολὺ ἐπέφερε
πάντοτε, εφόσον η ανθρωπίνη φύσις μένει η τὴν ὑπερβολὴν τοῦ καινοῦσθαι τὰς διανοίας
ιδία, φέρουν όμως βαρύτερον ή τῶν τ᾿ ἐπιχειρήσεων περιτεχνήσει καὶ τῶν
ελαφρότερον χαρακτήρα και διαφέρουν τιμωριῶν ἀτοπίᾳ. καὶ τὴν εἰωθυῖαν ἀξίωσιν
κατά την μορφήν, αναλόγως της μεταβολής τῶν ὀνομάτων ἐς τὰ ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ
των παρουσιαζομένων εκάστοτε δικαιώσει. τόλμα μὲν γὰρ ἀλόγιστος ἀνδρεία
περιστάσεων. Διότι εν καιρώ μεν ειρήνης και φιλέταιρος ἐνομίσθη, μέλλησις δὲ προμηθὴς
ευημερίας και αι πόλεις και οι ιδιώται δειλία εὐπρεπής, τὸ δὲ σῶφρον τοῦ
διαπνέονται από ευγενέστερα αισθήματα, ἀνάνδρου πρόσχημα, καὶ τὸ πρὸς ἅπαν
καθόσον δεν περιπίπτουν υπό την πίεσιν ξυνετὸν ἐπὶ πᾶν ἀργόν· τὸ δ᾿ ἐμπλήκτως ὀξὺ
αναποτρέπτων αναγκών. Αλλ' ο πόλεμος, ἀνδρὸς μοίρᾳ προσετέθη, ἀσφαλείᾳ δὲ τὸ
αφαιρών ολίγον κατ' ολίγον από τους ἐπιβουλεύσασθαι ἀποτροπῆς πρόφασις
ανθρώπους την καθημερινήν ευημερίαν, εὔλογος. καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς αἰεί,
γίνεται διδάσκαλος βίαιος και τείνει ν' ὁ δ᾿ ἀντιλέγων αὐτῷ ὕποπτος. ἐπιβουλεύσας
αφομοιώση τας διαθέσεις των πολλών προς δέ τις τυχὼν ξυνετὸς καὶ ὑπονοήσας ἔτι
την παρούσαν αυτών κατάστασιν. Αι πόλεις δεινότερος· προβουλεύσας δὲ ὅπως μηδὲν
λοιπόν ήρχισαν μαστιζόμεναι από στάσεις, αὐτῶν δεήσει, τῆς τε ἑταιρίας διαλυτὴς καὶ
και όσαι τυχόν περιέπιπταν εις αυτάς τοὺς ἐναντίους ἐκπεπληγμένος. ἁπλῶς δὲ ὁ
βραδύτερον, επειδή εμάνθαναν τα αλλαχού φθάσας τὸν μέλλοντα κακόν τι δρᾶν
γινόμενα, εφιλοτιμούντο να υπερβάλουν εις ἐπῃνεῖτο, καὶ ὁ ἐπικελεύσας τὸν μὴ
εξεύρεσιν νέων επινοήσεων, δια της διανοούμενον. καὶ μὴν καὶ τὸ ξυγγενὲς τοῦ
πολυμηχάνου υπουλότητος των επιθέσεών ἑταιρικοῦ ἀλλοτριώτερον ἐγένετο διὰ τὸ
των και του πρωτοφανούς των εκδικήσεών ἑτοιμότερον εἶναι ἀπροφασίστως τολμᾶν·
των. Και κατήντησαν να μεταβάλουν οὐ γὰρ μετὰ τῶν κειμένων νόμων ὠφελίας
αυθαιρέτως την καθιερωμένην σημασίαν αἱ τοιαῦται ξύνοδοι, ἀλλὰ παρὰ τοὺς
των λέξεων, δια των οποίων δηλούνται τα καθεστῶτας πλεονεξίᾳ. καὶ τὰς ἐς σφᾶς
πράγματα. Τωόντι η μεν παράλογος τόλμη αὐτοὺς πίστεις οὐ τῷ θείῳ νόμῳ μᾶλλον
εθεωρήθη ως ανδρεία, ετοίμη εις θυσίαν ἐκρατύνοντο ἢ τῷ κοινῇ τι παρανομῆσαι. τά
χάριν των πολιτικών ομοφρόνων, η τε ἀπὸ τῶν ἐναντίων καλῶς λεγόμενα
προνοητική διστακτικότης ως εύσχημος ἐνεδέχοντο ἔργων φυλακῇ, εἰ προύχοιεν, καὶ
δειλία, η σωφροσύνη ως πρόσχημα οὐ γενναιότητι. ἀντιτιμωρήσασθαί τέ τινα
ανανδρίας, η δια κάθε τι σύνεσις ως περὶ πλείονος ἦν ἢ αὐτὸν μὴ προπαθεῖν. καὶ
θραδυκινησία. Η τυφλή παραφορά εκρίθη ὅρκοι εἴ που ἄρα γένοιντο ξυναλλαγῆς, ἐν
ως ανδρική αρετή, ενώ η χάριν ασφαλείας τῷ αὐτίκα πρὸς τὸ ἄπορον ἑκατέρῳ
περαιτέρω σκέψις ως εύσχημος πρόφασις διδόμενοι ἴσχυον οὐκ ἐχόντων ἄλλοθεν
υπεκφυγής. Ο τα πάντα επικρίνων και τους δύναμιν· ἐν δὲ τῷ παρατυχόντι ὁ φθάσας
πάντας κακολογών εθεωρείτο άξιος θαρσῆσαι, εἰ ἴδοι ἄφαρκτον, ἥδιον διὰ τὴν
εμπιστοσύνης εις κάθε περίστασιν, ενώ ο πίστιν ἐτιμωρεῖτο ἢ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς, καὶ
αντιτιθέμενος προς αυτόν, ύποπτος. Ο τό τε ἀσφαλὲς ἐλογίζετο καὶ ὅτι ἀπάτῃ
στήνων επιτυχή παγίδα εθεωρείτο περιγενόμενος ξυνέσεως ἀγώνισμα
άνθρωπος ευφυής, αλλά πολύ περισσότερον προσελάμβανεν. ῥᾷον δ᾿ οἱ πολλοὶ
ικανός, ο οσφραινόμενος εγκαίρως αυτήν. κακοῦργοι ὄντες δεξιοὶ κέκληνται ἢ ἀμαθεῖς
Ενώ εκείνος που εφρόντιζε να μην ευρεθή ἀγαθοί, καὶ τῷ μὲν αἰσχύνονται, ἐπὶ δὲ τῷ
εις την ανάγκην να κάμη ούτε το εν, ούτε το ἀγάλλονται. πάντων δ᾿ αὐτῶν αἴτιον ἀρχὴ ἡ
άλλο, εθεωρείτο διαλυτής του κόμματος και διὰ πλεονεξίαν καὶ φιλοτιμίαν· ἐκ δ᾿ αὐτῶν
πανικόβλητος απέναντι των αντιπάλων. Με καὶ ἐς τὸ φιλονικεῖν καθισταμένων τὸ
μίαν λέξιν, ο προτρέχων άλλου εις την πρόθυμον. οἱ γὰρ ἐν ταῖς πόλεσι προστάντες
διάπραξιν κακού εκρίνετο άξιος επαίνων, μετὰ ὀνόματος ἑκάτεροι εὐπρεποῦς,
καθώς και ο παρακινών άλλον εις διάπραξιν πλήθους τε ἰσονομίας πολιτικῆς καὶ
κακού, το οποίον εκείνος δεν είχε διανοηθή. ἀριστοκρατίας σώφρονος προτιμήσει, τὰ
Και ο ίδιος άλλωστε ο συγγενικός ακόμη μὲν κοινὰ λόγῳ θεραπεύοντες ἆθλα
δεσμός εθεωρήθη ολιγώτερον στενός του ἐποιοῦντο, παντὶ δὲ τρόπῳ ἀγωνιζόμενοι
μεταξύ πολιτικών ομοφρόνων δεσμού, διότι ἀλλήλων περιγίγνεσθαι ἐτόλμησάν τε τὰ
οι τελευταίοι ήσαν προθυμότεροι εις το να δεινότατα ἐπεξῇσάν τε τὰς τιμωρίας ἔτι
τολμήσουν κάθε τι χωρίς δισταγμόν. μείζους, οὐ μέχρι τοῦ δικαίου καὶ τῇ πόλει
Καθόσον οι φατριαστικοί σύνδεσμοι δεν ξυμφόρου προτιθέντες, ἐς δὲ τὸ ἑκατέροις
συνιστώντο χάριν αμοιβαίας βοηθείας, επί που αἰεὶ ἡδονὴν ἔχον ὁρίζοντες, καὶ ἢ μετὰ
τη βάσει των κειμένων νόμων, αλλά χάριν ψήφου ἀδίκου καταγνώσεως ἢ χειρὶ
ιδιοτελών σκοπών, αντιθέτων προς τους κτώμενοι τὸ κρατεῖν ἑτοῖμοι ἦσαν τὴν
καθεστώτας νόμους. Και η προς αλλήλους αὐτίκα φιλονικίαν ἐκπιμπλάναι. ὥστε
εμπιστοσύνη ενισχύετο όχι τόσον δια των εὐσεβείᾳ μὲν οὐδέτεροι ἐνόμιζον,
προς τους θεούς όρκων, όσον δια της από εὐπρεπείᾳ δὲ λόγου οἷς ξυμβαίη ἐπιφθόνως
κοινού διαπράξεως εγκλημάτων. Οσάκις οι τι διαπράξασθαι, ἄμεινον ἤκουον. τὰ δὲ
αντίπαλοι διετύπωναν ευλόγους προτάσεις, μέσα τῶν πολιτῶν ὑπ᾿ ἀμφοτέρων ἢ ὅτι οὐ
εκείνοι προς τους οποίους εγίνοντο αι ξυνηγωνίζοντο ἢ φθόνῳ τοῦ περιεῖναι
προτάσεις, εάν ήσαν ισχυρότεροι, δεν τας διεφθείροντο.
απεδέχοντο με αίσθημα ειλικρινούς
εμπιστοσύνης, αλλά λαμβάνοντες
συγχρόνως τ' αναγκαία εξασφαλιστικά
μέτρα. Επροτίμων πολύ περισσότερον ν'
αντεκδικηθούν δια κακόν, το οποίον
έπαθαν, παρά να προλάβουν το κακόν. Και
οσάκις υπό την πίεσιν των περιστάσεων
αντηλλάσσοντο τυχόν όρκοι προς ενίσχυσιν
συνδιαλλαγής, οι όρκοι ίσχυαν μόνον
προσωρινώς, εφόσον αμφότεροι οι
ορκισθέντες δεν είχαν που αλλού να
στηριχθούν. Αλλ' εκείνος, ο οποίος,
δοθείσης ευκαιρίας, πρώτος ανέκτα το
θάρρος του, εάν έβλεπε τον αντίπαλον
απροφύλακτον, εξεδικείτο με μεγαλυτέραν
ευχαρίστησιν, λόγω του ότι εξηπάτα την
προς τον όρκον εμπιστοσύνην του
αντιπάλου του, παρά εάν εξεδικείτο
παλληκαρίσια. Διότι υπελόγιζεν ότι εκτός
του πλεονεκτήματος της ασφαλείας,
εκέρδιζε και το βραβείον της επιτηδειότητος
αφού επεκράτησε δι' απάτης. Οι
περισσότεροι τωόντι άνθρωποι προτιμούν
να είναι αχρείοι και να ονομάζωνται
επιτήδειοι, παρά να είναι χρηστοί και να
λέγωνται ευήθεις, και δια το τελευταίον
τούτο μεν εντρέπονται, ενώ δια το πρώτον
υπερηφανεύονται. Αιτία όλων αυτών ήτο η
δίψα της εξουσίας, την οποίαν γεννά η
πλεονεξία και η φιλαρχία, και το
φατριαστικόν πνεύμα, το οποίον εκτρέφουν
τα δύο αυτά πάθη, εις όσους περιπέσουν
άπαξ εις φατριαστικάς έριδας. Διότι οι
αρχηγοί των φατριών εις τας διαφόρους
πόλεις, προβάλλοντες εκατέρωθεν εύηχα
συνθήματα, οι δημοκρατικοί την πολιτικήν
ενώπιον του νόμου ισότητα του πλήθους, οι
ολιγαρχικοί την σώφρονα αριστοκρατίαν,
λόγω μεν υπηρέτουν τα κοινά, πράγματι
όμως καθίστων αυτά βραβείον του
προσωπικού των ανταγωνισμού.
Αγωνιζόμενοι, εξ άλλου, να υποσκελίσουν
αλλήλους με κάθε μέσον, ετόλμησαν τα
τερατωδέστερα πράγματα. Αλλά και ταύτα
ακόμη υπερέβαιναν αι εκδικήσεις των, τας
οποίας αι δύο μερίδες ώθουν όχι απλώς
μέχρι των ορίων, τα οποία θα επέβαλλε το
δίκαιον και το κοινόν συμφέρον, αλλά μέχρι
του σημείου, το οποίον ανταπεκρίνετο
εκάστοτε εις την ικανοποίησιν της φατρίας
των. Και ήσαν έτοιμοι να κορέσουν τον
πόθον της αμέσου εκδικήσεως, είτε δι'
αδίκων καταδικών, είτε επιβαλλόμενοι δια
της βίας. Και ενώ καμμία από τας δύο
μερίδας δεν ενεπνέετο από αισθήματα
ευσεβείας, εκείνοι που κατώρθωναν να
συγκαλύψουν απεχθείς πράξεις υπό
ωραίους λόγους επηνούντο πολύ
περισσότερον. Οι πολίται, εξ άλλου, όσοι
δεν ανήκαν εις καμμίαν από τας δύο
μερίδας, έπιπταν θύματα και των δύο, είτε
διότι ηρνούντο ν' αγωνισθούν παρά το
πλευρόν των, είτε διότι τους εφθόνουν δια
την ακίνδυνον και ήσυχον ζωήν που
εζούσαν.

83. Τοιουτοτρόπως, ένεκα των εμφυλίων [83] Οὕτω πᾶσα ἰδέα κατέστη κακοτροπίας
σπαραγμών, όλαι αι μορφαί της μοχθηρίας διὰ τὰς στάσεις τῷ Ἑλληνικῷ, καὶ τὸ εὔηθες,
ενεφανίσθησαν εις τον Ελληνικόν κόσμον. Η οὗ τὸ γενναῖον πλεῖστον μετέχει,
αγαθότης, η οποία συνδέεται στενώς με την καταγελασθὲν ἠφανίσθη, τὸ δὲ ἀντιτετάχθαι
ευγένειαν του χαρακτήρος, κατεγελάτο ἀλλήλοις τῇ γνώμῃ ἀπίστως ἐπὶ πολὺ
τόσον, ώστε εξηφανίσθη, ενώ επεκράτησεν διήνεγκεν· οὐ γὰρ ἦν ὁ διαλύσων οὔτε λόγος
ο πλήρης δυσπιστίας αμοιβαίος ἐχυρὸς οὔτε ὅρκος φοβερός, κρείσσους δὲ
ανταγωνισμός, καθόσον δεν υπήρχε τίποτε ὄντες ἅπαντες λογισμῷ ἐς τὸ ἀνέλπιστον τοῦ
που να ημπορή να οδηγήση εις βεβαίου μὴ παθεῖν μᾶλλον προυσκόπουν ἢ
συνδιαλλαγήν, ούτε υποσχέσεις πιστεῦσαι ἐδύναντο. καὶ οἱ φαυλότεροι
πανηγυρικαί, ούτε όρκοι φοβεροί. Έκαστος, γνώμην ὡς τὰ πλείω περιεγίγνοντο· τῷ γὰρ
εφόσον ήτο ισχυρότερος, σκεπτόμενος δεδιέναι τό τε αὑτῶν ἐνδεὲς καὶ τὸ τῶν
πόσον απελπιστικώς αναξιόχρεοι ήσαν αι ἐναντίων ξυνετόν, μὴ λόγοις τε ἥσσους ὦσι
διδόμεναι εγγυήσεις, ελάμβανε τ' αναγκαία καὶ ἐκ τοῦ πολυτρόπου αὐτῶν τῆς γνώμης
δια την ασφάλειάν του μέτρα, χωρίς να φθάσωσι προεπιβουλευόμενοι, τολμηρῶς
ημπορή να στηριχθή εις άλλους. Και οι πρὸς τὰ ἔργα ἐχώρουν. οἱ δὲ
έχοντες ασθενεστέραν την αντίληψιν καταφρονοῦντες κἂν προαισθέσθαι καὶ
επεκράτουν ως επί το πλείστον. Διότι, ἔργῳ οὐδὲν σφᾶς δεῖν λαμβάνειν ἃ γνώμῃ
φοβούμενοι, ως εκ της ιδικής των ἔξεστιν, ἄφαρκτοι μᾶλλον διεφθείροντο.
ανεπαρκείας και της ευφυΐας των
αντιπάλων των, μήπως όχι μόνον ηττηθούν
κατά την συζήτησιν, αλλά και ένεκα της
ευστροφίας του πνεύματος των τελευταίων
πέσουν πρώτοι θύματα των μηχανορραφιών
των, έφθαναν τολμηρώς μέχρις εγκλήματος.
Ενώ εκείνοι, επειδή ένεκα καταφρονήσεως
των αντιπάλων των ενόμιζαν ότι ημπορούν
εγκαίρως ν' αντιληφθούν τους σκοπούς των,
και ότι δεν υπάρχει ανάγκη να επιδιώξουν
δια της δυνάμεως ό,τι ηδύνατο να επιτευχθή
δια της ευφυΐας, κατελαμβάνοντο
απροφύλακτοι και εφονεύοντο ως επί το
πλείστον.

You might also like