You are on page 1of 46

John Maynard Keynes

O l x o v o j u i x s g t i q o o t i t l x s q

y i a r a s y y d v c a ¡u a g

M ET^paa^-’E-LpLSTpo
XPH2 T02 M A P S E A AOS

n e p i s ri n m e \ h
John M a y n a r d K eyne s

«Econom ic Possibilities for our Grandchildren»


The Nation and Athenceum, 1930

a' έκδοση: Δ εκέμβρι ος 201 7


isbn : 9 7 8 - 6 1 8 - 5 2 1 2 - 30-8

© 2 0 1 7 , ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΙΣΠΩΜΕΝΗ-Σωτήρης Ζ. Φασούλας


Γ. Γ ε ν ν ά δ ι ου ι ο 6 78 Α θήνα , τ η λ - f a x : 2 1 1 0 1 1 7 6 0 6
info@perispomeni.gr | www.perispomeni.gr

και

Χρηστός Μαρσέλλος
ΟΙ ΚΟΝΟΜΙ ΚΕΣ ΠΡΟΟΟΠΤΙΚΕΣ
ΓΙ Α ΤΑ Ε Γ Γ Ο Ν Ι Α ΜΑ Σ
I

Γ >ποφ ε ρ οτ με την ΩΡΑ αττη άπό μιά σφοδρή έπίθεση


οικονομικού πεσσιμισμοΰ. Συνηθίσαμε πια ν’ άκούμε
οτι ή έποχή της τεράστιας οικονομικής προόδου που χ α ­
ρακτήριζε τον 190 αιώνα εχει περάσει* οτι ή γοργή βελ­
τίωση του άναμενόμενου έπιπέδου διαβίωσης τώρα θά
έπιβραδυνθει — τουλάχιστον στή Μ εγάλη Βρετανία* οτι
στή δεκαετία πού μάς περιμένει είναι περισσότερο πιθανό
να υπάρξει μια πτώση της ευημερίας παρά μιά βελτίωση.
Π ιστεύω οτι αύτή είναι μιά πολύ έσφαλμένη έρμηνεία
τού τί μάς συμβαίνει. Γ ια τί δέν πάσχουμε άπό τούς ρευ­
ματισμούς της γεροντικής ήλικίας, άλλά άπό τούς πόνους
πού αισθάνεται κανείς όταν είναι πάνω στήν άνάπτυξη καί
οί άλλαγές είναι πολύ γρήγορες, πάσχουμε άπό τις ώδινες
τής προσαρμογής μας άπό μιά έποχή τής οικονομίας σέ
μιά άλλη. Ή αύξηση τής τεχνικής άποτελεσματικότητας
ήταν πιο γρήγορη άπό όσο μπορούμε νά άντιμετωπίσου-
με, όταν τό πρόβλημα είναι ή άπορρόφηση τού έργατικού
δυναμικού* ή βελτίωση τού άναμενόμενου έπιπέδου δια-

7
βίωσης ήταν λίγο πιο γρήγορη άπ’ οσο θά ’πρεπε- τό τρα­
πεζικό και νομισματικό σύστημα του κόσμου έμπόδισε
τα έπιτόκια να πέσουν οσο γρήγορα άπαιτεΐ ή ισορροπία.
Α κόμα καί έτσι όμως, ή χασούρα καί ή σύγχυση πού προ­
κύπτουν έχουν να κάνουν με οχι περισσότερο άπό η ι/ι %
τού έθνικού εισοδήματος- χάνουμε ι σελίνι καί 6 πένες
στη λίρα- άλλα τα ι 8 σελίνια καί οί 6 πένες πού μένουν
άξίζουν οσο θά άξιζε ή μία λίρα πέντε ή έξι χρόνια νωρί­
τερα. Ξεχνάμε δτι τό 1929 ή φυσική παραγω γή της βιο­
μηχανίας της Μ. Βρετανίας ήταν μεγαλύτερη άπό ποτέ,
καί οτι τό καθαρό πλεόνασμα τού έξωτερικού ισοζυγίου
μας, πού μπορεί να διατεθεί για νέες έπενδύσεις στο έξω -
τερικό, μετά τήν άποπληρωμή όλων των εισαγω γώ ν μας,
ήταν πέρυσι μεγαλύτερο άπό κάθε άλλης χώρας, όντας
πράγματι 50 % μεγαλύτερο άπό τό αντίστοιχο πλεόνασμα
των Η νω μένω ν Πολιτειών. Ή πάλι —αν είναι νά κάνου­
με συγκρίσεις— ύποθέστε δτι θέλουμε νά μειώσουμε τούς
μισθούς μας κατά τό ήμισυ, νά άποκηρύξουμε τέσσερα
πέμπτα τού εθνικού μας χρέους, καί νά άποθησαυρίσουμε
τά πλεονάσματά μας σέ καθαρό χρυσό, άντί νά τά δανεί­
ζουμε μέ έπιτόκιο 6 % ή καί παραπάνω- στήν περίπτωση
αύτή θά μοιάζαμε μέ τή Γαλλία, πού σήμερα όλοι φαίνε­
ται πώς τή ζηλεύουν. Θά έπρόκειτο άραγε γιά βελτίωση;
Ή επικρατούσα παγκόσμια ύφεση, ή τεράστια άνωμα-
λία τής άνεργίας σέ ένα κόσμο γεμάτο άπό άνάγκες, τά
καταστροφικά λάθη πού έχουμε κάνει μάς τυφλώνουν ώς

8
προς τό τι συμβαίνει κάτω άπό τήν έπιφάνεια — ώς προς
τό ποιά είναι ή σωστή έρμηνεία της φοράς των π ρ α γμά ­
των. Ή πρόβλεψή μου είναι ότι και τα δύο άντίθετα λάθη
τής άπαισιοδοξίας, πού ξεσηκώνουν σήμερα τόσο σάλο
παντού στον κόσμο, θά καταφανούν πριν κλείσει ή εποχή
μας — καί ή άπαισιοδοξία των έπαναστατών πού πιστεύ­
ουν οτι μόνο ή βίαη άλλαγή μπορεί να μάς σώσει καί τίπο­
τε άλλο, καί ή άπαισιοδοξία των άντιδραστικών πού θε­
ωρούν τήν ισορροπία της οικονομικής καί κοινωνικής μας
ζωής τόσο άσταθή πού να μήν πρέπει να διακινδυνεύσου­
με κανένα πειραματισμό.
Σκοπός μου στο δοκίμιο αυτό δέν είναι ωστόσο να έ-
ξετάσω τό άμεσο ή κοντινό μέλλον, άλλα να άποτινάξω
τις κοντόθωρες άπόψεις καί να άνοίξω φτερά γιά τό μέλ­
λον. Ποιο μπορούμε εύλογα νά άναμένουμε ότι θά είναι
τό έπίπεδο τής οικονομικής μας ζω ής σέ εκατό χρόνια
άπό τώρα; Ποιές είναι οί οικονομικές προοπτικές γιά τά
έγγόνια μας;
Ά πό τις πρωιμότερες έποχές γιά τις όποιες έχουμε
στοιχεία —ας πούμε δυο χιλιάδες χρόνια προ Χ ριστού—
μέχρι τις άρχές τού ι8ου αιώνα, δέν υπήρξε καμία μεγάλη
άλλαγή στο έπίπεδο διαβίωσης τού μέσου άνθρώπου πού
κατοικούσε τά πολιτισμένα κέντρα τής γή ς.Υ π ή ρ ξα ν βέ­
βαια άνεβοκατεβάσματα. Υ π ή ρ ξα ν ή πανούκλα, ό λιμός
καί ό πόλεμος. Υ π ή ρ ξα ν καί χρυσά διαλείμματα. Αλλά
καμία προοδευτική ή βίαιη άλλαγή. Κάποιες περίοδοι ή-

9
ταν Ισως 50 % καλύτερες από άλλες —τό πολύ ιοο % κα­
λύτερες— μέσα στα τέσσερις χιλιάδες χρόνια πού τελεί­
ωσαν (ας πούμε) τό 170 0 μ .Χ .
Αύτός ό αργός ρυθμός προόδου, ή ή έλλειψη προόδου,
οφειλόταν σέ δύο λόγους — στήν άξιοπρόσεχτη άπουσία
τεχνικών βελτιώσεων και στήν άδυναμία συγκέντρωσης
κεφαλαίου.
Ή άπουσία σημαντικών τεχνικών έφευρέσεων μεταξύ
της προϊστορικής καί της σχετικά νεότερης έποχής είναι
πραγματικά άξιοθαύμαστη. Τ ά πράγματα πού είναι ση­
μαντικά καί πού τά διέθετε ό κόσμος στήν έναρξη της
νεότερης έποχής, σχεδόν ολα ήταν ήδη γνω στά στον άν­
θρωπο κατά τό χάραμα τής ιστορίας. Ή γλώσσα, ή φω­
τιά, τά ίδια έξημερωμένα ζώ α πού έχουμε καί τώρα, τό
σιτάρι, τό κριθάρι, τό κρασί καί τό λάδι, τό άροτρο, ό
τροχός, τό κουπί, τό πανί, τό δέρμα, τό λινάρι καί τό ύ­
φασμα, τά τούβλα καί τά άγγεΐα, ό χρυσός καί τό άσήμι,
ό χαλκός, ό κασσίτερος καί τό μολύβι—τό σίδερο προστέ­
θηκε στή λίστα τό ιο ο ο π .Χ .— οί τράπεζες, ή πολιτειακή
οργάνωση, τά μαθηματικά, ή άστρονομία καί ή θρησκεία.
Δεν ύπάρχουν σ τοιχεία γιά τό πότε πρω τοαποκτήσαμε
ολα αύτά τά πράγματα.
Κάποια έποχή πριν άπό τό χάραμα τής ιστορίας —ί ­
σως άκόμα καί σέ κάποιο άπό τά πιο άνετα μεσοδιαστή­
ματα πού προηγήθηκαν τού τελευταίου παγετώ να— πρέ­
πει νά ύπήρξε μιά έποχή προόδου καί έφευρετικότητας

ίο
άνάλογη μέ αύτήν πού ζούμε τώρα. Άλλα στο μεγαλύτερο
μέρος της καταγραμμένης ιστορίας δεν υπήρξε τίποτε ά-
νάλογο.
Ή νεότερη εποχή άρχισε, νομίζω, μέ τή συγκέντρωση
κεφαλαίου πού ξεκίνησε τον ι6ο αιώνα. Π ιστεύω —για
λόγους μέ τούς όποιους δέν πρέπει να βαρύνω τήν έδώ ε­
πιχειρηματολογία μου— οτι αύτό οφειλόταν αρχικά στήν
αύξηση των τιμώ ν, καί στα κέρδη πού προέκυψαν έτσι,
καί οτι αύτή ήταν τό αποτέλεσμα τού θησαυρού σέ χρυσό
καί ασήμι πού έφερε ή Ισ π α νία άπό τό Νέο Κόσμο στον
Παλαιό. Άπό τή σ τιγμή έκείνη καί μέχρι σήμερα ή συσ-
σωρευτική δύναμη της σύνθετης κεφαλαιοποιήσεως, πού
φαίνεται οτι ύπνω ττε για γενιές καί γενιές, άναγεννήθηκε
καί άνανέωσε τή δύναμή της. Κ α ί ή δύναμη τού άνατοκι-
σμού τα τελευταία διακόσια χρόνια είναι τέτοια πού ξε­
περνάει κάθε φαντασία.
Ά ς δώσω για παράδειγμα ένα ποσό πού τυχαίνει να
έχω έπεξεργαστεΐ. Ή άξια των ξένων έπενδύσεων της Μ.
Βρετανίας σήμερα έκτιμάται σέ περίπου 4 000.000.000 £ .
Αύτό μάς δίνει ένα εισόδημα της τάξεως τού 6 χ/ι % π ε­
ρίπου. Τό μισό άπό αύτό τό φέρνουμε στο εσωτερικό καί
τό χαιρόμαστε* τό άλλο μισό, για τήν άκρίβεια 3V2 %, τό
άφήνουμε να συσσωρεύεται στο εξωτερικό άνατοκιζόμε-
νο. Κ ά τι τέτοιο συμβαίνει έδώ καί περίπου 250 χρόνια.
Τό λέω αύτό, έπειδή άνάγω τις άπαρχές της βρετανικής
έπένδυσης στο έξωτερικό στο θησαυρό πού έκλεψε ό Drake
άπό τούς Ισπανούς τό 1580. Ε ίνα ι ή χρονιά πού έπέστρε-
ψε στήν Α γγλ ία φέρνοντας μαζί του τα θαυμάσια λάφυρα
τού Golden Hind. Ή βασίλισσα Ε λ ισ ά β ετ ήταν άπό τούς
σημαντικούς μετόχους τού συνδέσμου πού είχε χρηματο­
δοτήσει τήν άποστολή. Ά πό τό μερίδιό της έξόφλησε τό
σύνολο τού έξωτερικού χρέους της Α γγλ ία ς, ισοσκέλισε
τον προϋπολογισμό, καί βρέθηκε καί με 40.000 £ στό
χέρι. Αύτές τις έπένδυσε στήν Ανατολική Ε τα ιρ εία — ή
όποια τα πήγε πολύ καλά. Με τα κέρδη της Ανατολικής
Ε τα ιρ εία ς, ιδρύθηκε ή Ε τα ιρ εία Ανατολικών Ι ν δ ιώ ν καί
τα κέρδη αύτής τής έξαιρετικής επιχείρησης υπήρξαν τό
θεμέλιο τών μετέπειτα έξωτερικών έπενδύσεων τής Α γ ­
γλίας. Τώ ρα, 40-000 £ , πού πολλαπλασιάζονται άνατοκι-
ζόμενες με έπιτόκιο 3 %, άντιστοιχούν κατά προσέγγιση
στον πραγματικό ογκο τών έξωτερικών έπενδύσεων πού
πραγματοποίησε ή Α γγλ ία σε διάφορες στιγμές, καί θά
άντιστοιχούσαν σήμερα στό σύνολο τών 4 000.000.000 £
πού άνέφερα ήδη ως τό ποσό στό όποιο άνέρχονται οί ση­
μερινές μας έπενδύσεις. Ε π ο μ ένω ς κάθε ι £ πού μάς έ­
φερε ό D rake τό 1580 έχει γίνει σήμερα ιο ο .ο ο ο £. Τ έ ­
τοια είναι ή δύναμη τής σύνθετης κεφαλαιοποίησης!
Ά πό τον ιόο αιώνα, με ένα σωρευτικό crescendo μετά
τον ι8ο, άρχισε ή μεγάλη έποχή τής έπιστήμης καί τών
τεχνικώ ν έφευρέσεων, πού έφτασε σε πλήρη άνάπτυξη
άπό τις άρχές τού 19ου αιώνα: κάρβουνο, άτμός, ήλεκτρι-
σμός, πετρέλαιο, άτσάλι, έλαστικά, βαμβάκι, χημικές βι­

2
ομηχανίες, αύτόματες μηχανές, καί μέθοδοι μαζικής π α­
ραγωγής, άσύρματος, τυπογραφία, ό Νεύτωνας, ό Δαρβί-
νος καί ό Αϊνστάιν, καί χιλιάδες άλλα πράγματα καί άν­
θρωποι τόσο διάσημοι καί οικείοι πού δεν χρειάζεται να
δώσουμε κατάλογο.
Ποιο είναι τό άποτέλεσμα; Παρά τήν τεράστια αύξηση
τού παγκόσμιου πληθυσμού, ό όποιος χρειαζόταν καί σπί­
τια καί μηχανήματα, τό μέσο άναμενόμενο επίπεδο δια­
βίωσης στήν Εύρώ πη καί τις Η νω μένες Πολιτείες άνέ-
βηκε, νομίζω, περίπου τέσσερις φορές. Ή μεγέθυνση τού
κεφαλαίου ήταν περισσότερο άπό εκατονταπλάσια σε σχέ­
ση με αύτή πού υπήρξε σε όποιαδήποτε άλλη εποχή. Κ αί
άπό ’δω καί μπρος δέν έχουμε να περιμένουμε μια άνά-
λογα μεγάλη αύξηση πληθυσμού.
’Άν τό κεφάλαιο αύξάνεται, ας πούμε, 2 % κατ’ έτος, ό
παγκόσμιος κεφαλαιουχικός εξοπλισμός θά έχει αυξηθεί
κατά τό ήμισυ μέσα σε είκοσι έτη, καί έφτάμισι φορές
μέσα σε έκατό χρόνια. Σκεφτεΐτε τι σημαίνει αύτό με ο­
ρούς υλικών πραγμάτων — δηλαδή γιά τά σπίτια, τις με­
ταφορές, κ.ο.κ.
Συγχρόνως οί τεχνικές βελτιώσεις στή βιοτεχνία καί
τις μεταφορές προχώρησαν τήν τελευταία δεκαετία μέ
ρυθμό ταχύτερο άπ’ οσο οποτεδήποτε άλλοτε μέσα στήν
ιστορία. Σ τις Η νω μένες Πολιτείες, ή κατά κεφαλήν άπό-
δοση των έργοστασίω ν ήταν 40 % μεγαλύτερη τό 1925
άπ’ οσο ήταν τό 19 19 · Στήν Εύρώπη μάς κρατάνε πίσω

ΐ3
κάποια προσωρινά εμπόδια, άλλα άκόμα κι έτσι μπορού­
με να πούμε με ασφάλεια οτι ή τεχνική επάρκεια αυξά­
νεται κατ’ έτος περισσότερο άπό ι % επί του συνόλου του
προηγούμενου έτους.'Υπάρχουν πράγματα πού μάς κά­
νουν να σκεφτόμαστε οτι οί επαναστατικές τεχνικές άλ-
λαγές, πού μέχρι στιγμής έπηρέασαν κυρίως τή βιομηχα­
νία, μπορεί σύντομα να φτάσουν καί ώς τη γεω ρ γ ία .’Ί ­
σως βρισκόμαστε προ βελτιώσεων της τροφοπαραγωγι-
κής μας άποτελεσματικότητας μέ σημασία άνάλογη έ-
κείνων πού έλαβαν χώρα στήν έξόρυξη μεταλλευμάτων,
τη βιοτεχνία καί τις μεταφορές.’'Ισω ς σέ μόλις λίγα χρό­
νια —έννοώ οσο ζούμε— να μπορούμε να έπιτελούμε ό­
λες τις ένέργειες της άγροτικής καλλιέργειας, της έξόρυ-
ξης καί της βιοτεχνίας μέ τό ένα τέταρτο της άνθρώπινης
προσπάθειας την όποια είμαστε συνηθισμένοι να κατα­
βάλλουμε.
Προς τό παρόν, ή ίδια ή ταχύτητα των άλλαγών αύτών
είναι επίπονη καί μάς φέρνει μπροστά σέ δύσκολα προ­
βλήματα πού ζητάνε τή λύση τους. Υποφέρουν σχετικά
οί χώρες έκείνες πού δέν βρίσκονται στήν πρωτοπορία της
εξέλιξης. Μιά νέα άσθένεια μάς προσβάλλει, πού κάποιοι
άναγνώστες μπορεί νά μήν έχουν άκούσει ούτε τό όνομά
της, άλλά θά άκούσουν πολλά γ ι’ αυτήν τά επόμενα χρό­
νια — ή τεχνολογική ανεργία. Δηλαδή ή άνεργία πού ο­
φείλεται στο ότι βρήκαμε τρόπους έξοικονόμησης της ά-
νάγκης γιά έργασία πού προχωράνε μέ ρυθμούς πού ξε­

14
περνάνε την ικανότητά μας να βρίσκουμε νέες άνάγκες
έργασίας.
Άλλα αύτή είναι μόνο μια προσωρινή φάση δυσχερείων
κατά τήν προσαρμογή. Γ ια τί μακροπρόθεσμα αυτό πού
συμβαίνει είναι δτι ή ανθρωπότητα λύνει το οικονομικό
της πρόβλημα. Θά προέβλεπα δτι τό άναμενόμενο επίπ ε­
δο διαβίωσης στις χώρες πού προοδεύουν θά είναι σε εκα­
τό χρόνια τέσσερις ώς οκτώ φορές υψηλότερο άπ* δ,τι εί­
ναι σήμερα. Ακόμα κι αν στηριχτούμε μόνο σε δ,τι γνω ρί­
ζουμε τώρα, αύτό δεν θά επρεπε νά μάς έκπλήσσει. Έ νώ
δεν θά ήταν παράλογο νά σκεφτούμε δτι καί μεγαλύτερη
πρόοδος άκόμα είναι δυνατή.

5
II

Α ς τ π ο θ ε ς ο τ μ ε , λογοτ χ α ρ ι ν , δτι σε εκατό χρόνια


άπό τώρα, ολοι μας, κατά μέσο δρο θά βρισκόμαστε
σε οκτώ φορές καλύτερη κατάσταση, οικονομικά, άπ* δ,τι
είμαστε σήμερα. Δεν πρόκειται άσφαλώς γιά κάτι εκπλη­
κτικό.
Οί άνάγκες των άνθρώπινων οντων μοιάζουν, βέβαια,
άκόρεστες, αύτό είναι άλήθεια. Αλλά υπάγονται σε δύο
ομάδες — άνάγκες πού είναι άπόλυτες υπό την έννοια δτι
τις αισθανόμαστε οποία κι αν είναι ή κατάσταση των συ­
νανθρώπων μας, καί άνάγκες σχετικές, υπό την έννοια δτι
τις αισθανόμαστε μόνο αν ή ικανοποίησή τους μάς άνεβά-
ζει παραπάνω άπό τούς συνανθρώπους μας, μάς κάνει νά
αισθανόμαστε άνώτεροι. Οί άνάγκες της δεύτερης ομά­
δας, αύτές πού ικανοποιούν την έπιθυμία της άνωτερότη-
τας, μπορεί νά είναι άκόρεστες· για τί δσο υψηλότερο είναι
τό γενικό επίπεδο, τόσο υψηλότερες είναι κι αύτές. Αλλά
αύτό δεν ισχύει στον ίδιο βαθμό γιά τις άπόλυτες άνάγκες
— γρήγορα μπορεί νά φτάσει κανείς σε ένα σημείο, ίσως

17
μάλιστα γρηγορότερα απ’ οσο συνειδητοποιούμε, οπού οί
ανάγκες αυτές θά έχουν κορεστεΐ, υπό τήν έννοια δτι θά
προσπαθούμε νά άφιερώσουμε τήν υπόλοιπη ένέργειά μας
σε μη οικονομικούς στόχους.
Ποιο είναι τό συμπέρασμά μου τώρα, πού νομίζω ότι
οσο τό σκέφτεστε, τόσο θά συνεπαίρνει τή φαντασία σας;
Τό συμπέρασμά μου είναι, ύποθέτοντας πάντα πώς δεν
θά ύπάρξουν σημαντικοί πόλεμοι, ούτε σημαντική αύξη­
ση τού πληθυσμού, ότι τό οικονομικό πρόβλημα μπορεί
νά λυθεί, ή τουλάχιστον οτι ή λύση του μπορεί νά είναι ο­
ρατή, μέσα σε εκατό χρόνια. Αύτό σημαίνει οτι τό οικο­
νομικό πρόβλημα δεν είναι —αν κοιτάξουμε προς τό μέλ­
λον— τό μόνιμο πρόβλημα τον ανθρώπινον γένονς.
Γ ια τί, ίσως ρωτήσετε, είναι τόσο έντυπωσιακό αύτό;
Ε ίνα ι έντυπωσιακό έπειδή —όταν, άντί γιά τό μέλλον,
κοιτάζουμε προς τό παρελθόν— βρίσκουμε οτι τό οικονο­
μικό πρόβλημα, ό άγώνας γιά τήν έπιβίωση, ήταν μέχρι
τώρα πάντα τό πρωτεύον, τό πιο πιεστικό πρόβλημα τού
άνθρώπινου γένους — καί οχι μόνο τού άνθρώπινου γένους
άλλά τού συνόλου τού ζω ικού βασιλείου ήδη άπό τις ά-
παρχές της ζωής στις πιο πρωτόγονες μορφές της.
Ε π ομ ένω ς ή φυσική μας έξέλιξη —με όλες τις ορμές
καί τά βαθύτερα ένστικτά μας— ήταν ρητά τέτοια πού νά
ύπηρετεΐ τό στόχο της επίλυσης τού οικονομικού προβλή­
ματος. Α ν λυθεί τό οικονομικό πρόβλημα, ή άνθρωπότη-
τα θά στερηθεί τον παραδοσιακό της στόχο.

ι8
Θά πρόκειται λοιπόν για κέρδος; Ά ν πιστεύει κανείς
καθόλου στις πραγματικές άξιες της ζωής, ή προοπτική
τουλάχιστον διανοίγει τή δυνατότητα ενός κέρδους. Κ ι ό­
μως, με τρόμο σκέφτομαι τήν άναγκαία άναπροσαρμο-
γή συνηθειών καί ένστικτων τού συνηθισμένου άνθρώπου,
πού τού έχουν ένσταλαχθει μέσα άπό άτέλειωτες γενιές
καί πού θά πρέπει νά άποβάλει μέσα σέ λίγες δεκαετίες.
Γιά νά χρησιμοποιήσουμε τή γλώ σσα τού σήμερα —
δέν πρέπει νά περιμένουμε μιά γενική ((νευρική κατάρρευ­
σ η»; Έ χ ο υ μ ε ήδη μιά μικρή έμπειρία τού τί θέλω νά πώ
— μιά νευρική κατάρρευση σάν αύτή πού είναι ήδη κοινή
στήν Α γγλία καί τις Η νω μένες Πολιτείες μεταξύ των κυ­
ριών τών ευκατάστατων τάξεων, πού είναι πολλές φορές
δυστυχισμένες επειδή ό πλούτος τους τις έχει άφήσει χ ω ­
ρίς τά παραδοσιακά τους καθήκοντα καί τις παραδοσιακές
τους άσχολίες — καί οί όποιες, χωρίς τό κίνητρο τής οι­
κονομικής άνάγκης, δέν βρίσκουν άρκετά διασκεδαστικά
τό μαγείρεμα, τό καθάρισμα καί τό μαντάρισμα, άλλά δέν
μπορούν νά βρούν καί τίποτα πιο διασκεδαστικό νά κάνουν.
Γι* αύτούς πού ιδρώνουν γιά τό καθημερινό τους ψωμί
ή σχόλη είναι ένα λαχταριστό γλυκό — μέχρι νά τό έχουν.
Ό π ω ς τό λέει ό παραδοσιακός επιτάφιος πού έγραψε
γιά τον εαυτό της μιά γριά καθαρίστρια:

Μην πενθείτε γιά μένα , φίλοι μου, ποτέ μην κλάψετε γιά μένα ,
άφον επιτέλους, και γιά πάντα πιά, όέν θά 'χω τίποτα νά κάνω.

19
Αυτός ήταν ό παράδεισός της. Ό π ω ς άλλοι δεν βλέπουν
τήν ώρα να σχολάσουν, αύτή σκεφτόταν πόσο καλά θά
ήταν νά περνάει τήν ώρα της άπλώς άκούγοντας — για τί
υπάρχει ένα άλλο δίστιχο του ποιήματος της:

Μέ ψαλμούς καί γλνκειά μουσική θά αντηχούν οι ουρανοί,


άλλα εγώ όέν θά εχω τίποτε νά κάνω γιά το τραγούδι.

Κ α ί δμως, μόνο γ ι’ αύτούς που θά άσχολουνται μέ τό τρα­


γούδι θά είναι άνεκτή ή ζω ή — καί πόσο λίγοι άπό μάς
είμαστε σε θέση νά τραγουδήσουμε!
Γ ιά πρώτη φορά άπό τη δημιουργία του ό άνθρωπος θά
έρθει άντιμέτωπος μέ τό πραγματικό, τό μόνιμο πρόβλη­
μά του — πώς νά χρησιμοποιήσει τήν ελευθερία άπό τις
πιεστικές οικονομικές άνάγκες, πώς νά γεμίσει τον έλεύ-
θερο χρόνο του, πού θά τού έχουν κερδίσει ή έπιστήμη καί
ό άνατοκισμός, γιά νά ζήσει έλεύθερα καί σοφά καί καλά.
Μ πορεί αύτοί πού είναι άποφασισμένοι νά κάνουν λε­
φτά νά μάς μεταφέρουν δλους μ α ζί τους στούς κόλπους
της οικονομικής άφθονίας. Αλλά ικανοί νά άπολαύσουν
τήν άφθονία δταν έλθει θά είναι έκείνοι οί λαοί πού θά κα­
ταφέρουν νά μείνουν ζω ντανοί καί νά καλλιεργήσουν μιά
μεγαλύτερη τελειότητα, καί πού δέν πουλάνε τήν ψυχή
τους γιά τήν έπιβίω ση.
Δέν ύπάρχει δμως χώρα, ούτε λαός, νομίζω , πού νά
μπορούν νά κοιτάξουν μπροστά στήν εποχή της σχόλης

20
καί της άφθονίας χωρίς τρόμο. Για τί έχουμε έπί πολύ εκ­
παιδευτεί στο να προσπαθούμε καί οχι στο να άπολαμ-
βάνουμε. Είναι ένα έπίφοβο πρόβλημα για τό συνηθισμένο
άνθρωπο, τον χωρίς ιδιαίτερα ταλέντα, να βρει με τί να
άσχοληθεΐ, ιδίως όταν δεν έχει πλέον ρίζες στο έδαφος ή
τό έθιμο ή τις άγαπημένες συμβάσεις μιας παραδοσιακής
κοινωνίας. Ά ν κρίνουμε άπό τή συμπεριφορά καί τα έπι-
τεύγματα των πλούσιων τάξεων τού σήμερα σε όποιοδή-
ποτε μέρος τού κόσμου, τό θέαμα είναι πολύ καταθλιπτι-
κ ό ! Αύτές είναι, ας τό πούμε έτσι, ή έμπροσθοφυλακή μας
— αύτοί πού κατασκοπεύουν για μάς τούς υπόλοιπους τή
γη της έπαγγελίας, καί κατασκηνώνουν ήδη έκει. Κ αί ό­
μως —αύτοί πού έχουν ένα άνεξάρτητο εισόδημα, καί δεν
έχουν ούτε έξαρτήσεις, ούτε υποχρεώσεις, ούτε δεσμούς—
έχουν οί περισσότεροι, έτσι μού φαίνεται, πλήρως άποτύ-
χει να λύσουν τό πρόβλημα πού τούς τέθηκε.
Ε ίμ α ι βέβαιος ότι με λίγη παραπάνω έμπειρία θά χρη­
σιμοποιήσουμε τό νεοευρεθέν δώρο τής φύσης έντελώς
διαφορετικά άπ’ ό,τι τό χρησιμοποιούν σήμερα οί πλού­
σιοι, καί θά καταστρώσουμε γιά τον έαυτό μας ένα σχέδιο
ζωής πολύ διαφορετικό άπό τό δικό τους.
Γιά πολλές μελλοντικές έποχές ό παλαιός Ά δάμ θά εί­
ναι τόσο δυνατός μέσα μας, πού ό καθένας θά πρέπει κά­
πως νά δουλέψει γιά νά είναι εύχαριστημένος. Θά κάνουμε
πιο πολλά πράγματα γιά τον έαυτό μας, άπ’ όσα κάνουν
συνήθως οί πλούσιοι σήμερα, καί θά είμαστε πολύ εύχα-

21
ριστημένοι νά έχουμε μικροϋποχρεώσεις, μικροστόχους
καί μικρορουτίνες. Άλλα κατά τα λοιπά ή έγνοια μας θά
’ναι τό ψωμί νά φτάσει γιά τό βούτυρο — θά μοιράζουμε
οποία λίγη δουλειά μένει νά γίνει δσο γίνεται περισσότε­
ρο. Με λίγες τρίωρες βάρδιες ή με δεκαπέντε ώρες έργα-
σίας έβδομαδιαίως τό πρόβλημα μπορεί νά άναβληθει γιά
λίγο. Τρεις ώρες τη μέρα είναι άρκετές γιά νά ικανοποιή­
σουν τον παλαιό Ά δάμ μέσα στους περισσότερούς μας!
'Υπάρχουν καί άλλαγές σε άλλες σφαίρες πού πρέπει
νά περιμένουμε.Ό ταν ή συσσώρευση τού πλούτου δεν θά
έχει πλέον μεγάλη κοινωνική σημασία, θά υπάρξουν με­
γάλες άλλαγές στον ήθικό μας κώδικα. Θά μπορούμε νά
ξεφορτωθούμε πολλές ψευτο-ηθικές άρχές πού μάς άγ-
χώνουν έδώ καί πάνω άπό διακόσια χρόνια, μέ τις όποιες
άνεβάσαμε κάποια άπό τά πιο κακόγουστα άνθρώπινα
χαρακτηριστικά στή θέση των υψηλότερων άρετών. Θά
έχουμε τη δύναμη νά έκτιμήσουμε τό κριτήριο τού χρή­
ματος στην πραγματική του άξια. Ή άγάπη τού χρήματος
ώς περιουσιακού στοιχείου —σέ άντίθεση προς την άγάπη
τού χρήματος ώς μέσου γιά τις άπολαύσεις καί τις π ραγ­
ματικότητες της ζωής— θά άναγνωριστεΐ ώς αύτό πού
είναι, μιά κάπως άηδιαστική νοσηρότητα, μία άπό τις ή-
μιεγκληματικές, ήμιπαθολογικές τάσεις πού άφήνει κα­
νείς μετά βδελυγμίας στούς ειδικούς γιά τις ψυχικές ά-
σθένειες.Όλα τά κοινωνικά έθιμα καί οί οικονομικές πρα­
κτικές, πού τώρα διατηρούμε μέ κάθε κόστος, δση κακο­

22
γουστιά καί αδικία κι αν περιέχουν, έπειδή έξυπηρετοΰν
τή συσσώρευση του κεφαλαίου, θά μπορούν έπιτέλους έ-
λεύθερα να άπορριφθοΰν.
Ασφαλώς θά υπάρχουν πολλοί άνθρωποι πού θά άναζη-
τούν με έντονη, άκόρεστη θεληματικότητα τον πλούτο —
έκτος αν μπορούν νά βρούν κάποιο εύλογο υποκατάστατο.
Αλλά οί υπόλοιποι δεν θά έχουμε πλέον καμία υποχρέωση
νά τούς χειροκροτούμε καί νά τούς έπευφημούμε. Γ ια τί
θά ερευνάμε με μεγαλύτερη περιέργεια άπ* δσο είναι ά-
σφαλές νά τό κάνουμε σήμερα την πραγματική φύση αύ-
της της «ύπ ολογιστικότητας» με τήν όποια ή Φύση μάς
έχει προικίσει σχεδόν όλους σε διαφορετικούς βαθμούς.
Για τί ή ύπολογιστικότητα αύτή σημαίνει ότι μάς άπα-
σχολούν περισσότερο τά άποτελέσματα των πράξεών μας
στο μακρινό μέλλον, παρά ή ποιότητά τους ή οί άμεσες
συνέπειές τους γιά τό περιβάλλον μ α ς.Ό « υπολογιστής»
άνθρωπος προσπαθεί πάντα νά έξασφαλίσει μιά νόθα καί
άπατηλή άθανασία γιά τις πράξεις του σπρώχνοντας τά
συμφέροντά του μέσα στο μέλλον. Δεν άγαπάει τή γάτα
του, άλλά τά γατάκια της* καί στην πραγματικότητα ούτε
τά γατάκια της, παρά τά δικά τους γατάκια, κ.ο.κ. μέχρι
τό τέλος της γατοσύνης. Γ ι’ αύτόν ή μαρμελάδα δεν είναι
μαρμελάδα παρά μόνο αν είναι μιά περίπτωση αύριανής
μαρμελάδας καί ποτέ σημερινής. Σπρώχνοντας τή μαρ­
μελάδα συνεχώς προς τό μέλλον, προσπαθεί νά έξασφα-
λίσει μιάν άθανασία γιά τήν πράξη τού βρασίματός της.

23
Ε π ιτρ έ ψ τε μου νά θυμίσω τον καθηγητή στο Sylvie
and Bruno:*

« Ό ράφτης είμαι, κύριε, μέ τό μικρό λογαριασμό σας»,


είπε μια αδύναμη φωνή έξω άπό την πόρτα.
« Ά , καλά, θά λύσω τό θέμα του στα γρήγορα», είπε ό
καθηγητής στα παιδιά, «μια στιγμή, περιμένετε. Πόσο κά­
νει φέτος, καλέ μου άνθρω πε;»Ό σο μίλαγε, ό ράφτης είχε
μπει μέσα.
«Ν ά , βλέπετε τό διπλασιάζουμε τόσα χρόνια τώρα», εί­
πε ό ράφτης, λίγο κοφτά, « καί μου φαίνεται δτι θά ήθελα νά
πληρωθώ πιά. Είναι δυο χιλιάδες λίρες!»
« Λ , αύτό δεν είναι τίπ ο τα !» είπε άδιάφορα ό καθηγη­
τής, ψάχνοντας στήν τσέπη του σάν νά είχε πάντα πάνω του
τουλάχιστον τόσα. « Αλλά δέν θέλεις νά περιμένεις άλλο ένα
χρόνο καί νά τό κάνεις τέσσερις χιλιάδες; Σκέψου μόνο πόσο
πλούσιος θά γινόσουν έτσι! Τ ί λέω, βασιλιάς κανονικός!»
«Δ έν ξέρω αν θέλω νά γίνω βασιλιάς», είπε σκεπτικός ό
άλλος. « Αλλά άκούγονται στ’ άλήθεια πολλά λεφτά! Λοιπόν,
μου φαίνεται ότι θά περιμένω —»
« Καί βέβαια θά περιμένεις!» είπε ό καθηγητής. «Τό βλέ­
πω ότι είσαι λογικός άνθρωπος. Καλή σου μέρα!»
«Θ ά τού πληρώσετε ποτέ αύτές τις τέσσερις χιλιάδες;»
ρώτησε ή Σύλβια καθώς έκλεινε ή πόρτα πίσω άπό τον ά-
ποχωρούντα πιστωτή.
«Π οτέ, παιδί μου», είπε ό καθηγητής μέ έμφαση. «Θ ά

* Lewis Carroll, Sylvie and Bruno, 1889· Sylvie and Bruno Con­
cluded, 1893.

24
συνεχίσει νά τά διπλασιάζει μέχρι νά πεθάνει. Βλέπεις πάν­
τα άξίζει νά περιμένεις άλλο ένα χρόνο για νά έχεις τά δι­
πλάσια χρήματα!»

"Ισως δεν είναι τυχαίο δτι ή φυλή πού συνέβαλε τά μ έ γ ι­


στα στο νά φέρει την υπόσχεση της άθανασίας στήν καρ­
διά καί την ούσία των θρησκειών μας, συνέβαλε έπίσης τά
μάλα στήν αρχή τού άνατοκισμού καί άγαπά ιδιαίτερα
αύτό τον πιο υπολογιστικό άπό δλους τούς άνθρώπινους
θεσμούς.
Μάς βλέπω λοιπόν έλεύθερους νά έπιστρέψουμε σε κά­
ποιες άπό τις πιο άσφαλεΐς καί βέβαιες αρχές της θρη­
σκείας καί της παραδοσιακής άρετης — δτι ή τσιγγουνιά
είναι άμαρτία, δτι ή τοκογλυφία είναι κακή διαγω γή, καί
ή άγάπη τού χρήματος μισητή, δτι τούς δρόμους της ά­
ρετης καί της σοφίας τούς παίρνουν άληθινότερα δσοι σκέ­
φτονται λιγότερο τό αύριο. Θά βάλουμε καί πάλι τούς
σκοπούς πιο πάνω άπό τά μέσα, καί θά προτιμάμε τό καλό
άπό τό χρήσιμο. Θά τιμά με αύτούς πού μπορούν νά μάς
διδάξουν πώς νά περνάμε τήν ώρα καί τή μέρα μας ενά­
ρετα καί καλά, τούς γοητευτικούς άνθρώπους πού μπο­
ρούν νά άπολαμβάνουν άμεσα τά πράγματα, τά κρίνα τού
άγρού ούτε κοπιάζουν ούτε γνέθουν.*
Αλλά προσοχή! Ό καιρός δεν εχει ερθει άκόμα. Γιά
τουλάχιστον έκατό χρόνια άκόμα πρέπει νά παριστάνουμε

* Κατά Ματθαίον, στ' 28 (Σ.τ.Μ .).

25
στους εαυτούς μας καί σ’ δλους δτι τό δίκαιο είναι άδικο
καί τό άδικο δίκαιο* για τί τό άδικο είναι χρήσιμο καί τό
δίκαιο δεν είναι. Ή τσιγγουνιά καί ή τοκογλυφία καί ή
προφύλαξη πρέπει να είναι οί θεοί μας για λίγο άκόμη.
Για τί μόνο αύτές μπορούν να μάς βγάλουν άπό τή σήραγ­
γα της οικονομικής άνάγκης στο φως.
Προσβλέπω, επομένως, σε μέρες οχι καί τόσο άπομα-
κρυσμένες, στή μεγαλύτερη άλλαγή πού συνέβη ποτέ στο
υλικό περιβάλλον τής ζω ής για τα άνθρώπινα οντα στο
σύνολό τους. Άλλα βέβαια, δλα θά συμβούν σταδιακά, οχι
σαν μια άπότομη άλλαγή. Κ α ί έχουν όντως ξεκινήσει. Ό
ρούς των πραγμάτω ν θά είναι άπλώς δτι οί τάξεις καί οί
ομάδες άνθρώπων γιά τις όποιες τά προβλήματα τής οι­
κονομικής άνάγκης θά έχουν πρακτικά λυθεί θά διευρύ­
νονται συνέχεια. Ή άποφασιστική διαφορά θά υπάρξει δ-
ταν ή κατάσταση αύτή θά έχει γενικευτεί τόσο πού θά έ­
χει άλλάξει ή φύση των ύποχρεώσεων καθενός προς τον
διπλανό του. Γ ιατί θά είναι άκόμη λογικό νά υπολογίζει
κανείς τά οικονομικά των άλλων, δταν δεν θά είναι πιά
λογικό νά τά υπολογίζει γιά τον έαυτό του.
Τό ρυθμό με τον όποιο θά φτάσουμε τήν οικονομική
εύπραγία πού είναι ό προορισμός μας θά τον καθορίσουν
τέσσερα πράγματα — ή ικανότητά μας νά έλέγξουμε τήν
αύξηση τού πληθυσμού, ή άποφασιστικότητα με τήν ό­
ποια θά άποφύγουμε τούς πολέμους καί τούς έσωτερικούς
διχασμούς, ή προθυμία μας νά έμπιστευτούμε στην έπι-

20
στήμη τή διεύθυνση των πραγμάτων πού είναι κυριολε­
κτικά υπόθεση της έπιστήμης, καί ό βαθμός της συσσώ­
ρευσης όπως προκύπτει άπό τή διαφορά άνάμεσα στο τί
θά παράγουμε καί τί θά καταναλώνουμε* καί τό τελευταίο
άπό αύτά θά έρθει άπό μόνο του αν υπάρξουν τά άλλα
τρία.
Στο μεταξύ, καλό θά ήταν νά άρχίσουμε νά προετοιμα­
ζόμαστε γ ι’ αύτό πού μάς περιμένει, ένθαρρύνοντας τις
τέχνες της ζωής καί πειραματιζόμενοι μαζί τους, οσο τό
κάνουμε με τις πιο υπολογιστικές δραστηριότητες.
Αλλά, προπάντων, ας μήν ύπερεκτιμούμε τη σημασία
των οικονομικών προβλημάτων κι ας μή θυσιάζουμε στην
ύποτιθέμενη άναγκαιότητά τους άλλα ζητήματα με με­
γαλύτερη καί μονιμότερη σημασία. Τ ά οικονομικά προ­
βλήματα θά έπρεπε νά είναι θέμα κάποιων ειδικών — σάν
τά δόντια μας. ’Ά ν οί οικονομολόγοι μπορούσαν νά κάνουν
τούς άλλους νά τούς βλέπουν σάν άπλούς άνθρώπους με
κάποια έπαγγελματική έπάρκεια, όπως είναι οί οδοντία­
τροι, αύτό θά ήταν θαυμάσιο!

27
Ε Π ΙΛΟ ΓΟ Σ
το υ μ ε τ α φ ρ α σ τ ή
ΐ9 3 ο: η οικονομική καταρ ρετςη πού γνώρισαν τό 1929
οί Ηνωμένες Πολιτείες εχει άρχίσει νά απλώνει σύννεφα α­
παισιοδοξίας πάνω άπό την Εύρώπη, χωρίς κανένας νά φαν­
τάζεται άκόμα ποιές άκριβώς θά είναι οί συνέπειές της, καί ό
Κέυνς γράφει ενα μικρό δοκίμιο για νά προτρέψει τούς συμ­
πατριώτες του νά μήν ύποκύψουν στην άπαισιοδοξία αυτή,
προλέγοντας τό μέλλον τους: Π ιστεύει δτι μέσα στά έκατό έ-
πόμενα χρόνια ό πλούτος πού προκύπτει σταθερά άπό την έ-
πένδυση τού ήδη συσσωρευμένου κεφαλαίου θά είναι άρκετός
γιά νά καλυφθούν οί βασικές (οί άπόλυτες, όπως τις ονομάζει)
άνάγκες, καί νά άπελευθερωθεΐ ό άνθρωπος άπό τό άχθος της
έργασίας.
Δέν μπορεί κανείς νά μήν προσέξει τήν ομοιότητα μέ τό
μαρξικό ιδεώδες της άπελευθέρωσης τού άνθρώπου άπό τήν
άνάγκη — καί ή ομοιότητα αύτή μόνο τυχαία δέν είναι. Ά ν
καί ή σκέψη τού Κέυνς δέν είναι έλεύθερη άπό κατάλοιπα τού
άστικού ιδεολογήματος δτι ύπάρχει μιά σταθερή καί άναλλοί-
ωτη φύση τού άνθρώπου, τό όποιο έπανέρχεται έδώ καί *κεΐ
έγκιβωτισμένο σέ κάποιες άμέριμνες διατυπώσεις, στο έπί-


κέντρο της έχει όμως έγκατασταθεΐ ό φόβος ότι ή άλλαγή του
άνθρώπου πού εύαγγελίζεται ό μαρξισμός είναι δυνατή * Ό
άνθρωπος δέν είναι άπό τη φύση του προσανατολισμένος στο
κέρδος καί μια κοινωνία πού θά άπαξίωνε τό κέρδος μπορεί
μέσα άπό τον οίονεί θρησκευτικό ζήλο του κομμουνισμού νά
γίνει δυνατή. Καί ό Κέυνς φοβάται δτι ή ιστορική πορεία έ-
κλέπτυνσης πού οδήγησε ώς τον άστό θά διαγράφει μέ μιά
μονοκοντυλιά δίνοντας τη θέση της στο νέο βαρβαρισμό πού
έκπροσωπεΐ ό προλετάριος. Γι* αύτό ζητάει πίστωση χρόνου
γιά τον άστό ύποσχόμενος ότι σέ έκατό χρόνια, αν ή πορεία
δέν άνακοπει άπό κοινωνικές άναταραχές καί πολέμους, ό
άστός θά πετύχει αύτό πού ονειρεύεται ό κομμουνιστής άντί-
παλός του. Καί αν, όπως τό λέει ό Κέυνς, ((γιά νά νικήσει τον
θρησκευτικό κομμουνισμό ό άθρησκος καπιταλισμός, δέν άρ-
κει νά είναι πιο άποδοτικός — πρέπει νά είναι πολλές φορές
πιο άποδοτικός», καταλαβαίνει κανείς γιατί αύτό πού ύπό-
σχεται δέν θά μπορούσε νά έχει διαστάσεις μικρότερες άπό
έκεινες της μαρξικής ούτοπίας."
Δέν είναι τυχαίο λοιπόν δτι τό όραμα της άπελευθέρωσης
τού άνθρώπου άπό την άνάγκη συνοδεύεται καί στον Κέυνς
άπό σκέψεις πού θυμίζουν αύτές της μαρξικής ((Κριτικής τής
πολιτικής οικονομίας»: Ή ((πολιτική οικονομία» έκλαμβάνει
ώς φύση κάτι πού είναι άπλώς μιά ιστορική κατάσταση, ή κα­
τάσταση τού άνθρώπου πού διεκδικεΐ μιά (μόνο πολιτική) έ-

# Βλ. «Δ 8 ΗογΙ Υΐενν οί ΚιΐδδΐΒ» (1925) στο ίη Ρεηιιαείοη,


σ. 297-3” ·
## Στο ίδιο, σ. 3°7·

32
λευθερία ένώ (καί έπειδή) ύπόκειται άκόμα στή (φυσική) ά-
νάγκη. Άλλωστε πίσω άπό τήν υστεροβουλία της άναβεβλημέ-
νης κατά έκατό χρόνια σύμπτωσης μπορεί κανείς να διακρίνει
μια ειλικρινή συμφωνία:Όταν, μέ τήν πραγματική άλλαγή
της πραγματικής κατάστασης του άνθρώπου, ή ((οικονομία»
μέ τή νεότερη έννοια γίνει ξανά ό,τι ήταν γιά τούς άρχαίους ή
χρηματιστική, τότε καί ό άνθρωπος θά γίνει ελεύθερος, όπως
ήταν έλεύθερος ό άρχαιος πολίτης — χωρίς, τή φορά αύτή, τήν
έλευθερία του νά τήν έξασφαλίζει ή ύπαρξη δούλων.
Ένώ όμως ό Μάρξ, άπαισιόδοξος γιά τό άμεσο μέλλον τού
καπιταλισμού, ήταν πολύ αισιόδοξος γιά τό άπώτερο (κομ­
μουνιστικό) μέλλον τής άπελευθέρωσης άπό τήν άνάγκη, ό
Κέυνς, σχετικά αισιόδοξος γιά τό μέλλον τού καπιταλισμού,
είναι σχετικά άπαισιόδοξος γιά τό τί θά σημάνει ή λύση τού
οικονομικού προβλήματος πού έξαγγέλλει μέ τόση φαινομε­
νική αισιοδοξία (χωρίς άντίφαση όμως — ένα πρόβλημα πού
άντιστοιχεΐ σέ πεπερασμένες άνάγκες είναι έξ ορισμού έπι-
λύσιμο): Θά άφήσει τούς άνθρώπους περισσότερο έκτεθειμέ-
νους στο άγχος τής έλευθερίας τους, πού θά πρέπει νά τήν
κατευθύνουν πλέον προς δημιουργικότερες δραστηριότητες·
καί ό Κέυνς άμφιβάλλει αν θά είναι έτοιμοι γ ι’ αύτή τή ριζική
άλλαγή.
Πλησιάζοντας τό 2030, στο μέσο μιας κρίσης πού ή διάρ­
κεια καί ή έπιμονή της συγκρίθηκαν πολλές φορές μέ έκείνη
τής δεκαετίας τού *3°> προσβεβλημένοι άπό μιά άνάλογη ά-
παισιοδοξία, πού ή μνήμη έκείνης τήν πολλαπλασιάζει μάλ­
λον παρά τήν παρηγορεΐ, δέν μπορούμε νά διαβάσουμε τό κεί­
μενο τού Κέυνς χωρίς νά συγκρίνουμε τις προβλέψεις του μέ

33
την πραγματικότητα, καί τα πιστεύω του μέ τα πιστεύω τού
σήμερα.
Ή κρίση πού ό Κέυνς έβλεπε να έρχεται υπήρξε μεγαλύτε­
ρη άπ* όσο φανταζόταν, καί οί οικονομολόγοι δέν είναι πολύ
σίγουροι αν ξεπεράστηκε χάρη στις κεϋνσιανές πολιτικές πού
έφάρμοσαν τόσο ή Αμερική του New Deal όσο καί τα φασι­
στικά καθεστώτα της Εύρώπης, ή χάρη στον πόλεμο πού
άκολούθησε καί πού σέ μεγάλο βαθμό της άποδίδουμε — ένώ
ό ίδιος ό Κέυνς στήριζε τήν προσδοκία της εύημερίας πού εκ­
θέτει στην έλπίδα ότι θά άποφευχθούν οί πόλεμοι καί οί κοι­
νωνικές άναταραχές. Ή μεταπολεμική έπιτάχυνση της οικο­
νομικής δραστηριότητας έδωσε στο άπόγειό της τήν έντύ-
πωση ότι τουλάχιστον γιά τό δυτικό κόσμο ή κοινωνία τής
άφθονίας είχε έπιτευχθεΐ (Galbraith, The Affluent Society,
1958),* καί ότι τό τέλος τής έργασίας είναι κοντά (Jeremy
Rifkin, The End of Work, 1995), καί αύτά θά έμοιαζαν νά ε­
πιβεβαιώνουν άκόμα τις προβλέψεις τού Κέυνς, όχι μόνο γιά
τήν πατρίδα του άλλά καί γιά τις δυτικές κοινωνίες γενικό­
τερα. Άν, όπως έφτασε νά πει ό Αμερικανός νομπελίστας οι­
κονομολόγος Herbert Simon, μόνο τό ίο % των εισοδημάτων
μας σήμερα προέρχεται άπό τήν έργασία, καί τό άλλο go %
οφείλεται στή συσσώρευση άπό τό παρελθόν, τις ύποδομές,
κ.λπ., τό ένδεχόμενο ένός εισοδήματος πού νά μήν προέρχεται
άπό τήν έργασία, όπως τό σκεφτόταν ήδη τό 1848 ό Joseph
Charlier ( Solution du problème social, Βρυξέλλες 1848), θά

* Στην τέταρτη έκδοση (1998) ή αισιοδοξία είναι ήδη μετρια­


σμένη.

34
ήταν ισχυρό καί εύλογο. Άλλα ή πίεση πού άσκεΐ τό σημερινό
παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον πάνω στην προσφορά έργα-
σίας φαίνεται νά έμποδίζει άκόμα καί τις δυτικές κοινωνίες
νά ζήσουν άπό τό συσσωρευμένο τους πλούτο. Οί τύψεις πού
αισθάνονται γιά τά προνόμιά τους δέν συνοδεύονται βέβαια
άπό καμιά έπιθυμία νά μοιραστούν τά κεκτημένα τους μέ τις
λιγότερο προηγμένες κοινωνίες, καί ικανοποιούνται μέ τή
μάλλον υποκριτική έλπίδα να βελτιωθεί καί των άλλων ή θέ­
ση. Ένώ μέ τό πέρασμα του χρόνου έγινε όλο καί πιο άμφί-
βολο αν ή εύμάρεια των δυτικών κοινωνιών μπορεί να έξα-
πλωθεΐ πλανητικά χωρίς νά προκαλέσει μείζονα οικολογική
κρίση. Στο μεταξύ, κάποιες περιοδικές έκτινάξεις τών τιμών
πρώτων υλών καί βασικών τροφών δημιουργούν άμφιβολίες
γιά τον δυνητικά καταστροφικό ρόλο τού χρηματιστηριακού
καπιταλισμού στον όποιο στήριζε ό Κέυνς την πίστη του. Καί
όταν ό Bernanke λέει τό 2008 στην άμερικανική Γερουσία
ότι χρηματοπιστωτικά έργαλεϊα πού χρησιμοποιούσαν έπί δε­
καετίες οί κεντρικές τράπεζες έπαυσαν νά λειτουργούν, ό ο­
ρίζοντας της αισιοδοξίας τού Κέυνς μοιάζει μάλλον νά έχει
πιά κλείσει.
Ό λα αύτά δέν μάς έπιτρέπουν νά ξεχάσουμε ότι ζούμε σέ
έναν κόσμο πού όχι μόνο δέν μπορεί νά περιορίσει την οικονο­
μία σέ άπλή χρηματιστική, άλλά την έχει άναβιβάσει (άρκε-
τά πριν άπό την έποχή τού Κέυνς ) σέ πολιτική — ή ceπολιτική
οικονομία», πού πρωτοεμφανίζεται στον τίτλο τού βιβλίου
τού Antoine de Montchrétien, Traité de Teconomie politique,
τό 1615 , θά ήταν γιά τούς άρχαίους contradictio in terminis,
άλλά αύτό δέν σημαίνει ότι ή πραγματικότητα πού κατονομά­

35
ζει ό δρος δέν υπάρχει: Ή οίκο-νομία διαθέτει δεδομένο πλαί­
σιο καί πεπερασμένο άριθμδ έπιλογών, δταν περνάμε δμως
άπό τον οίκο στήν πόλιν, καί πολύ περισσότερο στο σημερινό
διευρυμένο διεθνές πολιτικό σύστημα, ή αύξηση της πολυπλο-
κότητας δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα. Ό χ ι μόνο έ-
πειδή τό σύστημα των ((άξιων» πάνω στο όποιο στηρίζεται ό
οικος είναι ένα καί δεδομένο. Ακόμα κι δπου υπάρχει ένα κοι­
νά άποδεκτό σύστημα άξιων, καί είναι δυνατή ή άπόσπαση
μιας καθαρά θετικής οικονομικής έπιστήμης πού θά τοποθε­
τηθεί συμπληρωματικά δίπλα σέ μιά κανονιστική (positive
καί normative economics), ή οικονομία θά έξακολουθεΐ νά
είναι πολιτική, γιατί αύτό έπιβάλλει ό ύποθετικο-παραγω-
γικός χαρακτήρας τής νεότερης έπιστήμης, πού θέλει νά λέ­
γεται θετική, χωρίς νά ξέρει πάντα τί σημαίνει αύτό: Μεταξύ
άλλων —έπειδή άκριβώς βάση της δέν είναι ή παρατήρηση,
όπως ήθελε ό Saint-Simon όταν έδινε τον ορισμό τής science
positive [1810 ], άλλά ένα μάγμα σημασιών πού περιλαμβά­
νουν τον κατασκευαστικό [θέσει versus φύσει] καί έπιτελε-
στικό χαρακτήρα της, όπως προσπάθησε νά τις ένοποιήσει ό
Comte [1844]—»δτι κάθε παρατηρήσιμο γεγονός μπορεί πάν­
τα νά έξηγηθεΐ άπό μιά πληθώρα υποθέσεων, καί δτι έπομέ-
νως κάθε έξήγηση είναι έπιλογή*

# Τήν έπίδραση πού άσκησε τό κλασικό δοκίμιο του Milton Fried­


man «The Methodology of Positive Economics» ( Essays in Posi­
tive Economics, The University of Chicago Press, 19 53) [κατά τον
Mark Blaug ( Uskali Maki, ( έκδ.) The Methodology of Positive Eco­
nomics. Reflections on the Milton Friedman Legacy, Cambridge Uni­
versity Press, 20 09 ): «One can find in it echoes, and sometimes

36
Όποιος έπικρίνει σήμερα τήν τάση άπορρόφησης της πο­
λιτικής άπό τήν οικονομία χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τό
βασικό αυτό δεδομένο, δτι ή οικονομία είναι ήδη πολιτική, καί
θεωρεί δτι τό μόνο πού έμποδίζει τήν πολιτική να πάρει τό
πάνω χέρι είναι κάποια, λίγο ή πολύ σκοτεινά, ίδιοτελή συμ­
φέροντα, κινδυνεύει να περιορίσει τήν πολιτική του σκέψη στο

much more than echoes, of Popper, Kuhn, Quine, Toulmin, Lau-


dan, and even Feyerabend — and that is precisely what made it one
of the most influential texts in the methodological literature of twen­
tieth-century economics» (σ. 3 5 1)] τήν έξηγεΐ ακριβώς τό γεγονός
δτι έφαρμόζει, στην περίπτωση της μεθοδολογίας της θετικής οικονο­
μικής επιστήμης, τό νεότερο επιστημονικό πρότυπο, μέ τρόπο μάλι­
στα πού ξεπερνά τό λογικό θετικισμό, στον όποιο έχει την αφετηρία
του, χάρη στην πληρέστερη ανάπτυξη ενός ανανεωμένου ( μεθοδολο­
γικά ολιστικού) νομιναλισμού. Άπό τη διαπίστωση δτι ό έπιχειρημα-
τίας ένεργει σαν να ξέρει τούς οικονομικούς νόμους πού μεγιστοποιούν
τό κέρδος, γιατί άλλιώς δέν θά είχε έπιβιώσει τού ανταγωνισμού, δπως
ένα προσαρμοστικό χαρακτηριστικό κάποιου ζωικού είδους τό δείχνει
να ένεργει σαν να ξέρει τί συμφέρει τήν έπιβίωσή του (γιατί άλλιώς
δέν θά είχε έπιβιώσει) τό πέρασμα δέν ήταν δύσκολο προς τήν πεποί­
θηση τού homo economicus δτι έπιβάλλεται χάρη στήν ικανότητά του
νά έπιλέγει λογικά (rational choice).Έ ν α ς πραγματικός δαρβινιστής
μπορεί πάντα νά άντιτάξει δτι δέν ξέρουμε ποτέ μέ άκρίβεια ποιά χα­
ρακτηριστικά είναι όντως αποτέλεσμα προσαρμογής, γιατί δίπλα σ’
αύτά έπιβιώνουν καί πολλά άλλα, άλλά αύτό δέν θά έμποδίσει ποτέ
τον θετικιστή τής οικονομίας νά βλέπει τις συμπεριφορές πού δέν έ-
ξυπηρετούν τήν οικονομική άποτελεσματικότητα (καί τά άντίστοιχα
άνθρώπινα σύνολα) ώς ιστορικά άπολιθώματα πού πρέπει νά πάψουν
νά έμποδίζουν τήν «έξέλιξη», δίπλα σέ άλλα ιστορικά άπολιθώματα
πού θά τού είναι απλώς άδιάφορα, στο μέτρο πού δέν τήν έμποδίζουν.

37
θεμελιώδες άξίωμα: καλύτερα πλούσιος καί υγιής παρά φτω­
χός καί άσθενής, άποδεικνύοντας κυκλικά στον έαυτό του ότι
όποιος διαφωνεί μαζί του είναι βλαξ ή ίδιοτελής. Άλλα καί
όποιος τό λαμβάνει υπόψη του δέν είναι έλεύθερος άπό μιά
άλλη λήψη του ζητουμένου : να βλέπει τή διαφωνία ως τό σύ­
στοιχο των διακένων της μεθοδολογίας, πού τήν καθιστούν α­
πλώς συγχρονικά άναπόφευκτη. Τό στάδιο της άντιπαράθεσης
τών συστημάτων συμπληρώνεται στήν περίπτωση αύτή άπό
ένα ((ύπερβατολογικό)) στάδιο πού δείχνει σέ ποιο μέτρο ή
άντιπαράθεση είναι άνάγωγη. Ξεχωρίζοντας ένα πεδίο άντι-
παραθέσεων πού ούτε προκύπτουν άπό άξιακές πεποιθήσεις,
ούτε τις έπηρεάζουν, ή ((κριτική)) του πλευρά θά θεμελίωνε
πλέον, καί δέν θα διαπίστωνε άπλώς, τή δυνατότητα της θετι­
κής έπιστήμης* Αντιμέτωποι μέ τήν άδυναμία συγκλίσεων,
όμως, οί ιστορικοί της οικονομίας οδηγούνται κάποτε στή ρι­
ζικότερη συνειδητοποίηση ότι πίσω άπό τήν άντιπαράθεση
τών γνωμών δέν υπάρχουν μόνο τα άναπόφευκτα διάκενα της
μεθοδολογίας, άλλά μιά πρωτογενής ιστορικότητα, καί ότι ή
οικονομία είναι σέ μεγάλο βαθμό μιά έμπειρική έπιστήμη πού
κατανοεί έκ τών υστέρων.** Έπιτελούν έτσι τήν ίδια κίνηση

# Έ τ σ ι ό Friedman (ο.π., σ. 5 ) μπορεί νά στηρίξει τήν αύτονόμηση


της θετικής οικονομικής έπιστήμης στήν πεποίθηση οτι « στο δυτικό
κόσμο, καί ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, οί διαφορές απόψεων για
τήν οικονομική πολιτική μεταξύ ανιδιοτελών πολιτών προκύπτουν
κυρίως άπό διαφορετικές προβλέψεις όσον αφορά τις οικονομικές συ­
νέπειες μιας ένέργειας».
## Paul Bairoch, Economics and World History. Myths and Para­
doxes, The University of Chicago Press, 1993, βλ. ιδίως τό συμπε-

3 »
πού πολύ νωρίτερα έπετέλεσε ή φιλοσοφία της ιστορίας σε
σχέση μέ τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα: Συνειδητοποι­
ούν δτι ή ιστορικότητα χαρακτηρίζει τήν ίδια τήν οικονομική
σκέψη — δτι ή οικονομική σκέψη δέν έχει απλώς ιστορία, άλ­
λα είναι ιστορική, στο μέτρο πού είναι ιστορική ή οικονομία,
δχι μόνο μέ τήν έννοια του περάσματος άπό ένα τρόπο παρα­
γωγής σέ άλλον, άλλα μέ τήν έννοια δτι δέν ύπάρχουν καθο­
λικά ίσχύοντες οικονομικοί νόμοι άκόμα καί στο έσωτερικό
ένός καί του αύτου τρόπου παραγωγής.
Ή ιστορικότητα τής οικονομίας δέν είναι δμως άσχετη μέ
τήν ιστορικότητα τού άνθρώπου, σέ αύτήν ύπάγεται καί άπό
αύτήν έξηγεΐται, τουλάχιστον κατά τό μέρος πού δέν άφορά
τις ειδοποιούς διαφορές της. Ή ίδια ή βασική σκέψη τού Κέ-
υνς, έπειδή άκριβώς είναι διάβροχη άπό ιστορικότητα, γι*
αύτό καί έπιφυλάσσει στην οικονομική δραστηριότητα τό ρό­
λο πού άντιστοιχεΐ σέ δ,τι οί άρχαίοι ονόμαζαν χρηματιστική,
μιά ((χαμηλή», σέ σύγκριση μέ τις άλλες πού (πρέπει νά) έν-
διαφέρουν τον ελεύθερο άνθρωπο, δραστηριότητα. Καί γ ι’ αύ­
τό πιστεύει πώς δταν ικανοποιηθούν οί άπόλυτες άνάγκες, θά
στραφούμε έλεύθεροι στην ικανοποίηση των άλλων, των μέ
μιά έννοια άκόρεστων, πού τις προσδιορίζει ώς άνάγκες άνα-
γνώρισης τής υπεροχής μας.Ύπείροχον εμμεναι άλλων, αύτό
είναι καί πάλι ένα άρχαιοελληνικό ιδεώδες. Ό ταν δμως θά έ­
χουν ικανοποιηθεί οί άπόλυτες άνάγκες, καί δέν θά άποφα-
σίζουν πιεστικά γιά τά πάντα, δέν θά άσχολεΐται κανείς μόνο

ρασματικό κεφάλαιο: «T he Paradox of Economic History or the


Absence of Absolute Economic Laws», σ. 164 sq.

39
μέ την υπεροχή του, άλλα θά μπορεί νά είναι καί άλτρουιστής
— τό λόγο παίρνει έδώ τό χριστιανικό παρελθόν μας. Όπότε,
μόνο προς τό παρόν είναι δικαιολογημένος ό έγωισμός, γιατί
είναι χρήσιμος. Μετά, όταν θά άσχολούμαστε μέ πνευματι-
κότερες δραστηριότητες καί μέσω αύτών θά άποδεικνύουμε
στους άλλους τήν άνωτερότητά μας, θά έχουμε την πολυτέλεια
νά είμαστε καί άλτρουιστές. Καταλαβαίνει κανείς γιατί, χω ­
ρίς ψευδαισθήσεις γιά τη ραστώνη της δικής του ήθικής συ­
νείδησης, ό Κέυνς άνησυχουσε σοβαρά γιά τήν άποτελεσμα-
τικότητα που θά μπορούσε νά έχει ή έκκοσμικευμένη θρη­
σκεία του κομμουνισμού. Τήν όποια βέβαια δέν μπορούσε νά
κρίνει ήθικά, άφού, όπως ό κομμουνισμός της εποχής του θυ­
σίαζε τό παρόν στο μέλλον, έτσι καί έκεΐνος άναστέλλει τό
ήθικό αίτημα γιά έκατό χρόνια. Ό άστός Κέυνς δέν καταλα­
βαίνει ότι (όπως τό είχε πει ό Νίτσε) ή κενή θέση του θεού
δέν μπορεί νά καλυφθεί άπό κάτι άλλο, καί, μολονότι προτι­
μά νά μείνει ό ίδιος άθρησκος, (δηλαδή άφανάτιστος), δέν
προβλέπει (τό 1925) τις έκατόμβες πού έτοιμάζει ή θρησκεία
τής ήθικής. Οί όποιες θά γίνουν, μέχρι τό τέλος του ψυχρου
πολέμου, τό τέλειο άλλοθι γιά τις άβελτηρίες του άστικου κό­
σμου.
Στο μεταξύ, ό χορτασμένος κόσμος δέν έπαψε νά στρέφε­
ται, όπως τό φανταζόταν ό Κέυνς, προς πνευματικότερες ά-
σχολίες. Κι έτσι, σέ άντιστοιχία προς τό ((έλληνικό » καί προς
τό «χριστιανικό» πρότυπο, άλλον χορτασμένο τον κάνει πε­
ρήφανο γιά τον έαυτό του ότι άσχολεΐται μέ τις τέχνες καί τά
γράμματα, καί άλλον ότι άσχολεΐται μέ τούς μή χορτασμένους
— όπότε τό έλΛηνο-χριστιανικό πρότυπο του Κέυνς άντικα-

40
θίσταται άπό ένα έλληνο-χριστιανικό (ή ίουδαιοχριστιανικό).
Τό πρώτο άλλωστε ή μαζικοδημοκρατική εποχή τείνει νά τό
καταργήσει, άπενοχοποιώντας τήν οικονομική δραστηριότη­
τα, πού άπορροφά όλο καί περισσότερο στους κόλπους της τήν
πολιτισμική (άλλωστε όταν μιλάμε για πολιτισμική «δρα­
στηριότητα» ή για πολιτισμικά «φαινόμενα», άντικειμενο-
ποιώντας όψεις αύτου πού απλώς είναι ό άνθρωπος, οί βάσεις
της άπορρόφησης αύτης έχουν ήδη τεθεί), καί τή μετατρέπει
έντέλει σέ βιομηχανία της διασκέδασης — αν ή λειτουργία της
στο μεταξύ άλλάζει, ή νεότερη (« άντιουσιοκρατική ») ιδεο­
λογία ισχυρίζεται ότι αύτό είναι φυσικό καί άναμενόμενο καί
ότι κάθε άλλη άποψη είναι έλιτισμός (για ελιτισμό κατηγο­
ρούσε λ.χ. ό Friedman τον Galbraith).* Ό «καταναλωτής
πολιτισμού» (Alvin Toffler, The Culture Consumers. Art and
Affluence in America, 1964) θέλει νά άποτινάξει άπό πάνω
του κάθε σύμπλεγμα κατωτερότητας, άκριβώς έπειδή τό κί­
νητρό του είναι ό,τι ό Κέυνς θεματοποιούσε ώς άνάγκη ύπε-
ροχής — συνδυάζοντας άντιφατικά τά στοιχεία δύο διαφορε­
τικών κόσμων: Θέλει νά διαλέγει τά κριτήρια βάσει τών ο­
ποίων θά κερδίσει τήν άναγνώριση τών άλλων, ένώ ό "Ελλη­
νας έπιζητούσε τήν άναγνώριση όσο ήταν δέσμιος τών κριτη­
ρίων της κοινότητάς του καί συνειδητοποιούσε τή ματαιότητα
στήν οποία προσκρούει αυτή ή έπιδίωξη όταν ή ένταξή του
στήν κοινότητά του βρισκόταν άκυρωμένη (τραγωδία) ή όταν
τά κριτήρια της κοινότητας άποδεικνύονταν άνεπαρκή (φιλο­

* Milton Friedman, On Galbraith, and on curing the British di­


sease, Fraser Institute, Bavxovpep 1977.

41
σοφία), ενώ ό Χριστιανός ήξερε ότι ή έλευθερία είναι έλευθε-
ρία άπό τήν άνάγκη της άναγνώρισης των άλλων, γιατί μόνο
ό Θεός άναγνωρίζει τούς δικούς του.
Αντίθετα λοιπόν άπ* ό,τι ήλπιζε ό Κέυνς, ό homo econo-
micus έχει απλώσει παντού τα πλοκάμια του — καί άντίθετα
άπ’ ό,τι πίστευε ό Κέυνς, αύτό συμβαίνει έπειδή ή άκόρεστη
έπιθυμία της άναγνώρισης, άντί να στρέφει τούς άνθρώπους
προς άσχολίες εύγενέστερες άπό τή χρηματιστική, κυρίως με­
τατρέπει τα πάντα σε ((άσχολίες». Ή έπικράτηση τού homo
economicus συμβαίνει μέ μή συνειδητό τρόπο παντού όπου
τό νέο σύστημα μεταφορών πού προκύπτουν άπό τό ύπόδειγ-
μα της έκβιομηχάνισης άντικαθιστά τό παλαιότερο λεξιλόγιο
(πού βασιζόταν στήν άγροτική οικονομία καί τις θεμελιώδεις
μεταφορές πού είχε έκείνη δημιουργήσει), θέτοντας ως αύτο-
νόητο ότι ό άνθρωπος είναι (οχι πια ένα άνάλογο τού θνήσκον-
τος καί άνιστάμενου θεού του, άλλα) ένα άπόθεμα παραγω­
γικής δύναμης πού αν δεν καταναλωθεί στήν ύλική έργασία
θά διοχετευθει στήν πνευματική, ή οποία καί πολλαπλασιάζε-
ται μηχανικά καί αύξάνει τήν άποτελεσματικότητά της μέ τον
Τύπο, τα ήλεκτρονικά μέσα κ.λπ., όπως άκριβώς πολλαπλά -
σιάζεται ή μυϊκή δύναμη άπό τή μηχανή. Δέν ζει πια περισ­
σότερο ό λόγος πού θά έχει κανείς, όπως τό έλεγε ό Πίνδαρος,
άντλήσει, μέ τή βοήθεια κάποιας χάρης, άπό βαθειά σκέψη
(ρήμα δ’ έργμάτων χρονιώτερον βιοτενει, δτι κεν συν χαρίτων
τνχα φρενός τις αν έξέλοι βαθείας), άλλα αύτός πού θά άκου-
στεΐ περισσότερο, δέν ύπάρχει βαθύ καί ρηχό, άλλά μόνο δια­
φήμιση ή άφάνεια τού άπλώς ιδιωτικού.
Μέ τονα καί μέ τάλλο μένουμε νά διαβάζουμε τό μικρό

42
κείμενο αύτου του τόμου ώς τό όνειρο μιας άλλης εποχής —
ώς ένα θραύσμα έλληνικής άντίληψης για τα κοινά καί για τό
έργο του άνθρώπου, εμπλουτισμένης ή έστω άλλαγμένης άπό
τή ρωμαϊκή άνακάλυψη της ιδιωτικής σφαίρας—, ένώ ζοΰμε
πια σέ έναν άλλο κόσμο, άκαθόριστης ή άνομολόγητης ταυ­
τότητας, όπου ή ίδιωτικότητα άπορροφά όλο καί περισσότερο
τα παλιά ηθικά καί πολιτικά περιεχόμενα έξουδετερώνοντάς
τα, καί όπου ή ηθική γίνεται αισθητική των ιδιωτικών έπι-
λογών καί τέχνη του βίου, ένώ ή πολιτική παύει νά είναι πο­
λιτική γιά νά γίνει ή δυναμική διαχείριση τής πληθύος τών
ιδιωτών.

Χρηστός Μαρσέλλος
Παρίσι, § -6 Φεβρουάριον 2 θΐγ

43
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ε Σ Π Ρ Ο Ο Π Τ Ι Κ Ε Σ Γ Ι Α ΤΑ
ΕΓΓΟΝΙΑ ΜΑΣ TOT JOHN MAYNARD KEYNES,
ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ TOT ΧΡΗΣΤΟΤ ΜΑΡΣΕΛΛΟΤ ΚΑΙ
ΜΕ ΕΠΙΜΕΤΡΟ TOT ΙΔΙΟΤ, ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,
ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΜΕ Α Π Λ Α ΚΑΙ ΣΕΛΙΔΟΠΟΙ
ΗΘΗΚΕ ΣΕ ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟ ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΣΤΣΤΗΜΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΩΤΗΡΗ Ζ. ΦΑΣΟΤΛΑ. ΟΙ ΤΤΠΟΓΡΑΦΙ
ΚΕΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΜΠΟΤΓΙΟΤ
ΚΟΤ. ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ TOT 2017 ΤΤΠΩΘΗΚΑΝ
1.000 ΑΝΤΙΤΤΠA ΣΤΟ ΛΙΘΟΓΡΑΦΕΙΟ «ΜΟΤΠΑ
ΚΑΚΟΣ ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ»’ ΤΟ ΕΞΩΦΤΛΛΟ ΣΕ
ΦΙΝΟ, ΦΩΤΕΙΝΟ ΓΚΡΙ ΧΑΡΤΙ Z E T A H A M M E R
260 ΓΡΑΜΜ. TOT ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΤ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΤ
ZANDERS ΚΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΣΕ ΣΑΜΟΤΑ ΧΑΡΤΙ
P A L A T I N A 12 0 ΓΡΑΜΜΑΡΙΩΝ TOT ΙΤΑΛΙΚΟΤ
ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΤ FABRIANO. ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ
ΑΝΕΛΑΒΕ Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ & ΖΑΧΑΡΟΤΛΑ ΜΠΕΤΣΩ
PH Ο.Ε. ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ( ΜΕ ΚΑΡΒΟΤΝΟ ) ΚΑΙ ΤΗ
ΜΑΚΕΤΑ TOT ΕΞΩΦΤΛΛΟΤ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΤ
ΝΟΛΟ ΤΗΣ ΤΗΝ ΠΑΡΟΤΣΑ ΕΚΔΟΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΕ
ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΕ Ο ΣΩΤΗΡΗΣ Ζ. ΦΑΣΟΤΛΑΣ

Αριθμός έκδοση!
56
• y Λ üη » i ;

f f * u * *7Tt *>tu i wrt

You might also like