You are on page 1of 2

Theodor W.

Adorno- Minima Moralia

Γιώργος Αντωνίου
7ο Εξάμηνο
5168
ΦΚΣ

Αφορισμός 142 (σελ.142-44)

Ανάλυση/Ερμηνεία: Σε αυτό τον αφορισμό, ο Adorno πραγματεύεται την διαφορά της


φιλοσοφίας του καιρού του από την εποχή του Hegel. Αυτή η διαφορά συνίσταται στην
σχάση της φιλοσοφίας στα δύο της στοιχεία, τον στοχασμό (Reflexion) και την καθαρή
θεώρηση (Spekulation), όπως υποστηρίζει ο Adorno, ενώ για τον Hegel η ενότητα της
χαρακτηρίζει την ύπαρξη της. Έτσι η στοχαστική σκέψη παίρνει προνομιακά το
σκήπτρο της ενασχόλησης με την αλήθεια, ενώ η καθαρή θεώρηση μετατρέπεται σε
παθητική δύναμη διατύπωσης αφηρημένων υποθέσεων. Λειτουργεί ως δύναμη
αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας, και άρα τελικά γίνεται ένα απλό εξάρτημα
της εργαλειακής ορθολογικότητας. Με αυτό τον τρόπο, καταλήγει επίσης να αναμασά
παλιά φιλοσοφικά συστήματα (ή διάφορα σχημάτα ή στοιχεία τους), σαν μια διαδικασία
περισυλλογής αποσπασματικών γνώσεων ή πληροφοριών είτε καταλήγει να είναι μια
πολυμίλητη ιδιωτική κοσμοθεωρία (Weltanschaung) αποκομμένη απ'την εμπειρική
εκτύλιξη των καθημερινών γεγονότων (που και αυτά με την σειρά τους αυτά καθ'εαυτά
συνιστούν [κάτι] το αφηρημένο στον βαθμό που η πορεία τους είναι ασυνείδητη
[“τυφλή”]). Η επιστήμη και αυτή με την σειρά της υποπέφτει στην ίδια μονομέρεια,
στον δογματισμό λειτουργώντας με του όρους της καθαρής θεώρησης. Η ψυχανάλυση
και η κριτική της σε αυτό τον αφορισμό είναι η αφετηρία για την γενικότερη κριτική της
επιστήμης που τείνει στον θετικισμό/επιστημονισμό. Έτσι, καθώς το κύριο μέσο (της
ψυχανάλυσης) είναι ο ελεύθερος συνειρμός αυτή έρχεται σε αντίθεση με τον “υπεύθυνο
στοχασμό”. Αυτό έχει ως συνέπεια τόσο ο αναλυτής όσο και οι ασθενείς να
προκαθορίζουν τα ευρήματα της αναλυτικής θεωρίας μέσω των χοντροκομμένων τους
συνειρμών. Ως επι τω πλείστων, χρησιμοποιεί κάποιες μεταφορές για να τονίσει την
πρωτοαναφερθείσα αντίθεση. Η χαλαρότητα του ντιβανιού ως η χαλαρότητα της
σκέψης σε αντιδιαστολή με την σφικτή και συστηματική σκέψη ενός Schelling και ενός
Hegel απο το ύψος του φιλοσοφικού τους θρόνου. Και ακόμη πιο χτυπητά: “ η διαφορά
δεν είναι ίσως μικρότερη απότι ανάμεσα στη φιλοσοφία της αποκάλυψης και τις
μωρολογίες της πεθεράς”(!) Τελικά, το πνεύμα και η κίνηση του δεν ανυψώνει το
εμπειρικό υλικό στο ύψος της χεγκελιανής Έννοιας αλλά υποδαυλίζεται σε σκόρπια
πρώτη ύλη που πρέπει να συμμαζευτεί εννοιολογικά. Η καθαρή θεώρηση αφήνεται στα
χέρια μιας ούτως ή άλλως ανυποκειμενικής επιστήμης και η σκέψη εξαϋλώνεται υπο το
αμείλικτο βάρος της διοικητική επιταγής της ψυχανάλυσης να ενθυμηθεί την
πραγματική της πηγή, το ασυνείδητο. Μετατρέπεται από “αληθής κρίση” σε “ουδέτερο
υλικό” και εμπιστευόμενη την επιστημονική αυθεντία του γιατρού χάνει την κυριότητα
του εαυτού της, γίνεται δούλα του. Ο θρυμματισμός της την καθιστά τελικά ακόμη ένα
γεγονός και ακόμη ένα ανάμεσα στους πολλούς κλάδο της ταξινομημένης
εγκυκλοπαιδικής γνώσης συναινόντας και συμβάλλοντας έτσι στην διαιώνιση της
παντοτινά ίδιας αρμονικής ολότητας, τουτέστιν της αστικής κοινωνίας.

You might also like