Professional Documents
Culture Documents
Αντί Εισαγωγής
Αρχίζοντας, θα ήθελα να παρουσιάσω διάφορες πτυχές που αφορούν
την αντίληψη του Σπινόζα για την έννοια του Θεού, σε ποια βάση
διαμορφώθηκαν, βασιζόμενος και στην ιστορική συζήτηση γύρω απ’ το
επίμαχο θέμα. Με αυτό τον τρόπο θα μπορεί να διασαφηνιστεί
καλύτερα το αινιγματικό «Deus sive Natura».
Ο ολλανδός φιλόσοφος έζησε σε μια εποχή θυελλωδών
κοσμοϊστορικών αναστατώσεων και αλλαγών, στα μέσα του 17ου αιώνα,
περίοδο αυγής του πρώιμου Διαφωτισμού και παράλληλα σφοδρών
θρησκευτικών αντιπαραθέσεων και αψιμαχιών, ανάμεσα κυρίως σε
καθολικούς και προτεστάντες.i
Σαν ένας πρωτοπόρος διανοούμενος ασχολήθηκε και σημαδεύτηκε απ’
τις ακμάζουσες φυσικές επιστήμες, την επανάσταση της νευτώνειας
μηχανικής και ιδίως τα μαθηματικά και την ευκλείδεια γεωμετρία που
ήρθαν στο κέντρο του ενδιαφέροντος των φιλόσοφων-επιστημόνων, και
ειδικά υπό την επιρροή του Rene Descartesii. Έτσι, επιδίωξε μια νέα
μέθοδο θεμελίωσης της ύπαρξης και ουσίας του Θεού, πηγαίνοντας
κόντρα στις παραδοσιακές θρησκείες που ήταν μέχρι τότε κυρίαρχες,
καθώς ήταν πλήρως εμποτισμένες με προκαταλήψεις και συγκεχυμένες
ιδέες. Ένας απ’ τους πρώτους υποστηρικτές του, ο Pierre Bayle (1647-
1706) τον παρουσίασε ως “ενάρετο άθεο” στο φιλοσοφικό σύστημα του
οποίου «ο θεός συνδέεται με το αγαθό της γνώσης και την αγάπη για το
αντικείμενο της.»iii Όλη αυτή η τιτάνια του απόπειρα επαναθεμελίωσης,
δεν θα μπορούσε να μην προκαλέσει τις λυσσαλέες αντιδράσεις των
παραδοσιακών θρησκειών. Από την διπλή επίθεση που δέχτηκε τα
τελευταία χρόνια της ζωής του από καθολικούς και ιησουΐτες, τις
απειλές για απέλαση και κάψιμο των γραπτών του από τις πολιτικές
αρχές της Ουτρέχτης το 1643iv , μέχρι και την απέλαση του από την
εβραϊκή κοινότητα και την απαγόρευση στα μέλη της να επικοινωνούν
μαζί του και να διαβάζουν τα γραπτά του, λόγω της «αιρετικότητας»
του τον Ιούλιο του 1656v. Και όλα αυτά διότι, όπως, υποστηρίζει ο
Stuart Hampshire: « Όταν είχε απορρίψει οριστικά πλέον το ενδεχόμενο
της υπερβατικότητας του χριστιανικού και ιουδαϊκού θεού,
οραματίστηκε έναν εμμενή δημιουργό, πράγμα που είχε ως συνέπεια
την ώθηση της φυσιοκρατίας στα έσχατα όρια της.»vi Επίσης σε σχέση
με τα παραπάνω «ο Σπινόζα απέκτησε πολλά πρόσωπα στο πέρασμα
του χρόνου μετά το θάνατο του: ο παρμενίδειος Σπινόζα, ο καρτεσιανός
Σπινόζα, ο υλιστής-αθεϊστής-ντετερμινιστής Σπινόζα, ο μυστικιστής
πανθεϊστής Σπινόζα.»vii Ο Σπινόζα, λοιπόν, θεώρησε προβληματική την
χριστιανική σύλληψη του Θεού, ενός ex nihilo δημιουργού του
Σύμπαντος Θεού, που είναι μεταβατικό αίτιο σε σχέση με αυτό. Αυτή
είναι λογικά άτοπη, καθώς ο πεπερασμένος ανθρώπινος νους δεν
μπορεί να κάνει μια τέτοια ανακάλυψη με όρους αρχής και τέλους. Ο
Θεός ή Φύση είναι άπειρος, αιώνιος και άχρονος, δεν έχει εναρκτήριο
χωρικό και χρονικό σημείο. Επιπλέον, μια άλλη ένσταση του αφορούσε
την ανθρωπομορφική του σύλληψη. Η προβληματικότητα της, έγκειται
στο ότι αυτή είναι εμποτισμένη με τις ανθρώπινες εικόνες ή
πνευματικές παραστάσεις της συγκεχυμένης αισθητηριακής
εμπειρίαςviii, ενώ αυτή αντίθετα, πρέπει να είναι προϊόν της καθαρής
νόησης, της τέχνης του σκέπτεσθαι καθώς αυτός πάντοτε ξεπερνά την
πεπερασμένη μας αντίληψηix. Κλείνοντας, θα υποστηρίξω ότι το μόνο
παραδοσιακό θεολογικό στοιχείο που διατηρεί σε ανηρημένη μορφή ο
Σπινόζα στο επίκεντρο του φιλοσοφικού του συστήματος είναι η
πρόταση του περί μιας υπόστασης, και αντίστοιχα ενός άπειρου και
αιώνιου Θεού.