Professional Documents
Culture Documents
1.
1
Πρβλ. Γρηγορίου Ναζιανζηνού, Λόγος θεολογικός δεύτερος (Περί θεολογίας)
10.15-18 και Γρηγορίου Νύσσης, Περί του βίου Μωυσέως 2.165.4-8. Σε ένα έργο
που αποδίδεται στον Βασίλειο (Εις προφ. Ισ. 2.96.43-8) η κατάρα στο Δευτερονόμιο
(27.15) που αφορά την κατασκευή ειδώλων επεκτείνεται, ώστε να περιλαμβάνει
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863
τις νοητικές αναπαραστάσεις και τα νοητικά ομοιώματα του θεού: «ὥστε καὶ οἱ
ψευδεῖς περὶ Θεοῦ ὑπολήψεις ἔχοντες, τινὰ νοητὴν εἰδωλολατρείαν εἰδωλοποιοῦντες
ἐν ἑαυτοῖς, τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα ἔχουσι, καὶ ὑπόδικοι οὗτοι γίνονται τῇ κατάρᾳ, τῇ
λεγούσῃ· Ἐπικατάρατος πᾶς ἄνθρωπος, ὃς ποιήσει γλυπτὸν καὶ χωνευτὸν (βδέλυγμα
Κυρίῳ, ἔργον χειρῶν τεχνίτου) καὶ θήσει αὐτὸ ἐν ἀποκρύφῳ».
166
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
2
Πρβλ. Γρηγορίου Παλαμά, Τριαδ. 1.1.17 Meyendorff και Κεφάλαια εκατόν
πεντήκοντα 134 Sinkewicz.
3
Αγάπιος Κολυβάς Παπαντωνάτος, Ἀνατροπή τῆς Φραγμασωνικῆς πίστως (1782),
επιμ. π. Γ. Δ. Μεταλληνός, Χαρ. Α. Μηνάογλου, Τρίκαλα 2007, σ. 52, 219.
4
Για την διαμάχη αυτή πρβλ. B.E. Benson, Graven Ideologies: Nietzsche, Derrida
& Marion on Idolatry, Ιλινόι 2002, 10 και R.A. Cohen, Elevations: the Height of the
Good in Rosenzweig and Levinas, Σικάγο 1994, 300-304.
167
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863 NΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ
5
Βλ. N. Siniossoglou, Radical Platonism in Byzantium: Illumination and Utopia
in Gemistos Plethon, Καίμπριτζ 2011, κεφ. 4.
6
E. Levinas, Quelques réflexions sur la philosophie de l’hitlérisme, Παρίσι 1997,
σ. 25-26. Ο Λεβινάς είδε στο χαϊντεγγεριανό όραμα της επιστροφής στις απαρχές
της ελληνικής φιλοσοφίας την απειλή μιας ολοκληρωτικής οντολογίας. Όπως
γράφει ο Ντεριντά για τον Λεβινάς, πρόκειται για μια ιδιαίτερη μορφή οντολογικής
ή υπερβατικής καταπίεσης, συνάμα όμως για την απαρχή ή το άλλοθι κάθε άλλης:
oppression ontologique ou transcedantale, mais aussi origine et alibi de toute oppression
dans le monde. Βλ. J. Derrida, L’écriture et la différence, Παρίσι 1967, σ. 123.
7
Ε. Levinas, In the Time of the Nations, μτφρ. M. B. Smith, Λονδίνο 1994, σ.
57, 70.
8
Ι. Ζηζιούλας, «Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής
θεολογίας εις την έννοια του προσώπου», Η ιδιοπροσωπία του νέου ελληνισμού τ.
Β, Αθήνα 1999, σ. 299-300, 307.
168
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
Άλλωστε, δεν απορρέει ο ων από την ουσία, αλλά η ουσία από τον
όντα. Επομένως, ο θεός δεν είναι ἕν, αλλά εἶς, δεν είναι μια ουδέτερη
οντότητα, αλλά ένα πρόσωπο: εἷς καὶ οὐχ ἓν ἀποδείκνυται.9 Ο θεός
του Παλαμά, ο Άλλος του Λεβινάς, είναι απερινόητος και οντολογικά
διακριτός από την κατηγορία της ουσίας – δηλαδή υπερούσιος. Εξ
ου και η προτροπή του Εκκλησιαστή: μὴ σπεύσῃς ἐξενεγκεῖν ῥῆμα
πρὸ προσώπου τοῦ θεοῦ.10
Νομίζω πως αποτιμώντας την σχέση ελληνικής φιλοσοφίας και
ιουδαιοχριστιανικής κοσμοαντίληψης οι Πατέρες της Εκκλησίας
και ο Λεβινάς διέγνωσαν ορθά το εξής: ότι η ελληνική φιλοσοφία
υπονομεύει και δυνάμει οδηγεί στην άρση της ριζικής οντολογικής
διαφοράς μεταξύ θεού και ανθρώπινων εννοιών για τον θεό.
Με ιστορικοφιλοσοφικούς πλέον (και όχι θεολογικούς) όρους η
νοητή ειδωλολατρία δεν είναι παρά η γνωσιολογία του Πλάτωνα.
Διότι είναι τούτη που κατεξοχήν επιτρέπει την γνῶσιν τῶν ὄντων
και την διανοητική θέαση ἐκείνης τῆς οὐσίας τῆς ἀεὶ οὔσης καὶ μὴ
πλανωμένης ὑπὸ γενέσεως καὶ φθορᾶς.11
Εάν όμως συμφωνήσουμε με τους Πατέρες πως έτσι έχουν τα
πράγματα, τότε βρισκόμαστε ενώπιον μιας ωρολογιακής βόμβας
στα θεμέλια κάθε ελληνοχριστιανικού μορφώματος. Τουλάχιστον
μια ομάδα Χριστιανών στοχαστών, από τον Τερτυλλιανό μέχρι τον
Παλαμά προειδοποιούν ακριβώς για τον κίνδυνο που ελλοχεύει.
Ακολουθώντας πιστά και ενίοτε παραφράζοντας τον Παλαμά, χωρίς
να το δηλώνει πάντα στις παραπομπές του, ο Ι. Ρωμανίδης θεωρεί
τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη όχι απλώς ως φιλοσόφους, αλλά
ως θεμελιωτές θρησκειών.12 Διαβάζει τους Καππαδόκες όχι ως
9
Πρβλ. Γρ. Παλ. Α προς Ακίνδυνον (Επ. 1) 9.2-3 και Κεφ. εκατόν πεντήκοντα
78.1: Πᾶσα φύσις ὡς πορρωτάτω ἐστὶ καὶ παντάπασι ξένη τῆς θείας φύσεως. εἰ
γὰρ ὁ θεὸς φύσις, τἄλλα οὐκ ἔστι φύσις· εἰ δὲ τῶν ἄλλων ἕκαστον φύσις, ἐκεῖνος
οὐκ ἔστι φύσις. Πρβλ. Ιω. Δαμ. Έκδοσις ορθοδόξου πίστεως 13.58: πάντα ἀπέχει
Θεοῦ, οὐ τόπῳ ἀλλὰ φύσει.
10
Πρβλ. Εκκλ. 5.2 και Γρ. Νύσσ. Eις τους Μακαρισμούς, PG 44.1280.22-5.
11
Πολιτεία 484c-485b.
12
Ι. Ρωμανίδης, Πατερική θεολογία, Αθήνα 2004, σ. 68-69. Πρβλ. Γρηγορίου.
169
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863 NΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ
170
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
14
Ζ. Λορεντζάτος, Collectanea, Αθήνα 2009, σ. 585-586.
15
Collectanea, σ. 213.
16
Collectanea, σ. 528.
171
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863 NΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ
17
Collectanea, σ. 651.
18
Πρβλ. Χρ. Γιανναράς, Ορθοδοξία και Δύση στη Νεότερη Ελλάδα, Αθήνα 1992,
85 και Τοπικά 100b21-3: ἔνδοξα δὲ τὰ δοκοῦντα πᾶσιν ἢ τοῖς πλείστοις ἢ τοῖς
σοφοῖς, καὶ τούτοις ἢ πᾶσιν ἢ τοῖς πλείστοις ἢ τοῖς μάλιστα γνωρίμοις καὶ ἐνδόξοις.
19
Χρ. Γιανναράς, Σχεδίασμα Εισαγωγής στη Φιλοσοφία, Αθήνα 21988, σ. 114-117.
172
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
3.
20
Πρβλ. Σχεδίασμα Εισαγωγής στη Φιλοσοφία 102 και Περί Ψυχῆς 432a. Ωστόσο,
από τον Αθανάσιο και τον Βασίλειο και δώθε η φαντασία θεωρείται εφαλτήριο της
νοητής ειδωλολατρίας.
21
Σχεδίασμα Εισαγωγής στη Φιλοσοφία σ. 99, 102. Στην πραγματικότητα όμως
η πλατωνική Ιδέα του Αγαθού είναι προσβάσιμη στον ανθρώπινο νου. Για την ορθή
ανάγνωση του κρίσιμου χωρίου της Πολιτείας (509a-b) που συχνά-πυκνά οδηγεί σε
παρεξηγήσεις, βλ. M. Baltes, «Is the Idea of the Good in Plato’s Republic beyond
Being?», στο M. Joyal (επιμ.), Studies in Plato and the Platonic Tradition. Essays
Presented to John Whittaker, Aldershot 1997, σ. 3-25.
22
Βλ. ενδεικτικά P. Aubenque, Le probleme de l’Etre, Παρίσι 1962, σ. 190, 235,
259, 288-289, 362-363, 376-380, 488.
173
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863 NΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ
23
Πρβλ. Γρηγορίου Παλαμά, Α προς Ακίνδυνον (Επ. 1) 9.16-24 και Αριστοτέλους,
Τοπικά 100a18-21: Ἡ μὲν πρόθεσις τῆς πραγματείας μέθοδον εὑρεῖν ἀφ’ ἧς
δυνησόμεθα συλλογίζεσθαι περὶ παντὸς τοῦ προ-τεθέντος προβλήματος ἐξ
ἐνδόξων, καὶ αὐτοὶ λόγον ὑπέχοντες μηθὲν ἐροῦμεν ὑπεναντίον.
174
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
24
Πρβλ. Γρ. Παλ. Α προς Ακίνδυνον (Eπ. 1) 10.16-23 και Α προς Βαρλααμ (Επ.
3) 29.32: αἱ τῶν πατέρων ἀποφάνσεις αὐτόπιστοι.
25
Γρ. Παλ. Α προς Βαρλαάμ (Επ. 3) 51.15-21.
26
Γρ. Παλ. Β προς Βαρλαάμ (Επ. 4) 15.1-12. Μέσω της «των πατέρων ποδηγίας»
συνεχίζει, βρήκαμε «απόδειξιν του υπερ απόδειξιν» ανώτερη εκείνης του Αριστοτέλη...
27
Γρ. Παλ. Α προς Βαρλαάμ (Επ. 3) 53.1-3.
175
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863 NΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ
28
Ενν. 6.1.1. Η ίδια λέξη (ουσία) σημαίνει διαφορετικά πράγματα. Σε διαφορετική
περίπτωση, αμφότερα αισθητά και υπεραισθητά όντα θα ήταν είδη ενός γένους που
δεν είναι ούτε αισθητό ούτε υπεραισθητό. Ωστόσο, το πλωτίνειο Έν είναι πέρα από
κάθε κατηγορία ουσίας και επέκεινα όλων των γενών. Τα περατά όντα βρίσκονται
στο Εν, αλλά το Εν δεν βρίσκεται μέσα σε κανένα από αυτά.
29
Γρ. Παλ. Κεφάλαια εκατόν πεντήκοντα, 134.
176
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
30
Φιλοθέου Κοκκίνου, Κατά Γρηγορά 3.285-7: Ἐκ γὰρ τῶν τοῦ σοῦ κατηγοριῶν
Ἀριστοτέλους τῶν κατὰ Θεοῦ λόγων ὁρμήσας ἅψασθαι, προκάλυμμα μὲν οἱονεὶ τῆς
κατὰ τῶν ἱερῶν ὕβρεως τὸν θαυμαστὸν τουτονὶ θεολόγον προάγεις.
31
Φιλοθ. Κοκκ. Κατά Γρηγορά 8.723-9, 3.381-3, 6.830-1: Ἀλλ᾿ οἱ πείρᾳ καὶ ἕξει
τὸν ἀληθινὸν εὑρηκότες Θεό. Πρβλ. Κατά Γρηγορά 10.459-60: Πείρᾳ γὰρ καὶ ἕξει
μαθόντες οἱ θεοειδεῖς οὗτοι θεολογοῦσι ταυτί, καὶ οὐ λόγοις ἁπλῶς οὐδὲ στοχασμοῖς.
Επαναλαμβάνει εδώ ο Φιλόθεος θέσεις του Παλαμά. Βλ. Γρ. Παλ. Β Κατά Βαρλαάμ
(Επ. 4) 14.10-22.
177
ΝΕ Α ΕΣΤΙ Α , τχ 1863 NΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ
στο επίπεδο των ρημάτων – διότι αν πάμε στο επίπεδο των νοη-
μάτων, υπάρχει χάσμα: ἐπὶ δὲ τῶν νοημάτων, πολὺ τὸ μεταξύ.32
Το διακύβευμα ήταν τα σημαίνοντα, όχι τα σημαινόμενα των αρι-
στοτελικών κειμένων.
Στην περίπτωση της έξωθεν σοφίας, γράφει ο Παλαμάς, πρέπει
κανείς πρώτα να σκοτώσει το φίδι, δηλαδή να υπερβεί την αλαζονεία
που αποπνέει αυτή η φιλοσοφία. Κατόπιν να αποκόψει την κεφαλή
και την ουρά του φιδιού: η κεφαλή αντιστοιχεί σε σφαλερά δόγματα,
η ουρά στους μύθους. Έπειτα, οφείλει κανείς να αφαιρέσει από ό,τι
απομένει κάθε επικίνδυνο στοιχείο, όπως ακριβώς οι φαρμακοποιοί
γνωρίζουν να αποκαθαίρουν τα φίδια από το δηλητήριό τους. Αλλά
ακόμα και αν κάποιος τα κάνει όλα αυτά, συνεχίζει, και καταφέρει
να χρησιμοποιήσει σωστά ό,τι έχει απομείνει, πόσο δυσανάλογος
κόπος και προσοχή απαιτείται για την εργασία αυτή...33
Επομένως, μια πρόσληψη αριστοτελικής λογικής διαφορετική
από εκείνη της Εσπερίας όντως έλαβε χώρα στο ύστερο Βυζάντιο˙
όχι όμως στα πλαίσια ενός αυτόνομου ερμηνευτικού εγχειρήματος ή
από κανένα ενδιαφέρον να δειχθεί ότι η φιλοσοφία του Αριστοτέλη
είναι αναπόσπαστο μέρος κάποιας «ελληνοχριστιανικής» συνέχειας
ή «αποφατικής» γνωσιολογίας. Μάλλον, προκειμένου να υπονομευ-
θεί το εννοιολογικό οπλοστάσιο μιας αναδυόμενης (στα πλαίσια
της Παλαιολόγειας Αναγέννησης) νέας οντολογίας, που επιδίωκε,
όπως το θέτει ο Παλαμάς, να γνωρίσει τα βάθη του Θεού δια της
φιλοσοφίας.34
5.
32
Γρ. Παλ. Τριαδ. 1.1.11.5-14. Και τούτο, διότι οι μεν έχουν «νουν Χριστού»,
κατά Παύλον, οι δε, ἐξ ἀνθρωπίνης διανοίας φθέγγονται – για να μην πούμε
τίποτα χειρότερο (εἰ μή τι καὶ χεῖρον). Και μας υπενθυμίζει ότι: «Καθόσον δὲ
ἀπέχει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τῆς γῆς, κατὰ τοσοῦτον ἀπέχει ἡ διάνοιά μου ἀπὸ τῶν
διανοιῶν ὑμῶν» λέγει Κύριος.
33
Γρ. Παλ. Τριαδ. 1.1.21.
34
Γρ. Παλ. Τριαδ.1.3.12.24-32.
178
Αριστοτελισμός και αποφατισμός ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2014
σερις φορές τον δέκατο τέταρτο αιώνα (1341: καταδίκη του Βαρλα-
άμ, 1347: καταδίκη του Ακίνδυνου, 1351: καταδίκη του Γρηγορά,
1368: καταδίκη του Πρόχορου Κυδώνη). Έχω την εντύπωση πως
αυτοί οι συνοδικοί θρίαμβοι του Παλαμά δημιουργούν ανυπέρβλητα
προβλήματα σε κάθε απόπειρα «ελληνοχριστιανικής» σύνθεσης.
Για πρώτη φορά από την εποχή της ύστερης αρχαιότητας γίνεται
ξεκάθαρο ότι οποιαδήποτε συνάφεια ελληνικής φιλοσοφίας και Ορ-
θοδοξίας περιορίζεται στην γλωσσική κοινότητα των σημαινόντων
και δεν αφορά στο εννοιολογικό τους περιεχόμενο: ὁ γὰρ θύραθεν
νοῦς οὐδέν πρὸς ἡμᾶς.35 Στην παλαμική εκδοχή της Ορθοδοξίας
δεν γίνεται πουθενά λόγος για εννοιολογική συνέχεια, τουναντίον,
καταγγέλλονται οι πειραματισμοί με την ελληνική οντολογία και
γνωσιολογία. Άρα, πώς μπορεί κάποιος σήμερα να μιλά για «ελ-
ληνοχριστιανική» συνέχεια, χωρίς να υποπίπτει αφενός μεν σε μιαν
ακόμα χριστιανική αίρεση, αφετέρου δε (και αυτό ενδιαφέρει τον
γράφοντα) σε μιαν αναχρονιστική ιστορικοφιλοσοφική contradictio
in adiecto;
35
Γρ. Παλ. Α Προς Βαρλαάμ (Επ. 3) 54.9.
179