You are on page 1of 18

Κάπως έτσι δημιουργούνται οι εντυπώσεις για κράτη όπως η Ελλάδα, θα δείτε ότι υπάρχουνε

βιβλία τα οποία λένε ότι η Ελλάδα έχει πολύ ορεινό έδαφος. Η Ελλάδα δεν έχει πολύ ορεινό
έδαφος, αν δούμε την αναλογία βουνών και πεδιάδας. Το θέμα είναι πώς αυτό το έδαφος
παρουσιάζεται κάθε φορά.
Στο μάθημα λοιπόν που θα κάνουμε σήμερα, θα δούμε τι κρύβεται πίσω από τις επιλογές των
χαρτογράφων, όταν χρωματίζουν διαφορετικά το ανάγλυφο και βάση ποιών συνθηκών
χρωματίζουν το ανάγλυφο διαφορετικά, δηλαδή είναι τυχαίο πού τοποθετούν τα βουνά; Είναι
τυχαία η ένταση του χρώματος πάνω στα βουνά; Ή όλα αυτά γίνονται κάτω από συγκεκριμένες
συνθήκες; Με άλλα λόγια θα βγάλουμε το χρώμα από το χάρτη, θα τον ξεγυμνώσουμε και θα
δούμε πώς χτίζεται ένας τέτοιος χάρτης, δηλαδή πού βασίζει τις επιλογές του ο χαρτογράφος.
Επίσης επειδή θα μιλήσουμε για μια συγκεκριμένη κατηγορία χαρτών, θα δούμε πώς αυτή η
κατηγορία χαρτών μπορεί να αποτελέσει στα χέρια μας ένα πολύτιμο εργαλείο αν κάποια φορά
μέσα σε κάποια περιπλάνησή μας δεν λειτουργεί το GPS, οπότε να δούμε με ποιον τρόπο και τι
είδους στοιχεία μπορώ να πάρω για το ανάγλυφο χωρίς να χρειάζεται κατ’ ανάγκη να
περπατήσω σε αυτό και να το γνωρίσω από κοντά.
Πάμε λοιπόν να δούμε πώς διαβάζουμε το ανάγλυφο αυτό. Προκειμένου στους xάρτες να
διατυπώσουμε την μορφολογία τους, χρησιμοποιούμε γραμμές. Πρωτα απ’ όλα αν ξεκινήσουμε
λίγο πιο πριν από αυτό που σας είπα, να πούμε ότι όταν έχω έναν χάρτη, ο οποίος χάρτης
όπως είπαμε είναι η εδαφική απεικόνιση μιας περιοχής, ο χάρτης αυτός αποτελείται από
εξέχουσες και εισέχουσες εδαφικές μορφές.Τι θα πει εξέχουσες και εισέχουσες εδαφικές
μορφές; Είναι τα βουνά, οι λόφοι οι εξέχουσες εδαφικές μορφές και οι εισέχουσες εδαφικές
μορφές μπορεί να είναι οι κοιλάδες, οι καταβόθρες κλπ. Αυτό που γενικά συμβαίνει στο
ανάγλυφο είναι πώς οι εξέχουσες μορφές ακολουθούνται από εισέχουσες μορφές και το
αντίστροφο. Δηλαδή όπου υπάρχει ένα βουνό, δίπλα υπάρχει μια κοιλάδα ή μπορεί να υπάρχει
μια χαράδρα ή μπορεί να υπάρχει ένα ρήγμα. Είναι αυτό που δημιουργεί το ανάγλυφο. Στους
χάρτες όπως είπαμε η απόδοση του ανάγλυφου του εδάφους αντιμετωπίζει το πρόβλημα της
απεικόνισης των τρισδιάστατων μορφών του με γραφικά μέσα στο επίπεδο του χάρτη έτσι ώστε
αυτή η απεικόνιση να είναι αφενός μεν γεωμετρικά τέλεια και αφετέρου να επιτρέπει την κατά το
δυνατόν την απόδοση της γραμμής του ανάγλυφου, με άλλα λόγια να μας βοηθάει να
καταλάβουμε πώς είναι το ανάγλυφο αυτό.
Γενικά στη χαρτογραφία αυτό μπορεί να γίνει με τρεις μεθόδους.
● η μέθοδος των σκιάσεων.
● η μέθοδος των γραμμικών σκιάσεων
● η μέθοδος των ισοϋψών καμπυλών
Αυτή που είναι η πιο συνηθισμένη είναι η μέθοδος των ισοϋψών καμπυλών με την οποία θα
ασχοληθούμε στο σημερινό μας μάθημα.
Οι ισοϋψείς καμπύλες είναι το βασικότερο στοιχείο μιας χαρτογραφικής απεικόνισης και ίσως το
μοναδικό μέσο το οποίο μπορεί να καθορίσει γεωμετρικά τις μορφές του αναγλύφου. Είναι
λοιπόν αυτές οι καμπύλες οι οποίες βλέπετε στο χάρτη, και αν παρατηρήσουμε καλά βλέπουμε
ότι οι καμπύλες αυτές έχουν πάνω κάποιες τιμές. Βλέπουμε επίσης ότι κάποιες καμπύλες είναι
πιο χοντρές (πιο τονισμένες) και καμπύλες οι οποίες είναι λιγότερο τονισμένες. Βλέπουμε
καμπύλες οι οποίες συγκλίνουν και καμπύλες οι οποίες αποκλίνουν. Όλα αυτά είναι στοιχεία τα
οποία θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε το ανάγλυφο που έχουμε μπροστά μας.

Ο τοπογραφικός χάρτης είναι ο χάρτης ο οποίος αποδίδει το ανάγλυφο μιας περιοχής με την
βοήθεια των ισοϋψων καμπυλών. Για να δημιουργηθεί ένας τοπογραφικός χάρτης θεωρούμε ως
οριζόντιο επίπεδο αναφοράς το επίπεδο της θάλασσας όπως βλέπετε σε αυτό το σχήμα. Έχω
για παράδειγμα ένα βουνό, επομένως όλα τα σημεία του βουνού προβάλλονται, απεικονίζονται,
πάνω στο επίπεδο της θάλασσας. Δηλαδή τι γίνεται στον τοπογραφικό χάρτη; Χάνω τον όγκο,
χάνω το 3D, και μεταφέρουμε το 3D στο 2D δηλαδή πάνω στο επίπεδο της θάλασσας, στην
επιφάνεια του εδάφους. Εδώ βλέπετε τη νοητή προέκταση της στάθμης της θάλασσας κάτω
από ένα βουνό. Επομένως όλα τα στοιχεία του βουνού σε έναν τοπογραφικό χάρτη (και όταν
λέω στοιχεία του βουνού δεν εννοώ τα δέντρα, εννοώ τα στοιχεία του ανάγλυφου, τα στοιχεία
του εδάφους), προβάλλονται πάνω σ’ αυτή τη νοητή γραμμή η οποία αν τη φανταστούμε είναι
σα να περνάει από τη βάση του βουνού, κι εμείς απεικονίζουμε όλα τα στοιχεία αυτά με κάθετες
γραμμές πάνω στο επίπεδο της στάθμης της θάλασσας. Αυτό δε γίνεται μόνο για το ηπειρωτικό
ανάγλυφο, αλλά γίνεται και για το θαλάσσιο ανάγλυφο. Να λοιπόν βλέπετε εδώ το υποθαλάσσιο
ανάγλυφο το οποίο με τον ίδιο τρόπο προβάλλεται πάνω στο επίπεδο της θάλασσας.
Επομένως είπαμε τον τρόπο με τον οποίο προβάλλονται όλα τα υψόμετρα και όλα τα βάθη
πάνω σε έναν τοπογραφικό χάρτη.
Ανακεφαλαιώνοντας, ο τοπογραφικός χάρτης θεωρεί ένα οριζόντιο αναφοράς, αυτό του
επιπέδου της θάλασσας και το δεύτερο είναι ότι προβάλλει σε αυτό ύχνη καθέτου δηλαδή
χαρακτηριστικά σημεία και γραμμές. Το τρίτο κομμάτι με το οποίο σχετίζεται με το τοπογραφικό
χάρτη και εκφράζει το τοπογραφικό χάρτη είναι ότι απεικονίζει το ανάγλυφο με ισοϋψείς. Πάμε
λοιπόν να δούμε τι είναι οι ισοϋψείς.

Πρώτα απ’ όλα είναι γραμμές οι οποίες απεικονίζουν το τρισδιάστατο ανάγλυφο σε δισδιάστατο.
Κάθε καμπύλη είναι μια επίπεδη προβολή πάνω στο χάρτη και περιλαμβάνει σημεία τα οποία
έχουν το ίδιο υψόμετρο. Βλέπετε εδώ ότι αν έχω ένα βουνό ο τρόπος με τον οποίο
δημιουργούνται αυτές οι προβολές πάνω στο χάρτη θα ήταν σα να μπορούσα να κόψω σε
οριζόντια επίπεδα το βουνό δημιουργώντας επίπεδα που το ένα ισαπέχει από το άλλο. Και τι θα
πει ισαπέχει; Θα πει ισαπέχει σε μέτρα.
Πάμε λοιπόν να δούμε πώς γίνεται αυτό. Έχω λοιπόν το ανάγλυφο εδώ και έχω τα σημεία
πάνω στο αναγλυφο τα οποία βρίσκονται στο ίδιο υψόμετρο. Οι ισοϋψείς είπαμε ότι είναι
γραμμές οι οποίες ενώνουν στοιχεία, σημεία, τα οποία βρίσκονται στο ίδιο υψόμετρο. Άρα εδώ
αν έχω από το Α μέχρι το Β μια γραμμή η οποία προβάλλεται κάτω στο επίπεδο όλα τα σημεία
αυτής της γραμμής βρίσκονται στο ίδιο υψόμετρο. Δηλαδή αν αυτό το σημείο βρίσκεται στα 100
μέτρα, τότε αυτό εδώ το σημείο το οποίο έχω προβάλλει πάνω στο χάρτη θα βρίσκεται στα 100
μέτρα κι αυτό το σημείο το οποίο έχω προβάλλει πάνω στο χάρτη πάλι βρίσκεται στα 100 μέτρα
και το τρίτο σημείο το Ζ για παράδειγμα που έχω προβάλλει πάνω στο χάρτη βρίσκεται στα 100
μέτρα. Δηλαδή όλα αυτά τα σημεία τα οποία βρίσκονται στο επίπεδο από το Α μέχρι το Ζ, όλα
αυτά τα σημεία που απεικονίζονται και που είναι σημεία κάθετης προβολής του ανάγλυφου
πάνω στο επίπεδο έχουν το ίδιο υψόμετρο, έχουν υψόμετρο 100 μέτρων. Αντίστοιχα από το Β
μέχρι το Ε όλα τα σημεία που βρίσκονται πάνω στο ανάγλυφο που τα έχω πάρει ενδεχομένως
με GPS, βρίσκονται στα 200 μέτρα, δηλαδή βρίσκονται σε ένα άλλο υψόμετρο, και αντίστοιχα
όλα τα στοιχεία τα οποία προβάλλονται πάνω στο επίπεδο από το Β μέχρι το Ε και πίσω ξανά,
κι αυτά βρίσκονται στα 200 μέτρα. Όμοια και στο Γ-Δ. Όλα τα στοιχεία που βρίσκονται στο
ανάγλυφο Γ-Δ είναι για παράδειγμα στα 300 μέτρα και η απεικόνισή τους πάνω στο επίπεδο
προβάλει στοιχεία τα οποία βρίσκονται και αυτά στα 300 μέτρα. Επομένως αν το δούμε μέσα
από ένα διαφορετικό πρίσμα, βλέπεται εδώ πέρα το βουνό, ή βλέπετε δυο διαδοχικά βουνά και
εδώ στη μέση μπορεί να υπάρχει για παράδειγμα μια χαράδρα ή μπορεί να υπάρχει ο αυχένας
των βουνών και έχουμε για παράδειγμα τα σημεία της κάθετης προβολής πάνω στο επίπεδο -
να λοιπόν η βάση του βουνού που απεικονίζεται, ακολουθείστε τη γραμμή του κέρσορα από τη
μια και την άλλη πλευρά, η μεγάλη βάση του βουνού και στη μεγάλη βάση του βουνού, ας
πούμε ότι είναι οροσειρά έχω δύο εξάρσεις, έχω δύο βουνά, που το ένα είναι ψηλότερο από το
άλλο. Να λοιπόν για παράδειγμα οι ισοϋψείς των 1000 μέτρων, αυτή είναι η ισοϋψής των 2000,
των 3000, αυτή των 4000, αυτή των 5000 μέτρων. Το αντίστοιχο και στο μικρό βουνό. Το ίδιο
επίπεδο ισοϋψών που έχουμε εδώ πέρα, αν δηλαδή εδώ είναι 100 τότε και εδώ οι ισοϋψείς που
θα προβάλλονται θα είναι των 100. Δηλαδή σε έναν χάρτη όλα τα βουνά προβάλλονται με τον
ίδιο τρόπο, με την ίδια κλίμακα θα λέγαμε πάνω στο επίπεδο.

Ερώτηση: Να ρωτήσω κάτι για τη προηγούμενη εικόνα; Κάτω κάτω είναι η βάση, το επίπεδο
αναφοράς, όσο ανεβαίνουμε αυξάνει το υψόμετρο, και αντίστοιχα στην απεικόνιση πάνω τα
νούμερα…
Απάντηση: μεγαλώνουν, δηλαδή φανταστείτε ότι εδώ είμαστε στη βάση του βουνού και η βάση
του βουνού μπορεί να είναι στα 100 μέτρα, κι εδώ είναι τα 200 μέτρα, επομένως όταν βλέπουμε
τέτοιου είδους καμπύλες που κλείνουν πρός το εσωτερικό και βλέπουμε τις τιμές να αυξάνουν
αυτό σημαίνει ότι πηγαίνω προς τη κορυφή. Επομένως αν ήθελα να διαβάσω το χάρτη αυτό
χωρίς να βλέπω το κάτω μέρος θα έλεγα ότι έχω μια οροσειρά, ας τη χαρακτηρίσουμε οροσειρά
επειδή το σχήμα είναι αφαιρετικό, το οποίο αποτελείται από δύο εξάρσεις δηλαδή δύο βουνά.
Πώς το καταλαβαίνω ότι είναι βουνά; Το καταλαβαίνω γιατί βλέπω ότι οι καμπύλες αυτές είναι
κλειστές και ότι καθώς πάω από την έξω καμπύλη προς τη μέσα, τα νούμερα μεγαλώνουν.
Επομένως μπορώ να πω αν θέλω αν περιγράψω αυτό το σχήμα ότι έχω δύο βουνά και το
βουνό αυτό φτάνει στα 2000 μέτρα και το βουνό το άλλο φτάνει στα 1000 μέτρα (οι κορυφές
τους δηλαδή).

Αυτή είναι η βάση με την οποία διαβάζω το ανάγλυφο. Αν τα βουνά μας ήταν απόλυτοι κώνοι,
τότε οι ισοϋψείς μας δε θα έκαναν αυτά τα πυκνώματα και τα αραιώματα, θα απείχαν το ίδιο η
μια από την άλλη. Γιατί όλα τα σημεία τα οποία βρίσκονται σε επίπεδα κάθετα της κάθετης
γραμμής που περνάει ένα κώνο από τη κορυφή μέχρι τη βάση είναι ισαπέχοντα. Αυτό όμως δε
συμβαίνει στη φύση και γι’ αυτό έχουμε αυτά τα πυκνόματα και τα αραιώματα τα οποία στη
συνέχεια θα μάθουμε να τα διαβάζουμε και να καταλάβουμε τι σημαίνουν αυτά για το ανάγλυφο.
Ας πάμε να παρακολουθήσουμε ένα video στο οποίο ο εκπαιδευτικός μας δείχνει πώς
δημιουργείται ένας τοπογραφικός χάρτης. Βλέπετε λοιπόν τη περίπτωση την οποία αναφέραμε
και πιο πριν, ότι έχω μια γραμμή 3000 μέτρων, και πηγαίνω στις γραμμές των 3500 μέτρων.
Έχει κάνει λοιπόν μια υπέροχη κατασκευή, η οποία είναι με ξυλάκια, και βλέπετε ότι κάθε
ισοϋψής την αναπαρηστά πάνω στο βουνό. Αυτό λοιπόν μας λέει ότι δείχνει τη τοπογραφία της
περιοχής κι όταν βλέπουμε το επίπεδο τότε μπορούμε να καταλάβουμε πώς είναι το ανάγλυφο.
Βλέπουμε επίσης τον αυχένα ανάμεσα στα δύο βουνά. Κι αυτό το οποίο μας λέει είναι ότι ενώ ο
τοπογραφικός χάρτης είναι σαν να έχουμε κόψει το βουνό σε οριζόντια επίπεδα αλλά δε
βλέπουμε το εσωτερικό τους, βλέπουμε όλα τα στοιχεία στα οποία το οριζόντιό μου επίπεδο
συναντά το εξωτερικό επίπεδο του βουνού. Δε βλέπουμε το εσωτερικό του βουνού, βλέπουμε
την επιφάνεια του βουνου, και πώς αυτή η επιφάνεια απεικονίζεται πάνω στο επίπεδο.
Ο τρόπος με τον οποίο οι ισοϋψείς παρουσιάζονται πάνω στο χάρτη είναι διαφορετικός. Όπως
σας είπα υπάρχουν ισοϋψείς οι οποίες είναι περισσότερο τονισμένες και ισοϋψείς οι οποίες είναι
λιγότερο τονισμένες. Πάμε τώρα να διαβάσουμε τις ισοϋψείς αυτές και να δούμε τι στοιχεία μας
δίνει η κάθε μια.
Πρώτα απ’ όλα έχουμε τις συνήθεις ισοϋψείς. Οι ισοϋψείς αυτές είναι όλες οι γραμμές οι οποίες
βλέπουμε. Όλες οι γραμμές που βλέπετε εδώ πέρα ονομάζονται συνήθεις ισοϋψείς.
Απεικονίζονται γενικά με ανοιχτό καφέ χρώμα. Όλες οι ισοϋψείς απεικονίζονται με καφέ χρώμα
και όταν μιλάμε για βάθη όπου το αντίθετο της ισοϋψούς είναι ισοβαθύς, οι ισοβαθείς λοιπόν
απεικονίζονται με μπλε χρώμα. Όλες αυτές οι γραμμές οι οποίες απεικονίζονται με
ανοιχτόχρωμο καφέ χρώμα ονομάζονται ισοϋψείς και αντιστοιχούν στην ισοδιάσταση του χάρτη.
Θα πούμε στη συνέχεια τι είναι ισοδιάσταση του χάρτη.
Οι γραμμές αυτές οι οποίες είναι σκούρες ονομάζονται κύριες ή αριθμημένες ισοϋψείς. Συνήθως
αυτές αντιστοιχούν σε κάθε 5η καμπύλη. Οπότε συνήθως και 5 καμπύλες συναντούμε μια κύρια
ισοϋψή. Πώς θα ξεχωρίσω τη συνήθη από τη κύρια ισοϋψή; Είναι κανόνας, είναι νόμος πάνω
στο χάρτη η κύρια ισοϋψής να σημειώνεται με πιο σκούρο χρώμα. Επιπλέον πάνω στις κύριες
ισοϋψείς υπάρχει πάντα το υψόμετρο. Και βεβαίως υπάρχουν και οι ενδιάμεσες ισοϋψείς οι
οποίες σχεδιάζονται με διακεκομμένες γραμμές όπως βλέπετε εδώ στο κέντρο.
Τι θα πει ενδιάμεσες ισοϋψείς; Πηγαίνοντας ανάμεσα στις δύο ισοϋψείς είπαμε ότι έχουμε 5
γραμμές. Εδώ είναι 1800 το υψόμετρο, εδώ είναι 1900, άρα η υψομετρική διαφορά είναι 100
μέτρα. Προσοχή, η διαφορά ανάμεσα στις ισοϋψείς δεν είναι σε χιλιόμετρα, είναι σε μέτρα. Γιατί
όταν ανεβαίνω σε ένα βουνό το υψόμετρο το μετράμε σε μέτρα. Προσοχή και για τις εξετάσεις
να γράφουμε τις σωστές μονάδες. Αν πούμε ότι η διαφορά μεταξύ δύο ισοϋψών είναι 20
χιλιόμετρα, σημαίνει 20.000 μέτρα, το οποίο είναι στο επίπεδο της στρατόσφαιρας. Τα
αεροπλάνα πχ πετάνε στα 11.000 μέτρα.

Επομένως είπαμε, το 1800 με το 1900 απέχει 100 μέτρα. Άρα πόσο απέχουνε οι ενδιάμεσες
ισοϋψείς η μια από την άλλη; Πόσες γραμμές είναι; Τις μετράω. 5 γραμμές, διαιρώ το 100 δια 5
και βρίσκω ότι η μια γραμμή απέχει από την άλλη 20 μέτρα.
Όταν λοιπόν έχουμε ένα χάρτη είπαμε βλέπουμε τις ενδιάμεσες ισοϋψείς. Τι σημαίνουμε
ενδιάμεσες ισοϋψείς; Σημαίνει ότι από αυτή την ισοϋψή η επόμενη, δηλαδή αυτή η
διακεκομμένη δεν απέχει 20 μέτρα, αλλά απέχει λιγότερο από 20 μέτρα. Αν απείχε 20 μέτρα θα
την συμβόλιζα με μια συνήθη ισοϋψή, δηλαδή με μια αντίστοιχη γραμμούλα. Την απεικονίζω ως
διακεκομμένη γραμμή. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αυτή η διακεκομμένη γραμμή βρίσκεται
κάτω από τα 20 μέτρα απόσταση. Επομένως επειδή η επόμενη ισοϋψής σ’ αυτό το όρος δε
φτάνει στα 20 μέτρα απόσταση από τη προηγούμενη συνήθη ισοϋψή, γι’ αυτό το λόγο την
απεικονίζουμε με διακεκομμένη γραμμή.

Ερώτηση: Να ρωτήσω κάτι; Για τη διακεκομμένη ισοϋψή, αυτό σημαίνει ότι έχουμε φτάσει στη
κορυφή του βουνού και γι’ αυτό το λόγο δε μπορεί να ισαπέχει από τη προηγούμενη ή άσχετο;
Απάντηση: Για να πάμε λοιπόν να μετρήσουμε. Είπαμε ότι η κάθε ισοϋψής διαφέρει από την
άλλη 20 μέτρα. Επομένως εδώ είμαστε στα 1900, η επόμενη που βλέπουμε, πιο ψηλά δηλαδή
είναι στα 1920 μέτρα. Η επόμενη συνήθης ισουψής θα έπρεπε να είναι στα 1940. Εδώ όμως το
βουνό μας δε φτάνει μέχρι τα 1940 μέτρα οπότε έχουμε διακεκομμένη γραμμή. Οι συνήθεις
ισοϋψείς είναι όπως είπαμε, οι ισοϋψείς οι οποίες αντιστοιχούν στην ισοδιάσταση του χάρτη. Και
τι σημαίνει ισοδιάσταση του χάρτη; Σημαίνει ότι αν εδώ έχω το 1800 και εδώ το 1900, δηλαδή
υψομετρική απόσταση 100 μέτρων και μετρήσω εδώ πέρα 5 γραμμούλες, δηλαδή ότι οι δύο
κύριες ισοϋψείς διαφέρουν η μια από την άλλη κατά 5 γραμμούλες, το υψόμετρο που
απεικονίζει η καθεμία από αυτές τις ισοϋψείς, δηλαδή τα 20 μέτρα, οι ισοϋψείς λοιπόν που είναι
ανά 20 μέτρα στο συγκεκριμένο παράδειγμα, ονομάζονται συνήθεις ισοϋψείς. Οι ενδιάμεσες
ισοϋψείς είναι οι ισοϋψείς οι οποίες δε φτάνουνε τα 20 μέτρα. Μπορεί να είναι 15 μέτρα, δηλαδή
να απέχει 15 μέτρα από τη συνήθη ισοϋψή. Επειδή λοιπόν ο χάρτης είναι πάρα πολύ
σημαντικός για την απεικόνιση του ανάγλυφου και το όριο αυτό (το ανά 20 μέτρα χαράζω μια
συνήθη ισοϋψή είναι απαράβατο) γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιούμε τις ενδιάμεσες ισοϋψείς
προκειμένου να δούμε ότι εκεί δε φτάνουμε στα 20 μέτρα, αλλά φτάνουμε πχ στα 15 μέτρα.
Οπότε όπως είπαμε εδώ είμαστε 1900, 1920, κανονικά θα έπρεπε να είμαι στο 1940, αλλά
βλέπουμε στο χάρτη αυτό ότι δε φτάνουμε στο 1940.

Στο χάρτη αυτό βλέπουμε και ένα άλλο πλαίσιο το οποίο μοιάζει με ισοϋψής αλλά έχει δοντάκια
γύρω γύρω. Αυτό λοιπόν ονομάζεται ισοϋψής κατάπτωσης. Τι σημαίνει αυτό; Σε αυτό το σημείο
η γη βούλιαξε. Μπορεί να έχω λοιπόν μια καταβόθρα. Οπότε τι διαβάζω σε αυτό το χάρτη;
Διαβάζω πρακτικά ότι ανεβαίνω από τα 1800 στα 1900 και ενώ προχωράω κάποια στιγμή εδώ
μπροστά συναντάω μια καταβόθρα. Αν προσπαθήσω να ανέβω από την άλλη πλευρά και πάλι
ανεβαίνω από τα 1800 στα 1900, μετά στα 1920 και φτάνω σε ένα επίπεδο στα 1925 για
παράδειγμα που κάπου εκεί τοποθετείται η κορυφή. Προχωρώντας στα ανατολικά της κορυφής
συναντάμε και πάλι μια καταβόθρα. Οπότε ενώ δε βλέπω τίποτα άλλο παρά γραμμές μπορώ
και διαβάζω το ανάγλυφο. Με τον ίδιο τρόπο λοιπόν ένας χαρτογράφος που καλείται να φτιάξει
ένα χάρτη για τους μαθητές, καλείται να απεικονίσει το ανάγλυφο αυτό. Με άλλα λόγια, αν ότι
ήταν κάτω από το 1800 το απεικόνιζε με καφέ ανοιχτό, ότι ήταν πάνω από το 1800 θα το
απεικόνιζε με καφέ πιο σκούρο και όταν θα έφτανε στο επίπεδο της καταβόθρας θα είχε πάλι
πιο ανοιχτό καφέ για να δείξει ότι στο ανάγλυφο αυτό υπάρχει η συγκεκριμένη ανωμαλία.
Επομένως ενώ στη πραγματικότητα δεν βλέπω τις ισοϋψείς αυτές σε ένα χάρτη τοίχου, οι
ισοϋψείς αυτές υπάρχουν σχεδιαστικά προκειμένου ο χαρτογράφος να κάνει το χάρτη.

Στο βίντεο το οποίο είδαμε το πάχος του κάθε ξύλου υπολογίστηκε, επειδή ήταν προσομοίωση
και δεν υπήρχε κλίμακα, μπορεί να υπολογίστηκε στα 5 εκατοστά ή μπορεί στα 10 εκατοστά.
Αυτό που θέλω να κρατήσετε είναι ότι ο άνθρωπος που έφτιαξε αυτό το κατασκεύασμα είπε ότι
κάθε 20 μέτρα πάνω στο ανάγλυφό μου, εγώ τα αναπαριστώ με 5 εκατοστά. Και κάπως έτσι
κάνει την αναλογία. Η αναλογία αυτή τονίζω ότι δεν είναι υπό κλίμακα, έτσι όπως τη
κατασκεύασε ο άνθρωπος. Αν ήθελε να τη κατασκευάσει υπό κλίμακα θα έπρεπε να κάνει
άλλον υπολογισμό. Αυτή απλά είναι μια αναλογία προκειμένου να δείξει πώς είναι το ανάγλυφο.
Οπότε στο κομμάτι των προβολών γίνεται για εκπαιδευτικούς λόγους μια σύμβαση προκειμένου
να καταλάβουμε πώς χτίζεται το ανάγλυφο.
Όταν έχουμε ισοϋψής κατάπτωση δείχνουμε το βάθος, όπως επίσης και στη περίπτωση των
κορυφών δε δείχνουμε πάντα τις ενδιάμεσες ισοϋψείς, αλλά μπορούμε να δείξουμε το ακριβές
υψόμετρο το οποίο αναπαριστάται με ένα τριγωνομετρικό, δηλαδή με ένα τριγωνάκι, δίπλα στο
τριγωνάκι αναγράφεται το ακριβές υψόμετρο της κορυφής.

Είπαμε επομένως ότι το χρώμα το χρησιμοποιείται στις ισοϋψείς είναι το σκούρο καφέ για να μη
μπερδεύεται με τις άλλες γραμμές οι οποίες υπάρχουν στο έδαφος και για τις ισοβαθείς
χρησιμοποιούν το μπλε χρώμα.
(Η καταβόθρα δεν είναι γκρεμός. Η καταβόθρα είναι ένα βύθισμα της γης το οποίο οφείλεται στη
κατακόρυφη πτώση του εδάφους. Πολλές φορές ειδικά τα δικά μας βουνά αποτελούνται απο
ασβεστόλιθους. Θα δείτε πώς όπως και όταν μιλήσουμε για τα σπήλαια, το νερό προκαλεί
καυστική διάβρωση στον ασβεστόλιθο, με αποτέλεσμα το υποκείμενο από την επιφάνεια
πέτρωμα να χάνεται. Δημιουργείται δηλαδή ένα είδος κυλώματος, ένα είδος σπηλαίου. Όταν
λοιπόν η επιφάνεια υποχωρήσει είναι σαν μια τρύπα η καταβόθρα)
Βλέπουμε λοιπόν εδώ πέρα ότι διαφορετικά είδη εδαφών αναπαρίστανται με διαφορετικές
ισοϋψείς. Οι ισοϋψείς είναι χαρακτηριστικές του εδάφους. Βλέπετε λοιπόν εδώ πέρα, ότι εδώ
που είναι απότομο το έδαφος, για κοιτάξτε πώς η μια ισοϋψής πλησιάζει την άλλη. Η μια
ισοϋψής εδώ από την άλλη απέχει 20 μέτρα, αλλά τι σημαίνει αυτό, όταν είναι απότομο το
έδαφος, αυτά τα 20 μέτρα βρίσκονται κάθετα σχεδόν στο άλλο. Όταν έχω ήπια πλαγιά και πάλι
η ισοϋψείς η μια από την άλλη διαφέρει κατά 20 μέτρα, αλλά προκειμένου να μου δείξει ότι είναι
ήπια η πλαγιά, οι ισοϋψείς αυτές είναι απομακρυσμένες η μια από την άλλη. Το
απομακρυσμένο και το κοντά το δημιουργώ αυθαίρετα; Όχι, θυμίζω πάλι ότι οι ισοϋψείς
δημιουργούνται από τις κάθετες προβολές της επιφάνειας του εδάφους πάνω στο ανάγλυφο.
Εδώ λοιπόν που έχω δυο βουνά βλέπετε ότι τις αναπαριστώ τις ισοϋψείς ως δύο υβώματα. Να
λοιπόν τα δύο υβώματα και εδώ έχω τον αυχένα των βουνών και βλέπω το υψόμετρο του
αυχένα του βουνού και φτάνουμε στις κορυφές των βουνών. Εδώ λοιπόν καταλαβαίνω αν δω
τις ισοϋψείς και χωρίς καν να δω τα υψόμετρα ότι έχω δύο βουνά, δύο εξάρσεις, οι οποίες έχουν
το ίδιο υψόμετρο.

Κοιτάξτε εδώ ένα βουνό το οποίο είναι σχεδόν κωνικό. Βλέπετε ότι οι ισοϋψείς, σχεδόν φαίνεται
ότι δημιουργούν ένα συμμετρικό σχήμα όπως θα γινόταν και στη περίπτωση του κώνου. Εδώ
πιο κάτω βλέπετε την αναπαράσταση 3 βουνών και με βάση τις ισοϋψείς καταλαβαίνουμε ότι το
μεσαίο βουνό είναι χαμηλότερο από το βουνό το οποίο βρίσκεται στο αριστερό μέρος του χάρτη
και αυτό με τη σειρά του είναι χαμηλότερο από το βουνό το οποίο βρίσκεται στο ανατολικό
μέρος του χάρτη. Όμοια και εδώ πέρα κοιτάξτε την αναπαράσταση η οποία αντιστοιχεί με το
πραγματικό ανάγλυφο.
(Σχόλιο σε ερώτηση από το chat) Οπότε εγώ βρίσκομαι στο πουθενά, σε ένα βουνό και δε
ξέρω από ποια πλευρά πρέπει να κατέβω. Ας πούμε ότι υπάρχουν γύρω μου ψηλά δέντρα και
δε γνωρίζω από ποια πλευρά πρέπει να κατέβω. Με τη βοήθεια της πυξίδας προσανατολίζω το
χάρτη μου και επιλέγω να κατέβω από την περιοχή η οποία έχει πιο ήπιο ανάγλυφο. Πάντως σε
κάθε περίπτωση όταν έχω για παράδειγμα έναν χάρτη στη τάξη και βλέπω ότι εδώ πέρα έχω
περισσότερο καφέ και εδώ το καφέ απομακρύνεται, ενώ εδώ είναι απότομο το καφέ, γέρνει για
παράδειγμα το καφέ προς την ανατολική πλευρά, αυτό σημαίνει πράγματα για τη μορφολογία
του βουνού. Το κομμάτι το οποίο αφορά ένα σχεδιάγραμμα σαν αυτό το οποίο μας έδειξε ο
κύριος πιο πριν, είναι μια πάρα πολύ εύκολη και ωραία δραστηριότητα προκειμένου τα παιδιά
να εισαχθούν στους χάρτες και να καταλάβουν το ανάγλυφο πολύ πριν μπουν στη φάση του
γυμνασίου στην οποία θα ασχοληθούν με τις ισοϋψείς.

Ερώτηση: Εγώ θέλω να ρωτήσω, ειδικά ας πούμε στο πρώτο βουνό βλέπω ότι κάποιες
ισοϋψεις έχουν μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, αυτό μπορεί να δείχνει κάτι; Μια απότομη
πλαγιά;
Απάντηση: Η μεγάλη απόσταση μεταξύ των ισοϋψών, τότε σημαίνει ότι το ανάγλυφο είναι ήπιο

Ερώτηση: Να ρωτήσω και εγώ κάτι; Τα παιδιά από ποια ηλικία μπορούν να απαντήσουν αυτό;.
Απάντηση: Τα παιδιά μπορούν να απαντήσουν την προηγούμενη ερώτηση, με το τρόπο που
δείξαμε, σύμφωνα με το μοντεσσοριανό σύστημα από το νηπιαγωγείο. Αλλά πάμε πολλές
φορές να βάλουμε πράγματα στα παιδιά χωρίς να έχουμε το υλικό (γι’ αυτό δείξαμε και το
βίντεο). Σκεφτείτε αυτό το βουνό που μας έδειξε ο κύριος που το συνέθεσε, να το αποδομεί ένα
παιδί σιγά σιγά. Αντί να το συνθέτει να το αποδομεί και να το ζωγραφίζει σιγά σιγά. Με υλικά
μπορούμε να βρούμε τρόπους και να διδάξουμε τα πάντα σε όλες τις ηλικίες. Χωρίς υλικά, αν
πάμε να μιλήσουμε με αφηρημένο τρόπο στα παιδιά υπάρχει ένα πρόβλημα. Αντίθετα αν είχαμε
τη δυνατότητα να κάνουμε ένα εργαστήριο τέτοιου τύπου στη Πάρνηθα και είχαμε ένα
τοπογραφικό χάρτη όλα αυτά τα οποία λέμε θα τα βλέπατε μπροστά σας.

Ερώτηση: Ήθελα να σας ρωτήσω, είπατε και πριν, ότι δεν είναι πάντα οι υψομετρικές, δεν
έχουν πάντα την απόσταση των 20 μέτρων και ότι τη καθορίζει αυτός που φτιάχνει το χάρτη,
μας είπατε ότι είναι κάποια άλλο κριτήρια. Αν δεν είναι κάθε 20 μέτρα, υπάρχει κάποια σταθερά
που θα είναι ή 40 ή 60 ή 100;
Απάντηση: Υπάρχουν χαρτογραφικοί κανονισμοί οι οποίοι κανονίζουν την ισοδιάσταση του
χάρτη. Η ισοδιάσταση του χάρτη σχετίζεται πάντα με τη κλίμακα του χάρτη. Εσείς όμως ως
δάσκαλοι δε καλείστε να μπείτε στη λογική αυτή. Αυτό είναι ένα στοιχείο το οποίο το δίνουμε για
να ξέρετε πώς σχεδιάζει ο χαρτογράφος. Αυτό σχετίζεται με τη κλίμακα του χάρτη. Δε μπορεί να
έχει ένα χάρτη 1:5000 δηλαδή ένα χάρτη μεγάλης κλίμακας και να χρησιμοποιεί ισοϋψείς των
200 μέτρων. Έχει χάσει όλη τη πληροφορία. Εκεί θα πρέπει να πάει σε ισοϋψείς των 10 μέτρων
για να έχει ο χάρτης πληροφορία. Επομένως αυτό εξαρτάται από τη κλίμακα του χάρτη και είναι
μια χαρτογραφική σύμβαση, αλλά αυτό που δείχνουμε εδώ είναι ότι υπάρχουν κανόνες.
Επομένως εσείς την ισοδιάσταση του χάρτη, και τις ενδιάμεσες και κύριες ισοϋψείς θα τις
βρίσκεται αποτυπωμένες στο χάρτη. Η τιμή της ισοδιάστασης καθορίζεται από ένα
συγκεκριμένο πλαίσιο το οποίο αφενός εξαρτάται από τη κλίμακα, αφετέρου εξαρτάται από τη
κλίση του ανάγλυφου και αυτό είναι είναι δουλειά του χρήστη αλλά δουλειά του χαρτογράφου.
Πάμε λοιπόν να δούμε τα χαρακτηριστικά των ισοϋψών. Πρώτον είναι κλειστές καμπύλες, γιατί
αναφέρονται στο ίδιο επίπεδο. Με άλλα λόγια αν ξεκινήσεις σε ένα βουνό σε ένα σημείο και
πορευτείς πάντα σε υψόμετρο 20 μέτρων και κάνεις περιμετρικά το βουνό περπατώντας πάντα
σε υψόμετρο 20 μέτρων, θα φτάσεις στο σημείο από το οποίο ξεκίνησες. Το επίπεδο αυτό, από
όλα τα σημεία στα οποία πέρασες πάνω στο επίπεδο της γης, αυτή είναι η ισοϋψής των 20.
Είπαμε ότι αντιστοιχούν σε παράλληλα επίπεδα με σταθερή υψομετρική διαφορά, δηλαδή
ανεξαρτήτως αν η μια ισοϋψής είναι μακριά από την άλλη ή μια ισοϋψής είναι κοντά στην άλλη η
μεταξύ τους υψομετρική απόσταση είναι πάντα ίδια.
Να πούμε ότι επειδή είναι γραμμές σε επίπεδο και τα επίπεδα αυτά είναι παράλληλα, οι
ισοϋψείς δεν τέμνονται ποτέ. Όπου έχουμε απόδοση γκρεμού, οι ισοϋψείς πλησιάζουν η μια
στην άλλη αλλά δεν τέμνονται ποτέ γιατί μιλάμε για επίπεδα. Είναι σα να λέμε για τους
παράλληλους της γης. Αν πάρετε λοιπόν δύο χαρτιά και τα απομακρύνετε ή τα πλησιάσετε θα
δείτε τη προβολή του πάνω χαρτιού στο κάτω. Η πυκνότητα λοιπόν των ισοϋψών μας δείχνει τη
κλίση του εδάφους. Εδώ λοιπόν βλέπουμε μια πλαγιά η οποία έχει ήπια κλίση γιατί βλέπετε ότι
οι ισοϋψείς εδώ είναι απομακρυσμένες.
Πάμε να δούμε άλλη μια άποψη των ισοϋψών. Βλέπουμε εδώ το βουνό, όπως το είχε σημειώσει
ο κύριος, και να εδώ το βουνό πώς αναπαρίσταται με τη βοήθεια των ισοϋψών. Κοιτάξτε το
κάτω σχήμα τι δείχνει. Δείχνει λοιπόν ότι όταν οι ισοϋψείς πλησιάζουν, συγκλίνουν, προς την
εξωτερική πλευρά, δηλαδή προς τα εκεί που τα νούμερα μικραίνουν, τότε το ανάγλυφο είναι
περίπου ευθεία. Όταν οι ισοϋψείς απομακρύνονται η μια από την άλλη, το ανάγλυφό μου έχει
αυτή τη μορφή (μάλλον εννοεί μορφή καμπύλης).

Πώς παρουσιάζονται οι χαράδρες στις ισοϋψείς. Οι χαράδρες ή και οι κοιλάδες είναι σημεία του
ανάγλυφου τα οποία σχηματίστηκαν με τη βοήθεια του νερού. Η κοιλάδα είναι ένα μέρος το
οποίο σχηματίστηκε όταν το νερό έσκαψε το ανάγλυφο, παρέσυρε όλα αυτά τα χώματα για να
οδηγηθεί σε χαμηλότερο επίπεδο. Επομένως η χαράδρα ή το ποτάμι αναπαρίσταται με τη
μορφή του σχήματος V, το οποίο V, όσο πλησιάζω προς τις μυτούλες (εννόω δηλαδή προς τα
μέσα) το υψόμετρο ανεβαίνει, δηλαδή εδώ μου δείχνει ότι περνώντας από V σε V σε V, αυτή
εδώ είναι η χαράδρα. Αν μπορούσα να δω το ανάγλυφο θα έβλεπα ότι ανάμεσα από αυτά εδώ
τα σημεία κυλάει ενδεχομένως και ένα ποτάμι ή αν δεν έχω ποτάμι από αυτά εδώ τα σημεία θα
διέλθει ο χείμαρρος.

Ερώτηση: Οπότε αν υποθέσουμε ότι αυτά τα σημεία που περνάει το νερό με μεγάλη
ένταση, η μορφολογία τους αλλάζει συχνά;
Απάντηση: Βεβαίως δεν είναι σταθερά. Όπου υπάρχει νερό ή άνεμος δεν έχουμε σταθερότητα.
Είναι οι εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν το ανάγλυφο. Το ανάγλυφο γύρω μας αλλάζει
κάθε δευτερόλεπτο. Μπορεί να μη το καταλαβαίνουμε, αλλά θα το καταλαβαίναμε αν
βρισκόμασταν για παράδειγμα στην έρημο (αυτό που λέμε ότι στην έρημο χάνουμε το
προσανατολισμό μας). Γιατί χάνουμε τον προσανατολισμό μας; Γιατί μετακινείται η άμμος. Η
άμμος δε μετακινείται γιατί υπάρχει κάποια δύναμη από κάτω που τη κουνάει. Η άμμος
δημιουργείται εξαιτίας του ανέμου στην έρημο. Αυτό λοιπόν που συμβαίνει στην έρημο και είναι
εύκολο να το καταλάβουμε ή για παράδειγμα αν πάτε στη Πελοπόννησο που έχει αμμοθίνες
δίπλα στη παραλία ή αν πάτε στη Λήμνο που έχει αμμοθίνες, θα δείτε ότι το σχήμα της
παραλίας ως προς το ανάγλυφο, δηλαδή ως προς τις εξάρσεις και τα χαμηλότερα σημεία
αλλάζει από το πρωί μέχρι το απόγευμα και γι’ αυτό μιλάμε για πολύ ευαίσθητα οικοσυστήματα.
Πώς αλλάζει; Αλλάζει με τη βοήθεια του αέρα και πιθανώς και με τη βοήθεια του νερού, που αν
έχουμε ένα παλιρροιακό κύμα, θα αλλάξει και με τη βοήθεια του νερού. Το ίδιο ακριβώς
συμβαίνει και στο ηπειρωτικό ανάγλυφο αλλά εδώ πέρα έχουμε πιο σκληρά πετρώματα ή
πετρώματα τα οποία έχουν μεγαλύτερη συνοχή. Το νερό λοιπόν όπως και ο αέρας είναι από
τους παράγοντες που προκαλούν τη διάβρωση. Διάβρωση λοιπόν τι σημαίνει; Σημαίνει ότι αν
έχω ένα βουνό, σε κάθε βροχόπτωση στο βουνό αυτό, μετακινούνται από “χ” μέχρι “χ εις την
πέμπτη” όγκος στερεών. Σε κάθε βροχόπτωση. Σκεφτείτε λοιπόν όταν έχω έντονες
βροχοπτώσεις που οδηγούν σε χειμάρρους. Επομένως το ανάγλυφο δημιουργήθηκε με αυτό το
τρόπο, αν μιλήσουμε κάποια στιγμή για το τρόπο δημιουργίας των ποταμών και για τα στάδια
της μορφής των ποταμών θα δούμε ότι το ανάγλυφο έχει δημιουργηθεί ξεκινώντας από μια
θεωρητική μορφή πανεπίπεδου κι από εκεί και μετά αρχίζει η διεργασία του νερού, της
βροχόπτωσης που σκάβει και παρασύρει τα μαλακά πετρώματα, τα οποία τα αποθέτει σε
χαμηλότερα σημεία ή στους πυθμένες των ωκεανών. Επομένως ναι, το ανάγλυφο αλλάζει
συνέχεια είτε με τον άνεμο είτε με το νερό. Και γι’ αυτό το λόγο και οι χάρτες με τα υψομετρικά
και όχι μόνο, δηλαδή το ανάγλυφο μπορεί να αλλάξει και με τους ενδογενείς παράγοντες,
συμβαίνει κάποιος σεισμός, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει κατολίσθηση, το ανάγλυφο αλλάζει
ριζικά. Στο Θιβέτ για παράδειγμα στους σεισμούς που γίναν πριν 5 περίπου χρόνια άλλαξε
υψόμετρο βουνών, γιατί έγιναν κατολισθήσεις κι αν μιλάγαμε για παράδειγμα για ένα βουνό
3535 μέτρα το υψομετρικό του μπορεί να έγινε 3530 μέτρα. Το ίδιο ισχύει και για όλα τα βουνά,
και γι’ αυτό θα δείτε πολλές φορές τα υψομετρικά στην Ελλάδα τα έχει βάλει η γεωγραφική
υπηρεσία στρατού Αυτά λοιπόν τα υψομετρικά, μέσα στα χρόνια αλλάζουνε.

Ερώτηση: Πώς ο χάρτης μας δηλώνει ότι έχουμε χαράδρα;


Απάντηση: Κοιτάξτε τις ισοϋψείς σε αυτό το χάρτη. Οι ισοϋψείς στο εξωτερικό μέρος βλέπετε
ότι είναι στα 180 μέτρα. Πηγαίνοντας στο εσωτερικό και φτάνοντας προς τη κορυφή, είματε στα
200 μέτρα. Όταν οι γραμμές αυτές κάνουν το V προς τη κορυφή (το μεγαλύτερο υψόμετρο) και
επανέρχεται τότε μιλάμε για χαράδρα. Όταν το V είναι ανάποδα, έχω πεδιάδα.
Εδώ για παράδειγμα εδώ είναι ένας χάρτης με τον οποίο μπορούμε να παίξουμε με τα παιδιά
ειδικά αν έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε v-trip. Είναι εδώ ένας χάρτης και πρέπει τα παιδιά
να δουν αν υπάρχουν λάθη στο σχεδιασμό των ποταμών. Αυτό για παράδειγμα το 8, είναι
σωστό σχεδιασμένο ποτάμι; Είναι λάθος γιατί δεν είναι σχεδιασμένο στο V που τείνει προς τη
κορυφή. Ο κλάδος 10 που βλέπουμε, είναι σωστός; Είναι σωστός για περνάει από όλα τα V.
(Συνεχίζει να αναφέρεται σε κάποια σχόλια σε ένα χάρτη μιας διαφάνειας….)
Το V δείχνει και τις χαράδρες και τις κοιλάδες. Η χαράδρα από τη κοιλάδα δεν έχει διαφορά στο
σχηματισμό, έχει διαφορά στην ομαλότητα του εδάφους. Η χαράδρα σχηματίστηκε από ένα
ποτάμι το οποίο έσκαψε το ανάγλυφο αλλά το έσκαψε κάθετα και δεν άφησε χώμα από τη μια
και την άλλη πλευρά. Ενώ η κοιλάδα έχει τον ίδιο ακριβώς σχηματισμό αλλά έγινε λείανση
μεγαλύτερου κομματιού,δηλαδή τα πετρώματα εκατέρωθεν δεν ήταν τόσο σκληρά με
αποτέλεσμα να δημιουργηθεί πιο ήπιο ανάγλυφο. Με τον ίδιο τρόπο περίπου δημιουργούνται οι
χαράδρες ή οι κοιλάδες. Τόσο οι χαράδρες τόσο και οι κοιλάδες υπονοούν και προϋποθέτουν
την ύπαρξη ποταμού. Απλά η κοιλάδα είναι πιο ανοιχτή, σημαίνει ότι το ποτάμι είχε τη
δυνατότητα να σκάψει περισσότερο τα πετρώματα εκατέρωθεν και να αφήσει περισσότερο
χώμα. (κάποια σχόλια σε ένα τοπογραφικό χάρτη)

Ερώτηση: Δηλαδή οι χαράδρες και οι κοιλάδες πρέπει να είναι πάντα από τη κορυφή του
βουνού;
Απάντηση: Οι κοιλάδες σχηματίζονται προς τους πρόποδες ενός βουνού, στα χαμηλά μέρη
των βουνών. Γιατί για να έχεις κοιλάδα θα πρέπει να έχεις το κομμάτι το οποίο θα σε βοηθήσει,
μιλάω για το ανάγλυφο της Ελλάδας χωρίς να είναι απόλυτο αυτό, όταν έχεις χαράδρα σημαίνει
απότομο σκάψιμο. Αυτό που είπαμε τόσο για τις κοιλάδες όσο και τις χαράδρες δεν είναι από
πού ξεκινάνε. Μπορεί κάτι να ξεκινάει διαφορετικά και να καταλήγει διαφορετικά. Αυτό που
είπαμε για τις κοιλάδες και τις χαράδρες είναι ο τρόπος που απεικονίζονται πάνω στο χάρτη.
Είπαμε ότι ο τρόπος που απεικονίζονται πάνω στο τοπογραφικό χάρτη θυμίζει V τα οποία
κοιτάζουν προς τα ανώτερα σημεία προς τα εκεί που υπάρχουν τα υψηλότερα υψόμετρα.
Βεβαίως ένα ποτάμι συνήθως ξεκινάει από τις πηγές του, που οι πηγές του βρίσκονται πάνω
στα βουνά. Οι πηγές σχηματίζονται από τον υδροκρίτη του βουνού, που δείχνει προς τα πού
κατευθύνονται τα νερά. Επομένως εδώ για παράδειγμα αν είχα ένα μεγάλο ποτάμι και ήθελα να
σχηματίζω τον υδροκρίτη αυτού του ποταμού θα έβλεπα παράλληλα με αυτό το κλάδο που θα
μπορούσαμε να τον πούμε κύριο κλάδο άλλους αντίστοιχους τέτοιους κλάδους, δηλαδή άλλα
αντίστοιχα τέτοια V προς τα πάνω, τα οποία θα τροφοδοτούσαν αυτό το ποτάμι. Έτσι θα είχα το
ποτάμι και τους παραποτάμους. Δηλαδή δε χαράζω έναν παραπόταμο όπου μου αρέσει πάνω
στο χάρτη. Θα πρέπει να μου το δείξει το ανάγλυφο. Επίσης να πούμε ότι ροή νερού δε
σημαίνει οπωσδήποτε ύπαρξη ποταμού. Το ποτάμι προϋποθέτει τροφοδοσία με νερό.
Επομένως μπορεί να έχω ροές νερού χωρίς να έχω ποτάμι, μπορεί να έχω ένα ρυάκι, μπορεί
να έχω ένα ρέμα, μπορεί να έχω απλά παρουσία νερού που μπορεί τους χειμερινούς μήνες να
γίνεται ποτάκι και τους θερινούς μήνες να στερεύει. Αυτό όμως δεν αλλάζει τη μορφολογία του
ανάγλυφου, θα εξακολουθήσει να παραμένει αυτή η μορφολογία ακόμα και αν εδώ δεν υπάρχει
νερό. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα βαθούλωμα, μια χαράδρα η οποία δημιουργήθηκε
παρουσία νερού σε παλαιότερες εποχές. Μπορεί να μην έχει πια νερό.
Αντίστοιχα εδώ σε μια άσκηση “βρείτε τις κορυφές” αν λέγαμε χάραξε και πιθανές ροές νερού ή
πιθανά ποτάμια, καταλαβαίνετε ότι όλα αυτά εδώ, τα V που πηγαίνουν προς τη κορυφή (κάποια
σχόλια στο χάρτη…)

Τι είναι η ισοδιάσταση; Η ισοδιάσταση είναι η υψομετρική απόσταση, η υψομετρική διαφορά


ανάμεσα σε δύο διαδοχικές ισοϋψείς. Έχουμε δύο κύριες ισοϋψείς με 400 και 500. Η διαφορά
ανάμεσα σε αυτές τις δύο ισοϋψείς είναι 100 μέτρα. Πάμε και μετράμε τις συνήθεις ισοϋψείς.
Ξεκινάμε από το 400. Έχουμε 5 συνήθεις ισοϋψείς για να φτάσουμε στο 500. Διαιρώ το 100 δια
5, 20 μέτρα. Αυτά τα 20 μέτρα είναι η ισοδιάσταση του χάρτη. Όταν μιλάμε για ισοϋψείς το
υψόμετρο είναι πάντα σε μέτρα.
(Σχόλιο σε ερώτηση) Αν θέλω να βρω τη απόσταση που θα διανύσει κάποιος σε ευθεία
ανάμεσα σε δύο σημεία, πχ από ένα σημείο των 400 μέχρι ένα σημείο των 500, μετρώ την
απόσταση σε εκατοστά, πρέπει να ξέρω τη κλίμακα του χάρτη και να μετατρέψω αυτή την
απόσταση σε μέτρα και να πω ότι για να ανέβω 100 μέτρα υψόμετρο έκανα μια πορεία 1000
μέτρα. (Αυτό σχετίζεται με τη κλίση που είναι στο επόμενο μάθημα)
(Σχόλιο σε ερώτηση) Η απόφαση του ανά πόσα μέτρα σχεδιάζω την ισοϋψή πάνω στο χάρτη
είναι απόφαση του χαρτογράφου γνωρίζοντας δύο στοιχεία. Η κλίση και η κλίμακα.

You might also like