Professional Documents
Culture Documents
ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
ΔΗΜΟΣ ΟΙΤΥΛΟΥ
Επιμέλεια – Παραγωγή: ΙΔΙΟΜΟΡΦή, Σπάρτη, τηλ. 27310-82203
ISBN: 5η EBA 978-960-214-895-2, ΔΗΜΟΣ ΟΙΤΥΛΟΥ 978-960-99394-0-9
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
5η ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
ΔΗΜΟΣ ΟΙΤΥΛΟΥ
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ
ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΔΡΑΝΔΑΚΗ
ΓΙΑ ΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΑΝΗ
Καραβοστάσι Οιτύλου, 21–22 Ιουνίου 2008
ΠΡΑΚΤΙΚΑ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 11
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 15
ΠΡΟΛΟΓΟΙ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 21
ΠΙΝΑΚΕΣ
ΜΕΡΟΣ Α΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .I–XIV
ΜΕΡΟΣ Β΄. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1–47
10
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΑΑΑ Ἀρχαιολογικὰ Ἀνάλεκτα ἐξ Ἀθηνῶν
AΒΜΕ Ἀρχεῖον τῶν Βυζαντινῶν Μνημείων τῆς Ἑλλάδος
AΔ Ἀρχαιολογικὸν Δελτίον
ΑΕ Ἀρχαιολογικὴ Ἐφημερίς
ΔΚΜΣ Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικῶν Σπουδῶν
ΔΧΑΕ Δελτίον τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας
ΕΕΒΜ Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βοιωτικῶν Μελετῶν
ΕΕΒΣ Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν
ΕΕΦΣΠΙ Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρὶς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Πανεπιστη-
μίου Ἰωαννίνων
EEΦΣΠΑ Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρὶς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Πανεπιστη-
μίου Ἀθηνῶν
ΘΗΕ Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια
ΛακΣπ Λακωνικαὶ Σπουδαί
NE Nέος Ἑλληνομνήμων
ΠΑΑ Πραγματεῖαι τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν
ΠΑΕ Πρακτικὰ τῆς ἐν Ἀθήναις Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας
15
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΔΡΑΝΔΑΚΗ
16
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
18
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
19
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
Ο
Μαντοφόρος αποτελεί μικρό συνοικισμό νότια του Πύργου Διρού,
κοντά στην Τριανταφυλλιά και το Νικάνδρι της Μέσα Μάνης.
Στην περιοχή εντοπίζεται παλαιομανιάτικος οικισμός με τρεις,
τουλάχιστον, ναούς, τον Άγιο Βασίλειο, την Παναγία και τον Άγιο
Παντελεήμονα, οι οποίοι δεν έχουν έως σήμερα δημοσιευθεί .
* Ευχαριστώ θερμά τις φίλες και συναδέλφους Μαρία Αγρέβη και Ευαγγελία Ελευθε-
ρίου για τις παρατηρήσεις τους σε καίρια θέματα της μελέτης. Ευχαριστίες οφείλονται
στον Δημήτρη Κολοκούρη, φύλακα αρχαιοτήτων της 5ης Ε.Β.Α. στη Μέσα Μάνη, ο
οποίος πρόθυμα με συνόδευσε κατά τις αυτοψίες στην περιοχή. Η αποτύπωση και σχε-
δίαση των μνημείων έγινε από τους Ντίνα Ντουβή, αρχιτέκτονα μηχανικό της 5ης Ε.Β.Α.,
και Διονύση Βασιλείου, πολιτικό μηχανικό, τους οποίους ευχαριστώ θερμά.
1. Για το τοπωνύμιο Μαντοφόρος, βλ. Γ. Α. Πίκουλας, Λεξικὸ τῶν οἰκισμῶν τῆς Πελο-
ποννήσου. Παλαιὰ καὶ νέα τοπωνύμια, Ηορος: Ἡ Μεγάλη Βιβλιοθήκη, Ἀθήνα 2001,
274 αρ. 2331. Για τους επιμέρους οικισμούς και τις θέσεις στην ευρύτερη περιοχή του
Πύργου Διρού, βλ. Κάσσης, Άνθη της πέτρας, 378.
. Τ. Μόσχος – Λ. Μόσχου, «Παλαιομανιάτικα. Οἱ βυζαντινοὶ ἀγροτικοὶ οἰκισμοὶ τῆς
Λακωνικῆς Μάνης», ΑΑΑ 14 (1981), 28, σχ. 1α–δ. Στον χώρο επισημάνθηκαν στέρνες και
αρκετά κτίσματα «μεγαλιθικής» δομής, αλλά και οικιστικά συγκροτήματα της όψιμης
τουρκοκρατίας και αλώνια, που μαρτυρούν την επιβίωση του οικισμού κατά την εποχή
αυτή. Γενικά για τις «μεγαλιθικές» οικήσεις, βλ. επίσης Γ. Σαΐτας, «Μάνη», Ἑλληνικὴ
Παραδοσιακὴ Ἀρχιτεκτονική, Ἀθήνα 2001, 16–20 και Λ. Μόσχου «Α.1 Ερειπωμένοι
βυζαντινοί αγροτικοί οικισμοί της Λακωνικής Μάνης, ΙΙ. Η οργάνωση του χώρου στους
βυζαντινούς αιώνες (7ος–15ος μ.Χ. αιώνας)», Μανιάτικοι οικισμοί, 33–36, όπου συγκε-
ντρωμένη η παλαιότερη βιβλιογραφία.
. Οι ναοί καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια του προγράμματος ψηφιακής χαρτογράφη-
σης των μνημείων της Μάνης, που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο της οργάνωσης του Δικτύου
Μουσείων Μάνης, βλ. σχετ. P. Kalamara – I. Efremidis – L. Moschou, “The digital
mapping programme of the Byzantine, post-Byzantine and modern monuments of Mani
and ruined Byzantine rural settlements in Laconian Mani”, Sparta and Laconia, 369–370.
127
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
Ο ναός του Αγίου Βασιλείου βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του οικι-
σμού. Διατηρείται σε ερειπιώδη κατάσταση, με την ανατολική και τις
δύο μακρές πλευρές να σώζονται σε μέγιστο ύψος 2,93μ. περίπου
επάνω από το επίπεδο του εδάφους και τη δυτική σε ύψος 1,54μ.
Πρόκειται για μονόχωρο δρομικό κτήριο, εξωτερικών διαστάσεων
5,80x4,16μ. χωρίς την ημικυκλική αψίδα του Ιερού (Πίν. 24.1–3). Στο
πάχος του ανατολικού τοίχου διαμορφώνονται οι δύο μικρές ημικυκλι-
κές κόγχες της πρόθεσης και του διακονικού.
Οι όψεις του ναού είναι απλές και αδιάρθρωτες (Πίν. 25.1–2). Η
τοιχοποιία αποτελείται από ακατέργαστους ασβεστόλιθους, μέτριου
και μικρού μεγέθους, μεταξύ των οποίων στις μακρές πλευρές απα-
ντούν δόμοι από επιμήκεις ημιλαξευμένους λίθους. Οι γωνίες είναι
διαμορφωμένες από «πλεκτά» διατεταγμένες λιθοπλίνθους. Οι λίθοι
έχουν κτισθεί με χονδρόκοκκο ασβεστοκονίαμα, ερυθρωπού χρώματος,
στο οποίο παρεμβάλλονται οριζόντια, κατακόρυφα ή λοξά τοποθετη-
μένα πλινθία και θραύσματα κεραμιδιών, που συνήθως ακολουθούν το
περίγραμμα των λίθων. Για το αρμολόγημα έχει χρησιμοποιηθεί ανοι-
χτόχρωμο λεπτόκοκκο κονίαμα, που καλύπτει τμήμα των πλίνθων και
των λίθων, ευρισκόμενο στο ίδιο επίπεδο με αυτούς. Σε μεγάλο μέρος
της βόρειας πλευράς, καθώς και του βόρειου τμήματος της αψίδας
και σποραδικά σε άλλα σημεία, παρατηρούνται επάνω στο αρμολό-
γημα εγχάρακτα σχέδια, σταυροί με τριγωνική βάση, χρίσμα, διαγώ-
νιες παράλληλες γραμμές κ.λ.π. (Πίν. 25.3). Μία οριζόντια οδοντωτή
ταινία διατρέχει το ανατολικό τμήμα της νότιας πλευράς, ενώ υψηλό-
τερα διακρίνεται στην τοιχοποιία το αποτύπωμα ανοιχτού αγγείου. Σε
μεταγενέστερες επισκευές θα πρέπει να αποδοθούν τα τμήματα της
τοιχοποιίας του βόρειου τοίχου με αργούς λίθους και μικρά θραύσματα
λίθων σφηνωμένα στους αρμούς χωρίς καθόλου πλίνθους, όπως και οι
δύο αντηρίδες από ξερολιθιά που ενισχύουν την ίδια πλευρά.
Τον οικισμό και τους ναούς είχε επισημάνει, όπως ευγενικά με πληροφόρησε, η κ. Χαρί-
κλεια Κοιλάκου, επίτιμος έφορος αρχαιοτήτων, κατά το διάστημα που υπηρέτησε στην
περιοχή. Αναφορά στους ναούς έχει γίνει από τον Κάσση, Άνθη της πέτρας, 384–385,
εικ. 522–526 και από τον Γ. Λ. Μαντούβαλο, Στὴ σκιὰ τοῦ Ταϋγέτου. Ὁδοιπορικὸ Β΄,
Ἀποσκιερὴ Μέσα Μάνη, τ. 2, Ἀθήνα 1978 (στο εξής: Στὴ σκιὰ τοῦ Ταϋγέτου), 230.
. Αυτό το σύστημα δομής διακρίνεται καλύτερα στη νότια πλευρά. Στη βόρεια πλευρά,
όπου μόνο τα κατώτερα μέρη ανήκουν στην αρχική φάση οικοδόμησης του ναού (βλ.
παρακάτω), διακρίνεται ένας μόνο δόμος από επιμήκεις λιθοπλίνθους στο μέσον περί-
που του σωζόμενου ύψους της.
. Ανάλογες διαφοροποιήσεις, οφειλόμενες σε επισκευές, επισημαίνονται και στο εσω-
τερικό μέτωπο του βόρειου τοίχου, όπου μάλιστα προστέθηκε και τοιχίο, σε αντιστοιχία
με τη θύρα του ναού.
128
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΝΤΟΦΟΡΟ ΠΥΡΓΟΥ ΔΙΡΟΥ
. Η ύπαρξη και δεύτερης θύρας κατά τον άξονα στη δυτική πλευρά δεν είναι δυνατόν
να εξακριβωθεί, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της πλευράς αυτής έχει σήμερα καταπέσει
και ανακτισθεί με ξερολιθιά.
. Την επιγραφή έχει μεταγράψει και ο Κάσσης, Άνθη της πέτρας, 385.
. ζηλοπαθής: ο ζηλόφθονος, ο ζηλότυπος, βλ. Δ. Δημητράκος, Μέγα λεξικὸν τῆς
Ἑλληνικῆς γλώσσης, τ. 4, Ἀθῆναι 1950, 3194 και Lexikon zur byzantinischen Gräzität
besonders des 9.–12. Jahrhunderts, E. Trapp (έκδ.), Veröffentlichungen der Kommission
für Byzantinistik, Band VI/3, Wien 1999, 643. Ευχαριστώ τον επίκουρο καθηγητή του
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Χρήστο Σταυράκο και την κ. Χ. Κοιλάκου για τις σχετικές
με την επιγραφή επισημάνσεις τους.
129
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
. Η κάτω επιφάνεια του επιστυλίου είναι επιμελώς λαξευμένη, αλλά ακόσμητη. Στο
επιστύλιο ανήκει μάλλον και μικρό θραύσμα, διαστάσεων 0,155x0,125x0,04μ., διακοσμη-
μένο με ανθέμιο, ενώ συλλέχθηκε ένα ακόμη θραύσμα, διαστάσεων 0,155x0,075x0,035μ.,
αποκομμένο από τα έξεργα κομβία του μέλους.
10. Η ζώνη με την επιγραφή έχει συστηματικά αποκοπεί σε όλο το μήκος του δεύτερου
θραύσματος και στην άνω επιφάνειά του διαμορφώθηκε εγκοπή. Την επιγραφή έχει
μεταγράψει και ο Κάσσης, Άνθη της πέτρας, 385.
11. Από το δεύτερο διάχωρο σώζεται μόνο η αρχή του. Στην απόδοση του ανθεμίου, το
καρδιόσχημο πλαίσιο, που σχηματίζεται από τα δύο ημιανθέμια, καταλαμβάνει φύλλο
με έξεργο κεντρικό νεύρο, πιθανότατα ημίεργη απόδοση ανεστραμμένου ανθεμίου.
130
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΝΤΟΦΟΡΟ ΠΥΡΓΟΥ ΔΙΡΟΥ
12. Η μία πλευρά και των δύο θραυσμάτων έχει μείνει ακατέργαστη. Εντός του ναού
καταγράφηκε ακόμη τμήμα οκταγωνικού κιονίσκου, αδρά κατεργασμένου, που φέρει
ακόσμητο κιονόκρανο, με αποτετμημένες τις γωνίες του (ύψ. 0,745μ., άνω επιφ. κιονο-
κράνου 0,20x0,175μ.).
13. Για τη συνήθεια να μένουν ακόσμητες οι όψεις των κιονοκράνων που δεν ήταν
ορατές, βλ. Ch. Bouras, “Unfinished Architectural Members in Middle Byzantine Greek
Churches”, Archaeology in Architecture: Studies in Honor of Cecil L. Striker, J. J. Emerick – D.
M. Deliyannis (επιμ.), Mainz am Rhein 2005, 2.
14. Γενικά για τον αρχιτεκτονικό τύπο, βλ. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία, 344–345,
όπου και η παλαιότερη σχετική βιβλιογραφία. Για παραδείγματα από τη Μάνη, βλ.
Δρανδάκης, Παλαιοχριστιανικὴ καὶ βυζαντινὴ Μάνη, 21, 22–23, 25. Y. Nagatsuka, Les
églises byzantines en Laconie et dans ses environs. Recherches sur leurs architectures et leurs
fresques, Τhèse de doctorat, Paris 1994, τ. 1, 9–11.
15. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία, 359. Για παραδείγματα από τη Μάνη, βλ. Nagatsuka,
ό. π.
16. Στ. Β. Μαμαλούκος, «Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Νέου κοντὰ στὸ Παρόρι
τῆς Βοιωτίας», Α΄ Διεθνὲς Συνέδριο Βοιωτικῶν Μελετῶν, ΕΕΒΜ 1 (1988), τεύχ. Α,
507–508. Ο ίδιος, «Ο ναός του Αγίου Πολυκάρπου στην Τανάγρα (Μπράτσι) Βοιωτίας»,
ΔΧΑΕ 25 (2004), 132.
131
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
17. Βλ. σχετ. Γ. Μ. Βελένης, Ερμηνεία του εξωτερικού διακόσμου στη βυζαντινή αρχι-
τεκτονική, Διδ. διατρ., ΑΠΘ, Επιστημονική Επετηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής, Παράρτημα
αρ. 10 του Θ΄ τόμου, Θεσσαλονίκη 1984, τ. Α΄, 46, 63 και Μπούρας – Μπούρα, Ναοδο-
μία, 506–507. Επιμήκεις λίθοι στους πλάγιους τοίχους, που ενοποιούν σε μεγάλο μήκος
την τοιχοποιία, απαντούν στην Αγ. Βαρβάρα και στον Άγ. Νικόλαο Γλέζου.
18. Γενικά για το θέμα, βλ. Στ. Β. Μαμαλούκος, Το καθολικό της Μονής Βατοπεδίου.
Ιστορία και αρχιτεκτονική, Διδ. διατρ., Αθήνα 2001, 179–186, όπου συγκεντρωμένη η
παλαιότερη βιβλιογραφία. Από τη Μάνη αναφέρουμε ενδεικτικά τον Ταξιάρχη Χαρού-
δας, την Αγ. Σολομονή Τριανταφυλλιάς, τον Άγ. Νικόλαο και την Αγ. Βαρβάρα Γλέζου,
με χαράγματα, που ομοιάζουν με αυτά του Αγ. Βασιλείου.
19. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία, 399–400.
20. Ό. π., 465, 508–510.
21. Ό. π., 424, 509. Μ. Κάππας, «Ο ναός της Παναγίας Φανερωμένης στη θέση Καρδιά
της Νισύρου», Βυζαντινά 25 (2005), 438–440.
22. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία, 415, 505.
132
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΝΤΟΦΟΡΟ ΠΥΡΓΟΥ ΔΙΡΟΥ
28. Η απεικόνιση βλάστησης θεωρήθηκε ότι αρμόζει σε επιστύλια, βλ. σχετ. Μ. Σκλά-
βου-Μαυροειδή, «Έξεργα στοιχεία στα διπλεπίπεδα», Θωράκιον. Αφιέρωμα στη μνήμη
του Παύλου Λαζαρίδη, Αθήνα 2004, 202. Οι ελισσόμενοι βλαστοί που σχηματίζουν
συμμετρικά σχήματα είναι από τα προσφιλή θέματα του Νικήτα μαρμαρά (Δρανδά-
κης, Νικήτας μαρμαρᾶς, πίν. Ια, ΙΙα,β, ΙΧα, ΧΙα). Καρδιόσχημα ανθέμια επισημαίνο-
νται, μεταξύ άλλων, στον διάκοσμο του Σωτήρα Γαρδενίτσας, των Ταξιαρχών Γλέζου,
της Επισκοπής Σταυρίου, του Αγ. Θεοδώρου Τσόπακα (Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά,
εικ. 146, 158, 414, 445–447 αντίστοιχα). Συνεχόμενοι κύκλοι με πολύφυλλα ανθέμια
απαντούν στο κιονόκρανο του βόρειου κίονα των Ταξιαρχών Γλέζου, όπου μάλιστα τα
ανθέμια είναι επίσης οριζόντια και αντωπά τοποθετημένα, στο εντοιχισμένο στο κωδω-
νοστάσιο των Ταξιαρχών Δρυάλου επιστύλιο, στο περίθυρο του Αγ. Πέτρου Καστανέας
και σε ελκυστήρα της Αγ. Βαρβάρας Ερήμου (Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 157,
224, 268, 326 αντίστοιχα).
29. L. Bouras, “Architectural Sculptures of the Twelfth and the Early Thirteenth Centuries
in Greece”, ΔΧΑΕ 9 (1977–1979) (στο εξής: Architectural Sculptures), 64. Μπούρας –
Μπούρα, Ναοδομία, 545–546. Στη Μάνη ανακαμπτόμενα ακανθόφυλλα κοσμούν το
εντοιχισμένο στο κωδωνοστάσιο των Ταξιαρχών Δρυάλου επιστύλιο του έτους 1103
[Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 225. Ο ίδιος, «Χρονολογημένα βυζαντινά γλυπτά
της Μάνης του 11ου και του 12ου αιώνα», La sculpture byzantine, VIIe–XIIe siècles, Actes
du colloque international organisé par la 2e Éphorie des antiquités byzantines et l’École française
d’Athènes, Athènes 6–8.9.2000, Ch. Pennas – C. Vanderheyde (επιμ.), BCH, Supplément
49, Athènes 2008, 410, εικ. 10], καθώς και τα επιστύλια του Αγ. Ιωάννη «στου Κοράκη»
Μίνας, της Αγ. Βαρβάρας Γλέζου, του Ταξιάρχη Χαρούδας, του Αγ. Ιωάννη Θεολόγου
στη Φουρνιάτα Πύργου Διρού, του Αγ. Νικολάου στο Καμπινάρι Πλάτσας (Δρανδάκης,
Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 302, 402, 380, 371–373, 339 αντίστοιχα), των Αγ. Θεοδώρων
στου Καλού (Δρανδάκης, Ἔρευναι 1977, πίν. 137στ), κ.ά.
30. Ντ. Μουρίκη, Οἱ τοιχογραφίες τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴν Πλάτσα τῆς Μάνης,
Ἀθῆναι 1975, 21–22. Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, 224–228.
31. Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 470, 471. Γενικά για τα κομβία, σταθερό γνώ-
ρισμα των μεσοβυζαντινών γλυπτών της Μάνης, βλ. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία,
546–548.
134
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΝΤΟΦΟΡΟ ΠΥΡΓΟΥ ΔΙΡΟΥ
37. Για την τεχνική του διπλεπίπεδου αναγλύφου, βλ. Bouras, Architectural Sculptures
και Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία, 574–575, καθώς και τις πρόσφατες εργασίες των
Vanderheyde, ό. π., 104–105 και Σκλάβου-Μαυροειδή, ό. π. (υποσημ. 28), 197–203
και ιδιαίτερα 197–198, όπου και η παλαιότερη σχετική βιβλιογραφία. Η παράθεση των
έξεργων κομβίων στο φυτικό θέμα του βάθους δεν είναι ιδιαίτερα επιτυχημένη, καθώς
καλύπτουν ικανό τμήμα του, στοιχείο που ίσως οφείλεται σε λανθασμένο υπολογισμό
της διαθέσιμης επιφάνειας από πλευράς του τεχνίτη· ανάλογα παραδείγματα στη Μάνη
επισημαίνονται στον Ταξιάρχη Γλέζου, στον Ταξιάρχη Χαρούδας, στο επιστύλιο που
είναι εντοιχισμένο στο κωδωνοστάσιο των Ταξιαρχών Δρυάλου, στον βόρειο ελκυστήρα
της Αγήτριας στην Αγία Κυριακή (Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 160, 168, 189,
225, 416 αντίστοιχα).
38. Για επιπλέον παραδείγματα, βλ. Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, 342.
39. Βλ. ελκυστήρα Αγ. Θεόδωρου Βάμβακα, επίστεψη θωρακίου Αγ. Θεοδώρων Καφι-
όνας, επιστύλιο Αγ. Ιωάννη Κέριας (Δρανδάκης, Νικήτας μαρμαρᾶς, 23, 33, 35 αντί-
στοιχα), κοσμήτες Αγ. Φίλιππου Κουνιώτικης Πούλας και γείσο εντοιχισμένο στον Άγ.
Νικόλαο Καστανέας [Ν. Β. Δρανδάκης, «Ἄγνωστα γλυπτὰ τῆς Μάνης ἀποδιδόμενα
στὸ μαρμαρᾶ Νικήτα ἢ στὸ ἐργαστήρι του», ΔΧΑΕ 8 (1975–1976), 21, 22 και 25
αντίστοιχα]. Για την επιγραφή του επιστυλίου των Ταξιαρχών Δρυάλου, βλ. Bouras,
Architectural Sculptures, 64. Feissel – Philippidis-Braat, Inventaire, 307–308 αρ. 49, πίν.
Χ.3. Ανάλογη επιγραφή συναντάμε και σε θωράκιο του ναού της Αγ. Σολομονής Τρια-
νταφυλλιάς των αρχών του 12ου αι., βλ. Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, 161. Συνολικά,
βλ. επίσης Kalopissi-Verti, Epigraphic Evidence, 339–349.
40. Αποτρεπτική επιγραφή απαντά στην όψη κιονίσκου στο προστώο του Αγ. Νικολάου
Χαριάς, βλ. Ν. Β. Δρανδάκης, «Ἀνάγλυπτος παράστασις βυζαντινοῦ μύθου», Λειμών.
Τιμητικὴ προσφορὰ τῷ καθηγητῇ Νικολάῳ Β. Τωμαδάκῃ, ΕΕΒΣ 39–40 (1972–1973),
662–664, εικ. 9, σχ. 1.
41. Τα γράμματα Α, Η, C, V, O, E, Κ θυμίζουν αυτά της επιγραφής του εντοιχισμένου
στο κωδωνοστάσιο των Ταξιαρχών Δρυάλου επιστυλίου (Bouras, Architectural Sculptures,
εικ. 1), τα Α, Η, C, E, Θ, Κ, Ν απαντούν όμοια στην Αγ. Σολομονή Τριανταφυλλιάς
(Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 248), το Ν, με τους δύο τύπους του και το Β απο-
δίδονται με τον ίδιο τρόπο στον Άγ. Σέργιο και Βάκχο Κοίτας (Δρανδάκης, Βυζαντινὰ
γλυπτά, εικ. 265), το Β, όπως και τα Α, Δ, Κ, Ε, V, C, θυμίζουν τα αντίστοιχα γράμματα
στις επιγραφές της Αγήτριας στην Αγία Κυριακή (Δρανδάκης, Τοιχογραφίες, 237 και
136
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΝΤΟΦΟΡΟ ΠΥΡΓΟΥ ΔΙΡΟΥ
υποσημ. 28, εικ. 4, 11), το Ν αποδίδεται ανάλογα στον κοσμήτη της πρόθεσης της Αγ.
Τριάδας στο Μπρίκι (Δρανδάκης, Βυζαντινὰ γλυπτά, εικ. 237).
42. Ο Μαντούβαλος (Στὴ σκιὰ τοῦ Ταϋγέτου, 230) αναφέρει ότι ο ναός πρέπει να ήταν
μοναστηριακός, άποψη που επαναλαμβάνει και ο Κάσσης (Άνθη της πέτρας, 385).
43. Καθώς ο ναός φαίνεται να έχει υποστεί μεταγενέστερες επεμβάσεις (βλ. παρα-
κάτω), πιθανώς και τα κονιάματα, ως τα πλέον ευπαθή στοιχεία των όψεων, να έχουν
αλλοιωθεί.
44. Ο ναός δεν έχει άλλα ανοίγματα, εκτός από μία έκκεντρη μικρή τετράγωνη θυρίδα
στην κόγχη του Ιερού.
137
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
45. Βόρεια διατηρείται κατά χώραν τμήμα του πυθμένα και της βάσης εφυαλωμένης
εγχάρακτης κούπας. Από τον διάκοσμό της διακρίνεται μετάλλιο, που διαιρείται με δύο
διασταυρούμενες χαράξεις σε τεταρτημόρια· στο καθένα από αυτά και σε επαφή με την
περιφέρεια του μεταλλίου έχει χαραχθεί ημικύκλιο, η επιφάνεια του οποίου καλύπτεται
με λεπτεγχάρακτη παράλληλη διαγράμμιση. Την εσωτερική επιφάνεια καλύπτει καστα-
νοκίτρινη εφυάλωση. Ανήκει στην ομάδα των απλών εγχάρακτων κεραμικών του 13ου
και 14ου αι., βλ. σχετ. Βυζαντινά εφυαλωμένα κεραμικά. Η τέχνη των εγχαράκτων,
Κατάλογος έκθεσης, Δ. Παπανικόλα-Μπακιρτζή (επιστ. επιμ.), Αθήνα 1999, 23. Στον
άξονα της θύρας σώζεται τμήμα του πυθμένα και του σώματος εφυαλωμένης εγχάρα-
κτης κούπας, με πράσινες ελεύθερες πινελιές και κιτρινωπή εφυάλωση· από το κέντρο
του πυθμένα ξεκινούν ακτινωτά προς την περιφέρεια διπλές εγχάρακτες ταινίες, μεταξύ
των οποίων σχηματίζονται τριγωνικά διάχωρα, τα οποία γεμίζουν με λεπτεγχάρακτη
παράλληλη διαγράμμιση. Ανήκει στην ομάδα των έγχρωμων εγχάρακτων κεραμικών
του 13ου–14ου αι., βλ. σχετ. Βυζαντινά εφυαλωμένα κεραμικά, ό. π., 23. Νότια διατη-
ρείται τμήμα του πυθμένα και του σώματος εφυαλωμένης εγχάρακτης κούπας. Από το
διακοσμητικό θέμα του εσωτερικού διακρίνονται παράλληλες λεπτεγχάρακτες γραμμές
και μικροί ελικοειδείς βλαστοί. Ανήκει και αυτή στην ομάδα των απλών εγχάρακτων
κεραμικών της παλαιολόγειας περιόδου, βλ. παραπάνω.
46. Διαφοροποίηση επισημαίνεται και στο αντίστοιχο τμήμα της ανατολικής όψης στο
εξωτερικό του ναού, όπου την τοιχοποιία καλύπτει παχύ στρώμα επιχρίσματος.
47. Μαντούβαλος, Στὴ σκιὰ τοῦ Ταϋγέτου, 230. Κάσσης, Άνθη της πέτρας, 385.
138
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΝΤΟΦΟΡΟ ΠΥΡΓΟΥ ΔΙΡΟΥ
48. Στο επίχρισμα που καλύπτει τους τοίχους σώζονται αρκετά χαράγματα (δυσανά-
γνωστες επιγραφές, παραστάσεις ανθρώπινων μορφών, πλοίων).
49. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία, 465. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους ναούς των Αγ.
Θεοδώρων Καφιόνας και του «Αγ. Πέτρου» Γαρδενίτσας του 12ου αι., Δρανδάκης,
Τοιχογραφίες, 70 εικ. 1, 261 εικ. 2 αντίστοιχα, καθώς και του Αγ. Γεωργίου Κάτω
Μπουλαριών, Ε. Κουνουπιώτου-Μανωλέσσου – Ρ. Ἐτζέογλου, ΑΔ 27 (1972), Χρονικά,
Β1 [1976], πίν. 238γ και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ Πολεμίτα, των υστεροβυζαντινών
χρόνων.
50. Βλ. π. χ. τον Άγ. Γεώργιο Κάτω Μπουλαριών, Κουνουπιώτου-Μανωλέσσου –
Ἐτζέογλου, ό. π., 299, πίν. 238γ και Δρανδάκης, Βυζαντινὲς τοιχογραφίες, 362, και τον
Άγ. Γεώργιο Κοίτας, Ρ. Ἐτζέογλου, ΑΔ 29 (1973–1974), Χρονικά, Β2 [1979], 419.
51. Για ενδεικτικά παραδείγματα, βλ. Α. Καββαδία-Σπονδύλη, «Μία νέα βυζαντινὴ
θέση στὴ Μάνη», Φίλιον Δώρημα εἰς τὸν Τάσον Ἀθ. Γριτσόπουλον, Πελοποννησιακὰ
17 (1987–1988), Παράρτημα, 91.
52. Βλ. σχετ. και Βελένης, ό. π. (υποσημ. 17), 111–112. Μπούρας – Μπούρα, Ναοδομία,
413.
53. Για εντοιχισμένα στις όψεις των ναών αγγεία, βλ. Κ. Τσουρῆς, Ὁ κεραμοπλαστικὸς
139
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
56. Αντίστοιχη διαμόρφωση δεν υπάρχει στη βόρεια πλευρά, όπου ωστόσο ένας πώρινος
θολίτης μαρτυρεί την παρουσία αρχικά μικρής τοξωτής κόγχης.
57. Γενικά για τον εικονογραφικό τύπο, βλ. Μαντάς, ό. π., 79–83. Η παράσταση συνηθί-
ζεται στη Μάνη, βλ. σχετ., Δρανδάκης, Τοιχογραφίαι, 80, υποσημ. 2. Σ. Καλοπίση-Βέρτη,
«Παρατηρήσεις στην εικονογραφία των αψίδων σε εκκλησίες της Μάνης: Μεταμόρ-
φωση – Πλατυτέρα – Θεοπάτορες – Δωρητές», Πρῶτο Συμπόσιο Βυζαντινῆς καὶ
Μεταβυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας καὶ Τέχνης, «Νεώτερα εὑρήματα – Νεώτερες ἔρευνες»
Ἀθήνα 28–30.4.1981, Πρόγραμμα καὶ περιλήψεις ἀνακοινώσεων, Ἀθήνα 1981, 35.
58. Ο τύπος των μετωπικών ιεραρχών απαντά στη Μάνη έως το 1300, βλ. Δρανδάκης
κ.ἄ., Ἔρευνα 1979, 157, υποσημ. 2 και 174. Μ. Παναγιωτίδη, «Παρατηρήσεις στην
εικονογραφία των αψίδων σε εκκλησίες της Μάνης: Δεόμενοι άγιοι – Δέηση – Ένθρονη
Παναγία με δωρητές – Ιεράρχες», Πρῶτο Συμπόσιο Βυζαντινῆς καὶ Μεταβυζαντινῆς
Ἀρχαιολογίας καὶ Τέχνης, ό. π., 67. Kalopissi-Verti, Osservazioni, 205.
141
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΕΞΙΑ
59. Για τα θρησκευτικά μνημεία που εντάσσονται στην ομάδα αυτή, βλ. Δρανδάκης,
ό. π. (υποσημ. 54), 153–154. Δρανδάκης κ.ἄ., Ἔρευνα 1978, 158–159. Αυτό τον τύπο
των κτισμάτων διέκρινε πρώτος ο Megaw (Architecture, 138–139), παραθέτοντας και
τα βασικά χαρακτηριστικά τους. Γενικά για τα μεγαλιθικά κτίσματα, βλ. παραπάνω,
υποσημ. 2.
60. Για τον διάκοσμο του «Αγ. Πέτρου» Γαρδενίτσας, βλ. Δρανδάκης, Τοιχογραφίες,
263–306. Ο ναός εντάσσεται σε μία ομάδα τοιχογραφημένων ναών της Μάνης του α΄
μισού του 13ου αι., που χαρακτηρίζονται από ένα απλό, εκφραστικό και ιδιαίτερα συντη-
ρητικό τεχνοτροπικό ιδίωμα, το οποίο υιοθετεί ωστόσο ορισμένα νεωτερικά στοιχεία της
ζωγραφικής της εποχής, βλ. M. Panayotidi, “Un aspect de l’art provincial, témoignage des
ateliers locaux dans la peinture monumentale”, Drevnerusskoe iskusstvo vizantija i drevnjaja
Rus’k 100-letnju Andreja Nikolajeviča Grabara (1896–1990), St. Petersburg 1999, 181–184.
Η ίδια, “Village Painting and the Question of Local ‘Workshops’ ”, Les Villages dans
l’Empire byzantin (IVe–XVe siècle), J. Lefort – C. Morrisson – J.-P. Sodini (επιμ.), Réalités
byzantines 11, Paris 2005, 200–203. Η ίδια, «Σχολιάζοντας τους ζωγράφους», στον
παρόντα τόμο, 225–226.
142
ΠΙΝΑΚΑΣ 24
1. Μαντοφόρος Πύργου
Διρού, Άγιος Βασίλειος.
Κάτοψη.
2. Μαντοφόρος
Πύργου Διρού, Άγιος
Βασίλειος. Τομή κατά
πλάτος προς Α.
3. Μαντοφόρος
Πύργου Διρού, Άγιος
Βασίλειος. Βόρεια
όψη, λεπτομέρεια
εγχάρακτων σχεδίων.
4. Μαντοφόρος
Πύργου Διρού,
Άγιος Βασίλειος.
Εσωτερικό
προς Α.
ΠΙΝΑΚΑΣ 26
4. Μαντοφόρος
α Πύργου Διρού,
Άγιος Βασίλειος.
Θραύσμα
τετραμερούς
κιονίσκου
με συμφυές
κιονόκρανο.
β
5. Μαντοφόρος
Πύργου Διρού,
Παναγία.
Κάτοψη.
ΠΙΝΑΚΑΣ 27
α β
α β
3. Μαντοφόρος Πύργου
Διρού, Παναγία.
Εσωτερικό, νότιο τμήμα
κτιστού τέμπλου.
ΠΙΝΑΚΑΣ 28
1. Μαντοφόρος
Πύργου
Διρού, Άγιος
Παντελεήμονας.
Κάτοψη.
2 3
2. Μαντοφόρος Πύργου
Διρού, Άγιος Παντελεήμονας.
Νοτιοανατολική όψη.
3. Μαντοφόρος Πύργου
Διρού, Άγιος Παντελεήμονας.
Εσωτερικό, κτιστό τέμπλο.
4. Μαντοφόρος
Πύργου Διρού, Άγιος
Παντελεήμονας.
Εσωτερικό, ιερό
Βήμα, νότιο άκρο
ημικυλίνδρου.