You are on page 1of 9

racialsocialismhellas.blogspot.gr http://racialsocialismhellas.blogspot.gr/2013/11/blog-post_17.

html

Γνώση και Προπαγάνδα


Ιστορικό: Η συγκεκριμένη είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ομιλίες του
Göbbels. Δόθηκε στις 09 Ιανουαρίου του 1928 σε ένα κοινό αποτελούμενο
από μέλη του κόμματος στο περίφημο “Hochschule für Politik” (Σχολείο της
Πολιτικής), μια σειρά από εκπαιδευτικές ομιλίες για μέλη του κόμματος, στο
Βερολίνο. Αποτελεί την πιο εκτεταμένη ανάλυση του Göbbels σχετικά με την
φύση της προπαγάνδας, ακόμη πιο ενδιαφέρουσα εξαιτίας της παλαιάς
ημερομηνίας της.

Πηγή: “Erkenntnis und Propaganda,” Signale der neuen Zeit. 25


ausgewählte Reden von Dr. Joseph Goebbels (Munich: Zentralverlag der
NSDAP., 1934), pp. 28-52.

Μετάφραση: Πενθεσίλεια

Γνώση και Προπαγάνδα


του Joseph Gobbels

Αγαπητοί μου συνάδελφοι!


Το θέμα μας απόψε είναι έντονα αμφισβητούμενο. Κατανοώ ότι η άποψή
μου είναι υποκειμενική. Δεν υπάρχει λόγος να συζητάμε για την προπαγάνδα. Είναι θέμα πράξης, και όχι θεωρίας.
Δεν μπορεί κανείς να προσδιορίσει σε θεωρητική βάση εάν μια προπαγάνδα είναι καλύτερη από μια άλλη.
Αντίθετα, είναι καλή αυτή η προπαγάνδα που επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, και είναι κακή αυτή η
προπαγάνδα που δεν οδηγεί στα επιθυμητά αποτελέσματα. Δεν έχει σημασία το πόσο ευφυής είναι, καθότι ο
σκοπός της προπαγάνδας δεν είναι ζήτημα εξυπνάδας· σκοπός της είναι να οδηγήσει στην επιτυχία. Επομένως
εγώ αποφεύγω τις θεωρητικές συζητήσεις σχετικά με την προπαγάνδα, επειδή δεν έχει νόημα. Η προπαγάνδα
αποδεικνύει ότι είναι καλή εάν μπορεί να κερδίζει και να φουντώνει τον λαό σχετικά με μιαν ιδέα για παραπάνω
από μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Εάν αποτύχει να το κάνει, είναι κακή προπαγάνδα. Εάν η προπαγάνδα
κερδίσει τον λαό που θέλει να κερδίσει, ήταν πιθανώς καλή, και εάν όχι, ήταν πιθανώς κακή. Κανείς δεν μπορεί να
πει ότι η προπαγάνδα σας είναι πολύ άξεστη ή χαμηλής ποιότητας ή κτηνώδης, ή ότι δεν ήταν αρκετά τίμια, διότι
αυτά δεν είναι σχετικά κριτήρια. Σκοπός της (προπαγάνδας) δεν είναι να είναι έντιμη, ή ευγενής, ή αδύναμη, ή
σεμνή· πρέπει να είναι επιτυχημένη. Για αυτό τον λόγο έχω εσκεμμένα επιλέξει να αναλύσω την προπαγάνδα μαζί
με ένα δεύτερο θέμα, την γνώση. Διαφορετικά, η συζήτησή μας απόψε θα είχε ελάχιστη αξία. Δεν έχουμε μαζευτεί
για να συζητήσουμε κάποιες χαριτωμένες θεωρίες, αλλά αντιθέτως για να βρούμε τρόπους για να εργαζόμαστε
μαζί πρακτικά για να αντιμετωπίσουμε τις καθημερινές μας προκλήσεις.

Τι είναι η προπαγάνδα, και τι ρόλο έχει στον πολιτικό βίο; Αυτό το ερώτημα έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για
εμάς. Πώς πρέπει να είναι η προπαγάνδα, και ποιος είναι ο ρόλος της στο κίνημα μας; Είναι από μόνη της ένα
τέλος, ή απλώς ένα μέσον προς το τέλος; Πρέπει να το αναλύσουμε αυτό, αλλά μπορούμε να το κάνουμε αυτό
μόνο όταν θα έχουμε ξεκινήσει με την καταγωγή της ίδιας της προπαγάνδας, ήτοι την ιδέα, και τότε να
προχωρήσουμε στον στόχο της προπαγάνδας, ήτοι τον λαό.

Οι ίδιες οι ιδέες είναι αχρονολόγητες. Δεν είναι δεμένες με τα άτομα, πολλώ δε με τους λαούς. Στηρίζονται σε
κάποιον λαό, είναι αλήθεια, αλλά επηρεάζουν τις συμπεριφορές τους. Οι ιδέες, λένε, βρίσκονται στα σύννεφα.
Όταν έρχεται κάποιος ο οποίος μπορεί να βάλει στις λέξεις ο,τι νιώθουν όλοι στις καρδιές τους, όλοι νιώθουν:
“Ναι! Αυτό ήθελα και έλπιζα πάντα.” Αυτό συμβαίνει την πρώτη φορά που ακούει κάποιος μία από τις μαζικές
ομιλίες του Hitler. Έχω γνωρίσει ανθρώπους οι οποίοι είχαν παρευρεθεί σε κάποια ομιλία του Hitler για πρώτη
φορά κι έλεγαν: “Αυτός ο άνθρωπος λέει όλα όσα ήθελα να ακούσω εδώ και χρόνια. Για πρώτη φορά, κάποιος
δίνει μορφή σε όλα όσα θέλω.” Άλλοι χάνονται στη σύγχυση, αλλά ξαφνικά κάποιος σηκώνεται και το λέει. Τα
λόγια του Goethe γίνονται πραγματικότητα: “Χαμένος στη σιωπηλή δυστυχία, ο Θεός έδωσε σε κάποιον να
εκφράσει τον πόνο μου.”

Κάποια ιδέα βρίσκεται στο ξεκίνημα κάθε πολιτικού κινήματος. Δεν είναι απαραίτητο να μπει η εν λόγω ιδέα σε ένα
χοντρό βιβλίο, ούτε να παίρνει πολιτική μορφή σε εκατό μεγάλες παραγράφους. Η ιστορία αποδεικνύει ότι τα
μεγαλύτερα παγκόσμια κινήματα πάντα αναπτύχθηκαν όταν οι ηγέτες τους ήξεραν πώς να ενώνουν τους
ακολούθους τους κάτω από ένα σύντομο, ξεκάθαρο θέμα. Αυτό καθίσταται σαφές από τη Γαλλική Επανάσταση,
το κίνημα του Cromwell, τον Βουδισμό, το Ισλάμ, ή τον Χριστιανισμό. Ο στόχος του Χριστού ήταν ξεκάθαρος και
απλός: “Αγαπάτε αλλήλους ως εαυτόν.” Συγκέντρωσε τους ακολούθους τους πίσω από από αυτή την ευθύτατη
δήλωση. Επειδή αυτή η διδαχή ήταν απλή, σίγουρη, ξεκάθαρη, και κατανοητή, παρακινώντας τις μεγάλες μάζες
να σταθούν πίσω της, στο τέλος κατέκτησε ολόκληρο τον κόσμο.

Και τότε κάποιος έχτισε ένα ολόκληρο σύστημα σκέψεων πάνω σε μια τέτοια συντόμως, αποφασιστικά
διατυπωμένη ιδέα. Η ιδέα δεν παραμένει περιορισμένη σε αυτή μόνο την δήλωση, αντίθετα εφαρμόζεται σε κάθε
άποψη του καθημερινού βίου και γίνεται ο οδηγός για κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα -πολιτική, πολιτισμός,
οικονομία, κάθε τομέα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Γίνεται μια κοσμοθέαση. Αυτό το βλέπουμε σε όλα τα
επαναστατικά κινήματα, τα οποία ξεκινούν με μια ξεκάθαρη, αποφασιστική, κατανοητή, σφαιρική ιδέα. Διαδίδονται
όλο και περισσότερο και γίνονται καθρέφτες της ζωής που καθρεφτίζουν όλες τις δραστηριότητες των λαών και
πράγματι με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Τότε μπορεί κανείς να πει ότι ένα άτομο διέπεται από μια κοσμοθέαση, όχι επειδή έχει πολλές γνώσεις ή έχει
διαβάσει πολύ, αλλά επειδή βλέπει τη ζωή από μια διαφορετική άποψη, και μετρά τα πάντα με ένα συγκεκριμένο
κριτήριο. Είμαι Χριστιανός όταν πιστεύω ότι το νόημα της ζωής μου είναι η βαριά υποχρέωση να αγαπώ τους
γείτονές μου ως εαυτόν. Ο Kant είχε πει κάποτε: “Να πράττεις λες και οι κανόνες της δικής σου ζωής θα
μπορούσε να ήταν οι κανόνες για ολόκληρο το έθνος σου.” Είμαι Εθνικοσοσιαλιστής όχι όταν θέλω αυτό ή εκείνο
από την πολιτική, αλλά όταν μελετώ όλες τις πλευρές του καθημερινού βίου. Πρέπει να δρω πάντα βάζοντας το
όφελος του συνόλου πάνω από το προσωπικό μου όφελος, βάζοντας το όφελος του κράτους πάνω από το
προσωπικό μου όφελος. Αλλά τότε έχω επίσης και την εγγύηση ότι ένα τέτοιο κράτος θα είναι ικανό να
προστατεύσει την προσωπική μου ζωή. Είμαι Εθνικοσοσιαλιστής όταν αντιμετωπίζω τα πάντα στην πολιτική, στον
πολιτισμό ή στην οικονομία από αυτή την άποψη. Εκ τούτου δεν αξιολογώ το θέατρο από την άποψη του εάν
είναι εκλεπτυσμένο ή διασκεδαστικό, αλλά ρωτώ: Είναι καλό για τον λαό μου, του είναι χρήσιμο, ενδυναμώνει την
κοινωνία; Εάν ναι, η κοινωνία με τη σειρά του μπορεί να επωφεληθεί, να υποστηρίξει και να με ενισχύσει. Δεν
αντιμετωπίζω την οικονομία σαν έναν τρόπο να κερδίσω χρήματα, αλλά θέλω ένα οικονομικό σύστημα που θα
ενισχύσει τον λαό, θα τον κάνει υγιή και ισχυρό. Τότε θα μπορώ κι εγώ να περιμένω ότι αυτός ο λαός θα
υποστηρίξει και εμένα και θα με συντηρήσει. Εάν αντιμετωπίζω έτσι τα πράγματα, αντιμετωπίζω την οικονομία με
Εθνικοσοσιαλιστικούς όρους.

Εάν αναπτύξω αυτή την αποφασιστική, ξεκάθαρη ιδέα σε ένα σύστημα ιδεών που περιλαμβάνει όλες τις
ανθρώπινες παρορμήσεις, τις επιθυμίες και τις πράξεις, τότε διέπομαι από μια κοσμοθέαση.

Ως ιδέα, αναπτύσσεται σε μια κοσμοθέαση, ο στόχος είναι το κράτος. Η γνώση δεν παραμένει στην κυριότητα
μιας συγκεκριμένης ομάδας, αλλά αγωνίζεται για την εξουσία. Δεν είναι μόνο το όραμα μερικών ανθρώπων μέσα
στον λαό, αλλά γίνεται η ιδέα των κυβερνώντων, των κύκλων που έχουν την εξουσία. Η γνώμη δεν διακηρύττει
μόνο, αλλά πραγματώνεται. Τότε η ιδέα γίνεται η κοσμοθέαση του κράτους. Η κοσμοθέαση γίνεται ένας
κυβερνητικός οργανισμός όταν αποκτά την εξουσία και μπορεί να επηρεάσει τον βίο, όχι μόνο στη θεωρία, αλλά
στην πράξη του καθημερινού βίου.

Τώρα πρέπει να μελετήσουμε το ποιος είναι ο κομιστής, ο διαβιβαστής, ο φύλακας αυτών των ιδεών. Μια ιδέα
πάντα ζει σε άτομα. Γυρεύει ένα άτομο για να διαβιβάσει τη μεγάλη διανοητική της ισχύ. Ζωντανεύει σε έναν νου,
και γυρεύει διαφυγή δια του στόματος. Η ιδέα κηρύσσεται από τα άτομα, άτομα τα οποία δεν θα είναι ποτέ
ικανοποιημένα κρατώντας τη γνώση για τους ίδιους. Αυτό το γνωρίζετε εκ πείρας. Όταν κάποιος ξέρει κάτι, δεν το
κρατά κρυμμένο σαν έναν θαμμένο θησαυρό, αλλά επιδιώκει να το πει στους άλλους. Άλλος γυρεύει για
ανθρώπους που πρέπει να το ξέρουν. Άλλος νιώθει ότι όλοι πρέπει να το ξέρουν επίσης, διότι νιώθει μόνος όταν
δεν το ξέρει κανείς άλλος. Επί παραδείγματι, εάν δω έναν ωραίο πίνακα σε μια πινακοθήκη, έχω αμέσως την
ανάγκη να το πω σε άλλους. Συναντώ έναν καλό φίλο και του λέω: “Βρήκα έναν θαυμάσιο πίνακα. Πρέπει να
στον δείξω.” Το ίδιο ισχύει και για τις ιδέες. Εάν μια ιδέα ζει σε ένα άτομο, εκείνος έχει την διακαή επιθυμία να το
πει και στους άλλους. Όσο σπουδαιότερη και απλούστερη είναι η ιδέα, τόσο περισσότερο σχετίζεται με την
καθημερινή ζωή, και άλλο τόσο έχει την επιθυμία ο καθένας να πει σε όλους για αυτήν.

Εάν πιστεύω ότι το έθνος πρέπει να κυβερνάται από την αρχή ότι το κοινό καλό προηγείται του ατομικού καλού,
θα το πω σε εκείνους τους οποίους αφορά. Μόλις συνειδητοποιήσω ότι αυτή η αρχή δεν είναι μόνο μια
υπερβατικής φύσεως, αλλά ότι εφαρμόσιμη στην καθημερινή ζωή, θα έχω την ανάγκη να το πω σε εκείνους στον
κόσμο της οικονομίας. Κι εάν δω ότι είναι εφαρμόσιμη και στον πολιτισμό, θα έχω την ανάγκη να το πω σε
εκείνους τους ανθρώπους που ασχολούνται με τις πολιτιστικές δραστηριότητες. Οι μεγάλες μάζες δεν θα νικηθούν
εύκολα από μια τέτοια πρόταση· πρέπει να επισκιάσει όλους τους τομείς του ανθρώπινου βίου.

Βλέπετε πώς μια ιδέα εξαπλώνεται και γίνεται μια κοσμοθέαση, και πώς ο κομιστής, το άτομο, φθάνει να
δημιουργεί μια κοινότητα, και πώς ένας οργανισμός, αργότερα ένα κίνημα αναπτύσσεται από το άτομο. Η ιδέα δεν
είναι πλέον θαμμένη στην καρδιά και στο μυαλό ενός ατόμου. Υπάρχουν πλέον τέσσερα (άτομα), πέντε, δέκα,
είκοσι, τριάντα, πενήντα, ογδόντα, εκατό, μπορεί και παραπάνω. Αυτό είναι το μυστικό των ιδεών, είναι σαν
πυρκαγιά και δεν μπορεί να περιοριστεί. Είναι σαν αέριο που διαρρέει παντού. Όπου βρίσκει είσοδο μια ιδέα,
εισχωρεί, και σύντομα αυτό το άτομο επηρεάζει άλλους. Οι άλλοι δεν μπορούν να το σταματήσουν. Μπορεί να
πιστεύουν ότι μπορούν να σταματήσουν την φωτιά δια της βίας. Μπορεί ακόμη και να είναι ικανοί να το κάνουν
αυτό για δύο ή δέκα, είκοσι, ή πενήντα χρόνια. Αλλά αυτό δεν είναι σημαντικό στην ευρύτερη εξέλιξη της
παγκόσμιας ιστορίας. Είναι άσχετο εάν κάτι συμβαίνει σήμερα ή αύριο, ή ακόμη και σε βάθος χρόνου στο μέλλον.

Είναι δυνατόν να καθυστερήσεις μιαν ιδέα για κάποιο χρονικό διάστημα. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, αυτό
επισπεύδει την ιδέα, διότι η ισχύς εκδιώκει ο,τι είναι αδύναμο. Τα στοιχεία που δεν ταιριάζουν απόλυτα
καταρρέουν. Ξαφνικά, το άτομο γίνεται μία κοινότητα, ένα κίνημα, ή, εάν προτιμάτε, ένα κόμμα.

Κάθε κίνημα ξεκινά ως ένα κόμμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει απαραίτητα να ακολουθήσει τις μεθόδους των
κοινοβουλευτικών κομμάτων. Αντιμετωπίζουμε το κόμμα ως μέρος του λαού. Καθώς εξαπλώνεται μια ιδέα,
γινόμενη μια κοσμοθέαση που εξαπλώνεται στην κοινότητα, η κοινότητα θα θελήσει να δώσει στην ιδέα πρακτική
μορφή. Το κόμμα θα νιώσει την ανάγκη της οργάνωσης. Σε κάποιον θα έρθει ξαφνικά η ιδέα: “Σκέφτεστε όπως
σκέφτομαι. Εσείς εργάζεστε εκεί, εγώ εργάζομαι εδώ, και δεν γνωρίζουμε τίποτα ο ένας για τον άλλο. Αυτό είναι
παράλογο. Θα ήταν καλύτερα εάν εργαζόμασταν μαζί, εάν έκανα εγώ το καθήκον μου κι εσείς το δικό σας. Δεν θα
ήταν καλύτερα εάν συναντιόμασταν κάθε μήνα και μιλούσαμε;” Αυτός είναι οργανισμός. Σταδιακά αναπτύσσεται
ένας δυνατός οργανισμός, ένα κόμμα έτοιμο να αγωνιστεί για τα ιδανικά του. Ένα κόμμα που δεν το θέλει αυτό θα
συνεχίσει πράγματι να διαδίδει τα ιδανικά του, αλλά δεν θα τα πραγματοποιήσει ποτέ.

Ένα πρόσφατο παράδειγμα μπορεί να βοηθήσεις. Το κίνημά μας κατηγορείται συχνά για απώλεια του χαρακτήρα
του ως κίνημα. Κατηγορούμαστε ότι παίρνουμε το αχανές, ευρύ και ασταμάτητο σύστημα σκέψεως του λαϊκού
κινήματος και το αναγκάζουμε να ξαπλώσει στην Προκρούστεια κλίνη. Έπρεπε υποθετικά να κόψουμε τα πόδια
του κινήματος που περίσσευαν, αφαιρώντας σημαντικά μέρη της λαϊκής ιδέας. Ο Εθνικο-Σοσιαλισμός αποτελεί
απλό υποκατάστατο του πραγματικού κινήματος, λένε μερικοί. Στην πραγματικότητα, το λαϊκό κίνημα ναυάγησε
σε αυτό το ζήτημα. Ο καθένας δηλώνει το δικό του ιδιαίτερο συμφέρον ως κεντρικό στο κίνημα, και κατηγορεί
οποιονδήποτε δεν συμμερίζεται τις απόψεις του ως προδότη προς τον σκοπό. Έτσι ήταν το λαϊκό κίνημα πριν τον
πόλεμο. Εάν κάποιος ήταν ικανός να πάρει αυτή τη μεγάλη ιδέα -και η λαϊκή ιδέα ήταν μεγαλύτερη από τη
Μαρξιστική ιδέα- και ανέπτυσσε από αυτήν έναν αυστηρά πειθαρχημένο πολιτικό οργανισμό, τότε η λαϊκή ιδέα,
και όχι η Μαρξιστική ιδέα, θα είχαν κερδίσει στις 9 Νοεμβρίου του 1918. Ο Μαρξισμός κέρδισε επειδή είχε
καλύτερη αντίληψη επί των πολιτικών συνθηκών, επειδή είχε ήδη τραβήξει το σπαθί που θα χρησιμοποιούσε
αργότερα για να κατακτήσει το κράτος. Εάν ένας λαϊκός οργανωτής είχε κατανοήσει πώς να διαμορφώσει ένα
μεγάλο κίνημα -πρόκειται για ζήτημα ζωής ή θανάτου για το έθνος μας- η λαϊκή ιδέα, και όχι ο Μαρξισμός, θα είχε
νικήσει. Ήταν μια κοσμοθέαση, αλλά δεν κατανοούσε πώς να δημιουργήσει ένα κόμμα και πώς να χαλκεύσει το
κοφτερό σπαθί που θα της επέτρεπε να κατακτήσει το κράτος.

Το κράτος έχει ανάγκη από μια κοσμοθέαση. Ο Χριστιανισμός επίσης κατέκτησε το κράτος, και από τη στιγμή που
κατέκτησε το κράτος ξεκίνησε να διεξάγει πολιτική δραστηριότητα. Μπορείτε δικαίως να ισχυριστείτε: “Ναι, αλλά
από τη στιγμή που ο Χριστιανισμός κατέκτησε το κράτος, σταμάτησε να είναι Χριστιανικός.” Αυτή είναι η τραγωδία
όλων των μεγάλων ιδεών. Από τη στιγμή που θα εισέλθουν στο βασίλειο αυτής της αμαρτωλής ζωής, παρατούν
τον παράδεισο και χάνουν την ρομαντική τους μαγεία. Γίνονται κάτι φυσιολογικό. Δεν συζητάμε εάν μπορεί ή όχι
κάποιο να αλλάξει τη φύση της ζωής. Τα πράγματα εξελίσσονται τοιουτοτρόπως για εκατομμύρια χρόνια, και θα
συνεχίσουν να εξελίσσονται με τον ίδιο τρόπο για άλλα τόσα εκατομμύρια. Θα πρέπει να ρωτήσετε μια ανώτερη
δύναμη γιατί ισχύει αυτό. Επί του παρόντος μια ιδέα παίρνει πρακτική μορφή, χάνει τα αγγελικά φτερά της, το
ρομαντικό της μυστήριο. Εάν είχε κάποιος το κουράγιο να αφαιρέσει από την λαϊκή ιδέα το ρομαντικό της
μυστήριο, εάν είχε συλλογιστεί κανείς τα σκληρά γεγονότα, δεν θα φαινόταν τόσο ρομαντική σήμερα όσο φαίνεται
σε κάποιους ονειροπόλους. Αλλά θα είχε σώσει εκατομμύρια Γερμανόπουλα από την πείνα. Κατ’ εμέ, είναι πιο
σημαντικό ένα έθνος να ζήσει παρά μια ιδέα να μείνει όσο γίνεται πιο αγνή στους νόες μερικών ονειροπόλων.

Μπορείτε να δείτε ότι ένα κίνημα έχει ανάγκη από έναν οργανισμό εάν σκοπεύει να κατακτήσει το κράτος -και
πρέπει να κατακτήσει το κράτος εάν θέλει να κάνει κάτι ουσιαστικής και ιστορικής σημασίας. Συχνά συναντώ το
είδος των περιφερόμενων αποστόλων το οποίο λέει: “Λοιπόν, όλα όσα κάνετε είναι ωραία, αλλά πρέπει
πραγματικά να πάρετε θέση εναντίον των ξένων λέξεων στην Γερμανική γλώσσα.” Έρχεται και ένας άλλος ο
οποίος λέει: “Λοιπόν, όλα όσα λέτε είναι καλά, αλλά πρέπει να προσθέσετε ένα σημείο στο πρόγραμμά σας που
θα λέει ότι η αλλοπαθητική είναι επικίνδυνη, και πρέπει να υποστηρίζετε την ομοιοπαθητική.” Εάν το κίνημα
ηγούνταν από τέτοιους αποστόλους, οι Εβραίοι θα είχαν καταλήξει στη διοίκηση. Οι Εβραίοι θα έβρισκαν κάτι
καινούργιο καθημερινά μέχρι να μην είχε μείνει τίποτα. Δεν είναι καθήκον του κάθε επαναστατικού αγωνιζόμενου
κινήματος να λύνει τις διαφορές της αλλοπαθητικής και της ομοιοπαθητικής, αλλά καθήκον του είναι να πάρει την
εξουσία. Το κίνημα πρέπει να έχει ένα πρόγραμμα, τέτοιο ώστε κάθε τίμιος αγωνιστής να μπορεί να το
υποστηρίξει. Τώρα, είναι ασφαλώς αληθές ότι το σύγχρονο Γερμανικό πολιτιστικό κατεστημένο παράγει κάθε
λογής ανοησίες. Γνωρίζω ότι όλες αυτές οι ανοησίες δηλητηριάζουν τη Γερμανική εθνική ψυχή. Υπάρχουν κι
εκείνοι οι οποίοι λένε: “Πρέπει κάτι να γίνει. Πρέπει να κάνετε κάτι. Εάν θέλετε να πολεμήσετε την
κινηματογραφική βιομηχανία, πρέπει να χτίσετε τα δικά σας θέατρα, ακόμη κι εάν στην αρχή θα έχει μόνο τον πιο
απλοϊκό εξοπλισμό. Και εάν βλέπετε ότι τα παιδιά δηλητηριάζονται από αυτά που διαβάζουν στο σχολείο, πρέπει
να ξεκινήσετε να κερδίζετε τις ψυχές των παιδιών και να τους δώσετε το αντίδοτο.” Η απάντησή μου είναι απλή:
Μπορείτε να περάσετε δέκα χρόνια δίνοντας το αντίδοτο για το δηλητήριο που παράγεται από ένα κακώς
οδηγούμενο πολιτιστικό κατεστημένο, αλλά ένα απλό διάταγμα από το Υπουργείο Πολιτισμού μπορεί να
καταστρέψει όλη σας την εργασία. Εάν είχατε ξοδέψει αυτά τα δέκα χρόνια κερδίζοντας αγωνιστές για το κίνημα,
το κίνημα θα είχε κατακτήσει το Υπουργείο Πολιτισμού! Όλα τα υπόλοιπα είναι ένα απλό μέρος της εργασίας.

Εάν ένα κίνημα κερδίσει την πολιτική εξουσία, μπορεί να κάνει όλα τα θετικά πράγματα που θέλει να κάνει. Μόνο
τότε θα έχει την δύναμη να προστατεύσει τα κατορθώματά του. Επί του παρόντος ένα κίνημα ή ένα κόμμα
κερδίζει τον έλεγχο του κράτους, η κοσμοθέασή του γίνεται το κράτος και το κόμμα του γίνεται το έθνος. Το έθνος
δεν είναι είναι τα 60 εκατομμύρια ανθρώπων που ζουν μέσα του. Πρόκειται για ένα συγκεχυμένο μείγμα. Ο ένας
λέει ναι, ο άλλος λέει όχι. Αυτό δεν είναι έθνος. Ένα έθνος χαρακτηρίζεται από την συνείδησή του. Το ένστικτο από
μόνο του δεν είναι αρκετό. Μόνο όταν θα γνωρίζω ότι είμαι μέλος του έθνους, όταν θα είμαι συνειδητά Γερμανός,
θα ανήκω στο Γερμανικό έθνος. Ο Μεγάλος Εκλογέας δεν είπε: “Να σκέφτεσαι και να θυμάσαι ότι είσαι
Γερμανός.” Αντιθέτως είπε: “Να έχεις καλά υπόψιν ότι είσαι Γερμανός.” Η υπόληψη είναι στο στάδιο της
συνείδησης. Τέτοια υπόληψη ανήκει σε ολόκληρο το έθνος. Ο Adolf Hitler απάντησε ορθώς στο δικαστήριο του
Μονάχου τοιουτοτρόπως όταν ρωτήθηκε: “Πώς μπορέσατε να σκεφθείτε ότι θα μπορούσατε να εγκαθιδρύσετε μια
δικτατορία επί εξήντα εκατομμυρίων (πολιτών) έχοντας μια τόσο μικρή μειοψηφία;” Η απάντησή του: “Εάν ένα
ολόκληρο έθνος έχει γίνει δειλό, και έχουν απομείνει μόνο χίλιοι οι οποίοι θέλουν κάτι μεγάλο, και που έχουν τη
δύναμη να μεταμορφώσουν το κράτος, τότε αυτοί οι χίλιοι άνθρωποι είναι το έθνος.” Εάν οι άλλοι άφηναν μια
μειοψηφία να κατακτήσει το κράτος, τότε έπρεπε επίσης να αποδεχτούν το γεγονός ότι θα εγκαθιδρύσουμε μια
δικτατορία.

Το ίδιο ισχύει και για ένα κίνημα. Εάν ένα κίνημα έχει τη δύναμη να κατακτήσει το κράτος, τότε έχει την δύναμη να
μεταμορφώσει το κράτος. Είμαι ο τελευταίος που θα διαμαρτυρηθεί ότι οι Μαρξιστές μας κυβερνούν σήμερα.
Εφόσον δεν έχουμε την δύναμη να τους υπερνικήσουμε, έχουν το πολιτικό δικαίωμα να μας κυβερνούν.
Εκπλήσσομαι από το πόσο λίγο χρησιμοποιούν αυτό το δικαίωμα. Εγώ θα τα έκανα διαφορετικά. Αυτή είναι η
τραγική παρανόηση της ίδιας της κοσμοθέασής τους. Δεν διαμαρτύρομαι που οι κύριοι της Βερολινέζικης
Αστυνομίας χρησιμοποιούν την δύναμή τους εναντίον μας, μόνο που αυτοαποκαλούνται δημοκράτες και
ισχυρίζονται ότι μας επιτρέπουν την ελευθερία της βούλησης και του λόγου. Πρόκειται για ανοησίες. Πρόκειται για
ψευδή υποκρισία, διότι στην πραγματικότητα αυτοί οι κύριοι είναι δικτάτορες.

Εάν ένα κίνημα έχει τη δύναμη να κατακτήσει τις κυβερνητικές θέσεις εξουσίας, τότε έχει το δικαίωμα να
διαμορφώσει την κυβέρνηση όπως επιθυμεί. Οποιοσδήποτε διαφωνεί είναι ένας ανόητος θεωρητικός. Η πολιτική
διέπεται όχι από ηθικές αρχές, αλλά από την εξουσία. Εάν ένα κίνημα κατακτήσει το κράτος, έχει το δικαίωμα να
διαμορφώσει το κράτος. Μπορείτε να δείτε πώς αυτά τα τρία στοιχεία συνδέουν ιδανικά και προσωπικότητες. Η
ιδέα οδηγεί σε μια κοσμοθέαση, η κοσμοθέαση στο κράτος, το άτομο γίνεται κόμμα, το κόμμα γίνεται το έθνος.

Το σημαντικότερο δεν είναι να βρεθούν οι άνθρωποι οι οποίοι συμφωνούν μαζί μου για κάθε θεωρητικό ζήτημα ή
τίτλο, αλλά να βρεθούν οι άνθρωποι οι οποίοι προτίθενται να αγωνιστούν μαζί μου για μια κοσμοθέαση.
Κερδίζοντας ανθρώπους για κάτι που έχω αναγνωρίσει ως δίκαιο, αυτό είναι η λεγόμενη προπαγάνδα. Εν αρχή
είναι η γνώση· αυτή χρησιμοποιεί την προπαγάνδα για να βρει το εργατικό δυναμικό που θα μετουσιώσει την
προπαγάνδα σε πολιτική. Η προπαγάνδα βρίσκεται μεταξύ της ιδέας και της κοσμοθέασης, μεταξύ της
κοσμοθέασης και του κράτους, μεταξύ του ατόμου και του κόμματος, μεταξύ του κόμματος και του έθνους. Τη
στιγμή που θα αναγνωρίσω κάτι ως σημαντικό και θα ξεκινήσω να μιλώ για αυτό στην ταχιοδρόμο, ξεκινώ να
κάνω προπαγάνδα. Αυτή τη στιγμή, ξεκινώ να ψάχνω για άλλους ανθρώπους να συμπράξουν μαζί μου. Η
προπαγάνδα βρίσκεται μεταξύ του ενός και των πολλών, μεταξύ της ιδέας και της κοσμοθέασης. Η προπαγάνδα
δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο προάγγελος ενός οργανισμού. Αφού θα το έχει κάνει αυτό, είναι ο προάγγελος του
κρατικού ελέγχου. Είναι πάντα το μέσο για το τέλος.

Παρόλο που πρέπει να παραμείνω ακράδαντα και αμετάβλητα στην ιδέα, η προπαγάνδα αυτοπροσαρμόζεται
στις επικρατούσες συνθήκες. Η προπαγάνδα είναι πάντοτε ευέλικτη. Λέει διαφορετικά πράγματα τη μία και
διαφορετικά την άλλη. Δεν μπορεί να στιλβωθεί, να πλαστικοποιηθεί και να ταριχευθεί· αντίθετα, πρέπει να
νέμεται στο χώρο μεταξύ του ενός και των πολλών. Μιλώ διαφορετικά στην ταχιοδρόμο με τον εισπράκτορα από
ότι με τον επιχειρηματία. Εάν δεν το έκανα, ο επιχειρηματίας θα νόμιζε ότι είμαι τρελός και ο εισπράκτορας δεν θα
με καταλάβαινε. Αυτό σημαίνει ότι η προπαγάνδα δεν μπορεί να περιοριστεί. Αλλάζει σύμφωνα με το ποιον
προσπαθώ να προσεγγίσω. Θα σας πω μια ωραία ιστορία σχετικά με ένα κομματικό μέλος στο Βερολίνο ο
οποίος από το 1919 προωθεί την Εθνικό-Σοσιαλιστική ιδέα. Αρχικά, μάτωσε το κεφάλι του κουτουλώντας σε έναν
τοίχο που θέλουμε να αποφύγουμε. Ξεκίνησε διανέμοντας τις πιο ακραίες αντί-Σημιτικές εκδόσεις στο δρόμο.
Ήξερε ότι ήταν κακά πράγματα αυτά, αλλά δεν υπήρχε τίποτε καλύτερο, επομένως διάβαζε τα εν λόγω βιβλία και
τις εφημερίδες στον υπόγειο σιδηρόδρομο. Όλοι έβλεπαν ότι ήταν ένας άκακος μανιακός, και όταν εκείνος
σηκωνόταν και άφηνε φεύγοντας τις εφημερίδες του, κάποιος συνήθως του έλεγε: “Κύριε, πάρτε την εφημερίδα
σας μαζί σας.” Έπαιρνε εκνευρισμένος την εφημερία και μετά την άφηνε στον εισπράκτορα, λέγοντας: “Ορίστε,
Γερμανέ αδερφέ μου.” Και ο εισπράκτορας σίγουρα νόμιζε ότι είχε έρθει από το τρελοκομείο. Σταδιακά
συνειδητοποίησε ότι οι μέθοδοι που απέδιδαν με φίλους και συναγωνιστές δεν αποδίδουν με αγνώστους.

Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει μπούσουλας στην προπαγάνδα. Μπορεί κανείς να κάνει προπαγάνδα, ή δεν μπορεί.
Η προπαγάνδα είναι τέχνη. Κάθε λογικά φυσιολογικό άτομο μπορεί να μάθει να παίζει βιολί μέχρι σε κάποιον
βαθμό, αλλά τότε ο δάσκαλος θα του πει: “Μέχρι εδώ μπορείς. Μόνο μια ευφυΐα μπορεί να μάθει τα υπόλοιπα.
Εσύ δεν είσαι ευφυΐα, άρα να είσαι ικανοποιημένος με όσα έχεις μάθει.” Μπορώ σίγουρα να διδάξω κάθε λογικό
άτομο τα απολύτως βασικά της προπαγάνδας. Αλλά σύντομα θα συνειδητοποιήσω τα περιθώρια. Είτε είναι
κάποιος προπαγανδιστής, είτε όχι. Είναι λάθος να περιφρονούμε έναν προπαγανδιστή. Υπάρχουν άνθρωποι που
λένε ότι ένας προπαγανδιστής είναι απλώς ένας καλός τυμπανιστής. Αυτό φανερώνει κάποιον φθόνο και έλλειψη
ικανότητας. Είναι περισσότερο συνηθισμένοι φιλόσοφοι τους οποίους οι μάζες αγνοούν. Αρκετά συχνά βλέπετε -
κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί- ότι το κίνημά μας έχει καλούς ομιλητές. Εφόσον οι αντίπαλοί μας δεν έχουν τόσο
καλούς ομιλητές, λένε: “Λοιπόν, είναι απλώς καλοί τυμπανιστές.” Ο Hitler αποκαλούνταν “Ο Τυμπανιστής της
Εθνικής Ενότητας” για πέντε χρόνια. Όταν συνειδητοποίησαν ότι ο εν λόγω τυμπανιστής είχε ιδέες που δεν
χωρούσαν στον δικό τους τρόπο σκέψης, έγινε ξαφνικά ένας “τρελός πολιτικός” τον οποίο έπρεπε να
αντιμετωπισθεί. Είναι ανόητο να περιφρονούμε τους προπαγανδιστές. Ο προπαγανδιστής έχει ένα συγκεκριμένο
ρόλο μέσα στο κόμμα. Είναι καλό για το νεαρό μας κίνημα ότι είμαστε νέοι και ελλιπείς σε μεγάλους ηγέτες -
φυσικά όχι σε σύγκριση με τα άλλα κόμματα. Οι μεγάλοι ηγέτες που έχουμε δεν μπορούν να κολλήσουν σε μια
συγκεκριμένη ιδέα, αλλά πρέπει να είναι ικανοί να κάνουν τα πάντα. Πρέπει να είναι προπαγανδιστές, οργανωτές,
ομιλητές, συγγραφείς κλπ. Πρέπει να είναι ικανοί να τα πηγαίνουν καλά με τον κόσμο, να βρίσκουν χρήματα, να
γράφουν άρθρα, και πολλά άλλα. Γι’ αυτό είναι λάθος να πούμε ότι ο Hitler είναι ένας απλός τυμπανιστής. Αυτό
είναι το μεγαλειώδες πάνω του, και που τον ξεχωρίζει από όλους τους υπόλοιπους. Είναι πολιτικός, καθώς επίσης
και προπαγανδιστής, ενώ οι ηγέτες των άλλων κομμάτων δεν κατανοούν ούτε την πολιτική ούτε την προπαγάνδα.
Βλέπετε πώς η προπαγάνδα σχετίζεται με την κοσμοθέαση και με τον οργανισμό. Αφού θα έχουμε τελειώσει τη
σκληρή δουλειά της διάδοσης της ιδέας και της κοσμοθέασης από τα άτομα στις μάζες, η προπαγάνδα έχει
καθήκον να πάρει τη γνώση της μάζας και να της επιτρέψει να κατακτήσει το κράτος.

Θα σας δώσω ένα παράδειγμα.


Σε τι θα ωφελούσε εάν ο,τι γνωρίζουμε ως σωστό έμενε στα λίγα μας κεφάλια! Οι λίγοι θα αμφισβητούσαν την
ορθότητα της ιδέας, εφόσον θα έβλεπαν ότι κανείς δεν προσχωρούσε μαζί τους. Κι εάν δεν είχαμε τον κόσμο -από
τον ταπεινότερο άνδρα των S.A. ο οποίος μοιράζει εφημερίδες ως τον καλύτερο ομιλητή, ή τον ηγέτη του
κόμματος- όλη η θαυμάσια γνώση μας θα ήταν άχρηστη, διότι θα την ξέραμε μόνο εμείς. Οι άλλοι θα συνέχιζαν τις
ανοησίες τους, και ο γερμανικός λαός θα χανόταν στο τέλος.

Η προπαγάνδα είναι απολύτως αναγκαία, ακόμη κι εάν είναι απλώς ένα μέσον προς το τέλος. Διαφορετικά, η ιδέα
δεν θα κατακτούσε ποτέ το κράτος. Πρέπει να είμαι ικανός να μεταδίδω όσα θεωρώ σημαντικά σε πολύ κόσμο. Το
καθήκον ενός χαρισματικού προπαγανδιστή είναι να παίρνει αυτό που έχουν σκεφτεί πολλοί και να το θέτει
τοιουτοτρόπως ώστε να προσεγγίζει τους πάντες, από τον καλλιεργημένο μέχρι τον συνηθισμένο άνθρωπο. Θα
ου το αναγνωρίσετε όλοι αυτό, και ως επιπλέον αποδείξεις μπορώ να σας θυμίσω μια ομιλία του Hitler στην Ιένα1.
Το μισό κοινό ήταν Μαρξιστές, και το άλλο μισό φοιτητές και καθηγητές πανεπιστημίου. Είχα μια διακαή επιθυμία
να μιλήσω και με τα δύο στοιχεία αργότερα. Έβλεπα ότι οι καθηγητές πανεπιστημίου και οι συνηθισμένοι
άνθρωποι είχαν καταλάβει ο,τι είχε πει ο Hitler. Αυτή είναι η μεγαλειότητα του κινήματός μας, ότι μπορεί να
χρησιμοποιήσει τέτοια γλώσσα, που να προσεγγίσει τις μεγάλες μάζες.

Φυσικά, το ύφος θα ποικίλει σύμφωνα με τον ομιλητή. Θα είναι μεγάλο λάθος να περιμένουμε ο,τι όλοι θα
χρησιμοποιήσουν την ιδέα με τον ίδιο τρόπο, διότι όσο μεγαλύτερη είναι, τόσο πιο διαφορετικά είναι τα άτομα που
πρόκειται να προσεγγίσει. Θα ακούσετε σίγουρα κάποιους να λένε ότι απολαμβάνουν τον ένα ομιλητή, ενώ άλλοι
προτιμούν κάποιον άλλο. Θα ήταν λάθος να προσπαθήσουμε να μετατρέψουμε έναν ηπίων τόνων ομιλητή σε
έναν βροντερό ρήτορα, ή έναν βροντερό ρήτορα σε έναν ομιλητή χαμηλών τόνων. Κανείς τους δεν θα κατάφερνε
τίποτε. Ο ομιλητής χαμηλών τόνων δεν θα προσέγγιζε ποτέ την καρδιά (του ακροατή) όσο σκληρά κι αν
προσπαθούσε, ούτε ο βροντερός ρήτορας θα κατάφερνε να μιλήσει ήσυχα. Όλοι θα επέστρεφαν στα σπίτια τους
ανικανοποίητοι. Όσο πιο μεγάλο γίνεται το κίνημά μας, τόσο περισσότερα είδη ανθρώπων μπορεί να στεγάσει,
και ο καθένας θα εκφράζει το κίνημα κάπως διαφορετικά. Δύο πράγματα δεν είναι ποτέ πανομοιότυπα στον
κόσμο του Θεού. Όλα είναι λίγο διαφορετικά. Εκ τούτου το ένα άτομο εκφράζεται διαφορετικά από το άλλο.

Καθώς η προπαγάνδα ελκύει μια συνεχώς αυξανόμενη ακολουθία για την ιδέα, η ιδέα ευρύνεται, γίνεται
περισσότερο ευέλικτη. Δεν μένει πλέον σε λίγα κεφάλια, αλλά θέλει να συμπεριλάβει τα πάντα. Στιγμιαία, γίνεται
ένα εκτενές πρόγραμμα. Βλέπουμε με ευχαρίστηση ότι το ίδιο συμβαίνει και με το κίνημά μας. Δεν θα βρείτε ποτέ
άλλοτε εκατομμύρια ανθρώπων πρόθυμους να πεθάνουν για μια βίβλο. Αλλά εκατομμύρια άνθρωποι είναι
πρόθυμοι να πεθάνουν για ένα ευαγγέλιο, και το κίνημά μας γίνεται ολοένα και περισσότερο ένα ευαγγέλιο. Και
όλα όσα έχουμε μάθει στην ιδιωτική μας ζωή συγχέονται για να διαμορφώσουν μια μεγάλη πίστη που ζει
ακράδαντα στις καρδιές μας. Ο καθένας από εμάς είναι πρόθυμος, εάν χρειαστεί, να δώσει το είναι του για αυτήν.
Κανείς δεν είναι πρόθυμος να πεθάνει για το οκτάωρο. Αλλά κάποιοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να πεθάνουν ώστε
η Γερμανία να ανήκει στους Γερμανούς. Αυτό που ο Adolf Hitler προφήτευσε το 1919 γίνεται πιο ξεκάθαρο
καθημερινά: “Ελευθερία και ευημερία!” Το κίνημα απελευθερώνεται με ανεξέλεγκτους ρυθμούς από τα ανθρώπινα
δεσμά, και γίνεται μια ισχυρότατη δύναμη. Έρχεται η ώρα που ο κόσμος δεν θα μας ρωτάει τι πιστεύουμε για το
οκτάωρο· αλλά όταν η Γερμανία θα βουτηχτεί στην απελπισία θα μας ρωτούν: “Μπορείτε να μας δώσετε πίσω την
πίστη μας;” Εάν ένα κίνημα φέρει την ιδέα του ατόμου σε μια κοσμοθέαση, χτίζοντας στο τέλος ένα σαφές
ευαγγέλιο για το οποίο ο καθένας θα είναι έτοιμος να πεθάνει, αυτό το κίνημα θα βρίσκεται κοντά στη νίκη. Αυτό
δεν θα συμβεί στο πλαίσιο της μελέτης, αλλά στη μάχη, στην καθημερινή πικρή μάχη με τον εχθρό, αναγκάζοντάς
τον να δει πώς έχει φέρει το έθνος στο λάθος μονοπάτι. Πρέπει να πω ότι μαθαίνω πολλά διαβάζοντας την
“Berliner Tageblatt2.” Πρόκειται για ένα ωραίο παράδειγμα του έργου των Εβραίων. Από την Εβραϊκή άποψη, δεν
έχω παρατηρήσει ούτε ένα λάθος, ενώ οι εθνικιστικές εφημερίδες κάνουν συνεχώς λάθη.

Τώρα θέλω να σκιαγραφήσω τα βασικά χαρακτηριστικά της προπαγάνδας. Έχουμε ήδη συμφωνήσει ότι η
προπαγάνδα δεν είναι το ίδιο το τέλος, αλλά ένα μέσο για το τέλος. Σκοπός της είναι να διαδώσει τη γνώση του
Εθνικό-Σοσιαλισμού στον λαό, ή σε ένα μέρος του λαού. Εάν η προπαγάνδα το κάνει αυτό, είναι καλή· εάν όχι,
είναι κακή. Οι Γερμανοί Εθνικιστές ισχυρίστηκαν ότι η προπαγάνδα του Hitler πριν τις 9 Νοεμβρίου του 1923 ήταν
πολύ ηχηρή, πολύ θορυβώδης, πολύ δημοφιλής. Ο Hitler απάντησε: “Το Μόναχο πρέπει να γίνει Εθνικό-
Σοσιαλιστικό. Εάν το καταφέρω αυτό, τότε η προπαγάνδα μου θα έχει αποδειχτεί καλή. Εάν ήθελα να σας
ικανοποιήσω, θα ήταν κακή. Αλλά δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου.” Δεν μπορείτε να αξιολογήσετε την
προπαγάνδα κατά τη διάρκεια του έργου της, αλλά θα πρέπει να περιμένετε μέχρι να φθάσει στον σκοπό του
δημιουργού της. Δεν μπορείτε να πείτε ότι η προπαγάνδα μας ήταν λανθασμένη επειδή η κυβέρνηση την
απαγόρευσε. Αυτό είναι λάθος. Σύμφωνα με αξιωματικούς της Εβραϊκής αστυνομίας, η προπαγάνδα μας θα ήταν
λανθασμένη εάν δεν απαγορευόταν, καθώς αυτό σημαίνει ότι θα ήταν άκακη. Το γεγονός ότι απαγορεύτηκε είναι η
καλύτερη απόδειξη ότι είμαστε επικίνδυνοι. Εάν αρθεί ο αποκλεισμός, μην έρθετε και μου πείτε ότι οι Εβραίοι
είδαν τα λάθη των μεθόδων τους. Θα αρθεί όταν οι Εβραίοι δουν ότι δεν καταφέρνει τον σκοπό του. Μπορείτε να
πείτε ο,τι θέλετε. Οι Εβραίοι θα κρύψουν τα μαχαίρια τους μόνο όταν δουν ότι είναι καλύτερο να μην τα
χρησιμοποιούν εναντίον μιας προπαγανδιστικής μεθόδου, ή όταν δουν ότι τα μαχαίρια εξυπηρέτησαν τον σκοπό
τους.

Η επιτυχία είναι το σημαντικό θέμα. Η προπαγάνδα δεν είναι υπόθεση για μέτρια μυαλά, αλλά υπόθεση για
επαγγελματίες. Είναι προορισμένη να είναι ευχάριστη ή θεωρητικά σωστή. Δεν με ενδιαφέρει εάν δίνω θαυμάσιες,
αισθητικώς κομψές ομιλίες, ή εάν μιλάω για να κλαίνε οι γυναίκες. Σκοπός μιας πολιτικής ομιλίας είναι να πείσει
τον κόσμο για το τι πιστεύουμε ότι είναι σωστό. Μιλάω διαφορετικά στην επαρχία απ’ ότι μιλάω στο Βερολίνο, και
όταν μιλάω στο Μπαϊρόιτ 3, λέω διαφορετικά πράγματα απ’ ότι λέω στο Pharus Hall4. Αυτό είναι ζήτημα
πρακτικής, όχι θεωρίας. Δεν θέλουμε να είμαστε ένα κίνημα των λίγων αχυρένιων μυαλών, αλλά ένα κίνημα που
να μπορεί να κατακτήσει τις μεγάλες μάζες. Η προπαγάνδα πρέπει να είναι δημοφιλής, όχι ικανοποιητική
διανοητικά. Δεν είναι καθήκον της προπαγάνδας η ανακάλυψη των διανοητικών αληθειών. Τις βρίσκω
σκεπτόμενος, ή στο γραφείο μου, οπουδήποτε εκτός από μια αίθουσα συγκεντρώσεων. Εκεί τις μεταβιβάζω. Δεν
εισέρχομαι στην αίθουσα συγκεντρώσεων για να ανακαλύψω τις διανοητικές αλήθειες, αλλά για να πείσω άλλους
για όσα πιστεύω ότι είναι σωστά. Ό ομιλητής ή ο προπαγανδιστής πρέπει πρώτα να κατανοήσει την ιδέα. Δεν
μπορεί να το κάνει αυτό στη μέση της άσκησης προπαγάνδας. Πρέπει να ξεκινήσει με αυτό. Διαμέσου της
καθημερινής επαφής με τις μάζες, μαθαίνει πώς να μεταδίδει αυτή την ιδέα. Δεν είναι καθήκον της προπαγάνδας
η ανακάλυψη της γνώσεως, αλλά η μετάδοση της γνώσεως. Πρέπει να προσαρμόζεται με εκείνους τους οποίους
θέλει να προσεγγίσει με αυτή τη γνώση. Οι ομιλίες ή οι αφίσες του προπαγανδιστή που στοχεύουν τους αγρότες
θα είναι διαφορετικές από αυτές που θα στοχεύουν τους υπαλλήλους· αυτές που θα στοχεύουν τους γιατρούς θα
είναι διαφορετικές από αυτές που θα στοχεύουν τους ασθενείς. Θα προσαρμόσει την προπαγάνδα του για να
ταιριάζει αυτούς στους οποίους θα απευθύνεται. Βλέπετε ότι όλα τα επικριτικά κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν
από άλλα κόμματα για να αξιολογήσουν την προπαγάνδα χάνουν το νόημα, και ότι τα περισσότερα παράπονα
σχετικά με την προπαγάνδα του NSDAP απορρέουν από μια λανθασμένη κατανόηση της προπαγάνδας. Εάν
κάποιος μου πει: “Η προπαγάνδα σας δεν έχει πολιτισμένα κριτήρια,” ξέρω ότι δεν έχει νόημα η κουβέντα μαζί
του.

Δεν έχει διαφορά εάν η προπαγάνδα βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο. Το ζήτημα είναι εάν έχει πετύχει τον στόχο της.
Ο πρώτος μου στόχος όταν ήρθα στο Βερολίνο ήταν να κάνω την πόλη να μας γνωρίσει. Θα μπορούσαν να μας
αγαπήσουν ή να μας μισήσουν, αφού θα ήξεραν ποιοι είμαστε. Έχουμε πετύχει αυτόν τον στόχο. Μας μισούν και
μας αγαπούν. Όταν ακούει κάποιος τον όρο Εθνικό-Σοσιαλισμός, δεν ρωτάει: “Τι είναι αυτό;” Αφού έχουμε πετύχει
τον πρώτο στόχο, μπορούμε να εργαστούμε πάνω στην μετατροπή του μίσους σε αγάπη και της αγάπης σε
μίσος, αλλά ποτέ σε αδιαφορία. Η μάχη εναντίον της αδιαφορίας είναι η πιο σκληρή μάχη. Μπορεί να υπάρχουν
δύο εκατομμύρια άνθρωποι σε αυτή την πόλη οι οποίο με μισούν, οι οποίοι με κατατρέχουν και με συκοφαντούν,
αλλά γνωρίζω ότι μπορώ να κερδίσω μερικούς από αυτούς. Αυτό το γνωρίζουμε εκ πείρας. Μερικοί από αυτούς οι
οποίοι μας κατέτρεχαν και αγωνίζονταν με περισσότερη πίκρα εναντίον μας, σήμερα είναι οι πιο αφοσιωμένοι μας
υποστηρικτές. Βλέπετε ότι το σημαντικότερο για την προπαγάνδα είναι να πετύχει τον στόχο της, και ότι είναι
λάθος να εφαρμόζουμε επικριτικά κριτήρια που είναι άσχετα.

Ας δώσω ακόμη ένα παράδειγμα. Εάν κάποιος με ρωτήσει τι πιστεύω για κάποιο άλλο άτομο, είναι ανόητο να πω:
“Τον συμπαθώ, αλλά δεν ξέρει να παίζει πιάνο.” Η απάντηση θα είναι: “Και λοιπόν; είναι συνεταιρικός δικηγόρος.
Γιατί δεν αναρωτιέστε εάν είναι καλός στη δουλειά του;” Αυτή είναι η σωστή απάντηση. Και εφαρμόζει μια χαρά
στην προπαγάνδα.

Η προπαγάνδα μας ακολουθεί μια ξεκάθαρη γραμμή. Ο Adolf Hitler μου είχε πει κάποτε ότι δεν είναι απαραίτητη
η προγραμματισμένη ομιλία σε μια δημόσια συγκέντρωση. Η δημόσια συγκέντρωση προϋποθέτει την πιο απλοϊκή
προσέγγιση. Εάν ένας ωραίος κύριος πει: “Είσαι ένας απλός προπαγανδιστής,” η απάντηση είναι η εξής: “Ο
Χριστός ήταν διαφορετικός; Δεν έκανε προπαγάνδα κι εκείνος; Έγραφε βιβλία ή διακήρυττε; Ο Μωάμεθ ήταν
διαφορετικός; Έγραφε λόγιες εκθέσεις, ή πήγαινε στον κόσμο και του έλεγε ο,τι ήθελε να πει; Ο Βούδας κι ο
Ζαρατούστρα δεν ήταν προπαγανδιστές;” Πράγματι, οι φιλόσοφοι της Γαλλικής Επανάστασης έχτισαν τα
διανοητικά τους θεμέλια. Αλλά ποιος το προχώρησε; Ο Ροβεσπιέρος5, ο Δαντόν 6 και οι υπόλοιποι. Αυτοί
έγραψαν βιβλία, ή μίλησαν σε μεγάλες συγκεντρώσει; Κοιτάξτε γύρω σήμερα. Ο Mussolini είναι περισσότερο
λογοτέχνης ή μεγάλος ομιλητής; Όταν ο Lenin πήρε το τρένο από τη Ζυρίχη για το Petesburg, αναφέρθηκε στην
μελέτη και στο γράψιμο ενός βιβλίου, ή απευθύνθηκε σε χιλιάδες κόσμου; Ο Φασισμός και ο Μπολσεβικισμός
χρίστηκαν από μεγάλους ομιλητές, από ειδήμονες του προφορικού λόγου! Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ του
πολιτικού και του ομιλητή. Η ιστορία αποδεικνύει ότι οι μεγάλοι πολιτικοί ήταν πάντα μεγάλοι ομιλητές: ο
Ναπολέων, ο Καίσαρας, ο Αλέξανδρος, ο Mussolini, ο Lenin, αναφέρετε όποιον θέλετε. Ήταν όλοι τους μεγάλοι
ομιλητές και μεγάλοι οργανωτές. Εάν ένα άτομο συνδυάζει το ρητορικό ταλέντο, την οργανωτική ικανότητα, και
την φιλοσοφική ικανότητα, εάν έχει την ικανότητα να μεταδίδει γνώση και να συγκεντρώνει τον κόσμο υπό το
λάβαρό του, τότε είναι είναι μεγάλος πολιτικός.

Εάν μου πει κάποιος σήμερα: “Είσαι δημαγωγός,” θα του απαντήσω τοιουτοτρόπως: “Η δημαγωγία με την καλή
έννοια είναι απλώς η ικανότητα του να καταφέρνεις τις μάζες να κατανοήσουν αυτό που θέλεις να κατανοήσουν.”
Φυσικά, μπορώ να προσαρμοστώ στα συναισθήματα των μεγάλων μαζών, που είναι η δημαγωγία με την κακή
της έννοια. Τότε αλλάζω, όχι μόνο τη μορφή όσων θέλω να πω, αλλά και το περιεχόμενο.

Δεν μπορείτε να μου πείτε εάν έχουν αλλάξει τα πράγματα. Στο παρελθόν οι ομιλητές έχτιζαν κινήματα· σήμερα
ζούμε στην εποχή του τύπου, και είναι οι αρθρογράφοι αυτοί που επηρεάζουν. Αυτή η θεωρία είναι προφανώς
λανθασμένη. Φυσικά και ο τύπος είναι σημαντικός. Αλλά εάν εξετάσετε τα καλογραμμένα κύρια άρθρα των
εφημερίδων, αποδεικνύεται ότι είναι συγκεκαλυμμένες ομιλίες. Οι Μαρξιστές δεν κέρδισαν από τα άρθρα τους,
αλλά επειδή το κάθε Μαρξιστικό άρθρο ήταν μια μικρή προπαγανδιστική ομιλία. Γράφτηκαν από ταραξίες.
Κάθισαν στα γραφεία τους ή σε μπαρ γεμάτα με καπνό, γράφοντας όχι κομψές, διανοητικές και ραφιναρισμένες
εκθέσεις, αλλά κτηνώδεις, άμεσους λόγους που καταλάβαινε ο συνηθισμένος άνθρωπος. Γι’ αυτό οι μάζες
καταβρόχθισαν τον Κόκκινο τύπο. Πρέπει να διδαχτούμε από το παράδειγμά τους. Ο Μαρξισμός δεν κέρδισε
επειδή είχε μεγάλους προφήτες -δεν είχε κανέναν. Ο Μαρξισμός κέρδισε επειδή οι ανοησίες του προωθήθηκαν
από ταραξίες με τις ικανότητες του Αυγούστου Μπεμπέλ και του Λένιν. Οδήγησαν τον Μαρξισμό στη νίκη. Εάν το
λαϊκό κίνημα είχε τέτοιους ταραξίες στη διάθεσή του, τα δυνατότερα διανοητικά θεμέλιά του θα το είχαν σίγουρα
οδηγήσει στη νίκη. Μερικοί κριτικοί παραπονιούνται: “Το μόνο που κάνετε είναι να κριτικάρετε! Μόνο
παραπονιέστε. Δεν μπορείτε να κάνετε κάτι καλύτερο οι ίδιοι!” Άλλοι λένε ότι η Επίθεση7 είναι αμιγώς αρνητική.
Πείτε κάτι θετικό για αλλαγή.” Λοιπόν, δεν βρίσκομαι σε θέση να πω τίποτα θετικό για τον Ισίδωρο Weiss8.
Μπορώ να είμαι μόνο αρνητικός. Και δεν μπορώ να πω τίποτα θετικό ούτε για την Δημοκρατία 9. Δεν έχει τίποτα
θετικό. Μπορώ να πω κάτι θετικό μόνο όταν θα εξαλείψω τα αρνητικά. Και ο πιο λαμπρός πολιτικός δεν θα
μπορούσε να κάνει τίποτα με αυτή τη Δημοκρατία. Και ο Μαρξισμός διακήρυττε μόνο τα αρνητικά για εξήντα
χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν να κατακτήσει το κράτος στις 9 Νοεμβρίου του 1918. Ο Hitler είχε πει κάποτε:
“Κρατήστε τους ξερόλες οι οποίοι θέλουν πάντα να κάνουν κάτι θετικό μακριά από εμένα.” Μπορούμε να κάνουμε
κάτι θετικό μόνο όταν θα έχουμε απαλλαγεί από τα αρνητικά. Ένας ηγέτης δεν προκύπτει από ένα τραπέζι
συνεδριάσεων. Αναδύεται από τις μάζες, και όσο περισσότερο αναδεικνύεται ο αληθινός ηγέτης από τις μάζες,
τόσο περισσότερο ελκύει τις μάζες γύρω του. Η μάζα είναι η αδύναμη, δειλή, τεμπέλικη πλειοψηφία του λαού. Δεν
μπορεί ποτέ κανείς να κερδίσει τις μεγάλες μάζες εντελώς. Τα καλύτερα στοιχεία των μαζών πρέπει να
τοποθετηθούν τοιουτοτρόπως ώστε να αποβούν νικηφόρα. Πρόκειται για το καθήκον ενός λαμπρού μυαλού.
Ευχαριστήσαμε την μοίρα που μας έδωσε ένα τέτοιο μυαλό, ένα μυαλό ανώτερο από όλα τα άλλα, το οποίο θα
υπηρετήσουμε εκούσια. Αυτή είναι η απόδειξη ότι θα κερδίσουμε. Εάν οι άλλοι βρίσκουν την σοφία τους στον
κανόνα της πλειοψηφίας, αλλά ένα κίνημα οδηγείται από ένα άτομο, το εν λόγω κίνημα θα κερδίσει. Το πότε θα
κερδίσει είναι άσχετο. Θα κερδίσει επειδή έτσι είναι τα πράγματα. Κοιτάξτε γύρω όσο θέλετε. Θα δείτε παντού τα
διανοητικά θεμέλια του κινήματός μας.

Το καθήκον των ηγετών και των ακολούθων είναι να οδηγήσουν αυτή την προπαγάνδα όσο γίνεται βαθύτερα στα
σωθικά του τσακισμένου μας έθνους. Ο καθένας πρέπει να το καταστήσει σαφές αυτό, ο καθένας πρέπει να το
σκεφτεί. Ο,τι κάνουμε πρέπει να είναι ξεκάθαρο. Δεν θα τα παρατήσουμε ποτέ. Εάν όλα είναι ξεκάθαρα, δεν
χρειάζεται να είμαστε όλοι διαπρεπείς ομιλητές. Εάν μπορεί ο καθένας να τα πει όλα με λίγα λόγια, τότε είναι
προπαγανδιστής. Εάν αποκτήσουμε έναν στρατό από τέτοιους προπαγανδιστές, από τον μικρότερο ως τον ίδιο
τον Φύρερ, και εάν ο καθένας διαδίδει την πεντακάθαρη γνώση μας στις μάζες, θα έρθει η μέρα όπου η
κοσμοθέαση μας θα κατακτήσει το κράτος, όταν ο οργανισμός μας θα αρπάξει τα χαλινάρια της εξουσίας, όταν
δεν θα είμαστε πλέον μέλη μιας αποικίας σκλάβων, αλλά πολίτες ενός πολιτικού κράτους που θα έχουμε ιδρύσει
οι ίδιοι.

Αυτός είναι ο σκοπός μας σε τούτο τον πλανήτη: να δημιουργήσουμε τις υποδομές στις οποίες θα μπορεί ο λαός
μας να επιβιώνει. Όταν θα το κάνουμε αυτό, αυτό το έθνος θα δημιουργεί έργα τέχνης που θα αντέχουν για
αιώνες στην παγκόσμια ιστορία!

_________________
1 Jena: ελληνιστί Ιένα ή Γιένα. Πόλη της Γερμανίας, που βρίσκεται στο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Θουριγγίας.
2 Berliner Tageblatt: Εφημερίδα εχθρική προς τους Ναζιστές.
3 Bayreuth: πόλη της βόρειας Βαυαρίας.
4 Pharus Hall: μπυραρία στο Βερολίνο την οποία χρησιμοποιούσαν αρκετά συχνά οι Ναζιστές για τις
συγκεντρώσεις τους.
5 Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος: Maximilien Robespierre, Γάλλος πολιτικός, επιφανής προσωπικότητα της Γαλλικής
Επανάστασης.
6 Ζωρζ Ζακ Δαντόν: Georges Danton, ένας από τους σημαντικότερους ηγέτες της Γαλλικής Επανάστασης.
7 Der Angriff: η εφημερίδα του Göbbels στο Βερολίνο.
8 Bernhard Weiss: Ο Εβραίος Υπαρχηγός της Αστυνομίας του Βερολίνου, και συχνός στόχος του Göbbels.
9 Προφανώς αναφέρεται συγκεκριμένα στο καθεστώς της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης που εγκαθιδρύθηκε μετά τη
λήξη του Α’ ΠΠ, και όχι γενικά στην Δημοκρατία ως πολίτευμα.

You might also like