Professional Documents
Culture Documents
TO ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΙΚΟ
ΣΥΜΠΑΝ
Η Ιεραρχική δομή του κόσμου σύμφωνα με
τον ψευδο-Διονύσιο Αρεοπαγίτη!
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Οι συστατικοί χαρακτήρες του Ιεραρχικού κόσμου!
Εκδόσεις Αμέθυστος
http://amethystosbooks.blogstpot.com/
Περιεχόμενα
Εισαγωγή....................................................................................................4
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ........................................................................................7
Οι συστατικοί χαρακτήρες του Ιεραρχικού κόσμου!.................................7
Κεφάλαιο πρώτο. - Ο Κόσμος σαν Τάξις: η ορολογία και οι πηγές της!...........................7
3. Σχέσεις τής τάξεως τού Διονυσίου με τήν επιστήμη και τήν ιεραρχική
δραστηριότητα!..............................................................................................................56
1. Τα κοινά χαρακτηριστικά τής επιστήμης, στην τάξη και στην Ιεραρχική ενέργεια
(δραστηριότητα).............................................................................................................88
2
René Roques
l’univers
dionysien
structure hiérachique du monde selon
le Pseudo-Denys
3
Εισαγωγή
4
ουσιώδη όπως η γνώση του Θεού, η Τριαδική Θεολογία και η Μυστική
Θεολογία. Όπως και η ίδια η Χριστολογία αυτά τα θέματα θα
υπολογισθούν στο μέτρο που το απαιτεί η κατανόηση του ιεραρχικού
σύμπαντος. Για να χρησιμοποιήσουμε μία ορολογία η οποία δέν είναι
μάλλον και τόσο ταιριαστή, η παρούσα μελέτη θέλησε να διατηρήσει
σαν κέντρο της τήν οικονομία του Αρεοπαγίτη, παρά την Θεολογία
του! Αυτή η επιλογή δέν επιφέρει καμμία αξιολογική κρίση στην
αντίστοιχη σπουδαιότητα των δύο πλευρών τού συστήματος, οι οποίες
είναι απολύτως ουσιώδεις και αναγκαίως συνδεδεμένες στα μάτια τού
συγγραφέως τους. Θελήσαμε μόνον να φωτίσουμε μερικά μέρη που δέν
είναι πολύ γνωστά ή είναι κακώς κατανοούμενα! Και να βοηθήσουμε
μ'αυτόν τον τρόπο, έμμεσα στην ταυτοποίηση η οποία είναι ακόμη
αβέβαιη του μυστηριώδους Αρεοπαγίτη!
Έτσι λοιπόν η έρευνά μας θα πορευθεί γύρω από τις δύο ιεραρχίες. Θα
την οδηγήσουμε κατά μήκος τών κατευθυντηρίων γραμμών οι οποίες
ορίσθηκαν από το ΙΙΙ κεφάλαιο της Ουράνιας Ιεραρχίας τής οποίας ο
σκοπός είναι αρκιβώς ο καθορισμός τής Ιεραρχίας και η υπογράμμιση
τής χρησιμότητάς της! "Η Ιεραρχία είναι μία τάξις ιερά, μία επιστήμη,
και μία ενέργεια πρός το θεοειδές ώς εφικτόν, αφομοιουμένη και
ανεβαίνει και ανάγεται, πρός τας ενδιδομένας (τις προσφερόμενες)
αυτή Θεόθεν ελλάμψεις αναλόγως επί το θεομίμητον". Στην συνέχεια
τού κειμένου αναπτύσσεται αυτή η ίδια η ορολογία: "Σκοπός λοιπόν τις
ιεραρχίας είναι η αφομοίωση και ένωση, κατά το εφικτό, πρός τον
Θεό, έχοντας τον ίδιο ώς οδηγό για κάθε ιερή επιστήμη και ενέργεια,
που αποβλέπει αταλάντευτα στην Θεϊκότατη ομορφιά του και την
αποτυπώνει όσο είναι δυνατό. Όσους τον συμμερίζονται (τους εαυτού
θιασώτας), τους κάνει αγάλματα Θεϊκά, καθρέφτες καθαρούς και
ακηλίδωτους που δέχονται την αρχίφωτη Θεαρχική ακτίνα και
απογεμίζουν με τρόπο ιερό από την λάμψη που τους δίνεται και αυτή
πάλι την ακτινοβολούν πλούσια στα επόμενά τους κατά τους Θεϊκούς
ορισμούς".
5
με διευθετήσεις και γνώσεις με ιεραρχική σειρά και που όσο είναι
επιτρεπτό αφομοιώνεται πρός την αρχή της".
6
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
7
είναι μάταιο να προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε όλες τις πηγές, ιστορικά
επιβεβαιωμένες του Αρεοπαγίτη. Η κατανόηση τής σκέψης του απαιτεί
μάλλον περισσότερο να καθορισθούν οι παραδοσιακές θεωρίες, που
παραλαμβάνει ή από τις οποίες αντλεί έμπνευση! Αυτό θα
προσπαθήσουμε να πετύχουμε για μερικούς από τους όρους και τα
θέματα που καθορίζουν την Αρεοπαγιτική τάξη ή συνδέονται μ'αυτή την
έννοια.
Ανάμεσα σε όλους τους όρους που εκφράζουν την ιδέα της τάξεως και τα
παράγωγά της είναι εκείνοι στους οποίους οι διάφορες φιλοσοφίες,
έδωσαν την μικρότερη προσοχή. Αυτοί οι όροι βρίσκουν τις πιό τυπικές
εφαρμογές τους στην στρατιωτική ή στην πολιτική γλώσσα. Στην πρώτη
περίπτωση, τάξις δείχνει την τοποθέτηση των στρατιωτών, την θέση ή
τον τόπο κάθε στρατιώτη! Στην δεύτερη μπορεί να αναφέρεται στην
πολιτική σύσταση (σύνταγμα) μίας πόλεως ή ενός κράτους. Είναι
ενδιαφέρον να υπογραμμίσουμε την σημασία αυτού του ουσιαστικού
σ'αυτή την διπλή σειρά συγκεκριμένων χρήσεων. Το βλέπουμε να περνά
από μία έννοια στενά υλική, εξωτερικής σημασίας σε εκείνη των
νομοθετικών διαθέσεων, τοποθετήσεων και τάξεων με την
κατηγορηματική σημασία του όρου, κοντά στην έννοια τής διαταγής.
8
Μερικά δέ κείμενα, λειτουργικά και κανονικά, επέβαλλαν
καθοριστικά την τάξη στο πνεύμα και στην ζωή των πιστών. Μόνον ο
τίτλος Αποστολικοί κανόνες (διαταγαί) είναι ήδη γεμάτος σημασία
σχετικά με το θέμα, καθότι γνωρίζουμε ότι ο σκοπός όλων αυτών των
πραγματειών είναι να σταθεροποιήσουν και να εξασφαλίσουν τους
κανόνες σύμφωνα με τους οποίους διατάσσονται οι διάφορες τάξεις
των πιστών και τις προϋποθέσεις στις οποίες πρέπει να υποταχθούν.
Οι Θείοι νόμοι συνιστούν μία άριστη τάξη (των Θείων θεσμών η άριστη
διάταξις). Ο Θεός είναι η υπερούσιος αρχή όλης της ιεραρχίας (την
υπερούσιον απάσης ιεραρχίας ταξιαρχίαν). Αποκλείει κάθε δυσαρμονία
9
των όντων και τα οδηγεί στην τάξη της ταυτότητός των και την ορθότητά
τους (εις την εύτακτον ταυτότητα και ορθότητα). Από Αυτόν προοδεύει
κάθε σύσταση, κάθε διάταξη και κάθε μακάρια διάθεση (εξ αυτής της
Θεότητος... πάσα ή των όντων διάταξις τε και διακόσμησις). Και
λειτουργεί ώς πρός τον Θεόν, μοναδικό Αγαθό, από το οποίο όλα τα όντα
είναι συντονισμένα (πάντα... πρός εν αγαθόν συντεταγμένα).
10
θεσμών έκβασις, ούκ έχει λόγον υπέρ Θεού την Θεοπαράδοτον
ανατρέπεσθαι τάξιν). Με άλλα λόγια, δέν μπορεί τίποτε να μας
επιτρέψει, χωρίς να συγχύσουμε τον Θεό, να εγκαταλείψουμε τον
εκκλησιαστικό βαθμό που μας έχει δοθεί. Η Τάξις είναι μία μορφή
Θεσμού: η παραβίαση της πρώτης σημαίνει αναπόφευκτα την
παραβίαση και του δευτέρου!
Η έννοια του κόσμου είναι πολύ στενά συνδεδεμένη με εκείνη τής τάξης!
Εκφράζει την οργάνωση, την τακτοποίηση, το συμφέρον, πρίν δείξει το
σύμπαν το οποίο πραγματοποιεί αυτές τις ποιότητες με τέλειο τρόπο!
Είναι ένας κοινός τόπος, τουλάχιστον αρχής γενομένης ἀπὸ τόν
Πυθαγόρα, να υπογραμμίζεται η θαυμαστή ιδιότητα αυτού του
σχεδιασμού. "Οι σοφοί, Καλλικλή, βεβαιώνουν ότι ο ουρανός και η γή, οι
Θεοί και οι άνθρωποι, συνδέονται μεταξύ τους με την φιλία, με τον
σεβασμό τής τάξεως, τής σύνεσης και τής δικαιοσύνης και γι'αυτόν τον
λόγο ονομάζουν το σύμπαν τήν τάξη τών πραγμάτων, και όχι τής
αταξίας, ούτε τής έλλειψης κανόνων (κόσμον... ούκ ακοσμίαν ουδέ
ακολασίαν). Εσύ δέν ενδιαφέρεσαι, νομίζω, παρά την σοφία σου, και
ξεχνάς ότι η γεωμετρική ισότης είναι παχίσχυρη ανάμεσα στους Θεούς
όπως και ανάμεσα στούς ανθρώπους" (Γοργίας, 507α/508α). Αυτή η
καθολική συγγένεια τών ουρανίων δυνάμεων, τών ανθρώπων και τών
στοιχείων παρουσιάζεται στην ίδια τήν τάξη η οποία κυβερνά την
ακολουθία τού Διός. "Ο Ζεύς έχει στην ακολουθία του έναν στρατό θεών
και δαιμόνων, κεκοσμημένον, τακτοποιημένον, σε έντεκα σχηματισμούς.
Έτσι στον οίκο των θεών παραμένει μόνη η Εστία. Όσον αφορά δέ τους
άλλους Θεούς, όσοι είναι τεταγμένοι Θεοί, άρχοντες (αρχηγοί) σ'αυτόν
τον αριθμό 12, οδηγούν καθένας τον σχηματισμό τους, στην τάξη, κατά
τάξιν, ήν έκαστος ετάχθη. Πολλά και μακάρια είναι, λοιπόν τα οράματα
και οι διαδρομές μέσα στον ουρανό, τις οποίες πραγματοποιεί το γένος
τών μακάριων θεών, ενώ καθένας απ'αυτούς κάνει το καθήκον του!
11
(Πράττων έκαστος αυτών το αυτού). Ακολουθεί τούς Θεούς πάντοτε
όποιος το επιθυμεί και έχει την ικανότητα: διότι πράγματι ο φθόνος
παραμένει έξω από τον Θείο χορό!" (Φαίδρος, 246 e-247 a).
Η τάξις τακτοποιεί όλα τα Θεία πράγματα, τις σχέσεις τών θεών ανάμεσά
τους, τις σχέσεις τους με τον κόσμο και πάνω απ'όλα αυτή την αρχική
σχέση που υπήρξε η οργανωτική ενέργεια του Δημιουργού : "Ο Θεός
θέλοντας όλα τα πράγματα να είναι αγαθά, και τίποτε στο μέτρο τού
δυνατού να μήν είναι κακό, λαμβάνοντας ότι ήταν ορατό και δέν
βρισκόταν σε ησυχία, αλλά εκινείτο άτακτα και θολωμένα, το έφερε από
την αταξία στην τάξη (εις τάξιν αυτό ήγαγεν εκ της αταξίας), κρίνοντας
αυτή ολοκληρωτικώς καλύτερη εκείνης. Και πράγματι δέν είναι αρεστό
σε όποιον είναι άριστος να κάνει αυτό που δέν είναι ωραιότατο"
(Τίμαιος, 30 α-b). Πάνω σ'αυτό το μοντέλο θα εργασθούν οι αληθινοί
άνθρωποι τεχνίτες (δημιουργοί): το έργο τους πρέπει να συστήσει ένα
σύνολο το οποίο "συγκρατείται και τακτοποιείται με αρμονία"! (Γοργίας,
504 α: συστήσηται τεταγμένον τε και κεκοσμημένον πράγμα). Ακόμη και
η αρετή πρέπει να πραγματοποιήσει μία τάξη και μία αρμονία: τάξει άρα
τεταγμένον και κεκοσμημένον εστίν η αρετή εκάστου (506 e).
12
Οι Στωϊκοί, παρότι παρέλαβαν τα ουσιώδη στοιχεία τής φυσικής και τής
αριστοτελικής κοσμολογίας, απομακρύνονται τουλάχιστον σ'αυτό το
σημαντικό σημείο. Το σύμπαν τους δέν είναι ιεραρχικό. Η ιεραρχική
απαγωγή, η οποία χαρακτήριζε τον κόσμο του Αριστοτέλη,
αντικαθίσταται από τον συντονισμό και από την σύνδεση και την
συνάφεια όλων των πραγμάτων. Τα στοιχεία είναι σαν δεμένα και
κρεμασμένα "τα μέν από τα δέ". Στην στωική κοσμολογία αυτό (το
σύμπαν) παρουσιάζεται ουσιαστικά σαν ένα συνεπές σύνολο (σύστημα)
το οποίο ενώνει "τον ουρανό, την γή, και αυτό που αυτά
συμπεριλαμβάνουν", ή επίσης "τους Θεούς, τους ανθρώπους και αυτό
που εξ'αιτίας τους παράγεται". Το όλον είναι συνώνυμο της
προκαθορισμένης ολότητος. Είναι μοναδικό (εις) και τίποτε δέν υπάρχει
πέραν αυτού. Είναι ένα μεγάλο σώμα, ένα έμψυχο όν (σώμα, ζώον).
Αρκεί στον εαυτό του (αυτάρκης), διότι "διαθέτει στον εαυτό του όλο
αυτό που έχει ανάγκη, τρέφεται απο μόνο του, απ’ όπου προσλαμβάνει
την ανάπτυξή του, δεδομένου ότι τα μέρη ζούν με αμοιβαίες
ανταλλαγές"!
13
κόσμου, η διακόσμησις, μοιάζει κατώτερη του κόσμου. Ταυτίζεται
μ'αυτόν μόνον όταν δείχνει την σταθερή και αιώνια τάξη των άστρων.
14
αναδεικνύοντας τα πιό σημαντικά πράγματα, ότι η ισότης συντηρεί τήν
συμφωνία και εκείνη διατηρεί τον κόσμο ο οποίος γεννά όλα τα πιό
σημαντικά πράγματα και είναι το κάλλιστο των όντων". Το τέλος της
πραγματείας παρουσιάζει τον Θεό σαν μοναδική και καθολική αιτία
αυτής της καθολικής αρμονίας.
Σ'αυτή την τάξη όλα περιορίζονται όσον αφορά τον αριθμό και τον
τόπο. Η συνέχεια είναι απόλυτη ανάμεσα στα διάφορα στοιχεία, διότι η
αταξία είναι ένα ελάττωμα! Έτσι όλα τα όντα παραμένουν στην θέση
τους, οι Θεοί όπως οι άνθρωποι και όπως τα στοιχεία. "Αλλά δέν πρέπει
15
να πιστεύουμε, ώ Ασκληπιέ, ότι οι γήϊνοι Θεοί ασκούν την επιρροή τους
στην τύχη. Ανάμεσα στους ουράνιους Θεούς οι οποίοι κατοικούν στις
κορυφές τού ουρανού, καθένας διατηρεί τον βαθμό που του δόθηκε. Από
την μεριά τους οι δικοί μας γήϊνοι Θεοί προσφέρουν την βοήθεια τους
στον άνθρωπο σαν μία αξία μίας θερμής συγγένειας, τόσο όταν
αγρυπνούν στις ιδιαιτερότητες τών πραγμάτων, όσο και όταν
ανακοινώνουν το μέλλον μέσω τής μοίρας ή την μαντική, τόσο και όταν
επιβλέπουν σε μερικές μας ανάγκες και επομένως μάς βοηθούν, καθέναν
με τον τρόπο του". Η αληθινή φιλοσοφία, η αληθινή μουσική παιδεία
πάνω απ'όλα, συνίσταται κατ'αρχάς στην εκπαίδευσή μας σ'αυτή την
συμπαντική τάξη."Να είμαστε εκπαιδευμένοι στην μουσική, δέν είναι
τίποτε άλλο από το να γνωρίζουμε πώς οργανώνεται όλο αυτό το
σύνολο τού σύμπαντος και με ποιό θεϊκό σχέδιο μοιράστηκαν όλα τα
πράγματα. Διότι αυτή η τάξις, όπου όλα τα πράγματα, ακόμη και τα
ιδιαίτερα, συνήλθαν σε ένα, και για έναν καλλιτεχνικό λόγο επίσης,
θα παράξει ένα είδος κοντσέρτου απείρως γλυκού και αληθινού, με
μία θεϊκή μουσική!"
Όπως και στον Στωϊκισμό, η τάξις τού κόσμου είναι αξεχώριστη από την
Ειμαρμένη και από την Ανάγκη. "Αυτό που εμείς ονομάζουμε
Ειμαρμένη, Ασκληπιέ, είναι αυτή η ανάγκη η οποία προϊσταται σε όλη
την πορεία τών γεγονότων ενώνοντας τα μέν με τα δέ μέσω μίας
συνεχούς αλυσσίδος. Είναι η αιτία η οποία παράγει όλα τα πράγματα
λοιπόν, ή επίσης η υπέρτατος Θεός, ή αυτός που εδημιουργήθη σαν
16
δεύτερος Θεός απο τον υπέρτατο Θεό ή η συμπαντική τάξις των
ουρανίων και των γήϊνων πραγμάτων, η οποία έχει εγκατασταθεί απο
τους Θείους νόμους. Έτσι αυτή η Ειμαρμένη και η Ανάγκη είναι
αδιαχώριστα δεμένες μαζί από ένα είδος κολλώδους ουσίας πολύ
δυνατής. Η Ειμαρμένη έρχεται πρώτη γεννώντας τις αρχές όλων τών
πραγμάτων, ενώ η ανάγκη οδηγεί με δύναμη στα τελευταία τους
αποτελέσματα, όλα εκείνα τα πράγματα τα οποία έχουν ξεκινήσει την
ύπαρξη χάρη στην ενέργεια τής Ειμαρμένης. Η μία και η άλλη έχουν σαν
συνέπεια την τάξη, δηλαδή το σύμπλεγμα, την πλοκή και την χρονική
συνέχεια όλου αυτού που πρέπει να πραγματοποιηθεί! Και πράγματι δέν
διαφεύγει τίποτε από την οργάνωση τής τάξης και πραγματοποιείται σε
όλα τα πράγματα αυτή η όμορφη τάξη. Ακόμη και ο ίδιος ο κόσμος
ακολουθεί την τάξη στην κίνησή του και ακόμη περισσότερο δέν
διατηρείται ολόκληρος παρά μόνον χάρη στην τάξη!" (Ασκλ, 39 ΙΙ).
Έτσι λοιπόν όπως ο στωϊκός κόσμος, έτσι και ο Ερμητικός κόσμος είναι
αμετάβλητος. Οι αλλαγές αφορούν μόνον τα μέρη. Το όλον παραμένει
σταθερό και αθάνατο. Και οι ίδιες οι αλλαγές είναι μία απλή διάλυση τών
μείξεων. Δέν είναι καταστροφή και θάνατος. "Λοιπόν πώς θα ήταν
δυνατόν, αυτό που είναι ο Θεός, σ'αυτό που είναι εικόνα τού Όλου,
σ'αυτό που είναι το πλήρωμα της ζωής, να υπάρχουν νεκρά πράγματα;
Διότι ο θάνατος είναι φθορά και η φθορά είναι καταστροφή. Πώς να
υποθέσουμε λοιπόν ότι φθείρεται ένα μέρους αυτού που είναι άφθαρτο ή
ότι έχει καταστραφεί κάτι από τον Θεό; Διότι οι ζώντες δέν πεθαίνουν,
αλλά επειδή είναι σύνθετα σώματα, διαλύονται. Αυτή η διάλυση δέν
είναι θάνατος, αλλά διάλυση μίας μείξης. Και εάν οι ζώντες
διαλύονται, δέν σημαίνει ότι καταστρέφονται, αλλά για να
ανανεωθούν. Εάν υπολογισθεί στην ολότητά του, ο κόσμος είναι
αμετάβλητος, αλλά τα μέρη αυτού του κόσμου είναι όλα μεταβλητά,
χωρίς τίποτε να χάνεται ή να καταστρέφεται. Αυτοί είναι οι μόνοι όροι οι
οποίοι φοβίζουν το πνεύμα μας! Διότι δέν είναι η γέννηση η ζωή αλλά
η συνείδηση και η αλλαγή δέν είναι θάνατος, αλλά λήθη. Εάν λοιπόν
προχωρά μ'αυτόν τον τρόπο, όλα αυτά τα στοιχεία, από τα οποία
συντίθεται κάθε ζών, δηλαδή η ύλη, η ζωή, το πνεύμα και ο νούς, είναι
αθάνατα".
17
επίσης μαζί με τους στωϊκούς, την ανάπτυξη, κλασσική μετά των
πλάτωνα και τον πυθαγόρα, τού ίδιου τού όρου κόσμος : "Και
δικαιωματικά ο κόσμος ορίσθηκε τάξις (κόσμος). Διότι από το σύνολο
των όντων, συνθέτει μία τάξη με την διαφορετικότητα τής γεννήσεως και
την συνέχεια τής ζωής, μέσω τής ακούραστης σταθερότητος τού έργου
της και μέσω τής ταχύτατης κινήσεως τής ανάγκης, μέσω τού
συνδυασμού τών στοιχείων και την ευταξία όλου αυτού που έρχεται στο
Είναι. Είναι λοιπόν λόγω ενός είδους ανάγκης και μιάς απόλυτης
αρμονίας που ο κόσμος μπορεί να ορισθεί ΚΟΣΜΟΣ: Η ιδέα τής τάξης
είναι πάντοτε συνδεδεμένη μ'έναν ουσιώδη τρόπο με εκείνη του
κόσμου!
18
Ο Πρόκλος θα προσλάβει αυτές τις ιδέες περί της προσευχής. Θα
κληρονομήσει και αυτός μερικά θέματα που του επιτρέπουν πάνω απ'όλα
να αναπτύξει τον σχολιασμό του στον Τίμαιο. Η συμφωνία, η αρμονία, η
τάξις, μοναδικά τού σύμπαντος, αυτό το μοναδικό ζών, εμψυχώνουν και
ενώνουν μία μόνη ζωή, μία μόνη νόηση, μία μοναδική πνοή: όλα αυτά
είναι κοινοί τόποι που υπάρχουν σε κάθε σελίδα. Παρ'όλα αυτά πολλά
νέα στοιχεία χαρακτηρίζουν αυτή την κοσμολογία. Κατ'αρχάς στην ιδέα
των στωϊκών η οποία θέτει την ενότητα τού σύμπαντος στην δύναμη ενός
μοναδικού δεσμού ο οποίος κλειδώνει τα διάφορα μέρη, ο Πρόκλος
συγχωνεύει την δική του Θεωρία των σειρών, σύμφωνα με τις οποίες
άλλους πιό ιδιαίτερους δεσμούς εγκαθιδρύουν μεταξύ τους αυτές ή
εκείνες οι κατηγορίες των συγκεκριμένων όντων. (Τίμαιος 146 ΙΙ, ο
κρατερός δεσμός... διά πάντων τεταμένος... υπό χρυσής σειράς
συνεχόμενος). Επιπλέον ο σύνδεσμός τών διαφόρων τάξεων βρίσκεται
στον έρωτα ή στην φιλία που τις ενώνει (ενοποιός). Τέλος, μία
λεπτομέρεια μεγάλης σπουδαιότητος και σημασίας για την δομή των
Αρεοπαγιτικών ιεραρχιών, ο Πρόκλος διαμοιράζει το όλον των Θεών
και των νοητών σε μία πολλαπλότητα Τριαδικών ομάδων τών
οποίων σύντομα θα πρέπει να φωτίσουμε τις συνθήκες και τους
νόμους.
19
περιλήψεων. Για τον Βασίλειο η διακόσμησις τού ορατού κόσμου (η
τάξις) είναι το έργο μίας πολυπράγμονης νοήσεως (τις τεχνικός λόγος).
Αυτή η νόηση δέν είναι άλλο απο τον μοναδικό Θεό τού Ιουδαιο-
Χριστιανισμού. Θείος τεχνίτης "προσαρμόζει τα διαφορετικά μέρη τού
σύμπαντος και κατασκευάζει ένα σύνολο που συμφωνεί με μέτρο και
αρμονία. Δωρίζει την δική του συνοχή σ'αυτό το σύμπαν". Αυτός
συνέδεσε στενά το σύνολο τού κόσμου, ο οποίος αποτελείται απο
διαφορετικά μέρη, μέσω τού νόμου μίας αδιαρρήκτου φιλίας (αρρήκτω
τινί φιλίας θεσμώ), σε μία και μόνη κοινωνία και αρμονία, τέτοιες ώστε
τα πιό απομακρυσμένα όντα μεταξύ τους, λαμβάνοντας υπ'όψιν την θέση
που καταλαμβάνουν, θα φαινόντουσαν ενωμένα από την ίδια συμπάθεια.
Και γι'αυτό τον λόγο ο Βασίλειος εφαρμόζει στον Δημιουργό του Θεό
τον τίτλο της Σοφίας XI, 21 (Εξαήμερος) και τον βλέπει σαν "Αυτόν ο
οποίος παρέθεσε το πάν με τάξη και μέτρο".
20
Αλλά μόνον πάνω στην γή μπορεί να φανερωθεί η λάμψη και η ομορφιά
των φυτών, μόνον στον ουρανό μπορεί να απλωθεί η λάμψη των άστρων.
Η πιό διαυγής διδασκαλία τής έρευνάς μας είναι ότι η ιδέα τού κόσμου
εμπλουτίστηκε από μία μεγάλη παράδοση, τόσο εθνική όσο και
Χριστιανική, για να φθάσει σε μία κοινή κοσμολογία στην οποία
συνεισέφεραν σχεδόν όλα τα συστήματα! Δέν είναι εύκολο να
ξεχωρίσουμε την ανάπτυξη ούτε την στιγμή καθενός από αυτά τα
συμβαλλόμενα. Εξ'άλλου το ζήτημα είναι δευτερεύον για την κατανόηση
της σκέψης τού Διονυσίου. Γι' αυτόν το ουσιώδες δέν είναι να εξηγήσει
τον καθαυτό αισθητό κόσμο, ένα πράγμα στο οποίο είχαν αφιερωθεί όλοι
οι αρχαίοι φιλόσοφοι και ο ίδιος ο Βασίλειος. Το αισθητό σύμπαν θα
21
υπολογισθεί σαν μία σφαίρα συμβουλών που μπορεί και πρέπει να
οδηγήσει την ανθρώπινη νοημοσύνη στον νοητό κόσμο, ο οποίος
συνίσταται ἀπὸ την ζωή της Εκκλησίας, από τις αγγελικές ουσίες και
από την Θεότητα. Η φυσιολογία η οποία συγκρατούσε ακόμη τους
τελευταίους νεοπλατωνικούς, βλέπει να μειώνεται ο χώρος της υπέρ τής
θεωρίας και τής Θεολογίας. Ο Διονύσιος δέν θέλει να είναι ούτε ένας
μαθηματικός ούτε ένας αστρονόμος ούτε ένας μουσικός. Αφιερώνεται
αποκλειστικά στην παρουσίαση ενός πνευματικού σύμπαντος, το
σύμπαν στο οποίο οι αγιασμένοι νόες μπορούν να ενωθούν με τον Θεό.
Αλλά αυτό το σύμπαν δέν είναι ολοκληρωτικώς ελευθερωμένο από την
κοσμολογία και ορίζεται επίσης αναφερόμενο και στις κυρίαρχες
κοσμολογικές ιδέες.
22
Διονυσιακό σύμπαν την αρχική αντίθεση η οποία κυριαρχεί στον κόσμο
της Γνώσης, του Μαρκίωνος και του Μάνη!
23
σύμπαν προηγείται. Η οργάνωσή του είναι τόσο αρχαία και τόσο
σταθερή όσο και η αγγελική κατάσταση, επομένως πιό αρχαία και πιό
σταθερή του κόσμου. Επι πλέον η Εκκλησιαστική Ιεραρχία η ίδια
παρουσιάζει μία σταθερότητα και μία αξιοπρέπεια που δέν θα
μπορούσαν να εξισωθούν ούτε με τις πιό υψηλές κοσμικές αξίες, το
νόημα τής οποίας είναι ακριβώς να μας εισάγει στο σύμπαν της "νέας
ζωής" και της Θεοποιήσεως.
Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όμως στην βεβαίωσί μας ότι έχουν μία
σταθερή ισότητα! Σε πάρα πολλά κεφάλαια τής ουρανίου ιεραρχίας
και σε μερικά χωρία τής Εκκλησιαστικής ιεραρχίας, διακόσμησις (ή
διάκοσμος) προσλαμβάνει, με μία συγκεκριμένη σημασία, μία
μεγαλύτερη επέκταση τάξεως! Ενώ τάξις δείχνει πάντοτε μία οργάνωση
και μόνο μία, διακόσμησις γίνεται συνώνυμο τής Τριάδος ή τής ιεραρχίας
με την στενή έννοια του όρου. Αυτό εξηγεί το κεφάλαιο VI και αυτό
παρουσιάζουν τα κεφάλαια VII, VIII και IX της ουράνιας ιεραρχίας. Η
πρώτη διακόσμησις περιέχει τρείς τάξεις. Παρομοίως η δεύτερη και η
τρίτη! Μπορούμε να παρατηρήσουμε ένα ανάλογο παράδειγμα και σε
κάποια χωρία της Εκκλησιαστικής ιεραρχίας, παρά το ότι διακόσμησις
δείχνει πολύ συχνά μία ιδιαίτερη οργάνωση. Θα δούμε σύντομα λοιπόν
ότι αυτή η σημασία της τριάδος την οποία αποδίδει ο Διονύσιος στο
ουσιαστικό διακόσμησις είναι οικεία στους τελευταίους νεοπλατωνικούς.
24
ουρανίου ιεραρχίας θα ονομασθούν εύκοσμοι. Η όμορφη οργάνωση των
θέσεών τους αναβαθμίζεται σαν Θεοειδής (τής των ουρανίων Ιεραρχιών
Θεοειδούς ευκοσμίας. Και είναι πράγματι μετοχή στον Θεό, αρμονική
αρχή κάθε τάξης (ευκόσμου ταξιαρχίας), από την οποία προοδεύει και
στην οποία τείνει ευκόσμως, απάση ευκοσμία. Ο Επίσκοπος διανέμει
τις Θείες εκλάμψεις εν ευκοσμία και τάξει και αναλογία τής εκάστου
πρός τα ιερά συμμετρίας. Και η τελευταία θέση, βαθμός, αυτής τής
ιεραρχίας, στον οποίο εισάγει την βάπτιση, ονομάζεται τής ευκόσμου και
ιεράς τάξεως. Σ'αυτή την ιεραρχία, όπως και στην ουράνια τής οποίας
είναι η εικόνα, δέν υπάρχει τίποτε ακόσμητον. Η τάξις και η αρμονία των
Θείων πραγμάτων είναι καθολικές (αυτή γάρ η καθολική των Θείων
ευκοσμία και τάξις) [εκκλ. Ιεραρχ. 445 Α]
25
εναρμονίζεται (αρμονίας του παντός), ότι τα μέρη συμφωνούν στον
κόλπο του όλου και δένονται αδιάλυτα τα μέν με τα άλλα (αί εν τω παντί
συγκράσεις και οι αδιάλυτοι συνοχαί των όντων)" [περί θ. ονομάτων 704
B/C]. Εδώ βρίσκεται ο ρόλος της Θείας αγαθότητος η οποία είναι και
εκείνος τής Ειρήνης επίσης. "Η Θεία Ειρήνη ενώνει όλα τα πράγματα,
μέσω των ενδιάμεσων όρων, αυτή δένει τα άκρα μεταξύ τους και τα
ενώνει σε μία φιλία μοναδική η οποία καθιστά όμοιες τις φύσεις τους
(συνδέουσα τα άκρα....κατά μίαν ομοφυή συζευγνύμενα φιλίαν) "[Π.Θ
Ονόμ. 952 Α]. Ενότης χωρίς σύγχυση (εν ασυγχύτω συνοχή), αυτός
είναι ο κανόνας της Θείας ενέργειας πάνω στους ιεραρχικούς Νόες!
Αυτή η ενότης η οποία εναρμονίζει και πλησιάζει τις φύσεις στο σημείο
που καθίστανται όμοιες (ομοφυής, συγγενής), είναι πρώτα απ'όλα μία
ενότης κοινωνίας και φιλίας. Αυτές είναι ένα δώρο τού υπέρτατου
αγαθού το οποίο επιτυγχάνει την συμφωνία των στοιχείων και των νόων
(Π.Θ. Ον. 717 Α). Αρθρωμένο μ'αυτόν τον τρόπο, το σύμπαν
οργανώνεται με τον τύπο ενός μεγάλου οργανισμού, ο οποίος αναπνέει
σύμφωνα (σύμπνοια) και ο οποίος τείνει σε μία και την αυτή
προσπάθεια (συντονία). Ακόμη η Θεία Σοφία είναι αυτή η οποία
συνάπτει τις διάφορες ιεραρχικές τάξεις και τα στοιχεία του κόσμου
και "πραγματοποιεί αυτό το θαύμα το οποίο είναι η μοναδική
σύμπνοια και ο συντονισμός του παντός" (την μίαν του παντός
σύμπνοιαν και αρμονίαν καλλιεργούσα. Π.Θ. Ον. 872 Β). Επίσης Εκκλ.
Ιερ. 432 Β : λόγω τής οποίας η Ευχαριστία προσφέρει σ'αυτούς που την
προσλαμβάνουν την ενοειδή και μίαν σύμπνοιαν)
Όσον αφορά την κοινή ένταση των νόων, αυτή είναι πιό άμεσα
δεμένη στο δόγμα της μεταστροφής, διά του οποίου απο τις
τελευταίες τάξεις μέχρι τις πρώτες, επαναφέρει στον Θεό το όλον των
ιεραρχιών. Αυτή η συμπαντική συμφωνία βρίσκει την έκφρασή της
πλήρως στους Ύμνους της Αγάπης, τους οποίους, μας λέει ο Διονύσιος
ότι κληρονόμησε από τον δάσκαλό του Ιερόθεο. "Η Θεϊκή αγάπη δείχνει
μία δύναμη ενοποιήσεως και συγχωνεύσεως η οποία ωθεί τα ανώτερα
όντα να εκτελέσουν τα καθήκοντα της πρόνοιας πρός τα κατώτερα
(πρόνοιαν), τα όντα τού ιδίου επιπέδου να ζήσουν σε κοινωνικήν
αλληλουχίαν και τα τελευταία όντα να επιστρέψουν πρός εκείνους οι
οποίοι λόγω αξίας και βαθμού, τους ξεπερνούν" (π.θ. ον. 713 Α/Β).
26
Έτσι είναι δεμένο το πνευματικό σύμπαν του Διονυσίου. Διατήρησε
την οργάνωση των αρχαίων κοσμολογιών αλλά αφομοίωσε ταυτοχρόνως
και την αυθεντική Χριστιανική διδασκαλία, για την οποία, θα πρέπει να
πούμε, στην διάρκεια αυτής της μελέτης, και να διευκρινίσουμε εάν
άντλησε πλεονεκτήματα ή όχι στην προσπάθεια του να διεισδύσει σε
σχήματα τα οποία δέν ήταν αυτά του Ευαγγελίου!
Η τάξις και η διακόσμηση δέν είναι εφικτά παρά μόνον μέσω του
μέτρου. Αλλά ποιόν τύπο μέτρου υιοθετεί ο Διονύσιος; Ένα υλικό μέτρο;
Μία ενότητα μαθηματική, όπως είχαν κάνει οι Πυθαγόρειοι; Ή θα
προτιμήσει, με τον Πρωταγόρα να καταστήσει τον άνθρωπο το μέτρο
όλων των πραγμάτων; Αλλά ας μήν χανόμαστε! Ο Διονύσιος δέν
κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι ο Θεός μόνον είναι το μέτρο όλων των
όντων: και μέτρον εστί των όντων, λέει στο κεφάλαιο ΙΙ των Θείων
ονομάτων. Και επαναλαμβάνει το ίδιο θέμα στο IV κεφάλαιο: και μέτρον
εστί των όντων... και αριθμός και τάξις. Κάποιες σειρές πιό κάτω, και
μέτρον εστί και αριθμός ωρών και ημερών και παντός του καθ'ημάς
χρόνου. Απο τον Θεό και μέσω του Θεού, φτάνουν στα όντα όλα τα
μέτρα: και γάρ εξ'αυτού και δι'αυτού... τα μέτρα πάντα. Όλα έρχονται
απο Αυτόν και μέσω Αυτού: τα όντα και αυτό που μετρά τα όντα και
αυτό που μετράται: και τα όντα και τα μέτρα των όντων και τα
μετρούμενα δι'αυτού και απ'αυτού. Όλες αυτές οι διατυπώσεις,
θαυμαστής διαύγειας, υπογραμμίζουν ήδη σε ποιό ύψος πρέπει να
τοποθετηθεί η τάξις του Διονυσίου. Ο Θεός θα είναι το υπερβατικό
μέτρο κάθε πράγματος, με τον ίδιο τρόπο όπως είναι η οργανωτική
αρχή (ταξιαρχία).
27
σύμφωνα με την ένταση του ιερού για την οποία είναι ικανός ο καθένας:
εν ευκοσμία και τάξει και αναλογία της εκάστου πρός τα ιερά
συμμετρίας (Εκκλ. Ιερ. 400Β). Οι άγγελοι φέρονται από τα φτερά τους
στην θέα του Θεού στο μέτρο που τους ωφελεί (μέσοις πτεροίς εν
συμμετρία πρός Θεοπτίαν ανάγεται). Οι πρώτες τάξεις της
Εκκλησιαστικής ιεραρχίας αποκαλύπτουν το αντικείμενο της
θεωρίας τους στις δεύτερες, αναλόγως με την Θεία ικανότητα αυτών
των τελευταίων (εν συμμετρία). Με τον ίδιο τρόπο οι νόες τείνουν
στην γνώση και την απόκτηση του Θεού σύμφωνα με το μέτρο της
Θείας αγάπης που τους δώρισε απο ψηλά ο φωτισμός (συμμέτρω των
θεμι τών ελλάμψεων έρωτι. Περί Θ. ονομάτων 589 Α). Η ίδια η
Βάπτιση, η οποία είναι η πρώτη πρόσληψη της ψυχής εκ μέρους του
Θείου μετρά την χάριν της αναγωγής όπως τις συμφέρει
(συμμετρούσα ταις ανιέροις τάξεσι την εναρμόνιον αναγωγήν). Τα
αισθητά σύμβολα μας ενώνουν και μας θεώνουν σύμφωνα με το μέτρο
που έχει ορίσει ο Θεός (εν συμμετρία τή καθ'ημάς). Σε όλα αυτά τα
χωρία, ένα πράγμα, παραμένει σταθερό: είναι η αναφορά η συνεχής
των νόων, αγγελικών ή ανθρωπίνων, στον υπερβατικό Θεό ο οποίος
συστήνει το κοινό τους μέτρο. Η Θεαρχία μετρά τα δώρα της (εν
συμμετρία θεαρχική διαδίδοται). Αλλά αυτά τα δώρα διαφέρουν ώς
πρός τους νόες. Και πράγματι από τον έναν νού στον άλλον, η
συμμετρία μπορεί να είναι πολύ διαφορετική. Από τί εξαρτάται αυτή η
διαφορά; Φαίνεται να έχει δύο αιτίες στενά συνδεμένες μεταξύ τους αλλά
διακριτές. Η πρώτη είναι ο ίδιος ο Θεός. Είναι σίγουρο ότι εάν
δημιούργησε μία ή περισσότερες ιεραρχίες οι οποίες αποτελούνται απο
ανόμοια επίπεδα, αυτή η αρχική ανομοιότης στην τάξη του Είναι φέρει
μία συσχετιζόμενη ανομοιότητα στην τάξη της Θείας επάρκειας.
28
κατ'αξίαν) μοιράζει στον καθένα, χάριν της σωτηρίας του, την μετοχή
στα Θεία πράγματα που τον συμφέρουν (την εναρμόνιον εκάστου των
Θείων μέθεξιν), εναρμονίζοντας τα δώρα του σε συγκεκριμένο χρόνο και
στην αγιότητα (κατά καιρόν ιερώς δωρουμένη), σύμφωνα με το μέτρο
και την Θεία δεκτικότητα του καθενός (εν συμμετρία και αναλογία)" .
Η αξία δείχνει την αρετή του νού ο οποίος προσπαθεί στην οδό της
θεώσεως. Αυτή δέν αποκλείει οπωσδήποτε το δώρο του Θεού. Και δέν
είναι καν δυνατή χωρίς αυτό το δώρο. Αλλά επιφέρει επίσης και μία
αυθεντική πρακτική της θελήσεως, μία πραγματική πρωτοβουλία του
νού και γι'αυτό αποτελεί μία αληθινή αρετή. Η συμμετρία και η
αναλογία αποτελούν δύο πλευρές μιας έννοιας αρκετά σύνθετης. Οι δύο
λέξεις, με παρόμοιες μεταφορές [εκείνη του μέτρου και εκείνη του
λόγου, που δείχνει την σχέση, την αναλογία. Ο Αριστοτέλης αφομοίωνε
ήδη την τάξη σαν μία σχέση: τάξις δέ πάσα λόγος (Φυσική VII, 1,
252 α)], δείχνουν ουσιαστικά την σχέση του νού με τον Θεό. Αλλά αυτή
η σχέση μπορεί να κατανοηθεί με δύο τρόπους: αναλόγως του βάρους και
της προσοχής στον έναν ή στον άλλον από τους δύο όρους!
29
ιδέες είναι ταυτοχρόνως αγαθές θελήσεις οι οποίες δημιουργούν τις
διάφορες τάξεις και τους καθορίζουν τα όριά τους. "Εμείς ονομάζουμε
μοντέλλα (παραδείγματα) τούς Θείους λόγους δημιουργούς τών
ουσιών οι οποίοι προϋπάρχουν αυτών στην ενότητα (τους εν Θεώ των
όντων ουσιοποιούς και ενιαίως προϋφεστώντας λόγους) τους οποίους
η Γραφή ονομάζει προορισμούς, και είναι Θεία και αγαθά θελήματα,
τα οποία δημιουργούν τα όντα προσφέροντας τους τα όριά τους (των
όντων αφοριστικά και ποιητικά)" (Θεία ονόματα 824 C). Μοντέλλα,
λόγοι, προκαθορισμοί, Θεία θελήματα, έτσι μας φανερώνονται λοιπόν οι
αναλογίες απο την μεριά του Θεού. Αλλά ο Νούς πρέπει να
προσαρμοστεί κατά κάποιο τρόπο στο δώρο που του προσφέρθηκε. Η
Θεία γενναιοδωρία ζητά μία επιστροφή. Και γι' αυτό εμείς πρέπει να
τοποθετήσουμε την αναλογία στην δεύτερη πλευρά της, που είναι η
σχέση του νού με τον Θεό. Αυτή η σχέση, ας το επαναλάβουμε, είναι
ήδη κατ'ουσίαν καθορισμένη απο την Θεία πρωτοβουλία που την
δημιούργησε μ'αυτόν ή με τον άλλο τρόπο. Αλλά πρέπει η πραγματική
αναλογία των νόων να προσαρμόζεται τελείως στην ιδανική αναλογία
που τους προτείνει ο Θεός. Όλη τους η προσπάθεια όμως πρέπει να
τείνει σ'αυτή την πληρότητα, που είναι και το ίδιο το τέλος τής
ιεραρχίας (η πρός Θεόν, ώς εφικτόν, αφομοίωσις τε και ένωσις[Ουρ.
Ιερ. 165 Α]. Εάν θα θέλαμε να εμβαθύνουμε διά ποιάς οδού οι κτιστοί
νόες αυξάνουν την αναλογία τους, σχεδόν πάντοτε ατελή, μέχρι την
τέλεια αναλογία, η οποία την συμμορφώνει στον Θεό, θα πρέπει να
πούμε ότι η δική μας Θεία ικανότης αυξάνει στο ίδιο μέτρο με το οποίο
αυξάνει η δική μας πνευματική γενναιοδωρία και η αγάπη μας!
Εδραιώνεται μία ανταλλαγή ανάμεσα στον Θεό και τον κτιστό νού, η
αγάπη καλεί την αγάπη! Μία γενναιοδωρία πιό έντονη στον
Θεοποιημένο νού ζητά και αποκτά ένα πιό πλήρες δώρο από τον Θεό, και
αντιστρόφως το πιό υψηλό δώρο και πιό αγνό διαστέλλει την Θεία
ικανότητα των όντων. "Ο Θεός δεν κοινωνεί από την αρχή παρά ένα
μέτριο φώς (αίγλης μετρίας). Στην συνέχεια όταν οι νόες έχουν γευθεί
το φώς και επιθυμούν περισσότερο (και μάλλον εφιεμένων)
δωρίζεται περισσότερο (και μάλλον εφιεμένων, μάλλον εαυτήν
αναδιδόναι) και τους φωτίζει περισσότερο και θαυμαστά διότι
αγάπησαν πολύ. (Ο Θεός ευχαριστείται και δοξάζεται σαν νοητήν
τ'αγαθού φωτωνυμίαν)". Περί Θ. ονομάτων 700C.
Έτσι δι'ενός είδους κυκλικής κινήσεως η οποία ξεκινά από τον Θεό
για να φθάσει και να μεταμορφώσει τους νόες στον Θεό και η οποία
30
επιστρέφει αγαπητικώς απο τους νόες στον Θεό και εκ νέου από τον
Θεό στους νόες και έτσι συνεχώς επ'άπειρον, ο ΝΟΥΣ αποκτά
σταδιακώς και προοδευτικώς τις αληθινές του διαστάσεις ανυψωνόμενος,
απο μία αναλογία και απο μία συμμετρία ατελείς, στην συμμετρία και
την αναλογία οι οποίες έχουν δημιουργήσει το αντικείμενο των ιδεών
και των Θείων θελήσεων.
31
τάξη τών κύκλων τους. Πρέπει να έχουμε προ οφθαλμών αυτό το
ακριβέστατο και μεγαλειώδες όραμα τού σύμπαντος το οποίο έθρεψε
όλη την επιστήμη και όλον τον αρχαίο στοχασμό,για να σχηματίσουμε
την ακριβέστατη ιδέα τής αληθινής θέσης που έπρεπε να λάβουν οι
έννοιες τής τάξης και τής ακριβούς συμφωνίας.
Ο Διονύσιος υιοθετεί την οπτική γωνία τής επιστήμης και τής φιλοσοφίας
τών χρόνων του, όταν αυτή δέν αντιφάσκει τυπικά μία αποκεκαλυμμένη
αλήθεια. Και δέν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα πνεύμα σαν το δικό του
γοητεύθηκε απο μία αναπαράσταση τού κόσμου όπου η αυστηρότης
και η αρμονία ενώνονται τόσο τέλεια! Αλλά το κοσμικό σύμπαν δέν
τον ενδιαφέρει καθόλου. Θα μεταφέρει την αρχαία έννοια τής αρμονίας,
εφαρμόζοντας την στο ιεραρχικό και πνευματικό σύμπαν!
32
Θεία και αναλογία (Ουράνιος Ιερ. 273 Α). Αυτό το πλησίασμα δέν είναι
τυχαίο, καθώς ο Διονύσιος σε άλλο σημείο τοποθετεί σε πολύ στενή
σχέση τήν συμμετρία και την αρμονία. Το Μυστήριο τής Βάπτισης,
λέει μετρά για την καθεμιά από τις ιεραρχικές τάξεις, τον βαθμό τής
πνευματικής αναγωγής ο οποίος εναρμονίζεται στην κατάστασή της
(συμμετρούσα τοις... τάξεσιν την εναρμόνιον αναγωγήν)! (Εκκλ.
Ιεραρχία 397 C).
Οι τάξεις και οι αρμονίες, για τους ίδιους λόγους, συνιστούν μία και
την ίδια πραγματικότητα κάτω απο δύο διαφορετικές όψεις. Ο
τριμερής διαχωρισμός κάθε ιεραρχίας αντιστοιχεί σε μία Θεία αρμονία:
αυτήν εκάστην διακόσμησις ταίς αυταίς ενθέοις αρμονίαις διέκρινε (Ουρ.
Ιερ. 273 Β) Ο Διονύσιος εξάλλου μιλά εξίσου για τάξη ή για αρμονία
αδιαχώριστα, όταν πρόκειται να καθορίσει τούς τρόπους τής μετοχής μας
στο Υπερβατικό: δια ταύτης τής ενθέου και ιεραρχικής αρμονίας. Και
όπως στην ιεραρχία, όλα συμβαίνουν εν τάξει, κατά τάξιν, έτσι το πάν
αντιστοιχεί σε μία τέλεια αρμονία, απο την πνευματική αναγωγή τών
μυημένων και το μοίρασμα τών βαθμών τής ιεραρχίας μας (τής
Εκκλησιαστικής), μέχρι την τέλεια κοινωνία τών Νόων τής ουράνιας
ιεραρχίας: την μίαν απάντων εναρμόνιον και συνδετικήν κοινωνίαν (Ουρ.
Ιερ. 292 C).
Η πρακτική ταύτιση τών όρων τής τάξεως και τής αρμονίας προκύπτει
και απο ένα καινούργιο γεγονός. Η έλλειψη τής αρμονίας, όπως η
έλλειψη τής τάξεως, συνιστά ακριβώς την ουσία τού κακού: Ο τής
αρμονίας και τής συμμετρίας λόγος ασθενεί μένειν ωσαύτως έχων (Θ.
Ον. 724 D). Μέσω τού κακού, ο άγγελος εκπίπτει από την ουράνιο
αρμονία και χωρίς ανάμειξη τών Θείων νόων: της μέν ουράνιας και
αμιγούς αποπεκτώκει τών Θείων νόων αρμονίας (Εκκλ. Ιερ. 537 Β).
Παρομοίως στην δική μας ανθρώπινη ιεραρχία, τα πάθη, τα οποία ο
Διονύσιος θεωρεί σαν καταστροφικά και θανατηφόρα: τοίς
φθοροποιοίς πάθεσι κατανεκρωθέντες (444 Β), μάς κάνουν
δυσαρμονικούς, χωρίς αρμονία, ανίκανους να ζήσουμε μία κοινή ζωή
με τα υγιή μέλη τού Θείου σώματος (ανάρμοστοι και ακόλλητοι και
ασύζωοι γενώμεθα πρός Θεία μέλη και υγιέστατα).
Σε κάθε ιεραρχία υπάρχει λοιπόν μία αληθινή συμφωνία και απο την
μία ιεραρχία στην άλλη, οι αντιστοιχίες είναι εντυπωσιακές, καθώς οι
κατώτερες τάξεις είναι οι "εικόνες" τών ανώτερων τάξεων. Ανήκει
στον διορατικό νού να φανερώσει ικανοποιητικώς αυτές τις αντιστοιχίες
(οικείως αρμόσαι ταις αφανέσι τα φαινόμενα). Αλλά θα πρέπει να
σέβεται τις διαφορές οι οποίες διακρίνουν μεταξύ τους τις διαφορετικές
τάξεις. Εάν πρόκειται για παράδειγμα, να αναπαραστήσει τις αγγελικές
ουσίες μέσω τών αισθητών πραγματικοτήτων, δέν θα πρέπει να
33
προχωρήσει με μία απλή ταύτιση (ού ταυτώς) κάτι που θα μάς οδηγούσε
στην ακατανοησία και το μπέρδεμα. Το αισθητό δέν μπορεί να
προτείνει και κατά κάποιο τρόπο να ξεκαθαρίσει το νοητό, παρά
μόνον στην περίπτωση κατά την οποία, στο ίδιο το πλησίασμα τών
δύο τάξεων, γίνεται σεβαστή η αρμονία και οι χαρακτήρες κάθε μιάς
απο αυτές (εναρμονίως δέ και οικείως επί των νοερών τε και αισθητών
ιδιοτήτων οριζομένων). [Ουράνια Ιερ. 144 C]. Η Αρμονία και η Τάξις
του Διονυσίου δέν θα μπορούσαν να είναι σε καμμία περίπτωση μία
συστηματική μείωση στην ταυτότητα! Κάθε Ιεραρχικός βαθμός καί
ακόμη περισσότερο, κάθε μία από τις ιεραρχίες, θα διατηρήσουν τα
χαρακτηριστικά τους, την θέση τους και τις αρμονίες τους (εναρμονίως...
οικείως... ιδιοτήτων οριζομένων).
Ενότης χωρίς σύγχυση, μέσα στην τάξη, στο μέτρο, και στην
αρμονία: αυτά είναι τα βασικά χαρακτηριστικά τού κόσμου τού
Διονυσίου! Αυτή η τάξη δέν είναι μόνον μία επινοημένη και τυχαία
οργάνωση. Είναι ουσιώδης για την ιεραρχία και για την ζωή τών
υποκειμένων που την αποτελούν. Δώρο τού Θεού στους νόες, δέν είναι
δυνατόν να υπάρχει παρά μόνον με την ελεύθερη θέληση αυτών τών
νόων, τών οποίων διατηρεί και επιτάσσει ταυτοχρόνως την διάκριση και
την ενότητα!
Παρότι εφαρμοσμένες στο σύμπαν τών Νόων και τις ιεραρχίες τους,
οι όροι τού Διονυσίου, περί τής τάξεως και τής αρμονίας διατηρούν τα
ουσιώδη θέματα τών κοσμολογιών τής Αρχαιότητος, χωρίς να είναι
δυνατόν να εντοπίσουμε πάντοτε μία άμεση καταγωγή σε καθεμιά απο
τις επιρροές που υπέστη! Αλλά αυτοί οι όροι δέν εγγράφονται μόνον
στην Ελληνική παράδοση! Επανασυνδέονται στις βιβλικές ιδέες όπως και
στις Χριστιανικές, τής Δημιουργίας, τής Πρόνοιας και της Λυτρώσεως
και επαναλαμβάνουν τα σχόλια, γενικώς πλατωνικής καταγωγής, τών
Πατέρων τής Εκκλησίας στα πρώτα κεφάλαια τής Γενέσεως. Μπορούν
επίσης να επικαλεσθούν τούς συνοδικούς κανόνες και τα λειτουργικο-
κανονικά κείμενα, τών οποίων η αυθεντία κανονίζει πράγματι την
εσωτερική ζωή και την κοινωνία τών πιστών.
34
Κεφάλαιο δεύτερο. - Οι χαρακτήρες της ιεραρχικής τάξεως!
Πρώτα απ'όλα υπάρχουν δύο κόσμοι: εκείνος των καθαρών νόων και
εκείνος των ενσαρκωμένων νόων. Ο πρώτος συστήνει την ουράνιο
ιεραρχία, ο δεύτερος την εκκλησιαστική. Αμφότεροι, χωρίς αμφιβολία,
μετέχουν των Θείων δώρων, αλλά με βαθμούς πολύ διαφορετικούς και
σύμφωνα με καλά διακεκριμένους τρόπους! Η αντίθεσή τους, η οποία
μεταφέρεται σε τελική ανάλυση σε εκείνη τού αισθητού και τού νοητού,
θυμίζει κανονικά εκείνη την οποία είχε εγκαθιδρύσει ο Πλάτων ανάμεσα
σ'αυτούς τους δύο κόσμους.
Από την στιγμή που οι δύο κόσμοι δέν είναι απολύτως χωρισμένοι και
επειδή ο δεύτερος είναι η εικόνα του πρώτου, φαίνεται νόμιμο να
ερευνήσουμε τα κοινά στοιχεία ή τα ανάλογα τουλάχιστον, τής δομής
τους. Ο Διονύσιος το πραγματοποίησε. Ας τον παρακολουθήσουμε
λοιπόν και ας δούμε πώς εννοεί την Τριαδική διαίρεση τών ιεραρχιών.
35
Α). Αυτή η διαίρεση εφαρμόζεται αμέσως σε κάθε μία από τις ιεραρχίας.
Η ουράνια ιεραρχία έχει σαν ιερουργία τήν πλήρως άυλη γνώση τού
Θεού και την νόησιν των Θείων και την τού Θεοειδούς ολόκληρον
και... εις θεομίμητον έξιν! Οι μύστες είναι οι περί Θεού πρώτιστες
ουσίες. Οι μυημένοι, οι κατώτερες ουσίες (οι υποβεβηκυίες). Στην
Εκκλησιαστική ιεραρχία βρίσκουμε επίσης και τους τρείς όρους.
Ιερουργίες ή θυσίες, μύστες και μυημένοι! Η ίδια παρατήρηση ισχύει
και για την κατά νόμον ιεραρχίαν. Αυτή η ιεραρχία, πιό υλική,
προεικονίζει μέχρι την έλευση του Χριστού, την εκκλησιαστική ιεραρχία.
Η λειτουργία της σημαίνει την πρός την πνευματικήν λατρείαν αναγωγή!
Οι μύστες είναι ο Μωϋσής και οι ιερείς του, οι μυημένοι είναι ο λαός τού
Ισραήλ.
Απο αυτή την οπτική γωνία, βρίσκουμε ακόμη ότι οι τριαδικές διαιρέσεις
συνιστούν τον κανόνα τών ιεραρχιών τού Διονυσίου. Η ουράνια
ιεραρχία περιέχει τρείς ιεραρχίες οι οποίες αποτελούνται η κάθε μια
απο τρείς τάξεις, οι οποίες κάθε μια περιέχει τρείς βαθμούς
δυνάμεων, πρώτες, δεύτερες, τελευταίες. Αλλά ακόμη περισσότερο,
στο εσωτερικό το ίδιο κάθε ενός απο αυτούς τους νόες,
ξαναβρίσκουμε αυτή την τριαδική διαίρεση! (Ούρ, Ιερ. 273 C). Η
Εκκλησιαστική ιεραρχία παρουσιάζει μιά ανάλογη διαίρεση, παρότι
αυτή δέν περιέχει παρά μόνον δύο Τριάδες: την ιερατική ιεραρχία,
διαιρούμενη σε τρείς βαθμούς, και την ιεραρχία των μυημένων,
υπάρχουσα και αυτή σε τρείς βαθμούς. Κάθε ένας απο τους νόες
καθεμιάς απο τις ιεραρχικές τάξεις είναι και αυτή η ίδια μία Τριάδα,
καθότι φέρει τρείς βαθμούς δυνάμεων: τον πρώτο, τον ενδιάμεσο και τον
τελευταίο.
Θεωρημένη λοιπόν απο την οπτική γωνία τών μελών που την
αποτελούν, η ιεραρχία παρουσιάζει μία δομή αυστηρά Τριαδική.
Αυτό το χαρακτηριστικό ο Διονύσιος δέν μπόρεσε να το βρεί ούτε
στην Π.Δ. ούτε στην Κ.Δ. Τίθεται λοιπόν τοιουτοτρόπως το πρόβλημα
τών πηγών του!
36
Στην Γνώση τα ενδιάμεσα πολλαπλασιάζονται και η έννοια της
μεσότητος τής μεσολαβήσεως λαμβάνει μία ασυνήθιστη έκταση!
Παρ'όλα αυτά, αυτά τα ενδιάμεσα δέν σχηματίζουν οργανικές ιεραρχίες
και τόσο σταθερά οικοδομημένες, με τον τρόπο τών Τριαδικών ομάδων
τού Διονυσίου. Και αυτή δέν είναι η μόνη διαφορά! Τα δόγματά της μάς
τοποθετούν σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Ο Θεός της γνώσης είναι
ένας Θεός αποξενωμένος από τον κόσμο: ο άλλος, ο έτερος, ο ξένος, ο
αλλότριος. Παρά το ότι ο Διονύσιος προσδίδει αυτούς τους χαρακτήρες
στον δικό του Υπερβατικό Θεό, αυτός όμως δέχεται τούς νόες σε μία
κάποια κοινωνία όπως θα δούμε. Κατά δεύτερο λόγο η Γνώση (ο
γνωστικισμός) αποδίδει την κυβέρνηση τού κόσμου σε έναν δημιουργό ο
οποίος δέν είναι ο Αγαθός Θεός, είναι άλλος! Στην συνέχεια υπάρχει
αντίθεση ανάμεσα στην Αποκάλυψη και στην Σωτηρία απο το ένα μέρος,
οι οποίες εμφανίζονται μέσω ξαφνικών και ασυνεχών επεμβάσεων, απο
τον Υπερβατικό Θεό και απο το άλλο, απο τον κόσμο και τον νόμο, τα
οποία είναι το έργο του Δημιουργού. Με τον ίδιο τρόπο η γνώση όπως
τού Μαρκίωνος (γνωστικός του 2ου μ.Χ. αιώνα), αντιθέτει ριζικά την
Π.Δ. και την Κ.Δ.. Τίποτα από όλα αυτά δέν υπάρχει στον Διονύσιο.
37
τον ρόλο τής προσευχής με τον τρόπο των Θεουργών και νομιμοποιεί την
λατρεία των αναπαραστάσεων, επειδή ακριβώς αυτός είναι ο μεμυημένος
τής Θεουργίας των Χαλδαϊκών χρησμών και τοποθετεί αυτούς τούς
χρησμούς στην πρώτη απόλυτη θέση τών αποκαλύψεων πού προέρχονται
απο ψηλά, στις οποίες η σκέψη πρέπει να γονατίσει!
38
νόηση και αγαθό και μέσω τής δικής τους μεταστροφής στις
ανώτερες τάξεις, οι κατώτερες μπορούν και υφίστανται. Έτσι
βρίσκονται συμφιλιωμένες η φιλοσοφία, η Θεολογία και η Θεουργία!
39
νοητές Τριάδες και τις νοερές. Αυτές οι Τριάδες αντιστοιχούν στο
Είναι, στην Ζωή και στον Νού. Και κάθε μιά απο αυτές, όπως είδαμε,
συστήνεται σε τρείς χρόνους οι οποίοι είναι τρείς ξεχωριστοί όροι:
αμέθεκτος μεθεκτός, μετέχων. Κάθε μία Τριάδα είναι ενωμένη με το
Ένα μέσω τής ενότητος (Ενάδα) από την οποία απορρέει και όλες οι
Τριάδες κοινωνούν μεταξύ τους μέσω τών ακραίων τους όρων, με την
έννοια ότι οι τρείς όροι μίας κατώτερης Τριάδος μπορούν να
κοινωνήσουν με τους τρείς τελευταίους όρους της Τριάδος που είναι
άμεσα ανώτερή της και η υπέρτερη όλων ενώνεται χωρίς κάποια
μεσολάβηση (αμέσως) στην τάξη τών Ενάδων!
Και παρ'όλα αυτά δέν αναφέρεται ποτέ στον Πλωτίνο, στον Ιάμβλιχο ή
στον Πρόκλο σαν τους δασκάλους του! Αναφέρει μόνον τον Ιερόθεο,
μαθητή τού Απ.Παύλου και τίς Γραφές! Είναι μία κοροϊδία; Και ο
Διονύσιος δέν θα ξεδιπλώσει με τόση επιμονή την Χριστιανική σημαία
μόνο και μόνο για να δώσει πιό εύκολο κύρος σε μία ξένη σοφία; Αυτή η
υπόθεση δέν στέκει σε μία πιό προσεκτική εξέταση! Εάν η δομή τής
διονυσιακής ιεραρχίας μοιάζει ταυτόσημη με εκείνη τών Ιεραρχιών του
Ιάμβλιχου και του Πρόκλου, εάν η ορολογία επαναλαμβάνει σχεδόν
δουλικά εκείνη τών προκατόχων του, μένουμε παρόλα αυτά έκπληκτοι
40
αντικρύζοντας, στην ίδια την καρδιά αυτής τής παρουσιάσεως και αυτής
τής κοινής ορολογίας, μερικές ριζικές διαφοροποιήσεις!
41
ιεραρχίας ή για να φθάσουν σ'αυτή, η πρόοδος ή η έκφανσις πρέπει
να διέλθουν αναγκαίως απο όλη την ιεραρχία των ανώτερων
μεσολαβήσεων. Αλλά απο την στιγμή που αναγνωρίσθηκαν αυτές οι
ταυτότητες, πρέπει να δούμε ότι ο Διονύσιος αναθέτει στις μεσολαβήσεις
του έναν ρόλο πιό ταπεινό και πιό ομοιόμορφο μαζί!
Ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος δέν ἐνεργεῖ σοφία στούς ἁγίους, χωρίς
τό νοῦ πού δέχεται τήν σοφία· οὔτε γνώση, χωρίς τήν δύναμιν τοῦ λογικοῦ
πού δέχεται τήν γνώση· οὔτε πίστη χωρίς τήν πληροφορία τοῦ νοῦ καί τοῦ
42
λογικοῦ περί τῶν μελλόντων, πού ἦταν ὡς τότε ἄδηλα σέ ὅλους· οὔτε
χαρίσματα ἰαμάτων, χωρίς φυσική φιλανθρωπία· οὔτε κανένα ἄλλο ἀπό τά
λοιπά χαρίσματα, χωρίς τήν δεκτική ἱκανότητα καί δύναμη τοῦ καθενός.
Οὔτε πάλι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀποκτήσει ἀπό φυσική του δύναμιν ἕνα
ἀπό τά χαρίσματα πού ἀριθμήσαμε, χωρίς τήν θεία δύναμη πού τά
χορηγεῖ. Τό φανερώνουν αὐτό ὅλοι οἱ Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ὕστερα ἀπό τίς
ἀποκαλύψεις τῶν θείων ζητοῦν τούς λόγους ὅσων τούς ἀποκαλύφθηκαν.
Ερμηνεία
Εκείνος, πού προετοιμάζει τόν νούν του εις πνευματικούς αγώνας καί
αποδιώκει από τήν ψυχή του τούς αισχρούς λογισμούς, είναι ως Διάκονος
κατά τήν θείαν λατρείαν. Εκείνος, πού διά τής γνώσεως τών όντων
φωτίζει τόν νούν του μέ τήν σκέψιν τού Δημιουργού, είναι ώς ο
Πρεσβύτερος. Καί τέλος ώς ο Επίσκοπος είναι εκείνος, πού ανάγεται εις
τό ύψος τής μυστικής γνώσεως τής προσκυνητής Αγίας Τριάδος,
επιστεγάζων ούτω πάσαν γνώσιν καί κατευωδιάζων τήν ψυχήν του μέ τό
άγιον μύρον τής τοιαύτης.
43
επίσης την μοίρα ενός τρόπου να αντιλαμβανόμαστε τον άνθρωπο που
είναι ιδιαίτερος, παρότι δέν είναι αποκλειστικός, της μοντέρνας σκέψης.
Είναι πλέον κοινή παραδοχή πώς το πρόβλημα του ΕΓΩ είναι ένα
πρόβλημα μοντέρνο, το οποίο αγνοούσαν οι αρχαίοι. Και όμως είναι
δυνατόν να διακρίνουμε τα χρέη που αυτή η έννοια του Εγώ έχει απέναντι
σε ολόκληρη την Δυτική φιλοσοφική παράδοση, και όχι μόνον, την στιγμή
που η έννοια του Εγώ αναδύεται στις αρχές του μοντέρνου κόσμου με την
φιλοσοφία του Καρτέσιου, αλλά επίσης και όταν παρουσιάζεται σε μία
πολλαπλότητα μορφών, οι οποίες δέν συγκλίνουν αναγκαίως όλες σ’αυτή.
44
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ. ΑΚΡΙΒΩΣ ΟΠΩΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΠΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΗΝ
ΜΕΓΓΕΝΗ ΤΟΥ ΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ
ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ].
Σημείωση: [Υπάρχει και στον Πλωτίνο, τον Ιάμβλιχο, τον Πρόκλο και
τον Δαμάσκιο, μία αναφορά τών διαφόρων όρων τής προόδου στην
υπερβατική αρχή από την οποία προοδεύουν. Εδώ βρίσκεται όλη η
σημασία τής Επιστροφής και μόνον ο όρος ο οποίος γενάται από μόνος
ίσως μπορεί να ονομασθεί «αυτάρκης» (Στοιχεία Θεολ. Προτ.40). τὸ δὲ
ἑαυτὸ παράγον… αὔταρκες πρὸς οὐσίαν, τὸ δὲ ἀπ' ἄλλου μόνον
παραγόμενον οὐκ αὔταρκες. Αλλά εκεί όπου ο Διονύσιος διαχωρίζει την
θέση του από τους προηγηθέντες και από τους συγχρόνους του
νεοπλατωνικούς, είναι στην απόρριψη, ακόμη και να μιλήσει, τής
γεννήσεως τών διαφορετικών τάξεων των ιεραρχικών από τις τάξεις
τις πιο υψηλές. Στον Διονύσιο δεν υπάρχει ούτε μία νύξη γεννήσεως τών
ιεραρχικών τάξεων τών κατωτέρων από τις ανώτερες τάξεις, αλλά
πρόκειται πάντοτε για την Δημιουργία τού Θεού τού σύμπαντος τών
νόων ή τών σωμάτων. Εμείς δεν λέμε ότι το αγαθό είναι ένα πράγμα, το
Είναι ένα άλλο, ένα άλλο η ζωή ή η Σοφία, ούτε ότι υπάρχει μία
πολλαπλότης αιτιών, ούτε ότι οι Θεότητες γεννώνται οι μέν από τις δε,
είτε πρόκειται για ανώτερες θεότητες ή κατώτερες (ουδέ πολλά τα αίτια
και άλλων άλλας πρακτικάς Θεότητας, υπερεχούσας και υφειμένας) αλλά
ότι οι αγαθές φανερώσεις στην ολότητά τους έρχονται από τον μοναδικό
Θεό (αλλ’ενός Θεού τας όλας αγαθάς προόδους). Αυτό το κείμενο,
ορίζοντας τον όρο τής προόδου τού Διονυσίου, αντιτίθεται στην
σύλληψη τού Πρόκλου, σύμφωνα με την οποία θα υπήρχε μία
45
πολλαπλότης Ενάδων αυτοτελείς, οι οποίες θα αντιστοιχούσαν στους
Θεούς τών Εθνικών.
Στα μάτια τού Διονυσίου ένα τέτοιο δόγμα δεν μπορεί παρά να
αποκλείσει τον Θεό από το σύμπαν και να αποκλείσει το σύμπαν από την
ενέργεια τού Θεού. Και γι’ αυτό φροντίζει να διευκρινίσει σχετικά με
τους «αγγέλους τών εθνών», ότι αυτοί δεν αποτελούν Θεότητες
δευτερεύουσες, η δύναμις τους δεν έχει νόημα παρά μόνον εάν
αναφέρεται στην μοναδική πρόνοια η οποία συγκρατεί το όλον. Και
πράγματι ολόκληρο το σύμπαν παραπέμπει στον Υπερβατικό Θεό και
τίποτε δεν υφίσταται στις ιεραρχίες, χωρίς τήν δική του σταθερή
παρέμβαση. Μόνον Αυτός είναι όν και ζωή και σοφία και μόνον Αυτός
μπορεί να δώσει αυτές τις τρείς πραγματικότητες στα όντα:
ουσιοποιόν και ζωοποιόν και σοφοδότιν αιτίαν. Δεν θα υπήρχε Είναι,
ζωή, σοφία στο σύμπαν των ιεραρχιών, εάν δεν μετείχαν του
Υπερβατικού και δεν αναφερόταν σ’ Αυτόν. Αυτή η αναφορά κάθε
πραγματικότητος στον Θεό επαναφέρει σε πιο ταπεινές διαστάσεις τον
ρόλο τών ιεραρχικών διαμέσων. Αλλά ταυτοχρόνως τούς προσφέρει
μεγαλύτερη ομοιομορφία. Εάν θεωρήσουμε το όριο το οποίο χωρίζει
στον Διονύσιο, τον νοητό κόσμο από τον δικό μας, τότε θα
συμφωνήσουμε ότι στο εσωτερικό κάθε ιεραρχίας οι διαφορετικές τάξεις
διακρίνονται λόγω διαφοράς βαθμού και όχι λόγω διαφοράς φύσεως.
Ανάμεσα στις τρείς ουράνιες ιεραρχίες, για παράδειγμα, δεν υπάρχουν
αξεπέραστα κενά: όλες μετέχουν, παρότι σε διαφορετικούς βαθμούς στην
ενότητα, στο Είναι, στην ζωή και στον Θείο νου! Όμως, ανάμεσα στις
υποστάσεις τού νοητού του Ιάμβλιχου ή του Πρόκλου, φαίνεται
αντιθέτως ότι η διαφορά είναι μόνον τής φύσεως. Χωρίς αμφιβολία,
κάθε μία από τις τρείς Τριάδες μετέχει των άλλων δύο, αλλά μόνον
σύμφωνα με την δική της φύση. [Πρόκλος: Η πλατωνική Θεολογία, βιβλ.
46
IV, Κεφ. 1! Το Είναι είναι ζωή και Νούς αλλά ουσίως, η ζωή είναι Είναι
και Νους αλλά ζωτικώς, ο Νους είναι Είναι και ζωή αλλά νοερώς]. Και
δεν φαίνεται σε μία τέτοια μετοχή πώς η ριζική ετερότης των όρων
μπορεί να ξεπεραστεί.
47
τρόπους και με μία νέα αποτελεσματικότητα, τών αμοιβαίων σχέσεων
ανάμεσα στόν Υπερβατικό και τις ιεραρχίες, σχέσεις τις οποίες ο
νεοπλατωνισμός είχε μειώσει στην εξάπλωση και την επιστροφή, οι
οποίες είναι απαραίτητες σε μία διαλεκτική καθαρά λογική.
48
ιεραρχία είναι σαν την πόλη τού Θείου. Καθένας οφείλει να
συμπεριφέρεται σαν πολίτης τού Θεού και αυτή η ένθεος πολιτεία
αντιτίθεται στην εν κακία πολιτεία, από την οποία το βάπτισμα πρέπει να
μας ελευθερώσει! (ΙΧ επιστολή, όπου γίνεται λόγος για εκκλησία και
πολιτεία ΈΝΘΕΟΝ όπως και για νομική ιεραρχία και πολιτεία!). [Ο
συμβολισμός ο ίδιος τού βαπτίσματος σημαίνει την παντελή δε τής εν
κακία πολιτείας αποκάθαρσιν. Ο όρος πολιτεία έχει την σημασία τής
conversatio, τής μεταστροφής στην Πολιτεία τού Θεού, όπως
κατανόησε την μετάνοια ο Αυγουστίνος. Με αυτή την έννοια γίνονται
κατανοητοί και οι βίοι των αγίων: η συμπεριφορά τους κανονίζεται πάνω
στην τάξη η οποία πρέπει να βασιλεύσει στην κοινωνία τών εκλεκτών]. Η
εκκλησιαστική τάξις παρουσιάζει επίσης, με την πολιτική πολιτεία μία
πιο στενή αναλογία σε σχέση με την Ουράνια ιεραρχία! Είναι ορατή και
συνεπιφέρει θεσμούς, θείους χωρίς αμφιβολία αλλά ορατούς και αυτούς.
(Εκκλ. Ιεραρχ . 429 C). Έτσι λοιπόν η ανάγνωση τών Θείων Γραφών μάς
εκπαιδεύει στις διδασκαλίες τών μαθητών τού Ιησού και στην
συμπεριφορά τους στην καθημερινή ζωή. Σε μία συμπεριφορά η οποία
συμμορφώνεται στις Θείες παραδόσεις και ριζώνει στην μίμηση τού
Θεού: “Τας τών αυτού μαθητών Θεοπαραδότους καί θεομιμήτους
πολιτείας και ιεράς διδασκαλίας”. Αυτή η διδασκαλία αναπτύσσεται στην
8η επιστολή “όποιος τακτοποίησε τον εαυτό του (τάξας εαυτόν), μπορεί
να το κάνει και με έναν άλλον. Και αν έβαλε τάξη σε έναν άλλον, μπορεί
να το κάνει με μία οικία. Όπως καί μέ μία πόλη, και εάν το έκανε με μία
πόλη, μπορεί να το κάνει με έναν λαό”. Η πόλις, ο λαός: νά οι φυσικές
κοινωνίες στις οποίες σκέφτεται ο Διονύσιος, όταν καθορίζει την
οργάνωση των ιεραρχιών του.
Αλλά για αυτές τίς ιεραρχίες, οι οποίες είναι αληθινές κοινωνίες, υπάρχει
η ανάγκη τών νόμων. Έχουν χρησιμοποιηθεί πολλοί όροι για να τους
ορίσουν. Η μελέτη τους λοιπόν θα μας αποκαλύψει την ουσία τού
ιεραρχικού νόμου σύμφωνα με τον Διονύσιο!
49
στην μάχη εναντίον τού κακού (Εκκλ. Ιερ. 401 D). Είναι σαν τον σοφό ο
οποίος καθορίζει τούς νόμους: "ο σοφός δε, τούς νόμους αυτής
τέθεικεν". Βλέπουμε καθαρά ότι είναι η ίδια λογική τής μεταφοράς η
οποία εισάγει σε αυτό τό κείμενο τόν εθνικό όρο τού νόμου. Η χρήση του
περιορίζεται στον μωσαϊκό νόμο και στην ιεραρχία η οποία έχει συσταθεί
σύμφωνα με αυτόν τον νόμο: οι κατά νόμον ιεραρχία.
Υιοθετώντας αυτό τον όρο ο Διονύσιος διατηρεί τον ιερό του απόηχο,
αλλά τον προσαρμόζει στό νόημα τής θεολογίας του: είναι ο θείος νόμος
αλλά αυτός ο θείος νόμος δεν είναι πλέον μόνον φυσικός. Αυτός μάς
μεταφέρει σε μία υπερβατική τάξη στην οποία δεν θα μπορέσουμε να
φτάσουμε μόνοι μας, ούτε να την αξιωθούμε, και στην οποία φτάνουμε
με τήν θεία χάρι. Είναι ο ίδιος ο νόμος τής θείας αρχής (τούς θεαρχικούς
θεσμούς), τής ταξιαρχίας θεσμόν, ο ιεραρχικός θεσμός, ο τής αγίας
Ιεραρχίας Θεσμός. Αυτοί οι νόμοι είναι θείοι, ιεροί. Συνιστούν τήν
νομοθεσία αυτών που απέκτησαν πρόσβαση στην θεσμοθεσία, στό θείο.
Όπως και οι ξεχωριστοί νόμοι, οι οποίοι τήν αποτελούν, η θεσμοθεσία
είναι οσία: Ιερά, Ιεραρχική και θεία! (Εκκλ. Ιεραρχία).
50
ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΔΕΝ ΕΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ
ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΣΥΜΕΩΝ
ΤΟΝ ΝΕΟ ΘΕΟΛΟΓΟ. ΕΠΑΝΕΦΕΡΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ
ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ.
Ο Ιεραρχικός νόμος έχει ιερή και Θεία τήν ουσία του. Είναι ένας τέλειος
κωδικός ή μία τέλεια σύστασις (τών Θείων θεσμών η άριστη διάταξις.
Περί Θείων ονομάτων 684 C). Η παράβαση αυτού τού νόμου σημαίνει
αναγκαίως τον αποκλεισμό από το Θείο, από τήν ιεραρχία και επομένως
τήν μετάπτωση στην ειδωλολατρία (ανιερός και έκφτυτος πάντη τής
ιεράς εισι θεσμοθεσίας. Εκ. Ιερ. 445 Α). Ιεραρχικός νόμος, θεόμορφη
κατάσταση, ενοποίηση, κάθαρση, πάνε πάντοτε μαζί, στα μάτια τού
Διονυσίου: ο θεσμός συνιστά το όριο τού θεμιτού ή του Θείου για
καθένα από τα μέλη τών διαφορετικών ιεραρχιών.
Όλη η εργασία τής κάθαρσης και τής μεταστροφής, τών οποίων δεν θα
μπορούσαμε να αυξήσουμε το εύρος και τίς απαιτήσεις, βρίσκει εδώ την
θέση της. Και πράγματι μέσα στα αντικειμενικά πλαίσια, τα οποία
είναι κατά κάποιο τρόπο εξωτερικά, τής ιεραρχίας, οι ιεραρχίες
οφείλουν να εξασφαλίσουν την τάξη τους. Υπάρχει ανάμεσα σ’αυτούς
τους όρους, τόσο ξένους φαινομενικώς μεταξύ τους, ένα είδος ουσιώδους
αλληλεγγύης: η ιεραρχική τάξη επιτρέπει και διοικεί τήν τάξη τών
νοητών, αντιστρόφως δέ, η εσωτερική τάξη τών νόων είναι απαραίτητη
στην αρμονία τών ιεραρχιών. Διαρρηγνύοντας μέ την μία σημαίνει
αναγκαίως τό σπάσιμο με την άλλη. Έχουμε ένα τυπικό παράδειγμα
αυτής τής βαθειάς αλληλεγγύης τών δύο τάξεων, τής ιεραρχικής και τής
51
εσωτερικής, στην VIII Επιστολή, η οποία απευθύνεται στον μοναχό
Δημόφιλο. Αυτός ο μοναχός παραβίασε τήν ιεραρχική τάξη
κατηγορώντας ζωηρά έναν ιερέα! Αλλά με μία κίνηση μόνον, παραβίασε
και τήν εσωτερική του τάξη, διότι τα τρία μέρη τής ψυχής του δεν
παρέμειναν η κάθε μία στην θέση τους και στον ρόλο τους: ο θυμός και
η επιθυμία λεηλάτησαν τις λειτουργίες και την θέση τού νου. Αυτός
(ο νούς) αντί να διοικήσει, αφέθηκε να κυριαρχηθεί από τις κατώτερες
δυνάμεις τής ψυχής. Από εδώ, η αταξία τού νου, συσχετίζεται με την
ιεραρχική αταξία.
Με τον ίδιο τρόπο, οι κακοί άγγελοι μετά την πτώση τους αποκλείστηκαν
από την ουράνιο ιεραρχία και έχασαν συγχρόνως την εσωτερική
καθαρότητα η οποία τούς θέωνε και τήν ιεραρχική λειτουργικότητα η
οποία αντιστοιχούσε στήν τάξη τους. Τάξις ή ιεραρχικά λειτουργήματα
και εσωτερική αξιοπρέπεια τού Νου δεν είναι παρά οι δύο πλευρές
αμοιβαίως και ουσιωδώς εξαρτώμενες, μίας και μοναδικής
πραγματικότητος.
Παρ’όλα αυτά όμως, για τον Διονύσιο, η πτώση αυτού τού νού δεν
ταράζει τήν ιεραρχική δομή στήν ουσία της. Οι κακοί άγγελοι έπεσαν και
η ουράνια ιεραρχία υφίσταται. Υπάρχουν αμαρτωλοί στην Εκκλησία
και η ιεραρχία της υφίσταται και αυτή. Όταν εμείς ομιλούμε για
διάρρηξη και σπάσιμο τής ιεραρχικής τάξης, πρέπει να εννοούμε ότι
αυτός ή ο άλλος νούς μπορεί να διαρρήξει την μετοχή του με αυτή την
αντικειμενική τάξη, αλλά βεβαίως αυτή η τάξις δεν καταστρέφεται. Και
εάν, κατά κάποιο τρόπο, η εσωτερική τάξις των νόων είναι αναγκαία
για να συστήσει την ιεραρχική τάξη τήν οποία δημιουργούν, αυτή η
αναγκαιότης μπορεί να επιβεβαιωθεί μόνον με την υπόθεση κατά την
οποία αυτοί οι νόες δεν αποκλείονται αυτοί οι ίδιοι από αυτή τήν τάξη.
Σ’αυτή την συνθήκη, παραμένει αυστηρώς αληθινό ότι η ιεραρχική
τάξις και η εσωτερική τάξις είναι, για τον ΝΟΥ, αδιαχώριστες
52
πραγματικότητες. Αυτός ο αναγκαίος δεσμός τών δύο τάξεων εξηγείται
εύκολα, εάν παρατηρήσουμε ότι και οι δύο έχουν ένα ταυτόσημο τέλος!
Το τέλος και ο σκοπός τού κτιστού νού είναι η αφομοίωση και η ένωση
με τον Θεό μέσω τής κάθαρσης και τής επιστροφής, τα οποία είναι και
αυτά τα δύο επίσης δώρα τού Θεού. Τώρα και ο σκοπός τής ιεραρχίας
είναι η θέωσή μας. Σκοπός ούν ιεραρχίας εστίν η προς Θεόν, ώς εφικτόν,
αφομοίωσίς τε και ένωσις. (ούρ. Ιερ. 165 Α). Και ο ρόλος της σ’αυτή τήν
θέωση των νόων, συνίσταται δικαίως στην μετάδοση από ψηλά, τής
κάθαρσης και τής επιστροφής και όλου αυτού πού συνεπάγονται αυτές οι
πρακτικές. Βλέπουμε λοιπόν, πώς, a’priori, η ίδια η τάξις τού νού και η
θέωσίς του είναι ουσιαστικώς δεμένα με την ένταξή του στην ιεραρχική
τάξη!
53
Είναι συγχρόνως στατική και δυναμική, κοινωνική και πνευματική,
νομική και μυστική. Το κράτημα τής μίας από τις δύο πλευρές και ο
αποκλεισμός τής άλλης, σημαίνει να την παραμορφώσουμε και να
την ακρωτηριάσουμε, καθότι η μία και η άλλη υφίστανται μόνον λόγω
τού στηρίγματός τους και τής αμοιβαίας τους ωθήσεως με την έννοια τού
κοινού τους σκοπού, ο οποίος είναι η θέωσις τών νόων.
“Το κράτημα τής μίας από τις δύο πλευρές και ο αποκλεισμός τής
άλλης, σημαίνει να την παραμορφώσουμε και να την
ακρωτηριάσουμε”.
54
τάξεως. Αλλά δεν τα δωρίζει απομονωμένα. Είναι στην ίδια τους την
αρμονία, στην προσαρμογή τους τήν αμοιβαία, που τακτοποιεί τον νου
και τον ιεραρχικό βαθμό που του ανήκει. Όλη η ενότης έρχεται από
τον Θεό. Η Θεία Ειρήνη ενώνει όλα τα πράγματα στον εαυτό της, στους
εαυτούς τους και μεταξύ τους (ενούσας άπαντα εαυτή και εαυτοίς και
αλλήλοις). Τα διατηρεί σε μία συνοχή χωρίς ανάμειξη και χωρίς
μπερδέματα (και διασώζουσας πάντα εν ασυγχύτω πάντων συνοχή και
αμιγή και συγκεκραμένα). Αυτές οι δηλώσεις είναι γενικής ισχύος. Αλλά
εφαρμόζονται ακριβώς στην κουβέντα μας, όπως φανερώνει στην
συνέχεια το κείμενο: «Μέσω τής θείας ειρήνης, οι θείοι νόες (οι θείοι
νόες, δηλαδή οι άγγελοι) ενώνονται στις νοητικές τους εργασίες και στα
αντικείμενα αυτών τών έργων (ταίς νοήσεσιν εαυτών ενούντα και τοίς
νοουμένοις). Έτσι λοιπόν η φύσις τών νοητών, στα οποία εφαρμόζονται
οι ουράνιοι νόες, από το ένα μέρος και η φύσις των έργων τους, από το
άλλο, καθορίζουν τον βαθμό τους στην ουράνια ιεραρχία. Αυτές οι
δηλώσεις είναι ακόμη πιο καθαρές στις γραμμές που ακολουθούν.
Γίνεται λόγος για τις ανθρώπινες ψυχές: “Μέσω της θείας ειρήνης οι
ψυχές προοδεύουν με τον συμφέροντα σ’ αυτές τρόπο (προβαίνουσιν
οικείως εαυταίς), σύμφωνα με την πορεία τους και σύμφωνα με τους
βαθμούς τους (οδώ και τάξει)… προς τήν ένωση η οποία υπερβαίνει κάθε
γνώση” (Θείων ονομάτων, 821 Α). Φανερώνεται λοιπόν καθαρά από
αυτές τις γραμμές η αμοιβαία συμφωνία τών νόων και η ιεραρχική τους
τάξη, ότι είναι έργο του Θεού. Αυτός έχει το όλον σαν δικό του κέντρο.
Σ’ αυτόν θεμελιώνεται η ένωση όλων των πραγμάτων μεταξύ τους, όπως
η αμοιβαία ένωση των ακτινών διαπλέκεται στο ίδιο το κέντρο σφαίρας!
(Θ. Ον. 821 Α: Και πάσας έχει το σημείον εν εαυτώ τάς ευθείας ενοειδώς
ηνωμένας προς τε αλλήλας και προς την μίαν αρχήν αφ’ής προήλθον).
55
ιεραρχικό βαθμό που τούς παραχωρήθηκε, δεν έχουν παρά να
προσπαθήσουν, με όλη τους την δύναμη, προς αυτό το υπερβατικό
κέντρο όπου το πάν ενώνεται. Η γειτνίασή τους μ’αυτό το κέντρο θα
μετρήσει ταυτοχρόνως τήν ένωσή τους με αυτό, με τον εαυτό τους, την
ένωσή τους με όλους τούς θεωμένους νόες και ταυτοχρόνως τον βαθμό
συνενώσεως στον ιεραρχικό βαθμό πού τούς αποδόθηκε.
3. Σχέσεις τής τάξεως τού Διονυσίου με τήν επιστήμη και τήν ιεραρχική
δραστηριότητα!
Δεν κατέστη δυνατόν, για να την ορίσουμε, να μείνουμε μόνον στον όρο
τής τάξεως. Κάτω από την απειλή τής παραμορφώσεως,
αναγκαστήκαμε να ξεπεράσουμε την οπτική γωνία τής αντικειμενικής
εξωτερικότητος, για να φανερώσουμε την αναγκαία αντήχηση αυτού
του όρου στο εσωτερικό τών συνειδήσεων και στην ουσιαστική του
αναφορά στόν Θεό.
56
ενότητα τής ψυχής. Η άγνοια χωρίζει και διαλύει. Η επιστήμη ενώνει και
θεώνει! (Θ. ον. 701 Β: ώσπερ η άγνοια διαιρετική…. Ούτως η του
νοητού φωτός παρουσία συναγωγός και ενωτική). Αυτός ο χαρακτήρας
επιτρέπει να βεβαιώσουμε συγχρόνως τον σύνδεσμο τής επιστήμης και
τής ιεραρχικής τάξης, από το ένα μέρος και εκείνον τής επιστήμης και
τής ιεραρχικής δραστηριότητος, από το άλλο. Είναι αρκετό να πούμε ότι
αυτοί οι τρείς όροι είναι πρακτικώς αδιάλυτοι και δεν θα ήταν νόμιμο να
μελετήσουμε έναν εξ ’αυτών απομονώνοντάς τον συστηματικά από τους
άλλους δύο. Η οπτική γωνία τής ολότητος πρέπει να μείνει πάντοτε
παρούσα στην ανάλυση, εάν αυτή δεν θέλει να γίνει προδοτική!
57
παραμείνουμε στήν θέση μας: έκαστος εν τη τάξει αυτού… έσται!
(Επιστ. VIII 1093 C).
58
την τέλεια σύμπτωση καθενός από τα μέλη της με τό έργο του: εν τη
τάξει αυτού… δρά τά εαυτού! (Επ. VIII 1093 C).
59
Κεφάλαιο τρίτο. - Η ιεραρχική δραστηριότης!
60
Τό ουσιαστικό καθήκον για τούς νόες, τής αφομοιώσεώς τους και τής
ενώσεώς τους με τον Θεό δεν είναι λοιπόν αποκλειστικό έργο αυτών τών
νόων. Απαιτεί τήν μεσολάβηση τής ιεραρχικής δραστηριότητος! Οι
ανώτερες τάξεις οφείλουν να ενώσουν τις κατώτερες τάξεις (Ουρ. Ιερ.
257 C. π.χ. Η τάξις των Αρχαγγέλων εξασφαλίζει την ενότητα των
αγγέλων! Τούς αγγέλους ενοποιεί). Είναι πιο απλοποιοί και πιο
ενοποιητικοί τών άλλων (μάλλον απλωτική και ενοποιώ), διότι μία
μεγαλύτερη ενοποίηση χαρακτηρίζει πάντοτε τίς πιο άγιες ενέργειες τής
ιεραρχίας!
61
δραστηριότητα, όπως και την δραστηριότητα τών νόων. Αυτή είναι
κάθαρσις, φωτισμός και τελειοποίησις (Ουράνια ιεραρχία ΙΙΙ
κεφάλαιο). “Η τάξις τής ιεραρχίας είναι ότι οι μεν είναι
κεκαθαρμένοι και οι άλλοι καθαίρονται. Ότι οι μεν είναι φωτισμένοι
και οι άλλοι φωτίζονται. Ότι οι μέν δέχονται την τελειότητα και οι
άλλοι την δίνουν” (Ουράνια Ιεραρχία, 165 B/C).
Ο ρόλος τής κάθαρσης είναι να ελευθερώσει τον νού από όλα όσα τον
καθιστούν ανόμοιο από τον Θεό (Ουράνια Ιεραρχία 165 D : χρη… τους
μέν καθαιρουμένους αμιγείς αποτελείσθαι καθόλου, και πάσης
ηλευθερώσθαι τής ανομοίου συμφύρσεως). Αυτή πρέπει να στραφεί στην
ιεραρχία μας, στο αισθητό και στο υπεραισθητό, στην ουράνια ιεραρχία,
μόνον στην νοητή.
62
μίας καθαρκτικής προσπάθειας όσο και γνωσιολογικής αλλά
αποκλειστικώς ανθρωπίνων.
63
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΠΕΣΑΜΕ ΘΥΜΑΤΑ ΠΛΑΝΗΣ ΔΙΟΤΙ ΟΙ ΚΑΡΙΕΡΕΣ
ΜΟΝΟΝ Σ' ΑΥΤΑ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΣΤΗΝΟΝΤΑΙ.
... Οι Ορθόδοξοι θεολόγοι, που έχουν προσωπική πείρα του Θεού, έχουν
πάντοτε την ίδια θεολογία, δεν την αλλάζουν, όπως το κάνουν οι
φιλόσοφοι... Οι φιλοσοφούντες αλλάζουν την παράδοση, εξ αιτίας
λογικών σχημάτων που κάνουν, έχουν πιο πολύ εμπιστοσύνη στην
λογική τους, παρά στην εμπειρία των θεουμένων, συλλαμβάνουν κάτι με
την λογική τους, και ταυτίζουν αυτό με την πραγματικότητα περί Θεού.
Όλες οι αιρέσεις προέρχονται από τέτοια εσφαλμένη βάση... Οι
θεούμενοι, όσοι μετέχουν της φωτιστικής και θεοποιού ενέργειας του
Θεού, έχουν κοινή εμπειρία για το ότι ο Θεός επικοινωνεί με τον κόσμο
με τις άκτιστες ενέργειές Του. Αυτό είναι θέμα εμπειρίας και όχι
στοχαστική και φανταστική διδασκαλία...
64
ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΩΝ ΗΣΥΧΑΣΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΠΕΝΤΕ ΑΝΕΜΟΥΣ ΤΩΝ
ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ.
65
βοηθήσουν βρίσκονται ακαριαία δίπλα μας, καταργώντας καί τόν χρόνο
καί τόν αιώνα; Κανένας μας δέν δίνει σημασία στόν Άγιο Συμεών ο
οποίος επιμένει, εν πνεύματι, η φύση καί τό σύμπαν πού μελετούν οι
επιστήμονες βρίσκονται σέ πτώση, όπως καί οι επιστήμονες οι ίδιοι.
Οι άκτιστες ενέργειες του Θεού, αυτή η "όραση" του θείου φωτός, του
ακτίστου θείου φωτός, αν και ενεργεί στον κτιστό άνθρωπο δεν
μεταβάλλεται σε κτιστή ενέργεια, γιατί δεν είναι παρά η "δόξα Κυρίου",
η "μεγαλοπρέπεια Κυρίου" και βέβαια δεν αποτελεί γνώση της Ουσίας
του Θεού, γιατί η Θεία Ουσία του Θεού είναι "απλή και ασχημάτιστη και
ασύνθετη και απερίγραπτη και ούτε κάθεται, ούτε στέκεται, ούτε
περπατεί". Ολα αυτά ανήκουν στα σώματα, την Ουσία του Θεού την
"γνωρίζει μόνον Εκείνος" (Ι. Χρυσ.).
Αυτές, λοιπόν, οι "οράσεις" δεν αποτελούν γνώση του Θεού, αλλά θεία
συγκατάβαση και δίνουν πραγματική χαρά και ελπίδα στον άνθρωπο,
γιατί έχει την δυνατότητα να επικοινωνεί με τον Θεό.
66
Σε πολλά χωρία, ο Διονύσιος αποδίδει αυτές τίς διαφορετικές λειτουργίες
σε διαφορετικές ιεραρχικές τάξεις (βαθμούς). Σε κάθε ιεραρχία οι πιο
υψηλοί βαθμοί εργάζονται τήν τελειότητα, οι μεσαίοι τήν φώτιση, οι
κατώτεροι τήν κάθαρση.
Αυτόν τον διαχωρισμό τόν αντλούμε από το ΙΙΙ κεφάλαιο τής ουρανίου
ιεραρχίας: “Η ιεραρχική τάξις” λέει ο Διονύσιος, υποχρεώνει τούς μέν
καθαίρεσθαι, τούς δε καθαίρειν, τούς μέν φωτίζεσθαι, τούς άλλους
φωτίζειν. Στούς μέν να δεχθούν την τελειότητα (τελείσθαι) στους άλλους
τελεσιουργείν (165 Β/C). Μερικές σειρές παρακάτω, οι ρόλοι τών
καθαιρόντων, τών φωτιζόντων και όσων πρέπει να τελειοποιούν, είναι
ακόμη καθαρά διακεκριμένοι. Παρομοίως διακρίνονται και οι
καταστάσεις όσων καθαίρονται, όσων λαμβάνουν τον φωτισμό και όσων
είναι υψωμένοι στήν τελειότητα! Και το συμπέρασμα τού κεφαλαίου
υπογραμμίζει αυτή την διαφορά τών λειτουργημάτων η οποία αντιστοιχεί
στις διαφορετικές ιεραρχικές τάξεις.“Έτσι εικάστη τής ιεραρχικής
διακοσμήσεως τάξις κατά την οικείαν αναλογίαν ανάγεται προς την
Θείαν συνέργειαν”. [Ας σημειώσουμε ότι η οικεία αναλογία αντιστοιχεί
ακριβώς στο μέτρο τού Θείου που ο Θεός διαμοιράζει σε κάθε νού. Επι
πλέον ας σημειώσουμε επίσης ότι όλη η σημασία τής ιεραρχικής
δραστηριότητος είναι να μας οδηγήσει στην Θεία συνέργεια. Αυτή
είναι μία ενθύμηση τής Ι Κορ. ΙΙΙ, 9 : Θεού γάρ εσμέν συνεργοί! Η
συνέργεια τών διαφόρων τάξεων με την αρχή τους είναι ένας νόμος τής
ιεραρχίας τού Πρόκλου (Στοιχ. Θεολογίας 70: και τού δευτέρου πάλιν
ενεργούντος κακείνο (το αίτιον) συνεργεί, διότι πάν, αν ποιή το δεύτερον,
συναπογεννά τούτω και τό αιτιώτερον). Παρομοίως θα ξαναβρούμε στον
Πρόκλο τον όρο τής αναλογίας, τον οποίο μελετήσαμε ήδη. Η συμμετοχή
τών διαφόρων όρων στήν Ενάδα από την οποία προοδεύουν και η μετοχή
τών Ενάδων στο Εν γίνονται πάντοτε σύμφωνα με την αναλογία τών
όρων που συμμετέχουν : [Στοιχεία Θεολ: Πρόταση 10, Προς το Εν
αναλογίαν!]. Ένα χωρίο επίσης τού Πλωτίνου παρουσιάζει καθαρά αυτόν
τόν όρο: γίνεται τοίνυν η πρόνοια εξ αρχής εις τέλος κατιούσα άνωθεν
ούκ ίση οίον καθ’αριθμόν, αλλά κατά αναλογίαν άλλη εν τόπω άλλω!].
67
μιμούνται όσο τούς επιτρέπεται! (Ούρ. Ιερ. 168 Α: εκάστη…τάξις…
εκείνα τελούσα χάριτι και θεοσδότω δυνάμει, τα τή θεαρχία φυσικώς και
υπερφυώς ενόντα, και προς αυτής υπερουσίως δρώμενα, και προς την
εφικτήν των φιλοθέων νόων υπερουσίως δρώμενα, και προς την εφικτήν
τών φιλοθέων νόων μίμησιν ιεραρχικώς εκφαινόμενα). Όλη η ουσία
αυτού τού κεφαλαίου ΙΙΙ τής ουράνιας ιεραρχίας μπορεί λοιπόν να
συμπεριληφθεί σε δύο ουσιώδεις προτάσεις: Οι τρείς δραστηριότητες τής
ιεραρχίας βρίσκονται πραγματοποιημένες κυρίως στήν θεαρχία! Οι
διαφορετικές τάξεις τής ιεραρχίας κάθε μία σύμφωνα με τον βαθμό της,
μετέχουν σε μία από τίς τρείς δραστηριότητες!
68
Παρ’όλα αυτά η ουράνια ιεραρχία δεν φαίνεται να διαμοιράζει τίς
λειτουργίες με τόση αυστηρότητα. Το Κεφ. ΙΙΙ καθορίζει χωρίς
αμφιβολία την αρχή τής διάκρισης τών ιεραρχικών λειτουργημάτων.
Αλλά, με τις αγγελικές ιεραρχίες, συνιστάμενες επομένως από ανώτερους
βαθμούς, μεσαίους και κατώτερους, μοιάζει ότι οι τρείς λειτουργίες τής
τελειότητος, τού φωτισμού και τής κάθαρσης βρίσκονται σε καθέναν από
αυτούς, παρότι σε διαφορετικούς βαθμούς. “Ο πιο σεβαστός, ανάμεσα
στους νόες που περικυκλώνουν τον Θεό, βαθμός (η μέν πρεσβυτάτη τών
περί Θεόν νοών διακόσμησις) δέχεται, χάρις στο δώρο τού φωτός τής
θεαρχίας, κάθαρση, έλλαμψη και θέωση (τής θεαρχίας φωτοδοσία
καθαίρεται και φωτίζεται και τελεσιουργείται). Από τον πρώτο βαθμό
αναλόγως τής Θείας του ικανοτήτος, η δεύτερη τάξις και από τον
δεύτερο, η Τρίτη και από την Τρίτη η δική μας ιεραρχία… δέχονται την
ιεραρχική τους πρόοδο προς την Αρχή η οποία είναι πέρα κάθε αρχής και
προς το Τέλος κάθε αρμονίας”. Αυτό το κείμενο καθιστά τήν πρώτη
ουράνιο ιεραρχία μία τάξη ταυτοχρόνως κεκαθαρμένη, φωτισμένη
και τέλεια. Οι άλλες ιεραρχίες φέρουν σε ολοκλήρωση τίς ίδιες
λειτουργίες. Διαφέρει μόνον η αναλογία. Αλλά ας συνεχίσουμε τήν
ανάγνωση. “κάθε νούς, ουράνιος ή ανθρώπινος, διαθέτει τάξεις και
δυνάμεις πρώτου βαθμού, μεσαίου και τελικού. (έκαστος ουράνιος τε
και ανθρώπινος νους ιδικάς έχει και πρώτας και μέσας και τελευταίας
τάξεις τε και δυνάμεις). Κάθε μία εξ’αυτών, και όσο τής επιτρέπεται και
δύναται χωρίς αταξία, μετέχει σ’αυτή τήν καθαρότητα η οποία ξεπερνά
κάθε καθαρότητα και αυτό το φώς που υπερβαίνει κάθε πληρότητα και
αυτή η τελειότης η οποία ξεπερνά κάθε τελειότητα (έκαστος εν μετουσία
γίνεται κατά το αυτώ θεμιτόν τε και εφικτόν τής υπεραγνοτάτης
καθάρσεως, τού υπερπλήρους φωτός τής προτελείου τελειώσεως)” Ουρ.
Ιερ. 273 C! Δεν υπάρχει αμφιβολία : κάθε ένας από τους νόες φέρει εις
εαυτόν τρείς τάξεις τε και δυνάμεις, οι οποίες δημιουργούν ένα
κέντρο κάθαρσης, φωτισμού και τελείωσης. Και αυτός ο νόμος, ισχύει
και για την ουράνιο και για την εκκλησιαστική ιεραρχία (ουράνιος τε και
ανθρώπινος νούς).
69
Πώς να συμβιβάσουμε αυτή την τόσο κλειστή θεωρία με τήν διάκριση
τών ιεραρχικών λειτουργιών και τον τριμερή χωρισμό τους ανάμεσα σε
διαφορετικές τάξεις όπως αποκαλύφθηκαν στην Εκκλησιαστική
ιεραρχία; Ο οποίος εφαρμόζεται και στα Μυστήρια, καθώς το βάπτισμα
είναι το μυστήριο τής κάθαρσης, τού φωτισμού η ευχαριστία και το
χρίσμα τής τελειότητος. (Εκκλ. Ιερ. Κεφ. ΙΙ, ΙΙΙ, IV).
Αυτή λύνεται για την τάξη τών Επισκόπων, για την οποία γνωρίζουμε
ήδη ότι κατέχει την τριπλή εξουσία τής τελειότητος, του φωτισμού και
της κάθαρσης. Η τάξις των ιερέων διαθέτει την εξουσία τής κάθαρσης,
πέραν τής δικής της δραστηριότητος τού φωτισμού. Μπορούμε να πούμε
ότι μετέχει εξίσου και στην εξουσία τής τελειώσεως; Δύο λόγοι μάλλον
μας επιτρέπουν να απαντήσουμε θετικά. Ο πρώτος είναι ότι η τελείωσις
παρουσιάζεται συχνά σαν αδιαχώριστη από τον φωτισμό, την ενότητα
και την θέωση! Τί πράγμα είναι όμως η ενότης και η θέωσις, παρά
μόνον η ίδια η τελειότης τού νου; Επομένως, κάθαρση και φωτισμός;
Σημαίνουν ταυτοχρόνως και σε κάποιο μέτρο τελείωση! Αντιστοίχως,
αυτός που λαμβάνει τήν κάθαρση και τόν φωτισμό, λαμβάνει
ταυτοχρόνως και την τελειότητα που τις συνοδεύει! Σ’ αυτόν τον λόγο
προτίθεται ένας δεύτερος: ο Διονύσιος δεν δέχεται μία ασυνέχεια
70
ανάμεσα στις πράξεις οι οποίες προέρχονται από το λειτούργημα τού
Επισκόπου και εκείνες που ανήκουν στο αξίωμα των Ιερέων! (Η δε των
Ιερέων φωταγωγική τάξις επί τας Θείας τών τελετών εποψίας χειραγωγεί
τούς τελουμένους υπό τή τών ενθέων Ιεραρχών τάξει, και μετ’αυτής
ιερουργούσα τάς οικείας ιερουργίας. Εκκ. Ιερ. 505 D).
Όταν ο Διονύσιος αποδίδει μία από αυτές τις λειτουργίες σ’αυτή την
ιδιαίτερη τάξη, πρέπει να κατανοήσουμε αυτή την φαινομενική
αποκλειστικότητα με την σημασία ενός επικυρίαρχου χαρακτηριστικού
και όχι σαν έναν συνεπή διαχωρισμό ο οποίος θα έθετε σε κίνδυνο την
κινητικότητα της ιεραρχίας και την ενδοεπικοινωνία των διαφόρων
τάξεων. Κάθε βαθμός θα διατηρήσει χωρίς αμφιβολία τα λειτουργήματά
του και μόνον παραμένοντας στην θέση του (εν τάξει. Επιστ. VIII, 1092
C) και πράττοντας κατά την ευθύνη του (δραν τα εαυτού) θα μπορέσει
στ’ αλήθεια να λάβει την Θεία πρόοδο και να την μεταφέρει στους
κατώτερους βαθμούς. Αλλά αυτή η ίδια η πρόοδος, παρότι βαθμιαίως
συσκοτισμένη στην κίνηση η οποία την μεταδίδει στις υφιστάμενες
τάξεις, παραμένει πάντοτε εικόνα της Θεαρχίας, η οποία είναι
ταυτοχρόνως κάθαρση, φωτισμός και θέωση.
71
τίτλο τού νου, κάθε μέλος της ανθρώπινης ιεραρχίας κατέχει τρείς
δυνάμεις. Ανακαλύπτουμε έτσι μία ουσιώδη διαφορά ανάμεσα στην
ουράνια και την Εκκλησιαστική ιεραρχία. Για να είμαστε ακριβείς αυτή
δεν είναι μία καθαρή και απλή συνέχεια με την αγγελική ιεραρχία. Αυτή
είναι μόνον κατ’ εικόνα της σε μία άλλη τάξη τής πραγματικότητος.
Καθότι εκκλησιαστική τάξις, αυτή υποτάσσεται στον διαχωρισμό
των δυνάμεων τον οποίο δεν γνωρίζουν οι καθαροί νόες τής ουρανίου
θεαρχίας. Και η συνέχεια ανάμεσα στις δύο ιεραρχίες μπορεί να
επανεμφανισθεί μόνον κάτω από την σχέση τών νόων, διότι εμείς
γνωρίζουμε ότι ο ανθρώπινος νους, όπως και ο αγγελικός νους φέρει
τις τρείς τάξεις τών δυνάμεων.
Σχόλιο: [Έτσι λοιπόν άν δέν λάβουμε υπ’ όψιν αυτές τίς διευκρινίσεις
μπορεί νά φτάσουμε στήν απόλυτη σύγχυση μεταξύ κτιστού καί
ακτίστου, όπως καί ο Αδάμ στήν τραγική του πτώση. Ας δούμε ένα
παράδειγμα:
"Η αρχή τής θεραπείας του νοός, που λέγεται κάθαρσις, είναι η εκδίωξις
από αυτόν όλων των λογισμών, καλών και κακών. Όταν η εκκένωσις
αυτή συνδυάζεται με την κάθαρσιν των παθών και ορθήν περί Θεού
Πίστιν, ο νους επιστρέφει εις την καρδίαν και δέχεται το Πνεύμα το
Άγιον, αποστελλόμενον από τον Πατέρα και τον Υιόν και
προσευχόμενον αδιαλείπτως. Τότε κατά τους πατέρας, γίνεται κανείς
ναός του Αγίου Πνεύματος και μέλος του σώματος του Χριστού. Η
νοερά ευχή λέγεται μονολόγιστος, αφού ο μόνος λογισμός που κατέχει
τον νούν είναι η αέναος μνήμη του Θεού" (Ρωμανίδης).
72
Άγιος Μάξιμος ομολογητής, ambigua, 23: «Πώς εξηγείται
το γραφέν υπό Γρηγορίου; Διά τούτο μονάς απ’ αρχής εις
δυάδα κινηθείσα μέχρι Τριάδος έστη!; Κινείται (απαντά ο
Άγιος Μάξιμος) μέσα στον Νου που είναι άξιος να την
κατανοήσει, ο οποίος μέσω της Μονάδος και μέσα στην
Μονάδα ολοκληρώνει κάθε έρευνα του σ’ αυτή ή για να το
πούμε διαφορετικά, ολόκληρη η Μονάς αχώριστη διδάσκει και
φανερώνει στον Νου, στην πρώτη του επαφή μαζί Της, την αλήθεια γύρω
από την Μονάδα, έτσι ώστε να μην εισαχθεί χωρισμός στην πρώτη Αιτία.
Μετά όμως προχωρά στην φανέρωση της θείας και απόρρητης Θεογονίας
αυτής της πρώτης Αιτίας, αποκαλύπτοντας του Μυστικά και κρυφά ότι
δεν πρέπει να σκεφτεί ποτέ πως αυτό το Υπερούσιο Αγαθό μπορεί να
είναι άγονο, στείρο Λόγου και Σοφίας ή Αγιαστικής Δυνάμεως,
ομοουσίους και υπαρκτές σαν υποστάσεις, για να μην διατρέξει τον
κίνδυνο, αυτός ο Νους, να εννοήσει πως ο Θεός είναι Σύνθεση αυτών,
ωσάν να επρόκειτο για τυχαία κατηγορήματα, αντί να πιστεύει δια της
πίστεως ότι Αυτοί συνυπάρχουν, συναιωνίως. Λέγεται λοιπόν πως ο Θεός
κινείται, καθώς είναι Αιτία της έρευνας του τρόπου με τον οποίον
συνυπάρχει. Διότι είναι αδύνατον χωρίς θεϊκό φωτισμό να κατανοήσουμε
κάτι από τον Θεό. Διότι ο Θεός που δεν έχει την ίδια φύση με τους
ανθρώπους, έχει ασφαλώς και διάφορον τρόπον γεννήσεως.»
Μία καθολική θεωρία τού κόσμου εμπεριέχεται στον διονυσιακό όρο τής
ιεραρχίας. Αυτή η θεωρία, έχουμε πει, προέρχεται αμέσως από τον όψιμο
νεοπλατωνισμό. Μία μοναδική αρχή, το Ένα, απλώνεται προοδευτικά και
καθορίζει, σε διαφορετικές στιγμές τής απορροής του, μερικές νέες
πραγματικότητες των οποίων η οντολογική αξιοπρέπεια μετράται αμέσως
μέσω τής γειτνίασής τους στο Ένα. Παρά τίς αρκετές ασάφειες στην
έκφραση (όπως π.χ. στον όρο πρόοδος, ο οποίος όμως διευκρινίζεται
πλήρως από το χωρίο: Θείων ονομάτων, IV, 693 B: ώσπερ ο καθ’ημάς
73
ήλιος, ού λογιζόμενος ή προαιρούμενος, αλλ’αυτώ τώ είναι φωτίζει
πάντα), χωρίς καμμία αμφιβολία δεν μπορούμε να πούμε ότι οι ιεραρχίες
τού Διονυσίου είναι μία αναγκαία απορροή τού Ενός: η ελευθερία και η
δωρεά των Θείων δώρων (Εκκλ. Ιεραρχία 440 C / 441 Α, όπου
περιγράφεται η εν χρόνω οικονομία τής σωτηρίας), καί το δόγμα τής
δημιουργίας αντιτίθενται σε μία παρόμοια ταύτιση. Αλλά παρά τις
διευκρινίσεις αυτές, το σύστημα τού Αρεοπαγίτη διατηρεί από τον
νεοπλατωνισμό, όχι μόνον την θεωρία του στά επίπεδα τού κόσμου, αλλά
και τήν θεωρία του τών αναγκαίων διαμεσολαβήσεων.
Κάθε θέωση έρχεται από ψηλά. Αλλά οι διάφορες τάξεις δεν μετέχουν
στην θεαρχική δραστηριότητα παρά μόνον μέσω τών ανωτέρων τάξεων.
Ο Θεός δεν αποκαλύπτεται ποτέ χωρίς διαμεσολαβητές στην ιεραρχία
μας! (Ουρ. Ιερ. 180 C, παραφράζοντας ελαφρώς το κατά Ιωάννην IV,
12, Θεόν ουδείς πώποτε τεθέαται, σε ουδείς εώρακεν ουδέ όψεται).
Από τις ουράνιες Ιεραρχίες μόνον η πρώτη μπορεί να επικοινωνήσει
άμεσα μ’Αυτόν. Μέσω αυτής η κάθαρση, ο φωτισμός και η τελείωση η
θεαρχική μεταφέρονται και αποκτώνται από την δεύτερη ιεραρχία η
74
οποία τα μεταφέρει με την σειρά της στήν τρίτη! Και στους κόλπους
κάθε Τριάδος, ο ίδιος νόμος οργανώνει την μετάδοση τών θεαρχικών
δραστηριοτήτων: από την αρχή τις προσλαμβάνει ο πρώτος βαθμός, ο
δεύτερος τις λαμβάνει από τον πρώτο και ο τρίτος από τον δεύτερο. Έτσι
κάθε τάξις φανερώνει και μεταφέρει αυτά που λαμβάνει από την
προηγούμενη (Ούρ. Ιερ. 273 Α: εκφαντορικοί δε πάντες είσι και άγγελοι
των πρό αυτών οι μέν πρεσβύτατοι, Θεού τού κινούντος, αναλόγως δε οι
λοιποί, των εκ Θεού κεκινημένων).
Οι ανθρώπινοι νόες δεν ξεφεύγουν από αυτόν τον νόμο είτε πρόκειται
για την νομική ιεραρχία ή για την εκκλησιαστική. Κάθε Θεία
παρέμβαση πρώτα απ’όλα πρέπει να περάσει μέσω τής μεσολαβήσεως
τών αγγέλων. Μέσω τών αγγέλων ανακοινώθηκε ο νόμος στον Μωυσή.
Ένας άγγελος καθάρισε τα χείλη τού Ησαΐα. Ένας άγγελος οδήγησε τόν
εβραϊκό λαό κατά μήκος όλης του τής Ιστορίας. Αλλά δεν είναι όλο. Ο
νόμος τής ιεραρχικής μεταδόσεως ασκείται στην καρδιά την ίδια τής
ιεραρχίας, τής ανθρώπινης, τής Νομικής ή τής Εκκλησιαστικής. Πρώτα
λαμβάνει ο Επίσκοπος την κάθαρση, τον φωτισμό και την τελείωση τήν
θεαρχική. Αυτός τήν μεταδίδει στην τάξη των ιερέων, η οποία τήν
μεταδίδει στούς διακόνους. Η Θεαρχική δραστηριότης επεκτείνεται στην
συνέχεια στους μοναχούς, μετά στον λαό τού Θεού, τέλος στις
κεκαθαρμένες τάξεις. Η τάξις τής μεταδόσεως αντιστοιχεί ακριβώς στην
κατιούσα αξία τών διαφορετικών βαθμών.
Από εδώ προέρχεται ένας νέος νόμος: στο μέτρο κατά το οποίο
πολλαπλασιάζονται οι βαθμοί στήν απαγωγική μεσολάβηση, η κάθαρση,
ο φωτισμός και η τελειότης χάνουν δύναμη και λάμψη. Η πρώτη ουράνια
Ιεραρχία, η οποία είναι πολύ κοντά στην Θεαρχία και η οποία
προσλαμβάνει εξ’αυτής αμέσως (χωρίς διάμεσο) τήν δραστηριότητά της
είναι “κεκαθαρμένη, φωτισμένη και τέλεια δι’ενός δώρου φωτός και
κρυφού και πιο λαμπερού (κρυφωτέρα και φανερωτέρα τής θεαρχίας
φωτοδοσία). Πιο κρυφό, διότι πιο νοερό, πιο απλού και πιο ενοποιού (ώς
νοητοτέρα και μάλλον απλωτική και ενοποιώ) πιο λαμπερό, διότι
προσληφθέν στην πηγή (πρωτοδοτώ), στην πρώτη του εμφάνιση
(πρωτοφανεί), διότι ολικώτερα (πιο πλήρες) και πιο οικείο στον εαυτό
του εξ’αιτίας τής διαφάνειάς του (και μάλλον εις αυτήν ώς διειδή
κεχυμένη)” (Ουρ, Ιερ, 272 D). Αλλά μετά την πρώτη ιεραρχία αρχίζει η
σειρά τών διαμέσων. Όσο περισσότεροι τόσο μειώνεται η ακτίνα την
75
οποία προσλαμβάνουν οι νόες από την θεαρχία. Οι αποκαλύψεις τής
πρώτης ουράνιου Ιεραρχίας στην δεύτερη πρέπει να είναι για μάς το
σύμβολον (ο Διονύσιος δεν εννοεί το σύμβολον σαν τό σημείο τής Θείας
πραγματικότητος αλλά αυτή την ίδια) αυτής τής Θείας τελειότητος η
οποία σκοτεινιάζει στην προοδευτική της κάθοδο από τον πρώτο στον
δεύτερο βαθμό (σύμβολον ποιησώμεθα τής πόρρωθεν επιτελουμένης και
διά την πρόοδον αμυδρουμένης εις δευτέρωσιν τελειώσεως). Εδώ ο
Διονύσιος δεν μπορούσε να μην επαναλάβει τις ηλιακές μεταφορές τόσο
αγαπητές στην πλατωνική παράδοση: “Η εξάπλωση τής ακτίνος τού
ήλιου πραγματοποιείται εύκολα, μέσω τής πρώτης ύλης (εις πρώτην ύλην
ευδιαδότως χωρεί), δηλαδή την πιο διαφανή όλων (την πασών
διειδεστέραν) και μέσω αυτής ρίχνει την ζωηρότερη λάμψη της (και
δι’αυτής εμφανέστερον αναλάμπει τας οικείας μαρμαρυγάς). Αλλά, όταν
πέφτει σε φύσεις πιό παχείς, η λάμψη τής διαδόσεώς της σκουραίνει
(προσβάλλουσα δε ταίς παχυτέραις ύλαις, αμυδροτέραν έχει τήν
διαδοτικήν επιφάνειαν)” (Ουρ. Ιερ. 301 Α/Β). [Χάρη σ’αυτόν τον νόμο
εξηγείται πώς η ελικοειδής κίνηση, στην ανθρώπινη ψυχή, δεν είναι μία
απολύτως καθαρή δραστηριότης. Προοδεύει λοιπόν, ού νοερώς και
ενιαίως, αλλά λογικώς και διεξοδικώς, και οίον συμμίκτοις και
μεταβατικαίς ενεργείαις. Θείων ονομ. 705 Β]. Πιο πλούσια ακόμη είναι η
εικόνα τής φωτιάς: “Με τον ίδιο τρόπο, η θερμότης τής φωτιάς
μεταφέρεται περισσότερη στα σώματα που είναι διεκτικώτερα, που
παντρεύονται εύκολα τήν ομοιότητά της και υψώνονται σ’αυτή (και προς
τήν αυτής αφομοίωσιν εύεικτα και ανάγωγα). Αλλά όταν συναντά ουσίες
αντιτύπους ή εναντίας, η καυτή της δραστηριότητα αφήνει να φανεί
μόνον αμυδρόν τί… ίχνος. Ενεργεί δε ακόμη και σε ουσίες οι οποίες δεν
συγγενεύουν μαζί της διά τών οικείως προς αυτήν εχόντων έτσι ώστε
μέσω αυτών τών σωμάτων να ζεστάνει το νερό ή κάποια άλλη ουσία η
οποία αντιστέκεται στην φωτιά και όσο τής το επιτρέπει η φύση της
(αναλόγως). Και ιδού η εξήγηση αυτών τών παραδειγμάτων: σύμφωνα
με τον ίδιο νόμο ο οποίος κρατεί τήν τάξη τής φύσης, παρότι σε
συνθήκες οι οποίες ξεπερνούν κάθε φύση (υπερφυώς), η αρχή κάθε
τάξεως, ορατής και αοράτου, φανερώνει κατ’αρχάς, την λάμψη τού δικού
της φωτός στις υψηλότερες ουσίες και μέσω αυτών, οι ουσίες που
ακολουθούν μετέχουν στην Θεία ακτίνα (την τής οικείας φωτοδοσίας
λαμπρότητα πρωτοφανώς… ταίς υπερτάταις ουσίαις αναφαίνει, και διά
76
τούτων αί μετ’αυτάς ουσίαι τής Θείας ακτίνος μετέχουσιν)! (Ουρ. Ιερ.
301 B/C).
77
στην τάξη του η οποία είναι, όπως γνωρίζουμε, θέλημα Θεού. Εξ άλλου η
μεσολάβηση η ίδια επιβάλλει στούς διαμεσολαβητές νόες μία πρόσθετη
ευθύνη, καθώς τίς συνδέει στην Θεία πρόνοια [(Ούρ. Ιερ. 308) : Ο Θεός
προθέτει τίς πρώτες ουσίες στην πιο υψηλή συμμετοχή στην προνοητική
του δραστηριότητα (κινών επί τάς πρώτας τών οικείων προνοητικών
ενεργειών μετουσίας)], αναλόγως τού μέτρου το οποίο καθορίζεται
συγχρόνως από την ιεραρχική τους θέση και από την εσωτερική τους
ένταση!
78
Από τον τελευταίο βαθμό της ανθρώπινης Ιεραρχίας μέχρι την
αποκορύφωση τής αγγελικής ιεραρχίας, η “ανάβαση” τών νόων απαιτεί
πάντοτε την μεσολάβηση τών ανώτερων τάξεων (Είναι ένας νόμος τής
Θεαρχίας: Θεσμός μεν ούτος εστί τής Θεαρχίας ο πανίερος, το διά των
πρώτων τα δεύτερα προς το Θειότατον αυτής ανάγεσθαι φέγγος Εκκλ.
Ιερ. 504 C). Οι Ιερατικές τάξεις είναι οι μεσολαβητές τών τελευταίων
βαθμών : η ανάβαση των κεκαθαρμένων και η κάθαρση τών αμύητων
γίνονται μέσω τών διακόνων (Εκκλ. Ιερ. : 508 Β… η λειτουργική
διακόσμησις επί τάς φανάς τών Ιερέων Ιερουργίας ανάγουσα τούς
κεκαθαρμένους και τούς ατελέστους αποκαθαίρουσα), τών φωτισμένων
μέσω τού Ιερέως, τών τελείων μέσω τού Επισκόπου. Αυτός έχει επιπλέον
το χρέος να ανάγει πνευματικώς τις δύο κατώτερες τάξεις τού κλήρου και
ο Ιερεύς πρέπει να συμμετάσχει στην άνοδο τού διακόνου.
79
ουράνιος Ιεραρχία κοινωνεί χωρίς διάμεσους (αμέσως) με την Θεαρχία
τήν οποία προσπαθεί να μιμηθεί σε μία αδιάλειπτο κίνηση μεταστροφής!
(Ούρ. Ιερ. Κεφ. VII, VIII, και Χ 272 D/273 A: Εδώ συναντούμε μία
περιγραφή τής αναγωγικής σειράς : προς ταύτης δε (πρώτης ουράνιας
Ιεραρχίας) πάλιν αναλόγως η δευτέρα και προς τής δευτέρας η Τρίτη και
προς τής τρίτης η καθ’ημάς Ιεραρχία… προς την απάσης ευκοσμίας
υπεράρχιο αρχήν και περάτωσιν Ιεραρχικώς ανάγεται.
Στην αναγωγική μεσολάβηση, όπως και στην καταγωγική όλα ήλθαν από
ψηλά. Δεν υπάρχει λοιπόν παρά μία και η αυτή δραστηριότης (ενέργεια),
η θεαρχική ενέργεια. Και όλο το νόημα τής υπάρξεως τών ιεραρχιών
είναι η συμμετοχή τους σ’αυτή! (Ούρ Ιερ. 165 Β : Έστι γάρ εκάστω των
Ιεραρχίαν κεκληρωμένων η τελείωσις, το κατ’οικείαν αναλογίαν επί το
θεομίμητον αναχθήναι. Και το δή πάντων Θειότερον, ώς τα Λόγιά φησι,
Θεού συνεργόν γένεσθαι (1 Κορ. ΙΙΙ, 9: Και δείξαι την Θείαν ενεργείαν
εν εαυτώ κατά το δυνατόν αναφαινομένην). Έτσι εννοημένη η
αναγωγή κάνει όλους τούς βαθμούς συνεργούς και εκφαντορικούς τής
Θείας ενέργειας. Eίναι λοιπούν διαυγές πόσο αδιαχώριστα βρίσκονται
δεμένα η Θεία δωρεά και η προώθησις τών νόων.
80
δώρο τού Θεού. Θα ήταν ανόητο να αναπαραστήσουμε στον
διασκορπισμό τού χώρου ή στην ακολουθία τού χρόνου δύο κινήσεις
ακριβέστατα ταυτόχρονες οι οποίες είναι σε αμοιβαία αιτιότητα, και τών
οποίων η φύση είναι ολοκληρωτικώς πνευματική.
Αυτή είναι λοιπόν η ενέργεια τής Ιεραρχίας κάτω από την διπλή όψη,
αναγωγική και καταγωγική (κατιούσα). Ουσιαστικά ρυθμιζόμενη από
τον νόμο τής μεσολαβήσεως, λιγότερο τέλεια, λιγότερο νοητή και
λιγότερο καθαρή όσο εκτείνεται προς τους τελευταίους νόες οι οποίοι
αυξάνουν τις εσωτερικές τους αντιστάσεις, πιο τέλεια, πιο νοητή και πιο
καθαρή στην αντίστροφη πορεία, η Ιεραρχική δραστηριότης κάτω από τις
πολλαπλές της μορφές παραμένει πάντοτε μία μετοχή αναλογική στην
ενέργεια τής Θεαρχίας η οποία “ενεργεί τα πάντα στα πάντα” (1 Κορ.
XV, 28, όπως αναφέρεται στο Θείων Ονομ. 596 C : “Όταν δε υποταγή
αυτώ τα πάντα, τότε και αυτός ο Υιός υποταγήσεται τω υποταξάντι αυτώ
81
τα πάντα, ίνα η ο Θεός τα πάντα εν πάσιν”. Θα μπορούσαμε δε να πούμε
ότι όλη η ανάπτυξη του έργου τού Αρεοπαγίτη είναι αυτή η σκέψη και
παρόμοιες οι οποίες σημειώνουν και αναπτύσσουν το Κολ. 1,17: τα
πάντα εν αυτώ συνέστηκεν)!
Εάν από τον καθολικό όρο της θεώσεως περνούμε στον υπολογισμό τών
βασικών της όψεων: της κάθαρσης, του φωτισμού και της
τελειώσεως, κατανοούμε ότι είναι επιπλέον τρείς ενέργειες καθαρά
θεαρχικές ή ακριβέστερα, τρείς όψεις τής ίδιας θεαρχικής
δραστηριότητος (η Θεαρχία τούς εν οίς αν εγγένηται νόας αποκαθαιρεί
πρώτον, είτα φωτισθέντας αποτελειοί προς Θεοειδή τελεσιουργίαν. Εκκλ.
Ιερ. 508 D. Οι τρείς δραστηριότητες είναι ταυτόχρονες, δεν
κατανοούνται με χρονολογική σημασία, αλλά λογική). Στο περί Θείων
ονομάτων αφθονούν τα χωρία τα οποία περιγράφουν την Θεαρχία σαν
αιτία τής καθολικής ενέργειας και τον Θεό σαν παρόντα σε όλα τα όντα
μέσω αυτής τής δραστηριότητος. Θ. Ον. 693 Β: διά ταύτας (τής
αγαθότητος ακτίνας) υπέστησαν αί νοηταί και νοεραί πάσαι και ουσίας
και δυνάμεις και ενέργειαι. 705 C : εξ’αυτού και δι’αυτού… πάσα
δύναμις, πάσα ενέργεια!
82
(τάς προς Θέωσιν ενάντιας αυτώ καταπαλαίσας ενεργείας τε και
ύπαξεις). Εκκλ. Ιερ 404 Α! Και όσοι εγκαταλείπουν την Θεία ζωή
εγκαταλείπονται με την σειρά τους στην πιο βάρβαρη δραστηριότητα
(ενεργουμένους εναγεστάτην ενέργειαν! Εκκλ. Ιερ. 433 D).
83
ονομασίας: την θέωση μέσω τής κάθαρσης τού φωτισμού και τής
τελειώσεως, τα οποία μας έρχονται από την θεαρχία!
84
τήν παρουσία τού Μοναδικού Θεαρχικού πνεύματος το οποίο είναι ο
χορηγός (υφ’ ενός τού Θεαρχικού πνεύματος κεκινημένην. Εκκλ. Ιερ.
432 Β)
85
απ’εκείνου πάλιν εξής διά πάντων εις ταγαθόν… εαυτήν ανακυκλούσα.
Θ. Ον. 713 D). Τώρα εμείς μπορούμε να ταυτοποιήσουμε χωρίς φόβο
τήν Ιεραρχική ενέργεια (δραστηριότητα) κάτω από την τριπλή της
όψη τής κάθαρσης, τού φωτισμού και τής ενώσεως στον έρωτα-
αγάπη, καθότι ο Διονύσιος σημειώνει αδιάκριτα αυτή ή εκείνες σαν
σκοπούς τών διαφόρων Ιεραρχιών. Συμπεραίνεται λοιπόν ότι μία μόνον
δραστηριότητα μένει δυνατή σε όλους τούς βαθμούς τών νόων : η Θεία
αγάπη η ίδια, η οποία μετεχόμενη στις διαφορετικές τάξεις τής Ιεραρχίας
σύμφωνα με την φύση και την αξιοπρέπεια τής κάθε μίας, τούς
επιτρέπει να επιστρέψουν στον Θεό και να ξαναβρούν, σ’αυτή τους την
επιστροφή, όλο αυτό που αγαπά αυθεντικά και αξίζει να αγαπάται.
Φτάσαμε λοιπόν με επιτυχία σ’ένα σταθερό σημείο: δεν υπάρχει παρά
μία μόνη και η ίδια ενέργεια (μία και αυτή ενέργεια) στην Θεαρχία και
στις Ιεραρχίες.
86
Η πρώτη προϋπάρχει όλων των μετοχών και αρκεί στον εαυτό της, οι
δεύτερες ορίζονται σαν μετοχές στην πρώτη και δεν θα μπορούσαν να
υφίστανται χωρίς αυτή. Εμείς έχουμε από το ένα μέρος το ατελείωτο, την
απειροσύνη, την ολότητα, την “αυτοεπάρκεια” η οποία ξεφεύγει από
κάθε μέτρο και από το άλλο, τον καθορισμό, τον περιορισμό, την ένδεια.
Θεωρημένες σ’αυτή την προοπτική, οι Ιεραρχικές ενέργειες οι οποίες
μετέχονται μάς φαίνονται σαν ουσιωδώς ανόμοιες σε σχέση με την
Θεαρχική ενέργεια από την οποία προέρχονται όλες και αντιστρόφως,
στην ίδια τους τήν ανομοιότητα, σαν ουσιωδώς όμοιες μεταξύ τους. Στην
δραστηριότητά τους, όπως και στην φύση τους, οι Ιεραρχικές τάξεις
απαντούν σ’αυτόν τον ορισμό, που δεν τον εφάρμοσε καθαρά σ’αυτές
όμως ο Διονύσιος : συνιστούν ανόμοιες ομοιότητες! [Αυτή η ιδέα τής
ανόμοιας ομοιότητος είναι οικεία σε όλα τα νεοπλατωνικά συστήματα.
Είναι στενά συνδεδεμένη στην έννοια τής αναλογίας. Η πρόοδος δεν
είναι δυνατή παρά μόνον χάρις στην ομοιότητα (στοιχεία Θεολ. Πρ. 29,
Πρόκλος: Πάσα πρόοδος δι’ομοιότητος αποτελείσθαι τών δευτέρων
προς τά πρώτα). Ο ίδιος νόμος και για την μεταστροφή. Προτ. 32: Πάσα
επιστροφή δι’ομοιότητος αποτελείται τών επιστρεφομένων προς ό
επιστρέφεται! Αλλά αυτή η ίδια η ομοιότης φέρει μία ανομοιότητα η
οποία είναι το αποτέλεσμα τής προόδου και ακριβώς το σημείο
εκκινήσεως τής επιστροφής. Η ετερότης τών όρων είναι η συνθήκη τής
διπλής διαλεκτικής, στον ίδιο τίτλο τής ομοιότητος των. Προτ. 32:
συνδέει δε πάντα η ομοιότης, ώσπερ διακρίνει η ανομοιότης και
διίστησιν].
87
Κεφάλαιο τέταρτο. - Η ιεραρχική επιστήμη!
88
θέλει μία και την ίδια πραγματικότητα στην γνώση και στην θέωση).
Αυτές όμως είναι και οι όψεις οι ίδιες τής Ιεραρχικής ενέργειας. Αυτοί
είναι και οι σκοποί που ορίζει σε κάθε ιεραρχία ο Διονύσιος, είτε την
υπολογίζει σαν τάξη ή σαν ενέργεια. Ταυτόσημες στούς σκοπούς τους
και στις όψεις τους, ενέργεια και τάξις Ιεραρχικές είναι επίσης και στην
πρόοδο τους. Η αναγωγική και η καταγωγική διαμεσολάβηση παίζουν
ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και για την επιστήμη και για την ενέργεια: από
τις τελευταίες ουσίες στις πρώτες εάν πρόκειται για την αναγωγική
μεσολάβηση, από τις πρώτες στις τελευταίες εάν πρόκειται για την
καταγωγική μεσολάβηση! Και η Θεία επιστήμη, όπως και η ενέργεια,
είναι μετεχόμενη με διαφορετικό τρόπο από τους διάφορους νόες,
λαμβάνοντας υπ’όψιν τής πνευματικής τους δεκτικότητος (αναλογία) και
τής αντίστοιχης αξίας τους! (Ούρ. Ιερ. 212 Α, όπου η πρώτη ουράνιος
ιεραρχία είναι θεαρχικής επιστήμης και γνώσεως εν μετουσία κατά
θεμιτόν γιγνομένη). Το θεμιτόν αντιστοιχεί στην αναλογία. Εκκλ. Ιερ.
Ο επίσκοπος καθοδηγεί τούς υποτελείς του στην επιστήμη που τους
αρμόζει (αναλόγως αυτοίς). Εκκλ. Ιερ. 532 C : ο άγιος λαός υψώνεται και
αυτός στην αγάπη τής επιστήμης των Θείων πραγμάτων σύμφωνα με την
αναλογία του (προς τον Θείον τής επιστήμης αυτών έρωτα ταις
αναγωγικαίς αυτών δυνάμεσιν αναλόγως αναπτερουμένη)! (Ούρ. Ιερ. 209
C/D : η επιστήμη δίδεται στον καθένα σύμφωνα με την αξία του : τη
κατ’αξίαν ενδιδομένη γνώσει ή κατά τάξιν). (Εκκλ. Ιερ: 372 D : ο
επίσκοπος μυεί τούς υποτακτικούς του και τούς ενώνει στον Θεό
κατ’αξίαν εκάστω).
Αλλά σε κάθε νέα μετάδοση, η γνώση χάνει λίγο από την λαμπρότητά
της. Μέσω τού τελευταίου βαθμού τής τρίτης ουράνιας Ιεραρχίας, η
θεαρχική γνώση διέρχεται στην δική μας ανθρώπινη ιεραρχία! Αυτή
παραδίδεται κατά πρώτον στούς Επισκόπους. Από αυτούς φθάνει στους
Ιερείς και στην συνέχεια στους Διακόνους. Σ’αυτή την μετοχή, οι πρώτες
αγγελικές ουσίες έχουν λοιπόν ακόμη τον πιο σημαντικό ρόλο, καθότι
την προσλαμβάνουν χωρίς μεσολαβήσεις αμέσως! Μέσω αυτών, όπως η
ενέργεια, η γνώση της Θεαρχίας μεταδίδεται στην δεύτερη ουράνιο
Ιεραρχία και από αυτή στην Τρίτη! Από την οποία μεταδίδεται στην
ανθρώπινη Ιεραρχία. Κάθε μία από αυτές τις τάξεις τού κλήρου
διδάσκει ένα μέρος τών πιστών: ο Επίσκοπος τούς τελείους
(θεωμένους), ο Ιερέας τούς φωτισμένους, ο διάκονος τούς
κεκαθαρμένους. Και έτσι ολοκληρώνεται, όπως και για την ενέργεια η
προοδευτική ακτινοβολία η οποία προοδευτικά συσκοτίζεται, τής
γνώσης, μέσω τών Ιεραρχικών νόων. Κάθε τάξις είναι ουσιωδώς
μεταδιδόμενη με την διδασκαλία! Δεν γνωρίζεται ο Θεός από εμάς
μόνους μας! (Μόνον ο Χριστός). Πρέπει η γνώση, όπως και η θεοποιός
ενέργεια, να αναμένεται και να λαμβάνεται από ψηλά και μόνον μέσω
89
τής μεσολαβήσεως τής αμέσως ανώτερης τάξεως, μία δεδομένη τάξις
μπορεί να υψωθεί στην μία και στην άλλη. Η παράβαση αυτού του
κανόνος θα ήταν μία υπερήφανη ύβρις η οποία δεν άργησε επίσης να
γίνει αιτία καταστροφών τών νόων. Για την τελειότητα τής γνώσεως
τής πρώτης ουράνιας Ιεραρχίας, Ουρ. Ιερ. 208 C: Οι πρώτες αγγελικές
ουσίες είναι τέλειες, διότι οι πρώτες, σε ένα υψηλότατο βαθμό, είναι
πλήρως θεωμένες, σύμφωνα με την υψηλότατη επιστήμη τών Θείων
ενεργειών η οποία αρμόζει στους αγγέλους (ως πρώτης, και
υπερεχούσης θεώσεως αποπληρουμένας, κατά την υπερτατην ως εν
αγγέλοις των Θεοργιών επιστήμην). Σ’αυτές τις πρώτες ουσίες, ο
Ιησούς εμφανίζεται άμεσα. Ουρ. Ιερ. 209 Β: ταύτας αυτόν Ιησούν
αμέσως μυούντα! Περί τής αρχής τής μεταδόσεως τής Ιεραρχικής
επιστήμης (γνώσεως) γενικά, Ουρ. Ιερ. 209 Α: τας μέν υφειμένας των
ουρανίων ουσιών διακοσμήσεις, προς των υπερβεβηκυιών ευκόσμως
εκδιδάσκεσθαι τας θεουργικάς επιστήμας. Για την μετάδοση τής
επιστήμης από την πρώτη στην δεύτερη Ιεραρχία. Ούρ. Ιερ. 212 Β : την
Θεολογικήν επιστήμην η πρώτη διακόσμησις, ώς θεμιτόν, ελλαμφθείσα
προς την Θεαρχικής αγαθότητος ταύτης, ως αγαθοειδής Ιεραρχία και τοις
μετ’αυτών εξής μεταδέδωκεν…
90
δεν μπορεί να φθάσει στους νόες παρά μόνον από τον ίδιο τον Θεό (Περί
Θ. Ονομ. 705 C/D: εξ’αυτού και δι’αυτού… πάσα επιστήμη) και μόνον
στις συνθήκες οι οποίες έχουν ορισθεί από Αυτόν. (Δηλαδή οι νόμοι τής
Ιεραρχικής μεσολαβήσεως). Μέσω τών ιδίων οδών που
χρησιμοποιήσαμε για να δείξουμε την μοναδικότητα τής ιεραρχικής
ενέργειας (δραστηριότητος) είναι λοιπόν δυνατόν να ορίσουμε ότι
υπάρχει μία μόνον επιστήμη, οποιονδήποτε βαθμό τής Ιεραρχίας και αν
υπολογίσουμε. Οι μετοχές, ακόμη, είναι διαφορετικές και η επιστήμη
καλύπτει βαθμούς αρκετά διαφορετικούς σύμφωνα με τις διαφορετικές
τάξεις. Αλλά κατά βάθος αυτή η επιστήμη παραμένει ίδια καθώς έχει τον
Θεό σαν μοναδικό αντικείμενο, από την στιγμή που έχει την πηγή της
πρωταρχικώς και ουσιωδώς στο ίδιο το αντικείμενο και καθώς εν τέλει
μόνον μέσω τής τέλειας ενοποιήσεως τής ζωής, μέσω τής τελειότητος τής
Θείας αγάπης σε μας, στά Ιεραρχικά πλαίσια, μπορούμε να αναχθούμε
στον πιο υψηλό βαθμό αυτής τής επιστήμης (Εκκλ. Ιερ. 565 C: προς
Θειοτέραν έξιν και αναγωγήν έρωτι Θείω και ενεργείαις Ιεραίς
αποτελεσθείς, υπό τής τελεταρχικής ελλάμψεως αναχθήση προς τήν
υπέρτατην αυτών (των Θείων μυστηρίων) επιστήμην). Τελειότης τής
συμπεριφοράς, τελειότης τής Θείας αγάπης, τελειότης τής θεώσεως κάτω
από την τριπλή της όψη τής κάθαρσης, τού φωτισμού και τής ένωσης,
τελειότης τής επιστήμης: αυτές οι εκφράσεις είναι, κατά κάποιο τρόπο,
ισάξιες, καθώς εμπλέκουν όλη την οικείωση και απόκτηση τών νόων εκ
μέρους τού Θεού, στο μέτρο το ίδιο και σύμφωνα με τους τρόπους
(αναλογία, θεσμοθεσία) που ο Θεός όρισε για καθεμιά τους!
91
2. Οι διακριτοί χαρακτήρες τής Ιεραρχικής επιστήμης!
Η ιεραρχική επιστήμη θεωρεί τήν θέωση από την οπτική γωνία τής
γνώσεως η οποία είναι αχώριστος. Δεν πρόκειται για ένα οποιοδήποτε
είδος γνώσεως: ούτε η ρητορική, ούτε η γεωμετρία, ούτε η ποίηση, ούτε
η αστρονομία, ούτε η “μουσική” τραβούν καθαυτές τήν προσοχή τού
Διονυσίου: αυτές δεν αξίζουν στα μάτια του ούτε το όνομα τής
επιστήμης. Η αληθινή επιστήμη μπορεί να έχει σαν αντικείμενο μόνο
τον Θεό και τα Θεία πράγματα. Και γι’αυτό αυτός ο όρος συνοδεύεται
συχνά από ένα επίθετο Ιερής σημασίας (Θεολογικός, Θεοπαράδοτος,
θεαρχικός, ένθεος, Θείος, Ιερός, μυστικός, λειτουργικός, τέλειος,
τελειωτικός, πάνσοφος) ή ενός ισάξιου ορισμού: (Ουρ. Ιερ. 208 C: την
υπέρτατην ώς εν αγγέλοις τών θεουργιών επιστήμην! Εκκλ. Ιερ. 480 C:
των θείων επιστήμην και νόησιν. Εκκλ. Ιερ.: τελειωτικής τών θεουργιών
γνώσεως και επιστήμης!)
92
Είναι προφανές εδώ αυτό που πλησιάζει τον όρο τού Διονύσιου στον
πλατωνικό όρο τής επιστήμης. Για τον Πλάτωνα δεν υπάρχει επιστήμη
παρά μόνον τών Θείων πραγμάτων. Να λοιπόν αυτά τα πράγματα στην
σειρά και την τάξη τής αύξουσας αξιοπρέπειάς τους: Ο κόσμος πέραν τής
σελήνης ο οποίος αντιπροσωπεύει τήν ορατή έκφραση ενός τέλειου
συνδυασμού αριθμών, ο κόσμος τών ιδεών και τέλος στην κορυφήν η
ιδέα τού αγαθού. Σε έναν τέτοιο κόσμο είναι δυνατόν να υπάρξει μία
επιστήμη, δηλαδή μία επιστήμη τού αναγκαίου διότι το όλον στηρίζεται
από νοητές σχέσεις οι οποίες υπήρξαν πάντοτε αληθινές και πάντοτε θα
είναι. Στον υποσελήνιο κόσμο, αντιθέτως και ιδιαιτέρως στην γή η οποία
αντιπροσωπεύει το ακραίο σημείο τής κενότητος και τής αταξίας,
μπορούμε να περιμένουμε μόνον πρόχειρες προσεγγίσεις, γνώμες (δόξαι)
ή φαντασίες ακόμη λιγότερο θεμελιωμένες. Έτσι ενώ το βασίλειο τής
τάξης αντιστοιχεί σ’εκείνο τής επιστήμης, στο βασίλειο τής αταξίας,
αντιστοιχεί εκείνο τής γνώμης (δόξα) από το οποίο δεν μπορούμε νά
περιμένουμε παρά πρόχειρες και χωρίς καθολικότητα διατυπώσεις!
93
αστρικό κόσμο αυτής της αγγελικής ιεραρχίας, ούτε δε ακόμη
περισσότερο να ταυτίζει έναν τέτοιο άγγελο σε ένα συγκεκριμένο άστρο.
94
Αποκάλυψη και επομένως στην επιστήμη που έχουμε τού Θεού, από την
Π.Δ. στην Κ.Δ. Στην πρώτη αντιστοιχεί η κατά νόμου ιεραρχία (Εκκλ.
Ιερ. 501 Β, 440 Α, 392 C), η οποία αντιπροσωπεύει την αλήθεια με
εικόνες σκοτεινές (Ουρ. Ιερ. 501 Β: αμυδραίς τών αληθών εικόσι) με
μιμήσεις πολύ απόμακρες από τα μοντέλλα τους (και πορρωτάτοις των
αρχετύπων απεικονίμασι), με αινίγματα δύσκολα στην κατανόηση
(δυσθεωρήτοις). Η δεύτερη μάς προσφέρει την Εκκλησιαστική
Ιεραρχία η οποία μάς ανυψώνει έναν βαθμό στην γνώση τού Θεού, διότι
τοποθετείται ανάμεσα στην κατά νόμον Ιεραρχία και τήν ουράνιο και
μετέχει τών δύο (Εκκλ. Ιερ. 501 C-D: Έστι δε και ουρανία και νομική
κοινωνικώς τή μεσότητι τών άκρων αντιλαμβανομένη). Από την
Ουράνιο Ιεραρχία λαμβάνει τις νοερές θεωρίες (τη μέν κοινωνούσα ταίς
νοεραίς θεωρίαις). Από την νομική Ιεραρχία λαμβάνει τον αισθητό
συμβολισμό ο οποίος την ανυψώνει μέχρι τον Θεό (Εκκλ. Ιερ. 501 D:
τη δε ότι και σύμβολοις αισθητοίς ποικίλλεται και δι’αυτών Ιερώς επί το
Θείον ανάγεται). Η Εκκλησιαστική Ιεραρχία τής Κ.Δ. είναι καλύτερα
εκπαιδευμένη στα Θεία μυστήρια από όσο ήταν η κατά νόμου Ιεραρχία.
Και είναι μέσα στον χρόνο και τον χώρο που ενεργήθηκε αυτή η
πρόοδος.
95
λοιπόν επιπλέον η πλατωνική επιστήμη προσλαμβάνεται με μία
Χριστιανική σημασία. Η επιστήμη πρέπει να κατέλθει στον χρόνο. Στο
πεδίο τού γίγνεσθαι. Κάτι που την αντιθέτει όχι τόσο στον Πλάτωνα, όσο
στον Πλωτίνο και τον Πορφύριο.
Μία τέτοια γνώση δεν διαχωρίζεται από την αγάπη και είναι πράγματι η
αγάπη η οποία τήν καθιστά δυνατή και τήν πραγματοποιεί (Θ. Ονομ. 713
A/D). Αυτή η αγάπη υποχρεώνει το Θεό να αποκαλυφθεί στους νόες τών
ανθρώπων, κατ’ αρχάς μέσω τών Θεολόγων τής Π.Δ. και στην συνέχεια
και πάνω απ’όλα μέσω τού ενσαρκωμένου Λόγου. Προσλαμβάνοντας
την φύση μας, το δεύτερο πρόσωπο τής Θεότητος, έγινε ένας από εμάς,
για να μας οδηγήσει όλους μαζί στην αληθινή επιστήμη και στην θέωση.
Και γι’αυτό ο Διονύσιος τού ζητά να είναι ο οδηγός του και ο δάσκαλός
του στις Θεολογικές εκθέσεις πού αναλαμβάνει (ουρ. Ιερ. 145 Β). Αυτές
είναι οι συνθήκες τής επιστήμης τού Αρεοπαγίτη: τείνει στην γνώση τής
Τριάδος, την οποία όμως μας αποκαλύπτει ο ενσαρκωθείς Λόγος,
εισάγοντας τούς κτιστούς νόες στον κύκλο τής αγάπης ο οποίος ξεκινά
από τον Θεό και επαναφέρει το πάν σ’ Αυτόν.
96
Αφού διακρίναμε την αρεοπαγίτικη έννοια τής επιστήμης από τις
παραπλήσιες έννοιες τής τάξεως και τής ενέργειας (δραστηριότητος)
αφού υπογραμμίσαμε τα σημεία στα οποία διαφέρει από την πλατωνική
επιστήμη, συμφέρει, για να ολοκληρώσουμε, να κάνουμε μία ανάλογη
διάκριση ανάμεσα σε επιστήμη και φωτισμό, ανάμεσα σε επιστήμη και
διαλογισμό και τέλος ανάμεσα σε επιστήμη και προσευχή.
97
Θείες ελλάμψεις (Ουρ. Ιερ. 340 Α/Β) και κάνουν συμμέτοχους τους
αγίους ανθρώπους στις χαρές του Θεού και των αγγέλων, στην
περίπτωση της επιστροφής ενός αμαρτωλού. Σε όλες αυτές τις
περιπτώσεις, η έλλαμψις παρουσιάζει μία επέκταση ευρύτερη της
επιστήμης.
Αυτός ο ίδιος λόγος ισχύει για την διάκριση τής θεωρίας και της
επιστήμης. Η θεωρία χαρακτηρίζει ουσιαστικά τις μεσαίες τάξεις (εδώ
θα μπορούσαμε να θέσουμε το ερώτημα τής γνώσεως αυτού που
διακρίνει την θεωρία από την έλλαμψη. Και οι δύο ανήκουν κυρίως στις
μεσαίες τάξεις. Αλλά ενώ στην θεωρία ανήκει μάλλον η ιδιαίτερη
διαδρομή τού νού (τού θεωρητικού) η οποία τονίζεται, στην έλλαμψη,
μοιάζει να μετακινείται ο τονισμός στο δώρο τού Θεού, το οποίο εξάλλου
μπορεί να μην είναι ένα δώρο αποκλειστικά διανοητικό). Ο Άγιος Λαός,
ο οποίος είναι ενδιάμεσος ανάμεσα στην τάξη των κεκαθαρμένων και
την τέλεια τάξη των μοναχών, ονομάζεται θεωρητική τάξις. (Εκκλ.
Ιερ. 536 D και 532 Β). Στην μεσαία τάξη αντιστοιχούν πράγματι η
θεωρητική αρετή και η έλλαμψη (ο φωτισμός), ενώ οι ανώτερες τάξεις
διαθέτουν επιπλέον την επιστήμη η οποία τελειοποιεί. (Εκκλ. Ιερ. 504 Β:
Μέση δε μετά την κάθαρσιν η φωτιζομένη και τινων ιερών θεωρητική.
Τελευταία δε και θειοτέρα των άλλων η των ιερών φωτισμών, ών
εγεγόνες θεωρός ελλαμπομένη την τελειωτικήν επιστήμην). Η μεσαία
τάξις τής ιεραρχίας ανυψώνει εις θεωρητικήν έξιν και δύναμιν τον
άγιο λαό. Αλλά η τάξις των μοναχών, η οποία είναι η τέλεια τάξις,
οδηγείται στην κορυφή της ιεραρχικής επιστήμης μέσω τής πιο υψηλής
τάξεως τής ιεραρχίας. Και η γνώση των υψηλών μυστηρίων που έχουν
οι μοναχοί είναι πιο υψηλή από την θεωρία του λαού του αγίου!
(Εκκλ. Ιερ. 536 C: Ού θεωρητικός μόνον έσται των κατ’αυτόν ιερών,
ουδέ κατά μέσην τάξιν επί την κοινωνίαν ήξει τών ιερωτάτων συμβόλων,
98
αλλά μετά Θείας τών υπ’αυτού μετεχομένων ιερών γνώσεως ετέρω
τρόπω παρά τον ιερόν λαόν επί την μετάληψιν ήξει της θεαρχικής
κοινωνίας). Η διάκριση λοιπόν ανάμεσα στην θεωρία και την
επιστήμη είναι ξεκάθαρη στην Εκκλ. Ιεραρχία!
Και τέλος η Ιεραρχική επιστήμη διακρίνεται από την προσευχή και από
την πίστη! Το θέμα τών σχέσεων τους δεν έχει τεθεί καθαρά από τον
Διονύσιο, αλλά τα δεδομένα τού Αρεοπαγιτικού Corpus μάς επιτρέπουν
να απαντήσουμε με επαρκή ακρίβεια! Οι πραγματείες ξεκινούν με
μίαπρόσκληση στην προσευχή (Περί Θ. Ονομάτων 589 Α/Β. Εδώ ο
Διονύσιος μάς καλεί να δοξάσουμε τόν Υπερβατικό Θεό μέσω τού
σεβασμού τής νοήσεώς μας - Ιεραίς νόος ευλαβείας) και μέσω μιάς
σοφής σιγής (σώφρονι σιγή τιμώντες). Βλέπει δε σ’αυτή την συνήθεια
την κατάσταση τού φωτισμού μας. (Θ. Ονομ. 680 B/D). Εδώ εκθέτει μία
αληθινή θεωρία τής προσευχής. Από εδώ οφείλουν να ξεκινήσουν οι
θεολογικές μας έρευνες, διότι μάς πλησιάζει στην Τριάδα και μάς
καθιστά περισσότερο παρόντες σ’αυτή! (Χρή γάρ ημάς ταίς ευχαίς
πρώτον επ' αυτήν [την αγίαν Τριάδα] ως αγαθαρχίαν προσανάγεσθαι! Θ.
Ον. 680 D: Διό και πρό παντός και μάλλον θεολογίας, τής ευχής
απάρχεσθαι χρεών….). Η Τριάδα δεν είναι βεβαίως απούσα καθότι δεν
είναι στον χώρο και αυτή δεν περνά από το ένα μέρος στο άλλο. Αυτή
είναι παρούσα στο πάν, αλλά δεν της είναι παρόν το πάν. (Θ. Ονομ. 680
99
Β: Aὐτὴ γὰρ οὔτε ἐν τόπῳ ἔστιν, ἵνα καὶ ἀπῇ τινος ἢ ἐξ ἑτέρων εἰς ἕτερα
μεταβῇ… Καὶ γὰρ αὐτὴ μὲν ἅπασι πάρεστιν, οὐ πάντα δὲ αὐτῇ πάρεστι).
Ο ρόλος τής προσευχής συνίσταται ακριβώς στην ανύψωσί μας προς
τον Θεό, την τοποθέτησί μας στα χέρια του και στην ένωσί μας μαζί Του!
(Θ. Ον. 680 C: Ἡμᾶς οὖν αὐτοὺς ταῖς εὐχαῖς ἀνατείνωμεν ἐπὶ τὴν τῶν
θείων καὶ ἀγαθῶν ἀκτίνων ὑψηλοτέραν ἀνάνευσιν).
Αυτό το δόγμα εξηγείται μέσω τής σύγκρισης τής αλυσσίδας και τού
σχοινιού (σειρά, πείσμα): Ας προσπαθήσουμε λοιπόν με τις προσευχές
μας νά υψωθούμε μέχρι την κορυφή αυτών τών Θείων ακτίνων τών τόσο
ευλογημένων σαν να αρπάζουμε, για να τραβήξουμε με επιμονή προς
εμάς με τα δύο εναλλασσόμενα χέρια μας, μία αλυσσίδα απείρως
φωτεινή (πολυφώτου σειράς) η οποία κρέμεται από ψηλά στους
ουρανούς και κατέρχεται μέχρι εμάς (ἐκ τῆς οὐρανίας ἀκρότητος
ἠρτημένης, εἰς δεῦρο δὲ καθηκούσης). Θα έχουμε την εντύπωση ότι την
τραβάμε προς τα κάτω, αλλά στην πραγματικότητα, η προσπάθεια μας
δεν θα μπορούσε να την μετακινήσει, γιατί είναι ολοκληρωτικώς
παρούσα υψηλά και χαμηλά και μάλλον θα είμαστε εμείς οι ίδιοι που θα
υψωθούμε (ἀλλ' αὐτοὶ ἡμεῖς ἀνηγόμεθα) προς την πιο υψηλή λάμψη μιας
τέλειας φωτεινής ακτινοβολίας. Με τον ίδιο τρόπο, εάν έχουμε ανέβει σε
ένα πλοίο και μας είχαν ρίξει, για να μας βοηθήσουν, σκοινιά δεμένα σε
βράχους, στ’αλήθεια, δεν θα τραβήξουμε προς εμάς τον βράχο, αλλά θα
σύρουμε εμάς τούς ίδιους και μαζί μας το πλοιάριό μας προς τον βράχο
(Θ.Ον. 680 C: αλλ’ ημάς αυτούς τω αληθεί και την ναύν επί τήν πέτραν
προσήγομεν). Ετσι η προσευχή είναι αναγωγική (προσανάγεσθαι,
αναγόμεθα), μάς πλησιάζει στον Θεό (πλησιάζοντας) μάς καθιστά
παρόντες (τότε και ημείς αυτή πάρεσμεν), μάς θέτει στα χέρια του
(εγχειρίζοντας) και μάς ενώνει μ’αυτόν (και ενούντας).
Αλλά η γνώση είναι και αυτή ενοποιός (Θ. Ονομ. 872 C). Πρέπει λοιπόν
να ενώσουμε, να ταυτίσουμε επιστήμη και προσευχή, ή τουλάχιστον να
αποδώσουμε σ’αυτή μία ίση σπουδαιότητα;
100
αποκαλύψεις. Έτσι εννοημένη, μοιάζει ουσιαστικά σαν μία πορεία
ταπεινοφροσύνης και γλυκύτητος, σαν ένα κάλεσμα στην χάρη από
ψηλά, που πρέπει να μας διδάξει και να μας θεώσει! Αλλά αυτό το
κάλεσμα προϋποθέτει τήν καθαρότητα και την μεταστροφή τού νού (Θ.
Ονομ. 680 Β: πανάγνοις μέν ευχαίς, ανεπιθολώτω δε νώ!). Για να
προσευχηθούμε, αυτός πρέπει ήδη να έχει εγκαταλείψει τόν εαυτό του,
με μία ενέργεια η οποία θά τον έχει οδηγήσει να αναγνωρίσει τα όρια του
και να τα ξεπεράσει! Εάν λοιπόν με μία έννοια, η προσευχή προηγείται
τής εργασίας τού νού, με μία άλλη, πρέπει να πούμε ότι τον ακολουθεί,
καθότι αυτή ακολουθεί φυσιολογικά τήν συνειδητοποίησή μας τής
ουσιαστικής μας ανεπάρκειας (Είναι ένα αποτέλεσμα τής χάρης τού
φωτισμού. Εκκλ. Ιερ. 400 B/C).
101
δώρο τού εαυτού, τού νού, στον Θεό, παθητικότης κάτω από την
ενέργειά Του, συμπάθεια, παρά μία ενέργεια καθαρή τού νού. Επομένως
ο νους και η προσευχή εμφανίζονται σαν δύο πραγματικότητες στενά
δεμένες μεταξύ τους οι οποίες επιτρέπουν την πρόσβαση στους νόες
σ’αυτή την υπέρτατη και απλούστατη γνώση η οποία συνιστά την ένωση
με τον Θεό, χωρίς να εξαφανίζονται οι ενέργειες τών νόων οι οποίο
αντλούν από αυτή την ένωση, όλο τους το φως και την δύναμη.
102