Professional Documents
Culture Documents
Ο ΝΙΤΣΕ ΚΑΙ Η
ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ (1999)
Εκδόσεις Αμέθυστος
http://amethystosbooks.blogspot.com/
Δεν είναι εύκολο για μένα να μιλήσω για ένα θέμα το οποίο μας οδήγησε
εδώ από το ενδιαφέρον μας για μια πιο βαθιά προσέγγιση του
προβλήματος “φιλοσοφία και φιλολογία στην σκέψη του Νίτσε”! Όπως
δεν είναι εύκολο επίσης και να εμπλέξουμε την σκέψη του Χάιντεγκερ με
το θέμα μας. Καθότι και ο Χάιντεγκερ στις τελευταίες δεκαετίες της ζωής
του διεξήγαγε μια συζήτηση ζωτικής σημασίας γι’αυτόν, σε έναν διάλογο
σε δύο φωνές με έναν Νίτσε τον οποίο πρέπει να ξανασκεφτούμε.
2
Ποια ήταν στην Γερμανία και στον κόσμο γενικά η πρόσληψη του
Νίτσε γύρω στο 1900; Αυτό μπορεί να μας το φανερώσει ένα ανέκδοτο.
Ο Πατέρας του μεγάλου φιλολόγου Karl Reinhardt, ο οποίος υπήρξε ο
διευθυντής ενός γυμνασίου τής Φραγκφούρτης και σαν τέτοιος εισήγαγε
νέες μορφές πολιτισμικής διαπαιδαγωγήσεως, δέχθηκε μια μέρα την
επίσκεψη ενός φίλου τού Νίτσε, του Paul Deusseu, ένα όνομα πολύ
γνωστό λόγω των μεταφράσεών του από τα σανσκριτικά, και γενικώς για
την άνεση με την οποία διάβαζε τις ουπανισάδες, λες και οι Ινδικές
θεωρίες της σοφίας, ήταν το δόγμα του Κάντ. Το “ίδιο το ανέκδοτο” είναι
πάντως αληθινό και οι μαρτυρίες πειστικές, μάς
φανερώνει δε πολύ καλά πώς ήταν τα πράγματα! Ο
Deussen λοιπόν ήταν φιλοξενούμενος στο σπίτι
του πατέρα τού Reinhardt και κατεβαίνοντας τις
σκάλες είπε: “έμαθες, τώρα ανακάλυψαν πώς ο
Νίτσε είναι ένας μεγάλος άνθρωπος. Δεν είναι
στ’ αλήθεια γελοίο το πράγμα;”. Αυτή ήταν η
πρόσληψη του Νίτσε και ας δώσουμε προσοχή,
από μέρους ενός συμμαθητού και φίλου και
συμφοιτητού τού Νίτσε. Και ο Deussen δεν ήταν
κάποιος, αλλά ένας ινδολόγος διεθνούς φήμης και ένας φιλόσοφος. Έτσι
λοιπόν ξεκίνησε η πρόσληψη του Νίτσε: δεν είχε γίνει κατανοητό ούτε
καν αυτό που συνέβαινε. Η τραγωδία του Νίτσε και της ζωής του είναι
πολύ γνωστά και δεν υπάρχει κάποια ανάγκη να τα θυμηθούμε. Παρ’όλα
αυτά πρέπει να αναρωτηθούμε, πώς και γιατί μόνον μετά τον θάνατο τού
Νίτσε η μορφή του σαν στοχαστού και οι ενέργειες τής σκέψης του
έγιναν τόσο έντονα και δυνατά εκμεταλλεύσιμα;!
Σχετικά μ’αυτό πρέπει να θυμηθώ πρώτα απ’όλα πως την περίοδο κατά
την οποία εγώ ο ίδιος, κατά την διάρκεια τού πρώτου παγκοσμίου
πολέμου και του τέλους του, άρχισα να μελετώ, ο Νίτσε, άρχιζε να
προσλαμβάνεται πολύ σιγά, αργά, στον ακαδημαϊκό κόσμο. Πριν του
1918 πάντως, κάνοντας την εξαίρεση του Georg Simmel, δεν μου είναι
γνωστή καμία περίπτωση κάποιου καθηγητού της φιλοσοφίας ο οποίος
θα είχε τολμήσει να κάνει έστω ένα μάθημα στον Νίτσε. Θα είχε
ζημιώσει αυτομάτως την αξιοπιστία του στην φιλοσοφική του ικανότητα.
Αλλά τώρα τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Θυμάμαι τον ρόλο που
είχε σ’αυτό το θέμα ο Max Scheler, ένας με ιδιαιτέρως μεγάλο
αισθητήριο τού πνεύματος τής εποχής γύρω στα μισά του εικοστού
3
αιώνος. Ο Max Scheler ο ίδιος επίκειται ακόμη πάνω
μας σαν μία μοίρα, προάγγελος νέων, φρέσκων
προβληματισμών για το μέλλον μας. Ο Scheler
ανέπτυξε την φαινομενολογία των αξιών. Αυτή είναι
μία όψη η οποία μπορεί να θεωρηθεί σαν κατεκτημένη
ήδη από τον Νίτσε. Είναι γνωστός πράγματι, σαν
αυτός που θέλησε να αναποδογυρίσει όλες τις αξίες.
Στα ίχνη του Σέλλερ, ένας από τους πρώτους
δασκάλους μου της φιλοσοφίας, ο Nicolai Hartmann,
στην συνέχεια ανέπτυξε στην Ηθική του αυτή την
φιλοσοφία των αξιών σ’ένα ολόκληρο σύμπαν του
συστήματος των αξιών, εμπνευσμένος από τον Νίτσε
και με την ενθάρρυνση του Σέλλερ, όπως ακουγόταν.
Σ’αυτό βρίσκεται ανάμεσα στις άλλες και η αξία τού “περνώ από
μπροστά”. Μία πολύ λεπτή παρατήρηση τού Χάρτμανν πάνω στην οποία
ακόμη και σήμερα θα έχουμε την ευκαιρία να στοχαστούμε, στην βάση
μιας ποιητικής δοκιμής την οποία έχω κατά νου να σας προσφέρω στο
τέλος της ανακοινώσεως.
4
απόλυτη προοπτική και αυτό για
πολιτικούς σκοπούς. Και μπορούμε να
φανταστούμε σχετικά εύκολα πως
γι’αυτόν τον σκοπό, συκοφαντήθηκε ο
Νίτσε. Μετά το τέλος του Τρίτου Ράιχ, οι
Ρώσοι απαίτησαν από μένα, που ήμουν
τότε πρύτανης στο πανεπιστήμιο της Λειψίας, να διαγράψω το όνομα του
Νίτσε από την τιμητική λίστα των ονομάτων των φοιτητών του
πανεπιστημίου της Λειψίας, μία λίστα η οποία άρχιζε με τα ονόματα του
Altdorfer, του Durer, κτλ. Η απάντησή μου ήταν: “Αυτό δεν γίνεται.
Απλώς μ’αυτόν τον τρόπο γινόμαστε γελοίοι”. Και τότε πρότεινα να
διαγραφούν όλα τα ονόματα, δηλαδή όλη η τιμητική λίστα. Και έτσι
έγινε. Ο Ρώσος αξιωματικός εκτέλεσε την διαταγή του! Δεν υπέκυψα.
Καθώς δε δεν είχα καμία εξουσία προσπάθησα να καταστήσω σαφέστατη
μ’αυτόν τον τρόπο την ανοησία. Η λίστα δεν ξανακυκλοφόρησε στον
Οδηγό στην Σχολή, μέχρι το τέλος αυτού του καθεστώτος.
5
μεγάλων προοδευτικών ιδανικών των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων.
Οπότε εγώ απάντησα: “Αλλά κύριε Χορκχάιμερ δεν θα θέλατε να κάνετε
τον Νίτσε έναν κοινωνικό μεταρρυθμιστή!” Αυτό ήταν το σημείο της
βλάβης!
Τί πράγμα έχουμε εδώ σαν θέμα μας; Αυτό το θέμα είναι το αντικείμενο
μιας μεγάλης συζήτησης στην Ευρώπη και ιδιαιτέρως στην Γαλλία.
Καθότι εκεί, μετά την ανακάλυψη του Χέγκελ, και μία Χάιντεγκεριανή
φάση, έγινε ο Νίτσε το κυριότερο θέμα της συζητήσεως. Δεν μπορώ και
δεν θέλω να εξετάσω εδώ αυτές τις διαμάχες. Το έκανα στα τελευταία
μου έργα και επι πλέον εμφανίστηκαν πιο νεαρές δυνάμεις που έχουν
κληθεί σ’αυτό, οι οποίες μπορούν να δουν τα πράγματα καλύτερα από
μένα! Εγώ θέλω μόνο να θυμίσω για τί πράγμα πρόκειται : “Πρόκειται
για το ερώτημα περί του ξεπεράσματος της μεταφυσικής”. Αυτή είναι
στην πραγματικότητα η προβληματική για την οποία ο Νίτσε ο ίδιος δεν
μπορεί πλέον να απαντήσει, καλούμαστε όλοι μας στο έργο της
προσπάθειας να σκεφθούμε με τον Νίτσε και μαζί να σκεφθούμε με τον
Χάιντεγκερ.
6
αυτός που μπορεί να ζήσει ακόμη και κάτω από το βάρος της
ακραίας έλλειψης προοπτικών, και δεν θέλει να σωθεί από την
απελπισία λέγοντας “όλο αυτό θα περάσει”. Όχι, δεν περνά απλώς,
αλλά επιστρέφει πάντοτε εκ νέου - αυτό είναι το δόγμα της αιώνιας
επιστροφής του ιδίου, του ίσου. Και αυτό το δόγμα, εάν βλέπω καλά,
έχει μία απέραντη δύναμη καλέσματος. Αυτό σημαίνει προφανώς: δεν
πρέπει να τείνουμε στην πραγματοποίηση των αξιών τού ανθρώπου,
όπως την ανθρώπινη αλήθεια, τιμιότητα, ευγένεια, ντροπή, σεβασμό
κ.τ.λ. μόνον για μία ανταπόδοση σε κάποιο επέκεινα, ή σαν μία
καθαυτή ανταπόδοση και έτσι παρομοίως δεν πρέπει να αποφεύγουμε της
μη-αξίες φοβούμενοι μία τιμωρία στο επέκεινα. Ακόμη και αν τα πάντα
επιστρέφουν, ακόμη και αν τα πάντα χάνονται, θα υπάρχει πάντοτε μία
κατηγορική προστακτική (κατηγορική προσταγή) χωρίς την οποία, ή
χωρίς την πρακτική νόηση η οποία την υποστηρίζει, εμείς δεν
μπορούμε να υπάρξουμε! Σ’αυτό ο Κάντ συνεχίζει να έχει δίκαιο.
Εάν λέω όλα όσα λέω για να πείσω, τότε και αυτό είναι φυσικά
θέληση για δύναμη! Αυτό μπορούμε να το πούμε πάντοτε! Και παρ’όλα
αυτά είναι προφανές ότι όλο αυτό στέκει πάντοτε κάτω από την μεγάλη
επιφύλαξη ότι η ζωή δεν κυλά μόνον στην φόρμα μιας τυφλής
επανάληψης των γεγονότων, αλλά ότι εννοούμε και λένε ένα πράγμα
και όχι ένα άλλο. Και αυτό σημαίνει: δεν πρόκειται για την αλήθεια
με την υπερηθική σημασία της λέξεως. Η επιφυλακτικότητά μου
αφορά επίσης και αυτό που ο Χάιντεγκερ ονόμασε την αλήθεια του
Είναι. Αυτά είναι δύσκολα ερωτήματα τα οποία συνδέονται με την
ανανέωση ή με την επανάληψη του αρχαίου ερωτήματος περί του Είναι
και με την απάντηση που έδωσε η μεταφυσική. Είναι μία μεγάλη θέαση
του όλου αυτή, στην οποία το όλον της ευρωπαϊκής μας μοίρας έρχεται
εδώ αντιμέτωπο, στα μάτια του Χάιντεγκερ, με τις νέες σχέσεις του Είναι
και με τα νέα εννοιολογικά μέτρα μιας παγκόσμιας ανθρωπότητος.
7
Ξαφνικά η Ευρώπη εμφανίζεται σ’έναν νέο φως. Ξαφνικά η Ευρώπη
είναι η Δύση και εμείς πρέπει να πάμε με την σκέψη μας πέραν αυτού!
8
εκεί μόνον όταν τα οδηγήσουμε στο τέλος τους, και όχι όταν τα
λαμβάνουμε σαν αντικείμενα. Την στιγμή κατά την οποία στοχαζόμενος
φέρομαι σ’αυτά, αυτά δεν είναι πλέον εκείνο που τά είχα δει. Το ίδιο
ισχύει και για την αλήθεια, την ελληνική λέξη για το πραγματικό.
Εάν αυτό είναι σωστό, είναι ένα όριο του οποίου δεν απέκτησαν την
συνείδηση ούτε η μεταφυσική, ούτε οι επιστήμες του XVII αιώνος οι
οποίες την αποκάλυψαν, ούτε και η φυσική, η οποία με τα αποτελέσματά
της, μας διατηρεί όλους στην ζωή. Εάν η απλή παρουσία πρέπει να γίνει
ίση με την “επιστημονική αλήθεια” και πρέπει να ισχύσει η αρχή: ένα
“γεγονός” είναι αυτό που μπορεί να μετρηθεί, τότε είναι αλήθεια ότι με
το νέο ξεκίνημα του XVII αιώνος εισήχθη μία πρόοδος η οποία οδηγεί
στο τέλος στον μηδενισμό με την σημασία του Νίτσε, στην αιώνια
επανάληψη του ιδίου, δηλαδή σε μία δραστηριότητα η οποία αναγνωρίζει
μόνον αυτό που είναι εφικτό. Εδώ βρίσκουμε στον Χάιντεγκερ έννοιες
πολύ διαφορετικές, ιδίως τήν έννοια του “παιχνιδιού” ή του “Ereignis”,
συμβάντος, της εκδήλωσης. Όλο αυτό ηχεί σχεδόν σαν μία έκφραση
του Νίτσε: δεν υπάρχουν γεγονότα, αλλά μόνον “ερμηνείες”.
Τί πράγμα είναι λοιπόν η αλήθεια, εάν όλα αυτά είναι πραγματικά; Είναι
μήπως μόνον η φανέρωση η οποία καθιστά παρόν κάτι; Ή μήπως είναι
μία γνώση της λήθης, αυτού του μεγάλου ποταμού του απόκρυφου και
ενδόμυχου, το οποίο όλοι οι πεθαμένοι κατορθώνουν μόνον για λίγες
στιγμές να κρατήσουν, όταν στον Άδη τοποθετούνται στον ποταμό,
μόνον όταν το αίμα του Οδυσσέα που θυσιάζει τους πλησιάζει! Τότε ο
Αχιλλέας μπορεί να μάθει από τον Οδυσσέα ότι ο γιός του ο
Νεοπτόλεμος υπήρξε ο νικητής τής Τροίας. Με ασύγκριτους στίχους ο
Όμηρος μας περιέγραψε πώς τότε η σκιά του Αχιλλέως, χαρούμενα,
επιστρέφει πίσω για να βυθιστεί κρυμμένη στην Λήθη.
Ίσως λοιπόν αυτό που εννοήθηκε ήδη από τους πρώτους Έλληνες στην
λέξη Αλήθεια να μην είναι μόνον η φανέρωση και η ομιλία που το
καθιστά ρητό, σαφές, αλλά και η απόκρυψη και το κρύψιμο! Μπορούμε
να το φανταστούμε εύκολα αυτό, ότι ο Χάιντεγκερ τοποθετήθηκε σ’αυτή
την οδό διότι συνοδευόταν διαρκώς από την αναζήτηση του Θεού. Το
θέμα είναι λοιπόν εάν εμείς δεν πρέπει να αρχίσουμε να μαθαίνουμε την
υπερβατικότητα όχι μόνον σαν κάτι που ξεπερνά μόνον την γνώση μας
αλλά μας καθιστά συνειδητούς και των ικανοτήτων μας να σκεφθούμε
9
και να αντιληφθούμε. Αυτό θα ήταν ένας διαφωτισμός ο οποίος δεν μένει
αποκλεισμένος σ’έναν άγονο δογματικό αθεϊσμό, διότι αποδέχεται ότι
πολλά είναι κρυμμένα στην μνήμη μας, χωρίς να το γνωρίζουμε και
γνωρίζει όμως ότι τα έχουμε διατηρήσει τόσο που συνεχίζουν να
καθορίζουν την εμπειρία της ζωής μας. Γνωρίζουμε όλοι ότι ο
Χάιντεγκερ μετά το πολιτικό του λάθος του 1933 ονειρεύτηκε ίσως με
τον Χέλντερλιν ένα μήνυμα σωτηρίας ή ίσως το επιθύμησε!
10
“Έννοια” (Begriff) - γι’αυτή δεν υπάρχει καμία λέξη στην αρχαιότητα
τής Ελληνικής φιλοσοφίας. Στην μοντέρνα εποχή είναι η πρόσβαση, το
πιάσιμο (Zugriff), μία πράξη που συμπίπτει με το αποτέλεσμα, το γερό
πιάσιμο τής άγκυρας, μέσω τής οποίας αποκτάται εξουσία
(οικειοποίηση). Αυτό το έχουμε δει σωστά. Αλλά υπάρχει και μία άλλη
σημασία τής έννοιας, που γνωρίζουμε και εμείς. Εννοώ την πεμπτουσία
(Inbegriff), την επιτομή. Όπως όταν λέμε ότι είναι η πεμπτουσία τής
απερισκεψίας, όταν έχουμε την εμπειρία ενός λάθους ή μίας υπεροψίας η
οποία δεν θα’πρεπε να υπολογισθεί σαν εφικτή. Άλλοι χρησιμοποιούν
την λέξη πεμπτουσία, όπως ο Χέγκελ, με μια πιο υψηλή έννοια - για την
ποιο καθαρή πραγματοποίηση του ουσιώδους, στο οποίο δεν υπάρχει
τίποτε τυχαίο ή απρόβλεπτο, τίποτε αφηρημένο στην μέση, τίποτε
αδύναμο. Και αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε, μαζί με τον Χέγκελ,
πεμπτουσία. (Η κυρίαρχη χρήση της έννοιας είναι η εργαλειακή
χρήση, φυσικά, ακόμη και στα μαθηματικά, παρότι τα μαθηματικά
ασκούν μία δική τους ιδιαίτερη γοητεία σαν ένα πεδίο έρευνας ιδανικό
και ειδικό, και δεν επιθυμεί να παράγει απλώς εργαλεία και όργανα για
την επιστήμη της φύσης).
11
διονυσιακή ενοποίηση του φωτός με την σκιά, του δημιουργείν με το
καταστρέφειν. Αυτή η ενότης είναι λοιπόν η πραγματική και
ουσιώδης αλήθεια.
12
προς εμάς και όπως ελέχθη, τότε μόνον “κατανοούμε” την ποίηση: στην
“αντιστοιχία”!
13
άλλη έκφραση: “Τότε ξαφνικά, φίλη, το ένα έγινε δύο και ο
Ζαρατούστρα πέρασε απέναντί μου”; Είναι ξεκάθαρο ότι δεν πρέπει να
σκεφθούμε κάτι άλλο από αυτόν τον συντονισμό, ο οποίος ξαφνικά
διαταράσσεται, αλλά “όχι” από κάτι εχθρικό, αλλά από μία παρουσία η
οποία γίνεται αισθητή σαν φίλη: σαν την ευτυχία αυτού του
συντονισμού. Σ’αυτή την στιγμή ο στοχαστής Νίτσε, γνωρίζει ότι
είναι σαν τον Ζαρατούστρα, αλλά επίσης ότι δεν είναι ο
Ζαρατούστρα. Αυτό είναι κάτι που το γνώρισε ο ίδιος ο Νίτσε, ο
οποίος μαρτυρά για την ξεχωριστή του ανθρωπότητα. Ο
Ζαρατούστρα περνά απέναντι του. Σ’ένα άλλο μέρος τόνισα το γεγονός
ότι στο Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα, το τραγούδι της αιωνίου
επανάληψης τραγουδιέται από τα ζώα και όχι από τον άνθρωπο, ο οποίος
είναι ξεχωριστός.
Από τον λόγο “ένα που γίνεται δύο” κατανοούμε πώς αυτή η ενότης του
συντονισμού με το όλον και με τον εαυτό του, είναι ταυτοχρόνως κάτι
που εμείς δεν μπορούμε να συγκρατήσουμε τόσο που χωρίζει στα δύο.
Αυτό είναι το αυθεντικό μήνυμα του Ζαρατούστρα ο οποίος περνά
πέραν μας: Το Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα αρχίζει επίσης με : “Έτσι
άρχισε η δύση, του Ζαρατούστρα”, σ’αυτές τις ανησυχητικές
ριζοσπαστικές ιδέες της Βούλησης για Δύναμη, η οποία φαίνεται στο
έργο παντού βλέπουμε λοιπόν επί το έργον και την προσπάθεια
απομακρύνσεως από την λύτρωση σε μία κάποια φυγή από τον χρόνο,
ακόμη ίσως και πέραν του Είναι. Να δούμε και τα δύο αυτά πράγματα
και να μπορέσουμε να πούμε ναι, αυτό είναι το μήνυμα. Αυτός που
γνωρίζει περνά μακριά, με “αφήνει” πίσω του. Ακριβώς σ’αυτό
πιστεύουμε ότι μπορούμε να ακούσουμε αυτό που ο Χάιντεγκερ ο ίδιος,
είχε κατά νού, και το οποίο θα μπορούσε να δείξει πιο εύκολα στον
Πλάτωνα, παρά στους εννοιολογικούς κόμπους τού "δύναμις και
ενέργεια"!
ΤΕΛΟΣ
14