Professional Documents
Culture Documents
Τέχνη και εθνική ταυτότητα στην ελλάδα του 60
Τέχνη και εθνική ταυτότητα στην ελλάδα του 60
ΤΟΜΕΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗΣ ∆ΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
ΕΩΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ
Πρόλογος:
ΝΙΚΗ ΛΟΪΖΙ∆Η
Επιµέλεια:
ΝΙΚΟΣ ∆ΑΣΚΑΛΟΘΑΝΑΣΗΣ
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ
ΑΘΗΝΑ 2008
Β ΄ ΣΥΝΕ∆Ρ Ι Ο Ι Σ Τ Ο Ρ Ι ΑΣ Τ ΗΣ Τ Ε ΧΝ Η Σ
Οργανωτική επιτροπή
Ν ΙΚΗ Λ ΟΪΖΙ∆Η
καθηγήτρια ιστορίας της τέχνης
Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών
Ν ΙΚ ΟΣ ∆ Α Σ Κ ΑΛΟΘ Α Ν ΑΣ ΗΣ
επίκουρος καθηγητής ιστορίας της τέχνης
Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών
Γραµµατεία συνεδρίου
Ε Υ Α Τ Ε Ρ ΖΗ
Ν Τ Ο Ρ Ι Σ Χ ΑΚ ΙΜ
Ν Ι Κ Ο Σ Ζ Α ΜΑ Ν Η Σ
ΝIΚΗ ΛΟΪΖI∆Η
Εισαγωγική οµιλία ......................................................................................15
ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
Το θεσµικό πλαίσιο και η κοινωνική θέση του καλλιτέχνη:
Η περίπτωση του Γκίκα ................................................................................23
ΕΥΓΕΝΙΟΣ ∆. ΜΑΤΘΙΟΠΟΥΛΟΣ
Η πρόσληψη της αφηρηµένης τέχνης στην Ελλάδα (1945-1960)
στο πεδίο της κριτικής τής τέχνης...................................................................67
∆ΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΣΣΟΣ
Η προβληµατική µεταγραφή και χρήση του όρου avant-garde στην Ελλάδα......... 109
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΙΚΑΣ
Ο ρόλος της εικόνας στην έκφραση και τη διαµόρφωση
της εθνικής συνείδησης στην Ελλάδα:
Η περίπτωση των εικονογραφηµένων περιοδικών του 19ου αιώνα ...................... 137
ΑΝΝΥ ΜΑΛΑΜΑ
Από τον Προµηθέα στον Απόστολο Παύλο⋅ η συγκρότηση ενός εθνικού πανθέου
και η αφήγηση µιας εξελικτικής διαδροµής όπως αποτυπώνονται
στο ζωγραφικό διάκοσµο του Πανεπιστηµίου της Αθήνας.................................. 159
∆ΩΡΑ Φ. ΜΑΡΚΑΤΟΥ
Η κοινωνική θέση του εικαστικού καλλιτέχνη
στην Ελλάδα τον 19o αιώνα ........................................................................ 185
∆ΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
To «Μαθητολόγιον» του Βασιλικού Πολυτεχνείου 1859-1871:
Αλήθειες και πλάνες .................................................................................. 211
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΑΡΑΚΑΤΣΙΑΝΟΥ
Αφηρηµένη τέχνη και ελληνικότητα .............................................................. 219
ΑΡΕΤΗ Α∆ΑΜΟΠΟΥΛΟΥ
Τέχνη και εθνική ταυτότητα στην Ελλάδα στη δεκαετία του 1960 .....................233
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ
Τα κείµενα του Γιάννη Τσαρούχη:
Πρωτοποριακές καταθέσεις ή ευφυείς παραδοξολογίες;.....................................249
ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ
Το θεωρητικό έργο του Albrecht Dürer ως αντανάκλαση µιας
νέας κοινωνικής θέσης του καλλιτέχνη στο γερµανόφωνο χώρο .........................269
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Κ. ΙΩΑΝΝΟΥ
Trattato della pittura: Ο άφαντος Λεονάρντο.
Γύρω από την προϊστορία την επώαση και την υποδοχή
της πρώτης έκδοσης της Πραγµατείας περί ζωγραφικής
του da Vinci (1651) ................................................................................... 297
ΝOΤΗ ΚΛAΓΚΑ
Η κριτική στον Καραβάτζο κατά τον 17ο αιώνα
και ο Τζοβάνι Μπαλιόνε ............................................................................. 321
ΦΑΝΗ ΜΟΥΜΤΖΙ∆ΟΥ
Αφηγηµατική ζωγραφική και εκκλησιαστικοί θεσµοί κατά
την ύστερη Αναγέννηση: Η περίπτωση Paolo Veronese..................................... 359
ΝΑΥΣΙΚΑ ΛΙΤΣΑΡ∆ΟΠΟΥΛΟΥ
O Karel van Mander και η σύγχρονη θεωρία της τέχνης .................................. 379
ΤΙΤΙΝΑ ΚΟΡΝΕΖΟΥ
Η Βασιλική Ακαδηµία ζωγραφικής και γλυπτικής τον 17ο αιώνα
στη Γαλλία: Ζητήµατα ιστορίας και ιστοριογραφίας ......................................... 399
ΑΘΗΝΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
Εκφάνσεις της εθνικής συνείδησης στις ισπανικές
πραγµατείεςς περί τέχνης του 17ου αιώνα ....................................................... 419
ΦΩΤΕΙΝΗ ΒΛΑΧΟΥ
Καλλιτεχνικά κέντρα και περιφέρεια. Η περίπτωση της πορτογαλικής
ζωγραφικής µέσα από το έργο του Φρανσίσκο Βιέιρα Πορτουένσε ......................439
ΕΥΘΥΜΙΑ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ
Τα µοντέρνα στοιχεία της θεωρίας του Roger de Piles
και η σχέση τους µε τη ζωγραφική του Turner...............................................489
ΣΥΡΑΓΩ ΤΣΙΑΡΑ
Τα φωτοµοντάζ του Γκούσταβ Κλούτσις. Τέχνη, λόγος και τεχνολογία
στην υπηρεσία του κοινωνικού µετασχηµατισµού ............................................. 517
ΙΛΙΑΝΑ ΖΑΡΡΑ
Πρωτοπορία και παράδοση: Παρατηρήσεις σε ορισµένες συνθέσεις
των ρώσων καλλιτεχνών Kazimir Malevich και Ivan Kudriashev ....................... 539
ΣΩΤΗΡΗΣ ΜΠΑΧΤΣΕΤΖΗΣ
Από την έκθεση µοντέρνας τέχνης στη σύγχρονη εγκατάσταση:
Η καλλιτεχνική ιδιότητα σε µετάβαση ........................................................... 557
ΛΟΥΙΖΑ ΑΥΓΗΤΑ
Βαλκάνια και σύγχρονη τέχνη: Ο τόπος και ο κόσµος ...................................... 579
ΠΟΛΥΝΑ ΚΟΣΜΑ∆ΑΚΗ
Η έννοια της πολυπολιτισµικότητας στη σύγχρονη τέχνη .................................. 593
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΑΧΙΝΗ
Σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή και πρωτοπορία:
Ακούσια συνύπαρξη .................................................................................... 609
ΜΙΛΤΟΣ ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ
Η σύγχρονη τέχνη οι θεσµοί και η κριτική:
Αναζητώντας ένα σηµείο αναφοράς ............................................................... 619
ΚΩΣΤΑΣ ΙΩΑΝΝΙ∆ΗΣ
Ο θεατής εντός του έργου: Ένα ζήτηµα αισθητικής της πρόσληψης.....................635
Αφορµή για το κείµενο αυτό υπήρξε ένα διάσηµο γλυπτό, του οποίου η
ερµηνεία άλλαζε στη διάρκεια του 20ού αιώνα, ανάλογα µε την εθνική
ταυτότητα των φορέων που σε κάθε περίσταση αποφάσισαν την έκθεσή
του. Το γλυπτό είναι η Μεγάλη Γονατιστή Γυναίκα (1911) του Wilhelm
Lehmbruck (1881-1919).
Η ιστορία της έκθεσης και της ερµηνείας του ξεκινάει το 1912, µε την
παρουσίασή του στην «Sonderbund» στην Κολονία και στην «Sezession»
του Βερολίνου, οπότε χαρακτηρίστηκε «έµβληµα του εξπρεσιονισµού»
και έργο «µυστικιστικά γοτθικό».1 Η Γυναίκα αποκτούσε έτσι στοιχεία
αναφοράς στο παρόν και το παρελθόν της γερµανικής τέχνης, προβαλ-
λόταν σαν εγελιανό επόµενο βήµα σε µια ιστορία συνέχειας. Τον επό-
µενο χρόνο ήταν ένα από τα λίγα γλυπτά –και το µοναδικό γερµανού
γλύπτη– που παρουσιάστηκαν στο «Armory Show», την πρώτη έκθεση
µοντέρνας τέχνης στις ΗΠΑ (Nέα Yόρκη, Σικάγο, Βοστόνη, 1913). Στην
περίπτωση αυτή συµµετείχε στην άρθρωση µιας ιστορίας ρήξης, εκείνης
του µοντερνισµού, και στην εδραίωση της πρωτοπορίας του ευρωπαϊκού
πνεύµατος στην αµερικανική καλλιτεχνική σκηνή.2 Είκοσι πέντε χρόνια
µετά, το γλυπτό θεωρήθηκε εκφυλιστικό καλλιτεχνικό σύµπτωµα και
συµπεριλήφθηκε στην έκθεση «Entartete Kunst» (1937) του Μονάχου.3
Εδώ προβαλλόταν απαξιωτικά µια ρήξη στην πολιτιστική ιστορία του
γερµανικού έθνους. Στην Ελλάδα το γλυπτό ήρθε για τα «Παναθήναια
Γλυπτικής» (Αθήνα, 1965), την πρώτη σηµαντική έκθεση µοντέρνας
γλυπτικής στην Ελλάδα, στο Λόφο των Μουσών. Η Γονατιστή Γυναίκα,
σαν τµήµα ενός συνόλου έργων αναγνωρισµένης ιστορικής και καλλιτε-
χνικής αξίας, προβλήθηκε στο πλαίσιο της διαµόρφωσης µιας ιστορικής
συνέχειας, η οποία έθετε την αρχαιοελληνική τέχνη στη βάση µιας ενι-
αίας πορείας του ευρωπαϊκού πνεύµατος (εικ. 1).
Στην παραπάνω σχηµατική πορεία το ίδιο αντικείµενο ερµηνεύτηκε
διαφορετικά, ακολουθώντας τη δεσπόζουσα ιστορική αφήγηση του εκά-
234 ΠΡΑΚΤΙΚΑ Β΄ ΣΥΝΕ∆ΡΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
στοτε έθνους. Το γλυπτό επιλέχθηκε και εκτέθηκε στην Ελλάδα της δε-
καετίας του ’60 ως αντιπροσωπευτικό δείγµα εξπρεσιονιστικής γραφής.
Συµµετείχε έτσι στην παρουσίαση δύο (τουλάχιστον) παράλληλων ιστο-
ριών: εκείνης που έβλεπε την ιστορία της µοντέρνας τέχνης σαν διαδοχή
επαναστατικών βηµάτων σε σχέση µε την ακαδηµαϊκή τέχνη και εκείνης
που αντιµετώπιζε συνολικά τη µοντέρνα τέχνη σαν την κυρίαρχη καλ-
λιτεχνική έκφραση του σύγχρονου δυτικού κόσµου, σαν το νέο κανόνα.
Όπως θα δείξω παρακάτω, στην Ελλάδα κέρδισε περισσότερο έδαφος η
δεύτερη εκδοχή, γεγονός που συσχετίζεται µε την έννοια που αποκτούσε
η εθνική ταυτότητα στη δεδοµένη στιγµή.
Τα «Παναθήναια» µπορούν να εξεταστούν ως δείκτης των διαφορετι-
κών εκδοχών πολιτιστικής πρακτικής της Ελλάδας στα µέσα της δεκαε-
τίας του ’60. Η έκθεση αποτέλεσε, κατά τη γνώµη µου, υποδειγµατικό
γεγονός για την εποχή και την έκφραση της κυρίαρχης άποψης σχετικά
µε τον προσανατολισµό της χώρας.4 Οργανώθηκε από τον ΕΟΤ, κρατικό
οργανισµό που ιδρύθηκε µεταπολεµικά για να υπηρετήσει την τουριστική
ανάπτυξη της χώρας. Η διοργάνωση µιας τέτοιας σηµασίας έκθεσης ήταν
έξω από τις συνήθεις δραστηριότητες του οργανισµού και εντάχθηκε στο
πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Ο Τώνης Σπητέρης,5 κύριος υπεύθυνος
για την οργάνωσή της,6 ήταν «µοντερνιστής», µε σηµαντική δραστηρι-
ότητα και επαφές σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η πίστη του στον ευρωπαϊκό
προσανατολισµό της σύγχρονης Ελλάδας –όπως και της Κύπρου– ήταν
σταθερή. Αν και ο κύριος υπέρµαχος του «ανήκοµεν εις την ∆ύσιν» στο
πεδίο της τεχνοκριτικής ήταν ο Άγγελος Προκοπίου, ο Σπητέρης εξέ-
φραζε εξίσου την κυρίαρχη κρατική αντίληψη σχετικά µε τη σύγχρονη
ελληνική τέχνη, αλλά και σχετικά µε τη σηµασία και την προβολή της
ελληνικής πολιτιστικής κληρονοµιάς.
Τα έργα που παρουσιάστηκαν στα «Παναθήναια» προέρχονταν από
διαφορετικές περιοχές του µοντέρνου. Οι διοργανωτές έθεσαν σαν αφε-
τηρία τον Rodin (εικ. 2) και τις γλυπτικές εκφράσεις γνωστών ζωγρά-
φων, όπως οι Renoir (εικ. 3), Picasso και Braque, και περιέλαβαν δι-
άσηµα γλυπτά που κατατάσσονται, ανάµεσα σε άλλα, στον εξπρεσιονι-
σµό, το φουτουρισµό, το νταντά, αποκλείοντας όµως τους πιο πρόσφατους
καλλιτεχνικούς πειραµατισµούς. Αυτό που προβλήθηκε ήταν η ιστορία
της µοντέρνας γλυπτικής, µια, δηλαδή, ήδη καταγεγραµµένη ιστορι-
κή πορεία – αυτό που θα λέγαµε ο «κανόνας» της µοντέρνας τέχνης.
Στην Ελλάδα οι πλαστικές αυτές µορφές δεν ήταν οικείες στο ευρύ κοι-
νό. Στον µεταπολεµικό «ελεύθερο κόσµο» αποτελούσαν, όµως, µια ήδη
236 ΠΡΑΚΤΙΚΑ Β΄ ΣΥΝΕ∆ΡΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
1
Ο πρώτος χαρακτηρισµός προέρχεται από τον Hans Hildebrandt, ενώ ο
δεύτερος ανήκει στον Werner Haftmann. Και οι δύο θέσεις παρατίθενται στο
Manfred Schneckenburger, “Sculpture”, στο Ingo Walther (επιµ), Art of the
20th Century, Κολονία, Taschen, 2000, σ. 414. Το ότι το γλυπτό αυτό θεω-
ρήθηκε «κορύφωση του γερµανικού εξπρεσιονισµού» από τους κριτικούς της
εποχής, αποτελεί στερεότυπη διατύπωση, που απαντά σε όλα τα κείµενα τα
οποία αναφέρονται στο δηµιουργό του, ακόµη και όταν πρόκειται για σύντο-
µα λεξικογραφικά λήµµατα, βλ. π.χ. Harold Osborne (επιµ), The Oxford
Companion to Twentieth Century Art, Οξφόρδη, Oxford University Press,
19906, σ. 322.
2
Το γλυπτό αγοράστηκε στην υψηλότερη τιµή της έκθεσης, παρότι ο Theo-
dore Roosevelt το σχολίασε αρνητικά, χαρακτηρίζοντάς το “obviously mam-
malian [but] not especially human”. Παρατίθεται στο Henry Grosshans, Hitler
and the Artists, Νέα Υόρκη, Holmes and Meier, 1983, σ. 42. Βλ. επίσης Karl
Ruhrberg, “Painting”, στο Ingo Walther, ό.π., σ. 271.
3
Η πολύ σηµαντική αυτή έκθεση του Τρίτου Ράιχ λειτούργησε παράλληλα
µε την Grosse Deutsche Kunstausstellung. Oργανώθηκε από τον Adolf Ziegler
µε την υποστήριξη µιας επιτροπής που αποτελούνταν από ανθρώπους που
ήλεγχαν τα δηµόσια µουσεία και τις γκαλερί. Από την πλούσια διεθνή σχε-
τική βιβλιογραφία αναφέρω ενδεικτικά τη δηµοσίευση του Reinhard Merker,
Die bildenden Künste im Nationalsozialismus. Kulturideologie, Kulturpolitik,
Kulturproduktion, Κολονία, DuMont, 1983, ειδ. σσ. 143-154. Το 1991 το Los
Angeles County Museum of Art επιχείρησε να «ανασυστήσει» την έκθεση του
1937. Ο τόµος που συνόδευσε αυτήν την έκθεση περιέχει εκτενείς και ενδελε-
χείς πληροφορίες για την αρχική: Stephanie Barron (επιµ), Degenerate Art.
The Fate of the Αvant-Garde in Nazi Germany, Λος Άντζελες, Los Angeles
County Museum of Art, Νέα Υόρκη, Harry N. Abrams, 1991.
4
Αναλυτικά βλ. Αρετή Αδαµοπούλου, «Τα Παναθήναια Γλυπτικής του
1965», ∆ωδώνη, τ. 33, 2004, σσ. 249-300.
5
Για τις δηµοσιεύσεις του βλ. Η εργογραφία του Τώνη Σπητέρη, Θεσσαλο-
νίκη, Τελλόγλειο Ίδρυµα, Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης, 1990.
6
Μαζί του εργάστηκαν, για την επιλογή των έργων που θα εκθέτονταν,
οι Giuseppe Marchiori και Denys Chevalier.
7
Η συνέντευξη µεταφέρθηκε στον Τύπο της εποχής: Κ.∆. Λιναρδάτος, εφ.
Τα Νέα, 9 Σεπτ. 1965 και Μ.Χ. Κωνσταντόπουλος, εφ. Καθηµερινή, 9 Σεπτ.
246 ΠΡΑΚΤΙΚΑ Β΄ ΣΥΝΕ∆ΡΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
1965. Βλ. ακόµη εφ. Η Αυγή, 9 Σεπτ. 1965. Στην έκθεση συµµετείχαν τελικά
οι: Ιωάννης Αβραµίδης (1922-), Κώστας Ανδρέου (1917-2007), Κώστας Βαλ-
σάµης (1908-2003), Γεώργιος Γεωργίου (1916-), Φρόσω Ευθυµιάδη-Μενεγά-
κη (1916-1995), Θόδωρος (1931-), Νικόλαος Ίκαρης (1920-1994), Κώστας
Κλουβάτος (1923-2007), Κώστας Κουλεντιανός (1918-1995), Άλεξ Μυλωνά
(1918-), Μπέλλα Ραφτοπούλου (1902/7-1992), Γεράσιµος Σκλάβος (1927-
1967), Μιχάλης Τόµπρος (1889-1974) και Φιλόλαος (1923-), όπως µαρτυρά
ο κατάλογος 1η ∆ιεθνής έκθεσις γλυπτικής. Παναθήναια της συγχρόνου γλυ-
πτικής, Αθήνα, ΕΟΤ, 1965.
8
Βλ. Ηλίας Μυκονιάτης, Νεοελληνική γλυπτική, Αθήνα, Εκδοτική Αθη-
νών (Ελληνική τέχνη), 1996, σσ. 23-25.
9
ΑΝ∆ΡΕΣ ΕΠΟΙΕΣΑΝ ΣΟΦΙΑΙΣΙΝ ΚΑΛΟΝ ΑΓΑΛΜΑ.
10
Η Μάρθα Χριστοφόγλου µίλησε για εκσυγχρονισµό στην ελληνική κοι-
νωνία, περιγράφοντας µια «ειδική ατµόσφαιρα των κρίσιµων χρόνων γύρω
στο 1965», κατά την οποία «η τέχνη στην Ελλάδα επιχείρησε να λειτουργή-
σει ανατρεπτικά και, σε κάποιο βαθµό, το κατάφερε». Η ίδια καταλήγει στο
συµπέρασµα ότι «ο εκσυγχρονισµός είχε πλέον επιτευχθεί», βλ. Μάρθα-Έλλη
Χριστοφόγλου, «Η πρόκληση του αντιακαδηµαϊσµού στις εικαστικές τέχνες»,
στο 1949-1967. Η εκρηκτική εικοσαετία, Πρακτικά Συµποσίου, 10-12 Νοεµ-
βρίου 2000, Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισµού και Γενι-
κής Παιδείας, 2002, σ. 95. Ο Αντώνης Κωτίδης θεωρεί ότι το στιλ µέσω του
οποίου εκφράστηκαν οι νέες τάσεις στην ελληνική τέχνη στο δεύτερο µισό του
20ού αιώνα υπήρξε αρχικά η αφαίρεση και ότι αυτή ανταποκρινόταν σε βαθύ-
τερες ανάγκες των καλλιτεχνών, και δεν ήταν απλώς τεχνοτροπική επιλογή,
βλ. Αντώνης Κωτίδης, «Η ελληνική εκδοχή του µοντερνισµού στο Μεσοπό-
λεµο», στο Άννα Καφέτση (επιµ.), Μεταµορφώσεις του µοντέρνου. Η ελλη-
νική εµπειρία, κατ. έκθ., Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου
Σούτζου, 14 Μαΐου-13 Σεπτεµβρίου 1992, ΕΠΜΑΣ και ΥΠΠΟ, 1992. σ. 392.
Μελετώντας, πιο συγκεκριµένα, τις επιλογές των καλλιτεχνών της µεταπο-
λεµικής περιόδου, ο Αντώνης Κωτίδης διαπίστωσε τη στροφή σε υποκειµενικά
ιδιώµατα, σε βάρος των συλλογικών ιδιωµάτων της µεσοπολεµικής περιόδου.
Βλ. Αντώνης Κωτίδης, «Η έξαρση της υποκειµενικότητας στην ελληνική ζω-
γραφική», στο 1949-1967. Η εκρηκτική εικοσαετία, ό.π., σ. 406 κ.ε. Ο Νίκος
Χατζηνικολάου, γράφοντας στη δεκαετία του 1970, διέκρινε τρεις αντιλήψεις
για την «ελληνικότητα» στην ελληνική τέχνη του 19ου και του 20ού αιώνα.
Σε ό,τι αφορά στον 20ό αιώνα, θεωρεί ότι το τρίτο πρότυπο, που εµφανίζεται
τη δεκαετία 1930-1940 «κυριαρχεί από τότε στην ελληνική σκηνή, στηριζόµε-
νο στη θεωρητική βάση που επεξεργάστηκε η γενιά αυτή». Βλ. Νίκος Χατζη-
ΑΡΕΤΗ Α∆ΑΜΟΠΟΥΛΟΥ 247
µια ερµηνεία του αθηναϊκού «Ήχος και Φως» βλ. Elizabeth Marlowe, «Cold
War Illuminations of the Classical Past: “The Sound and Light Show” on the
Athenian Acropolis», Art History, τ. 24, τχ. 4, Σεπτ. 2001, σσ. 578-597.
17
Και σ’ αυτήν την περίπτωση η δράση του Τώνη Σπητέρη ήταν ιδιαίτερα
σηµαντική, αφού την περίοδο 1957-1967 ήταν επίτροπος της Ελλάδας στην
Biennale της Βενετίας, βλ. Χρύσανθος Χρήστου, «Τώνης Σπητέρης. Ο ιστο-
ρικός και κριτικός της τέχνης, ο άνθρωπος», στο Η εργογραφία του Τώνη
Σπητέρη, ό.π., σσ. 19-21.
18
Βλ. π.χ. Serge Guilbaut, How New York Stole the Idea of Modern Art:
Abstract Expressionism, Freedom and the Cold War, Σικάγο, University of
Chicago Press, 1983. Talor D. Littleton-Maltby Sykes, Advancing American
Art: Painting, Politics and Cultural Confrontation, Αλαµπάµα, University of
Alabama Press, 1989. Frances Stonor Saunders, The Cultural Cold War. The
CIA and the World of Arts and Letters, Νέα Υόρκη, New Press, 2000.
19
Α. Αδαµοπούλου, Ελληνική µεταπολεµική τέχνη. Εικαστικές παρεµβά-
σεις στο χώρο, Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2000, σσ. 45-46.
20
Αλέξανδρος Ξύδης, Περιβάλλον-∆ράση, Αθήνα, Εταιρεία Ελλήνων Τε-
χνοκριτών, 1981, σ. 61. Ελένη Βακαλό, Η φυσιογνωµία της µεταπολεµικής τέ-
χνης στην Ελλάδα. Μετά την Αφαίρεση, Αθήνα, εκδόσεις Κέδρος, 1985, σ. 60.
21
Σπύρος Βασιλείου, «POP-ART-L’ HOURLOUPE-σορολόπ! Τρεις προτάσεις
για µια νέα ελληνική γλυπτική», Ταχυδρόµος, 1 Αύγ. 1964 (αποσπάσµατα
επανεκδόθηκαν στο Άννα Καφέτση, ό.π., σ. 372). Τη στάση του ακολούθησε
και η εφ. Τα Νέα στη διάρκεια του Αυγούστου. Στο άρθρο αυτό απάντησε µε
κείµενό του ο ∆ανιήλ, «Απάντηση ενός (εκπατρισµένου) στο άρθρο του ορ-
γισµένου γέροντα: ό,τι αφορά τις τρεις προτάσεις για µια ελληνική γλυπτι-
κή», Ταχυδρόµος, 22 Αυγ. 1964 (επανεκδόθηκε στο Άννα Καφέτση, ό.π.,
σσ. 354-355, και στο Άννα Καφέτση (επιµ.), Βλάσης Κανιάρης. Αναδροµι-
κή, κατ. έκθ. Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη–Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, 22
Ιουνίου-19 Σεπτεµβρίου, ΕΠΜΑΣ, 1999, σ. 324 και ο Βλάσης Κανιάρης, «Τα
προβλήµατα υπάρχουν παρ’ όλες τις “οργές”, γεροντικές ή µη», Ταχυδρόµος,
5 Σεπτ. 1964 (επανεκδόθηκε στο Άννα Καφέτση, ό.π., 1999, σσ. 325-326).
22
Αρκετά αναδηµοσιεύονται στο Γιώργος Τζιρτζιλάκης (επιµ.), Νίκος
Κεσσανλής, κατ. έκθ., Θεσσαλονίκη, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέ-
χνης, 16 Οκτωβρίου-30 Νοεµβρίου, ΜΜΣΤ 1997, σσ. 210, 512-513.
23
Νίκος Χατζηνικολάου, ό.π.
24
Νίκη Λοϊζίδη, «Η νεοελληνική τέχνη και ο µύθος των µοιραίων επιλο-
γών», στο Άννα Καφέτση, ό.π., 1992, σσ. 376-377.
25
Αντώνης Κωτίδης, Ζωγραφική 19ου αι., Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών (Ελ-
ληνική τέχνη), 1995.