You are on page 1of 43

Έρχεσαι μαζί μου;

Κ. Ρουγγέρη
Αθήνα 2003

Παραγωγή
Καλλιτεχνικός Σύλλογος “METRON”

Σκηνοθεσία, Μουσική επεξεργασία


Σπύρος Ατσοπάρδης – Ευτυχία Βογιατζόγλου
Τα παραμύθια

Μέρος 1
Εισαγωγή (διάρκεια 4 λεπτά)
1 Η κοκκινοσκουφίτσα (διάρκεια 3.30 λεπτά)
2 Η ωραία Κοιμωμένη (διάρκεια 1 λεπτό)
3 Ο παπουτσωμένος γάτος (διάρκεια 3,40 λεπτά)
4 Η Σταχτοπούτα (διάρκεια 4,25 λεπτά)
5 Η βασίλισσα του χιονιού (διάρκεια 1 λεπτό)
6 Η Κολοβή Αλεπού (διάρκεια 4 λεπτά)
7 Ο Μολυβένιος στρατιώτης (διάρκεια 1,30 λεπτά)
8 Τα καινούργια ρούχα του Αυτοκράτορα (διάρκεια 7,20 λεπτά)
9 Ραπουνζέλ (διάρκεια 1 λεπτά)
10 Η Χιονάτη και οι 7 νάνοι (διάρκεια 4,20 λεπτά)
11 Χριστουγεννιάτικη ιστορία (διάρκεια 3 λεπτά)
12 Οι περιπέτειες του Μινχάουζεν (διάρκεια 4 λεπτά)
13 Τα παραμύθια της Χαλιμάς (διάρκεια 3,25 λεπτά)
14 Ο Πινόκιο (διάρκεια 3,30 λεπτά)
15 Δον Κιχώτης (διάρκεια 4 λεπτά)
Εισαγωγή (διάρκεια 4 λεπτά)
Αφήγηση: (μαγνητοφωνημένη) Κάποτε, πολλά χρόνια πριν, δεν θυμάμαι ακριβώς
πόσα… ζούσε σε κάποια μακρινή πολιτεία ένας νεαρός συγγραφέας που
μόνο στο όνομα ήταν συγγραφέας, μια που δεν είχε κατορθώσει να γράψει
ακόμα ούτε ένα βιβλίο… ούτε ένα παραμύθι…
Έγραφε, ξανάγραφε…
Συγγραφέας: Τίποτα!… Τίποτα…!
Αφήγηση: Απελπισμένος, έπεφτε και αποκοιμιόνταν, για να ξυπνήσει πάλι την άλλη
μέρα και να ξαναρχίσει.
Ένα βράδυ, εκεί που τον πήρε ο ύπνος…
(προβολέας ανάβει μπροστά δεξιά και βλέπουμε το συγγραφέα να γράφει
στην γραφομηχανή, να σκίζει κλπ. Δίπλα του υπάρχει καλάθι αχρήστων,
ξεχειλισμένο από τσαλακωμένα χαρτιά. Ο νεαρός κάθεται στο κρεβάτι του,
απελπισμένος πιάνει το κεφάλι του και σιγά-σιγά κλείνουν τα μάτια του.
Κρυστάλλινη γυναικεία φωνή ακούγεται με αντήχηση)
Φωνή: Κοιμάσαι;
Συγγραφέας: Μμμμ (γυρίζει από την άλλη μεριά. Εδώ φωτίζεται ή εμφανίζεται η
νεράιδα)
Νεράιδα: Ξύπνα. Έχω κάτι να σου πω…
Συγγραφέας: Εεεε;… Τι, ποιος;… Ποιος είναι;
Νεράιδα: Εγώ…
Συγγραφέας: Ποιος εγώ; Δε σε βλέπω…
(αν έχουμε τη δυνατότητα να έχουμε την νεράιδα πάνω σε μια μεγάλη πεταλούδα, θα της αλλάζουμε
θέση αναλόγως κάτι που θα γίνει σαν παιχνίδισμα μεταξύ της νεράιδας και του συγγραφέα)
Νεράιδα: Εδώ… είμαι…
Καπνός
Συγγραφέας: Αααα… Ποια είσαι εσύ; Πώς το έκανες αυτό; Α! Θεέ μου!…
Νεράιδα: (γελάει)
Συγγραφέας: Η καλή μου νεράιδα είπες;
Νεράιδα: Ναι… είδα πόσο βασανίζεσαι, καημενούλη μου… Γράφεις, σκίζεις… Σε
λυπήθηκα!
Συγγραφέας: Αλήθεια το λες;
Νεράιδα: Μα τι θέλεις να γράψεις τέλος πάντων;
Συγγραφέας: Δεν το ξέρεις; Προκηρύχθηκε ένας διαγωνισμός θεατρικού έργου για
παιδιά και θέλω να πάρω μέρος. Ούτε μια λέξη δεν μπορώ να γράψω. Δεν
ξέρω τι έχω πάθει…
Νεράιδα: (γελάει) Αυτό ήταν όλο; Καημενούλη μου… Μη σε νοιάζει, εγώ μαι εδώ.
Δεν μ’ αρέσει να λέω πολλά λόγια – πάρε αυτό
(ο συγγραφέας κάνει πως πιάνει στον αέρα ένα χαρτάκι, που έχει φροντίσει να το έχει στα χέρια του
από πριν. Η Νεράιδα εξαφανίζεται. Εκείνος διαβάζει δυνατά)
Συγγραφέας: Πήγαινε τώρα αμέσως στην οδό Βενιαμίν Φραγκλίνου…
(συνεχίζει να ανοιγοκλείνει το στόμα του ενώ ακούμε τώρα τη φωνή της
νεράιδας να συνεχίζει)
Φωνή Νεράιδας: Στον αριθμό 3 θα βρεις μια πόρτα μεγάλη που έχει μια χρυσή κουκουβάγια
για πόμολο. Μπες μέσα χωρίς να χτυπήσεις. Αν με χρειαστείς φώναξε με.
Με λένε Καλή. Α! Υστερόγραφο: Πάρε και ένα σημειωματάριο μαζί σου…
θα σου χρειαστεί….
(ο συγγραφέας πάει να της μιλήσει όταν μια υπέροχη μουσική αρχίζει και η κρυστάλλινη φωνή της
νεράιδας τραγουδά)
Συγγραφέας: Σημειωματάριο… ναι ναι το σημειωματάριό μου

Νεράιδα : Τραγούδι
καλής Νεράιδας
Συγγραφέας: Έφυγε… Καλή… τι όμορφη που ήταν… Καλή… που μου πε να πάω;
(ανοίγει πάλι και διαβάζει) Οδός Βενιαμίν Φραγκλίνου. Έφυγα κιόλας.
Μουσική

(και.. βλέπουμε τον νεαρό συγγραφέα να ντύνεται βιαστικά, να τακτοποιεί πρώτα το δωμάτιό του και
μετά να φεύγει σχεδόν χορεύοντας. Κατεβαίνει κάτω στον κόσμο, όπου τον ακολουθεί κάποιος
προβολέας. Στην πλατεία καλό θα ήταν αν έχουμε κάποια σπιτάκια να φωτίζονται εδώ και εκεί,
κάποιος ταμπέλες με ονόματα συγγραφέων όπως: Χανς Κρίστιαν Άντερσεν κλπ. Κάποια στιγμή ο
συγγραφέας μας θυμάται ότι έχει ξεχάσει το σημειωματάριό του και τρέχει να το πάρει. Η καλή του
νεράιδα ο έχει πάρει είδηση και του το δίνει.
Φωνή Νεράιδας: Είσαι ξεχασιάρης!
Συγγραφέας: Α! Ναι! Ευχαριστώ.
(Με το τέλος της μουσικής ο συγγραφέας έχει φτάσει έξω από μια μεγάλη πόρτα που έχει μια
κουκουβάγια για πόμολο.)
Συγγραφέας: Να η κουκουβάγια
(Η πόρτα μπορεί να είναι μεγάλο άδειο τελάρο, όπου στο κέντρο και επάνω θα έχει αιωρούμενο το
νούμερο 3. Επίσης μπορεί να υπάρχει η επιγραφή: ΔΗΜΟΣΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ. Ο νεαρός μαγεμένος
μπαίνει μέσα μαζί με το σημειωματάριό του. έκπληκτος κοιτάζει γύρω του. Υπάρχουν ράφια με
τεράστια βιβλία και διάφορες επιγραφές:
ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ κλπ
Συγγραφέας Πω.. πω βιβλία… τι λέει εδώ; Παραμύθια. Για να δω.. Α! Η
(σκέψη): κοκκινοσκουφίτσα του Σαρλ Περώ.. γνωστό βιβλίο αλλά δεν τόχω
διαβάσει… ας ανοίξω μια σελίδα στην τύχη

1 Η Κοκκινοσκουφίτσα
του Σαρλ Περώ (διάρκεια 3,30 λεπτά)
Πάει στο ράφι που είναι το βιβλίο της κοκκινοσκουφίτσας (ένα βιβλίο
σπιτάκι με γραμματοκιβώτιο). Το βγάζει… το ανοίγει.. και ……..
Μουσική
(Πετάγεται η κοκκινοσκουφίτσα)
Μουσική
ΤΡΑΓΟΥΔΙ κοκκινοσκουφίτσας
(παρουσιάζεται ο λύκος)
Λύκος: Και βέβαια είμαι εδώ.
Συγγραφέας: Όχι, όχι μπες μέσα.
Λύκος: Βάζω τα παπούτσια μου και σε κυνηγώ.
Συγγραφέας: Όχι σου είπα, μπες μέσα.
Λύκος: Μες στο δάσος κυνηγάω, τη γιαγιά σου για να φάω (τραγουδιστά)
Συγγραφέας: Μπες μέσα παλιολύκε σου είπα.
Λύκος: Άσε με, θα σε φάω κι εσένα.
Συγγραφέας: Μπες επιτέλους
(Ο συγγραφέας κλείνει ο βιβλίο βιαστικά και απομακρύνει γρήγορα την
κοκκινοσκουφίτσα)
Λύκος: Μη σπρώχνεις ρε…….πάντα ο λύκος φταίει για όλα. Δε κοιτάτε τα μούτρα
σας λέω εγώ?
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι κάνεις εκεί…
Συγγραφέας: Μπες μέσα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Ξέρεις τι κάνεις;
Λύκος: Άσε με! Ε!
Συγγραφέας: Σε σώζω από το λύκο.
Κοκκινοσκουφίτσα: Από ποιον λύκο καλέ, το δικό μου λύκο;
Συγγραφέας: Αφού βγήκε έξω από το βιβλίο, ερχόταν να σε φάει. Ευτυχώς, πρόλαβα και
τον έκλεισα μέσα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι λες; Άφησες στη μέση το παραμύθι, ούτε δυο σελίδες δεν διάβασες…
Συγγραφέας: Μα αφού είσαι μικρή, ο λύκος θα μπορούσε να σε φάει…
Κοκκινοσκουφίτσα: Έτσι νομίζεις εσύ… αν διάβαζες μέχρι το τέλος θα έβλεπες ότι τη
γλιτώνω… ωχ καημένε… εκνευρίστηκα τώρα….
(Βγάζει από το καλαθάκι της ένα κουλούρι και το τρώει)
Συγγραφέας: Με συγχωρείς για το λύκο, δεν το ήθελα. Για το καλό σου έκανα ότι έκανα.
(της ρίχνει κάτω το κουλούρι)
Κοκκινοσκουφίτσα: Αχρήστευσες το κουλούρι μου, έπεσε κάτω στα μικρόβια και τώρα δεν
μπορώ να το φάω.
Συγγραφέας: Με συγχωρείς.
Κοκκινοσκουφίτσα: Αφήνετε ατελείωτα τα βιβλία και βάζετε σαχλαμάρες με το νου σας. Πως
συγχύστηκα… αν είχα εδώ το λύκο… θα του έλεγα να φάει εσένα, όχι τη
γιαγιά μου.
Συγγραφέας: Καλά τώρα… συγχώρεσε με… Να σου πω… Μου ρθε μια ιδέα… έρχεσαι
μαζί μου;
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι; Α, το πάθημα μου 'γινε μάθημα… Δεν ξανακάνω τα ίδια λάθη…
Συγγραφέας: Με παρεξήγησες… εγώ θέλω να σε πάρω μαζί μου στις σημειώσεις μου.
Κοκκινοσκουφίτσα: Που θες να με πας;
Συγγραφέας: Γράφω ένα βιβλίο ξέρεις και μου είναι απαραίτητο ένα κοριτσάκι σαν και
σένα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Ένα κοριτσάκι σαν και μένα;
Συγγραφέας: Ναι! Σε βρίσκω υπέροχη φιγούρα και…
Κοκκινοσκουφίτσα: (καθαρά κολακευμένη) Εμένα υπέροχη φιγούρα;
Συγγραφέας: Ναι. Λοιπόν τι λες; Έρχεσαι;
Κοκκινοσκουφίτσα: Έρχομαι. Αλλά μια στιγμή να αφήσω ένα σημείωμα στην μητέρα μου…
Συγγραφέας: Μπράβο! Βλέπω είσαι πολύ καλό κορίτσι.
Κοκκινοσκουφίτσα: Έχεις ένα χαρτάκι;
Κοκκινοσκουφίτσα (γράφοντας) Μανούλα μου αγαπημένη θα λείψω για λίγο. (στον
σκέψη: συγγραφέα) Πάω στο σημειωματάριο, συγγνώμη, ενός καλού
συγγραφέα.
Συγγραφέας: Ευχαριστώ!
Κοκκινοσκουφίτσα (συνεχίζει να γράφει) Θέλει να τον βοηθήσω να γράψει ένα θεατρικό έργο
σκέψη: για παιδιά.
Κοκκινοσκουφίτσα: Σε φιλώ, η κόρη σου Κοκκινοσκουφίτσα
(Μόλις γράφει το
σημείωμα το ρίχνει
στο γραμματοκιβώτιο
που έχει το βιβλίο
σπιτάκι της απ’ έξω
και λέει στον
συγγραφέα)
Κοκκινοσκουφίτσα: Έτοιμ
Συγγραφέας: Ω! Ωραία μου δεσποινίς, περάστε…
Κοκκινοσκουφίτσα: Α! μα δε χωράω… το σημειωματάριο είναι μια σταλιά. Πως θα μπω εκεί
μέσα;
Συγγραφέας: Είναι μικρό, έχεις δίκιο. Α! το βρήκα… η καλή… η Καλή θα με βοηθήσει.
(με τα δυο του χέρια κλείνει τα αυτιά της κοκκινοσκουφίτσας και φωνάζει
την Καλή)
Καλή….
(ακούγεται η μουσική-μοτίβο της νεράιδας και η νεράιδα εμφανίζεται)
Τραγούδι Νεράιδας

Νεράιδα: Με φώναξες;
Συγγραφέας: Καλή.. μεγαλώνεις σε παρακαλώ το σημειωματάριο γιατί η
Κοκκινοσκουφίτσα δεν χωράει μέσα;
Νεράιδα: Αυτό είναι όλο; (γελάει) Αμέσως!!!
Καπνός
(Με ένα τρυκ η νεράιδα δίνει στον συγγραφέα ένα σημειωματάριο πολύ
μεγάλο, ολόιδιο με το μικρό που είδαμε στην αρχή)
Κοκκινοσκουφίτσα: Πω..πω.. πως έγινε αυτό;
Συγγραφέας: Έλα μαζί μου και θα δεις πολλά τέτοια..
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι καλά…
(Ο συγγραφέας της ανοίγει το εξώφυλλο που μοιάζει με πόρτα και την
αφήνει να περάσει μέσα)
Τραγούδι Κοκινοσκουφίτσας

Συγγραφέας: Τι χαριτωμένη μικρή… χρήσιμη, πολύ χρήσιμη για το θεατρικό μου έργο.
Να βάλω κι αυτό στη θέση του.
(χαρούμενος πάει να βάλει το βιβλίο στην θέση του. Το βιβλίο ανοίγει, κατά
λάθος, και βγαίνει ο λύκος που κυνηγάει τη γιαγιά)
Συγγραφέας: Πω πω! Τι πήγα να πάθω!

2 Η ωραία κοιμωμένη
του Σαρλ Περώ. (διάρκεια 1 λεπτό)
Αφήγηση: (την ώρα που φεύγει από το προηγούμενο βιβλίο πέφτει κατά λάθος πάνω
σε ένα βιβλίο που από τη αρχή ήταν πεσμένο κάτω σαν κρεβάτι και του
ανοίγει το καπάκι. Μέσα βρίσκεται ξαπλωμένη σαν σε κρεβάτι μια όμορφη
καλοντυμένη κοπέλα. Ανοίγει το βιβλίο)

Συγγραφέας: Τι είναι αυτό; Μια κοπέλα ξαπλωμένη. Θεέ μου! Το όμορφη που είναι! Για
να δω (κλείνει το εξώφυλλο για να δει τι γράφει και διαβάζει
ΠΕΡΩ: Η ΩΡΑΙΑ ΚΟΙΜΩΜΕΝΗ
Μουσική Τσαϊκόφσκι

(το ξανανοίγει) Α! Μάλιστα… Κοιμάται… Τι όμορφη που είναι!


(σκύβει και την φιλάει. Αμέσως η κοπέλα ξυπνάει)
Κοιμωμένη: Μμμμ! Ααααχ! Ήρθες …
Συγγραφέας: Με περιμένατε; (σηκώνεται)

ΤΡΑΓΟΥΔΙ κοιμωμένης
Μουσική Τσαϊκόφσκι

Συγγραφέας: (σα βρεγμένη γάτα) Με συγχωρείτε… Είμαι συγγραφέας… Δεν είμαι αυτός
που νομίζετε..
Κοιμωμένη: (αρχίζει πάλι να νυστάζει) Δεν είσαι (χασμουριέται) Ω! Θεέ μου!
(πέφτει πάνω στον συγγραφέα και αποκοιμιέται στον ώμο του)
Συγγραφέας: Τι έγινε τώρα; Ξανακοιμήθηκε… τι να την κάνω τώρα κοιμισμένη; Ας την
βάλω κι αυτήν εκεί μέσα κι αν δεν τη χρειαστώ θα την αφήσω να κοιμάται..
(ανοίγει το εξώφυλλο του σημειωματάριου και την κλείνει μέσα) Πάρτε και
το μαξιλάρι σας!
3 Ο παπουτσωμένος γάτος
του Σαρλ Περώ (διάρκεια 3,40 λεπτά)

Αφήγηση: Αφού έκλεισε σιγά σιγά το σημειωματάριό του για να μη ξυπνήσει την
ωραία κοιμωμένη, συνέχισε να ψάχνει το επόμενο βιβλίο του. Διέκρινε σε
ένα εξώφυλλο ένα γάτο με μπότες και καπέλο με φτερά. Αμέσως κατάλαβε
πως ήταν ο «Παπουτσωμένος γάτος» του Σαρλ Περώ.
Συγγραφέας: Μμμ ένας γάτος. Πολλά μπορώ να κάνω με ένα γάτο.
Γάτος: Βοήθεια…
Λιοντάρι: Νόμιζες πως θα μου γλυτώσεις ε;
Γάτος: Καταπληκτικό. Ολόκληρος δράκος κι έγινε λιοντάρι.
Λιοντάρι: Φοβήθηκες ε;
Γάτος: Αν φοβήθηκα λέει… εγώ ένας αδύναμος γάτος να μη φοβηθώ ένα δυνατό
Λιοντάρι σαν και σένα; Τρέμω ολόκληρος κοίτα.
Λιοντάρι: Κακομοίρη, αστείος είσαι. έτσι που φοβάσαι χα χα
Γάτος: Και πως το κάνεις αυτό κύριε δράκε μου;
Λιοντάρι: Α… δε λέγονται αυτά. Είναι επαγγελματικά μυστικά. Μπορώ να
μεταμορφωθώ σε όποιο πλάσμα θέλω.
Γάτος: Τώρα που το σκέφτομαι δεν είναι και δύσκολο από δράκος να γίνεις
λιοντάρι.
Λιοντάρι: Τι είπες τώρα;
Γάτος: Μάλλον εύκολο το βρίσκω.
Λιοντάρι: Πρόσεξε γιατί έχω αρχίσει να εκνευρίζομαι μαζί σου. Αν είναι εύκολο κάντο
και συ.
Γάτος: Άλλο θέλω να πω. Το δύσκολο θα ταν να γινόσουν από λιοντάρι μικρό
ποντίκι ας πούμε.
Λιοντάρι: Τι; Αυτό είναι δύσκολο ε; Μπορώ να γίνω δράκος, λιοντάρι, σκύλος και να
σε φάω, πουλί, ψάρι και φυσικά ποντίκι.
Γάτος: Είναι αδύνατον να γίνει αυτό.
Λιοντάρι: Αδύνατον; Τίποτα δεν είναι αδύνατο για μένα
Γάτος: Εδώ σε θέλω. Αν δε το δω δεν το πιστεύω!
Ποντίκι φωνή: Κοίτα με (ήχος μαγικός), Καπνός
Γάτος: Ε… λιοντάρι σ’ έχασα. Που είσαι κύριε δράκε μου;
Ποντίκι φωνή: Εδώ κάτω. Έγινα ποντίκι κοίταμε;
Γάτος: Α! Καλά είσαι απίθανος! Είσαι κα-τα-πληκτικός
Ποντίκι: Σου είπα πως μπορώ να μεταμορφωθώ σε ό,τι θέλω. Τι θέλεις να γίνω
τώρα? Θέλεις να γίνω αητός?
Γάτος: Όχι όχι να μου λείπει. Σε πιστεύω. Είσαι τρομερός.
Ποντίκι φωνή: Χα χα είδες που έλεγες ότι είναι δύσκολο; Για μένα όλα είναι εύκολα.
Γάτος: Και για μένα τώρα είναι εύκολο (χραπ το βουτάει)
Λιοντάρι: Λα λα λα
Συγγραφέας: Πω πω! Είσαι … γάτα
Γάτος: Για νέο μου το λες; Α ποιος είσαι; Δεν είσαι ο Μαρκήσιος του Καραμπά
Συγγραφέας: Ένας ταπεινός συγγραφέας είμαι παπουτσωμένε μου γάτε.
Γάτος: Συγγραφέας; Δηλαδή;
Συγγραφέας: Δηλαδή σαν τον Περώ τον δικό σου. Κατάλαβες;
Γάτος: Κατάλαβα. Και τι θες εδώ;
Συγγραφέας: Ήρθα να σου ζητήσω να ρθεις μαζί μου
Γάτος: Μαζί σου;
Συγγραφέας: Ναι, ξέρω πόσο βοήθησες τον αφέντη σου. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι και
για μένα;
Γάτος: Αν μπορώ γιατί όχι;
Συγγραφέας: Τότε από δω παρακαλώ. Πολύ καλά!
4 Σταχτοπούτα
του Σαρλ Περώ (διάρκεια 4,25 λεπτά)

Αφηγητής Αυτός ο Περώ έχει γράψει τα πιο γνωστά παραμύθια. Αμέσως μετά, έπεσε
το μάτι του σ’ ένα άλλο βιβλίο του Σαρλ Περώ. που είχε ένα ρολόι με
αστραφτερούς δείκτες πάνω του. «Η Σταχτοπούτα»

Σταχτοπούτα: Μια φορά κι έναν καιρό


Ζούσε ένας ζούσε ένα βασιλιάς
Που κουράστηκε να ζει
μοναχός του στη ζωή
Κακιά Α- Κακιά Β: Σταχτοπούτα
Κακιά Α: Σταμάτα πια, αυτό το σαχλό τραγούδι.
Κακιά Β: Καλά σου λέει, μας ζάλισες.
Κακιά Α: Όλη μέρα Μια φορά κι έναν καιρό…
Κακιά Α: Ζούσε ένας βασιλιάς.
Κακιά Β: Ε μα πια!
Κακιά Β: Κοίτα να ξεσκονίσεις λίγο που μας έχει φάει η σκόνη
Κακιά Α: Κοίτα να σκουπίσεις, να σφουγγαρίσεις
Κακιά Β: Και άντε μετά να μαγειρέψεις.
Κακιά Α: Ανεπρόκοπή.
Σταχτοπούτα: Όλη μέρα δουλεύω. Δε με λυπάστε πια αδελφές μου;
Και οι δυο: Τι είπε τώρα;
Κακιά Β: Αδελφές μου;
Κακιά Α: Αν μας ξαναπείς αδελφές σου
Κακιά Β: Θα φωνάξω τη μαμά και θα σου τις βρέξει
Κακιά Α: Που χει και βαρύ χέρι.
Κακιά Β: Να σε αρπάξω από τα μαλλιά να σου πω εγώ.
(χτύπος πόρτας)
Κακιά Α: Ήρθανε από το παλάτι.
Κακιά Β: Επιτέλους.
Κακιά Α- Κακιά Β: Ήρθανε από το παλάτι.
(χτύπος πόρτας. Η Σταχτοπούτα πάει ν’ ανοίξει)
Κακιά Α: Κρύψου εσύ!
Κακιά Β: Εμείς θ’ ανοίξουμε.
Κακιά Α: Περάστε καλοί μου κύριοι.
Κακιά Α-Κακιά Β: Καλωσορίσατε στο αρχοντικό μας!
(Μπαίνουν και παίρνουν θέση οι αυλικοί)
Κακιά Α: Λοιπόν; Πέστε μας
Κακιά Β: Σας ακούμε

Τραγούδι αυλικών

Γουλιέλμο: Παρακαλώ ετοιμαστείτε γρήγορα γιατί σε λίγο θα έρθει άμαξα να σας


πάρει.
Κακιά Α: Τι ευτυχία…Έφτασε η μεγάλη μέρα. Θα φορέσω τα καλά μου.. Θα γίνω μια
κούκλα…
Φεράντο: Βιαστείτε, όμως, παρακαλώ, γιατί δε σας παίρνει ο χρόνος!
Κακιά Β: Ο Πρίγκιπας θα διαλέξει την πιο όμορφη. Θα διαλέξει εμένα!
Αλφόνσο: Αν συνεχίσετε όμως να καθυστερείτε…
Κακιά Α: Ε, λοιπόν! Είχα ένα προαίσθημα…Έπαιζε το μάτι μου όλη μέρα χτες.
Κακιά Β: Και να που ήρθανε με τα καλά μαντάτα.
Και οι δυο: Θα διαλέξει εμένα!
Αυλικοί: (οι Αυλικοί βήχουν τρεις φορές) γκουχ γκουχ γκουχ
Κακιά: Ω! Ξεχάσαμε καλέ τους κυρίους…
Γουλιέλμος: Χαρά στο πράμα!
Αλφόνσο: Είμαστε συνηθισμένοι. Κάπως έτσι γίνεται σ’ όλα τα σπίτια.
Κακιά Β-Κακιά Α: Καλοί μου κύριοι…
Όλοι: Μάλιστα;
Κακιά Α-Κακιά Β: Μπορώ να το ξανακούσω;
Όλοι: Ποιο;
Κακιά Β: Ποιαν είπατε θα διαλέξει ο Πρίγκιπας;
Όλοι: Την ΟΜΟΡΦΟΤΕΡΗ!
Αλφόνσο: Το είπαμε τραγουδιστά, το είπαμε μιλητά, το είπαμε εκατό φορές. Θα
διαλέξει την ομορφότερη!
Κακιά Α –Κακιά Β: Εμένα, εμένα! (η μια στην άλλη)
Φεράντο: Α! δε με σηκώνει άλλο το κλίμα.
Αλφόνσο: Φεύγουμε το γρηγορότερο.
Γουλιέλμο: Πάμε!
(Προσοχή ξανά το μουσικό μοτίβο των αυλικών μόνο. Πάνω στη μουσική)

Αν μείνουμε λίγο ακόμα θα μας στείλουν στο τρελοκομείο!

Φεράντο:
Και φεύγουν πισωπατώντας απ’ τη σκηνή με το μουσικό μοτίβο που υπάρχει. Οι δυο αδελφές
παρακολουθούν την έξοδο των αυλικών και μόλις φύγει κι ο τελευταίος)
Κακιά Α-Κακιά Β: Γεια σας, να μας ξανάρθετε. Πρέπει να ετοιμαστώ! (μπαίνουν στο βιβλίο)
Σταχτοπούτα: Θα ετοιμαστούνε να πάνε στο παλάτι. Κι εγώ εδώ με τις στάχτες όπως
πάντα. Ω Θεέ μου! Πώς θα θελα κι εγώ να πάω να δω τον πρίγκιπα!
Νεράιδα νονά: Όλα θ’ αλλάξουν καλή μου Αντζελίνα.
Σταχτοπούτα: Ποια είστε…

Νεράιδα νονά: Τραγούδι

Σταχτοπούτα: Η νονά μου; Τότε γιατί δεν σας ξέρω;


Νεράιδα νονά: Γιατί τώρα πρωτοεμφανίζομαι. Έτσι είναι το παραμύθι. Έλα, έλα ετοιμάσου
να πας κι εσύ στο παλάτι.
Σταχτοπούτα: Εγώ… πως θα πάω; Μ’ αυτά τα ρούχα;
Νεράιδα νονά: Άστο σε μένα.
Σταχτοπούτα: (κλαίει)
Νεράιδα νονά: Έχετε κολοκύθες στην κουζίνα;
Σταχτοπούτα: Έχουμε…
Νεράιδα νονά: Φέρε μου γρήγορα την πιο μεγάλη.
Σταχτοπούτα: Μάλιστα.
Νεράιδα νονά: Φέρε ακόμα μια φάκα να πιάσουμε τέσσερα ποντικάκια που τα θέλω.
Σταχτοπούτα: Ποντικάκια;
Νεράιδα νονά: Ναι. Τρέχα, κάνε αυτό που σου λέω.
Συγγραφέας: (τρέχει κλείνει τη Σταχτοπούτα μέσα στο βιβλίο) Μα πώς το σκέφτηκε αυτό
ο συγγραφέας να μετατρέψει την κολοκύθα σε άμαξα και τα ποντικάκια σε
άλογα.
Νεράιδα νονά: Εγώ τα μετατρέπω όχι ο συγγραφέας.
Συγγραφέας: Ο συγγραφέας σας έβαλε όμως. έτσι δεν είναι;
Νεράιδα νονά: Τι θέλει εδώ ο πρίγκιπας; Πηδήξαμε σελίδα;
Συγγραφέας: Όχι, μη σας μπερδεύω. Έκλεισα το βιβλίο και σας κράτησα απ’ έξω.
Νεράιδα νονά: Και γιατί το κάνατε αυτό;
Συγγραφέας: Γιατί, γιατί είστε ότι ονειρευόμουνα.
Νεράιδα νονά: Συγγνώμη αλλά δεν καταλαβαίνω.
Συγγραφέας: Σας έχω ανάγκη, αυτό το καταλαβαίνετε;
Νεράιδα νονά: Αν μ’ έχεις ανάγκη παλικάρι μου δεν θα μπορώ ν’ αρνηθώ.
Συγγραφέας: Το ξερα. Έρχεστε μαζί μου στο σημειωματάριο μου;
Νεράιδα νονά: Αχ! Τώρα έστειλα τη Σταχτοπούτα να φέρει μια κολοκύθα και …
Συγγραφέας: Την έκλεισα στο βιβλίο, δεν θα ρθει.
Νεράιδα νονά: Τι κάνατε;
Συγγραφέας: Ακούστε, αυτή είναι πασίγνωστη δεν έχει ανάγκη. Όλοι την ξέρουν, τα
παιδιά την αγαπούν ενώ εγώ είμαι ακόμα άγνωστος. Κάντε μου τη χάρη.
Περάστε σας παρακαλώ.
Νεράιδα νονά: Καλά αγόρι μου, να περάσω. Έχεις κάτι επιχειρήματα που δεν μπορώ να
αρνηθώ παιδί μου.
Συγγραφέας: Τι καλή που είναι! Τι καλή!

5 Η βασίλισσα του χιονιού


του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (διάρκεια 1 λεπτό)

Αφηγητής: Δεν έχασε λοιπόν καιρό κι έτρεξε να βρει τον επόμενο ήρωά του. Ένιωσε
τότε ένα κρύο αεράκι να έρχεται από ένα βιβλίο που είχε για εξώφυλλο μια
γυναίκα ντυμένη στα λευκά. «Σαν τη βασίλισσα του χιονιού» του Χανς
Κρίστιαν Άντερσεν, μου μοιάζει αυτή, σκέφτηκε και αμέσως άνοιξε το
παγωμένο βιβλίο.
Συγγραφέας:
Για να δω (ανοίγει το βιβλίο) πω πω κρύο!
Βασίλισσα: Κρυώνεις; Θέλεις να ‘ρθεις να ζεσταθείς μέσα στο λευκό μου πανωφόρι;
Συγγραφέας: Όχι δεν είμαι αυτός που νομίζετε.
Βασίλισσα: Περίεργο μέρος είναι αυτό, δε μου θυμίζει κάτι. Καημενούλη μου τρέμεις
ολόκληρος (σκύβει τον φιλάει)
Συγγραφέας: Έχω κυριολεκτικά ξεπαγιάσει. Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι ο μικρός του
παραμυθιού σας.
Βασίλισσα: Ναι βλέπω. Δεν είσαι ο μικρός Κέει. Τότε ποιος είστε;
Συγγραφέας: Αν μείνει λίγο ακόμα έξω από το βιβλίο δε με βλέπω καλά. Ακούστε
βασίλισσα μου. Ο νεαρός που ψάχνετε είναι μέσα στο βιβλίο. Μόλις μπείτε
θα τον βρείτε, μόνο βιαστείτε παρακαλώ γιατί… Αψού!!
Βασίλισσα: Δεν μου είπατε. Ποιος είστε;
Συγγραφέας: Εσείς ψάχνετε τον μικρό Κέει. Δεν είμαι εγώ! Μπείτε μέσα παρακαλώ. (την
σπρώχνει και κλείνει γρήγορα το βιβλίο) Έχει γούστο να κρυολόγησα. Πω
πω τι πήγα να πάθω…Αψού!

6 Η κολοβή αλεπού
Μύθοι του Αισώπου

Αφηγητής: Πω πω τι πήγε να πάθει ο καημένος…….Στο διπλανό ράφι, διέκρινε ένα


βιβλίο ντυμένο με υφαντό ύφασμα. Είχε χρώμα κιτρινοπράσινο και στη
ράχη του είχε ζωγραφισμένη μια κληματαριά που κατέληγε σε δύο τσαμπιά
σταφύλια και πολλά κληματόφυλλα. Ήταν θαυμάσιο!!!! Αναρωτήθηκε ποιο
θα ήτανε και το έσπρωξε έτσι ώστε να διαβάσει τον τίτλο του. «Αισώπου
μύθοι». «Η κολοβή Αλεπού»

Τραγούδι
Αλεπού : Τρα λα ρα λα τρα λα λα ρα λα
Τρα λα ρα λα λα λα όπλες
Τρα λα ρα λα τρα λα λα ρα λα
Τρα λα ρα λα λα λα

Ειμ’ η αλεπού η ξακουστή


Στον κόσμο τιμημένη
Αλεπού: Αχ να ξέρατε τι πονηρή που είμαι…
Κι η πονηριά μου ειν γνωστή
Σ’ όλη την οικουμένη
Τρα λα ρα λα τρα λα λα ρα λα
Τέτοια φουντωτή ουρά
Τρα λα ρα λα τρα λα λα ρα λα
Δεν υπάρχει στον ντουνιά

Στ’ ωραίο δάσος περπατώ


Καμαρωτά σαν νύφη

Αλεπού: Κατεβαίνω καλέ στο χωριό και ρημάζω τα κοτέτσια των χωρικών… τα
ρημάζω κυριολεκτικώς…
Μ’ έχουν κάνει διάσημη
Του Αισώπου οι μύθοι

Έχω γούνα λαμπερή


Και ματιά αστραφτερή
Αλεπού: Δεν ξέρετε με τι ευκολία κλέβω τα κοτέτσια… Κλέβω κοτόπουλα καλέ από
τα κοτέτσια χωρίς να με πάρει κανένας είδηση… (γελάει). Κάθε βράδυ έχω
εκλεκτό μεζέ… για μένα είναι ζήτημα δευτερολέπτων…
Από το κοινό: Πρόσεχε μη σε πιάσουν.
Αλεπού: (γελάει ειρωνικά) Ποιος να με πιάσει καλέ; Δε με ξέρετε εμένα…
Από το κοινό: Μη λες μεγάλα λόγια.
Αλεπού: Γιατί να μη λέω μεγάλα λόγια; Αφού είμαι μεγάλη καλέ… Α χρυσοί μου.
Εγώ δεν φοβάμαι τίποτα. Έχω συνηθίσει να τρώω νόστιμα κοτόπουλα, και
δεν αλλάζω αυτή μου τη συνήθεια με τίποτα.
(στο σημείο αυτό βγαίνει από το βιβλίο ένας κυνηγός που κρατά μια
δαγκάνα και της κόβει την ουρά)
Συγγραφέας: Τι έκανες, τι έκανες. Πήγαινε μέσα στο βιβλίο σου! (τον σπρώχνει μέσα στο
βιβλίο)
Κυνηγός: Άμα δεν της έκοβα την ουρά πως θα γινόταν κολοβή;
Συγγραφέας: Αυτόν τώρα δεν τον ήθελα, αλλά τι να κάνω
Αλεπού: ΑΑΑ! Αχ μανούλα μου τι ήταν αυτό; Αχ μανουλίτσα μου τι πόνος! Τι το
θελα η κακομοίρα… Ααα (τσιρίζει) Κόπηκε η ουρίτσα μου… τι είναι αυτό;
Μια δαγκάνα! Οι παλιάνθρωποι! Απ’ τη ζήλια τους. Αχ, πόσο μου πάει να
μην έχω ουρά! Τι ωραία που απαλλαχτικά απ’ αυτήν… για να πούμε την
αλήθεια με βάραινε.. τόσο μεγάλη. Γι' αυτό και μόλις είδα την παγίδα λέω.
Ιδού η ευκαιρία! Θα την κόψω καλέ… γιατί δεν μπορώ πια να την
κουβαλάω… άλλωστε την βαρέθηκα… δεν είναι της μόδας πια…
Από το κοινό: Τι είναι αυτά που λες;
Αλεπού: Την αλήθεια λέω! Οι ουρές αυτές είναι ντεμοντέ. Κι εγώ τρελαίνομαι για την
μόδα. Το τελευταίο μοντελάκι είναι: αλεπούδες χωρίς ουρές. Δε με
πιστεύετε; Χα χα… ανοίξτε και κανένα περιοδικό… Και αν δεν κόψετε κι
εσείς τις δικές σας ουρές… Να μη με λένε Μαριώ η Πονηρή (γυρίζει προς
τον συγγραφέα)
Συγγραφέας: Κυρία Μαριώ.. Πόσο όμορφη είστε!
Αλεπού: Ω! Με κολακεύετε…
Συγγραφέας: Ξέρετε γιατί μ’ αρέσετε τόσο πολύ;
Αλεπού: Όχι. Δεν κατέχω..
Συγγραφέας: Γιατί είστε πάντα μέσα στην μόδα.
Αλεπού: Ναι; Τι θέλετε να πείτε;
Συγγραφέας: Για την ουρά σας λέω…
Αλεπού: Ώστε το ξέρετε κι εσείς;
Συγγραφέας: Αλίμονο… αν δεν είχα διαβάσει πόσο είναι της μόδας οι κολοβές
αλεπούδες; Τι συγγραφέας θα ‘μουνα…
Αλεπού: Είστε συγγραφέας;
Συγγραφέας: Μάλιστα. Δούλος σας!!!
Αλεπού: Θα γράψετε για μένα;
Συγγραφέας: Πονηρούλα μου… το καταλάβατε.. γι' αυτό ακριβώς σας θέλω.
Αλεπού: Θα γράψετε για τη ουρά μου;
Συγγραφέας: Αν το θέλετε…
Αλεπού: Προτρέψτε καλέ και τις άλλες να κόψουν τις δικές τους ουρές… δεν ξέρετε
τι χάνουν… Εγώ ξαλάφρωσα. Πετάω σχεδόν… δεν το βλέπετε;
Συγγραφέας: Το βλέπω κυρία μου… Πως δεν το βλέπω (ανοίγει το εξώφυλλο από το
σημειωματάριο. Μόλις αυτή περνάει το κλείνει). Είναι κι αυτή πονηρή…
είμαι κι εγώ όμως… ε;…

7 Ο Μολυβένιος στρατιώτης
του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (διάρκεια 1,30 λεπτά)

Αφηγητής: Αμέσως μετά, ένα μπλε βιβλίο μ’ ένα στρατιωτάκι ζωγραφισμένο στη ράχη
του, τράβηξε την προσοχή του. «Ο μολυβένιος στρατιώτης» του Χανς
Κρίστιαν Άντερσεν!

Συγγραφέας: Ο Μολυβένιος στρατιώτης είναι να παιχνίδι ακουμπισμένο σε ένα τραπέζι


με άλλα πολλά. Κάθε βράδυ τα παιχνίδια ζωντανεύουν και παίζουν μεταξύ
τους. Το μολυβένιο στρατιωτάκι, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας,
ερωτεύεται μια μπαλαρινούλα, που δεν κάνει τίποτα άλλο από το να
χορεύει… για να δω

Μπαλαρίνα: Μολυβένιο στρατιωτάκι πού ήσουνα τόσο καιρό;


Μολυβένιος: Πέρασα μια απίστευτη περιπέτεια.
Μπαλαρίνα: Α, ναι; Θέλεις να μου πεις?
Μολυβένιος: Μια μέρα ο μικρός κύριος αυτού του σπιτιού μ’ έβαλε στο περβάζι του
παραθύρου.
Μπαλαρίνα: Δεν το πήρα είδηση.
Μολυβένιος: Από κει με πήρε ο αέρας και μ’ έριξε στη θάλασσα.
Μπαλαρίνα: Πω πω! Τι έπαθες.
Μολυβένιος: Εκεί ένα μεγάλο ψάρι με κατάπιε.
Μπαλαρίνα: Τρομερό! Καημενούλη μου. Και μετά?
Μολυβένιος: Ύστερα το ψάρι πιάστηκε στο δίχτυ ενός ψαρά.
Μπαλαρίνα: Μεγάλη περιπέτεια!
Μολυβένιος: Για να μη στα πολυλογώ το ψάρι κατέληξε στη κουζίνα αυτού του σπιτιού.
Η μαγείρισσα με βρήκε, με έδωσε πάλι στο μικρό κύριο και αυτός με
ακούμπησε δίπλα σου.
Μπαλαρίνα: Αυτά όλα μόνο στα παραμύθια γίνονται.
Μολυβένιος: Ε, ναι. Σ’ ένα παραμύθι είμαστε και μεις.
Μπαλαρίνα: Σωστά. Θέλεις να χορέψω για σένα;
Μολυβένιος: Αν θέλω λέει, σ’ αγαπώ τόσο πολύ!

(ακολουθεί μουσική και χορός. Στις παύσεις της μουσικής ο συγγραφέας


δυο φορές προσπαθεί να η διακόψει)
Μολυβένιος: Είσαι υπέροχη!
Χορεύεις πολύ ωραία!
Θέλω να μείνω εδώ και να σε κοιτάζω για πάντα να χορεύεις.
Συγγραφέας: Δεσποινίς…
Μπαλαρίνα: Χορεύω τώρα….
Συγγραφέας: Δεσποινίς…
Μπαλαρίνα: Χορεύω τώρα….
(όταν τελειώσει η μουσική… η μπαλαρίνα έχει προλάβει να ξαναμπεί στο
βιβλίο κι έτσι ο συγγραφέας μένει στα κρύα του λουτρού…)
Συγγραφέας: Έφυγε… χωρίς να προλάβω να της μιλήσω… Κρίμα…

8 Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα


του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν
(διάρκεια 7,20 λεπτά)

Αφηγητής: Αφού δεν κατάφερε να μιλήσει με την μπαλαρινούλα του έκατσε να σκεφτεί
ποιον άλλον ήρωα χρειαζότανε. Τότε….ακριβώς απέναντί του είδε ένα
βιβλίο με έναν άντρα που φορούσε μόνο τα εσώρουχά του. «Αστείος μου
φαίνεται αυτός», σκέφτηκε. Αφού το πήρε στα χέρια του άρχισε να διαβάζει
την περίληψη από «Τα καινούρια ρούχα του Αυτοκράτορα», του Χανς
Κρίστιαν Άντερσεν.

Το έργο αυτό αναφέρεται σε έναν αυτοκράτορα, ο οποίος ξοδεύει όλα τα


χρήματα του βασιλείου του για τα ρούχα που φοράει. Δεν ενδιαφέρεται οτε
για το λαό του ούτε για τα προβλήματα της χώρας του.
Συγγραφέας: Ωραίο θέμα. Για να δω (ανοίγει το βιβλίο απ’ όπου βγαίνει πρώτος ο
αυτοκράτορας, δεύτερος ο υπηρέτης που κρατάει την μπέρτα, τρίτος ο
υπηρέτης που γράφει και τέταρτος ο υπηρέτης που κρατά ένα φιγουρίνι)
Αυτοκράτορας: Έχουμε και λέμε…
Υπηρέτης Α: Έχουμε και λέμε…
Υπηρέτης Β: Έχουμε και λέμε…
Υπηρέτης Γ: Έχουμε και λέμε…
Αυτοκράτορας: Σσς! γράφε. Σήμερα έβαλα αυτά τα ρούχα! Το βραδάκι όμως θα βάλω τη
μεταξωτή μπέρτα, την άσπρη με τα μοβ σιρίτια και τις ροζ πέρλες. Αύριο
το πρωί… τώρα!
Υπηρέτης Α: Αύριο το πρωί… τώρα!
Υπηρέτης Β: Αύριο το πρωί… τώρα!
Υπηρέτης Γ: Αύριο το πρωί… τώρα!
Θα βάλω το πορτοκαλί σύνολο με… όχι! Το πορτοκαλί μου πάει πολύ.
Όλοι οι υπηρέτες: Ναι!
Αυτοκράτορας: Πρέπει να το βάλω την Παρασκευή, όταν θα συναντήσω την κοπέλα που
μου προορίζουν για γυναίκα (γέλια). Αύριο όμως; (αναστεναγμός)
Υπηρέτης Α: Αύριο όμως;
Υπηρέτης Β: Αύριο όμως;
Υπηρέτης Γ: Αύριο όμως;
Αυτοκράτορας: Τι θα φορέσω αύριο;
Αυτοκράτορας: Α! το βρήκα! Θα βάλω τη γαλάζια στολή με τη χρυσή τρέσα και τα
ρουμπίνια στο πλάι… Πολύ ωραία!
Υπηρέτης Α: Πολύ ωραία!
Υπηρέτης Β: Πολύ ωραία!
Υπηρέτης Γ: Πολύ ωραία!
Αυτοκράτορας: Πού είμαστε;
Υπηρέτης: Είμαστε..
Αυτοκράτορας: Μη μιλάς παιδί μου. Με μπερδεύεις. Λοιπόν τακτοποιήθηκε η Δευτέρα, η
Τρίτη, η Παρασκευή… Πω.. πω… τι προβλήματα έχει αυτό το βασίλειο.
Υπηρέτης Α: Τι προβλήματα έχει αυτό το βασίλειο.
Υπηρέτης Β: Τι προβλήματα έχει αυτό το βασίλειο.
Υπηρέτης Γ: Τι προβλήματα έχει αυτό το βασίλειο.

Συγγραφέας: Μ’ αρέσει. Για να δούμε τι γίνεται παρακάτω.


Την ίδια μέρα έφτασαν στην πόλη δυο παγαπόντες ράφτες που είχαν
μάθει για τη μανία αυτή του αυτοκράτορα. Χωρίς να χάσουν καιρό
βρέθηκαν μπροστά του την ώρα που έκανε τον καθημερινό του περίπατο.
Μαυρίκιος: Έχω θυμώσει πολύ με σένα Σουλπικία! Τόσα χρήματα μας έδινε εκείνος ο
πλούσιος άρχοντας γι’ αυτό το υπέροχο ρούχο, αλλά εσύ όχι. Αυτό είναι
μόνο για τον αυτοκράτορά μας.
Αυτοκράτορας: Πώς; Ρούχο για τον αυτοκράτορα;
Σουλπικία: Ε βέβαια για τον αυτοκράτορά μας. Γεια!
Αυτοκράτορας: Γεια;
Σουλπικία: Τι ήθελες να αφήσω να ντυθεί άλλος καλύτερα από τον ίδιο τον
αυτοκράτορα;
Μαυρίκιος: Ναι, αλλά τώρα άντε να τον βρεις τον αυτοκράτορα. Νομίζεις ότι οι
άνθρωποι του θα μας αφήσουν να τον δούμε;
(όλα αυτά λέγονται μπροστά στον αυτοκράτορα ο οποίος έκπληκτος τους
βλέπει, τους ακούει, χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα)
Αυτοκράτορας: Με συγχωρείτε… ακούω καλά ή με γελούν τ’ αυτιά μου; Ολόκληρο
αυτοκράτορα δεν με βλέπετε;
Σουλπικία- Ποιος αυτοκράτορας;
Μαυρίκιος:
Υπηρέτες: Αυτός.
Μαυρίκιος: Βλέπεις εσύ κανέναν αυτοκράτορα;
Υπηρέτες: Εκεί.
Μαυρίκιος: Πού;
Σουλπικία: Πού;
Αυτοκράτορας: Θα τρελαθώ. Δε με βλέπετε;
Σουλπικία: Θέλεις να πεις, θέλετε να πείτε ότι εσείς είτε ο αυτοκράτορας; έτσι όπως
είστε ντυμένος; Αποκλείεται.
Αυτοκράτορας: Μα τι λέτε;
Μαυρίκιος: Α! Το βρήκα! Ντύνεστε έτσι χάλια και κυκλοφορείτε στους δρόμους για να
βλέπετε από κοντά τα προβλήματα του βασιλείου σας!
Σουλπικία: Τότε αλλάζει…
Μαυρίκιος: Τότε σίγουρα αλλάζει.
Αυτοκράτορας: Τι είπατε τώρα ότι δεν είμαι καλά ντυμένος;
Μαυρίκιος: Για ζητιάνος καλός είστε…
Σουλπικία: Για αυτοκράτορας όμως…
Αυτοκράτορας: Τι έπαθα ο κακομοίρης και γιατί δεν μου το λέει κανείς στο παλάτι;
Σουλπικία: Ε! Δεν καταλαβαίνετε, υψηλότατε… Αυλοκόλακες
Αυτοκράτορας: Αυλοκόλακες;
Μαυρίκιος: Ε βέβαια… Έχει γεμίσει ο κόσμος από ανθρώπους που κολακεύουν τους
δυνατούς.
Σουλπικία: Ναι γέμισε ο κόσμος από ανθρώπους που φοβούνται να πουν τη γνώμη
τους. Χάλασε ο κόσμος.
Αυτοκράτορας: Χάλασε ε! Θα τους διώξω όλους…
Σουλπικία: Και πολύ καλά θα κάνετε, μεγαλειότατε!
Αυτοκράτορας: Θα αντικαταστήσω όλο το προσωπικό. Άκουσα που λέγατε για κάποιο
ρούχο!
Σουλπικία: Ναι! Λέγαμε για ένα σπάνιο ρούχο που φέραμε από τις Ινδίες!
Αυτοκράτορας: Από τις Ινδίες;
Μαυρίκιος: Είναι κεντημένο με πολύτιμα πετράδια…
Αυτοκράτορας: Πολύτιμα πετράδια!
Σουλπικία: Κεντημένο ειδικά για αυτοκράτορες!
Αυτοκράτορας: Α ναι; Ο Θεός σας έστειλε!
Μαυρίκιος: Έχει και διαμάντια στα πέτα.
Σουλπικία: Έχει ρουμπίνια για κουμπιά.
Μαυρίκιος: Συνοδεύεται δε από καπέλο ασορτί, φτερά ολόχρυσα παγονιού και μπότες
ολομέταξες.
Σουλπικία: Η δε ζώνη..
Αυτοκράτορας: Αχ, να το βλεπα… μπορώ;
Μαυρίκιος: Μπορείτε να το δείτε και να το φορέσετε μάλιστα, αλλά θα πρέπει να
ξέρετε ότι αυτό το ρούχο το βλέπουν μόνο οι άξιοι και οι έξυπνοι!
Σουλπικία: Οι κουτοί δεν μπορούν να το δουν
Μαυρίκιος: Νομίζουν ότι δεν βλέπουν τίποτα.
Μαυρίκιος- Τι περίεργο ε;
Σουλπικία:
Σουλπικία: Είναι λοιπόν ευκαιρία να δείτε ποιοι είναι οι καλοί και άξιοι στο βασίλειό
σας.
Μαυρίκιος: Και οι έξυπνοι, μεγαλειότατε… Και οι έξυπνοι.
Αυτοκράτορας: Τέλεια. Δείξτε το μου.
Σουλπικία: Άνοιξε από το κουτί, Μαυρίκιε!
Αυτοκράτορας: Άνοιξε από το κουτί, Μαυρίκιε!
Μαυρίκιος: (το βγάζει δήθεν, με αυτοσχεδιασμό) Δεν είναι θεσπέσιο;
Σουλπικία: Ωχ, θαμπώθηκα… τι λάμψη!
Αυτοκράτορας: Μα δε….
Συγγραφέας: Πω πω!
Μαυρίκιος- Δεν ακούσαμε;
Σουλπικία:
Αυτοκράτορας: Μα δε….
Σουλπικία: Σιγά. Μη το αγγίζετε ακόμα.
Αυτοκράτορας: Ε… είναι πράγματι αριστούργημα..
Μαυρίκιος: Απολαύστε!
Σουλπικία: Γδυθείτε παρακαλώ.
Αυτοκράτορας: Όχι εδώ γιατί… καταλαβαίνετε;
Μαυρίκιος: Μη ντρέπεστε, θα σας ντύσω αμέσως μ’ αυτό το υπέροχο ρούχο.
Σουλπικία: (προς τον συγγραφέα) Κράτα εδώ παιδί μου! Είδατε μεγαλειότατε, όλα
τακτοποιούνται.
Μουσική (Ο αυτοκράτορας γδύνεται με την βοήθεια τους κι εδώ αρχίζει με
αυτοσχεδιασμό το ντύσιμο του αυτοκράτορα)

Σουλπικία: Μμμμ πως του πάει… ε


Συγγραφέας: Πω πω!
Μαυρίκιος: Αααα!
Σουλπικία: Ηηη!
Αυτοκράτορας: Ναι;
Μαυρίκιος: Είδες πως κολακεύουν τα ρουμπίνια… στο λεγα.
Σουλπικία: Θέλει όμως λίγο κόντεμα. Ε, τι λέτε και σεις;
Συγγραφέας: Ναι!
Μαυρίκιος: Κόψε πέντε πόντους.
(Με αυτοσχεδιασμό κάνουν πως κόβουν και ράβουν)
Αυτοκράτορας: Το βλέπετε κι εσείς ε;
Συγγραφέας: Ναι…
Μαυρίκιος: Να, τώρα είναι καλό.
Αυτοκράτορας: Μήπως με χλωμαίνει λίγο το χρώμα;
Μαυρίκιος- Τι είπατε;
Σουλπικία:
Σουλπικία: Πρώτη φορά είστε τόσο καλοντυμένος. Ε…
Συγγραφέας: (για το έργο του) Είναι ότι πρέπει.
Αυτοκράτορας: Πηγαίνετε μέσα στο παλάτι να πληρωθείτε.
Σουλπικία: (φεύγοντας) Με γεια! Κούκλος ε;
Έχει γούστο να μαι βλάκας. Δε μου λέτε κύριε εσείς το βλέπετε;
Συγγραφέας: Εγώ σας βλέπω κιόλας μέσα στο έργο μου.
Αυτοκράτορας: Ορίστε;
Συγγραφέας: Έρχεστε μαζί μου στο σημειωματάριο μου;
Αυτοκράτορας: Που;
Συγγραφέας: Περάστε παρακαλώ. Είστε τρισχαριτωμένος.
Αυτοκράτορας: Για το ρούχο μου λέτε;
Συγγραφέας: Ακριβώς! (περνά στο σημειωματάριο)
Αυτοκράτορας: Για την εμφάνισή μου;
Συγγραφέας: Ναι ναι. Περάστε παρακαλώ. Ένας αυτοκράτορας με σώβρακο! Τέλειος
ρόλος για το έργο μου.

9 Ραπουνζέλ
Των αδελφών Γκριμ (διάρκεια 1 λεπτό)

Αφηγητής: Αφού γέλασε πολύ με τα καμώματα του αυτοκράτορα ……πλησίασε τη


βιβλιοθήκη για άλλη μία φορά……Σ’ ένα ψηλό ράφι είδε ένα βιβλίο με
χρυσά γράμματα. Ήταν η πριγκίπισσα με τα μακριά μαλλιά. «Η
Ραπουνζέλ», των αδελφών Γκρίμ.

Συγγραφέας: Αχ ένα παραμύθι που μου άρεσε. Ηταν με μια κοπέλα που ήταν
φυλακισμένη σ’ ένα πύργο. Ραπουνζέλ!
Γριά: (μαζεύει χόρτα ενώ ακούγεται το τραγούδι) Ραπουνζέλ Ραπουνζέλ σταμάτα
επιτέλους το τραγούδι σε φωνάζω τόση ώρα.
Ραπουνζέλ: Με συγχωρείτε κυρία Γκόθεκ, δε σας άκουσα. Έπλεκα τις πλεξούδες μου.
Γριά: Μάλιστα.
Ραπουνζέλ: Και ξέρετε όταν πλέκω τις πλεξίδες μου είναι πολύ χαρούμενη.
Γριά: Έλα, έλα, ρίξε κάτω τα μαλλιά σου
Ραπουνζέλ: Μάλιστα. Θα έρθετε πάνω;
Γριά: Πάρε το καλάθι με τα χόρτα πρώτα.
Ραπουνζέλ: Θέλετε να τα καθαρίσω;
Γριά: Ναι, καθάρισέ τα και πλύντα κιόλας.
Ραπουνζέλ: Χρειάζομαι νερό.
Γριά: Πάω να φέρω.
Ραπουνζέλ. Ρίξε κάτω τα μαλλιά σου.
Ραπουνζέλ: Ήρθες πρίγκιπά μου?
Γριά: Όχι εγώ είμαι, σου έφερα το νερό.
Ραπουνζέλ: Ευχαριστώ πολύ κυρία Γκόθικ. Τώρα θα ανεβείτε?
Γριά: Πάω να ποτίσω τον κήπο Ραπουνζέλ και να μαζέψω λουλούδια.
Ραπουνζέλ: Μην αργήσετε. Σας περιμένω για να με χτενίσετε. Μην έρθει ο πρίγκιπας
και με δει αχτένιστη.
Γριά: Δε θ’ αργήσω Ραπουνζέλ. Δε θ’ αργήσω. Ανεπρόκοπο εντελώς αυτό το
κορίτσι. Όλη μέρα χτενίζεται.
Συγγραφέας: Ραπουνζέλ ρίξε κάτω τα μαλλιά σου
Ραπουνζέλ: Μάλιστα. Ήρθατε κιόλας; Α ποιος είσαι εσύ;
Συγγραφέας: Είμαι ένας συγγραφέας
Ραπουνζέλ: Λυπάμαι, δεν ξέρω τίποτα για κανένα συγγραφέα ούτε γράφει κάτι τέτοιο
το βιβλίο μου.
Συγγραφέας: Ακούστε..
Ραπουνζέλ: Μη, αφήστε κάτω την κοτσίδα μου. Στο παραμύθι μου δεν ανεβαίνει
κανένας άλλος εδώ, εκτός από τον πρίγκιπά μου και εσείς δεν είστε ο
πρίγκιπάς μου.
Συγγραφέας: Κάποιο λάθος έκανα. Κρίμα.
Τραγούδι Ραπουνζέλ

10 Η Χιονάτη και οι 7 νάνοι


Ένα παραμύθι των αδελφών Γκριμ (διάρκεια 4,20 λεπτά)

Αφηγητής: Κάτι άστραψε εκείνη την ώρα, κάτι που του θάμπωσε τα μάτια. Κοίταξε
εκεί απ’ όπου ερχόταν η λάμψη και είδε ένα υπέροχο χρυσό βιβλίο που
είχε έναν καθρέφτη στο εξώφυλλο. Πλησίασε και διάβασε τον τίτλο του. «Η
Χιονάτη και οι 7 νάνοι». Των αδελφών Γκριμ. Τη Χιονάτη δεν τη θέλω,
σκέφτηκε, έχω ήδη μια όμορφη κοπέλα μέσα στο σημειωματάριό μου.
Αλλά μια κακιά βασίλισσα θα μου ήταν απαραίτητη.

(ανοίγει και ξεπετάγονται οι νάνοι λέγοντας το τραγούδι-ίσως όχι ολόκληρο-


και ξαναμπαίνουν μέσα)

Νάνοι : Τραγούδι

Συγγραφέας: Με συγχωρείτε αφού είστε οι νάνοι γιατί είστε τόσο ψηλοί;


Νάνος 1: Νάνοι ήμασταν νεαρέ μου.
Νάνος 2: Μια μάγισσα μας μάγεψε
Νάνος 3: Και τώρα είμαστε ψηλοί.
Νάνος 4: Δεν υπάρχει φως στο σπίτι μας.
Νάνος 5: Και η πόρτα είναι ανοικτή
Νάνος 6: Κάτι περίεργο συμβαίνει
Νάνος 7: Και η Χιονάτη μας είναι πεσμένη κάτω

Νάνος 1: Τι να έχει γίνει άραγε?


Νάνος 2: Έχω αρχίσει ν’ ανησυχώ.
Νάνος 3: Τι να έπαθε το κορίτσι μας?
Νάνος 4: Μήπως ήρθε πάλι η μάγισσα?
Νάνος 5: Φοβάμαι πολύ.
Νάνος 6: Κάτι πρέπει να κάνουμε
Νάνος 7: Να βοηθήσουμε τη Χιονάτη.
(Μπαίνουν στο βιβλίο όσο ακούγεται η μουσική)

Συγγραφέας: Α… έχει και μια κακιά βασίλισσα. Για να δω… (ανοίγει το βιβλίο)

Βασίλισσα: Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, υπάρχει άλλη στον κόσμο πιο όμορφη από
μένα?

ΚαθρέφτηςΤραγούδι
Βασίλισσα: Ευχαριστώ καλέ μου καθρέφτη… και βέβαια είμαι η ομορφότερη! Μπορώ
να το ξανακούσω;
Καθρέφτης: Κυρά μου παινεμένη (Αρχίζει το τραγούδι και σταματάει απότομα)
Συγγραφέας: Όχι το ίδιο πάλι. Κάτσε να γυρίσω σελίδα.
Καθρέφτης: Υπάρχει η χιονούλα …..

Βασίλισσα: Τιιιιιιιι τιιιιιιιι Είπες βρωμερέ καθρέφτη είπες πως η Χιονούλα είναι πιο
όμορφη;;; Αφού δε ζει πια.
Καθρέφτης: Έτσι νόμιζα κι εγώ βασίλισσα μου… αλλά οι κεραίες μου… μόλις τώρα
έπιασαν τα καινούργια μαντάτα. Η Χιονούλα…
Βασίλισσα: Μη την λες Χιονούλα (τσιρίζει)
Καθρέφτης: Μάλιστα ωραιότατη μου… με συγχωρείτε… η Χιονάτη…
Βασίλισσα: (τσιρίζει) Μη τη λες Χιονάτη….
Καθρέφτης: Σωστά Πανωραιοτάτη μου… αυτή η περί της οποίας ο λόγος…. Ζει και
βασιλεύει. Δεν τη σκότωσε ο κυνηγός.
Βασίλισσα: Τι έκανε λέει; Δεν την σκότωσε ο κυνηγός…Το κεφάλι του γρήγορα! Και
που είναι τώρα; ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΩΡΑ;
Καθρέφτης: Βασίλισσα μου, Πανλεπτοτάτη μου… τώρα έχετε νεύρα… αφήστε το
καλύτερα και αύριο μέρα είναι…
Βασίλισσα: Μίλα κάθαρμα!
Καθρέφτης: Τέλος πάντων το καταπίνω κι αυτό… βασίλισσα μου, η Χιον ντρή αυτή
κοπέλα….
Βασίλισσα: Μίλα… γιατί θα σε σπάσω.
Καθρέφτης: Κάτω από απειλές δεν μπορώ να λειτουργήσω. Το παπουτσάκι σας. Ε…
λοιπόν: στο δάσος είναι κυρά μου. Στο δάσος. Στο σπιτάκι των εφτά
νάνων. Είναι Πεντάμορφη, Πανέμορφη, η ωραιότερη του κόσμου, και
περνάει ζωή και κότα, αν θέλετε να μάθετε.
Βασίλισσα: Τι είπες; Ζωή και κότα ε… τώρα θα δει … (χτυπάει τα χέρια της) το
καλαθάκι με το δηλητηριασμένα μήλα γρήγορα…
(Ένα χέρι βγαίνει μέσα από το βιβλίο και δίνει ένα καλάθι με λαχταριστά
μήλα στον συγγραφέα μας ο οποίος τόσην ώρα έχει μείνει έκπληκτος μ’
όλα αυτά που βλέπει. Μόλις παίρνει το καλάθι στο χέρι του, πηγαίνει στην
βασίλισσα, γονατίζει και της το δίνει)
Συγγραφέας: Ορίστε μεγαλειοτάτη…
Βασίλισσα: (ξαφνικά ουρλιάζει) Ο κυνηγός! Το κεφάλι… πάρτε του το κεφάλι…
τόλμησες άθλιε κυνηγέ να ερ….
Συγγραφέας: (την διακόπτει) Λάθος κάνετε Μεγαλειοτάτη… λάθος… δεν είμαι ο κυνηγός
σας… ένας ταπεινός συγγραφέας είμαι και
Βασίλισσα: Του μοιάζεις όμως.. αυτή είναι η αλήθεια.. Τι θέλεις από μένα;
Συγγραφέας: Θα θελα μια συνεργασία μαζί σας για το έργο που τώρα γράφω…Υπάρχει
περίπτωση να πάρω το βραβείο και…
Βασίλισσα: Μ’ αρέσει η ιδέα να είμαι σε ένα έργο που θα πάρει βραβείο! Τρελαίνομαι
για προβολή…
Συγγραφέας: Ευχαριστώ περάστε παρακαλώ…
(ανοίγει το εξώφυλλο και αφήνει την βασίλισσα να περάσει μέσα στο
σημειωματάριο)
Συγγραφέας: Αυτή δεν με δυσκόλεψε… ευτυχώς. Και την φοβήθηκε το μάτι μου για να
πω την αλήθεια… (τρίβει τα χέρια του από χαρά)

11 Χριστουγεννιάτικη ιστορία
του Κάρολου Ντίκενς (διάρκεια 3 λεπτά)

Αφηγητής: Χαρούμενος ο συγγραφέας άρχισε να ψάχνει για το επόμενο βιβλίο του. Το


βρήκε αμέσως. «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» του Κάρολου Ντίκενς.

Συγγραφέας Για να δούμε τώρα και κανένα άλλο βιβλίο ΚΛΑΣΙΚΑ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ
(σκέψη): Κάρολου Ντίκενς: Χριστουγεννιάτικη Ιστορία.. λίγα λόγια για το έργο…
στο βιβλίο αυτό ο πρύτανης της Αγγλικής λογοτεχνίας Κάρολος Ντίκενς
τονίζει την δυστυχία που φέρνει η τσιγγουνιά στον άνθρωπο. Ο Εβενέζερ
Σκρούτζ είναι ένας σπαγκοραμμένος τοκογλύφος… Άπληστος γέρος που
δεν γελάει ποτέ το χείλι του παρά μόνον…
(στο σημείο αυτό βγαίνει μέσα από το βιβλίο ο Σκρούτζ βαστώντας ένα
μεγάλο τσουβάλι με τις λίρες τις οποίες και χαϊδεύει ανακατώνοντας τις.
Χαίρεται με τον ήχο τους)
Σκρούτζ: Χι χι! Αγαπούλες μου, λιρούλες μου… αυτή η χρονιά ήταν η καλύτερη για
την επιχιερησούλα μου.. Λεφτούλια μου αγαπημένα… τι θα κανα χωρίς
εσάς… πάει 8:30 η ώρα και αυτός ο ανόητος υπάλληλος ακόμα να μου
φέρει να υπογράψω τα γραμματιάκια μου…
(μπαίνει μέσα ο υπάλληλος ΜΠΟΜΠ ΚΡΑΤΣΙΚ ένας κακομοίρης περίπου
30 χρονών κακοντυμένος)
Μπομπ: Καλή σας μέρα κύριε Σκρούτζ… κάνει τρομερό κρύο! Θα σας πείραζε αν
έριχνα λίγα κάρβουνα στην φωτιά; (παίρνει ένα φτυάρι)
Σκρούτζ: Άφησε αμέσως κάτω το φτυάρι νεαρέ!
Μπομπ: Μα έλεγα να ρίξω λίγα κάρβουνα στη φωτιά.. κρυώνω τρομερά. Ύστερα
είναι Χριστούγεννα σήμερα κι έλεγα…
Σκρούτζ: Χριστούγεννα! Αηδίες.. γύρισε γρήγορα στο γραφείο σου, φέρε τα
γραμμάτια να τα υπογράψω, και παράτα τις κουταμάρες…
Μπομπ: Μάλιστα κύριε.. (σκέψη) Τον γεροτσιγκούνη. Αν δεν είχα οικογένεια να
θρέψω θα τον παρατούσα κι αυτόν και τα βρώμικα γραμμάτια του.
Σκρουτζ: Σταμάτα να μουρμουράς και πήγαινε στο γραφείο αμέσως.
Μπομπ: Μάλιστα κύριε Σκρουτζ, τρέχω αμέσως.
Το μόνο που τον απασχολεί το γεροτσιγκούνη είναι τα λεφτά του. Δεν έχει
καθόλου αισθήματα ο στριμμένος.
Παιδάκια: Να τα πούμε;
Μπομπ: Ναι καλά, κάνατε την τύχη σας τώρα.
Παιδάκια: Να τα πούμε?
Σκρούτζ: Τόλμησε να θέλει να ζεσταθεί ο ψωροϋπάλληλος… τόλμησε…
Παιδάκια: Να τα πούμε? Εμείς θα τα πούμε.
(Μπαίνουν δυο παιδάκια που λένε το «τρίγωνα κάλαντα»)
Σκρούτζ: Ποιοι είστε εσείς; Έξω! Έξω!
Παιδάκια: Χρόνια πολλά.
Σκρούτζ: Δε μου χρειάζονται εμένα τα χρόνια πολλά, τα έχω (όταν τα διώχνει)
Κάλαντα. Αηδίες!
Παιδάκι 1 : Τι παράξενος.
Παιδάκι 2: Τι στριμμένος.
Παιδάκι 1: Δεν μας άφησε ούτε να τα τελειώσουμε.
Παιδάκι2: Και τα λέγαμε τόσο ωραία.
Παιδάκι 1: Ούτε χρόνια πολλά δεν μας είπε.
Παιδάκι 2: Και για χρήματα ούτε κουβέντα.
Παιδάκι 1: Δύσκολες οι δουλειές σήμερα.
Παιδάκι2: Μεγάλη ανεργία φίλε μου.
Συγγραφέας: Με συγχωρείτε…
Σκρούτζ: Ποιος είναι; Ε! Ποιος είστε κύριε;…
Συγγραφέας: Μπορώ να σας δανειστώ; Είμαι συγγραφέας ξέρετε…
Σκρούτζ: Να μου δανειστείτε είπατε; Ευχαρίστως! Αν και από έναν ψωραλέο
συγγραφέα, τι τόκο να ζητήσει κανείς; Άσε καλύτερα.
Συγγραφέας: Δεν καταλάβατε…
Σκρούτζ: Τι δεν κατάλαβα;
Συγγραφέας: Άλλο εννοούσα… δεν θέλω χρήματα… Εσάς θέλω.
Σκρούτζ: Δε σφάξανε… Πού είναι αυτός; Θέλεις εμένα; Τι να με κάνεις εμένα;
Συγγραφέας: Είστε υπέροχος! Είστε ωραίος για…
Σκρούτζ: (τον διακόπτει) Ασε τις κολακείες… σε μένα δεν πιάνουν! Να μου κάνεις τη
χάρη…
Συγγραφέας: Με παρεξηγήσατε… είστε ωραίος για ένα παραμύθι ήθελα να πω… Ωραίος
τύπος! Ένας τσιγκούνης είναι πάντα χρήσιμος σε ένα έργο για παιδιά.
Σκρούτζ: Κατ’ αρχάς μη μου μιλάς για παιδιά γιατί εδώ μου κάθονται. Κι ύστερα,
αρκετά είπες… φύγε από τον δρόμο μου γιατί έχω πολλές δουλειές… κι ο
χρόνος είναι χρήμα… ακούς εκεί! ένας τσιγκούνης!…
Συγγραφέας: Με παρεξηγήσατε… άλλο ήθελα να πω.. μια πρόταση ήθελα να σας κάνω.
Αν μπορούσατε να έρθετε το σημειωματάριο μου… για λίγο..
Σκρούτζ: Πόσα δίνετε;
Συγγραφέας: Όσα θέλετε.
Σκρούτζ: Αν είναι έτσι… αλλάζει το πράγμα.
Συγγραφέας: Περάστε μέσα γρήγορα!
(Ώσπου να τελειώσει τη φράση του, ο συγγραφέας έχει παρασύρει τον
γεροτσιγκούνη και τον κλείνει γρήγορα-γρήγορα μέσα στο σημειωματάριό
του)
Σκρούτζ: (από μέσα από το σημειωματάριο χτυπάει) Ε… κύριε… κύριε… δε
συμφωνήσαμε στο οικονομικό.
Συγγραφέας: Σιγά μη τον πληρώσω! Θα μου πεις δεν είναι καλό να ξεγελάς του
άλλους… τέτοιος που είναι όμως… του χρειαζότανε….

12 Οι περιπέτειες του βαρώνου Μινχάουζεν


του Ε.Δ.Μουνδ
(διάρκεια 4 λεπτά)

Αφηγητής: Τότε….ένα βιβλίο αλλιώτικο από τα’ άλλα τράβηξε την προσοχή του. «ΟΙ
περιπέτειες του Βαρόνου Μινχάουζεν»., του Ε. Δ. Μουνδ. Δεν το γνώριζε
καθόλου αυτό το βιβλίο, γι’ αυτό πήγε στο οπισθόφυλλο για να διαβάσει
την περίληψη.

Συγγραφέας: (Αφού διαβάσει τον τίτλο του βιβλίου, πει στο τέλος όπου υπάρχει η
περίληψη) Ο βαρώνος Μινχάουζεν, ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Έζησε στο
Ανόβερο στην Γερμανία τον 18ο αιώνα. Έγινε γνωστός με τις ιστορίες του,
που σατίριζαν τους περιηγητές της εποχής εκείνης οι οποίοι συνήθιζαν να
διηγούνται τις περιπέτειες τους, παραφουσκωμένες με ένα σωρό ψευτιές…
γούστο θα χουν αυτές οι ιστορίες. (ανοίγει το βιβλίο)
Μινχάουζεν: (μπαίνει μέσα φουριόζος μιλώντας συνέχεια. Είναι φανερό ότι η ιστορία
φτάνει στο τέλος) Μόλις λοιπόν κοιτάζω γύρω μου και βλέπω ότι κι εγώ κι
ο Αίας…
Συγγραφέας: Ο Αίας;
Μινχάουζεν: Ναι, το άλογό μου βρισκόμαστε μέσα στο βούρκο και βουλιάζαμε σιγά-
σιγά.. εκείνη τη στιγμή.. θυμήθηκα την παροιμία που λέει ότι «ο πνιγμένος
πιάνεται από τα μαλλιά». Αποφάσισα λοιπόν να βάλω σε εφαρμογή την
παροιμία: έσφιξα γερά τα γόνατά μου πάνω στην κοιλιά του αλόγου μου,
έσυρα τα χαλινάρια με το αριστερό μου χέρι… και με το δεξί, που έμεινε
ελεύθερο… τράβηξα την κοτσίδα μου όσο πιο δυνατά μπορούσα. Αυτό
ήταν!… Μ’ αυτό τον τρόπο, κατορθώσαμε κι εγώ και το άλογό μου… να
βγούμε από το βούρκο.
Συγγραφέας: (χειροκροτεί) Απίστευτο!
Μινχάουζεν: Ακριβολογώ.
Συγγραφέας: Ε! Μ’ αυτό είναι σπουδαίο κατόρθωμα.
Μινχάουζεν: Α! Είπες σπουδαίο κατόρθωμα και θυμήθηκα.. τι θυμήθηκα… αυτό
μάλιστα… Μια μέρα που λέτε ήταν ένας ουρανός με κιτρινοπράσινα
σύννεφα, ανταριασμένα, πήγ….
Συγγραφέας: Μα εσείς είστε εκπληκτικός… δεν έρχεστε μέσα στο σημειωματάριο μου να
μου τα πείτε καλύτερα…
Μινχάουζεν: Που να ρθω; Α! στο σημειωματάριο σας… μια και βέβαια.. αυτό είναι και
μεγάλο… που να βλέπατε μια φορά που είχα μπει σε ένα σημειωματάριο..
τόσο δα μικρό… όσο ένα κουτί σπίρτα…
Συγγραφέας: Ψέματα!
Μινχάουζεν: Ψέματα; Μα εγώ δε λέω ποτέ ψέματα, αγαπητέ μου!
Συγγραφέας: Περάστε!
Μινχάουζεν: (αφού ο συγγραφέας τον έχει βάλει μέσα) Α!… μα εδώ υπάρχει μεγάλο
ακροατήριο! Έχω να τους πω ιστορίες.. (σιγά-σιγά σβήνει η φωνή)
Συγγραφέας: Α… τι ωραία…να ταν όλοι σαν κι αυτόν… θαυμάσια!

Ανατολίτικα παραμύθια
13 Χίλιες και μια νύχτες
Τα παραμύθια της Χαλιμάς (διάρκεια 3,25 λεπτά)

Αφηγητής: Το επόμενο βιβλίο που άνοιξε ο συγγραφέας μας ήταν «Το Χίλιες και μία
Νύχτες. Τα παραμύθια της Χαλιμάς». Αμέσως ανοίγει το βιβλίο και βγαίνει
πολύ όμορφη, πολύ σίγουρη για τον εαυτό της, η Χαλιμά. Την πιάνουμε να
διηγείται το τέλος κάποιου παραμυθιού.

Συγγραφέας: Πω.. πω .. τι θυμήθηκα τώρα… Χαλιμά! Μαγεύομαι και που λέω τ’ όνομα
της…
(ανοίγει το βιβλίο και αμέσως βγαίνει πολύ όμορφη, πολύ σίγουρη για τον
εαυτό της, η Χαλιμά, την πιάνουμε στο τέλος κάποιου παραμυθιού)
Χαλιμά: Πήρε το λυχνάρι, κάλεσε το τζίνι και είπε: πήγαινέ μας σπίτι. Ετσι κι έγινε,
κι από τότε ο Αλαντίν με την αγαπημένη του έζησαν ευτυχισμένοι.
Χαλίφης: Τι υπέροχο παραμύθι!
Χαλιμά: Σας άρεσε άρχοντά μου?
Χαλίφης: Υπέροχο, όμορφή μου Χαλιμά.
Ανυπομονώ για το επόμενο παραμύθι σου.
Χαλιμά: Φυσικά άρχοντά μου.
Χαλίφης: Κάθε βράδυ ονειρεύομαι τις όμορφες ιστορίες που μου διηγείσαι και
περιμένω μέχρι το πρωί για να ακούσω το τέλος τους.
Χαλιμά: Η ευχαρίστησή είναι δική μου άρχοντά μου.
Χαλίφης: Ας πάω να ξαπλώσω τώρα, για να είμαι ξεκούραστος να απολαύσω το
επόμενο παραμύθι σου.
Συγγραφέας: Κυρία Χαλιμά μου επιτρέπετε;
Χαλιμά: Ποιος είσαι;
Συγγραφέας: Μη τρομάζετε, ένας ταπεινός συγγραφέας είμαι. Τα χω λίγο χαμένα τώρα
που σας βλέπω…
Χαλιμά: Λοιπόν;
Συγγραφέας: Κυρία Χαλιμά! Πάντοτε… (πέφτει κάτω)
Χαλιμά: Χτυπήσατε;
Συγγραφέας: Όχι. Πάντοτε αναρωτιόμουν, πως γράψατε τόσα πολλά παραμύθια…
Χαλιμά: (γελώντας) Κατ’ αρχάς δεν τα γράφω, τα σκέφτομαι, γιατί αν δεν σκεφτώ
κάθε μέρα ένα παραμύθι κινδυνεύω να μου πάρουν το κεφάλι.
Συγγραφέας: Να σας πάρουν το κεφάλι;
Χαλιμά: Α! δεν το ξέρεις; Να στο πω αμέσως…Βρισκόμαστε στις Ινδίες, εκεί ζει
ένας Χαλίφης, δηλαδή ένας βασιλιάς. Τον λένε Σαχριάρ και μισεί τρομερά
τις γυναίκες…
Συγγραφέας: (έκπληκτος) Και γιατί μισεί τις γυναίκες;
Χαλιμά: Γιατί τον πλήγωσε πολύ η πρώτη του γυναίκα. Θέλοντας λοιπόν να
εκδικηθεί, της παίρνει το κεφάλι… αλλά αυτό δεν του φθάνει!… το μίσος
του είναι τέτοιο για τις γυναίκες, που αποφάσισε να παντρεύεται κάθε μέρα
από μια γυναίκα, και το βράδυ να της παίρνει το κεφάλι.
Συγγραφέας: Αυτό είναι τρομερό! Τι φταίνε οι κακομοίρες οι άλλες γυναίκες;
Χαλιμά: Έχεις απόλυτο δίκιο! Αλλά δυστυχώς.. έτσι είναι το παραμύθι…
Συγγραφέας: Λοιπόν; Για πέστε μου παρακάτω…
Χαλιμά: Λοιπόν… μια μέρα καθώς περπατούσε με το βεζίρη του συνάντησε μια
κοπέλα που του άρεσε πολύ. Χωρίς να χάσει καιρό ζήτησε αμέσως να την
παντρευτεί. Ο Βεζίρης χλώμιασε γιατί η κοπέλα αυτή ήταν κόρη του. Η
κοπέλα αυτή φίλε μου ήμουν εγώ.
Συγγραφέας: Θεέ μου! Συγκλονιστικό! Και τι έγινε; Πως και ζείτε τώρα;
Χαλιμά: Α! φίλε μου αγαπώ πολύ τη ζωή… δε θα θελα με τίποτα να τη χάσω…
ήξερα πως ο Σαχριάρ τρελαινόταν για παραμύθια. έτσι συμβούλεψα τον
πατέρα μου τον βεζίρη, να ζητήσει μια τελευταία χάρη στον βασιλιά, λίγο
πριν μου πάρει το κεφάλι.
Συγγραφέας: Και τι ζήτησε ο πατέρας σας από τον βασιλιά;
Χαλιμά: Του ζήτησε να ακούσει ένα παραμύθι από τη μοναχοκόρη του από μένα…
Συγγραφέας: Και λοιπόν;
Χαλιμά: Έτσι άρχισα το πρώτο μου παραμύθι που ήταν ο ΑΛΗ ΜΠΑΜΠΑΣ ΚΑΙ ΟΙ
ΣΑΡΑΝΤΑ ΚΛΕΦΤΕΣ.
Συγγραφέας: Ο ΑΛΗ ΜΠΑΜΠΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΚΛΕΦΤΕΣ. Υπέροχο. Και βασιλιάς,
τι έκανε;
Χαλιμά: Ο βασιλιάς κρυφάκουγε όλη την νύχτα, κι όταν ήρθε το πρωί ο δήμιος δεν
μπορούσε να μου κόψει το κεφάλι… έπρεπε να περιμένει το επόμενο
βράδυ…
Συγγραφέας: Γιατί μόνο τα βράδια κόβανε κεφάλια;
Χαλιμά: Μπα… όλη την ημέρα κόβουνε κεφάλια άμα θέλουνε… αλλά ο βασιλιάς
έψαχνε αφορμή να αναβάλει την εκτέλεσή μου, γιατί ήθελε ν’ ακούσει κι
άλλο παραμύθι… έτσι μόλις έφτασε το δεύτερο βράδυ είπα ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ
ΑΛΟΓΟ… Τώρα που με πήρες από το βιβλίο μόλις τελείωσα το τρίτο μου
παραμύθι:ΤΟΝ ΑΛΑΝΤΙΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΛΥΧΝΑΡΙ.
Συγγραφέας: Α! κατάλαβα. Επί χίλιες και μια νύχτες, είπατε χίλια και ένα παραμύθια.
Χαλιμά : Ορίστε;
Συγγραφέας: Τίποτα, κάτι δικό μου. (πέφτει κάτω) Κυρία Χαλιμά, μπορείτε να με
βοηθήσετε;
Χαλιμά: Ευχαρίστως!
Συγγραφέας: Προσπαθώ να γίνω συγγραφέας, ξέρετε, και εσείς μπορείτε να μου δώσετε
κάποιες ιδέες…
Χαλιμά: Κατάλαβα. Λοιπόν είσαι τυχερός που με συνάντησες.
Συγγραφέας: Κι εγώ το ίδιο πιστεύω.. θα ρθετε λοιπόν μαζί μου στο σημειωματάριό μου;
Χαλιμά: Πολύ ευχαρίστως… Πού να ρθω είπες;
Συγγραφέας: Στο σημειωματάριό μου
Χαλιμά: Βέβαια! Γιατί όχι;
Συγγραφέας: Περάστε παρακαλώ…
Χαλιμά: Ευχαριστώ!
Συγγραφέας : Σε λίγο θα ‘ρθω κι εγώ. Με τι ευκολία δέχτηκε! Τέλεια!

14 Πινόκιο
Του Κάρλο Κολόντι (διάρκεια 3,30 λεπτά)

Αφηγητής: Είχε αρχίσει να μπερδεύεται με τόσους ήρωες. Αλλά δε


σταμάτησε…..έπρεπε να συνεχίσει να ψάχνει. Κοίταζε στα πάνω
ράφια…..στα κάτω ράφια…..και…..ναι, μάλλον βρήκε αυτό που
ζητούσε……μία μικρή, άτακτη, ξύλινη μαριονέτα…..Μα και βέβαια ήταν «Ο
Πινίκιο», του Κάρλο Κολόντι.

Συγγραφέας: Ο Πινόκιο είναι ένας ξύλινος κούκλος με μια ξεχωριστή προσωπικότητα.


Είναι ταυτόχρονα έξυπνος και αφελής, εργατικός και τεμπέλης, ώριμος και
ανώριμος, ειλικρινής και ψεύτης. Τόσο ψεύτης μάλιστα που βλέπει τη μύτη
του να μεγαλώνει κάθε φορά που λέει ψέματα. Ωρίο κόλπο! Για να δω…
Πινόκιο: Ο καημένος ο πατερούλης πούλησε το σακάκι του για να μου πάρει αυτό
το αλφαβητάρι. Τον λυπάμαι τόσο πολύ γιατί τώρα κρυώνει χωρίς σακάκι.
Φαγοφωτιάς: Περάστε κόσμε, περάστε στο θεατράκι μας να δείτε τις υπέροχες
μαριονέτες μας που περπατούν, που μιλούν, που τραγουδούν.
Πινόκιο: Πω πω πόσο θα θελα να πάω στο θέατρο! Πόσο κάνει το εισιτήριο;
Φαγοφωτιάς: Ένα ασημένιο
Πινόκιο: Ένα ασημένιο; Δεν έχω, αλλά μπορώ να σου δώσω το αλφαβητάρι μου
που το πήρε ο πατερούλης μου δέκα ασημένια θέλεις;
Φαγοφωτιάς: Ας είναι. Δός το στην ταξιθέτρια και πέρασε μέσα.
Πινόκιο: Μάλιστα κύριε.
Φαγοφωτιάς: Φαγοφωτιά με λένε και όχι πολλά λόγια.
Πινόκιο: Μάλιστα.
(εμφανίζονται οι μαριονέτες)
Φαγοφωτιάς: Και τώρα κυρίες και κύριοι θα παρακολουθήσετε μια σκηνή από τους
παλιάτσους του Λεον Καβάλο με την Πουλτσινέλα και τον Αρλεκίνο
Πουλτσινέλα: Ζωή θα ζήσουμε χρυσή
Κι οι δυο μαζί παρέα
Η αγάπη μας πάντα θα ζει
Και οι δυο: Και θα περνάμε ωραία
Αρλεκίνος: Και στα μαλλιά τα χιόνια
Πουλτσινέλα: Θα έρθουν με τα χρόνια
Αρλεκίνος: Γλυκιά μου Πουλτσινέλα
Πουλτσινέλα: Όμορφε μου και
Καλέ μου Αρλεκίνο
Πινόκιο: (διακόπτει την παράσταση) Πολύ μου αρέσετε. Πω πω! Πώς μ’ αρέσετε!
Πουλτσινέλα: Α! κοίτα ποιος μας βλέπει
Αρλεκίνος: Ένας ξύλινος κούκλος.
Φαγοφωτιάς: Τη δουλειά σας εσείς.
Αρλεκίνος: Ε, συνάδελφε….
Πινόκιο: Μπράβο (χειροκροτεί) Είστε τρέλα
Φαγοφωτιάς: Ε, δεν ακούτε;
Πουλτσινέλα: Έλα και συ να παίξεις μαζί μας
Φαγοφωτιάς: (στις κούκλες) Θα σας απολύσω!
Πουλτσινέλα: Όχι λυπήσου μας αφεντικό.
Αρλεκίνος: Σας παρακαλούμε κύριε Φαγοφωτιά, μη μας φας.
Πινόκιο: Έρχομαι!
Φαγοφωτιάς: Τι κάνεις εκεί, διέκοψες την παράσταση. Θα σε κάψω για κούτσουρο στο
τζάκι μου ξυλόκουκλα.
Πινόκιο: Όχι κύριε σας παρακαλώ, θα κλαίει ο πατερούλης μου
Από το κοινό: Ο πατερούλης σου…
ένας από κάτω: Ε… συνεχίστε το έργο. Τι διακόψατε.
Άλλος: Αίσχος
Άλλος: Δεν είναι κατάσταση αυτή
Πινόκιο: Ακούτε; Φωνάζουν από το κοινό να συνεχίσετε.
Φαγοφωτιάς: Ε, τώρα θα δεις εσύ που μας χαλάς την παράσταση.
Πουλτσινέλα: Πρόσεξε Πινόκιο, θα σε πιάσει.
Αρλεκίνος: Κι αν σε πιάσει αλίμονο σου
Πινόκιο: Βοήθεια… μη…
(Αρχίζει ένα κυνηγητό Πινόκιο, Αρλεκίνος, Πουλτσινέλα, Φαγοφωτιάς όπου
ο συγγραφέας επεμβαίνει και με τρόπο βάζει τρικλοποδιά στον Πινόκιο για
να τον κρατήσει έξω από το βιβλίο. Κυνηγώντας τον, τον προσπερνούν οι
άλλοι, μπαίνουν μέσα στο βιβλίο. Το κλείνει απότομα ο συγγραφέας και
αφήνει απ’ έξω τον Πινόκιο)
Συγγραφέας: Μη φοβάσαι τον τακτοποίησα.
Πινόκιο: Ε… τι κάνεις, γιατί έκλεισες το βιβλίο;
Συγγραφέας: Για να σε σώσω. Δεν είδες που σε κυνηγούσε εκείνος ο κακός θεατρώνης;
Πινόκιο: Αν μ’ άφηνες να πάω στην πίσω σελίδα θα βλεπες ότι στην αρχή είναι
κακός μαζί μου, μετά όμως όταν του διηγούμαι την ιστορία μου με αγαπά
και μου δίνει πέντε χρυσά νομίσματα.
Συγγραφέας: Ζητώ συγνώμη, τι να πω…
Πινόκιο: Μ’ έκοψες πάνω το καλύτερο. Τι να πεις.
Συγγραφέας: Έκανα λάθος.
Πινόκιο: Ποιος είσαι εσύ, δεν σε ξέρω.
Συγγραφέας: Είμαι ένας συγγραφέας θεατρικών έργων. Έρχεσαι μαζί μου;
Πινόκιο: Όχι βέβαια. Πρέπει να γυρίσω στο σπίτι μου κοντά στην πατερούλη μου
που με περιμένει.
Συγγραφέας: Κρίμα κι εγώ σε ήθελα για κάτι πολύ σοβαρό.
Πινόκιο: Δε γίνεται.
Συγγραφέας: Κλωτσάς την τύχη σου. Εγώ ήθελα να σε πάρω στις σημειώσεις μου.
Πινόκιο: Στις ποιες;
Συγγραφέας: Ήθελα να σε χρησιμοποιήσω σε κάποιο έργο μου.
Πινόκιο: Σε κάποιο έργο; Θα χει περιπέτειες;
Συγγραφέας: Περιπέτειες να δουν τα μάτια σου.
Πινόκιο: Ε τότε έρχομαι. Πού πάμε;
Συγγραφέας: Εδώ στο σημειωματάριό μου. Α! μήπως πρέπει να ειδοποιήσουμε τον
πατέρα σου για να μην ανησυχεί.
Πινόκιο: Όχι δεν χρειάζεται, με πήρες από την αρχή του βιβλίου μου όπου είμαι
άτακτος ακόμα. Στο τέλος του βιβλίου γίνομαι καλό παιδί. Αν με θέλεις
φρόνιμο πάρε με από το τέλος.
Συγγραφέας: Όχι, σε προτιμώ έτσι όπως είσαι. Πέρασε.

15 Δον Κιχώτης
του Μιγκέλ Ντε Θερβάντες (διάρκεια 4 λεπτά)

Αφηγητής: Είχε μαζέψει ήδη αρκετούς ήρωες. Κάτι του έλειπε όμως…..Άρχισε λοιπόν
να αναζητάει το τελευταίο βιβλίο του…….το βρήκε αμέσως…..ήταν «Ο Δον
Κιχώτης» του Μιγκέλ ντε Θερβάντες. «Δε θα ήταν άσχημο να πάρω έναν
ιππότη στις σημειώσεις μου, σκέφτηκε. Άνοιξε το εξώφυλλο και είδε τη
ζωγραφιά ενός ψηλού, ξερακιανού, μεσόκοπου άντρα, που φορούσε μία
περίεργη στολή ιππότη. Αμέσως η ζωγραφιά ζωντάνεψε……

Συγγραφέας: Τι γράφει εκεί πέρα; (πάει κοντά)


ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΜΙΓΚΕΛ ΝΤΕ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ
ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ
Συγγραφέας: Σ’ ένα χωριό της Ισπανίας, ζούσε ένας Ισπανός από αρχοντική γενιά. Ήταν
ψηλός, ξερακιανός με κοκαλιάρικο πρόσωπο. Αγαπούσε πολύ όλα τα
βιβλία αλλά προπαντός …..
(με τα τελευταία λόγια του συγγραφέα μας ο Δον Κιχώτης με τον Σάντσο)
Δον Κιχώτης: Έχω γεμίσει το σπίτι μου με βιβλία που λένε ιστορίες με ιππότες… Έχω
διαβάσει τόσο πολύ…
Σάντσο: Αφέντη, εγώ κατάλαβα από την πρώτη στιγμή ότι είσαι μορφωμένος.
Δον Κιχώτης: Θέλω αδελφέ μου Σάντσο να ζήσω την ζωή των παλιών ιπποτών! Να περιπλανιέμαι με το
άλογο μου από τόπο σε τόπο φορώντας την ιπποτική μου πανοπλία… και γυρεύοντας
περιπέτειες.
Σάντσο: Δεν είναι επικίνδυνα πράγματα αυτά αφεντικό;
Δον Κιχώτης: Θα διορθώνω ότι κακό γίνεται στον κόσμο!
Σάντσο: Ναι.
Δον Κιχώτης: Θα τιμωρώ τις αδικίες!
Σάντσο: Ναι αφεντικό…
Δον Κιχώτης: Και θα ανακουφίζω τα βάσανα του κόσμου.
Σάντσο: Άμα μπορείς να το κάνεις αυτό….
Δον Κιχώτης: Γι' αυτό, φόρεσα αυτή την πανοπλία του προπάππου μου, αυτή την περικεφαλαία την
ένδοξη, και γι' αυτό κρατώ αυτό το κοντάρι κι αυτή την ασπίδα… σύμβολα μεγαλοσύνης
και ανδριοσύνης…
βέβαια τα βιβλία λένε ότι ένας ιππότης πρέπει απαραίτητα να έχει και ένα
άλογο. Γι’ αυτό κι εγώ έχω τον Ροσινάντι μου… (χλιμίντρισμα αλόγου)
Σάντσο: Με αυτό είναι ψωράλογο αφεντικό.
Δον Κιχώτης: Ναι, το καλό μου αλογάκι…
Σάντσο: Έχω και εγώ ένα γαϊδούρι, τον Ψαρή.
(βγαίνει η Δουλτσινέα)
Δον Κιχώτης: Να η Δουλτσινέα μου. Να η αρχοντοπούλα μου.
Σάντσο: Μα αυτή είναι βοσκόπουλα αφεντικό.
Δουλτσινέα: Εμένα λέτε αρχοντοπούλα χαχαχα. Ο πατέρας μου είναι σιδεράς ξέρετε
Και με έστειλε για μια δουλειά.
Δον Κιχώτης: Είναι η αγαπημένη μου. Γι' αυτήν θα πολεμήσω, σε αυτή θα αφιερώσω
όλες μου τις νίκες.
Δουλτσινέα: Ποιος είναι αυτός καλέ…. Κανας τρελός θα είναι.
Δον Κιχώτης: Μη… μη φεύγεις καλή μου. Μη φεύγεις ομορφιά μου.
Δουλτσινέα: Συγγνώμη, σας ξέρω από κάπου? Άσε μας άνθρωπέ μου στην ησυχία μας
Και γύρνα πίσω στην τρέλα σου.
Δον Κιχώτης: Τραγούδι Δον Κιχώτη
Μη μου φεύγεις, Δέσποινα γλυκειά
Δουλτσινέα: Τι φάλτσο! (φεύγει)
(σ’ αυτό το σημείο η Δουλτσινέα του αδειάζει έναν κουβά νερό)
Α, το ευχαριστήθηκα. Τα ‘θελε ο οργανισμός σου.
Δον Κιχώτης: Αχ! Τι ωραία με έρανε με το μύρο της ιπποσύνης…
Σάντσο: Είδες αφεντικό; Στο είπα εγώ αυτή είναι μια χωριάτα, δεν καταλαβαίνει από
ιππότες κλπ., κλπ.
Δον Κιχώτης: Ανόητε ιπποκόμε, δεν μπορείς να καταλάβεις γιατί δεν είσαι ευγενής.
(πέφτει)
Σάντσο: Βράχηκες αφεντικό. Πω πω μούσκεμα είσαι!
Δον Κιχώτης: Βλέπω αρχίζεις να εκτελείς καθήκοντα ιπποκόμη. Θα ρθεις λοιπόν μαζί
μου;
Σάντσο: Το βλέπω λιγουλάκι δύσκολο. Έχω γυναίκα και …
Δον Κιχώτης: Τρεις μήνες αν με υπηρετήσεις θα πάρεις για πληρωμή ένα νησί.
Σάντσο: Νησί; Είπες νησί;
Δον Κιχώτης: Ναι, είπα νησί. Κι ακόμα θα σε κάνω κυβερνήτη.
Σάντσο: Τότε..
Τερέζα: Σάντσο… που είσαι καλέ;
Σάντσο: Η γυναίκα μου η Τερέζα.
Τερέζα: Εδώ είσαι του λόγου σου; Τι κάνεις εκεί; Έπιασες την κουβέντα με τον
πλανόδιο ενώ εγώ περιμένω να πας να φέρεις να φάνε τα παιδιά σου;
Δέκα τα χουμε κύριε ιππότη μου, ούτε ένα ούτε δυο. Δέκα. Κι εγώ δε ξέρω
πως τα φέρνω βόλτα με τόσα στόματα. Α! ξέχασα να σου πω, έξω στην
πόρτα βρήκα ένα πράμα ξερακιανό που σα να μου θυμίζει άλογο. Ε
λοιπόν αυτό το ζωντανό ήπιε δώδεκα κουβάδες νερό και παραλίγο να μου
αδειάσει το πηγάδι. Να με συμπαθάς αλλά πάρτο και φύγε το ψωράλογό
σου το γρηγορότερο γιατί…
Σάντσο: Γυναίκα, ο κυρ ιππότης από δω μόλις με πήρε στη δούλεψή του.
Τερέζα: Τι έκανε λέει;
Σάντσο: Θα πάρω για πληρωμή ένα νησί και θα με κάνει κυβερνήτη.
Τερέζα: Άσε τις κουταμάρες. Κυβερνήτη;
Σάντσο: Ναι γεια σου…
Τερέζα: Κι άμα γίνεις κυβερνήτης εγώ θα γίνω κυβερνήτρα;
Σάντσο: Είναι να το ρωτάς;
Τερέζα: Δε μου λες κυρ ιππότη μου, κυβερνήτρα ή κυβερνήτισσα είναι το σωστό;
Δον Κιχώτης: Κυρία κυβερνήτου είναι το πιο σωστό.
Τερέζα: Κυρία κυβερνήτου.. πώς μου πάει! (φεύγει)
Σάντσο: Τα σέβη μου, κυρία κυβερνήτρα!
Τερέζα: Κυρία κυβερνήτου αμόρφωτε!
Σάντσο: Α, αυτή την ψώνισε για τα καλά.
Από τη μία μου φώναζε να πάω για δουλειά, και από την άλλη άρχισε να
καμαρώνει που θα γίνει κυβερνήτρα……ε, …..κυβερνήτισσα……
Ε, …..κυρία κυβερνήτρια……ε, όπως λέγεται τέλος πάντων.
Αφεντικό δυο λεφτά να ετοιμαστώ κι έρχομαι…
Συγγραφέας: Δον μου; Μπορώ να σας απασχολήσω για λίγο;
Δον Κιχώτης: Ποιος είστε κύριε;
Συγγραφέας: Ω! δεν με γνωρίζετε… Είμαι ένας συγγραφέας …
Δον Κιχώτης: Συγγραφέας; Και τι έχετε γράψει; Για ποιον ιππότη συγκεκριμένα;
Συγγραφέας: Δεν έχω γράψει για κανέναν ιππότη. Ακόμα… θέλω να πω…
Δον Κιχώτης: Είστε από αριστοκρατική γενιά;
Συγγραφέας: Από ταπεινή. Πειράζει;
Δον Κιχώτης: Λυπάμαι. Δεν μπορούμε να έχουμε κοινά σημεία οι δυο μας…
Συγγραφέας: Δον μου … μήπως θα μπορούσατε να με χρήσετε ιππότη; Τότε ίσως
αποκτούσα κι εγώ κάποιον τίτλο ευγενείας και βρίσκαμε κοινά σημεία…
Δον Κιχώτης: Αυτό ναι! Πολύ καλή ιδέα… γονατίστε παρακαλώ…
Συγγραφέας: Α! Όχι εδώ ιππότα μου… το μέρος εδώ δεν προσφέρεται… Περάστε μέσα
στον πύργο μου … Ετοιμάστε ότι χρειάζεται και θα ρθω κι εγώ σε λίγο…
Δον Κιχώτης: Σωστά, για να προχωρήσουμε στην διαδικασία.
Συγγραφέας: Ακριβώς. Χρειάζομαι λίγη ξεκούραση. Διάλειμμα.

Μέρος 2
Μουσική
(Η β’ πράξη αρχίζει με τον συγγραφέα μας να είναι σκεπτικός μπροστά στο
κλειστό σημειωματάριο του…)
Συγγραφέας: Μάζεψα ένα σωρό ήρωες… πήρα ένα σωρό ιδέες… τώρα σίγουρα μπορώ
να αρχίσω το θεατρικό μου έργο…
(Ανοίγει το σημειωματάριο. Στην πρώτη σελίδα βλέπουμε γραμμένα πια τα
ονόματα των ηρώων που έχει διαλέξει με πολύ μεγάλα γράμματα)
Συγγραφέας: Για να δω ξανά τους ήρωές μου…
(Θα ήταν καλό να φωτογραφηθούν όλοι και να γίνει ένα βιβλίο με τις
ζωγραφιές τους ή με τα κοστούμια τους.)
Συγγραφέας: Αν πάρω τον Εβενέζερ Σκρούτζ…
Σκρούτζ: Έλα, έλα, είπες θα με κρατήσεις λίγο, κι εδώ βλέπω ότι χάνω την ώρα μου
εκεί μέσα με πρόσωπα που δεν γνωρίζω κι ούτε θα θελα να γνωρίσω.
Λέγε πόσα θέλεις και τι τόκο μπορείς να δώσεις…
Συγγραφέας: Κύριε Σκρούτζ… αν αρχίσω το θεατρικό μου έργο, με τόκους και αριθμούς
θα τα κουράσω τα παιδιά. Ενώ αν βάλω ας πούμε την κοκκινοσκουφίτσα
να μπλέκεται στα δίχτυα ενός τσιγκούνη σαν και σας…
Κοκκινοσκουφίτσα: Κάτι είπες για μένα νομίζω.
Σκρούτζ: Ποια είναι πάλι αυτή η μικρή… δεν την θυμάμαι…
Συγγραφέας: Δεν την ξέρετε, είναι από άλλο παραμύθι.
Κοκκινοσκουφίτσα: Ποιος είναι ο κύριος; Δεν μου αρέσει η φάτσα του….
Σκρούτζ: Τι είπε; Είπε τίποτα; Δεν ακούω και καλά…
Συγγραφέας: Είπε ότι της αρέσετε πολύ.
Σκρούτζ: Εμένα δεν μου αρέσει η φάτσα της…
Συγγραφέας: Ωραιότατα… είσαστε πάτσι…
Σκρούτζ: (μονολογώντας) Τι να την κάνω αυτή τη μικρή… δεν έχει λίρες … και τα
λουλούδια που κρατά δεν μ’ αρέσουν… τα απεχθάνομαι τα λουλούδια.
Κοκκινοσκουφίτσα: Σας τα δωσε κανείς; Εγώ τα πάω στην γιαγιά μου…
Σκρούτζ: Ποια γιαγιά; Δεν έχω καμιά γιαγιά στην ιστορία τη δική μου….
Κοκκινοσκουφίτσα: Κι εμένα στην ιστορία τη δική μου δεν έχει κανένα κακό άνθρωπο σαν και
σένα, έχει μόνο έναν κακό λύκο… θέλω τον λύκο μου… προτιμώ τον λύκο
μου (κλαίει)
Συγγραφέας: Πω πω! και δεν ξέρω από παιδιά… ηρέμισε σε παρακαλώ...Το βρήκα. Ο
Πινόκιο…
Πινόκιο: Τι θέλεις;
Συγγραφέας: Παίξε λίγο μαζί της που είσαι μικρό παιδάκι.
Πινόκιο: Εγώ δεν παίζω με κανένα κορίτσι στο βιβλίο μου, μόνο με κάτι αλητάκια κι
αυτό κοντά στο τέλος του παραμυθιού μου.
Συγγραφέας: Σε παρακαλώ, δείξε λίγο κατανόηση. Είσαι ολόκληρος άντρας…
Πινόκιο: Ανάλογα με το πώς σας συμφέρει εσάς τους μεγάλους… πότε είμαι
άντρας, πότε είμαι παιδί… τώρα μου θύμισες το μπαμπά μου τον Τσεπέτο.
(λέγοντας τα τελευταία λόγια, σκοντάφτει πάνω στον Σκρούτζ και του ρίχνει
το σακούλι με τις λίρες)
Σκρούτζ: Αει… αει οι λιρούλες μου.. άει… άει το ποδαράκι μου… δεν βλέπεις
μπροστά σου μικρέ;
Πινόκιο: Ο θησαυρός μου! Βρήκα τα νομίσματά μου!
Σκρούτζ: Τα ποια; Αυτά είναι τα κόπια μιας ζωής.. άκου τα νομίσματα του
Πινόκιο: Τι λες τώρα παππού; Έχεις διαβάσει Πινόκιο;
Σκρούτζ: Μη με λες παππού… Δεν έχω εγγόνια κι ούτε ενδιαφέρομαι να αποκτήσω.
Πινόκιο: Το ξέρεις ότι στο βιβλίο, μου ο Φαγοφωτιάς ο θεατρώνης μου δίνει πέντε
χρυσά νομίσματα να τα πάω στον μπαμπακούλη μου που τον έχω
στεναχωρήσει;
Κοκκινοσκουφίτσα: Και γιατί σου δωσε τις λίρες ο πως τον είπες;
Πινόκιο: Ο Φαγοφωτιάς. Γιατί λυπήθηκε τον πατερούλη μου.
Κοκκινοσκουφίτσα: Τα νομίσματά σου ήταν σε σακούλι;
Πινόκιο: Όχι.
Κοκκινοσκουφίτσα: Αυτά τα νομίσματα όμως είναι μέσα σε σακούλι. Άρα δεν είναι τα δικά σου.
Σκρούτζ: Χα. Σου βαλε τα γυαλιά η μικρή.
Πινόκιο: Όχι είναι τα δικά μου (ήχος μεγαλώνει η μύτη του) (στην κοκκινοσκουφίτσα)
Τώρα θα δεις
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι θα δω;
Πινόκιο: Θα σου τις βρέξω να μάθεις να μην ανακατώνεσαι.
Κοκκινοσκουφίτσα: Μμμμ Δε φοβήθηκα το λύκο μου και θα φοβηθώ εσένα;
Πινόκιο: Γιατί φοβήθηκα εγώ όταν με κατάπιε μια φάλαινα νομίζεις; (ήχος.
Μεγαλώνει πιο πολύ η μύτη του)
Σκρούτζ: Ησυχία, έχασα το μέτρημα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Να σε πιάσω από τη μύτη να σου πω εγώ.
Συγγραφέας: Όχι
Πινόκιο: Κι εγώ να σε πιάσω απ’ το σκουφί σου το κόκκινο…
Σκρούτζ: Α! Δε γίνεται έτσι…
Συγγραφέας: Ε… παιδιά…
Κοκκινοσκουφίτσα: Πω πω.. έγινε τεράστια η μύτη σου.
Πινόκιο: Να χα τη νεράιδα μου!
Νονά: Ποιος θα θελε μια νεράιδα;
Κοκκινοσκουφίτσα: Κοιτάτε μια μύτη… κοιτάτε μια μύτη…
Νονά: Δεν είναι σωστό να κοροϊδεύεις μικρούλα μου
Συγγραφέας: Η μύτη σου μεγάλωσε γιατί είπες ψέματα. Πρώτον, πως τα νομίσματα είναι
δικά σου και δεύτερον, πως δε φοβήθηκες τη φάλαινα.
Νονά: Α…δεν είναι σωστό να λέμε ψέματα.
Σκρούτζ: Σσς.. Δεν καταλαβαίνετε… έχω να κάνω με χρήματα.
Πινόκιο: Σταμάτα κι εσύ.
Νονά: Ε λοιπόν όλα τα ανέχομαι, αλλά ν’ ακούω παιδιά να μιλάνε στον ενικό σε
μεγαλύτερους τους. Δεν μπορώ να το δεχτώ.
Συγγραφέας: Έχετε δίκιο!
Πινόκιο: Κι εμένα δε μ’ αρέσει να μου κάνεις μάθημα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Το καλάθι μου!
Πινόκιο: Δεν θυμάμαι να σαι η δασκάλα μου.
Νονά: Κρίμα σε σένα. Θα πρεπε ν’ άκουγες τον βαρώνο Μινχάουζεν μέσα στο
σημειωματάριο. Μιλούσε σε όλους ανεξαιρέτως στον πληθυντικό. Τι
υπέροχος!
Συγγραφέας: Ναι, ακόμα και σε μένα στον πληθυντικό μιλάει.
Πινόκιο: Αυτή πάλι η γιαγιά τι θέλει εδώ;
Κοκκινοσκουφίτσα: Αυτή δεν είναι η γιαγιά μου.
Σκρούτζ: Πω πω φασαρία πάνω από το κεφάλι μου.
Νονά: Δεν είμαι γιαγιά, νονά της Σταχτοπούτας είμαι…
Κοκκινοσκουφίτσα: Α…
Πινόκιο: Της ποιας;
Συγγραφέας: Δεν την ξέρεις.
Μινχάουζεν: Μου φάνηκε προηγουμένως πως άκουσα τ’ όνομά μου… Με θέλετε
μήπως κύριε συγγραφέα;
Συγγραφέας: Είδατε; (στον Πινόκιο) Είδες; Μου μιλάει στον πληθυντικό…
Νονά: Είναι ευγενέστατος
Πινόκιο: Πως θα θελα να φύγω!
Μινχάουζεν: Τι μου θυμίσατε τώρα μικρέ μου (γέλιο) κι εγώ κάποτε ήθελα να φύγω από
κάπου, καβαλίκεψα λοιπόν ένα κανόνι…
Νονά: Κανόνι; Τι πρωτότυπο!
Συγγραφέας: Εξαιρετικό!
Μινχάουζεν: Αν σας διηγηθώ τις περιπέτειες μου θα…
Σκρούτζ: Εσείς ποιος είστε πάλι; Σας ξέρω;
Μινχάουζεν: Βαρώνος Μινχάουζεν.. τα σέβη μου.
Συγγραφέας: Δεν έχετε ακουστά;
Κοκκινοσκουφίτσα: Και τι έγινε με το κανόνι;
Σκρούτζ: Βαρώνος είπατε; Θα χετε και πολλά χρήματα φαντάζομαι.
Μινχάουζεν: Χρήματα να δουν τα μάτια σας… αγαπητέ μου… θησαυροφυλάκια γεμάτα
χρυσάφι. Αποθήκες ολόκληρες με ζαφείρια… πολύτιμους λίθους… λίρες…
Πινόκιο: Κι εγώ έχω πέντε λίρες
Νονά: Όταν μιλούν οι μεγάλοι τα παιδιά δεν πρέπει να διακόπτουν.
Κοκκινοσκουφίτσα: Βαρέθηκα, θα μου πείτε την ιστορία με το κανόνι:
Μινχάουζεν: Και βέβαια μικρή μου. Κάποτε ετοιμαζόμουν να πάω στο Κάιρο…
Σκρούτζ: Κύριε Βαρώνε μιλήσατε προηγουμένως για θησαυροφυλάκια
Νονά: (μιλάει στον Συγγραφέα, κοιτάει τον Σκρούτζ) Κάτι δε μου αρέσει σ’ αυτόν.
Συγγραφέας: Σσς μη σας ακούσει
Σκρούτζ: Τι λέτε εσείς εκεί; Α! Ποια ειν αυτή;
Νονά: Είμαι η…
Πινόκιο: Κύριε συγγραφέα μου είχες πει..
Νονά: Ε!
Πινόκιο: Θέλω να πω μου είχατε πει για κάτι περιπέτειες…
Νονά: Πάλι διέκοψες.
Συγγραφέας: Ναταν μόνο αυτό… Κάτι σκέφτηκα. Αν η Βασίλισσα…
Πινόκιο: Η ποια;
Μινχάουζεν: Μισό λεπτό να τελειώσω την ιστορία με το κανόνι και θα σας πω εγώ κάτι
ιστορίες με βασίλισσες..
Σκρούτζ: Που είναι αυτά τα θησαυροφυλάκια κύριε;
Βασίλισσα: Τι έγινε; Κάτι άκουσα για βασίλισσες. Α!.. Εδώ είσαι του λόγου σου; Πού
είναι αυτά που μου ταξες νεαρέ μου;
Μινχάουζεν: Ω! Την μεγαλειοτάτη…. Τιμή μου που βρισκόμαστε πάλι μαζί.. ήρθατε για
τις ιστορίες μου προφανώς..
Βασίλισσα: Όχι βέβαια, είδα κι έπαθα να απαλλαγώ από σας μέσα στο
σημειωματάριο… έχετε χάρη που δεν έχω μαζί μου τον έμπιστό μου
κυνηγό.
Κυνηγός: Κάποιος ζήτησε έναν κυνηγό.
Πινόκιο: Αυτή τον ζήτησε.
Νονά: Δεν εκφράζονται έτσι παιδί μου… αυτή!
Συγγραφέας: (στον κυνηγό) Μπες μέσα, δε σε ζήτησε κανείς.
Βασίλισσα: Δεν θέλω το δικό σου κεφάλι ανόητε, το κεφάλι αυτού του αναιδή θέλω.
Νονά: Τι;
Σκρούτζ: Τι;
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι είπε τώρα;
Κυνηγός: Αυτό δεν γίνεται. Εγώ στο μύθο μου κόβω την ουρά μιας αλεπούς.
Σκρούτζ: Τι λένε όλοι αυτοί; Δεν ακούω καλά.
Νονά: Καλύτερα που δεν ακούτε.
Συγγραφέας: (στον κυνηγό) Μπαίνεις μέσα σε παρακαλώ; Εσένα κατά λάθος σε πήρα.
Κυνηγός: Πάλι τα ίδια.. μη σπρώχνεις..
Βασίλισσα: Αν δεν του πάρεις αμέσως το κεφάλι..
Κυνηγός: Αυτό αποκλείεται. Δεν παίρνω κεφάλια εγώ.
Μινχάουζεν: Σας ακούω τόσην ώρα (γελάει) τι θυμήθηκα τώρα… Μου χουν πάρει εμένα
το κεφάλι..
Πινόκιο: Τι λέει;
Κυνηγός: Τι λέει;
Συγγραφέας: Πήγαινε μέσα!
Κοκκινοσκουφίτσα: Αχ όχι, μην αρχίζετε άλλη ιστορία δεν μου τελειώσατε την πρώτη. (στον
συγγραφέα) Ποια βασίλισσα είναι αυτή;
Συγγραφέας: Η Βασίλισσα από το παραμύθι Η ΧΙΟΝΑΤΗ ΚΑΙ ΟΙ 7 ΝΑΝΟΙ.
Σκρούτζ: Κύριε Βαρώνε… δεν είπατε για τα θησαυροφυλάκια.
Μινχάουζεν: Να σας πω…
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι θέλει εδώ με μας αυτή η Βασίλισσα;
Συγγραφέας: Σκέφτηκα ότι θα χρειαζόμουν μια μητέρα, μάλλον μια κακιά μητριά για ένα
κοριτσάκι σαν και σένα…
Κοκκινοσκουφίτσα: Ποια μητριά… εμένα η μαμά μου είναι η μαμά μου… μ’ αγαπάει… είναι
καλή και αν θέλεις να μάθεις όταν με χάνει κλαίει και στεναχωριέται αλλά..
δεν διαβάζετε τα βιβλία …
Πινόκιο: Και μένα όταν με χάνει ο πατερούλης μου κλαίει
Κοκκινοσκουφίτσα: Ποιος σου μίλησε εσένα;
Συγγραφέας: Το ξέρω ότι δεν έχεις μητριά απλώς ήθελα στο έργο μου η
κοκκινοσκουφίτσα η δική μου, να έχει μητριά.
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι λέει; Ξέρει τι λέει; Εγώ είμαι γραμμένη για να μαι έτσι… δεν αλλάζω…
Σκρούτζ: Δεν είναι δυνατόν. Με ξεκουφαίνει αυτή με το σκουφί.
Νονά: Ήρεμα μωρό μου.
Βασίλισσα: Μα δεν μπορείτε να κόψετε το κεφάλι αυτής της μικρής;
Νονά: Αγάπη μου δεν κόβουν έτσι εύκολα τα κεφάλια.
Συγγραφέας: Ευχαριστώ υψηλοτάτη… μου δώσατε μιαν ιδέα… Εσείς να θέλετε να
κόψετε το κεφάλι της μικρής, και ο Πινόκιο να θέλει να την σώσει.
Πινόκιο: Δεν γράφει το βιβλίο μου ότι σώζω καμιά μικρή… δεν δέχομαι ν’ αλλάξω
τίποτα από αυτά που έχει γράψει ο συγγραφέας μου.
Όλοι: Σωστά!
Νονά: Αν έβρισκα ένα ποντίκι θα το μετέτρεπα σε άλογο και θα έπαιζαν τα
παιδιά.
Πινόκιο: Και κάτι άλλο. Η μικρή είναι αντιπαθητική.
Κοκκινοσκουφίτσα: Εσύ είσαι συμπαθητικός νομίζεις;
Πινόκιο: Αν η βασίλισσα θέλει να της κόψει το κεφάλι, εγώ δεν θα την εμποδίσω.
Νονά: Ω! Θα την εμποδίσω εγώ.
Μινχάουζεν: Μα τι λέτε; Εγώ μπορώ να αναλάβω τη σωτηρία της μικρής… έχω σώσει
εγώ μικρές … Σε ένα δάσος θυμάμαι …. Ήταν καμιά εικοσαριά μικρές
όταν….
Νονά: Μα είστε γλύκας!
Βασίλισσα: Μη μου πείτε!!! Και γιατί τα σώσατε τα παλιόπαιδα;
Νονά: Καλή μου, μη φωνάζετε
Βασίλισσα: Πάρτε την μικρή από μπροστά μου, γιατί κι εγώ δεν ξέρω τι θα κάνω…
Σκρούτζ: Ποια είναι αυτή που φωνάζει έτσι;
Νονά: Την ακούτε κι εσείς;
Κοκκινοσκουφίτσα: Είναι μια βασίλισσα πολύ κακιά. Θα μου συνεχίσετε την ιστορία…
Μινχάουζεν: Ναι παιδί μου.. που είχαμε μείνει;
Συγγραφέας: Ηρεμήστε μεγαλειοτάτη;
Βασίλισσα: Άσε με.
Συγγραφέας: Μη σας νοιάζει… θα βάλω άλλη για κόρη σας… έχω μια υπ’ όψιν μου:
ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ τη λένε… την ξέρετε;
Βασίλισσα: Όχι. Δεν έτυχε…
Νονά: Να σου υπενθυμίσω αγόρι μου ότι δεν πήρες την Σταχτοπούτα στο
σημειωματάριο σου. Είχε πάει να φέρει την κολοκύθα…
Συγγραφέας: Σωστά. Τότε αν σας δώσω τον Πινόκιο να κάνει τον γιο σας;
Βασίλισσα: Δεν έχω παιδιά εγώ.
Πινόκιο: Γιος αυτής της στριμμένης; (κουνάει το κεφάλι του νεύοντας όχι)
Βασίλισσα: Πήγαινε με γρήγορα πίσω στο βιβλίο μου.
Πινόκιο: Κι εγώ θέλω τον πατερούλη μου.
Συγγραφέας: Όχι σας παρακαλώ.
Σκρούτζ: Τώρα άρχισε να τσιρίζει κι αυτός.
Νονά: Καλή μου, είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε. (στον Πινόκιο) Να σου πω…
Συγγραφέας: Είστε τόσο καλή.
Βασίλισσα: Δεν είμαι καλή κι ούτε βοηθώ κανέναν στο παραμύθι μου. Πάω να αλλάξω
ρούχα.
Αυτοκράτορας: Ποιος θ’ αλλάξει ρούχα; Θέλω κι εγώ ν’ αλλάξω. Βαρέθηκα να φορώ αυτό
το πανάκριβο ινδικό ρούχο.
Όλοι: Το ποιο;
Σκρούτζ: Ποιος είσαι πάλι του λόγου σου;
Αυτοκράτορας: Καλά δε με βλέπετε; Ολόκληρο αυτοκράτορα και δεν με καταλάβατε;
Συγγραφέας: Μην τον παρεξηγείτε.
Σκρούτζ: Τι λέει αυτός; Αυτοκράτορας μ’ αυτά τα χάλια…
Αυτοκράτορας: Χάλια! Αυτά τα ρούχα αν θέλετε να ξέρετε
Πινόκιο: Χα χα αστείος που είναι!
Νονά: Καημενούλη μου, δεν πρέπει να στε καλά.
Βασίλισσα: Πως περιφέρεται έτσι μπροστά σε κυρίες;
Σκρούτζ: Για ποια ρούχα είπε;
Αυτοκράτορας: Δεν βλέπεις γιατί δεν είσαι έξυπνος. Εσείς οπωσδήποτε θα βλέπετε τα
ρούχα μου έτσι δεν είναι κυρίες μου;
Νονά: Δε θέλω να σε στεναχωρήσω χρυσέ μου…
Βασίλισσα: Άκουσε γελοίε τύπε. Πάψε να κοροϊδεύεις αγενέστατε γιατί θα
χρησιμοποιήσω την άλλη μου ιδιότητα. Με μια μαγική χτένα μπορώ να σε
ξεκάνω το ξέρεις;
Αυτοκράτορας: Μιλάτε έτσι σ’ έναν αυτοκράτορα; Αυτό είναι…
Βασίλισσα: Δεν βλέπω κανέναν Αυτοκράτορα εγώ.
Αυτοκράτορας: Ε… Δυστυχώς έπεσα σε ανόητους. Λίγο μυαλό αν είχατε θα βλέπατε όλα
αυτά τα πετράδια που έχω στο πέτο μου.
Νονά: Κάνετε τον τρελό στο παραμύθι σας;
Γάτος: Πού πάτε;
Κοιμωμένη: (βγαίνει και πίσω της ο γάτος) Σε παρακαλώ.. εμένα με ξυπνάει ο
Πρίγκιπας όχι γάτος. Ακούμπησες τη μουσούδα σου στο πρόσωπό μου.
Γάτος: Νόμιζα πως είστε η βασιλοπούλα του παραμυθιού μου. Ξέρετε
ενδιαφέρομαι για τον κύριό μου τον Μαρκήσιο του Καραμπά.
Συγγραφέας: Το βρήκα Μεγαλειοτάτη, η Ωραία Κοιμωμένη είναι ότι πρέπει για κόρη σας.
Δεν είναι όμορφη; (τότε καταλαβαίνει την γκάφα που έκανε)
Βασίλισσα: Τώρα θέλεις να μου σπάσεις τα νεύρα;
Πινόκιο: Α, η γαλάζια μου νεράιδα. Πού είναι τα φτερά σου;
Κοιμωμένη: Δεν είμαι αυτή που λες.
Γάτος: Κι όμως είναι ίδια η βασιλοπούλα που θα παντρευτεί τον κύριο μου. (στον
συγγραφέα) το ξέρετε το παραμύθι μου;
Συγγραφέας: Απ’ έξω κι ανακατωτά.
Μινχάουζεν: Ε λοιπόν μόλις σας είδα μέσα στο σημειωματάριο σκέφτηκα: Να μια
παραμυθένια ύπαρξη.
Κοκκινοσκουφίτσα: Κι εγώ θα γίνω έτσι άμα μεγαλώσω.
Κοιμωμένη: Είστε η καλή μου νεράιδα;
Αυτοκράτορας: Τι περίεργο ρούχο!
Νονά: Είμαι η καλή νεράιδα της Σταχτοπούτας κούκλα μου.
Βασίλισσα: Κούκλα μου; Αν συνεχίσετε να αποκαλείτε κούκλα αυτό το κοιμισμένο…
Γάτος: Γιατί; Αφού είναι κούκλα
Βασίλισσα: Φεύγω. (ήχος σπασμένου καθρέφτη)
Κοκκινοσκουφίτσα: Καλέ αυτός είναι γυμνός. Δεν ντρέπεται;
Πινόκιο: Όχι και γυμνός με τα σώβρακα είναι. (γελάει) (ήχος μικραίνει η μύτη)
Αυτοκράτορας: Τι είπατε; Ποιος είναι με τα σώβρακα;
Κοκκινοσκουφίτσα- Εσείς.
Πινόκιο:
Μινχάουζεν: Τι θυμήθηκα! (γελάει)
Κοκκινοσκουφίτσα: Για πέστε μου.
Αυτοκράτορας: Έχει γούστο να με κορόιδεψαν.
Μινχάουζεν: Ήμασταν στο Παρίσι και συγκεκριμένα… (φεύγουν)
Αυτοκράτορας: Μικρέ πες την αλήθεια.
Πινόκιο: Ναι είστε με τα σώβρακα. Χα χα χα! Να, μίκρυνε η μύτη μου. Απόδειξη ότι
λέω την αλήθεια.
Αυτοκράτορας: Ώστε δεν είμαι βλάκας που δεν βλέπω το ρούχο…
Σκρούτζ: Είσαι ξεπεσμένος αυτοκράτορας εσύ;
Αυτοκράτορας: Εγώ ξεπεσμένος;
Γάτος: Αν θέλετε μπορώ να σας ντύσω εγώ. Προσποιηθείτε ότι κατά λάθος
χάσατε τα ρούχα σας, μπείτε σε μια λίμνη και αρχίστε να φωνάζετε:
Βοήθεια!
Αυτοκράτορας: Εγώ να φωνάξω; Δεν είστε καλά. Εγώ μόνο ρούχα αλλάζω στο παραμύθι
μου.
Γάτος: Έτσι έκανε κι ο γιος του μυλωνά και τον έντυσα πριγκιπόπουλο.
Αυτοκράτορας: Άλλο ο γιος του μυλωνά, άλλο ο Αυτοκράτορας.
Κοιμωμένη: Κοιμάμαι και βλέπω εφιάλτες νομίζω….
Αυτοκράτορας: (στην νονά) Δηλαδή είμαι όπως με βλέπω;
Νονά: Δεν ξέρω τι βλέπετε εσείς, εγώ σας βλέπω με τα εσώρουχα.
Γάτος: Του λέω να φωνάξει βοήθεια κι αυτός αρνείται έτσι δεν μπορώ να κάνω
τίποτα.
Αυτοκράτορας: Τι ντροπή! Πρέπει να με εξαπάτησαν. (στον συγγραφέα) Εσείς πάλι δεν με
είδατε;
Συγγραφέας: Επειδή σας είδα έτσι σας πήρα στο σημειωματάριο μου.
Αυτοκράτορας: Έγινα ρεζίλι μπροστά σε τόσες κυρίες. Πρέπει οπωσδήποτε να βρω
ρούχα.
Αλεπού: Κυρ συγγραφέα είμαι έξαλλη. Τι ήθελες κι έβαλες εκείνο τον κυνηγό στο
σημειωματάριο και μόνο που τον βλέπω σκέφτομαι την ουρά μου και μου
ρχεται…
Σκρούτζ: Ούτε να κοιμηθεί δεν μπορεί κανείς εδώ πέρα…
Κοιμωμένη: Νυστάζω.
Νονά: Κάτι πρέπει να κάνω με το ραβδάκι μου.
Γάτος: Σας επαναλαμβάνω. Αν φωνάξετε βοήθεια εγώ θα το εκμεταλλευτώ, θα
πω πως είστε ο Μαρκήσιος του Καραμπά που χάσατε τα ρούχα σας.
Αυτοκράτορας: Δεν υπάρχει τέτοιος στο βιβλίο μου.
Γάτος: Με συγχωρείτε αλλά είτε αγύριστο κεφάλι.
Αυτοκράτορας: Να μην προβλέψω να πάρω ένα μπαούλο με ρούχα μαζί μου! (φεύγει)
Κοιμωμένη: Έπρεπε να κοιμάμαι τώρα κι όχι να…
Βασίλισσα: Μικρή, καθάρισέ μου αυτόν τον καθρέφτη με τα ρούχα σου.
Κοιμωμένη: Εγώ μια βασιλοπούλα;
Γάτος: Αφήστε το σε μένα. Πηγαίνετε εσείς να κοιμηθείτε.
Κοιμωμένη: Μη με καλοπιάνεις δεν μπορώ να παντρευτώ τον κύριό σου. Είμαι από
άλλο παραμύθι.
Γάτος: Εσύ θα χάσεις. Ο κύριός μου χάρη σε μένα έχει ολόκληρο παλάτι.
Νονά: Μικρή μου σας βλέπω εξαντλημένη. Θέλετε να σας αλλάξω φόρεμα;
Κοιμωμένη: Τι να κάνετε;
Νονά: Με το ραβδάκι μου μπορώ..
Κοιμωμένη: Τι λένε. Θέλω να κοιμηθώ.
Αλεπού: (στην κοιμωμένη) Εύγε, πήγαινε να κοιμηθείς κορίτσι μου. (στην νονά) Να
σας πω, μπορείτε και να κολλήσετε μια ουρά μ’ αυτό το….
Νονά: Μ’ αυτό μπορώ να μετατρέψω μια κολοκύθα σε άμαξα, ένα ποντίκι σε
άλογο αλλά να κολλήσω ουρά όχι.
Σκρούτζ: (που εδώ και πολύ ώρα παρακολουθεί την βασίλισσα) Δεν μου λες, εκείνη
η βασίλισσα έχει πολλά λεφτά;
Γάτος: Τι θέλετε κύριε μου; Θέλετε χρήματα; Θα σας βρω εγώ. Θα πω ότι είστε ο
Μαρκήσιος του Καραμπά.
Σκρούτζ: Πέστε ότι θέλετε.
Γάτος: Πρέπει να δώσω τον καθρέφτη στη βασίλισσα.
Σκρούτζ: Εκείνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να μη χάνω χρόνο χωρίς να κερδίζω…
Αλεπού: Για να κερδίσετε κάτι φίλε μου χρειάζεται πονηριά.. δεν είναι τόσο εύκολα
τα πράγματα…
Σκρούτζ: Από πού ξεφύτρωσες πάλι εσύ; Δεν σε ξέρω…
Συγγραφέας: Καλά που ήρθατε κυρα Μαριώ… έχω τόση αγωνία για το έργο που θέλω
να γράψω σχεδόν σας ξέχασα. Από δω η Μεγαλειοτάτη…
Αλεπού: Α! εσείς είσαστε αν δεν κάνω λάθος η ωραιότερη γυναίκα του κόσμου.
Πάντοτε ήθελα να σας γνωρίσω!
Συγγραφέας: (μυστικά) Που το ξέρετε ότι την ενδιαφέρει τόσο η ομορφιά της;
Αλεπού: (μυστικά) Από την πρώτη στιγμή που την είδα.. κοιτάζεται συνέχεια στον
καθρέφτη.
Συγγραφέας: Ηρεμήστε την λίγο, γιατί σε μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα δεν μπορώ να
δημιουργήσω.
Αλεπού: Εγώ είμαι δω.. (στην βασίλισσα). Είσαστε τόσο όμορφη και τόσο
λαμπερή… αν φορούσατε όμως και μια ουρά αλεπούς, θα γινόσασταν
ακόμα πιο όμορφη (της δίνει την ουρά)
Βασίλισσα: Δεν θυμάμαι σε κανένα μέρος του βιβλίου μου να φοράω ουρά αλεπούς.
Ωστόσο αν μου πήγαινε…
Αλεπού: Υπέροχη!
Βασίλισσα: (κοιτάζεται) Όχι. Δεν μου αρέσει. Δεν την θέλω.
Αλεπού: Δώστε την πίσω. Αν την πουλήσω ξέρετε τι πιάνω; Εδώ υπάρχουν στην
πόλη αμέτρητα καταστήματα που φτιάχνουν γουναρικά με το δέρμα μου
και τα μοσχοπουλάνε!
Σκρούτζ: Δε μου δίνεις να την πουλήσω εγώ; Πόσα πιάνει;
Αλεπού: Πλήρωσε μου την δέκα λίρες και την πουλάς 20 και 30 εσύ.
Σκρούτζ: Μπα.. σκοροφαγωμένη είναι. Ούτε γάτας νατανε.
Γάτος: Ορίστε;
Αλεπού: Ποια; Η ουρά μου σκοροφαγωμένη;
Γάτος: Ούτε γάτας;
Σκρούτζ: Δεν πιάνει ούτε πέντε λίρες. Κι ύστερα η αλεπού φοριέται ολόκληρη.
Αλεπού: Α… δεν θα τα πάμε καλά οι δυο μας.
Σκρούτζ: Σκέτη ουρά δεν λέει τίποτα… δε θα βγάλω δεκάρα απ’ αυτήν. Δεν
πιάνομαι εγώ εύκολα κορόιδο…
Αλεπού: Εσύ θα χάσεις.
Γάτος: Υποτίμησες τις ουρές των γατών; Εγώ άμα θέλεις να ξέρεις είμαι ο πιο
έξυπνος γάτος όλων των παραμυθιών.
Σκρούτζ: Τι φωνάζει αυτός;
Αλεπού: Έχει και ο Αίσωπος έναν φιλάργυρο που την παθαίνει στο τέλος.
Γάτος: Όλοι οι φιλάργυροι την παθαίνουν.
Αλεπού: Η τσιγγουνιά είναι φτώχεια κακομοίρη….
Γάτος: Η τσιγγουνιά είναι φτώχεια.
Συγγραφέας: Έχουν όλα μπερδευτεί μέσα στο μυαλό μου…
Κοιμωμένη: Και μέσα έχει φασαρία, τι να κάνω;
Γάτος: Αν παντρευόσασταν τον Μαρκήσιο του Καραμπά…
Κοιμωμένη: Εγώ παντρεύομαι τον πρίγκιπα που με ξυπνάει!
Βασίλισσα: Ο καθρέφτης είναι θαμπός (βουτά την ουρά και τον ξεσκονίζει)
Αλεπού: Ε.. τι κάνεις εκεί;
Βασίλισσα: Ωραία μου γυάλισες τον καθρέφτη. Πάρε ένα μήλο για τον κόπο σου.
Συγγραφέας: (τρέχει σαν τρελός και αρπάζει το μήλο από τα χέρια της κοιμωμένης) Μη..
τι κάνετε; Αφού τα μήλα είναι δηλητηριασμένα.
Βασίλισσα: Εγώ φεύγω!
Αλεπού: Πω πω, τι πήγα να πάθω!
Γάτος: Ο Μαρκήσιος του Καραμπά ποτέ δε θα σας έδινε ένα δηλητηριασμένο
μήλο. Αλλά δε μ’ ακούτε.
Αλεπού: Στον Αίσωπο κανείς δεν δηλητηριάζει κανέναν.
Σκρούτζ: Λόγια, λόγια αλλά…
Μινχάουζεν: Και.. το κανόνι…. (ήχος μπαμ)
Κοκκινοσκουφίτσα: (χειροκροτεί και σκάει στα γέλια) Υπέροχα… υπέροχη ιστορία… και
καθίσατε έτσι πάνω στην σφαίρα του κανονιού;
Μινχάουζεν: Βεβαίως!
Κοκκινοσκουφίτσα: Μα πως σας ήρθε αυτή η ιδέα;
Μινχάουζεν: Έβλεπα, αγαπητοί μου, τις οβίδες να πηγαινοέρχονται και σκέφτηκα, αν
καβαλικέψω μια οβίδα θα μπορώ να πηγαίνω από στρατόπεδο σε
στρατόπεδο.
Κοκκινοσκουφίτσα: Μη μου πείτε, καταπληκτικό!
Μινχάουζεν: Βέβαια. Έτσι μπόρεσα να κατασκοπεύσω τον εχθρό!
Αλεπού: (στον συγγραφέα) Αυτός που μπήκε μέσα στο σημειωματάριό
προηγουμένως ήτανε γυμνός. Λέτε ν’ αγοράσει την ουρά μου;
Συγγραφέας: Δεν είναι η κατάλληλη ώρα να σε συμβουλέψω.
Κοιμωμένη: (κλαίει) Προσπάθησε να με δηλητηριάσει. Κι εδώ τα ίδια. Πρώτα το αδράχτι
και τώρα… Πάντα θύμα θα είμαι εγώ; Ακόμα και στο καινούργιο σας
παραμύθι;
Συγγραφέας: Ποιο παραμύθι… Δε βλέπω να γράφω κανένα παραμύθι.
Κοιμωμένη: (φεύγει)
Γάτος: Πού πάτε; (φεύγει)
Αλεπού: Εσείς είστε ο…
Μινχάουζεν: Μινχάουζεν, βαρώνος!
Αλεπού: Αλεπού, κολοβή!
Μινχάουζεν: Τα σέβη μου!
Αλεπού: Παρομοίως. Τι ωραίο καπέλο!
Μινχάουζεν: Ευχαριστώ!
Αλεπού: Τόσα φτερά… αν προσθέταμε στο καπέλο σας και μια ουρά αλεπούς;
Μινχάουζεν: Όχι… δεν θα ταίριαζε. Το καπέλο μου είναι πασίγνωστο και πρέπει να
είναι έτσι…
Κοκκινοσκουφίτσα: Και μένα έτσι πρέπει να ναι το σκουφί μου.
Γάτος: Κύριε συγγραφέα τι θα γίνει, αισθάνομαι άχρηστος. Στο παραμύθι μου
κάνω ένα σωρό δουλειές.
Αλεπού: Εκείνος ο ψηλός λες να ενδιαφέρεται;
Συγγραφέας: Ποιος ψηλός;
Γάτος: Υπάρχει ένας ψηλός μέσα.
Αλεπού: Δεν ξέρω πως τον λένε.
Συγγραφέας: Ο Δον Κιχώτης, τον ξέχασα.
Δον Κιχώτης: Πού είστε; Ιππότης της πένας και της γραφής. Αυτός είναι ο τίτλος σας
ευγενικέ μου κύριε… πώς σας φαίνεται;
Συγγραφέας: Θαυμάσιος! Σας ευχαριστώ.
Δον Κιχώτης: Θέλετε ν’ αρχίσουμε την διαδικασία τώρα;
Συγγραφέας: Τώρα; Όχι προς Θεού…. Θέλω να πω… έχω τόσες άλλες έννοιες που δεν
θα μπορέσω…
Δον Κιχώτης: Λυπάμαι αλλά οι νόμοι της ιπποσύνης που έχω χρέος να κρατώ, μου
απαγορεύουν να αθετώ τις υποσχέσεις μου. Σας είχα υποσχεθεί να σας
χρήσω ιππότη και το εννοώ. Γονατίστε παρακαλώ. Όλη η διαδικασία δεν
κρατάει περισσότερο από δυο λεπτά. Παρακαλώ όλους τους ευγενείς που
παρευρίσκονται σ’ αυτόν τον πύργο να έρθουν εδώ.
Αλεπού: Που βλέπει τον πύργο;
Δον Κιχώτης: Σσς έρχεστε όλοι εδώ;
Νονά: Τι έγινε πάλι;
Γάτος: Κάτι θα κάνουνε και μας χρειάζονται.
Μινχάουζεν: Θα χρίσουν ιππότη τον συγγραφέα.
Σκρούτζ: Άλλο πάλι κι αυτό.
Πινόκιο: Γιατί μαζευτήκαμε;
Νονά: Τώρα θα δεις!
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι θα πει τον χρίζουνε ιππότη;
Μινχάουζεν: Θα χρίσω ιππότη κάποιον θα πει θα τον κάνω ευγενή!
Πινόκιο: Και τι θα πει ευγενής;
Μινχάουζεν: Άρχοντας!
Νονά: Ωραία έχει ενδιαφέρον.
Γάτος: Κι εγώ έκανα τον γιο του μυλωνά Μαρκήσιο του Καραμπά!
Δον Κιχώτης: Μπορούμε να προχωρήσουμε;
Μινχάουζεν: Ο αυτοκράτορας;
Γάτος: Είναι μέσα.
Νονά: Αισθανόταν άσχημα δεν είναι ντυμένος και…
Μινχάουζεν: Τον δικαιολογώ απολύτως.
Νονά: Πώς δεν το σκέφτηκα νωρίτερα. Με το ραβδί μου μπορώ να τον ντύσω
αμέσως. (γκλίν)
Αυτοκράτορας: Α….
Πινόκιο: Τι κάνατε;
Αυτοκράτορας: Κοιτάξτε με, έγινε θαύμα.
Συγγραφέας: Αυτό είναι το φουστάνι της Σταχτοπούτας που πάει στο χορό.
Νονά: Μη σας ακούσει.
Κοκκινοσκουφίτσα: Θα πεθάνω στα γέλια.
Νονά: Μη γελάς θα αισθανθεί άσχημα.
Μινχάουζεν: Συγχαρητήρια, είστε εξαιρετικά ντυμένος.
Αυτοκράτορας: Μου πάει;
Πινόκιο: (γέλιο)
Νονά: Εγώ σας έντυσα, με το ραβδάκι μου.
Αυτοκράτορας: Ναι;
Νονά: Είναι από αγνό μετάξι να ξέρετε.
Αυτοκράτορας: Σε μένα θα το πείτε…
Συγγραφέας: Ελάτε πια αργούμε…
Μινχάουζεν: Παρακαλώ, πρέπει να πάρουμε θέσεις
Αυτοκράτορας: Είναι τέλειο!
Βασίλισσα: Να χαραμιστεί τέτοιο φουστάνι!
Όλοι: Σσς!
Δον Κιχώτης: (στην κοκκινοσκουφίτσα) Αρχόντισσα μου.. το χεράκι σας.
Κοκκινοσκουφίτσα: (γελώντας στον Μινχάουζεν) Ακούσατε πως με είπε; Αρχόντισσα!
Δον Κιχώτης: (στην βασίλισσα) Αρχόντισσα μου!
Βασίλισσα: Ε! Όχι κύριε… Όχι… Αρχόντισσα τη μια Αρχόντισσα την άλλη. Κολιός και
κολιός στο ίδιο βαρέλι…
Δον Κιχώτης: Οι νόμοι της ιπποσύνης που έχω χρέος να κρατώ.
Συγγραφέας: Άντε πάλι.
Δον Κιχώτης: (στον αυτοκράτορα) Δέσποινα της ομορφιάς, στήριγμα της ψυχής μου…
Αυτοκράτορας: Για μένα λέει;
Νονά: Μη τον λαμβάνετε υπόψη σας.
Δον Κιχώτης: Δυνάμωσε με, με μια σου ματιά, για να μπορέσω να κάνω το χρέος μου.
(κι επειδή γίνεται κάποια φασαρία και όλοι γελούν)
Αυτοκράτορας: Θα κάνω ότι μπορώ. (χτύποι από Μινχάουζεν)
Συγγραφέας: Ησυχία παρακαλώ.
Δον Κιχώτης: Η τελετή αρχίζει. Ποιος θα ήθελε να είναι βοηθός μου;
Μινχάουζεν: Ευχαρίστως θα αναλάβω. Έχω χρίσει εγώ ιππότες…
Δον Κιχώτης: Σταθείτε δίπλα μου παρακαλώ. Α! Δεν έχω μαζί μου το βιβλίο με τις
ευχές…
Πινόκιο: Αν είχα το αλφαβητάρι μου θα σας το έδινα.
Γάτος: Να εδώ έχει ένα βιβλίο.
Αυτοκράτορας: Σας ευχαριστώ που με σώσατε.
Νονά: Αλίμονο. Έκανα ότι μπορούσα.
Σκρούτζ: Αυτό είναι το βιβλίο με τους χρεοφειλέτες μου. Όλοι όσοι μου χρωστάνε
είναι γραμμένοι εδώ. Πάρτε το αλλά το ξαναθέλω.
Δον Κιχώτης: Βρήκαμε βιβλίο. Πολύ ωραία!
Συγγραφέας: Λάβετε υπ’ όψιν σας είμαι γονατιστός ε…
Μινχάουζεν: Έτοιμοι ευγενέστατε!
Αλεπού: (στον αυτοκράτορα) Αν βάζατε κι αυτή τη γούνα…
Αυτοκράτορας: Δε θα μου πήγαινε;
Βασίλισσα: Αργούμε πολύ ακόμα;
Συγγραφέας: Πιάστηκαν τα πόδια μου Δον μου, δεν γίνεται…
Νονά: Πάρτε αυτό το μαξιλάρι αγάπη μου.
Κοιμωμένη: Το μαξιλάρι μου!
Συγγραφέας: Ευχαριστώ. Αν δεν είχα και σας…
Γάτος: Έχω μεγάλη περιέργεια τι θα γίνει.
Συγγραφέας: Ουφ!
Δον Κιχώτης: Καταλαβαίνω την αγωνία σας. Είναι ίσως η μεγαλύτερη στιγμή της ζωής
σας.
Βασίλισσα: Τι θα γίνει, θα προχωρήσουμε;
Κοκκινοσκουφίτσα: Αχ τι ωραία που περνάμε. Τρελαίνομαι…
Γάτος: Η αλήθεια είναι ότι διασκεδάζουμε πολύ.
Πινόκιο: Κρίμα να μην είναι κι ο πατερούλης μου εδώ να διασκεδάσει κι αυτός.
Νονά: Ησυχία παρακαλώ και λίγος σεβασμός.
Δον Κιχώτης: Η τελετή αρχίζει.
Σκρουτζ: Επιτέλους!
Μινχάουζεν: Χρειαζόμαστε λίγο φως.
Πινόκιο: Να εδώ έχει φως!
Όλοι: Ααα!
Δον Κιχώτης: Αρχίζουμε. (Αρχίζει η μουσική) Εν ονόματι της Πλανόδιας Ιπποσύνης εγώ
ο Δον Κιχώτης από την Μάντσα, σε χειροτονώ Ιππότη της γραφής και της
πένας
(ρίχνει λίγο άρωμα στα δάκτυλά του και ραίνει τον συγγραφέα αλλά η
αλεπού τρέχει και του δίνει την ουρά της για να την χρησιμοποιήσει όπως
στην εκκλησία οι παπάδες χρησιμοποιούν το βασιλικό. Παράλληλα
μουρμουρίζει λογαριασμούς από το βιβλίο του Σκρούτζ. Παράλληλα
σηκώνει το σπαθί του και το ακουμπάει δυο φορές στον ώμο του
συγγραφέα μας)

Συγγραφέας δεν θα υπάρχει


Σαν και σένα μες στη γη
Και της πένας της γραφής
Τώρα ιππότης θα χρισθείς
Με βιβλία που θα γράψεις
Τη γενιά σου θα δοξάσεις
Και σ’ ολόκληρη τη γη
Τ’ όνομα σου θα ακουστεί
Και σ’ ολόκληρη τη γη
Τ’ όνομα σου θα ακουστεί
Δον Κιχώτης: Σήκω πάνω Ιππότη της γραφής και της πένας. Τώρα δεν είσαι ένας κοινός
θνητός, είσαι ιππότης (όλοι χειροκροτούν)
Μινχάουζεν: Αυτό ήτανε.
Νονά: Συγχαρητήρια.
Σκρούτζ: Συγχαρητήρια. Το βιβλίο μου.
Κοκκινοσκουφίτσα: Τελείωσε κιόλας;
Μινχάουζεν: Ναι μικρούλα μου.
Κοκκινοσκουφίτσα: Κρίμα.
Μινχάουζεν: Ελάτε να σας πω μια άλλη ιστορία.
Αυτοκράτορας: Τα συγχαρητήρια μου!
Δον Κιχώτης: Ευχαριστώ (στον αυτοκράτορα) Δώστε μου το χεράκι σας ωραία μου.
Συγγραφέας: Δυσκολεύουν τα πράγματα.
Νονά: Μη ξεγελιέστε από τα ρούχα καλέ μου.
Γάτος: Ο .. που φορά το φουστάνι είναι κύριος και μάλιστα αυτοκράτορας.
Συγγραφέας: Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.
Αυτοκράτορας: Τι λέτε για μένα;
Γάτος: Για το ρούχο σας λέμε. Εγώ σας είπα να σας ντύσω προηγουμένως, αλλά
εσείς δεν θέλατε. Τι να σας κάνω.
Αυτοκράτορας: Τι έχει το ρούχο μου;
Αλεπού: Είναι υπέροχο!
Νονά: Αυτά δε τα γοβάκια είναι τα διασημότερα γοβάκια όλων των παραμυθιών.
Αυτοκράτορας: Ναι; Τυχερός είμαι.
Πινόκιο: Εμένα είναι διάσημη η μύτη μου.
Δον Κιχώτης: Κυρία μου, είστε μελιστάλαχτη!
Συγγραφέας: Το βρήκα. Στο έργο μου θα βάλω έναν ιππότη να ερωτεύεται μια κυρία
σαν και σας.
Νονά: Όχι καλέ μου, αυτά δε γίνονται (γελάει)
Αυτοκράτορας: Πόσο θα θελα να βλεπα τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Η βασίλισσα έχει
έναν καθρέφτη! (φεύγει)
Δον Κιχώτης: Ξέχασα το σπουδαιότερο. Μου χρειάζεται ένας ιπποκόμος (στον Πινόκιο)
νεαρέ μου θέλετε να γίνετε ιπποκόμος μου; Θα έχετε έναν καλό μισθό …
Πινόκιο: (στον συγγραφέα) Μεγάλο νούμερο είναι ο κύριος, που τον βρήκατε
Συγγραφέας: Αν θες να ξέρεις είναι πολύ διάσημος.
Αλεπού: Πιο διάσημος από μένα αποκλείεται!
Πινόκιο: Εμένα είναι διάσημη η μύτη μου.
Σκρούτζ: Κάτι άκουσα για μισθό. Είπατε κάτι τέτοιο; Εγώ είμαι πρόθυμος. Τι θα
θέλατε να κάνω;
Δον Κιχώτης: Μου χρειάζεται κάποιος νεώτερος. Έχουμε περιπέτειες μπροστά μας που
δεν ξέρω αν θα τις αντέξετε. Λοιπόν νεαρέ μου δέχεστε; Μόνο εσείς μου
κάνετε.
Πινόκιο: Εσείς όμως δεν μου κάνετε γιατί στο παραμύθι μου εγώ δεν παίρνω
μισθούς και κουραφέξαλα. Εγώ παίρνω πέντε χρυσά νομίσματα.
Σκρούτζ: (στον εαυτό του) Αυτόν τον μικρό πρέπει να τον έχω από κοντά. Άμα
πεθάνει μπορεί να τον κληρονομήσω.
Αλεπού: Όλα τα παράξενα πράγματα εγώ τ’ ακούω.
Συγγραφέας: Κανένας δεν ταιριάζει με τον άλλο. Τι να κάνω;
Κοκκινοσκουφίτσα: Και σκοτώσατε έτσι με μια τουφεκιά εφτά ολόκληρες πέρδικες;
Μινχάουζεν: Καλά τώρα.. αυτό είναι παιχνιδάκι για μένα… ας αφήσουμε όμως τις
πέρδικες και ας μιλήσουμε για την περίφημη ΤΡΙΧΑΛΟΙΦΗ που έφερα από
την Αμερική. Αυτή η ιστορία είναι εξαιρετική!
Κοκκινοσκουφίτσα: Και όποιος αλειφότανε μ’ αυτή την κρέμα, γέμιζε τρίχες;
Μινχάουζεν: Σας λέω τον τρέλανα τον κουρέα μου… αλείφτηκα 17 ολόκληρες φορές με
την περίφημη αλοιφή και του έλεγα ότι δεν με κούρεψε καλά.
Πινόκιο: 17 φορές;
Μινχάουζεν: Βεβαίως.
Κοκκινοσκουφίτσα: Δηλαδή θέλετε να πείτε ότι σας κούρευε και εσείς ξαναβγάζατε αμέσως
τρίχες;
Μινχάουζεν: Ακριβώς, αυτός με κούρευε, και πάλι τα ίδια… θυμάμαι πόσο είχα γελάσει.
Κοκκινοσκουφίτσα: Είναι απίστευτο.
Αλεπού: Κι εγώ σας λέω, ότι αν μου δώσετε να φυτέψω λίγες από αυτές τις λίρες
που έχετε μέσα στο σακούλι σας… θα φυτρώσουν τόσο μεγάλα
λιρόδεντρα που θα σας αποφέρουν τριπλάσια! Τι λέω! Δεκαπλάσιες λίρες!
Πινόκιο: Αυτό που λες είναι από το δικό μου παραμύθι, αλλά άλλη αλεπού το
προτείνει.
Αλεπού: Όλες οι αλεπούδες είμαστε ίδιες.
Πινόκιο: Ναι, αλλά εσύ δεν έχεις ουρά.
Αλεπού: Ακολουθώ τη μόδα. Είμαι κολοβή. Το ξέρεις ότι είμαι τίτλος στο μύθο μου;
Η ΚΟΛΟΒΗ ΑΛΕΠΟΥ.
Πινόκιο: Κι εγώ είμαι τίτλος στο δικό μου παραμύθι. ΠΙΝΟΚΙΟ.
Σκρούτζ: Εμένα δεν είναι τ’ όνομά μου στον τίτλο. Άκου ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ
ΙΣΤΟΡΙΑ. Πρέπει να διαμαρτυρηθώ.
Συγγραφέας: Για ξαναπείτε αυτό που είπατε.
Αλεπού: (στον Σκρουτζ) Λοιπόν το σκεφτήκατε;
Σκρούτζ: Το σκέφτηκα. Δεν μπορώ να σου δώσω δικές μου λίρες. Δεν το
ριψοκινδυνεύω… φύτεψε μια δική σου, και αν δω ότι φυτρώνουν
λιρόδεντρα, θα το συζητήσουμε.
Αλεπού: Δε μου βρίσκονται αυτή τη στιγμή… γι' αυτό έλεγα…
Σκρούτζ: Να μη λες, να κάνεις. Αυτό έχει σημασία στη ζωή.
Συγγραφέας: Να και μια καλή κουβέντα. Να τη σημειώσω. Να μη λες, να κάνεις.
Αλεπού: Μ’ έσπρωξες. Αν δεν αγαπάς τα ζώα, δεν αγαπάς και τους ανθρώπους.
Κοκκινοσκουφίτσα: Χα χα είναι υπέροχο.
Μινχάουζεν: Σας άρεσε; Ε βέβαια, ένα κομπολόι από πάπιες μόνο εγώ το έχω
καταφέρει.
Δον Κιχώτης: (στην κοκκινοσκουφίτσα) Άνθος της ομορφιάς. Δουλτσινέα! Μήπως θέλετε
να σας απαλλάξω από τον ενοχλητικό αυτόν κύριο;
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι να κάνετε;
Βασίλισσα: Άκουσα καλά; Αποκαλέσατε άνθος της ομορφιάς αυτό το αναιδέστατο
χωριατάκι;
Κοκκινοσκουφίτσα: Για μένα λέει;
Μινχάουζεν: Μη δίνετε σημασία.
Δον Κιχώτης: Κανείς δεν πρέπει να ντρέπεται ή να λυπάται για την καταγωγή του
Δέσποινα. Την ψωροϋπερηφάνεια την ακολουθεί η κακία! Δεν πρέπει
κανείς να ντρέπεται αν είναι χωρικός ή ζητιάνος ή οτιδήποτε ταπεινό.
Σημασία έχει η αρετή! Και την αρετή μόνος του μπορεί να την αποκτήσει ο
άνθρωπος.
Συγγραφέας: (χειροκροτεί μαζί με τον Μινχάουζεν) Υπέροχα! Θαυμάσια! Τι ωραία λόγια!
Σίγουρα θα τα βάλω κάπου στο έργο μου.
Κοκκινοσκουφίτσα: Εγώ κατάλαβα πως αυτή εκεί πέρα με είπε αναιδέστατο χωριατάκι κι εγώ
δεν είμαι (Κλαίει)
Συγγραφέας: Σε παρακαλώ…
Βασίλισσα: Μικρούλα μου δεν ήθελα να σε στεναχωρήσω. Πάρε ένα μηλαράκι να
γίνουμε φίλες.
Κοκκινοσκουφίτσα: Επειδή πεινάω το παίρνω (τρώει, πέφτει ξερή) Κύριε Μινχάουζεν δε μου
ειπ… (πέφτει κάτω)
Βασίλισσα: (γελάει)
Πινόκιο: Η μικρή έπεσε ξερή.
Μινχάουζεν: Πράγματι.
Νονά: Κάτι έπαθε το κοριτσάκι.
Συγγραφέας: Δεν είναι δυνατόν.
Μινχάουζεν: Μικρή μου ξυπνήστε
Αλεπού: Κάτι έφαγε νομίζω.
Δον Κιχώτης: Όποιος έβλαψε αυτό το πλάσμα..
Συγγραφέας: Σας παρακαλώ Δον μου.
Βασίλισσα: Το καημένο τι έπαθε!
Αλεπού: Μην κάνεις την ανήξερη. Δάγκωσε ένα μήλο από τα δικά σου. Ορίστε κύριε
συγγραφέα.
Συγγραφέας: Μήλο; Μη μου πείτε ότι τη δηλητηριάσατε με το μήλο της Χιονάτης;
Βασίλισσα: Εγώ;
Νονά: Ξύπνα κοριτσάκι μου.
Πινόκιο: Τώρα;
Συγγραφέας: Το βρήκα. Η Χιονάτη όταν τρώει το μήλο ξυπνά με ένα φιλί. Πινόκιο φίλησέ
την
Πινόκιο: Εγώ να φιλήσω αυτή την αντιπαθητική!
Συγγραφέας: Καλά-καλά δε χρειάζεται.
Πινόκιο: Κουνιέται.
Νονά: Συνέρχεται.
Μινχάουζεν: Συγχαρητήρια, κύριε συγγραφέα!
Δον Κιχώτης: Δέσποινα το χεράκι σας!
Αλεπού: Πολύ έξυπνο αυτό. Στον Αίσωπο, δε γίνονται τέτοια πράγματα!
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι έγινε;
Γάτος: Έπιασε το κόλπο.
Κοκκινοσκουφίτσα: Ποιο κόλπο;
Συγγραφέας: Τίποτα. Δεν χρειάζεται να ξέρεις. Πως πονάει το κεφάλι μου!
Μινχάουζεν: Μικρούλα μου τώρα που είστε καλά θα σας πω μια ιστορία με έναν
σουλτάνο.
Χαλιμά: Σουλτάνος, είναι κανένας σουλτάνος εδώ;
Δον Κιχώτης: Η Δουλτσινέα μου!
Μινχάουζεν: Ω… τι ομορφιά! Φιλώ το χέρι σας!
Χαλιμά: Δε το συνηθίζουμε.
Συγγραφέας: Α σας είχα ξεχάσει με τόσα που γίνανε.
Αυτοκράτορας: Περίεργα που είναι ντυμένη
Χαλιμά: Ξεκουράστηκα λίγο εκεί μέσα… Μέσα στο βιβλίο μου λέω συνέχεια
παραμύθια…
Κοκκινοσκουφίτσα: Παραμύθια; Γιατί λέτε συνέχεια παραμύθια;
Συγγραφέας: Για να μην της κόψουν το κεφάλι.
Τι;
Βασίλισσα: Και γιατί να μην της το κόψουν;
Όλοι: Τι;
Χαλιμά: Δεν κατάλαβα, θέλετε να μου κόψουν το κεφάλι; Με ξέρετε εσείς κυρία μου;
Γιατί επεμβαίνετε;
Κοκκινοσκουφίτσα: Γιατί είναι πολύ κακιά.
Μινχάουζεν: Έχετε πολύ ωραία κίνηση.
Νονά: Ίσως σας βρίσκει πολύ όμορφη..
Πινόκιο: Αν ήταν αλλιώτικα ντυμένη μπορεί να ήταν η νεράιδα μου.
Αλεπού: Πιστεύετε θα σας ταίριαζε μια ουρά αλεπούς;
Σκρουτζ: Τα πετράδια σας είναι αληθινά;
Κοκκινοσκουφίτσα: Θα μου πείτε κι εμένα ένα παραμύθι;
Δον Κιχώτης: Αν θέλετε μπορώ να αναλάβω την προστασία σας.
Χαλιμά: Εδώ γλυτώνω από ολόκληρο χαλίφη με την εξυπνάδα μου..
Συγγραφέας: Δώστε τόπο στην οργή τώρα…
Βασίλισσα: Κύριε συγγραφέα απαιτώ να την βλέπετε στη θέση της αλλιώς θα σας
εγκαταλείψω στο έλεος του Θεού… κι άντε να βρείτε κακιά βασίλισσα για
το έργο σας.
Χαλιμά: Έχω εγώ βασίλισσες…
Βασίλισσα: Δεν ξέρω τι είδους είναι οι βασίλισσες σας, σαν και μένα πάντως δεν είναι.
Χαλιμά: Σίγουρα δεν είναι σαν και σας και ούτε θα ήθελα να είναι.
Μινχάουζεν: Εξωτική ομορφιά!
Χαλιμά: Συγχωρήστε με κύριε και εσείς κύριε συγγραφέα, δεν έχω συνηθίσει να
μου φέρονται έτσι, είμαι αναγκασμένη να αποχωρήσω.
Μινχάουζεν: Όχι.
Πινόκιο: Γιατί φεύγετε;
Κοκκινοσκουφίτσα: Και το παραμύθι;
Αλεπού: Πού πάτε;
Νονά: Αφήστε την να ηρεμήσει.
(ακούγονται 12 χτύποι ρολογιού)
Σειρά κίνησης ηρώων
1ος συγγραφέας 4η Νονά 7ος Πινόκιο 10ος Δον Κιχώτης
η ος
2 Χαλιμά 5 Γάτος 8 Κοκκινοσκουφίτσα 11η βασίλισσα
η

3 Σκρουτζ
ος
6 Αλεπού 9ος Μινχάουζεν
η
12ος Αυτοκράτορας
Νονά: Ααα. Μεσάνυχτα!
Αυτοκράτορας: Ααα. Κοιτάξτε τι έπαθα!
Όλοι: Ααα!
Νονά: Δε μπορώ να κάνω τίποτα για σας. Μεσάνυχτα!
Βασίλισσα: Και κάτι που δεν σας είπα, κύριε ψευτοσυγγραφέα…
Μινχάουζεν: Α μεγαλειοτάτη… είμαι υποχρεωμένος να επέμβω. Δεν μπορώ να ακούω
τη λέξη ψευτιά. Παρακαλώ ανακαλέστε τη λέξη ψευτοσυγγραφέας.
Βασίλισσα: Δεν ανακαλώ και υπενθυμίζω ότι κάτι μου χρωστάει ο κύριος από δω..
(δείχνει τον συγγραφέα)
Δον Κιχώτης: Νομίζω ότι μου χρωστάτε έναν ιπποκόμο.
Σκρούτζ: Κάπου έχουν δίκιο και οι δυο τους… κι εμένα μου χρωστάει ο κύριος. Σου
υπενθυμίζω νεαρέ μου ότι δεν μου έδωσες ακόμα τίποτα… και θα χάσω
την υπομονή μου…
Γάτος: Έχουν απόλυτο δίκιο. Εγώ ο διάσημος παπουτσωμένος γάτος
περιφέρομαι άσκοπα.
Αλεπού: Κάτι κατάλαβα ότι θα καταγράφατε τη ζωή μου… κι ακόμα τίποτα…
Αυτοκράτορας: Κι εγώ έχω τρομερά παράπονα. Ξέρατε την αδυναμία που έχω στα ρούχα
και ήταν απαράδεκτο, αυτό που κάνατε να με πάρετε με τα σώβρακα.
Μινχάουζεν: Η αλήθεια είναι ότι… κι εμένα μου είχατε ζητήσει να σας βοηθήσω με τις
ιστορίες μου. Προς το παρόν… μόνο στη μικρή τις λέω… κι έχω
μεγαλύτερες φιλοδοξίες από το να λέω ιστορίες αληθινές σε κοριτσάκια.
Για να πω την αλήθεια…
Κοκκινοσκουφίτσα: Εγώ που άφησα το λύκο μου και ήρθα μαζί σας!
Πινόκιο: Πες μου που είναι οι περιπέτειες που μου ταξες;
Νονά: Αγάπη μου φοβάμαι ότι έχουν δίκιο. Κι εγώ νομίζω άδικα σε ακολούθησα.
Συγγραφέας: Έχετε δίκιο.. συγχωρήστε με… το λάθος είναι καθαρά δικό μου… Κυρίες
και κύριοι.. τα παράπονα σας είναι δίκαια. Ξεχώρισα όλους εσάς που
είσαστε σήμερα μαζί μου για να σας χρησιμοποιήσω στο δικό μου έργο.
Γάτος: Δεν μας χρησιμοποίησες όμως.
Συγγραφέας: Δεν σας χρησιμοποίησα γιατί..
Όλοι: Γιατί;
Συγγραφέας: Γιατί δεν ξέρω τι να σας κάνω.
Κοκκινοσκουφίτσα: Τον κακομοίρη..
Αυτοκράτορας: Εγώ τον λυπάμαι…
Βασίλισσα: Εγώ καθόλου.
Πινόκιο: Ουφ
Αλεπού: Και τώρα;
Νονά: Κάτι πρέπει να κάνουμε.
Δον Κιχώτης: Εγώ είμαι πρόθυμος να...
Γάτος: Μήπως αν έλεγα ότι είστε ο Μαρκήσιος…
Μινχάουζεν: Το πρόβλημα σας θα ήταν πάρα πολύ σοβαρό αν δεν είχατε προνοήσει να
διαλέξετε εμένα.
Όλοι: Τι λέει;
Μινχάουζεν: Είμαι ο πλέον ειδικός πιστέψτε με για να σας βοηθήσω.
Αλεπού: Δηλαδή;
Νονά: Ας ακούσουμε τι θέλει να μας πει.
Μινχάουζεν: Για να γράψετε έργο για παιδιά αγαπητέ μου χρειάζεστε – σημειώστε
παρακαλώ – πρώτον, μια βασιλοπούλα, δεύτερον, ένα βασιλόπουλο,
τρίτον, μια κακιά μάγισσα ή ένα καλό μάγο
Βασίλισσα: Είπατε κακιά μάγισσα, εμένα εννοούσατε;
Συγγραφέας: Αυτό είναι Βαρώνε μου. Θα βάλω για βασιλοπούλα την Κοκκινοσκουφίτσα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Τι;
Συγγραφέας: Τον Πινόκιο για βασιλόπουλο…
Πινόκιο: Αποκλείεται.
Νονά: Ναι, θα ήταν λάθος αγάπη μου.
Συγγραφέας: (που δεν ακούει κανέναν μέσα στον οίστρο του) Θα βάλω κι έναν κακό
μάγο που μπορεί να τον κάνει ο κύριος Εβενέζερ Σκρουτζ…
Σκρούτζ: Αηδίες… αν νομίζετε ότι ο Κάρολος Ντίκενς, ο συγγραφέας μου, θα το
δεχόταν αυτό… κάνετε λάθος…
Βασίλισσα: Γιατί δε γράφετε για μια ωραία βασίλισσα που είναι και κακιά μάγισσα
συγχρόνως;
Νονά: Πιστεύω ότι η ιστορία της Σταχτοπούτας συγκινεί περισσότερο.
Σκρούτζ: Πιο συγκινητική από τη Χριστουγεννιάτικη ιστορία δεν υπάρχει.
Αλεπού: Γιατί δεν αναπτύσσετε το μύθο της κολοβής αλεπούς;

Αυτοκράτορας: Γιατί δε γράφετε για έναν αυτοκράτορα που έχει αδυναμία στα ωραία
ρούχα;
Γάτος: Γιατί δε γράφετε για έναν πανέξυπνο γάτο;
Μινχάουζεν: Γιατί να γράψετε για ζώα και όχι για τις περιπέτειες του Βαρώνου
Μινχάουζεν;
Δον Κιχώτης: Και γιατί να γράψει τις περιπέτειες τις δικές σας και όχι τις περιπέτειες του
Δον Κιχώτη;
Πινόκιο: Και γιατί να γράψετε για τις περιπέτειες του Δον Κιχώτη και να μη γράψετε
για ένα μικρό που μεγαλώνει η μύτη του κάθε φορά που λέει ψέματα.
Κοκκινοσκουφίτσα: Και γιατί να γράψετε για ένα μικρό που μεγαλώνει η μύτη του κάθε φορά
που λέει ψέματα και να μη γράψετε για μια κοκκινοσκουφίτσα να χάνει το
δρόμο μέσα στο δάσος, να συναντά έναν κακό λύκο και…
(γονατίζοντας ο καθένας λέει με τη σειρά επαναλαμβάνοντας μέχρι το τέλος
της αλυσίδας)
Βασίλισσα: Για την κακιά βασίλισσα
Νονά: Για τη νονά
Σκρουτζ: Για τον Σκρουτζ
Αλεπού: Για την αλεπού
Αυτοκράτορας: Για τον αυτοκράτορα
Γάτος: Για το γάτο
Μινχάουζεν: Για τον Μινχάουζεν
Δον Κιχώτης: Για τον Δον Κιχώτη
Πινόκιο: Για τον Πινόκιο
Κοκκινοσκουφίτσα: Για την κοκκινοσκουφίτσα
Μινχάουζεν: Το βρήκα. Να γράψετε για έναν κυνηγό που τρυπάει με το σπαθί του… ένα
εκατομμύριο κουνούπια!..
Όλοι: (γελούν και λίγο-λίγο περιτριγυρίζουν τον συγγραφέα με την εξής σειρά:
αυτοκράτορας, Μινχάουζεν, Σκρουτζ, Νονά, Γάτος, αλεπού, Πινόκιο,
Κοκκινοσκουφίτσα, Δον Κιχώτης, Βασίλισσα)
Συγγραφέας: Σταματήστε… σταματήστε… τι ήταν αυτό; Όνειρο… πραγματικότητα… Δεν
ξέρω. Μια τρύπα στο νερό έκανα Θεέ μου…
Καλή: (από μακριά ακούγεται η υπέροχη φωνή της Καλής)
Καλή με λένε και σ’ ακολουθώ
θα μια κοντά σου για να σε βοηθώ
Καλή με λένε… με ξέχασες κιόλας
θα μια κοντά σου για να σε βοηθώ.
Συγγραφέας: Έχει δίκιο, τη ξέχασα… ΚΑΛΗΗΗ;;;;;;
Καλή: Με φώναξες;
Συγγραφέας: Ναι.. σε φώναξα.. σε χρειάζομαι.
Καλή: Τι έκανες, εντάξει;
Συγγραφέας: Έκανα ότι μου είπες αλλά…
Καλή: Αλλά;
Συγγραφέας: Να! Βρήκα ένα σωρό βιβλία… Άλλα διάβασα, άλλα θυμήθηκα που είχα
διαβάσει.
Καλή: Και τι έκανες;
Συγγραφέας: Κράτησα σημειώσεις, ξεχώρισα τους ήρωες που μου έκαναν εντύπωση,
και πήγα να φτιάξω ένα έργο με όλους αυτούς μαζί.. προσπάθησα πολύ,
αλλά δεν μπόρεσα να γράψω τίποτα γιατί δε δεχόταν κανένας να παίξει
αυτό που τους ζητούσα… δεν δεχόταν κανένας να αλλάξει πορεία, να
αλλάξει χαρακτήρα. Στο τέλος ο καθένας ήθελε να κάνω τη δική του
ιστορία θεατρικό έργο… Μπερδεύτηκα….
Καλή: Αν κατάλαβα καλά, ήθελες να φτιάξεις ένα έργο με ήρωες που άλλοι έχουν
δημιουργήσει, που άλλοι έχουν σκεφτεί πριν από σένα, πήγες να
αντιγράψεις και να μπερδέψεις τα πράγματα που άλλοι συγγραφείς πριν
από σένα σκέφτηκαν, μόχτησαν κι είχαν την έμπνευση να γράψουν. Έτσι
είναι;
Συγγραφέας: Ναι, έτσι ακριβώς.

Καλή: Μα εδώ είναι το λάθος σου καλέ μου. Διαβάζεις τα βιβλία για να
αποκτήσεις γνώσεις, να καλλιεργήσεις το μυαλό σου, να πλατύνεις την
φαντασία σας. Όλα αυτά, αποθηκεύονται μέσα σου. Κι έρχεται μια μέρα
που είσαι σε θέση να τα χρησιμοποιήσεις, χωρίς να δανειστείς από
κανέναν τίποτα! Χωρίς να αντιγράψεις… γιατί μπορείς πια, από μόνος σου
να δημιουργήσεις κάτι κατάδικό σου, μέσα από γνώσεις που οι άλλοι σου
έχουν δώσει.
Συγγραφέας: Γλυκιά μου Καλή… γλυκιά μου φωνή.. τώρα κατάλαβα.. όμως δεν είμαι
ακόμα έτοιμος να κάνω κάτι ολότελα δικό μου… χρειάζομαι κι άλλες
γνώσεις… αυτές που έχω δεν μου φτάνουν…
Καλή: Έτσι μπράβο… τώρα είμαι σίγουρη πως μια μέρα – όχι μακρινή θα τα
καταφέρεις… Μια μέρα είμαι σίγουρη πως το χέρι σου θα γράφει χωρίς να
σταματά. Οι σκέψεις σου θα κυλάνε… έχεις καιρό μπροστά σου.. φτάνει να
χεις υπομονή και επιμονή και μια μέρα θα πετύχεις… γειά σου φίλε μου!!
Γειά σου..
(Η νεράιδα εξαφανίζεται όπως ήρθε… αλλαγή και βλέπουμε τον
συγγραφέα να κάθεται στο γραφείο του και να χτυπάει συνέχεια τα
πλήκτρα της γραφομηχανής…Η έκφραση του είναι χαρούμενη. Δίπλα του
υπάρχουν στοίβες χαρτιών… Μουσική.. και η φωνή της αφηγήτριας της
αρχής ακούγεται να λέει.)
Αφήγηση: Κι έτσι ο καλός μας συγγραφέας μάζεψε για πολύ καιρό ακόμα γνώσεις,
μίλησε και γνώρισε καλύτερα τους ήρωες αυτών αλλά και άλλων βιβλίων
και παραμυθιών… κι ήρθε μια μέρα… που έγραφε.. έγραφε… και δεν
έσκιζε κανένα χαρτί πια… Έτσι γεννήθηκε ο συγγραφέας της ιστορίας
μας.. όπως.. κάπως έτσι γεννιούνται και όλοι οι δημιουργοί πάνω στη γη…
και οι ήρωες των παραμυθιών; Τι έγιναν αλήθεια οι ήρωες των
παραμυθιών; Α! είναι μέσα στα βιβλία τους και σας λένε…

ΤΕΛΟΣ

You might also like