You are on page 1of 6

Ουκρανικά μαθήματα νο 1:

Το άρμα μάχης βλέπει τα όρια του

Αν κάτι φάνηκε στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία -και πιο πριν βέβαια σε άλλες πολεμικές συγκρούσεις- είναι το
πρόβλημα που αποτελεί σήμερα στην πολεμική προσπάθεια το κύριο άρμα μάχης. Καθώς ποτέ στην ιστορία του όπλου
δεν ήταν πιο ευάλωτο, κινδυνεύοντας συνεχώς από όπλα απίστευτα πιο φθηνά, εύκολα μεταφερόμενα, που απαιτούν μικρή
εκπαίδευση και μπορούν να το εξουδετερώσουν ολοσχερώς. Από αντιαρματικούς πυραύλους κάθε μεγέθους (όπως οι
NLAW, οι Javelin, οι Spike, οι Kornet κ.λπ.) έως απλές ρουκέτες (RPG) σε μια βολή σε ένα ευάλωτο σημείο, το άρμα
σήμερα είτε διαλύεται είτε βγαίνει εκτός μάχης για αρκετό διάστημα και μάλιστα από αποστάσεις πέρα από το βεληνεκές
του δικού του πυροβόλου.

Στην Ουκρανία το ζήτημα αυτό έχει φανεί καθαρά καθώς τα ρωσικά άρματα, έστω τα παλαιάς σχεδίασης Τ-72 (αλλά
αναβαθμισμένα) εμφανίζονται δεκάδες διαλυμένα από χτυπήματα αντιαρματικών πυραύλων. Αλλά και εγκαταλελειμμένα
από μηχανικές βλάβες, από έλλειψη καυσίμων, από ατυχήματα στο δρόμο (εκτροπές, ανατροπές σε χαντάκια), αλλά και από
κακή χρήση, οδήγηση κ.λπ. Τα τελευταία ζητήματα δείχνουν και ένα ακόμη γνωστό πρόβλημα των αρμάτων που όμως
συνεχώς μεγεθύνεται. Πως η χρήση τους «επιβάλλει» μια μεγάλη εφοδιαστική-επισκευαστική αλυσίδα για να τα κρατά σε
λειτουργία. Βυτιοφόρα, μηχανικοί με τα δικά τους άρματα ρυμούλκησης, κινητά συνεργεία επισκευών, φορτηγά γεμάτα
ανταλλακτικά, πυρομαχικά, ένα δηλαδή τεράστιο «τρένο» από πίσω τους, που οφείλει να παραμένει σε απόσταση ασφαλείας
από τη μια, αλλά και πολύ κοντά από την άλλη, ώστε να διατηρεί το άρμα μάχιμο. Το οποίο «τρένο» όμως είναι πολύ
ευάλωτο το ίδιο, άρα μπορεί μια επίθεση σε αυτό να εξουδετερώσει έμμεσα και το άρμα που προηγείται.

Ακόμα, το σύγχρονο άρμα έχει γίνει όλο και πιο «ψηφιακό», πολύπλοκο, με ευαίσθητα ηλεκτρονικά, γεμάτο κεραίες και
οθόνες, απαιτώντας ένα ιδιαίτερα εκπαιδευμένο πλήρωμα που οφείλει να έχει εκατοντάδες ή και χιλιάδες ώρες ασκήσεων
στο ενεργητικό του για να καταφέρει να αποσπάσει τη μεγίστη απόδοση. Και βέβαια για να επιβιώσει, το άρμα γίνεται
ολοένα και πιο βαρύ με εξτρά θωράκιση, έστω και τμηματική και περιστασιακή, απαιτεί άρα όλο και μεγαλύτερη ισχύ και
παροχή ενέργειας, θέλει συστήματα αυτοπροστασίας (ακριβά, ογκώδη, ενεργοβόρα) μεγαλώνοντας σε κόστος, δυσκινησία,
απαιτήσεις συντήρησης και υποστήριξης.

Το σύγχρονο άρμα όμως δεν γίνεται απλώς «βάρος» στην πολεμική προσπάθεια. Καθώς στην απόπειρα να διασφαλιστεί η
επιβίωση του, εδώ και δεκαετίες, και πρώτα από τους ίδιους τους Σοβιετικούς (νυν Ρώσους), έχει αναπτυχθεί ένα δόγμα
χρήσης του, που ουσιαστικά καθορίζει και μεγάλο μέρος της στρατηγικής σκέψης και οργάνωσης. Έτσι το άρμα
«απαιτεί» να το συνοδεύουν τεθωρακισμένα οχήματα μάχης και μεταφοράς προσωπικού, να μάχονται σε πλήρη συντονισμό
μαζί του, να αποβιβάζουν πεζούς για να εκκαθαρίζουν τις «φωλιές» αντιαρματικών, να ελέγχουν ψηλά κτήρια και γενικώς
σημεία από τα οποία μπορεί να βληθεί (στο πιο ευάλωτο σημείο του, στην οροφή του). Απαιτεί επίσης ως βαρύ όχημα 50-
60-70 τόνων τους ανάλογους δρόμους για να κινηθεί, αλλά και τα αντίστοιχα εδάφη τα οποία είναι μεν μεγάλης ποικιλίας,
αλλά παραμένει αδύναμο μπροστά στην παχιά λάσπη, τα μεγάλα ρέματα, τα ποτάμια, τα πυκνά δάση κ.ο.κ.

Τι έχουμε, αν συνοψίσουμε όλα τα παραπάνω; Μια κουλτούρα πολέμου που κινείται γύρω από την ιδέα της «αρματικής
επέλασης», τόσο κυρίων αρμάτων όσο και συνοδευτικών τεθωρακισμένων, απασχολώντας ένα τεράστιο αριθμό
υποστηρικτικών οχημάτων, και πολλές χιλιάδες βοηθητικούς «υπηρέτες» της περίφημης ατσάλινης αιχμής. Η οποία όμως
δεν μπορεί να μπει σε πόλεις, εκεί δηλαδή που σε όλες τις χώρες του κόσμου ζει η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού,
δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την μακρά βολή ενός «έξυπνου» όπλου, δεν μπορεί να ξεπεράσει με ευκολία τον όποιο «μόνο»
στρατιώτη με ένα αντιαρματικό στον ώμο, είναι εύκολα εντοπίσιμο από ένα drone των λίγων χιλιάδων ευρώ, στοχοποιείται
γρήγορα λόγω μεγέθους, παραμένει αργό, με μέση ταχύτητα στο πεδίο της μάχης 25-30 χιλιόμετρα στην καλύτερη
περίπτωση, δυσκίνητο και «καταβόθρα» καυσίμων και ανταλλακτικών.

Κι όμως, στην μοντέρνα τακτική και στρατηγική σχεδίαση η ιδέα της επέλασης των αρμάτων εξακολουθεί να υφίσταται.
Τόσο στη Ρωσική σχολή, όσο και σε αρκετές δυτικές, που όμως τα τελευταία χρόνια επιχειρούν να «απεμπλακούν» και να
αναζητήσουν πιο ευέλικτες και αποτελεσματικές λύσεις. Με καλό δείγμα εδώ τον αμερικανικό σχεδιασμό με τις ταξιαρχίες
Stryker. Οι οποίες διαθέτουν μεν αρματικό δυναμικό, αλλά στηρίζονται στη μεγαλύτερη ευελιξία του μηχανοκίνητου
πεζικού, με πλειονότητα πιο ελαφριών θωρακισμένων, σε πολλαπλούς ρόλους. Ενώ δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως το πιο
καινοτόμο σώμα των Αμερικανών Πεζοναυτών, έχει αποφασίσει την πλήρη απόσυρση των δικών του βαρέων αρμάτων
Abrams. Επίσης παγκοσμίως υπάρχει «οργασμός» εμφάνισης τροχοφόρων και ερπυστριοφόρων οχημάτων μάχης (και
αντίστοιχων προγραμμάτων αγορών), ως πιο ελαφριά ευέλικτα άρματα, με ικανότητα συνδυασμού πολλών ρόλων μάχης.

Να το μάθημα λοιπόν: Στην Ουκρανία βλέπουμε μάλλον το όριο της «αρματικής» αντίληψης ως βασικού εργαλείου
σύγχρονης μάχης, καθώς το κόστος δημιουργίας της, η απαίτηση σε ανθρώπινο δυναμικό, η δυσχέρεια χρήσης και κυρίως
το ιδιαίτερα ευάλωτο την καθιστούν ασύμφορη τακτικά. Άλλωστε το ίδιο έχει παρατηρηθεί και σε πλειάδα άλλων
1
μοντέρνων συγκρούσεων. Στην σχεδόν 15ετη εμπλοκή των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, τα άρματα μάχης έπαιξαν ρόλο αλλά όχι
κρίσιμο. Στην σοβιετική αλλά και στην αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν (με απόσταση 20 ετών μεταξύ τους) τα βαριά
άρματα απέτυχαν να επηρεάσουν τον πόλεμο με τους αποφασισμένους αντάρτες, που απλώς εξαφανιζόταν στο πέρασμα
τους για να ανασυνταχθούν κάπου αλλού. Στις διάφορες αφρικανικές συγκρούσεις, το άρμα δεν μπόρεσε ποτέ να κρατήσει
πολύ στο πεδίο της μάχης για να αξιολογηθεί. Στις μάχες Αράβων και Ισραηλινών, εκεί πραγματικά έδωσε λύση αλλά με
εκατόμβες των ίδιων των αρμάτων που αλληλοεξουδετερώνονταν με ταχύ ρυθμό. Ενώ η βασική σύγχρονη σύγκρουση
όπου το άρμα μάχης κυριάρχησε, αυτή ήταν στον 1ο Πόλεμο του Κόλπου. Εκεί το αμερικανικό (βρετανικό,
σαουδαραβικό κ.λπ.) άρμα πράγματι σάρωσε τους Ιρακινούς αντιπάλους, αλλά μετά από μήνες βομβαρδισμών, μετά από
πλήρη αεροπορική κυριαρχία και σε ένα σπάνιο να ξαναβρεθεί πεδίο μάχης, αυτό της επίπεδης, ανέφελης, ερήμου.

Αντίθετα, στην σημερινή Ουκρανία, εκεί που πράγματι υπάρχουν οι αχανείς επίπεδες εκτάσεις για αρματική προώθηση,
αλλά και πολλά δάση, ποτάμια, λάσπη, χιόνι, μέτριο οδικό δίκτυο, το ρωσικό άρμα έχει «σκοντάψει». Είτε θα εγκλωβιστεί
σε πολιορκία πόλεων, είτε θα προελάσει σε ένα κενό χώρο αναζητώντας εχθρό, ο οποίος όμως έχει αποσυρθεί, διασπαρεί,
οχυρωθεί, είτε θα μπλοκάρει στη λάσπη, είτε θα μείνει ανενεργό από έλλειψη συντήρησης. Είτε βέβαια θα εξουδετερωθεί
από αντιαρματικούς πυραύλους. Ενώ η μεγάλη ισχύς πυρός του δεν έχει και πολύ νόημα όταν φθάσει μπροστά σε χωριά και
κωμοπόλεις, όπου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αλλά και να χρησιμοποιηθεί θα είναι σε ρόλο απλού πυροβολικού,
δολοφονώντας αμάχους σε ένα πόλεμο που η «τηλεοπτική-ιντερνετική» του αναμετάδοση (άλλη μεγάλη αλλαγή που θα
συζητήσουμε σε επόμενο άρθρο) εκθέτει απίστευτα τον επιτιθέμενο, ξοδεύοντας κάθε κύρος του και συσπειρώντας τη
διεθνή αντίδραση εναντίον του.

Τελικά στην Ουκρανία, ακόμη και αν νικήσει στο πεδίο η Ρωσία, δεν θα το κάνει γιατί έριξε εκεί μια πλημμύρα
αρμάτων και τεθωρακισμένων κάθε τύπου, αλλά γενικότερα γιατί έριξε μια «πλημμύρα» ανδρών και υλικών σε
πολλαπλά μέτωπα, απέναντι σε ένα πιο ασθενή στρατό που υποχωρεί αμυνόμενος.

Είναι λοιπόν το σύγχρονο άρμα «περιττό»; «Άχρηστο»; Δεν αξίζει κανείς να επενδύσει επάνω του; Δεν θα τολμήσουμε να
πούμε κάτι τέτοιο γιατί παραμένει μια ισχυρή πολεμική κατασκευή με μεγάλη εμβέλεια και ακρίβεια πυρός, έστω και
αν το ίδιο είναι «μαγνήτης» πυρών. Θα διατηρηθεί στο παγκόσμιο οπλοστάσιο αλλά ως μια ακόμη επιλογή, ως ένα
“εργαλείο” επίθεσης ή αποτροπής σε συγκεκριμένες συνθήκες που θα το ευνοούν, αλλά μάλλον όχι ως κεντρικό δόγμα ή
μέθοδος. Και δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε πως ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα, με αμυντικογενές στρατιωτικό
δόγμα, και με συγκεκριμένο εξοπλιστικό δυναμικό λόγω οικονομικών, η περαιτέρω επένδυση σε αρματικό δυναμικό
(αριθμητικά τεράστιο για τα πλαίσια του ΝΑΤΟ αλλά σε μεγάλο ποσοστό παλαιάς τεχνολογίας) πρέπει να γίνει με μεγάλη
περισυλλογή. Και με συνυπολογισμό του τι μπορεί κανείς να προμηθευθεί με λιγότερο κόστος ως απάντηση των τουρκικών
αρμάτων. Τα οποία στην συριακή τους περιπέτεια, τόσο τα πιο παλαιά, αλλά εκσυγχρονισμένα M60 Sabra, όσο και τα πιο
νέα Leopard, δεινοπάθησαν απέναντι σε ελαφρά οπλισμένους αντάρτες.

Έτσι η χώρα μας, ίσως θα πρέπει να αλλάξει την προτεραιότητα των απαιτήσεων της, πρώτα προς πολύ περισσότερα
αντιαρματικά συστήματα, τόσο φορητά, όσο και εποχούμενα, όσο το δυνατόν πιο αυτόνομης λειτουργίας (fire and
forget), με οικονομικά συστήματα στοχοποίησης και εντοπισμού εχθρικών αρμάτων (δεν απαιτούνται καν μεγάλα μη
επανδρωμένα, ενώ ένα τρίποδο με μια κάμερα ζουμ και ένα καταδείκτη laser παράγεται πανεύκολα). Στοιχεία εξοπλισμού
δηλαδή που μπορεί να χρησιμοποιηθούν μαζικά, φθηνά, από απλούς εφέδρους που είναι και ο πυρήνας των δυνάμεων
μας, χωρίς μεγάλες απαιτήσεις εκπαίδευσης. Και να παραχθούν τοπικά σε μεγάλο βαθμό. Και ας επενδύει η Τουρκία
δισεκατομμύρια αναζητώντας το δικό της «εθνικό άρμα Altay» των 70 αργοκινούμενων τόνων…

Ουκρανικά μαθήματα νο 2:
Χιλιάδες drones, UAVs και UCAVs ορίζουν τη σύγχρονη μάχη

Αναντικατάστατα αλλά ταυτόχρονα όχι κυρίαρχα. Αυτό είναι ένα -αντιφατικό- ακόμη μάθημα σύγχρονου πολέμου, που μας
δίνει η τρέχουσα σύγκρουση στην Ουκρανία σε ότι αφορά τα κάθε είδους μη επανδρωμένα. Το οποίο διαφέρει αρκετά από
εκείνο της σύγκρουσης Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας το 2020. Καθώς αυτό που βλέπουμε στην Ουκρανία δεν είναι η πλήρης
«κυριαρχία των μη επανδρωμένων», που κρίνουν σχεδόν μόνα τους τη μάχη και δίνουν τη νίκη. Όπως έγινε δηλαδή με
τα αζέρικα, τουρκικής κατασκευής Bayraktar TB2 και τα ισραηλινά Harop, Orbiter, Hermes, αλλά ακόμη και τα
μετασκευασμένα ως «μη επανδρωμένα» διπλάνα Antonov An-2, που συνέτριψαν την αρμενική αεράμυνα.

Με διαφορετική λοιπόν απόδοση, αυτό που μας δείχνει η Ουκρανία είναι πως η σύγχρονη μάχη μεταξύ στρατών με
παρεμφερή τεχνολογία, απαιτεί και προυποθέτει τη μαζική -με τονισμό το «μαζική»- χρήση επανδρωμένων. Και άρα,
η έλλειψη τους, σε κάθε μορφή ή σύγκρουση, μπορεί να κρίνει την μάχη. Καθώς ήδη στη τρέχουσα εισβολή διαπιστώνουμε
μια πανσπερμία τύπων μη επανδρωμένων αεροσκαφών και drones, να χρησιμοποιούνται από τις δύο πλευρές σε κάθε
σημείο και κατά χιλιάδες σε αριθμό.
2
Αρχικά, σε τοπικό επίπεδο, στις συνεχείς αψιμαχίες μεταξύ διμοιριών ή ομάδων πεζικού, ή ακόμη και βιαστικά
σχηματισμένων πολιτοφυλακών χωρίς σχεδόν καμία εκπαίδευση. Όπου με προσωπική πρωτοβουλία, εμπορικά drones
«του κατοστάρικου» αξιοποιούνται για αναγνώριση και εντοπισμό του αντιπάλου. Βλέπουμε επίσης τα ίδια, τα μικρά
ερασιτεχνικά drones, να γίνονται θανάσιμα και σε μεγάλη έκταση, καθώς σε συνδυασμό με ένα κινητό τηλέφωνο μπορούν
να κατευθύνουν με ακρίβεια πυρά πυροβολικού, όλμων, ρουκετοβόλων. Και πολλές φορές χωρίς οι πυροβολαρχίες να έχουν
πυρομαχικά ακριβείας, αντιραντάρ, εξειδικευμένο προσωπικό στοχοποίησης του εχθρού. Αναβαθμίζοντας έτσι ξεπερασμένα
οπλικά συστήματα, με παρελθόν πολλών δεκαετιών στην πλάτη τους.

Στη συνέχεια βλέπουμε πολλές ερασιτεχνικές μετασκευές, ώστε να «οπλοποιηθούν» τα απλά τετρακόπτερα ή οκτακόπτερα.
Όπου για παράδειγμα ουκρανοί, χρήστες drones παίρνουν τα μοντέλα τους, τα μετασκευάζουν πρόχειρα, τα φορτώνουν με
φαινομενικά «αστεία» οπλικά φορτία, π.χ. μια χειροβομβίδα ή μια οπλοβομβίδα και τα μετατρέπουν σε «καμικάζι»,
χτυπώντας τους Ρώσους όπου τους βρουν. Προκαλώντας απώλειες, αλλά κυρίως μια συνεχή απειλή που ούτε εντοπίζεται,
ούτε αντιμετωπίζεται. Καθώς κανένα αντιαεροπορικό, όσο εξελιγμένο και να είναι, δεν μπορεί να «δει» μια μικρή
πλαστική κατασκευή με ένα ανεπαίσθητο βούισμα η οποία πετά λίγα μέτρα πάνω από το έδαφος. Και βέβαια κανείς
στρατός δεν μπορεί να έχει διαθέσιμα μέσα ηλεκτρονικού πολέμου και παρεμβολών και συνεχώς «ανοιχτά», ώστε να
καλύπτουν κάθε αιχμή και προώθηση του.

Εδώ φαίνεται και η προετοιμασία των Ουκρανών. Καθώς χρόνια πριν, μικρές ερασιτεχνικές ομάδες πολιτών, όπως η
Aerorozvidka, είχαν συγκροτηθεί κάνοντας μετασκευές αλλά ακόμη και δικές τους κατασκευές drones, με στόχο τη
στρατιωτική χρήση. Αυτά είχαν ήδη βρει χρήση στον υπόκωφο και αιματηρό πόλεμο που διεξαγόταν στα σύνορα με το
Ντονμπάς, στις αποσχισμένες δηλαδή περιοχές των ρωσόφωνων.

Η τεχνογνωσία δηλαδή υπήρχε, όπως και η πολεμική εμπειρία, τόσο για επισκόπηση όσο και για ρίψη πολεμικών φορτίων.
Ένα τέτοιο είναι η χειροβομβίδα RKG-3, μια τυπική σοβιετικής σχεδίασης, στην οποία ουκρανική εταιρία προσάρμοσε μια
«ουρά» με πλαστικά πτερύγια στο πίσω μέρος. Έτσι, το νέο πυρομαχικό με κωδικό RKG-1600, μπορεί να ριχθεί από ένα
drone κάθετα πάνω από ένα στόχο, με σχετική ακρίβεια.

Στο ίδιο μοτίβο, και οι Ρώσοι ακολούθησαν γρήγορα μαθαίνοντας από τις απώλειες τους. Αξιοποιώντας και αυτοί εμπορικά
drone που προμηθεύονται από την λιανική αγορά στη χώρα τους και τα στέλνουν εσπευσμένα στο μέτωπο. Μάλιστα, πριν
λίγες μέρες ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ουκρανίας, Mykhailo Fedorov κατηγόρησε δημόσια την εταιρία drones DJI,
μια από τις πιο γνωστές παγκοσμίως, ότι «τα προϊόντα σας έχουν επιτρέψει στους Ρώσους να σκοτώνουν παιδιά στην
Ουκρανία». Και κάλεσε την εταιρία να «απεργοποιήσει όσα drones της έχουν πωληθεί στη Ρωσία»!

Πέρα όμως από τα drones του εμπορίου, πως πάνε τα στρατιωτικής κατασκευής UAV/UCAV; Αυτά, όπως τα
τουρκικής κατασκευής Bayraktar ΤΒ2 από πλευράς Ουκρανών, αλλά και τα Orlan 10, τα Orion και τα Forpost των Ρώσων,
έχουν βρει το ιδανικό πεδίο δράσης τους. Δηλαδή τις αχανείς εκτάσεις (η ανατολική Ουκρανία, κύρια περιοχή των
συγκρούσεων, είναι πάνω από 250.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή δύο φορές η Ελλάδα) που επιτρέπουν σε κάθε
πλευρά να εκμεταλλευθεί πλήρως τη δυνατότητα των μη επανδρωμένων για περιπολίες δεκάδων ωρών. Oπότε προσφέρουν
τον κρίσιμο εντοπισμό των εχθρικών δυνάμεων, τη συστηματική παρακολούθηση του, και τη στοχοποίηση του, όχι
όμως μόνο για άμεση βολή, αλλά για προσεκτικό προγραμματισμό.

Το είδαμε π.χ. στην καταστροφή του εμπορικού κέντρου στο Κίεβο, που οι Ουκρανοί χρησιμοποιούσαν για απόκρυψη
αρμάτων και πυρομαχικών. Οι Ρώσοι είχαν πληροφορίες για αυτό το καμουφλάζ (αναφέρεται ότι πρώτη πηγή ήταν ένας
αφελής Ουκρανός που ανέβασε στο TikTok (!) ένα βίντεο που έδειχνε τα ουκρανικά συστήματα να κρύβονται στο εμπορικό
κέντρο). Στη συνέχεια με UAV επιβεβαίωσαν το στόχο και προγραμμάτισαν την πυραυλική τους επίθεση αργά το βράδυ, για
να μην κατηγορηθούν ότι χτυπούν αστικά κτήρια γεμάτα αμάχους.

Επόμενος ρόλος; Αυτός της απευθείας κρούσης. Έστω με το μικρό σε ισχύ οπλικό φορτίο που φέρουν, όπως ρουκέτες και
ελαφρά κατευθυνόμενα βλήματα (όπως αυτά της «οικογένειας» ΜΑΜ των Bayraktar). Ικανά να κάνουν σημαντική ζημιά σε
στόχους ευκαιρίας. Όπου δηλαδή ένα μη επανδρωμένο ίπταται κυρίως σε ρόλο επισκόπησης, αλλά μπορεί να αδρανοποιήσει
ένα βυτιοφόρο με καύσιμα -πολύτιμο δηλαδή στόχο- ή ένα φορτηγό με πυρομαχικά, ένα ελαφρύ θωρακισμένο όχημα, ένα
ρουκετοβόλο ή ένα κινητό ραντάρ αεράμυνας. Ακόμη, να μπλοκάρει μια μικρή προώθηση πεζικού, να καταστρέψει ένα
σταθμό ασυρμάτου ή παρατήρησης.

Έτσι στο σημερινό πεδίο μάχης της υψηλής αλληλοεξάρτησης, που η επιμελητεία, η συνεχής ροή εφοδίων αλλά και
κρίσιμων ανταλλακτικών, μπορεί να κρίνει αποφασιστικά κάθε σύγκρουση, ένα περιφερειακό χτύπημα που στο σύνολο των
πολεμικών απωλειών μοιάζει ασήμαντο, μπορεί να αναστείλει ή να υπονομεύσει σοβαρά μια ολόκληρη επίθεση.

3
Τρίτος ρόλος που πλέον είναι και σχεδόν σε «ζωντανή» μετάδοση; Ο προπαγανδιστικός. Τόσα στο εσωτερικό των δύο
αντιπάλων όσο κυρίως σε διεθνές επίπεδο. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πλέον γεμάτα από βίντεο από drone και
UAV, με επιθέσεις, μάχες, καταστροφές, υποχωρήσεις, κατεστραμμένα κτήρια, πτώματα στους δρόμους, χτυπήματα με
αντιαρματικά κ.ο.κ. Φιγούρες όπως ο Τσετσένος Καντίροφ δείχνουν τέτοιες εικόνες για να αποδείξουν ότι έχουν μπει βαθιά
στη Μαριούπολη, οι Ουκρανοί δημοσιοποιούν κρούσεις σε ρωσικές φάλαγγες, χωρίς τελειωμό.

Η άθροιση όλων αυτών των εικόνων που σαστίζουν τον ψύχραιμο παρατηρητή, ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Ο καθένας
βλέπει ότι θέλει να δει και μάλιστα νιώθει πως «έχει και αποδείξεις». Έτσι η Ουκρανία «αντιστέκεται και κάνει και
αντεπιθέσεις», «οι Ρώσοι έχουν κολλήσει και υφίστανται μεγάλες απώλειες», αλλά ταυτόχρονα «οι ρωσικές φάλαγγες
προχωρούν ακάθεκτες και απρόσβλητες» ενώ «οι ρωσικοί υπερηχητικοί πύραυλοι χτυπούν παντού και συνεχώς».

Ο πόλεμος δηλαδή στην επικοινωνιακή του διάσταση, διεξάγεται πλέον με βίντεο από κινητά και UAV, προσφέροντας τη
«νομιμοποίηση» σε κάθε πλευρά, την διεθνή επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία, την ευχέρεια στις ξένες κυβερνήσεις να
στείλουν κι άλλα πολεμικά υλικά στην Ουκρανία, τη δυνατότητα στην κυβέρνηση Πούτιν να στηρίζει το δικό της εσωτερικό
αφήγημα πως «πολεμάμε του Ναζί». Δεν είναι καθόλου λίγο, καθώς τέτοιοι πόλεμοι τόσο μεγάλης έντασης και
«θεολογικής» υφής, θα κριθούν σε σημαντικό βαθμό από την ηθική αντοχή κάθε πλευράς και την αίσθηση της επερχόμενης
νίκης.

Γιατί δεν έχουν εξαφανιστεί τα UAV;

Εδώ έχουμε και αρκετές εκπλήξεις. Τόσο Ρώσοι όσο και Ουκρανοί διαθέτουν εκτενείς αντιαεροπορικές άμυνες, με τη Ρωσία
βέβαια να υπερέχει σαφώς αριθμητικά και ποιοτικά. Όμως στο πεδίο της μάχης βρίσκονται από συστοιχίες S-300 (και στις
πιο σύγχρονες εκδοχές τους), έως αυτοκινούμενα BUK, 9K33 Osa (SA-8), Pantsir, ΤOR M-1, αλλά και χιλιάδες φορητά
συστήματα, Strela, Stinger, Igla, Verba κ.ο.κ. Αυτά ευθύνονται για τις πολλές καταρρίψεις UAV (π.χ. οι Ρώσοι ισχυρίζονται
ότι έχουν ρίξει 230 ουκρανικά, που αναρωτιέται κανείς τι μπορεί να είναι όλα αυτά). Συν βέβαια την ρωσική αεροπορική
κυριαρχία.Κι όμως, παρά το πυκνό αυτό δίκτυο αντιαεροπορικής άμυνας σε συνδυασμό με βαριές κινητές υποδομές
ηλεκτρονικού πολέμου, όπου π.χ. οι Ρώσοι έχουν αναπτύξει τα συστήματα Krasukha στο πεδίο της μάχης, τα UAV
επιβιώνουν! Με σοβαρές απώλειες, το επαναλαμβάνουμε, αλλά όχι με οριστική τους σίγαση όπως πολλοί θα
περίμεναν.

Η εξήγηση; Πολυπαραγοντική. Αρχικά τα μεσαίου μεγέθους UAV δεν εξαρτώνται και δεν χρειάζονται μεγάλα αεροδρόμια
και διαδρόμους απογείωσης. Η διασπορά οπουδήποτε είναι σε αυτά πραγματικά αποδοτική. Επίσης δεν χρειάζονται μεγάλες
εγκαταστάσεις καυσίμων, πυρομαχικών, συντήρησης. Τα περισσότερα, τουλάχιστον αυτά που επιχειρούν στην Ουκρανία,
είναι λίγων εκατοντάδων κιλών, έως π.χ. τα 700 του Bayraktar TB2, ή τα ρωσικά Forpost των 450 κιλών, οπότε μπορεί να
εξυπηρετηθούν παντού, από 3-4 άτομα προσωπικό, με ένα φορτηγό με τα παρελκόμενα τους και απαίτηση για λίγες
εκατοντάδες μέτρα διάδρομο. Έτσι αν και οι Ρώσοι στις πρώτες μέρες της εισβολής είχαν πει πως είχαν καταστρέψει τα
Bayraktar, χτυπώντας τα κύρια ουκρανικά αεροδρόμια και τις βάσεις τους, τελικά αυτό δεν επαληθεύεται, με την εμφάνιση
τους για πολλές συνεχόμενες μέρες τις επόμενες δύο εβδομάδες.

Στη συνέχεια -και αυτό πρέπει να απασχολήσει και τις δικές μας Ένοπλες Δυνάμεις- είναι εμφανές πως τα
μικρομεσαία στρατιωτικά UAV-UCAV δεν εντοπίζονται εύκολα. Κατασκευασμένα από συνθετικά υλικά κυρίως, με
μικρούς κινητήρες με χαμηλό θερμικό ίχνος, ικανά έως και ανεμοπορούν για ώρες σιωπηλά αν ο άνεμος είναι «κόντρα»
(όπου ο κινητήρας τους λειτουργεί ελάχιστα), δεν είναι ιδιαίτερα ευδιάκριτα σε ραντάρ ή υπέρυθρους αισθητήρες. Επίσης τα
μη επανδρωμένα αυτής της κατηγορίας διαθέτουν κάμερες με ισχυρό ζουμ και αξιόλογη νυχτερινή εικόνα, οπότε
στοχοποιούν εχθρικές μονάδες παραμένοντας όμως στο όριο εμβελείας των φορητών αντιαεροπορικών, ουσιαστικά δηλαδή
απρόσβλητα.

Το ενδιαφέρον στοιχείο στην Ουκρανία είναι πως αν και η χώρα είναι σε μεγάλο βαθμό επίπεδη, παρόλα αυτά προσφέρει
απόκρυψη στα UAV. Που χρησιμοποιούν τα πάντα, από μικρούς λόφους, δάση και κτήρια για να καλυφθούν, έως πολύ
χαμηλές πτήσεις, ή τακτικές pop-up (με γρήγορη δηλαδή ανύψωση για να «δουν» με τα οπτικά τους και μετά με γρήγορη
βύθιση για να μην προλάβουν να στοχοποιηθούν τα ίδια). Πάλι ένα στοιχείο που δείχνει πως η ευελιξία τους στην χρήση
των εδαφικών ιδιαιτεροτήτων μπορεί να βελτιωθεί κι άλλο, εφόσον οι χειριστές τους είναι έμπειροι. Θυμίζουμε εδώ πως
μιλάμε για τα στρατιωτικά UAV μέσου μεγέθους και όχι για τα μικροσκοπικά εμπορικά, που είναι πρακτικά αόρατα.

Άλλο γεγονός που φανερώνεται από τα δεκάδες βίντεο μη επανδρωμένων να πετάνε σε μικρή απόσταση από μέσου
βεληνεκούς αντιαεροπορικά συστήματα όπως π.χ. Buk; Πως τα τελευταία, παρόλο που αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για τα
UCAV, δεν μπορούν να παραμείνουν σε 24η βάση «ανοιχτά» με όλα τα συστήματα τους, και κυρίως τα ραντάρ ενεργά.

4
Καθώς έτσι στοχοποιούνται τα ίδια. Πολλαπλά και λογικά κενά λοιπόν κάλυψης, εμφανίζουν στην «πολυστρωματική»
αντιαεροπορική άμυνα ρωγμές, κάτι που επιτρέπει στα UAV-UCAV να παραμένουν επίφοβα.

Το παραπάνω γεγονός το είδαμε και στον πόλεμο Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, αλλά με την εξής διαφορά: Εκεί η αρμενική
αεράμυνα δεν είχε καν λάβει υπόψη της τις αζερικές δυνατότητες στον πόλεμο με μη επανδρωμένα. Έτσι είχε μεν διαταχθεί
σε μια τυπική πολυστρωματική άμυνα, αλλά τελείως στατική, με τα αντιαεροπορικά σε προετοιμασμένες οχυρωμένες
θέσεις, ακίνητα. Και εκεί χτύπησαν οι Αζέροι εξουδετερώνοντας τα. Στην Ουκρανία όμως, οι σχετικές άμυνες είναι πλέον
ενήμερες για την απειλή των UAV-UCAV, αλλά και πάλι αδυνατούν να «στεγανοποιήσουν» πλήρως τον εναέριο χώρο.

Απώλειες; Πολλές. Το λέμε πάλι, πως ο πόλεμος στην Ουκρανία δείχνει το πραγματικά αναλώσιμο των μη
επανδρωμένων. Αλλά τουλάχιστον η Ουκρανική πλευρά δέχεται συνεχώς συνεισφορές από φθηνά drones από γειτονικές
χώρες, τα οποία ξοδεύονται αφειδώς στο πεδίο της μάχης.Κούτες με drones από τη Γεωργία, δωρεά στην Ουκρανία, με κάθε
ένα να έχει ένα αυτοκόλλητο με συνθήματα ενθάρρυνσης.Ενώ τα πιο φθηνά στρατιωτικά UAV αποδεικνύονται πολύτιμα
καθώς το μικρό κόστος τους, επιτρέπει τη γρήγορη παραγωγή/εισαγωγή αλλά και την πιο «τολμηρή» χρήση τους. Μιας και
η ακριβής εικόνα που θα δώσουν, έστω για 2-3 λεπτά πριν καταρριφθούν, θα προσφέρει στόχο σε ρουκετοβόλα, σε
πυροβολικό, σε ειδικές μονάδες να εξουδετερώσουν π.χ. μια αρματική φάλαγγα.Γενικό δίδαγμα; Στην ιστορία και ανάλυση
των πολεμικών συγκρούσεων υπάρχει η έννοια του «fog of war», το «ομιχλώδες του πολέμου» (αχλή της μάχης). Δηλαδή η
αδυναμία σχηματισμού σαφούς εικόνας από το πεδίο μάχης, τόσο λόγω φυσικών φαινόμενων, ομίχλης, απόστασης, βροχής,
όσο και των ανθρωπογενών στοιχείων της: των καπνών, του θορύβου, του πανικού, της παραπληροφόρησης, της κακής
επικοινωνίας, της έλλειψης δεδομένων για τις προθέσεις και κινήσεις του αντιπάλου. Η έννοια στον σύγχρονο πόλεμο
παραμένει, με επιπρόσθετο τον ηλεκτρονικό και ψηφιακό “θόρυβο” που διασπά κάθε επικοινωνία, το αποδοτικό καμουφλάζ,
τις σύνθετες επιχειρήσεις παραπληροφόρησης και αντιπερισπασμού κ.λπ.

Εδώ όμως η μαζική χρήση των UAV αρχίζει να προσφέρει φως. Όχι τόσο ικανό για να διαλύσει πλήρως την «αχλή» αλλά
για να δώσει -και κυρίως σε τοπικό-τακτικό επίπεδο- μια καλύτερη εικόνα. Έτσι, αν πριν μερικές δεκαετίες η «μεγάλη
υπόσχεση» για τους τακτικούς διοικητές ήταν η δικτυοκεντρική μάχη, όπως και η δορυφορική επισκόπηση και η
μεγάλη εικόνα των τεράστιων μη επανδρωμένων μεγάλου υψομέτρου, τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει.

Η προηγούμενη υπόσχεση ήταν και πανάκριβη, και απαιτούσε μεγάλη εκπαίδευση και δημιουργούσε σοβαρές απαιτήσεις
υποδομών και πρόσκρουε σε νέα τεχνολογικά εμπόδια. Π.χ. η δορυφορική επισκόπηση για να φθάσει στον τοπικό διοικητή
θέλει μεγάλες ταχύτητες ψηφιακής αναμετάδοσης (τεράστια bandwidth για να «περάσει» εικόνα υψηλής ανάλυσης) που
όμως δεν είναι διαθέσιμες. Το δικτυοκεντρικό σύστημα, θέλει ισχυρές κεραίες, εξελιγμένη κρυπτογράφηση, μεγάλη παροχή
ηλεκτρικής ενέργειας, τοπικά στρατηγεία με ψηφιακές υποδομές. Τώρα όμως, δίπλα σε όλα αυτά, ο τοπικός διοικητής με
ένα φθηνό UAV ή ένα ευτελούς αξίας εμπορικό drone, μπορεί να «στήσει» επιτόπου το δικό του μικρό δίκτυο επισκόπησης
και πληροφόρησης. Αποκεντρωμένα, γρήγορα, χωρίς ανάγκη ειδικού προσωπικού. Και χρησιμοποιεί αυτό το οικονομικό
drone για να μεγιστοποιήσει και την απόδοση της δικής του μονάδας, χωρίς να χρειάζεται «μεγάλο συντονισμό» με
στρατηγεία, ενώ όμως μπορεί να μεταδώσει και κρίσιμη πληροφορία προς τα «πάνω».

Για παράδειγμα στην Ουκρανία, η προσφορά του Elon Musk για παροχή σταθμών σύνδεσης με το δορυφορικό δίκτο
Starlink που έχει αναπτύξει η εταιρία του, SpaceX, χρησιμοποιήθηκε άμεσα για να συνδέσει τα δεδομένα των UAV και
drones με μονάδες πυροβολικού. Έτσι μια εμπορική δορυφορική διαδικτυακή σύνδεση, “έδωσε λύση” και γρήγορα σε μια
πολεμική ανάγκη, χωρίς ανάπτυξη ειδικών στρατιωτικών εφαρμογών. Και βέβαια ο Musk ήδη έχει την ευγνωμοσύνη των
Ουκρανών, όπως φαίνεται στο παρακάτω tweet του αναπληρωτή πρωθυπουργού της χώρας.

Συνολικά στην Ουκρανία βλέπουμε έτσι μια ανάκαμψη τακτικών περιφερειακής μάχης και ανταρτοπολέμου, αλλά με
σαφώς πιο σύγχρονα υλικά, με αυξημένη δυνατότητα πλήγματος από μικρές μονάδες (π.χ. εξοπλισμένες με επίσης φθηνούς
αντιαρματικούς πυραύλους) και με μεγάλη αυτονομία δράσης. Δέκα-είκοσι άνδρες, 3-4 αντιαρματικά, ένα drone, όλα μαζί
ικανά για κρούση από 1.000 μέτρα μακριά, μπορούν να διασκορπίσουν και να «παγώσουν» μια φάλαγγα αρμάτων αξίας
εκατοντάδων εκατομμύριων δολαρίων, με πυρά ακριβείας μέσα σε ένα-δυο λεπτά. Με το σκηνικό να επαναλαμβάνεται. Ή, η
τρομακτική μάχη σε αστικό ιστό, που φοβίζει κάθε τοπικό διοικητή για την αιματηρότητα της, κι αυτή μπορεί να
εξυπηρετηθεί με μαζική χρήση drone: που θα αποκαλύψουν ποια κτήρια είναι γεμάτα αμυνόμενους, θα δώσουν εικόνα πίσω
από οδοφράγματα, θα προσφέρουν συντεταγμένες για χτυπήματα ακριβείας, θα εισχωρήσουν ακόμη και μέσα σε κτήρια για
έλεγχο τους.

Ψήγματα όλων των παραπάνω τα έχουμε ξαναδεί. Π.χ. στις μάχες στη Συρία, μεταξύ των διαφόρων παραστρατιωτικών
ομάδων, τζιχαντιστών, Κούρδων, πολιτοφυλακών. Και εκεί το εμπορικό drone είχε την τιμητική του ως όπλο. Στον λιβυκό
εμφύλιο είδαμε και την χρήση μεσαίων στρατιωτικών UAV/UCAV και τη σύγκρουση με οργανωμένες αντιαεροπορικές
άμυνες, ή έστω στοιχεία τους. Αλλά στην Ουκρανία βλέπουμε το πιο σύγχρονο και ολοκληρωμένο μάθημα: Τη χρήση
5
μη επανδρωμένων σε μεγάλο πεδίο μάχης, με σύγχρονους στρατούς και από τις δύο πλευρές, εν μέσω μεγάλης
ποικιλίας αμυντικών συστημάτων, με συστηματική εφαρμογή τους και όχι αποσπασματική, με χιλιάδες από αυτά να
πετούν συνεχώς, να καταρρίπτονται ή να χαλάνε για να αντικατασταθούν. Με μεγάλη ροή πληροφοριών και με πλήρη
ενσωμάτωση τους και χωρίς προηγούμενη εμπειρία στην πολεμική δράση.

Ελληνικά μαθήματα

Στο ελληνικό πεδίο πως μπορεί αυτό το μάθημα να εφαρμοσθεί; Ναι μερικές ιδέες: Χρήση ενός φθηνού αλλά αξιοπρεπούς
εμπορικού drone άμεσα, τουλάχιστον σε επίπεδο λόχου. Ένα σακίδιο λίγων κιλών αρκεί για τη μεταφορά του, μαζί με
μερικές εξτρά μπαταρίες. Και ο διοικητής Λόχου θα έχει ένα εργαλείο παρατήρησης που τώρα κανείς δεν μπορεί να του
προσφέρει. Σταδιακά βέβαια, χρειάζεται επέκταση αυτών των drone προς τα «κάτω», σε επίπεδο διμοιρίας, ιδανικά σε
ομάδα μάχης, τουλάχιστον για τις μονάδες στη μεθόριο και υποχρεωτικά για όλες τις μονάδες ειδικών δυνάμεων.Στη
συνέχεια, το ίδιο drone μπορεί να εμφανιστεί εξοπλισμένο με μικρά πολεμικά φορτία. Με μαζική εκπαίδευση των
μονίμων υπαξιωματικών στη χρήση τους μέσω προσομοίωσης (για οικονομία).

Το οπλικό φορτίο μπορεί να κατασκευαστεί στην Ελλάδα εύκολα, όπως και μια ανθεκτική σε παρεμβολές σύνδεση του
drone με το χειριστή του.Επόμενο στάδιο; Απόκτηση ή καλύτερα έρευνα και ανάπτυξη, ενός φθηνού περιφερόμενου
πυρομαχικού (loitering mution) όπως τα αμερικανικά Switchblade, που τώρα φθάνουν και στην Ουκρανία. Το οποίο να
μπορεί να χρησιμοποιηθεί παντού, από τον στρατιώτη που θα έχει στο σακίδιο του ένα «σωλήνα» μιας χρήσης, έως
τροχοφόρα, θωρακισμένα, φορτηγά, άρματα.Οπουδήποτε δηλαδή μπορεί να «συγκολλήθει» αυτός ο σωλήνας, σε τετράδες,
εξάδες, οκτάδες, κ.λπ. Χωρίς περίπλοκες συνδέσεις, ή ηλεκτροοπτικά συστήματα, απλώς για να παράγεται συνεχώς ένα
σμήνος επικίνδυνων βομβίδων προς την κατεύθυνση του εχθρού.

Τελικά ένταση στην χρήση drones και φθηνών UAVs, χωρίς να αναζητάμε σώνει και καλά το «ελληνικό Bayraktar TB2»
των εκατομμυρίων ευρώ. Αλλά το μαζικό, εμπορικό, οικονομικό, αναλώσιμο, μη επανδρωμένο, με ελληνική κατασκευή σε
χιλιάδες κομμάτια που θα δρα ως οργανικό όπλο σε κάθε γωνία της χώρας. Προς συζήτηση όλα αυτά, μέχρι το επόμενο…
μάθημα που μας δίνει η ρωσική εισβολή.

You might also like