You are on page 1of 75

3

Η Μουσική της Αρχαιότητας

Πότε γεννήθηκε η µουσική; Ίσως αµέσως µετά την Απαρχές

εµφάνιση του προφορικού λόγου. Ίσως και πιο πριν. Από


το νανούρισµα της µάνας και το ρυθµικό χτύπηµα των
πρώτων εργαλείων, ως τους τελετουργικούς χορούς για
την εύνοια των θεών, η µουσική φαίνεται να αποτελεί
αναπόσπαστο κοµµάτι της ζωής του ανθρώπου από την
αρχή της Ιστορίας του.
Ήδη από την προϊστορική εποχή φαίνεται να
υπάρχουν µουσικά όργανα όπως σείστρα, ξύστρες,
τύµπανα, φλογέρες, κέρατα, και µουσικά τόξα.

Οι πρώτοι µουσικοί πολιτισµοί αναπτύχθηκαν στην Μεσοποταµία

Μεσοποταµία. Η ιστορία της είναι γεµάτη εναλλαγές και


ανακατατάξεις. Από την 4η χιλιετία π.Χ. µέχρι και το 331
π.Χ. όταν ο Μ. Αλέξανδρος κατέλαβε τη Βαβυλώνα,
έζησαν εκεί οι Σουµέριοι, οι Χετταίοι, οι Βαβυλώνιοι, οι
Ασσύριοι, οι Κασσίτες, οι Πέρσες κ.α. Αυτό είχε ως
αποτέλεσµα η µουσική της να είναι επηρεασµένη από
πολλούς διαφορετικούς πολιτισµούς και ταυτόχρονα η
ίδια να επηρεάσει όλους τους γειτονικούς της
πολιτισµούς, µαζί και αυτόν της Αρχαίας Ελλάδας.
Οι Σουµέριοι ήταν γεωργοί, οπότε τα τραγούδια και οι Σουµέριοι
ύµνοι τους ήταν αφιερωµένοι κυρίως στους θεούς της
φύσης για να ευνοήσουν τις σοδειές τους µε τις
κατάλληλες καιρικές συνθήκες. Η µουσική βέβαια
χρησιµοποιούνταν και ως µέσον ψυχαγωγίας όπως
φαίνεται από τα ευρήµατα σε τοιχογραφίες και πήλινες
πλάκες. Τα µουσικά όργανα της Μεσοποταµίας ήταν η
κιθάρα ή λύρα δαπέδου, η άρπα και η Πανδούρα
(έγχορδα), ο αυλός, ο διπλός ζουρνάς και η σάλπιγγα
(πνευστά), καθώς και διάφορα κρουστά όπως σείστρο,
ξύστρα, χάλκινες καµπάνες, µικρά ταµπούρα και ντέφια
και µεγάλα κυλινδρικά τύµπανα. Οι χορδές και οι τρύπες
4

των οργάνων δείχνουν ότι το µουσικό σύστηµα της


Μεσοποταµίας ήταν πεντατονικό ή επτατονικό.
Φαίνεται ότι οι Σουµέριοι γνώριζαν και κάποιες µορφές
πολυφωνίας καθώς οι άρπες και οι λύρες παίζονταν
πάντα µε δύο χέρια, αλλά και ο διπλός ζουρνάς ήταν
δίφωνος (µε ισοκράτη). Σε πολλές απεικονίσεις
εµφανίζονται πολλοί µουσικοί µαζί σε µικρές
ορχήστρες π.χ. δύο άρπες και τραγουδιστής ή κιθάρα,
άρπα, τύµπανο, κύµβαλο ή διπλός ζουρνάς, διπλή
σύριγξ, ή άρπα και λύρα.

Αίγυπτος Μαζί µε τη Μεσοποταµία, η περιοχή γύρω από τον


Νείλο ανήκει στις αρχαιότερες κατοικηµένες περιοχές της
Γης. Έτσι και η Αίγυπτος είχε αναπτύξει από το 3000π.Χ.
έναν πολύ σηµαντικό µουσικό πολιτισµό µε πληθώρα
µουσικών οργάνων (άρπες, λύρες, ταµπουράδες,
διαύλους, σουραύλια, σάλπιγγες, µικρά τύµπανα,
σείστρα, κύµβαλα κ.α.) Η λατρεία των θεών στην Αίγυπτο
περιλάµβανε µακροσκελείς τελετές µε περίτεχνες
µελοποιήσεις ιερών κειµένων. Μερικές φορές οι τελετές
κρατούσαν ως και πέντε µέρες όπως αυτή για τη λατρεία
της Ίσιδας, της προστάτιδας της συγκοµιδής.

Παλαιστίνη Στην Παλαιστίνη επικράτησαν τα φοινικικά και τα


εβραϊκά φύλα. Μέχρι το 1200 π.Χ. δεν υπήρχαν
επαγγελµατίες µουσικοί. Την εποχή των βασιλέων
όµως (1200-1100 π.Χ.) δηµιουργείται µια τάξη
επαγγελµατιών µουσικών, οι λεγόµενοι Λεβίτες, οι
οποίοι ήταν στην υπηρεσία του ναού και εκτελούσαν
την λειτουργία.
Η Εβραϊκή λειτουργία αποτελείται από τρία είδη
τραγουδιού: Την µελωδική απαγγελία των ψαλµών
(ψαλµωδία), την µελωδική ανάγνωση βιβλικών
κειµένων (αναγνωσµα) και την µελωδική απαγγελία
ύµνων µε στροφική µορφή (υµνωδία).
5

Τα κυριότερα µουσικά όργανα της Παλαιστίνης ήταν


το Κινόρ ή αλλιώς όργανο του Δαυίδ, µια λύρα µε 5 εως
9 χορδές, το Ουγκαµπ, µια µακριά φλογέρα µε
σκοτεινό ήχο, η Χατσόρτσα, µια ασηµένια τροµπέτα
που χρησιµοποιούταν στους ναούς, το Σοφάρ, ένα
κέρατο κριαριού χωρίς πρόσθετο επιστόµιο και το Τοφ,
που ουσιαστικά ήταν ένα ντέφι.

Τον 6ο αι. π.Χ. οι Βαβυλώνιοι κυριάρχησαν στην Χαλδαία


περιοχή που τότε ονοµαζόταν Χαλδαία και αργότερα
ονοµάστηκε Βαβυλωνία. Αυτός ο πολιτισµός ήταν ένας
από τους πρώτους που διατύπωσαν επιστηµονικές
θεωρίες για την αστρονοµία, τα µαθηµατικά και τη
µουσική. Ήταν οι πρώτοι που εντόπισαν τη φυσική
σειρά των φθόγγων (στήλη των αρµονικών) και
συσχέτισαν τη σειρά αυτή µε τα µαθηµατικά. Μάλιστα
συσχέτισαν τα καθαρά διαστήµατα (ταυτοφωνία,
οκτάβα, 5η καθαρή, 4η καθαρή) µε τις τέσσερις εποχές
του έτους. Ακόµα φαίνεται ότι και οι κλίµακές τους
αποτελούνταν από εφτά φθόγγους όπως οι σηµερινές.
Αργότερα ο Πυθαγόρας, µελετώντας αυτές τις θεωρίες
θεµελίωσε τους κανόνες της Αρχαίας Ελληνικής
µουσικής.

Ο µουσικός πολιτισµός της Ινδίας είναι επηρεασµένος Ινδία


από την Μεσοποταµία και την Αίγυπτο. Η µουσική τους
ήταν στενά συνδεδεµένη µε την βεδική λατρεία (θεός
Βράχµα). Τα 4 βεδικά βιβλία, τα οποία περιείχαν
πληροφορίες για την εκτέλεση της µουσικής στη
θρησκευτική λατρεία, ήταν προσιτά µόνο στις ανώτερες
κοινωνικές τάξεις (κάστες) και µόνο µε την συγγραφή του
5ου βιβλίου το 200π.Χ. οι υπόλοιπες τάξεις είχαν την
ευκαιρία να αποκτήσουν πρόσβαση στη µουσική γνώση. Η
θρησκευτική και η κοσµική µουσική των Ινδών ήταν
άµεσα συνδεδεµένη µε το λόγο, το χορό και τη µιµητική.
6

Η λατρευτική βεδική µουσική ήταν µονοφωνική. Το τονικό


σύστηµα της Ινδίας είναι τροπικό. Βασίζεται σε
επτατονικές κλίµακες των οποίων τα διαστήµατα
µετρώνται σε σρούτις. Μια οκτάβα περιέχει 22 σρούτις.
Κάθε σρούτι είναι λίγο µεγαλύτερο από µισό ηµιτόνιο. Σε
κάθε κλίµακα υπάρχει ένα τονικό κέντρο καθώς και
διάκριση σύµφωνων και διάφωνων διαστηµάτων. Μετρικό
σύστηµα δεν υπάρχει µε τη µαθηµατική µορφή που
υπάρχει στην Αρχαία Ελλάδα. Είναι µάλιστα συχνή η
παράλληλη χρήση 2 ή και 3 ρυθµών (πολυρυθµία). Τα
σηµαντικότερα όργανα των Ινδών είναι το φλάουτο, το
τύµπανο, η ταµπούρα και η βίνα (τοξοτή άρπα πρόγονος
του σηµερινού σιτάρ).

Κίνα Η Κίνα όπως και η Αίγυπτος ανέπτυξε ήδη από τη


νεολιθική εποχή υψηλό πολιτισµό. Το µουσικό της
σύστηµα προέρχεται από τη Μεσοποταµία και είναι
πεντατονικό. Στην Κίνα η µουσική κατείχε ιδιαίτερα
σηµαντικό ρόλο κάτι που φαίνεται από την ύπαρξη
υπουργείου µουσικής, το οποίο ήταν υπεύθυνο για τη
µουσική εκπαίδευση και εξάσκηση. Αναπτύσσεται επίσης
µια µορφή σηµειογραφίας.
Ο Κοµφούκιος γράφει µια συστηµατική µουσική
θεωρία καθώς και το Βιβλίο των Τραγουδιών και το Βιβλίο
των µουσικών Τελετουργιών. Το τελευταίο περιέχει µια
ταξινόµηση των µουσικών οργάνων σύµφωνα µε το υλικό
τους: µέταλλο (καµπανάκια), πέτρα (λιθόφωνα), δέρµα
(τύµπανα), κολοκύθα (πολύαυλος σενγκ), µπαµπού
(αυλός του Πανός, σιάο), ξύλο (ξύλινο τύµπανο), µετάξι
(χορδές νυκτών οργάνων), πηλό (οκαρίνα).
7

Η αρχαία ελληνική µουσική, κατέχει ιδιαίτερη θέση Αρχαία


ανάµεσα στους πολιτισµούς της αρχαιότητας. Ο ελληνική
κυριότερος λόγος είναι το γεγονός ότι οι µαρτυρίες και οι µουσική
πηγές που αφορούν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισµό είναι
περισσότερες απ’ ότι για οποιονδήποτε άλλο πολιτισµό
της αρχαιότητας. Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους
που ο αρχαίος ελληνικός πολιτισµός επηρέασε πολλούς
µεταγενέστερους µουσικούς πολιτισµούς στην Ευρώπη
και την Μέση Ανατολή, κυρίως στον Αραβικό πολιτισµό.
Όσων αφορά την Ευρώπη, κατά την περίοδο της
Αναγέννησης η αρχαία ελληνική µουσική θεωρούνταν το
ιδεατό πρότυπο µουσικής. Ο ίδιος ο ελληνικός µουσικός
πολιτισµός επηρεάστηκε από τους πολιτισµούς της
Μεσοποταµίας και της Αιγύπτου.
Οι πηγές που µας δίνουν πληροφορίες για τη µουσική
της αρχαίας Ελλάδας είναι πολλές. Οι περισσότερες από Πηγές
αυτές είναι θεωρητικές. Υπάρχουν όµως και πρακτικές
πηγές, αποσπάσµατα δηλαδή µουσικής σηµειογραφίας,
καθώς επίσης και εικονογραφικές πηγές και λείψανα
µουσικών οργάνων. Κάποιες από τις πιο σηµαντικές
πηγές είναι: Τα δώδεκα µουσικοθεωρητικά συγγράµµατα
του Αριστόξενου του Ταραντίνου (4ος -3ος αι. π.Χ.)
«Εισαγωγή µουσική» του Αλύπιου (3ος - 4ος αι. µ.Χ.) «De
institutione musica» του φιλόσοφου Βοήθιου (480-524µ.Χ.)
Στην αρχαία Ελλάδα η µουσική κατείχε σηµαντικό
ρόλο στην ζωή των ανθρώπων κάτι που φαίνεται από την Θεοί της
σύνδεσή της µε το θείο. Οι σηµαντικότερες θεότητες που µουσικής
συνδέονται άµεσα µε τη µουσική είναι ο Απόλλωνας και ο
Διόνυσος. Ο Απόλλωνας ήταν ο θεός του φωτός, της
αλήθειας, της µουσικής και της ποίησης. Αντιπροσώπευε
το κάλλος και την τάξη. Έπαιζε λύρα και ήταν ο
επικεφαλής των Μουσών. Ο Διόνυσος από την άλλη θεός
του κρασιού, του χορού και του θεάτρου. Αντιπροσωπεύει
την εκστατική και πλευρά της µουσικής. Οι 9 Μούσες ήταν
οι θεές του ρυθµού και του τραγουδιού. Προστάτευαν τις
διάφορες µορφές της µουσικής, της γλώσσας, του χορού
8

και της επιστήµης. Ήταν η Κλειώ (ιστορία, έπος), η


Ερατώ (ερωτικό τραγούδι), η Μελποµένη (τραγωδία), η
Θάλεια (κωµωδία), η Ευτέρπη (µουσική και αυλός), η
Τερψιχόρη (χορική, λυρική ποίηση και αυλός), η
Καλλιόπη (ποίηση και αφηγηµατικό τραγούδι), Ουρανία
(διδακτική ποίηση, αστρονοµία) και η Πολύµνια
(τραγούδι, ύµνος).
Τα µουσικά Τα µουσικά όργανα όργανα της αρχαίας Ελλάδας
όργανα ήταν η Φόρµιγξ, η κιθάρα, η λύρα, η βάρβιτος, η άρπα, η
Πανδούρα (έγχορδα), ο αυλός η σύριγξ ή αυλός του
Πανός, ο πλαγίαυλος, η σάλπιγξ (πνευστά), τα κρόταλα,
τα κύµβαλα, το τυµπάνιον, το κρουπέζιον, το ξυλόφωνον
(κρουστά) και η Ύδραυλις.
Η Ύδραυλις ήταν αερόφωνο όργανο µε οξύ ήχο που
δούλευε µε µια αντλία η οποία διοχέτευε νερό στους
σωλήνες για να παραχθεί ο ήχος. Χρησιµοποιούνταν στα
θεάµατα του ιπποδρόµου και στην στρατιωτική µουσική.
Το όργανο αυτό ήταν εφεύρεση του Κτησίβιου του
Αλεξανδρινού και υιοθετήθηκε και από τους Βυζαντινούς.
Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο
Κοπρώνυµος το έστειλε δώρο στον αυτοκράτορα των
Φράγκων Πεπίνο τον Βραχύ, πατέρα του Καρλοµάγνου
και έτσι έγινε γνωστό και στη Δύση. Αργότερα το νερό
αντικαταστάθηκε µε αέρα και προέκυψε το σηµερινό
εκκλησιαστικό όργανο.

Το µουσικό Το Θεωρητικό σύστηµα των αρχαίων Ελλήνων


σύστηµα στηριζόταν στα τετράχορδα, µια σειρά από 4 φθόγγους,
από τους οποίους οι 2 ακραίοι σχηµάτιζαν διάστηµα
τετάρτης καθαρής. Το διάστηµα αυτό της τετάρτης έµενε
πάντοτε αµετάβλητο, γι’ αυτό οι δύο ακραίοι φθόγγοι
λέγονταν «µένοντες», «εστώτες» ή «ηρεµούντες» και ήταν
σταθεροί, ενώ οι 2 ενδιάµεσοι που µεταβάλλονταν
λέγονταν «κινητοί». Οι αρχαίοι θεωρητικοί έγραφαν τους
φθόγγους σε κατιούσες σειρές, δηµιουργώντας τις
επτάφθογγες κλίµακες που ονοµάζουµε τρόπους.
9

Φρύγιος

Δώριος

Λύδιος

Όλοι οι τρόποι ήταν οι εξής: υποδώριος, λόκριος ή αιόλιος


(Λα), υποφρύγιος ή ιώνιος (Σολ), υπολύδιος (Φα), δώριος
(Μι), Φρύγιος (Ρε), Λύδιος (Ντο), Μιξολύδιος (Σι). Στην
αρχαία ελληνική θεωρία της µουσικής δεν υπάρχει η
έννοια του απόλυτου τονικού ύψους. Γι’ αυτό το λόγο
µπορούσε κάθε φορά η αφετηρία της κλίµακας (αρµονίας)
να είναι διαφορετική σε διάφορα τονικά ύψη, οι σχέσεις
όµως των διαστηµάτων πάντα ίδιες.

Ο Πυθαγόρας, µαθηµατικός που έζησε τον 6ο π.Χ. Το µονόχορδο


αιώνα, ασχολήθηκε µε τις ακουστικές βάσεις της του
µουσικής. Χρησιµοποίησε το µονόχορδο, το οποίο Πυθαγόρα
αποτελούνταν από µία χορδή τεντωµένη πάνω σε µία
ξύλινη βάση (ηχείο), και ένα καβαλάρη. Μ’ αυτό ο
Πυθαγόρας µελέτησε και καθόρισε τις σχέσεις των
µουσικών διαστηµάτων και έβαλε τις βάσεις του µουσικού
συστήµατος. Έτσι αν µία τεντωµένη χορδή χωριστεί σε
δύο ίσα µέρη, το ένα µέρος, δηλαδή το 1/2, µας δίνει την
οκτάβα ή δια πασών. Αν χωριστεί σε τρία µέρη η χορδή,
τα δύο, δηλαδή τα 2/3 µας δίνουν το διάστηµα της
καθαρής πέµπτης, αν χωριστεί σε τέσσερα µέρη, τα τρία,
δηλαδή τα 3/4 µας δίνουν το διάστηµα της καθαρής
τέταρτης. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Πυθαγόρας καθόρισε τις
10

σχέσεις των διαστηµάτων κι έβαλε τις βάσεις του


µουσικού συστήµατος, που ακολούθησε όλος ο Δυτικός
πολιτισµός από την περίοδο του Μεσαίωνα και µετά.

Η
σηµειογραφία
Η γνωστή σήµερα σηµειογραφία της αρχαίας ελληνικής
µουσικής παριστάνει τις βαθµίδες του τετραχόρδου σε
περισσότερες οκτάβες µε κανονικά ή τροποποιηµένα
γράµµατα του ελληνικού αλφαβήτου. Επειδή στηρίζεται
στα γράµµατα του αλφαβήτου ονοµάζεται αλφαβητική
σηµειογραφία.
Οι Έλληνες είχαν δύο συστήµατα σηµειογραφίας ένα
για την οργανική και ένα για τη φωνητική µουσική. Για
την φωνητική και την οργανική µουσική υπάρχουν
αντίστοιχα διαφορετικά σύµβολα. Ο Αλύπιος στο έργο του
«Εισαγωγή Μουσική» και ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός στο
έργο του «Περί Μουσικής» αναφέρουν ότι η οργανική
γραφή είναι αρχαιότερη της φωνητικής γραφής, η οποία
υιοθετήθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. και είναι βασισµένη στο
Ιωνικό αλφάβητο. Υπήρχαν αντίστοιχα σηµεία για τις
παύσεις (χρόνοι κενά όπως λέγονται) και σηµειώνονταν
µε το αρχικό γράµµα της λέξης Λείµµα (Λ) που σήµαινε
την µικρότερη σιωπή, παύση. Τα σηµεία της οργανικής
µουσικής λεγόταν σηµεία «κρούσεως» και της φωνητικής
σηµεία «λέξεως». Η σηµειογραφία των αρχαίων Ελλήνων
έφτασε να έχει πάνω από 1500 σηµάδια. Το σύστηµα αυτό
είχε ακρίβεια και καθαρότητα αλλά και το µειονέκτηµα
να µη βοηθά το µάτι και να µην επιδέχεται εξέλιξη.

Μουσική Η µουσική κατείχε µία ιδιαίτερη θέση στην κοινωνία των


και λόγος αρχαίων ελλήνων. Ήταν πάντοτε ενωµένη µε την ποίηση
και το χορό. Ήταν µονόφωνη και ως επί το πλείστον
φωνητική. Τόνιζε τον ποιητικό λόγο και υπογράµµιζε
όλους τους µελωδικούς και ρυθµικούς τονισµούς που
προσέφερε το ποιητικό κείµενο. Η µουσική εξαρτιόταν
απολύτως από το λόγο. Ο ρυθµός του στίχου κανόνιζε τον
11

ρυθµό της µελωδίας µε αποτέλεσµα από τα ποιητικά


µέτρα να γεννιούνται τα µουσικά µέτρα.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω η αρχαία ελληνική
µουσική ήταν γενικά µονοφωνική. Οι αρχαίοι έλληνες
τραγουδούσαν, συνόδευαν το τραγούδι τους ή έπαιζαν τα
διάφορα όργανα, πάντοτε σε ταυτοφωνία ή σε οκτάβα. Οι
συνηχήσεις όµως δεν ήταν άγνωστες. Συχνά η ενόργανη
συνοδεία, µία οκτάβα ψηλότερα από την κύρια φωνή,
έκανε µελωδικά στολίδια ή διαβατικές νότες. Ο τρόπος
αυτός λεγόταν ετεροφωνία, δεν άλλαζε όµως τον
µονοφωνικό χαρακτήρα της ελληνικής µουσικής.
Η µουσική είχε πρωτεύουσα θέση σε κάθε εκδήλωση
θρησκευτική ή κοινωνική (ελευσίνια - ορφικά κ.λπ.). Στην
κλασική εποχή µπήκε στην εκπαίδευση (στην Αθήνα
περίπου 590π.Χ. επί Σόλωνος) και αποτελούσε ένα από τα
πιο σηµαντικά µαθήµατα ακόµη και στη Σπάρτη. Στους
διαφόρους αγώνες ιδιαίτερα στα Πύθια και στα Δήλια
γίνονταν και διαγωνισµοί µουσικής. Πολύ σπουδαία ήταν
η άποψη των αρχαίων Ελλήνων ότι η µουσική είχε
ηθοπλαστικό χαρακτήρα. Σύµφωνα µ’ αυτή την αντίληψη,
η µουσική είχε τη δύναµη να επιδρά θετικά ή αρνητικά
στη θέληση του ανθρώπου. Το «ήθος» της µουσικής
εξαρτιόταν ιδιαίτερα από τον τρόπο. Έτσι πιστεύονταν ότι
ο Δώριος τρόπος, εµπνέει θάρρος, έχει αρρενωπό
χαρακτήρα, φέρνει ψυχική ισορροπία, κάνει τον άνθρωπο
ισχυρότερο και από τη µοίρα του. Ο Φρύγιος τρόπος,
φλογίζει τα πάθη, προκαλεί έκσταση (γι’ αυτό και είναι ο
κύριος τρόπος του Διθυράµβου). Ο Λύδιος τρόπος, είναι η
τονικότητα του µοιρολογιού, του τρυφερού και οικείου.
Την άποψη αυτή υποστήριξαν οι µεγαλύτεροι
φιλόσοφοι της αρχαιότητας, ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία»
του που θεωρεί τη µουσική ως ακρόπολη της Πολιτείας
και ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» και ιδίως στα
«Μουσικά» προβλήµατα.
12

Ο Επιτάφιος του Σείκιλου είναι η αρχαιότερη σωζόµενη


ολοκληρωµένη παρτιτούρα. Είναι σκαλισµένη πάνω σε έναν
επιτύµβιο στύλο στη Μικρά Ασία και χρονολογείται γύρω στο 200π.Χ.
13

Η Μουσική στον Μεσαίωνα

Μεσαίωνας ονοµάζεται η εποχή της ευρωπαϊκής


ιστορίας που εκτείνεται χρονικά ανάµεσα στο τέλος της
αρχαιότητας και στην αρχή των νεώτερων χρόνων. Τα
όρια του µεσαίωνα δεν µπορούν να προσδιοριστούν µε
ακρίβεια. Τυπικά αναφέρεται ότι αρχή του θεωρείται ο 5ος
αι. και τέλος του τα µέσα του 15ου αι. Ο µεσαίωνας
θεωρήθηκε ως περίοδος σκοταδισµού, προκαταλήψεων
και βαρβαρότητας καθώς επίσης και πολιτικής
αυθαιρεσίας και εκκλησιαστικής εξουσίας. Ο
Χριστιανισµός διαδώθηκε ευρύτερα και έπαιξε σηµαντικό
ρόλο στη διαµόρφωση του µουσικού πολιτισµού του
Μεσαίωνα.

Η χρήση της µουσικής για λατρευτικούς σκοπούς στις Πρωτοχριστια-


νική και
συναθροίσεις των πρώτων χριστιανών πιστοποιείται ήδη παλαιοχριστια-
από τα χωρία της καινής Διαθήκης. Οι συναθροίσεις αυτές νική εποχή
ήταν αφιερωµένες κυρίως στην τέλεση της θείας
ευχαριστίας και το µουσικό µέρος της λατρείας
περιλάµβανε τη µουσική απαγγελία ιερών κειµένων της
Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Επίσης περιλάµβανε
ψαλµούς και ύµνους.
Ψαλµός, λέγεται το τραγούδι πάνω σε αποσπάσµατα
από κείµενα της Αγίας Γραφής. Ύµνος, είναι το τραγούδι
του οποίου το κείµενο δεν προέρχεται από την Αγία
Γραφή και έχει δοξαστικό περιεχόµενο.
Μετά το διάταγµα των Μεδιολάνων το 313µ.Χ. η
καθιέρωση του Χριστιανισµού ως επίσηµη θρησκεία
προκάλεσε τη δηµιουργία πλήθους νέων µορφών
χριστιανικής λατρευτικής ποίησης και µουσικής. Οι
σπουδαιότερες από αυτές τις νέες µορφές ήταν τα
αντίφωνα, τα ρεσπονσόρια, και οι ύµνοι. Τα Αντίφωνα
είναι στίχοι που προστίθενται στους ήδη υπάρχοντες
στίχους του ψαλµού και τραγουδιούνται εναλλάξ από τη
14

χορωδία που χωρίζεται σε δύο µέρη. Έτσι οι στίχοι του


ψαλµού και του αντίφωνου εναλλάσσονται ως εξής:
Α – Σ1 – Α – Σ2 – Α – Σ3 …
(Α) Αντίφωνο, (Σ) Στίχοι ψαλµού
Τα Ρεσπονσόρια είναι µια µελωδία που έχει απαντητικό
χαρακτήρα και ακολουθεί ένα ανάγνωσµα από την Αγία
Γραφή στην Ακολουθία των Ωρών (Officium) ή στην
λειτουργία (Missa). η διαφορά τους από τα αντίφωνα είναι
ότι εδώ έχουµε εναλλαγή του µονωδού (ψάλτη) µε τη
χορωδία. Τέλος οι ύµνοι αποτελούνται από κείµενα εκτός
Αγίας Γραφής και είναι στροφικοί.
Το παλαιότερο γνωστό δείγµα χριστιανικής
λατρευτικής µουσικής και το µοναδικό ως τώρα από την
πρωτοχριστιανική εποχή είναι το απόσπασµα ενός Ύµνου
στην Αγία Τριάδα που βρέθηκε στην Οξύρρυγχο της
Αιγύπτου τον 3ο αι.

Βυζαντινή Τον 4 ο µ.Χ. αιώνα ιδρύθηκε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία


Αυτοκρατορία και για µεγάλο χρονικό διάστηµα αποτελούσε το κέντρο
των ευρωπαϊκών εξελίξεων. Η βυζαντινή µουσική έχει
επιρροές από την αρχαία ελληνική, την συριακή και την
εβραϊκή µουσική παράδοση και διακρίνεται σε τρεις
εποχές. Την εποχή του παλαιού, του µέσου και του νέου
µέλους.
Η εποχή του παλαιού µέλους φτάνει µέχρι τον 14ο αι.
Η νευµατική σηµειογραφία εµφανίζεται για πρώτη φορά
µετά την περίοδο των εικονοµαχιών (726-843). Παράλληλα
µε την ψαλµωδία άνθισαν οι πρώτες µορφές ύµνων, το
τροπάριο, το κοντάκιο και ο κανών.
Τροπάριο: βγαίνει από το «τρόπος». Αναπτύχθηκε τον 5ο
αι. βασίζεται σε νέα, απλά και εύκολα να µελοποιηθούν
κείµενα των οποίων οι στίχοι παρεµβάλλονται µεταξύ
των ψαλµικών στίχων. Αργότερα τροπάρια ονοµάζονται
και οι αυτούσιοι εκκλησιαστικοί ύµνοι.
Κοντάκιο: ύµνοι µε πολλές στροφές τα κείµενα και οι
µελωδίες των οποίων γράφτηκαν από τον Σωφρόνιο των
15

Ιεροσολύµων, τον Σέργιο του Βυζαντίου και κυρίως τον


Ρωµανό τον Μελωδό. Μετά από µια εισαγωγή
(κουκούλιον) ακολουθούν 20-40 όµοιες στροφές (οίκοι). Ο
ακάθιστος ύµνος είναι ένα περίφηµο κοντάκιο και είναι
αφιερωµένος στην Παρθένο.
Κανών: 7ος – 9ος αι. βασίζεται στα νέα βιβλικά άσµατα ή
ωδές. Κάθε ωδή ακολουθείται από πολλές στροφές που
ψάλλονται µε την ίδια µελωδία. Οι γνωστότεροι ποιητές
κανόνων ήταν ο Αντρέας ο Κρης και ο Ιωάννης ο
Δαµασκηνός.
Η εποχή του µέσου µέλους ξεκινάει από τον 14ο και
φτάνει µέχρι και τον 19ο αι. Η εποχή του νέου µέλους
χρονολογείται από το 1821 µε τις µεταρρυθµίσεις του
επισκόπου Χρύσανθου.

Η βυζαντινή µουσική είναι τροπική και βασίζεται στο Το µουσικό


σύστηµα των ήχων οι οποίοι µε τη σειρά τους προέρχονται σύστηµα
από τους αρχαίους ελληνικούς τρόπους. Ο Ήχος δεν είναι
ακριβώς αντίστοιχος της κλίµακας της Δυτικής µουσικής.
Είναι ένα σύνολο από µελωδικές φόρµουλες όπως το
απήχηµα (χαρακτηριστική µικρή εισαγωγική µελωδία του
ήχου), τα διαστήµατα, τις παύσεις και τις καταλήξεις που
καθορίζουν τη µελωδική γραµµή του κοµµατιού. Κάθε
ήχος έχει ένα συγκεκριµένο ύφος, που εκτός από τα
διαστήµατα και τις µελωδικές φόρµουλες υποβάλλει και
ένα συγκεκριµένο τρόπο ψαλµωδίας.
Οι ήχοι είναι συνολικά 8 (οκτώηχος) και υπάρχουν 4
κύριοι και 4 πλάγιοι από τους οποίους καθένας έχει
διαφορετική θεµέλιο και αλληλουχία διαστηµάτων. Η
βυζαντινή µουσική χρησιµοποιεί το φυσικό και όχι το
συγκερασµένο κούρδισµα. Έτσι οι βασικοί τόνοι είναι ο
µείζων (λίγο µεγαλύτερος από το συγκερασµένο τόνο), ο
ελάσσων (λίγο µικρότερος από το συγκερασµένο τόνο)
και ο ελάχιστος (λίγο µεγαλύτερος από το συγκερασµένο
ηµιτόνιο). Κάθε ήχος αποτελείται από δύο όµοια
τετράχορδα που ενώνονται µε έναν µείζονα τόνο.
16

Βυζαντινή
σηµειογραφία Η σηµειογραφία της Βυζαντινής µουσικής πέρασε από
διάφορα στάδια µέχρι να πάρει τη σηµερινή της µορφή.
Αρχικά, χρησιµοποιούνταν γράµµατα του αλφάβητου
όπως
ως και στην αρχαία Ελλάδα. Αυτή η µέθοδος χρησίµευε
ως υπενθύµιση µελωδικών σχηµάτων και όχι ως ακριβής
απεικόνιση. Η σηµειογραφία συστηµατοποιήθηκε από τον
10ο αι. και έπειτα.
Από το 1814 και µετά επικράτησε η παρασηµαντική ή
Νέα Μέθοδος, η οποία ήτα ήταν
ν απλούστερη και πιο
αναλυτική από τις προηγούµενες. Οι φθόγγοι πήραν τα
ονόµατα Νη – Πα – Βου – Γα – Δη – Κε – Ζω κατ’
αντιστοιχία της ευρωπαϊκής µουσικής.
Τα βασικά σύµβολα (σηµάδια) της βυζαντινής
σηµειογραφίας είναι τα παρακάτω:

Ίσον:: ο τόνος διατηρείται στο ίδιο τονικό ύψος (0)

Χαρακτήρες Ολίγον:: ανεβαίνει ένα τόνο (+1)


Ολίγον
ανάβασης Πεταστή: ανεβαίνει ένα τόνο µε πήδηµα (+1)
Πεταστή:
Κεντήµατα: ένα τόνο πάνω, αλλά µόνο ό
Κεντήµατα: όταν
ταν ο τόνος
τραγουδιέται στην ίδια συλλαβή µε τον προηγούµενο τόνο
(+1)
Κέντηµα: ανεβαίνει δύο τόνους επάνω (+2)
Κέντηµα:
Υψηλή: ανεβαίνει τέσσερις τόνους (+4)
Υψηλή:

Απόστροφος:: ένα τόνο κάτω ((-1)


Απόστροφος
Χαρακτήρες
Υπορροή: δύο τόνους κάτω σταδιακ
Υπορροή: σταδιακά ά (-1-1)
(
κατάβασης
Ελαφρόν: δύο τόνους κάτω υπερβατικά ((-2)
Ελαφρόν:
Χαµηλή: τέσσερις τόνους κάτω ((-4)
Χαµηλή:

Δείγµα
σύγχρονης
Βυζαντινής
σηµειογραφίας
17

Το σχίσµα
Η βυζαντινή µουσική είναι η κοινή αφετηρία από την Ανατολής και
οποία οι δύο µεγάλες Χριστιανικές εκκλησίες ξεκίνησαν Δύσης
την ξεχωριστή τους πορεία από το 1054 και µετά. Το έτος
αυτό πραγµατοποιήθηκε το «Σχίσµα» της Ανατολικής µε
τη Δυτική εκκλησία βάζοντας τέλος σε µια µεγάλη
περίοδο διαµαχών διεκδίκησης της εξουσίας µεταξύ των
δύο πλευρών. Ο διαχωρισµός αυτός ήταν φυσικό
ακόλουθο µιας και Ανατολή και Δύση είχαν ανέκαθεν
διαφορές στην κουλτούρα, τις αντιλήψεις, τις παραδόσεις,
τα ήθη και τα έθιµα.
Έτσι λοιπόν η Δυτική Καθολική εκκλησία άρχισε να
ανεξαρτητοποιείται και ως προς τη µουσική δηµιουργία.
Οι βυζαντινοί «ήχοι» αντικαταστάθηκαν από τους
τρόπους, οι οποίοι είχαν τα ίδια ονόµατα µε τους αρχαίους
ελληνικούς αλλά όχι τις ίδιες διαστηµατικές σχέσεις. Η
µουσική παρέµεινε µονοφωνική για αρκετά µεγάλο
διάστηµα αλλά ήδη από τον 9ο αιώνα άρχισαν να
εµφανίζονται τα πρώτα ψήγµατα πολυφωνίας. Αυτό ήταν
και το ουσιαστικό σηµείο τοµής της Δύσης µε το
παρελθόν. Η κάθετη συνήχηση περιόρισε σιγά – σιγά την
ρυθµική και µελωδική αυτονοµία της µιας φωνής,
οδήγησε όµως στην ανακάλυψη ενός εντελώς καινούριου
κόσµου. Αυτού της πολυφωνίας, της αντίστιξης και της
αρµονίας. Οι συνθέτες της Δύσης εξερευνώντας όλο και
βαθύτερα αυτόν τον καινούριο κόσµο των δύο επιπέδων
αποµακρύνονταν όλο και περισσότερο από τις βυζαντινές
τους ρίζες.
Η µουσική της Ανατολικής εκκλησίας, που συνεχίζει
να ονοµάζεται Βυζαντινή ακόµα και σήµερα, διατήρησε
την µονοφωνική της υφή και έτσι εξελίχθηκε µε έναν
τελείως διαφορετικό τρόπο. Πολύπλοκες µελωδικές
γραµµές, ασυγκέραστα διαστήµατα και ρυθµική
ελευθερία είναι µερικά από τα χαρακτηριστικά που
κάνουν αυτή τη µουσική ιδιαίτερη και πολύτιµη.
18

Ο πάπας Η µουσική της Καθολικής εκκλησίας λοιπόν, άρχισε να


Γρηγόριος ο εξελίσσεται και να αλλάζει µέσα στα µοναστήρια. Οι
Μέγας µοναχοί αρχικά έκαναν κυρίως χειρονακτικές εργασίες
για να επιβιώσουν, αλλά όταν τα νεοσύστατα
οργανωµένα µοναστήρια του 6ου αι. άρχισαν να δέχονται
δωρεές από πλούσιους Χριστιανούς, είχαν πλέον τον
χρόνο να ασχοληθούν περισσότερο µε την µόρφωση τους
στα πεδία της φιλοσοφίας, διαφόρων επιστηµών καθώς
και της µουσικής. Βέβαια οι µοναχοί δεν ήταν οι µόνοι
που ασχολούνταν µε τη µουσική. Υπήρχαν σχολές
ψαλτικής στις οποίες µπορούσαν να φοιτούν και απλοί
πολίτες που απλά ήταν καλλίφωνοι, µια συνήθεια που
ενοχλούσε πολύ τον Πάπα της εποχής, τον Γρηγόριο τον
Μέγα. Ο ίδιος πίστευε ότι η λατρευτική µουσική έπρεπε να
συνοδεύεται από γνήσια πίστη και όχι να εξυπηρετεί
απλά αισθητικά κριτήρια. Ακόµη περισσότερο τον
ενοχλούσε το γεγονός ότι πολλές από τις µελωδίες
ψάλλονταν στις διάφορες εκκλησίες ανά την Ευρώπη
ήταν παρµένες από την λαϊκή µουσική παράδοση της
εκάστοτε χώρας. Θεωρούσε ότι η εκκλησιαστική µουσική
έπρεπε να πληροί κάποιες συγκεκριµένες προϋποθέσεις,
οι µελωδίες να έχουν το κύρος που πρέπει και το
σηµαντικότερο, να υπάρχει οµοιοµορφία στην τέλεση της
λειτουργίας σε όλες τις καθολικές εκκλησίες.
Το Έτσι αποφάσισε να συγκεντρώσει όλες τις µελωδίες
Γρηγοριανό που θεωρούσε κατάλληλες για τη λειτουργία σε ένα
µέλος µεγάλο βιβλίο το οποίο ονοµάστηκε Γρηγοριανό Μέλος.
Στο βιβλίο αυτό περιλαµβάνονταν µελωδίες µαζί µε τα
αντίστοιχα Λατινικά κείµενα οι οποίες είχαν ελεύθερο
ρυθµό και δε χωρίζονταν σε µέτρα. Η κάθε µελωδική
γραµµή ολοκληρώνονταν µαζί µε το νόηµα του κειµένου.
Αφού λοιπόν το κείµενο δεν ήταν έµµετρο αλλά πεζό,
αντίστοιχα και οι µελωδίες ήταν ασύµµετρες χωρίς
σταθερό µέτρο και ρυθµό.
Όλες οι µελωδίες του Γρηγοριανού µέλους στηριζόταν
στους εκκλησιαστικούς τρόπους. Οι τρόποι αυτοί ήταν ο
19

Δώριος, Φρύγιος, ο Λύδιος, ο Μιξολύδιος και οι πλάγιοι


τους, και παρόλο που έχουν τα ίδια ονόµατα µε τους
αρχαίους Ελληνικούς δεν έχουν τις ίδιες αρχικές νότες
ούτε τις ίδιες διαστηµατικές σχέσεις.
Τέλος οι µελωδίες αυτές διακρίνονταν σε
“συλλαβικές”, όταν κάθε συλλαβή αντιστοιχούσε σε ένα
φθόγγο της µελωδίας, και σε “µελισµατικές”, όταν µια
συλλαβή τραγουδιόταν παρατεταµένα µε περισσότερους
από ένα φθόγγους (τα µελίσµατα).

Η τετράγωνη σηµειογραφία της εποχής.


20

Η λειτουργία Η Λειτουργία την εποχή του Μεσαίωνα χωριζόταν σε


κατά τον δύο κατηγορίες. Στην Ordinarium Missae και στην
Μεσαίωνα Proprium Missae. Η πρώτη ήταν η εβδοµαδιαία
«συνηθισµένη» λειτουργία η οποία περιλάµβανε
συγκεκριµένα κείµενα. Η δεύτερη ήταν η εορταστική
λειτουργία που ψάλλονταν σε ειδικές περιπτώσεις και
είχε πρόσθετα κείµενα ανάλογα µε την περίσταση (π.χ. η
Χριστουγεννιάτικη λειτουργία περιλάµβανε κείµενα για
τη γέννηση του Χριστού). Και στις δύο περιπτώσεις η
µελωδίες άλλαζαν συχνά αφού υπήρχαν διάφορες
µελοποιήσεις για κάθε κείµενο. Τα µέρη της λειτουργίας
ήταν τα εξής:

Προσευχή: αρχή της λειτουργίας από τον ιερέα.


Intoitus: εορταστική αρχή της λειτουργίας από τη
χορωδία. ( Proprium Missae).
Kyrie: ήταν η διαδοχή τριών «Κύριε ελέησον», τριών
«Χριστέ ελέησον» και ακόµα τριών «Κύριε ελέησον».
(Ordinarium Missae.)
Gloria: (Ordinarium Missae.)
Oratio: ήταν η στιγµή που ο ιερέας ανέφερε το
εκκλησίασµα λέγοντας «ο Κύριος µεθ’ υµών»
Ανάγνωση: κείµενα παρµένα από τις επιστολές, τις
πράξεις των αποστόλων ή τους Προφήτες.
Graduale µε Alleluia: (Proprium Missae.)
Ευαγγέλιο
Κύρηγµα
Credo: Πιστεύω. Ήταν χορωδιακό µέρος αλλά ξενικούσε
πρώτα µε τον ιερέα. Ordinarium Missae.
Offertorium: Αρχικά ψαλλόταν αντιφωνικά µε ψαλµό και
αντίφωνο. Αργότερα έµεινε µόνο το αντίφωνο. (Proprium
Missae.)
Praefatio: πρόλογος µε περίτεχνο solo πριν από την
µετουσίωση άρτου και οίνου.
Sanctus µε Benedictus: (Ordinarium Missae.)
Pater Noster: Πάτερ Ηµών. (Ordinarium Missae)
21

Agnus Dei: (Ordinarium Missae.)


Communio: η Θεία κοινωνία.
Ite, missa est: Η απόλυση, το τέλος δηλαδή της
λειτουργίας, γινόταν µε αυτές τις λέξεις. (Ordinarium
Missae.)

Το γρηγοριανό µέλος κατά το µεσαίωνα σηµειώνονταν Η Εξέλιξη της


µε νεύµατα. Τα νεύµατα χωρίζονταν στα εκφωνητικά (για σηµειογραφίας
την άρθρωση και τις πτώσεις) και στα µελωδικά (ανιούσα
ή κατιούσα κίνηση της µελωδίας). Τα νεύµατα δεν
προσδιόριζαν τονικά ύψη, ούτε διαστηµατικές σχέσεις,
αλλά κατεύθυνση της µελωδίας. Έτσι χρησίµευαν
περισσότερο για να βοηθούν την µνήµη, σε µια ήδη
γνωστή µελωδία. Η εκµάθηση γινόταν προφορικά.
Υπήρχαν ακόµη νεύµατα τα οποία προσδιόριζαν κατά
προσέγγιση κάποιου είδος µελωδικό στολίδι (τρίλια,
glissando κ.α.).
Η νευµατική σηµειογραφία όµως ήταν ανεπαρκής και η
ανάγκη για ακριβέστερη καταγραφή οδήγησε στην
αναζήτηση άλλων τρόπων καταγραφής. Η πρώτες
απόπειρες εξέλιξης της νευµατικής σηµειογραφίας
περιλάµβαναν την τοποθέτηση γραµµών για την
ακριβέστερη περιγραφή της κίνησης της µελωδίας. Απ’
όλες τις προσπάθειες σηµειογραφίας µε γραµµές,
επικράτησε αυτή του Guido D’ Arezzo (11ος αι.).
Αρχικά τα νεύµατα γράφονταν πάνω και κάτω από µια
οριζόντια γραµµή που συµβόλιζε το ΦΑ. Αργότερα
προστέθηκαν και άλλες γραµµές µε διαφορετικά
χρώµατα που η κάθε µια συµβόλιζε και µια νότα και τα
ονόµατά τους συµβολίζονταν µε γράµµατα π.χ. ΦΑ=F.
Τον 12ο αι. τρία από αυτά τα γράµµατα το F(φα) το C(ντο)
και το G(σολ) µετατράπηκαν, µέσω της καλλιγραφίας σε
κλειδιά.
22

Τα ονόµατα Ο ίδιος ο D’’Arezzo ήταν δάσκαλος µουσικής.


των φθόγγων
Προσπαθώντας
ροσπαθώντας λοιπόν να διευκολύνει τους µαθητές του
σκέφτηκε να δώσει σε κάθε φθόγγο µια συλλαβή για να
κάνει την µελωδική ανάγνωση να µοιάζει µε τραγούδι.
Από αυτή την πρακτική καθιερώθηκε αργότερα η
ονοµασία Solfege για την µελωδική ανάγνωση.
Τα ονόµατα των φθόγγων είναι παρµένα από έναν ύµνο
στον Άγιο Ιωάννη, τον Πρόδροµο. Το Ut δεν διευκόλυνε
ιδιαίτερα την ανάγνωση και αργότερα µετατράπηκε σε
Ντο. (στη Γαλλία ακόµα και σήµερα ονοµάζεται Ut)

UT queant laxis Για να µπορούν


RE sonare fibris να αντηχούν µε χαλαρές
MI ra gestorum χορδές οι δούλοι σου
FA muli tuorum τα κατορθώµατά σου,
SOL
SOLve polluti λύσε την αµαρτία
LA bii reatum των µολυσµένων µου χειλέων,
Sancte
ancte Johannes Άγιε Ιωάννη.
23

Η Κοσµική µουσική τον Μεσαίωνα εξελίχθηκε µέσα από Τροβαδούροι


Τρουβέροι και
την τέχνη των Τροβαδούρων και των Τρουβέρων της
Ερωτοτραγουδι
Γαλλίας καθώς και των Ερωτοτραγουδιστών της στές
Γερµανίας. Οι ονοµασίες προέρχονται από το ρήµα trobar
που σηµαίνει βρίσκω, εφευρίσκω. Οι Τροβαδούροι
εµφανίστηκαν αρχικά στη νότια Γαλλία (συγκεκριµένα
στην Ακουϊτανία) τον 11ο αι. Αρχικά ήταν ευγενείς που
έγραφαν ποιήµατα και χρησιµοποιούσαν έναν λαϊκό
οργανοπαίκτη για να τα µελοποιήσει. Αυτή η κατάσταση
οδήγησε στην κοινωνική αναβάθµιση των πλανόδιων
µουσικών. Οι τροβαδούροι λοιπόν ήταν είτε ποιητές είτε
ποιητές και µουσικοί που τραγουδούσαν οι ίδιοι τα
τραγούδια τους. Στα µέσα του 12ου αι. εµφανίζονται στη
Γερµανία οι Ερωτοτραγουδιστές (Minnesänger)
Τα θέµατα των τραγουδιών των Τροβαδούρων ήταν ο Τύποι
ιπποτικός έρωτας (Chanson, Pastorela, Alba), ο θρήνος για τραγουδιών
των
το θάνατο του ηγεµόνα (Lamentation, Planch), οι
Τροβαδούρων
Σταυροφορίες (Chanson de croisade) και άλλα πολιτικά και των
θέµατα. Αντίστοιχα στη Βόρεια Γαλλία (Νορµανδία, Τρουβέρων
Πικαρδία, Βρετάνη, Καµπανία, Βουργουνδία) εξελίχθηκε η
τέχνη των Τρουβέρων. Η κυριότερη διαφορά Τροβαδούρων
και Τρουβέρων είναι ότι οι δεύτεροι εκτός από τον
ιπποτικό έρωτα µελοποιούσαν και ηρωικά έπη.
Τα τραγούδια τους είχαν διάφορες µορφές ανάλογα
µε το µέγεθος και το ύφος του κειµένου που
µελοποιούσαν. Έτσι υπήρχαν οι λιτανίες όπου κάθε
στίχος είχε την ίδια µελωδία, οι σεκουέντσες, όπου οι
στίχοι είχαν ίδια µελωδία και οµοιοκαταληξία ανά δύο και
χωρίζονταν µε µισή πτώση, οι ύµνοι οι οποίοι είχαν
διαφορετική µελωδία σε κάθε γραµµή και τέλος τα
τραγούδια του χορού τα οποία ανάµεσα από τις στροφές
του είχαν επωδό (Refrain).
Το τέλος της τέχνης των Τροβαδούρων ήρθε γύρω στο
1230 και 50 χρόνια αργότερα ακολούθησαν και οι
Τρουβέροι. Η τέχνη των ερωτοτραγουδιστών της
Γερµανίας διήρκησε µέχρι και τον 15ο αι.
24

Σηµαντικότεροι Τροβαδούροι: Guillaume IX D’ Aquitaine


Bernart de Ventadorn
Σηµαντικότεροι Τρουβέροι: Conor de Bethune, Adam de la
Halle, Jehan Bretel.
Σηµαντικότεροι Minnesänger: Heinrich I, Friendrich von
Hausen, Hartmann von Aue.

Vagantes
Οι Vagantes (από το ρήµα Vago=περιπλανιέµαι) ήταν
Carmina Burana ένα ιδιότυπο κοινωνικό στρώµα που χαρακτηρίζει
ολόκληρο τον Μεσαίωνα, ιδιαίτερα από την εποχή της
εµφάνισης των πανεπιστηµίων. Οι vagantes λοιπόν, ήταν
φοιτητές ή απόφοιτοι πανεπιστηµίων, κληρικοί ή λαϊκοί,
περιπλανώµενοι σε αναζήτηση µιας θέσης στην υπηρεσία
ενός κοσµικού ή εκκλησιαστικού ηγεµόνα ή µιας πόλης.
Τα τραγούδια των Τροβαδούρων και των Τρουβέρων ήταν
δηµοφιλή στους κύκλους των Vagantes αλλά και οι ίδιοι
έγραφαν ποιήµατα τα οποία µελοποιούσαν κυρίως µε ήδη
υπάρχουσες κοσµικές ή εκκλησιαστικές µελωδίες. Η
ποίηση τους καθώς και οι µελωδίες τους, πρωτότυπες ή
όχι, διασώθηκαν σε έναν κώδικα µε τον τίτλο Carmina
Burana. O κώδικας αυτός γράφτηκε γύρω στο 1240 στην
Αυστρία και βρέθηκε στο βαυαρέζικο µοναστήρι
Βενεδικτίνων του Benedikteneuren (χωριό της άνω
Βαυαρίας) από εκεί πήρε και το όνοµα του όταν
δηµοσιεύτηκε για πρώτη φορά τον 19ο αι. Carmina
Burana=ποιήµατα από το Beuren. Στον 20ο αι. ο Γερµανός
συνθέτης Carl Orff µελοποίησε κάποια από τα ποιήµατα
του Carmina Burana. Η µουσική του Orff δεν έχει καµία
σχέση µε την πρωτότυπη µελοποίηση αλλά βοήθησε
ιδιαίτερα στο να γίνουν γνωστά τα ποιήµατα των
Vagantes στο ευρύ κοινό.
25

Η πολυφωνία στον Μεσαίωνα

Η ταυτόχρονη συνήχηση δύο φθόγγων δεν ήταν


άγνωστη στον αρχαίο κόσµο. Ήταν όµως σπάνια και
αρκετά περιορισµένη. Γύρω στον 9ο αιώνα όµως αρχίζει να
γίνεται πιο συχνή η χρήση δύο ή περισσότερων φωνών,
οδηγώντας σταδιακά στην πολυφωνία. Η πρώτη µορφή
πολυφωνίας ήταν τo Οrganum. To Organum ήταν
ουσιαστικά η δεύτερη φωνή που συνόδευε την κύρια
µελωδία (cantus) µε 5ες ή 4ες παράλληλες.

Η πρώτη σηµαντική σχολή πολυφωνίας ήταν αυτή της Η σχολή της


Notre Dame. Πήρε το όνοµά της από τη σχολή Notre Dame
τραγουδιστών του καθεδρικού ναού της Παναγίας των
Παρισίων (1163 – µέσα 13ου αι.). Η µουσική της σχολής της
Notre Dame ήταν ιδιαίτερα περίτεχνη. Οι συνθέσεις ήταν
ακόµη ανώνυµες αλλά εµφανίστηκαν οι πρώτοι
σηµαντικοί συνθέτες, ο Λεονίν και ο Περοτίν. Τα
σηµαντικότερα ήδη σύνθεσης είναι το Organum, το µοτέτο
και το conductus. Η λέξη Organum σε αυτή την περίοδο
αναφέρεται σε µια µορφή πολυφωνικής επεξεργασίας του
Γρηγοριανού µέλους. Το Μοτέτο βασιζόταν πάνω σε µια
µελωδία του Γρηγοριανού Μέλους η οποία ψάλλονταν µε
µεγάλες αξίες συνήθως στη φωνή του Τενόρου και οι
υπόλοιπες φωνές τραγουδούσαν διαφορετικές µελωδίες
µε βάση τη φωνή αυτή. Τέλος το conductus ήταν λατινικό
στροφικό ποίηµα γραµµένο για δύο έως τέσσερις φωνές.

Τον 13 ο αι. το Organum εγκαταλείφτηκε σταδιακά και τη


Ars Antiqua
θέση του πήρε το µοτέτο. Εµφανίστηκε επίσης ένα νέο (Παλαιά
είδος σύνθεσης, το Rondeau το οποίο αποτελεί πρό δροµο Τέχνη)
της µεταγενέστερης Καντιλένας. Τα είδη αυτά
εξαπλώθηκαν στην Αγγλία, τη Γερµανία και την Ισπανία.
Αυτή η περίοδος ονοµάστηκε αργότερα Ars Antiqua που
σηµαίνει «Παλαιά Τέχνη» Δύο από τους Σηµαντικότερους
συνθέτες της εποχής ήταν οι Johannes de Garlandia και
Adam De La Halle.
26

Ars Nova (Νέα Τον 14 ο αι. άρχισαν να γίνονται σηµαντικές αλλαγές στο
Τέχνη)
µουσικό τοπίο της Ευρώπης. Με καλλιτεχνικό κέντρο το
Παρίσι εξελήχθηκαν µορφές σύνθεσης όπως η καντιλένα,
οι οποίες παραγκώνισαν τα µοτέτα και γενικότερα την
εκκλησιαστική µουσική. Η σηµειογραφία εξελίχθηκε
σηµαντικά και εµφανίστηκε µια πρώτη µορφή µετρικού
συστήµατος.

Ars Subtilior Στα τέλη του 14ου αι. η µουσική δηµιουργία άλλαξε
δραµατικά. Τα ρυθµικά σχήµατα και οι µελωδικές
γραµµές έγιναν εξαιρετικά πολύπλοκα και η µουσική
πλέον αφορούσε όλο και µικρότερες οµάδες
εξειδικευµένων µουσικών. Κέντρα δηµιουργίας ήταν το
Παρίσι, η νότια Γαλλία και η βόρεια Ισπανία. Στην Ars
Subtilior οι παρτιτούρες γράφονταν συχνά σε σχήµατα
καρδιάς ή άρπας.
27

Η Εποχή της Αναγέννησης

Αναγέννηση ονοµάζεται η εποχή της Ευρωπαϊκής


ιστορίας που ακολούθησε τον Μεσαίωνα. Αφορά κυρίως
τον 15ο και τον 16ο αι. αλλά το πέρασµα στη νέα εποχή
είχε αρχίσει ήδη από τον 14ο αι. Οι άνθρωποι της
Αναγέννησης στράφηκαν στα αρχαιοελληνικά και
ρωµαϊκά ιδανικά και προσπάθησαν να αναβιώσουν τις
αρχαίες επιστήµες και τέχνες. Ο αριθµός των
πανεπιστηµίων αυξάνονταν συνεχώς και κατά συνέπεια
όλο και περισσότεροι άνθρωποι µορφώνονταν. Έτσι οι
δεισιδαιµονίες του Μεσαίωνα άρχισαν σιγά – σιγά να
φθίνουν. Η εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Ιωάννη
Γουτεµβέργιο, οδήγησε σε µια πρωτοφανή για την εποχή
εξάπλωση πληροφοριών και γνώσεων, οδηγώντας στην
ταχύτερη εξέλιξη των επιστηµών αλλά και των τεχνών.

Η µεγάλη αυτή αλλαγή επηρέασε φυσικά και τη


µουσική δηµιουργία. Με αφετηρία την πρώιµη πολυφωνία
του Μεσαίωνα οι µελωδικές γραµµές έγιναν σταδιακά όλο
και πιο πολλές και όλο και πιο ανεξάρτητες µεταξύ τους
οδηγώντας στην αντιστικτική γραφή. Η ταυτόχρονη
συνήχηση πολλών φωνών είχε ως συνέπεια να
περιοριστεί η ρυθµική ελευθερία του Γρηγοριανού Μέλους
όµως άνοιξε έναν εντελώς καινούριο κόσµο, που
κινούνταν σε δύο άξονες. Τον οριζόντιο (µελωδική
γραµµή) και τον κάθετο (αρµονική συνήχηση).

Δείγµα
αντιστικτικής
γραφής της
ώριµης
Αναγέννησης
(από τη Missa
Brevis του G.P.
da Palestrina
28

Το ψευδές Μια από τις πρώτες µορφές πολυφωνίας της εποχής


βάσιµο (faux ήταν το ψευδές βάσιµο, µια αλυσίδα από συγχορδίες σε
bourdon) πρώτη αναστροφή που συνόδευαν την κύρια µελωδία. Οι
συνθέσεις αυτού του είδους ήταν τρίφωνες αλλά
γραφόταν µόνο η δύο φωνές, πιθανών για να
παρακαµφθούν οι απαγορευµένες 4ες παράλληλες που
σχηµατίζονταν µεταξύ των δύο ψηλότερων φωνών. Η
πρώτη και η τελευταία συγχορδία ήταν σε ευθεία
κατάσταση.

Οι ονοµασίες Κατά την περίοδο της αναγέννησης καθιερώνεται και η


των φωνών τετράφωνη σύνθεση και οι τέσσερις φωνές ονοµάζονται
Discantus ή Sopranus
Contratenor altus ή altus
Tenor (cantus firmus ή C.F.)
Contratenor bassus ή bassus

Οι πτώσεις
Η σχέση δεσπόζουσας – τονικής αρχίζει και αποκτά
(Clausulae) κεντρικό ρόλο στις πολυφωνικές συνθέσεις της
αναγέννησης παρ’ όλο που δεν υφίσταται λειτουργική
αρµονία και οι συνθέσεις βασίζονται ακόµη στους
εκκλησιαστικούς τρόπους του Μεσαίωνα. Η προσθήκη
αλλοίωσης στον προσαγωγέα υπάρχει σχεδόν σε κάθε
πτώση. Η τελική συγχορδία δεν περιλαµβάνει την τρίτη
σχεδόν ποτέ. Στις εξαιρετικές περιπτώσεις που η τρίτη
εµφανίζεται στο τέλος της σύνθεσης είναι πάντα µεγάλη
(µείζονα συγχορδία) ανεξαρτήτως τρόπου.
29

Οι περισσότερες συνθέσεις της πρώιµης Αναγέννησης Αντίστιξη και


βασίζονταν στην εξής αρχή σύνθεσης: η φωνή του Tenor μιμήσεις
τραγουδούσε µια µελωδία παρµένη από το Γρηγοριανό
µέλος σε πολύ µεγάλες αξίες (cantus firmus) και οι
υπόλοιπες φωνές κινούνταν αντιστικτικά γύρω από
αυτήν. Σταδιακά όµως αυτή η πρακτική εγκαταλείφθηκε
και τη θέση της πήρε η αντιστικτική επεξεργασία
θεµάτων µε µιµήσεις στις διάφορες φωνές χωρίς να
υπάρχει το cantus firmus. Έτσι ξεκίνησε η περίοδος της
υψηλής πολυφωνίας της Αναγέννησης που κορυφώθηκε
στο δεύτερο µισό του 16ου αι. µε τον Giovanni Pierluigi da
Palestrina.
Οι τρόποι µίµησης ενός θέµατος είναι οι παρακάτω:
30

Παράδειγµα Ο Guillaume de Machaut χρησιµοποιεί την καρκινική


καρκινικής µίµηση περίτεχνα στον κανόνα “Ma fin est mon
µίµησης ήδη commencement” (Το τέλος µου είναι η αρχή µου) κάνοντας
από τον
τον τίτλο κυριολεκτικό καθώς τα τελευταία 5 µέτρα είναι
Μεσαίωνα
καρκινική µίµηση των 5 πρώτων.

Μορφές Οι κυριότερες µορφές σύνθεσης της Αναγέννησης είναι


σύνθεσης το µοτέτο (θρησκευτικό) και το µανδριγάλι (κοσµικό).
Υπάρχουν βέβαια και άλλες πιο απλές µορφές όπως η
Frottola (Ιταλία), το chanson (Γαλλία) και το Tenorlied
(Γερµανία). Τον 15ο αι. τα κέντρα δηµιουργίας βρίσκονται
στη Βουργουνδία, τη Λωραίνη, το Λουξεµβούργο, τη
βορειοανατολική Γαλλία (Πικαρδία), το σηµερινό Βέλγιο
και τις κάτω χώρες (Φλάνδρα, Ολλανδία) όπου και
αναπτύσσεται η Γαλλοφλαµαδική σχολή, µέσα από την
οποία αρχίζουν να εµφανίζονται σιγά – σιγά στοιχεία
Τονικής Υφής. Τα µοτέτα της εποχής αυτής είναι συνήθως
τετράφωνα και κατά κανόνα διµερή. Οι σηµαντικότεροι
συνθέτες του 15ου αι. είναι οι John Dunstable (Ντανστέϊµπλ)
-1380/90 – 1460, Gilles Binchois (Ζιλ Μπενσουά) 1400-1460,
Guillaume Dufay (Γκιγιώµ Ντυφαϊ) 1400-1474, Johannes
Ockeghem 1420 – 1494/96, Josquin De pres ή Desprez (Ζοσκέν
Ντεπρέ) 1440 – 1521).
31

Τον 16 ο αι. παρατηρείται ανάπτυξη και άλλων τοπικών Οι µορφές και


παραδόσεων, ιδιαίτερα στην Ιταλία, τη Γαλλία και τη οι συνθέτες
Γερµανία. Επίσης στο δεύτερο µισό εµφανίζεται και η του 16ου αι.
Βενετσιάνικη σχολή µε χαρακτηριστικό γνώρισµα την
τεχνική των χωριστών χορωδιών. Μοτέτο και µανδριγάλι
συνεχίζουν να κυριαρχούν στη φωνητική µουσική και οι
σηµαντικότεροι συνθέτες είναι οι Orlando di Lasso (1532 –
1594), Claudio Monteverdi (1567 – 1643), Thomas Tallis (1505-
1585), John Dowland (1562-1626). Στην οργανική µουσική οι
συνηθέστερες µορφές ήταν το ricercare η canzone, η
φαντασία, η τοκκάτα, το πρελούδιο και οι παραλλαγές. Τα
πιο διαδεδοµένα όργανα της εποχής ήταν η βιόλα ντα
γκάµπα και οι διάφορες παραλλαγές της, το λαούτο, το
εκκλησιαστικό όργανο και το τσέµπαλο αλλά και το
φλάουτο µε ράµφος και οι τροµπέτες.

Τα δύο σηµαντικότερα γεγονότα που επηρέασαν τον


Εφεύρεση της
αιώνα αυτόν ήταν η εφεύρεση της τυπογραφίας από τον
τυπογραφίας
Ιωάννη Γουτεµβέργιο και η Μεταρρύθµιση του Μαρτίνου και
Λούθηρου που οδήγησε στην Αντιµεταρρύθµιση της Μεταρρύθµισ
Ρωµαιοκαθολικής εκκλησίας. η
Η εφεύρεση της τυπογραφίας προκάλεσε µια
πρωτοφανή έκρηξη πληροφοριών. Οι συνθέτες
µπορούσαν πλέον να τυπώνουν τα έργα τους και να
βρίσκουν ευκολότερα έργα άλλων συνθετών οπότε και η
διάδοση της µουσικής έγινε ευκολότερη και γρηγορότερη.
Επίσης σηµαντική για τη µουσική δηµιουργία στάθηκε και
η µεταρρύθµιση του Λούθηρου.
Στις 30 Οκτωβρίου του 1517 ο Μαρτίνος Λούθηρος
αναρτά τις «95 θέσεις» ως αντίδραση στην ακατάσχετη
εκµετάλλευση των πιστών από την Ρωµαιοκαθολική
εκκλησία. Αφορµή για αυτή την αντίδραση στάθηκαν τα
συγχωροχάρτια που πουλούσε εκείνη την εποχή η
εκκλησία στους πιστούς για να πάρουν άφεση αµαρτιών.
Ο Λούθηρος σε αυτές τις θέσεις µεταξύ άλλων µιλούσε
32

για την ορθή πίστη και την επιστροφή στην ουσία του
Χριστιανισµού. Έτσι δηµιουργήθηκε το κίνηµα της
Μεταρρύθµισης το οποίο εξαπλώθηκε στην Δυτική, την
Κεντρική και την Βόρεια Ευρώπη και διαχώρισε την
εκκλησία σε προτεσταντική (διαµαρτυρόµενη ή
ευαγγελική) και ρωµαιοκαθολική.
Στα πλαίσια της µεταρρύθµισης εντάχθηκε στην
εκκλησιαστική µουσική το λαϊκό µονοφωνικό
θρησκευτικό τραγούδι και οι εθνικές γλώσσες. Ο
Λούθηρος, όντας ο ίδιος µουσικά µορφωµένος,
ασχολήθηκε σε διάφορα έργα του µε ζητήµατα της
µουσικής. Υποστήριζε ότι «όποιος τραγουδάει,
προσεύχεται διπλά» και γι’ αυτό το λόγο οι πιστοί πρέπει
να τραγουδάνε τις ψαλµωδίες κατά τη διάρκεια της
λειτουργίας. Αυτό οδήγησε στη ανάγκη δηµιουργίας
απλών τραγουδιών κατάλληλων για την ψαλµωδία του
εκκλησιάσµατος. Ο Λούθηρος έγραψε 36 τέτοια τραγούδια
εκ των οποίων 20 µελωδίες είναι δικές του συνθέσεις. Τα
νέα αυτά µονοφωνικά τραγούδια ονοµάστηκαν χορικά.
Όµως η άποψη του Λούθηρου για τη νέα εκκλησία
ήταν ότι για να είναι αντάξια της υψηλής αποστολής της
πρέπει η µουσική της να είναι σε υψηλό καλλιτεχνικό
επίπεδο. Έτσι η προτεσταντική µουσική συνδύαζε λαϊκά
στοιχεία µε την λόγια µουσική της εποχής και
ακολουθούσε την πολυφωνική τέχνη της
Γαλλοφλαµανδικής σχολής, δηµιουργώντας χορικά µε
πολυφωνική επεξεργασία και πρελούδια χορικού.

Αντιµεταρρύθ- Ως αντίδραση στον Λούθηρο η Ρωµαιοκαθολική


µιση και
εκκλησία έκανε κάποιες αλλαγές στη δοµή της. Η µουσική
Giovanni
Pierluigi Da όµως δεν επηρεάστηκε κρατώντας το περίπλοκο
Palestrina πολυφωνικό της ύφος. Ο µεγαλύτερος συνθέτης της
Αναγέννησης, ο Giovanni Pierluigi Da Palestrina είναι ο
σηµαντικότερος εκπρόσωπος της Υψηλής πολυφωνίας
του 16ου αι. Γεννήθηκε στην πόλη Palestrina (πιθανών 1525
– 1594) και το οικογενειακό όνοµα του ήταν Pierluigi.
33

Ανέλαβε τη θέση του αρχιµουσικού της εκκλησίας του


Αγίου Πέτρου το 1571 την οποία και διατήρησε ως το
θάνατό του. Ο Palestrina ήταν ήδη στην εποχή του
διάσηµος συνθέτης και τα έργα του διασώζονται σε
πλήθος εκδόσεων και επανεκδόσεων του 16ου και 17ου αι.
αλλά και σε χειρόγραφα.
χειρόγραφα. Συνέθεσε 105 λειτουργίες, πάνω
από 500 µοτέτα, πάνω από 100 µανδριγάλια.
Χαρακτηριστικό της µουσικής το του
υ είναι: 1) η
Γαλλοφλαµανδική παράδοση σε συνδυασµό µε την νέα
Ιταλική τέχνη του 16ου αι. 2) η εξαιρετικά φειδωλή χρήση
µουσικών εκφραστικών δυνατοτήτων σε συνδυασµό µε
οµοιοµορφία των φωνών, 3) τετράφωνη, πεντάφωνη και
σπανιότερα εξάφωνη ή οκτάφωνη πολυφω
πολυφωνική
νική γραφή.

To Kyrie από τη
Missa Brevis
του Palestrina
µετεγραµένο
σε σύγχρονη
σηµειογραφία
34

Η Baroque εποχή (1600-1750)

Η εποχή από το 1600 µέχρι το 1750 (θάνατος του J.S.


Bach) ονοµάζεται Baroque. Η λέξη έχει τις ρίζες της στην
πορτογαλική γλώσσα και σηµαίνει ακατέργαστο
µαργαριτάρι (barroco). Σαν όρος χρησιµοποιήθηκε από
τους ιστορικούς της τέχνης κατά την περίοδο του
κλασικισµού, για να περιγράψει το περίπλοκο και
«παραφορτωµένο» ύφος της προηγούµενης εποχής.
35

Η νέα εποχή έφερε µεγάλες αλλαγές στο µουσικό


σύστηµα και πολλά από τα χαρακτηριστικά που
εµφανίστηκαν στο Baroque συνέχισαν να υπάρχουν σε
όλη την περίοδο της κοινής πρακτικής µέχρι δηλαδή και
τις αρχές του 20ου αι.
Το σηµαντικότερο από αυτά ήταν η εγκατάλειψη των
Οι
εκκλησιαστικών τρόπων του Μεσαίωνα (Δώριος, Φρύγιος
καινοτοµίες
κλπ). Από τους τρόπους επικράτησαν τελικά ο Ιωνικός
της Baroque
(τρόπος του Ντο) και ο Αιολικός (τρόπος του Λα)
δηµιουργώντας το Τονικό σύστηµα Μείζονος-
Ελάσσονος. Εµφανίστηκε επίσης το σύγχρονο µετρικό
σύστηµα. Μέχρι τότε δεν υπήρχαν µέτρα στη µουσική
σηµειογραφία. Στο Baroque εµφανίζονται πια οι
διαστολές οι οποίες δηµιουργούν τα ισχυρά και ασθενή
µέρη του µέτρου και τους ανάλογους τονισµούς. Άλλοι
δύο σηµαντικοί νεωτερισµοί ήταν η δηµιουργία της
Όπερας και η γέννηση της Ορχήστρας. Η Όπερα
προέκυψε σαν µουσικό είδος, µετά από την προσπάθεια
µιας οµάδας διανοούµενων της Φλωρεντίας να
αναβιώσουν το Αρχαιοελληνικό Δράµα. Η οµάδα αυτή
ονοµαζόταν Φλωρεντινή Καµεράτα και είχε ως στόχο την
δηµιουργία ενός έργου τέχνης που να συνδυάζει το δράµα
(υποκριτική) µε τη µουσική και την ποίηση. Μέσω της
όπερας γεννιέται και η Μονωδία. Έτσι ο τραγουδιστής
είναι πια σολίστας και έχει περισσότερες ελευθερίες ως
προς την έκφραση των συναισθηµάτων αλλά και την
επίδειξη της δεξιοτεχνίας του. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα
να δίνεται µεγαλύτερη έµφαση στο νόηµα του κειµένου
αφού µπορούσε πλέον να ακουστεί καθαρά από µια και
µόνο φωνή και να αναπτυχθεί έντονα ο Μουσικός
Συµβολισµός 1 . Η γέννηση της Ορχήστρας όπως την
γνωρίζουµε σήµερα προέκυψε από την επικράτηση της οι-

1
Ο µουσικός συµβολισµός στην εποχή Baroque ήταν πολύ συχνό φαινόµενο.
Υπήρχαν διάφορες µανιέρες που συµβόλιζαν συγκεκριµένα πράγµατα όπως για
παράδειγµα µια κατιούσα κίνηση την κάθοδο προς την κόλαση, ο αριθµός 3
συµβόλιζε την Αγία Τριάδα, οι διέσεις τον σταυρό του Χριστού κλπ.
36

κογένειας του βιολιού, λόγω της τελειοποίησης της


κατασκευής τους (από τους Nicolo Amati και Antonio
Stradivari), της ευελιξίας τους στην εκτέλεση και της
οµοιοµορφίας του ηχοχρώµατός τους. Έτσι τα έγχορδα µε
δοξάρι άρχισαν να είναι ο κορµός κάθε µουσικού συνόλου.
Τέλος, ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του
Baroque ήταν το Συνεχές Βάσιµο (Basso Continuo). Ο
όρος προέρχεται από την έντονη και συνεχή κίνηση της
γραµµής του µπάσου, αλλά στην πραγµατικότητα
αναφέρεται στην τακτική της εποχής να δίνεται µόνο η
φωνή του µπάσου και η αρµονία να υπονοείται και να
πρέπει να συµπληρωθεί από τον εκτελεστή του
πληκτροφόρου.

Στη Baroque
Κατά την περίοδο της

εποχή η Αναγέννησης
οργανική επικρατούσε η φωνητική
µουσική θρησκευτική µουσική.
εξελίσσεται Στο Baroque όµως η
και οργανική µουσική
εµφανίζονται άρχισε να κερδίζει
πολλές έδαφος τόσο στην
καινούριες
θρησκευτική όσο και
µορφές.
στην κοσµική µουσική
και άνθησαν πολλές
Ο πίνακας µορφές σύνθεσης που
απεικονίζει ήταν είτε µεικτές είτε
έναν µουσικό καθαρά οργανικές. Οι
να παίζει σηµαντικότερες από
viola da αυτές ήταν οι εξής : Ορατόριο, όπερα, καντάτα, χορικό,
2

gamba χορικό πρελούδιο, χορικό ποστλούδιο, µαδριγάλι, φούγκα,


σουίτα, τοκκάτα, σονάτα (µε ένα µέρος),παραλλαγές,
κανόνας, τρίο σονάτα, κονσέρτο, sinfonia (εισαγωγή σε
όπερες, µπαλέτα, καντάτες).
2
Στο παράρτημα υπάρχει επεξήγηση και παράδειγμα για κάθε μια από τις
μορφές.
37

Η όπερα πρωτοεµφανίστηκε στη Φλωρεντία. Την Η Baroque


περίοδο της Αναγέννησης ένας κύκλος διανοούµενων η Όπερα
Φλωρεντινή Καµεράτα, είχε ως αντικείµενο µελέτης τον
αρχαίο ελληνικό πολιτισµό και επεδίωκε να αναβιώσει τις
θαυµαστές επιδράσεις της αρχαίας µουσικής. Υπήρχαν
λοιπόν ακόµη και στην Αναγέννηση θεατρικά έργα τα
οποία περιείχαν µουσικά µέρη µε τη µορφή χορωδιακών
τραγουδιών αλλά και ιντερµέδια, δηλαδή αποσπάσµατα
λόγου, µουσικής, χορού, παντοµίµας τα οποία
παρεµβάλλονταν µεταξύ των πράξεων του έργου. Τα
ιντερµέδια ήταν συνήθως άσχετα µε το θέµα του έργου
αλλά είχαν αλληγορικό και διδακτικό χαρακτήρα.
Σταδιακά τα ιντερµέδια άρχισαν να έχουν άµεση σχέση
µε το έργο και η µουσική ενσωµατώθηκε στο δράµα.
Η πρώτη, εν µέρει, σωζόµενη όπερα είναι η Δάφνη (1598)
του Jaco Peri σε κείµενο του Rinuccini. Η πρώτη ολόκληρη
όπερα που βρήκαν οι ιστορικοί είναι ο Ορφέας του
Claudio Monteverdi σε κείµενο του Striggio.
Η νέα αυτή µορφή µουσικής έκφρασης εξαπλώθηκε
κατά την περίοδο του Baroque αρχικά στην Ιταλία και
έπειτα σε όλη την Ευρώπη. Κάθε περιοχή ενσωµάτωσε
στην βασική δοµή της όπερας τα δικά της πολιτισµικά
στοιχεία και το δικό της τρόπο µουσικής έκφρασης
δηµιουργώντας έτσι τις διάφορες σχολές αλλά και
διάφορα είδη όπερας. Το λιµπρέτο3 (κείµενο της όπερας)
ήταν πάντα παρµένο από αρχαιοελληνικές τραγωδίες. Η
όπερα αποτελούνταν από 4 βασικά δοµικά στοιχεία: Την
εισαγωγή, τις άριες, το ρετσιτατίβο και τα χορωδιακά. Σε
κάποιες περιοχές, κυρίως στη Γαλλία ενσωµατώνονταν
στην όπερα και το µπαλέτο.
Η εισαγωγή ήταν καθαρά οργανική και ονοµαζόταν
ouverture ή sinfonia. Αργότερα το µέρος αυτό αυτονοµήθη-

3 Λιµπρέτο είναι το κείµενο της όπερας, το οποίο συχνά τυπώνονταν και


µοιράζονταν στους θεατές πριν την παράσταση. Στις µέρες µας, το λιµπρέτο
εµφανίζεται µε την µορφή υπερτίτλων πάνω από την σκηνή.
38

κε και έγινε ο πρόγονος της µεταγενέστερης συµφωνίας


κατά την περίοδο του κλασικισµού.
Οι Άριες ήταν τα τραγούδια που παρεµβάλλονταν
στην πλοκή του δράµατος και συνήθως εξέφραζαν τα
συναισθήµατα των πρωταγωνιστών χωρίς να προωθούν
την πλοκή του έργου. Οι άριες είχαν λυρικό χαρακτήρα
ήταν συνήθως φτιαγµένες έτσι ώστε να επιδεικνύουν τις
τραγουδιστικές ικανότητες των πρωταγωνιστών. Έτσι
είχαν συχνά περίτεχνες µελωδίες και αρκετό «χώρο» για
αυτοσχέδια, δεξιοτεχνικά στολίδια. Παρόλο που η άρια
ήταν κατά βάση σολιστικό µέρος, υπήρχαν συχνά και
ντουέτα ή µικρά σύνολα. Η πιο συνηθισµένη µορφή Άριας
ήταν η Aria Da Capo µε τη µορφή Α-Β-Α’.
Το Ρετσιτατίβο ήταν η µελωδική αφήγηση της
υπόθεσης. Δεν είναι ακριβώς τραγούδι αφού δεν
αποτελείται από συµµετρικές δοµές (τετράστιχες στροφές
ή οκτασύλλαβους στίχους κλπ). Η µουσική στο
ρετσιτατίβο είναι υποταγµένη στο κείµενο ακολουθώντας
τη ροή του. Τα ρετσιτατίβι στις όπερες είναι
µελοποιηµένοι µονόλογοι ή διάλογοι οι οποίοι προωθούν
την δράση του έργου. Οι δύο συνηθέστερες µορφές του
είναι το Ρετσιτατίβο σέκκο (Ξερό, µε τη συνοδεία ενός
τσέµπαλου ή µιας πολύ µικρής οµάδας οργάνων) και το
Ρετσιτατίβο ακκοµπαντιάτο (µε τη συνοδεία ολόκληρης
της ορχήστρας). σ
Τα Χορωδιακά µέρη της όπερας ήταν δοµηµένα κατά
τα πρότυπα του χορού του αρχαίου ελληνικού δράµατος.
Έτσι η χορωδία εξέφραζε την κοινή γνώµη ή
προσπαθούσε να µεταδώσει κάποιο ηθικό δίδαγµα.

Μερικές από τις σηµαντικότερες όπερες της εποχής


Baroque είναι: L'Orfeo, 1607 (Claudio Monteverdi),
L'incoronazione di Poppea, 1642 (Claudio Monteverdi),
Dido and Aeneas, 1683 (Henry Purcell), Rinaldo , 1711
(George Frideric Handel), La serva padrona, 1733 (Giovanni
Battista Pergolesi), Hippolyte et Aricie, 1733 (Jean-Philippe
Rameau), Les Indes galantes, 1735 (Jean-Philippe Rameau)
39

Το Ορατόριο ήταν το θρησκευτικό αντίστοιχο της Το Baroque


όπερας. Είχε την ίδια δοµή µε την όπερα αλλά το λιµπρέτο Όρατόριο

του ήταν παρµένο από βιβλικά κείµενα ή άλλα κείµενα


θρησκευτικού περιεχοµένου και δεν περιλάµβανε σκηνική
δράση. Η λέξη ορατόριο σήµαινε χώρος προσευχής σε ναό
ή µοναστήρι. Σαν µουσικός όρος εµφανίζεται περίπου το
1640. Το διασηµότερο ορατόριο όλων των εποχών είναι ο
Μεσσίας του Handel, µέρος του οποίου είναι το Hallelujah.
Επίσης σηµαντικά ορατόρια είναι τα Κατά Ματθαίο Πάθη
και τα Κατά Ιωάννη Πάθη καθώς και το ορατόριο των
Χριστουγέννων (όλα του J.S. Bach)

Μια άλλη πολύ σηµαντική µορφή σύνθεσης της εποχής


Τα χορικά της
ήταν τα χορικά. Στην Προτεσταντική εκκλησία, µέλος της
προτεσταν-
οποίας ήταν και ο J.S. Bach, επικράτησαν αυτοί οι απλοί
τικής
ύµνοι έναντι της πολυπλοκότητας της Ρωµαιοκαθολικής εκκλησίας
εκκλησιαστικής µουσικής, όπως είχε προτείνει ο Μαρτίνος
Λούθηρος στην Μεταρρύθµιση.
Τα χορικά είναι απλές µελωδίες εναρµονισµένες για
τετράφωνη χορωδία µε οµοφωνική γραφή, δηλαδή οι
φωνές τραγουδάνε ταυτόχρονα περίπου τις ίδιες αξίες και
δεν υπάρχουν αντιστικτικές είσοδοι και µιµήσεις κάποιου
θέµατος). Πολύ συχνά πριν και µετά το χορικό υπήρχε µια
οργανική εισαγωγή (πρελούδιο) και µια αποφώνηση
(ποστλούδιο) που είχαν αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα. Ο
J.S. Bach εναρµόνισε 371 χορικά για τετράφωνη χορωδία.
Τα Choral του Bach συνδυάζουν τέλεια την αρµονική µε
την αντιστικτική επεξεργασία (αυτό που αλλιώς
ονοµάζεται κάθετη και οριζόντια γραφή) καθώς και τον
Τροπικό µε τον Τονικό κόσµο. Είναι πολύτιµο εργαλείο
στα χέρια κάθε σπουδαστή Αρµονίας από την εποχή του
Bach µέχρι και σήµερα.
40

Οι συνθέτες της εποχής Baroque

Claudio Monteverdi (1567 – 1643) Γεννήθηκε στην


Κρεµόνα της Ιταλίας και πέθανε στην Βενετία σε ηλικία
66 ετών. Ανήκει στους συνθέτες που διαµόρφωσαν το
πέρασµα από την Αναγέννηση στο Baroque, ιδιαίτερα µε
τις όπερες του αλλά και µε την θρησκευτική µουσική που
συνέθεσε.
Ο Monteverdi σπούδασε βιολί και σύνθεση στον
καθεδρικό της Κρεµόνας και ήδη από τα εφηβικά του
χρόνια είχε αρχίσει να δηµοσιεύει έργα του (τα πρώτα δύο
βιβλία µε µανδριγάλια). Περίπου το 1590 προσλήφθηκε ως
βιολιστής στη Μάντοβα και έτσι έφυγε από την Κρεµόνα.
Εκεί ήρθε σε επαφή µε πολύ σηµαντικούς µουσικούς και
συνθέτες και επηρεάστηκε βαθιά, ιδιαίτερα από τον
Φλαµανδό συνθέτη Giaches de Wert, ο οποίος ήταν
πρωτοπόρος και µοντερνιστής.
Αυτό που Λίγα χρόνια µετά τον θάνατο και του Wert το 1596,
συγκινεί τις παντρεύτηκε και ανέλαβε τη θέση του αρχιµουσικού και
ψυχές µας εκείνη την περίοδο έγραψε άλλα δύο βιβλία µε
είναι οι µανδριγάλια, στα οποία ήταν πλέον εµφανής η τάση του
αντιθέσεις
για πρωτοπορία. Ο ίδιος βέβαια δεν δεχόταν τον
και αυτό
χαρακτηρισµό του επαναστάτη, αφού ισχυριζόταν ότι
είναι ο
στόχος κάθε ακολουθούσε την παράδοση των τελευταίων 50 ετών και
καλής το µόνο που προσπαθούσε να κάνει ήταν να ενώσει σε
µουσικής. ένα τέλειο σύνολο, τη µουσική και την ποίηση,
C. Monteverdi δηµιουργώντας ένα συνολικό έργο τέχνης.
Το 1607 παρουσίασε την όπερα «Ορφέας» και κέρδισε
τη φήµη του µεγάλου συνθέτη. Στον Ορφέα ο Monteverdi
πέτυχε µια πραγµατική ισορροπία µεταξύ λόγου και
µουσικής, δίνοντας µεγάλη σηµασία στην ενότητα των
πράξεων αλλά και στην ενορχήστρωση, η οποία
χρησιµοποιήθηκε περίτεχνα για να φωτίσει και να
υποστηρίξει την συναισθηµατική κλιµάκωση της όπερας.
Λίγους µήνες µετά την επιτυχία του Ορφέα, ο
Monteverdi έχασε τη γυναίκα του και έπεσε σε
κατάθλιψη. Γύρισε πίσω στην Κρεµόνα αλλά τον ξανακά-
41

λεσαν στη Μόντοβα για να συνθέσει άλλη µια όπερα. Η


όπερα «L’Arianna» ανέβηκε µε µεγάλη επιτυχία αλλά ο
Monteverdi ήταν ακόµη σε άσχηµη ψυχολογική
κατάσταση και επέλεξε και πάλι να επιστρέψει στην
Κρεµόνα. Η παρτιτούρα της όπερας αυτής χάθηκε και το
µόνο που διασώθηκε µέχρι σήµερα είναι το µέρος
«Lamento».
Τα επόµενα χρόνια ο θρήνος του για το θάνατο της
γυναίκας του αντικατοπτρίζεται στο έργο του καθώς
µετέγραψε το Lamento ως πεντάφωνο µανδριγάλι και
έγραψε µια θρηνωδία για το χαµό της αγαπηµένης του.
Συνέθεσε επίσης µια σειρά θρησκευτικών έργων µεταξύ
των οποίων και τους Εσπερινούς (Vespers), ένα έργο που
περιλάµβανε όλα τα είδη εκκλησιαστικής µουσικής της
εποχής καθώς και πολλά οπερατικά στοιχεία που
δηµιουργούσαν µεγάλη συναισθηµατική ένταση.
Το 1613 ορίστηκε αρχιµουσικός στην εκκλησία του
Αγίου Μάρκου στη Βενετία, όπου και έµεινε µέχρι το
τέλος της ζωής του. Η νέα του θέση του επέβαλε να
γράφει περισσότερη εκκλησιαστική µουσική, αυτό όµως
δεν σταµάτησε την διαρκή ανησυχία του για την έκφραση
των ανθρώπινων συναισθηµάτων.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έγραψε ακόµη
τέσσερις όπερες από τις οποίες η σηµαντικότερη είναι η
«Στέψη της Ποππέας». Σε αυτή την όπερα ο Monteverdi
απέδειξε ότι είναι ένας από τους µεγαλύτερους
δραµατουργούς όλων των εποχών. Οι αριέτες, τα ντουέτα,
τα µικρά σύνολα, η συναισθηµατική ένταση και ο τρόπος
µε τον οποίο η µουσική υπηρετεί και κλιµακώνει το
δράµα, έδωσαν στον Monteverdi τη θέση του στο πάνθεον
των δραµατουργών.
42

Girolamo Frescobaldi (1583 – 1643). Ιταλός οργανίστας και


συνθέτης. Γεννήθηκε στη Φερράρα και πέθανε στη Ρώµη
σε ηλικία 60 ετών. Ο πατέρας του ήταν µουσικός. Υπήρξε
επαγγελµατίας οργανίστας από την ηλικία των 14 ετών
σε διάφορες θέσεις όπως στην Σάντα Μαρία στη Ρώµη και
στη Φλωρεντία αλλά το µεγαλύτερο µέρος της ζωής του
και µέχρι το θάνατό του ήταν οργανίστας στην εκκλησία
του Αγίου Πέτρου στη Ρώµη.
Fiori musicali Ο Frescobaldi έγραφε κυρίως οργανική µουσική και
1635 είναι από τους πρώτους συνθέτες που έγραφε για µικρά
σύνολα, ανοίγοντας το δρόµο για τη δηµιουργία της Τρίο
σονάτας. Τα έργα του για πληκτροφόρα, είχαν συχνά
αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα και άφηναν πολλές
ελευθερίες στον εκτελεστή. Σε πολλές εκδόσεις βρέθηκαν
οδηγίες για την εκτέλεση από τον ίδιο τον Frescobaldi,
γεγονός που δίνει πολύτιµες πληροφορίες για την
ερµηνεία της Baroque µουσικής.
Η µουσική του χαρακτηρίστηκε ως δραµατική.
Χρησιµοποιούσε έντονα το χρωµατικό στοιχείο, σκληρές
διαφωνίες χωρίς προετοιµασία, τολµηρές για την εποχή
Η 9η τοκκάτα αρµονικές συνδέσεις και πολύ δύσκολα δεξιοτεχνικά
από το 2ο
περάσµατα τα οποία αποτελούν πρόκληση ακόµη και για
βιβλίο έχει
τους σηµερινούς εκτελεστές. Ήταν από τους πρώτους που
την
υποσηµείωση χρησιµοποιούσε για τις συνθέσεις του ένα µόνο θέµα σε
«Δεν θα αντίθεση µε την πρακτική της εποχής να εµφανίζονται
φτάσεις στο πολλά θέµατα ταυτόχρονα σε µορφές όπως το ricercar και
τέλος χωρίς το canzone.
κόπο.» Ο Frescobaldi ήταν από τους πρώτους που βοήθησε
στη δηµιουργία του σύγχρονου µετρικού συστήµατος και
το έργο του επηρέασε πολύ τους µεταγενέστερους
συνθέτες µεταξύ των οποίων και τον J.S. Bach για τον
οποίο είναι γνωστό ότι κατείχε ένα αντίγραφο από τα
Fiori Musicali.
Τα σηµαντικότερα έργα του είναι τα Fiori Musicali
(1635), τα δύο βιβλία µε Τοκκάτες και Φούγκες και οι Arie
Musicali.
43

Jean – Baptiste Lully (1632 – 1687). Γεννήθηκε στη


Φλωρεντία και πέθανε στο Παρίσι σε ηλικία 55 ετών.
Παρόλο που ήταν Ιταλός (το πραγµατικό του όνοµα ήταν
Giovanni Battista Lulli) το µεγαλύτερο µέρος της ζωής του
έζησε στη Γαλλία και θεωρείται ο µεγαλύτερος συνθέτης
του Γαλλικού Baroque.
Το 1652 πήρε τη θέση του αυλικού βιολιστή του
Λουδοβίκου του 14ου. Η ιδιότητα του ως χορευτής κίνησε το
ενδιαφέρον του βασιλιά, µιας και ο ίδιος ήταν χορευτής
και λάτρης του µπαλέτου και τον όρισε αυλικό συνθέτη
για τα βασιλικά µπαλέτα. Μέχρι το 1674 είχε αποκτήσει
τόση δύναµη ως αυλικός συνθέτης ώστε λέγεται ότι καµία
όπερα δεν µπορούσε να ανεβεί στη Γαλλία χωρίς την
άδειά του. Γενικά ήταν πολύ φιλόδοξος σαν άνθρωπος και
πολύ αυστηρός στη δουλειά του. Ήταν µάλιστα από τους
πρώτους συνθέτες που διεύθυνε τις πρόβες περίπου σαν
τους σηµερινούς µαέστρους κρατώντας ένα κοντάρι και
χτυπώντας το στο έδαφος για να κρατάει τον παλµό, σε
αντίθεση µε τη συνήθη πρακτική της εποχής όπου ο
µαέστρος συνήθως διεύθυνε από τη θέση του
τσεµπαλίστα ή του πρώτου βιολιστή. Αυτή του η
συνήθεια υπήρξε και η καταδίκη του αφού σε κάποια
πρόβα το κοντάρι του χτύπησε το πόδι και έπαθε µια τόσο
σοβαρή µόλυνση που τον οδήγησε στο θάνατο.
Οι καινοτοµίες που έφερε κατά τη διάρκεια της ζωής
του ήταν πολλές. Ήταν ο πρώτος που εισήγαγε γυναίκες
χορεύτριες στο µπαλέτο. Εισήγαγε επίσης στο µπαλέτο
και το µινουέτο µια µορφή που συναντάται σε όλη την
περίοδο Baroque αλλά και στον κλασικισµό µε µεγάλη
συχνότητα. Επιπλέον καθιέρωσε τη µορφή της Γαλλικής
ουβερτούρας και ήταν αυτός που αντικατέστησε το
ρετσιτατίβο σέκκο (ξερό, µε τη συνοδεία του τσέµπαλου)
µε το ακκοµπανιάντο (µε τη συνοδεία όλης της
ορχήστρας) στην Γαλλική όπερα.
44

Dietrich Buxtehude (1637 – 1707). Οργανίστας και


συνθέτης. Η χρονολογία και η χώρα που γεννήθηκε δεν
είναι ιστορικά εξακριβωµένες. Πέρασε τα παιδικά του
χρόνια σε µια περιοχή που τότε ήταν µέρος της Δανίας.
Κάποιοι ιστορικοί όµως ισχυρίζονται ότι γεννήθηκε στο
δουκάτο του Holstein µέρος της σηµερινής Γερµανίας.
Όπως και να χει σήµερα θεωρείται Γερµανός συνθέτης
αφού ο ίδιος εκγερµάνισε το όνοµά του (βαφτίστηκε
Diderik Hansen). Ο πατέρας του ήταν µουσικός και υπήρξε
ο πρώτος του δάσκαλος.
Το 1668 διορίστηκε οργανίστας στη εκκλησία της
Αγίας Μαρίας στο Lübeck. Εκεί καθιέρωσε µια σειρά από
συναυλίες για όργανο και χορωδία που γινόταν κάθε
χρόνο τις πέντε Κυριακές πριν από τα Χριστούγεννα. Σε
αυτές τις συναυλίες βρέθηκαν για να τον γνωρίσουν
πολλοί συνθέτες της εποχής όπως ο Handel, o Telemann
και ο Bach ο οποίος θαύµαζε πολύ τον Buxtehude αφού
περπατούσε επί µήνες και πέρασε από πολλές
περιπέτειες για να βρεθεί στις συναυλίες αυτές και να τον
γνωρίσει από κοντά. Ο θαυµασµός του Bach στο πρόσωπο
του Buxtexude είναι εµφανής και στο συνθετικό του έργο
καθώς χρησιµοποίησε πολλές από τις µελωδίες του στις
δικές του συνθέσεις.

Johann Pachelbel (1653 – 1706). Γερµανός οργανίστας και


συνθέτης. Υπήρξε δάσκαλος του µεγάλου αδερφού του J.S.
Bach ο οποίος µε τη σειρά του έδωσε στον Bach τα πρώτα
µαθήµατα µουσικής.
Τα χορικά πρελούδια του διακρίνονταν από απλότητα
και λυρικότητα και επηρέασαν τις επόµενες γενιές
συνθετών προτεσταντικής θρησκευτικής µουσικής.
Ο Pachelbel έχει µείνει στην ιστορία κυρίως για τον
διάσηµο κανόνα του σε Ρε µείζονα ο οποίος ήταν
γραµµένος για τρία βιολιά και continuo. Αυτός ο κανόνας
είναι µέχρι και σήµερα ένα από τα πιο δηµοφιλή έργα
λόγιας µουσικής καθώς χρησιµοποιείται συχνά σε
διαφηµίσεις, κινηµατογραφικές ταινίες, ακόµη και σε γα-
45

µήλιες τελετές. Η απλότητα και η αµεσότητα του κανόνα


αυτού πέρασε ακόµη και στην Pop µουσική αφού πολλά
από τα σηµερινά τραγούδια έχουν την ίδια διαδοχή
συγχορδιών µε αυτόν τον κανόνα.

Arcangelo Corelli (1653 – 1713). Ιταλός βιολιστής και


συνθέτης. Γεννήθηκε στο Fusignano και πέθανε στη Ρώµη
σε ηλικία 60 ετών. Θεωρείται ο πατέρας της σονάτας και
του κοντσέρτου µιας και ήταν από τους πρώτους που
καθιέρωσε τα έγχορδα ως βασικό κορµό της ορχήστρας
και έδωσε στους κορυφαίους κάθε οµάδας εξέχοντα ρόλο
δηµιουργώντας µε αυτόν τον τρόπο το Concerto Grosso.
Ήταν πολύ ικανός µαέστρος και γι’ αυτό τον
καλούσαν συχνά να διοργανώσει συναυλίες για ιδιαίτερες
περιστάσεις. Μια από αυτές ήταν και η στέψη του Πάπα,
όπου ο Corelli διεύθυνε µια ορχήστρα αποτελούµενη από
150 έγχορδα.

Henry Purcell (1659 – 1695). Άγγλος, οργανίστας, χορωδός


και συνθέτης. Θεωρείται ο µεγαλύτερος Άγγλος συνθέτης
της εποχής Baroque. Γεννήθηκε και πέθανε στο Λονδίνο
σε ηλικία 36 ετών.
Ο πατέρας του ήταν µουσικός και ο ίδιος τραγουδούσε
από πολύ µικρός στη παιδική βασιλική χορωδία. Όταν
άρχισε να περνάει τη µεταφώνηση και αναγκάστηκε να
εγκαταλείψει τη χορωδία, έγινε βοηθός του συντηρητή
οργάνων του βασιλιά. Αργότερα έγινε βασιλικός
οργανίστας αλλά και οργανίστας του Αβαείου του
Westminster.
Έχει γράψει πολλά έργα θρησκευτικής µουσικής
αλλά και καθαρά οργανική µουσική. Παρόλα αυτά το
γνωστότερο έργο του είναι η όπερα «Dido and Aeneas», η
µοναδική όπερα που έγραψε ποτέ. Άλλα σηµαντικά έργα
του είναι η «Ωδή για την γιορτή της Αγίας Καικιλίας» και
οι φαντασίες για έγχορδα.
46

Alessandro Scarlatti (1660 – 1725). Ιταλός συνθέτης.


Γεννήθηκε στο Παλέρµο και πέθανε στη Νάπολη σε
ηλικία 65 ετών. Έζησε στη Ρώµη, τη Φλωρεντία και τη
Νάπολη και έγραψε συνολικά 115 όπερες αλλά και πολλά
θρησκευτικά έργα µεταξύ των οποίων 600 καντάτες.
Η θεµατική επεξεργασία στα έργα του και η
χρωµατικότητα στην αρµονία επηρέασε µεταγενέστερους
συνθέτες στην περίοδο του κλασικισµού. Καθιέρωσε τη
δοµή της Ιταλικής ουβερτούρας (Γρήγορο – Αργό –
Γρήγορο) η οποία µε τη σειρά της οδήγησε στη δηµιουργία
της κλασικής συµφωνίας. Επίσης έδωσε πολύ έµφαση
στην ενορχήστρωση της όπερας, δίνοντας σηµαντικό ρόλο
στα κόρνα.

Antonio (Lucio) Vivaldi (1678 – 1741). Ιταλός βιολιστής και


συνθέτης. Γεννήθηκε στη Βενετία και πέθανε στη Βιέννη
σε ηλικία 63 ετών. Μαζί µε τον Corelli διαµόρφωσε τη
φόρµα του κοντσέρτου.
Έµαθε βιολί από τον πατέρα του και από µικρή
ηλικία τον προόριζαν για ιερέα. Ο Vivaldi το αποδέχτηκε
γιατί ήξερε ότι σαν ιερέας θα είχε το χρόνο να συνθέτει.
Το 1703 µετά τη χειροτόνησή του, διορίστηκε αρχιµουσικός
σε ένα ορφανοτροφείο θηλέων, το «Ospedale della Pietà»,
όπου και πέρασε µεγάλο µέρος της ζωής του. Το
ορφανοτροφείο αυτό έδινε µεγάλη σηµασία στη µουσική
εκπαίδευση των τροφίµων. Είχε µάλιστα τη δική του
ορχήστρα και χορωδία η οποίες έδιναν συναυλίες, για να
ενισχύσουν τις εισφορές και δωρεές προς το
ορφανοτροφείο.
Για τις ανάγκες των συναυλιών αυτών ο Vivaldi
έγραψε µεταξύ άλλων την πρώτη σειρά από κοντσέρτα
για βιολί, µε την ονοµασία L’estro armonico και το Gloria.
Ο Vivaldi ήταν πολύ παραγωγικός συνθέτης καθώς
έγραψε πάνω από 500 κοντσέρτα (σχεδόν τα µισά για
σόλο βιολί) για βιολί, φαγκότο, τσέλο, όµποε, φλάουτο και
µαντολίνο, καθιερώνοντας έτσι την τριµερή µορφή
(γρήγορο – αργό – γρήγορο). Μεταξύ αυτών των κοντσέρ-
47

των βρίσκονται και οι Τέσσερις Εποχές, το γνωστότερο


έργο του και ένα από τα πιο δηµοφιλή έργα λόγιας
µουσικής µέχρι και σήµερα. Οι τέσσερις εποχές
χαρακτηρίζονται ως προγραµµατική µουσική, γιατί η
σύνθεσή τους είναι επηρεασµένη από κάποιο εξωµουσικό
ερέθισµα. Ο Vivaldi έγραψε επίσης περί τις 90 σονάτες, 50
έργα φωνητικής θρησκευτικής µουσικής, 50 όπερες και 40
καντάτες, αφήνοντας πίσω του µια τεράστια κληρονοµιά
για τις επόµενες γενιές συνθετών.

George Philipp Telemann (1681 – 1767). Γερµανός


συνθέτης. Γεννήθηκε στο Magdeburg και πέθανε στο
Hamburg σε ηλικία 86 ετών.
Ήταν γιος ενός ιερέα της Προτεσταντικής εκκλησίας
και παρόλο που είχε δείξει από νωρίς έφεση στη µουσική,
η οικογένειά του τον απέτρεψε από το να γίνει
επαγγελµατίας µουσικός. Παρόλο που ήταν αυτοδίδακτος
έπαιζε διάφορα όργανα όπως βιολί, φλογέρα, όµποε,
βιόλα ντα γκάµπα και πληκτροφόρα. Ξεκίνησε να
σπουδάσει νοµικά αλλά σύντοµα παράτησε τη σχολή του
για χάρη της µουσικής. Σύντοµα έγινε διευθυντής της
όπερας του Leipzig και ξεκίνησε να δηµοσιεύει τα έργα
του, αποκτώντας µεγάλη φήµη κατά τη διάρκεια της ζωής
του. Κατέχει το ρεκόρ του πολυγραφότερου συνθέτη στο
βιβλίο Γκίνες καθώς έγραψε πάνω από 3.000 έργα.

Jean Philippe Rameau (1683 – 1764). Γάλλος οργανίστας,


συνθέτης και θεωρητικός. Γέννήθηκε στο Dijon και
πέθανε στο Παρίσι σε ηλικία 81 ετών.
Παρόλο που ο πατέρας του δούλευε σαν οργανίστας
για 42 χρόνια σε διάφορες εκκλησίες, φαίνεται να
προτιµούσε για το γιό του την καριέρα του δικηγόρου. Ο
Rameau όµως ήδη από τα 18 του χρόνια άρχισε να ψάχνει
δουλειά σαν οργανίστας σε διάφορες πόλεις της Γαλλίας
και είχε εκδώσει ήδη το πρώτο του έργο. Τελικά βρήκε
δουλειά σε έναν καθεδρικό ναό στο Clermont και ξεκίνησε
να ασχολείται σε βάθος µε τα θεµέλια της Αρµονίας.
48

Το 1722 εξέδωσε στο Παρίσι το βιβλίο του “Traité de


l’harmonie”, βιβλίο που αποτελεί βάση για όλα τα
σύγχρονα εγχειρίδια Αρµονίας. Με την αφορµή της
επιτυχίας της έκδοσης αυτής ο Rameau εγκαταστάθηκε
στο Παρίσι όπου πέρασε και το υπόλοιπο της ζωής του.
Εκεί συνέθεσε κυρίως όπερες αλλά και µουσική για
πληκτροφόρα. Το κοινό του Παρισιού, συνηθισµένο στη
µουσική του Lully δυσκολεύτηκε να δεχθεί την
διαφορετική προσωπικότητα του Rameau. Λέγεται
µάλιστα ότι το κοινό χωρίστηκε σε στρατόπεδα ανάλογα
µε τον συνθέτη που προτιµούσε.
Η καριέρα του απογειώθηκε το 1748 µε την όπερα
“Pygmalion” αλλά σύντοµα η φήµη του εξασθένησε
καθώς άρχισαν να επικρατούν οι νέες µουσικές τάσεις
που οδήγησαν την Ευρώπη στον Κλασικισµό.
Το γνωστότερό του έργο είναι η όπερα “Les Indes
Galantes”

Johann Sebastian Bach (1685 – 1750). Γερµανός οργανίστας,


βιολιστής, διευθυντής ορχήστρας, δάσκαλος και συνθέτης.
Γεννήθηκε στο Eisenach και πέθανε στη Λειψία σε ηλικία
65 ετών.
Ο Bach καταγόταν από µια πολύ σηµαντική µουσική
Λέγεται ότι
όταν οικογένεια. Οι δύο πρώτοι δάσκαλοι του ήταν πατέρας του
αναζητούσαν που ήταν επαγγελµατίας βιολιστής και αργότερα όταν
µουσικούς ορφάνεψε, ο µεγάλος αδερφός του που ήταν οργανίστας.
στο Eisenach Το 1703, σε ηλικία 18 χρονών έγινε οργανίστας και
έλεγαν τη διευθυντής της χορωδίας στο Arnstadt και λίγο αργότερα
φράση στο Mühlhausen. Εκείνη την περίοδο έκανε και το µεγάλο
«Φέρτε µου ταξίδι στο Lübeck για να µπορέσει να ακούσει τον
έναν Bach»
Buxtehude που τόσο θαύµαζε, διανύοντας µε τα πόδια
περίπου 400 χιλιόµετρα. Η επίδραση του Buxtehude στο
έργο του Bach άρχισε να είναι ιδιαίτερα εµφανής µετά το
ταξίδι. Σε αυτή την νεανική περίοδο γράφτηκε η
Passacaglia σε Ντο ελάσσονα και πιθανόν και η γνωστή
Τοκκάτα και Φούγκα για εκκλησιαστικό όργανο σε Ρε
ελάσσονα.
49

Από το 1708 µέχρι και το 1717 εργάστηκε στη Βαϊµάρη


αρχικά ως απλός µουσικός και αργότερα ως βοηθός
µαέστρου. Από το 1714 και µετά ήταν υποχρεωµένος να
γράφει µια καινούργια καντάτα κάθε µήνα.
Μετά το θάνατο του Kapellmeister του δούκα της
Βαϊµάρης ο Bach περίµενε ότι θα ήταν ο διάδοχος. Η θέση
όµως δεν του προσφέρθηκε και έτσι αποφάσισε να δεχθεί
τη θέση του Kapellmeister στην αυλή ενός άλλου ευγενή
στο Anhalt-Cοthen. Η µετάβαση από τη µια θέση στην Στην εποχή
άλλη αποδείχθηκε επεισοδιακή αφού ο Bach για να Baroque δεν
επισπεύσει την απόλυσή του δηµιούργησε έναν έντονο χρησιµοποιού
καυγά την ώρα της πρόβας που τον οδήγησε τελικά στη νταν όλες οι
φυλακή για περίπου δύο µήνες. Παρόλα αυτά ο Bach κλίµακες,
εκείνη την περίοδο έγραψε τα 6 «Βραδεµβούργια ούτε ήταν
δυνατόν να
κοντσέρτα», τη «Λειτουργία σε Σι ελάσσονα» καθώς και
γίνουν
το πρώτο βιβλίο από το «Καλώς συγκερασµένο
µακρινές
κλειδοκύµβαλο». Ο τίτλος αυτού του έργου, αναφέρεται µετατροπιές
στο νέο σύστηµα του συγκερασµού της οκτάβας σε 12 ίσα λόγω
µεταξύ τους ηµιτόνια. Βάση αυτού του συστήµατος ο Bach διαφόρων
έγραψε πρελούδια και φούγκες σε όλες τις τονικότητες, προβληµάτω
δείχνοντας ότι το νέο σύστηµα µπορεί να δώσει µεγάλη ν µε το
ελευθερία στις µετατροπίες αλλά και στη χρήση κούρδισµα. Ο
κλιµάκων µε πολλές αλλοιώσεις. Bach µε τα 48
πρελούδια
Το 1723 ο Bach µετακόµισε στη Λειψία όπου ανέλαβε
και φούγκες
τη θέση του κάντορα στις εκκλησίες του Αγίου Θωµά και
του Καλώς
του Αγίου Νικολάου. Σε αυτή την περίοδο έγραψε τα δύο συγκερασµέν
µεγάλα Πάθη, τα «Κατά Ματθαίον» και τα «Κατά ου
Ιωάννη», το ορατόριο των Χριστουγέννων, το Magnificat κλειδοκύµβα
και περί τις 300 καντάντες. Όλα τα έργα θρησκευτικής λου
µουσικής του Bach (εκτός της Λειτουργίας σε Σι αναδεικνύει
ελάσσονα) ήταν έργα της Λουθηρανικής τις
(Προτεσταντικής) εκκλησίας. δυνατότητες
του νέου
Τα 6 έργα που συνέθεσε στα τελευταία 10 χρόνια της
συστήµατος.
ζωής του (το 2ο βιβλίο από το Καλώς Συγκερασµένο
Κλειδοκύµβαλο, τις παραλλαγές Goldberg, την Μουσική
Προσφορά, τις Canonic Variations on Vom Himmel Hoch,
τη λειτουργία σε Σι ελάσσονα και την Τέχνη της Φούγκας)
50

Στην Τέχνη είναι όλα µνηµειώδη και αποτυπώνουν την ιδιοφυία του
της Φούγκας
σε όλο της το µεγαλείο. Η Τέχνη της Φούγκας, την οποία
ο Bach
χρησιµοποιεί δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει, είναι ένα επιστέγασµα της
σαν θέµα το µορφής αυτής. Όλες οι φούγκες και οι κανόνες του έργου
όνοµά του έχουν το ίδιο θέµα αυτούσιο ή σε παραλλαγές.
B= σι ύφεση,
Το αρχικό θέµα από την «Τέχνη της Φούγκας»
A=λα,
C= ντο,
H=σι φυσικό

Ο Bach κατά τη διάρκεια της ζωής του παντρεύτηκε 2


φορές και έκανε συνολικά 20 παιδιά. Τέσσερα από αυτά,
έγιναν µε τη σειρά τους αξιόλογοι συνθέτες. Έγραψε
πάνω από 1000 έργα των οποίων η κωδικοποίηση έχει τα
αρχικά BWV (Bach Werke Verzeichnis)
Το µεγαλειώδες έργο που άφησε πίσω του ο Bach δεν
εκτιµήθηκε όπως θα έπρεπε από τους σύγχρονούς του.
Θεωρούνταν ξεπερασµένος συνθέτης αφού ήδη από το
1730 η Baroque µουσική άρχισε να αλλάζει, να αποκτά
άλλη υφή οδηγώντας σταδιακά στην εποχή του
Κλασικισµού. Έτσι ο Bach για σχεδόν έναν αιώνα έµεινε
στην αφάνεια. Οι συνθέτες του 18ου και 19ου αι. βέβαια
γνώριζαν και µελετούσαν το έργο του αλλά το κοινό τον
είχε ξεχάσει. Ιδιαίτερα στην κλασική εποχή όταν
αναφέρονταν στο όνοµα Bach εννοούσαν τον γιο του Carl
Philipp Emanuel Bach.
Στις αρχές του 19ου αι. το ενδιαφέρον για το έργο του
Bach αναζωπυρώθηκε στους κύκλους των εύπορων
αστών, µέσα στους οποίους µεγάλωσε ο συνθέτης F.
Mendelssohn ο οποίος, το 1829 σε ηλικία µόλις 20 χρονών
ανέβασε τα χαµένα µέχρι τότε «Κατά Ματθαίον Πάθη». Η
ιστορική αυτή συναυλία ήταν µόνο η αρχή για την
µετέπειτα µελέτη του έργου του Bach και την εκ νέου
εκτίµηση της σηµασίας του.
51

George Frideric Handel (1685 – 1759) Γερµανός οργανίστας


βιολιστής και συνθέτης. Γεννήθηκε στο Halle και πέθανε
στο Λονδίνο σε ηλικία 74 ετών.
Ο Handel έδειξε την αγάπη του για τη µουσική από
πολύ µικρή ηλικία. Ο πατέρας του βέβαια δεν το άφηνε να
ασχοληθεί σοβαρά µε τη µελέτη γιατί δεν θεωρούσε τη
µουσική επάγγελµα που µπορεί να αποφέρει χρήµατα,
έτσι ο Handel δεν είχε καν όργανο στο σπίτι. Με την
ενθάρρυνση της µητέρας του όµως, κατάφερνε να
µελετάει όποτε του δινόταν η ευκαιρία και έγινε γρήγορα
ένας πολύ ικανός εκτελεστής και συνθέτης. Πριν ακόµα
την ηλικία των 10 ετών, άρχισε να µαθητεύει δίπλα στον
Frideric Wilhem Zachow και συνέθεσε µέχρι τα 17 του
πολλές εκκλησιαστικές καντάτες και µουσική δωµατίου.
Παρά τις αντιδράσεις του πατέρα του, ο Handel
εγκατέλειψε τη σχολή της νοµικής στην οποία είχε πάει
εξαρχής χωρίς τη θέλησή του, και αφοσιώθηκε
αποκλειστικά στη µουσική παίρνοντας τη θέση του
βιολιστή σε µια όπερα του Αµβούργου. Εκεί ξεκίνησε να
συνθέτει τις πρώτες του όπερες οι οποίες έγιναν ιδιαίτερα
δηµοφιλείς στο κοινό. Το 1706 µετακοµίζει στην Ιταλία και
τέσσερα χρόνια µετά αποφασίζει να δοκιµάσει την τύχη
του στο Λονδίνο µε σκοπό να δουλέψει ως ανεξάρτητος
συνθέτης. Τη χρονιά εκείνη γράφει την όπερα “Rinaldo”
και εγκαθιδρύει τη φήµη του στο Λονδίνο.
Το 1726, µετά από χρόνια επιτυχηµένης καριέρας,
αποφάσισε να µείνει µόνιµα στο Λονδίνο και πήρε την
Αγγλική υπηκοότητα. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο
Handel µετέφρασε πολλές από τις όπερες του στα
Αγγλικά και έγραψε ορατόρια µε αγγλικό κείµενο,
µεγαλώνοντας ακόµα περισσότερο τη φήµη του στο
Αγγλικό κοινό. Το 1741 έγραψε το πιο διάσηµο από τα
ορατόριά του, τον «Μεσσία».
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπέφερε από
διάφορα προβλήµατα υγείας. Δύο εγκεφαλικά του είχαν
περιορίσει την κινητικότητα στο δεξί χέρι καθώς και την
όραση. Παρόλα αυτά ο Handel συνέχισε να παίζει και να
52

συνθέτει ακόµα και όταν έχασε τελείως την όρασή του.


Κατά τη διάρκεια της ζωής του συνέθεσε γύρω στις 30
όπερες και 50 ορατόρια. Τα σηµαντικότερα έργα του:
“Messiah”, “Water Music”, “Music for the Royal Fireworks”,
“Arrival of the Queen of Sheba”.

Πορτραίτο του Handel

Η εισαγωγή από το διάσημο χορωδιακό


Hallelujah από τον Μεσσία
53

Η εποχή του Κλασικισµού (1750 – 1827)

Κλασικισµός στην ιστορία της µουσικής ονοµάζεται η Εισαγωγή

εποχή και το ύφος των 3 µεγάλων δασκάλων που


διαµόρφωσαν την 1η Βιεννέζικη σχολή, Joseph Haydn,
Wolfgang Amadeus Mozart και Ludwig van Beethoven. Η
ονοµασία αποδόθηκε στην εποχή µετά το θάνατο του
Beethoven και οριοθετείται τυπικά από το 1750 ως και την
ηµεροµηνία θανάτου του. Τα όρια αυτά βέβαια είναι
αρκετά ασαφή αφού ήδη από το 1730 ένα νέο, πιο
ανάλαφρο ύφος είχε αντικαταστήσει την πολυπλοκότητα
της Baroque. Επίσης, όπως θα δούµε αργότερα, τα έργα
της τελευταίας περιόδου της ζωής του Beethoven
παρουσιάζουν καινοτοµίες και φιλοσοφικές ιδέες που
ανήκουν πρακτικά στην περίοδο του Ροµαντισµού του 19ου
αι.

Το µεσοδιάστηµα ανάµεσα σε Baroque και Κλασικισµό,


οι συνθέτες έκαναν µια στροφή προς το ελαφρότερο ύφος
του Ροκοκό, ένα ύφος του οποίου η κεντρική ιδέα δεν
ήταν η ανύψωση του ακροατή µέσω της µουσικής, αλλά η
απλότητα και η ανάλαφρη αίσθηση της ευχαρίστησης.
Εµφανίστηκαν κοµµάτια µε τίτλους όπως: το ερωτευµένο
αηδόνι ή, οι µικροί ανεµόµυλοι, καθώς και όπερες µε
χιουµοριστικό περιεχόµενο, έργα που επιδίωκαν την
άµεση έκφραση του προσωπικού συναισθήµατος µε τρόπο
ευχάριστο και ψυχαγωγικό. Στη Γαλλία εµφανίστηκε το
ύφος Galante, στην Ιταλία η κωµική Opera Buffa και οι
µορφές Σονάτα και Sinfonia άρχισαν να γίνονται οι
κυριότερες µορφές σύνθεσης οδηγώντας µέσω του
κινήµατος «Θύελλα και Ορµή» στον Κλασικισµό.
54

Η Όπερα

Η διαµάχη Το 1752 ένας ιταλικός θίασος, σε µια επίσκεψή του στο


των Παρίσι παρουσίασε την κωµική όπερα “La Serva Padrona”
Μπουφώνων
του Pergolesi. Η όπερα ήταν µια ελαφριά κωµωδία που
διασκέδαζε χωρίς να είναι ανόητη και ήταν γεµάτη από
καλοσύνη και ανθρωπιά. Λίγο αργότερα ο φιλόσοφος και
συνθέτης Jean Jacques Rousseau έγραψε τη δική του
κωµική όπερα “Ο Μάντης του χωριού” και µαζί
κυκλοφόρησε και ένα δηµοσίευµα µε τίτλο “Γράµµα” και
θέµα τη Γαλλική µουσική. Στο δηµοσίευµα αυτό, ο
Rousseau δήλωσε ότι σε µια σύνθεση, η µελωδία είναι
αυτή που παίζει κυρίαρχο ρόλο και ότι η αντίστιξη είναι
αφύσικα περίπλοκη και δεν υπηρετεί την έκφραση του
τραγουδιού. Οι απόψεις αυτές οδήγησαν σε µια ιδεολογική
διαµάχη ανάµεσα στους φορείς αυτής της προοδευτικής
ιδέας και στους υποστηρικτές της συντηρητικής
αριστοκρατίας και έµεινε στην ιστορία ως «Η διαµάχη των
Μπουφώνων», λόγω του ονόµατος Opera Buffa που
σηµαίνει κωµική όπερα.
Ως αποτέλεσµα αυτής της διαµάχης, η Opera Seria, η
µεγάλη σοβαρή όπερα της Ιταλικής παράδοσης,
παρήκµασε. Τα θέµατα της κωµικής όπερας αντλούνταν
από την καθηµερινότητα και δεν ήταν πλέον
εµπνευσµένα µόνο από το Αρχαιοελληνικό δράµα ή τις
ιστορίες διάφορων βασιλέων. Οι χαρακτήρες ήταν απλοί
άνθρωποι και η γλώσσα ήταν η καθοµιλουµένη µε συχνές
αναφορές σε τοπικές διαλέκτους.
Η Γαλλία αντιστάθηκε στην ιταλική όπερα και
διαµόρφωσε τις δικές της αντίστοιχες µορφές σοβαρής και
κωµικής όπερας. Έτσι η Grand Opera ήταν η όπερα της
αριστοκρατίας και περιλάµβανε ηρωικά θέµατα από τη
µυθολογία και την ιστορία. Από την άλλη η Opera
Comique είχε το ύφος της Opera Buffa αλλά περιελάµβανε
οµιλούµενο διάλογο (πρόζα) αντί για recitativi, καθώς
επίσης και δηµοφιλή τραγούδια της εποχής.
55

Η
Η διαµάχη των Μπουφώνων οδήγησε στην αποποµπή αναµόρφωση
της όπερας του Pergolesi από το Παρίσι. Η Opera Buffa της σοβαρής
όµως είχε ήδη αρχίσει να κερδίζει έδαφος στη συνείδηση όπερας από
του κόσµου. Ο γερµανός συνθέτης Christoph Willibald τον Gluck.
Gluck, ένας από τους σηµαντικότερους συνθέτες όπερας
της εποχής, αντιλήφθηκε την αδυναµία της Opera Seria να
κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού. Μετά από πολλές
όπερες που έτυχαν µέτριας αντιµετώπισης, αποφάσισε να
αναµορφώσει το είδος µε σκοπό να το προσαρµόσει στα
νέα δεδοµένα της εποχής.
Έτσι στον πρόλογο της όπερας «Άλκηστη» ο Gluck
γράφει ένα κείµενο στο οποίο δηλώνει ότι η Opera Seria
χρειάζεται αναµόρφωση. Η πλοκή, η γλώσσα και η
µουσική µιας όπερας πρέπει να επιδιώκουν την ανάδειξη
της απλότητας και της αλήθειας και ο µόνος τρόπος να
επιτευχθεί αυτό είναι µέσω της φυσικότητας στην
έκφραση. Η όπερα αυτή λοιπόν ήταν η πρώτη από µια
σειρά έργων στα οποία η µουσική υπηρετούσε το νόηµα
του κειµένου και εξέφραζε τον ψυχικό κόσµο των
πρωταγωνιστών. Πιο συγκεκριµένα, ο Gluck κατήργησε
την aria da capo και στη θέση της χρησιµοποίησε πιο απλά
και φυσικά τραγούδια. Επίσης αντικατέστησε το recitativo
secco µε accompagnanto και έδωσε στη χορωδία και στο
µπαλέτο ενεργό ρόλο στην δράση της όπερας. Τέλος η
εισαγωγή σταµάτησε να είναι εντελώς ανεξάρτητη από
την υπόλοιπη όπερα και η µουσική έχασε τον εθνικό της
χαρακτήρα.
Στη Γερµανία κυριαρχούσε η Ιταλική όπερα αλλά
ταυτόχρονα εµφανίστηκε και το γερµανικό αντίστοιχο της
Opera Buffa, το Singspiel. Το singspiel είχε όλα τα
χαρακτηριστικά της κωµικής όπερας της Ιταλίας αλλά το
κείµενο ήταν στα Γερµανικά και περιείχε οµιλούµενο
διάλογο αντί για recitativi.
56

Οι σηµαντικότερες όπερες του Mozart ανά είδος:

Opere Serie:
Μιθριδάτης ο Βασιλιάς του Πόντου
(Mitridate, Re di Ponto, 1771)
Ιδοµενέας ο Βασιλιάς της Κρήτης
(Idomeneo, Re di Creta, 1781)
Η µεγαλοψυχία του Τίτου
(La clemenza di Tito, 1791)

Opere buffe:
οι Γάµοι του Φίγκαρο
(Le nozze di Figaro, Βιέννη 1786),
Έτσι κάνουν όλες
(Cosi fan tutte, Βιέννη, 1790),
Don Giovanni (Πράγα, 1787)

Singspiel:
Βαστιανός και Βαστιανή
(Bastien und Bastienne 1768),
Η απαγωγή από το Σεράι
(Die Entführung aus dem Serail 1782),
Ο Μαγικός Αυλός
(Die Zauberflöte 1791)
57

Θρησκευτική µουσική

Η αναζήτηση της φυσικότητας αυτής της εποχής,


επηρέασε και την θρησκευτική µουσική. Τα νέα
χαρακτηριστικά της όπερας, πέρασαν και στο Ορατόριο. Η
θεµατολογία διευρύνθηκε και άρχισαν να εµφανίζονται
αναφορές από τα παιδικά χρόνια του Χριστού, την
Ανάσταση του Λαζάρου καθώς και άλλα θέµατα
ευρύτερου ενδιαφέροντος όπως η συντέλεια του κόσµου
και η περιγραφή της φύσης. Τα σηµαντικότερα ορατόρια
του Κλασικισµού είναι η “Δηµιουργία” και οι “Εποχές” του
J. Haydn. Άλλες µορφές θρησκευτικής µουσικής που
εξελίχθηκαν σύµφωνα µε τα καινούρια δεδοµένα ήταν η
λειτουργία, το µοτέτο και η καντάτα. Παράλληλα
εµφανίστηκε και η εκκλησιαστική σονάτα η οποία
ακολουθούσε το πρότυπο της Baroque trio σονάτας, µε δύο
βιολιά, µπάσο και εκκλησιαστικό όργανο.
Τα σηµαντικότερα έργα των 3 µεγάλων συνθετών:

J. Haydn: 14 λειτουργίες (Μεταξύ των οποίων οι


λειτουργίες των τυµπάνων, των Αγίων, της Δηµιουργίας,
των Αρµονιών), 2 Te Deum, Stabat Mater και τους 7
τελευταίους λόγους του Χριστού πάνω στο σταυρό.

W.A. Mozart: 220 λειτουργίες, 4 λιτανείες, 2 εσπερινούς,


µοτέτα, εκκλησιαστικές σονάτες, καντάτες και ένα
ορατόριο. Το Requiem (Kv 626, 1791) ήταν παραγγελία
ενός αγνώστου, απεσταλµένου του κόµητος Walsegg. Ο
Mozart πέθανε ενώ δούλευε ακόµη πάνω στο Lacrymosa.
Ο µαθητής του Sussmayr συµπλήρωσε την ενορχήστρωση
σύµφωνα µε τα προσχέδια του Mozart καθώς και τα µέρη
που έλειπαν.

L.V. Beethoven: 2 λειτουργίες (Ντο µείζονα op. 86, 1807 και


Missa Solemnis σε Ρε µείζονα op. 123, 1819 – 1823) και το
ορατόριο Ο Χριστός στο όρος των Ελαιών (1803).
58

Το Πιάνο

Η ιστορία του πιάνου αρχίζει στην Ιταλία του 1709, στο


εργαστήριο ενός οργανοποιού, του Bartolomeo di Francesco
Cristofori. Μέχρι εκείνη την εποχή, τα πληκτροφόρα
όργανα λειτουργούσαν µε µηχανισµούς οι οποίοι δεν
επέτρεπαν καµία διακύµανση της έντασης καθώς
τσιµπούσαν τη χορδή µε τον ίδιο ακριβώς τρόπο
ανεξάρτητα από τη δύναµη που έβαζε ο εκτελεστής στο
πλήκτρο. Ο ίδιος αυτός µηχανισµός εµπόδιζε τους
εκτελεστές να παίζουν σε µεγάλες ταχύτητες καθώς η
επαναφορά του πλήκτρου ήταν σχετικά αργή.
Ο Cristofori λοιπόν, σε µια έκθεση στη Φλωρεντία
Το καινούριο παρουσίασε για πρώτη φορά ένα όργανο το οποίο
πληκτροφόρο ονόµασε “Gravicembalo col piano e forte”ονοµασία που
του Cristofori έδειχνε ότι αυτό το πληκτροφόρο µπορούσε να παίξει σε
πήρε το χαµηλές και δυνατές εντάσεις. Το µυστικό ήταν τα σφυριά
όνοµά του τα οποία πλέον χτυπούσαν τη χορδή αντί να την
από τη
τσιµπάνε. Σιγά – σιγά το όργανο πήρε την πιο σύντοµη
δυνατότητά
ονοµασία fortepiano ή pianoforte και τελικά κατέληξε να
του να
παράγει ονοµάζεται απλά Piano.
δυναµικές Η εφεύρεση αυτή, όπως όλες οι εφευρέσεις στα
από piano ως γεννοφάσκια τους, είχε πολλά προβλήµατα. Ο ήχος και
forte πάλι δεν ήταν αρκετά δυνατός και δεν υπήρχε
οµοιοµορφία σε όλη την έκταση του. Ο J. S. Bach ήταν ένας
από τους πρώτους που δοκίµασε τις διάφορες εκδοχές των
πρώτων πιάνων και η κριτική του, αν και σκληρή,
βοήθησε στην εξέλιξη του οργάνου.
Τα επόµενα χρόνια, διάφοροι οργανοποιοί έκαναν
πολλές βελτιώσεις στο νέο αυτό όργανο και σταδιακά
άρχισε να κερδίζει έδαφος έναντι των προγόνων του. Οι
συνθέτες του Κλασικισµού έγραφαν πλέον για το πιάνο
και µέχρι τις αρχές του 19ου αι. το όργανο είχε πάρει
σχεδόν τη σηµερινή του µορφή κατακτώντας όλη την
Ευρώπη.
59

Η Ορχήστρα

Η ιστορία της ορχήστρας ξεκινάει από την Baroque


εποχή, όπου τελειοποιείται η κατασκευή των έγχορδων
οργάνων και βελτιώνεται σηµαντικά η κατασκευή των
ξύλινων και χάλκινων πνευστών. Όπως είδαµε ήδη,
ορχηστρικά σύνολα κάθε είδους και µεγέθους πλαισίωναν
τις µεγάλες όπερες και τα ορατόρια της εποχής και
ταυτόχρονα εµφανίστηκαν οι ορχήστρες εγχόρδων και τα
κοντσέρτα για σόλο όργανα ή οµάδες σολιστών. Η
συµφωνική ορχήστρα όµως µε τη µορφή που την ξέρουµε
σήµερα εµφανίστηκε για πρώτη φορά στην αυλή του
πρίγκιπα του Παλατινάτου Κάρολου Θεόδωρου, στο
Mannheim της νότιας Γερµανίας.
Η ορχήστρα αυτή απέκτησε πανευρωπαϊκή φήµη ως η
πιο πρωτοποριακή ορχήστρα του προκλασικισµού. Η
πειθαρχία των µελών της αλλά και οι καινοτοµίες των
συνθετών του Mannheim (Johann Stamitz και οι γιοί του Η σύνθεση
Carl και Anton, Franz Beck, Christian Cannabich) της
δηµιούργησαν τη λεγόµενη Σχολή του Mannheim, µια ορχήστρας
Mannheim:
σχολή γεµάτη ορµή και φυσικότητα που αντιπροσώπευε
22 Βιολιά
πλήρως τα ιδανικά της νέας µουσικής.
4 Βιόλες
Η νέα µουσική περιείχε έντονες αντιθέσεις, πολλά 4 Τσέλα
crescendi, αναλυµένες συγχορδίες, ξαφνικές παύσεις, 1 Κοντρα-
γρήγορες εναλλαγές piano/forte και καινούριες τεχνικές µπάσο
όπως το τρέµολο στην οµάδα των εγχόρδων. Επίσης 2 Φλάουτα
έγιναν σηµαντικές αλλαγές στη δοµή των έργων. Η 2 Όµποε
µελωδία κυριαρχούσε πλέον παντού. Το συνεχές βάσιµο 2 Κλαρινέτα
καταργήθηκε πλήρως και τη θέση της αντιστικτικής 2 Φαγκότα
2 Κόρνα
επεξεργασίας πήρε η επεξεργασία µικρών µοτίβων σε
2 Τροµπέτες
4µετρες και 8µετρες φράσεις. Τα πνευστά απέκτησαν
2 Τυµπάνια
ενεργό ρόλο στη σύνθεση της ορχήστρας αποκτώντας
µεγαλύτερη ανεξαρτησία και το Μενουέτο καθιερώθηκε
ως τρίτο µέρος στις πρώτες αυτές µορφές αµιγώς
ορχηστρικής µουσικής.
60

Η Κλασική Η Κλασική Συµφωνία είναι η µορφή που καθόρισε την


Συµφωνία ορχηστρική συνθετική σκέψη της περιόδου του
Κλασικισµού. Προέρχεται από την εισαγωγή της Ιταλικής
όπερας και του ορατορίου της Baroque εποχής. Η
εισαγωγή ονοµαζόταν Ουβερτούρα ή Sinfonia και
αποτελούνταν από τρία µέρη (Γρήγορο – Αργό – Γρήγορο).
Η εισαγωγή αυτή άρχισε σταδιακά να ανεξαρτητοποιείται
και τελικά έφτασε να αποτελεί αυτόνοµο έργο.
Οι καινοτοµίες της σχολής του Mannheim σε
συνδυασµό µε αυτές του C. Ph. E. Bach (µε το έργο του
προετοιµάζει το δρόµο για τη δηµιουργία της φόρµας
Σονάτα) οδήγησαν τελικά στη γέννηση της Κλασικής
Συµφωνίας από τον J. Haydn. Οι πρώτες 40 συµφωνίες του
γράφτηκαν τη δεκαετία του 1760 και περιείχαν ακόµα
πολλά αντιστικτικά στοιχεία. Την επόµενη δεκαετία όµως
ο Haydn αρχίζει να αναπτύσσει τη θεµατική επεξεργασία
δηµιουργώντας σταδιακά τη κλασική δοµή της
συµφωνίας, µε τρία ή τέσσερα µέρη εκ των οποίων το
πρώτο είναι γραµµένο σε φόρµα σονάτα και το τρίτο είναι
Μενουέτο.
Οι 108 συµφωνίες του Haydn αποτελούν πρότυπο για
τον Mozart ο οποίος γράφει µε τη σειρά του 41 συµφωνίες.
61

Μουσική δωµατίου

Ονοµάζεται έτσι από τον χώρο στον οποίο εκτελείται, Το κουαρτέτο


δηλαδή όχι σε στην εκκλησία ή στο θέατρο αλλά σε ένα εγχόρδων είναι
δωµάτιο όπως είναι για παράδειγµα κάποια αίθουσα στο το
παλάτι ή ένα αστικό σαλόνι. Η Μουσική Δωµατίου είχε σηµαντικότερο
σύνολο
πάντα σολιστικό χαρακτήρα και συνήθως προορίζονταν µουσικής
για περιορισµένο κοινό ειδικών και µουσικόφιλων. δωµατίου. Τα
Όλοι οι µεγάλοι κλασικοί έγραψαν σονάτες για βιολί, έγχορδα µε
τσέλο, πνευστά, ντουέτα, τρίο, κουαρτέτα, πιάνο τρίο κλπ. δοξάρι ήταν
από τα πρώτα
Η σηµαντικότερη µορφή της εποχής όµως είναι το όργανα που η
Κουαρτέτο εγχόρδων. Είναι µια σύνθεση για δύο βιολιά, κατασκευή
βιόλα και βιολοντσέλο. Αποτελείται συνήθως από 4 µέρη τους επέτρεπε
εκ των οποίων το 1ο και το 4ο είναι γρήγορα και έχουν τη γρήγορα
δεξιοτεχνικά
φόρµα σονάτα και τα δύο µεσαία µπορεί να είναι είτε περάσµατα και
αργά είτε µενουέτα ή σκέρτσα. Το κουαρτέτο εγχόρδων οµοιοµορφία
από τη δηµιουργία του µέχρι και τη σύγχρονη εποχή στο ηχόχρωµα.
θεωρείται το απόλυτο έργο κύρους για έναν συνθέτη. Η
ελευθερία που προκύπτει από τον σολιστικό χαρακτήρα
του αλλά και ο περιορισµός της χρήσης του ηχοχρώµατος,
οδηγούν στη σύνθεση της πιο καθαρής µορφής απόλυτης
µουσικής που υπήρξε ποτέ.
Σύµφωνα µε τους ιστορικούς το κουαρτέτο εγχόρδων
προέρχεται από τη Baroque τρίο σονάτα, όπου προστέθηκε
η βιόλα και σταδιακά η γραµµές των οργάνων
ανεξαρτητοποιήθηκαν. Παρόλα αυτά σύµφωνα µε τον
βιογράφο του Haydn το σύνολο αυτό προέκυψε από µια
εντελώς τυχαία περίσταση. Ο Βαρώνος Furnberg
προσκαλούσε συχνά στην έπαυλή του 4 φίλους, µεταξύ
των οποίων και τον 18χρονο τότε Haydn για να παίξουν
λίγη µουσική. Κάποια µέρα ζήτησε από τον Haydn να
γράψει κάτι ειδικά γι’ αυτό το ερασιτεχνικό σύνολο, το
οποίο τύχαινε να αποτελείται από 2 βιολιά, βιόλα και
βιολοντσέλο. Το πρώτο αυτό κουαρτέτο εγχόρδων
ακολούθησαν άλλα 67 καθιερώνοντας το είδος ως ένα
από τα σηµαντικότερα είδη µουσικής δωµατίου.
62

Το Γερµανικό Lied

Lied σηµαίνει τραγούδι. Το γερµανικό τραγούδι ανθίζει


την περίοδο του κλασικισµού µε τις δύο σχολές
τραγουδιού του Βερολίνου και τη βιεννέζικη παράδοση
τραγουδιού στην Αυστρία.
Ιδρυτής της 1ης σχολής είναι ο Chr. G. Krause (1719 –
1770) ο οποίος επεδίωξε να συνδυάσει την υψηλή τέχνη µε
το τραγούδι. Εξέδωσε 2 τόµους µε Μελοποιηµένες Ωδές
(1753/55) ακολουθώντας το πρότυπο της γαλλικής
Αριέττας δηλαδή συνειδητά απλή µορφή έως και
λαϊκότροπη όπου η µελωδία υπερτερεί και η συνοδεία έχει
δευτερεύοντα ρόλο. Στην 1η σχολή του Βερολίνου ανήκουν
και οι “Θρησκευτικές Ωδές και τραγούδια” του C. Ph. E.
Bach πάνω σε ποίηση του Gellert. Άλλες συλλογές είναι:
“Οι Ωδές” του Klopstock, οι “Σερενάτες για τραγούδι µε
συνοδεία πιάνου” του Neefe, τα “Τραγούδια του έρωτα και
της φιλίας”, τα “Τραγούδια µιας αισθηµατικής ψυχής” και
τα “Τραγούδια της σοφίας και της αρετής”, όλα του Hiller.
Οι µουσικές δηµιουργίες των συνθετών της 2ης σχολής
του Βερολίνου θεωρούνται υψηλότερης ποιότητας από
αυτές τις πρώτης παρ’ όλο που οι δύο σχολές µοιάζουν σε
µεγάλο βαθµό. Ο λόγος είναι η επιρροή των ποιητών
Herder, Goethe και Schiller σε πολλούς µουσικούς οι οποίοι
ενστερνίστηκαν τα ιδεώδη της οµοιοµορφίας, της
ενότητας του περιεχοµένου και της κλειστής ποιητικής
µορφής. Σύµφωνα λοιπόν µε τον Goethe ο µουσικός
οφείλει να µην διαταράξει αυτή την ενότητα,
µελοποιώντας διαφορετικά κάθε στροφή, αλλά να
επινοήσει µία και µοναδική µελωδία για όλες τις στροφές
(στροφικό τραγούδι). Πρότυπο αυτής της µελοποίησης
είναι ο Βασιλιάς της Θούλης σε ποίηση Goethe και
µουσική Zelter.
Η Βιεννέζικη παράδοση συνδέεται φυσικά µε τους
τρεις µεγάλους κλασικούς. Ο Haydn συνέθεσε 48
τραγούδια, 57 κανόνες, 133 τετράφωνα τραγούδια µε τη
63

συνοδεία πιάνου και 445 διασκευές αγγλικών λαϊκών


τραγουδιών για φωνή και πιάνο. Το 1797 έγραψε το Gott
erhalte Franz den Kaiser επηρεασµένος από το God save the
King. Η σύνθεση αυτή του Haydn µε το κείµενο του
Hoffmann Von Fallersleben καθιερώθηκε το 1922 ως ο
Γερµανικός εθνικός ύµνος. Ο Mozart συνέθεσε περίπου 30
τραγούδια (µεταξύ των οποίων το «Βραδινό συναίσθηµα»
και τον «Μενεξέ») και ο Beethoven 91 στα οποία
περιλαµβάνεται ο κύκλος τραγουδιών «στην Μακρινή
Αγαπηµένη».
64

Franz Joseph Haydn (1732 – 1809). Αυστριακός βιολιστής


και συνθέτης. Γεννήθηκε στο Rohrau της Αυστρίας και
πέθανε στη Βιέννη σε ηλικία 77 ετών. Θεωρείται ο
πατέρας της σονάτας, της κλασικής συµφωνίας και του
κουαρτέτου εγχόρδων.
Καταγόταν από φτωχή οικογένεια, αλλά από πολύ
µικρή ηλικία έδειξε µεγάλη έφεση στη µουσική. Όταν
ήταν 6 χρονών ένας ξάδερφός του, διευθυντής χορωδίας,
προσφέρθηκε να τον πάρει µαζί του στο Hainburg για να
τον εκπαιδεύσει. Τα επόµενα δύο χρόνια ο Haydn
ξεκίνησε να µαθαίνει διάφορα όργανα, να µελετά τη
θεωρία της µουσικής και να τραγουδά στη χορωδία της
εκκλησίας. Όταν τον άκουσε ο διευθυντής της χορωδίας
του Αγίου Στέφανου της Βιέννης πρότεινε στους γονείς
τους να τον πάρει στη χορωδία του και έτσι, για τα
επόµενα εννέα χρόνια ο Haydn τραγουδούσε στη
καλύτερη χορωδία της πρωτεύουσας, αποκτώντας
τεράστια εµπειρία στο χορωδιακό τραγούδι.
Στα 17 του, µετά την περίοδο της µεταφώνησης ο
Haydn αναγκάστηκε να φύγει από τη χορωδία και να
αναζητήσει καινούριες ευκαιρίες για δουλειά. Συνέχισε να
διαβάζει µόνος του εγχειρίδια για τη θεωρία της µουσικής,
µελετώντας παράλληλα το έργο διάφορων συνθετών,
αλλά κυρίως αυτό του Carl Philipp Emanuel Bach. Σύντοµα
βρήκε δουλειά ως συνοδός σε µαθήµατα φωνητικής και ως
βιολιστής σε ένα σύνολο µουσικής δωµατίου, για το οποίο
έγραψε τα πρώτα κουαρτέτα εγχόρδων.
Η µεγάλη αλλαγή στη ζωή του ήρθε όταν ξεκίνησε να
δουλεύει για τον πρίγκιπα Pal Antal Esterhazy. Η
οικογένεια Esterhazy ήταν από τις πλουσιότερες της
Αυστριακής αυτοκρατορίας και φηµίζονταν για την
προσφορά της στη µουσική. Ο Haydn παρέµεινε στην
υπηρεσία των Esterhazy για τα επόµενα 30 χρόνια,
διευθύνοντας την ορχήστρα και τη χορωδία του Eisenstadt
και συνθέτοντας το µεγαλύτερο µέρος του έργου του
αποµονωµένος από την υπόλοιπη µουσική κοινότητα της
Ευρώπης στη µικρή αυτή πόλη της Αυστρίας.
65

Όπως έλεγε ο ίδιος, αυτή η “αποµόνωση” από τα


µουσικά δρώµενα της υπόλοιπης Ευρώπης τον «ανάγκασε
να είναι πρωτότυπος και αυθεντικός». Παρόλα αυτά ο
Haydn επισκεπτόταν συχνά τη Βιέννη για διάφορες
συναυλίες και σε αυτές τις επισκέψεις γνώρισε και τον
µικρό Mozart µε τον οποίο ανέπτυξε µια ιδιαίτερη φιλία η
οποία βασιζόταν στον αλληλοθαυµασµό.
Από τη δεκαετία του 1760 και µετά η φήµη του Haydn
είχε εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη. Στην ώριµη αυτή
συνθετική περίοδο έγραψε πολλές όπερες, κουαρτέτα
εγχόρδων, σονάτες για πιάνο και συµφωνίες.
Το 1790 ο πρίγκιπας πέθανε, και ο διάδοχός του δεν
ενδιαφερόταν καθόλου για τη µουσική. Οι περισσότεροι
µουσικοί της αυλής απολύθηκαν και ο ίδιος ο Haydn Η
καταλογογρά
παρόλο που συνέχισε να πληρώνεται από την αυλή
φηση των
αποφάσισε να φύγει αναζητώντας καλύτερες συνθήκες
έργων του
εργασίας. Μια συνάντηση µε έναν διοργανωτή συναυλιών Haydn
από την Αγγλία και µια ανάθεση για τη σύνθεση έξι νέων περιλαµβάνει
συµφωνιών, του έδωσε το έναυσµα να µετακοµίσει για τη
λίγο καιρό στο Λονδίνο. Δύο χρόνια αργότερα σε ένα συντοµογραφ
ταξίδι του πέρασε από τη Βόννη όπου γνώρισε τον ία Hob., έναν
22χρονο τότε Beethoven. Μετά από µερικά µαθήµατα ο λατινικό
Haydn δήλωσε πως αυτός ο νεαρός θα γίνει κάποτε ένας αριθµό (Ι –
ΧVI) για την
από τους µεγαλύτερους συνθέτες της Ευρώπης και θα
κατηγορία
είναι µεγάλη τιµή του που υπήρξε δάσκαλός του.
στη οποία
Τα επόµενα χρόνια ταξίδεψε και πάλι στο Λονδίνο ανήκει το
όπου ήρθε σε επαφή µε τα µεγάλα ορατόρια του Handel έργο και τον
και ξεκίνησε και αυτός να γράφει ένα απ τα αριθµό του
σηµαντικότερα ορατόριά του, τη «Δηµιουργία» και λίγο έργου, π.χ. η
αργότερα και τις «Εποχές». τελευταία
O Haydn πεθαίνοντας, άφησε πίσω του έναν τεράστιο σονάτα του
αριθµό έργων και µια κληρονοµιά ανυπολόγιστης σε µι ύφεση
µείζονα έχει
σηµασίας. 108 συµφωνίες, 68 κουαρτέτα εγχόρδων, 52
τον κωδικό,
σονάτες για πιάνο, όπερες, ορατόρια, κοντσέρτα για
Hob. XVI:52
διάφορα όργανα, ουβερτούρες, χορούς, πιάνο τριο,
λειτουργίες, καντάτες. Ο κατάλογος Hoboken (κατάλογος
των έργων του Haydn) αριθµεί πάνω από 750 έργα.
66

Πατέρας της κλασικής συµφωνίας, της σονάτας για


πιάνο, του κουαρτέτου εγχόρδων, ο Haydn είναι αυτός
που έβαλε τα θεµέλια πάνω στα οποία µεγαλούργησαν οι
δύο συνεχιστές του, Mozart και Beethoven. Η φυσικότητα
στην έκφραση και η αίσθηση της ισορροπίας µεταξύ
διάνοιας και συναισθήµατος σε συνδυασµό µε την ευφυή
αίσθηση του χιούµορ, κάνει τον Haydn έναν από τους
σηµαντικότερους συνθέτες όλων των εποχών.
67

Wolfgang Amadeus Mozart (1756 – 1791). Γερµανός


πιανίστας, βιολιστής και συνθέτης. Γεννήθηκε στο
Salzburg και πέθανε στη Βιέννη σε ηλικία 36 ετών. Το
πλήρες όνοµά του ήταν Johannes Chrysostomus
Wolfgangus Theophilus Mozart. Το όνοµα Θεόφιλος στα
Λατινικά µεταφράζεται ως Amadeus.
Ο πατέρας του ήταν επίσης συνθέτης και βιολιστής
στην αυλή του Salzburg και ήταν ο πρώτος δάσκαλος του
µικρού Wolfgang αλλά και της αδερφής του Maria – Anna
(το παρατσούκλι της ήταν Nannerl). Ο Mozart έδειξε τις
µουσικές του ικανότητες από την ηλικία των 3 ετών.
Μέχρι τα 5 του είχε ήδη αρχίσει να παίζει πιάνο και βιολί
αλλά και να συνθέτει τα πρώτα του έργα, µε τη βοήθεια
φυσικά του πατέρα του.
Ο Leopold αντιλαµβανόµενος ότι τα παιδιά του ήταν
ιδιαίτερα προικισµένα δεν άργησε να εκµεταλλευτεί την
κατάσταση. Το 1762 πήρε την 11χρονη Nannerl και τον
6χρονο Wolfgang στο πρώτο από τα αµέτρητα ταξίδια
τους µε σκοπό να επιδείξει τα παιδιά – θαύµατα στις
διάφορες αυλές της Ευρώπης και να κερδίσει αναγνώριση
και χρήµατα. Στα επόµενα χρόνια οι τρεις του ταξίδεψαν
στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Χάγη, τη Ζυρίχη και την Ιταλία.
Τα παιδιά ταξιδεύοντας σε άθλιες συνθήκες υγιεινής για
πολλούς µήνες, συχνά αρρώσταιναν και αναγκαζόταν να
περιορίσουν τις εµφανίσεις τους.
Παρόλη την ταλαιπωρία, στα ταξίδια αυτά o Mozart
ήρθε σε επαφή µε πολλούς συνθέτες και γνώρισε το έργο
τους, µε αποκορύφωµα την συνάντησή του µε τον γιο του
Bach, Johann Christian, ο οποίος επηρέασε πολύ το πρώιµο
έργο του. Πριν κλείσει τα 12 του χρόνια, είχε ήδη συνθέσει
τις πρώτες του συµφωνίες και όπερες και πολλά άλλα
έργα µικρότερης κλίµακας.
Το 1773, επιστρέφοντας στο Salzburg, ο Mozart πήρε
τη θέση του βοηθού µαέστρου στην αυλή και του δόθηκε η
ευκαιρία να συνθέσει συµφωνίες, κουαρτέτα εγχόρδων,
σερενάτες, όπερες και κοντσέρτα. Η φιλοδοξία του όµως
τον οδήγησε να αναζητήσει την τύχη του µακριά από τη
68

µικρή πόλη όπου γεννήθηκε. Το ταξίδι του προς


αναζήτηση δουλειάς στο Mannheim, το Παρίσι και το
Μόναχο, διακόπηκε απότοµα όταν το 1778 η µητέρα του
αρρώστησε και τελικά πέθανε. Ο Mozart επέστρεψε στο
Salzburg και στα επόµενα 3 χρόνια έγραψε πολλά έργα
εκκλησιαστικής µουσικής µεταξύ των οποίων τη
«Λειτουργία της Στέψης» καθώς και την όπερα
«Ιδοµενέας, ο Βασιλιάς της Κρήτης»
Το 1781 αποφάσισε να µετακοµίσει στη Βιέννη και να
δουλέψει αυτόνοµα χωρίς να βρίσκεται στην υπηρεσία
κάποιου ευγενή. Εκείνη τη χρονιά έγραψε την όπερα
singspiel “Η απαγωγή απ το Σεράι” µε λιµπρέτο στα
γερµανικά και γνώρισε την µετ’ έπειτα σύζυγό του
Constanze Weber. Παρά τις αποδοκιµασίες του πατέρα
του, το ζευγάρι παντρεύτηκε το καλοκαίρι του 1782 και τα
επόµενα χρόνια έκαναν έξι παιδιά, εκ των οποίων έζησαν
τα δύο. Επίσης εκείνη την περίοδο γνώρισε και τον Haydn
µε τον οποίον ανέπτυξαν µια ιδιαίτερη φιλία παρά τη
διαφορά ηλικίας.
Το 1784 έγινε µέλος µιας αδελφότητας (τους
Ελευθεροτέκτονες) η οποία υποστήριζε την φιλανθρωπία,
την ηθική, τους αδελφικούς δεσµούς της φιλίας και την
επαφή µε τη φύση, έννοιες που φαίνεται να επηρέασαν
πολύ το φιλοσοφικό περιεχόµενο στο µετέπειτα έργο του.
Οι ηθικές αρχές της αδελφότητας αυτής
αντικατοπτρίζονται έντονα στην όπερα «Ο Μαγικός
Αυλός».
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, οι οικονοµικές
δυσκολίες τον ανάγκασαν να αναζητήσει δουλειά σε
διάφορες γερµανικές πόλεις χωρίς όµως επιτυχία. Ο
πολυτελής τρόπος ζωής των προηγούµενων ετών αλλά
και η δυσκολίες λόγο του πολέµου είχαν καταστρέψει
οικονοµικά την οικογένεια και ο Mozart πέρασε µια
δύσκολη περίοδο έντονης κατάθλιψης. Στα σκοτεινά αυτά
τελευταία χρόνια, έγραψε µεταξύ άλλων τις 3 τελευταίες
συµφωνίες του, τις όπερες “Έτσι κάνουν όλες” “ο Μαγικός
Αυλός” και “Η µεγαλοψυχία του Τίτου”, το τελευταίο κον-
69

τσέρτο για πιάνο σε Σι ύφεση µείζονα, το κοντσέρτο για Το Requiem


λέγεται ότι
κλαρινέτο σε Λα µείζονα, τα τελευταία κουαρτέτα
ανατέθηκε
εγχόρδων, το µοτέτο “Ave verum Corpus” και το περίφηµο στον Mozart
ηµιτελές Requiem σε Ρε ελάσσονα Kv 626. από κάποιον
Στις 6 Σεπτεµβρίου του 1791, στην πρεµιέρα της κόµη για την
κηδεία της
όπερας «Η µεγαλοψυχία του Τίτου» ο Mozart αρρώστησε.
γυναίκας του.
Τους επόµενους µήνες υπέφερε από βαριά συµπτώµατα, Αργότερα
προσπαθούσε όµως να ολοκληρώσει το Requiem για να αποκαλύφθηκε
µπορέσει να εισπράξει τα χρήµατα που η οικογένεια τα πως ο κόµης
αυτός ανέθετε
είχε µεγάλη ανάγκη. Στις 5 Δεκεµβρίου του ίδιου έτους
έργα σε
πέθανε αφήνοντας το έργο ηµιτελές. Η Constanze ζήτησε διάσηµους
από κάποιους µαθητές του να το ολοκληρώσουν και συνθέτες και
τελικά ο Franz Xaver Sussmayr το ολοκλήρωσε σύµφωνα έπειτα τα
παρουσίαζε
µε τα προσχέδια που είχε αφήσει πίσω του ο Mozart.
στον κύκλο του
Η κλασική εποχή, είναι η εποχή αναζήτησης της ως δικά του.
τελειότητας και ο Mozart είναι ο απόλυτος εκφραστής της.
Η µουσική του είναι αβίαστη και φυσική, σαν να υπήρχε
από πάντα, σαν να µην γεννήθηκε σε αυτόν τον κόσµο.
Το παιδί θαύµα, εξελίχθηκε σε έναν από τους
µεγαλύτερους συνθέτες όλων των εποχών γράφοντας για
όλα τα είδη της µουσικής, όπερες, συµφωνίες, κουαρτέτα
εγχόρδων, λειτουργίες, κοντσέρτα, divertimenti,
σερενάτες, χορούς, κανόνες, τραγούδια και µουσική
δωµατίου. Οι θρύλοι που ακολουθούν το όνοµά του σε
σχέση µε τον τρόπο που συνέθετε (στα χειρόγραφά του
υπάρχουν ελάχιστες διορθώσεις. Μοιάζει σαν να
αντιγράφει κάτι που είναι ήδη ολοκληρωµένο στο µυαλό
του) µπορεί να συνοδεύονται από υπερβολές, δεν παύουν
όµως να δείχνουν τον πρωτόγνωρα αβίαστο τρόπο µε τον
οποίο χρησιµοποιούσε την µουσική σαν να ήταν µητρική
του γλώσσα.
70

Ludwig van Beethoven (1770 – 1827) Γερµανός πιανίστας


και συνθέτης. Γεννήθηκε στη Βόννη και πέθανε στη
Βιέννη σε ηλικία 56 ετών. Ο Beethoven µαζί µε τον
Schubert σηµατοδοτεί το πέρασµα από τον Κλασικισµό
στον Ροµαντισµό του 19ου αι.
Η παιδική ηλικία του Beethoven ήταν πολύ σκληρή. Ο
πατέρας του, ένας µέθυσος ερασιτέχνης µουσικός,
προσπάθησε να εκµεταλλευτεί τον γιό του µε τον ίδιο
τρόπο που ο Leopold εκµεταλλεύτηκε τον Mozart.
Ανάγκασε τον Ludwig να σταµατήσει το σχολείο σε πολύ
µικρή ηλικία για να µπορεί να µελετάει πιάνο και βιολί.
Πολλές φορές τον ξυπνούσε στη µέση της νύχτας για να
µελετήσει ή για να διασκεδάσει παίζοντας τους φίλους
του και συχνά τον κακοµεταχειρίζονταν αν έφερνε
αντιρρήσεις.
Παρά τις δυσκολίες ο Beethoven στα 12 είχε ήδη γίνει
ένας αξιόλογος πιανίστας και βοηθός του οργανίστα C. G.
Neefe και ξεκίνησε να γράφει τα πρώτα έργα του για
πιάνο. Το 1787 ταξίδεψε στη Βιέννη για να γνωρίσει τον
Mozart αλλά αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στη Βόννη
όταν έµαθε ότι η µητέρα του ήταν βαριά άρρωστη. Τελικά
το 1792 επέστρεψε στη Βιέννη αλλά ο Mozart είχε ήδη
πεθάνει. Ξεκίνησε µαθήµατα µε τον Haydn και παρόλο
που του αφιέρωσε κάποια έργα του, δεν ήταν απόλυτα
ευχαριστηµένος από τον δάσκαλό του.
Η ζωή του Beethoven χωρίζεται από τους ιστορικούς
σε τρεις δηµιουργικές περιόδους. Η πρώτη περίοδος
ορίζεται περίπου µέχρι το 1802. Μέχρι τότε, οι συνθέσεις
του ακολουθούσαν τα πρότυπα του Haydn και του Mozart,
ήδη όµως είχε ξεκινήσει να προσθέτει καινούρια στοιχεία
όσων αφορά τις δυναµικές, την αρµονία και τη φόρµα. Σε
αυτή την περίοδο ανήκουν τα 3 piano trio op. 1, τα πρώτα 6
κουαρτέτα εγχόρδων, οι 20 πρώτες σονάτες για πιάνο, τα 3
πρώτα κοντσέρτα για πιάνο, οι δύο Ροµάντζες για βιολί
και ορχήστρα, το µοναδικό µπαλέτο που έγραψε ποτέ «Τα
πλάσµατα του Προµηθέα» και τέλος οι 2 πρώτες
συµφωνίες του. Μέχρι το τέλος της περιόδου, η φήµη του
71

ως συνεχιστής των 2 µεγάλων κλασικών είχε ήδη «…αλλά τι


ταπείνωση για
καθιερωθεί στη Βιέννη και µάλιστα σε τέτοιο βαθµό που
µένα όταν
µια οµάδα εύπορων µουσικόφιλων του πρόσφερε σταθερό κάποιος δίπλα
µισθό µόνο και µόνο για να εξασφαλίσουν ότι θα µείνει µου άκουγε µια
στη Βιέννη και θα συνεχίσει εκεί το συνθετικό του έργο. φλογέρα
κάπου µακριά
Έτσι έγινε ο πρώτος συνθέτης που έζησε αποκλειστικά ως
και εγώ δεν
ανεξάρτητος δηµιουργός. άκουγα τίποτα,
ή όταν κάποιος
άλλος άκουγε
Η δεύτερη περίοδος της ζωής του, η οποία υπολογίζεται έναν βοσκό να
τραγουδάει και
περίπου µέχρι το 1814, σηµατοδοτήθηκε από την
πάλι εγώ δεν
επιδείνωσης της κατάστασης της ακοής του. Το πρόβληµα άκουγα τίποτα.
είχε ήδη ξεκινήσει από το 1797 αλλά ο Beethoven Τέτοια
προσπαθούσε να το κρύψει. Το 1802 βλέποντας ότι η γεγονότα µε
οδήγησαν
κατάσταση του δεν βελτιώνεται πήγε σε ένα κέντρο
σχεδόν στην
θεραπείας στο Heiligenstadt µετά από την προτροπή του απόγνωση.
γιατρού του. Έξι µήνες µετά, απελπισµένος έγραψε ένα Λίγο ακόµα και
γράµµα στα αδέρφια του στο οποίο εξηγούσε γιατί είναι θα έδινα τέλος
στη ζωή µου.
τόσο απόµακρος από τους ανθρώπους αποκαλύπτοντας
Μόνο η τέχνη
την κώφωσή του. Το γράµµα αυτό είναι γνωστό ως η µου µε
διαθήκη του Heiligenstadt µιας και φαίνεται να ήταν συγκράτησε. Ω,
αποφασισµένος να αυτοκτονήσει. Ευτυχώς το µετάνιωσε µου φαινόταν
αδύνατον να
και το γράµµα παρέµεινε στο συρτάρι του µέχρι και το
αφήσω τον
θάνατό του το 1827. κόσµο, πριν
Στη συναισθηµατικά φορτισµένη αυτή περίοδο, η δώσω όλα αυτά
µουσική του Beethoven άλλαξε δραµατικά. Οι που ένοιωθα
πως υπήρχαν
πρωτοποριακές ιδέες που εµφανίστηκαν δειλά στα έργα
µέσα µου. Γι'
για πιάνο της πρώτη περιόδου, τώρα αναπτύχθηκαν και αυτό υπέµεινα
πέρασαν και στις µεγάλες ορχηστρικές συνθέσεις του. Οι αυτή την άθλια
συµφωνίες και τα κοντσέρτα του µεγάλωσαν σε διάρκεια ύπαρξη…»
και τα δεξιοτεχνικά περάσµατα έγιναν απαιτητικότερα.
Απόσπασµα
Το πρώτο δείγµα αυτού του πειραµατισµού του Beethoven από τη διαθήκη
είναι η 3η συµφωνία του µε τίτλο «Ηρωική». του
Η συµφωνία αρχικά ήταν αφιερωµένη στον Heiligenstadt
Ναπολέοντα, ο οποίος κατά τη Γαλλική επανάσταση
εµφανίστηκε ως σωτήρας του λαού από τους µονάρχες.
Όταν όµως ανακήρυξε τον εαυτό του αυτοκράτορα, ο
72

Beethoven θυµωµένος και απογοητευµένος, έσβησε την


αφιέρωση και µετονόµασε τη συµφωνία «Ηρωική».
Στην περίοδο αυτή, ανήκει και η 5η συµφωνία. Η
συµφωνία αυτή ονοµάζεται και «συµφωνία της µοίρας»
αφού φαίνεται να πραγµατεύεται τη µάχη του ανθρώπου
ενάντια στη µοίρα του και πιο συγκεκριµένα, τη µάχη του
Beethoven ενάντια στην κώφωσή του. Όπως λέει
χαρακτηριστικά σε ένα από τα γράµµατά του εκείνης της
περιόδου:
“Πρέπει να πιάσω τη µοίρα από το λαιµό.
Δεν πρέπει να την αφήσω να µε διαλύσει τελείως”

Έτσι η συµφωνία ενώ ξεκινάει σε µια συναισθηµατικά


φορτισµένη ατµόσφαιρα στην τονικότητα της Ντο
ελάσονας, σταδιακά κλιµακώνεται και καταλήγει σε µια
θριαµβευτική Ντο µείζονα που συµβολίζει τη νίκη
απέναντι στη µοίρα. Χάριν της απόδοσης του φιλοσοφικού
περιεχοµένου η συµφωνία αυτή είναι η πρώτη που
τελειώνει σε διαφορετική τονικότητα από την αρχική.
Επίσης για πρώτη φορά τα δύο τελευταία µέρη
παρουσιάζονται ενωµένα χωρίς κενό ενδιάµεσα και είναι
µια από τις πρώτες συµφωνίες στις οποίες εµφανίζονται
τροµπόνια.
Άλλη µια συµφωνία στην οποία εµφανίζεται κάποιο
προγραµµατικό περιεχόµενο είναι η λεγόµενη
«Ποιµενική» και είναι η 6η συµφωνία του. Σε αυτή τη
συµφωνία, ο Beethoven δίνει ακόµα και τίτλους στα µέρη
περιγράφοντας τα συναισθήµατα που δηµιουργούνται
όταν ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή µε τη φύση αλλά και
διάφορες σκηνές από τη βουκολική ζωή όπως η καταιγίδα
και το τραγούδι του βοσκού.
Συνεχίζοντας τους πειραµατισµούς και τις
καινοτοµίες, ο Beethoven συνθέτει το 5ο και τελευταίο
κοντσέρτο για πιάνο το «Αυτοκρατορικό». Διάρκειας 40’ το
κοντσέρτο σπάει κάθε προηγούµενο και ξεκινάει µε
Cadenza από το πιάνο. Μέχρι τότε η ορχήστρα παρουσίαζε
την πρώτη έκθεση µόνη της, πριν εµφανιστεί ο σολίστ.
73

Στη µεσαία αυτή περίοδο έγραψε επίσης τα τελευταία


πιάνο τρίο και 5 κουαρτέτα εγχόρδων, τρία απ’ τα οποία
είναι τα λεγόµενα “Razumovsky” αφιερωµένα στον Ρώσο
πρέσβη Andreas Kyrillovitch Razumovsky. Τα άλλα δύο
κουαρτέτα φαίνεται να απευθύνονταν σε πολύ
συγκεκριµένο κοινό µε ιδιαίτερες γνώσεις καθώς ο ίδιος ο
Beethoven είχε σηµειώσει «να µην παιχτούν ποτέ
δηµόσια».
Η µοναδική όπερα που έγραψε ποτέ ο Beethoven Λόγω αυτών
ονοµάζεται Fidelio και πρωτοπαρουσιάστηκε το 1805. Το των αλλαγών
λιµπρέτο ήταν εµπνευσµένο από την ιστορία της υπάρχουν 3
Λεονόρας η οποία µεταµφιέζεται σε φρουρό µε το όνοµα διαφορετικές
Φιντέλιο για να απελευθερώσει τον σύζυγό της που είναι εκδοχές της
στη φυλακή άδικα για τις πολιτικές του πεποιθήσεις. εισαγωγής
“Leonore”
Αρχικά η ονοµασία της όπερας ήταν Λεονόρα. Η πρεµιέρα
όµως δεν ήταν πετυχηµένη και ο Beethoven έκανε πολλές
αλλαγές µέχρι το 1814 όπου η όπερα ξανανέβηκε µε τον
τίτλο Fidelio.
Από τις 7 σονάτες για πιάνο της µεσαίας περιόδου Η ονοµασία
ξεχωρίζουν η “Waldstein”, η “Les Adieux” και η Appassionata
“Appassionata”. Η “Les Adieux” (του αποχωρισµού) έχει όπως και η
προγραµµατικό περιεχόµενο καθώς τα 3 µέρη της έχουν Moonlight δεν
τους τίτλους “Lebewohl”, “Abwesenheit” και “Wieders- προέρχονται
από τον ίδιο
ehen” που σηµαίνουν αντίστοιχα «Αποχαιρετισµός», «Απ-
τον
ουσία» και «Επανασύνδεση». Οι συλλαβές της λέξεις
Beethoven.
lebewohl είναι γραµµένες πάνω από τις τρεις πρώτες
συγχορδίες από τον ίδιο τον Beethoven στην παρτιτούρα.
74

Την τελευταία περίοδος της ζωής του, ο Beethoven


εντελώς κουφός πια, δηµιουργούσε βασισµένος εξ
ολοκλήρου στην εσωτερική του ακοή. Η µουσική του έγινε
ακόµη πιο πολύπλοκη και βαθιά και άρχισαν να
εµφανίζονται πολυφωνικά και αντιστικτικά στοιχεία που
θύµιζαν πρακτικές της Μπαρόκ εποχής.
Στην Οι τελευταίες 5 σονάτες για πιάνο είναι από τις πιο
τελευταία δύσκολες τεχνικά και ερµηνευτικά από το σύνολο των 32.
σονάτα ο Μέσα σε αυτές συγκαταλέγεται και η “Hammerklavier” η
Beethoven δυσκολότερη και µεγαλύτερη απ’ όλες, η οποία όπως
χρησιµοποιεί υπονοεί και το όνοµά της σφυροκοπά το πιάνο µε σπάνιες
παραλλαγές για την εποχή δυναµικές που φτάνουν τα τρία φόρτε. Οι
των θεµάτων τρεις τελευταίες op. 109-110-111 αποτελούν κατά κάποιο
της φούγκας
τρόπο µια τριλογία παρά τις διαφορές στη σύνθεσή τους.
Kyrie από το
Σε αυτή την περίοδο έγραψε επίσης και τη
Requiem του
Mozart και µεγαλειώδη Missa Solemnis την οποία ολοκλήρωσε το 1823
της φούγκας και παρόλο που το κείµενό της προέρχεται από την
από το Καθολική εκκλησία ο Beethoven µέσα από τη µουσική
κουαρτέτο αναζητά την έκφραση της πανανθρώπινης ανάγκης για
εγχόρδων του εσωτερική γαλήνη. Το ίδιο επεδίωξε και µε την 9η
Haydn op. 20 συµφωνία του, προσπαθώντας να περάσει το
no. 5 πανανθρώπινο µήνυµα της αδερφοσύνης. Η συµφωνία
έγινε διάσηµη για πολλούς λόγους. Αρχικά ήταν η πρώτη
συµφωνία που περιείχε χορωδία και σολίστ και ήταν η
µεγαλύτερη σε διάρκεια µέχρι εκείνη την εποχή. Επίσης η
πρεµιέρα της ήταν επεισοδιακή µιας και ο Beethoven
επέµενε να τη διευθύνει παρόλο που είχε χάσει τελείως
την ακοή του. Ο πραγµατικός και ουσιαστικός λόγος της
διαχρονικής φήµης της όµως δεν είναι κανένας από τους
παραπάνω. Το φιλοσοφικό περιεχόµενο της σε συνδυασµό
µε τη συγκλονιστική µουσική, τις καινοτοµίες αλλά και
την ποίηση του Schiller είναι οι παράγοντες που
τοποθετούν την τελευταία συµφωνία του Beethoven στην
κορυφή της συµφωνικής µουσικής δηµιουργίας. Η ήδη
αποδεδειγµένη ιδιοφυία του επισφραγίζεται µε αυτό το
έργο και αποτελεί σηµείο αναφοράς για όλους τους µετα-
75

γενέστερους συνθέτες που ασχολήθηκαν µε τη


συµφωνική µουσική. Κάποιοι θεώρησαν ότι οτιδήποτε
γραφτεί µετά την 9η δεν έχει ποτέ ελπίδα να τη
συναγωνιστεί και έτσι δεν έγραψαν ποτέ συµφωνίες.
Άλλοι έγραψαν άλλες πιο ελεύθερες µορφές συµφωνικής
µουσικής όπως το συµφωνικό ποίηµα και η
προγραµµατική συµφωνία. Επίσης είναι λίγοι οι συνθέτες
που έγραψαν πάνω από εννέα συµφωνίες. Όσοι έγραψαν
τελικά συµφωνίες προσπάθησαν να µιµηθούν τον
Beethoven σε διάφορα επίπεδα αποδίδοντας έτσι φόρο
τιµής στον µεγαλύτερο συµφωνιστή που έζησε ποτέ.
76

Franz Schubert (1797 – 1828) Αυστριακός συνθέτης. Όπως


και ο Beethoven, ο Schubert βρίσκεται στο µεταίχµιο
κλασικισµού και ροµαντισµού. Παρόλο που έζησε µόνο 31
χρόνια, έγραψε πάνω από 600 lieder, 8 συµφωνίες,
θρησκευτική µουσική, όπερες, µουσική για πιάνο και
µουσική δωµατίου.
Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και ερασιτέχνης µουσικός
έτσι ο Schubert ήρθε σε επαφή µε τη µουσική από µικρή
ηλικία και µεγαλώνοντας συνέχισε τις σπουδές του µε τον
A. Salieri. Η έφεση του προς τη µουσική δεν ήταν αρκετή
για να πείσει τον πατέρα του να τον αφήσει να
ακολουθήσει το επάγγελµα του µουσικού και έτσι
κατέληξε να είναι βοηθός δασκάλου.
Το 1816 η γνωριµία του µε τον ποιητή και ηθοποιό Franz
von Schober άλλαξε την µονότονη ζωή του. Μέσω αυτής
της φιλίας ο Schubert γνώρισε πολλούς ανθρώπους οι
οποίοι συνέβαλαν στην προώθηση της µουσικής του και
οδήγησαν στις αρχές της δεκαετίας του ’20 στις περίφηµες
Σουµπερτιάδες. Οι Σουµπερτιάδες ήταν βραδιές µουσικής
δωµατίου για έναν πολύ κλειστό κύκλο µουσικών και
µουσικόφιλων. Μέσα στο κύκλο αυτό φυσικά
περιλαµβάνονταν και τραγουδιστές οι οποίοι εκτελούσαν
τα νέα έργα του Schubert µε τον ίδιο τον συνθέτη στο
πιάνο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν η φήµη του Schubert
µεγάλωνε όλο και περισσότερο. Οι κύκλοι τραγουδιών « Η
ωραία Μυλωνού» και «Χειµωνιάτικο ταξίδι» αποτελούν
ορόσηµα στη δηµιουργία Lieder.
Μερικά ακόµα από τα σηµαντικά του έργα είναι η σονάτα
σε Λα ελάσσονα για πιάνο και «arpeggione», το κουιντέτο
της πέστροφας, η µεγάλη συµφωνία σε Ντο µείζονα και
φυσικά η Συµφωνία σε Σι ελάσσονα, γνωστή και ως
«Ηµιτελής». Η συµφωνία αυτή αποτελείται από δύο
ολοκληρωµένα µέρη και κάποια σκίτσα για το τρίτο. Οι
λόγοι που ο Schubert την άφησε ηµιτελή δεν είναι ακόµα
γνωστοί.
77

Η υγεία του Schubert επιδεινώθηκε σηµαντικά στα


τελευταία χρόνια της ζωής του. Πέντε µέρες πριν πεθάνει,
τον επισκέφτηκε ένας φίλος του βιολιστής µαζί µε το
υπόλοιπο κουαρτέτο του και όπως µαρτυρούν το
τελευταίο έργο που ζήτησε να ακούσει ήταν το Κουαρτέτο
εγχόρδων no. 14 σε Ντο δίεση ελάσσονα op. 131 του
Beethoven. Η επίσηµη ανακοίνωση για τα αίτια του
θανάτου του ήταν ο τυφοειδής πυρετός.
Η µουσική του Schubert χαρακτηρίζεται από έντονη
λυρικότητα. Η µελωδική δύναµη των τραγουδιών του, οι
ασυνήθιστες µετατροπίες και οι πειραµατισµοί του είναι
µερικά από τα στοιχεία που τον κατατάσσουν στους
ροµαντικούς συνθέτες παρόλο που και η ζωή του και το
έργο του τοποθετούνται επίσηµα στη µεταβατική περίοδο
µεταξύ των δύο εποχών. Ο Schubert δεν εκτιµήθηκε όσο
έπρεπε κατά τη διάρκεια της ζωής του, γεγονός που
µάλλον οφείλεται στην απόλυτη κυριαρχία της φήµης του
Beethoven, τον οποίο και ο ίδιος θαύµαζε απεριόριστά. Οι
µεταγενέστεροι συνθέτες όµως γνώρισαν το έργο του και
του απέδωσαν την υστεροφηµία που του άξιζε.

You might also like