You are on page 1of 9

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

5ο μάθημα (12-4-22)

To πνεύμα των νόμων του Μοντεσκιέ που εκδόθηκε στη Γενεύη (1758), γνωρίζει τεράστια
επιτυχία. Είναι ένα έργο εμπνευσμένο από τις εμπειρίες του Μοντεσκιέ κατά την διάρκεια των
ταξιδιών του για τις οποίες μιλήσαμε, σε πόσες πολλές ευρωπαϊκές χώρες ταξίδεψε και είναι ένα
βιβλίο που μελετά τη σχέση νόμων μεταξύ τους, τη σχέση νόμου και κυβέρνησης, τη σχέση νόμου
και θρησκείας, τη σχέση νόμου και ηθών, την οικονομική κατάσταση, το κλίμα, την φύση του
εδάφους, μιας συγκεκριμένης κάθε φορά εμπειρικής κοινότητας. Ο Μοντεσκιέ θεωρεί ότι οι
νόμοι είναι επωφελείς για την κοινότητα μόνον όταν εναρμονίζονται με τις διαφορετικές
κουλτούρες, οι οποίες χαρακτηρίζουν κάθε μια κοινότητα χωριστά. Ο νόμος για τον Μοντεσκιέ
πρέπει να έχει δύο τύπους αναγνώρισης. Ο πρώτος είναι να αντιστοιχεί στην φύση του
πολιτεύματος. Δεν μπορεί δηλαδή να θέλεις να ιδρύσεις δημοκρατικό πολίτευμα και να θέτεις
νόμους που εγκαθιδρύουν τις ιεραρχίες ενός μοναρχικού πολιτεύματος. Από την άλλη, ένα από
τα πιο βασικά, εκτός από τις θέσεις νόμου και πολιτεύματος, ο Μοντεσκιέ θεωρεί ότι οι νόμοι
είναι επωφελείς για την κοινότητα, εάν είναι σύμφωνοι με την κουλτούρα των μελών αυτής της
κοινότητας. Αυτό ξεκινά από την εμπειρία του, γιατί αυτό που εντυπωσίασε τον Μοντεσκιέ κατά
τη διάρκεια των ταξιδιών του είναι το πόσο διαφορετικοί είναι οι βόρειοι λαοί από τους νότιους.
Ο ίδιος θα εκπλαγεί ακόμα κι από την αντίθεση μεταξύ Βενετών και Λομβέρδων δηλ. κοινότητες
που είναι Ιταλοί αλλά διαφορετικοί. Θα εκπλαγεί απ’ τον τρόπο που παρακολουθούν μια όπερα
οι Άγγλοι και οι Ιταλοί. Παρότι αρέσει και στους δύο και στους Άγγλους και στους Ιταλούς
ακροατές αυτή η όπερα, ο τρόπος που δείχνουν οι μεν και οι δε τα συναισθήματά τους είναι
απολύτως διαφορετικός. Στο βιβλίο του λοιπόν «Το πνεύμα των νόμων», θα διαβαστεί και θα
συζητηθεί παντού αλλά παρόλα αυτά θα τεθεί στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων στο
index librorum prohibitorum, γιατί ο Μοντεσκιέ θα κατηγορηθεί από τις αρχές και ως αρνητής του
αυτεξούσιου με την έννοια του ότι η βαρύτητα που δίνει στην διαμόρφωση χαρακτήρα και
κλίματος είναι ντετερμινισμός που αφαιρεί από τον άνθρωπο την ελευθερία του.
Σχετικά με αυτήν την κατηγορία, ο Μοντεσκιέ θα δώσει εξηγήσεις σε ένα μικρότερο έργο που
θα δημοσιεύτεί το 1750 και θα έχει ως τίτλο η υπεράσπιση του πνεύματος των νόμων “Défence
de l’ ésprit de loit” . Πάντως, όσες και αν ήταν οι διαμαρτυρίες και οι απαγορεύσεις και οι
καταδίκες, αυτό δεν μειώνει σε τίποτα την επιτυχία αυτού του βιβλίου, ούτε και του ίδιου του
Μοντεσκιέ που ανακαλύπτεται ότι αυτός ήταν ο συγγραφέας και μάλιστα μέχρι το τέλος της ζωής
του γίνεται αντικείμενο λατρείας. Πεθαίνει στο Παρίσι το 1785
Ο Μοντεσκιέ υπήρξε ένας άνθρωπος απόλυτα προσαρμοσμένος με την κοινωνία της εποχής
του, π.χ. σε αντίθεση με τον Βολταίρο δεν έδειξε καμία διάθεση για εξέγερση. Δεν προέτρεπε σε
ανατροπή, τους status quo αν και χωρίς να το θέλει με τα έργα του έθεσε τον σπόρο της
εξέγερσης και επηρέασε τους Γάλλους επαναστάτες. Ως ένας άνθρωπος που ήταν εξοικειωμένος
με τα σαλόνια της εποχής και ενέπνευσε τους συγγραφείς του Συντάγματος των Ηνωμένων
Πολιτειών. Η Ομοσπονδία είναι εμπνευσμένη απ’ αυτόν, όπως επίσης επηρέασε και το γαλλικό
σύνταγμα από την άποψη της διάκρισης των εξουσιών που ισχύει μέχρι σήμερα και τη θεωρούμε

Όσον αφορά μάλιστα την διαφορετικότητα κάθε λαού, κάθε πολιτικής κοινότητας, θα πρέπει
να πούμε ότι η Αικατερίνη, η αυτοκράτειρα Ρωσίας, είπε ότι το διάβασε το βιβλίο του Μοντεσκιέ
πριν προβεί σε νομοθετικές μεταρρυθμίσεις στη χώρα της, θέλοντας να βρει ακριβώς τι ταιριάζει
στον λαό τον οποίο κυβερνούσε.
Όπως είδαμε, μιλώντας για την κυριαρχία, την έννοια της απόλυτης κυριαρχίας (Χομπς), ήταν
σωτήρια αλλά και μάστιγα. Ήταν σωτήρια για την εποχή της γιατί έθεσε τις βάσεις για ένα
ουδέτερο κράτος, δηλαδή η απόλυτη κυριαρχία ξεπέρασε τους θρησκευτικούς πολέμους, έφερε
την κοινωνική ειρήνη και ανέχτηκε στην επικράτειά της, στο μέτρο που τα θρησκευτικά πράγματα
1
δεν προκαλούσαν προβλήματα στην άσκηση της εξουσίας της, και τους Διαμαρτυρόμενους αλλά
και τους Καθολικούς, αυτό ήταν μεγάλη επιτυχία, και από δω γεννιέται σιγά σιγά το κράτος που
σου δίνει την ευκαιρία της συνείδησης και της θρησκείας που επιλέγεις. Μέσα από αυτόν τον
θρησκευτικό της χαρακτήρα (οι ισχυρές μοναρχίες γεννώνται λόγω των θρησκευτικών πολέμων
και από θεωρητικοποιούνται), δημιούργησε η απόλυτη κυριαρχία ένα κράτος απρόσβλητο από
την θρησκευτική εξουσία. Δηλαδή σταμάτησε κάθε είδος πνευματικής κηδεμονίας από την
καθολική εξουσία. Από την άλλη, η απόλυτη κυριαρχία αποτελεί μια μάστιγα, διότι αυτή η
εξουσία θα μπορούσε να στραφεί εναντίον των υπηκόων της, επειδή αυτοί στερούντο
οποιουδήποτε δικαιώματος. Αυτό προσπάθησε να σταματήσει ο Λοκ. Περνώντας από τον Χομπς
και τον Λοκ στον Μοντεσκιέ αλλάζουν τα πάντα. Οι άνθρωποι του 18ου αιώνα σκέφτονται
διαφορετικά, αν και οι προθέσεις της πολιτικής παραμένουν ίδιες. Η ασφάλεια των πολιτών, η
ειρήνη και η δική τους επιμέλεια. Απλώς αυτό που αλλάζει ριζικά είναι τα μέσα για την επίτευξη
αυτών των σκοπών και ο τρόπος με τον οποίο μιλούν γι’ αυτούς τους σκοπούς και γι αυτά τα
μέσα. Η πολιτική ίδρυση έχει ως σκοπό και τον 18ο αιώνα την προστασία και την ασφάλεια τόσο
των πολιτών, όσο και των αγαθών των πολιτών και όσο περισσότερο ένα καθεστώς διασφαλίζει
την ειρήνη και την ευημερία του κάθε πολίτη, τόσο περισσότερο θεωρείται καλύτερο από τα
άλλα. Επειδή όμως είδαμε τον 17ο αιώνα ότι ο κυρίαρχος μπορούσε να στραφεί εναντίον των
υπηκόων του, η αντίδραση του Λοκ ήταν να προσπαθήσει να το σταματήσει αυτό, να βάζει
ασφαλιστικές δικλείδες ούτως ώστε να μην μπορεί η ανώτατη εξουσία να παραβιάσει τα
δικαιώματα των πολιτών. Ο τρόπος που το έκανε ήταν το καταπίστευμα, δηλαδή το γεγονός ότι
εναπόθεσε την υπέρτατη εξουσία στο νομοθετικό σώμα, το οποίο θα ανέθετε την εκτέλεση των
νόμων στην εκτελεστική εξουσία. Το πρόβλημα είναι ότι το νομοθετικό σώμα δεν εξέφραζε παρά
την επιθυμία των ατόμων για την αυτοσυντήρησή τους, διότι το νομοθετικό σώμα ήταν ο
αντιπρόσωπος της κοινωνίας και ξέρουμε ότι το pactum unionis στον Λοκ ήταν η συνένωση, η
δημιουργία μιας κοινωνίας – societas η οποία δια αντιπροσώπων της είχε νομοθετικό σώμα, του
οποίου οι νόμοι μετά θα γίνονταν εκτελεστοί μετά από την επιλογή της εκτελεστικής εξουσίας
που θα αναλάμβανε αυτό τον ρόλο. Το νομοθετικό σώμα ως τέτοιο, που αντιπροσωπεύει την
κοινωνία, στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει τα άτομα στην φυσική τους κατάσταση γιατί
ακριβώς τι είναι η κοινωνία, η κοινωνία ιδρύεται πριν να ιδρυθεί η αμιγώς πολιτική κατάσταση
που είναι η ίδρυση του κράτους και των οργάνων της εξουσίας του. Εξ αυτού λοιπόν η μόνη η
οποία εκπροσωπεί απολύτως την πολιτική κατάσταση του ανθρώπου είναι η εκτελεστική
εξουσία, γιατί αυτή είναι το κράτος το οποίο έρχεται να εκτελέσει τους νόμους, αλλά ακριβώς το
κράτος πια ως αμιγώς πολιτική κατάσταση δεν αντιπροσωπεύει άτομα και συμφέροντα ατόμων,
αντιπροσωπεύει το σύνολο της κοινότητας ως πολιτικό σώμα. Επομένως ενώ στον Λοκ έχουμε
μια νομοθετική εξουσία ως υπέρτατη εξουσία. Η εκτελεστική εξουσία παραμένει το ίδιο ισχυρή,
και παραμένει μεγαλιωδέστατη γιατί λέει τι είναι το νομοθετικό σώμα; Οι εκπρόσωποι
διαφορετικών απόψεων και διαφορετικών συμφερόντων. Τι είναι η εκτελεστική εξουσία; Ο
εκπρόσωπος της ενότητας αυτής της κοινότητας. Ακριβώς γι’ αυτό ο Λοκ είναι φιλομοναρχικός,
επειδή θεωρείται ότι το σώμα του μονάρχη αντιπροσωπεύει το corpus politicum. Άρα αυτή η
ενότητα του σώματος του μονάρχη αντιπροσωπεύει την ενότητα του σώματος της κοινότητας και
αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η νομοθετική εξουσία δεν μπορεί να ασκήσει καθήκοντα
εκτελεστικής εξουσίας.
Είπαμε λοιπόν ότι ο Λοκ έχει σκεφτεί αυτό, δηλαδή ότι η εκτελεστική εξουσία μπορεί να είναι
ο μονάρχης. Υπάρχει εκτελεστική εξουσία στην περίπτωση του μονάρχη και η κοινωνία είναι
εξουσία και διατηρεί εναποθέτοντάς την στα χέρια του νομοθετικού σώματος γιατί αυτοί είναι ο
αντιπρόσωπος αυτής της κοινωνίας αυτών των ατόμων δηλαδή, που σύναψαν το συμβόλαιο. Τι
γίνεται όμως σε περίπτωση που το σώμα αυτό προδώσει το καταπίστευμα και μετατραπεί σε μια
καταπιεστική μορφή εξουσίας η οποία νομοθετεί καταπατώντας και παραβιάζοντας τα

2
δικαιώματα των ατόμων, των μελών της κοινωνίας που εκπροσωπεί. Ο Λοκ πιστεύει ότι δεν
υπάρχει άλλη λύση παρά η προσφυγή στο Θεό. Κι όπως λέει ο ίδιος:
«Κι αν ο λαός ως σύνολο, ή οποιοδήποτε μεμονωμένο άτομο αποστερούνται των δικαιωμάτων
του ή υπόκεινται σε εξουσία … και δεν διαθέτουν τη δυνατότητα να επιβάλουν τις δυνατότητες
αυτές επί της γης.»
Άρα η μόνη λύση λέει είναι αυτοί οι άνθρωποι να προσφύγουν στον ουρανό, οποτεδήποτε
κρίνουν ότι η αιτία τους είναι αρκετά σημαντική. Το προσφεύγουν στον ουρανό είναι σαφές ότι
με αυτό εννοεί επανάσταση, γιατί όποιος κερδίσει από αυτή την εξέγερση σημαίνει ότι ήταν
αυτός που άξιζε κατά την θεία βούληση να κερδίσει. Όπως θα πει στην επιστολή του για την
ανεξιθρησκεία, δεν υπάρχει κανένας δικαστής πάνω στη γη ανάμεσα στο νομοθέτη και το λαό.
Αυτό είναι γιατί η εξουσία δίνεται στο νομοθετικό σώμα και αν το νομοθετικό σώμα παραβιάσει
το καταπίστευμα, δεν υπάρχει άλλη άμυνα αυτού του λαού που καταπατώνται τα δικαιώματά
του παρά να επαναστατήσει, γιατί δεν υπάρχει ανώτερη εξουσία από το νομοθετικό σώμα. Άρα η
μόνη λύση είναι να απαντήσουν τα όπλα, όπως θα ισχυριστεί ο Λοκ. Το πρόβλημα είναι ότι γιατί
ο Λοκ, ενώ στην πραγματικότητα διακρίνει την νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία (αυτήν
την διάκριση δεν την έχουμε στην απόλυτη κυριαρχία του Χομπς, ο κυρίαρχος είναι τα πάντα) δεν
διαιρεί την εξουσία σε ισότιμα μέρη, όπου το ένα μέρος της εξουσίας να μπορεί να σταματά το
άλλο μέρος της εξουσίας. (Ο Μοντεσκιέ λέει ότι πρέπει η εξουσία να σταματά την εξουσία,
δηλαδή η δικαστική εξουσία να ελέγχει και να είναι ανεξάρτητη από την νομοθετική και την
εκτελεστική. Η εκτελεστική εξουσία να είναι ανεξάρτητη από παρεμβάσεις των άλλων δύο
μορφών εξουσίας, η νομοθετική επίσης). Γιατί δεν το κάνει αυτό ο Λοκ; Δεν το κάνει γιατί
ακριβώς την εποχή που γράφει το έργο του ο βασιλιάς της Αγγλίας είναι μέλος του Κοινοβουλίου,
είναι μέλος του νομοθετικού σώματος. Επομένως, σε ένα πολιτικό σύστημα όπου για τον Λοκ, η
νομοθετική εξουσία είναι η υπέρτατη εξουσία και δεν μετέχει η εκτελεστική στην νομοθετική, δεν
είναι ο μονάρχης μέλος του κοινοβουλίου, τότε ο Λοκ δέχεται ότι η εκτελεστική εξουσία είναι
υπόλογος της νομοθετικής. Εάν όμως ο μονάρχης, όπως συμβαίνει στην Αγγλία, μετέχει του
νομοθετικού σώματος, τότε δεν μπορεί να είναι υπόλογος σε ένα σώμα στο οποίο μετέχει, γιατί
αυτό καταργεί την διαφορά μεταξύ νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Δεν μπορεί ο
μονάχης να είναι υπόλογος στον εαυτό του. Εάν είναι υπόλογος δημιουργείται ο εξής ο
παραλογισμός, ο μονάρχης να είναι θύμα και θύτης, δηλ. να είναι ελεγκτής και ελεγχόμενος.
Επομένως δεν μπορεί να θεωρείται από τη στιγμή που είναι μέρος του νομοθετικού σώματος, ότι
η εξουσία του είναι κατώτερη από αυτήν του νομοθετικού σώματος. Θα πει λοιπόν ο Λοκ: η
εκτελεστική εξουσία όταν ανατίθεται οπουδήποτε εκτός ενός προσώπου που συμμετέχει και στο
νομοθετικό σώμα, προφανώς υπόκειται σ’ αυτό και είναι υπόλογή του και μπορεί να
αντικατασταθεί. Άρα η εκτελεστική εξουσία είναι υπόλογη στο νομοθετικό σώμα, στην
περίπτωση που δεν μετέχει στο νομοθετικό σώμα.
Στην Αγγλία ο μονάρχης είναι μέλος του νομοθετικού σώματος και σε αυτή την περίπτωση για
τους λόγους που σας εξήγησα δεν μπορώ να θεωρήσω ότι αυτή η υπέρτατη εξουσία είναι
υπόλογος στην άλλη υπέρτατη εξουσία εφόσον μετέχει σ’ αυτήν (την νομοθετική). Εξ αυτού, εάν
το δεχθεί αυτό ότι δεν μετέχει και είναι υπόλογος, μπερδεύονται τα πράγματα, η διαφορά
εκτελεστικής / νομοθετικής εξουσίας σε επίπεδο συμβολισμών καταλύεται και αυτό θα συμβεί
ακόμα κι αν ο μονάχης συμμετέχει του νομοθετικού σώματος. Αυτό που ήθελε ο Λοκ ήταν να
περιορίσει την έννοια της απόλυτης εξουσίας, και κυριαρχίας της μοναρχίας. Αλλά το λάθος του
ήταν, ότι κάνοντας το νομοθετικό σώμα επίσης υπέρτατη εξουσία και θεωρώντας ότι το
νομοθετικό σώμα εκφράζει την ποικιλομορφία της κοινωνίας, κι η εκτελεστική την ενότητα της
κοινότητας αυτό που έγινε ήταν ότι η μία εξουσία δεν μπορούσε να περιορίσει την άλλη. Ήταν και
οι δύο υπέρτατες, εφόσον ο μονάρχης μετέχει, άρα δεν μπορεί να είναι υπόλογος.
Το όνειρο του Λοκ για αλλαγή κυριαρχίας, αυτό σημαίνει το ότι δίνω κυριαρχία στο
νομοθετικό σώμα, θα πραγματοποιηθεί ιστορικά μετά την ένδοξη επανάσταση του 1688.

3
Πρόκειται για την ανατροπή του καθολικού βασιλέα της Αγγλίας, Ιακώβου Β’. Είναι η περίοδος
όπου μετά την ανατροπή του Ιακώβου ιδρύθηκε η σύγχρονη Αγγλική κοινοβουλευτική
δημοκρατία, γιατί έκτοτε ποτέ ξανά ο μονάρχης δεν θεωρήθηκε υπέρτατη εξουσία και δεν του
παραχωρήθηκαν απόλυτες εξουσίες. Από εκείνη την περίοδο και μετά, η περίφημη κάρτα των
δικαιωμάτων, magna carta έγινε ένα από τα σημαντικότερα έγγραφα στην πολιτική ιστορία της
Βρετανίας. Σ’ αυτήν την χάρτα των δικαιωμάτων οφείλεται η νομική εγκαθίδρυση των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως τα γνωρίζουμε σήμερα.
Ιστορικά, οι πρώτες ατομικές διεκδικήσεις ελευθεριών, ως δικαιωμάτων, ως προνομίων,
ενάντια σε μια αυθαίρετη εξουσία, αυτές δηλ. τις ελευθερίες που εμείς σήμερα αποκαλούμε ως
ανθρώπινα δικαιώματα η πρώτη διεκδίκηση, λαμβάνει χώρα στην Μ. Βρετανία τον 13ο αιώνα.
Τότε είχαν ως βασιλιά τον Ιωάννη τον Ακτήμονα που βρισκόταν σε πόλεμο με τον Φίλιππο Β’ της
Γαλλίας (αυτός ο πόλεμος ξεκινάει στα τέλη του 12ου αιώνα και φτάνει στον 13 ο αι.). Η συνέχιση
του πολέμου, οι οι εξοπλιστικές δαπάνες του Ιωάννη του Ακτήμονα προξενούν την εξέγερση των
Ευγενών που αρνούνται να του παραχωρήσουν στρατό για να συνεχίσει τον πόλεμο. Έτσι τον
Ιούνιο του 1215 του αρνούνται την οικονομική βοήθεια χωρίς ανταλλάγματα. Τα ανταλλάγματα
αυτά είναι η επιβολή της magna carta, δηλαδή ελευθερίες και προνόμια, το σημαντικότερο είναι
ο περιορισμός και η ανατροπή της αυθαίρετης άσκησης εξουσίας εκ μέρους του μονάρχη.
Έτσι η magna carta θέτει το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποτελεί τον πρόδρομο
της ίδρυσης του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Μία από τις σημαντικότερες κατακτήσεις της
magna carta είναι το περίφημο habeas corpus, το οποίο απαγορεύει την αυθαίρετη φυλάκιση
κάποιου και μάλιστα επ’ αόριστον. Το habeas corpus είναι αυτό που ρωτάει ο δικαστής τον
δεσμοφύλακα αν ο υπόδικος παρίσταται στο δικαστήριο τις νόμιμες ημερομηνίες κι όχι
κλεισμένος σ’ ένα μπουντρούμι ... Είναι από τις σημαντικότερες κατακτήσεις των Βρετανών
αριστοκρατών υπέρ στη συνέχεια, των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Βέβαια, να πούμε ότι η magna carta με τα προνόμια αυτά, θα πρέπει να περιμένει πολλούς
αιώνες μέχρι αυτά τα δικαιώματα - προνόμια να επεκταθούν ως ανθρώπινα δικαιώματα στον
ευρύτερο πληθυσμό. Πάλι στην Αγγλία, το 17 ο αι. θα συσταθεί ένα corpus ρητορικών κειμένων
όπου αυτά τα προνόμια πια δεν ανήκουν μόνο στην αριστοκρατία, αλλά επεκτείνονται σε όλους
τους πολίτες, τους υπηκόους του αγγλικού βασιλείου. Το σημαντικότερο απ’ αυτά τα κείμενα το
1689 είναι το περίφημο: The Bill of Rights. Εδώ δίνεται ένα οριστικό τέλος στην απολυταρχική
άσκηση εκ μέρους του μονάρχη. Μιλάμε για την ένδοξη επανάσταση 1688-1689 και καθαίρεσε
τον Ιάκωβο βασιλιά της Αγγλίας επιβάλλοντας την συνταγματική μοναρχία και το κράτος δικαίου.
H Αγγλία αρνείται αυτά τα δικαιώματα στους Άγγλους υπηκόους, το γνωστό σύνθημα που
προκάλεσε την αμερικανική επανάσταση «όχι φορολόγηση χωρίς αντιπροσώπευση / without
representation» στο βρετανικό κοινοβούλιο θα καταλήξει μέσα από την αμερικανική επανάσταση
στην γέννηση της διακήρυξης της αμερικανικής ανεξαρτησίας το 1786, δηλαδή η θέσπιση πια από
την αμερικανική κοινοπολιτεία, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων το 1789 έχουμε τη διακύρηξη των
δικαιωμάτων του ανθρώπου της γαλλικής επανάστασης.
Άρα, όπως βλέπουμε, τα ανθρώπινα δικαιώματα ιδρύονται τον 18ο αιώνα. Όταν λέμε
ανθρώπινα δικαιώματα σκεφτόμαστε Λοκ. Ιδιοκτησία σώματος, ελευθερία της σκέψης, και της
βούλησης. Τι γίνεται όμως τον 19ο αιώνα με την βιομηχανική επανάσταση; Το 19 ο αι. έχουμε την
ανάδειξη όχι πια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά των κοινωνικών δικαιωμάτων. Πρόκειται
για διεκδικήσεις εκ μέρους της εργατικής τάξης που έρχονται στο φως με το εργατικό κίνημα. Ο
αγώνας αυτός του εργατικού κινήματος, από τον οποίο μορφοποιείται η ιδέα και των κοινωνικών
δικαιωμάτων είναι για στέγαση, εργασία, όπως και για το δικαίωμα όλων στην εκπαίδευση
καθώς και για καλύτερη διανομή πλούτου. Ο αγώνας αυτός και το κίνημα αυτό γίνεται
εντονότατο με την περίφημη επανάσταση του Φεβρουαρίου στο Παρίσι το 1848 και ο αγώνας
αυτός εμπνέεται από το κομμουνιστικό μανιφέστο του Μαρξ. Μετά την ευρωπαϊκή επανάσταση
αυτή, αναγνωρίζονται τα δικαιώματα αυτά, και γίνονται αρωγοί σε περίπτωση οικονομικής

4
δυσπραγίας, όπου ζητείται από το κράτος να συνδράμει οικονομικά τους πολίτες που βρίσκονται
σε κατάσταση ένδειας, όπως επίσης η κοινωνική ασφάλιση, δηλαδή το δικαίωμα στην
περίθαλψη. Σε λίγο πέρα από το δικαίωμα στην περίθαλψη και στην οικονομική αρωγή, αυτά τα
δικαιώματα θα επεκταθούν και σε άλλους τομείς της σφαίρας της ανθρώπινης ζωής, δηλαδή
παιδεία, στέγαση, δικαίωμα στην εργασία. Στην αρχή τα κοινωνικά δικαιώματα θα
ακολουθηθούν δυναμικά από τους φιλελεύθερους με το επιχείρημα… Με τον φιλελευθερισμό,
σε αντίθεση με τον ρεπουμπλικανισμό, ο νόμος είναι αναγκαίο κακό. Δηλαδή το άτομο,
προκειμένου να διαφυλάξει την ελευθερία του και την ιδιοκτησία του, αναγκάζεται να
παραχωρήσει μέσω συμβολαίου ένα μέρος από την απόλυτη φυσική ελευθερία του. Επομένως, ο
νόμος είναι αναγκαίο κακό γιατί αλλιώς το άτομο αισθάνεται ότι δεν πρόκειται να επιβιώσει, αν
δεν τεθούν κανόνες που να ισχύουν για όλους. Εξ αυτού το ιδεώδες είναι όσο το δυνατόν
λιγότερο κράτος, όσο το δυνατόν λιγότεροι νόμοι. Η αντίδρασή του στα κοινωνικά δικαιώματα,
εφόσον αυτά προϋποθέτουν την ίδρυση ενός κράτους πρόνοιας, είναι ότι αυξάνεται η κρατική
ισχύς, άρα αυξάνεται ο κρατικός παρεμβατισμός, επομένως αυτή η παρέμβαση στις ελευθερίες
μου, μου κάνει τον περιορισμό μου στις φυσικές μου ελευθερίες ακόμα μεγαλύτερο. Ο τρόπος
που αυτές οι αντιρρήσεις ανατράπηκαν ήταν από το επιχείρημα: γιατί θέλεις ελευθερία
σώματος, ελευθερία σκέψης, ιδιοκτησία του σώματος; Τα θέλεις για την ευημερία σου, την
ευτυχία σου. Άρα το πρώτιστο δικαίωμά σου, είναι το δικαίωμα σου στην ευτυχία. Εφόσον λοιπόν
είναι δικαίωμα και εφόσον έχει συναφθεί ένα συμβόλαιο ακριβώς για την προστασία αυτού του
δικαιώματος, άρα αυτοί που για λόγους υγείας δεν μπορούν να τα καταφέρουν θα πρέπει να
βοηθηθούν, γιατί αυτό είναι ένα πανανθρώπινο δικαίωμα.
Έγιναν πολλές αλλαγές, και διευρύνσεις κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με το
ολοκαύτωμα, στα ανθρώπινα δικαιώματα. Γίναν ρουτίνα αυτά τα δικαιώματα. Μια μεγάλη
έκπληξη για αναβάθμιση αυτών των δικαιωμάτων έγινε με τις αντιστάσεις των ευρωπαϊκών λαών
της Σοβιετικής Ένωσης και την αναζήτηση αυτών των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που
στερούντο. Αυτό ξαναέδωσε επαναστατικό χαρακτήρα στην προστασία των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και στη συνέχεια αυτός ο επαναστατικός χαρακτήρας βοήθησε τα δικαιώματα να
επεκταθούν και υπό τη μορφή του δικαιώματος στην διαφορετικότητα με την έννοια της
προστασίας των διαφορετικών σεξουαλικών προσανατολισμών, της προστασίας σε αντίληψη και
στάση ζωής οι οποίες αφορούν ομάδες ανθρώπων με κάποια δικά τους χαρακτηριστικά. Τα
δικαιώματα του ανθρώπου αφορούν έναν αφηρημένο άνθρωπο δεν ξέρουμε πόσο πολύ ακόμα
μπορεί να επεκταθούν.
Για να επανέλθουμε λοιπόν στον Λοκ και στον Μοντεσκιέ, μετά την ένδοξη επανάσταση, το
όνειρο του Λοκ έγινε πραγματικότητα. Δηλαδή αυτός ο συμβιβασμός μεταξύ της Βουλής των
Λόρδων και της Βουλής των Κοινοτήτων και του μονάρχη, κατέστησε δυνατή την περιγραφή του
αγγλικού πολιτεύματος ως ένα παιχνίδι μεταξύ ίσων εξουσιών. Δεν υπήρχε υπέρτατη εξουσία. Τι
έγινε; Η μία από αυτές τις εξουσίες περιόριζε την άλλη. Όμως τι συνέπειες έχει αυτό;
Είδαμε ότι τον 17ο αιώνα η νομιμότητα της εξουσίας, η πηγή νομιμοποίησής της ήταν το
άτομο και τα δικαιώματά του. Επειδή όμως από τη μία το νομοθετικό σώμα δεν μπορεί να
κυβερνήσει γιατί δεν εκφράζει την κοινότητα εκφράζει τις πολλαπλές απόψεις και τα
συμφέροντα ατόμων. Από την άλλη, δεν μπορεί ως υπέρτατη εξουσία να παραγκωνίσει την
εκτελεστική εξουσία. Πώς λύνεται αυτό το πρόβλημα; Η έννοια της νομιμοποίησης μέσω της
λαϊκής κυριαρχίας μπαίνει στην σκιά. Δεν τίθεται πια πολιτικά το θέμα της νομιμότητας και
νομιμοποίησης. Από την στιγμή που το ζήτημα της νομιμοποιητικής πηγής τίθεται σε ύπνωση,
αρχίζει ο νέος τρόπος πολιτικού λόγου και σκέψης τον 18ο αιώνα. Η θεωρία του Μοντεσκιέ δεν
θεμελιώνεται σε μια φυσική κατάσταση. Ο Μοντεσκιέ δεν θεωρεί ότι ενδιέφερε τους
θεωρητικούς το 17ο αι. να χαμηλώσουν την ιδέα του συμβολαίου. Είδαν τα αδιέξοδα που
φτάνουν αν θες να περιορίσεις την απόλυτη κυριαρχία. Ο Μοντεσκιέ δεν στηρίχτηκε στη φυσική

5
κατάσταση. Στηρίχθηκε στην αγγλική εμπειρία. Είδε ότι το πρόβλημα στην Αγγλία λύνεται όταν το
θέμα της νομιμοποίησης (ποιος νομιμοποιεί την εξουσία) πάει λίγο πίσω.
Ακριβώς επειδή ο Μοντεσκιέ είναι επηρεασμένος από την αγγλική εμπειρία, (αυτό που τον
χαρακτήριζε από την αρχή είναι η αντιπάθειά του για την μεταφυσική) ο στοχασμός του ο
πολιτικός είναι εστιασμένος στα γεγονότα, στα πολιτικά συμβάντα, αυτά προσπαθεί να
νοηματοδοτήσει και να σκεφτεί πάνω σ αυτά. Ακριβώς επειδή στηρίζεται στην εμπειρία ο
Μοντεσκιέ δεν είναι υπέρ της δημοκρατίας, αλλά υπέρ της συνταγματικής μοναρχίας. Δεν είναι
τυχαίο ότι οι αντιλήψεις του αποτέλεσαν πηγή για θεωρίες και πρακτικές της δημοκρατίας. Ο
Μοντεσκιέ υιοθετεί το πολίτευμα μιας πεφωτισμένης συνταγματικής μοναρχίας, η οποία ως
κοινοβουλευτική έχει δημοκρατικά στοιχεία. Η μεγάλη μέριμνά του ήταν ο περιορισμός της
απόλυτης εξουσίας του Γάλλου βασιλιά. (Ο Μοντεσκιέ ήταν πριν τη γαλλική επανάσταση) Η
Γαλλία δεν έχει το πολίτευμα της συνταγματικής μοναρχίας. Η Γαλλία παραμένει στον αστερισμό
του συνθήματος του Λουδοβίκου «το κράτος είμαι εγώ».
Ws451340 [43:10 ]
Αυτό πολέμησε ο Μοντεσκιέ σε όλο του το έργο και θεώρησε με βάση την εμπειρία ότι ο
μόνος τρόπος για να αποφευχθεί η αυθαιρεσία στην εξουσία είναι η φράση του «η εξουσία
πρέπει να σταματά την εξουσία». Δηλαδή η διάκριση των εξουσιών με βάση μια εξισορρόπηση
μεταξύ των εξουσιών, ότι δηλαδή καμία δεν είναι υπέρτερη της άλλης και έτσι η μία θέτει όρια
στην επεκτατική τάση της άλλης. Για να το πετύχει αυτό ο Μοντεσκιέ, δεν μπορεί να θέσει το
θέμα της πηγής νομιμοποίησης της εξουσίας. Αν το έθετε, θα έβγαινε πάλι ότι η μία είναι η
υπέρτατη εξουσία και πάλι το ίδιο πρόβλημα. Ο Μοντεσκιέ δεν θέλει να θεωρήσει καμία εξουσία
ως υπέρτατη. Η πλέον κεντρική από τις ιδέες που διατρέχουν το έργου του Μοντεσκιέ είναι η
ελευθερία. Επειδή ακριβώς είναι η ιδέα της ελευθερίας, ο Μοντεσκιέ θεωρείται ότι είναι αυτός
που εδραιώνει το λεξιλόγιο του φιλελευθερισμού. Δεν τον ενδιαφέρει όπως τον Λοκ τι
νομιμοποιείται, ποια είναι η πηγή της εξουσίας. Τον ενδιαφέρει το αποτέλεσμα της εξουσίας.
Φεύγουμε από την πηγή και πάμε στην πράξη. Πάμε στα αποτελέσματα της εξουσίας και
στους τρόπους περιορισμού της υπέρ της ελευθερίας. Έτσι ο Μοντεσκιέ, αντί να ξεκινήσει από
την έννοια του δικαιώματος που θεμελιώνει την ελευθερία, ξεκινά από την εξουσία που απειλεί
την ελευθερία. Αυτή είναι η μεγάλη αλλαγή του 18ου αιώνα.
Φεύγουμε και από τη νομιμοποιητική πηγή, από την φυσική κατάσταση. Βέβαια, ο Ρουσσώ
μίλησε για φυσική κατάσταση τον 18ο αιώνα, αλλά είναι ιστορική άποψη, στηρίζεται σε ιστορικές
εμπειρίες. Ποια είναι η διαφορά της φυσικής κατάστασης μεταξύ Λοκ – Χομπς και Ρουσσώ;
Και στον Χομπς και στον Λοκ, τα άτομα είναι ανθρώπινα άτομα, έχουν πάθη τα οποία πρέπει
να υποτάσσονται στο νου, γιατί ο άνθρωπος διακρίνεται ως έλλογο ον. Η μεγάλη επανάσταση
γίνεται με τον Μακιαβέλι, ο οποίος θα πει: δεν με ενδιαφέρει πώς θα έπρεπε να είναι ο
άνθρωπος, αλλά το πώς είναι πράγματι. Με ενδιαφέρει το ανθρώπινο ον όπως προκύπτει από
την ανθρώπινη εμπειρία. Βλέπω ένα ον με επιθυμίες, με πάθη, με πλεονεξία, με προσκόλληση
στο ατομικό του συμφέρον. Αυτή η αλλαγή είναι η αλλαγή μεταξύ της ιδεώδους φύσεως του
ανθρώπου και η μετάβασή της στους σκοπούς.
Διαπιστώνουμε τώρα ότι στους ανθρώπους επικρατούν τα πάθη. Εξ αυτών πώς γίνεται αυτή η
ανατροπή; Εφόσον τους ανθρώπους τους καθορίζουν τα πάθη τους και το κυριότερο είναι το
πάθος για αυτοσυντήρηση, άρα το ανθρώπινο ον δεν είναι έλλογο με την έννοια ότι υποτάσσει τα
πάθη, είναι έλλογο με την έννοια ότι χρησιμοποιεί την λογική του για να ικανοποιήσει τα πάθη
του. Αυτή είναι η μεγάλη επανάσταση που θα γίνει τον 17ο αιώνα με τον Μακιαβέλι. Ότι
δεχόμαστε τους ανθρώπους όπως είναι και όχι όπως θα έπρεπε να είναι. Αυτό θα δημιουργήσει
και την αντίληψη του οικονομικού φιλελευθερισμού τον 18ο αιώνα, ότι η αγορά
αυτορρυθμίζεται: Adam Smith: να βάλεις τα πάθη προς την γενική ευημερία. Μετά το πάθος θα
αντικατασταθεί από το καλώς εννοούμενο συμφέρον. Ο άνθρωπος είναι έλλογος γιατί βρίσκει τα
μέσα για την εξυπηρέτηση του ατομικού του συμφέροντος. Το ατομικό συμφέρον είναι η

6
ευημερία του, θέτει την λογική του στην υπηρεσία του πάθους και γι’ αυτό τα πάθη
αντικαταστάθηκαν από το εύλογο συμφέρον.
Επανερχόμαστε στη διαφορά Χομπς – Λουκ και Ρουσσώ. Ο Ρουσσώ μιλάει για την φυσική
κατάσταση, αλλά την θέτει μέσα στην ιστορία και κυρίως ο Ρουσσώ δεν θεωρεί ότι ο άνθρωπος
στην φυσική κατάσταση είναι απολύτως άνθρωπος. Θεωρεί ότι είναι κάποιο ζώο, έχει τη
δυνατότητα να εξελιχθεί σε άνθρωπο. Για τον Ρουσσώ δεν μπαίνει σε κοινότητες, δεν φτιάχνει
πολιτική κοινωνία με την έννοια ότι συνάπτεται το συμβόλαιο, αλλά είναι το τυχαίο της ιστορίας
(σεισμοί, λιμοί) που τους κάνει να συγκεντρώνονται σε κοινωνίες. Το κοινωνικό συμβόλαιο του
Ρουσσώ δεν είναι μια εξήγηση του τρόπου ύπαρξης μιας κοινωνίας, είναι μια ιδεώδης κατάσταση
συμβολαίου, ενώ οι άλλοι προσπαθούν να σώσουν την ανθρώπινη κυριαρχία. Ο Λοκ προσπαθεί
να προστατεύσει την ιδιοκτησία.
Ο Μοντεσκιέ διάβασε πολλούς συγγραφείς στη ζωή του. Είχε διαβάσει Αριστοτέλη, είχε
αγοράσει δύο αντίτυπα των προπολιτικών του Αριστοτέλη. Πολλές απόψεις του Μοντεσκιέ
θυμίζουν Αριστοτέλη.
Για να κατανοήσουμε την σκέψη του Μοντεσκιέ, πρέπει να ξαναπούμε: ο 17ος αιώνας είχε
αρχίσει με μια απόλυτη συνείδηση της ισχύος του ορθού λόγου. Ο Ντεκάρτ λέει ότι με τον ορθό
λόγο και με τις επιστήμες που έχουν δώσει την μέθοδο των μαθηματικών, μπορεί να γίνουν οι
άνθρωποι κάτοχοι και κύριοι της φύσης. Ενώ όμως όσον αφορά το σύμπαν και τη φυσική
πραγματικότητα, ο άνθρωπος τον 17ο αιώνα ένιωθε απολύτως κυρίαρχος, αλλά αποξενωμένος
από την εγκόσμια πραγματικότητα, γιατί ο Ντεκάρτ λέει ότι ο τρόπος για να καταλάβεις την
εξωτερική πραγματικότητα είναι οι μαθηματικές ιδιότητες των φυσικών πραγμάτων, δηλώνοντας
ο ίδιος ότι οι αισθήσεις εάν σε εξαπατούν μια φορά, εξαπατούν πολλές. Ότι αν εγώ τώρα
κάθομαι κοντά στο τζάκι, μπορεί και να το ονειρεύομαι θέτοντας έτσι το κριτήριο για την
πραγματικότητα (με ποιο κριτήριο δηλαδή διακρίνω το πραγματικό από το ονειρικό). Με ποιο
κριτήριο αποκτώ βέβαιη γνώση, τι θα πει; Θα πει ότι βλέπω έναν πίνακα είτε βλέπω ένα όνειρο.
Οι ιδιότητες που δεν μπορούν να μην υπάρχουν είτε στον πίνακα είτε στο όνειρο, είτε στην
πραγματικότητα, είναι οι μετρήσιμες ιδιότητες. Έτσι θα κάνει τη διάκριση μεταξύ των πρώτων
ποιοτήτων και των δεύτερων ποιοτήτων. Οι πρώτες ποιότητες είναι οι μαθηματικές των φυσικών
πραγμάτων. Οι δεύτερες είναι οι πληροφορίες των αισθήσεων, όσφρηση, ακοή, αφή, οι οποίες
είναι απολύτως υποκειμενικές. Γιατί δεν ξέρω αν αυτό που αγγίζω ή βλέπω δίνει σε εσένα την
ίδια αίσθηση. Εξ αυτού θα πει ότι ο μόνος τρόπος για να αποκτήσεις βέβαιη γνώση για την
πραγματικότητα, δεν είναι οι πληροφορίες που σου δίνουν οι αισθήσεις σου, αλλά είναι οι
μετρήσιμες, οι μαθηματικές ιδιότητες των πραγμάτων. Αλλά ακριβώς επειδή οι μαθηματικές
ιδιότητες δεν υπάρχουν στον εμπειρικό κόσμο, π.χ. το 5 δεν μπορώ να το φάω, να το δω, να το
μυρίσω... σημαίνει ότι είναι προϊόντα της νόησης. Για τον Ντεκάρτ, αυτές οι μαθηματικές γνώσεις
μας έχουν δωρηθεί από τον Θεό σε αντιστοιχία με τους νόμους που λειτουργεί η φυσική
πραγματικότητα, την οποία ο ίδιος δημιούργησε. Επομένως, για τον Ντεκάρτ χρειάζομαι τον Θεό,
επειδή με εξαπατούν οι αισθήσεις μου, γιατί ο Θεός μου έχει δώσει αυτή την μαθηματική γνώση
που με βοηθάει να γνωρίσω την φυσική πραγματικότητα. Όμως τα μαθηματικά είναι
περιεχόμενα του νου. Εφόσον είναι περιεχόμενα του νου, ο κόσμος χάνει την άμεση επαφή του
με το άτομο, γιατί για να πω ότι γνωρίζω τον κόσμο πρέπει να διαμεσολαβηθεί αυτό με ένα
προϊόν του νου.
Έτσι ακριβώς ο Ντεκάρτ, ως εμπειριστής τον 17ο αιώνα, θεώρησε ότι οι αισθήσεις είναι
υποκειμενικές, λέγοντας το εξής: αν πέφτει ένα δέντρο, βεβαίως κάνει θόρυβο. Όμως αν δεν το
ακούσει κανείς, είναι σαν να μην έχει πέσει. Η μόνη απόδειξη ότι έπεσε, είναι αυτό που μπορώ
μαθηματικά να υπολογίσω. Επομένως, ο όγκος του. Αυτή λοιπόν τον 17ο αιώνα είναι η στάση του
ανθρώπου, όπου μετατρέπεται η φυσική πραγματικότητα σε περιεχόμενο του νου του και ενώ
υπάρχει η κυριαρχία του στη φύση, όταν φθάνει στα ανθρώπινα πράγματα, δεν μπορεί να

7
μαθηματικοποιήσει τις ανθρώπινες σχέσεις. Επομένως, μπροστά στην ανθρώπινη
πραγματικότητα, αυτός ο άνθρωπος νιώθει αδύναμος.
Διαβάζει απόσπασμα από τον λόγο περί της μεθόδου.
Λέει λοιπόν ότι αυτές οι αλήθειες του ορθού λόγου, που είναι οι επιστήμες με την μαθηματική
μέθοδο, δεν υπάρχουν στις ανθρώπινες σχέσεις και βλέπουμε την αμηχανία του. Έχουμε την
διατύπωση του περήφανου υποκειμένου ως κυρίαρχου του σύμπαντος και από την άλλη
δηλώνεται η αδυναμία του νεωτερικού ανθρώπου. Ναι μεν αισθάνεται ότι έχει οικοδομήσει το
σύμπαν (η γνώση του δηλαδή προκύπτει από τα προϊόντα της νόησής του, από τις μαθηματικές
γνώσεις), αυτός ο ίδιος άνθρωπος νιώθει ξένος σε αυτό τον βιόκοσμο, εκεί που είναι οι
ανθρώπινες υποθέσεις.
Ο Boussuet, Γάλλος ιερωμένος, παιδαγωγός του Δελφίνου του διαδόχου του Λουδοβίκου του
14ου, θα γράψει το έργο για την παγκόσμια ιστορία Discours sur l’ histoire universelle, όπου σ’
αυτό το έργο θα προσπαθήσει να εξιστορήσει τα ιστορικά συμβάντα από την αρχαιότητα έως τον
Καρλομάγνο που ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της
αυτοκρατορίας που αναδύεται μετά την πτώση της δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Αυτό που
θέλει να δείξει ο Μπουσουέ είναι ότι σε διάφορες εποχές της ιστορίας, το σχέδιο του Θεού ήταν
ολοκληρωμένο. Οι αυτοκρατορίες γεννιούνταν, έφταναν στο αποκορύφωμα και μετά κατέρρεαν
και ήθελε να δείξει το σχέδιο του Θεού. Όμως, όταν φτάνουμε στους νεότερους χρόνους, κυρίως
στον 18ο αιώνα, είναι αδύνατο να κατανοήσουμε και να γνωρίσουμε διότι υπήρχε εύλογη μια
σύνθεση της ιστορίας σύμφωνα με αυτή την παραδεδομένη αντίληψη των χριστιανών. Μέχρι
τότε, η εικόνα που είχε σχηματίσει ο χριστιανός για τον κόσμο ήταν απολύτως οριοθετημένη.
Δηλαδή θεωρούσε ότι τα συμβάντα της ιστορίας δεν κατανοούνται παρά μόνο ως μέρη ενός
θείου σχεδίου που οδηγεί την ανθρωπότητα μέχρι την συντέλεια. Εξ αυτού, η Ιερουσαλήμ και η
Ρώμη αποτελούσαν τα κέντρα του επίγειου κόσμου για τον χριστιανό.
Πρέπει να πούμε ότι την εποχή των εξερευνήσεων, όπου εμφανίστηκαν οι Αζτέκοι, οι Ινδιάνοι,
οι λαοί της Αφρικής, οι κοσμογράφοι της εποχής περιέγραφαν αυτούς για να είναι συμβατοί με
την αντίληψη των ανθρώπων, ως τερατόμορφους, ως μη ανθρώπους σχεδόν. Γιατί για τον
χριστιανό, ο κόσμος τελείωνε στα όρια του δικού του κόσμου της Ευρώπης. Από εκεί και πέρα
ήταν το τέλος του κόσμου. Οι κοσμογράφοι έπαιρναν αυτές τις περιγραφές τους από την
ελληνική γραμματεία.
Ο Todorov, φιλόσοφος, κοσμογράφος και θεωρητικός λογοτεχνίας στο έργο του «κατάκτηση
της Αμερικής» λέει: «ο Κολόμβος δεν ενδιαφέρεται για τους λαούς που συναντάει, γιατί ξέρει εκ
των προτέρων ότι θα συναντήσει Κύκλωπες, ανθρώπους με ουρά και αμαζόνες». Όμως, σιγά-σιγά
ανακαλύπτεται ο δικός τους πολιτισμός, οι παραδόσεις του. Δεν είναι πια τα κέντρα η Ρώμη και η
Ιερουσαλήμ. Έτσι, ο χριστιανός απομακρυνόμενος από τα δύο αυτά κέντρα, δεν μπορούσε να
αντιμετωπίσει τις ανθρώπινες υποθέσεις θεωρώντας ότι υπάρχει ένα σχέδιο που ξεκινά από την
αρχή του κόσμου και ότι όλα τα συμβάντα της Ευρώπης υπάγονται σε αυτό και εξηγούνται με
βάση αυτό. Και δεν μπορούν να εξηγηθούν πια γιατί τον 17ο αιώνα πια δεν υπαγόμαστε στην
εποχή των μεγάλων αυτοκρατοριών, γιατί τότε έχουμε ανάδυση των εθνικών μοναρχών, των
κυρίαρχων κρατών που τους ενδιαφέρει η επικράτειά τους, η διατήρηση των συνόρων τους και
ανταγωνίζονται. Αυτά τα κράτη δεν μπορούν να μπουν σε ένα σχέδιο, δεν είναι αυτοκρατορίες.
Έχουν ως στόχο όχι την κατάκτηση του κόσμου και την παγκόσμια κυριαρχία, αλλά την
εξισορρόπηση των δυνάμεων και την σταθερότητα. Έτσι, με βάση τα παραπάνω, τα όρια της
αρχαίας οικουμένης ήταν θολά και δεν αρκούσε πια το σχέδιο του Θεού να την εξηγήσει. Αυτές οι
εμπειρίες άλλαξαν και τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε η αρχαιότητα. Μέχρι τώρα, η ρωμαϊκή
αυτοκρατορία θεωρείτο ότι ήταν το μέσο μιας παγκόσμιας ειρήνης για να διευκολύνει τη
διάδοση του χριστιανισμού. Όταν όμως έχουμε την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου νοός και
τους νέους λαούς που προσεγγίζουν αυτήν την αυτοκρατορία, οι ιστορικοί ανακαλύπτουν ότι οι
Ρωμαίοι δεν είχαν σχέση με κανένα τέτοιο σχέδιο. Αυτό που είχαν οι Ρωμαίοι ήταν ένας λαός με

8
τα δικά του ιδεώδη και ιστορία. Έτσι ο κόσμος εμφανίστηκε χαοτικός και το σχέδιο του Θεού
έπαψε να έχει σημασία.

You might also like