You are on page 1of 12

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

3ο μάθημα (29-3-22)

Είμαστε στον 16ο αιώνα. Στον Χομπς είδαμε τα χαρακτηριστικά της ελέω Θεού μοναρχίας
όπως αυτή αναδεικνύεται τον 16ο αι. και ποια είναι η διαφορά της ελέω Θεού μοναρχίας του
χριστιανού αυτοκράτορα απ’ αυτήν με τον Χομπς (17ο αι.) έχουμε μια εδραίωση της απόλυτης
κυριαρχίας, αλλά όχι πια ελέω Θεού. Έχουμε μπει σε μια περίοδο πλήρους εκκοσμίκευσης της
εξουσίας. Πρόκειται για μια απόλυτη κυριαρχία η οποία θα στηριχθεί στο συμβόλαιο, δηλαδή
στα δικαιώματα του προ πολιτικού ατόμου. Του ατόμου που δεν έχει ενταχθεί σε μια πολιτική
κοινότητα και το οποίο με την συναίνεση και των άλλων ατόμων οδηγείται στην ίδρυση μιας
πολιτικής κοινότητας με στόχο την επιβίωσή του δηλ. χωρίς τον φόβο του βίαιου θανάτου.
Έτσι, το πολιτικό σώμα τον 17ο αιώνα γεννιέται με τον Χομπς μέσα από τη σύναψη μιας
συμφωνίας ατόμων. Είναι μια συμφωνία που δεν συνάπτουν τα άτομα μεταξύ τους, αλλά το κάθε
ένα άτομο χωριστά με τον κυρίαρχο, δηλαδή με αυτόν στον οποίο αναγνωρίζουν την υπέρτατη
εξουσία να το προστατεύει, να προστατέψει τη ζωή του και τα αγαθά του.
Όσον αφορά τις θεωρίες του συμβολαίου, αυτές έχουν δύο διαστάσεις: όταν αναθέτω την
εξουσία σε κάποιον άλλο κυβερνήτη, αυτό είναι το συμβόλαιο υποταγής το λεγόμενο: pactum
subjectionis. Στον Χόμπς έχουμε αυτή την μορφή συμβολαίου. Τα άτομα δεν συνάπτουν
συμφωνία μεταξύ τους προκειμένου να αναθέσουν σε κάποιον την εξουσία, δηλαδή στον
κυρίαρχο, αλλά τα άτομα το καθένα μόνο του συνάπτει συμφωνία υποταγής στον κυρίαρχο με
αντάλλαγμα την επιβίωσή του, και γι’ αυτό στον Χομπς έχουμε μόνο συμβόλαιο υποταγής. (Στο
Λοκ έχουμε και τις δύο μορφές συμβολαίου.) Η κοινότητα είναι ένα τεχνούργημα κατ’ εικόνα του
ανθρώπου και αυτό ο Χομπς θα το ονομάσει artificial man (τεχνητό άνθρωπο) και αυτός ο
artificial man ταυτίζεται με τον όρο common wealth ή state (κράτος).

Συμβόλαιο και κυριαρχία (17oς αιώνας):


«Υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος συγκρότησης κοινής εξουσίας (Common
Power), ικανής να προστατεύει τους ανθρώπους από τις έξωθεν εισβολές και τις
μεταξύ τους αδικοπραγίες, και να τους παρέχει ασφάλεια έτσι ώστε να ζουν
ικανοποιημένοι, συντηρούμενοι από την εργασία τους και τους καρπούς της γης. Ο
τρόπος είναι ο εξής: όλοι εκχωρούν ολόκληρη τη δύναμη (power) και την ισχύ τους
(strength) σ’ έναν άνθρωπο ή σε μια συνέλευση ανθρώπων στο πλαίσιο της οποίας
είναι δυνατή, με βάση την αρχή της πλειοψηφίας, η αναγωγή όλων των βουλήσεων
σε μία. Με άλλα λόγια, αναθέτουν σ’ ένα άτομο ή σε μια συνέλευση ατόμων να τους
εκπροσωπεί, έτσι ώστε ο καθένας να ορίζει και να αναγνωρίζει τον εαυτό του ως
αυτεξούσιο εντολοδότη οποιασδήποτε ενέργειας επιτελεί ή προκαλεί ο εκπρόσωπος
όλων για θέματα σχετικά με την κοινή ειρήνη και ασφάλεια, υποτάσσοντας ο
καθένας τη βούλησή του στη βούληση του τελευταίου και την κρίση του στην κρίση
του. Και τούτο είναι παραπάνω από απλή συγκατάθεση ή συμφωνία, πρόκειται
δηλαδή για πραγματική ενοποίηση όλων σε ένα και το αυτό πρόσωπο,
δημιουργημένη μέσω της σύμβασης κάθε ανθρώπου με κάθε άλλον άνθρωπο, και
μάλιστα με τέτοιο τρόπο σαν να έλεγε κάθε άνθρωπος σε κάθε άλλον άνθρωπο
‘Εξουσιοδοτώ αυτό το άτομο ή συνέλευση ατόμων και απεμπολώ το δικαίωμά μου
να αυτοκυβερνώμαι υπό τον όρο ότι θα απεμπολήσεις κι εσύ το ίδιο δικαίωμά σου
και θα εξουσιοδοτήσεις τις πράξεις σου κατά τον ίδιο τρόπο’. Αφού γίνει αυτό, το
πλήθος που ενοποιείται έτσι σε ένα πρόσωπο ονομάζεται Πολιτική Κοινότητα και

1
στα λατινικά Civitas. Ιδού λοιπόν η γέννηση εκείνου του μεγάλου Λεβιάθαν, ή
μάλλον (για να μιλήσουμε με μεγαλύτερο σεβασμό) εκείνου του θνητού θεού, στον
οποίο οφείλουμε, ύστερα από τον αθάνατο Θεό, την ειρήνη και την υπεράσπισή μας»
( Λεβιάθαν, Ι, 17, σ. 240-241).

Εδώ λοιπόν έχουμε άτομα μεταξύ τους τελείως χωριστά τα οποία παραιτούνται από το
δικαίωμά τους να αυτοκυβερνώνται υπό τον όρο να παραιτηθούν και τα άλλα άτομα και θα
προσφέρουν αυτή την εξουσία τους να αυτοκυβερνώνται σε έναν κυρίαρχο. Μόλις γίνει αυτή η
ανάκτηση, τότε λέει ο Χομπς, δημιουργείται κοινότητα. Άρα εδώ έχουμε το παράδοξο ότι ο
κυρίαρχος που τους εκπροσωπεί είναι αυτός που τους κάνει την κοινότητα. Επομένως, δεν είναι
κοινότητα πριν να τους εκπροσωπήσει ο κυρίαρχος. Συνήθως έχω μια κοινότητα και ψάχνω
κάποιον να την αντιπροσωπεύει. Εδώ έχω ένα πλήθος ατόμων τελείως χωριστά μεταξύ τους, ο
καθένας για το δικό του συμφέρον, αυτό δείχνει το «θα αποποιηθώ το δικαίωμά μου αν κάνεις κι
εσύ το ίδιο» αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των ατόμων,
καμία ηθική δέσμευση μεταξύ των ατόμων. (Είναι αυτός ο λόγος που θα πει ο Τζων Ρομπς,
φιλοσοφος του 20ου αι. ότι στον Χόμπς δεν έχω αυτό που λέμε reasonable απόφαση. Το
reasonable είναι η διάκριση να συμφωνήσω με τον άλλον στη βάση της κοινωνικότητάς του. Δηλ.
είναι η λογική μου ικανότητα να βρίσκω τους κανόνες που επιτρέπουν να ζω αρμονικά με τους
άλλους επειδή πάνω απ’ όλα είμαι κοινωνικό ον. Αντίθετα, με βάση τη διατύπωση του Χομπς, ο
Ρομπς λέει ότι δεν το έχω αυτό το reasonable, αλλά έχω το rational, που σημαίνει εξευρίσκω
μέσα με την λογική μου προκειμένου να υπηρετήσω το απολύτως ατομικό μου συμφέρον,
δηλαδή δεν το κάνω επειδή είμαι κοινωνικό άτομο, δεν το κάνω επειδή είμαι φτιαγμένος να
συνυπάρχω με τους άλλους, το κάνω μόνο και μόνο για να προστατέψω τον εαυτό μου, γιατί
μόνο ο εαυτός μου με νοιάζει. Δηλαδή δεν έχω κοινότητα, πριν αυτή η κοινότητα να ιδρυθεί
μέσω του αντιπροσώπου της. Αυτό είναι το παράδοξο, δηλαδή ο αντιπρόσωπος της κοινότητας
γεννά και δημιουργεί την κοινότητα, δεν προϋπάρχει η κοινότητα του αντιπροσώπου. Έτσι στον
Χομπς ο κυρίαρχος αντιπροσωπεύει τον λαό επειδή με τη δική του ίδρυση, από την στιγμή που
ιδρύεται ως κυρίαρχος, δημιουργεί την οντότητα του λαού την οποία πρόκειται να
αντιπροσωπεύσει. Εγώ συμβάλλω με τον κυρίαρχο. Ο κυρίαρχος δεν συμβάλλεται μαζί μου. Ο
κυρίαρχος είναι τελείως αδέσμευτος. Στη φυσική κατάσταση το άτομο, στον Χομπς έχει δικαίωμα
των πάντων στα πάντα. Επειδή λοιπόν ο κυρίαρχος δεν συμβάλλει, αυτός είναι ελεύθερος εγώ
δεν έχω μέσον της συμφωνίας που με αντιπροσωπεύει. Το παράδοξο είναι ότι ο αντιπρόσωπος
δημιουργεί τον αντιπροσωπευόμενο. Αυτό είναι το περίεργο. Εξουσιοδοτώντας λοιπόν τον
κυρίαρχο, το άτομο που γίνεται πολίτης του επιτρέπει να βρεθεί στην θέση του.
Έτσι αυτό που συμβαίνει είναι, με το να υπακούει στον κυρίαρχο, εφόσον του έχει επιτρέψει
να ενεργεί στη θέση του, είναι σαν να υπακούει στη δική του λογική. Ό,τι κάνει ο κυρίαρχος είναι
σαν την δική του βούληση, δική του λογική του ατόμου. Αυτή η ανάγκη διαμεσολάβησης της
ενότητας, δηλαδή το ότι έχω έναν λαό που δημιουργείται μέσω του αντιπροσώπου του, γιατί πριν
είναι μόνο άτομο, και μέσω από την σύναψη συμβολαίου που κάνει το κάθε άτομο χωριστά με
τον κυρίαρχο, δημιουργείται κοινότητα. Αυτό είναι το παράδοξο. Αυτό το επιτυγχάνει ο Χομπς
επεξεργαζόμενος την έννοια του multitudo (πλήθος). Αυτή την εννοεί o Χομπς ως multitudo
dissoluta. Άρα έχω μια συνάθροιση (δεν έχει τίποτα σχετικό το ένα κομμάτι της συνάρτησης με το
άλλο) και πως αυτό το κομμάτι, βρίσκει κοινά σημεία για να γίνει λαός; Μέσω του
αντιπροσώπου. Μέσω δηλαδή του απόλυτου κυρίαρχου. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει
δυνατότητα κατάργησης της κυριαρχίας. Εάν καταργηθεί η κυριαρχία (προσέξτε πως ο Χομπς έτσι
απαγορεύει το δικαίωμα στην αντίσταση και στην επανάσταση της κοινότητας) Εάν ξεσηκωθεί
αυτός ο λαός ενάντια στον κυρίαρχο, θα ξαναγίνει multitudo dissoluta, δηλαδή θα επανέλθουν
στην φυσική κατάσταση. Ξέρω για τη φυσική κατάσταση ότι είναι πόλεμος όλων εναντίων όλων.

2
Αυτό σημαίνει αυτοκαταστροφή. Ως multitudo dissoluta αυτό το πλήθος δεν διαθέτει ούτε κοινή
βούληση, ούτε μπορεί να κατέχει κάτι από κοινού, ούτε μπορεί να ενεργεί από κοινού. Ακριβώς
γι’ αυτό δεν δίνεται η δυνατότητα της επανάστασης ενάντια στον κυρίαρχο στην Χομπσιανή
θεωρία. Δηλαδή για να περάσουμε από το πλήθος (multitude) στον λαό, χρειάζεται ακριβώς η
πράξη ίδρυσης του κυρίαρχου, δηλαδή το συμβόλαιο του κάθε ατόμου με τον κυρίαρχο.
Οι υποχρεώσεις, λοιπόν εδώ, των υπηκόων περιορίζονται από το αναπαλλοτρίωτο φυσικό
δικαίωμα του ατόμου να αντιστέκεται όταν απειλείται η ζωή του. Εδώ είναι και το παράδοξο του
Χομπς, διότι δεν μπορεί να φτιάξει ποινικό δίκαιο γιατί με βάση την αρχή, το δικαίωμά μου να
αντιστέκομαι, εάν απειλείται η ζωή μου ακόμα και από τον κυρίαρχο, σημαίνει ότι το να
δραπετεύσεις θα πει είναι ανέντιμο αλλά είναι και λογικό. Το να αρνηθείς τη σύλληψή σου και το
να μην δεχθείς να υποστείς τις συνέπειες του νόμου, είναι απολύτως λογικό. Υπάρχουν κάποιες
δυσκολίες στο ποινικό δίκαιο του Χομπς και μάλιστα αυτές οι δυσκολίες οφείλονται και στο ότι,
παρότι ο Χομπς αναγνωρίζει ότι τα όρια είναι η απειλή κατά της ζωής του ατόμου, ως μέλος της
κοινότητας, αυτό δεν το κάνει να περιορίζει την κυριαρχία την απόλυτη εξουσία του κυρίαρχου.
Ωστόσο δεν πρέπει να συμπεράνουμε ότι αυτή η ελευθερία καταργεί ή περιορίζει το δικαίωμα
ζωής ή θανάτου της κυρίαρχης εξουσίας των υπηκόων. Διότι έχει καταδειχθεί απ΄όσα δύναται να
κάνει ο κυρίαρχος αντιπρόσωπος σ’ έναν υπήκοο, τίποτα και με οποιαδήποτε αφορμή δεν μπορεί
στην κυριολεξία να θεωρηθεί αδικία, εφόσον κάθε υπήκοος είναι αυτεξούσιος εντολοδότης κάθε
πράξης του κυρίαρχου. Ό,τι και να κάνει, έχει το δικαίωμα και μονάχα απέναντι στον Θεό (αφού
έχει όλα τα δικαιώματα), αφού και ο ίδιος είναι υπήκοος του και άρα είναι υποχρεωμένος να
τηρεί τους νόμους της φύσης. Βέβαια αυτό, το ότι απέναντι στο Θεό είναι υποχρεωμένος να το
κάνει ειδικά για τον Χομπς που είναι υλιστής…
Ο Χομπς ήταν υλιστής και άθεος απλώς αυτά είναι μες το πνεύμα της εποχής, για να
μπορέσει να συγκαλύψει τις πραγματικές του απόψεις σχετικά με το Θεό και αυτό που λέει είναι
ότι από την στιγμή που εξουσιοδοτώ τον κυρίαρχο να ενεργεί σαν να ήμουν εγώ, από τη στιγμή
που εγώ, ως άτομο, έχω έναν σκοπό, δηλαδή την αυτοσυντήρησή μου, δεν είναι δυνατόν να
θεωρήσω ότι ο κυρίαρχος με απειλεί ποτέ, δεν είναι ποτέ να θεωρήσω ότι με απειλεί γιατί εγώ
εφόσον έχω το ατομικό μου συμφέρον ως κριτήριο, δεν θα μπορούσα ποτέ να αδικήσω τον εαυτό
μου. Εδώ πρόκειται για μεταφορά της αριστοτελικής αντίληψης για το δίκαιο, βάσει της οποίας
ο Αριστοτέλης διακρίνει τη μορφή δικαίου που υπάρχει μέσα στον οίκο, από την πολιτική
δικαιοσύνη (το δίκαιο δηλ. μέσα στην πόλη, στη δημόσια σφαίρα) που είναι και η μόνη μορφή
δικαιοσύνης που αποδέχεται ο Αριστοτέλης αποδέχεται. Γιατί αρνείται την ύπαρξη δικαίου στον
οίκο; Με κάτι παρόμοιο που λέει ο Χομπς απλώς το μεταφέρει στη σχέση ατόμου-κυριάρχου.
Λέει, έχω στον οίκο τον δεσπότη, τον κύριο δηλαδή του οίκου, ο οποίος έχει παιδιά και δούλους.
Τα παιδιά μέχρι να ενηλικιωθούν ως πολίτες αποτελούν προέκταση του εαυτού του. Άρα εφόσον
το δίκαιο είναι επανόρθωση αδικίας, κανείς δεν αδικεί τον εαυτό του, άρα δεν μπορεί να
ισχύσουν κανόνες δικαίου σ αυτή τη σχέση διότι εκ προοιμίου δεν μπορεί να υπάρξει αντιδικία.
Δεν αντιδικείς με τον εαυτό σου. Από την άλλη, ο δούλος είναι κτήμα του δεσπότη. Για τον ίδιο
λόγο, ό,τι και να κάνει ο δεσπότης δεν μπορεί να βλάψει τον δούλο, γιατί είναι σαν να βλάπτει
τον εαυτό του. Αυτό λοιπόν το σχήμα, το σχήμα με το οποίο ο Αριστοτέλης διακρίνει την πολιτική
δικαιοσύνη, ως δικαιοσύνη μιας πόλης ίσων και ισότιμων πολιτών από την «μορφή δικαίου» που
μπορεί να υπάρχει στον οίκο, γιατί ο Αριστοτέλης λέει ότι δεν υπάρχει δίκαιο μέσα στον οίκο,
αυτό ο Χομπς θα το πάρει και θα το μεταφέρει στη σχέση ατόμου και κυρίαρχου όσον αφορά τον
Λεβιάθαν. Έτσι καταλαβαίνουμε ότι η χομπσιακή πολιτική κατασκευή επιδιώκει να πείσει για την
ορθότητα της απόλυτης κυριαρχίας ως μορφής εξουσίας μέσα σε μια κοινότητα, χωρίς να περνά
καθόλου από οποιαδήποτε θεολογική βάση ή θρησκευτικού τύπου δικαιολόγηση αυτής της
κυριαρχίας.
Ο Χομπς αποβλέπει στην αποκατάσταση της απόλυτης μοναρχίας, σύμφωνα με το πρότυπο
του νομιναλιστικού Θεού (δηλαδή ότι ο Θεός δεν υπόκειται σε κανέναν νόμο, ο Θεός είναι

3
απόλυτος κυρίαρχος, δεν δικαιούμαι να εναντιωθώ σε τίποτα εναντίον του, γιατί δεν υπάρχει μια
αντικειμενική αντίληψη για το αγαθό, στο όνομα της οποίας εγώ να εναντιωθώ σε μία βίαια
απόφαση, εφόσον η βούλησή του είναι υπεράνω του καλού και του κακού), αλλά για να τον
εκοσμικεύσουμε πλήρως, δηλ. με τον Χομπς έχουμε την πλήρη εκκοσμίκευση για την εξουσία. Η
διαφορά είναι δηλαδή ότι τώρα στη θέση της θείας χάριτος (που τον 16 ο αι. να προβάλλεται στην
ατομική σχέση του μονάρχη με τον Θεό, χωρίς τη διαμεσολάβηση της εκκλησίας) τώρα το ρόλο
αυτό τον αναλαμβάνει το συμβόλαιο.
O κυρίαρχος μιας πολιτικής κοινότητας είτε πρόκειται συνέλευση είτε για ένα μεμονωμένο
άνθρωπο, δεν υπόκειται στο θετικό δίκαιο, είναι πέρα από το νόμο. (Princess solution)
Εφόσον έχει την εξουσία να θεσπίσει και να ανακαλέσει νόμους, μπορεί όταν θέλει να
απαλλάξει τον εαυτό του, ανακαλώντας τους νόμους που τον ενοχλούν και θεσπίζοντας νέους.
Επομένως παραμένει ο ίδιος ελεύθερος. Διότι ελεύθερος είναι όποιος μπορεί να είναι ελεύθερος
να το αποδείξει. Ταυτόχρονα, δεν είναι δυνατόν να δεσμευτεί κανείς έναντι του εαυτού του
εφόσον όποιος μπορεί να δεσμεύσει, μπορεί και να αποδεσμεύσει. Κατ’ ακολουθία ο
δεσμευόμενος μόνο έναντι του εαυτού του δεν είναι δεσμευμένος. Εφόσον αυτός θέτει το νόμο.
Ο Smitt θεωρεί ότι ο Χομπς είναι το πρώτο παράδειγμα αξιοκρατίας γιατί ακριβώς ο Χομπς θα
πει ότι ο κυρίαρχος δημιουργεί την κοινότητα, όπως ο Θεός είπε γεννηθήτω το φως, που σημαίνει
στην αξιοκρατία δεν υπάρχει καμία υπερβατική αρχή η οποία να δεσμεύει τον κυρίαρχο όταν
θέτει τους νόμους. Οι νόμοι, το δίκαιο, το σωστό, το λάθος ισχύουν από την στιγμή που θα θέσει
αυτούς τους νόμους και τους κανόνες ο κυρίαρχος. Ακριβώς όπως ο νομιναλιστικός Θεός, εφόσον
δεν προκαθορίζεται από τίποτα, ούτε από τις φύσεις και τα είδη μέσα στο νου του, ούτε από την
έννοια του αγαθού που είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την φύση του κάθε όντος. Γιατί αγαθό για
κάθε ον σύμφωνα με την κλασική παράδοση είναι το να είναι κατά φύσιν. Αν δεν υπάρχουν οι
υλικές φύσεις στο νου του Θεού, δεν υπάρχει και μια γενική αντίληψη περί του αγαθού. Άρα για
τον νομιναλιστή αυτό είναι καλό και αυτό είναι κακό, όχι γιατί έχει μια αντικειμενική –
οντολογική θεμελίωση, αλλά γιατί έτσι αποφάσισε ο Θεός.
Αυτό ακριβώς παίρνει ο Χομπς γιατί για τον νομιναλιστή, ο Θεός εφόσον είναι ακαθόριστος
δεν δεσμεύεται από τίποτα. (Το παράδειγμα του Όκκαμ που έλεγε ότι τώρα μπορεί να σωθούν οι
άγιοι αύριο μπορεί να πει ότι θα σωθούν μόνο οι αμαρτωλοί) Είναι ακριβώς η ίδια αντιγραφή του
μοντέλου του νομιναλιστικού Θεού στην απόλυτη όμως εκκοσμίκευσή του, εφόσον πια αυτή την
θέση του την παίρνει ο κυρίαρχος. Ο εκτοπισμός κάθε θείας παρέμβασης από το πεδίο του
κυριάρχου στον Χομπς γίνεται σαφής με βάση το επιχείρημα του Χομπς ότι ο παρόν κόσμος
αποτελεί το χρονικό διάστημα από την θεία ενσάρκωση, δηλαδή την πρώτη έλευση και παρουσία
του Χριστού στον κόσμο μέχρι και την Δευτέρα Παρουσία, δηλαδή την δεύτερη έλευση του
Χριστού ως βασιλέως των ουρανών . Αυτή η αφήγηση της ιστορίας της ανθρωπότητας καθιστά
σαφές ότι εφόσον ο Χριστός αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς και εφόσον
βρισκόμαστε εν αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας του, αυτό το διάστημα, από την ανάληψή του
στους ουρανούς μέχρι την Δευτέρα Παρουσία, είναι χωρίς καμία θεία παρουσία. Τον ρόλο της
θείας παρουσίας τον έχει ο κυρίαρχος. Αυτή είναι μια αντίληψη την οποία επίσης θα
χρησιμοποιήσει ο Καρλ Σμιτ (βαθύτατα θρησκευόμενος) εμπνεόμενος από τον απόστολο Παύλο
σχετικά με το κατέχον και θα πει ότι το κράτος είναι το κατέχον, είναι αυτό δηλαδή που εμποδίζει
την κυριαρχία του Αντίχριστου μέχρι την έλευση του Χριστού. Το κατέχων όμως κράτος για τον
Καρλ Σμιτ, έχει μια διττή σημασία. Είναι θετικό γιατί εμποδίζει την κυριαρχία του Αντιχρίστου,
αλλά είναι και αρνητικό γιατί με την παρουσία του, αναβάλλει την Δευτέρα Παρουσία. Αυτό
είναι μια σκέψη του Καρλ Σμιτ την οποία την εμπνέεται από τον τρόπο με τον οποίο
αντιλαμβάνεται ο Χομπς, την απουσία του θείου την εποχή στην οποία αναφερέρετε μέχρι τη
Δευτέρα παρουσία. [Αδελφοί Καραμαζώφ, το κείμενο για τον μεγάλο ιεροεξεταστή] Ο Καρλ Σμίττ
θεωρεί ότι δεν πρόκειται για πραγματική Δευτέρα παρουσία άρα ο μεγάλος ιεροεξεταστής
πρέπει να εξοντώσει το Χριστό, δεν ήρθε ακόμα η ώρα ως κατέχον. Πώς λοιπόν βλέπουμε την

4
απουσία του θείου πάνω στη γη; Ο Χομπς απαντά ότι ο Χριστός έχει δώσει σαφείς εντολές ότι οι
άνθρωποι πρέπει να υπακούουν στην επίγεια εξουσία στην οποία υπόκεινται.

Η απουσία του θείου υπέρ του επίγειου κυριάρχου:


« Εφόσον όμως , <ο Χριστός>δεν έκανε τίποτε εκτός από κηρύγματα και θαύματα για
να αποδείξει ότι ήταν ο Μεσσίας, δεν παρέβαινε και σε τίποτε τους νόμους τους. Το
βασίλειο που διεκδικούσε θα πραγματοποιείτο σε έναν άλλο κόσμο. Δίδασκε εν τω
μεταξύ να υπακούουν όλοι σε όσους κάθονταν στη θέση του Μωυσέως. Τους επέτρεπε
να αποδίδουν στον Καίσαρα τον φόρο και αρνιόταν να δεχθεί ότι ήταν ο ίδιος κριτής.
Πώς μπορούσαν λοιπόν να θεωρηθούν τα λόγια ή τα έργα του στασιαστικά ή ότι
αποσκοπούσαν στην ανατροπή της τότε πολιτικής κυβέρνησής τους;» (Λεβιάθαν, ΙΙ,
41, σ. 125).

Αυτό λοιπόν λέει ότι όταν ο Χριστός είπε «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» επομένως, αυτό που
είπε είναι ότι θα υπακούετε στην επίγεια εξουσία και δεν θα αντιδράσετε σ’ αυτήν. Άρα και με τα
λόγια του Χριστού, ο μόνος Θεός επί της γης μέχρι την Δευτέρα Παρουσία είναι ο κυρίαρχος, του
συγκεκριμένου κυρίαρχου κράτους. Γι’ αυτόν τον λόγο και ο χαρακτηρισμός του Λεβιάθαν (του
κράτους) ως θνητού Θεού δεν είναι καθόλου τυχαίος, είναι για να δείξει ότι στην παρούσα φάση
της ανθρώπινης ιστορίας η επίγεια εξουσία αντικαθιστά την εξουσία του Θεού, αλλά πρόκειται
για ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα, πρόκειται για κάτι φθαρτό που δεν μπορεί να διεκδικήσει την
αιωνιότητα. Όταν μιλήσαμε για τον χριστιανό μονάρχη στον χριστιανικό μεσαίωνα, είχαμε το
πορτραίτο ηγεμόνος του αγαπητού διακόνου το οποίο υπήρχε πάρα πολύ στη δύση, ο οποίος
αναφέρεται στον βυζαντινό αυτοκράτορα ως χθόνιο Θεό, ακριβώς επειδή θεωρείται ότι είναι ο
τοποτηρητής του Χριστού, μέχρι ο Χριστός να ξανάρθει στη γη, με την μόνη διαφορά ότι εδώ δεν
έχουμε εκκοσμίκευση της εξουσίας γιατί είναι θεία χάριτι, τοποτηρητής του Χριστού, ο
βυζαντινός αυτοκράτορας μέσα από το χρίσμα, είχαμε εξηγήσει τη διαδικασία θεοποίησής του.
Επομένως μπορεί ο κυρίαρχος στο πλαίσιο της Χριστιανικής εκκλησίας, ως θνητός Θεός να
είναι μια θεότητα πεπερασμένη και εφήμερη αλλά μέχρι να ρθει η Δευτέρα παρουσία είναι η
μόνη θεότητα πάνω στη γη.
Το κύριο επιχείρημα είναι το ότι να αναγνωρίσω την πολιτεία ως τον απόλυτο κυρίαρχο,
σημαίνει ακριβώς ότι σώζω την ανθρώπινη ζωή πάνω στη γη και την μετάβαση από την φυσική
κατάσταση που περιγράφει ο Χομπς χωρίς κυρίαρχο θα είχαμε σκοτώσει ο ένας τον άλλον. Το
φοβερό που λέει ο Χομπς για τα ανθρώπινα όντα (είναι αντικοινωνικός στοχαστής, πολιτικός)
είναι ότι η ισότητα των ανθρώπων απορρέει από την ικανότητά τους να σκοτώνουν ο ένας τον
άλλον. Ακριβώς γι’ αυτό θεωρεί ότι η μόνη σωτηρία των ανθρώπων είναι να υποκύπτουν σε μια
απόλυτη εξουσία. Έτσι λοιπόν για τον Χομπς (εδώ έχουμε την πλήρη εκκοσμίκευση) η ανθρώπινη
σωτηρία προέρχεται από την πολιτική εξουσία (την οποία ταυτίζει με την ψυχική) γιατί ο
κυρίαρχος είναι αυτός που γίνεται και αρχηγός της εκκλησίας σύμφωνα με το πρότυπο της
Αγγλίας, (η βασίλισσα είναι και αρχηγός της Αγγλικανικής εκκλησίας) και στο βασίλειό του η
κύρια θρησκεία είναι αυτή που εκείνος θα επιτρέψει και θα επιβάλλει. Με αυτό τον τρόπο λοιπόν
αυτό που προσπάθησε η σχολαστική φιλοσοφία να διακρίνει δηλ. την πνευματική εξουσία από
την επίγεια εξουσία, ο Χομπς έρχεται να την συγχώνευση στην έννοια του κυρίαρχου, δηλ. της
κρατικής εξουσίας. Για να θεμελιώσει αυτή την άποψη ο Χομπς θα επιχειρήσει ένα νέο τρόπο
οργάνωσης της επιστολής του Παύλου προς Ρωμαίους όπου θα πει

« ‘Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω. Οὐ γὰρ ἔστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ


Θεοῦ’[…] δεν υπάρχουν εκκλησιαστικοί άρχοντες παρά μόνον όσοι είναι συγχρόνως

5
και πολιτικοί ηγεμόνες, και η ηγεμονία τους δεν υπερβαίνει τα όρια της πολιτικής τους
ηγεμονίας. Έξω από τα όρια αυτά μπορεί να γίνουν αποδεκτοί ως διδάσκαλοι, δεν
μπορούν όμως να αναγνωρισθούν ως ηγεμόνες. Διότι, εάν ο απόστολος εννοούσε ότι
θα πρέπει να είμαστε υπήκοοι και του ηγεμόνα μας και του Πάπα, θα μας είχε διδάξει
κάτι που ο ίδιος ο Χριστός χαρακτήρισε ως αδύνατο, δηλαδή ‘δυσὶ κυρίοις δουλεύειν
’» (Λεβιάθαν, ΙΙ, 42).

«κάθε ψυχή πρέπει να υποτάσσεται στις εξουσίες στις οποίες υπόκειται, εξουσίες υπέρτερες
της δικής της, γιατί δεν υπάρχει εξουσία παρά μόνο αυτή που προέρχεται από τον Θεό», θα ρθει
λοιπόν ο Χομπς να ερμηνεύσει αυτό το εδάφιο λέγοντας, ότι « δεν υπάρχουν εκκλησιαστικοί
άρχοντες παρά μόνο όσοι είναι συγχρόνως πολιτικοί ηγεμόνες και η ηγεμονία τους δεν
υπερβαίνει τα όρια της πολιτικής τους ηγεμονίας» δηλαδή είναι το περιχαρακωμένο κράτος
ενάντια στην ιδέα της χριστιανικής αυτοκρατορίας και του οικουμενισμού που την χαρακτήριζε
λόγω της χριστιανικής της διάστασης και καταγωγής. «Έξω από τα όρια αυτά μπορεί να γίνουν
αποδεκτοί ως διδάσκαλοι, δεν μπορούν όμως να αναγνωρισθούν ως ηγεμόνες. Διότι, εάν ο
απόστολος εννοούσε ότι θα πρέπει να είμαστε υπήκοοι και του ηγεμόνα μας και του Πάπα, θα
μας είχε διδάξει κάτι που ο ίδιος ο Χριστός χαρακτήρισε ως αδύνατο, δηλαδή ‘δυσὶ κυρίοις
δουλεύειν ’» δηλ. το να υπηρετείς δύο κυρίους, δύο δεσπότες.
Με τον Χομπς λοιπόν έχουμε την είσοδο της νεοτερικής έννοιας της νομιμότητας, είχαμε πει
τη διαφορά νομιμοφροσύνης Legality και legitimacy. Legality (νομιμοφροσύνη) είναι η
συμμόρφωση του πολίτη προς τους ισχύοντες νόμους, legitimacy (νομιμότητα) είνει η πηγή
νομιμοποίησης μιας εξουσίας. Δηλαδή είναι η πηγή που καθιστά αυτήν την εξουσία,
δικαιωματικά εξουσία δηλ. της χορηγεί το δικαίωμα να δίνει το νόμο και να ασκείται πάνω σε μια
κοινότητα ανθρώπων. Με την νεωτερική έννοια της νομιμότητας την οποία φέρνει ο Χομπς
λοιπόν λέει: στο δίκαιο υπάρχουν μόνο άτομα. Τίποτα άλλο. Η πολιτική δηλαδή θεωρία του
Χομπς δεν ζητεί την πηγή της νομιμοποίησης της ούτε στον Θεό, ούτε στην κοσμική τάξη, ούτε σε
οποιαδήποτε υπερβατική αρχή και νόρμα η οποία δεσμεύει τον κυρίαρχο να λειτουργεί με τον
έναν ή τον άλλο τρόπο. Θεμελιώνοντας την πολιτική τάξη και τους σκοπούς της σε ένα συμβόλαιο
που έχουν υπογράψει τα άτομα, αυτό που θα κάνει ο Χομπς είναι να εγκαθιδρύσει την
ατομοκεντρική πηγή νομιμοποίησης. Η πηγή νομιμοποίησης της εξουσίας είναι τα άτομα. Είναι τα
προ πολιτικά άτομα, τα άτομα τα οποία δέχονται να συνάψουν μια συμφωνία προκειμένου να
ιδρύσουν μια κοινότητα και να διαβιώσουν υπό κοινούς κανόνες και νόμους. Ακόμα κι αν δεχτεί
κανείς αυτή την πανίσχυρη αμείλικτη εξουσία που θέλει να φέρει, ακόμα κι αυτή η αμείλικτη
εξουσία στηρίζεται στα δικαιώματα του προ πολιτικού ατόμου. Η πηγή που την νομιμοποιεί είναι
το άτομο που δικαιούται, είναι ελεύθερο στη φύση, έχει ως στόχο την επιβίωσή του και με βάση
την τάση του να επιβιώσει, η οποία τάση ακριβώς του δίνει τα μέσα να επιβιώνει, παρέχει στην
εξουσία την νομιμοποίησή της. Της δίνει το δικαίωμα να το προστατεύει αλλά και να του στερεί
την ελευθερία που χρειάζεται να του στερήσει προκειμένου να προστατεύσει και τους άλλους
από το ίδιο το άτομο που συνάπτει τη συμφωνία. Επομένως εδώ στην νεωτερικότητα έχουμε την
αρχή ότι πηγή νομιμότητας της θέσπισης και συγκρότησης μιας πολιτικής κοινότητας είναι τα
δικαιώματα του ατόμου. Δεν είναι η θεία βούληση, δεν είναι η κοσμική τάξη, δεν είναι η γνώση
του κόσμου των εννοιών όπως συμβαίνει στον Πλάτωνα. Την ανατροπή της απόλυτης κυριαρχίας
με βάση το συμβόλαιο θα την ανατρέψει ο Λοκ θέτοντας τις βάσεις του φιλελευθερισμού.
Στον Χομπς υπάρχουν σπέρματα φιλελεύθερης σκέψης (η φιλελεύθερη σκέψη είναι ενάντια
στην απόλυτη κυριαρχία). Με τον Λοκ έχουμε τη γένεση του ρεύματος της πολιτικής φιλοσοφίας
το οποίο καλούμε φιλελευθερισμό.

Από ερωτήσεις:

6
Ο Χομπς θεωρεί ότι οι άνθρωποι είναι μηχανές, με στόχο της επιβίωσή τους και ακριβώς
επειδή η τάση τους είναι να πηγαίνουν προς το ευχάριστο και να αποστρέφονται το δυσάρεστο.
Αυτό γι αυτούς είναι αυτό που οι ίδιοι θεωρούν ότι είναι αγαθό. Επειδή δεν υπάρχει καμία
υπερβατική αρχή το δικαίωμά τους όπως διατυπώνεται αργότερα είναι η απόλυτη ελευθερία
τους να φροντίζουν για την επιβίωσή τους. Γιατί λέγεται δικαίωμα; γιατί αυτό το αξιώνουν από
την κοινότητα επειδή θεωρούν ότι το δικαιούνται εφ’ όσον ο σκοπός της ύπαρξής τους είναι η
επιβίωση. Αντίθετα η υπερβατική αρχή, το δικαίωμα όπως απορρέει από το νόμο της φύσης, για
τον Χομπς ο νόμος της φύσης είναι μια λογική συμβουλή, δεν έχει τίποτα το δεσμευτικό, το ηθικά
υποχρεωτικό, αυτό έρχεται με τον Λοκ.
Ο Χομπς λέει για το ποινικό δίκαιο ότι είναι λογικό να αντιδράσεις και να αντιταχθείς. Αυτό
που λέει είναι ότι επειδή πρόκειται για τήρηση όρων συμβολαίου, η δικαιοσύνη στον Χομπς,
ορίζεται ως τήρηση των όρων του συμβολαίου. Είναι ατιμωτικό να μην τηρείς τους όρους του
συμβολαίου αλλά είναι και λογικό να το κάνεις. Άλλωστε από την αντίληψη του δικαίου για τον
Χομπς έχουμε την αρχή ότι ο κατηγορούμενος μπορεί να κάνει και να πει οτιδήποτε προκειμένου
να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Ο μόνος τρόπος για να τον σώσει είναι ο κυρίαρχος είναι στη
φυσική κατάσταση, έχει δικαίωμα πάνω στα πάντα, άρα έχει και δικαίωμα ζωής και θανάτου
πάνω στον υπήκοο, κάτι που είχε ο υπήκοος στην φυσική κατάσταση.
Νομιμοφροσύνη: συμμόρφωση στους ισχύοντες νόμους
Νομιμότητα: αρχή από την οποία πηγάζει η νομιμότητα του νόμου, δηλαδή ότι ο νόμος αυτός
πρέπει να τηρείται και να ασκείται.
Τα άτομα, αν και προ πολιτικά είναι έλλογα, άρα καταλήγουν για να επιβιώσουν πρέπει να
συνάψουν συμφωνία για να αποφύγω τον βίαιο θάνατο με τον οποίο με απειλούν οι άλλοι. Η
ειδική αρχή για το αν θα τηρήσω τους όρους, αυτό κάνει η διάκριση στον Χομπς μεταξύ του
reasonable και του rational. Rational είναι εντελώς ανήθικος, λέει ότι για να γλιτώσω εγώ
σκοτώνω. Reasonable θα πει δεν είναι σωστό να σκοτώνω τους ανθρώπους γιατί είμαι κοινωνικό
ον.

Όπως είπαμε, με βάση πάντα την αρχή του συμβολαίου, γιατί το συμβόλαιο είναι η αρχή
ίδρυσης μιας κοινότητας. Ο Λοκ θα ανατρέψει την απόλυτη κυριαρχία και την απόλυτη εξουσία
που υποστήριξε ο Χομπς.
Ο Λοκ έχει γράψει δύο πραγματείες περί κυβερνήσεως (στα ελληνικά μεταφράστηκε η
δεύτερη). Στην πρώτη πραγματεία ο Λοκ έρχεται να αντιπαρατεθεί στον Φίλμερ, ο οποίος ήταν
υπέρ της ελέω Θεού μοναρχίας, με βάση το επιχείρημα ότι ο μονάρχης ως ο νέος Χριστός είναι ο
νέος Αδάμ και ως νέος Αδάμ είναι ο πατέρας όλων των υπηκόων. Και ο πατέρας έχει εξουσία
ζωής και θανάτου πάνω στα παιδιά του. Στην πρώτη λοιπόν πραγματεία ο Λοκ θα δούμε πως
αντιστρέφει, πως καταρρίπτει αυτό το επιχείρημα. Το καταρρίπτει θέτοντας τη νοηματική
διαφορά μεταξύ του gen γεννώ από του create δημιουργώ. Και λέει: μόνος ο άνθρωπος δεν
δημιουργεί, ο άνθρωπος αναπαράγει. Αναπαράγω σημαίνει μια βιολογική λειτουργία, το προϊόν
της οποίας, δηλαδή το παιδί, δεν έχει σχεδιαστεί από τον άνθρωπο. Ο Θεός δημιουργεί, ο
δημιουργός έχει τη δυνατότητα να σχεδιάζει αυτό που κάνει, είναι Θωμιστής δεν είναι
νομιναλιστής. Επομένως ενώ ο δημιουργός έχει την απόλυτη εξουσία πάνω σ αυτό που φτιάχνει,
ο γεννήτορας δεν έχει αυτή την εξουσία, διότι δεν είναι αυτός που έδωσε ζωή στο παιδί και
μάλιστα λέει ο Λοκ ότι και να κάνουμε, ότι και να βρείτε βιολογικά, το γεγονός ότι αυτό το
πλάσμα αρχίζει να αναπνέει και δεν είναι μόνο ένα άψυχο βιολογικό πράγμα και το οποίο αρχίζει
να μιλάει και να σκέφτεται, αυτό δεν συμβαίνει επειδή εσείς κάνατε sex, αυτό δεν μπορούσατε
εσείς να το φέρετε στην ύπαρξη ο Δημιουργός. Εξ αυτού ο Λοκ αναγνωρίζει την κυριαρχία μόνο
στον Θεό και εξ αυτού καταρρίπτει το μοντέλο του ελέω Θεού μονάρχη με την κλασική σημασία
του όρου.

7
Στην δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως ο Λοκ θα μιλήσει για τον φυσικό νόμο και την
ίδρυση της πολιτικής κοινότητας μέσω του συμβολαίου. Ο Λοκ σε αντίθεση με τον Χομπς, δέχεται
δύο μορφές συμβολαίου. Η πρώτη φάση του συμβολαίου είναι η pactum unionis και η δεύτερη
φάση του συμβολαίου είναι η pactum subjectionis.
Το pactum unionis είναι το συμβόλαιο της ένωσης που λέει ότι με στόχο τη διατήρηση της
ιδιοκτησίας τα άτομα στη φυσική κατάσταση ενώνονται και φτιάχνουν μια society, μια κοινωνία.
Αυτή η κοινωνία πια, όχι το κάθε άτομο χωριστά, αναθέτει την εξουσία σε μια ανώτατη αρχή, την
οποία αποφεύγει να χαρακτηρίσει κυριαρχία και αυτή η ανώτερη αρχή για τον Λοκ είναι το
νομοθετικό σώμα, δηλαδή το σώμα των αντιπροσώπων αυτής της κοινότητας. Εξ αυτού είναι
δηλαδή η επανάσταση στον Λοκ, γιατί εάν αυτό το νομοθετικό σώμα παραβιάσει τους όρους του
συμβολαίου, έναντι της society οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να καταρρίψουν αυτό το σώμα, να
του αφαιρέσουν την εξουσία, δεν γυρίζουν όμως πίσω στη φυσική κατάσταση σκοτώνοντας ο
ένας τον άλλον, παραμένουν μία κοινωνία και μπορούν να αναθέσουν σε άλλο νομοθετικό σώμα,
την εξουσία. Η νομοθετική εξουσία ορίζει την εκτελεστική εξουσία. Η νομοθετική εξουσία είναι
που φτιάχνει τους νόμους. Η εκτελεστική εξουσία είναι αυτή που τους εκτελεί. Άρα στον Λοκ
έχουμε δύο συμβόλαια.
Στον Χομπς έχουμε μόνο pactum subjectionis.
Στον Λοκ έχουμε pactum unionis και pactum subjectionis. (δύο φάσεις)
Στον Ρουσσώ έχουμε μόνο pactum unionis, γιατί ο Ρουσσώ πιστεύει ότι η κοινότητα είναι
αυτή που κρατά την εξουσία και η γενική βούληση της κοινότητας. Δεν δέχεται την ύπαρξη
pactum subjectionis.
Για τον Λοκ η νομοθετική εξουσία περιορίζεται από τον φυσικό νόμο (natural law) και η
βούληση αυτής της νομοθετικής εξουσίας είναι ορθή όταν είναι σύμφωνη με τον φυσικό νόμο.
Επομένως σε καμία περίπτωση, όπως συμβαίνει με τον Χομπς η νομοθετική εξουσία δεν είναι ο
αποκλειστικός κριτής του φυσικού νόμου. Κριτής του φυσικού νόμου για τον Λοκ είναι το κάθε
άτομο, ο κάθε πολίτης. Και αυτό γιατί για τον Λοκ ο φυσικός νόμος δεν είναι όπως είναι για τον
Χομπς, μια συμβουλή που σου δίνει η λογική σου και αυτήν την λογική την αποκτά όλη ο
κυρίαρχος ο οποίος θέτει τους νόμους. Ο φυσικός νόμος είναι ανεξάρτητος από την βούληση
οποιασδήποτε εξουσίας και είναι ανεξάρτητος γιατί είναι ακριβώς το προϊόν της θείας βούλησης,
η οποία δεν είναι ανθρώπινη. Συγκεκριμένα ο Λοκ διατύπωσε το σχέδιο αυτού που λέμε:
παραγωγική επιστημονική ηθική. Τι μας λέει δηλ.: Ξεκινά από το ποια είναι η ουσία του
ανθρώπου από το ποια είναι η φύση του ανθρώπου, ποια είναι η θέση του στο σύμπαν και ποια
είναι η σχέση του με τον Δημιουργό.
Ο Δημιουργός είναι κατασκευαστής του ανθρώπου, άρα έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου
επάνω στον άνθρωπο. Ως κατασκευαστής όμως, εφόσον έχει σχεδιάσει το δημιούργημά του,
είναι αυτός που γνωρίζει και την φύση του, το τι είναι αυτό το δημιούργημα. Γνωρίζοντας την
φύση αυτού του δημιουργήματος, γνωρίζει ακριβώς τι είναι καλό γι’ αυτό το δημιούργημα, ποιες
ενέργειες αυτού του δημιουργήματος ωφελούν το δημιούργημα και ποιες το βλάπτουν . Εξ αυτού
ορίζει και ποιες είναι οι υποχρεώσεις του και του ορίζει και ποια είναι τα δικαιώματά του. Με
βασικό κριτήριο ότι ο άνθρωπος πρέπει με δικά του μέσα να γνωρίσει το Θεό, ο Λοκ θεωρεί ότι εκ
του Δημιουργού ο φυσικός νόμος του παρέχει το δικαίωμα στη ζωή, στην ιδιοκτησία του
σώματός του (γιατί εάν είσαι δούλος, δεν μπορείς να σκεφτείς και να μεριμνήσεις για την
επιβίωσή σου) στην ελευθερία της συνείδησης και της σκέψης, γιατί αν δεν έχεις ελεύθερη
σκέψη δεν μπορείς να γνωρίσεις το φυσικό νόμο και το Θεό. Μάλιστα, μέσα απ’ όλο αυτό, ο Λοκ
θεμελιώνει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας υλικών αγαθών στην ιδιοκτησία του σώματος, λέγοντας
ότι: τι σημαίνουν σε πρώτη φάση τα υλικά αγαθά; Τα υλικά αγαθά για τον Λοκ είναι αυτά τα
οποία προμηθευόμαστε για την επιβίωσή μας με τον κόπο του σώματός μας. Επομένως, αυτό
που θα πει ο Λοκ είναι ότι από την στιγμή που εγώ ανέβηκα στο δέντρο να κόψω το μήλο, αυτό
το μήλο ως προϊόν του κόπου του σώματός μου δεν είναι απλώς μήλο, είναι το δικό μου μήλο.

8
Θεωρεί εξ αυτού ο Λοκ ότι το προϊόν του κόπου και της εργασίας, του σώματος, ακριβώς επειδή
υπάρχει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία του σώματός μου. Το δικαίωμα λοιπόν στην ιδιοκτησία
απορρέει από το δικαίωμά μου στη ζωή, στην ελευθερία, άρα και πάνω στο σώμα μου.
Στην αρχή λέει λοιπόν ο Λοκ ότι ο φυσικός νόμος υπαγορεύει ότι πρέπει να καλλιεργείς
τόσο όσο χρειάζεσαι για να επιβιώσεις. Εξ αυτού, αυτός που θα καλλιεργήσει ένα κομμάτι γης (η
γη είναι κοινή σε όλους) για να επιβιώσει, θα πρέπει να περιφράξει εκείνο το μέρος από την γη
που αρκεί για να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του. Γιατί το να μαζεύει αγαθά τα οποία
καταστρέφονται είναι παράλογο. Κάποια στιγμή όμως οι άνθρωποι πρέπει να ανταλλάξουν
αγαθά, και βρίσκουν ένα τρόπο να το κάνουν αυτό, δηλαδή για να μπορέσουν να αποθηκεύουν
καταναλωτικά αγαθά, αυτό που κάνουν είναι να ανταλλάσουν προϊόντα. Κάποια στιγμή όμως
ανακαλύπτουν και το μέταλλο, το χρήμα. Το χρήμα μπορεί να συσσωρεύεται επ’ άπειρον, χωρίς
να φθίρεται (γι’ αυτό και ο Λοκ θεωρείται ο πατέρας του καπιταλισμού) εξ αυτού μπορεί να
καλλιεργήσει πολύ μεγαλύτερο μέρος γης απ’ αυτό που χρειάζεται για να επιβιώσει. Έτσι
δημιουργούνται οι μεγάλες ιδιοκτησίες, των δυνατότερων κατά τον Λοκ, οι οποίοι δίνουν τροφή
και δουλειά σε όλους τους εργάτες. Έτσι όμως εξαφανίζεται ο ελεύθερος χώρος της γης και
αρχίζουν οι αντιμαχίες μεταξύ αυτών που έχουν και αυτών που δεν έχουν. Οι ιδιοκτήτες λοιπόν,
προκειμένου να διασώσουν την ζωή και την ιδιοκτησία τους, συνάπτουν το συμβόλαιο. Αυτό
είναι το pactum unionis.
Γι’ αυτό κι ο Ρουσσώ, ενάντιος στον φιλελευθερισμό, αναφερόμενος στον Λοκ θα πει στο
κοινωνικό συμβόλαιο ότι αυτός που περιέφραξε το πρώτο κομμάτι της γης, είναι ο μεγαλύτερος
εγκληματίας της ανθρωπότητας. Από κει αρχίζει η ιδιοκτησία, κοινοκτηματία και όλα τα
παρόμοια.
Ο Λοκ θα πει ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο να έχει μια θέση μέσα στο σύμπαν, και
του έδωσε μια συγκεκριμένη φύση και δεν μπορεί εφόσον ρύθμισε τον τρόπο της λειτουργίας
όλου του σύμπαντος να μην έχει δώσει στον άνθρωπο καμία κανονιστική αρχή και να μην του
έχει υπαγορεύσει τις ενέργειες που αρμόζουν στην φύση του. Ακριβώς επειδή οι κανόνες που ο
Θεός υπαγορεύει στον άνθρωπο, προέρχονται από τον Θεό, ως δημιουργό και γνώστη της
ανθρώπινης φύσης, αυτοί οι κανόνες και οι νόμοι οι οποίοι σημαίνουν τις υποχρεώσεις του
ατόμου αλλά και τα δικαιώματα του και δεν οφείλονται σε ανθρώπινη απόφαση. Γι’ αυτό ο Λοκ
που υπήρξε ο εμπνευστής της διατύπωσης των δικαιωμάτων του ανθρώπου (στην Αμερική –
Τόμας Τζέφερσον), λέει ότι ο άνθρωπος έχει αναφθαίρετα, αναλλοίωτα φυσικά δικαιώματα,
εννοώντας μ’ αυτό, αυτό που εννοεί ο Λοκ, ότι τα δικαιώματα του ανθρωπίνου όντος (αυτό που
λέει ακριβώς ο Λοκ, λέει και ο Τζέφερσον), δεν εξαρτώνται από την βούληση καμίας κοινότητας
και καμίας κυβέρνησης. Άλλωστε, ο Λοκ είναι αυτός που θα πει ότι όσον αφορά το θέμα των
δικαιωμάτων, δεν ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας. Τα ανθρώπινα δικαιώματα ισχύουν
ανεξάρτητα από το τι πιστεύουν οι πολλοί. Το δίκαιο είναι ο σεβασμός αυτών των δικαιωμάτων.
Γι αυτό κι ο Παύλος θα πει ότι, ναι μεν τα ανθρώπινα δικαιώματα σε μια δημοκρατία
συνταγματική κατοχυρώνονται από ένα Σύνταγμα, αλλά αποτελούν την ηθική διάσταση αυτού
του νομικού κειμένου, γιατί ισχύουν και παραμένουν ανεξαρτήτως του κειμένου, ως αναφαίρετα
προνόμια του ανθρωπίνου όντος. Για τον Λοκ λοιπόν αυτοί οι κανόνες αυτές οι νόρμες μας
γίνονται γνωστοί μέσω των φυσικών γνωσιακών μας ικανοτήτων όπως είναι οι αισθήσεις και η
λογική μας. Ο Λοκ είναι εμπειριστής. Αν και για την απόδειξη του Θεού χρησιμοποιεί απολύτως
τον Ντεγκάρτ, όλο το επιχείρημα του Ντεγκάρτ για την ύπαρξη του δημιουργού και του τέλειου
όντος, αλλά αντί να πει cogito ego sum ο Λοκ θα πει είμαι γιατί αισθάνομαι, γιατί έχω αισθήσεις,
έχω αντιληπτική ικανότητα. Για τον Λοκ λοιπόν το να αποδειχθεί η ύπαρξη του Θεού σημαίνει να
εδραιωθεί η αντίληψη ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό, εξαρτάται από τον Θεό όπως
και όλα τα άλλα όντα που έφτιαξε. Αυτό ανατρέπει εντελώς τη φυσική κατάσταση έτσι όπως την
είχε συλλάβει ο Χομπς.

9
Στην φυσική κατάσταση οι άνθρωποι είναι απολύτως ελεύθεροι, δεν είναι όμως σίγουροι δεν
είναι …. Όπως είχαμε πει για τον Χομπς, λέει ότι από την μια έχεις την λογική σου που σου λέει τι
να μην κάνεις ή τι να κάνεις προκειμένου να επιβιώσεις, από την άλλη έχεις ένα δικαίωμα πάνω
σ’ όλα και το γεγονός ότι δεν σκοτώνεις τον άλλο για να του πάρεις την τροφή, δεν είναι θέμα το
ότι αναγνωρίζεις το δικαίωμά του εξίσου στη ζωή, γιατί δεν υπάρχει κάποιος κανόνας
υπερβατικός, όπως τον θέτει ο Λοκ, με βάση τη θεία βούληση. Το γεγονός θα πει ο Χομπς ότι δεν
αξίζει τον κόπο να τον σκοτώσεις αν δεν πεινάς για να του πάρεις το φαϊ είναι γιατί μπορεί αυτός
να σου επιτεθεί και να σκοτώσει εσένα. Ενώ στον Λοκ το να μην σου πάρω το φαί σου στην
φυσική κατάσταση, είναι η δική μου υποχρέωση. Γιατί κάθε ανθρώπινο ον έχει δικαίωμα στη
ζωή, άρα και ο άλλος ως ανθρώπινο ον έχει δικαίωμα στη ζωή. Επομένως, σύμφωνα με τον
φυσικό νόμο, δεν μου επιτρέπεται να τον σκοτώσω, δεν μου επιτρέπεται να κλέψω την τροφή
του και να τον αφήσω να πεθάνει. Είναι οι δύο θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ των δικαιωμάτων
όπως τα συνέλαβε ο Λοκ και της απουσίας δικαιωμάτων στην πραγματικότητα παρά μόνον μια
απεριόριστη ελευθερία πάνω στα πάντα όπως την εννόησε ο Χομπς και ο Χομπς την εννόησε έτσι
εκ του πονηρού γιατί ήθελε αυτή την απόλυτη ελευθερία του φυσικού ατόμου να την χαρίσει
μετά στον κυρίαρχο. Για να έχει απόλυτη κυριαρχία. Επομένως, το ότι οι άνθρωποι είναι
απολύτως ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλον στην φυσική κατάσταση, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν
υπακούουν σε καμία εξουσία εν γένει, υπακούουν στον Θεό ο οποίος τους δημιούργησε και γι’
αυτό ο Λοκ αντιλαμβάνεται την σχέση ανθρώπου και Θεού με δικαιϊκούς όρους. Είναι σχέση
κυρίαρχου και υπηκόου. Δεν είναι μόνον μια ηθική σχέση, είναι μια σχέση με δικαιϊκό
χαρακτήρα.
Η απόδειξη λοιπόν της ύπαρξης του Θεού αποτελεί τη βάση για να εξηγηθεί αυτή η σχέση του
ανθρώπου μαζί του και μέσω αυτού σε αντίθεση με τον Χομπς, ο Λοκ δεν θεωρεί ότι στη φύση
υπάρχει ηθικό κενό. Για τον Χομπς, (κι αυτό είναι το πολύ μεγάλο λάθος που κάνουν όσοι δεν
ξέρουν καλά Χομπς) ο άνθρωπος είναι στην φυσική κατάσταση κακός. Ο άνθρωπος στη φυσική
κατάσταση για τον Χομπς δεν είναι ούτε καλός, ούτε κακός. Δεν είναι ανήθικος, είναι αήθικος.
Είναι ένα ζώο, μια μηχανή χωρίς κανόνες, χωρίς καμία ηθική αρχή, που μόνο τα ένστικτά του τον
καθοδηγούν και ένα είναι το βασικό του ένστικτο, να επιβιώσει. Τίποτα άλλο και γι’ αυτό για να
επιβιώσει αυτό που επιθυμεί είναι η ισχύς. Όσο μεγαλύτερη ισχύ έχω τόσο μεγαλύτερα αγαθά
μπορώ να αποκτήσω. Αυτό καθόλου δεν ισχύει στον Λοκ και αυτό ακριβώς, αυτή είναι η αρχή του
φιλελευθερισμού. Η αντίληψη του φιλελευθερισμού με την αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
για το όσο το δυνατόν λιγότερο κράτος, έχει την πηγή της σ’ αυτήν την αντίληψη για την φυσική
κατάσταση όπως διατυπώνεται στον Λοκ, δηλαδή οι άνθρωποι μπορούν και να τα βρουν χωρίς
κατασταλτική εξουσία αρκεί να αντιλαμβάνονται το φυσικό νόμο.
Όπως η κατάσταση προόδευσε στα φιλοσοφικά ρεύματα, αυτός ο φυσικός νόμος είδαμε να
γίνεται το αόρατο χέρι της αγοράς στον Adam Smith και μετά η αυτορύθμιση της αγοράς ως
φυσικό δίκαιο στον Χάιντ. Γιατί οι φιλελεύθεροι θεωρούν ότι οι άνθρωποι είναι έλλογα όντα, τα
οποία μπορούν να συνυπάρξουν χωρίς καταστολή αν τους αφήσεις με βάση το συμφέρον τους,
την επιβίωσή τους, να ρυθμίσουν τους κανόνες συνύπαρξης μεταξύ τους. Επομένως η φυσική
κατάσταση στον Λοκ δεν είναι κατάσταση από την οποία απουσιάζει κάθε ηθική δέσμευση, ούτε
είναι μια κατάσταση όπου η περισσότερη ισχύς είναι αυτή που θα με κάνει να επιβιώσω και γι’
αυτό ακριβώς ζητάω να δώσω απόλυτη ισχύ στον κυρίαρχο για την απόλυτη προστασία εκ
μέρους του.
Ο νόμος για τον Λοκ αποκαλείται φυσικός για τρεις λόγους: 1) είναι σύμφωνος με την φύση
του ανθρώπου, 2) γιατί γίνεται γνωστός αποκλειστικά μέσω των γνωσιακών ικανοτήτων του
ανθρώπου (δεν μπαίνει εδώ η αλήθεια εξ αποκαλύψεως) και 3) γιατί ακριβώς υπάρχει πριν από
την ίδρυση της πολιτικής κοινότητας, δηλαδή πριν από τον θετικό νόμο. Εξ αυτού ο φυσικός
νόμος δεν θίγεται από τον θετικό νόμο, θέτει τα όρια τι μπορεί να επιτρέψει και τι να
απαγορεύσει.

10
Υποχώρηση της απολυταρχίας. Η ανάδυση του φιλελευθερισμού:

«Οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον νόμο της φύσης δεν παύουν να υφίστανται
στην κοινωνία, αλλά μάλλον σε πλείστες περιπτώσεις γίνονται πιο δεσμευτικές και οι
θετικοί ανθρώπινοι νόμοι θεσπίζουν ποινές που επιβάλλουν την εφαρμογή τους. Έτσι ο
νόμος της φύσης συνιστά έναν αιώνιο κανόνα συμπεριφοράς για όλους τους
ανθρώπους, τόσο τους νομοθέτες όσο και τους υπόλοιπους. Οι κανόνες που θεσπίζουν
για τη ρύθμιση των πράξεων των άλλων, πρέπει, όπως άλλωστε και οι πράξεις των
ιδίων και των άλλων, να συνάδουν προς τον νόμο της φύσης, δηλαδή προς τη βούληση
του Θεού, της οποίας ο νόμος της φύσης αποτελεί διακήρυξη, και επειδή ο θεμελιώδης
νόμος της φύσης επιτάσσει τη συντήρηση της ανθρωπότητας, καμία ανθρώπινη
κύρωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ισχυρή ή έγκυρη εναντίον αυτού του νόμου» (John
Locke, Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως. Δοκίμιο με θέμα την αληθινή αρχή,
έκταση και σκοπό της πολιτικής εξουσίας, Εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Π.
Κιτρομηλίδης, Αθήνα, Γνώση, 1990, §135).

Αυτό που μιλάει για συντήρηση της ανθρωπότητας εδώ ο Λοκ κατοχυρώνει το δικαίωμα να
επαναστατήσω για τα δικαιώματα που θέτει ο νόμος, το δικαίωμα να επαναστατήσω ως
κοινότητα ενάντια στον κυρίαρχο, κυρίως για το θέμα της μειονότητας που μας ενδιαφέρει εδώ.
Ακριβώς γιατί για τον Λοκ, σε αντίθεση με τον Χομπς, είσαι υποχρεωμένος να φροντίσεις για τη
διάσωση όλης της ανθρωπότητας, γιατί είναι όλοι δημιουργήματα του Θεού. Είσαι ίδιος ως προς
την φύση με τους άλλους, είναι όλοι δημιουργήματα του Θεού, επομένως εάν υπάρχει μια
μειονότητα, δεν έχει σημασία αν εσύ δεν έχεις καμία σχέση με αυτήν και δεν υφίστασαι καμία
επίπτωση από την καταπίεση. Εάν θες να τηρήσεις τον φυσικό νόμο, πρέπει να τους
προστατεύσεις, πρέπει να διαμαρτυρηθείς, γι αυτούς οι οποίοι καταπιέζονται. Αυτή είναι η
τεράστια διαφορά αυτού του παγερού σύμπαντος του Χομπς και αυτού του πολύ ανθρώπινου
κόσμου που θέλει να δημιουργήσει ο Λοκ. Οι θετικοί νόμοι των κρατών για τον Λοκ, ενώ για τον
Χομπς ο θετικός νόμος είναι ορθός, γιατί τον έθεσε ο κυρίαρχος μέσω της εξουσιοδότησης είναι
ισχυρότερος, για τον Χομπς δικαίωμα να θέτει τον νόμο είναι αυτός που έχει και την ισχύ να σε
κάνει να υπακούσεις. Αντίθετα, για τον Λοκ οι νόμοι είναι ορθοί μόνο στο μέτρο που στηρίζονται
στον νόμο της φύσης με βάση τον οποίο πρέπει να ερμηνεύονται και να ρυθμίζονται. Με αυτήν
την έννοια, όπως είναι η … παράδοση, ο Λοκ έρχεται να ανανεώσει την παράδοση του φυσικού
δικαίου. Όταν λέμε φυσικό δίκαιο, είναι η αντίληψη στην πίστη μιας αρχής, στα δικαιώματα του
ανθρώπου, μετά στον Καντ η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η οποία είναι υπερβατική γιατί υπερβαίνει
τα επί μέρους συμφέροντα μιας κοινωνίας, υπερβαίνει τη βούληση μιας κοινότητας, και μιας
κυβέρνησης, γιατί η αξία της είναι οικουμενική και πανανθρώπινη. Αυτή είναι η διαφορά των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την αντίληψη του Χομπς, ότι δικαίωμα σου αφήνω το αφήνω γιατί
το θέλω μπορώ να στο αφαιρέσω, ενώ στον Λοκ το δικαίωμα είναι αναφαίρετο.
Ακριβώς γι’ αυτό ο Λοκ βρίσκεται στη βάση της διακήρυξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που
διατύπωσε ο Τζέφερσον και της γαλλικής επανάστασης. Αντίθετα λοιπόν με τον Χομπς, o Λοκ δεν
θεωρεί ότι μόνο ο κυρίαρχος μπορεί να ερμηνεύει τον φυσικό νόμο, ο καθένας διατηρεί τη
δυνατότητά του να ερμηνεύει το φυσικό νόμο κι αν θεωρεί ότι αυτός ο φυσικός νόμος
παρερμηνεύεται από το νομοθετικό σώμα τότε μπορεί να επαναστατήσει εναντίον του.
Οι εξουσίες λοιπόν της κυβέρνησης παράγονται από το νομοθετικό σώμα. (εκτελεστική
εξουσία). Το νομοθετικό σώμα είναι η υπέρτατη εξουσία στην οποία η society αναθέτει την
προστασία της ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων των μελών της. Ακριβώς γι’ αυτό, επειδή ο

11
φυσικός νόμος στον Λοκ δεν έχει να κάνει με την βούληση και απόφαση μιας κυβέρνησης, δεν
είναι πολιτικό ζήτημα, είναι ένας νόμος που θεμελιώνεται στη θεία βούληση και είναι ένας νόμος
που το κάθε ανθρώπινο ον έχει την ικανότητα να το γνωρίζει. Δεν περιμένει από τον άλλον να του
τον υπαγορεύσει. Ο λαός δεν δίνει ποτέ όλες τους τις ελευθερίες στο νομοθετικό σώμα, απλώς
του εμπιστεύεται για κάποιο διάστημα κάποιες ελευθερίες. Στη φυσική κατάσταση αν κάποιος με
χτυπήσει έχω το δικαίωμα να του επιτεθώ και να τον σκοτώσω. Αυτή την αυτοδικία αφήνει
απ’έξω. Ό,τι δίνει, το δίνει υπό όρους ότι θα τηρήσει το νομοθετικό σώμα τον φυσικό νόμο. Γι’
αυτό ο Λοκ θα μιλήσει εδώ για trust (δηλ. καταπίστευμα). Σου εμπιστεύομαι δηλαδή τις
ελευθερίες μου, όχι όλες (όχι το δικαίωμά μου στην αυτοσυντήρηση και στην ερμηνεία του
φυσικού νόμου), αλλά τα εμπιστεύομαι, την ειρήνη και την ασφάλεια, για όσο χρόνο θα τα
τηρήσει.

12

You might also like