You are on page 1of 48

ΣΤΑΘΗΣ

ΛΕΙΒΑΔΑΣ
Ένα παράθυρο
της νύχτας
— ποίηση—

εξιτήριον
ΣΤΑΘΗΣ
ΛΕΙΒΑΔΑΣ
Ένα παράθυρο
της νύχτας
— ποίηση—

εξιτήριον
ΕΞΩΦΥΛΛΟ : © Wassily Kandinsky (1866-1944) | Up-
ward (1929) @ Guggenheim Collec-
tion, Venice, Italy [Public domain]
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ : © Στάθης Λειβαδάς

Παρακαλούμε σκεφτείτε το περιβάλλον πριν εκτυπώσετε

Το βιβλίο «ΕΝΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ» του Στάθη Λειβαδά


διανέμεται ελεύθερα στο Διαδίκτυο σε μορφή ψηφιακού βιβλίου με
άδεια Creative Commons [CC-BY-NC-ND 4.0]

[Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση – Όχι παράγωγα έργα]


Ένα παράθυρο της νύχτας

“I was
And I no more exist;
Here drifted
An hedonist”.

Ezra Pound,
Hugh Selwyn Mauberley

5
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

6
Ένα παράθυρο της νύχτας

Σ’ έψαχνα μέσα από τις γρίλιες


των ηλιόλουστων επετείων
και σε βρήκα παράταιρο τροχιοδεικτικό την αυγή,
ένα ξεκούρδιστο fado
σε κολιγόσπιτα του Alentejo.

Σε φίλησα με το γλυκό κρασί


του αποχαιρετισμού
κι έσκαψα δέκα οργιές
σε νοτισμένο χώμα
να παραχώσω
το ανεπέρειστο μπόι σου.

Σε κράτησα στο νυν της κλεψύδρας,


μου γλίστρησες
πριν να προλάβω τον επόμενο
αποβλεπτικό δείκτη
στην σαρακοφαγωμένη φόδρα
του πανωφοριού μου.

Σε βρήκα στητό στο πόστο σου


αψύ σαν κόκκινο χωρατό
σε συντροφικάτο παραγώνι,
σε άφησα πελιδνή εικασία
μέσα στο κουκούλι
του Eta Carinae.

Ήταν οξύ το γέλιο σου

7
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

και οιωνεί ερεβώδες


σαν το έρκος
των παραμελημένων δοντιών σου,
λειάνθηκε μέσα στις αμμουδέρες
και τα κρουστά οιδήματα
των τροπικών ημερόνυχτων,
χάθηκε αναποτρέπτως
κάτω από τα τεντόπανα
μικροαστικών διαμερισμάτων.

Τώρα βρυκολακιάζουν οι λέξεις


και γίνονται πρόσωπα
με σπασμένη τη συμμετρία
των ζυγωματικών
σαν τσακισμένα σφεντάμια
από οπλές βουβαλιών
και τα πρόσωπα αποστεώνονται
σε φθόγγους
χωρίς ούτ’ ένα στίγμα αίμα
να καλαφατίζεις το φρέαρ του απόλυτου
που αιωρείται πάνω μας
σαν άρρητο ίχνος
στις ουρές υπερβατικών αναγωγών.

8
Ένα παράθυρο της νύχτας

II

Θα κεντήσω ένα όνειρο


με τους σφυγμούς σου
να κατεβάζει πουλιά
πάνω από τον ύπνο του Αυγούστου
κι ένα χλωρό τοπίο καταιγίδας
για το σιγηλό προσκλητήριο
όσων νεκρών απεκδύθηκαν
το ψηφιακό τους αποτύπωμα
σε αρχεία μελλοντικών αφηγήσεων.

Να βρούμε ένα τρόπο πρέπει


το νούφαρο να είναι
η άλλη συμμετρία του κόσμου
κι ο κεραυνός το πρόσωπο
του παρασημοφορημένου νεκρού
και οι γειτονιές ένα πολύχρωμο ποτάμι
από πανό και τρακατρούκες
για την αλληλεγγύη
και το σφρίγος των διαδηλώσεων
βέρων προλετάριων
που να ξερνούν οι ουρανοί
τα ρημαγμένα σωθικά
όσων τουφεκίζονται τα χαράματα
με το αμπέχωνό τους κρεμασμένο
στα τέσσερα δόντια
των αστερισμών του χειμώνα,
και να μασουλάνε οι περαστικοί
μια χούφτα πασατέμπο

9
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

διαλεκτικών συζητήσεων
ανάμεσα στα χάχανα
της μαρμάρινης πλατείας
και τον ξύλινο χτύπο
επιτραπέζιων παιγνίων
απογεύματα
ιαματικών λουτροπόλεων.

Αυτός που έριξε τη βάρκα


των μαύρων σκύλων του αρχιπελάγους
στο μέτωπο της θύελλας,
αυτός πού ξώκειλε
ένα βυσσινί υποβρύχιο
σε βραγισμένο πορτοκαλεώνα
αυτός που μοίρασε
ένα συγκαταβατικό νεύμα
ανεκτέλεστου δράματος
σε αρχοντικό της Ανδαλουσίας
είναι ο δήμιος που ταΐζει
ένα χωλό περιστέρι
στον ερειπιώνα
αυθεντικών περιηγήσεων.

10
Ένα παράθυρο της νύχτας

III

Είναι βαριά αυτή η νύχτα


δεν μπορώ να τη σηκώσω στους ώμους μου
και οι μαρμαρυγές των αστερισμών
λες και με μαχαιρώνουν
στο υπογάστριο
κόβοντας φέτες
τις ανάσες της νύχτας
πεταμένης στα αγριόχορτα
της καστρόπολης.
Ήθελα μόνο ν’ ακούσω
—ανάμεσα στα σπασμένα κεραμικά
και τα ούρα των παχουλών γάτων—
τα υποτονθορίσματα
ενός ευγενικού πλήθους
που κάποτε υπήρξε
ως συγχορδία
του κύκλου των ελαιώνων
της Μεσόγειος,
κι ένα κλάσμα σιωπής
στο σήμα γεωστατικών δορυφόρων,
είτε μια παύση των ψηφιακών bits
για όσους συνθλίβονται
από τη μοίρα τους,
τη μοίρα μας.

Αυτών που δίνουν


μια παράταση
των μονόπρακτων

11
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

στις δέκα πτυχώσεις του χρόνου


για το υπονοούμενο
της αυλαίας
και μια υποσημείωση
στο ημερολόγιο
της χαρούμενης Tibaza
ακουσίως
στην ενδέκατη διάσταση.

Ασήκωτη αυτή η νύχτα


και καταχθόνια
σαν αμφίστομη ρομφαία
βγάζει μια υποψία
προδιαγεγραμμένου
στις ημιθανείς τροχιές
των μότορσιπς
μακριά στη σιγαλιά
της καμπύλης του ορίζοντα.

12
Ένα παράθυρο της νύχτας

IV

Στις ώρες της μεγάλης αγρύπνιας


θέλω να είσαι δίπλα μου
—μείνε λίγο μαζί μου—
να ανάψουμε μια λιγνή φλόγα
να καίει
όσο τρίζουν οι στάλες της βροχής
στο γυμνό πάτωμα
—όπου να ’ναι κάπου, κάπως, τώρα
έρχεται η ώρα
του απρόσκλητου επισκέπτη—
λιώνουν σιγά-σιγά τα κορμιά μας
κρεμασμένα στους γάντζους
της ιματιοθήκης
τα στεγνώσαμε
μετά την έξοδο
για το βραδινό σινεμά
και μετά
ένα μεταμεσονύχτιο ποτό
σε αυτοσχέδιο πάρτι
πρωτοετών φοιτητών,
ποτέ οι σκέψεις μας
δεν ήταν τόσο γυμνές
όσο ένα tango με την μωβ πεταλούδα
της εφηβείας μας
και τόσο αμπαρωμένες
—πού είναι η Wichita;—
στο πολλοστημόριο του δικού μας
χωρόχρονου

13
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

για την αναστροφή των ρόλων


στο εργαστήριο
κλινικής ανατομίας,
μείνε μαζί μου απόψε
το έχω ανάγκη,
τι παράξενη όψη
έχει το φεγγάρι
θάλεγες το πρόσωπο
ξεθωριασμένου καθρέφτη
πάνω από ένα
χτενισμένο εφηβαίο
ή ένα ρίκνωμα της λίμνης
στο άγαν της σιωπής
αλπικών σανατορίων.
Κοίταξέ το,
κάθισε τώρα πάνω
από τους τρεις ταξιδιώτες
σαν ένα κρεμάμενο στιλέτο
οι άλλοι δεκατρείς
άφησαν τα κόκαλά τους
σε ομαδικό κενοτάφιο
να αλυχτούν για το μερίδιο
που στερήθηκαν
στις παρελάσεις κόκκινων επετείων,
μείνε μαζί μου απόψε
είναι οι τρύπες των αστερισμών
σαν καντηλέρια
πάνω σε ομαδικούς κοιτώνες
ξεκοιλιασμένων αμφιθεάτρων,
να μαζευτούν οι αναπνοές τους
του κόσμου όλου οι αναπνοές
στο όνειρό μου αυτή την αυγή

14
Ένα παράθυρο της νύχτας

να νοιώσω το χάδι της ανυπαρξίας,


μείνε κοντά μου απόψε
θέλω ν’ ανοίξω το παράθυρο
να μπει η πρωινή αύρα του Μάη
και οι φωνές της αγοράς
τόσο εκκωφαντικές
στο φόρτωμα
μπανταλιασμένων τελάρων,
κι όμως
τόσο τρυφερές
για ν’ αναιρούν ένα διάλογο
χωρίς σάρκινο πρόσωπο
σκεβρωμένο σαν το χωλό πόδι
εγκλωβισμένης νυχτερίδας.
Και τις μικρές ώρες της νύχτας
θα αφήσω να μπει
ένας γαλαξίας
να καλύψει σαν άσπρο σάβανο
τον ξεφτισμένο τοίχο
να κάνει
τον εσωτερικό σου μονόλογο
λίγο πιο υπαινικτικό στις
αναλυτικές συνεπαγωγές
και το εκκρεμές
πάνω από την πολυκαιρισμένη
πολυθρόνα
μια γλυκιά παραλλαγή του είναι
σαν άρωμα λεβάντας
στο υπνοδωμάτιο
αριστοκράτισσας γεροντοκόρης.
Μείνε μαζί μου απόψε,
κοίτα τι παράξενο

15
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

που είναι πάλι το φεγγάρι


σαν ζαρωμένο εκμαγείο
παλιάς πριμαντόνας,
πως χάθηκαν οι νύχτες της έτσι
στα αποκόμματα
ανεξόφλητων διθυράμβων
όπως τα υπόλοιπα
στο τραπέζι των ασύμμετρων αριθμών.
Κοίταξε δυο πορτοκαλί αράχνες
πως κεντούν ένα κόμπο
με το κρουστό χλοπ-χλοπ
της σταγόνας
στο πλημμυρισμένο υπνοδωμάτιο.
Μείνε μαζί μου απόψε,
κοίτα πόσο μάκρυνε η νύχτα
πάνω από τις μέρες μας
και οι ώρες μας κάτω
από το γυμνό δέντρο
σαν δέκα καχεκτικά κρόσσια
του φεγγαριού
μέσα απ’ τις κουμπότρυπες
του σακακιού μας.
—Χθες κρεμάστηκε ο επόμενος υπάλληλος
από τη Friar’s Bridge
χωρίς ίχνος εκκρεμότητας
στα ντοσιέ τού γραφείου του.—
Πώς θα ήταν η ζωή μας
χωρίς τα όνειρα
με την άσπρη χαρτονένια μάσκα
στο υποσέλιδο;
Και τα κόκκινα χείλη
των private clubs

16
Ένα παράθυρο της νύχτας

χωρίς το χλωροφόρμιο
του θανάτου;

Ποιος είναι ο επόμενος κρίκος;


Ένα έγκλημα
των πρωινών δελτίων
κάτω από ένα καταποντισμένο
στερέωμα.
Και η επόμενη στιγμή μας;
Μια έωλη αφιέρωση
στα αζήτητα των ερτζιανών
ή ένα συλλάβισμα
ίδιων κοινοτυπιών
αντί για το αυθεντικό ρo
της ροής του χρόνου.

17
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

Ήρθα ξένος
σαν ένα όνειρο τρεμάμενο
πολωμένου φωτός
σαν τα φώτα αδιάφορων πόλεων
ιδωμένα από τους τόπους των εκτελέσεων
εγώ κι ένα αχαμνό κουκλόσπιτο
στο μάτι του κυκλώνα
σεγόντο στο σφιγμένο πρόσωπο
της αυγής,
σαν το βλέμμα γυναίκας
πρόωρα σβησμένης ήβης
που ποτέ δεν είχε κάτι να κρύψει
από τη ζωή της,
σαν τα φατνώματα
των πρωινών αστερισμών
μπρος στα εκτυφλωτικά φώτα
των προβολέων,
ήρθα ξένος
περιμένοντας τα δειλινά του Αιγόκερου
τους ανταληγείς
να με σηκώσουν μεσοούρανα
να γίνω ένα γερμένο άστρο
πάνω από τα ουρλιαχτά
δεσμωτηρίων
στο ασύμμετρο ιστορείν
του σκότους
ή πάλι να νοιώσω
το χάδι γλυκού σορόκου

18
Ένα παράθυρο της νύχτας

σαν νεύμα τρυφερού αιδοίου


μέσα από το καύκαλο
τροπικών ύπνων.

Απόψε θα έρθω
μόνος και σκοτεινός
κρατώντας στους ώμους μου
το ετοιμόρροπο υπνοδωμάτιο
στο πατάρι,
άσκοπη libidinosité
γέρασαν τα πάντα
σε τούτο το σπίτι
τα σκεύη οι πολυθρόνες
οι φωτογραφίες στον τοίχο
τα εφηβικά άλμπουμ
το χαμόγελο του πατέρα,
γέρασαν στην παγωμένη
νεανικότητα τους
σαν φωτισμένα
παράθυρα σε πολυκατοικίες
αισθητικής του ’70.

Τι κρύβει εκείνο το παράθυρο τη νύχτα;


Μια σκελετωμένη νυχτερίδα
στα αζήτητα
ή ένα άγουρο κορίτσι
μπροστά σε καθρέφτη
τοπολογικών παραμορφώσεων
ή πάλι ένα νοσταλγικό
φοιτητικό απόγευμα
στις πραιρίες του Berkeley
—πως θα ήταν μια φωτεινή μπάλα

19
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

που διαχέεται
στην κοσμική άβυσσο;—
Είμαι ξένος, νοιώθω ξένος
αλλά το ίδιο οικείος
με τις μικρές στιγμές
στις χαρούμενες πλαζ
του Ιουλίου,
απροστάτευτος ωστόσο
από ένα ακαριαίο ενδεχόμενο
κάτω από τον ήλιο
του μεσημεριού,
νοιώθω κιόλας στο σβέρκο μου
τα ουρλιαχτά των Γάλλων parachutistes
και τις τελευταίες ανάσες
του Maurice Audin.
Θέλω να νοιώθω ξένος
με τα πρόσωπα του δρόμου,
του γραφείου, του καφενείου,
του δωματίου με τις κορνίζες
με το γαλάζιο τοπίο
απέναντί μου,
και το είδωλό μου
να καίγεται
να καίγεται
να καίγεται
στα αποκαΐδια
οικογενειακών κειμηλίων
χωρίς την βασική προϋπόθεση
του είναι.

20
Ένα παράθυρο της νύχτας

(Για τον σ. Alvaro Cunhal)


Το σχήμα τέταρτου της σελήνης
έχει το πρόσωπό σου
όταν σε φωτογραφίζω δανδή
σε ετοιμόρροπο μπαλκόνι
και το βλέμμα σου
την παγερή γαλήνη
χειμωνιάτικου οροπέδιου
στο πέρασμα μπολσεβίκων
καβαλαραίων.
Το μερτικό της μοίρας σου
μια μαύρη παλάμη
που κάνει τα κρόσσια της λάμπας
(πίσω από την ακέφαλη φιγούρα σου)
σαν μια συστοιχία ερπετών
που μασουλάνε λίγο-λίγο
τις φωτοκόπιες σεναρίων
εργατικών θιάσων,
καλύτερα να έχουμε
τη νύχτα ατόφια
το σκοτάδι δεν θέλει ανάγνωση
όπως ο χρόνος του έρωτα
την αναδρομικότητα
των απαριθμήσεων.
Είμαι εδώ
ανέστιος και α-χρονικός
στην συμβολή των προβολέων
εγώ και δέκα χορεύτριες

21
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

αδιάφορες στον υπαινιγμό


του Ηριδανού
πάνω από τους εξώστες
των θερινών μπαρ
με μόνη πραγματικότητα
ένα ξύσμα υπεριώδες
στην βάση
του κρανίου τους
και την πλαστικότητα
των ανάρμοστων
γοφών τους,
δέκα μαυροντυμένες
μπαλαρίνες
σαν δέκα μαχαίρια
καρφωμένα σε έντεκα
κίτρινα καπέλα
αραδιασμένα στο πάτωμα,
το ένα
μια ισχνή παρουσία
στις ενδείξεις των ατομικών
ρολογιών
κι ένας ίσκιος
στο διαλέγεσθαι
των πάλαι ποτέ υπαρξιακών
εντευκτηρίων.
—Ποτέ δεν ξεχωρίζεις
αν ένας διοπτροφόρος
με κίτρινο καπέλο
είναι μετάλλαξη λεμούριου
ή ένας κρυπτο-ομοφυλόφιλος
με τα εσώρουχα της γυναίκας του.—

22
Ένα παράθυρο της νύχτας

Για κάθε τρεις πρωτόλειους


εξεγερμένους,
μας έλεγε,
ο ένας είναι μια ακονισμένη
μαχαιριά
στα φιδοσόκκακα
χαμοσυνοικίας
κι οι άλλοι
ένα μετέωρο ξυράφι
στο υπέρθυρο
μικροαστικής νύχτας.

Είμαι εδώ
ενιαίος αλλά διάτρητος
σαν τις αντιστάσεις
των κοριτσιών
στις ξεναγήσεις
νεαρών βιβλιοθηκάριων,
υδαρής σαν τη βλέννα
γυμνοσάλιαγκων
σε κόκκινους τοίχους
αποικιακών λουτροπόλεων,
αιχμηρός
σαν το βέλος της δικής μας ώρας
desperados σε μικρολίμανα του νότου
όσοι χωρέσαμε
στο κάρβουνο βλέμμα
του συντρόφου Manuel Tiago.

23
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

VII

Πόσοι χειμώνες πέρασαν αλήθεια


και είμαι εδώ-να
με το γοργό το σύννεφο
που διαβαίνει τον Πολικό
σαν γείσο πάνω από το βόλεμα
μιας ίδιας ιστορίας,
σαν το άρωμα λουΐζας
μικρών στιγμών
του φθινοπώρου
σε νησιωτικό απάνεμο,
και το φιλί σου την αυγή
ήταν staccato
σαν το χτύπο στου μικρού βοριά
το παράθυρο,
την τελευταία νύχτα
του καλοκαιριού,
και μάταιο
όπως το καθήκον
του νυχτερινού επισκέπτη
στη σάλα της περισυλλογής.
Πόσα καλοκαίρια πέρασαν
να κρύβουμε
μια αλαφροπάτητη σκιά
που κρέμεται
σαν το δόκανο
χλωμής σελήνης
πάνω απ’ τη γούρνα
λογγωμένου κήπου.

24
Ένα παράθυρο της νύχτας

Πόσες αμμοθύελλες ζύγισαν


πάνω από το φρέαρ
του μεσημεριανού μας ύπνου
τις μέρες μας
αιωρούμενες
στο στόμιο της αβύσσου
και έμειναν οι πληγές μας
καρφωμένοι άλικοι σταυροί
στο μέτωπο
τελουρικής καταιγίδας.
Και το βορεινό αστέρι
πάντοτε πακτωμένο
σαν ένα καρφί στο μέτωπο,
σηματωρός
για τα ’χνάρια
παράλληλου σύμπαντος
όπου στεγνώνουν οι ψυχές
στις σπείρες
μαγνητικών κυκλώνων
σαν σε ταμπάκικα
κάτω από τον ήλιο
του Μαγκρέμπ.

25
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

VIII

Κόκκινο μολύβι ο καιρός


μια έρημος του χρόνου
που σέρνεται πίσω
από το οξειδωμένο απόβροχο
με τις μπουκαμβίλιες,
και μια μανταλωμένη πόρτα
πένθιμη σαν σαββατιάτικο σούρουπο
προσπαθεί να εκμαιεύσει κάτι
από την οχλοβοή των ημερόνυχτων
ανατέμνοντας τις φιγούρες
των περαστικών
μέσα από τον πολυκαιρισμένο φεγγίτη.
Βαρύς και αμίλητος
ο ουρανός
σκεπάζει μέσα στην αδιαφάνεια
ενός απροσδιόριστου atman
τις όποιες απόπειρες μνήμης
για τα κυνηγημένα ποδοβολητά
στο πλακόστρωτο
και τις ανοιγμένες ουλές
του αίματος που κοχλάζει
στα παραπόρτια του ορίζοντα.

Σαν κάπως θα πέσει


από στιγμή σε στιγμή
τούτο το ρίκνωμα της αντάρας
πάνω μου
σαν δίστομο μαχαίρι

26
Ένα παράθυρο της νύχτας

κρεμάμενο
πάνω στους ήλους
του σταυρού μου
και θα στραγγίσει ο ουρανός
μέσα από μια χαραμάδα
ανεμοστρόβιλου
για να τρίζουν τα Christofle
της τραπεζαρίας
σε ρυθμό marcia funebre
και οι κόκκινοι λεκέδες
να γίνονται
ανάμνηση σφαγής
σε ρυθμό mood indigo.
Μια αδραξιά
ξεπεσμένα νετρίνα
της ημεραλωπίας
ροκανίζουν σπειρί-σπειρί
την μακαριότητα των ονείρων μας
μέσα στα φατνώματα
εξορυγμένων σαρκοφάγων.

27
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

IX

Σε τέσσερα κομμάτια τεμαχίστηκα


με τον πρώτο ζέφυρο του θέρους
ένα της σιωπής των περιπάτων
ένα των ασέληνων αφηγήσεων
ένα των ονειροπολήσεων
ενός κόκκινου αψηλού αστεριού
από ρουμπίνι
κι ένα της ανειρήνευτης ηδονής
των κοριτσιών
του πρώτου άστρου.
Τινάχτηκαν
σαν ανυπόμονες κροτίδες
στα χέρια αναστάσιμου εφήβου
κι έπεσαν
βρεγμένα αποκαΐδια
με το άξαφνο μπουρίνι
ενός αυχμηρού Ιούλη.

28
Ένα παράθυρο της νύχτας

Τούτο το σπίτι
συνάζει τις αψιμαχίες των αστερισμών
στη ράχη ενός ξύλινου αλόγου
κι έχει ένα άρωμα
από τις λουΐζες του κήπου
για ν’ αλαφραίνει τις ανάσες
των ζωντανών νεκρών του,
ετούτο το σπίτι γίνεται ένα
με το μπόι της σελήνης
όταν τα σύννεφα δρασκελίζουν
τον πελιδνό της δίσκο
στις νεανικές του κάμαρες.

Τούτο το σπίτι
είναι ένα παράθυρο
των μικρών Κυκλάδων
που κλείνει το βιβλίο του καλοκαιριού
μια βουβή νύχτα
ανεκτέλεστων υποσχέσεων
κι απιθώνει την αγωνία του
σε ένα γαληνεμένο σύννεφο
του Οκτώβρη.
Βγαίνει με μια κόκκινη ομπρέλα
στο σεργιάνι του ήλιου
για να κρύψει τις ενοχές του
και χτυπάει τις χάντρες
ενός αδιέξοδου πεπρωμένου
με τη ραθυμιά

29
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

μεσημεριανού καφενείου.
Ετούτο το σπίτι,
κάτω από τ’ ασήκωτο φορτίο
της διαφάνειας του νερού,
μιλάει μ’ ένα δικό του άστρο
μια γλώσσα τεμαχισμένη
στις δύο κρουστές συλλαβές
της διάζευξης
όπως είναι το ζητούμενο
στο αίνιγμα της ύπαρξης.
Χωνεύει στους τοίχους του
ιδρώτα και αίμα
άγουρων οργασμών
και μουσκεύει τις αναπνοές
θηλυπρεπούς εφήβου
du cotê de chez Swann
μέσα από ένα μισοφωτισμένο παράθυρο.
Κρύβει δυο αναφιλητά
μια νύχτα φθινοπώρου
και τρία κόκκινα γράμματα
ξεθωριασμένα
σαν το πρόσωπο ωραίου νεκρού
που αφήνει
για μόνο ανεξίτηλο
το αινιγματικό του χαμόγελο
στους επιγενόμενους.
Τούτο το σπίτι
εναλλάσσεται συνεχώς
με τη σκιά του
στην αέναη ροή
των φαινομένων
και κρατάει μια ντάμα σπαθί

30
Ένα παράθυρο της νύχτας

απ’ το μοιράδι των ηρώων του


για να ποτίζει τις ρίζες του.
Ετούτο το σπίτι προσπαθεί να καλύψει
τον επιθανάτιο ρόγχο του
όταν μετεωρίζει
ένα αχυρένιο σύννεφο
πάνω από τα κεφάλια
νεανικών πικ-νικ
και διαλέγεται με την ανυπαρξία του
στον σπειροειδή γύρο του θανάτου.
Μουγκανίζει
τον καταθλιπτικό αέρα
της ιστορίας του
σαν μια γέρικη αγελάδα
στο μέσο ενός παιδόκηπου,
τούτο εδώ το σπίτι
βλέπει τα όνειρα του να χάνονται
στη διχοστασία
των μακριών ημερόνυχτων.

31
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

(για τον σ. Νίκο Ζαχαριάδη)


Εδώ είναι ο νεκρός πού κρατάει
δυο μωβ βεντάλιες
για να φιλτράρουν την πλήξη του
σαν αραιοσπαρμένα σύννεφα
τα δειλινά της Sierra Madre.
Είναι ο νεκρός
που κουβαλάει στον ύπνο του
την ανάσα της γενιάς του
σαν ευγενικό άρωμα
ιερατικού επίπλου
από την Παναγία του Woolnoth,
και στο φευγιό του
την νύχτα των σκιών
δυο αναπάντεχοι κεραυνοί
σκάνε στα τετράποδα όνειρα του.
Αυτός ο νεκρός ήρθε κάποτε
μ’ ένα ανέφελο χαμόγελο
της παγκοσμιότητας
από την καταχνιά των κρεματορίων
και τώρα βροντοχτυπάει
τις χάντρες της ερημιάς του
σαν τα γδικιωμένα κρανία
φανοστατών των κρεμασμένων.
Αυτός ο νεκρός
κάθε που τινάζει το φρύδι του
κατεβάζει μια θάλασσα
αρχέτυπα αστέρια

32
Ένα παράθυρο της νύχτας

πάνω απ’ τον κοιτώνα του


κι έχει τις τσέπες του γεμάτες
κατακόκκινα λαμπιόνια
για τις κόγχες των πνιγμένων.
Όταν οι τύψεις του
γεμίζουν ουρανό
κλείνει τα παράθυρα
στις ιαχές
επαναστατημένου πλήθους
και μπήγει ένα στιλέτο
σε δύο σατέν ανδρείκελα
που του παραστέκουν
σαν άγγελοι
προεξοφληθέντος θανάτου,
κι όταν γίνεται
ο ίδιος του ο δήμιος
μια αράχνη
ξεκαρφώνεται σαν οβίδα
από τον ιστό της
και ταράζει τα μικροαστικά μεσημέρια.
Αυτός ο νεκρός
υπεκφεύγει διαρκώς,
φοράει ένα παρεό
ίδιο με τα χρώματα
των νεανικών πλάζ
και βλέπει στο ρίκνωμα
του ορίζοντα
μια χοάνη
για το φρέαρ του ουδενός.
Αυτός ο μειλίχιος νεκρός
είναι η ίδια η αναίρεση
της ανυπαρξίας του.

33
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

34
Ένα παράθυρο της νύχτας

ΕΠΙΜΕΤΡΟΝ

35
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

36
Ένα παράθυρο της νύχτας

Ένα μπράτσο-τατουάζ
σφίγγει τ’ αχαμνά
τα νωχελικά δειλινά της Malecon
κι ένα μπουκέτο connoisseurs d’ art
γεύονται ένα μοιραίο καλοκαίρι
σαν σεκάνς καταιγίδας
στον κίτρινο Mekong.

37
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

Υγρή καταχνιά
στην κρεβατοκάμαρα ξενοδοχείου,
στυλ art-deco
—11ος όροφος—
και μια πνοή τροπικής αύρας
να γλυκαίνει
τρία στοιχειωμένα όνειρα
αυγουστιάτικου μεσημεριού,
τα ακρινά
δυο ροζιασμένοι σταυροί
που κρέμονται τα άντερά μου
το μεσαίο
μια μέδουσα
που τυλίγεται στο κρανίο μου
με την αρπαχτική διάθεση
λατίνας ερωμένης.

38
Ένα παράθυρο της νύχτας

Στις 12 παρά ξύσμα απειροστού


ανοίγει το κλείστρο στη χαραμάδα
ίσια για το μάτι του Μονόκερου
στις 12 ακριβώς
δυο ισοϋψή αντηχεία
τραυλίζουν τις ακατάληπτες συλλαβές
των παλμών του Αιγόκερου.

39
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

Μια μάσκα αυτιστική


από τις αφηγήσεις
των καμπούκι,
ένα κροτάλισμα μυώνων
σπασμένο στους πρωτεϊκούς του κώδικες
και γίνονται οι ώρες μου
ένα νεκροφαγείο φοβικών ονείρων.

40
Ένα παράθυρο της νύχτας

Γέρνεις με το αίνιγμα της Σφίγγας


αντιστικτικά της παντομίμας σου,
στην αψίδα των φρυδιών σου
ξεπηδούν μια χούφτα ήλιοι
στο βάμμα του ρω.

Солнышко, Солнышко, Солнышко моё! 1

Αιχμαλωτίζεις μια κόκκινη πεταλούδα


στο υγρό ομοιοκατάληκτο
των πευκώνων σου
και αντιστρέφεται η συμμετρία σου
στις φιγούρες του Ταρώ.

Солнышко, Солнышко, Солнышко моё!

Ιχνηλατείς
την σαπφικότητα
των ματιών της Dora Maar
και περνά ένα αεράκι
του γαλλικού νότου
να ανεμίζει

1
Η ρωσική έκφραση Солнышко, Солнышко, Солнышко моё!,
(Σόλνισκο, σόλνισκο, σόλνισκο μαγιό!) μπορεί να αποδοθεί
στα ελληνικά: Ήλιε μου, ήλιε μου, γλυκέ μου ήλιε! και βρίσκε-
ται σε μια γαλλική έκδοση ανθολόγησης ποιημάτων του Αρα-
γκόν, με τίτλο Aragon par Georges Sadoul, σελ. 155, Εκδ.
Seguers, Paris 1967.

41
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

την ελλειπτική γεωμετρία


της ανύπαρκτης αθωότητας σου.
Ένα φθινόπωρο χλωρό
καστράτων ηδονοβλεψιών.

Солнышко, Солнышко, Солнышко моё!

42
Ένα παράθυρο της νύχτας

(Για τον σ. Camilo Cienfuegos)


Αυτός ο πνιγμένος
είναι λιπόσαρκος
σαν άγιος των Ταγμάτων
και γελαστός
σαν την αυγή
της προλεταριακής επανάστασης.

Έβγαζε δυο καταπράσινα ερπετά


από τις τσέπες του
να σχοινοβατούν
σαν τις καθημερινές του έγνοιες
σε μια συστάδα αροκάριες
κι ένα μαδημένο γεροκόκκορα
μιας αλάνας desamparados
να βουκεντρίζει τα νυσταλέα βόδια
του ηλιοτρόπιου των τροπικών.

Κρέμονταν από πάνω του


σαν ακονισμένα κοπίδια
γλώσσες τα σύννεφα της πάμπας
κι αυτός επέμενε
να κεντάει στην άμμο
δασύτριχα κορίτσια,
πόρπες από πουκάμισα εκτελεσμένων,
την απέραντη πλατεία
πιτσιλισμένη από χιλιάδες
πνιγμένα περιστέρια
κι ένα αμφίστομο κρατήρα
να ξερνούν
το βαρύ άρωμα των πούρων
οι γλυκές νύχτες
των παραισθήσεων.

43
ΣΤΑΘΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ

(Στους Χ. & Π.)


With affection and hope
αγαπημένοι μου Δίδυμοι,
στα νώτα των Υάδων
να ψάχνετε ένα υπόστεγο
για μια μικρή
περιπέτεια κάθε φορά
στον αχό των μεγα-πόλεων
του μέλλοντός μας,
εκεί σ’ ένα μοιράδι-σύννεφο
της ωκεάνιας γαλήνης
ν’ αλιεύουμε μαζί
τις προκλήσεις
μιας κοινής
ανέκκλητης ήβης.

44
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

I ................................................................................ σελ. 7
II ......................................................................................... 9
III ...................................................................................... 11
IV...................................................................................... 13
V ....................................................................................... 18
VΙ...................................................................................... 21
VII .................................................................................... 24
VIII ................................................................................... 26
IX ...................................................................................... 28
X ....................................................................................... 29
XΙ ...................................................................................... 32
ΕΠΙΜΕΤΡΟΝ ................................................................. 35
Η ΠΡΩΤΗ ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΥ «ΕΝΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΝΥ-
ΧΤΑΣ» ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΛΕΙΒΑΔΑ ΜΕ
ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΕΙΡΑ GFS HERAKLIT Ε-
ΓΙΝΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ «ΕΞΙΤΗ-
ΡΙΟΝ» https://exitirion.wordpress.com/
ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 2022 • ΤΗΝ
ΕΚΔΟΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΕ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΗ-
ΘΗΚΕ Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΖΑΚ

Αριθμός Έκδοσης
15
O Στάθης Λειβαδάς είναι
ένας πολύγλωσσος διδάκτο-
ρας της φιλοσοφίας των μα-
θηματικών και ασχολείται
συστηματικά με τα θεμέλια
των μαθηματικών, την φιλο-
σοφία (ιδιαίτερα την φαινο-
μενολογία και τον υπαρξισμό), την φιλοσοφία της επι-
στήμης και την νεότερη ιστορία.
Είναι συγγραφέας δύο βιβλίων φιλοσοφίας της επιστή-
μης: “Contemporary Problems of Epistemology in the
Light of Phenomenology” και “The Labyrinth of In-
finity or the Enigma of Existence” πού έχουν εκδοθεί
από τον οίκο College Publications, King’s College
London, ενώ πολλά ερευνητικά άρθρα του στα πεδία
ενδιαφερόντων του έχουν δημοσιευθεί σε διεθνή ακα-
δημαϊκά περιοδικά κύρους.
Παράλληλα είχε πάντοτε στραμμένο το ενδιαφέρον
του στην ελληνική και ξένη λογοτεχνία όπου αισθητι-
κές του μελέτες έχουν δημοσιευθεί παλιότερα στην Φι-
λολογική Επιθεώρηση και τον Ελίτροχο.
Μεταφράσεις του ξένων ποιητών και δική του ανθολο-
γημένη ποίηση έχει δημοσιευθεί κατά καιρούς στους
λογοτεχνικούς ιστότοπους Ποιείν και Εξιτήριον.
Έχει εκδώσει μέχρι τώρα πέντε ποιητικές συλλογές:
Οιακίζειν (Αχαϊκές Εκδόσεις, 1998), Οδός Ηλυσίων
Πεδίων (Περί Τεχνών, 2001), Οι αντιστίξεις της σελή-
νης (Γαβριηλίδης, 2004), Η περιήγηση (Γαβριηλίδης,
2007) και Μια στιγμή κάτω απ’ τον ήλιο (Λευκή Σελί-
δα, 2012).
Ο Στάθης Λειβαδάς αυτοχαρακτηρίζεται, πέρα από
τους όποιους ακαδημαϊκούς τίτλους, σαν ένας εραστής
της ζωής σε όλες τις αποχρώσεις της, της τέχνης, της
φιλοσοφίας, της ποίησης, του διαλέγεσθαι με όποιους
και ό,τι δεν εγκλωβίζεται στον μικροαστισμό και τη
μικρόνοια.

You might also like