You are on page 1of 107

Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας

Σχολή Οικονομικών Επιστημών


Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών με τίτλο «Διοίκηση Επιχειρήσεων με κατεύθυνση


Πληροφοριακά Συστήματα Διοίκησης» (Master in business Administration – MBA in
Management Information Systems).

«Καταγραφή και αξιολόγηση των μοντέλων Διακυβέρνησης Παραγωγικής


Μετάβασης περιοχών ανά τον κόσμο και σύγκριση με το αντίστοιχο της
Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης της Δυτ. Μακεδονίας»

Επιβλέπων Καθηγητής: Σταμάτης Κώντσας

Ιωαννίδης Ελευθέριος

Γρεβενά
2022
© ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Δυτ. Μακεδονίας 2022

Η παρούσα Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία (Μ.Δ.Ε.), η οποία εκπονήθηκε


στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών: ΜΒΑ Διοίκηση
Επιχειρήσεων με κατεύθυνση, (στην Κατεύθυνση: Πληροφοριακά Συστήματα
Διοίκησης), και τα λοιπά αποτελέσματα αυτής αποτελούν συνιδιοκτησία του
Πανεπιστημίου και του φοιτητή, ο καθένας από τους οποίους έχει το δικαίωμα
ανεξάρτητης χρήσης και αναπαραγωγής τους (στο σύνολο ή τμηματικά) για
διδακτικούς και ερευνητικούς σκοπούς, σε κάθε περίπτωση αναφέροντας τον τίτλο
και το συγγραφέα και το Πανεπιστήμιο, όπου εκπονήθηκε η Μ.Δ.Ε. καθώς και τον
Επιβλέποντα Καθηγητή και την Επιτροπή Αξιολόγησης.

2
Καταγραφή και αξιολόγηση των μοντέλων Διακυβέρνησης Παραγωγικής Μετάβασης
περιοχών ανά τον κόσμο και σύγκριση με το αντίστοιχο της Δίκαιης Αναπτυξιακής
Μετάβασης της Δυτ. Μακεδονίας

Επιβλέπων Καθηγητής: Σταμάτης Κώντσας

Τριμελής Επιτροπή: Κώντσας Σταμάτης, Γιανναράκης Γρηγόριος, Αυλογιάρης


Γεώργιος

Ιωαννίδης Ελευθέριος

3
Ευχαριστίες

Οφείλω πάνω από όλους να ευχαριστήσω τους ανθρώπους μου, την Αγγελική, την
Μαργαρίτα και τον Φοίβο για την υποστήριξη και την έμπνευση που μου προσέφεραν
και στους οποίους αφιερώνω αυτή την εργασία.
Επίσης θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον επιβλέπονται καθηγητή κ. Κώντσα για την
χρήσιμη βοήθεια καθ’ όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας αυτής της εργασίας.
Οφείλω επίσης να ευχαριστήσω όλους τους συνεργάτες και φίλους με τους οποίους για
χρόνια συζητάμε και συνεργαζόμαστε σχετικά με ζητήματα της Δίκαιης Μετάβασης της
περιοχής μας και των οποίων οι συμβουλές και οι γνώσεις με βοήθησαν, και συνεχίζουν
να με βοηθούν σημαντικά.
Ιδιαίτερη αναφορά οφείλω να κάνω στον Λάζαρο Τσικριτζή, όχι τόσο για τις πολύ
σημαντικές παρατηρήσεις που έκανε στο κείμενο, όσο κυρίως, για όσα έμαθα δίπλα του
όλα αυτά τα χρόνια σχετικά με την οικολογία, αλλά και γιατί ήταν αυτός που με
ενέπνευσε να ασχοληθώ με τα ζητήματα της μετάβασης στην μεταλιγνιτική εποχή ήδη
από τα μέσα της δεκαετίας του 2000.

4
Περίληψη

Η αλλαγή της κοινωνικής και οικονομικής δομής μια περιοχής αποτελεί μια πολύ
σύνθετη και δύσκολη διαδικασία. Σήμερα ιδιαίτερα που η κλιματική αλλαγή
αναδεικνύεται ως υπαρξιακό πρόβλημα για τον πλανήτη, η ανάγκη για ταχεία
προσαρμογή των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων σε ένα βιώσιμο μοντέλο
αποτελεί μονόδρομο.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναδειχθεί σε πρωταγωνιστή στην υιοθέτηση και εφαρμογή


πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Αυτή η τάση έχει δρομολογήσει
και την παράλληλη εφαρμογή των πολιτικών για την προστασία των περιοχών που θα
κληθούν να αλλάξουν το ενεργειακό και παραγωγικό τους μοντέλο που για πολλές
δεκαετίες στηριζόταν στην αξιοποίηση των ορυκτών καυσίμων.

Είναι σημαντικό αυτή η – επιβαλλόμενη - μετάβαση να είναι δίκαιη για τις τοπικές
κοινωνίες όλων των περιοχών που θα επηρεαστούν.

Ένα σημαντικό εργαλείο για την επιτυχή εφαρμογή των πολιτικών μετάβασης αποτελεί
ο μηχανισμός διακυβέρνησης και ο βαθμός συμμετοχικότητας των κοινωνικών εταίρων
στη διαδικασία εκπόνησης αλλά και υλοποίησης του σχεδιασμού μετάβασης.

Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση υποστηρίζει αυτή την αντίληψη, καθώς με μια σειρά
αποφάσεων και κανονισμών επιβεβαιώνει ότι μια κοινωνικά και οικονομικά δίκαιη
μετάβαση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο με συμμετοχικό τρόπο. Προς αυτήν
την κατεύθυνση έχει εκδώσει και σχετικό οδικό χάρτη για ένα συμμετοχικό σχέδιο
μετάβασης.

Τις τελευταίες δεκαετίες έχει ενταθεί και εμπλουτιστεί η ακαδημαϊκή συζήτηση για το
θέμα της διακυβέρνησης της μετάβασης προς ένα βιώσιμο μοντέλο, ιδίως στις
Ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα να αναδειχθεί και η αντίστοιχη θεωρία του
transitioning management.

Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να καταγράψει τα χαρακτηριστικά που επιβάλλεται


να έχει το σύστημα διακυβέρνησης μιας δίκαιης μετάβασης. Αναλύονται τα
χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα τα στοιχεία της τοποκεντρικής προσέγγισης της
πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και του συμμετοχικού σχεδιασμού.

Πέρα όμως από το θεωρητικό πλαίσιο σχετικά με το σύστημα διακυβέρνησης μελετώνται


και εμπειρικά παραδείγματα περιοχών όπου υλοποιήθηκαν ή είναι σε εξέλιξη σχέδια
5
μετάβασης. Στο παρόν εγχείρημα καταγράφονται και αξιολογούνται 7 μελέτες
περίπτωσης και πιο συγκεκριμένα: 1. Κοιλάδα του Ρουρ (Γερμανία) 2. Re:Start
Programm (Τσεχία) 3. Latrobe Valley (Αυστραλία) 4. Just Transition Task Force
(Καναδάς) 5. Parkstad Limburg (Ολλανδία) 6. Appalachian Regional Commission
(ARC) (Η.Π.Α.) 7. Upper Nitra Region (Σλοβακία).

Η ανάλυση των παραπάνω περιπτώσεων ανέδειξε την αξία του συμμετοχικού και
συμπεριληπτικού σχεδιασμού, κυρίως όμως έδειξε ότι ο βαθμός συμμετοχικότητας
συμβάλει καταλυτικά στην επιτυχημένη εφαρμογή ενός σχεδιασμού δίκαιης μετάβασης.
Προφανώς και δεν υπάρχει ένα και μόνο σχέδιο που μπορεί να εφαρμοστεί με τον ίδιο
τρόπο σε όλες τις περιπτώσεις, όμως προκύπτουν γενικές αρχές και συμπεράσματα που
πρέπει να διαπερνούν όλα τα σχέδια μετάβασης.

Τέλος, δεδομένου ότι στη Δυτ. Μακεδονία εξελίσσεται με ταχύ ρυθμό τόσο ο σχεδιασμός
όσο και η υλοποίηση της μετάβασης, προκύπτουν χρήσιμα συμπεράσματα για το
περιεχόμενο και τη διαδικασία του σχεδιασμού, με κυριότερο ότι η μετάβαση προχωρά
σε μεγάλο βαθμό «εκ των άνω προς τα κάτω», με περιορισμένη τη συμμετοχή της τοπικής
κοινωνίας και των φορέων της.

Λέξεις Κλειδιά:

Διακυβέρνηση Δίκαιης Μετάβασης, Απολιγνιτοποίηση, Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής


Μετάβασης, Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Δυτική Μακεδονία, Τοποκεντρική
Προσέγγιση, Συμμετοχικός Σχεδιασμός.

6
Abstract

Changing the social and economic structure of a region is a very important task, with
complex and difficult process. Today, especially as climate change is emerging as an
existing problem for the planet, the need for rapid adaptation of social and economic
relations to a sustainable model is the only solution.

The European Union has emerged as a leading player in the adoption and implementation
of policies to tackle the climate crisis. This trend has also triggered the parallel
implementation of policies to protect regions that will be called upon to change their
energy and production model, which for many decades have been based on the
exploitation of fossil fuels.

It is important that this - imposed – transition will be fair for local communities of all the
regions that will be affected.

An important tool for the successful implementation of transition policies is the


governance mechanism and the degree of involvement of the social partners in the process
of developing and implementing transition planning.

The European Union supports this concept. With a number of decisions and regulations
confirms that a socially and economically fair and equitable transition process can only
take place in a participatory manner. To this way has also issued a directional map for a
participatory approach to the development of the transition plan.

In recent decades, the academic debate on the governance of the transition to a sustainable
model has intensified and enriched, especially in European countries, leading to the
emergence of the corresponding theory of transitioning management.

The aim of this paper is to capture the characteristics that the governance system of a fair
transition is supposed to have. The characteristics and in particular the elements of the
topocentral approach of multilevel governance and participatory planning are analysed.

But beyond the theoretical framework on the governance system, empirical examples of
areas where the transition project has been implemented or is in the process of being
implemented are studied. In this project are recorded and evaluated the following 7 case
studies, namely: 1. Ruhr Valley (Germany) 2. Program (Czech Republic) 3. Latrobe
Valley (Australia) 4. Just Transition Task Force (Canada) 5. Parkstad Limburg

7
(Netherlands) 6. Appalachian Regional Commission (ARC) (USA) 7. Upper Nitra Region
(Slovakia).

The analysis of the above cases has highlighted the value of participatory and inclusive
planning approaches, but above all, it proved that the level of participation contributes to
the successful implementation of a fair and equitable design transition. Clearly there is
no single plan that can be implemented in the same way in all cases, but there are some
general principles and conclusions that should permeate all transition plans.

Finally, and bearing in mind that in the West Macedonia is rapidly developing both the
planning and implementation of the transition, useful conclusions can be drawn on the
content and process of planning, with the main one being that the transition is progressing
mainly according to a “top-down” plan, with limited involvement of the local society and
its stakeholders.

Keywords:

Fair Transition Governance, De-lignification, Fair Development Transition Plan,


European Green Deal, Western Macedonia, Topocentral Transition Plan, Participatory
Planning.

8
Περιεχόμενα
1. Εισαγωγή ................................................................................................................ 13
2. Η ιστορική και Θεωρητική Εξέλιξη της Μετάβασης ............................................ 18
2.1. Περιβαλλοντική και Κοινωνική Κρίση ........................................................... 18
2.2. Η μετάβαση προς μια Οικονομία Χωρίς Ορυκτά Καύσιμα /Σύντομο Ιστορικό
20
2.3. «Η διάσκεψη των Μερών» [Conference of the Parties (COP)], διεθνές όργανο
για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής .......................................................... 22
2.4. Οι Ευρωπαϊκές Πολιτικές για την προσαρμογή σε μια οικονομία χωρίς ορυκτά
καύσιμα....................................................................................................................... 23
2.5. Ο στόχος της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 (EC, 2019) ......... 25
2.6. Fit For 55.......................................................................................................... 26
2.7. Μηχανισμός για τη Δίκαιη Μετάβαση (Just Transition Mechanism) ............. 27
2.8. Σύστημα Διακυβέρνησης για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη ...................................... 30
2.9. Τα συστήματα διακυβέρνησης μιας πραγματικά δίκαιης μετάβασης ............. 32
2.10. Τοποκεντρική Προσέγγιση (Place – Based Approach) ................................ 33
2.11. Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση ........................................................................ 35
3. Η Μετάβαση στην Ελλάδα ..................................................................................... 37
3.1. Η δίκαιη μετάβαση και το μοντέλο διακυβέρνησης στην Ελλάδα (Δυτ.
Μακεδονία - Μεγαλόπολη). ....................................................................................... 37
3.2. Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης ................................................................ 43
3.3. Η Μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας (The World Bank, 2021) ..................... 44
3.4. Η Ανακοίνωση του Πρωθυπουργό στη Νέα Υόρκη το 2019 .......................... 46
3.5. Το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης. ............................................... 47
3.6. Ο Μηχανισμός Διακυβέρνησης για τη Δίκαιη Μετάβαση στη Δυτ. Μακεδονία
49
3.7. Σύσταση Ειδικής Υπηρεσίας ΔΑΜ ................................................................. 50
3.8. Μετάβαση Α.Ε. ................................................................................................ 52
3.9. Η γνώμη της κοινωνίας .................................................................................... 53
4. Ερευνητικό Πλαίσιο ............................................................................................... 57
4.1. Η εργαλειοθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Δίκαιη Μετάβαση των
ανθρακικών περιφερειών. ........................................................................................... 59
4.2. Η θεωρία της διαχείρισης της μετάβασης ........................................................ 60
4.3. Ο πολυεπίπεδος χαρακτήρας της μετάβασης και η διαφορετικές φάσης στην
εξέλιξη του.................................................................................................................. 63
4.4. Ο ρόλος των εργαζομένων ............................................................................... 64
4.5. Συγκριτική παρουσίαση περιοχών άλλων χωρών που ευρίσκονται σε
καθεστώς μετάβασης .................................................................................................. 67
4.6. Μελέτες Περίπτωσης ....................................................................................... 68
4.6.1. Γερμανία: Κοιλάδα του ΡΟΥΡ – Rouhr Valey) ....................................... 70
9
4.6.2. Τσεχία: Re:Start Programm ...................................................................... 74
4.6.3. Αυστραλία: Latrobe Valley ...................................................................... 79
4.6.4. Καναδάς: Just Transition Task Force ....................................................... 83
4.6.5. Ολλανδία: Parkstad Limburg.................................................................... 86
4.6.6. Η.Π.Α. Απαλάχια: Appalachian Regional Commission (ARC) ............... 89
4.6.7. Σλοβακία: Upper Nitra Region ................................................................. 93
5. Σύνοψη και Συμπεράσματα: ................................................................................... 97

10
Κατάλογος Εικόνων

Εικόνα 1 Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία 26


Εικόνα 2: Ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης 27
Εικόνα 3: Εξέλιξη Λιγνιτικής Παραγωγής 39
Εικόνα 4: Μίγμα Ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα 40
Εικόνα 5: Ποσοστό Συμμετοχής πηγών Ενέργειας στο μίγμα
ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα 41
Εικόνα 6: Αφίσα Εκδήλωσης για την Μεταλιγνιτική Περίοδο 8/4/2016 42
Εικόνα 7 : Περιφερειακή Επιτροπή Δυτ. Μακεδονίας 45
Εικόνα 8: Προτεινόμενος Μηχανισμός Διακυβέρνησης 46
Εικόνα 9: Η διάρθρωση του σχεδίου δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης
Δυτ. Μακεδονίας 50
Εικόνα 10 : Απαντήσεις στην Ερώτηση: «Τι επιπτώσεις θεωρείτε ότι θα έχει η
απολιγνιτοποίηση στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής;» 54
Εικόνα 11: Απαντήσεις πολιτών στην ερώτηση ‘Επιθυμείτε να ενημερωθείτε
περαιτέρω; 55
Εικόνα 12: Απαντήσεις πολιτών στην ερώτηση ‘Πόσο ενημερωμένος είστε;’ 55
Εικόνα 13: Αξιολόγηση μοντέλου διακυβέρνησης για τη Δυτ. Μακεδονία 56
Εικόνα 14: Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση 59
Εικόνα 15: Ο κύκλος της διακυβέρνησης της μετάβασης 61
Εικόνα 16: Transition Arena 62
Εικόνα 17: Το μοντέλο S – Curve 64
Εικόνα 18: Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία 70
Εικόνα 19: Οι ανθρακικές περιοχές της Τσεχίας 74
Εικόνα 20: Μοντέλο Διακυβέρνησης Πρόγραμμα Re Start 76
Εικόνα 21: Διάρθρωση Μόνιμης Περιφερειακής Συνόδου Περιφέρειας Usti 77
Εικόνα 22: Παραγωγή Άνθρακα στην Ολλανδία 86
Εικόνα 22 : Η περιοχή των Αππαλαχίων ΗΠΑ 88
Εικόνα 23 : Παραγωγή Άνθρακα στις Ηνωμένες Πολιτείες. 90
Εικόνα 24: Η διαδικασία διαβούλευσης για το σχέδιο δράσης για την
Περιφέρεια Upper Nitra 95

11
Κατάλογος Πινάκων

Πίνακας 1: Κατανομή Πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης 29


Πίνακας 2: Συγκριτική παρουσίαση μοντέλων διακυβέρνησης 33
Πίνακας 3: Χρονοδιάγραμμα Απόσυρσης Λιγνιτικών Μονάδων 47
Πίνακας 4: Κατανομή Πόρων ΠΔΑΜ 49
Πίνακας 5: Εξέλιξη Εργατικού Δυναμικού στη Δυτ. Μακεδονία 65
Πίνακας 6: Αριθμός Εργαζομένων στον Άνθρακά και τον Χάλυβα στην
κοιλάδα του Ρουρ 71
Πίνακας 7: Ο προτεινόμενος Προϋπολογισμός για το 2023 91
Πίνακας 8: Τάσεις της ανεργίας στην Σλοβακία και στην Περιφέρεια της
Upper Nitra. 93
Πίνακας 9: Αξιολόγηση μοντέλων Περιοχών Μετάβασης 100

12
1. Εισαγωγή
Η κλιματική αλλαγή - εξελισσόμενη πλέον σε κλιματική κρίση- προκαλεί τεράστιας
έκτασης κοινωνικές, οικονομικές και παραγωγικές αλλαγές. Η αντιμετώπιση των
συνεπειών αυτών προϋποθέτει μετασχηματισμούς σε όλο το κοινωνικό, παραγωγικό και
οικονομικό οικοδόμημα της σύγχρονης κοινωνίας.

Σύμφωνα με τα πορίσματα και τις προτάσεις της επιστημονικής κοινότητας αλλά και
έπειτα από αποφάσεις διακυβερνητικών οργάνων και προκειμένου να διατηρηθεί η
αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη έως τους 2οC θα πρέπει η παγκόσμια
οικονομία να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα στις αμέσως επόμενες δεκαετίες.

Είναι προφανές πως αυτή η ιστορική αλλαγή, από την εποχή των ορυκτών καυσίμων
στην εποχή της κλιματικής ουδετερότητας και των ΑΠΕ, θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές
σε τοπικές κοινωνίες που για δεκαετίες ή ακόμα και για αιώνες στήριζαν την βιωσιμότητα
και την ευημερία τους στην εκμετάλλευση των ορυκτών καυσίμων. Ειδικότερα,
επιτακτική χαρακτηρίζεται η ανάγκη για ταχεία απεξάρτηση από τον άνθρακα ο οποίος
κατά τις προηγούμενες δεκαετίες συνέβαλε καθοριστικά στην οικονομική μεγέθυνση των
οικονομιών ιδιαίτερα των χωρών της Δύσης, πλέον όμως αξιολογείται ως το καύσιμο που
έχει πολύ μεγάλο βαθμό συμμετοχή στην δημιουργία του φαινομένου του θερμοκηπίου
καθότι προκαλεί πολύ υψηλές εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Η αλλαγή αυτή, εκτός από το θετικό αποτέλεσμα της αντιμετώπισης της κλιματικής
αλλαγής εξαιτίας της μείωσης των εκπομπών CO2 τόσο σε καθαρές εκπομπές όσο και
ανά ποσότητα ενέργειας που θα παράγεται και θα καταναλώνεται, θα δημιουργήσει και
νέες αναπτυξιακές και οικονομικές ευκαιρίες. Ενώ θα δημιουργηθούν και πολλές
χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Δεδομένου ότι αυτή η διαδικασία είναι σε εξέλιξη,
παρατηρούμε ότι πραγματικά νέες οικονομικές δυνατότητες να αναδεικνύονται.

Βέβαια, αυτή η παραγωγική μετατόπιση δεν θα γίνει και χωρίς να υπάρξουν αρνητικές
συνέπειες. Οι ‘χαμένοι’ της εξέλιξης αυτής θα είναι οι τοπικές κοινωνίες των οποίων οι
οικονομική και κοινωνική τους ευημερία στηριζόταν ή και στηρίζεται ακόμα στην
εκμετάλλευση του άνθρακα. Αυτές οι περιοχές καλούνται να βιώσουν μια διαδικασία
μετάβασης σε ένα νέο παραγωγικό και κοινωνικό μοντέλο, να προσαρμοστούν, σε
σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, σε νέες συνθήκες. Θα πρέπει να απορροφήσουν τους
κραδασμούς αυτής της αλλαγής και έπειτα να σχεδιάσουν ένα νέο παραγωγικό πρότυπο,
προσαρμοσμένο στις σύγχρονε συνθήκες.
13
Υπό αυτό λοιπόν τον πρίσμα, η διαδικασία του σχεδιασμού και της υλοποίησης των
πολιτικών μετάβασης μιας περιοχής, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές προκλήσεις για
τις σύγχρονες κοινωνίες. Το ζητούμενο αυτής της διαδικασίας είναι η επιχειρούμενη
μετάβαση να είναι δίκαιη για όλους ή αλλιώς να μην μείνει κανείς πίσω.

Ιστορικά τα φαινόμενο παραγωγικής και κοινωνικής μετάβασης των κοινωνιών δεν είναι
πρωτοφανές. Η ιστορική εξέλιξη έχει προκαλέσει αλλαγές στον τρόπο που μια κοινωνία
οργανώνει την παραγωγή και την κατανάλωση αγαθών, που αξιοποιεί έναν παραγωγικό
πόρο, που εκμεταλλεύεται μια τεχνολογική καινοτομία ή εισάγει μια νέα συνήθεια.
Μπροστά σ΄ αυτές τις αλλαγές οι κοινωνίες καλούνται να προσαρμόζονται κάθε φορά
προκειμένου να μπορούν να επιβιώνουν. Ο βαθμός προσαρμοστικότητας που
παρουσιάζει μια κοινωνία και ο μηχανισμός οργάνωσης της επιτρέπει να μπορεί να
επιβιώνει και γιατί όχι, να ακμάζει (Diamond, 2004).

Ακόμα και στις πιο πρόσφατες εποχές, πριν την ανάδειξη της σημασίας της κλιματικής
κρίσης ως κυρίαρχης αιτίας για την μετάβαση και προσαρμογή μια κοινωνίας, έχουν
καταγραφεί περιπτώσεις όπου κράτη επιλέγουν να απεξαρτηθούν από τον άνθρακα, όχι
για περιβαλλοντικούς αλλά για οικονομικούς λόγους (Γερμανία, Βέλγιο, Ολλανδία).
Πολλές από αυτές τις περιπτώσεις θα τις δούμε και θα τις αναλύσουμε ειδικότερα.

Μια πολύ σημαντική πτυχή της διαδικασίας οικονομικής, παραγωγικής και κοινωνικής
μετάβασης μια κοινωνίας είναι το μοντέλο διακυβέρνησης. Ο μηχανισμός με την οποία
συντονίζεται και διοικείται όλο το οικοσύστημα που εμπλέκεται σε μια διαδικασία
μετάβασης σε όλες τις φάσεις. Δεδομένου ότι η διαδικασία μετάβασης αποτελεί από την
φύση της μια σύνθετη πολυπαραγοντική και δύσκολη διαδικασία, ο μηχανισμός
διακυβέρνησης δεν μπορεί αν είναι και αυτός μια σύνθετη και πολυπαραγοντική
διαδικασία. Στην παρούσα έρευνα επιδιώκεται να μελετηθεί η διαδικασία μετάβασης
στην μετά τον λιγνίτη εποχή συνολικά και ειδικότερα ο μηχανισμός διακυβέρνησής της.
Η συζήτηση σχετικά με το σύστημα διακυβέρνησης (governance) μια διαδικασίας
μετάβασης έχει αναπτυχθεί πολύ έντονα τις τελευταίες δεκαετίες ως αποτέλεσμα της
αναδυόμενης ανάγκης για προσαρμογή των σύγχρονων κοινωνιών σε πιο βιώσιμα και
λειτουργικά μοντέλα οργάνωσης.

Παρά του ότι αλλαγές και μεταβάσεις στο παραγωγικό και κοινωνικό υπόβαθρο των
κοινωνιών συντελούνταν ιστορικά συνεχώς, τις τελευταίες δεκαετίες η συζήτηση έχει
αποκτήσει πολύ πιο συντονισμένη μορφή εξαιτίας της αναδυόμενης και έκτακτης

14
ανάγκης για μια συνολική κοινωνικοοικονομική προσαρμογή των σύγχρονων κοινωνιών
σε πιο βιώσιμο μοντέλο προκειμένου να διαφυλαχθεί η ανθρωπότητα από τους
υπαρξιακούς περιβαλλοντικούς σύγχρονους κινδύνους (κλιματική αλλαγή, διατροφική
κρίση, προστασία της βιοποικιλότητας κ.λ.π.).

Το 1972 δημοσιεύεται η μελέτη Brutland (Το κοινό μας μέλλον) (UN, 1987), από τη
Διεθνή Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη του ΟΗΕ με την οποία ορίζεται
η Αειφορία «μια ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύει
την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες». Η
σταδιακή περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση, κυρίως όμως η διαπίστωση ότι, το μοντέλο
της αέναης ανάπτυξης που στηρίζεται σε εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του πλανήτη
δεν είναι βιώσιμο. Απαιτείται ένα άλλο μοντέλο που θα συνδυάζει την ανάπτυξη και την
ευημερία με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Η παραπάνω διαπίστωση όμως απαιτεί
μια ριζική αλλαγή στο μοντέλο οργάνωσης των κοινωνιών, των μοντέλων παραγωγής
και κατανάλωσης. Σταδιακά όμως αναδεικνύεται και η ανάγκη ενός διαφορετικού από
τα παραδοσιακά, μοντέλου διακυβέρνησης αυτής της διαδικασίας προσαρμογής σε ένα
μοντέλο αειφορίας.

Δεδομένου ότι, οι αλλαγές που επιβάλλεται να γίνουν προκειμένου να προσαρμοστούν


οι κοινωνίες σε μοντέλα που ενσωματώνουν τα χαρακτηριστικά της αειφορίας είναι
ριζικές και αγγίζουν πολύ έντονα τις κοινωνίες και τους ανθρώπους, επιφέροντας σε
αρκετές περιπτώσεις μεγάλες αλλαγές στους παραδοσιακούς τρόπος οργάνωσης των
κοινωνιών, και δεδομένου ότι για να πετύχουν αυτές οι μεταβάσεις χρειάζεται και η
μεγαλύτερη δυνατή κοινωνική συναίνεση, τα τελευταία χρόνια έχουν αναδειχθεί νέα
μοντέλο οργάνωσης της διακυβέρνησης ώστε να γίνει εφικτή η εφαρμογή βιώσιμων
μοντέλων οργάνωσης παραγωγικής και κοινωνικής οργάνωσης των κοινωνιών προς μια
βιώσιμη ανάπτυξη.

Τα τελευταία χρόνια έχουμε επίσης παρατηρήσει μια μετατόπιση από στη λήψη των
αποφάσεων από την συγκεντρωτικό έθνος κράτος που στηρίζεται στη κυβέρνηση
(Loorbach, 2010), είτε σε πιο αποκεντρωμένες δομές και σε χαμηλότερο επίπεδα προς
τον πολίτη, είτε σε υπερεθνικές δομές (π.χ. Ευρωπαϊκής Ένωση), με προφανή στόχο να
αντιμετωπιστούν καλύτερα οι προκλήσεις της σύγχρονης εποχής. Μεταξύ άλλων και των
ζητημάτων βιώσιμης ανάπτυξης όπως αναδείξαμε προηγούμενων.

15
Έτσι λοιπόν τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί σημαντική βιβλιογραφία σχετικά με
την διακυβέρνηση προς μια βιώσιμη ανάπτυξη δεδομένου ότι απασχολεί σημαντικό
μέρος της επιστημονικής κοινότητας.

Τα σύγχρονα λοιπόν περιβαλλοντικά προβλήματα προκαλούν σημαντικές πολιτικές,


κοινωνικές και οικονομικής αλλαγές. Είναι σαφές ότι πολλές κοινωνικές ομάδες που
στηρίζουν την ευημερία τους σε παραγωγικές διαδικασίες που καταναλώνουν ορυκτά
καύσιμα θα πιεστούν, όπως και περιοχές ή περιφέρειες με αντίστοιχα χαρακτηριστικά
ανά τον κόσμο. Έτσι λοιπόν, πέρα από την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών
προβλημάτων, την προσαρμογή των οικονομιών σε νέα βιώσιμα μοντέλα, αναδεικνύεται
και η ανάγκη η μετάβαση προς τη βιώσιμη ανάπτυξη να είναι δίκαιη για όλους. Και
ειδικότερα για εκείνες της ομάδες ή περιοχές που θα βιώσουν έντονη οικονομική και
κοινωνική πίεση εξαιτίας αυτής της μετάβασης.

Έτσι λοιπόν μια ειδικότερη πτυχή της προσαρμογής προ τη βιώσιμη ανάπτυξη με την
εγκατάλειψη παραγωγικών διαδικασιών όπως π.χ. του άνθρακα, είναι η δίκαιη μετάβαση
για όλους. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η προβληματική προωθούνται
πρωτοβουλίες σε τοπικό, εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο προστασίας αυτών των
κοινωνιών και των περιοχών και παράλληλα δοκιμάζονται νέα μοντέλα διακυβέρνησης
διαφόρων μορφών που προκαλούν διαφορετική αποτελεσματικότητα το κάθε ένα.

Ένα ειδικό παράδειγμα μιας τέτοιας διαδικασίας είναι η Περιφέρεια της Δυτικής
Μακεδονίας, η οποία καλείται να αλλάξει εκ βάθρων το παραγωγικό και κοινωνικό
μοντέλο και μάλιστα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα για μια τέτοια αλλαγή. Τον
Οκτώβριο του 2019 ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης ανακοίνωση από το βήμα της
Γενικής Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη ότι η Ελλάδα θα απεξαρτηθεί από τον
λιγνίτη μέχρι το 2028. Της ανακοίνωσης αυτής ακολούθησε η υιοθέτηση και ψήφιση εκ
μέρους της κυβέρνησης του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το
κλίμα αλλά και ο στρατηγικός σχεδιασμός της ΔΕΗ που εξειδίκευσε την ανακοίνωση του
πρωθυπουργού. Με βάση αυτές τις αποφάσεις η χώρα εγκαταλείπει οριστικά τον λιγνίτη
σταδιακά μέχρι το 2028, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των λιγνιτικών μονάδων θα έχουν
παύσει την λειτουργία τους πολύ νωρίτερα. Δεδομένου ότι η εκμετάλλευση του λιγνίτη
αποτελούσε για δεκαετίες της βασική παραγωγική δραστηριότητα της Δυτ. Μακεδονίας
και ειδικότερα των δυο περιφερειακών ενοτήτων Κοζάνης και Φλώρινας,
δρομολογήθηκε η εκπόνηση ενός σχεδίου για τη Δίκαιη Μετάβαση της περιοχής στην

16
μεταλιγνιτική εποχή με την παράλληλη εφαρμογή και ενός μοντέλου διακυβέρνησης
αυτής της διαδικασίας.

Κατά το παρελθόν όμως και σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο έχουν υλοποιηθεί σχέδια
μετάβασης. Ενώ και σήμερα είναι σε εξέλιξη σε πολλές περιοχές της Ευρώπης και του
Κόσμου η αντίστοιχη διαδικασία με αυτήν την Δυτ. Μακεδονίας, δηλαδή η προετοιμασία
ενός σχεδίου μετάβασης.

Στόχος της παρούσας μελέτης είναι να καταγράψει το βιβλιογραφικό και θεωρητικό


πλαίσιο σχετικά με τα διαθέσιμα συστήματα διακυβέρνησης προς ένα μοντέλο βιώσιμης
ανάπτυξης και ειδικότερα της δίκαιης μετάβασης των ανθρακικών περιοχών. Να
αναλύσει και να περιγράψει επίσης συγκεκριμένες μελέτης περίπτωσης περιοχών ανα τον
κόσμο όπου εφαρμόστηκαν ή είναι σε φάση εκπόνησης των σχεδίων μετάβασης και του
μηχανισμού διακυβέρνησης, να τα αξιολογήσει ως προς συγκεκριμένες τους διαστάσεις
και να τα συγκρίνει με αυτό που προωθείται για τη Δυτ. Μακεδονία ειδικότερα.
Παράλληλα θα αναλυθεί και αξιολογηθεί το μοντέλο διακυβέρνησης της Δυτ.
Μακεδονίας ως προς συγκεκριμένες παραμέτρους (συμπεριλιπτικότητα,
πολυπλοκότητα, τοποκεντρική προσέγγιση, πολυεπίπεδη διακυβέρνηση κ.λ.π)

Η συγκεκριμένη έρευνα κρίνεται ως σημαντική αφού θα συμβάλει στον υφιστάμενο


δημόσιο διάλογο για το σχέδιο παραγωγικής διαφοροποίησης της Δυτ. Μακεδονίας, και
θα ρίξει φως σε μια διάσταση που ελάχιστα έχει απασχολήσει έως τώρα την συζήτηση
σχετικά με την αποτελεσματικότητα του σχεδίου δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης της
Δυτ. Μακεδονίας. Η συμπεριλιπτικότητα και η αποτελεσματικότητα του μοντέλου
διακυβέρνησης που θα εφαρμοστεί και θα συντονίσει την υλοποίηση του σχεδίου δίκαιης
αναπτυξιακής μετάβασης της Δυτ. Μακεδονίας σε ένα βαθμό θα καθορίσει και την
επιτυχία ή την αποτυχία του όλου εγχειρήματος.

17
2. Η ιστορική και Θεωρητική Εξέλιξη της
Μετάβασης

2.1. Περιβαλλοντική και Κοινωνική Κρίση

Τις τελευταίες δεκαετίες αναδεικνύεται με όλο και πιο τραγικό τρόπο ότι το μοντέλο της
αέναης ανάπτυξης που στηρίζεται στην εκμετάλλευση των πεπερασμένων φυσικών
πόρων του πλανήτη έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Τους τελευταίους δύο αιώνες η διεύρυνση
και εξέλιξη της τεχνολογίας έδωσε στον σύγχρονο – νεωτερικό άνθρωπο την δυνατότητα
να γνωρίσει μια ιστορικά άνευ προηγουμένου οικονομική άνθηση.

Αυτό το μοντέλο στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, στη συνεχή επέκταση της χρήσης ορυκτών
καυσίμων (Άνθρακας, Πετρέλαιο, Φυσικό Αέριο) για την παραγωγή ενέργειας, γεγονός
που ώθησε την ανάπτυξη της οικονομίας σε πρωτοφανή υψηλά επίπεδα.

Επίσης, η διαρκής τεχνολογική εξέλιξη προσέδωσε στον σύγχρονο άνθρωπο καινοτόμες


δυνατότητες σε μια σειρά από δραστηριότητες όπως π.χ. την παραγωγή τροφίμων, τα
μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τις μετακινήσεις, τις επικοινωνίες, τη βιομηχανία, τις νέες
τεχνολογίες. Ωστόσο, αυτή η συνεχής παραγωγική μεγέθυνση διαμορφώνει μια ιδιαίτερα
δύσκολη συνθήκη κατά την οποία αναδεικνύονται σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα,
που απειλούν την βιωσιμότητα και την ευημερία της σύγχρονης κοινωνίας.

Ήδη από τον 18ο αιώνα άρχισαν να πρωτοακούγονται οι αντιρρήσεις των επιστημόνων
σχετικά με τους περιβαλλοντικούς κινδύνους της οικονομικής βιομηχανικής ανάπτυξης.
Η πρώιμη κριτική στο μοντέλο της ανάπτυξης χωρίς όρια προήλθε από τον Τόμας
Μάλθους, ο οποίος επισήμανε τους κινδύνους του υπερπληθυσμού σε έναν πλανήτη με
πεπερασμένους φυσικούς πόρους, μέσα από το έργο του «An Essay on the Principle of
Population» (Malthus, 1798).

Σταδιακά, και ιδιαίτερα από την δεκαετία του 1970, άρχισαν να αναδεικνύονται τα
περιβαλλοντικά αδιέξοδα του υφιστάμενου αναπτυξιακού μοντέλου και παράλληλα να
αναπτύσσεται ένας προβληματισμός γύρω από τα όρια της ανάπτυξης και τις πολιτικές
που θα πρέπει να διαμορφωθούν σχετικά. Η ατμοσφαιρική ρύπανση, η καταστροφή της
βιοποικιλότητας, η υποβάθμιση των φυσικών πόρων και των οικοσυστημάτων και η
κλιματική αλλαγή άρχισαν να θέτουν επιτακτικά πλέον την ανάγκη για την υιοθέτηση
ενός μοντέλου ανάπτυξης που θα σέβεται τους φυσικούς πόρους του πλανήτη, δεν θα
υποθηκεύει το μέλλον των επόμενων γενεών και βέβαια θα διασφαλίζει μια πιο δίκαιη
18
κατανομή και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του πλανήτη αλλά και των
αποτελεσμάτων της ανάπτυξης.

Το 1972 πραγματοποιείται στην Στοκχόλμη η πρώτη παγκόσμια διάσκεψη του ΟΗΕ για
το περιβάλλον. Η διάσκεψη αυτή αποτέλεσε σταθμό στην εδραίωση της σημασίας που
έχει η προστασία του περιβάλλοντος αλλά και στην συνειδητοποίηση των απειλών που
προκαλούν τα σημαντικά περιβαλλοντικά προβλήματα προς την ανθρωπότητα. Η
διάσκεψη αυτή οδήγησε στην δημιουργία του προγράμματος του ΟΗΕ για το περιβάλλον
(UNEP). Οι συμμετέχοντες δεσμεύτηκαν να υιοθετήσουν μια σειρά αρχών για την ορθή
διαχείριση του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της Διακήρυξης της Στοκχόλμης
και του Σχεδίου Δράσης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον, μαζί με πολλά άλλα ψηφίσματα
(Nations, 1972).

Το 1987 (UN, 1987) δημοσιεύεται από τα Ηνωμένα Έθνη η μελέτη Brundtland που
αναδεικνύει τα όρια της ανάπτυξης και καλεί τα κράτη να λάβουν επειγόντως δραστικά
μέτρα ώστε να δοθούν βιώσιμες λύσεις στα περιβαλλοντικά και κοινωνικά αδιέξοδα που
προκύπτουν ως αποτέλεσμα του μοντέλου της συνεχούς ανάπτυξης.

Έτσι λοιπόν σταδιακά αναδεικνύεται όλο και περισσότερο η ανάγκη να οδηγηθούμε σε


ένα μοντέλο μεγαλύτερης βιωσιμότητας. Με αφορμή αυτό εισάγεται η έννοια της
βιώσιμης ανάπτυξης και της αειφορίας. Αν και δεν υπάρχει ένας και μοναδικός
αποδεκτός ορισμός για την βιώσιμη ανάπτυξη, εντούτοις ο γνωστότερος ορισμός της
ανήκει στην πρώτη πρωθυπουργό της Νορβηγίας Gro Harlem Brundtland. Ως πρόεδρος
της Παγκόσμιας Επιτροπής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, η κ. Brundtland
παρέδωσε στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 1987 την αναφορά της με
τίτλο «Το Κοινό μας Μέλλον», γνωστή ως “Brundtland report”, στην οποία η βιώσιμη
ανάπτυξη ορίζεται ως: η ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες της παρούσας γενιάς,
χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιούν τις
δικές τους ανάγκες. (UN, 1987)

Είναι σαφές πως τα τελευταία χρόνια η μετάβαση προς το μοντέλο της βιώσιμης
ανάπτυξης έχει μπει στο επίκεντρο των πολιτικών και ακαδημαϊκών συζητήσεων,
προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα οξυμένα σύγχρονα περιβαλλοντικά και κοινωνικά
προβλήματα. Το μοντέλο της βιώσιμης ανάπτυξης επιδιώκει να διασφαλίσει την
οικονομική ευημερία και την κοινωνική και περιβαλλοντική ισορροπία στο πλαίσιο ενός
σύνθετου και πολύπλοκου κόσμου. Οι αλλαγές που απαιτούνται είναι ριζικές και τείνουν

19
να επηρεάσουν έντονα τα κοινωνικά και οικονομικά δίκτυα. (Frantzeskaki & Loorbach,
2012), (Jansen, 2003)

2.2. Η μετάβαση προς μια Οικονομία Χωρίς Ορυκτά Καύσιμα /Σύντομο Ιστορικό

Η πιο σημαντική από τις περιβαλλοντικές απειλές που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα


είναι η κλιματική αλλαγή, ως αποτέλεσμα της αύξησης των εκπομπών αερίων που
οδηγούν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια υπαρξιακή
κρίση. Τα κράτη μέσα από διαδοχικές αποφάσεις στα πλαίσια των διεθνών διασκέψεων
και έπειτα από τις επισημάνσεις της επιστημονικής κοινότητας έχουν ορίσει ως μείζον
στόχο τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη ως 2οC μέχρι το 2100,
ενώ θα επιδιωχθεί η αύξηση αυτή να περιοριστεί στους 1,5οC.

Το 1988 καλείται από τα Ηνωμένα Έθνη η διακυβερνητική διάσκεψη των Ηνωμένων


Εθνών για την κλιματική αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change (IPCC)
με στόχο να παρέχει στα κράτη τα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με την κλιματική
αλλαγή αλλά και τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν ώστε αυτή να αντιμετωπιστεί. Το
IPCC ετοίμασε εκθέσεις με τα πιο πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα και προχώρησε σε
προτάσεις πολιτικής προκειμένου να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της αύξησης της
θερμοκρασίας του πλανήτη. (IPCC, n.d.)

Το 1992 στο Ρίο Ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας πραγματοποιήθηκε η διάσκεψη των
Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον και την ανάπτυξη, γνωστή ως η «σύνοδος κορυφής
της Γης» και είχε ως αποτέλεσμα να αναδείξει την αλληλοσυσχέτιση μεταξύ των
κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων στην διαμόρφωση ενός
μοντέλου βιώσιμης ευημερίας. Το πιο σημαντικό όμως αποτέλεσμα της συνόδου ήταν η
υιοθέτηση της «συμφωνίας-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή»
(UN, 1987) με στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής με τον περιορισμό των
εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Την συμφωνία-πλαίσιο υπέγραψαν
165 χώρες οι οποίες χωρίζονται σε δυο κύριες κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία
κατατάσσονται 40 βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες και στην δεύτερη κατηγορία οι
υπόλοιπες 146.

Η Ελλάδα ενσωμάτωσε στην εθνική νομοθεσία την συμφωνία-πλαίσιο για την Κλιματική
Αλλαγή με τον νόμο 2295/1994 (ΦΕΚ 60/Α/15-4-1994). Η χώρα μας επίσης
κατατάσσεται στην ειδικότερη ομάδα των κρατών της πρώτης κατηγορίας που έχουν την

20
ειδική υποχρέωση να συνδράμουν στις αναπτυσσόμενες χώρες για την αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής και των συνεπειών της.

Στην ίδια διάσκεψη προέκυψαν και άλλες επίσης σημαντικές αποφάσεις σχετικά με την
προστασία των δασών, της βιοποικιλότητας, ενώ δημιουργήθηκε και η επιτροπή για τη
βιώσιμη ανάπτυξη του ΟΗΕ.

Η διάσκεψη του Ρίο ντε Τζανέιρο δεν παρήγαγε νομικά δεσμευτικές αποφάσεις, όμως
έθεσε το ευρύτερο πλαίσιο για τις δράσεις και αποφάσεις στο μέλλον.

Το πρωτόκολλο του Κιότο υιοθετήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1997 (United Nations,
1997) και περιλαμβάνει τις πρώτες δεσμευτικές αποφάσεις των κρατών για τον
περιορισμό των εκπομπών των ρύπων του θερμοκηπίου, για την αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής. Τέθηκε σε εφαρμογή το 2005 και σε αυτό πλέον συμμετέχουν 195
χώρες.

Με το πρωτόκολλο του Κιότο ξεκινά μια μακρά περίοδος υλοποίησης συγκεκριμένων


και δεσμευτικών πολιτικών για πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και για την Ελλάδα, σχετικά
με την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Επί της ουσίας, το πρωτόκολλο του Κιότο έρχεται να εξειδικεύσει και να θέσει σε
λειτουργία τη συμφωνία-πλαίσιο για την κλιματική αλλαγή, θέτοντας στόχους για κάθε
ένα κράτος. Ειδικότερα, τίθενται συγκεκριμένοι στόχοι για 37 βιομηχανοποιημένες
χώρες. Συνολικά, τίθεται στόχος μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά
5% σε σχέση με το 1990, για την περίοδο 2008–2012.

Μια νέα πολιτική που εισήχθη με την υιοθέτηση του πρωτοκόλλου του Κιότο ήταν ο
«μηχανισμός του Κιότο», ένας ευέλικτος μηχανισμός που στηρίζεται στην αγορά και
ειδικότερα στο εμπόριο των δικαιωμάτων περί εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Αυτός ο μηχανισμός για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξελίχθηκε στον
Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Δικαιωμάτων Εκπομπών Διοξειδίου του Άνθρακα (European
Union emissions trading scheme ETS) και είναι ο πιο διαδεδομένος μηχανισμός για τον
περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως.

21
2.3. «Η Διάσκεψη των Μερών» [Conference of the Parties (COP)], διεθνές όργανο
για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Το ανώτατο παγκόσμια όργανο λήψης αποφάσεων για την διαμόρφωση των πολιτικών
για την κλιματική αλλαγή είναι η διάσκεψη των μερών Conference of the Parties (COP).
Συμμετέχουν όλα τα κράτη που είναι μέλη της COP .

Η Διάσκεψη των Μερών πραγματοποιείται κάθε χρόνο, εκτός αν οι χώρες αποφασίσουν


διαφορετικά. Η πρώτη διάσκεψη έγινε στη Γερμανία το 1995 και η πιο πρόσφατη στη
Γλασκώβη της Σκωτίας το 2021.

Το 2015 πραγματοποιήθηκε η 21η διάσκεψη των Μερών (COP) στο Παρίσι της Γαλλίας,
σε μια ιστορική συνάντηση, όπου αποφασίστηκε ότι κάθε χώρα θα πρέπει να επιδιώξει
ώστε η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη να μην ξεπεράσει τους 1,5 οC μέχρι
το 2100. H επιτυχία της συμφωνίας του Παρισιού συνίσταται στο ότι αποτελεί την πρώτη
οικουμενική, δεσμευτική συμφωνία για το κλίμα.

Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με το άρθρο 2 της συμφωνίας:

‘αποσκοπεί στην ενίσχυση της παγκόσμιας αντιμετώπισης της απειλής της κλιματικής
αλλαγής, στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης και των προσπαθειών για την εξάλειψη της
φτώχειας, μεταξύ άλλων: α) μέσω της διατήρησης της αύξησης της μέσης
θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω από τους 2 °C πάνω από τα προβιομηχανικά
επίπεδα και της συνέχισης των προσπαθειών για τον περιορισμό της αύξησης της
θερμοκρασίας σε 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, αναγνωρίζοντας ότι
αυτό θα μειώσει σημαντικά τους κινδύνους και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής·

β) μέσω της αύξησης της ικανότητας προσαρμογής στις δυσμενείς επιπτώσεις της
κλιματικής αλλαγής και της ενίσχυσης της ανθεκτικότητας στις κλιματικές μεταβολές και
της ανάπτυξης με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, με τρόπο που δεν απειλεί
την παραγωγή τροφίμων· και

γ) καθιστώντας τις χρηματοδοτικές ροές συμβατές με την κατεύθυνση προς την ανάπτυξη
με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την ανθεκτικότητα στις κλιματικές
μεταβολές.’

Με την απόφαση 2016/1841 (ΕΕ) του συμβουλίου η Ευρωπαϊκή Ένωση επικύρωσε τη


συμφωνία του Παρισιού που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των
Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.
22
Στην τελευταία διάσκεψη του COP στη Σκωτία (11/2022), αν και λήφθηκαν πολύ
σημαντικές αποφάσεις από τα κράτη, οι οποίες έρχονται σε συνέχεια αποφάσεων
προηγούμενων συνόδων, εντούτοις τα αποτελέσματα της συνόδου υπολείπονται σε
σχέση με τις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης.

Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση των


αναπτυσσόμενων κρατών από τα αναπτυγμένα, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις
συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Επιπλέον, προωθήθηκε η παγκόσμια δέσμευση για
τον περιορισμό του μεθανίου και τέλος, ολοκληρώθηκε το εγχειρίδιο κανόνων της
συμφωνίας του Παρισιού.

2.4. Οι Ευρωπαϊκές Πολιτικές για την Προσαρμογή σε μια Οικονομία Χωρίς


Ορυκτά Καύσιμα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια


προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Από πολύ νωρίς ανέλαβε
συγκεκριμένες και δεσμευτικές αποφάσεις και πρωτοβουλίες. Σήμερα έχει δρομολογήσει
ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο και προοδευτικό πακέτο παρεμβάσεων και αλλαγών που
καθιστούν την Ευρώπη ως την πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρο μέχρι το 2050.

Η πιο εμβληματική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής είναι η προσπάθεια μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα
μέσω του μηχανισμού εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα EU
Emissions Trading System (EU ETS). Αδιαμφισβήτητα, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο
στην πολιτική της ένωσης για την κλιματική αλλαγή.

Το EU ETS ξεκίνησε να υλοποιείται το 2005. Στηρίζεται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ του


Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με τη
θέσπιση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου
εντός της Κοινότητας.

Σε συνέχεια του Πρωτοκόλλου του Κιότο που για πρώτη φορά θέσπισε για 37 κράτη
δεσμευτικούς κλιματικούς στόχους, η Ευρωπαϊκή Ένωση δρομολόγησε την υιοθέτηση
ενός μηχανισμού για την μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τα μέλη της.

23
Η πρώτη πιλοτική εφαρμογή του μηχανισμού συνέβη κατά την περίοδο 2005-2007, με
στόχο την προετοιμασία για την δεύτερη φάση εφαρμογής του μηχανισμού, ώστε να
εκπληρωθούν οι στόχοι του πρωτοκόλλου του Κιότο. (EC, 2007)

Τα σημεία-κλειδιά της πρώτης φάσης ήταν τα εξής:

• Κάλυπτε τις εκπομπές CO2 από εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής και


βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας.
• Σχεδόν όλα τα δικαιώματα ήταν δωρεάν.
• Το πρόστιμο για τη μη συμμόρφωση ήταν 40 ευρώ ο τόνος.
Η δεύτερη φάση της εφαρμογής του μηχανισμού κάλυπτε την περίοδο 2008-2012 και
συνέπιπτε με την πρώτη περίοδο εφαρμογής του πρωτοκόλλου του Κιότο, όπου κάθε
κράτος είχε συγκεκριμένες δεσμεύσεις μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Τα χαρακτηριστικά αυτής της δεύτερης φάσης ήταν τα ακόλουθα:

• Ο συνολικός αριθμός των δικαιωμάτων μειώθηκε κατά 6,5% σε σχέση με την


προηγούμενη περίοδο.
• Τρία νέα κράτη εντάχθηκαν στον μηχανισμό (Ισλανδία, Λιχτενστάιν και
Νορβηγία).
• Οι εκπομπές του οξειδίου του Αζώτου που προκαλείται από την επεξεργασία του
νιτρικού οξέος εντάχθηκε στον μηχανισμό από κάποιες χώρες.
• Το ποσοστό των δωρεάν δικαιωμάτων μειώθηκε στο 90%.
• Αρκετές χώρες πραγματοποίησαν δημοπρασίες.
• Το πρόστιμο για τη μη συμμόρφωση διαμορφώθηκε στα 100 ευρώ ο τόνος.
• Επιτράπηκε στις επιχειρήσεις να αγοράσουν δικαιώματα από τους ευέλικτους
μηχανισμούς τους πρωτοκόλλου του Κιότο αξίας 1,4 δις ευρώ. (ΥΠΕΝ, n.d.)
• Από την 1η Ιανουαρίου 2012 στον μηχανισμό εντάχθηκε και η αεροπορία για τις
πτήσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τις εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης
πτήσεις η έναρξη συμμετοχής στον μηχανισμό αναβλήθηκε για αργότερα
(Climate Policy Info Hub, 2015).
Με την οδηγία 2009/29/ΕΚ (EC, 2009) τροποποιήθηκε η προηγούμενη οδηγία
2003/87/ΕΚ και όριζε τη προσπάθεια για μείωση των εκπομπών CO2 κατά 20% σε σχέση
με το 2019. Η Τρίτη φάση εφαρμογής του μηχανισμού κάλυπτε την περίοδο 2013-2020.
Σε αυτή δόθηκε έμφαση στην αντιμετώπιση των αδυναμιών του συστήματος που
προέκυψαν από τη λειτουργία της προηγούμενης περιόδου.
24
Στο πλαίσιο αυτό υιοθετήθηκαν σημαντικές πολιτικές και παρεμβάσεις με στόχο τη
βελτίωση της αποτελεσματικότητας του μηχανισμού, όπως η παύση της παροχής δωρεάν
δικαιωμάτων εκπομπών για τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, η γραμμική μείωση των
δικαιωμάτων κατ’ έτος ώστε να μειωθούν τα δικαιώματα που διατίθενται κατά 21% το
2020 σε σχέση με το 2005 κ.α.

Με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1814 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
θεσπίστηκε η συγκέντρωση αποθεματικού ποσού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον
αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΣΕΔΕ της
Ε.Ε.) (EC, 2015). Δεδομένου ότι είχε παρατηρηθεί σημαντική ανισορροπία μεταξύ
προσφοράς και ζήτησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προτάθηκε και τελικά
υιοθετήθηκε ένας μηχανισμός που θα περιόριζε σημαντικά αυτή την ανισορροπία.
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 της οδηγίας, θεσπίστηκε αποθεματικό το 2018 για
τη σταθερότητα της αγοράς και η τοποθέτηση δικαιωμάτων στο αποθεματικό θα
λειτουργούσε από την 1η Ιανουαρίου 2019.

2.5. Ο Στόχος της ΕΕ για Κλιματική Ουδετερότητα έως το 2050 (EC, 2019)

Στις 11 Δεκεμβρίου 2019 η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen
ανακοινώνει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μια νέα Πράσινη Συμφωνία
για την Ευρωπαϊκή Ένωση. (EC, 2019b)

Η συγκεκριμένη πρόταση στοχεύει όχι μόνο στο να καταστεί η Ευρώπη περισσότερο


πράσινη ή να πετύχει τους κλιματικούς της στόχους, αλλά και να μετασχηματίσει
ταυτόχρονα την οικονομία της σε ένα πιο βιώσιμο και συμβατό με το περιβάλλον και
την προστασία του μοντέλο και παράλληλα να διασφαλίσει την κοινωνική ευημερία των
πολιτών της. Ειδικότερα, η Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) στοχεύει στη μείωση των
εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην
ανάπτυξη, στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, στη μείωση της εξωτερικής
ενεργειακής εξάρτησης και στη βελτίωση της υγείας και της ευημερίας μας.

25
Εικόνα 1 : Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία

Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2.6. Fit For 55

Ως ενδιάμεσο βήμα προς την κλιματική ουδετερότητα του 2050 η Ευρωπαϊκή Ένωση
έθεσε στόχο για το 2030 τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55%
σε σχέση με το 1990.

Το Πακέτο Fit for 55 περιλαμβάνει μια σειρά από αναθεωρήσεις σε βασικές ενεργειακές
πολιτικές της ένωσης όπως: (EC, 2022)

• Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ


• Στόχοι των κρατών μελών για μείωση των εκπομπών
• Εκπομπές και απορροφήσεις λόγω δραστηριοτήτων χρήσης γης, αλλαγής χρήσης
γης και δασοπονίας
• Ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές
• Ενεργειακή Απόδοση
• Υποδομές Εναλλακτικών Καυσίμων
• Πρότυπα εκπομπών CO2 για τα αυτοκίνητα και τα ημιφορτηγά
• Φορολογία της ενέργειας
• Μηχανισμός συνοριακής προσαρμογής άνθρακα

26
• Βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα
• Πιο οικολογικά καύσιμα στη ναυτιλία
• Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα

2.7. Μηχανισμός για τη Δίκαιη Μετάβαση (Just Transition Mechanism)

Εικόνα 2: Ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης

Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2020)

Η Ενεργειακή μετάβαση αποτελεί μια τεράστια πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η
οποία έθεσε πολύ υψηλούς και φιλόδοξους στόχους. Η υλοποίηση του στόχου για μια
πράσινη ενεργειακά Ευρώπη θα έχει τεράστιας αξίας οφέλη για τους πολίτες της Ένωσης,
όχι μόνο περιβαλλοντικά, αλλά και κοινωνικά και οικονομικά. Η ενεργειακή μετάβαση
προς καθαρά καύσιμα θα δημιουργήσει δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, θα δώσει
επιπλέον ώθηση στην έρευνα και την καινοτομία και θα συμβάλει στην απεξάρτηση της
ένωσης από τις εισαγωγές ενέργειας.

Παρ’ όλα αυτά, τα οφέλη αυτής της μετάβασης δεν θα διαχυθούν ομαλά σε όλους τους
πολίτες και όλες τις περιοχές της ένωσης. Περιφέρειες που για δεκαετίες στήριζαν και
αρκετές από αυτές συνεχίζουν να στηρίζουν την οικονομική τους ζωή στην χρήση
27
ορυκτών καυσίμων θα βρεθούν μπροστά σε μια τεράστια απειλή και παράλληλα
πρόκληση. Η μετάβαση εκτός από «κερδισμένους» κινδυνεύει να δημιουργήσει και
αρκετούς «χαμένους», αν δεν ληφθούν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα και δεν στηριχθούν
οι περιοχές και οι κοινωνικές ομάδες που θα επηρεαστούν αρνητικά.

Η ευρωπαϊκή επιτροπή παράλληλα με την πρωτοβουλία για την Πράσινη Συμφωνία


(Green Deal) παρουσίασε και την πρωτοβουλία για τις περιοχές εκείνες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης που θα βρεθούν εκτεθειμένες από την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης της
Ένωσης.

Ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης στοχεύει στην στήριξη με ένα πολυεπίπεδο μοντέλο


των περιφερειών που θα πληγούν από την Ενεργειακή Μετάβαση.

Ο Μηχανισμός στηρίζεται σε τρεις πυλώνες.

1. Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης


2. Invest EU
3. Δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων προς φορείς Δημοσίου.
Ο στόχος του Μηχανισμού είναι η συγκέντρωση 100 δις ευρώ από δημόσιους και
ιδιωτικούς πόρους για την στήριξη των περιφερειών μετάβασης και τον βιώσιμο
μετασχηματισμό της οικονομίας τους.

Στις 30 Ιουνίου 2021 δημοσιεύθηκε ο κανονισμός (ΕΕ) 2021/1056 του Ευρωπαϊκού


Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τον οποίο θεσπίστηκε το Ταμείο Δίκαιης
Μετάβασης.

Ο βασικότερος πυλώνας του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης είναι το Ταμείο Δίκαιης


Μετάβασης. Το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης αποτελεί το βασικό χρηματοδοτικό εργαλείο
του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης και περιλαμβάνει την άμεση χρηματοδότηση από
την Ευρωπαϊκή Ένωση δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων.

Στην πρώτη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης
προβλέφθηκαν πόροι 17,5 δις ευρώ για τις περιοχές μετάβασης (EC, 2019c).

Απαραίτητή προϋπόθεση για την πρόσβαση μιας χώρας στους πόρους του Ε.Τ.Δ.Μ. είναι
η δέσμευση για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050. Διαφορετικά, θα
μπορεί να έχει πρόσβαση μόνο στο 50% των διαθέσιμων πόρων του Ταμείου Δίκαιης
Μετάβασης.

28
Σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1056 τα κράτη μέλη καταρτίζουν
ένα ή περισσότερα Εδαφικά Σχέδια δίκαιης μετάβασης (The Green Tank, 2021), μαζί με
τις αρμόδιες τοπικές και περιφερειακές αρχές που καλύπτουν ένα ή περισσότερα
επηρεαζόμενα εδάφη τα οποία αντιστοιχούν στις περιφέρειες επιπέδου NUTS3. Ο
κανονισμός περιγράφει το τι θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα εδαφικά σχέδια. Στο
παράρτημα επίσης καταγράφεται η κατανομή των διαθέσιμων πόρων ανά χώρα σύμφωνα
με τα κριτήρια που περιγράφονται. Για την Ελλάδα προβλέπονται πόροι 755εκ. ευρώ που
αντιστοιχούν στο 4,31% του συνόλου των πόρων του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης. Στον
ίδιο κανονισμό επίσης προβλέπεται ότι οι χώρες στα παραπάνω ποσά μπορούν να
αποκτήσουν επιπλέον πόρους από άλλα ταμεία του ΕΣΠΑ. Σύμφωνα με το σχέδιο
Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης συνολικά οι πόροι του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης
για την Ελλάδα ξεπερνούν τα 1,6 δις ευρώ και κατανέμονται μεταξύ των προτεραιοτήτων
του προγράμματος και των περιοχών ως εξής:

Πίνακας 1 : Κατανομή Πόρων Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης

Πηγή: ΣΔΑΜ (2021)

Η χώρα μας επέλεξε να καταρτίσει τρία εδαφικά σχέδια δίκαιης μετάβασης. Εκτός από
την Δυτική Μακεδονία και την Μεγαλόπολη, που προφανώς επηρεάζονται από την
ενεργειακή μετάβαση, επιλέχθηκε να καταρτιστεί και εδαφικό σχέδιο για τα Νησιά του
Αιγαίου τα οποία στηρίζουν την ενεργειακή τους αυτονομία σε σταθμούς παραγωγής
ενέργειας από ορυκτά καύσιμα (Πετρέλαιο, Μαζούτ κλπ.). Ωστόσο, ο κοινωνικός και
οικονομικός αντίκτυπος της μετάβασης δεν προβλέπεται να είναι σημαντικός.

29
2.8. Σύστημα Διακυβέρνησης για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη

Η συζήτηση για την μετάβαση σε ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, περιβαλλοντικής,


κοινωνικής και οικονομικής ισορροπίας έρχεται από το παρελθόν. Από τις εποχές που
αυξανόταν η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των πολιτών, αλλά κυρίως
αναδεικνυόταν ότι το μοντέλο της αέναης ανάπτυξης με εκτεταμένη χρήση ορυκτών
καυσίμων φτάνει σε αδιέξοδο. Σε έναν πλανήτη με πεπερασμένους πόρους η συνεχής
οικονομική μεγέθυνση με διεύρυνση της εκμετάλλευσης των πόρων αυτών, σε
συνδυασμό με τη συνεχή αύξηση του πληθυσμού οδηγεί σε ένα δυσοίωνο μέλλον για τον
πλανήτη και τις κοινωνίες.

Το 2015 οι παγκόσμιοι ηγέτες ενέκριναν ομόφωνα την ατζέντα 2030 για τη βιώσιμη
ανάπτυξη (UN, 2018). Για πρώτη φορά από τους 169 ηγέτες των χωρών που συμφώνησαν
τέθηκαν συγκεκριμένοι στόχοι για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Πέρα από την περιβαλλοντική
της διάσταση, η Ατζέντα 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη θέτει κοινωνικούς, οικονομικούς
και εκπαιδευτικούς στόχους, μέσα από το πρίσμα της ολιστικής διάστασης της έννοιας
της ανάπτυξης. Η Ατζέντα 2030 εξειδικεύεται στους παρακάτω στόχους:

1. Μηδενική Φτώχεια
2. Μηδενική Πείνα
3. Καλή Υγεία και Ευημερία
4. Ποιοτική Εκπαίδευση
5. Ισότητα των φύλων
6. Καθαρό Νερό και Αποχέτευση
7. Φτηνή και καθαρή Ενέργεια
8. Αξιοπρεπής εργασία και Οικονομική Ανάπτυξη
9. Βιομηχανία, καινοτομία και υποδομές
10. Λιγότερες ανισότητες
11. Βιώσιμες Πόλεις και Κοινότητες
12. Υπεύθυνη Κατανάλωση και Παραγωγή
13. Δράση για το κλίμα
14. Ζωή στο Νερό
15. Ζωή στη στεριά
16. Ειρήνη, δικαιοσύνη και Ισχυροί Θεσμοί
17. Συνεργασία για τους στόχους

30
Η βιώσιμη ανάπτυξη επιδιώκει να διασφαλίσει την οικονομική ευημερία, την κοινωνική
δικαιοσύνη και την περιβαλλοντική ισορροπία στην κοινωνία αλλά και μεταξύ των
γενεών (Frantzeskaki & Loorbach, 2012). Η μετάβαση όμως από το παρόν μοντέλο στο
μοντέλο της βιώσιμης ανάπτυξης είναι μια σύνθετη και πολύπλοκη διαδικασία,
δεδομένης της συνθετότητας και της πολυπλοκότητας των σύγχρονων κοινωνιών.

Σε μια κοινωνία που οι διασυνδέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων και οι


αλληλεπιδράσεις είναι ισχυρές, η μετάβαση προς ένα βιώσιμο μοντέλο αποτελεί μια
δύσκολη πρόκληση. Θα πρέπει η μετάβαση αυτή να ικανοποιεί όλες τις συνιστώσες της
οικολογικής ισορροπίας, δηλαδή την περιβαλλοντική, την κοινωνική και την οικονομική.

Οι αλλαγές θα πρέπει να αγγίξουν όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και οικονομικής


οργάνωσης και να διαμορφώσουν νέους θεσμούς και δομές που θα στηρίξουν ένα
μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, ευημερίας και διαγενεακής ισορροπίας.

Η μετάβαση προς ένα βιώσιμο σύστημα οργάνωσης που θα αγγίζει βέβαια και όλα τα
υποσυστήματα (τεχνολογικά, κοινωνικά, εκπαιδευτικά κλπ.) απαιτεί μια μεθοδολογία
οργάνωσης και διακυβέρνησης που θα διασφαλίζει την ομαλή και δίκαιη μετάβαση με
όρους περιβαλλοντικούς αλλά και κοινωνικούς. Όσον αφορά τη δικαιοσύνη, αυτή
συνίσταται από την διάσταση του χρόνου (δηλαδή τη δικαιοσύνη μεταξύ των γενεών)
και την διάσταση του χώρου (δηλαδή τη δικαιοσύνη μεταξύ των τόπων) (Topaloglou,
2021).

Επιπλέον, η μετάβαση δεν μπορεί να ιδωθεί ως μια συνταγή που είναι επαρκής για κάθε
περίπτωση και για κάθε εποχή. Δεν υπάρχει λοιπόν ένα σύστημα ή μοντέλο που να μπορεί
να εγγυηθεί μια δίκαιη μετάβαση για όλους. Αντιθέτως, θα πρέπει ο σχεδιασμός της
μετάβασης να εστιάζει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής ή κάθε περίπτωσης
(Barca, 2008). Κοινώς, δεν μπορεί να εφαρμοστεί μια συνταγή για όλες τις περιπτώσεις
και να έχει τα ίδια αποτελέσματα. Θα πρέπει η εφαρμοζόμενη κάθε φορά πολιτική να
εστιάζει στις ιδιαιτερότητες, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, τις κοινωνικές και πολιτικές
συνθήκες και τις οικονομικές προοπτικές κάθε τρόπου. Όπως θα δούμε και παρακάτω,
στην ανάλυση των περιπτώσεων μελέτης, διαπιστώνουμε ότι προκύπτουν διαφορετικά
αποτελέσματα μετάβασης από περιοχή σε περιοχή και από περίπτωση σε περίπτωση. Η
διαφοροποίηση αυτή είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης πολλών παραγόντων και των
κάθε φορά ιδιαίτερων συνθηκών.

31
Είναι σαφές πως οι σύγχρονες κοινωνίες αντιμετωπίζουν πλέον υπαρξιακά ζητήματα που
απαιτούν άμεσες, σύνθετες και ριζοσπαστικές λύσεις και απαντήσεις. Ένα από αυτά είναι
η πρόκληση της επίτευξης των ιδιαίτερα δύσκολων κλιματικών στόχων σε παγκόσμιο
επίπεδο.

Η μετάβαση ωστόσο έχει ένα επιπλέον, ενιαίο χαρακτηριστικό. Απαιτεί αλλαγές σε όλα
τα επίπεδα οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας. Αλλαγές που πρέπει να
αποτυπωθούν σε παγκόσμιες, ευρωπαϊκές αλλά και τοπικές πολιτικές, έχοντας ως βάση
μια πολιτική σε διακρατικό επίπεδο, με παγκόσμια πλέον διαχείριση αλλά και αλλαγές
στο επίπεδο τον τοπικών κοινωνιών (Vοss & Bornemann, 2011).

2.9. Τα συστήματα διακυβέρνησης μιας πραγματικά δίκαιης μετάβασης

Η διαδικασία μετάβασης από ένα κοινωνικό-οικονομικό μοντέλο σε ένα άλλο όπως


περιγράψαμε παραπάνω είναι πολύπλοκη και πολυδιάστατη. Τα τελευταία χρόνια
αναδεικνύεται ιδιαίτερα η αδυναμία των παραδοσιακών μοντέλων διακυβέρνησης να
διαχειριστούν με επάρκεια τέτοιου είδους σύνθετες προκλήσεις (Schoffelen, 2015).
Αποτυπώνεται επίσης και η μεγαλύτερη αλληλεπίδραση των φορέων διακυβέρνησης με
τους κοινωνικούς φορείς και η σημασία της σε όλες τις φάσεις της μετάβασης. (Loorbach,
2010)

Ο κύριος διαχωρισμός των μοντέλων διακυβέρνησης είναι (The Green Tank, 2021):

1. Από τα Άνω (Top - Down)


2. Υβριδικό (Hybrid)
3. Από τα Κάτω (Bottom – Up)
Το «από τα άνω» μοντέλο εστιάζει στις πολιτικές που αποφασίζονται και υλοποιούνται
από τα ανώτερα επίπεδα διακυβέρνησης (π.χ. Κυβέρνηση) χωρίς την συμμετοχή των από
τα κάτω, είτε όσον αφορά την διοικητική διαβάθμιση, είτε την ίδια την κοινωνία.

Το «υβριδικό» μοντέλο είναι μια ενδιάμεση μορφή των δυο άλλων μοντέλων, όπου τις
βασικές πολιτικές δρομολογεί και συντονίζει η από τα πάνω δομή, με ευρεία όμως
διαβούλευση και συμμετοχή των κοινωνικών ομάδων.

Στο «από τα κάτω» μοντέλο τον κύριο λόγο έχουν κυρίως οι κοινωνίες και οι κοινωνικές
οργανώσεις που αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, συμμετέχουν ενεργά στην διαμόρφωση

32
της πολιτικής και στη λήψη των αποφάσεων. Έχουμε επίσης δει σε κάποιες περιπτώσεις
(Σλοβακία) τις βασικές πολιτικές για την μετάβαση να δρομολογούνται από το τοπικό
επίπεδο (Δήμος), με εκτεταμένη συμμετοχή και διαβούλευση

Πίνακας 2: Συγκριτική παρουσίαση μοντέλων διακυβέρνησης

Πηγή: The GreenTank 2019

2.10. Τοποκεντρική Προσέγγιση (Place – Based Approach)

Τα τελευταία χρόνια έχει αναδυθεί η Τοποκεντρική προσέγγιση (Place–Based Approach)


στην διαμόρφωση των τοπικών αναπτυξιακών πολιτικών (Barca, 2008) (Topaloglou,
2021).

Η ενσωμάτωση της τοποκεντρικής προσέγγισης στις πολιτικές μετάβασης εμφανίστηκε


την δεκαετία του 1950 και 1960, όμως η συζήτηση εντάθηκε έπειτα από την παρουσίαση
της μελέτης Barca (2009), η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, έπειτα από αίτημα της επιτρόπου για την περιφερειακή πολιτική Danuta
Hubner (Topaloglou, 2021).

33
Σύμφωνα με την παραπάνω μελέτη, μια αναπτυξιακή πολιτική που βασίζεται στην
τοποκεντρική προσέγγιση μπορεί να οριστεί ως μια μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή
στρατηγική, στόχος της οποίας είναι η μείωση της αναποτελεσματικότητας
(υποαξιοποίηση του δυναμικού) και των ανισοτήτων (μέρος του πληθυσμού κάτω από
ένα δεδομένο – ελάχιστο όριο ευημερίας και/ή της έκτασης των διαπροσωπικών
ανισοτήτων) σε συγκεκριμένο χώρο. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω της παραγωγής
ολοκληρωμένων δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, προσαρμοσμένων στις
ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου, που σχεδιάζεται και υλοποιείται με την αξιοποίηση της
τοπικής γνώσης, μέσω συμμετοχικών πολιτικών θεσμών και με τη δημιουργία σχέσεων
με άλλα μέρη· (Barca, 2008).

Με βάση τον παραπάνω ορισμό, μια τοποκεντρική πολιτική θα πρέπει να εστιάζει στην
μέγιστη αξιοποίηση του τοπικού δυναμικού και στον περιορισμό των ανισοτήτων, στην
προάσπιση των κοινών και συλλογικών αγαθών μέσα από πολιτικές που σχεδιάζονται
αξιοποιώντας την συσσωρευμένη τοπική γνώση μέσα από συμμετοχικούς πολιτικούς
θεσμούς.

Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει την τοποκεντρική προσέγγιση στον σχεδιασμό και
την υλοποίηση των πολιτών για την περιφερειακή ανάπτυξη, αναγνωρίζοντας την αξία
της συμμετοχικότητας, της αξιοποίησης της τοπικής γνώσης και των τοπικών δικτύων
(EC, 2015b). Η τοποκεντρική διάσταση ενισχύει την αποτελεσματικότητα και την
αξιοπιστία των πολιτικών που εφαρμόζονται και των πόρων που επενδύονται.

Δεν υπάρχει ένας κοινός και ενιαίος τρόπος για την εφαρμογή τοποκεντρικών πολιτικών
σε όλες τις περιπτώσεις και σε όλες τις περιοχές. Είναι σαφές πως απαιτείται ιδιαίτερος
σχεδιασμός ανά περίπτωση που θα πρέπει να εστιάζει στα εξής σημεία:

• Η αναβίωση και η αξιοποίηση της τοπικής ταυτότητας κάθε τόπου θα πρέπει να


είναι το σημείο εκκίνησης κάθε πρωτοβουλίας που αφορά έναν τόπο.
• Οι φιλόδοξες πολιτικές προφανώς εκτείνονται πολύ πιο πέρα από τα γεωγραφικά
και τα τομεακά όρια.
• Ένα ανοιχτό και συμπεριληπτικό μοντέλο διακυβέρνησης είναι το αναγκαίο
εργαλείο για την ομαλή εφαρμογή των πολιτικών.
• Μια ικανή και ισχυρή ηγεσία απαιτείται προκειμένου να στηριχθεί η διαδικασία
και να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη δέσμευση στους στόχους.

34
• Ο πειραματισμός και η εκμάθηση από την εμπειρία είναι βασικά στοιχεία μιας
τοποκεντρικής προσέγγισης στην πολιτική (EC, 2015b).

2.11. Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση

Το 2009 δημοσιεύεται από την Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης η
Λευκή Βίβλος της Πολυεπίπεδης διακυβέρνησης της Επιτροπής των Περιφερειών. “Η
Λευκή Βίβλος ανταποκρίνεται στη βούληση «σύμπραξης για την οικοδόμηση της
Ευρώπης» και θέτει δύο μεγάλους στρατηγικούς στόχους: την ενθάρρυνση της
συμμετοχής στην ευρωπαϊκή διαδικασία και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της
κοινοτικής δράσης” (Επιτροπή των Περιφερειών, 2009).

Το 2014 εκδίδεται ψήφισμα της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «ο Χάρτης για την
Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση». Στο άρθρο 1 του ψηφίσματος περιγράφονται οι
θεμελιώδεις αρχές για την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση, όπως παρουσιάζονται παρακάτω.

Δεσμευόμαστε να σεβόμαστε τις βασικές διαδικασίες εφαρμογής της πολυεπίπεδης


διακυβέρνησης στην Ευρώπη, ήτοι:

• Ανάπτυξη μιας διαφανούς, ανοιχτής και πλήρως συμμετοχικής διαδικασίας


χάραξης των πολιτικών.
• Προώθηση της συμμετοχής και της εταιρικής σχέσης των άμεσα αρμόδιων
δημόσιων και ιδιωτικών φορέων καθ’ όλη τη διαδικασία χάραξης των πολιτικών,
μεταξύ άλλων μέσω των κατάλληλων ψηφιακών εργαλείων, με ταυτόχρονο
σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των θεσμικών φορέων.
• Ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της συνοχής των πολιτικών και
προώθηση των δημοσιονομικών συνεργιών μεταξύ όλων των επιπέδων
διακυβέρνησης.
• Τήρηση της επικουρικότητας και της αναλογικότητας κατά την χάραξη των
πολιτικών.
• Εξασφάλιση της μέγιστης προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλα τα
επίπεδα διακυβέρνησης.
Ενώ στο άρθρο 2 περιγράφονται τα μέσα με το οποία θα υλοποιείται η Πολυεπίπεδη
διακυβέρνηση:

35
• Να προωθούμε τη συμμετοχή των πολιτών σε όλες τις φάσεις εξέλιξης των
πολιτικών.
• Να συνεργαζόμαστε στενά με τις άλλες δημόσιες αρχές, πέραν των
παραδοσιακών διοικητικών συνόρων, διαδικασιών και εμποδίων.
• Να ενθαρρύνουμε τον Ευρωπαϊκό προσανατολισμό εντός των πολιτικών
οργάνων και των διοικητικών αρχών μας.
• Να προωθούμε την ανάπτυξη των θεσμικών ικανοτήτων και να επενδύουμε στην
καλύτερη κατανόηση των πολιτικών από όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης.
• Να δημιουργήσουμε δίκτυα των πολιτικών οργάνων και των διοικητικών αρχών
μας, από το τοπικό έως το ευρωπαϊκό επίπεδο και αντίστροφα, ενισχύοντας
παράλληλα και τη διακρατική συνεργασία.

36
3. Η Μετάβαση στην Ελλάδα

3.1. Η δίκαιη μετάβαση και το μοντέλο διακυβέρνησης στην Ελλάδα (Δυτ.


Μακεδονία - Μεγαλόπολη).

Η λεγόμενη στο παρελθόν «αντιμετώπιση της πρόκλησης της μεταλιγνιτικής εποχής» και
σήμερα «δίκαιη μετάβαση» είναι μια συζήτηση η οποία είναι σε εξέλιξη εδώ και αρκετά
χρόνια, ωστόσο συστηματικά και οργανωμένα διεξάγεται μόνο τα τελευταία χρόνια.

Την προηγούμενη δεκαετία εκπονήθηκαν σποραδικά μερικές μελέτες και σχέδια σχετικά
με τη μεταλιγνιτική εποχή, τις προκλήσεις που αυτή κρύβει και αναλύσεις αντίστοιχων
παραδειγμάτων από άλλες χώρες. Μια τέτοια μελέτη πραγματοποιήθηκε από την
Αναπτυξιακή Κοζάνη (ΑΝΚΟ) Α.Ε. το 2015 η οποία μελέτησε παραδείγματα μετάβασης
άλλων περιοχών, τα συνέκρινε με την περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας και κατέληξε σε
σειρά προτάσεων, αφού πρώτα πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις στις περιοχές μελέτης
και συσκέψεις με φορείς των περιοχών αυτών (ANKO, 2015).

Το 2012 το Τμήμα Δυτ. Μακεδονίας του ΤΕΕ παρουσιάζει την μελέτη με τίτλο,
«Εκτίμηση του κόστους μετάβασης της Δυτικής Μακεδονίας σε καθεστώς χαμηλής
λιγνιτικής παραγωγής». Στην συγκεκριμένη εργασία αναλύονται τόσο στο εργατικό
δυναμικό, όσο και στο σύνολο της τοπικής οικονομίας και οι συνέπειες της μείωσης της
λιγνιτικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με τα πορίσματα της μελέτης:

• Για κάθε μια θέση εργασίας που θα χάνεται στην περιοχή από την λιγνιτική
δραστηριότητα, θα χάνονται ακόμα 3,28 θέσεις εργασίας στην ευρύτερη τοπική
οικονομία.
• Επί συνόλου 6.882 μόνιμων και εκτάκτων υπαλλήλων της ΔΕΗ ΑΕ στην περιοχή
μας, συντηρούνται συνολικά 22.573 θέσεις εργασίας σε επίπεδο Δυτικής
Μακεδονίας.
• Για κάθε τόνο λιγνίτη που εξορύσσεται στη Δυτική Μακεδονία, η τοπική
οικονομία κερδίζει συσσωρευτικά 23,81 ευρώ, ενώ για κάθε χίλιους τόνους
λιγνίτη συντηρούνται 0,45 θέσεις εργασίας.
• Η απόσυρση 300 MW λιγνιτικής ισχύος της περιοχή μας, θα στερήσει από την
τοπική οικονομία 83 εκ. ευρώ ετησίως και θα προκαλέσει απώλεια 1.559 θέσεων
εργασίας και μάλιστα κυρίως εκτός ΔΕΗ ΑΕ (ΤΕΕ Δυτ. Μακεδονίας, 2012).

37
Σύμφωνα επίσης με την εν λόγω μελέτη: «Μπορούμε να μιλάμε ξεκάθαρα για συνθήκες
μονοκαλλιέργειας οι οποίες, χωρίς τη λήψη άμεσων μέτρων, θα εξελιχθούν σε μη
αναστρέψιμη αναπτυξιακή παθογένεια για την ευρύτερη περιοχή.» (ΤΕΕ Δυτ.
Μακεδονίας, 2012).

Το 2018 το Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας του ΤΕΕ επικαιροποιεί την παραπάνω μελέτη,
η οποία καταλήγει ότι η περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας έχει εισέλθει εδώ και χρόνια
σε μια βαθιά και δομική κρίση, ως αποτέλεσμα του στρεβλού μοντέλου ανάπτυξης που
αναπτύχθηκε τα προηγούμενα χρόνια (ΤΕΕ Δυτ. Μακεδονίας, 2018).

Στις παραπάνω μελέτες, οι οποίες διενεργήθηκαν από δύο έγκυρους φορείς της περιοχής,
ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, καταδεικνύεται έντονα το θνησιγενές
κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο της Δυτ. Μακεδονίας και επιβεβαιώνεται ότι η Δυτ.
Μακεδονία έχει εισέλθει στην καρδιά πλέον μιας βαθιάς δομικής κρίσης ως αποτέλεσμα
του μονοδιάστατου και στρεβλού μοντέλου ανάπτυξης της περιοχής.

Υπενθυμίζουμε βέβαια ότι είναι σε εξέλιξη, όπως είδαμε προηγουμένως, η υλοποίηση


σημαντικών κλιματικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που στοχεύουν στην μείωση
των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και από την ηλεκτροπαραγωγή, κάτι που
αναπόφευκτα θα επηρέαζε δραματικά την λιγνιτική δραστηριότητα στην Ελλάδα.

Ακόμα όμως και προ του 2010 σε τοπικό επίπεδο υπήρχαν κοινωνικές και πολιτικές
δυνάμεις που επιδίωξαν να αναδείξουν το αδιέξοδο της λιγνιτικής μονοκαλλιέργειας, την
τρισδιάστατη κρίση της Δυτικής Μακεδονίας (περιβαλλοντική, κοινωνική, οικονομική).
Ιδιαίτερα η Οικολογική Κίνηση Κοζάνης με παρεμβάσεις, συνεχή αρθρογραφία,
Αναφορές στο Ευρωκοινοβούλιο κλπ πρόβαλε τα σοβαρά προβλήματα ρύπανσης του
περιβάλλοντος και υποβάθμισης των φυσικών πόρων λόγω των δραστηριοτήτων της
ΔΕΗ, ενώ παράλληλα επιχειρηματολογούσε για την ανάγκη σταδιακής απεξάρτησης από
το λιγνίτη της μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή μέσα από ένα 20ετές Πράσινο Σχέδιο

Στα πλαίσια αυτά το 2009 οι Οικολογικές δυνάμεις της Κοζάνης παρουσίασαν την
πρόταση για την δημιουργία 3000 θέσεων εργασίας στον τομέα κατασκευής πράσινου
ενεργειακού εξοπλισμού. Η συγκεκριμένη πρόταση, που υπεβλήθη εγγράφως στον
πρόεδρο της ΔΕΗ κ. Αρθούρο Ζερβό, πάτησε σε βιβλιογραφικά δεδομένα σχετικά με την
ένταση εργασίας σε μονάδες κατασκευής ανεμογεννητριών, φωτοβολταικών και
εξαρτημάτων ΑΠΕ, προκειμένου να υπολογίσει τις δημιουργούμενες θέσεις

38
υιοθετώντας παράλληλα ένα μετριοπαθές σενάριο για το βαθμό διείσδυσης των ΑΠΕ
στην Ελλάδα (Οικολογική Κίνηση Κοζάνης, 2009).

Να σημειωθεί ότι η Οικολογική Κίνηση Κοζάνης έβαζε τα προβλήματα του


περιβάλλοντος και της καταστροφής ή υποβάθμισης των φυσικών πόρων, αλλά και του
λιγνιτικού μονόδρομου ιδιαίτερα μαχητικά ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980,
(Οικολογική Κίνηση Κοζάνης, 2007).

Επίσης τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει και μια σχετική συζήτηση για το πότε εισήλθε
η Δυτ. Μακεδονία στη μεταλιγνιτική περίοδο. Έχουν κατατεθεί διάφορες απόψεις με την
επικρατέστερη να τοποθετεί το χρονικό σημείο έναρξης της απολιγνιτοποίησης το 2002,
όταν η λιγνιτική παραγωγή στο λεκανοπέδιο της Δυτικής Μακεδονίας είχε αγγίξει το
μέγιστο. Από το σημείο εκείνο και έπειτα ξεκίνησε η σταδιακή μείωση της παραγωγής.

Εικόνα 3: Εξέλιξη Λιγνιτικής Παραγωγής

Σύμφωνα με μία άλλη γνώμη, η διαδικασία απολιγνιτοποίησης δρομολογήθηκε αρκετά


νωρίτερα, ήδη από το 1992. Η διάσκεψη του Ρίο ντε Τζανέιρο και έπειτα η υπογραφή
του Πρωτοκόλλου του Κιότο το 1997 μπορούν να οριστούν ως σημεία ορόσημα για την
εξέλιξη της χρήσης των ορυκτών καυσίμων συνολικά και του άνθρακα ειδικότερα ως το
καύσιμο με την μεγαλύτερη επίδραση στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Οι επιστημονικές
πλέον παραδοχές για την ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής και την απειλή της για την
ανθρωπότητα, η ενεργοποίηση δεκάδων κρατών, η λήψη πρωτοβουλιών σε παγκόσμιο
επίπεδο για τον περιορισμό των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, δρομολογούν

39
μια μακρά διαδικασία η οποία και νομοτελειακά θα κατέληγε αργά η γρήγορα στον
περιορισμό του πιο ρυπογόνου καυσίμου, του άνθρακα.

Όπως περιγράφηκε παραπάνω, μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου του Κιότο η
Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδίασε και δρομολόγησε σημαντικές πολιτικές για τον περιορισμό
των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000. Η
Ελλάδα ως χώρα της Ένωσης προφανώς και θα επηρεαζόταν από τις συγκεκριμένες
πολιτικές συμβάλλοντας στη σημαντική μείωση της λιγνιτικής δραστηριότητας.

Από το 2010 και έπειτα η λιγνιτική παραγωγή της περιοχής παρουσιάζει σημαντική
πτωτική τάση, αρχικά σταδιακά και μετέπειτα πιο έντονα.

Εικόνα 4: Μίγμα Ηλεκτροπαραγωγής Ελλάδα

Μίγμα στην Ηλεκτροπαραγωγή


35.000.000

30.000.000
25.000.000
20.000.000

15.000.000

10.000.000
5.000.000

-
ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος

ος
ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ

ύπ
ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ

ςτ
κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό

κό
νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι

νι
Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Γε

Λιγνιτική Παραγωγή ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΑΠΕ & ΆΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ

Πηγή: Επεξεργασία δεδομένων από ΑΔΜΗΕ Α.Ε.

40
Εικόνα 5: Ποσοστό Συμμετοχής πηγών Ενέργειας στο Μίγμα Ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα.

Πηγή: Επεξεργασία δεδομένων από ΑΔΜΗΕ Α.Ε.

Οι συνέπειες της παραπάνω τάσης αθροιστικά με την εθνική οικονομική κρίση


προκαλούν μια πολύ δραματική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στη Δυτ.
Μακεδονία. Σύμφωνα με έκθεση των Καρλόπουλου-Σωτηρόπουλου :

• Η Δυτική Μακεδονία κατέγραψε μείωση της οικονομικής της δραστηριότητας


κατά 8,8%.
• Ο μέσος πολίτης της Δυτ. Μακεδονίας απώλεσε σημαντικό μέρος των
εισοδημάτων του σε ετήσια βάση, με αποτέλεσμα μόνο για το 2019 να έχει χάσει
περίπου 4.500 ευρώ.
• Την περίοδο 2015-2020 ο πληθυσμός της Δυτ. Μακεδονίας μειώθηκε κατά
11.750 κατοίκους, το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης πληθυσμού πανελλαδικά.
(Καρλόπουλος & Σωτηρόπουλος, 2022)
Η παραπάνω έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι: «Για να ξαναδημιουργηθούν οι
χαμένες θέσεις εργασίας (από το 2013 μέχρι σήμερα), θα απαιτηθεί μια αύξηση του
τοπικού ΑΕΠ κατά 23% πάνω από τα επίπεδα του 2013. Δεδομένου όμως ότι το ΑΕΠ
της Δυτικής Μακεδονίας βαίνει έκτοτε συνεχώς πτωτικά, οι προβλεπόμενοι οικονομικοί
πόροι των ταμείων Δίκαιης Μετάβασης ενδεχομένως να μην επαρκούν και πιθανώς να
απαιτηθεί μια τεκμηριωμένη αναθεώρησή τους.» (Καρλόπουλος & Σωτηρόπουλος,
2022).

41
Το 2016 πραγματοποιήθηκε στην Κοζάνη, έπειτα από πολλά χρόνια, με πρωτοβουλία
του Δήμου Κοζάνης και την συμμετοχή πολλών τοπικών φορέων (ΤΕΕ, ΕΒΕ, ΑΝΚΟ,
Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας, κλπ.) ημερίδα με θέμα «Μεταλιγνιτική περίοδος: Η
πρόκληση για τη Δυτική Μακεδονία». Για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό τέθηκε με
μεγάλη έμφαση η ανάγκη για την άμεση δρομολόγηση ενός σχεδιασμού για τη Δίκαιη
Μετάβαση της Δυτ. Μακεδονίας στη Μεταλιγνιτική Εποχή. Στην ημερίδα
παρουσιάστηκε ως καλή πρακτική δίκαιης μετάβασης ο Δήμος της πόλης Loos En
Gohelle της Γαλλίας από τον Δήμαρχό της.

Εικόνα 6: Αφίσα Εκδήλωσης για την Μεταλιγνιτική Περίοδο


8/4/2016

Πηγή: Δήμος Κοζάνης

Στις 19/5/2017 Δήμοι από την Ελλάδα, την Τσεχία και την Ρουμανία, με την στήριξη της
ΓΣΕΕ και της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ από την Ελλάδα, συντάσσουν και απευθύνουν επιστολή προς
τους υπουργούς Περιβάλλοντος των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τους Ευρωπαίους
Επιτρόπους και Ευρωβουλευτές, στην οποία για πρώτη φορά τίθεται το αίτημα για την
εφαρμογή ενός Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης που θα στηρίξει της περιφέρειες μετάβασης.
Οι πόροι του Ταμείου αυτού θα προέρχονται από τα έσοδα των δικαιωμάτων εκπομπών
διοξειδίου του άνθρακα. Η επιστολή στέλνεται στα πλαίσια της συζήτησης –

42
διαβούλευσης των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αναθεώρηση της σχετικά
με το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών οδηγίας (The Green Tank,
2020).

Τελικά, δόθηκε η δυνατότητα στα κράτη που θα έχουν πρόσβαση στο ταμείο
Εκσυγχρονισμού να μπορούν να χρηματοδοτούν δράσεις δίκαιης μετάβασης. Δυστυχώς
η Ελλάδα δεν πληρούσε τα αναγκαία κριτήρια για ένταξη στο ταμείο Εκσυγχρονισμού,
οπότε δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει ευρωπαϊκούς πόρους για τη Δίκαιη Μετάβαση.

3.2. Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης

Στην Ελλάδα η έννοια της Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών και της
χρηματοδότησής τους από έσοδα της δημοπράτησης δικαιωμάτων διοξειδίου του
άνθρακα (CO2) τέθηκε για πρώτη φορά στον δημόσιο διάλογο τον Νοέμβριο του 2015
σε συνεδρίαση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής, για την
προετοιμασία της παρουσίας της Ελλάδας στην ιστορική, όπως αποδείχθηκε, παγκόσμια
Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ίδιο αίτημα σε πρωτόλεια
μορφή είχε τεθεί ήδη από τον οικολογικό χώρο στις λιγνιτικές περιφέρειες το 2005, όταν
διεκδικούσε τη χρηματοδότηση της μετάβασης από το «εξωτερικό κόστος» του λιγνίτη,
στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν και το κόστος των εκπομπών CO2. Το αίτημα πήρε πιο
επίσημη μορφή το 2010 στην αναφορά που υπέβαλαν στο Ευρωκοινοβούλιο 11
περιβαλλοντικές οργανώσεις της Δυτικής Μακεδονίας και της Αρκαδίας (The Green
Tank, 2020).

Στις 17/12/2015 το Δίκτυο Ενεργειακών Δήμων στέλνει επιστολή στον Υπουργό


Περιβάλλοντος και Ενέργειας με την οποία ζητάει να δημιουργηθεί το Εθνικό Ταμείο
Δίκαιης Μετάβασης και πιο συγκεκριμένα προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 111
του νομοσχεδίου «Μέτρα για την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου και άλλες
διατάξεις» ώστε ‘Ποσοστό 20% των εσόδων από πλειστηριασμούς αδιάθετων
δικαιωμάτων εκπομπών να κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό που στόχο έχει τη
χρηματοδότηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας σε τομείς που δεν σχετίζονται με τις
δραστηριότητες εξόρυξης και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη στους
Νομούς Κοζάνης, Φλώρινας και Αρκαδίας, οι οποίοι θα πληγούν περισσότερο από τη
σταδιακή μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών’.
Πραγματοποιούνται συναντήσεις τόσο με τον τότε Υπουργό Ενέργειας κ. Σκουρλέτη,

43
όσο και με τον Γενικό Γραμματέα κ. Βεριόπουλο, αλλά η πρόταση απορρίπτεται από τον
κ. Σκουρλέτη.

Στις 28/1/2016 ο Περιφερειάρχης Δυτ. Μακεδονίας κ. Καρυπίδης, στέλνει επιστολή


στον Υπουργό Ενέργειας κ. Σκουρλέτη, με την οποία δηλώνει τη σαφή υποστήριξή του
στο αίτημα των ενεργειακών δημάρχων για το εθνικό ταμείο δίκαιης μετάβασης και τη
στήριξη, μέσω αυτού, εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων.

Δυστυχώς, η πρόταση των Δημάρχων απορρίφθηκε από το Υπουργείο.

Στις 12/4/2018 η πρόταση επανέρχεται με νέα επιστολή του Δικτύου Ενεργειακών Δήμων
στον νέο υπουργό κ. Σταθάκη. Η ευκαιρία δόθηκε με αφορμή την συζήτηση για το
νομοσχέδιο για την αποεπενδυση της ΔΕΗ όπου σε μια τέτοια εξέλιξη θα έπρεπε να
υπάρχουν σαφή αντισταθμιστικά για τη στήριξη της τοπικής οικονομίας. Είναι δεδομένο
ότι κάθε πρόταση που θα αφορά την αναδιάρθρωση του ενεργειακού τομέα και θα
δημιουργεί αρνητικές συνέπειες στην περιοχή της Δυτ. Μακεδονίας και της
Μεγαλόπολης θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα σχέδιο και συγκεκριμένα μέτρα που θα
αντιμετωπίζουν τις παραπάνω συνέπειες. Μετά από έντονη διαβούλευση, αποφασίστηκε
με τον νόμο 4585/2018, άρθρο 3 η ρύθμιση για το Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.
Στις 24/12/2018 εκδόθηκε με αριθμό ΦΕΚ 2016/2018 η απόφαση που θεσπίζει το
Ε.Τ.Δ.Μ, ενώ το 2019 υπογράφηκε η σχετική Κ.Υ.Α. με την οποία προσδιορίζεται πως
το ποσοστό των εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων από την εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου θα είναι 6% για το έτος 2018 (περίπου 30 εκ. ευρώ για τις περιφερειακές
ενότητες Κοζάνης, Φλώρινας και Αρκαδίας).

Αυτό το αποτέλεσμα προέκυψε έπειτα από τη συντονισμένη προσπάθεια των φορέων της
περιοχής, με την ουσιαστική στήριξη περιβαλλοντικών Μ.Κ.Ο., όπως το Green Tank και
το WWF (Ioannidis, 2019).

3.3. Η Μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας (The World Bank, 2021)

Η Παγκόσμια Τράπεζα ανέλαβε να προετοιμάσει έναν οδικό χάρτη για τη δίκαιη


μετάβαση της Δυτ. Μακεδονίας. Η μέλέτη χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή και τα πορίσματά της παραδόθηκαν στις Ελληνικές Αρχές τον Ιούνιο του 2019.
Ένα από τα παραδοτέα της μελέτης ήταν μια πρόταση για το σχήμα διακυβέρνησης της
δίκαιης μετάβασης της περιοχής.
44
Η μελέτη αξιοποίησε πλήθος περιπτώσεων μελέτης από χώρες όλου του κόσμου (Η.Π.Α,
Ρωσία, Ρουμανία, Γερμανία, Νότια Αφρική κα.). Για την περίπτωση της Δυτ.
Μακεδονίας αξιοποιήθηκε κυρίως η περίπτωση της Τσεχίας και ειδικότερα το
πρόγραμμα Re Start, διότι θεωρήθηκε ότι η διοικητική δομή της Τσεχίας έχει πλήθος
κοινών χαρακτηριστικών με εκείνη της Ελλάδας (The Green Tank, 2021).

Η Παγκόσμια Τράπεζα πρότεινε μια περιφερειακή δομή παρακολούθησης στο πρότυπο


του αντίστοιχου περιφερειακού σχήματος της Τσεχίας.

Εικόνα 7 : Περιφερειακή Επιτροπή Δυτ. Μακεδονίας

Πηγή: World Bank 2019

Η Παγκόσμια Τράπεζα επίσης πρότεινε τη σύσταση μιας εταιρείας ειδικού σκοπού (SPV)
με κύριο αντικείμενο την αποκατάσταση και αξιοποίηση των απαλλοτριωμένων εδαφών
της ΔΕΗ. Σε αντίθεση με αυτό που τελικά υλοποιήθηκε η πρόταση της Παγκόσμιας
Τράπεζας περιελάβανε την συμμετοχή της ΔΕΗ και των τοπικών φορέων στο μετοχικό
σχήμα της εταιρείας ειδικού σκοπού.

45
Στο παρακάτω σχήμα αποτυπώνεται η προτεινόμενη από την παγκόσμια τράπεζα δομή
του συστήματος διακυβέρνησης:

Εικόνα 8: Προτεινόμενος Μηχανισμός Διακυβέρνησης

Πηγή: World Bank 2019

3.4. Η Ανακοίνωση του Πρωθυπουργό στη Νέα Υόρκη το 2019

Το 2019 ο Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης ανακοινώνει από το βήμα της Γενικής


Συνέλευσης του ΟΗΕ ότι η Ελλάδα θα απεξαρτηθεί από τον λιγνίτη μέχρι το 2028. Η
ανακοίνωση αυτή προκάλεσε τεράστια συζήτηση στην Ελλάδα, καθώς κρίθηκε ιδιαίτερα
ριζοσπαστική και φιλόδοξη. Προκάλεσε επίσης πολλές θετικές αλλά και αρνητικές
αντιδράσεις. Ιδιαίτερα στη Δυτ. Μακεδονία όμως οι αντιδράσεις ήταν ακόμα πιο έντονες
δεδομένων των συνεπειών που αυτή η απόφαση επιφέρει στην τοπική κοινωνία και
οικονομία.

Σε συνέχεια των ανακοινώσεων του Πρωθυπουργού, η κυβέρνηση προχωρά στην


αναθεώρηση του εγκεκριμένου από το 2018 Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το
Κλίμα, ΕΣΕΚ. (ΥΠΕΝ, 2019).
46
Στο νέο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ ενσωματώνεται η διακήρυξη του πρωθυπουργού για την
οριστική εγκατάλειψη του λιγνίτη. Ενώ το στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης της ΔΕΗ
ανακοινώνει ένα ακόμα πιο φιλόδοξο σχέδιο απόσυρσης που προβλέπει το κλείσιμο όλων
των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2023, εκτός της υπό κατασκευή νέας λιγνιτικής
μονάδας «Πτολεμαΐδα 5» που θα συνεχίσει ως λιγνιτική της λειτουργία της μέχρι το 2028
(ΔΕΗ Α.Ε., 2020).

Πίνακας 3 : Πλάνο Απόσυρσης Λιγνιτικών Μονάδων

Πηγή: ΔΕΗ
Α.Ε.

3.5. Το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης.

Η δρομολόγηση της εμπροσθοβαρούς απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων από το


σύστημα ηλεκτροπαραγωγής ενέργειας της χώρας ανέδειξε την ανάγκη για την άμεση
εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την στήριξη της οικονομίας και της
κοινωνίας στις ανθρακικές περιοχές της χώρας, οι οποίες θα δοκιμαστούν από σοβαρούς
κλυδωνισμούς. Όπως επισημαίνει το Εδαφικό Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης (ΕΣΔΙΜ) της
Δυτ. Μακεδονίας η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων αναμένεται να επιφέρει μείωση
στην ΑΠΑ (ακαθάριστη προστιθέμενη αξία) των περιφερειακών ενοτήτων Κοζάνης και
Φλώρινας κατά 677 εκ. ευρώ και 330 εκ. ευρώ αντίστοιχα. Ο λόγος είναι ότι ο κλάδος
της ενέργειας, εξόρυξης και ύδρευσης συμμετέχει σε ιδιαίτερα σημαντικό βαθμό στην
συνολική ΑΠΑ των Π.Ε. Κοζάνης και Φλώρινας (κατά 50,36% και 39,47% αντίστοιχα),
ενώ η λιγνιτική δραστηριότητα επηρεάζει περίπου 18 χιλ θέσεις εργασίας. (ΕΣΔΙΜ,
2021).
47
Είναι προφανές ότι η περιφέρεια της Δυτ. Μακεδονίας και ειδικότερα οι περιφερειακές
ενότητες της Κοζάνης και της Φλώρινας καλούνται να βιώσουν μια ιστορική και βαθιά
κοινωνική και παραγωγική μετάβαση μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.

Η κυβέρνηση, αμέσως μετά την ανακοίνωση της απολιγνιτοποίησης εκκίνησε την


διαδικασία για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός πλάνου για την στήριξη των
περιοχών μετάβασης (Δυτ. Μακεδονία, Μεγαλόπολη Αρκαδίας).

Συνοπτική παρουσίαση χρονολογίου ενεργειών και αποφάσεων:

• Οκτώβριος 2019: ανακοίνωση του πρωθυπουργού από τη Νέα Υόρκη και το βήμα
της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για την απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης
για οριστική έξοδο από τον λιγνίτη μέχρι το 2028.
• Δεκέμβριος 2019: έγκριση του νέου επικαιροποιημένου Εθνικού Σχεδίου για την
Ενέργεια και το Κλίμα (ΥΠΕΝ, 2019).
• Με την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου νο. 52 στις 23/12/2019 (ΦΕΚ 213/Α/24-
12-2019) συστήνεται και συγκροτείται Κυβερνητική Επιτροπή για τη Δίκαιη
Αναπτυξιακή Μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή της Περιφέρειας Δυτικής
Μακεδονίας και του Δήμου Μεγαλόπολης της Περιφέρειας Πελοποννήσου.
Επίσης, συστήνεται Συντονιστική Επιτροπή (Steering Committee) ως Ομάδα
Εργασίας, η οποία έχει ως αρμοδιότητα την κατάρτιση και υλοποίηση του
Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, τον συντονισμό των
δραστηριοτήτων που απαιτούνται για την κατάρτιση και υλοποίησή του και την
εισήγηση των θεμάτων στην Επιτροπή του άρθρου 1.
• Φεβρουάριος 2020: διοργανώνεται εκδήλωση με την παρουσία υπουργών στην
Πτολεμαΐδα, όπου παρουσιάζονται οι 12 δράσεις για την στήριξη των περιοχών
μετάβασης από την Ελληνική Κυβέρνηση.
• Φεβρουάριος 2020: ορίζεται συντονιστής της Συντονιστικής Επιτροπής ο
Κωστής Μουσουρούλης.
• Σεπτέμβριος 2020: παρουσίαση του Master Plan για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή
Μετάβαση προς διαβούλευση η οποία κράτησε από τις 2 Οκτωβρίου 2020 έως τις
10 Νοεμβρίου 2020.
• Δεκέμβριος 2020: παρουσίαση του Master Plan στην Ελληνική Βουλή.
• 6/4/2021 – 26/4/2021 διαβούλευση μέσω ερωτηματολογίου επί του
Εννοιολογικού Υπομνήματος (Concept Paper) του Προγράμματος Δίκαιης
Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ, 2021).
48
• Μάιος 2021: το Ευρωκοινοβούλιο με 615 ψήφους υπέρ, 35 κατά και 46 αποχές,
εγκρίνει με ψήφισμά του τη θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης.
• Ιούνιος 2021: δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο
κανονισμός (ΕΕ) 2021/1056 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
για τη θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης.
• Με το ΦΕΚ Α΄ 247 δημοσιεύεται ο νόμος 4872/2021 για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή
Μετάβαση. Με τον συγκεκριμένο νόμο διαμορφώνεται μεταξύ άλλων και το
σύστημα διακυβέρνησης για τη Δίκαιη Μετάβαση των περιοχών μετάβασης.
• Ιούνιος 2022 Έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του προγράμματος Δίκαιης
Αναπτυξιακής Μετάβασης Δυτ. Μακεδονίας.
Πίνακας 4 : Κατανομή Πόρων ΠΔΑΜ

Πηγή: ΣΔΑΜ 2022

3.6. Ο Μηχανισμός Διακυβέρνησης για τη Δίκαιη Μετάβαση στη Δυτ. Μακεδονία

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, στις 10/12/2021 δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α' 247/10-
12-2021 ο νόμος 4872/2021 που θεσμοθετεί και διαμορφώνει τα όργανα και τη δομή για
την διαχείριση και διακυβέρνηση της Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης της Δυτικής
Μακεδονίας.

Αξίζει να αναφερθεί ότι το νομοσχέδιο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση μέσω του


opengov.gr μόλις για 6 ημέρες (Opengov, 2021).

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του συγκεκριμένου νόμου “συστήνεται στο Υπουργείο


Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Ειδική Υπηρεσία Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης»
49
(Ειδική Υπηρεσία ΔΑΜ), ως αυτοτελής δημόσια υπηρεσία που υπάγεται στον αρμόδιο
για θέματα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΔΑΜ) Υπουργό και καταργείται στις
31.12.2032”

Ενώ σύμφωνα με το άρθρο 15 “συστήνεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.)


με τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Δίκαιης
Αναπτυξιακής Μετάβασης Α.Ε. (ΕΛ.Ε.Δ.Α.Μ.)» και διακριτικό τίτλο «ΜΕΤΑΒΑΣΗ
Α.Ε.» (Εταιρεία)”.

Εικόνα 9: Η διάρθρωση του σχεδίου δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης Δυτ. Μακεδονίας.

Πηγή: Επεξεργασία από νόμο 4872/2021

3.7. Σύσταση Ειδικής Υπηρεσίας ΔΑΜ

• Συστήνεται από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων η «Ειδική Υπηρεσία


Συντονισμού Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης» ως αυτοτελής υπηρεσία.

• Υπάγεται στον αρμόδιο για θέματα ΔΑΜ υπουργό.

• Σκοπός: ελέγχει τον κεντρικό σχεδιασμό και προγραμματισμό των πολιτικών


Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΔΑΜ) στο πλαίσιο της κατάρτισης και
υλοποίησης του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ), του
Προγράμματος Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης 2021-2027 (ΠΔΑΜ) και των
Εδαφικών Σχεδίων Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΕΣΔΙΜ), καθώς και τη

50
διαχείριση και τον συντονισμό υλοποίησης του ΣΔΑΜ και την αξιοποίηση όλων
των διαθέσιμων για τον σκοπό αυτό εθνικών ή ευρωπαϊκών πηγών
χρηματοδότησης.

Αρμοδιότητες της Υπηρεσίας ΔΑΜ

• Παρακολουθεί και αξιολογεί τις διαδικασίες υλοποίησης των έργων, επενδύσεων


και αναπτυξιακών σχεδίων ΔΑΜ, που θα χρηματοδοτηθούν από ευρωπαϊκούς και
εθνικούς πόρους και κατευθύνει τους αρμόδιους φορείς για την εφαρμογή,
απλοποίηση και επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών υλοποίησης.

• Επεξεργάζεται και εισηγείται στον αρμόδιο για θέματα ΔΑΜ Υπουργό και στα
αρμόδια συλλογικά κυβερνητικά όργανα, τρόπους αντιμετώπισης των
προβλημάτων που ανακύπτουν κατά την εκτέλεση των έργων, επενδύσεων και
αναπτυξιακών σχεδίων ΔΑΜ.

• Συντάσσει εκθέσεις υλοποίησης των έργων, επενδύσεων και αναπτυξιακών


σχεδίων ΔΑΜ και αναφορές για την επίτευξη των στόχων τους προς τον αρμόδιο
για θέματα ΔΑΜ Υπουργό, τα αρμόδια συλλογικά κυβερνητικά όργανα και τα
αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

• Συντονίζει και διευκολύνει την επικοινωνία για θέματα υλοποίησης των έργων,
επενδύσεων και αναπτυξιακών σχεδίων ΔΑΜ μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων
φορέων.

Ο Διοικητής της υπηρεσίας ΔΑΜ

• Διορίζεται με κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του αρμόδιου Υπουργού.


• Είναι πρόσωπο υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής
εμπειρίας σε τομείς σχετικούς με τις αρμοδιότητες της Ειδικής Υπηρεσίας ΔΑΜ.
• Η θητεία του Διοικητή της υπηρεσίας ΔΑΜ είναι τριετής.
• Μπορεί να ανανεωθεί με όμοια απόφαση, άπαξ, για ίσο χρονικό διάστημα.
• Η Υπηρεσία έχει έδρα την Αθήνα.

Σημειώνουμε ότι στο Σ/Ν δεν υπάρχει καμιά αναφορά στο Σ/Ν για συμμετοχή των
τοπικών φορέων στη λήψη των αποφάσεων, ενώ επίσης δεν προβλέπεται στελέχωση
των Υπηρεσιών ΔΑΜ από το ανθρώπινο δυναμικό των περιοχών ΖΑΠ.

51
3.8. Μετάβαση Α.Ε.

• Συστήνεται Ν.Π.Ι.Δ. με μορφή Α.Ε. και τίτλο «Ελληνική Εταιρεία Δίκαιης


Αναπτυξιακής Μετάβασης»-«Μετάβαση Α.Ε.».

• Το σύνολο των μετοχών κατέχεται από το Ελληνικό Δημόσιο. Μετοχικό


κεφάλαιο 1.000.000 ευρώ.

• Έδρα: Αθήνα.

• Τα μέλη του Δ.Σ. (5μελές) ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου υπουργού με


πενταετή θητεία.

• Μεταξύ των μελών εκλέγονται ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και ο Γραμματέας


και ορίζονται τα εκτελεστικά και μη εκτελεστικά μέλη.

Αρμοδιότητες της «Μετάβαση Α.Ε.»

• Διαφοροποίηση Παραγωγικής Βάσης των περιοχών μετάβασης.

• Συνδρομή της Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού ΔΑΜ.

• Ωρίμανση, ανάθεση και παρακολούθηση έργων στις περιοχές μετάβασης.

• Παροχή υποστήριξης σε υποψήφιους επενδυτές.

• Τελικός Δικαιούχος του Προγράμματος ΕΣΠΑ ΔΑΜ 2021 – 2027.

• Επισπεύδων φορέας για την σύνταξη των Ε.Π.Μ.

• Διαχείριση και εκμετάλλευση των ακινήτων και προσέλκυση επενδυτών.

Για την επίτευξη των σκοπών της, η Εταιρεία προβαίνει σε κάθε σχετική ενέργεια και
ιδίως:

• Αναλαμβάνει την ιδιοκτησία των εδαφών εντός των Ζ.ΑΠ. και συντονίζει τη
διαδικασία αναβάθμισης των εδαφών αυτών μέσω της προγραμματικής
σύμβασης της παρ. 3 του άρθρου 155 του ν. 4759/2020.

52
Εκτός από την παραπάνω δράση περιγράφονται δεκάδες δράσεις ωρίμασης μελετών,
συντονισμού, δικτύωσης, κατασκευής και διαχείρισης έργων, στήριξης των ΟΤΑ,
διοργάνωσης επιχειρηματικών αποστολών, σύναψης προγραμματικών συμβάσεων κ.λ.π.

Σε σχόλιο του το Green Tank (The Green Tank, 2021) αναφέρει ότι:

• Το νομοσχέδιο δεν αντιμετωπίζει ολιστικά το ζήτημα του μηχανισμού


διακυβέρνησης της Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών.
• Ο χαρακτήρας του μηχανισμού διακυβέρνησης που παρουσιάζεται στο
νομοσχέδιο παραμένει συγκεντρωτικός και αρκετά περίπλοκος, με πιθανές
αλληλεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ δομών.
• Από τις δομές διακυβέρνησης που παρουσιάζονται στο νομοσχέδιο απουσιάζει η
συμμετοχή εκπροσώπων φορέων των τοπικών κοινωνιών, των εργαζομένων, και
της κοινωνίας των πολιτών.
Επίσης το ΤΕΕ παράρτημα Δυτ. Μακεδονίας (ΤΕΕ Δ.Μ., 2021) στα σχόλιά του
αναφέρει:

• ότι δεν υπάρχει μέριμνα για τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας των πολιτών
όλων των Περιφερειακών Ενοτήτων της Δυτικής Μακεδονίας στις συμμετοχικές
διαδικασίες (σχεδιασμός, διακυβέρνηση, σχεδιασμός δράσεων, πολεοδομικός
σχεδιασμός στις ιδιαίτερες περιοχές των ορυχείων, κλπ) και ομοίως δεν υπάρχει
πρόνοια για τη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού).

3.9. Η γνώμη της κοινωνίας

Το τελευταίο διάστημα έχουν υπάρξει προσπάθειες από οργανώσεις και διάφορους


φορείς ώστε να καταγραφεί η γνώμη της τοπικής κοινωνίας της Δυτ. Μακεδονίας σχετικά
με τη Δίκαιη Μετάβαση συνολικά, αλλά και με πολλά επιμέρους ζητήματα.

Αν και δεν υπήρξε θεσμικά κάποια οργανωμένη προσπάθεια συμμετοχικού σχεδιασμού


ή έστω ενός μηχανισμού καταγραφής της κοινής γνώμης, εντούτοις με πρωτοβουλίες
οργανώσεων πολιτών και ΜΚΟ συγκεντρώθηκαν σημαντικά δείγματα για το πώς
αντιμετωπίζουν οι πολίτες της Δυτ. Μακεδονίας τη Δίκαιη Μετάβαση.

Στο σύνολό τους, όλες οι έρευνες της κοινής γνώμης καταγράφουν τον έντονο
προβληματισμό και την ανασφάλεια των πολιτών, την έλλειψη ενημέρωσης και
συμμετοχής και την απαίτηση για μια σημαντική και ουσιαστική υποστήριξη της
53
περιοχής. Περιγράφουν βέβαια και την ανάγκη και την προσδοκία για την διαμόρφωση
μια βιώσιμης μετάβασης για το μέλλον της περιοχής,

Ειδικότερα, η μελέτη που παρουσίασε ο οργανισμός έρευνας και ανάλυσης «διαΝΕΟσις»


μαζί με το Green Tank, στα συμπεράσματά της περιγράφει ότι «η απόφαση της
απολιγνιτοποίησης προκαλεί στους περισσότερους πολίτες των λιγνιτικών περιοχών
αρνητικά συναισθήματα, ενώ σε ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό οι πολίτες εμφανίζονται
ιδιαίτερα απαισιόδοξοι σχετικά με το μέλλον των τοπικών οικονομιών, την αναμενόμενη
αύξηση της ανεργίας και τη φυγή των νέων. Η στάση αυτή είναι ευρεία και γενικευμένη
και δεν περιορίζεται μόνο στους πολίτες των οποίων το οικογενειακό ή προσωπικό
εισόδημα σχετίζεται με τη λιγνιτική δραστηριότητα. Είναι όμως κατανοητή, δεδομένης
της μεγάλης εξάρτησης των δύο λιγνιτικών περιοχών της χώρας από τη λιγνιτική
δραστηριότητα» (Δουση, Μάντζαρης, Θεοδοσίου, & Χριστοπούλου, 2020).

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ερώτηση: «Τι επιπτώσεις θεωρείτε ότι θα έχει η
απολιγνιτοποίηση στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής;» το 86% των ερωτώμενων
απαντά πως η οικονομική κατάσταση της περιοχής θα επιδεινωθεί.

Εικόνα 10 : Απαντήσεις στην Ερώτηση: ‘Τι επιπτώσεις θεωρείται ότι θα έχει η απολιγνιτοποίηση
στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής;

Πηγή: Διανέοσις - Green Tank (2021)

Η Δημοτική Κίνηση Κοζάνη Τόπος να ζεις πραγματοποίησε διαδικτυακή δημοσκόπηση


καλώντας τους πολίτες της Δυτ. Μακεδονίας να απαντήσουν σε πλήθος ερωτήσεων
σχετικά με το σχεδιασμό για τη Δίκαιη Μετάβαση. Αν και η πρωτοβουλία αυτή δεν

54
αποτελεί επίσημη δημοσκόπηση, εντούτοις τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης
εργασίας μας επιτρέπουν να εξάγουμε χρήσιμα και σημαντικά συμπεράσματα.

Και σε αυτή τη δημοσκόπηση τα συμπεράσματα που εξάγονται είναι παρόμοια με των


προηγούμενων, με κυρίαρχα τα χαρακτηριστικά της ανασφάλειας, της έλλειψης
ενημέρωσης και συμμετοχής και της αγωνίας για το μέλλον της περιοχής.

Στην ερώτηση για το πόσο ενημερωμένοι είναι αυτοί που συμμετείχαν στην έρευνα,
απαντάνε σε ποσοστό 67,2% πως είναι καθόλου ή λίγο ενημερωμένοι, ενώ το 93%
επιθυμεί μεγαλύτερη ενημέρωση, ενώ εκφράζεται έντονη η ανάγκη για μεγαλύτερη
συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στον σχεδιασμό για τη Δίκαιη Μετάβαση (Δημοτική
Κίνηση Κοζάνη Τόπος να ζεις, 2021).

Εικόνα 11: Απαντήσεις πολιτών στην ερώτηση Εικόνα 12: Απαντήσεις πολιτών στην ερώτηση
‘Επιθυμείτε να ενημερωθείτε περαιτέρω; ‘Πόσο ενημερωμένος είστε;

Πηγή: Κοζάνη Τόπος να ζεις (2021) Βαρόμετρο Γνώμης Δίκαιης Μετάβασης

Οι Τοπάλογλου και Ιωαννίδης (2022) σε έρευνα που πραγματοποίησαν ζήτησαν από


εμπειρογνώμονες της περιοχής της Δυτ. Μακεδονίας να αξιολογήσουν τις διαδικασίες
σχετικά με τη Δίκαιη Μετάβαση της Δυτ. Μακεδονίας. Ζητήθηκε από τους
συμμετέχοντες στην έρευνα να αξιολογήσουν διάφορες πτυχές της διαδικασίας
προετοιμασίας και οργάνωσης της μετάβασης της Δυτ. Μακεδονίας, με βάση πολύ σαφή
και συγκεκριμένα κριτήρια και αρχές συμμετοχικής και πολυεπίπεδης διακυβέρνησης
και τοποκεντρικής (placed-based) προσέγγισης.

Ειδικότερα, οι συμμετέχοντες αξιολογούν όχι ικανοποιητικά το μοντέλο διακυβέρνησης


για τη Δυτ. Μακεδονία με βάση τις 6 βασικές αρχές που περιγράφονται στην
εργαλειοθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διακυβέρνηση της Δίκαιης Μετάβασης.

55
Εικόνα 13: Αξιολόγηση Μοντέλου Διακυβέρνησης για τη Δυτ. Μακεδονία

Πηγή: Τοπαλογλου - Ιωαννίδης (2022): From transition management towards just transition and place-based
governance. Τhe case of Western Macedonia in Greece

Με βάση τις απαντήσεις όσων συμμετείχαν στην έρευνα οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι
το μοντέλο διακυβέρνησης για τη Δυτ. Μακεδονία δεν ενσωματώνει τη χωρική
δικαιοσύνη όσον αφορά τη δίκαιη κατανομή της εξουσίας και των σημαντικών για την
κοινωνία πόρων σε ικανοποιητικό επίπεδο. (Topaloglou & Ioannidis, 2022).

Τέλος, σύμφωνα με τα συμπεράσματα των ψηφιακών εργαστηρίων διαβούλευσης που


οργάνωσε το Green Tank για τη Δίκαιη Μετάβαση στη Δυτ. Μακεδονία το 2021,
αναφορικά με το σύστημα διακυβέρνησης αναδεικνύεται η ανάγκη για πιο
συμπεριληπτικό και συμμετοχικό χαρακτήρα από τον υφιστάμενο, με πιο μακροχρόνιο
ορίζοντα και με ενισχυμένο τον ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης (The Green Tank,
2021).

56
4. Ερευνητικό Πλαίσιο

Στα προηγούμενα κεφάλαια πραγματοποιήθηκαν τα εξής:

• Πραγματοποιήθηκε η καταγραφή του ιστορικού πλαισίου που οδήγησαν τη Δυτ.


Μακεδονία στο να αντιμετωπίζει μια ιδιαίτερα σοβαρή και κρίσιμη πρόκληση,
αυτή της παραγωγικής και κοινωνικής μετάβασης.
• Καταγράφηκαν και αξιολογήθηκαν οι τοπικοί και εθνικοί, κοινωνικοί, πολιτικοί
και παραγωγικοί μηχανισμοί που διαμόρφωσαν το πλαίσιο για την αντιμετώπιση
της πρόκλησης της Δίκαιης Μετάβασης.
• Εγινε μνεία στις θεσμικές αλλαγές που συντελούνται σε ευρωπαϊκό και εθνικό
επίπεδο και αποσκοπούν στην προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου τόσο στην
ανάγκη για την αντιμετώπιση της απειλής της κλιματικής αλλαγής, όσο και στην
στήριξη των περιοχών μετάβασης.
• Ειδικότερη αναφορά υπήρξε για τη Δυτ. Μακεδονία, η οποία αποτελεί και την
περιοχή μελέτης της παρούσας έρευνας.

Στο παρόν κεφάλαιο θα αναλύσουμε την περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας συγκριτικά με
άλλες περιοχές, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου. Στόχος
να αξιολογηθεί το κατά πόσο το υπό διαμόρφωση σύστημα διακυβέρνησης στην
περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας έχει λάβει υπόψη του τα συμπεράσματα που
προκύπτουν από την συσσωρευμένη εμπειρία επιτυχημένων και αποτυχημένων
παραδειγμάτων μοντέλων διακυβέρνησης.

Ειδικότερα, θα μελετηθούν:

• Οι ομοιότητες των συστημάτων διακυβέρνησης μεταξύ των παραδειγμάτων


παραγωγικής μετάβασης που επιλέχτηκαν από άλλες χώρες.
• Τα κοινά προβλήματα που παρουσιάζει η οριοθέτηση ενός σύγχρονου
συστήματος διακυβέρνησης.
• Οι διαφορές της πρότασης της Ελληνικής Κυβέρνησης σε σχέση με τις
περιπτώσεις των άλλων χωρών.
• Τα ελάχιστα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει ένα σύστημα διακυβέρνησης,
ώστε να μπορεί να υλοποιήσει τον σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκε.

57
4.1. Μελέτη Σκοπιμότητας

Η συζήτηση σχετικά με το μοντέλο διακυβέρνησης για τη Δίκαιη Μετάβαση είναι


σήμερα ένα ιδιαίτερα επίκαιρο θέμα, καθώς χώρες, περιφέρειες, πόλεις ακόμα και
υπερεθνικοί οργανισμοί καλούνται να εκπονήσουν σχέδια μετάβασης. Προφανώς και δεν
υπάρχει ένα σχέδιο που να ταιριάζει σε όλες τις περιπτώσεις, όμως υπάρχει η ανάγκη να
μελετηθούν περιπτώσεις του παρελθόντος ούτως ώστε να προκύψουν συμπεράσματα
χρήσιμα για τον σχεδιασμό που πραγματοποιείται σήμερα. Ειδικότερα για την Δυτ.
Μακεδονία που είναι σε εξέλιξη ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο σχέδιο δραστικού περιορισμού
της λιγνιτικής δραστηριότητας μετά από 70 χρόνιο λιγνιτικής μονοκαλιέργειας στην
περιοχή η υιοθέτηση του βέλτιστου μοντέλου διακυβέρνησης, προσαρμοσμένου στις
τοπικές συνθήκες αποτελεί ένα σημαντικό στοίχημα. Αυτή η εργασία θα έρθει να
συμβάλει στην βαθύτερη ιστορική γνώση σχετικά με τα μοντέλα διακυβέρνησης που
επιλέχθηκαν κατά τόπους, αλλά και τις συνθήκες που οδήγησαν στην διαμόρφωση των
πολιτικών. Ένα μέρος όμως της έρευνας αφορά και περιοχές (Σλοβακία, Τσεχία,
Καναδάς) που βρίσκονται στο αντίστοιχο στάδιο με τη Δυτ. Μακεδονία και εξελίσσονται
διαδικασίες προετοιμασίας και διαμόρφωσης του σχεδίου της μετάβασης.

Είναι βέβαιο όμως ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα και μελέτη και αξιολόγηση, κυρίως
όμως απαιτείται συνεχής παρακολούθηση στην εξέλίξη των διαδικασιών σχεδιασμού και
υλοποίησης μεταβάσεων αφου ταυτόχρονα, εξαιτίας της ανάγκης ενεργειακής
μετάβασης πολλές περιοχές ανα τον κόσμο καλούνται σε μικρό σχετικά χρονικό
διάστημα να αλλάξουν παραγωγικό μοντέλο. Κοινός βρισκόμαστε στη μέση μιας
μεγάλης κοινωνικής και οικονομικής προσαρμογής πολλών περιοχών. Στην Ευρωπαική
Ένωση η στήριξη των ανθρακικών περιοχών έχει αναδειχθεί ως προτεραιότητα και όπως
είδαμε παραπάνω έχουν δρομολογηθεί συγκεκριμένες χρηματοδοτικές πολιτικές για την
στήριξη τους.

Η βιβλιογραφία σχετικά με τη μετάβαση προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και ειδικότερα με


την μετάβαση των ανθρακικών περιοχών εμπλουτίζεται συνεχώς, και είναι χρήσιμο να
υπάρχει διαρκής παρακολούθηση της και στην Δυτ. Μακεδονία ώστε τα συμπεράσματα
να αξιλογούνται και πιθανά μέρος αυτών να ενσωματώνεται στις υπο εξέλιξη διαδικασίες
μετάβασης.

58
4.2. Η εργαλειοθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Δίκαιη Μετάβαση των
ανθρακικών περιφερειών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη δημιουργήσει την εργαλειοθήκη για τη δίκαιη μετάβαση,
προκειμένου να στηρίξει τους εθνικούς και τους τοπικούς φορείς των περιοχών
μετάβασης, ώστε να διαχειριστούν με τον αποτελεσματικότερο τρόπο τις προκλήσεις της
οργάνωσης των συστημάτων διακυβέρνησης. Μέρος της εργαλειοθήκης αποτελεί η
εργαλειοθήκη για την διακυβέρνηση της δίκαιης μετάβασης (EC, 2020).

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατανοώντας την πολυπλοκότητα της διαδικασίας παραγωγικής


μετάβασης μιας περιοχής 1) εστιάζει μέσω της εργαλειοθήκης στη συμμετοχικότητα και
την ουσιαστική εμπλοκή των τοπικών φορέων και της τοπικής κοινωνίας και 2) προκρίνει
ένα σύστημα διακυβέρνησης που θα αξιοποιεί τις υφιστάμενες αλληλεπιδράσεις και
δεσμούς μεταξύ των επιπέδων διακυβέρνησης μιας ανθρακικής περιοχής (Πολυεπίπεδη
Διακυβέρνηση).

Εικόνα 14: Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση

Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2019)

59
Στην εργαλειοθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιγράφονται οι 6 βασικές αρχές για τη
διακυβέρνηση των ανθρακικών περιοχών:

1. Διαφάνεια
2. Συμμετοχικότητα
3. Κράτος Δικαίου
4. Ισότητα
5. Αποτελεσματικότητα
6. Λογοδοσία
Με βάση αυτές τις αρχές αξιολογούνται στη συνέχεια τα συστήματα διακυβέρνησης
όλων των υπό εξέταση περιοχών, ώστε να εξαχθούν σαφή συμπεράσματα.

4.3. Η θεωρία της διαχείρισης της μετάβασης

Η διαδικασία της μετάβασης προς ένα μοντέλο βιωσιμότητας όπως έχει ήδη ειπωθεί είναι
αρκετά σύνθετη. Απαιτεί την εμπλοκή πολλών παραγόντων, ενώ είναι μεγάλης αξίας η
ευρεία αποδοχή του αποτελέσματος μετά την αναγκαία διαβούλευση. Η μεγαλύτερη
δυνατή συμμετοχή διασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό την αποδοχή από τους φορείς και την
κοινωνία μιας περιοχής. Επίσης συμβάλει καταλυτικά στο μετριασμό των αντιστάσεων
που εύλογα προκύπτουν σε μια τέτοια περίπτωση από τις παραδοσιακές – και συχνά
παρωχημένες – πολιτικές, οι οποίες αδυνατούν να αντιμετωπίσουν πλέον παρόμοιες
προκλήσεις (Rotmans, Kemp, & Asselt, 2001).

Σύμφωνα με την θεωρία της διαχείρισης της μετάβασης (Loorbach & Rotmans, 2010) η
διαδικασία μετάβασης αρθρώνεται σε 4 στάδια που συνιστούν τον λεγόμενο κύκλο της
μετάβασης, ο οποίος οργανώνεται από ένα πρόγραμμα δημόσιας πολιτικής.

60
Εικόνα 15: Ο κύκλος της διακυβέρνησης της μετάβασης

Πιο συγκεκριμένα, ο κύκλος διαχείρισης μετάβασης συγκροτείται από τις ακόλουθες


φάσεις:

1. Θέση ενός προβλήματος για τη δόμηση και οργάνωση της μεταβατικής ατζέντας
και του οράματος προς την αειφόρα ανάπτυξη.
2. Ανάπτυξη μιας μεταβατικής ατζέντας, ενός οράματος για την αειφόρα ανάπτυξη
και τις μεταβατικές διαδρομές.
3. Δημιουργία και διεξαγωγή πειραμάτων μετάβασης και κινητοποίηση των δικτύων
μετάβασης που προκύπτουν.
4. Παρακολούθηση, αξιολόγηση και άντληση συμπερασμάτων από τα πειράματα
μετάβασης και με βάση αυτά πραγματοποίηση προσαρμογών στο όραμα, την
ατζέντα και τις πολιτικές (Loorbach, 2010· Loorbach and Rotmans, 2006).

61
Εικόνα 16: Transition Arena

Κρίσιμο στάδιο στην επιτυχή διαδικασία μετάβασης είναι η διαμόρφωση μιας αρένας
μετάβασης (transition arena) (Frantzeskaki & Loorbach, 2012). Στόχος αυτού του
εργαλείου συμμετοχικού σχεδιασμού είναι η δημιουργία ενός οργανωμένου πλαισίου για
την ανάπτυξη ενός κοινού οράματος για το μέλλον. Στην ομάδα που θα συμμετέχει θα
πρέπει να συμμετέχουν άτομα από όλο το εύρος των κοινωνικών ομάδων που απαρτίζουν
μια κοινωνία. Μέσα από την διαβούλευση, αλλά και τις συγκρούσεις, θα προκύψει ένα
κοινά συμφωνημένο όραμα, ως το απόσταγμα μιας διαδικασίας στην οποία θα έχουν
συμμετάσχει άτομα που προέρχονται από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και
εκπροσωπούν διαφορετικά συμφέροντα.

Αξίζει να αναφερθεί ότι το μοντέλο της διαχείρισης μετάβασης δεν προσφέρει έναν
απόλυτο οδηγό για την διαχείριση τέτοιων διαδικασιών, ούτε περιγράφει μια μαγική
συνταγή που μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις. Η προσέγγιση της
διαδικασίας μετάβασης προσφέρει το εννοιολογικό πλαίσιο για την καλύτερη κατανόηση
της δυναμικής της μετάβασης στα κοινωνικά υποσύνολα και του πώς αυτά
αλληλεπιδρούν μεταξύ τους (Frantzeskaki & Loorbach, 2012).

Ιστορικά κάθε κοινωνική και οικονομική μετάβαση αποτελεί μια κοινή διαδικασία που
έχει εφαρμοστεί πολλές φορές. Η μετάβαση κάθε φορά ακολουθείται από πλήθος
εξελίξεων (δημογραφικές, τεχνολογικές, κοινωνικές, πολιτικές κ.λ.π.).

62
4.4. Ο πολυεπίπεδος χαρακτήρας της μετάβασης και η διαφορετικές φάσης στην
εξέλιξη του.

Οι διαδικασίες μετάβασης χαρακτηρίζονται από μια μη γραμμική ακολουθία γεγονότων


κατά την υλοποίησή τους. Η μετάβαση μπορεί να περιγραφεί ως διαδικασία
«κατάρρευσης» απέναντι σε μια διαδικασία «δημιουργίας» και «καινοτομίας». Σύμφωνα
με τον παραπάνω συλλογισμό, οι κοινωνικές δομές και συμφωνίες διακρίνονται από μια
περίοδο μακράς σταθερότητας που διακόπτεται από περιόδους αστάθειας και κοινωνικών
αλλαγών. Σε αυτό το πλαίσιο, παλαιές αρχές και καθιερωμένες αξίες ξεθωριάζουν, ενώ
παράλληλα αναδύονται άλλες στη θέση τους.

Όλη αυτή η διαδικασία κοινωνικών διεργασιών μπορεί να σχηματοποιηθεί μέσω του


μοντέλου «S-Curve» και διαρθρώνεται σε τέσσερις φάσεις:

1. Στο πρώτο στάδιο αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες ρωγμές στις
σταθερές κοινωνικές συμφωνίες.
2. Στο δεύτερο στάδιο (στάδιο απογείωσης) η διαδικασία μετάβασης έχει ήδη
ξεκινήσει και το σύστημα έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει.
3. Στο τρίτο στάδιο (στάδιο επιτάχυνσης) έχει πλέον επέλθει η κατάρρευση του
παλαιού μοντέλου και οι αλλαγές είναι πια ορατές. Σε αυτό το στάδιο
παρατηρούνται συλλογικές διαδικασίες μάθησης και ενσωμάτωσης νέων θεσμών
και διαδικασιών.
4. Στο τέταρτο στάδιο (στάδιο σταθερότητας) μια νέα κοινωνική ισορροπία έχει
επιτευχθεί και παρατηρείται περιορισμός των κοινωνικών αλλαγών.
Είναι σαφές πως η παραπάνω περιγραφή του μοντέλου «S-Curve» περιγράφει πολύ
απλοϊκά μια ιδιαίτερα σύνθετη διαδικασία, η οποία πραγματοποιείται με διαφορετική
ταχύτητα και συχνότητα κάθε φορά.

63
Εικόνα 17: Το μοντέλο S - Curve

Πηγή: Derk Loorbach, Transition Managment

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και δεδομένου ότι πολύ συχνά οι αλλαγές υποβόσκουν και
βρίσκονται σε εξέλιξη χωρίς να είναι ορατές και ευρύτερα αποδεκτές, ως αποτέλεσμα
διεργασιών που συντελούνται σε επίπεδο όχι πάντα τόσο ορατό (νέες τεχνολογίες,
παγκοσμιοποίηση, δημογραφικές αλλαγές, περιβαλλοντικοί παράγοντες), η ανάγκη για
την όσο το δυνατόν πιο έγκαιρη αποδοχή αυτών των διεργασιών συμβάλει στην
ομαλότερη προετοιμασία της παραγωγικής μετάβασης μιας περιοχής.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η μετάβαση ως μια σύνθετη διαδικασία κοινωνικών και
οικονομικών διεργασιών απαιτεί πολυεπίπεδη προσέγγιση, αφού αποτελεί μια
κατάσταση στην οποία οι διαφορετικές δομές κοινωνικής οργάνωσης αλληλεπιδρούν
καταλυτικά. Επίσης, είναι κρίσιμο να διαμορφωθεί ένας μηχανισμός διακυβέρνησης που
θα ενσωματώνει τις αρχές της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.

4.5. Ο ρόλος των εργαζομένων

Πέρα από την θεωρητική προσέγγιση των κοινωνικών διεργασιών που εκτυλίσσονται
κατά τη διάρκεια μιας κοινωνικής και οικονομικής μετάβασης, ας εξετάσουμε και τα
πρακτικά αποτελέσματά τους. Ειδικότερα για τη μετάβαση των ανθρακικών περιοχών,
αυτοί που πρώτοι υφίστανται τις συνέπειές της είναι οι εργαζόμενοι. Εκ των πραγμάτων
σε όλες τις φάσεις της μετάβασης και σε όλες τις διεργασίες ο ρόλος των εργαζομένων
και των εκπροσώπων τους είναι ιδιαίτερα κρίσιμος.

64
Πίνακας 5: Εξέλιξη Εργατικού Δυναμικού Δυτ. Μακεδονία

Πηγή: Eurostat επεξεργασία στοιχείων από ΓΕΕ- Παράρτημα Δυτ. Μακεδονία (2019)

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι το αίτημα η μετάβαση να δίκαια για όλους εκφράζεται


διαρκώς από τους εργαζόμενους και τα σωματεία τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι
οργανώσεις των εργαζομένων ασκώντας πιέσεις έχουν καταφέρει να ενσωματώσουν την
διάσταση της δίκαιης μετάβασης στις πολιτικές της κλιματικής αλλαγής (Galgóczi,
2019).

Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε τομείς με μικρότερο ανθρακικό αποτύπωμα, η


υποστήριξη και επανακατάρτιση των εργαζομένων, η διασφάλιση καθολικών πολιτικών
κοινωνικής προστασίας και η εφαρμογή προγραμμάτων στήριξης των εργαζομένων κατά
τη μετάβαση πρέπει να αποτελούν τη βάση ενός κοινωνικού συμβολαίου με δεσμεύσεις,
το οποίο θα αποτυπώνεται επίσης και στα σχέδια μετάβασης (Λιαργκοβας ,
Αποστολοπουλος , & Ψυχαλης , 2021).

Το 2015 ο ILO (Διεθνής Οργάνωση Εργασίας) παρουσίασε τον οδηγό για μια δίκαιη
μετάβαση προς μια περιβαλλοντικά βιώσιμη οικονομία και κοινωνία για όλους (ILO,
2015).

Σύμφωνα με τον παραπάνω οδηγό:

• «Η ισχυρή κοινωνική συναίνεση σχετικά με τον στόχο και τις οδούς προς τη
βιωσιμότητα είναι θεμελιώδης. Ο κοινωνικός διάλογος πρέπει να αποτελεί
αναπόσπαστο μέρος του θεσμικού πλαισίου για τη χάραξη πολιτικής και να
εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα. Επαρκής, ενημερωμένη και συνεχής, θα πρέπει να
πραγματοποιηθεί διαβούλευση με όλους τους σχετικούς ενδιαφερομένους.
• Οι πολιτικές πρέπει να σέβονται, να προωθούν και να υλοποιούν θεμελιώδεις αρχές
και δικαιώματα για τους εργαζόμενους.
• Οι πολιτικές και τα προγράμματα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ισχυρή διάσταση
του φύλου.. Ειδικές πολιτικές για το φύλο πρέπει να ληφθούν υπόψη για την
προώθηση δίκαιων αποτελεσμάτων.

65
• Οι συνεκτικές πολιτικές σε ό,τι αφορά την οικονομική, περιβαλλοντική, και
κοινωνική εκπαίδευση/κατάρτιση και τα πλάνα εργασίας πρέπει να εξασφαλίζουν
ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις, ώστε εργαζόμενοι, επενδυτές και
καταναλωτές να αγκαλιάσουν και να οδηγήσουν τη μετάβαση αυτή προς
περιβαλλοντικά βιώσιμες και χωρίς αποκλεισμούς οικονομίες και κοινωνίες.
• Αυτές οι συνεκτικές πολιτικές πρέπει επίσης να παρέχουν ένα δίκαιο πλαίσιο
μετάβασης για όλους, με την προώθηση της δημιουργίας πιο αξιοπρεπών θέσεων
εργασίας, που θα συμπεριλαμβάνουν κατά περίπτωση πρόβλεψη για τις επιπτώσεις
στην απασχόληση, επαρκή και βιώσιμη κοινωνική προστασία για την απώλεια
θέσεων εργασίας και τις μετατοπίσεις, ανάπτυξη δεξιοτήτων και κοινωνικό
διάλογο, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος
οργάνωσης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
• Δεν υπάρχει «μία λύση για όλους». Οι πολιτικές και τα προγράμματα πρέπει να
σχεδιάζονται σε ευθυγράμμιση με τις ιδιαίτερες συνθήκες των χωρών,
συμπεριλαμβανομένου του σταδίου ανάπτυξής τους, τους οικονομικούς τομείς και
τύπους και τα μεγέθη των επιχειρήσεων.
• Κατά την εφαρμογή στρατηγικών βιώσιμης ανάπτυξης είναι σημαντικό να
προωθηθεί η διεθνής συνεργασία μεταξύ των χωρών. Σε αυτό το πλαίσιο
υπενθυμίζουμε το πόρισμα της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη
Ανάπτυξη (Ρίο+20), συμπεριλαμβανομένου του τμήματος VI σχετικά με τα μέσα
εφαρμογής.» (ILO, 2015).
Είναι σημαντικό στους συντελεστές μετάβασης να συμπεριλαμβάνονται και οι
εργαζόμενοι. Η συμμετοχή τους θα επιτρέψει αφενός να διασφαλιστούν τα συμφέροντά
τους, να ενσωματωθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η διάσταση της προστασίας της
εργασίας και να γίνει αποδεκτό και από τους εργαζομένους το σχέδιο μετάβασης. Είναι
σύνηθες φαινόμενο να υπάρχει έντονη αντίσταση όταν πραγματοποιούνται παρόμοιες
αλλαγές, ακόμα κι αν η μετάβαση είναι μονόδρομος και οι αλλαγές επιβεβλημένες. Εν
τούτοις οι ανοιχτές και δημοκρατικές διαδικασίες συμβάλουν στην καλύτερη διαχείριση
αυτών των αντιστάσεων και στην αποδοχή του όποιου σχεδιασμού.

Σύμφωνα με τη μελέτη της ΙΝΕ ΓΣΕΕ με τίτλο «Δίκαιη Μετάβαση στην Ελληνική
Πραγματικότητα στο πλαίσιο της Ε.Ε» μια πετυχημένη δίκαιη μετάβαση έχει δυο βασικά
χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι η διάρκεια της μετάβασης, η οποία δεν μπορεί να είναι
βραχεία, ενώ το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι το δημόσιο κόστος της δίκαιης
μετάβασης, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρό. Συνεπώς, απαιτείται χρόνος διάρκειας
66
πολλών ετών, ακόμα και δεκαετιών, για να υλοποιηθεί η δίκαιη μετάβαση, και οι
δημόσιοι πόροι που θα απαιτηθούν, θα πρέπει να δαπανηθούν με τρόπο που θα επιφέρει
τα μέγιστα πολλαπλασιαστικά οφέλη. Είναι σίγουρο ότι τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και
μακροπρόθεσμα θα πρέπει να υπάρξουν γενναία μέτρα στήριξης του ανθρώπινου
κεφαλαίου, όπως επίσης και στήριξη της εισοδηματικής, της επιδοματικής και της
προνοιακής πολιτικής. Επιπλέον θα πρέπει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα να οργανωθεί η
κατάρτιση και η επανένταξη του ανθρώπινου δυναμικού με παράλληλη συστηματική
διεύρυνση της αγοράς εργασίας. (Λιαργκοβας , Αποστολοπουλος , & Ψυχαλης , 2021).

4.6. Συγκριτική παρουσίαση περιοχών άλλων χωρών που ευρίσκονται σε


καθεστώς μετάβασης

Στο κεφάλαιο αυτό μελετώνται περιπτώσεις περιοχών που βίωσαν ή βιώνουν διαδικασίες
μετάβασης, καταγράφονται οι φάσεις σχεδιασμού και κυρίως περιγράφεται το μοντέλο
διακυβέρνησης και τα αποτελέσματα που προέκυψαν.

Η μέθοδος σύγκρισης βασίζεται στο θεωρητικό πλαίσιο που αναλύθηκε παραπάνω.


Προηγήθηκε εκτενής προκαταρκτική έρευνα πολλών περιοχών μετάβασης, ώστε εν τέλει
να επιλεγούν περιοχές με διαφορετικά χαρακτηριστικά (γεωγραφικά, κοινωνικά,
πολιτικά κ.α.) και ιστορικές εμπειρίες που στη συνέχεια χρησιμοποιούνται ως συγκριτική
βάση για την αξιολόγηση του μοντέλου διακυβέρνησης της Μετάβασης της Δυτ.
Μακεδονίας.

Κατά τη διαδικασία μελέτης της σχετικής βιβλιογραφίας παρουσιάστηκαν σημαντικοί


περιορισμοί που προφανώς επηρέασαν το τελικό αποτέλεσμα της αξιολόγησης. Ο
σημαντικότερος περιορισμός έχει να κάνει με το γεγονός ότι αν και κατά τη διάρκεια της
ανθρώπινης ιστορίας έχουν υπάρξει εκατοντάδες περιπτώσεις μετάβασης από ένα
παραγωγικό και κοινωνικό μοντέλο σε ένα άλλο, οι περιπτώσεις μετάβασης στη
σύγχρονη εποχή εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και της ανάγκης για ενεργειακή αλλαγή
είναι περιορισμένες. Αν και το σχετικό επιστημονικό ενδιαφέρον μεγεθύνεται τα
τελευταία χρόνια, εν τούτοις λίγες είναι οι περιοχές που δρομολόγησαν και ολοκλήρωσαν
τελικά τη διαδικασία μετάβασης, για να μπορούμε να αντλήσουμε χρήσιμα
συμπεράσματα. Το μεγαλύτερο μέρος των περιπτώσεων μετάβασης σήμερα βρίσκεται
σε εξέλιξη με τα δεδομένα να είναι περιορισμένα ή και δύσκολα προσβάσιμα.

67
Ένας άλλος περιορισμός έχει να κάνει με το γεγονός ότι σε πολλές από τις περιοχές που
έχουν ήδη δρομολογήσει εδώ και αρκετές δεκαετίες την παραγωγική και κοινωνική
μετάβασή τους, επικρατεί αρκετά διαφορετικό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό
περιβάλλον, οπότε, τα όποια συμπεράσματα ή οι όποιες συγκρίσεις θα πρέπει να
εξετάζονται υπό αυτούς τους περιορισμούς. Είναι χαρακτηριστικό πως αρκετές περιοχές
της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης (Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Ηνωμένο
Βασίλειο) για πολύ συγκεκριμένους λόγους δρομολόγησαν τον περιορισμό της χρήσης
του άνθρακα στις δεκαετίες μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο κυρίως για
οικονομικούς λόγους, ενώ σήμερα η αλλαγή στο ενεργειακό μείγμα πολλών χωρών
δρομολογείται από τους περιορισμούς που θέτει η κλιματική αλλαγή. Και βέβαια πολλές
από αυτές τις χώρες δεν διαθέτουν τους πόρους που διέθεταν τότε οι χώρες της Δυτικής
και Κεντρικής Ευρώπης που περιόρισαν την χρήση άνθρακα.

Στο τέλος της εργασίας πραγματοποιείται σχετική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων με


κυρίως τις 6 αρχών της Ε.Ε. για τη διακυβέρνηση της Δίκαιης Μετάβασης.

4.7. Μελέτες Περίπτωσης

Πριν αρχίσουμε την παράθεση συγκεκριμένων περιπτώσεων μετάβασης σε διάφορα


κράτη σημειώνουμε ότι αρκετοί μελετητές έχουν καταγράψει και αξιολογήσει μελέτες
περίπτωσης περιοχών σε μετάβαση. Χαρακτηριστικά, ο Sinead Mercier μελέτησε 4
περιοχές μετάβασης (Γερμανία, Αυστραλία, Σκωτία, Ιρλανδία) και κατέληξε στα εξής 11
συμπεράσματα:

1. Η μετάβαση είναι μια διαδικασία σύνθετη, που απαιτεί χρόνο.


2. Δεν υπάρχει έτοιμο προς διάθεση πρότυπο, μια μαγική συνταγή που μπορεί
εύκολα να εφαρμοστεί. Ωστόσο, υπάρχουν γενικές θεμελιώδεις αρχές που
προκύπτουν από όσα έχουν ήδη γίνει σε άλλες χώρες.
3. Οι συνθήκες και η εμπειρία από προηγούμενες μεταβάσεις μπορούν να
συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ανταπόκρισης μιας περιοχής, αλλά και την
εμπειρία της στη μετάβαση.
4. Η προετοιμασία που απαιτείται για μια δίκαιη μετάβαση, είτε δρομολογείται από
την κυβέρνηση, είτε από τις τοπικές αρχές και στηρίζεται από την κυβέρνηση.
5. Ο κοινωνικός διάλογος είναι ένας αποτελεσματικός, αν όχι θεμελιώδης,
μηχανισμός για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και την επίλυση προβλημάτων

68
κατά τη μετάβαση. Ενισχύει την αλληλοκατανόηση, επιτρέπει την επίλυση
δύσκολων καταστάσεων και κατευθύνει προς μια προσέγγιση των καταστάσεων
που επικεντρώνεται στην επίλυση των προβλημάτων.
6. Νέες θεσμικές δομές για τον κοινωνικό διάλογο που θεσμοθετούνται από την
κυβέρνηση, με υπερκείμενους στόχους και σκοπούς, μπορούν να δημιουργήσουν
μια καλή δυναμική και να διατηρήσουν την πειθαρχία. Ωστόσο, ο τρόπος με τον
οποίο επιδιώκεται η επίτευξή τους πρέπει να είναι ευέλικτος και να βασίζεται σε
ό,τι ήδη λειτουργεί και ό,τι χρειάζεται στο πλαίσιο μιας μαθησιακής και
αναδρομικής προσέγγισης της μετάβασης.
7. Είναι απαραίτητη μια προσέγγιση με βάση τον εκάστοτε τόπο μετάβασης,
συμπεριληπτική και συγκεκριμένη, που θα εστιάζει στην ευρύτερη περιφερειακή
ανάπτυξη και όχι αποκλειστικά στις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους που
επηρεάζονται.
8. Η ανακάλυψη, η εκτίμηση και ο εμπλουτισμός των υφιστάμενων δεξιοτήτων και
ικανοτήτων μιας περιοχής μπορεί να βοηθήσει στη βιώσιμη ανάπτυξή της και
στη δημιουργία μακροπρόθεσμων, υψηλής ποιότητας θέσεων εργασίας.
9. Οι έλεγχοι δεξιοτήτων είναι πολύ χρήσιμοι για τη μετάβαση μιας περιοχής, αλλά
μπορούν να λειτουργήσουν καλύτερα παράλληλα με έναν ρόλο συντονισμού και
οικονομικού σχεδιασμού από πλευράς του κράτους, όπως κρατικές επενδύσεις
σε εναλλακτικές λύσεις, καθώς και περιφερειακές πρωτοβουλίες για την
αξιοποίηση των πληροφοριών που θα προκύψουν από τους ελέγχους.
10. Οι δημόσιες επενδύσεις σε υποστηρικτικές, εναλλακτικές υποδομές θα
αποτελέσουν το κλειδί για μια θετική πορεία προς τη μετάβαση.
11. Οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης του προσωπικού στις επιχειρήσεις, όπως η
πρόωρη συνταξιοδότηση και η εσωτερική επανακατάρτιση, αλλά και οι
διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων με την διαμεσολάβηση
του κράτους, μπορούν να οδηγήσουν σε μια ομαλή και βαθμιαία αποχώρηση των
εργαζομένων. Ωστόσο απαιτείται ισορροπία μεταξύ της κοινωνίας και του
περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος. (Mercier, 2020).

69
4.7.1. Γερμανία: Κοιλάδα του ΡΟΥΡ – Rouhr Valey)

Η αξιοποίηση του άνθρακα αποτέλεσε ιστορικά σημαντικό στυλοβάτη της οικονομικής


της ανάπτυξης της Γερμανίας. Καθοριστική ήταν η συμβολή του άνθρακα στην
μεταπολεμική οικονομική σταθεροποίηση και ανάπτυξη της πρώην Δυτ. Γερμανίας.

Η κοιλάδα του Ρουρ ήταν και παραμένει, αν και σε διαφορετική μορφή, μια από τις πιο
σημαντικές βιομηχανικές περιοχές της Ευρώπης (Galgóczi, The Long and Winding Road
from Black to Green : Decades of Structural Change in the Ruhr Region, 2014). Είναι μια
από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Ευρώπης, με 5 εκ. πληθυσμό περίπου και
πλούσια και σημαντική βιομηχανική κληρονομιά. Για πολλά χρόνια αποτελούσε την
ενεργειακή καρδιά της Γερμανικής ακμάζουσας οικονομίας (Pao-Yu, Brauers, &
Herpich, 2020).

Η ευρύτερη περιοχή χαρακτηρίζεται από έντονη αστικοποίηση και περιλαμβάνει πολλά


και σημαντικά αστικά κέντρα (Ντόρτμουντ, Ντούισμπουργκ, Έσσεν, Μπόχουμ,
Βούπερταλ).

Εικόνα 18: Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία

Ήδη όμως από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950 άρχισαν να εμφανίζονται οι
πρώτες ρωγμές στην οικονομική βιωσιμότητα της ανθρακικής βιομηχανίας με τα πρώτα
ορυχεία να παύουν τη δραστηριότητά τους (Galgóczi, The Long and Winding Road from
Black to Green : Decades of Structural Change in the Ruhr Region, 2014). Αν και τα
πρώτα ορυχεία αρχίζουν να κλείνουν από το τέλος του 1950, η έναρξη της κρίσης
τοποθετείται στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Η τοπική κυβέρνηση προκειμένου να
διαχειριστεί πλέον το πρόβλημα δρομολόγησε την εφαρμογή του πρώτου πακέτου
στήριξης για την περιοχή (1968).
70
Την περίοδο από το 1950 έως το 2013 ο αριθμός των εργαζομένων παρουσίασε σταθερή
και σημαντική μείωση. Από 473.000 άτομα το 1950 μειώθηκαν στα 11.448 το 2013
(Galgóczi, The Long and Winding Road from Black to Green : Decades of Structural
Change in the Ruhr Region, 2014) και στα 2.700 άτομα μέχρι το τέλος του 2018 (Sheldon,
Junankar, & De Rosa Pontello, 2018).

Πίνακας 6: Αριθμός Εργαζομένων στον Άνθρακά και τον Χάλυβα στην κοιλάδα του Ρουρ.

Αριθμός Εργαζομένων στον άνθρακα και τον χάλυβα


στην περιοχή της κοιλάδας του ΡΟΥΡ (1922 - 2001). Σε
χιλιάδες εργ.

1922 1957 1960 1980 1994 2001

Mining 545 473,6 390 140 77,6 39

Steel 84 333,8 263 184 89,5 52,6

Το 2007 αποφασίστηκε το οριστικό κλείσιμο όλων των ορυχείων της Κοιλάδας του Ρουρ
μέχρι το 2018, με την παράλληλη εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος για την
στήριξη των εργαζομένων και των τοπικών κοινωνιών. Η συγκεκριμένη απόφαση ήταν
αποτέλεσμα διαβούλευσης και αποδοχής από τους κοινωνικούς εταίρους.

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 βασική κατεύθυνση των παρεμβάσεων
αποτελούσε η στήριξη της γερμανικής ανθρακικής βιομηχανίας μέσω επιδοτήσεων,
αξιολογώντας την κρίση του άνθρακα ως κυκλική και όχι ως δομική. Παράλληλα
εφαρμόστηκε ένα πρόγραμμα στήριξης της περιοχής του Ρουρ (Ruhr Development
Programme) προϋπολογισμού 17 εκ. DM που εστίαζε στην κατασκευή μεγάλων έργων,
κυρίως οδικών και στην επέκταση των εκπαιδευτικών υποδομών (το 1962 ιδρύθηκε στο
Ρουρ το πρώτο Πανεπιστήμιο της περιοχής). Η διαχείριση του προγράμματος στήριξης
της περιοχής είχε χαρακτήρα TOP–DOWN, με περιορισμένη συμμετοχή των
κοινωνικών εταίρων. Η πρώτη περίοδος της μετάβασης χαρακτηρίστηκε από μια
κατάσταση στην οποία δεν αναγνωρίστηκε επαρκώς η ανάγκη για ριζικές δομικές
αλλαγές, ενώ παρουσιάστηκε έντονη άρνηση και από τους τοπικούς εταίρους προς μια
τέτοια κατεύθυνση.

71
Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν προέκυψε και η κρίση της
βιομηχανίας του χάλυβα, η οποία έως τότε απορροφούσε ένα μεγάλο μέρος των χαμένων
θέσεων εργασίας από τον άνθρακα, αναδείχθηκε η ανάγκη υιοθέτησης ριζικών αλλαγών
της οικονομίας της περιοχής. Ιδίως μετά το 1980 η πολιτική μετατοπίστηκε σε πιο
περιεκτικές και πολυεπίπεδες πολιτικές, στοχεύοντας κυρίως στην παραγωγική
διαφοροποίηση της περιοχής.

Κρίσιμος ήταν ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων (εργατικά σωματεία, τοπική


αυτοδιοίκηση, Μ.Κ.Ο, εργοδότες κλπ.) στην διαμόρφωση των πολιτικών σχετικά με την
οικονομική διαφοροποίηση της περιοχής, οι οποίοι συμμετείχαν ενεργά και στην
υλοποίησή τους. Ένα κρίσιμο στοιχείο για την πετυχημένη υλοποίηση των σχεδίων που
διαμορφώθηκαν ήταν το ότι απολάμβαναν της αποδοχής όλων των εταίρων, αφού οι
αποφάσεις των τελευταίων προέκυπταν πάντα μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες.

Οι βασικές κατευθύνσεις της διαφοροποίησης ήταν η ανάπτυξη της καινοτομίας της


έρευνας και της γνώσης (βλ. την ανέγερση του πρώτου πανεπιστημίου της περιοχής το
1962), οι πράσινες επενδύσεις και οι τεχνολογίες περιβαλλοντικής αποκατάστασης.
Ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκαν μεγάλες επενδύσεις σε φυσικές και κοινωνικές
υποδομές στοχεύοντας στη βελτίωση της κοινωνικής και επιχειρηματικής
ελκυστικότητας της περιοχής.

Σήμερα, η Γερμανία αντιμετωπίζει την πρόκληση της οριστικής εξόδου από την χρήση
του άνθρακα μέχρι το 2030, με βάση νεότερη απόφαση της Γερμανικής Κυβέρνησης. Το
2019 η τότε Γερμανική Κυβέρνηση συνέστησε την λεγόμενη COAL COMMISSION
(Commission on Growth, Structural Change and Employment) για τον τερματισμό της
χρήσης άνθρακα από τη Γερμανία. Η επιτροπή είχε ως στόχο αφενός να προτείνει στην
Γερμανική κυβέρνηση την ημερομηνία της οριστικής εγκατάλειψης της χρήσης άνθρακα
και αφετέρου να εκπονήσει ένα σχέδιο προτάσεων για την προστασία των περιοχών που
θα πληγούν από την παραπάνω διαδικασία. Στις αρχές του 2019 η επιτροπή παρέδωσε το
τελικό της πόρισμα (BMW, 2019), όπου προτείνει την οριστική έξοδο από τον άνθρακα
μέχρι το 2038 και παράλληλα την εφαρμογή ενός προγράμματος ύψους 40 δις ευρώ για
την στήριξη των περιοχή που θα επηρεαστούν.

Συμπεράσματα:

• Η διαδικασία μετάβασης στην κοιλάδα του Ρουρ ήταν μακροχρόνια και κράτησε
περίπου 60 χρόνια.
72
• Δρομολογήθηκε εξαιτίας οικονομικών και όχι περιβαλλοντικών αιτιών.

• Η διαδικασία ήταν μεικτή, στην αρχή TOP–DOWN, ενώ έπειτα πήρε μια
υβριδική μορφή με έντονη κοινωνική συμμετοχή και διαβούλευση.

• Μετά το 1980 ο σχεδιασμός έγινε λαμβάνοντας υπόψη κυρίως τα ιδιαίτερα τοπικά


χαρακτηριστικά, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και την σημαντική βιομηχανική
κληρονομιά της περιοχής.

• Η σταδιακή αύξηση της συμμετοχικότητας διασφάλισε τη διαφάνεια στις


επιλογές των πολιτών.

• Τα πρώτα χρόνια παρατηρήθηκε έντονη άρνηση μπροστά στην ανάγκη δομικής


αλλαγής του χαρακτήρα της περιοχής. Ο βασικός πυρήνας των παρεμβάσεων
ήταν οι πράσινες επενδύσεις και οι τεχνολογίες περιβαλλοντικής αποκατάστασης,
αλλά και οι δημόσιες επενδύσεις σε έργα υποδομής και εκπαιδευτικές υποδομές.

73
4.7.2. Τσεχία: Re:Start Programm

Η Τσεχία σήμερα παραμένει μια από τις πιο εξαρτημένες από τον άνθρακα χώρες στην
Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και πρόσφατα ανακοινώθηκε η δέσμευσή της για οριστική έξοδο
από τον άνθρακα μέχρι το 2033 (beyond-coal.eu, 2022).

Εικόνα 19: Οι ανθρακικές περιοχές της Τσεχίας

Πηγή: Re Start Programm www.restartregionu.cz

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Ενέργειας το


2020, στην ηλεκτροπαραγωγή η παραγωγή έφτασε τις 80,1 TWh, με τον άνθρακα να
αποτελεί το 40,8% της παραγωγής, την πυρηνική ενέργεια το 37,5%, το Φυσικό Αέριο
το 8,5% και σε μικρότερα ποσοστά οι λοιπές πηγές ενέργειας (IEA, 2021).

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η χώρα παραμένει σημαντικά εξαρτημένη από τον άνθρακα, ο
στόχος για οριστική έξοδο από αυτόν μέχρι το 2033 διαμορφώνει μια δύσκολη πρόκληση
για την Τσεχία και ιδιαίτερα για τις περιφέρειες στις οποίες είναι συγκεντρωμένη η
ανθρακική δραστηριότητα (Beutel, et al., 2022).

Μολονότι ο αριθμός των εργαζομένων ο οποίος απασχολείται στον τομέα του άνθρακα
έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με την δεκαετία του 1990, παραμένει ιδιαίτερα

74
αυξημένος. Σήμερα στην εξόρυξη και παραγωγή ενέργειας από άνθρακα εκτιμάται πως
απασχολούνται πάνω από 21.000 άνθρωποι, αν και διαφορετικές εκτιμήσεις ανεβάζουν
κι άλλο αυτόν τον αριθμό (Heuer, 2018).

Η ανθρακική δραστηριότητα εντοπίζεται σε τρεις περιφέρειες της χώρας και πιο


συγκεκριμένα στις: Ústecký, Karlovarský και Moravskoslezský. Οι συγκεκριμένες
περιοχές εμφανίζουν σε μεγάλο βαθμό εξάρτηση από την ανθρακική δραστηριότητα και
ταυτόχρονα σημαντικά διαθρωτικά προβλήματα, ως αποτέλεσμα αυτής της
μονοκαλλιέργειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο οι δημογραφικοί, όσο και οι δείκτες
οικονομικής δραστηριότητας και ανεργίας είναι χαμηλότεροι από τον εθνικό μέσο δείκτη
της χώρας (Heuer, 2018).

Το 2014 μετά από αίτημα των τριών παραπάνω περιφερειών για την εκπόνηση και
υλοποίηση ενός προγράμματος στήριξης των οικονομιών τους, δρομολογήθηκε από την
κεντρική κυβέρνηση της χώρας το πρόγραμμα Re:Start.

Με ευθύνη του Υπουργείου Περιφερειακής Ανάπτυξης της Τσεχίας ξεκίνησε ένας


διάλογος που κράτησε περίπου 2 χρόνια και οδήγησε στην εκπόνηση ενός σχεδίου σε
συνεργασία με τις περιφερειακές αρχές των παραπάνω περιοχών (EC, 2019d).

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει ένα σχέδιο διακυβέρνησης με την συμμετοχή εκτός του


Υπουργείου Περιφερειακής Ανάπτυξης, του Υπουργείου για την Βιομηχανία και το
Εμπόριο, αλλά και των τριών περιφερειών.

75
Εικόνα 20: Μοντέλο Διακυβέρνησης Πρόγραμμα Re Start

Πηγή: European commission Re Start Program case study (2019)

Στις αρχές του 2019 η ευθύνη για τον συντονισμό της στρατηγικής RE:START
μεταφέρθηκε από το Γραφείο του Κυβερνητικού Επιτρόπου στην Εθνική Εκτελεστική
Ομάδα (τμήμα RE:START) υπό το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, με στόχο την
αποτελεσματικότερη υλοποίηση του έργου και ενισχύθηκαν επίσης οι δομές
περιφερειακής συμμετοχής.

Στη δομή διακυβέρνησης του προγράμματος Re Start κρίσιμος είναι ο ρόλος των
περιφερειακών αρχών. Αν και το πρόγραμμα παραμένει υπό κεντρικό έλεγχο, το
πρόγραμμα Re:Start επιδιώκει μια δομική ανοιχτή και συστηματική αλληλοεπίδραση
μεταξύ κεντρικών και περιφερεικών αρχών. Για το σκοπό αυτό συστήνονται οι Μόνιμες
Περιφερειακές Σύνοδοι (Regional Permanent Conferences – RPCs) που σταδιακά
απέκτησαν αναβαθμισμένο ρόλο και εχοντας ως αρμοδιότητα να προτείνουν
περιφερειακούς στόχους προτεραιότητες μετάβασης και προκαταρκτικές ιδέες για
προγράμματα μετάβασης, εν τοις πράγμασι, να καθορίζουν και να εφαρμόζουν τα Σχέδια
Δράσης , αλλά και να παρέχουν και σχετικά περιφερειακά δεδομένα, αν τους ζητηθεί
(The Green Tank, 2021).

Στο παρακάτω σχήμα απεικονίζεται το ευρύ φάσμα των ομάδων συμφερόντων που
συμμετέχουν στη διαβούλευση και το σχεδιασμό για δίκαιη μετάβαση, στη μόνιμη
περιφερειακή σύνοδο της περιφέρειας USTI.
76
Εικόνα 21: Διάρθρωση Μόνιμης Περιφερειακής Συνόδου Περιφέρειας Usti

Πηγή: Re Star Program (2019)

Μέσω του προγράμματος Re:Start χρηματοδοτούνται έργα στις συγκεκριμένες περιοχές,


ενώ πραγματοποιείται αξιολόγηση του προγράμματος σε ετήσια βάση.

Το παραπάνω πρόγραμμα προέκυψε μετά από αίτημα των τριών περιφερειών και
στοχεύει στην παραγωγική αναδιάρθρωση των συγκεκριμένων περιοχών. Είναι
σημαντικό να τονιστεί πως η πρωτοβουλία ξεκίνησε πριν την υιοθέτηση του Μηχανισμού
Δίκαιης Μετάβασης της Ε.Ε. και αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη προσπάθεια για την
αντιμετώπιση των προκλήσεων της Δίκαιης Μετάβασης μεταξύ των χωρών της
Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα των συνεπειών
της Ενεργειακής Μετάβασης.

Δεδομένου ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η ολοκλήρωση του Εδαφικού Σχεδίου Δίκαιης


Μετάβασης, το σχέδιο Re:Start θα αποτελέσει την βάση για τον σχεδιασμό ενός
ολοκληρωμένου, συνεκτικού και συμπεριληπτικού μηχανισμού διακυβέρνησης του
σχεδιασμού της Δίκαιης Μετάβασης (Frankfurt School of Finance & Management,
2019).

Κλείνοντας, όπως αναφέρεται και στην μελέτη του The Green Tank (2021) η χώρα
αρχικά λειτούργησε με εκ των άνω προς τα κάτω προσέγγιση (top-down), ωστόσο
σταδιακά η προσέγγιση αυτή προσαρμόστηκε στις ανάγκες και την εξέλιξη της
77
μετάβασης, με ενίσχυση της συμμετοχής εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας στη
διακυβέρνηση της μετάβασης. Πλέον στην Τσεχία εφαρμόζεται ένα υβριδικό μοντέλο,
με συνδυασμό του «εκ των άνω προς τα κάτω» (top-down) και «εκ των κάτω προς τα
πάνω».

Συμπεράσματα:
• Η διαδικασία σχεδιασμού δρομολογήθηκε έπειτα από αίτημα των τοπικών
περιφερειαρχών.
• Ο σχεδιασμός είναι υβριδικός, με σημαντική τη συμμετοχή των τοπικών
περιφερειών.
• Την βασική ευθύνη για την εκπόνηση και την υλοποίηση του σχεδιασμού έχει η
κεντρική κυβέρνηση.

Ο βαθμός της πρόκλησης είναι τεράστιος για τη χώρα και ιδιαίτερα για τις τρεις
περιφέρειες που στηρίζονται σημαντικά στον άνθρακα

78
4.7.3. Αυστραλία: Latrobe Valley

Η Αυστραλία παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς άνθρακα παγκοσμίως


(Jotzo, Mazouz, & Wiseman, 2018) και είναι η τέταρτη σε δύναμη χώρα στη σειρά των
χωρών παραγωγής άνθρακα. Το 2019 η παραγωγή άνθρακα στη χώρα έφτασε τους
118.800.000 τόνους. Επίσης η Αυστραλία είναι μια από τις χώρες που πεισματικά
αρνείται να λάβει συγκεκριμένες και ριζοσπαστικές δεσμεύσεις σχετικά με τον
σημαντικό περιορισμό της ανθρακικής δραστηριότητας, επιμένοντας πως θα συνεχίσει
να εκμεταλλεύεται τα αποθέματα άνθρακα που διαθέτει, για πολλά χρόνια ακόμα,
αδιαφορώντας για το γεγονός πως η ίδια η Αυστραλία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις
συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Ωστόσο, υπάρχει μια σειρά παραγόντων που διαμορφώνουν μια κατάσταση όπου το
ενδεχόμενο της σταδιακής και ταχύτερης του αναμενομένου μείωσης της χρήσης του
άνθρακα είναι ιδιαίτερα πιθανό. Καταρχάς ο μέσος όρος ζωής του στόλου των μονάδων
παραγωγής είναι αρκετά μεγάλος, με την πιθανότητα κατασκευής νέων μονάδων να είναι
ιδιαίτερα περιορισμένη έως αδύνατη, εξαιτίας της αμφισβητούμενης οικονομικής
βιωσιμότητας των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα, ενώ η ανάγκη για παγκόσμια μείωση
της χρήσης άνθρακα θα περιορίσει και τις εξαγωγικές δυνατότητες της χώρας και του
άνθρακα συνολικά. Παρά την απουσία σαφούς πολιτικής δέσμευσης για την έξοδο ή
την σημαντική μείωση της ανθρακικής δραστηριότητας της Αυστραλίας, οι
συνθήκες και η δυναμική της αγοράς ενδέχεται να επιβάλλουν/προκαλέσουν τον
περιορισμό της. Με αυτό το δεδομένο η Αυστραλία είναι πολύ πιθανό να κληθεί να
διαχειριστεί την μετάβαση στην μετά τον άνθρακα εποχή νωρίτερα από τον
σχεδιασμό της.

Η περιοχή Latrobe Valley βρίσκεται στην πολιτεία Βικτώρια της Αυστραλίας, στην
περιφέρεια Gippsland και απέχει 150 χλμ από την πρωτεύουσα της πολιτείας της
Μελβούρνης. O πληθυσμός της περιοχής ανέρχεται σε περίπου 125.000 κατοίκους, ενώ
η μεγαλύτερη πόλη είναι αυτή του Latrobe, με πληθυσμό περίπου 75.000 κατοίκους
(Jotzo, Mazouz, & Wiseman, 2018).

Ο σταθμός παραγωγής Hazelwood ισχύος 1600MW είναι ο μεγαλύτερος της περιοχής.


Το 2017 είχε ήδη κλείσει 50 χρόνια λειτουργίας. Στην περιοχή του Latrobe Valley
λειτουργούν επίσης 3 ορυχεία λιγνίτη, ο οποίος αξιοποιείται αποκλειστικά για παραγωγή
ενέργειας που καταναλώνεται εσωτερικά.

79
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 η Αυστραλιανή κυβέρνηση στο πλαίσιο της
φιλελευθεροποίησης της οικονομίας προχώρησε σε ιδιωτικοποίηση των μονάδων
παραγωγής ενέργειας και των ορυχείων, τα οποία μέχρι τότε λειτουργούσαν υπό κρατικό
έλεγχο. Παρά τις προσδοκίες περί βελτίωσης των συνθηκών εργασίας, αλλά και των
μισθών, η ιδιωτικοποίηση και η αναδιάρθρωση που ακολούθησε προκάλεσε απολύσεις
και μειώσεις μισθών. Αυτή η εξέλιξη είχε σημαντικές επιπτώσεις στις τοπικές κοινότητες
και προκάλεσε σημαντική τοπική κρίση.

Το 2014 στο ορυχείο Hazelwood της περιοχής εκδηλώθηκε μια πρωτοφανούς έκτασης
πυρκαγιά που κράτησε 45 μέρες, προκάλεσε μεγάλη περιβαλλοντική υποβάθμιση, ιδίως
στην γειτονική πόλη Morvell και παράλληλα ερέθισε την τοπική κοινωνία και διέγειρε
την περιβαλλοντική και κοινωνική συνειδητοποίηση των πολιτών.

Στις 3 Νοεμβρίου του 2016 η ιδιοκτήτρια εταιρεία Γαλλικών συμφερόντων ENGIE


ανακοίνωσε ότι η μονάδα παραγωγής ενέργειας Hazelwood ισχύος 1600 MW θα
ολοκληρώσει τον κύκλο των δραστηριοτήτων της οριστικά στις 31/3/2017, δηλαδή
εντός των επόμενων 5 μηνών. Η ξαφνική ανακοίνωση της εταιρείας προκάλεσε
τεράστια ανασφάλεια και αναστάτωση στην τοπική κοινωνία.

Την εποχή της ολοκλήρωσης της λειτουργίας της μονάδας παραγωγής ενέργειας
απασχολούνταν 750 εργαζόμενοι, 450 άμεσα εργαζόμενοι και 300 μέσω εργολαβίας.
Είναι όμως προφανές πως οι κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις επεκτείνονται πέραν των
εργαζόμενων και στην τοπική κοινότητα.

Αξίζει να τονιστεί ότι η συζήτηση και οι φήμες για το ενδεχόμενο κλείσιμο της
λειτουργίας της μονάδας κράτησαν αρκετά χρόνια, χωρίς όμως να έχει δρομολογηθεί
οποιαδήποτε προετοιμασία σχετικά με την αντιμετώπιση των συνεπειών μιας τέτοιας
εξέλιξης. Στην προκειμένη περίπτωση αναδεικνύεται η ανάγκη για την έγκαιρη
προετοιμασία για την αντιμετώπιση των συνεπειών που επιφέρει η μείωση της
χρήσης άνθρακα σε μια περιοχή. Μια τέτοια προετοιμασία διαμορφώνει τις
συνθήκες για μια πιο ομαλή απορρόφηση των συνεπειών στην τοπική κοινωνία, και
την πραγματοποίηση μιας πραγματικά δίκαιης μετάβασης.

Παρ’ όλα αυτά, με πρωτοβουλία των τοπικών αρχών, ιδιαίτερα των αρχών της πολιτείας
της Βικτώρια, δρομολογήθηκε ένα πρόγραμμα στήριξης της τοπικής κοινότητας.
Οργανώθηκε το Latrobe valley Authority (Latrobe Valey Authority, 2022) με στόχο την
συνεργασία με τις τοπικές αρχές και την υλοποίηση ενός σχεδίου για την στήριξη των
80
εργαζομένων αλλά και της τοπικής οικονομίας. Η τοπική κυβέρνηση της Βικτώρια
ανακοίνωσε ένα χρηματοδοτικό πακέτο ύψους 266 δολ. Αυστραλίας.

Βασικός στόχος του Latrobe valley Authority ήταν να προτείνει και να δρομολογήσει
δράσεις, έργα και παρεμβάσεις για την προστασία των εργαζομένων. Η συγκεκριμένη
δομή, παρά το γεγονός ότι συστήθηκε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, είχε μεγάλο
βαθμό ευελιξίας και αυτονομίας, έχτισε ένα τοπικό δίκτυο με τοπικούς φορείς και
λειτούργησε υπακούοντας στις τοπικές ανάγκες (Mercier, 2020).

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω πρωτοβουλιών, απορροφήθηκαν ομαλά οι


κοινωνικοοικονομικές συνέπειες του ξαφνικού κλεισίματος της μεγαλύτερης μονάδας
παραγωγής ενέργειας της περιοχής (Burke, Best, & Jotzo, 2018).

Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, οι πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των συνεπειών
από το κλείσιμο της μονάδας Hazelwood δεν δρομολογήθηκαν από την ομοσπονδιακή
κυβέρνηση της Αυστραλίας, αλλά από την περιφερειακή κυβέρνηση και είχαν ως
ιδιαίτερο χαρακτηριστικό την εγγύτητα στην λήψη των αποφάσεων και την συνεργασία
με τους τοπικούς φορείς, ενώ κρίσιμος ήταν ο ρόλος των τοπικών κοινωνικών
οργανώσεων και των εργατικών σωματείων στην διεκδίκηση υποστήριξης της περιοχής
έναντι των συνεπειών του κλεισίματος της μονάδας παραγωγής HAZELWOOD.

Συμπεράσματα:

• Η διαδικασία μετάβασης πυροδοτήθηκε από την ξαφνική απόφαση παύσης


λειτουργίας της βασικής μονάδας παραγωγής στην περιοχή.

• Η αντίδραση στο παραπάνω γεγονός, δεν ήρθε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση
της Αυστραλίας, αλλά από την περιφερειακή κυβέρνηση της Βικτώρια.

• Θεσμοθετήθηκε ένας ενδιάμεσος φορέας (Latrobe valley Authority) που είχε την
ευθύνη της διαχείρισης με ευθύνη της τοπικής κυβέρνησης της Βικτώρια
(σύστημα Top Down)

• Ο φορέας (Latrobe valley Authority) επιδίωξε να ενσωματώσει στις προτάσεις


και τις πολιτικές του τις τοπικές ανάγκες έπειτα από έντονη ώσμωση με τις
τοπικές αρχές και την τοπική κοινωνία.

81
• Η ανακοίνωση της διαχειρίστριας εταιρείας για το κλείσιμο της μονάδας εντός
των επόμενων 5 μηνών, ειδικά όταν δεν έχει προηγηθεί η αναγκαία προετοιμασία
για την ομαλή διαχείριση των συνεπειών μιας τέτοιας εξέλιξης, αναδεικνύει την
ανάγκη να δρομολογούνται οι πρωτοβουλίες για την ομαλή μετάβαση έγκαιρα
και όχι εκ των υστέρων. Είναι σαφές πως ένα σωστό σχέδιο μετάβασης για να
αποδώσει απαιτεί χρόνο.

82
4.7.4. Καναδάς: Just Transition Task Force

Το 2016 η κυβέρνηση του Καναδά αποφάσισε να επιταχύνει την έξοδο από τον άνθρακα
προκειμένου να πετύχει τον ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο να παράγει το 90% της ηλεκτρικής
της ενέργειας από πηγές που δεν θα εκκρίνουν διοξείδιο του άνθρακα.

Δεδομένου όμως ότι μια τέτοια απόφαση θα είχε σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές
επιπτώσεις στις κοινότητες που στηρίζονται στις δραστηριότητες εκμετάλλευσης
άνθρακα, (European Union, 2019) οργανώθηκε μια ομάδα εργασίας με αποκλειστικό
σκοπό την εκπόνηση ενός πλαισίου προτάσεων για την στήριξη των περιοχών που θα
πληχθούν από την έξοδο από τον άνθρακα.

Οι δραστηριότητες εξόρυξης και καύσης άνθρακα για παραγωγή ενέργειας


πραγματοποιούνται σε 4 περιφέρειες του Καναδά. Σε αυτές υπολογίζεται ότι
απασχολούνται άμεσα 3.900 εργαζόμενοι.

Η ομάδα εργασίας συγκροτήθηκε με απόφαση της κυβέρνησης του Καναδά. Σε αυτή


συμμετέχουν 11 μέλη που εκπροσωπούν διάφορους φορείς όπως τα εργατικά σωματεία,
την τοπική αυτοδιοίκηση, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, τους επιστημονικούς φορείς,
τα πανεπιστήμια κλπ.

Η ομάδα εργασίας λειτούργησε με ευρείας κλίμακας συμμετοχικές διαδικασίες σε


συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες, πραγματοποιώντας πολλές επιτόπου επισκέψεις
και επαφές και παρέδωσε το τελικό κείμενο των προτάσεων στην Κυβέρνηση του
Καναδά στις 31/12/2018 (Government of Canada, 2018).

Αποκλειστική αποστολή της ομάδας ήταν η συλλογή, καταγραφή και επεξεργασία


προτάσεων για την προστασία των εργαζομένων και των κοινοτήτων που θα
επηρεαστούν αρνητικά από την σταδιακή έξοδο του άνθρακα από το σύστημα
ηλεκτροπαραγωγής του Καναδά.

Ως αποτέλεσμα της διαδικασίας διαβούλευσης με τους τοπικούς φορείς και τις τοπικές
οργανώσεις η επιτροπή κατέληξε στα παρακάτω συμπεράσματα:

• Οι εργάτες και οι κοινότητες που πλήττονται άμεσα κατά τη διάρκεια της


μετάβασης σε ένα σύστημα ηλεκτροπαραγωγής με λιγότερο άνθρακα θα πρέπει
να βρίσκονται στο κέντρο της λήψης των αποφάσεων.
• Σωματεία και εργοδότες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη της μετάβασης.

83
• Όσοι επηρεάζονται από τις αποφάσεις της κρατικής πολιτικής οφείλουν να είναι
σωστά ενημερωμένοι. Θα πρέπει να παρέχεται σε αυτούς ακριβής και έγκαιρη
πληροφόρηση, στα πλαίσια του εφικτού, ώστε να προχωρήσουν και οι ίδιοι στη
λήψη προσωπικών αποφάσεων και επιλογών μπροστά στην προοπτική της
μετάβασης.
• Οι δεσμευτικές και έγκαιρες κρατικές παρεμβάσεις θα βοηθήσουν τους
εργαζόμενους που θα βρεθούν στην αγορά εργασίας, ώστε είτε να κατευθυνθούν
προς νέες εργασιακές ευκαιρίες, είτε να συνταξιοδοτηθούν με αξιοπρεπείς όρους
και προϋποθέσεις.
• Η έξοδος από την εποχή της αξιοποίησης του άνθρακα για την παραγωγή
ενέργειας θα επιφέρει μια σειρά επιπτώσεων στις περιοχές που θα επηρεαστούν.
Οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν την απώλεια φορολογικών
εσόδων, το κλείσιμο θυγατρικών επιχειρήσεων και την απώλεια τοπικών
υπηρεσιών.
• Η μετάβαση θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο του σκεπτικισμού και με την απόλυτη
γνώση ότι υπάρχει το καθήκον να προστατευθούν οι εργαζόμενοι και οι τοπικές
κοινωνίες.
• Μια επιτυχημένη δίκαιη μετάβαση για τους εργαζόμενους στον άνθρακα θα
σηματοδοτήσει την αρχή για ένα μονοπάτι προς το μέλλον, καθώς ο Καναδάς
αναλαμβάνει δράση για την κλιματική αλλαγή.
Παράλληλα, κατέληξε και στις βασικές αρχές για την δίκαιη μετάβαση στον Καναδά:

1. Σεβασμός στους εργαζόμενους, τα σωματεία, τις κοινότητες και τις οικογένειες.

2. Συμμετοχή των εργαζομένων σε κάθε στάδιο της μετάβασης.

3. Μετάβαση σε καλές θέσεις εργασίας.

4. Βιώσιμες και υγιείς κοινότητες.

5. Σχεδιασμός για το μέλλον, βασισμένος στη σημερινή πραγματικότητα.

6. Εθνικά συνεκτικές, περιφερειακά καθοδηγούμενες, τοπικά υλοποιούμενες δράσεις.

7. Άμεση αλλά και διαρκής στήριξη.

84
Συμπεράσματα:
• Η διαδικασία ξεκίνησε με πρωτοβουλία της κυβέρνησης του Καναδά (TOP -
DOWN).
• Υιοθετήθηκε όμως η τακτική της έντονης ώσμωσης και διαβούλευσης με την
τοπική κοινωνία, έπειτα από την συγκρότηση μιας συμπεριληπτικής επιτροπής
που προχώρησε σε εκτεταμένη διαβούλευση και συνεργασία με την τοπική
κοινωνία.
• Θα συμπέραινε κανείς πως και εδώ πρόκειται για μια υβριδική διαδικασία.
• Ως αποτέλεσμα της παραπάνω διαδικασίας οι προτάσεις της επιτροπής
ενσωματώνουν πληρέστερα τις τοπικές ανάγκες και είναι προσαρμοσμένες στα
τοπικά χαρακτηριστικά.

85
4.7.5. Ολλανδία: Parkstad Limburg

Το 1965 η Ολλανδική κυβέρνηση αποφάσισε το κλείσιμο των ανθρακικών ορυχείων της


Ολλανδίας.

Η εκμετάλλευση του άνθρακα στην Ολλανδία, όπως και σε άλλες χώρες της κεντρικής
Ευρώπης, έχει μια παράδοση αιώνων αφού οι πρώτες περιορισμένης έκτασης χρήσεις
του ξεκίνησαν από τον 12ο αιώνα. Του δυο τελευταίους αιώνες όμως η εκμετάλλευση
ξεκίνησε να γίνεται με συστηματικό τρόπο. Κατά τον 19ο αιώνα λοιπόν η παραγωγή
άνθρακα στην Ολλανδία αυξήθηκε έντονα. Η κύρια ανθρακική περιοχή της χώρας ήταν
η περιοχή του Limburg στην Νότια πλευρά της Ολλανδίας.

Κατά τη διάρκεια των μεταπολεμικών δεκαετιών ωστόσο η οικονομική βιωσιμότητα των


ορυχείων της περιοχής μειώθηκε δραματικά με αποτέλεσμα η κυβέρνηση της Ολλανδίας
να αποφασίσει το σταδιακό κλείσιμο των ορυχείων.

Η απόφαση ανακοινώθηκε από τον Υπουργό Περιβάλλοντος της χώρας στις 17/12/1965
στην πόλη HEERLEN (πόλη κοντά σε ορυχεία). Η διαδικασία κλεισίματος των ορυχείων
ολοκληρώθηκε το 1975. 45.000 εργαζόμενοι στα ορυχεία και περίπου 30.000
εργαζόμενοι σε εταιρείες-προμηθευτές των ορυχείων θα επηρεαζόντουσαν από την
παραπάνω απόφαση (Kasper, 2012).

Εικόνα 22: Παραγωγή Άνθρακα στην Ολλανδία

Πηγή: Kasper 2012

Από το 1965 έως και το 1978 εφαρμόστηκε μια σειρά μέτρων προκειμένου να
αναδιαρθρωθεί το παραγωγικό μοντέλο της περιφέρειας Limburg και να στηριχθούν οι

86
τοπικές κοινότητες. Αυτή την περίοδο οι πολιτικές διακρίνονται από έντονο
συγκεντρωτισμό, καθώς η κυβέρνηση της χώρας αξιολόγησε πως οι τοπικοί φορείς δεν
είχαν την ικανότητα να διαχειριστούν μια τέτοια πρόκληση. Παρά τις προσπάθειες όμως,
τα διαθρωτικά προβλήματα στην περιοχή παραμένουν και οι κοινωνικο-οικονομικές
επιπτώσεις είναι σημαντικές.

Το 1975 ιδρύεται το Limburg Investment and Development Fund (LIOF) με στόχο την
υλοποίηση επενδύσεων στην περιοχή και την στήριξη της οικονομικής μεταμόρφωσής
της (Kasper, 2012), που εξασφάλιζε μια καλή χρηματοδότηση για την παραγωγική και
κοινωνική ανασυγκρότηση της περιοχής.

Από το 1978 αλλάζει η πολιτική και αποδίδεται μεγαλύτερη ευελιξία και δυνατότητα
αποφάσεων στις τοπικές αρχές. Επί της ουσίας η αρμοδιότητα της εφαρμογής των
πολιτικών μεταφέρεται από την κεντρική στην τοπική κυβέρνηση η οποία ορίζει ως
στόχο την μείωση του ποσοστού ανεργίας στην περιοχή έως το 1986, ένας στόχος που
επιτυγχάνεται όμως το 1990.

Παράλληλα, κατά την περίοδο αυτή εφαρμόζεται μια πιο συμμετοχική και ανοιχτή
προσέγγιση, με συνεχείς διαβουλεύσεις και εμπλοκή τοπικών φορέων και παραγόντων.

Η μεταφορά των αρμοδιοτήτων σε τοπικό επίπεδο είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της
αποδοτικότητα των παρεμβατικών πολιτικών, οι οποίες είχαν ως βασικό στόχο την
δημιουργία νέων θέσεων εργασίας (Karkare & Ashraf, 2019).

Συμπεράσματα:

• Από το σημείο εκείνο όπου οι τοπικές αρχές ενεπλάκησαν ουσιαστικά στον


μηχανισμό διακυβέρνησης της μετάβασης το πρόγραμμα απέκτησε μεγαλύτερη
αποτελεσματικότητα.

• Στην δεύτερη φάση υλοποίησης του πλάνου μετάβασης τέθηκαν σαφείς στόχοι
με έντονη την τοπική δέσμευση σε αυτούς.

• Σε συνέχεια του προσδιορισμού των στόχων εκπονήθηκε συγκεκριμένο σχέδιο


για την μείωση της ανεργίας στην περιοχή.

• Στην αρχική του μορφή το σχέδιο μετάβασης της περιοχής του Limburg είχε «από
τα Άνω προς τα Κάτω» προσέγγιση, αλλά στην συνέχεια μεταστράφηκε σε ένα

87
υβριδικό μοντέλο με μεγαλύτερη εμπλοκή των τοπικών πολιτικών και
κοινωνικών φορέων.

• Είναι σημαντικό ότι καθ’ όλη τη διαδικασία υλοποίησης της μετάβασης της
περιοχής υπήρξε μια σημαντική υποστήριξη και συνεργασία με τα εργατικά
σωματεία της περιοχής, ώστε να επιδιωχθεί έστω και η ελάχιστη συναίνεση
σχετικά με τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν (Sheldon, Junankar, & De Rosa
Pontello, 2018).

• Το παράδειγμα του Limburg αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση


μετάβασης με έντονη την τοπική συμμετοχή.

• Αποδεικνύεται σε μια ακόμα περίπτωση ότι η υλοποίηση της μετάβασης απαιτεί


ένα δυνατό όραμα για το μέλλον μιας περιοχής και την διαμόρφωση μιας ισχυρής
κοινωνικής και πολιτικής συνεργασίας.

88
4.7.6. Η.Π.Α. Απαλάχια: Appalachian Regional Commission (ARC)

Η Περιφερειακή Επιτροπή για τα Απαλάχια ιδρύθηκε το 1965, ως μια ομοσπονδιακή–


περιφερειακή επιτροπή. Η δικαιοδοσία της (ARC) εκτείνεται σε 420 κομητείες στις
Πολιτείες: Αλαμπάμα, Γεωργία, Κεντάκι, Οχάιο, Νέα Υόρκη, Μέρυλαντ, Μισισιπή,
Βόρεια Καρολίνα, Πενσυλβανία, Νότια Καρολίνα, Τεννεσί, Βιρτζίνια, και Δυτική
Βιρτζίνια (Cecire, 2019).

Εικόνα 22 : Η περιοχή των Αππαλαχίων ΗΠΑ

Πηγή: Appalachian regional Commission 2022

Η περιφερειακή επιτροπή για τα Απαλάχια συγκροτείται από 14 μέλη. Τους 13


Κυβερνήτες των πολιτειών που συμμετέχουν στον πρόγραμμα και από 1 μέλος που
επιλέγει ο εκάστοτε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και εγκρίνει η Βουλή της χώρας.

Στόχος της συγκεκριμένης επιτροπής είναι η ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης των
συγκεκριμένων περιοχών, οι οποίες παρουσιάζουν υστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες
Πολιτείες.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες η πτώση της χρήσης άνθρακα είναι πάρα πολύ σημαντική τις
τελευταίες δεκαετίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ του 2005 και του 2020 η
παραγωγή άνθρακα στις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκε κατά 54%. Το μεγαλύτερο μέρος
αυτής της μείωσης προήλθε από τα Απαλάχια (Appalachian Regional Commision, 2022).

89
Εικόνα 23 : Παραγωγή Άνθρακα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πηγή: Appalachian regional Commission 2022

Αν και η συγκεκριμένη πρωτοβουλία δρομολόγησε πλήθος παρεμβάσεων και


επενδύσεων στις συγκεκριμένες περιοχές, δεν κατάφερε ωστόσο να ενισχύσει την
οικονομική ανάπτυξη των περιοχών και την απασχόληση και να μειώσει σημαντικά το
χάσμα με τις υπόλοιπες Πολιτείες, αφού ακόμα και σήμερα οι παραπάνω περιοχές
συνεχίζουν να διατηρούν το χάσμα από τον μέσο όρο της χώρας.

Η επιτροπή για τα Απαλάχια εισηγήθηκε προς την Βουλή των ΗΠΑ το ετήσιο πρόγραμμα
δράσης και τον προϋπολογισμό, ο οποίος και εγκρίθηκε ανάλογα.

90
Πίνακας 7: Ο προτεινόμενος Προϋπολογισμός για το 2023.

Πηγή: Appalachian regional Commission 2022

Το πρόγραμμα λειτούργησε ως ένα χρήσιμο χρηματοδοτικό εργαλείο για την


χρηματοδότηση έργων και παρεμβάσεων στις υπό εξέταση περιοχές. Κάθε χρόνο
εκδίδονται προσκλήσεις που απευθύνονται σε φορείς οι οποίοι μπορούν να
χρηματοδοτούν έργα και δράσεις του (Sheldon, Junankar, & De Rosa Pontello, 2018).

Η μεγάλη έκταση της δικαιοδοσίας της συγκεκριμένης επιτροπής δεν επέτρεπε την
διαμόρφωση πολιτικών προσαρμοσμένων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής,
αφού κάθε μία από αυτές έχει πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από τις υπόλοιπες.
91
Η προσέγγιση της λειτουργίας και της οργάνωσης της επιτροπής και των συγκεκριμένων
πρωτοβουλιών για την στήριξη της περιοχής έχει τον χαρακτήρα του Top – Down. Η
συμμετοχή των τοπικών κοινωνικών παραγόντων στην διαμόρφωση των προγραμμάτων
στήριξης είναι περιορισμένη. Το ίδιο συμβαίνει και με τα εργατικά σωματεία, ως
αποτέλεσμα της μικρής συνδικαλιστικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ και ειδικότερα στις
συγκεκριμένες περιοχές.
Το 2015 η κυβέρνηση Ομπάμα θέτει σε εφαρμογή την πρωτοβουλία POWER (Just
Transition Fund, n.d.) στοχεύοντας στην στήριξη των συγκεκριμένων περιοχών με
επιπλέον πόρους και στην αντιμετώπιση των συνεπειών της μείωσης της εξόρυξης
άνθρακα στην περιοχή. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία είχε ως αποτέλεσμα την
ενοποίηση διάφορων προγραμμάτων, ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα των
σχετικών παρεμβάσεων στις περιοχές παρέμβασης.

Συμπεράσματα:

• Το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την στήριξη πάρα


πολλών περιοχών των πολιτειών που συμμετέχουν σε αυτό.

• Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα σε αρκετές περιπτώσεις το συγκεκριμένο


πρόγραμμα κατάφερε να στηρίξει σημαντικά την οικονομική διαφοροποίηση των
περιοχών (Labao, et al., 2021).

• Δεν μπορεί κανείς να πει ότι αποτελεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη
μετάβαση των παραπάνω περιοχών, παρά αποτελεί ένα βοηθητικό εργαλείο για
την υποστήριξη των συγκεκριμένων περιοχών μέσα από χρηματοδοτικές
προσκλήσεις.

• Η μεγάλη έκταση της περιοχής, ο περιορισμένος συνδικαλισμός και η πολιτική


κουλτούρα των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελούν παράγοντες που δεν βοηθούν
σε έναν συμμετοχικό σχεδιασμό του προγράμματος.

• Αν και έχει στοιχεία υβριδικού μοντέλου οργάνωσης, εντούτοις προσιδιάζει


περισσότερο σε μια μορφή TOP – DOWN.

92
4.7.7. Σλοβακία: Upper Nitra Region

Η περιοχή Upper Nitra βρίσκεται στα Δυτικά της Σλοβακίας. Η εξορυκτική βιομηχανία
επικρατεί στην οικονομία της περιοχής για πάνω από 100 χρόνια. Ο λιθάνθρακας και ο
λιγνίτης εξορύσσονται από την Hornonitrianské mines of Prievidza.

Η περιοχή έχει μια ιστορία 100 χρόνων στην εξόρυξη άνθρακα και διαθέτει σήμερα ένα
από τα πιο σημαντικά αποθέματα σε άνθρακα. Η εταιρεία Hornonitrianské báne Prievidza
a.s. (HBP) είναι η μοναδική εταιρεία εξόρυξης στην Σλοβακία. Η περιφέρεια της Upper
Nitra είναι μια σχετικά αναπτυγμένη περιοχή, με σχετικά χαμηλό ποσοστό ανεργίας και
αυξημένη ένταση βιομηχανικής παραγωγής. Ιδιαίτερα μετά το 2010 ο δείκτης ανεργίας
παρουσιάζει μείωση, δεδομένου πως στην περιοχή έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικές
βιομηχανικές επενδύσεις. Παρ’ όλα αυτά όμως η εταιρεία HBP παραμένει ο μεγαλύτερος
και σημαντικότερος εργοδότης στην περιοχή. Έτσι, η ανησυχία σχετικά με τις επιπτώσεις
της μείωσης της ανθρακικής δραστηριότητας στην περιοχή είναι έντονη (Gerbelová,
Spisto, & Giaccaria, 2021).

Πίνακας 8: Τάσεις της Ανεργίας στην Σλοβακία και στην περιφέρεια της Upper Nitra.

Πηγή: Gerbelová, H.; Spisto, A.;Giaccaria, S. Regional Energy Transition: An Analytical


Approach Applied to the Slovakian Coal Region. (2020)

Σύμφωνα με στοιχεία του 2019 περίπου 11.000 εργαζόμενοι συνδέονται άμεσα ή έμμεσα
με την εταιρεία που κάνει την εξόρυξη άνθρακα στην περιοχή.

Τον Ιανουάριο του 2018, η δήμαρχος του Δήμου Prievidca, Katarína Macháčková
εκκίνησε μια συμμετοχική διαδικασία για την κατάρτιση ενός σχεδίου δράσης για την
μεταλιγνιτική ανάπτυξη της Upper Nitra. Είχε προηγηθεί εξάλλου η ένταξη της
περιφέρειας του Trencin στις περιφέρειες-πιλότους της πλατφόρμας της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής για τις περιφέρεις της Ε.Ε. προς μετάβαση (Bankwatch Network, 2019b).

Παρά το γεγονός ότι αρχικά η κυβέρνηση της χώρας αντιμετώπισε αρνητικά την
πρωτοβουλία της Δημάρχου και η εταιρεία εξόρυξης των ορυχείων της περιοχής

93
Hornonitrianské Βane Prievidza HBP αρνήθηκε να συμμετάσχει, τελικά η κυβέρνηση
αποδέχτηκε την πρωτοβουλία της Δημάρχου και ενέκρινε το σχέδιο που προέκυψε μέσα
από την συμμετοχική διαδικασία (Bankwatch Network, 2020).

Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του τότε Πρωθυπουργού της χώρας Ρόμπερτ Φίκο ο
οποίος ανέφερε: «απορρίπτω απολύτως κάθε λέξη για το κλείσιμο των ορυχείων και δεν
θέλω να έχω καμία σχέση με αυτό» (Bankwatch Network, 2019b). Η παραπάνω
κυβερνητική στάση στην πορεία αναθεωρήθηκε.

Η όλη πρωτοβουλία της Δημάρχου βρήκε σημαντική ανταπόκριση από την τοπική
κοινωνία και η συμμετοχή των πολιτών και των τοπικών ομάδων συνέβαλε στον
εμπλουτισμό και την ανατροφοδότηση του υπό εκπόνηση σχεδίου.

Τον Απρίλιο του 2018 κυβερνητικοί αξιωματούχοι που ήταν παρόντες στην Prievidza
επιβεβαίωσαν ότι το σχέδιο δράσης για την περιφέρεια της Upper Nitra που εκπονήθηκε
με πρωτοβουλία της δημάρχου της Prievidza θα μετατραπεί σε εθνική στρατηγική. Η
συγκεκριμένη εξέλιξη αποτελεί μια σημαντική αναγνώριση από το ανώτατο κυβερνητικό
σώμα της Σλοβακίας μιας συμμετοχικής διαδικασίας «από κάτω προς τα πάνω» για τον
καθορισμό του μέλλοντος της περιοχής.

Ως αποτέλεσμα αυτής της δημόσιας πίεσης, η Σλοβακία ζήτησε από την Επιτροπή να
υποστηρίξει τη διαδικασία σύνταξης ενός σχεδίου δράσης, της μόνης διαδικασίας που οι
τοπικοί φορείς και η κοινωνία των πολιτών έκριναν νόμιμη.

Έως τον Ιούλιο του 2019 η εθνική κυβέρνηση θα έπρεπε να εγκρίνει το Σχέδιο Δράσης,
το οποίο δημιουργήθηκε με την ευρεία συμμετοχή των ντόπιων πολιτών, των
επιχειρηματιών και της κοινωνίας των πολιτών (BankWatch Network, 2019).

Σε συνέχεια της παραπάνω διαδικασίας η κυβέρνηση της χώρας ζήτησε επίσημα από την
Ευρωπαϊκή Ένωση τεχνική υποστήριξη για την προετοιμασία του Σχεδίου Δράσης για
την μετάβαση στην Upper Nitra.

Την σύμβαση κέρδισε η διεθνής συμβουλευτική εταιρεία PricewaterhouseCoopers


(PWC) και εργάστηκε προκειμένου να πετύχει τους παρακάτω τρεις στόχους:

- Υποστήριξη στην εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης για τη μετάβαση της περιοχής.

- Εξέταση δυνατοτήτων χρηματοδότησης για την αποκατάσταση παλαιών ορυχείων.

94
- Διαμόρφωση προτάσεων για την αποφυγή αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων
των δράσεων που γίνονται για τη μετάβαση της περιοχής.

Τον Ιούλιο του 2019 η Κυβέρνηση της Σλοβακίας τελικά ενέκρινε το Σχέδιο Δράσης για
την μετάβαση της περιφέρειας Upper Nitra (Bankwatch Network, 2019b).

Η πρωτοβουλία της Δημάρχου για την εκκίνηση ενός συμμετοχικού σχεδιασμού για το
μέλλον της περιοχής στην μετά τον άνθρακα εποχή έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας από
τα κάτω (Bottom – Up) προσέγγισης. Μια προσέγγιση που αφουγκράζεται πληρέστερα
τις τοπικές ανάγκες, προσαρμόζεται στα τοπικά χαρακτηριστικά (Τοποκεντρική
προσέγγιση), ενεργοποιεί τις τοπικές κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις και αυξάνει
τις πιθανότητες αποδοχής του αποτελέσματος της διαδικασίας από την τοπική κοινωνία.

Συνοψίζοντας, η περίπτωση της Upper Nitra στη Σλοβακία αποτελεί ένα επιτυχημένο
παράδειγμα διαμόρφωσης ενός σχεδίου μετάβασης «από τα κάτω προς τα πάνω»
(bottom-up), με ισχυρή εμπλοκή των ενδιαφερόμενων μερών στις διαδικασίες της
μετάβασης.

Εικόνα 25: Η διαδικασία διαβούλευσης για το σχέδιο δράσης για την περιφέρεια Upper Nitra

Πηγή: Wuppertal Insitute (2022) Just Transition Toolbox for Coal Regions

95
Συμπεράσματα:

• Η πρωτοβουλία για την έναρξη της διαδικασίας εκπόνησης ενός σχεδίου δράσης
για την προετοιμασία της περιοχής ανήκει στην τοπική Δήμαρχο.

• Υπήρξε έντονη αντίδραση από την κυβέρνηση αλλά και από την τοπική εταιρεία
εξόρυξης έναντι των πρωτοβουλιών της Δημάρχου.

• Η διαδικασία που ακολουθήθηκε είναι «από τα κάτω προς τα πάνω» (Bottom–


Up). Στη συνέχεια όμως και δεδομένου ότι η κυβέρνηση αποδέχτηκε την
πρωτοβουλία της Δημάρχου, ανέλαβε και την σχετική ευθύνη για την
ολοκλήρωση της διαδικασίας εκπόνησης του σχεδίου δράσης.

Η πρωτοβουλία της Δημάρχου διακατέχεται από πολύ σημαντικά συμμετοχικά


χαρακτηριστικά, αφού εξασφάλισε την ουσιαστική συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας και
κάθε διαφάνεια ως προς την διαδικασία

96
5. Σύνοψη και Συμπεράσματα και Προτάσεις:
Στην αρχή αυτής της εργασίας τέθηκαν ορισμένα ερευνητικά ερωτήματα και επιδιώχθηκε
η ανάλυσή τους μέσα από την παράθεση και επεξεργασία των περιπτώσεων μελέτης από
διαφορετικές περιοχές του κόσμου, οι οποίες ευρίσκονται σε καθεστώς μεταλιγνιτικής
μετάβασης, και έχουν εξελιχθεί σε εντελώς διαφορετικά γεωγραφικά, πολιτισμικά,
οικονομικά και κοινωνικά περιβάλλοντα απο ότι ήταν προηγουμένως.

Ειδικότερα, επιδιώχθηκε να αξιολογηθούν οι ομοιότητες, οι διαφορές και τα κοινά


προβλήματα των συστημάτων διακυβέρνησης της μετάβασης, καθώς και οι διαφορές
τους με την πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη Δίκαια Μετάβαση στη Δυτ.
Μακεδονία. Τέλος, στα πλαίσια της εργασίας, αποτυπώθηκαν τα ελάχιστα στοιχεία που
πρέπει να περιλαμβάνει ένα σύστημα διακυβέρνησης, ώστε να μπορεί να υλοποιήσει τον
σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκε.

Πριν όμως από την ανάλυση των περιπτώσεων μελέτης, παρουσιάστηκε και αναλύθηκε
ένα θεωρητικό πλαίσιο με βάση το οποίο μελετήθηκαν και αξιολογήθηκαν τόσο οι
μελέτες περίπτωσης, όσο και η Ελληνική περίπτωση και η Δυτ. Μακεδονία ειδικότερα.
Σύμφωνα με την καταγεγραμμένη εμπειρία και το πλήθος των μελετών που έχουν ήδη
γίνει, η παραγωγική μετάβαση μιας περιοχής αποτελεί μια ιδιαίτερα σύνθετη και
πολύπλοκη διαδικασία. Είναι επίσης μια διαδικασία που απαιτεί μεγάλο βάθος χρόνου
προκειμένου να υλοποιηθεί. Με αυτά τα δεδομένα η όσο το δυνατόν πιο συμμετοχική
διαδικασία, με μεγαλύτερη εμπλοκή των τοπικών φορέων και εγγύτητα –
προσβασιμότητα στην λήψη των αποφάσεων αποτελούν σημαντικές παραμέτρους που
θα επηρεάσουν το βαθμό επιτυχίας της προσπάθειας.

Στις μελέτες περίπτωσης που ερευνήθηκαν παρατηρήθηκαν οι εξής σημαντικές


ομοιότητες:

• Στο σύνολο των περιπτώσεων παρατηρείται έντονη αντίσταση κοινωνικές ομάδες


σε τοπικό αλλά και σε εθνικό επίπεδο, ομάδες που είτε δεν αναγνωρίζουν την
συντελούμενη αλλαγή, είτε επιδιώκουν να την επηρεάσουν αρνητικά. Η
περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας είναι πολύ χαρακτηριστική, αφού η συνεχής
μείωση της λιγνιτικής δραστηριότητας είχε ξεκινήσει ήδη πριν από μία δεκαετία,
εντούτοις σε τοπικό και εθνικό επίπεδο αυτή η πραγματικότητα άργησε να
«ομολογηθεί», ώστε να δρομολογηθούν και οι αναγκαίες πολιτικές μετάβασης.

97
• Σε όλες τις περιπτώσεις ο ρόλος που διαδραματίζουν οι τοπικοί φορείς είναι
σημαντικός. Είτε αυτοί συμμετέχουν στον σχεδιασμό για τη δίκαιη μετάβαση και
στο σύστημα διακυβέρνησης, είτε όχι, από τη στιγμή που βαρύνει ο λόγος τους
στο δημόσιο διάλογο επηρεάζουν την άποψη και την γνώμη της κοινωνίας.
Πρέπει να επισημανθεί πως ακόμα και στις περιπτώσεις που ο ρόλος των τοπικών
φορέων είναι περιορισμένος, επηρεάζουν έμμεσα και δευτερογενώς τις εξελίξεις
καταδεικνύοντας πόσο σύνθετο και «βαθύ» είναι το επικοινωνιακό κομμάτι της
μετάβασης.
• Μια κρίσιμη παράμετρος που αγγίζει όλες τις περιπτώσεις, αν και σε διαφορετικό
επίπεδο κάθε φορά, είναι η περιβαλλοντική διαχείριση της μετάβασης, είτε αυτή
αφορά την αποκατάσταση των εδαφών των ορυχείων, είτε την αποκατάσταση των
τοπικών οικοσυστημάτων ή την ανάταξη & διαχείριση των φυσικών πόρων.
• Ένα ακόμα κοινό σημείο των περιπτώσεων μελέτης είναι ο σεβασμός, η προβολή
και η γενικότερη αξιοποίηση της κληρονομιάς της ανθρακικής δραστηριότητας.

Τα πιο σημαντικά κοινά προβλήματα των περιπτώσεων μελέτης είναι:

• Η αντίσταση κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων, που πάντα σχεδόν


εμφανίζεται όταν πρέπει να ληφθούν κρίσιμες αποφάσεις για την μετάβαση των
περιοχών.
• Η έλλειψη επαρκούς χρόνου σε αρκετές περιπτώσεις, αφού η αναγνώριση και
αποδοχή της ανάγκης αλλαγών έχει γίνει με καθυστέρηση και αφού έχουν ήδη
συντελεστεί σημαντικές αλλαγές.
• Η περιορισμένη συμμετοχή των πολιτών στις διαδικασίες. Ακόμα και σε
περιπτώσεις που επιδιώχθηκε η κοινωνική συμμετοχή, τα αποτελέσματα δεν ήταν
ιδιαίτερα ικανοποιητικά, με τους πολίτες να μην παρουσιάζουν και πολύ μεγάλο
ενδιαφέρον, επειδή κυρίως δεν είναι καλά ενημερωμένοι.

Ειδικότερα για την περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας διαπιστώνονται οι παρακάτω


διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις υπόλοιπες περιπτώσεις:

• Παρατηρείται μικρότερος βαθμός συμμετοχής των τοπικών φορέων τόσο στην


διαδικασία εκπόνησης του σχεδίου μετάβασης, όσο και στην φάση της
υλοποίησης.
• Παρά τις πρώιμες και πρωτοπόρες πρωτοβουλίες εκ μέρους του Δήμου Κοζάνης
κατά την περίοδο 2015-2019, η βασική πρωτοβουλία προέκυψε από τα άνω,

98
έπειτα από αποφάσεις της κεντρικής κυβέρνησης, η οποία και έχει τον
βασικότερο ρόλο στον σχεδιασμό της μετάβασης.
• Η περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας παρουσιάζει ένα πολύ ξεχωριστό
χαρακτηριστικό, αντίστοιχο με την περίπτωση του κλεισίματος του εργοστασίου
HAZELWOOD στην Αυστραλία. Είναι το πολύ μικρό χρονικό διάστημα μέχρι
τον τερματισμό των ανθρακικών δραστηριοτήτων. Αυτό το χαρακτηριστικό
αυξάνει την πολυπλοκότητα και τον βαθμό δυσκολίας της προσπάθειας για δίκαιη
μετάβαση της περιοχής.
• Σε αντίθεση με άλλες περιοχές μετάβασης, εδώ δεν διαμορφώθηκε καθόλου (ή
ελάχιστα) κάποια εναλλακτική πρόταση για την μετάβαση της περιοχής, ούτε και
συγκροτήθηκε κάποιο όργανο διαβούλευσης.
• Ο περιορισμένος ρόλος των τοπικών φορέων και οργανώσεων καταδεικνύει το
γεγονός ότι η διαδικασία σχεδιασμού για την δίκαιη μετάβαση της περιοχής, αλλά
και ο προτεινόμενος μηχανισμός διακυβέρνησης, δεν πληρούν τις βασικές αρχές
της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.
• Οι πολίτες, όπως διαπιστώθηκε από τις έρευνες της κοινής γνώμης, δηλώνουν
ανημέρωτοι για τις εξελίξεις και νιώθουν ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται ερήμην
τους.

Οσον αφορά στα ελάχιστα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει ένα σύστημα
διακυβέρνησης, ώστε να θεωρηθεί επιτυχημένο, είναι :

1) Η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και η τοποκεντρική προσέγγιση που επιδιώκει να


αξιοποιήσει τα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά,
2) Η διαφάνεια στη διαδικασία και ο μακροχρόνιος σχεδιασμός
3) Η διαμόρφωση ενός μηχανισμού συμμετοχής όλων των τοπικών φορέων και
όλων των κοινωνικών ομάδων (transition arena), όπου θα εκπροσωπούνται με
επάρκεια όλες οι τοπικές κοινωνικές δυνάμεις. Αυτό διασφαλίζει ότι το
προτεινόμενο σχέδιο μετάβασης λαμβάνει υπόψη του τα συμφέροντα όλων των
ομάδων της κοινωνικής και οικονομικής ζωής μιας περιοχής.

Τα παραπάνω είναι βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να περιλαμβάνει ένα


αποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης, Έχει γίνει πλέον ξεκάθαρος ο βαθμός
συσχέτισης του συμμετοχικού και συμπεριληπτικού σχεδιασμού με την επιτυχία της
μετάβασης.

99
Μελετώντας τις διάφορες περιπτώσεις μετάβασης διαπιστώνει κανείς ότι δεν μπορεί να
υπάρξει μια συνταγή, ένα πλάνο ιδανικό που να μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις
περιπτώσεις, δεδομένου κάθε περιοχή έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και ταχύτητες.

Ο παρακάτω πίνακας αποτυπώνει επιγραμματικά τις βασικές παραμέτρους των


συστημάτων διακυβέρνησης, Συντάχτηκε προκειμένου να διαπιστωθεί ο βαθμός
συμφωνίας των συστημάτων με τις επτά αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διέπουν ένα
συμμετοχικό σύστημα διακυβέρνησης για τη Δίκαιη Μετάβαση.

Πίνακας 9: Αξιολόγηση μοντέλων Περιοχών Μετάβασης

Α/Α Περιοχές Μορφή Φάση Διαφάνεια Συμμετοχικότητα Κράτος Ισότητα Αποτελεσμ Λογοδοσία
Μελέτης Υλοποίησης Δικαίου ατικότητα

1 Γερμανία Υβριδικό Μοντέλο Ολοκλήρωση μέτρια καλή καλή μέτρια μέτρια καλή

2 Τσεχία Υβριδικό Μοντέλο Εκκίνηση καλή μέτρια μέτρια μέτρια καλή καλή

3 Αυστραλία Από Τα Άνω Σε εξέλιξη καλή καλή καλή καλή καλή καλή

4 Καναδάς Σε εξέλιξη πολύ καλή πολύ καλή καλή καλή καλή καλή

5 Ολλανδία Υβριδικό Μοντέλο Ολοκλήρωση καλή καλή καλή καλή πολύ καλή καλή

6 Σλοβακία Από Τα κάτω Σε εξέλιξη Καλή καλή καλή καλή καλή καλή

7 Ηνωμένες Από Τα Άνω Σε εξέλιξη μέτρια περιορισμένη καλή μέτρια μέτρια μέτρια
Πολιτείες

Από την μελέτη των παραπάνω περιπτώσεων ξεχωρίζει ως μια ιδιαίτερα πετυχημένο
μοντέλο μετάβασης η Γερμανία και η μετάβαση στην κοιλάδα του Ρουρ. Θεωρείται πως
εφαρμόστηκε ένα υβριδικό μοντέλο με ουσιαστική συμμετοχή των τοπικών φορέων. Σε
αντίθεση, το μοντέλο στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πιο συγκεντρωτικό και οργανωμενο
από τα άνω προς τα κάτω. Ενδιαφέρουν παρουσιάζει η περίπτωση του Καναδά, όπου
πριν την εκπόνηση του σχεδιασμού, προηγήθηκε εκτεταμένη διαβούλευση με τους
τοπικούς φορείς μέσα από την ειδική ομάδα που δημιουργήθηκε, με συμμετοχή και
εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας, αυτό προφανώς συμβάλει στην ομαλότερη αποδοχή
του σχεδίου της μετάβασης και ενισχύει την πίστη των φορέων και των πολιτών στο
συντελούμενο εγχείρημα. Στην Σλοβακία, έχουμε μια σημαντική διαφοροποίηση σε
σχέση με τις υπόλοιπες περιοχές, η πρωτοβουλία ανήκει στον τοπικό Δήμο της Prievidza
στην Δήμαρχο που κινητοποίηση τις τοπικές δυνάμεις και ενεργοποίησε και την κεντρική
κυβέρνηση που στο τέλος αποδέχτηκε την πρόταση της Δημάρχου. Η περίπτωση της
Ολλανδίας, καταδεικνύει την αξία της εγγύτητας στην εκπόνηση και στην υλοποίηση του
100
πλάνου μετάβασης. Όταν η ευθύνη μοιράστηκε σε πιο τοπικό επίπεδο, αυξήθηκε
σημαντικά η αποτελεσματικότητα του σχεδίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ορίστηκαν
συγκεκριμένοι και χρονικά προσδιορισμένοι στόχοι που εν τέλει υλοποιήθηκαν. Τέλος ο
Καναδάς, αναδεικνύει την ανάγκη για την έγκαιρη προετοιμασία για την μετάβαση, αφού
το ξαφνικό κλείσιμο του λιγνιτικού εργαστασίου Hazelwood ισχύος 1600MW
προκάλεσε σοκ σε τοπικό επίπεδο, όμως η προηγούμενη τοπική εμπειρία από την μεγάλη
πυρκαγιά στο ορυχείο Hazelwood, που προκάλεσε μια μεγάλης έκτασης περιβαλλοντική
καταστροφή, συνέβαλε να έχει διαμορφωθεί μια ισχυρή τοπική κινητικότητα
διεκδίκησης για τις τοπικές κοινωνίες. Εφαρμόστηκε εν τέλει ένα μοντέλο πολυεπίπεδης
διαχείρισης της μετάβασης που κατάφερε να απορρόφηση τις κοινωνικές συνέπειες του
κλεισίματος του εργοστασίου.

Όλες οι παραπάνω περιπτώσεις, με διαφορετικό τρόπο βέβαια η κάθε μία, αναδεικνύουν


την πολυπλοκότητα στην διαχείριση της μετάβασης και την αξία της εφαρμογής
συγκεκριμένων αρχών, που θα διασφαλίζουν μια κοινωνικά και περιβαλλοντικά δίκαιη
μετάβαση.

Αν και η αξιολόγηση που παρουσιάζεται στον πίνακα περιλαμβάνει και υποκειμενικά


χαρακτηριστικά, εντούτοις ένα κυρίαρχο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι δεδομένου
του πολυπαραγοντικού χαρακτήρα της μετάβασης ένα σύστημα διακυβέρνησης καλείται
να ικανοποιήσει πλήθος σημαντικών απαιτήσεων και προκλήσεων, οι οποίες δεν
μπορούν να αντιμετωπιστούν με συμβατικά και παραδοσιακά εργαλεία διακυβέρνησης.

Η μετάβαση μια ανθρακικής περιοχής και η επακόλουθη αλλαγή του κοινωνικού και του
οικονομικού της μοντέλου επηρεάζουν καταλυτικά την ζωή των ανθρώπων σε έναν τόπο,
ανατρέποντας σε μεγάλο βαθμό την υφιστάμενη παραγωγική δομή και φυσιογνωμία,
καθώς και τις παραδοσιακές κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις. Συνεπώς είναι εκ των
ων ουκ άνευ η ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών και των οργανώσεών τους.

Η τήρηση των παραπάνω συγκεκριμένων αρχών κατά τη σχεδίαση και εφαρμογή ενός
συστήματος διακυβέρνησης οδηγεί σε μια πραγματικά ολοκληρωμένη και
αποτελεσματική διαδικασία βιώσιμου μετασχηματισμού, δηλαδή με άλλα λόγια σε μια
πραγματικά Δίκαιη Μετάβαση μιας περιοχής και μιας κοινωνίας.

101
Προτάσεις

Το εγχείρημα της μετάβασης της Δυτ. Μακεδονίας στη μεταλιγνιτική εποχή αποτελεί
μια ιδιαίτερα σημαντική περίπτωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στα μεταπολεμικά χρόνια
αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες ευρωπαϊκές περιοχές εξόρυξης και καύσης
άνθρακα, οι οποίες συνέβαλαν τα μέγιστα στη βιομηχανική ανάπτυξη της Ευρώπης.
Σήμερα, ωστόσο, καλείται να αλλάξει ριζικά την παραγωγική - οικονομική της δομή, και
μάλιστα μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Η επιτυχία του εγχειρήματος της μετάβασης της Δυτ.
Μακεδονίας θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για όλη την Ευρώπη, μιας και η τελευταία
δίνει προτεραιότητα στις πολιτικές μετάβασης, με την εφαρμογή του μηχανισμού Δίκαιης
Μετάβασης. Για αυτό απαιτείται να αποδειχτεί και στη Δυτ. Μακεδονία η αξία της
Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης .

Με δεδομένο ότι ο μέχρι τώρα σχεδιασμός δεν έχει ενσωματώσει τις συμμετοχικές
διαδικασίες, θεωρούμε πως η αλλαγή των διαδικασιών του σχεδιασμού θα πρέπει να είναι
άμεση και σε βάθος.. Όπως άλλωστε έδειξαν και τα στατιστικά στοιχεία που προέκυψαν
από τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, ο βαθμός αποδοχής, ενημέρωσης και συμμετοχής
της κοινωνίας παραμένει δραματικά περιορισμένος.

Επιβάλλεται στον σχεδιασμό και την υλοποίηση της διακυβέρνησης της Δίκαιης
Μετάβασης της Δυτ. Μακεδονίας στην μεταλιγνιτική εποχή να ενσωματωθούν οι αρχές
της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και να διασφαλιστεί έτσι η ουσιαστική
αλληλεξάρτηση και συνεργασία μεταξύ όλων των φορέων της διοίκησης.

Η ουσιαστική συμμετοχή των τοπικών φορέων πρέπει να πάρει σάρκα και οστά μέσω της
αντιπροσώπευσής τους σε όλα τα όργανα, τα νομικά πρόσωπα και τις δομές
διακυβέρνησης της Δίκαιης Μετάβασης. Τυπική απόδειξη η περίπτωση της περιοχής της
Ολλανδίας Parkstad Limburg,: Όταν η ευθύνη του σχεδιασμού πέρασε σε
περιφερειακούς και τοπικούς φορείς αναγνωρίστηκαν και ενσωματώθηκαν καλύτερα τα
τοπικά χαρακτηριστικά, οπότε βελτιώθηκαν σημαντικά τα αποτελέσματα του σχεδίου
μετάβασης.

Θεωρείται επίσης κρίσιμης σημασίας η βελτίωση της διοικητικής, πολιτικής και


διαχειριστικής ικανότητας των φορέων, προκειμένου να είναι ικανοί να ανταπεξέλθουν
στις υψηλές απαιτήσεις της υλοποίησης ενός τέτοιου πλάνου.

Η συγκεκριμένη μελέτη επιδίωξε να φωτίσει μια πτυχή της μετάβασης που ελάχιστα
απασχόλησε τον τοπικό και εθνικό διάλογο, την διάσταση της αξιολόγησης αντίστοιχων
102
περιπτώσεων μετάβασης σε άλλες περιοχές του κόσμου. Η καταγραφή των περιπτώσεων
μελέτης έγινε αποσπασματικά και μεμονωμένα, χωρίς να έχει αξιώσεις μιας
συστηματικής καταγραφής, τα συμπεράσματα της οποίας θα συνέβαλαν καθοριστικά
στην ενσωμάτωση αρχών και πρακτικών και στην ελληνική περίπτωση. Εξαίρεση
αποτελεί η μελέτη του GREEN TANK για τα συστήματα διακυβέρνησης της Δίκαιης
Μετάβασης που στοχεύει ακριβώς στο να αναδείξει την αξία συγκεκριμένων αρχών και
πρακτικών που θα πρέπει να ενσωματωθούν και στην ελληνική περίπτωση.

Να επισημανθεί τέλος ότι κάποιες από τις προτάσεις μας είναι «ετεροχρονισμένες»,
δεδομένου ότι ένα μέρος του σχεδιασμού του συστήματος διακυβέρνησης έχει ήδη
δρομολογηθεί. Όμως, θα μπορούσαν και αυτές να αξιοποιηθούν εφόσον είναι γενικά
παραδεκτό ότι η διαδικασία μετάβασης είναι μακροχρόνια και δυναμική, πράγμα που
σημαίνει ότι το σχέδιο διακυβέρνησης οφείλει να ανατροφοδοτείται από τα κάτω, να
βελτιώνεται με νέες προτάσεις και να προσαρμόζεται συνεχώς.

Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να υπάρξει εμβάθυνση της μελέτης των καλών πρακτικών
που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες περιοχές, ώστε να τροφοδοτηθεί και να εμπλουτιστεί ο
τοπικός διάλογος, συμβάλλοντας έτσι στη συγκρότηση του βέλτιστου σχήματος
διακυβέρνησης της μετάβασης στην περίπτωση της Δυτ. Μακεδονίας.

103
Βιβλιογραφία
ANKO. (2015). Επιχειρησιακό Σχέδιο για την Ανάπτυξη της Δυτ. Μακεδονίας στη
Μεταλιγνιτική περίοδο. Κοζάνη: ΑΝΚΟ.
Appalachian Regional Commision. (2022). FY 2023 Performance Budget Justification.
Appalachian Regional Commision.
BankWatch Network. (2019). Upper Nitra, Slovakia: an exemplary approach towards
just transition. CEE Bankwatch Network.
Bankwatch Network. (2019b). Local community participation in the Transformation
Action Plan for the Slovakia’s Upper Nitra Coal Region. BankWatch Network.
Bankwatch Network. (2020, February 20). CEE Bankwatch Network. Retrieved from
bankwatch.org: https://bankwatch.org/blog/will-europe-s-just-transition-pilot-
support-locals-in-slovakia
Barca, F. (2008). AN AGENDA FOR A REFORMED COHESION POLICY. Brussels:
EC.
Beutel, J., Kurwan, J., Wallenta, A., Wehnert, T., & Yetano Roche, M. (2022). Just
Transition Toolbox for coal regions. Wuppertal,: Wuppertal Institut für Klima.
beyond-coal.eu. (2022, January 1). beyond-coal.eu. Retrieved from beyond-coal.eu:
https://beyond-coal.eu/2022/01/07/czech-republic-commits-to-2033-coal-exit-
which-will-need-to-be-sped-up/
BMW. (2019). Kohleausstieg und Strukturwandel, Federal Ministry for Economic
Affairs and Energy. BMW.
Burke, P., Best, R., & Jotzo, F. (2018). Closures of coal-fired power stations in
Australia:. Crawford School of Public Policy.
Cecire, M. (2019). Limburg Investment and Development Fund (LIOF). Congressional
Research Service.
Climate Policy Info Hub. (2015). https://climatepolicyinfohub.eu/. Retrieved from
https://climatepolicyinfohub.eu/eu-emissions-trading-system-introduction
Diamond, J. (2004). Collapse: How Societies Choose to Fail or Succeed. Penguin
Books.
EC. (2007). European Commission. Retrieved from https://ec.europa.eu/info/index_el:
https://ec.europa.eu/clima/eu-action/eu-emissions-trading-system-eu-
ets/development-eu-ets-2005-2020_el
EC. (2009). ΟΔΗΓΙΑ 2009/29/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. European Union.
EC. (2015). ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/ 1814 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ
ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ - της 6ης Οκτωβρίου 2015. Retrieved from European
Commission: https://eur-lex.europa.eu/legal-
content/EL/TXT/PDF/?uri=CELEX:32015D1814&from=EN
EC. (2015b). Territorial Agenda 2020 put in practice Enhancing the efficiency and
effectiveness of Cohesion Policy by a place-based approach. Brussels: CSIL,
Centre for Industrial Studies.
EC. (2019). The European Green Deal. EUROPEAN COMMISSION.
EC. (2019b). European Commission. Retrieved from European Commission:
https://ec.europa.eu/commission/presscorner/api/files/document/print/en/speech
_19_6749/SPEECH_19_6749_EN.pdf
EC. (2019c). The Just Transition Fund. Bruxelles: European Commision.
EC. (2019d). RE:START-Strategy for economic restructuring of Czech coal regions.
Brussels: European Union.
104
EC. (2020). Governance for transition: Design of governance structures and
stakeholder engangement processes for coal regions in transition. Brussels:
European Union.
EC. (2022). https://www.consilium.europa.eu. Retrieved from Δέσμη Fit for 55:
https://www.consilium.europa.eu/el/policies/green-deal/fit-for-55-the-eu-plan-
for-a-green-transition/
European Union. (2019). Task force on Just Transition for Canadian. European Union.
Frankfurt School of Finance & Management. (2019). Support to the preparation of a
Territorial Just Transition Plan in the Czech Republic.
Frantzeskaki, N., & Loorbach, D. (2012). Governing societal transitions to
sustainability. Sustainable Development, 15(1/2), 19-36.
Galgóczi, B. (2014). The Long and Winding Road from Black to Green : Decades of
Structural Change in the Ruhr Region. Geneva: ILO.
Galgóczi, B. (2019). Phasing out coal – a just transition approach. Brussels: european
trade union institute.
Gerbelová, H., Spisto, A., & Giaccaria, S. (2021). Regional Energy Transition: An
Analytical Approach Applied to the Slovakian Coal Region. Energies, 14(110).
Government of Canada. (2018, December). A just and fair transition for Canadian coal
power workers and communities / Task Force on Just Transition for Canadian
Coal Power Workers and Communities. Retrieved from
https://publications.gc.ca/site/eng/9.867000/publication.html
Heuer, D. (2018). Just Transition in Czech republic. Centre for Transport and Energy.
IEA. (2021). Czech Republic 2021. Retrieved from www.iea.org:
https://www.iea.org/reports/czech-republic-2021
ILO. (2015). Guidelines for a just transition towards environmentally sustainable
economies and societies for all. Geneva: ILO.
Ioannidis, E. (2019). Οι πρωτοβουλίες του Δήμου Κοζάνης, για την μετάβαση της
περιοχής μας στην μεταλιγνιτική εποχή. Κοζάνη.
IPCC. (n.d.). The Intergovernmental Panel on Climate Change (IPCC) is the United
Nations body for assessing the science related to climate change. Retrieved
from https://www.ipcc.ch/about/
Jansen, L. (2003). The challenge of sustainable development. Elsevier, σσ. 231-245.
Jotzo, F., Mazouz, S., & Wiseman, J. (2018). Preparing for the looming domestic coal
phase-out.
Just Transition Fund. (n.d.). The Just Transition Fund. Retrieved from
https://www.justtransitionfund.org: https://www.justtransitionfund.org/blueprint-
policy/power-initiative
Karkare , P., & Ashraf, N. (2019, Oktober 28). Limburg’s black gold, the move away
from it and lessons for other countries. Retrieved from https://ecdpm.org:
https://ecdpm.org/talking-points/limburgs-black-gold-move-away-lessons-other-
countries/
Kasper, H. (2012). The aftermath of the closure of the Dutch coal mines in South
Limburg: regional economic and social reconstruction. Maastricht: Maastricht
University and Etil BV.
Labao, L., Partridge, M., Hean, O., Kelly, P., Chung, S.-h., & Bulmer, E. (2021).
Socioeconomic Transition in the Appalachian Coal Region. World Bank.
Latrobe Valey Authority. (2022). https://lva.vic.gov.au. Ανάκτηση από
https://lva.vic.gov.au
Loorbach, D. (2010). Transition Management for Sustainable Development: A
Prescriptive, Complexity-Based Governance Framework. Governance, 23(1),
161-183.

105
Loorbach, D., & Rotmans, j. (2010). The practice of transition management: Examples
and lessons from four distinct cases. Futures.
Malthous, R. (1798). An Essay on the Principle. London.
Malthus, T. (1798). An Essay on the Principle of Population. London.
Mercier, S. (2020). Four Case Studies on Just Transition: Lessons for Ireland.
Nation, U. (1987). Report of the World Commission on Environment and Development
Our Common Future. United Nation.
Nation, U. (1992). UNITED NATIONS FRAMEWORK CONVENTION ON
CLIMATE CHANGE. Rio de Janeiro: United Nation.
Nations, U. (1972). United Nations Conference on the Human Environment, 5-16 June
1972, Stockholm.
Opengov. (2021, Οκτωβριος 12). Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων Δικτυακός
Τόπος Διαβουλεύσεων. Retrieved from opengov.gr:
http://www.opengov.gr/ypoian/?p=12770
Pao-Yu, O., Brauers, H., & Herpich, P. (2020). Lessons from Germany’s hard coal
mining phaseout: policies and transition from 1950 to 2018. Climate Policy,
20(8), 963-979.
Rotmans, j., Kemp, R., & Asselt, M. (2001). More evolution than revolution: transition
management in public policy. Foresight, 3(1), 15-31.
Schoffelen, J. (2015). How to support bottom-up energy transitions? Thesis
Environmental Policy Group.
Sheldon, P., Junankar, R., & De Rosa Pontello, A. (2018). The Ruhr or Appalachia?
Deciding the future of Australia’s coal power workers and communities.
The Green Tank. (2020). Δίκαιη Μετάβαση: Ιστορικό, εξελίξεις και προκλήσεις σε
Ελλάδα και Ευρώπη. Αθήνα: The Green Tank.
The Green Tank. (2021, Οκτώβριος 19). The Green Tank. Retrieved from
www.greentank.gr: https://thegreentank.gr/wp-
content/uploads/2021/10/20211019-GreenTank_JT_bill_comments.pdf
The Green Tank. (2021). Η διακυβέρνηση της Δίκαιης Μετάβασης στην Ελλάδα και την
Ευρώπη. Athens: The Green Tank.
The Green Tank. (2021). Η πορεία της Δίκαιης Μετάβασης στη Δυτική Μακεδονία –
Ψηφιακά εργαστήρια διαβούλευσης: Συμπεράσματα και προτάσεις . Αθήνα: The
Gree Tank.
The World Bank. (2021). A Road Map for a Managed Transition of Coal-Dependent
Regions in Western Macedonia. The World Bank.
Topaloglou, L. (2021). Just Transition and Place-Based Policy in Coal-Dependent
Areas. Business Management and Strategy, 123-183.
Topaloglou, L., & Ioannidis, L. (2022). From transition management towards just
transition and place-based governance. Τhe case of Western Macedonia in
Greece. ournal of ENTREPRENEURSHIP, MANAGEMENT and INNOVATION,
18(3).
UN. (1987). Report of the world Commision on Environment and Development our
Common Future. New York: UN.
UN. (2018). www.un.org. Ανάκτηση από Sustainable Developments Goals:
https://www.un.org/sustainabledevelopment/sustainable-development-goals/
United Nations. (1997). Kyoto Protocol to the United Nations Framework convention
on climate. New York: UNITED NATIONS.
Vοss, J. P., & Bornemann, B. (2011). The Politics of Reflexive Governance: Challenges
for Designing Adaptive Management and Transition Management. Ecology and
Society, 16(2), http://www.ecologyandsociety.org/vol16/iss2/art9.
ΔΕΗ Α.Ε. (2020). ΔΕΗ Α.Ε. Retrieved from www.dei.gr: https://www.dei.gr/el/dei-
omilos/perivallon/apolignitopoiisi/
106
Δημοτική Κίνηση Κοζάνη Τόπος να ζεις. (2021). Βαρόμετρο Γνώμης Δίκαιης
Μετάβασης. Κοζάνη: Δημοτική Κίνηση Κοζάνη Τόπος να ζεις.
Δουση, Ε., Μάντζαρης, Ν., Θεοδοσίου, Ι., & Χριστοπούλου, Ι. (2020).
Απολιγνιτοποίηση και Μετάβαση στη Μεταλιγνιτική Εποχή: Τι Πιστεύουν οι
Πολίτες των Λιγνιτικών Περιοχών. Αθήνα: Διανέοσις.
Επιτροπή των Περιφερειών. (2009). Λευκη Βίβλος για την Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση
της Επιτροπής των Περιφερειών. Brussels: Επιτροπή των Περιφερειών.
ΕΣΔΙΜ. (2021). Εδαφικό σχέδιο δίκαιης και αναπτυξιακής μετάβασης Δυτικής
Μακεδονίας. Αθήνα: Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Καρλόπουλος, Ε., & Σωτηρόπουλος, Δ. (2022). Επικαιροποίηση των Επιπτώσεων της
Απολιγνιτοποίησης στη Δυτική. Κοζάνη. Retrieved from
https://www.kozanilife.gr/wp-
content/uploads/2022/02/%CE%95%CF%80%CE%B9%CE%BA%CE%B1%C
E%B9%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%
CE%B7-
%CE%95%CF%80%CE%B9%CF%80%CF%84%CF%8E%CF%83%CE%B5
%CF%89%CE%BD-
%CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%B3%CE%BD%CE%
B9%CF%84%C
Λιαργκοβας , Π., Αποστολοπουλος , Ν., & Ψυχαλης , Μ. (2021). Δίκαιης Μετάβαση
στην Ελληνική Πραγματικότητα στο Πλαίσιο της Ε.Ε. Αθήνα: Ινστιτούτο
Εργασίας Γ.Σ.Ε.Ε.
Οικολογική Κίνηση Κοζάνης. (2007, Οκτώβριος 16). ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΚΟΖΑΝΗΣ. Ανάκτηση από Ιστοσελίδα της Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης:
http://ecokinisi.blogspot.com/2007/10/blog-post.html
Οικολογική Κίνηση Κοζάνης. (2009). Πρόταση του Οικολογικού κινήματος της Κοζάνης
στον πρόεδρο της ΔΕΗ. Κοζάνη: Οικολογική Κίνηση Κοζάνης.
ΣΔΑΜ. (2021). Συντονιστική Επιτροπή ΣΔΑΜ. Ανάκτηση από sdam.gr:
https://sdam.gr/composition-of-sdam
ΤΕΕ Δ.Μ. (2021, Οκτώβριος 18). ΤΕΕ τμήμα Δυτ. Μακεδονίας. Ανάκτηση από
https://tdm.tee.gr/: https://tdm.tee.gr/paratiriseis-apopseis-tou-teetdm-sto-plaisio-
tis-dimosias-diavoulefsis-gia-to-nomoschedio-me-titlo-dikaii-anaptyksiaki-
metavasi-kai-rythmisi-eidikoteron-zitimaton-apolignitopoiisis/
ΤΕΕ Δυτ. Μακεδονίας. (2012). Εκτίμηση του κόστους μετάβασης της Δυτικής. Κοζάνη:
ΤΕΕ Δυτ. Μακεδονίας.
ΤΕΕ Δυτ. Μακεδονίας. (2018). Επικαιροποίηση μελέτης «Εκτίμηση του κόστους
μετάβασης της Δυτικής. Κοζάνη: ΤΕΕ Δυτ. Μακεδονίας.
ΥΠΕΝ. (2019). Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. Αθήνα: Υπουργείο
Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
ΥΠΕΝ. (2021). Εδαφικό σχέδιο δίκαιης και αναπτυξιακής μετάβασης Δυτικής
Μακεδονίας. Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Retrieved from
www.sdam.gr
ΥΠΕΝ. (n.d.). Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Retrieved from
https://ypen.gov.gr: https://ypen.gov.gr/perivallon/klimatiki-allagi/eveliktoi-
michanismoi-tou-protokollou-tou-kioto/

107

You might also like