Professional Documents
Culture Documents
Κώστα
Ανδρεδάκη, από Σελλιά Ρεθύμνου.
Αναφέρονται στο χωριό, τους χωριανούς και τη ζωή τους, π.χ. σπίτια,
συγκοινωνία, ύδρευση, ηλεκτροφωτισμός, εκκλησία, σχολείο, γεωργοί,
κτηνοτρόφοι, ποτάμι, βουνό κλπ, όσα τελοσπάντων δείχνουν την κατάσταση
του χωριού και τη δύσκολη ζωή των ανθρώπων του, εκείνων των χρόνων,
αλλά έγραψε μόνο ό,τι είδε κι έζησε εκείνα τα 5 χρόνια στην Παλιουριά.
Τα αποσπάσματα δημοσιεύθηκαν στο facebook του Πολιτιστικού –
Περιβαλλοντικού Συλλόγου Παλιουριάς «Η Βουνάσα».
Tα σπίτια (10-9-2022)
Η συγκοινωνία
Οι χωριανοί (14-9-2022)
Η ύδρευση (17-9-2022)
Ο φωτισμός
Το τηλέφωνο
Η εκκλησία (20-9-2022)
Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, στο κέντρο του χωριού, ήταν ένας
σωρός χαλάσματα το 1965. Οι χωριανοί, κι εμείς με όλους τους μαθητές του
σχολείου, εκκλησιαζόμασταν στο ναό της Παναγίας (Ζωοδόχος Πηγή), στη
βορεινή είσοδο του χωριού. Είναι μια μικρή εκκλησία που δε μας χωρούσε και
στριμωχνόμασταν. Παλιά, απλή και φτωχική, με όμορφες όμως τοιχογραφίες.
Το ξαναχτίσιμο της μεγάλης εκκλησίας του Αγίου Νικολάου δε θυμάμαι
ακριβώς ποια χρονιά άρχισε· ίσως το 1966 ή το 1967 . Δούλεψαν προσωπική
εργασία και πρόσφεραν οικονομική βοήθεια όλοι οι χωριανοί. Αν δεν υπήρχε
όμως η μεγάλη οικονομική βοήθεια του Παλιουριώτη-Αμερικάνου μπαρμπα-
Νικόλα Παλπάνη, δε θα τελείωνε τόσο γρήγορα. Εγκαινιάστηκε όσο ήμουν
ακόμα εκεί, ίσως το 1969 .
Το βουνό
Η θέα στο καταπράσινο βουνό γαληνεύει τη ματιά και ηρεμεί την ψυχή.
Το χειμώνα, χιονισμένο, μοιάζει χριστουγεννιάτικη καρτ ποστάλ από τις
Άλπεις. Κι αν ανεβείς ψηλά μέχρι τα έλατα και πιεις κατάκρυο νερό από τις
ξύλινες γούρνες (κοπάνες), δε θέλεις μεγαλύτερη ευτυχία. Πόσες φορές το
περπάτησα αυτό το βουνό, με παρέα τους άλλους κυνηγούς που θα
αναφερθώ παρακάτω, αλλά και μόνος μου κυνηγώντας… τσίχλες.
Τα δέντρα του βουνού, χαμηλά στις πλαγιές, προς το χωριό, είναι
φυλλοβόλα. Το χειμώνα που ξεγυμνώνεται, είναι όμορφο μόνο όταν είναι
χιονισμένο. Την άνοιξη όμως! Μόλις αρχίσει να ξυπνά η φύση από τη
χειμερινή νάρκη της, αρχίζει στο βουνό ο χορός των χρωμάτων. Σχεδόν κάθε
μέρα βλέπαμε και μια διαφορετική απόχρωση του πράσινου, μέχρι να μπει ο
Ιούνιος για να αποκατασταθεί το οριστικό πράσινο, πάλι όμως με διαφορετική
απόχρωση σε κάθε ποικιλία δέντρων.
Μα και το ανάγλυφο του εδάφους της περιφέρειας του χωριού έχει
ενδιαφέρον. Το περισσότερο εκτείνεται σε λόφους κι ανάμεσά τους ρουμάνια
και μικρές κοιλάδες. Οι εναλλαγές αυτές του τοπίου είναι πολύ όμορφες. Δε σε
κουράζει το μονότονο του κάμπου.
Το ποτάμι
Από την άλλη μεριά του χωριού, κυλά τα νερά του ο Αλιάκμονας. Το
χειμώνα που κατέβαζε πολλά νερά, ήταν μεγαλόπρεπος. Από το χωριό
ακουγόταν η βοή του. Τα πλατάνια, οι ιτιές, και η άλλη παραποτάμια
βλάστηση ήταν υπέροχα. Τα υδρόβια πουλιά του, στολίδια ζωντανά του
τοπίου.
Μα το πιο αξιοθέατο του ποταμού, που κάθε επισκέπτης της
Παλιουριάς πήγαινε πρώτα-πρώτα να δει, ήταν το καρούλι. Ήταν το
χειροκίνητο «τελεφερίκ», για να περάσεις στην απέναντι όχθη, να επισκεφθείς
την Παναγιά (Τουρνίκι), να πας προς το μοναστήρι της Ζάβορδας ή προς τα
Βέντζια. Ήταν μια απλή κάσα, που κρεμόταν από τρία συρματόσχοινα και
κινούνταν με μια χειροκίνητη μανιβέλα. Πιο αξιοθέατο βέβαια γινόταν το
καρούλι, αν πετύχαινες μέσα τον κυρ Βαγγέλη Παπακωνσταντίνου με το
γάιδαρό του, φορτωμένο την πραμάτεια που πήγαινε να πουλήσει στο
Τουρνίκι!
Παλιότερα υπήρχε άλλο καρούλι. Μια μικρή κάσα, ίσα που χωρούσε
έναν καθιστό άνθρωπο, που κυλούσε πάνω σε ένα συρματόσχοινο! Μέχρι τη
μέση του ποταμού κυλούσε μόνη της την κατηφόρα. Από κει κι έπειτα
τραβούσε ο επιβάτης με τα χέρια του το συρματόσχοινο και προχωρούσε
λίγο-λίγο και αργά-αργά. Φαντάζομαι τι αιώρηση έκανε και πώς ένιωθε ο
τολμηρός που περνούσε με έναν τέτοιο λοκατζήδικο τρόπο! Υπήρχε ακόμη
στη θέση του, όταν ήμουν εκεί, σαν μουσειακό είδος, αλλά δεν το
φωτογράφισα, δυστυχώς.
Διασκέδαση (28-9-2022)
Όπως σε όλα τα χωριά εκείνης της εποχής, έτσι και στην Παλιουριά, οι
διασκεδάσεις ήταν λίγες και ανάλογες με τα μέσα της εποχής.
Κλασική διασκέδαση των ανδρών το καφενείο. Τάβλι, παιγνίδια τράπουλας,
κρασάκι, τσιπουράκι κι ατέλειωτες συζητήσεις επί παντός επιστητού.
Οι χοροί των γυναικών στην αυλή της εκκλησίας κάθε γιορτή, αλλά και
σχεδόν κάθε Κυριακή, με τα μακρόσυρτα ντόπια τραγούδια που τους
συνόδευαν, και που ποτέ δεν κατάλαβα τους στίχους, ήταν μια διασκέδαση,
γιατί δεν υπήρχαν δα και πολλοί άλλοι τρόποι και ευκαιρίες διασκέδασης.
Εκτός από τα τραγούδια και τους χορούς, οι γυναίκες έπαιζαν και
διάφορα παιγνίδια εκεί στην πλατεία. Ξένοιαστα, ανέμελα σαν τα παιδιά.
Τις Κυριακές, οι νέοι και οι κοπέλες κυρίως, στολισμένοι όλοι κι όλες με
τα καλά τους, βόλτα στον κεντρικό δρόμο του χωριού. Αστεία, πειράγματα,
κουτσομπολιό. Οι γυναίκες της γειτονιάς μας, που δεν έκαναν βόλτα, είχαν το
στέκι τους έξω από το μύλο του Τζάλα. Εκεί κάθονταν και τα συζητούσαν
ώρες ατέλειωτες. Όταν περνούσαμε από μπροστά τους, νιώθαμε σαν να
μπαίναμε σε μηχάνημα ακτινογραφίας.
Είχαμε και σινεμά! Μια φορά την εβδομάδα ερχόταν κινητό συνεργείο
και πρόβαλε, στου Χειρίδη το καφενείο, συνήθως δραματικές ελληνικές
ταινίες. Αξία είχε, όχι η ταινία, που έτσι κι αλλιώς θα πηγαίναμε όποια κι αν
πρόβαλε, αλλά η παρέα και η διέξοδός μας από τη μονοτονία της
καθημερινότητας. Να δούμε, να μας δούνε, να κουβεντιάσουμε με τους
χωριανούς, να μάθουμε νέα τους. Η γνώριμή μας, λοιπόν, φωνή από το
αυτοκίνητο που γύριζε στους δρόμους του χωριού με το μεγάφωνο και
διαφήμιζε την ταινία, μας ήταν πολύ αγαπητή: “Απόψε, στο καφενείο του
Χειρίδη, θα προβληθεί η ταινία Tα δάκρυά μου είναι καυτά, με το παιδί του
λαού Νίκο Ξανθόπουλο και τη Μάρθα Βούρτση”.
Λίγες φορές είχε έρθει στο χωριό και κάποιο περιοδεύον λαϊκό
συγκρότημα κι έπαιζε, στο ίδιο καφενείο, μουσική. Τραγουδούσαν και χόρευαν
οι ντιζέζες, όπως τις έλεγε η γιαγιά Αγγελίνα. Αυτές οι τραγουδίστριες της
πυρκαγιάς, δεν είχαν και τόσο καλή φήμη και κουτσομπόλευαν οι γιαγιάδες
τους άνδρες που πήγαιναν.
Tις Απόκριες του 1969 οργανώθηκε ένας αποκριάτικος χορός, στο
καφενείο της Σταματίας. Όσοι χώρεσαν στο καφενείο γλέντησαν με την ψυχή
τους. Μια πολύ ευχάριστη βραδιά, που χορέψαμε ακόμη και κρητικό χορό.
Τέτοιες ευκαιρίες δε μας δόθηκαν πολλές.
Αξέχαστη θα μου μείνει και η υπέροχη Πρωτομαγιά του 1965, στην
Αγία Κυριακή, με συμμετοχή σχεδόν του μισού χωριού, με ψητά αρνιά, κρασί,
τραγούδι, χορό, κέφι.
Πολύ όμορφη ήταν μια Πρωτοχρονιά η αναπαράσταση μιας παλιάς
τοπικής γιορτής, τα ρουγκατσάρια Διασκέδασε όλο το χωριό.
Αρκετές φορές το χρόνο πρόσφερε και το σχολείο την ευκαιρία στους
χωριανούς να «διασκεδάσουν», κατά κάποιον τρόπο. Να φορέσουν τα καλά
τους, να έρθουν οικογενειακώς στην αυλή του σχολείου, να δουν, να τους
δουν, να συζητήσουν, να κουτσομπολέψουν τους άλλους χωριανούς και τους
δασκάλους. Αλλά προπάντων να καμαρώσουν τα παιδιά και τα εγγονάκια
τους που θα τραγουδήσουν, θα απαγγείλουν ποιήματα, θα υποδυθούν
ρόλους σε σκετς. Η 28η Οκτωβρίου, τα Χριστούγεννα, η 25η Μαρτίου, η
γιορτή της μητέρας, οι γυμναστικές επιδείξεις και η γιορτή του τέλους του
σχολικού έτους, ήταν σημαντικές μέρες για τη ζωή του χωριού.
Οι γεωργοί
Οι κτηνοτρόφοι (5-10-2022)
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Το προξενιό κι ο αρραβώνας
Ο γάμος
Ο πατέρας του αγοριού όριζε την ημερομηνία του γάμου. Είχε το πάνω
χέρι σε όλες τις διαδικασίες (πατριαρχική οικογένεια). Οι γάμοι γίνονταν
συνήθως Πάσχα ή χεινόπωρο και κρατούσαν μια εβδομάδα. Την Τετάρτη
πριν το γάμο ανάπιαζαν τα προζύμια στο σπίτι του γαμπρού. Μαζεύονταν οι
συγγενείς και οι φίλοι. Ένα κοριτσάκι κι ένα αγοράκι 8- 10 χρόνων ανάπιαζαν
τα προζύμια. Τα παιδάκια αυτά έπρεπε να έχουν στη ζωή και τους δύο γονείς
τους. Το κοριτσάκι κοσκίνιζε τ’ αλεύρι μέσα στο σκαφιδάκι. Οι γυναίκες
τραγουδούσαν κι έριχναν κέρματα μέσα στη σίτα που κοσκίνιζε το κορίτσι. Το
αγοράκι έριχνε νερό από μια γυάλινη κανάτα. Η κανάτα ήταν στολισμένη
γύρω από το στόμιο με ξερό βασιλικό και μαλλιά προβάτου, που τα είχαν
βάψει κόκκινα, κίτρινα, μπλε, τα είχαν ανοίξει και τα άπλωναν πάνω στα ξερά
κλωνιά του βασιλικού. Από το προζύμι αυτό θα γινόταν η κουλούρα της νύφης
και το ψωμί του γάμου. Για το τραπέζι του γάμου υπήρχε έθιμο να ζυμώνουν
και το ρεβιθένιο ψωμί. Για το ψωμί αυτό ανάπιαζαν προζύμι από αλεύρι και
ρεβίθια, τα οποία είχαν στουμπίσει στο γουδί, ενώ στο νερό είχαν μουσκέψει
κλωνάρια από ξηρό βασιλικό. Την κουλούρα της νύφης τη στόλιζαν με
διάφορα σχέδια, φτιαγμένα από ζυμάρι, στραγάλια και σταφίδες. Ο
πρώτος μπράτιμος (φίλος του γαμπρού) έσερνε πρώτος το χορό, έξω από την
εκκλησία, κρατώντας ψηλά την κουλούρα, στο δεξί χέρι. Όταν, μετά το γάμο
στην εκκλησία, η νύφη πήγαινε στο σπίτι του γαμπρού, έσπαζαν την
κουλούρα πάνω στο κεφάλι της και τη μοίραζαν στους συγγενείς.
Την Παρασκευή, πριν το γάμο, οι συγγενείς του γαμπρού και τα
μπρατίμια πήγαιναν, σε πομπή, στο σπίτι της νύφης να φορτώσουν τα
προικιά. Στόλιζαν τ’ άλογα με κόκκινες φλοκάτες και πάνω στο σαμάρι έβαζαν
να καθίσει ένα μικρό αγόρι για να γεννά η νύφη αγόρια. Στην πομπή
ακολουθούσαν οι λοιποί με τα γαϊδουράκια και πολλές φορές και με κάρο.
Οι μπρατίμισσες, φίλες της νύφης, καμώνονταν πως δεν έδιναν τα προικιά στο
σόι του γαμπρού. Τότε ο πρώτος μπράτιμος έδινε φιλοδωρήματα κι εκείνες
«υποχωρούσαν» και παρέδιναν τα προικιά.
Σάββατο βράδυ γινόταν γλέντι. Ο καθένας από τα συμπεθεριά έκανε το
γλέντι με τους συγγενείς του. Αν τολμούσε κάποιος από τους συμπεθέρους να
επισκεφθεί το γλέντι του άλλου σογιού (κυρίως οι συγγενείς του γαμπρού το
τολμούσαν), οι συγγενείς της νύφης τους έριχναν αλεύρι, κι αυτοί έφευγαν με
γέλια για το χορό του σογιού τους.
Την Κυριακή, στο σπίτι της νύφης, οι φίλες της τη στόλιζαν και οι
γυναίκες γύρω τραγουδούσαν. Την ίδια ώρα, στο σπίτι του γαμπρού, ο
κουμπάρος ξύριζε το γαμπρό και οι γυναίκες γύρω τραγουδούσαν σχετικά
τραγούδια. Όταν όλα ήταν έτοιμα, ξεκινούσε πρώτα ο γαμπρός με τα όργανα
προς την εκκλησία, όπου και περίμενε τη νύφη, η οποία έφτανε μετά από λίγο
με τραγούδια και χορούς. Την υποδέχονταν βάζοντας της στην αγκαλιά να
κρατήσει ένα μωρό αγοράκι. Αυτή το φιλούσε και το δώριζε μπλουζάκι ή
πουκάμισο. Τη χαιρετούσε ο πεθερός κι αυτή τον δώριζε πουκάμισο και
τσιρέπια, που του τα κρεμούσε στον ώμο. Ο πεθερός χοροπηδούσε τρεις
φορές επί τόπου, για να είναι η ζωή του ζευγαριού ευτυχισμένη. Στο γαμπρό
έδιναν ένα μήλο, με κέρματα καρφωμένα επάνω, που έπρεπε να το πετάξει
πάνω από την εκκλησία, για να δείξει ότι είναι δυνατός. Τα μικρά παιδιά
έτρεχαν να βρουν το μήλο, για να μοιραστούν τα κέρματα. Ο γαμπρός
χαιρετούσε τη νύφη και την οδηγούσε μέσα στην εκκλησία για το μυστήριο.
Μετά το μυστήριο έβγαιναν στο προαύλιο της εκκλησίας και άρχιζε ο χορός,
όλοι μαζί οι συγγενείς νύφης και γαμπρού.
Τη Δευτέρα το πρωί, οι συγγενείς του γαμπρού πήγαιναν τη νύφη στη
βρύση για να γεμίσει νερό τη στάμνα. Όταν γύριζε στο σπίτι, έριχνε νερό από
τη στάμνα στον πεθερό για να πλυθεί, δείγμα σεβασμού και υποταγής.
Την επόμενη Κυριακή (πρώτη Κυριακή μετά το γάμο), η μάνα της νύφης την
καλούσε στο πατρικό σπίτι. Την επίσκεψη αυτή τη
λέγανε πιστρόφια (επιστροφή). Δεν πήγαινε, βέβαια, μόνη της η νύφη αλλά
μαζί με το γαμπρό, τους γονείς και τα αδέρφια του, καθώς και τα μπρατίμια.
Στο σπίτι της νύφης (δηλαδή των γονέων της) ήταν οι αντίστοιχοι δικοί της.
Είχαν γίνει οι σχετικές ετοιμασίες και έτρωγαν, έπιναν και χόρευαν. Από τα
πιστρόφια και μετά μπορούσε η νύφη να επισκέπτεται το πατρικό της και μόνη
της, όποτε ήθελε.
Οι «τραγουδίστριες»
Η ζωή της Παλιουριάς ήταν τότε συνυφασμένη με το τραγούδι. Σε κάθε
έκφανση της κοινωνικής ζωής του χωριού ή της δικής τους οικογενειακής
ζωής, οι Παλιουριώτισσες τραγουδούσαν. Μαζεύονταν στην πλατεία, έπιαναν
στο χορό και τραγουδούσαν.
Αξίζει να θυμούμαστε τα ονόματα των γυναικών που ήταν η ψυχή των
κοινωνικών εκδηλώσεων του χωριού. Με τις απίθανες φωνές τους συνέχιζαν
την παράδοση. Διασκέδαζαν οι ίδιες, αλλά συγχρόνως συγκινούσαν και
διασκέδαζαν και όλους τους χωριανούς. Οι πρωταγωνίστριες λοιπόν στο
τραγούδι και το χορό ήταν, αλφαβητικά:
_ Γκιουλέκα Δέσπω (Νάτσινα), σύζυγος Θανάση
_ Γκιουλέκα Αικατερίνη (Γκιλικουγιώργινα), σύζ. Γιώργου
_ Ζάτσου Αγγελίνα, σύζ. Θύμιου
_ Ζιανού Θεοφανία (Μιχάλινα), σύζ. Μιχάλη
_ Ζουμπούκα Γιάννω (Βάινα), σύζ. Βάιου
_ Ζουμπούκα Γιάννω (Ζουμπουκουλίινα), σύζ. Ηλία
_ Ζουμπούκα Λίτσα, σύζυγος Κωσταντούλα
_ Κόντου Ελισάβετ (Λισάβω Παύλινα), σύζ. Παύλου
_ Λάλου Διαμάντω, σύζ. Νικόλα
_ Μπέλτσιου Γιάννω (Αντώνινα), σύζ. Αντώνη
_ Μπόλου Χρυσούλα, σύζ. Βαγγέλη
_ Ντατσή Μαρία (Γκουντίνινα), σύζ. Κωνσταντίνου
_ Ντατσή Δέσπω (Ντατσουνάτσαινα), σύζ. Θανάση
_ Παλπάνη Δάφνη, σύζ. Στέργιου
_ Παλπάνη Ουρανία (Παλπανουλίινα), σύζ. Ηλία
_ Πλύτα Αρετή, σύζ. Στέφου
Το θέρος
Το αλώνισμα
Το γαλομέτρημα
Ο μύλος κι ο χειρόμυλος
Η πιρπιρούνα
Οι Αποκτριές