You are on page 1of 2

Θέμα 1

Σύμφωνα με τον Λοκ ο εμπειρισμός «πλάθεται» σε συστηματική επιστημολογία. Η


δική του βασική παραδοχή είναι ότι τα όρια της γνώσης πίπτουν με τα όρια της
εμπειρίας. Δίχως την συνεχή εισροή πληροφοριών μέσο των αισθητηρίων οργάνων, ο
νους θα ήταν παντοτινά κενός δηλαδή μια άγραφη δέλτος (tabula rasa). Ο Λοκ
υποστηρίζει ότι δεν ευρίσκονται έμφυτες ιδέες στο λογικό, όπως υποστηρίζει η
καρτεσιανή επιστημολογία. Όμως ο Λοκ δεν αντιτίθεται στον δυϊσμό ύλης και
πνεύματος αλλά στηρίζει ότι υπάρχουν υλικές και πνευματικές ουσίες άσχετα αν
εμείς αν μπορούμε ή όχι να γνωρίζουμε για αυτές, άρα η νεότερη φιλοσοφία
σύμφωνα με τον Λοκ είναι είναι άρρητα δεμένη με το καρτεσιανό ρηγμα. Παρόλα
αυτά ο Λοκ , σε αντίθεση με τον Καρτέσιο , δεν δέχεται την ύπαρξη εμφύτων ιδεών
και αναπτύσσει την δική του θεωρία λέγοντας ότι το αντικείμενο της γνώσης είναι οι
ίδιες οι ιδέες της εσωτερικής ή της εξωτερικής αίσθησης .Σαν αποτέλεσμα αυτής της
θεωρίας ο Λοκ δεν πιστεύει ότι ο νους είναι αποκομμένος από την λειτουργία των
αισθητηριακών οργάνων και ένα συνεχεία από το ίδιο το σώμα.
Οι ιδέες και το περιεχόμενο τους προέρχονται κατά τον Λοκ αυστηρά μόνο από την
εμπειρία(εξωτερική αισθητηριακή εμπειρία ή εσωτερική) έτσι έχουμε την άρνηση της
αποδοχής των πρώτων αρχών(έμφυτες ιδέες). Επομένως, οι ιδέες που προέρχονται
από την εμπειρία της αισθητηριακής αντίληψης είναι η μόνη αξιόπιστη και
αλάνθαστη βάση της κατανόησης και γνώσης του εξωτερικού κόσμου.
Ο Χιουμ επανεξετάζει την γνωσιολογία από το πρίσμα του σκεπτικισμού και
ενστερνίζεται μια ενδιάμεση θέση από τον μετριοπαθή ρεαλισμό του Λοκ και την
ιδεοκρατία του Μπέρκλεΰ. Κατά τον Χιουμ ακόμα και οι βασικές έννοιες της
παραδοσιακής φιλοσοφίας(δύναμη ,χώρος ,χρόνος) δεν εμπεριέχουν την
αντικειμενική εγκυρότητα γιατί δεν μας παρέχονται στην εμπειρία. Ο Χιουμ ασκεί
καταλυτική κριτική στην έννοια της αιτιότητας , μας λέει ότι οι αιτιακές σχέσεις δεν
γίνεται να θεμελιωθούν ούτε στην εμπειρία, γιατί δεν βρίσκετε κάτι στην αντίληψη
που να ενώνει το αίτιο με το αποτέλεσμα.
Ο Χιουμ είναι πιστός στη γνωστική δυνατότητα που του πρόσφερε η συγκέντρωση των
δεδομένων του εξωτερικού κόσμου με βάση την λειτουργία των πέντε αισθήσεων. Η
απολυτή βεβαιότητα για ένα συμβάν που πρόκειται να γίνει αλλά ακόμα δεν τον
έχουμε παρατηρήσει, όλο αυτό βασίζεται στην ιδέα της αιτιότητας σύμφωνα με τον
Χιουμ. Ο σκεπτικισμός του Χιουμ δεν είναι ολοκληρωτικός, προσπαθεί να μείνει
πιστός στον εμπειρισμό και την θεωρία ότι τα μόνα πράγματα που μπορούμε να
ξέρουμε είναι τα περιεχόμενα της εμπειρίας μας, οι ιδέες, που πηγάζουνε από τις
αισθήσεις μας.
Θέμα 3

O Καρτέσιος διάμεσό του μεθοδολογικού κανόνα της ριζικής αμφιβολίας φτάνει στο
Cogito και κάνει στροφή στο υποκείμενο θεμελιώνοντας την γνώση μέσω αυτού.
Βασικο παράδειγμα είναι τα μαθηματικά και η βεβαιότητα τους. Εφαρμόζοντας την
ριζική αμφιβολία και υιοθετώντας τον ακραίο σκεπτικισμό προσπαθεί να φτάσει στο
Cogito ως το μόνο σίγουρο θεμέλιο της γνώσης. Επομένως, προσπαθεί να

1
οικοδομήσει την επιστήμη σε μια μεταφυσική και ορθολογική βάση και οχι σε μια
πειραματική όπως οι εμπειριστές.
Με το σκέπτομαι άρα υπάρχω, που συνιστά λογικοντολογικό βοήθημα της κριτικής
σκέψης στα χέρια του Καρτέσιου , επιδιώκει τη δημιουργία του νεότερου
υποκειμένου, που σηματοδοτεί μια νέα φιλοσοφική παράδοση, της «φιλοσοφίας του
υποκειμένου» που θα το ολοκληρώσει οριστικά με το a priori του Κάντ και την
καντιανή υπαγωγή του αντικειμένου στις κατηγορίες του υποκειμένου.
Ο συλλογισμός «σκέπτομαι άρα υπάρχω» έχει μια βεβαιότητα που απαιτεί μιαν άλλη
προγενέστερη βεβαιότητα για να σκέπτομαι, πρέπει σίγουρα να υπάρχω, έτσι, δεν
γίνεται να είμαι βέβαιος για τίποτε άλλο παρά για το ότι «είμαι ένα πράγμα που
σκέπτεται».
Ο Χάιντεγκερ υπονομεύει το νεωτερικό υποκείμενο του Ντεκάρτ, κα την απάντηση
του στο θεμελιώδη ερώτημα της ανθρώπινης ύπαρξης «πως γνωρίζω ότι υπάρχω?»
Το υποκείμενο (εγώ) του Χάιντεγκερ είναι τέλειος διαφορετικό από το υποκείμενο
του Ντεκάρτ. Το υποκείμενο του Γερμανού είναι υπαρξιακό ενώ του Ντεκάρτ το
υποκείμενο εγγυείτο στην κλασική μεταφυσική σαν του Πλάτωνα και του
Αριστοτέλη. Ο Χάιντεγκερ ασκεί δρυμη κριτική στη δυτική οντολογία και την
θεωρία της ότι το Ον είναι δεδομένο.

Ο Χάιντεγκερ θέλει να αποδημήσει τον Καρτέσιο, λέγοντας πως αυτός άφησε


πραγματικά αναπάντητο το cogito sum ( σκέφτομαι άρα υπάρχω) εντός του οποίου
θέλει να οικοδομήσει τη καινούρια φιλοσοφία του. Πιο αναλυτικά , δεν ρωτά το
νόημα του Είναι που διέπει το Sum (είμαι ,υπάρχω). Έτσι, η αποδόμηση πρέπει εδώ
να φανερώσει τα άρρητα οντολογικά θεμέλια του «Cogito Sum», να αντιληφθούμε
γιατί ο Καρτέσιος θεώρησε πως η βεβαιότητα του cοgίto τον απάλλασσε από την
υποχρέωση να ρωτήσει για το νόημα του Είναι αυτού του όντος. Αρά ο Ντεκαρτ από
τη μια, παραιτείται από το ερώτημα για το νόημα του Είναι της res cogitans sive
mens sive animus (είτε ως νου είτε ως ψυχή), ενώ από την άλλη, παραδίδεται αβίαστα
στην πρόσληψή της, μέσω αυτού που τον Μεσαίωνα ονομάζανε ΄΄ον΄΄.

You might also like