Professional Documents
Culture Documents
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΣΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
«Ο ρόλος των αθλητικών εκδηλώσεων στην τοπική τουριστική
ανάπτυξη: Η περίπτωση των ποδοσφαιρικών αγώνων»
Η εργασία υποβάλλεται για την μερική κάλυψη των απαιτήσεων
με στόχο την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος
Δαμιανίδης Αντώνιος
Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Κωστοπούλου Στυλιανή
Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2020
2
Ευχαριστίες
Για την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης μεταπτυχιακής διατριβής συνέβαλαν αρκετοί
άνθρωποι τους οποίους θα ήθελα να ευχαριστήσω. Πρωταρχικά την επιβλέπουσα
καθηγήτρια της διπλωματικής εργασίας Στυλιανή Κωστοπούλου, η οποία προσέφερε
την ουσιαστική καθοδήγηση της οποιαδήποτε στιγμή της ζητήθηκε, για την
εμπιστοσύνη που μου έδειξε εξαρχής και την ενθάρρυνση της για την επιλογή του
συγκεκριμένου θέματος. Καθοριστικής σημασίας ήταν το αμείωτο ενδιαφέρον που
έδειξε από την αρχή μέχρι και το τέλος της διπλωματικής μου εργασίας και το
αμοιβαίο κλίμα συνεργασίας που υπήρχε. Επίσης αισθάνομαι την υποχρέωση να
ευχαριστήσω τα μέλη της τριμελούς επιτροπής κ. Δεσλή Ευαγγελία και τον κ.
Ζαρωτιάδη Γρηγόρη όχι μόνο για την συμβολή τους στην ολοκλήρωση της εργασίας με
τις παρατηρήσεις και τις υποδείξεις τους, αλλά και για την ανεκτίμητη προσφορά τους,
την μετάδοση γνώσεων και εμπειριών τα τελευταία επτά χρόνια ως καθηγητές μου
στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ακόμη θερμές ευχαριστίες οφείλω στις υποψήφιες διδακτόρισσες Εβίνα Σοφινού και
Ευαγγελία Στεργίου, για τη συμμετοχή τους στο επίπονο έργο της διόρθωσης του
κειμένου της εργασίας αλλά και τον συμβουλευτικό τους ρόλο στην σχεδίαση των
ερωτηματολογίων και της παρουσίασης.
Τέλος, ιδιαίτερα θέλω να ευχαριστήσω την οικογένεια μου για την αδιάκοπη
συμπαράσταση τους, τις πολύτιμες συμβουλές τους και για όλα όσα μου έχουν
προσφέρει αυτά τα χρόνια .
3
Περιεχόμενα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ....................................................................................................................... 4
1.1 Τουρισμός: Βασικές έννοιες ....................................................................................................... 13
1.2 Συμμετοχή του τουρισμού στην παγκόσμια οικονομία ........................................................ 14
1.3 Συμμετοχή του τουρισμού στην Ελληνική οικονομία ................................................................. 16
1.4 Τουρισμός και περιφερειακή σύγκλιση / απόκλιση ................................................................... 18
1.5 Τουρισμός και τοπική ‐ ενδογενής ανάπτυξη ............................................................................. 22
2.1 Αθλητισμός: Βασικές έννοιες ..................................................................................................... 26
2.2 Η αθλητική δραστηριότητα ως αναδυόμενη οικονομική βιομηχανία ......................................... 27
2.3. Ανάλυση δυνατοτήτων ανάπτυξης του αθλητικού τομέα .......................................................... 29
2.3.1 Διατροφή στον αθλητισμό ......................................................................................................... 29
2.3.2 Ασφάλεια στον αθλητισμό .......................................................................................................... 31
2.3.3 Νομικές και οικονομικές υπηρεσίες .......................................................................................... 31
2.4 Επιδράσεις του Αθλητισμού στην οικονομία .............................................................................. 31
2.4.1 Μικτή προστιθέμενη αξία ........................................................................................................... 31
2.4.2 Μακροχρόνιες επιπτώσεις του αθλητικού τομέα στην απασχόληση ........................................ 32
3.1 Αθλητισμός και αθλητικός τουρισμός ........................................................................................ 34
3.1.1 Ο αθλητικός τουρισμός ως ειδική μορφή τουρισμού ................................................................ 35
3.1.2 Η έννοια του αθλητικού τουρισμού και οι ορισμοί .................................................................... 36
3.1.3 Αίτια ανάπτυξης του αθλητικού τουρισμού ........................................................................... 38
3.1.4 Οι φίλαθλοι του ποδοσφαίρου ως αθλητικοί τουρίστες ............................................................ 39
4.1 Το φαινόμενο του αθλητικού τουρισμού στη σύγχρονη εποχή .................................................. 41
4.2 Ορισμοί αθλητικών εκδηλώσεων και η σημασία τους στην τουριστική ανάπτυξη ...................... 42
4.3 Επιπτώσεις των αθλητικών εκδηλώσεων .................................................................................. 44
4
4.3.1 Οικονομικές επιπτώσεις αθλητικών εκδηλώσεων ..................................................................... 46
4.3.2 Οι κοινωνικές επιπτώσεις της διοργάνωσης αθλητικών εκδηλώσεων ...................................... 50
4.4 Επιπτώσεις αθλητικών εκδηλώσεων υπό το πρίσμα της βιώσιμης ανάπτυξης ........................... 51
4.5 Μέθοδοι εκτίμησης οικονομικών επιπτώσεων μια αθλητικής εκδήλωσης ................................. 57
4.5.1 Μελέτη οικονομικών επιπτώσεων των αθλητικών εκδηλώσεων .............................................. 57
4.5.2 Ανάλυση κόστους οφέλους ......................................................................................................... 59
4.5.3 Έρευνα τουριστικών δαπανών .................................................................................................... 61
4.5.4 Έρευνα τουριστικών επιχειρήσεων (Tourism establishment survey) ......................................... 62
4.5.5 Δορυφόροι Λογαριασμοί Τουρισμού ........................................................................................ 62
4.5.6 Μέθοδος εκτίμησης πολλαπλασιαστικών επιδράσεων ............................................................. 63
5.1 Μελέτη περίπτωσης : Οι ποδοσφαιρικοί αγώνες ως αθλητική εκδήλωση .................................. 66
5.1.1 Ποδοσφαιρικός τουρισμός ως μορφή εναλλακτικού τουρισμού .............................................. 66
5.1.2 Συνεισφορά ποδοσφαίρου στην ελληνική οικονομία‐ Super League ........................................ 67
5.2. Σκοπός και μεθοδολογία της έρευνας πεδίου ........................................................................... 69
5.2.1 Σκοπός της έρευνας πεδίου ........................................................................................................ 69
5.2.2 Μεθοδολογία της έρευνας πεδίου ............................................................................................. 69
6.1 Ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας πεδίου .................................................................... 72
5
Κατάλογος Διαγραμμάτων
Διάγραμμα 1: Προσδιορισμός και σχέση τοπικής και ενδογενούς ανάπτυξης............. 23
Διάγραμμα 2:Επιπτώσεις ανάλογα με το μέγεθος της εκδήλωσης ............................... 45
Διάγραμμα 3: Πολλαπλασιαστές εισοδήματος και events ........................................... 49
Διάγραμμα 4: Πλεόνασμα καταναλωτή ........................................................................ 60
Διάγραμμα 5: Πολλαπλασιαστικές επιδράσεις τουριστικών δαπανών......................... 64
Διάγραμμα 6: Πολλαπλασιαστικές επιδράσεις τουριστικών δαπανών (παράδειγμα) .. 65
Κατάλογος Γραφημάτων
Γράφημα 1: Άμεση συνεισφορά τουρισμού ως % του ΑΕΠ 2010-2019..................... 17
Γράφημα 2: Άμεση συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ (σε δις δολάρια) 2010-2019 .. 17
Γράφημα 3: Έσοδα από αθλητικές εκδηλώσεις παγκοσμίως σε εκατ.€ ....................... 46
Γράφημα 4: Συνολικές πωλήσεις εισιτηρίων ανά σεζόν 2009-2019 ............................ 68
Γράφημα 5: Συχνότητα μετακινήσεων για παρακολούθηση αγώνα............................. 72
Γράφημα 6: Ηλικία ....................................................................................................... 73
Γράφημα 7: Αριθμός διανυκτερεύσεων ........................................................................ 74
Γράφημα 8: Αύξηση εσόδων επιχειρήσεων λόγω του event ........................................ 81
Γράφημα 9: Ποσοστό αύξησης εσόδων επιχειρήσεων λόγω του event ....................... 82
Γράφημα 10: Επιπτώσεις στην απασχόληση ................................................................ 82
Γράφημα 11: Διαταραχή της ζωής της τοπικής κοινωνίας ........................................... 83
6
Κατάλογος Πινάκων
7
Περίληψη
Ο τουρισμός είναι πλέον κοινά αποδεκτός ως ένας από τους σημαντικότερους τομείς
για την παγκόσμια οικονομία και ιδιαίτερα για την χώρα μας, ενώ παράλληλα αναγνωρίζεται
ο κρίσιμος ρόλος του αθλητισμού στην εθνική και περιφερειακή οικονομία. Οι δύο αυτές
έννοιες συνθέτουν τον λεγόμενο «αθλητικό τουρισμό» και τις «αθλητικές εκδηλώσεις» οι
οποίες έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα σε τοπικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Λαμβάνοντας
υπόψη τα παραπάνω, η παρούσα έρευνα στοχεύει στην ανάλυση του οικονομικού και
κοινωνικού αντίκτυπου των αθλητικών εκδηλώσεων και συγκεκριμένα των ποδοσφαιρικών
αγώνων στον τουρισμό σε τοπικό επίπεδο. Αρχικά, γίνεται ανάλυση του τουρισμού και της
συμβολής του στη τοπική ανάπτυξη καθώς και στην σύγκλιση ή απόκλιση μεταξύ
περιφερειών. Στη συνέχεια, εισάγεται η έννοια του αθλητισμού και η σημασία του στην εθνική
οικονομία, αναλύεται η έννοια του αθλητικού τουρισμού και οι προοπτικές εξέλιξης του στην
παγκόσμια και εθνική οικονομία ως αναδυόμενη βιομηχανία. Επόμενα εξετάζονται οι
οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των αθλητικών εκδηλώσεων και περιγράφονται
εκτενώς μέθοδοι για την εκτίμηση τους. Τέλος αναλύονται τα αποτελέσματα της πρωτογενούς
έρευνας για την μελέτη περίπτωσης, η οποία αφορά σε φιλάθλους και επιχειρήσεις, έτσι ώστε
να διερευνηθεί αφενός η δαπάνη των αθλητικών τουριστών και αφετέρου η μεταβολή των
εσόδων των επιχειρήσεων για την εκτίμηση των επιπτώσεων των ποδοσφαιρικών αγώνων
στον τουρισμό της περιοχής. Κατόπιν παρατίθενται τα γενικά και ειδικά συμπεράσματα και
διατυπώνονται προτάσεις.
Abstract
Nowadays tourism is one of the most important sectors of our country, and no one has
any doubt about the importance of sport in economy. Both concepts create “sports tourism”,
and “sporting events” are its greatest exponent that is having special importance both at
academic and at the economic and social levels. Taking these into account, this paper aims to
analyze the social and economic impacts that such an event creates and more precisely the
impact that football games have on a local area. At first, tourism and its impact in local
development is studied, while also present the regional divergence and convergence theorem.
Afterwards, the terms sports and sports tourism are added and the possibilities of them
developing into an emerging industry on ethnic or global scale. Furthermore, the influence that
sports events have on social and economic level, is studied extensively while presenting
detailed methods of measurement of their effects. Lastly there is a case study on local
businesses and sports fans, which helps finding out the change in revenues of the first one and
the expenditures of the other. Finally, conclusions are drawn, whether this paper's literature
review is confirmed or not, and simultaneously proposing actions in order to avoid the main
implications of the sport event.
Keywords: sports events, tourism development, sports events impact
8
Δηλώνω ότι είμαι συγγραφέας αυτής της εργασίας και ότι κάθε
βοήθεια την οποία είχα για την προετοιμασία της, είναι πλήρως
αναγνωρισμένη και αναφέρεται στην εργασία. Επίσης, έχω κάνει
σαφής αναφορές (συντάκτη, χρονολογία, εργασία, σελίδα) τις όποιες
πηγές από τις οποίες έκανα χρήση δεδομένων, προτάσεων, ιδεών ή
λέξεων, είτε αυτές αναφέρονται ακριβώς είτε είναι παραφρασμένες.
Καταλαβαίνω ότι η αποτυχία να γίνει αυτό ανέρχεται σε λογοκλοπή
και θα θεωρηθεί λόγος αποτυχίας σε αυτήν την διπλωματική και του
συνολικού βαθμού της. Ακόμα δηλώνω ότι αυτή η γραπτή εργασία
προετοιμάστηκε από εμένα προσωπικά και αποκλειστικά και ότι θα
αναλάβω πλήρως τις συνέπειες εάν η εργασία αυτή αποδειχθεί ότι δεν
μου ανήκει.
.....................................................
Υπογεγραμμένος/η:
.....................................................
Ημερομηνία:
.....................................................
9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης εποχής είναι οι ταχύτατες αλλαγές σε
κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, που δημιουργούν έντονο ανταγωνισμό μεταξύ
πόλεων και περιφερειών προκειμένου να αναδείξουν τις ιδιαιτερότητες της περιοχής τους
και να αποτελέσουν πόλο έλξης τουριστών. Στο πλαίσιο αυτό καταγράφεται διεθνώς η έντονη
τάση πόλεων και περιφερειών για διαφοροποίηση του τουριστικού τους προϊόντος από αυτό
της παθητικής κατανάλωσης προς ένα πιο δημιουργικό τουριστικό προϊόν, μέσω της
συμμετοχής των τουριστών σε τοπικά δρώμενα. Ειδικότερα οι πόλεις προσανατολίζονται προς
νέες καινοτόμες ιδέες και διαδικασίες, χρησιμοποιώντας στοιχεία από τομείς που συνδέονται
μεταξύ άλλων με τις τέχνες, την γαστρονομία και τον αθλητισμό. Στο πλαίσιο αυτό, την
τελευταία δεκαετία εξελίσσεται εκτεταμένη συζήτηση στην ερευνητική κοινότητα, σχετικά
με τη διοργάνωση αθλητικών γεγονότων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό
μοχλό ανάπτυξης του τουρισμού στους προορισμούς που φιλοξενούν τις εκδηλώσεις αυτές.
Ο τουρισμός θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες και ταχύτατα αναπτυσσόμενες βιομηχανίες
στην παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδίων και Τουρισμού
(World Travel & Tourism Council WTTC) η συνολική συνεισφορά των ταξιδιών και του
τουρισμού στο παγκόσμιο ΑΕΠ, αν ληφθούν υπόψη οι άμεσες και οι δευτερογενείς επιδράσεις
τους, για το 2019 είναι 10,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ δηλαδή 8.9 τρις δολάρια. Παράλληλα 330
εκατομμύρια θέσεις οφείλονται στο τουριστικό τομέα. Μάλιστα η τελευταία ετήσια έρευνα
του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού (WTTC), σε συνεργασία με την εταιρία στατιστικών
ερευνών Oxford Economics, αποδεικνύει ότι ο τομέας Τουρισμού και Ταξιδίων υφίσταται
ανάπτυξη 3.5% το 2019, ξεπερνώντας τον παγκόσμιο ρυθμό μεγέθυνσης του 2.5% για ένατη
συνεχόμενη χρονιά. Τα τελευταία πέντε χρόνια, μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας οφείλονται
στο τομέα Τουρισμού και Ταξιδίων καθιστώντας τον έναν από τους πιο σημαντικούς
συμμάχους των κυβερνήσεων για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης (WTTC,2019).
Επιπλέον έρευνες όπως των Gamon και Robinson (1997), Σφακιανάκη (2000) και
Κουθούρη, Κατσιμάνη, Τζέτζη, & Κώστα (1999) τονίζουν ότι οι διακοπές με σκοπό την
ξεκούραση και την αναψυχή οδηγούν σε μια πιο υγιεινή και με ποιοτικές εμπειρίες ζωή, όπου
οι μετακινήσεις αυτές εκφράζονται και μέσα από τον αθλητικό τουρισμό. Αν και η ακριβής
μέτρηση των επιπτώσεων του τουρισμού και ειδικότερα του αθλητικού τουρισμού στις
περιοχές υποδοχής είναι αρκετά σύνθετη, σε παγκόσμιο επίπεδο ο ρυθμός αύξησης του
αθλητικού τουρισμού αποτιμάται περίπου στο 10% ετησίως ενώ στις βιομηχανοποιημένες
χώρες ο αθλητικός τουρισμός συμβάλλει στο ΑΕΠ περίπου 1‐2% ετησίως (WTTC,2019).
Σύμφωνα με την διεθνή και ελληνική βιβλιογραφία, ο τουρισμός και ο αθλητισμός
αποτελούσαν δύο ξεχωριστούς τομείς, και η συναρμογή τους ήταν μάλλον σπάνια. Ωστόσο,
όπως αποδεικνύεται από τη μεγάλη συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες, θα μπορούσε
να θεωρηθεί ότι οι δύο τομείς είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι.
Η συνεισφορά τόσο του αθλητισμού όσο και του τουρισμού στην οικονομική
αναζωογόνηση των περιοχών υποδοχής, το βελτιωμένο προφίλ του αθλητισμού αλλά και των
αθλητικών γεγονότων διεθνώς, καθώς επίσης και τα οφέλη που προσφέρει η σωματική
άσκηση στην υγεία, είναι μερικές από τις νέες τάσεις οι οποίες ώθησαν στη διασύνδεση των
δύο τομέων. Τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες, προσφέρουν
10
συνήθως μακροχρόνια οφέλη στην κοινότητα υποδοχής των επισκεπτών μέσω της
δημιουργίας νέων ή της βελτίωσης υπαρχόντων υποδομών και της αύξησης των τουριστικών
ροών. Παράλληλα, ο τουρισμός λειτουργεί ως αρωγός στον αθλητισμό προσφέροντας την
ευκαιρία σε αθλήματα που δεν είναι και τόσο δημοφιλή να ενισχύσουν τη δημοτικότητα τους
(Gammon & Robinson, 1997).
Το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο το όφελος από τον τουρισμό των
αθλητικών εκδηλώσεων διαχέεται, σε επίπεδο εισοδήματος και απασχόλησης, μεταξύ των
επιχειρήσεων που σχετίζονται άμεσα με τον τουρισμό, και σε κλάδους που συνδέονται
έμμεσα με τον τουρισμό. Το ερώτημα μπορεί να τεθεί και στην χωρική του διάσταση όπου
ιδιαίτερη σημασία θα είχε, το όφελος το οποίο δημιουργείται να επιμερίζεται σε
περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
11
Η εργασία διακρίνεται σε επτά κεφάλαια όπου το καθένα οικοδομείται στις βάσεις
του προηγούμενου. Στο πρώτο κεφάλαιο αναπτύσσονται οι βασικές έννοιες του τουρισμού
καθώς και ο ρόλος του στην παγκόσμια και την ελληνική οικονομία. Στη συνέχεια αναλύεται
η επίδραση του τουρισμού στην περιφερειακή σύγκλιση ή απόκλιση μεταξύ των περιφερειών
και οι τρόποι με τους οποίους μια περιφέρεια πρέπει να εκμεταλλευτεί το ενδογενές δυναμικό
της για να επιτευχθεί η τοπική ανάπτυξη. Στο δεύτερο κεφάλαιο αρχικά διατυπώνονται οι
βασικές έννοιες του αθλητισμού, εν συνεχεία παρουσιάζεται η αθλητική δραστηριότητα ως
ανερχόμενη οικονομική βιομηχανία και γίνεται αναφορά σε τμήματα του αθλητικού τομέα τα
οποία έχουν την προοπτική να αναπτυχθούν. Κατόπιν, αναλύονται οι επιπτώσεις του
αθλητικού τομέα στην Ε.Ε., η συμμετοχή του ως ποσοστό του ευρωπαϊκού ΑΕΠ και της
συνολικής απασχόλησης. Στο τρίτο κεφάλαιο προσεγγίζονται βιβλιογραφικά και
αποσαφηνίζονται οι κυριότεροι όροι γύρω από τον αθλητικό τουρισμό ενώ παράλληλα
εξετάζονται οι λόγοι ανάπτυξης του αθλητικού τουρισμού και οι φίλαθλοι του ποδοσφαίρου
ως αθλητικοί τουρίστες. Στο τέταρτο κεφάλαιο περιγράφονται διεξοδικά η έννοια των
αθλητικών γεγονότων, οι επιπτώσεις και οι μέθοδοι εκτίμησης τους. Αντικείμενο του πέμπτου
κεφαλαίου, αποτελεί η μελέτη περίπτωσης των ποδοσφαιρικών αγώνων ως αθλητική
διοργάνωση, ο σκοπός και η μεθοδολογική προσέγγιση της εργασίας ενώ στο έκτο κεφάλαιο
ερμηνεύονται τα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης των δεδομένων. Η εργασία
ολοκληρώνεται με την εξαγωγή των συμπερασμάτων και με προτάσεις που παρατίθενται στο
έβδομο κεφάλαιο.
12
Ο τουρισμός είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο και ένας κοινωνικός θεσμός που
προκαλεί σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις. Σε πολλές χώρες, αποτελεί βασικό δομικό
συστατικό της εθνικής οικονομίας καθώς και μοχλό ανάπτυξης σε περιφερειακές ή τοπικές
οικονομίες (Δρακάκης, 2018). Επιπλέον, η οικονομική επίδραση του τουρισμού αναγνωρίζεται
από τις κυβερνήσεις όλου του κόσμου. Η λέξη τουρισμός ετυμολογικά προέρχεται από τη
γαλλική λέξη tour και σημαίνει μετακίνηση ατόμων από την περιοχή μόνιμης κατοικίας τους
σε κάποια άλλη, με σκοπό την εξερεύνηση, την ψυχαγωγία καθώς επίσης και τη σύναψη
επαγγελματικών συμφωνιών (Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού World Tourism
Organization‐ UNWTO, 1997). Σύμφωνα με τον UNWTO, τουρισμός είναι οι δραστηριότητες
των ατόμων που μετακινούνται και διαμένουν σε μέρη εκτός του καθημερινού τους
περιβάλλοντος για λιγότερο από ένα έτος, για αναψυχή, επιχειρήσεις ή άλλους λόγους. Η τάση
των ανθρώπων για τουρισμό για διάφορους λόγους εμφανίζεται από πολύ παλιά. Ωστόσο,
όσο μεταβάλλεται ο τρόπος ζωής η τάση αυτή αυξάνεται όλο και περισσότερο, είτε πρόκειται
για λόγους ψυχαγωγίας και γνωριμίας με διαφορετικούς τρόπους ζωής, εθίμων και ηθών, είτε
για λόγους εργασίας. Επομένως, με βάση τα παραπάνω, τουρίστας θεωρείται ο προσωρινός
επισκέπτης που διαμένει στη χώρα που επισκέπτεται για τουλάχιστον 24 ώρες και η αιτία της
επίσκεψης του μπορεί να είναι η αναψυχή, η οικογένεια, η επιχειρηματικότητα.
Στη μεταπολεμική περίοδο, και πιο συγκεκριμένα μετά το 1970, ο τουρισμός αποτελεί
έναν από τους δυναμικότερους και ταχύτερα αναπτυσσόμενους τομείς της παγκόσμιας
οικονομίας. Βασικό χαρακτηριστικό του τομέα αυτού είναι ότι η λειτουργία του σχετίζεται με
τη διεθνοποίηση αρκετών κλάδων παραγωγής και υπηρεσιών της οικονομίας. Με τον τρόπο
αυτό μπορεί να ενισχύει την οικονομική ανάπτυξη ενός κράτους σε επίπεδο δημιουργίας
εισοδημάτων, θέσεων απασχόλησης και φορολογικών εσόδων. Παράλληλα διευρύνει τη
παραγωγική βάση των περιοχών αυτών και ασκεί επιρροή στην ανάπτυξη και άλλων κλάδων
της οικονομίας όπως είναι το εμπόριο, η γεωργία και οι κατασκευές. Προϋπόθεση για την
δημιουργία των θετικών επιδράσεων είναι ο κατάλληλος προγραμματισμός, η διαχείριση και
ο έλεγχος των διαδικασιών της τουριστικής ανάπτυξης. (Οδηγός Τουρισμού της Υπαίθρου για
τους Φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, 2008).
Σε ότι αφορά λοιπόν την οικονομική του διάσταση, ο τουρισμός αποτελεί μια σύνθετη
δραστηριότητα στην οποία συμμετέχουν και λειτουργούν άμεσα ή έμμεσα ιδιωτικοί και
κρατικοί φορείς. Ο τουρισμός δεν είναι μια μονοσήμαντη απλή επιχειρηματική
δραστηριότητα. Είναι ένας τομέας ο οποίος συσχετίζει και επηρεάζει πολλές δραστηριότητες
συγχρόνως. Στα πλαίσια του τουρισμού, ένα ευρύ φάσμα επιχειρήσεων συνεργάζεται με
σκοπό την προώθηση της ορθολογικής του ανάπτυξης.
Πολύ συχνά χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τον σχεδιασμό αναπτυξιακών πολιτικών.
Για να το πετύχει αυτό αποτρέπει την υψηλή συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων σε
ορισμένες μόνο περιοχές και ενισχύει όσο γίνεται την ισομερή κατανομή τους στις
περιφέρειες. Έτσι, περιορίζει τις τάσεις αστυφιλίας και δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την
13
ευημερία των κατοίκων σε όλη την επικράτεια. Αυτή η αναπτυξιακή πολιτική, χρειάζεται να
στηριχθεί, εκτός των άλλων, και στη διατήρηση των πολιτισμικών στοιχείων, σε τοπικό και
περιφερειακό επίπεδο. Ο τουρισμός ως κατεξοχήν περιφερειακή δραστηριότητα, δύναται να
χρησιμοποιηθεί συνειδητά για την επίτευξη τέτοιων επιθυμητών αναπτυξιακών
αποτελεσμάτων στην περιφέρεια. Υπάρχουν άφθονα παραδείγματα τα οποία αναδεικνύουν
τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξε η τουριστική ανάπτυξη στην οικονομική ανάπτυξη των
περιφερειών, στην αισθητή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου τοπικών κοινωνιών και στην
ουσιαστική άμβλυνση περιφερειακών οικονομικών ανισοτήτων (Πανούση, 1998).
Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί και η ελληνική οικονομία σε ότι αφορά την
περιφέρεια. Οι στατιστικές που αναφέρονται στα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, καθώς και
τα πληθυσμιακά στοιχεία της περιφέρειας, εντοπίζουν τη βελτίωση της κατανομή του κατά
κεφαλήν εισοδήματος γεωγραφικά όπως επίσης της ανεργίας και του πληθυσμού. Συνολικά
από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο τουριστικός τομέας έχει να προσφέρει πολλά στη χώρα ενώ
με βάση τη δυναμική του αναμένεται να αποτελέσει από τους κυριότερους μοχλούς
ανάπτυξης. Από το 1990, είχε γίνει αντιληπτό ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ακολουθήσει την
προοπτική της τουριστικής ανέλιξης, η οποία τη βοηθάει να αντιμετωπίζει τις αυξανόμενες
προκλήσεις που εμφανίζονται στο ολοένα και πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον (Πανούση,
1998).
Ο τουρισμός αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες και πλέον δυναμικές βιομηχανίες
παγκοσμίως. Στοιχεία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού, καταγράφουν
την τεράστια συνεισφορά του τουρισμού και των ταξιδιών στο παγκόσμιο ΑΕΠ η οποία ανήλθε
στα 2,1 τρις δολάρια το 2016, ενώ ταυτόχρονα συνέβαλλε και στη δημιουργία 109
εκατομμυρίων θέσεων εργασίας (WTTC, 2017a). Ο τομέας του τουρισμού αναπτύσσεται με
ρυθμό μεγέθυνσης 3,9% για το έτος 2018 ενώ ταυτόχρονα συνιστά το 10,4% του παγκόσμιου
ΑΕΠ (WTTC, 2018). Το 2019 η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ ήταν 2,89 τρις
δολάρια (WTTC, 2019). Οι διεθνείς αφίξεις τουριστών σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο
Ταξιδίων και Τουρισμού (WTTC, 2019) εκτιμώνται στα 1,4 δις παγκοσμίως, ενώ μέχρι το 2028
προβλέπεται ότι θα προσεγγίσουν τα 2,094 δις.
Αν ληφθούν υπόψη οι άμεσες, έμμεσες και δευτερογενείς επιπτώσεις του τουρισμού
και των ταξιδίων, τότε η συνολική συνεισφορά προσεγγίζει τα 7,6 τρισεκατομμύρια (δηλαδή
10,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ) και τις 292 εκατομμύρια θέσεις απασχόλησης (WTTC, 2017a), ενώ
για το έτος 2019 η συνολική συνεισφορά τουρισμού και ταξιδίων στο παγκόσμιο ΑΕΠ είναι
9,25 τρις δολάρια (WTTC, 2019). Ειδικότερα, ο τομέας του τουρισμού μέσω των διασυνδέσεών
του με άλλους κλάδους, ενισχύει την αύξηση του ΑΕΠ, της απασχόλησης και της παραγωγικής
δραστηριότητας. Οι τουριστικές δαπάνες, δημιουργούν αύξηση στα συναλλαγματικά
διαθέσιμα και βελτιώνουν ταυτόχρονα το ισοζύγιο πληρωμών. Επιπλέον μέσω του τουρισμού
δημιουργείται μια εικόνα εξωστρέφειας και ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος, γεγονός που
προσελκύει ξένες τουριστικές επενδύσεις σε μια περιοχή. Τέλος, οι άμεσοι και έμμεσοι φόροι,
οι εργοδοτικές εισφορές που έχουν επιβληθεί στην παραγωγική δραστηριότητα των
14
επιχειρήσεων που σχετίζονται με τον τουρισμό, συνεπάγονται και αύξηση των κρατικών
εσόδων.
Όσον αφορά τις οικονομίες όπου ο τουρισμός αναπτύσσεται με ταχύτατους ρυθμούς,
οι ΗΠΑ και η Κίνα παρέμειναν οι μεγαλύτερες τουριστικές οικονομίες παγκοσμίως το 2018,
αντιπροσωπεύοντας το 35,2% του συνολικού παγκόσμιου ΑΕΠ ταξιδιών και τουρισμού,
ακολουθούμενη από την Ιαπωνία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Μερικές από τις
κορυφαίες οικονομίες στις οποίες ο ρυθμός μεγέθυνσης του τουριστικού τομέα ξεπέρασε τον
αντίστοιχο παγκόσμιο ρυθμό μεγέθυνσης (3,9%), είναι η Τουρκία (+ 15,0%), οι Φιλιππίνες (+
8,9%), το Χονγκ Κονγκ (+ 7,5%), η Κίνα (+ 6,7%), η Ταϊλάνδη (+ 6,0%), η Ρωσία (+ 4,2%) και η
Γαλλία (+ 4,1%)( WTTC, 2019).
Σύμφωνα με τις προβλέψεις διεθνών οργανισμών την επόμενη δεκαετία, η ανάπτυξη
στο τουριστικό τομέα αναμένεται να συνεχιστεί, ιδιαίτερα στην Ασία, όπου η Κίνα αναμένεται
να ξεπεράσει τις ΗΠΑ και να αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομία στο τομέα ταξιδιών και
τουρισμού παγκοσμίως. Παράλληλα, η συμβολή της Ινδίας μέσω του τουριστικού κλάδου στο
παγκόσμιο ΑΕΠ θα υπερδιπλασιαστεί, επιτρέποντας στη χώρα να αναρριχηθεί από την όγδοη
θέση το 2018 στη τρίτη θέση έως το 2029. Ο εγχώριος τουρισμός είναι η κύρια κινητήρια
δύναμη του τουριστικού τομέα στις μεγάλες οικονομίες. Στις πέντε μεγαλύτερες τουριστικές
οικονομίες (ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο), ο εγχώριος τουρισμός
αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 80% των συνολικών δαπανών για ταξίδια και τουρισμό (
WTTC, 2019).
Ο αυξημένος εγχώριος τουρισμός στις περισσότερες από αυτές τις χώρες οφείλεται
στον αυξανόμενο πληθυσμό της μεσαίας τάξης, στην αυξημένη αγοραστική δύναμη των
εγχώριων καταναλωτών, στο μέγεθος των οικονομιών και του πληθυσμού των χωρών, στις
πρωτοβουλίες της εκάστοτε κυβέρνησης για την προώθηση νέων προορισμών και στις
βελτιωμένες υποδομές μεταφορών μεταξύ των περιφερειών. Το γεγονός αυτό, έρχεται σε
αντίθεση με τις περιπτώσεις της Ισπανίας, της Τουρκίας και της Ταϋλάνδης (επίσης ισχυρές
τουριστικές οικονομίες), όπου η πλειονότητα των τουριστικών δαπανών προέρχεται από
εισερχόμενους τουρίστες. Στην Ταϊλάνδη για παράδειγμα, το 80,2% των τουριστικών δαπανών
αποδίδεται σε ξένους επισκέπτες ( WTTC, 2019).
Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρούνται νέες τάσεις στην αγορά του τουρισμού και
εντοπίζονται ευκαιρίες για την εξειδίκευση του τουριστικού προϊόντος. Ο Richards (2002)
αναφέρει ότι η τουριστική βιομηχανία μεταβάλλεται εστιάζοντας περισσότερο στο
οργανωτικό κομμάτι (ομαδοποίηση υπηρεσιών) παρά στην παροχή υπηρεσιών, και αυτή η
στρατηγική μάρκετινγκ αποδεικνύεται πιο αποτελεσματική για την προσέλκυση τουριστών
μεγαλύτερων ηλικιακών κατηγοριών. Οι Pine et al. (1999) αναφέρουν ότι οι τουρίστες
προτιμούν να «αγοράσουν μια τουριστική εμπειρία» η οποία θα τους μείνει αξέχαστη. Η
ποιότητα των βασικών συστατικών του τουριστικού προϊόντος αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη
σημασία για τους καταναλωτές που αναζητούν πλέον ενδιαφέρουσες και συναρπαστικές
εμπειρίες, δηλαδή αναδύεται ο «τουρισμός εμπειρίας». Ο Baum (2006) περιγράφει τον
τουρισμό εμπειρίας ως την εμπειρία εκείνη όπου οι καταναλωτές επιδιώκουν την αγορά ενός
ολοκληρωμένου τουριστικού προϊόντος το οποίο ανταποκρίνεται σε μια σειρά από
αισθητικές, πνευματικές και συναισθηματικές ανάγκες.
15
Επιπροσθέτως, οι χώρες επιθυμούν να επιταχύνουν την οικονομική τους ανάπτυξη
βασιζόμενες σε τομείς της παραγωγής στους οποίους διαθέτουν σχετικά εύρωστα τμήματα
παραγωγής. Η επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης συνεπάγεται τη βελτίωση της εθνικής
ευημερίας η οποία αποτελεί αναμφισβήτητα ένα σημαντικό οικονομικό δείκτη. Επομένως
είναι απαραίτητο να γίνει η επιλογή των κατάλληλων παραγωγικών τομέων που αναμένεται
να έχουν τη βέλτιστη απόδοση για την επίτευξη οικονομικής ανάπτυξης. Σε αυτό το πλαίσιο,
ο τουριστικός τομέας έχει ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς προσφέρει πιθανές αναπτυξιακές
δυνατότητες στις οικονομίες (Balkanlı, 2019).
Ωστόσο, η συμβολή του τουρισμού στην οικονομική ανάπτυξη δεν εξαρτάται μόνο
από την τρέχουσα σχέση του με την οικονομία, αλλά και από το γεγονός ότι πρέπει να
αποτελέσει ένα μέσο επέκτασης της οικονομίας στη διεθνή αγορά. Με το τρόπο αυτό, ο
τουρισμός μέσω της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής αλληλεπίδρασης, επιτρέπει στις
κοινωνίες να συνδέσουν τις οικονομίες τους με το εξωτερικό ευκολότερα και ταχύτερα
(Balkanlı, 2019).
Σύμφωνα με τον Balkanlı (2019) η παγκόσμια οικονομία βιώνει σημαντικές μεταβολές
από τις αρχές του 21ου αιώνα. Μια από τις κυριότερες αλλαγές που διαφαίνονται τα τελευταία
χρόνια είναι η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, το
οποίο εμφανίστηκε τη δεκαετία του 90’, δεν σκιαγραφεί μόνο τη παγκοσμιοποίηση των
οικονομιών αλλά εκφράζει ταυτόχρονα και τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης των
κοινωνιών. Από τη πλευρά αυτή, η απαρχή της παγκοσμιοποίησης έχει ως αφετηρία το
άνοιγμα των οικονομιών προς το εξωτερικό στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και συνεχίζεται
μέχρι σήμερα.
Στην Ελλάδα η άμεση συμμετοχή του τουρισμού και των ταξιδιών στο ΑΕΠ το 2016
ήταν 16,1 δις δολάρια δηλαδή 7,7% του ΑΕΠ, ενώ στην απασχόληση 423 χιλιάδες θέσεις
εργασίας. Η συνολική συνεισφορά ανήλθε στα 32,8 δις ευρώ δηλαδή 18,6% του ΑΕΠ και 860
χιλιάδες θέσεις απασχόλησης (23.4% του συνόλου της απασχόλησης) (WTTC, 2017b). Το ίδιο
έτος η μέση δαπάνη ανά ταξίδι υπολογίζεται στα 581,9€ ενώ τα έσοδα από τον τουρισμό σε
14,55 δις ευρώ. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι καθαρές εισπράξεις αντιπροσωπεύουν το 73% των
καθαρών εισπράξεων του ισοζυγίου υπηρεσιών και καλύπτουν το 67,6% του ελλείμματος του
εμπορικού ισοζυγίου (Λαγός, 2017β).
Επιπλέον σύμφωνα με την ετήσια αναφορά του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ταξιδίων και
Τουρισμού (WTTC, 2018) για την Ελλάδα, υπολογίζεται πως το 2017 η άμεση συνεισφορά του
τουρισμού στο ΑΕΠ ανήλθε στα 17,1 δις δολάρια (15,38 δις €), δηλαδή το 8,1% του συνολικού
ΑΕΠ, ενώ τα επόμενα δύο έτη είχε επίσης αυξητική τάση, το 2018 αυξήθηκε στο 8,5% του ΑΕΠ
και το 2019 έφτασε το 8,9% (Γράφημα 1).
16
Γράφημα 1: Άμεση συνεισφορά τουρισμού ως % του ΑΕΠ 2010‐2019
Πηγή: WTTC, 2019
Πηγή: WTTC,2019
Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών
Τουριστικών Επιχειρήσεων‐ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ), ο εισερχόμενος τουρισμός στην Ελλάδα το έτος
2017 ανήλθε στα 27,2 εκατομμύρια άτομα (ΙΝΣΕΤΕ, 2018) και 31,7 εκατομμύρια το 2018.
Συνυπολογίζοντας και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη, η συνολική συμμετοχή στην ελληνική
οικονομία ανέρχεται μεταξύ € 40,3 και € 48,5 δισ., δηλαδή κυμάνθηκε μεταξύ 22,6% του ΑΕΠ
17
και 27,3% του ΑΕΠ, καθιστώντας τον τουρισμό βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας
(INΣETE, 2017; WTTC , 2019).
Η συμβολή του τουρισμού στα εθνικά μεγέθη μιας οικονομίας θεωρείται πολύ
σημαντική, εντούτοις, οι θετικές επιπτώσεις θα πρέπει να εξετάζονται πιο αναλυτικά. Μπορεί
σε μία χώρα να διαπιστώνεται αύξηση του ΑΕΠ χάρη στον τουρισμό, αλλά σε περιφερειακό
επίπεδο η αύξηση να λαμβάνει χώρα σε συγκεκριμένες περιφέρειες, επειδή εκεί
συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μερίδιο τουριστικής προσφοράς και ζήτησης. Συνεπώς
προκύπτει το ερώτημα εάν ο τουρισμός που αποτελεί εργαλείο για την περιφερειακή
ανάπτυξη, επηρεάζει τελικά τη σύγκλιση ή απόκλιση μεταξύ περιφερειών.
Ορισμένοι συγγραφείς ανάμεσα τους οι Williams & Shaw (1998) και Swarbrooke (2000)
ισχυρίζονται ότι ο τουρισμός ωφελεί κυρίως τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες καθώς
εκεί συναντάται κατά βάση. Η άποψη αυτή ήταν ήδη γνωστή μετά τη διατύπωση των πρώτων
θεωριών περιφερειακής ανάπτυξης και την εισαγωγή της έννοιας των πολικών περιφερειών.
Οι πολικές περιφέρειες ορίζονται ως το σύνολο ιεραρχημένα διαρθρωμένων ετερογενών
χωρικών μονάδων, τα οποία έχουν λειτουργική συνεκτικότητα και αλληλεξάρτηση μεταξύ
τους, με σειρά σχέσεων και ροών και επηρεάζονται από ένα κεντρικό πόλο (Κόνσολας, 1997,
σ. 105). Στο πλαίσιο της πολικής (ή πολωμένης) περιφέρειας, ο Christaller (1966) τονίζει ότι
είναι πιθανό να αποτελέσει μέσο οικονομικής ανάπτυξης για τις περιμετρικές ή περιφερειακές
περιοχές, αφού η ροή εισοδήματος των ατόμων που διαμένουν σε μητροπολιτικά κέντρα προς
τις περιφέρειες, θα μπορούσε να αντιστρέψει τη ροή εισοδήματος και απασχόλησης προς
τους κεντρικούς πόλους (Δρακάκης, 2019). Για τους κατοίκους των αστικών κέντρων, οι
αγροτικές, παράκτιες και ορεινές περιοχές είναι προορισμοί που συνηθίζουν να επισκέπτονται
και ο τουρισμός θα οδηγούσε σε μια ανακατανομή του εισοδήματος από τις ανεπτυγμένες
μητροπολιτικές περιοχές στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφερειακές περιοχές. Με αυτόν τον
τρόπο ενισχύεται η προσπάθεια των φτωχότερων περιοχών να επιστρέψουν σε ρυθμούς
ανάπτυξης (Murphy and Andressen, 1988; Telfer, 2002). Επιπλέον, σύμφωνα με τον Δρακάκη
(2019), για περιοχές οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα και έχουν περιορισμένες
ευκαιρίες και δυνατότητες ανάπτυξης στους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας (εκτός του
τουρισμού), ο Friedmann το 1966 θεωρούσε τον τουρισμό ως μια αναπτυξιακή επιλογή
(Oppermann, 1993). O Christaller (1963), διατυπώνει την άποψη ότι συχνά οι τουριστικοί
προορισμοί βρίσκονται σε περιφερειακές τοποθεσίες. Με αυτό τον τρόπο, οι περιοχές
επωφελούνται οικονομικά από παράγοντες οι οποία δε θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν
διαφορετικά. Πλέον παύει ο παραγκωνισμός περιοχών οι οποίες θεωρούνται μη παραγωγικές
εξαιτίας των γεωγραφικών χαρακτηριστικών όπως είναι για παράδειγμα οι υψηλές οροσειρές,
τα άγονα, βραχώδη τοπία και οι αμμόλοφοι. Αντιθέτως μάλιστα αποκτούν την αξία που τους
αναλογεί αφού κατά τη διάρκεια ορισμένων εποχών του έτους μετατρέπονται σε σημαντικά
σταυροδρόμια τουριστικών και εμπορικών ροών . Τέλος, το 1969 ο Peters υποστήριξε πως ο
τουρισμός έχει την τάση να κατανέμει την ανάπτυξη προς τις λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές,
μακριά από τα βιομηχανικά κέντρα (Krakover, 2004).
18
Στην προσέγγιση αυτή, ότι ο τουρισμός έχει σημαντική συμβολή στην οικονομική
ανάπτυξη των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών ενώ παράλληλα αποφεύγει τα πιο
κεντρικά σημεία, ασκήθηκε κριτική. Αρκετοί συγγραφείς (Opperman, 1992; O’Hare and
Barrett, 1999) υποστήριξαν ότι οι δραστηριότητες του τουρισμού επικεντρώνονται σε
συγκεκριμένες περιοχές όπως οικονομικά κέντρα, παράκτιες περιοχές και πρωτεύουσες οι
οποίες διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές όσον αφορά τον τουρισμό, τις μεταφορές και τη
γενικότερη υποστήριξη από τον κρατικό μηχανισμό. Η πολική αυτή χωρική συγκέντρωση σε
κάποιες περιοχές εντείνει τις ανισότητες που υφίστανται μεταξύ περιφερειών και τελικά
μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερες αποκλίσεις.
Σύμφωνα με τον Opperman (1993), το φαινόμενο αυτό γίνεται αντιληπτό κυρίως στις
αναπτυσσόμενες χώρες. Για παράδειγμα στη Μαλαισία, ο τουρισμός συγκεντρώθηκε σε δύο
μόνον περιοχές που αποτελούν τα κυρίαρχα κέντρα σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, ενώ
η τουριστική δραστηριότητα ήταν λιγότερο αναπτυγμένη στις υπόλοιπες περιφέρειες
(Oppermann, 1992). Ομοίως στο Περού, η ανάπτυξη του τουρισμού συνέβαλε στη δημιουργία
θέσεων απασχόλησης και στην άνοδο του ΑΕΠ της χώρας. Ωστόσο, με την ανάλυση σε
περιφερειακό επίπεδο διαπιστώθηκε ότι από τις εισερχόμενες ροές τουριστών
επωφελήθηκαν περισσότερο οι ανεπτυγμένες πλούσιες περιοχές της χώρας έναντι των
λιγότερο ανεπτυγμένων, καθώς οι τουρίστες επισκέπτονταν λιγότερο τις φτωχές περιφέρειες.
Επιπλέον, σε τοπικό επίπεδο, οι εγχώριοι και εισερχόμενοι τουρίστες προτιμούσαν να
επισκέπτονται τη διοικητική πρωτεύουσα της κάθε περιφέρειας (O’Hare and Barrett, 1999).
Ο Krakover (2004) μετά από επεξεργασία στατιστικών στοιχείων που προσδιορίζουν
τα έσοδα από τον τουρισμό, τις διανυκτερεύσεις και την τουριστική απασχόληση στο Ισραήλ,
καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η βιομηχανία του τουρισμού δημιούργησε τάση σύγκλισης και
όχι πόλωσης του τουρισμού σε κεντρικά σημεία. Παρόλο που οι τουρίστες που έρχονται από
το εξωτερικό επισκέπτονταν κυρίως τις μεγάλες πόλεις όπως η Ιερουσαλήμ, οι περιφερειακές
περιοχές κατάφεραν να αυξήσουν τα ποσοστά τους στους οικονομικούς δείκτες
(απασχόλησης, εσόδων κλπ) χάρη στον μεγάλο αριθμό εγχώριων τουριστών. Στην περίπτωση
αυτή, επιβεβαιώνεται η άποψη των Christaller και Peters που διατυπώθηκε τη δεκαετία του
1960 (Δρακάκης,2019). Ειδικότερα, στις απομακρυσμένες περιφέρειες δεν μετακινήθηκαν
19
μόνο τουρίστες και εισοδήματα, αλλά και ιδιωτικά κεφάλαια με τη μορφή τουριστικών
επενδύσεων, προσελκύοντας ακόμα μεγαλύτερο αριθμό επισκεπτών από το εξωτερικό. Στο
Ισραήλ ωστόσο υπάρχουν ειδικές συνθήκες που επηρεάζουν τη χωροθέτηση των τουριστικών
δραστηριοτήτων, όπως oι επιδοτήσεις της κυβέρνησης ως κίνητρο επενδύσεων για τις
περιφερειακές περιοχές, το μικρό μέγεθος της χώρας και τα ζητήματα ασφαλείας που
υπάρχουν στα βόρεια σύνορα.
Συμπερασματικά, και οι δύο απόψεις είναι αποδεκτές στη βιβλιογραφία που
αναφέρεται στον τουρισμό. Στις αναπτυγμένες χώρες, η περιφερειακή σύγκλιση ή απόκλιση
εμφανίζεται ανάλογα με τις μορφές τουρισμού που αναπτύσσονται ενώ εξαρτάται και από
κοινωνικούς, θεσμικούς, οικονομικούς και γεωγραφικούς παράγοντες που ισχύουν στην κάθε
χώρα. Σε ότι αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες, η αντίληψη που κυριαρχεί είναι ότι ο
τουρισμός ευνοεί τις πλουσιότερες και πιο ευνοημένες από το κράτος περιφέρειες. Και στις
δύο περιπτώσεις, ο τουρισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί με σκοπό να περιορισθούν οι
ενδοπεριφερειακές και διαπεριφερειακές ανισότητες. Για να συμβεί αυτό εφαρμόζεται η
πολιτική της τοπικής ενδογενούς («από τη βάση») ανάπτυξη.
Στην Ελλάδα οι περιφερειακές ανισότητες αποτελούν ένα θέμα που απασχολεί έντονα
τόσο την ακαδημαϊκή κοινότητα όσο και τη Δημόσια Διοίκηση. Ο επιστημονικός διάλογος
συχνά χαρακτηρίζεται από διαφορετικές εκτιμήσεις, ακόμη και αντιπαραθέσεις, τόσο για το
είδος και την έκταση των ανισοτήτων, όσο και για τις ενέργειες που απαιτούνται για την
αντιμετώπισή τους. Η επίσημη θέση της πολιτείας αλλά και ορισμένων μελετητών είναι ότι σε
σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), η Ελλάδα έχει σήμερα σχετικά
περιορισμένες ανισότητες στα επίπεδα ανάπτυξης των περιφερειών και των νομών, όπως
αυτά μετρούνται από το κατά κεφαλή ΑΕΠ (Πετράκος & Ψυχάρης, 2003).
H άποψη αυτή δεν γίνεται από όλους δεκτή. Το γεγονός ότι ο μισός πληθυσμός της
χώρας κατοικεί στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, ενώ η υπόλοιπη
χώρα δεν διαθέτει σοβαρές αστικές συγκεντρώσεις, δίνει την εικόνα μιας ιδιαίτερα άνισης
χωρικής κατανομής των υποδομών, των υπηρεσιών και των ευκαιριών ανάπτυξης.
Ο μελλοντικός σχεδιασμός της πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί πρόκληση
για τη Πολιτική Συνοχής μετά το 2020. Σε αυτό το πλαίσιο εμφανίζονται δύο συγκρουόμενες
μεταξύ τους απόψεις: Η πρώτη υποστηρίζει ότι η Πολιτική Συνοχής θα πρέπει να εστιάσει εκ
νέου στον πρωταρχικό της στόχο δηλαδή την αντιμετώπιση των περιφερειακών ανισοτήτων
και επομένως να εφαρμοστεί ξανά στις λιγότερο προνομιούχες περιφέρειες. Σύμφωνα με τη
δεύτερη άποψη, η Πολιτική Συνοχής για να συνεχίσει να έχει βασικό ρόλο στην οικονομική
πολιτική της Ένωσης, θα πρέπει διαρκώς να διευρύνει το πλαίσιο παρέμβασης της, τη
εντατικοποίηση της δραστηριότητας της και το πλαίσιο παρέμβασης της. Σχετικά με το μέλλον
της Πολιτικής Συνοχής, ο Zypries (2017), θεωρεί ο πιο σημαντικός στόχος είναι να σταματήσει
η οπισθοδρόμηση των μειονεκτικών περιοχών. Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει κάποια
επικρατούσα άποψη για το πώς πρέπει να είναι η Πολιτική Συνοχής στο κοντινό μέλλον.
Σκοπός της είναι η διασφάλιση και η επέκταση της οικονομικής και κοινωνικής συνεκτικότητας
και για το λόγο αυτό κάποιοι πιστεύουν ότι η Πολιτική Συνοχής θα πρέπει να εντείνει τη
κερδοφορία της όντας μια από τις βασικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΣΠΑ Υ.Π.ΕΝ,
2019).
20
Η μορφολογία της Ελλάδας και οι εδαφικές της ανισότητες καθιστούν αναγκαία την
εφαρμογή τοπικών και περιφερειακών πολιτικών με έντονη χωρική διάσταση. Για τη
προώθηση της ολοκληρωμένης κοινωνικής, οικονομικής, περιβαλλοντικής και πολιτιστικής
ανάπτυξης των υποβαθμισμένων περιοχών και ειδικότερα νησιών, ορεινών ζωνών και
αστικών περιοχών οι οποίες παρουσιάζουν διαχρονικά διαρθρωτικές αδυναμίες προτείνονται
οι παρακάτω πολιτικές :
Για τις αστικές περιοχές:
• Στα αστικά κέντρα Αθήνας και Θεσσαλονίκης καθώς και στα κύρια περιφερειακά αστικά
κέντρα προτείνεται αστική αναγέννηση των μειονεκτικών περιοχών με χαμηλή βιομηχανική
ικανότητα και στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων
• Υποστήριξη και προώθηση του πολιτισμού, της πολιτιστικής κληρονομιάς και της
κοινωνικής οικονομίας στο πλαίσιο ολοκληρωμένων αναπτυξιακών σχεδίων για τις
υποβαθμισμένες περιοχές, μεταξύ άλλων μέσω της στήριξης μικρομεσαίων επιχειρήσεων
Για τα μικρά απομακρυσμένα νησιά προτείνονται:
Δημιουργία λιμενικών υποδομών μικρής κλίμακας με στόχο τη βελτίωση της
διασύνδεσης με τα μεγάλα κοντινά νησιά ή την ηπειρωτική χώρα
Υποδομές μικρής κλίμακας για την επεξεργασία των λυμάτων, την
επαναχρησιμοποίηση και την παραγωγή νερού
Τοπικές μεταφορές μικρής κλίμακας που βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές
ενέργειας.
Στις ορεινές περιοχές και στα μικρά απομακρυσμένα νησιά οι πολιτικές που
προτείνονται είναι :
21
Προώθηση της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς και των τοπικών προϊόντων, στο
πλαίσιο στρατηγικών για τη βιώσιμη εναλλακτική τουριστική ανάπτυξη
Εκπόνηση πλάνου στοχευμένων δράσεων για την ενίσχυση μικρών δήμων και
επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και τη βελτίωση των τεχνικών και οργανωτικών τους
δυνατοτήτων με στόχο την πραγματοποίηση των προαναφερόμενων επενδύσεων,
σύμφωνα με το μοντέλο τεχνικής βοήθειας για τον τομέα των λυμάτων που
εφαρμόστηκε την περίοδο 2014‐ 2020 (ΕΣΠΑ Υ.Π.ΕΝ, 2019).
Συνοπτικά η εδαφική συνοχή αποτελεί στόχο της Ε.Ε. που εκφράζεται στη συνθήκη
της από το 2009. Εξαρχής η Ε.Ε. είχε σκοπό την προώθηση μιας ισορροπημένης και αρμονικής
ευρωπαϊκής περιοχής σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Η Πολιτική Συνοχής της Ε.Ε. έγινε
το πιο βασικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου (ΕΣΠΑ Υ.Π.ΕΝ, 2019).
Η τοπική ανάπτυξη είναι μια μορφή περιφερειακής ανάπτυξης καθώς επίσης και ένα
μέσο περιφερειακής πολιτικής όπου οι κυριότεροι μοχλοί της αναπτυξιακής διαδικασίας είναι
οι τοπικοί παράγοντες, δηλαδή φορείς, οργανισμοί, κάτοικοι, επιχειρήσεις, τοπική
πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα. Επομένως η τοπική ανάπτυξη ξεκινάει από τη βάση της
πολιτικής και διοικητικής πυραμίδας. Οι τοπικοί παράγοντες οι οποίοι έχουν εντοπίσει και
γνωρίζουν καλύτερα τα προβλήματα και τις ευκαιρίες που υπάρχουν στην περιοχή τους,
αναλαμβάνουν την αξιοποίηση του ενδογενούς δυναμικού της. Το ενδογενές δυναμικό
περιλαμβάνει ένα σύνολο από οικονομικούς, φυσικούς, θεσμικούς και πολιτιστικούς πόρους
οι οποίοι αποτελούν το υπόβαθρο της αναπτυξιακής διαδικασίας. Οι συνεργασίες που
αναπτύσσονται καθώς και οι πρωτοβουλίες οι οποίες αναλαμβάνονται, μπορούν να
οδηγήσουν στη δημιουργία νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων, προσαρμοσμένων στα
πλεονεκτήματα της περιοχής, ενώ προσανατολίζονται ακόμη στην ανάπτυξη της καινοτομίας,
την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας. Σημειώνεται ωστόσο, ότι η
τοπική οικονομική ανάπτυξη δε θα πρέπει να ταυτίζεται με την ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης
χωρικής μονάδας, αλλά με την ανάπτυξη που στηρίζεται στους τοπικούς παράγοντες. Εξάλλου,
η εφαρμογή του μοντέλου είναι εφικτό να πραγματοποιηθεί σε οποιαδήποτε χωρική κλίμακα
(Παπαδασκαλόπουλος, 1995; Χριστοφάκης, 2001).
Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 1, η τοπική ανάπτυξη εξαρτάται από ενδογενείς και
εξωγενείς παράγοντες, άρα είναι πιο ευρεία έννοια από την ενδογενή ανάπτυξη. Παρόλα αυτά
οι περισσότεροι συγγραφείς θεωρούν ταυτόσημες τις δύο έννοιες (Χριστοφάκης, 2001). Η
τοπική‐ενδογενής ανάπτυξη ταυτίζεται με το πρότυπο της ολοκληρωμένης περιφερειακής
ανάπτυξης και θεωρείται το βασικό μέσο για την προώθησή της καθώς συμβάλλει στην
οικονομική και χωρική ολοκλήρωση (Παπαδασκαλόπουλος, 1995; Χριστοφάκης, 2001).
22
Διάγραμμα 1: Προσδιορισμός και σχέση τοπικής και ενδογενούς ανάπτυξης
Πηγή: Χριστοφάκης,2001:59
Παγκοσμίως υπάρχουν αρκετές περιοχές οι οποίες έχουν ως στόχο την αξιοποίηση του
ενδογενούς δυναμικού και των τοπικών πλεονεκτημάτων στον κλάδο του τουρισμού. Από το
1980 άρχισε να χρησιμοποιείται αυτή η πρακτική στη Βόρεια Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη
όπως αναφέρει ο Rogerson (2002b). Το ίδιο συνέβη και σε άλλες χώρες όπως η Νέα Ζηλανδία,
η Αυστραλία, η Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ.
Ο Rogerson (2002a) περιγράφει την περίπτωση πέντε γειτονικών πόλεων οι οποίες
συντονίστηκαν έτσι ώστε να προβάλλουν την ευρύτερη περιοχή ως ένα ενιαίο τουριστικό
προϊόν και όχι να προβάλλονται η κάθε μία ξεχωριστά. Κατά αυτό το τρόπο, στη περιοχή Still
Bay της Ν. Αφρικής, οι τοπικοί φορείς και οι οργανισμοί βασιζόμενοι στους πολιτιστικούς και
φυσικούς πόρους της περιοχής, ανέπτυξαν μία στρατηγική μάρκετινγκ με την οποία
κατάφεραν να προσελκύσουν ιδιωτικές επενδύσεις, καθιστώντας την αναπτυξιακή διαδικασία
ανεξάρτητη από κρατικές χρηματοδοτήσεις. Oι Binns and Nel (2002) αναφέρονται στις
πρωτοβουλίες που ανέλαβαν δύο περιοχές οι οποίες, παρατηρώντας ότι οι παραδοσιακοί
κλάδοι είχαν παρακμάσει, προσπάθησαν να διαφοροποιήσουν την οικονομία τους. Αυτό
συνέβη στην Ουτρέχτη, όπου η συνεργασία μεταξύ κατοίκων, τοπικών φορέων και μιας
ιδιωτικής επιχείρησης συνεισέφερε στην κατασκευή αρκετών υποδομών, οι οποίες βελτίωσαν
την εικόνα της περιοχής. Τέλος, σύμφωνα με τον Rogerson (2002b), στη περιοχή Midlands
Meander, η ίδρυση ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού είχε ως σκοπό να προσελκύσει ειδική
23
τουριστική αγορά αναπτύσσοντας θεματικές διαδρομές, οι οποίες εν τέλει προβλήθηκαν ως
ενιαίος προορισμός.
Η εξωγενής ανάπτυξη του τουρισμού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον μαζικό
τουρισμό. Τις περισσότερες φορές, οι ξένες προς την τοπική κοινότητα επιχειρήσεις
αναλαμβάνουν την κατασκευή τουριστικών υποδομών μεγάλης κλίμακας, έτσι ώστε να
προσελκύσουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών, χωρίς όμως να αναπτύσσουν κοινωνικούς ή
οικονομικούς δεσμούς με την τοπική κοινωνία. Επιπλέον τα ταξιδιωτικά πρακτορεία
24
Στο επόμενο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην έννοια του αθλητισμού και στην
ιστορική του εξέλιξη ενώ στη συνέχεια περιγράφεται ο αθλητισμός ως αναδυόμενη
οικονομική βιομηχανία. Άλλωστε, η παρουσία των αθλητικών δρώμενων σε έναν τουριστικό
προορισμό διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο σε ότι αφορά το τουριστικό προϊόν ενός τόπου αλλά
και της ευρύτερης ανάπτυξης του.
25
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τα τελευταία χρόνια αναδύεται το φαινόμενο των λεγόμενων ειδικών μορφών
τουρισμού. Μια μορφή τουρισμού που κερδίζει συνεχώς έδαφος είναι ο αθλητικός τουρισμός,
αποτελώντας ένα ταχέως αναπτυσσόμενο φαινόμενο με παγκόσμιες διαστάσεις και σημασία
σε πολλά επίπεδα. Σήμερα ο αθλητισμός και ο τουρισμός αποτελούν δύο μεγάλους
κοινωνικούς θεσμούς που γιγαντώθηκαν ειδικότερα μετά το 1960 και αποτελούν δύο
κερδοφόρες βιομηχανίες που αποφέρουν τεράστια κέρδη.
Οι αθλητικοί αγώνες είναι ένας πανάρχαιος ελληνικός θεσμός ο οποίος πρώτα από
όλα ισχύει εθιμικά. Μέσα από το θεσμό αυτόν αναπτύσσεται η κοινωνική έκφραση και η
ταύτιση με κάτι το ιερό που αντικατοπτρίζει τις αξίες και τα ιδανικά της εποχής. Ο αγώνας και
η αγωνιστική έγινε νόμος της πολιτείας και απεικονίζει τη κοινωνική πραγματικότητα. Στην
αρχαιότητα, γίνεται αντιληπτό από την ιστορική πορεία ότι ο αθλητικός αγώνας αποτυπώνει
τη συνολική εικόνα του πολιτιστικού παράγοντα της κοινωνίας (Παναγιωτόπουλος, 2005α).
Ετυμολογικά το ρήµα «αγωνίζοµαι» προέρχεται από τη λέξη αγώνας που φανερώνει
έντονη προσπάθεια για διάκριση ενώπιον συγκέντρωσης σε στάδιο ή µπροστά σε ακροατήριο
σε πολιτικό δικαστήριο. Για το λόγο αυτό, ο αγώνας και η αγωνιστική είναι µία προσπάθεια
που ξεκινάει από τον ίδιο τον άνθρωπο για την καλυτέρευσή του. Πρόκειται για µια
διαδικασία αυτοεξέλιξης υπό τις απόλυτες τιµές της σύγκρισης (Παναγιωτόπουλος, 2005α).
Σημειώνεται ότι οι απαρχές των αθλητικών αγώνων στην Ολυµπία αλλά και στα άλλα
πανελλήνια θρησκευτικά κέντρα, χάνονται στα βάθη των µυθικών χρόνων. Οι Έλληνες είχαν
τη πεποίθηση ότι πρώτοι οι θεοί του Ολύµπου επιδόθηκαν µε ζήλο σε αθλητικούς αγώνες.
Στους Ολυμπιακούς αγώνες δικαίωμα συμμετοχής είχαν μόνο Έλληνες πολίτες ενώ
αποκλείονταν όσοι βαρύνονταν με ασεβείς πράξεις, φόνο και παραβίαση της ιερής εκεχειρίας.
Έλληνες από κάθε περιοχή της χώρας, αλλά και από τις μακρινές αποικίες της, τη Μεγάλη
Ελλάδα και Σικελία κατέκλυζαν το ιερό της Ολυμπίας. Για την πλειονότητα των αθλητών οι
Αγώνες παρέμειναν ως τότε ευκαιρία να ψυχαγωγηθούν, να παιδεύσουν τη ψυχή και δεν
αποτελούσαν αυτοσκοπό. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί αθλητές που διακρίθηκαν
σε νεαρή ηλικία ως νικητές στα Ολύμπια, ως ώριμοι άνδρες διακρίθηκαν στα στρατιωτικά, την
πολιτική, τις επιστήμες και τις τέχνες (Γιαλούρης, 1976).
Από τα παραπάνω, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο αθλητισμός είναι αναγκαίος όχι
μόνο για τη σωματική και πνευματική υγεία αλλά και γιατί συνδέει κοινότητες ανθρώπων. Στη
26
Επομένως δεν είναι τυχαίο, ότι η σωματική άσκηση αναδεικνύεται σε σημαντική
δραστηριότητα σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, ακόμη και αν αποτελούσε ξεκάθαρα
ανδρική υπόθεση. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα άνδρες που ανήκαν στην άρχουσα τάξη
δαπανούσαν περισσότερο χρόνο για τη σωματική άσκηση παρά για άλλες καθημερινές
δραστηριότητες (Dustine, Geoffrey, & Moore, 1977).
Η σύγχρονη εποχή χαρακτηρίζεται από καθημερινές ραγδαίες πολιτικές, οικονομικές,
κοινωνικές, εργασιακές μεταβολές και εξελίξεις. Ανάλογα με το οικονομικό και πολιτικό
περιβάλλον που διαμορφώνεται, οι έννοιες και οι αξίες ερμηνεύονται διαφορετικά και έχουν
άλλες πρακτικές εφαρμογές. Σήμερα, στις αναπτυγμένες κοινωνίες, η ποιότητα ζωής
εκτιμάται και κρίνεται με οικονομικούς όρους. Η δυνατότητα που παρέχει η πολιτεία στους
πολίτες να εξασκούν δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, δεν μπορεί να αποτελεί πολιτική
δευτερεύουσας σημασίας, αλλά επιβεβλημένη πρόνοια που αποσκοπεί στην πραγματική
συμμετοχή των πολιτών σε δράσεις σωματικής άσκησης και αναψυχής. Η μελέτη του
φαινομένου του ελεύθερου χρόνου περιλαμβάνει τις έννοιες της ψυχαγωγίας, της
διασκέδασης, της αναψυχής και του αθλητισμού ως μια κινητική σωματική δραστηριότητα.
Πολλές φορές οι έννοιες αυτές χρησιµοποιούνται η μία αντί της άλλης εσφαλμένα ή ακόµη µε
τρόπο που δίνουν την αίσθηση ότι δεν υπάρχουν. Σύµφωνα µε τους Κουθούρη και συν. (2005)
«αναψυχή» είναι η κατάσταση ευεξίας (ψυχική, πνευµατική, σωματική, συναισθηµατική) στην
οποία περιέρχεται το άτοµο, λόγω της εμπλοκής του με δραστηριότητες της επιλογής του
(Οικονόμου, 2018).
Κατά τον Π. Λύτρα ( 1991) τόσο η αθλητική όσο και η τουριστική βιομηχανία στην
Ελλάδα σχετίζονται με άμεσο τρόπο με τον τομέα του αθλητικού τουρισμού. Οι συναφείς
τομείς περιλαμβάνουν τουριστικούς και αθλητικούς φορείς, σωματεία, εταιρίες διοργάνωσης
και προώθησης εκδηλώσεων, ταξιδιωτικά γραφεία, ξενοδοχεία και ολόκληρη την κλίμακα των
επιχειρήσεων που προμηθεύουν αγαθά και υπηρεσίες, τόσο σε τουριστικούς, όσο και σε
αθλητικούς οργανισμούς.
27
Σύμφωνα με τον Foster (2006) τα αθλήματα αποτελούν την πρώτη ύλη μιας μεγάλης
και σύνθετης διεθνούς επιχειρηματικής δραστηριότητας η οποία εξελίσσεται σε μία από τις
μεγαλύτερες βιομηχανίες παγκοσμίως με τεράστια δύναμη και επιρροή στις οικονομίες και
κοινωνίες των χωρών και σε ένα σημαντικό καταναλωτικό προϊόν. Διάφορες μελέτες όπως
μια που πραγματοποιήθηκε από την παγκόσμια συμβουλευτική εταιρία διαχείρισης A.T.
Kearney με τίτλο «Κερδίζοντας από τις αθλητικές επιχειρήσεις» και αρκετοί ειδικοί, ανάμεσα
τους ο Gavin Lewellyn, Πρόεδρος της Επιτροπής Πνευματικής Ιδιοκτησίας της Διεθνούς
Ένωσης Νομικών, εκτιμούν ότι η παγκόσμια βιομηχανία αθλητισμού παράγει 632 δις ευρώ
κάθε χρόνο, το οποίο αντιπροσωπεύει το 1% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου
προϊόντος το 2015 (Sport, 2015).
Για τον Trenberth (2012), η αθλητική βιομηχανία αποτελείται από το σύνολο των
επιχειρήσεων οι οποίες προσφέρουν αγαθά, υπηρεσίες, εγκαταστάσεις ή ιδέες που
σχετίζονται με αθλήματα. Σε αυτή την αγορά συνυπάρχουν άνθρωποι, δραστηριότητες,
επιχειρήσεις και οργανισμοί οι οποίοι συμμετέχουν στην παραγωγή, τη διευκόλυνση, την
προώθηση ή την οργάνωση οποιασδήποτε δραστηριότητας ή εμπειρίας που σχετίζεται με τον
αθλητισμό (Trenberth 2012). Το μοντέλο αθλητικής βιομηχανίας που παρουσιάζεται από τον
Pitts (1994) προσδιορίζει τρία τμήματα ανά τύπο προϊόντος και καταναλωτή, και διαφορετικές
κατηγορίες προϊόντων με το κάθε ένα να ανήκει σε οικονομικούς τομείς: 1) τον τομέα
αθλητικών επιδόσεων (που προσφέρεται στον καταναλωτή είτε για συμμετοχή είτε ως προϊόν
θέασης), 2) τον τομέα παραγωγής του αθλητισμού (τα προϊόντα εκείνα που είναι δομημένα
ώστε να διαμορφώνουν ή να επηρεάζουν την ποιότητα του αθλητικού γεγονότος) και 3) τον
τομέα διαφήμισης και προώθησης του αθλητισμού (εκείνα τα προϊόντα που προσφέρονται
ως εργαλεία προώθησης του αθλητικού προϊόντος).
Έτσι, ο Trenberth (2012:4) θεωρεί τα ακόλουθα τμήματα στην αθλητική βιομηχανία:
αθλητικού τουρισμού, αθλητικών προϊόντων, ενδυμασίας, ερασιτεχνικού αθλητισμού,
επαγγελματικού αθλητισμού, αναψυχής, αθλητισμού, υπαίθριου αθλητισμού, αθλητικού
μάρκετινγκ και το τμήμα οργάνωσης και διοίκησης αθλητισμού. Και στις τρεις μορφές
τμηματοποίησης της αθλητικής βιομηχανίας παρατηρείται ότι οι αθλητικές δραστηριότητες
παράγουν μεγάλο αριθμό επιχειρηματικών ευκαιριών, λαμβάνοντας υπόψη δύο διαστάσεις:
τη βιομηχανική και την οικονομική. Με βάση αυτή την προσέγγιση ο Trenberth (2012:3) ορίζει
το αθλητικό μάνατζμεντ ως την εκπόνηση και την μελέτη διεργασιών που συμμετέχουν στην
παραγωγή, τις εγκαταστάσεις, την προώθηση ή οργάνωση επιχειρήσεων που
δραστηριοποιούνται στον αθλητισμό.
Όλες αυτές οι επιχειρήσεις οι οποίες αποτελούν μέρη διαφορετικών τμημάτων της
αθλητικής βιομηχανίας, είτε δημόσιες είτε ιδιωτικές αθλητικές οντότητες που παρέχουν
υπηρεσίες καθώς και οι εταιρίες που σχετίζονται με τον αθλητισμό, το μάνατζμεντ, τα
οικονομικά και το μάρκετινγκ, χρειάζονται αποτελεσματική διαχείριση για να επιτύχουν τους
στόχους τους (Retar, 2016; Fielding , 1991). Σε αυτό το πλαίσιο, βασίζεται η ιδέα του αθλητικού
μάνατζμεντ, η οποία εστιάζει στη διαχείριση, στον προγραμματισμό, και την οργάνωση των
επιχειρήσεων, των οποίων κύριο αντικείμενο είναι ο αθλητισμός. Οι επαγγελματίες που
δραστηριοποιούνται στην οργάνωση του αθλητισμού, είναι υπεύθυνοι για δραστηριότητες
όπως η οικονομική διαχείριση, το μάρκετινγκ, η ηγεσία, το μάνατζμεντ δημόσιων και
ιδιωτικών εγκαταστάσεων, η διαχείριση αθλητικών γεγονότων και η προετοιμασία για τις
28
αλλαγές και τις απαιτήσεις που προκύπτουν στις αθλητικές επιχειρήσεις και τις σχετικές
βιομηχανίες. Κατά συνέπεια, οι ανθρώπινοι πόροι που απασχολούνται σε αυτόν τον τομέα
αποκτούν έναν υψηλό βαθμό εξειδίκευσης, αναδύονται στελέχη σε ορισμένους τομείς της
αθλητικής βιομηχανίας, όπως είναι το προσωπικό που εξειδικεύεται στο μάρκετινγκ, οι
υπεύθυνοι για τις αγοροπωλησίες αθλητών, ομάδων κλπ.
Στον τομέα του αθλητισμού, οι scouter1 είναι υπεύθυνοι για την αξιολόγηση τόσο
ερασιτεχνών όσο και επαγγελματιών αθλητών, οι διευθυντές αθλητικών εγκαταστάσεων
διαχειρίζονται τις καθημερινές λειτουργίες και οργανώνουν τη συντήρηση και άλλες
δραστηριότητες που είναι απαραίτητες για την αποτελεσματική λειτουργία, οι αθλητικοί
μάνατζερ κατευθύνουν τη συνολική οργάνωση και τον προγραμματισμό για τους αθλητικούς
οργανισμούς και τους αθλητές ξεχωριστά, και οι αθλητικοί διευθυντές παρέχουν καθοδήγηση
σε όλους τους τύπους αθλητικών οργανισμών (Masteralexis, 2011).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2012), ο
αθλητισμός αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο και ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα της οικονομίας
και συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη και την απασχόληση, με προστιθέμενη αξία και
επιπτώσεις στην απασχόληση που υπερβαίνουν τους μέσους ρυθμούς ανάπτυξης (Λευκή
Βίβλος για τον Αθλητισμό (2007), σ. 10). Ο Δορυφόρος Λογαριασμός Αθλητισμού αποτελεί μια
σημαντική βάση δεδομένων για την ανάλυση της συμβολής του αθλητισμού στην οικονομική
ανάπτυξη και της αύξησης της παραγωγικότητας καθώς και των ρυθμών ανάπτυξης των
αθλητικών τομέων. Επειδή οι ρυθμοί μεγέθυνσης θεωρούνται δυναμικές προσεγγίσεις, αυτός
ο τύπος ανάλυσης πρέπει να βασίζεται στους Δορυφόρους Λογαριασμούς Αθλητισμού σε δύο
διαφορετικά χρονικά σημεία, προκειμένου να προσδιοριστεί η σχετική μεταβολή στον τομέα
του αθλητισμού σε σχέση με το συνολικό παραγόμενο προϊόν (SpEA, 2012).
Οι πολλαπλασιαστές του ΑΕΠ που καταγράφουν τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις
από την αύξηση της τελικής ζήτησης στην αγορά προϊόντων σχετικών με τον αθλητισμό
μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δείκτης για τις αναπτυξιακές δυνατότητες του , καθώς
μετράνε το οικονομικό αντίκτυπο σε όρους μεγέθυνσης του ΑΕΠ.
2.3.1 Διατροφή στον αθλητισμό
Ιδιαίτερα σημαντική επίδραση στην απόδοση ενός αθλητή έχει η διατροφή. Έτσι
δημιουργήθηκε η αγορά προϊόντων και υπηρεσιών που σχετίζονται με την διατροφή στον
αθλητισμό. Μάλιστα, οι αγορές σε αυτό το τομέα, όπως είναι για παράδειγμα οι μπάρες με
πρωτεΐνες, οι σκόνες και τα ροφήματα, παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ανάπτυξης
1
Scouter: Αναλαμβάνει να αξιολογήσει, να ερμηνεύσει και να επικοινωνήσει τις ικανότητες και τη προοπτική
(συνήθως) νεαρών αθλητών (Moore, 2004 σελ.38).
29
παγκοσμίως. Με βάση τα στοιχεία του Πίνακα 1, είναι προφανές ότι η Γερμανία έχει σημαντικό
μερίδιο στην αγορά τροφίμων και ποτών που σχετίζονται με τη κάλυψη των διατροφικών
αναγκών στον αθλητισμό, που αντιπροσωπεύει πάνω από το 1% της γερμανικής παραγωγής
τροφίμων. Για τα άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. ωστόσο, το μερίδιο της αθλητικής διατροφής στην
παραγωγή τροφίμων είναι πολύ μικρότερο. Οι έμμεσες επιδράσεις στις εγχώριες βιομηχανίες
είναι σχετικά υψηλές. Οι πολλαπλασιαστές είναι 2.0 ή και μεγαλύτεροι για τη Φινλανδία, τη
Γαλλία, την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Πολωνία και την Ισπανία. Είναι πάνω από 1,5 για όλες
σχεδόν τις άλλες χώρες. Δεδομένου ότι η Γαλλία δεν καταγράφει την παραγωγή τροφίμων και
ποτών που σχετίζονται με τον αθλητισμό, ο πολλαπλασιαστής της δεν εμφανίζεται στον
πίνακα ούτε χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του μέσου πολλαπλασιαστή. Ως αγορά που
παρουσιάζει υψηλά ποσοστά ανάπτυξης, η αγορά αθλητικής διατροφής μπορεί να έχει
σημαντική αναπτυξιακή δυναμική για τις ευρωπαϊκές χώρες (Πίνακας 1).
Πίνακας 1: Αθλητική διατροφή, Μ.Π.Α. και Πολλαπλασιαστές
Πίνακας 1 : Αγορές τροφίμων και ποτών που σχετίζονται με τον αθλητισμό
Μικτή προστιθέμενη αξία
Χώρα
Αγοραίες τιμές (σε % του συνόλου της Εγχώριοι
εκ.€) παραγωγής τροφίμων Πολλαπλασιαστές
**Μη σταθμισμένος μέσος όρος, χωρίς τη Γαλλία
Πηγή: SpEA, 2012
30
2.3.2 Ασφάλεια στον αθλητισμό
Υπάρχουν αρκετά είδη ασφάλισης στην αγορά του αθλητισμού, όπως για παράδειγμα
η ασφάλιση χειμερινών αθλημάτων και η ασφαλιστική κάλυψη υποδομών σε αθλητικές
εκδηλώσεις. Μαζί με τις υπηρεσίες συνταξιοδότησης για επαγγελματίες αθλητές, ο
ασφαλιστικός τομέας μπορεί να επεκταθεί περαιτέρω. Παρόλο που οι δαπάνες για ασφάλεια
στον αθλητισμό και για συνταξιοδότηση έχουν υψηλό μερίδιο (1%) στην Αυστρία, στην Κύπρο,
στη Φινλανδία, στη Γερμανία, στην Ιρλανδία και στη Μάλτα , το μερίδιο αυτό είναι πολύ
χαμηλότερο στις υπόλοιπες χώρες. Ωστόσο, δεδομένου του υψηλού κινδύνου τραυματισμού
που υπάρχει σε πολλές αθλητικές δραστηριότητες, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούσαν
να αναζητήσουν νέες δυνατότητες ανάπτυξης στον αθλητισμό (SpEA, 2012).
2.3.3 Νομικές και οικονομικές υπηρεσίες
Οι νομικές, χρηματοοικονομικές, συμβουλευτικές υπηρεσίες και οι δημόσιες σχέσεις
βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα για αθλητές, αθλητικούς συλλόγους ή επαγγελματίες αθλητές,
εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο. Παρόλο που πολλές από τις δραστηριότητες είναι σε ημι‐
επαγγελματικό ή εθελοντικό επίπεδο και δεν υποστηρίζονται από υπηρεσίεςσυμβουλευτικής,
η γενική τάση για αυξημένη ανάγκη οικονομικών και νομικών υπηρεσιών μπορεί επίσης να
επηρεάσει τις επιχειρήσεις που σχετίζονται με τον αθλητισμό. Η δυνητική ανάπτυξη του
κλάδου παροχής νομικών και οικονομικών συμβουλευτικών υπηρεσιών οι οποίες σχετίζονται
με τον αθλητισμό θα είχε σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο και σε άλλους τομείς της
παραγωγής (SpEA, 2012).
Το μερίδιο της προστιθέμενης αξίας του αθλητισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι
1,76% με τη ευρεία έννοια του αθλητισμού και 1,13% με την στενή έννοια του αθλητισμού με
βάση την έρευνα που διεξήχθη το 2012, χρησιμοποιώντας δεδομένα για το έτος 2005. Το 2018
η ανανεωμένη έκθεση της Ε.Ε. η οποία χρησιμοποιεί δεδομένα του 2012 σημειώνει ότι το
παραγόμενο ΑΕΠ που σχετίζεται με αθλητικές δραστηριότητες ανέρχεται στα 279.7 δις ευρώ
(ή 2.17% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ) στην Ε.Ε. (SpEA, 2018).
31
προκαλούμενες) επιδράσεις, ανέρχονται σε 2,98% (294,36 δις ευρώ) της συνολικής
ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (SpEA, 2012).
Πίνακας 2: Μ.Π.Α. αθλητικού τομέα (εκ. €) και ως % του ΑΕΠ της Ε.Ε.
Στατιστικός ορισμός Στενός ορισμός Ευρύς ορισμός
Έμμεση 28,160 112,179 173,855
Άμεση+ Έμμεση 48,774 186,206 294,359
Άμεση 0.28% 1.13% 1.76%
Άμεση+ Έμμεση 0.49% 1.88% 2.98%
Πολλαπλασιαστής 1.73 1.66 1.69
Πηγή: SpEA, 2012
Ο Πίνακας 2 συνοψίζει τις επιδράσεις της Μ.Π.Α. (Μικτή Προστιθέμενη Αξία). Οι
πολλαπλασιαστές σε αυτή την περίπτωση αναφέρονται στις έμμεσες επιπτώσεις της Μ.Π.Α.
Για παράδειγμα, για κάθε ευρώ που παράγεται άμεσα από την αύξηση της παραγωγής που
συνδέεται με τον αθλητισμό με τη στενή έννοια, δημιουργούνται έμμεσα 66 cent μικτής
προστιθέμενης αξίας από την εφοδιαστική αλυσίδα.
Το ποσοστό των εργαζομένων που απασχολείται σε εργασία σχετική με τον αθλητισμό
στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 1,49% με τη στενή έννοια και 2,12% με την ευρεία έννοια του
αθλητισμού (SpEA, 2012). Το μερίδιο αυτού που είναι γενικά γνωστός ως οργανωμένος
αθλητικός τομέας αντικατοπτρίζεται στον στατιστικό ορισμό. Το ποσοστό απασχόλησης
σύμφωνα με τον στατιστικό ορισμό είναι 0,31%. Η απασχόληση στον τομέα του αθλητισμού
(άμεσες επιδράσεις) ανέρχεται σε 3.138.350 άτομα σύμφωνα με τη στενή έννοια και
4.460.888 άτομα σε σχέση με την ευρεία. Για τον στατιστικό ορισμό η απασχόληση στον τομέα
του αθλητισμού είναι 659.770. Αθροίζοντας τις άμεσες και έμμεσες επιδράσεις, ο αθλητισμός
οδηγεί σε απασχόληση 5.085.137 ατόμων (2,42% της απασχόλησης στην ΕΕ) με την στενή του
έννοια. Με την ευρεία έννοια μπορούν να καταγραφούν 7.378.671 άτομα (3,51%), ενώ για τον
στατιστικό ορισμό του αθλητισμού είναι 1.154.389 άτομα (0.55%).
Πίνακας 3: Απασχόληση στον αθλητικό τομέα (σε άτομα και % στην Ε.Ε.)
Στατιστικός Στενή έννοια Ευρεία έννοια
ορισμός
Άμεση 659,770 3,138,350 4,460,888
Άμεση+ Έμμεση 1,154,389 5,085,137 7,378,671
Άμεση 0.31% 1.49% 2.12%
Άμεση+ Έμμεση 0.55% 2.42% 3.51%
Πολλαπλασιαστής 1.75 1.62 1.65
Πηγή: SpEA, 2012
Ο Πίνακας 3 καταγράφει τις επιπτώσεις στην απασχόληση. Όσον αφορά τη μικτή
προστιθέμενη αξία, ο ορισμός του αθλητισμού έχει καθοριστικό ρόλο. Οι πολλαπλασιαστές
32
ερμηνεύονται με παρόμοιο τρόπο. Για παράδειγμα, εάν αυξηθεί η παραγωγή που συνδέεται
με τον αθλητισμό, έτσι ώστε η απασχόληση στις εταιρίες παραγωγής (με τη στενή έννοια του
αθλητισμού) να αυξηθεί κατά 100 άτομα, ακόμη 62 άτομα θα απασχολούνται στον αντίστοιχο
τομέα παραγωγής. Τα ποσοστά απασχόλησης που σχετίζονται με τον αθλητισμό (άμεση:
0,31%, 1,49% και 2,12%) ξεπερνούν τις αντίστοιχες τις μικτές προστιθέμενες αξίες (άμεση
επίπτωση: 0,28%, 1,13% και 1,76%). Οι επιχειρήσεις που σχετίζονται με τον αθλητισμό είναι
επομένως περισσότερο ενεργές συγκριτικά με το μέσο όρο των επιχειρήσεων, καθώς
περισσότεροι υπάλληλοι υποχρεούνται να παράγουν την ίδια μικτή προστιθέμενη αξία. Η
ανάπτυξη της οικονομίας και των επιχειρήσεων που συνδέονται με τον αθλητισμό οδηγεί
επομένως σε αύξηση της απασχόλησης πάνω από τον μέσο όρο (SpEA, 2012).
Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία της Eurostat (2018), το 2018 1.76
εκατομμύρια άτομα δηλαδή το 0.8% του ΑΕΠ της Ε.Ε. εργάζονταν στον τομέα του αθλητισμού
(στατιστικός ορισμός αθλητισμού). Η απασχόληση στον αθλητικό τομέα περιλαμβάνει
επαγγέλματα που σχετίζονται με αυτόν όπως για παράδειγμα επαγγελματίες αθλητές,
επαγγελματίες προπονητές σε γυμναστήρια, υποδοχή και εξυπηρέτηση πελατών σε
γυμναστήρια. Η απασχόληση στον αθλητικό τομέα αυξήθηκε κατά 3.2% σε όρους μέσου
ετήσιου ρυθμού μεγέθυνσης στη χρονική περίοδο από το 2013 μέχρι το 2018.
33
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
Είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν οι έννοιες που έχουν σχέση με τον αθλητισμό
καθώς αποτελεί μια σημαντική δραστηριότητα στο πλαίσιο του τουρισμού, ενώ ο τουρισμός
αποτελεί επίσης θεμελιώδες χαρακτηριστικό του αθλητισμού (Hinch & Higham, 2001). Ως
αθλητισμό ορίζουμε ολόκληρη την κλίμακα ανταγωνιστικών και μη‐ανταγωνιστικών
δραστηριοτήτων που περιλαμβάνουν ικανότητα, στρατηγική και/ή τύχη, με τις οποίες
ασχολούνται άτομα, το καθένα στο δικό του επίπεδο, είτε απλώς για διασκέδαση και
προπόνηση, είτε με σκοπό την ευρεία κοινωνική αποδοχή και την αναγνώριση (Standeven &
DeKnop, 1999). Στα αγγλικά η βιβλιογραφία αναφέρει τόσο τη λέξη sport, η οποία περιέχει
όλες οι δραστηριότητες που πληρούν τα κριτήρια της ενεργούς συμμετοχής, όσο και τη λέξη
sports που ορίζεται ως το σύνολο φυσικών δραστηριοτήτων. Κατά συνέπεια η πρώτη έννοια
περιλαμβάνει και τις εμπορικές δραστηριότητες που περιβάλλουν τη δεύτερη έννοια (Stotlar,
2005).
Περαιτέρω, ως αθλητικός τουρίστας ορίζεται ένας προσωρινός επισκέπτης ο οποίος
διαμένει τουλάχιστον 24 ώρες σε κάποιο προορισμό και του οποίου ο σκοπός της επίσκεψης
είναι να συμμετέχει (ενεργά ή ως θεατής) σε εκδηλώσεις που συνδέονται με τον αθλητισμό
(Douvis et al, p.2). Σύμφωνα με τους Nogawa, Yamagushi & Hagi (1996), ως αθλητικός
τουρίστας θεωρείται το άτομο που ασχολείται με δημοφιλή σπορ κατά τη διάρκεια ενός
ταξιδιού, που παρακολουθεί ως θεατής ή συμμετέχει σε αθλητικές εκδηλώσεις όπως είναι οι
Ολυμπιακοί Αγώνες.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Υπουργείου Τουρισμού (2018), αθλητικός τουρισμός
θεωρείται η οποιαδήποτε ανάμειξη είτε ενεργητική είτε παθητική σε αθλητικές
δραστηριότητες οι οποίες ενσωματώνονται στο πλαίσιο του τουρισμού και έχουν πρωταρχικό
στόχο την ψυχαγωγία και την χαλαρή άθληση και όχι τη συμμετοχή σε αθλητικά δρώμενα ή
τη προετοιμασία για αυτά.
Για την Gibson (1998), αθλητικός τουρισμός είναι τα ταξίδια αναψυχής που ωθούν τα
άτομα εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας, με σκοπό να παρακολουθήσουν ή να συμμετέχουν
σε αθλητικές δραστηριότητες ή να επισκεφθούν χώρους οι οποίοι σχετίζονται με αθλητισμό.
Βάσει του ορισμού αυτού προκύπτουν και οι τρεις μορφές του αθλητικού τουρισμού:
Ενεργητικός, παθητικός και αθλητικός τουρισμός επίσκεψης.
Σύμφωνα με τον Λύτρα (2002) ο αθλητικός τουρισμός αποτελεί την πρώτη μορφή
τουρισμού στην ιστορία. Μπορεί να είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο, ωστόσο οι ρίζες του
εντοπίζονται στην Αρχαία Ελλάδα, όπου οι κάτοικοι κάθε πόλης‐κράτους ταξίδευαν μακριά με
34
σκοπό να παρακολουθήσουν ή και να λάβουν μέρος οι ίδιοι σε μεγάλα αθλητικά γεγονότα με
σημαντικότερο όλων τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ο Karlis (2002) ορίζει ως αθλητικό τουρισμό την εμπειρία του ταξιδιού ως αποτέλεσμα
της συμμετοχής σε αθλητική δραστηριότητα ή σε κάποια εκδήλωση και ταυτόχρονα το
αθλητικό γεγονός είναι η βασική αιτία του ταξιδιού (Katerinopoulou,2002). Ένας από τους πιο
απλούς και ξεκάθαρους ορισμούς είναι του Readman (2003) ο οποίος θεωρεί ότι αθλητικός
τουρισμός είναι το ταξίδι που πραγματοποιείται για μη εμπορικούς σκοπούς, και έχει σκοπό
τη συμμετοχή σε δραστηριότητες μακριά από το τοπικό περιβάλλον του ταξιδιώτη.
3.1.1 Ο αθλητικός τουρισμός ως ειδική μορφή τουρισμού
Ο αθλητικός τουρισμός συνίσταται από δύο έννοιες οι οποίες χαρακτηρίζονται από
μαζικότητα και κοινωνικότητα: τον τουρισμό και τον αθλητισμό. Στο πρωταρχικό του στάδιο
εμφανίζεται σε διάφορες χρονικές περιόδους ή πολιτισμούς στην ιστορία (Zauhar, 2014) με τη
πιο δημοφιλή να είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα όπου γινόταν παύση των
εχθροπραξιών μεταξύ των αρχαίων ελληνικών πόλεων κατά τη περίοδο που συμμετείχαν
στους Ολυμπιακούς Αγώνες έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα οι πολίτες να ταξιδεύσουν με
σκοπό τη παρακολούθηση αθλητικών αγώνων ή τη συμμετοχή τους σε αυτούς. Τα τελευταία
χρόνια έχει αποκτήσει μαζικές διαστάσεις και συνεπώς θεωρείται μια ξεχωριστή μορφή
τουρισμού με τη δική της δυναμική. Ωστόσο είναι δύσκολο να γίνει οριοθέτηση του αθλητικού
τουρισμού καθώς περιλαμβάνει δραστηριότητες οι οποίες μπορεί να εμπίπτουν στο
αντικείμενο έρευνας άλλων μορφών τουρισμού. Ο αθλητικός τουρισμός εμπεριέχει,
αθλητικές διοργανώσεις που συγκαταλέγονται στον τουρισμό εκδηλώσεων, την ορειβασία,
θαλάσσια αθλήματα, τα αθλήματα περιπέτειας και τα χιονοδρομικά αθλήματα. Σε μερικές
περιπτώσεις μπορούν να συμπεριληφθούν ακόμη και κρουαζιέρες που έχουν ως θεματική
τους τον αθλητισμό. Το κοινό στοιχείο σε όλα αυτά τα είδη τουρισμού είναι ότι το βασικό
κίνητρο είναι η άθληση ή γενικότερα ο αθλητισμός. Επιπλέον αν είναι να γίνει διάκριση μεταξύ
ειδικών και εναλλακτικών μορφών τουρισμού τότε ο αθλητικός τουρισμός χαρακτηρίζεται είτε
ως εναλλακτική είτε ως ειδική μορφή τουρισμού χάρη στην πολυμορφία του. Εναλλακτική
μπορεί να θεωρηθεί γιατί ορισμένες αθλητικές δραστηριότητες όπως η πεζοπορία, η ιππασία,
η ορειβασία και άλλα αθλήματα περιπέτειας, είναι χαλαρής μορφής και αντίθετες με το
πρότυπο ανάπτυξης του Οργανωμένου Μαζικού Τουρισμού Διακοπών (ΟΜΤΔ).
Πιο συγκεκριμένα : α) δεν έχουν ως προϋπόθεση τη κατασκευή υποδομών μεγάλης
κλίμακας, β) οι επισκέπτες λειτουργούν με σεβασμό προς το περιβάλλον και συνδέονται με τη
τοπική κοινωνία, γ) δεν υπάρχει μεγάλη συμμετοχή των ταξιδιωτικών πρακτορείων δ) το
οικονομικό όφελος διαχέεται συνήθως στη τοπική κοινωνία.
Την ίδια στιγμή ωστόσο, υπάρχουν και αθλητικές δραστηριότητες όπως είναι για
παράδειγμα τα χιονοδρομικά αθλήματα, το γκολφ, οι αθλητικές εκδηλώσεις με θέμα τον
αθλητισμό, που απαρτίζονται μεν από τα κοινά ειδικά ενδιαφέροντα των επισκεπτών και
ταυτόχρονα περιέχουν χαρακτηριστικά του μαζικού τουρισμού. Ειδικότερα τα χαρακτηριστικά
αυτά είναι α) οι μαζικές μετακινήσεις τουριστών μέσω τουριστικών πρακτορείων, και β) οι
μεγάλες τουριστικές υποδομές που ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις προς το περιβάλλον. Ο
35
όρος ειδικές μορφές τουρισμού όμως, σκιαγραφεί τις εναλλακτικές και ειδικές μορφές
τουρισμού των οποίων η ανάπτυξη σχετίζεται με την ενεργοποίηση της τουριστικής
προσφοράς και ζήτησης με επίκεντρο ένα βασικό ή ειδικό κίνητρο (Λαγός ,2018).
Στη βιβλιογραφία του τουρισμού, δεν υπάρχει συγκεκριμένη άποψη η οποία να είναι
κοινώς αποδεκτή και επομένως το εννοιολογικό περιεχόμενο του αθλητικού τουρισμού
περιλαμβάνει αρκετούς ορισμούς που έχουν διατυπωθεί από ερευνητές και ακαδημαϊκούς.
Πρωταρχικά, ο Hall (1992) θεωρεί και αναγνωρίζει τον αθλητικό τουρισμό ως μια μορφή
τουρισμού ειδικού ενδιαφέροντος, που αναφέρεται σε «ταξίδια για μη εμπορικούς σκοπούς,
για παρακολούθηση ή συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες μακριά από το μόνιμο τόπο
κατοικίας».
Από την άλλη το Διεθνές Συμβούλιο Αθλητικού Τουρισμού υιοθετεί έναν περισσότερο
ευρύ ορισμό , δηλαδή «η χρησιμοποίηση του αθλητισμού ως μέσο για την ανάπτυξη
τουριστικής δραστηριότητας». Αυτό σημαίνει ότι ο αθλητισμός χρησιμοποιείται για να
προσελκύσει επισκέπτες (Kurtzman, 1995,pp. 6‐7).
Έπειτα, ο αθλητικός τουρισμός χωρίστηκε σε πέντε τομείς από την πλευρά της
προσφοράς: α) αθλητικά τουριστικά θέρετρα, β) θέλγητρα αθλητικού τουρισμού, γ) αθλητικές
τουριστικές κρουαζιέρες, δ) αθλητικές τουριστικές εκδρομές, και ε) αθλητικές τουριστικές
διοργανώσεις (Kurtzman, 2005b). Από τη πλευρά της ζήτησης, ως αθλητικοί τουρίστες
ορίζονται «τα άτομα που το ταξίδι τους επηρεάζεται κυρίως από τον αθλητισμό έτσι ώστε να
συμμετάσχουν ή να παρευρεθούν σε αθλητικές διοργανώσεις, να μάθουν περισσότερα για
τον αθλητισμό, να παρακολουθήσουν αθλητικές δραστηριότητες, να αισθανθούν την
ατμόσφαιρα μιας μεγάλης διοργάνωσης (Kurtzman, 2005b, p. 49)».
36
Σύμφωνα με την Gibson (1998b) αθλητικός τουρισμός είναι το «ταξίδι των ατόμων
όταν έχουν ελεύθερο χρόνο, σε προορισμούς εκτός του μόνιμου τόπου κατοικίας τους για να
παρακολουθήσουν, να συμμετάσχουν σε σωματικές δραστηριότητες ή να επισκεφθούν
αξιοθέατα που σχετίζονται με σωματικές δραστηριότητες». Κατά συνέπεια, με βάση αυτό τον
ορισμό, διακρίνει τρεις κατηγορίες: α) τον ενεργητικό αθλητικό τουρισμό, β) τον αθλητικό
τουρισμό νοσταλγίας και τον αθλητικό τουρισμό διοργανώσεων.
H Delpy (1998) αναφέρει πως ο ορισμός του αθλητικού τουρισμού μπορεί να
διαφοροποιείται ανάλογα με τις ερμηνείες που αποδίδονται στον τουρισμό και τον
αθλητισμό. Όπως και η Gibson, υποστηρίζει ότι ο αθλητικός τουρισμός είναι τα ταξίδια μακριά
από τη κατοικία για παρακολούθηση αθλητικών δραστηριοτήτων, ενασχόληση με τον
αθλητισμό, επίσκεψη σε αθλητικά θέλγητρα και περιλαμβάνει ανταγωνιστικές και μη
ανταγωνιστικές δραστηριότητες. Στη συνέχεια διαχωρίζει σε πέντε κατηγορίες (θέρετρα,
κρουαζιέρες, εκδρομές, θέλγητρα και διοργανώσεις) όπως ο Kurtzman (1995), σημειώνοντας
ότι κάθε μία από αυτές σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με άλλους τομείς του τουρισμού όπως ο
εκπαιδευτικός , ο φυσιολατρικός, ο τουρισμός περιπέτειας, ο τουρισμός υγείας κ.α.
Σύμφωνα με τους Standeven και De Knop (1999) ο αθλητικός τουρισμός
συμπεριλαμβάνει «οποιασδήποτε μορφής ενεργητικής και παθητικής ανάμειξης σε αθλητική
δραστηριότητα, όπου η συμμετοχή είναι τυχαία ή οργανωμένη και γίνεται για μη εμπορικούς
σκοπούς, και τα άτομα ταξιδεύουν μακριά από τη κατοικία τους και το χώρο εργασίας».
Επομένως η συμμετοχή στις αθλητικές δραστηριότητες μπορεί να είναι ενεργητική ή παθητική
και να πραγματοποιηθεί σε ένα επαγγελματικό ταξίδι ή σε διακοπές.
Στη περίπτωση των διακοπών, οι επισκέπτες διακρίνονται σε α) αυτούς που κάνουν
αθλητικές διακοπές, δηλαδή ο αθλητισμός είναι η βασική αιτία του ταξιδιού και ασχολούνται
με ένα ή περισσότερα αθλήματα, β) αυτούς που λαμβάνουν μέρος τυχαία σε αθλητικές
δραστηριότητες, είτε οργανωμένα είτε αυτόνομα.
Οι παθητικοί τουρίστες διακρίνονται σε α) «γνώστες παρατηρητές», όπως είναι για
παράδειγμα οι θεατές, οι κριτές και β) «τυχαίους παρατηρητές» οι οποίοι παρακολουθούν
μια εκδήλωση γιατί έτυχε να βρίσκονται στη περιοχή και όχι επειδή το είχαν οργανώσει από
πριν.
Όσον αφορά τα επαγγελματικά ταξίδια, σε αυτά εμπίπτουν όσοι ασχολούνται με τον
αθλητισμό ως επαγγελματίες όπως προπονητές, αθλητές, αθλητικοί δημοσιογράφοι κλπ.
Επιπλέον περιλαμβάνουν τα άτομα τα οποία ταξιδεύουν για επαγγελματικούς λόγους (
επιχειρηματική συνάντηση, συνέδριο) που ενεργά ή παθητικά σχετίζονται με αθλητικές
δραστηριότητες (Standeven & De Knop, 1999).
Οι Hinch και Higham (2001) αφού είχαν συγκεντρώσει ποικίλους ορισμούς για τον
αθλητικό τουρισμό, αναγνωρίζουν το γεγονός ότι αρκετές φορές συμπεριλαμβάνονται σε
αυτούς η χρονική διάσταση, η χωρική διάσταση και η διάσταση της δραστηριότητας, που
χρησιμοποιούνται και στους ορισμούς του τουρισμού. Ταυτόχρονα, ωστόσο, διατυπώνουν τη
κριτική τους και υποστηρίζουν έντονα ότι η έννοια του αθλητισμού που αποτελεί τη διάσταση
της δραστηριότητας, εξακολουθεί να μην είναι ξεκάθαρη στους διαθέσιμους ορισμούς. Για
αυτό το λόγο ορίζουν τον αθλητικό τουρισμό ως «ταξίδι το οποίο βασίζεται στον αθλητισμό,
37
για περιορισμένο χρονικό διάστημα μακριά από το περιβάλλον της κατοικίας, όπου ο
αθλητισμός περιλαμβάνει μοναδικούς κανονισμούς και συνδέεται με τη σωματική
ικανότητα». Έτσι, δίνεται έμφαση στο αθλητισμό όπου κάθε άθλημα διαθέτει το δικό του
σύστημα κανόνων, ο ανταγωνισμός εμφανίζεται ως ένα συνεχές που χωρίζεται σε επίπεδα
από ψυχαγωγικό έως ανταγωνιστικό επίπεδο και που η φύση του είναι παιχνιδιάρικη λόγω
της αβέβαιης έκβασης.
Ο Pigeassou (2004) θεωρεί ότι ο αθλητικός τουρισμός αποτελεί «ένα ανθρώπινο
πείραμα που επικεντρώνεται σε υπηρεσίες απαραίτητες για την πραγματοποίηση μη
επαγγελματικών προσωρινών ταξιδιών προς συγκεκριμένους προορισμούς για την εμπειρία
της αθλητικής κουλτούρας». Η εμπειρία αυτή της αθλητικής κουλτούρας όπως αναφέρει ο
Pigeassou, ασκεί επιρροή στην απόφαση του επισκέπτη όσον αφορά τον προορισμό που θα
ταξιδέψει και ξεχωρίζει τον αθλητικό τουρισμό από την άθληση όταν κάποιος βρίσκεται σε
διακοπές (τουριστικό αθλητισμό). Επίσης διακρίνει τον αθλητικό τουρισμό σε τέσσερις
μορφές: α) συμμετοχή σε διοργάνωση με επίκεντρο τον αθλητισμό, β) ανάμνηση και γνώση
της ιστορικής και σύγχρονης αθλητικής κουλτούρας, γ) συμμετοχή στη διοίκηση του
αθλητισμού, δ) άσκηση σωματικών ή αθλητικών δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με τους Kurtzman & Ζauhar (1993, 1995) υπάρχουν 5 βασικοί λόγοι οι
οποίοι συντελούν στη ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού:
1. Η γενικότερη πεποίθηση που επικρατεί στις χώρες της Δύσης ότι η καλή υγεία και η
διατήρηση φυσικής κατάστασης είναι αποτέλεσμα της άθλησης, αύξησε το ενδιαφέρον και τη
συμμετοχή στις αθλητικές δραστηριότητες.
2. Η παγκόσμια φήμη και η δημοσιότητα που υπάρχει γύρω από αθλητικά γεγονότα όπως οι
Ολυμπιακοί Αγώνες.
3. Τα τελευταία χρόνια οι τουρίστες προτιμούν να ταξιδεύουν πολλές φορές σε διαφορετικά
μέρη αλλά για λιγότερο χρονικό διάστημα. Έτσι επισκέπτονται περισσότερους προορισμούς
και μπορούν να παρακολουθήσουν ή να συμμετέχουν σε αρκετές αθλητικές δραστηριότητες
στη διάρκεια ενός έτους.
4. Η αλληλεπίδραση που υπάρχει μεταξύ τουρισμού και αθλητισμού, όπως είναι η συμβολή
του αθλητισμού στην υλοποίηση αναπτυξιακών σχεδίων, η ενθάρρυνση και η προώθηση της
φιλίας μεταξύ ανθρώπων και κοινωνιών σε εθνικό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο οδήγησε στην
ενίσχυση της ανάπτυξης αθλητικών δραστηριοτήτων από τους αρμόδιους φορείς.
5. Η ραγδαία ανάπτυξη στα μεταφορικά δίκτυα και στις επικοινωνίες καθιστά πιο εύκολη την
μετακίνηση των αθλητικών τουριστών.
Η Gibson (1998b) υποστηρίζει ότι ο οξυμένος ανταγωνισμός που υπάρχει μεταξύ των
προορισμών να αυξήσουν το μερίδιο τους σε αυτή τη μορφή τουρισμού, έφερε τον αθλητικό
τουρισμό στο επίκεντρο. Με αυτό το τρόπο, ο αθλητικός τουρίστας έχει μια πληθώρα
38
επιλογών από προορισμούς και αθλητικές δραστηριότητες. Τέλος οι Swart και Bob (2007)
ισχυρίζονται ότι στην ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού συνέβαλλε τα μέγιστα η προβολή
τους από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και η αυξημένη ζήτηση για τηλεοπτική μετάδοση
καθώς εξασφαλίζει τεράστια έσοδα από εταιρίες, μέσω χορηγιών σε ομάδες και αθλητικές
εκδηλώσεις.
Υπάρχουν αρκετές μελέτες οι οποίες ασχολούνται με τον τουρισμό αθλητικών
εκδηλώσεων (Gibson et al.,2002; Greig & McQuaid,2003; Deery et al., 2004) καθώς επίσης και
σχετικά εκτενής βιβλιογραφία για τις εκδηλώσεις μεγάλης κλίμακας όπως είναι οι Ολυμπιακοί
Αγώνες, και τα παγκόσμια κύπελλα ποδοσφαίρου και ράγκμπι καθώς και άλλα αθλητικά
τουρνουά που προσελκύουν παγκόσμιο ενδιαφέρον (Roche, 2000; Jones, 2001; Malfas et
al.,2004).
Ο Ritchie (2004) εντοπίζει ένα κενό στη βιβλιογραφία όσον αφορά το προϊόν των
αθλητικών εκδηλώσεων μικρής κλίμακας. Όπως σημειώνει, ελάχιστες είναι οι εμπειρικές
μελέτες που επικεντρώνονται στον τουρισμό αθλητικών εκδηλώσεων και τις επιπτώσεις τους
στις περιοχές υποδοχής αλλά και οι έρευνες οι οποίες αναλύουν το προφίλ των αθλητικών
τουριστών που παρακολουθούν αθλητικές εκδηλώσεις μικρής κλίμακας.
Επίσης ένας περιορισμένος αριθμός μελετών έχει εξετάσει τις τουριστικές ροές για
μία σεζόν, που προκύπτουν από τον παθητικό αθλητικό τουρισμό. Οι Gibson et al.(2002)
αναλύουν τον τουρισμό που προκύπτει από αγώνες της ποδοσφαιρικής ομάδας του
πανεπιστημίου της Φλόριντα, ενώ οι Greig & McQuaid (2003) ποσοτικοποιούν τις τουριστικές
ροές και τις συνακόλουθες επιπτώσεις των δαπανών στο Εδιμβούργο και στη Σκωτία από τους
θεατές του τουρνουά ράγκμπι «Six Nations». Οι Johnstone et al.(2000) μελέτησαν την τοπική
οικονομική δραστηριότητα που παράγεται από δύο ποδοσφαιρικούς συλλόγους του αγγλικού
πρωταθλήματος, την Λίβερπουλ και την Έβερτον.
Ακόμη δύο άρθρα αναλύουν με παρόμοιο τρόπο τις θετικές οικονομικές επιπτώσεις
του αθλητισμού. Οι Johnstone et al.(2000) επικεντρώνονται στο οικονομικό αντίκτυπο που
δημιουργούν οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι της Λίβερπουλ και της Έβερτον σε τοπικό επίπεδο
(Merseyside). Παρόλα αυτά δεν προσδιορίζουν με συγκεκριμένο τρόπο τις δαπάνες των
φιλάθλων που παρακολουθούν αγώνες. Οι Grieg και McQuaid (2003), στην ανάλυση τους για
τις επιδράσεις της διεξαγωγής του πρωταθλήματος ράκμπι στο Εδιμβούργο και τη Σκωτία,
επικεντρώνονται στις δαπάνες των αθλητικών τουριστών ενώ στη συνέχεια εκτιμούν τις
έμμεσες και προκαλούμενες οικονομικές επιδράσεις. Ωστόσο επειδή το συγκεκριμένο
39
τουρνουά περιλαμβάνει μικρό αριθμό αγώνων, αυτοί οι αγώνες θυμίζουν περισσότερο με
εκδηλώσεις μεγάλης κλίμακας.
Σημειώνεται ότι οι Grieg & McQuaid (2003) λαμβάνουν υπόψη μόνο αγώνες οι οποίοι
διεξήχθησαν στο Εδιμβούργο. Μεταξύ των ροών παθητικού αθλητικού τουρισμού που
καταγράφονται και σκιαγραφείται το προφίλ τους, το άρθρο αυτό επικεντρώνεται στο γεγονός
ότι ακόμα και οι πιο ένθερμοι οπαδοί συμφωνούν ότι κύριος σκοπός της παρακολούθησης
αυτών των παιχνιδιών είναι η ομαδική συνεργασία με σκοπό τη νίκη της ομάδας τους (Ritchie,
2004). Η αντίληψη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική δεδομένου του μεγάλου αριθμού θεατών
που προμηθεύονται εισιτήρια διαρκείας στα παραδοσιακά κλαμπ (δηλαδή οι θεατές που
πληρώνουν εκ των προτέρων για μία θέση για όλες τους εντός έδρας αγώνες της σεζόν).
40
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Η Gibson (1998) διακρίνει στον αθλητικό τουρισμό ακόμη 3 μεγάλες κατηγορίες:
1. Την παρακολούθηση κάποιου αθλητικού γεγονότος.
2. Την επίσκεψη σε κάποιο αθλητικό θέαμα.
3. Την ενεργητική συμμετοχή.
Ο Kurtzman (2005) διακρίνει τα είδη αθλητικού τουρισμού σε 5 κατηγορίες:
1. Τα αθλητικά γεγονότα όπως είναι τα Παγκόσμια πρωταθλήματα και οι Ολυμπιακοί
Αγώνες.
2. Τα αθλητικά θεάματα (π.χ. συνέδρια, μουσεία).
3. Τις αθλητικές εκδρομές (π.χ. σαφάρι, εκδρομές περιπέτειας).
4. Τα αθλητικά καταφύγια.
5. Τις κρουαζιέρες (π.χ. καταδύσεις, ιστιοπλοΐα, ψάρεμα).
Η βιωσιμότητα αποτελεί έναν από τους τρεις πυλώνες της Ολυμπιακής Ατζέντας 2020.
Ο αθλητισμός είναι ένας σημαντικός παράγοντας της βιώσιμης ανάπτυξης και η IOC
41
αναγνωρίζει την αυξανόμενη συμβολή του στην επίτευξη των στόχων της ιδέας της βιώσιμης
ανάπτυξης.
Χώρες και πόλεις ανά τον κόσμο έχοντας ως κύριο μέλημα τους να δημιουργήσουν ή
να ενισχύσουν τη φήμη τους και την εικόνα τους προς τα έξω καθώς επίσης και για να
καταπολεμήσουν την εποχικότητα που διακατέχει τον τουρισμό επιδιώκουν να φιλοξενήσουν
αθλητικές εκδηλώσεις. Οι εκδηλώσεις αυτές μπορεί να είναι μεγάλου βεληνεκούς,
πολιτιστικές, αθλητικές ή mega events όπως είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες μέχρι και μικρές
εκδηλώσεις σε περιφέρειες.
Μία έκθεση αποτελεί ένα γεγονός μεγάλης κλίμακας, πραγματοποιείται σπάνια (δηλ.
κάθε χρόνο) και συνδέεται με μια συγκεκριμένη τοποθεσία. Ένα mega‐event είναι ένα γεγονός
διεθνούς και μεγάλης κλίμακας, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες ή το Παγκόσμιο Κύπελλο
Ποδοσφαίρου (FIFA). Από την άλλη, μια εκδήλωση μικρής κλίμακας πραγματοποιείται τακτικά
ανά σεζόν ενώ υπάρχουν και οι ακόμα μικρότερες αθλητικές εκδηλώσεις όπως είναι τα
ερασιτεχνικά και τα νεανικά τουρνουά. Οι εκδηλώσεις μικρής κλίμακας απαιτούν μικρή
χρηματοδότηση όσον αφορά το δημόσιο τομέα, συνήθως λειτουργούν με τις υφιστάμενες
υποδομές, και είναι πιο εύκολη η διαχείριση τους, από άποψη συνωστισμού του κόσμου και
συμφόρησης σε σχέση με τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων
και των περιφερειών για τη φιλοξενία μεγάλων εκδηλώσεων είναι έντονος διότι η τοπική
διοίκηση της κάθε περιοχής, εστιάζει στην οικονομική επίδραση που προέρχεται από τους
χρηματοδότες της εκδήλωσης, τις χορηγικές συμφωνίες, και τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Τα
τελευταία χρόνια, καθώς οι τοπικοί ηγέτες έχουν αναγνωρίσει τις προοπτικές που
προσφέρουν οι συνέργειες μεταξύ αθλητισμού και τουρισμού, προσπαθούν όλο και
περισσότερο να δημιουργήσουν τουρισμό αναπτύσσοντας μια εικόνα για το τόπο τους ως
ιδανικό προορισμό, μέσω της φιλοξενίας αθλητικών εκδηλώσεων (Taks, Chalip & Green, 2015,
Ziakas, 2013; Ziakas & Costa, 2011).
42
είναι σημαντικό κομμάτι πολλών αναπτυξιακών στρατηγικών που απευθύνονται σε πόλεις,
περιφέρειες και χώρες σε όλο τον κόσμο.
Η αναγνωρισιμότητα, η οικονομική και κοινωνική βαρύτητα των μεγάλων αθλητικών
γεγονότων, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες, προκάλεσαν το ενδιαφέρον της επιστημονικής
κοινότητας (Porter & Chin, 2012). Πιο συγκεκριμένα, οι έρευνες για τις επιπτώσεις των
αθλητικών εκδηλώσεων έχουν προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό ( Preuss, 2004). Τα τελευταία
χρόνια, πολύ προορισμοί ανά το κόσμο εκφράζουν ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον, να
φιλοξενήσουν μικρές αθλητικές εκδηλώσεις οι οποίες προσελκύουν σαφώς λιγότερους
επισκέπτες και παρουσιάζουν λιγότερα έσοδα αλλά επίσης απαιτούν και μικρότερη επένδυση.
Επομένως είναι πιθανό να δημιουργήσουν περισσότερες θετικές παρά αρνητικές επιπτώσεις
για τους οικοδεσπότες (Agha & Taks, 2015). Αυτό συμβαίνει, γιατί οι αθλητικές εκδηλώσεις
μικρής κλίμακας χρησιμοποιούν κυρίως τις ήδη υπάρχουσες ή δημιουργούν προσωρινές
υποδομές, οι οποίες έχουν συμβατό μέγεθος με την κοινότητα υποδοχής, απαιτούν μηδενικές
έως χαμηλές δαπάνες ενώ παράλληλα προϋποθέτουν χαμηλή επιβάρυνση του δημόσιου
τομέα μέσω κρατικής χρηματοδότησης. Επίσης διοργανώνονται συχνότερα συγκριτικά με τα
μεγάλα αθλητικά γεγονότα ενώ δύνανται να πραγματοποιηθούν σε πλήθος διαφορετικών
πόλεων ή κοινοτήτων υποδοχής. Επιπλέον ο έλεγχος των επιδόσεων αυτών των εκδηλώσεων
έχει τοπικό χαρακτήρα, και τα οικονομικά οφέλη παραμένουν στις κοινότητες φιλοξενίας (
Giampiccoli et al., 2014).
Παράλληλα οι αρνητικές επιπτώσεις των μεγάλων εκδηλώσεων στις πόλεις και τις
περιφέρειες είναι και αυτές καταγεγραμμένες και προκύπτουν σχεδόν σε κάθε περίπτωση.
Υπερκοστολόγηση, μη τήρηση χρονοδιαγράμματος, υπερμεγέθεις υποδομές, και κοινωνική
πόλωση εξανεμίζουν τις υψηλές προσδοκίες για αστική ανάπτυξη λόγω της διοργάνωσης
μεγάλων εκδηλώσεων (Boykoff, 2014). Από το 1960 και έπειτα, χωρίς εξαίρεση, οι Ολυμπιακοί
Αγώνες υπερβαίνουν τον προϋπολογισμό τους, 179% κατά μέσο όρο (Flyvbjerg & Stewart,
2012). Για παράδειγμα μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 στις ΗΠΑ, οι πόλεις φιλοξενίας
της διοργάνωσης υπέστησαν μια καθαρή οικονομική απώλεια μεγαλύτερη από τα
προσδοκώμενα οφέλη (Baade & Matheson, 2004). Οι καλοκαιρινοί Ολυμπιακοί Αγώνες στην
Αθήνα κόστισαν τουλάχιστον 3.4% του Ελληνικού ΑΕΠ εκείνη την εποχή ενώ άφησαν αρκετές
υποδομές που χρησιμοποιούνται ελάχιστα ή καθόλου, περιβαλλοντική ρύπανση και
καταστροφή (M. M. Gold, 2007). Στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, οι προετοιμασίες για το Παγκόσμιο
Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 2014 και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016 επιδείνωσαν την
κοινωνική και χωρική πόλωση, καθώς οι αρχές εκδίωξαν και επανεγκατέστησαν δεκάδες
χιλιάδες κατοίκους (de Paula, 2014).
Οι εκδηλώσεις αποτελούν ένα σημαντικό κίνητρο για τουρισμό και επιδρούν
σημαντικά στη τουριστική ανάπτυξη (Getz,2008). Ωστόσο η αξιοποίηση τους ως μοχλό
ανόρθωσης του τουρισμού ξεκίνησε μερικές δεκαετίες πριν. Τις δεκαετίες του ’80 και ’90 ,
όταν δηλαδή ο τουρισμός βρισκόταν σε ανοδική πορεία, οι τοπικές αρχές δεν είχαν ως
ξεκάθαρο στόχο την αξιοποίηση των εκδηλώσεων ως τουριστικό εργαλείο στο βαθμό που
γίνεται σήμερα. Η δραστηριότητα αυτή άρχισε να συμβαίνει περισσότερο μετά τη δεκαετία
του 2000 (Getz,2008).
43
Πλέον η σημασία των αξιοθέατων και των εκδηλώσεων για τη προώθηση της
περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης και ειδικότερα του τουρισμού είναι αναγνωρισμένη
(Richards, 2003). Οι επισκέπτες αναζητούν ψυχαγωγία μέσα από τη συμμετοχή σε τοπικές
διοργανώσεις (Agarwal & Brunt, 2006). Οι Bjeljac et al. (2013) ορίζουν τον τουρισμό ειδικών
εκδηλώσεων ως δημόσιες παραστάσεις οι οποίες έχουν τη μορφή ενός ή περισσότερων
γεγονότων με το ίδιο ή διαφορετικό περιεχόμενο, που αφορούν διαφορετικές κατηγορίες
ενδιαφερόντων και διακρίνονται λόγω της ιδιαιτερότητας τους. Επιπλέον οργανώνονται σε
περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος με ξεκάθαρο περιεχόμενο και σαφή ημερομηνία.
Ο Getz (1997) αναφέρει ότι ο τουρισμός ειδικών εκδηλώσεων αφορά στη διαδικασία
συστηματικού σχεδιασμού, ανάπτυξης και δράσης με στόχο τη προβολή των τουριστικών
αξιοθέατων, την προσέλκυση εναλλακτικών τουριστών και τελικά τη προώθηση μιας
συγκεκριμένης περιοχής μέσω προγραμματισμένου σχεδίου. Ο Masberg (1998) προσδιορίζει
ως τουρίστες αθλητικών εκδηλώσεων τα άτομα που παραβρίσκονται σε εκδηλώσεις για
ψυχαγωγία ή εργασία έστω και για μία διανυκτέρευση.
Όπως γίνεται και με όλες τις μορφές ταξιδιωτικού τουρισμού, έτσι και ο τουρισμός
που στηρίζεται στη διοργάνωση εκδηλώσεων θα πρέπει να εξετάζεται από δύο όψεις : Από τη
πλευρά της ζήτησης και από τη πλευρά της προσφοράς (Getz, 2008). Από τη πλευρά της
ζήτησης , είναι απαραίτητο να καθοριστεί η ομάδα ενδιαφέροντος που σχετίζεται με το
παρεχόμενο τουριστικό προϊόν, ποιος ταξιδεύει για τις εκδηλώσεις και γιατί, και επιπλέον
ποιος τυχαίνει να παρακολουθεί εκδηλώσεις ενώ βρίσκεται σε ταξίδι. Επίσης έχει μεγάλη
σημασία να γνωρίζουμε τις δραστηριότητες των τουριστών και τις δαπάνες τους. Τέλος πρέπει
να αξιολογηθεί η ικανοποίηση που λαμβάνουν οι συμμετέχοντες στις εκδηλώσεις (Getz,
2008).
Από τη πλευρά της προσφοράς, οι προορισμοί αναπτύσσουν και προωθούν
εκδηλώσεις όλων των ειδών ώστε να επιτύχουν διάφορους στόχους:
Προσέλκυση τουριστών
Άσκηση πίεσης στη κεντρική διοίκηση προς τη βελτίωση των τουριστικών υποδομών (
αστική αναγέννηση, χωρητικότητα τουριστών στο προορισμό)
Ενίσχυση και προβολή της εικόνας του προορισμού
Γενική εμπορική προώθηση των προϊόντων και των αξιοθέατων του τόπου (ιδανικό
μέρος για να ζήσει, επενδύσει και να εργαστεί κάποιος).
Είναι φυσιολογικό οι εκδηλώσεις να επηρεάζουν με τρόπο άμεσο αλλά και έμμεσο τα
κοινωνικοοικονομικά και πολιτιστικά δρώμενα του τόπου υποδοχής τους σε μεγάλο ή μικρό
βαθμό ανάλογα με το μέγεθος τους. Όπως διακρίνεται και στο Διάγραμμα 2, υπάρχει
αναλογία μεταξύ επιπτώσεων και μεγέθους ενός event. Όσο μεγαλύτερη είναι μια αθλητική
εκδήλωση τόσο περισσότερες επιπτώσεις δημιουργεί στη περιοχή που φιλοξενείται. Οι
τοπικές διοικήσεις, οι φορείς , οι επιχειρήσεις, οι κάτοικοι και γενικά το σύνολο των ατόμων
που εμπλέκονται, καθώς αντιλήφθηκαν τα οφέλη και τη δυναμική που εκπέμπει ο κλάδος,
44
επιχείρησαν μέσω της μελέτης των επιπτώσεων να τα εκμεταλλευθούν στο έπακρο. Εκτός
όμως από τα οφέλη , βασικός στόχος είναι η εξάλειψη των αρνητικών επιπτώσεων έτσι ώστε
να μη δημιουργούνται προβλήματα στο οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και φυσικό
περιβάλλον.
Το πεδίο των επιπτώσεων φαίνεται να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς
βιβλιογραφίας , ειδικότερα σε μελέτες περιπτώσεων, που δημοσιεύονται είτε ως κεφάλαια σε
επιστημονικά βιβλία, είτε σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά ή σε διεθνή επιστημονικά
συνέδρια.
Οι κύριες κατηγορίες επιπτώσεων των εκδηλώσεων είναι:
Οικονομικές
Κοινωνικές
Πολιτιστικές
Επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον
Επιπτώσεις στον τουρισμό
Διάγραμμα 2:Επιπτώσεις ανάλογα με το μέγεθος της εκδήλωσης
Πηγή : Σκούλτσος,2014:23
45
Στην ενότητα αυτή γίνεται εκτενής ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων των
αθλητικών γεγονότων η οποία βασίζεται στις βιβλιογραφικές επισκοπήσεις των Σαλδάρη Π.
(2019), Μπιμπλιτζή Θ. (2017) και Σκούλτσου Σ. (2014).
Γράφημα 3: Έσοδα από αθλητικές εκδηλώσεις παγκοσμίως σε εκατ.€
Έσοδα από αθλητικές εκδηλώσεις παγκοσμίως
(σε εκατ.€)
35000
30000
2017
25000
2018
20000 2019
15000 2020
2021
10000
2022
5000 2023
0
2017 2018 2019 2020 2021 2022 2023
Πηγή: Statista (2018), Επεξεργασία Συγγραφέα
Οι οικονομικές επιπτώσεις απεικονίζουν στην ουσία την καθαρή οικονομική αλλαγή
που πραγματοποιείται στη κοινότητα υποδοχής και συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τη
διοργάνωση του event (Crompton & Mc Kay, 1994). Η ανάγκη για τη μέτρηση των οικονομικών
επιπτώσεων μιας εκδήλωσης είναι επιτακτική, αφού αποτελεί προϋπόθεση για να ληφθεί η
τελική απόφαση υλοποίησης της ενώ παράλληλα αποδεικνύει τη συνεισφορά του στη τοπική
46
οικονομία. Επίσης, δίνει τη δυνατότητα στους διοργανωτές να αξιολογήσουν το event ώστε
να γνωρίζουν αν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι που καθορίστηκαν εξαρχής και τέλος συμβάλλει
στη γενικότερη εικόνα της εκδήλωσης προς τη τοπική κοινωνία όσον αφορά τα πλεονεκτήματα
τα οποία προσφέρει (Hall, 1992).
Σε οικονομικό επίπεδο η διοργάνωση εκδηλώσεων μπορεί να επηρεάσει τη κοινότητα
υποδοχής τόσο θετικά όσο και αρνητικά. Οι εκδηλώσεις προσελκύουν τουρίστες τόσο από την
ευρύτερη περιοχή όσο και από απομακρυσμένες περιοχές εντός και εκτός συνόρων με
αποτέλεσμα την αύξηση των εσόδων των τοπικών επιχειρήσεων (Chalip & Layns, 2002). Από
τα έσοδα αυτά δημιουργούνται κατά συνέπεια νέες θέσεις απασχόλησης και επαγγελματικές
ευκαιρίες. Επιπλέον τα φορολογικά έσοδα παρουσιάζονται αυξημένα, και ένα μέρος αυτών
μπορεί να επενδυθεί στη δημιουργία υποδομών στη περιοχή που διοργανώνεται η εκδήλωση
(Gursoy et al., 2004).
Ο Kreag (2001) αναφέρει ότι όσο αναπτύσσεται ο τουρισμός από τη διοργάνωση
εκδηλώσεων δημιουργούνται νέες ευκαιρίες για επενδύσεις, ανάπτυξη και δαπάνες σε
υποδομές. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι κατά την περίοδο των εκδηλώσεων οι δημόσιοι
φορείς επιθυμούν να παρουσιάσουν ελκυστική εικόνα για τη περιοχή και για το λόγο αυτό
προβαίνουν σε βελτιώσεις των υπηρεσιών που προσφέρουν. Έτσι ενισχύουν τη ποιότητα στις
υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης, υγιεινής, μαζικής μεταφοράς ενώ κατασκευάζουν
επίσης χώρους στάθμευσης, αναβαθμίζουν οδούς, πλατείες και αεροδρόμια.
Από την άλλη υπάρχει και η αρνητική σκοπιά των οικονομικών επιπτώσεων. Αρχικά,
σε αρκετές περιπτώσεις η υπερβολική προβολή των διοργανώσεων επιδρά αρνητικά καθώς ο
συγκεκριμένος προορισμός αποκτά ένα δικό του θεματικό χαρακτήρα με αποτέλεσμα να
αποτρέπονται άλλες κατηγορίες τουριστών από το να τον επισκεφθούν. Επιπλέον,
εντοπίζονται αυξήσεις σε τιμές, φόρους και ενοίκια (Παϊτσίνης και Υφαντίδου, 2015)
επομένως αυξάνεται το κόστος διαβίωσης στη περιοχή. Όσον αφορά τα γεγονότα μεγάλης
κλίμακας, προϋποθέτουν υψηλό κόστος επένδυσης και αυξημένη δημόσια δαπάνη (Higham,
1999).
O Kreag (2001) επισημαίνει ότι η αύξηση της απασχόλησης και οι νέες ευκαιρίες για
εργασία στις περισσότερες περιπτώσεις δε συνοδεύεται από αντίστοιχες αυξήσεις στους
μισθούς των εργαζομένων ενώ παρατηρούνται συχνά ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά
υποαπασχόλησης και ανεργίας στις off‐season περιόδους. Ένα ακόμη αρνητικό στοιχείο που
σημειώνεται είναι η έκφραση δυσαρέσκειας από μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων που
υποστηρίζει ότι τα οφέλη δεν αφορούν τη πλειοψηφία, παρά ελάχιστους ( Higham, 1999 ).
Τέλος αξιοσημείωτο είναι ότι μετά την ολοκλήρωση των εκδηλώσεων δημιουργείται
47
υπερπροσφορά η οποία οδηγεί σε πτώση των τιμών και κρίση (Παϊτσίνης και Υφαντίδου,
2015).
Η οργάνωση και ο συντονισμός μιας εκδήλωσης δεν αποφέρει οικονομικά οφέλη
μόνο στο φορέα που τα διοργανώνει αλλά και στο τόπο υποδοχής της. Αποτελεί ένα γεγονός
το οποίο προσελκύει εισοδήματα μέσω της προσέλευσης τουριστών. Οι διοργανωτές, οι
χορηγοί καθώς επίσης και οι τοπική επιχειρηματικότητα, από τη στιγμή που ενδυναμώνουν
την οικονομική δραστηριότητα μέσω της κατασκευής των απαραίτητων υποδομών για την
υλοποίηση της εκδήλωσης, συνεισφέρουν στη τοπική οικονομία(Hall,1992).
Ωστόσο, εκτός από τα άμεσα οικονομικά οφέλη, η διοργάνωση μιας εκδήλωσης
έχει ως αποτέλεσμα και έμμεσα οφέλη για τη περιοχή υποδοχής. Στα έμμεσα οφέλη
εκλαμβάνονται οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τους επισκέπτες και δεν συνδέονται
άμεσα με τις δραστηριότητες και το χώρο της εκδήλωσης. Άμεσο όφελος για τις επιχειρήσεις
που προσφέρουν τις ανάλογες υπηρεσίες είναι τα χρήματα για διαμονή και σίτιση εξωτερικά
από το χώρο του event ενώ οι δαπάνες αυτές των επισκεπτών αποτελούν έμμεσο όφελος το
οποίο δημιουργείται χάρη στη διοργάνωση του. Όπως γίνεται αντιληπτό και από το
Διάγραμμα 3 παρακάτω, στην εκτίμηση του οικονομικού αποτελέσματος, θα πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη αρκετές παράμετροι για μια ξεκάθαρη εικόνα των οικονομικών
επιπτώσεων.
Αξιοσημείωτη είναι η διαχρονική διαφωνία που διαφαίνεται για το αν τα έμμεσα
οφέλη που προκύπτουν από τις εκδηλώσεις θα πρέπει να προσμετρούνται στις οικονομικές
επιπτώσεις ή να περιλαμβάνονται μόνο τα κέρδη που προέρχονται από τους επισκέπτες που
βρίσκονται στο τόπο υποδοχής με μοναδικό σκοπό τη παρακολούθηση της εκάστοτε
εκδήλωσης. Συγκεκριμένα, ένας δείκτης που εκτιμά την οικονομική συνεισφορά μιας
εκδήλωσης είναι η σχέση της δαπάνης των τουριστών αναλογικά με αυτή των ντόπιων.
Σύμφωνα με το Hall (1992) όσο μεγαλύτερες είναι οι δαπάνες τόσο πιο θετική είναι η
οικονομική συμβολή στην ανάπτυξη του προορισμού υποδοχής της εκδήλωσης. Οι Tyrrel και
Johnston (2001) θεωρούν ότι θα πρέπει να καταμετρούνται τα έσοδα εκείνα τα οποία δε θα
υπήρχαν χωρίς τη διοργάνωση της εκδήλωσης.
Με τη σειρά τους οι Crompton, Lee και Shuster (2001), επιλέγουν να μη
συνεκτιμούν στις οικονομικές επιπτώσεις, τα έσοδα από τους τουρίστες που τυχαίνει να
βρίσκονται στο προορισμό για διαφορετικούς λόγους (”casuals” σύμφωνα με τους Crompton
et al. 2001) πέρα από την εκδήλωση και επιπλέον δε λαμβάνουν υπόψη το ντόπιο πληθυσμό.
Επίσης δεν προσμετρούνται όσοι είχαν σκοπό να επισκεφθούν τη περιοχή και απλά άλλαξαν
την ημερομηνία ώστε να παρακολουθήσουν και την εκδήλωση (“time‐switchers” σύμφωνα
με τους Crompton et al. 2001) μαζί με όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητες που
προγραμμάτιζαν. Από την άλλη πλευρά, ο Wood (2006) θεωρεί ότι όταν γίνεται αποτίμηση
αποκλειστικά των άμεσων οφελών δεν απεικονίζεται η συνολική εικόνα της συνεισφοράς της
εκδήλωσης στη τοπική οικονομία.
48
σύμφωνα με τους Hall (1992), Burgan & Mules (1992), Hunn & Mangan (1999), Fletcher (1989)
είναι οι εξής :
Το μοντέλο εισροών‐ εκροών εφαρμόζεται για την ανάλυση των επιπτώσεων του
τουρισμού. Χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου η εκδήλωση πραγματοποιείται σε
περιφέρειες και το μέγεθος της δεν επηρεάζει τη χωροταξία της περιοχής (Johnson, 1999).
Ανάλυση κόστους‐οφέλους. Εκτιμά τα οφέλη και τα κόστη που προκύπτουν από την
εκδήλωση. Αποδεικνύεται ιδιαίτερη λειτουργική σε περιπτώσεις που πρέπει να
υπολογιστεί το κόστος ευκαιρίας για τόπο που διεξάγεται μια εκδήλωση.
Οι τουριστικοί πολλαπλασιαστές. Οι εκδηλώσεις προσελκύουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών
που ανήκουν στη κατηγορία των τουριστών. Επομένως, εξαιτίας της αύξησης της
τουριστικής κίνησης προκαλούνται είτε άμεσες είτε έμμεσες επιπτώσεις. Για το λόγο αυτό
αν και πολλοί ερευνητές επιλέγουν να επικεντρωθούν μόνο στα άμεσα οφέλη που
αποκομίζει μια περιοχή από την εκδήλωση, οι τουριστικοί πολλαπλασιαστές είναι το
κατάλληλο εργαλείο για να αποτυπωθούν τα άμεσα και τα έμμεσα οφέλη σε κάθε τομέα
της οικονομίας (Getz 1991,2005; Bowdin κ.α 2011).
Διάγραμμα 3: Πολλαπλασιαστές εισοδήματος και events
Πηγή: Getz 1991: 303
Σε αυτό το σημείο, άξια αναφοράς είναι και η προσπάθεια των Jackson, Houghton,
Russell, και Triandos (2005) που με την έρευνα τους σχεδίασαν και ανέπτυξαν ένα εργαλείο
για την οικονομική εκτίμηση μιας εκδήλωσης και του έδωσαν το όνομα “Do It Yourself Kit”.
Σκοπός του είναι να παρέχει μια εύχρηστη εφαρμογή για τον εκάστοτε διοργανωτή, που να
αποτυπώνει με τρόπο αποτελεσματικό τα οικονομικά οφέλη ενός event, συμβάλλοντας έτσι
στην εξεύρεση χορηγιών.
49
Μια κοινωνία ή ένας τόπος μεταβάλλεται , διαμορφώνεται και αναβαθμίζεται από τη
παρουσία μιας εκδήλωσης και όπως είναι φυσικό επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό (Picard &
Robinson 2006). Επίσης πολλές εκδηλώσεις συνδέονται άμεσα με τη ζωή του ντόπιου
πληθυσμού. Σε κοινωνικό επίπεδο η προσέλευση μεγάλου αριθμού τουριστών , ακόμη και για
μικρό χρονικό διάστημα ασκεί μεγάλη επιρροή στον τόπο καθώς δημιουργεί νέα εισοδήματα
και υποδομές. Η μέτρηση όμως και η ποσοτικοποίηση των κοινωνικών επιπτώσεων αποτελεί
σαφώς πιο δύσκολο έργο, καθώς είναι πιο πολύπλοκη σε σχέση με τις οικονομικές επιπτώσεις
(Mason & Cheyne, 2000). Όπως συμβαίνει και στη περίπτωση του τουρισμού έτσι και στη
περίπτωση της «εκμετάλλευσης» μιας τοποθεσίας από αθλητική εκδήλωση ή φεστιβάλ, η
συνάντηση μεταξύ ντόπιου‐τουρίστα έχει ως αποτελέσματα θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις.
Όσον αφορά τις αρνητικές επιπτώσεις, στις εκδηλώσεις μεγάλης κλίμακας (mega
event), στις οποίες πραγματοποιούνται τεράστιες αλλαγές στις υποδομές και υπάρχει μεγάλη
έλευση τουριστών, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για απώλεια αίσθησης του τόπου και
απώλεια κοινωνικής ταυτότητας (Hall 1992). Επιπλέον ενδέχεται να υπάρχουν κάποιες
επιπτώσεις στη ποιότητα ζωής της περιοχής όπως για παράδειγμα η κυκλοφοριακή
συμφόρηση, οι αυξήσεις στις τιμές, η εγκληματικότητα και η προβληματική συμπεριφορά των
επισκεπτών (Bowdin et.al. 2011). Στις περιπτώσεις αυτές οι κάτοικοι παραμερίζονται (π.χ.
έχασαν τις ιδιοκτησίες τους στη περιοχή της διοργάνωσης) και έτσι η εκδήλωση δεν γίνεται
πλέον αποδεκτή, γεγονός που θέτει σε αμφισβήτηση ακόμη και τη βιωσιμότητα της.
50
Για να περιοριστούν οι αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις απαιτείται αποδοχή από τους
ντόπιους αλλά και σωστός σχεδιασμός της εκδήλωσης. Εξάλλου ένας από τους κύριος στόχους
των διοργανωτών είναι να επιτευχθεί η απόλυτη αποδοχή από τη τοπική κοινωνία έτσι ώστε
η εκδήλωση να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Αυτό συμβαίνει μόνο αν η εκδήλωση
καταφέρει να θεωρείται μονίμως σήμα κατατεθέν για το ντόπιο πληθυσμό (“permanent
institution”) (Getz, 2007b). Σύμφωνα με το Getz είναι απαραίτητη η συμμετοχή των ντόπιων
είτε είναι θεατές είτε συμβάλλουν στην διοργάνωση της εκδήλωσης εθελοντικά.
Πολλοί ερευνητές που μελέτησαν τις εκδηλώσεις από τη πλευρά των κατοίκων της
περιοχής, έχουν αναγνωρίσει το πόσο σημαντική είναι η αποδοχή της εκδήλωσης αλλά και η
συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας σε αυτή (Gursoy κ.α. 2004). Ο Cralk (1998) αφού
αντιλήφθηκε την αξία των κοινωνικών επιπτώσεων, ισχυρίστηκε ότι είναι πιο σημαντικές από
τις οικονομικές. Η ενδυνάμωση των κοινωνικών δεσμών, η προσωπική βελτίωση, η
δημιουργία και η αναγνώριση μέσω του εθελοντισμού η ευκαιρία για ψυχαγωγία είναι μερικά
από τα οφέλη που προσφέρει μία εκδήλωση ή ένα γεγονός (The Association of Festival
Organizers, 2004). Τέλος, μέσω της συμμετοχής του ντόπιου πληθυσμού επιτυγχάνεται η
απασχόληση, η κοινωνική συνοχή, η αυξημένη αίσθηση της τοπικής ταυτότητας ειδικά στις
μικρές περιφερειακές εκδηλώσεις ενώ επικρατεί και η αίσθηση περηφάνιας στους κατοίκους
(Hall 1992; Bowdin κ.α. 2011).
Σήμερα, οι πόλεις και οι περιφέρειες σε όλο τον κόσμο καλούνται να αντιμετωπίσουν
τις επιδράσεις της αυξανόμενης τάσης για παγκοσμιοποίηση. Ο σύγχρονος κόσμος έχει να
κάνει με πόλεις που έχουν υποστεί οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές μεταβολές και
προκλήσεις. Μια τέτοια πρόκληση είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ των περιοχών που
εμφανίζεται σε διαφορετικά επίπεδα και τομείς δραστηριότητας. Αυτός ο ανταγωνισμός
αναφέρεται στους πόρους, τις επενδύσεις, τον αριθμό των τουριστών ή ακόμη και το
51
52
παραδείγματα επιδράσεων: μακροχρόνιες, βραχυχρόνιες, άμεσες, έμμεσες, προσδοκώμενες,
απροσδόκητες, επιθυμητές και ανεπιθύμητες. Οι σύγχρονες αθλητικές εκδηλώσεις αποτελούν
ένα σημαντικό κομμάτι του τουριστικού προϊόντος των πόλεων. Για αρκετούς τουρίστες, η
συμμετοχή είναι το μοναδικό κίνητρο επίσκεψης σε ένα συγκεκριμένο μέρος. Άλλοι τις
αντιμετωπίζουν ως αξιοθέατα τα οποία εμπλουτίζουν απλώς το τουριστικό πακέτο το οποίο
έχουν επιλέξει. Χάρη σε αυτές, οι πόλεις ξεχωρίζουν από τον ανταγωνισμό αναπτύσσοντας το
ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα, και η τοπική πολιτική ηγεσία δημιουργούν μια
ενδιαφέρουσα εικόνα ώστε να προσελκύσουν επισκέπτες.
Τις τελευταίες δεκαετίες ( από τη μεγάλη επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος
Άντζελες και της Βαρκελώνης ), πολλές πόλεις, περιφέρειες και χώρες έχουν εισαγάγει
στρατηγικές για τη συστηματική διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων και κατανέμουν τους
ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους με σκοπό να προσελκύσουν αθλητικούς διαγωνισμούς
παγκόσμιας φήμης (Malchrowicz‐Mosko & Poczta,2018). Η Βαρκελώνη χρησιμοποίησε τους
Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 για να προβάλλει τη περιφέρεια της Καταλονίας. Η
διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων στη Βαρκελώνη και η θετική επίδραση τους στην
ανάπτυξη του τουρισμού στη πόλη και την εικόνα της ήταν αξιοσημείωτη. Χάρη στη σωστή
οργάνωση και προώθηση η πρωτεύουσα της Καταλονίας έχει γίνει γνωστή σε όλο το κόσμο.
Επιπλέον, αν και οι Ισπανοί κατέληξαν να έχουν έλλειμμα, μακροπρόθεσμα η πόλη βγήκε
κερδισμένη. Το φαινόμενο αυτό ήταν τόσο έντονο που ονομάστηκε «Barcelona effect ».
Παρόμοια περίπτωση είναι και το Ηνωμένο Βασίλειο, ο διοργανωτής των Ολυμπιακών
Αγώνων του 2012, και πολλών ακόμη αθλητικών διοργανώσεων υψηλού επιπέδου στα
επόμενα χρόνια. Επίσης, το Τορίνο προωθήθηκε και αυτό μέσω Ολυμπιακών Αγώνων ως
τουριστικός προορισμός. Η εκδήλωση αυτή διευκόλυνε τη προβολή της πλούσιας ιστορίας και
του πολιτισμού της περιοχής. Ένα χρόνο μετά το τέλος των αγώνων, ο αριθμός των τουριστών
αυξήθηκε κατά 150.000. Το Τορίνο βρισκόταν στη τέταρτη θέση ανάμεσα στις Ιταλικές πόλεις
με τις περισσότερες επισκέψεις όπως είναι η Ρώμη, η Φλωρεντία και η Βενετία. Οι Ολυμπιακοί
Αγώνες του Λονδίνου το 2012, έδωσαν την ευκαιρία στο Ηνωμένο Βασίλειο να βελτιώσει την
εικόνα της πόλης και να τη παρουσιάσουν ως ένα όμορφο, δημιουργικό μέρος να ζήσει κανείς,
και να ξεκινήσει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες (Malchrowicz‐Mosko & Poczta,2018).
Για να το πετύχει αυτό, μόλις τελείωσαν οι αγώνες, διοργανώθηκαν εκατό ακόμη
αθλητικές εκδηλώσεις έτσι ώστε να διατηρηθεί το ενδιαφέρον των μέσων μαζικής
ενημέρωσης για τη περιοχή. Πρόσφατα, η Ρωσία και το Κατάρ έχουν αγωνιστεί επιτυχώς για
τα δικαιώματα τους να φιλοξενήσουν τα μεγαλύτερα αθλητικά γεγονότα. Η Ρωσία έχει ήδη
φιλοξενήσει τους εξαιρετικά ακριβούς χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες ( Sochi 2014 ) και το
παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου το 2018. Το Κατάρ με τη σειρά του, προχωράει αυτή τη
στιγμή στην κατασκευή εκπληκτικών αθλητικών εγκαταστάσεων και στη πραγματοποίηση
τεράστιων επενδύσεων με σκοπό να καλυφθούν οι ανάγκες φιλοξενίας. Επειδή αναμένεται
τεράστιος όγκος επισκεπτών αποφασίστηκε η φιλοξενία να γίνει σε κρουαζιερόπλοια και
επομένως δεν προχωρούν στη κατασκευή νέων κτιρίων. Όλα αυτά με γνώμονα τη
βιωσιμότητα της διοργάνωσης του Παγκόσμιου Κυπέλλου που πρόκειται να πραγματοποιηθεί
το 2022, και ίσως τους Ολυμπιακούς Αγώνες (Malchrowicz‐Mosko & Poczta,2018).
53
Οι Malchrowicz‐Mosko & Poczta (2018) τονίζουν ότι η εμπειρία των διοργανωτριών
χωρών και πόλεων αποδεικνύει ότι οι αλλαγές που συντελούνται σε μια περιοχή ίσως να μην
είναι μόνο θετικές αλλά και αρνητικές. Ειδικότερα στις αθλητικές εκδηλώσεις, οι οποίες είναι
πιθανό να προκαλέσουν μια σειρά από αρνητικές επιδράσεις όσον αφορά το οικολογικό
περιβάλλον των περιοχών, δηλαδή αυξημένες εκπομπές τοξικών ουσιών. Επίσης δημιουργούν
επιπρόσθετη ηχορύπανση και απόβλητα. Δυστυχώς, οι επιδράσεις του αθλητικού τουρισμού
στο περιβάλλον είναι κάποιες φορές πολύ περισσότερο αρνητικές παρά θετικές. Αν και
υπάρχουν αναλύσεις στην επιστημονική βιβλιογραφία στο τομέα του βιώσιμου τουρισμού και
του βιώσιμου αθλητισμού ξεχωριστά, το ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης στη περίπτωση που
ενωθούν αυτά τα δύο με τη μορφή του αθλητικού τουρισμού, ειδικά σε περιοχές με ιδιαίτερα
φυσικά χαρακτηριστικά, δεν έχει συζητηθεί επαρκώς. Για την αντιμετώπιση των αρνητικών
επιπτώσεων του αθλητικού τουρισμού, διοργανώθηκαν για πρώτη φορά οι «Πράσινοι
Αγώνες» το 1994 στο Lillehammer. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή θεωρεί ότι η Ολυμπιακή
Κίνηση έχει την ευκαιρία αλλά και το καθήκον να συνεισφέρει ενεργά στην παγκόσμια
βιωσιμότητα οικοδομώντας ένα καλύτερο κόσμο μέσω του αθλητισμού.
Πολλές χώρες στο κόσμο ανταγωνίζονται για το ποια θα διοργανώσει μεγάλα
γεγονότα, όπως είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες ή τα πρωταθλήματα ποδοσφαίρου, καθώς είναι
ευρέως γνωστό ότι τέτοιου είδους εγχειρήματα αποφέρουν οικονομικό όφελος για τους
τουριστικούς προορισμούς και τους καθιστούν πιο ελκυστικούς μελλοντικά. Οι πόλεις και τα
κράτη τείνουν να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τις αθλητικές εκδηλώσεις ως μέσο
διαφήμισης, ώστε να προκαλέσουν εντύπωση, να προβάλλονται στα παγκόσμια μέσα
ενημέρωσης και να ενισχύσουν την εικόνα τους παγκοσμίως. Η διοργάνωση μεγάλων
γεγονότων έχει πολλά οικονομικά, κοινωνικά, και πολιτιστικά οφέλη αλλά οι επιδράσεις των
αθλητικών εκδηλώσεων δεν είναι αποκλειστικά θετικές. Τη δεδομένη στιγμή, παρατηρούνται
αρκετές αρνητικές επιδράσεις εξαιτίας της διοργάνωσης μεγάλων αθλητικών γεγονότων
(Malchrowicz‐Mosko & Poczta, 2018).
Οι Malchrowicz‐Mosko & Poczta (2018) αναφέρονται στο επίμαχο ζήτημα της
υστεροφημίας των μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων. Η συζήτηση αυτή ξεκίνησε ως
αποτέλεσμα μιας προσπάθειας να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των θετικών και αρνητικών
επιπτώσεων που προέκυψαν από της φιλοξενία διοργανώσεων σε κάποιες περιοχές. Αυτή
επικεντρώθηκε όχι μόνο στο οικονομικό ζήτημα αλλά και από άποψη κοινωνική, πολιτιστική
και οικολογική. Η ιδέα της Ολυμπιακής κληρονομιάς αποτελεί μέρος της στρατηγικής της
Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής από το 1990 , ενώ θεωρείται μείζον κοινωνικό‐πολιτικό
ζήτημα και αντικείμενο διερεύνησης για ακαδημαϊκούς διαφόρων κλάδων. Η υστεροφημία
των αθλητικών εκδηλώσεων μπορεί να οριστεί ως οι προγραμματισμένες ή μη, θετικές ή
αρνητικές, υλικές ή άυλες επιπτώσεις που δημιουργούνται από ένα αθλητικό γεγονός και
διαρκούν περισσότερο από το ίδιο το γεγονός. Ωστόσο, το θέμα αυτό είναι ενδιαφέρον όχι
μόνο για τους οικοδεσπότες των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά και για τους ερευνητές και τους
ειδικούς της βιώσιμης ανάπτυξης που διακρίνουν τη κληρονομιά των διοργανώσεων σε υλική,
άυλη, κοινωνική, πολιτιστική, οικολογική, οικονομική, αστική και αθλητική (νέες αθλητικές
υποδομές ή ενθάρρυνση του κόσμου να ασχοληθεί με τον αθλητισμό) (Λαγός,2018).
54
Η προγενέστερη εμπειρία από τέτοια γεγονότα αποδεικνύει ότι η αναγνώριση και η
αίγλη που αποκτά η περιοχή φιλοξενίας είναι μία από τις μεγαλύτερες προστιθέμενες αξίες
που αποκομίζει από τη διοργάνωση μιας αθλητικής εκδήλωσης. Όπως αναφέρθηκε και πιο
πριν αξιοσημείωτη είναι η λεγόμενη «επίδραση της Βαρκελώνης» ως ένα παράδειγμα θετικής
κληρονομιάς. Πλέον η Βαρκελώνη είναι ένας διάσημος τουριστικός προορισμός και οι
επισκέπτες της έχουν ιδιαίτερα θετική εντύπωση για αυτήν είτε την επισκέπτονται για
επαγγελματικούς λόγους είτε για διακοπές. Δυστυχώς η φιλοξενία του Ευρωπαϊκού
Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου (UEFA) ή των Ολυμπιακών αγώνων μπορεί να προκαλέσει και
οικονομικά προβλήματα. Έτσι ήταν η κατάσταση με τους ολυμπιακούς αγώνες του Μόντρεαλ
το 1976. Οι Καναδοί αποπλήρωναν το χρέος που δημιουργήθηκε από τη διοργάνωση των
Ολυμπιακών Αγώνων επί τριάντα χρόνια. Οι απώλειες δεν μπορούσαν να αντισταθμιστούν
από τα εισοδήματά που προέρχονταν από τον τουρισμό, ο οποίος δεν είχε την προσδοκώμενη
ανάπτυξη. Επομένως η επίδραση του Μόντρεαλ είναι ακριβώς το αντίθετο από την επίδραση
της Βαρκελώνης. Υπάρχουν και κάποια άλλα παραδείγματα όπως είναι το Lake Placid (1980) ,
όπου η οργανωτική επιτροπή των Ολυμπιακών αγώνων σχεδόν χρεοκόπησε, το Lillehammer
(1994) και η Αθήνα (2004) που αντιμετώπισαν το πρόβλημα των αθλητικών εγκαταστάσεων οι
οποίες κατασκευάστηκαν και πρόκειται να καταστραφούν εξαιτίας της φθοράς που
υφίστανται (Malchrowicz‐Mosko & Poczta,2018).
Κάποιες μελέτες αποδεικνύουν ότι ο αθλητικός τουρισμός που συνδέεται με μεγάλες
εκδηλώσεις μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες σε άλλες μορφές τουρισμού συμβάλλοντας
στη μείωση του αριθμού των τουριστών σε μία τοποθεσία. Το φαινόμενο του εκτοπισμού
(crowd out effect) αναφέρεται στην αποθάρρυνση πιθανών τουριστών εξαιτίας του
συνωστισμού και των αυξημένων τιμών κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης αθλητικής εκδήλωσης.
Αν η εκδήλωση φιλοξενείται στη κανονική σεζόν, η τακτικοί επισκέπτες πολύ απλά δεν θα
έρθουν. Αυτό συνέβη στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984 όταν υπήρξε μία
σημαντική αύξηση στον αριθμό των δωρεάν δωματίων στα ξενοδοχεία κατά τη διάρκεια της
εκδήλωσης. Κατά συνέπεια, εκτός από την προγραμματισμένη αύξηση στον αριθμό των
τουριστών, μπορεί να επιφέρει ως αποτέλεσμα την δραστική μεταβολή της σύνθεσης των
επισκεπτών και ακόμη τη μείωση του αριθμού των τουριστών (Malchrowicz‐Mosko &
Poczta,2018).
Μία τέτοια μείωση αντιμετώπισαν με έκπληξη οι διοργανωτές κατά τη διάρκεια του
παγκοσμίου κυπέλλου FIFA στην Κορέα το 2002, όταν παρά το γεγονός ότι ήταν οικοδεσπότης
μιας αθλητικής διοργάνωσης παγκόσμιας εμβέλειας, είχε μόνο 400.000 θεατές συγκριτικά με
την εκτίμηση των ειδικών για 650.000. Το παράδειγμα της Ατλάντα είναι επίσης αξιοσημείωτο
(Ολυμπιακοί Αγώνες ,1996). Κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων, ο αριθμός των
55
συνεδρίων που διοργανώθηκε στην Ατλάντα συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια
ελαττώθηκε, ο αριθμός των επισκεπτών μειώθηκε από 7,3 εκατομμύρια σε 6,7 εκατομμύρια,
ενώ ελαττώθηκε επίσης και η πληρότητα των ξενοδοχείων. Επιπρόσθετα υπάρχει και το
παράδειγμα της Αθήνας όπου κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών του 2004, η Ελληνική
κυβέρνηση αγόρασε την πλειονότητα των εισιτηρίων έτσι ώστε να ελαττώσει τη ζήτηση και τα
μοίρασε δωρεάν σε ενδιαφερόμενους. Αποδεικνύεται ότι οι εκδηλώσεις με μεγάλη
προσέλευση κόσμου μπορούν πραγματικά να αποτρέψουν τους τουρίστες από το να
επισκεφθούν μία περιοχή. Τα στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού
αποδεικνύουν ότι τη χρονιά των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα, σε σύγκριση με την
προηγούμενη χρονιά, ο αριθμός των ξένων τουριστών στην Ελλάδα είχε μειωθεί από 14 σε
13,3 εκατομμύρια. Παράλληλα εντύπωση προκαλεί ότι πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες
στη Βαρκελώνη, οι πολίτες (16%) δήλωσαν ότι θα έφευγαν από την πόλη κατά τη διάρκεια
εκδήλωσης.
Από την άλλη το ζήτημα των μη χρησιμοποιούμενων υποδομών παραμένει σημαντικό.
Το παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου στην Αφρική αποτελεί μία τέτοια περίπτωση αφού
κάποιοι αγώνες διεξήχθησαν σε σχεδόν άδεια στάδια. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν πολλές
εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις στην Αφρική και στην νότια Αμερική. Αρκετοί
οικονομολόγοι διατυπώνουν την άποψη, ότι πολύ συχνά η επένδυση σε ακριβά στάδια δεν
αποδίδει, καθώς οι υποδομές αυτές δεν είναι ικανές να παράγουν έσοδα. Ένα παράδειγμα
μιας τέτοιας αποτυχημένης επένδυσης μπορεί να βρεθεί σε ποδοσφαιρικά στάδια όπως το
Brazilian στη Βραζιλία (το δεύτερο πιο ακριβό ποδοσφαιρικό στάδιο μετά το Wembley). Επίσης
το στάδιο του παγκοσμίου πρωταθλήματος ποδοσφαίρου 2010 στο Kaapstad το οποίο κόστισε
600 εκατομμύρια δολάρια δημιουργεί αυτή τη στιγμή οκτώ εκατομμύρια δολάρια ζημίας κάθε
χρόνο παρά τη χρήση του για τη διοργάνωση μεγάλων συναυλιών. Το φαινόμενο με τις
υποδομές που δε χρησιμοποιούνται μετά το πέρας των διοργανώσεων, παρατηρείται επίσης
και σε ευρωπαϊκά στάδια, όπως είναι παραδείγματος χάριν οι υποδομές στην Πορτογαλία
μετά την φιλοξενία του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ποδοσφαίρου (Malchrowicz‐Mosko &
Poczta,2018).
Οι διάφορες επιπτώσεις της διοργάνωσης μεγάλων αθλητικών γεγονότων οδήγησαν
σε πιο διεξοδική διερεύνηση της ιδέας της κληρονομιάς από τους ειδικούς του αθλητικού
τομέα. Οι πλουσιότερες χώρες γνωρίζουν ήδη ότι τα αποτελέσματα και η κληρονομιά των
εκδηλώσεων μπορεί να έχουν αρνητικό πρόσημο, και μερικές φορές παραιτούνται από την
υποβολή προσφορών για την διοργάνωση των αγώνων προκειμένου να διαθέσουν κεφάλαια
για άλλους κοινωνικούς σκοπούς. Οι χώρες μετρίου εισοδήματος, από την άλλη πλευρά,
επιθυμούν να αποδείξουν στη διεθνή κοινότητα ότι είναι εξίσου καλοί και οργανωμένοι
οικοδεσπότες διοργανώσεων, γι’ αυτό και προσπαθούν όλο και πιο συχνά να γίνουν γνωστοί
ως η σύγχρονη Ολυμπία. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η Πολωνία, η οποία στο παρελθόν
έχει προσπαθήσει (ανεπιτυχώς) να διοργανώσει τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου διοργανώθηκε με επιτυχία στην Πολωνία
το 2012. Χώρες όπως η Πολωνία πρέπει να αξιοποιήσουν την εμπειρία των προηγούμενων
χωρών για να είναι σε θέση να εκτιμήσουν, κατά πόσο τους συμφέρει να διοργανώσουν τα
μεγαλύτερα αθλητικά γεγονότα (τα οποία συχνά συνεπάγονται και μεγάλα προβλήματα) ή να
προσανατολιστούν σε μικρότερα γεγονότα, τα οποία είναι επίσης δημοφιλή και χάρη σε αυτά
56
η ανάπτυξη της πόλης μέσω της διοργάνωσης ενός γεγονότος καθίσταται βιώσιμη
(Malchrowicz‐Mośko, E., & Poczta, J., 2018).
Στη βιβλιογραφία των οικονομικών και του αθλητικού μάνατζμεντ, μπορούν να
βρεθούν πολλές μελέτες αξιολόγησης των οικονομικών επιπτώσεων σημαντικών αθλητικών
γεγονότων (Késenne, 2005; Porter, 1999; Preuss, 2004; Crompton, 1995 ). Αν και πολλές από
αυτές τις μελέτες πραγματοποιήθηκαν για να ικανοποιήσουν ακαδημαϊκές ανάγκες, πολλές
οικονομικές μελέτες επιπτώσεων έχουν γίνει εξαιτίας του ενδιαφέροντος που δείχνουν
πολιτικοί και στελέχη εταιριών με σκοπό να αντιληφθούν την αξία ενός αθλητικού έργου.
Όπως υποστηρίζουν οι Davidson & Schaffer (1980), παρόλο που ποτέ δεν ήταν εντελώς
ξεκάθαρο τι ακριβώς προσπαθούν να μετρήσουν αυτές οι έρευνες, χρησιμοποιούνται από
εκπροσώπους ομάδων για να αποδείξουν πόσο ωφέλιμο θα είναι το έργο για την τοπική ή
διεθνή οικονομία έτσι ώστε να αιτιολογείται η υποστήριξη από το κοινό και οι επιδοτήσεις.
Αυτό που αποτυγχάνουν να δουν, είναι η διαφορά μεταξύ μιας μελέτης οικονομικών
επιπτώσεων από τη μία πλευρά, η οποία μετρά μόνο τη εισροή ξένου κεφαλαίου στη χώρα ή
το επιπλέον εισόδημα που δημιουργείται, και της ανάλυσης κόστους οφέλους από την άλλη,
που εξετάζει ποια θα είναι τα οφέλη για τους κατοίκους της περιοχής και ποιο μέρος των
κεφαλαίων που επενδύονται στην εκδήλωση θεωρούνται ως κόστος.
Σύμφωνα με τον Késenne (2005) υπάρχουν δύο ειδών διαφορετικές μελέτες των
επιπτώσεων που μπορεί να συναντήσει κάποιος στη βιβλιογραφία, αν και κάποιες από αυτές
αποτελούν συνδυασμό των δύο ειδών.
Ο πρώτος τύπος μελέτης επιπτώσεων υπολογίζει τις εισροές χρημάτων στη χώρα από
το εξωτερικό, βασισμένος στη λογική υπόθεση ότι τα χρήματα που δαπανούν οι ντόπιοι σε
εισιτήρια θα είχαν δοθεί σε άλλα αγαθά δεδομένης της απουσίας του αθλητικού γεγονότος.
Αυτό συνεπάγεται πως το σύνολο των αποταμιεύσεων του ντόπιου πληθυσμού δεν έχει
μεταβληθεί εξαιτίας της αθλητικής εκδήλωσης. Παρακάτω δίνεται ένα αριθμητικό
57
παράδειγμα σύμφωνα με το οποίο η συνολική προστιθέμενη δαπάνη είναι 100 εκατομμύρια
όπως μπορείτε να δείτε στον Πίνακα 4.
Πίνακας 4: Παράδειγμα οικονομικών επιπτώσεων (1η προσέγγιση)
Προστιθέμενες δαπάνες των ξένων επισκεπτών
Συνολικές πωλήσεις εισιτηρίων 25 εκ.
Ξένα τηλεοπτικά δικαιώματα και χορηγίες 45. εκ.
Διαμονή και διατροφή 40 εκ.
Μείον τις πωλήσεις εισιτηρίων σε ντόπιους ‐10 εκ.
Συνολική προστιθέμενη αξία ξένων επισκεπτών 100 εκ.
Πηγή: Késenne,2005
Ένας δεύτερος τύπος μελέτης οικονομικής επίδρασης επιχειρεί να καθορίσει το
επιπρόσθετο εισόδημα (ή προστιθέμενη αξία) που δημιουργείται από τα αθλητικά γεγονότα,
συμπεριλαμβάνοντας τις επιπλέον θέσεις εργασίας και τα έσοδα από φόρους της κυβέρνησης.
Υποθέτουμε ότι στη κατασκευαστική βιομηχανία, η κυβέρνηση έχει χρηματοδοτήσει τη
δημιουργία νέων αθλητικών υποδομών (καταλύματα) συνολικής αξίας 100 εκ. , επομένως
δημιουργείται εισόδημα και απασχολούνται επιπλέον εργάτες. Ωστόσο, δε μπορεί να
προσμετρηθεί όλο το εισόδημα ως προστιθέμενο για τη διοργανώτρια χώρα, γιατί ένα μέρος
αυτού πηγαίνει σε ξένες χώρες λόγω των εισαγωγών ενδιάμεσων αγαθών (ή πρόσληψης
εργατών κατασκευαστικού κλάδου από το εξωτερικό). Επίσης, λόγω της κατασκευής νέων
αθλητικών ξενοδοχειακών μονάδων, κάποιες άλλες κατασκευαστικές εργασίες που ήταν να
πραγματοποιηθούν αναβλήθηκαν ή ακυρώθηκαν, ή οι εργάτες απασχολήθηκαν από άλλες
κατασκευαστικές εταιρίες. Στο αριθμητικό παράδειγμα, η καθαρή προστιθέμενη αξία από τη
κατασκευαστική βιομηχανία δεν είναι 100 εκ. , αλλά μόνο 40 εκ. , εξαιτίας των εισαγωγών (30
εκ.) και του φαινομένου παραγκωνισμού των επενδύσεων (30 εκ.). Είναι ξεκάθαρο ότι το
ποσοστό ανεργίας στη βιομηχανία, μπορεί να επιδρά σημαντικά σε ένα αθλητικό γεγονός:
όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό ανεργίας στο βιομηχανικό κλάδο, τόσο μικρότερη είναι η
απώλεια προστιθέμενης αξίας από επενδύσεις που απομακρύνονται στο εξωτερικό.
Η οργάνωση της αθλητικής εκδήλωσης κοστίζει 50 εκ. και τα συνολικά έσοδα είναι 70
εκ., άρα το κέρδος των οργανωτών είναι 20 εκ. Θεωρούμε ότι το 50% από αυτά τα κέρδη
μεταφέρονται εκτός της χώρας (επειδή συνδιοργανώνεται με άλλα κράτη) ενώ τα υπόλοιπα
10 εκ. πηγαίνουν σε εγχώριες αθλητικές ομοσπονδίες. Επίσης αυτή η οικονομική
δραστηριότητα δημιουργεί επιπλέον εισόδημα, αλλά υπάρχει και μια απώλεια 30 εκ. εξαιτίας
της έλλειψης εξειδικευμένης εργασίας. Έτσι υποτίθεται ότι το προστιθέμενο εισόδημα για τη
χώρα που οργανώνει την εκδήλωση είναι μόνο 20 εκ.
Τα έξοδα διαμονής και διατροφής των ξένων επισκεπτών κατά τη διάρκεια ενός
αθλητικού γεγονότος δημιουργούν προστιθέμενη αξία σε ξενοδοχεία και εστιατόρια. Εξαιτίας
της πιθανής μετακίνησης τουριστών κατά τη διάρκεια του αθλητικού γεγονότος, η καθαρή
προστιθέμενη αξία είναι μόνο 20. Επιπλέον επειδή οι ντόπιοι δαπανούν 10 εκ. σε εισιτήρια,
δεν ξοδεύουν αυτά τα χρήματα σε αγαθά και υπηρεσίες τα οποία θα αγόραζαν αν δεν είχε
οργανωθεί η εκδήλωση. Έτσι, αυτή η προστιθέμενη αξία και το εισόδημα χάνεται σε άλλους
κλάδους της τοπικής οικονομίας. Όπως διαπιστώνεται από τον Πίνακα 5, το άμεσο εισόδημα
που δημιουργείται αν αθροίσουμε το προστιθέμενο εισόδημα που παράγεται από το
κατασκευαστικό κλάδο, διαμονή και διατροφή καθώς και έσοδα της διοργάνωσης
58
(αφαιρώντας τις διαρροές προστιθέμενης αξίας 10εκ. προς άλλους κλάδους) είναι 70 εκ.
Εφαρμόζοντας το πολλαπλασιαστή του 1.2, το έμμεσο εισόδημα που δημιουργείται μετά από
τις πολλαπλασιαστικές επιδράσεις είναι 14 εκ., άρα δημιουργείται συνολικό εισόδημα 84 εκ.
Πολλές μελέτες οικονομικής επίδρασης αναφέρουν επίσης τις επιπλέον θέσεις εργασίας που
δημιουργούνται. Για παράδειγμα αν το μέσο εισόδημα ανά εργαζόμενο είναι 50.000,
δημιουργούνται 1680 θέσεις εργασίας. Τέλος είναι τα έσοδα του κράτους από τους φόρους
και οι αποταμιεύσεις από τη μη καταβολή επιδομάτων και άλλων παροχών σε ανέργους
(επειδή πλέον απασχολούνται).
Πίνακας 5: Παράδειγμα οικονομικών επιπτώσεων (2η προσέγγιση)
Άμεση προστιθέμενη αξία 70εκ.
Κατασκευαστικός κλάδος 40 εκ.
Έσοδα διοργάνωσης 20. εκ.
Διαμονή και διατροφή 20 εκ.
Απώλειες σε άλλους τομείς ‐10 εκ.
Έμμεση προστιθέμενη αξία 14 εκ.
(πολλαπλασιαστής = 1.2)
Συνολικό προστιθέμενο εισόδημα (70*1.2) 84εκ
Κρατικά έσοδα από φόρους (0.4 Χ 84) 33.6
Αποταμιεύσεις από παροχές ανέργων 43εκ.
Δημιουργία θέσεων εργασίας (50.000 ανά θέση) 1680 θέσεις το χρόνο
Πηγή: Kessene :2005
Θεωρώντας ότι ο μέσος φόρος εισοδήματος είναι 40%, και τα κέρδη της οργανωτικής
επιτροπής δεν φορολογούνται, οι συνολικές απολαβές από φόρους είναι 33,6 εκ. Αν υποτεθεί
ότι τα επιδόματα ανεργίας είναι το 50% του ακαθάριστου εισοδήματος, 42 εκ. αποταμιεύονται
από τη κυβέρνηση λόγω της αύξησης της απασχόλησης. Και οι δύο μέθοδοι μελέτης
επιπτώσεων, αν πραγματοποιηθούν σωστά, παρέχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες, αλλά το
ποια είναι η κατάλληλη εξαρτάται από το πώς ορίζεται η «οικονομική επίδραση» και κανείς
δε φαίνεται να γνωρίζει. Δυστυχώς, οι πληροφορίες σε καμία από τις δύο προσεγγίσεις δεν
παρέχουν τις απαντήσεις που απαιτούνται όσον αφορά την απόφαση που πρέπει να πάρει η
κυβέρνηση για την υποστήριξη μιας εκδήλωσης. Αυτό που χρειάζεται η κυβέρνηση είναι
πληροφορίες σχετικά με τα κόστη και τα οφέλη της εκδήλωσης (Késenne, 2005).
Σε αυτό το μέρος, γίνεται η παρουσίαση μιας ανάλυσης κόστους‐οφέλους με
παράδειγμα το οποίο βασίζεται στα ίδια δεδομένα. Ωστόσο, για να είναι απλή, δε θα γίνει
ανάλυση για όλα τα στοιχεία μιας ανάλυσης κόστους‐οφέλους. Ο μοναδικός στόχος είναι να
γίνει εμφανής η διαφορά με την συνηθισμένη μελέτη οικονομικών επιπτώσεων. Αρχικά, ο
σκοπός μιας ανάλυσης κόστους οφέλους είναι να συγκρίνει τα οφέλη μιας αθλητικής
εκδήλωσης για μια περιοχή ή χώρα. Πιο συγκεκριμένα συγκρίνεται η αύξηση της κατανάλωσης
του ντόπιου πληθυσμού, με τα κόστη των συντελεστών παραγωγής που είναι απαραίτητοι για
59
την οργάνωση της εκδήλωσης. Όσον αφορά τα οφέλη, δε λαμβάνονται υπόψη μόνο οι
πραγματικές δαπάνες του τοπικού πληθυσμού, αλλά και το πλεόνασμα καταναλωτή. Το
πλεόνασμα καταναλωτή είναι η διαφορά μεταξύ της τιμής που ο θεατής είναι διατεθειμένος
να πληρώσει με αυτή που πληρώνει για να παρακολουθήσει ένα παιχνίδι. Προκειμένου να
μετρηθεί το πλεόνασμα των καταναλωτών, πρέπει κανείς να εκτιμήσει μια εξίσωση ζήτησης
για εισιτήρια εκδηλώσεων και αυτό είναι περίπλοκο. Ωστόσο, η θεωρία μπορεί εύκολα να
απεικονισθεί στο Διάγραμμα 4, όπου η τιμή P του εισιτηρίου υποδεικνύεται στον κατακόρυφο
άξονα και στον οριζόντιο άξονα Α τα άτομα που επιθυμούν να παρακολουθήσουν την
εκδήλωση σε μια τιμή P. Η γραμμή με κλίση προς τα κάτω αντιπροσωπεύει την καμπύλη
ζήτησης εισιτηρίων. Όσον αφορά το κόστος, δεν πρέπει να είναι το πραγματικό οικονομικό
κόστος ενός αθλητικού γεγονότος που θα ληφθεί υπόψη, αλλά το κόστος ευκαιρίας. Το κόστος
ευκαιρίας είναι το όφελος που αποκομίζει από την επιλογή της καλύτερης εναλλακτικής
λύσης. Για παράδειγμα η κυβέρνηση δαπανά 100 εκατομμύρια με σκοπό να διοργανώσει μια
αθλητική εκδήλωση. Τα έσοδα από τη πραγματοποίηση της εκτιμώνται στα 120 εκατομμύρια,
ενώ το καθαρό όφελος είναι 20 εκατομμύρια εάν ληφθεί υπόψη και το οικονομικό κόστος.
Διάγραμμα 4: Πλεόνασμα καταναλωτή
Πηγή: Késenne,2005
Ωστόσο, η κυβέρνηση θα μπορούσε να αποφασίσει να δαπανήσει το ίδιο ποσό
χρημάτων διοργανώνοντας ένα μουσικό φεστιβάλ που θα είχε αποφέρει συνολικά οφέλη 150
εκατομμύρια. Αυτά τα απολεσθέντα οφέλη των 150 εκατομμυρίων αποτελούν το κόστος
ευκαιρίας για την διοργάνωση της αθλητικής εκδήλωσης. Επομένως, το κόστος του αθλητικού
γεγονότος (συμπεριλαμβάνοντας και το κόστος ευκαιρίας) είναι υψηλότερο από το όφελος
των 120 εκ. ευρώ που δημιουργεί. Πρακτικά, όμως, αυτή η θεωρία είναι δύσκολο να
εφαρμοστεί, διότι δεν είναι δυνατόν να ληφθούν υπόψη όλοι οι πιθανοί εναλλακτικοί τρόποι
που θα μπορούσε να δαπανηθεί αυτό το ποσό από το κράτος.
60
Παρόλα αυτά, η έννοια του κόστους ευκαιρίας μπορεί να είναι χρήσιμη σε πολλές
εφαρμογές ανάλυσης κόστους (Noll & Zimbalist, 1997). Για παράδειγμα αν η οργάνωση μιας
αθλητικής εκδήλωσης συνεπαγόταν μόνο την πρόσληψη ανέργων, το κόστος ευκαιρίας θα
ήταν μηδενικό, ακόμη και αν το οικονομικό κόστος της πληρωμής αυτών των εργαζομένων
είναι πολύ υψηλό. Αυτό συμβαίνει γιατί το όφελος από την ανεργία για τη χώρα είναι
μηδενικό. Μάλιστα, το κόστος ευκαιρίας θα είναι αρνητικό αν πληρώνονται τα επιδόματα
ανεργίας. Εάν η ανεργία είναι ήδη χαμηλή ή σε μηδαμινά επίπεδα, η πρόσληψη περισσότερων
εργαζομένων συνεπάγεται ότι πρέπει να απομακρυνθούν από άλλες θέσεις εργασίας. Έτσι το
εισόδημα χάνεται από άλλους κλάδους της οικονομίας οι οποίοι παραγκωνίζονται ώστε το
κόστος ευκαιρίας για τη πραγματοποίηση της εκδήλωσης να είναι θετικό. Από τα παραπάνω
συνάγεται ως συμπέρασμα ότι τέτοιου είδους φαινόμενα παραγκωνισμού άλλων κλάδων που
οδηγούν και σε ανάλογες απώλειες εισοδήματος εξαιτίας της δαπάνης χρημάτων σε ένα
αθλητικό γεγονός, πρέπει να θεωρηθούν ως μέρος του κόστους ευκαιρίας της
πραγματοποίησης της εκάστοτε εκδήλωσης.
Η έρευνα τουριστικών δαπανών έχει το προτέρημα ότι μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε
και να συγκρίνουμε τα καταναλωτικά πρότυπα, και κατ’ επέκταση τους διαφορικούς
πολλαπλασιαστές, για διαφορετικές τυπολογίες τουριστών. Τα καταναλωτικά πρότυπα
μπορούν να διακριθούν ανάλογα α) το μέσο μεταφοράς (Henderson and Cousins, 1975), β) με
το είδος καταλύματος που χρησιμοποιήθηκε (Archer and Jones, 1977; Ζαχαράτος, 1986), γ) το
61
σκοπό επίσκεψης (Wilton and Nickerson, 2006), δ) το τόπο προέλευσης του επισκέπτη (Archer,
1985; Archer and Fletcher, 1996), ή ε) κάποιο άλλο κριτήριο. Τέλος, ο ερευνητής μπορεί να
συλλέξει πρόσθετες πληροφορίες όπως δημογραφικά χαρακτηριστικά, κίνητρα επίσκεψης,
διάρκεια παραμονής, μέγεθος ομάδας επισκεπτών, κλπ.
Οι τουριστικές δαπάνες θα μπορούσαν να υπολογιστούν και από τη πλευρά της
τουριστικής προσφοράς διεξάγοντας έρευνα στις επιχειρήσεις που ικανοποιούν άμεσα την
τουριστική ζήτηση και συγκεκριμένα ζητώντας από αυτές να υπολογίσουν τις συνολικές τους
πωλήσεις σε τουρίστες. Σύμφωνα με τους Saarinen (2003); Rinne and Saastamoinen (2005) η
μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται στο Σκανδιναβικό μοντέλο μέτρησης των οικονομικών
επιπτώσεων του τουρισμού.
Η αξιοπιστία της μεθόδου αυτής σχετίζεται άμεσα με την ικανότητα των επιχειρήσεων
να διαχωρίζουν με ακρίβεια τι ποσοστό από τα συνολικά τους έσοδα οφείλεται στον τουρισμό,
κάτι το οποίο δεν είναι τόσο απλό για ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων όπως λιανικά
καταστήματα, εστιατόρια, μίνι μάρκετ, πρατήρια βενζίνης, που εξυπηρετούν παράλληλα και
την τοπική ζήτηση.
Η δυσκολία αυτή γίνεται ακόμα πιο έντονη όταν πρόκειται για συγκεκριμένα τμήματα
της τουριστικής αγοράς όπως είναι και ο αθλητικός τουρισμός. Επιπλέον, αρκετές επιχειρήσεις
μπορεί να μην έχουν διάθεση να συνεργαστούν, καθώς τέτοιου είδους πληροφορίες
αποτελούν για αυτές ευαίσθητα δεδομένα. Τέλος, από την έρευνα αυτού του είδους δεν
προκύπτουν σημαντικές πληροφορίες για τους επισκέπτες όπως το κίνητρο της επίσκεψης
τους, τα δημογραφικά τους χαρακτηριστικά, η διάρκεια παραμονής κλπ.
Όπως αναφέρει ο Ζαχαράτος (2012) ο δορυφόρος λογαριασμός (Δ.Λ.) αποτελεί ένα
εργαλείο που οργανώνει ολόκληρη τη ποσοτική πληροφόρηση που σχετίζεται και απορρέει
από ένα συγκεκριμένο πεδίο παραγωγής και διάθεσης προϊόντων ή (και) υπηρεσιών, με στόχο
το σχηματισμό ενός γνωσιακού συστήματος σχετικά με τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του
πεδίου που μελετάται και τη σύνδεση της ανάλυσης του με το συνολικό οικονομικό και
κοινωνικό σύστημα της περιφέρειας και της χώρας.
62
με τον τρόπο που ορίζουν τα Συστήματα καταγραφής των Εθνικών Λογαριασμών (ΣΕΛ) και οι
πίνακες εισροών‐εκροών (Π.Ε‐Ε).
Σε μια χώρα για παράδειγμα που ο τουρισμός, αποτελεί σημαντικό κομμάτι της
εθνικής οικονομίας, είναι απαραίτητη η λεπτομερής ανάλυση των επιπτώσεων του. Η
ανάλυση αυτή διαφέρει αρκετά από εκείνη που επιτρέπει το πλαίσιο Εθνικών Λογαριασμών
και οι Πίνακες Εισροών‐Εκροών για την διερεύνηση των επιπτώσεων που έχουν οι μεταβολές
της ζήτησης προϊόντων σε ένα κλάδο. Επιπρόσθετα, για τη διερεύνηση των επιπτώσεων,
πρέπει να ληφθούν υπόψη και συμπληρωματικά στοιχεία τα οποία δεν μπορούν να εξαχθούν
με τις κλασικές μεθόδους κλαδικής έρευνας.
Οι κλάδοι παραγωγής για τους οποίους μπορούν να δημιουργηθούν δορυφόροι
λογαριασμοί με βάση την ένταξη τους στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (ΕΛΣ) είναι :
Τουρισμού, υγείας, εκπαίδευσης, μεταφορών , νοικοκυριών, περιβάλλοντος.
Τέλος, οι Δορυφόροι Λογαριασμοί είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι ως εθνικά εργαλεία καθώς
έχουν το πλεονέκτημα να αναλύουν τη κατάσταση σε πεδία καταναλωτικών ή παραγωγικών
δραστηριοτήτων και λειτουργούν συμβουλευτικά στη διατύπωση των κυβερνητικών
πολιτικών που απευθύνονται σε αυτά τα πεδία ( Ζαχαράτος,2012).
Στο Διάγραμμα 5 πιο κάτω παρουσιάζονται τα στάδια των οικονομικών επιδράσεων
που προκαλεί ο τουρισμός σε μια τοπική οικονομία. Στο πρώτο σχήμα (5.α.) παρουσιάζονται
οι τουριστικές δαπάνες που αποτελούν εισροή για τη κοινότητα. Οι τουριστικές δαπάνες
αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά τα τουριστικά έσοδα για τις τοπικές επιχειρήσεις οι οποίες
παρέχουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες στους τουρίστες (λιανικό εμπόριο, διαμονή, εστίαση
κλπ.). Το διπλανό σχήμα (5.β.), περιγράφει πως γίνεται η μετατροπή των τουριστικών εσόδων.
Μέρος των εσόδων χρησιμοποιούνται για ενοίκια, μισθούς, τόκους και κέρδη που
παράγουν εισόδημα για το τόπο (Ροή Y).
Ένα άλλο μέρος των τουριστικών εσόδων χρησιμοποιείται για αγορά αγαθών και
υπηρεσιών από τοπικούς προμηθευτές (Ροή Χ)
Ένα τρίτο κομμάτι των εσόδων από τον τουρισμό χρησιμοποιείται και πάλι για αγορές
αγαθών και υπηρεσιών αλλά από προμηθευτές που βρίσκονται εκτός της χωρικής
κοινότητας (ροή Ζ).
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει διαρροή εσόδων από τη τοπική οικονομία. Μάλιστα, αν
συμπεριλάβουμε μισθούς και ημερομίσθια, τους τόκους, τα ενοίκια τα οποία καταλήγουν εν
τέλει σε επιχειρήσεις και άτομα εκτός της τοπικής οικονομίας, καθώς επίσης και τους φόρους
63
που επωφελείται η κεντρική κυβέρνηση, τότε το μέγεθος της διαρροής είναι ακόμα
μεγαλύτερο.
Στη συνέχεια όπως φαίνεται και στο τρίτο σχήμα (5.γ.) , ακολουθεί ο δεύτερος γύρος
επιδράσεων μέσω του οποίου τα χρήματα που παρέμειναν στη τοπική οικονομία,
δημιουργούν επιπλέον οικονομική δραστηριότητα. Πιο συγκεκριμένα, οι δαπάνες προς τους
ντόπιους προμηθευτές Χ αποτελούν έσοδα για τους ίδιους, που τα αξιοποιούν με τη σειρά
τους σε μισθοδοσία, στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών, για διανομή κερδών κλπ., με κάποια
από αυτά να εισρέουν στη τοπική οικονομία και άλλα να διαρρέουν εκτός αυτής. Επιπλέον
ένα μέρος του τοπικού εισοδήματος Y , ενισχύει ακόμη περισσότερο το τοπικό εισόδημα και
την αγορά , αφού χρησιμοποιείται για καταναλωτικούς σκοπούς σε τοπικές επιχειρήσεις ενώ
το υπόλοιπο είναι απώλεια από αγορές εκτός της χωρικής κοινότητας, φόρους και
αποταμίευση. Η διαδικασία αυτή με τα στάδια των επιδράσεων συνεχίζεται με το τοπικό
εισόδημα να αυξάνει με μειούμενο ρυθμό, μέχρι να εξαλειφθούν οι επιδράσεις και η αύξηση
του τοπικού εισοδήματος να ελαχιστοποιηθεί και να γίνει μηδενική.
Διάγραμμα 5: Πολλαπλασιαστικές επιδράσεις τουριστικών δαπανών
Πηγή: Archer και Jones,1977: 8
Στο Διάγραμμα 6 παρουσιάζεται αναλυτικά ο διαχωρισμός μεταξύ έμμεσων και δευτερογενών
επιδράσεων με τη χρήση αριθμητικού παραδείγματος.
64
Διάγραμμα 6: Πολλαπλασιαστικές επιδράσεις τουριστικών δαπανών (παράδειγμα)
Πηγή: Archer 1978 : 132
Πιο συγκεκριμένα, το επάνω μέρος του διαγράμματος απεικονίζει τις έμμεσες
επιδράσεις που προέρχονται από τις συνεχόμενες αγορές αγαθών και υπηρεσιών
(ενδιάμεσων εισροών) από τοπικούς προμηθευτές, ενώ το κάτω μέρος αποτελεί τις
δευτερογενείς επιδράσεις που δημιουργούνται όταν ένα κομμάτι του τοπικού εισοδήματος,
χρησιμοποιείται για καταναλωτικούς σκοπούς μέσα στη τοπική οικονομία. Κατά το τρόπο
αυτό, στο πρώτο στάδιο επιδράσεων οι τοπικές επιχειρήσεις που εξυπηρετούν άμεσα τη
τουριστική ζήτηση χρησιμοποιούν τα τουριστικά έσοδα που εισπράττουν (υποθετικά 100
χρηματικές μονάδες) για αγορά ενδιάμεσων εισροών από τοπικούς προμηθευτές (52
χρηματικές μονάδες), για αμοιβές τοπικών παραγωγικών συντελεστών (22 χρηματικές
μονάδες), ενώ οι εναπομείναντες 26 χρηματικές μονάδες διαρρέουν από την τοπική
οικονομία.
Στο δεύτερο στάδιο επιδράσεων τα έσοδα (52) των τοπικών προμηθευτών
χρησιμοποιούνται με τη σειρά τους, , για την αγορά ενδιάμεσων εισροών από άλλους
τοπικούς προμηθευτές (22), αμοιβές τοπικών παραγωγικών συντελεστών (12), με τις
υπόλοιπες χρηματικές μονάδες (18) να διαρρέουν από την οικονομία της περιοχής.
Παράλληλα, το τμήμα του τοπικού εισοδήματος που δε διαρρέει χρησιμοποιείται για
κατανάλωση, με αποτέλεσμα τα έσοδα που εισπράττουν οι τοπικές επιχειρήσεις (22) να τα
διαθέτουν για αγορά ενδιάμεσων εισροών (12) και αμοιβές τοπικών παραγωγικών
συντελεστών (4). Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται και στα υπόλοιπα στάδια.
Γίνεται αντιληπτό επομένως, ότι η επίδραση των τουριστικών δαπανών στο εισόδημα
του τόπου, καθώς επίσης και στις πωλήσεις των τοπικών επιχειρήσεων μειώνεται διαρκώς
εξαιτίας των διαρροών που υπάρχουν σε κάθε γύρο επιδράσεων. Τελικά , οι διαρροές θα
απαλείψουν εντελώς τις επιδράσεις καθιστώντας τις αυξήσεις στο εισόδημα και στις πωλήσεις
μηδενικές.
65
Το ποδόσφαιρο αποτελεί ένα κομμάτι του αθλητισμού με το οποίο επιλέγουν να
ασχοληθούν ολοένα και περισσότερα άτομα ανά τον κόσμο, συνεπώς είναι μια μεγάλη
βιομηχανία του αθλητισμού. Το γεγονός ότι το ποδόσφαιρο είναι μία τόσο σημαντική
αθλητική εκδήλωση που προσελκύει πλήθος κόσμου να το παρακολουθεί, είναι ο λόγος που
πολλοί άλλοι τομείς ενδιαφέρονται για την εξέλιξη του αλλά και τα πιθανά οφέλη που
προκύπτουν από αυτό.
Το ποδόσφαιρο είναι ένα σημαντικό τουριστικό γεγονός λόγω των θεατών που
επισκέπτονται μια περιοχή ώστε να παρακολουθήσουν τις ομάδες που υποστηρίζουν και
επιπλέον είναι παράγοντας ζωτικής σημασίας για το τουριστικό τομέα (καταλύματα,
προπονητικά κέντρα). Η παρουσία ποδοσφαιρικών ομάδων, τα μέλη δημοσιογραφικών
ομάδων αλλά και οι θεατές που προσέρχονται για να παρακολουθήσουν αγώνες ή
προπονήσεις, επηρεάζουν τα ποσοστά πληρότητας των καταλυμάτων.
Σύμφωνα με τους Burcu B. & Hacer N. (2013), ο προορισμός που επιλέγουν οι
ποδοσφαιρικές ομάδες για τη προετοιμασία τους εξαρτάται από την χρονική περίοδο που
διανύεται. Για παράδειγμα στη Τουρκία, όταν είναι καλοκαιρινή περίοδος προτιμούν την
Ανατολία και τη Μαύρη Θάλασσα (ψυχρό κλίμα) ενώ κατά τη χειμερινή περίοδο
επισκέπτονται αθλητικά κέντρα στην περιοχή της Αττάλειας, η οποία έχει θερμό κλίμα το
χειμώνα.
Η χρονική περίοδος άφιξης ποδοσφαιρικών ομάδων είναι βαρύνουσας σημασίας για
την οικονομία στην Αττάλεια. Επειδή η περίοδος που υπάρχει χαμηλή ζήτηση για καταλύματα
στην Αττάλεια είναι περίπου από Οκτώβριο μέχρι Δεκέμβριο και από Ιανουάριο μέχρι Μάρτιο,
η περίοδος που επισκέπτονται την περιοχή οι ποδοσφαιρικές ομάδες έχει ιδιαίτερη βαρύτητα
για τη τοπική οικονομία. Ωστόσο παρόλο που η άφιξη των ομάδων συμπίπτει με τη περίοδο
χαμηλής ζήτησης (Ιανουάριο‐Μάρτιο) φαίνεται πως το γεγονός αυτό δεν επαρκεί από μόνο
του ώστε να ελαττωθούν οι εποχιακές διακυμάνσεις της ζήτησης. Για να μειωθούν οι
αρνητικές επιδράσεις της εποχιακής διακύμανσης της ζήτησης, ο ποδοσφαιρικός τουρισμός
πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω και να προσελκύονται ακόμη περισσότερες ομάδες στη
περιοχή. Επίσης συνέδρια, συνελεύσεις ,κρουαζιέρες, φεστιβάλ και άλλες αθλητικές
δραστηριότητες μπορεί να αποδειχτούν χρήσιμες για τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων
των διακυμάνσεων της εποχικής ζήτησης. Τα ποδοσφαιρικά τουρνουά που λαμβάνουν χώρα
σε αθλητικά κέντρα είναι ένας σημαντικός παράγοντας ανάπτυξης του ποδοσφαιρικού
τουρισμού (Burcu & Hacer ,2013).
66
Το 2006 αποφασίστηκε να ιδρυθεί η «Super League» ως Συνεταιρισμός Περιορισμένης
Ευθύνης των εκάστοτε ομάδων που συμμετέχουν στο πρωτάθλημα της Α' Εθνικής
αντικαθιστώντας την Α’ Εθνική, αποτελώντας την μεγαλύτερη ελληνική επαγγελματική
ποδοσφαιρική λίγκα. Η διοργανώτρια αρχή του πρωταθλήματος, έχοντας ως όχημα τις
τηλεοπτικές μεταδόσεις, με σκοπό να κάνει το πρωτάθλημα πιο ανταγωνιστικό έχει εισάγει
την διαδικασία των μπαράζ προκειμένου να κριθεί οριστικά η κατάταξη των ομάδων
(Αλεξόπουλος & Αναγνωστόπουλος 2010, σελ. 59‐62 και 62‐69).
Όπως αποκαλύπτει μελέτη η οποία εκπόνησε η Super League (Ελληνικό Πρωτάθλημα
Ποδοσφαίρου) σε συνεργασία με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ),
το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στην Ελλάδα συνεισφέρει ετησίως περίπου 1,2 δις ευρώ στην
οικονομία (ΙΟΒΕ,2014). Αυτό συμβαίνει είτε μέσω του σκληρού πυρήνα των εσόδων όπως
είναι τα εισιτήρια και τα μπόνους ευρωπαϊκών συμμετοχών όσο και από προϊόντα και
υπηρεσίες που σχετίζονται με το ποδόσφαιρο, όπως είναι οι τηλεοπτικές μεταδόσεις, τα
τυχερά παιχνίδια, η διαφήμιση, η εστίαση και η ένδυση. Μάλιστα αν ληφθεί υπόψη και η
πολλαπλασιαστική επίδραση ο σκληρός πυρήνας δραστηριοτήτων του ελληνικού
πρωταθλήματος ποδοσφαίρου δημιουργεί περισσότερα από 180 εκατ. σε όρους ΑΕΠ, ενώ
αρκετά υψηλότερη είναι η επίδραση στο ΑΕΠ από τις παράπλευρες δραστηριότητες των ΠΑΕ
(2,1 δις). Σε επίπεδο απασχόλησης, εκτιμάται ότι η επίδραση είναι 40.000 θέσεις εργασίας.
Επιπρόσθετα με βάση στοιχεία του 2012, οι δραστηριότητες που συνδέονται με τη
διοργάνωση της Super League, συνεισφέρουν άμεσα ή έμμεσα 550 εκατ. έσοδα στο κράτος
67
από φόρους και εισφορές. Στη συνέχεια παρατίθενται οι συνολικές πωλήσεις εισιτηρίων για
τα τελευταία δέκα χρόνια:
Γράφημα 4: Συνολικές πωλήσεις εισιτηρίων ανά σεζόν 2009‐2019
2000000
1800000
1600000
1400000
1200000
1000000
800000
600000
400000
200000
0
Πηγή: Superleague,2019 Επεξεργασία συγγραφέα
Από τον κύκλο εργασιών των ΠΑΕ, το 26% προέρχεται από χορηγίες και διαφημίσεις
(45 εκατ. ευρώ). Ακολουθούν τα παρόμοιου ύψους έσοδα από εισιτήρια και τηλεοπτικά
δικαιώματα (22%, 37 ‐ 38 εκατ. ευρώ κάθε κατηγορία). Τα έσοδα από τις συμμετοχές σε
ευρωπαϊκές διοργανώσεις έπονται με 19% (32 εκατ. ευρώ) των λειτουργικών εσόδων. Το
υπόλοιπο 11% εκτιμάται ότι αντιστοιχεί σε λοιπά έσοδα, όπως επιχορηγήσεις από
διοργανώτριες αρχές (εκτός από UEFA) και έσοδα από άλλες εμπορικές δραστηριότητες
(ΙΟΒΕ,2014).
Προκύπτει ότι παρά τα προβλήματα και τις αδυναμίες, οι προοπτικές της Super League
στη χώρα μας είναι θετικές και βασίζονται σε τρεις πυλώνες: Στην εκπόνηση ολοκληρωμένων
επιχειρηματικών σχεδίων στα οποία τίθενται ξεκάθαροι στόχοι και στρατηγικές για κάθε ΠΑΕ,
δίνοντας καταρχήν έμφαση στην οργανωτική δομή και στις αντίστοιχες διαδικασίες. Επιπλέον
στην ανάπτυξη τμημάτων υποδομών και στην ορθολογική οικονομική διαχείριση, με σκοπό
τον εξορθολογισμό λειτουργίας των ΠΑΕ και την οικονομική τους βιωσιμότητα. Τέλος, στην
επένδυση σε νέες τεχνολογίες και στην ανάπτυξη μιας αποδοτικής εμπορικής πολιτικής, με
στόχο την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Για τους
λόγους αυτούς, το ελληνικό ποδόσφαιρο θεωρήθηκε ενδιαφέρουσα περίπτωση ως αθλητική
διοργάνωση και επιχειρήθηκε η διερεύνηση των απόψεων φιλάθλων και επιχειρήσεων για τις
επιπτώσεις της σε τοπικό επίπεδο.
68
Το ποδόσφαιρο στην Ευρώπη έχει μακραίωνη παράδοση, καθώς ουσιαστικά το
άθλημα διαμορφώθηκε και καθορίζεται ως τις μέρες μας ουσιαστικά στην Γηραιά Ήπειρο. Η
παγκόσμια φήμη του ποδοσφαίρου το μετέτρεψε από τις απαρχές λειτουργίας της
τηλεόρασης σε ένα πρόγραμμα του οποίου η μετάδοση διασφαλίζει υψηλή θέαση και
συνεπώς εμπορικότητα. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση των απόψεων ενός
δείγματος φιλάθλων στην Ελλάδα αναφορικά με τις επιπτώσεις των ποδοσφαιρικών αγώνων
ως αθλητική εκδήλωση στη τοπική οικονομία και κοινωνία. Όπως έχει αναφερθεί και πιο πριν,
η μελέτη και η κατανόηση των επιπτώσεων των αθλητικών γεγονότων μπορεί να εξεταστεί
από τη πλευρά της προσφοράς και από τη πλευρά της ζήτησης. Έτσι η έρευνα απευθύνεται σε
δύο ομάδες ατόμων: Από τη πλευρά της ζήτησης απευθύνεται σε φιλάθλους που
παρακολουθούν ποδοσφαιρικούς αγώνες ώστε να διερευνηθούν κατά κύριο λόγο οι δαπάνες
τους και από τη πλευρά της προσφοράς οι επιχειρήσεις οι οποίες βρίσκονται πλησίον
ποδοσφαιρικών σταδίων ώστε να διερευνηθεί η μεταβολή στη ζήτηση των προϊόντων τους
αλλά και η άποψη τους όσον αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις στη περιοχή. Τονίζεται, ότι
πρόκειται για πρωτότυπη πρωτογενή έρευνα με δύο ερωτηματολόγια καθώς δεν έχει
υλοποιηθεί αντίστοιχη μελέτη προηγουμένως.
Η μεθοδολογία της έρευνας συνιστά μέρος της ερευνητικής διαδικασίας και μπορεί
να διαχωριστεί σε ποιοτική και ποσοτική. Η ποιοτική στηρίζεται στη κατανόηση των
παρατηρήσεων του ερευνητή ενώ η ποσοτική βασίζεται στη στατιστική σύγκριση των
αντικειμένων που εξετάζονται (Παπαγεωργίου,2014). Το μεθοδολογικό εργαλείο που
χρησιμοποιείται είναι το ερωτηματολόγιο, καθώς επιτρέπει τόσο την ποσοτική, όσο και την
ποιοτική ανάλυση των δεδομένων. Επίσης , δίνει τη δυνατότητα να γίνουν ταξινομήσεις στα
αποτελέσματα της έρευνας και να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα.
Όπως αναφέρουν οι Cohen και Manion (2000), οι προσεγγίσεις αυτές συλλέγουν
δεδομένα σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και σκοπός τους είναι να περιγράψουν τις
συνθήκες που επικρατούν ή τις σχέσεις που υφίστανται ανάμεσα σε συγκεκριμένα γεγονότα.
Μεγάλη σημασία για το σωστό σχεδιασμό ενός ερωτηματολογίου έχει ο τρόπος με τον οποίον
παρουσιάζονται οι ερωτήσεις οι οποίες θα πρέπει να είναι κατανοητές από το κοινό που
συμμετέχει στην ερευνητική διαδικασία. Επιπρόσθετα, τα ερωτηματολόγια να έχουν δομή η
69
οποία ωθεί τα υποκείμενα να ολοκληρώσουν τη συμπλήρωση του ενώ οι άσκοπες ερωτήσεις
είναι καλό να αποφεύγονται. Τέλος η σχεδίαση τους είναι αρκετά απαιτητική διαδικασία και
η επιτυχής έκβαση του εξαρτάται από τους παράγοντες που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Οι ερωτήσεις που περιέχει το ερωτηματολόγιο της παρούσας έρευνας είναι κλειστού
τύπου και απευθύνονται σε Έλληνες φιλάθλους προκειμένου να διαπιστωθεί σε πρώτη φάση
αν και πόσο συχνά ταξιδεύουν με σκοπό τη παρακολούθηση ενός ποδοσφαιρικού αγώνα
μακριά από το μόνιμο τόπο κατοικίας τους. Στη συνέχεια γίνεται προσπάθεια διερεύνησης
κάθε είδους δαπάνης των φιλάθλων που περιλαμβάνεται στο ταξίδι. Παράλληλα συντάχθηκε
και δεύτερο ερωτηματολόγιο το οποίο απευθύνεται σε μόνιμους κατοίκους της πόλης της
Θεσσαλονίκης και ιδιοκτητών επιχειρήσεων έτσι ώστε να διερευνηθούν οι απόψεις για τη
συνεισφορά αλλά και τις επιπτώσεις των ποδοσφαιρικών αγώνων στην τοπική ανάπτυξη. Η
επιλογή της μεθόδου των ερωτηματολογίων αποτελεί το πιο κατάλληλο μέσο συλλογής
πληροφοριών, ενώ οι ερωτήσεις κλειστού τύπου διευκολύνουν την επεξεργασία και τη
συλλογή των δεδομένων καθώς επίσης και τη στατιστική τους ανάλυση (Creswell, 2011).
Καταβλήθηκε η μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια μέσω της επαναλαμβανόμενης δημοσίευσης
του στα κοινωνικά δίκτυα έτσι ώστε το δείγμα του πληθυσμού να είναι όσο γίνεται
μεγαλύτερο και επομένως αντιπροσωπευτικό με στόχο να αναδειχθούν οι γενικές τάσεις που
επικρατούν. Οι συμμετέχοντες παραθέτουν ανεπηρέαστοι τις απόψεις τους , ενώ έχουν
ενημερωθεί από πριν ότι δεν απαιτείται η συμπλήρωση προσωπικών τους δεδομένων. Πριν
ξεκινήσει η διανομή των ερωτηματολογίων πραγματοποιήθηκε πιλοτική έρευνα σε 20 άτομα
με σκοπό να ελεγχθεί η κατανόηση του ερωτηματολογίου που απευθύνεται σε φιλάθλους
αλλά και για προσδιοριστεί ο μέσος χρόνος που απαιτείται για τη συμπλήρωση του. Οι
ερωτήσεις ήταν κατανοητές , ωστόσο χρειάστηκαν μικρές διορθώσεις σε κάποιες περιπτώσεις
ώστε να είναι πιο ακριβείς. Ο μέσος χρόνος που χρειάστηκαν για τη συμπλήρωση του ήταν 4‐
5 λεπτά.
Για τη διεξαγωγή της έρευνας πραγματοποιήθηκε ηλεκτρονική διανομή στα μέσα
κοινωνική δικτύωσης σε ομάδες φιλάθλων και συλλέχθηκαν 518 απαντήσεις (Ν=518). Τα
άτομα στα οποία απευθύνεται η έρευνα είναι κατά βάση φίλοι του ποδοσφαίρου και για το
λόγο αυτό έγιναν πολλαπλές αναρτήσεις σε γκρουπ και σελίδες ποδοσφαιρικού περιεχομένου
(Gazzeta.gr, Sport 24, Σπορ FM). Ο λόγος που επιλέχθηκαν οι συγκεκριμένες ιστοσελίδες για
τη δημοσίευση του ερωτηματολογίου είναι ότι μετρούν εκατοντάδες χιλιάδες ακόλουθους με
κοινό σημείο αναφοράς τα ποδοσφαιρικά δρώμενα. Το ερωτηματολόγιο ξεκίνησε να
δημοσιεύεται στις 31 Ιανουαρίου 2020 και ολοκληρώθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2020. Το
αρχικό δείγμα που επιλέχθηκε ήταν άτομα που ασχολούνται και παρακολουθούν τα αθλητικά
δρώμενα ασχέτως αν συμμετέχουν με τη παρουσία τους ως θεατές ενώ στη συνέχεια
απομονώθηκαν τα άτομα που απάντησαν ότι ταξιδεύουν για τη παρακολούθηση αγώνων
τουλάχιστον μία φορά το χρόνο και έγινε στατιστική επεξεργασία των απαντήσεων τους. Τα
προβλήματα και οι περιορισμοί που εμφανίστηκαν ήταν ότι ένας μικρός αριθμός ατόμων
φαίνεται να μη το έλαβε στα σοβαρά και αυτό αποδεικνύεται από τη μία και μοναδική
ερώτηση ανοικτού τύπου (τόπος διαμονής) στην οποία αρνούνται να απαντήσουν
δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο προβλήματα στην αξιοπιστία της έρευνας. Παράλληλα
υπήρχαν και αρκετά άτομα στο δείγμα που παρέλειψαν να απαντήσουν και σε άλλα
ερωτήματα εκτός του τόπου διαμονής, με αποτέλεσμα και πάλι τη μείωση της αξιοπιστίας της
έρευνας. Επίσης σημειώνεται ότι στη τελευταία ερώτηση αντιμετωπίστηκε μία ακόμη
70
δυσκολία καθώς δεν είχε διευκρινιστεί επακριβώς αν θα πρέπει να απαντήσουν σε ποια
περιοχή , πόλη ή περιφέρεια διαμένουν και επομένως χρειάστηκε να γίνει διάκριση για κάθε
μία απάντηση ξεχωριστά σε ποια περιφέρεια ανήκουν και έπειτα υπολογίστηκαν τα ποσοστά
ανά περιφέρεια .
Επίσης στο ερωτηματολόγιο περιλαμβάνονται τα δύο φύλα, όλες οι ηλικιακές ομάδες
που κυμαίνονται από 15 μέχρι 70+ ετών, τα επίπεδα εκπαίδευσης και τα είδη απασχόλησης.
Το ερωτηματολόγιο αποτελείται ουσιαστικά από 3 μέρη. Με την πρώτη ερώτηση ξεχωρίζουμε
ποιοι από τους φιλάθλους ταξιδεύουν για τη παρακολούθηση ποδοσφαιρικών αγώνων έστω
και μία φορά μέσα στο χρόνο. Στη συνέχεια οι ερωτήσεις εστιάζουν περισσότερο στις δαπάνες
των αθλητικών τουριστών για τις μετακινήσεις, τη διαμονή, τη διατροφή, τα εισιτήρια και
άλλου είδους έξοδα. Στο τρίτο μέρος σκιαγραφείτε το προφίλ των συμμετεχόντων στην
έρευνα όπως ηλικία, φύλο, επίπεδο εκπαίδευσης, είδος απασχόλησης αλλά και πόσους
αγώνες παρακολουθούν κατά μέσο όρο ανά έτος. Οι ερωτήσεις που χρησιμοποιούνται
θεωρήθηκαν αναγκαίες για τη κατανόηση του θέματος της παρούσας έρευνας ενώ είναι στη
πλειονότητα τους κλειστού τύπου εκτός από μία ανοιχτού τύπου η οποία αναφέρεται στο τόπο
διαμονής και υπάρχει ελεύθερο πεδίο για συμπλήρωση. Ειδικότερα οι ερωτήσεις που
χρησιμοποιήθηκαν ήταν :
α) διχοτομικές (ναι‐όχι)
β) κλειστές ερωτήσεις τύπου Likert με κλίμακα από το 1 μέχρι 5 που μετρούν κατά
πόσο συμφωνούν ή διαφωνούν οι ερωτώμενοι ( Συμφωνώ απόλυτα‐συμφωνώ‐ ούτε
συμφωνώ ούτε διαφωνώ‐διαφωνώ‐ διαφωνώ απόλυτα), από τις οποίες επέλεγαν μία.
γ) πολλαπλών επιλογών
Κατόπιν, μετά από τη συμπλήρωση τους, πραγματοποιήθηκε έλεγχος της εγκυρότητας
τους, κωδικοποίηση των μεταβλητών και επεξεργασία στο στατιστικό πρόγραμμα IBM SPSS
Statistics 25.
71
Ερωτηματολόγιο φιλάθλων
Όπως προαναφέρθηκε, από τη πρώτη ερώτηση γίνεται διάκριση στο αρχικό δείγμα το
οποίο είναι 518 άτομα, έτσι ώστε να απομονωθούν τα άτομα τα οποία πράγματι ταξιδεύουν
μακριά από το μόνιμο τόπο κατοικίας τους με σκοπό τη παρακολούθηση ενός ποδοσφαιρικού
αγώνα. Επομένως όσοι απάντησαν ότι δεν ταξιδεύουν ποτέ (11,6%), δεν συμπεριλαμβάνονται
στην ανάλυση των δεδομένων ενώ το τελικό δείγμα ανέρχεται στα 457 άτομα.
Γράφημα 5: Συχνότητα μετακινήσεων για παρακολούθηση αγώνα
Από την ανάλυση των στοιχείων του δείγματος που αποτυπώνονται συνολικά στο
παράρτημα Α‐1 της παρούσας εργασίας, προκύπτει ότι ο ανδρικός πληθυσμός συμμετείχε σε
ποσοστό 95,62% έναντι του γυναικείου που εκτιμάται στο 4,38%. Σημειώνεται πως πρόκειται
κατά βάση για νέους ανθρώπους δεδομένου ότι το 85,9 % όπως διαπιστώνεται από το πίνακα
συχνοτήτων για τις ηλικιακές κατηγορίες (Παράρτημα Α‐3) του συνόλου των ερωτηθέντων
ήταν μεταξύ 18‐40 ετών. Ειδικότερα, οι ηλικιακές κατηγορίες των 15‐20, 21‐30 και 31‐40,
εμφανίζουν υψηλά ποσοστά συμμετοχής με ποσοστό 27,7%, 37,1% και 21,1% αντίστοιχα.
Επίσης το 10,5% των ερωτηθέντων ανήκει στην κατηγορία 41‐50 ετών, το 3,1% ήταν 51‐60,
ενώ μόλις το 0,4% ήταν από 60 ετών και άνω.
72
Γράφημα 6: Ηλικία
Όσον αφορά το μορφωτικό επίπεδο, το 42% των ερωτηθέντων είναι απόφοιτοι ΑΕΙ‐
ΤΕΙ, το 34,5% είναι απόφοιτοι Γυμνασίου ή Λυκείου και ακολουθούν οι απόφοιτοι ΙΕΚ με 11%,
οι κάτοχοι μεταπτυχιακού με ποσοστό 8,5%, ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώνουν οι
απόφοιτοι δημοτικού με ποσοστό 0,2% και οι κάτοχοι διδακτορικού με 1,8%.
Συνεχίζοντας με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των φιλάθλων, όσον αφορά το
ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, το μεγαλύτερο ποσοστό (40%) ανήκει στην κατηγορία 10.001‐
20.000€. Ακολουθεί η κατηγορία με το εισόδημα που κυμαίνεται από 5001‐10000€ με
ποσοστό 25,1%, η κατηγορία 0‐5000€ με 17,8% . Σημαντικό ποσοστό εντάσσεται στη
κατηγορία εισοδήματος 30.000‐50.000€ ενώ το χαμηλότερο ποσοστό είναι στο επίπεδα
εισοδήματος άνω των 60.000€.
Όσον αφορά το αν μετακινούνται με γκρουπ ή ατομικά προς τη πόλη διεξαγωγής ενός
ποδοσφαιρικού αγώνα , το 66,08% προτιμάει να ταξιδεύει με φίλους , το 20,57% με γκρουπ
και το 13,13% ταξιδεύει μόνος‐η. Το 0,22% είναι το ποσοστό του δείγματος το οποίο δεν
ανταποκρίθηκε στην ερώτηση.
Στην ερώτηση για το πόσες διανυκτερεύσεις πραγματοποιούν στη πόλη διεξαγωγής
του αγώνα, το 59,3% δεν διανυκτερεύει καν, το 24,51% διαμένει για ένα βράδυ στη περιοχή,
73
το 7,88% για δύο μέρες , το 4,38% για 3 μέρες ενώ το 3,94% παραμένει στη περιοχή για 4 ή
παραπάνω μέρες.
Γράφημα 7: Αριθμός διανυκτερεύσεων
Στη συνέχεια συνοψίζονται οι μέσοι όροι και οι τυπικές αποκλίσεις των ερωτήσεων οι
οποίες απεικονίζουν τις οικονομικές επιπτώσεις των ποδοσφαιρικών αγώνων ως αθλητική
εκδήλωση.
74
Πίνακας 6: Μέσοι όροι απαντήσεων φιλάθλων
Μ.Ο. Τ.Α. Τιμές
Στο παραπάνω πίνακα απεικονίζονται οι μέσοι όροι των απαντήσεων των φιλάθλων,
σε ότι αφορά τις χρηματικές τους δαπάνες για την παρακολούθηση ποδοσφαιρικών αγώνων
εκτός του μόνιμου τόπου κατοικίας. Από την ανάλυση τους προκύπτει σε πρώτη φάση ότι οι
διανυκτερεύσεις των ατόμων που ταξιδεύουν με σκοπό να παρακολουθήσουν αγώνα είναι
0,69 κατά μέσο όρο. Στη συνέχεια, οι μέσοι όροι των απαντήσεων που αναφέρονται στα
χρήματα που δαπανούν για :
I. Ημερήσια έξοδα διαμονής: Ο Μ.Ο. των απαντήσεων για τα έξοδα διαμονής είναι 1,33
(σε κλίμακα από 1 μέχρι 6) δηλαδή οι περισσότεροι φίλαθλοι επέλεξαν ότι δαπανούν
1‐20€ τη μέρα.
II. Αγορά εισιτηρίου: Όσον αφορά τη τιμή εισιτηρίου που πληρώνουν για την είσοδο τους
στο στάδιο οι περισσότεροι επιλέγουν την δεύτερη επιλογή από τις 5 διαθέσιμες (ο
Μ.Ο. απαντήσεων είναι 1,76) δηλαδή δαπανούν 16‐25€.
III. Μετακίνηση προς τη πόλη διεξαγωγής του αγώνα: Από το μέσο όρο των απαντήσεων
(2,59 σε κλίμακα απαντήσεων από το 1 μέχρι το 6) των φιλάθλων συμπεραίνεται ότι τα
έξοδα μεταφοράς προς τη πόλη διεξαγωγής του αγώνα ανέρχονται συνήθως στα 21‐
50€. Ωστόσο οι δαπάνες για έξοδα μεταφοράς προς την πόλη δεν προσμετρούνται στα
έσοδα που αποκομίζει ο τόπος υποδοχής της αθλητικής εκδήλωσης και που επομένως
ενισχύουν τη τοπική ανάπτυξη.
IV. Μετακινήσεις μέσα στη πόλη: Από την εικόνα του μέσου όρου που εκτιμάται στο 1,65
σε μία κλίμακα απαντήσεων από 0 έως 4 που απεικονίζει τα έξοδα για μετακίνηση μέσα
75
στη πόλη που διεξάγεται ο ποδοσφαιρικός αγώνας προκύπτει ότι τις περισσότερες
φορές οι φίλαθλοι δαπανούν περίπου 6‐10€.
V. Τρόφιμα, ποτά , την ημέρα του αγώνα: Σε ερώτηση που αναφέρεται στα χρήματα που
δαπανούν οι φίλαθλοι σε φαγητά και ποτά, πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά τη διεξαγωγή
του αγώνα ο μέσος όρος των απαντήσεων σε μία κλίμακα αυξανόμενη από 0 μέχρι 6
είναι 2,54 που σημαίνει ότι δαπανούν περίπου 11‐20€ .
VI. Αγορές από εμπορικά καταστήματα: Συνεχίζοντας μία ακόμη κατηγορία δαπανών για
τους αθλητικούς τουρίστες είναι και οι διάφορες αγορές που πραγματοποιούν από
εμπορικά καταστήματα της περιοχής που επισκέπτονται συμβάλλοντας με αυτό τον
τρόπο και στη τόνωση της τοπικής αγοράς. Στη συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν σε
κλίμακα από το 0 μέχρι το 5, ο μέσος όρος των απαντήσεων των φιλάθλων υπολογίζεται
στο 1,07 δηλαδή δαπανούν 1‐10€ σε αυτή την κατηγορία.
VII. Αξιοθέατα: Τέλος, είναι πιθανό οι φίλαθλοι που ταξιδεύουν για τη παρακολούθηση
αγώνων σε έναν μακρινό τόπο να επισκέπτονται επί της ευκαιρίας και αξιοθέατα. Στην
ερώτηση για το ποσό που δαπανούν για την είσοδο τους σε αξιοθέατα ο μέσος όρος
των απαντήσεων (κλίμακα από 0 μέχρι 4) είναι 0,67 δηλαδή δαπανούν περίπου 1‐5€.
Συνοψίζοντας, οι δαπάνες των αθλητικών τουριστών που επισκέπτονται μια περιοχή
αποτελούν χρηματική εισροή για τη τοπική οικονομία. Στη συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης
αν επιχειρηθεί η εκτίμηση της μέσης συνολικής δαπάνης των αθλητικών τουριστών με βάση
το άθροισμα των παραπάνω πεδίων τιμών, καταλήγουμε ότι ένας φίλαθλος δαπανά κατά
μέσο όρο από 57 έως 120€. Το κομμάτι όμως που καταλήγει ως εισροή στην τοπική οικονομία
και κοινωνία είναι όλες οι κατηγορίες των δαπανών εκτός από τις δαπάνες για τη μετακίνηση
από το μόνιμο τόπο κατοικίας στην περιοχή διεξαγωγής του αγώνα. Επομένως, το ποσό που
παραμένει στην τοπική οικονομία κατά μέσο όρο ανά φίλαθλο σύμφωνα με τις απαντήσεις
των ερωτώμενων εκτιμάται στα 36‐80€ και προκύπτει αν αφαιρέσουμε από τη συνολική μέση
δαπάνη (57‐120€) τα μεταφορικά έξοδα τα οποία δεν αποτελούν εισροή για τη τοπική
οικονομία.
Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι στην ερώτηση για το πόσους αγώνες παρακολουθούνε
ανά σεζόν, ο μέσος όρος των απαντήσεων των φιλάθλων είναι 2,45 που αντιστοιχεί στην
απάντηση 6‐15 αγώνες, από τους οποίους 6‐10 αγώνες είναι εκτός έδρας με βάση τα στοιχεία
που προκύπτουν από την ανάλυση των μέσων όρων στο παράρτημα Α‐2.
76
Έλεγχος αξιοπιστίας ερωτηματολογίου φιλάθλων‐ Cronbach Test
Για να αξιολογηθεί η αξιοπιστία του δείγματος και το κατά πόσο είναι ικανοποιητικός ο
σχεδιασμός των ερωτήσεων χρησιμοποιείται ο δείκτης α του Cronbach. Στο ερωτηματολόγιο
που απευθύνεται στους φιλάθλους γίνεται εκτίμηση της διακύμανσης κάθε ερώτησης και της
διακύμανσης του αθροίσματος της κλίμακας μέτρησης. Σε περίπτωση που οι ερωτήσεις έχουν
την ίδια μεταβλητότητα μεταξύ των ερωτώμενων τότε η διακύμανση του αθροίσματος
αναμένεται να είναι μικρότερη από τη διακύμανση όλων των ερωτήσεων. Πιο συγκεκριμένα
ο δείκτης α μετρά την ενδοσυνέπεια ενός συνόλου ερωτήσεων και επίσης εκτιμά το πόσο
ικανοποιητικά έχουν συνταχθεί συγκεκριμένες ερωτήσεις, ώστε αν χρειαστεί να περιγράψουν
και να μετρήσουν μια σύνθετη φρασεολογία να είναι ικανές να το πραγματοποιήσουν. Ο
δείκτης α κυμαίνεται από 0 μέχρι 1, ενώ αν όλες οι ερωτήσεις χαρακτηρίζονται από πλήρη
αξιοπιστία τότε το άθροισμα των διακυμάνσεων των ερωτήσεων ισούται με 1. Αν από την
άλλη οι μετρήσεις δεν είναι πραγματικές και προκύπτει μεγάλο σφάλμα δηλαδή οι ερωτήσεις
δεν σχετίζονται αξιόλογα μεταξύ τους τότε ο συντελεστής α ισούται με 0. Στο παρακάτω
πίνακα παρουσιάζονται τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του ελέγχου Cronbach:
Case Processing Summary
N %
Cases Valid 424 92,8
Excludeda 33 7,2
Total 457 100,0
a. Listwise deletion based on all variables in the
procedure.
Πίνακας 7: Έλεγχος αξιοπιστίας Cronbach
Cronbach's
Alpha Based on
Cronbach's Standardized
Alpha Items N of Items
,332 ,402 23
Με βάση τα στοιχεία του πίνακα 7 η τιμή του δείκτη α είναι 0,402 επομένως υπάρχει
συνάφεια στο ερωτηματολόγιο αλλά όχι σε αρκετά ικανοποιητικό επίπεδο. Πιθανόν οφείλεται
στο ότι μέρος των ερωτηθέντων επέλεγαν να αφήσουν κενές κάποιες ερωτήσεις. Στη συνέχεια
διενεργήθηκε έλεγχος Guttmans Lambda οι ενδείξεις του οποίου υποδεικνύουν: 1) αρκετά πιο
ικανοποιητικό βαθμό αξιοπιστίας για το ερωτηματολόγιο και 2) επιβεβαιώνουν το μέτριο
βαθμό αξιοπιστίας του. O Guttman (1945) εξάγει 6 διαφορετικούς τύπους συντελεστών και
77
αποδεικνύει ότι κάθε ένας αποτελεί κατώτατο όριο αξιοπιστίας, το οποίο προσδιορίζεται από
το λόγο της πραγματικής διακύμανσης προς την παρατηρούμενη διακύμανση:
Πίνακας 8: Έλεγχος αξιοπιστίας Lambda
Lambda 1 ,270
2 ,407
3 ,283
4 ,062
5 ,387
6 ,501
N of Items 21
Παρατηρούμε ότι ο συντελεστής λ6 ισούται με 0,501 επομένως το 50,1% των
απαντήσεων θεωρείται αξιόπιστο δείγμα.
Πίνακας 9: Συσχετίσεις μεταξύ μεταβλητών
Στο παραπάνω πίνακα παρουσιάζονται οι πιθανές συσχετίσεις που μπορεί να
προκύψουν μεταξύ των μεταβλητών φύλο, ηλικία, επίπεδο εκπαίδευσης , απασχόληση και
78
εισόδημα και των μεταβλητών που προσδιορίζουν το πόσο συχνά ταξιδεύουν, αν ταξιδεύουν
μόνοι ή με γκρουπ, τον αριθμό των διανυκτερεύσεων, το κατάλυμα που χρησιμοποιούν, το
ποσό που δαπανούν για την αγορά εισιτηρίου για την παρακολούθηση ενός ποδοσφαιρικού
αγώνα και το μέσο μετακίνησης το οποίο χρησιμοποιούν για να ταξιδέψουν. Η δύναμη της
συσχέτισης εξαρτάται από τις τιμές του συντελεστή Pearson. Στη συνέχεια στο πίνακα 10,
γίνεται η διάκριση της συσχέτισης σε μηδενική, ασθενή, μέτρια, ισχυρή και τέλεια συσχέτιση.
Πίνακας 10: Ισχύς συσχέτισης
Όπως γίνεται αντιληπτό, οι άνδρες είναι πιο πιθανό να ταξιδεύουν συχνότερα για τη
παρακολούθηση ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, αφού η τιμή της συσχέτισης μεταξύ των δύο
μεταβλητών είναι θετική και ασθενής (r=0,087). Στη συνέχεια, η συσχέτιση που υπάρχει
μεταξύ ηλικίας και συχνότητας μετακίνησης μέσα στο χρόνο είναι αρνητική (r=‐0,058). Το
επίπεδο εκπαίδευσης από την άλλη φαίνεται να έχει πολύ χαμηλή και αρνητική συσχέτιση με
τη συχνότητα ταξιδιών για παρακολούθηση αγώνα επομένως επηρεάζει ελάχιστα.
Διαπιστώνεται, ότι όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εκπαίδευσης τόσο λιγότερο συχνά
ταξιδεύει για να παρακολουθήσει την ομάδα του σε αγώνες μακριά από το μόνιμο τόπο
κατοικίας.
Επιπλέον όσον αφορά την απασχόληση φαίνεται ότι όταν κάποιος εργάζεται ταξιδεύει
σπανιότερα μέσα στο χρόνο για την παρακολούθηση ποδοσφαιρικών αγώνων, ενώ όταν
κάποιος είναι φοιτητής , άνεργος ή συνταξιούχος μετακινείται πιο συχνά (r=0.02, θετική
ασθενής συσχέτιση). Τέλος , το εισόδημα είναι φυσιολογικό να παίζει σημαντικό ρόλο αφού
σχετίζεται θετικά με την επιλογή των φιλάθλων να ταξιδέψουν για τη παρακολούθηση
αγώνων (r=0,041) ενώ οι κάτοχοι εισιτηρίων διαρκείας επιβεβαιώνουν το χαρακτηρισμό του
πιστού φιλάθλου καθώς όπως φαίνεται και στο Πίνακα 9 υπάρχει ισχυρή θετική συσχέτιση με
τιμή r= 0.334, οπότε συνάγεται ως συμπέρασμα ότι ταξιδεύουν συχνά για τους εκτός έδρας
αγώνες της ομάδας τους.
Ωστόσο δεν γνωρίζουμε αν είναι στατιστικά σημαντικές οι συσχετίσεις αυτές οπότε
στη συνέχεια γίνεται έλεγχος μεταξύ συγκεκριμένων μεταβλητών, μεταξύ των οποίων
θεωρήσαμε ότι είναι πιθανό να υπάρχει σημαντική συσχέτιση .Τα αποτελέσματα φαίνονται
στο παρακάτω πίνακα συσχετίσεων του Pearson:
79
Πίνακας 11: Έλεγχος σημαντικότητας συσχετίσεων μεταξύ μεταβλητών
*. Η συσχέτιση είναι σημαντική σε επίπεδο α=0.05 (2‐tailed).
**. Η συσχέτιση είναι σημαντική σε επίπεδο α=0.01 level (2‐tailed).
Ερωτηματολόγιο επιχειρήσεων
Σε ένα δεύτερο επίπεδο η έρευνα συνεχίζεται με την άποψη που καταθέτουν οι
ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες πλησίον ποδοσφαιρικών σταδίων και
πιο συγκεκριμένα στα γήπεδα Χαριλάου και Τούμπας, όσον αφορά τις επιπτώσεις της
διεξαγωγής ποδοσφαιρικών αγώνων. Εφόσον είναι και μόνιμοι κάτοικοι Θεσσαλονίκης
υπήρξε η δυνατότητα να εκφράσουν την άποψη τους και για τις κοινωνικές επιπτώσεις των
ποδοσφαιρικών αγώνων στη περιοχή. Το συνολικό δείγμα που απάντησε το ερωτηματολόγιο
ήταν 22 ιδιοκτήτες επιχειρήσεων ενώ το χρονικό διάστημα της επιτόπιας έρευνας σε
επιχειρήσεις ήταν από τις 2 Φεβρουαρίου 2020 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2020. Αξίζει να
80
αναφερθεί ως περιορισμός της έρευνας, η δυσπιστία της πλειοψηφίας των ιδιοκτητών να
συμμετέχουν στο ερωτηματολόγιο και επομένως το περιορισμένο δείγμα που εξασφαλίστηκε.
Επιπλέον από τα άτομα που συμμετείχαν στο ερωτηματολόγιο υπήρχε ένα σημαντικό
ποσοστό (18,1%) το οποίο αρνήθηκε να απαντήσει στην ερώτηση που προσδιορίζει το ετήσιο
οικογενειακό εισόδημα.
Αρχικά η ερώτηση που καλούνται να απαντήσουν είναι το κατά πόσο θεωρούν ότι η
διεξαγωγή ποδοσφαιρικών αγώνων συμβάλλει στην αύξηση των εσόδων τους ενώ στη
συνέχεια να επιλέγουν σε τι ποσοστό συμβαίνει αυτό.
Γράφημα 8: Αύξηση εσόδων επιχειρήσεων λόγω του event
Όπως παρατηρούμε σε κλίμακα από το 1 μέχρι το 5 για το βαθμό που συμφωνούν με
την δήλωση ότι η διεξαγωγή αγώνων συμβάλλει θετικά στα έσοδα ή στις πωλήσεις τους το
45,5% συμφωνεί απόλυτα ενώ το 31,8% απλώς συμφωνεί. Άρα το 77,3% θεωρεί ότι
επωφελείται η επιχείρηση του από το αθλητικό γεγονός. Επιπλέον σημειώνεται ότι ένα 18,2%
είναι ουδέτερο με αυτή τη δήλωση ( ούτε συμφωνεί ούτε διαφωνεί ) ενώ υπάρχει και ένα 4,5%
που πιστεύει ότι δεν η διεξαγωγή ποδοσφαιρικών αγώνων δεν επηρεάζουν θετικά τα έσοδα
των επιχειρήσεων.
Ακολουθεί η ερώτηση που οι επιχειρηματίες απαντούν σε τι ποσοστό αυξάνονται τα έσοδα
τους.
81
Γράφημα 9: Ποσοστό αύξησης εσόδων επιχειρήσεων λόγω του event
Όπως παρατηρείται και στο παραπάνω γράφημα πίτας το 40,9% θεωρεί ότι τα έσοδα
του παρουσιάζουν άνοδο κατά 5‐15%, ενώ το 22,7% των ιδιοκτητών παρατηρεί αύξηση
εσόδων κατά 51‐80%. Συμπερασματικά, όλες σχεδόν οι επιχειρήσεις έχουν αυξημένο όφελος
(5‐100%), η πλειονότητα των επιχειρήσεων (59,1%) παρουσιάζει σημαντικά αυξημένα έσοδα
δηλαδή 16‐100% χάρη στην πραγματοποίηση ποδοσφαιρικών αγώνων.
Οι επιπτώσεις αυτές επεκτείνονται στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης καθώς
σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων το 72,7% απασχολεί περισσότερα άτομα την
ημέρα του αγώνα.
Γράφημα 10: Επιπτώσεις στην απασχόληση
82
Στη συνέχεια του ερωτηματολογίου, εξετάζονται οι κοινωνικές επιπτώσεις των
ποδοσφαιρικών αγώνων σε τοπικό επίπεδο.
Γράφημα 11: Διαταραχή της ζωής της τοπικής κοινωνίας
Σε ερώτηση για το αν διαταράσσεται η ζωή των περιοίκων από τη διεξαγωγή των
αγώνων, οι ντόπιοι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων σε μία κλίμακα από το 1 μέχρι το 5 (συμφωνώ
απόλυτα‐διαφωνώ απόλυτα), σε ποσοστό 36,4% είναι ουδέτεροι, το 50% υποστηρίζει ότι
πράγματι τη διαταράσσει ενώ το 13,6% διαφωνεί με την δήλωση αυτή. Παράλληλα,
συντριπτική είναι η πλειοψηφία των επιχειρήσεων (95,5%) η οποία θεωρεί ότι δημιουργείται
κυκλοφοριακή συμφόρηση καθώς και δυσκολίες στη στάθμευση ενώ το 31,8% συμφωνεί με
την άποψη ότι αυξάνεται η εγκληματικότητα εξαιτίας της πραγματοποίησης ποδοσφαιρικών
αγώνων αφού μερικές φορές αποτελούν αιτία συμπλοκής μεταξύ οπαδών διαφορετικών
ομάδων.
Τέλος όσον αφορά τις θετικές κοινωνικές επιπτώσεις, το 43,7% των επιχειρήσεων
συμφωνούν με την άποψη ότι η διοργάνωση των αγώνων συμβάλλει στη προβολή της
περιοχής από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ενισχύοντας το προφίλ της στο ευρύτερο κοινό.
Τα συνολικά αποτελέσματα για όλες τις ερωτήσεις του ερωτηματολογίου που
απευθύνεται σε ιδιοκτήτες επιχειρήσεων συνοψίζονται στο παράρτημα Β.
83
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ‐ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Ο αθλητικός τουρισμός και ο τουρισμός εκδηλώσεων είναι άμεσα συνυφασμένοι με
την τοπική ανάπτυξη, ενώ προωθούν την αθλητική κουλτούρα, ενισχύουν τη κοινωνική
συνοχή και συμβάλλουν στην κοινωνική και οικονομική αναγέννηση των περιφερειών.
Καθοριστικός είναι ο ρόλος των τοπικών φορέων για την ανάπτυξη και την εφαρμογή μιας
ενιαίας αθλητικής πολιτικής, ειδικά σε ότι αφορά την ανάδειξη και τη προστασία του
αθλητικού προϊόντος, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις αντανακλά την κοινωνική ταυτότητα
μιας περιοχής.
Τα αθλητικά γεγονότα ενθαρρύνουν επενδύσεις σε αρκετούς τομείς της οικονομίας
όπως οι είναι οι υπηρεσίες διαμονής, οι αλυσίδες φαγητού, ο τουρισμός και ο
κατασκευαστικός τομέας. Συνεπάγεται, ότι σε περίπτωση πραγματοποίησης ενός αθλητικού
γεγονότος ή μιας εκδήλωσης δημιουργείται και η σχετική άνοδος στην οικονομική
δραστηριότητα μιας χώρας.
Τελευταία, η υπάρχουσα βιβλιογραφία έχει διερευνήσει τις οικονομικές, κοινωνικές
και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αθλητικών εκδηλώσεων στις περιοχές υποδοχής.
Μάλιστα είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα συνδέονται με εισροές
μετρητών που δημιουργούν έναν πολλαπλασιαστή για τη τοπική οικονομία. Δεν είναι λίγα
άλλωστε τα έργα που συναντώνται στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, τα οποία σημειώνουν ότι
πρόσφατα μεγάλα αθλητικά γεγονότα, ασκούν ουσιαστική επιρροή στην οικονομική
ανάπτυξη της χώρας υποδοχής (Burgan& Mules,1992) και γι’ αυτό το λόγο πολλές χώρες
επιδιώκουν να φιλοξενήσουν τέτοιου είδους εκδηλώσεις.
Στη συνέχεια πραγματοποιείται μία ακόμη έρευνα από την πλευρά της προσφοράς η
οποία εστιάζει στην άποψη των ντόπιων ιδιοκτητών επιχειρήσεων. Η άποψή τους εξετάζεται
με επιτόπια έρευνα, το δείγμα που συμμετείχε ήταν 22 επιχειρήσεις που βρίσκονται πλησίον
ποδοσφαιρικών σταδίων της Θεσσαλονίκης καθώς έχουν τη δυνατότητα να εκφέρουν γνώμη
λόγω των αγώνων που πραγματοποιούνται σε αυτά περίπου κάθε δύο βδομάδες. Γενικότερα
ήταν αρκετά δύσκολη διαδικασία καθώς η πλειονότητα των ιδιοκτητών ήταν επιφυλακτική
στο να απαντήσουν το ερωτηματολόγιο. Εν τέλει, το συμπέρασμα από την έρευνα αυτή, είναι
84
ότι η αύξηση των εσόδων της εκάστοτε επιχείρησης εξαρτάται από την απόσταση της από το
στάδιο: Όσο πιο κοντά είναι τόσο μεγαλύτερη είναι η ποσοστιαία αύξηση στις πωλήσεις της.
Έτσι, από τα ανάλυση των δεδομένων προκύπτει ότι το 77,3% των ιδιοκτητών θεωρεί ότι
επωφελείται η επιχείρηση του από το αθλητικό γεγονός (δηλ. τους ποδοσφαιρικούς αγώνες).
Επιπρόσθετα σχεδόν όλες οι επιχειρήσεις παρουσιάζουν άνοδο στα έσοδα τους κατά την
ημέρα διεξαγωγής ενός αγώνα από 5 έως και 100% ενώ ένα ποσοστό της τάξης 54,4% των
επιχειρήσεων έχουν αυξημένα έσοδα από 30 έως 100%. Επιπλέον σύμφωνα με τα στοιχεία
της έρευνας το 72,7% απασχολούν περισσότερα άτομα κατά τη διεξαγωγή των
ποδοσφαιρικών αγώνων. Τέλος, σε ότι αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις:
Είναι ουδέτεροι με την άποψη ότι η διεξαγωγή των ποδοσφαιρικών αγώνων
διαταράσσει τη ζωή των κατοίκων της περιοχής.
Η συντριπτική πλειοψηφία συμφωνεί με την άποψη ότι δημιουργείται κυκλοφοριακή
συμφόρηση αλλά και δυσκολία στη στάθμευση λόγω της διεξαγωγής ποδοσφαιρικών
αγώνων.
Οι πλειονότητα των επιχειρηματιών τηρεί ουδέτερη στάση στην δήλωση ότι αυξάνεται
η εγκληματικότητα λόγω της διεξαγωγής αγώνων και της αντιπαλότητας που υπάρχει
μεταξύ φανατικών οπαδών.
Το 63,7% πιστεύει ότι τα αθλητικά δρώμενα ενισχύουν την εικόνα της περιοχής μέσω
της αυξημένης προβολής της από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Συνοψίζοντας, τα ευρήματα της παρούσας έρευνας συνάδουν με τη θεωρία που
αναπτύσσεται στη βιβλιογραφική ανασκόπηση που προηγήθηκε, ειδικότερα σε ότι αφορά τις
θετικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Όσον αφορά τις αρνητικές επιπτώσεις,
εντοπίζονται ενδείξεις που αποδεικνύουν την ύπαρξη δυσαρέσκειας ή διατάραξης της ζωής
των περιοίκων. Αξίζει να τονίσουμε ότι σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης, το
οικονομικό αντίκτυπο ενισχύεται όχι μόνο από την παρουσία φιλάθλων που προέρχονται από
μακρινές περιοχές αλλά και από την αυξημένη προβολή της περιοχής από τα Μ.Μ.Ε.
Συμπερασματικά, οι εν λόγω διεξαγωγή ποδοσφαιρικών αγώνων, επιδρά σημαντικά στην
κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη ενώ η συνολική τους εκτίμηση είναι σίγουρα θετική,
γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με την εκτίμηση μεγάλων αθλητικών γεγονότων όπου τα
οφέλη αφορούν την μειοψηφία. Ωστόσο σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας οι
φίλαθλοι δεν είναι αρκετά ικανοποιημένοι από τις τιμολογιακές πολιτικές των ΠΑΕ οπότε
προτείνεται :
Η εκπόνηση ολοκληρωμένων επιχειρηματικών σχεδίων βάσει των οποίων θα καθορίζονται
τιμές περισσότερο φιλικές προς τους φιλάθλους δεδομένης και της παρατεταμένης
οικονομικής κρίσης που βιώνει το μεγαλύτερο ποσοστό
Σε επόμενο στάδιο να επενδύουν σε συστήματα διαχείρισης δεδομένων αγώνων και να
αναπτυχθεί μια αποδοτική εμπορική πολιτική έτσι ώστε να αξιοποιηθούν στο έπακρο τα
πλεονεκτήματα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου και να εκμεταλλευθούν οι ΠΑΕ τις
ευκαιρίες που παρουσιάζονται στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.
85
Δημιουργία συνεργειών μεταξύ ΠΑΕ και των τοπικών φορέων με σκοπό την ανάπτυξη
υποδομών (π.χ. υπόγειες θέσεις στάθμευσης) έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν διαχρονικά
προβλήματα.
86
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνική Βιβλιογραφία
Αλεξόπουλος, Π. & Χ. Αναγνωστόπουλος, 2010. Δομή και οργάνωση του Ελληνικού
επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Στο Μ. Κουτσανδρέα (Επιμ.), Ποδοσφαιρική
επιχειρηματικότητα ( σελ. 59‐62 και 62‐69). Ελλάδα: Σιδέρης.
Γιαλούρης, Ν. 1976. Οι ολυµπιακοί αγώνες στην αρχαία Ελλάδα.Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
Δρακάκης, Π. 2019. Η συμβολή των ειδικών μορφών τουρισμού στην τοπική οικονομία: Η
περίπτωση του αθλητικού τουρισμού στη Μεσσηνία, διδακτορική διατριβή, Σχολή Επιστημών
Υγείας και Διοίκησης. (βιβλιοθήκη Σχολής Επιστημών Υγείας, τμήμα Οικονομικής και
Περιφερειακής Ανάπτυξης).
Ζαχαράτος, Γ. 1986. Τουριστική κατανάλωση: Η μέθοδος υπολογισμού και η χρησιμότητά της
για την έρευνα των επιδράσεων του τουρισμού στην εθνική οικονομία, Αθήνα: Κέντρο
Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
Ηγουµενάκης, Ν., Κραβαρίτης,Κ. και Π. Λύτρας, 1998. Εισαγωγή στον Τουρισµό, Interbooks.
ΙΝΣΕΤΕ, 2018. Βασικά μεγέθη εισερχόμενου τουρισμού [διαδίκτυο (online)]. Διαθέσιμο στο
<URL:http://www.insete.gr/elgr/Dashboard/%CE%A3%CF%84%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%
83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC/%CE%A3%CF%84%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%83%CF
%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC%CE%A3%CF%84%CE%BF%CE%B9%CF%87%CE%B5%CE%AF%C
E%B1> [πρόσβαση 10 Ιανουαρίου 2020].
Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, 2008. Οδηγός Τουρισμού της Υπαίθρου για τους Φορείς
της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αθήνα.
Κουθούρης, Χ., Κατσιμάνη, Π., Τζέτζης, Γ. & Γ. Κώστα, 1999. Ο έλεγχος της ποιότητας των
υπηρεσιών στην ελληνική αγορά των «υπαίθριων δραστηριοτήτων αναψυχής. Μια
περιπτωσιολογική μελέτη. Αθλητική Απόδοση και Υγεία, 2 (1), 151‐160.
Λαγός, Δ. 2017α. Θεωρητικές προσεγγίσεις στον τουρισμό, Αθήνα: Κριτική.
Λαγός, Δ. 2017β. Στόχος η υψηλή διεθνής ανταγωνιστικότητα, Το Βήμα, 9 Ιουλίου, σελ. 18‐20.
Λαγός, Δ. 2018. Τουριστική οικονομική (2η έκδοση), Αθήνα: Κριτική.
87
Λευκή Βίβλος ‐ Λευκή Βίβλος για τον αθλητισμο {SEC(2007) 932} {SEC(2007) 934} {SEC(2007)
935} {SEC(2007) 936}/* COM/2007/0391 τελικό */.
Λύτρας Π. 1991. Η Κοινωνία της Αναψυχής. Ο συγκερασμός τουρισμού και αθλητισμού
μπροστά στο 2000. Interbooks, Αθήνα.
Λύτρας, Π. 2002. Η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου στις διακοπές. Αθήνα: Interbooks.
Μοίρα, Π. Μυλωνόπουλος, Δ. και Α. Παπαγρηγορίου, 2017. Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις του
αθλητικού τουρισμού: Η συμμετοχή στα αθλητικά δρώμενα του Κλασικού Μαραθωνίου της
Αθήνας 2016. e‐Journal of Science & Technology, 12(2): 47‐57.
Μουρνιανάκης, Ι. 2013. Διακυβέρνηση στον αθλητισµό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε:
Επισκόπηση Αθλητικού Δικαίου Lex Sportiva, 9, 18.
Μπιμπλιτζή, Θ. 2017. Διοργάνωση τοπικών αθλητικών γεγονότων και η επίδραση τους στη
τοπική οικονομία –Η περίπτωση του Μαραθωνίου του Ναυπλίου, μεταπτυχιακή διατριβή,
Σχολή Διοίκησης (βιβλιοθήκη Σχολής Διοίκησης, τμήμα Διοίκησης και Διαχείρισης).
Οικονόμου, Β. 2018. Αθλητική Δραστηριότητα – Αθλητισμός για όλους, Ατοµική αξιοποίηση –
Δικαιώµατα, διδακτορική διατριβή, Σχολή Επιστημών Ανθρώπινης Κίνησης & Ποιότητας Ζωής
(βιβλιοθήκη Σχολής Επιστημών Ανθρώπινης Κίνησης & Ποιότητας Ζωής, τμήμα Οργάνωσης και
Διαχείρισης Αθλητισμού).
Παϊτσίνης Κώστα, Γ. και Γ. Υφαντίδου, 2015. Η ανάπτυξη του αθλητικού τουρισμού
(ηλεκτρ.βιβλ). Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. Διαθέσιμο στο:
[πρόσβαση 05 Δεκεμβρίου 2019].
Παναγιωτόπουλος, Δ. 2005α. Αθλητικό Δίκαιο, I Συστηµατική Θεµελίωση και Εφαρµογή.
Αθήνα: Νοµ Βιβλιοθήκη.
Πανούση, Σ. 1998. Περιφερειακή ανάπτυξη της Ελλάδας και τουρισμός, Ξενία, (160), 20‐23.
Παπαγεωργίου, Γ. 2014. Ποσοτική έρευνα [διαδίκτυο (online)]. Διαθέσιμο στο <URL:
http://sociology.soc.uoc.gr/pegasoc/wpcontent/uploads/2014/10/%CE%95_%CE%B1_%CE%A
0%CE%B1%CF%80%C%B1%CE%B3%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85
.pdf> [Ανάκτηση 23 Φεβρουαρίου 2020].
Πετράκος, Γ. & Γ. Ψυχάρης, 2003. Οι Περιφερειακές Ανισότητες στην Ελλάδα: Μια Εναλλακτική
Μέθοδος Υπολογισμού, Θεσσαλία:ΤΕΕ.
88
Σκούλτσος, Σ. 2014. Τα event ‐ εκδηλώσεις ως τουρισμός ειδικού ενδιαφέροντος και ως
δραστηριότητα ελεύθερου χρόνου: χαρακτηριστικά της αγοράς και σχεδιασμός, διδακτορική
διατριβή, Σχολή Επιστημών Διοίκησης (βιβλιοθήκη Σχολής Επιστημών Διοίκησης, τμήμα
Διοίκησης Επιχειρήσεων).
Σφακιανάκης, Μ. 2000. Εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Αθήνα: Εκδόσεις Έλλην.
Τσιώλης, Γ. 2011. Η σχέση ποιοτικής και ποσοτικής προσέγγισης στην κοινωνική έρευνα: από
τη θέση περί ριζικής ασυμβατότητας στο συνδυασμό ή τη συμπληρωματικότητα των
προσεγγίσεων, στο Μ. Πουρκός (Επιμ.) Δυνατότητες και όρια της μείξης των μεθοδολογιών
στην κοινωνική και εκπαιδευτική έρευνα. Αθήνα: Ίων, 271‐292.
Υπουργείο Τουρισμού 2018. Άρθρο 05‐Αθλητικός Τουρισμός [διαδίκτυο (online)]. Διαθέσιμο
στο <URL: http://www.opengov.gr/tourism/?p=1447> [πρόσβαση 4 Ιανουαρίου 2020].
Χριστοφάκης, Μ., 2001. Τοπική ανάπτυξη και περιφερειακή πολιτική, Αθήνα: Παπαζήση.
Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία
Allen, J., O’Toole, W., McDonnell, I. & Harris, R. 2002. Festival and Special Event Management,
2nd edn, John Wiley & Sons Australia Ltd, Milton.
Alen, E., Losada, N., De Carlos, P., 2017. Understanding tourist behaviour of senior citizens:
lifecycle theory, continuity theory and a generational approach. Ageing Soc. 37 (7), 1338–1361.
Agha, N. & M. A. Taks, 2015. A theoretical comparison of the economic impact of large and
small events. International Journal of Sport Finance, 10(3), 199‐216.
Agarwal, S., & P. Brunt, 2006. Social exclusion and english seaside resorts.
Andereck, K. L., Valentine, K. M., Knopf, R. C., & C. A. Vogt, 2005. Residents’ perceptions of
community tourism impacts. Annals of tourism research, 32(4), 1056‐1076.
Andersson, T.D. Armbrecht, J. & E. Lundberg, 2012. Estimating use and non‐use values of a
music festival. Scandinavian Journal of Hospitality and Tourism, 12(3), 215‐31.
Archer, Β. Η. 1977. Tourism multipliers: The state of the art, Cardiff: University of Wales Press.
89
Archer, B. H. 1985. Tourism in Mauritius: An economic impact study with marketing
implications, Tourism Management, 6 (1), pp. 50‐54.
Archer, B. H. and J. Fletcher, 1996. The economic impact of tourism in the Seychelles, Annals of
Tourism Research, 23 (1), pp. 32‐47.
Baade, R., & R. Dye ,1990. The impact of stadiums and professional sports on metropolitan area
development. Growth and Change, Spring ,1/14.
Baade, R. A., & V. Matheson, 2004. The quest for the Cup: Assessing the economic impact of the
World Cup. Regional Studies, 38(4), 343–354. doi:10.1080/03434002000213888.
Balkanlı, Ο. 2019. Macroeconomics of Tourism and Its Effects on the Global Economy, pp.1‐33.
Baum, T. 2006. Reflections on the nature of skills in the experience economy: challenging
traditional skills models in hospitality management. J. Hosp. Tour. Manag. 13, 124–135.
Binns, T. and Nel, E., 2002. Tourism as a local development strategy in South Africa, The
Geographical Journal, 168 (3), pp. 235‐247.
Bjeljac, Ž., Terzić, A., Brankov, J. ,2013. Sabor trubača u Guči ‐ socio demografski profil i motiv
dolaska posetilaca, Zbornik Matice Srpske za društvene nauke, No 144. (in print).
Bowdin, G., Allen, J., O’Toole, W., Harris, R., Mcdonnell., I. 2011. Events Management. 3rd
edition. Elsevier Ltd, Oxford.
Boykoff, J. 2014. Celebration capitalism and the Olympic games. London, UK: Routledge.
Burcu Beste Erdogru and Hacer Neyir Tekeli Yazici, Advantages of Football Tourism within the
Framework of Sustainable Tourism (Model Study, a Mediterranean City, Antalya), International
Journal of Trade, Economics and Finance vol.4, no.6, pp. 372‐375, 2013.
Burgan, B., & Mules, T., 1992. Economic impact of sporting events. Annals of Tourism Research,
19, 700‐710.
Cleaver, M., Muller, T., Ruys, H., Wei, S., 1999. Tourism product development for the senior
market: based on travel‐motives research. Tour. Recreat. Res. 24 (1), 5–11.
Chalip, L., & Leyns, A., 2002. Local Business Leveraging of a Sport Event: Managing an Event for
Economic Benefit. Journal of Sport Management, 16(2), 132–158.
Christaller, W., 1963. Some considerations of tourism loction in Europe: the peripheral regions
– underdeveloped countries – recreation areas, Regional Science Association Papers, 12: 95‐
105.
Christaller, W., 1966. Central Places in Southern Germany, Prentice‐Hall (orig. 1933).
90
Cohen, L., Manion, L. and Morrison, K., 2000. Research Methods in Education. 5th Edition,
Routledge Falmer, London.
Cleaver, M., Muller, T., Ruys, H., Wei, S., 1999. Tourism product development for the senior
market: based on travel‐motives research. Tour. Recreat. Res. 24 (1), 5–11.
Cralk, J. 1988. The social impacts of tourism στο Yeoman, I., Robertson, M., Ali‐Knight, J.,
Drummond, S.& McMahon‐Beattle, U. (eds.) 2004, Festival and Events Management. An
international arts and culture perspective, Elsevier Butterworth‐Heinemann, Oxford.
Creswell, J.W. and Plano Clark, V.L., 2011. Designing and Conducting Mixed Methods Research.
2nd Edition, Sage Publications, Los Angeles.
Crompton, J. & Mc Kay S., 1994. Measuring the economic impact of festival and events: Some
myths, missaplications and ethical dilemmas. Festival Management and Event Tourism, 2(1),
33‐43.
Crompton, J. 1995. Economic impact analysis of spots facilities and events: Eleven sources of
misapplication. Journal of Sport Management, 9(1), 14_/35.
Crompton, J. L., Lee, S., & T. J. Shuster, 2001. A Guide for Undertaking Economic Impact Studies:
The Springfest Example. Journal of Travel Research, 40(1), 79–87.
Davidson, L., & W. Schaffer, 1980. A discussion of methods employed in analyzing the impact of
short term entertainment events. Journal of Travel Research, 28(3), 12_/16.
Deery, M., Jago, L. & L. Fredline, 2004. Sport tourism or event tourism: are they one and the
same? Journal of Sport and Tourism, 9(3), 235–245.
Delpy, L. 1998. An overview of sport tourism: Building towards a dimensional framework,
Journal of Vacation Marketing, 4 (1), pp. 23‐38.
de Paula, M. 2014. The 2014 World Cup in Brazil: Its legacy and challenges. São Paulo, Brazil:
Heinrich‐Böll‐Stiftung.
Douvis, J., Yusof, A. & S. Douvis, 1999. An Examination of Demographic and Psychographic
Profiles of the Sport Tourist, (online), The Cyber‐Journal of Sport Marketing,
http://www.cjsm.com/vol2/douvisyusof24.htm.
Dustine, J., Larry, Geoffrey, E., Moore, 1977. Άσκηση, χρόνιες παθήσεις και αναπηρίες. (Eπιµ.
Π. Μπαλτόπουλος). Αθήνα: Πασχαλίδης.
Eurostat 2018. Employment in sport in the EU [διαδίκτυο (online)]. Διαθέσιμο στο <URL:
https://ec.europa.eu/eurostat/web/products‐eurostat‐news/‐/DDN‐20191126‐
1?fbclid=IwAR3R1ddxi0eI0iX_pMlb8ikWxsa4dYD96ZARd1k9TTgB4lvPWWwmi4QOWIs>
[πρόσβαση 4 Ιανουαρίου 2020].
91
Faulkner, B. 1993. Evaluating the impacts of hallmark events, Bureau of Tourism Research,
Paper No.16.
Fielding, L. W., Pitts, B. G., & L. K. Miller, 1991. Defining quality: should educators in sport
management programs be concerned about accreditation? Journal of Sport Management, 5(1),
1–17.
Fletcher, J.E. 1989. Input‐Output analysis and tourism impact studies. Annals of Tourism
Research 16(2), 514‐529.
Flyvbjerg, B., & A. Stewart, 2012. Olympic proportions: Cost and cost overrun at the Olympics
1960–2012 (Working Paper). Oxford, UK: University of Oxford Said Business School. Retrieved
from http://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=2238053.
Foster, G., Greyser, P., & B. Walsh, 2006. The business of sports: Texts and cases on strategy
and management. New York: Thomson.
Gammon, S. and T. Robinson, 1997. Sport and tourism: a conceptual framework, Journal of
Sport & Tourism, 4 (3), pp. 11‐18.
Getz, D. 1991. Festivals, Special Events and Tourism, Van Nostrand Reinhold, New York.
Getz, D. 1997. Trends and Issues in Sport Event Tourism. Tourism Recreation Research, 22(2),
61–62.
Getz, D. 2005. Event Management & Event Tourism, 2nd edn, Cognizant Communication
Corporation, New York.
Getz, D. 2007b. Event Studies, Theory, Research and Policy for Planned Events, Elsevier Ltd.,
Burlington.
Getz, D. 2008. Event tourism: Definition, evolution, and research. Tourism Management, 29(3),
403–428.
Gibson, H. 1998b. Active sport tourism : Who participates? LeisureStudies, 17(2), 155‐170.
Gibson, H. 1998b. Sport tourism: A critical analysis of research, Sport Management Review, 1
(1), pp. 45‐76
Gibson, H.J., Willming, C. & A. Holdnak, 2002. Small‐scale sport event tourism: college sports as
a tourist attraction. In Gammon, S. & Kurtzman, J. (Eds.), Sport Tourism: Principles and Practice.
Eastbourne: Leisure Studies Association.
Gold, M. M. 2007. Athens 2004. In J. R. Gold & M. M. Gold (Eds.), Olympic cities: City agendas,
planning and the world’s games, 1896–2012 (pp. 265–285). Abingdon, UK: Routledge.
Gold, J. R., & M. M. Gold, 2008. Olympic Cities: Regeneration, City Rebranding and Changing
Urban Agendas. Geography Compass, 2(1), 300–318.
92
Goldblatt J.J., Graham S., L.D. Neirotti, 2001. The ultimate guide to sports marketing. New York,
USA. McGraw‐Hill.
Greig, M. & R. Mc Quaid, 2003. The economic impact of a sporting event: a regional approach.
Paper presented at 43rd European Regional Science Association Congress, Finland, August.
Gursoy, D., Kim, K., M. Uysal, 2004. Perceived impacts of festivals and special events by
organizers: an extension and validation, Tourism Management, 25, 171‐181.
Gursoy, D., & D. G. Rutherford, 2004. Host attitudes toward tourism. Annals of Tourism
Research, 31(3), 495–516.
Guttman, L. 1945. A basis for analyzing test‐retest reliability. Psychometrika, 10, 255‐ 282.
Hall, C. M. 1992. Adventure, sport and health tourism, in Weiler, B. and Hall, C. M. (eds.), Special
interest tourism, London: Bellhaven Press, pp. 141‐158.
Hall, C. M. 1992. Hallmark Tourist Events. Impacts, Management & Planning, John Wiley & Sons
Ltd, West Sussx.
Haywood, L., Kew, F., Bramham, P., Spink, J., Capenhurst, J. & I. Henry, 1995. Understanding
Leisure (2nd Edn). Cheltenham: Stanley Thornes.
Hautbois, C. and C. Durand, 2004. Public strategies for local development: The effectiveness of
an outdoor activities model, Managing Leisure, 9 (4), pp. 212‐226.
Higham, J. 1999. Commentary‐sport as an avenue of tourism development: An analysis of the
positive and negative impacts of sport tourism, Current issues in Tourism, 2 (1): 82‐90.
Hinch, T.D. & J.E.S. Higham, 2001. Sport tourism: a framework for research. International
Journal of Tourism Research, 3, 45–58.
Huang, L., Tsai, H.T., 2003. The study of senior traveler behavior in Taiwan. Tourism Manag. 24
(5), 561–574.
Hunn, C. and J. Mangan, 1999. Estimating the economic effect of tourism at the local, regional
and state or territory level, including consideration of the multiplier effect, in Valuing Tourism:
Methods and Techniques. Bureau of Tourism Research Occasional Paper No. 28, Canberra,
pp.34‐39.
Jackson, J., Houghton, M., Russell, R., & P.Triandos, 2005. Innovations in Measuring Economic
Impacts of Regional Festivals: A Do‐It‐Yourself Kit Journal of Travel Research, 43, 360‐367.
93
Johnson, R. 1999. Estimating the Economic Impact of a Tourism Accommodation Development
on my Local Government Area, Region, State or Territory, in Valuing Tourism: Methods and
Techniques, Bureau of Tourism Research, and Tourism New South Wales, Canberra.
Johnstone, S., Southern, A. & R.Taylor, 2000. The midweek match: Premiership football and the
urban economy. Local Economy, 15(3), 198–213.
Jones, C. 2001. Mega‐events and host region impacts: determining the true worth of the 1999
Rugby World Cup. International Journal of Tourism Research, 3, 241–251.
Karlis, G. 2002. Higher education and research: current state of condition. Paper Presented at
the 4th Annual Conference of the Athens Institute for Education and Research. Athens, Greece.
Katerinopoulou, A. 2002. Sport tourism in Greece. Economics and Athletics, 2 (2), 26‐33.
Kesenne, S. 1998. Cost‐benefit analysis of sport events. European Journal for Sport
Management , 5(2),44_/49.
Kim, S. S., & J. F. Petrick, 2005. Residents’ perceptions on impacts of the FIFA 2002 World Cup:
the case of Seoul as a host city. Tourism Management, 26(1), 25‐38.
Krakover, S. 2004. Tourism development – centres versus peripheries: the Israeli experience
during the 1990s, International Journal of Tourism Research, 6 (2), pp. 97‐111.
Kreag, G. 2001. The impacts of tourism. Duluth, MN: University of Minnesota.
Kurtzman, J. and J. Zauhar, 1993. Research: Sport as a touristic endeavour, Journal of Sport &
Tourism, 1 (1), pp. 30‐50.
Kurtzman, J. and J. Zauhar, 1995. Tourism Sport International Council, Annals of Tourism
Research, 22 (3), pp. 707‐708.
Kurtzman, J. and J. Zauhar, 2005. Sports Tourism Consumer Motivation. Journal of Sport
Tourism, 10, 21‐31.
Kurtzman, J. 2005b. Economic impact: Sport tourism and the city, Journal of Sport & Tourism,
10 (1), pp. 47‐71.
Malchrowicz‐Mośko, E., & J. Poczta, 2018. A Small‐Scale Event and a Big Impact—Is This
Relationship Possible in the World of Sport? The Meaning of Heritage Sporting Events for
Sustainable Development of Tourism—Experiences from Poland. Sustainability, 10(11), 4289.
Malfas, M., Theodoraki, E., & B. Houlihan, 2004. Impacts of the Olympic Games as mega‐
events. Proceedings of the Institution of Civil Engineers ‐ Municipal Engineer, 157(3), 209–220.
Mason, P. & Cheyne, J. 2000. Resident attitudes to a tourism development, Annals of Tourism
Research, 27, (2), 391‐411.
94
Masberg, B. A. 1998. Defining the tourist: Is it possible? A view from the convention and visitors
bureau. Journal of Travel Research, 37(1), 67‐70.
Masteralexis, L., Barr, C., & M. Hums, 2011. Principles and practice of sport management.
Gaithersburg, M.D.: Aspen Publishers, Inc.
Mtapuri, O., & A. Giampiccoli, 2014. Towards a comprehensive model of community‐based
tourism development. South African Geographical Journal, 98(1), 154–168.
Montanari, A. and B. Staniscia, 2009. Culinary tourism as a tool for regional reequilibrium,
European Planning Studies, 17 (10), pp. 1463‐1483.
Moore, P. 2004. Scouting an Anthropology of Sport. Anthropologica, 46(1), 37.
Murphy, P. E. and B. Andressen, 1988. Tourism development on Vancouver Island: An
assessment of the core‐periphery model, The Professional Geographer, 40 (1), pp. 32‐42.
Nelson, F. 2004. The evolution and impacts of community‐based ecotourism in northern
Tanzania, Issue paper no. 131, London: International Institute for Environment and
Development.
Noll, R., & A. (Eds.). Zimbalist, 1997. Sports, jobs and taxes, the economic impact of sports
teams. Washington, DC: The Brookings Institution.
O’Hare, G. and H. Barrett, 1999. Regional inequalities in the Peruvian tourist industry, The
Geographical Journal, 165 (1), pp. 47‐61.
Oppermann, M. 1992. International tourism and regional development in Malaysia, Tijdschrift
voor economische en sociale geografie, 83 (3), pp. 226‐233.
Oppermann, M. 1993. Tourism space in developing countries, Annals of Tourism Research, 20
(3), pp. 535‐556.
Panagiotopoulos, D. 2001. Legal aspects of the personality of under aged athletes in sports
activities. International Sports law Review Pandektis, 4(1), 25‐37.
Paxson, C., 2009. Boomer boom for hospitality: opportunities and challenges. J. Hosp. Mark.
Manag. 18 (1), 89–98.
Peris‐Ortiz, M., Álvarez‐García, J., & Del Río‐Rama, M. 2017. Sports Management as an
Emerging Economic Activity.
95
Picard, D., & M. (Eds) Robinson, 2006. Festivals, tourism and social change: Remaking worlds,
Channel View, Clevedon.
Pigeassou, C. 2004. Contribution to the definition of sport tourism, Journal of Sport & Tourism,
9 (3), pp. 287‐289.
Pine, B.J., Pine, J., Gilmore, J.H., 1999. The Experience Economy: Work Is Theatre & Every
Business a Stage. Harvard Business Press.
Porter, P. H. 1999. Mega‐sports events as municipal investments: A critique of impact analysis.
In J. Fizel, E. Gustafson, & L. Hadley (Eds.), Sports economics: Current research
(pp.61_/73).Westport: Preager.
Porter P., & D. Chin 2012. Economic impact of sports events. In A. Zimbalist, & W. Maennig
(Eds.), International handbook on the economics of mega sporting events (pp. 246‐264).
Cheltenham (UK), Northampton (USA): Edward Elgar Publishing.
Preuss, H. 2004. Calculating the regional economic impact of the Olympic Games. European
Sports Management Quarterly, 4(42), 234_/254.
Preuss, H. 2015. A framework for identifying the legacies of a mega sport event. Leisure Studies,
34(6), 643–664.
Retar, I., Pišot, R., & E. Kolar, 2016. The definition of sports management. Facta Universitatis,
Series: Physical Education and Sport, 275–281.
Readman, M. 2003. Golf tourism. In: S. Hudson (Ed.), Sport and adventure tourism (165‐201).
Oxford: The Haworth hospitality press.
Richards, G. 2002. Gastronomy: an essential ingredient in tourism production and production.
In: Hjalager, A.M., Richards, G. (Eds.), Tourism and Gastronomy (3‐20). Routledge, London.
Richards, G. 2003. What is Cultural Tourism? In van Maaren, A. (ed.) Erfgoed voor
Toerisme.Nationaal Contact Monumenten.
Rinne, P. and O. Saastamoinen, 2005. Local economic role of nature‐based tourism in Kuhmo
municipality, eastern Finland, Scandinavian Journal of Hospitality and Tourism, 5 (2), pp. 89‐
101.
Ritchie, B.W. & D. Adair, 2004. Sport tourism: An introduction and overview. Sport Tourism:
Interrelationships, Impacts and Issues. Edited by Brent W. Ritchie and Daryl Adair. Clevedon,
England ; Buffalo, N.Y., U.S.: Channel View Publications.1‐29.
96
Ritchie, B.W. 2004. Exploring small‐scale sport event tourism: the case of rugby union and the
Super 12 competition. In B.W. Ritchie & D. Adair (Eds.), Sport Tourism: Interrelationship,
Impacts and Issues. Clevedon: Channel View Publications.
Robinson, T. and S. Gammon, 2004. A question of primary and secondary motives: Revisiting
and applying the sport tourism framework, Journal of Sport & Tourism, 9 (3), pp. 221‐233.
Roche, M. 2000. Mega‐Events and Modernity: Olympics and Expos in the Growth of Global
Culture. Routledge, London.
Rogerson, C. M. 2002a. Tourism and local economic development: The case of the Highlands
Meander, Development Southern Africa, 19 (1), pp. 143‐167.
Rogerson, C. M. 2002b. Tourism‐led local economic development: the South African experience,
Urban Forum, 13 (1), pp. 95‐119.
Saarinen, J. 2003. The regional economics of tourism in northern Finland: The socio‐economic
implications of recent tourism development and future possibilities for regional development,
Scandinavian Journal of Hospitality and Tourism, 3 (2), pp. 91‐113.
Smith, A. 2012. Events and urban regeneration. The strategic use of events to revitalize cities.
Abingdon: Routledge.
SpEA 2012. Study on the Contribution of Sport to Economic Growth and Employment in the EU.
Διαθέσιμο στο < URL: https://ec.europa.eu/assets/eac/sport/library/studies/study‐
contribution‐spors‐economic‐growth‐final‐rpt.pdf> [πρόσβαση 6 Δεκεμβρίου 2019].
SpEA 2018. Study on the Economic Impact of Sport through Sport Satellite Accounts [διαδίκτυο
(online)]. Διαθέσιμο στο <URL:https://op.europa.eu/en/publication‐detail/‐
/publication/865ef44c‐5ca1‐11e8‐ab41‐01aa75ed71a1/language‐en/format‐PDF/source‐
71256399> [πρόσβαση 12 Δεκεμβρίου 2019].
Sport. 2015. The global sports industry generates $ 700 billion, according to UIA.
SPSS eTutor 2020. Measures of Association and Correlation [διαδίκτυο (online)]. Διαθέσιμο στο
<URL: https://subjectguides.esc.edu/c.php?g=659059&p=4626955>[πρόσβαση 10 Ιανουαρίου
2020].
Standeven, J. and De Knop, P. 1999. Sport tourism, Champaign, IL: Human Kinetics.
Statista 2018. Sport Εvents worldwide [διαδίκτυο (online)]. The Statistics Portal. Διαθέσιμο στο
<URL: https://www.statista.com/statistics/1087442/global‐sports‐market‐size‐by‐leading‐
product‐category/> [πρόσβαση 15 Φεβρουαρίου 2020].
Stoeckl, N. 2007. Using surveys of business expenditure to draw inferences about the size of
regional multipliers: A case‐study of tourism in Northern Australia, Regional Studies, 41 (7), pp.
917‐931.
97
Stefan Késenne 2005. Do We Need an Economic Impact Study or a Cost‐Benefit Analysis of a
Sports Event?, European Sport Management Quarterly, 5:2, 133‐142.
Stotlar D., 2005. Developing Successful Sport Marketing Plans. Morgantown, WV, USA. Fitness
information Technology.
Swarbrooke, J. 2000. Tourism, economic development and urban regeneration: A critical
evaluation. In M. Robinson, R. Sharpley, N. Evans, P. Long & J. Swarbrooke (Eds.), Developments
in Urban and Rural Tourism. Reflections on International Tourism. (pp. 269‐285). Gateshead:
Athenaeum Press.
Swart, K. and U. Bob, 2007. The eluding link: Toward developing a national sport tourism
strategy in South Africa beyond 2010, Politikon: South African Journal of Political Studies, 34
(3), pp. 373‐391.
Taks, M., Chalip, L., & B. C. Green, 2015. Impacts and strategic outcomes from non‐mega sport
events for local communities. European Sport Management Quarterly, 15(1), 1–6.
Telfer, D. J. 2002. Tourism and regional development issues, in Sharpley, R. and Telfer, D. J.
(eds.), Tourism and development: Concepts and issues, Aspects in Tourism Series No. 5,
Clevedon: Channel View Publications, pp. 112‐148.
The Association for Festival Organisers (AFO), 2004. The Impact of Folk Festivals, Matlock, The
Association for Festival Organisers στο Bowdin, G., Allen, J., O’Toole, W., Harris, R. &
McDonnell, I. 2011, Events Management, 3rd edn, Elsevier Ltd, Oxford.
TNS Political & Social, 2014. Flash Eurobarometer 392 Preferences of Europeans towards
tourism.[online]Available at
http://ec.europa.eu/commfrontoffice/publicopinion/index.cfm/ResultDoc/download/Docum
entKy/60998 [Πρόσβαση 28 Φεβρουαρίου 2020].
Trenberth, L. 2012.The sport business industry. In L. Trenberth, & D. Hassan (Eds.) Managing
sport business: An introduction, Foundations of sport management. Abingdon: Routledge (pp.
3–16). ISBN 9780415570299.
Tyrrell, T. J., and R. J. Johnston 2001. A Theoretical Framework for Assessing Direct Economic
Impacts of Tourist Events: Distinguishing Origins, Destinations, and Causes of Expenditures.
Journal of Travel Research, 40 (1): 94–101.
Weed, M.E. 2001. Ing‐ger‐land at Euro 2000: how handbags at 20 paces was portrayed as a
full‐scale riot. International Review for the Sociology of Sport, 36(4), 407–424.
Weed, M.E. 2002. Football hooligans as undesirable sports tourists: some meta‐analytical
speculations. In S. Gammon & J. Kurtzman (Eds.), Sport Tourism: Principles and Practice.
Eastbourne: Leisure Studies Association.
Williams, A. M. and G. Shaw, 1995. Tourism and regional development: Polarization and new
98
forms of production in the United Kingdom, Tijdschrift voor economische en sociale geografie,
86 (1), pp. 50‐63.
Williams, A., & G.Shaw, 1998. Tourism and uneven economic development. In W. A. & S. G
(Eds.), Tourism and Economic Development: European Experiences. 3rd Edition (pp. 1‐16).
Chichester: John Wiley & Sons.
WTO (World Tourism Organization), 2001. Sport & Tourism, 1st World Conference, Barcelona,
Spain, 22‐23 February 2001.
WTTC (World Travel & Tourism Council), 2017a. Travel & tourism: Economic impact 2017 –
World, London: WTTC.
WTTC (World Travel & Tourism Council), 2017b. Travel & tourism: Economic impact 2017 –
Greece, London: WTTC.
WTTC (World Travel & Tourism Council), 2018. Travel & tourism: Economic impact 2018 –
Greece, London: WTTC.
WTTC (World Travel & Tourism Council), 2019. Travel & tourism: Economic impact 2019 –
Greece, London: WTTC.
Zapata, M. J., Hall, C. M., Lindo, P. and M. Vanderschaeghe, 2011. Can community‐based
tourism contribute to development and poverty alleviation? Lessons from Nicaragua, Current
Issues in Tourism, 14 (8), pp. 725‐749.
Ziakas, V., & C. A. Costa, 2011. The Use of an Event Portfolio in Regional Community and Tourism
Development: Creating Synergy between Sport and Cultural Events. Journal of Sport & Tourism,
16(2), 149–175.
Zypries, B. 2017. Requirements of the future EU Cohesion Policy. Panorama, Summer 2017, no.
61, p. 8.
99
100
4. Το κατάλυμα που χρησιμοποιείτε είναι
Ξενοδοχείο
19,87%
Ενοικιαζόμενο δωμάτιο/
7,73% διαμέρισμα
54,30% Οικία φίλου ή συγγενή
13,25%
Διαθέτω δικό μου σπίτι
Δεν χρειάζομαι κατάλυμα
4,86%
101
102
103
104
105
106
107
108
109
110
111
24. Μόνιμος τόπος κατοικίας
Περιφέρεια Ανατολικής
Μακεδονίας και Θράκης
Περιφέρεια Κεντρικής
Μακεδονίας
Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας
Περιφέρεια Ηπείρου
2% 1% Περιφέρεια Θεσσαλίας
4% 3% 6%
5% Περιφέρεια Ιονίων Νήσων
21% Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας
42%
Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας
5% 3%
Περιφέρεια Αττικής
2%
2%
1%
2% Περιφέρεια Πελοποννήσου
Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου
Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου
Περιφέρεια Κρήτης
Εξωτερικό
112
Στατιστική
Ελάχιστη Μέγιστη Τυπική τυπική
∆είγμα τιμή τιμή Μ.Ο. απόκλιση απόκλιση
1. Μετακινείστε από το τόπο 457 0 6 3,60 ,082 1,761
διαμονή σας προς τη πόλη
διεξαγωγής ενός
ποδοσφαιρικού αγώνα κάθε
2. Μετακινείστε προς τη 457 0 3 2,07 ,027 ,584
πόλη διεξαγωγής του αγώνα
3. Αριθμός διανυκτερεύσεων 457 0 4 ,69 ,049 1,053
στη πόλη που διεξάγεται ο
ποδοσφαιρικός αγώνας
4. Το κατάλυμα που 454 1 5 3,66 ,077 1,631
χρησιμοποιείτε είναι
5. Ποσό που δαπανάτε 451 0 6 1,33 ,081 1,718
ημερησίως για το κατάλυμα
σας
6. Ποσό που δαπανάτε 456 1 5 1,76 ,041 ,880
συνήθως για την αγορά
εισιτηρίου ενός
ποδοσφαιρικού αγώνα
7. Το μέσο μεταφοράς σας 457 1 6 1,99 ,067 1,424
προς τη πόλη διεξαγωγής
του ποδοσφαιρικού αγώνα
8. Ποσό που δαπανάτε 457 0 5 2,59 ,053 1,130
συνήθως για τη μετακίνηση
σας προς τη πόλη
διεξαγωγής του αγώνα
9. Ποσό που δαπανάτε 457 0 4 1,65 ,062 1,323
ημερησίως για τις
μετακινήσεις σας μέσα στην
πόλη διεξαγωγής του αγώνα
10. Πόσο που δαπανάτε 457 0 6 2,54 ,061 1,296
ημερησίως για τρόφιμα και
ποτά πριν, κατά τη διάρκεια,
μετά τον αγώνα
113
114
115
>150€ 2 ,4 ,4 100,0
Total 451 98,7 100,0
116
117
10. Πόσο που δαπανάτε ημερησίως για τρόφιμα και ποτά πριν,
κατά τη διάρκεια, μετά τον αγώνα
Cumulative
Frequency Percent Valid Percent Percent
Valid 0 17 3,7 3,7 3,7
3-5€ 89 19,5 19,5 23,2
-6-10€ 114 24,9 24,9 48,1
11-20€ 146 31,9 31,9 80,1
30-50€ 66 14,4 14,4 94,5
51-70€ 10 2,2 2,2 96,7
71-100€ 15 3,3 3,3 100,0
Total 457 100,0 100,0
118
119
16. Φύλο
Cumulative
Frequency Percent Valid Percent Percent
Valid Άνδρας 437 95,6 95,6 95,6
Γυναίκα 20 4,4 4,4 100,0
Total 457 100,0 100,0
120
17. Ηλικία
Cumulative
Frequency Percent Valid Percent Percent
Valid 15-20 126 27,6 27,7 27,7
21-30 169 37,0 37,1 64,8
31-40 96 21,0 21,1 85,9
41-50 48 10,5 10,5 96,5
51-60 14 3,1 3,1 99,6
61-70 1 ,2 ,2 99,8
70+ 1 ,2 ,2 100,0
Total 455 99,6 100,0
Missing System 2 ,4
Total 457 100,0
121
19. Απασχόληση
Cumulative
Frequency Percent Valid Percent Percent
Valid Ιδιωτικός υπάλληλος 151 33,0 33,3 33,3
∆ημόσιος υπάλληλος 28 6,1 6,2 39,4
Ελεύθερος Επαγγελματίας 67 14,7 14,8 54,2
Φοιτητής/Σπουδαστής 143 31,3 31,5 85,7
Συνταξιούχος 1 ,2 ,2 85,9
Άνεργος 25 5,5 5,5 91,4
Άλλο 39 8,5 8,6 100,0
Total 454 99,3 100,0
Missing System 3 ,7
Total 457 100,0
122
123
124
125
126
127
128
129
130