Professional Documents
Culture Documents
ΤΕΧΝΗ ΑΦΗΓΗΣΕΩΣ
ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΩΦΕΛΩΝ ∆ΙΗΓΗΣΕΩΝ
Ἡ ποιμαντική, συμβουλευτική καί παιδαγωγική τους
διάσταση.
∆I∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ
ΑΘΗΝΑ 2008
1
2
3
ΤΕΧΝΗ ΑΦΗΓΗΣΕΩΣ
ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΩΦΕΛΩΝ ∆ΙΗΓΗΣΕΩΝ
4
ISBN 978-960-930852-6
Copyright © 2008, Ἀριάδνη Σαραντουλάκου
5
ΑΡΙΑ∆ΝΗ ΣΑΡΑΝΤΟΥΛΑΚΟΥ
ΤΕΧΝΗ ΑΦΗΓΗΣΕΩΣ
ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΩΦΕΛΩΝ ∆ΙΗΓΗΣΕΩΝ
Ἡ ποιμαντική, συμβουλευτική καί παιδαγωγική τους
διάσταση.
∆I∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ
ΑΘΗΝΑ 2008
6
7
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ἀριάδνη Σαραντουλάκου
17η Μαΐου 2007, Ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως
9
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ .............................................................................................................................. 7
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ .............................................................................................. 9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ............................................................................................................................... 15
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ........................................................................................................... 33
ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ∆ΙΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ....................................... 33
1. Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις ὡς εἶδος φιλολογικό ................................... 33
2. Θεματολογία τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων. ............................................. 39
α'. Ὁ τρόπος παρουσίασης τῶν θεμάτων (πιλοτικά ἐρωτήματα) ......... 39
β'. Περιεχόμενο ὑλικοῦ ψυχωφελῶν διηγήσεων. ................................... 43
γ'. Κριτήρια ἐπιλογῆς συγκεκριμένου ὑλικοῦ............................................. 54
3. Τό ἀφηγηματικό γεγονός τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων. ..................... 79
α'. Ὁ συγγραφέας. .............................................................................................. 79
i. Ἀξία ἀναφορικότητας. ................................................................................ 86
ii. Πειστικότητα. ................................................................................................. 91
β'. Ὁ ἀφηγητής. ..................................................................................................... 97
i. Ὀπτική γωνία ............................................................................................ 109
γ'. Οἱ ἀποδέκτες ............................................................................................... 119
δ'. Σκοπός καί κίνητρα γραφῆς. ................................................................... 121
ε'. Σκοπός ἀνάγνωσης. ................................................................................... 128
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆ΕΥΤΕΡΟ .................................................................................................... 135
Η ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ∆ΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΩΦΕΛΩΝ ∆ΙΗΓΗΣΕΩΝ............... 135
1. Πλοκή ..................................................................................................................... 135
Εἰσαγωγικά ........................................................................................................... 135
α'. ∆όμηση πλοκῆς. ........................................................................................... 145
β'. ∆ομικά γνωρίσματα. .................................................................................. 169
i. Πάθη καί ἀρετές ........................................................................................ 169
ii. Τό καλό καί τό κακό. .............................................................................. 214
10
Εἰσαγωγικά................................................................................................................ 453
1. Προϋποθέσεις ὀρθῆς διδασκαλίας ............................................................ 455
α. Ὁ διδάσκων.................................................................................................... 458
β΄. Ὁ διδασκόμενος. ........................................................................................ 469
2. Παιδαγωγική μέθοδος ................................................................................... 472
α. Ὁ λόγος τοῦ παιδαγωγοῦ. ....................................................................... 473
β΄. Βιωματικότητα............................................................................................... 476
γ΄. Αὐτενέργεια. ................................................................................................ 478
3. Μέσα διδασκαλίας. .......................................................................................... 480
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ ..................................................................................................... 495
ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ∆ΙΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ .............. 495
1. ∆ιαχρονικά στοιχεῖα. ....................................................................................... 495
2. Μετασχηματισμοί. ............................................................................................. 504
3. Φυγή: ∆ιέξοδος τῆς μνήμης. ....................................................................... 510
4. Πρότυπα τῆς ἐποχῆς μας. ............................................................................... 512
5. Ἀξιοποίηση καί προβολή τῶν προτύπων τῶν
ψυχωφελῶν διηγήσεων. .................................................................................... 513
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...................................................................................................................... 525
ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΣΤΙΣ ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ∆ΙΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ
ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ....................................................................... 525
Εἰσαγωγικά................................................................................................................ 525
1. "Παιδικά Γεροντικά". ......................................................................................... 531
2. Ἡ σημασία τῆς χρήσης τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων
στήν Ἐκπαίδευση. ..................................................................................................... 543
3. Ἐφαρμογές ψυχωφελῶν διηγήσεων στήν Ἐκπαίδευση. ..................... 553
4. Ἡ πνευματική ὁδοιπορία τῶν Γερόντων στό χῶρο
τῶν ἐκδόσεων..........................................................................................................573
1
. Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ καί στηρικτικά γενόμενα ἐν
διαφόροις τόποις, ἐπί τῶν ἡμετέρων χρόνων, Oriens Christianus, 1903, σ.61.
14
15
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἡ τέχνη τοῦ γράφειν ἤ ὁμιλεῖν καί ἡ τέχνη τοῦ κατανοεῖν (ἑρμηνευτική) εἶναι
ἄρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους ἐφ' ὅσον ἡ μία εἶναι προϋπόθεση τῆς
ἄλλης1. Ἡ ἀποκάλυψη τῶν σωτηριολογικῶν ἀληθειῶν μέσῳ τῆς ἔρευνας τῆς
ἀφήγησης ἀσκητικῶν καί ψυχωφελῶν διηγήσεων ἀποτελεῖ τόν ὕψιστο στόχο
τοῦ πιστοῦ μελετητῆ. Πῶς καί γιατί, ὅμως, οἱ ἄνθρωποι δημιουργοῦν ἱστορίες -
ἱστορίες θρησκευτικές, λογοτεχνικές, νομικές, γιά τόν ἑαυτό τους - καί ποιός ὁ
ρόλος τῆς ἀφήγησης τῶν ἱστοριῶν στή ζωή τους; Ἡ τέχνη μιμεῖται τή ζωή ἤ ἡ
ζωή τήν τέχνη; Μαθαίνουν νά δημιουργοῦν ἱστορίες ἤ διαθέτουν μία ἐξαρχῆς
«πυρηνική γνώση» γιά τήν ἀφήγηση;
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις περνώντας ἀπό τόν προφορικό στό γραπτό λόγο
διασκευάζονται, μεταβάλλονται, θεσμοθετοῦνται. Πολλές φορές οἱ
λογοτεχνικές προσαρμογές ἄν καί ἐπέτρεψαν τήν ἐπιβίωσή τους, δέν
ἀξιοποίησαν τίς ἀληθινές προφορικές διηγήσεις. Ἀντίθετα ὁδηγοῦν συχνά στήν
ὑποτίμηση τοῦ λαϊκοῦ πολιτισμοῦ ἀπό τόν ἐπίσημο πολιτισμό (συμπεριλαμβανο-
μένου καί τοῦ σχολείου) πού ἴσως βέβαια ἐν μέρει νά ὀφείλεται στή διάκριση
ἀνάμεσα στήν «ἐγκυρότητα» τοῦ ἐπώνυμου ἔργου καί στό δημιούργημα ἑνός
ἀνωνύμου πολλές φορές, λαϊκοῦ ἀφηγητῆ (μοναχοῦ, λαϊκοῦ, κληρικοῦ) πού
θεωρεῖται ἁπλά ὁ μή συνειδητός μεταβιβαστής μιᾶς παράδοσης.
∆έν εἶναι εὔκολο νά κατανοηθεῖ τό πῶς μιά διήγηση μετασχηματίζει τήν
«κοινοτοπία». Μία «περιπέτεια» (Ποιητική Ἀριστοτέλους), μιά ξαφνική
ἀντιστροφή τῶν περιστάσεων, μετατρέπει μία συνηθισμένη ἀκολουθία
γεγονότων σέ μία ἱστορία· γιά παράδειγμα ἕνας καθ' ὅλα σεβάσμιος μοναχός
νά προσβάλλεται ἀπό τό πάθος τῆς πορνείας ἤ τῆς κενοδοξίας ἤ τῆς ὀκνηρίας.
Οἱ διηγήσεις σίγουρα δέν εἶναι «ἀθῶες». Πάντα ἔχουν κάποιο μήνυμα, συχνά
καλά κρυμμένο πού ἀκόμη καί ὁ ἴδιος ὁ ἀφηγητής ν' ἀγνοεῖ τό ὑστερόβουλο
1
. H. Cadamer, Rhetorik und Hermeneutik, Cöttingen,1976, σ.8.
16
2
. J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες. Νόμος, Λογοτεχνία, Ζωή, ἐπιστ. ἐπιμ. Γιάννης
Κουγιουμτζάκης, Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 20042, σ. 40.
3
. M. Καπλάνογλου, Παραμύθι καί ἀφήγηση στήν Ἑλλάδα: Μία παλιά τέχνη σέ μία νέα ἐποχή.
Τό παράδειγμα τῶν ἀφηγητῶν ἀπό τά νησιά τοῦ Αἰγαίου καί ἀπό τίς προσφυγικές
κοινότητες τῶν Μικρασιατῶν Ἑλλήνων, ἐκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 2002, σ. 29.
4
. Π. Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ. Εἰσαγωγή στήν Ἁγιολογία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας,
ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 19972, σ.15.
17
5
. Α. Papadopoulos- Κerameus, Varia Graeca Sacra, Leipzig 1975, σ. 1-79.
6
. Α. Papadopoulos- Κerameus, Varia Graeca Sacra, σ. 2.
7
Migne, PG. 87, 3423-3675.
8
PG. 82, 881-1280.
9
ΒΕΠ 19,20.
10
PG. 67, 33-841.
11
PG 67, 843-1630.
12
PG 86 ΙΙ, 2416-2885.
13
βλ. Μ. Μανούσακα, Κρητικά Χρονικά 1(1947) 291-332.
14
ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Σινᾶ, 1977, προλεγόμενα ὑπό Π. Φ. Χριστόπουλου.
15
PG 89, 312-824.
18
16
Π.Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.15.
17
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας μέ σχόλια γιά τή σωστή χρήση τῶν
λέξεων, ἐκδ. Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε., Ἀθήνα1998, σ. 2022.
18
Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας..., σ. 511.
19
L. Cohen- L. Manion, Μεθοδολογία ἐκπαιδευτικῆς ἔρευνας, μτφρ. Χ. Μητσοπούλου, Μ.
Φιλοπούλου, ἐκδ. Μεταίχμιο, Ἀθήνα 1994, σ. 76.
19
χρονολογικῶν ὁρίων πού καλύπτει ἡ ἔρευνα καί πού θά ὁριστοῦν στή συνέχεια
καί γ) τῆς ἤδη κάλυψής τους ἀπό τίς κύριες πηγές, εἶναι :
1. Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά (Εἰσαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια,
πίνακες), Ἐκδόσεις «Ἑτοιμασία», Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1983.
2. Ἀμμωνίου μοναχοῦ, ∆ιήγησις περί τῶν ἀναιρεθέντων ὑπό τῶν βαρβάρων
ἁγίων πατέρων τοῦ Σινᾷ ὄρει καί ἐν τῇ Ραϊθοῦ πού ἐκδόθηκε ἀπό τον F.
Combefis, Illustrium Christi martyrum lecti triumphi… Paris 1660, σ. 88-132. Πηγή
τῆς ἔρευνάς μας ἀποτελεῖ τοῦ Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ
πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, σ.21-55, Ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα1989.
3. Ἀποφθέγματα Μακαρίου PG 34, 230-262.
4. Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά
(ἐρωταποκρίσεις) (Εἰσαγωγή, Προοίμιο, Κείμενο, Μετάφραση, Σχόλια) τ.Α’
(1996) (α’-σιη’), τ.Β’ (1996) (σιθ’-φλγ’), τ. Γ’ (1997) (φλδ’-ωμα’), Ἐκδ. «Ἑτοιμασία»
Ἱ. Μονῆς Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1997.
5. Θεοδώρητου Κύρου, Φιλόθεος Ἱστορία ἤ ἀσκητική πολιτεία, PG.
82,1283-1496.
6. Κλῖμαξ, Ἰωάννου τοῡ Σιναΐτου, ἐκδοθεῖσα ὑπό Βίκτωρος Ματθαίου
Καθηγουμένου, Ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος-Κρονίζης
Κουβαρᾶ Ἀττικῆς, Ἀθῆναι 1965.
7. Π.Β. Πάσχου, Νέον Μητερικόν. Ἄγνωστα καί ἀνέκδοτα πατερικά καί
ἀσκητικά κείμενα περί τιμίων καί ἁγίων γυναικῶν, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1990,
καί σέ λογοτεχνική μετάφραση, Π.Β. Πάσχου, Γυναῖκες τῆς ἐρήμου. Μικρό
Γεροντικό Γ’, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1995.
8. Νείλου Μονάζοντος Ἐρημίτου, ∆ιηγήματα εἰς τήν ἀναίρεσιν τῶν ἐν τῷ
ὄρει Σινᾷ μοναχῶν καί εἰς τήν αἰχμαλωσίαν Θεοδούλου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, PG
79, 589Α-693Β.
9. Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν· οἱ ἐκδόσεις «Ἀστήρ» ἐξέδοσαν σέ πέντε
τόμους τό κείμενο τοῦ 1782, τ. Α’ (19825), Β’ (19845), Γ’ (19915), ∆’ (19915),
Ε’ (19925).
Ἕνα βασικό κριτήριο γιά τήν ἐπιλογή τοῦ ὑλικοῦ μας εἶναι ἡ ὀρθόδοξη
χριστιανική πίστη. Γι' αὐτό καί κείμενα καθ' ὅλα ψυχωφελῆ πού ὅμως κατά
21
20
Γιά τή ζωή καί τό ἔργο του βλ. τή διδακτορική διατριβή τῆς ∆. Κωστούλα, Ἀγάπιος Λάνδος ὁ
Κρής -Συμβολή στή μελέτη τοῦ ἔργου του, Ἰωάννινα 1993.
22
Λόγου ἐδίδαξαν, καί καθώς ὑπό τῶν Θεοφόρων Πατέρων καί ∆ιδασκάλων
ἡμῶν παρελάβομεν»21.
Ἀσκητικά κείμενα πού περιέχουν διηγήσεις ἀλλά ἀναφέρονται σέ
ἀκραῖες καταστάσεις μοναχικοῦ βίου (στυλίτες, σαλοί) ἐπίσης δέν
ἀποτελοῦν ὑλικό μας. Παρ' ὅλα αὐτά πρέπει νά γίνει μνεία στό ἔργο «Βίος
Συμεών τοῦ διά Χριστόν Σαλοῦ» ὑπό τοῦ Λεοντίου ἐπισκόπου ἐν Κύπρῳ
Νεαπόλεως πού ἤκμασε μεταξύ τῶν ἐτῶν 590-668 καί ἦταν μαζί μέ τόν
Ἰωάννη τό Μόσχο καί τόν Σωφρόνιο Ἱεροσολύμων στήν ὁμάδα τῶν φίλων τοῦ
Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος22. Ἐξεδόθη ἀρχικά στό Acta
Sanctorum Julii 1, 136- 169 καί ἀνατυπώθηκε στό Migne P.G. 93,1669-1748.
Ὁ H.G. Beck κατατάσσει τούς «διά Χριστόν σαλούς» στούς ἀντικομφορμιστές.
Πρόκειται γιά ἀκραία μορφή ἀσκητικῆς αὐταπάρνησης. Ὁ σαλός προσποιεῖται σέ
ὁλόκληρη τή ζωή του ἤ γιά μερικά χρόνια ὅτι εἶναι τρελός. Ἐκτίθεται στή
σκληρότητα καί τό χλευασμό τῶν ἀνθρώπων καί μ' αὐτό τόν τρόπο ἀσκεῖται
στήν ἐγκαρτέρηση καί τήν ταπείνωση.Ὁ τρελός εἶναι ἕνα διφορούμενο πλάσμα.
Ἀνήκει σ' ἕνα κόσμο συγγενικό μέ ἐκεῖνο τῶν δαιμόνων. Μπορεῖ κανείς νά
τόν κοροϊδεύει ἀλλά πάντα χρειάζεται προσοχή. Ὁ τρελός ἔχει μιά κάποια
ἐλευθερία πού δέν ὀφείλεται ἁπλά στό ὅτι ἔχει τό «ἀκαταλόγιστο». Ὁ Συμεών
ὁ σαλός ἀπό τήν Ἔμεσα τῆς Συρίας ἔζησε τόν 6ο αἰώνα. Στήν ἀρχή ἦταν
«βοσκός» μιά ἄλλη μορφή ἀσκητικῆς ἀκρότητας. Οἱ «βοσκοί» ἤθελαν νά ζοῦν
μέ τρόπο πού νά μή διαφέρει ἀπό ἐκεῖνον τῶν ζώων. Ἀρνοῦνται ἀκόμη καί τίς
πιό στοιχειώδεις συμβάσεις. Παραιτοῦνται ἀπό κάθε εἶδος στέγης, «ἔβοσκαν»
ὅπου ἔβρισκαν κάποιο χορταρικό καί ἀπέφευγαν κάθε ἐπαφή μέ ἀνθρώπους23.
Ὁ Συμεών μετά ἀπό «βοσκός» γίνεται «σαλός» καί πηγαίνει στήν πόλη γιά νά
ἐκφράσει τίς ἰδέες του μέσα ἀπό τίς «τρέλες» του. Ὑπάρχει περίπτωση τό
ὑπόβαθρο τῆς ἱστορίας νά εἶναι ἕνα συριακό λαϊκό παραμύθι. Εἴτε τά
21
Πῶς θά σωθοῦμε. Ἐπιλογή καί διασκευή ψυχωφελῶν κειμένων ἀπό τό βιβλίο «Ἀμαρτωλῶν
σωτηρία» τοῦ μοναχοῦ Ἀγαπίου Λάνδου τοῦ Κρητός, Ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου,
Ὠρωπός Ἀττικῆς 2000, σ. 12.
22
Κ. Κρουμβάχερ, Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς λογοτεχνίας, μτφρ. Γ. Σωτηριάδου, Βιβλιοθήκη
Μαρασλῆ, ἐκδ. Π.∆. Σακελλαρίου, Ἐν Ἀθήναις 1897-1900, τ.1, σ. 382· πρβλ. P.B. Paschos,
Gabriel l’ Hymnographe (ὑμνογράφος τοῦ κοντακίου τοῦ Συμεών τοῦ Σαλοῦ), Kontakia et
Canons …, Paris-Athènes 1978-1979, σ. 50- 55 καί 138-173.
23
H. Beck, Ἡ Βυζαντινή Χιλιετία, μτφρ. ∆. Κουρτόβικ, ἐκδ. Μορφωτικό Ἵδρυμα Ἐθνικῆς Τραπέζης,
Ἀθήνα 1992, σ.386.
23
περιστατικά πού περιγράφονται ἀπό τόν Λεόντιο ἔχουν ἱστορική βάση εἴτε ὄχι,
τούς λείπουν ὅλα ἐκεῖνα τά στοιχεῖα πού συνιστοῦν κατά γενική ὁμολογία τήν
ὀρθόδοξη πίστη. Ἡ Σύνοδος τοῦ Τρούλου κανόνας 60, ἀπορρίπτει τέτοιες
μορφές ἀσκητισμοῦ, φοβούμενη ἔκλυση τῶν ἠθῶν καί ἐξορκίζει τόν σαλό. Τό
10ο αἰώνα ἔχουμε παρόμοια περίπτωση τόν Ἀνδρέα, πού βέβαια εἶναι
λιγότερο αὐθόρμητος στά πειράγματά του ἀπό τόν Συμεών, ἀλλά ἡ ἄρνηση
συμμόρφωσής του μέ τά πρότυπα τῆς ὀρθοδοξίας εἶναι ἐξίσου σαφής. Πιθανή
περίπτωση σαλοῦ ἦταν καί ὁ Συμεών ὁ Εὐλαβής, πνευματικός πατέρας τοῦ
Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου πού ὑπῆρξε ἐνοχλητικός γιά τά κοινοβιακά
ἰδεώδη τῆς Μονῆς Στουδίου24. Ἡ «διά Χριστόν μωρία» πού θά μποροῦσε νά
ταυτιστεῖ μέ τήν σαλότητα διά Χριστόν, εἶναι στάση πνευματικῆς ζωῆς ἀλλά
διαφέρει ἀπό τήν σαλότητα πού μέ τή παραδοξότητά της φανερώνει μιά
διαφορετική συναίσθηση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ὁ σαλός βέβαια προϋποτίθεται
ὅτι ἔχει ἀποκτήσει τήν ἀπάθεια καί ἐνεργεῖ «ἀγαπῶν τήν ἀτιμίαν πλέον τῆς
δόξης»25.
Τό ὑπό ἐξέταση ὑλικό μας ἀφορᾶ τό χορό τῶν Ὁσίων πού ἀποτελεῖται
κυρίως ἀπό μοναχούς καί ἀσκητές τοῦ ἀναχωρητικοῦ καί μοναχικοῦ βίου, τούς
ἀββάδες26, πού κάνει τήν ἐμφάνισή του στούς ἀποστολικούς χρόνους στά
24
H. Beck, Ἡ Βυζαντινή Χιλιετία, σ.387.
25
Α. Σταυρόπουλου, Ἐπιστήμη καί Τέχνη τῆς Ποιμαντικῆς, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1997, σ. 68·
πρβλ. τή διδακτορική διατριβή τῆς Claudia Ludwig, Sonderformen byzantinischer
Hagiographie und ihr literarisches Vorbild, {Berliner Byzantinische Studien 3} Frankfurt am
Main- Berlin 1997, ὅπου γίνεται ἕνας συσχετισμός ἀνάμεσα στούς βίους τοῦ Αἰσώπου ἀπό
τήν μία καί τῶν ὁσίων Φιλαρέτου τοῦ Ἐλεήμονος, Συμεῶνος καί Ἀνδρέου τῶν Σαλῶν
καταλήγοντας στό συμπέρασμα ὅτι ναί μέν δέν ὑπάρχει ἐξάρτηση τῶν βίων τῶν ὁσίων ἀπό
τούς βίους τοῦ Αἰσώπου, ἀλλά διαβλέπει ὅτι ὑπάρχει ἡ δυνατότητα χρησιμοποιήσεως τοῦ
ὕφους καί τῶν θεμάτων τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς ἀκόμη καί στόν θ´ μ.Χ. αἰώνα (Μέντζου,
Βυζ. Ἁγιολογική Βιογραφία, σ.11).
26
ἀββᾶς / ἀμμᾶς: Ἡ λέξη ἀββᾶς, πού τόσο συχνά συναντιέται στά Γεροντικά, ἔχει ἐβραϊκή καί
συριακή καταγωγή, καί σημαίνει τόν πατέρα, στή συνέχεια τόν πνευματικό πατέρα, τόν
ἡγούμενο, τόν ἅγιο γέροντα - ἤ καί νεώτερο μοναχό ἀλλά ἐνάρετο· ὅταν κάποιος
ξενίζεται γιατί ἕνας νέος σέ ἡλικία μοναχός καλεῖται ἀββᾶς παίρνει τήν ἀπάντηση, ὅτι ἡ
ἀρετή καί ἡ ἁγιότης ἤ «τό στόμα αὐτοῦ ἐποίσεν αὐτόν καλεῖσθαι ἀββᾶν»· ἀπό ἐδῶ πρέπει νά
προέρχεται καί ἡ λέξη abbé τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἱερέων ἤ ἠγουμένων ἱερῶν μονῶν.
Ἀντίστοιχη μέ τή λέξη ἀββᾶς εἶναι, γιά τίς γυναῖκες, ἡ λέξη ἀμμά ἤ ἀμμᾶς πού σημαίνει
μητέρα, ἡγουμένη, γερόντισσα ἤ ἁπλά τήν ἐνάρετη καί ἁγία μοναχή· στή ρωσική παράδοση
ὁ ὅρος «Γέρων» ἐκφέρεται μέ τόν ὅρο «στάρετς»· πρβλ. Migne 65, 336 – Ποιμ. ξα· Π.Β.
Πάσχου, Νέον Μητερικόν. Ἄγνωστα καί ἀνέκδοτα πατερικά καί ἀσκητικά κείμενα περί
τιμίων καί ἁγίων γυναικῶν, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2000, σ. 21, ὑποσ. 38 καί 39· Tomas
24
33
Κ. Κrumbacher, Βυζαντινή Λογοτεχνία, μτφρ. Χ. Καρούζου, ἐκδ. Στοχαστή, Ἀθήνα 1925, σ.13-
31.
27
34
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, Ἀθῆναι 1985, σ.213· γιά τίς παράλληλες
κοινωνικές καί πολιτικές συναρτήσεις λατρείας Χριστοῦ καί λατρείας Καίσαρα πού μόνο
ἐξωτερικές ὁμοιότητες φέρουν, καθώς οἱ ἐσωτερικές τους διαφορές εἶναι οὐσιώδεις βλ. Σ.
Ἀγουρίδη, Ἱστορία τῶν χρόνων τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, σ. 225-234 (Ἡ λατρεία τοῦ
αὐτοκράτορα).
35
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, σ.112.
36
Εὐσεβίου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, VIII,2.
28
37
H. Beck, Ἡ Βυζαντινή Χιλιετία, σ.298.
38
Α. Φυτράκη, Τά ἰδεώδη τοῦ μοναχικοῦ βίου, σ. 60-61.
39
Π. Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.78.
29
40
W. Ong., Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη. Ἡ ἐκτεχνολόγηση τοῦ λόγου, μτφρ. Κ.
Χατζηκυριάκου, ἐπιμ. Θ. Παραδέλλης, Πανεπιστημιακές ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο 20012,
σ.247.
41
P. Ricoeur, Ἀφηγηματική λειτουργία, μτφρ. Βαγγέλης Ἀθανασόπουλος, ἐκδ. Καρδαμίτσα,
Ἀθήνα 1990, σ.30.
42
Κ. Μέντζου-Μεϊμάρη, Τά ἁγιολογικά κείμενα ὡς παιδευτικό μέσο τῶν Βυζαντινῶν,
ἐναρκτήρια ὀμιλία στά πλαίσια Β’ συνάντησης Βυζαντινολόγων Ἑλλάδος καί Κύπρου.
Ε.Κ.Π.Α., 24-26 Σεπτεμβρίου 1999, σ.39.
31
43
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, σ. 216-217.
44
Κ. Μέντζου-Μεϊμάρη, Βυζαντινή Ἁγιολογική Βιογραφία. Ἡ ἀγιολογική Βιογραφία στό
Βυζάντιο καί ἡ σημασία της στήν πολιτιστική ἰστορία τῆς Ν.Α. Εὐρώπης, περ. Παρουσία-
Παράρτημα ἀρ.52, Ἀθήνα 2002, σ. 18.
45
H. Beck, Ἠ Βυζαντινή Χιλιετία, σ. 282.
33
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
1
Π. Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ. 11-15.
2
Θ. ∆ετοράκη, Εἰσαγωγή στή σπουδή τῶν ἁγιολογικῶν κειμένων, (Πανεπιστημιακές παραδό-
σεις), Ρέθυμνο 1992, σ. 16.
3
Γεροντικόν: Ἡ λέξη σάν οὐσιαστικό καί ὄχι σάν ἐπίθετο τοῦ οὐδετέρου γένους, ἔχει διάφορες
σημασίες: α) στά παλαιά χρόνια σήμαινε τό Συνέδριο τῶν βουλευομένων καί κυβερνώντων,
34
δηλαδή τή βουλή· β) στά βασανισμένα χρόνια τοῦ ἑλληνισμοῦ, πού τό γένος εἶχε τόν βαρύ
ζυγό τῆς δουλείας (τουρκοκρατία), σήμαινε τό Ἀρχοντικό ἤ Ἐπιτροπικό, δηλαδή ἰδιαίτερο χῶρο
στόν περίβολο τῆς ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ, πού συγκεντρώνονταν καί συνεδρίαζαν γιά τά
μεγάλα τους προβλήματα οἱ δημογέροντες καί οἱ πρόκριτοι τοῦ τόπου μετά τήν ἀπόλυση τῆς
ἐκκλησίας· γ) στά μοναστήρια ἔτσι ὀνομάζεται ὁ τόπος (ἐνίοτε καί τό «ἀρχονταρίκι») ὅπου
μαζεύονταν οἱ «Γέροντες» (μοναχοί) γιά νά συζητήσουν ἤ ἀποφασίσουν γιά τά θέματά τους· δ)
στή θεολογική γλώσσα ὅμως σήμερα «Γεροντικόν» λέγεται τό βιβλίο πού περιέχει τά
ἀποφθέγματα ἁγίων Γερόντων· βλ. Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων,
Εἰσαγωγή Μοναχοῦ Θεοκλήτου ∆ιονυσιάτου, Πρόλογος, Κείμενον, Γλωσσάριον, Σχόλια,
Εὑρετήριον θεμάτων ἀπό Π.Β. Πάσχον, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθήνα 1961, σ. ε.
4
Γ. Νόβακ, Ἀποφθέγματα Πατέρων, ΘΗΕ, τ.2, Ἀθήνα 1963, σ. 1234.
5
Π. Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ. 193-194.
6
πρβλ. J.C. Guy, Recherches sur la tradition greque des Apophthegmata Patrum, Bruxelles 1962,
σ. 7-12.
35
7
Γ. Νόβακ, Ἀποφθέγματα Πατέρων, ΘΗΕ, τ.2, σ. 1235.
8
F. Cavallera, Apophtegmes, Dictionnaire de Spiritualité, Tome I. σ. 767-770· Ἡ παλαιά λατινική
μετάφραση τῆς παραλλαγῆς, πού σημείωσε μεγάλη διάδοση στή ∆ύση, ἐκδόθηκε ἀπό τόν
H. Roswyde, Vitae Patrum, Antverpiae 1615 καί 1628, σ. 560-661, PL 73, 851- 1024
περιέχει 23 κεφάλαια, δηλαδή, ἔχουν προστεθεῖ τά βιβλία V καί VI τῶν Vitae Patrum.
Σχετικές ἀναφορές γίνονται στόν A. Wilmart, Le recueil latin des Apophtegmes, Revue
Benedictine, 34 (1922), σ.185-198 καί στόν C.M. Battle, De suscepta editione latinae
versionis «Verba Seniorum» communiter adpellatae, Studia Monastica, 1 (1959) σ.115-
120· ὁ W. Bousset δέχεται τήν αὐθεντικότητα μόνο τῶν 19 πρώτων κεφαλαίων καί ὁ
Φώτιος ἐκθέτει αὐτή τήν παραλλαγή «un resume et un conspectus» (συγκεφαλαίωση καί
σύνοψη) τοῦ «Μέγα Λειμωνάριον».
9
Π. Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.195· πρβλ. ∆. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, ἐκδ.
Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἀδελφότητα «Λυδία», Θεσσαλονίκη 20044, σ. 25.
37
παραλλαγή τῆς συστηματικῆς πού θέτει σέ συστηματική κατάταξη τήν ὕλη τῆς
ἀλφαβητικῆς, β) ἡ σπάνια παραλλαγή τῆς ἀλφαβητικῆς πού κατατάσσει
ἀλφαβητικά τό περιεχόμενο τῆς συστηματικῆς καί γ) ἡ σαββαϊτική παραλλαγή
πού διαμορφώθηκε στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα (Ἱεροσόλυμα) καί περιέχει κατά
ἀλφαβητική σειρά ἀποφθέγματα Αἰγυπτίων καί Παλαιστινίων μοναχῶν καί
μεγάλο ποσοστό ἀποσπασμάτων ἀπό παλαιά ἀσκητικά κείμενα καί ψυχωφελεῖς
διηγήσεις10. Ὁ ἁγιολόγος Π.Β. Πάσχος ξεχωρίζει τρεῖς παραλλαγές: α)
ἀλφαβητική, β) τῶν ἀνωνύμων καί γ) τή συστηματική πού διαιρεῖται σέ κα´
κεφάλαια11.
Μετά τό ιγ´ αἰ. κάθε μονή θέλει τό δικό της «Γεροντικό» ἤ «Πατερικό» ὅσο
τό δυνατόν πιό πλούσιο· γι’ αὐτό καί δέν ἀντιγράφονται αὐτούσιες οἱ
παλαιότερες συλλογές τῶν «Ἀποφθεγμάτων» ἀλλά ἐμπλουτίζονται μέ
ἑτερόκλητα ἀσκητικά καί ψυχωφελή κείμενα πού δέν ἦταν πλέον παραλλαγές
τῆς συλλογῆς «Ἀποφθέγματα» ἀλλά ἰδιόμορφες ἀσκητικές ἀνθολογίες μέ
ἰδιαίτερη χειρόγραφη παράδοση. Στίς ἀρχές τοῦ μοναχισμοῦ τό «Ἀπόφθεγμα»
ἦταν μέσο διδασκαλίας ὁρισμένων ἀναχωρητῶν πού εἶχαν τό «χάρισμα» τοῦ
λόγου. Τό ἀπόφθεγμα δέν μεταδιδόταν γραπτά ἀλλά προφορικά. Ἡ αὔξηση τῶν
ἀποφθεγμάτων καί ὁ τρόπος αὐτός διδασκαλίας ἀνάγκασε προφανῶς μαθητές
τῶν ἀναχωρητῶν νά συντάξουν πρός δική τους χρήση καί ὠφέλεια «μικρές
ποικιλόμορφες γραπτές συλλογές». Τά ἀναφερόμενα ἀπό τόν Κασσιανό καί
Εὐάγριο ἀποφθέγματα προέρχονται ἀπό τέτοιου εἴδους συλλογές· στή συνέχεια
οἱ μαθητές τῶν μοναστῶν συγχώνευσαν γιά εὐρύτερη χρήση τίς μικρές
συλλογές σέ μεγαλύτερες πού ἐμφανίστηκαν περίπου τό β´ μισό τοῦ δ´ αἰώνα
καί ἦταν γραμμένα στήν ἑλληνική καί ὄχι στήν κοπτική, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ E.
Amelineau στηριζόμενος σέ «κοπτισμούς» σέ κάποιες σελίδες τῶν ἀρχαίων
ἀποφθεγμάτων12.
10
Γ. Νόβακ, Ἀποφθέγματα Πατέρων, ΘΗΕ, τ.2, σ. 1236.
11
Π. Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.193.
12
Π. Β. Πάσχου, Νέον Μητερικόν. Ἄγνωστα καί ἀνέκδοτα πατερικά καί ἀσκητικά κείμενα περί
τιμίων καί ἁγίων γυναικῶν, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1990, σ. 12· πρβλ. W. Bousset,
Apophthegmata. Studien zur Geschichte des ältesten Mönchtums, Tübingen 1923, σ. 90-91·
R. Draguet, Les Apophtegmes des moines d’ Egypte. Problèmes littéraires, Bulletin de l’
Académie Royale de Belgique, Classe des Lettres XLVII, 1961, σ. 136· M. Chaine, Le texte
38
Ἤδη εἶναι γνωστό ἀνάλογο φαινόμενο ἀπό τόν γ´ αἰώνα, ἐποχή Ὠριγένη,
πού τά περισσότερα ἔργα του τά ὑπαγόρευε σέ ταχυγράφους τούς ὁποίους
διαδέχονταν καλλιγράφοι πού πλήρωνε ὁ θερμός θιασώτης καί μαικήνας τοῦ
Ὠριγένη, ὁ Ἀμβρόσιος13.
Ὁ W. Bouset ὑποστήριζε ὅτι ἡ «ἀλφαβητική παραλλαγή» εἶναι παλαιότερη
τῆς «συστηματικῆς» ἐνῶ ὁ O. Bardenhewer ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Σήμερα οἱ
ἐρευνητές δέχονται ὅτι καί οἱ δύο παραλλαγές διαμορφώθηκαν περίπου τήν
ἴδια ἐποχή, δηλαδή, δεύτερο μισό τοῦ ε´ αἰώνα, ἄσχετα ἡ μία ἀπό τήν ἄλλη μέ
κριτήριο χρονολόγησης τήν συριακή τους μετάφραση πού ἔγινε περίπου στίς
ἀρχές τοῦ στ´ αἰώνα14. Ὁ J. C. Guy πιστεύει ὅτι προτιμότερον εἶναι νά
χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος «normaux» (κανονικός) παρά «originaux» (ἀρχικός) καθ'
ὅσον καί οἱ δύο τύποι παραλλαγῶν πού ἐμπλουτίστηκαν προσπάθησαν νά
διατηρήσουν χωρίς μεγάλες ἀλλοιώσεις τήν ἀρχική τους δομή15.
Ἐκτός ἀπό τή λατινική μετάφραση PL. 73, 855/1024, 1025/ 62, πού ἔγινε
πιθανῶς ἀπό τόν πάπα Πελάγιο Α´ (556 -561), τόν πάπα Ἰωάννη Γ´ (561- 574)
καί τόν ρωμαῖο μοναχό Πασχάσιο τόν ἐκ ∆ουμίου16 ὑπάρχουν ἀκόμη ἕξι
μεταφράσεις τῶν «Ἀποφθεγμάτων»: κοπτική, συριακή, ἀραβική, αἰθιοπική,
ἀρμενική καί γεωργιανή17.
Ἡ σημαντική ἄνοδος τοῦ μορφωτικοῦ ἐπιπέδου τῶν μοναχῶν, ἰδίως ἀπό τίς
ἀρχές τοῦ ε´ αἰ. καί ἡ ἐνασχόλησή τους μέ δογματικά πλέον θέματα ἐξαιτίας
τῶν αἱρέσεων ἀντικαθιστοῦν τό ἀπόφθεγμα τῶν πρώτων αἰώνων μέ τή λιτή
γλωσσική μορφή καί τό ὑπαρξιακό περιεχόμενο σέ ἐπεξεργασμένο
«θεολογικό» ἀπόφθεγμα. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου οἱ συλλογές
διευρύνονται καί γράφονται νέες πού ἀναφέρονται σέ μεγάλους ἀσκητές
διαφόρων περιοχῶν (Λαυσαϊκή ἱστορία γιά μοναχούς Αἰγύπτου) ἤ καί
συγκεκριμένων τόπων (Φιλόθεος ἱστορία ἤ Ἀσκητική πολιτεία τοῦ Θεοδωρήτου
Κύρου γιά μοναχούς κοντά στήν Ἀντιόχεια). Οἱ νέες μορφές λόγου, πού
ἀνταποκρίνονται ἀποτελεσματικότερα στίς πνευματικές ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς
τους εἶναι συλλογές μέ ἐποικοδομητικές διηγήσεις, θαύματα, ἀποσπάσματα ἀπό
βίους ἁγίων καί ὁμιλίες Πατέρων, Συναξάρια. Τέλος παρουσιάστηκαν καί
ἀνθολογίες πού περιεῖχαν ὅλες τίς προηγούμενες μορφές λόγου μέ θεματική
κατάταξη περιεχομένου (Εὐεργετινός)18.
Ἡ ἀφορμή γιά τόν λόγο τῶν διηγήσεων πάντοτε εἶναι συγκεκριμένη καί
ὁριοθετεῖται στά σύγχρονα μέ τήν ἐποχή τους τοπικά καί ἱστορικοκοινωνικά
δεδομένα. Οἱ διηγήσεις ἀποτελοῦν ἀπάντηση σέ ἐπίμονα καί ἐναγώνια
ἐρωτήματα τά ὁποῖα συνθέτουν καί τή ραχοκοκαλιά τῆς πλοκῆς τους. Τά
πιλοτικά ἐρωτήματα, πού ἀποτελοῦν καί μοχλούς ἐκκίνησης τῶν διηγήσεων,
ἀναφέρονται:
18
∆. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, σ. 23-24.
40
19
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.1,64· πρβλ. Εὐσ. Βίττη, Ὁ λόγος τῶν
Πατέρων τῆς Ἐρήμου, περ. Θεολογία, τ. 43, τεύχη 3-4, Ἰουλ.-∆εκεμ., Ἐν Ἀθήναις 1972, σ.
585.
20
Πρβλ. ∆ιήγηση Εὐχαρίστου κοσμικοῦ, Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων,
σ.32· Τῇ 17ῃ τοῦ μηνός Νοεμβρίου Μνήμη τῶν ὁσίων Ζαχαρίου τοῦ σκυροτόμου καί
Ἰωάννου καί διήγησις ὠφέλιμος, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, ὑπό τοῦ
ἐν μακαρία τῆ λήξει Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ἐπεξεργασθείς ὑπό τοῦ Θ. Νικολαΐδου
Φιλαδελφέως, ἐκδ. Χ. Νικολάου Φιλαδελφέως, Ἀθήνησι 1868, τ.1, σ.227-229· Περί τοῦ
πένητος τοῦ ἐν τῷ ναῷ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Χαλκοπρατείων προσευξαμένου, Les
récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, et d’ autres auteurs, Introduction et Texte
par John Wortley, Éditions du Centre National de la Recherche Scientifique, Paris 1987,
σ.52.
41
21
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.128.
22
Historia Monachorum in Aegypto, édition critique du texte grec par A. J. Festugière, Subsidia
Hagiographica, n. 34, Société des Bollandistes, Bruxelles 1961, σ.102-109.
23
Βυζαντινή Βιβλιοθήκη, Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Μετάφρασις-Εἰσαγωγή-Σχόλια Ν.Θ.
Μπουγάτσου-∆.Μ. Μπατιστάτου, Ὀργανισμός Κλασσικῶν Ἐκδόσεων, Ἀθήνα 1970, τ.1,
σ.180.
24
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 90.
42
ἀλήθεια»25. Στό σημεῖο αὐτό γιά ἀκόμη μία φορά πρέπει νά τονιστοῦν τά
«ἐνδοβυζαντινά» ἀξιολογικά κριτήρια, χρονικές περίοδοι ὅπου δέν ὑπάρχει
τυποποίηση δογμάτων καί ὁ Βυζαντινός ἐνδιαφέρεται γιά χειροπιαστές
ἀποδείξεις πού καλύπτουν τό κοσμοθεωρητικό του γίγνεσθαι.
Ἡ ἐρώτηση πού μπορεῖ νά μήν ἐκφέρεται ἄμεσα καί λεκτικά, τίθεται στή βάση
τοῦ ἀληθοῦς-ψευδοῦς, ὀρθοῦ-λάθους: ἀντιπαράθεση Σεβηριανοῦ μοναχοῦ καί
Πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἐφραιμίου26· περί Κόπρη (ἀντιπαράθεση μέ μανιχαΐσμό
/ἀποδεικτικό μέσον: ἀκαΐα)27· περί Ἀπολλῶ (ἀντιπαράθεση μέ εἴδωλα/
ἀποδεικτικό μέσον: οἱ εἰδωλολάτρες γίνονται στῆλαι ἅλατος28 καί τό ἴδιο θέμα
σέ ἱστορία μέ τόν ἀββά Ἀντώνιο καί Σαρακηνό σέ σχεδόν ἐπιγραμματικό
χαρακτήρα29· στήν περί τῶν τριῶν μοναχῶν αἰχμαλωτισθέντων στήν Ἀφρική,
ἀντιπαράθεση μέ εἴδωλα (Σαρακηνοί) / ἀποδεικτικό μέσον: οἱ εἰδωλολάτρες
πού ἐπιτίθενται στούς μοναχούς καί τά χέρια τους μετατρέπονται σέ
«ξηρανθεῖσας χεῖρας»30.
Παραλλαγή αὐτοῦ τοῦ μοτίβου ἀποτελεῖ ἡ παράθεση μόνο τοῦ ἑνός
σκέλους, δηλ., τοῦ καλοῦ, τοῦ ἀληθοῦς τοῦ «ὀρθοδόξου» χωρίς τήν ἀναφορά
τῆς ἄλλης πλευρᾶς (εἰδωλολατρικοῦ, αἱρετικοῦ) καί μέ ἄμεση συνέπεια τό δέος
καί τό θαυμασμό: διήγηση μέ μετασχηματισμό τῶν μερίδων τῆς θείας
Κοινωνίας (τῶν ὀρθοδόξων) «ποὺ βλάστησαν στάχυα» στό ντουλάπι τοῦ
αἱρετικοῦ πραματευτῆ (Σεβηριανός) «καὶ καταλήφθηκε ἀπὸ πολὺ φόβο καὶ τρόμο
ἀπὸ τὸ πρωτόφαντο καὶ παράδοξο θέαμα... καὶ πῆγε τροχάδην πρὸς τὴν ἁγίαν
ἐκκλησία»31. Ὑπάρχει καί περίπτωση ἡ ἀντιπαράθεση νά μήν ὑπάρξει δημόσια
ἀλλά σέ ἐρώτηση ὀρθοδόξου ποιά πίστη εἶναι σωστή ἤ λάθος, ἕνα ὅραμα νά
λειτουργήσει διασαφηνιστικά: διήγηση μέ περιστέρι μουτζουρωμένο, μαδημένο
καί δύσοσμο πού κάθεται ἐπάνω στό κεφάλι τοῦ ὁπαδοῦ τοῦ Σεβήρου32.
25
«Ἄνθη τῆς Ἐρήμου» (ἀρ. 17): Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, εἰσαγωγικά -μετάφραση -σχόλια
Μοναχοῦ Θεολόγου Σταυρονικητιανοῦ, Ἅγιον Ὄρος 1983, σ.43.
26
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 41-43.
27
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 88.
28
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 56.
29
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.145.
30
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ. 70.
31
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 89.
32
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 117.
43
33
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 104-105.
34
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.164.
35
Historia Monachorum in Aegypto, Περί Παφνουτίου, σ.102-109.
44
36
Historia Monachorum in Aegypto, Περί Ἀπολλωνίου μάρτυρος, σ. 116-118.
45
διαδικασία τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ (προσέλευση καί νέων πιστῶν) καί β) γιά τήν
ἐνδυνάμωση καί σταθεροποίηση τῶν ἤδη πιστευόντων.
iv) Ἡ ἐπαφή τοῦ χριστιανισμοῦ μέ τήν εἰδωλολατρία δέν σημαίνει ἐξ
ἀνάγκης καί τόν ἐκχριστιανισμό τῆς τελευταίας: Ἡ πίστη κατά Χριστόν καί ἡ
ἐνάρετος πολιτεία μπορεῖ ν' ἀποτελοῦν ἀντικείμενο θαυμασμοῦ ὅμως δέν
σημαίνει καί ταυτόχρονη προσχώρηση σ' αὐτήν. Μπορεῖ βέβαια ν' ἀποτελεῖ τή
βάση γιά μία τέτοια μελλοντική ἐξέλιξη: «ἐθαύμασαν ὃ τε οὐμυρμνῆς καὶ οἱ
Σαρακηνοὶ ἅπαντες τὴν ἐνάρετον πολιτείαν, εἰ καὶ οὐκ ἴσχυσαν καταλιπεῖν τὴν
οἰκείαν πλάνην καὶ εἰς τὴν τῶν χριστιανῶν ἐπιστρέψαι ἀληθινὴν καὶ βεβαίαν
θρησκείαν, ἐζωγρημένοι ὑπὸ τοῦ διαβόλου εἰς τὸ ἐκείνου θέλημα. ἀλλ' ὅμως
θαύμασαν ἐκπληττόμενοι τὴν τοῦ γέροντος πρὸς Θεὸν παρρησία»37.
Τά περισσότερα δρῶντα πρόσωπα, πού εἶναι ἐνεργά μέλη διαπνεόμενα ἀπό
τόν πόθο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας διαπιστώνουν τό ἐπίπονον τῆς πνευματικῆς
ζωῆς καί τόν προσωπικό χαρακτήρα πού φέρει ὁ δρόμος τῆς ἐν Χριστῷ
τελειώσεως. Γι’ αὐτό ζητοῦν καί τήν καθοδήγηση ἀπό ἔμπειρο καί ὥριμο ὁδηγό,
τό Γέροντα, τόσο σέ προσωπικό ἐπίπεδο ὅσο καί διαπροσωπικό (εἰδικότερα γιά
τούς μοναχούς: ἀναφορικά μέ σχέσεις μεταξύ μοναχῶν, ἡγουμένου-μοναχῶν,
μοναχῶν-ἐπίσημης ἐκκλησίας, μοναχῶν-λαϊκῶν). Ἡ κατάδειξη μέσῳ τῶν
ψυχωφελῶν διηγήσεων τῶν προσόντων καί τῶν χαρισμάτων τῶν Γερόντων
(πνευματικῶν Πατέρων) πού ἔχουν ὡς ἀρχέτυπό τους τόν ἴδιο τό Χριστό, ὅπως
καί τό πλαίσιο σχέσεων μέ τά πνευματικά τους παιδιά -πού πολλά ἀπό αὐτά
μποροῦν νά ἐξελιχθοῦν σέ «δυνάμει Πατέρες»- καλύπτουν ἕνα μεγάλο μέρος
τοῦ θεματολογίου.
Τά Γεροντικά πρόσωπα εἶναι δεδοξασμένα καί λάμποντα. Τόσο ὁ τόπος
(γεωγραφικός χῶρος) ὅσο καί οἱ μορφές τους εἶναι καθηγιασμένες. Ὁ τρόπος
πού ζοῦν καί πορεύονται ἀναδύει μυστήριο. Τό «παράδοξο» γι’ αὐτούς ἀποτελεῖ
μέρος τῆς ζωῆς τους καί δέν εἶναι «παράλογο» ἀλλά ἡ φυσική κατάληξη τῆς
βιοθεωρίας τους πού δέν σταματᾶ στόν ἐπίγειο κόσμο. Ἡ ζωή τους εἶναι μία
δοξολογία Θεοῦ καί ἔτσι πρέπει νά δεῖ καί ὁ ἀναγνώστης ὅλες τίς διηγήσεις.
Γεγονότα ὅπως: ἡ σύγχρονη μέ τήν ἐκφώνηση τοῦ ἱερέως ἐπινικίου ὕμνου
37
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τῶν τριῶν μοναχῶν τῶν αἰχμα-
λωτισθέντων ἐν τῇ Ἀφρικῇ, σ.74.
46
ἀπόκριση τῶν βουνῶν: «λέγοντα ἐκ τρίτου Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος καὶ ἔμεινεν ὁ
ἦχος διασυρθείς.»38· ὁ Γέροντας πού γιά νά γλυτώσει τόν κίνδυνο
μεταμορφώνεται σέ φοίνικα νομίζοντας τόν μαθητή του γιά Σαρακηνό39· ὁ
Κοσμᾶς ὁ Ἀρμένιος πού διαπιστώνει ἐξαφάνιση σπηλαίου μέ τρεῖς Γέροντες
μέσα, παρ' ὅτι: «σημειωσάμενος κατὰ πᾶσαν ἀκρίβειαν τὸν τόπον καὶ βαλὼν
σκοπέλους... καὶ πολλὰ ζητήσας τὸν τόπον καὶ τὰ σημεῖα οὐκ ἠδυνήθη εὑρεῖν»40,
μόνον σέ ἐκείνους τούς ἀναγνῶστες μπορεῖ νά γίνει κατανοητό πού κατά τόν
εὐαγγελικό λόγο «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω»41. Προϋποτίθεται λοιπόν ὁ
παράγοντας πίστη.
Οἱ Γέροντες διακρίνονται γιά τήν σωματική τους ἀλλοίωση καθώς οἱ κόποι
τῆς ἄσκησης καί ἡ μετά τοῦ Θεοῦ ἕνωση ἀπεκδύεται τῶν σωματικῶν ἀναγκῶν
καί περιορίζονται στό ἐλάχιστο τά αἰσθήματα κόπου, πείνας, δίψας καί
ἐκλεπτύνονται οἱ αἰσθήσεις τους (πνευματικοί ὀφθαλμοί καί ὦτα). Παρουσιάζουν
ἔκχυση δακρύων μετανοίας (συνδέονται μέ τά πάθη) ἀλλά καί δάκρυα
κατάνυξης πού δέν ἐξαρτῶνται ἀπό τήν ἀνθρώπινη βούληση καί ἀποτελοῦν
δωρεά Ἁγίου Πνεύματος ὡς ἀποτέλεσμα τῆς «θείας ἐλλάμψεως». Ἔρχονται σέ
κατάσταση ἔκστασης (ἁρπαγή νοός, λήθη τοῦ χώρου καί τοῦ σώματος) ἀπό τή
θέα θείου φωτός καί ὁδηγοῦνται στή θέωση (χορήγηση τῆς Χάριτος πρός
ἕνωσιν μετά τοῦ Θεοῦ). Ἀποτελοῦν φορεῖς χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
καί ἔχουν μυστική καί ἄμεση γνώση τῶν θείων μυστηρίων42.
Ἡ κοίμησις καί τελείωσις τῶν Γερόντων γίνεται σέ φωτεινό, λαμπερό καί
κατανυκτικό χρῶμα. ∆ιήγηση ἀναφέρει γιά τόν ἀββά Σισώη: «ὅτε ἔμελλε
τελευτᾶν, καθημένων τῶν πατέρων πρὸς αὐτὸν ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς
ὁ ἥλιος· καὶ λέγει αὐτοῖς ἰδοὺ ὁ Μ. Ἀντώνιος ἦλθε· ... καὶ πάλιν ἰδοὺ ὁ χορὸς
τῶν προφητῶν ἦλθε ... ἰδοὺ ὁ χορὸς τῶν ἀποστόλων ἦλθε ... ἰδοὺ οἱ ἄγγελοι
ἦλθον λαβεῖν μὲ ... βλέπετε ὁ Κύριος ἦλθε καὶ λέγει φέρετε μοι τὸ σκεῦος τῆς
38
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ. 61.
39
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXIII, σ. 74.
40
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXXI, σ. 78.
41
Ματ.11,15.
42
Πρβλ. Β. Χριστοφορίδου, Πνευματική Πατρότης κατά Συμεών τόν Νέον Θεολόγον, (δ.δ), ἐκδ.
Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 39-47.
47
ἐρήμου· καὶ εὐθέως παρέδωκε τὸ πνεῦμα· καὶ ἐγένετο ὡς ἀστραπή· καὶ ἐπλήσθη
ὅλος ὁ οἶκος εὐωδίας»43.
Οἱ ἱστορίες Γερόντων μέ ζῶα ὅπως καί ἱστορίες πού ἀναφέρονται σέ
φυσικά φαινόμενα ὁμολογοῦν τή συμμετοχή ὁλόκληρης τῆς κτίσης στή
δοξολογία τοῦ Κυρίου καί συγχρόνως φανερώνουν τό δρόμο τῆς ἁρμονικῆς
ἐπαναφορᾶς στήν ἀρχέγονη κατάσταση «πρίν ἀπό τήν παράβαση τῆς
ἐντολῆς»44.
Ἐχθρός τῶν ἀσκητῶν τῆς Ἐρήμου τό ἀρνητικό πνεῦμα, ὁ διάβολος πού
διαιρεῖ καί χωρίζει τούς ἀνθρώπους ἀπό τό Θεό. Βρίσκεται καί βιώνεται ἔξωθεν
ὅταν ὁ ἄνθρωπος κυριαρχεῖται πολλαπλῶς ἤ πλήρως ἀπό τή φυσική του
συνθήκη. Βιώνεται ὡς λογισμός ἤ πάθος ὅταν ἡ ἀλήθεια καί ὁ Θεός ἀποκτοῦν
θέση μέσα του. Οἱ δαίμονες τῶν ἀναχωρητῶν προσωποποιοῦν αἰσθήματα καί
ἐμπειρίες ἀπειλητικά γιά τήν ψυχή καί τό σῶμα τους· οἱ πειρασμοί ὑποκαθιστοῦν
τά παγανιστικά στοιχεῖα καί ἄλλοτε ὡς θηρία τοῦ ἐξωτερικοῦ χώρου, ἄλλοτε
ὡς τέρατα τῆς ἀνθρώπινης ἐσωτερικότητας προσπαθοῦν νά κατασπαράξουν τόν
ἄνθρωπο ὠθώντας τον σέ παροξυσμό ἀτομικότητας45· «ἀκανθώδεις ριζίδες εἰσὶ
τὰ πάθη· αἰνίττεται δέ, ὅτι ὣς περ ὁ ἐκεῖνας ἀνασπᾶσαι ζητῶν καὶ χεῖρας
αἱμορραγεῖ, οὕτω ὁ τὰ πάθη ἐκριζῶσαι θέλων ἱδρώτων δεῖται καὶ κόπων.»46.
Μέσα ἀπό τόν προσωπικό τους ἀγώνα οἱ Γέροντες μελετοῦν τούς ὀκτώ
λογισμούς τῆς κακίας: γαστριμαργία, πορνεία, φιλαργυρία, ὀργή, λύπη, ἀκηδία,
κενοδοξία καί ὑπερηφάνεια· μελετοῦν τίς αἰτίες (ἐπιθυμίες), τά συμπτώματα, τόν
τρόπο δράσης καί τίς συνέπειες τῶν πειρασμῶν, προτείνουν θεραπευτική ἀγωγή
καί ἀποθεραπεύουν. ∆ροῦν ἐξασκώντας τόσο προληπτικά ὅσο καί κατασταλτικά
μέτρα. Ἐφόδιά τους καί ἀντίδοτα στά πάθη οἱ ἀρετές τῆς ταπείνωσης, τῆς
ὑπακοῆς, τῆς σωφροσύνης, τῆς ἀοργησίας, τῆς ἀγάπης, τῆς συγχωρητικότητας,
τῆς ἐγκράτειας, τῆς μακροθυμίας, τῆς ἀκτημοσύνης, τῆς πραότητας· ἡ δύναμη τῆς
43
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιδ’, σ.111.
44
Πρβλ. Η. Οἰκονόμου, Ὀρθοδοξία καί φυσικό περιβάλλον. Ἡ θεία βούληση καί ἡ κτίση, Ἐκδ.
Ἀποστολικῆς διακονίας, Ἀθήνα,1992.
45
Στ. Ράμφου, Πελεκάνοι ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, ἐκδ. Ἀρμός, Ἀθῆναι 1994, σ.172.
46
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν τῶν θεοφόρων Πατέρων ἀπό πάσης
γραφῆς θεοπνεύστου συναθροισθεῖσα καί οἰκείως καί προσφόρως ἐκτεθεῖσα εἰς ὠφέλειαν
τῶν ἐντυγχανόντων, παρά Παύλου τοῦ ὁσιωτάτου μοναχοῦ καί κτήτορος μονῆς τῆς
ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐεργέτιδος, καί Εὐεργετινοῦ ἐπικαλουμένου..., Ἱερά Μονή
Μεταμορφώσεως Κουβαρᾶ Ἀττικῆς,19776, ἀββᾶ Ποιμένος, τ.1, σ. 404.
48
47
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀγίου ∆ιαδόχου, τ.1, σ. 415.
48
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 212.
49
ἔνδοθεν ἐκ τῆς ἔξωθεν πράξεως. Εἰδῶς οὖν ὁ ∆εσπότης ἡμῶν, ὅτι τὸ θέλημά
ἐστι τὸ κατακυριεῦον ἀμφοτέρων, προσέταξε κόψαι αὐτό, ἐπειδὴ νεκροῦται ὁ
νοῦς, ὅσον ἡ ψυχὴ μεριμνᾶ τῶν ἔξωθεν, καὶ λοιπὸν τὰ ἔνδοθεν πάθη πράττει
τὰς ἐνεργείας αὐτῶν ἀδιαφόρως.»49.
Στόχος τῆς ἀπόκτησης ἀρετῶν εἶναι ἡ ἀπάθεια: «Ἐν γὰρ τῇ ὀδῷ τῶν ἀρετῶν
ἔστι πτώματα, ἔστι καὶ ἀνόρθωσις, πόλεμος γὰρ ἐστὶν ἀλλαγή, ἔστιν ἐλάττωσις,
ἔστι πλεονασμός· ἔστιν ἐπιθυμίᾳ, ἔστι χαρά· ἔστι πόνος, ἔστιν ἀνάπαυσις, ἔστι
βία, ἔστι προκοπή· ὁδοιπορία γὰρ ἔστιν ἕως φθάσῃ εἰς τὴν κατάπαυσιν. Ἡ δὲ
ἀπάθεια μακρὰν ἐστὶν ἀπὸ τούτων πάντων, καὶ οὐ χρείαν ἔχει τίνος, ἔστι γὰρ
ἐν τῷ Θεῷ, καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ· ἔχθραν οὐκέτι ἔχει, πτῶμα οὐκέτι ἔχει, οὐκ
ἀπιστίαν, οὐ κόπον φυλακῆς, οὐ φόβον πάθους, οὐκ ἐπιθυμίαν τινὸς ὑλικοῦ
πράγματος, οὐ πόνον περὶ τίνος ἔχθρας, μεγάλαι γὰρ εἰσὶν αἱ δόξαι αὐτῆς καὶ
ἀναρίθμητοι.»50.
Ἡ θεολογία τῶν συγκεκριμένων κειμένων σέ σχέση μέ τίς σύγχρονες
προσεγγίσεις τῆς ὀρθόδοξης δογματικῆς θεολογίας παρουσιάζεται ἐλλιπής,
ὅμως δέν πρέπει νά παραβλέπει κανείς παράγοντες ὅπως μορφωτικό ἐπίπεδο,
δεκτικότητα μηνυμάτων, τρόπο ζωῆς κατηχουμένων, ρεύματα πού δροῦν
συγχρόνως μέ τό χριστιανισμό ἤ ἤδη καθιερωμένα στίς περιοχές μέ
ἀντίστοιχες ἐπιρροές, ὅπως καί τίς ἀπαρχές τῆς ὀργανωσης τῆς χριστιανικῆς
πίστης. Παρά ταῦτα εἶναι εὐδιάκριτη ἡ καταγραφή τῆς δογματικῆς διδασκαλίας:
Τριαδολογία (τό γνωστόν τοῦ Θεοῦ καί οἱ ἐν γένει θεῖες ἰδιότητες, πίστη στήν
Ἁγία Τριάδα), Χριστολογία (περί τοῦ προσώπου τοῦ Λυτρωτῆ διδασκαλία),
Κοσμολογία (δημιουργία τοῦ κόσμου, πνευματικός κόσμος, καταγωγή τοῦ
ἀνθρώπου καί ἀρχέγονη κατάσταση, συντήρηση κόσμου - Θεία Πρόνοια, τό
μέχρι τῆς ἔλευσης τοῦ Μεσσία ἔργο τῆς Θείας Πρόνοιας στό Ἰσραήλ, ἐθνικός
κόσμος καί ἔλεγχός του, ἡ ἐν Χριστῷ οἰκονομία κέντρο τῆς ὅλης ἱστορίας),
Ἀνθρωπολογία (ἡ μετά τό Βάπτισμα ζωή τοῦ πιστοῦ, ἡ ἐλευθερία τῆς βούλησης
προϋπόθεση κάθε ἠθικῆς ἐνέργειας, ἡ εὐποϊία πρός τό συνάνθρωπο εὐποϊία
πρός τό Θεό, ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς, τό ἀσκητικό ἰδεῶδες), Ἐκκλησιολογία (ἡ
περί τῆς Ἀποστολικῆς Παράδοσης διδασκαλία, ἡ περί τῶν μυστηρίων
49
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἠσαΐα, τ.1, σ. 341.
50
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἠσαΐα, τ.4, σ.374.
50
51
πρβλ. Α. Σαραντουλάκου, Μέθοδοι τοῦ παρελθόντος πρός χρήση τοῦ παρόντος: Μιά κριτική
προσέγγιση τοῦ βίου τῶν Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ, Ἀγάπη καί μαρτυρία, Ἀναζητήσεις
Λόγου καί Ἤθους στό ἔργο τοῦ Ἠλία Βουλγαράκη, σ. 151-162.
52
Ὁ κανονολόγος Βαλσαμών (12ος αἰ.) διακρίνει σαφῶς τήν διακονία τοῦ συμβουλεύειν ἀπό
τῆς ἐξουσίας τοῦ ἀφιέναι/ Ράλλη καί Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἰερῶν Κανόνων, τ. 4,
Ἀθήνῃσιν 1854, σ. 464.
53
Acta Sanctorum, maii t. III, σ. 40: «καί οὐδείς τῶν ἀδελφῶν ἐφείδετο ἐξομολογήσασθαι κατ'
ἰδίαν αὐτῷ τήν διάνοιαν αὐτοῦ ἕκαστος ὡς ἐπολέμει τόν ἐχθρόν».
54
Ὅροι κατά πλάτος 26, PG 31, 985CD: «∆εῖ δέ τῶν ὑποτεταγμένων ἕκαστον, εἴ γε μέλοι
ἀξιόλογον προκοπήν ἐπιδείκνυσθαι καί ἐν ἕξει τῆς κατά τά προστάγματα τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ ζωῆς γενέσθαι, μηδέν μέν τῆς ψυχῆς κίνημα ἀπόκρυφον φυλάσσειν παρ'
ἑαυτῷ ... ἀλλ' ἀπογυμνοῦν τά κρυπτά τῆς καρδίας τοῖς πεπιστευμένοις τῶν ἀδελφῶν
εὐσπλάχνως καί συμπαθῶς ἐπιμελεῖσθαι τῶν ἀσθενούντων»· πρβλ. Β. Χριστοφορίδου,
Πνευματική Πατρότης κατά Συμεών τόν Νέον Θεολόγον, σ.119.
55
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ. 104.
56
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 113.
51
23ῃ τοῦ μηνός Νοεμβρίου ∆ιήγησις ὀπτασίας Ἰωάννου τινός πανυ ὠφέλιμος57·
διήγηση γιά τόν κομερκιάριο Μόσχο58) θεωροῦνται καθοριστικοί παράγοντες
στήν ἄφεση ἁμαρτιῶν. Ὑπάρχουν ὅμως προϋποθέσεις: «Ἐρωτήθη Γέρων εἰ
ὠφελοῦνται οἱ τὰς τῶν Πατέρων εὐχὰς ἐξαιτούμενοι, αὐτοὶ δὲ ἀμελοῦντες. Καὶ
ἀπεκρίθη, ὅτι πολὺ μὲν ἰσχύει δέησις δικαίου κατὰ τὸ γεγραμμένον πλὴν
ἐνεργουμένη, ἤγουν βοηθουμένη παρ' αὐτοῦ τοῦ αἰτοῦντος τὴν εὐχήν, ἐν τῷ
φυλάττειν ἑαυτὸν ἐκεῖνον σπουδῇ πάσῃ μετὰ πόνου καρδίας ἀπὸ πονηρῶν
πράξεων καὶ λογισμῶν. Ἐπεὶ ἐὰν ἀδιαφόρως διάγῃ, οὐδὲ μία ὠφέλεια ἔσται,
κἂν Ἅγιοι εὔχωνται περὶ αὐτοῦ. Ἐπέφερε δὲ καὶ τι τοιοῦτο διήγημα εἰπὼν...»59.
Ὕψιστο ἀγαθό γιά τόν κάθε μοναχό ἀλλά καί γιά ὁποιοδήποτε χριστιανό ὁ
Παράδεισος ἤ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν πού θ' ἀποκτηθεῖ βάσει τῶν πράξεών του
ἐπί γῆς. Ἡ ἀπάντηση τῶν μοναχῶν, ὅταν ὁ Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος τούς
προσέφερε τή δυνατότητα νά γευθοῦν «τὸν παράδεισον ὃν ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς
Αἰγύπτου Ἰαννὴς καὶ Ἰαμβρὴς ἐφύτευσαν ἀντίτυπον τοῦ ἀληθινοῦ παραδείσου»,
καθορίζει καί τό ἰδεατόν τοῦ σκοποῦ τους: «Μὴ ἐπ' ὀλέθρῳ τῶν ψυχῶν τῶν
ἡμετέρων ὁ παράδεισος ἐκεῖνος γέγονεν; εἰ γὰρ αὐτοῦ νῦν ἀπολαύσωμεν,
ἀπειλήφαμεν τὰ ἀγαθὰ ἡμῶν ἐπὶ τῆς γῆς. τίνα δὲ ὕστερον μισθὸν ὕστερον
ἕξομαι πρὸς τὸν θεὸν ἀφικόμενοι ἢ ὑπὲρ ποίας ἀρετῆς τιμησόμεθα; καὶ ἔπεισαν
αὐτὸν τοῦ μηκέτι ἀπελθεῖν»60. ∆έν χρειάζονται ἀντίτυπα πού ἁπλά μπορεῖ νά
ξεγελάσουν ἤ νά καθυστερήσουν ἀπό τόν «ἀγώνα» ἀλλά τόν αὐθεντικό
Παράδεισο.
Ἡ μνήμη θανάτου μέ ἀντιθετικές παραστατικές εἰκόνες κόλασης καί
βασιλείας οὐρανῶν61 πού δίνουν ἔμφαση στά συμφραζόμενα, ἀποτελεῖ
ἀγαπημένο περιγραφικό θέμα πού ἀντιστοιχεῖ στόν ἀέναο ἀγώνα καλοῦ-κακοῦ.
Ἡ ἐναλλαγή φωτεινῶν καί ζοφερῶν εἰκόνων ἤ εἰκόνων μόνο τῆς κόλασης
ἀποτελοῦν δομικά στοιχεῖα σύστασης γιά τήν συνεχή ἐγρήγορση τοῦ πιστοῦ.
Αὐτό μεταφράζεται ὡς ἀγάπη πρός τόν πλησίον, πίστη καί ἀγαθά ἔργα. Ἡ
57
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.247.
58
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 209-211.
59
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.281· βλ. Ἰακ. ε’ 16.
60
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 125-127.
61
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, Τῇ 5ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Ὀπτασία
Κοσμᾶ μοναχοῦ, φοβερᾶς καί ὠφελίμου, σ. 103.
52
εὐποϊία πρός τόν πλησίον ἀποτελεῖ μεσιτεία στό Θεό· πληθώρα διηγήσεων
ἔχουν γιά θέμα τους τήν ἐλεημοσύνη, τίς ἀγαθές πράξεις, τήν κοινωνική
62
διακονία καί τό πῶς πρέπει νά γίνονται .
Ἡ ἐνασχόληση τῶν Γερόντων ἀφορᾶ τή μελέτη τοῦ πρακτικοῦ βίου σέ σχέση
μέ τό θεωρητικό: «Οὐ πάντως ὁ τὰ πάθη ἐκκόψας καὶ ψιλοὺς τοὺς λογισμοὺς
ἐργασάμενος, ἤδη αὐτὰ καὶ ἐπὶ τὰ θεῖα ἔτρεψεν, ἀλλὰ δύναται μήτε πρὸς τὰ
ἀνθρώπινα πάσχειν, μήτε πρὸς τὰ θεῖα, ὅπερ ἐπὶ τῶν πρακτικῶν μόνον
ἐπισυμβαίνει καὶ μήπω γνώσεως καταξιωθέντων, ἢ φόβῳ κολάσεως, ἢ ἐλπίδι
Βασιλείας τῶν παθῶν ἀπέχονται... Ἐὰν οὖν χρονίᾳ ἀσκήσει, τῆς τε τῶν ἡδονῶν
ἐγκρατείας, καὶ τῆς τῶν θείων μελέτης κατὰ μικρὸν αὐτὸν ταύτης τῆς σχέσεως
ἀπορρήξωμεν, πλατύνεται ἐν τοῖς θείοις κατ' ὀλίγον προκόπτων καὶ τὸν πόθον
αὐτοῦ ἐπὶ τὸ θεῖον μεταφέρει ... Ἕκτη ἡμέρα ἐστίν, ἡ τῶν πρακτικῶν περὶ τὴν
ἀρετὴν τῶν κατὰ φύσιν ἐνεργειῶν παντελὴς ἀναπλήρωσις. Ἑβδόμη δὲ ἐστιν, ἡ
τῶν θεωρητικῶν περὶ τὴν ἀρετὴν ἄρρητον γνῶσιν πασῶν τῶν φυσικῶν ἐννοιῶν
ἀποπεράτωσις καὶ ἀπόλαυσις. Ὀγδόη δὲ ἡ πρὸς θέωσιν τῶν ἀξίων, μετάταξις τὲ
καὶ μετάβασις. Ὁ τὴν ἕκτην θεϊκῶς μετὰ τῶν προσφόρων ἔργων καὶ ἐννοιῶν
ἐαυτῷ συμπληρώσας ἡμέραν, καὶ αὐτὸς μετὰ τοῦ Θεοῦ καλῶς τὰ ἑαυτοῦ
συντελέσας ἔργα, διέβῃ τῇ κατανοήσσει πᾶσαν τὴν τῶν ὑπὸ φύσιν, καὶ χρόνον
ὑπόστασιν, καὶ εἰς τὴν τῶν αἰώνων, καὶ τῶν αἰωνίων μεταταξάντων μυστικὴν
θεωρίαν, σαββατίζων ἀγνώστως κατὰ νοῦν τὴν ὁλικὴν τῶν ὄντων ἀπόληψὶν τε
καὶ ὑπέρβασιν. Ὁ δὲ καὶ τῆς ὀγδόης ἀξιωθεὶς ἐκ τῶν νεκρῶν ἀνέστη, τῶν μετὰ
Θεὸν λέγω πάντων αἰσθητῶν τε καὶ νοητῶν καὶ λόγων καὶ νοημάτων, καὶ
ἔζησε τὴν τοῦ θεοῦ μακαρὶαν ζωήν, τοῦ μόνου καὶ ὄντος, οἶα καὶ αὐτὸς
γενόμενος τῇ θεώσει θεός·»63.
Ἀλλά καί ἡ κοινωνική διακονία ἀποτελεῖ μέριμνα τῶν Γερόντων64: ∆ιήγηση
ἀναφέρει ὅτι ὁ ὅσιος Σάββας ἀντί χρηματικοῦ ποσοῦ πού τοῦ προσφέρει ὁ
αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός γιά τούς μοναχούς τοῦ ἁγίου Σάββα, αὐτός τοῦ
62
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον: κεφ. 193, σ.218· κεφ. 195, σ.225· Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων
ρημάτων καί διδασκαλιῶν τῶν θεοφόρων Πατέρων...: τ.4, παρ.19, σ. 43, · τ.3, παρ.3, σ.
593· τ.3, παρ.10, σ.599· τ.3, παρ.17, σ. 600.
63
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀγίου Μαξίμου, τ.4, σ.393-400.
64
Πρβλ. Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Πίωρ: Θεραπεία βιοτικῶν ἀναγκῶν (νερό), τ.1,
σ.218· Περί Ἐφραίμ: λιμός, τ.1, σ. 222.
53
65
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ. 284.
66
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, σ. 51
67
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τοῦ παιδός τοῦ ἰδόντος τήν
ὀπτασίαν ἐν τῷ ἁγίῳ βαπτίσματι σ. 76.
54
ἀπό τόν ἄνθρωπο τῆς τότε ἐποχῆς θ' ἀποτελέσει καί τό δικό του «μέτρο» γιά
τήν ἀντιμετώπιση τῆς τυχόν δικῆς του ἀπορίας. Παραδειγματικά ἀναφέρεται ἡ
περίπτωση τοῦ μικροῦ ἀδελφοῦ πού ἀντικρούει τήν κατηγορία τοῦ μεγάλου πού
τόν κατηγορεῖ γιά πορνεία, λέγοντάς του: «δὲν νομίζω ὅτι διέπραξα τίποτε
ἄπρεπο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι βρῆκα στὸ χωριό μας μοναχοὺς ἀπὸ τὸ δόγμα τοῦ
Σεβήρου καὶ ἐπειδὴ δὲν ἤξερα ἂν εἶναι κακὸ ἐρχόμουν σὲ μυστηριακὴ κοινωνία
μαζί τους»68.
Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι πόσο ἁπλά οἱ ἄνθρωποι ἐκφράζονται καί πορεύονται.
Πιστεύουν στόν Χριστό, θεωροῦν τόν ἑαυτό τους χριστιανό ἀλλά κοινωνοῦν
ἀδιάκριτα (δέν τούς ἐνδιαφέρει ἄν αὐτός πού τούς προσφέρει τήν κοινωνία
εἶναι αἱρετικός) χωρίς νά τούς χωρίζει τίποτε ἀπό αὐτούς, κι οὔτε γνωρίζουν
πῶς θέλουν νά ἐνταφιαστοῦν ὅταν πεθάνουν, δηλ. σάν αἰγύπτιοι μοναχοί
(στούς ὁποίους εἶχε παρεισφρύσει ἡ αἵρεση τοῦ μονοφυσιτισμοῦ) ἤ σάν
Ἱεροσολυμίτες69. Ἀναφέρεται περίπτωση Γέροντα πού καθ' ὅλα ἅγιος καί
καθαρός (κι αὐτό τό ἀποδεικνύει ὅτι ὅταν ἔκανε τήν προσκομιδή στέκονταν
δεξιά καί ἀριστερά του ἄγγελοι), ὅμως τήν εὐχή τῆς προσκομιδῆς τήν εἶχε
παραλαβει ἀπό αἱρετικούς καί «ἐπειδὴ ἦταν ἄπειρος σχετικὰ μὲ τὰ θεῖα
δόγματα» τήν ἔλεγε ἐσφαλμένα χωρίς νά τό ξέρει70. Σέ ἄλλη διήγηση πάλι
διερωτῶνται ἄν πρέπει νά θεωρηθεῖ κανονικό τό βάπτισμα ἑνός ἀλλοθρήσκου
(ἐβραίου) ἑτοιμοθάνατου πού ἔζησε, διά τῆς τριπλῆς ἐπιχύσεως ἄμμου στό
ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας. Καί εὐτυχῶς ὑπάρχει πάντα ἡ συνεργία τῆς Θείας
Πρόνοιας (ὅραμα ἀγγέλου) πού βάζει τούς ἁπλούς ἀνθρώπους νά διερωτῶνται
καί νά ἐκφράζουν τίς ἀπορίες τους σέ ἁρμόδια φιλόχριστα πρόσωπα (τούς
εἰδικούς πού θά πάρουν καί ἔγκυρη γνώμη) εἴτε ἀνήκουν στό χῶρο τῆς
ἐπίσημης ἐκκλησίας (∆ιονύσιος ἐπίσκοπος Ἀσκάλωνας), εἴτε ὄχι (Γέροντες)71.
Οἱ λόγοι ἐπιλογῆς αὐτοῦ τοῦ ὑλικοῦ ἄλλοτε εἶναι φανεροί καί ἄλλοτε
λιγότερο διακριτοί ἕως καί καθόλου. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι τό ἀρχικό κριτήριο
68
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.213.
69
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.195.
70
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 232.
71
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.191-194.
55
εἶναι θεολογικό, καθώς μέλημα τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων αἰώνων ἦταν νά
δημιουργηθοῦν οἱ στέρεες βάσεις οἰκοδομῆς τῶν πιστῶν. Σημαντικό στοιχεῖο
τῆς οἰκοδόμησης αὐτῆς ἀποτελεῖ ἡ κατανόηση, ἡ διασάφιση καί συγκεκριμενο-
ποίηση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν, πού βρίσκονται σέ ἀρχικά ἀκόμη στάδια
ἐπίσημης διατύπωσης καί δέν ἔχουν ἀκόμα προλάβει ν' ἀφομοιωθοῦν ἀπό τούς
ἁπλούς πιστούς. Αὐτό συνειδητοποιεῖται μέσα ἀπό μεγάλο ἀριθμό διηγήσεων
πού ἀναφέρονται στό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, στή σύσταση τῶν
μυστηρίων καί στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Συνακόλουθο τοῦ πρώτου κριτηρίου εἶναι τό ἐκκλησιολογικό. Ἡ ἐπίσημη
Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη νά καταδείξει τό θεόπνευστο χαρακτήρα τῶν ἀποφάσεων
της, ὥστε νά κερδίσει τήν ἐμπιστοσύνη τῶν πιστῶν στό πρόσωπό της. ∆ιήγηση
ἀναφέρει: Ὁ πάπας Ρώμης Λέων ὅταν ἔγραψε ἐπιστολή πρός τόν Φλαβιανό
Κων/λεως ἐναντίον τοῦ Εὐτυχῆ καί Νεστορίου τήν ἔβαλε πάνω στόν τάφο τοῦ
ἀποστόλου Πέτρου «καὶ καταγινόμενος μὲ νηστεῖες, δεήσεις καὶ χαμευνίες»
παρακαλοῦσε: «ὅτι παράλειψα σὰν ἄνθρωπος διόρθωσε σὺ ὁ ἴδιος πού σοῦ
ἔχει ἐμπιστευτεῖ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ θρόνο ὁ Κύριος καὶ Θεὸς καὶ Σωτήρας μας
Ἰησοῦς Χριστὸς»· μετά ἀπό σαράντα μέρες τοῦ φανερώθηκε ὁ ἀπόστολος
Πέτρος καί τοῦ εἶπε: «∆ιάβασα καὶ διόρθωσα» καί τή βρῆκε ὄντως διορθωμένη
ἀπό τό χέρι τοῦ ἀποστόλου.72.
Στήν Ἐκκλησία τοῦ Βυζαντίου ἀρχίζουν νά διαφαίνονται καί ἄλλα
προβλήματα πού θά ὁδηγήσουν λίγους αἰῶνες μετά στό Σχίσμα τῶν
Ἐκκλησιῶν. Ἡ ὑπό τοῦ Ρώμης Λέοντος Α´ εἰσαχθεῖσα καινοφανής ἰδέα τῆς
Πετρείου ἀποστολικότητας τῶν θρόνων Ρώμης, Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας
ἀποσκοποῦσε στόν περιορισμό τοῦ κύρους τοῦ θρόνου τῆν Κωνσταντινούπολης,
μή διαθέτοντος Πέτρειον ἀποστολικότητα καί στή προβολή τῆς ἐξαιρετικῆς
αὐθεντίας τῶν ἀμέσων διαδόχων τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου ἐπισκόπων Ρώμης ἐν
τῷ δικαίῳ τῶν χειροτονιῶν καί κρίσεως ἐπισκόπων ἐφ' ὁλοκλήρου τῆς
Ἐκκλησίας. Ὁ ἀγώνας ὅμως αὐτῶν τῶν ἐπισημοτάτων θρόνων δέν προσέκρου-
σε μόνο στήν μητροπολιτική πολυαρχία ἀλλά καί στίς σχέσεις τῶν ἴδιων τῶν
ἐπισκόπων αὐτῶν τῶν ἐπισημοτάτων θρόνων, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχαν κανονικῶς
72
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 147, σ.161.
56
73
Β. Φειδᾶ, Ὁ Θεσμός τῆς πενταρχίας Ι. Προϋποθέσεις διαμορφώσεως τοῦ θεσμοῦ (ἀπ’ ἀρχῆς
μέχρι τό 451), Ἀθῆναι 1977, σ. 240-242 καί 319-322.
74
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 149, σ.164.
57
75
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Φωκᾶ, α, σ’.124.
76
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 26, σ.32.
58
77
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 29, σ.35.
59
78
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 38, σ. 45.
79
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 311-312.
60
80
P.G. 106, 1335.
81
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, σ. 46-48.
61
82
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXXVIII, σ.82.
83
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, σ. 36, 48-49.
84
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXXVIII, σ.81.
62
τους τὸ ἅγιο μοναστήρι τοῦ Σινᾶ καὶ νὰ διώξουν ἀπὸ ἐκεῖ τοὺς εὐσεβεῖς καὶ
ὀρθοδόξους καλογέρους. Ἦρθαν λοιπὸν μερικοὶ ἀπὸ δαύτους στὸ Μοναστήρι
λέγοντας πὼς ἔφτασαν ἐδῶ γιὰ νὰ προσκυνήσουν. Τότε οἱ Πατέρες τῆς μονῆς
μὴ γνωρίζοντας τὸ δόλιο σκοπό τους καὶ τὴν πανουργία τους, τοὺς δέχτηκαν μὲ
καλὴ καρδιὰ καὶ μὲ ἀγάπη παρ' ὅλο ποὺ ἦταν αἱρετικοί. Καὶ ἐκεῖνοι δίχως νὰ
εἰδοποιήσουν ἢ νὰ πάρουν ἄδεια ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Μονῆς, ἀνέβηκαν στὴν
Ἁγία Κορυφὴ κ' ἐκεῖ ἐλειτούργησαν. Καθὼς ὅμως προχωροῦσαν τὴ λειτουργία
τους κ' ἔφτασαν στὴν ὥρα τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου παρατηροῦσαν παράξενα
πράγματα...»85.
Στήν 1ῃ τοῦ μηνός Ἰουνίου, ∆ιήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου
ὀνομαζομένου86, γίνεται προσπάθεια πολιτικῆς προβολῆς προσώπου καί τῆς
οἰκογένειάς του ὅπως καί θεσμῶν (εὐνοῦχοι) πού παρ' ὅτι ἐπιβίωναν δέν ἦταν
ὅτι τό καλύτερο: «Εἰς τὴν τοποθεσίαν τῆς ἐν τῇ Γαλατίᾳ Παφλαγονίας ἦτο
γεωργὸς τις Μέτριος ὀνομαζόμενος...» καί: α) Ἦταν ἄτεκνος: «οὗτος βλέπων
τὸν γείτονὰ του ὅτι εἶχε παιδὶα ἀρσενικά, τὰ ὁποῖα ἐπεμελεῖτο νὰ τὰ εὐνουχίσῃ
καὶ νὰ τὰ ἀποστείλῃ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, διὰ νὰ γείνωσιν εὐνοῦχοι καὶ
ἀξιωματικοὶ εἰς ὑπηρεσίαν τῶν κατὰ καιρῶν βασιλέων καὶ τρωθεὶς ἀπὸ τὸν
ὅμοιον ἐκείνου ζῆλον, παρεκάλεσε τὸν Κύριον λέγων 'Κύριε, ἂν καὶ ἐγὼ ὁ
δοῦλος σου ἦμαι ἄξιος, χάρισον καὶ εἰς ἐμὲ παιδίον ἀρσενικὸν διὰ νὰ ἔχω καὶ
ἐγὼ στήριγμα καὶ βακτηρίαν τοῦ γηρατείου μου, καὶ διὰ νὰ δοξάσω τὸ ὄνομά
σου τὸ ἅγιον'». β) Κατά τό ἐτήσιο πανηγύρι τῆς Παφλαγονίας καθώς ὁ Μέτριος
γυρίζει μέ τήν ἅμαξά του, ἀφοῦ εἶχε πωλήσει τήν πραμάτεια του, βρίσκει στό
δρόμο του «βαλάντιον παλαιόν, τὸ ὁποῖον ἐμπεριεῖχε χίλια πεντακόσια
φλωρὶα». Τό φέρνει στό σπίτι του, τό: «ἀπέθεσε σὲ τόπον ἀσφαλῆ χωρὶς νὰ
ἐμπιστευθῇ νὰ εἴπῃ δι' αὐτὸ εἰς κανένα καὶ χωρὶς νὰ τὸ ἀνοίξῃ οὔτε αὐτὸς ὁ
ἴδιος καὶ νὰ ἴδη τί καὶ πόσα ἐμπεριέχει». Περνάει ἕνας ὁλόκληρος χρόνος καί
κατά τήν πανήγυριν τῆς ἑπομένης χρονιᾶς συναντάει στό δρόμο του ἕνα
δυστυχισμένο ἄνθρωπο πού μέσῳ διαλογικῆς συζήτησης φθάνει στό ζητούμενο
πού εἶναι ὅτι ὁ δυστυχής ἀποτελεῖ τόν κάτοχο τοῦ χαμένου «βαλαντίου», πού
ὅπως τοῦ ἀποκαλύπτει περιεῖχε 1500 φλουριά. Ὁ γεωργός τοῦ δίνει πίσω τό
85
Π. Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, σ. 72.
86
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 178-179.
63
87
Κ. Μέντζου, Βυζαντινή Ἁγιολογική Βιογραφία. Ἡ ἀγιολογική Βιογραφία στό Βυζάντιο καί ἡ
σημασία της στήν πολιτιστική ἰστορία τῆς Ν.Α. Εὐρώπης, σ.31-34· πρβλ. Εἰρ. Χρήστου,
Αὐτοκρατορική Ἐξουσία καί πολιτική πράξη. Οἱ παραδυναστεύοντες. Τιτλοῦχοι καί πολιτικοί
ἀξιωματοῦχοι (780-1025) (δ.δ.), Ἀθήνα 2001.
65
88
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ. 124.
89
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXIX, σ. 77.
66
90
Β. Φειδᾶ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τἐχνη, σ.44.
91
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.16-17.
92
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 278-280.
93
Ἑβρ. ζ’,12.
67
ἐμοὶ σίτου μὲν χιλιάδες πολλαί, χρυσίου δὲ λίτραι ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα.
Ταῦτα δέομαι δοθῆναι παρά σοῦ τῷ Χριστῷ εἰ μόνον ἄξιος κριθείην τῆς Αὐτοῦ
διακονίας, διὰ τῆς σῆς ἁγίας χειροτονίας· εἴρηται γὰρ που τοιοῦτον παρά τοῦ
Ἀποστόλου λεχθέν, ἐξ ἀνάγκης καὶ νόμου μετάθεσις γίνεται».
Φανερό λοιπόν εἶναι ὅτι στόν ἐπίσημο ἐκκλησιαστικό χῶρο ὑπάρχουν
διαφόρων εἰδῶν προβλήματα πού ὀφείλονται στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ὁ
πνευματικός ταγός ὅμως (πατριάρχης) πρέπει νά εἶναι ἄξιος τῶν περιστάσεων
καί νά μήν κλονίζεται ἀπό λανθασμένες συμπεριφορές.
Ὁ πατριάρχης δέν τοῦ ἀπαντᾶ μέσῳ ἐπιστολῆς ἀλλά τόν καλεῖ προσωπικά
λέγοντάς του: «ἡ μὲν προσαγωγή σου τέκνον, πολλὴ καὶ τῷ νῦν καιρῷ
ἀναγκαία, ἐπίμωμος δέ, καί δι' αὐτὸ τοῦτο καί ἀπαράδεκτος». Μέ ἄλλα λόγια, ἡ
πρόθεση καί τά ἐλατήρια εἶναι ταπεινά καί τήν καθιστοῦν ἀπαράδεκτη. Ἡ
ἀπάντηση δέ στή χρήση τοῦ ἀποστολικοῦ χωρίου εἶναι ὅτι ὁ Ἀπόστολος τό εἶχε
πεῖ γιά ἄλλο λόγο πού ἀφοροῦσε τήν Παλαιά ∆ιαθήκη· καί ὅτι στήν προκείμενη
περίπτωση ἐφαρμόζεται αὐτό πού λέει ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος: «Ὅστις γὰρ
ὅλον τὰν νόμον τηρήσῃ, πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί, γέγονε πάντων ἔνοχος»94· ἡ τελική
ἀπόφαση τοῦ πατριάρχη εἶναι ὅτι ὁ Θεός ποτέ δέν ἐγκαταλείπει τά
δημιουργήματά του καί: «οὐκ ἔστι σοι μερίς, οὐδέ κλῆρος ἐν τούτῳ τῷ μέρει»
(ἀποπομπή σαθροῦ ποιμένα/ριζική λύση/ποιμαντική διάσταση).
Αἰτία κατάκρισης καί φαινόμενο σύνηθες τῆς ἐποχῆς -ἀφοῦ ἀποτελεῖ
ἀντικείμενο διηγήσεων- ἡ σχέση μοναχῶν ἀλλά καί κληρικῶν μέ τό ἄλλο
φύλο στά πλαίσια τοῦ πειρασμοῦ τῆς πορνείας. Ἡ γραμμή πού προτείνεται ἀπό
τόν συμπιλητή μέσα ἀπό τό σχετικό ὑλικό στό βίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ
Ἐλεήμονα εἶναι νά ἀποφεύγονται οἱ ἐναντίον τῶν μοναχῶν καί κληρικῶν
κατηγορίες, πού ἐπικυρώνεται καί μέ τήν ἰσχύ τῆς αὐτοκρατορικῆς ρήσης τοῦ
Μεγάλου Κωνσταντίνου στήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο ὅταν κατηγορήθηκαν
ἐπίσκοποι γιά πορνεία: «κᾂν πορνεύοντι Ἐπισκόπῳ ἢ Μοναχῷ περιέτυχον, τὴν
χλαμύδα τὴν ἐμὴν ἀνασχών, ἐπέθηκα ἂν αὐτῷ, ὥστε μὴ ὑπό τινος ὀφθαλμοῦ
ὀφθῆναι·»95. Οἱ ἀναφορές διηγήσεων ἀποδεικνύουν ὅτι πολλές φορές «τά
φαινόμενα ἀπατοῦν» καί ὅτι τά συμπεράσματα εἶναι βιαστικά, καθώς: «οὕτω
94
Ἰακ. β’,10.
95
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.10.
68
σχεδὸν οἱ ἄνθρωποι ἕτοιμοι πιστεῦσαι ταῖς ὑπονοίαις, καὶ μάλιστα φαῦλοι καὶ
μοχθηροὶ ὄντες, καὶ οἴκοθεν ἔχειν τὰς τοῦ πιστεύειν ἀφορμὰς δυνάμενοι·
εὐθὺς γὰρ ὥς περ ἑαυτοὺς ἐκ τοῦ ἐγγυτάτου λαμβάνοντες μάρτυρας,
κατηγοροῦσι τῶν ἄλλων ραδίως, ἅμα μὲ τοῖς τοιούτοις νοήμασί τε καὶ ῥήμασιν
ἐντρυφᾶν βουλόμενοι, ἅμα δὲ καὶ ἑτέρους εἰς μοχθηρίας ὁμοίους ἔχειν
ἐπιθυμοῦντες, καὶ οὕτω φεύγειν σπουδάζοντες τὰς ἐκ τοῦ συνειδότος
πληγάς.»96. Παραδειγματικά ἀναφέρονται: Ἡ ἱστορία μοναχοῦ πού ἔφερε μαζί
του ὡραία γυναίκα καί κατηγορήθηκε ἄδικα, ἀκόμη καί ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἰωάννη
τόν Ἐλεήμονα Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας, ἀφοῦ ἦταν εὐνοῦχος καί στήν
πραγματικότητα ἡ γυναίκα ἦταν ἑβραία πού τήν ἔκανε χριστιανή (περίπτωση
ἐκχριστιανισμοῦ). Ἡ περίπτωση τοῦ Γέροντα Βιταλίου πού ἐργαζόμενος ἔδινε τό
μισθό του στίς πόρνες πού εἶχε καταγράψει σ' ὅλη τήν Ἀλεξάνδρεια καί
στάθηκε ἀφορμή γιά πολλές πόρνες νά σωθοῦν: «... κατὰ μίαν τῶν νυκτῶν εἰς
μίαν τῶν πορνῶν πορευόμενος ἐδίδου, λάβε ταυτὶ λέγων, καὶ τήρησόν μοι τῇ
νυκτί τῇ δε σεαυτὴν ἀμόλυντον. Καὶ οὕτω ποιῶν, διετέλει παρ' ὅλην τὴν νύκτα
πρὸς τῇ γωνίᾳ τοῦ καταγωγίου τῆς γυναικός ἐκείνης ἱστάμενος, γόνυ τε
κλίνων, καὶ τὴν γλῶσσαν ἄπαυστον τοῖς ψαλμοῖς ἐπιτρέπων, καί χεῖρας
ἱκεσίους αἴρων ὑπὲρ αὐτῆς πρὸς τὸν Θεὸν, ἕωθεν δὲ ἐξιών ὅρκοις αὐτὴν
κατελάμβανε, μηδενὶ τοῦτο ποιῆσαι καταφανές.»97.
Γίνεται προσπάθεια σέ ἀρκετό ἀριθμό διηγήσεων νά καταφανεῖ πώς οἱ
Γέροντες θεωροῦσαν ἀσυμβίβαστο μέ τόν ἑαυτό τους νά χριστοῦν ἱερεῖς ἤ
ἀκόμη καί ἐπίσκοποι, καθώς πίστευαν ὅτι μ' αὐτό τόν τρόπο: «ἐδεδοίκει μήτι
γένηται αὐτῷ πρὸς φιλοσοφίαν ἐμπόδιον, οἶον τι φορτίον ἡ τῆς ἱερωσύνης
φροντὶς ἐπισαχθεῖσα τῷ βίῳ»98. Σύνηθες τό σκηνικό γιά νά ἀποφύγει ὁ Γέρων
τή χειροτονία νά φεύγει κρυφά καί νά κρύβεται στούς ἀγρούς, νά καταδιώκεται
ἀκόμη καί ἀπό τά ζῶα: ὄνος βόσκωντας μαρτυρᾶ τήν κρυψώνα τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ,
καί στό τέλος χειροτονεῖται· ὁ ἀββᾶς Ματόης παρ' ὅτι χειροτονεῖται ἱερέας
μαζί μέ τόν ἀδελφό του ἀπό τόν ἐπίσκοπο Μαγδάλων δέν πλησιάζει στό
96
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.12.
97
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.10.
98
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Γρηγορίου Θαυματουργοῦ, τ.4,
παρ.2, σ. 479.
69
99
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.5, σ.484.
100
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 5, σ.477.
101
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.479.
70
νομίμων ἐπ' αὐτῷ τελεσθέντων»102. Ἡ ὀπτική γωνία τῆς διήγησης δίνει καί τήν
ἐπιθυμητή ἐξέλιξή της.
Τά ἐπιτίμια καί οἱ ἀφορισμοί εἶναι καταστάσεις πού ἀπασχολοῦν τή ζωή τῶν
κληρικῶν καί τῶν μοναχῶν103: «Ὅτε ἐτελεῖτο ἡ θεία λειτουργία καί ὁ διάκονος
ἐφώναζε τό, ὅσοι κατηχούμενοι προέλθετε, ὢ τοῦ θαύματος! εὐθὺς ἔβλεπον
ὅλοι ἐν τῇ λειτουργίᾳ εὑρισκόμενοι, ὅτι τὸ κιβώτιον (σωρός μάρτυρος) ἀφ'
ἑαυτοῦ κινούμενον χωρὶς νά πιάσῃ τις αὐτό, ἐξήρχετο ἔξω ἀπὸ τὸ βῆμα καὶ ἀπὸ
τὸν ναόν, καὶ ἔστεκεν εἰς τὸν νάρθηκα, ἕως εἰς τὴν ἀπόλυσιν τῆς λειτουργίας·
ἀφ' οὗ δὲ ἡ λειτουργία ἐτελείωνε, τότε καὶ τὸ κιβώτιο ἀφ' ἑαυτοῦ κινούμενον
ἔμβαινε πάλιν μέσα εἰς τὸν ναὸν καί εἰς τὸ ἅγιον βῆμα. Τοῦτο τὸ θαυμάσιον
γινόταν εἰς κάθε λειτουργίαν... καὶ ἔκαμνε τούς βλέποντας νὰ θαυμάζωσι καὶ
νὰ ἐκπλήττωνται». Ἡ διήγηση στό Μηναῖο ἀναφέρεται σέ μοναχό πού τό
ἐπιτίμιο τοῦ τό εἶχε δώσει ὁ Γέροντάς του, ἐνῶ στοῦ Ἀναστασίου μοναχοῦ
ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., πρόκειται περί πρεσβυτέρου πού
τόν ἀφορισμό τοῦ τόν ἔδωσε ἐπίσκοπος. Τό κείμενο τοῦ Μηναίου πού ὑπάρχει
στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία τοῦ Φίλωνα ἀναφέρεται σέ διωγμό τοῦ 238, ἐνῶ
τό ἄλλο κείμενο ἀναφέρεται σέ διωγμό ἐπί Μαξιμίνου, δηλ. μεταξύ 308-311.
Πάντως αὐτό πού ἐνδιαφέρει εἶναι, ὅτι σέ χρονικό διάστημα περίπου ἑνός
αἰώνα, τά προβλήματα κανονικοῦ δικαίου (διοικήσεως) πού χρήζουν λύσεως
εἶναι τά ἴδια: «Ὅσα δήσετε ἐπί τῆς γῆς ἔσονται δεδεμένα ἐν τοῖς οὐρανοῖς»104.
Ἡ ἐξήγηση λοιπόν βρίσκεται στό ὅτι ὁ μάρτυρας ναί μέν στέφθηκε μέ τό
στέφανο τιμῆς γιά τό μαρτύριο του, ὅμως στόν πρότερο βίο του εἶχε πέσει σέ
δύο ἀτοπήματα: α) ἀνυπακοή στό Γέροντά του (ἤ ἐπίσκοπο) μέ συνέπεια ἐπιβολῆς
ἐπιτιμίου καί β) καταφρόνηση ἐπιτιμίου καί φυγή του (μέ συνέπεια νά συλληφθεῖ
ἀπό εἰδωλολάτρες καί νά μαρτυρήσει). Τό μαρτύριο του δέν αἴρει τήν ἰσχύ τῶν
σφαλμάτων του, οὔτε τήν ἰσχύ τῶν νόμων (ἐπιτίμιο). Ἡ ἐπαναφορά στό σωστό
102
πρβλ. πρεσβυτέρου Κ. Παπαδόπουλου, Λειτουργικά Σημειώματα, σ. 5-7, ἀνάτυπον ἐκ τῆς
«Κληρονομίας» τ. 12, τεῦχος Α’, Πατριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη
1980.
103
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, 15ης τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Μνήμη
ἀθλήσεως μοναχοῦ τινός καί μάρτυρος καἰ ὠφέλιμος διήγησις περί αὐτοῦ, τ.1, σ.133-134.
Τό ἴδιο ὑλικό ἱστορίας συναντᾶται Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα
ψυχωφελῆ, O. C. 1903, ∆ιήγηση LIV, σ. 79.
104
Ματθ. 16,19.
71
τρόπο ζωῆς (μαρτύριο παρά θυσία στά εἴδωλα) εἶναι σεβαστή καί ἐκτιμητέα,
ὅμως δέν διαγράφει τό παρελθόν: «διὰ τοῦτον ἐπειδὴ μὲν ἐβασανίσθη καὶ
ἀπεκεφαλίσθη διὰ τὸν Χριστὸν, ἔλαβε τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον, ἐπειδὴ δὲ
εἶχε δεσμὸν διὰ τοῦτο δὲν συγχωρεῖται νὰ στέκῃ μέσα εἰς τὸ ἅγιον βῆμα ὅταν
τελῆται ἡ θεία λειτουργία. Καὶ ἂν ὁ γέρον ὅστις ἔδεσεν αὐτὸν δὲν τὸν λύσῃ,
ἀπὸ ἄλλον τινὰ δὲν ἠμπορεῖ νὰ λυθῇ»105. Ἡ ἰσχύς τοῦ ἐπιτιμίου τοῦ Γέροντα πού
βασίζεται στήν ἀποστολική διαδοχή τοῦ «δεσμεῖν καί λύειν» καί ἡ μή ἐκτέλεσή
του (ἀνυπακοή), εἶναι τό κλειδί τοῦ θέματος. Ὁ Γέρων πού ἔδωσε τό ἐπιτίμιο
(πού δέν ἀποτελεῖ τιμωρία ἀλλά παιδαγωγία) μαθαίνοντας ἀπό τόν
ἀγγελιοφόρο Γέροντα τήν ὑπόθεση, προστρέχει στό λείψανο τοῦ πνευματικοῦ
του παιδιοῦ ἔστω καί ἀνυπάκουου μέ πατρικό ἐνδιαφέρον, τό ἁσπάζεται (δεῖγμα
ἀγάπης) καί τοῦ δίνει συγχώρηση. Ἡ συγχώρηση καί τό ἔλεος εἶναι γιά ἀκόμη
μιά φορά πιό δυνατά. Ἡ τάξη ἐπανέρχεται: «...καὶ λοιπὸν ἀπὸ τότε καὶ ὕστερον
ἔμενεν ὁ μάρτυς ἀκίνητος μέσα εἰς τὸ ἅγιον βῆμα, ὅταν ἐτελεῖτο ἡ θεία
λειτουργία»106.
Στή διήγηση ἴσως ὑποκρύπτεται καί γενικώτερο πρόβλημα σχέσης ἀνάμεσα
σέ Γέροντα-ὑποτακτικό, ἡγούμενο-μοναχό, ἐπίσκοπο-πρεσβύτερο ἤ διάκονο,
δηλ. σχέσεις πού ἀφοροῦν τή διοίκηση καί ἰσχύ τῶν ἀποφάσεων τῶν
προϊσταμένων ἔναντι τῶν ὑφισταμένων. Ἴσως καί σέ τέτοιου εἴδους διενέξεις
πρέπει ν' ἀναζητηθοῦν τά αἴτια τῆς ὑποχώρησης τοῦ ἀναχωρητισμοῦ καί στή
διαμόρφωση τοῦ κοινοβιακοῦ καταστατικοῦ. Σέ κάθε ὀργανωμένο καθεστώς
ὑπάρχουν τά προβλήματα κι αὐτό ὀφείλεται στήν ἀνθρώπινη προαίρεση. Ὁ
ρόλος τῶν ἱερῶν κανόνων καί διατάξεων ἀποτελεῖ σημεῖο ἱερό καί ἀπαράβατο:
«καὶ ἂν ὁ γέρων ὅστις ἔδεσεν αὐτὸν δὲν τὸν λύσῃ, ἀπὸ ἄλλον τινά δὲν
ἠμπορεῖ νὰ λυθῇ»107. Ὅμως ἐπειδή ἡ ζωή εἶναι ἀπρόβλεπτη καί οἱ ἱεροί
Κανόνες πάντα προνοοῦν, κατ' οἰκονομίαν ἔρχονται νά θέσουν μία παράμετρο
ἐπεκτατική πού θά μπορεῖ νά δίνει τή δυνατότητα ἄρσης τοῦ ἐπιτιμίου καί ἀπό
ἀρχιερέα, ἄν ὁ διδών αὐτό ἔχει ἀποβιώσει: «τοῦτο νοεῖται ἐὰν ὁ γέρων ἦναι
ζωντανός, εἰ δὲ αὐτὸς ἀποθάνῃ, δύναται καὶ ἀρχιερεὺς νὰ λύσῃ τὸν
105
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.134.
106
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.134.
107
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.134.
72
108
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.134.
109
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ. 58-61.
110
Α. Ἀλεβιζάτου, Οἱ Ἱεροί Κανόνες καί οἰ Ἐκκλησιαστικοί Νόμοι, Ἐν Ἀθήναις 19492, γιά τό
ἐπιτίμιο βλ. παρ. 158, 159, 162, 163, 195, 422, 465, 478, 479 καί γιά τόν ἀφορισμό
παρ. 122, 139, 141,143, 501, 511, 520.
111
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.81
112
Πρβλ. Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903,
διήγηση LVΙΙ, σ. 84, πού εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἴδια διήγηση μέ τό Λειμωνάριον, κεφ.192, σ. 216-
218 καί ἀναφέρεται στή παρακοή μοναχοῦ πρός τήν ἐντολή τοῦ πάπα Ρώμης Γρηγορίου γιά
ἀκτημοσύνη καί τιμωρία του μέ ἀφορισμό καί στή συνέχεια ὁ μοναχός πεθαίνει χωρίς νά
ἀρθεῖ ὁ ἀφορισμός· ὅταν τό μαθαίνει ὁ πάπας τό γεγονός «λύει» αὐτόν, ὡς εὐχή γραμμένη
σέ «πιττακίῳ» (σ.85) καί τό δίνει στόν ἀρχιδιάκονο νά τό βάλει πάνω στόν τάφο τοῦ
73
Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὑποβιβασμό τῆς ἀξίας τοῦ ἀναχωρητισμοῦ καί
ἐπισημαίνεται ἀπό τίς διηγήσεις: Κοινοβιάρχης ρωτάει τόν πάπα Ἀλεξανδρείας
Κύριλλο: «...τὶς μείζων ἐν πολιτείᾳ, ἡμεῖς οἱ ἔχοντες ἀδελφούς ὑφ' ἑαυτοὺς καὶ
διαφόρως ἕκαστον χειραγωγοῦντες εἰς σωτηρίαν ἢ οἱ ἐν ἐρήμῳ ἑαυτοὺς
μόνους σώζοντες; Ἀπεκρίθη ὁ Πάπας· ἀνὰ μέσον Ἠλία καὶ Μωϋσέως οὐκ ἔστι
διακρῖναι, ἀμφότεροι γὰρ εὐηρέστησαν τῷ Θεῷ»116. Ὁ Ἠλίας ἀντιπροσωπεύει
τόν τύπο τοῦ ἀναχωρητῆ καί ὁ Μωϋσῆς αὐτόν πού χειραγωγεῖ ψυχές.
Σέ ἱστορία δύο φίλων πού ἀποφάσισαν νά γίνουν μοναχοί διαλέγοντας ὁ
ἕνας τόν ἀναχωρητικό τρόπο καί ὁ ἄλλος τόν κοινοβιακό, ὁ ἐπιλέξας τό
κοινόβιο παρεκάλει τό Θεό νά τοῦ ὑποδείξει γιατί ὁ ἀναχωρητής θαυματουργεῖ
ἐνῶ αὐτός δέν ἀξιώθηκε τοῦ ἐλαχίστου ἀξιώματος. Καί τότε: «...ὤφθη αὐτῷ
Ἄγγελος Κυρίου λέγων, ὅτι ἐκεῖνος τῷ Θεῷ καθέζεται στενάζων καὶ κλαίων
ἡμέρας καὶ νυκτός, πεινῶν καὶ διψῶν διὰ τὸν Κύριον· σὺ δὲ πολλὰ μεριμνῶν
ἔχεις τὴν τῶν πολλῶν συντυχίαν, καὶ ἀρκεῖ σοι ἡ παράκλησις τῶν
ἀνθρώπων»117.
Οἱ τόποι προσκυνήματος καθαγιάζονται ἀπό τά ἴδια τά ἱερά λείψανα πού
ἀποκαλύπτονται μέ τήν βοήθεια τῆς Θείας Χάριτος. Τό ὄνειρο –διηγηματικό
ὑλικό- ὑποδεικνύει καί καθοδηγεῖ σ’ αὐτούς: ὁ ἀββᾶς Γεώργιος, ὁ
ἀρχιμανδρίτης τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου διηγεῖται ὅτι ὅταν ἦταν νά
οἰκοδομήσουν τό ναό τοῦ ἁγίου Κήρυκα στή Φασιλαΐδα καί ἔσκαβαν τά
θεμέλια, τοῦ ἐμφανίζεται στόν ὕπνο του ἕνας μοναχός νά τοῦ λέει: «πὲς κύριε
ἀββᾶ Γεώργιε τόσο εὔκολα ἀποφάσισες μετὰ τόσους κόπους καὶ τόση ἄσκηση
νὰ μὲ ἀφήσεις ἔξω ἀπὸ τὸ ναὸ ποὺ κτίζεις;»· καί ὅταν τόν ρώτησε ὁ ἀββᾶς
ποιός εἶναι, ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Πέτρος ὁ βοσκὸς τοῦ ἁγίου
Ἰορδάνη». Ὁ ἀββᾶς Γεώργιος τότε μεγάλωσε τήν περίμετρο τοῦ ναοῦ καί
καθώς ἔσκαβε βρίσκει τό σῶμα του θαμμένο, ὅπως τό εἶδε στόν ὕπνο του. Κι
ὅταν οἰκοδόμησε τήν ἐκκλησία, ἔκανε ὡραιότατο μνημεῖο στό δεξιό περίστοο.
Κι ἐκεῖ τόν ἔθαψε118. Ὑπάρχει περίπτωση ὁ ναός τοῦ ἱερομάρτυρα (περίπτωση
Ἰουλιανοῦ) νά εἶναι φθαρμένος καί νά χρειάζεται ἐπισκευή καί μέσῳ ὁράματος
116
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 99.
117
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 37, σ.100.
118
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 92, σ.103.
75
119
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ 146, σ.160.
120
Α. Σταυρόπουλου, Φάκελος Μαθήματος Ποιμαντικῆς (Γυμνάσματα ποιμαντικά), Ἀθήνα 2001,
σ.129-138.
121
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Μακαρίου Αἰγυπτίου, λγ’, σ.69.
122
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Παφνουτίου, γ’, σ.105.
123
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἀρσενίου, λς’, σ.10 καί Ρωμαίου σ.108
ὅπου τό θέμα εἶναι τό ἴδιο ἁπλῶς ἡ περιγραφή τοῦ ὑλικοῦ τροποποιεῖται.
124
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ. 1, σ. 122 καί Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων
Γερόντων, σ. 71-74.
125
Historia Monachorum in Aegypto, σ.76.
76
126
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σεραπίωνος, α’, σ. 117-118, Τιμοθέου
σ.122· Εὐεργετινοῦ, τ.1, σ. 31.
127
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σάρρας σ.119-120, Συγκλητικῆς, σ.
120-122· Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί τῆς ἁγίας Μελανίας τ.2, σελ. 35-39.
128
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.39-45.
129
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.54.
130
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.48.
131
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, 56-61.
132
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.60.
77
133
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 77, σ.83-85 καί κεφ.78, σ. 85-88· βλ. Α. Ἀλεβιζάτου, Οἱ
Ἱεροί Κανόνες καί οἰ Ἐκκλησιαστικοί Νόμοι, Ἐν Ἀθήναις 19492, παρ. 422, 423.
78
Ἀπελθὼν οὖν ἐξύρισε τὴν ἑαυτοῦ κεφαλήν, καὶ τὴν ὄψιν ἄχρι τῶν ὀφρυδίων
καὶ ἐπῆρεν ὅλην ἐκείνην τὴν ὡραιότητα, καὶ περιβαλλόμενος φακιόλιον
ἀνέρχεται πρὸς τὴν γυναῖκα καὶ εὑρίσκει αὐτὴν ἀνακειμένην καὶ τὸν ἄνδρα
αὐτῆς παρακαθήμενον αὐτῇ· καὶ ἀποκαλύψας δείκνυσιν αὐτοῖς τὴν κεφαλὴν καὶ
τὸ πρόσωπον, καὶ εἶπεν· οὕτως ἐποιήσέ μοι ὁ Κύριος. Ἐκείνη δέ, ὡς εἶδεν αὐτὸν
ἐκ τοιαύτης μορφῆς εἰς τοιαύτην ἀμορφίαν ἐθαύμασε· καὶ τοῦ Θεοῦ συνεργοῦ-
ντος διὰ τὴν ἀγαθὴν τοῦ Μαγιστριανοῦ προαίρεσιν, ἤρθη ἀπ' αὐτῆς ὁ πόλεμος
καὶ εὐθέως ἀνέστη μηκέτι ὑπό τῶν λογισμῶν ἐκείνων ὀχληθεῖσα· ὁ δὲ
Μαγιστριανὸς συνταξάμενος αὐτοῖς ἀπῆλθε καὶ οὐκέτι προσέθετο ἐλθεῖν πρὸς
αὐτούς.»134. Ἡ εἰλικρίνεια συζύγων καί ἡ ἀπό κοινοῦ ἀντιμετώπιση προβλήματος,
ἡ ψύχραιμη ἀντιμετώπιση χωρίς ἐντάσεις ἐκ μέρους τοῦ συζύγου καί ὁ
διάλογος μέ τήν αἰτία τοῦ προβλήματος, δηλ. τό «τρίτο πρόσωπο», ἡ ἀγαθή
προαίρεση τοῦ ἀντιζήλου, ἡ πίστη στήν ἀπό Θεοῦ βοήθεια καί ἡ λύση τῆς
ἀπομάκρυνσης τοῦ ἀντιζήλου γιά τή σωτηρία τοῦ γάμου, ἴσως θ' ἀποτελοῦσε
βιβλιογραφικό ὑλικό γιά κάθε σύγχρονο σύμβουλο γάμου...135.
Στή διήγηση Μάγνα Ἀγκύρας136, διαπιστώνεται μιά ἄλλη διάσταση τοῦ
γάμου, ὁ λευκός (χάριν παρθενίας): «Βίᾳ γάρ συναφθεῖσα παρὰ τῆς ἰδίας
μητρός ἀνδρί, δελεάσασα τοῦτον καὶ ὑπερθεμένη, ὥς φασιν οἱ πολλοί,
μεμένηκεν ἄψαυστος». Ὁ Ἀμμοῦν ὁ Νιτριώτης πάλι137, νυμφεύεται ὕστερα ἀπό
ἐπιμονή τοῦ θείου του καί τή πρώτη νύχτα τοῦ γάμου του πείθει τή γυναίκα του
(ἔχοντας τήν Ἁγία Γραφή στά χέρια) νά συνεχίσουν τή παρθενική ζωή, ζώντας
ἀρχικά μαζί σάν μοναχοί στό ἴδιο σπίτι (γιά δεκαοκτώ χρόνια) καί στή συνέχεια
χωριστά κατά τή θέληση τῆς συζύγου του.
Τό ποικιλότροπον τῆς θεματολογίας τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων
ὁριοθετοῦν τό χαρακτήρα τους. Παρουσιάζονται ὡς συλλογιστικές
ἀναπαραστάσεις πού ἐκφράζουν τίς παραδοσιακές νοοτροπίες ἀλλά καί ὡς
ἀτομικές μαρτυρίες γιά τή ζωή ἑνός ἀνθρώπου. Ἀποτελοῦν πολιτισμικά
134
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 25-29, σ.473.
135
πρβλ. Th. Bovet, Ὁ Γάμος. Μτφρ. Τ. Γ. Ζαννῆ, ἐκδ. Ἡ Ἔλαφος, Ἀθῆναι 1968· Α.
Σταυρόπουλου, Ποιμαντική προετοιμασία τῶν μελλονύμφων, Ἀθῆναι 1971.
136
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 66.
137
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 64-69. Πρβλ. π. Κ. Παπαδόπουλου, εἰσήγηση του στό
Συνέδριο Ἡ συνάντηση τῶν φύλων, Κολυμπάρι Χανίων 14-18 Ἰουλίου 1988, μέ τίτλο Ἡ
ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος στο παρελθόν, σ.26-27.
79
φαινόμενα πού συνδυάζουν τήν κίνηση καί τήν ἀκινησία καί ἐπιτρέπουν τή
μελέτη τοῦ πολιτισμοῦ ὡς ἱστορίας138. Σκοπός αὐτῆς τῆς ἔρευνας εἶναι νά
περιγράψει τίς ἐπιλογές ἐκεῖνες πού συμβάλλουν στήν διατήρηση τῶν
ψυχωφελῶν διηγήσεων μέχρι σήμερα καί τίς θεματικές καί ἰδεολογικές
προσαρμογές τους στίς ἑκάστοτε κοινωνίες πού τίς διαχειρίζονται. Αὐτό βέβαια
πού πρέπει νά τονιστεῖ εἶναι ὅτι ἡ μελέτη μας δέν φιλοδοξεῖ στήν κατάληξη
τελικῶν συμπερασμάτων γιά τό ρόλο τους στίς ἑκάστοτε κοινότητες, ἀλλά στή
διατύπωση κάποιων ἐπί μέρους ὑποθέσεων. Ἴσως ἕνα ἑπόμενο βῆμα ἔρευνας
ἀποτελεῖ ἡ σχέση καί ἐξάρτηση τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων μέ ἀνάλογα
δείγματα ἄλλων θρησκειῶν.
α'. Ὁ συγγραφέας.
Ἡ ἀρχική διευκρίνηση πού πρέπει νά γίνει στήν ἔρευνα εἶναι ὅτι ἀντικείμενό
της ἀποτελεῖ ὁ «χαρακτήρας» τοῦ βιβλικοῦ συγγραφέα139 καί εἰδικότερα ὅπως
ἀναδύεται μέσα ἀπό τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις. Ὁ βιβλικός συγγραφέας δέν
εἶναι οὐδέτερος καί φέρει τήν ὀρθόδοξη χριστιανική ταυτότητα.
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις εἶναι μία ἀνταλλαγή ἀνάμεσα στίς πράξεις τῆς
θεϊκῆς παντοδυναμίας καί στήν διήγηση τῶν πράξεων αὐτῶν. Ὁ βιβλικός
συγγραφέας ἔχει ἀνάγκη τόν Θεό, διότι δέν μπορεῖ νά τόν «διηγηθεῖ» παρά
μόνο ἄν Αὐτός τοῦ δώσει ἐξουσία γραφῆς (θεοπνευστία), πού τοῦ εἶναι
ἀπαραίτητη. Εἶναι τό προϊόν μιᾶς ἐφαρμογῆς τῆς δύναμης τῆς Θεοῦ πάνω σέ
μία γραφή. Ἀλλά καί ἡ Θεία δύναμη δέν μπορεῖ νά βρεῖ τήν ἀπόλυτη
ὁλοκλήρωσή της ἄν δέν τήν διηγηθεῖ ὁ συγγραφέας140. Ὁ συγγραφέας τῆς
Historia Monachorum in Aegypto ἀναφέρει: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ὁ θέλων
138
Μ. Μερακλῆ, Ἡ ἱστορικότητα τῶν λαογραφικῶν φαινομένων, περ. Λαογραφικά Ζητήματα,
ἐκδ. Μπούρα, Ἀθήνα 1989, σ. 15-25.
139
Ὁ προσδιορισμός βιβλικός συγγραφέας καί πιό κάτω στήν ἔρευνά μας βιβλικός ἀφηγητής,
δέν πρέπει νά ληφθεῖ μέ τή στενή ἔννοια τοῦ ὅρου ἀλλά μέ τήν εὐρεία του. Οἱ συγγραφεῖς
καί ἀφηγητές τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων διαχειρίζονται καί οἰκειοποιοῦνται ὑλικό
συγγενές καί ἄμεσα ἐξαρτώμενο ἀπό τόν χῶρο τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί Ἱερᾶς Παράδοσης,
ἀποδίδοντας κατ’ αὐτόν τόν τρόπο στίς διηγήσεις τους τή δυναμική καί τήν αὐθεντική
μαρτυρία τῆς συνέχειας τῆς χριστιανικῆς παράδοσης.
140
Πρβλ. G. Genette, L. Marin, M. Mathieu-Colas, Τά ὅρια τῆς διήγησης, μτφρ. Ἕλενα
Θεοδωροπούλου, Ἐκδ. Καρδαμίτσα, Ἀθήνα 1987, σ.91-104 (Ἡ διήγηση εἶναι μία παγίδα).
80
πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν, ὁ καὶ ἡμᾶς
καθοδηγήσας ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον καὶ δείξας ἡμῖν μεγάλα καὶ θαυμαστὰ καὶ
μνήμης καὶ γραφῆς ἄξια ... πρῶτον μὲν ποιήσομεν τὴν γραφὴν ταύτην ἐκ τῆς τοῦ
σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ παρουσίας, καὶ ὅτι κατὰ τὴν αὐτοῦ διδασκαλίαν οἱ
ἐν Αἰγύπτῳ μοναχοὶ ἄγουσι τὴν ἑαυτῶν πολιτείαν.»141. Ὁ Παλλάδιος πάλι
ὁμολογεῖ: «... τῇ προνοία πρῶτον ἀνατεθεικὼς τὸ γενναῖον ἐπίταγμα καὶ πολλῇ
προσεχείᾳ χρησάμενος τῇ τῶν ἁγίων πατέρων πρεσβείᾳ πτερούμενος, ἐνέβην
εἰς τοὺς ἀγῶνας τοῦ σκάμματος, καὶ ὡς ἐν ἐπιτομῇ τῶν γενναίων ἀθλητῶν καὶ
μεγάλων ἀνδρῶν τὰ ἔπακρα μόνον ἆθλα τε καὶ σημεῖα ἀναγραψάμενος οὐ
μόνον ἀνδρῶν ἀοιδίμων κατορθωκότων πολιτείαν ἀρίστην ἀλλὰ καὶ γυναικῶν
μακαρίων καὶ εὐσχημόνων ἄκραν πολιτείαν ἐξασκησασῶν»142· καί πιό κάτω: «...
διότι δὲν εἶναι χωρὶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὅτι ἐκινήθη ἡ διάνοιά σου
(Λαῦσε) νὰ μὲ διατάξῃ νὰ συγγράψω τὸ βιβλίον αὐτὸ καὶ νὰ παραδώσω
γραπτῶς τούς βίους τῶν ἁγίων αὐτῶν»143· στοῦ Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ
ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ, ὁ συγγραφέας τονίζει: «Παρώτρυνέ με ὁ τῆς
ἐκκλησίας πόθος καὶ ἡ τοῦ καλὸς ποιμένος στοργὴ τῇ συρίγγι καὶ τῷ καλάμῳ
ἄδοντος καὶ ἡδύβρωτον ποιοῦντος τὴν χλόην τῷ ποιμνίῳ ... καὶ μαρτυρεῖ τοῦτο
πᾶσα γραφὴ θεόπνευστος ὠφέλιμος ὑπάρχουσα, ἐξ ὧν τυγχάνουσι καὶ οἱ
παρακείμεναι διηγήσεις, ὧν ἡ ἀκρόασις ὄντως ζωὴ αἰώνιος ἐστιν.»144.
Οἱ βιβλικοί συγγραφεῖς γνωρίζουν τό φορτίο τῶν εὐθυνῶν τους γι' αὐτό
ἐξαρχῆς δηλώνουν τούς φόβους τους: «Ἐγὼ τοίνυν ὁ καὶ τῇ γλώττῃ ἀπαίδευτος
καὶ πνευματικῆς γνώσεως ἀκροθιγῶς πως γευσάμενος καὶ τοῦ καταλόγου τῶν
ἁγίων πατέρων πνευματικοῦ βίου ἀνάξιος, δεδοικὼς τὸ ὑπὲρ ἐμὲ ἄμετρον τῆς
ἐπιταγῆς μέγεθος ... ἀναλογισάμενος δὲ καὶ τὴν τῶν ἐντυγχανόντων
ὠφέλειαν, δεδιὼς δὲ καὶ τὸ ἐν τῇ εὐλόγῳ παρακοῇ κίνδυνον...»145· ἐπίσης
ἐκφράζουν τήν ἀναξιότητά τους: «κἀγὼ μὲν ἀνάξιος ὢν τῆς τοιαύτης
141
Historia Monachorum in Aegypto, σ.5, 7.
142
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.22.
143
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.78.
144
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.61.
145
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.22.
81
146
Historia Monachorum in Aegypto, σ.6.
147
Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική Πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, ἐκδ. Κώδικας, Ἀθήνα
1993, σ.60.
82
148
Γ. Φαρίνου-Μαλαματάρη, Ἀφήγηση-Ἀφηγηματολογία, περ. Νέα Ἑστία, Ἰούνιος 2001,
σ.1004.
83
δρῶντος προσώπου πού διηγοῦνται ἄλλοι γι’ αὐτόν ἤ διηγεῖται αὐτός γιά
ἄλλους ἤ αὐτοβιογραφεῖ.
Στόν Συναξαριστή τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, ὁ συμπιλητής ἁπλῶς
παραθέτει μετά ἀπό ἀκριβή κριτικό ἔλεγχο τῶν πηγῶν χωρίς νά παρεμβαίνει
ἐπί τῆς οὐσίας, ὅμως πραγματοποιεῖ καί λεκτική κάθαρση. Ὁ ἅγιος Νικόδημος
στήν εἰσαγωγή του ἀναφέρει ὅτι: «μετέφρασα οὐ μόνον τὰ τοῦ τυπωμένου
Συναξαριστοῦ Συναξάρια ἀλλὰ καὶ τὰ τοῦ χειρογράφου ... πανταχοῦ δὲ καὶ ὡς
ἐπὶ τό πλεῖστον ὡς πρωτότυπον καὶ κείμενον ἐμεταχειρίσθηκα τὸν
χειρόγραφον Συναξαριστὴν ὡς πολὺ τελειώτερον καὶ ἀκριβέστερον ὄντας τοῦ
τετυπωμένου ...»149. Ὁ ἐκδότης Θ. Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς στόν πρόλογό του
στήν ἐπεξεργασία τοῦ Συναξαριστῆ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, διευκρινίζει ὅτι:
«Τόσῳ δὲ θαρραλεώτερον ἐπιχείρησα τὴν ἐπεξεργασία τοῦ λεκτικοῦ, καθόσον
τὸ περὶ τούτου παράδειγμα μοὶ ἔδωκεν αὐτὸς οὗτος ὁ ἐν μοναχοῖς ἀοίδιμος
Νικόδημος, κατὰ πολὺ ἐπὶ τὸ καθαρεῦον διασκευάσας τὴν αὑτοῦ μετάφρασιν,
καθ' ἅπερ ὁμολογεῖ, ἀφ' ὅτι ὁ πρὸ αὐτοῦ μεταφράσας τὸν Συναξαριστὴν
Μάξιμος ὁ Μαργούνιος»150. Παρατηρεῖται λοιπόν μία προσεγμένη καί
συγκροτημένη προσπάθεια γιά τήν ὅσο τό δυνατόν πιό πλήρη παράθεση τῆς
ἀρχικῆς πηγῆς, μέ τήν ἀπομάκρυνση τῶν ὁποιοδήποτε «ἀπροσεξιῶν» πού
ἐπιφέρει ὁ χρόνος.
Στήν ἀνθολογία τοῦ Εὐεργετινοῦ ὁ συμπιλητής παρεμβαίνει μέ τό ρόλο τοῦ
ἱστορητῆ, καθώς παρουσιάζει μέ δικό του τρόπο καί ἐξυπηρετώντας εἰδικούς
σκοπούς (κατά θέματα) τό ἤδη ὑπάρχον ἐγγεγραμμένο ὑλικό, ἐνσωματωμένο
καί μέ ἄλλο ὑπάρχον δικό του ὑλικό (προφορικό). Ἡ συνολική ἐπεξεργασία
προσφέρει μία νέα διάσταση στή δεδομένη κατάσταση, ἀφοῦ δέν ἀποτελεῖ μία
ἁπλή ἀντιγραφή τοῦ παρελθόντος. Οἱ διηγήσεις ἔχουν θέση ἀποδεικτική καί
παραδειγματική, δέν δίνεται σημασία στό ὕφος τους ὅσο στό πλῆθος τους γιά
πιό δυναμική πιστοποίηση τῶν κεντρικῶν θέσεων πού ὑποστηρίζουν. Τό ὕφος
εἶναι αὐστηρό, ἐλεγκτικό, καθοδηγητικό. ∆έν ἐνδιαφέρεται γιά τό λογοτεχνικό
πλαίσιο τῆς ἱστορίας. Αὐτό πού ἐνδιαφέρει τόν συμπιλητή εἶναι τό ποιμαντικό
μήνυμα τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καί ἡ κατανόηση τοῦ ἠθικοῦ κώδικα
149
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. ιε’.
150
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. α’.
84
συμπεριφορᾶς πού ἁρμόζει στήν κάθε περίπτωση πού ἐξετάζεται ἀπό ὅλες τίς
δυνατές ὀπτικές γωνίες της. Στόχος νά μήν μείνει ἀπορία ἀναπάντητη καί νά
γίνουν γνωστές οἱ τιμωρίες πού ἐπέρχονται ἀπό τίς τυχόν παραβάσεις.
Ἀποτελεῖ καθαρά ποιμαντικό ἐγχειρίδιο συμβουλευτικοῦ καί διδακτικοῦ
χαρακτήρα πρός οἰκοδόμηση μοναχῶν ἤ ὑποψηφίων μοναχῶν (εἰδικῆς ὁμάδας
ἀνθρώπων), χωρίς αὐτό νἀ ἀποκλείει ἀπό τήν ἀνάγνωσή του καί τόν ἁπλό
πιστό· ὑπαρχουν καί ἀκραῖες συστάσεις (ἐξειδικευμένες συμβουλές) πού δέν
ἀφοροῦν τόν κοσμικό ἄνθρωπο, κι αὐτό τονίζεται καί μέσα στό κείμενο, ἀφοῦ
σέ πολλά σημεῖα γίνεται ἀντιπαράθεση κοσμικοῦ καί μοναχικοῦ φρονήματος. Ἡ
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., σέ σχέση μέ τά
ὑπόλοιπα κείμενα τοῦ ὑλικοῦ μας εἶναι αὐτό πού περισσότερο θυμίζει κατηχητική
διδασκαλία μέ ὕφος κηρυγματικό. Παραθέτουμε κάποιες ἐπισημάνσεις γιά τόν
τρόπο ἐργασίας τοῦ συμπιλητῆ:
Ὑπόθεση Α’, ἱστορία Α’ (Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί
διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.23): παρατίθεται διήγηση πού ἀποδίδεται στόν Παλλάδιο,
ὅμως βρίσκεται στήν Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση α’, παρ. 37-44,
σ. 22-26. Αὐτό δείχνει -βλ. Βιβλιογραφία τῆς ἔρευνας-, ὅτι τά δύο κείμενα
Λαυσαϊκή ἱστορία καί Historia Monachorum in Aegypto, σέ ἄλλα χειρόγραφα
ἦταν συνεχόμενα κείμενα, ἐνῶ σέ ἄλλα χειρόγραφα ἀναμεμειγμένα κείμενα
χωρίς νά γίνεται ἡ διάκριση αὐτῶν τῶν δύο, μέ συνέπεια ν' ἀποδίδεται στόν
Παλλάδιο. Ὁ συμπιλητής δέν γνώριζε τή διαφοροποίηση.
Ὑπόθεση Θ’, ἱστορία Γ’, (Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί
διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.109-110)· παρατίθεται διήγηση πού στό κείμενο
ἀναφέρεται Παλλαδίου, ὅμως ἀνήκει στήν Historia Monachorum in Aegypto καί
εἶναι παρμένη ἀπό ὑλικό πού ἀποδίδεται στόν Ἰωάννη τόν ἐν Λυκῷ151. Ἐπίσης ἡ
διήγηση τελειώνει μέ παράγραφο πού ἔχει καί θέση συμπεράσματος, πού δέν
ἀνήκει στό ἀρχικό ὑλικό ἀλλά στόν συμπιλητή καί ἐξυπηρετεῖ τόν κεντρικό
ἄξονα τῆς ὑπόθεσης. Συγχρόνως δίνεται μία νέα τροπή στήν ἱστορία, ἀφοῦ ὁ
μοναχός μέν μετανόησε ὅμως ἔχασε τή δωρεά τῆς τροφῆς πού τοῦ παρεῖχε ὁ
151
Historia Monachorum in Aegypto, παρ. 45-58, σ. 26-32.
85
152
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 21-22.
153
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.119-125.
86
i. Ἀξία ἀναφορικότητας.
154
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἰωάννη Κολοβοῦ, μ´, σ.49.
155
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.20.
156
Α. Σταυρόπουλου, Στιγμιότυπα καί περιπλανήσεις σέ δρόμους ποιμαντικῆς διακονίας, τ.2,
Ἀθήνα, χ.χ., σ. 62-66.
87
157
Β. Ἀθανασόπουλου, Ἡ Θεωρία καί ἡ πράξη τῆς ἀφηγηματικῆς τέχνης τοῦ Φώτη Κόντογλου,
ἐκδ. Καρδαμίτσα, Ἀθήνα, χ.χ., σ.35-36.
158
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ. 6.
159
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.18.
160
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.52.
161
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.65.
88
162
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.67.
163
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.46.
164
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.16.
165
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.96.
166
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.82.
167
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.17.
168
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.65.
169
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.62.
89
«Τριαχίδες χωρίον ἐστὶ τῆς Κυπρίων νήσων ... Γέγονέ τις πρεσβύτερος πρὸ
δέκα χρόνων τῆς ἁλώσεως ... Ἀρκαδίου τοῦ τῆς ὁσίας μνήμης ἀρχιεπισκόπου
τῆς νήσου ὑπάρχοντος»170.
Ὁ συγγραφέας συχνά ταυτίζεται μέ τό πρόσωπο τοῦ ἀφηγητῆ:
«Ἐμοῦ δέ ποτε εἰρηκότος αὐτῷ (στό ∆ωρόθεο)· ‘Τί ποιεῖς πάτερ, ἐν γήρᾳ
τοσούτῳ ἀποκτείνων σοῦ τὸ σωμάτιον ἐν τοῖς καύμασι τούτοις;’ ἀπεκρίνατο
λέγων· ‘Ἀποκτείνει με, ἀποκτείνω αὐτό.’»171·
«Ἀσπασάμενος οὖν (ὁ Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ) μὲ ἔλεγε δι' ἑρμηνέως· 'Πόθεν εἶ
καὶ τί παραγέγονας;' εἶπον ὅτι ... Τότε χαριεντιζόμενος τῇ δεξιᾷ χειρί εἰς τὴν
ἀριστεράν μου σιαγόνα ἠρέμα κασσίσας λέγει μοι... Εἶτα πάλιν λέγει μοι
χαριεντιζόμενος· 'θέλεις ἐπίσκοπος γενέσθαι;'...»172·
«Γυνή τις ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἄννα λεγομένη ... ἠσθένησε βαρέως ...
βωβωθεῖσα ἀπενεκρώθη ... ἤρξατο σαλεύειν τὸν δεξιόν δάκτυλον αὐτῆς ...
ἀπελθόντος δέ μου καὶ θεασαμένου αὐτὴν ἠρώτων τί ἔπαθεν...»173.
β) Αὐτοαναφορά. Ὁ συγγραφέας διηγεῖται τόν ἑαυτό του. Ἡ αὐτοβιογραφία
ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά εἴδη τοῦ ἀφηγηματικοῦ λόγου:
«Ὀλίγα τοίνυν περὶ τοῦ συνόντος μοι ἀπὸ νεότητος ἀδελφοῦ ἕως τὴν σήμερον
εἰρηκὼς καταπαύσω τὸν λόγον. Τοῦτον ἔγνων ἐγὼ ἐν μακρῷ χρόνῳ..»174
(αὐτοβιογραφία Παλλαδίου)·
«∆ιηγήσατο περὶ ἑαυτοῦ ὁ ἀββᾶς Μακάριος λέγων· ὅτε ἤμην νεώτερος... αὕτη
ἐστὶν ἡ ἀρχὴ τῆς αἰτίας δι' ἣν ἦλθον ὧδε»175.
Ὑπάρχει ὄμως καί περίπτωση προσωπικά βιώματα νά τά διηγεῖται κάποιος σά
βιώματα ἄλλων: «Εἶπεν ὁ ἀββᾶς ∆ανιήλ, ὅτι διηγήσατο ἡμῖν ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος
ὡς περὶ ἄλλου τινός, τάχα δὲ αὐτὸς ἦν.»176.
γ) Ἀναφορά στό ἀντικειμενικό μέ βάση γραπτές πηγές καί ἱστορικά
γεγονότα. Ὁ συγγραφέας ἐκτός ἀπό ὑλικό προφορικῆς παράδοσης χρησιμο-
ποιεῖ καί γραπτή παράδοση:
170
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., O.C.1903, σ.69.
171
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.46.
172
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.188-190.
173
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.104.
174
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 74.
175
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.64.
176
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.9.
90
177
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.60.
178
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.197, σ. 228.
179
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., O.C.1903, διήγηση LIV,
σ.80.
180
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 177.
181
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.126.
182
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.43.
91
ii. Πειστικότητα.
183
Β. Ἀθανασόπουλου, Ἡ Θεωρία καί ἡ πράξη τῆς ἀφηγηματικῆς τέχνης τοῦ Φώτη Κόντογλου,
σ. 41.
184
Historia Monachorum in Aegypto, σ.16.
92
185
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.22-24.
186
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.188.
187
Historia Monachorum in Aegypto, σ.45.
188
Historia Monachorum in Aegypto, σ.46.
189
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 224-226.
93
190
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 135
191
Historia Monachorum in Aegypto, σ.101.
192
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., O.C.1903, σ.66.
193
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 48.
194
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.116.
195
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.138.
94
196
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.125.
197
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.127.
198
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.53.
199
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.70.
200
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.118.
201
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.15.
95
κάθε φορά τρόπο. Οὐσιαστικά εἶναι ἡ αὐθεντική μαρτυρία τῆς συνέχειας τῆς
χριστιανικῆς παράδοσης ἀποτελώντας ταυτόχρονα μιά ἀναγκαστική, λόγῳ τοῦ
ἑτερόχρονου τῆς γραφῆς καί τῆς ἀφήγησης, παραλλαγή της.
Τό κανονικό καί τό πιθανό βρίσκονται σέ διαρκή ἔνταση μεταξύ τους πού
παρακινεῖ καί πλήττει τή ζωή. Ἡ λογοτεχνία ὑποτάσσει, κάνει κάτι νά φαίνεται
παράξενο, καθιστᾶ τό προφανές καί τό ἀκατάληπτο λιγότερο προφανές καί
ἀκατάληπτο, κάνει τά ζητήματα ἀξιῶν πιό ἀνοικτά στή λογική καί τή διαίσθηση.
Γιά νά πετύχει τήν ἐπίδρασή της ἡ λογοτεχνική ἀφήγηση πρέπει νά ἔχει τίς
ρίζες της στό ἔδαφος τοῦ οἰκείου, στό φαινομενικά πραγματικό· πρέπει νά
φέρνουν στό νοῦ τοῦ ἀκροατῆ οἰκεῖες συμβατικές πραγματικότητες ἔστω καί γιά
νά τονίσουν τίς παραβατικές ἀποκλίσεις ἀπό αὐτές202.
Στοῦ Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ...,
ἀναφέρεται: «Τούτου τοῦ φοβεροῦ καὶ παραδόξου σημείου πάρεισι μάρτυρες
νῦν, πλείους πεντακοσίων ἀνδρῶν ἱερέων καὶ μοναζόντων κληρικῶν καὶ
λαϊκῶν καὶ ἐγχωρίων... μαρτυροῦσι καὶ τ' ἁπλώματα τῆς ἁγίας τραπέζης, ἔτι τὸν
τύπον ἔχοντα τῶν ἁγίων ἐκείνων τοῦ ἀχράντου αἵματος ρανίδων... μαρτυρεῖ καί
ὁ ὅσιος στυλίτης ... μαρτυρῶ κἀγὼ ὁ ἐλάχιστος καὶ ἀνάξιος δοῦλος
(συγγραφέας), ἀξιωθεὶς καὶ ἰδεῖν καὶ προσκυνῆσαι, καὶ μερίδα λαβεῖν καὶ ἔχειν
τῆς αὐτῆς θεοσάρκου μερίδος καὶ ἔργοις πιστωθῆναι περὶ τῆς τοιαύτης θεϊκῆς
θαυματουργίας.»203·
Ὁ Ἰω. Μόσχος ἐπισημαίνει: «Κι αὐτὸ τὸ μεγάλο καὶ φοβερὸ τὸ πάνω ἀπὸ κάθε
λογικὴ καὶ κάθε ἔννοια καὶ κάθε ἐνθύμηση θαῦμα δὲν τὸ εἶδαν δύο ἢ τρεῖς,
οὔτε λίγοι καὶ μετρημένοι, ἀλλ' ὅλη ἡ Ἐκκλησία, κάτοικοι τῆς πόλεως καὶ
χωρικοί, ντόπιοι καὶ ἐπισκέπτες, ὅσοι βαδίζουν στὴ στεριὰ καὶ ὅσοι πλέουν στὴ
θάλασσα, ἄνδρες καὶ γυναῖκες γέροντες καὶ μεσόκοποι, νέοι καὶ πρεσβύτεροι,
ἀφέντες καὶ ὑπηρέτες, πλούσιοι καὶ φτωχοί, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, σοφοὶ καὶ
ἀδαεῖς, οἱ κληρικοί, οἱ παρθένοι, οἱ ἀσκητές, οἱ χῆροι, ὅσοι ζοῦσαν μὲ σεμνὸ
γάμο, οἱ ἐξουσιαστὲς καὶ οἱ δυνάστες»204·
202
J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ.50.
203
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., O.C.1903, σ.63.
204
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.90.
96
205
Historia Monachorum in Aegypto, σ.118.
206
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱσορία, τ.1,σ.166.
207
Historia Monachorum in Aegypto, σ.75.
208
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.76.
97
β'. Ὁ ἀφηγητής.
Ἀρχική ἐπισήμανσή μας καί πάλι ἀποτελεῖ ὅτι ἀντικείμενο μελέτη μας εἶναι
ὁ βιβλικός ἀφηγητής καί εἰδικότερα ὅπως ἀναδύεται μέσα ἀπό τίς ψυχωφελεῖς
διηγήσεις. Ὁ βιβλικός ἀφηγητής δέν εἶναι οὐδέτερος. Ζητήματα ὅπως: ποιό
σύστημα ἀξιῶν ὑποστηρίζει πού να γίνεται ἀντιληπτή ἡ ἰδεολογία πού διέπει τήν
ἀφήγηση· ποιά ἱεραρχία ἀξιῶν ὑπάρχει πολλές φορές ὑπογείως· ἄν ὑπάρχει ἡ
δυνατότητα στόν ἀφηγητή μέ τήν προσωπική του στάση νά προκαλέσει τήν
συμπάθεια ἤ ἀντιπάθεια τοῦ ἀναγνώστη εἴτε μέ ἄμεσο εἴτε μέ ἔμμεσο
σχολιασμό, παίρνουν ἀπάντηση μέσα ἀπό μία προσεκτική ἀνάλυση τῶν
στοιχείων πού συνθέτουν τό «χαρακτήρα» του209. Ἡ δουλειά τοῦ ἀφηγητῆ εἶναι
σχεδόν ὅλο ἀπαγγελία (recit), σκέτη ἀφήγηση δράσεων καί λόγου καί σπάνια
συζήτηση (discours) ἐπί καί γύρω ἀπό τά ἀφηγούμενα γεγονότα καί τίς σημασίες
τους. Ὁ τρόπος τῆς ἀφήγησης διαβιβάζει τήν διπλή ἔννοια τῆς συνολικῆς
καθαρῆς γνώσης διαθέσιμης στό Θεό (καί κατ' ἐπέκταση στόν ἀναπληρωτή του,
τόν ἐπώνυμο ἤ ἀνώνυμο ἔγκυρο ἀφηγητή) καί τῆς ἀτελοῦς ἀνθρώπινης γνώσης
209
D. Marguerat, Ouand la Bible se raconte, editions Cerf, Paris 2003 καί εἰδικότερα στό κεφ.
Entrer dans le monde du récit σ. 28· βλ. D. Marguerat et Y. Bourquin, Pour lire les récits
bibliques, Paris- Genève- Montréal, Ed. Cerf-Labor et Fides Novalis, 2002.
98
τῆς ὁποίας πολλά στοιχεῖα τοῦ χαρακτήρα, τοῦ κινήτρου καί τῆς ἠθικῆς θα
παραμείνουν καλυμμένα μέ ἀμφιβολία210.
Ἀφηγητής διατείνεται: «...τὴν τῶν ἁγίων καὶ μεγάλων πατέρων πολιτείαν
διηγούμενος, ὅτι καὶ νῦν ὁ σωτὴρ τὰ ἑαυτοῦ δι’ αὐτῶν ἐνεργεῖ, ἅπερ διὰ τῶν
προφητῶν καὶ ἀποστόλων ἐνήργησεν»211·
Ὁ Γέροντας Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ, διηγούμενος διευκρινίζει: «Ταῦτα οὖν, ὦ
τέκνα, ὑμῖν ὑφηγησάμην, ἵνα τὴν ταπεινοφροσύνην πρῶτον ἀσκήσητε, κἂν
μικροῖς κἂν ἐν μεγάλοις δόξητε εἶναι -αὕτη γάρ ἐστιν ἡ πρώτη τοῦ σωτῆρος
ἐντολὴ λέγοντος μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία
τῶν οὐρανῶν- καὶ ἵνα μὴ ἀπατηθῆτε ὑπὸ τῶν δαιμόνων τῶν φαντασίας ὑμῖν
ἐγειρόντων»212.
Παλαιότερα ταύτιζαν τόν συγγραφέα μέ τόν τριτοπρόσωπο ἀφηγητή.
Σήμερα εἶναι γενικά ἀποδεκτό ὅτι ὁ ἀφηγητής τῆς ἱστορίας εἶναι διαφορετικός
ἀπό τόν συγγραφέα. Σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ὅμως (ἀπομνημονεύματα,
ταξιδιωτικές ἐντυπώσεις, αὐτοβιογραφία) ὁ ἀφηγητής καί ὁ συγγραφέας εἶναι
τό ἴδιο πρόσωπο. Πάντως θά ἦταν λάθος νά μιλήσει κάποιος μέ βεβαιότητα γιά
ταύτιση ἤ ἀπόλυτη διάκριση τῶν δύο προσώπων. Ὁ συγγραφέας δέν διηγεῖται
ἄμεσα τήν ἱστορία ἀλλά μέσῳ ἑνός ἄλλου προσώπου πού τό ἐπινοεῖ ὁ ἴδιος καί
αὐτός εἶναι ὁ ἀφηγητής. Ἀπό τήν ὀπτική γωνία τοῦ ἀφηγητῆ μεταδίδεται ἡ
ἱστορία στόν ἀναγνώστη. Τρεῖς παράγοντες ἐμπλέκονται καί ἐξαρτῶνται ὁ ἕνας
ἀπό τόν ἄλλον: ὁ συγγραφέας, ὁ ἀφηγητής καί ὁ ἀναγνώστης. Ὁ πρῶτος εἶναι
ὁ σκηνοθέτης καί οἱ ἄλλοι δύο εἶναι ρόλοι πού ἐπινοήθηκαν ἀπό τό
συγγραφέα. Ὁ ἀφηγητής εἶναι ὁ διαμεσολαβητής ἀνάμεσα στό συγγραφέα καί
τόν ἀναγνώστη. Ἡ συνεργασία ἀφηγητῆ καί ἀναγνώστη ἀποτελεῖ σημαντική
παράμετρο καθώς προϋποθέτει κοινή κουλτούρα καί συνεννοήση τόσο στό
γλωσσολογικό κώδικα ὅσο καί στό περιεχόμενο τοῦ μηνύματος. Ἀπό πολύ
νωρίς ὁ συγγραφέας ἐπιχειρεῖ νά διαχωρήσει τή θέση του ἀπό τόν ἀφηγητή
του. Ὅταν ὁ ἀφηγητής ἀπευθύνεται στόν ἀναγνώστη καί λέει «ἀδελφοί»,
210
βλ. R. Alter, The art of Biblical Narrative, National Jewish Book Award for Jewish Thought
1981.
211
Historia Monachorum in Aegypto, σ.9.
212
Historia Monachorum in Aegypto, σ.32.
99
«τέκνον», δέν ἀπευθύνεται στόν καθένα μας, ἀλλά στόν ἀναγνώστη πού
δημιουργεῖ ὁ ἴδιος καί πού συμμετέχει στό ποιητικό σύμπαν213. Ὁ βιβλικός
ἀφηγητής πρέπει νά ἔχει «μία βιωμένη σχέση» μέ τό ἀντικείμενο πού
καταπιάνεται, δηλ. μία προ-κατανόηση πού δέν εἶναι κλειστή ἀλλά ἀνοιχτή ὥστε
νά μπορεῖ νά ὑπάρξει μία ὑπαρκτική συνάντηση καί μία ὑπαρκτική ἀπόφαση. Ἡ
κατανόηση αὐτή ποτέ δέν εἶναι ὁριστική ἀλλά μᾶλλον παραμένει ἀνοιχτή ἐπειδή
τό νόημα τῶν Γραφῶν ἀποκαλύπτεται ἐκ νέου σέ κάθε μέλλον214.
Ὁ ἀφηγητής ἐπώνυμος ἤ ἀνώνυμος εἶναι ἔγκυρος και τέλεια ἀξιόπιστος.
Κάποιες φορές μπορεῖ νά ἐπιλέξει νά μᾶς κάνει νά ἀναρωτηθοῦμε ἀλλά ποτέ
δέν μᾶς παραπλανᾶ. Αὐτό σημαίνει πώς μιλάει ἤ ἐνεργεῖ σύμφωνα μέ τίς
νόρμες τοῦ κειμένου ἐνῶ στήν ἀντίθετη περίπτωση εἶναι ἀναξιόπιστος:
Σχετικά μέ διήγηση ἰδιόχειρου ὑπογεγραμμένου γραμματίου τοῦ φιλοσόφου
Εὐαγρίου, πού βρέθηκε στόν τάφο του, καί ἀναφέρει ὅτι ὁ Συνέσιος ἐπίσκοπος
Κυρήνης δέν τοῦ χρωστάει τίποτα, ἀφοῦ τήν εὐποϊΐα του ἐν ζωῇ τοῦ τήν
ξεπλήρωσε ὁ Θεός μετά θάνατον, ὁ ἀφηγητής διηγεῖται: «Ὅταν ἤμασταν στὴν
Ἀλεξάνδρεια, ὁ Λεόντιος ἀπὸ τὴν Ἀπάμεια ... μᾶς διηγήθηκε ὅταν συναντηθή-
καμε ... Μᾶς διαβεβαίωνε δὲ καὶ τοῦτο ὁ ἴδιος ὁ κύριος Λεόντιος ὅτι τὸ
χειρόγραφο ποὺ ἔχει τήν ὑπογραφή τοῦ φιλοσόφου σώζεται μέχρι σήμερα καὶ
βρίσκεται στὸ σκευοφυλάκιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κυρήνης κι ὅποιος ἀναλαμβάνει
σκευοφύλακας ἐκεῖ, παραλαμβάνει κι αὐτό μαζὶ μὲ τὰ ἱερά σκεύη, τὸ φυλάει
ἐπιμελῶς καὶ μαζὶ μ' αὐτὰ τὸ παραδίδει σῶο καὶ ἀβλαβές.»215·
Ὁ ἀββᾶς Κόπρης διηγούμενος γιά τόν Πατερμούθιο ὅτι ἀνελήφθει ἀναφέρει:
«ἐν ὀπτασίᾳ στοὺς οὐρανοὺς καὶ τεθεᾶσθαι ὅσα μένει ἀγαθὰ τοὺς κατὰ ἀλήθει-
αν μοναχούς, ἅπερ οὐδεὶς λόγος ἐξειπεῖν δύναται. καὶ ἀπῆχθαι δὲ αὐτόν ἐν
σαρκὶ ἔφη, εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἑωρακέναι πλῆθος ἁγίων, μετειληφέναι δὲ
αὐτὸν ἐκ τῶν καρπῶν τοῦ παραδείσου.». Γιά ἀποδεικτικό στοιχεῖο μάλιστα
ἔφερε ἕνα σῦκο στούς μαθητές του: «ὅπερ σῦκον ὁ διηγούμενος ἡμῖν ταῦτα
Κόπρης, ὁ πρεσβύτερος νεανίας τότε ὑπάρχον ἐν ταῖς χερσὶ τῶν μαθητῶν
213
Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική Πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, σ.25-38.
214
R. Bultman, Ὕπαρξη καί πίστη. ∆οκίμια Ἑρμηνευτικῆς Θεολογίας, μτφρ. Φώτη Τερζάκη, ἐκδ.
Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 1995, σ. 30.
215
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.226.
100
αὐτοῦ ἐθεάσατο καὶ κατεφίλησεν... Πολλοῖς γάρ ἔτεσι, φησί, διέμεινεν παρὰ
τοῖς αὐτοῦ μαθηταῖς εἰς ἐπίδειξιν φυλαττόμενον. ἦν γάρ παμμεγέθες. μόνον
γὰρ τις ὀσφρήσατο αὐτοῦ τῶν κακουμένων, εὐθέως τῆς νόσου ἀπηλλάττε-
το.»216·
Τό γεγονός τοῦ θανάτου τοῦ μοναχοῦ Ἀθανασίου τοῦ μοναστηρίου Τραϊανοῦ -
ὅπως εἶχε προαγγελθεῖ σέ ὀπτασία τοῦ μοναχοῦ Κοσμᾶ πού εἶναι καί
ἀφηγητής- «...κατὰ τὴν ἐνάτην ὥραν τῆς ἡμέρας κατὰ τὴν ὁποίαν καὶ ὁ ὅσιος
Κοσμᾶς εἶδε τήν ρηθεῖσαν ὀπτασίαν καὶ ἦλθεν εἰς τὸν ἑαυτόν του», ἀποτελεῖ
ἀπόδειξη τῆς αὐθεντικότητας τῆς ἱστορίας καί ἀξιοπιστίας τοῦ ἀφηγητῆ217.
Συχνά σέ ἀφηγήσεις παρελθοντικές φανερώνεται ἡ σκηνοθετική βούληση
τοῦ συγγραφέα, καθώς αὐτά τά γεγονότα δέν ἀπομονώνονται χρονικά καί
τοπικά ἀπό τόν τόπο καί τήν ὥρα τῆς ἀρχικῆς σκηνοθεσίας. Αὐτό πετυχαίνεται
μέ τή συνεχή παρουσία τῶν ἀκροατῶν πού παρεμβαίνουν διακόπτωντας τήν
ἀφήγηση καί κυρίως τοῦ ἀφηγητῆ. Ὁ ἀφηγητής ἐπιζητεῖ νά ἔχει στήν ὁμήγυρι
του ἐκτός ἀπό τούς ἄμεσα ἐνδιαφερόμενους καί τρίτα πρόσωπα ἀδιάφορα:
Ὁ ἀφηγητής Κόπρης ἐνῶ διηγεῖται: «ἄγροικος κύαθον ἔχων μεστὸν ψάμμου καὶ
παρειστήκει πληρῶσαι αὐτὸν ἐκδεχόμενος τὴν διήγησιν», γιατί ὅπως ἀναφέρει:
«οὐκ ἐχρῆν καυχήσασθαι πρὸς ὑμᾶς οὐδὲ ἐξειπεῖν τὰ τῶν πατέρων ἡμῶν
κατορθώματα, ἵνα μὴ ἐπαρθέντες κατὰ διάνοιαν τὸν μισθὸν ἀπολέσωμεν διὰ
δὲ τὴν ὑμῶν σπουδὴν καὶ ὠφέλειαν ὅτι ἐκ τοσούτου μήκους πρὸς ἡμᾶς
ἐληλύθατε, οὐ ζημιῶ ὑμᾶς τῆς ὠφελείας ἀλλ' ἅπερ ὁ Θεός ᾠκονόμησεν
παρόντων τῶν ἀδελφῶν διηγήσομαι.»218.
Οἱ τεχνικές εἶναι συμβάσεις τῆς ρεαλιστικῆς ἀφηγηματογραφίας καί δίνουν
μεγαλύτερη ἑνότητα καί συνοχή στό μύθο διατηρώντας σέ συνεχή ἐπικαιρότητα
τήν ὑπόθεση ἔρευνας πού θέτει ὁ συγγραφέας. Ἀφετέρου οἱ συνεχεῖς
ἐναλλαγές τῶν ἀφηγηματικῶν ὑποκειμένων καί οἱ συνακόλουθες ἀλλαγές τῆς
ἑστίασης διασποῦν τή μονοτονία τῆς μίας ἀφηγηματικῆς φωνῆς μέ τήν ποικιλία
τῆς πολυφωνίας:
216
Historia Monachorum in Aegypto, σ.84.
217
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.106.
218
Historia Monachorum in Aegypto, σ.86.
101
219
Historia Monachorum in Aegypto, σ.87.
220
Historia Monachorum in Aegypto, σ.85.
221
Historia Monachorum in Aegypto, σ.101· γιά πολυφωνία ἀφήγησης βλ. καί πιό πάνω στήν
ἔρευνά μας, συγγραφέας: ἀναφορικότητα.
222
Οἱ ἀφηγητές διαφέρουν σημαντικά κατά τό βαθμό καί τόν τύπο τῆς ἀπόστασης πού τούς
χωρίζει ἀπό τόν συγγραφέα ἤ τόν ἀναγνώστη καί τά ἄλλα προσωπα τῆς ἱστορίας πού
ἀφηγοῦνται. Χρησιμοποιοῦνται οἱ ὅροι «εἰρωνεία», «τόνος» ἤ «αἰσθητική ἀπόσταση». Τά
στοιχεῖα πού σχετίζονται μέ τήν αἰσθητική ἀπόσταση εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τό χρόνο καί
τό χῶρο, οἱ κοινωνικές διαφορές, οἱ διαφορές στήν ἐνδυμασία, οἱ συμβάσεις τοῦ λόγου.
Τό πρόβλημα τῆς ἀπόστασης συνδέεται μέ τήν προσπάθεια πού καταβάλλει ὁ συγγραφέας
νά διατηρήσει ἤ νά καταστρέψει «τή ρεαλιστική ψευδαίσθηση». Αὐτές οἱ ἀποστάσεις εἶναι οἱ
ἀκόλουθες: α) ὁ ἀφηγητής μπορεῖ νά εἶναι σέ μικρότερη ἤ μεγαλύτερη πνευματική, φυσική,
χρονική ἀπόσταση ἀπό τόν ὑπονοούμενο συγγραφέα· β) ὁ ἀφηγητής μπορεῖ νά εἶναι σέ
μικρότερη ἤ μεγαλύτερη πνευματική, ἠθική, ἡλικιακή, συγκινησιακή ἀπόσταση ἀπό τά
πρόσωπα τῆς ἱστορίας· γ) ὁ ἀφηγητής μπορεῖ νά εἶναι σέ μικρότερη ἤ μεγαλύτερη ἀπόσταση
ἀπό τίς προσωπικές νόρμες τοῦ ἀναγνώστη φυσικά καί συγκινησιακά, ἠθικά καί
συγκινησιακά· δ) ὁ ὑπονοούμενος συγγραφέας μπορεῖ νά εἶναι σέ μικρότερη ἤ μεγαλύτερη
πνευματική, ἠθική ἀπόσταση ἀπό τόν ἀναγνώστη· ε) ὁ ὑπονοούμενος συγγραφέας καί ὁ
ἀναγνώστης μπορεῖ νά εἶναι σέ μικρότερη ἤ μεγαλύτερη ἀπόσταση ἀπό τά ἄλλα πρόσωπα
τῆς ἱστορίας. Γιά τόν Genette ἡ ἀπόσταση ἀντανακλᾶται μέ τή μετάδοση τοῦ λόγου τῶν
χαρακτήρων καί διακρίνει τρία εἴδη: α) τόν ἀφηγηματοποιημένο λόγο ὅπου ὁ λόγος
μετατρέπεται σέ γεγονός· β) τόν μετατιθέμενο λόγο ὅπου μεταδίδεται ὁ λόγος τοῦ ἥρωα
σέ ἁπλή παράφραση εἴτε μέ τήν υἱοθέτηση κάποιων χαρακτηριστικῶν λέξεων· γ) τόν
ἀναφερόμενο λόγο ὅπου παρατίθεται ὁ λόγος σέ μορφή μονολόγου ἤ διαλόγου ἤ
πλαγίου λόγου. Πρβλ. Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική Πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, σ.
34-55· Γ. Φαρίνου-Μαλαματάρη, Ἀφήγηση-Ἀφηγηματολογία, περ. Νέα Ἑστία, Ἰούνιος
2001, σ. 972-1017 · R. Alter, The art of Biblical Narrative καί εἰδικότερα τό κεφ. Between
narration and dialogue, σ. 63-88.
102
223
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.63.
224
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιε’, σ.127
225
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.18.
226
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ.116.
103
227
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.68-75.
104
228
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.166· πρβλ. R. Alter,The art of Biblical Narrative, σ.63-
88.
229
Ὁ ἀφηγητής ὑποκρίνεται ὅτι παραχωρεῖ τό λόγο του στό πρόσωπο πού δημιουργεῖ· τό εἶδος
τοῦ λόγου αὐτοῦ πού υἱοθετήθηκε ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ὁμήρου (ἔπος) καί ὑποστηρίχθηκε ἀπό
τραγωδία, κωμωδία, μυθιστόρημα ἀποδίδεται καλά μέ τή χρήση τοῦ ὅρου σκηνή. Ὁ
ἀναγνώστης βρίσκεται ἀπό τήν πρώτη γραμμή στή σκέψη τοῦ βασικοῦ προσώπου πού μιλάει
καί πληροφορεῖ γιά ὅ,τι κάνει καί ὅ,τι τοῦ συμβαίνει (ἐσωτερικός μονόλογος πού ὁ Genette
ὀνόμασε ἄμεσο λόγο), Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική Πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ.Β’, σ.
43.
105
230
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λε’, σ.89.
231
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 67, σ. 72.
106
232
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἀρσενίου, σ. 6.
233
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.180.
234
Historia Monachorum in Aegypto, σ.40.
235
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 660.
236
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ. 3, σ. 476-477.
107
237
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 451.
238
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ. 5, σ.441.
239
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.106.
240
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.134.
241
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.178.
108
διαφόρους ἰατρείας, εἰς δόξαν μὲν τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς
πληροφορίαν δὲ τῶν σκανδαλιζομένων καὶ δισταζόντων περὶ τῆς ἐν οὐρανοῖς
δόξης αὐτοῦ, καὶ τῶν ὁμοίων αὐτοῦ.»242.
Ὑπάρχουν βέβαια καί σχόλια, πού θά μποροῦσαν νά χαρακτηριστοῦν ὡς
«διακοσμητικά», δηλ. πού δέν ἐξυπηρετοῦν ἄμεσα τή συγκεκριμένη διήγηση:
Οἱ διηγήσεις τοῦ Συναξαριστῆ : Τῇ 5ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Ὀπτασία Κοσμᾶ
μοναχοῦ, φοβερᾶς καί ὠφελίμου· Τῇ 15ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου Μνήμη τῆς
ἀθλήσεως μοναχοῦ τινος καί μάρτυρος, καί ὠφέλιμος διήγησις περί αὐτοῦ· Τῇ
23ῃ τοῦ μηνός Νοεμβρίου, ∆ιήγησις ὀπτασίας Ἰωάννου τινός, πάνυ ὠφέλιμος·
Τῇ 26ῃ τοῦ μηνός Μαρτίου, ∆ιήγησις ὠφέλιμος Μάλχου μοναχοῦ
αἰχμαλωτισθέντος, τελειώνουν μέ τό σχόλιο: «Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις
Χριστὲ ὁ Θεός ἐλέησον ἡμᾶς.»243.
Ἡ διήγηση Περί τῶν ἐν τῇ Νιτρίᾳ244, τελειώνει μέ μία παράγραφο πού ἀφορᾶ
νιτριώτη μοναχό τόν Ἀρσίσιο καί δέν ἀναφέρεται στό βίο του, ἀλλά μέ ποιούς
ἄλλους μεγάλους Γέροντες ἦταν σύγχρονος καί οὔτε ἀποτελεῖ συνδετικό κρίκο
γιά τήν ἑπόμενη διήγηση: «Οὗτος ὁ Ἀρσίσιος καὶ ἄλλοι πολλοὶ σὺν αὐτῷ
γέροντες... σύγχρονοι ἦσαν τοῦ μακαρίου Ἀντωνίου... οὗτος ἔλεγε καὶ
Παχώμιον εἰδέναι τὸν Ταβεννησιώτην, ἄνδρα προφήτην, ἀρχιμανδρίτην
ἀνδρῶν τρισχίλιων, περὶ οὗ ἐς ὕστερον διηγήσομαι.».
Στή διήγηση Περί Οὐάλεντος, ἀναφέρεται ἀδιάφορο σχόλιο ὡς πρός τή
δεδομένη περίσταση γιά τούς Κορινθίους: «Οὐάλης τις γέγονε τῷ μὲν
Παλαιστῖνος, τῇ δὲ γνώμῃ Κορίνθιος. Κορινθίοις γὰρ προσῆψε τὸ πάθος τῆς
φυσιώσεως ὁ ἅγιος Παῦλος...»245.
Στή διήγηση Περί Ἰωάννου τοῦ ἐν Λυκῷ, ὑπάρχει ἀναφορά στό ἐπάγγελμα τοῦ
ἀδελφοῦ τοῦ Γέροντα πού εἶναι ἀδιάφορο ὡς πρός τό θέμα: «Γέγονέ τις
Ἰωάννης ἐν Λυκῷ τῇ πόλει... ᾧ ἀδελφός ὑπῆρχε βαφεύς.»246.
242
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.293.
243
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.106,134,247.
244
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.64.
245
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.152.
246
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.184.
109
247
∆ιακρίνονται δύο κατηγορίες ἀφηγητῆ:
1)δραματοποιημένος ἀφηγητής (Genette: ἐσωτερική ἑστίαση/ὁμοδιηγητικός): μεταδίδει
περιορισμένη ἐμπειρία, τή δική του πού δηλώνεται μέ ἕνα ἐγώ, τό ὁποῖο μπορεῖ νά εἶναι ἤ τό
βασικό ἤ ἕνα δευτερεῦον πρόσωπο τῆς ἱστορίας. Μέσα ἀπό τήν προοπτική τῆς ἀτομικῆς
συνείδησης ὁ κόσμος, τά δρώμενα οἱ καταστάσεις σχετικοποιοῦνται καί ἡ γνώση τῶν
πραγμάτων παρουσιάζεται περιορισμένη στήν ἀτομικότητα. Ἡ ἀντικειμενικότητα παραχωρεῖ τή
θέση της στήν ὑποκειμενικότητα. Ὑπάρχουν ἀφηγητές ὡς καθαροί παρατηρητές τῶν
γεγονότων ἀλλά καί ὡς ἐνεργητικοί ἀφηγητές (Genette/αὐτοδιηγητικός) δηλ. πού ἔχουν μία
σημαντική ἐπίδραση στήν πορεία τῶν γεγονότων.
2) ἀμέτοχος στά δρώμενα (Genette: ἐξωτερική ἑστίαση/ἑτεροδιηγητικός): ἀφηγοῦνται τήν
ἱστορία σέ τρίτο πρόσωπο καί ὑπάρχουν τέσσερις ὑποδιαιρέσεις: α) ὁ παντογνώστης
ἀφηγητής πού βλέπει μέσα ἀπό ὅλα τά πρόσωπα (Genette: ἀφήγηση χωρίς ἑστίαση ἤ
ἑστίαση βαθμός μηδέν)· β) ὁ ἀφηγητής πού βλέπει μέσα ἀπό τό βασικό πρόσωπο· γ)
ἀφηγητής πού βλέπει μέσα ἀπό ἕνα δευτερεῦον πρόσωπο· δ) ὁ ἀντικειμενικός ἀφηγητής
πού δέν βλέπει μέσα ἀπό κανένα πρόσωπο. Γενικά ὁ ἀφηγητής τῆς ἱστορίας τοποθετεῖται
καί στό παρελθόν ὅπου διαδραματίστηκαν τά γεγονότα καί στό παρόν τῆς ἀφηγηματικῆς
στιγμῆς πού εἶναι κατά κανόνα μεταγενέστερη. Ὁ ἀφηγητής ἔχει τό προνόμιο νά εἶναι
συγχρόνως σέ δύο διαφορετικούς τόπους καί νά ζεῖ σέ δύο χρονικά συστήματα: στό
παρελθόν τῶν προσώπων του καί στό παρόν τό δικό του. Μεταβολή ὀπτικῆς γωνίας μπορεῖ
νά σημαίνει ἀλλαγή ἑστίασης τῆς ἀφήγησης. Πρβλ. Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική
Πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, σ. 31-55· Γ. Φαρίνου-Μαλαματάρη, Ἀφήγηση-
Ἀφηγηματολογία, περ. Νέα Ἑστία, Ἰούνιος 2001, σ. 972-1017.
248
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.70.
249
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 486-487.
110
Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ, ἡ ὀπτική γωνία τοῦ ἀφηγητῆ
εἶναι ἀπό τήν πλευρά τοῦ Γρηγορίου, τοῦ διακόνου του, τοῦ καταδότη, τῶν
διωκτῶν250.
Ἄλλοτε πάλι, ὁ βιβλικός ἀφηγητής ἀμέτοχος στά δρώμενα, βλέπει μέσα
ἀπό ἕνα δευτερεῦον πρόσωπο:
Ὑπόθεσις ΙΒ’, ἱστορία Α’251: Οἱ διηγήσεις θυμίζουν λόγο Σαιξπηρικοῦ κοπετοῦ,
ἰδιαίτερα οἱ μονόλογοι τῶν μανάδων μαρτύρων πού μέσα ἀπό τούς
ἐκτεταμένους θρήνους τους ἀναδύεται δοξολογία Θεοῦ (μητέρα νεαροῦ
μάρτυρα ἐν Σινᾶ καί Ραϊθώ ἀναιρεθέντος). Οἱ διηγήσεις πλέον δέν εἶναι λιτές
καί συνοπτικές ἀλλά ἔχουν μεγαλύτερη ἔκταση καί περισσότερη συναισθηματική
ἔνταση. Στή βασική διήγηση προστίθενται καί ἄλλες ἀνάλογες διηγήσεις σέ
παρατακτική σύνδεση ὡς παραδείγματα καί περαιτέρω ἀπόδειξη τοῦ βασικοῦ
κεντρικοῦ νοήματος252. Στίς διηγήσεις αὐτές παρ' ὅτι τά δρῶντα προσωπα εἶναι
οἱ μάρτυρες, ὁ βίος τους καί ἡ τελείωσή τους, ἡ ὀπτική γωνία (τό κεντρικό θέμα
τῆς ὑπόθεσης) ἀλλάζει τήν πορεία καί τό κέντρο βάρους πέφτει στό ρόλο τῶν
γονέων τόσο στό στάδιο τῆς ἀνατροφῆς ὅσο καί στήν τοποθέτησή τους
ἀπέναντι στή στάση τῆς ζωῆς τῶν παιδιῶν τους μέχρι καί τόν θάνατό τους.
∆ίνεται περισσότερο προσοχή στό ρόλο τῆς μητέρας, καθώς ὁ ρόλος της
ἐκείνη τήν ἐποχή εἶναι σχεδόν ἀποκλειστικός στό μεγάλωμα τῶν παιδιῶν.
Ὑπόθεσις ΙΘ’, ἱστορίες Α’ καί Β’253: Ἀφηγηματολογικά ἡ ὀπτική γωνία δέν
ἐπικεντρώνεται στό φωτοστέφανο τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου ἀλλά στήν ἐν ζωῇ
παραδειγματική τιμωρία τῶν ἐνόχων πού ἀποτελεῖ καί προγευση τῆς μέλλουσας
κρίσης. Εἶναι ἡ ἀφηγηματική «σύμβαση» τῆς ἀναγκαιότητας τῆς δικαιοσύνης γιά
τήν παραμυθία τοῦ πιστοῦ: ὁ ἔνοχος γιά τόν φόνο τοῦ ἁγίου Στεφάνου τοῦ
Νέου: «...δαιμονίᾳ πληγῇ παταχθείς, τοὺς ὀδόντας δὲ δεινότατα τετριγὼς καὶ
ἀφρὸν παραπτύων τοῦ στόματος καὶ διέμενεν οὕτως ἡ χαλεπή αὕτη μάστιξ ἄχρι
τέλους συνέχουσα τὸν ἄθλιον καὶ παιδεύουσα.». Ὁ αἴτιος τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ
τοῦ δικαίου διακόνου στή χώρα Μάρση (ἕνας Λογγοβάρδος) δαιμονίζεται. Ἡ
250
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, 239-240.
251
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 171
252
π.χ. στήν ἱστορία Γ’, περί Ἀλυπίου, σ.179, προστίθεται ἡ διήγηση τῆς Ἁγίας Σοφίας σ.180.
253
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.233-240.
111
φύση δέν δέχεται τόν ἄδικο θάνατο εὐλαβῶν ἀνθρώπων χωρίς ἀντίδραση· ὁ
Λογγοβάρδος πού φονεύει μέ μαχαίρι τόν δίκαιο Σουρανό: «τοῦ δὲ
σκηνώματος αὐτοῦ ἐν τῇ ὕλῃ πεσόντος, πᾶσα ἡ ὕλη καὶ τὸ ὄρος ἐδονήθη,
φωνῆς ὥς περ ἀφιείσης τῆς γῆς, μὴ δύνασθαι τῆς ἁγιωσύνης αὐτοῦ τὸ βάρος
ὑποφέρειν».
Ἡ ἀφήγηση γίνεται ὡς ἐπί τό πλεῖστον στό τρίτο πρόσωπο ἄλλοτε Ab ovo,
δηλ. ἀπό τήν ἀρχή τῶν γεγονότων (Περί τῆς πλουσίας παρθένου254· ∆ιήγησις
Ἱππολύτου255· Γιά τό πηγάδι πού ἀνάβλυσε ἀπό θαῦμα τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου256)
καί ἄλλοτε In medias, δηλ. ἀπό τό μέσον τῶν γεγονότων257 εἴτε ὡς ἱστορικές
ἀναδρομές σέ κατορθώματα κοιμηθέντων Γερόντων ἤ ἀναφορά μιᾶς
δεδομένης κατάστασης καί στή συνέχεια διήγηση τοῦ ἱστορικοῦ της (διηγήσεις
πού ἀναφέρονται σέ Γέροντες πού στήν πρότερη κοσμική τους ζωή ἦταν
ἄνθρωποι μέ ἀξιώματα καί πλοῦτο : Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων
Γερόντων, Ἀρσενίου, λς’, σ.10 καί Ρωμαίου α’, σ.108· Περί τῆς γυναικός τῆς
εὑρεθείσης ἐν τῇ νήσῳ μετά τοῦ υἱοῦ αὐτῆς258· Περί τῶν τριῶν γυναικῶν τῶν
φανερωθέντων ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως259).
Οἱ ἑστιάσεις τοῦ ἀφηγητῆ εἶναι ἐξωτερικές, ἐκτός καί πρόκειται γιά
αὐτοβιογραφία. Στή διήγηση Περί Ἀμοῦν τοῦ Νιτριώτου260 (συναντᾶται τόσο
στήν Historia Monachorum in Aegypto ὅσο καί στή Λαυσαϊκή ἱστορία), μποροῦν
νά γίνουν οἱ ἑξῆς ἐπισημάνσεις261:
254
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.55.
255
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 60.
256
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.91.
257
Α. Βερτσέτη, ∆ιδακτική. Γενική ∆ιδακτική, τ. Α’, Ἀθήνα 20035, σ. 139-141.
258
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.96.
259
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.28.
260
Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση κβ’, σ.128-130 καί Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία
διήγηση VIII, τ.1, σ.64-69.
261
Ἡ Historia Monachorum in Aegypto μέ τή Λαυσαϊκή ἱστορία ἔχουν παραπλήσια θεματική μέ
ἀναφορές σέ ἀρκετά μεγάλο ποσοστό στά ἴδια πρόσωπα· τά περιεχόμενα ὅμως δέν
ταυτίζονται κι ἄν ὑπάρχουν καί κοινές ἀναφορές διαφέρουν στόν τρόπο ἔκθεσης.
Εἰδικότερα διακρίναμε: 1) Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση α’, Περί Ἰωάννου τοῦ
ἐν Λυκῷ, σ. 9, καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση ΧΧΧV τ. 1, σ.185· 2) Historia Monachorum in
Aegypto, διήγηση β’, Περί ἀββᾶ Ὤρ, σ.35 καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση X, τ.1, σ. 69· 3)
Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση γ’, Περί Ἄμμωνος, σ.39 καί Λαυσαϊκή ἱστορία,
διήγηση XI, τ.1, σ.75· 4) Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση ζ’, Περί Ἠλία, σ. 45 καί
Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση LI, τ.2, σ.33· 5) Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση ιδ’,
Περί Παφνουτίου, σ.102 καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση XLVII, τ.2, σ.17· 6) Historia
Monachorum in Aegypto, διήγηση ις’, Περί Εὐλογίου, σ. 112 καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση
112
Παρ' ὅτι εἶναι κείμενα σχεδόν τῆς ἴδιας ἐποχῆς, παρ' ὅλα αὐτά ἡ προσοχή τους
ἑστιάζεται σέ διαφορετικά γεγονότα ἤ στά ἴδια μέ διαφορετικό τρόπο. ∆ηλ.
ἐνῶ στήν Historia Monachorum in Aegypto ἁπλά ἀναφέρεται τό γεγονός τοῦ
«λευκοῦ» γάμου τοῦ Ἀμοῦν λόγῳ παρθενίας, στή Λαυσαϊκή ἱστορία ὑπάρχει
ὁλόκληρη διήγηση νά καλύπτει τό γεγονός μέ τους πρωταγωνιστές νά
διαλέγονται σέ εὐθύ λόγο (ἀναλυτική σκέψη). Ἐπίσης ἐνῶ στήν Historia
Monachorum in Aegypto ἀναφέρεται ὅτι δέν «συμπαρθενεύσανε» ἀρκετό καιρό:
«μετ' οὐ πολλὰς δὲ ἡμέρας ἐκεῖνος μὲν ἐπὶ τάς Νιτρίας ἐξῄει ἐκείνη δὲ τὴν
οἰκετίαν πᾶσαν πρὸς παρθενείαν προεκαλεῖτο καὶ δὴ τὸν οἶκον αὐτῆς
μοναστήριον κατεσκεύασεν» (σ.129), στή Λαυσαϊκή ἱστορία ἀναφέρεται: «...
ζήσας οὖν ἔτη δεκαοκτὼ μετ' αὐτῆς (συμπαρθενεύσαντες) ἐν τῷ αὐτῷ οἴκῳ διὰ
πάσης ἡμέρας ἐσχόλαζε τῷ κήπῳ καὶ τῷ βαλσαμῶνι. βαλσαμουργὸς γὰρ ἦν.»
(σ.66).
Ἀντίθετα: τό γεγονός τῆς κοιμήσεως τοῦ Ἀμοῦν ἀναφέρεται πιό ἀναλυτικά στήν
Historia Monachorum in Aegypto καί σέ διαλογική μορφή (σ.130): «ἐπειδὴ δὲ
πρὸς Ἀντώνιον παρεγένοντο, πρῶτος ὁ Ἀντώνιος λέγει πρὸς αὐτόν 'τοῦ θεοῦ
μοι περὶ σοῦ πολλὰ ἀποκαλύψας καὶ τὴν μετάθεσίν σου δηλώσαντος,
ἀναγκαίως σε πρὸς ἐμαυτὸν προασεκαλεσάμην, ἵνα ἀλλήλων πρεσβεύσωμεν'
τάξας δὲ αὐτὸν ἐν τόπῳ τινὶ κεχωρισμένῳ μακράν, μὴ ἀναχωρεῖν ἐκεῖθεν ἄχρι
τῆς μεταθέσεως προετρέψατο. τελειωθέντος δὲ καταμόνας εἶδεν αὐτοῦ τὴν
ψυχὴν ὑπό ἀγγέλων ἀναλαμβανομένην εἰς τὸν οὐρανόν.». Στή Λαυσαϊκή
ἱστορία ὑπάρχει ἁπλή ἀναφορά: «Οὗτος τοίνυν ὁ Ἀμοῦν οὕτως ἐβίωσε καὶ
οὕτως ἐτελειώθη ὡς τὸν Μακάριον Ἀντώνιον τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἰδεῖν ὑπὸ
ἀγγέλων ἀναγομένην.» (σ.68).
Ἐπίσης ἀναφέρονται ἀνεξάρτητα γεγονότα (ἰάσεις-θαυματουργίες) πού δέν
ἀποτελοῦν παράλληλο ὑλικό τῶν δύο κειμένων.
XXI, τ.1, σ.128· 7) Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση ιη’, Περί Σαραπίωνος, σ.114
καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση XXXVII, τ.1, σ.198· 8) Historia Monachorum in Aegypto,
διήγηση κα’, Περί Μακαρίου, σ.123 καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση XVII, τ.1, σ.92· 9)
Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση κβ’, Περί Ἀμοῦν, σ. 128 καί Λαυσαϊκή ἱστορία,
διήγηση VIII, τ.1, σ.64· 10) Historia Monachorum in Aegypto, διήγηση κγ’, Περί Μακαρίου
τοῦ πολιτικοῦ, σ.130 καί Λαυσαϊκή ἱστορία, διήγηση XVIII, τ.1, σ.100· 11) Historia
Monachorum in Aegypto, διήγηση κδ’, Περί Παύλου ἁπλοῦ, σ.131 καί Λαυσαϊκή ἱστορία,
διήγηση XXII, τ.1, σ.138.
113
262
Πρβλ. ∆ιήγηση Περί Μακαρίου Αἰγυπτίου (συναντᾶται τόσο στήν Historia Monachorum in
Aegypto, διήγηση κα’, σ.128 ὅσο καί στή Λαυσαϊκή ἱστορία διήγηση XVII, τ.1, σ.94-96)
ὅπου τό θέμα εἶναι κοινό καί στίς δύο ἱστορίες, δηλ. ἡ θεραπεία ἀπό τόν Γέροντα
γυναίκας πού εἶχε μετασχηματιστεῖ σέ φοράδα. Ὁ τρόπος ὅμως ἀφήγησής τους εἶναι
διάφορος. Οἱ ἐξωτερικοί παράγοντες ἀλλάζουν: στήν πρώτη περίπτωση (Historia
Monachorum in Aegypto), οἱ γονεῖς ὁδηγοῦν τήν κόρη στόν Γέροντα, στή δεύτερη
(Λαυσαϊκή ἱστορία) ἡ γυναίκα εἶναι παντρεμένη καί ὁ σύζυγος εἶναι αὐτός πού τήν
συνοδεύει. Στήν πρώτη περίπτωση (Historia Monachorum in Aegypto), ἡ ἴαση γίνεται
μέσῳ χρίσης ἐλαίου καί προσευχῆς, ἐνῶ στή δεύτερη (Λαυσαϊκή ἱστορία) μέ ραντισμό
νεροῦ καί προσευχῆς. Ἡ πρώτη περίπτωση (Historia Monachorum in Aegypto), τελειώνει
μέ τήν ἴαση τῆς γυναίκας, ἐνῶ στή δεύτερη (Λαυσαϊκή ἱστορία) δίνονται καί ὁδηγίες
ἀποθεραπείας, δηλ. γιά τό πῶς πρέπει νά ζεῖ στό μέλλον. Ὁ ἀφηγητής ἑστιάζεται σέ
διαφορετικά σημεῖα ἀναλόγως τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀκροατηρίου. Στήν πρώτη ἐκδοχή
διήγησης (Historia Monachorum in Aegypto), γίνεται ἁπλή ἀναφορά στή μαγεία ὡς
φαινόμενο ἐποχῆς. Τό ἀκροατήριο τῆς Λαυσαϊκῆς ἱστορίας ὅμως πρέπει νά ἦταν
ἀκροατήριο σέ περίοδο πού γνώριζε ἔξαρση ἡ μαγεία καί ἡ δεισιδαιμονία καί
συγχρόνως γινόταν προσπάθεια ἐξυγίανσης μέσῳ τῆς ἐνεργοῦς συμμετοχῆς τῶν
πιστῶν στά θεῖα μυστήρια.
263
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 113-114.
114
264
Ὁ Θαλάσσιος στοῦ Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ...,
ἀποκαλεῖται «μέγας» καί «δοῦλον τοῦ Θεοῦ τόν πᾶσαν τήν Ἀφρικήν κοσμήσαντα» (σ.84),
ἐνῶ ὁ Συναξαριστής ἀναφέρει: «Θαλάσσιος δέ ὁ τότε Πάπας τῆς Ἀφρικῆς ...»· ὁ Π.Β.
Πάσχος στό Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, σ. 191
ἀναφέρει ὄτι ὁ Θαλάσσιος εἶναι ἀββᾶς: «... τόν ἀββᾶ Θαλάσσιο πού μέ τήν ἀρετή του
κατεστόλιζε ὅλη τήν Ἀφρική..»· οἱ ∆ιηγήσεις φοβερές καί ὠφέλιμες, Ἀπό τά Μηναῖα τῆς
Ἐκκλησίας μας, Νεοελληνική ἀπόδοση-Σχόλια, Ἱ. Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς,
19973, σ.83, ὑποστηρίζουν ὅτι πρόκειται γιά ἀντιγραφικό λάθος προφανῶς, καθώς δέν
ὑπάρχει τέτοιο ὄνομα στούς πατριαρχικούς καταλόγους Ἀλεξανδρείας.
265
D. Marguerat, Ouand la Bible se raconte, σ.18
266
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 125-126
267
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.102.
115
268
Πρβλ. R. Alter, The art of Biblical Narrative, καί εἰδικότερα κεφ. 7: Composite Artistry, σ.
131-154.
269
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 20-21.
270
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.380.
116
271
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.193.
272
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.487.
273
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.220.
274
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.38, σ.45.
117
275
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.43, σ.53.
276
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.264.
277
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.200.
278
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.115.
279
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.124.
280
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.583.
281
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 4, σ.542-543.
282
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.13.
283
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ. 14, σ.489.
284
Παλλαδίου, Λαυσαῖκή ἱστορία, τ.1, σ. 180.
118
285
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 9.
286
Παλλαδίου, Λαυσαῖκή ἱστορία, τ.1, σ. 180.
287
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 31.
288
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.117,122.
289
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.258.
290
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λγ’, σ.5.
119
291
Κατά τόν Genette ὁ ἀφηγητής καί ὁ ἀποδέκτης εἶναι τοποθετημένοι στό ἴδιο διηγητικό
ἐπίπεδο· διακρίνει τόν ἐνδοδιηγητικό ἀποδέκτη (ἐσωτερικός, πρόσωπο ἐντός τοῦ μύθου)
πού ἀντιστοιχεῖ στόν ἐνδοδιηγητικό ἀφηγητή καί τόν ἐξωδιηγητικό ἀποδέκτη (ἐξωτερικός,
πρόσωπο ἐκτός τοῦ μύθου) πού ἀντιστοιχεῖ στόν ἐξωδιηγητικό ἀφηγητή. πρβλ. Γ. Παγανοῦ,
Ἡ Νεοελληνική Πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’ σ. 56-58· Γ. Φαρίνου-Μαλαματάρη,
Ἀφήγηση-Ἀφηγηματολογία, περ. Νέα Ἑστία, Ἰούνιος 2001, σ. 972-1017· G. Prince,
Θεωρία τῆς ἀφήγησης, μτφρ. Ἀγγέλα Κουφοῦ, ἐκδ. Ἑξάντας, Ἀθήνα 1991, καί εἰκότερα
Εἰσαγωγή στή μελέτη τοῦ ἀποδέκτη τῆς ἀφήγησης, σ. 185-219.
292
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή Ἱστορία, Ἐπιστολή πρός Λαῦσον, τ.1, σ.26.
293
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 78.
120
294
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.11.
295
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.118.
296
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.658.
297
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.567.
298
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 687.
299
Historia Monachorum in Aegypto, σ.34.
121
300
Historia Monachorum in Aegypto, σ.16.
301
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.56.
302
Historia Monachorum in Aegypto, σ.76.
303
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.34.
304
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.56.
305
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.60.
122
306
J.Goody, Ἡ λογική τῆς γραφῆς καί ἡ ὀργάνωση τῆς κοινωνίας, μτφρ. Νάσια Ποταμιάνου,
ἐκδ. τοῦ Εἰκοστοῦ Πρώτου, Ἀθήνα 2001, εἰδικότερα τό κεφ. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ (τά
πορίσματα βασίζονται σέ συγκριτικές μελέτες ἀφρικανικῶν καί εὐρασιατικῶν θρησκειῶν), σ.
21-81.
123
ἐξατομίκευση τῆς συνείδησης, τή γραμμική διάταξη τῆς σκέψης ἄρα καί τήν
ἀναλυτική σκέψη. Μετατρέπει τήν πολεμικότητα τῆς προφορικότητας σέ μιά
ἀποστασιοποιημένη «εἰρηνική» διαδικασία λογικοῦ ἐλέγχου. Ἀποδίδει ὁρισμένα
μόνο γνωρίσματα τῆς ὁμιλουμένης γλώσσας ὅπως εἶναι τά φωνήματα, τά
λεξήματα καί ἡ σύνταξη· ἀδυνατεῖ ὅμως ν' ἀποδώσει τό πῶς εἰπώθηκε καί μέ
ποιά πρόθεση. Ἡ ἰδιόχειρη γραφή μεταφέρει κάτι ἀπό τήν προσωπικότητα καί
τήν ἰδοσυγκρασία τοῦ ὁμιλητῆ-γραφέα. Στήν τυπογραφική ἐποχή ὁ λόγος
μετατρέπεται σέ κάτι ἀφηρημένο καί ἀπομακρυσμένο ἀπό τήν προσωπική
ἐκφορά, σέ ὁμοιόμορφα κείμενα307.
Μιά θρησκευτική παράδοση παρ’ ὅτι στηρίζεται σέ κείμενο μπορεῖ νά
συνεχίσει ν' ἀποδίδει μέ πολλούς τρόπους ἐγκυρότητα στήν πρωταρχικότητα
τοῦ προφορικοῦ. Στόν χριστιανισμό ἡ Βίβλος διαβάζεται δυνατά στή λειτουργία.
Πάντα φανταζόμαστε τό Θεό νά μᾶς «μιλᾶ» καί ὄχι νά μᾶς γράφει.
Τό ἀρχαιοελληνικό δράμα ἦταν τό πρῶτο λογοτεχνικό εἶδος πού ἐλέγχονταν
ἀπό τή γραφή· ἄν καί παρουσιάζονταν προφορικά, πρίν ἀπό τήν παρουσίασή του
εἶχε συγγραφεῖ ὡς κείμενο. Ἀλλά καί ἡ «τέχνη» τῆς ρητορικῆς, δηλαδή ἕνα
σῶμα ἀπό διαδοχικά ὀργανωμένες ἐπιστημονικές ἀρχές πού ἑρμήνευαν καί
ὑποστήριζαν αὐτό στό ὁποῖο συνίσταται ἡ προφορική πειθώ, ἄν καί ἀσχολεῖται
μέ τήν προφορική ὁμιλία ἦταν κι αὐτή προϊόν τῆς γραφῆς. Ἡ ἀνάπτυξη ἑνός
θέματος θεωρεῖτο διαδικασία «εὑρέσως» ἐπιχειρημάτων, πού καί ἄλλοι
χρησιμοποιοῦσαν καί ταίριαζαν στή συγκεκριμένη περίπτωση (loci communes,
κοινοί τόποι, Κοϊντιλιανός) εἴτε ὡς ἀναλυτικοί κοινοί τόποι («θέσεις» τῶν
ἐπιχειρημάτων ἤ στή σημερινή διάλεκτο «ἐπικεφαλίδες» πού περικλείουν
ὁρισμό, αἰτία, ἀποτέλεσμα, ἀντιθέσεις, ὁμοιότητες κ.λπ.) εἴτε ὡς ἀθροιστικοί
κοινοί τόποι (συλλογές ρητῶν πού κάποιος θά μποροῦσε νά ἐπεξεργαστεῖ στήν
δική του ὁμιλία)308.
Ἡ γραφή θεμελιώνει αὐτό πού ὀνομάστηκε γλώσσα «ἀνεξάρτητη συμφραζο-
μένων» ἤ «αὐτόνομος» λόγος, δηλ. λόγος πού δέν μπορεῖ ν' ἀμφισβητηθεῖ
ἄμεσα ἤ ν' ἀντικρουστεῖ ὅπως ὁ προφορικός, καθώς ὁ γραπτός λόγος ἔχει
ἀποχωρισθεῖ ἀπό τόν δημιουργό του. Οἱ προφορικοί πολιτισμοί γνωρίζουν ἕνα
307
W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ. χι-χνιι.
308
W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ.158.
124
309
W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ.148.
∆ημιουργήθηκαν διάφορες θεωρίες/Σχολές ὡς προς τήν κειμενικά ἐπεξεργασμένη σκέψη:
α) Νέα Κριτική καί Φορμαλισμός: Ἡ Νέα Κριτική ἐπέμενε στήν αὐτονομία τοῦ ἀτομικοῦ
ἔργου κειμενικῆς τέχνης· ἡ γραφή ὀνομάστηκε «αὐτόνομος λόγος» σέ ἀντιπαράθεση μέ
τήν προφορική ἐκφορά πού δέν εἶναι ποτέ αὐτόνομη ἀλλά πάντα ἐνσωματωμένη στή μή
λεκτική ὕπαρξη. Οἱ νέοι κριτικοί ἐξομοίωναν τό λογοτεχνικό ἔργο μέ τόν ὀπτικό κόσμο-
ἀντικείμενο τῶν κειμένων μᾶλλον παρά μέ τόν προφορικό-ἀκουστικό κόσμο τῶν
συμβάντων. Ἐπέμεναν ὅτι καθε λογοτεχνικό εἶδος πρέπει νά θεωρεῖται ἀντικείμενο
«λεκτική εἰκόνα».
Ὁ ρωσικός Φορμαλισμός (Πρόπ, Σκλόφσκι) ἔχει περίπου τίς ἴδιες ἀπόψεις μέ τή Νέα
Κριτική· θεώρησε τήν ποίηση ὡς μιά «προβεβλημένη» γλώσσα, δηλ. μιά γλώσσα πού
προσελκύει τήν προσοχή στίς ἴδιες τίς λέξεις, στή σχέση πού διατηροῦν μεταξύ τους στόν
κλειστό χῶρο τοῦ ποιήματος. Ἐξαλείφουν ἀπό τήν κριτική καθε ἐνδιαφέρον γιά τό
«μήνυμα», τίς «πηγές», τήν «ἱστορία» τοῦ ποιήματος ἤ τή σχέση του μέ τή βιογραφία τοῦ
συγγραφέα.
β) ∆ομισμός (στρουκτουραλισμός): Ὁ C. Lévi-Strauss με τή δομική ἀνάλυση ἐπικεντρώθηκε
κυρίως στήν προφορική ἀφήγηση καί πέτυχε ν' ἀπελευθερωθεῖ ἐν μέρει ἀπό τή
χειρογραφική καί τυπογραφική μεροληπτικότητα. Θεμελιώδης ἀναλογία τοῦ Lévi-Strauss
γιά τήν ἀφήγηση, ἡ γλώσσα μέ τό σύστημα τῶν ἀντιτιθέμενων στοιχείων της: φώνημα,
μόρφημα, κλπ. Οἱ Parry, Lord, Peabody, Havelock ἐπεξεργάστηκαν τή ψυχοδυναμική τῆς
προφορικῆς ἔκφρασης
γ) Κειμενιστές καί ἀποδομιστές: Οἱ Greimas, Todorov, Barthes, Sollers, Derrida προέρχονται
ἀπό τήν παράδοση τοῦ Husserl. Ἐνδιαφέρονται ἐλάχιστα γιά τίς ἱστορικές συνέχειες (πού
εἶναι καί ψυχολογικές)· σημεῖο ἐκκίνησής τους ὁ διάλογος τοῦ Derrida μέ τόν Jean Jacques
Rousseau. Ὁ Derrida ἐπιμένει ὅτι ἡ γραφή δέν εἶναι «συμπλήρωμα τοῦ προφορικοῦ λόγου»
ἀλλά μία τελείως διαφορετική τέλεση· ἡ γλώσσα εἶναι δομή, καί ἡ δομή της δέν εἶναι ἴδια
μέ αὐτήν τοῦ ἐξωνοητικοῦ κόσμου· ἡ λογοτεχνία καί κατ' οὐσίαν ἡ ἴδια ἡ γλώσσα δέν εἶναι
«ἀναπαραστατική» οὔτε ἐκφραστική κάποιου πράγματος πού βρίσκεται ἔξω ἀπό τήν ἴδια.
Ἡ ἀποδόμηση ἀναπτύχθηκε ἀπό τό ἔργο τῶν κειμενιστῶν. Οἱ ἀποδομιστές ὑπογραμμίζουν
ὅτι: «οἱ γλῶσσες, τουλάχιστον οἱ δυτικές, ταυτοχρόνως ἐπιβεβαιώνουν καί ἀνατρέπουν τή
λογική» (Miller)· κι αὐτό τό ἐπιτυγχάνουν δείχνοντας ὅτι ἄν ἐξετάσουμε ὅλα ὅσα
συνεπάγεται ἕνα ποιήμα, θά δοῦμε ὅτι τό ποιήμα δέν εἶναι τελείως συνεπές μέ τόν ἑαυτό
του.
δ) Θεωρίες ὁμιλιακοῦ ἐνεργήματος καί ἀναγνωστικῆς πρόσληψης: ∆ιακρίνεται ἠ «λεκτική»
πραξη, ἡ «ἐνδολεκτική» (κατάσταση ἀλληλεπίδρασης ἀνάμεσα σέ ὁμιλητή καί ἀποδέκτη π.χ.
χαιρετισμός, ὑπόσχεση...) καί ἡ «περιλεκτική» πράξη (πού προκαλεῖ στόν ἀκροατή τά
ἐπιδιωκώμενα ἀποτελεσματα). Χρησιμοποιεῖται ἡ ἀρχή τῆς «συνεργασίας» (συνεισφορά
κάποιου σέ μία συνομιλία ν' ἀκολουθεῖ τήν ἀποδεκτή κατεύθυνση τῆς συζήτησης) καί
ἐμπλέκεται ἡ ἔννοια τῆς «συνεπαγωγῆς», δηλ. τά διάφορα εἴδη λογισμῶν πού κάνουμε γιά
νά ἐννοήσουμε αὐτά πού ἀκοῦμε. Οἱ Wolfagang Iser, Norman Holland, Derrida, Paul Ricoeur
τονίζουν ὅτι ἡ γραφή καί ἡ ἀνάγνωση διαφέρουν ριζικά ἀπό τήν προφορική ἐπικοινωνία καί
125
Ποιό ὅμως εἶναι τό κίνητρο τῆς γραφῆς καί εἰδικότερα τό κίνητρο τοῦ
ἀντικειμένου τῆς ἔρευνάς μας, δηλ. τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων, ἀφοῦ κι αὐτές
πρίν γίνουν ἀντικείμενο γραφῆς ἀποτελοῦσαν προϊόν προφορικῆς ἐπικοινω-
νίας, ἀπό στόμα σέ στόμα μέσῳ τῶν ἀφηγητῶν; Ὁπωσδήποτε ὄχι αὐτό τῆς
ματαιοδοξίας. ∆εχόμαστε ὡς κίνητρο πάντα κάτι πού λειτουργεῖ κατά
περίπτωση· τυχαίνει κάποιος νά γράψει κάτω ἀπό κάποια παρόρμηση ἤ πίεση
ψυχική· μιά ἀδυναμία πού τόν βιάζει νά φανερώσει «τά ἀπόκρυφα τῆς ψυχῆς»
καί νά μοιραστεῖ συγκινήσεις μέ ἄλλους· ἄλλος ἔχει ἀνάγκη νά κατακρίνει τό
μή σωστό καί νά δείξει στόν ἀναγνώστη γιατί εἶναι ἀξιοκατάκριτο...· εἶναι ὁ
ἐμπρόθετος στόχος μιᾶς ἔκφρασης πού καλεῖται «δύναμη τῆς ἀνταπόκρισης».
Σέ τί στόχευε ὁ ὁμιλητής μέ τήν ἀφήγησή του στό συγκεκριμένο ἀκροατή στή
συγκεκριμένη περίσταση; Καί ἡ Σεχραζάτ εἶχε ἕνα ἀπώτερο «ἀνέκφραστο»
κίνητρο ὅταν ἀφηγεῖτο τίς χίλιες καί μία ἱστορίες στό Σουλτάνο σύζυγό της, ὁ
ὁποῖος μετά ἀπό κάθε γαμήλια νύχτα συνήθιζε νά διατάζει τή δολοφονία τῆς
ἑκάστοτε συζύγου. Ἡ ἀφηγηματική «συναλλαγή» ἀποτελεῖ δεῖγμα ἐξουσίας. Ἡ
ἀφηγηματική δύναμη μπορεῖ νά εἶναι ἡ μοναδική στρατηγική πού ἔχει ἀπομείνει
στούς ἀδυνάτους· εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά μπορέσουν ν' ἀκουστοῦν καί νά
διασφαλίσουν τή ζωή τους, διηγούμενοι μία καλή ἱστορία, μία ἱστορία
«ἀξιανάγνωστη»310.
Γιά νά ὑπάρξει μία ἱστορία πρέπει νά συμβεῖ κάτι ἀπρόβλεπτο· ἀποτελεῖ ἕνα
ὄργανο ὄχι τόσο γιά τήν ἐπίλυση προβλημάτων ὅσο γιά τόν ἐντοπισμό τους.
Ἱστορίες λέγονται ὄχι μόνο γιά νά καθοδηγήσουν ἀλλά καί γιά νά
προειδοποιήσουν. Ὑπ' αὐτήν τήν ἔννοια εἶναι τό νόμισμα καί τό συνάλλαγμα
μιᾶς κουλτούρας πού κατασκευάζει καί ἐπιβάλλει τό ἀναμενόμενο ἀλλά κατά
παράδοξο τρόπο εἶναι καί αὐτή πού συντάσσει ἀκόμη καί περιθάλπει ὕπουλα τίς
ὅσον ἀφορᾶ στήν ἀπουσία: ὁ ἀναγνώστης εἶναι ἀπών ὅταν ὁ συγγραφέας γράφει καί ὁ
συγγραφέας εἶναι ἀπών ὅταν ὁ ἀναγνώστης διαβάζει, ἐνῶ κατά τήν προφορική
ἐπικοινωνία ὁ ὁμιλητής καί ὁ ἀκροατής εἶναι παρόντες ἐνώπιος ἐνωπίῳ. Ἀντιδροῦν ἐπίσης
στήν ἀποθέωση τοῦ φυσικοῦ κειμένου τῆς Νέας Κριτικῆς θεωρώντας τήν ἀντικειμενικότητα
τοῦ κειμένου ψευδαίσθηση (βλ. W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ.232-247).
310
J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ.65.
126
ἀποκλίσεις (παραβάσεις)· δέν ἀφορᾶ μόνο τόν κανόνα ἀλλά καί τή διαλεκτική
σχέση ἀνάμεσα στούς κανόνες καί στό ἀνθρωπίνως δυνατόν311.
Στήν Ἱστορία συχνά οἱ πολιορκίες λύνονται, οἱ ναυμαχίες κερδίζονται ἀπό
τούς ἀδυνάτους, ἡ ἀντίσταση κάμπτει τούς ἰσχυρούς, ἡ ἐμμονή δικαιώνει τήν
ὑπομονή. Ἡ μή πιθανή ἔκβαση τῶν πραγμάτων βάσει τῶν ὑπολογισμένων
μεταβλητῶν καί σταθερῶν δέν εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ὁποιασδήποτε τύχης ἤ
τοῦ τυχαίου ἀλλά ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας καί στή ζωή τοῦ σύμπαντος
κόσμου. Εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πού δέν παρεμβαίνει ἐπωνύμως ἀλλά
διακριτικά, διατηρώντας τήν ἀνωνυμία Του καί δρᾶ ἀφήνοντας μεγάλα
περιθώρια πολλαπλῶν ταυτίσεων μέ κίνδυνο νά Τόν... ἀγνοήσουμε312.
Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία κατά Χριστόν τῶν Γεροντικῶν μορφῶν τῶν
ψυχωφελῶν διηγήσεων ἀποτελεῖ διαχρονικό «τύπο» ζωῆς πρός μίμηση:
«Ἐν τῇ δε τῇ βίβλῳ ἀναγέγραπται ἐνάρετος ἄσκησις καὶ θαυμαστὴ βίου διαγωγὴ
καὶ ρήσεις ἁγίων καὶ μακαρίων πατέρων, πρὸς ζῆλον καὶ παιδείαν καὶ μίμησιν
τῶν τὴν οὐράνιον πολιτείαν ἐθελόντων κατορθῶσαι, καὶ τὴν εἰς βασιλείαν
οὐρανῶν ἄγουσαν βουλομένων ὁδεύειν ὁδόν.»313.
Ἡ ψυχική ὠφέλεια πρός σωτηρίαν ἀποτελεῖ πρωτεῦον κίνητρο τῶν
συγγραφέων: «...παρακληθεὶς συνεχῶς ὑπὸ τῆς εὐλαβοῦς ἀδελφότητος τῆς ἐν
τῷ ἁγίῳ ὄρει τῶν ἐλαιῶν πολιτευομένης γράψαι αὐτοῖς τὰς τῶν ἐν Αἰγύπτῳ
μοναχῶν πολιτείας ἃς ἐθεασάμην, τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτῶν καὶ πολλὴν
ἄσκησιν, ταῖς αὐτῶν εὐχαῖς καταπιστεύσας ἐτόλμησα πρὸς τὴν διήγησιν ταύτην
τραπῆναι, ἵνα κἀμοί τι κέρδος γένηται τῆς αὐτῶν ὠφελείας μιμησάμενος αὐτῶν
τὴν πολιτείαν καὶ τὴν παντελῆ τοῦ κόσμου ἀναχώρησιν καὶ ἡσυχίαν διὰ τῆς
ὑπομονῆς τῶν ἀρετῶν, ἧς μέχρις τέλους κατέχουσιν.»314.
Ὁ τρόπος ζωῆς τῶν Γερόντων δέν μπορεῖ νά μένει στήν ἀφάνεια. Ὁ βίος
τους ἀποτελεῖ θεραπευτικό μέσο κάθε ψυχικοῦ περισπασμοῦ: «...ὅπως σεμνὸν
καὶ ψυχωφελὲς ὑπομνηστικὸν ἔχων τε ἀδιάλειπτον τε φάρμακον λήθης πάντα
μὲν νυσταγμὸν τὸν ἐξ ἀλόγου ἐπιθυμίας, πᾶσαν δὲ διψυχίαν καὶ κιμβικίαν
311
J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ.54· πρβλ. Καΐλα-Ξανθάκου, Κουλτούρα καί παραμύθι,
Ἐπιθεώρηση παιδικῆς Λογοτεχνίας, τ.1, σ.246-257, Ἀθήνα 1986.
312
Α., Σταυρόπουλου, Ποιμαντική πολλαπλῶν διαδρομῶν, Ἀθήνα 1995 σ. 41-43.
313
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ. ιγ’.
314
Historia Monachorum in Aegypto, σ.6.
127
315
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.32.
316
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.42.
317
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.70.
318
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.60.
319
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, σ.55 (Βίος καί
πολιτεία τῶν ἐν Σινᾶ καί Ραϊθώ ἀναιρεθέντων Πατέρων, Ἀμμωνίου μοναχοῦ).
320
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.32.
128
321
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.75.
322
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.61.
323
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 208.
324
D. Marguerat, Ouand la Bible se raconte, σ. 9-37 (Entrer dans le monde du récit).
129
325
W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ.191-193.
326
Π. Κόντου, Ὅμαιμες, ἡ ἀνάγνωση καί ἡ φιλία εἶναι ἡ μία ὁ θάνατος τῆς ἄλλης, Περ. Εὐθύνη,
τ. 376, σ. 163-166, Ἀπρίλιος 2003.
130
Στό κείμενο ἡ πρόθεση τοῦ συγγραφέα δέν εἶναι δεδομένη ὑπό μία ἄμεση
μορφή ὅπως συμβαίνει σέ μία συζήτηση, ἀλλά πρέπει ν' ἀνοικοδομηθεῖ ταυτό-
χρονα μέ τό νόημα καί τή σημασία τοῦ κειμένου. Ἡ ὑποκειμενικότητα τοῦ
ἐπαρκοῦς ἤ ἀνεπαρκοῦς ἀναγνώστη εἶναι καθοριστική· ἔχει νόημα κυρίως σέ
σχέση μέ ἕναν ὁρισμό τοῦ κειμένου νοουμένου ὡς μεσολάβησης χάρη στήν
ὁποία κατανοεῖται ἤ γίνεται ἡ γνωριμία μέ τόν «ἑαυτό» μας. Στή φάση τῆς
γνωριμίας του μ' ἕνα ἔργο ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νά διαλέγεται μέ τόν ἑαυτό
του. Ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νά κινεῖται μέ βάση τή λογική τῆς ἐρώτησης-
ἀπάντησης, μπορεῖ νά θέσει ἐρωτήματα στό ἔργο, μπορεῖ νά ἀπαντήσει ὁ ἴδιος
στόν ἑαυτό του, μπορεῖ νά αἰσθανθεῖ ὅτι ἐρωτᾶται ἀπό τόν συγγραφέα ἀλλά
δέν μπορεῖ ν' ἀνταλλάξει τίς ἀπόψεις του καί νά δημιουργήσει ἕνα νέο λόγο,
τοῦ ὁποίου ἡ εὐθύνη θά ἀνῆκε καί στίς δύο πλευρές. ∆ημιουργεῖται ὁ
«ἀντιήρωας», δηλ. «ὁ ἀναγνώστης ἑνός κειμένου τή στιγμή πού τό ἀπολαμβά-
νει» (Ronald Barthes)327.
Ἀνάγνωση σημαίνει ἀναγνώριση ἀλλά καί ἀνάμνηση. Ὁ Πλάτωνας θεωρεῖ
ὅτι ὁ πνευματικός πλοῦτος εἶναι ἀνάμνηση τῶν Ἰδεῶν, πού ἡ ψυχή μας εἶδε σ'
ἕνα ἐπουράνιο τόπο, πρίν ἔλθει καί σαρκωθεῖ στόν κόσμο αὐτό. ∆ιαβάζοντας
θυμοῦμαι τίς Ἰδέες, ἀναγνωρίζω τίς Ἰδέες καί ἡ ἀναγνώριση αὐτή μέ μεταρσιώ-
νει, μέ μεταφέρει ἔστω καί πρόσκαιρα στόν κόσμο τῶν Ἰδεῶν, στόν ἰδεατό
κόσμο, τόν κόσμο τοῦ πνεύματος. Τούτη ἡ ἀνάγνωση ὅμως δέν εἶναι μόνον
ἀναγνώριση τοῦ ἄλλου, ἀλλά συνάμα καί ἀναγνώριση ἤ καλύτερα, γνωριμία
τοῦ «ἑαυτοῦ» μου· διαβάζοντας ξέρω ποιός εἶμαι ἤ ποιός πρέπει νά εἶμαι328. Ὁ
«ἑαυτός» εἶναι τό κοινό νόμισμα τῆς ἐπικοινωνίας· καμιά συζήτηση δέν
προχωρεῖ χωρίς τήν ἀνενδοίαστη χρησιμοποίησή του. Συνεχῶς κατασκευάζει
καί ἀνακατασκευάζει τόν «ἑαυτό» προκειμένου νά ἱκανοποιήσει τίς ἀνάγκες τῶν
καταστάσεων πού συναντᾶ καί δρᾶ ἔτσι ὑπό τήν καθοδήγηση τῶν ἀναμνήσεων
τοῦ παρελθόντος καί τῶν ἐλπίδων καί τῶν φόβων γιά τό μέλλον. Ἡ δημιουργία
τοῦ «ἑαυτοῦ» πραγματοποιεῖται καί ἀπό τόν ἔσω καί ἀπό τόν ἔξω κόσμο. Ὁ
327
Στ. Καραγιάννη, Ὁ ἀντιήρωας ἤ ἡ ἀνάγνωση ἀπό ἑρμηνευτική ἄποψη, Περ. Εὐθύνη, τ. 376, σ.
154-156, Ἀπρίλιος 2003.
328
Σαρ. Καργάκου, Ἀνάγνωση μία γέφυρα γνωριμίας καί φιλίας, Περ. Εὐθύνη, τ. 376, σ.159,
Ἀπρίλιος 2003· πρβλ. Ν. Γεωργοπούλου, Ὁ πλατωνικός μῦθος τῆς ∆ιοτίμας, Ἀθήνα 1989,
σ. 105-165.
131
329
J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ.118-119.
132
332
P. Ricoeur, Ἡ ἀφηγηματική λειτουργία, σ.55-79.
134
135
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆ΕΥΤΕΡΟ
1. Πλοκή
Εἰσαγωγικά
1
Α. Σταυρόπουλου, Ἐπιστήμη καί Τέχνη τῆς Ποιμαντικῆς, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1997, σ.36-39.
136
Ἡ βιβλική ἀφήγηση φαίνεται, λίγο πολύ, ἡ ἴδια ἡ ἱστορία συχνά νά λέγεται δύο
ἤ τρεῖς φορές γιά διαφορετικά πρόσωπα ἤ μερικές φορές γιά τόν ἴδιο χαρακτήρα
σέ διαφορετικές περιστάσεις. Ἐπαναλαμβανόμενα ἐπεισόδια ἔχουν προκαλέσει
διαφορετικές ἑρμηνεῖες καί ἡ πιό κοινή στρατηγική στούς μελετητές εἶναι ν'
ἀποδίδουν τήν ὅλη φαινομενική ἐπανάληψη στίς ἀφηγήσεις, σέ μία ἐπανάληψη τῶν
πηγῶν στή διαδικασία τῆς μετάδοσης, εἴτε γραπτῆς εἴτε προφορικῆς. Ὁ Robert C.
Culley2 ὅμως, μέσα ἀπό τήν ἔρευνά του, καταλήγει στό συμπέρασμα ὅτι οἱ
παραλλαγές στά παράλληλα ἐπεισόδια δέν εἶναι καθόλου τυχαῖες.
Ἀντίστοιχα οἱ ἐρευνητές στή μελέτη τοῦ Ὁμήρου, ἔχουν συνειδητοποιήσει ὅτι
ὑπάρχουν μερικά προεξέχοντα στοιχεῖα ἐπαναληπτικοῦ συνθετικοῦ προτύπου πού
ἔχουν ὁριστεῖ ὡς «χαρακτηριστική σκηνή» (type-scene). Τήν ἰδέα ἐπεξεργάστηκε
πρῶτος ὁ Walter Arend τό 1933, καί ὑποστηρίζει ὅτι ὑπάρχουν ὁρισμένες
σταθερές καταστάσεις τίς ὁποῖες ὁ ποιητής ἀναμένεται νά συμπεριλάβει στήν
ἀφήγησή του καί τίς ὁποῖες πρέπει νά ἐκτελέσει μέ μία σταθερή σειρά κινήσεων
ὅπως ἡ ἄφιξη, τό ἄγγελμα, τό ταξίδι, ἡ συνέλευση, ὁ χρησμός, ὁ ἐξοπλισμός τοῦ
ἥρωα. Ἡ «χαρακτηριστική σκηνή» τῆς ἐπίσκεψης π.χ., θά ἔπρεπε νά ξεδιπλωθεῖ
σύμφωνα μέ τόν ἀκόλουθο σταθερό πρότυπο: ἕνας καλεσμένος πλησιάζει, κάποιος
τόν ἐντοπίζει, σηκώνεται, τρέχει νά τόν χαιρετήσει, παίρνει τόν ἐπισκέπτη ἀπό τό
χέρι, τόν ὁδηγεῖ σ' ἕνα δωμάτιο, τόν προσκαλεῖ νά λάβει τιμητική θέση, ὁ
ἐπισκέπτης διατάσσεται νά γιορτάσει, τό ἐπακόλουθο γεῦμα περιγράφεται. Σχεδόν
κάθε περιγραφή ἐπίσκεψης στόν Ὅμηρο θά ἀναπαράγει λίγο πολύ αὐτή τή σειρά
ὄχι ἐξαιτίας μιᾶς σύμπτωσης πηγῶν, ἀλλά ἐπειδή αὐτός εἶναι ὁ τρόπος πού ἡ
«σύμβαση» ἀπαιτεῖ μιά τέτοια σκηνή ν' ἀποδίδεται.
Μέ βάση αὐτό τό σκεπτικό ὁ βιβλικός ἀφηγητής ξεδιπλώνει στό ἀκροατήριο του
μία «σκηνή» σέ εἰδικές περιστάσεις σύμφωνα μέ μία σταθερή σειρά κινήσεων τήν
ὁποία γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων τόσο ὁ ἀφηγητής ὅσο καί τό ἀκροατήριο. Ἄν
κάποιες ἀπ' αὐτές τίς κινήσεις ἄλλαζαν ἤ καταργοῦνταν ἤ παραλείπονταν γιά τή
σκηνή αὐτό σήμαινε κάποια διαφοροποίηση. Τό πραγματικά ἐνδιαφέρον δέν εἶναι
2
Στή μονογραφία του Studies in the Structure of Hebrew Narrative, Φιλαδέλφεια,1976, ὁρμώμενος
ἀπό πρόσφατες ἐθνογραφικές μελέτες τῆς προφορικῆς μυθολογίας στίς ∆υτικές Ἰνδίες καί
στήν Ἀφρική, διατείνεται ὅτι ὁ ἴδιος μηχανισμός εἶναι παρών καί στήν βιβλική ἀφήγηση· πρβλ.
R.Alter, The art of Biblical Narrative, σ. 50.
137
τό σχῆμα τῆς «σύμβασης» ἀλλά αὐτό πού γίνεται σέ κάθε μία ἀτομική ἐφαρμογή
τοῦ σχήματος νά τῆς δίνει μία ξαφνική κλίση πρός τόν νεωτερισμό ἤ ἀκόμη νά τήν
ἀναδιαμορφώνει δραστικά γιά τούς κοντινούς εὐφάνταστους σκοπούς.
Ἡ διαδικασία τῆς λογοτεχνικῆς δημιουργίας ἀπό τούς ρώσους Φορμαλιστές καί
μετά εἶναι μία ἀκατάπαυστη διαλεκτική μεταξύ τῆς ἀνάγκης χρήσης καθιερωμένων
τύπων γιά τήν ὕπαρξη ὑπεύθυνης ἐπικοινωνίας καί τῆς ἀνάγκης νά χαλάσει κάποιος
καί νά ξαναφτιάξει αὐτούς τούς τύπους, καθώς εἶναι αὐθαίρετοι περιορισμοί καί ὅ,τι
ἁπλά ἐπαναλαμβάνεται αὐτόματα δέν διαβιβάζει κανένα μήνυμα· ὅπως λέει ὁ E.H.
Combrich: «Ὅπου μποροῦμε ν' ἀναμένουμε δέν χρειάζεται ν' ἀκούσουμε»3.
Τό διάβασμα κάθε λογοτεχνικοῦ σώματος περιλαμβάνει ἕναν ἐξειδικευμένο
τρόπο ἀντίληψης πού ὁ ἑκάστοτε πολιτισμός κατευθύνει τά μέλη του ἀπό τήν παιδική
ἡλικία. Ὡς νεότεροι ἀναγνῶστες τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων χρειάζεται νά
μάθουμε κάτι ἀπό αὐτόν τόν τρόπο σκέψης πού ἦταν δεύτερη φύση στά ἀρχικά
ἀκροατήρια. Ἀντί νά ἐξορίζεται κάθε ἐπανάληψη τοῦ κειμένου στή λήθη τῶν
ἐπαναλαμβανόμενων πηγῶν ἤ τῶν σταθερῶν λαογραφικῶν «ἀρχετύπων», μπορεῖ
νά γίνει κατανοητό, ὅτι ἡ ἀναζωπύρωση κάποιων αἰσθητῶν προτύπων σέ
συγκεκριμένα ἀφηγηματικά σημεῖα, ἀναμένονταν συμβατικά ἤ ἀκόμα ὅτι ἦταν καί
ὑπολογισμένα. Ἔναντι αὐτοῦ τοῦ λόγου ἀναμονῆς, οἱ συγγραφεῖς βάζουν λέξεις,
θέματα, πρόσωπα καί δράσεις σέ ἕνα περίτεχνο πλaίσιο νεωτερισμοῦ. Τό
μεγαλύτερο μέρος τῆς ἀφηγηματικῆς τέχνης βρίσκεται στό μετατοπισμένο ἄνοιγμα
μεταξύ τῆς σκιώδους εἰκόνας στό προϊδεασμένο μυαλό τοῦ παρατηρητῆ καί τῆς
πραγματοποιηθείσας ἀποκαλυπτικῆς εἰκόνας στό ἴδιο τό ἔργο.
Ὁ W.B. Gallie στό Philosophy and Historical Understanding, ἀναφέρει ὅτι τό νά
παρακολουθεῖ κάποιος μία ἱστορία σημαίνει ὅτι κατανοεῖ μία κίνηση μέ ὁρισμένη
κατεύθυνση καί ἀναταποκρίνεται σ' αὐτή τήν ὤθηση μέ ἀναμονές πού ἀναφέρονται
στήν ἔκβαση καί τήν κορύφωση τῆς διαδικασίας. Μέ αὐτή τήν ἔννοια τό «κλείσιμο»
τῆς ἱστορίας ἀποτελεῖ τόν πόλο ἕλξης ὅλης τῆς διαδικασίας. Ἡ ἀφηγηματική
κατάληξη ὅμως δέν εἶναι δυνατόν οὔτε να προβλεφθεῖ οὔτε νά συναχθεῖ. ∆έν
ὑπάρχει ἱστορία, ἄν τήν προσοχή μας δέν τήν κερδίσει ἡ ἀγωνία πού δημιουργεῖται
ἀπό τά πολλά ἐνδεχόμενα καί τίς πάνω ἀπό μία δυνατότητες νά συμβεῖ κάτι. Γι’
3
πρβλ. R. Alter, The art of Biblical Narrative, κεφ. Biblical Type-Scenes and the Uses of Convention,
σ. 47-62.
138
αὐτό καί πρέπει νά τήν παρακολουθήσει κάποιος μέχρι τήν κατάληξή της. Μία
ἱστορία περισσότερο ἀπό τό νά εἶναι προβλέψιμη, πρέπει νά εἶναι ἀποδεκτή4. Μέ
μία ἀναδρομική ματιά ἀπό τήν κατάληξη πρός τά ἐπεισόδια, πρέπει ὁ καθένας νά
εἶναι ἱκανός νά πεῖ ὅτι τό συγκεκριμένο τέλος ἀπαίτησε ἐκεῖνα τά ἐπεισόδια καί
ἐκείνη τήν ἀλυσίδα δράσης (τελεολογικά ὁδηγημένη κίνηση ἀναμονῶν). Τά
ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς ἱστορικῆς ἐξήγησης πρέπει νά θεωροῦνται ὡς
ἐξελίξεις στήν ὑπηρεσία τῆς ἰδιότητας-δυνατότητας ν' ἀκολουθεῖται ἡ βασική
ἱστορία. Ἡ λειτουργία τῶν γενικεύσεων πού ὁ ἀφηγητής ζητᾶ ἀπό ἐμᾶς νά
δεχτοῦμε ἔχει σκοπό στή διευκόλυνση τῆς διαδικασίας παρακολούθησης τῆς
ἱστορίας, ὅταν αὐτή ἔχει διακοπές ἤ εἶναι σκοτεινή. Οἱ ἐξηγήσεις λοιπόν πρέπει νά
συνυφαίνονται μέ τήν ἀφήγηση. Κάθε ἀφήγηση συνδυάζει δύο διαστάσεις: μία
χρονολογική, δηλ. ἡ διάσταση τῶν ἐπεισοδίων μιᾶς ἀφήγησης καί μία μή-
χρονολογική, δηλ. ἡ πράξη παρακολούθησης μία ἱστορίας μέ τή σύνθεση σκόρπιων
γεγονότων-ὁλότητες μέ νόημα. Ἡ τέχνη ἑπομένως τοῦ ἀφηγεῖσθαι καί τῆς
παρακολούθησης μίας ἱστορίας προϋποθέτει τήν ἱκανότητα ἀπό μία διαδοχή νά
ἀποσπᾶται μία μορφή/διαμόρφωση, δηλ. γίνεται μία ἀναμέτρηση ἀνάμεσα στήν
ἀκολουθία καί στή μορφή. Ὀργανώνοντας (ὁμαδοποιώντας) γεγονότα σέ διαμορ-
φωτικές πράξεις ἡ ἀφηγηματική λειτουργία παίρνει τό χαρακτήρα μιᾶς στοχαστικῆς
κρίσης καί συμπεριλαμβάνει τήν ἔννοια τῆς ὀπτικῆς γωνίας (point of view)5. Ὁ
4
W. Egger, Methodenlehre zum Neuen Testament. Einführung in linguistische und historisch–kritische
Methoden, Herder Freiburg–Basel–Wien, x.x., σ.123· ὁ C. Bremond στήν ἀνάλυση ἀφηγηματικῶν
κειμένων στρέφει τό ἐνδιαφέρον του ἰδιαίτερα στά κομβικά σημεῖα τῆς ἀφήγησης (ἄνοιγμα
δυνατοτήτων)· δηλ. ὑπάρχουν σημεῖα ἀπ' τά ὁποῖα διανοίγονται διέξοδοι γιά τήν περαιτέρω
ἐξέλιξη. Ἡ ἀφήγηση ναί μέν ἐξιστορεῖ μόνο μία ἀπό τίς δυνατές διεξόδους, ἀλλά μπορεῖ κάποιος
μέ βάση λογικές σκέψεις καί γενικευμένες ἐμπειρίες καί μέσα ἀπό τή σύγκριση μέ ἄλλες
ἀφηγήσεις νά διακρίνει σέ ποιά σημεῖα τῆς ἀφήγησης ἀνοίγονται διέξοδοι. Μᾶς προσκαλεῖ νά
συλλογιστοῦμε τί θά εἶχε συμβεῖ ἄν ἕνα ἀπό τά δρῶντα προσωπα εἶχε ἀποφασίσει διαφορετικά.
Μιά διαδικασία ἀνάλυσης μέ αὐτό τόν προσανατολισμό εἶναι κατάλληλη ἰδιαίτερα γιά κείμενα πού
πραγματεύονται ἀποφάσεις· αὐτό καθιστᾶ σαφή τή σημασία τῶν διεξόδων καί δείχνει τίς
συνέπειες μιᾶς ἀπόφασης.
5
P. Ricoeur, Ἡ ἀφηγηματική λειτουργία, σ.25-30. Μεγάλα βήματα στόν τομέα τῆς ἀφηγηματολογίας
ἐκτός τοῦ Gérard Genette, Discours du recit, στο Figures III, Paris, Seuil, 1972, Nouveau Discours du
recit (1983) καί τοῦ Paul Ricoeur, Temps et recit, τ.1 L’ intrigue et le récit historique, 1983, τ.2 La
configuration dans le récit de fiction, 1984, τ.3 Le temps raconté, 1985, Paris, Seuil, ἔχουν γίνει
ἀπό τούς: Robert Alter, The art of Biblical Narrative, New York, Basic Books, 1981)· Francois
Brossier, Dire la Bible, Récits bibliques et communication de la foi, Paris, Le Centurion, 1986· Jean-
Noël Aletti, L’ art raconter Jésus-Christ. L’ écriture narrative de Evancile de Luc, (Parole de Dieu),
Paris, Seuil, 1989 καί Quand Luc raconte. Le recit comme theologie, Paris, Cerf, 1998· Daniel
Marguerat, Yvan Bourquin, La Bible se raconte. Initiation à l’ analyse narrative,
Paris/Geneve/Montreal, Cerf /Labor et Fides/ Novalis, 1998· Daniel Marguerat, Corina Combet-
139
Ρικαίρ κάνει φανερό πώς ἡ διήγηση ἐμπεριέχει μία «προ-κατανόηση τοῦ κόσμου τῆς
πράξης» καί δέν διστάζει νά «προσδώσει ἤδη στήν ἐμπειρία αὐτήν καθεαυτήν μία
ἀρκτική ἀφηγηματικότητα» ἤ «νά μιλήσει γιά μία προ-αφηγηματική δομή τῆς
ἐμπειρίας». Κάθε διήγηση οἰκοδομεῖται πάνω στήν ἀδιαφανή βάση τοῦ «ζεῖν», τοῦ
«πράττειν» καί τοῦ «ὑποφέρειν». Ἡ ἀνθρώπινη ἐμπειρία δέν παίρνει ἀφηγηματικό
νόημα παρά στό βαθμό πού αὐτή ἡ ἴδια εἶναι ἤδη δυνάμει, διηγήσιμη (Bremond).
Ἡ πράξη γιά νά δώσει ἔδαφος σέ μία ἀφηγηματική ἀνάλυση πρέπει νά πάρει
μία σημειωτική μορφή, ν' ἀποκτήσει τή σύνθεση μηνύματος, νά τοποθετηθεῖ μέσα σ'
ἕνα κείμενο ἤ νά σκηνοθετηθεῖ μέ δύο ἄμεσες συνέπειες: α) τήν ἄρθρωση
ἀφηγηματικότητας πού θά μπορεῖ νά ἑρμηνευθεῖ ὡς μία ἀλληλένδετη σειρά
ἐκφορῶν καί β) τήν εἰσαγωγή της σέ μία κατάσταση ἐπικοινωνίας πού βάζει σέ
λειτουργία σχέσεις συμβολαίου ἀνάμεσα σέ πομπό καί δέκτη. Ὁ λόγος καί ἡ
ἱστορία θά μποροῦσαν νά εἶναι τά δύο ὅρια τῆς ἀφηγηματικότητας, ὅρια πέρα ἀπό
τά ὁποῖα ἡ διήγηση παύει νά ἀποτελεῖ τό ἀντικείμενο μιᾶς εἰδικῆς προσέγγισης6.
Ὡς ἱστορία (histoire) νοεῖται τό περιεχόμενο ἤ ἡ σειρά τῶν γεγονότων (πράξεις
καί περιστατικά) καί ὅτι ὀνομάζουμε ὑπάρξεις (χαρακτῆρες, στοιχεῖα πλαισίου)· εἶναι
τό τί σέ μία ἀφήγηση ἀναπαρασταίνεται. Ὡς λόγος (discours) νοεῖται ἡ ἔκφραση, τό
μέσο μέ τό ὁποῖο κοινοποιεῖται στόν ἀκροατή ἤ τόν ἀναγνώστη τό περιεχόμενο·
εἶναι τό πῶς καί τί σέ μία ἀφήγηση ἀναπαρασταίνεται.
Τά γεγονότα μιᾶς ἱστορίας συγκροτοῦν μία σύνθεση πού ὀνομάζεται πλοκή. Γιά
τούς ρώσους φορμαλιστές ἡ πλοκή εἶναι τό πῶς ὁ ἀναγνώστης ἐνημερώνεται γιά
ὅ,τι ἔγινε, δηλ., τή σειρά μέ τήν ὁποία ἐμφανίζονται τά γεγονότα στό ἴδιο τό ἔργο,
εἴτε ὡς φυσική διαδοχή εἴτε μέ ἀναδρομές εἴτε in medias res. Στη στρουκτου-
ραλιστική ἀφηγηματική θεωρία τά γεγονότα τῆς ἱστορίας μετατρέπονται σέ πλοκή
ἀπό τό λόγο της, δηλ. τόν τρόπο παράστασής της πού συνεπάγεται ὅτι ἡ πλοκή (ἡ
ἱστορία ὡς λόγος) ὑπάρχει σέ ἕνα πιό γενικό ἐπίπεδο ἀπό ὁποιαδήποτε συγκεκρι-
μένη μορφή της.
Galland, Quand la Bible se raconte, Cerf, 2003. (βλ. ἀναλυτική βιβλιογραφία ἀπό τήν καθηγήτρια
Πρακτικῆς Θεολογίας Elisabeth Parmentier στή Προτεσταντική Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου
Marc Bloch τοῦ Στρασβούργου στό Cahiers de la Bible Contée de bouche à oreille, revue
semmestriella, No. 5- Noël 2000).
6
Πρβλ. G. Genette, L. Marin, M. Mathieu-Colas, Τά ὅρια τῆς διήγησης, κεφ. Τά ὅρια τῆς
ἀφηγηματολογίας, σ. 77-79.
140
7
Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, σ.21-23.
8
G. Genette, L. Marin, M. Mathieu-Colas, Τά ὅρια τῆς διήγησης, σ. 16-20.
141
ἀρχαίων δέν εἶναι λοιπόν «διήγηση» σύν τούς «λόγους»· εἶναι ἡ διήγηση καί μόνον
ἡ διήγηση. Μίμηση εἶναι ἡ διήγηση. Πάντα βέβαια ὑπάρχει μία σχετική ἀναλογία
διήγησης μέσα στό λόγο καί μιά σχετική δόση λόγου μέσα στή διήγηση. Ἡ διήγηση
δέν ἐνσωματώνει τόσο εὔκολα αὐτές τίς παρεμβολές τοῦ λόγου, ὅσο εὔκολα ὁ
λόγος ὑποδέχεται τίς ἀντίστοιχες ἀφηγηματικές. Εἶναι εὐκολότερο νά διαφυλαχθεῖ
ἡ καθαρότητα τῆς διήγησης παρά ἡ καθαρότητα τοῦ λόγου. Ὁ λόγος μπορεῖ νά
«διηγηθεῖ» χωρίς νά πάψει νά εἶναι λόγος· ἡ διήγηση δέν μπορεῖ νά «διαλεχθεῖ»
χωρίς νά βγεῖ ἀπό τόν ἑαυτό της, ἀλλά δέν μπορεῖ καί νά ἀπέχει ἀπό τό λόγο
χωρίς νά πέσει στήν ξηρότητα καί τήν πενία. Αὐτή εἶναι καί ἡ αἰτία ὥστε ἡ διήγηση
νά μήν ὑπάρχει πουθενά μέ τήν αὐστηρή της μορφή. Ἄλλοτε ὁ συγγραφέας-
ἀφηγητής ἀναλαμβάνει τήν εὐθύνη τῆς ἐκφορᾶς τοῦ ἴδιου του τοῦ λόγου
παρεμβαίνοντας στή διήγηση ἀπευθυνόμενος στόν ἀναγνώστη του σέ τόνο οἰκείας
συνομιλίας· ἄλλοτε μεταθέτει τίς εὐθύνες τοῦ λόγου σ' ἕνα βασικό ἥρωα πού θά
«μιλήσει», δηλ. θά διηγηθεῖ καί συγχρόνως θά σχολιάσει τά συμβάντα στό πρῶτο
πρόσωπο καί ἄλλοτε διανέμει τό λόγο σέ διάφορα πρόσωπα τοῦ ἔργου εἴτε μέ τή
μορφή ἐπιστολῶν εἴτε μέσα ἀπό τούς ἐσωτερικούς μονολόγους τῶν κυρίων
προσώπων9.
Ὁ Claude-Edmond Magny λέει πώς ὁ κινηματογράφος ἐλάχιστα εἶναι ἕνα
θέαμα· εἶναι πολύ περισσότερο μία διήγηση. Ὑπάρχουν σ' αὐτόν, μετατονισμένα
βέβαια, ἀλλά εὔκολα ἀναγνωρίσιμα, τά βασικά χαρακτηριστικά τοῦ ἀφηγηματικοῦ
τρόπου: τή συνέχεια τοῦ λόγου, τή χρονική ἐλευθερία (ἀναδρομή - flash-back) τό
παιγνίδι τῶν ὀπτικῶν γωνιῶν (καδράρισμα, κινήσεις τῆς κάμερας), τήν εὐλυγισία
τῶν ἀρθρώσεων (μοντάζ). Ὁ διάλογος βρίσκεται ὑποταγμένος στόν ἀφηγηματικό
ἰστό, ἐνῶ ἡ κινούμενη εἰκόνα παίζει τόν ἴδιο ρόλο μέ τό λόγο τοῦ ἀφηγητῆ. Ὁ
φανταστικός χῶρος πού ἀναπτύσσεται τό φίλμ εἶναι πιό κοντά στό μυθιστορηματικό
κόσμο ἀπ' ὅτι στό σκηνικό χῶρο. ∆έν ὑπάρχει, ὅπως γίνεται στό θέατρο, τομή
ἀνάμεσα σέ πραγματικούς ἠθοποιούς (σωματικά παρόντες) καί σ' ἕνα τεχνητό
σκηνικό (περισσότερο ἤ λιγότερο στυλιζαρισμένο). Ἀντίθετα πρόσωπα καί
ἀντικείμενα ἐντάσσονται μέσα στόν ἴδιο φανταστικό κόσμο. Οἱ ἴδιες περίπου
παρατηρήσεις θά ταίριαζαν καί στήν περίπτωση τοῦ κινούμενου σχεδίου παρ' ὅτι
9
G. Genette, L. Marin, M. Mathieu-Colas, Τά ὅρια τῆς διήγησης, σ.37-41.
142
ἔχει τίς ρίζες του στήν ἀναπαρασταστική τέχνη. Ὁ Töpffer ἕνας ἀπό τούς
πρωτοπόρους τοῦ εἴδους ἀναφέρει: «τά σχέδια χωρίς τό κείμενο, δέν θά εἶχαν
παρά μία σκοτεινή σημασία. Τό κείμενο χωρίς τά σχέδια, δέν θά ἐσήμαινε τίποτα.
Ὅλα μαζί, σχηματίζουν ἕνα εἶδος μυθιστορήματος, ἕνα βιβλίο πού μιλώντας
ἀπευθείας στά μάτια, ἐκφράζεται μέ τήν ἀναπαράσταση καί ὄχι μέ τή διήγηση».
Χωρίς ἀμφιβολία ἡ ἀνάλυση τῆς διήγησης ἔχει κάτι νά πεῖ πάνω στό κινούμενο
σχέδιο (δομή τῆς πράξης, χειρισμός τῆς χρονικότητας, σύνδεση τῶν εἰκόνων). Ὁ
γραφισμός ὅμως δέν ἐναπόκειται στήν ἁρμοδιότητα τῆς ἀφηγηματολογίας οὔτε καί
τό ὕφος τῶν διαλόγων. Μπορεῖ νά μιλήσει γιά τή θεατρική διήγηση καί νά φέρει
στό φῶς τόν τρόπο λειτουργίας της (σύνθεση τῆς πλοκῆς, κατάτμηση καί σύνθεση
σκηνῶν) ἀλλά ἀφήνει νά ξεφύγουν ὁ παιγνιώδης παράγοντας τῆς θεατρικότητας, ἡ
κωμική κινησιολογία ἤ ἡ σκηνική μεγαλοπρέπεια, ἡ ποίηση τοῦ κειμένου ἤ τό
προφορικό εὕρημα10.
Τό θέατρο σέ ἀντιπαράθεση ἀρχικά μέ τό γεγονός τῆς διήγησης, στό τέλος
γίνεται ἕνας ἀπό τούς τρόπους της. Ἀφοῦ ἡ πράξη πού γίνεται ἀντικείμενο
ἀναφορᾶς συνιστᾶ μία ἱστορία, τότε κάθε λόγος πού τήν ἐπικαλεῖται εἶναι ἄξιος νά
φέρει αὐτό τό ὄνομα, ὅποια κι ἄν εἶναι ἡ μορφή μέ τήν ὁποία παρουσιάζεται.
Θρησκευτικά δρώμενα ὑπάρχουν καί στό χῶρο τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας τῆς
Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Οἱ ἀπό ρωμαϊκῆς ἐποχῆς γνωστοί «μῖμοι», ἀναπαριστοῦ-
σαν τήν καθημερινότητα μέ κύρια πρόσωπα ἰατρούς, ρήτορες, ὑπηρέτες, καπήλους
καί μοιχούς. Ὅσο ἡ χριστιανική θρησκεία δέν ἦταν ἡ ἐπίσημη τοῦ κράτους, τούς
ἄρεζε νά διακωμωδοῦν τά τῶν χριστιανῶν, μεταμφιεζόμενοι σέ ἐπισκόπους καί
ἰδιαίτερα τό μυστήριο τοῦ βαπτίσματος καί τά μαρτύρια τῶν μαρτύρων (τρεῖς περίπου
αἰῶνες). Οἱ ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες ὀνόμαζαν τίς παραστάσεις αὐτές σατανική
πομπή καί προτροπή αἰσχρότητας, ἀλλά παρ' ὅλα αὐτά δέν ἦταν δυνατόν νά
ἀποτρέψουν τό λαό ἀπό τέτοια θεάματα. Σκέφτηκαν λοιπόν νά δημιουργήσουν
θρησκευτικό θέατρο λαμβάνοντες θέματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί δίνοντας σ' αὐτά
ὁπωσδήποτε δραματική πλοκή. Στίς ἀρχές τοῦ δ´ μ.Χ. αἰ. ὁ ἐπίσκοπος Πατάρων
Μεθόδιος, ἔγραψε τό Συμπόσιον τῶν δέκα παρθένων, τόν ε´ αἰ. μ.Χ ὁ Σελευκείας
Βασίλειος ἐδραματούργησε τόν Βίο τῆς ὁσιομάρτυρος Θέκλης, ὁ Ἰω. ∆αμασκηνός
10
G. Genette, L. Marin, M. Mathieu-Colas, Τά ὅρια τῆς διήγησης, κεφ.Τά ὅρια τῆς ἀφηγηματολογίας,
σ.54.
143
τόν Βίο τῆς Σωσάννας, ὁ Στέφανος ὁ Σαββαΐτης Τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτά
ὅμως δέν ἦταν ἀκόμη θέατρο μέ τήν σημερινή ἔννοια τοῦ ὅρου. Τό θρησκευτικό
θέατρο ἀρχίζει ἀπό τόν στ´ αἰ. καί ἀκμάζει ἀπό τόν θ´ αἰ..
Παλαιότατη θρησκευτική παράσταση εἶναι Ἡ εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ στά Ἱεροσόλυμα.
Κατά τά δρώμενα τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων μεταβαίνει
μετά τό μεσημέρι στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν· ἐκεῖ ψάλλονται ὕμνοι καί ἡ περικοπή τοῦ
Εὐαγγελίου ὅπου γίνεται καί λόγος γιά τήν εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ στά Ἱεροσόλυμα.
Κατόπιν ἀρχίζει μεγαλοπρεπής πομπή ἀπό τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν στά Ἱεροσόλυμα.
Πλῆθος λαοῦ, ἰδιαίτερα παιδιά προπορεύονται κρατώντας κλαδιά φοίνικα καί
ἀκολουθεῖ ἀνεβασμένος σέ μικρό γαϊδούρι ὁ Πατριάρχης εἰκονίζων τόν Χριστό
συνοδευόμένος ἀπό 12 ἱερεῖς πού ἀναπαριστοῦν τούς δώδεκα Ἀποστόλους. Ὅσο
προχωροῦσε ἡ πομπή ἀντηχοῦσαν φωνές: «Ὡσανὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις εὐλογημένος ὁ
ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.»11.
Ἕνα ἄλλο σπουδαῖο κείμενο πού μᾶς διδάσκει πῶς γίνονταν οἱ παραστάσεις
τῶν θρησκευτικῶν δραμάτων ἀποτελεῖ τό εὑρισκόμενο στόν Κώδικα τοῦ Βατικανοῦ
τοῦ ιγ´ αἰ. πού πρέπει νά εἶναι ἀντιγραφή παλαιότερου κειμένου, πιθανῶς τοῦ ια´ ἤ
ιβ´ αἰ. καί τό ὁποῖο πρῶτοι ἐξέδωκαν οἱ Σπυρίδων Λάμπρος καί πατήρ Vogt. Τό
κείμενο αὐτό πού εἶναι γραμμένο σέ δημώδη γλώσσα περιέχει ἐννέα δράματα
ἐπιγραφόμενα: Ἔγερσις τοῦ Λαζάρου, Βαϊοφόρος, Τράπεζα, Νιπτήρ, Προδοσία,
Ἄρνησις τοῦ Πέτρου, Ἐξουθένωσις τοῦ Ἡρώδου, Σταύρωσις καί Ψηλάφησις, Εἰς
ᾌδου κάθοδος. Ὁ βυζαντινολόγος Vogt πιστεύει ὅτι στή σειρά τῶν θρησκευτικῶν
δραμάτων περιλαμβάνεται καί ἡ μεταστροφή στό χριστιανισμό παιζόντων μίμων.Οἱ
ὑποκρινόμενοι μῖμοι τούς χριστιανούς, μετανοοῦντες διεκήρυσσαν μετά ἤ κατά τήν
παράσταση ἀπό σκηνῆς, ὅτι γίνονται χριστιανοί γι’ αὐτό καί φυλακίζονταν καί τέλος
ὑφίσταντο τόν μαρτυρικόν θάνατο.
Τά θρησκευτικά δράματα λάμβαναν τίς ὑποθέσεις τους καί ἀπό τήν Παλαιά
∆ιαθήκη. Ὁ ἐπίσκοπος Κρεμώνης Λιουτπράνδος ἐρχόμενος στήν Κων/πολη ὡς
πρεσβευτής ἐπί Νικηφόρου Φωκᾶ ἀναφέρει ὅτι τήν εἰκοστή Ἰουλίου στό Ναό τῆς
Ἁγίας Σοφίας (1389): «οἱ κοῦφοι Γραικοὶ πανηγυρίζουν διὰ θεατρικῶν θεαμάτων
11
Φ. Κουκουλέ, Βυζαντινῶν Βίος καί πολιτισμός, τ. ς,. ἐκδ. Παπαζήση, Ἀθῆναι 1955, σ.111.
144
τὴν εἰς τοὺς οὐρανοὺς ἀνάβασιν τοῦ προφήτου Ἠλιοῦ». Ἄλλο ἀγαπητό θέμα ἦταν
Οἱ τρεῖς παῖδες ἐν καμίνῳ (μαρτυρία τοῦ 1422 ἀπό τόν γάλλο περιηγητή
Bertrandon de la Broquiere). Οἱ παίζοντες δέν ἦταν ἱερεῖς ἀλλά λαϊκοί ἔχοντες
κάποια ὑποκριτική ἱκανότητα. Τό προαναφερθέν κείμενο ἀναφέρει: «Ἐκλογὴν
ποιήσασθαι τῶν προσώπων καὶ καταστῆσαι τοιαῦτα πρόσωπα τὰ δυνάμενα
ὑποκρίνεσθαι καὶ μιμεῖσθαι τὰ πρωτότυπα πρόσωπα· ἀλλὰ καὶ ἐπισταμένους
γράμματα». Κατά τήν παράσταση χρησιμοποιοῦσαν καί μηχανικά μέσα (π.χ.
βροντεῖον, δηλ. μηχάνημα πρός παράσταση τῆς βροντῆς· στούς Τρεῖς παῖδες ἐν
καμίνῳ, κτίζονταν κάμινος καί ἀντί φωτιᾶς ἄναβαν πολλές λαμπάδες καί ἔκαιαν
θυμιάματα καί κατά τό: «ὁ δὲ ἄγγελος Κυρίου συγκατέβη ἅμα τοῖς παισί τοῖς περὶ
τόν Ἀζαρίαν εἰς τὴν κάμινον» κατέβαζαν ἀπό τήν ὀροφή ὁμοίωμα ἀγγέλου)12.
Ὑπάρχουν περιπτώσεις, μύθοι (ἐθνογερτικοί, ἡρωϊκοί, πολιτικοί, θρησκευτικοί)
νά ὑποβάλλουν καί νά καλιεργοῦν στό ἀνύποπτο ἀνθρώπινο μυαλό μία ὁρισμένη
ἄποψη καί ἀντίληψη γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς ὥστε νά ρυθμίζουν
ἀνάλογα τήν ἀνθρώπινη συμπεριφορά. Ὁδηγούμαστε σέ πηγές μύθων πού δέν
εἶναι καθόλου φανερές, ἀλλά καί στούς «κατασκευαστές μύθων» ἤ καί στούς
παραποιητές πού κατασκευάζουν μυθοτροπικές ἐκδοχές ἀπό μύθους (π.χ. μύθος
Ἡλακάτης καί Ἀνάγκης, Πολιτεία Πλάτωνα, βιβλίο δέκατο, 616, πού ἔχει ὡς στόχο
του τήν ὑποταγή τῶν πολιτῶν στίς ἐπιθυμίες τοῦ κράτους). Ὁ Ernst Cassirer τονίζει:
«ὅτι ὁ μύθος κατασκευάζεται βάσει σχεδίου καί ἀπαιτεῖ προσεγμένη τεχνική καί
μεθοδολογία γιά τή διάδοσή του»13.
12
Φ. Κουκουλέ, Βυζαντινῶν Βίος καί πολιτισμός, τ.ς, σ.112-113· πρβλ. Ι. Βιβιλάκη, Ἡ σκηνή τοῦ βίου:
ἡ παραβολή τοῦ κοσμοθεάτρου στούς Ἐκκλησιαστικούς Πατέρες, περ. Σύναξη, τ. 62, Ἀπρίλιος-
Ἰούνιος 1997, σ. 109-120.
13
Χ. Σακελλαρίου, Ἐπιθεώρηση παιδικῆς λογοτεχνίας, Μύθοι καί μυθοποιοί. Ἀφιέρωμα., ἐκδ.
Καστανιώτη, Ἀθήνα 1987, σ.43-48. Ὁ Cassirer μελετώντας τούς πολιτικούς μύθους τοῦ 20ου
αἰώνα στό ἔργο του Ἡ τεχνική τῶν σύγχρονων πολιτικῶν μύθων, ἔχει ἐπισημάνει
χαρακτηριστικά τους ὅπως: Τή μαγεία πού ἐκδηλώνεται σάν ἔκφραση συλλογικῶν ἐπιθυμιῶν καί
τή πρόληψη. Τή προβολή τοῦ χαρισματικοῦ ἡγέτη πού εἶναι πάνω ἀπό τό κοινό μέτρο. Τή μαγική
χρήση τῆς γλώσσας: νέες λέξεις μέ μαγική δυναμική πού ἐξοβελίζει τή σημασιολογική μέ σκοπό
τους νά διεγείρουν ὁρισμένα συναισθήματα καί νά προκαλέσουν βίαια πάθη. Τή δύναμη τῆς
τελετουργίας. Οἱ σύγχρονοι πολιτικοί ἡγέτες δέν καταφεύγουν πιά σέ μάντεις ἀλλά γνωρίζο-
ντας ὅτι οἱ μάζες κινοῦνται πιό πολύ ἀπό τή δύναμη τῆς φαντασίας παρά ἀπό τήν ὠμή φυσική βία,
μεταβάλλονται σ' ἕνα εἶδος «δημόσιου προφήτη». Τέλος ἡ καλλιέργεια τοῦ πνεύματος
μοιρολατρίας πού ἀκολουθεῖ τή διάψευση τῶν ὑποσχέσων μέ σκοπό νά μειώσει τήν
ἀγωνιστικότητα τῶν λαϊκῶν στρωμάτων καί τήν ἀποδοχή μίας ἀπαράδεκτης κατάστασης.
145
14
W. Egger, Methodenlehre zum Neuen Testament, σ.126.
15
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, Περί Παύλου τοῦ ἁπλοῦ, σ.144-146.
16
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, Περί Πιώρ, σ. 218-221.
146
17
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXVII, σ.76.
18
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.199, σ.232-233.
147
βλέπεις ἐξ' ἴσου; ὄχι ἀλλά πολεμῶ μέ τό λογισμό νά ἔχω τήν ἴδια ἀγαθή
προαίρεση μέ τόν ἀγαπώντα με καί πρός τόν μισοῦντα με. γ) ∆ιόρθωση
κατάστασης: ἀπόδειξη ἤ μή τοῦ ἰσχυροῦ τῆς δήλωσης. δ) Αἰτία διήγησης/
Συμπέρασμα: «... ὥστε οὖν ζῶσι τὰ πάθη, μόνον δὲ δεσμοῦνται ὑπὸ τῶν ἁγίων.»19.
6) ∆ιήγηση ἀναφορικά μέ τά στάδια πτώσης τοῦ ἀνθώπου καί τά ἐφόδια
ἀνόρθωσής του: Περιέχει τήν πορεία μιᾶς συμβουλευτικῆς σχέσης20:
α) ∆εδομένη κατάσταση: μοναχός πού θέλει νά ζήσει μόνος του σέ σπήλαιο ζητάει
τή γνώμη τοῦ ἡγουμένου του πού προσπαθεῖ νά τόν ἀποτρέψει λέγοντάς του: «ὁ
γὰρ ἡσυχάσαι βουλόμενος, διδάσκαλος ὀφείλει εἶναι, οὐχί διδασκαλίας δεόμε-
νος». Ἡ πνευματική ὡριμότητα ἔχει διαβαθμίσεις. Ὁ ἀρχάριος δέν μπορεῖ κατ'
εὐθείαν νά εἰσέλθει στά ἀνώτατα πεδία (θεωρία) ἀλλά: «...πολὺ γὰρ κρεῖττόν ἐστιν
ἐξυπηρετεῖν σε τοῖς πατράσι καὶ τὰς τούτων εὐχάς κομίζεσθαι καὶ μετ' αὐτῶν ἐν
ταῖς δεούσαις ὥραις δοξολογεῖν καὶ ὑμνεῖν... ἢ μόνον εἶναι σὲ πυκτεύοντα μετὰ
λογισμῶν ἀκαθάρτων» (πρακτικός βίος). Γιατί ὁ ἀρχάριος ἀγνοεῖ τούς ποικίλους
τρόπους τοῦ διαβόλου.
β) Ἀνατροπή κατάστασης: ὁ μοναχός παραμένει ἀμετάπειστος (δέν ὑπακούει/
χρήση αὐτεξουσίου) καί ὁ ἡγούμενος: «ἐπέτρεψεν αὐτῷ ποιῆσαι ὃ θέλει».
γ) Ὁ μοναχός ἀρχίζει νά πειράζεται ἀπό τόν διάβολο: 1) ὁ διάβολος: «εἰς ἄγγε-
λον φωτός μετασχηματισθείς» τοῦ λέει κολακεύοντάς τον καί ξυπνώντας μέσα του
τήν ὑπερηφάνεια: «πάντα ὅσα ἐποίησας μεγάλα καὶ ὑψηλὰ εἰσί, ὅτι τοῦ κόσμου
καταλείψας πάντα τὰ τερπνά, γέγονας μοναχὸς καί νηστείαις καὶ ἀγρυπνίαις καὶ
προσευχαῖς ἐσχόλασας, καὶ πάλι καταλιπὼν τὸ μοναστήριον, ἐνταῦθα κατῲκησας·
καὶ πῶς μὴ διακονήσουσιν ἄγγελοι τὴν σὴν τιμιότητα;»· 2) «...ὑπὸ τοῦ διαβόλου
ἐμφορούμενος ἑκάστῳ ἔλεγε τὰ συμβεβηκότα αὐτῷ ἢ καὶ τὰ μέλλοντα πολλάκις
γενέσθαι»· 3) ὁ δαίμων τοῦ λέει, ὅτι τή δεύτερη μέρα τῆς ἑβδομάδας τῆς
Ἀναλήψεως θά ἔρθει μαζί μέ ἄλλους ἀγγέλους: «ὅπως οὕτως μετά τοῦ σώματος
ἀνενέγκωσί σε εἰς τοὺς οὐρανούς ὥστε ἐκεῖ βλέπειν σε τὰ ἀθέατα κάλλη μετὰ
πάντων τῶν ἀγγέλων».
δ) Ἡ Θεία Πρόνοια δέν ἐγκαταλείπει ποτέ τό δημιούργημά της καί: «ἐνέβαλεν στὴν
καρδίαν αὐτοῦ ἀναγγεῖλαι ταῦτα πάντα τῷ ἡγουμένῳ».
19
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Ἀβραάμ, α’, σ.19.
20
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί μοναχοῦ τοῦ ἐν τῷ σπηλαίῳ, σ.82-88.
148
τά πρόσωπα ἐξαιρετικά πολλά· ἔτσι ἐξηγεῖται καί ἡ διπλή ποιότητα τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων, δηλ. ἡ πολυμορφία καί ποικιλοχρωμία τους ἀπό τή μιά μεριά καί ἡ
ὁμοιομορφία καί ἐπαναλήπτικότητά τους ἀπό τήν ἄλλη21. Αὐτές οἱ διαπιστώσεις μᾶς
ὁδηγοῦν στή μελέτη τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων κατά τίς λειτουργίες τῶν
δρώντων προσώπων.
Τά μόνιμα καί σταθερά στοιχεῖα τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων εἶναι οἱ
λειτουργίες τῶν δρώντων προσώπων ἀνεξάρτητα ἀπό τό ποιοί καί πῶς τίς
ἐπιτελοῦν. Ἀποτελοῦν τά θεμελιώδη συστατικά μέρη τους. Ἡ ἀκολουθία τῶν
στοιχείων εἶναι αὐστηρά ἡ ἴδια, δηλ. συνεπής καί λογική (π.χ. δέν προηγεῖται ἡ
θεραπεία ἀπό τή διάγνωση τοῦ προβλήματος). Ἡ ἐλευθερία στήν ἀκολουθία εἶναι
περιορισμένη (δέν ἀφορᾶ ἀφηγήσεις πού μπορεῖ νά κατασκευαστοῦν τεχνητά).
Ὅλες οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις δέν δίνουν ὅλες τίς λειτουργίες· αὐτό ὅμως δέν
τροποποιεῖ τό νόμο τῆς ἀκολουθίας, καθώς ἡ ἀπουσία ὁρισμένων λειτουργιῶν δέν
μεταβάλλει τήν διάταξη τῶν ὑπολοίπων.
Ἡ μελέτη τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων πρέπει νά γίνεται ἐπαγωγικά, δηλ. πορεία
ἀπό τό ἐρευνώμενο ὑλικό πρός τ' ἀποτελέσματα· ἡ ἔκθεση συμπερασμάτων πάλι
μπορεῖ νά λειτουργήσει ἀντίστροφα, καθώς πιό εὔκολα συντάσσεται ἄν ὁ
ἀναγνώστης γνωρίζει ἀπό πρίν τίς βασικές δομές. Ἕνα ζήτημα πού πρέπει νά
διευκρινιστεῖ εἶναι σέ τί λογῆς ὑλικό μπορεῖ νά ἐφαρμοστεῖ αὐτή ἡ ἐπεξεργασία.
Μία πρώτη ἄποψη ἴσως δείχνει ἀπαραίτητο νά καλύπτει ὅλο τό ὑπάρχον ὑλικό·
ὅμως αὐτό δέν εἶναι ἀπαραίτητο καθώς μελετοῦμε τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις κατά
τίς λειτουργίες τῶν δρώντων προσώπων. Ἡ συσσώρευση τοῦ ὑλικοῦ μπορεῖ ν'
ἀνασταλεῖ ἀπό τή στιγμή πού γίνεται φανερό ὅτι νεότερες ψυχωφελεῖς διηγήσεις
δέν προάγουν καμία νέα λειτουργία. Φυσικά ὁ ἐρευνητής πρέπει να ἐξετάσει τό
μεγαλύτερο μέρος τοῦ ὑλικοῦ πού εἶναι πρός ἔλεγχο· ἀλλά δέν εἶναι ἀπαραίτητο
νά εἰσαγάγει ὅλο αὐτό τό ὑλικό στήν ἐργασία του. Ἡ ἐπαναληπτικότητα τῶν
θεμελιωδῶν συστατικῶν μερῶν (ὅπως θά δοῦμε στό ὑλικό μας) εἶναι τόσο συχνή
πού ἀποτελεῖ κριτήριο περιορισμοῦ τοῦ ὑλικοῦ μας. Ἡ οὐσία δέν βρίσκεται στήν
ποσότητα τοῦ ὑλικοῦ ἀλλά στήν ποιότητα τῆς ἐπεξεργασίας του. Οἱ κύριες πηγές
μας εἶναι τό ὑλικό τῆς ἐργασίας μας· τό ὑπόλοιπο εἶναι ὑλικό ἐλέγχου, πού μπορεῖ
21
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ. Ἡ διαμάχη μέ τόν Κλώντ Λέβι-Στρώς καί ἄλλα κείμενα,
μτφρ. Ἀριστέα Παρίση, ἐκδ. Καρδαμίτσα, Ἀθήνα 19912, σ.27.
150
22
Ὁ Greimas περιορίζει τόν ἀριθμό τῶν συντελεστιακῶν ὅρων σέ μοντέλο ἕξι ρόλων πού
στηρίζονται σέ τρία ζεύγη συντελεστιακῶν κατηγοριῶν πού κάθε μία ἀπό αὐτές συνιστᾶ μία
δυαδική ἀντίθεση. Ἡ πρώτη κατηγορία ἀντιτάσσει ὑποκείμενο πρός άντικείμενο καί ἡ μεταβατική
ἤ τελεολογική της σχέση λειτουργεῖ στή σφαίρα τῆς ἐπιθυμίας (ὁ ἥρωας βάζει σκοπό νά βρεῖ τό
ἀναζητούμενο πρόσωπο). Ἡ δεύτερη κατηγορία συντελεστῶν στηρίζεται στη σχέση ἐπικοινωνίας:
ἕνας ἀποδέκτης ἀντιτάσσεται σ' ἕνα ἀποστολέα. Ἡ τρίτη κατηγορία στηρίζεται στή δράση καί
εἶναι παραδειγματική καί συνδυάζεται εἴτε μέ τή σχέση ἐπιθυμίας ἤ μέ τή σχέση ἐπικοινωνίας:
ἀντιπαραθέτει τό βοηθό στόν ἀνταγωνιστή. Τό ζευγάρι «ἀντιπαράσταση-ἐπιτυχία» πού συνιστᾶ τή
δοκιμασία, ἐνσωματώνεται ἀντίστοιχα σέ μία εὐρύτερη ἀκολουθία, τήν ἀναζήτηση, τῆς ὁποίας ὁ
διαχρονικός χαρακτήρας δέν εἶναι δυνατόν νά ξεπεραστεῖ.
Οἱ Scholes καί Kelogg μιλοῦν γιά μία ἀφηγηματική παράδοση πού μεταβιβάζει κατασταλ-
λαγμένες φόρμες. Ἡ ἀνάλυση μπορεῖ νά ὀργανωθεῖ σύμφωνα μέ γενικές καί συνεχιζόμενες
ἀπόψεις τῆς ἀφήγησης ὅπως εἶναι αὐτές τοῦ νοήματος, τοῦ χαρακτήρα, τῆς πλοκῆς καί τῆς
ἀφηγηματικῆς σκοπιᾶς. Ἀπό τήν ἄλλη ὑπάρχουν ἀπόψεις πού ἐπιτρέπουν σέ κάποιον νά μιλᾶ γιά
«στερεότυπα τῆς μορφῆς» ἤ «γιά παραδείγματα διαδικασίας» ( πρβλ. P. Ricoeur, Ἡ ἀφηγηματική
λειτουργία, σ. 41-50)
Ὁ Kenneth Burke ἀναφέρει ὅτι μιά ἱστορία (πλασματική ἤ πραγματική) ἀπαιτεῖ κατ' ἐλάχιστον: ἕνα
δράστη ὁ ὁποῖος ἐκτελεῖ μία δράση γιά νά πετύχει ἕνα στόχο σέ μία ἀναγνωρίσιμη συνθήκη μέ
τή χρήση ὁρισμένων μέσων. Αὐτό πού βάζει σέ κίνηση μία ἱστορία εἶναι κάτι ἀταίριαστο μεταξύ
τῶν στοιχείων τῆς πεντάδας, δηλ. ἕνα πρόβλημα. Οἱ ἀνισορροπίες ἀναφέρονται σέ ἀνθρώπινα
δεινά πού γίνονται καλούπια γιά τήν ἐμπειρία· αὐτό πού καθιστᾶ τήν καλά ἐπεξεργασμένη
ἀφήγηση τόσο ἰσχυρή, ἀνακουφιστική, ἐπικίνδυνη, πολιτισμικά οὐσιώδη εἶναι ἡ μετατροπή τοῦ
ἰδιωτικοῦ προβλήματος σέ δημόσιο δεινό (πρβλ. J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ.77-78).
Ὁ P. Larivaille προτείνει τό πενταπλό σχῆμα: α. ἀρχική κατάσταση· β. δέσιμο/σύνδεση· γ.
μετασχηματισμός· δ. λύση· ε. τελική κατάσταση. Ὑφίσταται ὅμως καί τό τριπλό μοντέλο: α.
περιπλοκή· β. μετασχηματισμός· γ. ἀποκατάσταση (πρβλ. D. Marguerat, Ouand la Bible se raconte,
σ.24).
151
23
G. Genette, L. Marin, M. Mathieu-Colas, Τά ὅρια τῆς διήγησης, κεφ.Τά ὅρια τῆς ἀφηγηματολογίας,
σ. 63.
24
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τοῦ μοναχοῦ τοῦ ἐν τῷ σπηλαίῳ, σ.32.
25
Παλλαδίου, Λαυσαΐκή ἱστορία, τ. 2, σ.60.
153
26
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.565.
27
Historia Monachorum in Aegypto, σ.76.
28
Historia Monachorum in Aegypto, σ.75.
29
Historia Monachorum in Aegypto, σ.98.
154
προσπαθοῦν νά διορθώσουν τούς ἑαυτούς τους γιά νά βαδίσουν τήν ὁδό τοῦ
Χριστοῦ καί μένουν ἐκτός τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
δ) Τρόπος διόρθωσης κατάστασης (θεραπεία/αἰτία διήγησης): «χρὴ οὖν νήφειν
πάντα ἄνθρωπον εἰς τὰ ἔργα αὐτοῦ, ἵνα μὴ εἰς κενὸν κοπιάσῃ».
Οἱ πιό πάνω παρατηρήσεις μποροῦν ν' ἀποτελέσουν τή μονάδα μέτρου γιά τίς
ψυχωφελεῖς διηγήσεις. Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις μποροῦν νά ἐφαρμόζονται στό
παραπάνω σχῆμα καί ἔτσι νά αὐτοπροσδιορίζονται ἤ νά προσδιορίζεται καί ἡ μεταξύ
τους σχέση· παράμετροι συγγένειας, θέματα, παραλλαγές καί μετασχηματισμοί
μποροῦν νά βοηθηθοῦν.
Παρατηρεῖται ὅτι ὁρισμένες λειτουργίες συνενώνονται σέ συγκεκριμένους
κύκλους δράσης:
α) Κύκλος δράσης ἀνταγωνιστῆ (κακό): δολιοφθορά, καταδίωξη ἥρωα, μορφές
πάλης μέ τόν ἥρωα.
β) Κύκλος δράσης δωρητῆ-βοηθοῦ: ἀποδοχή ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ τῆς ἐπίκλησης γιά
βοήθεια πρός τόν ἥρωα· ἐφοδιασμός τοῦ ἥρωα μέ τή Θεία χάρη, τοπική μετακί-
νηση τοῦ ἥρωα στόν ἀναζητούμενο στόχο· ἐξάλειψη τῆς δυστυχίας ἤ τῆς ἔλλειψης·
διάσωση ἀπό τήν καταδίωξη· λύση τῶν δύσκολων προβλημάτων· νέα τάξη
πραγμάτων γιά τόν ἥρωα. Ὡς πρός τό ρόλο τοῦ βοηθοῦ ἐκτός ἀπό τή Θεία
συνεργασία πού φέρει καί καθολικό χαρακτήρα, καθώς μπορεῖ συνεχῶς νά
ἐκπληρώνει τό ζητούμενο σέ ὅλα τά στάδια τῆς δράσης τῶν λειτουργιῶν, ὑπάρχουν
καί ἄλλοι βοηθοί. Κατηγοροποιοῦνται ὡς τμηματικοί, δηλ. παρουσιάζονται γιά τήν
ἐκπλήρωση ὁρισμένων λειτουργιῶν (χρήση ζώων, δευτερεύοντα πρόσωπα πού μέ
τόν τρόπο δράσης τους βοηθοῦν τήν ἐξέλιξη) καί ὡς εἰδικοί πού ἐπιτελοῦν μόνο
μία λειτουργία (ραβδί πού χτυπάει τό πηγάδι καί ἀναβλύζει νερό· ἔλαιο πού
θεραπεύει· ἄγγελος πού ἀποκαλύπτει). Ὁ βοηθός πολλές φορές ἐπιτελεῖ ἐκεῖνες
τίς λειτουργίες πού ἐξιδιάζουν στόν ἥρωα (μέσα ἀπό τά θαύματα).
γ) Κύκλος δράσης ἥρωα: ἀποστολή πρός ἐπίτευξη στόχου· ἐπίκληση βοήθειας τοῦ
θείου παράγοντα· δοκιμασίες καί ἐπιτυχής ἔκβασή τους· τελική ἐπίτευξη στόχου πού
ἀντιστοιχεῖ σέ νέα τάξη πραγμάτων.
155
Πρίν ἀπό τήν ἀρχή τῆς πλοκῆς ἐκδηλώνονται οἱ ἰδιότητες τοῦ μελλοντικοῦ
ἥρωα. Τό ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπο, στή μία κίνηση μπορεῖ νά παίξει ἕνα ρόλο, ἐνῶ
στή δεύτερη κίνηση ἕναν ἄλλο ρόλο (π.χ. μετασχηματισμοί διαβόλου).
Ἰδιότητες δρώντων προσώπων: Μέ τόν ὅρο ἰδιότητες νοεῖται τό σύνολο τῶν
ἐξωτερικῶν χαρακτηριστικῶν τῶν προσώπων: ἡλικία, φύλο, κοινωνική θέση,
ἐξωτερική ἐμφάνιση, ἰδιομορφίες ἐμφάνισης. Οἱ βασικές ἰδιότητες καλύπτουν τούς
τομεῖς: α) ἐξωτερική ὄψη καί ὀνοματοθεσία· β) ἰδιαιτερότητες ἐμφάνισης· γ)
κατοικία. Τό ὑλικό κάθε τομέα μπορεῖ νά ἐξετάζεται ἀνεξάρτητα μέσα ἀπό ὅλο τό
ὑλικό τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων. Ἄν καί τά μεγέθη αὐτά εἶναι στοιχεῖα
μεταβλητά, παρατηρεῖται μεγάλη ἐπαναληπτικότητα.
Ἀπορρίπτοντας ὅλους τούς δευτερεύοντες σχηματισμούς καί ἔχοντας κρατήσει
μόνο τίς θεμελιώδεις μορφές, ὁδηγούμαστε στή ψυχωφελή διήγηση ἐκείνη πού σέ
σχέση μέ αὐτή ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἀποτελοῦν παραλλαγές.
Συγχρόνως ἄν ἀντιγραφοῦν καί ἀποσπαστοῦν ὅλες οἱ θεμελιώδεις μορφές σέ μία
ψυχωφελή διήγηση, τότε ἡ ψυχωφελής διήγηση πού προκύπτει, ἀποκαλύπτει ὅτι
στόν πυρήνα της βρίσκεται ἡ παράσταση τῆς ἐν Χριστῷ πορείας τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἀπό τήν ἄποψη τῆς ἀφήγησης αὐτῆς καθαυτῆς, οἱ δοκιμασίες δέν εἶναι τίποτε ἄλλο,
παρά μία ἀπό τίς μεθόδους τῆς ἐπικῆς ἐπιβράδυνσης: μπροστά στόν ἤρωα
τοποθετεῖται ἕνα ἐμπόδιο καί ξεπερνώντας το ἀποκτᾶ τό μέσο γιά τήν ἐπίτευξη τῶν
στόχων του· εἶναι ἀδιάφορο ποιό εἶναι τό ἴδιο τό πρόβλημα. Πολλά ἀπό τά
προβλήματα πρέπει νά ἐξετάζονται ὡς συστατικά μέρη μιᾶς ὁρισμένης
καλλιτεχνικῆς σύνθεσης· σέ σχέση ὅμως μέ τίς θεμελιώδεις μορφές τῶν
προβλημάτων διαπιστώνεται ὅτι ἔχουν ἕνα ἰδιαίτερο, κρυμμένο στόχο. Τό ἐρώτημα
σέ τί οὐσιαστικά δοκιμάζεται ὁ ἥρωας εἶναι ἕνα ἐρώτημα πού ἐπιδέχεται μία μόνο
λύση καί ἐπεξηγεῖται μέσῳ τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Ἀπό ἱστορική λοιπόν ἄποψη
αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ψυχωφελής διήγηση στίς μορφολογικές της βάσεις
ἀντιπροσωπεύει τήν ἀνθρωπολογία τοῦ χριστιανισμοῦ.
Μορφολογικά, ψυχωφελής διήγηση μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ κάθε ἐξέλιξη στή ζωή τοῦ
ἀνθρώπου (ὄχι ἀπαραίτητα χριστιανοῦ) πού παρά τίς παγίδες τοῦ κακοῦ
(δολιοφθορά, στέρηση), μέσῳ ἐνδιάμεσων λειτουργιῶν, πού ἀποτελοῦν τήν
ἔκβαση-λύση τῆς πλοκῆς, ὁδηγεῖται στή βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Τελικές
156
30
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ, σ.123.
31
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ, σ.128.
157
32
D. Marguerat, Ouand la Bible se raconte, σ.24.
33
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.4, σ.487.
34
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.9, σ.489.
158
μέρος γιατί ἡ ἱστορία ἔχει καί συνέχεια. Ἡ ἀφήγηση ἐξελίσσεται σέ δύο χρονικά
ἐπίπεδα. Τό δεύτερο μέρος πού ἀποτελεῖ καί τήν αἰτία τῆς διήγησης εἶναι: ἡ εὐποϊία
πρός τόν πλησίον πού ἀποτελεῖ μεσιτεία στό Θεό (ποιμαντική διάσταση).
Ἀναφέρεται στή συκοφάντηση τοῦ τελώνη (Μόσχου) στό βασιλιά, ὅτι σκόρπισε τά
λεφτά τοῦ τελωνείου μέ συνέπεια τή φυλακισή του. Ἡ λύση δίνεται μέσῳ ὁράματος
τοῦ τελώνη πού βλέπει γυναίκα νά τοῦ λέει (συνολικά τρεῖς φορές) : «Θέλεις νὰ
μιλήσω γιὰ σένα στὸ βασιλιά;...». Καί πράγματι ἀποκαθίσταται πέρνωντας
προαγωγή καί πίσω τήν περιουσία του. Τή νύχτα φανερώνεται ἡ ἴδια γυναίκα στόν
τελώνη καί τοῦ λέει: «Ξέρεις ποιά εἶμαι; αὐτὴ πού σπλαχνίστηκες καὶ δὲν ἄγγιξες τὸ
σῶμα μου γιὰ τὸ Θεό. Νὰ ποῦ σὲ λύτρωσα κι ἐγὼ ἀπὸ τὸν κίνδυνο. Βλέπεις τὴν
φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ;»35.
γ) Παραμόρφωση: Ἀλλοιωμένες μορφές πού μπορεῖ νά ριζώσουν. Παραλλαγή τῆς
προηγούμενης ἱστορίας ὡς προς τό πρῶτο μέρος της (Λειμωνάριον, κεφ.186),
παρουσιάζει τό Λειμωνάριον, κεφ.189, ὅπου ὁ ἄνδρας τῆς γυναίκας δέν ἐπιτρέπει
τήν ἀνταλλαγή τοῦ σώματός της μέ τό χρέος, λέγοντας: «πήγαινε ἀδελφὴ κι
ἀπόρριψε τὴ συμφωνία μ' αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο κι ἐλπίζουμε στὸν Κύριο ὅτι δὲν θὰ
μᾶς ἐγκαταλείψει μέχρι τέλους»36. Καί πράγματι συνκρατούμενος ληστής
ἀκούγοντας τή συζήτηση τοῦ ζευγαριοῦ καί θαυμάζοντας τήν σωφροσύνη τους, τούς
μαρτυρεῖ τόπο πού ἔχει κρυμμένο θησαυρό πού ἀποτελεῖ καί τό εἰσητήριο τους γιά
τήν ἐλευθερία37.
δ) Ἀντιστροφή: Ἡ θεμελιώδης μορφή στό ἀντίθετό της (ἀντικατάσταση ἀρσενι-
κοῦ μέ θηλυκό στοιχεῖο): Στή Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί
διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ. 14, σ.489, ὑπάρχει μία ἱστορία πού τό θέμα της τό ἔχουμε
ξαναδεῖ ἀλλά μέ δρῶν πρόσωπο γυναικεία φιγούρα (Περί τῆς ὑποκρινομένης
μωρίαν)38. Ἐδῶ πρόκειται γιά συνοπτική ἀφήγηση χωρίς ἰδιαίτερη προσοχή στό
ὕφος καί μέ δρῶν πρόσωπο ἄνδρα. Τό εἶδος τοῦ συγκεκριμένου μετασχηματισμοῦ
παρουσιάζεται συχνά σέ διηγήσεις Μητερικῶν.
35
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.186, σ.211.
36
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 189, σ.214.
37
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 189, σ.215.
38
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 180.
159
39
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ, σ.190.
40
Historia Monachorum in Aegypto, σ.117.
41
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ. 2, σ.56.
42
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος ἁγίου Λουκᾶ τοῦ Νέου, τ.4, σ.
586.
43
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.94 καί Historia Monachorum in Aegypto, σ.128.
44
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ, σ.195-196.
160
ἐπίτευξης κάποιου σκοποῦ γίνεται πιό προσεγγίσιμος καί αὐθεντικός ὅταν ἐφαρμό-
ζεται ἀπό σεβαστό καί καταξιωμένο πρόσωπο (Ἀντώνιος, Ἀρσένιος, Ποιμήν,
Παμβῶ). Πάντα ὑπάρχει κάποιο πρόσωπο μοναχός ἤ δοῦλος πού ξεφεύγει ἀπό τά
χέρια τῶν ἐχθρῶν καί διηγεῖται (νέος ἀφηγητής) τά τεκταινόμενα πού δέν ἦταν
γνωστά (περίπτωση ἀσκητῶν πού γλύτωσαν ἀπό τή σφαγή τῶν βαρβάρων ἤ τοῦ
θεωρημένου νεκροῦ ἀλλά τελικά ζωντανοῦ γιοῦ τοῦ ἀββᾶ Νείλου πού διηγεῖται τή
ζωή του μετά τόν ἀποχωρισμό του ἀπό τόν πατέρα του λόγῳ αἰχμαλωσίας)45. Αὐτοί
εἶναι νέοι ἀφηγητές πού παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πλοκή καί στήν ἐξέλιξη τῆς
ἀφήγησης, εἰσάγοντας νέες διηγήσεις (ἐγκιβωτισμός) πού βέβαια σχετίζονται
ἄμεσα (ἀποτελοῦν ἀπόρροια) τῆς κυρίας διήγησης.
Ἐπίσης τά στοιχεῖα πού ἀφήνουν πίσω τους οἱ ἄνρωποι λίγο πρίν πεθάνουν,
ἀποτελοῦν παρακαταθήκη καί συγχρόνως φέρουν προφητικό χαρακτήρα αὐτοῦ πού
πρόκειται νά συμβεῖ: ὁ ἄδικα συκοφαντηθείς ἀββᾶς Βιτάλιος λίγο πρίν ἀπό τό
θάνατό του εἶχε γράψει στό ἔδαφος τοῦ κελιοῦ του: «ἄνδρες Ἀλεξανδρεῖς, μὴ πρὸ
καιροῦ τι κρίνετε ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ Κύριος.»46.
Ἡ ἐξέλιξη τῆς πλοκῆς πολλές φορές πραγματοποιεῖται μέσῳ τεχνασμάτων· στό
ἐρευνώμενο ὑλικό ἐπισημάνθηκαν:
Κατ' οἰκονομίαν ψεῦδος: Ἡ ὡραία χριστιανή κοπέλλα ἀπό τήν Κόρινθο «ἀσκουμένη
ἐν τῇ παρθενίᾳ» καταγγέλεται ἐπί ἐποχῆς διωγμῶν στόν εἰδωλολάτρη δικαστή ὅτι
ὑβρίζει τά εἴδωλα· αὐτός «γυναικομανὴς οὖν ὑπάρχων» κι ἀφοῦ δέν μπόρεσε μέ
κάθε μέσο νά τήν κάνει ν' ἀρνηθεῖ τίς ἀρχές της, σέ πορνεῖο τήν στέλνει μέ
ἐντολή νά λαμβάνει καθημερινά τρία νομίσματα ἀπό τήν ἔκδοσή της. Ἐκείνη ὅμως
γιά ν' ἀποφύγει τήν «ἁμαρτία», ἐκλιπαρώντας ἔλεγε σ' αὐτούς πού πλήρωναν ἕνα
ψέμα: «Ἕλκος ἔχω τι εἰς κεκρυμμένον τόπον ὅπερ ἐσχάτως ὄζει, καὶ δέδοικα μὴ εἰς
μῖσός μου ἔλθητε. ἔκδοτε οὖν μοι ὀλίγας ἡμέρας, καὶ ἐξουσίαν ἔχετε καὶ δωρεάν
με ἔχειν'...». Προσεύχονταν δέ συνέχεια στό Θεό νά τήν προστατεύσει... .
«...θεασάμενος ὁ Θεός αὐτῆς τὴν σωφροσύνην νεανίσκῳ τινὶ μαγιστριανῷ καλῷ
τὴν γνώμην καὶ τῷ εἴδει» ἐνέπνευσε ζῆλον σ'αὐτόν μέχρι θανάτου γιά νά τήν
σώσει. Πηγαίνει λοιπόν ὁ νέος ἄνδρας στό πορνεῖο, πληρώνει τόν ἰδιοκτήτη πέντε
45
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, κεφ. Περί τῆς
ἀναιρέσεως τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ.75-150.
46
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.11.
161
νομίσματα καί μπαίνωντας στό δωμάτιο λέει στήν κοπέλλα: «Ἀνάστα σῶσον
σεαυτήν», τήν μεταμφιέζει μέ τά δικά του ροῦχα καί «κατασφραγισάμενη» (μέ τό
σημεῖο τοῦ σταυροῦ) τήν φυγαδεύει καί σώζεται χωρίς νά φθαρεῖ καί νά μιανθεῖ47.
Ὁ Ἀπολινάριος πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, βοηθᾶ γόνο πρώην πλουσίας
οἰκογένειας πού εἶχε ξεπέσει, πλάθωντας ἱστορία γραμματίου πενήντα λιρῶν πού
χρωστοῦσε ἡ ἐκκλησία στόν πατέρα του, χρησιμοποιώντας μάλιστα τή μέθοδο
πεπαλαίωσης ἐγγράφου, γιά νά γίνει πιό εὔκολα πιστευτός48.
Ὁ ἅγιος Μακάριος, πρεσβύτερος καί προϊστάμενος τοῦ φιλανθρωπικοῦ
ἱδρύματος τῶν ἀναπήρων γιά «κουφισμὸν τῆς πλεονεξίας ... σοφίζεται δρᾶμα
τοιοῦτον...» καί ἀποσπᾶ χρήματα ἀπό τήν πλούσια παρθένο δῆθεν γιά ἀγορά
πολυτίμων λίθων, ἐνῶ αὐτός τά χρησιμοποιεῖ γιά φιλανθωπικό σκοπό49.
Μεταμφίεση: «Ἡ Μακαριωτάτη γυναικῶν Θεοδώρα κόσμῳ καὶ τοῖς ἐν κόσμῳ
ἀποτάξασθαι κρίνασα καὶ σοφωτάταις ἐπινοίαις πτερνίσαι τὸν ἀπατήσαντα,
ἀνδρεῖον σχῆμα περιθεμένη, ὡς ἂν οὕτω λάθοι τὸν ἑαυτοῖς ἄνδρα ταύτην
ἐπιμελῶς ζητεῖν μέλλοντα ἀνδρῶν, πρόσεισι κοινοβίῳ, σημείοις ὀκτωκαιδέκα τῆς
Ἀλεξανδρέων ἀπέχοντι.»50. Ἡ Θεοδώρα λοιπόν ὀνομάζεται πλέον Θεόδωρος.
Ἡ ὁσία Ματρώνα προσέρχεται νά μονάσει (ἀνάλογο περιστατικό τῆς ἁγίας
Θεοδώρας) στό ἀνδρικό μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Βασιανοῦ: «...εὐνοῦχον προσποιηθῆ-
ναι»· ὅταν ἀποκαλύπτεται τό μυστικό, ὁ ἡγούμενος τήν καλεῖ σέ ἀπολογία
ρωτώντας την: «πῶς δὲ καὶ γυνὴ τυγχάνουσα τοῖς θείοις Μυστηρίοις γυμνῇ
προσήρχου τῇ κεφαλῇ καὶ τῷ πρὸς εἰρήνην ἀσπασμῷ τὸ στόμα τοῖς ἀδελφοῖς
ἀδεῶς ὑπεῖχες;»51.
47
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, ∆ιήγησις Ἱππολύτου, τ.2, σ. 60.
48
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 193, σ.218.
49
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Ἡ φιλάργυρος παρθένος, τ.1, σ.58· πρβλ. Συναγωγή τῶν
θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.248, περίπτωση ἐπεξεργαστή δερμάτων πρός
ὁμότεχνό του, πού γιά νά τόν πείσει νά προσέρχεται συχνότερα στίς λειτουργικές συνάξεις
χρησιμοποιεῖ τέχνασμα χάριν εὐσεβείας ὅτι στό δρόμο πρός τήν ἐκκλησία βρίσκει χρυσό.
50
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.365.
51
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.8, σ.543,· πρβλ. τ.2, σ.17,
περίπτωση Ἀλέξανδρου καρβουνιάρη πού ἐπιλέγεται γιά ἱερέας ἀπό τόν ἅγιο Γρηγόριο καί τ.2, σ.
37, περίπτωση μοναχοῦ Εὐφρόσυνου τοῦ μάγειρα πού: «ἐλάνθανε τούς πολλούς τῇ συνεχεῖ πρός
τήν τέφραν καί τήν ἀσβόλην διατριβῇ, τό τῆς ἀρετῆς αὐτοῦ λαμπρόν ὑποκρύπτων». Βλ.
Ὑμναγιολογικά Κείμενα καί μελέτες Ν.10, Εὐγ. Ζούκοβα, Μονάστριες πού ἀσκήτεψαν σέ
ἀνδρικά μοναστήρια, Ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2005.
162
52
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.362.
53
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 593-597.
54
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί τῆς ὑποκρινομένης μωρίαν, τ.1, σ.180.
55
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.324.
163
αὐτῷ περιποθήτου ὑποταγῆς ἐνησκήθη λάθρα φυγὼν ἀπὸ τοῦ ἰδίου Κοινοβίου
ἀνεχώρησε μόνος εἰς τὰ ἔσχατα μέρη τῆς Θηβαΐδος»· καί ὅταν ἀναγνωρίζουν
ποιός εἶναι καί τόν ξαναγυρίζουν μέ παρακλήσεις στό κοινόβιό του, αὐτός κλαίει
καί ὀδύρεται γιατί δέν τόν ἄφησαν νά κατορθώσει τήν ἀγάπημένη του ὑποταγή καί
ταπεινοφροσύνη. Τό συνειδητό δέ τῆς πρώτης ἀπόφασής του ἀποτελεῖ καί ἡ
δεύτερη φυγή του ἀπό τό κοινόβιο ὕστερα ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα πρός
Παλαιστίνη, ἀλλά καί πάλι ἀναγνωρίζεται καί ἐπαναλαμβάνεται τό προηγούμενο
σκηνικό56.
Ἄλλοι μοναχοί φεύγουν ἀπό τό κοινόβιό τους γιατί δέν δέχονται τήν τιμή καί τά
ἐγκώμια γιά τό βίο τους ἀπό τόν ἡγούμενο καί τούς ἄλλους ἀδελφούς (π.χ.
μοναχός Εὐφρόσυνος)57.
Τά δευτερεύοντα πρόσωπα (πόρνες, ἀνταγωνιστές τοῦ ἥρωα, βοηθοί ἤ
μεσολαβητές) ἔχουν ἐνισχυτικό ρόλο στήν ἐξέλιξη τῆς διήγησης καθώς γίνονται
αἰτία τῆς ἀποκάλυψης τῆς ἀλήθειας.Τό μυστικό πού ἀποκαλύπτεται, συχνά ἀκούσια
τῶν ἡρώων, ἐπίσης ἀποτελεῖ ἀφηγηματική πλοκή.
Ὁ Πρόπ χωρίζει σέ δύο ἐπίπεδα τήν προφορική λογοτεχνία: τό ἕνα πού
ἀποτελεῖ τήν οὐσιώδη ὄψη, καθώς προσφέρεται στή μορφολογική μελέτη καί τό
ἄλλο πού ἀποτελεῖ ἕνα περιεχόμενο αὐθαίρετο, πού γιά τό λόγο αὐτό, δέν τοῦ
ἀποδίδεται παρά ἐπουσιώδη σημασία. Σ’ αὐτό τό σημεῖο ἔγκειται καί ἡ διαφορά
φορμαλισμοῦ καί στρουκτουραλισμοῦ. Γιά τόν πρῶτο οἱ δύο χῶροι πρέπει νά εἶναι
ἐντελῶς χωριστοί, γιατί μόνο ἡ μορφή εἶναι νοητή καί τό περιεχόμενο δέν εἶναι
παρά ἕνα ὑπόλειμμα στερημένο ἀπό σημασία. Γιά τόν στρουκτουραλισμό αὐτή ἡ
ἀντίθεση δέν ἰσχύει· δέν ὑπάρχει ἀπό τή μιά μεριά τό ἀφηρημένο καί ἀπό τήν ἄλλη
τό συγκεκριμένο· μορφή καί περιεχόμενο ἔχουν τήν ἴδια φύση, δικαιοῦνται τήν ἴδια
ἀνάλυση. Τό περιεχόμενο ἀντλεῖ τήν πραγματική του ὕπαρξη ἀπό τή δομή του, καί
αὐτό πού ὀνομάζουμε μορφή εἶναι ἡ «δόμηση» τῶν τυπικῶν δομῶν ἀπό τίς ὁποῖες
συνίσταται τό περιεχόμενο. Ἡ ἀδυναμία τοῦ φορμαλισμοῦ βρίσκεται στό ὅτι ἄν δέν
ξαναενσωματωθεῖ κρυφά τό περιεχόμενο στή μορφή, ἡ τελευταία εἶναι καταδικα-
56
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.28-29.
57
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.38.
164
σμένη νά μείνει σέ τέτοιο σημεῖο ἀφαίρεσης ὥστε νά μή σημαίνει πιά τίποτε καί νά
μήν ἔχει εὑριστική ἀξία. Ὁ φορμαλισμός ἐκμηδενίζει τό ἀντικείμενό του58.
Ἡ διήγηση εἶναι συγχρόνως «μέσα στόν χρόνο» (συνίσταται σέ μία διαδοχή
γεγονότων) καί «ἔξω ἀπό τόν χρόνο» (ἡ ἀξία τῆς σημασίας της εἶναι πάντοτε
ἐπίκαιρη). Ὡς τρόπος τῆς γλώσσας οἱ μύθοι μεταχειρίζονται τή γλώσσα «ὑπερ-
δομικά»· σχηματίζουν μία «μετα-γλώσσα», ὅπου ἡ δομή ἐνεργεῖ ἀποτελεσματικά σέ
ὅλα τά ἐπίπεδα. Στή συνηθισμένη διάσταση κανόνες καί λέξεις χρησιμεύουν γιά νά
κατασκευάσουν εἰκόνες καί πράξεις πού εἶναι «κανονικά» σημαίνοντα σέ σχέση μέ
τά σημαινόμενα τοῦ λόγου. Στίς διηγήσεις ὅμως, προστίθενται στοιχεῖα σημασίας,
σέ σχέση μέ ἕνα συμπληρωματικό σημασιολογικό σύστημα πού τίς τοποθετεῖ σέ
ἄλλο ἐπίπεδο59.
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ὑπάρχει ἐπεισοδιακή πλοκή (intrigue épisidique), δηλ.
ἑνότητα σέ κάθε μία ἐπιμέρους ἀφήγηση . Στήν Historia Monachorum in Aegypto,
στή Λαυσαϊκή ἱστορία, στό Λειμωνάριον, στοῦ Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ
διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902 καί Ἀναστασίου μοναχοῦ
ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., O.C.1903, ὑπάρχει ἐξ ἴσου καί ἑνοτική
πλοκή (intrigue unifiante), δηλ. ἑνότητα τοῦ ὅλου σώματος τοῦ κειμένου· ἡ
ἐπεισοδιακή ὑπακούει (συγκλίνει) στήν ἑνοτική πλοκή60. Ὅλα ὅμως τά κείμενα
ἀποσκοποῦν σέ κοινό στόχο, δηλ. τή δόξα τοῦ Θεοῦ πού ἀποτελεῖ καί τόν κοινό
παρανομαστή τους.
α) Historia Monachorum in Aegypto: Στή διήγηση (ι’, σ.75) Περί Κόπρη, ἀφηγητής
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κόπρης τόσο προσωπικῶν του βιωμάτων: «Ἓν δέ μοι μέγα, φησίν, ὁ
Θεός πολλῶν παρόντων θαῦμα παρέσχεν. κατελθών ποτε ἐν τῇ πόλει...»61 ὅσο καί
βιωμάτων πού ἀφοροῦν ἄλλους πατέρες (ἱστορική ἀναδρομή): «Ἦν γὰρ πατήρ τις
58
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ, σ. 227 (θέση τοῦ Levi-Strauss).
59
Β. Πρόπ, Μορφολογία τοῦ παραμυθιοῦ, σ. 240 (θέση τοῦ Levi-Strauss)· πρβλ. Γ. Τσιώλη, Θεωρία
τῆς Λογοτεχνίας, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1996, σ.37,44 (Derrida /κριτική μέθοδος
ἀποδόμησης)· ὁ Ἑλβετός γλωσσολόγος Ferdinand de Saussure θεωρεῖ ὅτι ἡ γλώσσα εἶναι
σύστημα σημείων· κάθε λέξη εἶναι προικισμένη μέ τή διχοτόμιση σέ σημαῖνον καί σημαινόμενο,
σέ ὕλη καί μορφή ὡς προσδιοριστικό χαρακτηριστικό καί ὡς μέσο παραπομπῆς: τό σημαῖνον
τῆς λέξης καθορίζεται ἀπό περιεχόμενο καί μορφή ἐνῶ τό σημαινόμενο τῆς ἴδιας λέξης γίνεται
ἀντιληπτό κατά τόν ἴδιο τρόπο σέ σχέση με τή συμμετοχή του στήν ὕλη καί τή μορφή.
60
D. Marguerat, Ouand la Bible se raconte, σ.24.
61
Historia Monachorum in Aegypto, σ.87.
165
πρὸ ἡμῶν, ὀνόματι Πατερμούθιος...»62 καί πιό κάτω: «Ταῦτά τε καὶ ἄλλα πλείονα καὶ
μεγάλα, φησίν, κατώρθωσεν ὁ πατήρ ἡμῶν Πατερμούθιος...»63. Ἡ διήγηση τοῦ
Πατερμουθίου ἔχει καταχωρηθεῖ στό κεφ. Περί Κόπρη, παρ' ὅτι κανονικά θά ἔπρεπε
νά εἶναι ἀπό μόνη της ἔντιτλη ἀνεξάρτητη διήγηση. Ὑπάρχουν καί ἄλλες
συνεχόμενες ἔντιτλες διηγήσεις πού ἀφηγητής παραμένει ὁ ἴδιος, δηλ. ὁ Κόπρης,
καί αὐτό φανερώνει τήν ὀργανική συνέχεια καί συνοχή τοῦ κειμένου (Περί ἀββᾶ
Σούρους64, Περί ἀββᾶ Ἑλλῆ65). Τήν ἀφήγηση τοῦ Κόπρη συνεχίζει ὁ ἀββᾶς Ἀπελλῆς
πού διηγεῖται Περί Ἰωάννου66: «Ἔστι γάρ, φησίν, ἐν τῇ ἐρήμω ταύτῃ ἀδελφός
ἡμέτερος ὀνόματι Ἰωάννης... ταῦτα τε καὶ ἕτερα πλείονα ἡμῖν (καί στό συγγραφέα)
ὁ πατήρ (Ἀπελλῆς) περὶ τοῦ ἀνδρὸς (Ἰωάννου) διηγεῖτο...». Στή διήγηση Περί
∆ιοσκόρου67, καταχωρεῖται καί διήγηση πού ἀναφέρεται ὡς Περί τῶν ἐν τῇ
Νιτρίᾳ68· ἡ διήγηση Περί Ἀμοῦν69, ἀρχίζει κάνοντας ἀναφορά στίς διηγήσεις κ’ καί
κα’, περί Μακαρίου : «Ἦν δέ τις πρὸ τούτου ἐν ταῖς Νιτρίαις, Ἀμοῦν ὀνόματι... οὗτος
πρῶτος τῶν μοναχῶν τὰς Νιτρίας κατείληφεν».
Ἡ κάθε ἔντιτλη διήγηση ἔχει ἐσωτερική συνοχή παρ' ὅτι ἀναφέρεται σέ διάφορα
περιστατικά· ὁ κεντρικός ἄξονας διήγησης εἶναι τό πρόσωπο, ὁ βίος καί τό ἔργο
τοῦ δρῶντος προσώπου, ἀκόμη καί στήν περίπτωση πού στή κύρια διήγηση εἰσχωρεῖ
νέα διήγηση· ἀπώτερος στόχος ἀποτελεῖ ἡ κατάδειξη τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ μέσῳ
τῶν ἐνεργειῶν αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων.
β) Λαυσαϊκή ἱστορία: Παρ' ὅτι εἶναι διηρημένη σέ ἔντιτλες διηγήσεις, ὡς κείμενο
ἔχει ὀργανική συνέχεια, καθώς πολλές φορές ἡ εἰσαγωγή μιᾶς ἔντιτλης διήγησης
βασίζεται στήν προηγούμενη διήγηση. Ἡ διήγηση ΧΧΧΙΙΙ (Περί τοῦ μοναστηρίου τῶν
γυναικῶν) ἀρχίζει: «τούτοις ἔστι καὶ μοναστήριον γυναικῶν ὡς τετρακοσίων...»70· τό
«τούτοις» ἀναφέρεται στή διήγηση ΧΧΧΙΙ (Περί Παχωμίου καί τῶν Ταβεννησιω-
τῶν)71· ἀκολουθεῖ ἡ διήγησις ΧΧΧΙV (Περί τῆς ὑποκρινομένης μωρίαν) πού ἀρχίζει:
62
Historia Monachorum in Aegypto, σ.76.
63
Historia Monachorum in Aegypto, σ.85.
64
Historia Monachorum in Aegypto, σ.89.
65
Historia Monachorum in Aegypto, σ.92.
66
Historia Monachorum in Aegypto, σ.98-101.
67
Historia Monachorum in Aegypto, σ.118.
68
Historia Monachorum in Aegypto, σ.120.
69
Historia Monachorum in Aegypto, σ.128.
70
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.176.
71
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.170.
166
72
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.180.
73
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.46.
74
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.42.
75
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.48.
76
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.28-30.
77
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 34.
78
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.12.
79
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.71.
80
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.72.
81
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.75.
82
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.92.
83
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.94.
84
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.94.
85
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.94.
167
86
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.98.
87
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.18-19.
88
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.20-21.
89
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.22-23.
90
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.23-25.
91
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.29-30.
92
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.34.
93
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.33.
94
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.69-71.
95
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.65.
96
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.65.
168
διηγήσεις XIV, XV, XVII ἀναφέρονται στό ἴδιο πρόσωπο, τοῦ Ἰωάννη τοῦ
Σαββαΐτου97.
ε) Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ...,
O.C.1903: Παρ' ὅτι εἶναι ἀνεξάρτητες ἄτιτλες διηγήσεις (ἀναφορικά μέ τίς πρῶτες
δέκα διηγήσεις, καθώς οἱ ὑπόλοιπες ὀκτώ εἶναι ἀμφιβαλλόμενες) ὑπάρχει μία
μορφή συνέχειας, καθώς ἡ εἰσαγωγή τῆς μιᾶς στηρίζεται στό θέμα τῆς
προηγούμενης καί τό τονίζει (ἡ XLVIΙ στήν XLVI, κι αὐτή στήν XLV). Τό σημαντικό
ὅμως εἶναι, ὅτι ὑπάρχει θεματική συνέχεια πού δίνει συνοχή στό κείμενο. Οἱ δύο
παράμετροι πού ἐξετάζονται στίς ἐν λόγῳ διηγήσεις εἶναι: α) ἡ κανονικότητα τῶν
μυστηρίων καί β) τά ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας.
στ) Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν... : Ὡς ἀνθολογία
(συμπίληση) κειμένων παρουσιάζει τήν παράθεση διηγήσεων μέ κριτήριο τήν ἔννοια
πού περικλείει τό βασικό θέμα πού ἐπεξεργάζεται κάθε φορά (θεματική κατάταξη
περιεχομένου) καί ὀνομάζεται «Ὑπόθεσις». Ἡ κάθε «Ὑπόθεσις» περιέχει διηγήσεις
πού ἀφοροῦν τό μέχρι τότε ὑπάρχον γνωστό προφορικό καί γραπτό ὑλικό· εἶναι
ἔντιτλη καί οὐσιαστικά ὁ τίτλος εἰσάγει σ' αὐτό πού πρόκειται ν' ἀκολουθήσει. Ἡ
ὀπτική γωνία εἶναι καθορισμένη. Ὁ τίτλος ὅμως πού ἔχει διδακτικό καί
συμπερασματικό χαρακτήρα ἀποτελεῖ καί μία θέση τῆς ὀρθόδοξης πίστης, πού ἄν
προστεθοῦν ὅλοι μαζί καί τῶν τεσσάρων τόμων καταγράφεται μία ποιμαντική
κατήχηση τοῦ ὀρθόδοξου δόγματος τεκμηριωμένη μέσῳ τῶν διηγήσεων.
Οἱ διηγήσεις τῆς «Ὑπόθεσις» (οὐσιαστικά ἀποτελοῦν ὑποενότητες) φέρουν
ὑπότιτλο πού δέν χαρακτηρίζει τό περιεχόμενό τους ἀλλά τήν πηγή τους ἤ τό ὄνομα
τοῦ δρῶντος προσώπου πού ἀναφέρεται ἡ ἱστορία σέ ὅλη της τήν ἔκταση ἤ στό
κύριο μέρος αὐτῆς. ∆έν εἶναι ὅμως καί ἀπαραίτητο οἱ παράγραφοι πού εἶναι
χωρισμένες ἡ κάθε διήγηση νά εἶναι ὑλικό τῆς πηγῆς τοῦ ὑπότιτλου, καθώς ὑπάρχει
ἀναμεμειγμένο ὑλικό καί ἀπό ἄλλες πηγές, σύγχρονες τοῦ συμπιλητῆ ἤ καί
προφορικές. Μεγάλο μέρος πάντως ἤ τό κύριο ὑλικό εἶναι παρμένο ἀπό τήν πηγή
τοῦ ὑπότιτλου· αὐτό προσδίδει γνησιότητα καί αὐθεντικότητα στίς διηγήσεις καί
συνεπάγεται τήν ἀληθινότητά τους. Ἡ κάθε διήγηση εἶναι χωρισμένη σέ
παραγράφους, πού εἶναι διάσπαρτο ὑλικό ἀφηγήσεων, χωρίς ἀφηγηματική
97
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.68-69.
169
Τά πάθη ἤ λογισμοί δέν εἶναι καθ' ἑαυτά ἀρνητικά ἤ καί κακά· μποροῦν νά
μεταμορφώνονται σέ κακά ἤ ἀγαθά σύμφωνα μέ τή χρήση πού κάνει τό ἄτομο·
οὐσιαστικά ἀφοροῦν σέ μία διάθλαση τῆς ἐπιθυμίας στήν ψυχοσωματική της
ἐνεργοποίηση. Ὁ ἀββᾶς Μᾶρκος λέει: «Οὐ γὰρ ἡ προσβολή τοῦ λογισμοῦ ἐστιν
ἁμαρτία, ἀλλ' ἡ πρὸς αὐτὸν προσπάθεια· ... Ἁμαρτήσας, μὴ αἰτιῶ τὴν πρᾶξιν, ἀλλὰ
τὴν ἔννοιαν· εἰ μὴ γὰρ ὁ νοῦς προέδραμεν, οὐκ ἂν τὸ σῶμα ἐπηκολούθησε.
Μέτρον ἔχει καὶ σταθμόν πᾶσα ἔννοια, ἔστι γάρ τὸ αὐτό, ἢ ἐμπαθῶς ἢ μονοτρόπως
98
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 544.
170
99
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 150-156.
100
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, (Εἰσαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια, πίνακες), Ἐκδόσεις
«Ἑτοιμασία», Ἱ. Μονῆς Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1983, παρ. 121, σ. 282.
171
Γέρων· οὐ τὸ εἰσέρχεσθαι τοὺς λογισμούς εἰς ἡμᾶς, τοῦτο ἐστὶ τὸ κατάκριμα, ἀλλὰ
τὸ κακῶς χρᾶσθαι τοῖς λογισμοῖς· ἔστι γὰρ ἐκ λογισμῶν ναυαγῆσαι καὶ ἔστιν ἐκ
λογισμῶν στεφανωθῆναι»101.
Ἡ δομή τοῦ λογισμοῦ, ἄλλοτε εἶναι ἁπλή καί ἄλλοτε σύνθετη. Ὁ ἅγιος Μάξιμος
λέει: «Οἱ μὲν τῶν λογισμῶν ἁπλοί εἰσιν, οἱ δὲ σύνθετοι· καὶ ἁπλοὶ μέν εἰσιν οἱ
ἀπαθεῖς, σύνθετοι δὲ οἱ ἐμπαθεῖς, ὡς ἐκ πάθους καὶ νοήματος συγκείμενοι. Τούτων
οὕτως ἐχόντων, πολλοὺς τῶν ἁπλῶν ἐστιν ἰδεῖν, ἑπομένους τοῖς συνθέτοις, ὅταν
ἄρξωνται κινεῖσθαι πρὸς τὸ κατὰ διάνοιαν ἁμαρτάνειν... Μέγα μὲν τὸ μὴ πάσχειν
πρὸς τὰ πράγματα, μεῖζον δὲ τούτου πολὺ τὸ πρὸς τὰ τούτων νοήματα ἀπαθῶς
διαμεῖναι... Ἄλλο γάρ ἐστι πρᾶγμα, καὶ ἄλλο νόημα καὶ ἄλλο πάθος· καὶ πρᾶγμα
μέν ἐστιν, οἷον ἀνήρ, γυνή, χρυσὸς καὶ τά ἑξῆς· νόημα δέ, οἷον μνήμη ψιλὴ τινὸς
τῶν προειρημένων· πάθος δέ ἐστιν ἐμπαθὴς λογισμὸς σύνθετος ἀπὸ πάθους καὶ
νοήματος. Χωρίσομεν οὖν τὸ πάθος ἀπὸ τοῦ νοήματος καὶ ἀπομένει ὁ λογισμός
ψιλός· χωρίζομεν δὲ δι' ἀγάπης πνευματικῆς καὶ ἐγκρατείας, ἐὰν θέλωμεν. Αἱ μὲν
ἀρεταὶ τῶν παθῶν τὸν νοῦν χωρίζουσιν, ἡ δὲ καθαρὰ προσευχή, Αὐτῷ αὐτὸν
περίστησι τῷ Θεῷ.»102.
Ὁ λογισμός προσβάλλει δέν κυριαρχεῖ· τήν τελική ἀπόφαση παίρνει ὁ
ἄνθρωπος μέσῳ συνειδησιακοῦ ἐλέγχου: «Ἔλεγον οἱ Γέροντες· παντὶ τῷ ἐπαναβαί-
νοντί σοι λογισμῷ, λέγε· ἡμέτερος εἶ ἢ τῶν ὑπεναντίων, καὶ πάντως ὁμολογή-
σει.»103. Ἄν θέλει κάποιος μπορεῖ νά τόν νικήσει. Ἕνας Γέρων ξεγελοῦσε τήν
ἐπιθυμία του χλευάζοντας τόν πειρασμόν του: «Ἤκουσα περί τινος Γέροντος, ὅτι ὅτε
ἠνώχλουν αὐτῷ οἱ λογισμοὶ παραβαλλεῖν πρός τινα, ἠγείρετο καὶ ἐλάμβανε τὸ
μηλωτάριον αὐτοῦ καὶ ἐξήρχετο καὶ ἐκύκλευε τὸ κελλίον αὐτοῦ καὶ εἰσήρχετο καὶ
ἐποίει ἑαυτῷ παράκλησιν τοῦ ξένου καὶ ἀνεπαύετο ἐκ τῆς βίας τῶν λογισμῶν.»104.
Οἱ Γέροντες ἔχουν κύριο ἀντικείμενο μελέτης τους, μέσω τοῦ πρακτικοῦ βίου τους,
τά πάθη τῆς ψυχῆς καί τήν θεραπεία τους. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν ἀναφέρει: «εἰ ἐλαλήσε
μοι περί παθῶν ψυχῆς, ἐγὼ ἂν ἀπεκρινάμην αὐτῷ· εἰ δὲ περὶ πνευματικῶν, ἐγὼ
ταῦτα οὐκ οἶδα»105. ∆ιακρίνουν ξεκάθαρα τά στάδια ἐξέλιξης ἑνός ἐμπαθοῦς
101
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 11, σ.137.
102
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 182-184.
103
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.9, σ. 137.
104
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.8, σ. 191.
105
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.86.
172
106
Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Ἰω. ∆αμασκηνοῦ, Λόγος ψυχωφελής καί θαυμάσιος, τ. Β’, ἐκδ.
«Ἀστήρ» 19845, σ. 235.
107
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.2, σ.197.
108
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λδ’, σ.89.
109
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μδ’, σ.114.
110
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 10, σ.137.
111
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.16.
173
112
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ξζ’, σ.91.
113
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.104.
114
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.5, σ.136.
115
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.61.
116
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κ’, σ.87.
117
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.2, σ.136.
174
τοῦτο, ὅτι εἰς ὃν ἂν τόπον ἀπέλθῃς μὴ μετρῆς ἑαυτὸν καὶ ἔση ἀναπαυόμενος»118. Ὁ
ἀββᾶς Ποιμήν προτείνει: «... καὶ διηγησάμενος αὐτῷ τὸ πρᾶγμα εὐθέως ἐλαφρύνθη·
καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ γέρων· μὴ θλίβου τέκνον· ἀλλ' ὅταν ἔρχηται ὁ λογισμὸς οὗτος
λέγε· ἐγὼ πρᾶγμα οὐκ ἔχω· ἡ βλασφημία μου πάνω σου σατανᾶ· τοῦτο γὰρ τὸ
πρᾶγμα οὐ θέλει ἡ ψυχή μου· πᾶν δὲ πρᾶγμα ὃ οὐ θέλει ἡ ψυχή, ὀλιγοχρόνιον
ἐστί· καὶ θεραπευθεὶς ὁ ἀδελφὸς ἀπῆλθεν.»119.
Ἡ ἀντιμετώπιση παράλληλων καταστάσεων ἀποτελεῖ παράγοντα ψυχολογικῆς
ὑποστήριξης: Ὁ ὅσιος Νεῖλος ἐνῶ δέν γνωρίζει ἄν ὁ γιός του ζεῖ ἤ ἔχει σκοτωθεῖ
ἀπό βαρβάρους, διηγεῖται: «ὅταν ἄκουσα τὴ γυναίκα ἐκείνη (μάνα πού σκότωσαν τό
γιό της οἱ βάρβαροι) νὰ λέει ὅλ' αὐτά, αἰσθάνθηκα τὸ πρόσωπό μου νὰ κοκκινίζει...
καὶ δὲν ἤξερα πῶς νὰ τὸ κρύψω, γιατί ἄνδρας ἐγώ, εἶχα τόσο πολὺ μικροψυχήσει
γιὰ τὰ πάθη τοῦ παιδιοῦ μου. Καί, ἀκόμη γιατὶ μιὰ γυναίκα μὲ νίκησε στὴν ὑπομονὴ
καὶ στὴν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς, κι αὐτὸ μ' ἔκαμε νὰ ντρέπομαι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μὲ
βλέπανε· μετὰ ἐνῶ ἐκείνη τὴ γυναίκα τὴν ἐθαύμαζα, τὸν ἑαυτό μου ἄρχισα νὰ τὸν
κατακρίνω, καὶ νὰ νιώθω σὰν πληγὲς ἀπὸ σπαθιὰ στὸ προσωπό μου τὰ λόγια τῆς
ἀνδρείας ἐκείνης γυναίκας· ἀπὸ τὴ μιὰ ἔβλεπα τὴν ἀνδρεία καὶ τὴ σύνεσή της κι ἀπὸ
τὴν ἄλλη τὴ δική μου ἀφροσύνη καὶ ὀλιγοπιστία. Κ' ἐνῶ πρίν, ἐνόμιζα πὼς δίκαια
παραπονιέμαι στὸ Θεὸ γιὰ ὅλα, τώρα μὲ τὸ παράδειγμα ἐκείνης τῆς ἡρωϊκῆς
γυναίκας, ἔμαθα πῶς ἔπεφτα σὲ ἁμαρτία· γιατὶ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ
ὑποφέρει κάθε λογῆς συμφορὰ ὄχι μονάχα μ' εὐχαρίστηση ἀλλά καὶ μ'
εὐγνωμοσύνη.»120.
Ἡ μεθοδολογία τῶν Γερόντων κατανοεῖται ἀπό τίς ποικίλες περιπτώσεις
διηγήσεων πού ἀκολουθοῦν. Προσεκτική ἔρευνά τους φέρνει στήν ἐπιφάνεια τούς
βασικούς ἄξονες γύρω ἀπό τούς ὁποίους περιστρέφεται ἡ πλοκή τους, πού
ὑποστηρίζεται καί μέ ἀφηγηματικό ὑλικό πέραν τοῦ στενοῦ ὅρου τῆς ἔννοιας
διήγησης. Οἱ διακριτοί ἄξονες εἶναι: ἀφορμές καί αἰτίες, τρόπος δράσης, στάδια
πτώσης καί συνέπειες, θεραπεία καί ἐξυγίανση παθολογικῆς κατάστασης· αὐτό πού
πρέπει νά τονιστεῖ εἶναι ὅτι οἱ Γέροντες μέ ἐφόδια τήν πίστη τους στήν ἀέναη
118
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.105.
119
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κγ’, σ.93.
120
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, κεφ. Περί τῆς
ἀναιρέσεως τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ.126.
175
προστατευτική παρουσία τοῦ Θεοῦ, τήν ἐπιμονή καί ὑπομονή τους ἤλεγχαν,
ἐπιτιμοῦσαν καί χλεύαζαν τούς λογισμούς. Ὁ ἀββᾶς Γελάσιος ἀναφέρει: «καὶ
ἐπιτιμήσας τῷ λογισμῷ τῷ ὀχλούντι αὐτῷ ἤλεγχεν αὐτόν, λέγων εἰ οὐ δύνασαι
ποιῆσαι τὰ ἔργα τῆς ἐρήμου, κάθου εἰς τὸ κελλίον σου μεθ' ὑπομονῆς κλαίων τὰς
ἁμαρτίας σου καὶ μὴ πλάζου· πανταχοῦ γὰρ ὁ τοῦ Θεοῦ ὀφθαλμὸς βλέπει τὰ ἔργα
τῶν ἀνθρώπων καὶ οὐδὲν αὐτῷ λανθάνει, καὶ συνιεῖ τοὺς ἀγαθὸν ἐργαζομέ-
νους»121. Ἡ τιθάσευση τῆς ἐπιθυμίας συντελεῖ στό ἐπιδιωκώμενο: «Ἐπείνασε τις
τῶν ἀδελφῶν ἀπὸ πρωΐ· καὶ ἐπολέμησε τῷ λογισμῷ μὴ φαγεῖν ἕως οὖ γένηται
τρίτη ὥρα· ἐνστάσης δὲ τῆς τρίτης πάλιν ἠγωνίσατο μὴ φαγεῖν ἕως γένηται ἕκτη
ὥρα· καὶ καταλαβούσης τῆς ἕκτης, ἔβρεξε τοὺς ἄρτους καὶ εἶπε τῷ λογισμῷ·
μείνομεν ἕως ὥρας ἐνάτης· καὶ γενομένης τῆς ἐνάτης, εὐχὴν ἐποίει· καὶ εἶδε τὴν
ἐνέργειαν ὡς καπνὸν ἐκ τοῦ ἐργοχείρου ἐξιοῦσαν, καὶ ἀνιοῦσαν εἰς τὸν ἀέρα· καί
εὐθὺς ἐπαύσατο ἡ πεῖνα ἐξ αὐτοῦ.»122.
Τά ὀκτώ πάθη ἤ πονηροί λογισμοί εἶναι: ἡ γαστριμαργία, ἡ πορνεία, ἡ
φιλαργυρία, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ ἀκηδία, ἡ κενοδοξία καί ἡ ὑπερηφάνεια.
Ταξινομοῦνται συνήθως σύμφωνα μέ τήν τριμερή διαίρεση τῆς ψυχῆς· τά τρία
πρῶτα ἀναφέρονται στό ἐπιθυμητικό, τά τρία δεύτερα στό θυμοειδές καί τά δύο
τελευταῖα στό λογιστικό123.
Γαστριμαργία: ∆έν ἀναφέρεται ἄμεσα ὡς κύριο θέμα διηγήσεων. Καθίσταται
ὅμως σαφές ὅτι ἀποτελεῖ μία ἀπό τίς γενεσιουργές αἰτίες τῶν ἄλλων παθῶν: «Γι'
αὐτὸ καὶ οἱ ἔμπειροι μοναχοὶ ἀναλαμβάνουν νὰ καθοδηγοῦν σωστὰ τοὺς
ἀρχάριους καὶ ἀπειροπόλεμους καὶ τοὺς συμβουλεύουν ν' ἀγωνίζονται καὶ ν'
ἀντιστέκονται γενναῖα καὶ μὲ ἐγκράτεια στὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας· διότι
ἐκεῖνος ποὺ ἀφήνεται στὶς ἀπολαύσεις τῶν φαγητῶν γίνεται πολὺ εὔκολα θῦμα
τῶν σαρκικῶν παθῶν καὶ καθὼς νικιέται ἀπὸ αὐτὰ λίγο-λίγο πέφτει βαθύτερα στὴν
ἄβυσσο τῆς ἁμαρτίας.»124. Ἰδιαίτερος λόγος γίνεται ὡς αἰτίας τοῦ πάθους τῆς
πορνείας: «Ἠρωτήθη γέρων· πόθεν μοι τὸ εἰς πορνείαν πειράζεσθαι; Καὶ ἀπεκρίθη·
121
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ.27.
122
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.414.
123
Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Κασσιανοῦ τοῦ Ρωμαίου, Πρός Κάστορα Ἐπίσκοπον. Περί τῶν
ὀκτώ τῆς κακίας λογισμῶν, τ.Α’, σ. 61-80· πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική
καί Ἐξομολογητική (∆ιδακτικές Σημειώσεις), Ἀθήνα 2001, σ.85.
124
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, κεφ. Περί τῆς
ἀναιρέσεως τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ.98.
176
ἐκ τοῦ πολλὰ ἐσθίειν καὶ κοιμᾶσθαι. Εἶπε πάλιν· ἐὰν ἡ φύσις ἐγείρη τὰς ἐπιθυμίας,
ἀλλ' ἡ τῆς ἀσκήσεως ἐπίτασις ἀποσβέννυσι ταύτας.»125.
Πορνεία: Στίς δύο ἱστορίες Τῇ 24ῃ τοῦ μηνός ∆εκεμβρίου Μνήμη τοῦ ὁσίου
πατρός ἡμῶν Νικολάου μοναχοῦ, τοῦ ἀπό στρατιωτῶν καί διήγησις ὠφέλιμος126
καί Τῇ 28ῃ τοῦ μηνός Ἀπριλίου ∆ιήγησις περί τοῦ γενομένου θαύματος ἐν Ἀφρικῇ
ἐν τῇ πόλει Καρθαγένῃ127: τό σκηνικό ἀλλάζει, ὁ ἀφηγητής συνθέτει, αὐτοσχε-
διάζει, ἐπινοεῖ κάτι καινούριο πού τό πλουτίζει μέ τήν παραστατικότητα, τή φαντασία
καί τή δύναμη τῆς μνήμης του, ὅμως τό θέμα του εἶναι συγκεκριμένο καί εἶναι ὁ
πειρασμός τῆς πορνείας. Ὑπάρχουν δύο διαφορετικές ἀντιμετωπίσεις τοῦ αὐτοῦ
προβλήματος ἀπό τούς πρωταγωνιστές τῶν δύο ἱστοριῶν. Στή μία περίπτωση ὁ
πρωταγωνιστής εἶναι ἔγγαμος (οἰκογενειακή κατάσταση), ἀξιωματικός (κοινωνική
θέση), ἐν ἔτει 625, ἐπί βασιλείας Ἡρακλείου στήν Καρθαγένη τῆς Ἀφρικῆς·
προσβάλλεται καί πίπτει στήν ἁμαρτία τῆς μοιχείας μέ τίς ἀρνητικές ἐπακόλουθες
συνέπειές της. Στήν ἄλλη περίπτωση ὁ πρωταγωνιστής εἶναι ὁ Νικόλαος, μετέπειτα
ὅσιος, ἄγαμος στρατιώτης ἐπί βασιλείας Νικηφόρου ἐν ἔτει 802· προσβάλλεται
ἐπανειλημένα ἀπό τόν πειρασμό τῆς πορνείας καί ἀντιδρᾶ σθεναρά μέ θετικές
ἐπακόλουθες συνέπειες γιά τή ζωή του. Θά λέγαμε ὅτι ἡ μιά ἱστορία ἀποτελεῖ τή
συνέχεια τῆς ἄλλης, παρ΄ ὅτι συμβαίνουν σέ διαφορετικά τοπικά καί χρονικά
πλαίσια. ∆ιακρίνονται ξεκάθαρα τά στάδια ἐξέλιξης ἑνός ἐμπαθοῦς λογισμοῦ· στή
μία περίπτωση ἡ τελική συγκατάθεση, δηλ. πραγματοποίηση τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ
(διήγηση ἀξιωματικοῦ), ἐνῶ στήν ἄλλη περίπτωση ἄρνηση συγκατάθεσης μέ σθένος
καί σταθερότητα (διήγηση στρατιώτη Νικολάου).
Ἡ καλή ἤ κακή χρήση τοῦ αὐτεξουσίου παίζει πρωτεύοντα ρόλο στήν πλοκή τῶν
ἱστοριῶν. Κάποιος συχνά μπορεῖ νά νομίζει ὅτι θά βγεῖ νικητής στήν ἀναμέτρηση
(περίπτωση ἀξιωματικοῦ πού κατέφυγε σ΄ ἕνα προάστιο μέ τή γυναίκα του γιά νά
γλυτώσει ἀπό τό θανατικό -πανώλη-)· παρ΄ ὅλα αὐτά ἀποδεικνύεται ἀποτυχημένη ἡ
προσπάθειά του γιατί οἱ ἐμπαθεῖς λογισμοί (δαίμονες) συνηθίζουν ν΄ ἀποτραβιοῦ-
νται μέ δόλο προσωρινά γιά νά ξεθαρρέψει τό «θῦμα» νά νομίσει ὅτι ἔγινε «ἀπα-
θής» καί νά περιπέσει στήν ἁμαρτία (μοιχεία μέ γυναίκα κηπουροῦ). Ἀντίθετα ὁ
125
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.290.
126
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 335.
127
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 113.
177
στρατιώτης μέ ὅπλο τήν προσευχή κατανικᾶ τόν πειρασμό, δηλ. τήν κόρη τοῦ
πανδοχέα πού τρεῖς φορές προσπάθησε νά τόν παρασύρει μετά τό δεῖπνο πού εἶχε
μέ τόν πατέρα της (πάθος γαστριμαργίας)128.
Ὁ στρατιώτης Νικόλαος ρωτᾶ τήν κόρη τοῦ πανδοχέα (πού εἶναι ὁ πειρασμός):
«δὲν βλέπεις ὅτι καὶ ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος ὑπάγω εἰς ἔθνη βάρβαρα καὶ εἰς πόλεμον
καὶ αἱματοχυσίαν, μὲ τοῦ Θεοῦ τὴν βοήθειαν; πῶς λοιπὸν νὰ μολύνω τὴν σάρκα
μου ἐνῶ ἀπέρχομαι εἰς πόλεμον; Καὶ ξαναέκανε τὴν προσευχή του». Τό ἱστορικό
πλαίσιο τῆς ἀφήγησης εἶναι πόλεμος τῶν Ρωμαίων (Βυζαντινοί) κατά τῶν
Βουλγάρων. Περίοδος μεγάλης γεωγραφικῆς συρρίκνωσης γιά τήν βυζαντινή
αὐτοκρατορία (ἀραβική ἐπέκταση ἀνατολικά, σλαβικές καί βουλγαρικές κατακτήσεις
στά Βαλκάνια) μέ συνέπεια γιά πολλές γενιές τό Βυζάντιο νά εἶναι ἕνα
στρατοκρατικό κράτος, πού ἡ τύχη του θά ἐξαρτᾶται σχεδόν ἀποκλειστικά ἀπό τίς
ἐπιτυχίες ἤ ἀποτυχίες τῶν στρατευμάτων του129. Τό ὅραμα λοιπόν τοῦ κάθε
ἀξιωματικοῦ καί στρατιώτη εἶναι ἡ κραταίωση τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας καί ἡ
ἦττα τῶν ἐχθρῶν· κάτι τέτοιο ἀπαιτεῖ ψυχοσωματικό σθένος καί ὑγιεῖς
προσωπικότητες μέ ἰδανικά πού δέν θά περισπῶνται ἀπό ἀνθρώπινες ἀδυναμίες,
συνήθειες, ἤ πάθη πού θά ἦταν θανάσιμα γιά τήν πορεία τῆς αὐτοκρατορίας.
Συγχρόνως ὅμως μέσα ἀπό τήν ἱστορία δηλώνεται καί ὁ πόλεμος τοῦ Νικολάου
καί ὁποιουδήποτε ἄλλου πιστοῦ (Ρωμαῖοι) ἔναντι τῆς ἁρπακτικῆς ἀπεριοριστίας τῶν
ἐπιθυμιῶν πού ἐξαγριώνουν τόν ἄνθρωπο καί τή βουλιμία τῶν ἀποχαλινωμένων
ἐνστίκτων πού τόν παραμορφώνουν. Ὡς θεραπευτική ἀγωγή προτείνεται ὁ
θυσιαστικός αὐτοπεριορισμός, ἡ ὑπαγωγή δηλ. τῶν ἐπιθυμιῶν σέ πνευματικά
αἰτήματα· ἡ ἐγκράτεια ὡς αὐτοσκοπός τροφοδοτεῖ ἐξ ἴσου μέ τήν βουλιμία τούς
ἀντικειμένους130.
Ἐπιβεβαίωση τῶν ἀνωτέρω ἀποτελεῖ ἕνα βραδινό ὄνειρο (προφητικό καί
ἑρμηνευτικό), πού βγαίνει καί πραγματικό βάσει τῶν ἱστορικῶν στοιχείων. Οἱ
Ρωμαῖοι (πιστοί) ἀρχικά νικοῦν τούς Βούλγαρους (πάθη), ἀλλά στό τέλος ἐπειδή οἱ
Ρωμαῖοι ὑπερηφανεύονται γιά τήν προσωρινή τους νίκη γίνονται ἀπρόσεχτοι καί
128
Ὁ Κασσιανός ὁ Ρωμαῖος ἀναφέρει ὡς μία ἀπό τίς αἰτίες τῆς πορνείας τήν γαστριμαργία· πρβλ.
Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Κασσιανοῦ τοῦ Ρωμαίου, Πρός Κάστορα Ἐπίσκοπον. Περί τῶν
ὀκτώ τῆς κακίας λογισμῶν, τ.Α’, σ.63.
129
H. Beck, Ἡ Βυζαντινή χιλιετία, σ.402.
130
Στ. Ράμφου, Πελεκάνοι ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ. 182.
178
131
H. Beck, Ἡ Βυζαντινή χιλιετία, σ.364.
132
Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Κασσιανοῦ τοῦ Ρωμαίου, Πρός Κάστορα Ἐπίσκοπον. Περί τῶν
ὀκτώ τῆς κακίας λογισμῶν, τ.Α’, σ. 63-65.
133
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 294.
134
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.293.
179
135
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.287.
136
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.293.
137
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.296.
138
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.240.
139
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.311.
140
Historia Monachorum in Aegypto, σ.21-22.
180
χειρὸς καὶ γενείου καὶ αὐχένος καὶ αἰχμαλώτισεν τέλος τὸν ἀσκητὴν... ὡς δὲ
ἐστρέφετο μὲν ἐκεῖνος ἔνδοθεν τοῖς λογισμοῖς (δηλ. ὁ διάβολος) ... συγκατέθετο
λοιπὸν τῇ διανοίᾳ καὶ δὴ συνελθεῖν αὐτῇ ἐπειρᾶτο, ἄφρων ἤδη καὶ θηλυμανὴς ἵππος
γενόμενος.».
β) Οἱ δαίμονες ἐμπαίζουν τό θῦμα: «... πολὺς ἀκούεται τῶν διαμόνων ἐλεγχόντων
αὐτὸν τῶν τῇ ἀπάτῃ παραγαγόντων καὶ μεγάλῃ φωνῇ πρὸς αὐτὸν βοώντων. 'Πᾶς ὁ
ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται', σὺ δὲ ὑψώθης ἕως τῶν οὐρανῶν, ἐταπεινώθης δὲ
ἕως τῶν ἀβύσσων'.»
γ) Συνέπεια: «...ἀπογνοὺς ἑαυτοῦ τῆς σωτηρίας, ὅπερ οὐκ ὤφειλεν, εἰς τὸν κόσμον
πάλιν ὑπέστρεψεν.».
δ) Αἰτία διήγησης: «Τοῦτο γὰρ ἐστὶ τοῦ πονηροῦ τὸ ἐπιτήδευμα, ὅταν τινὰ
καταπαλαίσῃ, εἰς ἀφροσύνην αὐτὸν καθίστησιν, ἵνα τοῦ λοιποῦ μηκέτι δύνηται
ἀναστῆναι. Ὅθεν, ὦ τέκνα, οὐ συμβάλλεται ἡμῖν ἡ πλησίον τῶν χωρῶν οἴκησις,
οὐδὲ ἡ τῶν γυναικῶν συντυχία, ...».
Οἱ Γέροντες δέν προτείνουν ἐξόντωση τοῦ σώματος. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν
ἀναφωνεῖ: «ἡμεῖς οὐκ ἐδιδάχθημεν σωματοκτόνοι ἀλλὰ παθοκτόνοι»141. Φθάνουν
στό σημεῖο ν' ἀπολογοῦνται γι' αὐτό: «Οὐ τὴν σάρκα ἀποθέσθαι βουλόμεθα, ἀλλὰ
τὴν φθορὰν. Οὐ τὸ σῶμα ἀλλὰ τὸν θάνατον... τὸ μὲν σῶμα ἔργον ἐγένετο τοῦ
Θεοῦ, ἡ δὲ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας εἰσήχθη. Τὸ γοῦν ἀλλότριον
ἀποδύσασθαι βούλομαι, οὐ τὸ οἰκεῖον. Ἀλλότριον οὐ τὸ σῶμα ἀλλὰ ἡ φθορὰ...
τοσαύτη γὰρ αὐτοῦ ἐστιν ἡ εὐγένεια... καὶ θεογνωσίας ἡμῖν αἴτιον γέγονεν
αὐτό.»142. Ἡ ὁμολογία τοῦ Γέροντα : «τὸ σῶμα μου ἐξησθένησε καὶ τὰ πάθη μου οὐκ
ἐξασθενοῦσι»143 φανερώνει, ὅτι τό πεδίο ἀντιπαράθεσης δέν εἶναι τό σῶμα ἀλλά
οἱ σωματικές καί ψυχικές ἐπιθυμίες τοῦ ἐγώ μας, δηλ. τά πάθη μας.
Φιλαργυρία: Αἰτίες: «Τῶν ἄλλων παθῶν οἱ ἐρεθισμοί, θυμοῦ καὶ ἐπιθυμίας ἐκ
τοῦ σώματος δοκοῦσιν ἔχειν τὰς ἀφορμὰς καὶ τρόπον τινα ὡς ἔμφυτα καὶ ἀπὸ
γενέσεως ἔχοντα τὴν ἀρχὴν καὶ διὰ μακροῦ χρόνου νικῶνται. Ἡ δὲ τῆς
φιλαργυρίας νόσος ἔξωθεν ἐπερχομένη εὐχερέστερον ἐγκόπτεσθαι δύναται, εἰ
141
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρπγ’, σ.101.
142
Εὐ. Θεοδώρου, Μαθήματα Κατηχητικῆς ἤ Χριστιανικῆς παιδαγωγικῆς, ἐκδ. Πανεπιστημίου
Ἀθηνῶν, ἐν Ἀθήναις 19782, σ. 213.
143
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρξα’, σ.99.
181
ἐπιμελείας τύχοι καὶ προσευχῆς· ἀμεληθεῖσα δέ, ὀλεθριωτέρα τῶν ἄλλων παθῶν
καὶ δυσαπόβλητος γίνεται· 'ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστὶν ἡ φιλαργυρία' (Α’
Τιμ.10)»144. Ἡ ἁγιότητα τοῦ Πέτρου Ἀλεξανδρείας ἔκανε τούς δημίους νά μήν θέλει
κάποιος ἀπό αὐτούς νά τόν ἀποκεφαλίσει καί τότε: «...πάντων δὲ τὴν ὑπουργίαν
ἀπαγορευόντων καὶ ὀκνούντων τὴν ἐπιχείρησιν, σφόδρα γὰρ αὐτοὺς εἷλεν ἡ τοῦ
ἀνδρὸς ἀρετή, μηχανῶνται τι τοιοῦτον, ὥστε χρυσοῦς ἕκαστον πέντε καθεῖναι· οὗ
δὴ γενομένου, καὶ ἑνός, τοῦ ἔχοντος, δανείσαντος καὶ τοῖς ἄλλοις ὁ πλείονα τῷ
χρυσῷ τὴν ροπὴν διδούς, ἀνελόμενος τὰ καταβληθέντα, τὴν ἐκτομήν ἐνεργεῖ, καὶ
τέμνει τὴν θείαν ὄντως ἐκείνην καὶ μαρτυρικὴν κεφαλήν.»145.
Προϋποθέσεις: Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός ἐπισημαίνει τόν ἐπικίνδυνο καί ὕπουλο
χαρακτήρα αὐτοῦ τοῦ πάθους: «Αὕτη οὖν ἡ νόσος ὅταν χλιαρωτάτην καὶ ἄπιστον ἐν
ἀρχαῖς τῆς ὑποταγῆς εὕρῃ ψυχήν, δικαίας τιμὰς καὶ τῷ δοκεῖν εὐλόγους αὐτῇ
προφάσεις ὑποβάλλει πρὸς τὸ κατασχεῖν τίποτε ὧν κέκτηται...»146. Μία πολύ
πλούσια παρθένος στήν Ἀλεξάνδρεια, ἁπλή στήν ἐμφανισή της, δέν ἔδινε παρά τίς
συστάσεις τῶν Πατέρων, ἐλεημοσύνη οὔτε σέ φτωχό οὔτε στήν ἐκκλησία οὔτε σέ
παρθένο οὔτε σέ ξένο. Υἱοθέτησε καί τήν κόρη τῆς ἀδελφῆς της καί μέ πρόφαση
τήν κληρονόμο της, αὔξησε τήν πλεονεξία της147.
Τέτοιες συμπεριφορές ἀποτελοῦν ἀπόρροια τῶν τρόπων δράσεως τοῦ πάθους.
Καταγράφονται τρεῖς τρόποι: α) «ὃς παρασκευάζει τοὺς ἐλεεινούς, ἅπερ οὔτε ἐν τῷ
κόσμῳ εἶχον, ταῦτα κτᾶσθαι καὶ θησαυρίζειν» (παράδειγμα Γιεζῆ στήν Π.∆., πού γιά
τά χρήματα ἔχασε τό προφητικό χάρισμα καί κληρονόμησε λέπρα)· β) «ὃς
μεταμέλεσθαι ποιεῖ τοὺς ἅπαξ τοῖς χρήμασιν ἀποταξαμένους, ὑποβάλλων αὐτοῖς
ζητεῖν ταῦτα ἅπερ τῷ Θεῷ προσήνεγκαν» (παράδειγμα Ἰούδα)· γ) «ὅς τις κατὰ τὴν
ἀρχὴν ἀπιστίᾳ καὶ χλιαρότητι τὸν Μοναχὸν ἐνδύσας οὐ συγχωρεῖ τοῦτον τῶν τοῦ
κόσμου πραγμάτων τελείως ἀπαλλαγῆναι, ἀλλὰ παρακατασχεῖν τι ὑποτίθεται,
φόβον πενίας ὑποβάλλων...» (παράδειγμα Ἀνανία καί Σαπφείρας στήν Κ.∆)148.
144
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.2, σ.114.
145
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., βίος Ἁγίου Πέτρου Ἀλεξανδρείας, τ.4,
σ. 590.
146
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.114.
147
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Ἡ φιλάργυρος παρθένος, τ.1, σ. 56-61.
148
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.115.
182
149
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.114.
183
150
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.2, σ.114.
151
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.530.
152
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.528.
184
ψυχική τους ἀνάπαυση: «Ἔλεγον περὶ τοῦ ἀββᾶ Ἀγάθωνος, καὶ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ,
ὅτι ὅτε ἐπίπρασκον σκεῦος, ἅπαξ ἔλεγον τὴν τιμήν· καὶ τὸ διδόμενον αὐτοῖς ἐλάμ-
βανον σιωπῶντες μετὰ ἀναπαύσεως· καὶ ὅτε δὲ ἦλθον ἀγοράσαι τι, τὸ λεγόμενον
αὐτοῖς παρεῖχον μετὰ σιωπῆς, καὶ ἐλάμβανον τὸ εἶδος οὗ ἔχρηζον, καθόλου μὴ
φθεγγόμενοι.»153.
Λύπη καί ὀργή: ∆ιευκρινίζεται ὅτι παρ΄ ὅτι διαχωρίζονται οἱ ἔννοιες ὀργῆς,
θυμοῦ, λύπης, μνησικακίας (ὁ Κασσιανός μιλάει γιά ὀργή καί λύπη· ὁ Εὐάγριος καί ὁ
ἅγιος ∆ιάδοχος τῆς Φωτικῆς γιά θυμό καί λύπη· ὁ Ἰω. ∆αμασκηνός γιά θυμό, ὀργή,
μισανθρωπία, μνησικακία, λύπη χωρίς λόγο· ὁ Ἰω. Χρυσόστομος γιά θυμό καί
μνησικακία) τά ὅριά τους εἶναι πολύ δυσδιάκριτα καί ἴσως θά ἔπρεπε ν΄
ἀναζητηθοῦν στίς αἰτίες τους. Τά «πάθη» ὅπως ὀνομάζει ὁ Ἀριστοτέλης τά
συναισθήματα, εἶναι θυμικές καταστάσεις (μερικά χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἐπικρά-
τηση τῆς ἠδονῆς (φιλία, χαρά, θράσος) καί ἄλλα ἀπό τήν ἐπικράτηση τῆς λύπης (ὀρ-
γή, μῖσος, φόβος). Ἡ λύπη εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς παρεμπόδισης τῆς ἔκφρασης τῶν
ψυχικῶν λειτουργιῶν154.
Ἡ διήγηση Τῇ 3η τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος
∆ιονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου155 σκιαγραφεῖ τό συγκεκριμένο πάθος. Ἡ ματαίωση
τῶν κινήτρων συνεπιφέρει δυσάρεστες συναισθηματικές καταστάσεις πού στή
προκείμενη περίπτωση ἡ μή μεταστροφή ἑνός εἰδωλολάτρη στό χριστιανισμό καί
συγχρόνως ἡ ἀπώλεια ἀκόμη ἑνός χριστιανοῦ, ἐκφράζονται ἀσυνείδητα ὡς λύπη
τοῦ Κάρπου πού συνοδεύεται ἀπό σωματικές ἐκδηλώσεις (ὀνειροπόληση τοῦ
Κάρπου πού προσπαθεῖ νά ρίξει στόν ὄλεθρο καί τήν καταστροφή τούς δύο πού τοῦ
προξένησαν λύπη). Ἡ μνησικακία εἶναι σύζυγος καί σύνευνος τοῦ θυμοῦ. Εἶναι μία
ἐνθύμηση τοῦ κακοῦ -ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἰω. Σιναΐτης στήν Κλίμακα- καί ἐξομοιοῦται
μέ ἀναμμένους ἄνθρακες πού εἶναι κρυμμένοι καί σκεπασμένοι στήν αἰθάλη καί
παρ’ ὅτι ἔχει σβησθεῖ ἡ φλόγα τους, μένουν πεπυρωμένοι, ἄσβεστοι καί καῖνε156.
Μέσα ἀπό τό ψυχογράφημα τοῦ Κάρπου περιγράφεται ἡ συμπτωματολογία τῆς
λύπης: δέν προσεύχεται μέ προθυμία, αἰσθάνεται ἀγανάκτηση καί πικρία, δέν
153
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.6, σ.532.
154
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, Ἀθήνα 2002 σ. 496.
155
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.96.
156
Ἰω. Σιναΐτου, Κλῖμαξ, ἐκδοθεῖσα ὑπό Βίκτωρος Ματθαίου Καθηγουμένου, Ἐκδ. Ἱ. Μονῆς
Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος-Κρονίζης Κουβαρᾶ Ἀττικῆς, Ἀθῆναι 1965, σ.138.
185
157
Στ. Ράμφου, Πελεκάνοι ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ.256.
158
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, δ’, σ.17.
159
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιγ’, σ.121.
160
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.442.
161
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.452.
162
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.452.
186
β) Σιωπή: « Ἔλεγεν ὁ μακάριος Ζωσιμᾶς, ὅτι ἡ ἀρχή τοῦ κρατῆσαι θυμοῦ ἐστὶ τὸ
ταράττεσθαι καὶ μὴ λαλεῖν, ἐξ οὗ ἔρχεται τις, χάριτι Θεοῦ, καὶ εἰς τὸ μηδόλως
ταράττεσθαι». Κάνει χρήση παραδείγματος δε ἀπό τούς ἴδιους τούς Γέροντες μέ τήν
ἱστορία τοῦ Μωϋσῆ τοῦ Αἰθίοπα πού ἀρχικά ὅταν τόν εἰρωνεύτηκαν γιά τό δέρμα
του (φυλετικές διακρίσεις) ταράχτηκε ἀλλά δέν μίλησε· τή δεύτερη ὅμως φορά οὔτε
ταράχτηκε ἀλλά ἐπιτίμησε καί τόν ἑαυτό του λέγοντας: «σποδόδερμε, μελανέ,
καλῶς σοι ἐποίησαν· μὴ ὤν ἄνθρωπος, τί ἔρχει ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων;»163.
γ) Ριζική καί ἄμεση ἀντιμετώπιση τοῦ πάθους ἔστω κι ἄν μεταφράζεται ὡς φυγή.
Ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος ἀκολουθεῖ τή συμβουλή τοῦ ἀββᾶ Σισώη: «οἵαν ὥραν ἔρχεται
τὸ πάθος κόψον αὐτό.»164· καί ἔτσι ἡ φυγή ἀπετέλεσε τό μέσον, ὅταν: «ἀπῆλθον
ποτε εἰς τὴν ἀγορὰν πωλῆσαι σκεύη μικρά, καὶ ἰδὼν τὴν ὀργὴν ἐγγίζουσάν μοι
ἐάσας τὰ σκέυη ἔφυγον».165.
δ) Μνήμη Θεοῦ: «∆ιὰ γὰρ τῆς ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἧς ἀναλογίζεται,
ἐπεξελθόντων τῶν θεμελίων τοῦ τῆς ὑπερηφανίας πάθους, ὅλον τὸ οἰκοδόμημα
τῆς ἀνομίας τοῦ θυμοῦ εὐχερῶς καὶ αὐτομάτως καταλύεται.»166.
Ἀποθεραπεία: Ἡ ριζική ἀπαλλαγή ἀπό τή δεδομένη κατάσταση ὁλοκληρώνεται
μόνο ὅταν γίνεται κατανοητή: «Τὸ γὰρ κεφάλαιον τῆς ἡμετέρας διορθώσεως οὐκ
ἐκ τῆς τοῦ πλησίον μακροθυμίας τῆς πρός ἡμᾶς γινομένης κατορθοῦται, ἀλλ' ἐκ τῆς
ἡμετέρας ἀνεξικακίας...»167.
Ἀκηδία: Αἰτίες: Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐπισημαίνει: «Πάντα τὰ ἄλλα πάθη τοῦ θυμι-
κοῦ μέρους τῆς ψυχῆς ἢ τοῦ ἐπιθυμητικοῦ μόνον ἐφάπτεται ἢ καὶ τοῦ λογιστικοῦ, ὡς
ἡ λήθη καὶ ἡ ἄγνοια· ἡ δὲ ἀκηδία πασῶν τῶν τῆς ψυχῆς δυνάμεων ἐπιδρασσομένη
πάντα σχεδὸν ὁμοθυμαδὸν κινεῖ τὰ πάθη, διὸ τῶν ἄλλων παθῶν ἐστι βαρύτε-
ρον.»168.
Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός κάνει χρήση τοῦ χωρίου τοῦ Παύλου (Β’ Θεσ. γ’, 6-13) πού τό
ἐπεξηγεῖ λέξη πρός λέξη (χρήση Γραφῶν) ἀναφερόμενος στίς αἰτίες τῆς ἀκηδίας:
«Ἀκούσωμεν πῶς σαφῶς ἡμῖν ἀποδείκνυσιν ὁ Ἀπόστολος τὰς αἰτίας τῆς ἀκηδίας·
163
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.451.
164
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κα’, σ.113.
165
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.439· παραπλήσιο ὑλικό μέ ἀββᾶ
Ἰωάννη Κολοβοῦ, παρ.4, σ. 452.
166
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Μάρκου, τ.2, σ. 442.
167
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.2, σ.445-446.
168
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.169.
187
ἀτάκτους γὰρ καλεῖ τοὺς μὴ ἐργαζόμενους, ἑνὶ ῥήματι πολλὴν κακίαν ἐμφαίνων· ὁ
γὰρ ἄτακτος καὶ ἀνευλαβὴς τυγχάνει, καὶ προπετὴς περὶ λόγων, καὶ εἰς λοιδορίαν
πρόχειρος, καὶ λοιπόν εἰς ἡσυχίαν ἀνεπιτήδειος καὶ τῆς ἀκηδίας δοῦλος.»169.
Ἡ ἁγία Συκλητική τή θεωρεῖ φθοροποιό λύπη: «...ὅτι ἐστὶ λύπη ἐπωφελής, καὶ ἐστὶ
λύπη φθοροποιός· τῆς οὖν χρησίμης λύπης τὸ μὲν ἔστι περὶ τῶν οἰκείων ἁμαρτιῶν
στένειν, τὸ δὲ περὶ τῆς τοῦ πλησίον ἀγνωσίας, τὸ δὲ πρὸς τὸ μὴ ἐκπεσεῖν τῆς
προθέσεως· τὸ δὲ ἵνα τῆς τελειοτάτης ἐφάψηται ἀρετῆς. Ἔστι δὲ καὶ παρὰ τοῦ
ἐχθροῦ τις ὑποβαλλομένη λύπη, ἀλογίας μεστή, ἥτις καὶ ἀκηδία παρά τινων ὀνομά-
ζεται· δεῖ δὲ ταύτην εὐχῇ μάλιστα καὶ ψαλμῳδία ἀποσοβεῖν, λογιζομένας ἡμᾶς ὡς
οὐδεὶς ἐν τῷ βίῳ ἄφρων καὶ ἄλυπός ἐστι.»170.
Ἡ συμπτωματολογία της μπορεῖ νά καταγράφεται μέσα ἀπό περιπτώσεις
μοναχῶν, ὅμως μποροῦν νά συσχετιστοῦν μέ ὁποιοδήποτε ἄνθρωπο πού ὀκνεῖ
μπροστά στό στόχο του: «...περὶ ὥραν ἕκτην ἐπιπίπτει τῷ Μοναχῷ ἀγωνίαν αὐτῷ
ἐμποιῶν καὶ ἀπεχθῶς ἔχειν πρὸς τὸν τόπον, μᾶλλον δὲ καὶ τοὺς συνδιατρίβοντας
ἀδελφοὺς καὶ πᾶν ἔργον καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν ἀνάγνωσιν τῆς Θείας Γραφῆς.
Ἀναγινώσκων δὲ χασμᾶται πολλά, πρός ὕπνον καταφέρεται εὐχερῶς, τρίβει τὰς
ὄψεις καί διατείνει τὰς χεῖρας, καὶ τοῦ βιβλίου τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀποστήσας
ἐνατενίζει τῷ τοίχῳ· πάλιν ἐπιστρέψας, ἀνέγνω μικρόν, καὶ ἀναπτύσσων τὰς ἀρχὰς
καὶ τὰ τέλη τῶν λόγων περιεργάζεται, ἀριθμεῖ τὰ φύλλα καὶ τὰς τετράδας
ἐπιψηφίζει... μεταβαίνει συνεχῶς ἐκ τούτου εἰς τοῦτο καί ἐξ ἐκείνου πάλιν εἰς ἄλλο·
πᾶσιν ἐπιχειρεῖ καὶ πάλιν δυσαρεστεῖ καὶ οὐδέ ἓν τελειοῖ. Ἀσθενούντων
ἐπισκέψεις, ἢ ἀδελφῶν πνευματικῶν ὁμιλίας, ἢ μνείας Ἁγίων καὶ πανηγύρεις
προβάλλεται ὁ ἀκηδιαστὴς... εἰς μὲν ἀργολογίαν εὐπρόθυμος, εἰς δὲ προσευχὴν
λίαν ἀπρόθυμος· βάλλων ἐν τῇ κέλλῃ τὴν σύναξιν περισπασμῶν προφάσεις ζητεῖ,
καὶ τοῦτο μέν, φησίν, ἀνεπιτηδείως κεῖται·...»171.
Θεραπεία: α) Ἐργόχειρο καί προσευχή. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος σέ κατάσταση
ἀκηδίας λέει πρός τό Θεό: «Κύριε θέλω σωθῆναι καὶ οὐκ ἐῶσι με οἱ λογισμοί· τί
ποιήσω ἐν τῇ θλίψει μου; πῶς σωθῶ;»· ἡ ἀπάντηση εἶναι ἄμεση μέσῳ ὁράματος
ἀγγέλου πού τοῦ δείχνει τί πρέπει νά κάνει γιά να σωθεῖ· ὁ ἄγγελος φέρει τή
169
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.163.
170
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 149.
171
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἀντιόχου Πανδέκτου, τ.3, σ. 157.
188
μορφή τοῦ Ἀντωνίου πού: «καθεζόμενος καὶ ἐργαζόμενος εἶτα ἀνιστάμενος ἀπὸ
τοῦ ἔργου καὶ προσευχόμενος καὶ πάλιν καθεζόμενος καὶ τὴν σειρά πλέκοντα καὶ
εἶτα πάλιν τὴν προσευχὴν ἀνιστάμενος.»172.
Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός ἀναφέρεται στά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς ἐργασίας
στούς μοναχούς: «Μηδὲν ἐργαζόμενοι ἀλλὰ περιεργαζόμενοι, ἀπὸ ἀργίας ἀταξία,
ἀπὸ ἀταξίας πᾶσα κακία. Τούτοις τοῖς ἀποστολικοῖς διδάγμασιν οἱ κατὰ τὴν
Αἴγυπτον Ἅγιοι Πατέρες πεπαιδευμένοι, οὐδένα καιρὸν ἀργοὺς εἶναι τοὺς
Μοναχοὺς ἐπιτρέπουσι, καὶ μάλιστα τοὺς νεωτέρους, εἰδότες ὡς διὰ τῆς ὑπομονῆς
τοῦ ἔργου καὶ ἀκηδίαν ἀπελαύνουσι καὶ τὴν ἑαυτῶν τροφὴν προσπορίζουσι καὶ τοῖς
δεομένοις βοηθοῦσιν· οὐ μόνον γὰρ τῆς ἑαυτῶν χρείας ἐργάζονται ἕνεκα, ἀλλὰ
καὶ ξένοις καὶ πτωχοῖς καὶ τοῖς ἐν φυλακαῖς ἐκ τοῦ ἰδίου ἔργου ἐπιχορηγοῦσι,
πιστεύοντες τὴν τοιαύτην εὐποιΐαν θυσίαν ἁγίαν εὐάρεστον τῷ Θεῷ γίνεσθαι· καὶ
τοῦτο δὲ λέγουσιν οἱ Πατέρες ὅτι ὁ ἐργαζόμενος ἑνὶ δαίμονι πολλάκις πολεμεῖ,
καὶ ὑπ' αὐτοῦ θλίβεται, ὁ δὲ ἀργός ὑπὸ μυρίων πνευμάτων αἰχμαλωτίζεται»173. Οἱ
μοναχοί ἄλλοι κουβαλοῦσαν ξύλα, ἄλλοι ἀσχολοῦντο στήν ὑπηρεσία μουλαριῶν,
στίς ἐργασίες τοῦ κήπου, στό φοῦρνο, στό μαγειρεῖο, ἄλλοι μέ τή ταχυγραφία καί
τή μελέτη βιβλίων καί ἄλλοι μέ τό πλέξιμο καλαθιῶν. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι παρ'
ὅλα αὐτά δέν παραμονεύει πάντα ὁ κίνδυνος τῆς πτώσης, γι’ αὐτό καί ἀπαιτεῖται
συνεχής προσπάθεια. Ἡ ἐργασία δέν γίνεται μόνο γιά τήν κάλυψη βιοτικῶν
ἀναγκῶν ἀλλά γιά τόν κόπο καί τήν ἡσυχία ἀπό λογισμούς: «Γέρων κόπτων
φυλλίδια ἐκ τοῦ ποταμοῦ ἔπλεκε σειρὰν καὶ ἔβαλεν εἰς τὸν ποταμόν· οὐ διὰ γὰρ τὸ
χρήζειν εἰργάζετο, ἀλλὰ διὰ τὸν κόπον καὶ τὴν ἡσυχίαν.»174.
β) Μνήμη θανάτου. Σέ ἐρώτηση ἀδελφοῦ γιατί ἀκηδιᾶ ὅταν κάθεται στό κελλί
του, ὁ Γέροντας ἀπάντησε: «διότι οὐχ ἑώρακας ἀκμὴν οὔτε τὴν ἐλπιζομένην ἀνά-
παυσιν, οὔτε τὴν ἐσομένην κόλασιν· εἰ γὰρ ταῦτα ἀκριβῶς εἶδες, εἰ σκωλήκων
ἔγεμε τὸ κελλίον σου, ὥστε σε ἐν αὐτοῖς ἕως τραχήλου δεδυέναι, ἤτοι κεχωρισμέ-
νον εἶναι, ὑπέμενες ἂν μὴ ἀκηδιῶν.»175.
172
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.169.
173
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.163.
174
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.88.
175
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.170.
189
176
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.8, σ.170-171.
177
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίας Συγκλητικῆς, τ.1, σ.26-27.
178
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.303.
179
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 29-32.
190
180
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ. 358.
181
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.15, σ.316.
182
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.6, σ. 298.
183
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.311.
184
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.7-8, σ.314.
185
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.17-19, σ.317.
191
παρατυπία ὅτι τρώγανε λόγῳ φιλοξενίας ἀπό τούς ἐλθόντας ἀδελφούς γιά νά μήν
κατηγορηθεῖ· ὁ ἀσκητής ὅμως προτίμησε τήν κατάκριση τοῦ ἑαυτοῦ του ἀπό τήν
ἀνθρωπαρέσκεια.
Ὅσοι ἐπιδιώκουν τήν ἀρετή κατευθυνόμενοι ἀπό εὐτελή ἐλατήρια, ὅπως
ἀνθρωπαρέσκεια ἤ ὑπερηφάνεια ἤ ἀποβλέπουν σέ διεφθαρμένους σκοπούς, τούς
ἐγκαταλείπει ὁ Θεός καί περιπίπτουν σέ σφάλματα ἀνάλογα τοῦ ἁμαρτωλοῦ τους
σκοποῦ. Ὁ ἄνθρωπος ἄλλοτε σφάλλει κατά τήν πρόθεση καί ἄλλοτε κατά τήν
πράξη. ∆ιάσταση κενοδοξίας μπορεῖ νά ἐμφανιστεῖ καί σέ περιπτώσεις πού ἀρχικά
δέν ἐπισημαίνεται. Μοναχός τοῦ Κοινοβίου τοῦ Ἁγίου Παχωμίου ἐν καιρῷ εἰρήνης
ἐπιθυμεῖ νά γίνει Μάρτυρας186· Στό ἱστορικό προσκήνιο τῆς διήγησης (περίοδος Μ.
Κωνσταντίνου) σκιαγραφεῖται ἡ διάθεση τόσο τοῦ οἰκειοθελοῦς μαρτυρίου χωρίς
νά ὑφίσταται ἰδιαίτερος λόγος ὅσο καί ἡ «ἐπιφυλακτική» θέση τῆς Ἐκκλησίας πρός
αὐτό. Ὁ Ἅγιος Παχώμιος νουθετεῖ τόν μοναχό καί τοῦ λέει νά προσέχει μήπως
ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα ἀντί νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό τόν ἀρνηθεῖ· τονίζει μάλιστα
ὅτι: «...ἀληθῶς γὰρ σφάλλει ὁ αὐτομολῆσαι βουλόμενος καὶ ἐμπεσεῖν εἰς
πειρασμόν, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ κελεύοντος ἡμῖν προσεύχεσθαι μὴ
ἐμπεσεῖν εἰς πειρασμόν.». Ὅταν ὁ προορατικός Γέροντας Παχώμιος καταλαβαίνει
ὅτι ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς δοκιμασίας τοῦ μοναχοῦ, πάλι τόν διδάσκει καί τόν στηρίζει
μέ γραφικά χωρία ἀλλά συγχρόνως καί τόν ἐνημερώνει γιά τό τί πρόκειται νά
συμβεῖ. Ὁ μοναχός πράγματι συλλαμβάνεται ἀπό εἰδωλολάτρες ληστές, τούς
Βλέμμυες: «Ὁ δὲ ἰδὼν γυμνὰ τὰ ξίφη, καὶ τὸ ἦθος αὐτῶν τὸ ἄγριον φοβηθείς,
ἔλαβε καὶ ἔσπεισε τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν, καὶ ἔφαγε μετ' αὐτῶν καὶ ἐκ τῶν κρεῶν
τῶν εἰδωλοθύτων καὶ δειλιάσας τὸν σωματικόν θάνατον, τὸν ψυχικόν ἀπέθανε,
τὸν ∆εσπότην Χριστόν ἀρνησάμενος». Στή συνέχεια ἀπελευθερώνεται ἀπό τούς
ληστές καί γυρίζει πίσω συντετριμμένος ὁμολογώντας τήν ἁμαρτία του στό
Γέροντά του.
Ὁ Γέροντας καί πάλι ἐπικαλούμενος τήν εὐσπλαχνία καί φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου
τόν παρηγορεῖ δίνοντάς του ἐλπίδα στή μετάνοιά του: «Σὺ μὲν ἄθλιε, παντελῶς
σεαυτόν ἀλλότριον τοῦ Κυρίου κατέστησας, ἀγαθὸς δέ ἐστιν ὁ Θεός, καὶ οὐδέποτε
186
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 431-432. πρβλ. π. Κ.
Παπαδόπουλου, Οἱ ἅγιοι μάρτυρες εἰς τήν ζωήν καί τήν πίστιν τῆς Ἀρχαίας Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι
1997, σ. 198 κ.ἑ.
192
συνέσχεν εἰς μαρτύριον ὀργὴν αὐτοῦ, ὅτι θελητὴς ἐλέους ἐστί, καὶ τὰς ἁμαρτίας
ἡμῶν αἴρει ἐξ ἡμῶν μετανοούντων· οὐ γὰρ τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλὰ τὴν
μετάνοιαν καὶ τὸν πεσόντα μὴ ἐμμένειν τῷ πτώματι, ἀλλὰ ἀναστῆναι· διὰ τοῦτο μὴ
ἀπογνῶς σεαυτοῦ, ἔστι γὰρ ἐλπὶς σωτηρίας· ἐὰν γάρ, φησίν, ἐκκοπῇ δένδρον,
πάλιν ἀνθήσει. Ἐάν οὖν θέλῃς ἀκοῦσαι μου κατὰ πάντα, ἅπερ ἂν εἴπω σοι, ἕξεις
συγχώρησιν παρὰ Θεοῦ.».
Προτερήματα πού δίνονται κατ' οἰκονομία Θεοῦ στούς ἀνθρώπους, ὅταν δέν
χρησιμοποιοῦνται μέ σκοπό τό ἀγαθό παύουν νά εἶναι προτερήματα καί ἀποτελοῦν
αἰτία βλάβης. « Ἔλεγον περὶ τίνος γέροντος ὅτι ἑπτὰ ἔτη ἠτεῖτο τὸν Θεόν περί τινος
χαρίσματος, καὶ ἐδόθη αὐτῷ· ἀπῆλθεν οὖν πρός τινα μέγαν Γέροντα καὶ
ἀνήγγειλεν αὐτῷ διὰ τὸ χάρισμα, ἐκεῖνος δὲ ἀκούσας ἐλυπήθη καὶ εἶπε· μέγας
κόπος· καὶ εἶπε τῷ γέροντι· ὕπαγε ποίησον ἄλλα ἑπτὰ ἔτη παρακαλῶν τὸν Θεόν ἵνα
ἀρθῇ ἀπὸ σοῦ, οὐ γὰρ συμφέρει σοι· καὶ ἀπελθὼν ἐποίησεν οὕτως, ἕως οὗ ἦρθη
ἀπ' αὐτοῦ.»187.
Μεταξύ τῶν παθῶν παρατηροῦνται ἀμφίδρομες σχέσεις. Ὁ ἅγιος Μάξιμος
ἐπισημαίνει: «Πάντα τὰ ἄτιμα πάθη τῆς ψυχῆς τὸν τῆς κενοδοξίας ἀπελαύνουσι
λογισμόν· καὶ πάντων τῶν προειρημένων ἡττημένων, ἐπ' αὐτὴν αὐτὸν ἀναλύουσιν...
Ὁ μὲν γὰρ κενόδοξος δαίμων, πνευματικὴν γνῶσιν ὑποκρινόμενος παραπέμπει τῷ
δαίμονι τῆς πορνείας, ὁ δὲ τῆς πορνείας καθ' ὑποχώρησιν, καθαρότητα προσποιού-
μενος, ἀναπέμπει τῷ δαίμονι τῆς κενοδοξίας· διὸ λαμπρὰν περιθεὶς ἐσθῆτα, φησίν,
ὁ Ἡρώδης ἀνέπεμψε Πιλάτῳ τὸν Ἰησοῦν... Κενοδοξία καὶ φιλαργυρία ἀλλήλων εἰσὶ
γεννήτριαι· οἱ μὲν γάρ κενοδοξοῦντες πλουτοῦσιν, οἱ δὲ πλουτοῦντες κενοδο-
ξοῦσιν, ἀλλ' ὡς κοσμικοί· ἐπεὶ ὁ Μοναχὸς ἀκτήμων ὢν μᾶλλον κενοδοξεῖ·»188.
Θεραπεία: α) Αὐτομεμψία. Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός προτρέπει: «Μηδὲν ποιείτω
περιβλεπόμενος τὸ τῶν ἀνθρώπων ἔπαινον, ἀλλὰ τὸν παρὰ τοῦ Θεοῦ μισθὸν
ἐπιζητείτω μόνον, ἀπορρίπτων ἀεὶ τοὺς ἐπερχομένους ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ
187
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 15, σ.451.
188
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.306· παραδειγματική χρήση
Γραφῶν: ὁ Πιλάτος ἐκπρόσωπος τῆς Ρώμης, ἐνδιαφερόμενος μόνο γιά τήν ἐξωτερική
λαμπρότητα ἐνσαρκώνει τό πνεῦμα τῆς κενοδοξίας ἐνῶ ὁ Ἡρώδης μέ τούς ἀνόμους ἔρωτές του
τό πνεῦμα τῆς πορνείας, πού συμφιλιώνονται μπροστά στήν παράνομη καταδίκη τοῦ Ἰησοῦ πού
εἶναι ἡ ἐνσαρκούμενη ἀρετή.
193
λογισμούς, καὶ ἐπαινοῦντας αὐτὸν καὶ ἐξουθενείτω ἑαυτὸν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· οὕτω
γὰρ δυνήσεται σὺν Θεῷ ἀπαλλαγῆναι τοῦ πνεύματος τῆς κενοδοξίας.»189.
β) Μετατροπή τοῦ ἀντικειμένου τῆς ἔπαρσής σέ ἀντικείμενο ἐξευτελισμοῦ : Ὁ
μέγας Παχώμιος ἐπιτιμεῖ μοναχό πειραζόμενο ἀπό κενοδοξία, καθώς ὁ κανόνας
του ἦταν νά κάνει μία ψάθα καθημερινά κι αὐτός ἔκανε δύο ἐπιδεικνύοντάς τες
τόσο στό Γέροντα ὅσο καί στούς ὑπόλοιπους ἀδελφούς, ὡς ἑξῆς190:
1) «...ἐρχομένων τῶν ἀδελφῶν, κατέχων τὰ δύο ψιάθια, στὰς ὄπισθεν αὐτῶν εἴπῃ·
δέομαι ὑμῶν. ἀδελφοί, εὔξασθε ὑπὲρ τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς, ἵνα ὁ πανοικτίρμων
Θεὸς ταῖς ὑμετέραις εὐχαῖς, ἐλεήσῃ αὐτὴν, προκρίνασαν μᾶλλον τὰ δύο ψιάθια
ταῦτα τῆς Βασιλείας Αὐτοῦ»·
2) «...ἐν τῷ ἐσθίειν τοὺς ἀδελφούς, ἐκέλευσε τὸν αὐτὸν τρόπον ἐστάναι ἐν μέσῳ
μετά τῶν ψιαθίων, ἕως οὗ ἀναστῶσιν ἐκ τῶν τραπεζῶν οἱ ἀδελφοί.»·
3) «...ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐγκλεισθῆναι μόνον εἰς κελλίον, καὶ ἐπὶ πενταμηνιαῖον
χρόνον καθ' ἑκάστην ἡμέραν δύο ψιαθία ποιεῖν, καὶ ἐσθίειν ἄρτον μετὰ ἅλατος
μόνον καὶ μηδένα τῶν ἀδελφῶν συντυγχάνειν αὐτῷ.».
γ) Ἡ διάκριση εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς κενοδοξίας: «Εἶπε
γέρων· νοῦν μὲν πλανώμενον ἵστησιν ἀνάγνωσις καὶ ἀγρυπνία καὶ προσευχή·
ἐπιθυμίαν δὲ φλεγομένην, μαραίνει πεῖνα καὶ κόπος καὶ ἀναχώρησις· θυμὸν
ταρασσόμενον, καταπαύει ψαλμωδίᾳ καὶ μακροθυμία καὶ ἔλεος καὶ ταῦτα τοῖς
προσήκουσι χρόνοις τε καὶ μέτροις γινόμενα· τὰ γὰρ ἄκαιρα καὶ ἄμετρα,
ὀλιγοχρόνια· τὰ δὲ ὀλιγοχρόνια, βλαβερά μᾶλλον καὶ οὐκ ὠφέλιμα.»191.
Ἡ σύνεση πρέπει νά καθοδηγεῖ: «Εἶπε γέρων· ἀπὸ μικροῦ ἕως μεγάλου ὧν πράττω,
ἐννοῶ πρότερον καὶ ἀποβλέπω εἰς τὸν καρπὸν αὐτοῦ τί τάξεται, εἴτε ἐν τοῖς
λογισμοῖς εἴτε ἐν ταῖς πράξεσιν»192· καί ἀλλοῦ: «Εἶπε γέρων ὅτι τὰ ὑπέρμετρα
πάντα τῶν δαιμόνων εἰσίν.»193.
Ἡ μέση ὁδός ἤ τό «πᾶν μέτρον ἄριστον» ἀποτελεῖ καί μέτρο τῶν Γερόντων: «... καὶ
γὰρ αἱ νηστεῖαι καὶ ἀγρυπνίαι καὶ ἡ μελέτη τῶν γραφῶν καὶ ἡ ἀποταγή τοῦ κόσμου
οὐκ ἐστι τελειότης, ἀλλὰ τελειότητος ἐργαλεῖα· ... ὁ γὰρ τὴν ἀγάπην κατορθώσας,
189
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.3, σ.304.
190
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.3, σ.329-330.
191
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.372.
192
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.12, σ.373.
193
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.9, σ.373.
194
καθαρὸς ἐστὶ τῇ καρδίᾳ, καὶ τὸν Θεὸν ἐν ἑαυτῷ ἔχει, καὶ ὁ νοῦς αὐτοῦ μετά τοῦ
Θεοῦ ἀεί ἐστι, καὶ τὸ ἐκείνου κάλλος φαντάζεται... . Ἡ γὰρ διάκρισις ἀκρόπολις
ἐστι καὶ βασιλίς τις ἐν ταῖς λοιπαῖς ἀρεταῖς· ... ἀλλὰ καὶ τῶν ἐπισημοτάτων τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος χαρισμάτων μία τυγχάνει· καθὼς καὶ ὁ Ἀπόστολος διδάσκει
λέγων· 'ᾧ μὲν δίδοται διὰ τοῦ πνεύματος λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος
γνώσεως, κατὰ τὸ αὐτὸ πνεῦμα, ἄλλῳ δὲ διάκρισις πνευμάτων'194... αὕτη γὰρ ᾧ
ἐὰν προσγένηται, διδὰσκει αὐτὸν πᾶσαν ἔλλειψιν καὶ ὑπερβολήν ἐκκλίνειν καὶ ὁδῷ
βασιλικῇ ὀδεύειν ἀεί, καὶ οὔτε ἐκ τῶν δεξιῶν διὰ τῶν ὑπερβολικῶν καὶ εὐλογοφα-
νῶν πραγμάτων συγχωρεῖ κλέπτεσθαι, οὔτε ἐκ τῶν ἀριστερῶν κατασύρεσθαι πρὸς
ῥᾳθυμίαν καὶ χαύνωσιν.»195.
δ) Θεραπεία βάσει συμπτωμάτων. Πάθηση: ὑπερηφάνεια· θεραπεία: ἀναφορά
παραδειγμάτων πού εἶναι συγκριτικά σέ καλύτερη θέση ἀπό τούς πάσχοντες. Ἡ
θεραπεία βασίζεται στή διάγνωση τῶν αἰτίων. Ἡ μέθοδος τοῦ διαβόλου εἶναι τό
«διαστρέφειν», μέ ἀποτέλεσμα τούς ἀγαπῶντες τήν ἄσκησιν νά προσπαθεῖ νά τούς
κάνει νά ξεχνοῦν ὅτι σφάλλουν γιά νά πέσουν στό λάθος τῆς ὑπερηφάνειας196.
Ἡ ὑποτίμηση τοῦ «ἑαυτοῦ» ἀποτελεῖ μέθοδο ἀντιμετώπισης τοῦ πάθους: Ὁ ἀββᾶς
Ἰσίδωρος τῆς Σκήτεως ὅταν ὁ λογισμός τοῦ ἔλεγε ὅτι ἦταν μεγάλος, ἐκεῖνος
σύγκρινε τόν ἑαυτό του -θεωρώντας τον ὑποδεέστερο- μέ τόν Ἀντώνιο, Παμβώ καί
τούς ἄλλους Πατέρες197.
ε) Θεραπεία διά τοῦ ἐναντίου ἀγαθοῦ, δηλ. τήν ταπεινοφροσύνη: «μέγιστον γάρ
ἐστιν ἐν κακοῖς ὑπερηφανία· καὶ τοῦτο δῆλον, ἐκ τοῦ ἐναντίου αὐτοῦ ἀγαθοῦ τῆς
ταπεινοφροσύνης, ἥτις, οὕτω μεγάλη ἐστίν, ὡς πάσας μὲν τὰς ἀρετὰς μιμεῖσθαι τὸν
διάβολον, ταύτην δὲ μὴ εἰδέναι ὅλως τί ἐστιν.»198.
Οἱ Γέροντες παρατηρεῖται νά ἀποφεύγουν νά κάνουν θαύματα δημόσια μήν
ἐπιθυμώντας τήν ἀνθρώπινη δόξα καί τόν θαυμασμό. Τονίζουν μάλιστα σέ
περιπτώσεις πού πραγματοποιοῦνται θαύματα, ὅτι αὐτός πού θεραπεύει εἶναι ὄχι
αὐτοί ἀλλά ὁ Θεός. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν γιά θαῦμα ἰάσεως παιδιοῦ λέει στόν πατέρα:
«Ὁ Θεός ἴασαι τὸ πλᾶσμα σου, ἵνα μὴ κυριευθεῖ ὑπὸ τοῦ ἐχθροῦ· καὶ σφραγίσας
194
Α’ Κοριν., ιβ’, 8-10.
195
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.3, σ.377-381.
196
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Συγκλητικῆς, τ.1, σ.26.
197
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ. 50.
198
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Συγκλητικῆς, τ.3, παρ.10, σ.342.
195
199
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ζ’, σ.85.
200
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιη’, σ.112.
201
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.21, σ.460.
202
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.63.
203
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.9-13, σ.451.
196
204
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρλ’, σ.97.
205
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, παρ.150-153, σ.330-331.
206
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.5.
197
προγενεστέρους του λέει: «Στὶς μέρες τῶν Πατέρων μας ἀγαπιόνταν τρεῖς ἀρετές:
ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ πραότητα καὶ ἡ ἐγκράτεια. τώρα ὅμως κυριαρχοῦν στοὺς μοναχούς
ἡ πλεονεξία, ἡ γαστριμαργία καὶ ἡ θρασύτητα. Ὅποιο θέλεις κράτησε.»207.
Οἱ πειρασμοί δέν ἐπέρχονται ἄδικα. Ὅλα συμβαίνουν κατά τή δίκαια κρίση το
Θεοῦ. Ἄλλοτε πάσχουμε ἐξ αἰτίας τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν καί ἄλλοτε ἐξ αἰτίας
τῶν κακῶν πού προξενήσαμε στόν πλησίον μας. Οἱ θλίψεις καί οἱ τιμωρίες εἶναι
κατά τόν ἀββά Μάρκο «παιδευτικαί συμβάσεις»208· δέν εἶναι πάντοτε κατά τήν
ἐξωτερική μορφή ἀνάλογες καί ὅμοιες πρός τίς αἰτίες πού τίς προκαλοῦν. Ἐκεῖνο
πού ὁδηγεῖ μερικούς νά μήν πιστεύουν στή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ χρονική
ἀπόσταση καί ἡ ἀνομοιότητα τοῦ τρόπου μεταξύ ἁμαρτίας καί τιμωρίας. Ἡ ἀρετή δέν
μπορεῖ νά ἀποκτηθεῖ, ἄν πρῶτα δέν δοκιμαστεῖ: «Πᾶσα θλῖψις κατὰ θεὸν ἔργον
ἐστιν ἐνυπόστατον εὐσεβείας· ἡ γὰρ ἀληθινὴ ἀγάπη δι' ἐναντίων δοκιμάζεται· μὴ
λέγε κεκτῆσθαι ἀρετὴν ἐκτός θλίψεως, ἀδόκιμος γάρ ἐστι διὰ τὴν ἄνεσιν· πάσης
ἀκουσίου θλίψεως ἀναλογίζου τὴν ἔκβασιν, καὶ εὑρήσεις ἐν αὐτῇ ἁμαρτίας ἀναίρε-
σιν· διὰ θλίψεως τὰ ἀγαθὰ τοῖς ἀνθρώποις ἡτοίμασται, ὁμοίως καὶ τὰ κακὰ διὰ
κενοδοξίας καὶ ἡδονῆς.»209. Ὁ ἀββᾶς Ἰωάνης Κολοβός τονίζει210: «∆ιὰ γὰρ τῶν
πολέμων προκόπτει ἡ ψυχή. Καὶ ἐλθόντος τοῦ πολέμου οὐκ ἔτι εὔξατο ἀρθῆναι
αὐτὸν ἀπ' ἀυτοῦ· ἀλλ' ἔλεγε δός μοι Κύριε ὑπομονὴν ἐν τοῖς πολέμοις»· ὅταν πῆρε
τέλος ὁ πόλεμος τῶν λογισμῶν ἄρθηκε συγχρόνως ἡ ταπείνωση καί συντριβή του.
Γι’ αὐτό κι ὁ ἀββᾶς Βησσαρίων συνιστᾶ: «Ὅταν ἐν εἰρήνη τυγχάνῃς καὶ οὐ
πολεμεῖσαι, τότε μᾶλλον ταπεινοῦ· μήπως χαρᾶς ἀλλοτρίας ἐπεισελθούσης
καυχησώμεθα καὶ παραδοθῶμεν εἰς πόλεμον· πολλάκις γὰρ ὁ Θεὸς διὰ τὰς
ἀσθενείας ἡμῶν οὐ συγχωρεῖ ἡμᾶς παραδοθῆναι, ἵνα μὴ ἀπολώμεθα.»211. Ἡ
ἐξήγηση κατά τόν ἀββά Ποιμένα εἶναι ὅτι: «Πίστις ἐστὶ τὸ ἐν ταπεινοφροσύνῃ
διάγειν καὶ ποιεῖν ἔλεος»212 καί «ὁ ἄνθρωπος δέεται τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τοῦ
φόβου Θεοῦ ὥσπερ τῆς πνοῆς τῆς ἐκπορευομένης ἐκ τῆς ρινός αὐτοῦ.»213.
207
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.62.
208
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 8, σ.400.
209
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Μάρκου, τ.3, παρ.29, σ.403.
210
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιγ’, σ.46.
211
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.22.
212
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ξθ’, σ.91.
213
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μθ’, σ.89.
198
214
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.502.
215
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.43.
216
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρος’, σ.100.
217
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 374.
199
218
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.192.
219
Γαλ. 5.
220
Historia Monachorum in Aegypto, Περί ἀββᾶ Ἑλῆ, σ.92.
221
Historia Monachorum in Aegypto, Περί Μακαρίου, σ.127.
200
222
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίας Συγκλητικῆς, τ.4, σ.17.
223
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.27.
224
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.8, σ.33.
225
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.2, σ.23.
201
226
Α. Σταυρόπουλου, Ἡ τέχνη τῆς ἀγάπης, Ἱερά Βασιλική καί Σταυροπηγιακή Μονή Ἁγίου Νεοφύτου,
Πάφος 1998, σ.19.
227
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.18.
228
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἰωσήφ τοῦ εἰς Πανεφώ, α, σ.53.
229
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.58. πρβλ. Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων
ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.12, σ.548.
230
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.7, σ.548.
202
Ὁ ἀββᾶς Σιλουανός μαζί μέ τόν ὑποτακτικό του Ζαχαρία φθάνουν σ' ἕνα
μοναστήρι καί οἱ ἀδελφοί ἐξ ἀγάπης τούς ὑποχρέωσαν νά φᾶνε πρίν ἀναχωρή-
σουν· ἀφοῦ ἀνεχώρησαν ἀπό τό μοναστήρι καί προχωροῦσαν στήν ἔρημο συνα-
ντοῦν μία πηγή κι ὁ μαθητής ρωτάει τόν Γέροντα ἄν μπορεῖ νά πιεῖ νερό: «ὁ δὲ
Γέρων ἔφη· νηστεία ἐστὶ σήμερον Ζαχαρία· ὁ δὲ ἔφη· οὐκ ἐφάγομεν πάτερ; καὶ
εἶπεν ὁ Γέρων· ἐκεῖνο τῆς ἀγάπης ἦν, ἡμεῖς δὲ τὴν ἑαυτῶν νηστεία, τέκνον
κρατήσωμεν.»231.
Ἐπισκέπτης ζητάει συγγνώμη ἀπό ἀββά γιατί ἔγινε αἰτία νά καταλύσει τόν κανόνα
νηστείας του κι ἐκεῖνος τοῦ ἀπαντᾶ: «ὁ ἐμὸς κανών ἐστιν, ἵνα ἀναπαύσω σε καὶ
ἀπολύσω ἐν εἰρήνη»232.
Κατανόηση σημαίνει διάλογος μέ τόν ἄλλον ἀκόμη κι ἄν δέν ὑπάρχει
συμφωνία ἀπόψεων. Σέ περίπτωση λεκτικῆς διαμάχης ὁ ἀββᾶς Ματώης προτείνει
διαλεκτικότητα: «μὴ φιλονεικήσῃς μετ' αὐτοῦ· ἀλλ' ἐὰν καλῶς λέγει, εἰπὲ ναί· ἐὰν
δὲ κακῶς, εἰπέ· σύ οἶδας πῶς λαλεῖς· καὶ μὴ ἔριζε μετ' αὐτοῦ περὶ ὧν ἐλάλησε.»233.
Τό νά γνωρίζει ἐπίσης κάποιος τά ὅρια καί τίς ἀντοχές τοῦ ἄλλου, σημαίνει ὅτι
κατανοεῖ τίς ἀνάγκες του. Ὁ Γέροντας Βαρσανούφιος βλέποντας τίς δυνάμεις τοῦ
μαθητῆ του νά εἶναι ἐξασθενημένες: «... καὶ μετὰ τὴν παραίνεσιν, ἐποίει εὐχὴν καὶ
ἀπέλυεν αὐτὸν κοιμηθῆναι.»234.
Μιά κατανόηση πού δέν ξεκινάει ἀπό τούς Γέροντες ἀλλά ἀπό τόν «καλός μας
ἄγγελο», πού μᾶς ἀκολουθεῖ πάντα καί στά καλά καί τά ἄσχημα καί χαίρεται καί
λυπᾶται μέ τίς χαρές καί τίς λύπες μας ἀντίστοιχα. ∆ιήγηση ἀναφέρει γιά μοναχό:
«...τὸν δὲ ἄγγελον αὐτοῦ ἀπὸ μακρόθεν ἀκολοθοῦντα σκυθρωπόν τε καὶ κατηφῆ
(πού τόν ἔβλεπε παρασυρόμενο) ... τὸν δὲ Ἅγιον Ἄγγελον ἐγγὺς αὐτῷ παρεπόμε-
νον καὶ χαίροντα ἐπ' αὐτῷ σφόδρα (πού τόν ἔβλεπε νά ἔχει μετανοήσει)»235.
231
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.554.
232
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων
καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 8, σ.548· τό γεῦμα τῶν ἀσκητῶν περιεῖχε παξιμάδια πολλές φορές
πεπαλαιωμένα ἤ λίγο πληγοῦρι ἤ ὄσπρια· ὅποτε ἦταν κατάλυση πρόσθεταν λίγο λάδι καί
σπανίως τυρί. Οἱ Πατέρες ἔτρωγαν μία φορά τήν ἡμέρα πού ἦταν τό ἑσπέρας κάθε ἡμέρας. Ἡ
γενόμενη λύσις δέν ἀφοροῦσε τό εἶδος τοῦ φαγητοῦ ἀλλά τήν ὥρα καθώς χάριν τῶν ξένων
παρέθετον γεῦμα πρό τῆς κεκανονισμένης ὥρας.
233
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ια’, σ.75.
234
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.559.
235
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Περί τοῦ Παύλου τοῦ ἁπλοῦ, τ.1, σ.45.
203
Ἡ ἀνοχή ἤ ἀνεκτικότητα ἄνευ ὅρων συνίσταται στήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου πού
τοῦ ἐπιτρέπει νά ἐκφράσει τουλάχιστον λεκτικά, τήν ἐμπειρία του, τίς σκέψεις του,
τίς συγκινήσεις καί ἐπιθυμίες του ὅπως ἀκριβῶς τίς αἰσθάνεται καί ἀνεξάρτητα ἀπό
τό κατά πόσο συμφωνοῦν πρός τούς κοινωνικούς καί ἠθικούς κανόνες πού
ἐπικρατοῦν στό περιβάλλον του, διατηρώντας συγχρόνως τή συμπάθεια ἤ τήν
ἐκτίμηση προσώπων σημαντικῶν γι' αὐτό. Κάποιος ἀπό τούς διακόνους ἔβριζε τόν
Πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἀλέξανδρο μπροστά σέ ὅλους τούς κληρικούς· τότε ὁ
Ἀλέξανδρος τοῦ ἔβαλε μετάνοια λέγοντας: «Συγχώρα με κύριε ἀδελφέ.»236.
Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Πέρσης πάλι ὅταν: «...κακούργων αὐτῷ ἐπιστάντων, νιπτῆρα
προσέφερε καὶ ἠξίου τοὺς πόδας αὐτῶν νίπτειν.»237.
Σύγχρονο ποιμαντικό πρόβλημα ἀποτελεῖ ἡ δυσκολία πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι
νά συγχωροῦν. Ἡ σπουδαιότητα τῆς συγγνώμης· συγχώρηση μπορεῖ νά σημαίνει
ἄφεση σέ ἀδέξιους χειρισμούς, προσβολές, περιφρονήσεις καί δῆθεν αὐτάρκειες.
Μπορεῖ συν-χώρηση νά σημαίνει παράλληλη συμπόρευση ἀλλά κι ὅταν κάνεις
χῶρο στόν ἄλλο ὥστε νά περιχωρήσει στό χῶρο σου, δηλ., νά μπεῖ μέσα σου νά
μείνει καί νά συνεργαστεῖ μαζί σου μέ τήν προϋπόθεση νά σέβεται τίς ἀρχές τῆς
συγκατοικήσεως γιά νά εἶναι ἐφικτή ἡ παραμονή καί ἡ σχέση238.
Μοναχοί καλοῦν στή Σκήτη νά ἔρθει ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοπας γιά νά κρίνει
καί νά σωφρονίσει μοναχό πού ἔχει σφάλλει· ἐκεῖνος δέν δέχεται· τόν ξανακα-
λοῦν στή Σκήτη καί ἐκεῖνος ἔρχεται κρατώντας καλάθι τρύπιο γεμάτο ἄμμο κι ὅταν
τόν ρωτοῦν τί εἶναι αὐτό, ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: «αἱ ἁμαρτίαι μου εἰσιν ὀπίσω μου καταρ-
ρεόυσαι καὶ οὐ βλέπω αὐτάς· καὶ ἦλθον ἐγὼ σήμερον, ἁμαρτήματα ἀλλότρια κρῖναι·
οἱ δὲ ἀκούσαντες, οὐδὲν ἐλάλησαν τῷ ἀδελφῷ· ἀλλὰ συνεχώρησαν αὐτῷ.»239.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν ὁμολογεῖ: «... καὶ ἴδω αὐτὸν ἁμαρτάνοντα, ὑπερβαίνω αὐτὸν καὶ
οὐκ ἐλέγχω αὐτόν.»240. Καί αὐτό γιατί ὁ Γέροντας ἑστιάζεται στή ρίζα τοῦ
προβλήματος: «ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκόν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέ-
236
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.40.
237
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.56.
238
Α. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.94-95.
239
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.72· τό ἴδιο ὑλικό μέ παραλλαγή
συναντᾶται καί στόν ἀββά Πιώρ, γ’, σ.104.
240
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ.85 καί ριγ’, σ.95.
204
ψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου»241· καί ἀλλοῦ:
«Εἶπεν ὁ Ἀββᾶς Ποιμήν· ἐάν ἁμαρτήσῃ ἄνθρωπος καὶ ἀρνήσηται λέγων οὐχ
ἥμαρτον, μὴ ἐλέγξης αὐτόν· εἰ δὲ μὴ γε ἐκκόπτεις αὐτοῦ τὴν προθυμίαν· ἀλλὰ
μᾶλλον εἰπὲ αὐτῷ· μὴ ἀθυμήσῃς ἀδελφὲ ἀλλὰ φύλαξαι τοῦ λοιποῦ· καὶ διεγείρεις
αὐτοῦ τὴν ψυχὴν εἰς μετάνοιαν.»242.
Ὁ ἅγιος Βενέδικτος εἶχε γιά ὅλους μία συγγνώμη: «Ὁ οὖν συμπαθέστατος Πατὴρ
ἀφῆκεν αὐτοῦ τὸ ἁμάρτημα, καὶ τοὺς λοιπούς δὲ ἐπανελθόντας τῇ ἐπαύριον ὁμοίως
διελέγξας καὶ ἱκανῶς ἐπιστύψας τοῖς λόγοις, ἐπεὶ καὶ αὐτοὶ ἡμαρτηκέναι
ὡμολόγουν, ἑαυτοὺς καταβαλόντες εἰς ἔδαφος καὶ ἀξιοῦντες συγχωρηθῆναι, καὶ
συγγνώμην καὶ αὐτοῖς τοῦ σφάλματος ἐδωρήσατο πληροφορίαν λαβὼν παρ'
αὐτῶν, τοῦ λοιποῦ μηκέτι παραβῆναι τὴν παραδεδομένην ὑπ' αὐτοῦ ἐντολὴν μέχρι
τελευταίας ἀναπνοῆς.»243.
Ὁ ἄνθρωπος πάντα ἔχει μέσα του τήν ἀδυναμία τοῦ νά μήν συγχωρεῖ ἤ νά
θέλει νά ἐκδικηθεῖ γιά κάτι πού ἄδικα τοῦ ἔκαναν. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν γράφει σέ
ἀσκητή πού παρέδωσε ληστές σέ ἄρχοντα: «Ἐννόησον τὴν πρώτην προδοσίαν
πόθεν γέγονε, καὶ τότε βλέπεις τὴν δευτέραν· ἢ μὴ γὰρ προεδόθης πρότερον ἐκ
τῶν ἔσωθεν, τουτέστι δειλιάσας ἐξ ἀπιστίας, οὐκ ἂν τὴν δευτέραν προδοσίαν
ἐποίησας, ἤτοι παραδοὺς τῷ ἀρχόντι τοὺς ληστάς.»244.
Οἱ Πατέρες διδάσκουν τήν συγχωρητικότητα ὄχι λόγῳ ἀδυναμίας ἀλλά: «ἐὰν
ἀκούσῃς τι κακόν γεγενῆσθει σοι παρά τινος, σπούδασον ἀντιστῆναι τὸ θέλημά
σου τὸ καλόν, τοῦ μὴ ἀνταποδοῦναι ἐν τῇ καρδίᾳ σου τῷ λυπήσαντί σε, καὶ ἢ
μέμψασθαι ἢ κρῖναι αὐτόν, ἢ καταλαλῆσαι καὶ παραδοῦναι αὐτὸν εἰς στόματα
ἄλλων. Εἰ γάρ ἐστιν ἐν σοὶ ὁ φόβος τῆς γεένης, κατακυριεύσει τοῦ λογισμοῦ σου
τοῦ βουλομένου ἀνταποδοῦναι τῷ πλησίον, λέγω σοι· ταλαίπωρε ἄνθρωπε, εὔχῃ σὺ
διὰ τὰς ἁμαρτίας σου, καὶ βαστάζει σε ὁ Θεός ἕως τῆς σήμερον μὴ φανερῶν
αὐτάς, σὺ δὲ πῶς τολμᾶς τῷ πλησίον μηνιῶν βαλεῖν αὐτὸν εἰς τὰ στόματα τῶν
ἀνθρώπων;»245.
241
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Ποιμένος, ρλα’, σ.97.
242
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.5, σ.654.
243
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Γρηγορίου τοῦ ∆ιαλόγου, τ.2, σ.260.
244
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.478.
245
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἠσαΐα, τ.2, σ.465.
205
Τό διηγηματικό πλαίσιο τῆς ἀλλαγῆς τῶν λόγων τῆς προσευχῆς μέ παρότρυνση τοῦ
Γέροντα Σιλουανοῦ πρός τό μαθητή πού θέλει νά ἐκδικηθεῖ, ἀποτελεῖ θεραπευτική
ἀγωγή: «Ἀναστάντες οὖν καὶ εὐχόμενοι ὡς ἦλθον εἶπεῖν, 'καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ
ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν', εἶπεν ὁ γέρων· καὶ
μὴ ἀφήσῃς ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς οὐδὲ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις
ἡμῶν. Καὶ λέγει ὁ ἀδελφός τῷ γέροντι· μὴ οὕτω πάτερ. Ἔφη δὲ ὁ γέρων· ναί, οὕτω
τέκνον, φύσει γάρ, ἐὰν πρὸς τὸν ἄρχοντα βούλει ἀπελθεῖν ἵνα ἐκδικήσῃ σε,
Σιλουανός ἄλλην εὐχὴν οὐ ποιεῖ σοι. Καί βαλὼν μετάνοιαν ὁ ἀδελφός
συνεχώρησε τῷ ἐχθρῷ αὐτοῦ.»246.
Ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς παραγγέλνει βιβλία σέ καλλιγράφο καί ὅταν αὐτά εἶναι ἕτοιμα
κάποιος μοναχός προφασιζόμενος ὅτι εἶναι σταλμένος ἀπό τόν Ζωσιμᾶ δίνει τό
ἀντίτιμο καί τά παίρνει. Ὅταν λοιπόν τά ζητάει ὁ Ζωσιμᾶς ἀπό τόν καλλιγράφο καί
ἐκεῖνος καταλαβαίνει τί ἔχει συμβεῖ, ζητάει ἐκδίκηση γιατί πρῶτα ὁ μοναχός τόν
ἐξαπάτησε καί ἔπειτα γιατί πῆρε κάτι πού δέν ἦταν δικό του. Τότε ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς
τοῦ ἀπαντᾶ: «οἶδας, ἀδελφέ μου, ὅτι τὰ βιβλία διὰ τοῦτο κτώμεθα, ἵνα μάθωμεν ἐξ
αὐτῶν ἀγάπην, ταπείνωσιν, πραότητα. Εἰ δὲ ἡ ἀρχὴ τῆς κτήσεως τῶν βιβλίων μάχη
ἐστίν, οὐ θέλω κτήσασθαι βιβλίον, καὶ μόνον μὴ μαχήσωμαι· δοῦλον γάρ φησι
Κυρίου οὐ δεῖ μάχεσθαι.»247.
Ἡ μακροθυμία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου: Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ
ἀναφέρει: «∆έξαι οὖν τὸν πλανηθέντα καὶ μετανοοῦντα εἰ ὄντως καθαρὰν καὶ
γνησίαν ἐνδείκνυται τὴν μετάνοιαν· καὶ ἄκουσον τοῦ Ἀποστόλου λέγοντος· Ὥστε
τοὐναντὶον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ παρακαλέσαι μήπως τῇ περισσοτέρᾳ λύπῃ
καταποθῇ ὁ τοιοῦτος, διὸ παρακαλῶ ὑμᾶς κυρώσαι εἰς αὐτὸν ἀγάπην.»248.
Καθημερινή στάση ἀποτελεῖ ἡ δημόσια προβολή τοῦ παραπτώματος, ἡ προσβολή, ἡ
μομφή, ὁ ὀνειδισμός, ἡ διαπόμπευση τοῦ ἄλλου, ἡ κατάργηση τῶν ἀπορρήτων, ἡ
καταγγελία σέ προϊσταμένους, σέ ἐχθρούς καί φίλους. Ὁ Γέρων πού ἔχει δώδεκα
μαθητές γνωρίζει τήν κατ' ἐξακολούθησιν πτώση τοῦ ἑνός μαθητοῦ του στόν
πειρασμό τῆς πορνείας, ἀλλά παρ' ὅλα αὐτά δέν τόν ἐλέγχει προκαλώντας
ἀρνητικά σχόλια τῶν ὑπολοίπων ἀδελφῶν. Ὁ Γέρων ἐπισκέπτεται μιά ἡμέρα στό
246
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.462· πρβλ. τ.2, σ.461.
247
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.4, σ.477.
248
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἁγίου Ἐφραίμ, τ.4, παρ. 6, σ. 656.
206
κελλί του τόν μοναχό πού μόλις ἔχει γυρίσει ἀπό τόν τόπο τῆς ἀνομίας του καί
κατά λάθος ἔχει φέρει στό κελλί του ἀντί γιά τό ράσο του τό γυναικεῖο πανωφόρι
(ἀφηγηματική σύμβαση: λανθασμένη κίνηση γίνεται αἰτία ἀποκάλυψης τοῦ ἤδη
γνωστοῦ μυστικοῦ ἀλλά καί συγχρόνως αἰτία τῆς μετανοίας τοῦ μοναχοῦ). Τότε:
«Ὡς δὲ τοῦτο ἰδὼν ὁ ἀδελφὸς ἔγνω ὅτι τῆς γυναικός ἐστι, ῥίπτει ἑαυτὸν εὐθὺς
χαμαὶ εἰς τοὺς πόδας τοῦ ἀββᾶ λέγων· συγχώρησόν μοι, καὶ οὐκέτι τοῦτο ποιῶ. Ὁ
δὲ συνεχώρησε, καὶ ἀναστήσας αὐτόν, παρεκάλεσε λέγων· πρόσεχε σεαυτῷ
τέκνον τοῦ λοιποῦ. Τί γὰρ κερδαίνεις ἐκ τῆς ἀκαθαρσίας ἐκείνης; εἰμὴ ἐνταῦθα μὲν
παρὰ τοῖς ἀνθρώποις, αἰσχύνην καὶ ὄνειδος, ἐν δὲ τῷ μέλλοντι αἰῶνι, πῦρ
ἄσβεστον καὶ σκώληκα ἀκοίμητον; Μὴ παρακαλῶ, τέκνον, μηκέτι τῇ σαπρᾷ ταύτῃ καὶ
βδελυρᾷ ἐγκυλισθῆς πράξει.»249. Ἡ παραπάνω διήγηση ἀποτελεῖ ἕνα νουθετικό
πατρικό λόγο χωρίς ἐνδείξεις αὐστηρότητας καί ἐπιτήμησης πού συγχρόνως θέτει
τόν ἁμαρτάνοντα πρό τῶν εὐθυνῶν του.
Ἡ συγχωρητικότητα ὅμως δέν περικλείεται μόνο στά ὅρια τοῦ νά ὑπομένεις τήν
ἀδικία μέ μακροθυμία ἀλλά καί νά μεταβάλλεις τήν συμπεριφορά τοῦ ἄλλου ἐξαιτί-
ας τῆς ἀνεξικακίας σου. Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἀνέχεται τόν ἔμπορο πού ἐνῶ τόν
πλήρωσε γιά ἐνενήντα ἐννέα κατσίκες, ἐκεῖνος ἔβγαζε ἀπό τό μαντρί ἑκατό· δέν
καταλάβαινε ὅμως ὁ ἔμπορος γιατί ἀντιστέκονταν ἡ ἑκατοστή κατσίκα καί
ξαναγυρνοῦσε στό μαντρί της. Καί ὅταν αὐτό συνέβη δύο καί τρεῖς φορές, ἡ
τοποθέτηση τοῦ ἁγίου πρός τόν ἔμπορο: «ὅρα, τέκνον, μήποτε οὐ μάτην ταῦτα τὸ
ζῶον οὔτε μὴν ἀλόγως ἀχθήσεται τῇ ἀπαγωγῇ, ἀλλ' ὅτι μὴ καὶ αὐτῆς λαθὼν τὴν
τιμὴν προκατέθου», γίνεται αἰτία: «ἐκεῖνος τὴν καρδίαν πληγεὶς εἰς νοῦν ἀνήνεγκε,
καὶ εἰς αἴσθησιν ἐλθὼν οὗ περ ἔδρασεν, αὐτό τε διωμολόγει καὶ συγγνώμην
ἠτεῖτο.»250.
Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ἀντιλαμβάνεται σέ περίοδο μεγάλης φτώχειας τούς δύο
σιτοκλέπτες τῶν ὑπόγειων ἀποθηκῶν τοῦ μοναστηριοῦ· παίρνει μάλιστα τή θέση τοῦ
ἑνός στό κουβάλημα, καθώς ἐκεῖνος τράπηκε σέ φυγή, ὅταν κατάλαβε ὅτι τούς
εἶδε. Ὁ ἄλλος κλέπτης μετά τήν κλοπή εἶναι ἕτοιμος νά φύγει καί τότε ὁ ἅγιος
249
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.660· παρόμοια εἶναι καί ἡ
περίπτωση τοῦ ἀββᾶ Ἀμμωνᾶ πού κάλυψε τόν μοναχό πού εἶχε κρυμμένη γυναίκα στό κελλί του
κλείνοντάς την σέ πυθάρι. Βλ. Ἀλ. Κακαβούλη, Ἡ συγγνώμη στίς διαπροσωπικές σχέσεις.
Ψυχοπαιδαγωγική θεώρηση, ἐπιμ. Θ. Μοσχούδη, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 1998.
250
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.487.
207
Εὐθύμιος τοῦ λέει: «τοὺς τύρους ἐκείνους ἐάσαντες ἀπίωμεν;» ὑποδεικνύοντας του
καί τόν τόπο πού εἶναι. Ὁ σιτοκλέπτης βρίσκει καί τά τυριά καί ὅταν ἀντιλαμβάνεται
ποιός εἶναι αὐτός πού τόν βοήθησε: «αἰσχύνῃ καὶ φόβῳ κατάσχετος ἐγεγόνει καὶ
ὥς περ ἀποπαγεὶς τῷ δέει τοῖς ποσίν ἐκείνου προσεκυλίετο». Ὁ δέ ἅγιος Εὐθύμιος
τόν παρηγορεῖ: «σὰ γὰρ ταῦτα καὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ εἴ τι ἀφείλου, οὐκ ἐκ τῶν
ἀλλοτρίων, ἀλλὰ τῶν σῶν ἀφελόμενος ἴσθι· εἰ δὲ καὶ αὖθις βούλοιο, πάρεσο καὶ
ἀφαιροῦ τὰ ἐν χρείᾳ.»251.
Ὁ ἀββᾶς Εὐπρέπιος βοηθᾶ τούς ληστές πού τόν κλέβουν νά κουβαλήσουν τά
πράγματά του· κι ὅταν τό μόνο πού μένει στό κελλί εἶναι τό ραβδί ἑνός κλέπτη ὁ
Εὐπρέπιος στεναχωρεῖται καί τρέχει πίσω τους γιά νά τούς τό δώσει252. Ὁ ἀββᾶς
Ἰωάννης ὁ Πέρσης πάλι, ὅταν ἦρθαν ληστές στό κελλί του νά τόν κλέψουν, αὐτός
βάζει λεκάνη μέ νερό καί ζητεῖ νά τούς πλύνει τά πόδια γιά νά τούς ξεκουράσει
(στάση φιλοξενίας)· τότε ἐκεῖνοι μετανοοῦν καί ἀποχωροῦν ντροπιασμένοι253.
Ἡ συγχωρητικότητα φθάνει στά ὅρια τῆς ἀγάπης τοῦ ἐχθροῦ· εἶναι φιλανθρωπία.
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀναφέρει: «φιλάνθρωπος ἐκεῖνος ἐστιν ὁ καὶ ἐχθροῖς
ἡμέρως καὶ εὐεργετικῶς προσφερόμενος· τὴν γὰρ φιλανθρωπίαν ἐκ δύο μοι νόει
συγκεῖσθαι μερῶν, ὧν τὸ μὲν αὐτῆς ἐλεημοσύνη, τὸ δὲ ἀγάπη ἐστὶν ἡ πρὸς τὸν
πλησίον. Πλησίον δὲ ἀνθρώπῳ ἐστὶν ὁ πᾶς ἄνθρωπος. Ἄνθρωπος γὰρ ἐστὶ καὶ ὁ
κακὸς καὶ ὁ ἀγαθός· καὶ ὁ ἐχθρὸς καὶ ὁ φίλος. Χρὴ οὖν τὸν φιλανθρωπίαν
ἀσκοῦντα, μιμητὴν εἶναι Θεοῦ, εὐεργετοῦντα δικαίους τε καὶ ἀδίκους, ὡς αὐτὸς ὁ
Θεὸς ἐν τῷ νῦν κόσμῳ τόν τε νῦν κόσμῳ τόν τε ἥλιον καὶ τοὺς ὑετοὺς αὐτοῦ πᾶσι
παρέχων. Εἰ δὲ θέλεις ἀγαθοὺς μὲν εὐεργετεῖν, κακοὺς δὲ κολάζειν, κριτοῦ ἔργον
πράττειν ἐπιχειρεῖς.»254.
Ὁ ἅγιος Λογγίνος φιλοξενεῖ ἐν γνώσει του τούς μελλοντικούς του δολοφόνους
κι ὅταν αὐτοί τοῦ δίνουν τή δυνατότητα νά γλυτώσει ἀπό τό θάνατο, παρ' ὅτι οἱ ἴδιοι
κινδυνεύουν γιά ἀθέτηση ἐντολῆς τοῦ Πιλάτου, ἐκεῖνος ἀρνεῖται γιατί: «οὐ θάνατος
ἐμοὶ τὸ παρόν, ἀλλὰ ζωῆς ἀπαρχή· ἐμοὶ τῷ ὄντι θάνατος μᾶλλον ἡ ἐνταῦθα
διαγωγή, ὅτι μὴ τῷ ἐμῷ δεσπότῃ παρίσταμαι, καὶ τῆς ἐκεῖθεν ἀπολαύω μακαριό-
251
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.492.
252
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.495.
253
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.495.
254
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Πέτρου τοῦ Ἀποστόλου παρά
Κλήμεντος, τ.2, σ.514.
208
τητος. τὸ τέλος, τέλος τῶν κακῶν, οὐχὶ καὶ τέλος τῆς ζωῆς προξενήσει μοι, ἀλλὰ
πρὸς τὴν ἀληθινὴν διαβιβάσει ἀϊδιότητα.»255.
Ἡ ἁγία Θεοδώρα ἀρνεῖται, προφασιζόμενη ὑπνηλία, νά κατανομάσει αὐτούς πού
τήν ἔστειλαν νύχτα σέ ἀσκητήριο μέ πρόφαση ἐπίδοση ἐπιστολῆς, ἀλλά στήν
πραγματικότητα γιά νά κατασπαραχθεῖ ἀπό τά ἄγρια θηρία256.
Ὁ Ἀλέξανδρος πατριάρχης Ἀντιοχείας, ἐξαγοράζει καί σώζει ἀπό βαρβάρους
Αἰγυπτίους τόν πρώην γραμματέα του· ὁ τελευταῖος εἶχε φύγει ἀπό κοντά του
ἐξαιτίας κλοπῆς χρυσῶν νομισμάτων πού ἦταν γιά τά ἔξοδα τῆς Ἐκκλησίας257.
Ὁ σεβασμός τοῦ ἄλλου ἄνευ ὅρων δέν ὀφείλεται σ' ἕνα προτέρημα ἤ ἀξίωμα
ἤ προσόν ἀλλά θεμελιώνεται στό γεγονός τῆς μοναδικότητας τοῦ ἄλλου καί ὡς ἐκ
τούτου δέν ὑπάρχουν περιθώρια συγκρίσεως, κρίσεως καί κατακρίσεως258. Ὁ
ἀββᾶς Ἀπολλῶ ἐπισημαίνει: «∆εῖ ἐρχομένους τοὺς ἀδελφούς προσκυνεῖν. οὐ γὰρ
αὐτοὺς ἀλλὰ τὸν Θεὸν προσεκήνυσας. εἶδες γὰρ φησίν, τὸν ἀδελφόν σου, εἶδες
Κύριον τὸν Θεόν σου. καὶ τοῦτο, φησίν, παρὰ τοῦ Ἀβραάμ παρειλήφαμεν.»259.
Ὁ ἀσπασμός ἐν εἰρήνη («ἤσπασατο ἡμᾶς»), τό νίψιμο τῶν ποδῶν, τό νά ψάλλουν
μαζί, νά προσευχηθοῦν μαζί, νά φᾶνε μαζί, ἀποτελοῦν στοιχεῖα τῆς στάσεως
φιλοξενίας τῶν Γερόντων260. Γιά τόν ἀββά Ποιμήν διήγηση ἀναφέρει: «καὶ ἰδὼν
αὐτὸν ὁ γέρων τεθλιμμένον ἀναστὰς ἠσπάσατο· καὶ χαριεντιζόμενος μετ' αὐτοῦ
παρεκάλεσε γεύσασθαι·... καὶ ἀσπασάμενοι ἀλλήλους μετά χαρᾶς ἐκάθισαν.»261.
Γιά τόν ἀββά Ἀπολλῶ καταγράφεται: «ὁ δέ πατὴρ τῶν ψαλλόντων ἀκούσας,
ὑπήντησε καὶ αὐτὸς ἡμῖν καθὼς καὶ πρὸς πάντας ἐποίει τοὺς ἐρχομένους
ἀδελφούς, καὶ πρῶτος ἐπὶ τὴν γῆν προσεκύνησε, καὶ ἀναστὰς ἠσπάσατο, καὶ
εἰσαγαγὼν προσηύξατο, καὶ ταῖς χαιρσίν αὐτοῦ τοὺς πόδας ἡμῶν νίψας, πρὸς
ἀνάπαυσιν προετρέψατο. Ταῦτα δέ, οὐ πρὸς ἡμᾶς μόνον, ἀλλὰ καὶ πρὸς πάντας
ἔθος ἦν αὐτῷ ποιεῖν.»262·
255
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν...,Μαρτύριο Ἁγίου Λογγίνου, τ.2, σ.518.
256
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίας Θεοδώρας, τ.2, σ.522.
257
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.528.
258
Α. Σταυρόπουλου, Ἡ τέχνη τῆς ἀγάπης, σ.22.
259
Historia Monachorum in Aegypto, Περί Ἀπολλῶ, σ.68 καί Τό Γεροντικόν, σ.20.
260
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Πιώρ, τ.1, σ.220 · βλ. Α. Σταυρόπουλου, Μνήμη καί λήθη στή
Θεία Λειτουργία, ἐκδ. Λύχνος, Ἀθήνα 1989.
261
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Ποιμένος, ς’, σ.85.
262
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγωνρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.538.
209
263
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λη’, σ.70.
264
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ζ’, σ.85.
265
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρη’, σ.95.
266
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 125· πρβλ. κεφ.27, σ.142.
210
Ὁ ἀββᾶς Ματώης τονίζει ὅτι: «αὕτη γὰρ ἐστὶν ἡ τελειότης, ὥστε τὸν πλησίον ἑαυτοῦ
δοξάζειν ὑπὲρ ἑαυτόν.»267. Ὁ Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος «...σκεπάζων τὰ ἐλαττώματα ἃ
268
ἔβλεπεν ὡς μὴ βλέπων καὶ ἃ ἤκουεν ὡς μὴ ἀκούων» δέν τό κάνει ἀπό
ἀδιαφορία ἤ ἀνεχτικότητα ἀλλά ἀπό φροντίδα καί προσπάθεια θεραπείας.
Ἡ προσέγγιση τῆς στάσης ὑποδοχῆς μέ τή στάση τῆς ἀγάπης ὁδηγεῖ στήν
ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Ἡ ἀγάπη ἐνεργεῖται καί οἱ ἐνέργειές της
γνωρίζονται κατά τρόπο ἐμπειρικό στήν καθημερινή πρακτική τῶν διανθρωπίνων
σχέσεων. Τήν ἀγάπη ὁρίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος269 ὡς: α) μετάθεση μας στή θέση
τοῦ ἄλλου ὥστε νά χαιρόμαστε μέ τήν προοδό του καί νά λυπούμαστε μέ τήν
ἀδικία εἰς βάρος του· β) ἐπικέντρωση τῆς προσοχῆς μας στόν ἄλλον ἐπιζητώντας
τό καλό του μέ συνέπεια τήν ἀποφυγή ἐπάρσεως, ἐπιδείξεως ἀνωτερότητας,
ζήλειας ἤ φθόνου· γ) ἀποδοχή τοῦ ἄλλου στήν ἐλλειμματική καί ὑπολειπόμενη
διάσταση τῆς συμπεριφορᾶς καί τοῦ εἶναι του. Τότε ὁ καθένας ὑπομένει καί
καλύπτει καταστάσεις πού ἀνάγονται στό παρελθόν· ὄχι μόνο δέν λαμβάνει ὑπόψη
τό κακό, πού ὁ ἄλλος προξενεῖ γιά νά ρυθμίσει τήν τωρινή στάση του, ἀλλά
ἐμπιστεύεται καί ἐλπίζει στό μέλλον τοῦ ἀγαπημένου προσώπου270.
Ὁ ἀββᾶς Σαραπίων πωλοῦσε τόν ἑαυτό του ὡς «δοῦλο» (περίπτωση εἰδωλολατρῶν
ἠθοποιῶν καί περίπτωση Μανιχαίου) καί ἔμενε μαζί τους μέχρι νά τούς ἀποσπάσει
ἀπό τά εἴδωλα ἤ τήν αἵρεση καί ὕστερα ὅπως ἦταν φυσικό τόν ἀπελευθέρωναν271.
Ὁ ἀββᾶς Λέων θέτει τόν ἑαυτό του σέ ὁμηρία, πού τοῦ στοίχισε καί τή ζωή του, στή
θέση ἄλλου ἀββᾶ (Ἰωάννη)272.
Ἡ ἀγάπη δέν κατορθώνεται ἅπαξ διά παντός ἀλλά εἶναι ἄσκηση διά βίου· ὁ
ἀββᾶς Ματώης προτείνει: «...ὑπάγετε, ἀγαπήσατε τὴν θλῖψιν ὑπὲρ τὴν ἀνάπαυσιν, καὶ
τὴν ἀτιμίαν πλέον τῆς δόξης καὶ τὸ διδόναι μᾶλλον ἢ λαμβάνειν.»273.
Ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ἀναφέρεται στήν ἀγάπη πού ἀποτελεῖ τόν συνδετικό κρίκο ὅλων
τῶν ἀρετῶν: «...ἡ ἀγάπη σύνδεσμος οὖσα τῆς τῶν ἀρετῶν τελειότητος· ὥς περ γὰρ
οἱ ἅλες τῷ ἄρτῳ, τοῦτο ταῖς ἀρεταῖς ἡ ἀγάπη, καὶ χωρὶς αὐτῆς ἀρετὴν ὡς χρὴ
267
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ζ’, σ.75.
268
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λβ’, σ.69.
269
Α’ Κορινθίους Ἐπιστολή 12,31-14,1.
270
Α. Σταυρόπουλου, Ἡ τέχνη τῆς ἀγάπης, σ.26-28.
271
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Σαραπίωνος, τ.1, σ. 198, καί σ. 202.
272
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.126.
273
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ι’, σ.75.
211
κατορθῶσαι ἀδύνατον· ἐπεὶ καὶ ἀρετὴ πᾶσα δι' ἀγάπης καὶ ταπεινοφροσύνης βεβαία
γνωρίζεται. Ἡ μὲν ταπεινοφροσύνη πρὸς ὕψος ἤδη κατορθωμάτων ἀνάγει τὸν
μετιόντα, ἡ δὲ ἀγάπη συνέχεται ἀσφαλῶς, καὶ τοῦ ὕψους ἐκείνου καταπεσεῖν οὐκ
ἐᾷ ... ὅπερ καὶ ἀπ' αὐτοῦ δῆλον τοῦ κατὰ τὸν ∆εσπότην καὶ ∆ημιουργὸν ὑποδείγμα-
τος· ... καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν ἐνετείλατο τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ λέγων· ἐν τούτῳ γνώσο-
νται πάντες, ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.»274.
Ἡ ἀγάπη πραγματώνεται μέσῳ τοῦ πλησίον. Ἡ ποιμαντική τέχνη ἔγκειται στήν
ἄρση τῶν ἐπιφυλάξεων ἐκ μέρους τοῦ ποιμαινόμενου. Ἡ προσφορά τῆς σωτηρίας
χρειάζεται νά γίνει μέ τρόπο ὥστε νά μπορέσει νά γίνει ἀποδεκτή. Ὁ ποιμένας
λαμβάνει ὑπόψη του καί τίς ἐλάχιστες ἐπιφυλάξεις τοῦ πλησίον. Ἡ γραμμή τῶν
Πατέρων ἀφήνει εὐρέα περιθώρια συμπεριφορᾶς, ἀκόμη καί ὅταν τά ὅρια
στενεύουν. Πάντα ὑπάρχει ἡ δυνατότητα μιᾶς κλιμακώσεως· ἄν δέν μπορεῖ κάποιος
νά μπεῖ στή θέση τοῦ πταίοντα, τουλάχιστον νά τόν ὑπομείνει καί νά μή τόν
καταισχύνει. ∆έν εἶναι εὔκολο νά λές: «παίρνω ἐπάνω μου τά λάθη σου σά νά
'τανε δικά μου. Μετανοῶ καί προσεύχομαι γιά σένα». Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης Κολοβός
ἔλεγε ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά κτιστεῖ κατοικία ἀπό πάνω πρός τά κάτω ἀλλά ἡ
ἀρχή γίνεται ἀπό τά θεμέλια: «ὁ θεμέλιος ὁ πλησίον ἐστιν ἵνα αὐτὸν κερδάνῃς· καὶ
ὀφείλει τοῦτο γίνεσθαι πρῶτον· εἰς αὐτὸν γὰρ κρέμανται πᾶσαι αἱ ἐντολαὶ τοῦ
Χριστοῦ.»275·
Ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων μέ ἀκραῖο παράδειγμα ἑρμηνεύει τήν τέλεια ἀγάπη: «Ἔλεγεν ὁ
ἀββᾶς Ἀγάθων· εἰ δυνατόν μοι εὑρεῖν κελεφὸν (λεπρόν) καὶ δοῦναι αὐτῷ τὸ ἐμὸν
σῶμα, καὶ λαβεῖν τὸ αὐτοῦ, ἡδέως ἂν εἶχον· αὕτη γάρ ἐστιν ἡ τελεία ἀγάπη.»276.
Ὁ ἀββᾶς Μακάριος γιά νά εὐχαριστήσει τήν ἐπιθυμία ἀρρώστου ἀναχωρητῆ πού
ἤθελε παστέλι δέν σκέφθηκε τήν ἀπόσταση πού τόν χώριζε ἀπό τήν ἔρημο μέχρι
τήν Ἀλεξάνδρεια277.
Ὁ ἀββᾶς Σισώης πάλι στή δύσκολη στιγμή δέν σκέπτεται μέ ἐπίκεντρο τό «ἐγώ»
του ἀλλά ἀντιμετωπίζει τόν πλησίον του ἐπί ἴσοις ὅροις· μετά ἀπό ληστεία
Σαρακηνῶν πού δέν ἄφησαν οὔτε ἐφόδιο οὔτε ἔνδυμα σ' αὐτόν καί τόν ἀδελφό
274
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 1-2, σ.468.
275
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 5, σ.471.
276
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 7, σ.471.
277
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.16, σ.478.
212
του μαζεύει κόκκους κριθάρι πού βρίσκει στή γῆ, τρώγοντας ἕναν αὐτός καί ἕναν
κρατώντας στό χέρι του γιά τόν ἀδελφό του· «...ἐλθὼν δὲ ἀδελφὸς καὶ εὑρὼν
αὐτὸν ἐσθίοντα, λέγει· αὕτη ἐστίν ἡ ἀγάπη, ὅτι εὗρες βρώσιμον καὶ μόνος ἐσθίεις
καὶ οὐκ ἐφωνήσας με; ἀπεκρίθῃ αὐτῷ ὁ Γέρων· οὐκ ἠδίκισά σε ἀδελφέ, ἰδοὺ τό
μέρος σου ἐν τῇ χειρί μου ἐτήρησα.»278.
Τό γεγονός τοῦ προσφέρειν καί ἐλεεῖν ὑπερβαίνει τήν ματαιοδοξία. Χάριν
ἀγάπης ἐξετέλει μή ἁμαρτήσας μοναχός τόν ἴδιο κανόνα μετανοίας μέ
ἁμαρτήσαντα εἰς πορνείαν μοναχόν σά νά εἶχε καί ὁ ἴδιος ἁμαρτήσει· ὁ Θεός
βλέποντας τόν κόπο πού καταβάλλει ἐξ αἰτίας τῆς ἀγάπης του γιά τόν πλησίον,
ἀπεκάλυψε σέ ἐνάρετο Γέροντα, ὅτι γι' αὐτήν τήν ἀγάπη συνεχωρήθη καί ὁ
ἁμαρτήσας279 (αὐτοπροσφορά).
Ὁ ἅγιος Νικόλαος κρυφά ἐλεεῖ πρώην πλούσιο, πού ἔχει ξεπέσει οἰκονομικά,
χορηγώντας του τρία σακουλάκια μέ ἰσόποσα χρυσά νομίσματα πού ἀντιστοιχοῦν
στίς προῖκες τῶν τριῶν θυγατέρων του, διασώζωντάς τες ἀπό τή διαφθορά280.
Μοναχός παραπονεῖται σέ ἄλλον μοναχό ὅτι πλησιάζει ἡ ἡμέρα τῆς ἀγορᾶς κι
αὐτός δέν ἑτοίμασε χειρολαβές νά βάλει στά ζεμπίλια του· τότε ὁ ἄλλος:
«...ἀπελθὼν ἀνέλυσε τῶν ἑαυτοῦ σπυριδίων τὰ ὠτία, καὶ ἤνεγκε τῷ ἀδελφῷ λέγων·
ἰδοὺ ταῦτα περισσά ἔχω, βάλε ταῦτα εἰς τὰ σπυρίδιά σου· καὶ ἐποίησε τὸ ἔργον τοῦ
ἀδελφοῦ προχωρῆσαι, τὸ δὲ ἴδιον ἀφῆκε.»281.
Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται· περισσότερο ἀπό τίς ἀρετές ἑνός ἀνθρώπου
καλύτερα ν' ἀγαποῦμε τίς ἀδυναμίες του. Μοναχός αὐτοτιμωρεῖται νά κάνει τό ἴδιο
λάθος στό πλέξιμο σειρῶν μέ τόν ἄλλον μοναχό πού πλέκουν μαζί, ὥστε οὔτε ὁ
ἕνας νά λυπήσει τόν ἄλλον σέ περίπτωση ἐπίπληξης ἀλλά οὔτε καί ὁ ἀδέξιος νά
καταλάβει τί ἔκανε ὁ ἄλλος γιά νά μήν τόν λυπήσει 282.
Μέ βάση τό ἀρχέτυπο τοῦ Χριστοῦ, ἡ αὐτοθυσία γιά τόν πλησίον γίνεται αἰτία
σωτηρίας πολλῶν ἀνθρώπινων ψυχῶν. Ὁ ἐπίσκοπος τῆς πόλης Νώλων τῆς
Καμπανίας Παυλῖνος ἀντικαθιστᾶ τό μοναχογιό χήρας πού ἔχει συλληφθεῖ ἀπό
278
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.22, σ.472.
279
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.16, σ.506.
280
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 519-520· πρβλ. Στ. Ράμφου,
Πελεκάνοι ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ. 427.
281
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.524.
282
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.526.
213
283
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.7-19, σ. 485-486.
284
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.20-27, σ.486-487.
285
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.12, σ.471.
286
Α. Σταυρόπουλου, Ἡ τέχνη τῆς ἀγάπης, σ.29-30.
287
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίου Μαξίμου, τ.4, σ. 76-78.
214
Ὁ χριστιανός δέν ἐνδιαφέρεται γιά μία ζωή ὑπό τό σχῆμα τῆς ἁπλῆς ἐπιβίωσης
ἀλλά γιά ποιότητα ζωῆς πού προκύπτει ἀπό Ἐκεῖνον πού μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι εἶναι
ὁ ἴδιος ἡ Ζωή291. «Ἡ συνείδηση ἐκ μέρους μας ὅτι τό ἔργο μας κρίνεται καί τώρα
ἀλλά ἰδιαίτερα κατά τή ∆εύτερη Παρουσία, μᾶς καθιστᾶ προσεκτικούς καί μᾶς
βοηθάει νά θυμόμαστε τόν θάνατό μας καί τήν εὐθύνη πού ἔχουμε νά δώσουμε
λόγο, καλήν ἀπολογίαν ἐπί τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ. Καλλιεργοῦμε
μνήμη καί μελέτη θανάτου πού δέν εἶναι μία μεμψίμοιρη στάση πρός τήν ἀνθρώπινη
288
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἰσαάκ, τ.4, σ. 82-83.
289
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Γρηγορίου τοῦ ∆ιαλόγου, τ.3, σ.90.
290
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ∆ιαδόχου, τ.4, σ.380.
291
Ἰω. 14,6.
215
κατάσταση, ἀλλά μιά στάση ζωῆς πού δέν ἀρκεῖται στά δεδομένα τῆς στιγμῆς.
Ὑπάρχει ἕνα μέλλον· ὑπάρχει ὁ θάνατος, ἀλλά ἡ ἀνάσταση εἶναι μία πραγματικό-
τητα. Στήν οὐσία ἡ μελέτη θανάτου εἶναι μελέτη ζωῆς, μελέτη ἀναστάσεως. Μελέτη
δέν σημαίνει θεωρητική ἐνασχόληση ἀλλά ἄσκηση, ἐξάσκηση, δοκιμή. Ἡ μνήμη τοῦ
θανάτου πού μέ ἕνα τρόπο καθιστᾶ παρόν τό μέλλον, ὁδηγεῖ στή συμφιλίωση τοῦ
ἀνθρώπου μέ τό Θεό καί τούς συνανθρώπους του. Φαινόμενο σύγχρονο βέβαια
ἀποτελεῖ ἡ λήθη θανάτου, ἀφοῦ ὅτι φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος τό ἀπωθεῖ καί ἀπουσιάζει
κάθε λόγος περί θανάτου.»292.
Ἡ ἐπίπονη καί ἐπίμονη προσπάθεια ἀναμόρφωσης καί μεταμόρφωσης τοῦ
ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου ἐπί τό ἀρχαῖον κάλλος, ὅπου ὅλα ὅσα ἔγιναν ἦσαν
«καλά λίαν» κατά τή διήγηση τῆς Γενέσεως, ἀλλά καί ἐπιδέχονταν καί περαιτέρω
πρόοδο, διαμορφώνει τήν ὀρθόδοξη στάση ζωῆς πού ὀνομάζεται φιλοκαλική.
Φιλόκαλος ἤ φιλοκαλικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού δέχεται τήν κλήση νά
συμμετάσχει στή δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ «ὁδός τῆς φιλοκαλίας» ἤ «δρόμος τῶν
νηπτικῶν» εἶναι ἀναζήτηση τοῦ θείου καί ἐγκατάλειψη τοῦ ἰδίου θελήματος καί
τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου· «Ἀνὴρ ἀπείραστος, ἄπειρος καὶ ἀδόκιμος ἐστί· καὶ
σχῶμεν ἐν τῷ νῷ ὅτι πᾶν πρᾶγμα ἀγαθὸν ἄνευ θλίψεως οὐ τελειοῦται· ἔχει γὰρ
τὸν ἀντικείμενον φθόνον τοῦ διαβόλου.»293. Ἡ ἐργασία δέν γίνεται σέ συνθῆκες
εἰρήνης ἀλλά πολέμου πνευματικοῦ καί ἀοράτου. Ἔχει νά κάνει μέ τούς λογισμούς
πονηρίας καί τά πάθη. Ἀπαιτεῖ ὄχι μόνο ἐπιφυλακή ἀλλά καί κάθαρση τοῦ νοῦ καί
τῆς καρδιᾶς γιά νά φθάσουμε ν' ἀξιωθοῦμε κάποτε τή θέα τοῦ Θεοῦ. Μοναχός
ρωτᾶ τόν ἀββά Σισώη: «...τί ποιήσω ἀββᾶ ὅτι πέπτωκα; λέγει αὐτῷ ὁ γέρων· ἀνάστα
πάλιν· λέγει ὁ ἀδελφός· ἀνέστην καὶ πάλιν πέπτωκα· καὶ λέγει ὁ γέρων· ἀνάστα
πάλιν καὶ πάλιν· εἶπεν οὖν ὁ ἀδελφός· ἕως πότε; λέγει ὁ γέρων· ἕως ἂν
καταληφθῇς εἴτε ἐν τῷ ἀγαθῷ εἴτε ἐν τῷ πτώματι· ἐν ᾧ γὰρ εὑρίσκεται ἄνθρωπος
ἐν αὐτῷ καὶ πορεύεται.»294.
Ὅλα αὐτά περικλείονται στή νήψη, δηλ. στή στάση τῆς ἐπαγρύπνησης καί
νηφαλιότητας πού συντελεῖ στήν ἑνότητα τοῦ συνόλου ψυχοσωματικοῦ εἶναι τοῦ
ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἐπιστροφή τοῦ νοῦ στήν καρδιά (νοῦς ἐν καρδίᾳ)· ὄχι ἁπλῶς τῆς
292
Α. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.60-62.
293
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, σ.555.
294
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σισώη, λη’, σ.114.
216
λογικῆς μας ἐνέργειας, τῆς διάνοιας ἀλλά καί τοῦ νοῦ ὡς ἐκείνου τοῦ ὀργάνου
πού μεσολαβεῖ γιά τή σχετική ἀντίληψη τοῦ ἀκατάληπτου Θεοῦ295.
Προϋπόθεση αὐτῆς τῆς κατάστασης ἀποτελεῖ ἡ μετάνοια. Ἡ ἀμμᾶς Συγκλητική
ἀναφέρει: «...τρίτον οὖν ἐν τῷ βίῳ τικτόμεθα· ἅπαξ μὲν ἐκ τῶν μητρικῶν λαγόνων,
καὶ ἀπὸ γῆς εἰς γῆν ἐρχόμεθα· διὰ δὲ τῶν λοιπῶν δύο ἀπὸ γῆς εἰς οὐρανὸν
μεθιστάμεθα· τούτων δὲ ἡ μὲν μία ἐστὶν ἐκ χάριτος ἡ διὰ Θείου Βαπτίσματος, ἣν καὶ
ἀληθῶς παλιγγενεσίαν καλοῦμεν· ἡ δὲ ἑτέρα ἐκ τῆς μετανοίας ἡμῖν καὶ τῶν
ἀγαθῶν πόνων προσγίνεται, ἐν ἧ καὶ ἑστήκαμεν.»296.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Κολοβός παρομοιάζει τήν ψυχή ὡς: «...πόρνη ἦν ὡραία ἐν τίνι πόλει
καὶ πολλοὺς φίλους εἶχεν· ἐλθὼν δὲ πρὸς αὐτὴν εἷς ἄρχων, εἶπεν αὐτῇ· σύνθου μοι
σωφρονεῖν κἀγὼ σὲ λαμβάνω εἰς γυναῖκα· ἡ δὲ συνέθετο αὐτῷ... οἱ δὲ φίλοι αὐτῆς
ζητοῦντες αὐτῆς (κι ἐπειδή φοβόταν τόν ἄρχοντα μήν τούς τιμωρήσει ἄν πᾶνε ἀπό
τήν κύρια εἴσοδο τοῦ σπιτιοῦ, προτίμησαν νά πᾶνε ἀπό τήν πίσω πλευρά τοῦ σπιτιοῦ
καί νά τῆς σφυρίξουν γιά νά τούς ἀκούσει) ... ἀκούσασα οὖν τοῦ συριγμοῦ
ἐσφράγισε τὰ ὦτα αὐτῆς καὶ εἰσεπήδησεν εἰς τὸν ἐνδότερον κοιτῶνα καὶ ἔκλεισε
τὰς θύρας.». Ἑρμηνεύοντας δέ ὁ Γέροντας τά λεγόμενά του: «ἔλεγε δέ, τὴν πόρνην
εἶναι τὴν ψυχήν· οἱ δὲ φίλοι αὐτῆς εἰσὶ τὰ πάθη καὶ οἱ ἄνθρωποι· ὁ δὲ ἄρχων ἐστὶν
ὁ Χριστός· ἡ δὲ οἰκία ἡ ἐσωτέρα ἡ αἰωνία μονή· οἱ δὲ συρίζοντες αὐτῇ εἰσὶν οἱ
πονηροὶ δαίμονες· αὐτὴ δὲ διαπαντὸς φεύγει πρὸς τὸν Κύριον.»297.
Σέ ἄλλη διήγηση ἀναφέρεται: «...ἀδελφὸς οἰκῶν εἰς τά μονύδρια πολλάκις ἐξ
ἐνεργείας διαβόλου ἔπιπτεν εἰς πορνείαν καὶ ἔμενε βιαζόμενος ἑαυτὸν μὴ
καταλεῖψαι τὸ σχῆμα, ἀλλὰ βάλλων τὴ μικρὰν αὐτοῦ λειτουργίαν παρεκάλει τὸν
Θεὸν μετὰ στεναγμοῦ... Κύριε κἂν θέλω κἂν μὴ θέλω, σῶσον με». Ἀφήνει τόν
ἑαυτό του ὁλότελα στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Παρ' ὅτι πέφτει στήν ἁμαρτία συνεχίζει νά
προσεύχεται. Ἡ ἐπιμονή καί ἡ ὑπομονή ἀποτελοῦν ἐφόδια πρός διόρθωση· συγχρό-
νως δηλώνεται ἡ κατ' ἐπίγνωση ἀδυναμία πού συνιστᾶ καί δυνατότητα ἀνάκαμψης:
«ὀφθαλμοφανῶς παραστὰς» ὁ δαίμων διαλέγεται μέ τόν ἁμαρτωλό καί ὁ ἁμαρτω-
295
Σταυρόπουλου Α., Ὁ φιλοκαλικός ἄνθρωπος. Μία ὀρθόδοξη πρόταση ζωῆς, ἀνάτυπο ἀπό τό περ.
Κοινωνία, ἔτος ΜΒ, τ.2, σ. 141-151, Ἀπρ.-Ἰουν. 1999· πρβλ. Ἰ. Κορναράκη, Φιλοκαλικά Θέματα
ἐρημικῆς ἐσωτερικότητας, Ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1975· Κ. Κορναράκη, Ἡ διαλεκτική
τοῦ φιλοκαλικοῦ ἤθους, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2002.
296
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.93.
297
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἰωάννη Κολοβοῦ, ις’, σ.46.
217
λός θεολογεῖ: «Τὸ κελλίον τοῦτο χαλκεῖον ἐστί· μία σφύρα διδὼς καὶ μίαν
λαμβάνεις· ὑπομείνω ἕως θανάτου σὲ παλαίων καὶ ὅπου φθασθῶ τῇ ἐσχάτῃ μέρα·
... καὶ θαρρῶν εἰς τὴν ἄπειρον τοῦ Θεοῦ ἀγαθότητα λέγω μὰ τὸν ἐλθόντα καλέσαι
ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν καὶ σῶσαι οὐ μὴ παύσομαι κατὰ σοῦ προσευχόμενος τῷ
Θεῷ ἕως καὶ σὺ παύσῃ τοῦ πολεμεῖν με. Καὶ ἴδωμεν τίς νικᾷ σὺ ἢ ὁ Θεός.»298.
Ἕνας ἀγώνας συνεχής μέχρι τελικῆς πτώσεως.
Σημασία δέν ἔχει τό μέγεθος τῆς παράβασης ἀλλά ἡ οὐσιώδης ἐσωτερική
μεταστροφή. Ὑπάρχει πλειάδα διηγήσεων πού ἀναφέρεται στή μεταστροφή ληστῶν
ὅπως ὁ Μωϋσῆς ὁ Αἰθίωψ πού γίνεται χριστιανός καί μοναχός299: «...ἐλέγετο γὰρ
καὶ μέχρι φόνων φθάνειν». Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ἐκτός ἀπό τήν περιγραφή τῶν
ἐσωτερικῶν συγκρούσεων τοῦ πρώην ληστῆ καί τό σημεῖο πού καί ἄλλοι ληστές
(δηλ. ἄνθρωποι παρασυρόμενοι) βλέποντας τήν ἀλλαγή ἑνός πρώην «δικοῦ» τους,
ἀποκτοῦν τό θάρρος καί γιά τήν δική τους ἀναγέννηση. Καί ὁ ἀββᾶς Πατερμούθιος
ἦταν πρώην ληστής: «οὗτος ἀρχιληστὴς πρῶτον καὶ νεκροτάφος Ἑλλήνων ὑπάρχων
καὶ διαβόητος ἐπί κακίᾳ γενόμενος...» 300.
Ἀκόμη καί ἀκραῖες περιπτώσεις ἁμαρτίας, καί ἀνωτάτων κληρικῶν, συγχωροῦ-
νται ὅταν γίνονται μέ συντριβή καρδίας. ∆ιήγηση ἀναφέρεται σέ πτώση ἐπισκόπου
καί μοναχῆς στή πορνεία πού ὅμως μπροστά στήν εἰλικρινή τους μετάνοια, ἡ
φιλευσπλαχνία τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντα ἀρωγός: «...καί ἐγερθεὶς ἐκ τῆς ἀρρωστίας
εἰσῆλθεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἀπέθετο τὸ ὠμοφόριον αὐτοῦ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον
(ἀπεκδύεται τό ἐπισκοπικό σχῆμα λόγῳ ἀναξιότητας) ... καὶ ἐξελθὼν ἔλαβε ράβδον
... καὶ ὥρμησεν ἀπελθεῖν εἰς Μοναστήριον τι... (τόπος μετανοίας)»301.
Ἡ μετάνοια εἶναι τρόπος ζωῆς καί συνεπάγεται τό ἀνεπανάληπτο τῆς ἁμαρτίας:
«Ἠρώτησεν ἀδελφὸς τόν Ἀββᾶν Ποιμένα· τί ἐστὶ μετάνοια τῆς ἁμαρτίας; Καὶ εἶπεν
ὁ γέρων· τὸ μὴ τοῦ λοιποῦ ποιεῖν αὐτή.ν»302. Σημαίνει ὄχι μεταμέλεια γιά ὁρισμένο
παράπτωμα ἀλλά μεταβολή πνεύματος ζωῆς· στροφή ἀπό τό ψέμα, πού ἀποτελεῖ
πνευματική ἧττα, στήν ἀλήθεια. Ἀλλά ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν γεννιέται ἀλλά
298
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.53.
299
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Μωϋσῆ τοῦ Αἰθίοπος τ.1, σ.119-125.
300
Historia Monachorum in Aegypto, σ.76.
301
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ. 6, σ.56· στή παρ. 3, σ.54
ὑπάρχει παραλλαγή ὑλικοῦ μέ πτώση διακόνου καί μοναχῆς.
302
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.96.
218
303
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.117.
304
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.105.
305
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.62.
306
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, ιβ’, σ.87 καί Σισώη, κ’, σ.112.
307
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, κθ’, σ.94.
219
308
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίου Ἐφραίμ, τ.1, σ.66.
309
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μ’, σ.49.
220
310
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.7, σ.70.
311
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.80.
312
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἀγάθωνος, σ.14.
313
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.2, σ.69.
314
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ. 3, σ.69.
315
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.4, σ.70.
316
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.55.
221
συμβάν. Ἀντί ὅμως γιά ἐπιτίμιο ὁ ἀββᾶς τῆς δίνει ἕξι ζευγάρια σεντόνια, μή τυχόν
στή γέννα πεθάνει ἡ γυναίκα ἤ τό παιδί καί: «...μὴ εὕρη κηδευθῆναι... καθὼς βλέπετε
ἀδελφοὶ ἐγγὺς ἐστί τοῦ θανάτου· καὶ τί ἔχω ἐγὼ ποιῆσαι; καὶ οὐκ ἐτόλμησεν ὁ
γέρων κατακρῖναι τινά.»317.
∆ιά τῆς μελέτης τῆς αἰσθητῆς πραγματικότητας ἐμπεδώνεται ἡ θεωρία. Ὁ
Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων γιά νά ἔχει πάντοτε πρό τῶν ὀφθαλμῶν του τή «μνήμη θανά-
του», βάζει νά τοῦ φτιάξουν τόν τάφο του. Τόν ἀφήνει ὅμως μισοτελειωμένο ὥστε
νά τοῦ θυμίζουν οἱ τεχνίτες κατά τακτά χρονικά διαστήματα ὅτι πρέπει νά τόν
ἀποτελειώσουν, καθώς: «ἄδηλον γὰρ ὁποίᾳ ὥρα ὁ κλέπτης ἔπεισι θάνατος.»318.
Ἡ μνήμη θανάτου γίνεται πιό οἰκεία μέσα ἀπό τίς διηγήσεις τῶν ἀντιθετικῶν
εἰκόνων καλοῦ καί κακοῦ· παραδείσου καί κόλασης: «Μνήσθητι μέρας θανάτου. ἴδε
τότε τοῦ σώματος τὴν νέκρωσιν. ἐννόει τὴν συμφοράν. λάβε τὸν πόνον· κατάγνωθι
τῆς ἐν τῷ κόσμῳ ματαιότητος ... μνήσθητι καὶ τῆς ἐν τῷ ἄδῃ νῦν καταστάσεως.
Λογίζου τὸ πῶς εἰσίν ἐκεῖ αἱ ψυχαὶ... ἐν ποίῳ πικροτάτῳ στεναγμῷ καὶ πηλίκῳ
φόβῳ καὶ ἀγῶνι καὶ προσδοκίᾳ· τὴν ἄπαυστον ὀδύνην... ἀλλὰ καὶ τὴν ἡμέραν τῆς
ἀναστάσεως μνήσθητι καὶ παραστάσεως τῆς πρὸς τὸν Θεόν· φαντάζου τὸ
φρικῶδες καὶ φοβερὸν ἐκεῖνο βῆμα ... αἰσχύνην τὴν κατ' ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ
ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων καὶ πάντων ἀνθρώπων· τοὐτέστι κολαστήρια, πῦρ αἰώνι-
ον, σκώληκα τὸν ἀκοίμητον, τὸν τάρταρον, τὸ σκότος, τὸν τῶν ὀδόντων βρυγμόν,
τοὺς φόβους καὶ τὰς βασάνους. Ἄγε δὴ καὶ τὰ τοῖς δικαίοις ἀποκείμενα ἀγαθὰ
παρρησίαν τὴν μετὰ Θεοῦ Πατρός καὶ Χριστοῦ αὐτοῦ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων καὶ
παντὸς δήμου τῶν ἁγίων, βασιλείαν οὐρανῶν καὶ τὰ ταύτης δωρήματα, τὴν χαρὰν
καὶ τὴν ταύτης ἀπόλαυσιν·...»319.
Ἀλλοῦ πάλι συναντᾶται ἡ περιγραφή μόνο τοῦ ἀρνητικοῦ σκέλους: ἄσβεστον πῦρ
τῆς γεένης· πῦρ ἐξώτερον· ἀκοίμητος σκώληξ· κλαυθμός καί βρυγμός ὀδόντων·
αἰώνιος ντροπή ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων, τῶν ἀνθρώπων καί ὅλης τῆς κτίσεως·
νοητός δράκων μέ θανατηφόρα κεντρίσματα καί ὡς εἶδος ροφήματος νά μᾶς
καταπίνει320.
317
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.16.
318
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.79.
319
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Εὐαγρίου, σ.34.
320
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἠσαΐα, τ.1, σ.86.
222
321
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 121-122.
223
ἐπίανεν ὁ φοβερὸς ἐκεῖνος τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἔρριπτε μέσα στὸ ἄμετρον
χάος, οἵτινες ῥιπτόμενοι, ὅλο τὸ οὐαί! καὶ τὸ οἴμι! ἐφώναζον. Καθὼς λοιπὸν ἡμεῖς
ἐπλησιάσαμεν... ἐφώναξεν αὐτὸς... οὗτος εἶναι φίλος μου καὶ ἥπλωσε τὴν χεῖρά
του, ζητῶν νὰ μὲ πιάσῃ. Ἐγώ... ἐτρόμαξα καὶ συνεστάλην· καὶ παρευθὺς ὡς νὰ
ἐστάλησαν δύω ἄνδρες λευκοὶ τὰς τρίχας καὶ ἱεροπρεπεῖς, τοὺς ὁποίους ἐνόμισα,
ὅτι εἶναι ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Τούτους βλέποντας ὁ
ἀσχημότατος ἐκεῖνος γίγας, ἐφοβήθη καὶ ἀπεκρύβη. Ὅθεν λαβόντες μὲ εὐμένειαν
οἱ δύω ἐκεῖνοι διεπέρασαν μίαν ἐσωτέραν πεδιάδα ὅπου ἦσαν κάλλιστα χωρία καὶ
ὡραιότατα... στὸ τέλος τῆς πεδιάδος εὕρομεν μίαν κοιλάδα χλοερὰ καί πανευφρό-
συνον... Εἰς τὸ μέσον τῆς κοιλάδος ἐκάθητο γέρων χαριεὶς καὶ τίμιος ἔχων
τριγύρω αὐτοῦ πολὺ πλῆθος παιδίων,... τότε ἀποδιώξας τὸν φόβον ἐκ τῆς καρδίας
μου ἠρώτησα μὲ ἥσυχον φωνὴν τούς δύω ὁδηγούς μου, ποῖος ἄρά γε εἶναι ὁ
γέρων... Οἱ δέ, ὁ Ἀβραάμ εἶναι, εἶπόν μοι, καὶ ὁ κόλπος ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον
ἀκούεις τοῦ Ἀβραάμ... πῆγα καὶ προσεκύνησα καὶ ἠσπασάμην... ἀφοῦ ἐπεράσαμεν
τὴν κοιλαδαν ἐκείνην ἐφθάσαμεν εἰς ἕνα μεγαλώτατον ἐλαιῶνα, τοῦ ὁποίου τόσον
πολυάριθμα ἦσαν τὰ δένδρα, ὅσα εἶναι τ' ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. Εἰς ἕκαστον δένδρο
ἦτο μία σκηνή, εἰς ἕκαστην σκηνή ἦτο μία κλίνη καὶ εἰς ἕκαστη κλίνη ἦτο ἕνας
ἄνθρωπος... ἐγνώρισα πολλοὺς οἵτινες ἐν τῇ γῇ ζῶντες ἀνεστρέφοντο ἐντὸς τῶν
βασιλικῶν παλατίων... ἄλλοι ἦσαν κατοικοῦντες εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν ...
ἄλλοι ἀπὸ τὸ ἰδικόν μας μοναστήρι... ὅλοι δέ οὗτοι ἦσαν ἤδη προαποθανόντες. Οἱ
μετ' ἐμοῦ δύω γέροντες μοι λέγουσι, τί διαλογίζεσαι καὶ ἀπορεῖς ποιὸς εἶναι οὗτος
καὶ ὡραιότατος ἐλαιών... εἶναι ἐκεῖνα διὰ τὰ ὁποῖα ἀκούεις νὰ λέγουν οἱ πατέρες
καὶ ἡ Γραφή 'πολλαὶ μοναὶ παρὰ σοὶ Σῶτερ πεφύκασι κατ' ἀξίαν πᾶσι μεριζόμεναι
κατὰ τὸ μέτρον τῆς ἀρετῆς'. Ὕστερον δὲ ἀπὸ τὸν ἐλαιῶνα ἐκεῖνον ἦτο μία πόλις
τῆς ὁποίας τὸ κάλος καὶ τὴν ποικιλίαν καὶ τὴν τοῦ τείχους ἁρμονίαν καὶ σύνθεσιν
δὲν εἶναι δυνατόν νὰ διηγηθῇ τις. Εἰς ὅλον ἐκεῖνο τὸ τεῖχος ἦσαν δώδεκα στίχοι,
οἵτινες περιεκύκλουν αὐτὸ ὡς ζῶναι, αἱ ὁποῖαι δὲν εἶχον ἕν χρῶμα ἀλλὰ πολλὰ
καὶ διάφορα. Ἐπειδὴ αἱ ζῶναι ἦσαν ἀπὸ τοὺς δώδεκα τιμίους λίθους· ἑκάστη δὲ
ζώνη ἦτον συνηρμοσμένη ἀπὸ ἕναν λίθον καὶ ἐσχημάτιζαν ἕνα κύκλο ξεχωριστόν.
Εἰς τὸ τεῖχος τῆς πόλεως ἐκείνης ἦσαν πύλαι στολισμέναι μὲ χρυσίον καὶ ἀργύριον,
ἐντός δὲ τῶν πυλῶν ἦτο πάτωμα χρυσότευκτον καὶ κατόπιν τοῦ πατώματος ἦσαν
224
οἰκίαι χρυσαῖ καὶ χρυσαῖ καθέδραι καὶ χρυσαῖ τράπεζαι. Ὅλη ἡ πόλις ἦτον γεμάτη
ἀπὸ ἀνεκλάλητον φῶς, γεμάτη ἀπὸ εὐωδίας ... ∆ὲν εἴδομεν ἐκεῖ ἄνθρωπον, οὔτε
κτῆνος τετράποδον, οὔτε πτηνόν,... εἰς τὰ ἄκραν τῆς πόλεως ἦτο κτισμένα θαυμαστὰ
βασίλεια, εἰς τῶν ὁποίων τὴν θύραν καὶ εἴσοδον ἦτο εἷς θάλαμος... (ὅπου) ἦτο
ἐξηπλωμένη μία τράπεζα κατεσκευασμένη ὅλη ἀπὸ μάρμαρον Ῥωμαϊκόν,... ἦτον
γεμάτη ἀπὸ συμποσιάζοντας. ... πλησίον δὲ εἰς τὸ τέλος τοῦ θαλάμου ἐκείνου ἦτον
μία οἰκοδομὴ μικρά, ... καὶ πλησίον ἓν ἡλιακὸν ὡραῖον καὶ πανευφρόσυνον... Ἀπό
τοῦτο λοιπὸν τὸ ἡλιακὸν ἔσκυψαν δύω φωτόμορφοι νέοι εὐνοῦχοι, ὅμοιοι στὸ
πρόσωπον μὲ τὴν ἀστραπὴν καὶ γεμάτοι ἀπὸ πᾶσαν λαμπρότητα, οἵτινες εἶπον στοὺς
δύω γέροντας ἐκείνους περὶ ἐμοῦ· Ἂς καθίσῃ καὶ οὗτος εἰς τὴν τράπεζαν...
ἐμβῆκαν δῆθεν εἰς τὸ ἐνδότερον μέρος τῆς λαμπρᾶς ἐκείνης οἰκίας... Τότε λοιπὸν
ἐγώ θεωρῶν μὲ περιέργειαν τὰ τῆς τραπέζης ἐκείνης, ἐγνώριζον πολλοὺς τοὺς
ὁποίους εἶχον φίλους ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ, καὶ λαϊκοὺς καὶ κοσμικοὺς, οἵτινες
ἀνεστρέφοντο εἰς τὰ βασίλεια καὶ μοναχούς τοῦ ἰδικοῦ μας μοναστηρίου... Ἀφ' οὗ
δὲ ἐπέρασαν ὧραι πολλαὶ πάλιν ἔσκυψαν ἀπὸ τὸ ἡλιακὸν οἱ νέοι ἐκεῖνοι εὐνοῦχοι
καὶ εἶπον πρὸς τοὺς μετ' ἐμοῦ δύω γέροντας, 'Ἐπιστρέψατε τοῦτον ὀπίσω, διότι
πολλὰ λυποῦνται καὶ πενθοῦσι δι' αὐτὸ τὰ πνευματικά αὐτοῦ τέκνα· ὅθεν ὁ
βασιλεύς, παρακινηθεὶς ἀπὸ τοὺς στεναγμούς των, θέλει νὰ μένῃ οὗτος ἀκόμη εἰς
τὴν μοναδικήν ζωήν· ἐπιστρέφοντες λοιπὸν τοῦτον δι' ἄλλης ὁδοῦ, λάβετε ἀντ'
αὐτοῦ μοναχὸν Ἀθανάσιον, τὸν ὄντα ἀπὸ τὸ μοναστήριον τοῦ Τραϊανοῦ' ... οἱ δύω
γέροντες παραλαβόντες ἐμὲ ἐξῆλθον ἀπὸ τὸν θάλαμον καὶ ἀπὸ τὴν πόλιν ἀπὸ
ἄλλης ὁδοῦ συντομωτέρας. ... ἀπηντήσαμεν ἑπτά λίμνας γεμάτας ἀπό διαφόρους
κολάσεις καὶ τιμωρίας, διότι ἄλλη μὲν λίμνη ἦτο γεμάτη σκότος, ἄλλη ἀπὸ φωτία,
ἄλλη ἀπὸ βρωμεράν ὁμίχλην, ἄλλη ἀπὸ σκώληκας καὶ ἄλλη ἀπὸ ἄλλας βασάνους
καὶ τιμωρίας... ἦσαν γεμάται ἀπὸ πλῆθος ἀνθρώπων ἀναριθμήτων, οἵτινες ἐλεεινῶς
καὶ γοερῶς ἔκλαιον καὶ ὠδύροντο. Ἀφ' οὗ δὲ τὰς λίμνας ἐπεράσαμεν,... εὕρομεν
τὸν γέροντα ἐκεῖνον, ὅς τις ἦτον Ἀβραάμ, τὸν ὁποῖον εὐθὺς προσκυνήσας καὶ
ἠσπασάμην. Ἐκεῖνος δὲ μοὶ ἔδωκε ποτήριον χρυσοῦν πλῆρες οἴνου γλυκυτέρου τοῦ
μέλιτος. Ἔδωκέ μοι καὶ τρία κομμάτια ξηροῦ ἄρτου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα, τὸ μὲν ἓν
ἐβούτησα μέσα εἰς τὸ κρασίον, καὶ μοὶ ἐφάνη ὅτι τὸ ἔφαγον καὶ ἐπίον καὶ ὅλον τό
κρασίον. Τὰ δὲ ἄλλα κομμάτια τὰ ἔβαλον δῆθεν μέσα εἰς τὸν κόλπον μου, τὰ
225
ὁποῖα καὶ ἐζήτουν χθὲς ἀπὸ σᾶς... μετ' ὁλίγον ὑπήγομεν πάλιν εἰς τὸν τόπον
ἐκεῖνον, ὅπου ὁ γιγαντιαῖος ἐκεῖνος εὑρίσκετο, ὁ ἀσχημότατος καί ὅμοιος ὢν μὲ
τὴν σκοτεινὴν νύκτα κατὰ τὸ πρόσωπον, ὅς τις βλέπων με ἔβρυχε τοὺς ὀδόντας του
καὶ μὲ θυμόν καὶ πικρίαν ἔλεγε πρὸς ἐμὲ, τώρα μὲν ἐγλύτωσες ἀπὸ τὰς χεῖρας
μου, εἰς τὸ ἑξῆς ὅμως δὲν θέλω παύσῃ ἀπὸ τοῦ νὰ κατασκευάζω σκάνδαλα καὶ
κακὰ ἐναντίον σου καὶ ἐναντίον τοῦ μοναστηριοῦ σου.»322.
Ὁ θάνατος πάντα προκαλεῖ τόν ἀνθρώπινο φόβο. Γι' αὐτό ὑπάρχουν καί
διηγήσεις πού ἀναφέρονται μέ φωτεινά χρώματα στό γεγονός, φτάνει βέβαια νά
πρόκειται γιά ἀγαθές ψυχές. Ἡ ἑπόμενη διήγηση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ∆ιαλόγου323
ἀναφέρεται σέ μελλοθάνατο ἐνάρετο πρεσβύτερο πού βλέπει ὀπτασία λίγο πρίν
πεθάνει καί τελειώνει μέ τό συμπέρασμα: «Ὅθεν δῆλον ὅτι καὶ τοῦτο τῇ τοῦ Θεοῦ
φιλανθρωπία συμβαίνει ἐν τοῖς δικαίοις· ἵνα τῷ θανάτῳ γενόμενοι, ὀπτασίας τινῶν
ἁγίων θεάσωνται, ὡς ἂν μὴ ἐν τῇ ἀποφάσει τοῦ θανάτου βάσανον δειλιάσωσιν·
ἀλλ' ἐν τῷ ἐπιδεικνῦσθαι αὐτοῖς τῷ ἔνδοθεν λογισμῷ μετὰ τίνων συμμέτοχοι
ὑπάρχουσιν, ἐκ τοῦ δεσμοῦ τῆς σαρκός ἄνευ πόνου καὶ φόβου ἀπολυθῶσι.». Τό ἴδιο
συμβαίνει καί στόν Πρόβο ἐπίσκοπο Ρεάτης πού: «...ἐθεάσατο αἴφνης ἄνδρας τινας
πρὸς αὐτὸν εἰσερχομένους στολὰς λευκὰς ἠμφιεσμένους, οἵτινες τῷ φωτί τοῦ
προσώπου αὐτῶν τὴν λαμπροτητα τῶν ἱματίων αὐτῶν ὑπερέβαλλον· ... τούτους
ἐπέγνω καὶ ὅλος εὐφροσύνης ἀναπλησθείς, τὸν κράζοντα παῖδα (αὐτόπτης μάρτυ-
ρας τοῦ γεγονότος) παρεκάλει λέγων, μὴ φοβοῦ· πρὸς μὲ ὁ Ἅγιος Ἰουβενάλιος
καὶ ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος οἱ Μάρτυρες ἦλθον.».
Πολλές φορές μάλιστα ὅταν ἐξέρχονται οἱ ψυχές ἐκλεκτῶν ἀνθρώπων ἀπό τό
σῶμα, ἐκτός ἀπό τήν ἔντονη εὐωδία, ἀκούγεται ὕμνος στούς οὐρανούς κι αὐτό
δικαιολογεῖται ὡς Θεία πρόνοια γιά νά ἀκούει ἡ ψυχή τόν ὕμνο καί νά μήν
αἰσθάνεται τό χωρισμό ἀπό τό σῶμα. Τεκμηριώνεται δέ ἀπό τίς περιπτώσεις τοῦ
Σέρβουλου τοῦ παραλύτου καί τῆς Ρωμίλλας τῆς μοναχῆς πού: «...καθὼς δὲ ἔλεγεν
ἡ διδάσκαλος αὐτῆς καὶ συμμαθήτρια (αὐτόπτες μάρτυρες) δύο φύσεων φωνὰς ἐκ
τῆς τοῦ ἄσματος ψαλμωδίας διεγίνωσκον· ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἀντιφωνούντων·
ἐν δὲ τῷ ταύτην τήν οὐράνιον δοξολογίαν ἔμπροσθεν τοῦ κελλίου ἐπιτελεῖσθαι, ἡ
322
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 5ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Ὀπτασία Κοσμᾶ
μοναχοῦ, φοβερᾶς καί ὠφελίμου, τ.1, σ.103-106.
323
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 103-107.
226
ἁγία ἐκείνη ψυχὴ ἐκ τῶν τοῦ σώματος δεσμῶν ἀπελύθη· ἧς τινος ἐν τῷ οὐρανῷ
ἀνερχομένης, ὅσον οἱ τῶν ψαλλόντων χοροὶ ἐν τοῖς ὑψηλοτέροις ἀνέβαινον,
τοσοῦτον ἡ ψαλμωδία ἐξ ὕψους ἠκούετο· ἕως οὗ λοιπὸν καὶ ὁ ἦχος τῆς ψαλμωδίας
καὶ ἡ τῆς εὐωδίας ὄσφρησις μακρυνθεῖσαι ἀπῆλθον». Συχνά «διὰ παράκλησιν τῆς
ἐξερχομένης ψυχῆς» παρουσιάζεται καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός· ἀναφέρεται τό
παράδειγμα τῆς Ταρσίλας (θείας τοῦ ἀφηγητῆ): «Αἴφνης δὲ ἡ κειμένη ἄνω
θεασάμενη εἶδε τὸν Ἰησοῦν ἐρχόμενον καὶ μετὰ μεγίστης προθυμίας τῆς ψυχῆς
τοῖς παρισταμένοις αὐτῇ μετὰ κραυγῆς ἔλεγεν· ἀπόστητε, ἀπόστητε ὁ Ἰησοῦς
ἔρχεται· καὶ ἐν τῷ προσέχειν αὐτὴν εἰς ὅν περ ἐθεώρει ἡ ἁγία ψυχὴ ἐκείνη ἐκ τοῦ
σώματος ἐξῆλθε.».
Ἡ ἀξία τῆς ψυχῆς βέβαια, δέν φαίνεται πάντα κατά τήν ἔξοδο· φανερώνεται καί
μετά θάνατον ὅπως γίνεται μέ τούς μάρτυρες πού ὑπέμειναν τήν ὡμότητα τῶν
βασανιστηρίων. ∆οξάζονται μετά θάνατον: «...ἐν τοῖς νεκροῖς αὐτῶν ὀστέοις
σημείοις καὶ θαύμασι» καί ἄλλοτε: «...πρὸ τῆς τελευτῆς, ὁ παντοδύναμος Θεός,
τινῶν δειλιώντων τοὺς διαλογισμούς ἀποκαλύψεσι τισιν ἐπιστηρίζει, ἵνα ἐν τῷ
θανάτῳ γενόμενοι μηδὲν φοβηθῶσι.». Οἱ ψυχές τῶν ἐκλεκτῶν μέ λαμπρότητα
ἐξέρχονται ἀπό τό σῶμα: «Ἀγγέλων τάγματα, Ἀποστόλων στίφη, Προφητῶν
χορούς, Μαρτύρων τάξεις καὶ μέσων αὐτῶν τὴν Παύλου (Θηβαίου) τὴν ψυχήν,
χιόνος λαμπρότητα νικῶσαν, καὶ φαιδρότερον αὐτῆς ἀπολάμπουσαν...»324.
Ὁ ἅγιος Βενέδικτος: «.. εἶδε τῆς ὁσίας αὐτοῦ ἀδελφῆς τὴν ψυχήν ὡς ἐν εἴδει
περιστερᾶς ἀστραπτούσης ἀναγομένην εἰς οὐρανόν»325, ἐνῶ γιά τοῦ ἰδίου τόν
θάνατο ἀναφέρεται: «...καί ἰδοὺ ὁδός τις θαυμαστὴ ὑπὸ τοῦ κελλίου τοῦ ὁσίου
μέχρι τοῦ οὐρανοῦ πρὸς ἀνατολάς ἀνετείνετο ἐκ λαμπρῶν τινῶν ἱματίων καὶ
σηρικῶν ἐστρωμένη ὅλη· ἐν αὐτῇ δὲ καί τινες ἄνδρες ἐξαίσιοι λαμπάδας
κατέχοντες, ἐνορδίνως βαδίζοντες ἀνήρχοντο ... δι' ἧς ὁ τοῦ Θεοῦ ἀγαπητὸς
Βενέδικτος εἰς οὐρανὸν ἀνέρχεται.»326.
Συγχρόνως ὑπάρχουν μαρτυρίες διηγήσεων ἁρπαγῆς ἀπό δαίμονες. ∆ιήγηση
ἀναφέρεται στό Θεόδωρο, νέο ἀπείθαρχο καί ἀκατάστατο καί περιγράφει τήν
ἁρπαγή του ἀπό δράκο τήν ὥρα τῆς ἀρρώστιάς του· ὅπλα ὑπεράσπισής του τό
324
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 138.
325
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 145.
326
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 149.
227
σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί ἡ προσευχή αὐτῶν πού τοῦ παραστέκονταν: «...ἰδοὺ γὰρ τῷ
δράκοντι ἐδόθην εἰς βρῶσιν· ὃς διὰ τὴν ὑμετέραν παρουσίαν φαγεῖν μὲ οὐ
δύναται· τὴν γὰρ κεφαλήν μου ἤδη κατέπιεν ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ· δότε οὖν τόπον
ἵνα μὴ ἐπὶ πλεῖόν με κρίνῃ, ἀλλ' ὅπερ ἔχει ποιῆσαι ἐν τάχει ποιήσῃ· ἐπειδὴ αὐτῷ εἰς
βρῶσιν ἐδόθην· καὶ διὰ τί βραδυτῆτα ὑπομένω; οἱ δὲ ἀδελφοὶ εἶπον αὐτῷ· ποίησον
ἀδελφέ, τὴν σφραγίδα τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἐπὶ σέ· ἐκεῖνος δὲ
ἀπεκρίθη λέγων· θέλω ἐμαυτὸν σφραγίσαι ἀλλ' οὐ δύναμαι· ἐκ γὰρ τοῦ σιέλου τοῦ
δράκοντος τούτου βαροῦμαι. Τοῦτο οἱ ἀφελφοὶ ἀκούσαντες ... θερμοτέρως ηὔχο-
ντο... καὶ ὁ ἀρρωστῶν... ἔκραξεν· δότε εὐχαριστίαν τῷ θεῷ· ἰδοὺ γὰρ ὁ δράκων...
ἔφυγε διὰ τῶν εὐχῶν ὑμῶν...»327. Στό Θεόδωρο δόθηκε ἡ εὐκαιρία παράτασης τῆς
ζωῆς. Ὑπάρχει ὅμως καί τό ἀντίθετο ἐνδεχόμενο, δηλ. παρ' ὅτι ζητεῖται διορία
μετανοίας δέν δίνεται. Ὁ Χρυσαώριος: «...ἀπελπίσας οὖν τὸ ἐξ αὐτῶν λυτρωθῆναι
στενωθείς, μεγάλῃ τῇ φωνῇ κράζων ἤρξατο· κἂν ἕως πρωΐ διορίαν· κἂν ἕως πρωΐ
διορίαν· καὶ ἐν ταῖς φωναῖς ταύταις ἐκ τοῦ σώματος ἐξῆλθεν.»328.
Τό πόσο ὅμως σημαντικό εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο νά «θεραπεύσει» τά πάθη του
καί δή τῆς πορνείας πρίν τόν βρεῖ ὁ βιολογικός θάνατος, καθοριστική εἶναι Τῇ 28ῃ
τοῦ μηνός Ἀπριλίου ∆ιήγησις περί τοῦ γενομένου θαύματος ἐν Ἀφρικῇ ἐν τῇ πόλει
Καρθαγένῃ329, πού ἐξετάζει τήν ἀπορία κάθε πιστοῦ -διαχρονικά- τί συμβαίνει ἄν
πεθάνει κάποιος καί δέν ἔχει μετανοήσει.
Ὁ ἀξιωματικός μετά τήν πτώση του στή μοιχεία ἀρρωσταίνει βαριά καί πεθαίνει καί
τρεῖς ὧρες μετά τήν ταφή του ἀκούγονται κραυγές ἀπό τό μνῆμα: «Ἐλεῆστε με!».
Ζητοῦσε ἔλεος καί ἀπό ποιόν; καί γιατί; Καί ἀφοῦ πέρασε ἀρκετό χρονικό διάστημα
(4 μέρες) -πού καταδεικνύουν τήν παραδοξότητα τοῦ γεγονότος- ὁ ἀναστηθείς
νεκρός ἀρχίζει νά διηγεῖται μέ ζωηρό, περιγραφικό ὕφος τήν ὕπαρξη δύο κόσμων
ἑνός σκοτεινοῦ καί ἑνός φωτεινοῦ, ἀπό τή μιά μαύρους Αἰθίοπες καί ἀπό τήν ἄλλη
ὡραῖοι ἄγγελοι, ἀπό τή μιά κολασμένοι καί ἀπό τήν ἄλλη εὐλογημένοι. ∆ύο
πραγματικότητες ἐκτός τῆς ἐπίγειας· μία τοῦ οὐρανοῦ (Παράδεισος) καί μία στά
βάθη τῆς γῆς (κόλαση). Εἶναι τό δράμα τῆς πάλης, ὅπως τό ὀνομάζει ὁ Στ.
Παπαλεξανδρόπουλος στό «Ἄστρο τοῦ Νυχτογέρακου» (σ. 124), μεταξύ τοῦ καλοῦ
327
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 124· πρβλ. τ.1, σ. 132.
328
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 125.
329
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 113.
228
καί τοῦ κακοῦ. Ὁ ἐξευτελισμός τοῦ καλοῦ εἶναι τό εἶδος τῆς μεταχείρισης πού τό
κακό ἐπιφυλάσσει στό καλό κι αὐτό γιατί συνεχῶς τό καλό διώκεται. Τό καλό εἶναι
τραγικό, ἐπειδή ὑποφέρει στόν κόσμο.
Καί ἐνῶ τά τελώνια τοῦ ψεύδους, τῆς πλεονεξίας, τοῦ φθόνου μποροῦσαν ν΄
ἀντισταθμιστοῦν καί νά ἐξουδετερωθοῦν ἀπό τά καλά ἔργα, τό τελώνιο τῆς
πορνείας ἦταν αὐτό πού ὁδήγησε τόν ἀξιωματικό στό μαρτύριο τῆς κόλασης. Ὁ
ἀββᾶς ∆ωρόθεος ἀναφέρει χαρακτηριστικά γιά τήν εὐποιΐα: «Τὸ δὲ ζητῆσαι ἐστιν
τὸ ἐρευνᾶν πῶς ἔρχεται αὕτη ἡ ἀρετή, τί ἐστιν τὸ φέρον αὐτήν, τί ὀφείλομεν
ποιῆσαι ἵνα κτησώμεθα αὐτήν. Τὸ οὕτως καθ’ ἑκάστην ἐρευνῶν ἐστι τό ‘Ζητεῖτε καὶ
εὑρήσετε’. Τὸ δὲ κροῦσαι ἐστι τὸ ἐνεργῆσαι τὰς ἐντολάς. Ἕκαστος γὰρ κρούων, διὰ
τῶν χειρῶν κρούει, αἱ δὲ χεῖρες εἰς τὴν πρακτικὴν λαμβάνονται.»330. Ἡ πορνεία
ὅμως εἶναι ἕνα ἀπό τά 8 θανάσιμα ἁμαρτήματα (θανάσιμα γιατί πεθαίνει
πνευματικά ἡ ψυχή) καί εἶναι πηγή πολλῶν ἄλλων παθῶν ὅπως λέει ὁ Ἰ. Χρυσόστο-
μος: «Ὅπου πορνεία καὶ ἀσέλγεια καὶ τοσαύτη ἀκολασία, εἰκὸς καὶ μέθην καὶ
παροινίαν καὶ πολλὴν ἀδικίαν καὶ πλεονεξίαν καὶ τὰ μυρία τίκτεσθαι κακά.»331. Τό
πιό ὅμως ἀξιοπρόσεκτο σημεῖο τῆς ἱστορίας εἶναι ὅταν ὁ νεκρός ἀξιωματικός
θρηνώντας ζητάει μιά εὐκαιρία νά μετανοήσει, ἀφοῦ πέθανε χωρίς μετάνοια. Ἐδῶ
ὑποκρύπτεται ἕνα καθαρά δογματικό θέμα: «Ἅπαντα τὰ ἁμαρτήματα, μικρὰ ἢ μεγάλα
ἐξαλείφονται. Μόνον ἡ ἀμετανοησία εἶναι ἀσυγχώρητος, διότι ἡ θεία χάρις ὑπὸ τὴν
κατεύθυνσιν τῆς ὁποίας κατορθοῦται ἡ μετάνοια, δὲν ἐνεργεῖ αὐθαιρέτως, ἀλλά
ζητεῖ καὶ τὴν ἀνθρώπινην συμβολήν. Ζητεῖ συνέργειαν καὶ δὴ τὴν συν-ενέργειαν
τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα αὕτη ἐνεργήση.»332. Καί ἐδῶ σ΄ αὐτό τό σημεῖο τῆς ἱστορίας
συμβαίνει ἀκόμη ἕνα παράδοξο γεγονός. ∆ίνεται ἡ εὐκαιρία στόν ἀξιωματικό νά
μετανοήσει ἀλλά γυρνώντας πάλι στή ζωή καί μπαίνοντας ἡ ψυχή του μέσα στό ἐν
ζωῇ συγκεκριμένο σῶμα του: «...ἀδύνατον εἶναι κατ’ ἄλλον τρόπον νὰ μετανοήσης,
ἂν δὲν ἔμβῃς εἰς τό σῶμά σου, καὶ ἂν μὲ αὐτὸ δὲν κοπιάσῃς νὰ μετανοήσῃς,
καθὼς καὶ μὲ αὐτὸ ἔκαμες τὴν ἁμαρτίαν·» καί μέ θεραπευτική ἀγωγή: «...χωρὶς νὰ
φάγῃ καὶ νὰ πίῃ, κλαίων καὶ ὀδυρόμενος».
330
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, σ.336.
331
Παιδαγωγική Ἀνθρωπολογία Ἰω. Χρυσοστόμου, ὑπό Βασιλείου ∆. Χαρώνη μέ τή συνεργασία
Οὐρανίας Λαναρά, ἐκδ. Ἐλευθερίου Μερετάκη «Τό Βυζάντιον», Ἀθήνα 1993, τ. Γ’, σ. 186.
332
Ν. Μητσοπούλου, Θέματα Ὀρθοδόξου ∆ογματικῆς Θεολογίας, Πανεπιστημιακαί παραδόσεις
∆ογματικῃς, Ἀθήνα 1984, σ.322.
229
Τό θέμα τῆς διήγησης (γιά τή μετάνοια) εἶναι κοινό μέ αὐτό τῆς διήγησης πού
βρίσκεται στόν Παῦλο Μονεμβασίας, Περί τῆς γυναικός τῆς νεκρωθείσης καί πάλιν
πρός ζωήν ἐπανελθούσης333. Οἱ ἀλλαγές ἐπισημαίνονται στό φύλο τοῦ ἥρωα (ἐκεῖ
πρόκειται γιά γυναίκα μέ τό ὄνομα Ἄννα, στό Μηναῖο γιά ἀξιωματικό ἐπί βασιλείας
Ἡρακλείου καί πατρικίου Νικήτα), στόν τόπο τῶν τεκταινομένων (ἐκεῖ ἀναφέρεται
ὡς τόπος ἡ Κων/πολη, στό Μηναῖο προάστιο τῆς Καρθαγένης), στήν αἰτία τῆς
νεκρανάστασης γιά μετάνοια (ἐκεῖ πρόβλημα μέ τ' ἀδέλφια τοῦ ἄνδρα της, στό
Μηναῖο γιά μοιχεία). Ἐπίσης «κοινός τόπος» εἶναι καί ἡ περιγραφή γιά τό τί
συμβαίνει λίγο πρίν ἡ ψυχή βγεῖ ἀπό τό σῶμα, πού ἀρχίζει ἡ ἀντιπαλότητα τοῦ
καλοῦ καί κακοῦ βάσει τῶν ἔργων τοῦ καθενός γιά τήν τελική κρίση.
Παραλλαγή τοῦ θέματος συναντᾶται στήν Historia Monachorum in Aegypto, Περί
Πατερμουθίου334, μόνο πού δέν ὑπάρχει νεκρανάσταση ἀλλά δυνατότητα
παράτασης τῆς ζωῆς βαριά ἀσθενοῦντος γιά εἰλικρινή μετάνοια μέ τό σῶμα πού
φέρει. Ἐπίσης ἀπουσιάζει ἡ περιγραφή κόλασης καί παραδείσου καί αὐτό ἴσως
ὀφείλεται στή χρονική ἀπόσταση πού γράφτηκαν τά ἐν λόγῳ κείμενα. Ὁ
Πατερμούθιος ἐπισκεπτόμενος τόν ἄρρωστο τόν βλέπει: «...δυσφοροῦντα πρὸς τὴν
τελευτὴν δεινῶς ὑπὸ τῆς συνειδήσεως ἐλεγχόμενος»· ὁ ἀσθενής παρακαλεῖ τόν
Γέροντα: «...πρεσβεύειν ὑπὲρ αὐτοῦ πρὸς τὸν Θεὸν χρόνον ἐνδοῦναι αὐτῷ μικρὸν
τῇ ζωῇ, μέλλοντα ἐπανορθοῦσθαι». Τότε μέ ἀγωνιστικό καί ἐλεγκτικό ὕφος ὁ
Πατερμούθιος ἀπαντᾶ: «Νῦν καιρόν μετανοίας ζητεῖς ὅταν ἡ ζωή σου πεπλήρωται; τί
ἐποίεις πάντα τὸν βίον; οὐκ ἐδύνου τὰ σαυτοῦ τραύματα θεραπεῦσαι ἀλλὰ καὶ ἕτερα
προσετίθης;»· στή συνέχεια ὅμως, καί ἐπειδή ὁ ἄρρωστος συνεχῶς τόν ἱκέτευε, τοῦ
λέει: «...εἰ μὴ ἕτερα τῇ ζωῇ σου προσθήσεις κακά, εἰ κατὰ ἀλήθειαν μετανοήσεις,
δεόμεθα ὑπὲρ σοῦ τῷ Χριστῷ ... καὶ χαρίζεταί σοι ἔτι μικράν ζωήν (τρία ἔτη) ἵνα τὸ
πᾶν ἀποδώσῃς ... καὶ λαβόμενος χειρός αὐτοῦ ἀνέστησεν παραχρῆμα.».
Μία ἀκόμη ἱστορία τοῦ Μηναίου, Τῇ 8ῃ τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου, ∆ιήγησις περί
ἀγάπης πάνυ ὠφέλιμος335, παρουσιάζει παράλληλο θέμα: ἀναφέρεται στήν ἀγάπη
μεταξύ ἑνός ἱερέα καί ἑνός διακόνου πού γιά κάποια αἰτία μετατρέπεται σέ μῖσος
καί στό μεταξύ πεθαίνει ὁ ἱερέας χωρίς νά «εἰρηνεύσουν» μεταξύ τους· τότε ὁ
333
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.106.
334
Historia Monachorum in Aegypto, σ.83.
335
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.25-27.
230
336
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.36-40.
337
Πρόκειται γιά χαρτί ἐλευθερίας ἑνός δούλου πού θά τόν ἐλευθέρωνε ἡ μητέρα του μετά τό
θάνατό της· ἔπεισαν ὅμως τόν ἄρρωστο νά τό κλέψει ἀπό αὐτήν, μέ ἀντάλλαγμα ἕνα νόμισμα
πού δέν τοῦ τό ἔδωσαν καί ὁ δοῦλος ἐλευθερώθηκε
231
τῶν μοναχῶν ἅγιον σχῆμα καὶ μετὰ τρίτη ἡμέραν ἔρχομαι καὶ παραλαμβάνω σε».
Ἔτσι καί ἔγινε: «...ἀμφιασάμενος τὸ τῶν μοναχῶν σχῆμα, μετέστη πρὸς Κύριον μετὰ
τρίτην ἡμέρα.».
338
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 195, σ.225.
339
Ματθ. ε’, 7.
232
ποιήσαντι ἔλεος340· καὶ ἄλλα τινὰ τοιαῦτα. Εἶτα λέγει αὐτῷ, σώζου. Καὶ ὁ μαγιστρια-
νός· ὑπάγεις; Ἔφη ἐκεῖνος· τί γὰρ θέλεις ἐξ ὅτου ὑγίανας; καὶ πάλιν ὁ
μαγιστριανός· διὰ τὸν Θεὸν τὸν πέμψαντά σε, εἰπέ μοι τίς εἶ; ἀπεκρίθη ὁ φανείς·
βλέψον εἰς ἐμέ, καὶ βλέψαντος λέγει· ἐπιγινώσκεις τοῦτο τὸ ὀθώνιον ὃ φορῶ; ὁ
μαγιστριανὸς εἶπε· ναί Κύριε ἐμόν ἐστι. Καὶ πάλιν ἐκεῖνος· ἐγὼ εἰμὶ ὃν εἶδες
νεκρὸν ἐρριμένον ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ἔρριψας μοι τὸ ἱμάτιόν σου, καὶ ἀπέστειλέ με ὁ
Θεὸς ἰάσασθαί σε· εὐχαρίστει οὖν διὰ παντός τῷ Θεῷ. Καὶ ταῦτα εἰπὼν ἀνῆλθε
πάλιν, δι' ἧς εἰσῆλθε θυρίδος, καὶ ὁ μαγιστριανὸς οὐκ ἐπαύσατο εὐχαριστῶν τῷ
Θεῷ, καὶ τοῖς δεομένοις ἀφθόνως ὧν εἶχε μεταδιδούς.»341.
Συναντᾶται μεγάλος ἀριθμός διηγήσεων μέ θέση παραδειγματική καί
ἀποδεικτική τῆς ἀρχῆς τῆς ἐλεημοσύνης.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος δείχνει ἀνεκτικότητα ἀπέναντι στό ἴδιο πρόσωπο πού ζητᾶ τρεῖς
συνεχόμενες φορές ἐλεημοσύνη (συμβολικό ποσόν ἕξι χρυσά νομίσματα)· κι ὅταν
πλέον δέν ὑπαρχει τίποτε ἄλλο στό ταμεῖο τοῦ δίνει τήν ἀσημένια λεκάνη πού τοῦ
342
ἔστελνε μέ φαγητό ἡ μητέρα του Σίλβια . Τό ἴδιο διηγηματικό ὑλικό βρίσκεται
καί στόν Ἰωάννη τόν Ἐλεήμονα μέ τή διαφορά ὅτι τήν τρίτη φορά ἀντί γιά ἕξι
νομίσματα λέει στόν ὑποτακτικό του νά δώσει στόν ἐπαίτη δώδεκα (εἶναι τό ἴδιο
πρόσωπο πού μεταμφιέζεται), φοβούμενος: «...μήποτε καὶ αὐτὸς ἐκεῖνος ὁ Κύριός
μου ἐστι καὶ πειράζει με.»343.
Ὁ Βονιφάτιος συνήθιζε νά ἐπιστρέφει στό σπίτι του ἄλλοτε χωρίς ὑποκάμισο κι
ἄλλοτε χωρίς ἔνδυμα, καθώς ὅποιον φτωχό ἔβρισκε στό δρόμο του τόν ἔντυνε μέ
τά ροῦχα του, παρ' ὅλο πού ἦταν καί ὁ ἴδιος φτωχός344.
Ἀρχέτυπον τοῦ κοινοβιάρχη Μεγάλου Θεοδοσίου εἶναι ὁ Χριστός: «...
ὀφθαλμός ἦν μὲν τυφλῶν, ποῦς δὲ χωλῶν, ἀμφίεσις γυμνῶν, ἀστέγων σκέπη,
νοσούντων ἰατρός, χορηγός, ὑπουργός, οἰκέτης, πᾶσι τὰ πάντα διὰ τὸ περιὸν τῆς
φιλανθρωπίας γενόμενος, αἵματα πλύνων, τραῦμα καθαίρων, χείλη προσάπτων
χείλεσι τῶν τὴν σάρκα λελωβημένων, καὶ οὕτω λίαν σοφῶς ἐκείνους παραμυθού-
μενος καὶ πείθων πρᾲως φέρειν τὴν συμφοράν, ὥς τε κοινὸν αὐτὸν εἰ τις εἴποι
340
Ἰακ. β’,13.
341
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.19, σ. 43.
342
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.580.
343
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 10, σ.599.
344
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.583.
233
λιμένα, κοινὸν ἰατρεῖον, κοινὴν ἑστίαν, κοινὸν ταμεῖον καλῶς ἐρεῖ καὶ συμφώνως
τῇ ἀληθείᾳ. Πάντες γὰρ προνοίας ἀπέλαυον παρ' αὐτοῦ τῆς δεούσης.»345. Ἡ
κακοπάθεια καί φροντίδα θεωροῦνται αὐξητικά ἀνάλογα μεγέθη: «Ἀμελούμενον δὲ
ἢ παραθεωρούμενον εἰκῇ, εἰ ἐζήτησας ἐκεῖ δι' εὐτέλειαν, εὗρες ἂν τῶν πάντων
οὐδένα· ἀλλά δι' αὐτὸ μὲν οὖν τοῦτο τὸ εὐτελές φημι καὶ ἐλάχιστον, καὶ πλείονος
ἀξιούμενον τῆς προνοίας, ἐπεὶ καὶ ὁ Χριστὸς ἐν τοῖς ἐλαχίστοις καὶ τὰ ἐκείνων
μᾶλλον φανερῶς οἰκειούμενος.»346.
Πρότυπον ἀποτελεῖ ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ἑορτή Βαΐων καί λόγῳ πείνας
προσέρχονται χιλιάδες ἀνθρώπων στό μοναστήρι τοῦ Μ. Θεοδοσίου γιά νά φᾶνε.
Ἡ ἀγαθή προαίρεση ἐπιβραβεύεται μέ τή θαυματουργική παρέμβαση τοῦ Θεοῦ: «Τί
οὖν ὁ τῶν θαυμασίων Θεός; ἤρκει καὶ αὖθις δι' ὀλίγων τρέφειν πλήθη πολλά, ὥς
περ ἄρα καὶ τοῖς πέντε ἄρτοις τοὺς πεντακισχίλιους τὸ πρότερον· καὶ ἅμα γοῦν
αὐτοί τε τὰς γαστέρας ἐμπίμπλαντο καὶ οἱ ἀρτοθῆκαι κατάπλεω τῶν ἄρτων
ἐδείκνυντο· καὶ οἱ μὲν πάντα ἐπιλιπεῖν ἐνόμιζον, αἱ δὲ πλήρεις ἦσαν, πλέον ὅπερ
ἔσχον ἀντιλαβοῦσαι καὶ δι' εὐχῆς, ὥς περ εἰς τὰς τῶν πενήτων γαστέρας,
πολυγονώτατα γεωργήσασαι.»347.
Σύνηθες διηγηματικό πλαίσιο εἶναι τό νά μήν ὑπάρχει ἄρτος ἤ σιτάρι ἤ λάδι στίς
ἀποθῆκες παρά ἐλάχιστο καί νά χορταίνουν πλῆθος ἀνθρώπων καί νά ὑπάρχει καί
περίσσευμα: Ἄδεια ἀποθήκη σιταριοῦ γεμίζει ὕστερα ἀπό προσευχή τοῦ
Βονιφάτιου348. Πυθάρι γεμίζει λάδι καί ἀποθήκη μέ ἄρτους ἐνῶ ὑπάρχει ἔλειψη,
ὕστερα ἀπό προσευχή τοῦ Βενέδικτου στή Λαύρα τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου349· ἀπό τήν
πληθώρα μάλιστα οὔτε ἡ πόρτα δέν ἄνοιγε καί ἔτσι μπόρεσαν νά τραφοῦν οἱ
τετρακόσιοι Ἀρμένιοι πού κατέφθασαν σάν ἐπισκέπτες: «... εὑρίσκει Θείᾳ τινι
Προνοίᾳ καὶ σοφῇ τὴν οἰκίαν οὕτως ἄρτων μεστήν,... ἀμύθητον πλῆθος οἴνου τε καὶ
ἐλαίου πολλὴν ἀφθονίαν καὶ ἀνάλογον τῇ περί τῷ διδόναι πάντως Εὐθυμίου
φιλοτιμίᾳ.»350.
345
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.593.
346
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.593.
347
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.593.
348
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.583.
349
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.585.
350
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.586.
234
Ὁ ἅγιος Μαρκιανός καθώς ἀπό ἀγάπη πρός τόν πλησίον ἔχει προσφέρει ὡς
ἐλεημοσύνη καί τό ροῦχο του μένοντας γυμνός, ὅταν τοῦ ζητεῖται τιμῆς ἕνεκεν νά
τελέσει τή Θεία μυσταγωγία στά ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς μάρτυρος Ἀναστασίας πού
στήν ἀνοικοδόμησή του εἶχε πρωτοστατήσει, τραβοῦσε τό φελώνιο γιά νά μήν
ἀποκαλυφθεῖ ἡ γύμνια του· ὅμως: «...οἱ δέ γε παρεστῶτες καὶ σὺν αὐτοῖς ὁ
Ἀρχιερεὺς πρὸς αὐτὸν ἀπιδόντες, ὁρῶσι τι θαῦμα καινὸν καὶ ἀπόρρητον καὶ
σχεδὸν αὐτοῖς μόνοις πιστὸν τοῖς θεασαμένοις· βασιλικήν τινα στολήν καὶ χρυσίῳ
λαμπρῷ κατάστικτον εἴσω περιβεβλημένον, ἥτις καὶ τότε φανερώτερον διὰ τῶν
χειρῶν διεφαίνετο, ὅτε τοῦ θείου σώματος μετεδίδου τοῖς προσιοῦσι.». Ἡ στολή
αὐτή ἀποτελεῖ καί ἀφορμή κατάκρισης ἐκ μέρους τῶν φθονούντων αὐτόν, καθώς ὁ
ἴδιος ἀρνεῖται ὅτι φορεῖ τέτοια λαμπρή στολή, καί μόνο ὅταν ὁ Πατριάρχης τοῦ
κάνει σωματικό ἔλεγχο (ἀφηγηματική σύμβαση ἁπτῆς ἀπόδειξης) ἀποδεικνύται ἡ
γύμνια ἀλλά συγχρόνως καί τό μεγαλεῖο τοῦ προσώπου τοῦ Μαρκιανοῦ351.
Τά φαινόμενα ὅμως πολλές φορές ἀπατοῦν, καθώς πολλές ἐνέργειες φέρουν
τυπικό ἤ ἐπιδεικτικό ἤ παραπλανητικό καί ὄχι οὐσιαστικό χαρακτήρα, γι’ αὐτό καί
πρέπει νά ὑπάρχουν κάποια ἀξιολογικά κριτήρια ὡς προϋποθέσεις ἐλεημοσύνης.
α) Ὡς πρός τόν αἰτούμενο: «Μοναχός τις Θηβαῖος ἔσχε χάρισμα διακονίας
παρὰ Θεοῦ, ἵνα ἑκάστῳ τῶν προασερχομένων οἰκονομῇ τὰ πρὸς τὴν χρείαν· ποτὲ
οὖν εἰς κώμην τινὰ διδόντος αὐτοῦ ἀγάπην, ἦλθε πρὸς αὐτὸν γυνή τις αἰτουμένη
ἀγάπην, φοροῦσα παλαιὰ καὶ ἰδών αὐτήν, ὅτι παλαιὰ φορεῖ, ἐχάλασε τὴν χεῖρα
αὐτοῦ δοῦναι αὐτῇ πολλᾶ· συνεστάλη δὲ ἡ χεὶρ αὐτοῦ καὶ ἀνήνεγκεν ὀλίγα· ἔπειτα
ἦλθε πρὸς αὐτὸν ἑτέρα φοροῦσα καλῶς, καὶ ἰδών αὐτῆς τὰ ἱμάτια, ἐχάλασε δοῦναι
αὐτῇ ὀλίγα, καὶ ἠπλώθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ καὶ ἀνήνεγκε πολλά. Ἠρώτησεν οὖν περὶ
ἀμφοτέρων καὶ ἔμαθεν, ὅτι ἡ μὲν τὰ καλὰ φοροῦσα ἀπὸ ἀξιολόγων οὖσα,
ἐπτώχευσε καὶ ὑπολήψεως χάριν ἐχρήσατο τοῖς ἱματίοις· ἡ δὲ ἄλλη χάριν τοῦ
λαβεῖν ἐχρήσατο παλαιοῖς.»352.
β) Ὡς πρός τόν εὐεργετούντα/ἐλεήμονα: Ὁ ἀββᾶς Βαρσανούφιος ἐπισημαίνει:
«...ἐὰν θλίβῃ σε ἡ σκνιφεία δοῦναι τὴν χρείαν τῷ πλησίον πρὸς τὸ πρᾶγμα ποίησον·
ἐὰν ἔχῃς πολύ, δὸς ὀλίγον περισσόν· ἐὰν δὲ ὀλίγον, τὴν χρείαν δὸς μετὰ
ἀκριβείας· ἐὰν δὲ κατὰ κενοδοξίαν ἢ ἀνθρωπαρέσκειαν πολεμῇ σε ὁ λογισμὸς
351
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.588.
352
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.9-10, σ.606.
235
δοῦναι, μὴ δώσῃς παρα ἤτοι πλέον ἢ ἔλαττον τῆς χρείας, ἀλλὰ τὴν χρείαν μετ'
ἀκριβείας.»353.
Ἡ ψυχική διάθεση καί ἀγαθή προαίρεση ἀποτελοῦν βασικές παραμέτρους. Ὁ
Ἀπολινάριος πατριάρχης Ἀλεξανδρείας βοηθᾶ γόνο πρώην πλουσίας οἰκογένειας
πού εἶχε ξεπέσει, πλάθωντας ἱστορία γραμματίου πενήντα λιρῶν πού χρωστοῦσε ἡ
ἐκκλησία στόν πατέρα του. Βάζει νά συμμετέχουν κι ἄλλα βοηθητικά πρόσωπα
(ἐπίτροπος) καί κάνει χρήση διαφόρων μέσων (μέθοδος πεπαλαίωσης ἐγγράφου)
γιά νά γίνει πιό εὔκολα πιστευτός· ὅλα αὐτά ἀποδεικνύουν τή δύναμη τῆς πίστης του
καί τήν ἀνιδιοτέλεια τῆς πράξης του, καθώς ποτέ δέν ἔγινε γνωστή στόν ἴδιο τόν
εὐργετημένο354.
Ἡ ἀμμᾶς Συγλητική τονίζει: «...ἡ ἐλεημοσύνη, διὰ τὸ ἐμποιῆσαι τοῖς ἀνθρώποις τήν
εἰς ἀλλήλους ἀγάπης ὡρίσθη· οἷς οὖν ἡ ἀγάπη ἐκ θείας Χάριτος προσεγένετο,
περιττὴ ἡ ἐλεημοσύνη ... Καὶ τοὺς κοσμικοὺς δὲ οὐχ ἁπλῶς καὶ ἀδιακρίτως δεῖ τὴν
ἐλεημοσύνην ἐνδείκνυσθαι, ἀλλὰ τὸν Ἀβραάμ μιμεῖσθαι, καὶ δι' ἑαυτῶν ἐνδείκνυ-
σθαι τὸ φιλάνθρωπον·»355. Ὁ ἀββᾶς Μάρκος ἀναφέρεται στή ψυχική ὡφέλεια πού
ἀποφέρει: «Μέγα μὲν τῷ ἔχοντι χρήματι τὸ μεταδιδόναι τοῖς πένησιν, ἐλεεῖν δὲ
τοὺς πλησίον ἐπὶ ἁμαρτήμασι τοσούτῳ μεῖζόν ἐστι πρὸς ἄφεσιν, ὅσῳ ψυχὴ
τιμιωτέρα σώματος κατὰ φύσιν ὑπάρχει.»356.
γ) Εἰδική μέριμνα πρέπει νά λαμβάνεται γιά τούς φέροντες μοναχικό σχῆμα. Οἱ
μοναχοί καλύτερα νά μήν διαχειρίζονται χρήματα ἕνεκα φιλανθρωπίας, γιατί ὑπάρ-
χει ὁ κίνδυνος φιλοχρηματίας. Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος δέν δέχεται οἰκονομική ἐνίσχυ-
ση ἀπό τόν αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο πού θά τόν βοηθοῦσε στό φιλανθρωπικό του
ἔργο, γιατί: «... ἐλεημοσύνην ὑποβαλὼν καὶ τὴν περὶ τοὺς πένητας εὐποιΐαν,
ἐντεῦθεν ἔρωτα χρημάτων αὐτοῖς ἐνῆκε καὶ πρὸς φιλαργυρίαν ἐξέμηνεν.»357. Τό
ἔργο τῆς εὐποιΐας δέν πρέπει νά γίνεται ἀδιάκριτα. Ὡς πρός τούς μοναχούς,
πρέπει νά ἐξετάζεται ἡ παράμετρος μήπως βλάπτονται ψυχικά καί πνευματικά ἀπό
τόν περισπασμό τους σέ βιοτικές μέριμνες καί ταραχές, παρά τό ἀγαθόν τῆς
προαιρέσως τοῦ δωρητῆ. Ὁ ἀββᾶς Βησσαρίωνας διηγούμενος στόν ἀββά Μίλη
353
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.611.
354
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 193, σ.218.
355
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.612.
356
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.618.
357
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.616.
236
358
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.646-648.
359
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, τ.3, παρ. 1-3, σ.626.
360
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.17, σ.600.
361
Στ. Ράμφου, Πελεκάνοι ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ. 443· πρβλ. Ἀθ. ∆εληκωστόπουλου,
Τό θαῦμα. Συμβολή εἰς τήν σύγχρονον ἀπολογητικήν τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐν Ἀθήναις 1971· Χρ.
Καρακόλη, Ἡ θεολογική σημασία τῶν θαυμάτων στό κατά Ἰωάννην εὐαγγέλιο, Θεσσαλονίκη
1997· Σουλτ. Λάμπρου, Ἀναστάσεις νεκρῶν στούς βίους τῶν ἁγίων, δ.δ., Θεσσαλονίκη 1998.
237
Φυσικό λοιπόν εἶναι, ἀναφορικά μέ τήν ἑπόμενη διήγηση, ὅταν ἐπικρατεῖ μία
σύγχιση (αἵρεση Θεοπασχιτῶν) στούς ἁπλούς πιστούς, γιά τό τί πρέπει νά κάνουν
στούς κόλπους τῆς ἐκκλησίας μέ τόν τρισάγιο ὕμνο καί ὅταν ἡ «πειθώς τοῦ λόγου»
ἴσως εἶναι ἐξ' ἴσου σθεναρή κι ἀπό τήν πλευρά τῶν «ἀντιφρονούντων», τότε νά
χρειάζεται κάτι πιό δραστικό πού θά δείξει τήν σωστή κατεύθυνση, δηλ. «...πῶς νὰ
ὑμνῶσιν ὀρθῶς τὸν Θεὸν.». Αὐτό γίνεται μέ θαυματουγική ἐπέμβαση τῆς Θείας
Πρόνοιας, πού μέσῳ τῆς ἁρπαγῆς ἑνός παιδιοῦ στόν ἀέρα καί τοῦ καταβιβασμοῦ
του ἀπό νεφέλη (παράδοξο), ἀποκαλύπτει σέ ὅλους: «... ὅτι οἱ χοροὶ τῶν ἀγγέλων
ἀναφέρουσιν εἰς τὸν Θεὸν τὸν τρισάγιον ὕμνον χωρὶς τῆς προσθήκης του, ὁ
σταυρωθείς, λέγοντες ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος ἐλέησον
ἡμᾶς.»362. Ὁ Θεός ὁ ἴδιος ποιμαίνει μέσῳ τοῦ παιδιοῦ.
Οἱ ἀββάδες ζοῦν τό θαῦμα μέ τήν ἴδια ἁπλότητα πού βιώνουν τό Θεό.
Ἀναφέρονται γεγονότα πού ἡ Θεία παρέμβαση ἀνατρέπει τήν τάξη τοῦ κόσμου καί
τούς νόμους του. Ἡ κάλυψη βιοτικῶν ἀναγκῶν ἐπιτελεῖται μέ θαυματουργική
ἐπέμβαση: Σέ περίοδο λιμοῦ ὁ ἀββᾶς Ἀπολλῶ προμηθεύει μέ ψωμί ὅλους ὅσους
ἔρχονταν πρός αὐτόν ἀπό τούς γύρω τόπους· καί ἐνῶ: «...ὑπολειφθέντων δὲ τριῶν
σπυρίδων (σάκοι) μεγάλων μετὰ τῶν ἄρτων καὶ τοῦ λιμοῦ ἐπικρατοῦντος», ζητάει νά
φέρουν στό μέσον τά τρία σακιά τά ἐναπομείναντα καί: «... εἰς ἐπήκοον πάντων τῶν
μοναχῶν καὶ τῶν ὄχλων εἶπεν 'Μὴ οὐκ ἰσχύειν ἡ χεὶρ Κυρίου πληθῦναι ταῦτα; καὶ
τάδε λέγειν τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον. οὐ μὴ ἐκλείψει ἄρτος ἐκ τῶν σπυρίδων τούτων
ἄχρις ἂν κορεσθῶμεν ἅπαντες τοῦ νέου σίτου' καὶ διαβεβαιώσαντο πάντες οἱ
παραγενόμενοι τότε τετράμηνον πᾶσιν ἐπαρκέσει τοὺς ἄρτους. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ
ἐλαίου καὶ σίτου πεποίηκεν.»363.
Σέ περίοδο πού δεν ὑπῆρχε λάδι διά θαυματουργικῆς παρέμβασης τοῦ ἀββᾶ
Γεωργίου Ἀρσελαΐτη, τό ἕνα ἄδειο πιθάρι γεμίζει λάδι καί ἀπό αὐτό ἀντλοῦν καί
γεμίζουν καί τά ὑπόλοιπα πιθάρια. Ἡ παρέμβαση γίνεται στό ὄνομα τῆς Παναγίας
(περίοδος αἱρέσεων, γιά τόν τονισμό ὅτι ἡ Παναγία εἶναι Θεοτόκος)364.
362
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 25ῃ τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου, Ἀνάμνησις τοῦ
μεγάλου σεισμοῦ, καί τῆς εἰς τόν ἀέρα ἁρπαγῆς τοῦ παιδός, τ.1, σ. 66.
363
Historia Monachorum in Aegypto, σ.64.
364
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση IX,
σ. 65-66.
238
365
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.173, σ.189.
366
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.174, σ.190· πρβλ. Les récits édifiants de Paul, évêque de
Monembasie, Περί τῶν τριῶν μοναχῶν τῶν αἰχμαλωτισθέντων..., σ.72.
367
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιγ’, σ.73.
368
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.82.
369
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.25.
370
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.119.
239
τή ∆ημιουργία πού ἀποτελεῖ καί τό σκηνικό τελέσεώς τους, καθώς ἐκτός αὐτῆς δέν
εἶναι δυνατή ἡ ὕπαρξη τοῦ ὑπέρ-φύσιν.
Ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος ἐναπέθεσε τήν κρίση του στό Θεό ζητώντας τήν ἀποκάλυψη τῆς
ἀλήθειας: περίοδος αἱρέσεων (νεστοριανοί) καί ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος ἐπειδή ἦταν
ταπεινόφρων καί ἠγαπᾶτο ἀπό ὅλους κοινωνοῦσε καί με τούς ὀρθοδόξους καί τούς
αἱρετικούς· ἐπειδή ἡ μία πλευρά κατέκρινε τήν ἄλλη καί τοῦ ἔλεγε ἡ κάθε μία ὅτι
αὐτή εἶναι ἡ σωστή, παρακάλεσε τό Θεό νά τοῦ δείξει τήν ἀλήθεια καί: «...
ἀποκρίνεται αὐτῷ ὁ Κύριος· ὅπου εἶ, καλῶς εἶ· καὶ εὐθέως σὺν τῷ λόγῳ, εὑρέθη
πρὸ τῶν θυρῶν τῆς ἁγίας ἐκκλησίας τῶν ὀρθοδόξων τῶν συνοδικῶν.»371.
Ἐτυμολογικά τό παράδοξον σημαίνει παρά τήν δόξαν. Κάτι λοιπόν πού
ἀντιτίθεται στή δόξα, στή συνηθισμένη γνώμη καί κατ' ἐπέκταση κάτι τό ἀπρόσμενο
καί παράξενο. Ἀπό αὐτήν τήν ἔννοια προῆλθε καί ἡ τοῦ ἐκπληκτκοῦ, τοῦ μοναδικοῦ,
τοῦ θαυμασίου γεγονότος. Φανερός λοιπόν καί ὁ σαφής διαχωρισμός τοῦ
παραδόξου ἀπό τό παράλογο. Τό παράδοξο δέν ἀντιτίθεται στή λογική ἀλλά στή
γνώμη. Τό παράδοξο εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο ὑπάρξεως κάθε ἱδρυτοῦ θρησκείας
καί γενικά κάθε νεωτερισμοῦ372.
Ὁ ἀββᾶς Ἀπολλῶ ὅταν βλέπει Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες) νά περιφέρουν ξύλινο
ξόανο καί νά τελοῦν τελετή ὑπέρ τοῦ ποταμοῦ -σέ παραπλήσια κώμη τήν ὁποία
εἶχε ἐπισκεφθεῖ μέ μερικούς ἀκόμη ἀδελφούς-: «...κάμψας τὰ γόνατα καὶ
προσευξάμενος τῷ σωτήρι πάντας ἐξαίφνης τοὺς Ἕλληνας ἀκινήτους ἐποίησεν ὡς
δὲ προελθεῖν ἐκείνου τοῦ τόπου οὐκ ἠδύναντο...» (πρβλ. Στῆλαι ἅλατος). Οἱ ἱερεῖς
τῶν εἰδώλων τότε τόν καλοῦν καί: «...κατῆλθεν ὡς τάχιστα πρὸς αὐτοὺς ὁ τοῦ
Θεοῦ ἄνθρωπος καὶ προσευξάμενος ἔλυσεν τοὺς δεσμούς. οἱ δὲ ὁμοθυμαδὸν
ἅπαντες ἐπ' αὐτὸν ὥρμησαν τῷ σωτήρι τῶν ὅλων καὶ παραδοξοποιῷ θεῷ
καταπιστεύσαντες καὶ τὸ εἴδωλον εὐθὺς τῷ πυρί παραδόντες. οὓς ἅπαντας
κατηχήσας ταῖς ἐκκλησίαις προσέθηκεν.»373.
Πολλές παράδοξες ἐνέργειες καταγράφονται στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις:
Ἀνοίγουν οἱ πόρτες τῆς φυλακῆς γιά νά πάει ὁ ἀδίκως εὑρισκόμενος ἐνάρετος
371
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Φωκᾶ, α’, σ.124.
372
πρβλ. Κ. Νικολακόπουλου, Καινή ∆ιαθήκη καί Ρητορική. Τά ρητορικά σχήματα διανοίας στά
ἱστορικά βιβλία τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, ἐκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1993, σ. 67-70.
373
Historia Monachorum in Aegypto, σ.56-58.
240
ἱερέας νά τελέσει στό ναό του τήν Θεία Εὐχαριστία, ἀλλά καί γιά νά ξαναγυρίσει
στόν τόπο τῆς κρατήσεως του μετά τήν τέλεση τῆς εὐχῆς374.
Γυμνοί ἀσκητές δέν κρυώνουν τό χειμώνα καί δέν ζεσταίνονται τό καλοκαίρι κατά
τήν θείαν οἰκονομίαν375.
Σεισμός «προσδιορισμένης ἀκτίνας» γίνεται στόν τόπο μετανοίας: «... ἐγένετο
σεισμὸς φοβερώτατος, οὐκ εἰς τὴν πόλιν πᾶσαν, ἀλλ' εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς
μόνον.»376.
Πρόνοια Θεοῦ γιά ἐπιβίωση δημιουργήματός του: Μοναχή πού ἔχει πέσει σέ
παράπτωμα πορνείας μέ μοναχό καί ἀπεσύρθει στήν ἔρημο γιά τριάντα χρόνια,
διηγεῖται: «...καὶ οὐξ ἐδεξάμην ἄνθρωπον πλήν σου ... ἡ μὲν οὖν σπυρίς τῶν
βρεκτῶν καὶ τὸ βαυξάλιον τοῦ ὕδατος διήρκεσαν μοι ἄχρι τοῦ νῦν μηδ' ὅλως
λείψαντα. Τὰ δὲ ἱμάτια μου τῷ χρόνῳ ἐφθάρησαν καὶ αὐξανθείσης μου τῆς κόμης
συγκαλύπτομαι ἐν αὐτῇ ἀντὶ περιβολαίου ψῦχος καὶ καῦμα οὐ λυμαίνεταί με χάριτι
τοῦ Χριστοῦ.». Ἡ αὐτοψία τοῦ ἀναχωρητῆ-ἀφηγητῆ καταμαρτυροῦν τήν ἀλήθεια τοῦ
πράγματος: «...παρεκάλει μεταλαβεῖν με τῶν βρεκτῶν καὶ μεταλάβομεν καὶ ἐπίομεν.
Κορεσθεὶς ἐγώ προσέβλεπον τῇ σπυρίδι καὶ ἑώρων αὐτὰ τὰ βρεκτὰ ὡς ἦσαν,
ὁμοίως καὶ τὸ ὕδωρ καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν.»377.
Ἡ εἰκόνα τοῦ καλλινίκου μάρτυρος Θεοδώρου ματώνει στό δεξιό ὦμο ἀπό σαΐτα
πού τοῦ ἔρριξε Σαρακηνός· καί ἐπειδή οἱ Σαρακηνοί συνέχισαν ν' ἀσεβοῦν,
ἐπέρχεται καί ὁ θάνατος ὅσων διέμεναν στό ναό378. Ἡ θαυματουργική παρέμβαση
συχνά ἀποτελεῖ καί προειδοποίηση, πού ὅμως δέν ἀποκωδικοποιήθηκε σωστά στήν
προκείμενη περίπτωση.
Περιγράφονται ἐξαφανίσεις τόπων. Στό Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ
διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., καταγράφεται: ∆ιήγηση XXII: κελλί καί
δένδρα μέ πλούσιους καρπούς καί φωνή Γερόντων ν' ἀνταλλάσσουν χαιρετισμό
μέ τούς ἐρχόμενους πατέρες· ὅμως: «... καὶ σὺν τῷ λόγῳ πάντα ἀφανὴ γέγονεν καὶ
τὸ κελλίον καὶ τὰ δένδρα». ∆ιήγηση XXIV: «... κηπίον παντοίους καρπούς ἔχοντος,
374
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.108, σ.122.
375
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.64· πρβλ. Les récits édifiants de Paul,
évêque de Monembasie, σ.32.
376
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τῆς γυναικός τῆς ἀπελθούσης πρός τόν
ἀββᾶν Νεόφυτον τοῦ έξαγγεῖλαι, σ.50.
377
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τῆ κανονικῆς γυναικός, σ. 120.
378
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.64.
241
καὶ πηγίδιον ὕδατος καί ὁρῶ ἄνδρα γηραλὲον ἐν τῷ πηγαδίῳ καθήμενον καὶ
πλῆθος αἰγαγρίων ἐρχομένων καὶ πινόντων» πού ἐξαφανίζονται. Μάρτυρες αὐτῶν
εἶναι Σαρακηνοί (δηλ. ἀλλόθρησκοι εἰδωλολάτρες) πού κάνει ἀκόμα πιό πιστευτή
τήν αὐθεντικότητα τῆς ἱστορίας. ∆ιήγηση XXVI: Γέροντας κατασφραγίζει (σταυρώνει)
μέ τό δεξί του χέρι καλό χριστιανό (τόν Γεώργιο τόν δραάμ) καί ὅταν γυρίζει νά
πάρει καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα: «...ζητήσας οὐκ ἔτι εἶδον αὐτόν, καίτοιγε τοῦ τόπου
καθαροῦ καὶ ἀύλου ὑπάρχοντος.»379. Ἡ ἐξήγηση αὐτῶν τῶν παραδόξων δίνεται ἀπό
τό ἴδιο τό κείμενο, καθώς: «Ἔθος γὰρ τοῦτο τοῖς ἁγίοις ἀναχωρηταῖς καὶ ἐν τῇ ζωῇ
καὶ μετά θάνατον, ὅτε θέλουσι φαίνεσθαι, καὶ ὅτε θέλουσι κρύπτεσθαι τῇ δυνάμει
τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.»380. Τό θαῦμα περνᾶ μέσῳ τῆς ἐλευθερίας γι' αὐτό
δέν εἶναι καί ὑποχρεωτικό νά γίνει δεκτό. Προϋποθέτει τόν ἄνθρωπο συνεργάτη
τοῦ Θεοῦ, πού ἄν δέν προσφέρει τήν πίστη του, θαῦμα δέν ὑφίσταται ἀλλά καί δέν
μπορεῖ νά κατανοηθεῖ.
Στήν ἐπιτέλεση τῶν θαυματουργικῶν ἐνεργειῶν μέσα ἀπό τίς ψυχωφελεῖς
διηγήσεις διαφαίνεται καί ἡ δύναμη τῶν σημείων καί ἰδιαίτερα τοῦ σταυροῦ καί τῆς
μερίδος τῆς Θείας κοινωνίας. Τά σημεῖα δέν εἶναι ἁπλά σύμβολα ἀλλά δοχεῖα
Θείας Χάριτος.
Γέροντας: «... βάζει τρεῖς μετάνοιες στὸ Θεὸ καὶ σφραγίζει τὸ πλοῖο τρεῖς φορές
μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ» καί τό πλοῖο
ρίχτηκε στή θάλασσα (ἐνῶ πρίν δέν μποροῦσε νά ἐπιτευχθεῖ γιατί τοῦ εἶχαν κάνει
μάγια)381.
Ὁ ἀββᾶς Ἰουλιανός, ἐπίσκοπος Βόστρων: «...γνωρίζοντας (ἀπό Θεοῦ) ὅτι εἶναι
δηλητήριο καὶ σταυρώνοντάς το τρεῖς φορές καὶ λέγοντας εἰς τὸ ὄνομα τοῦ
Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πίνω τοῦτο τὸ ποτήριο», ἔμεινε
ἀβλαβής382.
∆ιά τοῦ σήματος τῆς μερίδος «τῆς δεθείσης ἐπὶ τὸν τράχηλον τοῦ παιδιοῦ»
383
ἐπιτεύχθη θεραπεία .
379
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.73-76.
380
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.79.
381
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 83, σ.93.
382
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 94, σ.105.
383
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, σ.64.
242
Συνέβη θεραπεία δαιμονισμένου μέ: «Σταυρίον ἀργυροῦν, εἰς ὅπερ εἶχον μερίδα
τιμίαν καὶ τελείαν καὶ ἀληθῆ τοῦ ἁγίου καὶ ζωοποιοῦ ξύλου τοῦ σταυροῦ... κρεμάσαι
αὐτὸν ἐν τῷ τραχήλῳ αὐτοῦ.»384.
Φυλακισμένος προειδοποιεῖ τόν ὑπεύθυνο τῆς φυλακῆς: «...μηδέποτε καθήσῃς εἰς
ἐξέτασιν ἡμῶν τῶν τεσσάρων φαρμακῶν (φυλακισμένοι), ἐὰν μὴ πρότερον
κοινωνήσης καὶ φορέσῃς σταυρὸν ἐπὶ τοῦ τραχήλου σου, κακοὶ γὰρ ἄνθρωποι εἰσὶν
οἱ ἑταῖροί μου καὶ θέλουσι βλάψαι σε, ἀλλ' ἐὰν ποιήσῃς ὡς εἶπον σοι, οὐδὲ αὐτοὶ
οὐδὲ ἄνθρωπος ἄλλος δύναται ἀδικῆσαί σε.»385.
Μαθητής τοῦ ἀββᾶ Γεωργίου Ἀρσελαΐτη, πού τόν εἶχε δαγκώσει φίδι (ἀσπίδα)
ἀναστήθηκε, ὅταν ὁ ἀββᾶς: «...σφραγίσας τῷ σημείῳ τοῦ σταυροῦ.»386.
Προστασία ἀπό τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ δίνεται ἀκόμα καί σέ ἀπίστους: «Φοβηθεὶς
δὲ τὰ ἐν ἐκείνῳ τῷ τόπῳ γινόμενα μιάσματα, καίτοι πίστιν εἰς τὸν σταυρὸν μὴ
ἔχων, ἑαυτὸν τῷ σημείῳ τοῦ σταυροῦ κατασφαλισάμενος ἀνεκλίθη». Ὅταν τό
ἀντιλαμβάνονται οἱ δαίμονες, ἐλέγχουν νά δοῦν ποιός εἶναι καί βλέποντας ὅτι
εἶναι ἐσφραγισμένος μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, λέγουν: «Βαβαί! σκεῦος σάβουρον
καὶ ἐσφραγισμένον ὑπάρχει.»387.
Σέ διηγήσεις ἰάσεων (δαιμονισμένων, ἀρρώστων, κάλυψη βιοτικῶν ἀναγκῶν)
διαπιστώνεται ἡ μεταστοιχείωση τῆς θείας δύναμης:
α) Στό ἔλαιο: Ὁ Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ σέ συγκλητικοῦ γυναίκα πού εἶχε χάσει
τήν ὅρασή της -χωρίς νά ἀθετήσει τόν ὅρκο του νά μή συναναστρέφεται γυναῖκες-:
«...ἔλαιον ἐξαπέστειλεν χρίσασα ἐπὶ μόνον τρίτον τοὺς ὀφθαλμούς μετὰ τρεῖς
ἡμέρας ἀνέβλεψεν καὶ τῷ θεῷ φανερῶς ηὐχαρίστησεν.» (ἐξ ἀποστάσεως θερα-
πεία)388.
Ὁ ἀββᾶς Ἀμοῦν, παιδί πού: «...τὸν δράκοντα θεασάμενος ἐν ἐκστάσει γενόμενος
ἐλιποψύχησεν... καὶ ἐλαίῳ αὐτὸν χρίσαντος ἀνέστη.»389.
384
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.65.
385
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.68.
386
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση XI ,
σ.67.
387
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Γρηγορίου τοῦ ∆ιαλόγου, τ.2, σ.355-
356.
388
Historia Monachorum in Aegypto, σ.13.
389
Historia Monachorum in Aegypto, σ.75.
243
390
Historia Monachorum in Aegypto, σ.128.
391
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.96.
392
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, 11ης Αὐγούστου..., τ.2, σ. 311.
393
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 81, σ.91.
394
Ἐγκυκλ. Ἥλιος, τ. 14, σ. 946· πρβλ. Χριστ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, Ἀθήνα 2002,
σ.123.
395
Ἐγκυκλ. Ἥλιος, τ.14, σ. 902· πρβλ. Χριστ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, σ. 594-608.
244
γίνεται, ὥσπερ πάλαι πρὸς τοὺς ἀρχαίους ἐγίνοντο, εἴτε ἐγρηγορότος τοῦ ὁρῶντος
εἴτε ὡς ἐν ὕπνῳ κατεχομένου βαθεῖ καὶ ἐξεστηκότι· διὸ καὶ αὐτὸς ὁ ὁρῶν πολλάκις
οὐ γινώσκει εἴτε ἐγρηγορῶν θεωρεῖ εἴτε καθεύδων. Καὶ ποτὲ μέν αἱ ὁράσεις
ἀκριβῶς καὶ τρανῶς δείκνυνται πρόσωπον πρὸς πρόσωπον, ποτὲ δὲ ὡς ἐν τύπῳ καὶ
ὡς ἐν φάσματι ἀμυδρότερον, αἳ καὶ ἐπὶ τῶν ἀτελεστέρων γίνονται, ἐν τοῖς
ἐρημικωτέροις τόποις, καὶ πόῤῥω τῶν ἀνθρώπων διεστηκόσιν, ἔνθα ἀναγκαίως
δέεται αὐτῶν ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ μὴ ἔχειν τινα ἐκ τοῦ τόπου βοήθειαν ἢ
παράκλησιν.»396. Οἱ αἰτίες τῶν ὁράσεων καί ἀποκαλύψεων, ὅπως ἀναφέρει ὁ
ἀββᾶς Ἰσαάκ, καταχωροῦνται: «...κατὰ τρεῖς τρόπους ταῦτα οἰκονομοῦνται εἰς τοὺς
ἀνθρώπους διὰ τὸ τοῦ Θεοῦ ἔλεος· ἢ γὰρ τοῖς τελείοις καὶ ἁγίοις ἀνδράσιν ἡ τοῦ
Πνεύματος Χάρις ἀποκαλύπτεται καὶ ἐνεργεῖ διὰ τὴν τῆς καρδίας αὐτῶν
καθαρότητα, ἢ τοῖς ἁπλουστέροις καὶ ὑπερβαλλόντως ἀκάκοις διὰ τὸ τοῦ ἤθους
αὐτῶν ἄπλαστον καὶ ἀπόνηρον καὶ μὴ εἰς φυσίωσιν ἀρθῆναι δυνάμενον, ἢ τοῖς
σχοῦσι ζῆλον Θεοῦ ἔμπυρον καὶ ἀποταξαμένοις τῷ κόσμῳ τελείως καὶ γυμνοῖς
ὀπίσω τοῦ Θεοῦ ἐξελθοῦσι καὶ πόῤῥω τῶν ἀνθρώπων ἀναχωρήσασιν.»397.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ∆ιαλόγου398 θεωρεῖ ὅτι κάποιος βλέπει ὄνειρα ὅταν τό
στομάχι του εἶναι γεμάτο ἤ ἄδειο. Ἄλλοτε οἱ σκέψεις καί οἱ λογισμοί
μεταβάλλονται σέ ὄνειρα, ἄλλοτε ὁ διάβολος ἐμπαίζει μέσῳ τῶν ὀνείρων καί
ἄλλοτε ὑπάρχει συνδυασμός σκέψεων καί λογισμῶν μέ ἐμπαιγμό διαβόλου. Τέλος
διά τῶν ὀνείρων ὁ Θεός ἀποκαλύπτει τίς βουλές Του στόν ἄνθρωπο. ∆έν πρέπει
κάποιος νά στηρίζεται στίς παραστάσεις τῶν ὀνείρων καί νά ἐξάγει συμπεράσματα,
γιατί ἄν τά ὄνειρα ἦταν ἐξασφαλισμένα ἀπό διαβολικές παγιδεύσεις δέν θά
ἔλεγαν οἱ Γραφές: «... πολλοὺς τὰ ἐνύπνια πλανηθῆναι πεποιήκασι, καὶ ἀπώλοντο
ἐλπίζοντες ἐπ' αὐτοῖς.... μήτε μαντεύεσθαι μήτε παραφυλάττειν ἐνύπνια ... πολλαὶ
μέριμναι ἀκολουθοῦσι τοῖς ἐνυπνίοις.»399. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά πολλά ὄνειρα
ὀφείλονται καί σέ ἀποκαλυπτική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο (χρήση
παραδείγματος τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰωσήφ πού εἶδε στόν ὕπνο του ὅτι θά γίνει κύριος
τῶν ἀδελφῶν του καί ἐπαληθεύθηκε ἀργότερα ὕστερα ἀπό τήν πώλησή του στούς
396
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἰσαάκ, τ.4, παρ. 12-14, σ.456.
397
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἰσαάκ, τ.4, παρ.7, σ.456.
398
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 352-354.
399
Σοφία Σειράχ, λα’, 5-7.
245
Αἰγυπτίους400, ἀλλά καί τοῦ Ἰωσήφ μνηστήρα τῆς Παρθένου πού μέσῳ ὀνείρου τόν
πληροφόρησε ὁ Ἄγγελος νά πάρει τό Θεῖο βρέφος καί νά φύγουν στήν
Αἴγυπτο401). Ἄλλα ὄνειρα προκαλοῦνται ἀπό συνδυασμό προσωπικῶν σκέψεων καί
ἀποκαλυπτικῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ· αὐτό διδάσκει ὁ προφήτης ∆ανιήλ ἐξηγώντας
τό ὄνειρο τοῦ βασιλιά Ναβουχοδονόσωρ πού ἡ κύρια σκέψη του ἦταν: «τί πρόκειται
νὰ γίνει στὸ μέλλον» καί ὅτι «ὁ Θεὸς τοῦ ἀποκαλύπτει τὰ μέλλοντα»402. Οἱ ἅγιοι
ἄνδρες κατορθώνουν νά διακρίνουν τίς παραστάσεις τῶν ὀνείρων ἄν προέρχονται
ἀπό ἐμπαιγμό τοῦ διαβόλου ἤ ἀπό ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ· κατέχουν τήν ἱκανότητα
διακρίσεως ὥστε νά ξεχωρίζουν τί λαμβάνουν ἀπό τό ἀγαθό πνεῦμα καί τί
ὑποφέρουν ἀπό τό πονηρό. Γιατί ἄν ὁ νοῦς ἐξετάζει προσεχτικά τήν προέλευση τῶν
ὀνείρων, τό πνεῦμα πού παραπλανᾶ δέν θά μπορεῖ νά ἐξαπατᾶ γιά πολύ, καθώς
προλέγει συνήθως πραγματα πού ἐπαληθεύονται μόνο καί μόνο γιά νά μπορεῖ στό
τέλος νά παγιδεύσει ὁριστικά μέ ὁποιαδήποτε πλάνη τόν πειραζόμενο.
Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος403 ὑποστηρίζει ὅτι δέν πρέπει νά θαυμάζονται οἱ δαίμονες,
γιατί δέν μποροῦν νά γνωρίζουν ἐκ τῶν προτέρων αὐτά πού πρόκειται νά συμβοῦν:
«...οὗτοι δὲ ἃ βλέπουσιν ὡς κλέπται προτρέχοντες ἀπαγγέλουσι. Τοῦτο καὶ πᾶς τις
ταχυδρόμος ποιῆσαι δύναται, καὶ προδραμεῖν τὸν βραδύνοντα. Ὃ δὲ λέγω τοιοῦτον
ἐστίν, ἄν τις μὴ ἄρξηται περιπατεῖν, οὐκ ἴσασιν εἰ περιπατήσει, περιπατοῦντα δὲ
τοῦτον ἑωρακότες, τρέχουσι, καὶ πρὶν ἐλθεῖν αὐτὸν ἀπαγγέλουσι, καὶ οὕτω
συμβαίνει τοῦτον μεθ' ἡμέρας ἐλθεῖν... οὐδὲν ἄρα γινώσκουσιν ἀφ' ἑαυτῶν ἀλλ'
ὡς κλέπται ἃ παρ' ἄλλοις ὁρῶσι ταῦτα διαβάλλουσι, καὶ μᾶλλον στοχασταί εἰσιν, ἢ
προγνῶσται.». Κάνει παραδειγματική χρήση τοῦ λόγου μέ περιπτώσεις γιατροῦ,
γεωργοῦ καί ναυτικοῦ πού συμπεραίνουν τήν ἐξέλιξη κάθε περίπτωσης μέ γνώμονα
τήν ἐμπειρία καί τή συνήθεια. Τά ὄνειρα πού ἐμφανίζονται ἀπό Θεοῦ δέν ἀλλάζουν
σχῆμα, οὔτε μεταβάλλονται ἀπό μία εἰκόνα σέ ἄλλη, οὔτε ἐκφοβίζουν τήν ψυχή,
οὔτε προκαλοῦν συγχρόνως γέλιο καί σκυθρωπότητα. Ἀντίθετα: «...αἱ δὲ τῶν
δαιμόνων φαντασίαι διὰ πάντων ἐναντίως ἔχουσιν· οὔτε γὰρ ἐν τῷ αὐτῷ μένουσι
σχήματι, οὔτε μορφὴν ἐπὶ πολὺν ἀτάραχον ἐπιδείκνυνται· ὁ γὰρ ἐκ προαιρέσεως
400
Γεν., λζ’, 5-8.
401
Ματθ., β’, 13.
402
∆ανιήλ, β’, 27-45.
403
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίου Ἀντωνίου, τ.4, σ. 356-
361.
246
μὲν οὐκ ἔχουσιν ἐκ δὲ τῆς οἰκείας κεχρῶνται μόνον πλάνης, ἀρκεῖν αὐτοῖς
ἐπιπλεῖστον οὐ δύνανται ἀλλὰ καὶ μεγάλα λέγουσι, καὶ ἀπειλοῦσι πλεῖστα, εἰς
στρατιωτῶν εἶδος πολλάκις ἑαυτοὺς σχηματίζοντες, ποτὲ δὲ καὶ προσψάλλουσι
μετὰ κραυγῆς τῇ ψυχῇ. Ὅθεν ἐπιγινώσκων αὐτοὺς ὁ νοῦς, ὅτε καθαρεύει πεφαντα-
σμένως διϋπνίζει τὸ σῶμα.». Ὑπάρχει ὅμως περίπτωση καί ὄνειρα προερχόμενα
ἀπό τό Θεό, νά προξενήσουν λύπη: «...πλὴν ἔστιν ὅτε καὶ τὰ χρηστὰ ἐνύπνια χαρὰ
μὲν οὐ φέρουσι τῇ ψυχῇ, λύπην δὲ αὐτῇ ἡδεῖαν ἐμποιοῦσιν καὶ δάκρυον· τοῦτο δὲ
γίνεται ἐπί τῶν εἰς πολλὴν ταπεινοφροσύνην προκοπτόντων.». Ἡ λύση λοιπόν πού
προτείνει εἶναι: «Ἀρκείτω δὲ ἡμῖν πρὸς ἀρετὴν μεγάλην τὸ μηδὲ μιᾷ ὅλως
πείθεσθαι φαντασίᾳ, οἱ γὰρ ὄνειροι, οὐδὲν ἕτερον ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἰσίν, ἢ
εἴδωλα λογισμῶν πλανωμένων ἢ πάλιν ὡς ἔφην δαιμόνων ἐμπαιγμός. Ὁπότε οὖν
κἂν ἐκ τῆς τοῦ Θεοῦ ἀγαθότητος καταπεμφθῇ ἡμῖν ὅραμα καὶ μὴ τούτῳ
καταδεξώμεθα οὐκ ἂν ἡμῖν ὀργισθείη διὰ τοῦτο ὁ πολυπόθητος ἡμῶν Κύριος
Ἰησοῦς· οἶδε γὰρ ὅτι διὰ τοὺς δόλους τῶν δαιμόνων τοῦτο οὐ καταδεξάμεθα· ἡ μὲν
γὰρ προειρημένη διάκρισις ἀκριβής ἐστι· συμβαίνει δὲ ἐκ συναρπαγῆς τινος, ἀνε-
παισθήτως ῥυπωθεῖσαν τὴν ψυχήν οὖπερ ἐκτὸς οὐδείς, ὡς οἶμαι, εὑρίσκεται, ἀπολέ-
σαι τὸ ἴχνος τῆς ἀκριβοῦς διαγνώσεως, καὶ πιστεῦσαι τοῖς καλοῖς ὡς μὴ καλοῖς.».
Ὁ Adler (ἀτομική ψυχολογία) πιστεύει πώς τά ὄνειρα μποροῦν νά δώσουν
ἀπαντήσεις στά ἄμεσα προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου. Μποροῦν νά φέρουν στήν
ἐπιφάνεια τό πρόβλημα καί νά βοηθήσουν στή σωστή δραστηριοποίηση τοῦ
ἀνθρώπου γιά νά τό ξεπεράσει.
Ὁ Freud πάλι θεωρεῖ πώς τά ὄνειρα μποροῦν νά βοηθήσουν στή λύση παλαιοτέρων
προβλημάτων404. Τό ὄνειρο διακρίνεται σέ αὐτό πού θυμᾶται κάποιος ὅταν ξυπνήσει
καί χαρακτηρίζεται ἔκδηλο ὄνειρο καί στή σημασία του πού βρίσκεται στή βάση
αὐτοῦ τοῦ ὀνείρου καί ὀνομάζεται ἄδηλο ὄνειρο. Ἡ διαδικασία κατά τήν ὁποία τό
ἔκδηλο παράγεται ἀπό τό ἄδηλο (ἐμπλουτισμένο μέ ἀλλαγές ἀποδεκτές ἀπό τό
Ἐγώ) ὀνομάζεται ὀνειρική διεργασία καί τό ἀποτέλεσμα τοῦ Ἐγώ νά καλύψει τήν
πραγματική φύση τοῦ ὀνείρου, καλεῖται ὀνειρική παραμόρφωση. Τό ὄνειρο εἶναι μέ
τόν τρόπο του ἕνας ψυχικός συμβιβασμός405.
404
Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 19994, σ. 93.
405
Τ. Κίρναν, Ψυχοθεραπεία. Θεωρίες καί πρακτικές ἀπό τόν Φρόϋντ μέχρι σήμερα, ἐκδ. Ἐπίκουρος,
Ἀθήνα 1977, σ. 24-25.
247
Ὁ πόλεμος πού συμβαίνει στήν ψυχή τοῦ Κάρπου406 διαγράφεται ξεκάθαρα στή
διήγηση τῆς ὀνειροπόλησής του (αὐτιστική σκέψη). Τά ἀνικανοποίητα κίνητρά του
κρύβονται ὅπως καί στά ὄνειρα, στά βάθη τοῦ ἀσυνειδήτου. Τό περιεχόμενό της
εἶναι λίγο-πολύ δείκτης τῆς ἀσυνείδητης πλευρᾶς τῆς προσωπικότητας, τῶν ἀπαγο-
ρευμένων καί ἀπραγματοποιήτων κινήτρων, συναισθημάτων καί παραστάσεων του.
Ὅτι δέν ζεῖ ὁ Κάρπος στήν πράξη τό ζεῖ στό ὄνειρο πού δέν εἶναι παρά
ἀπαγορευμένοι πόθοι καί ἀνεπίτρεπτες ἐπιθυμίες407. Βλέπει τό σπίτι (πίστη στό
Χριστό) νά σείεται καί νά χωρίζεται στά δύο· στό οὐράνιο στερέωμα βρίσκεται ὁ
Ἰησοῦς μέ ἄπειρους ἀνθρωπόμορφους ἀγγέλους καί στό χάσμα κάτω ἀπό τό σπίτι
στέκουν τρομαγμένοι οἱ δύο ἄπιστοι ἕτοιμοι νά πέσουν (ψυχολογία κάθε
ἀνθρώπου πού πρέπει νά ἐπιλέξει ἀνάμεσα στό καλό καί στό κακό). Κάτω δέ ἀπό τό
χάσμα βγαίνουν φίδια (εἰδωλολατρία) πού πασχίζουν νά τούς παρασύρουν μέ
χίλιους δυό τρόπους, ὅπως καί ἀγριάνθρωποι πού τούς παρακινοῦν καί τούς
σπρώχνουν χτυπώντας τους (κακές συναναστροφές). Οἱ δύο «ἄπιστοι» ὁδηγοῦνται
πρός τήν καταστροφή καί ὁ Κάρπος λυπᾶται πού δέν πέφτουν μέσα στό χάσμα μιά
ὥρα ἀρχίτερα, παρ΄ ὅτι προσπάθησε πολλές φορές νά τούς ρίξει. ∆ιαγράφεται
λανθασμένος τρόπος ἀντιμετώπισης δύο «πονεμένων» ἀνθρώπων: ἀντί νά
προσευχηθεῖ καί γιά τούς δύο καί μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ νά ἐπαναφέρει τόν ἕνα
στήν Ἐκκλησία καί τόν ἄλλο νά κερδίσει μέ τήν καλοσύνη καί τίς νουθεσίες του -
λύση πού προτείνει ἡ ἴδια διήγηση ὡς θεραπεία-, αὐτός ἀγανακτεῖ μαζί τους καί τήν
ἀγάπη πού τοῦ ἔχει διδάξει ὁ Κύριος του, τήν ἀντιστρέφει σέ κατάρες, ὀργή, μῖσος
καί σκληροκαρδία. Καί τότε ὁ Κάρπος σηκώνει τό βλέμμα του ψηλά στόν οὐρανό
καί βλέπει τόν Ἰησοῦ γεμάτο ἔλεος νά ἁπλώνει τό ἕνα χέρι Του πρός βοήθεια τῶν
δύο «ἀπίστων» καί τό ἄλλο Του χέρι σ΄ αὐτόν λέγοντάς του: «Χτύπα ἐμένα λοιπόν.
Γιατὶ εἶμαι ἕτοιμος νὰ πάθω καὶ πάλι πολλὲς φορὲς γιὰ τὴν σωτηρία τῶν
ἀνθρώπων.». Γιά ἀκόμη μιά φορά προτείνεται ὁ δρόμος τῆς θυσίας καί τῆς
σταυρωμένης ἀγάπης πού ὁδηγεῖ στήν ἀνάσταση, κάτι πού εἶχε ξεχάσει ὁ Κάρπος.
Ἀλλά καί ἡ ὀπτασία μέ σκηνικό δικαστήριο μεταξύ καλοῦ καί κακοῦ, σωστοῦ καί
λάθους, πάθους καί ἀρετῆς καί τίς ἀντίστοιχες συνέπειες (τιμωρία - ἀμοιβή) εἶναι τό
406
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 3η τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Μνήμη τοῦ ἁγίου
ἱερομάρτυρος ∆ιονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, τ.1, σ.96.
407
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, σ. 598.
248
καθρέφτισμα τῆς ἐσωτερικῆς ψυχικῆς διαμάχης τοῦ Εὐάγριου Ποντικοῦ μέ αἰτία τόν
ἔρωτά του γιά μία παντρεμένη γυναίκα. ∆εσμεύεται μέ ὅρκο γιατί γνωρίζει ποιό
εἶναι τό «καλό» καί πρέπει νά παραμείνει σταθερός σ' αύτό. Ὁ ὅρκος -σημεῖο
ἐξέλιξης πλοκῆς διήγησης- ἀποτελεῖ δεσμευτικό μέσο γιά νά μή παρρεκλίνει τῆς
πορείας. Βοηθός του πάντα ὁ «καλός ἄγγελος» πού δείχνει τή συνεργία τοῦ θείου
παράγοντα στή σταθεροποίηση τοῦ φρονήματός του408.
Ὅτι μπορεῖ νά προσκόψει στήν ἀνθρώπινη ἀντίδραση μπορεῖ νά ἱεροποιηθεῖ
μέσῳ τοῦ ὀνείρου καί συγχρόνως νά ὑποδείξει τήν ἁρμόζουσα ἐνέργεια. Ὁ ἀββᾶς
Κυριακός βλέπει στό ὄνειρό του τήν Παναγία νά τοῦ ὑπαγορεύει νά μήν διαβάζει
αἱρετικά βιβλία: «Χρησιμοποίησα ἕνα βιβλίο τοῦ μακαρίου Ἡσυχίου, τοῦ πρεσβυτέ-
ρου τῶν Ἱεροσολύμων καὶ καθὼς τὸ ξεφύλλιζα βρίσκω δύο λόγους τοῦ Νεστορίου
τοῦ δυσσεβῆ ... κι εὐθὺς κατάλαβα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ ἐχθρὸς τῆς ∆έσποινάς μας, τῆς
Ἁγίας Θεοτόκου (πού στό ὄνειρο δέν ἤθελε νά μπεῖ στό κελλί του) ... καὶ πῆγα κι
ἔδωσα τὸ βιβλίο σ' αὐτὸν ποῦ μοῦ τὸ εἶχε δώσει ... γιατὶ δέν βρῆκα τόση ὠφέλεια
σ' αὐτό, ὅση ζημιὰ μοῦ προξένησε ... καὶ ὅταν τοῦ διηγήθηκα τὰ συμβάντα ... ἐκεῖνος
ἔκοψε τούς δύο λόγους τοῦ Νεστορίου ἀπὸ τὸ βιβλίο καὶ τοὺς πέταξε στὴ φωτιὰ
λέγοντας '∆ὲν θὰ μείνει στὸ κελλί μου ὁ ἐχθρὸς τῆς ∆έσποινάς μας Θεοτόκου
καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας'»409. Συμπέρασμα γιά τούς ἀναγνῶστες νά μήν
διαβάζουν αἱρετικές γραφές.
Ὁ ρόλος τοῦ ὀνείρου συχνά εἶναι προειδοποιητικός, ἐλεγκτικός καί σωφρονι-
στικός: Ὁ ἀνάξιος τοῦ σχήματος ἀρχιεπίσκοπος Ἀμώς, παρ' ὅλα τά ἔργα του
(κτίσιμο ναῶν), δέν ἐξιλεώνεται καί ὅπως τόν προειδοποιεῖ καί τό ὄνειρο: «... τί
οὕτως ἐποίησας ἀτιμάσας τὸ σχῆμα μου, ὦ ἄνθρωπε; μέλλω δίκην ποιεῖν μετὰ σοῦ
τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως ἐπὶ τοῦ βήματος τοῦ φοβεροῦ.»410.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ∆ιαλόγου ἀναφέρει γιά τόν ἅγιο Αἰκύτιο: «Παῖς ἐκ τοῦ
Πατριάρχου πρὸς Ἰουλιανόν κατέλαβε, παραγγέλων αὐτῷ ἵνα τὸν τοῦ Θεοῦ
δοῦλον (Ἅγιον Αἰκύτιον) μὴ τολμήσῃ κινῆσαι ἐκ τῆς μονῆς αὐτοῦ ... ὅτι τῇ
408
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Εὐαγρίου, τ.1, σ. 210-212.
409
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.46, σ.57.
410
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.88.
249
411
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.13.
412
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.17.
413
Τ. Κίρναν, Ψυχοθεραπεία. Θεωρίες καί πρακτικές ἀπό τόν Φρόϋντ μέχρι σήμερα, σ.154-156.
414
Historia Monachorum in Aegypto, σ.11.
250
415
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 23ῃ τοῦ μηνός Νοεμβρίου, ∆ιήγησις
ὀπτασίας Ἰωάννου τινός πάνυ ὠφέλιμος, σ. 247.
416
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.76.
417
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.74.
418
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.63.
251
στῦλος πυρός· καὶ ἄκουσε φωνὴ ὁ γέροντας ποὺ ἔβλεπε ὅλα αὐτὰ νὰ τοῦ λέει:
'ἄνθρωπε τί τεθαύμακας ἐπί τῷ πράγματι τούτῳ; εἰ γὰρ βασιλεὺς ἐπίγειος οὐ μὴ
ἐάσῃ τούς μεγιστάνας αὐτοῦ ρυπαροὺς στῆναι ἔμπροσθεν αὐτοῦ, ἐὰν μὴ μετὰ δόξης
πολλῆς· πόσῳ μᾶλλον ἡ θεία δύναμις οὐ καθαρίσει τοὺς λειτουργοὺς τῶν ἁγίων
μυστηρίων, στήκοντας ἔμπροσθεν τῆς οὐρανίου δόξης;'»419.
Μετά ἀπό ἕξι χρόνια ὑποταγῆς σέ Γέροντα μοναχός βλέπει: «...κατὰ τούς ὕπνους,
τινὰ βαστάζοντα χάρτην μέγαν, οὗ τὸ μὲν ἥμισυ ἀπηλειμμένον ἦν, τὸ δὲ ἥμισυ
γεγραμμένον, καὶ ὑποδεικνύοντα τῷ ἀδελφῷ τὸν χάρτην καὶ λέγοντα· ἰδοὺ τὸ
ἥμισυ τοῦ χρέους σου ἐλείανεν ὁ δεσπότης Θεός, ἀγωνίσαι καὶ περὶ τῶν
λοιπῶν.»420.
Ὀπτασία ἡγουμένου ἀποκαλύπτει τήν ἁγιότητα τοῦ μοναχοῦ Εὐφρόσυνου421: ὁ
ἡγούμενος ἀνηρπάγη σέ τόπο ἀπερίγραπτης ὀμορφιᾶς (παράδεισο) μέ κάθε εἴδους
δένδρα· δέν μποροῦσε ὅμως νά φτάσει τούς καρπούς γιά νά δοκιμάσει καί τότε
βλέπει τό νεαρό μοναχό Εὐφρόσυνο νά ἀπολαμβάνει ἀπό αὐτούς τούς καρπούς καί
μάλιστα τοῦ προσέφερε καί τρία μῆλα τά ὁποῖα ὅταν συνῆλθε ἀπό τήν ὀπτασία τά
βρῆκε στά χέρια του. Τά τρία μῆλα, ὅπως καί ἡ ὁμολογία τοῦ μοναχοῦ Εὐφρόσυνου
ὅτι τό προηγούμενο βράδυ ἦταν μαζί, ἀποτελοῦν τήν ἀποδεικτική ἀξία τῆς
αὐθεντικότητας τῆς ὀπτασίας.
Ἡ θέση τῶν μεγάλων μορφῶν τῆς ἱερῆς ἱστορίας στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων,
πιστοποιεῖται καί ἐπικυρώνεται ἀπό τόν Θεό, μέσῳ ὁράματος. Ὄμορφος ἄνδρας
ἐρωτώμενος ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ἀδέλφιο γιά τόν Ἰωάννη Χρυσόστομο τοῦ ἀπαντᾶ:
«Γιὰ τὸν Ἰωάννη τῆς μετανοίας λές; Κανένας ἄνθρωπος μὲ σάρκα δὲν μπορεῖ νὰ
δεῖ ἐκεῖνον. Γιατὶ βρίσκεται ἐκεῖ ὅπου κι ὁ θρόνος ὁ δεσποτικός.»422.
Τέλος δέν ἀποτελεῖ μόνιμη κατάσταση τό γεγονός νά βλέπει ὁράματα κάποιος
ἀλλά παροδική· ἐξαρτᾶται καί ἀπό τήν ἐν γένει ψυχολογική κατάσταση πού διανύει.
Ὁ Φίλιππος: «...ἐπεὶ γὰρ τοῦτο (νά βλέπει ὁράματα) ἀπεδύσατο, οὐκέτι οὐδὲν
τοιοῦτον ἐθεάσατο, διὸ καὶ ὠδύρετο ἐν ταῖς λοιπαῖς συνάξεσιν ἐπιποθῶν ἰδέσθαι,
ἅπερ νεοφώτιστος ὑπάρχων ἔβλεπεν...»423.
419
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Μάρκου τοῦ Αἰγυπτίου, σ.79.
420
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.533.
421
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.42.
422
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.128, σ.144.
423
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.75.
252
Ἡ διήγηση Τῇ 25ῃ τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου Ἀνάμνησις τοῦ μεγάλου σεισμοῦ, καί
τῆς εἰς τόν ἀέρα ἁρπαγῆς τοῦ παιδός, ἀναφέρει: «Ὁ πανάγαθος Θεὸς ἠβουλήθη μὲ
τοὺς τρόπους τοὺς ὁποίους οὗτος ἠξεύρει νὰ πληροφορήσῃ τοὺς ἀνθρώπους καὶ
τὴν κοινὴν καὶ ἐσχάτην πάντων ἀνάστασιν, καὶ ὅτι πρέπει νὰ ὑμνῶσιν ὀρθῶς τὸν
Θεόν. ∆ιὰ τοῦτο συνεχώρησε νὰ γένῃ σεισμὸς φοβερός.»424. Γιά ἀκόμη μιά φορά
ἔρχεται στό προσκήνιο ἡ μέρα τῆς Κρίσεως καί ἡ ἀνάσταση τῶν πάντων πού θά
σηματοδοτήσει καί τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἡ Ἀποκάλυψη λέει: «...καὶ εἶδον ὅτε
ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν ἕκτην καὶ σεισμὸς μέγας ἐγένετο καὶ ὁ ἥλιος μέλας
ἐγένετο ὡς σάκκος τρίχινος καὶ ἡ σελήνη ὅλη ἐγένετο ὡς αἷμα, καὶ οἱ ἀστέρες τοῦ
οὐρανοῦ ἔπεσαν εἰς τὴν γῆν ὡς συκῆ βάλλουσα τοὺς ὀλύνθους αὐτῆς, ὑπὸ ἀνέμου
μεγάλου σειομένη, καὶ ὁ οὐρανός ἀπεχωρίσθη ὡς βιβλίον ἐλισσόμενον καὶ πᾶν
ὄρος καὶ νῆσος ἐκ τῶν τόπων αὐτῶν ἐκινήθησαν καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ οἱ
μεγιστᾶνες καὶ οἱ χιλίαρχοι καὶ οἱ πλούσιοι καὶ οἱ ἰσχυροί καὶ πᾶς δοῦλος καὶ
ἐλεύθερος ἔκρυψαν ἑαυτοὺς εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς τὰς πέτρας τῶν ὀρέων, καὶ
λέγουσι τοῖς ὄρεσι καί ταῖς πέτραις. Πέσατε ἐφ' ἡμᾶς καὶ κρύψατε ἡμᾶς ἀπὸ
προσώπου τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ ἀπὸ τῆς ὀργῆς τοῦ ἀρνίου, ὅτι ἦλθεν
ἡ ἡμέρα ἡ μεγάλη τῆς ὀργῆς αὐτοῦ καὶ τίς δύναται σταθῆναι;»425. Παιδαγωγικοῦ
χαρακτήρα λοιπόν, αὐτή ἡ κατ' οἰκονομίαν παραχώρηση φυσικῶν φαινομένων
(καταστροφικῶν πολλές φορές), καθώς ἡ λειτουργία τῆς μνήμης δέν μπορεῖ νά
μένει ἀνενεργός. Τό μνημονικό ἐρέθισμα ἐξωθεῖ ἤ πρέπει νά ἐξωθεῖ στήν πράξη
καί νά εἶναι συνώνυμο μέ τό «ἔσο ἕτοιμος»426. Αὐτη τήν ἐγρήγορση λοιπόν
περικλείει καί ἡ παραπάνω διήγηση: «...ὅτι πρέπει νὰ ὑμνῶσιν ὀρθῶς τὸν Θεόν.»427.
Ὁ σεισμός γίνεται στά χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ (408-450 μ.Χ) καί
μάλιστα ἀνάμεσα στά ἔτη 434-446 ἐπί πατριαρχίας Πρόκλου· σημαντικό θέμα πού
ἐρίζει τούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνη τήν ἐποχή εἶναι ἡ αἵρεση τῶν
«Θεοπασχιτῶν», πού ἀποτελεῖ μία ὑποδιαίρεση τῶν Μονοφυσιτῶν καί δέχεται τήν
ὑπό τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου Ἀντιοχείας Πέτρου Γναφέως (+488) εἰσαγωγή στόν
424
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 66.
425
Ἀποκάλυψις Ἰωάννου, Στ’,12-17.
426
Α. Σταυρόπουλου, Μνήμη καί λήθη στή Θεία Λειτουργία, σ.103.
427
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1,σ. 66.
253
Τρισάγιο Ὕμνο τῆς φράσης: «Ὁ Σταυρωθείς δι' ἡμᾶς»· οὐσιαστικά ὁμολογεῖ ὅτι
κατά τήν Σταύρωση παθαίνει ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ428, πρᾶγμα πού δέν δέχτηκαν
οὔτε οἱ μονοφυσίτες καί ἀργότερα ὁ Σύρος συγγραφέας καί μονοφυσίτης
ἐπίσκοπος Ἀμίδης ∆ιονύσιος Βαρ Σαλίμπι ὑποστήριξε πώς ἡ παραπάνω φράση
ἀναφέρεται στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ προσθήκη πάντως καταδικάστηκε
ἐπίσημα ἀπό τήν ἐν Τρούλλῳ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο (καν. πα’)429.
Ὑπάρχουν ὅμως καί διηγήσεις πού διακρίνεται ἡ ὑποταγή τῶν φυσικῶν στοι-
χείων στόν ἄνθρωπο. Ὁ ἀββᾶς Πατερμούθιος: «...ποτε ἐκ τῆς ἐρήμου κατήει εἰς
ἐπίσκεψιν ἀδελφῶν τῶν παρ' αὐτοῦ μαθητευόντων νόσοις κατειλημμένων, μέλλο-
ντος τοῦ ἑνός αὐτῶν τελευτᾶν τοῦτο τοῦ Θεοῦ αὐτῷ ἀποκαλύψαντος. ἡ δὲ ἑσπέρα
ἤδη προσήγγιζεν καὶ ἡ κώμη πόῤῥῳ ἐτύγχανεν. μὴ βουλομένου δὲ αὐτοῦ νυκτὸς
εἰσελθεῖν εἰς τὴν κώμην τὴν ἀκαιρίαν ἐκκλίνοντος ... δύνοντος οὖν λοιπόν τοῦ
ἡλίου φωνὴν ἐφθέγξατο πρὸς αὐτὸν λέγων 'Ἐν ὀνόματι κυρίου Ἰησοῦ Χριτοῦ στῆθι
μικρὸν ἐπ' αὐτὸ τῆς ὁδοῦ σου, ἄχρις ἂν εἰς τήν κώμην ἀφίκωμαι'· ὁ δὲ ὡς
ἡμικύκλιον δυόμενος περιέστη καὶ οὐ πρὶν ἔδυ, ἄχρις ἄν ἐκεῖνος ἧκεν τοῦ
χωρίου.»430. Τό ἴδιο ὑλικό σέ πιό συνοπτική μορφή συναντᾶται καί μέ τόν ἀββά
Βησσαρίωνα πού πήγαινε πρός κάποιον Γέροντα καί ἦλθε ἡ ὥρα νά δύσει ὁ ἥλιος:
«...καὶ εὐξάμενος ὁ γέρων εἶπε· δέομαί σου Κύριε, στήτω ὁ ἥλιος, ἕως οὗ φθάσω
εἰς τὸν δοῦλον σου. καὶ ἐγένετο οὕτως.»431.
Ἡ μορφή τῆς παγανιστικῆς κοινωνίας πού προϋπάρχει τοῦ χριστιανισμοῦ, καί
ὁπωσδήποτε κάποια ἀπομεινάρια της ἔχουν εἰσχωρήσει καί σ' αὐτόν, ὅπως ἡ
ἀπόδοση ἀνθρώπινων χαρακτηριστικῶν σέ ζῶα, φυτά ἤ καί σέ ἀντικείμενα καί σέ
στοιχεῖα τῆς φύσης, εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό ἁπλή φαντασία. Εἶναι ἕνα μέσο μέ
τό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος πασχίζει νά κατανοήσει τόν κόσμο γύρω του καί τή σχέση
του μέ αὐτόν ὅπως καί γιά νά μετριάσει τόν ἐγωϊσμό του. Ὅπως κάθε ἄνθρωπος
ἔχει τήν προσωπικότητά του ἔτσι καί κάθε λύκος εἶναι εἰδική περίπτωση, κάθε
ἀλεπού διαφέρει ἀπό τό σόϊ της, κάθε ὄνος διαθέτει διαφορετικό βαθμό ἐξυπνά-
428
πρβλ. Ὁ ΜέγαςΣυναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἔκδοση καί ἐπιμέλεια Βίκτωρος
Ματθαίου, καθηγουμένου τῆς ἐν Κρονίζῃ, Κουβαρᾶ Ἀττικῆς Ἱερᾶς καί Σεβάσμιας ∆εσποτικῆς
Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, Ἀθῆναι 19723, σ.548.
429
πρβλ. ∆ιηγήσεις φοβερές καί ὠφέλιμες. Ἀπό τά Μηναῖα τῆς Ἐκκλησίας μας, Νεοελληνική
ἀπόδοση -Σχόλια, Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς, 19973, ὑποσ. 10, σ. 105.
430
Historia Monachorum in Aegypto, σ.80.
431
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.22.
254
δας κι ἄλλο «ψυχισμό». Ἀπό τόν Αἴσωπο μαθαίνει κάποιος ὅτι ὑπάρχουν ἄπειρες
ἀποχρώσεις ἀνάμεσα στό ἄσπρο καί τό μαῦρο, ἄρα πρέπει νά κρίνει κατά
περίπτωση καί νά μή βολεύεται σέ ἁπλοϊκές γενικεύσεις τοῦ τύπου: «πᾶς μὴ Ἕλλην
βάρβαρος». Βέβαια παρατηρώντας τή φύση γίνεται φανερό ὅτι τά ἐλάφια εἶναι
δειλά, τά παγόνια ματαιόδοξα, τά φίδια φαρμακερά. Θά ἦταν ἀφύσικο νά βρεθοῦν
ἀντίθετα περιγεγραμμένα στούς μύθους. Ἀλλά ὄχι μόνο ἀπό μύθο σέ μύθο, ἀλλά
καί στόν ἴδιο τό μύθο τά ζῶα μποροῦν νά ἐξελιχτοῦν διαλεκτικά, νά διδαχτοῦν, νά
μεταμορφωθοῦν πρός τό καλύτερο ἤ τό χειρότερο καί ἀναγκάζουν τόν καθένα νά
στέκει μπροστά τους σέ μία ἐγρήγορση, κρίνοντας ὄχι ἁπλά κατά περίπτωση μά καί
μέ τά διαφορετικά δεδομένα κάθε στιγμῆς. Τό γενικό μάθημα πού δίνει ὁ Αἴσωπος
εἶναι: «Παρατηρεῖτε ἀμερόληπτα». Ἄν ὅλα του τ' ἀρνιά ἦταν ἀθῶα καί ὅλοι του οἱ
λύκοι ἀδίστακτοι θά εἶχε γίνει βαρετός κι ἀσφαλῶς δέν θά εἶχε ἐπιβιώσει γιά 25
αἰῶνες καί νά ἔχει γίνει πηγή ἔμπνευσης γιά ἐπώνυμους καί ἀνώνυμους. Ὅλα τά
ζῶα χρησιμοποιοῦν «νόμιμα» ὅση δύναμη καί ἐξυπνάδα διαθέτουν γιά νά
ἐπιβιώσουν432.
Ὁ Lessing, σπουδαῖος ἐκποσωπος τοῦ γερμανικοῦ διαφωτισμοῦ, ἀναφέρει ὅτι ὁ
διδακτικός χαρακτήρας τοῦ μύθου δέν προκύπτει ἀπό τήν ἠθική διδαχή ἀλλά ἀπό τό
γεγονός, ὅτι ὁ μύθος παρουσιάζει σέ πράξεις ζώων τή συμπεριφορά τῶν ἀνθρώ-
πων, τήν ὁποία ὁ ἀναγνώστης πρέπει νά τήν κρίνει καί νά βγάλει συμπεράσματα
γιά τή δική του συμπεριφορά. Ἡ βασική μέθοδος τοῦ μύθου εἶναι ἡ ἀναλογία.
Σημαντικό ἐπίσης στοιχεῖο ἀποτελεῖ ἡ περιγραφή τυπικῶν χαρακτήρων κάτω ἀπό
τυπικές συνθῆκες. Ἐνῶ τό δρᾶμα καί τό ἔπος ἔχουν τή δυνατότητα ν' ἀποδίδουν
στούς ἥρωές τους ἀτομικά χαρακτηριστικά, οἱ χαρακτῆρες στό μύθο εἶναι
ἀδιαφοροποίητοι και μονομερεῖς γι' αὐτό καί εἶναι πιό πρόσφορος γιά τήν ἄμεση
διδασκαλία ὁ ἀμετάβλητος καί γι' αὐτό γενικά γνωστός χαρακτήρας ἑνός ζώου μέ
τά χαρακτηριστικά καί τίς ἀναλλοίωτες ἰδιότητες τοῦ εἴδους του433.
Κι ὅμως μέ τούς Γέροντες πολλές φορές οἱ ἀναλογίες ἀνατρέπονται. «Σὲ
ἐκεῖνον ποὺ ἀποκτᾶ τὴν πνευματική καθαρότητα, τὰ πάντα ὑποτάσσονται ὅπως εἰς
432
Λ. Χατζοπούλου-Καραβία, Ἐπιθεώρηση παιδικῆς λογοτεχνίας, Μύθοι καί μυθοποιοί, σ.94-95.
433
Λ. Κοτζιά, Ἐπιθεώρηση παιδικῆς λογοτεχνίας, Μύθοι καί μυθοποιοί, σ. 115-117.
255
τὸν Ἀδάμ μέσα στὸν Παράδεισο πρὶν ἀπὸ τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς»434.
Παραδειγματικά γίνεται ἀναφορά στή διήγηση τοῦ ἁγίου Γεράσιμου τοῦ
Ἰορδανίτη435 (ἱστορία πού θυμίζει μύθο τοῦ Αἰσώπου): Ὁ ἀββᾶς Γεράσιμος
περπατώντας στίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη συναντᾶ ἕνα λιοντάρι πού οὔρλιαζε ἀπό τόν
πόνο τοῦ ποδιοῦ του, γιατί τοῦ εἶχε μπεῖ μία ἀγκίδα μέ ἀποτέλεσμα νά διογκωθεῖ
τό πόδι του καί νά γεμίσει πύον. Βλέποντας τόν Γέροντα τό λιοντάρι ἔρχεται κοντά
του· τοῦ δείχνει τό πονεμένο πόδι του καί ἀφοῦ ὁ Γέροντας τό περιποιήθηκε (ἔπιασε
καί ἔσχισε τό πόδι, ἔβγαλε τό καλάμι μέ πολλά ὑγρά τῆς πληγῆς, καθάρισε καί
ἔδεσε τό τραῦμα), τό λιοντάρι δέν ἄφησε πιά τό Γέροντα· τόν ἀκολούθησε σάν
γνήσιος μαθητής του, ὅπου κι ἄν πήγαινε, δείχνοντάς του τήν εὐγνωμοσύνη του·
τρέφονταν δέ μέ ψωμί καί ὄσπρια πού τοῦ ἔδινε ὁ Γέροντας. Στή λαύρα ὑπῆρχε κι
ἕνας γάϊδαρος πού κουβαλοῦσε τό νερό γιά τίς ἀνάγκες τῶν Γερόντων ἀπό τόν
Ἰορδάνη ποταμό πού ἀπεῖχε ἕνα μίλι. Ἔδιναν λοιπόν οἱ Πατέρες τό γάϊδαρο στό
λιοντάρι γιά νά τόν βόσκει. Μιά μέρα ο γάϊδαρος ἀπομακρύνθηκε καί κάποιοι
καμηλιέρηδες ἀπό τήν Ἀραβία βρῆκαν τό γάϊδαρο καί τόν πῆραν μαζί τους. Ὅταν
γύρισε τό λιοντάρι στή λαύρα χωρίς τόν γάϊδαρο, ὁ ἀββᾶς Γεράσιμος νόμιζε ὅτι
τόν ἔφαγε καί τοῦ δίνει ἐντολή: «ὅτι ἔκανε ὁ γάϊδαρος ἀπὸ δῶ καὶ στό ἑξῆς ἐσὺ
θὰ τὸ κάνεις». Κι ἀπό τότε τό λιοντάρι κουβαλοῦσε τά κοφίνια μέ τέσσερις στάμνες
μέσα κι ἔφερνε νερό. Κι αὐτό συνεχίστηκε μέχρι πού ἕνας στρατιώτης
σπλαχνίστηκε τό λιοντάρι κι ἔδωσε στούς Πατέρες τρία νομίσματα γιά νά
ἀγοράσουν γαϊδούρι καί νά ἀπελευθερωθεῖ ἔτσι τό λιοντάρι. Πράγματι κι ἔτσι
γίνεται. Καί μιά μέρα τό λιοντάρι συναντάει στό δρόμο του τόν καμηλιέρη πού εἶχε
πάρει τόν γάϊδαρο. Ἐκεῖνος μόλις βλέπει τό λιοντάρι τρομάζει ἐγκαταλείποντας τό
γάϊδαρο καί τίς καμῆλες. Τά παίρνει τό λιοντάρι καί τά φέρνει χαρούμενο στό
Γέροντά του. Τότε κατάλαβε ὁ Γέροντας ὅτι ἄδικα κατηγορήθηκε τό λιοντάρι καί τόν
ὀνόμασε Ἰορδάνη. Κι ἔκατσε πέντε χρόνια τό λιοντάρι μέ τόν Γέροντα ἀληθινά
ἀχώριστοι. Ὁ Γέροντας κάποια στιγμή πεθαίνει, ἐνῶ τό λιοντάρι δέν βρίσκεται
κοντά του κατ' οἰκονομία Θεοῦ. Ὅταν ἦρθε τό λιοντάρι καί ζητοῦσε τό Γέροντα τοῦ
λένε: «Ἰορδάνη ὁ γέροντάς μας μᾶς ἄφησε ὀρφανοὺς καὶ ἀποδήμησε πρὸς Κύριον,
434
πρβλ. Εὐ. Θεοδώρου, Μαθήματα Κατηχητικῆς ἤ Χριστιανικῆς παιδαγωγικῆς, σ. 201· βλ. Β.
Ἐράστου, Χορευέτω ἡ φύσις, περ. Ἀκτίνες, Ἀπρίλιος 1961.
435
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 107, σ.118-120.
256
ἀλλά ἔλα φάε». Αὐτό ὅμως δέν ἤθελε νά φάει, στριφογυρνοῦσε ἐδῶ κι ἐκεῖ τά
μάτια του καί οὔρλιαζε δυνατά μήν ὑποφέροντας τήν ἀπουσία του. Τότε ἀναγκά-
στηκαν οἱ Πατέρες νά τό πᾶνε νά τοῦ δείξουν τό μέρος πού θάψανε τόν Γέροντα
γιά νά ἡρεμήσει. Μόλις τοῦ εἴπανε: «Νὰ ὁ γέροντάς μας», ἐκεῖνο πέθανε στή
στιγμή πάνω στόν τάφο τοῦ Γέροντα χτυπώντας τό κεφάλι του δυνατά στή γῆ καί
οὐρλιάζοντας.
Εἶναι μία διήγηση πού ἀναφέρεται ὄχι μόνο σέ ἁρμονική συμβίωση ζώου καί
ἀνθρώπου (λιοντάρι-Γερόντων) ἀλλά καί σέ ἁρμονκή συμβίωση ζώου μέ ζῶο
(λιοντάρι μέ γαϊδούρι). Μιά σχέση πού δέν βασίζεται σέ τυφλή ὑπακοή τοῦ ζώου,
ὅσο ἄγριο κι ἄν θεωρεῖται, στόν ἄνθρωπο μέ τήν ἔννοια τῆς ὑποταγῆς ἀλλά μία
ἀμφίδρομη σχέση πού βασίζεται στήν ἀγάπη μέχρι θανάτου!
Ἡ συμβίωση μέ τά ἄγρια θηρία δέν σημαίνει ὅτι οἱ Γέροντες δέν φοβοῦνται
(πολλοί Γέροντες στίς ἐρήμους ἔχουν πέσει θύματα θηρίων), ὅμως ἡ Θεία Χάρις
εἶναι αὐτή πού τούς διοχετεύει τή δύναμη νά τά χειραγωγήσουν. Γιά τόν ἀββά
Ἀμοῦν ἀναφέρεται: «Ἄλλοτε δέ, φησίν, ἑνός μεγάλου δράκοντος τὴν πλησίον
χώραν λυμαινομένου καὶ τὰ πολλὰ τῶν ζώων ἀναιροῦντος ἦλθον οἱ προσοικοῦ-
ντες τὴν ἔρημον πάντες ὁμοῦ πρὸς τὸν πατέρα δεόμενοι ἀφανισθῆναι ἐκ τῆς
χώρας αὐτῶν τὸ θηρίον, ὁ δὲ ὡς μηδὲν δυνάμενος αὐτοὺς ὠφελεῖν λυπουμένους
τοὺς ἄνδρας ἀπέστρεψεν. ἕωθεν δὲ ἀναστὰς ἐπὶ τὴν δίοδον τοῦ θηρίου ἀπήρχετο.
ὡς δὲ ἔκλινεν τὰ γόνατα εἰς προσευχὴν ἐπὶ τρίτον ἤρχετο πρὸς αὐτὸν τὸ θηρίον
ῥοιζήματι μεγάλῳ ἆσθμα δεινὸν προπέμπον καὶ φυσῶν καὶ συρίζον καὶ πνοὴν
πονηρὰν ἀποπέμπον. ὁ δὲ οὐδὲν φοβηθείς, ἐπιστραφεὶς πρὸς τὸν δράκοντα εἶπεν:
'Χειρώσεταί σε Χριστός ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ὁ μέλλων τὸ μέγα κῆτος
χειρώσασθαι' καὶ τοῦτο εἰπόντος εὐθὺς ὁ δράκος ἐῤῥάγη πάντα τὸν ἰὸν μετά τοῦ
αἵματος διὰ τοῦ στόματος ἐξεμέσας. ἐλθόντες δὲ οἱ ἀγροικοὶ μεθ' ἡμέρας καὶ τὸ
μέγα ἐκεῖνο θεασάμενοι καὶ τὴν πνοὴν μὴ φέροντες ἄμμον πολλὴν ἐπί τό ζῶον
ἐσώρευσαν παρεστῶτος αὐτοῖς ἐκεῖ τοῦ πατρός· οὐ γὰρ ἐτόλμων προσιέναι καίτι
νεκροῦ τοῦ δράκοντος ὄντος.»436.
Ὁ ἀββᾶς Ἑλῆς ὅταν στή σύναξη τῆς Κυριακῆς δέν παραβρέθηκε ὁ πρεσβύτερος
ἀπό τήν ἀπέναντι ὄχθη τοῦ ποταμοῦ, γιατί ὁ πόρος (διαβατό μέρος ποταμοῦ) ἦταν
436
Historia Monachorum in Aegypto, σ. 74.
257
βαθύς καί ὑπῆρχε καί ἕνας κροκόδειλος πού φόβιζε τούς μοναχούς, «...ὥρμησεν
ἐπὶ τὸν πόρον», πέρασε ἀπέναντι, βρῆκε τόν πρεσβύτερο καί γιά νά γυρίσουν μαζί
πίσω: «...φωνὴν ἠφίετο ἀββᾶ Ἑλλῆ προσκαλούμενος τὸν κροκόδειλον. ὁ δὲ εὐθὺς
ὑπήκουσεν αὐτῷ παρῆν τὸν νῶτον ὑποστρωσάμενος. ἠξίου δὲ τὸν πρεσβύτερον
συνεπιβῆναι αὐτῷ.»437.
Τά ζῶα στό κόσμο τῶν διηγήσεων, τῶν παραμυθιῶν καί τῶν μύθων
ἀπεικονίζουν τόν κόσμο κατά τόν ἴδιο τρόπο: τά πρόσωπα εἶναι ἡ ἐνασάρκωση εἴτε
τῆς θηριωδίας εἴτε τῆς ἀφιλοκερδοῦς καλοσύνης. Ἕνα ζῶο εἶναι εἴτε ἀδηφάγο εἴτε
πάντα πρόθυμο νά προσφέρει βοήθεια. Κάθε πρόσωπο εἶναι οὐσιαστικά μονοδιά-
στατο, ἐπιτρέποντας ἔτσι ἰδιαίτερα στό παιδί νά ταξινομήσει τά πολύπλοκα καί
ἀμφιθυμικά αἰσθήματά του, ὥστε αὐτά ν' ἀρχίζουν νά μπαίνουν τό καθένα σέ
ξεχωριστή θέση, ἀντί νά εἶναι σέ ἀνακάτωμα. Τόσο τά ἐπικίνδυνα ὅσο καί τά
πρόθυμα νά βοηθήσουν ζῶα, παριστάνουν τή ζωώδη φύση μας, τίς ἐνστικτώδεις
ἐνορμήσεις μας. Τά ἐπικίνδυνα ζῶα συμβολίζουν τό μή ἐξημερωμένο μέ ὅλη του
τήν ἐπικίνδυνη ἐνέργεια Ἐκεῖνο, πού δέν ἔχει ὑποταχθεῖ στόν ἔλεγχο τοῦ Ἐγώ καί
τοῦ Ὑπερεγώ. Τά ἐξυπηρετικά ζῶα ἀντιπροσωπεύουν τή φυσική μας ἐνέργεια, πάλι
τό Ἐκεῖνο, ἀλλά διαμορφωμένο τώρα γιά νά ἐξυπηρετήσει τά καλύτερα
συμφέροντα τῆς συνολικῆς προσωπικότητας. Ὑπάρχουν ἐπίσης μερικά ζῶα,
συνήθως ἄσπρα πουλιά, ὅπως τά περιστέρια, πού μποροῦν νά πετοῦν ψηλά στόν
οὐρανό καί συμβολίζουν ἕνα πολύ διαφορετικό εἶδος ἐλευθερίας· ἐκείνη τῆς
ψυχῆς νά πετᾶ, νά ἀνυψώνεται φαινομενικά ἐλεύθερη ἀπό ὅσα μᾶς δένουν μέ τήν
ἐπίγεια ὕπαρξή μας πού ἀντιπροσωπέυουν τά ζῶα τοῦ ἐδάφους. Τά πουλιά
ἀντιπροσωπεύουν (συμβολίζουν) τό Ὑπερεγώ μέ τίς ἐπενδύσεις του σέ ὑψηλούς
στόχους καί ἰδανικά, τά ἐξυψωτικά πετάγματα τῆς φαντασίας καί τῶν φανταστικῶν
τελειοποιήσεων. Μόνο ὅταν ξημερώνεται ἡ ζωώδης φύση, ὅταν ἀναγνωρίζεται ὡς
σημαντική καί ἔρχεται σέ συμφωνία μέ τό Ἐγώ καί τό Ὑπερεγώ, δίνει τή δύναμή της
στή συνολική προσωπικότητα. Ὅταν κάποιος ἀποκτᾶ ὁλοκληρωμένη προσωπικό-
τητα, μπορεῖ νά κατορθώσει πράγματα πού μοιάζουν μέ θαύματα438.
437
Historia Monachorum in Aegypto, σ.95· πρβλ. Ἀλ. Κοσματόπουλου, Θηριομαχία, ἐκδ. Ἀκρίτας,
Ἀθήνα 2003
438
Μπρ. Μπετελχάιμ, Ἡ γοητεία τῶν παραμυθιῶν. Μία ψυχαναλυτική προσέγγιση, ἐκδ. Γλάρος,
Ἀθήνα 1995, σ.109-114,147· πρβλ. Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.163, σ.179 καί κεφ.167,
σ.182.
258
Κοντά στή σπηλιά τοῦ ἀββᾶ Μακαρίου ἦταν ἡ σπηλιά μιᾶς ὕαινας ἡ ὁποία:
«...εὐχομένου αὐτοῦ ἐπέστη καὶ τῶν ποδῶν αὐτοῦ ἥπτετο. καὶ λαβομένη αὐτοῦ ἠρέμα
τοῦ κρασπέδου εἷλκεν ἐπὶ τὸ οἰκεῖον σπήλαιον. ὁ δὲ ἠκολούθει αὐτὴν... ὡς δὲ
ἤγαγεν αὐτὸν ἄχρι τοῦ ἑαυτῆς σπηλαίου, εἰσελθοῦσα ἐξάγει πρὸς αὐτὸν τοὺς
ἑαυτοὺς σκύμνους τυφλοὺς γεννηθέντας. ὁ δὲ ἐπευξάμενος θεωροῦντας τοὺς
σκύμνους τῇ ὑαίνῃ ἀπέδωκεν. ἡ δὲ ὥσπερ δῶρον εὐχαριστίας φέρουσα τῷ ἀνδρί
δέρμα μέγιστον κριοῦ μεγάλου τοῖς ποσίν αὐτοῦ παρέθηκεν. ὁ δὲ ἐπιγελάσας αὐτῇ
ὡς εὐγνώμονι καὶ αἴσθησιν ἐχούσῃ λαβὼν ἑαυτῷ ὑπεστρώσατο. ὅπερ δέρμα μέχρι
νῦν παρά τινι διασέσωσται.»439. Τό ἴδιο θέμα, δηλ. θαυματουργική θεραπεία
τυφλῶν μικρῶν ζώου, ἀποδίδεται καί στόν Ἰωάννη Σαβαΐτη440 μέ τή διαφορά ὅτι τό
ζῶο ἐδῶ εἶναι χοιρόγρυλος, τό μικρό ζῶο πού θεραπεύεται εἶναι μόνο ἕνα, κι ὅτι ὁ
Γέροντας δέν κάνει δεκτό τό δῶρο τῆς μάνας (ἕνα λάχανο), γιατί εἶναι κλεμμένο·
αἰσθανόμενη μάλιστα ντροπή ἡ μάνα τό ξαναγυρίζει ἐκεῖ πού τό βρῆκε καί αὐτό
ἀποτελεῖ στοιχεῖο νέου διηγητικοῦ ὑλικοῦ, δηλ. ἡ ὑπακοή καί συνέτιση τοῦ ζώου.
Τά ζῶα ἀποτελοῦν συχνά δευτερεύοντα βοηθητικά πρόσωπα στήν ἐξέλιξη τῆς
πλοκῆς τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων: λεοπάρδαλις φυλάει λαχανόκηπο Γέροντα441·
ἐλάφι δείχνει πού εἶναι θαμμένο τό λείψανο τοῦ Γέροντα, ἐνῶ οἱ μοναχοί δέν
μποροῦν νά τό βροῦν442· σκυλάκι ὕστερα ἀπό ἐντολή τοῦ Γέροντα δείχνει τό δρόμο
σέ μοναχό γιά νά βρεῖ τό μοναστήρι καί νά δώσει μήνυμα443.
Τόν ἀββά Φλωρέντιο ὑπηρετεῖ ἀρκούδα· ὁδηγεῖ στή βοσκή τά τέσσερα προβατά του
καί τά φέρνει πίσω σέ καθορισμένη ὥρα· τήν ἀρκούδα τήν ἀποκαλεῖ «ἀδελφόν»444.
Στή διήγηση Περί τῶν τριῶν γυναικῶν τῶν φανερωθέντων ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ
βασιλέως445, ἕνα παράδοξο γεγονός προσελκύει τήν προσοχή τοῦ ἀφηγητῆ καί
τίθεται ὡς ἐρώτηση: «πῶς οὐκ ἐσθίουσι τὰ ὄρνεα τοὺς καρποὺς ἀλλ' αἴρουσιν
αὐτοὺς μετὰ τῶν κλάδων;»· ἀπό τήν ὁμήγυρι ἐπιβεβαιώνεται ὡς μία ἐπαναλαμβα-
439
Historia Monachorum in Aegypto, σ.127.
440
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση XV,
σ.68.
441
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση XIII,
σ.67.
442
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.84, σ.94.
443
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.157, σ.174.
444
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 2, σ.546.
445
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.28-30.
259
νόμενη κατάσταση καί ὄχι τυχαῖο γεγονός: «σήμερον ἤδη ἑνδέκατος ἐνιαυτὸς ἐστὶ
καὶ οὕτως κατὰ καιρὸν ποιοῦσιν τὰ ὄρνεα»· αὐτό ἀποτελεῖ καί αἰτία γιά τήν ἐξέλιξη
τῆς πλοκῆς στή διήγηση. Ἡ φράση: «γινώσκετε ὅτι εἰς μοναχούς τινας ἐν ὄρεσιν
ὄντας ἀποκομίζουσι τὰ ὄρνεα τοὺς τοιούτους καρπούς» προϊδεάζει γιά τή συνέχεια·
ἕνα κοράκι εἶναι τό μέσον (βοηθητικό πρόσωπο)· αὐτό μέ ἀνθρώπινη φωνή (ἐπιρροή
ἀπό μύθους) θά ζητήσει ἀπό τόν ἀφηγητή καί τούς μοναχούς νά τό ἀκολουθήσουν
(σέ προστακτική): «ἀκολουθήσατέ μοι». Τούς ὁδηγεῖ σέ μία δύσβατη ἄκρη γκρεμοῦ,
ὅπου ρίχνοντας πέτρες γιά νά δοῦν ἄν ὑπάρχει ἀνθρώπινη ζωή ἀκούγεται μία
φωνή: «ἐάν ἐστε χριστιανοί, μὴ ἡμᾶς ἀποκτείνετε» καί ρωτώντας νά μάθουν ποιοί
εἶναι, τούς ἀπαντοῦν: «ἐάν θέλετε ἰδεῖν ἡμᾶς, ῥίψατε τρεῖς χιτώνας, ὅτι γυμνοί
ἐσμεν, καὶ τότε πρὸς τὸ κάταντες τοῦ ὄρους ἐλθόντες εὑρήσετε ὁδὸν μικρὰν
δύσβατον καὶ δι' αὐτῆς ἐλθεῖν ἔχετε πρὸς ἡμᾶς.». Καί ἀφοῦ ρίξανε τρεῖς χιτῶνες
ἔρχονται πρός συνάντησιν: «καὶ ἰδοὺ τρεῖς γυναῖκες αἵτινες ἡμᾶς θεασάμεναι
ἀπήντησαν ἡμῖν καὶ προσεκύνησαν ἐπὶ τὴν γῆν· προσκυνησάντων δὲ καὶ ἡμῶν καὶ
εὐξαμένων ἐκαθέσθημεν.».
Στήν ἑπόμενη διήγηση446 τόσο ἡ αἰτία ὅσο καί ἡ λύση τοῦ προβλήματος δίνονται
μέσα ἀπό τά ζῶα· μέ χρήση τῆς ἀλληγορικῆς μεθόδου καί τό σχῆμα τῆς μεταφο-
ρᾶς, ἡ διήγηση πλαισιώνεται μέ εἰκόνες ἀπό τό ζωϊκό βασίλειο. Ἡ ἀπόφαση
μοναχοῦ νά περάσει ἔγκλειστος σέ σπήλαιο τή Μ. Τεσσαρακοστῆ δοκιμάζεται,
ὅταν «ὁ διάβολος ὁ ἀεὶ τοῖς ἀγωνιζαμένοις φθονῶν» γέμισε τό σπήλαιο μέ
κοριούς. Ἡ σθεναρή ὅμως ἀπόφαση τοῦ μοναχοῦ νά ὑπομείνει τόν πειρασμό ἔστω
κι ἄν πεθάνει χωρίς νά ἐξέλθει ἀπό τό σπήλαιο μέχρι τό Πάσχα καί ἡ συνεργία τῆς
Θείας ἐπέμβασης δίνουν τή λύση, καθώς τήν τρίτη ἑβδομάδα νηστειῶν πλῆθος ἀπό
μυρμήγκια εἰσβάλουν στό σπήλαιο καί ἐξολοθρεύουν τούς κοριούς.
446
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXVII, σ.76.
260
δεδομένο τῆς ἀξιοπιστίας τους. ∆έν εἶναι κάτι ἐκτός τῆς ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης
ἀλλά γεννῶνται καί καρποφοροῦν ἐντός αὐτῆς. Εἰδικότερα ἡ χρήση τους μέσα στά
κείμενα φέρουν θέση:
α) Πλήρωση τῶν Γραφῶν:
Γιά τόν ἀββά Ἀπολλῶ ἀναφέρεται: «Ἐθεασάμεθα δὲ καὶ ἕτερον ἄνδρα ἅγιον,
ὀνόματι Ἀπολλῶ... τὴν προφητείαν ἀναπληρῶν λέγοντος· ἰδοὺ κύριος κάθηται ἐπὶ
νεφέλης κούφης καὶ ἥξει εἰς Αἴγυπτον καὶ σεισθήσονται τὰ χειροποιητὰ Αἰγύπτου
ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ καὶ πεσοῦντα ἐπὶ τὴν γῆν.(Ἠσ. 19,1)»447. Καί στή συνέχεια:
«Ἐγένετο δὲ συνοικία τῶν ἀδελφῶν ὁμοῦ πρὸς αὐτὸν ἐν τῷ ὄρει ἄχρι
πεντακοσίων, ... καὶ τὸ τῆς γραφῆς ἐπ' αὐτοῖς πεπληρῶσθαι λεγούσης· εὐφράνθητι
ἔρημος διψῶσα· ῥῆξον καὶ βόησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα, ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου
μᾶλλον ἢ τῆς ἔχουσης τὸν ἄνδρα (Ἠσ. 35,1· 54,1)»448.
Στήν περίπτωση μεταστροφῆς ἀρχιληστῆ ἐξαιτίας τοῦ ἀββᾶ Ἀπολλῶ: «...ἐπληροῦτο
δὲ καὶ ἐπ' αὐτῷ ἡ προφητεία Ἠσαΐου λέγοντος· λύκοι καὶ ἄρνες ἅμα βοσκηθήσονται
καὶ λέων καὶ βοῦς ἅμα φάγονται ἄχυρα. (Ἠσ. 65,25)»449.
Στόν Ἰωάννη Κολοβό ἐνῶ ἦταν νύχτα δύο ἄγγελοι φώτιζαν μέ λαμπάδες τό
δρόμο του: «...καὶ πᾶσα πόλις κατέδραμε βλέπουσα τὴν δόξαν· καὶ ὅσον ἔδοξε
φεύγειν τὴν δόξαν, πλέον ἐδοξάσθη ... 'ἐν τούτοις πληροῦται τὸ γεγραμμένον· πᾶς
ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται' (Λουκ.14,1)»450.
β) Τοῦ ἰσχυροῦ τῶν Γραφῶν:
Σέ κατάσταση λιμοῦ στή Θηβαΐδα ὁ ἀββᾶς Ἀπολλῶ λέει: «... 'Μὴ οὐκ ἰσχύειν ἡ χεὶρ
Κυρίου πληθῦναι ταῦτα; καὶ τάδε λέγειν τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον. οὐ μὴ ἐκλείψει ἄρτος
ἐκ τῶν σπυρίδων τούτων ἄχρις ἂν κορεσθῶμεν ἅπαντες τοῦ νέου σίτου' (Βασ.
17,14) καὶ διαβεβαιώσαντο πάντες οἱ παραγενόμενοι τότε τετράμηνον πᾶσιν
ἐπαρκέσει τοὺς ἄρτους. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ ἐλαίου καὶ σίτου πεποίηκεν.»451.
Ὁ ἀββᾶς Ἑλλῆς ὅταν πεθύμησε μέλι καί «...εὐθὺς δὲ ὑπὸ πέτραν κηρία εὑρόμενος»
λέει: «...ἄπελθε ἀπ' ἐμοῦ ἡ ἀκόλαστος ἐπιθυμία. γέγραπται γάρ· πνεύματι περιπατεῖ-
447
Historia Monachorum in Aegypto, σ.46.
448
Historia Monachorum in Aegypto, σ.54.
449
Historia Monachorum in Aegypto, σ.60.
450
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λη’, σ.49.
451
Historia Monachorum in Aegypto, σ.64.
261
ται καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς μὴ τελέσητε (Γαλ. 5). καὶ καταλιπὼν αὐτὰ ἀπηλλάγη.»452.
Ὁ ἴδιος μετά ἀπό νηστεία τριῶν ἑβδομάδων βρίσκει μπροστά του «ὀπώρας
ἐρριμένας» καί λέει: «...γέγραπται οὐκ ἐπ' ἄρτω μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος (Ματ. 4,4)·
νηστεύσας δὲ καὶ ἄλλην ἑβδομάδαν ὕστερον ἀπενύσταξεν...»453.
Ὁ Μ. Ἀντώνιος λέει στόν ἀββά Μακάριο πού ἐπιθύμησε τά βάϊα του: «γέγραπται
'οὐκ ἐπιθυμήσεις τὰ τοῦ πλησίον σου' (Ἔξ. 20,17) καὶ μόνον εἰπόντος εὐθέως τὰ
βάϊα πάντα ὡς ὑπὸ πυρὸς ἐφρύγη.»454.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν ἐπισημαίνει: «τὸ γὰρ κλαίειν ἐστιν ἡ ὁδὸς ἣν παρέδωκεν ἡμῖν ἡ
γραφὴ καὶ οἱ πατέρες ἡμῶν λέγοντες κλαύσατε· ἄλλη ὁδὸς οὐκ ἔστιν, εἰ μὴ
αὕτη.»455.
γ) Αὐθεντική καί ἔγκυρη παρακαταθήκη· ἡ χρήση τους εἶναι διευκρινιστική ὡς
ἀπαντήσεις ἐρωτημάτων:
Ὅταν πῆγαν ἀρειανοί στόν ἀββά Σισώη καί ἄρχισαν νά καταλαλοῦν τούς
ὀρθοδόξους, τότε ἐκεῖνος ζήτησε ἀπό τό μαθητή του Ἀβραάμ νά φέρει τό βιβλίο
τοῦ Μ. Ἀθανασίου καί νά διαβάσει· καί τότε: «ἐγνώσθη ἡ αἵρεσις αὐτῶν.»456.
Ὁ ἀββᾶς Σισώης ὁ Θηβαῖος λέει: «...εἰς τὴν καινὴν γραφὴν ἀναγινώσκω καὶ εἰς
τὴν παλαιὰν ἀνακάμπτω.»457.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν ἀναφέρει: «...ἐὰν μνησθῇ ἄνθρωπος τοῦ γεγραμμένου ρητοῦ, ὅτι
ἐκ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδιακασθήσῃ, αἱρεῖται
μᾶλλον τὸ σιωπᾶν.»458.
δ) Παραδειγματική χρήση:
Ἡ ὑποτιθέμενη ἐγκατάλειψη τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό Θεό ἔχει γιά αἰτία της κρυφή
ἀρετή, ὅπως ἡ περίπτωση Ἰωβ: «Μὴ ἀποποιοῦ μου τὸ κρῖμα, μηδέ οἴου με ἄλλως σοι
κεχρηματικέναι, ἀλλ' ἵνα ἀναφανῇς δίκαιος (Ἰώβ μ,3)»459. Ἐπίσης τήν ἀπομάκρυνση
452
Historia Monachorum in Aegypto, σ.92.
453
Historia Monachorum in Aegypto, σ.93.
454
Historia Monachorum in Aegypto, σ.124.
455
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, ριθ’, σ.96.
456
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σισώη, κε’, σ.113.
457
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σισώη, λε’, σ.114.
458
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, μβ’, σ.89.
459
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.24.
262
τῆς περηφάνιας, ὅπως συνέβει στήν περίπτωση τοῦ Παύλου: «Ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ
σαρκί ἄγγελος σατᾶν ἵνα μὲ κολαφίζῃ, ἵνα μή ὑπεραίρωμαι (Β’ Κορ., ιβ’, 7).»460.
Ὁ ἀββᾶς Μάρκελος ὁ Σκητιώτης διηγεῖται: «Γιατί ὅλη μὲν ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι
ὠφέλιμη καὶ λυπεῖ ὄχι λίγο τοὺς δαίμονες. Ἀλλὰ τίποτε δὲ λυπεῖ τόσο αὐτοὺς ὅσο
τὸ ψαλτήρι· ... Ἐπειδὴ μελετώντας τοὺς Ψαλμούς μ' ἄλλα μὲν λόγια προσευχόμαστε
γιὰ μᾶς, μ' ἄλλα δὲ τούς δαίμονες καταριόμαστε. Ὅπως ὅταν λέμε: 'Ἐλέησόν με ὁ
Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον
τὸ ἀνόμημά μου (Ψ. ν’,9)' ... καὶ 'Λάκκον ὤρυξεν καὶ ἀνέσκαψεν αὐτὸν καὶ
ἐμπεσεῖται εἰς βόθρον ὃν εἰργάσατο· ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ
καὶ εἰς κορυφὴν αὐτοῦ ἡ ἀδικία αὐτοῦ καταβήσεται (Ψ. ζ’,16-17)'.»461.
Ὅταν κάποιος ρωτᾶ τόν ἀββά Ἰωάννη τόν Πέρση ἄν θά κερδίσουν τή Βασιλεία τῶν
Οὐρανῶν, ὕστερα ἀπό τόσους κόπους, ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: «...φιλόξενος ὡς ὁ Ἀβραὰμ
γέγονα, πραῢς ὡς ὁ Μωυσῆς, ἅγιος ὡς ὁ Ἀαρών, ὑπομονητικὸς ὡς ὁ Ἰώβ,
ταπεινόφρων ὡς ὁ ∆αυΐδ, ἐρημίτης ὡς ὁ Ἰωάννης, πενθικὸς ὡς ὁ Ἱερεμίας,
διδάσκαλος ὡς ὁ Παῦλος, πιστὸς ὡς ὁ Πέτρος, σοφὸς ὡς ὁ Σολομών· καὶ πιστεύω
ὡς ὁ ληστὴς, ὅτι ὁ ταῦτα μοι χαρισάμενος δι' οἰκείαν ἀγαθότητα, καὶ τὴν βασιλείαν
παράσχῃ.»462.
Ὁ ἀββᾶς Νισθερῶος στήν ἐρώτηση «ποῖον καλόν ἔργον ἐστίν, ἵνα ποιήσω;»
ἀπαντᾶ: «ἡ γραφή λέγει, ὅτι Ἀβραὰμ φιλόξενος ἦν καὶ ὁ Θεός ἦν μετ' αὐτοῦ· καὶ
Ἠλίας ἠγάπα τὴν ἠσυχίαν καὶ ὁ Θεός ἦν μετ' αὐτοῦ· καὶ ὁ ∆αυΐδ ταπεινὸς ἦν καὶ ὁ
Θεὸς ἦν μετ' αὐτοῦ· ὃ οὖν θεωρεῖς τὴν ψυχήν σου θέλουσαν κατὰ Θεὸν, τοῦτο
ποίησον καὶ φύλαξον τὴν καρδίαν σου.»463.
ε) Ἀποδεικτική χρήση:
Στή διήγηση Περί Ἰωάννου τοῦ ἐν Λυκῷ, καταγράφεται περιστατικό ἀναμέτρησης
νεαροῦ ἁμαρτωλοῦ καί δαίμονος, μέ τελικό συμπέρασμα: «...ἐκ τούτου πλεῖστοι καὶ
τῶν σφόδρα ἀπεγνωκότων ἑαυτῶν μετῆλθον τὰς καλὰς πράξεις καὶ κατώρθωσαν
καὶ γέγονεν αὐτοῖς τὸ τῆς γραφῆς λεγούσης πᾶς ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται
(Λουκ. 14,1).»464.
460
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.26.
461
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.152, σ.168.
462
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.56.
463
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.80.
464
Historia Monachorum in Aegypto, σ.26.
263
Ὁ διάβολος κάνει χρήση τῶν Γραφῶν πρός ἀπόδειξη τῆς ἀκριβῶς ἀντίθετης
κατάστασης στόν πειρασθέντα: «...πολὺς ἀκούεται τῶν δαιμόνων ἐλεγχόντων
αὐτόν τῶν τῇ ἀπάτῃ παραγαγόντων καὶ μεγάλῃ φωνῇ πρὸς αὐτὸν βοώντων. 'Πᾶς ὁ
ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται' (Λουκ.14,11), 'σὺ δὲ ὑψώθης ἕως τῶν οὐρανῶν'
(Λουκ. 18,14), ἐταπεινώθης δὲ ἕως τῶν ἀβύσσων.»465.
Συναντᾶται ὁλόκληρη διήγηση γιά τόν ἀββά Μωϋσή τόν Αἰθίοπα πού ἀρχίζει:
«Γέγραπται γὰρ...»466 καί εἶναι μία ποιμαντική κατήχηση σ' ἕναν μοναχό, μέσα ἀπό
διάλογο, πού βασίζεται στήν ἀποδεικτική σημασία τῶν γραφῶν.
Γιά τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας διήγηση ἀναφέρει: «...ὥσπερ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ὁ
Ἀδὰμ διὰ τῶν χειρῶν τοῦ Θεοῦ ἐγένετο σάρξ, καὶ ἐνεφύσησεν αὐτῷ πνεῦμα ζωῆς,
καὶ ἡ μὲν σάρξ ἐχωρίσθη εἰς τὴν γῆν, τὸ δὲ πνεῦμα ἔμεινεν. Οὕτως καὶ νῦν ὁ
Χριστὸς δίδωσι τὴν ἑαυτοῦ σάρκα σὺν τῷ ἁγίῳ πνεύματι, καὶ ἡ μὲν σάρξ σπανίζεται
εἰς τὸν ἄνθρωπον τὸ δὲ πνεῦμα ἴσταται εἰς τὴν καρδίαν.»467.
Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ στούς μετανοοῦντες ἀποδεικνύεται μέ παραδείγματα: «...
ὅτι Ραάβ πόρνη ἦν, ἀλλ' ἐσώθη διὰ πίστεως· Παῦλος διώκτης ἦν· ἀλλὰ σκεῦος
ἐκλογῆς γέγονε· καὶ ὁ ληστὴς ἐσύλα καὶ ἐφόνευεν· ἀλλ' ἑνὶ λόγῳ τὴν θύραν
πρῶτος τοῦ Παραδείσου ἀνέωξεν·»468.
στ) Χρήση Γραφῶν σέ θέση δικῶν μου λόγων:
Ὁ Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ ὅταν δαίμονες τόν περιέπαιζον λέγοντες: «... 'Συγχώρησον
ἡμῖν ἀββᾶ, ὅτι κόπους σοι παρεσχήκαμεν ὅλη τὴ νύκτα'», ἐκεῖνος ἀπάντᾶ: «...
'Ἀπόστητε ἀπ' ἐμοῦ πάντες οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν, οὐ γὰρ μὴ ἐκπειράσητε
δοῦλον Θεοῦ' (Ψ.6,9· Ματθ.7,23 καί 4,7).»469.
Ὁ μάρτυρας Ἀπολλώνιος παραδομένος στίς φλόγες ἀναφωνεῖ πρός τόν Θεό: «...
Μὴ παραδῷς, δέσποτα τοῖς θηρίοις ψυχὴν ἐξομολογουμένην σοι, (Ψ. 73,19) ἀλλά
σ' αὐτὸν ἐμφανῶς ἡμῖν ἐπίδειξον.»470.
Ἀσκητής ἔλεγε καί πρός ἑαυτόν: «Ἐπίστρεψον, ψυχὴ μου, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου, ὅτι
Κύριος εὐηργέτησέ σε (Ψ. ριδ’, 7).»471.
465
Historia Monachorum in Aegypto, Περί Ἰωάννου τοῦ ἐν Λυκῷ, σ.22.
466
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιη’, σ.73-74.
467
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.77.
468
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.26.
469
Historia Monachorum in Aegypto, σ.33.
470
Historia Monachorum in Aegypto, σ.117.
264
∆ιήγηση ἀναφέρει: «Εἶπε γέρων ὅτι ὅσα καταλαβεῖν ἠδυνήθην, οὐκ ἐδευτέρωσα, ὅτι
ὅσα κατώρθωσα, οὐδ' ἀνελογισάμην αὖθις, τῶν ὄπισθεν ἐπιλανθανόμενος, τοῖς
μὲν ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος (Φιλιπ. γ’, 14).»472.
Γιά τόν ἀββά Παλλάδιο ἀναφέρεται: «Εἶπε πάλι: παιδιά μου ἂς μὴν ἀγαπήσουμε 'τὸν
κόσμον μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ' (Α’ Ἰω. β’,15)'.»473.
ζ) Ἑρμηνευτική /ἐπεξηγηματική χρήση:
Εἶπε κάποιος ἅγιος: «...‘μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν (Ματθ. στ’,13)’ δὲν τὸ
λέμε γιὰ νὰ μὴν πειραστοῦμε ποὺ εἶναι ἀδύνατον, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ μᾶς καταπιεῖ ὁ
πειρασμὸς καὶ κάνουμε κάτι ποὺ δὲν ἀρέσει στὸ Θεό.»474.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν λέει: «γέγραπται· ὃν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν
ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχὴ μου πρός σέ ὁ θεός· ἐπειδὴ αἱ ἔλαφοι...»475.
Στήν ἀμμά Συγκλητική συναντᾶται: «γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς
οἱ περιστεραί· τὸ μὲν γὰρ γίγνεσθαι ... τὸ δὲ ...»476.
Ὁ ἀββᾶς Ἀπολλῶ ἀναφέρει: «... 'Τηρεῖν γὰρ ἡμῖν, φησίν, ὁ Θεὸς ἐντέταλται τὴν
κεφαλὴν τοῦ ὄφεως' (Γεν. 3,15) τοῦτο δὲ ἐστίν, ἵνα...»477.
η) Ἀλληγορική χρήση:
Ὁ Παφνούτιος πού: «... ἠξίου δηλωθῆναι αὐτῷ τίνος ἂν εἴη ὅμοιος. ἔφη δὲ πάλιν ἡ
θεία φωνή πρὸς αὐτόν· 'ἐμπόρῳ ἔοικας ζητοῦντι καλοὺς μαργαρίτας' (Ματ. 13,45)
ἀλλὰ ἀνάστηθι λοιπὸν καὶ μὴ μέλλε...»478.
Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ἀναφερόμενος στήν ἀναποφασιστικότητα τῶν ὀκνηρῶν λέει: «...
'ὀκνηρὸς εἰς ὁδόν ἀποσταλεὶς ἐρεῖ· λέων κατὰ τὴν ὁδόν, καὶ φονίσκος κατὰ τὰς
πλατείας' (Παροιμ. κστ’ 13)· ὡς οἱ εἰπόντες· 'υἱοὺς γιγάντων ἑωράκαμεν καὶ ἦμεν
ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ ἀκρίδες' (Ἀριθ. ιγ’, 34 καί ∆ευτ. α’, 28)... Οὗτοι εἰσὶν οἱ ἐν ἀεὶ
θέλοντες εἶναι σοφοί, βαλεῖν δὲ ἀρχὴν παντελῶς μὴ βουλόμενοι.»479.
471
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.20, σ. 348.
472
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.25, σ. 349.
473
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 69, σ.75.
474
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 209, σ.244-245.
475
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λ’, σ.88.
476
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιη’, σ.122.
477
Historia Monachorum in Aegypto, σ.51.
478
Historia Monachorum in Aegypto, σ.108.
479
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 407.
265
Μοναχός παρομοιάζεται μέ τό πουλί ἐρωδιό πού ἀγαπᾶ τήν ἔρημο καί δέν
φροντίζει γιά τήν κατασκευή φωλιᾶς: «Εἶπε γέρων· ὅπου ἐὰν ὑπάγῃς, πρόσεχε
σεαυτῷ διαπαντός, ὅτι τοῦ ἐρωδιοῦ ἡ κατοικία ἡγεῖται αὐτῶν.»480
θ) Παράλληλες καταστάσεις (ἀναλογία) :
Στή διήγηση Περί τῆς γυναικός τῆς ἀπελθούσης πρός τόν ἀββᾶν Νεόφυτον τοῦ
ἐξαγγεῖλαι, ἀναφέρεται γιά τήν ἁμαρτωλή πού θέλει νά ἐξομολογηθεῖ ἀλλά ὁ
ἀββᾶς τῆς τό ἀρνεῖται, γιατί εἶνα γυναίκα: «...ἅγιε Κύριε Πάτερ, ὁ Κύριος ἡμῶν
Ἰησοῦς Χριστός ὁ ἀληθινὸς Θεός, τὴν ἡμετέραν ἐνδυσάμενος μορφήν, τελῶναις
καὶ ἁμαρτωλοῖς συνανέκειτο, καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ Φαρισαίου συνεσθίων,
οὐκ ἀπεβάλλετο τὴν προσελθοῦσαν αὐτῷ πόρνην, τὴν μετὰ δακρύων καταφιλοῦσαν
τοὺς ἀχράντους αὐτοῦ πόδας καὶ ἐξαγορεύουσαν τὰς οἰκείας ἁμαρτίας (Λουκ.
7,36)· καὶ σὺ ἀποδιώκεις με μετανοεῖσθαι θέλουσαν καὶ σωθῆναι;»481. Καί ἀφοῦ ὁ
μοναχός δέχεται νά τήν ἐξομολογήσει, τότε ἐκείνη: «...'τοῦ Ἰησοῦ γενομένου ἐν
Βηθανία, ἐν οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ, προσῆλθεν αὐτῷ γυνὴ ἀλάβαστρον μύρου
ἔχουσα βαρυτίμου' (Ματθ. 26,6) καὶ τὰ ἑξῆς, αὐτή, λαβομένη ἀγγεῖον μύρου,
προσῆλθε τῷ μοναχῷ καὶ κατέχεεν ἐπὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ, καταφιλοῦσα τούτους καὶ
τοῖς δάκρυσι βρέχουσα καὶ ταῖς θριξί τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐκμάσσουσα καὶ
ἐξαγγέλλουσα τὰς ἑαυτῆς ἁμαρτίας.»482·
Ὁ ἀββᾶς Πατερμούθιος βαδίζοντας: «...νυκτὸς εἰσελθεῖν εἰς τὴν κώμην τὴν
ἀκαιρίαν ἐκκλίνοντος καὶ τὸ σωτήριον παράγγελμα μελετῶντος 'περιπατεῖτε ὡς τὸ
φῶς ἐν ὑμῖν ἔχετε καὶ ὁ πορευόμενος ἐν τῷ φωτί οὐ μὴ προσκόψῃ' (Ἰω. 12,35)
δύνοντος οὖν λοιπὸν τοῦ ἡλίου φωνὴν ἐφθέγξατο πρὸς αὐτὸν λέγων· ‘Ἐν ὀνόματι
τοῦ κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, στῆθι μικρὸν ἐπ’ αὐτὸ τῆς ὁδοῦ σου, ἄχρις ἂν εἰς τὴν
κώμην ἀφίκωμαι.»483.
ι) Παραποιημένη χρήση :
Στή διήγηση Περί Οὐάλεντος, συναντᾶται σέ θέση συμπεράσματος: «Εἶδον δίκαιον
ἀπολλύμμενον ἐν δικαιώματι αὐτοῦ· καί γε τοῦτο ματαιότης»484· τό χωρίο
ἐπικαλεῖται τόν Ἐκκλησιαστή ζ’,16 καί τό ἀκριβές κείμενο τῶν Ο' εἶναι: «Σύμπαντα
480
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.288.
481
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.46.
482
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.50.
483
Historia Monachorum in Aegypto, σ.80.
484
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.156.
266
εἶδον ἐν ἡμέραις ματαιότητός μου. Ἔστι δίκαιος ἀπολλυμμένος ἐν δικαίῳ αὐτοῦ, καὶ
ἔστι ἀσεβὴς μένων ἐν τῇ κακίᾳ αὐτοῦ.».
Ὁ Ἥρων: «...ἐπεχρήσατο δὲ καὶ τῇ μαρτυρίᾳ πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς ἑαυτοῦ μωρίας
καὶ ἔλεγεν ὅτι 'Αὐτὸς ὁ σωτήρ εἶπε· Μὴ καλέσητε διδάσκαλον ἐπὶ τῆς γῆς'.»485· τό
χωρίο ἐπικαλεῖται τό Ματθ. κγ’ 8-10: «Ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ραββί· εἷς γὰρ ὑμῶν
ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστὸς... μὴ κληθῆτε καθηγηταί· εἷς γὰρ ὑμῶν ἐστιν ὁ
καθηγητής, ὁ Χριστός.»
κ) Ἐλεύθερη ἀπόδοση Γραφῶν:
Στή διήγηση Περί Σαραπίωνος, σέ διάλογο τοῦ ἀββᾶ μέ παρθένο πού
μεγαλοφρονοῦσε, ἀναφέρεται: «Τότε λέγει αὐτῇ· ‘ Ἴδε οὖν μηκέτι μέγα φρόνει ἐπὶ
σεαυτῇ ὡς πάντων εὐλαβεστέρα καὶ ἀποθανοῦσα τῷ κόσμῳ· ἐγὼ γάρ σου
νεκρότερός εἰμι καὶ ἔργῳ δείκνυμι ὅτι ἀπέθανον τῷ κόσμῳ· ἀπαθῶς γὰρ καὶ
ἀνεπαισχύντως τοῦτο ποιῶ.'»486· στηρίζεται στό Κολ. γ’,5: «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη
ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς.».
Στό Γεροντικόν, ἀναφέρεται: «Ἔλεγεν ὁ Ἀββᾶς Ἰωσὴφ περί τοῦ Ἀββᾶ Ποιμένος, ὅτι
εἶπεν, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ εὐαγγελίῳ, ὅτι ὁ ἔχων
ἱμάτιον, πωλήσατω αὐτὸ καὶ ἀγοράσατω μάχαιραν· τοὐτέστιν ὁ ἔχων ἀνάπαυσιν,
ἀφήσει αὐτὴν καὶ κρατήσει τὴν στενὴν ὁδόν.»487.
κα) Προληπτική χρήση:
Ὁ Βαβύλας, ὁ ἠθοποιός (εἰδωλολάτρης): «Μία μέρα λοιπὸν πῆγε στὴν ἐκκλησία,
ὅπου κατ' οἰκονομία Θεοῦ διαβαζόταν τό Εὐγγέλιο, στὸ ὁποῖο ὑπάρχει τὸ χωρίο
ποὺ λέει: 'Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν' (Ματθ. γ’,3).»488.
Ὁ ἐπίσκοπος πού ἐγκατέλειψε τήν καθέδρα του καί δούλευε σάν ἐργάτης,
ὁμολογεῖ: «Ὅπως λοιπὸν σᾶς εἶπα, ὑπὲρ τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας
ἀγωνιστεῖτε· 'τοιαύταις γὰρ θυσίαις εὐαρεστεῖται ὁ Θεός' (Ἑβρ. ιγ’,16).»489.
Ὁ τραγικός θάνατος τοῦ ἀσεβῆ ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Θαλέλαιου,
μαρτυρεῖ: «τὰ σημάδια τῆς κρίσεως ποὺ πρόκειται νὰ τὸν ὑποδεχτεῖ καὶ πόσο εἶναι
485
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Ἥρωνος, τ.1, σ.156.
486
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.208.
487
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ριβ’, σ.95.
488
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 32, σ.38.
489
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 37, σ.45-46.
267
490
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.43, σ.53.
491
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριο, κεφ.110, σ.124-125.
492
Historia Monachorum in Aegypto, σ.81.
493
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 39, σ.47.
494
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 78, σ.86.
495
Historia Monachorum in Aegypto, σ.82.
268
496
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 4ῃ τοῦ μηνός Νοεμβρίου, ∆ιήγησις εἰς τόν
θρῆνον τοῦ προφήτου Ἱερεμίου περί τῆ Ἱερουσαλήμ, καί εἰς τήν ἅλωσιν ταύτης, καί περί τῆς
ἐκστάσεως Ἀβιμέλεχ, τ.1, σ. 189· πρβλ. Ἰω. Στεφούλη, Ἡ μελέτη καί ἡ ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς
∆ιαθήκης ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐρήμου. Συμβολή στήν Ἱστορία τῆς Βιβλικῆς Ἑρμηνευτικῆς, ἐκδ.
Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2002.
269
497
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.48.
498
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.49.
499
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.334.
500
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.155.
501
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.410.
502
Historia Monachorum in Aegypto, σ.22.
503
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.158.
270
ζωῆς σου χρόνον· ἵλεως ἔσται σοι κύριος ἐπὶ τῇ τοιαύτῃ ἁμαρτίᾳ...»504. Ἡ χρήση τῆς
πολεμικότητας γίνεται ὄχι πρός ἐξόντωση ἀλλά πρός σωτηρία. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν
διακηρύσσει: «...ἀλλ' ἐάν τις σέ κακοποιήσῃ, εὖ ποίησον, ἵνα διὰ τῆς ἀγαθοποιΐας
ἀνέλῃς τὴν πονηρίαν.»505· καί ἀλλοῦ: «...ἀπόσχου δὲ ἀπὸ κακῆς συνοδίας.»506.
Ὁ ἀγωνιστικός προσανατολισμός διαφαίνεται καί στόν ἐκθειασμό τῆς
σωματικῆς συμπεριφορᾶς. Ἡ ἐνθουσιώδης περιγραφή τῆς σωματικῆς βίας
σημαδεύει συχνά τήν προφορική ἀφήγηση· βέβαια εἶναι λιγότερο ἀποκρουστική
ὅσο λεπτομερής κι ἄν εἶναι, ὅταν περιγράφεται μέ λέξεις καί δέν παρουσιάζεται σέ
εἰκόνες (μαρτύριο Ἀπολλώνιου507, θάνατος τοῦ ἀσεβῆ ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονί-
κης Θαλέλαιου508). Στήν ἐξέλιξή της ἡ λογοτεχνική ἀφήγηση παρασύρει τήν ἑστία
δράσης ὅλο καί περισσότερο σέ ἐσωτερικές παρά ἐξωτερικές κρίσεις. Ἡ βία ὅμως
συνδέεται καί μέ τή δομή τῆς προφορικότητας, καθώς ἡ λεκτική ἐπικοινωνία εἶναι
ἕνα δυναμικό δοῦναι καί λαβεῖν τοῦ ἤχου καί οἱ διαπροσωπικές σχέσεις
παραμένουν ἰσχυρές τόσο στό ἐπίπεδο τῆς συμπάθειας ὅσο καί τοῦ ἀνταγωνισμοῦ.
Ἀπό τήν ἄλλη ὑπάρχει καί ἡ περίπτωση τῶν ὑπερβολικῶν ἐπαίνων. Ὁ ἔπαινος
συνοδεύει τόν ἔντονα πολωμένο, ἀγωνιστικό προφορικό κόσμο τοῦ καλοῦ καί τοῦ
κακοῦ, τῆς ἀρετῆς καί τῆς κακίας, τῶν δικαίων καί ἁμαρτωλῶν (διήγησεις πού
ἀναφέρονται στήν περιγραφή παράδεισου καί κόλασης, σωστοῦ καί λάθους
ἀναφορικά μέ τίς αἱρέσεις καί τήν εἰδωλολατρία).
Ἡ ἀφήγηση τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων ἔχει σάν ἀντίκτυπο τήν ἀντίδραση τοῦ
ἀτόμου ὄχι ὡς ἀτόμου ἤ ὑποκειμένου ἀλλά σάν ἀντίδραση κοινότητας. Εἶναι
ἀντίδραση συμμετοχικοῦ χαρακτήρα πού ἀναφέρεται στό εἰδικό ἀντικείμενο πού
διαχειρίζεται, δηλ. τή μόρφωση τοῦ χριστιανικοῦ καί μοναχικοῦ ἰδεώδους. Ἀντίθετα
ἡ γραφή διαχωρίζει τόν γνώστη ἀπό αὐτό πού γνωρίζει κι ἔτσι δημιουργεῖ
συνθῆκες «ἀντικειμενικότητας» μέ τήν ἔννοια τῆς προσωπικῆς ἀποδέσμευσης. Στήν
ἀφήγηση οἱ λέξεις ἀποκτοῦν τή σημασία τους μόνο ἀπό τό πάντα ἄμεσο περιβάλ-
λον τους πού δέν συνίσταται μόνο σέ λεκτική ἐπικοινωνία ἀλλά περιλαμβάνει
νεύματα, ἀλλοιώσεις τοῦ τόνου φωνῆς, ἐκφράσεις προσώπου καί ὁλόκληρο τό
504
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.80.
505
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρος’, σ.100.
506
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρξζ’, σ.99.
507
Historia Monachorum in Aegypto, σ.115.
508
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.43, σ. 51-53.
271
509
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.38.
510
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 62.
511
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 247.
272
512
πρβλ. W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ. 7-8· στούς ἀρχαίους Ἕλληνες ἡ γοητεία
αὐτή φαίνεται στή ρητορική τέχνη πού ἀναφέρονταν κυρίως στή δημόσια ἀγόρευση· ἡ γραφή
δέν μείωσε τήν προφορικότητα ἀλλά τήν ἐνίσχυσε, ἐπιτρέποντας τήν ὀργάνωση τῶν «ἀρχῶν» ἤ
τῶν συνιστωσῶν τῆς ρητορικῆς σέ μία ἐπιστημονική «τέχνη», ἕνα γραμμικά διατεταγμένο σχῆμα
πού ἔδειχνε πῶς καί γιατί ἡ ρητορεία πετύχαινε καί μποροῦσε νά πετύχει τά διάφορα εἰδικά της
ἀποτελέσματα. Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῆς ἀγόρευσης, τίποτε δέν ἀπέμενε πρός μελέτη. Αὐτό
πού χρησιμοποιοῦσαν πρός «μελέτη» ἦταν ἀγορεύσεις πού εἶχαν καταγραφεῖ μετά τήν
ἐκφώνησή τους καί συνηθέστερα πολύ ἀργότερα· ἔτσι ἀκόμα καί οἱ ἀγορεύσεις πού εἶχαν
συντεθεῖ προφορικά μελετοῦνταν ὄχι ὡς ὁμιλίες ἀλλά ὡς γραπτά κείμενα. Ἐπιπλέον ἐκτός ἀπό
τήν καταγραφή προφορικῶν τελέσεων ὅπως οἱ ἀφηγήσεις, ἡ γραφή παρήγαγε τελικά αὐστηρά
γραπτές συνθέσεις, σχεδιασμένες ν' ἀφομοιωθοῦν κατευθείαν ἀπό τή γραμμένη ἐπιφάνεια,
μολονότι πολλές ἀπό αὐτές ἀκούγονταν μᾶλλον, παρά διαβάζονταν σιωπηλά.
513
πρβλ. W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ. 20-32· ὁμηρικό ζήτημα: Ὁ Robert Wood
πίστευε πώς ὁ Ὅμηρος ἦταν ἀναλφάβητος καί ὅτι ἡ δύναμη τῆς μνήμης του, τοῦ ἐπέτρεπε νά
παράγει αὐτή τήν ποίηση· τήν ἐξήγηση πού δέν ἔδωσε στήν ὁμηρική μνημοτεχνική τήν ἔδωσε ὁ
Millman Parry μέ τό ἀξίωμα «τῆς ἐξάρτησης τῆς ἐπιλογῆς τῶν λέξεων καί τῶν μορφῶν τους ἀπό
τό σχῆμα τοῦ ἑξαμέτρου». Ὁ ἐπικός ποιητής διέθετε ἕνα πληθωρικό ρεπερτόριο ἐπιθέτων,
ἀρκούντως διαφοροποιημένο ὥστε νά τοῦ παρέχει ἕνα ἐπίθετο γιά κάθε μετρική του ἀνάγκη
καθώς συνέρραπτε τήν ἱστορία του· ἦταν διαφορετικό μάλιστα σέ κάθε ἀπαγγελία καθώς οἱ
ἐπικοί ποιητές δέν ἀπομνημονεύουν κατά λέξη τήν ποίησή τους. Ὁ Ὅμηρος ἐπαναλάμβανε
λογότυπους τόν ἕνα μετά τόν ἄλλο (ραψωδεῖν=συρράπτω ἄσματα), συνέραπτε προκατασκευα-
σμένα μέρη. Συγχρόνως οἱ τυποποιημένοι λογότυποι (δηλ. ὁμάδα λέξεων πού χρησιμοποιεῖται
τακτικά κάτω ἀπό τίς ἴδιες μετρικές συνθῆκες, γιά νά ἐκφράσει μιά δεδομένη βασική ἰδέα ἤ
ἐπαναλαμβανόμενες φράσεις ἤ καθιερωμένες ἐκφράσεις, ὅπως οἱ παροιμίες, σέ πεζό ἤ
ποιητικό λόγο πού ἔχουν εὐρύτερη καί κρισιμότερη λειτουργία σέ ἕνα προφορικό ἀπ' ὅτι
ἐγγράμματο πολιτισμό) ὁμαδοποιοῦνται γύρω ἀπό ἐξίσου τυποποιημένα θέματα.
273
ἄλλου ἀοιδοῦ, ἀλλά προετοιμάζει τή δική του ἐκδοχή. Τό σταθερό ὑλικό στή μνήμη
τοῦ βάρδου εἶναι ἕνα ἐπιπολάζον σύνολο θεμάτων καί λογοτύπων ἀπό τά ὁποῖα
κατασκευάζονται ὅλες οἱ διαφορετικές ἱστορίες.
Παραδειγματικά ἀναφέρεται γιά τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις τό σύνηθες
διηγηματικό πλαίσιο γιά τήν ἀμαύρωση τῆς εἰκόνας ἑνός ἐνάρετου ἀνθρώπου, πού
εἶναι ἡ μορφή μιᾶς ὄμορφης γυναίκας. Τίς περισσότερες φορές πρόκειται γιά
πόρνη μέ παραλλαγές τή διαφθαρείσα κόρη ἤ κόρη μένουσα μόνη πού φιλοξενεῖ
τό δρῶν πρόσωπο ἤ κόρη πού φιλοξενεῖται ἀπό τό δρῶν πρόσωπο καθώς δέν ἔχει
πού να πάει. Ἡ πλοκή σ' αὐτές τίς ἱστορίες ἐξελίσσεται μέ ὁμολογία τῆς ἀλήθειας
ἐκ μέρους τοῦ ἐπιβουλευόμενου τήν ἀλήθεια (διήγηση Συκοφαντηθέντος
ἀναγνώστη514). Σέ παραλλαγή τῆς διήγησης μέ τόν ἀββά Μακάριο, ὑπάρχει καί τό
στοιχεῖο τῆς διαπόμπευσης τοῦ ὑποτιθέμενου «ἐνόχου»: «Καὶ ἐξελθόντες οἱ τῆς
κώμης συνέλαβόν με καὶ ἐκρέμασαν περὶ τὸν τράχηλόν μου ἠσβολωμένας χύτρας
καὶ ὠτία κούφων, καὶ πομπεύοντες περιήγαγόν με κατὰ τὰς ἀμφόδους τῆς κώμης,
τύπτοντες ἅμα καὶ λέγοντες· οὗτος ὁ Μοναχὸς ἔφθειρεν ἡμῶν τὴν παρθένον,
λάβετε αὐτὸν λάβετε, καὶ ἔτυψάν με παρὰ μικρὸν τοῦ ἀποθανεῖν»515. Σέ ἄλλη
παραλλαγή ὑλικοῦ, προστίθεται ἡ παράμετρος τοῦ συκοφαντήσαντος πού κακοπαθεῖ
ἀμέσως μετά τήν ἀνομία του· ἀποτελεῖ ἀποδεικτικό στοιχεῖο γιά τήν σπίλωση τοῦ
ἥρωα καί ἀκολουθεῖ θεραπεία τοῦ ἐνόχου διά τῆς προσευχῆς τοῦ συκοφαντηθέ-
ντος: πόρνη πού συκοφάντησε τόν Μέγα Γρηγόριο Θαυματουργό, παίρνοντας τά
λεφτά πού ὑποτίθεται ὅτι τῆς χρωστοῦσε ἀπό ἀνόσιες πράξεις μαζί της, «...πνεύματι
δαιμονίῳ στρεβλωθεῖσα καὶ βρυχηθμῷ θηριώδει παρὰ τὴν ἀνθρωπίνην φωνὴν
ἀνοιμώξασα πίπτει πρηνής, κατὰ τὸ μέσον τῶν συνειλεγμένων, θέαμα φρικτόν τε
καὶ φοβερὸν τοῖς παροῦσιν ἀθρόως, τῶν τριχῶν τε διερρηγμένων καὶ ταῖς ἰδίαις
χερςὶ σπαρασσομένων καὶ τῶν ὀφθαλμῶν ἀνεστραμμένων, καὶ τοῦ στόματος τὸν
ἀφρὸν παραπτύοντος, καὶ οὐ πρότερον ἀνῆκε καταπνίγον αὐτὴν τὸ δαιμόνιον, πρὶν
αὐτὸν ἐκεῖνον τὸν μέγαν ἐπικαλέσασθαι τὸν Θεόν, καὶ ὑπέρ αὐτῆς ἱλεώσασθαι»516.
Στήν περίπτωση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ἐπισκόπου Ἀκραγαντίνων ὄχι μόνο τό
«δόλωμα», δηλ. ἡ γυναίκα δαιμονίστηκε, ἀλλά καί οἱ «ἠθικοί αὐτουργοί» τῆς
514
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 557-558.
515
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 564.
516
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 561.
275
συκοφαντίας, δηλ. οἱ Σαβῖνος καί Κρισκεντῖνος: «...τούτων νεύσει θείᾳ τοῦ συνεδρί-
ου ἐνώπιον λαίλαπι ζοφερᾷ περισχεθέντων ἅμα παντὶ τῷ ἐκείνων συστήματι ἐφ'
ὥραν ἱκανήν. Εἶτα μετὰ τὸ διαλυθῆναι τὴν λαίλαπα πάντων ὀφθέντων μεμελανω-
μένων τὰ πρόσωπα καὶ πεπελιδνωμένων τὰ χείλη, καὶ μάλιστα τῶν ἀρχηγῶν τῆς
συκοφαντίας, ὡς μήτε συσφίγγειν αὐτά, μήτε λαλεῖν ὅλως δύνασθαι καὶ φανερῶς
ἐκ Θεοῦ δεξαμένων τὴν τιμωρίαν, ἣν ἐξ ἐκείνου καὶ τὸ γένος αὐτῶν διεδέξατο,
ἀνίερον εἶναι κατακριθὲν καὶ λειτουργὸν ἐκ τούτου Κυρίου μὴ γίνεσθαι.»517.
Ἀξιοσημείωτο στοιχεῖο εἶναι ὅτι τό στίγμα τῆς συκοφαντίας ἀκολούθησε καί τίς
ἑπόμενες γενεές τῶν συκοφαντούντων ἀποκλειοντάς τους ἀπό τό ἀξίωμα τῆς
ἱεροσύνης. Στήν περίπτωση τοῦ πατέρα Νίκωνα πού συκοφαντήθηκε ἄδικα γιά
διαφθορά κόρης Αἰγυπτίου, μετά τήν ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας, ὅταν τοῦ ζητήθηκε
συγγνώμη ἀπό ὅλους πού δέν τόν πίστεψαν (λαός καί Πατέρες), ἐκεῖνος
ἀποκρίθηκε στηλιτεύοντας τήν ἀνθρώπινη σκληροκαρδία: «συγχωρῆσαι ὑμῖν ὁ
Θεός, ἐγὼ δὲ οὐκέτι ὧδε μενῶ μεθ' ὑμῶν, ὅτι οὐχ εὑρέθη εἷς ἔχων διάκρισιν τοῦ
συμπάθειάν τινα ἐνδείξασθαι εἰς ἐμέ. Καὶ ἀνεχώρησεν εὐθύς ἐκεῖθεν ὁ
γέρων.»518. Οἱ διηγήσεις ἔχουν τό δικό τους τρόπο νά δείχνουν τή σημασία καί τίς
συνέπειες τῆς κάθε ἀνθρώπινης ἐνέργειας μέ βάση τό ἴδιο ὑλικό.
Ἡ προφορική ἀπομνημόνευση ἀπαιτεῖ περισσότερη καί λεπτομερέστερη μελέτη,
ἰδίως στήν τελετουργία. Ὁ Chafe (1982) μελετώντας τή γλώσσα τῶν ἰνδιάνων
Seneca δέχεται πώς ἡ τελετουργική γλώσσα συγκρινομένη μέ τήν καθομιλουμένη,
μοιάζει μέ τή γραφή ὡς πρός τό ὅτι: «ἔχει μιά διάρκεια πού ἡ καθομιλουμένη δέν
ἔχει· ἡ ἴδια προφορική τελετουργία παρουσιάζεται ξανά καί ξανά ὄχι κατά λέξη
ἀλλά μέ περιεχόμενο, ὕφος καί λογοτυπική δομή πού δέν ἀλλάζει ἀπό τέλεση σέ
τέλεση»519. Ἀκόμη καί σέ πολιτισμούς πού γνωρίζουν καί ἐξαρτῶνται ἀπό τήν
γραφή ἀλλά διατηροῦν ζωντανή ἐπαφή μέ τήν προφορικότητα, ἔχουν δηλ. ὑψηλό
προφορικό ὑπόλειμμα, ἡ τελετουργική προφορική ἔκφραση συχνά δέν ἐπανα-
λαμβάνεται κατά λέξη. Μήπως καί αὐτός εἶναι ἕνας παράγοντας πού συνέβαλε
στήν ὕπαρξη τῶν αἱρέσεων; Ἡ μή χρησιμοποίηση τῶν ἰδίων λέξεων καί ἡ
ἀντικατάσταση τους ἀπό συναφεῖς ὅρους μήπως ὁδηγοῦν πολλές φορές σέ
517
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 563.
518
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 567.
519
W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ.88.
276
520
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 66.
277
«Ταῦτα ὁ γέρων ἰδὼν ἐδάκρυσε· καὶ τῇ χειρί τύψας τὸ στῆθος, ἐκάθισε πρὸ τῆς
ἐκκλησίας, ἀποκλαιόμενος σφόδρα τὸν ἀδελφὸν τὸν οὕτως ὀφθέντα αὐτῷ·»521·
«...ἐπὶ τῆς γῆς πάντες πεσόντες, μετὰ δακρύων ὑπὲρ τῆς λυτρώσεως αὐτοῦ σφοδρο-
τέρως καί θερμοτέρως ηὔχοντο.»522·
«Εἶτα κατασχὼν τὴν χεῖρα τοῦ ἀδελφοῦ, ἔφη αὐτῷ· ‘Πρόσεχε σεαυτῷ ἀδελφέ’ καὶ
τοῦτο εἰπὼν ἀπῆλθεν.»523·
«...ὁ δὲ γέρων, δοὺς αὐτῷ χεῖρα καὶ ἀναστήσας, λέγει πρὸς αὐτόν· θάρσει ὅτι ἔστι
μετάνοια.»524.
Ὁ σεβασμός καί ἡ ἐκτίμηση στό πρόσωπο τῶν Γερόντων ἀκόμη καί ἀπό τούς
ὕπατους ἄρχοντες τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας καταδεικνύεται μέσῳ ὀφθαλμοφανῶν
κινήσεων: «Τούτου (ἁγίου Σάββα) οὖν τῇ πόλει ἐγγίσαντος, καὶ λαμπρῶς λίαν ὑπὸ
τοῦ βασιλέως Ἰουστινιανοῦ εἰσδεχθέντος, καὶ γὰρ ἐπειδὴ πόῤῥωθεν ἔτι προϊόντα
διέγνω ὁ βασιλεύς, τῆς καθέδρας, ὡς εἶχεν, ἐξαναστάς, εὐλαβῶς ἄγαν τὴν ἱερὰν
ἐκείνην κεφαλὴν κατησπάζετο.»525.
Ἡ προσευχή τῶν ἀββάδων ἀποτελεῖ τό μόνιμο ἐφόδιο πρός ἀποφυγή τῶν
κινδύνων. Γιά τόν ἅγιο Μαρτίνο πού εἶχε θέσει ὅρο στόν ἑαυτό του νά μήν βλέπει
γυναίκα, ἀναφέρεται: «Ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἅγιος ἐκ μήκους ἐρχομένην καὶ ἐκ τῶν
ἱματίων ἐπιγνοὺς ὅτι γυνή ἐστιν, ἑαυτὸν εἰς εὐχὴν δέδωκε, καὶ ἐν τῇ γῇ τὴν ἑαυτοῦ
ὄψιν ἐπεστήριξεν· ἐπί τοσοῦτον δὲ ἡπλωμένος ἐν τῇ προσευχῇ προσεκαρτέρησεν
ἕως οὗ τὸ ἀναιδὲς ἐκεῖνο γύναιον ἀτονῆσαν ἐκ τῆς θυρίδος τοῦ κελλίου αὐτοῦ
ἀπέστη.»526. Καί σέ ἄλλη διήγηση: «...ταῦτα δὲ ὁ ἐπίσκοπος ἀκούσας καὶ ἐπιγνοὺς,
εὐθέως ἐν τῇ γῇ κατακλιθεὶς ἑαυτὸν εἰς προσευχὴν δέδωκεν.»527.
Ἄλλοτε πάλι σκιαγραφεῖται ὁ θρῆνος τοῦ μετανοοῦντος. Μοναχός: «...μετὰ τὸ
τελέσαι τὴν ἁμαρτίαν... βλέπων τὸν σεβάσμιον χαρακτήρα τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἔρριπτεν ἑαυτὸν ἔμπροσθεν αὐτοῦ μετά πικρῶν δακρύων... ἔρχεται
δρομαίως ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, θρηνῶν καὶ στένων καὶ ὀλοφυρόμενος.»528.
521
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.45.
522
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.124.
523
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.44.
524
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.306.
525
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.284.
526
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.360.
527
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.356.
528
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.34-35.
278
Ἄλλος πάλι μοναχός: «Οὕτως αὐτοῦ ἐπὶ ἐνιαυτὸν ὅλον μετανοοῦντος καὶ ταῦτα
μετὰ δακρύων θερμῶς καὶ ὁλοψύχως ἱκετεύοντος ἔν τε νηστείᾳ, καὶ ἀγρυπνίᾳ καὶ
τῇ λοιπῇ κακουχία τό τε σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ καταπαδανῶντος καὶ
συντρίβοντος, ἐν μιᾶ καθημένου αὐτοῦ χαμαί, καὶ θρηνοῦντος συνήθως καὶ γοερὸν
ἀνοιμωζόντος ἀπὸ τῆς πολλῆς ἀθυμίας...»529.
Ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου Ἀλυπίου ἐκφράζει τήν ἀμηχανία της: «...τῇ δεξιᾷ τὸ μέτωπον
τύπτουσα, τί τοῦτο ἔλεγε;»530.
Στόν ἀββά Σιλουανό ἐντοπίζεται ὁ ἐκστασιασμός τῶν Γερόντων: «Καθεζόμενος
ὁ ἀββᾶς Σιλουανός μετὰ ἀδελφῶν ἐγένετο ἐν ἐκστάσει καὶ πίπτει ἐπὶ πρόσωπον·
εἶτα μετὰ βραχὺ ἀναστάς, ἔκλαιεν...»531.
Στήν προφορική ἐκφορά τοῦ λόγου ἰδιαίτερα τή δημόσια, ἀκόμη καί ἡ ἀπόλυτη
ἀκινησία εἶναι ἀπό μόνη της μία ἰσχυρή χειρονομία. Πρόκειται γιά λογοκίνητο
τρόπο ζωῆς. Πρῶτος τόν ὅρο χρησιμοποίησε ὁ Jousse ἀναφερόμενος στόν ἀρχαῖο
ἑβραϊκό καί ἀραμαϊκό πολιτισμό, πού παρ' ὅτι γνώριζαν γραφή εἶχαν προφορικό
ἀπόθεμα.
Ὑπάρχει ἐδῶ καί εἴκοσι χρόνια ὁ ACRB (Association canadienne des récitatifs
bibliques/ Καναδικός σύλλογος Βιβλικῆς ἀπαγγελίας)· ξεκίνησε ὑπό τήν αἰγίδα τῆς
Louise Bisson πού δίδασκε στό Πανεπιστήμιο τοῦ Laval στό πρόγραμμα Θεολογίας
τήν διδασκαλία μουσικῶν ἀπαγγελιῶν. Ἡ Bisson εἶχε διδαχθεῖ στή Γαλλία, στό
ἵδρυμα Marcel Jousse πού συνεχίζει τό πρωτοποριακό ἔργο τοῦ ὁμώνυμου Ἰησουίτη
πατέρα. Ὁ ACRB ἔχοντας σάν βάση ἀνθρωπολογικές μελέτες προσπαθεῖ νά
ἐξηγήσει καί νά κατανοήσει τί εἶναι αὐτό πού χαρακτηρίζει τή μετάδοση τῆς γνώσης
στούς πολιτισμούς προφορικῆς παράδοσης· ἀνακαλύπτει τή σπουδαιότητα τοῦ
ρυθμοῦ καί τῆς ἐπανάληψης σάν στηρίγματα τῆς μνήμης. Ἡ ἐπαλήθευση τῶν λόγων
του γίνεται μέσῳ τῆς ρυθμικῆς καί μελωδικῆς ἐπένδυσης εὐγγελικῶν κειμένων
(μετάφραση παραβολῶν Ἰησοῦ στά ἀραμαϊκά)· μέ τή βοήθεια τῆς συνεργάτιδάς του
Gabrielle Baron τά ὁρίζει κινησιολογικά καί ἀρχίζει νά τά διαδίδει (αὐτό ἀργότερα
θά ὀνομαστεῖ «μουσική ἀπαγγελία»). Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἀξιοσημείωτο: ἀπό τόν
πιό μικρό ὡς τόν πιό μεγάλο συμμετέχοντα καταφέρνουν νά συγκρατήσουν στή
529
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.69.
530
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.180.
531
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.151.
279
μνήμη τους κείμενα πού πολλές φορές εἶναι ἐκτενή· ὁ «λόγος τοῦ θεοῦ» παίρνει
σάρκα καί ὀστά μέσῳ τῆς συμμετοχῆς τοῦ δρῶντος προσώπου σ' αὐτόν. Στόχος
τοῦ ACRB νά φτιάξει ὅλο τό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο σέ μουσική ἀπαγγελία. Οἱ
εἰκόνες, τά σύμβολα καί ἡ δυναμική τῶν κειμένων ἀφομοιώνονται σέ περιόδους
ψυχο-πνευματικῆς ἐμβάθυνσης. Ἡ Βίβλος θέτει ἐρωτήματα στή διανόηση, στή μνήμη,
στήν καρδιά καί γιά τόν ACRB καί στό σῶμα. Μέ κάθε φύσημα τῆς ἀναπνοῆς ἀπό
στίχο σέ στίχο, ἕνα κείμενο ἀπομνημονεύεται βάζοντάς το μέσα στό ἀνθρώπινο
σῶμα· τό τραγούδι κάθε φυσήματος ἀναπνοῆς ἐπιτρέπει στό λόγο τοῦ Θεοῦ νά
μπεῖ σιγά-σιγά μέσα στό αὐτί, στό λαρύγγι καί στό σῶμα τοῦ συμμετέχοντος. Ἡ
Louise Bisson τό ὀνομάζει «ἐσωτερικό τατουάζ». Ἡ μουσική πού ἀκολουθεῖ τήν
ἔννοια τῶν λέξεων ὀνομάζεται «σημαντική τῆς μελωδίας» καί ἀντικαθιστᾶ σήμερα
τίς παλαιστινιακές μελωδίες πάνω στίς ὁποῖες ὁ Marcel Jousse καί ἡ ὁμάδα του
ἔφτιαξαν τίς πρῶτες μουσικές ἀπαγγελίες. Σ' αὐτό τό τραγούδι προστίθενται καί
χειρονομίες πού παίρνουν τή σημασία τους, ἀφοῦ τό κείμενο ἔχει μελετηθεῖ στό
περιεχόμενο, τή δομή καί τό λεξιλόγιο του. Ἡ συμβολική τῶν χειρονομιῶν εἶναι
σχετικά ἁπλή: πρός τά πάνω καί δεξιά ἀντιστοιχεῖ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ λατρεία·
πρός τά κάτω καί ἀριστερά ἡ κόλαση, τό κακό, ἡ ἁμαρτία· ὁ «Λόγος» βγαίνει ἀπό
τήν καρδιά ἀπό τό λαιμό καί ἐκπνέεται μέ τήν ἀναπνοή. Ἡ χειρονομία ἐκφράζει τήν
πραγματικότητα τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Ἐκτός ἀπό τίς χειρονομίες ὑπάρχει
καί ἡ αἰώρηση τοῦ σώματος (οἱ Ἑβραῖοι χρησιμοποιοῦσαν τήν αἰώρηση κατά τήν
προσευχή) πού ἐπιτρέπει στόν ἐσωτερικό μας κόσμο νά γίνει δεκτικός στό Λόγο
τοῦ Θεοῦ (χαλάρωση). Ἡ αἰώρηση τοῦ σώματος ἐπιτρέπει στό μηχανισμό τῆς
μνήμης νά τεθεῖ σέ κίνηση532.
Ἡ σιωπή εἶναι στάση ζωῆς γιά τούς Γέροντες τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων. Γιά
τόν ἀββά Κρόνιο ἀναφέρεται: «...αὐτὸς δὲ εἴ τι ἐποίει, σιωπῶν ἐποίει· καὶ τοῦτό με
ἐδίδαξε, τὸ ποιεῖν σιωπῶντα.»533.
Ἡ ἁγία Μελανία πάλι ὅταν κάνει μία γενναία οἰκονομική προσφορά στόν ἀββά
Παμβώ περιμένει νά τήν τιμήσει (ἀνθραπαρέσκεια) γι’ αὐτή τήν χειρονομία· ἐπειδή
αὐτό δέν γίνεται, τοῦ ἀναφέρει τήν ἀξία (τριακόσιαι λίτραι) τῆς δωρεᾶς καί τότε ὁ
532
Ἐνημερωτικό ὑλικό Συνεδρίου τοῦ ACRB, Νοέμβριος 2000, Κεμπέκ.
533
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Ἰσαάκ, β’, σ.51.
280
Γέροντας χωρίς νά κάνει καμία σωματική κίνηση (ὅτι ἔκανε, συνέχισε νά τό κάνει,
δηλ. νά πλέκει καλάθι) τῆς ἀπαντᾶ αὐτό πού ἀποτελεῖ καί τό σωφρονισμό της
(παιδαγωγική μέθοδος): «ᾯ ἤνεγκας αὐτά, τέκνον, σταθμοῦ χρείαν οὐκ ἔχει. Ὁ
γὰρ τὰ ὄρη σταθμίζων πολλῷ μᾶλλον ἐπίσταται τὴν ποσότητα τοῦ ἀργυρίου. Εἰ μὲν
γὰρ ἐμοὶ αὐτὸ ἐδίδως, καλῶς ἔλεγες. εἰ δὲ θεῷ, τῷ τοὺς δύο ὀβολοὺς μὴ
παριδόντι, σιώπα.»534. Αὐτό πού παίζει ρόλο δέν εἶναι ἡ προσφορά ἀλλά ὁ λόγος
γιά τόν ὁποῖον γίνεται, δηλ. ἡ προαίρεση. Ὄχι ἀπό ἀνθραπαρέσκεια ἀλλά ἀπό πίστη
ὅτι ἡ προσφορά γίνεται στόν ἴδιο τό Θεό. Σημασία δέν ἔχει ἡ ἐμπορική ἀξία τοῦ
τιμήματος -πού ἀναμφισβήτητα καλύπτει ἀνθρώπινες ἀνάγκες- ἀλλά τό κίνητρο
αὐτῆς τῆς ἐνέργειας, δηλ. ἄν εἶναι κατά Χριστόν ἤ ὄχι (ὑστερόβουλες σκέψεις).
Ἡ πρωταρχική προφορικότητα ὑποθάλπει δομές προσωπικότητας πού κατά
κάποιο τρόπο εἶναι πιό κοινοβιακές καί ἐξωστρεφεῖς καί λιγότερο ἐσωστρεφεῖς
ἀπό ἐκεῖνες πού ἀπαντῶνται ἀνάμεσα στούς ἐγγράμματους. Ἡ προφορική ἐπικοινω-
νία ἑνώνει τούς ἀνθρώπους σέ ὁμάδες. Ἡ γραφή καί ἡ ἀνάγνωση εἶναι μοναχικές
δραστηριότητες πού ἀναδιπλώνουν τήν ψυχή στόν ἑαυτό της. Ἡ μνημοτεχνική
δημιουργεῖ ἡρωϊκούς χαρακτῆρες ὄχι τόσο γιά διδακτικούς λόγους ἀλλά γιά νά
ὀργανώσει τήν ἐμπειρία σέ κάποια μόνιμα ἀπομνημονεύσιμη μορφή. Αὐτό δέν
σημαίνει ὅτι καί ἄλλες δυνάμεις (ψυχαναλυτική θεωρία) πέρα ἀπό τή μνημοτεχνική
λειτουργία παράγουν ἡρωϊκούς χαρακτῆρες καί ὁμαδοποιήσεις. Ἡ ἴδια μνημοτεχνι-
κή ἤ νοητική οἰκονομία ἐπικρατεῖ καί στούς ἐγγράμματους πολιτισμούς πού
διατηροῦν προφορικές πρακτικές (π.χ. ἀφήγηση παραμυθιῶν).
Παράλληλες καταστάσεις συναντῶνται καί στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις: ἡ μορφή
τοῦ Γέροντα μέ τ' ἀλλοιωμένα χαρακτηριστικά τόσο ἀπό τόν τρόπο ζωῆς του ὅσο
καί ἀπό τήν συναρπαγή του μέ τόν Θεό ἀποτελεῖ πρότυπο μίμησης ὁρμούμενο ἀπό
τό ἀρχέτυπον τοῦ Χριστοῦ· ὁ δοκιμαζόμενος ἄνθρωπος μέ τίς ἀδυναμίες, τά πάθη
καί τίς παρεκτροπές του· ὁ μισάνθρωπος καί μισόκαλος535 (αὐτός πού μισεῖ τό
καλό) διάβολος μέ τίς πολυποίκιλες παγίδες του.
Οἱ παράδοξοι χαρακτῆρες προσθέτουν μνημοτεχνική βοήθεια: μετασχηματισμοί
διαβόλου σέ αἰθίοπα, δράκο, ὡραία γυναίκα· ἡ παρουσία ἀγγέλων σημεῖο παρουσί-
534
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 72.
535
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.456.
281
Ἄμεσο ἐνδιαφέρον τῆς ἔρευνάς μας ἀποτελεῖ τό ποιό εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς
ἀφήγησης πάνω στόν ἀναγνώστη καί ὄχι ἡ ὕπαρξη «λογοτεχνικοῦ πλεονασμοῦ»
(ἐπανάληψη). Παρ' ὅλα αὐτά ἀνακύπτουν ἐρωτήματα τοῦ τύπου: Ποιά εἶναι ἡ θέση
κάθε φορά τῆς ἀνάδυσης τοῦ πλεονασμοῦ μέσα στήν πλοκή τοῦ βιβλίου; Ποιό
536
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.79.
537
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.76.
538
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Ἀβραάμ, σ. 19.
539
Ἰω. Μόσχου, Λειμωναριον, κεφ. 47,σ.57.
540
R. Alter, The art of Biblical Narrative, σ.26· πρβλ. W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ.49.
282
ρόλο ν' ἀποδώσει κάποιος στήν ἐπιμονή μεταξύ πρώτης καί δεύτερης ἐμφάνισης; Τί
εἶναι αὐτό πού ἔχει καταλάβει ὁ ἀναγνώστης ὅτι τροποποιεῖται κατά τήν κατανόηση
τῆς ἀφήγησης; Μπορεῖ κάποιος νά ἐξηγήσει τίς διαφορές τῆς μίας ἐκδοχῆς ἀπό τήν
ἄλλη ἐξαιτίας ἀλλαγῶν πρωταγωνιστῶν ἤ ἐξαιτίας ἀλλαγῆς ἀκροατηρίου; Ποιά
ἐξέλιξη τῆς πλοκῆς ἐξηγεῖ αὐτές τίς διαφορές;
Ἐντοπίστηκε ὑλικό πού ἔχει εἰπωθεῖ ἀπό διαφορετικούς χαρακτῆρες. Ὁ ἀββᾶς
Ἀνδρέας λέει: «πρέπει τῷ μοναχῷ τὰ τρία ταῦτα: ἡ ξενιτεία, ἡ πτωχεία καὶ ἡ σιωπὴ
ἐν ὑπομονῇ»541. Τό ἴδιο ὑλικό συναντᾶται νά ἔχει εἰπωθεῖ καί ἀπό τόν Θεόδωρο
Φέρμης542.
Ὁ Εὐάγριος ἀναφέρει: «κόπτε τῶν πολλῶν τὰς σχέσεις. μή σου ὁ νοῦς περιστατι-
κὸς γένηται καὶ τὸν τῆς ἡσυχίας ταράξῃ τρόπον.»543. Τό ἴδιο ὑλικό ἀποδίδεται καί
στόν ἀββά ∆ουλᾶ544.
Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του νεκρό γιά τόν κόσμο· γι' αὐτό κι ὅταν
κληρονομεῖ ἀπό κάποιον συγγενή του πού πέθανε περιουσία λέει στό μαγιστριανό
πού τοῦ ἔφερε τή διαθήκη: «...ἐγὼ πρὸ ἐκείνου ἀπέθανον· αὐτὸς δὲ ἄρτι ἀπέθανε·
καὶ ἀντέπεμψεν αὐτήν, μηδὲν δεξάμενος.»545. Τό ἴδιο ὑλικό ἀποδίδεται καί στόν
ἀββά Κασσιανό546.
Ὁ ἀββᾶς Σιλουανός λέει: «Οὐαὶ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ ὃς ἔχει τὸ ὄνομα αὐτοῦ
μείζον τῆς ἐργασίας αὐτοῦ.»547. Τό ἴδιο ὑλικό συναντᾶται καί στόν ἀββά Ὤρ548.
Ὑλικό διήγησης ὅπου ἄγαλμα λιθοβολεῖται καί μεταφορικά ὑποδεικνύει τή στάση
τοῦ μοναχοῦ πού πρέπει νά εἶναι ἡ ἀπάθεια ὅταν ὑβριστεῖ ἤ δοξασθεῖ, συναντᾶται
στόν ἀββά Ἀμμωνᾶ549, στόν Ἀνούβ550 καί στόν Μακάριο τόν Αἰγύπτιο551: «...οὕτω
καὶ σὺ ἐὰν θέλῃς σωθῆναι, γενοῦ νεκρός· μήτε τὴν ἀδικία τῶν ἀνθρώπων, μήτε τὴν
δόξαν αὐτῶν λογίσῃ.».
541
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.21.
542
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.39.
543
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.34.
544
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.30.
545
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κθ’, σ.8.
546
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.59.
547
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ι’, σ.116.
548
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ι’, σ.126.
549
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.16.
550
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.18.
551
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κγ’, σ.68.
283
552
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.119.
553
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ζ’, σ.66.
554
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.32.
555
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 227.
556
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.52.
284
557
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.34.
558
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.56.
559
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.44.
560
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.60.
561
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 152-162.
562
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 156.
563
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 222· τ.2, σ.35-45, 56-60.
286
πού πρέπει ν' ἀναζητήσει εἶναι οἱ μικρές ἀλλά ἀποκαλυπτικές διαφορές στίς
φαινομενικές ὁμοιότητες· τούς κόμβους τῶν ἀναδυόμενων νέων ἐννοιῶν στό
πρότυπο τῶν προσδοκιῶν πού δημιουργοῦνται ἀπό σαφή ἐπανάληψη. Κάθε
ἐπαναδήλωση εἶναι μία νέα δήλωση. Ἐπαναλαμβάνεται ἐνισχύωντας, ἐξειδικεύο-
ντας, σχολιάζοντας, χαρακτηρίζοντας, ἀντιπαραθέτοντας, ἐπεκτείνοντας τό σημα-
σιολογικό ὑλικό κάθε ἀρχικοῦ θέματος.
Ὁλόκληρες δηλώσεις ἐπαναλαμβάνονται εἴτε ἀπό διαφορετικούς χαρακτῆρες,
εἴτε ἀπό τόν ἀφηγητή ἤ ἀπό τόν ἀφηγητή καί ἕνα ἤ περισσότερους χαρακτῆρες μέ
μικρές ἀλλά σημαντικές ἀλλαγές· εἰσαγόμενες ἀλλαγές πού προκαλοῦν
ψυχολογικές, ἠθικές καί δραματικές περιπλοκές στήν ἀφήγηση. Οἱ ἐπαναλήψεις μέ
παραλλαγές καταδεικνύουν ἐνίσχυση, κλιμάκωση, ἐπιτάχυνση ἐνεργειῶν καί
συμπεριφορῶν ἤ κάποια ἀναπάντεχη νέα ἀποκάλυψη χαρακτήρα ἤ πλοκῆς.
Στό Λειμωνάριον, τό κεφ. 186, σ.209-211, εἶναι διήγηση μέ ὑλικό πού ἔχει
συναντηθεῖ τόσο στήν Historia Monachorum in Aegypto, Περί Παφνουτίου, σ. 103
(αὐλητής), ὅσο καί στό Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί
Σεργίου τοῦ δημότου Ἀλεξανδρείας, σ.127. Πρόκειται γιά τή γυναίκα πού χρωστάει
ὁ ἄνδρας της καί εἶναι φυλακή. Μπορεῖ ν' ἀλλάζουν δευτερεύοντα στοιχεῖα, ὅμως
τό κύριο ἀφηγούμενο γεγονός εἶναι: ἡ ἀρχική προαίρεση τοῦ ἥρωα γιά τό
ἀνταλλάξιμο τῆς οἰκονομικῆς προσφορᾶς μέ τό σῶμα τῆς γυναίκας· στή συνέχεια
ὅμως τῆς προσφέρει τό ποσόν λέγοντας: «Βλέπεις ὅτι δὲν σὲ ἄγγιξα φοβούμενος
τὴ κρίση τοῦ Θεοῦ. Πάρε καὶ βγάλε τον καὶ προσευχηθεῖτε γιὰ μένα.».
Αὐτό τό ὑλικό στή διήγηση τοῦ Λειμωναρίου ἀποτελεῖ τό πρῶτο μέρος, γιατί ἡ
ἱστορία ἔχει καί συνέχεια (προσαυξημένη ἐπανάληψη). Ἡ ἀφήγηση ἐξελίσσεται σέ
δύο χρονικά ἐπίπεδα. Τό δεύτερο μέρος πού ἀποτελεῖ καί τήν αἰτία τῆς διήγησης
εἶναι: ἡ εὐποϊία πρός τόν πλησίον ἀποτελεῖ μεσιτεία στό Θεό. Ἀναφέρεται σέ
συκοφάντηση τοῦ τελώνη (Μόσχου) στό βασιλιά ὅτι σκόρπισε τά λεφτά τοῦ
τελωνείου μέ συνέπεια τή φυλακισή του. Ἡ λύση δίνεται μέσῳ ὁράματος πού βλέπει
ὁ τελώνης (συνολικά τρεῖς φορές) μέ γυναίκα νά τοῦ λέει: «Θέλεις νὰ μιλήσω γιὰ
σένα στὸ βασιλιά;». Καί πράγματι ἀποκαθίσταται πέρνωντας προαγωγή καί πίσω τήν
περιουσία του. Τή νύχτα φανερώνεται ἡ ἴδια γυναίκα στόν ὕπνο του καί τοῦ λέει:
«Ξέρεις ποιά εἶμαι; αὐτὴ ποὺ σπλαχνίστηκες καὶ δὲν ἄγγιξες τὸ σῶμα μου γιὰ τὸ
287
Θεό. Νὰ ποῦ σὲ λύτρωσα κι ἐγὼ ἀπὸ τὸν κίνδυνο. Βλέπεις τὴν φιλανθρωπία τοῦ
Θεοῦ;».
Παραλλαγή τῆς ἱστορία ὡς προς τό πρῶτο μέρος της παρουσιάζει τό κεφ.189 τοῦ
Λειμωναρίου, σ. 214· ὁ ἄνδρας τῆς γυναίκας δέν ἐπιτρέπει τήν ἀνταλλαγή τοῦ
σώματός της μέ τό χρέος (ὑποβίβαση ἐπανάληψης). Τῆς λεει: «πήγαινε ἀδελφὴ κι
ἀπόρριψε τὴ συμφωνία μ' αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο κι ἐλπίζουμε στὸν Κύριο ὅτι δὲν θὰ
μᾶς ἐγκαταλείψει μέχρι τέλους», ὑποδηλώνει τήν παράμετρο τῆς πίστης καί τήν
ἀνάθεση τῆς ζωῆς του στό Θεό. Καί πράγματι συνκρατούμενος ληστής ἀκούγοντας
τή συζήτηση τοῦ ζευγαριοῦ καί θαυμάζοντας τήν σωφροσύνη τους, τούς μαρτυρεῖ
τόπο πού ἔχει κρυμμένο θησαυρό, πού ἀποτελεῖ καί τό εἰσητήριο τους γιά τήν
ἐλευθερία.
Στό Γεροντικόν, α’, σ.63, ὑπάρχει ὑλικό τοῦ Μακάριου Αἰγυπτίου παρεμφερές μέ
τοῦ ἀββᾶ Νίκωνα, Γεροντικόν, σ.81 καί τή Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί ἀναγνώστου
συκοφαντηθέντος, τ.2, σ.70. Κύριο ἀφηγούμενο γεγονός εἶναι ἡ συκοφαντία.
Παρουσιάζει ὅμως μικρές παραλλαγές: ἄλλοτε ὑπάρχει ἐγκυμοσύνη, ἄλλοτε μόνο
διακόρευση· ἄλλοτε μαρτυράει τή συκοφαντία ἡ ἴδια ἡ γυναίκα, ἄλλοτε ὁ
διακορευτής· ἐπίσης ὑπάρχουν πρόσθετα παράδοξα στοιχεῖα ὅπως ὅταν πάει ὁ
πατέρας τῆς κοπέλας νά φονεύσει τόν ἄδικα κατηγορηθέντα Νίκωνα μέ ξίφος καί
τοῦ ξεραίνεται τό χέρι, ὑλικό πού ἔχουμε δεῖ καί σέ ἄλλη ἱστορία πού ἀφοροῦσε
διαφορετικό θέμα564 (ἀναφέρεται σέ ἀναμέτρηση χριστιανισμοῦ- εἰδωλολατρίας).
Ἐμπέδωση διά τῆς ἐπαναλήψεως: Στήν ὅτι λέει ὁ ἀφηγητής ἐξαφανίζεται μόλις
τό προφέρει. Ὁ πλεονασμός ἤ ἡ ἐπανάληψη αὐτοῦ πού μόλις εἰπώθηκε κρατοῦν
σίγουρα τόσο τόν ὁμιλητή ὅσο καί τόν ἀκροατή στό σωστό δρόμο. Ὁ πλεονασμός
εὐνοεῖται ἀπό τίς φυσικές συνθῆκες τῆς προφορικῆς ἔκφρασης μπροστά σ' ἕνα
μεγάλο ἀκροατήριο παρά στήν πρόσωπο πρός πρόσωπο συνομιλία. Λόγῳ
ἀκουστικῶν προβλημάτων κανένα ἀπό τά μέλη μεγάλου ἀκροατηρίου δέν ἀκούει
καί κατανοεῖ ὅλες τίς λέξεις τοῦ ὁμιλητῆ· ὁπότε πρός ὄφελος τοῦ ὁμιλητῆ
ἐπαναλαμβάνεται τό ἴδιο πράγμα ἤ περίπου τό ἴδιο, δύο καί τρεῖς φορές... (σήμερα
ἡ ἠλεκτρική ἐνίσχυση ἔχει μειώσει στό ἐλάχιστο τά ἀκουστικά προβλήματα).
564
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τῶν τριῶν μοναχῶν τῶν
αἰχμαλωτισθέντων ἐν τῇ Ἀφρικῇ, σ.70.
288
Στή διήγηση Περί Παφνουτίου565, μέ ἀφορμή τό: «ἐδέετο τοῦ Θεοῦ γνωρισθῆναι
αὐτῷ τινὸς τῶν κατορθωσάντων ἁγίων εἴη ἂν ὅμοιος» ὑπάρχουν τρεῖς ἐπιμέρους
διηγήσεις: α) ἑνός αὐλητή β) ἑνός πρωτοκομητή γ) ἑνός ἐμπόρου πού ἀναζητεῖ
πολυτίμους μαργαρίτας. Ἐπεισόδια αὐτοτελῆ μέ ἀκριβῶς τόν ἴδιο βασικό ἄξονα,
δηλ. τό σωστό τρόπο ζωῆς τῶν πρωταγωνιστῶν, παρ' ὅτι δέν ἔχουν γνωρίσει τό
χριστιανισμό καί ὁλοκληρώνονται μέ τήν στό ἑξῆς κατά Χριστόν ζωήν, ὕστερα ἀπό
τήν κατήχηση τοῦ Γέροντα. Τό μόνο πού ἀλλάζει εἶναι οἱ ἐξωτερικές συνθῆκες
(ἐπάγγελμα, παρελθόν, οἰκογενειακή κατάσταση πρωταγωνιστή), ἐνῶ ὁ κοινός
τόπος εἶναι ἡ τροπή τους πρός τό καλό καί ἡ ἀγάπη τους πρός τόν συνάνθρωπο.
Στή διήγηση Περί Ναθαναήλ566, ὁ ἄξονας τῆς διήγησης εἶναι ἕνας: ἡ ὑπομονή καί ἡ
ἐπιμονή τοῦ μοναχοῦ ὥστε νά μήν ἐγκαταλείψει τό κελλί του παρά τίς
ἐπαναλαμβανόμενες (τρεῖς στόν ἀριθμό) προσπάθειες τοῦ πειρασμοῦ· παρουσιάζο-
νται διαφορετικές ἐξωτερικές συνθῆκες μέ πρωταγωνιστῆ τό ἴδιο πρόσωπο.
Οἱ Martin Buber καί Franz Rosenzweig στούς ἐπεξηγηματικούς προλόγους τῆς
γερμανικῆς μετάφρασης τῆς Βίβλου, πού ἔγινε σχεδόν μισό αἰώνα πρίν, ἦταν οἱ
πρῶτοι πού ἀναγνώρισαν τό εἶδος τῆς σκόπιμης ἐπανάληψης τῶν λέξεων πού
ἀποτελεῖ ξεχωριστή σύμβαση τοῦ βιβλικοῦ πεζοῦ λόγου· τήν ἀπεκάλεσαν
Leitwortstil (κυριολεκτικά: «μορφή ἠγετικῆς λέξης»), κόβοντας τή Leitwort στό
μοντέλο τοῦ Leitmotiv567. Μία Leitwort εἶναι μία λέξη ἤ μία λέξη-ρίζα πού
ἐπαναλαμβάνεται σημαντικά σ' ἕνα κείμενο, σέ μία συνέχεια κειμένων, ἤ σέ μία
διαμόρφωση κειμένων. Ἀκολουθώντας αὐτές τίς ἐπαναλήψεις κάποιος εἶναι ἱκανός
νά ἀποκωδικοποιήσει τή σημασία ἑνός κειμένου. Ἡ ἐπανάληψη δέν χρειάζεται νά
εἶναι ἁπλά μία λέξη ἀλλά ἐπίσης καί μία λέξη-ρίζα, στήν πραγματικότητα ἡ ἴδια ἡ
διαφορά τῶν λέξεων μπορεῖ συχνά νά ἐντείνει τή δυναμική δράση τῆς
ἐπανάληψης.
Οἱ «λέξεις-κλειδιά» χρησιμοποιοῦνται πιό χαρακτηριστικά σέ μεγαλύτερες
ἀφηγηματικές ἑνότητες γιά νά διατηρήσουν μία θεματική ἀνάπτυξη καί νά
προσδιορίσουν διαφωτιστικές συνδέσεις μεταξύ φαινομενικά ἀνόμοιων ἐπεισοδί-
565
Historia Monachorum in Aegypto,σ.102-109.
566
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.88-90.
567
R. Alter, The art of Biblical Narrative, σ.93· πρβλ. Α. Γλάρου, Ἡ μνημοτεχνία τοῦ Θείου Λόγου
κατά τόν Ἱερό Χρυσόστομο, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2007.
289
568
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.132-134.
569
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.144.
570
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ 94, σ.105.
571
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 36, σ.42.
290
Ἡ αἱρετική Κοσμιανή ἐνῶ ἤθελε νά προσκυνήσει τό μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, δέν τήν
ἄφησε ἡ Παναγία πού τῆς παρουσιάστηκε σέ ὅραμα καί κατάλαβε ὅτι: «...ἂν δὲν
προσέλθει στὴν Ἁγία Καθολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, δὲν μπαίνει·
κάλεσε εὐθὺς τὸν διάκονο κι ὅταν ἦρθε τὸ ἅγιο ποτήριο, μετάλαβε τὸ ἅγιο σῶμα
καὶ αἷμα τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.»572.
Ὁ ἀββᾶς Στέφανος ὁ πρεσβύτερος ὁμολογεῖ: «...ἐγὼ νύχτα καὶ μέρα, δὲν βλέπω
τίποτε ἄλλο παρὰ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό κρεμασμένο στὸ σταυρό.»573.
Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης λέει σ' ἕναν τυμβωρύχο πού δυσκολεύεται νά ἐξομολογηθεῖ τά
κρίματά του: «Παιδί μου, ἄκουσέ με... ὁ Χριστός, ὁ Θεὸς εἶναι σὲ θέση νὰ σοῦ
δώσει τὴ βοήθειά Του· γιατὶ Αὐτὸς μὲ τὴν ἀνείπωτη φιλανθρωπία του καὶ τὴν ἄμετρη
εὐσπλαχνία Του ὅλα τὰ ἔπαθε γιὰ τὴ δική μας σωτηρία καὶ μὲ τοὺς μὲν τελῶνες
ἔφαγε στὸ ἴδιο τὸ τραπέζι, τὴ δὲ πόρνη δὲν ἀποστράφηκε καὶ τὸν ληστὴ
προσδέχτηκε καὶ διατέλεσε φίλος τῶν ἁμαρτωλῶν κι ὕστερα καταδέχτηκε νὰ
σταυρωθεῖ, θὰ δεχτεῖ καὶ σένα μὲ τὰ ἴδια Του τὰ χέρια γεμᾶτος ἀγαλλίαση, ἂν
μετανοήσεις καὶ ἐπιστρέψεις.»574.
Ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος, ἐπίσκοπος Σελευκείας, διηγούμενος θαυματουργική ἐνέργεια
ἀναφέρει: «Ὅλοι εὐχαριστοῦσαν τὸ Θεὸ γιὰ τὰ ἀνεκδιήγητα καὶ παράδοξα θαύματά
Του καὶ πολλοὶ πίστεψαν ἀπ' αὐτὸ τὸ θαῦμα καὶ προσῆλθαν στὴν ἁγία καθολικὴ καὶ
ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.»575.
Ὁ ἀββᾶς Θεόδουλος παρακαλεῖ: «∆έσποτα Χριστέ, ὁ Θεός μας, Σὺ ὁ ὁποῖος ἀπὸ
τὴν ἄφατη καὶ ἄμετρητή Σου φιλανθρωπία ἔγειρες τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέβηκες γιὰ
τὴ δική μας σωτηρία, Σὺ ὁ ὁποῖος σαρκώθηκες ἀπὸ τὴ ∆έσποινα τὴν Ἁγία Θεοτόκο
καὶ Ἀειπάρθενο Μαρία, ἀποκάλυψέ μου ποιοί πιστεύουν καλὰ καὶ ὀρθά· ἐμεῖς, οἱ
τῆς Ἐκκλησίας ἢ ὅσοι πιστεύουν τὶς δοξασίες τοῦ Σεβήρου.»576.
Στόν ἀββά Ἐπιφάνιο: «...ἐν ἀρχαῖς τοῦ ἐγκλεισθῆναι, ἄγγελος Κυρίου ἐπιστὰς λέγει·
ὅτι ἐὰν μεθ' ὑπομονῆς δουλεύσῃς τῷ Χριστῷ, ἀξιοῦσαι τῆς δωρεᾶς τοῦ ἁγίου
572
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 48, σ. 58.
573
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 64, σ. 70.
574
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 78, σ. 85.
575
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 79, σ.90.
576
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 106, σ.116.
291
Πνεύματος, ὅπερ τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ γέγονεν, πολὺν γὰρ πλοῦτον καὶ φωτισμὸν
τῆς ἐκλάμψεως τοῦ ἁγίου πνεύματος δεξάμενος διὰ τοῦ θείου φωτός.»577.
Ἐκτός ἀπό «λέξεις-κλειδιά» διακρίνονται καί «χαρακτηριστικές σκηνές» ἤ
«σκηνή-τύπος». Εἶναι ἕνα ἐπεισόδιο πού συμβαίνει σέ μία δυσοίωνη στιγμή τῆς ζωῆς
τοῦ ἥρωα τό ὁποῖο συντίθεται ἀπό μία σταθερή ἀκολουθία μοτίβων. Συχνά
συνδέεται μέ κάποια ἐπαναλαμβανόμενα θέματα. ∆έν εἶναι συνδεδεμένη μέ
«λέξεις-κλειδιά» ἄν καί περιστασιακά ἕνας ἐπαναλαμβανόμενος ὅρος ἤ φράση
μπορεῖ νά βοηθήσει γιά νά σημαδεύσει τήν παρουσία μιᾶς «χαρακτηριστικῆς
σκηνῆς». Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ δοκιμαζόμενου ἀνθρώπου στό Γέροντα γιά ἐξαγόρευση
λογισμῶν ἀποτελεῖ μία τέτοια σκηνή. Ἄλλες τέτοιες σκηνές εἶναι: ἡ ἀντιπαλότητα
τοῦ δοκιμαζόμενου μέ τόν πειρασμό καί τίς περισσότερες φορές ἡ τελική του νίκη·
ἡ διαδικασία θεραπείας δαιμονισμένου ἤ ἀρρώστου ἤ ἡ θαυματουργική κάλυψη
βιοτικῶν ἀναγκῶν.
Ἐντοπίστηκε ἐπαναληπτικότητα καί στά θέματα. Μία ἰδέα ἡ ὁποία εἶναι μέρος τοῦ
συστήματος ἀξιῶν πού καλύπτουν τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις (μέ χροιά ἠθική, ἠθικο-
ψυχολογική, νομική, πολιτική, θεολογική) γίνεται ἐμφανής σέ κάποιο ἐπαναλαμβα-
νόμενο πρότυπο: ὑπακοή ἔναντι ἀνυπακοῆς· ταπεινοφροσύνη ἔναντι ὑπερηφάνειας
καί κενοδοξίας· ἀκτημοσύνη ἔναντι φιλαργυρίας· ἄσκηση ἔναντι ἀκηδίας· ἐγκράτεια
ἔναντι ἐπιθυμίας· πίστη ἔναντι ἀγνωσίας· ὑπομονή καί ἐπιμονή πρός ἐπίτευξη στόχου
ἤ ἀντιμετώπισης προβλήματος· ἀοργησία ἔναντι θυμοῦ578.
Ἡ πρωτοτυπία τῆς ἀφήγησης συνίσταται ὄχι στήν ἐπινόηση νέων ἱστοριῶν, ἀλλά
στήν ἐπιτευξη μιᾶς ἰδιαίτερης ἀλληλοδράσης μέ τό δεδομένο κοινό (ἀκροατήριο)
στή συγκεκριμένη στιγμή. Σέ κάθε ἀφήγηση ἡ ἱστορία πρέπει νά εἰσαχθεῖ κατά
τρόπο μοναδικό σέ μία κατάσταση μοναδική, γιατί τό κοινό πρέπει νά ὁδηγηθεῖ στό
νά ἀντιδράσει συχνά μέ τρόπο ἔντονο. Αὐτό βέβαια δέν ἀποκλείει καί εἰσαγωγή
νέων στοιχείων στίς παλιές ἱστορίες. Τό ἐπιχειρηματικό πνεῦμα τοῦ ἀφηγητῆ,
καθώς καί οἱ παλιοί λογότυποι καί τά παλιά θέματα πρέπει νά ἔρθουν σέ
ἀλληλοδράση μέ νέες καί συχνά περίπλοκες καταστάσεις.
577
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, σ.72.
578
R. Alter, The art of Biblical Narrative, κεφ. Οἱ τεχνικές τῆς ἐπανάληψης, σ.88-113.
292
579
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στή Ψυχολογία, σ.204-221.
293
δεινά· δηλ. ἂν κάποιοι βλέπουν τοὺς δικούς τους νὰ πεθαίνουν καὶ παραστέκονται
στὴν ἀρρώστεια τους, αἰσθάνεται κάποια παρηγοριὰ ἡ καρδιά τους· καὶ καθὼς τοὺς
παραστέκονται ὅταν ψυχομαχοῦν καὶ τοὺς ἀκοῦν νὰ λὲν τὰ τελευταῖα θελήματα καὶ
λόγια τους, ἔχουν νὰ τὰ θυμοῦνται ὅλ' αὐτὰ βάζοντάς τα στὴν καρδιά τους. Ἀκόμη
ἀκολουθώντας τους στὸ μνῆμα καὶ βλέποντας ποῦ τοὺς θάβουν καθὼς καὶ τὶς
τελευταῖες εἰκόνες τοῦ μνήματος, ὅλ' αὐτὰ δίνουν στὸν πονεμένο καὶ χαροκαμ-
μένο μιὰ μεγάλη παρηγοριά, ὅπως ἀκριβῶς ξαλαφρώνει τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὴν τόση
πίκρα της, ἡ πορεία μὲ τὴν συντροφιὰ τῶν συγγενῶν καὶ τῶν φίλων πρὸς τὸ
κοιμητήριο καὶ τὸν τάφο. Ὅμως ἐγὼ ὁ δύστυχος, μὲ τί ἀπ' ὅλα αὐτὰ νὰ παρηγο-
ρήσω τὸν πόνο μου ποὺ δὲν γνωρίζω γιέ μου, μὲ τί λογῆς θάνατο πέθανες; Κι οὔτε
μπορῶ νὰ φέρω κἂν στὸ νοῦ μου τὸ νεκρό σου πρόσωπο, πῶς ἤτανε. ∆ιότι ὅσες
εἰκόνες πραγμάτων ἤ προσώπων δὲν τὶς ἔδωκε ἡ ὅραση στὴ μνήμη, αὐτὲς εἶναι
ὁλωσδιόλου ἀκατάστατες καὶ ἀσταθεῖς, γιατὶ ὁ λογισμὸς τὶς φαντάζεται κάθε
φορὰ καὶ διαφορετικές, καὶ μ' αὐτὲς τὶς συχνὲς ἀλλαγὲς τῆς φαντασίας γελιέται
καὶ τὴν παθαίνει ὁ ἄνθρωπος. Ὤ τι φοβερὸ κακὸ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀφανέρωτη
συμφορά.»580.
Κάθε τι πού γίνεται ἀντιληπτό παρουσιάζεται πάντοτε σάν αὐτό πού εἶναι· κατέχει
μία αὐστηρά καθορισμένη θέση χωρική καί χρονική καί κάθε ἰδιοτητά του εἶναι
καθορισμένη. Ὑπόκειται δηλ., στήν ἀρχή τῆς ἀτομίκευσης κάτι πού δέν ἰσχύει στίς
παραστάσεις (μνημονικές καί φανταστικές), καθώς ἐπηρεάζονται ἀπό συναισθηματι-
κούς παράγοντες. Γι’ αὐτό καί ἀκολουθεῖται ἡ ἀρχή τῆς αὐτοψίας στίς ψυχωφελεῖς
διηγήσεις, γι’ αὐτούς πού θέλουν νά ἔρθουν σέ ἄμεση ἐπαφή μέ τό πρός μελέτη
ἀντικείμενο. Ἐπισκέπτες στούς Γέροντες ὁμολογοῦν ὅτι: «...τῆς δὲ ὁράσεως ἡμῖν ἡ
μνήμη οὐκ ἀπαλείφεται ἀλλ' ἡ ἱστορία τῇ διανοίᾳ οἱονεὶ ἐντετύπωται.»581. Ἀλλά καί
οἱ ἴδιοι οἱ Γέροντες ὅταν τούς ζητηθεῖ ἡ γνώμη τους γιά κάποιον μαθητή τους,
ἀκολουθοῦν αὐτή τή ἀρχή: Γέροντες ἐπισκέπτονται τόν ἀββά Σιλουανό: «καὶ
ἐνεκάλουν αὐτῷ περὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ· ὁ δὲ λαβὼν αὐτοὺς ἐξῆλθε καὶ
διερχόμενος τὰ κελλία τῶν ἀδελφῶν, ἔκρουε εἰς ἕκαστον κελλίον...»582.
580
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, Περί τῆς ἀναιρέσεως
τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ. 80.
581
Historia Monachorum in Aegypto,σ.16.
582
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.516.
294
583
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στή Ψυχολογία, σ.207.
584
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίου Μάρκου, τ.4, σ.208.
585
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.18, σ.202.
586
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, Ἐκδ. «Ἑτοιμασία» Ἱ. Μονῆς
Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1997, σ.64.
587
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιη’, σ.46-47.
588
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.618.
295
λύχνους καὶ ἄψον ἐξ αὐτοῦ· καὶ ἐποίησεν οὕτως. Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης
μὴ τίποτε ἐβλάβη ὁ λύχνος ὅτι ἀνῆψας ἐξ αὐτοῦ καὶ ἄλλους λύχνους; Ἀπεκρίθη
ἐκεῖνος οὐχί· Καὶ λέγει ὁ Γέρων· οὕτως οὐδὲ Ἰωάννης, ἐὰν ἡ Σκῆτις ὅλη ἔρχεται
πρός με, οὐ μή με ἐμποδίσει ἀπὸ τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ· τοίνυν ὅτε θέλεις ἔρχου,
μηδὲν διακρινόμενος. Καὶ οὕτω διὰ τῆς ὑπομονῆς ἀμφοτέρων ἧρε τὴν λήθην ὁ
Θεὸς ἀπὸ τοῦ Γέροντος».
Μέσα ἀπό τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἀνακύπτει καί ἡ παράμετρος τῆς
«ἐπιλεκτικῆς» λήθης πού βασίζεται στήν ἀνθρώπινη προαίρεση: «Εἶπε γέρων· θαῦμα
πῶς τὰς μὲν εὐχὰς εὐχόμεθα ὡς καὶ παρόντος τοῦ θεοῦ, καὶ ἀκούοντος ἃ
λέγομεν, τὰς δὲ ἁμαρτίας οὕτως ἀδεῶς πράττομεν, ὡς Αὐτοῦ ἀπόντος καὶ μὴ
βλέποντος ἡμᾶς καὶ τὰ ἡμέτερα.»589.
Ἀπό τούς ψυχοδυναμικούς παράγοντες οἱ σημαντικότεροι γιά τή λήθη εἶναι οἱ
ἀσυνείδητοι, δηλ. ἐκεῖνοι πού ἐνεργοῦν αὐτόνομα καί ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἔλλογη
βούληση καί γνώση μας στά βάθη τοῦ ἀσυνείδητου. Ὁ ψυχολογικός μηχανισμός
πού κατεξοχήν ὁδηγεῖ τά κίνητρα στό ἀσυνείδητο εἶναι ἡ ἀπώθηση. Εἶναι ἡ
περίπτωση πού τό ἄτομο ἀρνεῖται τήν ὕπαρξη ὁρισμένων κινήτρων ἤ ἄλλων
ψυχικῶν φαινομένων του, τά ὁποῖα τοῦ εἶναι κατά κάποιο τρόπο δυσάρεστα καί τά
καταπιέζει στό ἀσυνείδητο πού ὅμως ἐξακολουθοῦν νά δροῦν ἐν κρυπτῷ ἀλλά ἡ
συνείδηση δέν ἀναγνωρίζει τήν ὕπαρξή τους καί γι' αὐτό λησμονοῦνται, δηλ. δέν
συνειδητοποιοῦνται590.
Σέ μία διήγηση591, ἄλλη ἐρώτηση κάνει ὁ συμβουλευόμενος καί γιά ἄλλο θέμα
παίρνει ἀπάντηση ἀπό τόν Γέροντα. Αὐτό ἀποτελεῖ συνέπεια τοῦ διορατικοῦ
χαρίσματος τοῦ Γέροντα πού καταλαβαίνει καί ἀποκρυπτογραφεῖ αὐτά πού θέλει
πραγματικά νά ρωτήσει καί νά μάθει ὁ συμβουλευόμενος γιά νά θεραπεύσει τήν
ψυχή του: Ὁ ἀββᾶς Συμεών ρωτεῖται ἀπό τόν τυφλό Γέροντα Ἰουλιανό, πού ἐξαιτίας
τῆς ὅρασης ἔχει καιρό νά κοινωνήσει, ὅπως ὁ ἴδιος τοῦ ἀναφέρει, γιά τό τί πρέπει
νά κάνει μέ ἀδελφό πού πόρνευε κι ἄλλον πού εἶχε κάνει ὅρκο μαζί του. Ἡ
ἀπάντηση εἶναι: «μὴν ἀναχωρήσεις καὶ ἀποσχιστεῖς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία... καὶ ὑπάρχει
κάποιος γέροντας μὲ τὸ ὄνομα Πατρίκιος... καὶ λέει καὶ αὐτὸς τὴν εὐχὴ τῆς
589
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.6, σ.210.
590
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στή Ψυχολογία, σ.211.
591
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 96, σ. 106.
296
συμφιλίωσης καί συνεργασίας τους. Ὁ χρόνος δέν εἶναι αὐτός πού ἐμποδίζει
κάποιον νά δεῖ αὐτό πού πέρασε χρονικά, ἀλλά ἀντίθετα εἶναι αὐτός πού τό φέρνει
μπροστά στήν ὅρασή του. Αὐτή ἡ χρονική ἀπόσταση ἀφοῦ καθάρει τά πρόσωπα καί
τά γεγονότα ἀπό τό περιστασιακό καί τό μικρόλογο, φέρνει μαζί της καί τό
ἀξιομνημόνευτο αὐτῶν τῶν πραγμάτων. Ἐδῶ ἔγκειται καί ἡ ἐπέμβαση τοῦ
συγγραφέα μέ τό ἔργο του. Πρόκειται γιά μνήμη-ἐπίκληση, μνήμη-ἀναζήτηση592.
Ὁ ρόλος τῆς φαντασίας εἶναι πρωταρχικός στή λογοτεχνική δημιουργία. Μέ τό
παιγνίδι ἀνάμεσα στό παγματικό καί τό φανταστικό, ὁ συγγραφέας ἐπιδιώκει νά
παγιδεύσει τόν ἀναγνώστη του. Χρησιμοποιεῖ γι' αὐτό τό σκοπό τήν ἀληθοφάνεια,
δηλ. μιά ρητορική στρατηγική τήν ὁποία ὁ Ἀριστοτέλης ὁρίζει ὡς «κατά τὸ εἰκὸς καὶ
τὸ ἀναγκαῖον». Παράγοντας πού μπορεῖ ν' ἀμφισβητήσει τό κριτήριο τῆς ἀληθοφά-
νειας εἶναι ἡ διαφορετική ἐμπειρία. Ἀνάλογα δηλ. μέ τό πλῆθος καί τό εἶδος τῶν
ἐμπειριῶν του κάποιος μπορεῖ νά βρεῖ μία ἱστορία πιθανή ἐνῶ ἄλλος νά τή
θεωρήσει ἀπίθανη ἤ φανταστική. Πάντως ἡ ἀτομική ἐμπειρία ἐκ τῶν πραγμάτων
εἶναι περιορισμένη. Συμβαίνουν γεγονότα στόν κόσμο πού θά μποροῦσαν νά
θεωρηθοῦν φανταστικά. Ἐφόσον ὅμως ἡ ἀληθοφάνεια ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀτομική
ἐμπειρία, δέν εἶναι κάτι δεδομένο καί ἔχει νόημα ὅταν συναρτᾶται μέ τήν ἐμπειρία
τοῦ μέσου ὅρου. Σ' αὐτήν ἀκριβῶς ἀποβλέπουν οἱ παραδοσιακοί μυθιστοριογράφοι
πού χρησιμοποιοῦν εἰδικές λεπτομέρειες γιά θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τό πλαί-
σιο (φυσικό καί γεωγραφικό περιβάλλον, κοινωνικός περίγυρος, ἐπαγγέλματα). Ἡ
Σημειωτική μετέθεσε τό πρόβλημα ἀπό τήν πραγματικότητα στό κείμενο, μέ τήν
ἀντικατάσταση τῆς ἔννοιας τῆς πραγματικότητας ἀπό τήν ἔννοια τῆς ἀναφορικότη-
τας. Ἀπό τή φύση του τό γλωσσικό σημεῖο, ἐφόσον ἀποτελεῖ ἐσωτερική συνάφεια
ἀνάμεσα στήν ἀκουστική εἰκόνα καί τή σημασία της, στό σημαῖνον καί τό σημαινό-
μενο, δέν ἔχει καμμιά σύνδεση μέ κάτι ἄλλο ἔξω ἀπό αὐτό. Τό σημαινόμενο συν-
δέεται ἔμμεσα μέ τά ἀναφερόμενα (πράγματα, πρόσωπα, ἔννοιες) κι ἐδῶ ἐμπλέ-
κεται ἡ ἐξωτερικότητα. Ὡστόσο δέν ὑπάρχει ἀπευθείας συνάφεια ἤ σχέση ἀνάμεσα
στίς λέξεις καί τά ἀναφερόμενα. Μιά τέτοια πίστη ἀποτελεῖ ψευδαίσθηση. Τό
592
πρβλ. Β. Ἀθανασόπουλου, Ἡ Θεωρία καί ἡ πράξη τῆς ἀφηγηματικῆς τέχνης τοῦ Φώτη Κόντογλου,
σ.22-28.
298
593
πρβλ. Γ. Παγανοῦ, Ἡ Νεοελληνική πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, σ.17-19.
594
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, Περί τῆς ἀναιρέσεως
τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ. 90-91.
299
Τό φανταστικό ἀποτελεῖ γιά τόν συγγραφέα ἕνα συμβατικό τρόπο φυγῆς. Ἴσως
ἡ ἀποστροφή του γιά τή σύγχρονή του πραγματικότητα, γίνεται ἕνα τρόπος
«ἀναχώρησης» ἀπό τόν κόσμο. Καταφεύγει σ' ἕνα ὑπαρκτό ἱστορικό κόσμο τοῦ
παρελθόντος πού εἶναι κοιτίδα μιᾶς παράδοσης πού τή θεωρεῖ σάν τή μόνη
ἀμόλυντη πραγματικότητα. Αὐτή ἡ τάση ἐπιστροφῆς-καταφυγῆς στή παράδοση
καθορίζεται καί τοπικά. Καί μιά καί ὁ τόπος πού ἀναπτύχθηκε γιά τό ἐρευνώμενο
ὑλικό μας, εἶναι τόπος κατακτημένος καί χαμένος γιά τή Βυζαντινή αὐτοκρατορία,
ἀποκτᾶ ἐκτός ἀπό μία θεολογικοῦ περιεχομένου σωτηριολογική διάσταση καί μία
ἰδεολογική ἀπόχρωση στό πλαίσιο τῆς Μεγάλης Ἰδέας. Εἶναι ἕνας διάλογος
ἀνάμεσα στή συνείδηση τοῦ παρόντος καί στήν ἀνάμνηση τοῦ παρελθόντος. Αὐτή ἡ
προσπάθεια ἐπικαιροποίησης καί διατήρησης ἑνός παρελθόντος-παράδοσης
ἐπιχειρεῖται μέσα ἀπό τήν προσέγγιση τοῦ χρόνου τῆς γραφῆς μέ τόν χρόνο τῆς
ἀφήγησης. Πετυχαίνεται διά τοῦ ὕφους καί τῆς γλώσσας πού χρησιμοποιεῖται καί
ταιριάζουν ἀπόλυτα μέ τά ἀφηγούμενα. Ἔτσι διασώζεται ἡ χρονική διάσταση τοῦ
παρελθόντος ἀλλά ἐξασφαλίζεται καί μία ἐπανοικείωση τοῦ χώρου ἐκείνου μέσα
ἀπό μία ἀνανεωμένη γνωριμία του. Μία γνωριμία πού καθορίζεται ἀπό τήν πείρα
πού ἀποκτήθηκε στό χρονικό διάστημα πού ἀκολούθησε τό χρόνο τῆς βίωσης,
μέχρι τό χρόνο πού γίνεται ἡ ἀναδρομή-ἀναπόληση-ἀνάπλαση, δηλ. μιά γνωριμία
τοῦ παρελθόντος ἀνανεωμένη μέσα ἀπό τίς ἐμπειρίες τοῦ παρόντος595.
Ἡ διά τῆς ἱστορικῆς ἀναδρομῆς ἀναδόμηση τοῦ παρελθόντος εἶναι συχνή μέσα
στά κείμενα τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων. Ὁ ἀββᾶς Ἠσαΐας προτείνει: «Ζήτησον
γὰρ τὸν βίον ἑκάστου τῶν ἁγίων καὶ εὑρήσεις αὐτοὺς κακὰ ὑπομείναντας, καὶ μὴ
ἀνταποδεδωκότας· ἤγουν τοὺς Προφήτας, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Μάρτυρας, καὶ
τοὺς λοιποὺς τῶν ἁγίων, ὧν πάντων τὸ αἷμα ἀναβοᾷ, ἐκδίκησον ἡμᾶς ἀπὸ τῶν
κατοικούντων τὴν γῆν. Καὶ γὰρ οὗτοι πάντες κακῶς πάσχοντες ἐμακροθύμουν, μὴ
ἀνταποδιδόντες τινί, μηδὲ ὀργιζόμενοι, καὶ ἀποκτεινόμενοι, ἢ λιθαζόμενοι, ἢ
κατακαιόμενοι, ἢ καταποντιζόμενοι, ἢ κατακοπτόμενοι, ἐμακροθύμουν πρὸς τοὺς
κολάζοντας καὶ ηὔχοντο ὑπὲρ αὐτῶν, ἵνα συγχωρηθῇ αὐτοῖς, εἰδότες ὅτι οὐ κατὰ τὸ
595
πρβλ. Β. Ἀθανασόπουλου, Ἡ Θεωρία καί ἡ πράξη τῆς ἀφηγηματικῆς τέχνης τοῦ Φώτη Κόντογλου,
σ.125.
300
φυσικὸν θέλημα πράττουσιν, ἀλλὰ ἀδικία ἐστὶ τοῦ διαβόλου, ὑφ' ἧς σκοτιζόμενοι
ἀναγκάζονται ταῦτα ποιῆσαι αὐτοῖς.»596.
Ἡ ἐμπειρία βοηθάει στήν πιό συνετή ἀντιμετώπιση σύγχρονης κατάστασης. Τό
περιστατικό εὐνούχου μοναχοῦ πού κατηγορήθηκε γιά πορνεία ἄδικα στό
παρελθόν, ἀποτελεῖ τή βάση γιά τήν ἀντιμετώπιση παρόμοιου σύγχρονου
περιστατικοῦ τοῦ ἀββᾶ Βιταλίου ἀπό τόν Πατριάρχη Ἰωάννη Ἐλεήμονα597. Ὁ
προαναφερθείς μάλιστα Πατριάρχης συνήθιζε: «Ἔθος δὲ ἦν τῷ μακαρίῳ Ἰωάννη, ὡς
ἐπὶ τὸ πλεῖστον τῶν ἐπὶ ἐλεημοσύνῃ βεβοημένων Πατέρων ἀνιχνεύειν τοὺς βίους,
ἅτε τὴν αὐτὴν ἐκεῖνοις ὁδεύειν προελομένῳ· ἐντυχὼν οὖν ποτε τῷ τοῦ θείου
Σεραπίωνος βίῳ τοῦ Σιδωνίου...»598.
Ἡ χρήση τῆς μεθόδου τῆς ἱστορικῆς ἀναδρομῆς εἶναι καθοριστική καί γιά τήν
ἔκβαση πλοκῆς τῆς παρακάτω διηγήσεως599. Τίθεται τό ἐρώτημα γιατί ὁ Θεός
ἄφησε νά γίνει ἡ σφαγή τῶν ἁγίων ἀσκητῶν, καθώς πολλές φορές στό παρελθόν
εἶχε ἀποτρέψει σέ διάφορες περιπτώσεις τόν ἀφανισμό τῶν δικαίων. Ἀναφέρονται
τά παραδείγματα καταστροφῆς Βαβυλωνίων ὅταν ξεσηκώθηκαν ἄδικα ἐναντίον τοῦ
Ἐζεκία, τῶν Ἀσσυρίων ἐναντίων τοῦ προφήτη Ἐλισσαίου, τῶν Σοδομιτῶν ἐναντίων
ἀγγέλων στό σπίτι τοῦ Λώτ. Ὁ ἀφηγητής στή συνέχεια κάνοντας χρήση τῆς ἰδίας
μεθόδου, ἀποδεικνύει περιπτώσεις ὅπου ὁ Θεός παραχώρησε κατ' οἰκονομίαν τή
δοκιμασία δικαίων: παραδείγματα φόνου Ἄβελ ἀπό τόν Κάϊν, λιθοβολισμός
Ναβουθαί ἀπό παράνομη Ἰεζάβελ, Προφῆτες καί ἀπόστολοι πού χάθηκαν ἀπό βίαιο
θάνατο ἀπό χέρια παρανόμων. Ἡ ἀπάντηση πού βέβαια δίνεται προϋποθέτει τόν
παράγοντα «πίστη»: «Ποιός μπορεῖ νὰ ἐξιχνιάσει τ' ἀφανέρωτα κρίματα τοῦ Θεοῦ
καὶ νὰ φανερώσει μ' αὐτὸν τὸν τρόπο τὰ δίκαια σχέδια τῆς θείας Οἰκονομίας ποὺ
παραχώρησε καὶ ἐπέτρεψε νὰ γίνει αὐτὸ τὸ μεγάλο κακό; Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου
δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἐξετάζει τέτοια πράγματα καὶ νικημένος ἀπὸ τὴν ἀδυναμία
του νά κατανοήσει, γκρεμίζεται καὶ πέφτει σὲ ἀδράνεια, μὴ μπορώντας πιὰ νὰ βρεῖ
τὴν πραγματικὴ αἰτία γιὰ τοῦτα τὰ φοβερὰ δεινά.».
596
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.466.
597
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.14.
598
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.16, σ.599.
599
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, Περί τῆς ἀναιρέσεως
τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ. 89.
301
600
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 26η μηνός Μαρτίου ∆ιήγησις ὠφέλιμος
Μάλχου μοναχοῦ αἰχμαλωτισθέντος, τ.2, σ.55-59.
601
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στή Ψυχολογία, σ.376-382.
602
Α. Βερτσέτη, ∆ιδακτική. Γενική ∆ιδακτική, τ.Α’, Ἀθήνα 20035, σ. 222.
603
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ἀββᾶ Ἰσαάκ, β’, σ.51.
302
Σκοπός γιά τόν παιδαγωγούμενο δέν εἶναι μόνο νά διηγεῖται τά τοῦ δασκάλου
του ἀλλά νά τόν μιμεῖται. Ὄχι νά τόν ἀντιγράφει, ἀλλά νά βιώνει τή μαθητεία
μέσῳ τῆς συναναστροφῆς καί νά φτιάχνει τό δικό του δρόμο μέσῳ τῆς μνήμης τῶν
βιωμάτων του μέ τό δάσκαλό του καί τήν ἀνάπτυξη τῆς δημιουργικῆς του
φαντασίας: «...μόνος δέ τις Ἀέτιος, ἀνὴρ καὶ αὐτὸς τῷ διδασκάλῳ κατ' ἴχνος
βαίνων, καὶ μαθητὴς εἶναι Θεοδοσίου οὐκ ἀπὸ τοῦ τὰ ἐκείνου εἰδέναι καὶ
διηγεῖσθαι μόνον, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ καὶ μιμεῖσθαι μᾶλλον βουλόμενος.»604.
Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι ἡ μίμηση πάντα εἶναι θεαματικά καρποφόρα
(ἀναφορικά μέ θετικά πρότυπα). Πάντως δέν ἀποβαίνει καί ζημιογόνος. Κάποιος
Γέροντας λέει: «ἐὰν ἀκούσης τὰς μεγάλας πολιτείας τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ
θερμανθεὶς θελήσῃς μιμήσασθαι, ἐπιχείρησον καὶ σὺ ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομα τοῦ
Κυρίου, ἵνα ἐνισχύσῃ σε εἰς τὸ ἔργον ὃ ἡρετίσῳ· καὶ εἰ βοηθείᾳ τοῦ Θεοῦ
τελειώσῃς ἔχε τὴν χάριν τῷ βοηθήσαντι· εἰ δὲ μὴ δυνηθῆς τελειῶσαι, ἐπίγνωθι τὴν
σεαυτοῦ ἀδυναμίαν καὶ ἀσθένειαν, καὶ καταγνοῦς σεαυτοῦ, ταπείνωσόν σου τὸν
λογισμὸν ἕως ἡμέρας θανάτου, ἔχων σεαυτὸν ἀνίκανον καὶ πτωχὸν καὶ
ἀνυπομόνητον καὶ ἐλέγχων τὴν ἰδίαν ψυχὴν πάντοτε, ὡς ἀρξαμένην καὶ μὴ
τελειώσασαν· καὶ οὕτω καὶ σὺ δύνασαι σωθῆναι.»605.
Ἀλλά καί ἡ ὑποκριτική τέχνη (προσποίηση), ὑποστηρίζεται ἀπό τίς λειτουργίες τῆς
μνήμης καί τῆς φαντασίας. Ἄν δέν ὑπάρχουν οἱ παραστάσεις (μνημονικές ἤ
φανταστικές) δέν μπορεῖ κάποιος νά ὑποδυθεῖ ρόλους. Στή διήγηση Περί Σεργίου
τοῦ δημότου Ἀλεξανδρείας, ὁ Σέργιος606 μέ συνεργούς τίς πόρνες πού δούλευαν
γι αὐτόν, τίς μεταμφιέζει σέ καλόγριες καί τίς καλόγριες τίς κρύβει κάπου πού νά
μήν μπορεῖ νά τίς βρεῖ κανείς: «μέχρις... ἀνεχώρησε τῆς πόλεως ὁ κακοδαίμων
ἐκεῖνος ἄρχων.». Ἀφοῦ πέρασε ὁ κίνδυνος καί ἐπανῆλθαν τά πράγματα στήν
προτέρα κατάσταση, οἱ πόρνες: «θεασάμεναι τὰς δούλας καὶ νύμφας Χριστοῦ...
λέγουσαι 'ἐπειδὴ κατεξίωσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς κἂν διὰ προφάσεως φορέσαι τὸ ἅγιον
τοῦτο σχῆμα, μὴ γένοιτο ἡμᾶς τοῦ λοιποῦ ὑποστρέψαι ἐν τῇ ἀκαθαρσίᾳ ἐκείνῃ καὶ
ἀπωλείᾳ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.». Ἡ «ὑποκριτική τέχνη» ὁδήγησε τίς πόρνες στό
μοναχικό βίο. Συμμετέχωντας ἔστω καί «διὰ προφάσεως» βίωσαν τό «ρόλο τους».
604
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν...,τ.1, σ.504.
605
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.657.
606
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ. 136.
303
Ἡ τέχνη τῆς διήγησης μιᾶς ἱστορίας τοποθετεῖ τήν ἀφήγηση «μέσα» στό χρόνο.
∆έν εἶναι τόσο ἕνας τρόπος στοχασμοῦ πάνω στό χρόνο, ὅσο ἕνας τρόπος
ἀποδοχῆς τοῦ χρόνου ὡς δεδομένο. Ὅταν κάποιος ἀφηγεῖται, τότε ὅλα
ἁπλώνονται στό χρόνο. Ἡ ἀφηγηματική δραστηριότητα, θεωρημένη χωρίς παραπέρα
607
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίου Ἀβραμίου, τ.4, σ.593-
597.
304
προέκταση, συμμετέχει στή συγκάλυψη καί τῆς ἱστορικότητας καί τῆς χρονικότητας.
Ταυτόχρονα σιωπηρά βεβαιώνει τήν ἀλήθειά της μέσα-στό-χρόνο-ὕπαρξης, στό
μέτρο πού αὐτή κατέχει τή δική της αὐθεντικότητα. Ὁ χρόνος μιᾶς ἀφήγησης εἶναι
χρόνος δημόσιος, ἀλλ' ὄχι μέ τή σημασία τοῦ κανονικοῦ χρόνου, ἀδιάφορος στά
ἀνθρώπινα ὄντα, στή δράση τους καί τά πάθη τους. Εἶναι μέ τή σημασία πού εἶναι ἡ
μέσα-στό-χρόνο-ὕπαρξη πρίν ἰσοπεδωθεῖ ἀπό τόν κανονικό (συνήθη) χρόνο. Ἡ
τέχνη διήγησης ἱστοριῶν διατηρεῖ τό δημόσιο χαρακτήρα τοῦ χρόνου ἐνῶ
παράλληλα τόν συγκρατεῖ ἀπό τήν πτώση του στήν ἀνωνυμία. Ὁ Cadamer δίνει
στήν ἀφήγηση καί μία δευτερεύουσα σχέση μέ τόν δημόσιο χρόνο· τόν ὀνομάζει
ἐξωτερικό δημόσιο χρόνο ἤ ὁ χρόνος τοῦ κοινοῦ· τό κοινό μιᾶς ἱστορίας εἶναι τό
ἀκροατήριο της· μόνο μέσῳ τοῦ γραμμένου κειμένου ἡ ἱστορία ἀνοίγεται σέ ἕνα
κοινό πού ἀποκτᾶ σημασία γιά ὁποιονδήποτε μπορεῖ νά διαβάσει608.
Ἡ πλοκή (κατανοητή ὁλότητα πού ρυθμίζει μιά διαδοχή γεγονότων σέ κάθε
ἱστορία) ἀποτελεῖ τό σημεῖο συνάντησης χρονικότητας καί ἀφηγηματικότητας. Οἱ
χρονικές ἐπιπτώσεις τῆς διπλῆς δομῆς τῆς πλοκῆς, ὁδηγοῦν στήν ὑπόθεση πώς ἡ
ἀφήγηση κάνει κάτι περισσότερο ἀπό τό νά ἑδραιώνει τήν ἀνθρώπινη κοινότητα
«μέσα» σέ χρόνο. Οἱ χρονικές αὐτές ἐπιπτώσεις ξαναφέρνουν ἀπό τόν «ὑπολογι-
σμό» τοῦ χρόνου στήν «ἀνάμνησή» του· δηλ. ἡ ἀφήγηση παρέχει μία μετάβαση ἀπό
τήν μέσα-στό-χρόνο-ὕπαρξη στήν ἱστορικότητα. Πρῶτον χάρη στήν ἐπεισοδική του
διάσταση: ὁ ἀφηγηματικός χρόνος τείνει πρός μία γραμμική ἀναπαράσταση τοῦ
χρόνου (ἀπάντηση στό ἐρώτημα «τί συμβαίνει στή συνέχεια;»). ∆εύτερον τά ἐπεισό-
δια συνιστοῦν μία ἀνοιχτή πρός τό τέλος της σειρά γεγονότων πού ἐπιτρέπει σέ
κάποιον νά προσθέσει στό «μετά» ἕνα «καί μετά» καί ἕνα «οὕτω καθεξῆς»· τελικά
τά ἐπεισόδια ἀκολουθοῦν τό ἕνα τό ἄλλο σύμφωνα μέ τήν ἀναστρέψιμη σειρά τοῦ
χρόνου πού εἶναι κοινός στά ἀνθρώπινα καί τά φυσικά γεγονότα609.
608
P. Ricoeur, Ἡ ἀφηγηματική λειτουργία, σ. 109-111.
609
P. Ricoeur, Ἡ ἀφηγηματική λειτουργία, σ. 92-94,119· Ὁ Heidegger θεωρεῖ πώς ἡ συνήθης
ἀναπαράσταση τοῦ χρόνου ὡς μιά γραμμική σειρά ἀπό «τώρα» ἀποκρύπτει τήν ἀληθινή σύσταση
τοῦ χρόνου πού διαιρεῖται σέ τρία ἐπίπεδα: α) σ' ἐκεῖνο τῆς συνήθους ἀναπαράστασης τοῦ
χρόνου, δηλ. ἀντίληψη τοῦ χρόνου ὡς ἐκεῖνο μέσα στό ὁποῖο συμβαίνει κάτι· β) σ' ἐκεῖνο τῆς
«ἱστορικότητας», δηλ. ἔμφαση στό βάρος τοῦ παρελθόντος καί περισσότερο, σύμφωνα μέ τή
δύναμη τῆς ἀνάκτησης, τῆς «παράτασης» ἀνάμεσα στή γέννηση καί τό θάνατο μέσα στό ἔργο
τῆς «ἐπανάληψης»· αὐτό εἶναι καί τό στοιχεῖο πού ἐπιτρέπει στήν ἀντικειμενική Ἱστορία νά
θεμελιώνεται στήν ἱστορικότητα· γ) πέρα ἀπό τήν ἱστορικότητα ὑπάρχει ἡ χρονικότητα πού
ἀναβλύζει μέσα στήν πολυμερή ἑνότητα τοῦ μέλλοντος, τοῦ παρελθόντος καί τοῦ παρόντος.
305
Ἡ τέχνη τῆς ἀφήγησης δέν προφυλάσσει μόνο ἀπό τήν ἰσοπέδωση ἀπό τό
μετρημένο καί ἀνώνυμο χρόνο, ἀλλά προκαλεῖ ἐπίσης τήν κίνηση ἀπό τόν
ἀντικειμενικό χρόνο πρός τή γνήσια χρονικότητα. Αὐτό πετυχαίνεται μέσῳ τῆς
«ἀφηγηματικῆς ἐπανάληψης» διαβάζοντας τό τέλος στήν ἀρχή καί τήν ἀρχή στό
τέλος. Μαθαίνεται νά διαβάζεται ὁ χρόνος πρός τά πίσω, σάν τήν ἀνακεφαλαί-
ωση τῶν ἀρχικῶν συνθηκῶν μιᾶς πορείας δράσης μέσα στίς τελικές συνέπειές της.
Μέ αὐτό τόν τρόπο μία πλοκή ἑδραιώνει τήν ἀνθρώπινη δράση ὄχι μόνο μέσα στό
χρόνο ἀλλά καί μέσα στήν μνήμη καί ἡ μνήμη ἐπαναλαμβάνει τήν πορεία τῶν
γεγονότων σύμφωνα μέ μία τάξη ἀνάμεσα σέ μία ἀρχή καί σέ ἕνα τέλος. Κι ἔτσι
ἐρχόμαστε πιό κοντά στήν χαϊντεγκεριανή ἔννοια τῆς «ἐπανάληψης», δηλ. τήν
ἀνάκτηση τῶν πιό βασικῶν μας δυνατοτήτων πού κληρονομήθηκαν ἀπο τό παρελ-
θόν μας στή μορφή τῆς προσωπικῆς μοίρας καί τοῦ συλλογικοῦ πεπρωμένου. Τό
φανταστικό ταξίδι ὑποβάλλει τήν ἰδέα ἑνός μεταχρονικοῦ τρόπου ἀναζήτησης πού
δεν εἶναι ἀχρονικός ἀλλά «χωρίς χρόνο» καί ἀντιγράφει τήν ἐπεισοδική διάσταση
τῆς ἀναζήτησης. Ἡ ἴδια ἡ ἀναζήτηση παίρνει τή μορφή μιᾶς ἐπιστροφῆς στήν
ἀφετηρία-ἀρχή. Ἡ χρονική ἐπιστροφή τοῦ Ὀδυσσέα στόν ἑαυτό του ὑποστηρίζεται
ἀπό τή γεωγραφική ἐπιστροφή στόν γενέθλιο τόπο του. Τό τέλος τῆς ἱστορίας εἶναι
ἐκεῖνο πού ἐξισώνει τό παρόν μέ τό παρελθόν, τό ὑπαρκτό μέ τό δυνατό610.
Ὁ χρόνος εἶναι σημαντική παράμετρος τῆς ἀφήγησης καί διέπεται ἀπό διπλή
χρονικότητα: αὐτήν τῆς ἱστορίας (Erzählzeit) καί αὐτή τῆς ἀφήγησης (erzählteZeit)
ὅπως παρατήρησε πρῶτος ὁ Müller611. Προφανές εἶναι ὅτι ἡ ἀφήγηση δέν μπορεῖ
παρά νά εἶναι μεταγενέστερη ἀπό αὐτό πού ἀφηγεῖται. Αὐτό βέβαια συχνά
διαψεύδεται, μέ ἕνα εἶδος προλεκτικῆς ἀφήγησης κάτω ἀπό διάφορες μορφές
(προφητική, ἀποκαλυπτική, μαντική, ὀνειρική).
Ὁ Genette διακρίνει τέσσερις τύπους ἀφήγησης:
α) Τήν μεταγενέστερη. Σέ αὐτή τήν κατηγορία ἀνήκει ἡ πλειάδα τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων.
β) Τήν προγενέστερη (προλεκτική). Περιπτώσεις ἀποκαλυπτικῶν ὀνείρων, ὁραμά-
των, ὀπτασιῶν: Τό προφητικό ὄνειρο τοῦ στρατιώτη Νικολάου στή διήγηση Τῇ 24ῃ
610
Ricoeur P., Ἡ ἀφηγηματική λειτουργία, σ.134-135,149.
611
Φαρίνου-Μαλαματάρη Γ., Ἀφήγηση-Ἀφηγηματολογία, περ. Νέα Ἑστία, σ.993. πρβλ. Παγανοῦ Γ.,
Ἡ Νεοελληνική πεζογραφία. Θεωρία καί πράξη, τ. Β’, σ.48-50.
306
τοῦ μηνός ∆εκεμβρίου Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Νικολάου μοναχοῦ, τοῦ ἀπό
στρατιωτῶν612· τό προφητικό ὄνειρο τοῦ πατριάρχη Σεργίου στή διήγηση Τῇ 11η
Αὐγούστου, περί τῆς ἀχειροποιήτου εἰκόνος...613· διήγηση μέ ὄνειρο πού
ὑποδεικνύει καί καθοδηγεῖ στήν ἀνεύρεση ἱερῶν λειψάνων614.
γ) Τήν σύγχρονη μέ τήν πράξη. Κυριολεκτικά καμμία ἀφήγηση δέν μπορεῖ νά εἶναι
ἰσόχρονη μέ τήν ἱστορία. Πάντως τέτοιες ἀφηγήσεις δέν περιέχονται στίς
ψυχωφελεῖς διηγήσεις.
δ) Τήν ἐμβόλιμη (βλ. περί ἔνθεσης καί ἐγκιβωτισμοῦ στή παρ. ∆όμηση πλοκῆς τῆς
ἔρευνά μας).
Ὁ Genette διακρίνει τρεῖς βασικές κατηγορίες χρονικῶν σχέσεων ἀνάμεσα
στήν ἀφήγηση (récit) καί τήν ἱστορία:
1) Σχέσεις ἀνάμεσα στή χρονική τάξη τῆς διαδοχῆς τῶν γεγονότων στήν
ἱστορία καί στήν τάξη μέ τήν ὁποία αὐτά ρυθμίζονται στήν ἀφήγηση. Οἱ χρονικές
ἀσυμφωνίες ἀνάμεσα στήν ἱστορία καί τήν ἀφήγηση ὀνομάζονται ἀναχρονίες καί
διακρίνονται σέ: α) πρόληψη, δηλ. πρόωρη ἀναφορά σέ γεγονότα πού θά συμβοῦν
μελλοντικά. Μέ βάση τά στοιχεῖα τῆς πιό κάτω διήγησης πού γίνεται ἀναφορά σέ
γεγονότα πού κράτησαν τουλάχιστον δώδεκα ἡμέρες, ὁ ἀφηγητής ἀναφέρει: «Οἷος
δὲ καὶ ὁ θάνατος τοῦ μεγάλου τούτου πατέρος γέγονεν, μᾶλλον δὲ ἡ μετάστασις ἡ
διὰ θανάτου πρὸς ζωὴν αἰώνιον, ἀναγκαῖον διηγήσασθαι. Ἀσθενήσας γὰρ ἐν τῷ
σπηλαίῳ...»615· β) ἀνάληψη, δηλ. ἀναδρομικές ἐκθέσεις παρελθοντικῶν γεγονότων:
ἡ μή ἀνεύρεση στόν τάφο τοῦ νεκροῦ σώματος ἀδελφοῦ, γίνεται αἰτία ν'
ἀναφερθεῖ τό ἱστορικό του (θεωρεῖτο γιός τοῦ βασιλιά Μαυρικίου...)616.
2) Σχέσεις ἀνάμεσα στήν ποικίλη διάρκεια αὐτῶν τῶν γεγονότων ἤ τμημάτων
τῆς ἱστορίας καί τήν ψευδοδιάρκεια (στήν πραγματικότητα τό μῆκος τοῦ κειμένου)
τῆς ἀπαγγελίας τους στήν ἀφήγηση. Πολύ δύσκολο νά συγκρίνει κάποιος τόν
χρόνο τῆς ἱστορίας πού μπορεῖ νά διαρκεῖ μέρες, μῆνες μέ τόν χρόνο τῆς
ἀφήγησης πού δέν μπορεῖ νά μετρηθεῖ. Ἡ ἀφήγηση δέν ἔχει δική της χρονικότητα,
612
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 335.
613
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 312.
614
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 92, σ.103.
615
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση XII,
σ.67.
616
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση XXIX,
σ.77.
307
617
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Παϊσίου καί Ἠσαΐου, τ.1, σ.82-84.
618
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.2, σ. 312.
308
περίπου τριάντα ἐτῶν πού δέν ἀναφέρεται τίποτα· προφανῶς ὅμως ἡ εἰκόνα θά
παρέμενε θαυματουργή καί σ' αὐτό τό διάστημα.
β) Παύση, ὅπου κάποιο περιγραφικό τμῆμα τῆς ἀφήγησης ἀντιστοιχεῖ σέ μία
ἀνύπαρκτη διάρκεια τῆς ἱστορίας. Στή διήγηση Περί τῶν τριῶν γυναικῶν τῶν
φανερωθέντων ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως619, ὑπάρχει περιγραφή τοῦ
δύσβατου τοπίου στό ὁποῖο, ὕστερα ἀπό ὑπόδειξη ὀρνέων, ἀνευρέθησαν οἱ τρεῖς
γυναῖκες ἀπό τούς μοναχούς καί ἀρχίζει ἡ ἀφήγηση τῆς κυρίας διήγησης.
γ) Ἡ σκηνή, πού εἶναι ἡ συμβατική ἰσότητα χρόνου ἀνάμεσα στήν ἀφήγηση καί τήν
ἱστορία. Στή διήγηση Ἱππολύτου620, ὁ νεαρός μαγιστριανός πηγαίνει στό πορνεῖο,
πληρώνει τόν ἰδιοκτήτη πέντε νομίσματα καί μπαίνωντας στό δωμάτιο λέει στήν
κοπέλλα: «Ἀνάστα σῶσον σεαυτὴν»· τήν μεταμφιέζει μέ τά δικά του ροῦχα καί
«κατασφραγισάμενη» (μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ) τήν φυγαδεύει καί σώζεται χωρίς
νά φθαρεῖ καί νά μιανθεῖ.
δ) Περίληψη, ὅπου μιά μορφή μέ ποικιλία ρυθμοῦ καλύπτει τό διάστημα ἀνάμεσα
στή σκηνή καί τήν ἔλλειψη. ∆ιήγηση ἀναφέρει: «Ἤκουσε ποτε ὁ ἄρχων περὶ τοῦ
ἀββᾶ Μωϋσέως καὶ ἀπῆλθεν εἰς Σκῆτιν ἰδεῖν αὐτόν· καὶ ἀνήγγειλάν τινες τῷ
γέροντι τὸ πρᾶγμα· καὶ ἀνέστη φυγεῖν στὸ ἕλος...»621.
3) Σχέσεις συχνότητας, δηλ. ἡ σχέση ἐπανάληψης ἀνάμεσα στήν ἀφήγηση καί
τήν ἱστορία. Ἕνα γεγονός δέν εἶναι ἀρκετό νά παραχθεῖ πρέπει ν' ἀναπαραχθεῖ ἤ
νά ἐπαναληφθεῖ. Ἡ ἐπανάληψη εἶναι μία κατασκευή τοῦ πνεύματος πού ἀφαιρεῖ ἀπό
κάθε συμβάν κάθε τι πού ἀνήκει ἀποκλειστικά σ' αὐτό, γιά νά διατηρήσει μονάχα
αὐτό τό ὁποῖο μοιράζεται μέ ὅλα τά ἄλλα πού ἀνήκουν στήν ἴδια κατηγορία. Οἱ
ἐπαναληπτικές σχέσεις ἀνάμεσα στήν ἀφήγηση καί τήν ἱστορία ταξινομοῦνται στούς
ἑπόμενους τέσσερις τύπους:
α) Ἀφήγηση μιά φορά αὐτοῦ πού ἔγινε μία φορά: ἡ πλειάδα τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων.
β) Ἀφήγηση πολλῶν φορῶν αὐτοῦ πού ἔγινε μία φορά. Στή διήγηση Περί τοῦ
πρεσβυτέρου τοῦ δεσμευθέντος ὑπό τοῦ ἐπισκόπου αὐτοῦ622, συναντᾶται
619
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.28.
620
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 62.
621
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.72.
622
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.4.
309
ἐξαγόρευση τοῦ πταίσματος, πού εἶναι καί ἡ αἰτία τοῦ ἐπιτιμίου, στόν ἀρχιεπίσκοπο
καί ὁ ἀρχιεπίσκοπος ἀπευθυνόμενος στούς Πατέρες λέει: «τάδε καὶ τάδε συνέβη
εἰς τὸν ἄνθρωπον τοῦτον καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς, ἅγιοι πατέρες, διὰ τὸν Κύριον,
σκοπήσατε...».
γ) Ἀφήγηση πολλῶν φορῶν αὐτοῦ πού ἔγινε πολλές φορές. Στή διήγηση Γιά τόν
Ἅγιο Γεράσιμο τόν Ἰορδανίτη, τό λιοντάρι μαθαίνει τό θάνατο τοῦ ἀββᾶ Γερασίμου
ἀπό τούς ἄλλους Γέροντες, πού τοῦ εἶπαν: «Ἰορδάνη, ὁ γέροντάς μας μᾶς ἄφησε
ὀρφανούς·»· τό λιοντάρι δέν ἤθελε νά φάει, καί οὔρλιαζε δυνατά· κι ὅταν τό εἶδαν
νά κάνει ἔτσι ἔτριβαν τή πλάτη του καί τοῦ ἔλεγαν: «Ἔφυγε ὁ γέροντας πρὸς Κύριον
καὶ μᾶς ἄφησε...», καί δέν μποροῦσαν νά τό σταματήσουν ἀπό τίς κραυγές· «Κι ὅσο
νόμιζαν ὅτι μὲ τὰ λόγια τὸ παρηγοροῦν καὶ τοῦ ἀλλάζουν τὴ διάθεση, τόσο αὐτὸ
συνέχιζε νὰ οὐρλιάζει καὶ ἐπαύξανε τὸ θρῆνο μὲ κραυγές·»623.
δ) Ἀφήγηση σέ μιά φορά αὐτοῦ πού ἔγινε πολλές φορές. ∆ιήγηση ἀναφέρει: «Γι'
αὐτὸν τὸν ἀββὰ Θεοδόσιο... μᾶς διηγήθηκε ὁ ἀββᾶς Κυριακός, ... ὅτι ὁ γέροντας
ἔκανε τριανταπέντε χρόνια ἡσυχάζοντας, τρώγωντας κάθε δύο μέρες, σιωπώντας
ἐντελῶς...»624.
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ὁ χρόνος τῆς ἀφήγησης καί ὁ χρόνος τοῦ
ἀφηγήματος ἔχουν σαφή χρονική ἀπόσταση μεταξύ τους· στό τέλος αὐτό πού μένει
εἶναι ὅτι οἱ δύο χρόνοι ταυτίζονται καί τό παρελθόν ἔρχεται νά ἐγκατασταθεῖ ἐντός
ἑνός αἰωρούμενου διαρκοῦς παρόντος, πού ἀπορροφᾶ τόσο τό ἀντικείμενο τῆς
ἀναπαράστασης ὅσο καί τό ὑποκείμενο πού ἀναπαρασταίνει. Τό σχέδιο τῆς
σωτηρίας τοῦ ἐν Χριστῷ ἀγωνιζόμενου ἀνθρώπου βρίσκεται πάντα πρό τῶν Πυλῶν.
Τό πεδίο τοῦ βλέμματος δέν περιορίζεται αὐστηρά στήν τοπικότητα τῆς μιμητικῆς
δράσης, δηλαδή σ' ἕνα δυναμικό ἱστορικό πεδίο πού οἱ χωρικοί ἄξονες ἐκτείνονται
στά σύνορα συγκεκριμένων ἐθνῶν καί ἠπείρων· τονίζεται ἡ ὕπαρξη ἑνός ὁλικοῦ
χώρου, ἑνός εὐρύτερου χώρου πού δέν συνιστᾶ ὀντολογική ἀπειλή στόν
πραγματικό κόσμο τοῦ ἀναγνώστη. Τό ἴδιο καί ἡ κατασκευή τῶν χαρακτήρων· ἡ
ταυτότητα καί ἡ ὑποκειμενικότητά τους δέν εἶναι παρά ἕνα πλέγμα διαμορφούμενο
ἀπό κοινωνικές, πολιτικές, ἐθνικές καί πολιτισμικές δυνάμεις πού ἐπαναπροσδιο-
ρίζει καί τοποθετεῖ τήν «ἑτερότητα» μέσα στίς δυναμικές μετακινούμενες προοπτι-
623
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 107, σ. 117.
624
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 67, σ. 72.
310
κές τῆς Ἱστορίας τῆς Σωτηρίας. Αὐτό ἔχει σάν συνέπεια τήν προβολή τοῦ κειμενικοῦ
ἀντί τοῦ μιμητικοῦ χώρου στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις καί συμβάλλει στήν κειμενική
διασπορά τῆς ἐγωτικῆς ἑνότητας.
v. Ρητορικά σχήματα.
Τό συγγραφικό ὕφος, ἡ ἁπλή γλώσσα τῆς ἐποχῆς, ἡ τεχνική δομή καί ὁ σκοπός
συγγραφῆς τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων δέν παρουσιάζουν κανένα προγραμματι-
σμένο καί ἐπιμελημένο ρητορικό πλαίσιο. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει παντελή
ἔλλειψη ρητορικῶν στοιχείων. ∆έν εἶναι κείμενα ἀπογυμνωμένα ἀπό κάθε
φιλολογική ἐπιμέλεια καί ἐσωτερική ρητορική ὑποδομή. ∆ιακρίνεται χρήση
ρητορικῶν σχημάτων πού ἀποδεικνύονται χρησιμότατα στήν ἑρμηνευτική ἐπεξεργα-
σία αὐτῶν τῶν κειμένων. Βέβαια αὐτό πού πρέπει νά τονιστεῖ εἶναι ὅτι ὁ ἀφηγητής ἤ
ὁ συγγραφέας-συμπιλητής τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων δέν χρησιμοποιεῖ τόν
προφορικό ἤ γραπτό λόγο γιά νά πείσει (περίπτωση ἀρχαίων ρητόρων), ἀλλά
ὑπηρετεῖ τήν «τῆς ἀληθείας ἀποκάλυψιν» καί τήν διακήρυξη τῆς κατά Χριστόν ζωῆς.
Ὁ συγγραφέας ἤ ὁ ἀφηγητής τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων δέν προβάλλει καί δέν
καυχᾶται γιά τήν πειθώ του, γιατί πίσω ἀπό κάθε λόγο του ὑπάρχει ἡ αὐθεντία τοῦ
Θεοῦ (ζήτημα θεοπνευστίας). Τά ρητορικά σχήματα αὐτά συμβάλλουν στή δημιουρ-
γία συναισθηματικῆς φόρτισης καί συμμετοχικῆς ἐνεργοποίησης τοῦ ἀκροατηρίου-
ἀναγνωστικοῦ κοινοῦ.
Τό «σχῆμα» ὡς τεχνικός ὅρος στή γλώσσα τῆς ρητορικῆς, ὅπως ὁρίζει ὁ
ρήτορας Ἀλέξανδρος, σημαίνει «ἐξάλλαξις λόγου ἐπί τό κρεῖττον κατά λέξιν ἤ
κατά διάνοιαν ἄνευ τρόπου» καί διακρίνεται: α) σέ σχήματα λέξεως πού εἶναι οἱ
γλωσσικοί τύποι πού παρρεκλίνουν τῆς καθημερινῆς συνομιλίας καί ἀφοροῦν κατ'
ἐξοχήν στό ἐκφραστικό μέρος τοῦ λόγου, στή σύνδεση τῶν λέξεων καί στή
διαμόρφωση τῶν ἐκφράσεων (παραλληλισμός, κλῖμαξ, ὑπερβατό, ἀποστροφή,
πλεονασμός)· β) σέ σχήματα διανοίας πού ἀφοροῦν τή σύλληψη ἰδεῶν (ὑπερβολή,
ρητορική ἐρώτηση, ἀλληγορία, λογοπαίγνιο)625. Ἡ ἔρευνά μας θά ἐπικεντρωθεῖ στά
σχήματα πού ἐξυπηρετοῦν τά θεολογικά δεδομένα τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων.
625
Κ. Νικολακόπουλου, Καινή ∆ιαθήκη καί Ρητορική. Τά ρητορικά σχήματα διανοίας στά ἱστορικά
βιβλία τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, σ. 17-48· πρβλ. ∆. Κούκουρα, Ἡ ρητορική καί ἡ ἐκκλησιαστική
ρητορική. ∆ιαχρονική μελέτη, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2003.
311
Τό σχῆμα τῆς ὑπερβολῆς, πού ἔχει τήν ἰδιότητα νά αὐξάνει τήν ἔνταση τῶν
λεγομένων καί νά κορυφώνει τήν ἔκφραση τῶν σκέψεων συναντᾶται συχνά.
Μέσῳ αὐτοῦ τονίζονται οἱ ἰδιαίτερες ἀρετές καί χαρίσματα τῶν Γερόντων.
Ἐνδεικτικά παρατίθενται:
Ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς ὁ Αἰθἰοπας: «Κατηξιώθη δὲ οὗτος χαρίσματος κατὰ δαιμόνων,
οὕτως ὡς τὰς μυΐας ταύτας ἡμᾶς φοβεῖσθαι μᾶλλον ἤ ἐκεῖνον τοὺς δαίμονας.»626.
Ὁ ἀββᾶς Σισσίνιος: «...μνήματι ἑαυτὸν καθεῖρξε καὶ ἐπὶ τρία ἔτη ἐν τῷ μνήματι ἐν
προσευχαῖς διετέλει, μὴ νύκτωρ μὴ καθ' ἡμέραν μὴ καθίσας, μὴ ἀναπεσών, μὴ
βαδίσας ἔξω.»627.
Γιά κάποιον ἀνώνυμο Γέροντα ὁ Ἰωάννης ὁ Εὐνοῦχος ἀναφέρει: «ἐκεῖ ὅπου ἔβαζε
μετάνοιες ὁ γέροντας ἦταν πλάκα... καὶ ὅπου ἀκουμποῦσε τὰ γόνατα καὶ τὰ χέρια
του, εἶχε βαθουλώσει ἡ πλάκα πάνω ἀπὸ τέσσερα δάκτυλα. τόσες πολλὲς
μετάνοιες ἔβαζε.»628·
Γιά τόν ἀββά Θεόδουλο ἀναφέρεται: «κι ἄλλο Γέροντα εἴδαμε στὴν ἴδια μονή, τὸ
Θεόδουλο, πρώην στρατιώτη, ὁ ὁποῖος νήστευε καθημερινὰ καὶ δὲν κοιμήθηκε ποτὲ
ξαπλωμένος.»629.
Ἡ Θεία συνεργία εἶναι γιά τούς Γέροντες μόνιμος χορηγός: «...λιποθυμήσας ἐν τῷ
πράγματι εἰσελθὼν ἐν τῷ κελλίῳ τρεῖς εὗρον ἄρτους· καὶ φαγόντων εἴκοσι ὄντων
εἰς κόρον ἀπ' αὐτῶν εἷς περίσσευσεν, ᾧ ἐχρησάμην ἐπὶ εἰκοσιπέντε ἡμέρας.»630.
Ἡ περιγραφή τῆς ὑδρωπικίας τοῦ ἀναχωρητῆ Βενιαμίν631, (δέν μποροῦσε λόγῳ
διόγκωσης τοῦ σώματος νά κοιμηθεῖ σέ κρεβάτι· τό κάθισμα του συνέχεια τό
φτιάχνανε πιό μεγάλο· πέθανε καί χρειάστηκε νά γκρεμίσουν τά στηρίγματα τῆς
πόρτας τοῦ κελιοῦ του γιά νά τόν βγάλουν ἔξω) ἤ ἡ λεπτομερής περιγραφή σέ ὅλα
τά στάδια τῆς ἀρρώστιας τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς πού φτάνουν στά ὅρια τῆς ὑπερβο-
λῆς632, σέ ἀντιδιαστολή μέ τό μεγαλεῖο τῆς ἀρετῆς τους, ὁδηγοῦν τόν ἀναγνώστη
σέ μιά πιό ἔντονη ἀφομοίωση τῆς ἀντιθετικότητας τῶν δύο καταστάσεων ἀλλά καί
στήν διαπίστωση τῆς ἀέναης πάλης τοῦ καλοῦ καί κακοῦ.
626
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Μωσέως τοῦ Αἰθίοπος, τ.1, σ. 124.
627
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Σισιννίου, τ.2, σ. 30.
628
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.205.
629
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ. 28.
630
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Ἠλία, τ.2, σ. 32.
631
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 244.
632
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.249-250.
312
633
Historia Monachorum in Aegypto, σ.71.
634
Κ. Νικολακόπουλου, Καινή ∆ιαθήκη καί Ρητορική. Τά ρητορικά σχήματα διανοίας στά ἱστορικά
βιβλία τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, σ.217.
635
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Θεοφίλου τοῦ ἀρχιεπισκόπου, δ’, σ.42-43.
636
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Ἡ φιλάργυρος παρθένος, τ.1, σ.58-60.
313
τῆς θεραπείας: περιστέρι κατέναντι τῆς κεφαλῆς του, ἐγγύς τῆς κεφαλῆς του καί
πάνω τῆς κεφαλῆς του637.
β) Πρός διόρθωση τῶν κακῶς κειμένων καί σωφρονισμό. Ὁ ἀββᾶς Ὀρέντης
πηγαίνει μία Κυριακή στήν Ἐκκλησία μέ ἀναποδογυρισμένο τό ροῦχο του (φορώ-
ντας ἀπ' ἔξω τή μάλλινη πλευρά του) καί οἱ νεωκόροι τοῦ λένε: «Καλόγερε γιατὶ
μπῆκες ἔτσι καὶ μᾶς ἐκθέτεις μπροστὰ στοὺς ξένους;»· κι ὁ Ὀρέντης τότε τούς
ἀπάντησε: «Ἐσεῖς ἀναποδογυρίσατε τὸ Σινᾶ καὶ κανεὶς δὲν σᾶς εἶπε τίποτα. Κι
ἐμένα ὅταν ἀναποδογύρισα τὸ ροῦχο μου μὲ κατηγορεῖτε; Πηγαίνετε κι ἐγὼ
διορθώνω ὅτι ἀναποδογύρισα.»638.
γ) Πρός παιδαγωγία. Ρωτάει ἀδελφός τόν Γέροντα τί νά κάνει πού οἱ λογισμοί
του τοῦ λένε, ὅτι σέ λάθος καιρό ἔγινε μοναχός κι ὅτι δέν πρόκειται νά σωθεῖ· ὁ
Γέροντας τοῦ ἀπαντᾶ: «Τὸ ξέρεις ἀδελφέ, ὅτι κι ἂν δὲν μποροῦμε νὰ μποῦμε στὴ γῆ
τῆς ἐπαγγελίας, συμφέρει τὰ λείψανά μας νὰ πέσουν στὴν ἔρημο παρὰ νὰ
ἐπιστρέψουμε στὴν ἔρημο;». ∆ιά τῆς ἀληγορικῆς μεθόδου τονίζεται ἡ σημασία τοῦ
ἀγώνα πού μπορεῖ νά μήν ὁδηγήσει στό στόχο, ἀλλά τουλάχιστον θά ἔχει
προχωρήσει (βελτιωθεῖ) ἀπό τό σημεῖο ἐκκίνησης639.
δ) Προληπτικά. Ἀναφορικά μέ τό πάθος τῆς πορνείας, Γέροντας λέει: «Παιδιά
μου, τὸ ἁλάτι ἀπὸ τὸ νερὸ προέρχεται καὶ ἂν πλησιάσει τὸ νερὸ διαλύεται καὶ
ἐξαφανίζεται. Παρόμοια κι ὁ μοναχὸς ἀπὸ τὴ γυναίκα προέρχεται κι ἂν πλησιάσει
γυναίκα διαλύεται καί καταλήγει στὴν ἀνυπαρξία.»640.
Σέ ἄλλη πάλι διήγηση ἀναφορικά μέ τήν ἐναπόθεση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς στή
μέριμνα τοῦ Θεοῦ, συναντᾶται: «Ἀδελφὸς ἠρώτησε Γέροντα λέγων· τί ποιήσω
Πάτερ, ὅτι δειλιῶ τὰς νύκτας; Καί ἀπεκρίθη ὁ Γέρων· ἕως τότε φοβοῦνται οἱ τῆς
πόλεως τοὺς βαρβάρους, ἕως οὐκ ἔχουσι τὴν τοῦ Βασιλέως βοήθειαν, ἐπὰν δὲ
πληροφορηθῶσιν ὅτι ἔφθασεν ἐν τῇ πόλει, ἢ ∆ούξ, ἢ Στρατηλάτης, οὐκέτι
φροντίζουσιν, εἰδότες ὅτι ἐκεῖνοι φροντίζουσιν ὑπὲρ αὐτῶν· ἀλλὰ κἂν ἀκούσωσιν,
ὅτι ἐπέστησαν βάρβαροι, οὐ μεριμνῶσιν ἔχοντες τὸν ὑπὲρ αὐτῶν πολεμοῦντα.»641.
637
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.55.
638
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.139.
639
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.244.
640
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.251.
641
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 9, σ.349.
314
642
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίας Συγκλητικῆς, τ.2, σ.327.
643
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἐφραίμ, τ.3, σ.121.
644
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίου ∆ιαδόχου, τ.3, σ.138.
645
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἐφραίμ, τ.3, σ.333.
646
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 15-16, σ.202.
315
647
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἰσαάκ, τ.3, σ.141.
648
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.63.
649
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, παρ.78, σ.202.
316
650
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιγ’, σ.75.
651
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίου ∆ιαδόχου, τ.3, παρ.2, σ.221.
652
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἠσαΐου, τ.3, σ.127.
653
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.68.
317
654
Κ. Νικολακόπουλου, Καινή ∆ιαθήκη καί Ρητορική. Τά ρητορικά σχήματα διανοίας στά ἱστορικά
βιβλία τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, σ.183.
655
Historia Monachorum in Aegypto, σ.131.
656
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.536.
657
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.173.
658
Κ. Νικολακόπουλου, Καινή ∆ιαθήκη καί Ρητορική. Τά ρητορικά σχήματα διανοίας στά ἱστορικά
βιβλία τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, σ.275-278.
318
Πεθαίνει ἀδελφός, πού ὁ Γέροντάς του τόν εἶχε πολύ ἔγνοια, καθώς ἀμελοῦσε τά
τῆς ψυχῆς του καί τόν περίμενε ἡ κόλαση· προσευχόμενος ὁ Γέροντας γιά νά
μάθει τί γίνεται μέ τήν ψυχή τοῦ μοναχοῦ, ἔρχεται σέ ἔκσταση· «καὶ βλέπει ἕνα
πύρινο ποτάμι καὶ μέσα σ' αὐτὴν τὴ φωτιά πολλοὺς καὶ στὴ μέση τὸν ἀδελφὸ
χωμένο μέχρι τὸ λαιμό. Τότε τοῦ λέει ὁ Γέροντας· 'Γι' αὐτὴν τὴν τιμωρία δὲν σὲ
παρακαλοῦσα νὰ φροντίσεις γιὰ τὴν ψυχή σου παιδί μου;'· καὶ ἀποκρίθηκε ὁ
ἀδελφός· 'εὐχαριστῶ τὸ Θεό, πάτερ, ἐπειδή τουλάχιστον τὸ κεφάλι μου ἀνακουφί-
ζεται. Γιατὶ μὲ τὶς εὐχές σου στέκομαι πάνω στὸ κεφάλι ἐπισκόπου.»659. Ἡ διήγηση
λειτουργεῖ παιδαγωγικά (μνήμη θανάτου), ἀλλά συγχρόνως γίνονται αἰχμές γιά τίς
παρεκκλίσεις τῆς ἐπίσημης ἐκκλησίας πού ἄν καί διαφεύγουν τοῦ ἀνθρώπινου
δικαίου δέν παραβλέπονται ἀπό τόν Θεό.
Ὁ ἀββᾶς ∆οσίθεος ἔκανε ἀδιάκριτη ὑπακοή στόν Γέροντά του, τόν ἀββά ∆ωρόθεο:
«...οὐδέποτε ἐποίησεν ἓν θέλημα αὐτοῦ, καὶ τὴν ἀδιάκριτον αὐτοῦ ὑπακοήν ὅτι, εἰ
ἔτυχέν ποτε τὸν μακάριον ∆ωρόθεον εἰπεῖν αὐτῷ ῥῆμα ὡς διασύρων αὐτόν,
ἀπήρχετο τρέχων καὶ ἐποίει αὐτὸ ἀδιακρίτως. Οἷον τι λέγω· Οὗτος παρὰ τὰς ἀρχὰς
ἐλάλει τραχυτέρως. Ὁ οὖν μακάριος, ὡς διασύρων αὐτόν, ἐν μιᾷ λέγει αὐτῷ·
Βουκακράτου χρήζεις, ∆οσίθεε· καλῶς, ὕπαγε λαβὲ βουκάκρατον. Ἐκεῖνος ἀκούσας
ἀπέρχεται καὶ φέρει φιάλην ἔχουσαν οἶνον καὶ ἄρτον καὶ ἐπιδίδωσιν αὐτῷ, ὡς ἵνα
λάβῃ εὐλογίαν. Ὁ δὲ ἀγνοήσας προσέσχεν αὐτῷ ὡς ξενιζόμενος καὶ λέγει· Τί
θέλεις; Ἀποκρίνεται αὐτῷ· ἐκελεύσας με λαβεῖν βουκάκρατον· δός μοι εὐλογίαν·
τότε λέγει αὐτῷ· Μωρέ, ἐπειδὴ κράζεις ὥσπερ καὶ οἱ Γότθοι· καὶ γὰρ ἐκεῖνοι ὅταν
ἐκχολοῦνται, χολοῦσιν καὶ κράζουσιν· διὰ τοῦτο εἶπόν σοι· λαβὲ βουκάκρατον, ὅτι
καὶ σὺ ὡς Γότθος κράζεις. Ὡς οὖν ἤκουσεν ταῦτα, βάλλει μετάνοιαν καὶ ἀπέρχεται
καὶ τιθεῖ αὐτό.»660.
Ἡ κλῖμαξ εἶναι ἀκόμη ἕνα σχῆμα ὅπου ἔννοιες παρατάσσονται ἀνάλογα τοῦ
βαθμοῦ καί τῆς σημασίας των, ἐν εἴδει κλίμακος, ἀρχίζοντας ἀπό τίς μικρότερες
καί πιό ἀσήμαντες καί φθάνοντας στίς μεγαλύτερες καί πιό σημαντικές661.
659
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, σ.54.
660
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, σ.68· βουκάκρατο: ψωμί βουτηγμένο στό κρασί· μέ ἄλλα
λόγια βάλε κάτι στό στόμα σου γιά νά πάψεις νά μιλᾶς.
661
Εὐ. Θεοδώρου, Μαθήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ρητορικῆς ἤ Ὁμιλητικῆς, σ. 142.
319
Μοναχός ρωτάει πόσο χρόνο χρειάζεται γιά νά μετανοήσει ξεκινώντας ἀπό τρία
χρόνια, ἕνα χρόνο, σαράντα μέρες καί ἡ ἀπάντηση τοῦ ἀββᾶ Ποιμένος παραμένει
σταθερά ἐπαναλαμβανόμενη: «πολύ ἐστι», μέχρι νά καταλήξει: «λέγω, ὅτι ἐὰν ἐξ
ὅλης καρδίας μετανοήσῃ ἄνθρωπος καὶ μὴ προσθῇ ἔτι ποιεῖν τὴν ἁμαρτίαν καὶ εἰς
τρεῖς ἡμέρας δέχεται αὐτὸν ὁ Θεός.»662.
Ὁ ἀββᾶς ∆ωρόθεος χρησιμοποιεῖ τό συγκεκριμένο σχῆμα γιά νά καταδείξει τήν
ἔννοια τῆς ἁγιότητας: «Μέμνημαι ὅτι ἐλαλοῦμέν ποτε περὶ ταπεινώσεως καί τις τῶν
λαμπρῶν Γάζης ἀκούων ἡμῶν λεγόντων τοῦτον, ὅτι ὅσῳ ἐγγίζει τις τῷ Θεῷ
τοσοῦτον βλέπει ἑαυτὸν ἁμαρτωλόν, ἐξενίζετο καὶ ἔλεγε· Πῶς ἐνδέχεται τοῦτο; καί
ἠγνόει θέλων μαθεῖ τόν λόγον. Λέγῳ αὐτῷ· Κῦρι ὁ πρωτεύων, εἰπέ μοι, τί ἔχεις
σεαυτόν εἰς τήν πόλιν σου; Λέγει μοι ἐκεῖνος· Ἔχω ἐμαυτὸν μέγαν καὶ πρῶτον τῆς
πόλεως. Λέγῳ αὐτῷ· ἐὰν δὲ ἀπέλθῃς εἰς Καισάρειαν, τί ἔχεις ἑαυτὸν ἐκεῖ; λέγει·
Ἔχω ἐμαυτὸν εὐτελέστερον τῶν μεγάλων ἐκεῖ. Λέγω αὐτῷ. Ἐὰν δὲ ἀπέλθῃς εἰς
Ἀντιόχειαν, τί ἔχεις σεαυτόν; Λέγοι μοι· Ἔχω ἐμαυτὸν ὡς ἕναν παγανόν. Λέγω
αὐτῷ· Ἐὰν δὲ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ἀπέλθῃς ἐγγὺς τοῦ Βασιλέως, ἐκεῖ τί ἔχεις
σεαυτόν; Λέγει μοι ἐκεῖνος· Ἔχω ἐμαυτὸν ἕνα πένητα. Τότε λέγω αὐτῷ· Ἰδοὺ οὕτως
εἰσὶν οἱ ἅγιοι· ὅσον ἐγγίζουσι τῷ Θεῷ τοσοῦτον ἁμαρτωλοὺς βλέπουσιν
ἑαυτούς.»663.
Ἐντοπίστηκαν τά σχήματα ἀσύνδετο (παράταξη λέξεων ἤ φράσεων χωρίς χρήση
συμπλεκτικῶν, διαζευκτικῶν συνδέσμων ἤ ἄλλων συνδετικῶν μορίων664) καί
πολυσύνδετο (ὁ διά συνεχόμενων συμπλεκτικῶν καί ἄλλων συνδέσμων
συναπτόμενος665).
Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος: «...ἤκουσε φωνῆς (Θεοῦ) λεγούσης αὐτῷ: Ἀρσένιε, φεῦγε,
σιώπα, ἡσύχαζε αὗται γάρ εἰσιν αἱ ρίζαι τῆς ἀναμαρτησίας.»666.
Ὁ Θεός ἀπαιτεῖ τρία πράγματα ἀπό τούς βαπτισθέντες: «πίστιν ὀρθὴν ἀπὸ τῆς
ψυχῆς, καὶ ἀλήθεια ἀπὸ τῆς γλώσσης καὶ σωφροσύνη ἀπὸ τοῦ σώματος.»667.
662
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιβ’, σ.87.
663
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, παρ.34, σ.120-122.
664
Ἐγκυκλοπαίδεια Ἥλιος, τ.3, σ.848.
665
Ἐγκυκλοπαίδεια Ἥλιος, τ.16, σ.249.
666
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.5.
667
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Γρηγορίου Θεολόγου, σ.24.
320
668
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.21 καί Θεοδώρου Φέρμης, σ.39.
669
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λε’, σ. 89.
670
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.90.
671
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O. C. 1903, σ.61.
672
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.51.
673
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.51.
674
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.103-106.
675
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.126.
321
καπηλείου ἀλλά παρά ταῦτα οἱ πράξεις του εἶναι ἰσάξιες τοῦ ταπεινοῦ Γέροντα
Πύρρου).
Συναντᾶται ἐπίσης τό σχῆμα τῆς ἀποστροφῆς. Ὁ συγγραφέας-συμπιλητής /
ἀφηγητής ἀπευθύνεται πρός κάποιο πρόσωπο εἴτε ἀπόν ἤ καί τεθνεόν καί ὁμιλεῖ μέ
αὐτό σάν νά εἶναι παρόν676.
Συγγραφέας-συμπιλητής προτρέπει: «Σκόπει ὁ ἀναγινώσκων τὴν προσοχήν τοῦ
Γέροντος καὶ ἀκρίβειαν, πῶς τοὺς ὑποδεχθέντας ἀναπαύων καὶ δοκῶν αὐτοῖς
συνεσθίειν...»677· καί ἀλλοῦ: «Πρόσεχε ὁ ἀναγινώσκων, καὶ μὴ ἀδιακρίτως καὶ
ἁπλῶς οὕτω τὴν διήγησιν ἐκλαβόμενος, ἀντί τοῦ ὠφεληθῆναι βλαβῇς...»678· καί
ἀλλοῦ: «Ὁρᾷς τί δύναται ἡ ταπείνωσις, ἤτοι τὸ ἑαυτόν μέμφεσθαι;...»679.
Τέλος πρέπει νά ἐπισημανθεῖ ὅτι ἡ συγκεκριμένη παράγραφος δέν ἀσχολήθηκε
μέ τό σχῆμα τοῦ παραδόξου, γιά τό ὁποῖο ἡ ἔρευνά μας ἔκανε εἰδική ἀναφορά
στήν παρ. Θαύματα, ὄνειρα, ὁράματα (βλ. πιό πάνω). Ἡ ὕπαρξη τῆς παραδοξολογίας
δίνει ἕνα ἰδιαίτερα νοηματικά φορτισμένο χαρακτήρα πού ἔχει σάν συνέπεια τήν
πιό ἀποτελεσματική μεταβίβαση νοημάτων στούς ἀκροατές, ἐκφράζει ἔμμεσα τό
ἐπιδιωκόμενο διδακτικό νόημα καί προσελκύει ἔντονα τήν προσοχή τῶν ἄλλων.
Εἰσαγωγικά.
676
Εὐ. Θεοδώρου, Μαθήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ρητορικῆς ἤ Ὁμιλητικῆς, σ.141.
677
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 3, σ. 550.
678
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 1, σ. 658.
679
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 1, σ. 687.
322
πάνω ἀπό τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις. Συγχρόνως θεωροῦν ὅτι κάθε τι πού
κατακτοῦν δέν εἶναι δικό τους ἐπίτευγμα ἀλλά Θεία δωρεά. Αὐτή ἡ φυσικότητα,
εἶναι τό θεμελιῶδες χαρακτηριστικό τους πού ἐμπερικλείει καί τήν ἀνεξαρτησία τῶν
ἡρώων ἀπό τίς συμβατικές ἠθικές δεσμεύσεις. Ζοῦν σέ πλήρη συνάρτηση μέ τό
γύρω φυσικό καί κοινωνικό περιβάλλον τους. Ἀπό τή μία μεριά πραγματώνουν μιά
προσωποποίηση τοῦ περιβάλλοντος καί ἀπό τήν ἄλλη τό περιβάλλον ἀποτελεῖ μιά
σωματική καί ἠθική τους ἅπλωση. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὑπάρχει κάποια διαλεκτική
σχέση μεταξύ τους. Οὔτε τό περιβάλλον φαίνεται νά διαμορφώνει χαρακτῆρες,
οὔτε καί οἱ χαρακτῆρες διαμορφώνουν περιβάλλον. Ἁπλά τό ἕνα ἀντιστοιχεῖ ἀνα-
λογικά στό ἄλλο. Χαρακτήρας καί σκηνικό συνδέονται ὄχι μέ σχέσεις ἀλληλοε-
πίδρασης ἀλλά μέ σχέσεις ἀντιστοιχίας-ταυτότητας. ∆έν συνδέονται μεταξύ τους
δυναμικά ἀλλά μέ τρόπο στατικό. Ζοῦν στό περιβάλλον (ἔρημος, κελλί) μέ ἕνα
τρόπο πού δέν εἶναι καθόλου παθητικός. Ἀντιστέκονται καί προσπαθοῦν νά
σπάσουν τά δεσμά πού αὐτό τούς ἐπιβάλλει, ἀποκτώντας ἔτσι κάποια ὑπεράνθρωπα
χαρακτηριστικά· ἀποτέλεσμα οἱ χαρακτῆρες νά δίνουν τήν ἐντύπωση ὅτι εἶναι
περισσότερο ἰδανικοί παρά ρεαλιστικοί680.
Τά προσωπικά, ἀτομικά χαρακτηριστικά ἐπαναλαμβάνονται ἀπό ἱστορία σέ
ἱστορία καί ἀπό χαρακτήρα σέ χαρακτήρα σχεδόν τά ἴδια· μέσα ἀπό μία συνολική
τους θεώρηση συνθέτουν ὅλα μαζί δύο ἤ τρεῖς χαρακτῆρες πού μποροῦν νά
θεωρηθοῦν στερεότυπα καί πού μέ τή σειρά τους εἶναι δυνατόν ν' ἀναχθοῦν σ' ἕνα
καί μόνο στερεότυπο (ἀρχέτυπο). Οἱ χαρακτῆρες εἶναι ἐξελισσόμενοι καί σύνθετοι.
Μεταβάλλονται ἐσωτερικά (χριστιανικό στοιχεῖο ἀφηγηματικῆς λογοτεχνίας),
γνωρίζουν μεταστροφές καί διλήμματα. Ὅσο προχωρεῖ κάποιος πρός τόν
χειρογραφικό καί τυπογραφικό ἔλεγχο, οἱ χαρακτῆρες γίνονται ὅλο καί πιό
«σφαιρικοί», δροῦν δηλ. μέ τρόπους πού εἶναι ἐκ πρώτης ὄψεως ἀπρόσμενοι· κατ'
οὐσίαν ὅμως εἶναι συνεπεῖς μέ τούς ὅρους τῆς σύνθετης δομῆς τοῦ χαρακτήρα καί
τῶν περιπλόκων κινήτρων μέ τά ὁποῖα εἶναι προικισμένος ὁ σφαιρικός681. Ἡ
680
πρβλ. Θ. Παπαγιάννη, ἱερομ. Ἐλισαίου Σιμωνοπετρίτη, Φυσικός χῶρος καί μοναχισμός. Ἡ
διατήρηση τῆς Βυζαντινῆς παράδοσης στό Ἅγιον Ὄρος, Ἵδρυμα Γουλανδρῆ-Χόρν, Ἀθήνα 1994.
681
W. Ong, Προφορικότητα καί ἐγγραμματοσύνη, σ. 218-222· σ' αὐτόν τό χαρακτήρα τοῦ
«μυθιστορήματος» συνέβαλλαν κατά τούς Scholes καί Kellog ἡ τάση πρός ἐσωτερίκευση στήν Π.
∆ιαθήκη, ἡ ἐντατικοποίησή της στόν χριστιανισμό, ἡ δραματική ἑλληνική παράδοση, ἡ ὀβιδιακή
323
τῆς ἁρμονικῆς, συνεκτικῆς καί ὀργανωμένης κοινωνικῆς ζωῆς· συγχρόνως ἀποτελεῖ σημαντικό
συντελεστή τῆς ψυχικῆς ὑγείας γιατί ἐνοποιεῖ τήν προσωπικότητα καί δίνει νόημα στήν ζωή,
ἐξασφαλίζει στό ἄτομο συναίσθημα ἀσφάλειας καί ἐμπιστοσύνης στόν ἑαυτό του. Ἄλλο
σημαντικό κίνητρο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὁρμή τῆς ἀναγνώρισης τῆς ἀξίας του ἀπό τούς
συνανθρώπους του καί σχετίζεται ἄμεσα μέ τό συναίσθημα τῆς τιμῆς.
Ἄν τό βασικό γνώρισμα τοῦ κινήτρου εἶναι τό γεγονός ὅτι λειτουργεῖ ἀσυνείδητα καί
κατευθύνεται πρός τό στόχο του αὐθόρμητα, χωρίς συνειδητή πρόθεση, βασικό γνώρισμα τῆς
βούλησης εἶναι ἡ συνειδητή προσπάθεια γιά πραγματοποίηση ἑνός σκοποῦ τόν ὁποῖο ἡ
προσωπικότητα θέτει ἀπό πρίν καί πρός τόν ὁποῖο συνειδητά κατευθύνεται. Ἡ βούληση ἀποτελεῖ
τό τελευταῖο στάδιο μιᾶς ἐξελικτικῆς πορείας πού ἀρχίζει μέ τήν ἀντανακλαστική κίνηση καί
ὁδηγεῖ στήν ἐνστικτώδη ἐνέργεια καί στήν ὁρμή καί τελειώνει μέ τή βούληση πού ἀποτελεῖ
καθαρά ἀνθρώπινη ἐνέργεια. Ἡ βουλητική διαδικασία κλιμακώνεται ἀκολούθως: 1) συνειδητο-
ποίηση τοῦ σκοποῦ 2) σύγκρουση ἤ διάσκεψη 3) ἀπόφαση 4) συνειδητοποίηση τῶν μέσων καί
τοῦ τρόπου γιά τήν πραγμάτωση τῆς ἀπόφασης 5) ἐκτέλεση τῆς ἀπόφασης. Ἐνισχυτική ἀγωγή τῆς
βούλησης ἀποτελεῖ ἡ ἄσκηση (ὡς πρός τίς παραπάνω φάσεις) καί ἡ υἱοθέτηση ἑνός ἰδανικοῦ ἤ
ἰδεώδους πού ἀποτελεῖ ἕνα συναισθηματικά φορτισμένο ἐλατήριο, ἕνα δυναμικό σκοπό γιά τήν
πραγμάτωση τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια κατορθώνωντας νά
ὑπερνικήσει πολλές φορές καί ἀνυπέρβλητες δυσκολίες.
Τό συναίσθημα εἶναι μία λίγο-πολύ δυναμική κατάσταση εὐαρέσκειας ἤ δυσαρέσκειας (ἀνάλογα
μέ τήν ἱκανοποίηση ἤ μή ὁποιουδήποτε κινήτρου) πού γεννιέται καί ἐκδηλώνεται χωρίς τήν
καταβολή συνειδητῆς προσπάθειας καί πού συνοδεύεται ἀπό διάφορες σωματικές ἀλλαγές.
Αὐτές χαρακτηρίζουν ἐμφανέστερα τίς ἔντονες συγκλονιστικές καί συνήθως σύντομες
συναισθηματικές καταστάσεις τίς λεγόμενες συγκινήσεις ἤ ἀψιθυμίες. Χωρίς κίνητρο τό
συναίσθημα εἶναι τυφλό, δηλ. εἶναι μία ἀόριστη ἐσωτερική-ὑποκειμενική κατάσταση χωρίς
ἀντικείμενο· ἡ ἀγάπη καί τό μίσος, ὁ φόβος καί ὁ θυμός ἀναφέρονται σ' ἕνα ἀντικείμενο γιατί
ἐμπεριέχουν κινητήριες δυνάμεις. Ὁ φόβος ἀποτελεῖ μία δυσάρεστη συναισθηματική ἀντίδραση
ἀπέναντι σ' ἕναν κίνδυνο φανερό, συνειδητό καί ἀντικειμενικό. Τό ἄγχος ἀποτελεῖ δυσάρεστη
ἀντίδραση ἀπέναντι σέ κίνδυνο ἀφανή, ἀσυνείδητο καί ὑποκειμενικό. Ὁ φόβος ἀντιμετωπίζεται
ἐνεργητικά εἴτε μέ τή φυγή εἴτε καί μέ ἐπίθεση ἐναντίον του. Ἡ ἀγωνία ἀντιμετωπίζεται παθητικά,
νευρικά, σπασμωδικά, χωρίς σαφεῖς ἐνέργειες γιατί δέν εἶναι φανερός ὁ κίνδυνος. Ὀ κίνδυνος
πού ἀποτελεῖ τό αἴτιο τῆς ἀγωνίας εἶναι ἐσωτερικός, ὑποκειμενικός· εἶναι τ' ἄλυτα προβλήματα
καί οἱ ἀσυνείδητες συγκρούσεις τοῦ ἴδιου τοῦ ἀτόμου.
Ἡ περιέργεια ἀνήκει στά λογικά ἤ διανοητικά συναισθήματα πού σχετίζονται μέ τήν
ἱκανοποίηση ἤ ὄχι τῆς ὁρμῆς γιά γνώση, ἐξερεύνησης καί χρήσης τῶν νοητικῶν μας δυνάμεων.
Ἡ παιδαγωγική της σημασία εἶναι μεγάλη καθώς συντελεῖ στή συγκέντρωση προσοχῆς καί στήν
ἐξερεύνηση τοῦ νέου, τοῦ παράδοξου. Ὁ καλός παιδαγωγός ξέρει νά τήν ξυπνάει μέ τήν
προσφορά κάθε τόσο νέων ἐρεθισμῶν ἤ τῆς ἴδιας ἐμπειρίας μέ νέο τρόπο.
Ὁ Dreikurs θεωρεῖ τό συναίσθημα ἀνεπάρκειας ἤ μειονεκτικότητας (συνειδητό ἤ ἀσυνείδητο) σάν
ἕνα φαινόμενο πού εἶναι μέν ἐνοχλητικό ἀλλά μπορεῖ νά παρακινήσει τό ἄτομο σέ δημιουργική
δράση γιά τήν ὑπερνίκηση τῶν ἀνεπαρκειῶν του καί γιά τήν ἀνάπτυξη θετικῶν ἰδιοτήτων.
Ἀντίθετα τό σύμπλεγμα ἤ κόμπλεξ μειονεκτικότητας δέν ὁδηγεῖ σέ δημιουργική δράση γιά νά
ἀρθοῦν τά μειονεκτήματα τοῦ ἀτόμου ἀλλά σέ μία κατάσταση ἀπελπισίας. Κεντρικό αἴτιο της, ἡ
μή ἱκανοποίηση τῆς τάσης γιά ἐπιβολή, ἐπικράτηση καί ἀνωτερότητα· τό ἄτομο αἰσθάνεται
ἡττημένο καί κατώτερο. Ἡ ἀποτυχία ἱκανοποίησης βασικῶν ἀναγκῶν, ἰδίως ὅταν ἐκλαμβάνεται
ὡς προσωπική ἀδυναμία ἀποτελεῖ τή γενικότερη αἰτία αἰσθήματος μειονεκτικότητας πού
ἐπιτείνεται μέ τή σύγκριση τῶν δυνάμεων καί τῆς ἀξίας τῶν ἄλλων. Ἐπίσης ἡ δεσποτική
αὐταρχικότητα ἤ οἱ αὐστηρές ἀπαγορεύσεις, ἤ οἱ ὑπερβολικές ἀπαιτήσεις ἤ οἱ ταπεινωτικές
προσβολές γιά ἀσήμαντα λάθη ἀποτελοῦν σοβαρούς παράγοντες μείωσης τῆς προσωπικῆς
ἀξίας ἤ καταπάτησης τῆς ἰδιοτυπίας καί τῶν ἀναγκῶν τῆς προσωπικότητας. Ἡ ἀποζημίωση καί ἡ
ὑπεραποζημίωση εἶναι ἡ σωτήρια ἔξοδος τῆς μειονεξίας. Σέ ἀντίθεση μέ τή στάση ὑποταγῆς, ἡ
ἀποζημίωση εἶναι μία στάση μαχητική, μιά στάση διαμαρτυρίας ἔναντι τῆς ἀνεπάρκειας· εἶναι ὁ
ἀσυνείδητος μηχανισμός προσαρμογῆς κατά τόν ὁποῖο τό ἄτομο τοῦ ὁποίου ματαιώνεται μία
ἀνάγκη κάνει ἀντικατάσταση (ἀσυνείδητα) αὐτῆς μέ μία ἄλλη ἤ κάνει ἀντικατάσταση τοῦ τρόπου
ἱκανοποίησης τῆς ματαιωμένης ἀνάγκης μέ ἄλλη.
325
σύνθεση τῶν βασικῶν «τύπων» τῶν δρώντων προσώπων. Ἐντοπίστηκαν ὁ τύπος τοῦ
κατά χάριν Θεοῦ πνευματικοῦ ὁδηγοῦ, ὁ τύπος τοῦ ἐν δοκιμασία εὑρισκόμενου
ἀνθρώπου καί ὁ τύπος τοῦ ἀνταγωνιστῆ (δαιμονολογία). Τέλος ἀναφορά γίνεται
καί σέ δευτερεύοντα πρόσωπα, πού ὁ ρόλος τους πολλές φορές καθορίζει ἤ δίνει
συνοχή στήν ἐξέλιξη τῆς πλοκῆς τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων.
Ἡ σταθερή, ζωντανή καί ἐναργής πίστη στόν Τριαδικό θεό, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἡ
μετοχή στή μυστηριακή ζωή καί ἡ ἐν Χριστῷ καί κατά Χριστόν ἀγάπη ἀποτελοῦν τίς
βασικές προϋποθέσεις τῆς μόρφωσης τοῦ κατά χάριν πνευματικοῦ ὁδηγοῦ
(Γέροντας ἤ ἀββᾶς). Στή διήγηση τοῦ προθανάτιου μονόλογου τοῦ ἀββᾶ Ἀνούφ
διακρίνονται γνωρίσματα τῆς ἁγιωσύνης τῶν Γερόντων. Μπορεῖ τά γνωρίσματα νά
φέρουν ἀτομικό χαρακτήρα, ὅμως ὅπως ἔχει προειπωθεῖ ἡ γοητεία τῆς
λογοτεχνίας βρίσκεται στήν «ἐξατομίκευση» τοῦ γενικοῦ: «Ἐξ οὗ τὸ τοῦ σωτῆρος
ὄνομα ἐπὶ τῆς γῆς ὡμολόγησα, οὐ προῆλθε ψεῦδος ἐκ τοῦ στόματός μου. γήϊνον
οὐδὲν διαιτήθην τοῦ ἀγγέλου με τρέφοντος τὴν οὐράνιον τροφὴν καθ' ἡμέραν.
οὐδενὸς ἑτέρου ἐπιθυμία ἀνῆλθεν εἰς τήν καρδίαν μου πλὴν τοῦ Θεοῦ. οὐδὲ
ἀπέκρυψεν ὁ Θεός τι τῶν γηΐνων, ὃ οὐκ ἐγνώρισέν μοι. οὐκ ἔληξεν φῶς τοῖς
ὀφθαλμοῖς μου· οὐκ ἐν ἡμέρᾳ ὕπνωσα οὐκ ἐν νυκτὶ ἀνεπαυσάμην τό θεόν ἐκζητῶν,
ἀλλ' ἄγγελός μοι ἀεὶ συμπαρῆν τὰς τοῦ κόσμου δυνάμεις ἐπιδεικνύων. τὸ φῶς τῆς
διανοίας μου οὐκ ἐσβέσθη. πᾶν αἴτημα παρὰ τοῦ θεοῦ μου εὐθὺς ἐλάμβανον. εἶδον
πολλάκις μυριάδας ἀγγέλων τῷ θεῷ παρεστώσας. εἶδον χοροὺς δικαίων. εἶδον
μαρτύρων ἀθροίσματα. εἶδον μοναχῶν πολιτεύματα. εἶδον πάντων τὸ ἔργον τῶν
τὸν θεὸν εὐφημούντων. εἶδον τὸν σατανᾶν πυρὶ παραδιδόμενον. εἶδον τοὺς
ἀγγέλους αὐτοῦ κολαζομένους. εἶδον τοὺς δικαίους αἰωνίως εὐφραινομένους.»683.
Οἱ κατά Χάριν πνευματικοί ὁδηγοί εἶναι φορεῖς τῆς ἐκκλησιαστικῆς
παραδόσεως καί γνῶστες τῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας. ∆ιακρίνουν τή πρακτική
(περί παθῶν) ἀπό τή θεωρητική ἐνασχόληση (κοινωνία, Θεοπτία καί μέθεξη Θεοῦ).
Ὁ Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ κάνοντας διάκριση πρακτικοῦ καί θεωρητικοῦ βίου,
ἀναφέρεται καί σέ ἀνάλογη διαβάθμιση τῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ «καλοῦ» ἀσκητῆ:
«...καλὸς μὲν γὰρ κἀκεῖνος ὁ ἀσκητής ὁ συνεχῶς ἐν τῷ κόσμῳ γυμναζόμενος καὶ
περὶ τὰς καλὰς πράξεις ἀσχολούμενος, ὁ τὴν φιλαδελφίαν ἐπιδεικνύμενος καὶ τὴν
φιλοξενίαν καὶ τὴν ἀγάπην καὶ ἐλεημοσύνας διαπραττόμενος καὶ εὐεργετῶν τοὺς
παρόντας καὶ τοῖς κάμνουσιν βοηθῶν καὶ ἀσκανδάλιστος διαμένων. καλὸς μὲν
οὗτος καὶ πάνυ καλός· πρακτικὸς γὰρ καὶ ἐργάτης ἐστὶν τῶν ἐντολῶν, ἀλλὰ περὶ τὰ
γήϊνα ἀσχολεῖται. κρείττων γε μὴν τούτου καὶ μείζων ὁ θεωρητικός ἐκεῖνος ὁ ἀπὸ
τῶν πρακτικῶν ἐπὶ τὴν νόησιν ἀναδραμὼν παρεὶς ἑτέροις ταῦτα φροντίζειν, αὐτὸς
δὲ καὶ ἑαυτὸν ἀπαρνησάμενος καὶ ἑαυτοῦ λήθην ἔχων πολυπραγμονεῖ τὰ οὐράνια
εὔλυτος πάντων τῷ θεῷ παριστάμενος, ὑπ' οὐδεμιᾶς φροντίδος ἑτέρας ὄπισθεν
κατασπώμενος. ὁ τοιοῦτος γὰρ σὺν θεῷ διάγει, σύν θεῷ πολιτεύεται, ἀπαύστοις
ὕμνοις ὑμνῶν τὸν θεόν.»684.
Ἡ ἐνασχόληση μέ τόν πρακτικό ἤ τόν θεωρητικό βίο, ἀποτελεῖ δύο
διαφορετικούς τρόπους ἀντιμετώπισης τῆς ἴδιας ἀλήθειας.
∆ιήγηση ἀναφέρει: «Ἀδελφὸς ἠρώτησε Γέροντα περὶ τῶν ἑξῆς ζητημάτων, εἰς ἃ
ἔλαβε τὰς ἀκολούθους ἀπαντήσεις:
Ἐρώτησις: Πῶς οὖν οἱ Σκητιῶται τῷ ἀντιρρητικῷ εὐηρέστησαν τῷ Θεῷ;
683
Historia Monachorum in Aegypto, σ.91-92· πρβλ. Ἰ. Ζηζιούλα, Μητροπ. Περγάμου, Ἡ θέωση τῶν
ἁγίων ὡς εἰκονισμός τῆς Βασιλείας. Ἁγιότητα, ἕνα λησμονημένο ὅραμα, ἐπετειακός συλλογι-
κός τόμος, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2001, σ. 23-41.
684
Historia Monachorum in Aegypto, σ.34.
327
Ἀπόκρισις: Ἐπειδὴ ἐκεῖνοι ἁπλότητι καὶ φόβῳ Θεοῦ ἐποίουν, διὰ τοῦτο ὁ Θεὸς
ἀντελαμβάνετο αὐτῶν, καὶ ὕστερον αὐτὴ ἡ ἐργασία τῆς θεωρίας ἦλθεν εἰς αὐτοὺς,
εὐδοκίᾳ Θεοῦ, διά τε τὸν πολὺν αὐτῶν κόπον καὶ τὴν φιλοθεΐαν.». Ὁ Γέροντας
μάλιστα ἀφηγεῖται καί προσωπικό του βίωμα· ἐπισκέφθηκε ἄλλον Γέροντα τόν
πρακτικό βίο διερχόμενος, ἐνῶ ἐκεῖνος ἀσχολεῖτο μέ τη θεωρία ἐν σιωπῆ·
ἐρωτεῖται λοιπόν ἀπό τόν Γέροντα πού ἐπισκέφθηκε: «ἀδελφέ, πόθεν ἔσχες τὴν
ἐργασίαν ταύτην; Λέγῳ αὐτῷ· ἡμεῖς ἐκ παιδιόθεν ταύτην τὴν ἐργασίαν ἐδιδάχθημεν
ἐκ τῶν Πατέρων ἡμῶν. Ἐκεῖνος δὲ ἔφη· ἐγὼ μὲν τοιαύτην ἐργασίαν οὐ παρέλαβον
ἐκ τῶν Πατέρων μου, ἀλλ' ὥσπερ ὁρᾶς με ἄρτι, οὕτως ἔμεινα ὅλον τὸν χρόνον
μου, μικρόν ἐργόχειρον, καὶ μικρὰν μελέτην, καὶ κατὰ δύναμιν καθαρεύειν τῷ
λογισμῷ καὶ ἀντιλέγειν τοῖς ἐπερχομένοις καὶ οὕτω τὸ τῆς θεωρίας πνεῦμα ἦλθεν,
ἐμοῦ μὴ εἰδότος, μηδὲ ὅλως μαθόντος, ὅτι τοιαύτην ἐργασίαν τινὲς ἔσχον.»685.
Ἡ ἄμεση ἐπικοινωνία τῶν Γερόντων μέ τό Θεό εἶναι ἀφοπλιστική. Ἡ προσευχή
εἶναι τό μέσο τους: Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος: «εὔξατο τῷ Θεῷ λέγων· Κύριε ὁδήγησόν
με πῶς σωθῶ.»686. Ὁ Μ. Ἀντώνιος ἀναφωνεῖ: «Κύριε θέλω σωθῆναι καὶ οὐκ ἐῶσι
με οἱ λογισμοί· τί ποιήσω ἐν τῇ θλίψει μου; πῶς σωθῶ;»· τό σημαντικό ὅμως τῆς
διήγησης εἶναι ὅτι ἡ ἀπευθείας ἐρώτηση στό Θεό, δέχεται ἀπάντηση ἄμεση μέσῳ
ὁράματος ἀγγέλου πού δείχνει στόν Ἀντώνιο τί πρέπει νά κάνει γιά νά σωθεῖ687.
Ὁ Παῦλος ὁ ἁπλός «συνομιλεῖ» μέ τόν Ἰησοῦ καί ἀποδεικνύει τήν ἄνευ ὅρων
ὑποταγή του στό Θεό, ἀλλά συγχρόνως καί τήν ἐπιμονή του (δέν θά κατέβει ἀπό
τόν βράχο ἄν δέν τοῦ κάνει ὁ Χριστός τό θέλημα). Θά μποροῦσε κανείς νά τόν
χαρακτηρίσει ἀφελή, ὅμως θά ἦταν βιαστικό τό συμπέρασμα. Σκιαγραφεῖ τήν ἀρετή
τῆς ἀσκητικῆς ὑπακοῆς πού ἀπό τήν στιγμή πού πιστεύει κάποιος, ἐμπιστεύεται καί
ἀγαπᾶ, παραδίδεται ἀπόλυτα καί ζεῖ ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ πού σκιρτᾶ μέσα του:
«Ἐκβαίνεις ἢ ὑπάγω λέγῳ τῷ Χριστῷ... καὶ οὐαί σοι ἔχει ποιῆσαι»· βγαίνει ἔξω ἀπό
τό κελλί του «χολέσας» ὁ Παῦλος στέκεται ἐπάνω σ' ἕνα βράχο καί προσεύχεται:
«Σὺ βλέπεις Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ σταυρωθεὶς ἐπί Ποντίου Πιλάτου ὅτι οὐ μὴ κατέλθω
685
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.27, σ. 421.
686
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.5.
687
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.1.
328
ἀπὸ τῆς πέτρας, οὐ φάγω οὐ πίω ἕως οὗ ἀποθάνω, ἐὰν μὴ ἐκβάλῃς τὸ πνεῦμα ἀπὸ
τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐλευθερώσῃς τὸν ἄνθρωπον.»688.
Ἡ περιγραφή τῶν ἐξωτερικῶν χαρακτηριστικῶν, σκιαγραφεῖ τούς Γέροντες
ἐπιβλητικούς ἀλλά συγχρόνως καί «ἀλλοιωμένους» σωματικά· οἱ κόποι τῆς
ἄσκησης καί ἡ μετά τοῦ Θεοῦ ἕνωση ἀπεκδύεται τῶν σωματικῶν ἀναγκῶν καί
περιορίζονται στό ἐλάχιστο τά αἰσθήματα κόπου, πείνας, δίψας· ἐπίσης ἐκλεπτύνο-
νται οἱ αἰσθήσεις τους (πνευματικοί ὀφθαλμοί καί ὦτα).
Ὁ Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ: «Ἦν δὲ ἰδεῖν αὐτὸν ἐνενηκοστὸν ἤδη ἄγοντα ἔτος
τετηγμένον ὅλον τῷ σώματι, ὡς ὑπ' ἀσκήσεως μηδὲ τὸν πώγωνα φῦναι εἰς τὸ
πρόσωπον. ἤσθιεν γὰρ οὐδὲν ἕτερον πλὴν ὀπώρας, καὶ τούτου μετὰ τὴν ἡλίου
δύσιν ἐν τῷ γήρει, πολλά προασκήσας πρότερον καὶ μήτε ἄρτου μετειληφὼς μήτε
ὅσα διὰ πυρὸς ἔχει τὴν χρῆσιν.»689.
Ὁ ἀββᾶς ∆ανιήλ διηγεῖται γιά τόν ἀββά Ἀρσένιο: «...ἦν δὲ τὸ εἶδος αὐτοῦ
ἀγγελικόν, ὥσπερ τοῦ Ἰακώβ· ὁλοπόλιος, ἀστεῖος τῷ σώματι· ξηρὸς δὲ ὑπῆρχεν·
εἶχε δὲ τὸν πώγωνα μέγα φθάνοντα ἕως τῆς κοιλίας· αἱ δὲ τρίχαι τῶν ὀφθαλμῶν
αὐτοῦ, ἔπεσον ἀπὸ τοῦ κλαυθμοῦ· μακρὸς δέ ἦν, ἀλλ' ἐκηρτώθη ἀπὸ τοῦ γήρως·
ἐγένετο δὲ ἐτῶν ἐνενηκονταπέντε...»690.
Ὁ ἀββᾶς Βῆ περιγράφεται ὡς: «...μηδέποτε ὀμωμοκέναι, μηδὲ ψεύσασθαί ποτε,
μηδὲ ὀργισθῆναι κατά τινος, μηδὲ ἐπιπλῆξαι λόγῳ τινὶ πώποτε. ἦν γὰρ ὁ βίος αὐτοῦ
λίαν ἡσύχιος καὶ ὁ τρόπος ἐπιεικής, ἀγγελικὴν κατάστασιν ἔχοντος.»691.
Οἱ ἀββάδες διαθέτουν ὀξύνοια πνεύματος καί ἀντίληψης· ἑτοιμότητα γιά
σωστούς χειρισμούς ὑποθέσεων, διοικητικές ἱκανότητες (ἰδιαίτερα ὅταν πρόκειται
γιά κοινόβια), ἱκανότητα διάκρισης καλοῦ καί κακοῦ, ἀλήθειας καί ψεύδους, σωστοῦ
καί λάθους, δίκαιου και ἀδίκου ἔστω κι ἄν μερικές φορές ἡ φαινομενική ὁμοιότητα
μπορεῖ νά ἐξαπατήσει καί νά ὁδηγήσει σέ λανθασμένες ἀποφάσεις. Ἐπινοοῦν καί
βρίσκουν τά μέσα γιά νά θεραπεύουν τίς προκύπτουσες ἀνάγκες. Προνοοῦν καί
προλαμβάνουν -ὅσο εἶναι δυνατόν- δυσάρεστες καταστάσεις καί ἔχουν τή συνεχή
ἐποπτεία τῶν πνευματικῶν τους παιδιῶν, ὥστε γνωρίζοντας τίς ἀνάγκες τους νά
688
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.145.
689
Historia Monachorum in Aegypto, σ.15.
690
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μβ’, σ.11.
691
Historia Monachorum in Aegypto, σ.40.
329
μποροῦν νά τά καθοδηγοῦν692. Στίς ἀπαντήσεις τους εἶναι φειδωλοί καί μόνο ὅταν
βεβαιοῦνται γιά τήν τοῦ πράγματος ὀρθότητα ἀποφαίνονται. Ὁ ἀββᾶς Παμβώ:
«...οὐδέποτε ἐρωτηθεὶς λόγον γραφικὸν ἢ ἄλλον τινὰ πραγματικὸ παραυτά
ἀπεκρίνατο, ἀλλ' ἔλεγεν· Οὐδέπω εὕρηκα. Πολλάκις δὲ παρῆλθε καὶ τρίμηνον καὶ
ἀπόκρισιν οὐκ ἐδίδου, λέγων μὴ κατειληφέναι. Οὕτω μέντοι τὰς ἀποφάσεις αὐτοῦ
ἐδέχοντο, γινομένας περιεσκεμμένως κατὰ θεόν, ὡς ἀπὸ θεοῦ. Ταύτην γὰρ τὴν
ἀρετὴν ἐλέγετο καὶ ὑπὲρ τὸν μέγαν Ἀντώνιον καὶ ὑπὲρ πάντας ἐσχηκέναι, τὴν εἰς
τὸ ἀκριβὲς τοῦ λόγου.»693.
Παρά ταῦτα οἱ Γέροντες θεωροῦν τόν ἑαυτό τους ταπεινό καί εὐτελή. Ὁ Ἰωάννης
ὀ ἐν Λυκῷ τονίζει σ' αὐτούς πού ἦρθαν νά τόν ἐπισκεπτοῦν: «...ἤλθατε ἀνθρώπους
ταπεινοὺς καὶ εὐτελεῖς ὁρᾶν ἐπιθυμήσαντες οὐδὲν ἄξιον θεωρίας οὐδὲ θαύματος
ἔχοντας.»694.
Στή διήγηση Περί τοῦ πένητος τοῦ ἐν τῷ ναῷ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν
Χαλκοπρατείων προσευξαμένου695, ὁ ἥρωας θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἀνάξιο καί
παρακαλεῖ νά μή μαθευτεῖ τίποτε γιά τόν τρόπο ζωῆς του πρίν πεθάνει, καθώς:
«...ἐγὼ κύριέ μου ξένος ὑπάρχω πάσης ἀρετῆς. ἐπειδή κατέκρινάς με εἰπεῖν σοι
ἅπερ (Θεοῦ μοι ἐνισχύοντος) ποιῶ, οὐ μὴ ἀποκρύψω τῇ σῇ τιμιότητι, ἀλλὰ διὰ τὸν
Κύριον, μὴ εἴπῃς τινὶ τὰ κατ' ἐμέ, ἕως οὗ ὁ Θεός ἀπὸ τῆς γῆς ἀπολύσει με.».
Ἡ ἠθική τῆς ταπείνωσης ξεπερνᾶ τά διλήμματα ἀρεσκείας καί ἀπαρεσκείας, καί
κυριεύει τήν συνείδηση ὡς ἀπαίτηση ἐπίμονη ἔναντι τοῦ ἑαυτοῦ· φτάνει νά γίνεται
αὐτομεμψία. Μοναχός πού κατηγορεῖται ἄδικα γιά κάτι πού δέν ἔκανε τό ἀποδέχε-
ται σκεπτόμενος: «ὁ διάκονος μὲ ἀγαπᾶ γνήσια καὶ πῆρε τὸ θάρρος νὰ μοῦ πεῖ
αὐτὸ πού εἶχε στὴν καρδιά του γιὰ ν' ἀνανήψω καὶ νὰ φυλαχτῶ ἀπ' ἐδῶ καὶ πέρα
καὶ νὰ μὴν τὸ κάνω. Ὅμως ἄθλια ψυχή μου ποὺ λές πῶς δὲν ἔκανες αὐτὸ τὸ
πρᾶγμα, μήπως δὲν ἔπραξες μύρια κακὰ καὶ τὰ ξέχασες; ποῦ εἶναι αὐτὰ ποὺ
ἔπραξες ἐχθὲς ἢ προχθὲς ἢ πρὶν δέκα μέρες; Τὰ θυμᾶσαι; Λοιπὸν κι αὐτὸ ἔκανες
ὅπως ἐκεῖνα καὶ τὸ ξέχασες... ἄρχισα λοιπὸν νὰ εὐχαριστῶ τὸ Θεὸ καὶ τὸ διάκονο,
692
πρβλ. Β. Γιαννακοπούλου, Ποιμαντική κατά τήν θεολογία καί πράξη τῶν Ἁγίων, (∆ιδακτικές
Σημειώσεις), Ἀθήνα 2004, σ.120-129.
693
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.72.
694
Historia Monachorum in Aegypto, σ.16.
695
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.56.
330
γιατὶ δι' αὐτοῦ μὲ ἀξίωσε ὁ Κύριος νὰ γνωρίσω τὸ σφάλμα μου καὶ μετανόησα γι'
αὐτό.»696.
Ἡ ταπείνωση ἀποτελεῖ στάση ζωῆς καί κινεῖται ὡς ἐσωστρεφής δυναμισμός μή
συμμορφούμενος μέ τά προδιαγεγραμμένα. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος ἐπιτιμᾶ τόν Μωϋσή
τόν Αἰθίοπα θέλοντας νά τόν δοκιμάσει καί τοῦ λέει: «ὕπαγε ἔξω Αἰθίοψ»· καί
ἐκεῖνος μονολογώντας ἔλεγε: «καλῶς σοι ἐποίησαν, σποδόδερμε μελανέ· μὴ ὤν
ἄνθρωπος, τί εἰσέρχῃ ἐν μέσῳ ἀνθρώπων;»697.
Οἱ Γέροντες φοβοῦνται ν' ἀποδεχτοῦν ἀκόμη καί τήν κλήση πού τούς ἀπευθύνει
ὁ Θεός, μήπως δέν ἀποδειχθοῦν ἄξιοι αὐτῆς καί περιπέσουν στό ἁμάρτημα τῆς
κενοδοξίας. Ὁ ἀββᾶς Ἀπολλῶ παρακαλεῖ: «Ἄφελε ἀπ' ἐμοῦ δέσποτα, τὴν
ἀλαζονείαν, μήπως ἐπαρθεὶς ὑπὲρ τὴν ἀδελφότητα τὸ πᾶν ἀγαθὸν ζημιωθῶ»· καί
τοῦ λέει ἡ Θεία φωνή: «Ἐπίβαλε τὴν χεῖρά σου ἐπὶ τὸν αὐχένα σου καὶ καθέξεις
καὶ κατορύξεις αὐτὴν ἐν τῇ ἄμμῳ»· κι' αὐτός κάνοντας ὅτι τοῦ λέει ἡ Θεία φωνή:
«...ἐδράξατο Αἰθίοπος μικροῦ καὶ κατέχωσεν αὐτὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ βοῶντα καὶ
λέγοντα· 'Ἐγώ εἰμι τῆς ὑπερηφανίας ὁ δαίμων'»· καί τότε πάλι ἀκούγεται ἡ φωνή νά
τοῦ λέει: «Πορεύου, ὅτι πᾶν ὁ ἐὰν αἰτήσῃ παρά τοῦ Θεοῦ λήψῃ.»698.
Οἱ Γέροντες προσπαθοῦν νά μήν ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ τόν κόσμο, ὄχι γιατί
εἶναι ἀντικοινωνικοί, ἀλλά γιατί «ἀρχὴ κακῶν ἐστιν ὁ περισπασμός»699· τό
πρόσωπο καί τό ἔργο τους ἔχει γίνει γνωστό στήν εὐρύτερη κοινωνία καί
φοβοῦνται μήπως ἡ δημοσιότητα τούς βλάψει: Ὁ ἀββᾶς Σίμωνας ὅταν ἔρχονται νά
τόν δοῦν ἐπισκέπτες, βγαίνει ἀπό τό κελλί του καί κάνει μιά ἐργασία (καθαρίζει ἕνα
φοίνικα)· ὅταν τόν ρωτοῦν ποῦ εἶναι ὁ ἀναχωρητής -ἀφοῦ δέν τόν γνωρίζουν
φυσιογνωμικά-, ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: «οὐκ ἔστιν ὧδε ἀναχωρητής». Ἄλλοτε πάλι, ὁ
ἴδιος ἀββᾶς, κάνει πράξεις πού δέν ἀνταποκρίνονται στό σχῆμα του, ὥστε νά
παύσει νά εἶναι πόλος ἔλξης δημοσιότητας: «φορέσας οὖν τὸ κεντόνιον αὐτοῦ καὶ
λαβὼν ἄρτον καὶ τυρὸν ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ, ἀναστὰς εἰς τὸν πυλῶνα ἐκάθισεν
ἐσθίων... καὶ ἐλθὼν ὁ ἄρχοντας μετὰ τῆς τάξεως αὐτοῦ καὶ ἰδόντες αὐτόν,
696
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 219, σ. 254.
697
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, δ’, σ.72· πρβλ. Στ. Ράμφου, Πελεκάνοι
ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ. 308.
698
Historia Monachorum in Aegypto, σ.48· πρβλ. κλήση προφητῶν καί Ἀποστόλων.
699
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, μγ’, σ.89.
331
700
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, β’, σ.117.
701
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.184.
702
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.96.
703
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.37, σ. 44.
704
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κθ’, σ.8· η’, σ.59.
332
705
Historia Monachorum in Aegypto, σ.44.
706
Historia Monachorum in Aegypto, σ.37.
707
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μβ’, σ.11.
708
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ.5.
709
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.85.
333
ἄνευ βίου· ὁ μὲν γὰρ καὶ σιγῶν ὠφελεῖ· ὁ δὲ καὶ βοῶν ἐνοχλεῖ· εἰ δὲ καὶ λόγος
καὶ βίος συνδράμοιεν, ἓν φιλοσοφίας ἁπάσης ἀποτελοῦσιν ἄγαλμα.»710.
Φωτεινό στοιχεῖο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς τῶν Γερόντων ἀποτελεῖ ἡ χαρισματική
τους δύναμη· στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις καταγράφησαν:
α) Προόραση: Μόνο ὁ Θεός προγινώσκει τά πάντα ἐν πᾶσι· δημιούργησε κάθε
πρᾶγμα ἤ λόγον τῆς Θείας Γραφῆς καί κατά χάριν χορήγησε στούς ἀξίους τό
«γινώσκειν»711.
∆ιήγηση ἀναφέρει γιά τόν ἀββά Ἰουλιανό νά λέει: «ὁ ἀδελφός μας Συμεὼν ποὺ
ἀσκήτευε στὶς Αἰγαιές, χτυπήθηκε ἀπὸ κεραυνὸ καὶ νὰ ποῦ φεύγει τώρα ἡ ψυχή του
μὲ χαρά· ... καὶ ἀπεῖχαν μεταξύ τους εἰκοσιτέσσερα σημεῖα.» (δηλ. 24 μίλια)712.
Ὁ ἀββᾶς Σέργιος λέει: «Παιδί μου ἐγὼ ποιός εἶναι ὁ ἀββᾶς Γρηγόριος δὲν ξέρω,
αὐτὸ ποὺ μόνο ξέρω εἶναι, ὅτι πατριάρχη δέχτηκα στὸ κελλί μου...»· πρᾶγμα τό
ὁποῖο ἐπαληθεύτηκε ἀφοῦ μετά ἀπό ἕξι χρόνια ἀξίωσε ὁ Θεός τόν ἀββά Γρηγόριο
νά γίνει πατριάρχης στή Θεούπολη713.
Ὁ ἡγούμενος Ἀναστάσιος προλέγει γιά τό νεαρό μαθητή του Ἰωάννη, ὅτι θά γίνει
ἡγούμενος Σινᾶ: «Βαβαί, ἀββᾶ Μαρτύριε, τίς εἴπει ὅτι ἡγούμενον τοῦ Σινᾶ ὄρους
ἐκούρευσας;» 714.
Ὁ Ἰωάννης Σαββαΐτης πάλι λέει: «πίστευσον, ἐγώ τίς ἐστιν ὁ παῖς οὐκ οἶδα, ἀλλ'
ἡγούμενον τοῦ Σινᾶ ἐδεξάμην καὶ τοὺς πόδας τοῦ ἡγουμένου ἔνιψα.»715.
β) ∆ιόραση: ἡ ἱκανότητα διεισδύσεως στόν «κρυπτὸ τῆς καρδίας ἄνθρωπον». Ὁ
διορατικός προχωρεῖ «πέρα ἀπό τίς συμβατικές χειρονομίες καί συνήθειες μέ τίς
ὁποῖες κρύβουμε τήν ἀληθινή μας προσωπικότητα ἀπό τούς ἄλλους καί ἀπό τόν ἴδιο
μας τόν ἑαυτό· πέρα δέ ἀπό ὅλες αὐτές τίς κοινοτοπίες συλλαμβάνει τό μοναδικό
πρόσωπο, τό δημιουργημένο κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωση Θεοῦ. Ἡ δύναμη αὐτή εἶναι
πνευματική καί ὄχι φυσική· δέν εἶναι ἕνα κάποιο εἶδος ὑπεραισθητῆς ἀντίληψης,
710
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.51.
711
Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Ὁσίου Πέτρου τοῦ ∆αμασκηνοῦ, Περί διακρίσεως, τ. Γ’, σ.138-
141.
712
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 57, σ. 66.
713
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.139, σ.153.
714
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXXIV, σ.81.
715
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση VI,
σ.64.
334
οὔτε μία ἁγιασμένη μαντεία, ἀλλά καρπός τῆς χάριτος πού προϋποθέτει συνεχῆ
προσευχή καί ἀδιάλειπτο ἀσκητικό ἀγώνα.»716.
Ὁ ἀββᾶς Ἑλλῆς ἀξιώθηκε χάρισμα διόρασης: «...τὰ ἑκάστου ἐν κρυπτῷ βουλεύματα
φανερῶς ἐξαγγέλλων.»717.
Τό ἴδιο καί ὁ ἅγιος Εὐθύμιος. Ἀφηγητής ἀναφέρει: «...ἀπηγγέλη μοι παρὰ τῶν
Πατέρων πρὸς τοῖς ἄλλοις θείοις χαρίσμασιν, καὶ τοῦτο πρὸς Θεοῦ δοθῆναι τῷ
Εὐθυμίῳ, ὥστε τὰς ἔνδον τῆς ψυχῆς κινήσεις ἀπὸ τῆς ἐκτὸς ὄψεως, οἱονεὶ διά τινος
ἐσόπτρου, κατανοεῖν, καὶ ἀκριβῶς ἔχειν εἰδέναι τίσιν ἄρα παλαίει λογισμοῖς
ἕκαστος, καὶ οἵων μὲν περιγίνεται, οἵων δὲ ἥττων ὑπὸ τοῦ πονηροῦ γίνεται.»718.
γ) ∆ιάκριση, δηλ. ἡ ἀνιδιοτελής, ἡ ἀπό θέσεως τοῦ ἄλλου σωστή ἄποψη. Ἡ
πνευματική καθοδήγηση δέν εἶναι ἔργο πάντων: «οὐ πάντων γὰρ ἐστιν ὁδηγῆσαι
καὶ ἄλλους, ἀλλ' οἷς ἐδόθη ἡ θεία διάκρισις, κατὰ τὸν Ἀπόστολον (Παῦλον),
διάκρισις πνευμάτων ἡ διαιροῦσα τὸ χεῖρον ἀπὸ τοῦ κρείττονος, τῇ μαχαίρᾳ τοῦ
λόγου. Ἕκαστος γὰρ ἰδίαν γνῶσιν, καὶ διάκρισιν φυσικὴν ἢ πρακτικὴν ἢ μαθηματικὴν
κέκτηται καὶ οὐ τὴν τοῦ Πνεύματος ἅπαντες. ∆ιὰ τοῦτο ἔλεγεν ὁ σοφὸς Σειράχ, οἱ
εἰρηνεύοντές σοι ἔστωσαν πολλοί, οἱ δὲ σύμβουλοί σου εἷς ἀπὸ χιλίων.»719. Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης στήν Κλίμακα, διαιρεῖ τή διάκριση σέ τρεῖς ἀναβαθμούς:
σέ αὐτή τῶν ἀρχαρίων πού ὁρίζεται ὡς αὐτογνωσία· ἡ διάκριση τῶν μεσαίων πού
εἶναι ἡ νοερή αἴσθηση τοῦ κυρίως ἀγαθοῦ ἀπό τό φυσικό ἀγαθό καί τό κακό· ἡ
διάκριση τῶν τελείων πού εἶναι ἡ διά Θείας ἐλλάμψεως ἐνυπάρχουσα γνώση.
«∆ιάκρισις εἶναι μία ἀληθὴς κατάληψις καὶ κατανόησις τῆς ψυχῆς ὁποῦ τὴν ποιεῖ νὰ
γνωρίζῃ καλῶς καὶ ἀπταίστως τὸ τοῦ Κυρίου θέλημα, καὶ νὰ τὸ φυλάττῃ
ἀπαρασαλεύτως μὲ τὸν λογισμὸν καὶ θέλησιν, καὶ λόγον καὶ ἔργον, ἐν παντὶ
καιρῷ καὶ τόπῳ ὁποῦ ἤθελεν εὑρεθῇ, καὶ ἐν πάσῃ ὑποθέσει, ὁποῦ ἤθελε τύχει αὐτῇ
χωρὶς νὰ φοβῆται οὐδ' αὐτὸν τὸν θάνατον·»720.
Ἡ διάκριση τῶν δρώντων προσώπων στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἀφορᾶ
διλημματικές καταστάσεις πού ἀπαιτοῦν φρόνηση (ἐπιλογή καλοῦ-κακοῦ, σωστοῦ-
716
πρβλ. Β. Γιαννακοπούλου, Ποιμαντική κατά τήν θεολογία καί πράξη τῶν Ἀγίων, σ.134· Ἐπισκόπου
∆ιοκλείας Καλλίστου Ware, Ἡ ἐντός ἡμῶν Βασιλεία, σ. 126.
717
Historia Monachorum in Aegypto, σ.96.
718
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 1, σ.524.
719
Γρηγορίου Σιναΐτου, Περί τοῦ πῶς δεῖ καθέζεσθαι τόν ἡσυχάζοντα εἰς τήν εὐχήν καί μή ταχέως
ἀνίστασθαι, P.G. 150, 1341.
720
Ἰω. τοῦ Σιναΐτου, Κλῖμαξ, λόγος εἰκοστός ἕκτος, μέρος πρῶτον, περί διακρίσεως, σ. 277-278.
335
λάθους) κι αὐτό εἶναι τό πιό εὔκολο. Ὅμως ἀφορᾶ καί καταστάσεις πού συνδέονται
μέ ἐπίγνωση λογισμῶν καί ἔχουν ἰδιαίτερη σημασία, καθώς ἡ συνδρομή τῆς Θείας
χάριτος θεωρεῖται ἀπαραίτητη. Ὁ βαθμός ψυχικῆς καθαρότητος ἀποτελεῖ τό δείκτη
γιά τό κατά πόσον ὁ ἄνθρωπος θά πετύχει τήν διάκριση λογισμῶν ἤ θά παραμείνει
στή διάκριση πραγμάτων καί καταστάσεων.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν λέει σέ μοναχούς: «...ὑμεῖς ἐφάγετε καὶ οὐδεὶς ἐσκανδαλίσθη·
ἐγὼ δὲ εἰ ἔφαγον, ἐπειδὴ πολλοὶ ἀδελφοὶ ἔρχονται ἔγγιστά μου, εἶχον βλαβῆναι,
λέγοντες· Ποιμὴν ἔφαγε κρέα καὶ ἡμεῖς οὐκ ἐσθίομεν;»721. Ὁ ἴδιος πάλι προτιμᾶ
νά μήν ἀπαντήσει σέ ἔπαινον Πατέρων, γιατί: «εἰ ἀπεκρίθην αὐτοῖς ηὑρισκόμην ὡς
καταδεξάμενος τὸν ἔπαινον.»722 καί θά ἔπεφτε στό πάθος τῆς κενοδοξίας
(ὑπερηφάνεια).
Ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ τῆς Πανεφῶ συμβουλεύει: «...ὅτε οὖν ἐστι παρουσία ἀδελφῶν
μετὰ παρρησίας δεξώμεθα αὐτούς· ὅτε δὲ καταμόνας ἐσμέν, χρείαν ἔχομεν τοῦ
πένθους, ἵνα παραμείνῃ ἡμῖν.»723.
Μέτρο σύγκρισης γιά τήν ἀπόδοσή μας δέν πρέπει νά εἶναι ὁ «ἄλλος» ἀλλά ἄν
ἡ ἀπόδοσή μας εἶναι βάσει τῶν δυνατοτήτων μας. Κι αὐτό προτρέπει ὁ ἀββᾶς
Μακάριος πολιτικός τόν Παύλο τῆς Φέρμης: «Εἰ δὲ σὺ τριακοσίας (προσευχάς)
ποιῶν ὑπὸ τοῦ συνειδότος κρίνῃ, δῆλος εἶ καθαρῶς αὐτὰς μὴ εὐχόμενος, ἢ
δυνάμενος πλείονας εὔχεσθαι καὶ μὴ εὐχόμενος.»724.
δ) Ἰάσεις-θαύματα: ∆ιήγηση ἀναφέρει γιά τόν Παύλο τόν ἁπλό: «...ὁ Παῦλος
χάριτος ἠξιώθη κατὰ δαιμόνων καὶ νοσημάτων.»725.
Ὁ ἀββᾶς Ὤρ: «...εἰλήφει δὲ καὶ ἑτέραν χάριν τὴν κατὰ τῶν δαιμόνων ἐλασίαν·
ἰάσεις τε ἄλλας ἐπιτελῶν οὐκ ἐπαύετο.»726.
Ὁ ἀββᾶς Θεωνᾶς: «...ὃς πλείστας δυνάμεις ἐπιτελῶν ὡς προφήτης παρ' αὐτοῖς
ἐνομίζετο... ἐξήρχετο πρὸς αὐτὸν τὸ πλῆθος τῶν ἀσθενούντων καὶ διὰ θυρίδος
ἐπιθεὶς αὐτοῖς τὴν χεῖρα, ὑγιεῖς ἀπέλυεν ἀπελθεῖν.»727.
Ὁ ἀββᾶς Ἀμοῦν: «...καὶ ἐλαίῳ αὐτὸν χρίσαντος ἀνέστη.»728.
721
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρξθ’, σ.100.
722
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, νε’, σ.90.
723
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.53.
724
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Παύλου, τ.1, σ.126.
725
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Παύλου τοῦ ἁπλοῦ, τ.1, σ.142.
726
Historia Monachorum in Aegypto, σ.37· Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.69.
727
Historia Monachorum in Aegypto, σ.43-44.
336
728
Historia Monachorum in Aegypto, σ.75.
729
Historia Monachorum in Aegypto, σ.13.
730
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XVIII, σ.70.
731
Historia Monachorum in Aegypto, σ.9-12· πρβλ. Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.185.
732
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.92.
733
Historia Monachorum in Aegypto, σ.49-67.
337
οὕτω καὶ τοῦ ἀββᾶ Παμβῶ ὡς ἀστραπὴ ἔλαμπε τὸ πρόσωπον καὶ ἦν ὡς βασιλεὺς
734
καθήμενος ἐπί τοῦ θρόνου αὐτοῦ·» .
Φθάνουν στή θέωση. Γιά τόν ἀββά Σιλουανό διήγηση ἀναφέρει: «Εἰσῆλθεν ὁ
μαθητὴς τοῦ ἀββᾶ Σιλουανοῦ, Ζαχαρίας καὶ εὗρεν αὐτὸν ἐν ἐκστάσει καὶ οἱ χεῖρες
αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν ἡπλωμέναι· καὶ κλείσας τὴν θύραν ἐξῆλθε· καὶ ἐλθὼν περὶ
ἕκτην ὥραν καὶ ἑνάτην εὗρεν αὐτὸν οὕτως· καὶ περὶ ὥραν δεκάτην ἔκρουσε καὶ
εἰσελθών εὗρεν αὐτὸν ἡσυχάζοντα· καὶ λέγει αὐτῷ· τί ἔχεις σήμερον, πάτερ; ὁ δὲ
εἶπεν· ἠσθένησα σήμερον τέκνον· ὁ δὲ κρατήσας τοὺς πόδας αὐτοῦ, ἔλεγεν· οὐ μή
σε ἐάσω, ἐάν μὴ εἴπῃς μοι τί εἶδες· λέγει αὐτῷ ὁ γέρων· ἐγὼ εἰς τὸν οὐρανὸν
ἡρπάγην καὶ εἶδον τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκεῖ ἱστάμην ἕως ἄρτι καὶ νῦν
ἀπελύθην.»735.
Ἡ καθαρότητα τῶν γεροντικῶν προσώπων φανερώνει τήν ἀδιάκοπη Ἀνάσταση
ὡς ἀπόκτηση τοῦ ἑνός αὐθεντικοῦ ἑαυτοῦ καί ἐγκατάλειψη τῆς πληθώρας τῶν
κοσμικῶν ρόλων. Πρόκειται γιά μία ἀγαπητική καί ὄχι δεοντολογική ἕνωση τῆς
ἀξίας καί τῆς ὕπαρξης πού ὁδηγεῖ στήν ἀνθρώπινη σωτηρία.
i. Αἰτίες δοκιμασίας.
Ἁμαρτία εἶναι νά θέλει νά ζεῖ κάποιος γιά τόν ἑαυτό του, μέ τίς δικές του
δυνάμεις ἀντί τήν ἀπόλυτη παράδοση στό Θεό. Ἡ ἀρχαία δογματική τήν ἀναφέρει
ὡς superbia, δηλ. ὑπεροψία. Ἐλευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό αὐτή κατά τή ριζική
αὐτοπαραίτησή του, δηλ. στήν πίστη. Τότε εἶναι ἐλεύθερος ἀπό τόν ἑαυτό του
(ἀνθρώπινες συμβάσεις, κριτήρια καί ἀξίες) ὅπως ἀναδύεται ἀπό τό παρελθόν του
καί ὡς ἄνθρωπος τῆς πίστης ἔχει περάσει ἀπό τό θάνατο στή ζωή. Ἡ ἐλευθερία του
αὐτή δέν εἶναι μία στατική ποιότητα ἀλλά συνίσταται στή σταθερή ἀνανεούμενη
διάθεση τῆς πίστης. Πρέπει νά γίνει κατανοητό ὅτι ἡ χριστιανική ζωή εἶναι τό να ζεῖ
διαρκῶς ὁ ἄνθρωπος κάτω ἀπό τή συγχώρεση· ἀλλιῶς ἀναπτύσσεται μία ἐπιδίωξη
ἠθικῆς τελειότητας πού οὐσιαστικά εἶναι ἀδιαχώριστη ἀπό τόν ἰουδαϊκό νομικι-
734
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιβ’, σ.102.
735
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.115.
338
σμό736: «Εὐκαίρησε ποτὲ ἀββᾶς Θεόδωρος μετὰ ἀδελφῶν· καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν
ἐλάμβανον τὰ ποτήρια σιωπῶντες καὶ οὐκ ἔλεγον τό 'συγχώρησον' καὶ εἶπεν ὁ
ἀββᾶς Θεόδωρος· ἀπώλεσαν οἱ μοναχοὶ τὴν εὐγένειαν αὐτῶν τὸ λέγειν
'συγχώρησον'»737. Σέ ἄλλη διήγηση ἐντοπίζεται καί ἡ αἰτία αὐτῆς τῆς κατάστασης:
«Εἶπε γέρων· τὸ ἐλαφρὸν φορτίον ἐάσαντες, τουτέστι τὸ ἑαυτούς μέμφεσθαι, τὸ
βαρὺ ἐβαστάσαμεν, τὸ δικαιοῦν ἑαυτούς.»738.
Σύμφωνα μέ τήν χριστιανική πίστη ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο· αὐτό
σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τόν ἑαυτό του ἀπό τό Θεό καί μόνο μέ αὐτό
τόν τρόπο μπορεῖ νά εἶναι ὁ ἑαυτός του, ἀναγνωρίζοντας δηλ. ὅτι ὑπάρχει ἀπό τό
Θεό καί μέσῳ τοῦ Θεοῦ· αὐτό μέ τή σειρά του σημαίνει πώς ὑπάρχει γιά τό Θεό.
∆ικαιοσύνη ὡς διεκδίκηση τοῦ ἀτομικοῦ δικαίου τῶν ἀνθρώπων ἐν σχέσει πρός τά
εἰδικά τους συμφέροντα βρίσκεται σέ ἀντίθεση μέ τή Θεία ἐντολή. Ὁ Θεός ζητάει
ὄχι τήν ἀποκήρυξη τῆς δικαιοσύνης μέ τήν ἔννοια τῶν καθηκόντων τά ὁποῖα
ρυθμίζουν τή ζωή τῆς κοινότητας· ζητάει μᾶλλον τήν ἐκ μέρους τοῦ ἀτόμου
ἀπάρνηση τῶν ἰδίων του δικαιωμάτων στή συγκεκριμένη στιγμή, δηλ. ἡ χρήση πού
μπορεῖ νά κάνει κάποιος τῆς δικαιοσύνης προκειμένου νά ἐπεκτείνει τά δικά του
συμφέροντα εἰς βάρος τοῦ πλησίον739.
Ὅταν ὁ ἀββᾶς Σέριδος ὡς ἡγούμενος θέλει ν' ἀγοράσει γειτονικό τμῆμα γῆς
τοῦ κοινοβίου, γιά νά κτίσει ἐκκλησία καί ξενώνα καί βρίσκει ἀρνητικό τόν
ἰδιοκτήτη, ρωτάει τόν Γέροντα του (Ἰωάννη) τί πρέπει νά κάνει καί ἐκεῖνος τοῦ
ἀπαντᾶ: «δεῖ τὸν τόπον πάντως ἐλθεῖν, ἀλλ' οὔπω καιρός· ἐὰν δὲ θλίψῃ σε ὁ
λογισμός, εἰπὲ αὐτῷ· νόμισον ὅτι ἡ στράτα ἡ βασιλική ἐστι, μὴ δυνάμεθα αὐτὴν
ἀγορᾶσαι; Καὶ οὕτως ἀναπαύῃ». Ἡ μέθοδος ἀναίρεσης λογισμοῦ μέ τήν ὑποθετική
δέσμευση πού πηγάζει ἀπό τήν ὑποτέλεια στή βασιλική ἐξουσία σημαίνει ὅτι, ἄν ἡ
ἀνθρώπινη σχέση ὑποχρεώνει νά κοπεῖ τό «θέλημά μας», πόσο μᾶλλον ἕνας
χριστοκεντρικός τρόπος ζωῆς προτρέπει νά μπεῖ πάνω ἀπ' ὅλα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ
καί μέσα ἀπό αὐτό νά τεθοῦν στόχοι μας ὄχι ἀπό νομικό ἐξαναγκασμό ἀλλά ἀπό
προαίρεση. Στή συγκεκριμένη διήγηση ὅταν ὁ ἀγοραστής δέχεται κάποια στιγμή νά
736
R. Bultman, Ὕπαρξη καί πίστη. ∆οκίμια Ἑρμηνευτικῆς Θεολογίας, μτφρ. Φώτη Τερζάκη, ἐκδ. Ἄρτος
Ζωῆς, Ἀθήνα 1995, σ. 186-188.
737
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.11, σ.649.
738
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.19, σ.650.
739
R. Bultman, Ὕπαρξη καί πίστη. ∆οκίμια Ἑρμηνευτικῆς Θεολογίας,σ.301.
339
740
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, σ.68-70.
741
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.98.
742
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, νδ’, σ.90.
743
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.626.
340
μαλώματος. Λέει λοιπόν ὁ πρῶτος Γέροντας ὅτι τό τοῦβλο εἶναι δικό του, ἀπαντᾶ ὁ
δεύτερος ὅτι κάνει λάθος καί εἶναι δικό του καί τότε ὁ πρῶτος ἀνταπαντᾶ: «εἰ σόν
ἐστιν, ἆρον αὐτὸ καὶ ὕπαγε» καί ἀνεχώρησαν χωρίς νά μπορέσουν νά μαλώσουν
μεταξύ τους744. Τήν ἐκκοπή τοῦ θελήματος ὁ Μέγας Βαρσανούφιος τή θεωρεῖ
προκοπή κατά Θεόν: «τὸ κόψαι τὸ θέλημα προκοπή ἐστιν κατὰ Θεόν· ἔστι δὲ τοῦτο,
ἵνα ἐν μὲν τοῖς δοκοῦσι καλοῖς τὸ ἴδιον κόπτῃ τις θέλημα, τὸ δὲ τῶν Ἁγίων ποιῇ·
ἐν τοῖς κακοῖς καὶ ἀφ' ἑαυτοῦ φεύγῃ τὰ ἄτοπα.»745.
Ἡ ἀναδόμηση τοῦ «ἑαυτοῦ» κατά Χριστόν ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση. Ὁ
ἀββᾶς Ἀλώνιος ἔχει συνειδητοποιήσει ὅτι: «εἰ μὴ τὸ ὅλον κατέστρεψα, οὐκ ἂν
ἠδυνήθην ἐμαυτὸν οἰκοδομῆσαι· ἤγουν εἰ μὴ πᾶν ὃ ἐδόκει μοι ἀγαθὸν ἐκ τοῦ
οἰκείου θελήματος κατέλιπον, οὐκ ἂν ἴσχυσα τὰς ἀρετὰς κτήσασθαι.»746.
Γι' αὐτό καί θεωρεῖται δικαιολογημένη ἡ ἀγωνία καί ὁ φόβος τοῦ μοναχοῦ:
«Ἠρωτήθη Γέρων· διατὶ εἰς τὴν ἔρημον περιπατῶν φοβοῦμαι; Καὶ ἀπεκρίθη· ἀκμὴν
ζῇς.»747, καθώς μέσα του τό «θέλημα» ὑπῆρχε ζωντανό. Ἡ ἀπομόνωση τοῦ
ἐρημικοῦ σκηνικοῦ δέν βοηθᾶ, καθώς ἡ λύση τοῦ προβλήματος βρίσκεται στόν ἔσω
ἄνθρωπο.
Ἡ καλή ἤ κακή χρήση τοῦ αὐτεξούσιου ἀποτελεῖ αἰτία δοκιμασίας. Ἡ ἀρνητική
χρήση ἑστιάζεται στήν παθολογία τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπινου βίου καί δή στήν
πάσχουσα αὐτοσυνειδησία. Ἀντίθετα ὁ συνεχής συνειδησιακός ἔλεγχος ὁδηγεῖ στή
θετική χρήση αὐτοῦ. Στήν πιό κάτω ἱστορία ὁ Γέροντας ἀφήνει τούς μοναχούς νά
κάνουν κακή χρήση αὐτεξουσίου, παρ' ὅτι τούς δείχνει ὅτι εἶναι «λυπημένος» γιά
τήν ἀπόφασή τους. Μέσα δέ ἀπό τό λάθος τους στή συνέχεια τούς σωφρονίζει,
δείχνοντάς τους τίς διάφορες παράμετρους του: Ὑπῆρχε συνήθεια στό μοναστήρι
τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου, κάθε Μεγάλη Πέμπτη νά ἔρχονται οἱ φτωχοί καί ὀρφανοί
τῆς περιοχῆς καί νά παίρνουν μισό μόδιο στάρι, πέντε πρόσφορα, πέντε φολερά
(χάλκινα νομίσματα), ἕνα ξέστιο κρασί καί μισό ξέστιο μέλι. Λόγῳ ἔλλειψης
σιταριοῦ καί ὑποβόσκουσας φιλαργυρίας (πουλιόταν ἕνα χρυσό νόμισμα οἱ δύο
μόδιοι), οἱ μοναχοί πιέζουν τόν ἀββά λέγοντάς του: «δὲν εἴμαστε ὑποχρεωμένοι
744
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.10, σ.623.
745
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.521.
746
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1,παρ.5, σ.623.
747
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, παρ.7, σ.349.
341
νὰ δώσουμε καὶ δὲν δίνουμε». Ὁ ἡγούμενος λυπημένος τούς λέει: «Πηγαίνετε καὶ
κάνετε ὅτι θέλετε» καί πράγματι δέν ἔδωσαν «εὐλογία» στούς ἀνήμπορους τή Μ.
Πέμπτη. Ἀλλά συνέβη τό ἑξῆς παράδοξο: ὅταν πῆγε ὁ δοχειάρχης, καί ἄνοιξε τήν
πόρτα τῆς ἀποθήκης βλέπει ὅτι τό στάρι βλάστησε κι ἔτσι ἀναγκάστηκαν νά τό
ρίξουν στή θάλασσα. Τότε ὁ ἀββᾶς λέει στούς ἀδελφούς (αἰτία διήγησης): «ὅποιος
ἀθετεῖ τὶς παραγγελίες τοῦ Πατέρα του, αὐτὰ παθαίνει· τρυγῆστε τοὺς καρπούς τῆς
παρακοῆς. Θὰ φεύγανε 500 μόδιοι, ἀλλὰ καὶ τὸν Πατέρα μας τὸν Θεοδόσιο θὰ
ὑπηρετούσαμε μὲ τὴν ὑπακοὴ καὶ τοὺς ἀδελφούς μας τοὺς φτωχοὺς θ' ἀνακουφίζα-
με· νὰ ὅμως ποὺ χάσαμε σιτάρι γύρω στοὺς πέντε χιλιάδες μόδιους. Τί ὠφεληθή-
καμε; Στὴν παραγματικότητα κάναμε αὐτὰ τὰ δύο κακά: ἕνα ὅτι παραβήκαμε τὴν
ἐντολὴ τοῦ πατέρα μας καὶ δεύτερο ὅτι δὲν εἴχαμε τὴν ἐλπίδα μας στὸ Θεὸ ἀλλὰ
στὸ κελάρι.»748.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ∆ιαλόγου ἀναφέρεται σέ ἐνέργειες πού θεωροῦνται ὡς
«καλά ἔργα», πού ὅμως παύουν νά εἶναι ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης προθέσεως: «...
εἰσί τινα πολλὰ καλὰ ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων γινόμενα, ἀλλ' οὐ καλὰ πάλιν διά τινα
αἰτίαν, οἷον νηστεία καὶ ἀγρυπνία, προσευχὴ καὶ ψαλμῳδία, ἐλεημοσύνη καὶ
ξενοδοχίᾳ· φύσει οὖν ταῦτα καλά ἔργά εἰσίν, ἀλλ' ὅταν διὰ κενοδοξίαν γίνονται,
οὐκ ἔστι καλά.»749.
Ὁ Μέγας Βαρσανούφιος ἐπισημαίνει σέ ἀρχάριο στήν πίστη, τή διάσταση τῆς
«πρόφασης» πού οὐσιαστικά ἀποτελεῖ τό κάλυμμα τῆς αἰτίας μιᾶς ὑποκρύπτουσας
ἐνέργειας: «ἔκβαλε πρῶτον τὰ φύλλα, ἤγουν τὰς ἐνεργείας τῶν παθῶν, καὶ
κελεύσει Θεοῦ ἐκβαλεῖς καὶ τοὺς καρπούς, ἤτοι αὐτὰ τὰ πάθη· μὴ εἰδὼς οὖν τὸ
συμφέρον ἐξακολούθησον τοῖς εἰδόσιν· αὕτη ἐστὶν ἡ ταπείνωσις καὶ εὑρίσκεις τὴν
Χάριν τοῦ Θεοῦ.»750.
Παρουσιάζονται διηγηματικές περιπτώσεις ὅπου παρ' ὅτι ἀββάδες ὑποδεικνύουν
στούς μοναχούς νά μήν ἐγκαταλείψουν τό κελλί τους, αὐτοί μέ τήν πρόφαση ἴασης
ἀσθενειῶν (πού συνειδησιακά εἶναι δικαιολογημένη ὄχι ὅμως καί ποιμαντικά),
ὁδηγοῦνται σέ τραγική πτώση ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς τους. Καταγράφονται καί
διαβαθμίσεις συμπεριφορῶν.
748
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.85, σ.95.
749
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.90.
750
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.6, σ.198.
342
Μοναχός ἐξαιτίας σωματικῆς ἀσθένειας ἐγκαταλείπει τήν Σκήτη, παρά τήν ἀντίθετη
σύσταση τοῦ ἀββᾶ Μωυσῆ, πέφτει σέ πορνεία καί γεννᾶ ἐξώγαμο παιδί (περίπτωση
«ἰδίου θελήματος» χωρίς ἀναστολές)751.
Τό δάγκωμα φιδιοῦ ὁδηγεῖ μοναχό γιά θεραπεία στήν πόλη· ἐκεῖ δοκιμάζεται ἀπό
τόν πειρασμό τῆς πορνείας, πού ὅμως δέν ὁλοκληρώνεται ἐξαιτίας τῆς σύνεσης τῆς
γυναίκας (ὁ ρόλος τῆς γυναίκας δέν εἶναι μόνο αἰτία πτώσης ἀλλά καί σωτηρίας·
ἐξωγενής παράγων συμβάλλει στήν ἀναστολή τοῦ ἰδίου θελήματος)752.
Ὁ μοναχός Ἠλίας πηγαίνει γιά ἰαματικά λουτρά, παρά τό ἀντίθετο τῆς συμβουλῆς
τοῦ Ἁγίου Ἰωαννικίου· λυποθυμᾶ ὅμως ἐξαιτίας τῆς ἐσωτερικῆς ταραχῆς του καί
ἐπιστρέφει χωρίς νά μπεῖ στό νερό (περίπτωση ἰσχυρῆς ἐσωτερικῆς ἀμφιταλά-
ντευσης μέ ὑπερίσχυση τῆς βασικῆς προτεραιότητας)753.
Στά κείμενα τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων βρέθηκε καί ὑλικό πού βασίζεται στό
πιλοτικό ἐρώτημα ποιό ἀπό τά δύο εἶναι πιό σωστό, ἀλλά πού δέν εἶναι πάντα τόσο
ξεκάθαρο (διηγήσεις ἐπιλογῆς). Ἡ πορεία πού πρέπει ν' ἀκολουθηθεῖ γιά νά βρεθεῖ
ἡ σωστή ἀπάντηση, καθώς ὑπάρχουν ἐρωτήσεις πού καί τά δύο σκέλη τους μπορεῖ
νά φαίνονται ἀγαθά καί ὠφέλιμα, εἶναι τό ὀρθόδοξο κριτήριο τῶν προτεραιοτήτων.
Ἡ ἐπιλογή δέν γίνεται μόνο ἀνάμεσα στό καλό καί στό κακό, στό δίκαιο καί τό
ἄδικο ἀλλά ὑπάρχουν καί ἐνδιάμεσες διαβαθμίσεις.
Χήρα πού ἔχει ἀνάγκη νά γράψει γράμμα στό ∆ομέστικο (ἀξίωμα βυζαντινῆς
αὐτοκρατορίας), ζητᾶ ἀπό μοναχό νά τήν βοηθήσει· ἐκεῖνος ρωτάει τόν Γέροντα
Βαρσανούφιο τί πρέπει νά κάνει, καθώς δύο λογισμοί τόν διακατέχουν: «ὁ εἷς
λέγοι μοι, ὅτι εἰς νέκρωσιν ἦλθες ὧδε· καὶ ἐὰν γράψῃς αὐτῷ παραβαίνεις τὴν
ἐντολὴν τῆς νεκρώσεως· ὁ δὲ ἕτερος ὑποβάλλει μοι· ὅτι εἰ μὴ γράψεις αὐτῷ,
παραβαίνεις τὴν ἐντολὴν τήν κελεύουσαν βοηθεῖν τοῖς δεομένοις·». Ὁ Γέροντας
τότε τοῦ ἀπαντᾶ διά ρητορικῆς ἐρωτήσεως: «εἰ ἦς νεκρὸς καὶ ἦλθε χήρα ἀδικουμέ-
νη, ἠδύνω αὐτῇ βοηθῆσαι;», πού ἀποτελεῖ καί τήν ἀπάντηση στήν τεθείσα ἐρώτηση.
Στή συνέχεια κάνει καί περαιτέρω ἐξήγηση, δηλ. ὅτι ἄν βοηθήσει μία φορά γίνεται
751
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.194.
752
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.7, σ.194.
753
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 3-4, σ.208.
343
ἡ βάση γιά ἐπανάληψη τοῦ σκηνικοῦ ἀπό ἄλλες παρόμοιες περιπτώσεις καί αὐτό
συνεπάγεται περισπασμό τοῦ νοῦ754.
Στό ἴδιο μῆκος κυμαίνεται καί ἡ ἀπάντηση τοῦ ἀββᾶ Ποιμένα στόν ἄρχοντα τῆς
χώρας πού εἶχε συλλάβει τό γιό τῆς ἀδελφῆς του, μέ ἀπώτερο στόχο τή γνωριμία
του μέ τόν Γέροντα: «ἐξέτασον τὰ περὶ αὐτοῦ κατὰ τοὺς νόμους· καὶ εἰ ἄξιός ἐστι
θανάτου, ἀποθανέτω· εἰ δὲ οὐκ ἔστιν, ὡς βούλει ποίησον.»755.
Ἡ καταλαλιά ἐπίσης καταγράφεται μέσα στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ὡς σοβαρή
αἰτία ἀνθρώπινης δοκιμασίας. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀναφέρει: «Ὁ ἀπαθῶς λέγων
ἁμάρτημα ἀδελφοῦ, κατὰ δύο αἰτίας λέγει· ἢ ἵνα αὐτὸν διορθώσηται, ἢ ἄλλον
ὠφελήσῃ· εἰ δὲ ἐκτὸς τούτων λέγει, εἴτε αὐτῷ, εἴτε ἄλλῳ ὀνειδίζων ἢ διασύρων
αὐτὸ λέγει, καὶ οὐ μὴ ἐκφύγῃ τὴν θείαν ἐγκατάλειψιν, ἀλλ' ἢ τῷ αὐτῷ ἢ ἄλλῳ
πταίσματι πάντως περιπεσεῖται, καὶ ὑπὸ ἑτέρων ἐλεγχθεὶς καὶ ὀνειδισθεὶς
καταισχυνθήσεται.»756.
Ἡ καταλαλιά διαχωρίζεται ἀπό τήν κατάκριση: «Ἀδελφὸς ἠρώτησε γέροντα
λέγων· τί ἐστι καταλαλιά καὶ τί ἐστι τὸ κατακρίνειν; Καὶ ἀπεκρίθη ὁ γέρων· ἡ
καταλαλιὰ καὶ ἐν τοῖς ἀφανέσι καὶ κρυπτοῖς λέγεται, τὸ δὲ κατακρίνειν ἐπί τοῖς
φανεροῖς ἁμαρτήμασι· πᾶν οὖν ρῆμα ὃ μὴ δύναται τις λαλῆσαι ἔμπροσθεν τοῦ
ἀδελφοῦ αὐτοῦ, καταλαλιά ἐστιν· οἷον ἐάν τις εἴπῃ, ὁ δεῖνα ὁ ἀδελφὸς καλός ἐστι
καὶ ἀγαθός, ἀσύστροφος δὲ καὶ οὐκ ἔχει διάκρισιν, τοῦτο καταλαλιά ἐστιν. Ἐὰν δέ
τις εἴπῃ, ὅτι ὁ ἀδελφὸς ἐκεῖνος πραγματευτής ἐστι καὶ φιλάργυρος, τοῦτο ἐστι τὸ
κατακρῖναι· κατέκρινε γὰρ αὐτοῦ τὰς πράξεις καὶ ὅλον τὸν βίον αὐτοῦ, τοῦτο δὲ
χεῖρόν ἐστι τῆς καταλαλιᾶς.»757.
Καλύτερα νά προσέχει κάποιος τόν ἑαυτό του παρά νά παρακολουθεῖ καί νά
ἐλέγχει τούς ἄλλους. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἀπαγορεύεται ἡ κριτική, ἀλλά ὅτι
προϋποθέτει πνευματική ὠριμότητα καί σταθερότητα. Χρησιμοποιώντας τήν ἀλληγο-
ρία οἱ Γέροντες διδάσκουν: Ὁ ἀββᾶς Πιώρ, ὅταν οἱ Πατέρες μιλοῦσαν γιά μοναχό
πού ἔσφαλε, ἐκεῖνος σιωποῦσε, καί: «ὕστερον ἀναστάς ἐξῆλθε καὶ λαβὼν σάκκον
ἐπλήρωσε ψάμμου καὶ ἐβάστασεν εἰς τὸν ὦμον αὐτοῦ· καὶ βαλὼν εἰς μαλάκιον
754
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.350.
755
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 347-348.
756
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.596.
757
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.2, σ.592.
344
758
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.104· παρόμοιο ὑλικό βλ. γιά Μωϋσή
τόν Αἰθίοπα, β’, σ.72.
759
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.144, σ.158.
760
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.17, σ.46.
761
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.43.
345
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν συνιστᾶ: «ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ
τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου»762· καί
ἀλλοῦ: «ἐὰν καταλαλήσῃ ἀδελφὸς ἀδελφοῦ ἔμπροσθέν σου, βλέπε μὴ διατραπῇς
αὐτὸν καὶ εἴπῃς· ναί, οὕτως ἐστίν· ἀλλὰ ἢ σιώπα, ἢ εἰπὲ αὐτῷ· ἐγώ, ἀδελφέ,
κατακεκριμένος εἰμί, καὶ οὐ δύναμαι κρῖναι ἄλλον· καὶ σώζεις καὶ σεαυτὸν καὶ
ἐκεῖνον.»763.
Ἡ ἀσκητική θεραπευτική κλιμακώνεται σέ διάφορα ἐπίπεδα:
α) Νά μήν πηγαίνει ὁ νοῦς στίς ἐνδεχόμενες ἀδυναμίες τοῦ ἄλλου (ἀκακία).
«Ἤκουσα περί τινος ἀδελφοῦ ὅτι, ὅτε παρέβαλε ἑνὶ τῶν ἀδελφῶν, εἰ ἔβλεπε τὸ
κελλίον αὐτοῦ ἀσύστροφο, ἀφιλοκάλητον ἔλεγεν ἐν ἑαυτῷ· Μακάριος ἐστιν οὗτος
ὁ ἀδελφός· πῶς ἠμερίμνησεν ἀπὸ ὅλων τῶν γήϊνων, καὶ οὕτως ὅλον τὸν νοῦν
αὐτοῦ ἔλαβεν ἄνω, ὅτι οὐδὲ τὸ κελλίον αὐτοῦ σχολάζει καταστῆσαι. Πάλιν, εἰ
ἀπήρχετο πρὸς ἄλλον καὶ ἔβλεπεν τὸ κελλίον αὐτοῦ κατεσταμένον, καθαρὸν
πεφιλοκαλημένον, ἔλεγε πάλιν ἐν ἑαυτῷ· Ὥσπερ ἐστὶν ἡ ψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ
τούτου καθαρά, οὕτως ἐστὶ καὶ τὸ κελλίον αὐτοῦ καθαρόν· καὶ πρὸς τὴν κατάστασιν
τῆς ψυχῆς αὐτοῦ ἐστι καὶ ἡ κατάστασις τοῦ κελλίου αὐτοῦ. Καὶ οὐδέποτε ἔλεγε περί
τινος ὅτι οὔτε οὗτος ἀσύστροφός ἐστιν ἢ οὗτος πέρπερος· ἀλλ' ἐκ τῆς καλῆς
καταστάσεως αὐτοῦ ὠφελεῖτο ἀπὸ ἑκάστου.»764.
β) Ἀνεπιφύλακτη ἄφεση τῶν καταστάσεων στήν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀββᾶς Μᾶρκος
συμβουλεύει: «Τοῦτον τὸν νόμον καὶ ὁ νομοθέτης Χριστός φανεροποιῶν εἴρηκε·
μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε καὶ μὴ καταδικάσητε, ἵνα μὴ καταδικασθῆτε· ἄφετε καὶ
ἀφεθήσετε ὑμῖν... Ἕνα οὖν σκοπὸν ὀφείλομεν ἐν παντὶ καιρῷ καὶ τόπῳ καὶ πράγματι
τὸ ὑπὸ ἀνθρώπων διαφόρως ἀδικούμενοι, χαίρειν καὶ μὴ λυπεῖσθαι· χαίρειν δέ,
οὐχ ἁπλῶς οὐδὲ ἀκόπως, ἀλλ' ὅτι εὕρομεν ἀφορμὴν ἀφιέναι τῷ ἁμαρτήσαντι καὶ
λαβεῖν ἄφεσιν τῶν ἡμετέρων ἁμαρτιῶν· αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ἀληθὴς θεογνωσία καὶ
πάσης γνώσεως περιεκτικωτάτη, δι' ἧς δυνάμεθα παρακαλεῖν τὸν Θεόν καὶ
εἰσακούεσθαι·»765.
762
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρλα’, σ.97.
763
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.4, σ. 592.
764
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, παρ.183, σ.396.
765
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.32.
346
Ὑπάρχουν δέ καί περιπτώσεις διηγήσεων πού φτάνουν στό σημεῖο κάλυψης τῆς
ἐπιλήψιμης ἐνέργειας· ἔτσι ὁ προαστατευόμενος «μαλακώνει» ἀντί ἐπικρινόμενος
νά ἐξαγριώνεται: Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν στά μέρη τῆς Αἰγύπτου, γνωρίζει ὅτι δίπλα του
διέμενε μοναχός ἔχων συνείσακτον γυναίκα, καί οὐδέποτε τόν ἤλεγξε γιά τήν
παράβαση αὐτή· ὅταν δέ ἡ γυναίκα γέννησε ἔστειλε ὡς δῶρο ἀγάπης «κνίδιον
οἴνου» πού ἔγινε ἀφορμή μετάνοιας καί σωφρονισμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ766.
Σέ παρόμοιο περιστατικό ὅταν Γέροντας ρωτήθηκε ἄν τό εἶχε ἀντιληφθεῖ ἀπήντησε:
«ὁ ἐμὸς λογισμός κατ' ἐκείνην τὴν ὥραν, ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Χριστός, ἐκεῖ ἦν
στήκων καὶ κλαίων.»767.
Ὁ ἀββᾶς Ἀμμωνᾶς πάλι ἐνῶ γνωρίζει ὅτι μοναχός κρύβει μέσα σέ πυθάρι στό
κελλί του γυναίκα, δέν τό φανερώνει στούς κατοίκους τῆς περιοχῆς πού ἔχουν
μάθει τίς φῆμες καί ἔχουν ἔρθει γιά νά τόν διώξουν ἀπό τό κελλί· μάλιστα κάθεται
καί ἐπάνω στό πυθάρι, ὥστε νά μήν βρεθεῖ ἀποδεικτικό στοιχεῖο καί ἔτσι σώζεται ὁ
μοναχός: «καὶ εἶπεν ὁ ἀββᾶς Ἀμμωνᾶς· τί ἐστι τοῦτο; ὁ Θεός συγχωρῆσαι ὑμῖν· καὶ
εὐξάμενος, ἐποίησε πάντας ἀναχωρῆσαι· καὶ κατασχὼν τὴν χεῖρα τοῦ ἀδελφοῦ,
εἶπεν αὐτῷ· πρόσεχε σεαυτῷ ἀδελφέ· καὶ τοῦτο εἰπὼν ἀνεχώρησεν.»768.
Στίς διηγήσεις συναντᾶται καί ἡ παράμετρος ὅτι συχνά ἐνῶ στά μάτια τῶν
ἀνθρώπων κάποιοι ἔχουν διαπράξει λάθη, νά ἔχουν ἤδη συγχωρεθεῖ ἀπό τόν Θεό:
«Πολλοὶ γὰρ πολλάκις ἐνώπιον ἀνθρώπων ἁμαρτάνοντες, εἶτα κρυπτῶς τῷ θεῷ
ἐξομολογούμενοι, τὴν ἄφεσιν ἐκομίσαντο, καὶ εὐαρεστήσαντες Πνεῦμα Ἅγιον
ἔλαβον. Καὶ οἱ παρ' ἡμῖν νομιζόμενοι ἁμαρτωλοί, εἰσὶ παρὰ τῷ Θεῷ δίκαιοι. Τὴν
μὲν γὰρ ἁμαρτίαν ἐθεασάμεθα, τὰς δὲ ἀγαθοεργίας, ἃς κρυπτῶς εἰργάσαντο, οὐκ
ἔγνωμεν. ∆ιὸ οὐκ ὀφείλομέν τινα κατακρίνειν, κἂν αὐτοῖς τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν
ἴδωμεν αὐτὸν ἁμαρτάνοντα. ... Εἰσὶ δέ τινες οἵ καὶ διὰ δικαίων ἀνδρῶν τὴν ἄφεσιν
τῶν ἁμαρτιῶν ἐκομίσαντο. Θέλημα γὰρ τῶν φοβουμένων αὐτὸν ποιήσει ὁ Κύριος.
Καὶ τούτου μάρτυς ἡ θεία Γραφή. Καὶ γὰρ Ἀαρών, δι' εὐχῶν τοῦ Μωϋσέως
συνεχωρήθη, ποιήσας τὸν μόσχον τῷ Ἰσραήλ ἐν Χωρήβ. Ὁμοίως καὶ ἡ ἀδελφὴ
αὐτοῦ Μαριάμ τῆς λέπρας ἐκαθαρίσθη, τοῦ Μωϋσέως ὑπὲρ αὐτῆς τὸν Θεὸν
δυσωπήσαντος. ... Ἆρα γὰρ εἰ κρυπτῶς ἐπράχθη τὸ ἐπ' αὐτῷ μυστήριον, ἐπίστευσεν
766
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.22, σ.58.
767
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.26, σ.47.
768
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ι’, σ.16.
347
ἂν ὅλως ἄνθρωπος τῶν ἐπὶ τῆς γῆς; ὅτι ἐκεῖνος ὁ μιαρός, ὁ πολλοὺς συλήσας καὶ
ἀποκτείνας μικρούς τε καὶ μεγάλους δικαίους τε καὶ ἀδίκους, ὁ καὶ ἄλλους τὴν
λῃστρικὴν διδάξας παρανομίαν, οὗτος δι' ἑνὸς ρήματος, ἐν τῷ τέλει τοῦ βίου
ἐδικαιώθη, καὶ πρὸ πάντων τὸν παράδεισον ᾤκησε;»769.
γ) Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἐπισημαίνει ὅτι οἱ διάφορες δοκιμασίες (πειρασμοί) πού
ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι, γίνονται κατά παραχώρηση Θεοῦ: «Παραχωρεῖ δὲ ὁ
Θεὸς πειρασθῆναί σε γιὰ πέντε λόγους: ἵνα πολεμοῦντες καὶ ἀντιπολεμοῦντες εἰς
διάκρισιν τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς κακίας ἔλθωμεν· δευτέραν δέ, ἵνα πολέμῳ καὶ πόνῳ
τὴν ἀρετὴν κτώμενοι, βεβαίαν καὶ ἀμετάπτωτον ἕξωμεν· τρίτην δέ, ἵνα προκόπτοντες
εἰς τὴν ἀρετήν, μὴ ὑψηλοφρονῶμεν, ἀλλὰ μάθωμεν ταπεινοφρονεῖν· τέταρτην ἵνα
πειραθέντες τῆς κακίας, τέλειον μῖσος αὐτὴν μισήσωμεν· πέμπτην δὲ ἐπὶ πάσαις, ἵνα
ἀπαθεῖς γενόμενοι, μὴ ἐπιλαθώμεθα τῆς οἰκείας ἀσθενείας, μήτε τῆς τοῦ βοηθήσα-
ντος δυνάμεως.»770.
Οἱ κάθε εἴδους δοκιμασίες συνεπάγονται φόβο Θεοῦ καί μᾶς προστατεύουν
ἀπό φαινόμενα ἀνθρώπινης κενοδοξίας καί ὑπερηφάνειας: Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ἀνα-
φωνεῖ: «Κύριε, οὐ φοβοῦμαι σε, καὶ διὰ τοῦτο πέμψον μοι κεραυνόν, ἢ ἄλλην τινὰ
τιμωρίαν, ἢ ἀσθένειαν ἢ δαίμονα, ἵνα κἂν οὕτως ἔλθῃ εἰς φόβον ἡ πεπωρωμένη
μου ψυχή.»771.
Οἱ δοκιμασίες δίνονται, βάσει τοῦ μέτρου τοῦ δυνατοῦ τῆς ἀντοχῆς τοῦ
πειραζομένου: Τό κελλί Γέροντα ἀπεῖχε ἀπό τήν πηγή νεροῦ δώδεκα μίλια. Κάποια
στιγμή βαρυγκομεῖ καί σκέπτεται νά ἐγκατασταθεῖ κοντά στήν πηγή· μόλις κάνει
αὐτή τήν σκέψη αἰσθάνεται κάποιος νά τόν ἀκολουθεῖ καί ρωτώντας τον ποιός
εἶναι, ἐκεῖνος τοῦ ἀπαντᾶ: «Ἄγγελος Κυρίου εἰμὶ καὶ ἀπεστάλην μετρῆσαι τὰ βήματά
σου καὶ δοῦναι σοι μισθόν». Ὅταν ἄκουσε αὐτό ὁ Γέροντας πῆρε θάρρος καί
ἀνεχώρησε στή βαθυτέρα ἔρημο ἄλλα πέντε μίλια, δηλ. ἀπεῖχε δεκαεπτά μίλια ἀπό
τήν πηγή772.
769
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἀναστασίου Σιναΐτου, τ.3, σ. 37-38.
770
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.426.
771
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.69.
772
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.441.
348
Ὡς μία τέτοια δοκιμασία νοοῦνται καί οἱ ἀσθένειες: «Γέρων τις ἦν, καὶ συνεχῶς
ἐκακοῦτο καὶ ἠσθένει· συνέβη δὲ αὐτὸν ἕνα ἐνιαυτὸν μὴ κακωθῆναι, καὶ ἐδυσφόρει
δεινῶς καὶ ἔκλαιε λέγων· ἐγκατέλιπέ με ὁ Θεὸς καὶ οὐκ ἐπεσκέψατό με.»773.
Σέ ἄλλη διήγηση ὁ Εὐάγριος Ποντικός ἀρρωσταίνει ἐξαιτίας τῆς κενοδοξίας: «...καὶ
ἐν τῇ διαλέκτῳ ἐκάρου αὐτὸν ἡ κενοδοξία... ὁ δὲ ἐμποδιστὴς τῶν πάντων ἡμῶν
ἀπωλείας Θεὸς ἐνέβαλεν αὐτὸν εἰς περίστασιν πυρετοῦ, κακεῖθεν εἰς νόσον
μακρὰν ἑξαμηνιαίω χρόνῳ ταριχεύσας αὐτοῦ τὸ σαρκίον δι' οὗ ἐνεποδίζετο». Οἱ
γιατροί δέν μποροῦν νά βροῦν θεραπεία, μέχρι πού ἡ Ἁγία Μελανία ἐντοπίζει τήν
αἰτία της: «οὐκ ἀρέσει μοι υἱέ μου ἡ σὴ μακρονοσία. Εἰπὲ οὖν μοι τὰ ἐν τῇ διανοία
σου. οὐκ ἔστι γὰρ ἀθεής σου ἡ νόσος αὕτη.»774.
Θεωροῦνται μάλιστα οἱ ἀσθένειες καί ὡς ὑποκατάστατα τῶν μαρτυρίων τῶν
ἁγίων τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ χριστιανισμοῦ: «Ἡμεῖς δὲ νῦν ἀσθενείας τοὺς
πονηροὺς λογισμοὺς λέγομεν, καὶ τὰς σωματικὰς ἀνωμαλίας· τότε μὲν γὰρ ἐπειδὴ
αἰκίαις θανατηφόροις καὶ διαφόροις ἑτέραις θλίψεσι τὰ σώματα τῶν κατὰ τῆς
ἁμαρτίας ἀγωνιζομένων Ἁγίων παρεδίδοντο, ἐπάνω ἦσαν πολὺ τῶν τῇ ἀνθρωπίνῃ
φύσει ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἐπεισελθόντων παθῶν· νῦν δέ, ἐπειδή διὰ τὸν Κύριον ἡ
εἰρήνη πληθύνεται τῶν ἐκκλησιῶν, διὰ τοῦτο δεῖ συνεχέσι μὲν ἀνωμαλίαις
θλίβεσθαι τὸ σῶμα, λογισμοῖς δὲ πονηροῖς τὰς ψυχάς δοκιμάζεσθαι τῶν τῆς
εὐσεβείας ἀγωνιστῶν, ἵνα καὶ πάσης κενοδοξίας καὶ μετεωρισμοῦ ἐκτὸς ὑπάρχωσι,
καὶ χωρῆσαι δυνηθῶσιν, ὡς ἔφην, ἐν ταῖς καρδίαις, διὰ τῆς πολλῆς ταπεινώσεως,
τὴν τοῦ θείου κάλλους σφραγῖδα, κατὰ τὸν λέγοντα Ἅγιον· ἐσημειώθη ἐφ' ἡμᾶς τὸ
φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε. ∆εῖ οὖν εὐχαριστοῦντας ὑπομένειν τὴν βουλήν τοῦ
Κυρίου· οὕτω γὰρ ἡμῖν εἰς λόγον δευτέρου μαρτυρίου λογισθήσεται τό τε συνεχὲς
τῶν νόσων, καὶ ὁ πρὸς τοὺς δαιμονιώδεις λογισμοὺς πόλεμος·»775.
∆ιηγήσεις μέ ἀντιπαράθεση συμπτωμάτων σωματικῶν ἀσθενειῶν καί πλούτου
ψυχικῆς ὑγείας, πού ἐνδυναμώνει καί ὑπερβαίνει κάθε δοκιμασία (τύφλωση/ νοεροί
ὀφθαλμοί δόξας Κυρίου· κωφότητα/νοερά ὦτα γιά ἄκουσμα λόγων Κυρίου·
773
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.1, σ.230.
774
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Εὐαγρίου, τ.1, σ.214.
775
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ∆ιαδόχου, τ.3, σ. 221.
349
ἀσθένεια ἄκρων/ χέρια καί πόδια ψυχῆς πού θά μᾶς ὁδηγήσουν στή Βασιλεία τῶν
οὐρανῶν) ἀποτελοῦν ἐλπιδοφόρο καί παραμυθητικό λόγο πρός τούς νοσούντας776.
Οἱ μικρές δοκιμασίες γίνονται ἀφορμές μνήμης θανάτου: Ὁ ἀββᾶς Ἠσαΐας παρ'
ὅτι εἶναι σοβαρά ἀσθενής, παρηγορεῖ τόν μαθητή του Πέτρο, λέγοντάς του: «...
μόλις ἐγγίζων ἐν ταῖς τοιαύταις ἀσθενείαις δύναμαι μνησθῆναι τῆς πικρᾶς ὥρας
τοῦ θανάτου καὶ τῆς κρίσεως· διότι ἡ ὑγεία τῆς σαρκός ὠφέλειαν οὐκ ἔχει· ζητεῖ
γὰρ τὴν ἰδίαν ῥῶσιν πρὸς τὸ ἐχθρεῦσαι τῷ Θεῷ·»777.
Συγχρόνως ἀποτελοῦν καί ἀφορμές συνειδησιακοῦ ἐλέγχου. Ὁ ἀσκητής τοῦ ὄρους
τῆς Νιτρίας Βενιαμίν, εἶχε πάθει ὑδρωπικίαν ὥστε: «μὴ δύνασθε τὸν μικρὸν
δάκτυλον τῆς χειρός αὐτοῦ ταῖς δυσὶ χερσὶ παριλαβεῖν»· ὅμως, ὁ ἴδιος τόνιζε στούς
μοναχούς πού στεναχωριόνταν μέ τήν ἀρρώστεια του: «εὔξασθε τέκνα, ἵνα μή μου
ὁ ἔσωθεν ἄνθρωπος ὑδρωπιάσῃ· τοῦτο γὰρ τὸ σῶμα οὔτε εὐπαθοῦντα μέ τι
ὤνησεν, οὔτε δυσπαθοῦντα παρέβλαψε.»778.
776
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Συγκλητικῆς, τ.3, σ.226.
777
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 227.
778
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.244.
779
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 265.
350
780
Historia Monachorum in Aegypto, σ.18.
781
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.5, σ. 293.
782
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 175.
783
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 177.
351
ὅταν γάρ ἄνθρωπος ἀφήσῃ τὰ θελήματα αὐτοῦ, τότε καταλλάσσεται αὐτῷ ὁ Θεὸς
καὶ δέχεται τὴν εὐχὴν αὐτοῦ.»784.
Ἡ προσευχή δέν εἶναι ἐφόδιο μόνο γιά τούς πνευματικά ὥριμους ἀλλά καί γιά
τούς ἀρχαρίους στήν πίστη: «Εἶπε Γέρων· ἐὰν μὴ ἔχῃς ταπείνωσιν πνευματικήν, ἢ
προσευχὴν πνευματικήν, κτῆσαι αὐτὰ κἂν σωματικά, καὶ δι' αὐτῶν ἔρχονταί σοι
κἀκεῖνα.»785. Πρόκειται γιά τίς ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις τῶν ἀρετῶν αὐτῶν, πού μέ
τό πέρασμα τοῦ χρόνου ὡριμάζουν πνευματικά καί ἐξελίσσονται σέ ἐσωτερική καί
ἀδιάλειπτη κατάσταση τῆς ψυχῆς πού βιώνεται σάν διαρκής συντριβή καί συνεχής
προσευχή.
Ὁ ἀββᾶς Μακάριος ἐφαρμόζοντας τήν ἀρχή τῆς διά τῆς ἀσκήσεως καί
ἐπαναλήψεως ἐμπέδωση, ζητᾶ ἀπό μοναχό ἀμελή νά προσευχηθεῖ γι αὐτόν (ἀντί νά
τοῦ πεῖ τί πρέπει νά κάνει τοῦ ζητάει χάρη, πού τόν καθιστᾶ ὑπόχρεο στό μαθητή). Ὁ
μαθητής τό ἐκτελεῖ, ἀλλά συγχρόνως κάνει μία προσευχή καί γιά τόν ἑαυτό του. Ὁ
δάσκαλος εὐχαριστώντας τον, τοῦ ζητάει ἀκόμη μία προσευχή κατά τή διάρκεια τῆς
νύχτας καί ἔτσι ὁ μαθητής κάνει σύνολο τέσσερις προσευχές, δύο γιά τό δάσκαλο
καί δύο γιά τόν ἴδιο. Ἡ πορεία τῆς ἐκπαιδευτικῆς διαδικασίας ἐστέφθη ἐπιτυχῶς μέ
ἀπώτερο στόχο τό «προσεύχεσθαι ἀδιαλείπτως»786.
Ἀλλά καί ὁ τρόπος πού προσεύχεται ὁ πνευματικά ὥριμος πιστός ἀποτελεῖ
«ὑπόδειγμα» πρός μίμηση τοῦ ἀρχαρίου. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θαυματουργός,
καθώς τόν ἔχουν καταδώσει σέ περίοδο διωγμοῦ γιά τό ποῦ κρύβεται καί δέν
ἀπομένει παρά ἡ σύλληψή του, τό μόνο ὅπλο σ' αὐτόν καί τόν διάκονό του, ἕναν
πρώην εἰδωλολάτρη, εἶναι ἡ θερμή προσευχή στό Θεό. Αὐτή ἀποτελεῖ καί τή
σωτηρία τους, καθώς ὅταν ἔρχονται οἱ διῶκτες τό μόνο πού βλέπουν στό
συγκεκριμένο μέρος εἶναι δύο δένδρα τό ἕνα κοντά στό ἄλλο (μετασχηματισμός /
μεταμόρφωση στά μάτια τῶν διωκτῶν): «ἐκεῖνος δὲ διακελευσάμενος τῷ μεθ'
αὑτοῦ στεῤῥᾷ τε καὶ ἀδιστάκτῳ τῇ πεποιθήσει στῆναι πρὸς τὸν Θεόν, καὶ πιστεῦσαι
τὴν σωτηρίαν, ὁμοίως αὐτῷ τὰς χεῖρας εἰς Θεὸν ἀνατείναντι, μηδὲ εἰ πλησίον
γένωνται οἱ διώκοντες, ἐκκρουσθῆναι τῷ φόβῳ τὴν πίστιν. Ὑπόδειγμα τῆς
παραγγελίας ἑαυτόν ἐποιεῖτο τῷ ∆ιακόνῳ, βλέπειν τε πρὸς τὸν οὐρανὸν
784
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.17, σ.282.
785
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.13, σ. 214.
786
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.150.
352
ἀμετατρέπτῳ τῷ ὄμματι, καὶ τεταμέναις ταῖς χερσὶν ἐν ὀρθίῳ τῷ σχήματι. Καὶ οἱ μὲν
ἐν τούτοις ἦσαν.»787.
Ἡ προσευχή δέν ἔχει περιστασιακό χαρακτήρα καί πρέπει νά εἶναι συνεχής καί
παντός καιροῦ: «Εἶπε Γέρων: οὐ μόνον τὸ στῆναι ἐν καιρῷ προσευχῆς, ἐκεῖνο
λέγεται προσευχὴ ἀλλὰ τὸ πάντοτε. Λέγει ὁ ἀδελφὸς πῶς πάντοτε; Καὶ εἶπεν ὁ
Γέρων· εἴτε ἐσθίεις, εἴτε πίνεις, εἴτε ἐν ὁδῷ περιπατεῖς, εἴτε ἔργον ποιεῖς, μὴ
ἀποστῇς τῇς εὐχῆς.»788.
Πρέπει ὄμως νά προσεχθεῖ ὁ κίνδυνος χρήσης τῆς προσευχῆς γιά κατάδειξη
πρός τά ἔξω ἰδανικῆς εἰκόνας πιστοῦ. Ὁ ἀββᾶς Λούκιος ἀποστομώνει μοναχούς
πού ἰσχυρίστηκαν ὅτι δέν ἀγγίζουν ἐργόχειρο (πρακτική ἐργασία) ἀλλά τό μόνο
πού κάνουν εἶναι νά προσεύχονται συνεχῶς (Εὐχίτες), κατά τά λόγια τοῦ
Ἀποστόλου Παύλου (ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε789). Τούς ἀποδεικνύει ὅτι αὐτό δέν
ἰσχύει, καθώς στήν ἐρώτησή του ἄν προσεύχονται ὅταν κοιμοῦνται, δέν μπόρεσαν
νά ἀπαντήσουν. Εἶναι ἕνας ἔμμεσος τρόπος ἀποκοπῆς πιθανῆς ὕπαρξης ἔπαρσης
(κενοδοξία) στούς μοναχούς. Στή συνέχεια τούς διδάσκει μέσῳ προσωπικῶν του
βιωμάτων, ὅτι ἡ κάθε κατά Θεόν ἐργασία ἀποτελεῖ μορφή προσευχῆς: «Ὁ δὲ εἶπεν
αὐτοῖς· συγχωρήσατέ μοι, ἰδοὺ οὐ ποιεῖτε καθὼς λέγετε, ἐγὼ δὲ δεικνύω ὑμῖν, ὅτι
ἐργαζόμενος τὸ ἐργόχειρόν μου ἀδιαλείπτως προσεύχομαι· καθέζομαι γὰρ σὺν
Θεῷ βρέξας τὰ μικρά μου θαλλία καὶ πλέκων αὐτὰ σειρὰν λέγω· ἐλέησόν με ὁ
Θεός κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον
τὸ ἀνόμημά μου· οὐκ ἔστιν οὖν τοῦτο εὐχή; Οἱ δὲ εἶπον· ναί. Καὶ ὁ Γέρων· ὅταν οὖν
ἐμμείνω δι' ὅλης τῆς ἡμέρας ἐργαζόμενος, ποιῶ, πλέον ἢ ἔλαττον, δεκαὲξ νουμία,
καὶ παρέχω ἐξ αὐτῶν εἰς τὴν θύραν τινὶ ἀδελφῷ, τὰ δὲ λοιπὰ ἐσθίω καὶ εὔχεται
ὑπὲρ ἐμοῦ ὁ λαμβάνων τὰ νουμία, ὅτε ἐσθίω ἢ κοιμῶμαι, καὶ διὰ τῆς Χάριτος τοῦ
Χριστοῦ πληροῦται μοι τὸ ἀδιαλείπτως προσεύχεσθαι.»790.
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἐντοπίστηκαν προσδιοριστικές ἰδιότητες πού
ἀκολουθοῦν μία προσευχή:
787
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.239.
788
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 14-15, σ.214.
789
Α´ Θεσ. ε’,17.
790
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 10-11, σ.214.
353
791
Historia Monachorum in Aegypto, σ.56-58.
792
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.52.
793
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.4, σ.250.
794
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 1ῃ τοῦ μηνός Ἰουνίου, ∆ιήγησις ὠφέλιμος
γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου, τ.2 σ. 178.
354
τυγχάνω προσεύχομαι, ἵνα δοθῆ σοι κομίατος ζωῆς'. Ὁ δὲ συνέθετο. Ἐντὸς οὖν
ὀλίγων ἡμερῶν ὑγίανε·»795.
Ἡ ἰσαπόστολος Νίνα, γνώρισε τόν χριστιανισμό στούς Ἴβηρες μέ τίς θεραπεῖες
ἀρρώστων διά τῆς προσευχῆς796.
4) Ἀποκαλυπτική: Γιά τήν ἀπόφαση τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου πού διέταξε τήν
καταστροφή τῶν εἰδωλολατρικῶν ἱερῶν τόν 4ο αἰώνα, σέ διήγηση καταγράφεται:
«...εἶτα ἐκάθισαν λαλεῖν περὶ τῆς θεωρίας ἣν εἶδεν ἐν τῇ προσευχῇ ὁ Ἀββᾶς
Βησσαρίων, καὶ εἶπεν ὅτι· ἀπόφασις ἐξῆλθεν, ἵνα καθαιρεθῶσι τὰ ἱερά. Ἐγένετο δὲ
οὕτω καὶ καθῃρέθησαν.»797·
Σέ ἄλλη πάλι διήγηση Γέροντας μέ τήν προσευχή του ζητᾶ νά τοῦ ἀποκαλυφθεῖ ἡ
αἰτία τοῦ «θαύματος» (μετακίνηση κιβωτίου μάρτυρα τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας
ἀπό τό Ναό στό Νάρθηκα) καί ἄγγελος μέ ἀνθρώπινη φωνή ἔρχεται ὡς
ἑρμηνευτής αὐτοῦ798.
5) Ἀποδεικτική: Νεαρή γυναίκα τήν πιάνουν οἱ ὠδῖνες τοκετοῦ ἀλλά δέν
μποροῦσε γιά ἑφτά μέρες νά γεννήσει καί κραύγαζε: «Οἴμοι τῇ ἀθλίᾳ κινδυνεύω
συκοφαντήσασα τόνδε τὸν ἀναγνώστη». Οἱ ἀσκήτριες τρέχουν καί τό ἀναφέρουν
στόν πατέρα της ἀλλά ἐκεῖνος ἀπό φόβο μήπως τόν κατηγορήσουν γιά συκοφαντία
δέν κάνει τίποτε καί περνοῦν ἀκόμη δύο μέρες χωρίς νά γεννήσει. Οἱ ἀσκήτριες
μή μπορώντας νά ὑποφέρουν τίς κραυγές της πηγαίνουν καί τό ἀναφέρουν στόν
ἐπίσκοπο κι αὐτός στέλνει διακόνους στόν ἀναγνώστη νά τοῦ ποῦν: «Εὖξαι ἵνα
γεννήσῃ ἡ συκοφαντήσασά σε». Ὁ ἀναγνώστης, πού παραμένει κλεισμένος στό
κελλί του ἀπό τότε πού ἔγινε ἡ συκοφαντία, δέν τούς δίνει ἀπάντηση καί συνεχίζει
νά προσεύχεται στό Θεό. Πηγαίνει ὁ πατέρας τῆς κοπέλας στόν ἐπίσκοπο, κάνουν
προσευχή στήν ἐκκλησία καί πάλι δέν γεννᾶ. Τέλος πηγαίνει ὁ ἐπίσκοπος στόν
ἀναγνώστη καί τοῦ λέει: «Εὐστάθιε, ἀνάστα, λῦσον ὃ ἔδησας». Τή στιγμή πού
γονατίζει ὁ ἀναγνώστης μαζί μέ τόν ἐπίσκοπο γιά νά προσευχηθοῦν, γέννησε καί ἡ
κοπέλα. «Ἰσχυσε δὲ ἡ τούτου δέησις καὶ ἡ παραμονὴ τῆς προσευχῆς ἀναδεῖξαι καὶ
795
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Εὐαγρίου, τ.1, σ. 214.
796
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 27ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, διήγησις περί τῶν
Ἰβήρων ὅπως ἦλθον εἰς θεογνωσίαν...", τ.1, σ.165.
797
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.9,σ. 250.
798
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τῇ 15ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου Μνήμη τῆς
ἀθλήσεως μοναχοῦ τινος καί μάρτυρος, καί ὠφέλιμος διήγησις περί αὐτοῦ, τ.1,σ.133.
355
τὴν συκοφαντίαν καὶ παιδεῦσαι καὶ τὴν συκοφαντήσασαν. ἵνα μάθωμεν προσκαρ-
τερεῖν ταῖς προσευχαῖς καὶ εἰδέναι αὐτῶν τὴν δύναμιν.»799.
6) Καθοδηγητική: Ὁ ἀββᾶς Ἀμμωνᾶς ὅταν πηγαίνει πρός συνάντηση τοῦ Μ.
Ἀντωνίου, χάνει τό δρόμο του καί προσευχόμενος: «Κύριε ὁ θεός μου, μὴ
ἀπολέσῃς τὸ πλάσμα σου καὶ εὐθὺς ὤφθη αὐτῷ χεὶρ ἀνθρώπου κρεμαμένη ἀπὸ τοῦ
οὐρανοῦ δεικνύουσα αὐτῷ τὴν ὁδόν, ἕως ἦλθε καὶ ἔστη ἔξωθεν τοῦ σπηλαίου τοῦ
Ἀββᾶ Ἀντωνίου.»800.
7) ∆ιορθωτική: Ὁ Γέροντας πού ἀπό ἁπλότητα ἔλεγε ὅτι ὁ Μελχισεδέκ εἶναι
υἱός τοῦ Θεοῦ, πληροφορεῖται καί διορθώνεται γιά τό λάθος του μέσῳ τῆς
προσευχῆς: «...ὡς ἐδεόμην τοῦ Θεοῦ ἀπεκάλυψε μοι ὅλους τοὺς Πατριάρχας καὶ
παρήρχετο ἕκαστος ἐνώπιόν μου ἀπὸ τοῦ Ἀδάμ ἕως Μελχισεδέκ· καὶ παριόντος
ἐκείνου, λέγει μοι ὁ Ἄγγελος· οὗτός ἐστιν ὁ Μελχισεδέκ· θάρσει οὖν ὅτι οὕτως
ἐστὶ τὸ ἀληθές. Ἔκτοτε δὲ δι' αὐτοῦ ἐκήρυττεν ὁ Γέρων ὅτι ἄνθρωπός ἐστιν ὁ
Μελχισεδέκ.»801.
8) Τάμα-ἀνταπόδωση: Ὁ ὅσιος Νεῖλος ὁμολογεῖ: «Ὲγὼ ἀπὸ τὴ δική μου πλευρά,
τὸν καιρό ἐκεῖνο ποὺ εἶχα τὴ μεγάλη θλίψη γιὰ σένα, ἄνοιξα σὲ προσευχὴ τὸ
στόμα μου πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό μας καὶ τοῦ ὑποσχέθηκα νὰ κάνω μεγάλες καὶ
αὐστηρὲς νηστεῖες κι ἄλλες σκληρὲς κακοπάθειες τοῦ σώματος μόνο νὰ μοῦ
δώσει τὴ χαρὰ νὰ σὲ ξαναϊδῶ ζωντανό. Καὶ δὲν παρέβλεψε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν
παράκληση καὶ ὑπόσχεσή μου... κ' ἕνας λόγος παραπάνω, μάλιστα, γιατὶ τοῦτο τὸ
χρέος τὸ πληρώνω στὸν ἴδιο τὸ Θεὸ, πού γνωρίζει πάντα νὰ τὸ ἀνταποδίδει μὲ μία
δεύτερη χάρη. Συμβαίνει δηλ., τὸ χρέος ποὺ τοῦ ξεπληρώνουμε νὰ μὴν τὸ παίρνει
ὡσάν χρέος μὰ σὰν δάνειο κ' ἔτσι μᾶς ὑπόσχεται ξανὰ τὴν ἀμοιβή μας μὲ τὴν
ἀνοιχτόκαρδη καὶ χαρούμενη διάθεση τοῦ ὀφειλέτη.»802.
9) Μαρτυρία: Ὁ ἀββᾶς Μίλης διά τῆς προσευχῆς ἀνασταίνει φονευθέντα πρός
ὁμολογία τοῦ ἐνόχου καί ἀθώωση ἄδικα ἐνοχοποιημένου κατηγορουμένου803.
799
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί ἀναγνώστου συκοφαντηθέντος, τ.2, σ. 74.
800
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.33, σ. 253.
801
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.24, σ.252.
802
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, Περί τῆς ἀναιρέσεως
τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ.147.
803
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.34, σ.253.
356
804
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.25.
805
Historia Monachorum in Aegypto, σ.29-30.
357
στήν ἔρημο. Τόν συναντᾶ ὁ Θεοσέβιος ὁ ἐξ Ἀντιοχείας καί τοῦ ζητάει νά δώσει σ'
αὐτόν τό φορτίο γιά νά μή βασανίζεται. Κι ἐκεῖνος τοῦ ἀπαντᾶ: «Σκύλλω τὸν
σκύλλοντά με. ἄνετος γὰρ ὣν ἀποδημίας μοι ὑποβάλλει.»806.
Ἄλλοτε πάλι χρησιμοποιοῦν τήν ἄσκηση τῆς ἔνθεης λογικῆς τους: Ἕνας
μοναχός κοινοβιάτης πού ἐπειράζετο ν' ἀναχωρήσει, κατέγραψε ὅλες τίς αἰτίες τοῦ
πειρασμοῦ του· ἔδινε μάλιστα καί ἀπάντηση ὁ ἴδιος στόν ἑαυτό του, σέ χαρτί πού
ἔφερε πάντα μαζί του, ὅτι τά ὑπομένει ὅλα «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Κι
ὅποτε ἐπειράζετο ἐδιάβαζε τό χαρτί καί μονολογοῦσε: «ὅρα ταλαίπωρε· οὐκ
ἀνθρώπῳ ἀλλὰ τῷ Θεῷ συνετάξω καὶ εὐθὺς ἀνεπαύετο.»807.
Ἄλλος μοναχός πάλι πολεμεῖτο ἐννιά χρόνια ν' ἀναχωρήσει ἀπό τό κοινόβιο· καί
γιά ἐννιά χρόνια κάθε μέρα πού ἑτοίμαζε τό πανωφόρι του γιά νά φύγει, ἀνέβαλε
τήν ἀπόφασή του γιά τήν ἑπόμενη μέρα λέγοντας: «βιασώμεθα ἑαυτοὺς καρτερῆσαι
καὶ τὴν σήμερον διὰ τὸν Κύριον.»808.
Ὁ ἀθλητής ἀγωνίζεται γιά τή νίκη. Τό ἴδιο καί ὁ ἀσκητής. Μέ μία διεκδίκηση ὄχι
περιστασιακή καί ἐφήμερη ἀλλά συνεχή καί διά βίου. Λίγο πρίν τό θάνατό του ὁ
Εὐάγριος Ποντικός ὁμολογεῖ: «τρίτον ἔτος ἔχω μὴ ὀχλούμενος ὑπὸ ἐπιθυμίας
σαρκικῆς, μετὰ τοσοῦτον βίον καὶ κόπον καὶ πόνων καὶ προσευχὴν ἀδιάλειπτον»809.
Ἡ ἀμμᾶς Σάρρα λέει: «δεκατρία χρόνια πολεμουμένη ἀπὸ τοῦ δαίμονος τῆς πορ-
νείας καὶ οὐδέποτε ηὔξατο ἀποστῆναι τὸν πόλεμον, ἀλλὰ μᾶλλον ἔλεγεν· ὁ Θεὸς
δός μοι ἰσχύν.»810.
Ἡ ἄσκηση ὅμως δέν πρέπει ν' ἀκολουθεῖ τήν ὁδό τῆς αὐστηρότητας ἀλλά τῆς
ἐπιείκειας, καθώς ὅπως τονίζει καί ἡ ἁγία Συγκλητική: «...οὐ πᾶσα ἄσκησις δόκιμος
(γνήσια)· ἔστι γὰρ καὶ ἐκ τοῦ ἐχθροῦ ἐπιτεταμένη ἄσκησις, καὶ γὰρ οἱ ἑαυτοῦ
μαθηταὶ τοῦτο ποιοῦσιν. Πῶς οὖν διακρίνωμεν τὴν θείαν καὶ βασιλικὴν ἄσκησιν, τῆς
τυραννικῆς καὶ δαιμονιώδους; δῆλον ὡς ἀπὸ τῆς συμμετρίας.»811.
Ὁ ζῆλος τοῦ Μακάριου Ἀλεξανδρείας νά μιμηθεῖ καί νά ὑπερβεῖ τόν τρόπο
ἄσκησης τῶν Ταβεννησιωτῶν μοναχῶν, ἀποτελεῖ παρακινδυνευμένη ἐνέργεια γιά
806
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.106.
807
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.594.
808
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.595.
809
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.216.
810
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.119.
811
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.231.
358
ἕναν ἀρχάριο μοναχό: «Ἀκούσας οὖν παρά τινος ὅτι οἱ Ταβεννησιῶται διὰ πάσης
τῆς τεσσαρακοστῆς ἐσθίουσιν ἄπυρον, ἔκρινεν αὐτῷ ἐπὶ ἑπταετίαν τοῦ πυρός ρῆσιν
ἀρνήσασθαι· ἤσθιε δὲ λάχανα ὠμὰ καί εἴ ποτέ τι παρεῦρεν ὀσπρίου βρεκτοῦ...»812.
Ὁ προχωρημένος στήν ἄσκηση γνωρίζει καί τά ὅρια του, πού σέ περίπτωση
ὑπέρβασης τοῦ μέτρου συνεπάγεται καί τήν πτώση του στό πάθος τῆς κενοδοξίας:
Ὁ ἀββᾶς Μακάριος θέλοντας νά συγκρατήσει τόν νοῦ του ἐπί πέντε ἡμέρες εἰς τόν
Θεό χωρίς ν' ἀπομακρυνθεῖ σέ τίποτε ὑλικό, μετά τή δεύτερη μέρα ὁμολογεῖ:
«οὕτω παρώξυνα τὸν δαίμονα ὡς γενέσθαι τοῦτον φλόγα πυρὸς καὶ κατακαῦσαι
μου πάντα τὰ ἐν τῷ κελλίῳ ἐπὶ τοσοῦτον, ὡς καὶ τὸ ψίαθον ἐφ' ὃν εἱστήκειν
ἐμπρῆσαι. Κἀμὲ λοιπὸν νομίσαντα καὶ ἑαυτὸν ἐμπίπρασθαι καὶ φοβηθέντα,
ἀποστῆναι τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ τῆς ὑπερκοσμίου θεωρίας ἐκείνης, καὶ πρὸς τὴν τοῦ
κόσμου τούτου κατελθεῖν θεωρίαν καὶ ὑλικὰς ἐννοίας ἀναλαβεῖν, ἵνα μὴ τὸ πρᾶγμα
λογισθῇ μοι εἰς τῦφον.»813.
Ἡ «βασιλική ὁδός», δηλ. ἡ ὁδός τοῦ μέτρου, ἀποτελεῖ ἀρχή τῶν Γερόντων καί
ἀπόσταγμα πείρας: «καὶ ταῦτα πάντα δοκίμασαν οἱ πατέρες, ὡς δυνατοί· καὶ εὗρον
ὅτι καλόν ἐστι τὸ καθ' ἡμέραν ἐσθίειν, παρὰ μικρὸν δέ· καὶ παρέδωκαν ἡμῖν τὴν
βασιλικὴν ὁδόν, ὅτι ἐλαφρά ἐστιν.»814. Τό ἐφαρμόζουν στήν καθημερινότητά τους:
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν λέει: «ἐὰν ἴδω τὸν ἀδελφὸν νυστάζοντα, τιθῶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ
ἐπὶ τὰ γόνατά μου καὶ ἀναπαύω αὐτόν.»815.
Ὁ Μέγας Εὐθύμιος ἀναφέρει: «...ἀρίστην εἶναι ἐγκράτειαν τὴν μὴ τὸν κόρον
φθάνουσαν, καὶ δεομένοις ἡμῖν ἔτι τὴν τροφὴν ἱστῶσαν, ὅπερ ἐστὶ τὸ παρὰ μικρὸν
τῆς χρείας τροφῆς κοινωνεῖν.»816. Ὁ ἀββᾶς Μάρκος προχωρεῖ ἀκόμη πιό πέρα: «Εἰ
οὖν ἐν τῷ κορέννυσθαι ἄρτου ἐπιθυμοῦμεν ἑτέρων, τοῦτο ἐσθίοντες μὴ κορεσθῶ-
μεν, ἵνα τοῦτον πεινῶντες, πάντοτε ἐπιθυμοῦμεν κορεσθῆναι ὅπως καὶ τὴν βλάβην
τὴν ἐκ τῆς ἐπιθυμίας ἐκφύγωμεν, καὶ τὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ τῆς ἐγκρατείας
ἀπενεγκώμεθα ... Οὐ μόνον δὲ τῆς πλησμονῆς ἐστι τό κινδυνευόμενον, ἀλλὰ καὶ
τὸ τῆς ἀκηδίας·»817.
812
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 218.
813
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 220.
814
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, λα’, σ.88.
815
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κβ’, σ.93.
816
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.230.
817
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.238.
359
818
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.219.
819
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.314.
820
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.233.
360
ὅμως ἔβγαλε λίγα βρεμμένα ρεβίθια κι ἔτρωγε ἐνώπιον ὅλων· τότε ὁ Γέρων τοῦ
λέει: «ἀδελφέ, ἐάν παραβάλης τινί, μὴ ἐκφαίνῃς σου τὴν πολιτείαν· εἰ δὲ θέλεις
κρατεῖν σου τὴν ἄσκησιν, κάθου ἐν τῷ κελλίῳ σου καὶ μηδαμοῦ ἐξέρχου.»821.
Ἡ νηστεία καί ἡ ἀγρυπνία ἀποτελοῦν βασικά στοιχεῖα τῆς ἄσκησης. Ὁ ἅγιος
Μάξιμος τίς ἀποκαλεῖ σωματικές ἀρετές δικαιολογώντας καί τή διαφοροποίησή
τους ἀπό τίς ψυχικές: «καὶ σωματικαὶ μέν εἰσιν οἷον νηστεία, ἀγρυπνία, διακονία,
χαμευνία, ἐργόχειρον πρὸς τὸ μὴ ἐπιβαρῆσαι τινα, ἢ πρὸς μετάδοσιν καὶ τὰ ἑξῆς·
ἐὰν οὖν ἔκ τινος ἀνάγκης ἢ περιστάσεως σωματικῆς, οἷον ἀῤῥωστίας, ἢ τινος τῶν
τοιούτων, συμβῇ ἡμῖν μὴ δυνηθῆναι ἐκτελέσαι τὰς προειρημένας σωματικὰς ἀρετάς,
συγγνώμην ἔχομεν παρὰ Κυρίου, τοῦ καὶ τὰς αἰτίας εἰδότος· τὰς δὲ ψυχικὰς μὴ
ἐκτελοῦντες, οὐδεμίαν ἕξομεν ἀπολογίαν· οὐ γάρ εἰσιν ὑπὸ ἀνάγκην.»822.
Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ τονίζει τή «διάκριση» ὡς μέτρο ἐφαρμογῆς τους καί τίς θεωρεῖ
τή βάση γιά τήν περαιτέρω κατά Χριστόν πορεία τοῦ πιστοῦ: «Πάσης ἀρετῆς
θεμέλιος ἡ νηστεία ὑπάρχει καὶ ἡ ἀγρυπνία· αὗται γὰρ ἐν διακρίσει γινόμεναι,
συνεργοῦσι τῷ ἀνθρώπῳ εἰς πᾶν ἀγαθόν· ἀρχὴ γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἡ
ἀνάπαυσις τῆς γαστρός καὶ ἡ χαυνότης τοῦ ὕπνου, ἡ ἐξάπτουσα τὴν ἐπιθυμίαν τῆς
πορνείας, καὶ ἀμβλύνουσα τὸν νοῦν, καὶ παχὺν καὶ ἐσκοτεισμένον ἀποδεικνύουσα·
...ἀκολουθεῖ τῇ νηστείᾳ, τῇ μετά διακρίσεως γινομένῃ, ἡ ἐπιθυμία τῆς εὐχῆς...
ἐχθρός ἐστι τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῶν ματαίων συντυχιῶν... ὁ ἀμελῶν αὐτῆς
πάσας τὰς ἀρετάς διασείει.»823.
Ἡ ἔννοια τῆς νηστείας δέν ἐπικεντρώνεται μόνο στή συχνότητα γευμάτων καί
ποσότητα ἀλλά καί στήν ποικιλία. Ὁ Ἀντίοχος τοῦ Παντέκτου ἀναφέρει: «Νηστεία
ἐστὶν οὐ τὸ βραδυφαγῆσαι μόνον, ἀλλὰ καὶ τὸ βραχυφαγῆσαι· καὶ οὐ τὸ διὰ δύο ἢ
τριῶν ἐσθίειν τοῦτο ἄσκησίς ἐστιν, ἀλλὰ τὸ μὴ ποικιλοφαγῆσαι. Ἄσκησις γάρ ἐστι
τράπεζα ἐν μονοειδεῖ συνεσταλμένη, νηστεία δέ ἐστιν ἄλογος, ἡ τὸν μὲν
ὡρισμένον καιρόν ἀναμένουσα, ἐν δὲ τῇ ὥρᾳ τῆς τροφῆς ἀχαλινώτως ὁρμῶσα
πρὸς τήν τράπεζαν, καὶ μετὰ τῆς σαρκός καὶ τὸν νοῦν πρὸς ἡδονήν τῶν παρακειμέ-
νων δεσμοῦσα.»824.
821
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.6, σ.576.
822
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.187.
823
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.411.
824
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.236.
361
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις θεωρεῖται προϋπόθεση γιά τόν σωστό τρόπο ζωῆς
τοῦ πιστοῦ ἡ ἀρχή τῆς ἐγκράτειας. Στή διήγηση Περί τοῦ πένητος τοῦ ἐν τῷ ναῷ τῆς
ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Χαλκοπρατείων προσευξαμένου825, ὁ ἥρωας διηγεῖται
τόν τρόπο ζωῆς του: «...τήν σκυροτομικήν τέχνην μετέρχομαι, καὶ εἴ τι ἐργάζομαι
ποιῶ ταύτας τρεῖς μοίρας. τὴν μίαν εἰς τὴν ἡμετέραν χρείαν, τὴν δὲ ἑτέραν εἰς τοὺς
ἀδελφούς μου τοὺς πένητας, τὴν δὲ τρίτην εἰς τὸ ἀγοράσαι τὴν χρείαν τοῦ ἔργου
μου. νηστεύομεν καθ' ἑκάστην ἡμέραν ἕως ἑσπέρας, ἐγὼ καὶ αὕτη ἡ δούλη σου
μηδὲν ἄλλο ἐσθίοντες εἰ μὴ ἄρτον καὶ ὕδωρ πίνοντες, καὶ προσευχόμενοι διὰ
πάσης τῆς νυκτός. ἐστὶ δὲ σήμερον εἴκοσι ἑπτὰ ἔτη ἀφ' ἧς ἡμέρας ἐζεύχθημεν καὶ
Κύριος ὁ Θεὸς διεφύλαξεν ἡμᾶς ἐν παρθενείᾳ.».
Ἐπισημάνθηκαν στίς διηγήσεις συνεχεῖς ἀναφορές στόν κανόνα νηστείας τῶν
μοναχῶν:
Ἡ ἁγία Συγκλητική ἔτρωγε ἄρτο ἀπό πίτουρα κι αὐτόν μέ πολύ προσοχή καί
ἐγκράτεια καί πολλές φορές δέν ἔπινε καθόλου νερό826.
Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος ἀρκεῖτο γιά ὅλο τόν χρόνο σ' ἕνα ζεμπίλι σιτάρι· «...καί ἡμεῖς
ὅτε παρεβάλομεν αὐτῷ ἐξ ἐκείνου ἠσθίομεν.»827.
Ὁ ἀββᾶς Βενιαμίν θεωρεῖ σημαντικό γιά τόν ἑαυτό του, ὅτι ἐνῶ τοῦ πᾶνε λάδι σέ
μπουκάλι αὐτός δέν τό τρώει, ἀλλά μόνο μέ μιά βελόνη τρυπᾶ τό γύψο μέ τόν
ὁποῖο ἦταν κλεισμένο καί δοκιμάζει. Ὁμολογεῖ ὅμως τήν ἀπογοήτευσή του, ὅταν:
«συναχθέντων τῶν ἀγγείων εὑρέθη τὰ μὲν τῶν ἀδελφῶν ἀνεπιχείρητα ὅλως καὶ
τῷ γύψω οὕτως ἠσφαλισμένα, ὡς κατ' ἀρχάς ἐδόθη αὐτοῖς, τὸ δὲ ἐμὸν τετρυπημέ-
νον καὶ ὡς πορνεύσας ἠσχύνθην.»828.
Ὁ ἀββᾶς ∆ιόσκορος συνδυάζει τή νηστεία καί μέ ἄλλες μορφές ἀσκήσεως. Βάζει
ὁ ἴδιος ὅρους (κανόνα) στόν ἑαυτό του: «τὸ ἔτος τοῦτο οὐκ ἀπαντῶ τινι, ἢ οὐ λαλῶ
ὅλως, ἢ οὐ τρώγω ἔψημα, ἢ ὀπώραν, ἢ λάχανα καὶ ἑνός ἐργασία, ἀπήρχετο τοῦ
ἄλλου, καὶ οὕτω τὴν πρὸς πάντα κατώρθωσεν ἀπροσπάθειαν καὶ πάντων περιεγένε-
το εἰς ἃ ἔβλεπεν ἑαυτὸν ἐλαττούμενον.»829.
825
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.56.
826
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.201.
827
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.211.
828
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.212.
829
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.212.
362
830
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.213.
831
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.262.
832
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.269.
833
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.237.
834
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.241.
363
καὶ μὴ ἀποστερήσῃς τό σῶμα σου τῆς χρείας αὐτοῦ, ἀλλὰ τέλεσον τὰς λειτουργίας
σου μετ' ἐπιεικείας καὶ γνώσεως, μήποτε ἐκ τῆς πολλῆς ἀγρυπνίας σκοτωθῇ ἡ ψυχὴ
καὶ φύγῃ ἐκ τοῦ σταδίου. Ἀρκεῖ οὖν σοι λογίζεσθαι, ὅτι τὰ ἔργα τῶν ἀρετῶν εἰσὶν
οἱ σωματικοὶ κόποι ἐν γνώσει, τὰ δὲ γεννήματα τῶν παθῶν γίνονται ἀπὸ τῆς
ἀμελείας. Τὸ ἀγαπᾶν τὸν πλατυσμὸν ἐκδιώκει τὴν γνῶσιν, τὸ δὲ ἀγαπᾶν τὸν κόπον
μῖσος ἐστὶ πρὸς τὰ πάθη· ἡ δὲ ὀκνηρία φέρει αὐτὰ ἀκόπως.»835.
Θά πρέπει νά εἰπωθεῖ ὅτι στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἐντοπίζονται κάποιες
ὑπερβολές:
Ὁ μοναχός Θεόδουλος δέν κοιμήθηκε ποτέ ξαπλωμένος836.
Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος ἔλεγε: «...ὅτι ἀρκετὸν τῷ μοναχῷ, ἵνα κοιμᾶται μίαν ὥραν, ἐὰν
ἦ ἀγωνιστής.»837.
Αὐτό ὅμως ἴσως θέλει νά δείξει ὅτι οἱ Γέροντες μέσα ἀπό τήν ἄσκηση μποροῦν,
χρησιμοποιώντας ἀκόμη καί τεχνάσματα, νά χαλιναγωγήσουν τόν ὕπνο τους. Ὁ
ὅσιος Παλαμών μαζί μέ τόν Μέγα Παχώμιο, ὅταν τούς ἔπιανε ὁ ὕπνος ἐξήρχονταν
στό ὄρος καί γέμιζαν ζεμπίλια μέ ἄμμο καί τήν μετέφεραν ἀπό τόπο σέ τόπο καί
τήν ἄδειαζαν. Ὁ ἀββᾶς Σαρματᾶς πάλι μέ τή νηστεία καί τήν ἐγκράτεια τόσο νίκησε
τόν ὕπνο, ὥστε ὅταν τοῦ ἔλεγε: «ὕπαγε, ὑπῆγε καὶ ὅταν εἶπεν ἐλθέ, ἤρχετο.»838.
Ὁ Μακάριος Ἀλεξανδρείας: «ἔκρινεν ὕπνου περιγενέσθαι, καὶ διηγήσατο ὅτι οὐκ
εἰσῆλθεν ὑπὸ στέγην ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρας, ἵνα νικήσῃ ὕπνον, τοῖς μὲν καύμασι
φλεγόμενος, τῇ δέ νυκτί στυφόμενος τῇ ψυχρότητι. Καὶ ὡς ἔλεγεν ὅτι 'εἰ μὴ τάχιον
εἰσῆλθον ὑπὸ στέγην καὶ ἐχρησάμην τῷ ὕπνῳ, οὕτω μου ἐξηράνθη ὁ ἐγκέφαλος,
ὡς εἰς ἔκστασίν με ἐλάσαι λοιπόν. Καὶ τὸ μὲν ὅσον ἐπ' ἐμοὶ ἐνίκησα· τὸ δὲ ὅσον
ἐπὶ τῇ φύσει τὴν χρείαν ἐχούσῃ τοῦ ὕπνου παρεχώρησα'·»839.
Ὑπακοή: Παρακοή ἦταν ἡ αἰτία τῆς πτώσης τῶν πρωτοπλάστων, γι' αὐτό καί ἡ
ὑπακοή θά εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἀποκατάστασης στήν ἀρχέγονη κατάσταση. Ὁ Παῦλος ὁ
ἁπλός ἀποτελεῖ πρότυπο ὑπακοῆς. Ἐξαιτίας της: «ὁ Παῦλος χάριτος ἠξιώθη κατὰ
835
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.184.
836
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.23, σ. 28.
837
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιε’, σ.6.
838
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.183.
839
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.102.
364
840
Παλλαδίου, Λαυσαική ἱστορία, τ. 1, σ. 139-142· πρβλ. Historia Monachorum in Aegypto, σ.132-
133.
841
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.102.
365
καί λογική γι’ αὐτό καί πρέπει νά δοκιμαστεῖ: Ὁ Μέγας Παχώμιος κάνοντας ὑπακοή
στόν Γέροντά του Παλαμώνα, πήγαινε γιά ξύλα στο βουνό καί καθώς ἦταν
ξυπόλητος καί τόν τρυποῦσαν τ' ἀγκάθια τό ὑπέμενε, φέρνοντας στό μυαλό του
(μετάθεση) τά καρφιά πού κάρφωσαν πάνω στό Σταυρό τόν Χριστό842.
Ὑπακούοντας ὁ μοναχός, ἐπιτελεῖ ἔργο ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας ἔστω κι ἄν
νοεῖται ὡς «παράλογη» ἐνέργεια: Μοναχός ποτίζει ἕνα ξερό κλαρί γιά τρία χρόνια
μέ μία στάμνα νερό, πού γιά νά βρεῖ τό νερό ἔπρεπε νά ξεκινήσει τό βράδυ καί νά
ἐπιστρέψει τό πρωΐ· αὐτό τό κλαρί ἄνθισε καί ἔδωσε καρύδια γιά καρπούς· φέρνει
τόν καρπό στήν ἐκκλησία καί λέει στούς ἄλλους ἀδελφούς: «λάβετε, φάγετε
καρπὸν ὑπακοῆς», καθώς ἔτσι τοῦ εἶχε ζητηθεῖ ἀπό τόν πνευματικό του Γέροντα843.
Ἄλλοτε πάλι τά «παράλογα» αἰτήματα δέν ἀνταποκρίνονται στήν ἀλήθεια:
περίπτωση καταφατικῆς ἀπάντησης τοῦ μαθητῆ σέ ὅτι τοῦ ἔλεγε ὁ δάσκαλος, ὅταν
τόν δοκίμαζε δείχνοντάς του μικρόν σύαγρον (ἀγριογούρουνο) καί τοῦ ἔλεγε ὅτι
ἦταν βουβάλιον844.
Ὑπάρχουν δέ καί περιπτώσεις πού δέν συνάδουν μέ τό ἠθικό καί τό δίκαιο. Στόν
ἀββά Σαϊώ γιά νά καμφθεῖ ἡ σκληρότητά του: «ἔλεγεν αὐτῷ ὁ γέρων πειράζων·
ὕπαγε σύλησον· καὶ ὑπῆγε καὶ ἐσύλα τοὺς ἀδελφοὺς διὰ τὴν ὑπακοήν, εὐχαριστῶν
τῷ Κυρίῳ ἐπὶ πᾶσιν· ὁ δὲ γέρων ᾖρεν αὐτὰ καὶ παρεῖχε κρυφίως·»845.
Ἡ ὑπακοή εἶναι ἐντελῶς διαφορετική ἀπό τήν ἐξωτερική πειθαρχία πού
χρειάζεται γιά τή μηχανική ὀργάνωση τῆς ζωῆς· ἡ ἐξωτερική πειθαρχία ἄν
ἐφαρμοστεῖ στήν πνευματική ζωή προκαλεῖ ἐσωτερική παραμόρφωση, καθώς ὁ
ἄνθρωπος καθηλώνεται στό φυσικό ἐγωτισμό του. Ὅταν κρατᾶς τήν ἀτομική λογική
καί ἐμμένεις στήν προσωπική σου θέληση συνεπάγεται ὅτι στηρίζεις τόν ἐγωϊσμό
καί τήν περηφάνεια. Ἡ τυφλή παράδοση τῶν ὑποτακτικῶν στούς Γέροντες ἀποτελεῖ
παιδαγωγία καί μορφή ταπεινώσεως:
Μοναχός πού ἔχει ἁμαρτήσει, ζητᾶ συμβουλή Γέροντος καί ὅταν τοῦ δίνεται,
ἀναλογίζεται: «Πάτερ ὠφέλησόν μοι, καὶ δός μοι ὑποθήκας ὁδοῦ σωτηρίας... εἰ τι
842
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.477.
843
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.487· τά καθήκοντα τῶν
ὑποτακτικῶν στό μοναχικό βίο θεωροῦνται θεραπευτικά μέσα καί ὄχι τιμωρητικά: «διό
εὐγνωμόνως ὑπομένειν ὀφείλεις πάντα τά παρ' αὐτοῦ κἄν ἀλγεινά ἦ, ὡς ἰατρευόμενος, οὐχί
κολαζόμενος».
844
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.517.
845
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.119.
366
ἐὰν εἴπῃς μοι, ἀκούσω σου ὡς Ἀγγέλου... ὁ δὲ ἀκούσας καὶ μὴ τολμῶν ἀντειπεῖν
λαβὼν ἀπῄει κλαίων καὶ ἀνιώμενος καὶ λέγων ἐν ἑαυτῷ· οἴμοι! ἐκ ποίας νηστείας
εἰς τί κατήντησα; (τόν ἔβαλε νά τρώει ἀκόμη καί κρέας) ἆρα ποιήσω ἢ οὐ; ἀλλ' ἐὰν
μὴ ποιήσω, παρακούσῳ τῷ Θεῷ, ὅτι λόγον δέδωκα ἵνα, ὃ ἐὰν εἴπῃ μοι ὁ Γέρων,
τοῦτο ποιήσω ὡς ἀπὸ Θεοῦ δεξάμενος· καὶ νῦν ἔπιδε, Κύριε, ἐπὶ τὴν ἀθλιότητά μου,
καὶ ἐλέησόν με, συγχωρήσας τὰς ἁμαρτίας μου, ὅτι ἰδοὺ ἀναγκάζομαι πρᾶξαι παρὰ
πρόθεσιν, ἣν εἶχον, τῆς ἐγκρατείας μου.»846.
Σέ ἄλλη διήγηση μοναχός πηγαίνει σέ κοινόβιο χωρίς νά τοῦ ἄρει ὁ Γέροντας του
τήν ἐντολή πού ἦταν νά σιωπᾶ· κι αὐτός παραμένει σιωπῶν μέχρι τόν θάνατό του.
Ὅλοι δέ τόν θεωροῦν μουγγό847.
Ὁ μαθητής τοῦ ἀββᾶ Παύλου, Ἰωάννης δένει μιά ὕαινα ἀφοῦ αὐτή ἦταν ἡ ἐντολή
τοῦ ἀστειευόμενου Γέροντα του, καθώς τόν ἐμπόδιζε νά μαζέψει βολβούς848.
Ὁ ἀββᾶς Σισώης ζητᾶ ἀπό μοναχό νά ρίξει τό παιδί του στό ποταμό κι ἄν δέν τόν
σταματοῦσε ἄλλος μοναχός, κατ' ἐντολήν τοῦ Σισώη, ἐκεῖνος θά τό ἔκανε849.
Μαθητής ἀφήνει τόν δάσκαλο νά ταπεινωθεῖ γι' αὐτόν, ἀφοῦ αὐτό τοῦ ζητήθηκε
ἀπό τόν δάσκαλο (Μ. Βασίλειος πλένει τά πόδια τοῦ μοναχοῦ)850.
Παράλληλα στό διηγηματικό ὑλικό τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων συναντῶνται
καί περιπτώσεις ἀνυπακοῆς πού ἀποτελοῦν δείγματα ἀρνητικῆς συμπεριφορᾶς:
Στή διήγηση Τῇ15ῃ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου Μνήμη τῆς ἀθλήσεως μοναχοῦ τινος καί
μάρτυρος851, ἡ «παράδοξη» μεταφορά τήν ὥρα τῆς λειτουργίας τῆς λάρνακα τοῦ
μάρτυρα ἀπό τό ναό στό νάρθηκα καί μόλις τελειώνει ἡ λειτουργία ἡ ἐπαναφορά
της, ἐξηγεῖται μέ τό ὅτι ὁ μάρτυρας ναί μέν στέφθηκε μέ τό στέφανο τιμῆς γιά τό
μαρτύριο του, ὅμως στόν πρότερο βίο του εἶχε πέσει σέ δύο ἀτοπήματα: α) στήν
ἀνυπακοή στό Γέροντά του μέ συνέπεια ἐπιβολῆς ἐπιτιμίου· β) στήν καταφρόνηση
τοῦ ἐπιτιμίου καί φυγή του.
Σέ ἄλλη διήγηση παρακοῆς ὑπάρχει τό ἴδιο ἀφηγηματικό πλαίσιο μέ τήν ὑπακοή. Ἡ
δημόσια παρουσίαση τῶν καρπῶν τῶν κόπων ἑνός μοναχοῦ, στή συγκεκριμένη
846
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 5-20, σ.346-348.
847
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.487.
848
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.507.
849
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.487.
850
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.516.
851
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.133.
367
περίπτωση ἕνα ἐξώγαμο παιδί, ἀποτελεῖ ἀρνητικό δεῖγμα καί στοιχεῖο συνετισμοῦ
τῶν ὑπολοίπων852. Ἀντίθετα στή διήγηση γιά τήν ὑπακοή (τά καρύδια πού βγῆκαν
μετά ἀπό καθημερινό πότισμα ἑνός ξύλου) ἀποτελεῖ παράδειγμα πρός μίμηση. Ἡ
δημόσια ὁμολογία: «υἱός τῆς παρακοῆς ἐστίν» καί τό ἀντίστοιχο «λάβετε φάγετε
καρπὸν ὑπακοῆς»853, ἀποτελοῦν δύο διαφορετικές πορεῖες πού ὁδηγοῦν καί σέ
ἀνάλογα συμπεράσματα.
Ὁ ἄνθρωπος προκόβει ἐλευθερούμενος· μία ἐλευθερία πού δέν μεταφράζεται
μόνο σέ μεγαλύτερες δυνατότητες πράξεως ἀλλά καί σέ δυνατότητες παραιτήσεως
ἀπό τά «δικαιώματα» ἐν ὀνόματι τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ: «Εἶπεν ὁ ἀββᾶς Μιὼς ὁ
τοῦ Βελέου, ὅτι ἡ ὑπακοή, ἀντὶ ὑπακοῆς ἐστίν· εἴ τις ὑπακούει τῷ Θεῷ, ὁ Θεὸς
ὑπακούει αὐτόν.»854. Μέ κριτήριο τήν ἐλεύθερη ἀπόφαση ὅσον ἀφορᾶ τήν μοναχική
ὑποταγή, ἡ μή προβολή ἀντίστασης δέν σημαίνει ἀδυναμία ἀλλά ἀρετή· προϋποθέτει
παραίτηση ἀπό τόν ἀτομικό σκοπό καί ὡς πράξη πίστης μέ ἀρχή καί τέλος ἀντί ἐμοῦ
τόν Θεόν, φέρνει στή ζωή μας τό ἔσχατον.
Ὑπομονή: Ὁ ὑπομένων νικᾶ μέ τόν θάνατο τῶν ἐγχρονικῶν θελημάτων του
τόν θάνατο· ὄχι ἐπειδή δέν πεθαίνει ἀλλά διότι ἀνασταίνει ἐντός του τόν χρόνο σ'
ἕνα παρόν πού ἀντί νά περνᾶ διαστέλλεται. Ἔτσι ἡ ὑπομονή ἀναδεικνύεται συν-
κίνηση τοῦ χρόνου. Εἶναι ἐλπίδα καί πίστη σ' ἕνα χρόνο τελικό καί ἔσχατο, καθώς
χωρίς τελικό χρόνο ἡ ἐλπίδα γίνεται ἁπλή ἀναμονή καί ἀγωνιώδης παράταση τοῦ
ὑπολογισμένου χρόνου. Τό τέλος αὐτό δέν βρίσκεται στό μέλλον ἀλλά στό παρόν
τοῦ Θεοῦ πού ἔχει ἔρθει καί ἔρχεται855. Τό παράδειγμα τοῦ Γέροντος Σπαῖ πού γιά
σαράντα χρόνια ὑπῆρξε τυφλός χωρίς νά βαρυγγομήσει καί μετά θεραπεύθηκε,
ἀποδεικνύει κατά τά λόγια τοῦ ἁγίου ∆ιαδόχου: «...ταύτην δὲ τὴν μάστιγα οὐδεὶς
ὑπενέγκαι δύναται, εἰ μὴ αὐτὸς ὁ ἐλεήμων Πατὴρ ὁ τὴν βάσανον παρέχων
ὑπομονὴν δωρήσηται· διὰ γὰρ τῆς ἀνυπομονησίας τισὶν ἁμαρτίαν ἡ παίδευσις αὕτη
καί οὐκ ὠφέλειαν προστίθησι. τούτου ἕνεκα εἰδὼς ὁ Θεὸς τὴν ἡμετέραν ἀσθένειαν
852
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.193.
853
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.487.
854
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.78· πρβλ. Ράμφου Στ., Πελεκάνοι ἐρημικοί.
Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ.191-205.
855
Στ. Ράμφου, Πελεκάνοι ἐρημικοί. Ξενάγησι στό Γεροντικόν, σ.68-69.
368
ταῖς μάστιξιν Αὐτοῦ καὶ ὑπομονὴ ἀναμίσγει, ἵνα καὶ παιδεύων τὰ ἐκλεκτὰ Αὐτοῦ
τέκνα δίκαιος φανῇ, εἶτα καὶ δικαίως αὐτοῖς σπλαχνισθῇ.»856.
Τό ὑπομένω διαφέρει τοῦ ὑποφέρω· τό μένω ἐνέχει διάρκεια, ἐνῶ στό φέρω
ἐνυπάρχει ἡ μηχανική ἐνέργεια πού τό προσδιορίζει ὡς «βαστῶ», «σηκώνω». Ὁ
ἀρχαῖος ὑπέμενε θλίψεις, πόνους, βάσανα. Ὑπέμενε ἀπό ἀντικείμενο σαφῶς
διακεκριμένο τοῦ ὑποκειμένου. Ὁ χριστιανός μέσῳ τῆς ἐμπειρίας τοῦ διωγμοῦ καί
τοῦ μαρτυρίου ἀναδεικνύει τήν ὑπομονή σέ χάρισμα, σέ παθητικότητα πού
προηγεῖται τοῦ πάθους. Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ὁ ἐν Ἑλλάδι πού βασανίζεται ἀπό
ἀσθένεια τῶν γεννητικῶν του ὀργάνων, παρ' ὅτι τοῦ ὑποδεικνύεται θεραπευτικό
βότανο τό ἀρνεῖται, καθώς θά χάσει τήν ἀμοιβή τῆς ὑπομονῆς πού τόσο ἀγόγγυστα
ἀντιμετώπιζε τήν ἀσθένεια (ἀφηγηματικό πλαίσιο: σέ ὄνειρο τοῦ ὑποδεικνύεται ἀπό
τόν διάβολο τό θεραπευτικό βότανο ἀλλά τοῦ τίθεται συγχρόνως καί τό δίλημμα
προτεραιότητας: ὑγεία ἤ ἀμοιβή ὑπομονῆς)857.
Ὁ Γέροντας Ζακχαῖος στό κοινόβιο τοῦ Παχωμίου παρ' ὅτι νοσεῖ ἀπό λέπρα
συνεχίζει νά ἐργάζεται πλέκοντας ψιάθια, ἐνῶ κανείς δέν τόν ὑποχρεώνει·
ἐκεῖνος ἀπαντᾶ σέ ὅλους ὅτι: «ἀδύνατόν μοί ἐστι μὴ ἐργάζεσθαι»· ἐπειδή τά χέρια
του εἶναι καταματωμένα, κάποιος μοναχός τοῦ λέει νά τά ἀλείφει μέ λάδι· ἡ
ἐπισήμανση ὅμως τοῦ Παχωμίου: «ὑπολαμβάνεις, ἀδελφέ, ὅτι σε τὸ ἔλαιον ὠφελεῖ;
τίς δέ σε καὶ ἠνάγκασεν οὕτω κοπιᾶν, ὥς τε προφάσει τοῦ ἔργου τῷ αἰσθητῷ
ἐλαίῳ μᾶλλον ἢ τῷ Θεῷ τὰς ἐλπίδας τῆς ὑγείας ἀναθῆναι; μὴ γὰρ ἀδύνατον ἦν τῷ
Θεῷ θεραπεῦσαί σε; ἢ ἀγνοεῖ τὰς ἀσθενείας ἡμῶν καὶ ὑπομνήσεως δεῖται; ἢ παρο-
ρᾶ μισῶν ἡμᾶς ὁ φύσει φιλάνθρωπος; ἀλλὰ τὴν ὠφέλειαν τῆς ψυχῆς οἰκονομῶν,
συγχωρεῖ τὰς θλίψεις, ἵνα φέροντες γενναίως, καρτερίαν ἐπιδειξώμεθα, Αὐτῷ τὸ
πᾶν ἀνατιθέντες, ὅτε θέλει καὶ ὡς θέλει τὴν τῶν πόνων ἀνάπαυσιν χαρίσασθαι.»,
τόν κάνει νά σταματήσει τή θεραπεία μέ τό λάδι. Γιά ἕνα χρόνο μάλιστα
αἰσθανόμενος πένθος, πού δέν ἀφέθηκε στή πρόνοια τοῦ Θεοῦ, νηστεύει
τρώγοντας κάθε δύο μέρες ἐλάχιστο ψωμί.858.
Ἡ ὑπομονή οὐσιαστικά ἀποτελεῖ ἐνεργό ἀπραξία μέ φαινομενικά ἀποτρεπτικό
χαρακτήρα πού στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι ἀνατρεπτικός· εἶναι πράξη ἀντίστα-
856
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.219.
857
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.186.
858
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.180.
369
σης. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν λέει στόν ἀββά Ἰωσήφ: «ὥσπερ ἐάν τις ὄφιν καὶ σκορπίον
εἰς ἀγγεῖον βάλῃ καὶ φράξῃ, πάντως τῷ χρόνῳ ἀποθνήσκουσιν, οὕτω καὶ οἱ
πονηροὶ λογισμοί, ἀπὸ τῶν δαιμόνων βλαστάνοντες, διὰ τῆς ὑπομονῆς ψύγονται
καὶ ἐκλείπουσι.»859.
Ἡ ὑπομονή ὡς καρτερία συνιστᾶ μακαρία κατάσταση:
Μοναχός ὑπομένει καί ἐπιμένει στήν ἀπόφασή του νά μείνει ἔγκλειστος στό κελλί
του ὅλη τή Μ. Τεσσαρακοστή, παρ' ὅτι εἶναι γεμάτο κοριούς860.
Ὁ ἀββᾶς Πιώρ: «εἰς τὸν τόπον ὃν ᾤκησεν ὀρύξας εὗρεν ὕδωρ πικρότατον· καὶ
μέχρις οὗ ἐτελεύτησεν ἐκεῖ παρέμεινε, στοιχήσας τῇ πικρότητι τοῦ ὕδατος ἵνα δείξῃ
τὴν ἑαυτοῦ ὑπομονήν. Πολλοὶ οὖν τῶν μοναχῶν μετὰ τὸν θάνατον αὐτοῦ φιλονει-
κήσαντες μεῖναι ἐν τῷ κελλίῳ αὐτοῦ ἐνιαυτὸν οὐκ ἴσχυσαν ἐκτελέσαι· ἔστι γὰρ
φοβερὸς ὁ τόπος καὶ ἀπαράκλητος.»861.
Ὁ πλούσιος καί μορφωμένος Εὐλόγιος ἀναλαμβάνει νά ἐξυπηρετεῖ ἕναν ἀνάπηρο,
προσευχόμενος πρός τόν Θεό: «Κύριε, ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου λαμβάνω τοῦτον τὸν
λελωβημένον καὶ διαναπαύω αὐτὸν μέχρι θανάτου, ἵνα διὰ τούτου κἀγὼ σωθῶ.
Χάρισαί μοι ὑπομονὴν τῆς τούτου ὑπηρεσίας»· καί αὐτό κράτησε δεκαπέντε χρόνια
μέχρι πού τούς χώρησε ὁ βιολογικός θάνατος862.
Κατάνυξη: ∆ύο σαρκικοί ἀδελφοί γίνονται μοναχοί καί ὑποτάσσονται σέ
Γέροντα· καί οἱ δύο εἶχαν τό χάρισμα τῶν δακρύων καί τῆς κατανύξεως. Ὁ
Γέροντας μιά μέρα βλέπει σέ ὅραμα τούς δύο ἀδελφούς νά προσεύχονται καί νά
κρατοῦν ἀπό ἕνα γραμμένο χαρτί πού τό ἔβρεχαν μέ τά δάκρυά τους· τοῦ ἑνός
ὅμως τά γράμματα ἀπό τό χαρτί ἔσβηναν μέ τά δάκρυα του, ἐνῶ τοῦ ἄλλου μέ
κόπο σβήνονταν σάν νά ἦταν χαραγμένα ἀπό πυρωμένο σίδηρο. Ὁ Γέροντας
ζήτησε νά τοῦ ἐξηγηθεῖ τό ὅραμα καί τότε παρουσιάσθηκε ἄγγελος Κυρίου πού τοῦ
εἶπε ὅτι τά γράμματα στό χαρτί εἶναι τ' ἁμαρτήματα τοῦ καθενός· τοῦ ἑνός πού
σβήνουν εὔκολα εἶναι ἁμαρτήματα ἐντός τῶν ὁρίων τῆς ἀνθρώπινης φύσης· τά
ἄλλα πού δεν σβήνουν εἶναι ἀκαθαρσίες καί ρυπαρά πταίσματα· «...καὶ τούτου χάριν
κόπου περισσοτέρου χρήζει εἰς τὸ μετανοῆσαι γνησίως καὶ σφόδρα ταπεινωθῆναι».
859
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.2, σ.136.
860
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
XXVII, σ.76.
861
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.218.
862
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.130.
370
Ὁ Γέροντας δέν φανέρωσε τό ὅραμα στόν ἀδελφό μέχρι τό θάνατό του: «...ἵνα μὴ
ἀμβλύνῃ τὴν προθυμία αὐτοῦ, ἀλλὰ τὸν ρηθέντα λόγον ἀεί ἔλεγεν αὐτῷ· κοπίασον
ἀδελφέ, ὅτι ἔγκαυστά εἰσιν.»863.
Ἡ ἔκχυση δακρύων ἐξαιτίας τῆς μετανοίας πού συνεπάγεται ἄμεση σύνδεση μέ
τά ἀνθρώπινα πάθη, ἀποτελεῖ τήν ἐξωτερική ἐκδήλωση τῆς ἐσωτερικῆς συντριβῆς. Ὁ
ἀββᾶς Θαλέλαιος ὁ Κίλικας, ἑξήντα χρόνια μοναχός δέν σταμάτησε ποτέ νά
κλαίει καί ἔλεγε: «αὐτὸν τὸν καιρό μᾶς ἔδωσε ὁ θεὸς γιὰ μετάνοια καὶ πολὺ θὰ
τὸν ἀναζητήσουμε.»864. Ὁ ἀββᾶς Παῦλος ὁ ἀπό Ἀναζαρβοῦ, ἔχυνε πάμπολλα
δάκρυα καθημερινά865. Ὁ ἀββᾶς Μακάριος λέει στόν ἀββᾶ Ἀϊώ: «φεῦγε τοὺς
ἀνθρώπους· κάθισον εἰς τὸ κελλίον σου καὶ κλαῦσον τὰς ἁμαρτίας σου· καὶ μὴ
ἀγαπήσῃς λαλιὰν ἀνθρώπων· καὶ σώζῃ.»866 ∆έν πρόκειται γιά ἐπίδειξη κάποιου
«ὕφους» ἀλλά γιά μιά καρδιακή διάθεση πού προϋποθέτει ἄκρατη ταπείνωση. Ὁ
Μέγας Παχώμιος λέει: «διὰ τοῦτο γὰρ καὶ τὸ δακρύειν πρόχειρον ἔχει, ἐκ τοῦ
πρόχειρον ἑαυτὸν ἐξευτελίζειν καὶ μὴ λογίζεσθαι μηδέν τῶν παρ' αὐτοῦ γινομένων
κατορθωμάτων· οὐδὲν γὰρ οὕτω τὸν διάβολον ἐκνευρίζει, ὡς ἡ μετὰ πρακτικῆς
δυνάμεως ἐξ ὅλης ψυχῆς γινομένη ταπεινοφροσύνη.»867.
Ἡ μνήμη θανάτου εἶναι αὐτή πού συντηρεῖ ἀλλά καί συγχρόνως προσφέρει τό
πνευματικό πλαίσιο ἀλλαγῆς νοοτροπίας: «Ἀδελφὸς ἠρώτησε τὸν αὐτὸν γέροντα
(ἀββά Ποιμένα) λέγων· τί ποιήσω ἵνα σωθῶ; καὶ ἀπεκρίθη ὁ γέρων· Ἀβραάμ, ὅτε
εἰσῆλθεν εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, μνημεῖον ἠγόρασεν ἑαυτῷ καὶ διὰ τοῦ τάφου
ἐκληρονόμησε τὴν γῆν. Λέγει ὁ ἀδελφός· τί ἐστι τάφος; Καί φησιν ὁ γέρων· τόπος
κλαυθμοῦ καὶ πένθους.»868.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ∆ιαλόγου διακρίνει δύο κατηγορίες κατάνυξης, αὐτή πού
προκαλεῖται ἀπό τόν φόβο Θεοῦ καί αὐτή πού προκαλεῖται ἀπό τόν πόθο Θεοῦ:
«∆ύο τοίνυν εἰσὶ κεφαλαιωδέστερα γένη τῆς κατανύξεως· ὅταν γὰρ τὸν Θεὸν
διψήσῃ ἡ ψυχή, πρῶτον μὲν τῷ φόβῳ κατανύσσεται, ἔπειτα δὲ τῷ πόθῳ. Ἐν πρώτοις
863
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.414.
864
Ἰω Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.59, σ. 67.
865
Ἰω Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.41, σ.50.
866
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μα’, σ.71.
867
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.639· πρβλ. Κ. Γαλιγαλίδου, Ἡ
ἀρετή τῶν δακρύων κατά τούς Πατέρες τῆς Φιλοκαλίας, περ. Θεοδρομία, τ.2, σ. 66-78,
Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 1999.
868
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.12 σ.412· παραλλαγή τῆς
ἱστορίας ἀποτελεῖ ἡ παρ. 22, σ.414.
371
μὲν γὰρ δάκρυσιν ἑαυτὴν κατατήκει, ὑπόμνησιν τῶν κακῶν αὐτῆς λαμβάνουσα,
φοβουμένη περὶ αὐτῶν, ἵνα μὴ αἰωνία κολάσει ὑποπέσῃ. Ἡνίκα λοιπὸν ἐν πολλῇ
στεναχωρίᾳ λύπης ὑπάρξῃ, τότε ἡ μὲν δειλία τέλος λαμβάνει, ἀμεριμνία δέ τις περὶ
τῆς συγχωρήσεως καὶ παρρησία ἐν αὐτῇ γεννᾶται καὶ λοιπὸν ἐν τῷ πόθῳ τῆς
οὐρανίου χαρᾶς ἡ ψυχὴ ἐκκαίεται· καὶ ἥτις πρότερον ἔκλαιε φοβουμένη, ἵνα μὴ εἰς
κρίσιν ἀπενεχθῇ ἐν ὑστέρῳ πάλιν ἄρχεται κλαίειν πικρῶς, ὅτι ἀπέχει τῆς
βασιλείας.»869.
Ὁ ἀββᾶς Γεώργιος ὁ ἔγκλειστος κλαίει καί ὅταν ρωτήθηκε τό γιατί λέει: «Πῶς
νὰ μὴν κλάψω, ὅταν ὁ δεσπότης δὲν θέλει νὰ συνδιαλλαγεῖ μαζί μας; Ἐμένα παιδί
μου, μοῦ φάνηκε ὅτι στάθηκα μπροστὰ σὲ κάποιον ὁ ὁποῖος καθόταν σὲ ὑψηλὸ
θρόνο. Καὶ πολλὲς μυριάδες γύρω του παρακαλοῦσαν καὶ ἱκέτευαν γιὰ κάποιο
πρᾶγμα· αὐτὸς ὅμως δὲν συγκατάνευσε. Μετὰ προσέρχεται σ' αὐτὸν κάποια γυναί-
κα πορφυροντυμένη, ἡ ὁποία ἔπεφτε στὰ πόδια του καὶ ἔλεγε: τουλάχιστον γιὰ
μένα κάνε δεκτὲς τίς ἱκεσίες. Αὐτὸς ὅμως ἔμεινε ἀμετάπειστος. Καὶ γι’ αὐτὸ κλαίω,
ἐπειδὴ φοβᾶμαι γι’ αὐτὸ, ποὺ πρόκειται νὰ συμβεῖ». Αὐτά τά ἔλεγε ἡμέρα Πέμπτη καί
τήν Παρασκευή: «σείεται πολὺ ἡ γῆ καὶ κατεδαφίζονται πόλεις τῆς παραθαλάσσιας
Φοινίκης.»870.
Ἡ διάσταση τοῦ φόβου τοῦ ἀββᾶ Γεωργίου γίνεται πόθος στή διήγηση πού
ἀναφέρεται στόν ἀββά Σιλουανό: «...καθεζόμενος ποτε μετὰ ἀδελφῶν, ἐγένετο ἐν
ἐκστάσει καὶ πίπτει ἐπὶ πρόσωπον· καὶ μετὰ πολὺ ἀναστὰς ἔκλαιε· καὶ παρακάλεσαν
αὐτὸν οἱ ἀδελφοί, λέγοντες· τί ἔχεις πάτερ; ὁ δὲ ἐσιώπα καὶ ἔκλαιεν· ἀναγκαζό-
ντων δὲ αὐτῶν εἰπεῖν, εἶπεν· ἐγὼ εἰς τὴν κρίσιν ἡρπάγην· καὶ εἶδον πολλοὺς τοῦ
γένους ἡμῶν ἀπερχομένους εἰς κόλασιν, καὶ πολλούς τῶν κοσμικῶν ἀπερχομέ-
νους εἰς βασιλείαν· καὶ ἐπένθει ὁ γέρων· καὶ οὐκ ἤθελεν ἐξελθεῖν ἐκ τοῦ κελλίου
αὐτοῦ· εἰ δὲ ἠναγκάζετο ἐξελθεῖν, ἔσκεπε τῷ κουκουλίῳ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ,
λέγων· τί θέλω ἰδεῖν τὸ φῶς τοῦτο τὸ πρόσκαιρον, καὶ οὐδὲν ἔχον ὄφελος;»871.
Τά δάκρυα τοῦ ἀββᾶ Σιλουανοῦ δέν εἶναι τά «ἔγκαυστα» δάκρυα τῆς μετανοίας
ἀλλά ἀποτελοῦν δωρεά Ἁγίου Πνεύματος καί εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς «Θείας
ἐλλάμψεως».
869
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 392.
870
Ἰω Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.50, σ.61.
871
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.115.
372
872
Ψαλμ., νδ’, 23.
873
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.3, σ.267.
874
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.256.
373
γ΄. ∆αιμονολογία.
Ἡ πολεμική ἀναμέτρηση μέ τόν ἐχθρό δέν ἀπαιτεῖ μόνο ψυχική καί σωματική
ἀντοχή ἀλλά καί βαθύτερη ἀντίληψη τῆς ἔννοιας τοῦ «κακοῦ» ἀντιμετωπιζόμενης
ὡς ἐσωτερικῆς πραγματικότητας πού ἐμφανίζει ὅμως καί ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις.
Οἱ παρεμβάσεις ἄλλοτε εἶναι ἄμεσες καί ἄλλοτε φέρουν εἰδικό χαρακτήρα
ἀνάλογα τῶν περιπτώσεων. Αὐτό προϋποθέτει πνευματική οἰκοδομή πού βασίζεται
στήν καλή γνώση τοῦ «ἀνταγωνιστῆ τοῦ καλοῦ». Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός λέει: «Οὐ
πάντες ἅμα οἱ δαίμονες πάντα τά πάθη τοῖς ἀνθρώποις ὑποβάλλουσιν, ἀλλ' ἓν
ἕκαστον πάθος εἰδικά καὶ ὡρισμένα πνεύματα ἔχει τὰ τοῦτο ὑποβάλλοντα.»880.
Ὁ ἀββᾶς Ματώης ἀναφέρει: «εἶδεν ὁ σατανᾶς ποίῳ πάθει ἡττᾶται ἡ ψυχή· σπείρει
μὲν ἀλλ' οὐκ οἶδεν εἰ θερίσει· τοὺς μὲν περὶ πορνείας, τοὺς δὲ περὶ καταλαλιᾶς
875
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.258.
876
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.261.
877
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.262.
878
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.272.
879
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.273.
880
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.437-438.
374
λογισμοὺς καὶ ὁμοίως τὰ λοιπά πάθη· καὶ εἰς οἷον πάθος ἴδῃ τὴν ψυχήν κλίνασαν,
χορηγεῖ αὐτῇ.»881.
Ἄλλα πονηρά πνεύματα ἀσχολοῦνται μέ τίς ἡδονές, ἄλλα μέ τίς βλασφημίες,
ἄλλα μέ τήν ὀργή καί τήν μανία, ἄλλα μέ τήν λύπη, ἄλλα μέ τήν κενοδοξία καί τήν
ὑπερηφάνεια. ∆αίμονας ἀναφερόμενος σέ ἁμαρτωλό πιστοποιεῖ αὐτό: «∆ὲν
μνησικάκησες ἐναντίον του γιὰ τὸ μᾶττιν τῆς φακῆς; κι ἐγὼ εἶμαι ὁ ἁρμόδιος γιὰ τὴ
μνησικακία καὶ ἀπὸ τότε εἶσαι δικός μου.»882.
Προτιμοῦν νά ὑποβάλλουν τόν πειραζόμενο στό πάθος πού δέχεται ἡ ψυχή του πιό
εὐχάριστα. ∆έν παρενοχλοῦν τούς ἀνθρώπους κατά τόν ἴδιο τρόπο ἀλλά
ἀναλόγως τῶν εἰδικῶν συνθηκῶν πού παρουσιάζουν οἱ περιστάσεις, τά πρόσωπα
καί οἱ τόποι. Μεταξύ τους τά πονηρά πνεύματα ἤ συνεργάζονται ἤ παραχωροῦν τή
θέση τους τό ἕνα στό ἄλλο, καθώς δέν εἶναι δυνατόν συγχρόνως νά ἐμπαίζουν
τόν ἄνθρωπο. Οἱ δαίμονες δέν ἔχουν ὅλοι τήν ἴδια ἀγριότητα ἤ τήν ἴδια δύναμη μέ
τήν ὁποία πολεμοῦν καί ἐξαρτᾶται καί ἀπό τήν ἐπιθυμία πού ἐμπνέουν. Ὁ ἀρχάριος
ἀγωνιστής πολεμᾶ μέ ἀσθενῆ πονηρά πνεύματα πού ὅταν νικηθοῦν τά διαδέχονται
ἰσχυρότερα στήν ἐπιθετικότητα· ἡ δύσκολη πάλη διεξάγεται βάσει τῆς ἀνθρώπινης
δύναμης.
Καί στίς δύο ἀντίπαλες παρατάξεις παρατηρεῖται ἀγωνιώδης προσπάθεια, κόπος
καί πόνος. Κι ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ χαίρεται ὅταν νικήσει καί
θλίβεται ὅταν ἡττηθεῖ τό ἴδιο πάσχει καί ὁ δαίμονας. Ἡ συντριβή τοῦ δαίμονα ὅταν
νικηθεῖ εἶναι διπλή· δηλ. καί οἱ ἄνθρωποι πετυχαίνουν τήν ἁγιωσύνη πού αὐτός εἶχε
καί τήν ἔχασε καί παρ' ὅτι πνεῦμα αὐτός νικήθηκε ἀπό γήϊνο καί σαρκικό
δημιούργημα.
Ὁ Μ. Ἀντώνιος διακρίνει διαβάθμιση δαιμόνων. Ὅταν τοῦ φέρνουν νά
θεραπεύσει δαιμονισμένο ἀναφέρει ὅτι τό δαιμόνιο ἀνήκει σέ «τάγμα ἀρχοντικό»
καί δέν μπορεῖ νά τό θεραπεύσει παρά μόνο ὁ Παῦλος ὁ ἁπλός: «Οὐκ ἔστιν ἐμὸν
τοῦτο τὸ ἔργον· κατὰ γὰρ τούτου τοῦ τάγματος τοῦ ἀρχοντικοῦ οὔπω ἠξιώθην
χαρίσματος, ἀλλὰ τοῦτο Παύλου ἐστίν.»883.
881
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, δ’, σ.74.
882
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.161, σ.176.
883
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Παύλου τοῦ ἁπλοῦ, τ.1, σ. 144· πρβλ. Συναγωγή τῶν
θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, Βίος Ἁγίου Ἀντωνίου, σ. 327-338.
375
884
Ἰωάν., η’, 44.
885
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Συγκλητικῆς, ιε’, σ.121.
376
886
Ἠσ., μβ’, 2.
887
Λουκ., α’,13.
888
Ματθ., κη’, 5.
889
Λουκ., β’,10.
377
καί αὐτός ἀπάντησε: « Ἔχω τὸν ἐμὸν βασιλέα Χριστόν, ὃν ἀεὶ προσκυνῶ. σὺ δὲ οὐκ
εἶ ἐμὸς βασιλεύς.»890.
Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος ἀναφέρεται στή σωματικότητα καί στόν τρόπο δράσης τῶν
δαιμόνων καί τά λεγόμενά του χρησιμοποιοῦνται ἀποδεικτικά στίς ἀφηγήσεις τοῦ
ἀββᾶ Κασσιανοῦ: «Εἰ γὰρ καὶ λέγομεν πνευματικὰς εἶναι φύσεις, οἷον Ἀγγέλων καὶ
δαιμόνων, καὶ αὐτῆς ὁμοίως τῆς ψυχῆς, ἀλλ' ὅμως γυμνὰς ὅλως σωμάτων ταύτας
οὐχ ὑπολαμβάνομεν· ἔχουσι γὰρ καὶ αὗται σῶμα εἰ καὶ τὰ μάλιστα πολλῷ τοῦ
ἡμετέρου λεπτότερον, καθὼς καὶ ὁ Ἀπόστολος λέγει· ‘σώματα ἐπουράνια καὶ
σώματα ἐπίγεια’. Ἐκ τούτων οὖν σαφῶς μανθάνομεν, μηδένα κυρίως ὑπάρχειν
ἀσώματον, εἰ μὴ τὸν Θεὸν μόνον, ὃς δύναται ἐρευνᾶν τὰ κρύφια καὶ διήκειν πάσας
τὰς νοεράς οὐσίας, διότι μόνος καὶ ὅλος, πανταχοῦ ἐν πᾶσιν ὑπάρχει· διότι καὶ τὰς
ἐνθυμήσεις τῶν ἀνθρώπων μόνος Ἐκεῖνος θεωρεῖ... Καὶ οὕτω λεπτῶς ἐκζητοῦσι καὶ
περισκοποῦσι τίνι ἐλαττώματι ἥττηται, καὶ γὰρ ἐκείνῳ τῷ πάθει ἕκαστον ἡμῶν
τέρπεσθαι προδήλως ἐπιγινώσκουσιν, οὗτινος πρὸς τὴν ὑποβολὴν μὴ θεάσωνται
ἡμᾶς δυσχεραίνοντας, ἀλλὰ διὰ τῆς σιωπῆς καὶ ἡσυχίας, τὴν πρὸς αὐτὸ φιλίαν καὶ
ἀδολεσχίαν ἐμφαίνοντας καὶ θαυμαστὸν οὐδέν, εἰ οἱ δαίμονες ἀερίοις σώμασι
κεχρημένοι διὰ τοῦ σώματος τὰς τῆς ψυχῆς διαθέσεις καταλαμβάνουσι·»891.
Οἱ δαίμονες παρουσιάζονται σέ σχῆμα γυναίκας: «οὐκ οἶδας ὅτι γυνὴ εἶ καὶ διὰ
τῶν γυναικῶν ὁ ἐχθρὸς πολεμεῖ τοὺς ἁγίους;’892· σέ σχῆμα μοναχοῦ, ἤ Σαρακηνό
παιδί πού φορεῖ μαζάριο893, κι ἄλλοτε ὡς αἰθίοπες. Στόν ἅγιο Παχώμιο παρουσιά-
ζονται ὡς γαυγίσματα σκύλων πού ἤθελαν νά τόν τρομάξουν καί ἄλλοτε τοῦ
δημιουργοῦν σεισμικές δονήσεις στό κελλί του. Ἄλλοτε παίρνουν χονδρά σχοινιά
καί δένουν ἕνα φύλλο δένδρου καί ἀφοῦ σχηματίσουν δύο παράλληλους ζυγούς
προτρέπουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον νά σύρουν τό φύλλο, λές καί ἐπρόκειτο γιά κανένα
τεράστιο βράχο, ὥστε νά κάνουν τόν ἅγιο νά γελάσει μαζί τους καί αὐτοί νά
καυχηθοῦν ὅτι τούς ἔδωσε σημασία894. Τόν Ἰωάννη τόν ἐν Λυκῷ τόν περιπαίζουν:
«Συγχώρησον ἡμῖν ἀββᾶ, ὅτι κόπους σοι παρεσχήκαμεν ὅλη τὴ νύκτα.»895.
890
Historia Monachorum in Aegypto, σ.38.
891
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 364-365.
892
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἀρσενίου, κη’, σ.8.
893
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.160, σ.176.
894
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 339-341.
895
Historia Monachorum in Aegypto, σ.33.
378
896
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίου Παχωμίου, τ.4, σ.339-341
καί τ.1, σ.279· πρβλ. Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.
1903, σ.72.
897
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 325.
898
Historia Monachorum in Aegypto, σ.25.
899
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.119, σ.133.
900
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, σ.66.
901
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.152, σ.168.
379
Ὁ δαίμων ὁμολογεῖ γιά τόν Παῦλο τόν ἁπλό: «Ὦ βία, ἐλαύνομαι· ἡ ἁπλότης με τοῦ
Παύλου ἐλαύνει, καὶ ποῦ ἀπέλθω;... καὶ εἰς δράκοντα μέγαν ἑβδομήκοντα πήχεων
μετεβλήθη συρόμενος ἐπὶ τὴν θάλασσαν τὴν ἐρυθράν,...»902.
Σέ ἄλλη διήγηση903 ὁ διάβολος ὁμολογεῖ τά ἀδύνατα σημεῖα του: 1) οἱ προσευχές
«Πάτερ ἡμῶν», «ὁ κατοικῶν, μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός» εἶναι ὠφέλιμες γιά τούς
χριστιανούς· 2) τό «Ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ»
καταργεῖ τή δύναμη τοῦ διαβόλου· 3) ὁ Σταυρός· 4) τό Βάπτισμα· 5) καί περισσότερο
ἡ Θεία Εὐχαριστία.
Τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί ἡ μερίδα τῆς Θείας κοινωνίας κυριαρχοῦν σέ
πολλές διηγήσεις ὡς αἰτία κατάργησης τῆς δαιμονικῆς δύναμης.
∆ιήγηση ἀναφέρει: «διὰ τοῦ σήματος τῆς μερίδος τῆς δεθείσης ἐπὶ τὸν τράχηλον
τοῦ παιδιοῦ... ὁ παῖς ὄφιν μαῦρον τέλειον ἐξελθόντα ἐκ τοῦ ἀριστεροῦ πλευροῦ»904.
Ὁ Ἀναστάσιος μοναχός, διηγεῖται: «...ἀτενίσας οὖν ἐγὼ εἶδον τὸν ἐμὸν μαθητήν,
φοροῦντα ἐν τῷ τραχήλῳ τὸν ἐμὸν σταυρίον ἀργυροῦν, εἰς ὅπερ εἶχον μερίδα
τιμίαν καὶ τελείαν καὶ ἀληθῆ τοῦ ἁγίου καὶ ζωοποιοῦ ξύλου τοῦ σταυροῦ. Καὶ τότε
πάντες οἱ παρόντες ἔγνωμεν, ὅτι δι' αὐτὴν τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτον ἔτρεμε καὶ
ἐταράττετο καὶ ἔκραζε.»905.
Κάποιος ἰουδαῖος μέ τό ὄνομα ∆ανιήλ ὁμολογεῖ: «...κατηργεῖτο μου ὑπὸ τῆς
κοινωνίας πᾶσα μου ἡ ἰσχὺς ἡ δαιμονικὴ τῆς φαρμακείας»906.
Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός διηγεῖται: «...ὡς δὲ τὴν εὐχὴν ἐτέλεσεν, ὁρᾶ αἰθίοπα στάντα
πλησίον τοῦ κελλίου καὶ βέλη ἀφιέντα κατὰ τοῦ γέροντος· ὁ δὲ γέρων εὐθὺς
ἀναπηδήσας ὡς ἐκ μέθης· ὧδε κἀκεῖσε περιεστρέφετο·»907.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θαυματουργός διηγεῖται: «ἐπεκράτει δὲ κατὰ τὸν τόπον
ἐκεῖνον δαίμων τις ἀνθρωποκτόνος, ἐγχωριάζων τῷ λουτρῷ... τούτου χάριν
ἄβατον ἦν μετὰ τὰς ἡλίου δυσμὰς καὶ ἀνενέργητον... φάσματα παντοδαπὰ πύρινα
καὶ καπνώδη τὴν φύσιν, ἐπιδεικνύμενα ἐν ἀνθρώπων καὶ θηρίων μορφῇ, τοῖς
ὀφθαλμοῖς ἐμπίπτοντα, ταῖς ἀκοαῖς ἐνηχοῦντα, τῷ ἄσματι προσεγγίζοντα κύκλῳ
902
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Παύλου τοῦ ἁπλοῦ, τ.1, σ.146.
903
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, διήγηση LIIΙ, σ.78.
904
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.64.
905
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.65.
906
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C. 1903, σ.70.
907
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.291.
380
908
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.548-549.
909
Φιλιπ., γ,15.
910
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.182, σ.201.
911
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 45, σ.54.
381
τῆς πορνείας καὶ οὐδέποτε ηὔξατο ἀποστῆναι τὸν πόλεμον, ἀλλά μᾶλλον ἔλεγεν· ὁ
Θεὸς δός μοι ἰσχύν.»912.
912
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.119.
913
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.180.
914
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.74.
915
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.62.
382
«κατασφραγισάμενη» (μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ) τήν φυγαδεύει καί σώζεται χωρίς
νά φθαρεῖ καί νά μιανθεῖ. Τήν ἑπόμενη γίνεται γνωστό τό γεγονός, ὁ νεαρός
παραδίδεται στούς δικαστές καί ρίχνεται στά θηρία καί «ἐν τούτῳ ὁ δαίμων
καταισχυνθῇ ὅτι διπλοῦς ἐγένετο μάρτυς καὶ ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ ὑπὲρ τῆς μακαρίας
ἐκείνης.».
Τά δευτερεύοντα πρόσωπα στήν ἑπόμενη διήγηση, ἀποτελοῦν μέσο ἐνέργειας
τοῦ Θεοῦ καί τήν αἰτία σωφρονισμοῦ τοῦ δοκιμαζόμενου: Κάποιος μοναχός
ἀποφασίζει νά ἐγκαταλείψει τήν ἔρημο καί νά πάει στήν πόλη ἐνοχλούμενος ἀπό
πειρασμούς (κενοδοξία, τοῦ κόσμου ἔρωτα, πορνεία)· συναντᾶ στό δρόμο του
μοναστήρι πού οἱ μοναχοί τοῦ ζητοῦν νά τούς πεῖ πνευματικούς καί ὠφέλιμους
λόγους καί μέ ποιές μεθόδους μποροῦν νά σωθοῦν ἀπό τίς παγίδες τοῦ
διαβόλου. Αὐτός λοιπόν τούς λέει λόγους ἐποικοδομητικούς καί: «παυσάμενος τῆς
νουθετήσεως καὶ μικρὸν ἐν ἑαυτῷ γενόμενος διελογίζετο πῶς ἄλλους νουθετῶν
αὐτὸς ἀνουθέτητος ἔμεινεν καὶ συνειδὼς αὐτοῦ τὴν ἧτταν, δρομαῖος ἐπὶ τὴν ἔρημον
πάλιν ἐχώρει ἀποδυρόμενος.»916 (δάσκαλε πού δίδασκες καί νόμους δέν
ἐκράτεις).
Σέ ἄλλη διήγηση τό βοηθητικό πρόσωπο καθοδηγεῖ καί δίνει τή δυνατότητα
λύσης. Τό πηγάδι στά μέρη τῆς Ἀπάμειας πού ἄνοιξε ἡ φιλόχριστη γυναίκα μέ
πολύ κόπο δέν ἀπέδωσε καρπούς· ἀνάβλυσε νερό μόνο ὅταν κάποιος τῆς εἶπε:
«Στεῖλε καὶ φέρε τὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ εἰς τὸν Σκόπελον καὶ μὲ τὶς
πρεσβεῖες του ὁ Θεὸς θὰ σοῦ δώσει τὸ νερό»· καί ἔτσι κι ἔγινε917.
Σέ ἄλλο διηγηματικό ὑλικό918 ἀναφέρεται ἐνταφιασμός Γέροντα ἀνάμεσα σέ
δίδυμους ἀδελφούς καθ' ὅλα ἀγαπημένους στήν ἐπίγεια ζωή τους καί «ἀπόρριψη
λειψάνου» του. Οἱ συλλογισμοί τοῦ μαθητῆ (τό βοηθητικό πρόσωπο διήγησης
ταυτίζεται μέ τόν ἀφηγητή, ἀφοῦ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι εἶναι νεκροί) μπροστά στό
θέαμα (ἀπόρριψη λειψάνου) εἶναι καί ἡ αἰτία ἑρμηνείας τῆς δεδομένης κατάστασης:
«Τίνα αἵρεσιν εἶχεν ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ὁ γέρων ἢ τίνα ἁμαρτίαν», δίνουν ὤθηση
στήν ἐξέλιξη τῆς διήγησης. ∆ημιουργοῦνται ἐρωτηματικά πού ἀπαντῶνται διά τοῦ
916
Historia Monachorum in Aegypto, σ.32.
917
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.81, σ.91.
918
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση V,
σ.63.
383
919
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.585.
920
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.599.
384
3. Σκηνικό.
921
πρβλ. Ι. Κορναράκη, Φιλοκαλικά θέματα ἐρημικῆς ἐσωτερικότητας, ἐκδ. Ὀρθόδ. Κυψέλη,
Θεσσαλονίκη 1975, σ. 11-15.
922
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.110.
385
στυφότητος λέγων· τί μοι λέγεις Ἀμμοῦν; οὐκ ἤρκει γάρ μοι ἡ ἐλευθερία μόνη τοῦ
λογισμοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ;»923.
Ἡ ἐπιλογή τῆς μοναξιᾶς δέν συνεπάγεται ἀπόρριψη τοῦ πλησίον. Ὁ Θεόδωρος
τῆς Φέρμης λέει: «ἄνθρωπος μαθὼν τὴν γλυκύτητα τοῦ κελλίου οὐχ ὡς ἀτιμάζων
τὸν πλησίον αὐτοῦ φεύγει.»924.
Βασικός πνευματικός προσανατολισμός τοῦ μοναχοῦ εἶναι ἡ συνειδητοποίηση
μέσα ἀπό τίς συνεχεῖς ἐνδοσκοπήσεις τῶν κρυμμένων τραυμάτων καί τῆς
«ἐσχηματισμένης εὐσέβειας».
Μέσον τοῦ μοναχοῦ εἶναι ἡ ἡσυχία: «Ἡσυχίᾳ τῷ μοναχῷ μεγάλα συμβάλλεται·
οὐ μόνον γὰρ ἀργίαν τῶν κακῷν παρέχε,ι ἀλλὰ καὶ τὴν προσευχὴν καθαίρει, καὶ τῷ
νοΐ πένθος καὶ κατάνυξιν ἐμποιεῖ, ἔχουσα δηλονότι μεθ' ἑαυτῆς τὰς τέσσαρας
ταύτας ἀρετάς, τὴν μακροθυμίαν καὶ τὴν πραότητα, τὴν ἀγρυπνίαν καὶ τὴν
ἐγκράτειαν· ὑπὸ τούτων γὰρ βοηθουμένη, καὶ τὴν προσευχὴν φυλάττουσα
ἀδιάλειπτον συντόμως προξενεῖ τῷ μοναχῷ τὴν ἀπάθειαν.»925.
Τόπος διεξαγωγῆς τῆς ἡσυχίας εἶναι ἡ ἔρημος· παρομοιάζεται ἡ ζωή τοῦ
μοναχοῦ μέ αὐτή τοῦ πτηνοῦ ἐρωδιοῦ: «...ἡ ἡσυχία τὰς αἰσθήσεις τὰς ἔξω νεκροῖ καὶ
τὰς ἔσω κινήσεις τῆς ψυχῆς ἐγείρει καὶ ἀκμαιοτέρας ποιεῖ καὶ τὰς νοερὰς κινήσεις
νεκροῖ... Ὁ ἐρωδιός, τὸ ὄρνεον, ἐν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ χαίρει καὶ ἀγάλλεται κατὰ τὸν
λόγον τῶν σοφῶν, ὅταν ἀφορίσῃ ἑαυτὸν ἐκ τῆς οἰκουμένης, καὶ ἀπελθὼν εἰς
ἔρημον τόπον οἰκήσῃ ἐν αὐτῷ· οὕτω καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ μονάζοντος, τότε δέχεται τὴν
χάριν τὴν οὐράνιον, ὅταν μακρυνθῇ ἐκ τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐν ἡσυχίᾳ διάγῃ,
προσδοκῶσα ἐκεῖ τὸν καιρὸν τῆς ἐξόδου αὐτῆς.»926.
Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός: «...ὡς ὑπέστρεφεν ἐκ τοῦ θέρους ἢ παραβαλὼν
Γέρουσιν ἐσχόλαζεν εἰς τήν εὐχὴν καὶ εἰς τὴν μελέτην καὶ εἰς τὴν ψαλμωδίαν, ἕως
οὗ ἀποκατεστάθη ὁ λογισμὸς αὐτοῦ εἰς τὴν προτέραν κατάστασιν.»927.
Ὁ ὅσιος Νεῖλος ἐπισημαίνει τή φροντίδα τῶν μοναχῶν ὡς πρός «...τὸ μεγαλεῖο
τῆς ἀρετῆς, ὄχι στὸ φρόνημα ἀλλὰ στὸ προχώρημα καὶ στὸ περίσσεμα τοῦ καλοῦ.
923
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.13, σ. 97.
924
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιδ’, σ. 39.
925
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἀντιόχου τοῦ Παντέκτου, τ.4, παρ.1
σ.119· πρβλ. Ἰω. Κορναράκη, Φιλοκαλικά θέματα ἐρημικῆς ἐσωτερικότητας, σ. 33.
926
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἀββᾶ Ἰσαάκ, τ.4, παρ.14,21, σ. 128.
927
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 27, σ. 99.
386
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ζοῦν στὴν ἔρημο, διότι μὲ
τὸ νὰ δείχνει κανεὶς τὰ κατὰ Θεὸν ἔργα καὶ τὶς ἀρετές του στοὺς ἀνθρώπους,
χάνει καὶ τὴν προθυμία του ἀλλὰ καὶ τὸ μισθό του συγχρόνως. Ἀπὸ τὴ μιὰ κόβει
τὴν προθυμία του μὲ τὴν περηφάνεια καὶ τὴν ἐπίδειξη. Ἀπὸ τὴν ἄλλη λιγοστεύει καὶ
τὸ μισθό του ἐξ αἰτίας τῶν ἐπαίνων ἀπὸ ἀνθρώπους. Γιατὶ βέβαια ὅποιος ζητάει τὴν
ἀνθρώπινη δόξα καὶ τὸν ἔπαινο ὡς μισθὸ γιὰ τὶς ἀρετές του, αὐτὸς χάνει τὸν
ἀληθιὸ μισθό του ἀπὸ τὸ Θεό, γιατὶ νικημένος ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη δόξα, στερήθηκε
γιὰ πάντα τὴν ἀληθινὴ δόξα.»928.
Ἡ κάθαρση τοῦ νοῦ ἀπό κάθε λογισμό καί κάθε νοητική παράσταση (ἔννοια
περισπασμοῦ), ἀποτελεῖ μία συγκλονιστική προσπάθεια πού ἐκδιπλώνεται στήν
ἐρημική ἐμπειρία: Ὁ ἀββᾶς Ὀλύμπιος ὅταν ρωτήθηκε πῶς κάθεται κοντά στόν
Ἰορδάνη (λαύρα Ἁγίου Γερασίμου) πού ἔχει τόσο καύσωνα καί σκνίπες ἀποκρίθηκε:
«Ὑπομένω τὶς σκνίπες γιὰ νὰ γλυτώσω ἀπὸ τὸ σκουλήκι τὸ ἀκοίμητο. Παρόμοια
ἀντέχω καὶ τὸν καύσωνα τοῦτο, ἐπειδὴ φοβᾶμαι τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον· γιατὶ ὁ
καύσωνας εἶναι πρόσκαιρος, ἐκεῖνο ὅμως δὲν ἔχει τέλος.»929.
Ἡ μόνωση δέν νοεῖται μόνο ἡ ἀπόσταση σέ σχέση μέ τήν πόλη: «Ἔλεγεν ὁ
ἀββᾶς Μακάριος περὶ τῆς ἐρημώσεως τῆς Σκήτεως, τοῖς ἀδελφοῖς· ὅταν ἴδητε
κελλίον οἰκοδομούμενον ἐγγὺς τοῦ ἕλους, μάθετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἡ ἐρήμωσις
αὐτῆς· ὅταν ἴδητε δένδρα, ἐπὶ θυρῶν ἐστιν· ὅταν δὲ ἴδητε παιδία, ἄρατε τὰ
μηλωτάρια ὑμῶν καὶ ἀναχωρήσατε.»930. Ἀλλά καί ἡ ἀπόσταση σέ σχέση μέ τή
λαύρα καί τό κοινόβιο: ὁ Μ. Ἀντώνιος ἀναφέρει τό διάστημα πού ἀπεῖχαν τά
κελλιά μεταξύ τους· ἦταν «σημεῖα δεκαδύο»931.
Ἡ ἀσκητική εὐσέβεια δέν εἶναι μία ἁπλή θεωρητική προσπάθεια, ἕνα θρησκευτικό
προσωπεῖο. Εἶναι μία «ζωοποιός νέκρωση» τοῦ ὅλου ἀνθρώπου πού ὁδηγεῖ
κατανυκτικά στή θεώρηση «τῆς θεοειδοῦς εἰκόνος» πού φιλοξενεῖ στό βάθος τῆς
ἐρημικῆς του ἐσωτερικότητας932. Τό κελλί εἶναι ὁ τόπος τῆς μετανοίας τοῦ
928
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, Περί τῆς ἀναιρέσεως
τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων, σ.96.
929
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.141, σ. 154.
930
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.65.
931
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λγ’, σ.5.
932
πρβλ. Ι. Ζηζιούλα, Ἀπό τό προσωπεῖον εἰς τό πρόσωπον. Ἡ συμβολή τῆς Πατερικῆς Θεολογίας
εἰς τήν ἔννοιαν τοῦ προσώπου, Χαριστήρια εἰς τιμήν τοῦ Μητρ. Γέροντος Χαλκηδόνος
Μελίτωνος 1977, σ. 287-323· Α. Κοσμόπουλου, Ἡ ἀγωγή ὡς ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου,
387
μοναχοῦ, γι’ αὐτό καί δέν πρέπει νά τό ἀποχωρίζεται: «Τὸ κελλίον τοῦτο χαλκεῖον
ἐστί· μίαν σφῦραν δίδως, καὶ μίαν λαμβάνεις· ὑπομείνω ἕως θανάτου πρὸς σὲ
παλαίων, καὶ ὅπου φθασθῶ τῇ ἐσχάτῃ μέρα· ... καὶ θαρρῶν εἰς τὴν ἄπειρον τοῦ
Θεοῦ ἀγαθότητα λέγω· μὰ τὸν ἐλθόντα καλέσαι ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν καὶ
σῶσαι, οὐ μὴ παύσομαι κατὰ σοῦ προσευχόμενος τῷ Θεῷ, ἕως οὗ καὶ σὺ παύσῃ τοῦ
πολεμεῖν με. καί ἴδωμεν τίς νικᾷ· σὺ ἢ ὁ Θεός.»933. Ἀγώνας συνεχής πού ὁδηγεῖ
στήν ἀσκητική ἐρήμωση τοῦ ἀσυνειδήτου ἀπό κάθε βλαβερό λογισμό. Σπηλιά
σκοτεινή εἶναι τό ἀνθρώπινο ἀσυνείδητο πού προσπαθεῖ νά φωτιστεῖ ἀπό
ἐνστικτικές ἐσωτερικές ἀπειλές.
∆ιήγηση ἀναφέρει γιά Γέροντα πού εἶπε: «...ὁ μοναχὸς περιστερά ἐστι, καὶ ὥσπερ ἡ
περιστερὰ ἐξέρχεται τῷ καιρῷ αὐτῆς εἰς τὸν ἀέρα ἐκτινάξαι τὰς πτέρτυγας αὐτῆς,
καὶ ἐὰν βραδύνῃ ἔξω τῆς κοίτης ὑπὸ τῶν ἁγρίων πετεινῶν κολαφιζομένη ἀπόλλει
τὴν εὐπρέπειαν ἑαυτῆς, οὕτω καὶ ὁ Μοναχὸς ἐξέρχεται τῷ καιρῷ τῆς συνάξεως
ἐκτινάξαι τοὺς λογισμοὺς ἑαυτοῦ καὶ ἐὰν βραδύνῃ ἔξω τοῦ κελλίου, κολαφίζεται
ὑπὸ τῶν δαιμόνων καὶ σκοτίζονται οἱ λογισμοὶ αὐτοῦ.»934. ∆ιηγηματικά πρέπει νά
προσεχθεῖ ἡ ἐπιλογή τῶν ζώων: τό περιστέρι ἔχει τό ἴδιον ὅταν φεύγει νά
ἐπιστρέφει γι' αὐτό χρησιμοποιεῖται καί ὡς ταχυδρόμος καί ἀπό τήν ἄλλη διατρέχει
καί τόν κίνδυνο τῶν ἁρπαχτικῶν πουλιῶν.
Ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ κελλιοῦ εἶναι σάν νά λοξοδρομεῖ κάποιος ἀπό τό δρόμο
τῆς σωτηρίας. Παρ' ὅλα αὐτά ἐμφανίζονται διλήμματα πού πολλές φορές
ἀντανακλοῦν τίς εὐαίσθητες ἰσορροπίες στά πιστεύω καί τά καθήκοντα. Ἡ διήγηση
πού ἀναφέρεται στόν ἀββά Ναθαναήλ σκιαγραφεῖ τά διάφορα ἐμπόδια πού
προσπαθοῦν ν' ἀνατρέψουν τόν μοναχό ἀπό τό σκοπό του καί νά τόν ὁδηγήσουν
στήν ἐγκατάλειψη τοῦ κελλιοῦ του. Ἀρχικά τοῦ φαίνεται ὅτι: «ἀκηδιᾶν εἰς τὴν
πρώτην κέλλαν», γι’ αὐτό καί τό ἐγκαταλείπει καί κτίζει ἕνα καινούργιο κελλί πιό
κοντά σέ κατοικημένη περιοχή. Μετά ἀπό τέσσερις μῆνες τοῦ παρουσιάζεται ὁ
διάβολος τή νύκτα: «ταυρέαν κατέχων καθάπερ οἱ δήμιοι καὶ σχῆμα ἔχων
935
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Ναθαναήλ, τ.1, σ. 88-90.
936
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 16.
389
937
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.125.
938
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ια’, σ.6.
939
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ.72.
940
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κς’, σ.94.
941
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρξζ’, σ.99.
942
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, δ’, σ.118.
390
Σέρινος: «οὐκ ἔστιν αὕτη μεγάλη ἀρετή, ὅταν ἐν τῷ κελλίῳ σου φυλάττης τὴν τάξιν
σου, ἀλλ' ὅταν ἐκ τοῦ κελλίου σου μᾶλλον ἐξέλθῃς.»943.
Ὁ ἐγκλεισμός στό κελλί μπορεῖ νά γίνει τόπος συνάντησης Θεοῦ καί κόσμου·
ὑπ’ αὐτή τήν ἔννοια χρειάζεται ἀπαραίτητα γαλήνη τοῦ πνεύματος, ἀμεριμνησία καί
μνήμη Θεοῦ. Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος, ἐπιθυμώντας τόσο πολύ τήν ἡσυχία,
στεναχωρεῖτο ὅταν ἔρχονταν πρός αὐτόν ἐπισκέπτες, ἐπειδή δέν ἤθελε νά
περισπᾶται. Γι' αὐτό τό κελλί του, ὅπως καί τῶν ἄλλων μοναχῶν, ἀπεῖχαν μεταξύ
τους μεγάλη ἀπόσταση καί ἦταν ἀπομακρυσμένα καί ἀπό κατοικήσιμους χώρους.
Ἔφτασε στό σημεῖο νά πετροβολήσει ἐπισκέπτη γιά νά τόν ἀπομακρύνει. Ἐνεργοῦσε
βάσει ἀξιολογικῶν κριτηρίων, μέ αὐτούς πού ἤθελαν ἐπικοινωνία μαζί του· «Πλὴν
ἀλλὰ καὶ οὕτως οὐχ ἁπλῶς ἐποίει· ἀλλ' ᾔδει τίνας μὲν ἀπωθεῖσθαι δεῖ, ὡς τὸ
ἥσυχον ἐπιταράττειν αὐτῷ δυναμένους, τίνας δὲ καὶ προσίεσθαι καὶ λόγου
μεταδιδόναι· καὶ τίνας δ' αὖ προσίεσθαι μέν, οὐ μέντοι καὶ λόγου αὐτοῖς κοινωνεῖν,
ἀλλὰ τὴν σιωπὴν ἐν τούτοις ἀσκεῖν, ὡς δηλώσει τὸ ῥηθησόμενον.»944.
Ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος πάλι: «...ὅτε παρέβαλέ τις αὐτῷ, εἰ προήσθετο ὁ Γέρων, ἔφευγεν
εἰς τὸ ἐνδότερον κελλίον, ἵνα μὴ εὑρεθῇ· ἐρωτώμενος δὲ ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν, διατὶ
φεύγει; ἀπεκρίνατο, ὅτι καὶ τὰ θηρία φεύγοντα εἰς τὰς κοίτας αὐτῶν σώζονται.»945.
Μέσα ἀπό τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις σκιαγραφεῖται καί ἡ παράμετρος τῆς
δυσκολίας τῆς ἐπιτυχοῦς προσαρμογῆς στόν μοναχικό βίο. Ὑπάρχουν πνευματικά
στάδια πού πρέπει νά περάσει κάποιος ἀρχάριος στήν πίστη ἤ λόγῳ τοῦ νεαροῦ τῆς
ἡλικίας του γιά νά μπορέσει νά ζήσει μόνος του σέ κελλί. Χρειάζεται προσοχή
καθώς ἀποτελεῖ παγίδα, ἀφοῦ ἀγνοεῖ τούς ποικίλους τρόπους τοῦ διαβόλου: Ὁ
ἀββᾶς Ροῦφος ἐπισημαίνει: «ὁ καθήμενος ἐν ὑποταγῇ πατρὸς πνευματικοῦ, πλείονα
μισθὸν ἔχει τοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ καθ' ἑαυτὸν ἀναχωροῦντος... ὁ τὴν ὑπομονὴν ἔχων
πάντα τὰ θελήματα αὐτοῦ καταλείψας, κρέμαται τῷ Θεῷ καὶ τῷ ἰδίῳ πατρί.»946.
Προτείνεται ἡ ζωή σέ μοναστήρι (κοινόβιο). Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἀκολουθοῦν
τό ρεῦμα τῶν πεπραγμένων στό χῶρο τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας. Ὁ ἀναχωρητικός
βίος ἀρχίζει νά ἐξασθενεῖ καί τήν θέση του δίνει στό κοινοβιακό καθεστώς947. Στή
943
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.118.
944
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.12, σ.88.
945
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.7, σ.97.
946
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.109.
947
πρβλ. Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Ὁ Παχώμιος καί οἱ Ταβεννησιῶται τ.1, σ.170.
391
διήγηση Περί τοῦ μοναχοῦ τοῦ ἐν τῷ σπηλαίῳ948, ὁ μοναχός Γρηγόριος πού θέλει
νά ζήσει μόνος του σέ σπήλαιο, ζητάει τή γνώμη τοῦ ἡγουμένου του πού προσπαθεῖ
νά τόν ἀποτρέψει λέγοντάς του: «ὁ γὰρ ἡσυχάσαι βουλόμενος, διδάσκαλος
ὀφείλει εἶναι, οὐχὶ διδασκαλίας δεόμενος». Ὁ ἀρχάριος δέν μπορεῖ κατ' εὐθείαν
νά εἰσέλθει στά ἀνώτατα πεδία (θεωρία), ἀλλά: «πολὺ γὰρ κρεῖττόν ἐστιν ἐξυπηρε-
τεῖν σε τοῖς πατράσι καὶ τὰς τούτων εὐχὰς κομίζεσθαι καὶ μετ' αὐτῶν ἐν ταῖς
δεούσαις ὥραις δοξολογεῖν καὶ ὑμνεῖν ... ἢ μόνον εἶναι σὲ πυκτεύοντα μετὰ
λογισμῶν ἀκαθάρτων.» (πρακτικός βίος). Ὁ μοναχός παραμένει ἀμετάπειστος,
ἀρχίζει νά πειράζεται ἀπό τόν διάβολο καί σώζεται μόνο ὕστερα ἀπό τήν ἔγκαιρη
καί καθοριστικῆς φύσεως παρέμβαση τοῦ ἡγουμένου του.
Ὁ Μέγας Εὐθύμιος ὀνομάζει «φροντιστήριο» τό μοναστήρι: «Ὁ μέντοι Μέγας
Εὐθύμιος, ἄριστος ὢν τὰ τοιαῦτα παιδοτριβεῖν, οἷα διὰ πάσης καὶ αὐτὸς πείρας τῶν
πνευματικῶν ἀγώνων ἐλθών, ἐπεὶ νέον ἔτι τὸν Σάββαν ἑώρα, οἰηθείς μὴ θερμότης
μόνον ὀξύρροπος εἴη τὸ σπουδαζόμενον, τὴν ἐκ τῶν λογισμῶν κρίσιν καὶ τὸ
ἐκεῖθεν βάρος οὐκ ἔχουσα, οὐ πρότερον ἐφῆκεν αὐτῷ τῶν ἐν τῇ Λαύρᾳ Μοναχῶν
τὴν συνοίκησιν, ἕως ἀγωγήν πᾶσαν ἐν Κοινοβίῳ μετῆλθε Μοναχικήν, καὶ τὴν
ἀπαιτουμένην ἀκρίβειαν ἐπεδείξατο». ∆έν ἀποφασίζει καί διατάσσει, ἀλλά προτεί-
νει: «ὦ τέκνον, νέον ὄντα σε εἰς λαύραν οἰκεῖν ... οὔτε σοὶ προσήκει ἀλλ' εἰς τὸ
κάτω νῦν φροντιστήριον εἴ μου ἀκούεις πρὸς τὸν Ἀββᾶν ἀφίξῃ Θεόκτιστον, παρ' ὧ
μεγίστην, εὖ οἶδα, περιποιήσῃ σαὐτῷ τὴν ὠφέλειαν.»949.
Ὁ ρόλος τοῦ ἡγούμενου εἶναι καθοριστικός στή μόρφωση τῆς προσωπικότητας
τοῦ μοναχοῦ: Ὁ ἀββᾶς Σέριδος ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα ἡγουμένου καί ὄχι μόνο,
καθώς μπορεῖ ν' ἀποτελέσει πρότυπο γιά κάθε ἕναν πού ὡς λειτούργημά του
(διακονία) ἔχει νά χειραγωγεῖ ἀνθρώπινες ψυχές: «Ἐν οὐδενὶ γὰρ ὅλως ἀντεῖπε
ποτέ, οὐδὲ ὡς Ἀββᾶν ἑαυτὸν ἐλογίζετο, ἀλλ' ὡς μαθητήν τοῦ Γέροντος καὶ ὡς
χρεωστῶν αὐτῷ τελείαν ὑπακοήν, ὅπερ ἦν δεῖγμα καὶ τῆς ἄκρας αὐτοῦ ταπεινοφρο-
σύνης... Πρότερον γὰρ ἑαυτὸν εἰρηνοποιήσας καὶ τοῖς ἄλλοις τῆς εἰρήνης ἐγένετο
πρόξενος, καὶ εἰς αὐτὸν ἐπληροῦτο, τό 'μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ
κληθήσονται'. Ἦν δὲ μακρόθυμος καὶ ἀτάραχος καὶ προσηνὴς τοῖς προσιοῦσι, καὶ ὁ
948
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.82-86.
949
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίου Συμεών, τ.2, σ.84.
392
λόγος αὐτοῦ ἱλαρὸς ἐν σεμνότητι καὶ ἅλατι ἠρτυμένος. Καὶ εἶχε κατὰ τὴν Γραφὴν
τὴν φρόνησιν καὶ τὴν ἀκεραιότητα. Ἦν δὲ καὶ τοῖς ἀδελφοῖς σφόδρα περιπόθητος,
τὰς αὐτῶν ψυχάς τῷ πνευματικῷ τῆς νουθεσίας λόγῳ κατευφραίνων καὶ
προτρέπων εἰς ἀρετήν, τῷ καλῷ τοῦ βίου καὶ τῆς ἐναρέτου πράξεως ὑποδείγματι.
Ἐκεῖνα διδάσκων, ἅπερ ἔπραττε, καὶ συγκρίνων τῷ κατὰ Θεὸν φόβῳ τὴν πραότητα
καὶ ἐν καιρῷ ἑκάστῳ κεχρημένος, ἐλέγχων, ἐπιτιμῶν, παρακαλῶν, κατὰ τὸν τοῦ
Ἀποστόλου λόγον.»950. Λίγο πρίν πεθάνει καθιστᾶ κληρονόμους τῆς διοίκησης τοῦ
μοναστηριοῦ τούς ἀδελφούς κατά σειράν ἀρχαιότητας, μήν ἀδικώντας κανέναν.
Τελευταῖο στή σειρά βάζει καί τόν ἀββά Αἰλιανό (κατοπινό Ἡγούμενο) παρ' ὅτι δέν
εἶχε καρεῖ ἀκόμη μοναχός· κάνει μία τολμηρή κίνηση ποιμαντικῆς εὐθύνης καί
διακονίας, καθώς προχωρεῖ βάσει τῆς οὐσιαστικῆς ἀξίας (ἀνθρώπινης καί
χαρισματικῆς) τοῦ προσώπου καί χωρίς νά θεσμοθετήσει καμμία ἀντικανονική
μεθόδευση: «εἰ γένηται μοναχός»951.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τῆς μοναχικῆς βιοτῆς στέκει ἡ «πόλις». ∆έν πρέπει νά
νοηθεῖ μέ την στενή ἔννοια τοῦ τόπου. ∆ηλώνει τό πλαίσιο τῆς κοσμικῆς
περίσπασης. ∆ηλώνει τήν συνεχή ἔκθεση σέ πειρασμούς, τό δέσιμο μέ συνθῆκες
καί πράγματα. Ὁ Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ θεωρεῖ ὅτι: «ἡ γὰρ πλησίον τῶν χωρῶν
διαγωγὴ πολλάκις καὶ τοὺς τελείους ἔβλαψεν»952. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος μιλώντας
ἀλληγορικά ἀναφέρει: «ὥσπερ οἱ ἰχθύες ἐγχρονίζοντες τῇ ξηρᾶ τελευτῶσιν, οὕτω
καὶ οἱ μοναχοὶ βραδύνοντες ἔξω τοῦ κελλίου, ἢ μετά κοσμικῶν διατρίβοντες, πρὸς
τὸν τῆς ἡσυχίας τόνον ἐκλύονται.»953.
950
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, σ.66.
951
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, σ.86· αὐτό δέν σημαίνει ὅτι
ἡ συμβουλευτική τῶν ἀναχωρητῶν Γερόντων ἀντικαθίσταται ἤ ὑποτονεῖ ἤ παρεμποδίζεται ἀπό τό
ρόλο τοῦ ἡγουμένου τοῦ κοινοβίου μέ σκοπό τή προβολή τοῦ ἀξιώματός του· οὔτε ὅμως
ἀποκλείει καί τόν ἡγούμενο ἀπό τήν συμβουλευτική διαποίμανση τῶν μοναχῶν. Κάποια
διαφοροποίηση ἀρχίζει νά διακρίνεται στή ∆ύση· στή Regula Magistri τοῦ Κασσιανοῦ -σέ
ἀντίθεση μέ τά ὑπόλοιπα ἔργα του De institutis coenobiorum καί 24 Collationes Patrum πού
φέρουν τήν ἐπίδραση τοῦ ἀνατολικοῦ ἀσκητικοῦ ἰδεώδους- παρουσιάζεται ὑποτονικός ὁ
συμβουλευτικός παράγοντας στήν ἀντιμετώπιση τῆς ἁμαρτίας ἑνός μοναχοῦ ἐξαιτίας τῆς
ἀπουσίας τοῦ συγκεκριμένου ἔργου τῶν Γερόντων λόγῳ τῆς πνευματικῆς πατρότητας καί
ἡγεμονικῆς προβολῆς τοῦ ἡγουμενικοῦ ἀξιώματος, Βλ. Φ. Ἰωαννίδη, Ὁ πνευματικός Γέροντας
στά ἀσκητικά ἔργα τοῦ Ἰωάννη Κασσιανοῦ καί τή Regula Magistri, περ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τ.
776, Ἰαν.-Φεβρ. 1999, σ. 37-45.
952
Historia Monachorum in Aegypto, σ.20.
953
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ι’, σ.2.
393
Ἡ σωτηρία δέν βρίσκεται στήν πόλη ἀλλά στήν ἔρημο: «ἀδελφὸς ἠτεῖτο
γέροντος εὐχήν, σπεύδων ἐπὶ τὴν πόλιν· ὁ δὲ γέρων πρὸς αὐτὸν ἔφη· μὴ σπεῦδε
ἐπὶ τὴν πόλιν, ἀλλὰ σπεῦσον τοῦ φυγεῖν τὴν πόλιν καὶ σώζῃ»954.
∆ιήγηση ἀναφέρει: Τρία ἀδέλφια διάλεξαν διαφορετικούς τρόπους πνευματικῆς
ζωῆς. Ὁ πρῶτος ἐπέλεξε νά εἰρηνεύει ἀνθρώπους πού φιλονικοῦσαν, ὁ δεύτερος
νά παραστέκεται σέ ἀρρώστους· ὁ τρίτος ν' ἀναχωρήσει γιά τήν ἔρημο καί νά
ἐπιδοθεῖ στήν ἡσυχία καί τήν ἄσκηση. Τά δύο ὅμως ἀδέλφια δέν μπόρεσαν γιά
πολύ νά παραμείνουν σταθεροί στήν ἐπιλογή τους καί πηγαίνουν πρός συνάντηση
τοῦ τρίτου ἀδελφοῦ· ὅταν συναντιοῦνται τόν ρωτοῦν νά μάθουν τί ἀπεκόμισε ἀπό
τήν ἡσυχία. Τότε ἐκεῖνος τούς ἀναφέρει τό παράδειγμα τοῦ νεροῦ πού
πρωτομπαίνει στό μπουκάλι καί εἶναι ταραγμένο ἐνῶ μετά τό πέρασμα τοῦ χρόνου
ἡρεμεῖ. Εἶναι ἀντίστοιχο τοῦ: «...μοναχοῦ ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων· ἀπὸ τῆς ταραχῆς
οὐ βλέπει τὰς ἑαυτοῦ ἁμαρτίας· ὅταν δὲ μακρὰν τοῦ κόσμου γενόμενος ἐν ἐρημικῷ
γένηται τόπῳ, καὶ ἡσυχάσῃ τὰ αἰσθητήρια τότε βλέπει τὰ ἴδια ἐλαττώματα· καὶ ἑαυτῷ
διορθοῦται εἰ βούλεται, συνεργεία τῆς τοῦ Θεοῦ χάριτος.»955.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ∆ιαλόγου λέει: «ἀμήχανον γάρ ἐστιν ἐκ τῆς τῶν κοσμικῶν
γλώσσης τὸν νοῦν μὴ ρυπωθῆναι· ἐν ὅσῳ γὰρ ἐν συντυχίαις τισὶν ὅλως αὐτοῖς
συγκαταβαίνομεν, ἐθίζομεν κατ' ὀλίγον συντυγχάνειν αὐτοῖς, συντυχίαν τὴν ἡμῖν
οὐχ ἁρμόζουσαν· ... οὐκέτι ἐπιστρέφειν ἐξ αὐτῆς θέλομεν, ἀλλὰ τῷ ἔθει βιαίως
ἡμῶν περιγίνεται. Ὅθεν καὶ συμβαίνειν ἐκ τῶν ἀργῶν εἰς τὰ βλαβερά καὶ ἐκ τῶν
ἐλαφρῶν ἐν τούτοις εἰς τὰ βαρέα ρήματα ἡμᾶς καταντῆσαι.»956.
Ὁ ἀββᾶς Εὐλόγιος ὅταν ἔστελνε τούς μαθητές του (διηγοῦνται οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές)
στήν πόλη γιά νά πουλήσουν τά ἐργόχειρά τους: «...ἐδίδουν ἡμῖν ἐντολὰς μὴ
πλεῖον ἢ τρεῖς ἡμέρας ποιήσωμεν. Εἰ δὲ πλείων τῶν τριῶν ἡμερῶν ποιήσετε, φησίν,
ἀθῶος εἰμὶ ἐγὼ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ὑμῶν.». ∆ιηγούμενος δέ προσωπικό του βίωμα
καί ἐπικαλούμενος καί τή μαρτυρία τῶν Πάπα Εὐσεβίου καί Ἀββᾶ ∆ανιήλ, ὅταν μετά
ἀπό τριάντα ὀκτώ χρόνια συνεχόμενου ἐγκλεισμοῦ στό κελλί του ἐπισκέφτηκαν τήν
πόλη (Ἀλεξάνδρεια): «ἐθεώρουν μοναχοὺς τοὺς μὲν ἐξ αὐτῶν ὑπὸ κοράκων
ραπιζομένους, τοὺς δὲ γυναῖκας γυμνὰς ἀγκαλιζομένας αὐτούς, ... τοὺς δὲ ὑπὸ
954
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.317.
955
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.197.
956
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.314.
394
957
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.317.
958
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.541.
395
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὑπεύθυνη καί συγχρόνως εὐαίσθητη κατά τήν ἄσκηση
τῆς συμβουλευτικῆς της. Ἀπό τή μιά μεριά πρέπει νά εἶναι ἀνοικτή στήν ἀκρόαση τοῦ
ὁποιουδήποτε πού ἔρχεται νά τῆς ἐκθέσει τά προβλήματά του καί ν' ἀναζητήσει
κάποια λύση καί ἀπό τήν ἄλλη γνωρίζει ὅτι κατά κύριο λόγο ἡ λύση στό πρόβλημα
πού τῆς τίθεται πρέπει νά προέλθει ἀπό τίς δικές της πηγές, ἀσχέτως ἄν
χρησιμοποιοῦνται μέ ἐπιτυχία καί ἄλλες θύραθεν πηγές καί μέθοδοι. Ὁ,τιδήποτε τῆς
ζητηθεῖ ὡς λύση ἤ ὡς ἀπόφαση πρέπει νά θεωρηθεῖ κάτω ἀπό τό πρίσμα τῆς
συμφωνίας μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ διάγνωση τοῦ συγκεκριμένου προβλήματος,
ἡ διευκρίνηση κάποιων καθοριστικῶν παραμέτρων, ἡ διαπίστωση τῶν αἰτιῶν τῆς
συγχύσεως, ἡ εὕρεση δυνατοτήτων γιά διέξοδο ἀπό τά προβλήματα, ἡ ἐπιλογή
συγκεκριμένης λύσης, ἡ λήψη ἀπόφασης, ἡ ἐφαρμογή της, ἡ συμπαράσταση κατά
τήν ἐφαρμογή τῆς ἀποφάσεως ἀπαιτοῦν συσπείρωση πολῶν δυνάμεων ὑπό τήν
δημιουργική ὁδηγητική πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σέ πολλές περιπτώσεις ἡ μή
ἐπιτυχής ἀντιμετώπιση μιᾶς κατάστασης, ἑνός γεγονότος, συνίσταται σέ μία
ἀβασάνιστη ἐξέταση τῶν δεδομένων τῆς στιγμῆς, σέ στερεοτυπική ἐπανάληψη καί
ἐφαρμογή ἐντολῶν, σέ προκατασκευασμένες λύσεις, σέ ἀκαταλληλότητα χρόνου.
Πολλές φορές ὑπάρχει ἀνικανότητα εὑρέσως λύσεως ἐκ μέρους τοῦ συμβούλου ἤ
καί ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν σύμβουλο καί ἀναζήτηση διαδοχικῶν συμβουλῶν
μέ τήν ὑποβόσκουσα ἐλπίδα τοῦ συμβουλευόμενου νά βρεῖ κάποιον πού νά
συμφωνήσει μέ τή δική του γνώμη. Ἄλλοτε πάλι ἐφαρμόζεται μία γενικευμένη καί
ὄχι ἐξατομικευμένη καί ἐξειδικευμένη θεώρηση περιπτώσεων1.
1
Ποιμαντική Συμβουλευτική (Pastoral Counseling) ἤ πνευματική καθοδήγηση, ποιμαντική διαφώτιση,
ποιμαντική καθοδήγηση, συμβουλευτική ποιμαντική. Γιά τούς ὅρους καί ὁρισμούς τῆς
Συμβουλευτικῆς καί τῶν διαφοροποιήσεων μεταξύ ὀρθοδόξου, καθολικοῦ, προτεσταντικοῦ
δόγματος βλ. Α. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.37-41,121-124·
εἰδικότερα ἑρμηνευτικά σχόλια πρβλ. Rodney J. Hunter, Dictionary of Pastoral Care and Counseling,
396
α΄. Ὁ συμβουλεύων.
σ. 591- 593, 771- 772, 775-776, 893- 894· Μichael D. Clifford, Psychology of Religion, The
Encyclopedia of Religion, Vol.12, σ.57-81· ἐπίσης Diane Greenwood, Psychology and the use of
stories in religious education, British Journal of Religious Education, Summer 1982, σ.120-123· γιά
τήν γενικότερη ἔννοια τῆς Συμβουλευτικῆς ψυχολογίας βλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική
Ψυχολογία, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 19994, σ.15-31.
2
πρβλ. Μοναχοῦ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Ὀρθόδοξος Πνευματικότης, μτφρ. Σάββα Ἀγουρίδη,
Ἀθῆναι, Ἐκδ. Γρηγόρη, χ.χ., 128σ.· Hausherr, Direction spirituelle, Ρώμη 1955· Ἰ. Κορναράκη,
Στοιχεῖα Νηπτικῆς Ψυχολογίας, Θεσ/κη 1963 καί Φιλοκαλικά θέματα ἐρημικῆς ἐσωτερικότητος,
Ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1975· Β. Χριστοφορίδου, Ἡ πνευματική πατρότης κατά Συμεών
τόν Νέον Θεολόγον, Θεσ/κη 1977· Ε. Βίττη, Ἀπό τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, περ. «Γρηγόριος
ὁ Παλαμᾶς» 61, 1978.
397
ἐποίει αὐτοῖς εὐχὴν μίαν, καὶ ἀπέλυεν αὐτούς.». Ὅταν τοῦ ἔλεγε ὅτι εἶναι
Ἱεροσολυμίτες: «ἐκάθητο διὰ πάσης νυκτός, λαλῶν αὐτοῖς τὰ πρὸς σωτηρίαν.»3.
Ὁ Γέροντας ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ ἀνθρώπους πού τόν ἔχουν πραγματικά
ἀνάγκη καί γνωρίζουν τί θέλουν ἀπό αὐτόν. Ἀλλιῶς δέν ὑπάρχει λόγος κοσμικῆς
συναναστροφῆς: ∆ύο ἀδελφοί ζητοῦν νά συναντήσουν τό Γέροντα Ἀρσένιο κι
αὐτός ρωτάει τόν ἀββά Ἀλέξανδρο νά μάθει γιά ποιό λόγο βρίσκονται ἐκεῖ: «καὶ
μαθὼν ὅτι εἰς Θηβαΐδα διὰ λινάρια ὑπάγουσιν» τό λέει στό Γέροντα κι αὐτός
ἀποκρίνεται: «φύσει οὐ βλέπουσι τὸ πρόσωπον Ἀρσενίου, ὅτι δι’ ἐμὲ οὐκ ἦλθον,
ἀλλὰ διὰ τὸ ἔργον αὐτῶν· ἀνάπαυσον αὐτοὺς καὶ ἀπόλυσον ἐν εἰρήνῃ, εἰπὼν
αὐτοῖς ὅτι ὁ γέρων οὐ δύναται ἀπαντῆσαι.»4. Ἄλλος πάλι μπορεῖ νά εἶναι πολύ
περιπλεγμένος μέ τό πρόβλημά του, πού ὁποιοσδήποτε λόγος νά ἔπεφτε στό κενό.
Εἶναι δυνατόν ὁ Γέροντας νά μήν μπορεῖ νά δεχθεῖ τό συγκεκριμένο πρόσωπο καί
ν' ἀντιμετωπίσει τό συγκεκριμένο πρόβλημά του. Οἱ Γέροντες ἔχουν ἀνάγκη τῆς
σχετικῆς προετοιμασίας διά τῆς προσευχῆς. Εἶναι σαφές ὅτι δέν αἰσθάνονται
πάντοτε ἀνάγκη νά συμβουλεύσουν, ἄν δέν ἔχουν κάτι νά ποῦν ἤ δέν ξέρουν τί νά
ποῦν. Τότε ἀπαντοῦν εὐθέως «δέν ξέρω», «ἔλα μετά ἀπό τόσες ἡμέρες», «νά
ξανάρθεις», καθώς εἶναι ἀνοιχτοί πρός κάθε κατεύθυνση γιά ὅποια ἐνδεχόμενη
λύση ἤ ἐξέλιξη· μποροῦν καί περιμένουν. Ἄλλες φορές οἱ Γέροντες δέν ἀρκοῦνται
σέ μία συμβουλή, ἀλλά ἐπιζητοῦν τή συνάντησή τους μέ τόν ταλαιπωρημένο
ἄνθρωπο πού τόν περιβάλλουν μέ τήν ἀγάπη τους καί προσεύχονται γι’ αὐτόν. Τοῦ
κάνουν συντροφιά, τοῦ διασκεδάζουν τή θλίψη του, τοῦ ζητοῦν ἐξυπηρετήσεις ὥστε
ὁ ἄλλος νά νιώσει κι αὐτός ὡς δίδων καί ὄχι μόνο ὡς λαμβάνων. Αὐτή ἡ τακτική
ἐξακολουθεῖ γιά ὅσο χρονικό διάστημα ὑπάρχει ἀνάγκη· ὅταν ὁ συμβουλευόμενος
ἀνακτήσει τίς δυνάμεις του, οἱ Γέροντες ἀποσύρονται διακριτικά καί δέν
ἀσχολοῦνται πλέον μαζί του παρά μόνο ὅταν ὁ ἄλλος τούς τό ζητήσει:
«Παρέβαλεν ἀδελφὸς πρός τινα γέροντα καὶ λέγει αὐτῷ· ἀββᾶ εἰπέ μοι ρῆμα πῶς
σωθῶ; Ὁ δέ εἶπεν αὐτῷ· ἐὰν παραβάλῃς τινί, μὴ προλάβῃς λαλῆσαι πρὶν ἐξετάσῃς.
3
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.132.
4
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κς’, σ.7
398
Ὁ δὲ ἐπὶ τῷ λόγῳ κατανυγεὶς ἔβαλεν αὐτῷ μετάνοιαν λέγων· ὄντως πολλὰ βιβλία
ἀνέγνων καὶ τοιαύτην παιδείαν οὐδέποτε ἔγνων· καὶ ὠφεληθεὶς ἐξῆλθεν.»5.
Ἡ Γεροντική συμβουλή καί νουθεσία ἀποτελεῖ συνειδητό λόγο: «Εἶπεν ὁ ἀββᾶς
Ἠσαΐας· οὐκ ἔστι σοφία τὸ λαλῆσαι, σοφία δέ ἐστι τὸ γνῶναι τὸν καιρόν ὅτε δεῖ
λαλῆσαι καὶ ἀποκριθῆναι τὰ δέοντα. Γενοῦ ἄγνωστος ἐν γνώσει, ἵνα ἐκφύγης ἐκ
πολλῶν κόπων· ἑαυτῷ γὰρ ἐγείρει κόπους ὁ ἐμφανίζων ἑαυτὸν ἐν γνώσει. Μὴ
καυχῶ ἐν γνώσει σου· οὐδεὶς γὰρ οὐδὲν οἶδεν.»6.
Ἡ ἐξαγόρευση λογισμῶν ὀφείλει νά γίνεται σέ ἀνθρώπους πού μποροῦν νά
καθοδηγήσουν (σύμβουλοι). Γέροντας συμβουλεύει: «ὀφείλει ἐξαγγεῖλαι ἀνθρώπῳ
δυναμένῳ ὠφελῆσαι αὐτόν, καὶ μὴ θαρρῆσαι ἑαυτῷ· οὐ γὰρ δύναταί τις ἑαυτῷ
βοηθεῖν, καὶ μάλιστα ὑπὸ τῶν παθῶν καταπονούμενος.»7.
Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ τονίζει: «Ἐκεῖνον λοιπὸν μεταχειρίζου σύμβουλον, ὅστις ἐδοκίμασε
διὰ τῆς ὑπομονῆς τὰ πράγματα μετὰ διακρίσεως· ἐπειδὴ ἕκαστος δὲν εἶναι ἱκανὸς
νὰ συμβουλεύῃ, παρὰ μόνον ὅστις ἐκυβέρνησε τὴν ἰδίαν αὑτοῦ ἐλευθερίαν καλῶς
καὶ δὲν φοβεῖται κατηγορίας καὶ συκοφαντίας.»8.
Στήν ἑπόμενη ψυχωφελή διήγηση9 ἐντοπίζονται οἱ προϋποθέσεις τοῦ συμβού-
λου:
α) ∆ιάκριση: «...ὁ γέρων ἐνόει με ἔχοντα λογισμούς, οὐκ ἤλεγχε δέ με, ἀναμένων
αὐτὸν ἐμὲ ἀναγγεῖλαι τούτους· ἐδίδασκε δέ με περὶ ὀρθοῦ βίου καὶ ἀπέλυεν.».
β) Κατανόηση καί συναισθηματικό πλησίασμα: «...καὶ ἰδών με βασανιζόμενον ὑπὸ
τῶν λογισμῶν, κρούει μου τὸ στῆθος καὶ λέγει μοι· τί ἔχεις; κἀγὼ ἄνθρωπός εἰμι.
Τοῦτο δὲ αὐτοῦ εἰπόντος, ἐνόμισα ὅτι ἡ καρδία μου ἠνοίγη.»
γ) Στήν ἐρώτηση τοῦ πολεμούμενου ἄν ξέρει τί τοῦ συμβαίνει, ἐκεῖνος (Γέροντας-
σύμβουλος) ἀπαντᾶ: «σὲ δεῖ τοῦτο εἰπεῖν»· γιά νά γίνει διάγνωση καί θεραπεία
πάθησης πρέπει ὁ ἴδιος ὁ ἀσθενής νά ὀνομάσει τό προβλημά του (ἐξαγόρευση) πού
μπορεῖ νά εἶναι καί χρόνιο (στήν παρούσα διήγηση τρία ἔτη).
5
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.3, σ.574· πρβλ. Α. Σταυρόπου-
λου, Συμβουλευτική Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.143-144.
6
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.6, σ. 574.
7
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 266.
8
Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Ἀσκητικοί Λόγοι, Λόγος ΜΣΤ, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1961, σ. 168.
9
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.266-267· πρβλ. Στ. Κουμαρό-
πουλου, Ἡ συμβουλευτική διάσταση τοῦ Θεολόγου Καθηγητῆ στή ∆ευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση, δ.δ. ,
Ἐτήσια Ἐκπαιδευτική Ἐπετηρίδα Εἰρμός, τεῦχος 2 (2005), ἐκδ. Ἀποστολική ∆ιακονία, Ἀθήνα 2006,
σ.117-462.
399
δ) ∆ίνεται ἀνάλογη θεραπεία: «...ὕπαγε μὴ ἀμέλει τῆς εὐχῆς σου καὶ μηδενὸς
καταλαλήσεις.».
ε) Ἀνεκτικότητα: ὁ ἀσθενής πάντα κάνει καί δεύτερες σκέψεις γιά τό ἄν τόν ἔκανε
καλά ὁ Γέρων ἤ μήπως τόν εὐσπλαχνίσθηκε ὁ Θεός καί θέλει νά τόν δοκιμάσει· ὁ
Γέροντας ὅμως δεχόμενος τήν δοκιμασία καί δίνοντας του νά καταλάβει ὅτι
γνωρίζει τό λανθασμένο λογισμό του, ἑδραιώνει περισσότερο τή θέση του στήν
καρδιά τοῦ ἀσθενῆ.
Ἡ πείρα καί ἡ διάκριση εἶναι καθοριστικές προϋποθέσεις σωστῆς νουθεσίας καί
ἐπιδέξιων χειρισμῶν καταστάσεων: Ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ἀναφέρει: «Μὴ ζητήσης λαβεῖν
βουλὴν παρά τινος μὴ ὄντος ἐν τῇ διαγωγῇ σου, κἂν λίαν σοφὸς ὑπάρχῃ· ἀνάθου
δὲ μᾶλλον τὰ σὰ ἰδιώτῃ ἐν πείρᾳ γεγονότι τῶν πραγμάτων, ἤπερ φιλοσόφῳ λόγῳ
ὁμιλοῦντι ἐκ τῆς ἐξετάσεως, ἄνευ τῆς πείρας τῶν πραγμάτων. Ἡ πεῖρα δέ ἐστιν ... τό
αἰσθανθῆναι τῆς ὠφελείας πραγμάτων καὶ τῆς ζημίας ἐνεργῶς διὰ τοῦ χρονίσαι ἐν
αὐτοῖς ... Ἐκείνῳ οὖν συμβούλῳ χρῆσαι, τῷ ἐκ τῆς πείρας ἐπισταμένῳ τὰς φύσεις
καὶ τὰς δυνάμεις τῶν πραγμάτων καὶ ἀπταίστως ταῦτα διακρίνειν εἰδότι.»10. Ὁ
ἅγιος Ἐφραίμ λέει: «...ἀλλὰ χρὴ ἀκούσαντά σε τὰς ἀρχὰς τῶν λεγομένων, ἐκ
τούτων τῶν τὰ ἑπόμενα νοεῖν, καὶ οὕτω παρακαλεῖν τὸν θλιβόμενον, ἀφ' ὧν
προειλήφαμεν ἐξ Ἁγίων ἀνδρῶν ἢ ἀφ' ὧν ἐπειράθημεν ἡμεῖς·»11.
Περιπτώσεις ἀπαντήσεων Γερόντων σέ διηγήσεις, ὅπως: «ἀπεκρίθη, ἄπειρος ὤν
διακρίσεως· ἀπωλέσάς σου τήν ψυχήν»12 ἤ ἡ περίπτωση Γέροντα χωρίς τό χάρισμα
τῆς διάκρισης, πού μόλις ἀκούει τήν ἐξομολόγηση ἀγανακτεῖ καί ἀποκαλεῖ τόν
ἀδελφό ἄθλιο καί ἀνάξιο τοῦ μοναχικοῦ σχήματος, μέ συνέπεια τήν ἀπελπισία τοῦ
ἐξομολογούμενου καί τήν ἐπιστροφή του στά κοσμικά13, εἶναι ἐξ' ὁλοκλήρου
ἐσφαλμένες. Συναντᾶται ὅμως καί μία παράδοξη μορφή προσαρμογῆς· ὅταν ὁ
Γέροντας εἶναι «ἄπειρος» καί δέν ξέρει ἤ δέν μπορεῖ νά πάρει ἐπάνω του τούς
λογισμούς, τούς πειρασμούς, τά λάθη τῶν ἄλλων καί τούς ἀπελπίζει καί τούς
περιφρονεῖ, ὁ Θεός τότε ἐπιτρέπει νά μεταστραφοῦν οἱ πειρασμοί καί νά τεθοῦν
ἐπάνω του, γιά τό συμφέρον του ὥστε νά καταλάβει τί ἔκανε φερόμενος κατ'
10
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.240.
11
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.287.
12
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.285.
13
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.293.
400
αὐτόν τόν ἀφιλάνθρωπο τρόπο. Ὅταν ζητήθηκε ἡ συμβουλή τοῦ ἀββᾶ Τιμοθέου γιά
πειραζόμενο ἀδελφό, ἐκεῖνος ἀπήντησε ὅτι πρέπει ν' ἀπομακρυνθεῖ ὁ ἀδελφός.
Τότε: «ἐτέθη ὁ πειρασμὸς τοῦ ἀδελφοῦ ἐπάνω τοῦ Τιμοθέου ἕως οὗ ἐκινδύνευσεν·
ἔκλαιεν οὖν ὁ Τιμόθεος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ λέγων· ἡμάρτηκα, συγχώρησόν μοι· καὶ
ἦλθεν αὐτῷ φωνὴ λέγουσα· Τιμόθεε, μὴ νομίσῃς ὅτι ταῦτα ἐποίησά σοι δι' ἄλλο τι,
ἢ ὅτι παρεῖδες τὸν ἀδελφόν σου ἐν καιρῷ τοῦ πειρασμοῦ αὐτοῦ.»14.
Οἱ Γέροντες γιά τήν ἄσκηση τοῦ ποιμαντικοῦ τους λειτουργήματος θεωροῦσαν
ἀπαραίτητη μία ἀνθρωπογνωσία. Ἐπεδίωξαν νά τήν ἀποκτήσουν μέ μέσα ἀνθρώπινα
καί θεῖα. Τό τελευταῖο ἐπιτυγχάνεται μέ τή βοήθεια καί τό φωτισμό τοῦ Θεοῦ πού
ἐπιτρέπει νά γνωρίσει τήν κατάσταση τοῦ ἄλλου· αὐτή ἡ θεανθρώπινη γνώση
στοιχειοθετεῖ καί οἰκοδομεῖ αὐτό πού ἀποκαλεῖται Ποιμαντική ἀνθρωπολογία. Στίς
ψυχωφελεῖς διηγήσεις διακρίνεται ἐπίγνωση τοῦ Γέροντα-συμβούλου γιά τή Θεία
συνεργία στή κάθε νουθεσία του. Ὁ ἀββᾶς Ἀπολλῶ λέει: «...μὴ οὖν ἀθυμήσῃς ἐπὶ τῇ
τοσαύτῃ πυρώσει, ἥτις οὐ τοσοῦτον ἀνθρωπίνῃ σπουδῇ θεραπεύεται, ὅσον τῇ τοῦ
Χριστοῦ φιλανθρωπία·»15.
Συγχρόνως τονίζεται ὅτι ἡ συμβουλευτική ὑποστήριξη πρέπει νά γίνεται βάσει τῶν
μέτρων τῶν δυνατοτήτων τοῦ συμβούλου: «Εἶπε Γέρων· ἐὰν ἴδης τινὰ ἐμπεσόντα, καὶ
δύνασαι αὐτῷ βοηθῆσαι, χάλασον αὐτῷ τὴν ῥάβδον σου, καὶ ἕλκυσον αὐτόν· εἰ δὲ
οὐ δυνηθῆς ἑλκύσαι αὐτόν, κατάλιπε αὐτῷ τὴν ράβδον σου, ἵνα μὴ σὺν αὐτῷ καὶ σὺ
ἀπόλλῃ. Εἰ δὲ δώσεις αὐτῷ τὴν χεῖρα σου, καὶ μὴ δυνηθῆς ἑλκύσαι αὐτόν, ἕλξει σε
αὐτὸς κάτω καὶ ἀμφότεροι ἀποθανεῖσθε. Τοῦτο δὲ ἔλεγε πρὸς τοὺς ἐμβάλλοντας
ἑαυτοὺς βοηθῆσαι τινὶ ὑπὲρ τὸ μέτρον αὐτῶν.»16.
Οἱ ἀποφάσεις πού παίρνονται γιά θέματα πού γεννοῦν διλήμματα μποροῦν νά
εἶναι συνδυασμός καταστάσεων βάσει προτεραιοτήτων (χωρίς παρέκκλιση βασικοῦ
στόχου). Ἡ ἐπίσκεψη ἑτοιμοθάνατου σέ ἡμέρα νηστείας δημιουργεῖ τήν ἀκόλουθη
συλλογιστική διαδικασία στόν ἀββά Σισώη: «Ἐὰν ἀπέλθω μήπως ἀναγκάσωσί με οἱ
14
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, ο’, σ.91· πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Ἡ
τέχνη τῆς ἀγάπης, σ.62· βλ. τοῦ ἰδίου, Στιγμιότυπα καί περιπλανήσεις σέ δρόμους ποιμαντικῆς
διακονίας, τ.3, Ἀθήνα, χ.χ., σ.41-80.
15
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Κασσιανοῦ, τ.1, σ. 291· πρβλ. Α.
Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.99.
16
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 6-7, σ. 568.
401
ἀδελφοὶ φαγεῖν· καὶ ἐὰν παραμείνω εἰς τὴν αὔριον μήποτε τελευτήσῃ· πλὴν τοῦτο
ποιῶ, ὑπάγω καὶ οὐκ ἐσθίω· πληρώσας τὴν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ...»17.
Σέ περίπτωση πού κάποιος αἰσθάνεται νά μεροληπτεῖ (ἐμπάθεια) γιά ἕνα ζήτημα,
ὅταν συμβουλεύει: «συμφέρον ἦν αὐτῷ εἰπεῖν οὐκ οἶδα, καὶ ἑαυτὸν ἐλευθερῶσαι· εἰ
δὲ ἐλευθέρωται ἀπὸ πάθους οὐ κατακρίνει τινά· ἑαυτὸν δὲ αἰτιώμενος λέγει· φύσει
ἐγώ ἀσύστροφός εἰμι, καὶ τάχα οὐ συμφέρει σοι· καὶ ἐὰν ὁ ἐρωτῶν συνετός, οὐκ
ἔτι ὑπάγει πρὸς ἐκεῖνον τὸν ἄνδρα περὶ οὗ ἠρώτησε τὸν γέροντα· οὐ γὰρ διὰ
κακίαν εἶπεν ὁ γέρων, ἀλλ' ἵνα τὸ μὴ αὐξηθῇ κακόν· τοὐτέστι, προνοούμενος τῆς
τοῦ ἐρωτήσαντος σωτηρίας ἐλάλησε, διὸ καὶ δυνατός ἐστιν ὁ λόγος πληροφορῆ-
σαι τὸν ἀκούοντα· εἴ γε κἀκεῖνος συνετὸς ὤν ἐν πίστει δέχεται, καὶ τῆς πληροφο-
ρίας αἰσθανθεὶς τὸ συμβουλευθὲν ἐκπληροῖ.»18.
Μεταξύ τῶν Γερόντων-συμβούλων παρατηρεῖται ἀλληλεγγύη καί σεβασμός. Ὁ
ἀββᾶς Ποιμένας δέχεται καί τήν ἄποψη ἄλλου μοναχοῦ, πού ἔχει ρωτήσει ὁ ἴδιος
ἀδελφός, γιά τό θέμα του· μάλιστα ἐξυψώνει τήν ἄποψη τοῦ ἄλλου, καθώς μέ βάση
αὐτή, προχωρεῖ πιό πέρα δίνοντας πιό συγκεκριμένες καί σαφεῖς ὁδηγίες. Τό
ἐρώτημα εἶναι ἀντιμετώπιση λογισμοῦ πορνείας· ἡ ἀπάντηση τοῦ ἀββᾶ Ποιμένος
εἶναι: «ἐὰν κρατήσῃ μοναχὸς τὴν κοιλίαν καὶ τὴν δόξαν καὶ τὴν ξενιτείαν, θάρσει
οὐκ ἀποθνήσκει», σέ σχέση μέ τήν ἀπάντηση τοῦ ἄλλου Γέροντα πού ἦταν: «οὐκ
ὀφείλεις ἐάσαι αὐτὴν χρονίζει ἐπὶ σέ·»19· ὁ ἀββᾶς Ποιμήν: «οὐδέποτε ἤθελε δοῦναι
τὸν λόγον αὐτοῦ ἐπάνω ρήματος ἄλλου γέροντος, ἀλλὰ μᾶλλον κατὰ πάντα ἐπήνει
αὐτόν.»20.
Ἡ ἀρχή τῆς ἐξατομίκευσης21, τηρεῖται στή συμβουλευτική τῶν Γερόντων.
Λαμβάνεται ὑπ' ὄψη ἀπό τόν Γέροντα ἡ μοναδικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου, μέ τίς
φυσικές καταβολές του, τόν παράγοντα κληρονομικότητας, τήν ἡλικία, τά φυσικά καί
ἐπίκτητα προσόντα του, τά τάλαντά του, τίς ἀρετές του, τίς ἀδυναμίες του, τό
πνευματικό καί μορφωτικό του ἐπίπεδο, τό ἀξίωμα πού τυχόν κατέχει, τίς βιοτικές
του συνθῆκες, τά κίνητρα τῶν λόγων καί τῶν ἔργων του. Ἀνάλογα μέ τό
χαρακτήρα τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς του. Βάσει τῶν δυνατοτήτων
17
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λβ’,114.
18
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.32, σ.48.
19
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ξβ’, σ.91.
20
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρε’, σ.95.
21
Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατ' ἐπιτομήν, σγ’, P.G. 31, 1140Α: ... ὅτι οὐκ ἔστιν ἕν μέτρον τοῖς πᾶσι.
402
22
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.16· πρβλ. Β. Γιαννακοπούλου,
Συμβουλευτική Ποιμαντική, Ἀθήνα 2005, σ. 69.
23
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.20.
24
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 206, σ.241.
25
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.53.
26
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.74.
27
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.118.
403
ἔδωκα αὐτῷ προθυμίαν εἰς τὴν προκοπὴν τῆς ἀγάπης· νῦν δὲ ἀπῆλθε λυπούμενος
καὶ πάλιν τὸ αὐτὸ ποιεῖ.»28.
Ὁ καλός συμβουλος καί ψυχολόγος ψάχνει πάντα πίσω ἀπό τίς καταστάσεις, τά
κίνητρα πού ὁδηγοῦν σ' αὐτές. Ὑπεύθυνος γιά τήν ἐκτέλεση μιᾶς ἐνέργειας πού
φανερώνει πάθος δέν εἶναι τό ἐκτελεστικό ὄργανο (αὐτουργός), ἀλλά ὁ ἠθικός
αὐτουργός, δηλ. αὐτός πού συνετέλεσε στή διαμόρφωση σκέψης ἔτσι ὥστε νά
ἐπιτελεστεῖ ἡ ἐνέργεια. Παραδειγματικά ἀναφέρεται τό περιστατικό διηγήσεως
γεμίσματος καλαθιοῦ ἀπό μαθητή τοῦ ἀββᾶ Θεοδώρου Φέρμης μέ ἀκάθαρτο σιτάρι
ἀντί καθαροῦ, ἐπειδή ὑποβόσκει τό πάθος τῆς φιλαργυρίας29.
Στά μέτρα τῆς ἀνθρώπινης σκληροκαρδίας, ὁ καλός σύμβουλος ἔρχεται νά
ἀντιπαραβάλλει τήν ἐπιείκεια. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος, γιά τόν ἀδελφό κοινοβίου πού
ἁμάρτησε ἀλλά μετανόησε κοντά του καί ὅταν γίνεται καλά τόν στέλνει πίσω στή
μονή του καί οἱ μοναχοί δέν τόν δέχονται, τούς λέει: «πλοῖον ἐναυάγησεν ἐν τῷ
πελάγει καὶ ἀπώλεσε τὸν γόμον καὶ μετὰ καμάτου ἐσώθη ἐπὶ τὴν γῆν· ὑμεῖς δὲ τὰ
σωθέντα ἐπὶ τὴν γῆν θέλετε καταποντίσαι·»30.
Μέσα ἀπό τό λάθος μαθαίνει κανείς. Ὑπόκειται βέβαια στή διάκριση τοῦ
συμβούλου γιά τίς δυνατότητες τοῦ συμβουλευόμενου ἄν μπορεῖ ν' ἀντιδράσει καί
νά διορθωθεῖ: «ἡμέρας γενομένης μαθὼν ὁ ὁδηγῶν αὐτοὺς ὅτι ἐπλανήθησαν τὴν
ὁδόν, λέγει αὐτοῖς· συγχωρήσατέ μοι ὅτι ἐπλανήθην· καὶ εἶπον πάντες· καὶ ἡμεῖς
ἤδειμεν ἀλλὰ ἐσιωπήσαμεν· ὁ δὲ ἀκούσας ἐθαύμασε, λέγων, ὅτι ἕως θανάτου
ἐγκρατεύονται οἱ ἀδελφοὶ τοῦ μὴ λαλεῖν·»31.
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις καταγράφονται διαβαθμίσεις καί στάδια νουθεσίας:
«...ὁ Πατριάρχης (Γεννάδιος) προσπάθησε νὰ νουθετήσει τὸν ἱερέα καὶ ἀναγνώστη
Χαρίσιο, ποὺ ἀσχολεῖτο μὲ φόνους καὶ μαγεῖες. Καθὼς λοιπὸν δὲν τὸν ὠφέλησε
καθόλου μὲ τὴν νουθεσία, ἐπέτρεψε καὶ τὸν τιμώρησε πατρικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά.».
Καί ἐπειδή αὐτός συνέχιζε, ἔστειλε ἀποκρισάριο στόν ναό τοῦ Ἁγίου Ἐλευθέριου,
πού ἦταν ἀναγνώστης ὁ Χαρίσιος, νά παρακαλέσει ἐκ μέρους του τό Θεό, ἤ νά τὸν
28
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ποιμένος, κβ’, σ.88.
29
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κβ’, σ.40.
30
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κ’, σ.3.
31
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σισώη, λ’, σ.113.
404
διορθώσει ἤ νά τόν ἀποκόψει. «Καὶ τὴν ἄλλη μέρα βρέθηκε μὲ τοὺς νεκροὺς ὁ
ἐργάτης τῶν κακῶν.»32.
Ἄλλοτε πάλι ἀφοῦ διαγνωσθεῖ ἡ πάθηση, δίνεται ἀγωγή (εἴτε αὐστηρή, εἴτε
ἐλαστική) πού στηρίζεται στή διάκριση τοῦ Γέροντα μέ ἀπώτερο στόχο τή θεραπεία.
Γιά τόν μοναχό Ἀβράμιο διήγηση ἀναφέρει: «Ὃν οἱ πατέρες διαχωρίσαντες τῆς
ἐρήμου, καὶ ἐπὶ τὸ παχύτερον καὶ ἀδιαφορώτερον ἀγάγοντες βίον, ἀπεθεράπευσαν
τῆς ὑπερηφανίας, εἰς γνῶσιν αὐτὸν ἀναγόντες τῆς οἰκείας ἀσθενείας παιχθέντα
ὑπὸ τοῦ δαίμονος.»33.
Τά κλιμακωτά στάδια θεραπείας, ἀπό τά πιό ἀνώδυνα στά πιό ἐπώδυνα καί
πάντα μέ διάκριση, σκιαγραφοῦνται στήν περίπτωση τοῦ Οὐάλη: «Ὃς ἐπὶ τοσοῦτον
ἤλασεν ὑπερηφανίας ὡς ὑπὸ δαιμόνων ἀπατηθῆναι... ὡς ἀγγέλων αὐτῷ συντυγχα-
νόντων ... ὡς καὶ τῆς κοινωνίας τῶν μυστηρίων αὐτὸν καταφρονῆσαι»· καί μή
δεχόμενος δῶρο (φροῦτα) πού τοῦ ἔστειλε ὁ Ἅγιος Μακάριος εἶπε: «Ἄπελθε καὶ
εἰπὲ Μακαρίῳ. Οὐκ εἰμί σου χείρων, ἵνα σὺ ἐμοὶ εὐλογίαν πέμψῃς... Ἐγὼ κοινωνίας
χρείαν οὐκ ἔχω· τὸν γὰρ Χριστὸν ἑώρακα σήμερον.»34.
α) Παραινετική ἐπίσκεψη Μακαρίου. ∆έν προσεβλήθη ὁ Γέροντας ἀπό τήν μή
ἀποδοχή δώρου, ἀλλά κατάλαβε ὅτι ὑπάρχει πρόβλημα καί προστρέχει στόν
«ἀσθενούντα» γιά νά κάνει «διάγνωση» τῆς παθήσεως: «Οὐάλη, ἐνεπαίχθης·
παῦσαι. Καὶ ὡς οὐκ ἤκουσεν αὐτοῦ τῶν παραινέσεων ἀνεχώρησε.».
β) «Τότε δήσαντες αὐτὸν οἱ Πατέρες καὶ σιδηρώσαντες ἐπὶ ἔτος ἓν ἀπεθεράπευσαν,
εὐχαῖς καὶ ἀδιαφορίᾳ καὶ ἀπραγοτέρῳ βίῳ τὸ οἴημα αὐτοῦ καθελόντες, καὶ ὡς
λέγεται· Τὰ ἐνάντια τοῖς ἐναντίοις ἰάματα.».
Ἡ ἀγωγή τῆς θεραπείας μπορεῖ ν' ἀλλάζει ἀναλόγως τῶν νέων δεδομένων
κατά τήν πορεία. Σέ διήγηση τοῦ Βαρσανουφίου γίνεται παραδειγματική χρήση
γραφῶν μέ τήν ἱστορία τοῦ προφήτη Ἠσαΐα καί τοῦ βασιλιά Ἐζεκία· ἀρχικά ὁ
προφήτης διεμήνυσε στό βασιλιά ὅτι θά πεθάνει ἀλλά λόγῳ ἀλλαγῆς
συμπεριφορᾶς τοῦ Ἐζεκία ὁ ἴδιος προφήτης τοῦ λέει, ὅτι ὁ Θεός τοῦ προσέθεσε
ἄλλα δεκαπέντε ἔτη ζωῆς35.
32
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.145, σ.159.
33
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Ἀβραμίου, τ.2, σ. 34.
34
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.154-156.
35
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, παρ.3, σ. 295.
405
Προτεραιότητα στή θεραπεία ἔχει πάντοτε αὐτός πού τήν ἔχει ἄμεση ἀνάγκη· γι'
αὐτό καί ὁ Γέροντας (σύμβουλος) πρέπει νά διαθέτει διάκριση: «Οὐ χρείαν ἔχουσιν
οἱ ὑγιαίνοντες ἰατροῦ ἀλλ' οἱ κακῶς ἔχοντες»36.
Ὁ Παλλάδιος μιλοῦσε μέ τόν Γέροντα Ἰωάννη τόν ἐν Λυκῷ· ἐκείνη τή στιγμή
εἰσέρχεται στόν προθάλαμο ὁ Ἀλύπιος καί ὁ Γέροντας τόν ἄφησε γρήγορα γιά νά
πάει νά μιλήσει μαζί του. Ἡ συνομιλία παρατάθηκε καί ὁ Παλλάδιος: «...σιανθεὶς τὴν
διάνοιαν ἐσκεπτόμην ἀναχωρῆσαι καταφρονήσας αὐτοῦ». Ὅταν ὁ Γέροντας γυρίζει
κοντά του, τοῦ λέγει: «...σὲ ὅτε θέλω εὑρίσκω, καὶ σὺ ἐμέ. Καὶ ἐὰν μὴ ἐγὼ σέ
παρακαλέσω, ἄλλοι σε ἀδελφοί παρακαλοῦσι καὶ ἄλλοι πατέρες. Οὗτος δέ ἐστιν
ἐκδεδόμενος τῷ διαβόλῳ διὰ τῶν κοσμικῶν πραγμάτων καὶ βραχεῖαν ἀναπνεύσας
ὥραν, ὡς δραπετεύσας οἰκέτης δεσπότην παρεγένετο ὠφεληθῆναι· ἄτοπον οὖν ἦν
καταλείψαντας αὐτόν σοὶ προσδιατρίψαι, σοῦ ἀδιαλείπτως τῇ σωτηρίᾳ σχολάζο-
ντος.»37.
Τό ἐνδιαφέρον τῶν Γερόντων ἑστιάζεται εἰδικά στόν ἀσθενή σέ σχέση μέ τόν ὑγιή.
∆ιήγηση ἀναφέρει γιά Γέροντα: «Εἶχε δέκα μαθητές, ἕνας ὅμως ἀμελοῦσε πολὺ γιὰ
τὴν ψυχή του... αὐτὸν νουθετοῦσε καὶ παρακαλοῦσε...»38.
36
Λουκ. ε’, 31.
37
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Ἰωάννου τοῦ ἐν Λυκῷ τῇ πόλει, τ.1, σ.188.
38
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.44, σ.53.
406
39
πρβλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ.355.
40
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2, σ.540.
407
ἀπέλθετε· μὴ χωρισθῆτε ἀπ' ἀλλήλων, ἀλλ' ἢ εἰς τὴν κέλλαν ὑμῶν εἰς ἣν
ἐχρονίσατε. Ἤδη γὰρ ἀποστέλλει ὁ θεὸς ἐφ' ὑμᾶς.»41.
Σέ ἄλλη διήγηση παραπλήσιου γεγονότος, σχετικά μέ τόν συμβουλευόμενο,
κατεγράφησαν οἱ ἀρνητικές συνέπειες, καθώς τό δρῶν πρόσωπο δέν ἔπραξε
σύμφωνα μέ τή συμβουλή πού τοῦ δόθηκε: «ὁ δὲ μοναχὸς εἶπεν αὐτῷ. δὸς δόξαν
τῷ Θεῷ ἀδελφέ, ὅτι ἠξιώθης νὰ λάβης τοιαύτην διδασκαλίαν, καὶ λοιπὸν ξύπνησον
ἀγαπητέ, μήπως καὶ ἐσὺ πάθῃς τὰ ὅμοια ἐκείνου, περὶ τοῦ ὁποίου θέλω σοι
διηγηθῆ.»42.
Πολλές φορές ὁ Γέροντας ἀφήνει τόν μαθητή νά φύγει αἰσθανόμενος μή
ὠφελημένος (τοῦ δίνει χρόνο νά σκεφτεῖ) καί στή συνέχεια τόν ξανακαλεῖ κοντά
του πρός οἰκοδόμηση43.
Σέ διήγηση καταγράφεται ἄλλη ἐρώτηση νά κάνει ὁ συμβουλευόμενος καί γιά
ἄλλο θέμα νά παίρνει ἀπάντηση ἀπό τόν Γέροντα· αὐτό ἀποτελεῖ αἰτία τοῦ
διορατικοῦ χαρίσματος τοῦ Γέροντα πού καταλαβαίνει καί ἀποκρυπτογραφεῖ αὐτά
πού θέλει πραγματικά νά ρωτήσει καί νά μάθει ὁ συμβουλευόμενος γιά νά
θεραπεύσει τήν ψυχή του: μοναχός ρωτᾶ γιά τό τί πρέπει νά κάνει μέ ἀδελφό πού
πόρνευε κι ἄλλον πού εἶχε κάνει ὅρκο μαζί του, καί ἡ ἀπάντηση ἦταν: «...μὴν
ἀναχωρήσεις καὶ ἀποσχιστεῖς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία... καὶ ὑπάρχει κάποιος γέροντας μὲ
τὸ ὄνομα Πατρίκιος... καὶ λέει καὶ αὐτὸς τὴν εὐχὴ τῆς προσκομιδῆς καὶ δική του
λογίζεται ἡ ἁγία ἀναφορά.». Στοιχεῖα δεδομένα τῆς διήγησης ἀποτελοῦν ὅτι ὁ
συμβουλευόμενος ἦταν σκανδαλισμένος μέ τόν ἐπίσκοπο Ἱεροσολύμων Μακάριο
στόν ὁποῖο ἀνῆκε τό κοινόβιό του καί ἀπέφευγε νά ἔρθει σέ μυστηριακή κοινωνία
μαζί του44.
δ) ∆εξιότητες διευκρίνισης: Ὁ σύμβουλος διευκρινίζει ὅσα λέει ὁ συμβουλευό-
μενος χρησιμοποιώντας ἐνθάρρυνση. Μή λεκτικοί τρόποι ἐνθάρρυνσης: κλίσεις
κεφαλιοῦ, χειρονομίες, σιωπή. Λεκτικοί τρόποι ἐνθάρρυνσης: σύντομες ἐκφράσεις,
παράφραση (ἀνατροφοδότηση τοῦ συμβουλευόμενου μέ τήν οὐσία ὅσων εἶπε,
41
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.134· πρβ. Α. Σταυρόπουλου, Μνήμη καί λήθη στή Θεία
Λειτουργία, σ. 71.
42
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.247.
43
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Σισώη, ιθ’, σ.112 καί Ρωμαίου, α’, σ.108.
44
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.96, σ.106.
408
45
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Εὐλογίου καί τοῦ λελωβημένου, τ.1, σ.132.
46
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Παύλου τοῦ ἁπλοῦ, τ.1, σ.144.
47
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί τῷ ἐν Ἀντινόῳ, τ.2, σ.44.
409
Ὁ ἀββᾶς Ἀννούβ πάλι, ὅταν ρωτήθηκε γιά κάτι, εἶπε: «...πρὸς τὸν ἀδελφὸν Ποιμένα
ὑπάγετε, ὅτι αὐτὸς ἔχει τοῦ λόγου τὸ χάρισμα.»48.
στ) Ἡ ἐποπτεία. Ἡ ἀντίληψη τῆς ἐξωτερικῆς πραγματικότητας μέ τίς αἰσθήσεις, καί
ὄχι μόνο τῆς ὅρασης, συνιστοῦν τήν ἐξωτερική ἐποπτεία. Ὁ Μέγας Ἰωάννης ὅταν
μαθαίνει ὅτι ὁ προστατευόμενος του, πού τόν εἶχε ἐμπιστευθεῖ στόν ἐπίσκοπο
Πάτμου, ἔχει γίνει ἀρχηγός ληστῶν, ἐπιστρέφει ἄμεσα στό νησί καί ἀφοῦ ἐπιτιμᾶ
τόν ἐπίσκοπο (διαφοροποίηση ἀνθρωπίνων συμπεριφορῶν πού ἀσκοῦν ποιμαντικό
ἔργο), ζητᾶ ἕνα ἄλογο γιά νά πάει νά τόν βρεῖ: «...καὶ ἡγεμὼν δεδόσθω μοι τῆς
ὁδοῦ καὶ αὐτίκα ἐπιβάς, ἤλαυνεν ὅλαις ἡνίαις, τὸ τοῦ ἵππου τάχος πρὸς τὴν αὐτοῦ
σπουδὴν μηδὲν εἶναι οἰόμενος». Ἡ πατρική ἀγωνία νά φτάσει ὅσο τό δυνατόν πιό
γρήγορα στό παιδί του πού πάσχει, διαγράφεται ξεκάθαρα. Συλλαμβάνεται ἀπό
τούς ληστές καί ζητάει νά τόν ὁδηγήσουν στόν ἀρχηγό τους. Ἐκεῖνος βλέποντας
ποιός εἶναι ὁ αἰχμάλωτος (σκηνή ἀναγνώρισης) ἀπό ντροπή φεύγει σέ βαθύτερα
κρησφύγετα. Ὁ Ἰωάννης παρά τήν παράμετρο τῶν γηρατειῶν του, τόν ἀκολουθεῖ (ὁ
σύμβουλος προστρέχει στόν ἔχοντα ἀνάγκη καί ὄχι ὁ ἔχων ἀνάγκη στόν
σύμβουλο). Ὁ λόγος του δέν εἶναι αὐστηρός οὔτε ἐλεγκτικός ἀλλά στοργικός,
γεμάτος ἐλπίδα σωτηρίας: «τί με, τέκνον, εἶπε, τὸν πατέρα φεύγεις τὸν σόν;
αἰδέσθητι τὴν ἐμὴν πολιάν· τὸ τῆς σῆς ἡλικίας ἄνθος ἐλέησον· ζωῆς ἐλπὶς ἔτι σοι
περιλέλειπται· ἐγώ τὸν ὑπὲρ σοῦ λόγον ὑφέξω· στῆθι κατὰ χώραν, τέκνον, Χριστὸς
ἀπέσταλκέ με πρὸς σέ. Τούτων ἀκούσας ὁ νεανίσκος, πρῶτα μὲν ἔστη, τῷ ἐδάφει
ἀτενὲς ἑνορῶν, μηδὲ ἀνανεῦσαι ὑπὸ τῆς αἰδοῦς δυνάμενος, εἶτα δίδωσι τὰ ὅπλα τῇ
γῇ· καὶ οἰκτρόν τι καὶ περιπαθὲς ἀνοδύρεται· καί προσελθόντα περιβάλλει τὸν
Γέροντα· ποίων μὲν διὰ τὰς οἰμωγάς, ποίων δὲ διὰ τὰ θερμὰ δάκρυα στεναγμῶν
καὶ θρήνων οὐκ ἄξιος; Ὁ δέ, οἷα πατὴρ φιλοστοργότατος καὶ εὐσπλαχνικώτατος,
ἐγγυᾶται τῷ νεανίσκῳ τὴν ἄφεσιν· ἵλεων ὑπισχνεῖται τὸν ∆ικαστήν· καὶ τῆς δεξιᾶς
λαβόμενος καταφιλεῖ, καὶ πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν ἐπανάγει τὸν νεανίσκον.»49.
Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ τονίζει τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἐποπτείας γιά τούς ἀρχαρίους:
«Καὶ ἡμεῖς οὖν μὴ ἐκκακῶμεν (λυποψυχοῦμε) τοὺς ὑφ' ἡμᾶς παιδεύοντες,
νουθετοῦντες, παρακαλοῦντες, ἐπιτιμῶντες, ἐλέγχοντες, πᾶσαν σπουδὴν καὶ
ἐπιμέλειαν ἐνδεικνυόμενοι, ἵνα βοηθείᾳ Θεοῦ δυνηθῶμεν ἐξ ἀναξίου ἐξαγαγεῖν
48
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρη’, σ.95.
49
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.606.
410
τίμιον καὶ τῆς ὑπερφυοῦς δόξης ἀξιωθῶμεν. Γνωστὸν δὲ ἔστω ὑμῖν ὅτι εἴ τις ὑμῶν
οὐχ ὑπετάγη μειζοτέρῳ καθὼς χρή, δεῖ αὐτὸν ἀσθένειαν ἀρχαρίου βαστάζειν, ἵνα
διὰ τούτου τοῦ πόνου ἀνασώσῃ κόπους τοῦ παρελθόντος χρόνου.»50.
Ἡ ἐσωτερική ἤ ἔμμεση ἐποπτεία δημιουργεῖται ἀπό τή λειτουργία τῆς ἀνάμνησης
καί τῆς φαντασίας μέσῳ τῆς μετοχῆς στόν ἀφηγηματικό λόγο τοῦ συμβούλου-
διδάσκοντος μέ συνειρμικές ἀνακλήσεις γεγονότων, βιωμάτων καί πείρας ἀπό τήν
προσωπική τους ζωή. Οἱ Γέροντες συζητοῦν καί συμβουλεύονται τούς «χαρισματι-
κούς» Γέροντες γιά προβλήματα ἀδελφῶν, ὥστε νά ἔχουν μιά πιό ἐμπεριστατω-
μένη ἄποψη καί καθοδήγηση (συζήτηση μέ τούς πιό εἰδικούς τῶν συναφῶν
θεμάτων, χρήση βιβλιογραφίας): «ἠρώτησεν ὁ Ἀββᾶς Τιμόθεος ὁ πρεσβύτερος τὸν
ἀββᾶν Ποιμένα λέγων· ὑπάρχει... καί εἶπεν ὁ ἀββᾶς Ποιμένας...»51.
Συμβάλλει τόσο στήν προετοιμασία ὅσο καί στήν ἄσκηση τοῦ συμβουλευόμενου.
Παραδειγματικά ἀναφέρεται ἡ διήγηση τοῦ ἀββᾶ Μωυσῆ γιά τόν ἀββά Ἀπολλώ καί
τήν ἀνάγκη ἐξαγορεύσεως λογισμῶν σέ «ἔμπειρους» Γέροντες. Ἐπίσης ἡ διήγηση
γιά τόν ἀββά Σεραπίωνα πού εἶχε ἐθιστεῖ νά κλέβει ὅποτε σηκώνονταν ἀπό τό
τραπέζι φαγητοῦ ἕνα παξιμάδι ἀπό τό Γέροντα του, ἀλλά ντρέπονταν νά τό
ὁμολογήσει. Καί ὅταν κατ' οἰκονομίαν Θεοῦ ἔρχονται ἀδελφοί στό Γέροντα πρός
ὠφέλειά τους, ἀκούει τό Γέροντα νά τούς λέει ὅτι τίποτε ἄλλο δέν βλάπτει τούς
μοναχούς καί δέν χαροποιεῖ τούς δαίμονες, ὅσο τό νά κρύβει κάποιος τούς
λογισμούς του ἀπό τούς πνευματικούς Πατέρες καί στή συνέχεια τούς μιλᾶ γιά τήν
ἐγκράτεια. Ὁ Σεραπίων σκέπτεται, ὅτι ὁ Θεός φανέρωσε στό Γέροντα τά
παραπτώματά του καί ἐρχόμενος σέ κατάνυξη, βγάζει ἀπό τόν κόρφο του τό
κλεμμένο παξιμάδι, πέφτει στό ἔδαφος καί ζητάει συγγνώμη γιά τά περασμένα,
ὑποσχόμενος ὅτι δέν θά τό ξανακάνει. Τότε ὁ Γέροντας τοῦ λέει: «Ὦ τέκνο, σὲ
ἐλευθέρωσε, καὶ χωρίς νὰ μιλήσω ἐγώ, ἡ ἐξομολόγησή σου, καὶ τὸν δαίμονα ποὺ
σὲ τραυμάτιζε μὲ τὴ σιωπή σου τὸν ἔσφαξες, αὐτὸν ποὺ σὲ κυρίευε μέχρι τώρα μὲ
τὴ θέλησή σου, καθὼς οὔτε ἀντίρρηση τοῦ ἔφερνες οὔτε τὸν ἔλεγχες. Στὸ ἑξῆς
δὲν θὰ ἔχει τόπο πλέον στὴν καρδιά σου, ἀφοῦ τὸν φανέρωσες.»52.
50
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.609.
51
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.122.
52
Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Κασσιανοῦ, Λόγος πρός τόν ἡγούμενο Λεόντιο γιά τούς ἁγίους
Πατέρες τῆς Σκήτης καί τή διάκριση, τ.Α΄, σ. 81-93· πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική
Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.92· γιά τόν ὅρο ἐποπτεία καί ἀπόψεις τῶν Comenius, Pestalozzi,
411
Kant, Rousseau πρβλ. Α. Βερτσέτη, ∆ιδακτική, τ. Α’, Γενική ∆ιδακτική, σ.172-175· Β.Ν. Τατάκη,
Παιδαγωγική, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1978, σ.122-123· «ὁ μύθος γίνεται τό ἐποπτικό ἐκεῖνο μέσο
πού κάνει δυνατή τήν οἰκειοποίηση τῆς ἀλήθειας, ὅταν δέν ἔχει ἡ νόηση ἱκανότητα γιά νά τήν
πλησιάσει», Ν. Γεωργοπούλου, Ὁ πλατωνικός μῦθος τῆς ∆ιοτίμας, Ἀθήνα 1989, σ.41.
53
Historia Monachorum in Aegypto, σ.101.
54
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.67, σ.72.
55
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.127, σ.140.
56
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.656.
57
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.504.
58
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.478.
59
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.122.
412
Ὁ Μέγας Ἰωάννης ὅταν μαθαίνει ὅτι ὁ προστατευόμενος του, πού τόν εἶχε
ἐμπιστευθεῖ στόν ἐπίσκοπο Πάτμου, ἔχει γίνει ἀρχηγός ληστῶν, ἐπιστρέφει ἄμεσα
στό νησί γιά νά πάρει τήν κατάσταση στά χέρια του60.
Ὁ ἀββᾶς Μακάριος δέν προσεβλήθη ἀπό τήν μή ἀποδοχή δώρου ἀπό τόν Οὐάλη,
ἀλλά κατάλαβε ὅτι ὑπάρχει πρόβλημα καί προστρέχει στόν «ἀσθενούντα»61.
ζ) ∆εξιότητα χειρισμοῦ συμπεριφορῶν καί καταστάσεων, ὥστε νά ἀποβοῦν
ὠφέλιμες. Προϋποθέτει τή διάκριση τοῦ Γέροντα.
Γίνεται χρήση τοῦ κατ' οἰκονομίαν ψεύδους: Τροποποίηση τοῦ λόγου ἐπίσκεψης
μοναχοῦ σέ ἀδελφό πού ἐγκατέλειψε τήν ὑπηρεσία του λόγῳ παγωνιᾶς. Ἡ
πραγματική αἰτία ἐπίσκεψης εἶναι νά ζητηθεῖ ἀπό τόν ἄρρωστο νά ἐπιστρέψει στήν
ἐργασία του ἐξαιτίας παραπόνων μερικῶν ἀδελφῶν· βλέποντας ὅμως ὁ μεσολα-
βητής ὅτι πραγματικά ἦταν ἄρρωστος, ἁπλά τοῦ λέει ὅτι ἦρθε ἐκ μέρους τῶν
ὑπολοίπων νά δεῖ τί κάνει καί νά μή στεναχωριέται, καθώς τήν ὑπηρεσία του θά τήν
καλύψουν οἱ ὑπόλοιποι. Αὐτό γίνεται ἀφορμή γιά ἀνάλογη ἀντιμετώπιση ἀπό τόν
ἄρρωστο: «μνησθείη ὑμῶν ἡ ἀγάπη· κἀγὼ ἤθελον συγκοπιάσαι ὑμῖν, ἀλλ' ἡ
ἀσθένειά μου ἐμποδίζει με», ὥστε νά μήν ὑπάρξει ἔρεισμα μετέπειτα διένεξης
ἀνάμεσα στούς ἀδελφούς62·
Σέ ἄλλη διήγηση Γέροντας ἄρρωστος, ζητάει ἀπό ἀδελφό νά μεσολαβήσει γιά νά
συμφιλιωθεῖ μέ ἄλλο Γέροντα πού εἶναι σέ ἔχθρα. Τό τέχνασμα τῆς ἀνταλλαγῆς
φρούτων ὡς δῶρα μεταξύ τῶν εὑρισκομένων σέ διένεξη, ἀποτελεῖ καί τή βάση τῆς
συνένωσής τους: «καὶ ἐφιλιώθησαν οἱ γέροντες διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς
τοῦ ἀδελφοῦ συνέσεως, ὃς συνήλασεν αὐτοὺς εἰς εἰρήνην διὰ τῶν τριῶν σύκων
καὶ ὀλίγων συκαμίνων, καὶ οὐκ ἔγνωσαν οἱ γέροντες, τί ἐποίησεν ὁ ἀδελφός.»63.
γ΄. Ὁ συμβουλευόμενος
60
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.606.
61
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.154.
62
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.554.
63
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.555.
413
64
Ἰω. Σιναΐτου, Κλῖμαξ, λόγος ∆’, Περί ὑπακοῆς, παρ. ζ’, σ.39· πρβλ. Β. Χριστοφορίδου, Πνευματική
πατρότης κατά Συμεών τόν Νέον Θεολόγον, σ. 118-138.
65
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κη’, σ.41.
66
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.237.
67
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.54.
68
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.266.
414
69
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.118.
70
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, δ’, σ.118.
71
Α’ Κοριν. 9,22.
72
Κατηχ. 20, 80-87.
415
73
πρβλ. Βαρ. Γιαννακοπούλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική, σ.81-83.
74
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.285.
75
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.287.
76
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.285.
77
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.289.
78
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.268.
416
συμπεράσματα: «καὶ οὐκ εἶπεν αὐτῷ τὴν πρᾶξιν, ἀλλὰ μόνον τὸν λογισμόν.»79.
Κάθε πάθηση ἔχει ἰδιαίτερη θεραπευτική ἀγωγή. Γι’ αὐτό ἀποτελεῖ καί προϋπόθεση
γιά τήν θεραπεία ἡ ἀκριβής καί εἰλικρινής περιγραφή τῆς παθήσεως στόν θεράπο-
ντα. Ἀββᾶς προτρέπει: «...πές μου μὲ εἰλικρίνεια τὶς πράξεις σου, γιὰ νὰ προσφέρω
κι ἐγὼ τ' ἀνάλογα ἐπιτίμια. Γιατὶ ἀλλιῶς θεραπεύεται ὁ πόρνος καὶ διαφορετικὰ ὁ
φονιὰς κι ἀλλιῶς ὁ μάγος κι ἄλλο εἶναι τοῦ πλεονέκτη τὸ βοήθημα.»80.
ε) Ἡ ἀμοιβαία διάθεση συνεργασίας καί ἐμπιστοσύνης θεωρεῖται δεδομένη. Ὁ
συμβουλευόμενος πρέπει: «καὶ ταῖς αὐτοῦ θεραπείαις μὴ ἀντιλέγειν, ἀλλ' εὐχαρί-
στως δέχεσθαι ταύτας.»81.
στ) Ὁ Μέγας Βαρσανούφιος τονίζει ὅτι ὁ συμβουλευόμενος πρέπει νά εἶναι σέ
θέση νά κρίνει αὐτά πού τοῦ δίνονται καί νά τά διαχειρίζεται πρός τό συμφέρον
του, κάνοντας συγχρόνως μία διαβάθμιση τῶν ἐννοιῶν συμβουλή καί ἐντολή: «οὐ
πάσας, ἀλλὰ τὰς κατ' ἐντολὴν αὐτῷ παρεχομένας· ἄλλο γάρ ἐστιν ἁπλῆ κατὰ Θεὸν
συμβουλή, καὶ ἄλλο ἐντολή· ἡ μὲν γὰρ συμβουλή, νουθεσία ἐστὶ χωρὶς ἀνάγκης,
δεικνύουσα τῷ ἀνθρώπῳ τὴν εὐθεῖαν ὁδὸν τῆς ζωῆς· ἡ δὲ ἐντολή, ὡς ζυγὸς
ἐπιτίθεται, καὶ ἀπαραίτητον ἀπαιτεῖ τὴν βασταγὴν καὶ ἐργασίαν... ἐὰν δὲ μὴ θελήσῃς
ποιῆσαι ὃ ἤκουσας (σέ θέμα συμβουλῆς), οὐκ ἔδοξας μὲν παραβαίνειν ἐντολήν,
οὐδὲ γὰρ κατὰ ἐντολὴν αὐτὸ ἔλαβες, ἀλλ' ἔδοξέ σοι παριδεῖν τὸ συμφέρον·»82.
Οἱ συμβουλές καί οἱ διδασκαλίες πρέπει ἀπό τόν μαθητευόμενο νά ἀποκωδικο-
ποιοῦνται μέ κριτήρια ἀντικειμενικά καί κριτικό πνεῦμα καί ὄχι ὑποκειμενικά βάσει
τῶν μέτρων τοῦ καθενός. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Γέροντα Σαρματᾶ: «ὅτε πεινᾶς φάγε· ὅτε
διψᾶς, πίε· ὅτε νυστάζεις κοιμῶ» δέν εἶναι κυριολεκτική, ἀλλά: «ὅταν πεινᾶς τόνῳ
καὶ διψήσῃς ἕως μηκέτι δυνηθῆς, φάγε τότε καὶ πίε· καὶ ὅταν ἀγρυπνήσῃς πάνυ πολὺ
καὶ νυστάξης, κοιμῶ·»83.
ζ) Ὁ συμβουλευόμενος πρέπει νά συγκεκριμενοποιεῖ τό πρόβλημά του: «οὐ χρὴ
περὶ πάντων ἐρωτᾶν τῶν φυομένων λογισμῶν· παρερχόμενοι γάρ εἰσι· ἀλλὰ περὶ
τῶν μενόντων καὶ πολεμούντων·»84.
79
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.285.
80
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.78, σ.86.
81
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.292.
82
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.297.
83
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.117.
84
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, σ. 310.
417
85
Παροιμ. κδ’,16.
86
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, σ.298.
87
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, σ.298.
88
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, σ.299.
89
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βαρσανουφίου, τ.1, σ.296.
90
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ.Β’, σκδ’, σ.17.
418
91
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Παφνουτίου, δ’, σ.106.
92
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.117, σ.131.
93
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.232.
419
Γιά τόν Ρότζερς τό μόνο ἔμφυτο στόν ἄνθρωπο ἔνστικτο, ἐκτός ἀπό τήν
ἱκανοποίηση τῶν βιολογικῶν του ἀναγκῶν εἶναι ἡ ὁρμή του πρός τήν
αὐτοπραγμάτωση· ἀντανακλᾶ τήν ἀνάγκη του ν' ἀναπτυχθεῖ καί νά ἐπεκτείνει τήν
ἐμπειρία του μέ περιπλοκότερους καί δημιουργικότερους τρόπους καθώς ὡριμάζει.
Ἡ πραγματικότητα τοῦ ἀτόμου δημιουργεῖται ἀπό τίς ἀντιλήψεις τῆς πραγματικότητας
πού ἐπηρεάζει τή συμπεριφορά του, ἀλλά δέν εἶναι κατ' ἀνάγκη αὐτό πού εἶναι
ἀλήθεια, ἀλλά «αὐτό πού νομίζει ὅτι εἶναι ἀλήθεια». Ἔτσι ὁρμᾶται νά πραγματώσει
τόν ἑαυτό του σύμφωνα μέ τήν παραγματικότητα πού ἀντιλαμβάνεται καί ἐπειδή
ὑπάρχει μία ποικιλία τρόπων συμπεριφορᾶς, τό ἄτομο εἶναι ἐλεύθερο νά διαλέξει
ἀνάμεσα σέ ἐναλλακτικές λύσεις καί συνέπειες πού εἶναι προσιτές στήν ἀντίληψή
του. Ὅταν μία ἐμπειρία ἐκτιμηθεῖ σέ ἀλληλοεπίδραση μέ τό περιβάλλον σάν
κατάλληλη (θετική ἐκτίμηση), τό ἄτομο τείνει νά τήν ξαναεπιδιώξει· ἐνῶ ἄν ἐκτιμηθεῖ
94
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 122.
95
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 14.
96
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.137, σ.151.
97
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.96, σ.106.
420
σάν ἀκατάλληλη (ἀρνητική ἐκτίμηση), δέν πρόκειται νά τήν ξαναεπιδιώξει καί θ'
ἀποφύγει τίς μορφές συμπεριφορᾶς πού συνδέονται μαζί της.
Ὅταν οἱ αὐτοεμπειρίες γίνονται πηγές ἀρνητικῆς αὐτοεκτίμησης, ἔρχονται σέ
σύγκρουση μέ τήν ἀνάγκη τοῦ ἀτόμου γιά θετική αὐτοεκτίμηση καί τότε
ἀναπτύσσονται συνθῆκες ἀξίας πού ἀποτελοῦν προστατευτικούς μηχανισμούς τῆς
αὐτοπραγμάτωσης. Ἡ σύγκρουση ἀνάμεσα στήν αὐτοεμπειρία πού ἔχει ἐσωτερικά
κίνητρα, καί στίς ἐξωτερικά ἀποκτημένες συνθῆκες ἀξίας (ἀποκτήθηκαν ἀπό τήν
ἀρνητική ἐκτίμηση τῶν ἄλλων μέσα στήν κοινωνία), ὁδηγοῦν στήν ἐμπειρία τοῦ
ἄγχους πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ ἀντίδραση καί ἡ ἀντίσταση98 τοῦ ἀτόμου
στήν ἀπειλή νά ἐπικρατήσουν οἱ ἀληθινές αὐτοπραγματωτικές ἐμπειρίες πάνω στίς
παραμορφωμένες καί νά συμβολιστοῦν μέ ἀκρίβεια στή συνείδησή του99.
Ἡ ἀδυναμία τοῦ Ἐγώ100 νά ἐλέγχει τήν ἔκφραση τῶν ὁρμῶν τοῦ Ἐκείνου καί ἡ
κριτική πού δέχεται ἀπό τό Ὑπερεγώ, ὁδηγοῦν συχνά σέ συμπτώματα ἄγχους στόν
ἄνθρωπο· γιά ν' ἀποφευχθοῦν ἀναπτύσσονται διάφοροι μηχανισμοί πού βοηθοῦν
στό ν' ἀποκατασταθεῖ ἡ ἰσορροπία μεταξύ αὐτῶν τῶν τριῶν ἐπιπέδων τῆς προσωπι-
κότητας, πού ἀποκαλοῦνται μηχανισμοί ἄμυνας101.
98
πρβλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ.113· ἀντιστάσεις εἶναι ὅλες οἱ
ἐσωτερικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου πού ἀνθίστανται στό νά γίνουν συνειδητές οἱ ἀσυνείδητες
σκέψεις καί ἐπιθυμίες του· γιά νά ξεπεραστοῦν αὐτές οἱ καταστάσεις πού δημιουργοῦν ἐνοχές,
ἄγχος, ντροπή, ὁ ψυχοθεραπευτής θά χρησιμοποιήσει (τεχνικές) ὅπως τή κατά πρόσωπο
ἀντιμετώπιση, τή διευκρίνηση, τήν ἑρμηνεία καί τή θεραπευτική ἐπεξεγασία.
99
Τ. Κίρναν, Ψυχοθεραπεία. Θεωρίες καί πρακτικές ἀπό τόν Φρόυντ μέχρι σήμερα, ἐκδ. Ἐπίκουρος,
Ἀθήνα 1977, σ. 219-223.
100
Γιά τό Ἐγώ, Ἐκεῖνο, Ὑπερεγώ βλ. Γ. Κρουσταλλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση πορεία ζωῆς. Θεωρία καί
πράξη τῆς ἀγωγῆς τοῦ νέου ἀνθρώπου, Ἀθήνα 20046, σ. 223-232· Σ. Φρόϋντ, Εἰσαγωγή στήν
Ψυχανάλυση, ἐκδ. Γκοβόστης, μτφρ. Α. Πάγκαλος, χχ.· Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία,
σ. 582-586.
101
Γνωστοί μηχανισμοί ἄμυνας εἶναι:
Ἐκλογίκευση ἤ αὐτοδικαίωση: τό ἄτομο δίνει ἐσφαλμένες ἀλλά κοινωνικά ἀποδεκτές ἑρμηνεῖες
γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀμφισβητήσιμη συμπεριφορά του.
Προβολή: τό ἄτομο κατηγορεῖ ἄλλους γιά προσωπικές ἀτέλειες ἤ ἀδυναμίες ἤ ἀποδίδει σέ
ἄλλους τίς μή-ἀποδεκτές προσωπικές του ἐπιθυμίες ἤ ὁρμές.
Παλινδρόμηση: γιά ἀποφυγή προβλημάτων ἤ γιά κερδίσει τή συμπάθεια τῶν ἄλλων ὁ ἄνθρωπος
ὑποχωρεῖ σέ προηγούμενη πιο παιδική συμπεριφορά.
Ἀπώθηση: προσπάθεια τοῦ Ἐγώ νά κρατήσει τίς ἀνεπιθύμητες παρορμήσεις τοῦ Ἐκείνου νά
φτάσουν στή συνείδηση. Ἡ ἀπώθηση διαφέρει ἀπό τήν καταστολή πού πρόκειται γιά συνειδητή
προσπάθεια τοῦ ἀτόμου νά ξεχάσει κάτι.
Ὑπεραναπλήρωση ἤ ἀντιδραστική συμπεριφορά: μετατροπή μιᾶς ἀνεπιθύμητης ὁρμῆς ἤ συμπερι-
φορᾶς στήν ἐκ διαμέτρου ἀντίθετή της.
Μετουσίωση ἤ ὑποκατάσταση: ἕνα εἶδος μετάθεσης ὅπου μία μή ἀποδεκτή ὁρμή μετατρέπεται σέ
μία ἄλλη πού εἶναι δημιουργική καί κοινωνικά ἀποδεκτή.
421
Μετάθεση: ἡ διαδικασία κατά τήν ὁποία ἡ συναισθηματική ἀξία πού ἔχει συνδεθεῖ μέ μία ἰδέα ἤ
ἕνα ἄτομο μεταφέρεται σέ μία ἄλλη ἰδέα ἤ ἄνθρωπο.
Ἄρνηση: ἡ ἄρνηση νά παραδεχθεῖ κανείς τήν πραγματικότητα.
Ταύτιση /ἐνδοβολή: τό ἄτομο ἀποκτᾶ ἕνα αὐξημένο αἴσθημα προσωπικῆς ἀξίας ταυτιζόμενο μέ
ἄλλα σημαντικά πρόσωπα ἤ καταστάσεις.
Ματαίωση: ὁ ἄνθρωπος πού σκέπτεται ἤ πράττει μέ βάση μία ἀνεπιθύμητη ὁρμή προσπαθεῖ νἀ
ἀποζημιωθεῖ κάνοντας κάτι πού θά ἀποσβέσει τήν ἀνεπιθύμητη ὁρμή.
Ὀνειροπόληση ἤ φαντασίωση: ἀποφεύγοντας ἰδιαίτερα ὁ νέος τήν ἀνεπιθύμητη πραγματικότητα
δημιουργεῖ ἕναν προσωπικό ὀνειρώδη κόσμο στά πλαίσια τοῦ ὁποίου σκηνοθετεῖ καταστάσεις
καί συνθέτει ἕνα προσωπικό ἰδανικό περιβάλλον πού ἀπομονώνεται γιά νά τό ἀπολαύσει. Πρβλ.
Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ.110-111· Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση,
σ.356-361· Ι.Σ. Μαρκαντώνη, Παραδόσεις Παιδαγωγικῆς Ψυχολογίας, σ.87-92· Ι.Ν. Παρασκευ-
όπουλου, Κλινική Ψυχολογία, Ἀθήνα 1988.
422
ἑαυτό ὅσο καί σέ ἄλλα ἄτομα τά ὁποῖα ἐμπιστεύεται. Εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τῶν
τρόπων μέ τούς ὁποίους ἀντιδρᾶ σέ διάφορες καταστάσεις καί ἡ παροχή πληροφό-
ρησης γιά τό παρελθόν του πού σχετίζεται καί βοηθᾶ στήν κατανόηση τῆς τωρινῆς
συμπεριφορᾶς του. Τό νά αὐτο-αποκαλύπτεται κάποιος σημαίνει νά μοιράζεται μέ
ἕναν ἄλλο ἄνθρωπο τό πῶς αἰσθάνεται γιά κάτι πού εἰπώθηκε ἤ ἔγινε. Στήν
συμβουλευτική ἔχει ἀποδειχθεῖ πώς ἡ αὐτο-αποκάλυψη τοῦ συμβούλου βοηθᾶ καί
παροτρύνει τόν συμβουλευόμενο στή δική του αὐτο-ἀποκάλυψη. ∆έν πρέπει ὅμως
νά γίνεται ἀδιάκριτα. Πρέπει νά γνωρίζει κανείς πού, πότε καί πόσο μπορεῖ νά
αὐτο-αποκαλυφθεῖ γιά νά μή γίνει εὐάλωτος σέ μερικούς ἀνθρώπους. Ὅταν ὁ
ἄνθρωπος ἀποκαλύπτει πολλά γιά τόν ἑαυτό του σέ πολύ σύντομο χρονικό
διάστημα, χωρίς νά γνωρίζει καλά τόν συνομιλητή του, μπορεῖ καί νά τόν τρομάξει.
Οἱ διαπροσωπικές σχέσεις ἀναπτύσσονται σταδιακά καί σταδιακά ἀποκτιέται ἡ
ἀμοιβαία ἐμπιστοσύνη γιά αὐτο-αποκαλύψεις.
β) Στόχους ἔκβασης (outcome goals), δηλ. οἱ λόγοι γιά τούς ὁποίους ζητᾶ
βοήθεια τό ἄτομο. Ἄν εἶναι ἀσαφεῖς θά πρέπει ν' ἀποσαφηνιστοῦν κι ἄν εἶναι
σαφεῖς θά πρέπει νά συμφωνήσουν ὅτι θά συνεργαστοῦν γιά νά τούς πετύχουν. Οἱ
στόχοι τῆς συμβουλευτικῆς ξεπηδοῦν μέσα ἀπό τήν ἐκτίμηση τοῦ προβλήματος τοῦ
ἀνθρώπου (διάγνωση)102.
Ὁ Γέροντας ἐπιλέγει συμβουλευτική τεχνική: τί εἴδους συμπεριφορά του θά
ἔχει τί εἴδους ἐπίδραση, σέ ποιό εἶδος συμβουλευόμενου καί σέ ποιό στάδιο τῆς
συμβουλευτικῆς διαδικασίας; Ἡ συμβουλευτική διαδικασία τελειώνει στίς περισ-
σότερες ψυχωφελεῖς διηγήσεις θετικά. Ὁ Γέροντας-σύμβουλος: α) προσπαθεῖ νά
ἐνισχύσει τίς νέες συμπεριφορές τοῦ συμβουλευόμενου· β) ἐπιδιώκει νά εἶναι
σίγουρος, πώς ὁ συμβουλευόμενος δέν ἔχει ἄλλα προβλήματα νά τόν
ἀπασχολοῦν σ' αὐτή τήν φάση· γ) βοηθάει τόν συμβουλευόμενο νά καταλάβει «πώς
ἡ πόρτα του εἶναι πάντοτε ἀνοιχτή». Ἡ συνεχιζόμενη παρακολούθηση ἀποτελεῖ ἕνα
τρόπο ἐκτίμησης του γιά τό ἄν οἱ στόχοι πού τέθηκαν σταθεροποιήθηκαν στή
διάρκεια τοῦ χρόνου.
Ἡ ἐπικοινωνία μέσῳ τῆς ὁμιλίας μπορεῖ νά εἶναι λεκτική, δηλ. φαινόμενα πού
ἀφοροῦν στόν προφορικό καί γραπτό λόγο καί ἐπικουρεῖται ἀπό συνοδευτικά
102
πρβλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ. 279-295.
423
103
πρβλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ.327.
104
πρβλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ.287.
424
105
πρβλ. Μ. Μαλικιώση-Λοΐζου, Συμβουλευτική Ψυχολογία, σ. 365- 376.
Στή σύγχρονη συμβουλευτική ψυχολογία οἱ Delaney καί Eisenberg ὁμαδοποίησαν τίς τεχνικές
σέ διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις βάσει τῶν ἀρχῶν πού διέπουν τήν ἀνθρώπινη
συμπεριφορά:
1) Οἱ ἄνθρωποι μαθαίνουν νέες συμπεριφορές ἀκολουθώντας τίς ὁδηγίες πού παίρνουν ἀπό
ἄλλα σημαντικά πρόσωπα ὅπως γονεῖς, δάσκαλοι. Τεχνικές: παράδοξη πρόθεση /πρβλ.
χλευασμός δαιμόνων ἀπό Γέροντες· ἄμεση διδασκαλία/πρβλ. ποιμαντικές ἐπισκέψεις στούς
Γέροντες· βιβλιοθεραπεία / πρβλ. ἀνάγνωση Γραφῶν, βίων ἁγίων.
2) Οἱ ἄνθρωποι μαθαίνουν νέες συμπεριφορές μιμούμενοι τή συμπεριφορά, τίς δοξασίες, τίς
ἀξίες καί τίς στάσεις ἄλλων σημαντικῶν προσώπων. Τεχνικές: μίμηση προτύπων, παιχνίδι
ρόλων/ πρβλ. ψυχωφελή διήγηση ὅπου ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅταν ἦταν παιδί «παίζοντας» τόν
ἐπίσκοπο βάπτιζε κατηχουμένους (Λειμωνάριον, κεφ.197, σ. 229).
3) Οἱ ἐνδεχόμενες ἐνισχύσεις στό περιβάλλον ἑνός ἀνθρώπου ἐπηρεάζουν τή συμπεριφορά
του στό περιβάλλον αὐτό· μιά ἀλλαγή αὐτῶν τῶν πιθανῶν ἐνισχύσεων θά ἐπιφέρει κάποια
ἀλλαγή στή συμπεριφορά του.
α) τεχνική τῆς συντελεστικῆς ἐξάρτησης:
θετικές ἐνισχύσεις (ἔπαινος, δῶρο/ πρβλ. ψυχωφελή διήγηση πού ἀναφέρεται στό ἔργο τῶν
Σκητιωτῶν μοναχῶν: «αὕτη δέ ἦν ἡ ἐργασία τῶν Σκητιωτῶν, διδόναι προθυμίαν τοῖς
πολεμουμένοις· καί βιαζουμένους ἑαυτούς εἰς τό κερδῆσαι ἀλλήλους εἰς τό ἀγαθόν» (Τό
Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἰωάννη Κολοβοῦ, ιη’, σ.47) καί
ἀρνητικές ἐνισχύσεις (ἀφαίρεση δικαιωμάτων ἤ προνομίων, τιμωρίες /πρβλ. ἐπιτίμια Γερόντων)·
β) τεχνική βαθμιαίων προσεγγίσεων/ πρβλ. Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί
διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 593-597, Βίος Ἁγίου Ἀβραμίου (ἐξετάζεται ἐκτενέστερα πιό κάτω)·
γ) ἀπόσβεση συμπεριφορᾶς μέσῳ τῆς μή-ἐνίσχυσης/πρβλ. ψυχωφελή διήγηση ὅπου ὁ ἀββᾶς
Ποιμήν στά μέρη τῆς Αἰγύπτου, γνωρίζει ὅτι δίπλα του διέμενε ἀδελφός ἔχων συνείσακτον
γυναίκα καί οὐδέποτε τόν ἤλεγξε γιά τήν παράβαση αὐτή· ὅταν δέ γέννησε ἡ γυναίκα ἔστειλε
καί δῶρο ἀγάπης κνίδιον οἴνου πού ἔγινε ἀφορμή μετάνοιας καί σωφρονισμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ·
(Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.2 σ.58).
4) Μερικοί ἄνθρωποι μαθαίνουν νά λειτουργοῦν πιό ἀποτελεσματικά ἀποκτώντας ἐπίγνωση τοῦ
ἑαυτοῦ τους καί τοῦ περιβάλλοντός τους (προσωποκεντρική προσέγγιση τοῦ Rogers)/ πρβλ. τήν
κάθε μορφή διαλόγου μεταξύ Γέροντος καί συμβουλευομένου/μαθητευόμενου στίς ψυχωφελεῖς
διηγήσεις πού ἀποσκοπεῖ στήν οἰκοδόμηση ἐπίγνωσης «ἑαυτοῦ καί περιβάλλοντος».
5) Μερικοί ἄνθρωποι μαθαίνουν νά λειτουργοῦν πιό ἐποικοδομητικά υἱοθετώντας μία
συγκεκριμένη μέθοδο λήψης ἀποφάσεων (ἀναγνώριση προβλήματος, καθορισμός στόχων,
περιγραφή ὑπαρχουσῶν καταστάσεων πού συνδέονται μέ τό πρόβλημα, παραγωγή ὅλων τῶν
πιθανῶν ἐναλλακτικῶν λύσεων καί ἀξιολόγησή τους, πρόβλεψη ὅλων τῶν δυνατῶν
ἐπιπτώσεων καί ἀξιολόγησή τους, ἐφαρμογή ἐπιλεγμένης ἐναλλακτικῆς λύσης καί ἀξιολόγηση
τῶν πραγματικῶν ἐπιπτώσεων):
α) τεχνική συμβολαίου (συμφωνίας): πρβλ ψυχωφελή διήγηση ὅπου ἕνας μοναχός κοινοβιάτης
πού ἐπειράζετο ν' ἀναχωρήσει, κατέγραφε ὅλες τίς αἰτίες τοῦ πειρασμοῦ του καί ἔδινε καί
ἀπάντηση ὁ ἴδιος στόν ἑαυτό του, ὅτι τά ὑπομένει ὅλα «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» σέ
χαρτί πού ἔφερε πάντα μαζί του· κι ὅποτε ἐπειράζετο, ἐδιάβαζε τό χαρτί καί μονολογοῦσε: «ὅρα
ταλαίπωρε· οὐκ ἀνθρώπῳ ἀλλὰ τῷ Θεῷ συνετάξω καὶ εὐθὺς ἀνεπαύετο» (Συναγωγή τῶν
θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.594· γραπτή συμφωνία μέ τό Θεό/φόβος
Θεοῦ)·
β) κατ' οἶκον ἐργασία / πρβλ. ἄσκηση διά βίου/μοναχικό κελλί·
425
γ) Ὑπακοή, ὑποταγή καί ἐμπιστοσύνη: «εἴ τι ἐὰν εἴπῃς μοι, ἀκούσω σου ὡς
Ἀγγέλου»· καί ὅταν τοῦ δίνεται ἡ θεραπεία: «Ὁ δὲ ἀκούσας καὶ μὴ τολμῶν
ἀντειπεῖν, λαβὼν ἀπῄει κλαίων καὶ ἀνιώμενος, καὶ λέγων ἐν ἑαυτῷ· οἴμοι! ἐκ ποίας
νηστείας εἰς τί κατήντησα; (ὁ Γέροντας τόν ἔβαλε νά τρώει ἀκόμη καί κρέας) ἆρα
ποιήσω ἢ οὐ; ἀλλ' ἐὰν μὴ ποιήσω, παρακούσῳ τῷ Θεῷ, ὅτι λόγον δέδωκα, ἵνα, ὃ
ἐὰν εἴπῃ μοι ὁ Γέρων, τοῦτο ποιήσω ὡς ἀπὸ Θεοῦ δεξάμενος· καὶ νῦν ἔπιδε, Κύριε,
ἐπὶ τὴν ἀθλιότητά μου, καὶ ἐλέησόν με, συγχωρήσας τὰς ἁμαρτίας μου, ὅτι ἰδοὺ
ἀναγκάζομαι πρᾶξαι παρὰ πρόθεσιν, ἥν εἶχον τῆς ἐγκρατείας μου.».
Προϋποθέσεις συμβούλου:
α) ∆υνατότητα σωστῆς διάγνωσης προβλήματος· πείρα καί διάκριση: Ὁ διορατι-
κός Γέροντας βλέπει γιά τό μοναχό πού πολεμεῖται ἀπό κενοδοξία, ὅραμα μέ δύο
πιθήκους νά κάθονται στούς ὤμους του, ὁ ἕνας ἀπό τή δεξιά καί ὁ ἄλλος ἀπό τήν
ἀριστερή πλευρά, νά τοῦ ἔχουν δέσει μέ ἀλυσίδες τό λαιμό καί νά τόν τραβοῦν μέ
αὐτές ὁ καθένας πρός τό μέρος του (ἀποκαλυπτικός καί πληροφοριακός ρόλος
ὁράματος).
β) Βεβαιότητα ἀποδοχῆς τοῦ προσώπου του ἐκ μέρους τοῦ δοκιμαζομένου: «οὐχ
ἱκανός εἰμι, τέκνον εἰς τοῦτο· καὶ γὰρ καὶ αὐτὸς χρήζω χειραγωγίας· ὁ δὲ πρὸς
αὐτόν· μὴ παραιτοῦ, κῦρι-Ἀββᾶ τοῦ ὠφελῆσαὶ με·... Ὁ δὲ πάλιν ἀνένευε λέγων· ὅτι
οὐκ ἀκούεις μου, διά τοῦτο παραιτοῦμαι..».
γ) Σωστή διάγνωση ὁδηγεῖ σέ σωστή θεραπευτική ἀγωγή: ἡ θεραπεία ἦταν τό
ἀντίδοτο τῆς νόσου, δηλ. ἡ ταπείνωση ὡς ἀντίδοτο τῆς κενοδοξίας. Τόν ἔβαλε νά
παραβεῖ τόν κανόνα τῆς ἐγκράτειας του πού ἦταν καί αἰτία τῆς κενοδοξίας του,
ὥστε μέ τήν αὐτοεξευτέλισή του νά θεραπευθεῖ διά τῆς ταπεινώσεως.
δ) Στάδιο ἀποθεραπείας καί συντήρησης στόν ὀρθό τρόπο ζωῆς (μέτρο): «Σὺ οὖν
ὁδῷ βασιλικὴν πορεύου, κατὰ τὴν γραφήν, καὶ μὴ ἐκκλίνης δεξιὰ ἢ ἀριστερά, ἀλλὰ
μεσότητι κέχρησο ἐν τῇ μεταλήψει, μέτρῳ ἐσθίων τὸ καθ' ἑσπέραν· εἰ δὲ γένηταί
σοι χρεία ἢ διὰ πάθος, ἢ δι' ἄλλην τινὰ αἰτίαν λύσαι τὴν ὡρισμένην ὥραν ἢ πάλιν
παρ' ἡμέραν μεταλαμβάνειν, μὴ διακριθῇς· οὐ γὰρ ὑπὸ νόμον ἀλλ' ὑπὸ Χάριν
ἐσμέν.».
2) Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Μακαρίου Αἰγυπτίου, γ’,
σ.64-65:
427
λογισμοὺς πολεμεῖν αὐτῷ,...» καί τέλος κάνει τόν μοναχό νά τοῦ ἐξωτερικευθεῖ:
«ἕως ποιήσει αὐτὸν ὁμολογῆσαι».
Ἀφοῦ γίνεται ἐντοπισμός τοῦ προβλήματος ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς θεραπείας:
«νήστευε ἕως ὀψὲ καί ἄσκει· καὶ ἀποστήθιζε τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῶν ἄλλων
γραφῶν· καῖ ἐάν σοι ἀναβῇ λογισμός, μηδέποτε πρόσχῃς κάτω, ἀλλὰ πάντοτε ἄνω·
καὶ εὐθέως σοι ὁ Κύριος βοηθεῖ· καὶ τυπώσας ὁ γέρων τὸν ἀδελφόν, ἐξῆλθεν εἰς
τὴν ἰδίαν ἔρημον».
Ὁ Γέρων (σύμβουλος) ὅμως δέν παύει νά ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἐπιτυχία ἤ μή
τῆς θεραπείας, ἔστω κι ἄν δέν βρίσκεται πλάϊ στόν «ἀσθενή» του. Ἡ πατρική ἀγάπη
του καί τό ἐνδιαφέρον του φανερώνονται στό διάλογο μέ τόν ἄμεσα προσβαλό-
μενο ἀπό τή θεραπεία (διάβολο-πάθος) πού σέ ἐρώτηση γενικοῦ περιεχομένου τοῦ
Γέροντα, χωρίς νά δείχνει εἰδικό ἐνδιαφέρον γιά συγκεκριμένο πρόσωπο,
μαθαίνει: «καὶ ὃν εἶχον φίλον ὑπακούοντά μοι, καὶ αὐτὸς οὐκ οἶδα πόθεν
διεστράφη καὶ οὐδὲ αὐτός μοι πείθεται, ἀλλά πάντων ἀγριώτερος ἐγένετο».
3) Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 593-597,
Βίος Ἁγίου Ἀβραμίου:
∆ιακρίνονται:
1) Κλιμάκωση τῆς ψυχολογικῆς πτώσης τοῦ πάσχοντος:
Ἀνηψιά καί προστατευομένη τοῦ Ἁγίου ὀλισθαίνει ἀπό τόν ἐναρετο βίο της καί
τό μοναχικό σχῆμα πού φέρει, στό ἁμάρτημα τῆς πορνείας: «...καὶ συγγενομένη τῷ
μιαρῷ ἐκείνῳ ἐπλήγη τὴν ψυχὴν εὐθέως. Καὶ σφοδρῶς ἐπὶ τοῖς τολμηθεῖσι
κατανυγεῖσα, περιπαθῶς ἄγαν ἑαυτὴν ὠλοφύρετο· ‘οὐαί μοι, ἐγὼ ἡ δειλαία’ βοῶσα·
‘... φεῦ μοί τῇ ταλαιπώρῳ! φεῦ μοι τῇ πασῶν ἀθλιωτάτῃ γυναικῶν, ὅτι τὰς πρὸς
Θεὸν συνθῆκας ἠθέτησα, ὅτι πάντα τὸν ἔμπροσθεν τῆς ἀσκήσεως χρόνον βραχυ-
τάτης ἡδονῆς ἀπεδόμην’. ... ‘Οἴμοι, τίς γένωμαι; ποῖ τράπωμαι; ἵνα τί ἔτι περίειμι;’ ...
Ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα πικρῶς ἀποδυρομένην, ἁρπάζει δι' ἀμετρίαν λύπης ὁ πονηρὸς
αὐτὴν εἰς ἀπόγνωσιν· καὶ ἀπογνοῦσα τῆς ἑαυτῆς σωτηρίας εἰς Ἀϊσόν τινα πόλιν
ἀποδιδράσκει, ὁδῶν ἡμερῶν δύο ἀπέχουσαν, καὶ πρός τινι καταλύσασα πανδοχείῳ,
τό σχῆμά τε διαμείψασα, καὶ κοσμικὴν ἐσθῆτα μεταβαλοῦσα, πρόχειρος ἦν τῷ
βουλομένῳ παντὶ πικρᾶς ἡδονῆς ὑπηρέτις.» (ἐπιχείρημα ἀπόγνωσης ἡ ἀνταλλαγή
429
τῷ ὄρει, τὴν τῶν οἰκίσκων ἀμείβουσι τάξιν· καὶ τὸν μὲν ἐκτός, αὐτὸς εἴλετο
κατοικεῖν· τῇ ἀνεψιᾷ δὲ ἀπονέμει τὸν ἐνδοτέρῳ· οὗ δὴ καὶ καθείρξασα ἑαυτήν, διὰ
παντός ἦν ἐκεῖ, νηστείαις καὶ δεήσεσι καὶ δάκρυσι τοὺς τῆς ἁμαρτίας σπίλους τῆς
ψυχῆς ἀπαλείφουσα.» (θεραπευτική ἀγωγή)· «Καὶ γὰρ ὡς ἄρτι τῶν τοῦ σώματος
παθῶν ἀνανήψασα, οὕτως αὐτὰ πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν εἶχεν ἀεὶ στρέφοντα κάτωθεν
τὴν ψυχὴν καὶ σφόδρα πικρῶς τὴν συνείδησιν πλήττοντα, καίτοι τοῦ Θεοῦ τὴν τῶν
ἡμαρτημένων ἄφεσιν πολλάκις αὐτῇ παραδείξαντος, καὶ θαυματουργιῶν κατα-
κοσμήσαντος χάρισιν· ἐφ' οἷς ηὐφραίνετο τὴν καρδίαν Ἀβράμιος καὶ ἀπέδιδον τῷ
Θεῷ τὰ εὐχαριστήρια.» (ἀποθεραπεία).
107
Α’ Κοριν. ιβ’, 26.
432
πυρὸς ἐμπιπράμενον φυγαδεύεται· τούτῳ γὰρ τῷ τρόπῳ καὶ τὸν Ἀββᾶν Ἀνδρόνικον
πρὸ βραχέως καιροῦ θεραπευθέντα ἔγνωμεν, καὶ ἄλλους πολλούς.»108.
Ἡ ἀναγκαιότητα καί σημαντικότητα τῶν μυστηρίων, διαφαίνεται ἀπό τήν ἐρώτηση
τοῦ ἡγουμένου, στίς τρεῖς γυναῖκες πού ζοῦσαν ἀποκομμένες ἀπό τόν κόσμο καί
βρέθηκαν ὕστερα ἀπό ἔντεκα χρόνια. Τίς ρωτᾶ ἄν θέλουν νά στείλει κάποιον στό
μοναστήρι νά τούς φέρει τά ἀπαραίτητα γιά νά γευματίσουν μαζί. Ἐκεῖνες τότε
ζητοῦν διά τοῦ στόματος τῆς μιᾶς γυναικός «...πρεσβύτερος τοῦ μοναστηρίου ἔλθῃ
ἐνταῦθα καὶ προσενέγκῃ τὴν ἀναίμακτον θυσίαν Κυρίῳ τῷ Θεῷ, ὅπως μέτοχοι
γενώμεθα τῶν ἀχράντων καὶ ζωοποιῶν μυστηρίων ... ἀπ' ὅτε γάρ ὑπεχωρήσαμεν
ἀπὸ τῆς Πόλεως (δηλ. ἔντεκα χρόνια) οὐ ἠξιώθημεν μετασχεῖν...»109.
Ἡ συμμετοχή στήν μυστηριακή ζωή ἀποτελεῖ προσφορά δύναμη ζωῆς καί
κατανίκηση παθῶν. Ὁ ἀδελφός Ἰάκωβος πού ζεῖ σέ σπήλαιο πολεμεῖτο ἀπό
δαίμονα πορνείας. Ὁ ἀββᾶς Φωκᾶς πηγαίνει νά τόν κοινωνήσει καί τόν βρίσκει
ἡμιθανή. Θέλωντας ν' ἀνοίξει τό στόμα του, τό βρῆκε «σφηνωθέν» καί «μὲ
ξυλάριον θάμνου» τοῦ τό ἀνοίγει καί ὅπως λέει: «...ἐνέχεα τοῦ τιμίου σώματος καὶ
αἵματος ὅσο ἐνδέχετο καταλεπτύνας αὐτό· καὶ ἔλαβε δύναμιν ἐκ τῆς Μεταλήψεως
τῆς ἁγίας Κοινωνίας· ... καὶ οὕτω διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ μετὰ μίαν ἡμέραν σὺν
ἐμοὶ ἦλθεν, ὁδεύων ἐπὶ τὸ ἴδιον κελλίον· ἀπαλλαγεὶς σύν Θεῷ τοῦ ὀλεθρίου
πάθους τῆς πορνείας.»110.
Οἱ συνέπειες τῆς μή συμμετοχῆς στά μυστήρια ἐντοπίζονται στό βίο τοῦ Ἁγίου
Εὐθυμίου, ὅπου παρουσιάζεται ἐν εἴδει διηγήσεως μέσῳ θαυματουργικῆς ἐνεργείας
ἡ ἔξοδος τοῦ δαίμονος ἀπό τόν Ρωμανό καί ὡς αἰτία τῆς παθήσεως ἡ ἀμελής
πνευματική ζωή τοῦ πιστοῦ καί ἡ μή συμμετοχή του στή Θεία Εὐχαριστία111:
α) Ὁ ἀσθενής ἔχει ταυτότητα: «Ἐν τῇ Βηταγαβααίων πόλει οἰκῶν τις Ρωμανὸς
καλούμενος, εἶχεν ἀδελφὸν Πρεσβύτερον εὐλαβέστατον Ἀχθάβιον τοὔνομα, ἐν τῇ
Μονῇ τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου· ἔζη δὲ ὁ Ρωμανὸς ὑγρῶς τε καὶ ἀνειμένως καὶ ἀπενα-
ντίως πάντῃ τῷ ἀδελφῷ».
108
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 539.
109
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τῶν τριῶν γυναικῶν τῶν φανε-
ρωθέντων ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως, σ. 34.
110
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Φωκᾶ, β’, σ.124.
111
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.534-536.
433
β) Ὁ ἴδιος ὁ ἀσθενής κάνει ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου: «Ἐν
τοσούτῳ δὲ αὐτῷ εἰς νοῦν ἐπελθόν, καὶ τὸν Μέγαν Εὐθύμιον ἐκάλει κατὰ τοῦ
πάθους καὶ μεσίτην προσῆγε τὸν ἄνδρα Θεῷ, καὶ δι' αὐτοῦ τὴν ἀπαλλαγὴν ηὔχετο».
γ) Ἡ πάθηση του ἦταν ὅτι εἶχε μαζέψει ἡ κοιλία του νερό.
δ) Θεραπεία: «Εἶτα, ὥσπερ ἐν ἐκστάσει γενόμενος, ὁρᾷ τινα τὴν στολὴν
Μοναχόν, τὴν τρίχα λευκόν, ἐπιστάντα, καί, τί βούλει ποιήσω σοι; λέγοντα. Καὶ ὁ
μὲν δέει καὶ ἡδονῇ μερισθείς, φησί· τίς ἄρα σύ, ∆έσποτα εἶ; ἤρετο. Καὶ ὅς·
Εὐθύμιος, ἔφη ὃν ἔναγχος ἐκάλεις αὐτός, καὶ μηδὲν πρὸς τὴν ὄψιν μου
ἀποδειλιάσῃς· ἀλλ' ἴδω, φησίν, ὅτι πάσχεις, καὶ τί σοι ἡ τοῦ σώματος κέχρηται
συμφορά. Τοῦ δὲ τὴν κοιλίαν ὑποδείξαντος, συζεύξας τοὺς δακτύλους αὐτοῦ εἰς
ὀρθόν, καὶ τούτοις οἷα δὴ καὶ ξίφει χρησάμενος, τέμνει τὸ διῳδηκὸς τῆς γαστρὸς
ἐκεῖνο καὶ τὸ πάθος ἐκκρίνει, καὶ διαχέει, ἐξάγει τε τῆς γαστρός οἱονεὶ πέταλόν τι
κασιτήρου πεποιημένον, χαρακτῆρας ἔχον τινάς, καὶ τοῦτο ἐπὶ τραπέζης τινὸς ὑπ'
ὄψιν αὐτῷ τίθησιν· ἔπειτα καὶ τὴν τομὴν τῇ χειρὶ συνάψας καὶ ἀπαλείψας, ἀκέραιόν
τε τὸ μέρος καὶ ὑγιές ἔθετο.».
ε) Αἰτία πάθησης: Ἡ διήγηση κάνει ἀναφορά στή μαγεία, στή μίσθωση μάγου γιά
νά προκαλέσει κακό, στό ἀντικείμενο τῆς βασκανίας πού ἦταν πέταλο ἀπό κασίτερο,
στήν ἐπίκληση δαιμόνων πού ἀποτελοῦν ἐπίκαιρες παραμέτρους τῆς ἐποχῆς πού
διαδραματίζεται τό γεγονός. Ὅλα αὐτά ὅμως συνέβησαν καί εἶχαν ἰσχύ ἐξαιτίας
τῆς μή ἐνεργοῦς συμμετοχῆς τοῦ πάσχοντα στά τῆς Ἐκκλησίας καί τά Μυστήρια:
«Ἅπαν δ' ἑξῆς αὐτῷ καταλέγει τὸ δρᾶμα· τὴν τῆς οὐσίας βασκανίαν, τὴν τοῦ γόητος
μίσθωσιν, τὴν τῶν δαιμόνων ἐπίκλησιν· οὐκ ἂν δέ σου, φησίν, οὐδέ οὕτως αἱ τοῦ
ἐχθροῦ περιεγένοντο μηχαναί, εἰ μὴ αὐτὸς αὐτῷ τὰς λαβὰς παρέσχες· ἰδοὺ γὰρ
τόσος ὁ μεταξύ χρόνος καὶ οὔτε εἰς Ἐκκλησίαν ἔγνως παραβαλεῖν, οὔτε τοῖς
Ἀχράντοις προσελθεῖν Μυστηρίοις, ἀλλ' ἀμελῶς ἔζης καὶ ἀμερίμνως τό γε εἰς τὴν
ψυχὴν ἦκον τὴν σήν·».
στ) Θεραπεία/συντήρηση (ἀποθεραπεία): «ἐπεὶ τοίνυν ἔλεόν σοι πεποίηκεν ὁ
Θεός, τοῦ λοιποῦ πρόσεχε σεαυτῷ, καὶ μηκέτι μηδαμῶς ἀμέλει τῆς σεαυτοῦ
σωτηρίας.».
Βέβαια παρουσιάζονται καί διηγήσεις μέ περιπτώσεις ἐπιείκειας ὡς πρός τή μή
συμμετοχή στήν πνευματική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν ὀφείλεται σέ ἀμέλεια ἀλλά
434
σέ δικαιολογημένη αἰτία: «Καὶ λέγω ὑμῖν περὶ τούτου θαυμαστὸν ὃ ἤκουσα περὶ
μεγάλου γέροντος διορατικοῦ, ὅτι ἱστάμενος ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, ὡς ἔβαλλον οἱ
ἀδελφοὶ τὴν ἀρχὴν τοῦ ψάλλειν, ἔβλεπέ τινα λαμπροφόρον ἐξερχόμενον ἐκ τοῦ
ἱερατείου κατέχοντα ὡς τρούλλιόν τί ποτε ἔχον ἁγίασμα καὶ μίαν μίλην, καὶ ἔβαπτε
τὴν μίλην ἐκείνην ἐκ τοῦ τρουλλίου, καὶ περιήρχετο ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς
κατασφραγίζων ἕκαστον αὐτῶν· τῶν δὲ μὴ εὑρισκομένων τοὺς τόπους, τοὺς μὲν
ἐσφράγιζε, τοὺς δὲ παρήρχετο· πάλιν ὡς ἔμελλον ἀπολῦσαι, ἔβλεπεν αὐτὸν
ἐξερχόμενον ἐκ τοῦ ἱερατείου καὶ τὸ αὐτὸ ὁμοίως ποιοῦντα. Ἐν μιᾷ οὖν κατέσχεν
αὐτὸν ὁ γέρων καὶ ῥίπτει ἑαυτὸν εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ, παρακαλῶν μαθεῖν ὃ ἐποίει
καὶ ὅστις ἐστί· καὶ λέγει αὐτῷ ἐκεῖνος ὁ λαμπροφόρος· ἐγὼ ἄγγελός εἰμι τοῦ
Θεοῦ, καὶ ἐπετράπην παρέχειν τὴν σφραγίδα ταύτην τοῖς εὑρισκομένοις ἐν τῇ ἀρχῇ
τῆς ψαλμωδίας, καὶ τοῖς μένουσιν ἕως τῆς ἀπολύσεως, διὰ δὲ τὴν προθυμίαν καὶ
σπουδὴν καὶ τὴν καλὴν αὐτῶν προαίρεσιν. Λέγει αὐτῷ ὁ γέρων· Καὶ πῶς τινῶν μὴ
εὑρισκομένων σφραγίζεις τοὺς τόπους; Ἀποκρίνεται αὐτῷ ὁ ἅγιος ἄγγελος λέγων·
Ὅσοι εἰσὶ τῶν ἀδελφῶν σπουδαῖοι μὲν καὶ καλοὶ τὴν προαίρεσιν, διὰ δέ τινα
ἀναγκαίαν ἀσθένειαν ἀπόντες μετὰ εὐλογίας τῶν πατέρων ἢ πάλιν διά τινα
ἐντολὴν εἰς ὑπακοὴν αὐτῶν ἀσχολούμενοι, καὶ διὰ τοῦτο μὴ εὑρισκόμενοι, οὗτοι καὶ
ἀπόντες τὴν σφραγίδα αὐτῶν λαμβάνουσιν, ἐπειδὴ τῇ διαθέσει μετὰ τῶν
ψαλλόντων εἰσί· μόνοις δὲ τοῖς δυναμένοις εὑρεθῆναι καὶ ἀπὸ ἀμελείας μὴ
εὑρισκομένοις, ἐπετράπην μὴ δοῦναι τήν σφραγίδα, ἐπειδὴ αὐτοὶ ἀναξίους ἑαυτούς
ποιοῦσι.»112.
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἐντοπίστηκαν περιπτώσεις πού ἀναφέρονται
εἰδικότερα σέ τρία μυστήρια: τοῦ Βαπτίσματος, τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί τῆς
Ἐξομολογήσεως.
α) Μυστήριον Βαπτίσματος:
Σύσταση μυστηρίου. Ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος ἀναφέρει: «Ὅρα γὰρ πῶς καὶ τὸ
Βάπτισμα· τῷ φαινομένῳ μὲν ὕδωρ ἐστί, καὶ ἱερολογιῶν ἀξιωθέν, θείου πληροῦται
Πνεύματος, καὶ τὸ λοιπὸν οὐκ ἔστιν ὕδωρ ἁπλῶς· πῶς γὰρ ὅπερ ἀναγεννᾷ καὶ
ἀναπλάττει τὸν βαπτιζόμενον, καὶ ἁμαρτίας ἐλεύθερον ἀκριβῶς δείκνυσι.»113.
112
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, παρ.118, σ.276-278.
113
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἁγίου Ἀρσενίου, τ.4, παρ. 5, σ. 512.
435
114
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τοῦ παιδός τοῦ ἰδόντος τήν ὁπτασίαν ἐν
τῷ ἁγίῳ βαπτίσματι, σ. 76.
115
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, διήγηση XLIII,
σ.62-63.
436
οὐρανοὺς ἀνοιγέντας καὶ κατερχόμενον πῦρ, καὶ μετὰ τὸ πῦρ πλῆθος ἀγγέλων καὶ
ἀρχαγγέλων, καὶ ἐπάνω αὐτῶν ἄλλα δύο πρόσωπα ἐνάρετα, ... καὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν
τῶν δύο προσώπων, μικρὸν παιδίον, καὶ οἱ μὲν ἄγγελοι, ἔστησαν κύκλῳ τῆς ἁγίας
τραπέζης, τὸ δὲ παιδίον ἐν μέσῳ αὐτῶν. Καὶ ὡς ἐγένετο ἡ καθοσίωσις τῶν θείων
εὐχῶν, καὶ ἤγγισαν οἱ κληρικοὶ κλάσαι τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, εἶδον ἐγὼ τὰ
δύο πρόσωπα ἐπάνω τῆς ἁγίας τραπέζης, πῶς ἐκράτησαν τὰς χεῖρας καὶ τοὺς
πόδας τοῦ παιδίου ὃ ἦν ἐπάνω αὐτῶν, καὶ κατεῖχον μάχαιραν καὶ ἔσφαξαν τὸ
παιδίον, καὶ ἐξεκένωσαν τὸ αἷμα αὐτοῦ εἰς τὸ ποτήριον ὃ ἦν ἐπάνω κείμενον τῆς
ἁγίας τραπέζης, καὶ κατακόψαντες τὸ σῶμα αὐτοῦ, ἔθηκαν ἐπάνω τῶν ἄρτων καὶ
ἐγένοντο καὶ οἱ ἄρτοι σῶμα. Τότε ἐμνήσθην, τοῦ ἀποστόλου λέγοντος· Καὶ γὰρ τὸ
πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός. Ὡς δὲ προσήγγισαν οἱ ἀδελφοὶ μεταλαβεῖν
τῆς ἁγίας προσφορᾶς ἐπεδίδοτο αὐτοῖς σῶμα. Καὶ ὡς ἐπεκαλοῦντο λέγοντες.
Ἀμήν, ἐγίνετο ἄρτος εἰς τὰς χεῖρας αὐτῶν. Ὡς δὲ κἀγὼ ἦλθον μεταλαβεῖν ἐδόθη
μοι σῶμα καὶ οὐκ ἠδυνάμην αὐτοῦ μεταλαβεῖν. Καὶ ἤκουσα εἰς τὰ ὦτα μου φωνῆς
λεγούσης μοι· Ἄνθρωπε, διὰ τί οὐ μεταλαμβάνεις, οὐ τοῦτο ἦν ὃ ἐζήτησας; Κἀγὼ
εἶπον. Ἵλεώς μοι, κύριε, σῶμα οὐ δύναμαι μεταλαβεῖν. Πάλιν δὲ εἰπέ μοι. Εἰ
ἠδύνατο ἄνθρωπος σῶμα μεταλαβεῖν, σῶμα εὑρίσκετο καθὼς εὗρες. Ἀλλ' οὐδεὶς
δύναται φαγεῖν σῶμα καὶ διὰ τοῦτον ἔταξεν ὁ κύριος ἄρτους τῆς προθέσεως.»116.
Προϋπόθεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀποτελεῖ ἡ μετάνοια:
Ἐπίσκοπος διορατικός, τήν ὥρα πού προσέρχονται νά μεταλάβουν οἱ πιστοί,
ἄλλους τούς βλέπει μέ μαυρισμένα πρόσωπα, ἄλλους μέ πρόσωπα κατακόκκινα σά
φωτιά καί μάτια ματωμένα κι ἄλλους μέ λαμπερά πρόσωπα φορώντας λευκά
ἐνδύματα. Ὁ ἐπίσκοπος λοιπόν παρακαλεῖ τό Θεό (ἀπευθείας ἐπικοινωνία) νά τοῦ
φανερώσει τήν αἰτία τῆς διαφορετικῆς κατάστασης τῶν προσερχομένων. Καί ὁ
Θεός τοῦ ἀποστέλλει ἄγγελο (βοηθητικό πρόσωπο/ἀγγελιοφόρος) πού τοῦ λέει:
«Μάνθανε οὖν, ὡς οἱ μὲν λαμπροὶ τὰς ὄψεις καὶ λευκοὶ τὰς στολάς, ἐν
σωφροσύνῃ καὶ δικαιοσύνη καὶ ἁγνεία ζῶσιν· ἐπιεικεῖς τέ εἰσι καὶ συμπαθεῖς καὶ
ἐλεήμονες οἳ καὶ καθαρῷ συνιδότι τῶν Ἁγιασμάτων μεταλαμβάνοντες, λαμπρύνο-
116
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, διήγηση XLIX,
σ.76-77· τό ἴδιο περιεχόμενο συναντᾶται καί στό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων
Γερόντων, ζ’, σ. 28-29: «∆ιηγήσατο ὁ Ἀββᾶς ∆ανιήλ ὁ Φαρανίτης, ὅτι εἶπεν ὁ πατὴρ ἡμῶν
Ἀββᾶς Ἀρσένιος περί τινος σκητιώτου, ὅτι ἦν πρακτικὸς μέγας, ἀφελὴς δὲ εἰς τὴν πίστιν... καὶ
ἔλεγεν· οὐκ ἔστι φύσει ὁ ἄρτος ὂν λαμβάνομεν σῶμα Χριστοῦ, ἀλλ' ἀντίτυπον·».
437
νται ὑπ' αὐτῶν καὶ λαμπρότεροι γίνονται. Οἱ δὲ τὰς ὄψεις μελαίνας ἔχοντες,
πορνείας καὶ ἀσελγείας εἰσὶν ἐργάται, ἀσωτίᾳ καὶ τρυφῇ συζῶντες διηνεκεῖ· οἱ δὲ
ὕφαιμοι καὶ πυρώδεις τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ τὰ πρόσωπα, πονηρίᾳ καὶ ἀδικίᾳ ἀείποτε
χαίρουσι φιλολοίδοροί τε καὶ βλάσφημοι, δόλιοί τε καὶ φόνιοι τυγχάνουσιν. Οἳ καὶ
τὸ ∆εσποτικὸν μεταλαμβανόμενοι Σῶμα, οὐ μόνον οὐ καθαίρει τούτους, ἀλλὰ καὶ
καταφλέγει μᾶλλον, ὡς ἐν ῥυπαρᾷ συνειδήσει καὶ ἀκαθάρτῳ καὶ μὴ ἐχούσῃ τὴν ἐκ
τῆς μετανοίας βοήθειαν, τῶν τοιούτων Μυστηρίων κατατολμῶντας.»117.
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις καλύπτουν καί ἰδιαίτερες περιπτώσεις:
α) Τί ἰσχύει γιά τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας στή μή ὕπαρξη
ἱερέα σέ ἐρημικές τοποθεσίες. ∆ιήγηση ἐπίσκεψης ἀρχιεπισκόπου Κορίνθου στόν
Ὅσιο Λουκᾶ καί ἐρώτηση τοῦ ἐρημίτου γιά τό προαναφερθέν θέμα118. Καί ἡ
ἀπάντηση πού ἔρχεται ἀπό τά χείλη τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας (ἀρχιεπισκόπου
Κορίνθου) ἰσχύει καί γιά ὅλες τίς ἀνάλογες περιπτώσεις: «∆εῖ τοιγαροῦν
προηγουμένως μὲν παρεῖναι τὸν Ἱερέα· ἐκείνου δὲ κατὰ πᾶσαν ἀνάγκην ἀπόντος
ἐπί τῆς Ἁγίας Τραπέζης τιθέναι τῶν προηγιασμένων τὸ σκεῦος, ἐὰν εὐκτήριον ᾖ· εἰ
δὲ κελλίον ἐπὶ σκάμνου καθαρωτάτου. Εἶτα καλυμμάτιον ἀφαπλώσας ἐπ' αὐτῷ
θήσεις τὰς ἁγίας μερίδας καὶ θυμίαμα καύσας, τοὺς τῶν τυπικῶν ψαλμούς, ἢ τὸ
Τρισάγιον ἐπάσας, μετὰ τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καὶ τρεῖς τὸ γόνυ κλίνας, τὰς
μὲν χεῖρας συστελεῖς, μεθέξεις δὲ τῷ στόματι τοῦ τιμίου Σώματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ λέγων τὸ 'Ἀμήν'. Ἀντὶ δὲ νάματος ποτήριον οἴνου πιῇ· τὸ μέντοι
ποτήριον εἰς χρείαν ἑτέραν τὸ μετὰ ταῦτα οὐ κοινωθήσεται· τῷ καλυμματίῳ δὲ
αὖθις τὰς ὑπολοίπους μερίδας συστελεῖς ἐν τῷ σκεύει, πᾶσαν εἰσφέρων
ἀσφάλειαν, ὥστε μὴ ἐκπεσεῖν Μαργαρίτην καὶ καταπαθῆναι. Ἤκουσεν ὁ μέγας καὶ
χάριν ἐπὶ τούτοις διωμολόγησεν.».
β) Ἡ ὁσία Ματρώνα προσέρχεται νά μονάσει (ἀνάλογο περιστατικό τῆς ἁγίας
Θεοδώρας) στό ἀνδρικό μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Βασιανοῦ «εὐνοῦχον προσποιηθῆ-
ναι»119 κι ὅταν ἀποκαλύπτεται τό μυστικό, ὁ ἡγούμενος τήν καλεῖ σέ ἀπολογία
117
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.526.
118
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος ἁγίου Λουκᾶ τοῦ Νέου, τ.4, σ.
586.
119
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.8, σ.543· πρβλ.
Ὑμναγιολογκά Κείμενα καί μελέτες Ν.10, Εὐ. Ζούκοβα, Μονάστριες πού ἀσκήτεψαν σέ ἀνδρικά
μοναστήρια, Ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2005.
438
ρωτώντας την: «πῶς δὲ καὶ γυνὴ τυγχάνουσα τοῖς θείοις Μυστηρίοις γυμνῇ
προσήρχου τῇ κεφαλῇ καὶ τῷ πρὸς εἰρήνην ἀσπασμῷ τὸ στόμα τοῖς ἀδελφοῖς
ἀδεῶς ὑπεῖχες;».
Ἀφηγηματολογικά, ἡ ἀποκάλυψη τοῦ μυστικοῦ καί ἡ κλήση σέ ἀπολογία
ἀποτελεῖ τή «σύμβαση» γιά τήν κατάδειξη τόσο τῆς ἁγιωσύνης τοῦ συγκεκριμένου
προσώπου, ὅσο καί τοῦ ἀνάλογου ποιμαντικοῦ μηνύματος πού θέλει νά προσφέρει
ἡ συγκεκριμένη διήγηση: «Ἡ δὲ περὶ μὲν τὰ θεῖα ∆ῶρα, φησί, προσποιουμένη
ἀσθένειαν, οὐδ' ὅλον τὰ πρὸς τῇ κεφαλῇ κάλυμμα ἕλκουσα, οὕτω τῶν θείων
∆ώρων προσεφερόμην· τὸ δὲ τῆς ἀγάπης πρὸς ἀδελφοὺς σύμβολον, οὐδαμῶς
παρῃτούμην· οὐδὲ γὰρ ἀνθρωπίνοις στόμασιν, ἀλλ' ἀνθρώποις τὴν ἀγγελικὴν
ζηλοῦσιν ἀπάθειαν, προσάγειν ἐμαυτὴν ὑπελάμβανον».
Καταφαίνεται ἡ διαφορετική ἀντιμετώπιση τῶν δύο φύλων ἀναφορικά: α) μέ τό
μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, καθώς οἱ γυναῖκες δέν μποροῦν νά μεταλαμβά-
νουν μέ γυμνό τό κεφάλι120 καί β) ἡ ἐπερχόμενη ἐν Χριστῷ πνευματική ὡριμότητα
(ἀπάθεια), ὁδηγεῖ τόν μοναχό ἄνδρα ἤ γυναίκα στόν ἀσπασμό τῆς εἰρήνης (δέν
ὑπάρχει ἄνδρας καί γυναίκα, κύριος καί δοῦλος).
γ) Μυστήριο ἐξομολόγησης:
Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τό μυστήριο τῆς Ἐξομολόγησης καταγράφεται
στή διήγηση Περί τῆς γυναικός τῆς ἀπελθούσης πρός τόν ἀββᾶν Νεόφυτον τοῦ
ἐξαγγεῖλαι121, καί ἀποτελεῖ: «...ὑπόδειγμα καλὸν καταλείπουσα τοῖς βουλομένοις
ἐξ ὅλης καρδίας προσέρχεσθαι ἐν μετανοία καὶ ἐξομολογήσει τῷ φιλανθρώπῳ
Θεῷ τῷ θέλοντι πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν·»
Ὁ Γέροντας ἀρνεῖται νά ἐξομολογήσει ἐπειδή πρόκειται γιά γυναίκα: «οὐκ ἔστι
μοι πρὸς δύναμιν ὦ τέκνον τὰς τῶν γυναικῶν ἐνωτίζεσθαι πράξεις» καί τότε ἡ
αἰτουμένη τοῦ ἀπαντᾶ: «ἅγιε πάτερ, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ... τελώναις καὶ
ἁμαρτωλοῖς συνανέκειτο, καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ Φαρισαίου συνεσθίων, οὐκ
ἀπεβάλλετο τὴν προσελθοῦσαν αὐτῷ πόρνην...122 καὶ σὺ ἀποδιώκεις με μετανοεῖ-
σθαι θέλουσαν καὶ σωθῆναι;».
120
Α’ Κοριν. ια’, 5-6.
121
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.46-50.
122
Λουκ. 7,36.
439
123
Ματ. 26,6.
440
ἑαυτῆς ἁμαρτίας.»· καί τότε σεισμός μεγάλος γίνεται μόνο στό σπίτι της κι ὄχι σ'
ὅλην τήν πόλιν, κι ἀκούγεται φωνή: «ἀφέωνταί σοι οἱ ἁμαρτίαι σου», ἐνῶ ὁ
μοναχός σηκώνεται ὑγιής χωρίς μώλωπα.
Στή διήγηση Περί τοῦ πρεσβυτέρου τοῦ ἐμπεσόντος εἰς πορνείαν124,
ἐντοπίζονται, μέσῳ τῶν δύο περιπτώσεων ἐξομολόγων πού ἐξετάζονται, οἱ
προϋποθέσεις τοῦ καλοῦ ἐξομολόγου.
Ἡ ἐρώτηση τοῦ πάσχοντος: «τί ποιήσω ἵνα τύχω συγχωρήσεως τῶν ἐμοὶ
πεπραγμένων;» (ἀνάπτυξη πρωτοβουλίας-αὐτενέργεια) πού ἔχει σά βάση της τό
φόβο τοῦ θανάτου καί τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως, ἀποτελεῖ τόν κινητήριο μοχλό γιά
τήν ἐξέλιξη τῆς διήγησης. Σέ αὐτό συμβάλλει καί ἡ συνεργία τοῦ Θείου
παράγοντος: «ὁ δὲ ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὁ μὴ θέλων τινὰ ἀπολέσθαι
ἀνέβαλεν εἰς τὴν καρδίαν αὐτοῦ...» νά πάει στό ὄρος Ὄλυμπος καί νά
ἐξομολογηθεῖ σέ κάποιο Γέροντα.
Ἡ διάκριση τοῦ Γέροντα ἀποτελεῖ παράγοντα καταλλαγῆς ἤ μή τοῦ
ἐξομουλογούμενου. Οἱ δύο διαφορετικές ἀντιμετωπίσεις ἀποδεικνύουν τή σημασία
πού ἔχει γιά τή συμβουλευτική ὑποστήριξη τοῦ ἐξομολογούμενου ἡ σωστή
τοποθέτηση τοῦ ἐξομολογητῆ (συμβούλου).
Στή πρώτη περίπτωση: Ἐξομολόγος: «ἐτόλμησας ἱερουργῆσαι; ... γίνωσκε
τέκνον ὅτι ἑὰν ἱερεὺς εἰς τὸ τοιοῦτον ἁμάρτημα περιπέσῃ ἄλλην ἴασιν οὐκ ἔχει... εἰ
δὲ τολμήσει μετὰ τὸ πεσεῖν ἱερουργῆσαι, ὡς νομίζω, συγχώρησιν οὐκ ἔχει.».
Ἐξομολογούμενος: «καὶ οὐκ ἔστι μετάνοια πάτερ, ἀλλ' ἵνα ἀπογνῶ ἑμαυτόν;».
Ἐξομολόγος: «συγχώρησόν μοι διὰ τὸν Κύριον τέκνον, τίς γάρ εἰμι ἐγὼ τὰ τοιαῦτα
ἀκούειν καὶ κρίνειν καὶ διακρίνειν; εἴθε καὶ τὰ ἐμὰ κακὰ ἐδυνάμην κλαίειν.».
Ἐξομολογούμενος: «ὁ δὲ ταῦτα ἀκούσας, βαλὼν μετάνοιαν, ὑπεχώρησε κατηφής.».
∆ιαγράφεται μία αὐστηρή, ἐλεγκτική, ἐπιτιμιτική καί «ξύλινη» γλώσα πού δέν ἀφήνει
περιθώρια ἐλπίδας.
Στή δεύτερη περίπτωση: Ἐξομολογούμενος: «εἰς τόνδε τόν Γέροντα ἀπῆλθον...
καὶ εἰς ἀπόγνωσιν ἤνεγκέ με.».
Ἐξομολόγος: «νομίζω, τέκνον, οὐκ ἔστιν ἁμαρτία ἡ νικῶσα τὴν φιλανθρωπίαν τοῦ
Θεοῦ... ἀληθῶς εἰπέ σοι ὁ ἅγιος Γέρων ὅτι εἰς τὸν ἱερέα τοῦτο τό ἁμάρτημα βαρύ
124
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.63-64.
441
ἐστι καὶ ἀσυγχώρητον. ἀληθῶς, ἀλλ' ἐπειδὴ συνέβη, τί ποιήσομεν; σὺ ἀπὸ τοῦ νῦν
μηκέτι ἱερουργήσεις καί, ἀποκαρείς, ἔνδυσαι τὸ σχῆμα τῶν μοναχῶν καὶ μετανόη-
σον γνησίως, καὶ ἐλπίζομεν εἰς τὴν ἀγαθότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὅτι
ποιῆσαι ἔχει ἔλεος μετὰ σοῦ, ὡς καὶ μετὰ πάντων τῶν μετανοούντων».
Ἐξομολογούμενος: «ἔπεσεν εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ λέγων· ‘ἐπεὶ Κύριος ὁ Θεὸς
ἀπέστειλέ με εἰς τὰς ἁγίας σου χεῖρας, οὐ μὴ ὑποχωρήσω ἀπὸ σοῦ.’...».
Ἐξομολόγος: βλέποντας τά δάκρυα καί τό συντετριμμένο φρόνημα εἶπε: «εἰ ἀρέσκει
σοι τέκνον μου τοῦ εἶναι μετ' ἐμοῦ οὐκ ἀποδιώκω σε·».
∆ιαγράφεται μία ζεστή, πατρική, παρηγορητική συμπεριφορά μέ προσφερόμενη
λύση γιά ἐπανάκαμψη στή σωστή πορεία, ἀλλά καί συγχρόνως περιθώρια ἐλπίδας
γιατί αὐτός πού συγχωρεῖ εἶναι πάντα ὁ φιλάνθρωπος Θεός. Ὁ διακριτικός Γέρων
δέν ἔρριξε εὐθύνη ἤ εἶπε ὅτι ἔκανε λάθος ὁ προηγούμενος Γέρων, πού ἔκανε τόν
ἐξομολογούμενο νά ἔλθει σέ ἀπόγνωση· ἀντίθετα ἀφοῦ ἐπιβεβαίωσε τήν ἀλήθεια
τῶν λόγων ἐκείνου, προχωρεῖ σέ μία ἐπικοινωνία πού ἀποτελεῖ καί βάση μιᾶς
ὑγιοῦς σχέσης ἐμπιστοσύνης ἀνάμεσα στόν ἐξομολόγο (σύμβουλο) πού θά γίνει
παιδαγωγός καί κατηχητής (ποιμαντική διάσταση) καί τοῦ ἐξομολογούμενου: «μεθ'
ἡμέρας οὖν τινας, κατηχήσας αὐτὸν καὶ ἀποθρίξας, ἐνέδυσεν αὐτῷ τὸ τῶν μονα-
χῶν ἅγιον σχῆμα καὶ ἦν σὺν αὐτῷ ἐν μετανοία καὶ νηστείαις καὶ δάκρυσι,
ἐξιλεόμενος τὸν Θεόν.».
Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο πού διαπιστώθηκε ὅτι ἀπασχολεῖ τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις
εἶναι τό ἠθικό ποιόν τῶν λειτουργῶν καί ὁ ρόλος πού παίζει στήν ἐγκυρότητα τῶν
μυστηρίων:
Ἄρχοντας ἀνακρίνει πρεσβύτερο πού τοῦ ἔχει καταγγελθεῖ γιά μιαρές πράξεις καί
τόν ρωτᾶ πῶς: «τὰ ἄχραντα μυστήρια παρεῖχες τῷ λαῷ εἰς μετάληψιν;». Ἐκεῖνος
ἀπαντᾶ: «Μὰ τὸν θεὸν τὸν κολάζοντά με τῇ ὥρᾳ ταύτη διὰ τῶν χειρῶν ὑμῶν, καὶ
μέλλοντα κολάσαι με ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι διὰ τῶν χειρῶν αὐτοῦ, οὐ ψεύδομαι,
ἀλλ' ἐξότε ἐγενόμην φαρμακός, οὐ προσήνεγκα ἐγώ, ἀλλ' ἡνίκα εἰσερχόμην εἰς
τὸ ἱερατεῖον, κατήρχετο ἄγγελος τοῦ θεοῦ καὶ ἐδέσμει με εἰς τὸν κίονα
ὀπισθάγκωνα, καὶ αὐτὸς προσέφερε, καὶ αὐτὸς μετεδίδου τῷ λαῷ, καὶ ὅτε ἐπλήρου
πᾶσαν τὴν ἀκολουθίαν, τότε ἔλύε με ἵνα ἐξέλθω.»125.
125
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, διήγηση LII, σ. 70.
442
126
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, διήγηση LVΙ, σ.83.
127
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 6-7, σ.489.
443
προκείμενα εἰσάγει, ἀλλὰ τὸ πᾶν τῆς τοῦ Θεοῦ δυνάμεως ἔργον ἐστί, κἀκεῖνός
ἐστιν ἡμᾶς ὁ μυσταγωγῶν.»128.
Αὐτό καταγράφεται καί στή διήγηση Περί τοῦ παιδός τοῦ ἰδόντος τήν ὀπτασίαν
ἐν τῷ ἁγίῳ βαπτίσματι129, ὅπου μία ὀπτασία (ὄργανο τῆς Θείας Πρόνοιας) ἀποτελεῖ
ἀποκαλυπτικό μέσο γιά τήν ἀλήθεια. Ἄρχοντας ζητάει ἀπό παιδί νά πεῖ στόν
βαπτίσαντα αὐτό ἱερέα, νά ἔρθει κοντά του καί τό παιδί δέν τόν βρίσκει· κάποιο
ἄλλο παιδί τόν βρίσκει καί ρωτώντας ὁ ἄρχοντας: «τίς οὖν οὗτος;», ὁ
νεοβαπτισθείς ἀπαντᾶ: «οὐκ ἐβάπτισέ με οὗτος, κύριέ μου. ὁ γὰρ βαπτίσας με ὡς
ἀστραπὴν εἶχε τὸ πρόσωπον λάμποντα καὶ αὐτὸς καὶ τὴν θείαν ἐτέλεσε μυσταγω-
γίαν· καὶ ὅτε ἐλειτούργει ἐκεῖνος ὁ φωσφόρος, οὗτος ὁ πρεσβύτερος ἔξωθεν τῆς
ἐκκλησίας ἵστατο γυμνός, πεπεδημένος ἀλύσει τὸν τράχηλον καὶ τὰς χεῖρας, καὶ
κατεῖχον αὐτὸν δύο αἰθίοπες φοβεροὶ καὶ δυσώδεις. ὡς δὲ ἐτέλεσεν ὁ ἡλιόμορ-
φος τὴν θείαν μυσταγωγίαν... καὶ ὡς ἀπέστειλάς με καλέσαι αὐτόν, ἀπελθών οὐχ
εὗρον αὐτόν.». Ὁ ἄρχοντας ζητώντας ἐξηγήσεις ἀπό τόν ἱερέα, μαθαίνει ὅτι πρίν
ἔλθει σ' αὐτό τό μέρος, στήν πατρίδα του εἶχε περιπέσει σέ ἠθικό παράπτωμα καί:
«ὁ ἐμὸς ἐπίσκοπος δέδωκε μοι ἐπιτίμιον τὰ τῶν ἱερέων μὴ πράσσειν... ἐγὼ δέ,
πτωχός ὑπάρχων καὶ ἄνευ τῆς ἱερωσύνης μὴ δυνάμενος ζῆσαι, ... ἦλθον ἐνταῦθα ...
καταπατήσας τήν οἰκείαν συνείδησιν καὶ καταφρονήσας τῆς τοῦ Θεοῦ δικαιοκρισίας
καὶ τῶν αἰωνίων καὶ φοβερῶν κολάσεων, ἱερούργουν μέχρι τῆς σήμερον.».
Ἡ φιλανθωπία ὅμως τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά σώσει τόν καθένα πού μετανοεῖ
εἰλικρινά, καί αὐτό διαπιστώνεται διά τοῦ στόματος τοῦ ἄρχοντα: «...ὅμως ἐπεὶ
φιλάνθρωπον Θεὸν ἔχομεν, δεχόμενον τοὺς εἰλικρινῶς διὰ μετανοίας αὐτῷ
προσιόντας, ἄπελθε ἐν μοναστηρίῳ καὶ μετανόησον γνησίως τὸ ἐπίλοιπον τῆς
ζωῆς σου.».
128
Εἰς Α’ Κορ, ὁμιλ. 8,1, PG 61,69· πρβλ. Ν. Μητσόπουλου, Θέματα Ὀρθοδόξου ∆ογματικῆς
Θεολογίας, Πανεπιστημιακαί παραδόσεις ∆ογματικῆς, Ἀθήνα 1984, σ. 91.
129
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.77-81.
130
Σπ. Τσιτσίγκου, Ψυχολογία τῆς θρησκείας. Σύγχρονες τάσεις, Ἀθήνα 2002, σ. 126.
444
131
Α. Σταυρόπουλου, Συμβουλευτική Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, σ.144-145· πρβλ. Τ. Κίρναν,
Ψυχοθεραπεία. Θεωρίες καί πρακτικές ἀπό τόν Φρόυντ μέχρι σήμερα, σ.217-232.
132
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ζ’, σ.85.
133
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.102.
134
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.277.
445
προσεύχεται σέ δύσκολες στιγμές: «ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων εὐχαῖς τοῦ πατρός μου
ἐξελοῦ με». Ὁ Ἀβραάμ μαθητής τοῦ Σισώη, τή δύσκολη στιγμή ἀναφωνεῖ: «Κύριε
διὰ τὰς εὐχὰς τοῦ Πατρός μου σῶσόν με ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ·»135.
Ὁ μοναχός Παῦλος, πού εἶχε δαιμονιστεῖ, διηγεῖται136, ὅτι μόλις τόν
τοποθέτησαν δίπλα στή λάρνακα τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου ἀμέσως σά νά ξαλάφρωσε
ἀπό ἕνα μεγάλο βάρος. Συνῆλθε καί παρακαλοῦσε μέ θερμά δάκρυα τόν Ἅγιο νά
τόν ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἐπήρεια τοῦ κακοῦ δαίμονος...· τοῦ ἐφάνη ὅτι ἕνα μαῦρο
κουκούλι γεμάτο μαλλιά εἶχε τοποθετηθεῖ πάνω στό κεφάλι του, πού ὅμως
ἐσωτερικά δέν εἶχε μαλλιά ἀλλά ἀγκάθια σουβλερά σάν καρφιά καί πίεζαν τόσο
δυνατά τό κεφάλι του, πού οὔτε ν' ἀναπνεύσει μποροῦσε. Καί ξαφνικά παρουσιά-
ζεται ὁ ἅγιος μπροστά του: «...ἐπιφαίνεταί μοι πολλῷ τῷ φωτί κύκλῳ περιλαμπόμε-
νος, πολιὸς τὴν τρίχα, στρογγυλὸς τὴν ὄψιν, φαιδρὸς τοὺς ὀφθαλμούς, τὴν ἡλικίαν
βραχύς, βαθὺς τὸν πώγωνα, μανδύαν μέλανα περικείμενος, ράβδον τε τῇ χειρὶ
κατέχων, καὶ ὅτου δέοι πρός με φησί· τί δὲ βούλει ποιήσω σοι;».
Στήν αἴτηση τοῦ ἀρρώστου νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τό δαίμονα, ὁ ἅγιος ἀπαντᾶ: «...σὺ
δέ, ἀλλ' ἐπείσθης, φησίν, ὅτι τῶν γινομένων οὐδὲν τὸν Θεὸν λαθεῖν δυνατόν;
Ἔμαθες ἐξ ὧν ἔπαθες ἡλίκον τὸ τοῦ Θεοῦ περιφρονεῖν κακὸν καὶ ὡς ἂν καὶ τύχοι
προΐεσθαι;». Ὁ ἄρρωστος ὑπόσχεται ὅτι στό μέλλον θά εἶναι προσεκτικός. Ὁ ἅγιος
παίρνει τό κουκούλι μέ τό χέρι του καί μετά βίας τό ἀφήρεσε ἀπό τό κεφάλι τοῦ
μοναχοῦ καί τό ἔρριξε μέσα σέ λάκκο· αὐτό δέ εἶχε πάρει μορφή κοντοῦ αἰθίοπα
μέ μάτια ὅμοια μέ φωτιά.
Πρέπει νά προσεχθεῖ ὁ σωφρονιστικός χαρακτήρας τῆς προσβολῆς ἀπό δαίμονα
καί συγχρόνως ὅτι ἡ θεραπεία δέν εἶναι ὁριστική ἀλλά ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ἐπιλογές
τοῦ προσβαλομένου. Ὁ ἅγιος λέει στόν δαιμονισμένο: «ἴδε ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι
ἁμάρτανε, ἀλλὰ πρόσεχε σεαυτῷ, ἵνα μὴ χεῖρόν τί σοι γένηται.».
Συχνά μπορεῖ νά νομίζει κάποιος ὅτι τά δεινά πού τόν βρίσκουν ὀφείλονται
στήν ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως αὐτό δέν εὐσταθεῖ. Ὁ ἅγιος Μάξιμος λέει:
«Τέσσαρες εἰσι γενικοὶ ἐγκαταλείψεως τρόποι· ἡ μὲν οἰκονομικὴ ὡς ἐπὶ τοῦ Κυρίου,
ἵνα διὰ τῆς δοκούσης ἐγκαταλείψεως οἱ ἐγκαταλελειμένοι σωθῶσιν· ἡ δὲ πρὸς
135
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.552.
136
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίου Εὐθυμίου, τ.2, σ. 123-127.
446
δοκιμήν, ὡς ἐπὶ τοῦ Ἰώβ καὶ Ἰωσήφ, ἵνα ὁ μὲν ἀνδρείας, ὁ δὲ σωφροσύνης στῆλαι
ἀναφανῶσιν· ἡ δὲ πρὸς παίδευσιν πατρικήν, ὡς ἐπὶ τοῦ Ἀποστόλου ἵνα ταπεινοφρο-
νῶν, τὴν ὑπερβολὴν φυλάξῃ τῆς Χάριτος· ἡ δὲ κατ' ἀποστροφὴν ὡς ἐπὶ τῶν
Ἰουδαίων, ἵνα κολαζόμενοι πρὸς μετάνοιαν καμφθῶσι. Σωτήριοι δὲ πάντες τρόποι
ὑπάρχουσι καὶ τῆς θείας ἀγαθότητος καὶ φιλανθρωπίας ἀνάμεστοι.»137.
Ἡ περίπτωση τοῦ μοναχοῦ Αἰμιλιανοῦ, πού δεινοπαθεῖ ἐξαιτίας τῆς πτώσης του
σέ πορνεία, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ἀποτελεῖ «ὑπόδειγμα» συνέτισης: «...
Αἰμιλιανός, λέγων, οὗτος ὑμῖν ὑπόδειγμα ἔστω, ὃν καὶ διὰ τοῦτο πάντως ὁ Θεὸς
περιεῖδεν αἰσχρῶς οὐτωσὶ καὶ ἀθλίως ἐν τοῖς ἁπάντων ὑμῶν ὀφθαλμοῖς ὑπὸ τοῦ
τῆς φιληδονίας κατεργασθῆναι πικροῦ δαίμονος, ἵν' αὐτοί γένησθε βελτίους, καὶ
ἀπὸ τῆς εἰς αὐτὸν τιμωρίας ὑμεῖς κερδάνητε. Ἀλλὰ γὰρ δεηθῶμεν, φησί, τοῦ Θεοῦ
τῆς τοιαύτης ἐπιβουλῆς ἀνεθῆναι τὸν ἄνδρα. ... ὁ λογισμοῖς ἀτόποις προσπαλαίων
τῶν ἀδελφῶν ἀσφαλιζέσθω ὑμῖν ἀεί, καὶ παραινέσεως ἀπολαυέτω διηνεκοῦς καὶ
διδασκαλίας καὶ ὑποθήκης, μὴ λάθῃ κατὰ μικρὸν ὑποσκελισθείς, καὶ πτῶμα χαλεπὸν
τῷ διαβόλῳ γενόμενος.»138.
Ἡ Θεία Πρόνοια δέν ἐγκαταλείπει ποτέ τό δημιούργημά της. Ἡ ἐρώτηση τοῦ
ἡγουμένου: «πόθεν οὖν κυρία μου ἔχετε τὴν ὑμετέραν τροφήν;» εἶναι ἡ αἰτία γιά τήν
ἀποκάλυψη τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ (γιά ἔντεκα χρόνια): «ὁ ἀγαθὸς καὶ
φιλάνθρωπος Θεός, ὁ θρέψας ἐν ἐρήμῳ τεσσαράκοντα ἔτη λαὸν φυγάδα, αὐτὸς
καὶ τὴν ἡμετέραν τροφὴν ἀποστέλλει... τὰ ὄρνεα φέρουσιν ἡμῖν παντοίας ὀπώρας...
ἀλλὰ καὶ τὰ ὑπὲρ τὴν χρείαν... ἀλλὰ καὶ γυμνὰς οὔσας σκέπει καὶ θάλπει τῇ αὐτοῦ
χάριτι, ἵνα μήτε τῷ χειμῶνι κρύους αἰσθανώμεθα μήτε τῷ θέρει καύσωνος·»139.
Γιά τόν ἀββά Ἰσαάκ οἱ παράμετροι τῆς πίστης καί τῆς προθυμίας εἶναι καθοριστικοί:
«...ὅτι ἐλεήμων ὁ Κύριος καὶ τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτὸν βοηθὸς εὑρίσκεται ἕτοιμος, καὶ
μισθαποδότης μεγαλόδωρος γίνεται, διδούς τὴν χάριν αὐτοῦ, οὐ κατὰ τὴν ἡμετέραν
ἐργασίαν, ἀλλὰ κατὰ τὴν προθυμίαν καὶ πίστιν τῶν ἡμετέρων ψυχῶν.»140.
Πολλές φορές ἡ Θεία Πρόνοια δρᾶ ἀπρόβλεπτα καί μέ τρόπους μή
κατανοητούς στόν ἀνθρώπινο πεπερασμένο νοῦ. Στήν περίπτωση τοῦ Ἀνδρέα τοῦ
137
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.466.
138
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Βίος Ἁγίου Εὐθυμίου, τ.2, σ.323.
139
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, Περί τῶν τριῶν γυναικῶν τῶν
φανερωθέντων ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως, σ. 32.
140
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.408.
447
ἐνάρετου ἐπισκόπου Φούνδης, πόλη τῆς Ἰταλίας κοντά στή Ρώμη, πού συγκατοικοῦ-
σε γιά χρόνια στό Ἐπισκοπεῖο μέ κάποια μοναχή καί ξαφνικά δοκιμάσθηκε μέ
λογισμό πορνείας γι’ αὐτήν, συμβαίνει τό ἑξῆς: α) Τό ὄργανο μέσῳ τοῦ ὁποίου θά
φανεῖ ἡ Θεία προστασία, εἶναι ἕνας Ἰουδαῖος (προσοχή στήν καταγωγή καί τό
θρήσκευμα) πού πηγαίνοντας γιά τή Ρώμη διανυκτερεύει στό ναό τοῦ Ἀπόλλωνα
(εἰδωλολατρικός ναός) πού βρίσκονταν κοντά στό Ἐπισκοπεῖο. Ἐκεῖ λοιπόν ὁ
Ἰουδαῖος μένοντας ἄγρυπνος βλέπει ἐν ὀπτασία, δαίμονα ν' ἀφηγεῖται τόν
πειρασμό πού ξεσήκωσε στήν ψυχή τοῦ ἐπισκόπου Ἀνδρέα γιά τή μοναχή καί ὁ
ἀρχηγός τῶν δαιμόνων εὐχαριστημένος πολύ τοῦ λέει ὅτι τό κέρδος του θά εἶναι
μεγάλο ἄν καταφέρει νά παρασύρει τήν ψυχή τοῦ ἐπισκόπου στήν πράξη τοῦ
λογισμοῦ του. Γίνεται γνωστό λοιπόν στόν Ἰουδαῖο τό πρόβλημα τοῦ ἐπισκόπου,
πηγαίνει καί τόν συναντᾶ, τοῦ κάνει περιγραφή τῶν συμβάντων στό ναό τῶν
εἰδώλων, ὁ ἐπίσκοπος μετανοεῖ παραδίδεται σέ θερμή προσευχή καί ἀπομακρύνει
ἀπό κοντά του τή μοναχή141.
Ὁ ἅγιος ∆ανιήλ μέ τήν ἱστορία τοῦ Εὐλογίου142, θέτει τά ὅρια τῆς ἀνθρώπινης
δυνατότητας σέ σχέση μέ τήν Θεία Πρόνοια. Καλόν νά μήν ἐπιζητεῖται κάτι, ἀλλά
νά ἀφήνεται στή Θεία Κρίση καί Βούληση πού ὅλα ἐν δικαιοσύνη ποιεῖ, παρ' ὅτι
στόν ἀνθρώπινο νοῦ ἴσως φαίνεται ὅτι θά ἦταν οἰκοδομιτικώτερο νά γίνει κάπως
ἀλλιῶς. Τό νά ἐγγυᾶται κάποιος γιά τήν προαίρεση τοῦ ἄλλου, εἶναι ἐπικίνδυνο,
καθώς σέ περίπτωση μή εὐόδωσης τοῦ ἐπιτευκτέου ἤ ἀκόμη καί ὕπαρξης ἀντιθέτου
ἀποτελέσματος τοῦ προσδοκομένου, ὁ ἐγγυητής θέτει ὑπόλογο τόν ἑαυτό του ὡς
ὑπαίτιο τῆς ψυχικῆς φθορᾶς καί πτώσης τοῦ ἄλλου. Ὁ κάθε ἄνθρωπος προσφέρει
βάσει τῶν μέτρων καί τῶν δυνατοτήτων του χωρίς νά ὑπάρχει λόγος ὑπέρβασής
τους. Ὁ Εὐλόγιος ὡς ταπεινός λατόμος εἶχε τήν ἀγαθή προαίρεση τῆς
ἐλεημοσύνης πρός τόν πλησίον, ἔστω κι ἄν ἦταν φτωχός. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἡ
ἴδια ψυχική διάθεση θά παρέμενε σταθερή σέ περίπτωση πλουτισμοῦ του, ὅπως
παρακάλεσε καί ἐγγυήθηκε γι' αὐτόν ὁ ἀββᾶς ∆ανιήλ. Τά πάντα ἀνατρέπονται· καί
ὁ Εὐλόγιος πλουτίζοντας καί ἀποκτώντας ἀξιώματα χάνει καί τό χάρισμα τῆς
φιλανθρώπου διαθέσεως.
141
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Γρηγορίου τοῦ ∆ιαλόγου, τ.2, σ.355.
142
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.634-640.
448
143
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.558.
144
πρβλ. Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.256, 258, 261, 262,
264, 272, 273.
145
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ..., O.C.1903, διήγηση LΙΧ, σ. 87.
449
146
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κς’, σ.4.
147
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.148-150.
148
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.266.
450
149
Historia Monachorum in Aegypto, σ.33.
150
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, με’, σ.114.
451
ὠφεληθεισῶν ψυχῶν τῇ σῇ πρὸς ἡμᾶς ἀφίξει καὶ κατὰ Θεὸν πολιτεία, ὅτι οὐδέπω
οὕτως ἐβελτιώθησαν οἱ ὑπ’ ἐμὲ ἀδελφοί, ὡς ἐπὶ τῇ σῇ θεοπέμπῳ παρουσίᾳ καὶ
τελείᾳ ὑπακοῇ·»151.
151
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., Ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ
νέου ἐπί τῶν Εἰκονομάχων, τ.1, σ.478-480.
452
453
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Εἰσαγωγικά.
Κατά τή δεκαετία τοῦ 1960 στό δυτικοευρωπαϊκό χῶρο, ὑπάρχει μετατόπιση τοῦ
ἐνδιαφέροντος ἀπό τήν ἔννοια τοῦ ἐπαγγελματικοῦ προσανατολισμοῦ σέ ἐκείνη
τῆς προσωπικῆς συμβουλῆς καί καθοδήγησης τοῦ νέου μέ σκοπό τήν ἀντιμετώπιση
τῶν πάσης φύσεως προβλημάτων του. Παράγοντες πού ὁδήγησαν σ' αὐτή τήν τάση
εἶναι οἱ σύγχρονες κοινωνικές καί πολιτισμικές ἀλλαγές, ἡ χαλάρωση τῶν
ἐνδοοικογενειακῶν σχέσεων, ἡ ὀρθολογιστική ὀργάνωση τῆς κοινωνίας, ἡ
ἐξειδίκευση τῶν ἐπαγγελμάτων, ἡ αὐξανόμενη ἀντικοινωνική καί ἐγκληματική
συμπεριφορά τῶν ἀνηλίκων, οἱ συνεχεῖς ἀλλαγές στόν ἐκπαιδευτικό χῶρο. Σκοπός
καί ἐπιδίωξη τῆς ψυχοπαιδαγωγικῆς καθοδήγησης ἀποτελεῖ ἡ ἀντιμετώπιση
προβλημάτων πού ἔχουν σχέση μέ τή σωματική καί διανοητική ἀνάπτυξη, τή
συναισθηματική ὡρίμαση, τήν κοινωνική συμπεριφορά καί ἐκδηλώσεις ἀντικοι-
νωνικότητας, τή θρησκευτική καί ἠθική ἀνάπτυξη. Εἰδικότερα ὅσον ἀφορᾶ τή
θρησκευτική καί ἠθική ἀνάπτυξη ἐπικεντρώνεται στήν ἐξέλιξη τῆς παιδικῆς καί
ἐφηβικῆς θρησκευτικότητας· στήν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς πίστης, τοῦ θρησκευ-
τικοῦ συναισθήματος καί βιώματος· στό πρόβλημα τῆς «κατεστημένης ἰδεολογίας»
στήν ἐφηβεία· στήν ἐξέλιξη τῆς ἠθικότητας· στίς περιπτώσεις ἐξασθένισης τῆς ἠθικῆς
συνείδησης· στά θρησκευτικά καί ἠθικά βιώματα τῆς οἰκογένειας ὡς παιδευτικές
διαδικασίες· στή δημιουργία ἐκ μέρους τοῦ ἐφήβου ἑνός αὐτόνομου ἀξιολογικοῦ
συστήματος καί στήν ἀνάπτυξη μιᾶς προσωπικῆς βιοθεωρίας1.
Στόν ἴδιο ἄξονα κινοῦνται καί οἱ σκοποί τῆς σύγχρονης εὐρωπαϊκῆς παιδείας.
Κύριο μέλημα, ὅπως τονίζει ὁ Ἐμμ. Περσελῆς, ἀποτελοῦν ἡ ἀνάπτυξη τῆς γνώσης,
τῆς κατανόησης καί τῆς ἐμβάθυνσης στίς διάφορες μορφές τῆς ἀνθρώπινης
1
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ. 257-262· πρβλ. Α. ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη, Ἡ ἐξέλιξη τῆς
παιδαγωγικῆς καί διδακτικῆς σκέψης (17ος-20ος αἰ.), τ. Β’, Ἀθῆναι 19802· Α. ∆ανασσῆ-
Ἀφεντάκη, Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική Ἀνθρωπολογία-
Παιδαγωγική Ἠθική, σ.115-127, Ἀθῆναι 1975.
454
2
Ἐμμ. Περσελῆ, Χριστιανική Ἀγωγή καί σύγχρονος κόσμος. Θέματα θεωρίας καί πράξης τῆς
χριστιανικῆς ἀγωγῆς, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1994, σ.99-100.
3
Κ. ∆εληκωνσταντῆ, Ἡ ἀγωγή μεταξύ ἀτόμου καί προσώπου. Θεολογικές ἐκτιμήσεις γιά τή
σύγχρονη κρίση τῆς παιδείας στήν Ἑλλάδα, περ. Γρηγόριος Ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη 1991,
σ.266-267.
455
τοῦ ἀνθρώπου συγκροτεῖται ἀπό τή σχέση του μέ τά ἄλλα πρόσωπα. Εἶναι διάσπαση
τοῦ ἀπομονωτισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί σύναψη σχέσης μέ τό «σύ», μέ τόν ἄλλον
ἄνθρωπο ὡς συνάνθρωπο. Περικλείει τήν ἔννοια τῆς σχέσης. Πολλές φορές τό
ἀνθρώπινο πρόσωπο ἀλλοτριώνεται καί χάνει τήν ἐλευθερία του καί τήν τάση γιά
πρόοδο καί δημιουργικότητα. Γίνεται προσωπεῖο, δηλ. ὑποδουλώνεται σέ δυνάμεις
φθορᾶς καί αὐτοκαταστροφῆς, προσποιεῖται καί ἐγκλωβίζεται σέ ἀμυντικούς
τρόπους συμπεριφορᾶς4.
Ἡ «θρησκευτική παιδεία» πού εἰσάγεται στά σχολεῖα εἶναι ἐλλειπτική ὡς πρός τό
περιεχόμενό της, ἀτελής ὡς πρός τήν ἀνθρωπογνωσία της, ἀναιμική ὡς πρός τήν
ἐκκλησιαστική πνοή της. Ἀπευθύνεται στό λογικό, ξεχνώντας τήν καθαρότητα τῆς
καρδιᾶς καί τή σπουδαιότητα τοῦ «θεϊκοῦ ἔρωτα» καί τελικά, ὅπως ἀναφέρει ὁ Β.
Στογιάννος, ξεκόβει ἀπό τήν πηγή κάθε γνήσιας παιδείας, ἀπό τή συνέχιση στήν
πράξη τοῦ ἀγώνα τῶν ἁγίων5. Ἡ παιδαγωγία τοῦ προσώπου πρέπει ν' ἀποτελέσει
τόν πυρήνα τῆς παιδείας. Κάθε ἀνανεωτική προσπάθεια πρέπει ν' ἀντλεῖ ἀπό τήν
παράδοση γιά νά μπορέσει νά ριζώσει καί νά εὐδοκιμήσει. Ὅ,τι δέν ἐγκεντρίστηκε
στήν παράδοση παρέμεινε καί παραμένει στή χώρα μας χωρίς θεμέλιο στήν ψυχή
τοῦ λαοῦ, ἐπιδερμικό καί παροδικό. Προέχει λοιπόν ἡ σωστή σχέση μέ τά
οὐσιαστικά στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης παραδόσεώς μας6.
Ἀρχικά πρέπει νά διευκρινιστεῖ ὅτι ἡ παρούσα ἔρευνα, μέσῳ τῆς ἐξέτασης τῆς
ποιμαντικῆς, συμβουλευτικῆς καί παιδαγωγικῆς διάστασης τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων ὁδηγεῖται στό συμπέρασμα ὅτι πρόκειται γιά χώρους ἐμφιλοχωρού-
μενους καί συγγενεύοντες. Ὁ Γέροντας ὅταν ποιμαίνει, συγχρόνως συμβουλεύει
4
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ. 196-198· βλ. Ι. Ζηζιούλα, Ἀπό τό προσωπεῖον εἰς τό
πρόσωπον. Ἡ συμβολή τῆς Πατερικῆς Θεολογίας εἰς τήν ἔννοιαν τοῦ προσώπου, Χαριστήρια εἰς
τιμήν τοῦ Μητρ. Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος 1977, σ. 287-323· Ι. Καραβιδόπουλου,
Προσωπεῖο καί πρόσωπο κατά τούς τρεῖς Ἱεράρχες, λόγος στήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν,
Ἀριστ. Παν/μιο Θεσ/κης, 1979.
5
Κ. ∆εληκωνσταντῆ, Ἡ ἀγωγή μεταξύ ἀτόμου καί προσώπου. Θεολογικές ἐκτιμήσεις γιά τή
σύγχρονη κρίση τῆς παιδείας στήν Ἑλλάδα, περ. Γρηγόριος Ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη 1991,
σ.272.
6
Κ. ∆εληκωνσταντῆ, Ἡ ἀγωγή μεταξύ ἀτόμου καί προσώπου. Θεολογικές ἐκτιμήσεις γιά τή
σύγχρονη κρίση τῆς παιδείας στήν Ἑλλάδα, περ. Γρηγόριος Ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη 1991,
σ.274.
456
καί παιδαγωγεῖ· ὅταν συμβουλεύει, συγχρόνως ποιμαίνει καί παιδαγωγεῖ καί ὅταν
παιδαγωγεῖ, συγχρόνως ποιμαίνει καί συμβουλεύει. Γι' αὐτό πολλές χρήσεις
παραδειγμάτων ἀπό τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις φαίνεται ὅτι μποροῦν νά
ἀντιστοιχοῦν σέ περισσότερες ἀπό μία διαστάσεις πού καταγράφονται7.
7
Ἡ πρόταση τῆς ἀντικατάστασης τῶν ὅρων «κατήχηση» (εἰδική προετοιμασία προφορικῆς
διδασκαλίας δογματικῶν ἀληθειῶν καί ἠθικῆς πού ἐφήρμοζε ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία σέ ὅσους
ἐνηλίκους ἤθελαν νά γίνουν μέλη της καί νά ἐνταχθοῦν στό μυστικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μέ τό
μυστήριο τοῦ βαπτίσματος) καί «κήρυγμα» (διδασκαλία δογματικῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως) ἀπό
τόν ὅρο «χριστιανική παιδεία καί ἀγωγή» ὁδηγεῖ τόσο τόν ἐνήλικο ὅσο καί τό παιδί καί σέ
ἄλλους χώρους τῆς Ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης ἐκτός τῶν δογματικῶν καί ἠθικῶν
παραγγελμάτων, ὅπως εἶναι ἐμπειρίες καί διαστάσεις μυστηριακές-μυσταγωγικές, συμβολικές,
αἰσθητικές, κοινωνικές, βιωματικές. Ἡ κατήχηση καί τό κήρυγμα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας
ἀπευθύνονταν σέ ἐνηλίκους πού ἔδειχναν ἐλεύθερη προαίρεση νά γίνουν χριστιανοί· σήμερα
ἰσχύει ὁ νηπιοβαπτισμός πού σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία καλεῖται νά διαπαιδαγωγήσει ἐν Χριστῷ
παιδιά καί ἐφήβους ὅπως καί ἐνήλικες πού ἔχουν ποικίλες σωματικές, νοητικές, συναισθημα-
τικές καί βουλητικές ἱκανότητες καί ἀδυναμίες πού ἐπηρεάζονται ἔντονα καί ἀπό τόν κοινωνικό
περίγυρο πού ζοῦν. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά βοηθήσει ὥστε ἀπό τήν πίστη «ἐξ ἀκοῆς» νά
ὁδηγηθοῦν στήν πίστη «τῶν χαρισμάτων τοῦ πνεύματος». Ἡ θρησκευτική ἀγωγή πρέπει νά
βρίσκει μεθόδους, ὥστε ὁ νέος ἰδιαίτερα ἄνθρωπος νά μπορεῖ νά βοηθηθεῖ στήν κατανόηση τῆς
πολύπλοκης πραγματικότητας πού τόν περιβάλλει (Ἐμμ. Περσελῆ, Κατήχηση καί παιδεία, ἐκδ.
Γρηγόρη, Ἀθήνα 2003, σ.15-30)
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις μποροῦν ν' ἀποτελέσουν ἕνα ἀπό τά σημεῖα ἀναφορᾶς αὐτῆς ῆς
προσπάθειας. Τό μήνυμα περί τοῦ ζῶντος μορφωτικοῦ προτύπου τοῦ ἐν Χριστῷ καινοῦ
ἀνθρώπου μέσῳ τῶν παθῶν του, πού προκύπτει ἀπό αὐτές, ἕλκει καί διαφωτίζει ἀπό τά
προτεινόμενα πρότυπα τους. Συγχρόνως παροτρύνει καί παρακινεῖ σέ κατευθυντήριες ὁδούς
μετασχηματισμένες στό σήμερα, ἐνθαρρύνει στήν ἀπομάκρυνση ὁποιουδήποτε δισταγμοῦ ἤ
δειλίας καί ἐμφυσεῖ θάρρος καί βεβαιότητα γιά πνευματική νίκη. Βέβαια ὑπάρχει ἡ χρήση τῶν
βιβλικῶν ἀναγνωσμάτων ὡς πηγή τοῦ λειτουργικοῦ κηρύγματος πού κύριο κριτήριο ἐπιλογῆς
τους χρησίμευσε ἡ λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας διά τοῦ κύκλου τῶν ἑορτῶν (Εὐ. Θεοδώρου,
Μαθήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ρητορικῆς ἤ Ὁμιλητικῆς, Ἀθήνα 1983, σ.104). Αὐτό ὅμως δέν
σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχει καί ἄλλο ὑλικό πρός χρήση· ἡ τυχόν μονοτονία πού μπορεῖ νά
προκαλέσει ἡ ἐπανάληψη τῶν ἰδίων θεμάτων ἴσως ἀποτελεῖ καί κίνητρο χρησιμοποίησης -
παράλληλα μέ τό ἤδη διαθέσιμο ὑλικό- καί νέου θεματολογίου ἀπό τή ζωή τῶν Γερόντων τῶν
πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων.
Σέ σχέση δέ μέ τήν τεχνική τῆς ἀφήγησης (ἀπαγγελίας), ὁ ἀφηγητής τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων δέν αποτελεῖ ἕναν ἱεροκήρυκα χωρίς νά ταυτίζεται μαζί του; Ὁ βιβλικός ἀφηγητής
ποτέ δέν εἶναι οὐδέτερος ἔστω κι ἄν μερικές φορές προσπαθεῖ νά μᾶς κάνει νά τό πιστέψουμε.
Φέρει πάντοτε τήν ταυτότητα τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανοῦ πού ἐκφράζει ἀντιπροσωπευτικά τήν
ἄποψη τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας. Ἀπό τήν ἄλλη πάλι, μήπως ὁ σύγχρονος ἱεροκήρυκας δέν πρέπει
νά γίνει καί ἀφηγητής; Ὁ Εὐ. Θεοδώρου τονίζει, ὅτι ἕνα ἀπό τά κυριώτερα συμπτώματα τῆς
κρίσης τοῦ κηρύγματος ἀποτελεῖ ἡ στέρηση προσωπικοῦ χαρακτήρα (Εὐ. Θεοδώρου, Ὁ
προσωπικός χαρακτήρας τοῦ ὀρθόδοξου κηρύγματος, ἀνάτυπο ἀπό τό περ. Ἐφημέριος, Ἀθήνα
1960 καί Μαθήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ρητορικῆς ἤ Ὁμιλητικῆς, σ. 121· βλ. Κ. Φούσκα, Τό κήρυγμα
καί τά παρεπόμενά του. Πατερική προσέγγιση, Ἀθήνα 2000). Ἀκόμη προτείνει πώς γιά τή
μετάδοση τῶν θρησκευτικῶν ἀληθειῶν τό κήρυγμα καλύτερα ν' ἀποφεύγει τούς πρακτικούς
ὁρισμούς καί νά χρησιμοποιεῖ πιό συχνά «τήν διήγηση, ἤτοι τήν ἐξήγησιν, ἥτις ἀναφέρεται εἰς
γεγονότα ἤ συμβάντα ὅσον καί τήν περιγραφήν, ἤτοι τήν ἐξήγησιν, ἥτις ἀναφέρεται εἰς
πρόσωπα ἤ τόπους ἤ πράγματα ἤ ἤθη· πάντως δέν πρέπει νά λησμονῆται ὅτι ἡ διήγησις καί
περιγραφή δέν ἀποτελοῦν ἐν τῷ κηρύγματι αὐτοσκοπόν ἀλλά μέσα πρός τό σκοπόν» (Εὐ.
Θεοδώρου, Μαθήματα Ἐκκλησιαστικῆς Ρητορικῆς ἤ Ὁμιλητικῆς, σ.134). Οἱ σχέσεις λοιπόν τῆς
ἀφήγησης μέ τό κήρυγμα ἔχουν κοινούς τόπους καί συνεργάζονται πρός ἐπίτευξη ἰδίου στόχου.
Συγχρόνως στή τεχνική τοῦ ἱεροκήρυκα καί τοῦ βιβλικοῦ ἀφηγητῆ, παρ' ὅτι σέ ἀρκετά σημεῖα
457
Μία ἀκόμη παρατήρηση πού πρέπει νά γίνει εἶναι ἡ ἐπιλογή τοῦ ὅρου
«παιδαγωγική» σέ σχέση μέ τόν ὅρο «διδακτική». Ὁ δεύτερος ὅρος (διδακτική)
ἀναφέρεται εἰδικότερα σέ θεωρητικά καί πρακτικά προβλήματα τῆς διδασκαλίας καί
τῆς μαθήσεως, ἐνῶ ὁ πρῶτος περικλείει τό σύνολο τῶν ἐπιδράσεων πού δέχεται ὁ
ἄνθρωπος σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς του ἀπό τό περιβάλλον του (φυσικό,
οἰκογενειακό, οἰκολογικό καί κοινωνικο-πολιτιστικό) καί εἰδικότερα κατά τήν
παιδική καί ἐφηβική του ἡλικία κι ἔχουν σά στόχο τή συμμετρική ἀνάπτυξη ὅλων τῶν
ὄψεων τῆς προσωπικότητας τοῦ νέου ἀνθρώπου, μέ συνέπεια καί τήν τροποποίηση
τῆς συμπεριφορᾶς του8.
Ἡ μελέτη τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων, ἴσως δώσει κάποια βοηθητικά στοιχεῖα
στό κλάδο τῆς Ἐφαρμοσμένης Παιδαγωγικῆς πού στή διεθνή βιβλιογραφία φέρει
τό ὄνομα «Θεωρία καί πράξη τῆς ἀγωγῆς» καί συγγενεύει μέ τόν ἐπιστημονικό
κλάδο «Γενική καί Εἰδική ∆ιδακτική», καί εἰδικότερα ὅσον ἀφορᾶ τό μάθημα τῶν
Θρησκευτικῶν. Ἡ συνένωση τῶν κανόνων καί τῶν ἀρχῶν πού ἐφαρμόζονται στίς
διαδικασίες τῆς διδασκαλίας, μέσω τῆς παιδαγωγικῆς μεθοδολογίας ὁδηγοῦν στή
μετάβαση ἀπό τή θεωρία στήν καθημερινή πράξη τῆς ἀγωγῆς9.
μπορεῖ νά διαφέρει (στάση σώματος, χειρονομίες, τόνος φωνῆς), ὑπάρχει μεγάλος χῶρος
συνεργασίας καί ἀλληλο-συμπλήρωσης (πρβλ. Bernard Reymond, Comment enseigner l’
homilétique? Textes et documents du Colloque de Lyon-Francheville sur les méthodes d’
enseignement en homilétique, organisé par l’ Institut Romand de Pastorale du 15 au 18 mai
1996, Cahiers de l’ IRP, Lausanne 1997 καί εἰδικότερα Harold Kallemeyn, Peut-on enseigner une
«prédication narrative»?, σ. 73-79· ἐπίσης Martin Nicol, Preaching from Within. Homiletische
Positionslichter aus Nordamerika, Pastoraltheologie 86 (1997) 295- 309.
8
πρβλ. Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ. 44· Μαρκαντώνη - Κασσωτάκη, ∆ιδακτική, Στοιχεῖα
διδακτικῆς καί ἀξιολογήσεως τῆς ἐπιδόσεως (Σημειώσεις), τ.Α’, Ἀθήνα 1984, σ.11-12· Ν.
Ἐξαρχόπουλου, Γενική ∆ιδακτική, τ.Α’, ἐκδ. ∆ημητράκου, Ἐν Ἀθῆναις 1946, σ.1-8· Χρ. Φράγκου,
Ψυχοπαιδαγωγική. Θέματα παιδαγωγικῆς ψυχολογίας, Παιδείας, ∆ιδακτικῆς καί μάθησης, σ.44-
62, ἐκδ. Παπαζήση, Ἀθήνα 1977, μέ ἰδιαίτερη ἀναφορά στό πρόβλημα τοῦ ἰδεώδους ἤ τῆς
ἰδεολογίας τῆς ἀγωγῆς καί τίς ἀναζητήσεις τῆς σύγχρονης παιδαγωγικῆς γιά τόν «τύπο τοῦ
ἀνθρώπου»· Α. ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη, Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική
Ἀνθρωπολογία-Παιδαγωγική Ἠθική, σ.172, Ἀθῆναι 1975· Josef Derbolav, Προβλήματα
Παιδαγωγικῆς ἐρεύνης καί διδασκαλίας, μτφρ. Γεωργίου Κουμάκη, Ἀθῆναι 1971, μέ ἰδιαίτερη
ἔμφαση στά κεφ. α) Προκαταρκτικαί σκέψεις διά μίαν «εἰσαγωγήν εἰς τήν παιδαγωγικήν», σ.27-
44 καί β) Τό πρόβλημα μιᾶς φιλοσοφικῆς θεμελιώσεως τῆς παιδαγωγικῆς, σ.45-65.
9
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.167-168· πρβλ. Ἐμμ. Περσελῆ, Χριστιανική Ἀγωγή καί
Σύγχρονος κόσμος, κεφ. Θεολογία, Παιδαγωγική καί Θρησκευτική Ἀγωγή στήν Ἑλλάδα, σ. 33-
42· Εὐ. Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη, Ἡ Πατερική διδαχή στά κατηχητικά σχολεῖα τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος. Ἱστορική ἀναδρομή καί διδακτική ἀξιοποίηση (δ.δ.), ἐκδ. Λύχνος, Ἀθήνα 2003.
458
α. Ὁ διδάσκων
10
Γιά σύγχρονους παιδαγωγούς (Rousseau, Pestalozzi, Fröbel, Ferrer, Steiner, Dewey, Decroly,
Montessori, Makarenko, Ferrière, Cousinet, Freinet, Neill, Rogers) βλ. Jean Houssaye, ∆εκαπέντε
παιδαγωγοί. Σταθμοί στήν ἱστορία τῆς παιδαγωγικῆς σκέψης, μτφρ. ∆έσποινα Καρακατσάνη,
ἐκδ. Μεταίχμιο, Ἀθήνα 2000. Πρβλ. Χρ. Φράγκου, Ἡ σύγχρονη διδασκαλία. Μελέτες
παιδαγωγῶν Ἀνατολῆς καί ∆ύσης. Συνθετική θεώρηση-διδασκαλία-σχόλια. Βασικά κείμενα γιά
τή διδασκαλία, ἐκδ. Gutenberg, Παιδαγωγική σειρά, Ἀθήνα 1986 καί εἰδικότερα : Louis E. Raths,
Τί σημαίνει καλός δάσκαλος (σ. 68-77)· Marie M. Hughes, Τό μοντέλο τῆς καλῆς διδασκαλίας
(σ. 78-82)· Carl Rogers, Προσωπικές σκέψεις γιά τή διδασκαλία καί τή μάθηση (σ. 83-87)·
Jerome S. Bruner, Ἡ πράξη τῆς ἀνακάλυψης (σ.98-103)· W.P. Robinson καί Carol A. Tayler,
Αὐτοεκτίμηση, ἀνία καί ἀποτυχία στούς μαθητές τῆς Μέσης Ἐκπαίδευσης (σ. 129-139).
11
Πρβλ. Κ. Πασσάκου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παιδαγωγικήν, τ.Β’, σ. 936-948, ὅπου γίνεται ἀναφορά
στούς ρόλους τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ καί εἰδικότερα : 1) Ὁ διδάσκαλος ὠς πρόσωπον αὐθεντίας 2)
Ὀ διδάσκαλος ὡς ἐκπαιδευτής 3) Ὁ διδάσκαλος ὡς ψυχολόγος 4) Ὁ διδάσκαλος ὡς
σύμβουλος 5) Ὁ διδάσκαλος ὡς ἐρευνητής 6) Ὁ διδάσκαλος ὡς παράγων πολιτιστικοῦ
κλίματος καί δημοκρατικοῦ ἤθους. Γιά τό μεταβαλλόμενο ρόλο τοῦ δασκάλου βλ. Α. ∆ανασσῆ-
459
13
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ. 140-146· πρβλ. Ι.Σ. Μαρκαντώνη, Παραδόσεις
Παιδαγωγικῆς Ψυχολογίας, σ.13-15· εἰδικότερα γιά τή Θρησκευτική Ἀγωγή στά σχολεῖα πρβλ.
Ἐμμ. Περσελῆ, Χριστιανική Ἀγωγή καί Σύγχρονος κόσμος, κεφ. Σύγχρονες ἀλλαγές στή
νεοελληνική κοινωνία καί τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, σ.213-222.
14
Θεωρία τοῦ W. Rein στήν Ἑλλάδα, τοῦ Morisson στήν Ἀμερική· γιά τά στάδια διδασκαλίας ἔχουν
γίνει ἀναφορές ἀπό τούς H. Roth, W. Doerpfeld, Ἐξαρχόπουλο, Γεωργούλη, Τρεμπέλα· πρβλ. Α.
Νίκα, ∆ιδακτική τοῦ Θρησκευτικοῦ μαθήματος. Θεωρία καί πράξη, σ. 93-97.
15
Η. Ματσαγγούρα, ∆ιδακτική μεθοδολογία. Θεωρία καί πράξη τῆς διδασκαλίας, Ἀθήνα 1991,
σ.12-13 καί 27· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου, Θεία Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο
Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2000, σ.263-264.
16
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ. 44· πρβλ. Κ. Πασσάκου, Εἰσαγωγή εἰς
τήν Παιδαγωγικήν Ψυχολογίαν, τ.Β’, Ἀθῆναι 1979, σ.949-971. Γίνεται ἀναφορά στόν «Εὐδόκι-
461
21
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 579.
22
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ. 6-8, σ. 636.
23
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 2, σ. 540.
24
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.2, σ.648.
463
25
Φιλιπ. β’,8.
26
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.538· πρβλ. Α. ∆ανασσῆ-
Ἀφεντάκη, Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική Ἀνθρωπολογία-
Παιδαγωγική Ἠθική, σ. 92-94 (Ἡ ἀρχή τῆς παιδαγωγικῆς εὐθύνης), Ἀθῆναι 1975.
27
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.537.
28
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.511· πρβλ. Α. ∆ανασσῆ-
Ἀφεντάκη, Εἰσαγωγή στήν Παιδαγωγική, Ἡ ἐξέλιξη τῆς παιδαγωγικῆς καί διδακτικῆς σκέψης
(17ος-20ος αἰ.), τ. Β’, σ.144-148 (Ἡ «ἐπί μέτρῳ» ἀγωγή τοῦ Claparède), Ἀθήνα 19802.
29
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.542.
30
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.538.
464
31
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.39.
32
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, σ.66.
465
δηλονότι καὶ ἀτελεῖ, καὶ ἐν τούτῳ τῷ καιρῷ ἔργα ὀφείλει δεῖξαι διακονίας. Καὶ ἔστι
καιρός, ὅταν ὁ αὐτὸς ἔλθῃ εἰς τὸ διακονεῖσθαι, καὶ ἄλλα ἐστὶ τὰ ἔργα τοῦ μέτρου
τούτου· τὰ γὰρ τέλεια, τοῖς τελείοις εἴρηται, τὰ δὲ ἄλλα, τοῖς ὑπὸ νόμον οὖσιν· ὑπὸ
παιδαγωγὸν γὰρ ἀκμὴν ἐξετάζονται.»33.
Ὁ δάσκαλος ποτέ δέν μένει ἀνενεργός ἀπέναντι στό μαθητή του. Συνεχῶς
θέλει νά τοῦ προσφέρει ὅλο καί περισσότερο, ὅταν βλέπει ὅτι ἡ προσπάθεια του
καρποφορεῖ. Ὁ Γέροντας Βαρσανούφιος παρακαλεῖ τό Θεό νά χορηγήσει στό
μαθητή του τό χάρισμα τῆς διάκρισης: «∆ιὰ τοῦτο γνήσιον αὐτὸν υἱὸν εἶχεν ὁ
Γέρων καὶ ἐδεήθη τοῦ Θεοῦ παρασχεῖν αὐτῷ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως, ἣν κτησά-
μενος ἐδύνατο τῇ ἄνωθεν χάριτι καὶ ψυχάς εἰς ζωὴν ὁδηγῆσαι, καὶ τεθλιμμένους
θεραπεῦσαι καὶ φάρμακον ἰαματικὸν εἰσενεγκεῖν τὸν ἐκ τοῦ Πνεύματος λόγον, καὶ
εἰρήνην μαχομένοις βραβεῦσαι.»34.
Σέ περιπτώσεις λανθασμένων ἐνεργειῶν καί σφαλμάτων ἐκ μέρους τῶν
μαθητῶν, ὁ δάσκαλος πρέπει νά ἐπιδεικνύει σύνεση καί διορατικότητα. Ἡ τιμωρία
δέν ἀποκλείεται, ὅταν εἶναι ἀναγκαία: «Πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἀεὶ ποίει· ἐὰν ἴδης
ὅτι συνετός ἐστι καὶ δέχεται, ἤτοι ὁ κατὰ σοῦ ἐν τῇ διακονίᾳ ὑπὸ σὲ ταχθεὶς
ἀδελφός, λέξον αὐτῷ· ἀδελφέ, ἐὰν ἀμελῶς ποιῶμεν τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ, ἀπώλεια
ψυχῆς ἐστιν· ἄρτι καλῶς ἐγένετο τοῦτο; σπούδασον ἀπὸ τοῦ νῦν. Ἐὰν δὲ ἦ
ἀσύνετος, εἰπὲ αὐτῷ· ὅτι πίστευσον, ἀδελφέ, χρείαν ἔχεις παιδευθῆναι· οὕτως
ἀμελεῖς; ἐὰν εἴπω τῷ Ἀββᾷ, ἤτοι τῷ προεστῶτι, καλῶς σε παιδεύσει.»35.
Ἡ κλιμακωτή ἀντιμετώπιση τῶν σφαλμάτων ἀνάλογα τοῦ μεγέθους τους, εἶναι
προτιμητέα ἀλλά σέ καμμιά περίπτωση δέν πρέπει ν’ ἀμελοῦνται αὐτά : «Περὶ δὲ τοῦ
μωροποιεῖν (ἀδιαφορία) πρὸς τὸ σφάλμα ποίει· εἰ μὲν ἦ μικρόν, μωροποίησον· εἰ
μέγα, μηδαμῶς τοῦτο ποιήσης· μὴ βάλῃς δὲ δεσμὸν κατὰ σοῦ περὶ τῆς ἥττης, μηδὲ
33
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.5, σ.605· ἀναφορικά μέ τήν
αὐθεντία τοῦ διδασκάλου καί τή σημασία της εἰς τήν ἀγωγήν, πρβλ. Α. ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη,
Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική Ἀνθρωπολογία-Παιδαγωγική Ἠθική, σ.
139-143.
34
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, σ.66· περί τῆς ἀμοιβῆς, πρβλ.
Α. ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη, Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική Ἀνθρωπολο-
γία-Παιδαγωγική Ἠθική, σ.143-147.
35
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.13, σ.606· περί τῆς ποινῆς,
πρβλ. Α. ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη, Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική
Ἀνθρωπολογία-Παιδαγωγική Ἠθική, σ.147-155.
466
πάλιν καταφρονήσῃς, ὅταν ἔρχῃ εἰς αὐτήν, παρακάλεσον δὲ τὸν Θεὸν συγχωρῆσαι
σοι, εἰ δὲ καταφρονήσεις, ἀμέλεια γίνεται.»36.
Ὁ ἀββᾶς Μάρκος προτείνει γιά καλύτερο, ἡ «διόρθωση» τοῦ μαθητευόμενου νά
μήν ἔχει προσωπικό χαρακτήρα, ἀλλά νά γίνεται ἐπί γενικῆς βάσεως καί
ἀνωνύμως. Κι αὐτό γιατί χρεώνεται στό μαθητευόμενο σάν ἄσκηση ἐξουσίας καί
ὄχι σά συμβουλή: «Τοῦ ἐν ὑποταγῇ σου μὴ ὄντος, σφάλμα μὴ προσενέγκης εἰς
πρόσωπον· τοῦτο γὰρ ἐξουσίας μᾶλλον, ἢ συμβουλίας ἐστί. Τὰ πληθυντικῶς
λεγόμενα, γίνεται πᾶσιν ὠφέλιμα, ἑκάστῳ τὰ ἴδια κατὰ συνείδησιν ἐμφανίζοντα»37.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά διευκρινίζει ὅτι ὁ δάσκαλος δέν πρέπει ἀπό φόβο ἀντιλόγου
στά λεγόμενά του, νά παρασιωπᾶ αὐτά πού πρέπει νά πεῖ πρός «διόρθωσιν»·
ἀλλιῶς θά βρεθεῖ ὑπόλογος στό Θεό: «Κελεύειν ἀδελφοῖς λαχών, φύλαττε τὴν
τάξιν σου καὶ μὴ διὰ τοὺς ἀντιλέγοντας παρασιωπήσῃς τὰ δέοντα. Ἐν οἷς μὲν γὰρ
ὑπακούσωσι μισθὸν ἕξεις ὑπὲρ τῆς ἐκείνων ἀρετῆς· ἐν οἷς δὲ παρακούσωσι πάντως
ἀφήσεις αὐτοῖς, καὶ λήψει τὰ ἴσα παρὰ τοῦ εἰρηκότος· ‘Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς
ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν οὐδὲ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα
ὑμῶν’.»38.
Ἡ σχέση τῆς μαθητείας ἀποτελεῖ σχέση ἀμοιβαιότητας καί ἀγαπητικῆς συνεργα-
σίας. Ὁ Γέροντας Σισώης, ἐπειδή ἀπουσιάζει ὁ μαθητής του, δέν δέχεται κάποιον
ἄλλον νά τόν ἀντικαταστήσει: «ἔχω ἀφεῖναι ἄνθρωπον ἄλλον ποιῆσαι συνήθειαν
μετ' ἐμοῦ, ἐκτὸς τοῦ ἀδελφοῦ μου; καὶ οὐ κατεδέξατο ἕως οὗ ἦλθεν ὁ μαθητὴς
αὐτοῦ ὑπομένας τὸν κόπον.»39.
Τό πρότυπο τῆς πατρικῆς ἀγάπης ἀκολουθεῖ καί τή σχέση μαθητείας. Τό
ἐνδιαφέρον τοῦ δασκάλου δέν παύει ἀκόμη καί λίγο πρίν τό θάνατό του, μέ τό
φόβο μήπως κινδυνέψει ὁ μαθητής του. Ὁ Μιχαήλ ὁ Ἴβηρος λέει στόν μαθητή του
Εὐστάθιο: «Τέκνον οἶδας ὅτι ἐπικίνδυνός ἐστιν καὶ ἐξόλισθος ἡ κατάβασις τοῦ
μνημείου, καὶ ἐὰν ἀποθάνω κινδυνεύεις τοῦ βαστάξαι με καὶ κατελθεῖν μήπως
πέσῃς καὶ ἀποθάνῃς, ἀλλὰ δεῦρο ἄγωμεν μικρὰ μικρά. Καὶ κατελθόντων αὐτῶν,
36
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.13, σ.607.
37
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.627.
38
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ.622.
39
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μς’, σ.114.
467
ἐποίησεν εὐχὴν ὁ γέρων καὶ ἀσπασάμενος τὸν Εὐστάθιον ... ἀνακλίνας ἑαυτὸν ἐν
τῷ τάφῳ μετὰ πάσης χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ἀπῆλθεν πρὸς Κύριον.»40.
Ἀλλά καί ὁ βιολογικός θάνατος δέν εἶναι δυνατός γιά νά διαλύσει μία τέτοια
σχέση. Μετά τόν θάνατο τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου ὁ μαθητής του ∆ομετιανός καλεῖται νά
τόν ἀκολουθήσει καθώς: «ἐχαρίσατο ὁ Θεὸς κοινὴν ἡμῖν εἶναι καὶ τὴν ἐνταῦθα
διαγωγήν.»41.
Ἡ ἔμπρακτη ἐμπειρία ἀποτελεῖ γιά τούς Γέροντες γνώση καί συγχρόνως
παρακαταθήκη καθοδήγησης γιά τήν παιδαγωγική τους μεθοδολογία: «Εἶπεν ὁ
ἀββᾶς Ὑπερέχιος· σοφὸς ἀληθῶς ἐστιν οὐχ ὁ τῷ λόγῳ διδάσκων, ἀλλ' ὁ τῷ ἔργῳ
παιδεύων.»42.
Ἡ ἀμμᾶς Συγκλητική τονίζει: «ἐπικίνδυνον, τὸν μὴ διὰ πρακτικοῦ βίου ἀναχθέντα
διδάσκειν... μὴ πρότερον ἑαυτοὺς οἰκοδομήσαντες καὶ τοὺς προσελθόντας αὐτοῖς
ἀπώλεσαν»43· ἐνισχύει δέ τή θέση της καί μέ τόν παραλληλισμό τοῦ σπιτιοῦ, πού
στεριωμένο σέ σαθρά θεμέλια, ὑποδεξάμενο ξένους θά πέσει καί θά τούς
τραυματίσει.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν δέν ἀναπαύεται στή χρήση τοῦ διδακτικοῦ λόγου, ἀλλά
ἐπισημαίνει τή μετάβαση ἀπό τή θεωρία στή πράξη (ἔμπρακτος λόγος): «Ἀπῆλθε
ποτε ὁ Ἀββᾶς Σερῖνος πρὸς τὸν Ἀββᾶν Ποιμένα μετὰ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Ἰσαάκ· καὶ
λέγει αὐτῷ· τί ποιήσω τῷ Ἰσαάκ τούτῳ; ὅτι ἡδέως ἀκούει μου τοῦ λόγου. Ἀπεκρίθη
αὐτῷ ὁ Ἀββᾶς Ποιμήν· ἐὰν θέλῃς ὠφελῆσαι αὐτόν, ἔργῳ δεῖξον αὐτῷ τὴν ἀρετήν·
ἐπεὶ ὁ τῷ λόγῳ προσέχων, ἀργὸς μένει· ἐὰν δὲ ἔργῳ δείξης αὐτῷ, τοῦτο
παραμενεῖ αὐτῷ.»44. Σέ ἀκολουθία δέ τῆς πρώτης του θέσης καί μέ ἀφορμή
ἐρώτηση ἀδελφοῦ ἄν πρέπει νά συμβουλεύει ἄλλους ἀδελφούς πού μένουν μαζί
του γιά τό τί νά κάνουν, τάσσεται ὑπέρ τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς τοῦ μαθητευόμενου
γιά τήν πορεία του: «ποίησον πρῶτον τὸ ἔργον καὶ ἐὰν θέλωσι ζῆν, ἑαυτοῖς
βλέπουσι· ... γενοῦ αὐτοῖς τύπος καὶ μὴ νομοθέτης.»45.
40
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση VIII,
σ.65· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου, Θεία Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα
Κρήτης, σ. 343.
41
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.165.
42
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.4, σ.568.
43
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιβ’, σ.121.
44
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, παρ.3, σ.568.
45
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρογ’, σ.100.
468
Στήν ἐξέλιξη τῆς παιδαγωγικῆς σκέψης ὁ Comenius τονίζει τήν προτίμησή του
γιά τή βιωμένη ἄσκηση σέ ἀντιδιαστολή μέ τόν ἐξαναγκασμό ἤ τήν προφορική
διδασκαλία: «μαθαίνουμε νά εἴμαστε ἐνάρετοι κάνοντας ἐνάρετες πράξεις·
γνωρίζοντας μαθαίνουμε νά γνωρίζουμε καί ἐνεργώντας νά ἐνεργοῦμε». Τρεῖς
εἶναι οἱ βασικές ἀρχές τῆς διδακτικῆς του: α) νά προχωρεῖ κάποιος σταδιακά· β)
αὐτοψία: νά ἐξετάζει τά πάντα κάποιος μόνος του χωρίς νά παραιτεῖται τῆς
αὐθεντίας τοῦ ἐνηλίκου· γ) αὐτοπραξία: ὅτι δήποτε ἐμφανιστεῖ στή νόηση, τή μνήμη,
τή γλώσσα, τά χέρια, οἱ μαθητές νά τό ἐρευνήσουν, νά τό ἀνακαλύψουν, νά τό
συζητήσουν, νά τό κάνουν, νά τό ἐπαναλάβουν ἀφήνοντας τούς δασκάλους μόνο
νά ἐπιβλέπουν ἄν γίνεται αὐτό πού πρέπει κι ἄν γίνεται ὅπως πρέπει46.
Ἡ «ἐνεργητική παιδαγωγική» τοῦ Piaget στηρίζεται: α) στήν ἐργασία κατά ὁμάδες
(πρβλ. στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ὁμάδες «ἀδελφῶν» γύρω ἀπό τόν Γέροντα) πού
προϋποθέτει τήν ἐλεύθερη συνδιαλλαγή τῶν μαθητῶν καί συνεπῶς τήν συνεργασία
πού συμβάλλει στή μείωση τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί δίνει στά παιδιά τήν εὐκαιρία νά
προσαρμόσουν τά προσωπικά τους ἐνδιαφέροντα στή πειθαρχική λογική τοῦ
συνόλου· β) στήν αὐτοδιακυβέρνηση· μία ἐκπαιδευτική διαδικασία (κοινωνική ἀγωγή)
πού ἀναθέτει στά παιδιά τήν ὀργάνωση τῆς σχολικῆς πειθαρχίας. Ὁ μαθητής
ἀναπτύσσει στή τάξη μία νέα ἀλληλεγγύη, ἕνα αἴσθημα ἰσότητας καί δικαιοσύνης
καί μία ἔννοια τῆς τιμωρίας πού βασίζεται στήν ἀμοιβαιότητα. Ἡ διαδικασία αὐτή
τείνει «νά μάθει στά ἄτομα νά ξεπερνοῦν τόν ἐγωκεντρισμό τους γιά νά
συνεργάζονται μεταξύ τους καί νά ὑπακοῦν σέ κοινούς κανόνες». Ζητᾶ ἀπό τό
δάσκαλο ὄχι μόνο νά ἐνθαρρύνει τή συνεργασία, νά ἐπιλέγει λειτουργικά
ἐργαλεῖα καί ἐνδιαφέρουσες καταστάσεις ἀλλά νά γίνει καί ὁ ἴδιος ἐρευνητής,
ὥστε νά κατανοεῖ καλύτερα τά στάδια τῆς ἐξέλιξης καί νά προκαλεῖ στό παιδί τήν
ἀνάγκη γιά παρατήρηση. Ἡ πειθαρχία πού προέρχεται ἀπό τήν αὐτοδιακυβέρνηση
εἶναι ταυτόχρονη πηγή ἐσωτερικῆς αὐτονομίας καί ἀληθινῆς ἀλληλεγγύης. ∆έν
εἶναι ἡ κοινή ὑπακοή ἀλλά μία «ἐσωτερική ὀργανική ἀλληλεγγύη ὅπου διαφορο-
46
J. Piaget, Περί παιδαγωγικῆς, ἐπιστ. θεώρηση Σταυρούλα Σαμαρτζῆ, μτφρ. Μαρία Ἀραβιτσιώτη,
ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 2000, σ.253-255· βλ. Α. Κομενίου, Μεγάλη ∆ιδακτική, μτφρ.
∆. Ἰωαννίδη-Ὀλυμπίου, Ἐν Ἀθήναις 1912· πρβλ. Α. ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη, Ἡ ἐξέλιξη τῆς
παιδαγωγικῆς καί διδακτικῆς σκέψης (17ος-20ος αἰ.), τ. Β’, σ.16-25.
469
ποιημένες προσωπικότητες ἑνώνουν τίς προσπάθειές τους γιά τόν ἴδιο σκοπό καί
νιώθουν ὑπεύθυνες γιά τή μονιμότητα τοῦ κοινωνικοῦ δεσμοῦ»47.
β΄. Ὁ διδασκόμενος.
47
J. Piaget, Περί παιδαγωγικῆς, σ.20-31, 161-162.
48
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.231.
49
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.238.
50
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.239.
470
51
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.11, σ.606.
52
Ἀναστασίου ταπεινοῦ μοναχοῦ διηγήσεις διάφοροι περί τῶν ἐν Σινᾷ ..., O.C.1902, διήγηση
ΧΧΧΙΙ, σ.79.
53
J. Piaget, Περί παιδαγωγικῆς, σ. 39-40.
471
54
J. Piaget, Περί παιδαγωγικῆς, σ.83.
55
J. Piaget, Περί παιδαγωγικῆς, σ.39-43· πρβλ. Alan Rogers, Ἐκπαίδευση Ἐνηλίκων, σ. 81-107, μέ
ἰδιαίτερη ἀναφορά στούς ἐνήλικες ἐκπαιδευόμενους (προφίλ, διά βίου ἐκπαίδευση,
χαρακτηριστικά ἐνηλίκων ἐκπαιδευομένων, συνέπειες γιά τόν ἐκπαιδευτή ἐνηλίκων).
472
2. Παιδαγωγική μέθοδος
56
Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ἠθική, Ἐκδόσεις Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1983, σ.33.
57
Χ. Γιανναρᾶ, Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἤθους, Ἐκδόσεις Γρηγόρη, Ἀθήνα 1989, σ.40.
58
Ὁ Ἀθ. Γλάρος, στό Θεία Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα
Κρήτης, σ. 178-179 ἀναφέρει: «Τό ἀξιολογικό-ἠθικό περιεχόμενο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀγωγῆς τῶν
νέων δέν διακρίνεται ἀπό ἐκεῖνο τῆς ἐν γένει ἀγωγῆς τους. Ἄλλωστε ἡ ἐκκλησιαστική γραμματεία
ἔχει πλοῦτο παιδαγωγικῶν ἰδεῶν καί ἀρχῶν πού τώρα ‘ἀνακαλύπτει’ ἡ ‘θύραθεν παιδεία’, ὄπως ἡ
ἀρχή τῶν ἀτομικῶν διαφορῶν, ὅτι ἡ ἀγωγή πρέπει ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τά προβλήματα τῶν
διαπροσωπικῶν σχέσεων, τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό καί μέ τόν ἑαυτό του, ὅτι τό παιδί
δέν εἶναι μεγάλος σέ σμικρογραφία ἀλλά ἐξελισσόμενος ὀργανισμός, ὅτι φέρει μέσα του
ποικίλες καταβολές καί προδιαθέσεις, ὅτι χρειάζεται εἰδική ἱεράρχηση ἀνάλογα μέ τή δεκτικότητα
τοῦ μορφούμενου .... Ἔχουν προβληθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀπό τούς πρώτους κιόλας χριστιανικούς
χρόνους: ἡ μοναδικότητα τῆς ψυχῆς, ἡ ἐλευθερία στήν ἀνάπτυξη τῆς συνείδησης, ἡ ἀναγνώριση τῶν
ἔμφυτων ταλέντων τοῦ παιδαγωγουμένου καί ἡ ἀνάπτυξή τους, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀξίας τοῦ παιδιοῦ
καί ἡ προστασία του, ἡ ἀναγωγή του ἀπό ἀντικείμενο σέ ὑποκείμενο, ἡ χρησιμότητα τῶν βοηθῶν
παιδαγωγῶν, ἡ οἰκολογική συνείδηση, ἡ αἰσθητική ἀγωγή, οἱ ἰδιαιτερότητες καί ἡ ἰσοτιμία τῶν δύο
φύλων»· πρβλ. Α. Μπιτσάκη, Ἡ ∆ιαπαιδαγώγηση τοῦ ἀνθρώπου κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἱστορική
Παιδαγωγική ἔρευνα, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2005, σ.334.
473
τήν ὁμαλή καί ἁρμονική ἀνάπτυξη τῆς ὅλης προσωπικότητας. Γίνεται ἐφαρμογή
εἰδικῶν διδακτικῶν μεθόδων καί μέσων μέ προσχεδιασμένους τρόπους παιδαγω-
γικῆς καί διδακτικῆς παρέμβασης καί πιό συγκεκριμένα: μέ τή συμβουλή, τήν
ὑπόδειξη, τήν ἐνθάρρυνση τοῦ μαθητῆ κυρίως κατά τήν πορεία τῆς μάθησης, τήν
προτροπή ἤ ἀποτροπή, τήν ἀπαγόρευση, τήν ἄρνηση, τήν ἀμοιβή καί τήν ποινή, τόν
ἔπαινο, τήν προβολή τοῦ παραδείγματος (βιωματική διδασκαλία), τήν προσπάθεια
πρόληψης πιθανῶν ἀποκλίσεων τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ ἀτόμου (προληπτική ἀγωγή),
τήν παροχή εὐκαιριῶν καί κινήτρων γιά ἔκφραση καί δημιουργία, τήν ἐκδήλωση
ἀγάπης ἐκ μέρους τοῦ παιδαγωγοῦ59.
Ἡ διδακτική μέθοδος, πού συχνά τροποποιεῖται καί ἀναθεωρεῖται, ἀναλόγως
τῶν περιπτώσεων, μέ ἀπώτερη ἐπιδίωξη τή μεγιστοποίηση τῆς ἀπόδοσης τῆς
παιδευτικῆς προσπάθειας, εἶναι ἡ ὁδός πού ἀκολουθοῦν ὁ δάσκαλος καί ὁ μαθητής
προκειμένου νά πραγματοποιήσουν τούς σκοπούς τῆς διδακτικῆς ἐπικοινωνίας. Γιά
νά εἶναι ἀποτελεσματική πρέπει νά προσαρμοστεῖ στό ἐπίπεδο τῆς φυσικῆς,
διανοητικῆς, συναισθηματικῆς κοινωνικῆς καί ἠθικῆς ἀνάπτυξης τοῦ ὑποκειμένου στό
ὁποῖο ἀπευθύνεται τό ἐρέθισμα. Θεμελιακές παιδευτικές ἀρχές πού ἐντοπίστηκαν
στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἀποτελοῦν ὁ λόγος τοῦ παιδαγωγοῦ πού εἶναι
καθοριστικός, ἡ ἀρχή τῆς βιωματικότητας καί ἡ ἀρχή τῆς αὐτενέργειας. Παράγοντες
καθοριστικῆς συμβολῆς στή διαδικασία αὐτή ἀποτελοῦν: α) ἡ προσωπικότητα τοῦ
ἀνθρώπου πού ἀσκεῖ τήν ἀγωγή· β) ἡ ψυχοβιολογική καί μορφωτική κατάσταση τοῦ
ὑποκειμένου τῆς ἀγωγῆς (δέκτης)· γ) ὁ προγραμματισμός-σχεδιασμός καί ἡ ὀργά-
νωση τῆς ἐκπομπῆς τοῦ μηνύματος (ἐννοιολογικό, ἰδεολογικό, συναισθηματικό,
πολιτιστικό καί πραγματολογικό περιεχόμενο τοῦ μηνύματος)· δ) ἡ πραγματοποίηση
ἐκπομπῆς μηνύματος60.
59
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.55.
60
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.21-30.
474
61
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ.125.
62
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.59.
63
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.72.
64
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.84.
65
Historia Monachorum in Aegypto, σ.133.
475
μᾶλλον ἐν τοῖς λόγοις τῶν γερόντων καὶ μὴ ἐν τῇ γραφῇ· κίνδυνος γάρ ἐστι οὐ
μικρός.»66.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν τονίζει τό βαθμό ἐπικινδυνότητας πού μπορεῖ νά περικλείει ὁ
λόγος γιά τόν ἴδιο τόν παιδαγωγό, ἀφοῦ ἀποτελεῖ κριτήριο θετικοῦ ἤ ἀρνητικοῦ
χαρακτηρισμοῦ του: «ἐάν μνησθῇ ἄνθρωπος τοῦ γεγραμμένου ρητοῦ, ὅτι ἐκ τῶν
λόγων σου δικαιωθήσῃ καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ, αἱρεῖται μᾶλλον τὸ
σιωπᾶν.»67. Γι’ αὐτό κι ὅπως λέει: «ἡμεῖς οὐκ ἐμάθομεν κλείειν τὴν ξύλινην θύραν,
ἀλλὰ μᾶλλον τὴν τῆς γλώσσης θύραν.»68.
Ὁ κατ' ἐπίγνωση αὐτοέλεγχος τοῦ ἐκφερόμενου «λόγου», ὁδηγεῖ στήν ὁμαλή
καί ἁρμονική συμβίωση μέ τούς ἀνθρώπους, ἐνῶ σέ ἀντίθετη περίπτωση, πού
ἀποτελεῖ (ψυχική) ἀσθένεια, προτείνεται ἡ ἀπομόνωση: «Ἀδελφὸς ἠρώτησε τὸν
ἀββᾶν Ματώην λέγων· τί ποιήσω, ὅτι ἡ γλῶσσα μου θλίβει με; καὶ ὅταν ἔρχωμαι
μέσον τῶν ἀνθρώπων, οὐ δύναμαι κατασχεῖν αὐτήν, ἀλλὰ κρίνω αὐτοὺς ἐν παντὶ
ἔργῳ ἀγαθῷ καὶ ἐλέγχω αὐτούς· τί οὖν ποιήσω; Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ γέρων εἶπεν· εἰ
οὐ δύνασαι κατέχειν ἑαυτόν, φύγε κατὰ μόνας· ἀσθένεια γάρ ἐστιν. Ὁ δὲ
καθήμενος μετὰ ἀδελφῶν, οὐκ ὀφείλει εἶναι τετραγωνιαῖος, ἀλλὰ στρογγυλός, ἵνα
πρὸς πάντας κυλίηται· ἐγὼ δὲ οὐ κατὰ ἀρετὴν κάθημαι κατὰ μόνας, ἀλλὰ κατὰ
ἀσθένειαν· δυνατοὶ γάρ εἰσιν οἱ ἐρχόμενοι εἰς τὸ μέσον τῶν ἀνθρώπων.»69.
Ἡ σιωπή ὅμως παίρνει καί μία ἄλλη διάσταση γιά τούς Γέροντες. Ὁ ἀββᾶς
Σιλουανός ὅταν πρέπει νά ποτίσει τόν κῆπο μέ τά λαχανικά, γιατί ὁ μαθητής του
Ζαχαρίας λείπει σέ διακονία, ἐκεῖνος κάνει αὐτή τήν ἐργασία φορώντας
«κουκούλιον», γιατί ὅπως λέει ὁ ἴδιος: «...ἵνα μὴ ἴδωσιν οἱ ὀφθαλμοί μου τὰ
δένδρα καὶ ἀπασχοληθῇ ὁ νοῦς μου ἀπὸ τῆς ἐργασίας αὐτῆς εἰς αὐτά.»70.
Τό ὑποκείμενο τῆς θρησκευτικῆς πίστης μπορεῖ νά λάβει τό δῶρο τῆς ὑπερβατικῆς
σιωπῆς μόνο ἄν παραιτηθεῖ ἀπό τή συνειδητή θέληση γι'αὐτήν. Ἡ συνείδηση πρέπει
νά σβήσει ὡς πρός τόν ἑαυτό της, προκειμένου ὁ πόθος νά διαβεῖ τήν ἔρημο καί νά
συναντηθεῖ ἐκεῖ μέ τό προθετικό του ἀντικείμενο πού εἶναι τό ἄφατο. «Τό νά εἶναι
κανείς παρών» σημειώνει ὁ Γκανταμέρ, «ὡς ὑποκειμενική πράξη τῆς ἀνθρώπινης
66
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.18.
67
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, μβ’, σ.89.
68
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, νη’, σ.90.
69
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.7, σ. 575.
70
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, δ’, σ.116.
476
στάσης, ἐνεχει τήν ἰδιότητα τοῦ νά εἶναι κανείς ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του»· τό νά
βρίσκεται κάποιος «ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό ἀποτελεῖ τή θετική δυνατότητα τοῦ νά εἶναι
κανείς ἐξ ὁλοκλήρου μέ κάτι ἄλλο. Αὐτός ὁ τρόπος παρουσίας εἶναι ἡ λήθη τοῦ
ἑαυτοῦ... ὡς προσήλωση πρός τό ἀντικείμενο ... Ἐκεῖνο πού ἀποσπᾶ κάποιον ἀπό τό
καθετί, τοῦ ἐπιστρέφει τό ὅλον τῆς ὑπόστασής του». Γράφει ὁ Ἔλιοτ:
Τό σημεῖο τῆς διασταύρωσης τοῦ αἰωνίου μέ τό χρόνο,
εἶναι μιά ἐνασχόληση γιά τόν Ἅγιο.
Ὄχι ἐνασχόληση, ἀλλά κάτι πού δίνει καί παίρνει
σέ μιάν ὁλόκληρη ζωή θανάτου μέσα στήν ἀγάπη.
Πάθος καί αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία71.
β΄. Βιωματικότητα.
71
Τζ. Πολίτη, Στά ὅρια τῆς Γραφῆς, ∆οκίμια γιά τούς Μπέκετ, Κάφκα, Τζόϋς. ἐκδ. Ἄγρα, Ἀθήνα
1999, σ.87.
72
Α. Βερτσέτη, ∆ιδακτική. Γενική ∆ιδακτική, τ.Α’, Ἀθήνα 20035, σ.177· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου, Θεία
Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, σ. 216-224· Κ.
Γεωργούλη, Γενική ∆ιδακτική, Ἀθῆναι 1972, σ. 362-363· F. Kopp, ∆ιάρθρωσις διδακτέας ὕλης,
ΜΠΕ (1968) 131-132· Κ. Γρηγοριάδη, Περί τῆς μεθόδου καί τῆς πορείας τῆς διδασκαλίας εἰς τό
θρησκευτικόν μάθημα, Κοινωνία 17, (1974) 256-278.
73
πρβλ. Ν. Μαρκαντώνη, ∆ιδακτική τῶν θεολογικῶν μαθημάτων. Συμμετοχή στόν ἐκσυγχρονισμό
τοῦ μαθήματος, Ἐκδόσεις Γρηγόρη, Ἀθήνα 1998, σ.28· Α. Νίκα, ∆ιδακτική τοῦ Θρησκευτικοῦ
μαθήματος, θεωρία καί πράξη, Ἐκδόσεις Βιβλιογονία, Ἀθήνα 1992σ.81· Κ. Γεωργούλη, Γενική
∆ιδακτική, σ. 449-471 (Τό διδασκόμενο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα τῆς Μέσης
Ἐκπαίδευσης).
477
74
Κ. Γεωργούλη, Ἡ οὐσία καί ἡ διδακτική τῶν θρησκευτικῶν, ἐκδ. Παπαδήμα, Ἀθῆναι 1975, σ.191-
192.
75
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, Περί Ἰωάννου τοῦ ἐν Λυκῷ τῇ πόλει, τ.1, σ.190.
76
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.187, σ.208· πρβλ. Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ
ἐνιαυτοῦ, ∆ιήγησις περί τῶν Ἰβήρων· ἤτοι τῶν νῦν καλουμένων Γκιουρτζίδων, ὅπως ἦλθον εἰς
Θεογνωσίαν παρά τινος γυναικός, τ.1, σ.164-165.
77
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.102.
478
γ΄. Αὐτενέργεια.
78
Χ. Βασιλόπουλου, ∆ιδακτική τῶν Θρησκευτικῶν στή Μέση Ἐκπαίδευση, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη,
Θεσ/κη 1989, σ. 19-20.
79
Χ. Βασιλόπουλου, Ὁ μαθητής ὡς κριτήριο τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη,
Θεσσαλονίκη 19932, σ.128.
80
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.458.
81
Α. Βερτσέτη, Γενική ∆ιδακτική, τ.Α’, σ.167· πρβλ. Α. Νίκα, ∆ιδακτική τοῦ Θρησκευτικοῦ μαθήματος.
Θεωρία καί πράξη, σ. 80-81· Κ. Γεωργούλη, Γενική ∆ιδακτική, σ. 363-366· Ἀθ. Τριλιανοῦ,
Μεθοδολογία τῆς διδασκαλίας. Κριτική προσέγγιση τῆς ἀποτελεσματικῆς διδασκαλίας μέ βάση
πορίσματα τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας, Ἀθήνα 19912, σ.30-31· Β. Κονιδιτσιώτου, Ἡ νεωτέρα
παιδαγωγική καί ἡ ἀρχή τῆς αὐτενεργείας. Ἡ διαλεκτική σχέση ἀγωγῆς καί αὐτενεργείας,
Ἀθῆναι 1968, σ. 206 κ.ε.· Ἀθ. Γλάρου, Θεία Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο
Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, σ. 209. Βλ. Ἀθ. Παππᾶ, Μαθητοκεντρική διδασκαλία, τ.1-3, Ἀθήνα
479
Ὁ ἀββᾶς Σισώης ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, νουθετώντας τόν μαθητή του γιά
συνεχή ἀγώνα γιά τή διεκδίκηση τοῦ ἀγαθοῦ, ὑποστηρίζει μία ἄλλη μορφή
αὐτενέργειας, τήν καθοδηγούμενη84, δηλ. αὐτή πού προκαλεῖται ὡς πρός τό ἀρχικό
ἐρέθισμα ἀπό τό δάσκαλο: «Τί ποιήσω ἀββᾶ ὅτι πέπτωκα; λέγει αὐτῷ ὁ γέρων·
ἀνάστα πάλιν· λέγει ὁ ἀδελφός· ἀνέστην καὶ πάλιν πέπτωκα· καὶ λέγει ὁ γέρων·
ἀνάστα πάλιν καὶ πάλιν· εἶπεν οὖν ὁ ἀδελφός· ἕως πότε; λέγει ὁ γέρων· ἕως ἂν
καταληφθῇς εἴτε ἐν τῷ ἀγαθῷ εἴτε ἐν τῷ πτώματι· ἐν ᾧ γὰρ εὑρίσκεται ἄνθρωπος
ἐν αὐτῷ καὶ πορεύεται.»85.
3. Μέσα διδασκαλίας.
84
Χρησιμοποιεῖται καί ὁ ὅρος «κατευθυνόμενη διερεύνηση»· πρβλ. Η. Ματσαγγούρα, Θεωρία καί
πράξη τῆς διδασκαλίας, τ.2, Στρατηγικές διδασκαλίας, ἐκδ. Gutenberg, Ἀθήνα 1998, σ.184.
85
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, λη’, σ.114· πρβλ. Α. Βερτσέτη, Γενική
∆ιδακτική, τ.Α’, σ. 169.
86
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.49-53· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου, Θεία Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά
στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, σ.301-389.
481
87
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ. 339· πρβλ. Β. Τατάκη, Παιδαγωγική, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι
1978, σ. 106· Χρ. Φράγκου, Παιδαγωγικές ἔρευνες καί ἐφαρμογές, μέ εἰδικότερη ἀναφορά
στά κεφ. : α) Μία νέα θεωρία γιά τή σχολική μάθηση (ἀρχές λειτουργικότητας, σύνδεσης,
μεταλλαγῆς, συμμετοχῆς, προώθησης, προσαρμογῆς), σ. 457-465 καί β) Συμβολή στή
δημιουργία ἑνός συστήματος ταξινόμησης τῶν διδακτικῶν ἀρχῶν (1) ∆ιδακτικό κλῖμα ὅπου
ἐξετάζονται οἰ ἀρχές ἐλεύθερης συμμετοχῆς, ἀναγνώρισης καί παραδοχῆς τοῦ ἄλλου, ἠρεμίας
καί σύμμετρης ἐκτόνωσης, ἐπιστημονικῆς καί παιδευτικῆς ἐντιμότητας, ἀτομικῆς ἰδιαιτερότητας,
ὁμαδικῆς ἐκδήλωσης. 2) Γενικές μεθοδολογικές κατευθύνσεις στή γνωστική περιοχή ὅπου
ἐξετάζονται οἰ ἀρχές τῆς συνερεύνησης, βίωσης καί ἀναβίωσης, λογικοῦ προγραμματισμοῦ,
ἑλκυστικότητας. 3) Εἰδικές τεχνικές γιά τή γνωστική περιοχή ὅπου ἐξετάζονται οἰ ἀρχές
προσφορᾶς καί κατανόησης πληροφοριῶν, ἐποπτείας, συνδυασμοῦ, ὀργάνωσης καί πολλαπλῶν
θεωρήσεων, ἐναλλακτικῆς ἐπανάληψης, σχηματοποίησης, συγκεκριμενοποίησης καί
ἐπαγωγικότητας, συνολικότητας. 4) Ἀνάπτυξη συνθετικῶν ἱκανοτήτων ὅπου ἐξετάζονται οἰ ἀρχές
ἐκμετάλλευσης, ἀνακάλυψης, ἀντιμετώπισης καί ἐπίλυσης προβλημάτων, δημιουργικότητας),
σ.467-494.
88
Χρ. Φράγκου, Ψυχοπαιδαγωγική. Θέματα Παιδαγωγικῆς Ψυχολογίας, παιδείας, διδακτικῆς καί
μάθησης, ἐκδ. Παπαζήση, Ἀθήνα 1977, σ.327-337, ὅπου γίνεται παρουσίαση τῶν παλαιῶν
μεθόδων διδασκαλίας ἀλλά ἀναφέρονται καί οἱ διδακτικές θέσεις πού ἀναπτύχθηκαν στό
χῶρο τῆς νέας ἀγωγῆς, ὅπως ἡ διδακτική μέθοδος τῶν Pestalozzi, Froebel, Decroly, Dewey,
Cousinet.
482
89
Α. Βερτσέτη, Γενική ∆ιδακτική, τ.Α’, σ.126-129· πρβλ. Β. Τατάκη, Παιδαγωγική, σ. 115· γιά τίς
ἐφαρμογές καί τή μεταφορά τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων στήν ἐκπαίδευση ὑπάρχει εἰδική
παράγραφος στήν ἔρευνά μας: Ἡ χρήση τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων στήν Ἐκπαίδευση.
90
Ν. Μελανίτου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παιδαγωγικήν, Ἐν Ἀθήναις 1976, σ.311· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου,
Θεία Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, σ.304-314.
91
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιη’, σ.46-47.
483
εἶπεν αὐτῷ ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης μὴ τίποτε ἐβλάβη ὁ λύχνος ὅτι ἀνῆψας ἐξ αὐτοῦ καὶ
ἄλλους λύχνους; Ἀπεκρίθη ἐκεῖνος· οὐχί. Καὶ λέγει ὁ Γέρων· οὕτως οὐδὲ Ἰωάννης,
ἐὰν ἡ Σκῆτις ὅλη ἔρχεται πρός με, οὐ μή με ἐμποδίσει ἀπὸ τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ·
τοίνυν ὅτε θέλεις ἔρχου, μηδὲν διακρινόμενος. Καὶ οὕτω διὰ τῆς ὑπομονῆς
ἀμφοτέρων ἦρε τὴν λήθην ὁ Θεὸς ἀπὸ τοῦ Γέροντος.»92.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν δίνει τό βῆμα τοῦ λόγου καί στόν μαθητευόμενο93· ὁ ἴδιος
παροτρύνει γιά μιά μέτρια ἤ σχετική προσπάθεια, παρά ἀπροσπάθεια (διήγηση
σχετικά μέ γεωργό πού σπείρει καί θερίζει μικρά καί ἀκάθαρτα καί ἐπιβιώνει σέ
περίοδο λιμοῦ, σέ σύγκριση μέ ἄλλον πού δεν σπέρνει καθόλου καί πεθαίνει)94.
Ἐπισημάνθηκαν ἐνισχυτικές μέθοδοι, καθώς σύμφωνα μέ τή θεωρία τῆς
κοινωνικῆς μάθησης (A. Bandura), ἡ μάθηση καί ἡ ἐπίλυση προβλημάτων ἀπαιτοῦν τή
διερεύνηση ἐναλλακτικῶν δυνατοτήτων95. Παραδειγματικά ἀναφέρονται:
Τοῦ μή χεῖρον βέλτιστον: μοναχός πού ἔχει παγώσει ἀπό τό κρύο τῆς νύκτας
παρηγορεῖ τόν ἑαυτό του εὐχαριστώντας τόν Θεό γιά τ' ἀγαθά πού τοῦ προσφέρει,
καθώς στή μνήμη του ἔρχονται εἰκόνες χειροτέρων καταστάσεων ἀπό αὐτή τῆς
δικιᾶς του96.
Συνολικός ἀπολογισμός θετικῶν καί ἀρνητικῶν στοιχείων (ζυγοστάθμισμα):
μοναχός πού θέλει νά ἐγαταλείψει τό κελλί του, ἀναλογίζεται τά θετικά σημεῖα τῆς
διαμονῆς στό κελλί πού ὑπερισχύουν τῆς ἀπόφασής του γιά νά φύγει97.
Ἡ ἀμμᾶς Συγκλητική τονίζει ὅτι: «ὅσον προκόπτουσιν οἱ ἀθληταί, τοσοῦτον
συνάπτουσιν ἀνταγωνιστῇ μείζονι»98. Ὁ ἀγώνας καί ἡ ἄσκηση εἶναι συνεχεῖς καί
ὅσο αὐξάνονται, τόσο αὐξάνεται καί ὁ ἀνταγωνισμός πού εἶναι καί ἡ αἰτία τῆς
τελείωσις τοῦ ἀθλητῆ. Οἱ Ἀντώνιος καί Ἀρσένιος ἐπιστοῦν τή προσοχή: «ἐὰν
εὑρεθῇ ἀδελφὸς ἔχων ἀσθένειαν ἐλαττώματος, χρὴ βαστάζειν αὐτόν· ἐὰν δὲ
92
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ. Γ’, σ.64· τό ἴδιο ὑλικό ὑπἀρχει
στό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, Ἰωάννου Κολοβοῦ, ιη’, σ.46-47 καί
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 4, σ.618.
93
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ρθ’, σ.95.
94
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, να’, σ.90.
95
J. Bruner, Learning about learning. A Conference report, U.S. Department of Health, Education
Welfare, Cooperatives Research Monograph, n.15, 1966, σ.126.
96
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.173.
97
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.8, σ.174.
98
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιδ’, σ.121.
484
κλέπτῃ καὶ νουθετούμενος οὐ παύεται, διώξατε αὐτόν· ὅτι καὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ
ζημιοῖ, καὶ ὅλους ἐν τῷ τόπῳ ταράττει.»99.
Ἡ ἀμοιβή καί ἡ ποινή ἀποτελοῦν συνέπειες ἐπιδοκιμασίας ἤ ἀποδοκιμασίας τῶν
διαφόρων ἐκδηλώσεων τῆς διαγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ φόβος τῆς κολάσεως
χρησιμοποιεῖται ὡς ἀμυντικός μηχανισμός χειραγώγησης τοῦ πιστοῦ· ἀπό τήν ἄλλη
πλευρά ἡ νοσταλγία τοῦ παραδείσου ἐπιστρατεύεται γιά νά τονώσει τόν φοβισμένο
ἀπό τά πάθη του ἄνθρωπο καί νά τόν βγάλει ἀπό τά ἀδιέξοδά του (βλ. ἔρευνά μας:
Πάθη καί ἀρετές· Τό καλό καί τό κακό.)
Ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν παιδευτική ἀποτελεσματικότητα, ἡ ἐκ μέρους
τοῦ μαθητῆ κατανόηση τῆς σκοπιμότητας πού ἐμπεριέχει ἡ χρήση αὐτῶν τῶν μέτρων
καί συγχρόνως ἡ ἀποδοχή τῆς κρίσης τοῦ δασκάλου ὡς ἀντικειμενικῆς καί δίκαιης.
Πραγματώνονται: α) μέ τόν λόγο (ἔπαινοι, παρατηρήσεις, ψόγοι)· β) μέ τήν παροχή
ἤ στέρηση διαφόρων ὑλικῶν μέσων καί ἀπολαύσεων· γ) μέ τήν ἐκτέλεση ἤ μή
διαφόρων ἐπιθυμιῶν· δ) μέ τήν ἐπίδειξη εὐνοϊκῆς στάσεως ἤ μέ τήν ἐκδήλωση
δυσμενοῦς διαθέσεως· ε) μέ τήν ἀπονομή κάποιας διακρίσεως100.
Ἡ σύγχρονη Παιδαγωγική ἐπιδοκιμάζει τήν παρουσία τῶν ποινῶν στήν πρακτική
της ὡς «φυσικό ἀποτέλεσμα τῆς κατάχρησης κάποιου δικαιώματος ἤ προνομίου πού
μετά τήν παράβαση αἴρεται» καί μάλιστα τονίζεται ὅτι πρέπει νά προσιδιάζουν στό
παράπτωμα101. Ἡ ὀρθόδοξη ἀγωγή ἐπιβάλλει «πνευματικές ποινές» (ἐπιτίμια) στά
πνευματικά παραπτώματα (βλ. ἔρευνά μας: Θεματολογία τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων), ὅπως ἀποστέρηση Θείας Κοινωνίας, μελέτη τῶν Γραφῶν, προσευχή σέ
συνδυασμό μέ νηστεία καί μετάνοια, ἐλεημοσύνη102.
Σέ μερικές περιπτώσεις δέν μεσολαβεῖ κάποιος ἐξωτερικός φορέας πού
ἐπιβάλλει ποινή ἤ παρέχει ἀμοιβή (δάσκαλος), ἀλλά ὁ μαθητής πού προϋποθέτει νά
βρίσκεται σέ ὑψηλό μορφωτικό ἐπίπεδο καί συνεπῶς διαθέτει αὐτογνωσία,
99
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, σ. 28.
100
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.57-59.
101
Ἠλ. Ματσαγγούρα, Ὀργάνωση καί διεύθυνση τῆς σχολικῆς τάξης. Ἐφαρμογές τῆς σύγχρονης
∆ιδακτικῆς, Ἀθήνα 19983, σ.121-124.
102
Τ. Ματθαιάκη, Ἐξομολογητική, Ἀθῆναι 19762, σ.341κ.ε.· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου, Θεία Παιδαγωγία.
Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, σ.325.
485
103
Γ. Κρουσταλάκη, ∆ιαπαιδαγώγηση, σ.58.
104
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.103.
105
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.69.
106
Α. Τσιρίμπα, Γενική Παιδαγωγική, Ἀθῆναι 1969, σ.250κ.ε.· πρβλ. Γ. Κρουσταλάκη, Ἡ Παιδαγωγική
σήμερα, τ. Α’, ἐκδ. Λύχνος, Ἀθήνα 1985., σ.55.
486
μάλιστα νά ἔχουν φτάσει στά ὕπατα τῶν ἀξιωμάτων, ὅπως π.χ. ὁ ἀρχιεπίσκοπος
Ἀμώς πού διεγράφει ἀπό τά δίπτυχα τῆς ἐκκλησίας107 ἤ περιπτώσεις ὅπως τοῦ
Οὐάλη, τοῦ Ἥρωνα, τοῦ Πτολεμαίου. Ὁ Παλλάδιος λέει: «Ἀναγκαῖον δέ ἐστι καὶ
τοὺς τοιούτων βίους ἐνθεῖναι τῷ βιβλιδαρίῳ πρὸς ἀσφάλειαν τῶν ἐντυγχανόντων,
καθάπερ καὶ ἁγίοις φυτοῖς τοῦ παραδείσου τὸ ξύλον τὸ γνωστὸν καλοῦ καὶ
πονηροῦ· ἵνα εἴ ποτε αὐτοῖς συμβαίη κατόρθωμά τι, μὴ μέγα φρονήσωσιν ἐπὶ τῇ
ἀρετῇ.»108.
Ἐκτός ἀπό τό«ζωντανό παράδειγμα» ὑπάρχει καί τό «θεωρητικό παράδειγμα»
πού πρόκειται γιά ἕνα ἐρέθισμα, πού συλλέγει ὁ παιδαγωγούμενος, τό εἰσάγει
στόν ἐσωτερικό του κόσμο καί τό ἐντάσσει στά ἀποκτήματα τῆς πείρας του109. Οἱ
παραβολές, οἱ διηγηματικές ἀπεικονίσεις, οἱ μεταφορές εἶναι τέτοια παραδείγματα
καί ὀνομάζονται «συμβολικά πρότυπα», γιατί ἡ αὐτονόητη γνώση τους ἔχει ἤδη
σχηματοποιηθεῖ σέ ἐσωτερικευμένα νοητικά πρότυπα110.
Ὁ Μέγας Ἀντώνιος διά τοῦ τόξου πού ἄν τό τεντώσει πέραν τοῦ μέτρου θά
σπάσει, διδάσκει ὅτι: «καὶ εἰς τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ, ἐὰν πλεῖον τοῦ μέτρου τείνωμεν
κατὰ τῶν ἀδελφῶν ταχὺ προσρήσσουσι· χρὴ οὖν μίαν μίαν συγκαταβαίνειν τοῖς
ἀδελφοῖς»111· ἔρχεται νά ἐπικροτήσει τό ἀρχαϊκό «Πᾶν μέτρον ἄριστον» καί νά
ὑποστηρίξει τή «μέση (βασιλική) ὁδό».
Τό σύνηθες διηγηματικό ὑλικό τοῦ ἀγάλματος πού λιθοβολεῖται, συναντᾶται
στόν Ἀμμωνά, στόν Ἀνούβ καί στόν Μακάριο τόν Αἰγύπτιο καί ἑρμηνεύεται: «οὕτω
καὶ σὺ ἐὰν θέλῃς σωθῆναι, γενοῦ νεκρός· μήτε τὴν ἀδικία τῶν ἀνθρώπων, μήτε τὴν
δόξαν αὐτῶν λογίσῃ.»112.
Τόν κίνδυνο ἀπό τήν παραμέληση τῶν παθῶν διηγεῖται μέσῳ τοῦ παραδείγμα-
τος ἡ παρακάτω διήγηση: «Εὐκαίρησε τις μέγας γέρων μετά τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἐν
τόπῳ τινί, ἐν ὦ ἦσαν κυπαρίσσια διάφορα, μικρὰ καὶ μεγάλα. Καὶ λέγει ὁ γέρων ἑνὶ
107
Ἀναστασίου μοναχοῦ ταπεινοῦ ἐλαχίστου διηγήματα ψυχωφελῆ ..., O.C. 1903, διήγηση LΙΧ, σ.
87.
108
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.153-161.
109
Ν. Μελανίτου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παιδαγωγικήν, σ.321.
110
Ε. Κολιάδη, Κοινωνικογνωστικές θεωρίες, τ. 2, Ἀθήνα 19974, σ.141· πρβλ. Ἀθ. Γλάρου, Θεία
Παιδαγωγία. Παιδαγωγικά στοιχεῖα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, σ.344-349. Βλ.
ἔρευνά μας: ∆ιαχρονικά στοιχεῖα· Μετασχηματισμοί· Ἀξιοποίηση καί προβολή τῶν προτύπων
τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων.
111
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιγ’, σ.2.
112
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, η’, σ.16· α’, σ.18· κγ’, σ.68.
487
113
Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, παρ.115, σ.272.
114
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, κη’, σ.4.
115
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιε’, σ.46.
488
καλύτερη ἡ χρήση τῶν λόγων τῶν Πατέρων (βίοι ἁγίων) καί πάλι ἔχοντας τό φόβο
τῆς πτώσης αὐτοῦ πού διηγεῖται σέ ὑψηλοφροσύνη ἤ ἀτοπία λεχθέντων:
Ἐρώτησις: «Ἆρα τὰ καλὰ διηγήματα ἀπὸ Γραφῆς καὶ βίον Πατέρων, καλόν ἐστι
πάντοτε διηγεῖσθαι ἢ οὐ;»
Ἀπόκρισις: «Ὅτι ἡδὺ τὸ μέλι, γνωστόν ἐστι πᾶσι· καὶ ὅτι ὁ Παροιμιαστὴς εἶπε, 'μέλι
εὑρών φάγε τὸ ἱκανόν, μήποτε ἐμπλησθεὶς ἐμέσῃς', καὶ τοῦτο οὐκ ἐστιν ἀγνώστως·
Ἔστι γὰρ σακκία καὶ σακκία· ἔστι σακκίον, ὅπερ χωρεῖ ἓν μόδιον· καὶ ἄλλο χωρεῖ
τρία· ἐὰν οὖν θελήσῃ τις ἀναγκάσαι τὸ τοῦ ἑνὸς μοδίου χωρῆσαι τὸ μέτρον τῶν
τριῶν, οὐ δύναται δέξασθαι. Οὕτω καὶ ἐνταῦθα οὐ δυνάμεθα ἰσῶσαι πάντας
ἀνθρώπους· καῖ γὰρ δύναται ὁ μὲν ἀβλαβῶς λαλῆσαι ὁ δὲ οὐ δύναται. Καλὴ μὲν
οὖν καὶ θαυμαστὴ ἡ σιωπὴ πρὸ πάντων· καὶ αὐτὴν ἐτίμων οἱ πατέρες καὶ ἠσπάζοντο
καὶ ἐν αὐτῇ ἐδοξάσθησαν... Ἀλλ' ἐπειδὴ ἡμεῖς διὰ τὴν ἡμετέραν ἀσθένειαν οὐκ
ἐφθάσαμεν τὴν τῶν τελείων βαδίζειν ὁδόν, λαλήσωμεν τὰ συντείνοντα πρὸς
οἰκοδομήν, ἀπὸ τῶν ρημάτων τῶν Πατέρων καὶ μὴ βάλωμεν ἑαυτοὺς εἰς διηγήματα
Γραφῶν· καὶ γὰρ κίνδυνον ἔχει τὸ πρᾶγμα τὸ μὴ εἰδότι. Πνευματικῶς γὰρ εἴρηνται
καὶ ὁ σαρκικὸς διακρῖναι τὰ πνευματικὰ οὐ δύναται· φησὶ γάρ, 'τὸ γράμμα ἀποκτένει
τὸ δὲ πνεῦμα ζωοποιεῖ'. Φύγωμεν οὖν εἰς τὰ ρήματα τῶν Πατέρων καὶ εὑρίσκομεν
τὴν ἐν αὐτοῖς ὠφέλειαν. Καὶ τοῦτο μετὰ συντομίας, μνημονεύοντες τοῦ εἰπόντος·
'ἐκ πολυλογίας οὐκ ἐκφεύξῃ ἁμαρτίαν'. Κἂν εἴπῃ ὁ λογισμὸς καλοί εἰσιν οἱ λόγοι ἤ
τὰ διηγήματα, μνησθῶμεν ὅτι οὐκ ἐσμεν ἐργάται τῶν ὑφ' ἡμῶν λαλουμένων καὶ
νομίζομεν ὅτι καὶ ἄλλους οἰκοδομοῦμεν ταῦτα λέγοντες· κατακρινόμεθα δὲ
μᾶλλον, μὴ ὄντες αὐτῶν ἐργάται· ἀλλ' οὐ παρα τοῦτο κωλύομεν τὴν κατὰ Θεὸν ἐν
αὐτοῖς ὁμιλίαν. Συμφέρει γὰρ ἐν αὐτοῖς ὁμιλεῖν, ἢ εἰς ἄλλα ἄτοπα· ἀλλ' ἵνα μὴ
ἐμπέσωμεν εἰς ὑψηλοφροσύνην ἢ καυχήματος λογισμόν, ὀφείλομεν ἔχειν ὡς καί
ἐστιν, ὅτι μὴ πράξαντες τὰ παρ' ἡμῶν λαλούμενα, εἰς κατάκρισιν λαλοῦμεν αὐτά.
Καὶ περὶ τούτων ὡς καὶ περὶ τῶν ἄλλων σφαλμάτων, δεηθῶμεν τοῦ Θεοῦ
λέγοντες· μὴ κρίνῃς με λαλήσαντα ταῦτα.»116.
Οἱ Πατέρες οἰκοδομοῦν τούς μαθητευόμενους ὡς πρός τή σταθερότητα τοῦ
φρονήματος τους μέ δοκιμασίες (σύγχρονα τέστ): Ὁ Γέρων Ἰωσήφ ὁ εἰς Πανεφώ,
πού ἔβαλε μαθητή του νά φάει ἡμέρα Παρασκευή, ἐνῶ ἦταν νηστεία, ὁμολογεῖ: «οἱ
116
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ.Β’. νξθ’, σ.410-412.
489
117
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ε’, σ.53.
118
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.516.
119
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.58,
120
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.148.
490
121
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.326.
122
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., ἁγίου Ἐφραίμ, τ.2, σ.334.
123
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ξε’, σ.91· πρβλ. Κ. Γεωργούλη, Γενική
∆ιδακτική, σ.359.
124
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.196, σ. 227· Κ. Γεωργούλη, Γενική ∆ιδακτική, σ. 356-358.
125
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.197,σ. 229.
491
126
Χρ. Τομασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, σ. 392-396· πρβλ. Μ. Μιράσγεζη, Τό παιγνίδι στή
παιδική Λογοτεχνία, Εἰσηγήσεις στό Β’ Σεμινάριο τοῦ κύκλου τοῦ Ἑλληνικοῦ παιδικοῦ βιβλίου,
ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1988, σ. 38-68.
127
J. Piaget, Περί παιδαγωγικῆς, σ.235.
492
ἀνώνυμα σ' ἕνα χαρτί καί τά ρίχνουν σέ κουτί τῆς τάξης στό μάθημα τῆς ἠθικῆς ἀπ'
ὅπου καί διαβάζονται). Ὁ προσκοπισμός πού προσπαθεῖ στήν προοδευτική
ἐξομοίωση τῆς ἠθικῆς τοῦ καθήκοντος μ' ἐκείνη τῆς συνεργασίας καί τοῦ καλοῦ.
Κινήσεις ἐνεργοῦ χριστιανισμοῦ μέσα στά σχολεῖα (ἐπισκέψεις καί ὑλική βοήθεια
σέ ἀνθρώπους ἔχοντες ἀνάγκη, φιλοξενία/ἐπικοινωνία παιδιῶν ἀπό ἄλλες χῶρες,
δημιουργία ἐκδηλώσεων (ὁμιλίες, σχολική ἐφημερίδα, γιορτές, bazaar) πρός
ἐξέρευση χρηματικοῦ ποσοῦ γιά κάλυψη φιλανθρωπικοῦ σκοποῦ (ἀγορά ἀναπηρικοῦ
ἀνθρωποκαθίσματος ἤ θερμαντικοῦ σώματος ἤ κάλυψη εἰσητηρίων ταξιδίου γιά
λόγους ὑγείας).
Ὡς πρός τή διδασκαλία κατεγράφησαν ἡ χρήση :
Τῆς ἀλληγορικῆς μεθόδου (βλ. ἔρευνά μας, Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, στίς
Ἀφηγηματικές τεχνικές: ρητορικά σχήματα).
Τῆς ἱστορικῆς ἀναδρομῆς (βλ. ἔρευνά μας, Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, στίς
Ἀφηγηματικές τεχνικές: Μνήμη καί φαντασία).
Τῆς μίμησης (βλ. ἔρευνά μας, Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, στίς Ἀφηγηματικές
τεχνικές: Μνήμη καί φαντασία)128.
Τό παίξιμο ρόλων (βλ. ἔρευνά μας, Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, στίς
Ἀφηγηματικές τεχνικές: Μνήμη καί φαντασία)129.
Ἡ μαιευτική /ἀνιχνευτική. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος: «καὶ θέλων ὁ γέρων δοκιμάσαι
αὐτούς, προεβάλετο ρῆμα ἐκ τῆς γραφῆς, καὶ ἤρξατο ἐρωτᾶν ἀπὸ τῶν μικροτέρων,
τί ἐστι τὸ ρῆμα τοῦτο· καὶ ἕκαστος ἔλεγε κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν·»130.
Ἡ μύηση σέ μορφές τέχνης καί εἰδικότερα στήν ἁγιογραφία· ὁ ἅγιος Ἐφραίμ τονίζει
ὅτι: «πολλοὶ δὲ καὶ τὰς τῶν ἁγίων ἀθλήσεις ἐν τοῖς εὐκτηρίοις οἴκοις διαγράφουσι
πρὸς ζῆλον τῶν νωθροκαρδίων καὶ ἀνάμνησιν τῶν ἀγωνισαμένων καὶ ἀριστευσά-
ντων κατὰ τῶν ἐναντίων.»131.
128
Α. Καψάλη, Παιδαγωγική ψυχολογία, σ. 260-280, ὄπου γίνεται ἀναφορά στή μάθηση μέ μίμηση
καί ταύτιση.
129
M. Bigge, Θεωρίες μάθησης γιά ἐκπαιδευτικούς, μτφρ. Ἀριστ. Κάντα, Ἀλεξ. Χαντζή, ἐπιμ. Ν.
Ράπτης, ἐκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 1987, σ.224-239, ὅπου γίνεται ἀναφορά στό ποιά εἶναι ἡ φύση τῆς
κοινωνικῆς μάθησης.
130
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ις’, σ.2· πρβλ. Χρ. Φράγκου, Ἐφαρμογή τῆς
Μαιευτικῆς μεθόδου τοῦ Σωκράτη σέ παιδιά. Ἔρευνα σέ μαθητές τοῦ ∆ημοτικοῦ καί τοῦ
Γυμνασίου, ἐκδ. Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων, Ἰωάννινα 1973.
131
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.332.
493
Εὑρετικές μέθοδοι (βλ. ἔρευνά μας, Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, στή ∆όμηση
πλοκῆς). Στή σύγχρονη διδακτική-μαθησιακή διαδικασία, πού ἔχει κυρίως προβάλει
ὁ J. Bruner (εἰσηγητής τῆς ἰδέας ὁ J. Dewey), σέ ὑπάρχουσες προβληματικές
καταστάσεις, διδάσκονται τρόποι ἐνέργειας καί στρατηγικές διερευνητικῆς φύσης,
μέ τίς ὁποῖες ἐπιτυγχάνονται λύσεις τῶν ὑπαρχόντων προβλημάτων. Στίς
ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἐντοπίστηκαν τέτοιου εἴδους μέθοδοι, γιά τήν ὑπέρβαση
ἐμποδίων τόσο σέ ἐπίπεδο θεσμῶν καί δομῶν ὅσο καί σέ προσωπικό ἐπίπεδο, πού
ἴσως θά μποροῦσαν νά θεωρηθοῦν ὄχι τόσο «ὀρθόδοξες» καί ἀκραῖες. Ὅμως αὐτό
πού πρέπει πάντοτε νά εἶναι ἀποτυπωμένο στόν ἀνθρώπινο νοῦ εἶναι τό ὅτι αὐτά τά
κείμενα καθοδήγησαν πνευματικά καί ἐνέπνευσαν τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας σέ
δύσκολες ἱστορικές συγκυρίες, γι’ αὐτό καί πρέπει νά κρίνονται μέ σύνεση καί
132
προσοχή .
Εἰδικότερα κατεγράφησαν:
Ὁ διάβολος νά θεολογεῖ: διάλογος Γέροντα Μακαρίου μέ τόν διάβολο (διάλογος
καλοῦ-κακοῦ) καί στή συγκεκριμένη περίπτωση δίνεται καί ἡ αἰτιολόγηση αὐτοῦ τοῦ
διαλόγου, δηλαδή, ὅτι κατά θείαν οἰκονομία γίνεται ἡ συνάντηση: «εἰς τοῦτο γὰρ
ἐφάνης, ἵνα μάθωμέν σου τὰς πολυτρόπους μαγγανείας, καὶ μὴ συστιθέμεθά σου
τῇ γνώμῃ· ὁ δὲ ἔφη· λέγω σοι καὶ μὴ θέλων τὴν ἐμὴν ἐπιστήμην, ὁ γὰρ ἰδεῖν σε
ταῦτα παρασκευάσας, ἐκεῖνος κᾀμὲ λέγειν σοι περὶ τούτων βιάζεται·»133.
Κατ' οἰκονομίαν ψεῦδος: διήγησις Ἱππολύτου134· Ἡ φιλάργυρος παρθένος135·
μέθοδος πεπαλαίωσης ἐγγράφου (πλαστό)136.
Συγκάλυψη πολιτικῶν καί θρησκευτικῶν ἐνεργειῶν ὑπό τή Θεία συνεργία137.
132
Α. Βερτσέτη, Γενική ∆ιδακτική, σ.154· πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Ἐπιστήμη καί Τέχνη τῆς Ποιμαντι-
κῆς, σ.114-121· M. Bigge, Θεωρίες μάθησης γιά ἐκπαιδευτικούς, σ.328-364, ὅπου γίνεται
ἀναφορά στό πῶς πραγματεύεται τή μάθηση καί τή διδασκαλία ἠ γνωριστική ψυχολογία τοῦ
Bruner.
133
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.99.
134
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ. 60.
135
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 58.
136
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ. 193, σ.218.
137
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.147,148,149, σ.161-164· Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν
τοῦ ἐνιαυτοῦ, ∆ιήγησις 11ης Αὐγούστου περί τῆς ἀχειροποιήτου εἰκόνος τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ
καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τ.2, σ.310-312.
494
495
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
1. ∆ιαχρονικά στοιχεῖα.
1
Ὁ Φίλιππος Γουηλαράιτ στό ἔργο του Metaphor and Reality περιγράφει τή λειτουργία τῆς
μεταφορᾶς σέ διάφορα ἐπίπεδα ὀργανώσεως: μεταφορές σέ μεμονωμένες φράσεις, τό
μεταφορικό δίκτυο πού ὑποστηριζει ἕνα δεδομένο ποιήμα, οἱ μεταφορές πού δεσπόζουν σέ
σύνολο στό ἔργο ἑνός ποιητῆ, στίς στερεότυπες μεταφορές μιᾶς γλωσσικῆς ἤ πολιτισμικῆς
κοινότητας πού ἐνδέχεται νά ἐκτείνονται σέ ὁλόκληρη πολιτισμική σφαίρα (π.χ. τῆς
χριστιανοσύνης) καί τέλος κάποιες μεταφορές τόσο ριζικές πού τίς ὀνομάζει ἀρχέτυπες καί
φαίνεται νά σκιάζουν τόν λόγο ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας (πρβλ. Eliade συμβολικός
παραδειγματισμός, στή Συγκριτική Ἱστορία τῶν Θρησκειῶν· Πώλ Ρικαίρ, Λόγος καί σύμβολο,
μτφρ. Μαβίνας Πανταζάρα, Εἰσαγωγή Εὐδοξίας ∆ελλῆ, Ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2002, σ. 83-84).
496
2
Πώλ Ρικαίρ, Λόγος καί σύμβολο, σ. 32-36.
3
Ὁ Eliade συλλέγει ὅσο τό δυνατόν περισσότερες ἀπό τίς μορφές μέ τίς ὁποῖες ἐμφανίζεται τό
ἱερό στήν ἱστορία καί ἀφαιρώντας τίς διαφοροποιήσεις πού ἔχει προκαλέσει ἤ δημιουργήσει ἡ
τελευταία, φτάνει στόν διϊστορικό πυρήνα, στίς κοινές τους συντεταγμένες· τίς μορφές αὐτές
ὀνομάζει ἱεροφάνειες· δέν ὑπάρχει τομέας τῆς πραγματικότητας πού νά μήν θεωρήθηκε κάποτε
497
μαρτυρεῖται στή γονιμότητα τοῦ ἐδάφους, στήν ἀφθονία τῶν φυτῶν, στό μέγεθος
τῶν κοπαδιῶν. Στό ἱερό Σύμπαν δέν ὑπάρχουν ζωντανά ὄντα ἐδῶ καί ἐκεῖ· ὑπάρχει
ἡ ζωή ὡς σύνολη καί διάχυτη ἱερότητα, πού φανερώνεται στούς κοσμικούς
ρυθμούς, στήν ἐπανάληψη τοῦ κύκλου τῆς βλαστήσεως, τήν ἐναλλαγή γεννήσεων
καί θανάτων. Ὁ συμβολισμός του συνδέεται μέ τά ὑλικά του ἀντίστοιχα: τά σύμβο-
λα εἰσέρχονται στή γλώσσα, στόν βαθμό πού τά ἴδια τά κοσμικά στοιχεῖα γίνονται
διαφανῆ· στό ἱερό σύμπαν ἡ ἱκανότητα τοῦ λέγειν βασίζεται στήν ἱκανότητα τοῦ
κόσμου νά σημαίνει. Ἡ λογική τῆς σημασίας προβαίνει ἀπό τήν ἴδια δομή τοῦ ἱεροῦ
κόσμου· τό ἱερόν τῆς φύσεως φανερώνεται λεγόμενο συμβολικῶς· ἡ φανέρωση
θεμελιώνει τό λόγο καί ὄχι ἀντιστρόφως4.
Ὁ ἑλβετός ψυχίατρος Jung τοποθετεῖ τήν πηγή τῆς θρησκείας στά βαθύτερα
στρώματα τοῦ ὁμαδικοῦ κληρονομικοῦ ἀσυνειδήτου. Συσχετίζει τούς τομεῖς τοῦ
πολιτισμοῦ πρός ἀντίστοιχα πανανθρώπινα ἰδανικά, πού ἐμφωλεύουν στούς
ἀρχετύπους τοῦ ἀσυνειδήτου καί συμφωνεῖ κατ' οὐσίαν πρός τήν Ἀξιολογική
Φιλοσοφία πού παρουσιάζει τόν πολιτισμό ὡς βίωση καί πραγμάτωση τῶν
διαφόρων ἀξιῶν. Τά ἀρχέτυπα, δηλ. οἱ θεμελιακές ἀρχές πού εἶναι καθολικές καί
ἀπό κάποια θρησκεία, ὡς φορέας ἤ ἐκφραστής τοῦ ἱεροῦ. Γι' αὐτό καί οἱ ἱεροφάνειες εἶναι
ἄπειρες· σταθερή ὅμως εἶναι ἡ διαδικασία τῆς ἱεροποίησης τῆς πραγματικότητας κι αὐτό σημαίνει
ὅτι ὑπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά καί κοινές παράμετροι πού ἀντιστοιχοῦν στήν ἀνθρώπινη
ἀντίληψη περί ἱεροῦ καί πού τήν ἐκφράζουν ἀντικειμενικά ἄρα καί τήν προσδιορίζουν. Βλέπει
στούς μύθους μιά σαφή μαρτυρία τῆς αἰώνιας ἐπιθυμίας τοῦ ἀνθρώπου νά ξαναζήσει τήν
παραδεισιακή κατάσταση· κατανοεῖ τους μύθους ὡς ἀρχέτυπους καί κυρίως κοσμογονικούς (ὅλοι
οἱ μύθοι ἀναφέρονται στό ἴδιο πράγμα καί ἔχουν τήν ἴδια σχέση ὑπαγωγῆς στούς
κοσμογονικούς μύθους) κι αὐτό τοῦ δίνει ἄλλο ἕνα ἐπιχείρημα ὡς πρός τή δυνατότητα νά εἶναι
διαπολιτιστικά συγκρίσιμοι· ὁ μύθος μᾶς μεταφέρει σ' ἐκεῖνον τόν αἰώνιο χρόνο (τῶν ἀρχῶν)
καί ἑπομένως χρόνος τῆς δημιουργίας ὅπου ἡ διαπολιτιστική σύγκριση τῶν μύθων ἀπό κάθε
τόπο ἤ ἐποχή εἶναι δυνατή. Βλ. Eliade Mircea, Προσφορά Τιμῆς καί σεβασμοῦ στή Μνήμη του
(23-4-1986), ἐπιμ. ∆ημήτρη Σταθοπούλου, ἐκδ. Χατζηνικολῆ, Ἀθήνα 1988: ∆. ∆ακουρᾶ, Mircea
Eliade καί ἡ ἐρμηνεία τῶν Μύθων, σ. 75-95· Στ. Παπαλεξανδρόπουλου, Ἡ ἔννοια τῆς
θρησκείας στόν Eliade, σ.108-127· Ἀφρ. Ἀβαγιανοῦ, Mircea Eliade καί Μύθος, σ.128-133.
Στό χῶρο τῆς Ψυχολογίας τῆς Θρησκείας ὁ Rudolf Otto ἀναλύοντας τό θρησκευτικό βίωμα τοῦ
«ἁγίου» βρίσκει ὅτι ἀποτελεῖται ἀπό δύο χαρακτηριστικά τό tremendum (φόβος πού προκαλεῖται
ἀπό τή συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς ἐξαιτίας τοῦ κακοῦ καί τῆς ἀπόστασης ἀπό τό Θεό ἐξαιτίας τοῦ
θανάτου) καί τό fascinans (ἀγάπη πού πηγάζει ἀπό τή γοητεία τοῦ Θεοῦ ὡς μία ἕλξη τοῦ
ἀνθρώπου πρός Αὐτόν), ὡς πόθος γιά λύτρωση ἀπό τό κακό καί κατάκτηση τοῦ ἀγαθοῦ, μέ τό
ὁποῖο ταυτίζεται τό Ἅγιο πού εἶναι τό ἀπόλυτα ἀγαθό. Τά δύο ἀντίθετα χαρακτηριστικά πού
βρίσκει ὁ Otto στό θρησκευτικό βίωμα ἐκφράζονται μέ τά λόγια τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου
«Φρικιῶ (ἀπό τρόμο, φόβο) ἐφόσον εἶμαι ἀνόμοιός Του. ∆ιαφλέγομαι (ἀπό ἀγάπη) ἐφόσον
εἶμαι ὅμοιός Του». πρβλ. Μ. Μακράκη, Ψυχολογία τῆς Θρησκείας. Εἰσαγωγή, ἱστορία καί
θεματολογία ἡ ψυχική πηγή τῆς θρησκείας καί ἡ ἔκφρασή της ὡς βίωμα, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα
1993, σ.93-103.
4
Πώλ Ρικαίρ, Λόγος καί σύμβολο, σ.76-79.
498
5
Μ. Μακράκη, Ψυχολογία τῆς θρησκείας, σ. 55-57· πρβλ. Χρ. Βάντσου, Τά σύμβολα ἀπό ἄποψη
Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας, στά Σύμβολα καί Συμβολισμοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (πρακτικά Ἱ.
Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας,1991), σ.105-128.
6
Ὁ Μάξ Μπλάκ διακρίνει τρεῖς βαθμίδες προτύπων: α) τά κατά βαθμίδες πρότυπα πού μοιάζουν
ὑλικῶς μέ τό πρωτότυπο· β) τά κατ' ἀναλογίαν πρότυπα τά ὁποῖα ἀφοροῦν στήν ταυτότητα δομῆς
καί γ) τά θεωρητικά πρότυπα πού ἀπό ἐπιστημολογικῆς ἄποψης εἶναι πραγματικά πρότυπα καί
σκοπό ἔχουν νά κατασκευάσουν ἕνα φανταστικό ἀντικείμενο περιγραφόμενο εὐκολώτερα καί
νά μεταφέρουν τίς ἰδιότητες τοῦ ἀντικειμένου αὐτοῦ σέ ἕνα πολυπλοκώτερο τομέα τῆς
πραγματικότητας· τό θεωρητικό πρότυπο εἶναι τρόπος νά δοῦμε τά πράγματα ἀλλιῶς, προσαρ-
μόζοντας τή γλώσσα μας κατά θέμα. Ἡ γλωσσική προσαρμογή ὀφείλεται στήν κατασκευή ἑνός
εὑρετικοῦ μύθου καί τήν μετάθεση αὐτῆς τῆς εὑρετικῆς λειτουργίας στήν ἴδια τήν πραγματικότητα
(Πώλ Ρικαίρ, Λόγος καί σύμβολο, σ. 87-89).
499
7
πρβλ. Χρ. Τμασίδη, Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, σ. 174-179.
8
Πρβλ. Ricoeur Paul & LaCocque André, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, μτφρ. Ἀλεξάνδρα Παπαθανασο-
πούλου, Φώτης Σιατίτσας, ἐκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 2005, σ. 18-19.
500
τά πίσω στό χρόνο διά μέσου πολλῶν «σχετικῶν ἀρχικῶν ἱστοριῶν», πού μέ τή
σειρά τους παραπέμπουν σέ μία πρώτη ἀρχική ἱστορία δηλ. τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ9.
Τί ὅμως μπόρεσε νά σηματοδοτηθεῖ μέσῳ τῶν ἀναπαραστάσεων στίς
ψυχωφελεῖς διηγήσεις; Ἡ χριστιανική διδασκαλία εἶναι ἐνσωματωμένη σέ
ἀφήγηση. Ὁ Calum Carmichael ὑπογραμμίζει τό κειμενικό χαρακτήρα τῆς σχέσης
ἀνάμεσα στά δύο εἴδη γραπτοῦ λόγου, δηλ. τό ἀφηγηματικό καί τό ἐντολοδοτικό
(στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις δέν ὑπάρχει ἡ ἔννοια τοῦ ἰουδαϊκοῦ Νόμου πού
ἐπισύρει τήν ἔννοια τῆς διαταγῆς, ὅμως ὑπό τόν ὅρο ἐντολοδοτικό θά ἐννοηθεῖ ἡ
κατανόηση καί ἐφαρμογή τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας γιά ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας·
ἐξάλλου ἡ ἐντολή εἶναι ὑπόσχεση καί ὄχι νόμος, ἐπειδή ἀπουσιάζει ὁ δεσποτισμός
ἐκείνου πού διατάσσει· ἡ ἐντολή εἶναι ἔκφραση ἀγάπης· ἐξηγεῖ εὐσπλαχνικά τί εἶναι
ἐκεῖνο πού στέκεται ἐμπόδιο στήν ἐκπλήρωση τῆς ∆ιαθήκης). Τό ἀφηγηματικό ἐκτός
ἀπό τό ἱστορικό ὑπόβαθρο (τῆς ἐφαρμογῆς ἤ μή τοῦ χριστιανικοῦ ἰδεώδους ὡς
ἱστορική πρακτική) μᾶς προσανατολίζει σέ μία τελεολογία, δηλ. τή δυναμική
διεργασία τῆς σχέσης Θεοῦ-ἀνθρώπου. Αὐτό σημαίνει ὅτι τό χριστιανικό ἰδεῶδες
γίνεται ἱστορική ἐπιλογή καί ἔτσι τό ἀφηγηματικό παραπέμπει στό ἐντολοδοτικό καί
τό ἐντολοδοτικό στό ἀφηγηματικό. Μέσα στήν ἐναλλασσόμενη αὐτή κίνηση, ἡ
ἀφήγηση ἀποτελεῖ παράδειγμα τοῦ κανόνα καί ὁ κανόνας ἀνεβάζει τήν ἀφήγηση
στό ἐπίπεδο τοῦ παραδείγματος. Τό ἀφηγηματικό καί ἐντολοδοτικό ἔχουν κοινό
σκοπό. Ἡ συνεχής ἐπανερμηνεία τῶν ἀφηγήσεων ὁδηγεῖ στήν «οἰκειοποίηση» τῆς
χριστιανικῆς διδασκαλίας10.
Ἱστορίες ὅπως: τοῦ ἀββᾶ Εὐπρέπιου νά βοηθᾶ τούς ληστές πού τόν κλέβουν11·
τοῦ ἁγίου Λογγίνου νά φιλοξενεῖ ἐν γνώσει του τούς μελλοντικούς του
δολοφόνους12· τῆς ἁγίας Θεοδώρας πού ἀρνεῖται νά κατανομάσει τούς ἐχθρούς
της, προφασιζόμενη ὑπνηλία13· τοῦ πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἀλεξάνδρου πού
ἐξαγοράζει ἀπό τούς βαρβάρους τόν καταχραστή γραμματέα του14, μᾶς κατευθύ-
νουν σέ αὐτό πού ὁ Ρικαίρ ἀποκαλεῖ ἀξίωμα ἀναστολῆς τοῦ ἠθικοῦ. Ὁ χρυσός
9
πρβλ. Paul Ricoeur & Andre LaCocque, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, σ.76-87.
10
πρβλ. Paul Ricoeur & Andre LaCocque, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, σ.121-122.
11
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 2, σ. 495.
12
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 2, σ. 518.
13
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 2, σ. 522.
14
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 2, σ. 528.
501
κανόνας πού προτείνει ὁ Χριστός, ἀνήκει σέ μία «λογική ἰσοδυναμίας» (κάνε στούς
ἄλλους ἐκεῖνο πού θέλεις νά κάνουν οἱ ἄλλοι σέ σένα), ἐνῶ ἡ ἀγάπη γιά τούς
ἐχθρούς ἐντάσσεται σέ μία «λογική ὑπεραφθονίας». Ἡ λογική ἰσοδυναμίας εἶναι
ἠθική, ἡ λογική ὑπεραφθονίας θρησκευτική. Τά ὅρια τοῦ ἠθικοῦ βρίσκονται στήν ἴδια
τή γενικότητά του (κιρκεκαρντιανή ἔννοια)· ἡ γενικότητα πρέπει νά διακρίνεται ἀπό
τήν καθολικότητα. Ἡ ἀγάπη γιά τόν ἐχθρό καί ὄχι ἡ γενική ἀγάπη ὑψώνει τό ἠθικό
στό ἐπίπεδο τοῦ καθολικοῦ· τό χωρίς ἀντάλλαγμα στήν παραίτηση ἀπό τήν
προσδοκία τῆς ἀμοιβαιότητας. Βέβαια τό ἠθικό καί τό θρησκευτικό δέν εἶναι
ἀνεξάρτητες περιοχές τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τοποθετεῖ
δίπλα στό χρυσό κανόνα τήν ἐντολή ν' ἀγαπᾶμε τόν ἐχθρό μας, δείχνει ὅτι ὁ
χρυσός κανόνας πρέπει νά ἑρμηνεύεται ὑπό τό φῶς αὐτῆς τῆς ἐντολῆς, ὁπότε τό
ἠθικό μεταβάλλεται ἀλλά δέν καταργεῖται ἀπό τό θρησκευτικό, ἁπλά σχετικοποιεῖ-
ται. Ὁ Ἰησοῦς, καί κατ' ἀναλογία καί οἱ Γέροντες, δέν στέλνουν στό πῦρ τό
ἐξώτερον ἐκείνους πού δέν ἀνέρχονται στό δικό τους ἐπίπεδο. Πάντα ὑπάρχει ὁ
κίνδυνος οἱ «ἅγιοι» νά κατέβουν τά σκαλιά καί νά ἐπιστρέψουν στή γενικότητα καί
ὑπάρχει πάντα ἡ δυνατότητα στά ἄτομα πού ἀνήκουν στή «μάζα» νά γίνουν
«ἅγιοι»15.
Ἱστορίες ὑπακοῆς ὅπως: τῆς προσχώρησης τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Νέου, στό
κοινόβιο16· τοῦ Παύλου τοῦ ἁπλοῦ17· τοῦ ξεροῦ κλαριοῦ πού ἄνθισε καί ἔβγαλε
καρπούς ἐξαιτίας κανόνα ὑπακοῆς μοναχοῦ στό Γέροντά του18· τοῦ Μ. Βασιλείου νά
πλένει τά πόδια μοναχοῦ19, καί πού πολλές φορές θεωροῦνται ἀκραῖες, δέν
ἀντιστοιχοῦν στό αἴσθημα τῆς ἐξάρτησης, δηλ. στήν ἁπλή ὑπακοή, ἀλλά ἀποκτοῦν
τήν παράδοξη μορφή τῆς «ὑπακοῆς ἀπό ἀγάπη», ὅπου ἡ ἐξάρτηση λαμβάνει τό
γνώρισμα τοῦ ἀγαπώμενου ὄντος. Ἡ δύναμη ἐπέκτασης πού ἁπλώνεται ἔξω ἀπό τό
Θεό εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον. Μόνη ἡ ἀγάπη πού ἔχουμε δεχτεῖ ἀπό τό Θεό
καθιστᾶ τήν πράξη τῆς ἀγάπης «κατ' ἐντολήν ἀγάπη». Ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον τείνει νά
ὠθήσει τόν ἄνθρωπο ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του πρός τήν ἀπεριόριστη πληθυντικότητα
15
πρβλ. Paul Ricoeur & Andre LaCocque, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, σ.149-156.
16
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ. 478-480.
17
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.139-142 καί Historia Monachorum in Aegypto, σ. 132-133.
18
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.487.
19
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.1, σ.516· βλ. ἔρευνά μας, ∆ρῶντα
πρόσωπα καί λειτουργίες τους, παρ. Ἐφόδια ὑπέρβασης δοκιμασίας.
502
τῶν ἄλλων πού ἔχει ἀπεναντί του. Ἡ ἐλευθερία δέν ἔγκειται στό ν' ἀκολουθοῦμε
τίς αὐθόρμητες ἐπιθυμίες μας, ἀλλά στό νά τίς ξεπερνᾶμε. Ἡ ἐλευθερία δέν εἶναι
στατική, εἶναι καρπός προσπάθειας, ἀποτέλεσμα κόπου20.
Ἱστορίες μεταστροφῆς ληστῶν (Περί Πατερμουθίου21, Μωσῆς ὁ Αἰθίωψ22)·
μεταστροφῆς πορνῶν (ἀββᾶ Σεραπίωνος23, ἀββᾶ Τιμοθέου24)· ἐξαγορᾶς φυλακι-
σμένων καί γενικότερα σωτηρίας δεινοπαθούντων ἀνθρώπων ἀπό «ἀνυπόληπτους»
σύμφωνα μέ τά κοινωνικά δεδομένα πολίτες (Περί Σεργίου τοῦ δημότου Ἀλεξαν-
δρείας25, Περί Παφνουτίου (διήγηση Αὐλητῆ)26, καταδεικνύουν τήν ἀγάπη νά
μεταστρέφει τή δικαιοσύνη στό ὑψηλότερο ἰδεατό της, μέσῳ τῆς παραδειγματικῆς
δύναμης τῆς ἐξαίρεσης στήν πραγματική καθολίκευση τοῦ ἠθικοῦ κανόνα. Ὁ
φυλακισμένος, ἡ πόρνη, ἡ χήρα, ὁ ξένος ἀπεικονίζουν παραδειγματικά τήν πίεση
πού ἀσκεῖται ἀπό τήν ἀγάπη ἐπί τῆς δικαιοσύνης, ὥστε ἡ δικαιοσύνη νά ἐπιτεθεῖ
μετωπικά στίς πρακτικές ἀποκλεισμοῦ πού εἶναι ἴσως τό ἀντιστάθμισμα κάθε
ἰσχυροῦ κοινωνικοῦ δεσμοῦ. Ἡ ἐντολή ν' ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας διευρύνει τήν
ἔννοια τοῦ πλησίον. Τό διεθνές δίκαιο δέν εἶναι σήμερα ἱκανό νά προσφέρει στήν
οἰκουμενικότητα, χωρίς περιορισμούς, τήν κατάλληλη θεσμική μορφή τοῦ κανόνα
δικαιοσύνης. Στήν οὐτοπία θά πρέπει λοιπόν νά βρεῖ καταφύγιο τό ἰδεατό τῆς
αἰώνιας εἰρήνης, κατά τόν ὁμώνυμο τίτλο τοῦ ἔργου τοῦ Κάντ, πού ἐπιχειρηματο-
λογεῖ μέ τούς ὅρους ὀφειλόμενης δικαιοσύνης καί ἀπαιτητοῦ δικαίου, ὑπέρ τοῦ
ἀποκλεισμοῦ τοῦ πολέμου ἀπό τό πεδίο σχέσεων μεταξύ τῶν κρατῶν. ∆έν
ἐναπόκειται ἄραγε στήν ἀγάπη τοῦ πλησίον νά κεντρίσει τίς συγκεκριμένες
προσεγγίσεις τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς πρός τήν κατεύθυνση τῆς αἰώνιας εἰρήνης;
∆έν ἐναπόκειται ἄραγε στή φαντασία τῆς ἀγάπης νά διευρύνει τό προνόμιο τοῦ
πρόσωπο μέ πρόσωπο σέ ὅλες τίς σχέσεις μέ τούς ἄλλους χωρίς πρόσωπο; Ἡ
ἀγάπη εἶναι αὐτή πού ἀρνεῖται τήν ἐγκυρότητα τῆς πολιτικῆς διαφορᾶς μεταξύ
20
πρβλ. Paul Ricoeur & Andre LaCocque, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, σ. 132,170-173.
21
Historia Monachorum in Aegypto, σ.76.
22
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ. 118.
23
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.117.
24
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.122.
25
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.126.
26
Historia Monachorum in Aegypto, σ.102-104.
503
φίλων καί ἐχθρῶν, ἀλλά καί αἴρει τό χάσμα μεταξύ τοῦ «ἐσύ» καί τοῦ τρίτου
προσώπου27.
Ἱστορίες ἀπόκτησης ἀρετῶν μέσα ἀπό τήν ἐνδοσκόπηση καί θεραπεία τῶν
παθῶν28, ἀποτελοῦν μεθοδικές προσεγγίσεις συμπληρωματικοῦ χαρακτήρα τοῦ
χριστιανικοῦ ἰδεώδους. Ἡ γνώση τῶν συνθηκῶν παραγωγῆς καί τῆς σύνθεσης τοῦ
κειμένου, ἐπιτρέπουν τήν ἀποπλαισιοποίηση τοῦ μηνύματος καί τήν ἐπαναπλαισιοποί-
ηση του σ' ἕνα πλέγμα συμφραζομένων, πού ὡς στόχο του ἔχει τήν «σύγχρονη
καθημερινότητα» καί εἶναι διαφορετικό ἀπό τό ἀρχικό: Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἀνέχεται
τόν ἔμπορο πού ἐνῶ τόν πλήρωσε γιά ἐνενήντα ἐννέα κατσίκες, ἔβγαζε ἀπό τό
μαντρί ἑκατό. Ὁ ἔμπορος δέν καταλάβαινε γιατί ἀντιστέκονταν ἡ ἑκατοστή κατσίκα
καί ξαναγυρνοῦσε στό μαντρί της· καί ὅταν αὐτό συνέβη δύο καί τρεῖς φορές ἡ
τοποθέτηση τοῦ ἁγίου πρός τόν ἔμπορο: «ὅρα, τέκνον, μήποτε οὐ μάτην ταῦτα τὸ
ζῶον οὔτε μὴν ἀλόγως ἀχθήσεται τῇ ἀπαγωγῇ, ἀλλ' ὅτι μὴ καὶ αὐτῆς λαθὼν τὴν
τιμὴ προκατέθου», γίνεται αἰτία: «ἐκεῖνος τὴν καρδίαν πληγεὶς εἰς νοῦν ἀνήνεγκε,
καὶ εἰς αἴσθησιν ἐλθὼν οὗ περ ἔδρασεν, αὐτό τε διωμολόγει καὶ συγγνώμη
ἠτεῖτο.»29. Ὁ πυρήνας τῆς διήγησης ἀντιστοιχεῖ στή συγχωρητικότητα πού δέν
περικλείεται μόνο στά ὅρια τοῦ νά ὑπομένεις τήν ἀδικία μέ μακροθυμία, ἀλλά καί
νά μεταβάλλεις τήν συμπεριφορά τοῦ ἄλλου ἐξαιτίας τῆς ἀνεξικακίας σου. Αὐτός ὁ
πυρήνας καθίσταται παραδειγματικός καί ἐπικοινωνήσιμος, κατά κάποιο τρόπο
«ἐκτός πλαισίου ἀναφορᾶς». Χρησιμεύει ὡς διαθέσιμη «συνταγή» στούς χώρους
λατρείας γιά τήν ἔκφραση τῶν παραλλαγῶν τοῦ ἀτομικοῦ παραπόνου. Τό παιγνίδι
μεταξύ ἐξατομίκευσης καί γενίκευσης (διαδικασία ἀποεξατομίκευσης) ἀφορᾶ τόσο
τήν προσωπικότητα τοῦ ἀκροατῆ-ἀναγνώστη ὅσο καί τήν πίστη του. Ὁ μετασχηματι-
σμός τοῦ «ἐγώ» σέ κενή θέση, καταλαμβάνεται κάθε φορά ἐκ νέου ἀπό διαφο-
ρετικό ἀναγνώστη-ἀκροατῆ.
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις εἶναι ἱστορίες γιά τήν ἀνθρώπινη ἐν Χριστῷ σωτηρία.
Ἀποτελοῦν ἕνα πέρασμα ἀπό τό ἐν δυνάμει στό ἐνεργείᾳ. Ἐκτυλίσσονται σέ
προσωπικό (ἀτομικό) ἐπίπεδο πού ἔχουν ἄμεσο ἀντίκτυπο διαχρονικά κοινωνικό. Οἱ
27
πρβλ. Paul Ricoeur & Andre LaCocque, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, σ.179-185.
28
πρβλ. ἔρευνά μας, κεφ. Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, ἑνότητα ∆ομικά γνωρίσματα, παρ. Πάθη
καί ἀρετές.
29
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ. 2, σ.487· πρβλ. Paul Ricoeur & Andre
LaCocque, Ἄς σκεφτοῦμε τή Βίβλο, σ.283-287.
504
2. Μετασχηματισμοί.
μπορεῖ νά ποικίλει. Εἶναι ἕνα εἶδος μικρο-μύθου πού εἶναι βραχύς καί
συμπυκνωμένος· παρ' ὅλα αὐτά διαθέτει τήν ἰδιότητα τοῦ μύθου, κατά τό ὅτι μπορεῖ
νά τόν παρατηρήσει κάποιος κάτω ἀπό διαφορετικούς μετασχηματισμούς· κι ὅταν
ἕνα στοιχεῖο μετασχηματίζεται τότε καί τά ἄλλα στοιχεῖα πρέπει να
ἐπαναδιευθετηθοῦν ἀναλόγως. Ὅλες αὐτές οἱ διηγήσεις εἶναι ἐξαιρετικά
ἐπαναλαμβανόμενες. Ὁ ἴδιος τύπος γεγονότος μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ ἀρκετές
φορές γιά νά περιγράψει διαφορετικά συμβάντα. Ἄλλοτε περιγράφονται ὅμοια
συμβάντα πού δέν λαμβάνουν χώρα στόν ἴδιο τόπο, δέν ἀφοροῦν τούς ἴδιους
ἀνθρώπους καί μπορεῖ ν' ἀπέχουν χρονολογικά. Σ' αὐτές τίς ἱστορίες βρίσκονται
τά ἴδια μυθικά στοιχεῖα νά συνδυάζονται πάλι καί πάλι, ἀλλά βρίσκονται μέσα σ'
ἕνα κλειστό κύκλωμα σέ ἀντιδιαστολή μέ τήν Ἱστορία πού φυσικά εἶναι ἕνα
σύστημα ἀνοικτό. Αὐτό δείχνει πώς χρησιμοποιώντας τό ἴδιο ὑλικό, ἐπειδή αὐτό
εἶναι ἕνα εἶδος κοινῆς κληρονομιᾶς ἤ κοινῆς πατρικῆς περιουσίας ὅλων τῶν
ὁμάδων, μπορεῖ κάποιος παρόλα αὐτά νά πετύχει νά συστήσει μιά πρωτογενή
ἀφήγηση. ∆ύο ἀφηγήσεις πού δέν εἶναι ὅμοιες παρ' ὅτι περιγράφουν τό ἴδιο
γεγονός, σημαίνει ὅτι μπορεῖ νά εἶναι ταυτόχρονα ἀληθεῖς μέ τή μόνη διαφορά
πώς ἡ μία ἀφήγηση θεωρεῖται καλύτερη ἤ πιό ἀκριβής ἀπό τήν ἄλλη. Εἶναι ἐξίσου
ἔγκυρες γατί οἱ διαφορές ἀνάμεσα σέ αὐτές δέν νοοῦνται ὡς διαφορές30.
∆ειγματοληπτικά, ἡ διήγηση Περί Σεργίου τοῦ δημότου Ἀλεξανδρείας31, εἶναι
μία διήγηση μέ σύνθετη μορφή. Τόν κορμό της γεννᾶ ἡ ἐρώτηση-παράκληση στό
Θεό, πού θέτει ὁ ἀββᾶς Πύρρος: «...τοῦ γνωρίσαι μοι μετὰ τίνος ἔχω τήν μερίδα,
καὶ εἰ ἄραγέ ἐστί τις ἐπὶ γῆς ἐπίσης μου·»· ἀποτελεῖ ἀπόρροια τοῦ πάθους τῆς
κενοδοξίας: «ὡς εἰς μέγα μέτρον φθάσαντός μου ὑπέρ ἅπαντας τοὺς ἐν ἐρήμῳ
ἀσκοῦντας πατέρας.». Ἡ ἀπάντηση εἶναι: «μετὰ Σεργίου τοῦ δημότου Ἀλεξανδρείας
ἔχεις τὴν μερίδα». Αὐτό τόν τύπο διήγησης τό ἔχουμε ξανασυναντήσει: α) στήν
Historia Monachorum in Aegypto, Περί Παφνουτίου μέ τίς ἱστορίες τοῦ αὐλητῆ, τοῦ
πρωτοκομητῆ καί τοῦ ἐμπόρου πολύτιμων μαργαρίτων (σ.102-109)· β) στήν
30
πρβλ. Claude Lévi-Strauss, Μύθος καί νόημα, μτφρ. Βαγγέλη Ἀθανασόπουλου, ἐκδ. Καρδαμίτσα,
Ἀθήνα 1986, σ. 89-93.
31
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.126-136.
506
ἐποχῆς. Ἄν οἱ συγγραφεῖς στόν ἄλφα ἤ βῆτα ἐποχικό ὅρο εἶχαν τήν ἐντύπωση ὅτι
διαπίστωναν τήν ἀλήθεια, τότε ἀναμφίβολα καί λάθος ἔκαμαν καί ἀπομύθευση
χρειάζονται· ἤ ἄν ἀκόμα χρησιμοποιοῦσαν χωρίς ἐπεξήγηση ἐποχικούς ὅρους πάλι
χρειάζονται ἀπομύθευση. Ὅμως με τούς συγκεκριμένους συγγραφεῖς συμβαίνει τό
ἀντίθετο: εἶχαν βαθειά ἐπίγνωση ὅτι χρησιμοποιώντας τούς ἐποχικούς ὅρους
δηλώνουν κάτι διαφορετικό ἀπό αὐτό πού δηλώνουν οἱ ὅροι αὐτοί. Χρησιμοποιήθη-
καν π.χ. πολιτειακοί, κοσμολογικοί καί φιλοσοφικοί ὅροι. Ὁ ἴδιος ὅμως ὁ Κύριος
καί οἱ συγγραφεῖς τῆς Κ. ∆ιαθήκης ἔχουν σαφή συνείδηση, ὅτι δέν ὑπάρχει
ἀναλογία ἤ ἀντιστοιχία μεταξύ τοῦ ἐγγενοῦς περιεχομένου τῶν παραπάνω ὅρων
καί τῆς ἀλήθειας πού ἐπιθυμοῦσαν μέ αὐτούς νά δηλώσουν. Ἑπομένως ἡ γλώσσα
πού χρησιμοποιοῦσαν δέν ἦταν μυθική ἀλλά καιρική καί συμβατική. Αὐτό πού
κυρίως εἶναι ἀπαραίτητο πρός κατανόηση, γνώση, βίωση, τῆς δηλούμενης ἀλήθειας
εἶναι ἀναγκαστικά ἡ ἐμπειρία τῆς ἀλήθειας-φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν
ὁποία οἱ συγγραφεῖς εἶχαν, ὅταν χρησιμοποιοῦσαν τούς «μύθους» (παραβολές,
παραδείγματα, εἰκόνες). ∆έν ὑπάρχει πραγματική ἀναλογία μεταξύ βιβλικῆς λέξης
καί δηλούμενης ἀλήθειας. Ἡ λέξη εἶναι κτιστή, ἡ ἀλήθεια εἶναι ἄκτιστη.
Ἡ προσπάθεια τῆς ἀπομύθευσης (θεωρία τοῦ προτεστάντη Rudolf Bultman -
Entmythologisierung-, στηριζόμενος στήν ὑπαρξιακή φιλοσοφία καί στή θεωρία περί
ἐξελληνισμοῦ τοῦ χριστιανισμοῦ τοῦ A. Harnack), ἀποβαίνει φαῦλος κύκλος καθώς
αὐτό πού θά προβληθεῖ ὡς ἀληθές νόημα τῆς μυθικῆς γλώσσας, θά συνιστᾶ πάλι
μυθική γλώσσα. Ἡ «ἀλήθεια» θά δηλωθεῖ πάλι μέ κάποιο γλωσσικό σχῆμα
σύγχρονης ἐποχῆς (ἀναμύθευση, R. Prenter, Karl Jaspers / Remythologisierung) πού
πάλι δέν ἔχει σχέση μέ τήν ἀλήθεια. Στή γνώση τῆς ἀλήθειας προηγεῖται ἡ ἐμπειρία
τῆς ἴδιας τῆς ἀλήθειας καί ἀκολουθεῖ μετά ἡ γλωσσική διατύπωση· καί ἔτσι ἔχουμε
θεολογία32.
Οἱ λέξεις πού ἐπιλέγει πρός χρήση ὁ θεολόγος εἶναι μόνο σημαντικές ἤ
δηλωτικές ἤ σημειωτικές τῆς ἀλήθειας. Οἱ λέξεις στή θεολογία μόνο σημαίνουν ἤ
δηλώνουν τήν ἀλήθεια· δέν τήν περιέχουν οὔτε ταυτίζονται μέ αὐτήν μερικά ἤ
ὁλικά. Ἡ δυνατότητα τῶν λέξεων καί τῶν εἰκόνων τῆς αἰσθητῆς πραγματικότητας
φθάνει μόνο μέχρι τήν ἐπισήμανση, τή δήλωση, τήν ὑπογράμμιση, ἑνός γεγονότος
32
Στ. Παπαδόπουλου, Θεολογία καί γλῶσσα, σ.25-38.
508
πού εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ἀλήθειας. Γι αὐτό καί καθ' ἑαυτήν ἡ γλώσσα δέν ἀποβαίνει
σύμβολο ἱερό, φορέας θείας δυνάμεως καί ἅρα σεβαστή καθεαυτήν. Ἄν ἡ γλώσσα
λειτουργοῦσε ὡς σύμβολο-φορέας θείας δυνάμεως θά ἦταν ἀπό μόνη της,
καθεαυτήν σωτηριώδης καί πηγή Θείας χάρης. Ἡ θεολογία εἶχε πάντα συνείδηση
τῆς συμβατικότητας τῆς γλώσσας καί τοῦ γεγονότος ὅτι οἱ δυσκολίες της
ὀφείλονται πρώτιστα στή βίωση τῆς αλήθειας καί ἔπειτα στίς γλωσσικές μορφές
πού θά δήλωναν τήν ἱερή αὐτή βίωση. Ἀπό τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί μετά
γνωρίζουμε τήν ἀλήθεια, διότι κοινωνοῦμε μέ τήν ἀλήθεια καί ὄχι γιατί ἀκοῦμε γι'
αὐτήν33.
Οἱ εἰκόνες, τά σύμβολα, οἱ μύθοι δέν εἶναι ἀνεύθυνες δημιουργίες τῆς ψυχῆς.
Ἀνταποκρίνονται ὅπως ἀναφέρει ὁ Εliade σέ μία ἀναγκαιότητα, δηλ. νά
ἀνακαλύψουν τίς πιό μυστικές ἰδιότητες τοῦ εἶναι. Τό σύμβολο μέ τήν αἰσθητή θέα
καί τή νοητή σημασία του γίνεται σημαντικό μέσο ἔκφρασης στήν τέχνη καί τή
θρησκεία καί ἀποτελεῖ γέφυρα πού συνδέει τό ὁρατό μέ τό ἀόρατο. Οἱ διηγήσεις
εἶναι ἕνα εἶδος συμβόλου καί τά σύμβολα ἕνα εἶδος διηγήσεων· ὑπηρετοῦν τόν
ἴδιο σκοπό μέ τόν ἴδιο τρόπο· καί τά δύο ἔχουν ἀνάγκη ἑρμηνείας γιά νά
κατανοηθοῦν σωστά καί σωστικά καί νά ὁδηγήσουν τόν πιστό στό «φωτισμόν τῆς
γνώσεως τῆς δόξεως τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Χριστοῦ».
Τό σύμβολο βέβαια δέν εἶναι μόνο ἡ διήγηση καί ἡ εἰκόνα ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ
λόγος, γραπτός ἤ προφορικός, ἡ ἀνθρώπινη γλώσσα ὡς συμβατικό μέσο
ἐπικοινωνίας καί συνεννοήσεως μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ γνώση τοῦ λεκτικοῦ
συμβόλου καί ἡ κατανόησή του διανοίγει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου γιά νά συλλάβει
τήν ἐκφραζόμενη μέ τό λόγο πραγματικότητα ἤ ἔννοια34.
Κατά τόν ψυχολόγο Igor Caruso τό σύμβολο εἶναι μία προσπάθεια πού
καταβάλλει τό ἐγώ, δηλ. τό ὑποκείμενο νά συναντηθεῖ μέ τόν ἐξωτερικό κόσμο (μέ
τό ἀντικείμενο). Τό σύμβολο παίζει μεσάζοντα ρόλο καί δημιουργεῖ πεδίον
33
Στ. Παπαδόπουλου, Θεολογία καί Γλώσσα. Ἐμπειρική Θεολογία-Συμβατική γλώσσα, ἐκδ.
Παρουσία, Ἀθήνα 1997, σ.54-59, 72-77· πρβλ. Στ. Καραχάλια, Ἡ σύγχρονη γλωσσοαναλυτική
φιλοσοφία καί ἡ ἐφαρμογή της ὡς μέθοδος ἑρμηνείας στά θεολογικά μαθήματα τοῦ Λυκείου,
σ. 62-71 ἀπό τά Πρακτικά Ἐπιστημονικῆς Συνάντησης Θεολόγων Γ’ ∆ιεύθυνσης Ἀθηνῶν, ∆υτ.
Ἀττικῆς, Βοιωτίας, μέ θέμα «Ἡ Μαρτυρία τοῦ Θεολόγου στή σύγχρονη Ἐκπαίδευση», 28-29
Ἀπριλίου 2004, Χορηγός ἔκδοσης ∆ῆμος Ἁγίων Ἀναργύρων, Ἀθήνα 2006.
34
πρβλ. Ι. Φουντούλη, Ἡ συμβολική γλῶσσα τῆς Θείας Λατρείας στά Σύμβολα καί Συμβολισμοί τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (πρακτικά Ἱ. Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας,1991), σ.52-53.
509
συναντήσεως· καί ἡ πιό ἁπλή ἀντίληψη ἔχει συμβολικό χαρακτήρα. Γιά ν' ἀποφέρει
ὅμως καρπό δέν φθάνει μόνο ἡ συνάντηση ἀλλά καί ἡ συγχώνευση. Ἕνα ἀπό τά
κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα τοῦ συμβόλου εἶναι ὁ ἀμφιρροπικός του
χαρακτήρας, δηλ. ἀποκαλύπτει καί ἀποκρύπτει. Καλύτερη ἀπόδοση αὐτῆς τῆς ἔννοιας
εἶναι οἱ διηγήσεις· εἶναι γεμάτες ἀπό σύμβολα πού μέσῳ αὐτῶν, πού εἶναι καί ὁ
ἁπλούστερος τρόπος, γνωρίζουμε τίς μεγάλες ἀλήθειες. Γιά νά φθάσει ὅμως
κάποιος σ' αὐτές τίς ἀλήθειες, δέν χρειάζεται μόνο ἡ νόηση ἀλλά ἀπαιτεῖται καί ἡ
βούληση, «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω». Γιά νά γνωρίσουμε τό Θεό, τό κατεξοχήν
σύμβολο τοῦ Πατέρα, πρέπει νά Τόν ἀγαπήσουμε35.
Ἡ παιδαγωγική ἐπεξεργασία καί ἡ ποιμαντική ἀξιοποίηση τοῦ συμβόλου πρέπει
νά γίνεται ὕστερα ἀπό σωστή ἀξιολόγηση πού προϋποθέτει βαθειά θεολογική
πεῖρα, γνώση συμβολικῆς θεολογίας, γνώση συμβολικῆς γλώσσας, γνώση τῆς
ψυχολογίας τοῦ ἀτόμου, κατηχητική ἱκανότητα, κηρυγματική δεξιοτεχνία καί
κοινωνική παρρησία. Αὐτός πού θ' ἀναλάβει αὐτό τό ρόλο πρέπει νά πετύχει τή
συντριβή τοῦ εἰδωλολατρικοῦ καί ἰουδαϊκοῦ κόσμου (ἀπ' ὅπου καί οἱ ἐπιρροές) μέ τό
σύνθημα «τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα, ἵνα πάντας σώσω»36.
Κατά τόν J.W. Fowler, ἀπό τό 18ο ἔτος τῆς ἡλικίας τοῦ ἀνθρώπου, (στάδιο 4, τῆς
λεγόμενης ἐξατομικευμένης-στοχαστικῆς πίστης), παρατηρεῖται ἕνα εἶδος ἀπομυθο-
ποίησης τῶν συμβόλων, τῶν μύθων καί τῶν τελετουργιῶν μέ θετικές καί ἀρνητικές
ἐπιπτώσεις στή διαμόρφωση τῆς πίστης καί τῆς κοσμοθεωρητικῆς ἀντίληψης του.
Στίς ἀρνητικές καταλογίζεται ὁ πιθανός κλονισμός ἀπέναντι στή μυστική διάσταση,
τό ρόλο καί τήν ἀξία τοῦ συμβόλου. Ἕνα εἶδος ὑποκειμενισμοῦ ἀκολουθεῖ
ἀναπόφευκτα τή διαδικασία τῆς ἀπομυθοποίησης, πού θά μποροῦσε νά πιστωθεῖ καί
στίς θετικές παραμέτρους, καθώς ἡ δυνατότητα ἐξαγωγῆς προσωπικῶν καί
συγκεκριμένων νοημάτων καί ἀξιῶν συμβάλλουν στήν προσπάθεια τοῦ ἀτόμου γιά
αὐτοεπίγνωση καί αὐτοπροσδιορισμό. Μετά τό 30ο ἔτος, (στάδιο 5, τῆς συνενω-
τικῆς πίστης), τό ἄτομο κατανοεῖ τά σύμβολα, τίς ἀφηγήσεις, τά δόγματα καί τίς
τελετουργίες τόσο τῆς δικῆς του ὅσο καί τῆς θρησκευτικῆς παράδοσης τῶν ἄλλων,
35
πρβλ. Χρ. Βάντσου, Τά Σύμβολα ἀπό ἄποψη Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας στά Σύμβολα καί
Συμβολισμοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (πρακτικά Ἱ. Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως
∆ράμας,1991), σ.125-127.
36
Γ. Βεργωτῆ, Ποιμαντική ἀξιοποίηση τοῦ συμβόλου, στά Σύμβολα καί Συμβολισμοί τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας (πρακτικά Ἱ. Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας,1991), σ. 101.
510
Οἱ κρίσιμες καμπές στή ζωή ἑνός ἀνθρώπου (στάδια ζωῆς κατά τόν Erikson)38,
ὅταν δηλ. οἱ περιστάσεις τόν ἑτοιμάζουν γιά ἀλλαγές, τότε στρέφεται στούς
ἄλλους πού ἔχουν βιώσει κάτι παρόμοιο καί γίνεται δεκτικός σέ καινούριες τάσεις
καί νέους τρόπους ἀντιμετώπισης τοῦ ἑαυτοῦ του μέσα στόν κόσμο.
Ἐρευνητές ψυχολογίας τοῦ βάθους τονίζουν τίς ὁμοιότητες μεταξύ τῶν
φανταστικῶν γεγονότων στούς μύθους, στίς διηγήσεις, στά παραμύθια καί ἐκείνων
στά ὄνειρα καί στίς ὀνειροπολήσεις τῶν ἐνηλίκων (ἐκπλήρωση ἐπιθυμιῶν,
κατατρόπωση ὅλων τῶν ἀνταγωνιστῶν, ἐξόντωση τῶν ἐχθρῶν). Συμπεραίνουν ὅτι
ἕνας ἀπό τούς λόγους τῆς ἕλξης πού ἀσκεῖ ἡ λογοτεχνία εἶναι ὅτι ἐκφράζει αὐτό
πού συνήθως ἐμποδίζεται στή συνειδητοποίησή του. Ὑπάρχουν ὅμως καί σημαντικές
διαφορές, ὅπως στά ὄνειρα τίς περισσότερες φορές ἡ ἐκπλήρωση τῆς ἐπιθυμίας
εἶναι μεταμφιεσμένη, ἐνῶ στίς διηγήσεις κατά μεγάλο μέρος ἐκφράζεται ἀνοιχτά.
Τά ὄνειρα εἶναι τό ἀποτέλεσμα ἐσωτερικῶν πιέσεων ἀπό τίς ὁποῖες τό ἄτομο δέν
βρίσκει ἀνακούφιση. Ἡ διήγηση προβάλλει τήν ἀνακούφιση ἀπό ὅλες τίς πιέσεις καί
ὄχι μόνο προτείνει τρόπους λύσεως προβλημάτων, ἀλλά ὑπόσχεται καί αἴσια
ἔκβαση. ∆έν μπορεῖ κάποιος νά ἐλέγξει τί συμβαίνει στά ὄνειρά του· ἄν καί ἡ
ἐσωτερική λογοκρισία ἐπηρεάζει αὐτό πού ὀνειρεύεται, ὁ ἔλεγχος συντελεῖται στό
ἐπίπεδο τοῦ ἀσυνειδήτου. Ἀντίθετα ἡ διήγηση, εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς διαμόρφω-
σης ἑνός συνειδητοῦ καί ἀσυνειδήτου περιεχομένου, ἀπό τή συνειδητή νόηση ὄχι
ἑνός συγκεκριμένου ἀτόμου ἀλλά στή βάση τῆς συναίνεσης πολλῶν ἀνθρώπων,
ἀναφορικά μέ ὅτι θεωροῦν ἀνθρώπινα προβλήματα καί ἀποδέχονται θεμιτές
37
Ἐμμ. Περσελῆ, Πίστη καί Χριστιανική Ἀγωγή, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2005, σ.262, 280· πρβλ. τοῦ
ἰδίου, Ψυχοκοινωνικά στάδια ἀνάπτυξης τῆς πίστης καί χριστιανική ἀγωγή, στό τόμο Ἀντίδωρον
τῷ Μητροπολίτῃ Μεσσηνίας Χρυσοστόμῳ Θεμέλῃ, τ. 2, σ. 213-229, Καλαμάτα 2006.
38
βλ. Ἐμμ. Περσελῆ, Θεωρίες θρησκευτικῆς ἀνάπτυξης καί ἀγωγῆς. Erik H. Erikson καίJean Piaget,
Ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2000.
511
λύσεις. Ἄν μία διήγηση δέν περιεῖχε ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα δέν θά μεταφέρονταν
ἀπό γενεά σέ γενεά· κανένα ὄνειρο ὁποιουδήποτε ἀνθρώπου δέν θά μποροῦσε να
προκαλέσει τόσο ἔντονο ἐνδιαφέρον, ἐκτός κι ἄν μετατρέπονταν σέ μύθο,
παράδειγμα ἡ ἱστορία μέ τά ὄνειρα τοῦ Φαραώ ὅπως τά ἑρμηνεύει ὁ Μωϋσῆς στή
Βίβλο39.
Ὁ χαρακτήρας τῶν ὀνείρων εἶναι ἀποκαλυπτικός ἀλλά καί προσωπικός, καθώς
ἔχουν μία ἄμεση ἐξάρτηση μέ τούς πόθους καί τίς ἐπιθυμίες μας ὅπως καί μέ τούς
φόβους καί ἀνησυχίες μας. Ὁ Jung ἀναφέρει, ὅτι τά «ὄνειρα δύσκολα κατανο-
οῦνται», γι' αὐτό καί ὁ Μ. Βασίλειος λέει: «∆ιὰ τοῦτο καὶ ἡ τῶν ὀνείρων φύσις
ἀσαφὴς καὶ πλαγία καὶ οὐ μικρᾶς δεομένης τῆς ἐκ τοῦ νοῦ ἐντρεχείας· καὶ πολλὴ
συγγένεια πρὸς τὰ ἐκ τῶν ὀνείρων αἰνίγματα τοῖς κατὰ ἐπίκρυψιν ἐν τῇ Γραφῇ
δηλουμένοις. Ὅθεν καὶ Ἰωσὴφ καὶ ∆ανιήλ τῷ προφητικῷ χαρίσματι τὰ ὄνειρα
διεγίγνωσκον, ἐπειδὴ οὐκ αὐτάρκη τὰ τῶν ἐννοιῶν πρὸς τὴν θήραν τῆς ἀληθείας.».
Τό προφητικό χάρισμα λοιπόν (πρβλ. ψυχωφελεῖς διηγήσεις πού ἀναφέρονται σέ
ὁράματα, ὀπτασίες, ὄνειρα) εἶναι ἀπαραίτητο γιά τόν ἱ. Πατέρα καί ἔτσι ἴσως
ἑρμηνεύεται, αὐτό πού σήμερα καθιστοῦν σαφές οἱ σύγχρονοι ψυχολόγοι, ὅπως
ἀναφέρει ὁ Ἰ. Κορναράκης, δηλ. ὅτι: «τά συνειδητά βιώματα καί οἱ σχετικές πρός
αὐτά ἔννοιες δέν ἐπαρκοῦν γιά τήν καθολική κατανόηση τοῦ προβληματισμοῦ πού
μᾶς δημιουργεῖ ἡ ὀνειρική εἰκόνα.»40.
Ἡ κατασκευή τοῦ ἑαυτοῦ φαίνεται ὅτι δεν μπορεῖ νά προχωρήσει χωρίς τήν
ἱκανότητα τοῦ ἀφηγεῖσθαι41. Τά μεγάλα δραματικά ἔργα, ὅπως οἱ θεμελιώδεις
39
Μπρ. Μπετελχάιμ, Ἡ γοητεία τῶν παραμυθιῶν. Μία ψυχαναλυτική προσέγγιση, ἐκδ. Γλάρος,
Ἀθήνα 1995, σ. 56· πρβλ. Κενανίδη Κων., Ἡ κρίση τῶν ἐφήβων στή σύγχρονη οἰκογένεια.
Συμβουλευτική ποιμαντική προσέγγιση, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 2005, ὅπου τονίζεται ὁ
παιδαγωγικός ρόλος τῶν διηγήσεων κατά τόν Ἰωάννη τό Χρυσόστομο καί δημιουργοῦνται τά
κίνητρα στήν παιδική ἡλικία γιά τίς διαδικασίες τῆς «δομῆς τῆς ταυτότητας καί ἀνεύρεσης
προτύπων».
40
Χρ. Βάντσου, Τά Σύμβολα ἀπό ἄποψη Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας στά Σύμβολα καί Συμβολισμοί τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (πρακτικά Ἱ. Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας,1991), σ.104-128.
41
Ὑπάρχει μία νευρολογική διαταραχή πού ὀνομάζεται «δυσαφηγησία» (dysnarrativia). Εἶναι μία
σοβαρή βλάβη τῆς ἱκανότητας τοῦ ἀτόμου νά λέει ἤ νά κατανοεῖ ἱστορίες, ἡ ὁποία συνδέεται μέ
νευρολογικές νόσους, ὅπως τό σύνδρομο Korsakov καί ἡ νόσος Alzheimer· εἶναι κάτι περισσό-
τερο ἀπό ἁπλή βλάβη τῆς μνήμης γιά τά συμβάντα τοῦ παρελθόντος ἀφοῦ ἀπό μόνη της
ἀποδιοργανώνει τήν αἴσθηση τοῦ ἑαυτοῦ.
Στό Κολλέγιο Παθολογίας καί Χειρουργικῆς τῆς Ἰατρικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Columbia
τῆς Νέας Ὑόρκης διαμορφώθηκε πρόγραμμα «ἀφηγηματικῆς ἰατρικῆς», τό ὁποῖο ἀσχολεῖται μέ
τή λεγόμενη «ἀφηγηματική δεοντολογία» πού ὀργανώθηκε ὡς ἀντίδραση στήν αὐξανόμενη
συνειδητοποίηση τοῦ πόνου, ἀκόμη καί τοῦ θανάτου, τῶν ἀνθρώπων, πού προέκυψε ἐν μέρει ἤ
512
μύθοι, δέν εἶναι πρότυπα πρός ἀντιγραφή, ἀλλά τρομερές παραβιάσεις τῆς
καθημερινῆς συνήθειας πού πρέπει νά κατανοηθοῦν, νά ἐξημερωθοῦν, νά
ἐνσωματωθοῦν σέ μία πολιτισμική παράδοση. Ἡ ἀφηγηματική μυθιστοριογραφία
δημιουργεῖ πιθανούς κόσμους, ἀλλά εἶναι κόσμοι πού συνάγονται ἀπό τόν κόσμο
τόν ὁποῖο γνωρίζει κάποιος, ὅσο κι ἄν ἐκτινάσσονται πέρα ἀπό αὐτόν. Ἡ τέχνη τοῦ
πιθανοῦ εἶναι μία ἐπικίνδυνη τέχνη. ∆ελεάζει τόν καθένα νά σκεφθεῖ τίς
ἐναλλακτικές λύσεις· προκαλεῖ ὅσο καί ἀνακουφίζει· στό τέλος ἔχει τή δύναμη ν'
ἀλλάξει τίς συνήθειες, τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συλλαμβάνει κάποιος τί εἶναι
πραγματικό καί τί κανονιστικό. Ἡ τέχνη τοῦ πιθανοῦ μπορεῖ νά ὑπονομεύσει τίς
ἐπιταγές τοῦ νόμου γι' αὐτό πού συνιστᾶ κανονιστική πραγματικότητα (ἡ καλύβα τοῦ
μπαρμπα-Θωμᾶ ὑπονόμευσε τήν ἀποδοχή τῆς δουλείας) ἤ ἀκόμη ν' ἀποτελέσει καί
τόν σπόρο τῆς ἀνατροπῆς.
συνολικά ἀπό τό γεγονός ὅτι οἱ γιατροί δέν ἔδωσαν σημασία σέ ὅσα τούς ἔλεγαν οἱ ἀσθενεῖς
γιά τήν νόσο τους· ἦταν γιατροί «πού ἔμεναν πιστοί στά γεγονότα» χωρίς νά ἀκοῦν «τίς
ἱστορίες» τῶν ἀσθενῶν μέ συνέπεια μερικοί ἀσθενεῖς νά σταματοῦν νά παλεύουν γιά τή ζωή.
Στό τμῆμα ἐργοθεραπείας τῆς Ἰατρικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Νότιας Καλιφόρνιας
ὑπάρχει πρόγραμμα πού ἐπιδιώκει νά ὑποβάλει τά βαριά τραυματισμένα παιδιά ἤ ὅσα
ἀναρρώνουν ἀπό ἀσθένειες πού προκαλοῦν σοβαρές ἀναπηρίες, σέ μία "ἐργασιακοῦ τύπου"
θεραπεία πού ὁδηγεῖ σέ λειτουργική ἀποκατάσταση· ἡ θεραπεία συνδυάζεται μέ ἀφήγηση γιά τήν
πιθανή ἀποκατάσταση ἀκόμη καί μέ μία φανταστική τελείως ἱστορία, πού δίνει ρόλους στό παιδί-
ἀσθενή, στόν φυσιοθεραπευτή, στόν γονέα (J. Bruner, ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ. 138,160-
161).
513
42
Ι. Πέτρου, Παράδοση καί πολιτισμική προσαρμογή στή δεύτερη νεωτερικότητα, περ. Σύναξη, τ. 75,
Ἰουλ.-Σεπτ. 2000, σ. 25-34.
514
ἃ ἀναγινώσκεις;»)43. Ἀρκεῖ μία μεταφορά σέ γλώσσα πιό κατανοητή ἀπό ἐκείνη τοῦ
πρωτοτύπου ἤ θά «χρειαζόταν... μιά ἄλλου εἴδους μετάφραση, κι ὄχι γλωσσική, ἔτσι
ὥστε νά γίνει ἀπό τήν Ἐκκλησία ἡ ὅσο τό πιό ρεαλιστική προσέγγιση τῆς ἀγωνίας,
χωρίς αὐτό νά σημαίνει τήν ἐκκοσμίκευση ἀλλά τήν ἀποκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας...
νά μιλήσει στόν καθένα.. γιά πράγματα Ἔσχατα κι Ἀπόκοσμα, στό οἰκεῖο ἰδίωμα
τοῦ καθενός;»44.
Ἡ «κοινωνιοποιμαντική παρέμβαση» (intervention socio pastorale) -ὅπως καί ἡ
«ἐνεργός ἔρευνα» (recherche-action)- εἶναι μέθοδοι πού ξεπερνώντας τεχνικές ἤ
τυπικές διεισδύσεις στόν ποιμαντικό χῶρο, κρατοῦν ἐν ἐγρηγόρσει ἐρευνητές καί
ἐρευνωμένους σέ μία διαδικασία συμμετέχουσας παρατήρησης ἤ παρατηρούσας
συμμετοχῆς (observation participante, participation observante)45. ∆έν εἶναι ἀνάγκη
νά διαιωνίζονται πρακτικές πού δέν ἔχουν πιά ἐπιτυχία, ἀπεναντίας θά πρέπει μέ
σύνεση καί διάκριση νά δοκιμάζονται ἄλλες ἀπό τίς ὁποῖες προσδοκᾶται κάποιο
καλύτερο ἀποτέλεσμα, πού καί αὐτό στή συνέχεια θά ἐκτιμᾶται καί θά ἀξιολογεῖται
ἀνάλογα.
Τά ἀσκητικά κείμενα (καί πιό συγκεκριμένα οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις) δέν
μποροῦν ν' ἀγνοηθοῦν. ∆ιαπιστώνονται σαφῶς μεθοδεῖαι τοῦ διαβόλου ἐνεργού-
μενες ἐν πράξει ἤ λόγῳ ἤ κατά διάνοιαν πού ἀντιμετωπίζονται μέ τό Λόγο καί τό
Πνεῦμα. Γιά νά ἀνταπεξέλθει ὁ πιστός στίς ἐφευρέσεις τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ πρέπει
43
Πράξεις, η’,30.
44
Ἐρώτηση ἀνοιχτῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ν. Φωκᾶ πρός τόν Μοναχό Συμεών, μεταφραστῆ τῆς Λαυσαϊκῆς
Ἱστορίας τοῦ Παλλαδίου στήν Φιλολογική Καθημερινή τῆς Πέμπτης 25 ∆εκεμβρίου 1980, μέ
ἐπίτιτλο «Ἡ θρησκεία στή γλώσσα τῆς ἐποχῆς μας»· πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Ἐπιστήμη καί τέχνη
τῆς Ποιμαντικῆς, σ.96-97· πρβλ. Ν. Κοκοσαλάκη, Ὀρθοδοξία καί κοινωνική μεταβολή στήν
νεοελληνική κοινωνία, περ. Σύναξη, 1997, σ. 101-107.
45
Ἡ κοινωνιο-ποιμαντική παρέμβαση προϋποθέτοντας μία σαφή θεωρητική τοποθέτηση (ἐκείνη τῆς
ἔρευνας-δράσης), ἀποσκοπεῖ στό νά προσφέρει τά κατάλληλα ἐργαλεῖα πού θά καταστήσουν
ἀποτελεσματικότερες τίς ποιμαντικές πρακτικές. Ἀποβλέπει σέ μία ἐκ μέρους τῶν χριστιανῶν
ἀποκωδικοποίηση τῶν σημείων τῶν καιρῶν στό συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο πού ζοῦν. ∆έν
τήν ἐνδιαφέρει μόνο ἡ ἀτομική ὑπόσταση τῶν πιστῶν, ἀλλά κυρίως ἡ ἔνταξή τους στό σῶμα τῆς
κοινωνίας ἡ ὁποία δέν ἀντιμετωπίζεται τελικά ὡς στατική πραγματικότητα ἀλλά μέ προοδευτική
προοπτική ἀνοιχτή στίς κοινωνικές ἀλλαγές. Μιά τέτοια ἔρευνα παραμένει ἀνοιχτή καί μέ
ἑτοιμότητα διορθωτικῶν παρεμβολῶν κατά τήν πορεία καί ἐξέλιξή της· χωρίς νά ἐξαφανίζεται ὁ
ἐρευνητής δέν ὑπο-βάλλει οὔτε ἐπι-βάλλει ἀπόψεις. Προσπαθεῖ μέ τρόπο ἀντικειμενικό νά
συλλέξει τά ὑπό διερεύνηση στοιχεῖα καί νά προσδιορίσει τά μεγέθη τους, διατηρώντας μία
ποιότητα στήν ἀνάλυση, ποιότητα πού ὑπερβαίνει τό ποσοτικό καί λαμβάνει ὑπόψη ὅλες τίς
δυνατές παραμέτρους πού δυνατόν νά ἐπηρεάσουν μία γνώμη καί νά διαμορφώσουν ἕνα
γεγονός. Σέ συνεργασία μέ τούς ὑπό διερεύνηση παράγοντες ἐπαναπροσδιορίζονται οἱ στόχοι
καί ὁ τρόπος συνέχισης τῆς ἔρευνας· ὑφίσταται ἡ κυκλικότητα θεωρίας - ἔρευνας - πρακτικῆς (Α.
Σταυρόπουλου, Ἐπιστήμη καί τέχνη τῆς Ποιμαντικῆς, σ.99-100).
515
46
Α. Σταυρόπουλου, Φάκελλος μαθήματος Συμβουλευτικῆς Ποιμαντικῆς, Ἀθήνα 1997, σ.176.
47
πρβλ. Θ. Καλογιάννη, Ἱστορίες ἀπό τίς Γραφές, ἐκδ. Ὠκεανίδα, Ἀθήνα 2001.
48
πρβλ. Σύμβολα καί Συμβολισμοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα
Ἱερατικοῦ συνεδρίου Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας, ∆ράμα 1991, σ.29.
516
Ὁ κόσμος δέν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς τύχης καί τῆς ἀναγκαιότητας. Ἡ συγκρό-
τηση μιᾶς θεολογικῆς οἰκολογίας ἐμπνέει μέτρα προληπτικά καί θεραπευτικά τῆς
κρίσεως καί ἐντάσσει τόν κόσμο προοπτικά στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία.
Ἀσφαλῶς ἡ κρίση δέν εἶναι τό πρωτεῦον, ἀλλά ἀναγκάζεται ἡ Ἐκκλησία ν'
ἀσχοληθεῖ λόγῳ τῶν δυσμενῶν ἐπιπτώσεων τῆς κρίσεως πάνω στόν ἄνθρωπο καί
τή φύση. Καί τότε δρᾶ συμβουλευτικά περιλαμβάνοντας στήν ποιμαντική της
μέριμνα τό οἰκολογικό περιβάλλον τοῦ ἀνθρώπου καί ὑποδεικνύει ἐνέργειες βάσει
παραδειγμάτων πρός μίμηση μέσα ἀπό τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις (π.χ. Γέροντες),
πού μᾶς ὁδηγεῖ στό ἐρώτημα ἄν εἴμαστε χρῆστες ἤ καταχραστές καί σέ μία ἐν
γένει ἠθική τῆς οἰκολογικῆς συνείδησης49.
Τό ἐπιτίμιο τοῦ Γέροντα Ἀμφιλόχιου πού προέτρεπε τούς ἐξομολογούμενους, σέ
ἔνδειξη μετάνοιας γιά μία ἁμαρτία, νά φυτεύουν ἕνα πεῦκο (αἰτία τῆς αὔξησης τῶν
πεύκων, οἱ λεγόμενες Ἀμφιλοχίες, στή Πάτμο) ἀποτελεῖ πρόταση-πρόκληση γιά τόν
καθένα μας σήμερα καθώς εἶναι βῆμα πρός ἀληθινή μετάνοια, δηλ. ἀλλαγή στάσης
ζωῆς. Οἱ καταστροφές πού προκαλοῦν οἱ πόλεμοι μέ τῆς σύγχρονης τεχνολογίας
ὅπλα καί ἡ εἰκόνα φρίκης πού ἀποκομίζει κάποιος ἀπό τήν τύχη τῶν καταστροφῶν
τοῦ φυτικοῦ καί ζωϊκοῦ βασιλείου πού κύριος αἴτιος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀναδεικνύ-
ουν ἕναν ἄνθρωπο κυρίαρχο καί ἐξουσιαστή πού ἔχει ἀφήσει πίσω του τήν ἐντολή
τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὀνομάτιζε τά ζῶα κι ἔμπαινε σέ προσωπική σχέση μαζί τους ὡς
φύλακας καί προστάτης τους. Οἱ Γέροντες τῆς Ἐκκλησίας μας προσπάθησαν νά
ἐπανεύρουν αὐτή τή σχέση μέ τά ζῶα καί ἰδιαίτερα μέ τ' ἄγρια ζῶα (θηρία). Ν'
ἀποκαταστήσουν τήν διαταραχθείσα σχέση τῆς ἀπείθειας καί τῆς ἀποστασίας πού
ὀφειλόταν στήν ἄρνηση τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεό. Αἰτία αὐτῆς τῆς
ἀποκατάστασης τῶν σχέσεων ἦταν ἡ τήρηση ἐκ μέρους τῶν Γερόντων τοῦ «κατ'
εἰκόνα». Ὁ ὅσιος Κόπριος (24 Σεπτεμβρίου), ὅπως λέει τό Συναξάρι του, «τὸ κατ'
εἰκόνα φυλάξας τὰ θηρία ὑπέταξεν» καί μάλιστα τά χειρίζονταν καί μέ παιδαγωγικό
τρόπο, καθώς ὅταν ἡ ἀρκούδα τραυμάτισε τό γαϊδούρι του πού μετέφερε τά ξύλα,
τότε τήν ἀντικατέστησε στή θέση τοῦ γαϊδάρου μέχρι νά θεραπευθεῖ ὁ τελευταῖος.
Πολλοί ἅγιοι ἀναχωροῦντες ἀπό κατοικημένες περιοχές «οἰκοῦν μετὰ τῶν θηρίων»
ἤ θεραπεύουν τά μικρά ἄρρωστα τῶν θηρίων, ἤ τρέφουν μέ τά ἴδια τους τά χέρια τά
49
Α. Σταυρόπουλου, Ἐπιστήμη καί τέχνη τῆς Ποιμαντικῆς, σ.50· πρβλ. Νικ. Γεωργοπούλου, Ἠθική τῆς
οἰκολογικῆς συνείδησης, Ἀθήνα 1995
517
θηρία. Ἄλλοτε πάλι παρεμβαίνουν ὅταν θηρία (δράκοι, κροκόδειλοι) ἤ ὄφεις δροῦν
καταστροφικά ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων ἐπηρεαζόμενοι ἀπό τούς δαίμονες. Τό
εὐχολόγιον τῆς Ἐκκλησίας περιέχει εὐχές ὑπέρ τῶν ζώων: εἰς τό εὐλογῆσαι
ποίμνην, εἰς νόσον βοῶν, ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἁγίου Μοδέστου Ἀρχιεπι-
σκόπου Ἱεροσολύμων (16 ∆εκεμβρίου) πού θεωρεῖται καί προστάτης τῶν παραγω-
γικῶν ζώων, ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Μεγαλομάρτυρα Μάμαντα (2 Σεπτεμβρί-
ου), εἰδική εὐχή γιά τούς ζωόφιλους σέ ἐκδήλωση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
∆ημητριάδος τό 1988, εἰδική εὐχή γιά τά μελίσσια· αὐτό δείχνει ὅτι ἡ ποιμαντική
συνεχῶς ἐμπλουτίζεται βάσει τῶν νέων ἀναγκῶν πού προκύπτουν στήν
καθημερινότητα τοῦ ἀνθρώπου. Τά ζῶα ἀποτελοῦν σκεύη διαποιμάνσεως. Πολλές
φορές προστατεύουν τούς ἁγίους Γέροντες ἀπό κινδύνους πού προέρχονται ἀπό
φυσικά φαινόμενα (κροκόδειλος γίνεται γέφυρα γιά νά περάσει ὁ Γέροντας στήν
ἀπέναντι ὄχθη τοῦ ποταμοῦ πού εἶχε φουσκώσει) ἤ ἀπό ἀνθρώπινο χέρι (ἀποφυγή
καταστροφῆς ἤ κλοπῆς κελλιοῦ ἀπό προστασία θηρίων). Αὐτές οἱ διηγήσεις μέ τά
ζῶα ἀποτελοῦν μία παραδειγματική ἀποκατάσταση σχέσεων ἀνθρώπου καί ζώων
(καί μάλιστα στή σύγχρονη ἐποχή ὅπου ὅλες οἱ μορφές σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου
ἔχουν διαταραχθεῖ) καί ἀκόμη παραπέρα μία πρόταση-πρόκληση ἐπανόδου σέ μία
παραδεισιακή κατάσταση50.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀποτελεῖ τό κατεξοχήν πρότυπο τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων.
Εἶναι ὅπως λέει ὁ ἴδιος «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή»51 καί αὐτό τό δρόμο
ἀκολουθοῦν πιστά οἱ Γέροντες. Ἡ μνήμη δέν εἶναι μόνο νοητική λειτουργία ἀλλά
ἐξωθεῖ καί στήν πράξη· ἡ ποιμαντική διακονεῖ τόν ἄνθρωπο ὅταν τοῦ τό θυμίζει
συνέχεια αὐτό. Ἡ μνήμη μέ τήν πράξη βρίσκεται σέ σχέση ἀναδραστική. Οἱ μνῆμες
τῶν Γερόντων γίνονται ἀφορμή γιά μίμησή τους. Ὁ δύσκολος καθημερινός τους
ἀγώνας, μέ θηρία τόσο κυριολεκτικά ὅσο καί μεταφορικά (πάθη), ἀπευθύνει
50
Α. Σταυρόπουλου, Ποιμαντική πολλαπλῶν διαδρομῶν, Ἀθήνα 1995, σ.217-225· πρβλ. Α. Νίκα,
«Γεροντική» Οἰκολογία, περ. Μαρτυρία, Ἱ. Μ. Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου, τ.188, σ. 7-12,
Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1997· Σ. Λυσικάτου, Οἱ ἅγιοι καί τά ζῶα, περ. Θεοδρομία, τ.2, σ. 42-55,
Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 1999· Σ. Λάμπρου, Ἀναστάσεις ζώων στούς βίους τῶν ἁγίων, περ.
Θεοδρομία, τ.2, σ. 42-55, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 1999· Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου καί ∆ικαίου
Φιλαρέτου τοῦ Ἐλεήμονος, σ.81, Ἱερά Μονή Ἁγίας Λαύρας 2002· Α. Κοσματόπουλου,
Θηριομαχία, Τά τέκνα τῆς ἐρήμου, σ. 59-93, ἐκδ. Ἀκρίτας, 2003.
51
Ἰωάννου, ιδ’, 6.
518
ἐπίκαιρο καί διαχρονικό μήνυμα στόν ἄνθρωπο καί ἰδιαίτερα τόν νέο, ὅτι: «ὁ καιρός
τῶν πολέμων καιρός ἐργασίας ἐστί.»52.
Στίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις διδάσκεται:
Ὁ πολιτισμός τῆς συγγνώμης. ∆ιηγήσεις μέ πάγια γραμμή τους, ἀκόμη καί τήν
μονομερή ἐπιδίωξη συμφιλίωσης καί τήν ὑπέρβαση τῆς κατάστασης· σέ περίπτωση
μή ἐπιτεύξεως τοῦ ποθουμένου παραμένει τό συναίσθημα τῆς λύπης (8ης
Σεπτεμβρίου, διήγησις περί ἀγάπης πάνυ ὠφέλιμος53· τοῦ ἀββᾶ Μωϋσέως54· τοῦ
ἀββᾶ Πιώρ55· τοῦ ἀββᾶ Ποιμένος56· διήγηση ἁγίου Βενεδίκτου57· διήγηση ἀββᾶ
Σιλουανοῦ58· διήγηση ἀββᾶ Ζωσιμᾶ59).
Ἡ μάθηση τῆς ὑπομονῆς: «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται»60.
∆ιηγήσεις ὅπως τοῦ Γέροντος Σπαῖ61· τοῦ ἁγίου Λουκᾶ ἐν Ἑλλάδι62· τοῦ Γέροντος
Ζακχαίου63· τοῦ ἀββᾶ Πιώρ64· τοῦ Εὐλογίου καί τοῦ λελωβημένου65, ὑποδεικνύουν
τόν τρόπο κατάκτησής της.
Ἡ ποιμαντική ψυχραιμία, δηλ. ἡ στάση τοῦ ποιμένος κατά τήν ἀντιμετώπιση
ποικίλων καταστάσεων στήν ἄσκηση τοῦ ποιμαντικοῦ του λειτουργήματος· χωρίς
αὐτήν θά μποροῦσε νά ἐκτραπεῖ καί νά παραφερθεῖ, νά ὀργισθεῖ ἤ νά ἀπελπισθεῖ,
νά ἐπιτιμήσει ἤ νά ἐπαινέσει ἄκαιρα66. Ἐνδεικτικά ἀναφέρονται:
Ἡ μή ὑπόκυψη τοῦ πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἰωάννη Ἐλεήμονος σέ ἐκβιασμό
πλουσίου κατώτερου κληρικοῦ διακόνου, σέ ἐποχή ἐλλείψεως τροφίμων67.
Ἡ περίπτωση τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου πού ἀντιλαμβάνεται σέ περίοδο μεγάλης φτώχειας
δύο σιτοκλέπτες τῶν ὑπόγειων ἀποθηκῶν τοῦ μοναστηριοῦ. Παίρνει τή θέση τοῦ
ἑνός στό κουβάλημα, καθώς ἐκεῖνος τρέπεται σέ φυγή ὅταν κατάλαβε ὅτι τούς εἶδε
52
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου. Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ.Γ’, φμγ’, σ. 257β-258α.
53
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, τ.1, σ.25-27.
54
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ. 72.
55
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.104.
56
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ς’, σ.85, ριγ’, σ.95, ρλα’, σ.97.
57
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.260.
58
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.462.
59
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ.477.
60
Ἰω. Σιναΐτου, Κλῖμαξ, Λόγος ∆’, περί ὑπακοῆς, παρ.113.
61
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.219.
62
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.186.
63
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.180.
64
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.218.
65
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.130.
66
πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Στιγμιότυπα καί περιπλανήσεις σέ δρόμους ποιμαντικῆς διακονίας, σ.72.
67
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 278-280.
519
ὁ Γέροντας. Ὅταν ὁ ἄλλος κλέπτης τελειώνει καί εἶναι ἕτοιμος νά φύγει, ὁ ἅγιος
Εὐθύμιος τοῦ λέει: «τοὺς τύρους ἐκείνους ἐάσαντες ἀπίωμεν;» ὑποδεικνύοντας του
καί τόν τόπο πού εἶναι. Ὁ σιτοκλέπτης βρίσκει καί τά τυριά καί ὅταν ἀνεβαίνει
ἐπάνω καί ἀντιλαμβάνεται ποιός εἶναι αὐτός πού τόν βοήθησε: «αἰσχύνῃ καὶ φόβῳ
κατάσχετος ἐγεγόνει καὶ ὥς περ ἀποπαγεὶς τῷ δέει τοῖς ποσὶν ἐκείνου προσεκυλί-
ετο». Ὁ δέ ἅγιος Εὐθύμιος τοῦ λέει: «...σὰ γὰρ ταῦτα καὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ εἴ τι
ἀφείλου, οὐκ ἐκ τῶν ἀλλοτρίων, ἀλλὰ τῶν σῶν ἀφελόμενος ἴσθι· εἰ δὲ καὶ αὖθις
βούλοιο, πάρεσο καὶ ἀφαιροῦ τὰ ἐν χρείᾳ.»68.
Ἡ συνετή ἀντιμετώπιση καί θεραπεία ἀπό τούς Γέροντες, μοναχῶν ἀλλά καί λαϊκῶν
πού ἔχουν περιπέσει σέ διάφορες παθογόνες καταστάσεις (τοῦ ἀββᾶ Μακάριου τοῦ
Αἰγυπτίου69· βίος Ἁγίου Ἀβραμίου70· διήγηση Παχωμίου μέ μοναχό πού πειράστηκε
ἀπό κενοδοξία71).
Τό ποιμαντικό τάκτ (διακριτικότητα) πού οἱ ἄνθρωποι δείχνουν σέ τυχόν
ἀπροσεξία μας, ἀμέλεια ἤ σφᾶλμα μας μή δίνοντας ἔμφαση μέ τήν προσοχή τους
σ' αὐτό πού μᾶς συνέβη, μένωντας φαινομενικά ἀδιάφοροι σά νά μή συνέβη τίποτε,
σά νά μήν εἶδαν, σά νά μήν ἄκουσαν. Αὐτή ἡ «διάκριση» πρέπει νά χαρακτηρίζει
τόν ποιμένα στίς σχέσεις του μέ τούς ἄλλους72. ∆ιηγήσεις ὅπως τοῦ ἀββᾶ
Ποιμένος πού γνωρίζει ὅτι δίπλα του διέμενε ἀδελφός ἔχων συνείσακτον γυναίκα,
καί οὐδέποτε τόν ἤλεγξε γιά τήν παράβαση αὐτή καί ὅταν γέννησε ἡ γυναίκα
ἔστειλε καί δῶρο ἀγάπης κνίδιον οἴνου πού ἔγινε ἀφορμή μετάνοιας καί
σωφρονισμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ73· ἀλλά καί σέ περίπτωση παρόμοιου περιστατικοῦ, πού
ὅταν Γέροντας ρωτήθηκε ἄν τό εἶχε ἀντιληφθεῖ, ἀπήντησε: «ὁ ἐμὸς λογισμὸς κατ'
ἐκείνην τήν ὥραν, ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Χριστός, ἐκεῖ ἦν στήκων καὶ κλαίων»74,
ἀποτελοῦν χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Ἡ ποιμαντική φαντασία καταγράφεται ὡς δημιουργική φαντασία μέ διακριτικό-
τητα (θέοθεν κίνησιν) καί ἀποφυγή φιλανθρωπικῆς ἐπιδείξεως. Χαρακτηριστικές οἱ
παρακάτω διηγήσεις:
68
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, σ. 492.
69
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, γ’, σ.64-65.
70
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.4, σ. 593-597.
71
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ.330.
72
πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Στιγμιότυπα καί περιπλανήσεις σέ δρόμους ποιμαντικῆς διακονίας, σ.76.
73
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 22, σ.58.
74
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ. 26, σ.47.
520
75
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.193, σ.218.
76
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, σ. 519-520,
77
πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Στιγμιότυπα καί περιπλανήσεις σέ δρόμους ποιμαντικῆς διακονίας, σ.67.
521
λέγει αὐτῷ ὁ γέρων· οὕτω καὶ εἰς τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ, ἐὰν πλεῖον τοῦ μέτρου
τείνωμεν κατὰ τῶν ἀδελφῶν ταχὺ προσρήσσουσι· χρὴ οὖν μίαν μίαν συγκαταβαί-
νειν τοῖς ἀδελφοῖς· ταῦτα ἀκούσας ὁ θηρευτής, κατενύγη· καὶ πολλὰ ὠφεληθεὶς
παρὰ τοῦ γέροντος ἀπῆλθε· καὶ οἱ ἀδελφοὶ στηριχθέντες, ἀνεχώρησαν εἰς τὸν
τόπον αὐτῶν.»78.
Καταγράφησαν μάλιστα ψυχωφελεῖς διηγήσεις, μέ τή μορφή λογοπαιγνίου
(Μακάριου πολιτικοῦ79· Μαρτύριον Ἁγίου Νικηφόρου80· Ἀπάντηση κάποιου Γέροντα
σέ δύο φιλοσόφους81) καί εὐφυολογήματος82.
Ἡ ἀλληλεγγύη στίς ἀνθρώπινες σχέσεις καταδεικνύεται μέσα ἀπό διηγήσεις
ὅπως: Τοῦ μοναχοῦ πού παραπονεῖται σέ ἄλλον μοναχό ὅτι πλησιάζει ἡ ἡμέρα τῆς
ἀγορᾶς κι αὐτός δέν ἑτοίμασε χειρολαβές νά βάλει στά ζεμπίλια του· τότε ὁ
ἄλλος: «ἀπελθὼν ἀνέλυσε τῶν ἑαυτοῦ σπυριδίων τὰ ὠτία, καὶ ἤνεγκε τῷ ἀδελφῷ
λέγων· ἰδοὺ ταῦτα περισσὰ ἔχω, βάλε ταῦτα εἰς τὰ σπυρίδιά σου· καὶ ἐποίησε τὸ
ἔργον τοῦ ἀδελφοῦ προχωρῆσαι, τὸ δὲ ἴδιον ἀφῆκε.»83. Σέ ἄλλη διήγηση μοναχός
αὐτοτιμωρεῖται νά κάνει τό ἴδιο λάθος στό πλέξιμο «σειρῶν» μέ τόν ἄλλον
μοναχό πού πλέκουν μαζί, ὥστε οὔτε ὁ ἕνας νά λυπήσει τόν ἄλλον σέ περίπτωση
ἐπίπληξης, ἀλλά οὔτε καί ὁ ἀδέξιος νά καταλάβει τί ἔκανε ὁ ἄλλος γιά νά μήν τόν
λυπήσει84.
Ἡ εἰρήνη τῶν ψυχῶν μέσῳ τῆς καταλλαγῆς τῶν ἔντονων συναισθηματικῶν
συγκρούσεων: «Ὁ ἀββᾶς Παῦλος ὁ κοσμήτης καὶ Τιμόθεος ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ,
ἐκαθέζοντο ἐν τῇ Σκήτει· καὶ πολλαχῶς ἐγίνετο μεταξύ αὐτῶν ἀντιλογία· λέγει ὁ
ἀββᾶς Παῦλος· ἕως πότε μένομεν οὕτως; λέγει αὐτῷ ὁ ἀββᾶς Τιμόθεος· ποίησον
ἀγάπην· ὅταν ἔρχομαι ἐπάνω σου, βάσταξόν με· καὶ ὅταν ἔρχῃ καὶ σὺ ἐπάνω μου,
βαστάζω σε κἀγώ· καὶ ποιήσαντες οὕτως, ἀνεπάησαν τὰς ἐπιλοίπους αὐτῶν
ἡμέρας.»85.
78
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, ιγ’, σ.2.
79
Historia Monachorum in Aegypto, σ.131.
80
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, 536.
81
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.156, σ.173.
82
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.44, σ.53· πρβλ. Ἀββᾶ ∆ωροθέου, Ἔργα Ἀσκητικά, σ.68.
83
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.4, σ.524.
84
Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.3, παρ.5, σ.526.
85
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, α’, σ.106· πρβλ. ἀββᾶ Μακαρίου τοῦ
Αἰγυπτίου, κα’, σ. 67.
522
86
Ἰω. Μόσχου, Λειμωνάριον, κεφ.210, σ.245.
87
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.54.
88
Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, β’, σ.78.
89
Historia Monachorum in Aegypto, σ.56-58.
90
Les récits édifiants de Paul, évêque de Monembasie, σ.52.
91
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ. 478.
523
Ὀκτωβρίου, διήγησις περί τῶν Ἰβήρων ὅπως ἦλθον εἰς θεογνωσίαν..."93· Τῇ 15ῃ
τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου Μνήμη τῆς ἀθλήσεως μοναχοῦ τινος καί μάρτυρος, καί
ὠφέλιμος διήγησις περί αὐτοῦ94· Περί ἀναγνώστου συκοφαντηθέντος95· Περί τῆς
ἀναιρέσεως τῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ ὄρει Σινᾶ Ἀββάδων96· Τῇ 8ῃ τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου,
∆ιήγησις περί ἀγάπης πάνυ ὠφέλιμος97).
Τά Ποιμαντορικά χαρίσματα, τά θρησκευτικά καί διανοητικά προσόντα τῶν
ποιμένων καταγράφονται καί στοιχειοθετοῦν τήν ἰδανική διαχρονική μορφή τοῦ
ποιμένα98.
Ὁριοθετεῖται ἡ σωστή σχέση μαθητείας (προϋποθέσεις καί ὑποχρεώσεις
διδασκόντων καί διδασκομένων)99.
92
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.1, σ.214.
93
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.165.
94
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.133.
95
Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία, τ.2, σ.74.
96
Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, σ.147.
97
Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ.1, σ.25.
98
βλ. ἔρευνά μας, Ἐπικοινωνιακά ἐργαλεῖα ἀφηγητῆ, ∆ρῶντα πρόσωπα, Ὁ κατά χάριν Θεοῦ
πνευματικός ὁδηγός· πρβλ. Βαρ. Γιαννακοπούλου, Ποιμαντική κατά τήν θεολογία καί πράξη τῶν
ἁγίων, σ.131-144.
99
βλ. ἔρευνά μας, Ὁ παιδαγωγικός ρόλος τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων.
524
525
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Εἰσαγωγικά.
1
Ἐμμ. Περσελῆ, Πίστη καί Χριστιανική Ἀγωγή, σ.204· τά παιδιά σέ ἡλικία 3-6 ἐτῶν χαρακτηρίζονται
ἀπό τήν ἐπιθυμία ν' ἀκοῦν ἱστορίες, ἐνῶ ἀπό 8 καί μετά ἀρχίζει νά ὑποχωρεῖ καί ἀρχίζει ἡ
ἡλικία τοῦ Ροβινσώνα, γνωστή καί σάν ἡλικία τῆς κριτικῆς καί τοῦ ρεαλισμοῦ· πρβλ. Χρ.
Τομασίδη, Εἰσαγωγή στή Ψυχολογία, σ.398.
2
Μπρ. Μπετελχάϊμ, Ἡ γοητεία τῶν παραμυθιῶν. Μία ψυχαναλυτική προσέγγιση, ἐκδ. Γλάρος, Ἀθήνα
1995· στά παραμύθια ἀφθονοῦν τά θρησκευτικά θέματα· πολλές βιβλικές ἱστορίες εἶναι τῆς
ἴδιας φύσης μέ τά παραμύθια· οἱ συνειδητοί καί ἀσυνείδητοι συνειρμοί πού προκαλοῦν τά
παραμύθια στό μυαλό τοῦ ἀκροατῆ ἐξαρτῶνται ἀπό τό γενικό πλαίσιο ἀναφορᾶς του καί τά
προσωπικά ἐνδιαφέροντα· ἑπομένως θρησκευόμενα ἄτομα θά βροῦν σέ αὐτά πολλά προσωπικά
στοιχεῖα· τά περισσότερα παραμύθια πρωτοδημιουργήθηκαν σέ περιόδους πού ἡ θρησκεία
ἀποτελοῦσε πολύ σημαντικό μέρος τῆς ζωῆς κι ἔτσι πραγματεύονται ἔμμεσα ἤ ἄμεσα
θρησκευτικά θέματα.
526
3
Ἐμμ. Περσελῆ, Πίστη καί Χριστιανική Ἀγωγή, σ.186-200.
527
κοινοτήτων στίς ὁποῖες ἀνήκουν· «... σ' αὐτό τό στάδιο ἀναπτύσσεται ἡ ἱκανότητα νά
διηγεῖται κανείς τήν ἐμπειρία του... ἑνοποιεῖ τίς ἐμπειρίες σέ νόημα μέσῳ τῶν
ἱστοριῶν... τά στοιχεῖα συνηγοροῦν στήν ἀξιοποίηση καί τήν ἀναδιήγηση... ἀρχίζουν
νά διηγοῦνται αὐτοσχέδιες ἱστορίες μέ τίς ὁποῖες καθίσταται δυνατόν νά
διατηροῦν, ν' ἀνακοινώνουν καί νά συγκρίνουν τίς ἐμπειρίες καί τά νοήματά τους».
Ἡ νέα ἱκανότητα σ' αὐτό τό στάδιο εἶναι ἡ ἀνάδυση τῆς ἀφηγηματικότητας καί ἡ
ἐμφάνιση τῆς ἱστορίας (διήγησης) τοῦ δράματος καί τοῦ μύθου ὡς τρόπων μέ τούς
ὁποίους ἐφευρίσκεται καί ἐξασφαλίζεται συνοχή στήν ἐμπειρία4.
Ἡ διάχυτη σύγκρουση ἤ οἱ ἀντιθέσεις πού διαπιστώνονται στό περιεχόμενο τῶν
ἱστοριῶν (διηγήσεων) καί πού ὁδηγοῦν στό στοχασμό πάνω στά νοήματα
ἀντιστοιχεῖ στήν ἡλικία ἀπό τά 11 ἤ 12 χρόνια ἕως 17 ἤ 18, (στάδιο 3, τῆς
συνθετικῆς-συμβατικῆς πίστης). Τό ἄτομο στήν ἐφηβική ἡλικία ἀρχίζει νά συνθέτει
τίς προσωπικές του ἱστορίες γιά τό παρελθόν, πού ὁπωσδήποτε διακρίνονται γιά
τήν ἀφηγηματική τους ἰδιαιτερότητα καί θεματολογία. Συγχρόνως συνθέτει ἕνα
εἶδος ἀφήγησης πού ὁ Fowler ἀποκαλεῖ «ἱστορία τῶν ἱστοριῶν μας». Τό εἶδος αὐτό
δίνει τήν δυνατότητα στό νέο ἄνθρωπο ν' ἀναφέρεται σέ πιθανά σχέδιά του πού
σχετίζονται μέ ἀνάληψη μελλοντικῶν ρόλων καί σύναψη διαπροσωπικῶν
σχέσεων. Ἡ ὠφέλεια μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ θετική καί ἀρνητική· ἀφ' ἑνός ἡ
προβολή μέσῳ τῆς ἀφήγησης τῶν μελλοντικῶν σχεδίων τοῦ ἀτόμου ἐνισχύει τήν
πίστη καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του καί ἀφ' ἑτέρου προκαλεῖ τρόμο στήν ἰδέα
ὅτι ὁ ἑαυτός θά μποροῦσε ν' ἀποτύχει γιά διαφόρους λόγους στίς μελλοντικές
ἐπιδιώξεις του. Ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι πλέον ἀνθρωπομορφική ἀλλά
βασίζεται σέ προσωπικές ἰδιότητες τῆς θεότητας (συμπαραστάτης, φίλος, καθοδηγη-
τής τῆς ζωῆς) καί συμπληρώνει τό ἀνεξάντλητο κενό τῆς προσωπικότητας τοῦ
ἀτόμου, καθ' ὅσον θεωρεῖται ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἀπεριόριστο βάθος καί εἶναι ἱκανός
νά γνωρίζει προσωπικά ἐκεῖνα τά μυστηριώδη βάθη τοῦ ἑαυτοῦ καί τῶν ἄλλων πού
γνωρίζουμε ὅτι ἐμεῖς ποτέ δέν θά γνωρίσουμε. Ὁ Θεός, δηλ. ἐκλαμβάνεται ὡς ὁ
σπουδαιότερος ἀπό τούς σημαντικούς «ἄλλους»5.
Ἡ βαθύτερη γνώση τῶν διαδικασιῶν στό ἐσωτερικό τοῦ μικροῦ παιδιοῦ εἶναι σέ
μεγάλο βαθμό θέμα πείρας, ἀναζήτησης καί ταλέντου. Ἡ μεγάλη πρόκληση εἶναι νά
4
Ἐμμ. Περσελῆ, Πίστη καί Χριστιανική Ἀγωγή, σ.206-220.
5
Ἐμμ. Περσελῆ, Πίστη καί Χριστιανική Ἀγωγή, σ.226-230.
528
βλέπεις τά πράγματα μέ τά μάτια τοῦ μικροῦ παιδιοῦ. Ἀντίθετα ἀπό τόν μεγάλο, τό
παιδί βλέπει τά πράγματα μέ πολύ ὀξύτερη ματιά. Στήν ἐπαφή του μέ τήν ἄμεση
φυσική πραγματικότητα, ἀνακαλύπτει τήν ταυτότητα τῶν πραγμάτων σχεδιάζοντας
ἀμοιβαῖες σχέσεις, λειτουργίες καί σημασίες χωρίς πολλή προηγούμενη πείρα. Τό
πρόβλημα μέ μεγάλο μέρος τῆς θεωρούμενης «καλῆς παιδικῆς λογοτεχνίας» εἶναι
ὅτι πολλές ἱστορίες καθηλώνουν τή φαντασία τοῦ παιδιοῦ στό ἐπίπεδο πού ἔχει ἤδη
φθάσει ἀπό μόνο του.
Ὁ Τόλκιες περιγράφει τίς πλευρές πού εἶναι ἀναγκαῖες γιά μία καλή διήγηση:
φαντασίωση, ἐπανόρθωση (ἀπό βαθιά ἀπελπισία), φυγή (ἀπό μεγάλο κίνδυνο)
παρηγοριά. Ἡ παρηγοριά ἀπαιτεῖ ἀποκατάσταση τῆς τάξης πού ἰσοδυναμεῖ μέ τήν
ἐξάλειψη τοῦ κακοῦ ἀπό τόν κόσμο τοῦ ἤρωα, ὁπότε τίποτε δέν στέκεται ἐμπόδιο
στήν εὐτυχία του· τό στοιχεῖο τῆς απειλῆς εἶναι ζωτικό γιά τή διήγηση· ἡ εὐτυχία καί
ἡ ἐκπλήρωση εἶναι ἡ τελική παρηγοριά6.
Ὡς πρός τήν τεχνική τῆς ἀφήγησης, καλό θά ἦταν νά προτιμᾶται ἡ ρέουσα
ἀφήγηση, σ' ἕνα ἐπίπεδο, σέ εὐδιάκριτο τόπο καί χρόνο· καθοριστικός ὁ ἑρμηνευτι-
κός ρόλος τοῦ ἀφηγητῆ, ἡ ὕπαρξη μόνο μιᾶς λύσης στά προβλήματα, ἡ ἑνότητα τῆς
ἄποψης τοῦ συγγραφέα, τό ἠθικό δίδαγμα πού ὑποβάλλεται στόν ἀναγνώστη. Ὁ
τσέχος θεωρητικός τῆς τέχνης Václav Stejskal θεωρεῖ θεμελιώδεις δημιουργικές
ἀρχές γιά τά βιβλία πού ἀπευθύνονται στά παιδιά: α) Τήν ποιότητα. β) Τήν
καταλληλότητα ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητες τῆς συγκεκριμένης ἡλικίας τοῦ παιδιοῦ·
ἡ λέξη στά παιδιά λειτουργεῖ ὄχι ἁπλά ὡς δηλωτική τῶν πραγμάτων ἀλλά ὁδηγεῖ
σέ ὁλόκληρο τό νοηματικό πλοῦτο τῆς γλῶσσας. γ) Τήν ἀλληλεπίδραση λέξης καί
εἰκόνας, δηλ. εἰκονογράφηση, ἰδιαίτερα στά παιδιά ἡλικίας 3-9. Ὁ Κομένιος
ἀναφέρει: «μαζί μέ τίς λέξεις τά παιδιά πρέπει νά μάθουν νά καταλαβαίνουν τά
πράγματα». Στή γένεση τῆς παιδικῆς φαντασίας, ἡ εἰκόνα προηγεῖται τῆς λέξης πού
ὅμως χρειάζεται νά συμπληρωθεῖ ἀπό λέξεις εἰπωμένες εἴτε ἀπό τό παιδί εἴτε ἀπό
τόν μεγάλο. Ἄς θεωρηθεῖ λοιπόν ἡ εἰκόνα σάν λέξη καί ἡ λέξη σάν ἡ εἰκονική της
αἴσθηση. δ) Ἡ ἀρχή νά ἐνθαρρύνεται στό παιδί ἡ αἴσθηση τῆς ἐσωτερικῆς ταυτότη-
τας (ἀνακάλυψη σκέψης καί πράξης ἄλλων ἀνθρώπων, ἐκτείνει τή φαντασία του σέ
σκηνές καί καταστάσεις ἀπρόσιτες μέ τήν ἄμεση ἐπαφή, ἀποκαλύπτει νέες περιοχές
6
Μπρ. Μπετελχάϊμ, Ἡ γοητεία τῶν παραμυθιῶν, σ.192-209.
529
7
∆. Θεοδούλου, Ἡ Παιδική Λογοτεχνία καί τό μικρό παιδί, Εἰσηγήσεις στό Β’ Σεμινάριο τοῦ κύκλου
τοῦ Ἑλληνικοῦ Παιδικοῦ Βιβλίου, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1988, σ. 69-84.
8
∆έν πρέπει νά παραλειφθεῖ καί ἡ ἀντίθετη ἄποψη ὅτι τά εἰκονογραφημένα βιβλία μέ ἱστορίες πού
τόσο τά προτιμοῦν ἐξίσου οἱ ἐνήλικες καί τά παιδιά δέν ἐξυπηρετοῦν τίς βαθύτερες ἀνάγκες τοῦ
παιδιοῦ· οἱ εἰκονογραφήσεις εἶναι μᾶλλον διασκεδαστικές παρά χρήσιμες· οἱ μελέτες γιά τά
εἰκονογραφημένα ἀλφαβητάρια δείχνουν ὅτι οἱ εἰκόνες μᾶλλον παρεκτρέπουν ἀπό τή
διαδικασία μάθησης παρά τήν ὑποστηρίζουν, γιατί ἡ εἰκονογράφηση ἐμποδίζει τό παιδί να βιώσει
ἀπό μόνο του μέ τή φαντασία του τήν ἱστορία. Ἡ εἰκονογράφηση ἀφαιρεῖ πολλά ἀπό τό
προσωπικό νόημα τό ὁποῖο θά μποροῦσε νά ἔχει ἡ ἱστορία γιά τό παιδί, ἄν αὐτό
χρησιμοποιοῦσε μόνο τούς δικούς του ὀπτικούς συνειρμούς σέ σχέση μέ τή διήγηση ἀντί
ἐκείνους τοῦ εἰκονογράφου (βλ. Μπρ. Μπετελχάϊμ, Ἡ γοητεία τῶν παραμυθιῶν, σ. 87).
530
9
Ε. Βασιλειάδου, Τό παιδί τῆς προσχολικῆς ἡλικίας καί τό παραμύθι, Εἰσηγήσεις στό Β’ Σεμινάριο τοῦ
κύκλου τοῦ Ἑλληνικοῦ Παιδικοῦ Βιβλίου, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1988, σ. 103-119.
10
Α. Μενδρινοῦ, Ἡ σημασία τῆς εἰκονογράφησης καί ὁ ρόλος τοῦ εἰκονογράφου στό παιδικό
βιβλίο, Εἰσηγήσεις στό Β’ Σεμινάριο τοῦ κύκλου τοῦ Ἑλληνικοῦ Παιδικοῦ Βιβλίου, ἐκδ.
Καστανιώτη, Ἀθήνα 1988, σ. 145-149.
11
Τό σημεῖο αὐτό εἶναι καί ἡ εἰδοποιός διαφορά μέ τόν δημιουργό τῶν κόμικς. Στά κόμικς ἡ κάθε
εἰκόνα ἀποτελεῖ κρίκο σέ μία συνέχεια· εἶναι μία στιγμή στό χρόνο ἤ μία στάση στό χῶρο κατά
τήν ἐξέλιξη τοῦ μύθου· ἡ κάθε εἰκόνα εἶναι καθόλα ἐξαρτημένη ἀπό τήν προηγούμενη καί
ἑπόμενή της· παίρνει νόημα ἀκριβῶς ἀπό τή συνέχεια μεταξύ τῶν εἰκόνων πού εἶναι καί φορέας
ἐξέλιξης τῆς πλοκῆς τοῦ μύθου μέσα στό χρόνο. Στήν εἰκονογράφηση σέ ἀντιδιαστολή μέ τό
κόμικ, τό κείμενο εἶναι ὁ φορέας τῆς ἐξέλιξης τοῦ μύθου μέσα στό χρόνο· τό κείμενο εἶναι ἡ
ραχοκοκαλιά τῆς χρονικῆς ἐξέλιξης τοῦ μύθου ἀπό τήν ὁποία ἐξαρτῶνται τά γεγονότα, οἱ
ἐπιμέρους σημαίνουσες μορφές/θέματα τοῦ εἰκονογράφου· ὁ εἰκονογράφος, δηλ. δέν
ἐξελίσσει τή διήγηση μέσα στό χρόνο, ἀλλά ἑρμηνεύει τό περιεχόμενο τῆς διήγησης
συμπυκνώνοντάς το σέ αὐτόνομες ὡς μορφή καί σημασία εἰκόνες. βλ. Τζ. Παρμενίδη, Ἡ
εἰκονογράφηση στό ἔντεχνο παραμύθι. ∆ύο βασικές ἐπιλογές κατά τή δημιουργία τῆς εἰκόνας,
Εἰσηγήσεις στό Β’ Σεμινάριο τοῦ κύκλου τοῦ Ἑλληνικοῦ Παιδικοῦ Βιβλίου, ἐκδ. Καστανιώτη,
Ἀθήνα 1988, σ.170-175· πρβλ. Θ. Ἀγραφιώτη, Τά «κόμικς» ὡς μέσο ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν.
Χριστιανοπαιδαγωγική θεώρηση, ἐκδ. «Αφοι Κυριακίδη», Σειρά χριστιανοπαιδαγωγικές μελέτες
καί ἔρευνες, Θεσσαλονίκη 2005.
531
ἐνισχύσει τήν αὐθεντικότητα τῆς διήγησης. Ἡ σχέση ἀναλογίας ἀνάμεσα στό θέμα
τῆς εἰκόνας καί τοῦ κειμένου ἱδρύεται μέσα ἀπό τήν ἀνταπόκριση τοῦ συγκεκριμέ-
νου στοιχείου τῆς εἰκόνας μέ τό περισσότερο ἀφηρημένο στοιχεῖο τῆς ἀντίστοιχης
περιγραφῆς πού ὑπάρχει μέσα στό κείμενο, καί ἀντίστροφα.
1. «Παιδικά Γεροντικά».
δέχονταν τίς συμβουλές καί τούς λόγους του. Ἀλλά καί πολλοί λαϊκοί ἀπό ὅλη τήν
Αἴγυπτο ἔρχονταν στόν Ἅγιο τοῦ Θεοῦ, γιά νά δεχθοῦν τούς καρπούς τῆς ἀγάπης
του. Ἡ φήμη του εἶχε ἁπλωθεῖ σ' ὅλη τήν πολιτεία. Μιά μέρα κάποιοι προσκυνητές
ἦρθαν στό καλογερικό χωριό γιά νά δοῦν τόν Ἀββά Μακάριο. Μάλιστα τοῦ
ἔφεραν ἀπό τήν πόλη ἕνα καλάθι γεμᾶτο σταφύλια. Κάθισαν ἀρκετή ὥρα κοντά
του, ἄκουσαν τίς πολύτιμες συμβουλές του καί ὠφελημένοι ψυχικά ξεκίνησαν γιά
τήν πόλη.
-Αὐτά εἶναι γιά σένα, Ἀββᾶ, τοῦ εἶπαν φεύγοντας. Τά σταφύλια ξέρουμε πώς
σοῦ ἀρέσουν πολύ. Κράτησέ τα σέ παρακαλοῦμε.
Ὁ Ἀββᾶς Μακάριος εὐχαρίστησε τούς προσκυνητές καί τούς ξεπροβόδισε μέ
χαμόγελο. Καταμεσῆς στό φτωχικό καλυβάκι ἦταν ἕνα καλάθι γεμᾶτο ὄμορφα
μυρωδικά σταφύλια. ∆ῶρο σπάνιο, ἀφοῦ ὁ τόπος δέν εἶχε τίποτε ἀπ' αὐτά. Σίγουρα
θά εἶναι πολύ γλυκά, σκέφθηκε ὁ Ἀββᾶς. Καί ἔκαμε νά δοκιμάσει. Μά σάν ἔσκυψε,
ἀπ' τό παραθυράκι τῆς καλυβούλας ἀντίκρυσε τούς ἄλλους ἀσκητές καί αἰσθάνθηκε
ἔνοχος.
-∆έν εἶναι σωστό νά τά κρατήσω ἐγώ. Οἱ ἄλλοι Πατέρες δέν ἔχουν δοκιμάσει
καθόλου σταφύλια. Θά τά πάω στόν Ἀββά Πέτρο, εἶναι γέροντας καί θά τοῦ
ἀρέσουν πολύ.
Τά παίρνει λοιπόν καί μιά καί δυό τά πηγαίνει στόν Ἀββά Πέτρο, πού ἦταν
πράγματι ὁ γεροντότερος στή σκήτη.
-Ἔ, Ἀββᾶ. Μοῦ ἔφεραν αὐτά τά σταφύλια καί σκέφθηκα πώς σοῦ ἀρέσουν πολύ.
Θά 'θελα νά κάνεις ἀγάπη καί νά τά κρατήσεις, εἶπε καλοσυνάτα ὁ Ἀββᾶς
Μακάριος.
-Εὐχαριστῶ, Ἀββᾶ, ὁ Θεός νά σ' εὐλογεῖ, ἀποκρίθηκε ὁ Γέροντας.
Κι ὁ Ἀββᾶς Μακάριος πῆρε τόν δρόμο γιά τό καλυβάκι του. Ὁ Ἀββᾶς Πέτρος
πῆρε τά σταφύλια καί ἔκαμε νά δοκιμάσει.
-Μά γιά στάσου, σκέφθηκε, οἱ ἄλλοι Ἀββάδες δέν ἔχουν δοκιμάσει καθόλου.
Ξέρω πώς τά σταφύλια ἀρέσουν πολύ στόν Ἀββά Ἰσίδωρο. Χωρίς νά τό
πολυσκεφτεῖ πῆρε τό καλάθι καί τοῦ τό πῆγε.
533
534
-Γέροντα μοῦ ἔφεραν αὐτά τά σταφύλια. Κάνε ἀγάπη καί κράτησέ τα. Ξέρω πώς
σοῦ ἀρέσουν πολύ, εἶπε ὁ Ἀββᾶς Πέτρος προσφέροντας τό δῶρο του στόν Ἀββά
Ἰσίδωρο.
-Ὁ Θεός νά σ' εὐλογεῖ, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος καί τά κράτησε. Μά οὔτε καί ὁ
τρίτος Ἀββᾶς κράτησε τά λαχταριστά σταφύλια.
-∆έν εἶναι σωστό νά τά κρατήσω, εἶπε ὁ Ἀββᾶς Ἰσίδωρος καί τά πῆγε στόν
ἑπόμενο. Καί ἐκεῖνος σέ ἄλλον. Μέχρι τό τέλος τῆς ἡμέρας τό καλάθι μέ τά
σταφύλια εἶχε περάσει ἀπ' ὅλα τά φτωχικά καλυβάκια καί κανείς δέν τό εἶχε
κρατήσει, γιατί σκεφτόταν πώς κάποιος ἄλλος τό εἶχε περισσότερο ἀνάγκη. Ὅταν
ἔφτασαν τά σταφύλια καί στήν τελευταία καλυβούλα, ὁ μοναχός πού ἔμενε ἐκεῖ
σκέφθηκε.
-Αὐτά τά σταφύλια εἶναι ἁμαρτία νά τά κρατήσω ἐγώ. Ἀρέσουν πολύ στόν Ἀββά
Μακάριο.
Καί πῆρε τόν δρόμο γιά τό καλύβι του.
-Ἀββᾶ, συμπάθα με, μά ξέρω πώς αὐτά τά σταφύλια σοῦ ἀρέσουν, κάνε ἀγάπη
νά τά κρατήσεις.
Τότε ὁ Ἀββᾶς Μακάριος βλέποντας τό καλάθι ἀπείραχτο μέ ὅλα τά σταφύλια,
ἔτσι ὅπως τό εἶχε πάρει ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἡμέρας, δόξασε τό Θεό, ἀφοῦ ἡ Σκήτη
εἶχε τέτοιους μοναχούς, πού διακρίνονταν γιά τήν ἀγάπη καί τήν εὐσπλαχνία τους.
Ἐκείνη τή στιγμή κάποιοι μοναχοί ἀπό πολύ μακριά ἦρθαν νά πάρουν τήν εὐχή
τοῦ Γέροντα. Καί ἐκεῖνος μέ χαρούμενο πρόσωπο τούς εἶπε:
-Φᾶτε παιδιά μου, ἀπό τά σταφύλια τῆς ἀγάπης. Εἶναι τά πιό γλυκά σταφύλια τοῦ
κόσμου. Καί τούς διηγήθηκε ὅλη τήν ἱστορία.».
ὁ γέρων· ὡς δοκεῖ σοι, τέκνον, ποίησον. Καὶ εἶπεν ὁ ἀδελφός· ἀνάστα, πάτερ,
ποιήσωμεν εὐχήν, καὶ ἀπέρχομαι πρὸς τὸν ἄρχοντα. Ἀναστάντες οὖν καὶ εὐχόμενοι
ὡς ἦλθον εἰπεῖν, ‘καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς
ὀφειλέταις ἡμῶν’, εἶπεν ὁ γέρων· ‘καὶ μὴ ἀφήσῃς ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς
οὐδὲ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν’. Καὶ λέγει ὁ ἀδελφὸς τῷ γέροντι· μὴ
οὔτω πάτερ. Ἔφη δὲ ὁ γέρων· ναί, οὕτω τέκνον, φύσει γάρ, ἐὰν πρὸς τὸν ἄρχοντα
βούλει ἀπελθεῖν ἵνα ἐκδικήσῃ σε, Σιλουανὸς ἄλλην εὐχὴν οὐ ποιεῖ σοι. Καὶ βαλὼν
μετάνοιαν ὁ ἀδελφὸς συνεχώρησε τῷ ἐχθρῷ αὐτοῦ.».
Παιδικό Γεροντικό: «ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν...» (σ. 60-64).
«Ὁ Ἀββᾶς Σιλουανός ἦταν ἀπό τούς γεροντάδες πού κοντά τους μάζευαν πολύ
κόσμο, τόσο καλόγερους, ὅσο καί ἁπλούς λαϊκούς. Ἡ ἀπέραντη ἀγάπη πού ἔδειχνε
σέ ὅλους, ἀλλά καί ἡ βαθιά γνώση του στά θεολογικά τόν ἔκαναν νά ξεχωρίζει.
Ἄν κάποιος βρίσκονταν κοντά του, δέν ἤθελε τίποτε ἄλλο παρά νά τόν ἀκούει. Γιά
ὅλα τά προβλήματα καί τίς δυσκολίες εἶχε ἕναν παρήγορο λόγο νά πεῖ καί μία
συμβουλή νά δώσει.
Πολύς κόσμος πήγαινε μόνο γιά ν' ἀκούει τά εὐλογημένα λόγια του ἀλλά δέν
ἦταν καί λίγοι ἐκεῖνοι πού πήγαιναν συχνά στόν Ἀββά γιά νά ἐξομολογηθοῦν καί
νά τοῦ ζητήσουν τή βοήθεια στόν πνευματικό ἀγώνα.
Ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν καί ὁ Γεώργιος, ἕνας εὐσεβής οἰκογενειάρχης πού
καλλιεργοῦσε τό κτῆμα του στήν Ἀνατολή. Πήγαινε πολύ συχνά στόν Γέροντα καί
τόν συμβουλευόταν γιά ὁ,τιδήποτε τόν ἀπασχολοῦσε.
Τελευταῖα ὅμως εἶχε πολύ καιρό νά πάει στόν Ἀββά. Εἶχε προβλήματα μέ ἕναν
γείτονα πού τοῦ προξενοῦσε κακό. Πολλές ταλαιπωρίες εἶχε ὑποστεῖ ἀπ' αὐτόν
ἀλλά ἔκανε ὑπομονή καί τίς ξεπερνοῦσε μέ τήν προσευχή του στό Θεό. Ὅσο
περνοῦσαν οἱ μέρες, ὁ γείτονας γινόταν ὅλο καί χειρότερος καί οἱ ταλαιπωρίες
ὅλο καί περισσότερες γιά τόν ταπεινό Γεώργιο. Κάποια μέρα ἡ ὑπομονή του
ἐξαντλήθηκε καί ἡ θλίψη του ἦταν τόσο ἀβάσταχτη, πού ἀγανάκτησε μέ τόν γείτονά
του καί πῆρε τήν ἀπόφαση νά τόν τιμωρήσει. Ὁ ἴδιος ὅμως δέν μποροῦσε νά τόν
βλάψει. Ἔτσι θεώρησε καλύτερη λύση νά πάει τό γείτονά του στά δικαστήρια.
Γιά μιά τέτοια ἀπόφαση ὅμως θά ἔπρεπε νά ρωτήσει τόν Γέροντα τῆς ἐρήμου.
536
537
Καί πραγματικά ξεκίνησε γιά τή σκήτη τοῦ Ἀββᾶ Σιλουανοῦ. Σάν ἔφτασε, ὁ Ἀββᾶς
τόν ὑποδέχτηκε μέ χαρά καί ἀμέσως πῆγαν στό ἐκκλησάκι τῆς σκήτης. Στήν
ἐξομολόγησή του ὁ Γεώργιος ἀποκάλυψε στόν Γέροντα τήν περιπέτειά του μέ τόν
σκληρόκαρδο γείτονα ἀλλά καί τή δική του ἀπόφαση νά τόν πάει στά δικαστήρια.
-∆έν πάει ἄλλο Ἀββᾶ μου, εἶπε ὁ Γεώργιος. Προσπάθησα σκληρά.
Προσευχόμουν μέ ὅλη μου τή δύναμη. Ἀλλά εἶμαι ἄνθρωπος καί 'γώ. ∆έν ἄντεξα
ἄλλο. Βλέπετε, στήν ἀρχή ἁπλῶς ἦταν ἐχθρικός μαζί μου. Στή συνέχεια κατόρθωσε
μέ ἀπάτες νά μοῦ πάρει τό μισό κτῆμα. Ἔκανα πάλι ὑπομονή. Μέ συκοφαντοῦσε
παντοῦ. Ἔχασα τούς φίλους καί τούς γνωστούς μου. ∆ιέδιδε κατηγορίες διάφορες
γιά μένα καί ὁ κόσμος ἔπαψε νά μοῦ μιλάει. Μά τό χειρότερο ἀπ' ὅλα, Ἀββᾶ, εἶναι
ὅτι πρίν ἀπό μερικές μέρες προσπάθησε νά μέ δηλητηριάσει. Αὐτό ἦταν. Ἡ
ἀγανάκτηση μέ κατέλαβε καί ἀποφάσισα νά τόν τιμωρήσω γιά ὅσα μοῦ ἔχει κάνει.
Μά δέν ἔχω οὔτε τή δύναμη οὔτε τό κουράγιο, Γέροντα. Γι' αὐτό θά τόν πάω στά
δικαστήρια καί ἔτσι αὐτός θά βρεῖ τήν τιμωρία πού τοῦ ἀξίζει καί 'γώ θά βρῶ τό
δίκιο μου.
Αὐτά εἶπε ὁ Γεώργιος καί ὁ Ἀββᾶς Σιλουανός, σιωπηλός καί ἀτάραχος, τοῦ
εἶπε:
-Κάνε ὅπως θέλεις, παιδί μου.
-∆έν νομίζεις ὅμως, Γέροντα, ὅτι ἄν τιμωρηθεῖ αὐστηρά θά εἶναι πιό δίκαιο;
Ἔχω γνωστούς δικαστικούς πού θά φροντίσουν γι' αὐτό, εἶπε ὁ Γεώργιος.
-Κάνε ὅ,τι σέ ἀναπαύει, ἀπάντησε ὁ Ἀββᾶς μέ ἀδιαφορία.
-Θά 'ναι καλύτερα καί γιά τήν ψυχή του, ἔ Ἀββᾶ; ρώτησε ὁ Γεώργιος, μά ὁ
Γέροντας δέν ἀπάντησε.
-Τότε λοιπόν νά πηγαίνω σιγά-σιγά, εἶπε ὁ Γεώργιος, νά μήν κουράζω ἄλλο τήν
ἀγάπη σου. Θά φύγω γιά τόν δικαστή κατευθείαν.
-Στάσου λίγο, παιδί μου. Μή βιάζεσαι τόσο, εἶπε ὁ Ἀββᾶς. Ἔλα νά
προσευχηθοῦμε πρῶτα, νά εὐλογήσει ὁ Θεός τήν πράξη σου.
Σηκώθηκε ὁ Γέροντας καί πῆρε τόν Γεώργιο καί στάθηκαν μπροστά στήν εἰκόνα
τοῦ Παντοκράτορα. Ἀφοῦ ἔκανε τόν σταυρό του ὁ Ἀββᾶς, ἄρχισε νά λέει: «Πάτερ
ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου·
γεννηθήτω τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς. Τόν ἄρτον ἡμῶν τόν
538
ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον καί μή ἀφίῃς ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς οὐδέ ἡμεῖς
ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν».
Στά τελευταῖα αὐτά λόγια τῆς προσευχῆς τοῦ Ἀββᾶ Σιλουανοῦ ὁ Γεώργιος
φώναξε:
-Μά Γέροντα δέν λέει ἔτσι ἡ Κυριακή Προσευχή. Μήπως κάνετε κάποιο λάθος;
-Πραγματικά, παιδί μου, δέν λέει ἔτσι ἡ Κυριακή Προσευχή, εἶπε μέ σταθερή
φωνή ὁ Ἀββᾶς. Ἔτσι ὅμως εἶναι ἡ πραγματικότητα. Ἀφοῦ ἐσύ ἀποφάσισες νά
παραδώσεις τόν ἀδελφό στήν δικαιοσύνη, ἐγώ δέν μπορῶ νά κάνω ἄλλη
προσευχή γιά σένα.
Ὁ Γεώργιος ἔμεινε ἄναυδος. Πῆρε εὐχή καί ἐπέστρεψε σπίτι του. Τά λόγια τοῦ
Ἀββᾶ χαράχτηκαν βαθιά μές τή ψυχή του. Ἔκανε ὑπομονή μέ τήν κακία τοῦ γείτονα
ὡς τή στιγμή πού ὁ σκληρός γείτονας πέθανε. Ὁ Γεώργιος συνέχισε τήν ἐνάρετη
ζωή του ἐπαναλαμβάνοντας τό δίδαγμα τοῦ Ἀββᾶ Σιλουανοῦ: «Ἄφες ἡμῖν τά
ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν...».
12
πρβλ. Μιγιαζάουα Κένζι, Τό ἄστρο τοῦ νυχτογέρακου, μτφρ. ἀπό τά ἰαπωνικά Μαρία Ἀργυράκη,
Εἰκονογράφηση Ἄννα Σαράντη, Ἐπίμετρο Στέλιου Παπαλεξανδρόπουλου, Ἐκδόσεις ΟΛΚΟΣ,
Ἀθήνα 1999· Jesus erzählt Geschichten, Von L. De Horna, Verlag Ars Sacra Josef Müller-
München 1976· Mit Jesus leben, Von L. De Horna, Verlag Ars Sacra Josef Müller-München 1980.
543
13
Ἐμμ. Περσελῆ, Χριστιανική Ἀγωγή καί σύγχρονος κόσμος. Θέματα θεωρίας καί πράξης τῆς
χριστιανικῆς ἀγωγῆς, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1994 σ.187, 220-221.
14
Ὁ ἀφηγητής θρησκευτικῶν ἱστοριῶν γιά τά δεδομένα τῆς σύγχρονης ἐκπαίδευσης στήν Ἑλλάδα
δέν εἶναι μόνο ὁ θεολόγος (Μέση Ἐκπαίδευση) ἀλλά καί ὁ δάσκαλος (Στοιχειώδης Ἐκπαίδευση)
545
καί ὁ ἱερέας (Μέση Ἐκπαίδευση, Κατηχητικά). Γι’ αὐτό στήν ἔρευνά μας ἔγινε ἐπιλογή τοῦ ὅρου
(θρησκευτικός) ἐκπαιδευτής, ἐννοώντας ὅλα τά προηγούμενα.
546
νται ἀμοιβαῖα. Ἕνα ἡμικύκλιο ἤ ἕνας κύκλος προσφέρουν πιό ἀνοικτό καί ἰσότιμο
περιβάλλον, ὅπου οἱ μαθητές ἐνθαρρύνονται νά συμμετάσχουν ἐνεργά στή
διαδικασία οἰκοδόμησης καί γνώσης. Οἱ ἐκπαιδευτές μποροῦν νά μετακινοῦνται
μέσα στήν αἴθουσα καθώς ἀφηγοῦνται ἱστορίες ἤ νά στέκονται μπροστά σ' ἕνα
θρανίο ἤ νά κάθονται μέσα στόν κύκλο. Κινούμενοι κοντά στούς μαθητές μπορεῖ
νά κάνουν χρήση τῆς ἐγγύτητας γιά νά μεταβιβάσουν τήν ἀποδοχή, τήν οἰκειότητα
καί τό αἴσθημα τοῦ ἀνήκειν, πού ἀποτελοῦν σημαντικά περιβαλλοντικά στοιχεῖα τῆς
θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης. Στενά συνδεδεμένη μέ τήν τακτοποίηση τοῦ φυσικοῦ
χώρου εἶναι καί ἡ δημιουργία ψυχολογικοῦ-συναισθηματικοῦ χώρου. Σημαντικό
ρόλο σ' αὐτό παίζει ἡ μή λεκτική ἐπικοινωνία τῶν ἐκπαιδευτῶν, ἡ στάση καί οἱ ἀξίες
πού μεταφέρουν15.
Οἱ ἱστορίες πρέπει νά μεταδίδονται σέ κατάλληλα ἐπιλεγμένες χρονικές
στιγμές, προκειμένου νά ἀποδώσουν στό μέγιστο. Μπορεῖ νά χρησιμοποιηθοῦν
στήν ἀρχή τοῦ μαθήματος γιά νά τραβήξουν τήν προσοχή· μπορεῖ αὐθόρμητα νά
προκύψουν κατά τή διάρκεια τῆς διδασκαλίας ὡς ἀπάντηση σέ μία ἐρώτηση· μπορεῖ
ν' ἀποτελέσουν τό ἐπίκεντρο τῆς διδασκαλίας καί νά τούς παραχωρηθεῖ τό
μεγαλύτερο μέρος τοῦ χρόνου ἤ κάποιες φορές μπορεῖ μία ἱστορία νά
χρησιμοποιηθεῖ ὡς κατακλεῖδα.
Οἱ ἐκπαιδευτές συχνά διστάζουν νά χρησιμοποιοῦν ἱστορίες, γιατί πιστεύουν ὅτι
δέν μποροῦν νά βροῦν τίς κατάλληλες. Τό κλειδί στήν ἀνεύρεση εἶναι ἡ
ἐγρήγορση. Πρέπει νά ψάχνουν συνεχῶς γιά ἱστορίες πού θά μποροῦσαν ν'
ἀποτελέσουν πολύτιμο ἐργαλεῖο. Πρέπει νά κατανοήσουν σέ βάθος τήν ἱστορία καί
τήν δυναμική της, ὥστε νά καταλάβουν ἄν μποροῦν νά διευκολύνουν τήν
ἀφομοίωση τῆς γνώσης καί νά τήν μεταδώσουν σωστά. Ἀρχικά πρέπει νά βρεθεῖ
τό «πιό σημαντικό στοιχεῖο» τῆς ἱστορίας πού συνδέεται στενά μέ τόν ἐκπαιδευτικό
στόχο. Ἔπειτα πρέπει νά ἐξεταστοῦν καί ν' ἀναπτυχθοῦν οἱ χαρακτῆρες τῆς ἱστορίας:
οἱ ἰδιότητες τοῦ χαρακτήρα, ἡ ἐμφάνισή του, τό φυσικό του περιβάλλον, ἡ σχέση
του μέ τούς ἄλλους χαρακτῆρες τῆς ἱστορίας, οἱ κινήσεις του, ὁ περίγυρός του, τά
συναισθήματά του καί τά κίνητρά του. Ἡ ἐπίγνωση τῆς ὀργάνωσης τῆς ἱστορίας ἤ
τῆς πλοκῆς ἀποτελεῖ σημαντικό παράγοντα προετοιμασίας. Ὁ ἐντοπισμός τῶν
15
πρβλ. S. Shaw, Storytelling in Religious Education, Religious Education Press, Birmingham, Alabama,
1999, σ.4-9.
547
καίριων σημείων τῆς ἱστορίας δίνει στόν ἀφηγητή ἰδέες γιά τήν κίνηση καί τήν
φωνή. Ἐπίσης πρέπει νά ἐξετάζεται προσεκτικά ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς ἱστορίας· μπορεῖ
νά κρύβει μυστήριο, νά εἶναι λυπητερή ἤ ἀστεία.
Ποτέ δύο ἀφηγήσεις τῆς ἴδιας ἱστορίας δέν εἶναι ταυτόσημες. Ἀλλάζει ἡ
ἐπιλογή τῶν λέξεων, ὁ τονισμός, οἱ κινήσεις. Ἡ γενική ὅμως ἔννοια τῆς ἱστορίας, ἡ
πλοκή, ἡ ἀτμόσφαιρα καί οἱ χαρακτῆρες πρέπει νά διατηροῦνται ἀνέπαφοι. Παρ'
ὅλα αὐτά, προσαρμογή μπορεῖ νά γίνει σέ ἀρκετά σημεῖα· π.χ. ὁ ἀφηγητής ἴσως
θελήσει νά χρησιμοποιήσει πρῶτο καί ὄχι τρίτο πρόσωπο, ν' ἀλλάξει τό ἱστορικό
πλαίσιο (ἀπό βιβλικούς χρόνους σέ σύγχρονη ἐποχή), νά διαμορφώσει
μικρολεπτομέρειες, νά ἐπιμηκύνει ἤ νά συντομεύσει τήν ἱστορία. Ὅλα αὐτά ἔχουν
σάν τελικό στόχο τήν ἐπίτευξη τοῦ ἐπιθυμητοῦ ἀποτελέσματος.
Ἡ προετοιμασία τῶν μαθητῶν γιά μία ἱστορία θεωρεῖται ἐνισχυτική καθώς
βοηθᾶ στή καλύτερη συγκράτησή της. Μποροῦν νά τούς προσκαλέσουν σέ
ἀναπαράσταση τῆς ἱστορίας, ὥστε πρέπει νά τούς δοθοῦν ἐπαρκῆ στοιχεῖα· ἤ ἀκόμη
νά συμμετέχουν ἐνεργά μέ ἐπιφωνήματα ἤ ἐπαναλαμβάνοντας κάποιο ρεφραίν
κατά τή διάρκεια τῆς ἀφήγησης ἤ νά ἐκετελοῦν κάποιες κινήσεις· κατ' αὐτόν τόν
τρόπο ὑπάρχει ἐνεργή συμμετοχή16.
Οἱ ἱστορίες χάνουν τήν ἀποτελεσματικότητά τους ἄν δέν τίς διηγηθοῦμε καλά·
γι' αὐτό ὁ ἀφηγητής χρειάζεται καλή προετοιμασία, πρακτική ἐξάσκηση καί
πειθαρχία. Ἡ μνήμη εἶναι μία σημαντική ἱκανότητα γιά ἕναν ἀφηγητή. Ὁ ἀφηγητής
δέν ἀπομνημονεύει ἀλλά θυμᾶται ἱστορίες. Ἡ μετά-μνήμη εἶναι ἡ γνώση πού ἔχουν
οἱ ἄνθρωποι γιά τίς ἀδυναμίες, τά δυνατά σημεῖα καί τίς λειτουργίες τῆς μνήμης
τους. Σέ αὐτήν ἐμπλέκονται τρεῖς ἱκανότητες: ἡ ἐπίγνωση (ἀντίληψη), ἡ διάγνωση καί
ἡ παρακολούθηση (ἐξέταση). Ἔχοντας ἐπίγνωση ὅτι πρέπει νά θυμοῦνται ἱστορίες οἱ
ἀφηγητές διαβάζουν καί ἀκοῦνε ἱστορίες μέ τήν ἀπαιτούμενη προσοχή στά
καθοριστικά σημεῖα. Ἡ διάγνωση ὁρίζεται ἀπό δύο ἀλληλένδετες ἱκανότητες: τήν
ἐκτίμηση τῆς δυσκολίας (ποσότητα τῶν πληροφοριῶν πού πρέπει ν' ἀπομνημονευτεῖ
ἤ ταχύτητα μετάδοσης τῶν πληροφοριῶν, πῶς εἶναι ὀργανωμένες οἱ πληροφορίες)
καί τόν καθορισμό τῶν ἀπαντήσεων (τί εἴδους κωδικοποίηση ἀπαιτεῖται προκειμένου
ν' ἀνακαλοῦνται ἐπιτυχῶς τά δεδομένα ἀπό τή μνήμη). Ἕνας μαθητής ἀκούει μέ
16
πρβλ. S. Shaw, Storytelling in Religious Education, σ.12-17.
548
17
Πῶς νά ποῦμε ἤ νά γράψουμε μία καλή ἱστορία; Ὁ J. Bruner, στό ∆ημιουργώντας ἱστορίες, σ.121,
προτείνει: μία ἱστορία χρειάζεται πλοκή· οἱ πλοκές χρειάζονται ἐμπόδια στήν ἐκπλήρωσή τους·
τά ἐμπόδια ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους σέ ἀναθεωρήσεις· μίλησε μόνο γιά τό παρελθόν πού
σχετίζεται μέ τήν ἱστορία· δῶσε στούς χαρακτῆρες σου συμμάχους καί συνδέσεις· ἄφησε τούς
χαρακτῆρες σου ν' ἀναπτυχθοῦν, ἀλλά διατήρησε ἄθικτες τίς ταυτότητές τους· κράτα τίς
συνέχειές τους φανερές· τοποθέτησε τούς χαρακτῆρες σου στό κόσμο τῶν ἀνθρώπων· ἄφησε
τούς χαρακτῆρες σου νά ἐξηγήσουν τόν ἑαυτό τους ὅπως χρειάζεται· ἄφησε τούς χαρακτῆρες
σου νά ἔχουν διαθέσεις· ν' ἀνησυχεῖς ὅταν οἱ χαρακτῆρες σου δέν βγάζουν νόημα καί κάνε
τους νά δείχνουν ὅτι κι ἐκεῖνοι ἀνησυχοῦν.
18
πρβλ. S. Shaw, Storytelling in Religious Education, σ.18-33.
550
στή ζωή τους, καταλήγουν νά ἐπιστρέφουν στίς ἀναμνήσεις τους, στίς ἱστορίες,
τόσο τίς δικές τους ὅσο καί τῶν ἄλλων. Οἱ προσωπικές ἀναμνήσεις, οἱ βιβλικές
ἀφηγήσεις, ἡ προφορική παράδοση, οἱ μνῆμες τῶν πιστῶν ἀνθρώπων τῆς
κοινότητας, καθώς καί ἡ συλλογική μνήμη καί πίστη τῆς ἴδιας τῆς κοινότητας
ἐπιδροῦν ὡς ἐπιβεβαίωση τῆς σύνδεσης μεταξύ τῶν ἀνθρωπίνων ἱστοριῶν καί τῆς
ἱστορίας τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι τῆς πίστης εἶναι ἄνθρωποι πού βρίσκονται σ' ἕνα
ταξίδι· ὁ Θεός καλεῖ τούς ἀνθρώπους σέ ταξίδι, τούς ὁδηγεῖ καί τούς δίνει δύναμη
κατά τή διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ· τό ταξίδι εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ἀνταπόκριση στό
καλεσμα τοῦ Θεοῦ. Μέσα ἀπό τίς ἀτομικές προσκλήσεις ὅλη ἡ κοινότητα καλεῖται
σ' ἕνα ὁμαδικό ταξίδι/προσκύνημα πού χαρακτηρίζεται ἀπό πίστη, ἐλπίδα καί ἀγάπη·
τό προσκύνημα εἶναι ἕνα αἴτημα γιά ὁλοκλήρωση μέσα ἀπό μεταμορφώσεις πού
συμβαίνουν κατά τή διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ. Τό ταξίδι εἶναι ἡ ἱστορία ἐπιστροφῆς
στήν πατρίδα, δηλ. στή θεολογική γλώσσα ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον καί τόν Θεό.
Κι αὐτό βέβαια δέν γίνεται χωρίς κόστος· σέ καθε ταξίδι πάντα κάτι ἀφήνεται πίσω·
ἡ ἀλλαγή πλεύσης δέν εἶναι ἡ εἴσοδος σ' ἕνα ἀσφαλές λιμάνι ἀλλά μία συνεχής
κίνηση μέ προκαθορισμένο στόχο19.
Οἱ ἱστορίες προσφέρουν ἐμπειρίες, τίς ὁποῖες τό ἄτομο δεν βιώνει ἄμεσα ἀλλά
μποροῦν νά τό ἐπηρεάσουν (διωγμοί χριστιανῶν, πόλεμος διαβόλου). Μία ἱστορία
εἶναι ἀπό μόνη της ἕνα σύστημα ἀξιῶν. Οἱ θρησκευτικές ἱστορίες εἶναι μία ἔκκληση
σέ δέσμευση. Ἀπαιτοῦν νά γίνει ἐπιλογή, ν' ἀποδεχτεῖ ἤ ν' ἀπορρίψει τ' ἄτομο
ἀξίες καί νά ἐπανεξετάσει τόν τρόπο ζωῆς του. Συχνά τά χριστιανικά
μυθιστορήματα μπορεῖ ν' ἀπέχουν πολύ ὡς πρός τό περιεχόμενο ἀπό τό ἰδανικό·
ἴσως νά μιλᾶνε γιά ἔκπτωτους ἱερεῖς, ἀγνωστικιστές καί κολασμένους, ὅμως κάτω
ἀπό τήν ἐπιφάνεια οἱ μαθητές μποροῦν νά ἀναγνωρίσουν τά ἴχνη τῆς πάλης γιά τήν
αὐθεντική ζωή. Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, γι’ αὐτό καί ἡ ἀγάπη εἶναι τρόπος νά
λειτουργοῦμε καί νά συμπεριφερόμαστε στή ζωή· δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα συναίσθημα
ἀλλά μία δέσμευση.
Ὁ γνωστικός στόχος τῆς ἀφήγησης εἶναι ἡ ἀφομοίωση καί κατανόηση τοῦ
χριστιανικοῦ ἰδώδους, ἡ ἀνάλυση ἠθικῶν διλημμάτων καί ἡ ἀξιολόγηση νέων
τάσεων στή χριστιανική σκέψη. Οἱ ἱστορίες βοηθᾶνε τά παιδιά νά μάθουν
19
πρβλ. S. Shaw, Storytelling in Religious Education, σ.67-92.
551
20
πρβλ. S. Shaw, Storytelling in Religious Education, σ.127-135.
552
τεθοῦν εἶναι: Τί συνέβη; Πῶς ἔνιωσες γι' αὐτό; Ὑπῆρξαν ἐκπλήξεις; Τί παρατήρησες;
Τί νιώθεις τώρα γι' αὐτήν τήν ἐμπειρία;
γ) Ἐπεξεργασία: Συστηματική ἐξερεύνηση τῶν ἐμπειριῶν πού μοιράστηκαν οἱ
συμμετέχοντες. Σχετικές ἐρωτήσεις πού μπορεῖ νά τεθοῦν εἶναι: Ποιές δυναμικές
παρατηρήσατε; Τί σᾶς ἐξέπληξε στίς ἐμπειρίες πού κοινολογήθηκαν; Τί σᾶς
ἀποκάλυψαν γιά τήν ἀλληλεπίδραση τῆς ὁμάδας; Τί κατανοεῖτε καλύτερα τώρα
στόν ἑαυτό σας; Καί τί στήν ὁμάδα; Ἐπίσης μπορεῖ νά ἐξεταστεῖ ἡ ἀλληλοεπίδραση
μέ τόν ἀφηγητή (στό στάδιο αὐτό δέν ἐξετάζεται τό νόημα τῆς ἱστορίας ἀλλά μόνο
οἱ ἀντιδράσεις).
δ) Γενίκευση: Ἐξάγονται συμπεράσματα καί ἀφηρημένες ἔννοιες πού σχετίζονται μέ
τήν καθημερινότητα καί μποροῦν νά ἐφαρμοστοῦν σέ ἀνάλογες καταστάσεις.
Σχετικές ἐρωτήσεις πού μπορεῖ νά τεθοῦν εἶναι: Τί μάθατε; Τί προτείνει γενικότερα
αὐτό πού μάθατε; Ποιές ἀρχές βλέπετε νά τίθενται σέ ἐφαρμογή; Πῶς συνδέονται
αὐτές μέ ἄλλες ἐμπειρίες; Στό στάδιο αὐτό γίνεται συζήτηση καί ἐξερεύνηση τοῦ
νοήματος τῆς ἱστορίας, καθώς καί σύνδεσής του μέ τίς ἀτομικές ἱστορίες τῶν
μαθητῶν καί τήν εὐρύτερη χριστιανική ἱστορία.
ε) Ἐφαρμογή: Κρίσιμο ἐρώτημα στό τελικό στάδιο «καί τώρα τί;». Οἱ μαθητές πρέπει
νά βροῦν τρόπο νά ἐφαρμόσουν τίς ἀρχές καί τά συμπεράσματα πού προέκυψαν
στή ζωή τους. Σχετικές ἐρωτήσεις πού μπορεῖ νά τεθοῦν εἶναι: Πῶς μποροῦν νά
ἐφαρμοστοῦν αὐτές οἱ ἀρχές στήν καθημερινότητα; Ποιές τροποποιήσεις μπορεῖτε
νά κάνετε πού νά εἶναι ἀποτελεσματικές γιά σᾶς; Τί μπορεῖτε νά φανταστεῖτε γι'
αὐτή τήν κατάσταση; Ἐρωτήσεις πού μποροῦν ν' ἀκολουθήσουν κατά τή διάρκεια τῆς
συζήτησης, μετά τήν ἀφήγηση εἶναι: Πῶς ἦταν αὐτή ἡ μαθησιακή ἐμπειρία γιά σᾶς; Τί
σᾶς ἄρεσε; Τί ὄχι; Τί θά κάνατε διαφορετικά21;
21
πρβλ. S. Shaw, Storytelling in Religious Education, σ.134-139· βλ. Μ. Παρασκευόπουλου, Ἡ
σύζευξη τοῦ «θεωρητικοῦ» λόγου τῆς τάξης μέ τόν «ἔμπρακτο λόγο» πρός τό συνάνθρωπο μέ
ἄξονα τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Ἕνα διδακτικό πείραμα, ἀπό τά Πρακτικά Ἐπιστημονικῆς
Συνάντησης Θεολόγων Γ’ ∆ιεύθυνσης Ἀθηνῶν, ∆υτ. Ἀττικῆς, Βοιωτίας μέ θέμα: Ἡ Μαρτυρία
τοῦ Θεολόγου στή σύγχρονη Ἐκπαίδευση, 28-29 Ἀπριλίου 2004, Χορηγός ἔκδοσης ∆ῆμος
Ἁγίων Ἀναργύρων, Ἀθήνα 2006, σ. 77-82.
553
22
Πρακτική ἐφαρμογή τῆς δυναμικῆς τῆς ἀφήγησης, ἀποτελεῖ ὁ ∆ιαγωνισμός Ἐκπαιδευτικῶν ἔτους
2006, ὅπου τό Ἀνώτατο Συμβούλιο Ἐπιλογῆς Προσωπικοῦ, ἀναφορικά μέ τό Κλάδο ΠΕ 01
Θεολόγων, στήν Ἐξέταση τῆς ∆εύτερης Θεματικῆς Ἑνότητας τήν Κυριακή 28-1-2007 καί
εἰδικότερα στήν Εἰδική ∆ιδακτική μέ συντελεστή βαρύτητας 60% ἐπέλεξε ὡς θέμα πρός
ἐπεξεργασία ἀπό τούς ὑποψηφίους μία ψυχωφελή διήγηση σέ νεοελληνική ἀπόδοση (πρβλ. Τό
Γεροντικόν, λθ, σ. 71). Στή συνέχεια παραθέτουμε τό ὅλον κείμενο πρός ἀνάδειξη τῶν καίριων
σημείων τῆς διδακτικῆς διαδικασίας ὅπως πηγάζουν μέσα ἀπό τήν ἀφηγηματική λειτουργία:
ΕΙ∆ΙΚΗ ∆Ι∆ΑΚΤΙΚΗ
(συντελεστής βαρύτητας 60%)
Να απαντήσετε στα επόμενα δύο (2) ισοδύναμα ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ με βάση το κείμενο που σας
δίνεται. Για τίς απαντήσεις σας να χρησιμοποιήσετε το ειδικό ΤΕΤΡΑ∆ΙΟ.
Σύμφωνα με τη συλλογή αποφθεγμάτων που αποδίδονται στον Μακάριο τον Αιγύπτιο (4ος
αιώνας):
«Κάποτε ο αββάς Μακάριος οδοιπορούσε με τον υποτακτικό του. Καθώς έφθαναν στον
προορισμό τους, έστειλε το μαθητή μπροστά να ειδοποιήσει. Ο μαθητής συναντήθηκε μ' έναν εθνικό
ιερέα και του φώναξε με όλη του τή δύναμη: 'Ε, ε, δαίμονα πού τρέχεις;'.
Ο εθνικός ιερέας γύρισε κι άρχισε να τον κτυπάει, αφήνοντάς τον μισοπεθαμένο. Στη συνέχεια
πήρε τη μαγκούρα του και συνέχισε να τρέχει. Λίγο παρακάτω τόν συναντά ο αββάς Μακάριος και,
βλέποντάς τον να τρέχει του είπε: 'Σε βλέπω που αγωνίζεσαι· μακάρι να βρεις και συ τη σωτηρία,
μακάρι να σωθείς'.
Ο ιερέας κατάπληκτος πλησίασε και ρώτησε τον αββά: 'Τί καλό μου βρήκες και απευθύνθηκες
σε μένα;' Του απάντησε ο γέροντας: 'Επειδή σε είδα να μοχθείς χωρίς να ξέρεις ότι άδικα
κοπιάζεις'.
Ο ιερέας του είπε: 'Πολύ συγκινήθηκα με το χαιρετισμό σου και αισθάνθηκα πως εσύ είσαι με
το μέρος του Θεού, ενώ λίγο πριν ένας μοναχός, κακός μοναχός, με πρόσβαλε κι εγώ σχεδόν τον
σκότωσα στο ξύλο'. Ο γέροντας κατάλαβε πως επρόκειτο για τον υποτακτικό του.
Ο ιερέας εκείνη τη στιγμή, έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε λέγοντας: '∆εν θα σε
αφήσω αν δεν με κάνεις τώρα μοναχό'. Και γύρισαν πίσω μαζί και πήραν και μετέφεραν τον
κτυπημένο υποτακτικό στην εκκλησία της Σκήτης (στο όρος της Νιτρίας).
Οι μοναχοί, βλέποντας μαζί με τον αββά να έρχεται κι ο εθνικός ιερέας, στην αρχή
παραξενεύτηκαν, σύντομα όμως συμφώνησαν και τον έκαμαν μοναχό και αδελφό τους. Καί χάρη σ'
αυτόν πολλοί εθνικοί έγιναν χριστιανοί.
Με αφορμή αυτό το γεγονός, έλεγε λοιπόν ο αββάς Μακάριος ότι 'ο λόγος ο κακός και τους
καλούς κάνει κακούς, ενώ ο λόγος ο καλός και τους κακούς κάνει καλούς'».
ΕΡΩΤΗΜΑ 1ο
Το παραπάνω κείμενο περιέχει έννοιες που μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο της
διδακτικής του μαθήματος των Θρησκευτικών. Να αναφέρετε ποιές κατά τη γνώμη σας, είναι αυτές
οι έννοιες.
ΕΡΩΤΗΜΑ 2ο
Μέ βάση τήν προηγούμενη ανάλυσή σας:
α) Να επιλέξετε δύο τάξεις (μια γυμνασιακή και μια λυκειακή) στις οποίες θα προτιμούσατε να
διδάξετε την παραπάνω ιστορία και καταρτίστε το αντίστοιχο για κάθε τάξη σχέδιο διδασκαλίας,
προσδιορίζοντας τους διδακτικούς στόχους, καθώς και τα επιμέρους στάδια προσφοράς του υλικού
σας.
β) Να αναφέρετε τρόπους με τους οποίους είναι δυνατόν να αξιολογήσετε την πρόσληψη του
συγκεκριμένου διδακτικού υλικού εκ μέρους των διδασκομένων.
554
συνεργασία καί τήν κριτική σκέψη καί θά καλλιεργοῦν στούς μαθητές, σέ ὅλα τά
ἐπίπεδα καί τίς φάσεις τῆς μαθησιακῆς διαδικασίας, τίς εἰδικές γνώσεις, στάσεις
καί δεξιότητες πού ἀπαιτεῖ ἡ σημερινή ἑλληνική κοινωνία23. Ἡ κατανόηση ἀπό τούς
μαθητές τοῦ ἑαυτοῦ τους καί τοῦ κόσμου, ἡ συστηματοποίηση τῆς γνώσης καί ἡ
ἀνάπτυξη συγκροτημένης σκέψης καί μεθοδολογικῆς δράσης, ἀποτελοῦν τά
κριτήρια πού συμβάλλουν στήν κατανόηση τῆς ἀνάγκης μίας τέτοιας προσέγγισης.
Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ περίπτωση μιᾶς συνδυαστικῆς πρότασης ὅπου διατηροῦνται
διακριτά τά μαθήματα, ἐνῶ ἐπιχειροῦνται οἱ διεπιστημονικές συσχετίσεις, μέ
ἀπαραίτητες προϋποθέσεις τήν ὀργάνωση τοῦ διδακτικοῦ χρόνου καί τή μεθόδευση
τῆς διδασκαλίας. Ἡ σχολική τάξη εἶναι μία σύνθετη κοινωνική πραγματικότητα μέ
συνεχεῖς ἐπιδράσεις ἑνός πλουραλιστικοῦ πολιτιστικοῦ περιβάλλοντος. Ἕνα ἀπό τά
μοντέλα πού προβάλλονται στό σχεδιασμό Ἀναλυτικοῦ Προγράμματος ἀποτελεῖ τό
Ἀνθρωπιστικό μοντέλο, μέ κύριο στόχο του τήν αὐτοπραγμάτωση καί τήν ἀνάπτυξη
τοῦ μαθητῆ ὡς ἰδιαίτερου καί μοναδικοῦ προσώπου, τήν καλλιέργεια τῆς
δημιουργικότητας, τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς γνώμης καί τῆς κριτικῆς του σκέψης24.
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις μποροῦν νά συνεισφέρουν τόσο σέ μία
μονοθεματική ὅσο καί σέ μία διαθεματική25 ἤ συνδυαστική διαδικασία διδασκαλίας.
Μποροῦν ν' ἀποτελέσουν τήν ἀφορμή γιά τό ξεκίνημα ἑνός προβληματισμοῦ ἤ ὁ
ρόλος τους νά εἶναι παρεμβατικός, ἑρμηνευτικός, προσδιοριστικός ἤ ἀκόμη καί
ἐναλλακτικός ἤδη ὑπάρχοντος διδακτικοῦ ὑλικοῦ. Ἔχοντας μπροστά μας τά σχολικά
ἐγχειρίδια τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν Πρωτοβάθμιας καί ∆ευτεροβάθμιας
23
Γιά τή διαθεματικότητα βλ. Κώστα Χρυσαφίδη, Βιωματική-Ἐπικοινωνιακή ∆ιδασκαλία, ἐκδ.
Gutenberg, Ἀθήνα 1994· Ἠλία Ματσαγγούρα, Ὁμαδοκεντρική διδασκαλία καί μάθηση, ἐκδ.
Γρηγόρη, Ἀθήνα 1995· Ἠλία Ματσαγγούρα, Ἡ διαθεματικότητα στή σχολική γνώση, ἐκδ.
Γρηγόρη, Ἀθήνα 2004· Φώτη Κούσουλα, Σχεδιασμός καί ἐφαρμογῆς διαθεματικῆς διδασκαλίας,
ἐκδ. Ἀτραπός, Ἀθήνα 2004· Ἀλεξάνδρου Σταυρόπουλου, Ἡ διαπλοκή στή γνώση, περ.
Ἐφημέριος, τεῦχος 9, Σεπτέμβριος 2005, σ.20-22· Εὐαγγελία Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη, ∆ιαθεμα-
τικές-∆ιεπιστημονικές διδασκαλίες, Ἀθήνα 2007·.
24
Πρβλ. Εὐαγγελία Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη, ∆ιαθεματικές-∆ιεπιστημονικές διδασκαλίες, σ. 22-25·
βλ. Κωνσταντίνου ∆εληκωνσταντῆ, Σύγχρονη Παιδαγωγική καί Παιδεία Ὀρθοδοξίας στό
Ὀρθοδοξία ὡς πρόταση ζωῆς (συλλογική ἐργασία), ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1993· Μαίρης
Ἰωαννίδου-Κουτσελίνη, Τό Ἀναλυτικό Πογραμμα ὡς προϊόν καί ὡς πράξη, Λευκωσία, 1997·
Εὐαγγελία Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη, Τό ἀναλυτικό πρόγραμμα καί οἱ διδακτικές-μαθησιακές
διαδικασίες, Ὀρθοδοξία καί Παιδεία, 4 (2005), σ.227-239.
25
∆ύο σχετικές καί πολύ ὡραῖες προσπάθειες ἀποτελοῦν αὐτές τῆς Ἑλένης Κονδύλη, Μικρή
Φιλοκαλία τῆς καρδιᾶς, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 20072 καί τῆς Ἀδελφῆς Μαγδαληνῆς, Συνομιλίες
μέ παιδιά. Μεταδίδοντας τήν πίστη, Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου
Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2007.
555
26
Μ. Μπέγζου-Α. Παπαθανασίου, Θέματα Χριστιανικῆς Ἠθικῆς. Γ’ Ἐνιαίου Λυκείου. Ὀργανισμός
Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
556
Στήν ἑνότητα Ὁ ἄνθρωπος στίς χαρές καί στίς λύπες τῆς ζωῆς (σ.175-182), μέ
ὑπότιτλους Πάσχω ἅρα ὑπάρχω· Οὔτε συμβιβασμός οὔτε ἀποφυγή· Ἡ Ἐκκλησία
προτείνει τήν ἀντίσταση στό κακό, ὑπάρχει δυνατότητα χρήσης πλούσιου ὑλικοῦ
ψυχωφελῶν διηγήσεων πού ν' ἀναφέρονται στήν ἀντιμετώπιση τοῦ πόνου, τῆς
ἀρρώστειας, τοῦ βιολογικοῦ θανάτου καί τήν κατάδειξη τῆς ὀρθόδοξης στάσης πού
ἀποτελεῖ ἡ δικαίωση τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Β’ Λυκείου27: Στήν ἑνότητα Ἡ ὀρθόδοξη ἄσκηση σ. (124-132), στά Κείμενα ὑπάρχει
παράφραση ἀπό τό Γεροντικόν, κεφ. δ’, γιά τόν Ἅγιο Ἐπιφάνιο ἐπίσκοπο Κύπρου.
Ἐπίσης στά Θέματα γιά συζήτηση, τό πρῶτο ἐρώτημα ἑστιάζεται σέ φράση
(ἀπόφθεγμα) τοῦ ἀββᾶ Ποιμένα. Θά μποροῦσε ὅμως ἡ ἑνότητα νά ἐνισχυθεῖ ἀπό
πλούσιο ὑλικό ψυχωφελῶν διηγήσεων πού θά ὑποστήριζαν τούς ὑπότιτλους τῶν
παραγράφων: Τί εἶναι ἄσκηση· Χαρακτηριστικά τῆς ὀρθόδοξης ἄσκησης· Ἐμπόδια
στήν ὀρθόδοξη ἀσκητικότητα.
Στήν ἑνότητα Γιατί ὑπάρχει τό κακό στόν κόσμο (σ. 100-107), θά μποροῦσε νά
γίνει μία ἀναφορά σέ ἀσκητικές ψυχωφελεῖς διηγήσεις γιά τό πῶς οἱ ἀσκητές
πολεμοῦσαν καί πολεμοῦντο ἀπό τό κακό (δαίμονες).
Στήν ἑνότητα Τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς Ὀρθοδοξίας (σ. 108-116) καί
εἰδικότερα στήν παρ. 3 πού ἐπιγράφεται Ἀσκητικότητα, θά μποροῦσε νά γίνει χρήση
κάποιας ἀνάλογης ψυχωφελοῦς διήγησης· βοηθητική πρός αὐτό εἶναι καί ἡ
ἐρώτηση 3 στά Θέματα γιά συζήτηση : Ποιές οἱ διαφορές μεταξύ Ὀρθοδόξων καί
∆υτικῶν χριστιανῶν στό θέμα τῆς ἀσκητικότητας;
Στήν ἑνότητα Ἡ δικαιοσύνη τοῦ κόσμου καί ἡ δικαιοσύνη τῆς Ἐκκλησίας (σ.139-
145), θά μποροῦσε νά γίνει χρήση ὑλικοῦ ψυχωφελῶν διηγήσεων πού θά
καταδείκνυε τήν ὀρθόδοξη στάση ἀπέναντι στήν ἀντιμετώπιση τῆς ἀδικίας.
Βοηθητική εἶναι ἡ ἐρώτηση 6 στά Θέματα γιά συζήτηση : Ποιά εἶναι ἡ σχέση ἀγάπης
καί δικαιοσύνης;
Στήν ἑνότητα Ὁ συνάνθρωπος ὡς ἀδελφός (σ.147-153), στήν παρ. Ὀρθόδοξος
ἀνθρωπισμός πού γίνεται ἀναφορά στίς ἔννοιες ἐλευθερίας, ἰσότητας,
ἀλληλεγγύης, δικαιοσύνης, μπορεῖ παραδειγματικά νά ἐμφιλοχωρήσει ὑλικό
ψυχωφελῶν διηγήσεων.
27
∆. ∆ρίτσα - ∆. Μόσχου - Στ. Παπαλεξανδρόπουλου, Χριστιανισμός καί Θρησκεύματα, Β’ Ἐνιαίου
Λυκείου, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
557
28
Χρ. Γκότση - π. Γ. Μεταλληνοῦ - Γ. Φίλια, Ὀρθόδοξη πίστη καί Λατρεία, Α’ Γενικοῦ Λυκείου,
Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
558
29
Στ. Καραχάλια, Π. Μπράτη, ∆. Πασσάκου, Γ. Φίλια, Θέματα ἀπό τήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας,
Θρησκευτικά Γ’ Γυμνασίου, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
30
Γ. Τσανανᾶ-Ἀπ. Μπάρλου, Καινή ∆ιαθήκη. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί τό ἔργο του, Θρησκευτικά Β’
Γυμνασίου, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
31
Κ. Γούλα, Κ. ∆εληκωνσταντῆ, Ι. Κομνηνοῦ, Ἀναζητώντας τήν ἀλήθεια στή ζωή μας, Θρησκευτικά
Στ’ ∆ημοτικοῦ, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
559
Ἡ ἑνότητα Ἕνα περιστατικό ἀπό τή δράση τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ (σ.121-
123), μέ κάνει νά σκέπτομαι πώς θά μποροῦσε νά εἶχε προστεθεῖ μία ἑνότητα μέ
τίτλο Ἕνα περιστατικό ἀπό τή δράση τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
Ε’ ∆ημοτικοῦ32: Στήν ἑνότητα Ἀγώνας μέ τή δύναμη τῆς ἀγάπης (σ.15-17), γίνεται
ἀναφορά στήν προσφορά τοῦ Ἁγίου Ἀγάθωνα.
Ὑπάρχει ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο (Β) μέ τόν τίτλο Ἀγωνιστές καί μάρτυρες (25-46),
πού θά μποροῦσε νά φιλοξενήσει ὑλικό ψυχωφελῶν διηγήσεων. Παραδειγματικά
ἀναφέρω στή σ.40, στίς Ἐργασίες, τήν ἐρώτηση 2: «Μέ ἀφορμή τή σχέση τοῦ
Ἁγίου Μάμα μέ τά ζῶα, συζητοῦμε ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ συμπεριφορά μας
ἀπέναντι σέ αὐτά. Ἀναφέρουμε παραδείγματα κακῆς μεταχείρισης ἤ ἐκμετάλλευσής
τους ἀπό τούς ἀνθρώπους, καθώς καί παραδείγματα ὀργανώσεων ἤ ἀνθρώπων
πού προσφέρουν προστασία καί περίθαλψη σέ ὅσα ἀπό αὐτά ἔχουν ἀνάγκη».
Ὑπάρχουν πολλές ὄμορφες καί οἰκοδομητικές ψυχωφελεῖς διηγήσεις πού θά
μποροῦσαν νά συνεισφέρουν.
Στήν ἑνότητα Ὁ ληστής πού ἔγινε ἅγιος (σ.51-53), ὑπάρχει στά παραθέματα ἕνα
γεροντικό ἀπόφθεγμα σέ παράφραση, ἀλλά ἡ ἑνότητα ἐνδείκνεται γιά χρήση
ψυχωφελῶν διηγήσεων πού ἀναφέρονται στήν μετάνοια.
Στήν ἑνότητα Ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων (σ.57-59), θά μποροῦσε ν'
ἀναφερθεῖ μία διήγηση ἀπό τό βίο του.
Στίς ἑνότητες Ἀγῶνες γιά νά προστατέψουμε τό περιβάλλον (πλάση) (σ. 100-102),
Ἀγῶνες γιά τή δικαιοσύνη (σ.103-105), Ἀγωνιζόμαστε γιά τήν εἰρήνη (σ. 109-
111), μποροῦν νά φιλοξενηθοῦν ψυχωφελεῖς διηγήσεις ὡς παραθέματα ἤ ὡς
ἀφορμή προβληματισμοῦ.
∆’ ∆ημοτικοῦ33: Στήν ἑνότητα Ἐπίσκεψη στό μοναστήρι (σ.64-66), θά μποροῦσε νά
φιλοξενηθεῖ μία ψυχωφελής διήγηση πού ἀναφέρεται σέ τρόπο ζωῆς μοναχῶν
μέσα σέ μοναστήρι.
Οἱ ἑνότητες μέ τίτλους Ἀναζητώντας τό χαμένο πρόβατο (σ.68-69), Ἀγκάθια στό
δρόμο (σ.72-74), μποροῦν νά φιλοξενήσουν, ἐκτός τοῦ ὑπάρχοντος ὑλικοῦ,
32
Κ. Κορναράκη, Κ. Πρέντου, π. ∆. Γιαννακόπουλου, Οἱ Χριστιανοί στόν ἀγώνα τῆς ζωῆς,
Θρησκευτικά Ε ∆ημοτικοῦ, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
33
Π. Ζούρα, ∆. Θερμοῦ, Α. Παναγάκη, Μ. Βούκανου, Α. Μαστρομιχαλάκη, Ἡ Πορεία μας στή ζωή,
Θρησκευτικά ∆ ∆ημοτικοῦ, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
560
34
Π. Ζούρα, ∆. Θερμοῦ, Α. Παναγάκη, Μ. Βούκανου, Α. Μαστρομιχαλάκη, Ὁ Θεός στή ζωή μας,
Θρησκευτικά Γ’ ∆ημοτικοῦ, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν Βιβλίων, Ἀθήνα.
561
Στό κεφ. Στ’ πού ἐπιγράφεται Ἡ ζωή μέ τούς γύρω μας, καί εἰδικότερα στήν ἑνότητα
Ζοῦμε μέ τούς ἄλλους (σ.86-87), στήν ἄσκηση Μαθαίνω τίς λέξεις, ὑπάρχουν οἱ
λέξεις: συνεργάζομαι, συμβίωση· οἱ ὁρισμοί πού δίνονται μποροῦν νά συνοδευτοῦν
μέ παραδείγματα ἀπό ψυχωφελεῖς διηγήσεις. Τό ἴδιο μπορεῖ νά ἐφαρμοστεῖ στίς
ἑνότητες Ὁ Θεός ἀγαπᾶ καί συγχωρεῖ (σ.93-94) μέ τίς λέξεις: μετανοῶ,
παραβολή, σπλαχνίζομαι καί Ὁ καλός Σαμαρείτης (σ.95-96) μέ τίς λέξεις: πλησίον,
ἐλέησε.
Στό ἴδιο κεφάλαιο περιλαμβάνεται καί ἡ ἑνότητα Ἡ Ἁγία Φιλοθέη: Παράδειγμα
καλοσύνης (σ. 97-98). Στήν ἄσκηση Συζητῶ καί γράφω ὑπάρχει ἡ ἐρώτηση : Τί ἦταν
ἐκεῖνο πού ἔκανε τό μοναστήρι τῆς Ἁγίας Φιλοθέης νά ξεχωρίζει ἀπό τ' ἄλλα;
Αὐτή ἡ ἐρώτηση μπορεῖ νά γίνει ἡ ἀφορμή ὥστε τά παιδιά νά μαζέψουν
πληροφορίες (ὑλικό ψυχωφελῶν διηγήσεων πού θά τούς προτείνει ὁ ἴδιος ὁ
δάσκαλος) γιά τό πῶς λειτουργοῦσαν τά μοναστήρια σέ δύσκολες ἐποχές
(στέγαζαν γηροκομεῖο, ὀρφανοτροφεῖο, πτωχοκομεῖο, ἐργαστήρια).
δέν ἀποτελοῦν ἕτοιμο ὑλικό πρός διδασκαλία, ἀλλά ὁ δάσκαλος ἀνακαλύπτει μαζί
μέ τό παιδί/ἔφηβο τή γνώση πού ἀπορρέει ἀπό αὐτές σέ σχέση καί μέ τίς ἐμπειρίες
τῶν συμμετεχόντων. Κάθε ἄποψη μπορεῖ ν' ἀκουστεῖ, ἔστω κι ἄν εἶναι ἀρνητική,
ἀφοῦ μέ αὐτό τό τρόπο πολλές φορές ἐκφράζονται οἱ ἀμφιβολίες τῶν νέων
ἀνθρώπων. Ἀκολουθεῖ συζήτηση καί ἐπεξεργασία δεδομένων. Ὁ δάσκαλος βέβαια
μπορεῖ νά βοηθήσει τή συζήτηση μέ τήν προσωπική καί εἰλικρινή του τοποθέτηση
(σεβασμός παιδιοῦ). δ) Οἱ ἱστορίες πρέπει νά ἐπιλέγονται προσεκτικά, καθώς
πολλές ἀπό αὐτές μποροῦν νά φανοῦν ὑπερβολικές ἤ οὐτοπικές. ε) Οἱ διηγήσεις
δίνονται στά παιδιά σέ μετάφραση (ἤ παράφραση) γιά νά γίνουν κατανοητές· αὐτό
δέν σημαίνει ὅτι δέν μποροῦν νά ἔρθουν σέ ἐπαφή μέ τό πρωτότυπο κείμενο
(ἀνήκει στίς καθοδηγήσεις τοῦ δασκάλου) καί νά προβληματιστοῦν γιά τή σημασία
κάποιων λέξεων (βοηθητικό θά ἦταν ὁ καταρτισμός ἀπό τό δάσκαλο κάποιου
«Γλωσσαρίου» πού ἀφορᾶ τή συγκεκριμένη διήγηση) καί τά κοινωνικά δεδομένα
διαφορετικῶν ἐποχῶν.
35
Ἡ ἀπόδοση (παράφραση) στή νεοελληνική γλώσσα τῶν διηγήσεων ἔγινε ἀπό τήν ὑποφαινομένη,
μόνο καί μόνο γιά τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῆς ἔρευνά μας.
563
ἔλεγε πώς δέν εἶναι δίκαιο νά ζοῦν ἄνθρωποι ἄθεοι καί εἰδωλολάτρες πού
διαστρέφουν τούς ἴσιους δρόμους τοῦ Κυρίου. Καί λέγοντας αὐτά παρακαλοῦσε
τόν Θεό νά ρίξει κεραυνό καί νά δώσει χωρίς ἔλεος τέλος μεμιᾶς στή ζωή καί
τῶν δύο ἀπίστων.
∆έν τελείωσε καλά-καλά τά λόγια του καί τοῦ φαίνεται πώς ξαφνικά τό σπίτι πού
βρισκόταν ἄρχισε νά σείεται καί νά χωρίζεται στά δύο ἀπό τήν ὀροφή μέχρι τά
θεμέλια. Ὁ οὐρανός ἄνοιξε καί φανερώθηκε ὁ Ἰησοῦς μέ ἄπειρους ἀνθρωπόμορ-
φους ἀγγέλους δίπλα του. Αὐτά ἔβλεπε ὁ Κάρπος κοιτάζοντας πρός τά πάνω καί
ἐθαύμαζε. Ὅταν ὅμως σκύβει πρός τά κάτω, βλέπει τό ἔδαφος σκισμένο σ' ἕνα
ἀπύθμενο καί σκοτεινό χάσμα. Βλέπει κι ἐκείνους τούς δύο ἀνθρώπους πού
καταριόταν, νά στέκονται στό στόμιο τοῦ χάσματος μέ τρεμάμενα πόδια,
τρομοκρατημένοι καί ἐλεεινοί, ἕτοιμοι νά γκρεμιστοῦν ἀπό στιγμή σέ στιγμή. Κάτω
ἀπό τό χάσμα ἔβγαιναν φίδια, πού σέρνονταν μέχρι τά πόδια τῶν δύο,
πασχίζοντας νά τούς παρασύρουν μέ κάθε τρόπο, ἄλλοτε κουλουριάζοντας τά
σωματά τους καί τραβώντας τους πρός τά κάτω καί ἄλλοτε δαγκώνοντάς τους μέ
τά δόντια τους καί χτυπώντας τους μέ τίς οὐρές τους. Καί φαίνονταν ἕτοιμοι οἱ δύο
δυστυχισμένοι ἄνθρωποι θέλοντας καί μή θέλοντας νά πέσουν, ἐξαναγκαζόμενοι
ἀπό τό κακό.
Ὁ Κάρπος βλέποντας αὐτά, ἔπαυσε νά κοιτάζει πρός τόν οὐρανό πού βρισκόταν καί
ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ ἀδημονοῦσε καί στεναχωριόταν γιατί αὐτοί οἱ δύο ἄνθρωποι δέν
εἶχαν πέσει ἀκόμη μέσα στό χάσμα. Προσπάθησε μάλιστα καί ὁ ἴδιος νά τούς ρίξει
ἀλλά δέν τά κατάφερε καί γι’ αὐτό ἀγανακτισμένος ἄρχισε νά τούς καταριέται.
Κάποια στιγμή ὁ Κάρπος, μέ πολύ κόπο σηκώνει τό βλέμμα του πρός τόν οὐρανό,
καί βλέπει τόν Ἰησοῦ, μέ ἔλεος γιά τά γινόμενα, νά σηκώνεται ἀπό τόν
ὑπερουράνιο θρόνο Του, νά κατεβαίνει μέχρι τούς δύο ἀνθρώπους καί νά τούς
προσφέρει τό πανάγαθο χέρι Του σέ βοήθεια.
Ὁ Ἰησοῦς τό ἄλλο χέρι Του τό ἅπλωσε στόν Κάρπο καί τοῦ λέει: 'Χτύπα ἐμένα
λοιπόν! Εἶμαι ἕτοιμος νά πάθω καί πάλι καί πολλές φορές ἀκόμη γιά τή σωτηρία
τῶν ἀνθρώπων. Καί θά τό κάνω μέ χαρά, ἄν πρόκειται νά μήν ἁμαρτήσουν ἄλλοι.
Ὅμως ἐσύ Κάρπε σκέψου, ἄν εἶναι συμφέρον γιά σένα ν' ἀνταλλάξεις τή
παραμονή σου κοντά στό Θεό καί τούς ἀγγέλους μέ αὐτή τή παντοτεινή συντροφιά
564
τῶν φιδιῶν καί τῶν δαιμόνων.'». (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ,
τ.1, σ. 96-97).
Γλωσσάριο
Ἀββᾶς : λέξη συριακή πού σημαίνει ὁ Γέροντας, ὁ πνευματικός Πατέρας.
Πάθος : Πράξη πού ὑποτάσσεται σέ ἄλογη ἐπιθυμία καί πού μέ τήν ἐπανάληψη
ἀποκτᾶ δύναμη καί ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Τά ὀκτώ πάθη ἤ πονηροί λογισμοί
εἶναι: ἡ γαστριμαργία, ἡ πορνεία, ἡ φιλαργυρία, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ ἀκηδία, ἡ
κενοδοξία καί ἡ ὑπερηφάνεια. Ταξινομοῦνται συνήθως σύμφωνα μέ τήν τριμερή
διαίρεση τῆς ψυχῆς· τά τρία πρῶτα ἀναφέρονται στό ἐπιθυμητικό, τά τρία δεύτερα
στό θυμοειδές καί τά δύο τελευταῖα στό λογιστικό.
Τά πάθη ἤ λογισμοί δέν εἶναι καθ' ἑαυτά ἀρνητικά ἤ καί κακά· μποροῦν νά
μεταμορφώνονται σέ κακά ἤ ἀγαθά σύμφωνα μέ τή χρήση πού κάνει τό ἄτομο.
Λογισμοί : Σκέψεις πού μποροῦν νά μετατραποῦν σέ πράξη μέ συνέπεια τήν ἠθική
πτώση· μπορεῖ ὅμως, ν' ἀποτελεῖ καί δοκιμασία γιά τήν ἠθική ἀντίσταση τοῦ
ἀνθρώπου (πειρασμός) πού μέ ἐπίμονο ἀγώνα ἡ ψυχή μπορεῖ ν' ἀναδειχθεῖ
νικήτρια.
Θυμός: Παρ΄ ὅτι διαχωρίζονται οἱ ἔννοιες ὀργῆς, θυμοῦ, λύπης, μνησικακίας (ὁ
Κασσιανός μιλάει γιά ὀργή καί λύπη, ὁ Εὐάγριος καί ὁ ἅγιος ∆ιάδοχος τῆς
Φωτικῆς γιά θυμό καί λύπη, ὁ Ἰω. ∆αμασκηνός γιά θυμό, ὀργή, μισανθρωπία,
μνησικακία, λύπη χωρίς λόγο, ὁ Ἰω. Χρυσόστομος γιά θυμό καί μνησικακία) τά
ὅριά τους εἶναι πολύ δυσδιάκριτα καί ἴσως θά ἔπρεπε ν΄ ἀναζητηθοῦν στίς αἰτίες
τους. Τά «πάθη» ὅπως ὀνομάζει ὁ Ἀριστοτέλης τά συναισθήματα, εἶναι θυμικές
καταστάσεις (μερικά χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἐπικράτηση τῆς ἡδονῆς (φιλία, χαρά,
θράσος) καί ἄλλα ἀπό τήν ἐπικράτηση τῆς λύπης (ὀργή, μῖσος, φόβος). Ἡ λύπη εἶναι
ἀποτέλεσμα τῆς παρεμπόδισης τῆς ἔκφρασης τῶν ψυχικῶν μας λειτουργιῶν.
Κίνητρα: Ἀποτελοῦν τόν παράγοντα τῆς δράσης τῶν πράξεων καί γενικά τῆς
συμπεριφορᾶς μας· κινητοποιοῦν τόν ὀργανισμό πρός ἕνα στόχο, μία ὁρισμένη
κατεύθυνση· παρουσιάζονται χωρίς καμιά συνειδητή προσπάθεια (μέ ἐξαίρεση τίς
ἔλλογες βουλητικές προσπάθειες)· βιώνονται μέ σαφήνεια γίνονται δηλ.
συνειδητές δυνάμεις, βιώματα, πού ἀπαιτοῦν ἐπίμονα ἱκανοποίηση· τίς περισσότερες
φορές βιώνονται σάν κατάσταση ἀνάγκης κάποιας ἔλλειψης, κάποιας ἔνδοιας·
565
αὐτὸν καὶ ἀνεπάην, καὶ τὴν λύπην ἐπελαθόμην». Ἀντί ν΄ ἀνταποδώσει τήν κακοή-
θεια, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν ἔφτυσε σάν αἷμα. Τέτοια ἦταν ἡ θλίψη πού πῆρε
καί ἡ προσπάθεια πού κατέβαλλε. Μήπως ἔκανε αἱμόπτυση τόν πληγωμένο ἐγωϊ-
σμό του;
Ἡ ἀμμᾶς Συγκλητική τονίζει τήν ἀνάγκη εὕρεσης τῆς αἰτίας καί ἐξυγίανσης τῆς
λύπης καί ὄχι νά καταφερόμαστε πρός τόν ἐνεργούντα αὐτό (ἐκτελεστικό ὄργανο):
«καλὸν τὸ μὴ ὀργίζεσθαι· ... τί μισεῖς τὸν λυπήσαντα ἄνθρωπον; οὐκ αὐτός ἐστιν ὁ
ἀδικήσας ἀλλ' ὁ διάβολος· μίσησον τὴν νόσον καὶ μὴ τὸν νοσοῦντα». Ὁ ἀββᾶς
Μᾶρκος ἑστιάζει «τὸ τοῦ θυμοῦ πάθος» στήν περηφάνεια, ἐνῶ ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος
ὑποστηρίζει ὅτι «ὁ μὴ κρατῶν γλώσσης αὐτοῦ ἐν καιρῷ ὀργῆς» εἶναι ἐπιρρεπής σέ
ὅλα τά πάθη.
Ὁ Σέργιος ἡγούμενος Πεδιάδος κατανομάζει τό θυμό ὡς μέθοδο τοῦ σατανᾶ
καί ἀντιπροτείνει ὡς θεραπεία νήψη καί σύνεση. Ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς πάλι προτιμᾶ τή
σιωπή: «Ἔλεγεν ὁ μακάριος Ζωσιμᾶς, ὅτι ἡ ἀρχὴ τοῦ κρατῆσαι θυμοῦ ἐστὶ τὸ
ταράττεσθαι καὶ μὴ λαλεῖν...». Ἀναφέρει μάλιστα τήν ἱστορία τοῦ Μωϋσῆ τοῦ
Αἰθίοπα πού ἀρχικά ὅταν τόν εἰρωνεύτηκαν γιά τό δέρμα του (φυλετικές διακρίσεις)
ταράχτηκε ἀλλά δέν μίλησε· τή δεύτερη ὅμως φορά οὔτε ταράχτηκε ἀλλά καί
ἐπιτίμησε τόν ἑαυτό του λέγοντας: «σποδόδερμε, μελανέ, καλῶς σοι ἐποίησαν· μὴ
ὤν ἄνθρωπος, τὶ ἔρχει ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων;».
Ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος ἀκολουθεῖ τή συμβουλή τοῦ ἀββᾶ Σισώη γιά ριζική καί ἄμεση
ἀντιμετώπιση τοῦ πάθους ἔστω κι ἄν μεταφράζεται ὡς φυγή: «οἵαν ὥραν ἔρχεται τὸ
πάθος κόψον αὐτό·». Καί ἔτσι ἡ φυγή ἀπετέλεσε τό μέσον, ὅταν: «ἀπῆλθον ποτε εἰς
τὴν ἀγορὰν πωλῆσαι σκεύη μικρά, καὶ ἰδὼν τὴν ὀργὴν ἐγγίζουσάν μοι ἐάσας τὰ
σκεύη ἔφυγον».
Ὁ ἀββᾶς Μάρκος βρίσκει ἀνακούφιση στή Μνήμη Θεοῦ: «∆ιὰ γὰρ τῆς
ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ ... ὅλον τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἀνομίας τοῦ θυμοῦ εὐχερῶς
καὶ αὐτομάτως καταλύεται».
Τέλος ὁ ἀββᾶς Κασσιανός ἐπισημαίνει ὅτι ἡ διόρθωση καί ἀπαλλαγή ἀπό τή
δεδομένη κατάσταση κατορθώνεται ὄχι ὅταν οἱ συνάνθρωποί μας μᾶς δείχνουν
μακροθυμία καί μᾶς συγχωροῦν, ἀλλά ὅταν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κατορθώσουμε νά
ἀποκτήσουμε ἀνεξικακία. Ἔχει μεγάλη σημασία νά ἐντοπίσουμε τήν ἀδυναμία
567
ἐπικοινωνίας μας μέ τόν ἄλλον ἄνθρωπο στό ὅτι δέν ἐφαρμόζουμε τό «ἀγαπήσεις
τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν»36.
Ἐργασίες
1. Ὁ Χριστός εἶπε : «ὅστις σὲ ραπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ
τὴν ἄλλην». Τί σημαίνει αὐτό γιά σένα; Ὅταν εἶσαι θυμωμένος μπορεῖς νά
συμβιβαστεῖς μέ αὐτή τήν ἄποψη;
2. Συζητῆστε στή τάξη γιά τό τί εἶναι πάθος, καί ποιά πάθη γνωρίζετε. Χωριστεῖτε σέ
ὁμάδες καί ἀναλάβετε νά περιγράψετε ἕνα ἀπό αὐτά (αἰτίες, συμπτώματα,
θεραπεία).
3. Ὁ θυμός (ὀργή, μῖσος, μνησικακία) ὁδηγεῖ σέ βίαιες ἐνέργειες. Ἡ χρήση βίας
συμβιβάζεται μέ τό χριστιανικό ἰδεῶδες; Κι ἄν ναί σέ ποιές περιπτώσεις;
∆ιατυπῶστε τίς ἀπόψεις σας.
36
Ἡ Ἑλένη Κονδύλη πολύ πετυχημένα, στό Μικρή Φιλοκαλία τῆς καρδιᾶς, ἀναφερόμενη στό θυμό,
ἐξετάζει παράλληλα μέ Πατερικά κείμενα καί τήν τραγωδία τοῦ Εὐριπίδη «Ἑλένη»
(διαθεματικότητα), πού διδάσκεται στή Γ’ Γυμνασίου (σ. 221-222).
568
στέλνει κάποιον ἀπό τή συνοδεία του μέ τό ἀντίτιμο καί ζητάει τά βιβλία ἀπό τόν
καλλιγράφο, ἐκεῖνος καταλαβαίνει τί ἔχει συμβεῖ καί ζητάει ἐκδίκηση, γιατί πρῶτα ὁ
μοναχός τόν ἐξαπάτησε καί ἔπειτα γιατί πῆρε κάτι πού δέν ἦταν δικό του. Τότε ὁ
ἀββᾶς Ζωσιμᾶς στέλνει μήνυμα στόν καλλιγράφο λέγοντάς του: 'Ἀδελφέ μου
ἀποκτοῦμε βιβλία γιά ἕνα καί μόνο λόγο· γιά νά μάθουμε ἀπό αὐτά τήν ἀγάπη, τήν
ταπείνωση καί τήν πραότητα. Ἄν ὅμως ἡ ἀρχή τῆς ἀποκτήσεως βιβλίων εἶναι ἡ
διαμάχη, δέν θέλω νά τά ἀποκτήσω, μόνο καί μόνο γιά νά μήν ἔλθω σέ φιλονικία·
δέν πρέπει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ νά μαλώνει μέ ἄλλους.'» (Συναγωγή τῶν
θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν..., τ.2, παρ.4, σ. 477).
Γλωσσάριο
Ἀββᾶς : λέξη συριακή πού σημαίνει ὁ Γέροντας, ὁ πνευματικός Πατέρας.
Σκήτη : οἰκισμός μοναχῶν πού ἀποτελεῖται ἀπό "κελλιά", δηλ. κατοικίες μοναχῶν.
Καλλιγράφος : Ἐκείνη τήν ἐποχή τά βιβλία ἦταν ὅλα χειρόγραφα· γι’ αὐτό ὑπῆρχαν
εἰδικοί ἀντιγραφεῖς, πού ἦταν καί καλλιγράφοι γιά νά διαβάζονται εὔκολα τά
γράμματά τους, πού ἀναλάμβαναν τό ἔργο τῆς ἀντιγραφῆς ἔναντι ἱκανοποιητικῆς
ἀμοιβῆς.
Ἄξονες παιδαγωγικοῦ προσανατολισμοῦ:
Σύγχρονο πρόβλημα, ἡ δυσκολία πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι νά συγχωρήσουν. Ἡ
σπουδαιότητα τῆς συγγνώμης. Συγχώρηση μπορεῖ να σημαίνει ἄφεση σέ ἀδέξιους
χειρισμούς, προσβολές, περιφρονήσεις καί δῆθεν αὐτάρκειες. Μπορεῖ συν-χώρηση
νά σημαίνει παράλληλη συμπόρευση ἀλλά κι ὅταν κάνεις χῶρο στόν ἄλλο, ὥστε
νά περιχωρήσει στό χῶρο σου, δηλ., νά μπεῖ μέσα σου νά μείνει καί νά
συνεργαστεῖ μαζί σου μέ τήν προϋπόθεση νά σέβεται τίς ἀρχές τῆς
συγκατοικήσεως γιά νά εἶναι ἐφικτή ἡ παραμονή καί ἡ σχέση.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν ὁμολογεῖ: «...καὶ ἴδω αὐτόν ἁμαρτάνοντα, ὑπερβαίνω αὐτόν
καὶ οὐκ ἐλέγχω αὐτόν·» (...ὅταν βλέπω κάποιον νά ἁμαρτάνει τόν προσπερνῶ καί
δέν τόν ἐλέγχω). Αὐτό δέν συνεπάγεται ἀνθρώπινη ἀδιαφορία ἀλλά ὁ Γέροντας
ἑστιάζεται στή ρίζα τοῦ προβλήματος: «ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ
σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου»·
(βγάλε πρῶτα τό δοκάρι ἀπό τό μάτι σου καί ὕστερα θά βλέπεις νά βγάλεις καί τό
ἄχυρο ἀπό τό μάτι τοῦ πλησίον σου).
569
Ὁ ἄνθρωπος πάντα ἔχει μέσα του τήν ἀδυναμία τοῦ νά μήν συγχωρεῖ ἤ νά
θέλει νά ἐκδικηθεῖ γιά κάτι πού ἄδικα τοῦ ἔκαναν. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν γράφει σέ
ἀσκητή πού παρέδωσε ληστές στούς ἄρχοντες: «Ἐννόησον τὴν πρώτην προδοσίαν
πόθεν γέγονε, καὶ τότε βλέπεις τὴν δευτέραν·» καί στή συνέχεια τοῦ ἐξηγεῖ ὅτι ἡ
πρώτη προδοσία βρίσκεται μέσα του, δηλαδή ὅτι δείλιασε ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας καί
ἔτσι ὁδηγήθηκε στή παράδοση τῶν ληστῶν. Οἱ Πατέρες διδάσκουν τήν
συγχωρητικότητα ὄχι λόγῳ ἀδυναμίας ἀλλά ἔχοντας στή σκέψη τους τή μέλλουσα
κρίση. Ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος Κριτής τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων, κι ὅμως δείχνει
ἔλεος καί κατανόηση· πῶς λοιπόν ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νά κρίνει καί νά
κατακρίνει τόν πλησίον του; : «...ταλαίπωρε ἄνθρωπε, εὔχῃ σὺ διὰ τὰς ἁμαρτίας σου,
καὶ βαστάζει σε ὁ Θεὸς ἕως τῆς σήμερον μὴ φανερῶν αὐτάς, σὺ δὲ πῶς τολμᾶς
τῷ πλησίον μηνιῶν βαλεῖν αὐτὸν εἰς τὰ στόματα τῶν ἀνθρώπων;».
Ἡ μακροθυμία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ συγχωρητικότητα
ὅμως δέν περικλείεται μόνο στά ὅρια τοῦ νά ὑπομένεις τήν ἀδικία μέ μακροθυμία
ἀλλά καί νά μεταβάλλεις τήν συμπεριφορά τοῦ ἄλλου ἐξαιτίας τῆς ἀνεξικακίας
σου: Ὁ ἀββᾶς Εὐπρέπιος βοηθᾶ τούς ληστές πού τόν κλέβουν νά κουβαλήσουν τά
πράγματά του· κι ὅταν τό μόνο πού μένει στό κελλί εἶναι τό ραβδί ἑνός κλέπτη ὁ
Εὐπρέπιος στεναχωρεῖται καί τρέχει πίσω ἀπό τούς κλέπτες γιά νά τούς τό δώσει.
Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Πέρσης πάλι, ὅταν ἦρθαν ληστές στό κελλί του νά τόν
κλέψουν, αὐτός ἔβαλε λεκάνη μέ νερό καί ζητοῦσε νά τούς πλύνει τά πόδια γιά νά
τούς ξεκουράσει (στάση φιλοξενίας)· τότε ἐκεῖνοι μετανόησαν καί ἀποχώρησαν
ντροπιασμένοι.
Ἡ συγχωρητικότητα φθάνει στά ὅρια τῆς ἀγάπης τοῦ ἐχθροῦ· εἶναι φιλανθρωπία.
Ὁ ἅγιος Λογγίνος φιλοξενεῖ ἐν γνώσει του τούς μελλοντικούς του δολοφόνους·
κι ὅταν αὐτοί τοῦ δίνουν τή δυνατότητα νά γλυτώσει ἀπό τό θάνατο, παρ' ὅτι οἱ ἴδιοι
κινδυνεύουν γιά ἀθέτηση ἐντολῆς τοῦ Πιλάτου, ἐκεῖνος ἀρνεῖται γιατί: «οὐ θάνατος
ἐμοί τὸ παρόν, ἀλλὰ ζωῆς ἀπαρχή·», ἐννοώντας βέβαια τό κέρδος τῆς Βασιλείας
τῶν Οὐρανῶν.
Ἡ ἁγία Θεοδώρα ἀρνεῖται, προφασιζόμενη τήν ὑπνηλία τῆς νύχτας, νά κατα-
νομάσει αὐτούς πού τήν ἔστειλαν νύχτα σέ ἀσκητήριο μέ πρόφαση ἐπίδοση
ἐπιστολῆς, ἀλλά στήν πραγματικότητα γιά να κατασπαραχθεῖ ἀπό τά ἄγρια θηρία.
570
37
Α. Μ. Σταυροπούλου, Si amas veni, στό Ποιμαντική τῆς καθημερινῆς ζωῆς, σ. 111-112.
38
Ἑλένη Κονδύλη, Μικρή Φιλοκαλία τῆς καρδιᾶς, σ. 185.
571
(κροκόδειλος γίνεται γέφυρα γιά νά περάσει ὁ Γέροντας στήν ἀπέναντι ὄχθη τοῦ
ποταμοῦ πού εἶχε φουσκώσει) ἤ ἀπό ἀνθρώπινο χέρι (ἀποφυγή καταστροφῆς ἤ
κλοπῆς κελλιοῦ ἀπό προστασία θηρίων). Αὐτές οἱ διηγήσεις μέ τά ζῶα ἀποτελοῦν
μία παραδειγματική ἀποκατάσταση σχέσεων ἀνθρώπου καί ζώων (καί μάλιστα στή
σύγχρονη ἐποχή ὅπου ὅλες οἱ μορφές σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου ἔχουν
διαταραχθεῖ) καί ἀκόμη παραπέρα μία πρόταση-πρόκληση ἐπανόδου σέ μία
παραδεισιακή κατάσταση.
Ἐργασίες39
1. Μέ ἀφορμή τή σχέση τοῦ ἀββᾶ Μακαρίου μέ τήν ὕαινα, συζητοῦμε ποιά πρέπει
νά εἶναι ἡ συμπεριφορά μας ἀπέναντι στά ζῶα γενικά. Ἀναφέρουμε παραδείγματα
κακῆς μεταχείρισης ἤ ἐκμετάλλευσής τους ἀπό τούς ἀνθρώπους, καθώς καί
παραδείγματα ὀργανώσεων ἤ ἀνθρώπων πού προσφέρουν προστασία καί
περίθαλψη σέ ὅσα ἀπό αὐτά ἔχουν ἀνάγκη.
2. Ὁ ἄνθρωπος ἐφάρμοσε μέ τόν σωστό τρόπο τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ γιά
κυριαρχία πάνω στόν φυτικό καί ζωϊκό πλοῦτο τῆς γῆς; Ἀναφέρετε πηγές μόλυνσης
πού γνωρίζετε καθώς καί τά ἀποτελέσματά τους.
Παράθεμα
«...Καὶ εὐλόγησε αὐτούς (τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα), ὁ Θεός λέγοντας· αὐξάνεσθε καὶ
πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν
ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ
πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς.» (Γένεσις, 1,28)
39
Ὁ κύριος κορμός τῶν ἐργασιῶν ἤδη ὑπάρχει στό σχολικό ἐγχειρίδιο τῆς Ε’ δημοτικοῦ, σ.40,
102.
574
40
Στήν ἀνεύρεση τοῦ ὑλικοῦ αὐτῆς τῆς ἑνότητας πρέπει νά τονιστεῖ ὁ καθοριστικός καί ἐνισχυτικός
ρόλος τοῦ κ. Νεκτάριου Παναγόπουλου (ἐκδόσεις Παναγόπουλος)· τοῦ κ. Πέτρου Μπότση· τοῦ π.
∆ιονυσίου Τάτση ἀπό τή Κόνιτσα· τοῦ κ. Χίτογλου ἀπό τή Θεσσαλονίκη (ἐκδ. Τό περιβόλι τῆς
Παναγίας)· οἱ χῶροι τῶν βιβλιοπωλείων «Ἀποστολικῆς ∆ιακονίας» τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς
Ἀθηνῶν, «Ἀκρίτας», «Ἁρμός», «Γρηγόρης», «Φῶς», πού μέ φιλοξένησαν γιά ἀρκετές ὧρες
στούς χώρους τους· ὁ κατάλογος Βιβλίων Ὀρθόδοξης καί Ἑλληνικῆς Παράδοσης 2006, ἐκδ.
Σταμούλη Α.Ε· ὁ κατάλογος Βιβλίων 2006 ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη.
575
-Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ, Βίος καί πολιτεία τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου τοῦ
Κοινοβιάρχου, εἰσαγωγή -μτφρ.-σχόλια Παπαδημητροπούλου Γ., ἐκδ. Ἀποστολική
∆ιακονία, 1999.
-Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ, Βίος καί πολιτεία Σπυρίδωνος τοῦ θαυματουργοῦ καί
Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος, εἰσαγωγή -μτφρ.-σχόλια Παπαδημητροπούλου Γ., ἐκδ.
Ἀποστολική ∆ιακονία, 2000.
-Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, ὑπό τοῦ ἐν μακαρία τῆ λήξει
Νικοδήμου Ἁγιορείτου, τόμοι πρῶτος καί δεύτερος, ἐπεξεργασθείς ὑπό τοῦ Θ.
Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, ἐκδ. Χ. Νικολάου Φιλαδελφέως, Ἀθήνησι 1868. Ἡ
πρώτη ἔκδοση ἔγινε στή Βενετία τό 1819, ἡ δεύτερη μετατύπωση στήν
Κωνσταντινούπολη τό 1842 ἀπό τόν ἱερέα Σωφρόνιο Χ. Ἀσλάνογλου σέ
δεκατρεῖς τόμους, καθ' ὅλα ἀπαράλλακτη τοῦ πρωτοτύπου καί κατά τό λεκτικό
καί κατ' αὐτά τά τυπογραφικά παροράματα. Ἡ τρίτη τὀ 1868 στή Ζάκυνθο, ἡ
τέταρτη καί νεώτερη τοῦ Κ.Χ. Σπανοῦ, Ἀθῆναι 1973.
-«Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν τῶν θεοφόρων Πατέρων
ἀπό πάσης γραφῆς θεοπνεύστου συναθροισθεῖσα καί οἰκείως καί προσφόρως
ἐκτεθεῖσα εἰς ὠφέλειαν τῶν ἐντυγχανόντων, παρά Παύλου τοῦ ὁσιωτάτου
μοναχοῦ καί κτήτορος μονῆς τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐεργέτιδος, καί
Εὐεργετινοῦ ἐπικαλουμένου...», Ἱερά Μονή Μεταμορφώσεως τοῦ Κουβαρᾶ
Ἀττικῆς,19776.
-Τό Γεροντικόν ἤτοι Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων. Εἰσαγωγή Μοναχοῦ
Θεοκλήτου ∆ιονυσιάτου, Πρόλογος, Κείμενον, Γλωσσάριον, Σχόλια, Εὑρετήριον
θεμάτων ἀπό Π.Β. Πάσχον, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθήνα 19611, 19702, 19803.
-Τό Γεροντικόν ἤτοι θαυμασταί ∆ιηγήσεις ἀπό τή Ζωήν τῶν ἁγίων ἐρημιτῶν τῶν
πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων, ἀπόδοσις εἰς τήν ἁπλήν ἑλληνικήν ὑπό Παύλου
μοναχοῦ, ἐκδ. Ὀρθοδόξου Ἱδρύματος «Βαρνάβας», Ἀθῆναι, χ.χ.
-Τό Μέγα Γεροντικόν (Εἰσαγωγή-κείμενο-μετάφραση-σχόλια), τ.Α’, 20002·
τ.Β’,1995· τ.Γ’,1997· τ.∆’,1999, ἐκδ. Ἱ.Μ. Ἡσυχ. «Τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου»
Πανό-ραμα Θεσσαλονίκης.
-Τσάμη ∆ημ., Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, ἐκδ. Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἀδελφότητα
«Λυδία», Θεσσαλονίκη 20044.
578
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν Α’, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου,
ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ
Ἁγία Μακρίνα», Θεσσαλονίκη 1990.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν Β’, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου,
ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ
Ἁγία Μακρίνα», Θεσσαλονίκη 1991.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν Γ’, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου,
ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ
Ἁγία Μακρίνα», Θεσσαλονίκη 1992.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν ∆’, ἐκδ. Ι.Μ. Παναγίας τοῦ Ἕβρου Ἀλεξανδρού-πολης,
1993.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν Ε’, ἐκδ. Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν Ζ’, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι
Ὠρωποῦ.
-Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, τ. Α’ (19825), Β’ (19845), Γ’ (19915), ∆’ (19915),
Ε’ (19925), ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθήνα.
-Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν. Μεταφρασμένη στή νεοελληνική γλώσσα,
Εἰσαγωγή-σχόλια Θεόκλητος μοναχός ∆ιονυσιάτης, μτφρ. Ἀντ. Γαλίτης, φιλ.
ἐπιμέλεια Ἰγνάτιος Σακαλῆς, τ. Α’ (1984), Β’ (1985), Γ’ (1986), ∆’ (1987), Ε
‘(1988), ἐκδ. «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας», Θεσσαλονίκη.
-Χαμπάκη Θεοδ. ἡγουμένη Ἱ.Μ. Ὁσίου Θεοδοσίου, Γεροντικόν (Σταλαγματιές ἀπό
τήν Πατερική σοφία), ἐκδ. Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἀδελφότητα «Λυδία»,
Θεσσαλονίκη 200210.
-Χρήστου Π.Κ., Ἀποφθέγματα Γερόντων, Θεσσαλονίκη 1978.
-Ἄμμωνος ὁσίου, Ἡ ζωή στό πρῶτο κοινόβιο μοναστήρι, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1991.
-Ἄνθη Ἐρήμου 10, Βίος τοῦ Ὁσίου Σάββα τοῦ ἡγιασμένου, παράφρασις Ἀρχιμ.
Νικοδήμου Γιαννακόπουλου, Ἱ. Μονή Μεταμορφώσεως Σωτῆρος, Κύμη 1990.
-Ἀνθολόγιο ἀπό τήν ἀσκητική ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, ἑρμηνευτική
ἀπόδοση-ἐπιμέλεια Κων/νου Καρακόλη, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»,
Θεσσαλονίκη χ.χ.
-Βουλγαράκη Ἠλ., Καθημερινές Ἱστορίες Ἁγίων καί ἁμαρτωλῶν στό Βυζάντιο, ἐκδ.
Μαΐστρος, Ἀθήνα 2001.
-Βουλγαράκη Ἠλ., Στιγμιότυπα ἀπό τή ζωή τῶν Πατέρων, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1995.
-∆ιηγήσεις φοβερές καί ὠφέλιμες, ἐκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς,
19973.
-Ἕνας ἀσκητής ἐπίσκοπος, ἐκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς,20068.
-π. Ἐφραίμ Ἱερομονάχου, Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης (Ἡ κοινωνική
προσφορά τοῦ μοναχισμοῦ), ἐκδ. Ἱ. Μ. Ἁγ. Νικολάου τοῦ Νέου Καμπίων, 2005.
-Ζιώγα Ἰωάννου, Μηνύματα Ἀσκητῶν στό σύγχρονο κόσμο, ἐκδ. Ἱ. Μητροπόλεως
Γρεβενῶν, 1993.
-Κωστόπουλου Νεκτ. ἀρχιμ., Ἡγουμένου Ἱ. Μονῆς Γόλας Λακωνίας, Θαυμαστές
διηγήσεις, Ἀθῆναι 2005. Ἔργα τοῦ ἰδίου ἀποτελοῦν α. Μικρές καί ὠφέλιμες
διηγήσεις β. Ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης.
-Λιαμῆ Ἠλ., Ψίθυροι τῶν ἀγγέλων. 7+1 Συναξαρικοί διάλογοι μέ τούς φίλους τοῦ
Θεοῦ, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2006.
- Μπακογιάννη Βασ., Ἱστορίες ἀπό τήν Γραφή, ἐκδ. Θαβώρ.
-Οἱ ἀσκητικοί Λόγοι Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, ἐκδ. Ἀπόστολος Βαρνάβας, χ.χ..
-Πυλαρινοῦ Γερ., Ὁ μοναχός Ἀντώνιος πορευόμενος, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1999.
-Scognamiglio Rosario, Στοχασμοί καί ἀποφθέγματα Πατέρων καί ∆ιδασκάλων τῆς
Ἐκκλησίας καθώς καί ἄλλων συγγραφέων Ἀνατολῆς καί ∆ύσης, ἐκδ. Λύχνος,
Ἀθήνα 1994.
-Σωτήρχου Π.Μ., Ἡ «Κλίμακα» γιά ὅλους (Τί διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐιτης),
ἐκδ. Νεκτάριου Παναγόπουλου, Ἀθήνα 2005.
-Σωτήρχου Π.Μ., Ὁ Μέγας Γέρων. Ἅγιος Βαρσανούφιος καί ὁ μαθητής του Ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Προφήτης, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1988.
581
-Σωτήρχου Π.Μ., Ὁ ἐμός φιλόσοφος. Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα
1998.
-Σωτήρχου Π.Μ., Ὁ Ποιητής καί ὁ ἅγιος, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1993.
-Τσακιρίδη Λαζ., Ἅγιος Ἀντώνιος. Ὁ πατέρας τῆς ἐρήμου, ἐκδ. Τέρτιος, Κατερίνη
1995.
-Κορναράκη Ἰω., Πατερικά βιώματα τῆς ἐνδεκάτης ὥρας. Ἀπό τήν ψυχολογίαν τῆς
κατανύξεως, Θεσσαλονίκη 1971.
-Κορναράκη Ἰω., Ἀνταύγειες τῆς πατερικῆς ἐρήμου μέσα στό σύγχρονο κόσμο.
Ψήγματα ἀπό τήν πνευματική ἐμπειρία Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ,
Θεσσαλονίκη 1972.
-Κορναράκη Ἰω., Φιλοκαλικά θέματα ἐρημικῆς ἐσωτερικότητας, ἐκδ. Ὀρθόδ.
Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1975.
-Κορναράκη Ἰω., Νείλου τοῦ Ἀσκητοῦ ψυχολογικές προοπτικές ὑπό τό πρῖσμα τῶν
συγχρόνων γνώσεων, Πρακτικά Α’ Συμποσίου Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας καί
Ἐξομολογητικῆς, ἐπιμ. Ἰω. Κορναράκης-Α.Μ. Σταυρόπουλος, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη,
Θεσσαλονίκη 1981.
-Κορναράκη Ἰω., Βιβλικά ψυχογραφήματα, ἐκδ. «Ἀδελφῶν Κυριακίδη»,
Θεσσαλονίκη 1986.
-Κορναράκη Κων., Ἡ διαλεκτική τοῦ φιλοκαλικοῦ ἤθους. Παθογόνος καί νηπτική
αὐτοσυνειδησία, δύο πόλοι μετανοίας κατά τόν ἀββά ∆ωρόθεο, Ἐκδ. Ἁρμός,
Ἀθήνα 2002.
-Κοσματόπουλου Ἀλ., Θηριομαχία, Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2003.
-Lossky Vl., Ἡ μυστική Θεολογία τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, μτφρ. πρεσβυτέρας
Στέλλας Κ. Πλευράκη, Θεσσαλονίκη 19732.
- Οἱ δαίμονες καί τά ἔργα τους, ἐπιμέλεια καί ἔκδοση Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός
Ἀττικῆς, 20052.
-Παπανικολάου Φ.Ν., Ἡ ἔρημος καί ἡ πόλη στήν ἀσκητική γραμματεία τῶν πρώτων
αἰώνων, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 2000.
-Ράμφου Στ., Πελεκάνοι ἐρημικοί (Ξενάγησι στό Γεροντικόν), ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθῆναι
1994.
-Ράντοβιτς Ἀμφιλ. (νῦν Μητροπολίτου Μαυροβουνίου), Ἡ φιλοκαλική Ἀναγέννησι
τοῦ XVIII καί XIX αἰ. καί οἱ πνευματικοί καρποί της, Ἀθῆναι 1984.
-Σπηλιώτη Γ., Οἱ Γέροντες καί τά παιδία. Ἡ διαπαιδαγώγηση τῶν Νέων σύμφωνα μέ
τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐκδ. Σπηλιώτη, Ἀθήνα 1998.
584
-Novakshonoff Varlaam ἐπισκόπου, Ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν (Βίος καί πολιτεία
ὁσίων σαλῶν), ἐκδ. Ἱ. Καλύβη Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Νέα Σκήτη-Ἁγίου
Ὄρους, 2005.
-Παπαγιάννη Θύμ., ἱερομ. Ἐλισαίου Σιμωνοπετρίτη, Φυσικός χῶρος καί μοναχισμός.
Ἡ διατήρηση τῆς Βυζαντινῆς παράδοσης στό Ἅγιον Ὄρος, Ἵδρυμα Γουλανδρῆ-
Χόρν, Ἀθήνα 1994.
-Παπαχρυσάνθου ∆ιον., Ὁ ἀθωνικός μοναχισμός. Ἀρχές καί Ὀργάνωση,
Μορφωτικό Ἵδρυμα Ἐθνικῆς Τραπέζης, Ἀθήνα 1992.
-Πάσχου Π.Β., Ὁ ἀναχωρητικός Μοναχισμός κατά τόν δ’ αἰώνα (ἀνάτυπο), Ἀθήνα
1990.
-Πάσχου Π.Β., Ὁ Μοναχισμός, οἱ Νεομάρτυρες καί ἡ Παραδοση (ἀνάτυπο), Ἀθήνα
1992.
-Συλλογικό ἔργο (Μωϋσῆς Ἁγιορείτης, Κ. Γουέαρ, Π. Εὐδοκίμωφ, Ο. Κλεμάν, Σ.
Φωτίου), Ὀρθόδοξος μοναχισμός, Ἐκδ. Ἁρμός χ.χ..
41
πρβλ. π. Κ. Παπαδόπουλου, Ὁ ἱερεύς τοῦ χωρίου κι ὁ Παπατρέχας, πού ἀναφέρεται στό διήγημα
τοῦ Χρυσόστομου Παπαδόπουλου «Ὁ ἱερεύς τοῦ χωρίου» σέ συνάφεια μέ τόν Παπατρέχα τοῦ
Κοραῆ, περ. Σύναξη, τ.42, 1992, σ. 59-63.
586
πάλι πρόκειται γιά περιστατικά καί γεγονότα πού ἔχουν ἀκούσει ἀπό τρίτους καί τά
διηγοῦνται. Συχνά παρατηρεῖται καί προσπάθεια καταγραφῆς τοῦ βίου Γερόντων-
καθηγουμένων Ἱερῶν Μονῶν ἀπό μοναχούς αὐτῶν τῶν Μονῶν, μετά τή κοίμησή
τους ἤ καί ἀκόμη εὑρισκομένων ἐν ζωῇ. Τά σύγχρονα Γεροντικά κείμενα, κατά
μεγάλο ποσοστό ἀποτελοῦν βιογραφίες καί καταγραφή τῆς πολιτείας τῶν
προσώπων στά ὁποῖα ἀναφέρονται. Ὅμως ὁ καθένας ὀφείλει νά εἶναι πολύ
προσεκτικός στή χρήση κριτηρίων, πού δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο τῆς παρούσης
μελέτης, γιά τή προσφώνηση κάποιου ὡς «Γέρων» μέ τήν ἔννοια τῶν
παραδοσιακῶν Γεροντικῶν. Μία γρήγορη συστηματική ἀποτύπωση πνευματικῶν
Πατέρων καί συμβούλων τόσο τοῦ πρόσφατου παρελθόντος, ὅσο καί αὐτῶν πού
εἶναι ἀκόμη ἐν ζωῇ καί δροῦν, ἴσως θά ἔκρυβε κάποιες παραμέτρους
ἐπικινδυνότητας ἄν δέν γίνονταν βάσει συγκεκριμένων ἀξιολογικῶν κριτηρίων42.
Ἡ Πνευματική Γεωγραφία εἶναι ἕνα ζωντανό καί συνεχῶς καρποφόρο κομμάτι
τῆς Ποιμαντικῆς, πού δίνει τήν ἐγγύηση τῆς πνευματικότητας αὐτῶν τῶν κειμένων. Ἡ
«ἀρχαιότητα» καί «παντοπιότητα» τῶν παραδοσιακῶν Γεροντικῶν συνεχίζεται μέ
νέες μορφές πού βαδίζουν σέ ἤδη ἰχνηλατημένο δρόμο. Μεταφέρουν καί
μεταπλάσσουν τό πνεῦμα τῶν «διηγήσεων τῆς ἐρήμου», σέ νέους Γέροντες. Ἡ
πνευματική ζωή τοῦ τότε, καταγράφτηκε καί ἀποτυπώθηκε· ὅμως καί ἡ πνευματική
ζωή τοῦ σήμερα συνεχίζεται καί δίνεται μέ τρόπο ἀφηγηματικό, στηριζόμενη σέ
«πρότυπα παλιά καί διαχρονικά»43. Ἐνδεικτικά παρατίθενται:
-Ἀγαλιώτη Παν., Ὁ γέρων Καλλίνικος (1914-1999) ὁ ἐξομολογῶν, «Ὁ
τελευταῖος τῆς παλαιᾶς φρουρᾶς», Ἀθῆναι 2006.
-Ἀγγέλου Χ., Σάββας ὁ Ἡγιασμένος. Ἕνα Πολυεδρικό Παραδείσιο ∆ιαμάντι, Ἱ.Μ.
Ὁσ. Θεοδοσίου Κοινοβιάρχου, Ἁγ. Στεφάνου Ἀττικῆς, χ.χ..
-Ἁγίου Συμεών Κολμογκόρωφ, Γέροντας Γαβριήλ ὁ Ἀναχωρητής, ἐκδ. Πέτρου
Μπότση, 1998.
-Ἀνθούσας μοναχῆς, Ἐρημίται τῆς Πάτμου καί Ἐρημητήρια, ἐκδ. Ἱ. Μονή
«Εὐαγγελισμός», Ἀθῆναι 1988.
42
πρβλ. Α. Σταυρόπουλου, Τιμή εἰς πρόσωπον γέροντος, τοῦ Εὐγένιου Βουλγάρεως, Στιγμιότυπα καί
περιπλανήσεις σέ δρόμους Ποιμαντικῆς διακονίας, τ.3, σ. 157-163· τοῦ ἰδίου, Συμβουλευτική
Ποιμαντική καί Ἐξομολογητική, Ἀθήνα 2001, σ.128-140.
43
πρβλ. Α. Σταυρόπουλου σέ συνεργασία Β. Γιαννακοπούλου, Ποιμαντική Βιβλιοθήκη. Πρόσωπα καί
κείμενα, Βιβλιογραφικός ὁδηγός ἐρευνητικῶν γυμνασμάτων, Ἀθήνα 1991.
587
-Ἰωαννίδη Κλ., Γεροντικό τοῦ 20ου Αἰῶνος, ἐκδ. Παναγόπουλου Νεκτάριου, Ἀθήνα
1992.
-Ἰωαννίδη Κλ., Σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες, ἐκδ. Ἱ.Μ. Ἁγ. Μαρίνας καί Ραφαήλ
Ξυλοτύμπου, Λευκωσία 1994.
-Ἰωαννίδη Κλ., Ὁ Γέρων Πορφύριος. Μαρτυρίες καί ἐμπειρίες, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ.
Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι Ὠρωποῦ, Ἀθήνα 2001.
-Ἰωαννίδη Κλ., Ἐγκόλπιο Γεροντικό τοῦ 20ου αἰώνα, Ἐπιλογές, τίτλοι, τακτοποίηση
τῶν κειμένων, Βιογραφικά τῶν Γερόντων καί διορθώσεις Κων/νου Καρακόλη,
ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2006.
-π. Καλαϊτζίδη Νικ., Ὁ Γέρων Σεραφείμ Σαββαΐτης, ἐκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη
2004.
-Καλλιάτσου Ἀνάρ., Ὁ πατήρ Πορφύριος. Ὁ διορατικός, ὁ Προορατικός, ὁ
Ἰαματικός, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι Ὠρωποῦ, Ἀθήνα
2002.
-Κελεκίδη Λαζ., Τά Φάρασα τῆς Καππαδοκίας. Μνῆμες Φαρασιωτῶν Γερόντων, ἐκδ.
Ἱ. Ἡσυχ. Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 1994.
-Κορναράκη Ἰω., Ταρσώ ἡ διά Χριστόν Σαλή, Ἱ. Κελλίον Ἁγ. Νικολάου Μπουραζέρη
Ἁγ. Ὄρους, 2004.
-Κουλοπούλου Ἑλ., Ἡ μακαριστή Γερόντισσα Εὐστοχία (1903-1981). Καθηγουμένη
τῆς Ἱ. Μονῆς «Εὐαγγελισμός Μητρός ἠγαπημένου» Πάτμου, Ἀθῆναι 2005.
-Κρουσταλάκη Γ., Γέρων Πορφύριος. Ὁ πνευματικός Πατέρας καί Παιδαγωγός, ἐκδ.
Ἐν πλῷ, Ἀθῆναι 20067.
-Μεταλληνοῦ-Καλογεροπούλου Βαρ., Ὁ μοναχός Νεόφυτος Προδρομι-νός καί τό
θεολογικό του ἔργο, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1996.
-Μιχαλᾶ Τ., Ἕνας σύγχρονος ἐρημίτης. Ἀρχιμανδρίτης Ἰάκωβος Τσαλίκης
ἡγούμενος Ἱ.Μ. Ὁσίου ∆αβίδ, ἐκδ. Ἐπέκταση, 2004.
-Μπότση Π., Γέροντας Ἱερώνυμος ὁ Ἡσυχαστής τῆς Αἴγινας, ἐκδ. Πέτρου Μπότση,
Ἀθήνα 20015.
-Μπούσια Χαρ., Ὁ Γέρων Ἄνθιμος ὁ Ἀγιαννανίτης, ἐκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη
2001.
-Μπούσια Χαρ., Σύναξις πάντων τῶν Σιναϊτῶν Ἁγίων, ἐκδ. Ἵδρυμα ὄρους Σινᾶ.
589
-Σωτήρχου Π.Μ., Γεροντικόν τῆς ἐποχῆς μας (Λόγοι καί πράξεις Ἁγίων Γερόντων
τῶν ἡμερῶν μας εἰς ἐνίσχυσιν καί παρηγορίαν τῶν πιστῶν), ἐκδ. Παρουσία,
Ἀθήνα 2000.
-π. Τάτση ∆ιον., Ἀββᾶ τί ποιήσω ἵνα σωθῶ, Κόνιτσα 2001.
-π. Τάτση ∆ιον., Ἄρωμα Γέροντος Πορφυρίου, Κόνιτσα 2003.
-π. Τάτση ∆ιον., ∆ιδαχές Γερόντων, Κόνιτσα 20044.
-π. Τάτση ∆ιον., Ἐν Ὄρεσι Πλανώμενος (Βιωματικές Σημειώσεις).
-π. Τάτση ∆ιον., Νέον Γεροντικόν (ἤτοι Θαυμαστά Γεγονότα καί ἀποφθέγματα
Συγχρόνων Γερόντων), Κόνιτσα 20043.
-π. Τάτση ∆ιον., ∆ιηγήσεις γιά τόν Γέροντα Πορφύριο, Κόνιτσα 2004.
-π. Τριανταφύλλου Γεωρ., Ὁ Ἅγιος Γέροντας Φιλόθεος ὁ ἐν Πάρῳ. Ἄγγελος
ἐπίγειος, Ἄνθρωπος οὐράνιος, ἐκδ. Ἱ.Μ. Θαψάνων Πάρου Παναγία ἡ
Μυρτιδιώτισσα, 2005.
-Τζαβάρα Ἀναστ., Ἀναμνήσεις ἀπό τόν Γέροντα Πορφύριο, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ.
Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι Ὠρωποῦ, 1992.
-Τριάντη Ἰγνατίου Λ., Μητρ. Βερατίου Αὐλῶνος καί Κανίνης, Ὁ Γέροντας τῆς
Πάτμου, Ἀμφιλόχιος Μακρῆς (1889-1970). Βίος, Ὑποθῆκαι, Μαρτυρίαι, ἐκδ. Ἱ.
Μονῆς «Εὐαγγελισμός», Πάτμος 1997.
-Τρίτου Μιχ., Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ὁ φωτιστής τοῦ Γένους, ὁ προφήτης, ἐκδ.
Ἀποστολική ∆ιακονία, 2000.
-Τσιάρτα Στεφ. Ἡ μαρτυρία μου γιά ἕνα θαῦμα ἀπό τόν Γέροντα Πορφύριο, Ἀθήνα
2005.
-Ὑποθῆκες ζωῆς. Ἀπό τή ζωή καί τή διδασκαλία τοῦ πατρός Ἐπιφανίου
(Θεοδωρόπουλου), ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ. Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνας, 2002.
-Φερούση ∆., Ὁ παπακαλόγερος Νικόλαος Πλανᾶς, ἐκδ. Ἀστήρ, 1992.
-Χαλδαιάκη Ἀχ., Ὁ Γέρων Ἱερόθεος (1762-1814). Ἡ πολιτεία τοῦ κτίτορος τῆς Ἱ.
Μ. Προφήτου Ἠλίου Ὕδρας καί κριτική ἔκδοση τοῦ βίου του, ἐκδ. Ἱ. Μονῆς
προφήτου Ἠλίου Ὕδρας, Ἀθῆναι 2000.
-Χαροκόπου Ἀντ., Ὁ Γέροντας Παχώμιος Ἱδρυτής τῆς ἱερᾶς Σκήτης τῶν Ἁγίων
Πατέρων τῆς Χίου (1839-1905), ἐκδ. Ἱ. Σκήτης Ἁγίων Πατέρων Χίου καί ἱεροῦ
Παρθενῶνος τῶν Ἁγίου Κων/νου καί Ἑλένης Χίου, 2003.
591
-π. Κοτσώνη Ἰωαν., Ἀθωνικόν Γεροντικόν, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ,
Κουφαλίων Θεσσαλονίκης, 1991.
-π. Κοτσώνη Ἰωαν., Ἀνθοδέσμη ἀπό τό περιβόλι τῆς Παναγίας, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ. Ἁγ.
Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Κουφαλίων Θεσσαλονίκης.
-Λαζάρου Μοναχοῦ ∆ιονυσιάτου, ∆ιονυσιατικαί ∆ιηγήσεις, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ἁγ.
∆ιονυσίου Ἁγ. Ὄρους, 1988.
-Μακαρίου ἱερομ., Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι σοφίας καί χάριτος, Ἅγιον
Ὄρος «Ἁγία Ἄννα», 2004.
-Μαρκίδη Κυρ., Τό Ὄρος τῆς Σιωπῆς. Ἀναζητώντας τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα,
ἐκδ. ∆ιόπτρα, 2004.
-Μαρτυρίες Προσκυνητῶν. Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης (1924-1994), ἐπιμέλεια
Ζουρνατζόγλου Νικ., ἐκδ. Ἁγιοτόκος Καππαδοκία, 2005.
-Μελινοῦ Μαν., Ὁ Γέροντας Νεκτάριος (Συκέα Λακωνίας), 1999.
-Μελινοῦ Μαν., Ὁ Ἅγιος καί ὁ Γέροντας, 2003.
-Μελινοῦ Μαν., Ὁ Ἁγιορείτης Γ. Παΐσιος Σύν αὐτῷ Ἀθωνιτῶν Γερόντων χορός.
Μιλοῦν Ἁγιορεῖτες γιά τούς χαρισματούχους Γέροντές τους: Παΐσιον
Ἁγιορείτην, Πορφύριον Καυσοκαλυβίτην, Ἐφραίμ Κατουνακιώτην, Σωφρόνιον
Σαχάρωφ καί ἄλλους Ἀθωνίτες Πατέρες, 2000.
-Μελινοῦ Μαν., Πείρα Ἁγιορειτῶν Πατέρων. Συζητήσεις σέ Μοναστήρια τοῦ
Ἄθωνα, 2001.
-Μελινοῦ Μαν., Ἀσκητές στό Ἅγιον Ὄρος. Ἀσκητικοί διάλογοι βάθους σέ ἀθωνικά
ἀσκητήρια ὕψους, 2002.
-Μελινοῦ Μαν., Τῶν Σκητῶν Ἁγιορεῖται. Ἐμπειρία Σκητιωτῶν τοῦ Ἄθωνος, 2003.
-Μελινοῦ Μαν., Ἁγιορεῖτες Ἐρημίτες. Βοή σιωπῆς «Ἀνωνύμων» στόν παράδεισο τῆς
Ἀθωνικῆς ἐρήμου, 2003.
-Μελινοῦ Μαν., Ἀθωνίται Βαλκανίων. Ροή χαρισμάτων Σέρβων καί Ρουμάνων
Ἁγιορειτῶν Γερόντων, 2004.
-Μελινοῦ Μαν., Ἁγιορεῖτες εὐλογεῖτε. Εἰσπνοή αἰωνιότητος Ἀθωνιτῶν Γερόντων,
2005.
-Μελινοῦ Μαν., Ἐπίγειοι ἄγγελοι οἱ Ἁγιορεῖται. Ἀπόσταγμα σταυρωμένης καρδίας
Ἀθωνιτῶν, 2005.
594
ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Σέ μία διάχυτη στή σημερινή μας ἐποχή ἀντίληψη γιά τό πῶς πρέπει νά
λειτουργοῦν ποιμαντικά, συμβουλευτικά καί παιδαγωγικά οἱ σύγχρονες τάσεις τῶν
συναφῶν ἐπιστημονικῶν ἀντικειμένων, βλέπουμε ὅτι ἡ δική μας ἔρευνα ὡς μιά
ματιά πρός τά πίσω μπορεῖ νά γίνει καί μιά ματιά πρός τά ἐμπρός καί νά δώσει
σαφεῖς ἀπαντήσεις σέ συγκεκριμένα ἐρωτήματα. Ὁλοκληρώνοντας λοιπόν, τήν
ἔρευνα ἐπί τῆς τέχνης ἀφηγήσεως ἀσκητικῶν καί ψυχωφελῶν διηγήσεων κατά τή
ποιμαντική, συμβουλευτική καί παιδαγωγική τους διάσταση, σημειώνουμε τά βασικά
συμπεράσματα τῆς παρούσης μελέτης.
Ἀρχικά ἔγινε ἀκριβής καθορισμός τῶν κριτηρίων ἐπιλογῆς τῶν συγκεκριμένων
ἀσκητικῶν κειμένων πού ἀποτελοῦν ἀντικείμενο μελέτης μας σέ σχέση μέ τό
θεολογικό-δογματικό περιεχόμενό τους· διευκρινίστηκαν τά χρονικά πλαίσια, οἱ
τόποι δράσης τους, ποιοί εἶναι οἱ συγγραφεῖς τους, σέ ποιούς ἀναφέρονται, ἀπό
ποιούς διαβάζονται. Τονίστηκε ὅτι γιά νά μπορέσει κάποιος νά κατανοήσει τόν
δεδομένο τρόπο σκέψης καί δράσης-ἀντίδρασης πρέπει νά εἶναι ὀρθόδοξος
χριστιανός καί τά κριτήριά του νά εἶναι ὄχι αὐτά τοῦ ἐξωτερικοῦ παρατηρητῆ, ἀλλά
«ἐνδοβυζαντινά» ἁρμόζοντα στή χριστιανική κοσμοθεωρία πού εἶναι ἀπόλυτα
κατανοητή ἀπό τήν πλευρά τοῦ βυζαντινοῦ πολίτη.
Στή συνέχεια ἐξετάστηκαν οἱ «ψυχωφελεῖς διηγήσεις» ὡς εἶδος φιλολογικό
τῆς χριστιανικῆς γραμματείας καί παράδοσης.
Ἡ προσεκτική προσέγγιση τῶν θεμάτων πού συναντῶνται στίς ψυχωφελεῖς
διηγήσεις ὁδηγοῦν τόν ἐρευνητή στή διαπίστωση τοῦ πρακτικοῦ χαρακτήρα τοῦ
περιεχομένου αὐτῶν. Ἀποτελοῦν μία «φωνή» πνευματικῆς βοήθειας γιά ἀσφαλή
καθοδήγηση σέ ζητήματα προσωπικοῦ πνευματικοῦ καταρτισμοῦ, ἰδιαίτερα σέ ἄτομα
νεαρῆς ἡλικίας Ὁ λόγος τῶν Γερόντων μέσῳ τῶν διηγήσεων ἀπευθύνεται κατ'
ἀρχήν σέ μοναχούς, παρόλο πού σέ πολλές περιπτώσεις οἱ θέτοντες ἐρωτήματα ἤ
τά δρῶντα πρόσωπα τῶν ἱστοριῶν εἶναι λαϊκοί. Αὐτό ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι
δέν πρόκειται γιά ἐξειδικευμένο ἤ ἀποκλειστικῆς χρήσεως ἀπό μοναχούς ἤ
600
κληρικούς λόγο, ἀλλά ἀναφέρεται στίς πνευματικές ἀνάγκες κάθε εὐσεβοῦς ψυχῆς
πού θέλει νά οἰκοδομηθεῖ στήν κατά Χριστόν ζωή.
Ἡ ἀφορμή γιά τόν λόγο τῶν διηγήσεων πάντοτε εἶναι συγκεκριμένη καί
ὁριοθετεῖται στά σύγχρονα μέ τήν ἐποχή τους τοπικά καί ἱστορικοκοινωνικά
δεδομένα. Ἀποτελοῦν ἀπάντηση σέ ἐπίμονα καί ἐναγώνια ἐρωτήματα τά ὁποῖα
εἶναι ἡ ραχοκοκαλιά τῆς πλοκῆς τῶν διηγήσεων. Ἀναφέρονται σέ προσωπικά
(ἐξατομικευμένα) ζητήματα· σέ θέματα πού ἀφοροῦν τήν πολιτεία καί τίς σχέσεις
τῶν μοναχῶν τόσο στά πλαίσια τοῦ ἀναχωρητισμοῦ ὅσο καί τοῦ κοινοβίου· σέ
θέματα ἐπιλογῆς σωστῶν ἀποφάσεων σέ διλημματικές καταστάσεις, στή βάση τοῦ
ἀληθοῦς-ψευδοῦς, ὀρθοῦ-λάθους.
Τά ἄτομα πού θέτουν ἄμεσα ἤ ἔμμεσα τά ἐρωτήματα ὡς ἐπί τό πλεῖστον δέν
εἶναι ἄτομα πού ἀγνοοῦν τό σωτήριο μήνυμα τοῦ χριστιανισμοῦ (χωρίς ν'
ἀποκλείονται καί οἱ περιπτώσεις ἐκχριστιανισμῶν). Τά περισσότερα δρῶντα
πρόσωπα, πού εἶναι ἐνεργά μέλη διαπνεόμενα ἀπό τόν πόθο τῆς ἐν Χριστῷ
σωτηρίας, διαπιστώνουν τό ἐπίπονον τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τόν προσωπικό
χαρακτήρα πού φέρει ὁ δρόμος τῆς ἐν Χριστῷ τελειώσεως. Γι' αὐτό ζητοῦν καί τήν
καθοδήγηση ἀπό ἔμπειρο καί ὥριμο ὁδηγό, τόν Γέροντα, τόσο σέ προσωπικό
ἐπίπεδο ὅσο καί διαπροσωπικό. Ἡ κατάδειξη μέσῳ τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων
τῶν προσόντων καί τῶν χαρισμάτων τῶν Γερόντων (πνευματικῶν Πατέρων) πού
ἔχουν ὡς ἀρχέτυπό τους τόν ἴδιο τό Χριστό, ὅπως καί τό πλαίσιο σχέσεων μέ τά
πνευματικά τους παιδιά, πού πολλά ἀπό αὐτά μποροῦν νά ἐξελιχθοῦν σέ «δυνάμει
Πατέρες», καλύπτουν ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ θεματολογίου.
Τό διηγηματικό ὑλικό καλύπτει τόσο τόν «κανόνα» μέ τίς «ὑποδιαιρέσεις» του
ὅσο καί τίς «ἐξαιρέσεις» του. Ἡ ἐνασχόληση τῶν Γερόντων ἀφορᾶ τή μελέτη τοῦ
πρακτικοῦ βίου σέ σχέση μέ τό θεωρητικό. Ἐχθρός τῶν ἀσκητῶν τῆς Ἐρήμου τό
ἀρνητικό πνεῦμα, ὁ διάβολος πού διαιρεῖ καί χωρίζει τούς ἀνθρώπους ἀπό τό Θεό.
Οἱ δαίμονες τῶν ἀναχωρητῶν προσωποποιοῦν αἰσθήματα καί ἐμπειρίες ἀπειλητικά
γιά τήν ψυχή καί τό σῶμα τους. Οἱ πειρασμοί ἄλλοτε ὡς θηρία τοῦ ἐξωτερικοῦ
χώρου καί ἄλλοτε ὡς τέρατα τῆς ἀνθρώπινης ἐσωτερικότητας προσπαθοῦν νά τούς
κατασπαράξουν.
601
Μέσα ἀπό τόν προσωπικό τους ἀγώνα οἱ Γέροντες μελετοῦν τούς ὀκτώ
λογισμούς τῆς κακίας: γαστριμαργία, πορνεία, φιλαργυρία, ὀργή, λύπη, ἀκηδία,
κενοδοξία καί ὑπερηφάνεια· μελετοῦν τίς αἰτίες (ἐπιθυμίες), τά συμπτώματα, τόν
τρόπο δράσης καί τίς συνέπειες τῶν πειρασμῶν, προτείνουν θεραπευτική ἀγωγή καί
ἀποθεραπεύουν. ∆ροῦν ἐξασκώντας τόσο προληπτικά ὅσο καί κατασταλτικά μέτρα.
Ἐφόδιά τους καί ἀντίδοτα στά πάθη εἶναι οἱ ἀρετές τῆς ταπείνωσης, τῆς ὑπακοῆς,
τῆς σωφροσύνης, τῆς ἀοργησίας, τῆς ἀγάπης, τῆς συγχωρητικότητας, τῆς
ἐγκράτειας, τῆς μακροθυμίας, τῆς ἀκτημοσύνης, τῆς πραότητας. Ἡ δύναμη τῆς
προσευχῆς, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ ἐπιμονή, ἡ ὑπομονή καί ἡ ἄσκηση μέ τό διττό
της χαρακτήρα, δηλ. στερητικό καθώς ἐπιδιώκει τή νέκρωση τῶν παθῶν πρός
ψυχική κάθαρση καί οἰκοδομητικό πρός ἀπόκτηση ἀρετῶν, ἀποτελοῦν τά ὅπλα τους.
Ἡ ἐξαγόρευση λογισμῶν καί ἡ μετάνοια θεωρεῖται ἀκρογωνιαῖος λίθος τους.
Μέσα ἀπό τίς διηγήσεις σκιαγραφοῦνται τόσο τά στάδια πτώσης ἑνός ἀνθρώπου,
ὅσο καί οἱ ἐπανακάμψεις του στήν ἀρχική πορεία, δηλ. τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία.
∆ιαμορφώνονται τά πλαίσια μιᾶς ἀμφίδρομης διά βίου οἰκοδομούμενης μαθητείας
σχέση (Γέροντα-πνευματικοῦ τέκνου) πού βασίζεται στήν ἀγάπη καί λειτουργεῖ
ποιμαντικά, συμβουλευτικά καί παιδαγωγικά. Ὕψιστο ἀγαθό γιά τόν κάθε χριστιανό
ὁ Παράδεισος, ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν πού θ' ἀποκτηθεῖ βάσει τῶν πράξεών του
ἐπί τῆς γῆς.
Ἡ θεολογία τῶν συγκεκριμένων κειμένων σέ σχέση μέ τίς σύγχρονες
προσεγγίσεις τῆς ὀρθόδοξης δογματικῆς θεολογίας παρουσιάζεται ἐλλιπής, ὅμως
δέν πρέπει νά παραβλέπει κάποιος παράγοντες ὅπως μορφωτικό ἐπίπεδο, δεκτικό-
τητα μηνυμάτων, τρόπο ζωῆς κατηχουμένων, ρεύματα πού δροῦν συγχρόνως μέ τό
χριστιανισμό ἤ ἤδη καθιερωμένα στίς περιοχές μέ ἀντίστοιχες ἐπιρροές, ὅπως καί
τίς ἀπαρχές τῆς ὀργάνωσης τῆς χριστιανικῆς πίστης. Παρά ταῦτα εἶναι εὐδιάκριτη ἡ
καταγραφή τῆς δογματικῆς διδασκαλίας: Τριαδολογία, Χριστολογία, Κοσμολογία,
Ἀνθρωπολογία, Ἐκκλησιολογία.
Τό ποικιλότροπον τῆς θεματολογίας τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων, ὁριοθετοῦν
τό χαρακτήρα τους ὡς συλλογιστικές ἀναπαραστάσεις πού ἐκφράζουν τίς παραδο-
σιακές νοοτροπίες, ἀλλά καί ὡς ἀτομικές μαρτυρίες γιά τή ζωή ἑνός ἀνθρώπου καί
ἀποτελοῦν πολιτισμικά φαινόμενα πού ἐπιτρέπουν τή μελέτη τοῦ πολιτισμοῦ ὡς
602
ἱστορίας. Οἱ λόγοι ἐπιλογῆς αὐτοῦ τοῦ ὑλικοῦ γιά τήν δημιουργία «συλλογῶν
ψυχωφελῶν διηγήσεων» ἄλλοτε εἶναι φανεροί καί ἄλλοτε λιγότερο διακριτοί ἕως
καί καθόλου. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι τό ἀρχικό κριτήριο εἶναι θεολογικό, καθώς
μέλημα τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων αἰώνων ἦταν νά δημιουργηθοῦν οἱ στέρεες
βάσεις οἰκοδομῆς τῶν πιστῶν. Σημαντικό στοιχεῖο τῆς οἰκοδόμησης αὐτῆς ἀποτελεῖ
ἡ κατανόηση, ἡ διασάφηση καί συγκεκριμενοποίηση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν, πού
βρίσκονται σέ ἀρχικά ἀκόμη στάδια ἐπίσημης διατύπωσης καί δέν ἔχουν ἀκόμα
προλάβει ν' ἀφομοιωθοῦν ἀπό τούς ἁπλούς πιστούς. Αὐτό συνειδητοποιεῖται μέσα
ἀπό μεγάλο ἀριθμό διηγήσεων πού ἀναφέρονται στό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας
Τριάδος, στή σύσταση τῶν μυστηρίων, στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Συνακόλουθο
τοῦ πρώτου κριτηρίου εἶναι τό ἐκκλησιολογικό. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη νά
καταδείξει τό θεόπνευστο χαρακτήρα τῶν ἀποφάσεων της, ὥστε ἐκτός ἀπό τήν
ἐμπιστοσύνη τῶν πιστῶν στό πρόσωπό της νά μπορέσει νά ἀντιμετωπίσει καί τίς
αἱρέσεις. ∆έν μπορεῖ νά παραβλεφθεῖ ἡ ἔντονη θρησκευτικότητα μέ τήν ὁποία
καλύπτεται κάθε γεγονός τῆς πολιτικῆς καί κοινωνικῆς ἐν γένει ζωῆς τοῦ
Βυζαντίου. Ὅλα καθορίζονται ἀπό τή Θεία βούληση. Αἰτία ἡ πολιτειολογία τῆς
βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας: Θεία προέλευση ὄχι μόνο τῆς ἱερατικῆς ἀλλά καί τῆς
πολιτικῆς ἐξουσίας. Συγχρόνως ἐπισημαίνεται τό ποιμαντικό κριτήριο. Πολλές
φορές οἱ διηγήσεις γίνονται αἰτία νά ἔρχονται στό προσκήνιο θέματα πού ἀφοροῦν
τήν ποιμαντική ζωή ὄχι τόσο εὐχάριστα (μή σωστή ἐπιλογή ἱερέων· σχέσεις πού
ἀφοροῦν τή διοίκηση καί ἰσχύ τῶν ἀποφάσεων τῶν προϊσταμένων ἔναντι τῶν
ὑφισταμένων ὅπως: γέροντα-ὑποτακτικοῦ, ἡγούμενου-μοναχοῦ, ἐπίσκοπου-πρεσβυ-
τέρου ἤ διακόνου· σχέση μοναχῶν ἀλλά καί κληρικῶν μέ τό ἄλλο φύλο στά
πλαίσια τοῦ πειρασμοῦ τῆς πορνείας· ἐπιτίμια καί ἀφορισμοί). Φανερό λοιπόν
γίνεται, ὅτι στόν ἐπίσημο ἐκκλησιαστικό χῶρο ὑπάρχουν διαφόρων εἰδῶν
προβλήματα πού ὀφείλονται στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ὁ πνευματικός ταγός ὅμως
πρέπει νά εἶναι ἄξιος τῶν περιστάσεων καί νά μήν κλονίζεται ἀπό λανθασμένες
συμπεριφορές.
Τελευταῖο κριτήριο ἐπιλογῆς ὑλικοῦ εἶναι τό κοινωνικό. Τό ἀσκητικό ἰδεῶδες δέν
γνωρίζει στεγανά. ∆έν κάνει κανενός εἴδους διακρίσεις. Ὑπάρχουν διηγήσεις
περιγραφικές τοῦ τρόπου ζωῆς πρώην κοσμικῶν πού θέλουν νά ἀκολουθήσουν τό
603
μοναχικό σχῆμα ἀλλά καί διηγήσεις μοναχῶν πού ἐγκαταλείπουν τό σχῆμα γιά τόν
κοσμικό βίο. Ἄλλες πάλι ἀναφέρονται σέ Γέροντες πού στήν πρότερη κοσμική τους
ζωή ἦταν ἄνθρωποι μέ ἀξιώματα καί πλοῦτο. Ἀναφέρονται περιπτώσεις μοναχῶν
πού στόν πρότερο βίο τους ἦταν ληστές ἀλλά καί πόρνες πού μεταστρέφονται καί
γίνονται μοναχές, μετά ἀπό συνεχή καί ἐπίπονο ἀγώνα ἀββάδων. Ἡ θέση τῆς
γυναίκας παρουσιάζεται σεβαστή καί ὁ ρόλος της ἐνεργός τόσο στά πλαίσια τῆς
κοινωνικῆς διακονίας ὅσο καί στά πλαίσια τῆς ἐν Χριστῷ παιδαγωγίας στά
πρόσωπα τῶν ἀμμάδων. Οἱ ἀρετές τους σκιαγραφοῦν τό μεγαλεῖο τους. Πληθώρα
διηγήσεων ὁμολογοῦν τό ἔργο τους. Ἐπίσης θίγονται καθημερινά προβλήματα
ζωῆς, πού μπορεῖ ἀρχικά νά φαίνεται ὅτι δέν ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τό
θρησκευτικό τους περιεχόμενο (τυμβωρυχία, συμβουλευτική γάμου, λευκός γάμος
χάριν παρθενίας), ἀλλά μία κριτική ματιά καταδεικνύει τό ἀντίθετο.
Σημεῖο ἀναφορᾶς τῆς ἔρευνας ὑπῆρξαν οἱ τρεῖς βασικοί μοχλοί κινητήριας
δύναμης πού καθορίζουν τήν ἀφηγηματική λειτουργία τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων:
ὁ συγγραφέας, ὁ ἀφηγητής καί οἱ ἀποδέκτες.
Αὐτά τά κείμενα ἀποτελοῦν μία ἀνταλλαγή ἀνάμεσα στίς πράξεις τῆς θεϊκῆς
παντοδυναμίας καί στή διήγηση τῶν πράξεων αὐτῶν μέσῳ τῶν ὁποίων γίνονται
φανερά τ' ἀποτελέσματα τῆς πρώτης. Ὁ συγγραφέας/συμπιλητής τῶν ψυχωφελῶν
διηγήσεων (πού ὅπως τονίστηκε κατά τήν ἔρευνα δέν εἶναι ἁπλά ἕνας ἀντιγραφέας
ἀλλά φέρει τά χαρακτηριστικά τοῦ συγγραφέα) ἔχει ἀνάγκη τό Θεό, διότι δέν
μπορεῖ νά τόν «διηγηθεῖ», παρά μόνο ἄν Αὐτός τοῦ δώσει ἐξουσία γραφῆς
(θεοπνευστία) πού τοῦ εἶναι ἀπαραίτητη. ∆ιακρίνονται σ' αὐτόν τά στοιχεῖα
μόρφωσης ἑνός μηνύματος (χριστιανικό ἰδεῶδες) κατά τή μετάδοσή του·
ἀναφέρεται σέ μία «πραγματικότητα» παρελθούσα καί ὑπαρκτή ἱστορικά πού
λειτουργεῖ παραδειγματικά καί θέτει ἕνα πρότυπο τοῦ ἀνθρώπινου βίου σάν μέτρο
σύγκρισης γιά τή σύγχρονη πραγματικότητα. Ἐξετάστηκε ἡ ἀξία τῆς ἀναφορικότητας
-χωρίς νά παραβλεφθεῖ ἡ ἔννοια τῆς ἀληθοφάνειας- ἀλλά καί ἡ πειστικότητα τοῦ
συγγραφέα πού ἐξαρτᾶται ἀπό τή διατήρηση ἰσορροπίας μεταξύ ἀσυνήθιστου καί
συνηθισμένου· μέσον ἐπιτεύξεως ἀλλά συγχρόνως καί δυνατότητα, ἡ καλλιέργεια
τῆς ἀλήθειας ὡς αὐθεντικότητας.
604
νικῆς διδασκαλίας γιά τόν ὀρθόδοξο χριστιανό (σύγκλιση σκοποῦ συγγραφῆς καί
ἀνάγνωσης).
Μέ προϋπόθεση ἐργασίας τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων ὡς εἰδικῆς
λογοτεχνικῆς κατηγορίας ἐπιχειρήθηκε συνδυαστική σύγκριση τῶν ὑποθέσεων
αὐτῶν τῶν διηγήσεων. Ἔγινε ἐπιλογή ἕξι (6) τύπων (μοτίβων) ψυχωφελῶν
διηγήσεων καί ξεχωρίζοντας τά συστατικά τους μέρη, μελετήθηκε ἡ σχέση τῶν
μερῶν μεταξύ τους καί ὡς πρός τό σύνολο. Ἀπαντήθηκαν ἀξίες μόνιμες καί
σταθερές (λειτουργίες δρώντων προσώπων) πού ἀποτελοῦν τά θεμελιώδη
συστατικά μέρη, ἀλλά καί μεταβλητές πού ὅμως ἀντιστοιχοῦν σέ ἰδιότητες
προσώπων καί ὄχι ἐνέργειες (λειτουργίες), ὁπότε αὐτό ἔδωσε τή δυνατότητα νά
μελετηθοῦν οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις κατά τίς λειτουργίες τῶν δρώντων
προσώπων. Οἱ παρατηρήσεις πού κατεγράφησαν σέ σχέση μέ τή δόμηση τῆς
πλοκῆς ὁδήγησαν στή μονάδα μέτρου γιά τίς ψυχωφελεῖς διηγήσεις.
∆ιαπιστώθηκαν κύκλοι δράσεως τῶν λειτουργιῶν (ἀνταγωνιστῆ, δωρητῆ-βοηθοῦ,
ἥρωα), διευκρινίστηκαν οἱ ἰδιότητες τῶν δρώντων προσώπων, μελετήθηκαν
δευτερεύοντες σχηματισμοί-μετασχηματισμοί καί τελικά ἔχοντας κρατήσει μόνο τίς
θεμελιώδεις μορφές, φτάσαμε στό σημεῖο ὕπαρξης μιᾶς ψυχωφελοῦς διήγησης
πού ἀποκαλύπτει, ὅτι στόν πυρήνα της βρίσκεται ἡ παράσταση τῆς ἐν Χριστῷ πορείας
τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ψυχωφελής διήγηση στίς μορφολογικές της
βάσεις, ἀπό ἱστορική ἄποψη, ἀντιπροσωπεύει τήν ἀνθρωπολογία τοῦ χριστιανισμοῦ.
Στοιχεῖο πού πρέπει νά τονιστεῖ εἶναι, ὅτι ὅλο αὐτό τό ἀφηγηματικό ὑλικό
ὑποστηρίζεται ἀπό πληθώρα αὐτούσιων χωρίων ἤ παραπομπές σέ γεγονότα, πρό-
σωπα καί λόγους τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς ∆ιαθήκης πού διαγράφουν τό θεολογικό
ὑπόβαθρο, τά πλαίσια κινήσεως του καί ἀποτελοῦν τό δεδομένο τῆς ἀξιοπιστίας
του.
Ἡ ἔρευνα ἐπικεντρώθηκε στά δομικά γνωρίσματα (ποιμαντική διάσταση) αὐτῶν
τῶν κειμένων. Τό πάθος ἤ λογισμός εἶναι ἕνα ἀπό αὐτά. Τονίζεται ἡ σημασία τοῦ
συνειδησιακοῦ ἐλέγχου μέσα ἀπό μία ξεκάθαρη διάκριση τῶν σταδίων ἐξέλιξης
ἑνός ἐμπαθοῦς λογισμοῦ καί ἐπισημαίνονται οἱ βασικοί ἄξονες τῆς μεθοδολογίας
τῶν Γερόντων (ἀφορμές καί αἰτίες, τρόπος δράσης, στάδια πτώσης καί συνέπειες,
θεραπεία καί ἐξυγίανση παθολογικῆς κατάστασης). Στόν ἀντίποδα τῶν παθῶν
606
ὅρια τῶν δυνατοτήτων του, μέ μία «δια βίου ἐκπαίδευση» (long life education), τόν
ἀντιμετωπίζει ὡς πολυδιάστατη ὕπαρξη καί ὡς ὁλότητα χρονική καί δομική. Εἶναι μία
διαδικασία ἀνάπτυξης καί σταθερῆς προσαρμογῆς, πού δέν χωρίζεται πιά σέ φάση
ἐκπαιδεύσεως (παιδική καί ἐφηβική ἡλικία) καί σέ περίοδο ἐφαρμογῶν (ζωή
ἐνηλίκου). Σέ ὅλη τή διάρκειά της εἶναι μία σταθερή ἐνεργοποίηση ὅλων τῶν
δυνάμεων τοῦ ἀνθρώπου γιά ἀντιμετώπιση νέων προβλημάτων, γιά ἀφομοίωση
γνώσεων καί γιά δημιουργία νέων προοπτικῶν. Γι αὐτό ἐπικρατεῖ καί ἡ ἀντίληψη ὅτι
ὁ παιδαγωγός ὀφείλει νά ἐπεκτείνει τίς δραστηριότητές του καί σέ ἄλλους τομεῖς
ὅπως ἐκεῖνοι τῆς προληπτικῆς, τῆς διαγνωστικῆς καί τῆς συμβουλευτικῆς παιδαγωγι-
κῆς, παράμετρο τήν ὁποία εἶχε συλλάβει ἡ παιδαγωγική μεθοδολογία τῶν
Γερόντων.
Ἡ ἔρευνα ἐπισημαίνει: α) Τή σχέση μεταξύ τῶν ἐννοιῶν «σύμβολο» (πού δέν
εἶναι δυνατόν νά ἐξαντληθεῖ ἐννοιολογικά) καί «μεταφορά» (ὑπό τήν ἔννοια τῆς
δημιουργικῆς ἀντί εἰκονογραφικῆς λειτουργίας). β) Ἡ μεταφορά μπορεῖ ν'
ἀναδείξει τό γλωσσικό ὑπόστρωμα τοῦ συμβόλου (σέ μία καιρική καί συμβατική
γλώσσα καθώς δέν ὑπάρχει πραγματική ἀναλογία βιβλικῆς λέξης καί δηλουμένης
ἀληθείας) καί μέσῳ αὐτοῦ νά διαστείλει τό νόημά του, ἀνασύροντας
«πληροφορίες» ἀπό τό βάθος τοῦ σημασιολογικοῦ του ὁρίζοντα (ἑρμηνευτικό
ἐργαλεῖο). γ) Προχωρεῖ στόν ἐντοπισμό τοῦ τί μπόρεσε νά σηματοδοτηθεῖ μέσα
ἀπό μία ἐπανιδιοποίηση τῶν κειμένων τῶν ψυχωφελῶν διηγήσεων:
- Ἀποτελοῦν δυνατότητα στοιχειώδους ἐκπαίδευσης καί μόρφωσης τοῦ χριστιανι-
κοῦ ἰδεώδους, ὄχι μόνο τῶν μοναχῶν καί τῶν ἐν δυνάμει μοναχῶν πού
διδάσκονται τίς ἀρχές τοῦ μοναχισμοῦ ἀπό τήν κοιτίδα του, ἀλλά καί τοῦ ἁπλοῦ
πιστοῦ. Συγχρόνως ἰσχυροποιοῦν διεκδικήσεις τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας γιά ἐδαφικά
σύνορα ἱερῶν τόπων ἀπό ἀλλοθρήσκους ἤ ἑτεροδόξους ἀλλά καί πολιτειακές
ἐκκρεμότητες σέ σχέση μέ τήν ἐν γένει ἐκκλησιαστική καί μοναχική ζωή.
Ἡ χριστιανική διδασκαλία εἶναι ἐνσωματωμένη σέ ἀφήγηση. Τό ἀφηγηματικό ἐκτός
ἀπό τό ἱστορικό ὑπόβαθρο (τῆς ἐφαρμογῆς ἤ μή τοῦ χριστιανικοῦ ἰδεώδους ὡς
ἱστορική πρακτική) μᾶς προσανατολίζει σέ μία τελεολογία, δηλ. τή δυναμική
διεργασία τῆς σχέσης Θεοῦ-ἀνθρώπου. Αὐτό σημαίνει ὅτι τό χριστιανικό ἰδεῶδες
γίνεται ἱστορική ἐπιλογή καί ἔτσι τό ἀφηγηματικό παραπέμπει στό ἐντολοδοτικό
614
(κατανόηση καί ἐφαρμογή τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας γιά ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας)
καί τό ἐντολοδοτικό στό ἀφηγηματικό. Μέσα στήν ἐναλλασσόμενη αὐτή κίνηση ἡ
ἀφήγηση ἀποτελεῖ παράδειγμα τοῦ κανόνα καί ὁ κανόνας ἀνάγει τήν ἀφήγηση στό
ἐπίπεδο τοῦ παραδείγματος. Τό ἀφηγηματικό καί ἐντολοδοτικό ἔχουν κοινό σκοπό.
Ἡ συνεχής ἐπανερμηνεία τῶν ἀφηγήσεων ὁδηγεῖ στήν «οἰκειοποίηση» τῆς
χριστιανικῆς διδασκαλίας.
- Ἡ ἀγάπη γιά τόν ἐχθρό καί ὄχι ἡ γενική ἀγάπη ὑψώνει τό ἠθικό στό ἐπίπεδο τοῦ
καθολικοῦ· τό χωρίς ἀντάλλαγμα, στήν παραίτηση ἀπό τήν προσδοκία τῆς
ἀμοιβαιότητας. Συγχρόνως μεταστρέφεται ἡ δικαιοσύνη στό ὑψηλότερο ἰδεατό της.
Ὁ φυλακισμένος, ἡ πόρνη, ἡ χήρα, ὁ ξένος ἀπεικονίζουν παραδειγματικά τήν πίεση
πού ἀσκεῖται ἀπό τήν ἀγάπη ἐπί τῆς δικαιοσύνης, ὥστε ἡ δικαιοσύνη νά ἐπιτεθεῖ
μετωπικά στίς πρακτικές ἀποκλεισμοῦ πού εἶναι ἴσως τό ἀντιστάθμισμα κάθε
ἰσχυροῦ κοινωνικοῦ δεσμοῦ. Ἡ ἐντολή ν' ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας διευρύνει τήν
ἔννοια τοῦ πλησίον πού δέν ξεφεύγει ἀπό τούς πολιτιστικούς περιορισμούς πού
συγκροτοῦν τόν πολιτικό δεσμό, πράγμα πού δέν ἀπέχει ἀπό τή σύγχρονη
πραγματικότητα.
- Ἡ ἔννοια τῆς ὑπακοῆς δέν ἀντιστοιχεῖ στό αἴσθημα τῆς ἐξάρτησης, δηλ. στήν ἁπλή
ὑπακοή, ἀλλά ἀποκτᾶ τήν παράδοξη μορφή τῆς «ὑπακοῆς ἀπό ἀγάπη», ὅπου ἡ
ἐξάρτηση λαμβάνει τό γνώρισμα τοῦ ἀγαπώμενου ὄντος. Ἡ δύναμη ἐπέκτασης πού
ἁπλώνεται ἔξω ἀπό τό Θεό εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον. Μόνη ἡ ἀγάπη πού ἔχουμε
δεχτεῖ ἀπό τό Θεό καθιστᾶ τήν πράξη τῆς ἀγάπης «κατ' ἐντολήν ἀγάπη». Ἡ ἀγάπη
τοῦ πλησίον τείνει νά ὠθήσει τόν ἄνθρωπο ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του πρός τήν
ἀπεριόριστη πληθυντικότητα τῶν ἄλλων πού ἔχει ἀπεναντί του.
- Ἡ ἀπόκτηση ἀρετῶν μέσα ἀπό τήν ἐνδοσκόπηση καί θεραπεία τῶν παθῶν
ἀποτελοῦν μεθοδικές προσεγγίσεις συμπληρωματικοῦ χαρακτήρα τοῦ χριστιανικοῦ
ἰδεώδους, καθώς ἡ γνώση τῶν συνθηκῶν παραγωγῆς καί τῆς σύνθεσης τοῦ
κειμένου ἐπιτρέπουν τήν ἀποπλαισιοποίηση τοῦ μηνύματος καί τήν ἐπαναπλαισιο-
ποίηση του σ' ἕνα πλέγμα συμφραζομένων, πού ὡς στόχο του ἔχει τήν «σύγχρονη
καθημερινότητα» καί εἶναι διαφορετικό ἀπό τό ἀρχικό.
Ἡ λειτουργία τῆς παράδοσης καθίσταται δυναμική ἄν γίνει ἀντιληπτό πῶς μπορεῖ
κάποιος ν' ἀξιοποιήσει καί νά προβάλλει τά στοιχεῖα της. Συγκεκριμένα, ὅσον
615
ἀποτυπώθηκε· ὅμως καί ἡ πνευματική ζωή τοῦ σήμερα συνεχίζεται καί δίνεται μέ
τρόπο ἀφηγηματικό, στηριζόμενη σέ «πρότυπα παλιά καί διαχρονικά».
Οἱ ψυχωφελεῖς διηγήσεις ἀποτελοῦν ἕνα ζωντανό κομμάτι τῆς ὀρθόδοξης
Παράδοσης. Εἶναι ἱερές ἱστορίες πού διηγοῦνται-τακτοποιοῦν τίς ἀτομικές ἤ
κοινωνικές ἐμπειρίες καί ἀναδομοῦν τήν πραγματικότητα στά πλαίσια τοῦ σχεδίου
σωτηρίας τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Ἀνοίγουν τό δρόμο πρός τήν ἱερή
πραγματικότητα καθώς οἱ ἄνθρωποι κάνουν τήν ὑπέρβαση. Εἶναι ἀληθινές μέ τήν
ἔννοια ὅτι δίνουν ἱκανοποιητικές ἀναπαραστάσεις τῆς ἀτομικῆς ἤ κοινωνικῆς
ἀντίληψης τοῦ κόσμου. Ἐμπνέουν τό δέος καί τό θαῦμα γιά τό μυστήριο τοῦ
σύμπαντος. ∆ίνουν ἀπαντήσεις καί ἐξηγήσεις, ἀποκαλύπτουν ἐνοράσεις καί ἀφυπνί-
ζουν τή συνείδηση. Προκαλοῦν συναισθήματα καί προσφέρουν παραδείγματα
ἀλλαγῆς τῆς ἀνθρώπινης συμπεριφορᾶς. Συγχρόνως ξαφνιάζουν καί προκαλοῦν.
Θίγουν τίς συμβατικές ἀντιλήψεις γιά τόν κόσμο καί ἐνθαρρύνουν τούς
ἀνθρώπους νά ἐξετάζουν ἐκ νέου τή ζωή τους. Ἀπό μόνες τους εἶναι ἕνα μήνυμα·
δέν εἶναι ἁπλά μία δήλωση ἐνάντια στήν προκατάληψη ἀλλά μία ἀπευθείας
πρόκληση τοῦ τρόπου ζωῆς τῶν ἀκροατῶν-ἀναγνωστῶν. Φέρνουν τούς ἀκροατές-
ἀναγνῶστες σέ ἐπαφή μέ τά συναισθήματά τους, ἀλλά ὄχι μέ ἄμεσο τρόπο, μέ
ἀποτέλεσμα οἱ ἄμυνες νά ὑπερνικῶνται πιό εὔκολα. Οἱ ἀκροατές-ἀναγνῶστες
ἀναγνωρίζουν ἀκούγοντας-διαβάζοντας τήν διήγηση, τόν συμβατικό τρόπο
σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ζοῦν κι ἐκεῖ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ δυνατότητα
ἐπαναπροσανατολισμοῦ τους πρός ἕναν νέο τρόπο ζωῆς. Οἱ ψυχωφελεῖς
διηγήσεις ποιμαίνουν, συμβουλεύουν καί παιδαγωγοῦν ἐν Χριστῷ.
620
621
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Κύριες πηγές.
ἀναφέρεται στήν ἅλωση τοῦ Σινᾶ ἀπό τούς Ἄραβες καί εἶναι γραμμένο στό β’ μισό
τοῦ 7ου αἰ. καί ὁ Nau πιστεύει ὅτι κι αὐτή ἀνήκει στόν Ἀναστάσιο. Ὁ F. Nau στό
Oriens Christianus,1903, σ.56-90 παρουσιάζει δεκαοκτώ διηγήσεις τίς ὁποῖες δέκα
πρῶτες τίς ἀποδίδει (XLII-LI) στόν Ἀναστάσιο μοναχό καί ταπεινό ἐλάχιστο. Ἄλλες
δύο διηγήσεις, ἡ LII πού φέρει τήν προσθήκη «Περί τῆς ἁγίας προσφορᾶς» καί ἡ LIII
πού προηγεῖται μιᾶς διήγησης (LIV) πού ἀποδίδεται στόν Ἀναστάσιο, ἴσως ἀνήκουν
στόν Ἀναστάσιο. Ἡ LIV βρίσκεται σέ πέντε χειρόγραφα, πού τά δύο τήν ἀποδίδουν
στόν Ἀναστάσιο τῆς μονῆς Σινᾶ, δύο στόν Ἀναστάσιο Πατριάρχη Ἀντοχείας καί
ἕνα σέ κανέναν. Οἱ διηγήσεις LV-LVII ἀναφέρονται στόν Ἀναστάσιο τόν Σιναΐτη
ὅμως ἔχουν συνταχθεῖ ἀπό ἀνώνυμο συγγραφέα (σ. 56). Ἡ LVII βρίσκεται καί στό
Λειμωνάριον, σ. 217 τοῦ Ἰωάννη Μόσχου, ὅμως ἡ ἔρευνα δέν ἔχει ἀποφανθεῖ ἄν
ἐκ τῶν ὑστέρων μπῆκε στό Λειμωνάριο ἤ ἐνῶ ἦταν στό Λειμωνάριο ἐκ τῶν
ὑστέρων ἀποδόθηκε στόν Ἀναστάσιο (σ. 59). Στό τέλος δημοσιεύονται ὡς
Παράρτημα (appendice) δύο διηγήσεις οἱ LVIII καί LIX πού δέν ὑπάρχει κανένας
λόγος γιά νά ἀποδοθοῦν στόν Ἀναστάσιο, ὅμως ἀναφέρονται σέ σημαντικές
πληροφορίες γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως στήν Ἱερουσαλήμ, ὅπως καί οἱ
προηγούμενες διηγήσεις XLIII, XLIV, XLVI, καί ἰδιαίτερα στόν ἔκλυτο βίο τοῦ
Πατριάρχη Ἀμώς, πού οἱ Πατέρες ἀναγκάστηκαν μετά τό θάνατό του νά
διαγράψουν τό ὄνομά του ἀπό τά δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας.
2. Ἄνθη τῆς Ἐρήμου (ἀρ. 17): Ἰωάννου Μόσχου, Λειμωνάριον, εἰσαγωγικά-
μετάφραση-σχόλια Μοναχοῦ Θεολόγου Σταυρονικητιανοῦ, Ἅγιον Ὄρος
1983· χρησιμοποεῖ ὡς πηγή τήν ἀναδημοσίευση τοῦ κειμένου τῆς Ἑλληνικῆς
Πατρολογίας τοῦ Migne τόμος 87, Μέρος Γ’, στ. 2848- 3116.
Λειμών ἤ Λειμωνάριον ἔργο τοῦ Ἰωάννη Μόσχου γνωστοῦ μέ τήν ἐπωνυμία
Εὐκρατᾶς εἴτε δηλαδή ὡς ἐγκρατής εἴτε ἀπό τό εἶδος τοῦ ποτοῦ εὔκρατον. Ἔζησε
στά χρόνια τοῦ Τιβερίου καί Μαυρικίου (578-602) καί μέ τή συνοδεία τοῦ
Σωφρονίου, μετέπειτα Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, στόν ὁποῖο ἀφιερώνει καί τό
ἔργο του, ἐπισκέφθηκε σάν προσκυνητής τήν Παλαιστίνη, τήν Αἴγυπτο, τό Σινᾶ, τή
Συρία, τή Μικρασία, τήν Κύπρο καί ἄλλα μέρη. Πέθανε στή Ρώμη τό 619. Τό ἔργο
ἔχει πολλές φορές δημοσιευθεῖ ἀπό τό 1624 καί μετά καί ἡ ἀξία του εἶναι
τεράστια, παρά τήν κάποια ἄτακτη ἔκθεση τῶν ἀφηγήσεων, καθώς δίνει πολύτιμες
624
πληροφορίες γιά τήν μοναχική ζωή τῶν χρόνων του. Αὐτό ἀποδεικνύουν καί οἱ
πολλές μεταφράσεις καί ἀπανωτές ἐπανεκδόσεις του. Μερικοί νεώτεροι ἀπέδωσαν
συνεργασία καί συμμετοχή στή συγγραφή καί στόν Σωφρόνιο: ἐκδόσεις
Ἁγιορειτικῆς Βιβλιοθήκης, Λειμωνάριον τό παλαιόν..., βιβλίον ψυχωφελέστατον
Ἰωάννου Εὐκρατᾶ καί Σωφρονίου τοῦ Σοφιστοῦ, ἔκδ. γ’, ἐν Βόλῳ 1959, ὅπου στή
συγκεκριμένη ἔκδοση ἡ μετάφραση εἶναι μερική καί ὑπάρχουν καί προσθῆκες
παραλλήλων ἀποφθεγμάτων ἤ διηγήσεων. Ἡ νεώτερη μετάφραση βρίσκεται στή
σειρά «Ἄνθη τῆς Ἐρήμου» (ἀρ.17): Ἰωάννου Μόσχου, Λειμωνάριον, πού
χρησιμοποεῖ ὡς πηγή τήν ἀναδημοσίευση τοῦ κειμένου τῆς Ἑλληνικῆς Πατρολογίας
τοῦ Migne τόμος 87, Μέρος Γ’, στ. 2848- 3116 (μοναδική πλήρης ἔκδοση), τό
ὁποῖο διορθώθηκε σέ μερικά σημεῖα μέ βάση τό κριτικό ὑπόμνημα, τήν ἀρχαία
λατινική μετάφραση πού παρατίθεται καί ἕνα ἄρθρο τοῦ καθηγητῆ Ε. Κριαρᾶ. Γιά
πρώτη φορά τό Λειμωνάριον τυπώθηκε στό Παρίσι τό 1624 ἀπό τόν Fronto
Ducaeus, τό δέ 1686 δημοσίευσε τά γνωστά σ' αὐτόν κεφάλαια (συνολικά 219) ὁ
Cotelerius. Ὁ καθηγητής Ε. Κριαρᾶς δημοσίευσε παρατηρήσεις του στό Λειμωνά-
ριον πού γίνονται μέ ἀφετηρία τή συλλογή ἀποσπασμάτων πού δημοσίευσε ὁ D.C.
Hesseling στό ἔργο του Bloemlezing uit het Pratum Spirituale van Johannes Moschus,
Οὐτρέχτη 1916 (στά γαλλικά μέ τόν τίτλο Morceaux choisis du Pre Spirituel de
Jean Moschos, Παρίσι 1931), καθώς καί τά 14 ἀνέκδοτα διηγήματα τοῦ
Λειμωνάριον πού δημοσίευσε τό 1938 ὁ Th. Nissen μέ τόν τίτλο Unbekannte
Erzählungen aus dem Pratum Spirituale στή Byzantinische Zeitschrift, τόμος 38, σελ.
351-376. Ἐπίσης γιά τό δημοσίευμα τοῦ Elpidio Mioni: Il Pratum Spirituale di
Giovanni Mosco, Ρώμη 1951, ὁ Ε. Κριαρᾶς δημοσίευσε βιβλιοκρισία στά Ἑλληνικά,
τόμος 12, σ. 188-194 (βλ. Π.Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ. 196-197·
∆ημ. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, σ. 26· Νικ. Τωμαδάκη, Σύλλαβος Βυζαντινῶν
μελετῶν καί κειμένων, τεῦχος πρῶτον, σ.295).
3. Βυζαντινή Βιβλιοθήκη, Παλλαδίου, Λαυσαϊκή ἱστορία τόμος Α΄, κεφ. 1-
44, Ὀργανισμός Κλασσικῶν Ἐκδόσεων, Ἀθήνα 1970, Μετάφρασις -Εἰσαγωγή-
Σχόλια Ν.Θ. Μπουγάτσου -∆.Μ. Μπατιστάτου, τόμος Β΄ κεφ. 45-71, ἐκδόσεις
Τῆνος).
625
9) Κ∆´ ∆εκεμβρίου, Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν ΝΙΚΟΛΑΟΥ τοῦ ἀπό
στρατιωτῶν, καί διήγησις ὠφέλιμος (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ
ἐνιαυτοῦ, τ.Α’, σ. 335).
10) ΚΣΤ´ Μαρτίου, ∆ιήγησις ὠφέλιμος ΜΑΛΧΟΥ μοναχοῦ αἰχμαλωτισθέντος,
(Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Β’, σ.56).
11) ΚΗ´ Απριλίου, ∆ιήγησις περί τοῦ γενομένου θαύματος κατά τήν Ἀφρικήν ἐν τῇ
πόλει Καρθαγένῃ (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Β’, σ.113).
12) Α´ Ἰουνίου, ∆ιήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος ΜΕΤΡΙΟΥ ὀνομαζόμενου
(Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Β’, σ.177).
13) ΚΖ´ Ἰουνίου, ∆ιήγησις Συνεσίου Ἐπισκόπου Κυρήνης περί Εὐαγρίου τινός
φιλοσόφου, καί χρυσίου λιτρῶν τριακοσίων (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ
ἐνιαυτοῦ, τ. Β’, σ. 227). Ἡ παρούσα διήγηση δέν ὑπάρχει στήν πηγή μας.
14) ΙΑ´ Αὐγούστου, ∆ιήγησις περί τῆς ἀχειροποιήτου εἰκόνος τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ
καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ,
τ. Β’, σ. 310).
Στήν πηγή μας ὑπάρχουν καί κάποιες ἀφηγήσεις πού ὅμως δέν ὀνομάζονται
«διηγήσεις»˚ αὐτές εἶναι:
1) ΚΕ´ Σεπτεμβρίου, Ἀνάμνησις τοῦ μεγάλου σεισμοῦ, καί τῆς εἰς τόν ἀέρα ἁρπαγῆς
τοῦ παιδός (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Α’, σ. 66).
2) Γ´ Ὀκτωβρίου, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος ∆ΙΟΝΥΣΙΟΥ τοῦ Ἀρεοπαγίτου
(πρόκειται γιά ἀπόσπασμα ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου ∆ιονυσίου πρός τόν θεραπευτή
(μοναχό) ∆ημόφιλο καί περιλαμβάνεται στό συναξάρι του (Συναξαριστής τῶν
δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Α’, σ. 96).
3) ΛΑ´ Ὀκτωβρίου, Μνήμη ὁμολογητοῦ τινος ἀνωνύμου ἐκ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς
Ἱστορίας τοῦ μακαρίου Θεοδωρήτου, (P.G 82, 1101- 1104· Συναξαριστής τῶν
δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Α’, σ. 177)· στήν πηγή μας φέρει τήν ὀνομασία
«διήγησις» στόν Συναξαριστή ὅμως ὄχι.
Ἡ λέξη Συναξάριο δηλώνει ὅτι πρόκειται γιά κείμενο προοριζόμενο νά ἀναγι-
γνώσκεται κατά τίς συνάξεις, δηλαδή, τίς ἑόρτιες συγκεντρώσεις τῶν πιστῶν στούς
λατρευτικούς χώρους· ἔτσι κατ' αὐτή τήν ἔννοια κάθε ἁγιολογικό κείμενο πού
ἀναγιγνώσκεται στίς ἐκκλησίες καί πληροφορεῖ τούς πιστούς γιά τό περιεχόμενο
629
Πηγή τοῦ κειμένου μας θά ἀποτελέσει ὁ Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ
ἐνιαυτοῦ ὑπό τοῦ ἐν μακαρία τῆ λήξει Νικοδήμου Ἁγιορείτου, τόμοι πρῶτος καί
δεύτερος, ἐπεξεργασθείς ὑπό τοῦ Θ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, ἐκδ. Χ. Νικολάου
Φιλαδελφέως, Ἀθήνησι 1868. Ἡ πρώτη ἔκδοση ἔγινε στή Βενετία τό 1819, ἡ
δεύτερη μετατύπωση στήν Κωνσταντινούπολη τό 1842 ἀπό τόν ἱερέα Σωφρόνιο Χ.
Ἀσλάνογλου σέ δεκατρεῖς τόμους, καθ' ὅλα ἀπαράλλακτη τοῦ πρωτοτύπου καί κατά
τό λεκτικό καί κατ' αὐτά τά τυπογραφικά παροράματα· ἡ τρίτη τό1868 στή Ζάκυνθο,
ἡ τέταρτη εἶναι τό κείμενό μας καί ἡ νεώτερη τοῦ Κ.Χ. Σπανοῦ, Ἀθῆναι 1973.
(πρβλ. Π.Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.18). Ὁ Θ. Νικολαΐδης
Φιλαδελφεύς στόν πρόλογό του στήν ἐπεξεργασία τοῦ Συναξαριστῆ τοῦ Ἁγίου
Νικοδήμου, διευκρινίζει ὅτι: «Τόσῳ δὲ θαρραλεώτερον ἐπιχείρησα τὴν ἐπεξεργασία
τοῦ λεκτικοῦ, καθόσον τὸ περὶ τούτου παράδειγμα μοὶ ἔδωκεν αὐτὸς οὗτος ὁ ἐν
μοναχοῖς ἀοίδιμος Νικόδημος, κατὰ πολὺ ἐπὶ τὸ καθαρεῦον διασκευάσας τὴν αὐτοῦ
μετάφρασιν, καθ' ἅπερ ὁμολογεῖ, ἀφ' ὅτι ὁ πρὸ αὐτοῦ μεταφράσας τὸν
Συναξαριστήν Μάξιμος ὁ Μαργούνιος.» (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ
ἐνιαυτοῦ, σ.α’). Ἀκολούθησε καθ' ὅλα τ' ἄλλα πιστά τό πρωτότυπο, μέ ἀντιπαραβολή
τήν ἔκδοση τοῦ Μαργουνίου καί τά Μηναῖα, χωρίς καμμία παράλειψη. Ὅσα
σφάλματα μεταφραστικά ἀναφέρει ὁ Νικόδημος ὅτι ὑπάρχουν στά Μηναῖα ἔχουν
ἐπανορθωθεῖ ἀπό τόν Βαρθολομαῖο τόν Κουτλουμουσιανό στήν ἔκδοση τῶν
Μηναίων, ὁπότε ἡ παρούσα ἔκδοση δέν τά παραθέτει (Συναξαριστής τῶν δώδεκα
μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, σ.δ’). Ὁ ἐκδότης ἐπίσης σημειώνει: «Ὅ,τι δήποτε δὲ προσέθηκα
ἐν ὑποσημειώσει ἢ χάριν ἱστορικῆς ἀκριβείας, διότι παρετηρήθη ὅτι ἐν τῷ
πρωτοτύπῳ πολλαί χρονολογίαι ἦσαν ἐσφαλμέναι, ἢ πρὸς ἐξήγησιν λέξεων τινῶν
λατινικῆς καταγωγῆς ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Βυζαντινοῖς, ἢ ἄλλο τι· ταῦτα πάντα
διέκρινα ἀπὸ τοῦ πρωτοτύπου ἐπισημειώσας τὸ Σ.Ε (Σημείωσις ἐκδότου)», Συναξαρι-
στής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, σ.δ’).
5. Historia Monachorum in Aegypto, édition critique du texte grec par A. J.
Festugière, Subsidia Hagiographica, n. 34, Société des Bollandistes, Bruxelles
1961.
Ἀρχαῖο πολυμελετημένο κείμενο πού θυμίζει πολύ τή Λαυσαϊκή ἱστορία καί τό
Λειμωνάριον. Ἐκτός ἀπό τό ἀρχαῖο ἑλληνικό κείμενο πού δημοσιεύει ὁ Erwin
633
στό β´ μισό τοῦ ι’ αἰώνα, καί ἀναφέρεται ὡς ἐπίσκοπος ἀπό τούς V. Laurent, La liste
episcopale du synodicon de Monembasie, Êchos d’ Orient 32 (1933), σ. 145, καί J.
Gouillard, Le Synodicon de l’ Orthodoxie, τομ.2, 1967, σ.117. Ὡς πρός τήν
χρονολόγησή του στό β’ μισό τοῦ ι’ αἰώνα, καθοριστικά εἶναι τά στοιχεῖα: α) τῆς
σφραγίδας πού βρέθηκε στήν Κόρινθο καί φέρει τήν ὑπογραφή «Παῦλος, ἐλέῳ
Θεοῦ ἐπίσκοπος Μονεμβασίας» καί οἱ εἰδικοί V. Laurent καί G. R. Davidson τήν
τοποθετοῦν στό β’ μισό τοῦ ι’ αἰώνα (πρβλ. Π.Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ,
σ.200-201) καί β) τό ἀπόσπασμα ἀπό τόν Βίο τοῦ ἁγίου Παύλου τοῦ νέου, τοῦ ἐν
Λάτρῳ, (ἁγιολογικό κείμενο πού δημοσιεύτηκε ἀπό τόν Hippolyte Delehaye,
Analecta Bollandiana 11 (1892), 19-74, 136-181) πού ἡ κοίμησή του τοποθετεῖται
στίς 15 ∆εκεμβρίου τοῦ 955· αὐτό βοηθάει νά τοποθετηθεῖ καί ὁ παλιός
συμμοναστής του στό ἴδιο μοναστήρι τοῦ Λάτρου «Παῦλος Μονεμβασίας» μέ τίς
ψυχωφελεῖς του διηγήσεις, πού ἦταν ἤδη ἐπίσκοπος Μονεμβασίας τό 955, καί γιά
λόγους πνευματικούς -ἐκκλησιαστικούς ἔλειπε στήν Κωνσταντινούπολη.
Ἀπό τά κείμενα πού ἀποδίδονται στό Παῦλο τά πρῶτα δέκα θεωροῦνται γνήσια,
ἐνῶ τά 11-14 θεωροῦνται ἀμφιβαλλόμενα (opera dubia). Σημαντική εἶναι στήν ὅλη
τοποθέτηση τῆς συλλογῆς καί μία ἀραβική μετάφραση τοῦ J.M. Sauget, Le Paterikon
du MS Arabe 276 de la Bibliotheque Nationale de Paris, Le Museon 82 (1969),
363- 403, καί μέ παράρτημα Les Histoires utiles à l’ âme de Paul de Monembasie,
395-404. Ἡ παρούσα συλλογή ὁλοκληρώνεται μέ τήν προσθήκη ὡς
«Παραρτήματος» (Annexe) δύο ἀκόμη κειμένων ἀνωνύμου συγγραφέως: α) Περί
τῆς κανονικῆς γυναικός (de canonika nuda, BHG 1449x) καί β) Περί Σεργίου τοῦ
δημότου Ἀλεξανδρέως (Serge, le dêmotês d’ Alexandrie, BHG 1449i), πού ὁ μόνος
λόγος ὕπαρξή τους εἶνα ἡ συγγένεια τοῦ εἴδους καί τοῦ ὕφους τους μέ τά
προηγούμενα κείμενα (ψυχωφελεῖς διηγήσεις) καί ἀποτελοῦν συγχρόνως κατά τόν
Wortley (σ.18) πρόσθετο ἀποδεικτικό στοιχεῖο γιά τήν ἱστορική ἀξία αὐτῶν τῶν
διηγήσεων πού τίς ὀνομάζει «récits tardifs» (παράκαιρες, παρωχημένες, περασμένες
ἱστορίες).
Οἱ ἀντιγραφεῖς τῶν «διηγήσεων τοῦ Παύλου» χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες:
α) σέ αὐτούς πού ἀπέδωσαν πιστά (πολύ ἤ λίγο) τό ἀρχικό κείμενο· β) αὐτοί πού τό
ἐπεξεργάστηκαν (retoucheurs) καί γ) αὐτοί πού τό μετασχημάτισαν. Τό κείμενο τῆς
636
παρούσης συλλογῆς ἀνήκει στήν πρώτη κατηγορία καί οἱ πηγές γιά τίς 1-10
διηγήσεις εἶναι οἱ ἑξῆς:
1. Le Cod. Athous Iviron 408 (Lambros 4528).
2. Le Cod. Athen B.N. 513.
3. Le Cod. Venet Marcian. App. Ii 101 (1592).
4. Le Cod. Vatic. Archivio di S. Pietro graec. C 149, (1611).
5. Cod. Paris suppl. Graec. 28.
6. Cod. Paris Coisl. 378.
7. Cod. Paris graec. 1613.
8. Cod. Paris Coisl 381, (1609) (Wortley, 10-12).
Ὁ Wortley λαμβάνοντας ὑπ' ὄψη του ὅλη τήν προηγούμενη χειρόγραφη
παράδοση, δίνει ἕνα καθαρό ἑλληνικό κείμενο μέ παράλληλη μετάφρααη στά
γαλλικά.
7. «Συναγωγή τῶν θεοφθόγγων ρημάτων καί διδασκαλιῶν τῶν θεοφόρων
Πατέρων ἀπό πάσης γραφῆς θεοπνεύστου συναθροισθεῖσα καί οἰκείως καί
προσφόρως ἐκτεθεῖσα εἰς ὠφέλειαν τῶν ἐντυγχανόντων, παρά Παύλου τοῦ
ὁσιωτάτου μοναχοῦ καί κτήτορος μονῆς τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς
Εὐεργέτιδος, καί Εὐεργετινοῦ ἐπικαλουμένου...», στ΄ ἔκδοση, Ἱερά Μονή
Μεταμορφώσεως τοῦ Κουβαρᾶ Ἀττικῆς,1977.
Σημαντικό Ἀνθολόγιο ἀποφθεγμάτων καί ψυχωφελῶν διηγήσεων εἶναι ὁ
Εὐεργετινός ἤ Εὐεργετινόν. ∆ημιουργός του ὁ Παῦλος εὐσεβής χριστιανός καί
καλλιεργημένος Κωνσταντινουπολίτης, ἀποτραβήχτηκε τό 1048 ἀπό τά ἐγκόσμια
καί ἔχτισε τό μοναστήρι τῆς Εὐεργέτιδος. Πεθαίνει τό 1054 ἀφοῦ προηγουμένως
ἔχει προλάβει νά συνθέσει γιά ψυχική ὠφέλεια τῶν μοναχῶν του τό παραπάνω
πολυσέλιδο ἀνθολόγιο, πού χωρίζεται σέ 4 Βιβλία 50 κεφαλαίων τό καθένα. Ὁ
καθηγητής κ. Π.Β. Πάσχος τόν Εὐργετινό τόν γράφει με η σέ ἀντίθεση μέ τήν στ´
ἔκδοση πού ἀποτελεῖ τήν πηγή μας πού τόν γράφει μέ ι (πρβλ. Π.Β. Πάσχου, Ἅγιοι
οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.198-199).
Τό βιβλίο αὐτό ὑπῆρχε σέ χειρόγραφα τῆς Μονῆς Κουτλουμουσίου. Ἡ πρώτη
ἔκδοση ἔγινε στή Βενετία τό 1783 ἀπό τό τυπογραφεῖο τοῦ Ἀντωνίου Βορτόλι καί
χορηγία Ἰωάννου Καννᾶ. Ἡ δεύτερη μέ συνδρομή τῶν ἀθωνιτῶν Πατέρων ἀπό τούς
637
561), τόν πάπα Ἰωάννη τόν Γ’ (561-574) καί τόν ρωμαῖο μοναχό Πασχάσιο τόν ἐκ
∆ουμίου.
Ὁ ἄγνωστος ἐπιμελητής τῆς παρούσης συλλογῆς κατατάσσει τήν ὕλη του κατ'
ἀλφαβητική σειρά, ἐρανιζόμενος τό ὑλικό του ἀπό βίους, ἐπιστολές, προφορικές
παραδόσεις καί διηγήσεις· παραθέτει τά ἀποφθέγματα 127 Γερόντων καί 3 Ἀμμά-
δων, σύνολο 130. Στό τέλος τοῦ προοιμίου του λέει: «Ἐπειδή δέ εἰσι καί ἕτεροι
λόγοι γερόντων ἁγίων καί πράξεις, μή ἐμφαίνοντες τά ὀνόματα τῶν τε εἰρηκότων
αὐτούς καί πραξάντων, τούτους μετά τήν συμπλήρωσιν τῶν κατά στοιχεῖον ἐν
κεφαλαίοις ἐξεθέμεθα», πού ὅμως ὅπως φαίνεται τό συμπλήρωμα αὐτό μᾶλλον
χάθηκε καί δέν στάθηκε δυνατόν νά ἐκδοθεῖ μέ τό κύριο σῶμα τοῦ Γεροντικοῦ.
Συγγενεύουν πολύ μέ τό Λαυσαϊκόν τοῦ Παλλαδίου.
Ἡ κατ' Ἀλφάβητον παραλλαγή ἔχει ἐπανειλημμένα ἐκδοθεῖ σέ μεταφράσεις
(μοναχῆς Θεοδ. Χαμπάκη, Β. Πέντζα, Π.Κ. Χρήστου· πρβλ. Π.Β. Πάσχου, Ἅγιοι οἱ
φίλοι τοῦ Θεοῦ, σ.195).
Πρόσφατα ἄρχισε ἡ κριτική ἔκδοση τῶν Ἀποφθεγμάτων τῆς Θεματικῆς
παραλλαγῆς στή σειρά Sources Chrétiennes Jean Claude Cuy, Les apophtegmes des
Pères. Collection systématique Chapitres I- IX (SC 387), Paris 1993, ἐνῶ τό κείμενο
καί ἡ μετάφραση τῶν Ἀποφθεγμάτων αὐτῶν ἐκδόθηκε ἀπό τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο «Τό
Γενέσιον τῆς Θεοτόκου» μέ τίτλο Τό Μέγα Γεροντικόν, σέ τέσσερις τόμους,
Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1994-1999 (πρβλ. ∆ημ. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ,
σ.25)
Ὁ τύπος τῶν Ἀποφθεγμάτων, δηλαδή συλλογή γνωμῶν, ρητῶν, χωρίων ἀπό
διαφόρους συγγραφεῖς ἤ καί ἀπό προφορικές παραδόσεις εἶναι γνωστός ἀπό τήν
ἀρχαιότητα (ἔργα Πλουτάρχου, Ἑπτά Σοφῶν). Ὅμως ὁ τύπος τῶν Ἀποφθεγμάτων
πού ἀνήκει στήν Ὀρθόδοξη Θεολογική Γραμματεία, ἔχει ἀποβάλλει τόν
φιλολογικό μανδύα καί ἔχει ἐνδυθεῖ τό μοναχικό τριβώνιο· ἀποτελεῖ τό
προσφιλέστερο μοναχικό ἀνάγνωσμα, γιατί οἱ συγγραφεῖς καί οἱ συλλογεῖς ἦταν
ἁπλοί ἄνθρωποι καί «ἐν διηγήματος εἴδει ἐξέθεντο, ἁπλῷ τινι καί ἀκατασκευάστῳ
λόγῳ· εἰς ἕν γάρ τοῦτο μόνο ἑώρων, ὠφελῆσαι τούς πολλούς».
639
2. ∆ευτερεύουσες πηγές.
χωρίων καὶ χρημάτων μικρῶν, ἀλλὰ καὶ περὶ λογισμῶν καὶ θελημάτων;» (πρβλ.
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, Κείμενα διακριτικά καί ἡσυχαστικά, τ.Β’, σνδ’). Ἐκτός
ἀπό ὑποτακτικός τοῦ Ἀββᾶ Ἰωάννη ὑπῆρξε διακονητής στόν ξενώνα τῆς Μονῆς, στό
νοσοκομεῖο, στήν πνευματική καθοδήγηση τῶν ἀδελφῶν καί ἴσως ὑπῆρξε καί
θυρωρός. Μετά τήν κοίμηση τοῦ ἀββᾶ Σερίδου ἡ τάξη προέβλεπε αὐτόν γιά
ἡγούμενο. Ὅμως αὐτός παραιτήθηκε -μέ σύμφωνη γνώμη τῶν δύο Γερόντων του-
ὅπως καί οἱ ὑπόλοιποι ἀδελφοί γιά νά γίνει ἡγούμενος ὁ τελευταῖος στήν τάξη πού
ὀνομάζονταν Αἰλιανός. Μετά τήν κοίμηση καί τῶν δύο Γερόντων του θέλησε ν'
ἀναχωρήσει γιά τήν ἔρημο (κάπου μεταξύ Γάζας καί Μαϊουμᾶ). Ὅμως στήν Μονή
Σερίδου ὑπῆρχαν Πατέρες πού ἤθελαν νά τόν ἀκολουθήσουν καί ἔτσι δημιούργησε
«ἴδιον Μοναστήριον» μεταξύ Γάζας καί Ἀσκάλωνα γύρω στά 540 μ.Χ.. Κοιμήθηκε
μεταξύ τῶν ἐτῶν 560-580μ.Χ.. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 13 Αὐγούστου.
Ἁπό τό ὕφος καί τή σύνταξη τοῦ ἔργου γίνεται κατανοητό ὅτι οἱ ∆ιδασκαλίες
εἶναι μᾶλλον προφορικές ὁμιλίες τοῦ ἀββᾶ πρός τούς μαθητές του πού
διασώθηκαν μέ χειρόγραφα τῶν ἀκροατῶν του, οἱ ὁποῖοι ἀρχικά κατέγραψαν τά
κεντρικά σημεῖα καί νοήματα καί ἀργότερα ὑπό τήν ἐπίβλεψή του τά ἀνέπτυξαν. Οἱ
λόγοι του παρ' ὅτι ἀναφέρονται σέ κοινοβιάτες μοναχούς γιά προβλήματα
πνευματικῆς ζωῆς, ἀνθρώπινες σχέσεις καί πρακτικούς τρόπους συμμόρφωσης
στούς μοναχικούς θεσμούς καί στό τυπικό τῆς Μονῆς, ἀποκτοῦν γενικότερη
σπουδαιότητα καί σημασία γιά «πάντας τοὺς θέλοντας εὐσεβῶς ζεῖν». Συχνά
συναντῶνται στό λόγο του παρομοιώσεις, ἱστορίες ἀπό τή ζωή τῶν Γερόντων,
προσωπικές του ἀναμνήσεις ἀπό τόν καιρό τῆς μαθητείας του στή Μονή Σερίδου,
πράξεις καί ἀδυναμίες του, παραδείγματα ἐμπνευσμένα ἀπό τά φυσικά φαινόμενα,
τή συμπεριφορά ζώων, τίς ἐπιστῆμες καί τέχνες πού κάνουν τό κείμενο
περισσότερο εὔληπτο καί εὐχάριστο. Αὐτές οἱ παράγραφοι πού θά εἶναι κύρια πηγή
μας εἶναι οἱ 22, 31, 55-57, 78, 85-87, 89-91, 98-99, 106,115-121,150-
152,163,183. Ἐπίσης ὑλικό μας ἀποτελοῦν οἱ παράγραφοι 2-13 πού ἀναφέρονται
σέ περιστατικά τῆς ζωῆς τοῦ ἀββᾶ ∆οσιθέου κοντά στόν ἀββᾶ ∆ωρόθεο (σ.53-71).
Κατά τόν 10ο αἰ. τά ἔργα του διαδίδονται στά Ἑλληνικά μοναστήρια τῆς
Μεσημβρινῆς Ἰταλίας καί ἀπό ἐκεῖ γίνονται γνωστά στούς Βενεδεκτίνους. Ἀπό τόν
11ο αἰώνα μεταφράστηκαν τμηματικά στή λατινική στό Mont Cassin. Ἐπίσης οἱ
641
μοναχοί τοῦ Ἁγίου Βενεδίκτου μετέφρασαν στή λατινική τό ἔργο του. Τό1564
δημοσιεύεται ἄλλη μετάφραση πού ἔχει ἀναλάβει ὁ Χρυσόστομος de Calabre.
Μεταφράστηκε στά γαλλικά καί φλαμανδικά. Ἐπίσης ὑπάρχει γερμανική ἔκδοση τοῦ
1928 πού ἔκανε ὁ Dom Basilius Hermann. Ἡ τελευταία καί πιό ἐπιμελημένη πού
ἀποτελεῖ καί βοήθημα γιά τό παρόν ἔργο εἶναι αὐτή πού περιλαμβάνεται στή σειρά
τῶν Sources Chretiennes No 92. Τέλος ὁ Κωνσταντῖνος Σκουτέρης ἐκδίδει μία
ἀξιόλογη μελέτη ἀναφορικά μέ τή διδασκαλία τοῦ ἀββᾶ ∆ωροθέου πού
συνοδεύεται ἀπό εἰσαγωγή, μετάφραση καί γλωσσάριο (Abba Dorotheos. Practical
Teaching on the Christian Life, Translation, introduction and glossary by Constantine
Scouteris, Athens 2000).
2. Ἁγία Γραφή
Συχνά στά κείμενα τῶν πηγῶν μας γίνονται παραπομπές σέ χωρία τῆς Παλαιᾶς
καί Καινῆς ∆ιαθήκης, πού ἴσως μερικές φορές προσεγγίζονται καί μέ ἕναν
ἰδιαίτερο τρόπο. Ὁδηγός στή δική μας ἔρευνα ἀποτελοῦν:
-Nestle-Aland, Novum Testamentum Graece, Deutsche Bilelgesellschaft Stuttgart,
1988.
-Rahlfs Alfred, Septuaginta, vol. I Leges et historiae, vol. II Libri poetici et
prophetici, Privilegiert Württembergische Bibelanstalt, Stuttgart, 1935.
3. Ἀμμωνίου μοναχοῦ, ∆ιήγησις περί τῶν ἀναιρεθέντων ὑπό τῶν βαρβάρων
ἁγίων πατέρων τοῦ Σινᾷ ὄρει καί ἐν τῇ Ραϊθοῦ πού ἐκδόθηκε ἀπό τον F. Combefis,
Illustrium Christi martyrum lecti triumphi… Paris 1660, σ.88-132. Στή διήγηση
σημειώνεται ὅτι συγγραφέας εἶναι ὁ Αἰγύπτιος μοναχός Ἀμμώνιος καί ὅτι
μεταφράστηκε στά ἑλληνικά ἀπό τόν πρεσβύτερο Ἰωάννη. Χρόνος συγγραφῆς
θεωρεῖται ἡ περίοδος πατριαρχείας τοῦ Πέτρου Β’ Ἀλεξανδρείας καί εἰδικότερα τό
χρονικό διάστημα 375-378 (πρβλ. ∆ημ. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, σ. 27).
Πηγή τῆς ἔρευνάς μας ἀποτελεῖ τοῦ Π.Β. Πάσχου, Οἱ Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι
τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθῆναι 1989, σ.21-55.
4. Ἀποφθέγματα Μακαρίου PG 34, 230-262.
Ἀποφθέγματα πού ἀναφέρονται καί στούς δύο Μακαρίους δηλ. τόν Αἰγύπτιο καί
τόν ἐξ Ἀλεξανδρείας, καί πού κατά τό πλεῖστον συναντῶνται στό Γεροντικόν ἤτοι
Ἀποφθέγματα Ἁγίων Γερόντων, πού ἀποτελεῖ κύρια πηγή μας.
642
τῶν Παρισίων (60), ἡ Βοδλιανή Βιβλιοθήκη τῆς Ὀξφόρδης (6), ἡ Βιβλιοθήκη τῆς Ἱ.
Συνόδου στή Μόσχα, ἡ Βασιλική Βιβλιοθήκη τοῦ Μονάχου, ἡ Ἱεροσολυμιτική, ἡ
Σιναϊτική, οἱ Ἁγιορείτικες Βιβλιοθῆκες καί ἡ Πατμιακή. Μικροφίλμς χειρογράφων
διατίθενται στή Βιβλιοθήκη τῆς Βουλῆς τῆς Οὐάσικτων καί στό Ἰνστιτοῦτο Ἐρεύνης
καί Ἱστορίας τῶν κειμένων.
Στό σύνολό της ἡ συλλογή περιέχει 841 Ἐρωταποκρίσεις. Οἱ 397 εἶναι τοῦ
Ἀββᾶ Βαρσανουφίου, τοῦ μεγάλου Γέροντα καί οἱ 444 τοῦ ἀββᾶ Ἰωάννου τοῦ
προφήτου. Οἱ Ἐρωταποκρίσεις σώθηκαν μέχρι σήμερα, ὄχι μέ τή μορφή
ἀποσπασμάτων, ἀλλά μέ τή μορφή ἑνιαίας συγκροτημένης συλλογῆς. Ἡ συλλογή
φαίνεται ὅτι ἀπαρτίστηκε ὅπως ἀποδεικνύουν οἱ Πατρολόγοι ἀπό τόν ἀββά
∆ωρόθεο, ἄνδρα λόγιο καί «πεφωτισμένον» πού ἦταν μοναχός στή Μονή Σερίδου,
πνευματικό τέκνο τῶν δύο Γερόντων. Ἡ μοναδική βιογραφία τοῦ Ἁγίου
Βαρσανουφίου τοῦ Μέγα ὑπάρχει μόνο στή λατινική γλώσσα καί δέν μπορεῖ ν'
ἀποδειχθεῖ ἀξιόπιστη πηγή τοῦ βίου του, καθώς οἱ D. Pepebrochio καί S. Vailhe
ἀναφέρουν ὅτι ὁ βίος αὐτός μπορεῖ ν' ἀνήκει σέ ἄλλον Βαρσανούφιο πού ἔζησε
παλαιότερα. Ἀπό μαρτυρία τοῦ Εὐάγριου τοῦ Σχολαστικοῦ δίνεται ἡ πληροφορία ὅτι
γεννήθηκε στά μέσα τοῦ ε´ αἰ.. Στά χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ (527-
565) ἔχαιρε μεγάλης φήμης. Ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπό τήν Αἴγυπτο. Στό Κοινόβιο
τοῦ Σερίδου πού ἱδρύθηκε στίς ἀρχές τοῦ στ´ αἰώνα καί βρίσκεται μεταξύ Γάζας καί
Ἀσκάλωνα καί ἡγούμενός της εἶναι ὁ ἀββᾶς Σέριδος, πηγαίνει μέ τήν καθοδήγηση
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀποσύρεται σέ ἰδιαίτερο ἡσυχαστικό κελλί πού ζεῖ σάν
ἔγκλειστος. Ἀργότερα παραχωρεῖ τό κελλί του στόν ἀββά Ἰωάννη καί αὐτός
πηγαίνει σέ ἄλλο κελλί, ἄνωθεν τῆς μονῆς, ὅπου παραμένει γιά 18 χρόνια μέχρι
τήν κοίμησή του, πού ὁ M. Lequien τήν καθορίζει χρονολογικά τό 540. Εἶναι ἄξιος
μεγάλων χαρισμάτων: τῆς ταπεινώσεως, τῆς διακρίσεως, τῆς διοράσεως, τῆς
προοράσεως, τῆς προφητείας, τῆς πρός τό Θεό καί πλησίον ἀγάπη, τῆς
θαυματουργίας, τοῦ δεσμεῖν καί λύειν ἁμαρτίας, τῆς ἁρπαγῆς ἀπό τό Θεό. Ἐνῶ
ἀκόμη ζοῦσε ἐτιμᾶτο ὡς Ἅγιος καί Θαυματουργός. Οἱ σύγχρονοί του τόν
ἀποκάλεσαν «Μέγα». Μετά τήν κοίμησή του ἄρχισαν νά κυκλοφοροῦν διάφοροι
θρύλοι ὅτι ζεῖ στήν ἐγκλείστρα του χωρίς τροφή παρά μόνο μέ τή θεωρία τοῦ
Θεοῦ. Μεταγενέστερα ἐπικρατεῖ ἡ φήμη ὅτι ἦταν μονοφυσίτης ὅμως αὐτό
644
καὶ σύ, ἀφίεμεν τὰ πάθη ἡμῶν καὶ ἄλλα ἀντ' ἄλλων ἐρωτῶμεν» (τ.Β’, τπε’). Πηγές
τῆς διδασκαλίας τους ἀποτελοῦν: α) ἡ Ἁγία Γραφή, β) οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γ)
τά Γεροντικά δ) ἡ Λαυσαϊκή ἱστορία.
Ἀπό αὐτό τό ἔργο γιά τή μελέτη μας ὡς κύρια πηγή θά χρησιμοποιηθεῖ τό ὑλικό
πού φέρει τόν χαρακτηρισμό «διήγηση» καί εἰδικότερα στόν τόμο Γ’, Ἀποκρίσεις
πρός διαφόρους ἀδελφούς, σ. 64-71, πού εἶναι ἐμβόλιμες διηγήσεις, καί στόν ἴδιο
τόμο Ἀποκρίσεις πρός τόν ἀββά Αἰλιανό, φοδ’, σ. 86-89.
6. Θεοδώρητου Κύρου, Φιλόθεος Ἱστορία ἤ ἀσκητική πολιτεία, PG. 82
(1283-1496).
Τό κείμενο πού γράφτηκε γύρω στό 444 ἐξιστορεῖ τούς βίους 28 ἀσκητῶν καί
3 ἀσκητριῶν ἀπό τήν περιοχή τῆς Ἀντιόχειας. Ὁ συγγραφέας γνώριζε τούς
περισσότερους προσωπικά, καί στά πρῶτα εἴκοσι κεφάλαια ἀναφέρεται σέ ἀσκητές
πού δέν βρίσκονταν στή ζωή ἐνῶ στά ὑπόλοιπα σέ ἀσκητές πού ζοῦσαν ἀκόμη.
Κριτική ἔκδοση τοῦ ἔργου παρουσιάστηκε ἀπό P. Canivet, A. Leroy-Molinghen,
Théodoret de Cyr. Histoire des Moines de Syrie. «Histoire Philothée», (SC 234, 257),
Paris 1977, 1979. (πρβλ. ∆ημ. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, σ. 25-26).
7. Κλῖμαξ, Ἰωάννου τοῡ Σιναΐτου, ἐκδοθεῖσα ὑπό Βίκτωρος Ματθαίου
Καθηγουμένου, Ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος-Κρονίζης
Κουβαρᾶ Ἀττικῆς, Ἀθῆναι 1965.
Βασίζεται στήν ἔκδοση τοῦ κειμένου ἀπό τόν Ἁγιορείτη Μοναχό Σωφρόνιο τόν
Ἐρημίτη τό 1883 στήν Κωνσταντινούπολη. Πρωτοεκδόθηκε τό 1633 στό Παρίσι
ἀπό τόν Matthaus Raderus μέ ἐκτενή εἰσαγωγή τοῦ Βίου του ἀπό τόν ∆ανιήλ καί
σχόλια. Ἀνατυπώνεται στό Migne P.G 88, 596-1209. Τό1774 ἐκδίδεται στή
Βενετία ἀπό τόν Ἀρχιμανδρίτη Ἱερεμία τόν Σιναΐτη τόν Κρήτα. Μεταφράσεις τῆς
Κλίμακος ὑπάρχουν σέ διάφορες γλῶσσες· λατινική ἀπό τόν Angelus de Cingulo
τό 1294, ἀναθεωρήθηκε ἀπό τον Ambrosius Camaldulensis τό 1531 καί ἐκδόθηκε
στή Βενετία· μία δημώδη ἑλληνική ἐκδίδει ὁ Μάξιμος Μαργούσιος στή Βενετία τό
1590, μία ἀρχαία ἰταλική βρίσκεται στό Collezione di opere inedite o rare 31,
Bologna 1875, μία ἀραβική στόν κώδικα Panorm. Bibl. Nation. III D 2, καί μία
σλαβική μνημονεύει ὁ Fabricius 9, 527. Ὅπως γίνεται γνωστό ἀπό τόν ∆ανιήλ πού
εἶναι μοναχός τῆς Μονῆς Ραϊθοῦ κοντά στήν Ἐρυθρά Θάλασσα καί ἔγραψε γι'
646
Meterikon de l’ Abbe Isaie, OCP, 12, 1946, καί ὁ προηγηθείς Jean Gouillard μέ τήν
Une compilation spirituelle du XIIIe siecle. Le livre II de l’ abbe Isaie, EO 38, 1939,
μᾶς πληροφοροῦν πώς πρόκειται γιά ἕνα εὐκαιριακό ἔργο, συμπιληματικοῦ
χαρακτήρα, πού τά κείμενα του ἀνθολογήθηκαν ἀπό εἰδικά πατερικά καί ἀσκητικά
κείμενα, πού προσαρμόστηκαν ἀλλάζοντας μερικές φορές καί τά ὀνόματα ἤ τό
φῦλο τοῦ γράφοντος ἤ τοῦ παραλήπτη γιά ν' ἀποτελέσουν μοναστικό ἐγχειρίδιο
πνευματικῶν συμβουλῶν καί παραινέσεων στήν πνευματική θυγατέρα τοῦ ἀββᾶ
Ἠσαΐου, τήν μοναχή Θεοδώρα Ἀγγελίνα κόρη τοῦ Βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα
Ἰσαακίου Β’ τοῦ Ἀγγέλου (τέλος ιβ’ ἀρχές ιγ’ αἰ.).
Ὁ συμπιλητής τό βάφτισε Μητερικόν ἀλλάζοντας πρός τό γυναικεῖο φῦλο τά
ὀνόματα καί τά θέματα εἰδικοῦ ἐνδιαφέροντος, μέ ἀρκετούς ἀναχρονισμούς.
Πηγές του ἀποτελοῦν: ἀποφθέγματα ἁγίων Γυναικῶν, βίοι Ἁγίων, ἀββᾶς
Θαλάσσιος, βίοι Συγκλητικῆς, Μελανίας, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Ἰω.
Χρυσόστομος καί Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Μπορεῖ στό περιεχόμενό του νά βρίσκει
κάποιος γνωστά πράγματα καί κοινοτοπίες, ὅμως καθώς ὁ συμπιλητής προσθέτει
καί δικές του συμβουλές καί διατάξεις γιά τήν πνευματική ζωή, οἱ δύο
προηγούμενοι ἐρευνητές τό θεωροῦν σταθμό ἀνάμεσα στόν ἅγιο Συμεών τό Νέο
θεολόγο καί τόν ἡσυχασμό τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (ιδ’ αἰ). Εἶναι
χωρισμένο σέ τρία μέρη: α) ἐπιστολή πρός τή Θεοδώρα· β) ἀνθολόγιο ἀποφθε-
γμάτων· γ) «ὑπομνηστικόν» μέ διάφορα κεφάλαια χωρίς συνοχή καί ἁρμονική
συγκρότηση. Ὁ ἀββᾶς Ἠσαΐας εἶναι ὁ πρῶτος πού τόλμησε νά γράψει «Βιβλίο
γυναικεῖο» χωρίς νά σκεφθεῖ τίς πιθανές ἀποδοκιμασίες ἀνδρῶν μοναχῶν (πρβλ.
Π.Β. Πάσχου, Νέον Μητερικόν. Ἄγνωστα καί ἀνέκδοτα πατερικά καί ἀσκητικά
κείμενα περί τιμίων καί ἁγίων Γυναικῶν, σ.16· ∆ημ. Τσάμη, Μητερικόν, τ.Α’,
∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου, ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν
τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ Ἁγία Μακρίνα», Θεσ/κη 1990,
σ.19-20).
Τοῦ Π.Β. Πάσχου, Νέον Μητερικόν. Ἄγνωστα καί ἀνέκδοτα πατερικά καί
ἀσκητικά κείμενα περί τιμίων καί ἁγίων γυναικῶν, ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Ἀθήνα
1990,1992 καί πού κυκλοφορεῖ καί σέ λογοτεχνική μετάφραση, Π.Β. Πάσχου,
Γυναῖκες τῆς ἐρήμου, Μικρό Γεροντικό Γ’, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1995, εἶναι μία
648
τό χαρτί εἶναι διαφόρων ἀποχρώσεων. Τό κείμενο ἐκδόθηκε ἐπί τῇ βάσει ἑνός καί
μόνο γνωστοῦ κώδικα καί ἔγιναν προσπάθειες διόρθωσης, ὅσο τό δυνατόν
λιγώτερο στούς ἀσυνήθεις τύπους στή γραμματική καί σύνταξη. Αὐτό πού ἐνδιαφέ-
ρει στό κείμενο εἶναι ἡ βαθύτερη γνώση τῆς πνευματικῆς ἐξέλιξης τῆς ἀσκητικῆς
ζωῆς καί ἰδεωδῶν τοῦ μοναχισμοῦ καί μάλιστα ἀφοῦ ἡ ἀνθολόγηση εἶναι ἀπό
διάφορες πηγές γίνεται φανερό ὅτι διαφοροποίηση θά ὑπάρχει καί στό λόγο καί
στή γραμματική καί στή σύνταξη. Ὅπως κάθε μοναστήρι εἶχε τό Γεροντικόν του
ἴσως καί κάθε γυναικεῖο μοναστήρι νά φιλοδοξοῦσε νά ἔχει τό Μητερικόν του
(πρβλ. Π.Β. Πάσχου, Νέο Μητερικόν, σ. 19-24).
Ὁ ∆ημ. Τσάμης ἀπό τό 1990, μέ τή συνεργασία ὁμάδας ἐπιστημόνων,
ἐπιμελεῖται μία σειρά ἀνθολογιῶν πού φέρουν τό τίτλο Μητερικόν καί
ἀναφέρονται σέ μητέρες τῆς ἐρήμου, ἀσκήτριες καί ὅσιες γυναῖκες ἀπό τόν δ΄
αἰῶνα καί μετά: Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν, τ.Α’, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων
Μητέρων τῆς ἐρήμου, ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας,
ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ Ἁγία Μακρίνα» Θεσσαλονίκη 1990· τ.Β’, ἐκδ. Ἀδελφότητας
«Ἡ Ἁγία Μακρίνα» Θεσσαλονίκη 1991· τ.Γ’, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ Ἁγία Μακρίνα»
Θεσσαλονίκη 1992· τ.∆’, ἐκδ. Ἱ.Μ. Παναγίας τοῦ Ἕβρου Ἀλεξανδρούπολης, 1993·
τ.Ε’, ἐκδ. Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά· τ.Ζ’, ἐκδ. Ἱ. Ἡσυχ. Μεταμορφώσεως τοῦ
Σωτῆρος, Μήλεσι Ὠρωποῦ.
9. Νείλου Μονάζοντος Ἐρημίτου, ∆ιηγήματα εἰς τήν ἀναίρεσιν τῶν ἐν τῷ
ὄρει Σινᾷ μοναχῶν καί εἰς τήν αἰχμαλωσίαν Θεοδούλου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, PG 79,
589Α-693Β.
Συγγραφέας τοῦ ἔργου ἀναφέρεται ὁ ἐρημίτης Νεῖλος (ὁ Π.Β. Πάσχος, στό Οἱ
Γέροντες τοῦ Σινᾶ. Μέλι τό ἐκ πέτρας. Μικρό Γεροντικό Β’, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθῆναι
1989, σ. 57 καί 75, μέ πηγή του τήν Ἱεροκοσμική Ἱστορία τοῦ Νεκταρίου, ἀναφέρε-
ται στόν Νεῖλο ἐξ Ἐπάρχων, καθώς πρίν γίνει μοναχός εἶχε λάβει καί τό ἀξίωμα
τοῦ Ἐπάρχου στή Κωνσταντινούπολη) πρόσωπο διαφορετικό ἀπό τόν Νεῖλο
Ἀγκύρας, παρ' ὅτι κατά καιρούς δημιουργήθηκε σύγχυση γιά τό ποιός ἀπό τούς δύο
εἶναι ὁ συγγραφέας μέ ἀποτέλεσμα νά ἀμφισβητηθεῖ ἡ γνησιότητά του (πρβλ. ∆ημ.
Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, σ. 28). Τό διήγημα πού γράφτηκε κατά τήν περίοδο
614-633, ἐξέδωσε ὁ P. Possinus. Ὁ F. Conca παρουσίασε κριτική ἔκδοση μέ τίτλο
650
Nilus Ancyranous Narratio, Leipzig, 1983 (πρβλ. ∆ημ. Τσάμη, Τό Γεροντικό τοῦ
Σινᾶ, σ. 29).
10. Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, οἱ ἐκδόσεις «Ἀστήρ» σέ πέντε τόμους
ἐξέδοσαν τό κείμενο τοῦ 1782, τ.Α’ (19825), Β’ (19845), Γ’ (19915), ∆’
(19915), Ε’ (19925), ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθήνα.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναχωρεῖ τό 1777 γιά τίς Καρυές τοῦ Ἁγίου
Ὄρους, ὅπου συναντιέται μέ τόν ἅγιο Μακάριο ἐπίσκοπο Κορίνθου, ἐκθρονισθέντα
ἀπό τούς Τούρκους γιά τή συμμετοχή τῆς βυζαντινῆς οἰκογένειάς του τῶν
Νοταράδων, στήν ἐξέγερση τοῦ 1770. Ἐκεῖ τοῦ παραδίδει χειρόγραφα ἀπό
ἀνθολογίες πατερικῶν κειμένων (μοναστικῶν, ἀσκητικῶν, ἡσυχαστικῶν, θεολογι-
κῶν) γιά νά τά ἐπεξεργαστεῖ πρός ἔκδοση. Ὁ ἅγιος Νικόδημος παραδίδει μετά ἀπό
δύο χρόνια τό ἔργο φιλολογικά διορθωμένο, μέ προοίμιο καί σύντομες
βιογραφίες τῶν συγγραφέων στόν Μακάριο, ὁ ὁποῖος μέ τήν σειρά του τό δίνει
στόν πρίγκιπα Μολδοβλαχίας Ἰωάννη Μαυροκορδάτο, πού ἀναλαμβάνει καί τίς
δαπάνες τῆς ἔκδοσης, πού γίνεται στή Βενετία τό 1782. ∆όθηκε ὁ τίτλος
Φιλοκαλία, δηλ. ἡ φιλία τοῦ καλοῦ στά ὑψηλά πνευματικά ἐπίπεδα πού ἀνήκει στούς
Νηπτικούς, δηλ. τούς ἀσκητικούς ἁγίους Πατέρες πού ἔφτασαν στή θεία κατάσταση
τῆς ἀδιάλειπτης νήψεως καί ἐγρηγόρσεως τοῦ θεωθέντος νοῦ τους.
Ἔχει μεταφραστεῖ στή Σλαβονική ἀπό τόν Ρῶσο ἱερομόναχο Παΐσιο
Βελιτσκόφσκυ καί τόν ἀκολουθεῖ ὁ Ἰωάννης τοῦ Ταμπώφ τό 1877, ἀλλά
καινοτομεῖ ἀφαιρώντας τό ἔργο τοῦ Πέτρου ∆αμασκηνοῦ, τῶν Κεφαλαίων τοῦ
Καλλίστου Καταφυγιώτου καί τῶν Πρακτικῶν Κεφαλαίων τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου
Παλαμᾶ· τή θέση τους καλύπτει μέ πρακτικότερα κείμενα τῶν ἁγίων Ἐφραίμ τοῦ
Σύρου, Βαρσανουφίου, Ἰωάννου τῆς Κλίμακος καί Κατηχήσεων τοῦ Θεοδώρου τοῦ
Στουδίτου. Βάσει τῆς ἐκδόσεως τοῦ 1782, ὁ Παν. Τζαλάτης τυπώνει τήν Φιλοκαλία
στήν Ἀθήνα τό 1893, προσθέτοντας καί τά Περί Προσευχῆς Κεφάλαια τοῦ ἁγίου
Καλλίστου.
Μεταφράζονται ἀποσπάσματα της μετά τό Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο στά γερμανικά,
ἀγγλικά, γαλλικά. Ὁ π. ∆. Στανιλοάε τή μεταφράζει στά ρουμανικά σέ 10 τόμους.
Ἀπό τό 1984 καί ἑξῆς ἔγινε μετάφραση στήν νεοελληνική ἀπό τόν Ἀντώνιο Γ.
Γαλίτη, (Εἰσαγωγή-Σχόλια Θεόκλητος ∆ιονυσιάτης, Φιλολογική Ἐπιμ. Ἰγνάτιος
651
Σακαλῆς) ἀπό τίς Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας», τ.Α’ (1984), Β’ (1985), Γ’
(1986), ∆’ (1987), Ε’ (1988), Θεσσαλονίκη.
11. Πατερικά Κείμενα
-Ἀναστασίου Σιναΐτου Πατριάρχη Ἀντιοχείας, Ἐρωτήσεις καί Ἀποκρίσεις περί
διαφόρων κεφαλαίων ἐκ διαφόρων προσώπων, PG 89, σ. 312-824.
-Ἁγίου Αὐγουστίνου, Αἱ Ἐξομολογήσεις, τεύχη Α’-Β’, εἰσαγωγή-μετάφραση-
σημειώσεις Ἀνδρέου ∆αλεζίου, Ἀθῆναι 19806.
-Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατά πλάτος 26, PG 31, 906-1051.
-Εὐαγρίου Σχολαστικοῦ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία PG 86 ΙΙ, 2416-2885.
-Εὐσεβίου Καισαρείας, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ΒΕΠ 19,20.
-Θεοδώρητου Κύρου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, PG. 82 (881- 1280).
-Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Ἀσκητικοί Λόγοι, Λόγος ΜΣΤ’, ἐκδ. Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1961.
-Α. Papadopoulos-Κerameus, ∆ιήγησις τῶν θαυμάτων τοῦ ἁγίου καί ἐνδόξου
μεγαλομάρτυρος καί θαυματουργοῦ Ἀρτεμίου, Varia Graeca Sacra, Leipzig
1975, σ. 1-79.
-Σωζομενοῦ Ἑρμείου Σαλαμινίου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, PG 67, 843-1630.
-Σωκράτους Σχολαστικοῦ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, PG. 67, 33-841.
-Σωφρονίου Ἱεροσολύλων, ∆ιήγησις θαυμάτων τῶν ἁγίων Κύρου καί Ἰωάννου τῶν
σοφῶν Ἀναργύρων 10, PG. 87, 3453.
-Χρυσοστόμου Ἰω., Εἰς τήν πρός Τιμόθεον Α’ ἐπιστολή, ΙΓ’, α’, P.G. 62, 565.
3. Βοηθήματα.
-Ἀγουρίδη Σ., Ἱστορία τῶν χρόνων τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, ἐκδ. Πουρναρᾶ,
Θεσσαλονίκη 19854.
-Ἄγνωστες σελίδες τοῦ Γεροντικοῦ, μτφρ. ἐπιμ. Χρισταφακόπουλου ∆ημ., ἐκδ. «Τό
Περιβόλι τῆς Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1996.
-Ἀγραφιώτη Θ., Τά «κόμικς» ὡς μέσο ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν. Χριστιανοπαιδαγω-
γική θεώρηση, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη, Σειρά χριστιανοπαιδαγωγικές μελέτες καί
ἔρευνες, Θεσσαλονίκη 2005.
-Ἀδαμίδη Σωτ., Θεραπευτική τῶν Πατέρων καί ψυχανάλυση, ἐκδ. Ἀθ. Σταμούλη,
Ἀθήνα 2002.
652
-Ἀθανασόπουλου Β., Ἡ Θεωρία καί ἡ πράξη τῆς ἀφηγηματικῆς τέχνης τοῦ Φώτη
Κόντογλου, ἐκδ. Καρδαμίτσα, Ἀθήνα, χ.χ.
-Ἀθανασόπουλου Θεοκλ. Ἀρχιμ., Τό ἀσκητικό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, περ.
Ἀλιεύς, ἔτος ΛΕ’, ἀριθμ. 229, Τρίπολις Ἰαν.-Φεβρ.-Μάρ. 2002, σ.4-8.
-Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου καί ∆ικαίου Φιλαρέτου τοῦ Ἐλεήμονος, ἐπιμ. καί ἔκδ.
Ἀρχιμανδρίτου Φιλαρέτου Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Λαύρας, 2002.
-Ἀλεβιζάτου Ἁμ., Οἱ Ἱεροί Κανόνες καί οἱ Ἐκκλησιαστικοί Νόμοι, Ἐν Ἀθήναις
19492.
-Ἀλμπέρτι Ἀλ., Θέματα ∆ιδακτικῆς. Λεξικό βασικῶν ὅρων σύγχρονης διδα-κτικῆς,
μτφρ. Μαριάννα Κονδύλη, ἐπιμ. Χρῆστος Φράγκος-Μαριάννα Κονδύλη, ἐκδ.
Gutenberg, Ἀθήνα 1994.
-Alter Rob., The art of Biblical Narrative, National Jewish Book Award, for Jewish
Thought 1981.
-Ἀνάσα ζωῆς. 20 κείμενα Πατερικῆς εὐωδίας, Ἐπιμ. Ἀρχιμ. Νικ. Πρωτοπαπᾶ,
Φυλλάδια ἐπικαιρότητας, ἀριθμ. 37, ἐκδ. Ἀποστολικῆς ∆ιακονίας.
-Ἀντίδωρον τῷ Μητροπολίτῃ Μεσσηνίας Χρυσοστόμῳ Θεμέλῃ, τ. 2: Ἐμμ. Περσελῆ,
Ψυχοκοινωνικά στάδια ἀνάπτυξης τῆς πίστης καί χριστιανική ἀγωγή, σ. 213-229,
Καλαμάτα 2006.
-Αὐγουστίδη Ἀδαμ., Ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθετικότητα. Ποιμαντική καί Ψυχολογική
προσέγγιση στήν Κλίμακα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου (Βιβλιοθήκη Ἱ. Μ.
Θηβῶν καί Λεβαδείας 8), Ἀθήνα 1999.
-Auctarium BHG, Subsidia Hag. Gr. ἀρ. 47,1969.
-BHG, τ. ΙΙΙ, σ. 175-214, Βρυξέλλες 1957.
-Βάντσου Χρ., Τά σύμβολα ἀπό ἄποψη Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας, στά Σύμβολα καί
Συμβολισμοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα
Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας ἔτους 1991), ∆ράμα 1991,
σ.104-128.
-Βασιλόπουλου Χρ., ∆ιδακτική τῶν Θρησκευτικῶν στή Μέση Ἐκπαίδευση, ἐκδ. Αφοι
Κυριακίδη, Θεσ/κη 1989.
-Βασιλόπουλου Χρ., Ὁ μαθητής ὡς κριτήριο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ἐκδ.
Αφοι Κυριακίδη, Θεσ/κη 19932.
653
-Bauer Ol., Faire lire la Bible comme à l’ école: un mode d’ emploi, Ėglise protestante
francophone de Washington, Congrès SITP- 20 août 2004.
-Beck H.G., Ἡ Βυζαντινή χιλιετία, μτφρ. ∆ημοσθένη Κουρτόβικ, Μορφωτικό Ἵδρυμα
Ἐθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1992.
-Βεργωτῆ Γ., Ποιμαντική ἀξιοποίηση τοῦ συμβόλου, στά Σύμβολα καί Συμβολισμοί
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα Ἱερατικοῦ
Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας ἔτους 1991), ∆ράμα 1991, σ.91-103.
-Βερτσέτη Ἀθαν., ∆ιδακτική. τ.Α’ Γενική ∆ιδακτική, Ἀθήνα 20035.
-Βιβιλάκη Ἰω., Ἡ σκηνή τοῦ βίου: ἡ παραβολή τοῦ κοσμοθεάτρου στούς
ἐκκλησιαστικούς Πατέρες, περ. Σύναξη, τ. 62, Ἀπρ. - Ἰουν. 1997, σ. 109-120.
-Bigge M., Θεωρίες μάθησης γιά ἐκπαιδευτικούς, μτφρ. Ἀριστ. Κάντα, Ἀλεξ. Χαντζή,
ἐπιμ. Ν. Ράπτης, ἐκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 1987.
-Βίττη Εὐσ., Ὁ λόγος τῶν Πατέρων τῆς Ἐρήμου, περ. Θεολογία, τ.43, τεύχη 3-4,
Ἰουλ.- ∆εκεμ., σ. 584-609, Ἐν Ἀθήναις1972.
-Βουλγαράκη Ἠλ., Πρακτική τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας, Ἀθήνα 1984.
-Βουλγαράκη Ἠλ., Στιγμιότυπα ἀπό τή ζωή τῶν Πατέρων, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1995.
-Βουλγαράκη Ἠλ., Καθημερινές Ἱστορίες Ἁγίων καί Ἁμαρτωλῶν στό Βυζάντιο, ἐκδ.
Μαΐστρος, Ἀθήνα 2001.
-Bovet Th., Ὁ Γάμος. Μτφρ. Τ.Γ. Ζαννῆ, ἐκδ. Ἡ Ἔλαφος, Ἀθῆναι 1968.
-Βρανοῦ Ἰω., Ἀναζητώντας τό φῶς, ὁ Van Gogh καί ὁ Μεγάλος Γέροντας
Βαρσανούφιος, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1991.
-Bruner J., Learning about learning. A Conference report, U.S. Department of Health,
Education Welfare, Cooperatives Research Monograph, n.15, 1966.
-Bruner Jer., ∆ημιουργώντας ἱστορίες. Nόμος, Λογοτεχνία, Ζωή, ἐπιστ. ἐπιμέλεια
Γιάννης Κουγιουμτζάκης, Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 20042.
-Bultman Rud., Ὕπαρξη καί πίστη. ∆οκίμια Ἑρμηνευτικῆς Θεολογίας, μτφρ. Φώτη
Τερζάκη, ἐκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθήνα 1995.
- Butler Cuth., The Lausiac History of Palladius, Texts and Studies 6, 1- 2, Cambridge,
τόμ. Α' 1898, Β' 1904.
-Γαλιγαλίδου Κερ., Ἡ ἀρετή τῶν δακρύων κατά τούς Πατέρες τῆς Φιλοκαλίας, περ.
Θεοδρομία, τ.2, σ. 66-78, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 1999.
654
-Clifford M., Psychology of Religion σ.57-73 καί Psychotherapy and Religion, σ. 74-
80, The Encyclopedia of Religion, Vol. 12, Mircea Eliade editor in Chief,
Macmillan Publishing Company, New York, Collier Macmillan Publishers London.
-Chitty D.J., The Desert a city. An Introduction to the study of Egyptian and
Palestinian Monasticism under the Christian Empire, St. Vladimir’s Seminary Press,
Crestwood, New York 10707, 19993.
-Chantal Mor., Les récitatifs bibliques au coeur de la tradition orale, Notre- Dame du
Cap, Novembre 2000.
-Cohen L., Manion L., Μεθοδολογία ἐκπαιδευτικῆς ἔρευνας, μτφρ. Μητσοπούλου
Χρυσούλα, Φιλοπούλου Μάνια, ἐκδ. Μεταίχμιο, Ἀθήνα 1994.
- ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη Α., Θεματική τῆς Παιδαγωγικῆς Ἐπιστήμης, 1ον Παιδαγωγική
Ἀνθρωπολογία-Παιδαγωγική Ἠθική, Ἀθῆναι 1975.
-∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη Α., Εἰσαγωγή στήν Παιδαγωγική ψυχολογία E. Stones, Ἀθῆναι
1978.
- ∆ανασσῆ-Ἀφεντάκη Α., Ἡ ἐξέλιξη τῆς παιδαγωγικῆς καί διδακτικῆς σκέψης (17ος-
20ος αἰ.), τ. Β’, Ἀθῆναι 19802·
-∆εληκωσταντῆ Κ., Ἡ ἀγωγή μεταξύ ἀτόμου καί προσώπου. Θεολογικές ἐκτιμήσεις
γιά τή σύγχρονη κρίση τῆς παιδείας στή Ἑλλάδα, περ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
Θεσσαλονίκη 1991, σ.262-282.
-∆εληκωνσταντῆ Κ., Σύγχρονη Παιδαγωγική καί Παιδεία Ὀρθοδοξίας στό
Ὀρθοδοξία ὡς πρόταση ζωῆς (συλλογική ἐργασία), ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1993.
-∆εληκωνσταντῆ Κ., Ἡ παιδαγωγική τοῦ Kant. Θεμελίωση, ἐπικαιρότητα καί κριτική
τῶν ἀντιλήψεών του γιά τήν ἀγωγή, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη, Ἀθήνα 20012.
-∆εληκωστόπουλου Ἀθ., Τό θαῦμα. Συμβολή εἰς τήν σύγχρονον ἀπολογητικήν τοῦ
Χριστιανισμοῦ, ἐν Ἀθήναις 1971.
-∆ετοράκη Θ., Εἰσαγωγή στή Σπουδή τῶν ἁγιολογικῶν κειμένων (Πανεπιστημιακές
παραδόσεις), Ρέθυμνο 1992.
-Derbolav J., Προβλήματα Παιδαγωγικῆς ἐρεύνης καί διδασκαλίας, μτφρ. Γεωργίου
Κουμάκη, Ἀθῆναι 1971.
656
-∆ρίτσα Ἀθαν., Οἱ Θεραπευτικές ἰδιότητες τῆς μουσικῆς. Ὁ αὐλός τοῦ Πάνα στό
φῶς τῆς Σύγχρονης τομογραφίας, διάλεξη 10 Απριλίου 2002, Μέγαρο
Μουσικῆς Ἀθηνῶν.
-Dictionnaire de Spiritualité, Cavallera F., Apophtegmes, Tome I. σ. 767-770·
Richard Μ., Florileges grecs, σ. 475-512, (Florileges Monastiques σ. 499-510)
τ.5, Paris 1964.
-Dictionary of Pastoral Care and Counseling, General editor Rodney J. Hunter, H.
Newton Malony – Liston O. Mills – John Patton (Associate Editors), Abingdon
Press, Nasbville: Interpretation and Hermeneutics, σ.591-593· Mythology and
Psychology, σ. 771-772· Narrative\Narrative Theology σ. 775· Personal story,
symbol, and Myth in Pastoral care, σ.893-894.
-Ἐγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμος 21, ἐκδόσεις Πάπυρος,
∆ιήγημα: σ. 40 -47.
-Egger Wil., Methodenlehre zum Neuen Testament. Einführung in linguistische und
historisch–kritische Methoden, Herder Freiburg–Basel–Wien (σ.119-133/
Abschnitt: Narrative Analyse), x.x.
-Eliade Mircea, Προσφορά Τιμῆς καί σεβασμοῦ στή Μνήμη του (23-4-1986), ἐπιμ.
∆ημήτρη Σταθοπούλου, ἐκδ. Χατζηνικολῆ, Ἀθήνα 1988: ∆ιονυσίου ∆ακουρᾶ,
Mircea Eliade καί ἡ ἑρμηνεία τῶν Μύθων, σ. 75-95· Στ. Παπαλεξανδρόπουλου,
Ἡ ἔννοια τῆς θρησκείας στόν Eliade, σ. 108-127· Ἀφροδίτης Ἀβαγιανοῦ,
Mircea Eliade καί Μύθος, σ.128-133.
-Ἐράστου Β., Χορευέτῳ ἡ φύσις, περ. Ἀκτῖνες, Ἀπρίλιος 1961.
-Ἐξαρχόπουλος Ν., Γενική ∆ιδακτική, τ. Α’-Β’, ἐκδ. ∆ημητράκου, Ἐν Ἀθήναις 1946.
- Flusin Ber., Demons et Sarasins Travaux et Memoires 11(1991) 381- 409.
-Ζηζιούλα Ἰ., Ἀπό τό προσωπεῖον εἰς τό πρόσωπον. Ἡ συμβολή τῆς Πατερικῆς
Θεολογίας εἰς τήν ἔννοιαν τοῦ προσώπου. Χαριστήρια εἰς τιμήν τοῦ Μητρ.
Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος 1977, σ. 287-323.
-Ζηζιούλα Ἰ., (Μητροπ. Περγάμου), Ἡ θέωση τῶν Ἁγίων ὡς εἰκονισμός τῆς
Βασιλείας. Ἁγιότητα, ἕνα λησμονημένο ὅραμα, ἐπετειακός συλλογικός τόμος,
ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2001, σ. 23-41.
657
-Καπλάνογλου Μαρ., Παραμύθι καί ἀφήγηση στήν Ἑλλάδα: Μία παλιά τέχνη σέ μία
νέα ἐποχή. Τό παράδειγμα τῶν ἀφηγητῶν ἀπό τά νησιά τοῦ Αἰγαίου καί ἀπό τίς
προσφυγικές κοινότητες τῶν Μικρασιατῶν Ἑλλήνων, ἐκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 2002.
-Καραβιδόπουλου Ἰ., Προσωπεῖο καί πρόσωπο κατά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, λόγος
στήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1979.
-Καρακόλη Χρ., Ἡ θεολογική σημασία τῶν θαυμάτων στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο,
Θεσσαλονίκη 1997.
-Καρακόλη Χρ., Θέματα Ἑρμηνείας καί Θεολογίας τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, Βιβλική
Βιβλιοθήκη 24, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2002.
-Καψάλη Α., Παιδαγωγική ψυχολογία, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη, Θεσ/κη 1990.
-Κενανίδη Κων., Ἡ κρίση τῶν ἐφήβων στή σύγχρονη οἰκογένεια. Συμβουλευτική
ποιμαντική προσέγγιση, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 2005.
-Κένζι Μιγ., Τό ἄστρο τοῦ νυχτογέρακου. Μτφ. ἀπό τά ἰαπωνικά Μαρία Ἀργυράκη,
Εἰκονογράφηση Ἄννα Σαράντη, Ἐπίμετρο Στελ. Παπαλεξανδρόπουλος, Ἱστορίες
γιά παιδιά τοῦ Μιγιαζάουα Κένζι, ἐκδ. ΟΛΚΟΣ, Ἀθήνα 1999.
-Κίρναν Τ., Ψυχοθεραπεία. Θεωρίες καί πρακτικές ἀπό τόν Φρόϋντ μέχρι σήμερα,
ἐκδ. Ἐπίκουρος, Ἀθήνα 1977.
-Κογκούλη Ἰ., Εἰσαγωγή στήν Παιδαγωγική, ἐκδ. Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
19913.
-Κολιάδη Ἐμμ., Κοινωνικογνωστικές θεωρίες, τ. 2, Ἀθήνα 19974.
-Κολιάδη Ἐμμ., Θεωρίες μάθησης καί ἐκπαιδευτική πράξη. Γνωστικές θεωρίες, τ. Γ’,
Ἀθήνα,1977.
-Κομενίου Α., Μεγάλη ∆ιδακτική, μτφρ. ∆. Ἰωαννίδη-Ὀλυμπίου, Ἐν Ἀθήναις 1912.
-Κομίνη Ἀθαν., Βυζαντινῶν Ἀγωγή καί ∆ιαγωγή. Ἀνατύπωσις ἐκ τοῦ Κς’, 1956,
τόμου τῆς Ἐπετηρίδος τῆς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν, Ἐν Ἀθήναις 1956.
-Kominis A., Paolo di Monembasia, Extrait de Byzantion, T. XXIX-XXX (1959- 1960)
Mélanges Ciro Giannelli, Bruxelles 1960.
-Κονιδιτσιώτου Β., Ἡ νεωτέρα παιδαγωγική καί ἡ ἀρχή τῆς αὐτενεργείας. Ἡ
διαλεκτική σχέση ἀγωγῆς καί αὐτενεργείας, Ἀθῆναι 1968.
-Κονδύλη Ἑλ., Μικρή Φιλοκαλία τῆς καρδιᾶς, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 20072.
-Kopp F., ∆ιάρθρωσις διδακτέας ὕλης, ΜΠΕ (1968) 131-132.
660
-Leddell H.- Scott R., Μέγα Λεξικόν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης, τ. I-V.
-Lévi-Strauss Cl., Μύθος καί νόημα, μτφρ. Βαγγέλης Ἀθανασόπουλος, ἐκδ.
Καρδαμίτσα, Ἀθήνα 1986.
-Ludwig Cl., Sonderformen byzantinischer Hagiographie und ihr literarisches Vorbild,
{Berliner Byzantinische Studien 3} Frankfurt am Main- Berlin 1997.
-Λυσικάτου Σωτ., Οἱ ἅγιοι καί τά ζῶα, περ. Θεοδρομία, τ.2, σ. 42-55, Ἀπρίλιος-
Ἰούνιος 1999.
Ἀδελφῆς Μαγδαληνῆς, Συνομιλίες μέ παιδιά. Μεταδίδοντας τήν πίστη, Ἱερά
Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2007.
-Μακράκη Μ., Ψυχολογία τῆς Θρησκείας. Εἰσαγωγή, ἱστορία καί θεματολογία. Ἡ
ψυχική πηγή τῆς θρησκείας καί ἡ ἔκφρασή της ὡς βίωμα, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα
1993.
-Μακράκη Μ., Ψυχαναλυτική ἑρμηνεία τῆς Θρησκείας. Ἡ πρώτη προσέγγιση τῆς
θρησκείας στήν ἱστορία τῆς ψυχανάλυσης: Ἡ θεωρία τοῦ Φρόϋντ γιά τήν ψυχική
πηγή τῆς θρησκείας ὡς οἰδιπόδεια «ἀμφιρροπία» πρός τό φόβο καί τήν ἀγάπη,
ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1995.
-Μαλικιώση-Λοΐζου Μ., Συμβουλευτική Ψυχολογία, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα
19994.
-Μανούσακα Μ., Ἐπιτομή τῆς Ἱεροκοσμικῆς Ἱστορίας τοῦ Νεκταρίου Ἱεροσολύμων
καί οἱ πηγαί αὐτῆς, Κρητικά Χρονικά 1(1947) σ.291-332.
-Μαντζαρίδη Γ., Χριστιανική Ἠθική, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1983.
-Μαρκαντώνη Ι.Σ., Παραδόσεις Παιδαγωγικῆς Ψυχολογίας, Ἀθῆναι 1984.
-Μαρκαντώνη Ι.Σ. - Κασσωτάκη Μ.Ι., ∆ιδακτική. Στοιχεῖα διδακτικῆς καί ἀξιολογή-
σεως τῆς ἐπιδόσεως (Σημειώσεις), τ. Α’, Ἀθήνα 1984.
-Μαρκαντώνη Ν., ∆ιδακτική τῶν θεολογικῶν μαθημάτων. Συμμετοχή στόν
ἐκσυγχρονισμό τοῦ μαθήματος, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 1998.
-Μαρτίνη Παν., Ἀσκητικές «ἀκρότητες» στόν ὀρθόδοξο μοναχισμό, ἐκδ. Τῆνος,
Ἀθῆναι χ.χ.
-Marguerat D. et Bourquin Y., Pour lire les récits bibliques, Paris- Genève- Montréal,
Ed. Cerf-Labor et Fides Novalis, 2002.
-Marguerat D., Quand la Bible se raconte, Les Éditions du Cerf, Paris 2003.
663
-Μπαμπινιώτη Γ., Λεξικό τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσας μέ σχόλια γιά τή σωστή
χρήση τῶν λέξεων, ἐκδ. Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε., Ἀθήνα 1998.
-Μπετελχάϊμ Μπρ., Ἡ γοητεία τῶν παραμυθιῶν. Μία ψυχαναλυτική προσέγγιση,
ἐκδ. Γλάρος, Ἀθήνα 1995.
-Μπιτσάκη Ἀντ., Ἡ διαπαιδαγώγηση τοῦ ἀνθρώπου κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο.
Ἱστορική Παιδαγωγική ἔρευνα, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2005.
-Μπούσια Χ., Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου καί Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Ἀθανασίου τοῦ
Πεντασχοινίτου μετά παρακλητικοῦ Κανόνος καί χαιρετιστηρίων Οἴκων. Ἐν οἷς
προσετέθῃ καί ὁ ἀνέκδοτος βίος τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου συγγραφείς ὑπό τοῦ
ὁσίου Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου τοῦ Κυπρίου, ἐκδ. Ἱ. Μητρ. Κιτίου, Λάρνακα 2001.
-Μωραΐτη ∆ημ., Βίωμα, Θρησκευτική καί ἠθική ἐγκυκλοπαίδεια, 3ος τόμος, Ἀθήνα
1963.
-Νεώτερον Ἐγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "ΗΛΙΟΣ", τ. Ι∆´, Ἀθῆναι,χ.χ.
-Νίκα Α., ∆ιδακτική τοῦ Θρησκευτικοῦ μαθήματος. Θεωρία καί πράξη, ἐκδ.
Βιβλιογονία, Ἀθήνα 1992.
-Νίκα Α., «Γεροντική» Οἰκολογία, περ. Μαρτυρία, Ἱ. Μ. Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου,
τ.188, σ. 7-12, Μάρτιος-Ἀπρίλιος 1997.
-Νικολακόπουλου Κων., Καινή ∆ιαθήκη καί Ρητορική. Τά ρητορικά σχήματα διανοίας
στά ἱστορικά βιβλία τῆς Καινῆς ∆ιαθήκης, ἐκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1993.
-Nicol Mar., Preaching from Within. Homiletische Positionslichter aus Nordamerika,
Pastoraltheologie 86 (1997) 295- 309.
-Nicol Mar., Leben deuten mit der Bibel, Wege zum Menschen 50 (1998) σ. 2-17.
-Nissen Th., Unbekannte Erzählungen aus dem Pratum Spirituale, Byzantinische
Zeitschrift, τόμος 38, σελ. 351-376.
-Νόβακ Γρηγ., Ἀποφθέγματα Πατέρων, Θρησκευτική καί Ἠθική ἐγκυκλοπαίδεια, 2ος
τόμος, Ἀθήνα 1963.
-Novum auctarium BHG ἀρ. 65, 1984.
-Οἰκονόμου Ἠλ., Ὀρθοδοξία καί φυσικό περιβάλλον. Ἡ θεία βούληση καί ἡ κτίση,
Ἀθήνα, ἐκδ. Ἀποστολικῆς ∆ιακονίας, Ἀθήνα,1992.
665
-Ροζάνη Στέφ., Ἡ λύτρωση μέσῳ τῆς ἀπουσίας. Ἕνα δοκίμιο γιά τή Γραφή, ἐκδ.
Παρουσία, Ἀθήνα 1994.
-Rogers A., Ἡ ἐκπαίδευση Ἐνηλίκων, μτφρ. Μαρία Κ. Παπαδοπούλου καί Μαρία
Τόμπρου, ἐκδ. Μεταίχμιο, Ἀθήνα 1998.
-Σακελλαρίου Χ., Ἐπιθεώρηση παιδικῆς λογοτεχνίας, Μύθοι καί μυθοποιοί.
Ἀφιέρωμα, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1987, σ.43-48.
-Σαραντουλάκου Ἀρ., Μέθοδοι τοῦ παρελθόντος πρός χρήση τοῦ παρόντος: Μία
κριτική προσέγγιση τοῦ βίου τῶν Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ στό τόμο Ἀγάπη
καί μαρτυρία, Ἀναζητήσεις Λόγου καί Ἤθους στό ἔργο τοῦ Ἠλία Βουλγαράκη, σ.
151-162, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2001.
-Σάκκου Σ., Περί Ἀναστασίων Σιναϊτῶν, Θεσσαλονίκη 1964.
-Σογιαννίδη Ἀθαν., Ἐπιστῆμες, Τεχνολογίες αἰχμῆς καί Ὀρθοδοξία, περ.
Παρεμβολή, τ.55, Ὀκτ.-Νοεμ.-∆εκεμ. 2000, σ. 32-35.
-Σταματάκου Ἰωάννου, Λεξικόν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, τ.1-4, ἐκδ. Ὁ Φοῖνιξ,
Ε.Π.Ε., Ἀθῆναι 1971.
-Σταυρόπουλου Α.Μ., Ποιμαντική προετοιμασία τῶν μελλονύμφων, Ἀθῆναι 1971.
-Σταυρόπουλου Α.Μ. σέ συνεργασία Βαρβάρας Γιαννακοπούλου, Ποιμαντική
Βιβλιοθήκη. Πρόσωπα καί κείμενα, Βιβλιογραφικός ὁδηγός ἐρευνητικῶν
γυμνασμάτων, Ἀθήνα 1988 καί 1991.
-Σταυρόπουλου Α.Μ, Μνήμη καί λήθη στή Θεία Λειτουργία, ἐκδ. Λύχνος, Ἀθήνα
1989.
-Σταυρόπουλου Α.Μ., Μνήμην ἄγειν ἐτάχθημεν, περ. Θεραπευτική ∆ιακονία, Ἀθήνα
1989, σ.69-73.
-Σταυρόπουλου Α.Μ, Ποιμαντική τῆς καθημερινῆς ζωῆς, Ἀθήνα 1992.
-Σταυρόπουλου Α.Μ, Στιγμιότυπα καί περιπλανήσεις σέ δρόμους ποιμαντικῆς
διακονίας, τεύχη 1,2,3, Ἀθήνα, χ.χ..
-Σταυρόπουλου Α.Μ, Ποιμαντική πολλαπλῶν διαδρομῶν, Ἀθήνα 1995.
-Σταυρόπουλου Α.Μ., Ἐπιστήμη καί τέχνη τῆς Ποιμαντικῆς, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα
1997.
-Σταυρόπουλου Α.Μ, Ἡ Τέχνη τῆς ἀγάπης, Ἱερά Βασιλική καί Σταυροπηγιακή Μονή
Ἁγίου Νεοφύτου, Πάφος 1998.
670
Ζούρα Π., Θερμοῦ ∆., Παναγάκη Α., Βούκανου Μ., Μαστρομιχαλάκη Α., Ἡ Πορεία
μας στή ζωή, Θρησκευτικά ∆’ ∆ημοτικοῦ, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν
Βιβλίων, Ἀθήνα.
Ζούρα Π., Θερμοῦ ∆., Παναγάκη Α., Βούκανου Μ., Μαστρομιχαλάκη Α., Ὁ Θεός
στή ζωή μας, Θρησκευτικά Γ’ ∆ημοτικοῦ, Ὀργανισμός Ἐκδόσεις ∆ιδακτικῶν
Βιβλίων, Ἀθήνα.
-Shaw S.M., Storytelling in Religious Education, Religious Education Press, Birmingham,
Alabama, 1999.
-Spidlik T., Ἡ πνευματικότητα τοῦ ἀνατολικοῦ χριστιανισμοῦ. Συστηματικό Ἐγχειρίδιο,
μτφρ.-ἐπιμέλεια Βασ. Ψευτογκᾶ, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2000.
-Τατάκη Β., Παιδαγωγική, ἐκδ. "Ἀστήρ", Ἀθῆναι 1978.
-Τεχνῶν Ἐπίσκεψις, Ἐθνικό καί Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, Σεπτέμβριος
2002, Τετάρτη 25/9/2002 : Σατιρικά Παραμύθια. Μάνια Καπλάνογλου: «Ἀκοῦς
τό παραμύθι;» «Τ' ἀκούω». Ἡ τέχνη τῆς παραδοσιακῆς ἀφήγησης παραμυθιῶν.
-Τομασίδη Χριστ., Εἰσαγωγή στήν Ψυχολογία, Ἀθήνα 2002.
-Τό Μέγα Γεροντικόν (Εἰσαγωγή-κείμενο-μετάφραση-σχόλια), τ.Α’-∆’ (1994-
1999), ἐκδ. Ἱ.Μ. Ἡσυχ. «Τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου» Πανόραμα Θεσσαλονίκης.
-Τραλλιανοῦ Β., ∆ιδακτική ἀνατολική διήγησις, περ. Ἐφημέριος, ἔτος ΜΗ’, τεῦχος 2,
Φεβρουάριος 1999, σ.16-17.
-Τριλιανοῦ Ἀθ., Μεθοδολογία τῆς διδασκαλίας. Κριτική προσέγγιση τῆς
ἀποτελεσματικῆς διδασκαλίας μέ βάση πορίσματα τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας,
Ἀθήνα 19912.
-Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη Εὐ., Ἡ Πατερική ∆ιδαχή στά Κατηχητικά σχολεῖα τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἱστορική ἀναδρομή καί διδακτική ἀξιοποίηση (δ.δ), ἐκδ.
Λύχνος, Ἀθήνα 2003.
-Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη Εὐ., Τό ἀναλυτικό πρόγραμμα καί οἱ διδακτικές-μαθησιακές
διαδικασίες, Ὀρθοδοξία καί Παιδεία, 4 (2005), σ.227-239.
-Τσαγκαρλῆ-∆ιαμάντη Εὐ., ∆ιαθεματικές - ∆ιεπιστημονικές διδασκαλίες, Ἀθήνα
2007.
672
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν, Α´, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου,
ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ
Ἁγία Μακρίνα», Θεσσαλονίκη 1990.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν, Β´, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου,
ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ
Ἁγία Μακρίνα», Θεσσαλονίκη 1991.
-Τσάμη ∆ημ., Μητερικόν, Γ’, ∆ιηγήσεις καί βίοι τῶν ἁγίων Μητέρων τῆς ἐρήμου,
ἀσκητριῶν καί ὁσίων γυναικῶν τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἀδελφότητας «Ἡ
Ἁγία Μακρίνα», Θεσσαλονίκη 1992.
-Τσάμη ∆ημ., Τό Γεροντικό τοῦ Σινᾶ, ἐκδ. Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἀδελφότητα
«Λυδία», Θεσσαλονίκη 20044.
-Τσιρίμπα Α., Γενική Παιδαγωγική, Ἀθῆναι 1969.
-Τσιτσίγκου Σπ., Ψυχολογία τῆς θρησκείας. Σύγχρονες τάσεις, Ἀθήνα 2002.
-Τσιώλη Γ., Θεωρία τῆς Λογοτεχνίας, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1996.
-Τωμαδάκη Νικ., Σύλλαβος Βυζαντινῶν μελετῶν καί κειμένων, τεῦχος πρῶτον, Ἐν
Ἀθῆναις 1961.
-Φαρίνου-Μαλαματάρη Γεωρ., Ἀφήγηση - Ἀφηγηματολογία. Μία ἐπισκόπηση, περ.
Νέα Ἑστία, Ἰούνιος 2001, σ. 972-1017.
-Φειδᾶ Βλ., Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία-Τέχνη, Ἀθῆναι 1985.
-Φειδᾶ Βλ., Ὁ θεσμός τῆς πενταρχίας Ι. Προϋποθέσεις διαμορφώσεως τοῦ θεσμοῦ
(ἀπ' ἀρχῆς μέχρι τό 451), Ἀθῆναι 1977.
-Φριλίγκου Ἰω., Θεολογία καί Τέχνη ἤ Θεολογική προσέγγιση τοῦ ἔργου τέχνης,
περ. Εὐθύνη, Ἰανουάριος 2000.
-Φουντούλη Ἰω., Ἡ συμβολική γλώσσα τῆς Θείας Λατρείας, στά Σύμβολα καί
Συμβολισμοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα
Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ∆ράμας ἔτους 1991), ∆ράμα 1991,
σ.51-90.
-Φούσκα Κων. Πρωτ., Τό κήρυγμα καί τά παρεπόμενά του. Πατερική προσέγγιση,
Ἀθήνα 2000.
-Φράγκου Χρ., Ψυχοπαιδαγωγική. Θέματα παιδαγωγικῆς ψυχολογίας, Παιδείας,
∆ιδακτικῆς καί μάθησης, ἐκδ. Παπαζήση, Ἀθήνα 1977.
673