You are on page 1of 219

ΕΦΗ ΒΕΤΟΥΛΑΚΗ

Μουσική Αγωγή
Μέσα από το Παραμύθι

σε παιδιά προσχολικής ηλικίας

ΕΚΔΟΣΗ
ΚΕΝΤΡΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΗΡΑΚΛΕΙΟ 2007
Συγγραφή: Βετουλάκη Ευσταθία
Επιμέλεια κειμένων: Κουμπανάκη Ευγενία
Στοιχειοθεσία: Κοσμαδάκη Μαρία
Ζωγραφική εξώφυλλου: Πολιτάκης Γιώργος
Ηλεκτρονική σελιδοποίηση: Δουδωνής Ιωσήφ

Έκδοση:
Κέντρο Τεχνολογικής Έρευνας Κρήτης
Εντός ΤΕΙ Κρήτης, Εσταυρωμένος
Ηράκλειο Κρήτης

Πρώτη έκδοση: Μάιος 2007

ISBN 978-960-89424-1-7

Διάθεση:
Τηλ. 2810230161
www.vetoulaki.gr

Copyright: Έφη Βετουλάκη


Απαγορεύεται αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο
σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή
διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής
έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της
διεθνούς σύμβασης Βέρνης-Παρισιού που κυρώθηκε με το ν. 100/1975.
Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης,
εξωφύλλου και γενικότερα όλης της αισθητικής του βιβλίου με φωτοτυπίες,
ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν.
2121/1993
Αφιερωμένο
στην Μαρία, την Χριστίνα
& τους γονείς μου
Ευχαριστίες
Ευχαριστώ θερμά τον κ. Βασίλη Ζαχαρόπουλο
(Προϊστάμενο του Τμήματος Εφαρμοσμένης
Πληροφορικής και Πολυμέσων του Α.Τ.Ε.Ι. Κρήτης
και Διευθυντή του Κέντρου Τεχνολογικής Έρευνας
Κρήτης), το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό
Συμβούλιο του Κέντρου Τεχνολογικής Έρευνας
Κρήτης, την κ. Αναστασία Γεωργάκη (καθηγήτρια
του Τ.Μ.Σ. Εθνικού Καποδιστριακού Παν/μίου
Αθηνών) την κ. Λένια Σέργη (καθηγήτρια του Τ.Μ.Σ.
Ιονίου Παν/μίου).
Ευχαριστώ θερμά τον κ. Στυλιανό Νταλιαδάκη,
διευθυντή της Α/βάθμιας εκπαίδευσης Ηρακλείου.
Ευχαριστώ τους ανθρώπους που με δίδαξαν και με
ενέπνευσαν να ακολουθήσω το δρόμο της μουσικής κ.
Μαρία Πασχάλη, κ. Μιράντα Καλδή, κ. Ζαχαρία
Κατσακό, κ. Βαγγελιώ Καλυβίνου, κ. Μαρίνα-Μαρία
Μπιλμέζη, κ. Γιώργο Καλούτση, κ. Κατερίνα
Τσαγκαράκη, κ. Γιάννη Τζωρτζάκη, κ. Νεκταρία
Λαουμτζή, κ. Stuart Oderman, κ. Γιάννη Κιαγιαδάκη
και κ. Δημήτρη Μπάσογλου. Ευχαριστώ την κ. Μαρία
Σταυρακάκη, την κ. Μαρία Κοσμαδάκη, την κ. Πελαγία
Σωμαράκη, την κ. Nicole Raison, την κ. Γεωργία
Αλεξάκη, την κ. Χρύσα Λεμπέση, για την ηθική τους
συμπαράσταση, αλλά και τους μαθητές μου, που όλα
αυτά τα χρόνια με περιέβαλαν με την αγάπη τους.
Έφη Βετουλάκη
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ................................................................. 11
Στόχοι...........................................................................17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Το παραμύθι και το παιδί

1. Το παραμύθι.............................................................21
1.1 Tο παραμύθι (ιστορική αναδρομή).........................21
1.2 Τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού και ο ρόλος του
στο παιχνίδι..................................................................31
1.2.1 Τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού................... 31
1.2.2 Ο ρόλος του παραμυθιού στο παιχνίδι............... 35
1.3 Η σημασία του παραμυθιού στη ανάπτυξη και
αγωγή του παιδιού....................................................... 38

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Προσχολική ηλικία

2. Το παιδί της προσχολικής ηλικίας............................47


2.1 Χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του παιδιού
της προσχολικής ηλικίας.............................................. 48
2.1.1 Ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού...... 67
2.2 Η αγωγή του παιδιού της προσχολικής ηλικίας..... 72
2.3 Μουσική ανάπτυξη του παιδιού............................. 76
2.3.1 Έρευνες που αφορούν τις μεθόδους διδασκαλίας
μουσικής σε παιδιά προσχολικής ηλικίας.....................79
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Το παραμύθι και η δημιουργικότητα –
δραματοποίηση παραμυθιού

3. Δημιουργική Διεργασία.............................................83
3.1 Δημιουργικότητα.....................................................85
3.1.1 Δημιουργική Δυνατότητα.....................................87
3.1.2 Δημιουργική έκφραση μέσα από το παραμύθι....90
3.1.3 Δημιουργική έκφραση σε σχέση με τη μουσική.. 93
3.2 Δραματοποίηση παραμυθιού –
Δημιουργικό Δράμα......................................................95
3.2.1 Δημιουργικό Δράμα.............................................98
3.2.2 Δραματοποίηση παραμυθιού............................100
3.2.3 Παιχνίδι..............................................................101
3.2.4 Το Θεατρικό παιχνίδι.........................................105
3.3 Κίνηση – Ρυθμός..................................................106
3.3.1 Τραγούδι........................................................... 112
3.3.2 Στόχοι του τραγουδιού...................................... 116
3.3.3 Ρυθμική επεξεργασία τραγουδιού.....................118
3.3.4 Ακρόαση............................................................119

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Μουσική και παραμύθι

Εισαγωγικά.................................................................123
4.1 Η σημασία της μουσικής στην αγωγή και ανάπτυξη
του παιδιού της προσχολικής ηλικίας.........................123
4.1.1 Η μουσική αγωγή στην προσχολική ηλικία....... 126
4.1.2 Μέσα μουσικής έκφρασης.................................130
4.1.3 Βασικές αρχές της μουσικής αγωγής στην
προσχολική ηλικία......................................................134
4.2 Μουσική Αγωγή και Μουσικές Δραστηριότητες... 140
4.2.1 Δραστηριότητες που βασίζονται στον ρυθμό και
την κίνηση...................................................................143
4.2.2 Δραστηριότητες.................................................146
4.2.3 Χρήση μουσικών οργάνων................................147
4.3 Ο ρόλος της μουσικής στη δραματοποίηση του
παραμυθιού................................................................151
4.3.1 Περιγραφή θέματος – ιστορίας με ήχους.......... 153
4.3.2 Περιγραφή θεμάτων με μουσικά μοτίβα............156
4.3.3 Μουσική επεξεργασία παραμυθιού...................158

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Προτεινόμενο πρόγραμμα για τη διδασκαλία της
μουσικής μέσα από το παραμύθι

Εισαγωγικά.................................................................161
5.1 Το παραμύθι.........................................................161
5.1.1 Περιεχόμενο – Δομή..........................................163
5.2 Τρόπος εφαρμογής..............................................165
5.2.1 Αξιολόγηση πρότασης.......................................165
5.3 Διδακτικοί μουσικοί στόχοι του προγράμματος....166
5.3.1 Μέσα..................................................................168
5.3.2 Μέθοδος............................................................169
5.3.3 Μουσικές δραστηριότητες................................. 170
5.4 Το παραμύθι.........................................................171
5.4.1 Κείμενο παραμυθιού.....................................172
5.4.2 Μέσα – Μέθοδος – Πορεία........................... 206
5.4.3 Δραστηριότητες.............................................207
Επίλογος................................................................214
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ......................................................215
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Πολλές φορές, οι περισσότεροι από εμάς


αναμοχλεύουμε το παρελθόν μας, το πρόσφατο ή και
παλαιότερο ακόμη, φτάνοντας αρκετά συχνά στα
παιδικά μας χρόνια. Παιδικά χρόνια που, άλλοτε
ευτυχισμένα, άλλοτε δύσκολα, μένουν ανεξίτηλα
χαραγμένα στην μνήμη μας. Μικρά ασήμαντα
γεγονότα, καθημερινές ευχάριστες ή μη, αισθήσεις
χαράς ή λύπης, ανέμελα παιχνίδια και ζωηρές,
γεμάτες χρώματα, εικόνες. Μπορεί να έχουν περάσει
πολλά χρόνια από την παιδική μας ηλικία κι όμως
πάντα κάτι θυμόμαστε που μας φέρνει νοσταλγία ή
φόβο, κάτι που ζει βαθιά μέσα στη μνήμη μας και δεν
ξεχνιέται καθώς τα πρώτα χιόνια στολίζουν τα
μαλλιά.
Μέσα σ’ αυτό το σκονισμένο παρελθόν υπάρχουν
οι παρακαταθήκες της γνώσης, των συναισθημάτων
μας για την οικογένειά μας, για τα πρώτα μας
γράμματα, τα πρώτα παραμύθια, τα πρώτα μας
όνειρα. Τότε ονειρευόμασταν, ατενίζαμε τη ζωή σαν
μικροί καλλιτέχνες και μυρίζαμε τα θαύματά της σ’
ένα λουλούδι, που για τον μικρό μας παιδικό κόσμο
έδειχνε θαύμα! Παίζαμε με τους φίλους μας τις
όμορφες βασίλισσες, τους κακούς λύκους και
ζούσαμε σε μια, πραγματικά υπέροχα πλασμένη,
πραγματικότητα, που ήταν πραγματικότητα μόνο για
μας. Αυτό το υπέροχο θαύμα έμελλε να καταρριφθεί
μερικά χρόνια αργότερα, από την τετράγωνη λογική
του δημοτικού σχολείου, να εκμηδενιστεί κάθε είδος
αυθορμητισμού όσον αφορά τη δραματοποίηση
ιστοριών, αφού τα μαθήματα πλήθαιναν και το
αναλυτικό πρόγραμμα δεν είχε χώρο για παιχνίδι.
«Τι απέγινε εκείνη η πανέμορφη τάξη του
νηπιαγωγείου; Που είναι η νηπιαγωγός μας που μας
έλεγε παραμυθάκια; Που πήγε το κουκλοθέατρο;»,
αναλογιστήκαμε πολλοί από εμάς. Μέσα σ’ ένα
καλοκαίρι, κατά την αλλαγή του νηπιαγωγείου στην
πρώτη δημοτικού, η τάξη γίνεται πιο ψυχρή και το
κουκλοθέατρο το αντικαθιστά ένας άσχημος
μαυροπίνακας. Οι ζωγραφιές, οι πλαστελίνες, τα
μικρά χαρούμενα τραγουδάκια λιγοστεύουν, αργά,
αλλά σταθερά και τη θέση τους παίρνουν τα
γράμματα και οι αριθμοί. Όσο για τη δασκάλα, είναι
πλέον πολύ αυστηρή και αγχωμένη, γιατί η ύλη των
μαθημάτων πρέπει να ολοκληρωθεί με γρήγορους
ρυθμούς.
Το παραμύθι, μέσα σε όλες αυτές τις
«κοσμογονικές» αλλαγές που γίνονται στη ζωή του
παιδιού, αποτελεί πλέον, μια παλιά, καλή ανάμνηση.
Στην εποχή μας, βέβαια, υπάρχει και η άλλη λύση, το
DVD με τα παιδικά κινούμενα σχέδια που
αντικαθιστούν το παραμύθι. Έτσι, δεν χρειαζόμαστε
πια τη γιαγιά να μας εξιστορεί παραμυθάκια, ούτε τη
μαμά να μας λέει μια ιστορία για να κοιμηθούμε.
Καθυστέρησα πολύ να βγάλω συμπεράσματα,
ώστε να ξεκινήσω την έρευνά μου για το παραμύθι
και τη σχέση της με τη μουσική. Ήθελα να είμαι
ειλικρινής με τον αναγνώστη του κειμένου τούτου. Η
βιβλιογραφία ήταν κατατοπιστικότατη και τα
εγχειρίδια χρήσιμα βοηθήματα στις πάγιες και
δεδομένες πληροφορίες. Όμως, ήταν αναγκαίο να
κάνω ένα μακρύ προσωπικό ταξίδι στο παιδικό μου
παρελθόν, αλλά και να ταυτιστώ αργότερα με τους
μικρούς μου μαθητές, να βιώσω τον δικό τους
κόσμο, που απ’ ότι παρατήρησα δεν μοιάζει καθόλου
με τον κόσμο που έζησα εγώ ως παιδί πριν 20
χρόνια. Άρα, δεν μπορούσα απόλυτα να βασιστώ σε
πληροφορίες βιβλίων, ούτε αποκλειστικά σε δικές
μου παιδικές εμπειρίες.
Το αντικείμενο της έρευνας ήταν το παραμύθι και
το πώς μπορώ να το χρησιμοποιήσω για να
γνωρίσουν τα παιδιά τον κόσμο της μουσικής. Ενώ
νόμιζα ότι ήμουν η δασκάλα, ξαφνικά βρέθηκα στη
θέση των μαθητών μου και δέχτηκα να δω έναν
άλλο, διαφορετικό κόσμο, που τα παιδιά , αν και
στερημένα από παραμύθια και διηγήσεις, είχαν
πλάσει μόνα τους λαμβάνοντας πληροφορίες από
την τηλεόραση, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και τον
κινηματογράφο. Χρησιμοποίησα, λοιπόν, τους
εξωγήινους και τους δεινόσαυρους στη θέση του
κακού λύκου, που ο δυστυχής έχασε την αίγλη που
είχε κάποτε, αφού τώρα πια η εικόνα του φιλοξενείται
μόνο στα μουσεία φυσικής ιστορίας. Μόνο η
κοκκινοσκουφίτσα επέζησε, η Σταχτοπούτα, η
Χιονάτη, ο Κοντορεβυθούλης ενώ πολλά νέα
παραμύθια κυκλοφορούν του τύπου: «Δεν φοβάμαι
τον Οδοντογιατρό», «Λίτσα η πασχαλίτσα» κτλ.
Η δίψα των παιδιών για παραμύθια ήταν μεγάλη
και η φαντασία τους πλούσια, ώστε να με
εμπνεύσουν να δημιουργήσω μικρές ιστορίες με
πρωταγωνιστές κάποια ζώα που πολύ εύκολα
μπορεί να συναντήσει κανείς στην πόλη. Τους
πρωταγωνιστικούς ρόλους πήραν δύο πλάσματα
που τα παιδιά κατά κανόνα σιχαίνονται και πολλές
φορές επιθυμούν να εξοντώσουν: ένα ποντίκι και μια
αράχνη. Επίσης, ο ίδιος ο άνθρωπος, αποδεικνύεται
λιγότερο σοφός και πολύ πιο βίαιος από την έξυπνη
και φιλειρηνική αραχνούλα που όλα τα παιδιά
φοβούνται στην καθημερινή τους ζωή.
Βαθμιαία ανακάλυψα πόσο σημαντικό ρόλο
παίζει το παραμύθι, όχι μόνο στη μεταφορά γνώσης,
αλλά και στην καταπολέμηση φόβων, ρατσισμών,
προκαταλήψεων, που μπορεί να μας ακολουθούν σε
όλη μας τη ζωή χωρίς να το έχουμε
συνειδητοποιήσει.
Πάντα αγαπούσα το παραμύθι και τόλμησα ως
ενήλικη να το θεωρήσω παιδική ασχολία,
ξεπερασμένη πια για την ηλικία μου. Ήταν ένα θέμα
που είχα κλείσει στο χρονοντούλαπο, ώστε ν’ ανοίξει
απρόσμενα σ’ ένα μάθημα Μουσικής Παιδαγωγικής
στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, όταν η καθηγήτριά κ. Λένια
Σέργη, μας ζήτησε να γράψουμε μουσική για ένα
παραμύθι της αρεσκείας μας. Μπορεί για κάποιους
να ήταν άλλη μια τυπική εργασία, για κάποιους
άλλους, όμως, ήταν το άγγιγμα των πιο ευαίσθητων
χορδών της ψυχής τους, η έκφραση των παιδικών
τους αναμνήσεων και επιτέλους το θάρρος να
παραδεχτούν ότι ναι, υπάρχουν παραμύθια και
θέλουν να μεταδώσουν το πλούσιο μεγαλείο τους
στα παιδιά τους, στους μικρούς μαθητές τους , που
προετοιμάζονται γι’ αυτό το δύσκολο «τεχνοκρατικό»
μέλλον, που στερείται φαντασίας, χρωμάτων και
ευαισθησιών.
Είναι άραγε ιδανικό αυτό το κείμενο για σημείωμα
προλόγου; Σαφώς είναι πολύ ρομαντικό για να
σταθεί πλάι στους επιστημονικούς προλόγους.
Όμως, πως θα μπορούσα να «φυλακίσω» το
παραμύθι σε επιστημονικό δοκίμιο; Πώς να βάλω σε
καλούπια αυτόν το υπέροχο κόσμο που είναι
γεμάτος ελπίδες και μαγικά συμβάντα; Πώς να
κλείσω σε λίγες λέξεις τις εικόνες, τα χρώματα, τους
ήρωες, τις αισθήσεις όλων μας από τα μαγευτικά
παιδικά μας χρόνια; Ίσως μια και μόνο λέξη φτάνει
για να φέρει αναμνήσεις και όχι επιστημονικές
εξηγήσεις στο μυαλό όλων μας. Παραμύθι!

Έφη Βετουλάκη
Στόχοι:

Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση του


παραμυθιού και την επίδραση που μπορεί να
ασκήσει στα παιδιά, θα πρέπει να αναφερθούμε
στους στόχους τούτης της προσπάθειας.
Λαμβάνοντας υπόψη την επιρροή του
παραμυθιού στα παιδιά προσχολικής ηλικίας,
θεώρησα ότι οποιοδήποτε θέμα θα μπορούσε να
διδαχθεί αποτελεσματικά μέσω της παραστατικής
διήγησης. Απλές μουσικές έννοιες, θα μπορούσαν
να γίνουν απόλυτα κατανοητές από τα παιδιά
προσχολικής ηλικίας, αλλά και ακόμη πιο σύνθετες
έννοιες, όπως είναι η μουσική σημειογραφία.
Στόχο στην συγκεκριμένη εργασία, αποτελεί
επίσης, η κατανόηση από τους ενήλικες, η σημασία
που έχει για τα παιδιά το παραμύθι, η μουσική
κίνηση, η μίμηση, το τραγούδι, η ομαδική εργασία.
Το κέντρο της μελέτης δεν είναι μόνο το παιδί και η
σχέση του με τον τίτλο της μελέτης, αλλά και η
καθοριστική συμβολή των ενηλίκων στη διαμόρφωση
του ψυχισμού των παιδιών. Η σχέση του παιδιού με
τη φύση, δεν μπορεί να θεωρηθεί αποκομμένη από
τη σχέση του με τη μουσική. Και όμως, το σημερινό
παιδί είναι αποκομμένο από τη φύση και κατά
συνέπεια, στερημένο από ένα μεγάλο φάσμα ήχων
και εικόνων.
Κατά συνέπεια, στόχο μου δεν αποτέλεσε μόνο η
σύζευξη του παραμυθιού με τη μουσική ή η
κατανόηση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων και
συμπεριφορών του παιδιού, σαν να επρόκειτο για
ένα πείραμα. Ειλικρινής μου στόχος υπήρξε η
ανακάλυψη της μουσικής και του παραμυθιού μέσα
στον ψυχισμό του παιδιού, σαν προϋπάρχοντα
στοιχεία, η επιστροφή των ενηλίκων στην υγιή
αντιμετώπιση των νηπίων, σαν αδιάσπαστα στοιχεία
της φύσης, ελεύθερα να εκφραστούν, να
δημιουργήσουν, να κινηθούν, να τραγουδήσουν, να
φανταστούν, χωρίς την αδιάκοπη παρατήρηση, την
παράλογη αδιαφορία και την ακατανόητη
τυποποίηση των συμπεριφορών τους σαν να
πρόκειται για ενήλικα άτομα. Με λίγα λόγια,
προβάλλω το δικό μου «όχι» στην πυρπόληση των
παιδικών ονείρων, στην κατεδάφιση της
παραμυθούπολης, της μουσικής ή ηχητικής
έκφρασης. Μέσα στα επιτρεπτά πλαίσια, καταδικάζω
τις βίαιες εικόνες που εισπράττουν τα παιδιά μέσω
πολλών κινουμένων σχεδίων και τηλεοπτικών
προγραμμάτων. Επικροτώ τα εκπαιδευτικά
τηλεοπτικά προγράμματα, αλλά τελικά, θεωρώ
ακατανόητη την θέση της τηλεόρασης, για τις
περισσότερες οικογένειες, σαν ένα και μοναδικό
παράθυρο στον κόσμο.
Η εκπαίδευση των παιδιών έχει αφεθεί στην
τηλεόραση, τον υπολογιστή και το βιντεοπαιχνίδι.
Σπάνια θα έχουν την ευκαιρία να κυλιστούν στο
γρασίδι, να παίξουν, να τρέξουν, να φωνάξουν, να
εκτονωθούν. Το παραμύθι, η μουσική, η κίνηση, το
τραγούδι, η δραματοποίηση, δεν εξυπηρετούν μόνο
διδακτικούς στόχους, αλλά και στόχους που
αφορούν την ψυχική και συναισθηματική υγεία του
παιδιού και χαράζουν το δρόμο για υγιείς και
ολοκληρωμένες προσωπικότητες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Το παραμύθι και το παιδί

1. Το παραμύθι
Πότε και πού γεννήθηκαν τα παραμύθια; Ποια
είναι η φύση τους; Γιατί τα διηγούνται και πως
διαβάζονται; Είναι παλιά και ξεπερασμένα ή
προσαρμόζονται στη σύγχρονη νοοτροπία των
παιδιών; Αυτά είναι τα πιο άμεσα ερωτήματα όταν
πρόκειται να ερευνηθεί αυτό το γοητευτικό και
περίπλοκο πεδίο μελέτης.

1.1. Tο παραμύθι (ιστορική αναδρομή)


Τα παραμύθια είναι ένα σημαντικό στοιχείο των
λαϊκών παραδόσεων κάθε χώρας. Κάθε λαός έχει
χρησιμοποιήσει το παραμύθι για να εκφράσει τις
πρώτες του εμπειρίες, τη σοφία του και τις σκέψεις
του για τον κόσμο, μεταδίδοντάς το, με τρόπο απλό
και άμεσο, στους μεταγενέστερους, ως μια τεράστια
κληρονομιά. Τα παραμύθια, με τα θέματά τους και
τα κύρια κίνητρά τους, αυτά δηλαδή που
αναγνωρίζουμε στα παραμύθια όλων των χωρών,
δείχνουν το στενό δεσμό με τη νοοτροπία των
πρωτόγονων πληθυσμών, με τα ήθη και τα έθιμα
των αρχαίων φυλών και ιδιαίτερα με ορισμένα έθιμα

21
θρησκευτικού χαρακτήρα. Το θέμα των
παραμυθένιων περιπετειών στα δάση (π.χ. των
παραμυθιών όπως η Κοκκινοσκουφίτσα ή η Χιονάτη
και οι επτά νάνοι κτλ.) και ο αποχωρισμός από την
οικογένεια, προέρχονται από τα σημαντικότερα
θέματα που απασχολούσαν τους αρχαίους λαούς.
Τα συγκεκριμένα θέματα ξεθώριασαν με τους αιώνες
και έμεινε μόνο η αφήγηση, με αποτέλεσμα το
παραμύθι να συνεχίσει να ζει στη λαϊκή παράδοση με
την προφορική μετάδοση, από γενιά σε γενιά,
συνεχώς εμπλουτιζόμενο με νέα στοιχεία περί τον
αρχαιότερο πυρήνα. Αυτή η θεωρία για την ιστορική
προέλευση του παραμυθιού παρουσιάζει το βαθύ
δεσμό ανάμεσα στην προϊστορία του ανθρώπου και
το παιδί της κάθε εποχής, που ζει μέσα από τα
παραμύθια τις πρώτες του ανθρώπινες εμπειρίες.
Υπάρχει μια εξήγηση ιστορικού - και όχι μόνο
ψυχολογικού – χαρακτήρα γι’ αυτή τη συσχέτιση,
που τόσοι μελετητές και εκπαιδευτικοί έχουν
αναγνωρίσει ανάμεσα στα θέματα, τις καταστάσεις
και τα πρόσωπα των παραμυθιών, και στις
συναισθηματικές και πνευματικές ανάγκες του
παιδιού. Το παραμύθι, πράγματι, χαρακτηρίζεται στη
βασική του δομή από την παρουσία και επανάληψη
ορισμένων στοιχείων σύνθεσης «παραμυθένια

22
θέματα». Μερικά απ’ αυτά βρίσκουν άμεση
απόκριση, θεαματική μερικές φορές, στον
προσωπικό κόσμο του παιδιού, που το βοηθούν,
κατά κάποιο τρόπο, να φωτίσει και να βάλει κάποια
τάξη στην μπερδεμένη εσωτερική του ζωή,
υποδεικνύοντάς του ν’ ακολουθήσει κάποιο
συγκεκριμένο δρόμο, εκείνον του καλού.
Ας προσπαθήσουμε να σκεφτούμε το θέμα της
«απαγόρευσης» που επιβάλλεται στον ήρωα του
παραμυθιού και το πώς αυτή έρχεται αμέσως σε
επαφή με τη ζωηρή εμπειρία του παιδιού στις
σχέσεις του με τους άλλους και τα πράγματα. Ή ας
σκεφτούμε τα παραμύθια στα οποία γίνεται λόγος για
συγκρούσεις, αγώνες, σκηνές θάρρους και δύναμης,
που είναι πράγματα που ικανοποιούν το ένστικτο
επιθετικότητας του παιδιού. «Η εκτόνωση αυτή, με
την ανακούφιση που συνεπάγεται, κάνει το παιδί να
νοιώθει καλά και προετοιμάζει το έδαφος για μια
πλήρη μελλοντική επίγνωση του καλού και του
κακού. Το τι θα διαλέξει, από κει και πέρα, είναι
συναρτημένο από το πλήθος άλλων βιωμάτων»
(Δαράκη, 1978/1992, σ. 16).
Πολλοί γονείς και εκπαιδευτικοί καταδικάζουν τα
παραμύθια, γιατί πιστεύουν ότι είναι αναγκαίο να

23
συνηθίσει το παιδί την πραγματικότητα ως έχει, για
να μην αφήνεται να ελπίζει στη βοήθεια της καλής
νεράιδας, αντί να βασίζεται στις προσωπικές του
δυνάμεις. Άλλοι, πάλι, θεωρούν εντελώς ανώφελο
να προστίθενται και τα άπειρα προϊόντα της
φαντασίας στα τόσα καταπληκτικά πράγματα του
υπαρκτού κόσμου, ενώ κάποιοι άλλοι, τέλος,
αποδίδουν στα παραμύθια την ευθύνη για την
ανασφάλεια και τις «παιδικές νευρώσεις».
Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, κατά πόσο όσοι σκέπτονται
με αυτόν τον τρόπο, τυγχάνει να έχουν κάποια ιδέα
για το ρόλο της φαντασίας σε μια ορισμένη φάση της
ζωής του παιδιού ή και την πραγματική ικανότητά του
να μαθαίνει, εισχωρώντας μέσα στο μύθο.
Το παιδί, μόλις μεγαλώσει λίγο, ζει την
πραγματικότητα του παραμυθιού σαν έναν
ξεχωριστό κόσμο, πέρα απ’ την πραγματική ζωή του,
μέσα στον οποίο του είναι ευχάριστο να εισχωρεί για
ν’ αντλεί αυτό που μπορεί ν’ ανταποκριθεί στις
ανάγκες του, στην περιέργειά του, στα άγχη του.
Αυτό μπορεί να μη το βρίσκει απόλυτα σ’ αυτόν τον
κόσμο, μπορεί, όμως, να ταυτίζεται με τα πρόσωπα
του παραμυθιού, τα οποία μέσα από την ψυχολογική
απλότητα της προσωποποίησης του καλού και του
κακού, έρχονται πιο κοντά του.

24
Το παραμύθι, γενικά, κατέχει πολύ σημαντικό
ρόλο στην ζωή του παιδιού. Το παιδί, μέσα από τις
αφηγήσεις φανταστικών ιστοριών, αφήνει ελεύθερη
τη φαντασία του και πλάθει εικόνες με τον τρόπο που
εκείνο θέλει. Παρακολουθεί με ενεργό ενδιαφέρον
την εξέλιξη ενός αρχαϊκού τύπου δράματος που
διαθέτει όλα τα στοιχεία ενός δραματικού έργου για
μεγάλους. Διαθέτει κεντρικό ήρωα με τον οποίο το
παιδί ταυτίζεται. Θέτει ερωτήματα ανάμεσα στο καλό
και το κακό. Διεγείρει την αγωνία μέσα από την
πλοκή και φέρνει τελικά την κάθαρση, όπως ακριβώς
γινόταν στο Αρχαίο Δράμα. Πλάθει πλάσματα που
δεν ανήκουν στην καθημερινότητα του παιδιού. Ζώα
που έχουν ανθρώπινη φωνή και σκέψη, μάγισσες και
νεράιδες δανεισμένες από τους λαϊκούς μύθους,
φτερωτά άλογα και αντικείμενα που μιλούν ή
μεταλλάσσονται σε κάτι διαφορετικό από αυτό που
είναι. Το παιδί ενθουσιάζεται με την «παράλογη
λογική» των παραμυθιών. Η περιέργειά του
κεντρίζεται ακόμη πιο πολύ από το γεγονός ότι τα
πάντα είναι απροσδόκητα μέσα σε ένα παραμύθι.
Ενθουσιάζεται από το πόσο απρόβλεπτα μπορεί ο
ήρωας του παραμυθιού να σωθεί ξαφνικά από έναν
μεγάλο κίνδυνο, όχι από τη μαμά του ή τον μπαμπά
του, αλλά από ένα μαγικό δαχτυλίδι, ή ένα μαγικό

25
ραβδί ή από μια καλή νεράιδα. Βέβαια, δεν είναι
ευνόητο ότι όλα τα πρόσωπα του έργου πρέπει να
είναι τέλειοι χαρακτήρες και άφθαστες ηθικές
προσωπικότητες (Δαράκη, 1978/1992). Το στοιχείο
άλλωστε που δημιουργεί δραματικότητα και
συγκίνηση, είναι η σύγκρουση του καλού με το κακό.
Το παιδί δέχεται εμπειρικά το νόημα «παθήματα-
μαθήματα» ενώ προσπαθεί υποσυνείδητα να
ξεπεράσει τον ισχυρό δεσμό εξάρτησης με τους
γονείς του. Βέβαια, η ανάγνωση ενός παραμυθιού,
που συνήθως γίνεται από την μητέρα ή τον πατέρα,
καλλιεργεί ακόμη περισσότερο την γονική σχέση με
το παιδί. Το παιδί απορεί και ζητά εξηγήσεις για
αρκετά θέματα της υπόθεσης του παραμυθιού. Ο
γονιός εξηγεί και δίνει λύσεις στις μεγάλες του
απορίες, άρα αυτόματα φαντάζει στα μάτια του
παιδιού ως παντογνώστης των πραγμάτων που
συμβαίνουν γύρω του. Σε τρομαχτικά σημεία του
παραμυθιού, το παιδί χαίρεται που έχει την τύχη να
είναι δίπλα στη μαμά ή τον μπαμπά και που δεν
είναι πραγματικά στη θέση του ήρωα. Όταν, όμως,
όλα καταλήξουν κατ’ ευχή, το παιδί ξαναμπαίνει στη
θέση του ήρωα και απολαμβάνει την επιτυχία του
στην κατανίκηση των εμποδίων. Αμέσως, νιώθει
ανεξάρτητο και ικανό να κατανικήσει οποιονδήποτε

26
αντίπαλο ή κίνδυνο, όπως ακριβώς έκανε ο ήρωάς
του στο παραμύθι.
Για τους γονείς, το παραμύθι αποτελεί χρήσιμο
βοήθημα στην αγωγή του παιδιού. Μπορούν να
μεταφέρουν στο παιδί τους πολλές χρήσιμες γνώσεις
όσον αφορά τη ζωή και τους κινδύνους της. Με το
παραμύθι, όχι μόνο καλλιεργούν τη σχέση τους με το
παιδί τους, αλλά και τη φαντασία του, την
αυτοπεποίθησή του, του δείχνουν τι είναι αποδεκτό ή
μη από το κοινωνικό σύνολο, προετοιμάζοντάς το
πολύ ομαλά για την κοινωνικοποίησή του.
Στο νηπιαγωγείο, το παραμύθι χρησιμοποιείται
για την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων. Παίζει πολύ
σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της σχέσης των
παιδιών με τη δασκάλα, που είναι ένα καινούργιο
άτομο στη ζωή τους, πέρα από το οικογενειακό
περιβάλλον. Το παραμύθι χρησιμοποιεί τη γλώσσα
με τέτοιο τρόπο, ώστε, όχι μόνο να μεταφέρει
πληροφορίες στα παιδιά, αλλά και να αναπτύσσει σε
μεγάλο βαθμό το λεξιλόγιό τους. Τα παιδιά
μαθαίνουν να ακούν, να συγκεντρώνονται, να
χρησιμοποιούν τη μνήμη τους, τη λογική τους, τη
φαντασία τους, να εκτονώνουν την επιθετικότητά
τους, να εκφράζουν τα τρυφερά τους συναισθήματα,

27
να καταστέλλουν τους φόβους τους, να
επιστρατεύουν το θάρρος τους σε δύσκολες στιγμές,
να καλλιεργούν το ήθος και τη μνήμη τους, αλλά
κυρίως να συλλέγουν χρήσιμες πληροφορίες
γνωστικού περιεχόμενου.
Η προσχολική ηλικία είναι η πιο σημαντική
περίοδος της ζωής του παιδιού. Σ’ αυτό το στάδιο
θα μάθει να υπακούει στους πρώτους κοινωνικούς
και μαθησιακούς κανόνες και είναι αναγκασμένο να
ενταχθεί στη μικρή κοινωνία του σχολείου, όπου θα
πρέπει να μάθει να φέρεται και να άγεται με έναν
συγκεκριμένο τρόπο, που ξεφεύγει πλέον από τα
εγωκεντρικά πρότυπα που είχε μέχρι να πάει πρώτη
φορά στο σχολείο. Επιπλέον, είναι η πρώτη ίσως
φορά που το παιδί αποχωρίζεται την οικογένειά του
και χάνει την αίσθηση προσκόλλησης στο γονιό και
φυσικά το αμέριστο ενδιαφέρον του. Στο
νηπιαγωγείο, το παιδί δεν έχει το αποκλειστικό
ενδιαφέρον της δασκάλας, ούτε έχει αποκτήσει
άνεση μαζί της ή με τους συμμαθητές του. Η
δασκάλα καταφέρνει να «σπάσει τον πάγο» με ένα
ωραίο παραμύθι, που θα «δέσει» την ομάδα των
παιδιών, συσπειρώνοντάς τα γύρω από τις ίδιες
απόψεις. Τα παιδιά έχουν τους ίδιους φόβους, τις
ίδιες ανησυχίες και νιώθουν την ίδια συμπάθεια για

28
τον ήρωα του παραμυθιού. Αποκτούν όλα τα παιδιά
μαζί μια «κοινή γνώμη». Επικροτούν, καταδικάζουν,
ανησυχούν από κοινού. Κατορθώνουν να
εκφράζονται ακόμη περισσότερο, όταν το παραμύθι
δεν αποτελεί μόνο μια απλή διήγηση, αλλά
μεταφέρεται στον χώρο του κουκλοθέατρου και οι
ήρωες παίρνουν αληθινές διαστάσεις. Η δασκάλα
είναι πλέον πίσω από το παραβάν, φαινομενικά δεν
υπάρχει, νιώθουν, όμως, σιγουριά στην ύπαρξή της.
Τότε το παραμύθι παίρνει άλλες διαστάσεις και τα
παιδιά εκφράζονται φωναχτά πλέον. Πολύ πιθανό,
τα παιδιά που έδειχναν πριν λίγο ντροπαλά, να
ξεπεράσουν τους φόβους τους και να διασκεδάσουν
παρακολουθώντας το παραμύθι δραματοποιημένο
στο κουκλοθέατρο. Είναι πολύ πιθανό να
εκφράσουν τους πιο κρυφούς φόβους τους σε
ερώτηση της κούκλας, ενώ αν τα ρωτούσε η ίδια η
δασκάλα, θα ήταν σχεδόν αδύνατον ν’ απαντήσουν ή
ακόμη περισσότερο να πουν την αλήθεια.
Αυτή η έντονη σχέση των παιδιών με τις κούκλες
και η φυσική τους έλξη προς αυτές, ωθεί τους
παιδαγωγούς να τις χρησιμοποιούν ολοένα
περισσότερο, στη μαθησιακή διαδικασία, σε
συνδυασμό με απλά παραμύθια, διδακτικού
χαρακτήρα. Τα αποτελέσματα τέτοιων μεθόδων είναι

29
εντυπωσιακά και οφείλουν την επιτυχία τους στον
τρόπο με τον οποίο κεντρίζουν το ενδιαφέρον των
παιδιών. Ο δάσκαλος παύει να είναι ο αυστηρός
μεταδότης γνώσης και πολλές φορές ο τιμωρός της
ανάρμοστης συμπεριφοράς. Την θέση του παίρνει ο
δάσκαλος/δασκάλα που σκέφτεται μέσα από ένα
παιδικό πρίσμα σκέψης. Η υπερβολική αυστηρότητα
και η τιμωρία δεν χωρούν στο νηπιαγωγείο και
γενικότερα στην εκπαίδευση, διότι η λεκτική
βιαιότητα, όχι μόνο τραυματίζει ψυχικά, αλλά, κόβει
κάθε δεσμό επικοινωνίας ανάμεσα στο παιδί και τον
εκπαιδευτικό. Είναι απαραίτητο να καλλιεργηθεί ο
σεβασμός και όχι ο φόβος. Το παραμύθι, για άλλη
μια φορά συντείνει στο να επιτευχθεί μια υγιής σχέση
σεβασμού και κατανόησης ανάμεσα στον
εκπαιδευτικό και το παιδί, προκαταβάλλοντας για το
σωστό και το λάθος. Δημιουργείται μέσα από το
παραμύθι, μια ισχυρή πνευματική σχέση ανάμεσα
στο παιδί και τον εκπαιδευτικό, ανάλογη εκείνης του
οικογενειακού του περιβάλλοντος.

30
1.2 Τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού και ο
ρόλος του στο παιχνίδι

1.2.1 Τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού


Τα παραμύθια έχουν μεταξύ τους κάποια κοινά
χαρακτηριστικά που τα καθιστούν ενδιαφέροντα για
τα παιδιά. Φυσικά, υπάρχει ένας πρωταγωνιστής ο
οποίος καλείται να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα,
να λύσει κάποιο αίνιγμα, να γλιτώσει από κάποιον
εχθρό ή να εκτελέσει κάποια δύσκολη αποστολή. Ο
πρωταγωνιστής μπορεί να μην είναι μόνο ένας,
όπως συμβαίνει στη Σταχτοπούτα. Μπορούν να
υπάρξουν περισσότεροι πρωταγωνιστές, όπως
συμβαίνει στα «τρία γουρουνάκια». Πάντα, όμως,
ξεχωρίζει κάποιος χαρακτήρας περισσότερο. Ο
πρωταγωνιστής, συνήθως, είναι ο καλός και φυσικά
είναι εκείνος που αντιμετωπίζει το πρόβλημα. Το
παιδί τον συμπαθεί από την αρχή και συμπάσχει
αναμένοντας το αποτέλεσμα των περιπετειών του
πρωταγωνιστή. Σχεδόν πάντα υπάρχει κάποιος
«κακός» στην υπόθεση, ο οποίος είναι πανούργος,
ύπουλος και αρκετά επικίνδυνος, ώστε να αποτελεί
πραγματική απειλή για τον ήρωα του παραμυθιού.
Το παιδί τον απεχθάνεται και η ύπαρξή του το κάνει
να συμπαθεί ακόμη περισσότερο τον κεντρικό ήρωα.

31
Ένα άλλο κύριο χαρακτηριστικό του παραμυθιού
είναι το μεταφυσικό στοιχείο. Στο παραμύθι, είναι
φυσιολογικό να μιλούν τα ζώα με ανθρώπινη φωνή,
όπως επίσης και η ύπαρξη των δράκων, γιγάντων,
ξωτικών, νεράιδων, μαγισσών, μαγικών αντικειμένων
κτλ. Στο παραμύθι, όλα μπορούν να συμβούν.
Ακόμη και ο θάνατος μπορεί να μην είναι μόνιμος,
αλλά, προσωρινός, σαν ένας μακρύς ύπνος ή ακόμη
και μια μεταμόρφωση σε άγαλμα ή αντικείμενο. Ο
θάνατος του κακού χαρακτήρα, όμως, δεν δείχνει
παραδόξως καθόλου προσωρινός, αφού μετά τον
θάνατό του, απαλλάσσεται ο πρωταγωνιστής από τα
προβλήματά του. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά
ανάμεσα στον θάνατο του «καλού» και του «κακού».
Η πεθαμένη μαμά συνεχίζει να υπάρχει σαν ένας
φύλακας άγγελος, ενώ όταν η κακιά μητριά πεθαίνει,
χάνεται από το προσκήνιο για πάντα. Υπάρχει
έντονη η αίσθηση ότι τα πάντα μπορούν να συμβούν,
ακόμη και τα πιο απίθανα. Μπορεί κάποιος να κάνει
ένα εναέριο ταξίδι με ένα μαγικό χαλί, με ένα
φτερωτό άλογο, με κύκνους, με μαγικά σανδάλια.
Μπορεί, επίσης, κάποιος να ταξιδέψει μέσω
θαλάσσης στην πλάτη ενός δελφινιού, ή μέσα στην
κοιλιά ενός τεράστιου ψαριού. Επίσης, ο ήλιος, το
φεγγάρι, τα σύννεφα, μπορούν κι αυτά να μιλήσουν.

32
Η βροχή μπορεί να είναι χρυσή ή ασημένια ή να
αποτελείται από νομίσματα. Ένα σπίτι μπορεί να
είναι σοκολατένιο ή να έχει τη μορφή μιας ντομάτας ή
ενός μανιταριού. Οι σκούπες μπορούν να πετάξουν,
τα ποντίκια μπορούν να γίνουν άλογα, οι κολοκύθες
μπορούν να μετατραπούν σε άμαξες και τα
βατραχάκια σε πανέμορφους πρίγκιπες. Γενικώς, η
ύπαρξη ενός πρίγκιπα ή μιας πριγκίπισσας, δίνει
ξεχωριστή αίγλη σ’ ένα παραμύθι, δεν είναι όμως
απόλυτη η ύπαρξή τους.
Το πιο σημαντικό, όμως, στοιχείο που κάνει ένα
παραμύθι πραγματικά χρήσιμο, είναι ο διδακτικός
του χαρακτήρας. Ο «καλός» μπορεί να ταλανίζεται
από αρκετά προβλήματα, όμως, ποτέ δεν κάνει
κάποια απάτη εις βάρος των άλλων ανθρώπων, ούτε
βλάπτει ποτέ κανέναν. Συνήθως, ο εξοστρακισμός
του «κακού» γίνεται από τη «Θεία Δίκη». Τον λύκο
τον σκοτώνει ο κυνηγός και όχι η κοκκινοσκουφίτσα,
την κακιά μάγισσα την αντιμετωπίζει ο πρίγκιπας και
όχι η κεντρική ηρωίδα, τον δράκο τον σκοτώνει και
πάλι ο πρίγκιπας και ο γίγαντας πέφτει μόνος του σε
κάποια παγίδα. Ο κεντρικός ήρωας σπάνια σκοτώνει
για να σωθεί. Πιο συχνά χρησιμοποιεί κάποια μαγικά
αντικείμενα για να τον προστατέψουν και σε γενικές
γραμμές βρίσκεται σε αυτοάμυνα. Το παιδί μαθαίνει

33
τι επιτρέπεται και τι όχι, μαθαίνει να αντιμετωπίζει
καταστάσεις και να σκέφτεται εναλλακτικές λύσεις.
Επίσης, μαθαίνει να εκτιμά τα βασικά αγαθά που του
προσφέρονται, όπως τροφή, στέγη, οικογενειακή
θαλπωρή κτλ. Μαθαίνει να μην εμπιστεύεται εύκολα
τους άλλους, με τρανό παράδειγμα το παραμύθι «Τα
επτά κατσικάκια». Καταλαβαίνει ότι, με τη σκληρή
δουλειά και όχι με τις εύκολες λύσεις, θα καταφέρει
σημαντικά πράγματα, όπως συμβαίνει στα «Τρία
γουρουνάκια». Καταλαβαίνει ότι δεν είναι αυτονόητες
οι διάφορες ανέσεις που προσφέρονται, αφού
υπάρχουν παιδιά φτωχά, πεινασμένα,
ταλαιπωρημένα και εντελώς εγκαταλελειμμένα, όπως
«Το κοριτσάκι με τα σπίρτα». Συμπονούν τους γύρω
τους, μαθαίνουν να μην κρίνουν μόνο από την
εξωτερική εμφάνιση, αλλά και από τον χαρακτήρα,
όπως συμβαίνει, για παράδειγμα στο παραμύθι «Η
Πεντάμορφη και το Τέρας». Υπάρχουν, βέβαια, και
οι ιστορίες αγάπης, όπου ο νεαρός θα ξεπεράσει
πολλούς κινδύνους για να σώσει την αγαπημένη του
και η κοπέλα θα υπομείνει με υπομονή πολλές
δοκιμασίες.
Βέβαια, κάθε παραμύθι έχει τη δική του
πρωτότυπη υπόθεση, αλλά δεν παύει να έχει

34
κάποιους στόχους όσον αφορά την αγωγή του
παιδιού σε θέματα συμπεριφοράς, σκέψης ή γνώσης.

1.2.2 Ο ρόλος του παραμυθιού στο παιχνίδι


Το παιχνίδι αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της
ζωής του παιδιού και βασίζεται κυρίως στην
φαντασία του παιδιού, που ενδυναμώνεται, ακόμη
περισσότερο, από τα παραμύθια. Έτσι, λοιπόν,
παραμύθι και παιχνίδι συμβαδίζουν. Η κούκλα
μπορεί κάλλιστα να γίνει η πριγκίπισσα του
παραμυθιού, ένα αρκουδάκι μπορεί να γίνει ο
γίγαντας, μια κούκλα τυλιγμένη με σκούρα χρώματα
μπορεί να γίνει μάγισσα κτλ. Το παραμύθι
ξαναζωντανεύει στα μάτια του παιδιού και παίρνει
μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού το παιδί μπορεί να
θέσει τους δικούς του όρους, ακόμη και ν’ αλλάξει
την τροπή της υπόθεσης που ήδη ήξερε.
Ένα πολύ ενδιαφέρον παιχνίδι για τα παιδιά είναι
η δραματοποίηση ενός παραμυθιού. Νιώθουν πολύ
χαρούμενα να δραματοποιούν κάποιο παραμύθι,
μοιράζοντας τους ρόλους μεταξύ τους. Το μόνο
πρακτικό πρόβλημα είναι, ότι διαφωνούν και
μαλώνουν, όσον αφορά την ανάθεση των ρόλων, γι’
αυτό και είναι πολύ δύσκολο να καταφέρουν να

35
δραματοποιήσουν ένα παραμύθι με απόλυτη
πιστότητα στους ρόλους. Δύσκολα μπορεί ένα παιδί
να πειστεί να κάνει τον κακό. Συνήθως προτιμώνται
οι ρόλοι του βασιλιά, της πριγκίπισσας, του κυνηγού
και γενικά του καλού χαρακτήρα. Κάποιες φορές,
παιδιά που βιώνουν οικογενειακή βία, προτιμούν το
ρόλο του κακού, νομίζοντας ότι έτσι έχουν τη
δυνατότητα να νοιώσουν πιο ισχυρά απέναντι στη
βία που αντιμετωπίζουν στο σπίτι. Τέτοιες
περιπτώσεις γίνονται εύκολα αντιληπτές, κυρίως από
τη βία που δείχνουν απέναντι στους συμμαθητές
τους. Το να έχουν ένα ρόλο που τρομάζει τους
άλλους, αποτελεί για τα συγκεκριμένα παιδιά ένα
δυναμικό ρόλο που πρόσκαιρα τους δίνει την
ικανοποίηση της εξουσίας. Μερικές φορές υπάρχει
κάποιος ανταγωνισμός για το ρόλο του κακού λύκου,
κάτι που δεν συμβαίνει για παράδειγμα με το τέρας ή
το ξωτικό. Ίσως, γιατί ο λύκος προκαλεί μεν φόβο
και δίνει την αίσθηση της εξουσίας σ’ αυτόν που
παίζει αυτό το ρόλο, αλλά δεν είναι και υπερβολικά
άσχημος. Ένας λύκος δεν διαφέρει ιδιαίτερα από
έναν σκύλο και αυτή του η ομοιότητα ίσως τον κάνει
πιο προσιτό στα παιδιά. Επίσης, ο λύκος, αν το
καλοσκεφτούμε, δεν είναι από τη φύση του κακός,
όπως είναι η κακιά μάγισσα ή το τέρας. Ο λύκος,

36
απλά πεινάει και προσπαθεί να επιζήσει
προσπαθώντας να φάει τον πρωταγωνιστή μας.
Υπάρχει, λοιπόν, η εναλλακτική λύση στο μυαλό του
παιδιού, ότι μπορεί εύκολα να αποφύγει τον κίνδυνο
αν μπει στο σπίτι του, αλλά, μπορεί και να ταΐσει τον
λύκο με αποτέλεσμα να γίνουν φίλοι. Πως μπορεί,
όμως, ν’ αντιμετωπίσει την κακιά μάγισσα; Μόνο με
μαγικά φυλακτά, ή με τη βοήθεια κάποιας νεράιδας.
Σίγουρα, λοιπόν, τα μεταφυσικά όντα, χρειάζονται
μεταφυσικές λύσεις.
Το παραμύθι δίνει φτερά στη φαντασία του
παιδιού και σίγουρα δίνει αρκετές λύσεις σε διάφορα
θέματα που μπορούν να προκύψουν. Κατά τη
διάρκεια του παιχνιδιού επιστρατεύεται η φαντασία
και αυτόματα ένα σκουπόξυλο μπορεί να γίνει το
άσπρο άλογο, τα απλωμένα χέρια του μπορούν να
γίνουν ένα υπέροχο αεροπλάνο και ένα σκαμνάκι
άνετα μετατρέπεται σε έναν χρυσοποίκιλτο θρόνο.
Ένα ξυλάκι μπορεί να είναι το μαγικό ραβδί και ένα
ποδήλατο μπορεί να είναι άμαξα με πολλά άλογα.
Ένας κύκλος με κιμωλία μπορεί να μετατραπεί σε
νησί, ένας αόρατος φανταστικός παίχτης μπορεί να
είναι η μάγισσα ή η νεράιδα ή το ξωτικό. Γενικά, το
παιχνίδι εμπλουτίζεται σε μεγάλο βαθμό από το
παραμύθι. Ξεφεύγει από τα πλαίσια του τετριμμένου,

37
του συνηθισμένου και αγγίζει τον κόσμο της
φαντασίας. Το παιχνίδι γίνεται πλέον δραματικό
παιχνίδι και αποκτά μια διαφορετική και πιο
ενδιαφέρουσα αναμφισβήτητα, διάσταση.

1.3 Η σημασία του παραμυθιού στη ανάπτυξη και


αγωγή του παιδιού
Φαίνεται ότι η λειτουργία του παραμυθιού υπήρξε
πάντα παιδαγωγική: ήταν ένα μέσο για τους ενήλικες
να μεταβιβάζουν τις ανθρώπινες εμπειρίες και να
κάνουν τα μικρά παιδιά να καταλαβαίνουν με απλό
τρόπο τα προβλήματα που γεννιούνται από τη σχέση
με τη φύση, με τους άλλους και με τον ίδιο τον εαυτό
τους. Μέσα από την τεράστια ποικιλία θεμάτων,
κινήτρων και προσώπων, φαίνεται ότι το παραμύθι
αφηγούταν πάντα την ίδια ιστορία, παλιά όσο και ο
κόσμος, αλλά πάντα νέα και συναρπαστική για το
μικρό ακροατή: τη συνάντηση του ανθρώπου με τη
φύση και τον εαυτό του. Συνάντηση που γίνεται
μέσα από στιγμές έκπληξης, αποθάρρυνσης,
ελπίδας, μέσα από τον αγώνα και το ξεπέρασμα
άπειρων εμποδίων, σε μια εναλλαγή από νίκες και
από ήττες, που είναι, όμως, συντελεστές της
ανάπτυξης.

38
Σύμφωνα με την σύγχρονη παιδική ψυχολογία,
(Δαράκη, 1978/1992) τα κακά στοιχεία των
παραμυθιών, χωρίς ακρότητες, βέβαια, είναι
αναγκαία στο παιδί. Επάνω τους επενδύει τους
σκοτεινούς και ασχημάτιστους φόβους του, που
οπωσδήποτε αισθάνεται. Ένας πραγματικός φόβος
είναι προτιμότερος από κάποιον ακαθόριστο,
δεδομένου ότι μεγαλώνοντας το παιδί θα τον
αποβάλλει, γιατί τότε πια θα τον αναγνωρίσει σαν
παραμύθι.
Τα «παραμυθένια θέματα» ερμηνεύουν με
φανταστικό τρόπο, χρησιμοποιώντας σύμβολα και
τεχνικές που πλησιάζουν την παιδική ευαισθησία,
αυτές τις βασικές ανθρώπινες εμπειρίες.
«Ένα από τα πιο συχνά θέματα που συναντάμε
στα παραμύθια είναι το σπάσιμο του δεσμού με τη
μητέρα, όπως το αναφέρουν τα πασίγνωστα
παραμυθάκια του Κοντορεβιθούλη και της
Κοκκινοσκουφίτσας ή της ορφανής Χιονάτης.
Μερικοί κριτικοί θέλησαν να δουν σ’ αυτά την
απεικόνιση του αποθηλασμού και άλλοι το πέρασμα
από το προστατευτικό περιβάλλον στην εξερεύνηση
του έξω κόσμου, με όλους τους κινδύνους και
προβλήματα που τούτο συνεπάγεται. Στο παιδάκι

39
της «ηλικίας παραμυθιού», αυτό το μοτίβο βρίσκει
μεγάλη ψυχολογική απήχηση: ίσως το μήνυμα του
παραμυθιού, με το χαρούμενο τέλος του, μπορεί να
το βοηθήσει ν’ αντιμετωπίσει τον κόσμο με τις δικές
του εμπειρίες ανάπτυξης» (Εγκυκλοπαίδεια «Παιδί-
Υγεία-Ζωή», 1995, 6ος τόμος, σελ. 1126)
Το θέμα του θανάτου έχει κι αυτό μια σημαντική
θέση. Οι μυθογράφοι δεν τον παρουσιάζουν σχεδόν
ποτέ με βίαιο ή τρομαχτικό τρόπο: αυτός δεν
θεωρείται οριστική κατάσταση, αλλά, μάλλον, σαν
κάτι που διαχωρίζει δύο διαφορετικούς τρόπους
ύπαρξης. Χαρακτηριστικά, ο Γκριμ προτιμά, για τον
θάνατο, την έκφραση «βαθύς ύπνος», όπως στην
ωραία κοιμωμένη ενώ στην Ελληνική Μυθολογία
συναντάμε την «μεταμόρφωση σε άγαλμα».
Εδώ ο βαθύς ύπνος των εκατό χρόνων
προμηνύει ένα ξύπνημα, για την ηρωίδα, σε μια νέα
κατάσταση, πιο ώριμη, με περισσότερες γνώσεις.
Με τον ίδιο τρόπο, το παιδάκι ερμηνεύει αυτό το
παραμυθένιο στοιχείο ως προσωρινή και όχι οριστική
κατάσταση, κάτι που δεν συμβαίνει στους ενήλικες.
Το θέμα του «μαγικού βοηθού» (γενικά κάποιο ζώο),
ή «του μαγικού δώρου», μπορεί να συνδεθεί με τα
αρχαία έθιμα των κυνηγών που σέβονταν και

40
λάτρευαν κάποιο ζώο. Με την εγκατάλειψη του
ειδωλολατρικού εθίμου, οι άνθρωποι διατήρησαν την
ιδέα, ιδιαίτερα, της φιλίας και του συναισθηματικού
δεσμού προς τα, κατά τα άλλα, πάντα χρήσιμα ζώα.
Στη λαϊκή φαντασία, όπως αυτή εκφράζεται στα
παραμύθια, η «μαγική βοήθεια» αποκτά με τον καιρό
διάφορες μορφές: είναι ο «Παπουτσωμένος γάτος»
του παραμυθιού του Perrault, ο αετός των ρωσικών
παραμυθιών ή το φτερωτό άλογο τόσων μύθων. Το
παιδάκι νοιώθει μια φυσική συμπάθεια για τα ζώα και
η σχέση βοήθειας και στοργής που δημιουργείται στα
παραμύθια, ανάμεσα στο ζώο και τον
προστατευόμενό του, τοποθετείται σε πρώτη θέση
μέσα στον συναισθηματικό κόσμο του παιδιού, όπου
τα ίδια τα ζώα, πραγματικά ή φανταστικά, παίζουν
σημαντικό ρόλο.
Το θέμα του αδελφικού ανταγωνισμού είναι το
κεντρικό σημείο σ’ ένα από τα πιο γνωστά
παραμύθια: για τη Σταχτοπούτα, που είναι το
δημοφιλέστερο παραμύθι και το πιο διαδεδομένο σ’
όλο τον κόσμο, ίσως θα ήταν χρήσιμο να
εξηγήσουμε τους λόγους της μεγάλης γοητείας που
ασκεί αυτό στα παιδάκια. Ανεξάρτητα από τις
εξωτερικές συνθήκες, λιγότερο ή περισσότερο
ευνοϊκές, στις οποίες βρίσκεται το παιδάκι, που

41
περνά από μια κατάσταση σε μια άλλη, όπου
αντιμετωπίζει απαιτήσεις, αυτό περνάει και από μια
περίοδο ασυνεννοησίας και στερήσεων, που του
προκαλούν ταλαιπωρίες και του υποβάλουν μια
αίσθηση ακαταλληλότητας. Τότε δοκιμάζει στιγμές
που νιώθει να το τριγυρίζουν εχθρικές δυνάμεις,
ακριβώς όπως η δυστυχισμένη Σταχτοπούτα μέσα
στην κουζίνα. Από λογική άποψη, μπορεί να είναι
δύσκολο να φανταστούμε μια ευνοϊκή λύση, με
αδιέξοδο από την κατάσταση αυτή, ενώ το παιδάκι
έχει την ανάγκη να πιστεύει ότι θα είναι σε θέση να
ξεπεράσει αυτή τη δυσκολία, όπως ακριβώς
συμβαίνει στην Σταχτοπούτα. Όλοι αυτοί οι λόγοι
ασκούν άμεση επίδραση πάνω στο μικρό ακροατή,
που παροτρύνεται να ταυτιστεί με την ηρωίδα, η
οποία συγκεντρώνει όλη του τη συμπάθεια. Η
Σταχτοπούτα οδηγεί το παιδί προς την ανάπτυξη της
αυτονομίας του, της λειτουργικότητας και της θετικής
προσωπικής ταυτότητας. Η Σταχτοπούτα, στο τέλος
της ιστορίας, είναι έτοιμη για ένα ευτυχισμένο γάμο.
«Το παραμύθι είναι προσιτό και πειστικό στο παιδάκι,
γιατί τα θέματά του, τα πρόσωπα του και η εξέλιξή
του ανταποκρίνονται στον τρόπο με τον οποίο εκείνο
αντιλαμβάνεται και σκέπτεται τον κόσμο. «Το
υπέροχο» του παραμυθιού, είναι φτιαγμένο από

42
φαντασία, μύθο και μυστήριο, όπου το δυνατό και το
αδύνατο μπερδεύονται κι όπου ο κόσμος δεν είναι
ακόμη οργανωμένος σύμφωνα με τους νόμους της
λογικής, βρίσκεται σε στενή επαφή με το «υπέροχο»
για νοητικό και ψυχολογικό μέρος του παιδιού, το
οποίο ο Piaget καθόρισε ως «ανιμιστική σκέψη»
(ψυχολατρευτική σκέψη)» (Εγκυκλοπαίδεια: «Παιδί-
Υγεία-Ζωή», 1995, 6ος τόμος, σ.σ. 1126)
Κατά την περίοδο του νηπιαγωγείου (Bruce,
1987) και των πρώτων ετών του δημοτικού, το
παιδάκι δεν ξεχωρίζει καθαρά το «εγώ» του από τον
κόσμο, δηλαδή αυτό που κάνει και σκέπτεται από
αυτό που υπάρχει ανεξάρτητα από αυτό. Νιώθει σαν
ένας «μάγος» που η σκέψη και η δραστηριότητά του
συνιστούν την αφορμή των πάντων. Πιστεύει ότι σε
κάθε σπίτι υπάρχουν ζωή και θελήσεις, ακριβώς
όπως νιώθει το ίδιο. Στη συνεχή αναζήτηση
εξηγήσεων και απαντήσεων στα διάφορα
προβλήματα, που, σιγά-σιγά, του θέτει η επαφή του
με την πραγματικότητα, οι απίθανες, φανταστικές και
παράλογες απαντήσεις που δημιουργεί, και που
ξαναβρίσκει στα παραμύθια, είναι οι μόνες δυνατές,
οι μοναδικές απαντήσεις που μπορούν να
ικανοποιήσουν την περιέργειά του και να ηρεμήσουν,
ταυτόχρονα τα άγχη του και την πραγματική

43
παρόρμηση που αυτά τα ερωτήματα θέτουν. Η
σύγχυση που νιώθει το παιδί ανάμεσα σε αυτό που
σκέφτεται και στην πραγματικότητα, το ωθούν να
πιστεύει ότι αυτό που κινείται είναι ζωντανό και
συνειδητό. Για το παιδάκι όλα έχουν τη θέληση, τους
θυμούς, τους φόβους που ανακαλύπτει στον εαυτό
του , όπως και στα φανταστικά πλάσματα των
παραμυθιών, τα ζώα ή και τα άψυχα πράγματα
ακόμη. Από εδώ ξεκινά και η σχεδόν παθιασμένη
προσοχή και η ένταση που ξεσηκώνουν το παιδί
καθώς ακούει τα παραμύθια και βυθίζεται μέσα στις
πιο παράξενες και τρομαχτικές καταστάσεις,
ταυτίζοντας τις καταστρεπτικές του επιθυμίες με την
κακιά μάγισσα και τους φόβους του με τον άγριο
λύκο. Αργότερα, όταν περνάει από την νηπιακή
ηλικία των 5, 6, 7 χρόνων και όταν αρχίζουν τα
πρώτα ρήγματα στη μαγική σκέψη και στο νηπιακό
εγωκεντρισμό, ο κόσμος των παραμυθιών δεν
παραμερίζεται ακόμη, αλλά πάντως, η μαγική
αφήγηση της ηλικίας των 3-4 ετών δεν ικανοποιεί
πια.
Τα νέα παραμύθια των σύγχρονων συγγραφέων
μπορούν, άραγε, να ικανοποιήσουν καλύτερα τις
απαιτήσεις των παιδιών, μια και η δύναμη των

44
παραδοσιακών παραμυθιών είναι δυνατό να μην έχει
πια απήχηση;
Πλάι στο υπέροχο παραδοσιακό παραμύθι
είδαμε, πράγματι, ν’ αναπτύσσεται κι ένας νέος
τύπος απίθανης αφήγησης, όπου το όνειρο και το
φανταστικό ξεκινούν από την πραγματική ζωή του
σήμερα, από αντικείμενα καθημερινής χρήσης, κι
από την επιστήμη και την τεχνική της εποχής μας.
Στην Ιταλία, ο Gianni Rodary, ο πιο διάσημος
σύγχρονος συγγραφέας παιδικών βιβλίων,
δημιούργησε τα παραμύθια της «περί το παιδί
πραγματικότητας», γνωρίζοντας καλά μιαν απλή
αλήθεια, ότι:
«H φαντασία κατασκευάζει με υλικό που έχει
εμπνευστεί από το πραγματικό και πως η εκπαίδευση
του παιδιού περνά κυρίως μέσα από ένα σωστό ,
κατά το δυνατό, συσχετισμό φαντασίας –
πραγματικότητας. Οι φανταστικές ιστορίες του
Rodary είναι μια μορφή συμμετοχής στη ζωή και στα
προβλήματα του παιδιού και ταυτόχρονα, ένας
τρόπος που ωθεί το παιδί να συμμετέχει στον κόσμο
των «μεγάλων», για τον οποίο, εξάλλου, το ίδιο
ενδιαφέρεται, θέτοντας πρόωρα διάφορα

45
ερωτήματα» (Εγκυκλοπαίδεια «Παιδί-Υγεία-Ζωή»,
1995, 6ος τόμος, σελ. 1126).
Μέσα από το παραμύθι, η μεταφορά της γνώσης
δεν αποτελεί επώδυνη διεργασία για τον μαθητή,
αλλά, ένα ευχάριστο παιχνίδι που ασκεί τη μνήμη, το
λεξιλόγιο, τη νόηση, την ικανότητα της ακρόασης, την
κατανόηση των κοινωνικών κανόνων και ηθών και
την προετοιμασία ένταξης στο κοινωνικό σύνολο.
Προϋπόθεση για να πραγματοποιηθούν όλα τα
παραπάνω είναι η εξοικείωση των εκπαιδευτικών με
τα παραμύθια, άλλα είδη λαϊκής λογοτεχνίας και με
όψεις του τοπικού πολιτισμού, όπου θα ανακαλυφθεί
ο τοπικός αφηγηματικός πλούτος. (Αυδίκος, 1999)

46
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Προσχολική ηλικία

2. Το παιδί της προσχολικής ηλικίας


Όταν αναφερόμαστε στην προσχολική ηλικία του
παιδιού οριοθετούμε αυτόματα το χρονικό διάστημα
που μεσολαβεί από τη γέννηση του παιδιού μέχρι
την πρώτη δημοτικού, δηλαδή από 0 έως 6 ετών.
Στην εποχή μας, έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην
προσχολική ηλικία. Σ’ αυτό συνετέλεσαν οι
κοινωνικές απαιτήσεις και οι επιστημονικές
ανακαλύψεις. Αυτές δημιούργησαν την υποχρέωση
να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη μορφωτική
σημασία των προσχολικών χρόνων. Έγινε
συνείδηση ότι τα χρόνια αυτά είναι θεμελιώδη, γιατί
ασκούν μεγάλη επίδραση στη διάπλαση του παιδιού
που συνεχίζεται κατά τα επόμενα έτη.
Κατά τη θεωρία του Δαρβίνου:
«Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του
ανθρώπινου πλάσματος είναι και το φαινόμενο ότι το
πλάσμα αυτό έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια περιόδου
της παιδικής ηλικίας. Όσο ένας οργανισμός είναι πιο
πολύπλοκος και πιο προηγμένος κατά την ωριμότητά
του, τόσο μακρύτερη είναι η περίοδος που χρειάζεται
να διανύσει, για να φτάσει σ’ αυτήν. Για την πλήρη

47
ανάπτυξη ενός τέτοιου οργανισμού απαιτείται χρόνος
και ο χρόνος αυτός είναι η παιδική ηλικία»
(Εγκυκλοπαίδεια της γυναίκας, 1976, β τόμος, σελ.
128)

2.1 Χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του


παιδιού της προσχολικής ηλικίας.
Το παιδί αναπτύσσεται μέσα σε ένα περιβάλλον
προσώπων και πραγμάτων. Αυτοί οι δύο κόσμοι δεν
έχουν ορατές διαχωριστικές γραμμές, αλλά, είναι
αλληλένδετοι. Το παιδί δεν μπορεί να κάνει σαφή
διαχωρισμό μεταξύ τους, αντίθετα προς τους
ενήλικες. Για το παιδί, όλα τα πράγματα
προσωποποιούνται σε μεγάλη κλίμακα, ενώ αντίθετα
βλέπει τα πρόσωπα σαν αντικείμενα. Απαιτείται
χρόνος για να μπορέσει ν’ αποκτήσει συνείδηση του
εαυτού του ως προσώπου, καθώς επίσης και
συνείδηση των άλλων ανθρώπων, ως προσώπων.
Η προσωπικότητα του παιδιού της προσχολικής
ηλικίας αντιπροσωπεύει το σύνολο της επιδράσεως
του μορφωτικού περιβάλλοντος πάνω στον
αναπτυσσόμενο οργανισμό. Η προσωπικότητά του
αναπτύσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια της προσχολικής
ηλικίας και συνεχίζεται και μετά απ’ αυτήν.

48
Τα βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς
του (Α. Καφάτος, 1993) είναι τα εξής:

Στην ηλικία των 18 μηνών:


• Είναι υπερκινητικό και δεν μπορεί να
καθίσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
• Συμπεριφέρεται στα πρόσωπα σαν σε
αντικείμενα.
• Έχει έντονη παρατηρητικότητα στις κινήσεις
των άλλων ατόμων.
• Μιμείται τις πράξεις των μεγαλύτερών του.
• Έχει αδέξιες κινήσεις.
• Εκφράζεται περισσότερο με το σώμα, παρά
με το λάρυγγα.

ΜΟΥΣΙΚΗ
Στέκεται ακίνητο όταν ακούει μουσική και κρατά
το χρόνο της μουσικής με τη ρυθμική κίνηση
ολόκληρου του σώματός του. Μπορεί να αρχίσει
αυθόρμητα και να σιγοτραγουδά, επαναλαμβάνοντας
τραγουδιστά μια και την ίδια πάντα λέξη.
Χρησιμοποιεί μια μεγάλη σειρά από τόνους σε
εναλλαγές ύψους και εντάσεων της φωνής. Είναι
αρκετά ενημερωμένο και μπορεί να ξεχωρίζει τους

49
διάφορους ήχους, όπως του κουδουνιού, της
σφυρίχτρας, του ρολογιού τοίχου.

ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Του αρέσει να παίζει πιο πολύπλοκα παιχνίδια
π.χ. να κρύβεται και να το βρίσκουν. Αυτό το είδος
παιχνιδιού ονομάζεται παιχνίδι κατ’ ανταπόκριση και
βοηθά το παιδί να οικοδομήσει την ταυτότητά του.
Δηλαδή να επιβεβαιώσει ότι δεν είναι κάτι όμοιο με
αυτούς. Ξεχωρίζει, λοιπόν, τον εαυτό του από τους
όμοιούς του.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Στην προσπάθειά του να ζωγραφίσει, κινεί
ολόκληρο το χέρι του από τον ώμο και κάτω. Του
αρέσει να χρησιμοποιεί μόνο ένα χρώμα, ενώ
χαράζει γραμμές που τις περισσότερες φορές έχουν
το σχήμα τόξου.

50
Στην ηλικία των 2 ετών:
• Έχει έντονο αίσθημα ιδιοκτησίας
• Παίζει με κούκλες
• Τρέχει και πηδά
• Όταν τρέχει δεν έχει παρωπίδες, αλλά
σταματά και απορροφάται σε
μακρόχρονες παρατηρήσεις
• Μπορεί να κλωτσήσει μπάλα
• Γυρνάει ένα-ένα τα φύλλα ενός βιβλίου

ΜΟΥΣΙΚΗ
Τραγουδά παράφωνα. Ευχαριστιέται με ρυθμικά
παιχνίδια, όπως είναι η κούνια. Συχνά, με αυτόν τον
τρόπο ενισχύεται αυθόρμητα το τραγούδι. Οι
ρυθμικές κινήσεις, όπως είναι το λύγισμα των
γονάτων με τις κινήσεις του πηδήματος, η αιώρηση
και η κίνηση των χεριών, το κούνημα του κεφαλιού
και το χτύπημα των ποδιών στο πάτωμα
ευχαριστούν το παιδί. Θέλει να κρατά κάτι, όπως
έναν κύβο, ένα κουδουνάκι ή το χέρι ενός προσώπου
όταν κινείται με τους ήχους της μουσικής.

51
Πιο συγκεκριμένα:
• Του αρέσουν οι ιστορίες που του λένε
χρησιμοποιώντας το λεξιλόγιο και τα
πρόσωπα που ήδη γνωρίζει, κυρίως δε
το ίδιο του το όνομα.
• Δείχνει ενδιαφέρον για τους ήχους και
τις επαναλήψεις.
• Του αρέσει να ακούει τα ποιήματα του
νηπιαγωγείου και να τα επαναλαμβάνει
με έναν μεγάλο.
• Παίζει με την πλαστελίνη.
• Έχει έντονο αίσθημα κυριότητας.
• Δεν του αρέσει να μοιράζεται τα
παιχνίδια του και τα κρύβει.
• Ενθουσιάζεται ονομάζοντας και
αναγνωρίζοντας πράγματα που
ανήκουν σε άλλους και να λέει τίνος
είναι το καθένα.

Στην ηλικία των 2 ½ ετών:


• Αντιφάσκει στις κινήσεις και στις
απαιτήσεις του.
• Έχει επινοητικότητα.
• Έχει άτοπη διαχυτικότητα.

52
• Διακατέχεται από έντονη
κοινωνικότητα.
• Έχει μεγάλο αίσθημα κυριότητας.
• Δυσκολεύεται στις μεταβολές των
καταστάσεων γι’ αυτό έχει την τάση να
αργοπορεί. Του φαίνεται δύσκολο να
μεταπηδήσει από κάτι συνηθισμένο σε
κάτι διαφορετικό. Είναι τόσο
συντηρητικό, ώστε μάχεται τους
νεωτερισμούς, επιθυμεί να γίνονται τα
πράγματα όπως τα ξέρει.

ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Τα παιχνίδια συνοδεύονται από διαρκή ομιλία

ΒΙΒΛΙΑ – ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ


Προσποιείται ότι παίρνει πράγματα από τις
εικόνες των βιβλίων, μιλάει με τα πρόσωπα που
απεικονίζονται κτλ.

• Αυθόρμητα η ομιλία του είναι συχνά


ρυθμική και επαναληπτική.
• Του αρέσουν οι ρυθμοί και οι
επαναλήψεις ποιημάτων και ιστοριών.

53
• Αγαπά την καθημερινή επανάληψη της
ίδιας αφήγησης.
• Δέχεται για λίγο την αφήγηση νέων
ιστοριών.
• Ακούει μικρές και απλές ιστορίες
γνωστού περιεχόμενου.
• Δεν ενδιαφέρεται για την πλοκή στην
αφήγηση και απολαμβάνει τα απλά
παραμύθια, όπως η κοκκινοσκουφίτσα.
• Του αρέσουν τα βιβλία που περιέχουν
απλές πληροφορίες για ζώα.
• Ευχαριστιέται να ακούει τους ενήλικες
να αυτοσχεδιάζουν ιστορίες με θέμα τις
ασχολίες του παιδιού και των
συνομήλικών του.
• Του αρέσει να ακούει πολλές
λεπτομέρειες της ζωής του όταν ήταν
μικρό και αργότερα της ζωής καθενός
μέλους της οικογένειάς του και των
φίλων του σπιτιού.
• Η ανάγνωση, στην οποία παίρνει
κάποιο μέρος ονομάζοντας είδη ζώων
ή συμπληρώνοντας λέξεις και φράσεις

54
προτάσεων που γνωρίζει, συγκρατεί
περισσότερο το ενδιαφέρον του.
• Ευχαριστιέται να ξεφυλλίζει βιβλία μόνο
του.

ΜΟΥΣΙΚΗ
Υπάρχει το ενδεχόμενο, να ξέρει το παιδί,
ολόκληρα ή όχι, διάφορα τραγούδια, που στο σπίτι
τα τραγουδά, αλλά συχνά διστάζει όταν πρόκειται να
τα τραγουδήσει μαζί με άλλους. Τραγουδά
αυθόρμητα διάφορες φράσεις. Ακούει με μεγάλη
ευχαρίστηση τη μουσική και απολαμβάνει ιδιαίτερα
την επανάληψη παλιών γνωστών μελωδιών. Του
αρέσουν οι έντονοι ρυθμοί στη μουσική.
Απολαμβάνει απλές ομαδικές ενασχολήσεις, όπως
το παιχνίδι «γύρω-γύρω όλοι».

Στην ηλικία των 3ων ετών:


Η ηλικία των τριών ετών αποτελεί σταθμό. Οι
δρόμοι της μέχρι τώρα ανάπτυξης συγκλίνουν και
καταλήγουν σε μια εστία. Οι ακραίες καταστάσεις
που πριν από 6 μήνες αλληλοσυγκρούονταν,
παραχωρούν τη θέση τους σ’ ανώτερο βαθμό
αυτοελέγχου. Ανάλογα με την τόσο νεαρή ηλικία του,
το παιδί των τριών ετών ελέγχει καλά τον εαυτό του.

55
Έχει απομακρυνθεί από την περίοδο της αντιλογίας,
προσπαθεί να είναι ευχάριστο και να
συμμορφώνεται. Φθάνει ακόμη στο σημείο να ρωτά:
«να το κάνω έτσι;»

Πιο συγκεκριμένα:
• Ανεπτυγμένος αυτοέλεγχος, που
οφείλεται στη μεγαλύτερη ασφάλεια και
ευκινησία που νοιώθει.
• Θέλει την επιδοκιμασία των άλλων.
• Έχει την αίσθηση της πειθαρχίας.
• Του αρέσει να μαθαίνει νέες λέξεις.
• Μεταχειρίζεται λέξεις με μεγαλύτερη
αυτοπεποίθηση και κατάλληλα
χρωματίζει τον λόγο του, μολονότι είναι
δυνατόν να μην έχει ακόμη υπερνικήσει
την άρθρωση της βρεφικής ηλικίας,
προτού φτάσει σε ηλικία τεσσάρων ή
πέντε ετών. Για την πρακτική
εξάσκησή του μιλά μόνο του και κάνει
αναπαραστάσεις συνδυάζοντας τη
δράση με τις λέξεις.
• Έχει ενδιαφέρον για τα πρόσωπα.
Παρατηρεί τις εκφράσεις του

56
προσώπου του για να ανακαλύψει την
έννοιά τους.
• Η διάθεση του παιδιού για συνεργασία
βρίσκεται στη γέννησή της
• Η φανταστική ζωή του παιδιού αρχίζει
με αργό ρυθμό στα τρία του χρόνια και
φθάνει στο κατακόρυφο όταν το παιδί
είναι 3 ½ ετών, με τη μορφή ενός
φανταστικού συντρόφου.

ΒΙΒΛΙΑ
Η διήγηση ιστοριών συγκρατεί περισσότερο
χρόνο το ενδιαφέρον του παιδιού. Το παιδί κάθεται
περισσότερο χρόνο για ν’ ακούει ιστορίες, όταν αυτές
διαβάζονται σε μικρές ομάδες. Συνεχίζεται η
απόλαυση γνωστών θεμάτων, που
επαναλαμβάνονται, όμως, τώρα με περισσότερες
λεπτομέρειες. Του αρέσουν οι γνώσεις για τη φύση,
τις μεταφορές κτλ. Με τη μορφή διηγήσεων από
βιβλία. Του αρέσουν οι φανταστικές ιστορίες με
πραγματικά πρόσωπα και αληθινά ζώα, όπως
παρουσιάζονται σε διάφορα βιβλία. Του αρέσει να
διευρύνει τον ορίζοντά του με διδακτικά βιβλία. Κάνει
σχόλια κατά την αφήγηση. Διασκεδάζει με
προβλήματα απάντησης και αινίγματα. Μερικά

57
παιδιά επιμένουν να ξαναλέγονται και να
ξαναδιαβάζονται λέξη προς λέξη και χωρίς αλλαγές,
διάφορες ιστορίες.

ΜΟΥΣΙΚΗ
Πολλά παιδιά μπορούν να τραγουδήσουν
ολόκληρα τραγούδια, αν και γενικά με παραφωνίες.
Αρχίζουν να συνδυάζουν απλούς μουσικούς τόνους.
Είναι λιγότερο διστακτικά όταν πηγαίνουν να
τραγουδήσουν με άλλα παιδιά. Μπορούν να
αναγνωρίσουν πολλές μελωδίες. Δοκιμάζουν
μουσικά όργανα. Πολλά μέλη της ομάδας παίρνουν
μέρος σε διάφορους χορούς. Χορεύουν και
χοροπηδούν ακολουθώντας αρκετά πιστά τον ρυθμό
της μουσικής.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Οι γραμμές είναι ποικιλότερες και ρυθμικότερες
στην ζωγραφική. Αρχίζουν να αναδεικνύονται τα
πρώτα σχήματα.

Στην ηλικία των 4ων ετών:


Γενικά χαρακτηριστικά:
• Απειθαρχεί

58
• Ενεργεί αυθαίρετα και
αυτοπροβάλλεται
• Είναι εγωκεντρικό
• Έχει έντονη φιλαρέσκεια
• Έχει πρότυπα μεγαλύτερούς του και
τους μιμείται

Το παιδί των τεσσάρων ετών κατέχεται από


ζωηρότητα, προβάλλει τον εαυτό του και θέλει να
σπάσει τα δεσμά του, τόσο τα φυσικά, όσο και τα
νοητικά. Η καμπύλη της ενεργητικότητάς του
επανέρχεται στο σημείο που χαρακτηρίζει το
πρότυπο της ηλικίας των δύο ετών. Αυτό, όμως, δεν
είναι οπισθοχώρηση, γιατί στους τομείς των
εκδηλώσεών του, τον κινητικό, τον προσαρμοστικό,
τον λεκτικό, τον προσωπο-κοινωνικό, οι λειτουργίες
γίνονται σε ανώτερο επίπεδο. Γι’ αρκετό καιρό,
σπάνια ενδιαφέρεται για τη γνώμη των άλλων. Δεν
είναι τόσο ευαίσθητο στους επαίνους, όσο ήταν σε
ηλικία τριών ετών και όσο θα είναι πάλι σε ηλικία
πέντε ετών. Αντί γι’ αυτό, επαινεί τον εαυτό του
κομπάζοντας. Ξεπερνά εύκολα τοις απογοητεύσεις
του και δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τις
συγκινησιακές καταστάσεις των άλλων. Επίσης,

59
δείχνει ερευνητικό ενδιαφέρον για το θάνατο, αλλά
έχει μικρή αντίληψη της έννοιάς του.
Ο πλούτος των κινητικών εκδηλώσεων του
παιδιού των τεσσάρων ετών – και της φωνής του –
βρίσκεται κάτω από καλύτερο έλεγχο. Παρόλο που
ευχαριστιέται χρησιμοποιώντας τις μεγάλες κινήσεις
του σώματός του, είναι ωστόσο σε θέση να κάθεται
πολλή ώρα και να ασχολείται με ενδιαφέρον με τη
χειροτεχνία. Του αρέσει να επαναλαμβάνει λέξεις
χωρίς έννοια, που μεταχειρίζεται για τρίτους. Θέλει
να χρησιμοποιεί συνδέσμους, επιρρήματα και
επιφωνήματα. Υπερβάλλει, γιατί ασκείται στη χρήση
των λέξεων.
Αναφέρει με ακρίβεια όσα συμβαίνουν στο σπίτι,
χωρίς να φείδεται των οικογενειακών μυστικών. Το
παιδί των τεσσάρων ετών είναι πολύ άστατο.
Μπορεί να είναι ήσυχο, άτακτο, ήρεμο, απαιτητικό,
ευχάριστο, κοινωνικό, αθλητικό, φιλόμουσο,
ακριβολόγο, φαντασιόπληκτο, ερευνητικό, ευθύ,
επίμονο, πνευματώδες, αυθαίρετο, μαχητικό και
αρκετά άλλα ακόμη. Το παιδί βρίσκεται σε στάδιο
πλήρους ανάπτυξης, κυρίως ως προς τις κοινωνικές
σχέσεις του. Διανύει περίοδο κατακτήσεως γνώσεων
και ταχείας διαπλάσεως. Όταν ήταν τριών ετών είχε

60
παγιώσει τις αποκτημένες γνώσεις και ήταν σε
σταθερό σχετικά σημείο. Στην ηλικία των τεσσάρων
ετών, ξεκινά προς άλλη παγίωση, γιατί προχωρεί σε
νέο σταθμό: στην ηλικία των 5 ετών. Γι’ αυτό δεν
είναι περίεργο ότι το παιδί τείνει να σπάσει τα δεσμά
του, κυρίως στον τομέα του λόγου. Βασικά, όμως, με
την αναπτυξιακή παρόρμηση του, αγωνίζεται να
συνταυτιστεί προς το μορφωτικό περιβάλλον του και
να αντιληφθεί τις πολύπλοκες εκδηλώσεις του.
Ο κομπασμός φτάνει σε δυσθεώρητα ύψη
εγωκεντρισμού. Επιδιώκει την κοινωνική επαφή.
Αισθάνεται αξιοσημείωτη ευχαρίστηση ν’ ακούει
εξηγήσεις. Του αρέσει επίσης να μορφάζει κι αυτό
είναι ένας άλλος τρόπος συνταυτισμού με τους
μεγάλους. Τα φανταστικά παιχνίδια έχουν τώρα
μεγαλύτερη σχέση προς τα ομαδικά, παρά προς τα
μοναχικά παιχνίδια του.

ΒΙΒΛΙΑ
Ακούει με πολύ μεγαλύτερη προσοχή ιστορίες σε
μεγαλύτερες ομάδες και επί μεγαλύτερα χρονικά
διαστήματα. Απολαμβάνει ομοιοκατάληκτα μικρά
ποιήματα, συνήθως χωρίς έννοια. Δείχνει μεγάλο
ενδιαφέρον για την ποίηση και κυρίως για τα

61
ομοιοκατάληκτα ποιήματα. Γοητεύεται από τις
κωμικές αφηγήσεις. Απολαμβάνει τις υπερβολές σε
διάφορες αφηγήσεις. Ενδιαφέρεται για τα
αλφαβητάρια. Ενδιαφέρεται για αφηγήσεις σχετικές
με τη λειτουργία και την ανάπτυξη διάφορων
πραγμάτων, όντων κλπ. Απολαμβάνει ιδιαίτερα
βιβλία που έχουν απαντήσει στα «γιατί» του σε όλα
τα πράγματα του περιβάλλοντός του. Δείχνει
ενδιαφέρον για βιβλία θρησκευτικού περιεχόμενου.

ΜΟΥΣΙΚΗ
Αυξημένος έλεγχος της φωνής και μεγαλύτερη
προσέγγιση προς τον ακριβή τόνο και ρυθμό.
Μερικά παιδιά μπορούν να τραγουδήσουν σωστά
ολόκληρα τραγούδια. Μεγαλύτερη ικανότητα σε
ομαδικό τραγούδι. Του αρέσει να αλλάζει τα
τραγούδια, όταν τραγουδά μόνο του. Μπορεί να
παίζει απλά τραγουδιστά παιχνίδια. Έχει μεγάλο
ενδιαφέρον για τη μιμητική. Δημιουργεί τραγουδάκια
κατά τη διάρκεια των παιχνιδιών του – συχνά
πειράζει τα άλλα παιδιά τραγουδώντας. Του αρέσει
να δοκιμάζει μουσικά όργανα. Χαίρεται όταν
αναγνωρίζει τις μελωδίες και κυρίως όταν συνδυάζει
νότες στο πιάνο. Έχει αυξημένο τον αυθορμητισμό

62
του στους ρυθμούς. Του αρέσει να επιδεικνύει
διάφορους τρόπους ερμηνείας της μουσικής.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Κρατά το πινέλο όπως και οι ενήλικοι. Μπορεί να
εργάζεται με ακρίβεια πολλή ώρα στο ίδιο θέμα.
Έχει ζωηρή φαντασία και αλλάζει ιδέες ενώ
ζωγραφίζει. Δίνει περισσότερες προφορικές
εξηγήσεις σχετικά με την εργασία του, όταν
ζωγραφίζει. Κάνει σχέδια και αδέξια γράμματα του
αλφάβητου. Σχεδιάζει αντικείμενα χωρίς πολλές
λεπτομέρειες. Αρχίζει να κάνει αυτοκριτική. Τα έργα
του έχουν προσωπική αξία και θέλει να τα πάρει μαζί
του στο σπίτι.

Στην ηλικία των 5 ετών:


Γενικά χαρακτηριστικά:
• Επιζητεί επαίνους
• Χρειάζεται αυτοπεποίθηση
Το παιδί των πέντε ετών βρίσκεται σε
σταθεροποιημένη κατάσταση. Υπάρχει χαρακτηρι-
στική διαφορά ωριμότητας από την ηλικία των
τεσσάρων ετών, η οποία γίνεται εμφανής από τις
απαντήσεις του, αλλά και από τα ιχνογραφήματά του.

63
Εμφανίζει σαφήνεια στις προθέσεις του και είναι
ικανό να κάνει αυτοκριτική. Θέλει να τελειώνει αυτό
που έχει αρχίσει είτε όταν παίζει, είτε όταν ασχολείται
με κάτι. Η μεγαλύτερη αποφασιστικότητα του παιδιού
των πέντε ετών εκδηλώνεται στην ελάττωση, σε
αξιόλογο βαθμό της βραδυκινησίας του.
Η κινητική ισορροπία του, οι περιγραφές του, οι
φράσεις του και αυτές ακόμη οι κοινωνικές του
σχέσεις – η έννοια του «εγώ» του, οι προσαρμογές
του προς το οικογενειακό, το σχολικό και κοινωνικό
περιβάλλον του – είναι περισσότερο καθορισμένα.
Κατά συνέπεια, μας δίνει την εντύπωση του
αυτάρκους. Δεν βρίσκεται σε διαμάχη ούτε με τον
εαυτό του, ούτε με το περιβάλλον του. Σε
περίπτωση αιφνιδιασμού, έχει την ικανότητα να μείνει
ατάραχο λόγω της ομαλής λειτουργίας του
ενεργειακού του συστήματος.
Το πεντάχρονο παιδί είναι γενικά ένα τέλειο
πλάσμα, έχει ανεβεί την κλίμακα της αναπτύξεως και
έχει φθάσει σ’ ένα ελαφρά επικλινές επίπεδο. Πριν
πολλές χιλιάδες χρόνια, η φυλή, κατά την εξέλιξη του
νευρικού συστήματός της, είχε φθάσει σε στάδιο
πολιτισμού παρόμοιου βαθμού ωριμότητας. Το παιδί
των πέντε ετών θυμίζει κάπως αυτή την αρχαϊκή
φάση της εξέλιξης του ανθρώπου. Το παιδί είναι

64
ένας «μικρός άνθρωπος» έτοιμος να εισέλθει στο
θάλαμο του νηπιαγωγείου, ενός πολιτισμού που είναι
σήμερα τόσο απέραντα πολύπλοκος, ώστε να
χρειασθεί το παιδί είκοσι χρόνια για να γίνει
πραγματικός έφηβος. Στο μεταξύ έχει προοδεύσει
πάρα πολύ σε σύγκριση με το «νηπιώδες» παιδί των
τριών και τεσσάρων ετών του κοινού νηπιαγωγείου.
Το παιδί είναι τώρα ώριμο για ευρύτερη γνώση
της κοινωνίας. Το σπίτι δεν το χωράει πια. Είναι
πράγματι, σχεδόν αυτάρκες στα καθημερινά
προσωπικά του χρέη. Επιθυμεί να πάει στο σχολείο
και φοβάται μήπως φτάσει αργοπορημένα. Λάμπει
από υπερηφάνεια όταν φέρνει στο σπίτι τα έργα της
ιχνογραφίας και της χειροτεχνίας του, για να γίνουν
αντικείμενο θαυμασμού. Είναι υπερήφανο για τα
ρούχα του. Του αρέσει να επιστρέφει στην
οικογενειακή «βάση» του, αλλά δείχνει χαριτωμένη
σοβαρότητα επιδιώξεων και ενδιαφέροντος για τον
απέραντο κόσμο. Αρχίζει να κάνει διάκριση ανάμεσα
σε αλήθεια και ψέμα. Με λίγα λόγια, παρουσιάζει
αξιόλογη ισορροπία αρετών και εκδηλώσεων:
αυτάρκεια και κοινωνικότητα, αυτοπεποίθηση και
προσαρμοστικότητα προς το πολιτιστικό περιβάλλον
του, γαλήνη και σοβαρότητα, προσεκτικότητα και
πειστικότητα, ευγένεια και αφέλεια, φιλικότητα και

65
αυτοέλεγχο. Είναι μια βελτιωμένη έκδοση της ηλικίας
των τριών ετών. Όμως, παρά τον έξοχο γενικό
στατικό έλεγχό του, έχει πολλές ελλείψεις στη λεπτή
συνεργεία των χεριών του. Δυσκολεύεται στο
χάραγμα πλαγίων γραμμών. Παρόμοια, για λόγους
αισθητοκινητικούς, δεν είναι ώριμο για το μηχανισμό
της αναγνώσεως. Μιλά χωρίς τη βρεφική άρθρωση,
αλλά ο διάλογός του εμφανίζει μεγάλη απλοϊκότητα.
Η σκέψη είναι πολύ συγκεκριμένη, δεν
απομακρύνεται ποτέ από τη σταθερή
πραγματικότητα του περιβάλλοντος, των πουλιών,
των σπιτιών κ.α.
Υπάρχουν σύντομα πετάγματα της φαντασίας
προς τα ύψη, αλλά τα ακολουθεί αμέσως η επάνοδος
στην πραγματικότητα, η προσγείωση. Η χρήση
αφηρημένων εννοιών είναι πολύ πενιχρή και
περιορίζεται, σχεδόν, μόνο στη μεταφορική έννοια.
Παρόλη την απλοϊκότητα των συνομιλιών του
πενταετούς παιδιού, υπάρχει σ’ αυτό μια μορφή
σοβαρής αυτοκριτικής. Το παιδί έχει κάπως
συνείδηση της αμάθειάς του και της διανοητικής
ατέλειάς του. Παρόλα αυτά, ρυθμίζει τα ίδια του
μαθήματα ανατάσεως και κάνει συχνές εξορμήσεις
προς το άγνωστο.

66
2.1.1 Ανάπτυξη της προσωπικότητας του
παιδιού
Η ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού δεν
μπορεί να χαρακτηριστεί απλώς ως μια προσθετική
διαδικασία ή ως ξετύλιγμα εκ των έσω, αλλά ως μια
ποιοτική και συνειδητή κίνηση προς μια ζωή ιδανική.
Για να συντελεστεί ουσιαστική ανάπτυξη, θα πρέπει
η μορφωτική εμπειρία να αυξάνει τις δυνατότητες και
να διευρύνει τους ορίζοντες, γι’ αυτό οι εξωτερικοί
παράγοντες είναι πολύ σημαντικοί για τη
διαμόρφωση της προσωπικότητας.
Η ανάπτυξη του παιδιού εξαρτάται από μια σειρά
συνθήκες και ιδιαίτερα από τις συνθήκες μέσα στις
οποίες ζει και κινείται. Το περιβάλλον μέσα στο
οποίο το παιδί μεγαλώνει, καθορίζει την ποιότητα και
την κατεύθυνση των πράξεών του, και κατά συνέπεια
και την ψυχολογική του ανάπτυξη. Η ανάπτυξη του
ατόμου, καθορίζεται, ως ένα ορισμένο σημείο, από
τις καταβολές, που δεν αποτελούν, όμως, κυρίαρχο
παράγοντα για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας.
Η διαπαιδαγώγηση, κατά κύριο λόγο, είναι εκείνη
που ασκεί μόνιμη επίδραση στην ανάπτυξη του
παιδιού, είτε προέρχεται από το οικογενειακό
περιβάλλον, είτε το σχολικό, είτε συνδυασμό και των
δύο.

67
Η διεργασία της ψυχικής ανάπτυξης είναι μια
ενιαία διαδικασία. Το παιδί, καθώς αναπτύσσεται,
ενεργεί μέσα στο πλαίσιο των καταβολών και των
συνθηκών ζωής, όπως έχουν διαμορφωθεί από τη
φύση και την κοινωνία μέσα στην οποία μεγαλώνει,
καθοδηγημένο από τη διαπαιδαγώγηση, απ’ όπου κι
αν αυτή του προσφέρεται. Κατά τη διάρκεια της
ζωτικής αυτής δραστηριότητάς του, ολοκληρώνεται
σταδιακά και η ανάπτυξή του. Μέσα σ’ αυτή την
ενιαία διαδικασία διακρίνουμε την ωρίμανση και τη
μάθηση η οποία επέρχεται με αργά και σταθερά
βήματα.
Όταν αρχίσει να περπατάει, μολονότι λέμε ότι το
παιδί έμαθε να περπατάει, εντούτοις πρόκειται για
μια λειτουργία ωριμάνσεως. Το παιδί αρχίζει να
περπατάει, ακόμη και όταν λείπουν οι ειδικές
επιδράσεις για την απόκτηση αυτής της ικανότητας,
εφόσον, βέβαια, του δοθεί η αναγκαία ελευθερία
κινήσεων. Το να «μάθει» δηλαδή το παιδί να
περπατάει, εξαρτάται από την ανάπτυξη και από την
εξέλιξη ορισμένων λειτουργιών: το νευρικό σύστημα,
το μυϊκό σύστημα και τα αισθητήρια όργανα, ιδίως
του αισθήματος της ισορροπίας. Οι λειτουργίες
αυτές δεν «ωριμάζουν» αν δεν τεθούν σε
δραστηριότητα και γι’ αυτό είναι φυσικό να χρειάζεται

68
το παιδί παρότρυνση, τόσο από εσωτερικούς, όσο
και από εξωτερικούς παράγοντες.
Η πορεία της ψυχικής ανάπτυξης του παιδιού
(Εγκυκλοπαίδεια της Γυναίκας, 1976, β΄ τόμος)
χαρακτηρίζεται από τα εξής γνωρίσματα:
1. Η ανάπτυξη συντελείται με την πολύπλοκη
αλληλεξάρτηση και αλληλουχία πολλών εσωτερικών
και εξωτερικών συνθηκών, χωρίς να υπάρχει καμία
μηχανική εξάρτηση ανάμεσα στην αιτία και το
αποτέλεσμα. Οι παράγοντες που συντελούν στην
ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού
εξαρτώνται από αναρίθμητες συνθήκες.

2. Η ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα της αντίθεσης


μεταξύ αυτών των συνθηκών. Η γενική αντίφαση
ανάμεσα στις εσωτερικές και τις εξωτερικές
συνθήκες (ανάμεσα στον οργανισμό και το
περιβάλλον) οδηγεί στην κίνηση, στη δραστηριότητα.
Έτσι, το παιδικό παιχνίδι π.χ. δημιουργείται από την
αντίφαση ανάμεσα στην εσωτερική ανικανοποίητη
ανάγκη δραστηριότητας και κίνησης (τη συνεχή
προθυμία για ενεργητικότητα που είναι
χαρακτηριστική για τη ζωή) και στο χαρακτήρα του
παιχνιδιού που ελκύει και παροτρύνει. Η «αντίφαση»

69
αυτή, οδηγεί στη συγκεκριμένη δραστηριότητα, στο
παιχνίδι – και έτσι προχωρεί η ανάπτυξη του παιδιού.
Οι εσωτερικές του συνθήκες για τη δραστηριότητά
του, έχουν γίνει διαφορετικές και το επόμενο παιχνίδι
του μπορεί πια να βασιστεί σε μια διαφορετική
σύνθεση συνθηκών. Τέτοιες αντιφάσεις
δημιουργούνται συνεχώς και συνεχώς λύνονται με τη
δραστηριότητα του παιδιού καθώς μεγαλώνει. Η
λύση μιας αντίφασης δημιουργεί μια νέα κ.ο.κ.
Φτάνουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι το παιχνίδι
αποτελεί μια συνθήκη για την ανάπτυξη της
προσωπικότητας του παιδιού, αφού αποτελεί μια
δραστηριότητα εξερεύνησης και κατά συνέπεια,
μάθησης.

3. Λόγω αυτών των ιδιοτήτων δεν είναι συνεχής η


πορεία της ανάπτυξης, αλλά ασταθής. Ύστερα από
μακρές περιόδους, μόλις αισθητών μεταβολών,
ακολουθούν εποχές γρήγορης και θυελλώδους
ανάπτυξης. Η ανάπτυξη συντελείται κλιμακωτά κατά
στάδια. Η προσωπικότητα του παιδιού εμφανίζει
πολλές φορές μια πλοκή, που χαρακτηρίζεται από
διάφορα γνωρίσματα και ιδιότητες των ψυχικών
λειτουργιών. Με βαθιές και μόλις αντιληπτές
μεταβολές, αλλάζει αυτή η πλοκή σε σχετικά μικρό

70
χρονικό διάστημα και συγχρόνως οικοδομείται μια
άλλη πλοκή. Η ασταθής αυτή πορεία, δεν
παρατηρείται μόνο, όταν παρακολουθήσουμε τη
γενική ψυχική ανάπτυξη του παιδιού, αλλά και από
τις διάφορες επιμέρους πορείες της ανάπτυξης, από
τις οποίες συντελείται η εξέλιξή του.
Αυτά τα τρία προηγούμενα χαρακτηριστικά
γνωρίσματα, καθορίζουν την πορεία της ψυχικής
ανάπτυξης και την καθιστούν μια διαλεκτική
διεργασία. Η ψυχική διεργασία δεν είναι μια
λειτουργία απλών ποσοτικών μεταβολών, που
προστίθενται η μια στην άλλη. Συχνά, βέβαια,
συνδέονται αδιάρρηκτα τέτοιες αλλαγές και με
ποσοτικές μεταβολές. Η πηγή της κίνησης βρίσκεται
σε αυτή καθ’ εαυτή την ουσία της ζωτικής
λειτουργίας, γενικά δηλαδή είναι η αντίφαση ανάμεσα
στον οργανισμό και το περιβάλλον του που με τη
δραστηριότητα, διαρκώς λύνεται και διαρκώς
δημιουργείται και πάλι από την αρχή. Οι καταβολές
που φέρνει ένας οργανισμός μαζί του, καθώς επίσης
οι φυσικές και κοινωνικές συνθήκες της ζωής, ιδίως η
διαπαιδαγώγηση, καθορίζουν με τη δράση τους όλες
μαζί αυτή τη δραστηριότητα, με την οποία ένας
άνθρωπος αναπτύσσεται σωματικά και ψυχικά.

71
Η γλώσσα επικοινωνίας παίζει πολύ σημαντικό
ρόλο στην ψυχοσωματική εξέλιξη του παιδιού, καθώς
μαθαίνει να επικοινωνεί, να πράττει και να λειτουργεί
μέσα στο κοινωνικό σύνολο και κατά συνέπεια να
συλλέγει πληροφορίες για το κοινωνικό του
περιβάλλον. Το παιδί αναπτύσσεται διαρκώς
συναισθηματικά και επικοινωνιακά, μέσα και έξω από
το οικογενειακό του περιβάλλον.
Με μέσο επικοινωνίας τη γλώσσα, το παιδί
υποβοηθείται σε μεγάλο βαθμό, μέσα από ομαδικές
ψυχοκινητικές δραστηριότητες, να έρθει σε επαφή με
τα άλλα παιδιά, να επικοινωνήσει και να
συνεργαστεί. Έχοντας γίνει ενεργό μέλος της
ομάδας, εξομαλύνονται βαθμιαία οι κοινωνικές και
συναισθηματικές του σχέσεις με τα άλλα παιδιά και
με τη νηπιαγωγό. (Κουγιάλη, 1999)

2.2 Η αγωγή του παιδιού της προσχολικής


ηλικίας
Η αγωγή του παιδιού ή αλλιώς η
διαπαιδαγώγηση, αποβλέπει σ’ έναν βασικό σκοπό:
τη δημιουργία και διαμόρφωση ενός καλλιεργημένου
ανθρώπου από κάθε άποψη, που να είναι σε θέση
να συντελέσει σοβαρά στην πρόοδο και ευτυχία της

72
κοινωνίας, καθώς επίσης της οικογένειάς του και του
εαυτού του. Η διαπαιδαγώγηση, στην πλατιά της
έννοια, περιλαμβάνει τόσο τη μόρφωση, δηλαδή την
απόκτηση των αναγκαίων γνώσεων και ικανοτήτων
για τη ζωή, την εργασία και την ανάπτυξη των
αντίστοιχων δυνατοτήτων, όσο και τη διαμόρφωση
των ιδιοτήτων του χαρακτήρα και της
προσωπικότητας. Η διαμόρφωση των ιδιοτήτων του
χαρακτήρα και η μόρφωση δεν είναι δυνατόν να
επιτελεστούν χωριστά το ένα από το άλλο. Τα δύο
αυτά μέρη της διαπαιδαγώγησης αποτελούν μια
ενότητα, καθώς το παιδί μορφώνεται (π.χ. στο
νηπιαγωγείο, συγχρόνως διαπαιδαγωγείται).
Η μόρφωση και η διαπαιδαγώγηση είναι οι
κυριότερες προϋποθέσεις για την ολοκληρωμένη
ψυχική (πνευματική) και φυσική (σωματική)
ανάπτυξη του παιδιού. Δεδομένου ότι η ψυχική
ανάπτυξη του παιδιού συντελείται, κυρίως, κατά την
ενεργητική αναμέτρηση του παιδιού με το
περιβάλλον του, η διαπαιδαγώγηση αποτελεί
συνειδητή, προγραμματισμένη και σκόπιμη
διαμόρφωση και καθοδήγηση της παιδικής
δραστηριότητας σε όλες της τις μορφές: στο παιχνίδι,
στη μάθηση και στην εργασία.

73
Σε πόρισμά της, η Εθνική Επιτροπή Εκπαίδευσης
στις Η.Π.Α. αναφέρει: «Μια και η έκφραση μέσα από
τις τέχνες είναι κάτι πραγματικά βασικό για την
πνευματική ανάπτυξη του ατόμου, θα πρέπει οι
τέχνες να συγκαταλέγονται ανάμεσα στους
συντελεστές της όλης αγωγής» (Σέργη, 1995, σ. 27)
Ο Άμως Κομένιος, που θεωρείται το μεγαλύτερο
πνεύμα της εποχής του, υποστήριζε στο έργο του
«Magna Didacta» ότι ο άνθρωπος, για να γίνει
άνθρωπος, έχει ανάγκη αγωγής. Επίσης,
υποστήριζε ότι με τις τέχνες και τις επιστήμες
αναπτύσσονται οι πνευματικές δυνάμεις του
ανθρώπου. Άρα, η διπλή φύση της μουσικής, τέχνη
και επιστήμη, μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά σ’
αυτό το σκοπό.
Οι τέχνες παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη
διαπαιδαγώγηση. Το παιδί, εκ φύσεως δημιουργικό,
έλκεται από δημιουργικές ενασχολήσεις, όπως οι
τέχνες (χορός, μουσική, εικαστικές και θεατρικές
τέχνες). Μέσα από τις τέχνες, το παιδί εκφράζεται
δημιουργώντας, επικοινωνεί καθώς συνεργάζεται με
άλλα παιδιά, κοινωνικοποιείται καθώς μαθαίνει να
ακολουθεί κανόνες του ομαδικού παιχνιδιού και
καλλιεργεί τις καλλιτεχνικές πτυχές του εαυτού του.

74
Αποκτά εμπειρίες μέσα από τον πειραματισμό που
προσφέρουν οι καλλιτεχνικές ενασχολήσεις και που
είναι η βάση της απόκτησης γνώσεων.
Οι τέχνες συντελούν στην διαμόρφωση
ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων, εφόσον δεν
αποσκοπούν μόνο στη μάθηση, αλλά και στην
έκφραση και την ψυχαγωγία. Επίσης, σύμφωνα με
την Εθνική Επιτροπή Εκπαίδευσης των Η.Π.Α. «Οι
τέχνες βοηθούν τον άνθρωπο ν’ αντιληφθεί καλύτερα
τον εαυτό του μέσα από μια ιστορική, πολιτισμική και
αισθητική προοπτική. Δίνουν στο άτομο ευρύτερες
επιλογές για το περιβάλλον του και επιδρούν στον
τρόπο εργασίας και αντιμετώπισης της ζωής του»
(Σέργη, 1995, σ. 68). Αναμφισβήτητα οι τέχνες
αποτελούν ένα από τα κύρια βοηθήματα στην αγωγή
και εκπαίδευση των παιδιών και θα πρέπει να
συμπεριληφθούν στα προγράμματα αγωγής και
εκπαίδευσης ως σημαντικά και αναπόσπαστα μέρη
της.
Οι τέχνες συνεισφέρουν με ζωτικό τρόπο στην
εκπαίδευση των παιδιών σε έξι κυρίως τομείς
(Robinson Κ., 1999, σ. 52)
«Στην ανάπτυξη της πλήρους ποικιλότητας της
ανθρώπινης νοημοσύνης. Στην ανάπτυξη της

75
ικανότητας για δημιουργική σκέψη και πράξη. Στην
αγωγή του συναισθήματος και της ευαισθησίας. Στην
διερεύνηση των αξιών. Στην κατανόηση των
πολιτισμικών αλλαγών και διαφορών. Στην ανάπτυξη
των σωματικών ικανοτήτων και της αντίληψης».
Η συμβολή των τεχνών είναι πολύ σημαντική,
ιδιαίτερα κατά τα πρώτα στάδια της εκπαίδευσης. Η
ανάπτυξη και διαμόρφωση της προσωπικότητας
μέσα από το πρίσμα των τεχνών έχει ως άμεσο
αποτέλεσα τη διαμόρφωση ατόμων ικανών να
αυτοσχεδιάζουν, να προσαρμόζονται και να
δημιουργούν με πλήρη αυτοπεποίθηση.

2.3 Μουσική ανάπτυξη του παιδιού


Από πολύ νωρίς, το βρέφος διαθέτει την
ικανότητα να ξεχωρίζει, με μια σχετική άνεση τους
φωνητικούς ήχους. Δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στην
ανθρώπινη φωνή, ιδιαίτερα της μητέρας ή του
πατέρα του και αντιδρά κάνοντας κινήσεις με το
σώμα του, ως απάντηση στα ηχητικά ερεθίσματα.
Τα μωρά διακρίνουν, γενικά, το είδος μουσικής που
ακούν, αντιδρώντας με πολλές και συνήθως, έντονες
κινήσεις στα έντονα τραγούδια και με λιγότερες στα
αργά. Η ανάπτυξη της μουσικής αντίληψης είναι
θεαματική από τη γέννηση έως την ηλικία των 6

76
ετών, όπου το παιδί έχει αποκτήσει πλέον αρκετές
δυνατότητες (Καφάτος, 1993).
Οι μουσικές αντιδράσεις των παιδιών, έχουν
απόλυτη σχέση με τα στάδια της ανάπτυξής τους. Οι
αντιδράσεις των παιδιών στα διάφορα μουσικά
ακούσματα, μπορούν κάλλιστα να αποδείξουν τη
μουσική τους αντίληψη, που πολλές φορές είναι
ιδιαίτερα ανεπτυγμένη. Τα παιδιά έχουν τη
δυνατότητα να συσχετίζουν ακούσματα με πράγματα
ή γεγονότα και καταστάσεις του άμεσου
περιβάλλοντός τους. Η νοητική διαδικασία που
οδηγεί στην συσχέτιση καταστάσεων και αναπαράγει
στη μνήμη την κατάσταση κατά την οποία
πρωτάκουσαν κάποια μουσική, τα οδηγεί και στην
ανάλογη αντίδραση. Για παράδειγμα, αν ακούσουν
κάποιο νανούρισμα ή κάτι ήσυχο και απαλό,
παίρνουν αυτόματα τη στάση του ύπνου, ή
ασχολούνται με μια λιγότερο κινητική δραστηριότητα.
Επίσης, από πολύ μικρή ηλικία έχουν τη δυνατότητα
αναγνώρισης των ήχων, ακόμη και του μέσου ή του
τρόπου που παράγονται.
Τα παιδιά αντιδρούν πολύ αυθόρμητα στον
ρυθμό. Σύμφωνα με τη θεωρία του Dalcroze (Σέργη
1994), η σημασία του ρυθμού τονίζεται ιδιαίτερα.

77
Σύμφωνα με τούτη τη θεωρία, το πιο δυνατό στοιχείο
στη μουσική είναι ο ρυθμός, που είναι απόλυτα
συνδεδεμένος με τη ζωή.
Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα,
εντατικοποιήθηκε το ενδιαφέρον για την ανάπτυξη
των ικανοτήτων των παιδιών στις τέχνες. Πιο
συγκεκριμένα, όσον αφορά τη μουσική ανάπτυξη του
παιδιού, δεν είναι εύκολο να δοθούν συγκεκριμένες
θέσεις, διότι οι εποχές αλλάζουν και μαζί τους
αλλάζουν και οι εμπειρίες που προσφέρονται στα
παιδιά, κατά συνέπεια και οι ικανότητες και
δυνατότητές τους.
Ο Hodges (1989) υποστηρίζει ότι:
«Οι γενετικές οδηγίες δημιουργούν ένα νου και ένα
σώμα που είναι προδιατεθειμένα να είναι μουσικά.
Όπως ο άνθρωπος γεννάται με την ικανότητα της
ομιλίας και είναι προδιατεθειμένος να μάθει τη
συγκεκριμένη γλώσσα που του καθορίζει το άμεσο
περιβάλλον του, κατά τον ίδιο τρόπο ο άνθρωπος
γεννάται με τα μέσα ν’ αντιδρά στη μουσική που του
καθορίζει το άμεσο πολιτισμικό περιβάλλον του».
(Σέργη, 1995, σ. 57)

78
2.3.1 Έρευνες που αφορούν τις μεθόδους
διδασκαλίας μουσικής σε παιδιά
προσχολικής ηλικίας
Η πρώτη προσπάθεια για τη συγκρότηση μιας
μουσικοπαιδαγωγικής μεθόδου σε θεωρητικό, όμως,
μόνο επίπεδο – εντοπίζεται στο έργο του Jean
Jacques Rousseau, στο β΄μέρος του περίφημου
έργου του που εκδόθηκε το 1762, «Αιμίλιος». Στον
«Αιμίλιο» ο Jean Jacques Rousseau εισήγαγε τη νέα
ιδέα, ότι το παιδί πρέπει να έρχεται σε επαφή με τη
μουσική πολύ νωρίς, γιατί η μουσική μπορεί να του
προσφέρει πολλά στον ψυχολογικό καθώς και στον
συναισθηματικό τομέα, ενώ παράλληλα αποτελεί και
ένα σοβαρό βοηθητικό παράγοντα στη διαδικασία
της κοινωνικοποίησης. (Sadie, 1980 ed.)
Οι μέθοδοι που αφορούν τη διδασκαλία της
μουσικής στην προσχολική ηλικία, άρχισαν να
βρίσκουν μεγάλη ανταπόκριση κυρίως τον 20ο αιώνα.
Κατά τον 19ο αιώνα, για παράδειγμα, οι
μουσικοπαιδαγωγοί J. Curwen και G. Βullen
χρησιμοποιούσαν ρυθμικά σχήματα που πήγαζαν
από τις λέξεις, ώστε να επιτύχουν τη ρυθμική
εξάσκηση των μαθητών τους. Υποστηρικτές της
συγκεκριμένης μεθόδου υπήρξαν οι περισσότεροι
μουσικοπαιδαγωγοί του 20ου αιώνα, όπως ο Carl

79
Orff, o Emile Dalcroze, o Walford Davies και η Satis
Coleman, για τους οποίους αποτελούσε σημαντικό
στοιχείο ο αυτοσχεδιασμός και η σύνθεση μουσικής
από τους μαθητές, διότι με αυτόν τον τρόπο, η
μουσική βιώνεται και συνειδητοποιείται περισσότερο
από το παιδί. (Σέργη Λένια, 1994)
Η μουσική αγωγή θα πρέπει να ξεκινά από τα
πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού. Όταν η
μουσική εκπαίδευση του παιδιού ξεκινήσει στην
προσχολική ηλικία, μπορεί να προσαρμοστεί σε
μουσικά ακούσματα και να καλλιεργηθούν οι
δεξιότητές του πολύ πιο εύκολα, όχι μόνο στη
μουσική, αλλά, και σε πολλούς άλλους τομείς. Η
εντατική μουσική αγωγή μπορεί να έχει θεαματικά
αποτελέσματα, όχι μόνο στη ψυχοσωματική, αλλά
και στη νοητική ανάπτυξη του νηπίου. Η μουσική
εκπαίδευση από μικρή ηλικία έχει θετική επίδραση
στις αναγνωστικές ικανότητες των παιδιών της
πρώτης τάξης του δημοτικού, διότι τα παιδιά που
διδάσκονται μουσική πριν ξεκινήσουν το σχολείο,
αποκτούν άνεση στην αποκωδικοποίηση και διαδοχή
των συμβόλων, εξασκούν την οπτική τους μνήμη και
τις πνευματικές τους ικανότητες, πολύ περισσότερο
από τα παιδιά που δεν διδάχθηκαν μουσική πριν
ξεκινήσουν το δημοτικό σχολείο.

80
Στις μέρες μας, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη
διδασκαλία με υλικό από τη μουσική διάφορων λαών.
Επίσης, όλο και περισσότερο δίδεται μεγαλύτερη
έμφαση στην ακρόαση μουσικής κατά τη διδασκαλία,
ιδιαίτερα μάλιστα της σύγχρονης, ενώ σημαντικό
θεωρείται οι δάσκαλοι μουσικής να φέρνουν συχνά
τις τάξεις τους σε συναυλίες διαφόρων ειδών
μουσικής, ώστε τα παιδιά να αποκτούν πιο έντονα
ερεθίσματα που θα χρησιμοποιηθούν για συζήτηση
στην τάξη και ενδεχομένως σε κάποιου είδους
επεξεργασία.
Επίσης, όλο και πιο πολύ κερδίζει έδαφος μια
κίνηση που βασίζεται στη συνεργασία γονιών και
δάσκαλου στη μουσική εκπαίδευση, κάτι που βέβαια
δεν είναι καινούργιο αφού το εφάρμοσε πρώτος, πριν
χρόνια, ο S. Suzuki. Ωστόσο, οι σύγχρονοι
εκπαιδευτικοί προχώρησαν παραπέρα και
οργανώνουν εργαστηριακά μαθήματα για γονείς και
παιδιά, ενώ έχουν αναπτύξει μια ολόκληρη
φιλοσοφία, για το πώς ο μουσικοπαιδαγωγός μπορεί
να συνεργαστεί με τους γονείς, καθώς και για το πώς
μια οικογένεια μπορεί να λειτουργήσει ως συνθετική
ομάδα και να δημιουργεί δική της μουσική.

81
82
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Το παραμύθι και η δημιουργικότητα –
δραματοποίηση παραμυθιού

3. Δημιουργική Διεργασία
Η δημιουργική διεργασία ξεκινά όταν το παιδί
καθοδηγείται από τις εμπειρίες του για εξερεύνηση.
Μέσα από τη λειτουργία της φαντασίας του,
καταλήγει σε μια καινούργια μορφή έκφρασης, την
ανακάλυψη. Η συγκεκριμένη διαδικασία απαιτεί
συνειδητή προσπάθεια. Το παιδί νοιώθει νέα
συναισθήματα και ανακαλύπτει έννοιες που θα
πρέπει να εκφραστούν με μια πολύ προσωπική
μορφή έκφρασης. Η δημιουργική διεργασία γεννιέται
από μια εμπειρία, που μπορεί να είναι μια εικόνα, ένα
συναίσθημα, ένας ήχος, κάποια πράξη. Το παιδί
ανταποκρίνεται στις εμπειρίες που συλλέγει,
κάνοντας δικές του συσχετίσεις εννοιών σε μια
σύνθετη μορφή έκφρασης. Το υλικό των εμπειριών
του, αποτελεί την καθοδηγητική γραμμή της δράσης
του. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι για να μπορεί το
παιδί να εκφραστεί μέσα από σύνθετες μορφές
έκφρασης, θα πρέπει να έχει μεταφέρει στη
συνείδησή του το υλικό των εμπειριών, ως μέρος των
προσωπικών του βιωμάτων.

83
Ο πειραματισμός και η εξερεύνηση είναι
απαραίτητες λειτουργίες της δημιουργικής
διαδικασίας. Είναι αδύνατο να προκύψει κάτι
πρωτότυπο χωρίς αυτές τις λειτουργίες. Ο
πειραματισμός, όπως και η εξερεύνηση, δεν θα
πρέπει, φυσικά, να προκύπτουν από τυχαίες
δραστηριότητες, αλλά από έναν συγκεκριμένο
προγραμματισμό. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού,
επομένως, αποκτά μεγαλύτερη σημασία για την
προώθηση των δημιουργικών διαδικασιών, γιατί θα
πρέπει, αφού πρώτα προγραμματίσει, να προσφέρει
το κατάλληλο περιβάλλον και τα κατάλληλα υλικά
μέσα, που θα βοηθήσουν και θα καθοδηγήσουν το
παιδί στον πειραματισμό και την εξερεύνηση. Ο
εκπαιδευτικός γνωρίζει ότι, μέσα από αυτές τις
λειτουργίες αναπτύσσεται η δημιουργική δύναμη που
βρίσκεται στο κάθε παιδί. Είναι σημαντικό, να μην
υποδείξει τον ακριβή τρόπο δράσης, παρά μόνο να
δώσει τα κίνητρα στα παιδιά να πειραματιστούν και
να δράσουν με τη δική τους φαντασία. Μόνο έτσι η
εξερεύνηση θα είναι αληθινή, οι ανακαλύψεις
πραγματικές και η δημιουργική διαδικασία
αποδοτική.
Η σύνδεση του «πριν» και του «μετά», μας οδηγεί
στην κατανόηση των εμπειριών μας, μεταξύ των

84
πράξεών μας και των συνεπειών τους. Μαθαίνουμε,
λοιπόν, να χρησιμοποιούμε τις εμπειρίες μας
δημιουργικά και η προσπάθεια γίνεται πλέον ένα
πείραμα με τον κόσμο προκειμένου να
αποκαλυφθούν τα μυστικά του. Η όλη διαδικασία
οδηγεί στη διδασκαλία και στην ανακάλυψη του τι
συνδέει τα πράγματα.

3.1. Δημιουργικότητα
Η Δημιουργικότητα είναι η ξεχωριστή ικανότητα
του κάθε ανθρώπου να δημιουργεί, να εκφράσει
δημιουργικά τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του,
τις εμπειρίες του, τις γνώσεις του. Ο άνθρωπος έχει
την ανάγκη να δημιουργήσει, να εκφραστεί
δημιουργικά, να εκτονώσει συναισθήματα και
εμπειρίες μέσα από την δημιουργία. Η
δημιουργικότητα, ως αποτέλεσμα προσωπικών
εμπειριών και ατομικών δυνατοτήτων, είναι λογικό να
διαφέρει σε επίπεδο και μορφή από άνθρωπο σε
άνθρωπο. Η δημιουργική δυνατότητα του κάθε
ανθρώπου είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες
διαφοροποίησής του από το κοινωνικό σύνολο.
Τα παιδιά δείχνουν από πολύ μικρή ηλικία τις
δημιουργικές τους ικανότητες, ανεξάρτητα από το

85
επίπεδο της ωρίμανσής τους. Οι απεριόριστες
δυνατότητες που προσφέρει η φαντασία, μπορούν
να οδηγήσουν το παιδί στην ανακάλυψη νέων
δυνατοτήτων και την απόκτηση γνωστικών
εμπειριών. Άλλωστε, το έμφυτο ενδιαφέρον των
παιδιών για διάφορες μορφές δημιουργικής
έκφρασης, όπως είναι η μουσική, η ζωγραφική, η
δραματοποίηση, ο χορός και η ρυθμική κίνηση,
αποτελεί κίνητρο για την επαφή τους με το
δημιουργικό περιβάλλον. Η ανεπηρέαστη και
ελεύθερη επαφή των παιδιών με δημιουργικές
ασχολίες, αποτελεί κύριο παράγοντα στην απόκτηση
νέων εμπειριών, στην ανάπτυξη της φαντασίας, στην
καλλιέργεια νέων δυνατοτήτων και κυρίως στην
ομαλή κοινωνικοποίησή τους. Η δημιουργικότητα
αποτελεί την κυριότερη πηγή έκφρασης, όπου δεν
υπάρχουν όρια στην έμπνευση, ούτε τυποποιημένοι
κανόνες. Το παιδί εκφράζεται ελεύθερα, νιώθει
ευχάριστα μέσα από τα δημιουργήματά του ή τα νέα
του κατορθώματα και αντλεί αυτοπεποίθηση και
αποφασιστικότητα που θα το οδηγήσουν
μακροπρόθεσμα σ’ έναν ποιοτικό τρόπο ζωής.

86
3.1.1 Δημιουργική Δυνατότητα
«Δημιουργική δυνατότητα είναι η ξεχωριστή
ιδιότητα του ατόμου στο να γίνει ένας μοναδικός και
ξεχωριστός άνθρωπος. Ο «εαυτός» είναι το κεντρικό
σημείο εστίασης και παραμένει τέτοιο κατά τη
διάρκεια της διαδικασίας της δημιουργίας» (Σέργη,
1995, σ. 60)
Είναι στην ιδιαίτερη φύση του ανθρώπου να είναι
δημιουργικός. Ως έλλογο ων, διαφοροποιείται από
τα ζώα σ’ ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό, την
δημιουργικότητα. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα
να σκέφτεται, να εκφράζεται και να αναλύει τα
γεγονότα με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο,
σκεπτόμενος δημιουργικά. Όπως κάθε δράση έχει
αντίδραση, έτσι και κάθε εμπειρία αποδίδεται
δημιουργικά και εκφράζεται από τον άνθρωπο
ανάλογα με τις ευκαιρίες που του έχουν δοθεί για
έκφραση. Κάθε άνθρωπος είναι δημιουργικός, αλλά
σε διαφορετικό επίπεδο από τους άλλους
ανθρώπους, διότι η δημιουργικότητα είναι απόλυτη
συνάρτηση των εμπειριών που έχει λάβει, καθώς και
των ευκαιριών έκφρασης που του δίδονται.
Η δημιουργική περίοδος του ανθρώπου ξεκινά
από την παιδική ηλικία. Εάν στην εύθραυστη και

87
εύπλαστη περίοδο της προσχολικής ηλικίας,
καλλιεργηθεί με κατάλληλους τρόπους η
δημιουργικότητα του παιδιού, εάν του δοθεί η
δυνατότητα να εκφράζεται ελεύθερα, δημιουργικά και
μεγαλόπνοα, τότε το πόρισμα που θα προκύψει, θα
είναι απεριόριστες δημιουργικές ικανότητες. Η
ενθάρρυνση, πρέπει να δίδεται έστω και αν οι
δημιουργικές προσπάθειες του παιδιού δεν πρόκειται
να οδηγήσουν σε μεγάλες ανακαλύψεις ή στην
εκπλήρωση συγκεκριμένων εκπαιδευτικών σκοπών.
Η ελεύθερη έκφραση βοηθά σημαντικά την
αυτοπραγμάτωση του ατόμου, στην ολοκλήρωσή του
και στην υγιή ψυχολογική του κατάσταση,
απαλλαγμένης από συμπλέγματα και
συναισθηματική καταπίεση. Το παιδί μαθαίνει να
εκφράζεται, που σημαίνει ότι μαθαίνει να
εξωτερικεύει δημιουργικά τις ψυχολογικές του
εντάσεις, κάτι που θα το βοηθήσει αργότερα σε έναν
πιο ολοκληρωμένο και ουσιώδη τρόπο ζωής.
Η δημιουργικότητα βασίζεται στον εμπειρισμό,
στον πειραματισμό και την ανακάλυψη. Το
δημιουργικό άτομο, δεν γνωρίζει εξ’ αρχής, ποιο θα
είναι το αποτέλεσμα ή ποια πορεία θ’ ακολουθήσει,
εφόσον δεν υπάρχει συγκεκριμένος στόχος. Ο
στόχος είναι η ανακάλυψη νέων δυνατοτήτων,

88
σχέσεων, πειραματισμών, που προϋποθέτει την
διακινδύνευση και την χρήση της φαντασίας σε
μεγάλο βαθμό. Άλλωστε, οι μεγαλύτερες
ανακαλύψεις του ανθρώπου, ήταν αποτέλεσμα
πειραματισμού, έμπνευσης και διακινδύνευσης.
Το παιδί πρέπει να μαθαίνει από νωρίς να
εκφράζεται δημιουργικά, ώστε ν’ ανακαλύψει και να
καλλιεργήσει τις δυνατότητές του ελεύθερα,
εκφράζοντας τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις
ανησυχίες του. Σημαντικό βοήθημα στην ανάπτυξη
της δημιουργικότητας των παιδιών, είναι οι τέχνες,
που η δημιουργική τους φύση δεν αφήνει περιθώρια
στα παιδιά να μην αισθανθούν δημιουργικά, να μην
πράξουν δημιουργώντας, να μη σκεφτούν με
δημιουργικό τρόπο. Άλλωστε η δημιουργικότητα
είναι εκείνη που θα δώσει τη δυνατότητα στα παιδιά
να έχουν έναν ποιοτικό και πιο πλήρη τρόπο ζωής
στο μέλλον, που θα βασίζεται στη δημιουργική
διεργασία και αναζήτηση.
«Η δημιουργικότητα είναι εκείνη η ποιότητα ζωής
που βοηθά στην ανακάλυψη νέων δυνατοτήτων,
επαφών σχέσεων και εμπειριών. Η δημιουργικότητα,
αναπτύσσει ακόμη τη φαντασία και είναι βαθιά
προσωπική» (Σέργη, 1982/1991, σ. 115)

89
3.1.2 Δημιουργική έκφραση μέσα από το
παραμύθι
Το παιδί είναι από τη φύση του δημιουργικό. Η
έντονη κινητικότητά του, η περιέργεια και η δίψα του
για πειραματισμό και ανακάλυψη, το οδηγούν στη
γνώση μέσα από τον πειραματισμό. Ο
πειραματισμός δεν είναι παρά η εντονότερη έκφραση
των δημιουργικών δυνάμεων του ανθρώπου. Ο
πειραματισμός εμπεριέχει την συναρπαστική έννοια
για τα παιδιά του άγνωστου αποτελέσματος. Ο
ενθουσιασμός και το ενδιαφέρον του παιδιού,
βασίζονται περισσότερο στην περιέργεια για το
αποτέλεσμα, παρά για το ίδιο το αποτέλεσμα. Μόλις
φτάσουν σε κάποιο αποτέλεσμα, νοιώθουν μια
σύντομη ψυχική ικανοποίηση, που όμως δεν κρατά
για πολύ. Σχεδόν αμέσως, ξεκινά μια καινούργια
διαδικασία πειραματισμού και εξερεύνησης, με
άγνωστα και πάλι αποτελέσματα, με αποτέλεσμα, η
μια εξερεύνηση να διαδέχεται την άλλη και μέσω του
αποτελέσματος να ξεκινά μια νέα και πάλι
εξερεύνηση. Αυτή είναι η μεγαλειώδης δημιουργική
έκφραση του ανθρώπου, που τον οδήγησε στην
εξέλιξη μέσα στους αιώνες. Η δημιουργική έκφραση
δίνει περισσότερη χαρά κατά την πορεία, παρά στο

90
αποτέλεσμα, που μπορεί να έχει ενδιαφέρον, μπορεί
και να είναι αδιάφορο εντελώς.
Τα παιδιά διαθέτουν έμφυτες ικανότητες
δημιουργικότητας και τις εκφράζουν μέσα από τις
κάθε είδους δραστηριότητές τους. Έχουν μια
ποικιλία κινητικών και λεκτικών εκφράσεων που
χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία και μοναδικότητα.
Για τα παιδιά, κάθε στιγμή είναι μοναδική, και η
δημιουργική τους διεργασία, έχει κι εκείνη τη
μοναδικότητα της στιγμής.
Ο ονειρικός κόσμος του παραμυθιού, αποτελεί το
κατάλληλο πεδίο για την καλλιέργεια της
δημιουργικής σκέψης. Το παραμύθι διεγείρει τις
δημιουργικές δυνάμεις του παιδιού μέσα από την
ακρόαση. Το παιδί επεξεργάζεται το παραμύθι μέσα
από τις δικές του εμπειρίες, κάνει συσχετισμούς,
αναλύει έννοιες και εκφράζει τα συναισθήματα που
του δημιουργούνται, λεκτικά, κινητικά, τραγουδώντας
ή ζωγραφίζοντας. Μετά την ακρόαση του
παραμυθιού, το παιδί συνεχίζει να επεξεργάζεται τα
στοιχεία εκείνα που το εντυπωσίασαν ή προκάλεσαν
το ενδιαφέρον του. Με την πρώτη ευκαιρία θα
θελήσει να αναπαραστήσει σκηνές από το παραμύθι,
να δραματοποιήσει με τους φίλους του σε ελεύθερη

91
διασκευή την υπόθεση του παραμυθιού, να μοιράσει
τους ρόλους στις κούκλες του ή να δώσει δικές του
εκδοχές στην εξέλιξη του παραμυθιού. Το παραμύθι,
κατά συνέπεια, αποτελεί πηγή έκφρασης και
δημιουργικότητας για το παιδί, εφόσον δημιουργεί τα
ερεθίσματα για ποικίλες μορφές έκφρασης και
καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Θα πρέπει, όμως να μας προβληματίσει το ότι
όλος αυτός ο αυθορμητισμός και η δημιουργική
έκφραση είναι δυνατό να χαθούν ή να καταπιεστούν,
όταν τα παιδιά μεγαλώσουν. Συχνά, τα μεγαλύτερα
παιδιά, είναι δυνατό να εμφανίζονται διστακτικά,
συνεσταλμένα, ενδοστρεφή και χωρίς έμπνευση. Σε
τέτοιες περιπτώσεις, ίσως συμβαίνει κάτι σημαντικό
και τραγικό στη φυσική τάση που είχαν για
εξερεύνηση και προσωπική έκφραση. Ίσως η
οικογένεια ή το σχολείο σε κάποιο στάδιο της αγωγής
καταπίεσαν τη δημιουργικότητα του παιδιού, ή το
στέρησαν από κατάλληλα ερεθίσματα για
δημιουργική έκφραση. Γι’ αυτό και ο ρόλος της
δασκάλας, αλλά και του γονέα, είναι αναμφίβολα
σημαντικός για να διατηρήσει το παιδί τη
δημιουργικότητά του και την τάση του για
ανακάλυψη, εξερεύνηση και προσωπική έκφραση.

92
3.1.3 Δημιουργική έκφραση σε σχέση με τη
μουσική
Η δημιουργικότητα συναντάται στη μουσική σε
όλες τις δραστηριότητες. Η μουσική αγωγή αποτελεί
μια δημιουργική και ωφέλιμη δραστηριότητα για τα
παιδιά και ο ρόλος της δασκάλας θα πρέπει να
εστιάζεται στο να διατηρήσει ζωντανή και να
καλλιεργήσει αυτή την αυθόρμητη ικανότητα. Θα
πρέπει να ενθαρρύνει την πρωτοτυπία, την
δημιουργικότητα, την κάθε είδους καλλιτεχνική
έκφραση. Η απελευθέρωση των δημιουργικών
δυνάμεων συμβάλλει σημαντικά στην δημιουργία των
προϋποθέσεων για την σύνθεση μιας
ολοκληρωμένης προσωπικότητας και κατά συνέπεια
ενός ποιοτικού τρόπου ζωής. Καλλιεργεί το πνεύμα,
τη σκέψη, την κριτική ικανότητα, τις αισθήσεις και
δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ανακάλυψη
των ιδιαίτερων ικανοτήτων του ατόμου.
Στη μουσική αγωγή των παιδιών, και ειδικότερα
κατά το προγραμματισμένο μάθημα της μουσικής, η
δημιουργικότητα θα πρέπει να αποτελεί το βασικό
στοιχείο και χαρακτηριστικό οποιασδήποτε μουσικής
δραστηριότητας, όπως το τραγούδι, η μουσική και η
κίνηση, η ακρόαση μουσικής, ο πειραματισμός και η
εκτέλεση στα μουσικά όργανα. Άλλωστε, το παιδί

93
εκφράζεται μουσικά με πηγαίο τρόπο. Σιγοτραγουδά
φράσεις που του κάνουν εντύπωση, χρησιμοποιεί
ρυθμικά μοτίβα στα παιχνίδια του και εκμεταλλεύεται
διάφορους ήχους στις δραστηριότητές του. Η
μουσική δίνει τα ερεθίσματα στο παιδί για διάφορες
μορφές έκφρασης, όπως ο χορός και η κίνηση, μα
πολλές φορές και για εικαστικές τέχνες όπως
ζωγραφική, αγγειοπλαστική, εφόσον το παιδί
ενθαρρύνεται να εκφραστεί. Η μουσική επίσης,
αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της μίμησης και του
θεατρικού παιχνιδιού. Είναι πολύ σημαντικό, τα
παιδιά να αφήνονται ελεύθερα να εκφραστούν
μουσικά μέσα από ποικίλες μουσικές δραστηριότητες
που να συμπεριλαμβάνουν περαιτέρω δημιουργικές
εργασίες.
Για παράδειγμα, στις δημιουργικές μουσικές
εργασίες (Σέργη, 1982/1991, σ.117) αναμένονται
από τα παιδιά τα παρακάτω:

• Να δημιουργούν ρυθμικές και μελωδικές


φράσεις
• Να κάνουν αυθόρμητα τραγουδιστούς
διαλόγους
• Να χρησιμοποιούν ρυθμικά κτυπήματα και
μουσικά όργανα για συνοδεία τραγουδιών

94
• Να ερμηνεύουν μουσική με κίνηση
(εκφραστική κίνηση ή χορογραφία)
• Να δραματοποιούν ιστορίες με μουσική
επένδυση
• Να χρησιμοποιούν μουσικά όργανα για
περιγραφή ανθρώπινων χαρακτήρων,
καταστάσεων, φαινομένων.
• Να κατασκευάζουν μουσικά όργανα
• Να μιμούνται ζώα, να ζωντανεύουν
χαρακτήρες και καθημερινές εμπειρίες
• Να ζωγραφίζουν όταν ακούν μουσική
• Να χρησιμοποιούν κούκλες (puppets) για να
ζωντανεύουν μουσικές ιστορίες

3.2 Δραματοποίηση παραμυθιού – Δημιουργικό


Δράμα
Για να ισχύσει ο όρος «δραματοποίηση» είναι
απαραίτητο η συγκεκριμένη δραστηριότητα να
στηρίζεται σε κείμενο παραμυθιού που έχει δομή,
ενώ όταν έχουμε δραστηριότητα δραματοποίησης
στηριγμένη σε θέμα επινοημένο από την ομάδα, τότε
ισχύει ο όρος «θεατρικό παιχνίδι». Η δραματοποίηση
παραμυθιού, λοιπόν, πραγματοποιείται όταν η ομάδα
ξέρει την υπόθεση της ιστορίας που επεξεργάζεται. Η

95
ομάδα, κάνοντας πράξεις και κινήσεις σύμφωνα με
την υπόθεση και φτιάχνοντας διαλόγους, κάνει
δραματοποίηση και όχι θεατρικό παιχνίδι.
Εάν η δραματοποίηση κάποιου παραμυθιού
γίνεται από τη δασκάλα, ώστε να την παρουσιάσει
στα παιδιά, θα πρέπει να γίνει η κατάλληλη
προετοιμασία, ώστε να αποδοθεί όσο το δυνατόν
καλύτερα. Στην δραματοποίηση αυτή, θα πρέπει να
δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα εκφραστικά μέσα που
θα πρέπει να χρησιμοποιήσει κατά τη
δραματοποιημένη αφήγηση του παραμυθιού.
Απαραίτητα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει
εκφραστικά την φωνή της, δίνοντας έμφαση στα
σημαντικά σημεία της υπόθεσης, να χρησιμοποιεί
εκφράσεις του προσώπου της και του σώματός της
και υλικά που εκείνη θεωρεί απαραίτητα βοηθήματα
στην δραματοποίηση του παραμυθιού.
Ωστόσο, η δραματοποίηση δεν στοχεύει στην
θεατρική παράσταση. Ως κοινό στοιχείο των
δραστηριοτήτων Δραματοποίησης και Θεάτρου,
μπορούμε να αναφέρουμε την ομαδικότητα. Το
θέατρο είναι ένα είδος μικτό που συνδυάζει πολλές
τέχνες και μέσα. Η Δραματοποίηση μπορεί κι εκείνη
να συνδυάσει πολλές τέχνες, αλλά όχι στο βαθμό

96
που τις συνδυάζει το θέατρο. Η θεατρική
παράσταση για παράδειγμα, συντελείται με τη
συμβολή του συγγραφέα, των ηθοποιών, του
σκηνογράφου, του σκηνοθέτη, του χορογράφου, του
ενδυματολόγου, του μουσικού, του φωτιστή, του
ηχολήπτη και διάφορων τεχνών που παράγουν τη
σκηνική γλώσσα. Η Δραματοποίηση, κατά συνέπεια,
μπορεί να λειτουργήσει μόνο ως ομαδική δημιουργία
που διατηρεί τη μοναδικότητα μιας εσωτερικής
διεργασίας που γεννιέται και πεθαίνει, συχνά χωρίς
να καταγράφεται ή να παρουσιάζεται σε τρίτους.
Κύριο χαρακτηριστικό του Δημιουργικού
Δράματος (Σέργη, 1982/1991) αποτελεί ο
αυτοσχεδιασμός πάνω σε γνωστή υπόθεση. Το
παιδί μπορεί να δημιουργήσει λεκτικά και κινησιακά
με βάση την υπόθεση του παραμυθιού, εφόσον δεν
είναι υποχρεωμένο να αποστηθίσει κάποιο κείμενο,
όπως θα ήταν αναγκασμένο να κάνει αν συμμετείχε
σε μια θεατρική παρουσίαση. Εκφράζεται ελεύθερα
σαν άτομο, αλλά και σαν μέλος της ομάδας. Ο
χώρος δεν είναι οριοθετημένος και τα αντικείμενα
μπορούν να παριστάνουν κάτι άλλο από αυτό που
είναι στην πραγματικότητα. Η δραματοποίηση ενός
παραμυθιού, κατά συνέπεια, θα πρέπει να βασιστεί
στις αρχές του Δημιουργικού Δράματος, ώστε οι

97
αντιδράσεις του παιδιού κατά τη δραματοποίηση να
είναι ειλικρινείς και πηγαίες.

3.2.1 Δημιουργικό Δράμα


Το Δημιουργικό Δράμα, δίνει τη δυνατότητα στα
παιδιά να εκφραστούν ελεύθερα και να αξιοποιήσουν
δημιουργικά τις δυνατότητές τους. Βασιζόμενα σε
μια γνωστή υπόθεση, αυτοσχεδιάζουν και
δημιουργούν κάτι δικό τους σαν αποτέλεσμα
ομαδικής και ατομικής εργασίας. Τα παιδιά
απορροφώνται πλήρως, όταν συμμετέχουν σε
δημιουργικές δραματικές δραστηριότητες. Δρουν
φυσικά, με αυθορμητισμό, επινοώντας διάφορα
δημιουργήματα για την κατασκευή κουστουμιών και
αντικειμένων από ευκολόχρηστα υλικά (Σέργη Λένια
1995).
Βασική προϋπόθεση για να εκφραστούν
ελεύθερα τα παιδιά μέσα από το δημιουργικό δράμα,
είναι να μην υπάρχουν στον χώρο κάποιοι που δεν
ανήκουν στην ομάδα. Είναι βασικό να συμμετέχουν
όλοι οι παρευρισκόμενοι, ώστε να μην υπάρχει η
αίσθηση της κριτικής, αλλά της συνεργασίας και της
ομαδικής δημιουργίας. Κύριο χαρακτηριστικό του
Δημιουργικού Δράματος, είναι η δημιουργική

98
έκφραση και η άσκηση των αυθόρμητων
αντιδράσεων.
Οι δραματικές δραστηριότητες θα πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη ως μαθησιακές καταστάσεις, γι’
αυτό το σκοπό, αποτελεί αδήριτη ανάγκη να μην
διακόπτεται ο ειρμός των παιδιών καθώς
δημιουργούν.
Ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας του Δημιουργικού
Δράματος (Σέργη Λένια 1995), δίνει ιδιαίτερη έμφαση
στην απόκτηση εμπειριών για δημιουργική,
καλλιτεχνική, συναισθηματική, κοινωνική, κινητική,
γλωσσική και πνευματική καλλιέργεια. Οι
δημιουργικές δυνάμεις εκφράζονται και
αναπτύσσονται μέσα από το πρίσμα της ελεύθερης
έκφρασης και δημιουργίας. Καλλιεργείται ο
σεβασμός, το πνεύμα ομαδικότητας και συνεργασίας,
η υπευθυνότητα, η αισθητική αξιολόγηση της τέχνης
και πάνω απ’ όλα η αυτοπραγμάτωση. Κατά
συνέπεια, το Δημιουργικό Δράμα αποτελεί
απαραίτητο βοήθημα στην εκπαίδευση, εφόσον η
προσφορά του είναι πολύ σημαντική στην επίτευξη
εκπαιδευτικών στόχων και σημαντικό μέσο
αυτοπραγμάτωσης του παιδιού.

99
3.2.2 Δραματοποίηση παραμυθιού
Η δραματοποίηση του παραμυθιού, αποτελεί μια
από τις πιο ενδιαφέρουσες για τα παιδιά
δραστηριότητες. Δίδεται η ευκαιρία για μια πληθώρα
δραματικών δραστηριοτήτων, όχι μόνο κατά τη
διάρκεια της αφήγησης, αλλά κυρίως κατά την
επεξεργασία τους με δραστηριότητες δραματικού
περιεχομένου, που βοηθούν στην ενεργή συμμετοχή
ολόκληρης της ομάδας.
Τα παιδιά θα αισθάνονται καλύτερα κατά την
αφήγηση του παραμυθιού, εάν καθίσουν άνετα στο
πάτωμα γύρω από τη δασκάλα. Έτσι, θα
δημιουργηθεί μια ζεστή και οικεία ατμόσφαιρα που
επιτυγχάνει πιο εύκολα τη συναισθηματική επαφή.
Είναι απαραίτητο, η δασκάλα να χρησιμοποιεί
εκφραστικά ολόκληρο το σώμα της και τη φωνή της,
κατά την αφήγηση του παραμυθιού. Η κίνηση θα
πρέπει να θεωρηθεί από τα παιδιά ως μέρος της
αφήγησης μιας ιστορίας. Εάν κάποια σημεία στην
υπόθεση του παραμυθιού το επιτρέπουν, θα πρέπει
να ενθαρρυνθούν τα παιδιά να συμμετέχουν με
μικρές εκφραστικές κινήσεις του σώματός τους, έτσι
ώστε να αντιλαμβάνονται καλύτερα και τη σημασία
αυτών των στοιχείων όσον αφορά την ενδυνάμωση
της αφηγηματικής διαδικασίας.

100
3.2.3 Παιχνίδι
Το παιχνίδι αποτελεί μια φυσική εξερευνητική
μέθοδο με την οποία το παιδί ανακαλύπτει και
δέχεται πληροφορίες που αφορούν το άμεσο
κοινωνικό του περιβάλλον και τον πολιτισμό της
εποχής του. Είναι μέσο με το οποίο το παιδί
αναπτύσσεται σωματικά, ψυχικά και κοινωνικά, διότι
είναι άρρηκτα δεμένο με τη ζωή και τη μάθησή του.
O Rene Hubert τονίζει ότι «καμία μέθοδος φυσικής
καλλιέργειας δεν συγκρίνεται με τα κινητικά παιχνίδια,
γιατί από το ένα μέρος ευχαριστούν, σχεδόν πάντοτε,
το σύνολο του οργανισμού και από την άλλη, γιατί
ανταποκρίνονται ακριβώς στα ιδιάζοντα
ενδιαφέροντα κάθε ηλικίας. Όλα τα παιχνίδια
συντελούν ακόμη στο ξύπνημα της κοινωνικής ιδέας,
με το σεβασμό των συμβατικών κανόνων που
απαιτούν» (Κουγιάλη, 1999, σ. 23)
Ως μέσο διαπαιδαγώγησης, το παιχνίδι, είναι από
τα πιο αποτελεσματικά μέσα, εφόσον το παιδί
δέχεται με ευχαρίστηση τις γνώσεις που του
προσφέρονται, ανακαλύπτοντάς τις, τις
περισσότερες φορές μόνο του. Εκδηλώσεις των
προόδων αυτών στη διαπαιδαγώγηση, βρίσκουμε τις
μορφές που παίρνουν τα παιχνίδια του παιδιού
προσχολικής ηλικίας με την κούκλα του. Θα το

101
παρακολουθήσουμε σ’ αυτά τα παιχνίδια από τότε
που είναι 18 μηνών μέχρι που θα γίνει πέντε
χρόνων. Το παιχνίδι είναι μέσο διαπαιδαγώγησης,
και γι’ αυτό είναι λάθος να χαρίζουμε στα παιδιά
δύσκολα για την ηλικία τους παιχνίδια. Πρέπει να
τους προκαλούν το ενδιαφέρον, χωρίς να τα
αποθαρρύνει η υπερβολική προσπάθεια. Η τέχνη και
οι εικαστικές ενασχολήσεις απαιτούν αναζήτηση και
πειραματισμό, κατά συνέπεια το παιχνίδι αποτελεί
τον πληρέστερο τρόπο γνωστικής προσέγγισης
στους καλλιτεχνικούς τομείς.
Στις μουσικές εξερευνήσεις του παιδιού, ο ρόλος
του παιχνιδιού είναι πολύ σημαντικός. Οι
περισσότερες μουσικές δραστηριότητες ενός
ολοκληρωμένου προγράμματος μουσικής αγωγής,
που απευθύνονται στην προσχολική ηλικία,
βασίζονται στο παιχνίδι. Μουσικές δραστηριότητες,
όπως το τραγούδι, η μουσικοκινητική, η ακρόαση, η
χρήση μουσικών οργάνων, σε συνδυασμό με το
παιχνίδι ως μέσο προσέγγισης, γίνονται ευχάριστα
αποδεκτές από τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας.
«Εάν το παιχνίδι και η δραματοποίηση είναι από τις
ουσιαστικότερες δραστηριότητες στα προγράμματα
των νηπιαγωγείων, τότε θα μπορούσε ίσως να

102
θεωρηθεί ότι οι ενασχολήσεις περί τα καλλιτεχνικά-
αισθητικά είναι ο καταλληλότερος τρόπος για να
κατορθώσουν αυτά να βρουν την πληρέστερη
έκφρασή τους» (Σταματοπούλου, 1998, σ. 25)
Η συναισθηματική και διανοητική ανάπτυξη έχουν
πολύ στενή σύνδεση με την κινητική λειτουργία. Το
παιδί αναζητά με επιμονή να βρει στο περιβάλλον
του ερεθίσματα που θα ικανοποιήσουν την
εσωτερική του τάση για παιχνίδι, ώστε να διοχετεύσει
την περίσσια ενεργητικότητά του και να εξελιχθεί
ψυχικά και διανοητικά. Οι ψυχολογικές ασκήσεις
που εφαρμόζονται στο νηπιαγωγείο προσαρμόζονται
με τέτοιο τρόπο, ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες του
παιδιού όσον αφορά την ψυχοσωματική και νοητική
του ανάπτυξη. Η κίνηση αποτελεί μια έμφυτη και
βασική ανάγκη του νηπίου η οποία εκδηλώνεται
μέσα από το παιχνίδι.
Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, το παιδί
αισθάνεται έντονη την ανάγκη της συνομιλίας με τα
άλλα παιδιά. Η αυθόρμητη εκδήλωση της γλωσσικής
επικοινωνίας το βοηθάει σε μεγάλο βαθμό να
αυξήσει το λεξιλόγιο του και να αναπτυχθεί γλωσσικά
χρησιμοποιώντας σωστή σύνταξη. Έχει παρατηρηθεί
ότι, παιδιά που δεν έχουν αρκετές ευκαιρίες για
παιχνίδι και συναναστροφή, διαθέτουν φτωχό λεκτικό

103
κώδικα. Επίσης, μέσα από το ομαδικό παιχνίδι
καλλιεργούνται στο παιδί οι ιδέες της ευγενούς
άμιλλας και του αλτρουισμού. Το νήπιο στρέφεται
στους συνομήλικούς του και προσανατολίζεται
κοινωνικά. Αποδέχεται κανόνες, αναγνωρίζει αξίες,
μαθαίνει να σέβεται διαθέσεις, και να κρίνει τους
τρόπους συμπεριφοράς των άλλων προσώπων. Η
συμμετοχή του στην ομάδα, καθώς και η αίσθηση της
αποδοχής του από τα άλλα παιδιά, το γεμίζουν
αυτοπεποίθηση.Η ενδυνάμωση της συντροφικότητας
με τους συνομηλίκους του και οι κοινές προσπάθειες
για επίτευξη στόχων, εξομαλύνουν τη συμπεριφορά
του και το κοινωνικοποιούν.
Ο Γ. Στερ επισημαίνει τη μεγάλη αξία του
παιχνιδιού λέγοντας ότι: «όποιος δεν κατανοήσει και
δεν δεχθεί το παιδικό παιχνίδι σαν ουσιαστικό, σαν
σοβαρό μέρος της παιδικής ζωής και της ζωής
γενικά, δεν θα μπορέσει να προσφέρει στο παιδί τις
δυνατότητες για να κατακτήσει τη ζωή» (Κουγιάλη,
1999, σ. 23)
Το παιχνίδι έχει ενδιαφέρον από τη στιγμή που
προκαλεί ευχαρίστηση. Αποτελεί αναπόσπαστο
στοιχείο της προσωπικότητας του παιδιού και δεν θα
πρέπει να καταπιέζεται, ούτε να καθοδηγείται.

104
Αποτελεί μια μορφή ελεύθερης έκφρασης, που
υπάρχει μόνο όταν είναι ελεύθερη και ασυνείδητη. Γι’
αυτούς που δίδονται ολοκληρωτικά στο παιχνίδι, η
καθημερινή πραγματικότητα παύει να υπάρχει και
εξαλείφεται από τη συνείδηση, κατά τη διάρκεια του
παιχνιδιού. (Ger Storms, 1998/1990)

3.2.4 Το Θεατρικό παιχνίδι


Η ανάγκη δραματικής έκφρασης του παιδιού
βασίζεται στο θεατρικό παιχνίδι, δηλαδή στην
αποδέσμευση του συναισθήματος. Πρόκειται για μια
ομαδική δραστηριότητα που στηρίζεται στις τεχνικές
του αυτοσχεδιασμού και της αναπαράστασης με
μίμηση και στοχεύει στην επικοινωνία και την
ψυχαγωγία των μελών που λαμβάνουν μέρος. Το
θεατρικό παιχνίδι, στην παιδαγωγική πράξη,
διαφοροποιείται από την θεατρική πράξη. Το
θεατρικό παιχνίδι στοχεύει να ικανοποιήσει,
αποκλειστικά, το ίδιο το παιδί, ενώ η θεατρική πράξη
στοχεύει στην ικανοποίηση του κοινού που
παρακολουθεί.
Στο θεατρικό παιχνίδι είναι απαραίτητα τα
παιχνίδια δραματικής έκφρασης όπως τα ομαδικά
παιχνίδια εμπιστοσύνης, τα παιχνίδια με το σώμα και

105
τη φωνή, αλλά και ασκήσεις αναπνοής και
έκφρασης.
Ο αυτοσχεδιασμός είναι η τεχνική της υποκριτικής
τέχνης που δεν έχει τις βάσεις της σε συγκεκριμένο
σενάριο, αλλά, στην αυθόρμητη έκφραση του
συναισθήματος και στην επινόηση της συγκεκριμένης
στιγμής. Κατά το θεατρικό παιχνίδι και την
δραματοποίηση, το παιδί αξιοποιεί με τη φαντασία
του κάθε δημιουργικό ερέθισμα, επινοεί νέες
καταστάσεις, αυτοσχεδιάζοντας σε μια μη
προσχεδιασμένη δράση και εκφράζει ελεύθερα τα
συναισθήματά του.
Εν κατακλείδι, το παιχνίδι αποτελεί μια καθ’ όλα
δημιουργική δραστηριότητα, που προσφέρει στα
παιδιά την ευχαρίστηση της εξερεύνησης, του
πειραματισμού, της γνώσης, της ανακάλυψης νέων
ικανοτήτων και καλλιέργειας των δεξιοτήτων τους.

3.3 Κίνηση – Ρυθμός


Σχετικά με την κίνηση, η Μαρία Μοντεσσόρι
(Μοντεσσόρι 1960/1981), υποστηρίζει ότι είναι λογικό
να είναι η κίνηση μια υψηλότερη έκφραση της ψυχής,
γιατί οι μύες που εξαρτώνται από τον εγκέφαλο
ονομάζονται θεληματικοί, επειδή ακριβώς

106
κινητοποιούνται από τη θέληση του ανθρώπου και η
θέληση είναι αυτή η πρωταρχική ενέργεια, χωρίς την
οποία δεν μπορεί να υπάρξει ψυχική ζωή.
Τα παιδιά χρησιμοποιούν την κίνηση ως μέσο
επικοινωνίας ήδη από τη βρεφική ηλικία, μην έχοντας
κατακτήσει, ακόμη, λεκτική άνεση. Η κίνηση
αποτελεί την πιο φυσική δραστηριότητα του παιδιού
και όταν χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς
σκοπούς, έχει πάντοτε τα πιο επιτυχή αποτελέσματα.
Μέσα από την κίνηση επιτυγχάνεται η αντίληψη και
ανάπτυξη των βασικών μουσικών εννοιών, πολύ
καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Από πολύ
νωρίς, τα παιδιά ανταποκρίνονται σε μουσικά
ερεθίσματα με κινήσεις ολόκληρου του σώματος, που
τις περισσότερες φορές είναι ρυθμικές. Αντιδρούν
αυθόρμητα σε κάθε μορφής μουσικά ερεθίσματα, στα
οποία τον πρώτο ρόλο κατέχει ο ρυθμός. Είναι,
λοιπόν, σημαντικό να δίδονται στα παιδιά οι
ευκαιρίες για ρυθμική κίνηση μέσα από την ακρόαση
της μουσικής, απ’ όπου το παιδί θ’ αποκομίσει την
εμπειρία της σύνθεσης των τριών μέσων έκφρασης,
μουσική – ρυθμός – κίνηση. «Το σύστημα Orff
τοποθετεί την κίνηση σε κεντρικό σημείο μέσα στους
κόλπους του, με στόχο την επίτευξη και την σύνθεση
της αισθητικής εμπειρίας» (Ward, 1990, σ. 37).

107
Στην ηλικία των 4-6 ετών, έχουν αποκτήσει άνεση
σε πιο συγκεκριμένες κινήσεις, όπως στο να χτυπούν
παλαμάκια ρυθμικά, να κουνούν το κεφάλι, να
συνοδεύουν ρυθμικά τα τραγούδια με απλά κρουστά
όργανα και να συγχρονίζουν τις κινήσεις του
σώματος τους με το ρυθμό.
«Η κινητική δεξιότητα είναι ένα διακριτικό είδος
μάθησης και αποτελεί ένα ουσιώδες μέρος του
«ρεπερτορίου» των δυνατοτήτων του παιδιού. Ως
είδος μάθησης αναφέρεται η δυνατότητα του
μαθητευόμενου ατόμου να εκτελεί ορισμένες πράξεις
με το να χρησιμοποιεί τις μυϊκές του δυνάμεις, τον
εγκέφαλο και τις αισθήσεις του. Τέτοιες πράξεις,
πολύ γνωστές σε όλους μας, με τις οποίες
εκδηλώνονται οι κινητικές δεξιότητες, είναι: το
παίξιμο ενός μουσικού οργάνου, η γραφή, η
χειροτεχνία, η γυμναστική, ο χορός. Οι παραπάνω
δεξιότητες ανήκουν στον «ψυχοκινητικό τομέα» και
καλλιεργούνται από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού
Σχολείου. Η εκμάθηση των κινητικών δεξιοτήτων
είναι ουσιώδης στα βασικά μαθήματα του αναλυτικού
προγράμματος» (Φλουρής, 1992, σ. 95)
Το παιδί μαθαίνει την κινητική δεξιότητα με το να
γράφει γράμματα και αριθμούς, με το να ζωγραφίζει,

108
αλλά και με το να χρησιμοποιεί ή να πειραματίζεται
με διάφορα μουσικά όργανα. Όταν εδραιωθεί η
δυνατότητα της κινητικής δεξιότητας, γίνεται ακριβής
και επιδέξια εκτέλεση ορισμένων πράξεων ή
ενεργειών, όπως είναι η ρυθμική κίνηση. Πρέπει να
σημειωθεί ότι μια τέτοια ακριβής και επιδέξια
ενέργεια, όπως ο χορός, η ρυθμική κίνηση, το
παίξιμο της κιθάρας, η ζωγραφική κ.λπ. χρησιμοποιεί
και άλλα είδη μάθησης, όπως τις νοητικές και
κινητικές δεξιότητες και πληροφορίες. Αυτό είναι
ευνόητο, αφού για να παίξει π.χ. το μαθητευόμενο
άτομο ένα μουσικό όργανο, χρειάζεται να είναι σε
θέση να διακρίνει ήχους και να εφαρμόζει κανόνες
μουσικής (νότες, χορδές, κ.α. – νοητικές δεξιότητες),
να έχει τις ανάλογες πληροφορίες σχετικά με τη
μουσική και να έχει προτίμηση στη μουσική γενικά
και ιδιαίτερα για το μουσικό αυτό όργανο ή για να
κινηθεί ρυθμικά ή να χορέψει, θα πρέπει να έχει
κατακτήσει τις κινητικές δεξιότητες που χρειάζονται
για την πραγματοποίηση των συγκεκριμένων
δραστηριοτήτων.
Βασική προϋπόθεση του συγχρονισμού της
κίνησης με τη μουσική, είναι η συνειδητοποίηση των
μελών του σώματος, η έμφυτη ικανότητα κατανόησης
του ρυθμού, αλλά και τα μουσικά ερεθίσματα που

109
έχει λάβει το παιδί από το περιβάλλον του. Όταν ο
μαθητευόμενος μουσικός νιώθει τον ρυθμό με όλο
του το σώμα, βρίσκεται στον σωστό δρόμο για την
απόκτηση της σωστής ρυθμικής αντίληψης στην
μετέπειτα πορεία του στη μουσική. Η συγχρονισμένη
με το ρυθμό κίνηση μπορεί, αρχικά, να επιτευχθεί
μέσα από τη χρήση του ρυθμού των λέξεων, ακόμη
και του συνθετότερου λόγου.
Μια από τις πιο αγαπητές μορφές κινητικής
έκφρασης του παιδιού της προσχολικής ηλικίας είναι
ο χορός που βασίζεται αποκλειστικά στην κίνηση. Ο
χορός μπορεί να θεωρηθεί μέσο ανάπτυξης της
μουσικής αντίληψης του παιδιού και της ρυθμικής του
αίσθησης, εφόσον αποτελεί και μέσο κατανόησης της
«φόρμας» των μουσικών κομματιών. Η ιδιαίτερη
προτίμηση που δείχνουν τα παιδιά στο χορό,
οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην κινητικότητα που
τον χαρακτηρίζει και στο ότι μοιάζει περισσότερο με
κινητικό παιχνίδι. Ο χορός μπορεί κατά συνέπεια να
χρησιμοποιηθεί από τους μουσικοπαιδαγωγούς στην
διδαχή βασικών μουσικών εννοιών.
Για την κατανόηση των μουσικών εννοιών Legato
– Staccato (συνεχής και κοφτός ήχος),
χρησιμοποιούνται συνεχείς κινήσεις (σύρσιμο ή

110
συνεχόμενη κίνηση) ή κοφτές κινήσεις
(πηδηματάκια), από τα παιδιά. Ο έλεγχος της μυϊκής
δύναμης του παιδιού επιτυγχάνεται με κινήσεις που
δίνουν έμφαση στους έντονους ήχους ή με απαλές
και ελαφριές κινήσεις στους απαλούς ήχους ή με
δυναμικές κινήσεις στο «Forte» (δυνατά), ή απαλές
στο «Piano» (σιγανά). Η έννοια του χρόνου
κατανοείται καλύτερα από τα παιδιά με γρήγορες
κινήσεις στο «Allegro» (γρήγορα) και αργές στο
«Lento» (αργά). Η έννοια της τονικότητας μπορεί να
γίνει αντιληπτή με κινήσεις που χρησιμοποιούν τα
επίπεδα του χώρου (ψηλά-χαμηλά). Οι ψηλές
τονικότητες με κίνηση στα υψηλά επίπεδα του
χώρου, και οι χαμηλές τονικότητες, με κίνηση στα
χαμηλά επίπεδα του χώρου. Η ανταπόκριση σε
ρυθμικά και μελωδικά σχήματα μπορεί να γίνει από
τα παιδιά με το να δίνουν σχήματα στο σώμα τους.
Η κίνηση μπορεί να ξεκινά απ’ όλα τα σημεία του
σώματος, αλλά και απ’ όλα τα σημεία του χώρου. Οι
κινήσεις μπορούν να είναι ατομικές ή ομαδικές και να
έχουν ποικιλία. Οι φράσεις και η ισορροπία τους
σχετίζονται με κινήσεις επαναληπτικές και αντίθετες.
Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δοθεί στην
κατάλληλη διαμόρφωση του χώρου, ώστε να είναι
ασφαλής για τα παιδιά και να δημιουργεί τις

111
προϋποθέσεις για ελεύθερη κίνηση. Με τον
κατάλληλο συνδυασμό των παραπάνω στοιχείων
στην κίνηση, καλλιεργούνται οι κινητικές δεξιότητες
των παιδιών της προσχολικής ηλικίας. Ο Kodaly,
επίσης, πιστεύει ότι η εκμάθηση βασικών θεμάτων
μπορεί να γίνει μέσω της ρυθμικής αγωγής και του
τραγουδιού, σαν βοήθημα για πιο ολοκληρωμένη
ανάπτυξη του παιδιού («A Guide To Music
Education», 1998, σ. 26).

3.3.1 Τραγούδι
Το τραγούδι αποτελεί μια από τις πιο ευχάριστες
και αυθόρμητες δραστηριότητες του παιδιού της
προσχολικής ηλικίας. Ήδη, από τους πρώτους
μήνες της ζωής του, πειραματίζεται ηχητικά και
μπορεί να ταιριάξει ήχους από το ευρύ φάσμα
φωνητικής του έκτασης που αγγίζει τις 3,5 οκτάβες.
Στην ηλικία των 2,5 ετών, τα παιδιά προσπαθούν να
μιμηθούν οικεία τραγούδια, με δυσκολία στον
προσδιορισμό της τονικότητας, αλλά με ευστοχία στο
ρυθμό. Επίσης αυτοσχεδιάζουν μουσικά
μελοποιώντας απλά, μικρές φράσεις, μια
δραστηριότητα που θα πρέπει να ενθαρρυνθεί.
Αργότερα, στην ηλικία των 4 ετών, επιτυγχάνουν μια

112
γενική ακρίβεια στα διαστήματα. Μέχρι την ηλικία
των 6 ετών, τα παιδιά έχουν περιορισμένη φωνητική
έκταση, η οποία εκτείνεται σε γενικές γραμμές από το
μεσαίο ντο μέχρι το λα της ίδιας οκτάβας. Το
διάστημα ανάμεσα στον 5ο και 6ο χρόνο, είναι πολύ
κρίσιμο, διότι παρουσιάζονται κατάλληλες ευκαιρίες
για την καλλιέργεια των φωνητικών και ακουστικών
δεξιοτήτων του παιδιού (Δημητράτου, 1995). Η
φωνή πρέπει να μην πιέζεται με τραγούδια που δεν
ταιριάζουν στην φωνητική έκταση του παιδιού, διότι η
φωνή στο τραγούδι θα πρέπει να παράγεται αβίαστα.
Δεν θα πρέπει, λοιπόν, τα τραγούδια που
απευθύνονται στην συγκεκριμένη ηλικία να
παραβιάζουν την φωνητική έκταση των παιδιών που
περιορίζεται, όπως προαναφέραμε, ανάμεσα στο
ντο, κάτω απ’ το πεντάγραμμο, μέχρι το λα του
δεύτερου διαστήματος. Αποκλίσεις μπορούν να
υπάρξουν, αλλά σε μικρό βαθμό, π.χ. μέχρι το ψηλό
ντο ή το χαμηλό σι ή λα. Εάν η φωνή παράγεται με
άνεση, τότε θα είναι πολύ εύκολο να χρησιμοποιηθεί
από τα παιδιά σαν μέσο έκφρασης.
Η μελωδία και οι στίχοι του τραγουδιού να μην
είναι δυσνόητα και δύσκολα στην απόδοσή τους.
Στόχος του τραγουδιού, δεν είναι να αποθαρρύνει τα
παιδιά με δύσκολες μελωδίες και άγνωστα νοήματα ή

113
λέξεις. Η μελωδία πρέπει να βασίζεται σε
επαναληπτικά μοτίβα και το λεξιλόγιο να
ανταποκρίνεται στις γνώσεις και τα ενδιαφέροντα των
παιδιών. Σύμφωνα με τα εκπαιδευτικά συστήματα
του Carl Orff και του Zoltan Kodaly, η εκπαίδευση
στο τραγούδι θα πρέπει να ξεκινάει από το διάστημα
της 3ης μεγάλης και να χρησιμοποιείται η πεντατονική
κλίμακα, λόγω της αδυναμίας των παιδιών να
κατανοήσουν τα ημιτόνια σ’ αυτή την ηλικία. Καλό,
λοιπόν, είναι να τα αποφύγουν, μέχρι να
κατανοήσουν πλήρως τα διαστήματα των τόνων.
Επίσης, τα ρυθμικά σχήματα, θα πρέπει να
ανταποκρίνονται στις δυνατότητες των παιδιών της
συγκεκριμένης ηλικίας και να μην είναι πολύ
δύσκολα, ούτε όμως και υπερβολικά απλά. Όσον
αφορά το «tempo» (ταχύτητα), να μην είναι
υπερβολικά γρήγορα, ούτε υπερβολικά αργά.
Επίσης, εάν τα παιδιά δεν έχουν κάποια
προηγούμενη πείρα στο τραγούδι, θα ήταν πολύ
ωφέλιμο, οι παιδαγωγοί να ξεκινήσουν την
εκπαίδευσή τους με πολύ απλά τραγούδια σε
μελωδία, ρυθμό και θέμα, τα λεγόμενα «chants»,
που χαρακτηρίζονται από επαναλαμβανόμενα
ρυθμικά και μελωδικά μοτίβα, από δραματικότητα και

114
απλότητα. Οι μουσικές φράσεις που
επαναλαμβάνονται γίνονται εύκολα κατανοητές.
Κάποια παιδιά δείχνουν, να μην έχουν
κατανοήσει τις αλλαγές των τονικοτήτων και
τραγουδούν φάλτσα. Δεν είναι από τη φύση τους
φάλτσα, ούτε είναι δεδομένο ότι δεν θα μπορέσουν
ποτέ να τραγουδήσουν σωστά. Χρειάζεται η
κατάλληλη προσοχή και καθοδήγηση από τον
μουσικοπαιδαγωγό, ώστε να γίνει ο κατάλληλος
φωνητικός-νοητικός συνδυασμός, ώστε το παιδί να
κατανοήσει την ανέλιξη και πτώση των τόνων.
«Η ικανότητα ενός ατόμου να τραγουδά, δεν
πρέπει να θεωρείται σαν ένα ιδιαίτερο χάρισμα για
λίγους. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι είναι μια
διαδικασία που απαιτεί το διανοητικό και φυσικό
συντονισμό του παιδιού. Κάθε παιδί αναπτύσσεται
μέσα από τις διάφορες μουσικές εμπειρίες με
διαφορετικό ρυθμό. Με απλά λόγια, στο τραγούδι ο
ήχος συλλαμβάνεται διανοητικά, οι φωνητικές χορδές
ανταποκρίνονται σ’ αυτή τη διανοητική απαίτηση και
προσαρμόζονται ανάλογα, ώστε όταν πάλλονται από
τον αέρα που βγαίνει από τους πνεύμονες, η παλμική
δόνηση παράγει τον τόνο που απαιτεί ο εγκέφαλος»
(Σέργη, 1982/1991, σ. 38)

115
Είναι πολύ σημαντικό, επίσης, οι στίχοι των
τραγουδιών να αφηγούνται κινήσεις ανθρώπων ή
ζώων, ώστε να μπορούν τα παιδιά να εκφραστούν
κινητικά, καθώς θα τραγουδούν. Βέβαια, είναι
ευνόητο, ότι το θέμα των στίχων δεν πρέπει να
αναφέρεται σε εποχή διαφορετική από εκείνη που
διανύεται.

3.3.2 Στόχοι του τραγουδιού


Το τραγούδι δεν είναι μόνο μια δραστηριότητα
έκφρασης συναισθημάτων ή διασκέδασης των
παιδιών της προσχολικής ηλικίας. Το τραγούδι
μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιτυχώς σε αρκετές
εκπαιδευτικές δραστηριότητες, όπου η μεταφορά
γνώσεων γίνεται με ευχάριστο και συγχρόνως
αποδοτικό τρόπο. Οι δραστηριότητες που μπορούν
να πραγματοποιηθούν παράλληλα με το τραγούδι
είναι πολλές και ποικίλες.
Τα παιδιά μαθαίνουν να συγχρονίζονται μεταξύ
τους, ανταποκρινόμενα στο ρυθμό του τραγουδιού,
αποκτώντας αυτοπειθαρχία και ομαδικό πνεύμα
συνεργασίας. Μιμούνται κινήσεις από το κείμενο του
τραγουδιού, που τα βοηθούν να θυμηθούν και τους
στίχους, καλλιεργώντας παράλληλα τις κινητικές τους

116
δεξιότητες, αλλά και τη μνήμη τους. Επίσης,
μπορούν να κάνουν απλή χορογραφία στο τραγούδι,
αποκτώντας έμμεσα, τη συνείδηση της μουσικής
φόρμας του τραγουδιού. Αποτελώντας μια ενιαία
ομάδα, ανταποκρίνονται στις αλλαγές της έντασης
που τους υποδεικνύει ο παιδαγωγός, εξασκούνται,
ώστε να τραγουδήσουν στη σωστή τονικότητα
συνειδητοποιώντας την ανέλιξη και την πτώση των
τόνων, τα διαστήματα ανάμεσά τους, καθώς και τις
επαναλήψεις όμοιων φθόγγων. Επίσης,
συνοδεύοντας με ρυθμικά κτυπήματα το τραγούδι ή
με κρουστά όργανα, καλλιεργούν την ρυθμικότητά
τους, την προσοχή τους και την αφοσίωσή τους, σε
συγκεκριμένη δραστηριότητα που απαιτεί προσοχή
και υπευθυνότητα, ώστε να έχει επιτυχές
αποτέλεσμα. Μαθαίνοντας να συγκεντρώνονται σε
μια δραστηριότητα έχουν πολύ καλύτερη απόδοση
τα επόμενα έτη στα μαθήματά τους, κατά τις πρώτες
τάξεις του δημοτικού σχολείου. Μέσα από τις πολλές
δραστηριότητες που προσφέρει η εκμάθηση και
επεξεργασία ενός τραγουδιού, επιτυγχάνονται όχι
μόνο μουσικοί στόχοι, αλλά και εκπαιδευτικοί καθώς
τα παιδιά μπορούν να κατανοήσουν πολλές έννοιες ή
να πληροφορηθούν για διάφορα θέματα με
ευχάριστο τρόπο. Με τη χρήση του τραγουδιού, για

117
παράδειγμα, μπορούν να μάθουν τη σειρά των
ημερών, των μηνών, των αριθμών ή των γραμμάτων.
Μπορούν να μάθουν τα χρώματα, τα ζώα και τις
φωνές τους ή τις ιδιότητές τους, επαγγέλματα, καλές
συνήθειες και συμπεριφορές. Έτσι, αποκτούν
σταδιακά, ένα ρεπερτόριο από πολλά εύκολα και
σύντομα τραγούδια, που τους προσφέρουν γνώσεις
και ψυχαγωγία.

3.3.3 Ρυθμική επεξεργασία τραγουδιού


Η ρυθμική επεξεργασία τραγουδιού μπορεί να
γίνει λαμβάνοντας υπόψη αρχικά τον ρυθμό που
δημιουργείται με τις λέξεις, έπειτα με τον σταθερό
χρόνο που δίνει το μέτρο και αργότερα με το χρόνο
που δίνει την ιδιαίτερη έμφαση (ισχυρό μέρος του
μέτρου). Η ρυθμική συνοδεία μπορεί να γίνει από τα
παιδιά χρησιμοποιώντας το σώμα τους, κρουστά
όργανα ή ακόμη σε συνηθισμένα αντικείμενα του
χώρου που μπορούν να παράγουν ήχο. Τα παιδιά
μπορούν, αν επιλέξουν ένα ρυθμικό σχήμα διάρκειας
ενός μέτρο, να το χρησιμοποιήσουν σαν οστινάτο για
τη ρυθμική συνοδεία του τραγουδιού. Επίσης,
μπορούν να περπατήσουν ταυτόχρονα, να χορεύουν
ή να λικνίζονται, ή απλώς να χτυπούν ρυθμικά τα
χέρια τους καθώς περπατούν. Βέβαια, ανάλογα με

118
τις δυνατότητες των παιδιών, η επεξεργασία ενός
τραγουδιού μπορεί να είναι πιο απλή ή πιο σύνθετη.
Η φαντασία του παιδαγωγού θα είναι εκείνη που θα
εμπλουτίσει δημιουργικά τις δραστηριότητες,
ανάλογα με τις ιδέες που θα προκύψουν κατά τη
διδασκαλία.

3.3.4 Ακρόαση
Η ακρόαση βασίζεται στην ικανότητα του ατόμου
να αναλύει τις ηχητικές πληροφορίες που του
δίδονται, να τις επεξεργάζεται και να φτάνει σε
διάφορα συμπεράσματα. Η ακρόαση μουσικής
αποτελεί μια πολύ σημαντική εκπαιδευτική
διαδικασία. Όταν αναφερόμαστε στην ακρόαση,
εννοούμε την επισταμένη προσοχή της ακοής των
παιδιών στη μουσική.
Είναι πολύ σημαντικό, η ακοή και η ακροαματική
διαδικασία να καλλιεργείται στα παιδιά από πολύ
μικρή ηλικία. Η μουσική αποτελεί κατάλληλο
βοήθημα για την ανάπτυξη της αίσθησης της ακοής.
Από βρέφη τα παιδιά, μπορούν να ακούσουν
μουσική, αλλά θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή
στην ποιότητα της ανεξάρτητα από το είδος της. Η
μουσική θα μπορούσε να συνοδεύσει οποιαδήποτε

119
στιγμή της ημέρας του παιδιού. Άλλωστε, τα παιδιά
αντιδρούν στο άκουσμα της μουσικής με κίνηση, από
τη βρεφική μόλις ηλικία.
Η επισταμένη μουσική ακρόαση ενός μουσικού
έργου, είναι πολύ δύσκολο να γίνει σε παιδιά
προσχολικής ηλικίας, εκτός και αν δοθούν τα
κατάλληλα ερεθίσματα. Για παράδειγμα, θα
μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε κάποια, εντελώς
αντίθετου ύφους, μουσικά κομμάτια και να τα
προσωποποιήσουμε σύμφωνα με το ύφος τους.
Έτσι, τα παιδιά θα μπορούν να παίξουν με αυτά τα
δύο μουσικά κομμάτια, αναγνωρίζοντας ποιος
χαρακτήρας είναι, κάθε φορά. Έτσι, θα μπορούσε να
γίνει μια υποτυπώδης εισαγωγή στην μουσική
ακρόαση. Επίσης, άλλος ένας τρόπος είναι να
χρησιμοποιήσουμε τα ήδη γνωστά ηχογραφημένα
μουσικά παραμύθια, όπως είναι «Ο Πέτρος και ο
Λύκος». Μια άλλη δραστηριότητα θα μπορούσε να
είναι η ζωγραφική παράλληλα με την μουσική
ακρόαση. Θα μπορούσε να ζητηθεί από τα παιδιά
να ζωγραφίσουν κάτι που τους φέρνει στο μυαλό η
συγκεκριμένη μουσική ή απλά να εκφραστούν με
χρώματα που τους εμπνέει η μουσική. Επίσης, θα
μπορούσε να γίνει συζήτηση στο τέλος μιας
μουσικής ακρόασης, όπου τα παιδιά χαλάρωσαν

120
ξαπλωμένα με κλειστά μάτια. Οπωσδήποτε, η
επιλογή του μουσικού έργου θα πρέπει να είναι πολύ
προσεκτική από τον παιδαγωγό, διότι ένα έργο
μεγάλης χρονικής έκτασης θα ήταν κουραστικό.
Καλό θα είναι να προσεγγίζει τις προσωπικότητες
των παιδιών, ώστε η εξελικτική πορεία στην ακρόαση
να γίνει από μια σταθερή βάση.
Στην ακρόαση του τραγουδιού, όπου γίνεται
συνδυασμός λόγου και μουσικής, η προσοχή
εντείνεται ακόμη περισσότερο και συγκεντρώνεται σε
κάτι πιο συγκεκριμένο. Είναι σημαντικό, να
αφήνονται ελεύθερα τα παιδιά όσον αφορά την
έκφρασή τους κατά την ακρόαση της μουσικής. Η
ηχογραφημένη μουσική είναι οπωσδήποτε ένα πολύ
σημαντικό βοήθημα στην μουσική ακρόαση, όμως,
θα πρέπει να δίδεται η δυνατότητα στα παιδιά να
ακούσουν και ζωντανή μουσική σε σύντομες
συναυλίες. Η μουσική ακρόαση είναι άρρηκτα
συνδεδεμένη και με άλλες δημιουργικές
δραστηριότητες. Η ακρόαση μουσικής μπορεί να
υποβάλλει κίνηση, παιχνίδι, μίμηση, τραγούδι, λόγο,
ζωγραφική και άλλες δημιουργικές δραστηριότητες.
Τα παιδιά, αυθόρμητα εκφράζουν την εσωτερική
τους διάθεση ακούγοντας μουσική, κάτι που καθιστά

121
την ακρόαση βασικό ερέθισμα για πολλές
δημιουργικές ασχολίες.

122
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Μουσική και παραμύθι

Εισαγωγικά
Η αφήγηση ενός παραμυθιού έχει περιγραφικό
χαρακτήρα και η μουσική είναι το κατάλληλο
βοήθημα για την ενδυνάμωση του συγκεκριμένου
χαρακτηριστικού. Η μουσική μπορεί με ήχους, με
ηχητικά τεχνάσματα, με μελωδίες και χρήση
ανάλογων μουσικών οργάνων να δώσει μεγαλύτερη
έμφαση και πιο σαφές νόημα στην αφήγηση ενός
παραμυθιού.

4.1 Η σημασία της μουσικής στην αγωγή και


ανάπτυξη του παιδιού της προσχολικής
ηλικίας
Η μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην
εκπαίδευση του παιδιού διότι επενεργεί άμεσα στον
συναισθηματικό του κόσμο. Είναι γνωστό πως η
μουσική βοηθά στην έκφραση των συναισθημάτων
μας που σημαίνει ότι συντελεί στην ανάπτυξη μιας
πιο συγκροτημένης και ολοκληρωμένης
προσωπικότητας. Στη μουσική εκπαίδευση του
παιδιού δεν θα πρέπει να είναι αυτοσκοπός να γίνει

123
μουσικός, αλλά να ωφεληθεί από τις ευεργετικές
δυνάμεις της μουσικής.
Η πειθαρχία που αποκτά μέσα από τις ομαδικές
μουσικές δραστηριότητες που συμμετέχει, το βοηθά
να παρακολουθήσει με μεγαλύτερη άνεση τα σχολικά
προγράμματα των πρώτων τάξεων του δημοτικού
σχολείου, καθώς παράλληλα κοινωνικοποιείται.
Μέσα από τις μουσικές δραστηριότητες, το παιδί θ’
αποκτήσει αυτοπεποίθηση και θ’ απελευθερωθεί από
τυχόντα συναισθηματικά συμπλέγματα. Παιδιά που
ίσως αρνούνται τη συνεργασία, εξομαλύνουν την
συμπεριφορά τους, ενώ εκείνα που είναι πολύ
ντροπαλά, αποκτούν θάρρος και επικοινωνούν με
μεγαλύτερη άνεση με το περιβάλλον τους. Επίσης, η
αυτοπειθαρχία και ο συντονισμός κινήσεων που
απαιτείται κατά την εκμάθηση ενός μουσικού
οργάνου, βοηθούν το παιδί ν’ αναπτύξει τις νοητικές
και κινητικές του δεξιότητες. Πέρα, όμως, από τις
δυνατότητες που αναπτύσσονται στο παιδί μέσω της
μουσικής, είναι πολύ σημαντική η χαρά που
λαμβάνει μέσα από τις μουσικές δραστηριότητες. Η
χαρά αυτή θα εκδηλωθεί και στο άμεσο φιλικό και
οικογενειακό του περιβάλλον και θα του δώσει τη
δυνατότητα να επικοινωνήσει καλύτερα με τα κοντινά

124
του πρόσωπα, εκφράζοντας τα συναισθήματα και τις
σκέψεις του μέσα από τη μουσική.
Η μουσική βοηθά το παιδί να κοινωνικοποιηθεί,
να νοιώσει ότι είναι άτομο σημαντικό και απαραίτητο
για κάθε δράση της ομάδας. Μέσα από τις ποικίλες
δραστηριότητες που προσφέρει η μουσική, βρίσκουν
τρόπους έκφρασης των συναισθημάτων τους και με
τις αισθητικές εμπειρίες που αποκτούν, εμπλουτίζουν
το συναισθηματικό τους κόσμο και την αισθητική
τους ευαισθησία. Εξασκούν την ικανότητα της
μνήμης, της αυτοσυγκέντρωσης, την αίσθηση του
συγχρονισμού, της αυτοπειθαρχίας, της φαντασίας,
τις οπτικές – ακουστικές – λεκτικές - κινητικές
δεξιότητές τους.
Η μουσική, με τη σύνδεση λόγου – μουσικής –
κίνησης, προσφέρει στα παιδιά τις δυνατότητες να
ανταποκριθούν με όλο τους το σώμα και ευνοεί
ιδιαίτερα παιδιά που παρουσιάζουν προβλήματα
συντονισμού κίνησης ή δυσλεξίας κτλ.
Οι τέχνες, όπως η μουσική, η ζωγραφική ή το
θέατρο κτλ. είναι απαραίτητο να έχουν σημαντικό
ρόλο στην εκπαίδευση των παιδιών της προσχολικής
ηλικίας και στην εκπαίδευση και των μεγαλύτερων
παιδιών. Με την ικανότητά τους να καλλιεργούν και

125
να αναπτύσσουν την ευαισθησία, την αντίληψη και
τις δημιουργικές ικανότητες των παιδιών, αποτελούν
αναπόσπαστο μέρος μιας ολοκληρωμένης και
αποδοτικής αγωγής. Στόχος της μουσικής αγωγής
είναι, να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα επικοινωνίας,
χαράς, παιχνιδιού, δημιουργικού πνεύματος και
αίσθημα ευγενούς άμιλλας.

4.1.1 Η μουσική αγωγή στην προσχολική ηλικία


Οι σύγχρονες έρευνες απέδειξαν ότι το παιδί
εξοικειώνεται με το ηχητικό περιβάλλον της μητέρας
του από την εμβρυακή κιόλας ηλικία. Το παιδί
δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τους ήχους από τους
πρώτους μήνες της γέννησής του. Πειραματίζεται με
ήχους που προκαλεί με το στόμα, το σώμα ή
διάφορα αντικείμενα. Με την επανάληψη και την
παραλλαγή ήχων, που είναι μέθοδοι απόκτησης
γνώσης, πειραματίζεται, εξοικειώνεται και επικοινωνεί
με το περιβάλλον του. Όταν γεννιέται ένα παιδί, ο
εγκέφαλός του είναι μια μάζα από νευρώνες που
συνδέονται με διάφορες περιοχές του εγκεφάλου.
«Πιστεύεται ότι, όταν τα βρέφη εκτίθενται σε σύνθετες
μουσικές δομές, ο εγκέφαλός τους αναγκάζεται να
αναπτύξει νευρωνικές συνδέσεις» (Σακαλάκ, 2004)

126
Η μουσική αγωγή στην προσχολική ηλικία,
πραγματοποιείται για πρώτη φορά με οργανωμένο
τρόπο στο νηπιαγωγείο, παράλληλα με την πρώτη
κατευθυνόμενη εκπαίδευση που λαμβάνει το παιδί.
Το παιδί, φεύγει, ίσως για πρώτη φορά από το σπίτι
του και συνήθως, τα περισσότερα παιδιά αντιδρούν
αρνητικά στο συγκεκριμένο γεγονός. Καλούνται να
προσαρμοστούν σε ένα νέο περιβάλλον, να
υπακούσουν σε έναν άγνωστο άνθρωπο
(νηπιαγωγός) και να συνεργαστούν σε
δραστηριότητες που μέχρι πριν λίγο καιρό, δεν
γνώριζαν καθόλου ή εφάρμοζαν σπίτι τους, αλλά με
πολύ λιγότερα άτομα. Στο νηπιαγωγείο, η
διδασκαλία οποιουδήποτε θέματος γίνεται με πιο
οργανωμένο και συστηματικό τρόπο, ενώ η ομάδα
στην οποία καλείται το παιδί να συμμετέχει, το βοηθά
στην σταδιακή κοινωνικοποίησή του και την
οικοδόμηση της προσωπικότητάς του. Η μουσική
αποτελεί κύριο βοήθημα στην επίτευξη των σκοπών
της προσχολικής αγωγής όπως είναι η καλλιέργεια
της δημιουργικότητάς του, η νοητική, συναισθηματική
και ψυχοσωματική του ανάπτυξη. Η ιδανική
ανταπόκριση στην μουσική είναι σωματική. Τότε
υπάρχει πλήρης έκφραση συναισθηματικής
συμμετοχής και το ενδιαφέρον κεντρίζεται αβίαστα.

127
Μέσω της ολοκληρωμένης εμπειρίας που προσφέρει
η μουσική, νους, σώμα και πνεύμα, επιτυγχάνουν μια
εκπληκτική ανύψωση.
Στην συγκεκριμένη ηλικία, είναι απαραίτητο να
χρησιμοποιούνται μη λεκτικοί τρόποι μάθησης, όπως
η κίνηση, το τραγούδι, τα παιχνίδια, η μίμηση και οι
δημιουργικές δραστηριότητες, που ανταποκρίνονται
πλήρως στης παιδικές ανάγκες έκφρασης,
επομένως, η μουσική, ως έμφυτη αίσθηση του
παιδιού, αποτελεί ένα ευχάριστο μέσο μετάδοσης
γνώσεων. Κατά γενική παραδοχή, η μουσική μπορεί
να γίνει ένα ευχάριστο μέσο συνδυασμένης νοητικής
και συναισθηματικής ανάπτυξης, που αναμφισβήτητα
έχει θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη της
προσωπικότητας και των ικανοτήτων του παιδιού.
Ακολουθώντας μια δημιουργική μουσική αγωγή,
για τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας, δεν είναι
απαραίτητο να θέτουμε μακροπρόθεσμους στόχους.
«Είναι καλύτερο ν’ αφήνουμε παιδιά να χαίρονται
κάθε στιγμή αυτή καθαυτή, κάθε επιτυχία να γεννά το
δικό της ενθουσιασμό και τη δικιά της
αυτοπεποίθηση, όσο για τις τεχνικές ικανότητες,
αυτές θα αναπτυχθούν από μόνες τους, στο βαθμό
που χρειάζονται. Μπορούμε να δεχτούμε απ’ την

128
αρχή το γεγονός πως η περισσότερη μουσική, που
θα προκύψει έτσι, θα αποτελεί απλώς παραλλαγές
υλικού, ήδη γνωστού στους νεαρούς μαθητές, που,
όπως οι τραγουδιστές του blues, έτσι κι αυτοί θα
επιλέγουν από ένα κοινό απόθεμα πολιτιστικών
συμβόλων» (Small, μτφ. 1983, σ. 305).
Η διπλή φύση της μουσικής, τέχνη και επιστήμη,
βοηθούν τους εκπαιδευτικούς να αναπτύξουν το
παιδί πνευματικά, συναισθηματικά, αισθητικά και
κινητικά. Συνεπώς, η μουσική αποτελεί ένα από τα
σημαντικότερα μέσα εκπαίδευσης, που όσο νωρίτερα
ξεκινήσει, τόσο πιο ευεργετικά αποτελέσματα έχει.
«Οι νοήμονες εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να
πραγματεύονται το ρόλο της δημόσιας εκπαίδευσης
χωρίς να συμπεριλαμβάνουν τις τέχνες, διότι οι
τέχνες είναι που μας δίνουν μια απτή εικόνα της
ωρίμανσης της κοινωνίας, έναν εξελικτικό κύκλο από
την πρωτόγονη κουλτούρα στον υψηλό πολιτισμό,
μια εικόνα υπέρτατης νοητικής προόδου του
ανθρώπινου μυαλού σε μια δεδομένη εποχή»
(Παπαζαρής, 1999, σ. 42).

129
4.1.2 Μέσα μουσικής έκφρασης
Ο άνθρωπος εκφραζόταν μουσικά πριν ακόμη
αποκτήσει την δυνατότητα να επικοινωνήσει λεκτικά
με τους συνανθρώπους του με μια οργανωμένη
μορφή λόγου. Οι ήχοι, ο τρόπος που παράγονταν
και η κίνηση, ήταν οι βασικοί τρόποι επικοινωνίας
των προϊστορικών ανθρώπων. Σταδιακά,
πειραματιζόμενοι με τους ήχους, την τονικότητά τους
και τους τρόπους εκτέλεσής τους (άναρθρους ή
έναρθρους ήχους, συνδυασμούς οδοντικών,
ένρινων, χειλικών συμφώνων), σχημάτισαν έναν
ηχητικό κώδικα επικοινωνίας. Η μουσική είναι ήχος
και η χρήση του ήχου είναι εμφανής στις
περισσότερες εκδηλώσεις του ανθρώπου. Ακόμη και
η επιβίωση του προϊστορικού ανθρώπου βασιζόταν
στον ήχο, εφόσον για να κυνηγήσει τα θηράματά του,
συχνά βασιζόταν στην αναγνώριση των φωνών των
ζώων. Ο προϊστορικός άνθρωπος κατάλαβε τη
σημασία του ήχου πολύ νωρίς και αυθόρμητα τον
χρησιμοποίησε για να επικοινωνήσει με το
περιβάλλον του και να επιβιώσει μέσα σ’ αυτό. Το
περιβάλλον μας, άλλωστε, είχε πάντα ένα πλούσιο
ηχητικό περίβλημα. Ακόμη και οι πλανήτες
παράγουν τον δικό τους ήχο κατά την κίνησή τους.
Ήχοι που ακούμε καθημερινά, θα μπορούσαν να

130
συνδυαστούν και να γίνουν μουσική ή ίσως να
αποτελούν ήδη μουσική.
Η φύση εκφράζεται ηχητικά, σφύζει από
ηχητικούς συνδυασμούς και ποικιλία ήχων. Ο
άνθρωπος είναι, λοιπόν, προδιαθετημένος μουσικά.
Η ευαισθησία του στους ήχους και η ευχαρίστησή
του να τους αναπαράγει εκδηλώνεται από τα πρώτα
στάδια της ζωής του. Έτσι, χρησιμοποιεί τα μέσα
που διαθέτει, δηλαδή την φωνή του, το σώμα του και
τα μουσικά όργανα, ώστε να εκφράζεται μουσικά.
Το παιδί διακατέχεται από έναν ηχητικό
αυθορμητισμό, που όμως, περιορίζεται με την
πάροδο του χρόνου, λόγω των απαγορεύσεων που
του επιβάλλουν από το περιβάλλον του. Ανά πάσα
στιγμή είναι έτοιμο να χρησιμοποιήσει τις ηχητικές
του δυνατότητες δημιουργικά, μιμείται συνεχώς
ήχους, πειραματίζεται με νέους, χρησιμοποιεί
αυθόρμητα ρυθμικές και μελωδικές φράσεις, προτιμά
τα μουσικά παιχνίδια και οτιδήποτε παράγει ήχο και
επενδύει με αυτοσχέδια μουσική και ήχους, το
προσωπικό του ή ομαδικό παιχνίδι. Μπορεί να
χορεύει ασταμάτητα το αγαπημένο του τραγούδι και
συχνά χρησιμοποιεί διάφορα αντικείμενα που

131
βρίσκονται στο περιβάλλον του για την δημιουργία
ποικίλων ήχων.
Η παραγωγή ήχων αποτελεί αναπόσπαστο
κομμάτι των καθημερινών δραστηριοτήτων του
παιδιού, όπου του δίνεται η ευκαιρία να εκφράσει
μουσικά τα συναισθήματά του. Τα μουσικά όργανα ή
οι πηγές πρωτόγνωρων ήχων, προσελκύουν το
έντονο ενδιαφέρον τους από τους πρώτους κιόλας,
μήνες της ζωής τους.
Η παραγωγή των ήχων από τα παιδιά γίνεται με
τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μπορεί να γίνει και από
τους ενήλικες. Η φωνή είναι το πρώτο μέσο
μουσικής έκφρασης που χρησιμοποιεί το παιδί. Στο
τραγούδι ο ήχος συλλαμβάνεται διανοητικά, οι
φωνητικές χορδές ανταποκρίνονται σε αυτή τη
διανοητική απαίτηση και προσανατολίζονται
ανάλογα, ώστε όταν πάλλονται από τον αέρα που
βγαίνει από τους πνεύμονες, η παλμική δόνηση
παράγει τον τόνο που απαιτεί ο εγκέφαλος. (Σέργη,
1982/1991, σελ. 38) Η χρήση της φωνής στο
τραγούδι καλλιεργείται σταδιακά, μέχρι να επιτευχθεί
το επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή να φτάσει το παιδί
στο στάδιο να τραγουδά σε σωστή τονικότητα.

132
Ένας ήχος που παράγεται με το σώμα μπορεί να
ξεκινάει από οποιοδήποτε σημείο του σώματος.
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν, όχι μόνο τα
χτυπήματα των χεριών, αλλά και χτυπήματα στους
μηρούς, με τα πέλματα, με τα δάχτυλα. Ολόκληρο το
σώμα μας μπορεί να παράγει ήχους και αυτό πρέπει
να το αντιληφθούν τα παιδιά, ώστε να εκφράζονται
ελεύθερα και με φαντασία. Το σώμα μπορεί να
κινηθεί ρυθμικά, μπορεί να παράγει ήχους, μπορεί να
αποτελέσει από μόνο του ένα κρουστό όργανο που
θα βοηθήσει τα παιδιά να αισθανθούν το σταθερό
χρόνο (beat). Είναι απαραίτητο να επισημάνουμε ότι
«τα τέσσερα αυτά είδη ήχων που παράγονται από το
σώμα είναι σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα
τονικότητας, αρχίζοντας από χαμηλά σε ψηλά:
χτυπήματα ποδιού, μηρών, παλάμης, δαχτύλων»
(Σέργη, 1982/1991, σελ. 39).
Τα παιδιά, συχνά χρησιμοποιούν διάφορα
αντικείμενα από το περιβάλλον τους για να
παράγουν ήχους. Για παράδειγμα τα κουτάλια, τα
ποτήρια, τα μαγειρικά σκεύη, το ξύλο της σκούπας,
τα χαρτιά ή τις νάιλον σακούλες, το νερό και διάφορα
άλλα αντικείμενα και υλικά που μπορούν εύκολα να
πιάσουν τα παιδιά, γίνονται αντικείμενο των ηχητικών
πειραματισμών τους. Στην πορεία ανακαλύπτουν τα

133
κουτιά που έχουν κάποιο περιεχόμενο π.χ. ένα
κουτάκι με όσπρια ή με σπίρτα. Έτσι ξεκινά μια
διαδικασία κατασκευής αυτοσχέδιων μουσικών
οργάνων, που κεντρίζουν το ενδιαφέρον των παιδιών
με την ποικιλία των ηχητικών τους ιδιαιτεροτήτων.
Τα μουσικά όργανα που μπορούν να
χρησιμοποιηθούν στην τάξη, είναι ειδικά
κατασκευασμένα, ώστε να καταστεί εύκολη τη χρήση
τους από τα παιδιά και χωρίζονται σε τρεις
κατηγορίες: σε όργανα ρυθμού, σε μελωδικά και σε
αυτοσχέδια όργανα. Η ιδέα για την ειδική κατασκευή
των μουσικών οργάνων, ώστε να δείχνουν
απλοποιημένα για τα παιδιά, ανήκει στον Carl Orff.

4.1.3 Βασικές αρχές της μουσικής αγωγής στην


προσχολική ηλικία
Απαραίτητη προϋπόθεση για μια ολοκληρωμένη
θεώρηση της μουσικής αγωγής στην προσχολική
ηλικία, είναι η κατανόηση της μουσικής
συμπεριφοράς των παιδιών, των χαρακτηριστικών
τους και του ρυθμού της ανάπτυξής τους. Τα παιδιά
εκδηλώνουν μια έμφυτη τάση για τη μουσική, μέσα
από ποικίλες κινητικές και φωνητικές εκδηλώσεις
τους.

134
Τα πρώτα στοιχεία μουσικής αγωγής τα δέχεται
το παιδί στο νηπιαγωγείο, θεωρητικά τουλάχιστον.
Μάλιστα, εάν υπάρχουν προκαθορισμένοι και σαφείς
εκπαιδευτικοί μουσικοί στόχοι και φυσικά
συγκεκριμένοι μέθοδοι διδασκαλίας, τότε μπορεί η
μουσική εμπειρία να αποτελέσει ένα μέσο νοητικής
και συναισθηματικής ανάπτυξης. Μια τέτοια εμπειρία
θα έχει οπωσδήποτε θετικές επιδράσεις στην
προσωπικότητα του παιδιού.
Σύμφωνα, όμως, με τα σημερινά δεδομένα όσον
αφορά τα εκπαιδευτικά προγράμματα στα
νηπιαγωγεία, η μουσική ως μάθημα σπάνια
υφίσταται, ή αν υπάρχει δεν τηρεί τις βασικές αρχές
ενός προγράμματος μουσικής αγωγής για τα παιδιά
προσχολικής ηλικίας. Σύμφωνα με προσωπική
έρευνα (1998-2002 σε νηπιαγωγεία του πόλης του
Δήμου Ηρακλείου Κρήτης, διαπίστωσα ότι σε κανένα
από τα νηπιαγωγεία δεν ακολουθείται κάποιο
πρόγραμμα μουσικής αγωγής με σαφείς
εκπαιδευτικούς στόχους. Τα μουσικά όργανα
περιορίζονται σε όργανα ρυθμού, που όμως
αποτελούν διακοσμητικό στοιχείο και όχι αντικείμενο
χρήσης εφόσον οι εκπαιδευτικοί σπάνια γνωρίζουν
τη χρήση τους. Επίσης, δεν υπάρχει καμιά μουσική
κατάρτιση στις νηπιαγωγούς. Κατά συνέπεια, η

135
μουσική αγωγή, όχι μόνο δεν υφίσταται, αλλά και
όταν υφίσταται, δεν υπάρχει μεθοδολογία και στόχοι.
Ακόμη και αν σ’ ένα νηπιαγωγείο υπήρχε ένα
πρόγραμμα μουσικής αγωγής, δεν δινόταν πάντοτε η
ανάλογη σημασία στη νοητική ανάπτυξη του παιδιού
μέσα από τη μουσική).
«Μέχρι πρόσφατα, μέσα στα πλαίσια της
μουσικής αγωγής των μικρών παιδιών, οι μουσικές
δραστηριότητες στόχευαν κυρίως στη
συναισθηματική και ψυχοκινητική ανάπτυξη του
παιδιού, ενώ δεν δινόταν η ανάλογη σημασία στη
νοητική του ανάπτυξη, που επιτυγχάνεται μέσα από
την αντίληψη των μουσικών εννοιών κατά τις
διαδικασίες της μουσικής αγωγής» (Σέργη, 1995, σ.
83)
Η μουσική μπορεί να κάνει έναν άριστο
συνδυασμό νοητικής και αισθητικής εμπειρίας. Μέσα
από ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα μουσικής
διδασκαλίας, τα παιδιά αποκτούν δεξιότητες που θα
τα βοηθήσουν ν’ ανακαλύψουν τις δυνατότητές τους,
να καλλιεργηθούν νοητικά, κινητικά, λεκτικά,
κοινωνικά και θα τους δώσουν τη δυνατότητα να
εκφράσουν τα συναισθήματά τους και την
δημιουργικότητά τους. Απαραίτητη προϋπόθεση για

136
την εφαρμογή ενός περιεκτικού και ολοκληρωμένου
προγράμματος μουσικής, που να καλλιεργεί όλους
τους τομείς ανάπτυξης, είναι απαραίτητο να δοθεί
στους εκπαιδευτικούς η κατάλληλη κατάρτιση και οι
απαραίτητες μουσικές γνώσεις. Με αυτή τη βάση, θα
πρέπει να τους δοθεί μια σαφής εικόνα για το τι
πρέπει να διδάξουν και πως. Θα πρέπει να
κατανοήσουν ότι η μουσική δεν είναι μόνο μια
δημιουργική τέχνη, αλλά και μέσο συναισθηματικής
ανάπτυξης, πνευματικής καλλιέργειας και ψυχικής
ανάτασης.
Πιο αναλυτικά, παραθέτουμε το παρακάτω κείμενο:
(Σέργη, 1995, σ. 84)
«Συνοπτικά καταλήγουμε ότι ένα πρόγραμμα
μουσικής αγωγής για την προσχολική ηλικία, που το
χαρακτηρίζει η ποιότητα, θα πρέπει:
1. Να βοηθά το παιδί ν’ αποκτήσει μουσικές
γνώσεις και δεξιότητες με τις κατάλληλες
μεθόδους, σύμφωνα με το στάδιο ανάπτυξής
του.
2. Να προσφέρει ευκαιρίες στο παιδί για ποικιλία
μουσικών αντιδράσεων. Το τραγούδι, η
κίνηση, η εκτέλεση μουσικών οργάνων, η
περιγραφή και η αναπαράσταση είναι

137
δραστηριότητες που βοηθούν το παιδί να
αντιδρά και να ανταποκρίνεται στη μουσική.
3. Να βοηθά το παιδί να αναπτύξει τις
κατάλληλες στάσεις και συναισθηματικές
αντιδράσεις στη μουσική. Οι μουσικές
εμπειρίες θα πρέπει να προσφέρονται μέσα
από το κατάλληλο περιβάλλον μάθησης και να
προσφέρουν ευχαρίστηση στο παιδί, γιατί
μέσα από την ευχαρίστηση δημιουργείται και
το κίνητρο για περαιτέρω μάθηση.
4. Να προσφέρει ευκαιρίες στο παιδί για ατομικό
πειραματισμό και εξερεύνηση των στοιχείων
της μουσικής, αλλά και για αλληλεπίδραση με
άλλα παιδιά και ενήλικες. Τέτοιες
δραστηριότητες βοηθούν το παιδί ν’ αναπτύξει
τις απαραίτητες κοινωνικές δεξιότητες για
ομαδικές μουσικές εμπειρίες, όπως το
τραγούδι και η εκτέλεση μουσικών οργάνων.

Με βάση τα όσα αναφέραμε, στο σχεδιασμό ενός


προγράμματος μουσικής αγωγής στην προσχολική
ηλικία θα πρέπει να προσεχθούν τα ακόλουθα:
(α΄) Οι προτεινόμενες μουσικές δραστηριότητες
να βασίζονται στον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται

138
το παιδί (αποκλίνουσα, μη λογική σκέψη,
επικέντρωση σε ένα συγκεκριμένο σημείο)
(β΄) Σε δραστηριότητες όπως το τραγούδι να
λαμβάνεται υπόψη ο τρόπος με τον οποίο η
γλωσσική ανάπτυξη και ικανότητα του παιδιού
επηρεάζουν τον τρόπο αντίδρασής του στο
τραγούδι (συμμετοχή στο τραγούδι, ρυθμικός
συντονισμός, τοποθέτηση της φωνής στη
μελωδία).
(γ΄) Να λαμβάνεται υπόψη η προδιάθεση του
παιδιού για αυθόρμητους μελωδικούς
αυτοσχεδιασμούς και να ενισχύονται οι εμπειρίες
αυτές, ως μέσο διατήρησης των δημιουργικών του
τάσεων.
(δ΄) Να λαμβάνεται υπόψη η μορφή και το είδος
του παιχνιδιού (παράλληλο, μοναχικό, ομαδικό)
στο οποίο κλίνει το παιδί και να δίνονται οι
κατάλληλες ευκαιρίες μέσα από τις μουσικές
δραστηριότητες.
(ε΄) Ο σκοπός της αγωγής σε αυτή την ηλικία δεν
είναι η μεταχείριση του παιδιού για την
ικανοποίηση των ενηλίκων, αλλά η παροχή των
κατάλληλων μουσικών εμπειριών στο παιδί.

139
(στ΄) Το γεγονός ότι τα μικρά παιδιά έχουν την
ικανότητα να αντιλαμβάνονται τις βασικές
μουσικές έννοιες.
(ζ΄) Στην προσχολική ηλικία, η διαθεματική
προσέγγιση των διαφόρων θεμάτων διδασκαλίας
είναι σημαντική».

4.2. Μουσική Αγωγή και Μουσικές


Δραστηριότητες
Η μουσική αγωγή που απευθύνεται σε παιδιά
προσχολικής ηλικίας είναι απαραίτητο ν’
ακολουθήσει τους τρόπους μάθησης του παιδιού σ’
αυτή την ηλικία. Στην προσχολική ηλικία, κυρίαρχο
ρόλο στη ζωή του παιδιού παίζει το παιχνίδι, η
κίνηση και η εξερεύνηση. Θα πρέπει κατά συνέπεια,
η Μουσική Αγωγή να έχει υιοθετήσει αυτά τα στοιχεία
που θα την καθιστούν μια ευχάριστη δραστηριότητα
για το παιδί της προσχολικής ηλικίας. Το παιδί
βρίσκεται σε μια συνεχή δραστηριότητα, κινούμενο
διαρκώς, εξερευνώντας, τραγουδώντας, παίζοντας.
Η Μουσική Αγωγή βασίζεται λοιπόν, σ’ αυτά τα
χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του παιδιού της
προσχολικής ηλικίας, ώστε να το προσεγγίσει
αποτελεσματικά. Γι’ αυτό το σκοπό, επινοήθηκαν
από τους μουσικοπαιδαγωγούς διάφορες μουσικές

140
δραστηριότητες που έχουν εκπαιδευτικούς στόχους
όσον αφορά τη μουσική αγωγή. Η μουσική
συνοδεύει την κίνηση και αντίστροφα, η κίνηση
υποκινείται από τη μουσική. Το παραμύθι λαμβάνει
μέρος σ’ αυτές τις μουσικές δραστηριότητες σχεδόν
αθέατο και αλλάζοντας ονομασία μετατρέπεται σε
μίμηση. Το παιδί τραγουδά και μιμείται την κίνηση
των ζώων, το μεγάλωμα των φυτών, δραματοποιεί
με κινήσεις την υπόθεση των τραγουδιών. Ο ήχος
κάποιων μουσικών οργάνων αντιπροσωπεύει κάποιο
χαρακτήρα ή ζώο ή κατάσταση (χαρά, λύπη, φόβο,
κίνδυνο, τρέξιμο ή σύρσιμο).
Οι μουσικές δραστηριότητες δεν μπορούν να είναι
τυποποιημένες, ούτε μπορεί να ακολουθηθεί κάποια
συγκεκριμένη «συνταγή» επιτυχημένων μουσικών
δραστηριοτήτων. Είναι πολλοί οι παράγοντες που
υπαγορεύουν μια πετυχημένη μουσική
δραστηριότητα. Φυσικά τα μουσικά όργανα της
τάξης, δίνουν πολλές δυνατότητες, καθώς και ο
γενικός εξοπλισμός, όμως, δεν είναι μόνο τα υλικά η
απαραίτητη προϋπόθεση. Πολύ βασικό ρόλο σε μια
πετυχημένη μουσική δραστηριότητα έχει καταρχήν ο
παιδαγωγός και στη συνέχεια το επίπεδο των
μαθητών και η ομοιογένειά τους. Η ομοιογένεια των

141
παιδιών, ίσως να αποτελεί έναν πολύ βασικό
παράγοντα σε μια πετυχημένη προσπάθεια.
Οι μουσικές δραστηριότητες θα πρέπει να
ανταποκρίνονται στις δυνατότητες των παιδιών, ώστε
να μην απογοητευτούν από κάτι δύσκολο, ούτε να
χάσουν το ενδιαφέρον τους από κάτι υπερβολικά
εύκολο. Οι δραστηριότητες καλό θα είναι να
εναλλάσσονται και να έχουν έντονο αίσθημα δράσης.
Ο βαθμός δυσκολίας των μουσικών δραστηριοτήτων
είναι απαραίτητο να ανεβαίνει σταδιακά και όχι με
γρήγορους ρυθμούς. Άλλωστε η μάθηση
επιτυγχάνεται καλύτερα μέσω της επανάληψης,
χωρίς βέβαια να το παρακάνουμε, ώστε η
επανάληψη να καταλήξει ρουτίνα.
Υπάρχουν αρκετές ασφαλιστικές δικλείδες στο
θέμα των μουσικών δραστηριοτήτων. Ο παιδαγωγός
είναι αναγκασμένος να βρίσκεται συνεχώς σε
εγρήγορση, ώστε να μετατρέψει κάποια μουσική
δραστηριότητα σε πιο ενδιαφέρουσα ή εντελώς
διαφορετική. Είναι απαραίτητες, από την πλευρά του
παιδαγωγού, όχι μόνο οι γνώσεις και ο
προγραμματισμός πάνω στις μουσικές
δραστηριότητες, αλλά και η έντονη φαντασία και
διορατικότητα. Σε μια ομάδα παιδιών, δεν είναι πολύ

142
εύκολο να καλυφθούν οι ανάγκες όλων. Κάποια
παιδιά θα τα καταφέρουν καλύτερα, κάποια
χειρότερα και κάποια άλλα, καθόλου. Προς αποφυγή
πιθανών απογοητεύσεων είναι απαραίτητη η άμεση
αλλαγή κάποιων δύσκολων στοιχείων στη μουσική
δραστηριότητα, ή η διαφορετική ανάθεση ρόλων,
ώστε να είναι όλα τα παιδιά ευχαριστημένα από την
απόδοσή τους. Είναι ευνόητο ότι δεν θα πρέπει να
γίνονται διακρίσεις ανάμεσα στους μαθητές, ιδιαίτερα
όσον αφορά την επιτυχία τους στις δραστηριότητες.
Πρέπει κάθε προσπάθεια να επιβραβεύεται και κάθε
παιδί να νοιώθει ικανό ότι μπορεί να τα καταφέρει.
Άλλωστε, ένας βασικός σκοπός της μουσικής
αγωγής είναι η απόκτηση αυτοπεποίθησης και
επικοινωνίας με την ομάδα. Η αποτυχία
αποδυναμώνει την αυτοπεποίθηση του παιδιού και
το περιθωριοποιεί, κάνοντάς το αντικοινωνικό και
δυστυχισμένο.

4.2.1 Δραστηριότητες που βασίζονται στον


ρυθμό και την κίνηση
Οι μουσικές δραστηριότητες βασίζονται στα
παρακάτω στοιχεία:

143
α. Ρυθμός: Ο ρυθμός είναι ένα από τα πιο βασικά
στοιχεία στη μουσική αγωγή του παιδιού λόγω του
ότι τα παιδιά είναι από τη φύση τους ρυθμικά στις
κινήσεις τους. Στις δραστηριότητες του ρυθμού
περιλαμβάνονται ρυθμικά παλαμάκια, κτυπήματα σε
κρουστά μουσικά όργανα, ρυθμική συνοδεία
τραγουδιών, ρυθμικά κτυπήματα σε λέξεις, παιχνίδια
που υποκινούνται από τον ρυθμό, όπως το
περπάτημα, το τρέξιμο, το πήδημα. Επίσης,
μπορούν να γίνουν διάφοροι συνδυασμοί με
διάφορες μουσικές αξίες παίζοντας σαν μια
πρωτόγονη ορχήστρα σε αξίες ογδόων, τετάρτων,
μισών, ολόκληρων ή παρεστιγμένων. Μπορούν να
γίνουν πολλά ρυθμικά παιχνίδια που να
υποδηλώνουν κίνηση ή μίμηση ή κάποιο σύνθημα.
Το τραγούδι περιλαμβάνεται πάντα στις μουσικές
δραστηριότητες. Το περιεχόμενό του μπορεί να
χρησιμοποιηθεί για κίνηση και μιμική, ακόμη και για
δραματοποίηση. Μπορεί κάλλιστα να συνοδευτεί
ρυθμικά και να γίνει χορός. Το τραγούδι είναι μια
από τις πιο ευχάριστες μουσικές δραστηριότητες στις
οποίες ο ρυθμός μπορεί να επεξεργαστεί με πολλούς
διαφορετικούς τρόπους.
β. Κίνηση: Η κίνηση μπορεί να υποκινηθεί από τον
ρυθμό ή από το τραγούδι. Αποτελεί απαραίτητο

144
βοήθημα στις μουσικές δραστηριότητες. Τα παιδιά
προτιμούν να κινούνται παρά να δέχονται γνώσεις
ακίνητα. Κινούμενα, έχουν την αίσθηση ότι παίζουν
κι έτσι η γνώση γίνεται αβίαστα αποδεκτή. Η
δημιουργική ρυθμική κίνηση αποτελεί τρόπο
έκφρασης των συναισθημάτων. Τα παιδιά μιμούνται
διάφορους χαρακτήρες ή καταστάσεις από το
περιεχόμενο των τραγουδιών. Ο ρυθμός επίσης,
μπορεί να τους υπαγορεύσει να αναπαραστήσουν τα
άλογα (galloping), τους γίγαντες ή τους ελέφαντες
(πχ. Αργά, δυνατά κτυπήματα σε ταμπουρίνο),τους
λαγούς (π.χ. γρήγορα κτυπήματα σε woodblock), να
κάνουν τις σβούρες (π.χ. γρήγορα τινάγματα στο
ντέφι) κτλ. Ο χορός που βασίζεται στο ρυθμό
αποτελεί μια από τις πιο ευχάριστες μουσικές
δραστηριότητες. Επίσης, πολλά ομαδικά μουσικά
παιχνίδια βασίζονται στην κίνηση και στον ρυθμό,
όπως «οι μουσικές καρέκλες» ή «τα στρατιωτάκια».
Το τραγούδι, ο ρυθμός, η κίνηση και η μίμηση
συνδυάζονται με ποικίλους τρόπους, ώστε να
επιτευχθεί μια ολοκληρωμένη μουσική
δραστηριότητα που θα προκαλέσει το αμέριστο
ενδιαφέρον των παιδιών.

145
4.2.2 Δραστηριότητες
Οι μουσικές δραστηριότητες μπορούν να
χαρακτηριστούν από μια ποικιλία συνδυασμών. Ο
ρυθμός κατέχει βασικό ρόλο στις περισσότερες
μουσικές δραστηριότητες, αλλά συναντάται με
διαφορετικό περίβλημα σε κάθε δραστηριότητα, έτσι
ώστε τα παιδιά να νοιώθουν ότι παίζουν ένα
καινούργιο παιχνίδι και συμμετέχουν σε μια ολότελα
νέα δραστηριότητα που τους επιφυλάσσει εκπλήξεις.
Έτσι, η εξάσκηση της ρυθμικότητας των παιδιών
γίνεται με ευχάριστο και όχι τυποποιημένο τρόπο.
Τα ρυθμικά κτυπήματα μπορούν να συνοδεύουν
ένα μουσικό έργο ή το τραγούδι που τα ίδια τα παιδιά
τραγουδούν. Μπορούν να γίνουν σταθερά
κτυπήματα στα πόδια, στα γόνατα, στα χέρια ή σε
κρουστά όργανα, σε τέταρτα ή σε όγδοα, αλλάζοντας
την ένταση. Ο χρόνος μπορεί να είναι σταθερός.
Ρυθμικά κτυπήματα σε ηχώ και επαναλήψεις.
Μπορεί επίσης να βασίζεται στο ρυθμό του λόγου ή
στο ρυθμό του μέτρου.
Μια άλλη μουσική δραστηριότητα μπορεί να
βασίζεται στον ρυθμό της κίνησης, όπως περπάτημα
σε ρυθμό τετάρτων, τρέξιμο σε ρυθμό ογδόων,
καλπασμός, λίκνισμα.

146
Επίσης, μια δημιουργική μουσική δραστηριότητα
αποτελεί η ακρόαση μουσικής, κατά την οποία τα
παιδιά, εκτός από την κίνηση, μπορούν να
εκφράσουν τα συναισθήματά τους ζωγραφίζοντας.
Μπορούν επίσης να κατασκευάσουν διάφορα απλά
μουσικά όργανα και να νοιώσουν τη χαρά της
δημιουργίας. Οι δραστηριότητες που μπορούν να
βασιστούν στη μουσική είναι πολλές και μπορούν να
παρουσιαστούν με ποικίλους τρόπους. Η φαντασία
του εκπαιδευτικού και η δεκτικότητα των παιδιών,
παίζουν σημαντικότατο ρόλο στην οργάνωση των
μουσικών δραστηριοτήτων, που θα πρέπει να
βασίζονται στα υπάρχοντα μέσα της τάξης
(υλικοτεχνική υποδομή), και τις δεξιότητες-ικανότητες
των παιδιών.

4.2.3 Χρήση μουσικών οργάνων


Τα παιδιά χαίρονται να πειραματίζονται με τα
μουσικά όργανα, χρησιμοποιώντας τα αυθόρμητα, με
τον πιο απίθανο τρόπο. Άλλωστε, από πολύ νωρίς
δείχνουν ενδιαφέρον για αντικείμενα που παράγουν
ήχο και τα προτιμούν πολύ περισσότερο από
χρωματιστά παιχνίδια. Τα αντικείμενα αυτά δεν είναι
απαραίτητο να παράγουν πολύ δυνατό ήχο ή πολύ
παράξενο. Μπορεί να τα ελκύσει ένας πολύ κοινός

147
ήχος που μπορεί να παράγεται από ένα πολύ
συνηθισμένο αντικείμενο σπιτιού. Για παράδειγμα,
ένα σκεύος μαγειρικής, ένα μεταλλικό ή ξύλινο κουτί,
μια πλαστική σακούλα, μια εφημερίδα, μπορούν να
αποτελέσουν αντικείμενα ηχητικού πειραματισμού
για τα παιδιά. Πειραματιζόμενο, ανακαλύπτει μόνο
του τη χροιά του ήχου, την ένταση, την τονικότητα, τη
διάρκειά του.
Πριν την παρουσίαση των κρουστών οργάνων
από τη δασκάλα, καλό θα ήταν να δοθεί η
δυνατότητα στα παιδιά να πειραματιστούν ηχητικά με
αντικείμενα που καθημερινά συναντούν στα σπίτια
τους. Μετά τον ηχητικό πειραματισμό τους πάνω σε
αυτά, μπορούν να παρουσιαστούν τα κρουστά
όργανα. Η δασκάλα θα πρέπει να γνωρίζει τις
δυνατότητες των κρουστών οργάνων, ώστε να είναι
επιτυχής η χρήση τους και να δώσει ιδιαίτερη
σημασία στην ποιότητα κατασκευής τους.
Το μήνυμα που μεταδίδεται στα παιδιά μέσα από
τη χρήση των κρουστών οργάνων, είναι ότι θα
μπορούσαν να είναι προέκταση του σώματός τους.
Θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τους ήχους που
παράγονται από το σώμα τους με τις παλάμες, τα
δάχτυλα ή τα πέλματα. Με τα κρουστά όργανα, τα

148
παιδιά μπορούν, όχι μόνο να περιγράψουν ήχους
από τη φύση ή να υποβάλλουν ρυθμικές κινήσεις,
όπως το περπάτημα ή το τρέξιμο.
Η χρήση των κρουστών οργάνων γίνεται
σταδιακά από τα παιδιά και με την καθοδήγηση της
δασκάλας. Η παρουσίαση κάθε οργάνου γίνεται
ξεχωριστά για να δοθεί η δυνατότητα στα παιδιά να
συγκρατήσουν το όνομα του, το μέγεθός του, το
σχήμα του, το υλικό κατασκευής του και να
πειραματιστούν με τον ήχο του. Η καταλληλότερη
διαρρύθμιση της ομάδας είναι το ημικύκλιο. Τα
παιδιά που κρατούν όργανο της ίδια κατηγορίας θα
πρέπει να είναι μαζί.
Τα μουσικά όργανα που θα μπορούσαν να
χρησιμοποιήσουν τα παιδιά στους ηχητικούς τους
πειραματισμούς χωρίζονται στις εξής κατηγορίες:
κρουστά ρυθμού και μελωδικά κρουστά όργανα,
απλά πνευστά.
Από τα κρουστά θα μπορούσαν να
χρησιμοποιηθούν μεταλλόφωνα, ταμπουρίνα, ξύλινα
τούβλα, καστανιέτες, ξυλάκια, ντέφια, ροκάνες,
μαράκες, ή αυτοσχέδια κρουστά όργανα. Με αυτά,
τα παιδιά μπορούν να παίζουν οστινάτο ή
μπορντούν.Το οστινάτο είναι ένα επαναλαμβανόμενο

149
συνεχώς ρυθμικό ή μελωδικό σχήμα, ενώ το
μπορντούν είναι ένας βασικός μελωδικός ήχος που
επαναλαμβάνεται, συνήθως το διάστημα 5ης, π.χ.
ντο-σολ. Το ντέσκαντ, που είναι μια μελωδία
ψηλότερη από την ήδη υπάρχουσα γνωστή μελωδία,
παίζεται με κάποιο πνευστό και αντικαθιστά τη φωνή.
Στην προσχολική ηλικία όμως, είναι δύσκολο να
εφαρμοστεί, γι’ αυτό προτιμώνται περισσότερο το
οστινάτο, το ντέσκαντ και μερικές φορές ο ελεύθερος
αυτοσχεδιασμός.
Οι στόχοι της παρουσίασης και χρήσης των
μουσικών οργάνων στα παιδιά, πρέπει να είναι οι
παρακάτω (Δαράκη, 1978/1992, σ.16)
1. Να πειραματιστούν, είτε με όργανα που
κατασκεύασαν, είτε με μουσικά όργανα και να
ανακαλύψουν τους ήχους που είναι δυνατό να
παράγουν.
2. Να γνωρίσουν τα ρυθμικά και μελωδικά
όργανα και να μπορούν να τα χρησιμοποιούν.
3. Να πειραματιστούν με μελωδικά όργανα,
όπως το ξυλόφωνο και ν’ ανακαλύψουν τους
ψηλούς και χαμηλούς ήχους
συνειδητοποιώντας τη διαφορά στο ύψος.

150
4. Ν’ αναγνωρίζουν τα όργανα από τον ήχο τους
και από εικόνες.
5. Ν’ αντιληφθούν τους διάφορους τρόπους
ενόργανης συνοδείας ενός τραγουδιού και να
χρησιμοποιούν τα κατάλληλα μουσικά όργανα
για τη συνοδεία του.
6. Να χρησιμοποιούν τα κρουστά όργανα για
ρυθμική και εκφραστική κίνηση.
7. Να χρησιμοποιούν διάφορα όργανα, κυρίως
τα κρουστά για να ερμηνεύουν σκηνές από μια
ιστορία, όπως φυσικά φαινόμενα κ.τ.λ.
8. Να μάθουν να παίζουν μουσικά όργανα,
ατομικά ή ομαδικά και να δίνουν προσοχή
στην καλή ποιότητα του ήχου και στις
μουσικές φράσεις.

4.3 Ο ρόλος της μουσικής στη δραματοποίηση


του παραμυθιού
Η μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη
δραματοποίηση του παραμυθιού. Το παραμύθι
διηγείται καταστάσεις και συμβάντα, περιγράφει
εικόνες και συναισθήματα. Η περιγραφή, όμως,
γίνεται με λεκτικό τρόπο και οι λέξεις, όσο και αν
χρησιμοποιούν γλαφυρό τρόπο για να περιγράψουν
κάτι, δεν παύουν να παραμένουν λέξεις. Η μουσική

151
μπορεί κάλλιστα να περιγράψει συναισθήματα,
χαρούμενα ή λυπημένα, αγωνίας, ευτυχίας ή φόβου
κτλ, γιατί έχει τη δυνατότητα να απελευθερώσει τη
φαντασία. Όμως, μπορεί να αποδώσει και εξωτερικά
χαρακτηριστικά εμφάνισης π.χ. παχουλού,
αδύνατου, όμορφου, άσχημου, χαριτωμένου,
ατημέλητου κτλ. Επίσης, η μουσική μπορεί να
περιγράψει ύφος ή διάφορες συνήθειες ή τρόπους
π.χ. περπάτημα, λόξιγκας, τέντωμα, ύπνος,
ξύπνημα. Με την ίδια ευστοχία μπορούν να
περιγραφούν καιρικά φαινόμενα και στοιχεία της
φύσης όπως η βροχή, η καταιγίδα, η λιακάδα ή η
θάλασσα, φουρτουνιασμένη ή γαλήνια, το ποτάμι, το
δάσος κτλ.
Οπωσδήποτε, η λεκτική περιγραφή είναι
περιγραφικότατη, ποτέ όμως, τόσο παραστατική όσο
η ηχητική αναπαράσταση. Έτσι, η μουσική σε
συνδυασμό με το παραμύθι, δημιουργούν μια πολύ
ευχάριστη αίσθηση στον μικρό ακροατή, που
προσηλώνεται με μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην
ακρόαση του παραμυθιού.
Κατά συνέπεια, όταν φτάσει η στιγμή της
δραματοποίησης του παραμυθιού, το παιδί θα
αναζητήσει την μουσική υπόκρουση ως σημαντικό

152
βοήθημα στην αναπαράσταση γεγονότων ή
προσώπων. Η μουσική είναι εκείνη που θα
καθοδηγήσει την αρμονία, την ρυθμικότητα και
ευστοχία των κινήσεων και των δράσεων στην
δραματοποίηση του παραμυθιού και θα δώσει την
ψευδαίσθηση στα παιδιά, ότι πράγματι βιώνουν την
υπόθεση του παραμυθιού. Έτσι, αναπτύσσονται, όχι
μόνο οι υποκριτικές ικανότητες των παιδιών, αλλά
και η μνήμη τους, η μουσική τους αντίληψη και η
αισθητική τους καλλιέργεια.
Η μουσική, άλλωστε, ζωντανεύει τα παιδιά, τα
κάνει να χαίρονται, καλλιεργεί το μουσικό τους
αίσθημα και συγχρόνως ανεβάζει το επίπεδο της
αφήγησης.

4.3.1 Περιγραφή θέματος – ιστορίας με ήχους


Πολύ συχνά, για να κινήσουμε δημιουργικά τη
φαντασία του παιδιού κατά τη διήγηση μιας ιστορίας
ή την περιγραφή ενός θέματος, μπορούμε να
χρησιμοποιήσουμε διάφορους ήχους που να
μοιάζουν με τους ήχους που μπορεί να παράγει το
αντικείμενο που περιγράφουμε. Δεν είναι
απαραίτητη η ρυθμικότητα στην συγκεκριμένη
δραστηριότητα. Θα πρέπει αρχικά να επιλεγεί ένα

153
όργανο που να πλησιάζει πολύ μια συνηθισμένη
δραστηριότητα. Για παράδειγμα, για το περπάτημα
μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ένα ταμπουρίνο,
στο οποίο θα παίξουμε με τα δάχτυλα, ή για το
θρόισμα των φύλλων ενός δέντρου, μπορούμε να
χρησιμοποιήσουμε τη φωνή μας (shhhh) με αλλαγές
στην ένταση. Αργότερα, τα μουσικά όργανα
μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εκφράσουν
κινήσεις όπως το τρέξιμο, πήδημα, καλπασμό κτλ.
Για την ηχητική αναπαράσταση ενός ζώου, για
παράδειγμα θα πρέπει να δοθεί προσοχή στα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ζώου.
Είναι μεγάλο ή μικρό σε μέγεθος; Είναι γρήγορο ή
αργό στις κινήσεις του; Πετάει, περπατάει, σέρνεται
ή σκαρφαλώνει; Που ζει; Συμπεριφέρεται πάντα με
τον ίδιο τρόπο; Είναι θυμωμένο, χαρούμενο,
λυπημένο ή φοβισμένο; Όλα τα παραπάνω στοιχεία
παίζουν ρόλο στην εκλογή μουσικού οργάνου που
θα αντιπροσωπεύσει το ζώο που θα περιγραφεί
ηχητικά.
Τα θέματα που μπορούν να περιγραφούν ηχητικά
είναι πολλά και χωρίζονται σε κατηγορίες. Άνθρωποι
καλοί ή κακοί, νέοι ή ηλικιωμένοι, χαρούμενοι ή
λυπημένοι, φτωχοί ή βασιλιάδες κτλ. Ζώα άγρια ή
εξημερωμένα, πουλιά και έντομα. Αντικείμενα, όπως

154
μέσα μεταφοράς ή εργαλεία. Χώροι, όπως π.χ. το
δάσος, το τσίρκο, το λούνα παρκ, η θάλασσα.
Διαθέσεις, όπως η χαρά, η λύπη, η κούραση, αλλά
και φανταστικά όντα, όπως μάγισσες, δράκους κτλ.
Οι δραστηριότητες επίσης, μπορούν να
περιγραφούν, όπως είναι το σκάψιμο, το κολύμπι, τα
μαστορέματα κτλ.
Μια ιστορία, λοιπόν, μπορεί με άνεση να
περιγραφεί, εφόσον τα περισσότερα θέματα που
μπορούν να υπάρχουν σε μια αφήγηση, έχουν τη
δυνατότητα να περιγραφούν ηχητικά,
χρησιμοποιώντας μουσικά όργανα ή διάφορα υλικά
του χώρου, ή ακόμη και την φωνή μας ή το σώμα
μας.
Κατάλληλος τρόπος παρουσίασης των ηχητικών
effects, είναι να παρουσιαστούν κατά τη διάρκεια της
αφήγησης. Επίσης, κατά τη διάρκεια της
δραματοποίησης μιας ιστορίας, είναι δυνατό να
χρησιμοποιηθούν σαν μουσική υπόκρουση και να
δώσουν τα κατάλληλα ερεθίσματα για την πιο πιστή
μίμηση των χαρακτήρων ή των καταστάσεων.

155
4.3.2 Περιγραφή θεμάτων με μουσικά μοτίβα
Πέρα από την περιγραφή διαφόρων θεμάτων με
ήχους, μπορούμε κάλλιστα να χρησιμοποιήσουμε τη
μουσική γι’ αυτό το σκοπό. Συνήθως, για τη μουσική
περιγραφή κάποιου θέματος, γίνεται χρήση
συγκεκριμένων μουσικών συνθέσεων που
δημιουργήθηκαν μόνο και μόνο για την περιγραφή
του συγκεκριμένου θέματος. Η σύνθεση που
αντιπροσωπεύει κάτι συγκεκριμένο, λέγεται μοτίβο.
Το μοτίβο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί αρκετές
φορές κατά τη διάρκεια του παραμυθιού ή της
αφήγησης μια ιστορίας και θα αντιπροσωπεύει ένα
και μόνο συγκεκριμένο πρόσωπο, ή μια κατάσταση,
ή ένα συναίσθημα, ή κάποιο καιρικό φαινόμενο.
Κινδυνεύει να γίνει κουραστικό εάν η διάρκειά του
είναι μεγάλη. Θα πρέπει να έχει μικρή χρονική
διάρκεια και να είναι περιεκτικό στα νοήματά του,
ώστε να δίνει άμεσα μια σαφή εικόνα γι’ αυτό που
αντιπροσωπεύει. Επίσης, τα μοτίβο μιας ιστορίας
δεν θα πρέπει να μοιάζουν πολύ μεταξύ τους, ώστε
να μην μπερδεύουν το παιδί στην αναγνώριση του
θέματος που περιγράφουν.
Ως σολιστικό μουσικό όργανο, στην περιγραφή
ενός θέματος, είναι ευνόητο ότι πρέπει να επιλέγεται
κάποιο που να ανταποκρίνεται σε χαρακτηριστικά

156
του προσώπου ή της κατάστασης που καλείται να
περιγράψει. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να
χρησιμοποιήσουμε ένα φλάουτο για να
περιγράψουμε έναν ελέφαντα, διότι το ηχόχρωμα του
φλάουτου σε τίποτα δεν θυμίζει έναν ελέφαντα, ούτε
στη φωνή, ούτε στο περπάτημα, ούτε μας
προδιαθέτει για τον μεγάλο όγκο του ζώου.
Αντίθετα, η τούμπα, με τις χαμηλές της συχνότητες
και την ένταση των ήχων της, κάλλιστα θα μπορούσε
να αντιπροσωπεύει έναν ελέφαντα, ενώ το φλάουτο
θα μπορούσε να περιγράψει το πέταγμα ενός
πουλιού ή το κελάηδισμά του. Επίσης, σημαντικό
ρόλο στη δημιουργία ενός επιτυχημένου μοτίβο έχει
η μελωδία. Η μελωδία που περιγράφει έναν
ελέφαντα, έστω κι αν χρησιμοποιήσουμε ένα
ταιριαστό μουσικό όργανο, δεν θα πρέπει να είναι σε
γρήγορο ρυθμό ή μη ταιριαστές αξίες πχ.
παρεστιγμένα, γιατί τότε θα θύμιζε περισσότερο
άλογο. Εκτός κι αν υπήρχε που και που
παρεστιγμένο για να υποδηλώσει ότι ο ελέφαντας
κουτσαίνει ή έχει λόξιγκα. Αν για παράδειγμα
θέλουμε να περιγράψουμε το πέταγμα ενός πουλιού,
θα χρησιμοποιήσουμε ένα πνευστό με απαλή χροιά
όπως το φλάουτο. Σε γρήγορο ρυθμό μπορεί να
περιγραφεί το κλασικό του πέταγμα, ενώ με πιο

157
μεγάλες αξίες το πέταγμα με τα σταθερά ανοιγμένα
φτερά.
Χρειάζεται, λοιπόν, αρκετή προσοχή, όσον
αφορά τη δημιουργία ενός μουσικού μοτίβο. Θα
πρέπει να περιγράφει με επιτυχία κάποιο
χαρακτηριστικό γνώρισμα του χαρακτήρα ή του
αντικειμένου, ή της κατάστασης, τόσο από την
ρυθμική και μελωδική του μορφή, όσο και από τη
σωστή επιλογή του μουσικού οργάνου ή τον
συνδυασμό μουσικών οργάνων. Ένα μουσικό
μοτίβο, θα πρέπει να διαρκεί τόσο, όσο ακριβώς
χρειάζεται για να περιγράψει κάτι. Ας μην ξεχνάμε
ότι θα επαναληφθεί πιθανόν, αρκετές φορές κατά τη
διάρκεια της διήγησης και πρέπει να αποφύγουμε το
να γίνει κουραστικό για τα παιδιά.

4.3.3 Μουσική επεξεργασία παραμυθιού


Η μουσική επεξεργασία του παραμυθιού
βασίζεται πολύ στην περιγραφή θεμάτων με ήχους,
αλλά κυρίως στα μουσικά μοτίβο που θα
χρησιμοποιηθούν για να δώσουν ταυτότητα στους
χαρακτήρες, για να περιγράψουν τα συναισθήματά
τους καθώς επίσης και τα καιρικά φαινόμενα. Τα
μουσικά μοτίβο συνοδεύουν πάντα τον χαρακτήρα

158
που περιγράφουν, όταν εκείνος κάνει κάποια πράξη
πολύ σημαντική για την εξέλιξη του παραμυθιού.
Επίσης, μπορούν να δώσουν το στίγμα του χώρου,
της εποχής ή γενικότερα του περιβάλλοντος μέσα
στο οποίο διαδραματίζεται η υπόθεση. Τα μοτίβο
μπορούν, επίσης, να αλλάξουν λίγο τη μορφή τους
σε ταχύτητα ή τονικότητα ανάλογα με τις απαιτήσεις
του παραμυθιού. Για παράδειγμα, ένα παιδάκι έχει
ένα φυσιολογικό χαρούμενο μοτίβο, σε μια κανονική
ταχύτητα σε μείζονα κλίμακα. Αν το παιδάκι αρχίσει
να τρέχει από χαρά, το μοτίβο του θα ακούγεται πολύ
πιο γρήγορο. Αν το παιδάκι τρέχει για να σωθεί από
κάποιον κίνδυνο, τότε το μοτίβο του μπορεί αυτόματα
να μετατραπεί σε ελάσσονα κλίμακα και να δεχθεί και
άλλου είδους αλλαγές, περισσότερα μουσικά όργανα,
μεγαλύτερη ένταση ή και προσθήκες άλλων μοτίβο.
Αν το παιδάκι είναι νυσταγμένο, το μοτίβο του θα έχει
πολύ αργό ρυθμό κτλ.
Η μουσική επεξεργασία ενός παραμυθιού δεν
γίνεται τυχαία. Πρέπει όλοι οι σημαντικοί χαρακτήρες
να έχουν το δικό τους μοτίβο. Επίσης περιγράφονται
ηχητικά ή μουσικά γεγονότα που χρήζουν προσοχής
και όχι ασήμαντα θέματα. Επίσης, τα μοτίβο που δεν
πρόκειται να επαναληφθούν, έχουν τη δυνατότητα να
κερδίσουν λίγο παραπάνω χρόνο, εφόσον έχουν

159
περιεχόμενο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για
κίνηση από τα παιδιά.
Η επεξεργασία ενός παραμυθιού με μουσική,
δίνει στο παραμύθι άλλες διαστάσεις και το κάνει
πολύ πιο ενδιαφέρον, ειδικά για τα παιδιά που από
τη φύση τους εκφράζονται καλύτερα με τη μουσική.

160
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Προτεινόμενο πρόγραμμα για τη διδασκαλία της
μουσικής μέσα από το παραμύθι

Εισαγωγικά
Το παραμύθι που ακολουθεί είναι ένα μικρό
δείγμα μουσικής επεξεργασίας ιστορίας. Το
συγκεκριμένο παραμύθι, παρουσιάζει μια σημαντική
μουσική έννοια, την ένταση, σε παιδιά προσχολικής
ηλικίας, 4-6 ετών.

5.1. Το παραμύθι
Πρόκειται για ένα αυτόνομο παραμύθι που
διδάσκει μια συγκεκριμένη μουσική έννοια. Πριν την
αφήγηση του παραμυθιού γίνεται μια μικρή εισαγωγή
με μια μουσική δραστηριότητα που έχει σχέση με την
αφήγηση που θα ακολουθήσει. Κατά την αφήγηση
χρησιμοποιείται ηχογραφημένη μουσική που έχει
ηχογραφηθεί για το συγκεκριμένο παραμύθι.
Στόχος του συγκεκριμένου παραμυθιού είναι η
διδασκαλία βασικών εννοιών της μουσικής με
ευχάριστο και διασκεδαστικό τρόπο.
Η σκοπιμότητα των δραστηριοτήτων που
προηγούνται της αφήγησης του παραμυθιού, είναι να

161
προϊδεάσει τα παιδιά όσον αφορά τις έννοιες που
πρόκειται να διδαχθούν μέσα από το παραμύθι και
να τους δώσει να καταλάβουν την αξία της
συγκεκριμένης έννοιας, όχι μόνο μέσα από το
πρίσμα της μουσικής, αλλά και στην καθημερινή μας
ζωή. Την μουσική έννοια που πραγματεύεται το
συγκεκριμένο παραμύθι, τη συναντούν τα παιδιά
στην καθημερινή τους ζωή, χωρίς όμως να δίνουν
ιδιαίτερη προσοχή. Το «σιγανά-δυνατά» το
συναντούν καθημερινά στην οικογενειακή τους ζωή,
όπου οι συμβουλές για την ένταση είναι πολλές,
αφού κατά τη διάρκεια των παιχνιδιών τους
φωνάζουν, στριγκλίζουν, μιλάνε δυνατά, ενοχλώντας
πολλές φορές τον περίγυρό τους.
Τα παιδιά δεν μπορούν να κατανοήσουν τις
απαγορεύσεις, όπου τα αφορά πολύ περισσότερο ο
εαυτός τους, η προσωπική τους ευχαρίστηση και
εκτόνωση, παρά η γνώμη του περιβάλλοντός τους.
Δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί θα πρέπει να
κάνουν ησυχία ή γιατί θα πρέπει να ακούν σιγανά το
αγαπημένο τους τραγούδι.
Επίσης, τα παιδιά, εξασκούνται στην ακροαματική
διαδικασία χωρίς να πιέζονται προς αυτή την
κατεύθυνση, εφόσον το μάθημα γίνεται με τη μορφή

162
παραμυθιού, που τα ελκύει και προκαλεί την
περιέργειά τους για την συνέχεια. Συνειδητοποιούν
την αξία της μουσικής στο παραμύθι και τον βασικό
ρόλο που κατέχει σε πολλά σημεία της αφήγησης.
Επίσης αναγνωρίζουν το μοτίβο του κάθε χαρακτήρα
και την έννοια της κάθε μουσικής επένδυσης,
εξασκώντας την μουσική τους αντίληψη. Τέλος, μετά
από κάθε παραμύθι, έχουν προσθέσει στο
ρεπερτόριό τους ένα τραγουδάκι που αναφέρεται
στις έννοιες που έμαθαν.
Στο τέλος του μαθήματος, αφήνουν ελεύθερη τη
φαντασία τους και ζωγραφίζουν εικόνες που τους
έκαναν εντύπωση από το παραμύθι, παροτρύνονται,
έμμεσα, να εκφράσουν δημιουργικά τις γνώσεις που
απέκτησαν μέσα από την αφήγηση του παραμυθιού.

5.1.1 Περιεχόμενο – Δομή


Οι ήρωες είναι 2 μικρά ζωάκια, ο Σταχτούλης ο
ποντικούλης και η Λούλα η αραχνούλα, δύο καλοί
φίλοι και συγκάτοικοι της ίδιας σοφίτας. Έχουν ένα
κοινό στόχο, να φέρουν τρόφιμα στα ζωάκια της
σοφίτας πηγαίνοντας στο παζάρι. Στο δρόμο
συναντούν μια πολύ επικίνδυνη γάτα που θέλει να
φάει τον Σταχτούλη.

163
Ο Σταχτούλης είναι ένα πολύ ιδιόρρυθμο ποντίκι
που αγαπά την άνετη ζωή, το ποιοτικό φαγητό και
τον πολύ ύπνο. Είναι ένα τεμπέλικο ποντίκι,
παχουλούτσικο και αρκετά φοβητσιάρικο. Όμως,
προσπαθεί να δείχνει δυνατός και ατρόμητος,
παριστάνει τον αριστοκράτη και είναι αρκετά
εγωιστής για να παραδεχτεί ότι κάνει λάθος σε κάτι.
Έχει συνεχώς στο μυαλό του την καλοπέραση και
πολλές φορές δείχνει ανώριμος, αλλά και
διασκεδαστικός συγχρόνως. Οι κινήσεις του είναι
βαριές, τεμπέλικες και απρόσεχτες παρότι προσέχει
την εμφάνισή του στολίζοντας το λαιμό του με
κουρέλια που εκείνος ονομάζει μαντήλια. Μιλάει
πολύ δυνατά και αυτό είναι ενοχλητικό για τους
φίλους του.
Η Λούλα αντιθέτως, αν και είναι πολύ μικρότερη
σε μέγεθος από τον Σταχτούλη, άρα και πιο
αδύναμη, είναι ως χαρακτήρας πιο δυναμική και
ψύχραιμη στις δύσκολες καταστάσεις. Είναι
εργατική, υπεύθυνη, φιλεύσπλαχνη, ευγενική και
πολύ σοφή. Η Λούλα είναι εκείνη που τελικά δείχνει
να γνωρίζει πολλά όσον αφορά τη μουσική και
προσπαθεί να τα μάθει στον φίλο της. Το
χαρακτηριστικό της είναι η αδύναμη φωνή της και οι
αέρινες κινήσεις της.

164
Οι δύο φίλοι χορεύουν, τραγουδούν και
υπόσχονται να κάνουν κι άλλο ταξίδι στο μέλλον για
να γνωρίσουν νέα μέρη, ν’ αποκτήσουν νέες γνώσεις
και πολλούς φίλους. Έτσι τελειώνει ο πρώτος
κύκλος παραμυθιών, έχοντας μεταδώσει στα παιδιά
και πολλά άλλα μηνύματα για τη ζωή εκτός από
μουσικές γνώσεις.

5.2 Τρόπος εφαρμογής


Μέσα – υλικά:
1 μουσικό όργανο (πιάνο ή αρμόνιο ή κιθάρα ή
ακορντεόν - απαραίτητη προϋπόθεση να μπορεί η
δασκάλα-ος να παίξει μουσική με άνεση)
Τρόπος παρουσίασης: Η δασκάλα διαβάζει το
κείμενο του παραμυθιού και παίζει μουσική στα
σημεία που πρέπει. Τα τραγούδια τα τραγουδά η
ίδια. Η διήγηση πρέπει να είναι παραστατική, με
έντονες κινήσεις, γκριμάτσες και αλλαγές φωνών.

5.2.1 Αξιολόγηση πρότασης


Η πρόταση παρουσίασης είναι πολύ απλή στην
πραγματοποίησή της, αλλά απαιτεί πολλές
δυνατότητες από τη δασκάλα, όσον αφορά την
αλλαγή της χροιάς της φωνής σε κάθε χαρακτήρα και
την συγκέντρωσή της στην άμεση μουσική εκτέλεση

165
των μοτίβων. Δεν μπορεί να κάνει μεγάλες παύσεις,
γιατί είναι πολύ εύκολο να χάσουν το ενδιαφέρον
τους τα παιδιά. Με λίγα λόγια, η δασκάλα γνωρίζει
πολύ καλά το κείμενο και την μουσική που πρέπει να
παίξει, χωρίς να κοιτάζει παρτιτούρες.
Η επιτυχία της παρουσίασης εξαρτάται σε πολύ
μεγάλο βαθμό από την προετοιμασία του
διδάσκοντα, αφού η αφήγηση δεν είναι
ηχογραφημένη, άρα δεν είναι και ψυχρή. Η αφήγηση
είναι ζωντανή, που σημαίνει ότι, αν η δασκάλα
αντιληφθεί πως χάνεται το ενδιαφέρον των παιδιών,
μπορεί να βρει διάφορα μικρά τεχνάσματα για να
προκαλέσει την προσοχή τους, όπως π.χ. κινήσεις ή
αυξομειώσεις της φωνής της, ή ακόμη και να
προσθέσει κάποιο αστείο περιστατικό, ή κάποια
σκηνή αγωνίας που δεν υπάρχει στο κείμενο.

5.3 Διδακτικοί μουσικοί στόχοι του


προγράμματος
Οι στόχοι του παραμυθιού που αναφέρονται στην
μουσική αγωγή των παιδιών είναι οι εξής:

• Η κατανόηση της έννοιας «ένταση» και των


όρων του forte-piano

166
• Η ενεργή συμμετοχή των παιδιών στις
μουσικές δραστηριότητες
• Η εκμάθηση απλών τραγουδιών.
• Η κατανόηση του σταθερού κτυπήματος
(beat).
• Η εκτέλεση ρυθμικών μοτίβο.
• Η αναγνώριση του κάθε μελωδικού μοτίβο (σε
ποιόν χαρακτήρα ανήκει, τι περιγράφει κτλ.)
• Η αναγνώριση του κάθε ρυθμικού μοτίβο
• Ο προσδιορισμός των ηχητικών effects, ν’
αναγνωρίζουν τι είναι ο κάθε ήχος και από
πού προέρχεται.
• Να τραγουδούν με όσο το δυνατό μικρότερη
τονική και ρυθμική απόκλιση τα τραγούδια του
παραμυθιού που είναι προορισμένα να
τραγουδηθούν από τα παιδιά. (δεν είναι όλα
τα τραγούδια κατάλληλα να τραγουδηθούν
από τα παιδιά λόγω τεχνικών δυσκολιών που
μπορεί να αντιμετωπίσουν τα παιδιά)
• Να μεταφράσουν τη μουσική σε εικόνες, στο
τέλος της αφήγησης, ζωγραφίζοντας,
ακούγοντας παράλληλα μουσική από τα
παραμύθια.

167
• Να κατανοήσουν την αναγκαιότητα της
μουσικής στην αφήγηση ενός παραμυθιού
• Να μάθουν να εκφράζονται μουσικά μέσα από
τυχαίους ήχους και να προσπαθούν να
περιγράψουν διάφορες εικόνες με ήχους.
• Να μάθουν να συνδυάζουν τη μουσική με
εικόνες.
• Να καταλάβουν ότι η μουσική υπάρχει παντού
γύρω μας και ότι κάθε ήχος θα μπορούσε να
χρησιμοποιηθεί δημιουργικά.
• Να συνηθίσουν την ακροαματική διαδικασία
• Να ανακαλύψουν νέους τρόπους έκφρασης
(χορός, τραγούδι, μίμηση, δραματοποίηση
παραμυθιού)

5.3.1 Μέσα
Για την εφαρμογή του προγράμματος, αποτελεί
απαραίτητη προϋπόθεση ο άνετος χώρος,
απαλλαγμένος από κάθε είδους αιχμηρά αντικείμενα.
Τα καρεκλάκια θα πρέπει να είναι παιδικά ή ακόμη
καλύτερα να υπάρχουν μαξιλάρια πάνω στα οποία
θα καθίσουν τα παιδιά. Απαραίτητα είναι και τα
μικρά τραπεζάκια, όπου θα ζωγραφίσουν στο τέλος
του μαθήματος. Η μοκέτα πρέπει οπωσδήποτε να

168
υπάρχει για την πραγματοποίηση των κινητικών
ασκήσεων που απαιτούν από τα παιδιά να σέρνονται
ή να γονατίζουν στο έδαφος. Η αίθουσα να έχει την
κατάλληλη θερμοκρασία και το απαραίτητο φως,
ώστε να μην είναι κουραστική η ακρόαση. Τέλος,
ένα μουσικό όργανο είναι απολύτως απαραίτητο,
όπως επίσης και τα μικρά παιδικά κρουστά όργανα
που θα χρησιμοποιηθούν στην ρυθμική επεξεργασία
των τραγουδιών.

5.3.2 Μέθοδος
Η αφήγηση του παραμυθιού αρχίζει μόλις τα
παιδιά ταχτοποιηθούν στις θέσεις τους και νοιώθουν
άνετα. Ακολουθεί η αφήγηση, η οποία θα πρέπει να
είναι όσο το δυνατό πιο παραστατική και
ενδιαφέρουσα. Μετά την αφήγηση, υπάρχουν
κάποιες ασκήσεις που χρησιμοποιούν το
περιεχόμενο του παραμυθιού για να εμπεδωθούν οι
έννοιες που τα παιδιά έμαθαν μέσα από το
παραμύθι. Οι δραστηριότητες αυτές βασίζονται πολύ
στο παιχνίδι, το τραγούδι, την κίνηση, την μίμηση,
την χρήση κρουστών οργάνων και τη
δραματοποίηση. Στο τέλος του κάθε παραμυθιού
υπάρχει μια δραστηριότητα που θα ξεκουράσει τα
παιδιά και θα τα βοηθήσει να εκφραστούν ελεύθερα.

169
Καλούνται να ζωγραφίσουν όποια εικόνα θέλουν από
το παραμύθι, ακούγοντας απαλή μουσική.

5.3.3 Μουσικές δραστηριότητες


Οι μουσικές δραστηριότητες που εφαρμόζονται
στο συγκεκριμένο πρόγραμμα βασίζονται στο
τραγούδι, την κίνηση, την μίμηση, την
δραματοποίηση και την χρήση κρουστών μουσικών
οργάνων. Στο παραμύθι υπάρχουν κάποιες
μουσικές δραστηριότητες που άπτονται του
περιεχόμενού του και έχουν σκοπό την εμπέδωση
των γνώσεων που αποκτήθηκαν από την αφήγησή
του. Επίσης, δίδεται η δυνατότητα στα παιδιά να
μιμηθούν τους ήρωες του παραμυθιού και να
ακολουθήσουν τις μουσικές δραστηριότητες με
ευχάριστο τρόπο.
Οι συγκεκριμένες δραστηριότητες, συνδυάζουν
τις βασικές μουσικές έννοιες που το παραμύθι έχει
ως βασικό στόχο να διδάξει, με άλλες μουσικές
έννοιες, όπως είναι ο ρυθμός και η μελωδία. Οι
μουσικές δραστηριότητες αναλύονται παρακάτω, με
μεγάλη λεπτομέρεια, στο πρώτο και τρίτο μέρος του
παραμυθιού.

170
Το συγκεκριμένο παραμύθι αποτελεί δείγμα για
την δημιουργία εκπαιδευτικών παραμυθιών από τον
διδάσκοντα, ώστε να παρουσιάζει το θέμα που
εκείνος θέλει κάθε φορά, με τη χρήση μουσικής-
παραμυθιού.

5.4 Το παραμύθι
Διδάσκεται η έννοια του piano και του forte,
δηλαδή του σιγανά και δυνατά. Τα παιδιά μαθαίνουν
την μουσική ορολογία για τις δύο αυτές έννοιες,
όπως και ένα τραγουδάκι που αναφέρεται στο
βασικό θέμα του παραμυθιού. Στο τέλος,
συμμετέχουν σε μουσικές δραστηριότητες που
πραγματεύονται τις συγκεκριμένες μουσικές έννοιες.
Βασικοί πρωταγωνιστές στο παραμύθι, ο
Σταχτούλης και η Λούλα που θα προσπαθήσουν να
πάνε στο παζάρι, θα αντιμετωπίσουν την επικίνδυνη
γάτα με εξυπνάδα και χιούμορ και θα επιστρέψουν
νικητές στο σπίτι τους.

171
5.4.1 Κείμενο παραμυθιού

Θέμα: «piano-forte» (σιγανά-δυνατά)


Μια φορά και έναν καιρό σε μια πολύ μακρινή

χώρα, ζούσε ένα μικρό γκρίζο ποντικάκι που το

έλεγαν Σταχτούλη. Το έλεγαν έτσι γιατί του άρεσε

ν’ ανακατεύει τις στάχτες στο τζάκι όταν έσβηνε η

φωτιά και οι νοικοκυραίοι του σπιτιού πήγαιναν για

ύπνο. Ο Σταχτούλης ήταν ένα πολύ τυχερό

ποντικάκι! Ζούσε σ’ ένα μεγάλο αρχοντικό στο

κέντρο της Μουσικούπολης και όχι έξω στο κρύο ή

στους βρώμικους υπονόμους όπως τ’ άλλα

ποντικάκιa. Στη σκοτεινή σοφίτα του αρχοντικού

δεν έμπαινε ποτέ άνθρωπος, παρά μόνο ποντικάκια

και κάθε λογής μικροσκοπικά έντομα. Όλοι ζούσαν

χορτασμένοι και κυρίως ασφαλείς σ’ αυτό το

υπέροχο σπίτι.

Ο Σταχτούλης ήταν πολύ αγαπητός στους

κατοίκους της σοφίτας. Η οικογένειά του, η μαμά

του η Κυρά-Σιφόνι και ο μπαμπάς του, ο κύριος

Λιχούδης, ζούσαν κι εκείνοι στην ίδια σοφίτα. Η

172
καλύτερή του φίλη, η Λούλα η αραχνούλα κατοικούσε

στο ταβάνι της σοφίτας.

Ένα πρωινό, πριν προλάβει καλά – καλά να

ξημερώσει, η Λούλα η αραχνούλα κατέβηκε αθόρυβα

από το δοκάρι του ταβανιού και πλησίασε τον

Σταχτούλη.

Μοτίβο Λούλας

(Ο εκπαιδευτικός συνθέτει ένα 8-μετρο

μοτίβο, το πολύ 16μετρο, που περιγράφει την

Λούλα. Προσοχή, το μουσικό όργανο πρέπει να

ταιριάζει με την αράχνη, πχ μια άρπα και το ύφος

να είναι ανάλογο του μεγέθους της και του

χαρακτήρα της. Δεν υπάρχει περιορισμός στην

έκταση γιατί δεν πρόκειται να το τραγουδήσουν τα

παιδιά. Καλή έμπνευση!)

173
Λούλα: Καλημέρα Σταχτούλη!

Του είπε σιγανά για να μην τον τρομάξει. Ο

Σταχτούλης, όμως δεν άκουσε τίποτα και συνέχισε

να ονειρεύεται νόστιμα τυράκια και τραγανά ξυλάκια.

Λούλα: Καλημέρα Σταχτούλη! Ξύπνα καλέ μου!

Έχουμε να πάμε στο παζάρι! Ξημερώνει!

Του είπε λίγο δυνατότερα… Ο Σταχτούλης, όμως,

πέρα βρέχει! Γύρισε στο άλλο πλευρό και άφησε

έναν αναστεναγμό…

Λούλα: Χμ! Άδικα παιδεύομαι να τον ξυπνήσω με

σιγανή φωνή! Θα ονειρεύεται πάλι εκείνο το κασέρι

που έφερε από το σούπερ μάρκετ η Ελενίτσα. Μα τι

κουτά που είναι αυτά τα ποντίκια! Αχ! Ας μιλήσω

πιο δυνατά μήπως και μ’ ακούσει επιτέλους!

Η Λούλα πήρε βαθιά αναπνοή, έβαλε τα δυνατά της

και του είπε:

Λούλα: Σταχτούλη! Τι θα γίνει επιτέλους; Θα

ξυπνήσεις;

174
Σταχτούλης: Σου έχω πει χιλιάδες φορές να μη με

ξυπνάς όταν βλέπω στον ύπνο μου τυριά!

Λούλα: Και που να ξέρω εγώ τι βλέπεις στον ύπνο

σου;

Σταχτούλης: Σαν πως ονειρεύομαι και τίποτ’ άλλο;

Λούλα: Ε πως! Την περασμένη φορά, έβλεπες ότι

σε κυνηγούσε ένας γάτος! Θυμάσαι τι χαρά που

έκανες όταν σε ξύπνησα;

Σταχτούλης: Χμ! Ναι το θυμάμαι αυτό! Στο κάτω-

κάτω να με ξυπνάς με σιγανή φωνή, να μην τρομάζω

περισσότερο!

Λούλα: Καλά-καλά! Δικαιολογίες αγαπητέ μου

Σταχτούλη! Ετοιμάσου τώρα γιατί θ’ αργήσουμε!

Έχουμε να πάμε στο παζάρι!

Σταχτούλης: Πω! Πω! Παραλίγο να το ξεχάσω!

Πρέπει να ψωνίσουμε τρόφιμα για τα ζωάκια της

αποθήκης!

175
Λούλα: Να ψωνίσουμε! Χα! χα! Μου αρέσουν τ’

αστεία σου Σταχτούλη! Τα ζωάκια δεν μπορούν να

ψωνίσουν!

Σταχτούλης: Αφού το ξέρεις! Είμαι ένας κύριος με

αξιοπρέπεια εγώ! Κοίτα τι ωραίο μαντήλι θα

φορέσω! Εμπρός λοιπόν! Ανέβα στην πλάτη μου

Λούλα! Ξεκινάμε!

176
Μοτίβο Σταχτούλη

(Ο εκπαιδευτικός συνθέτει ένα 8-μετρο

μοτίβο, το πολύ 16μετρο, που περιγράφει τον

Σταχτούλη. Προσοχή, το μουσικό όργανο πρέπει

να ταιριάζει με το ποντίκι, πχ ένα πιο δυναμικό

όπως το σαξόφωνο και το ύφος να είναι ανάλογο

του μεγέθους του και του χαρακτήρα του. Δεν

υπάρχει περιορισμός στην έκταση γιατί δεν

πρόκειται να το τραγουδήσουν τα παιδιά. Καλή

έμπνευση!)

177
Η Λούλα η αραχνούλα ανέβηκε στην πλάτη του

Σταχτούλη, κρατήθηκε γερά από την γραβάτα του

και με δυνατή φωνή άρχισαν να χαιρετούν τα ζωάκια

της αποθήκης.:

Όλα τα ζωντανά της αποθήκης ξύπνησαν από τις

φωνές τους και άρχισαν να γκρινιάζουν.

- τι φωνάζετε καλέ;

- τι σας έπιασε πρωϊνιάτικα;

Λούλα: Αχ! Μας συγχωρείτε που σας ξυπνήσαμε!

Ετοιμαζόμασταν να πάμε στο παζάρι και ήμασταν

πολύ χαρούμενοι… Συγνώμη!

Σταχτούλης: Άλλωστε ήταν ώρα να ξυπνήσετε

τεμπέληδες! Δεν βλέπετε εμένα τι προκομμένος

που είμαι και ξυπνάω νωρίς-νωρίς;

Λούλα: Σταχτούλη…μη λες πολλά! Κανείς δεν

πιστεύει ότι ξυπνάς νωρίς!

Σταχτούλης: Χμ! Λοιπόν αγαπητοί συγκάτοικοι,

σας αποχαιρετούμε! Αν θέλετε κάτι να σας φέρουμε

μπορείτε να το ζητήσετε τώρα.

178
Κυρά-Σιφόνι: Θα ήθελα μια πατατόφλουδα (είπε

σιγανά)

Σταχτούλης: Δεν άκουσα τίποτα! Τι είπες μαμά;

Σιφόνι: Σταχτούλη παιδί μου, να μου φέρεις μια

πατατόφλουδα!

Λούλα: Κυρία Σιφόνι, δεν σας ακούμε! Μπορείτε

να μας το πείτε πιο δυνατά;

Σιφόνι: Μια πατατόφλουδα να μου φέρετε

παρακαλώ!

Σταχτούλης: Αχ! Αυτή η μαμά μου!

Πατατόφλουδα βρήκε να ζητήσει; Χάθηκαν τα

ωραία φαγητά;

Λούλα: Σσσς! Μίλα σιγανά! Θα σ’ ακούσει!

Σταχτούλης: Σιχαίνομαι τις πατατόφλουδες, τις

πατατόπιτες, τους πατατοκεφτέδες, τις τηγανιτές

πατάτες, τις πατάτες φούρνου, τα πατατάκια! Είμαι

γνήσιος ποντικός εγώ! Τρώγω μόνο τυρί!

179
Λούλα: Πολυλογά ποντικέ! Προχώρα επιτέλους!

Έχουμε αργήσει!

Σταχτούλης: Καλά ντε! Τι φωνάζεις; Σε άκουσα!

Δεν είμαι κουφός!

Η Λούλα και ο Σταχτούλης βγήκαν προσεκτικά από

το παράθυρο της σοφίτας και κατέβηκαν στο δρόμο.

Λούλα: πω! Πω! Φασαρία! Αυτοκίνητα πέρα δώθε!

Σταχτούλης: Τι φασαρία που κάνουν!

Λούλα: Άντε! Κάνε γρήγορα να βγούμε από την

πόλη!

Σταχτούλης: Μα δεν θα πάμε στο παζάρι;

Λούλα: Αντέχεις τόση φασαρία μέσα στην πόλη;

Σταχτούλης: Όχι, δεν την αντέχω!

Λούλα: Ωραία λοιπόν! Πάμε στην εξοχή τότε να

κόψουμε κανένα μήλο! Τι λες;

Σταχτούλης: Πολύ καλή η ιδέα σου Λούλα! Αλλά

ας ξεκουραστούμε πρώτα λιγάκι!

180
Λούλα: Μα τώρα ξεκινήσαμε Σταχτούλη!

Σταχτούλης: Μα είμαι κουρασμένος!

Λούλα: Λοιπόν, Σταχτούλη άσε τις τεμπελιές και

ξεκίνα!

Σταχτούλης: Ας ξεκουραστούμε!

Λούλα: Πολύ αργεί αυτός ο ποντικός και θα

νευριάσω!

Σταχτούλης: Μιλάς σιγανά μα εγώ σ’ ακούω!

Το ξέρεις έχω ευαίσθητη ακοή

Λούλα: Μιλάς δυνατά και μ’ ενοχλείς!

Σταμάτα να γίνεσαι αναιδής!

Σταχτούλης: Μπα τι μας λες! Μπα τι μας λες!

Μπορώ να μιλήσω και πιο σιγά αν θες!

Λούλα: Έτσι μπράβο, έτσι μπράβο, μια forte μια

piano

Όταν πρέπει δυνατά κι όταν πρέπει σιγανά

181
Σταχτούλης: Μα τι θα πει forte; Μα τι θα πει

piano;

Λούλα: Forte σημαίνει δυνατά, piano σημαίνει

σιγανά

Σταχτούλης: Δεν τα θυμάμαι, πες τα άλλη μια φορά!

Λούλα: Forte σημαίνει δυνατά, piano σημαίνει σιγανά

Σταχτούλης: Forte – δυνατά, piano - σιγανά

Λούλα: Μαθαίνεις γρήγορα βλέπω, αν και ποντικός!

Σταχτούλης: Χα! Χα! Χα! Ας γελάσω forte!

Θέλεις να πεις ότι οι αράχνες είναι πιο έξυπνες;

Λούλα: Δεν ήξερες το forte και το piano!

Σταχτούλης: Το πιάνο το ήξερα! Είναι εκείνο το

μουσικό όργανο με τα άσπρα και μαύρα κουμπιά!

Λούλα: Κουμπιά! Χα χα χα! Για πουκάμισο το

πέρασες καλέ; Χα χα χα! Δεν τα λένε κουμπιά! Τα

λένε πλήκτρα!

Σταχτούλης: Λίτρα;

182
Λούλα: Όχι παιδί μου! Π Λ Η Κ Τ Ρ Α!

Σταχτούλης: Α! καλά! Πλήκτρα! Ακούς εκεί

όνομα! Πλήκτρα!

Λούλα: Και πως ήθελες να τα λένε; Μπάρμπα-

Γιώργο;

Σταχτούλης: Τέλος πάντων εξυπνούλα! Ξέρω κι

άλλα! Ο πιανίστας παίζει στα πλήκτρα και διαβάζει

ένα βιβλίο που το ακουμπά πάνω στο πιάνο.

Λούλα: Μπα μπα μπα! Πολύ ενημερωμένο σε

βρίσκω Σταχτούλη! Μπράβο σου!

Σταχτούλης: Ε τι νόμιζες; ότι είμαι όποιος κι

όποιος;

Λούλα: χμ! και δε μου λες Σταχτούλη! Τι έχει

μέσα το βιβλίο;

Σταχτούλης: Και που θέλεις να ξέρω τι έχει μέσα

το βιβλίο; Δεν έχω διαβάσει ποτέ μου βιβλίο! Έχω

φάει όμως μπόλικα και είναι πεντανόστιμα! Μιαμ

183
μιαμ! Να είχα ένα βιβλιαράκι τώρα! Θα το έκανα μια

χαψιά!

Λούλα: Τι λες παιδάκι μου; Τρελάθηκες; Τρως

και βιβλία;

Σταχτούλης: Και γιατί να μην τρώγω βιβλία

παρακαλώ; Μια χαρά λιχουδιά είναι! Μιλάς εσύ που

τρως μύγες και πεταλούδες; Σιγά τα μεζεδάκια!

Λούλα: Άλλο να τρώγω μύγες και άλλο βιβλία! Τα

βιβλία είναι ιερά χρυσέ μου! Έχουν μέσα γνώσεις!

Δεν τα τρώμε, ούτε τα σκίζουμε, ούτε τα

μουτζουρώνουμε! Έχουν μέσα πολλά γράμματα και

άλλες φορές αριθμούς, εικόνες, ζωγραφιές! Βέβαια,

τα βιβλία της μουσικής, εκείνα που διαβάζει και ο

πιανίστας που λέγαμε πριν, έχουν μέσα νότες!

Σταχτούλης: Κότες; Υπάρχουν βιβλία που έχουν

μέσα κότες; Α! Δεν το ήξερα αυτό! Το κοτόπουλο

είναι από τα αγαπημένα μου φαγητά! Σε τι συνταγές

βγαίνουν;

184
Λούλα: Τι λες παιδάκι μου; Ποιες κότες και

κοτόπουλα, χήνες και χηνόπουλα; Εγώ σου λέω για

νότες και εσύ μου λες για κότες;

Σταχτούλης: Νότες; Και τι είναι η νότες; Τυρί για

τοστ;

Λούλα: Λοιπόν! Ας αρχίσουμε διαφορετικά! Οι

νότες δεν τρώγονται, το καταλάβαμε αυτό

Σταχτούλη;

Σταχτούλης: Ωραία λοιπόν! Οι νότες δεν

τρώγονται και υπάρχουν μέσα σε βιβλία! Με λίγα

λόγια υπάρχουν βιβλία που δεν τρώγονται!

Λούλα: ΑΑΑΑ!!! Σταμάτα πια! Κανένα βιβλίο δεν

τρώγεται! Και οι νότες φυσικά και δεν είναι για

φάγωμα χρυσέ μου! Ακούς εκεί!

Σταχτούλης: Εντάξει, ξεκινάω δίαιτα, δεν είναι

ανάγκη να φωνάζεις! Δεν ξανατρώγω βιβλία με

νότες. Σταμάτα να φωνάζεις τώρα!

185
Λούλα: Οι νότες είναι σαν τα γράμματα και τους

αριθμούς, μόνο που με τις νότες γράφουμε και

διαβάζουμε τη μουσική! Και αν εσύ φας τις νότες

κύριε πεινάλα, δεν θα μπορεί ο πιανίστας να

διαβάσει νότες γιατί…

Σταχτούλης: …γιατί θα είναι στο στομάχι μου…

πολύ ενδιαφέρουσες αυτές οι νότες!!! Τα έχω

καταλάβει όλα τώρα! Ο μουσικός τρώει νότες και

παίζει μουσική!

Λούλα: Λοιπόν, κοίτα! Κανείς δεν τρώει κανέναν,

εντάξει; Αλλά έτσι που πας θα φάω εγώ εσένα, αν

δεν σταματήσεις τώρα αμέσως!

Σταχτούλης: Καλά Λούλα! Για πες μου τώρα,

εκείνο το forte και piano έλεγες πριν, από το μυαλό

σου το έβγαλες;

Λούλα: Όχι βέβαια! Την εποχή που είχα τον ιστό

μου στην όπερα, έμαθα πάρα πολλά πράγματα

σχετικά με τη μουσική! Πολλές φορές ο μαέστρος

σταματούσε την ορχήστρα και τους έλεγε παίξτε

186
forte ή παίξτε piano. Στην αρχή δεν καταλάβαινα τι

εννοεί, αλλά μετά κατάλαβα ότι η ορχήστρα δεν

έπαιζε πάντα δυνατά ή πάντα σιγανά! Ούτε έπαιζαν

όλα τα όργανα στην ίδια ένταση!

Σταχτούλης: Ε… ε… μισό λεπτό! Έχω άγνωστες

λέξεις! Θέλω να μου πεις τι είναι ο μαέστρος και τι

είναι η ορχήστρα και αν…

Λούλα: …αν τρώγονται… ΔΕΝ ΤΡΩΓΟΝΤΑΙ! Δεν

τρώγεται ούτε ο μαέστρος, ούτε η ορχήστρα…

Σταχτούλης: Τι κρίμα! Τίποτα δεν τρώγεται στη

μουσική! Τότε γιατί λένε… «ακούνε μουσική

φαγητού»;

Λούλα: Μπορείς να σταματήσεις βρε παιδάκι μου

πια; η μουσική φαγητού είναι η ήσυχη μουσική που

σε βοηθάει να φας το φαγητό σου με ηρεμία, δεν έχει

καμία σχέση με τον μαέστρο και την ορχήστρα! Αν

θέλεις να μάθεις, σταμάτα να με διακόπτεις! Δεν

πρέπει να διακόπτουμε κάποιον όταν μιλάει! Δεν

στο έχουν πει αυτό;

187
Σταχτούλης: Ναι, έχεις δίκιο. Συγνώμη που σε

διέκοψα Λούλα!

Λούλα: Ο μαέστρος είναι ο αρχηγός της ορχήστρας!

Κουνάει τα χέρια του για να ξεκινήσει η ορχήστρα να

παίζει μουσική. Η ορχήστρα αποτελείται από

πολλούς μουσικούς που παίζουν μουσικά όργανα.

Σταχτούλης: Ωραία! Ο μαέστρος κουνάει τα χέρια

του για να ξεκινήσει την μουσική η ορχήστρα, αλλά

μετά γιατί συνεχίζει να τα κουνάει; Κάνει αέρα στην

ορχήστρα; Διώχνει τα κουνούπια; χορεύει με τα

χέρια;

Λούλα: Όχι βέβαια! Δεν διώχνει ούτε κουνούπια,

ούτε μύγες! Καταρχήν, βοηθάει τα όργανα να

παίζουν μουσική στον σωστό ρυθμό, κάτι που είναι

πολύ δύσκολο αν δεν υπάρχει μαέστρος. Επίσης,

τους δείχνει πότε πρέπει να παίξουν δυνατά και

πότε πρέπει να παίξουν σιγανά. Πριν από μια

συναυλία, ο μαέστρος κάνει πολλές πρόβες με μια

188
ορχήστρα, πολλές ώρες… πολλές φορές μέχρι πολύ

αργά τη νύχτα…

Σταχτούλης: Κι έτσι εσύ έμενες άυπνη!

Λούλα: Σωστά! Έπαιζαν μουσική πολλές ώρες και

δεν με άφηναν να κοιμηθώ. Αλλά ξέρεις κάτι; Αν

δεν έπαιζαν πολλές ώρες, δεν μπορούσαν να παίξουν

καλά στη συναυλία!

Σταχτούλης: Και τι είναι η συναυλία;

Λούλα: Η συναυλία! Η συναυλία Σταχτούλη είναι

κάτι υπέροχο! Έρχεται κόσμος πολύς και κάθεται

στα καθίσματα του θεάτρου. Κάποια στιγμή κλείνουν

τα φώτα και μένουν αναμμένα μόνο τα φώτα της

σκηνής. Βγαίνουν οι μουσικοί και παίρνουν τα

όργανα στα χέρια τους έτοιμοι να κουρδίσουν με τη

βοήθεια του 1ου βιολιού. Μόλις κουρδίσουν, έρχεται ο

μαέστρος και υποκλίνεται. Ο κόσμος χειροκροτεί και

η συναυλία ξεκινά. Είναι υπέροχες οι συναυλίες

Σταχτούλη! Έλα να πάμε μια μέρα να δεις κι εσύ!

189
Σταχτούλης: Να πάμε οπωσδήποτε σε μια

συναυλία! Θέλω να δω την ορχήστρα και το μαέστρο

και αυτό το πρώτο βιολί! Πάντα ήθελα να φάω ένα

βιολί, Λούλα!

Λούλα: Βρε άντε πια! Σου μιλώ για τέχνη κι εσύ

μόνο τρως

Σταχτούλης και Λούλα τραγουδούν «Στη

συναυλία»:

(ο εκπαιδευτικός συνθέτει μια απλοϊκή μελωδία

που να μπορούν να τραγουδήσουν και τα παιδιά.

Η έκταση θα πρέπει να κυμαίνεται από το σι

κάτω από το πεντάγραμμο μέχρι το λα μέσα στο

πεντάγραμμο)

190
Στη συναυλία θέλω να βρεθώ

Τους μουσικούς να παρακολουθώ

Και να ακούω ωραία μουσική

Στη συναυλία

Στη συναυλία θα ‘ρθω μια βραδιά

Με το μαέστρο τα χέρια να κουνά

Και να τους δείχνει δυνατά και σιγανά

Στη συναυλία

Είναι ο κόσμος της μουσικής

Μοναδικός, έλα και θα δεις

Με μουσικές όμορφές μπορείς

να ονειρευτείς

191
Και έτσι, τραγουδώντας, οι δύο φίλοι

περπατούσαν και ούτε που κατάλαβαν ότι είχαν πια

απομακρυνθεί από την βουή της πόλης. Εδώ και

αρκετή ώρα βρίσκονταν στην όμορφη εξοχή…

Σταχτούλης: Τι όμορφα που είναι εδώ στην εξοχή!

Λούλα: Ναι! Τι όμορφα που μυρίζουν τα

λουλουδάκια!

Σταχτούλης: Ναι! Μου αρέσουν πολύ τα

λουλούδια! Μυρίζουν πολύ ωραία! Να κόψουμε

μερικά!

Λούλα: Γιατί; Τρως και τα λουλούδια Σταχτούλη;

Σταχτούλης: Ε, όταν πεινάω πολύ, τρώγω και τα

λουλούδια!

Λούλα: Ααα!!! άσε τα λουλουδάκια να στολίζουν το

λιβάδι! Φαγάνα!

Σταχτούλης: Άκου τα πουλάκια τι ωραία που

κελαηδούν!

192
Λούλα: ωχ ωχ ωχ! Μη μου πεις ότι θα φας και τα

πουλιά τώρα!

Σταχτούλης: Όχι καλέ! Για τι με πέρασες; Για

κανένα φαγάνα;

Λούλα: Μπα… εσένα να σε πουν φαγάνα; μα γιατί;

Εκεί, λοιπόν, στην όμορφη εξοχή, που οι δυο

φίλοι προχωρούσαν και γελούσαν, ακούστηκε, πολύ

σιγανά, ένας ύποπτος ήχος, πίσω από τους θάμνους.

193
Μοτίβο γάτου (μόνο η μουσική)

(Η μελωδία που θα συνθέσει ο εκπαιδευτικός

για το τραγούδι του γάτου, θα ήταν πολύ καλό να

χρησιμοποιηθεί και ως μοτίβο στην συγκεκριμένη

χρονική στιγμή)

194
Σταχτούλης: Το άκουσες αυτό Λούλα; ακούστηκε

πολύ σιγανά ένας παράξενος ήχος πίσω από τους

θάμνους…

Λούλα: Χμ! σαν να έχεις δίκιο! Ένας πολύ σιγανός

ήχος, σαν σιγανό περπάτημα…

Σταχτούλης: Αχ Λούλα, φοβάμαι! Λες να είναι

κανένα τέρας;

Λούλα: Τι λες βρε Σταχτούλη! Αφού δεν υπάρχουν

τέρατα!

Σταχτούλης: Κι αν είναι κανένας λύκος;

Λούλα: Και τι να σε κάνει εσένα ο λύκος; Όλος κι

όλος μια χαψιά ποντίκι;

Σταχτούλης: Κι αν είναι κανένας δεινόσαυρος;

Λούλα: Άντε πάλι! Σταμάτα τη μουρμούρα

φοβητσιάρη! Όποιος και να είναι να μη φοβάσαι,

είμαι εγώ μαζί σου και θα σε προστατέψω!

Σταχτούλης: χα χα χα! Εσύ θα προστατέψεις

εμένα μια σταλιά αραχνούλα; χα χα χα!

195
Λούλα: Μα το μυαλό μετράει αγαπητέ μου! Όχι η

δύναμη! Θα κρυφτώ πίσω από το αυτί σου και θα

σου μιλάω ψιθυριστά. Θα λες ότι σου λέω,

κατάλαβες;

Σταχτούλης: Μα Λούλα! Μπορώ να τα καταφέρω

και μόνος μου!

Λούλα: Σταμάτα τους εγωισμούς επιτέλους!

…είπε η Λούλα και κρύφτηκε πίσω από το αυτί

του Σταχτούλη

Ξαφνικά, εμφανίζεται μπροστά τους ένας

τεράστιος αγριωπός γάτος!

Γάτος: Καλή σου μέρα νόστιμη λιχουδιά μου!

Ετοιμάσου να σε φάω!

196
Μοτίβο Γάτου (με τραγούδι)

Είμαι εγώ γάτος τρομερός

Και στο δάσος ο πιο ξακουστός

Πως μ’ αρέσει να μασουλώ

Ποντικάκια γκριζωπά να κυνηγώ

Δεν μου ξέφυγαν ποτέ

Ποντικάκια σαν κι εσένα, ναι!

Θα σε κάνω μια μπουκιά

Στρουμπουλή μου ποντικίσια λιχουδιά!

197
Σταχτούλης: Καλή σου μέρα καταπληκτικέ γάτε! Τι

ευτυχία απρόσμενη μπροστά μου να σε βρω κι εκεί

που δεν περίμενα καμιά ελπίδα να ‘χω, ήρθες εσύ

στο δρόμο μου! Ω τι χαρά! Ω τι ευτυχία!

Γάτος: Πάει τρελάθηκαν και τα ποντίκια! Καλά!

Δεν κατάλαβες ότι είμαι γάτος; Οι Γάτοι τρώνε

ποντίκια! Που σημαίνει ότι πρέπει να βάλεις τις

φωνές και να αρχίσεις να τρέχεις για να μη σε

πιάσω! Αλλά αφού βαριέσαι να τρέξεις δεν πειράζει!

Τόσο το καλύτερο! Και τώρα με μεγάλη μου χαρά θα

σε φάω! Μιαμ μιαμ!

Σταχτούλης: Το κατάλαβα καλόψυχέ μου γάτε! Θα

με φας! Κι αυτή είναι η μεγαλύτερή μου ευτυχία! Η

καλή μου τύχη σε έφερε κοντά μου! Φάε με!

Γάτος: Δεν είμαστε καλά! Θα σε φάω βρε ποντικέ!

Θα σε κάνω μια χαψιά! Κι εσύ αντί να κλαις και να με

παρακαλείς να μη σε φάω, μου λες να σε φάω; Τι

τρελό ποντίκι είσαι εσύ;

198
Σταχτούλης: Ποντίκι! Χα χα χα! Κι εσύ λοιπόν

ξεγελάστηκες; χα χα χα! Ποιο ποντίκι; Είμαι ο

μάγος κασέρης!

Γάτος: Ποιος είσαι λέει;

Σταχτούλης: χα χα χα! Μα ο μάγος κασέρης

φυσικά! Έχεις ξαναδεί ποντίκι να μιλάει τόσο forte

αγαπητέ μου; Έχεις ξαναδεί ποντίκι να φοράει

μαντήλι;

Γάτος: Να σου πω την αλήθεια… όχι… Δεν έχω

ξαναδεί τόσο παράξενο ποντίκι!

Σταχτούλης: Ε, βέβαια! Αφού δεν είμαι ποντίκι!

Είμαι ο μάγος Κασέρης!

Γάτος: Ωραία λοιπόν, με κοροϊδεύεις κι εγώ

περιμένεις να σε πιστέψω… Τότε γιατί δεν

μεταμορφώνεσαι σε κάτι άλλο;

Σταχτούλης: Αυτό είναι το πρόβλημα που θα

λύσεις εσύ κύριε γάτε! Η κακιά μάγισσα Λούλα

Αραχνούλα με μεταμόρφωσε σε ποντίκι για να με

τιμωρήσει!

199
Τα μάγια θα λυθούν αν με φάει ένας γάτος. Ο γάτος

που θα με φάει θα πεθάνει αμέσως γιατί είμαι ένα

δηλητηριώδες ποντίκι! Κι αμέσως τα μάγια θα

λυθούν κι εγώ θα ξαναγίνω ο μεγάλος και τρανός

μάγος Κασέρης!

Γάτος: Αν σε φάω θα πεθάνω;

Σταχτούλης: Φυσικά καλέ μου Γάτε! Όμως, θα

πεθάνεις για ένα μεγάλο σκοπό! Θα γίνεις ήρωας! Ο

ήρωας που θα μεταμορφώσει το μικρό ποντίκι σε

μάγο Κασέρι! Εμπρός λοιπόν! Φάε με! Τόσο καιρό

περίμενα αυτή τη στιγμή ηρωικέ μου γάτε!

Γάτος: χμ! Δεν νομίζω ότι έχω χρόνο να σε φάω

σήμερα!

Σταχτούλης: Μα γιατί! Σε παρακαλώ! Φάε με

τώρα!

Γάτος: Λυπάμαι, πρέπει να φύγω! Έχω να πάω σε

μια δουλίτσα! Γεια σου ποντικέ!

200
Σταχτούλης: E! Που πας! Γύρνα πίσω! Πρέπει να

με φας! Έλα εδώ αμέσως!

Ο γάτος, όμως, εξαφανίστηκε και έτσι οι δύο

φίλοι κατάφεραν να γλιτώσουν από τα δόντια του. Η

εξυπνάδα της Λούλας φάνηκε χρήσιμη για άλλη μια

φορά!

Σταχτούλης: Λούλα σου έχω πει ότι δεν μου αρέσει

καθόλου να λέω ψέματα! Πόσες φορές πρέπει να

στο πω! Άσε που δεν μου αρέσουν οι μάγοι και όλες

αυτές οι ψευτιές!

Λούλα: Ναι! Αλλά ήταν πολύ μεγάλη ανάγκη για να

σώσεις τη ζωή σου Σταχτούλη!

Σταχτούλης: Να σου πω κάτι Λούλα; Δεν μου

αρέσει να λέω ψέματα για οποιονδήποτε λόγο και

είναι η τελευταία φορά που γίνεται αυτό, μου το

υπόσχεσαι;

Λούλα: Καλά Σταχτούλη, συγνώμη. Δεν ξαναλέω

ψέματα. Όμως, άλλη φορά θα προσέχουμε κι εμείς

201
περισσότερο και δεν θα φεύγουμε μακριά από το

σπίτι. Το υπόσχεσαι;

Σταχτούλης: Το υπόσχομαι Λούλα! Δεν πρέπει να

απομακρυνόμαστε από το σπίτι μας! Είμαστε μικρά

παιδιά!

Λούλα: Σωστά Σταχτούλη! Γι αυτό, πάμε γρήγορα

στην αγορά και θα πάμε μια άλλη μέρα στην εξοχή,

συμφωνείς;

Σταχτούλης: Και βέβαια Λούλα! Και θα μιλάμε και

piano για να μη μας ακούνε οι γάτοι, έτσι;

Λούλα: Φυσικά Σταχτούλη! Πότε forte! Πότε

piano! Έτσι;

Σταχτούλης: Ναι Λούλα! Πότε forte! Πότε piano!

202
(Ο εκπαιδευτικός συνθέτει πολύ προσεκτικά

μουσική για το συγκεκριμένο τραγούδι με όλους

τους κανόνες που χρειάζεται να τηρήσει, έκταση,

εύκολα διαστήματα και ρυθμικά σχήματα)

203
Τραγούδι: «Forte-Piano»

Με το Forte μιλώ δυνατά ΛΑ ΛΑ

Με το piano μιλώ σιγανά λα λα

Πως μ’ αρέσει να παίζω με μουσική

Με τους φίλους μου είναι γιορτή

Αυτό το Forte κι αυτό το piano

παντού θα το συναντώ

στο σπίτι, στο δρόμο, στο σχολειό

και θα στο τραγουδώ

Με το Forte γελώ δυνατά ΧΑ ΧΑ


Με το piano γελώ σιγανά χα χα

Πως μ’ αρέσει να παίζω με μουσική

Με τους φίλους μου είναι γιορτή

Αυτό το Forte κι αυτό το piano

παντού θα το συναντώ

στο σπίτι, στο δρόμο, στο σχολειό

και θα στο τραγουδώ

204
Διδακτικοί μουσικοί στόχοι του παραμυθιού
Οι διδακτικοί στόχοι του συγκεκριμένου
παραμυθιού δεν είναι μόνο μουσικοί. Επεκτείνονται
και στις έννοιες της φιλίας, της συνεργασίας και της
ψυχραιμίας στην αντιμετώπιση δύσκολων
καταστάσεων.
Οι μουσικές έννοιες που διδάσκονται μέσα από
το συγκεκριμένο παραμύθι έχουν να κάνουν με την
ένταση του ήχου, το forte και το piano. Έμμεσα
παρουσιάζεται και ο σταθερός χρόνος με χτυπήματα
στο ταμπουρίνο, που υποβάλλει το βαρύ περπάτημα
του Σταχτούλη, ενώ με ξυλάκια υποβάλλεται το
ελαφρύ περπάτημα της Λούλας. Επίσης, η μουσική
του κινδύνου για τους δυο πρωταγωνιστές, με την
χρήση απότομων δυνατών ήχων και μελωδικής
συνοδείας που χαρακτηρίζεται από ρυθμικότητα και
διάφωνα διαστήματα, δείχνει στα παιδιά μια εικόνα
συνδυασμού των δύο εννοιών, forte-piano. Επίσης,
γίνεται έμμεσα, ένας διαχωρισμός ανάμεσα στο
μουσικό όργανο «πιάνο» και την μουσική έννοια
«piano». Ίσως για πρώτη φορά, τα παιδιά
μαθαίνουν ότι ο μουσικός διαβάζει νότες για να παίξει
μουσική και ότι τα συγκεκριμένα σύμβολα είναι τα
«γράμματα» της μουσικής.

205
Βασικό στόχο αποτελεί η προσοχή των παιδιών
κατά την ακροαματική διαδικασία, ώστε να επιτευχθεί
στο μέγιστο η κατανόηση των μουσικών όρων που
περιλαμβάνει το παραμύθι. Η συμμετοχή τους στα
μουσικά μέρη του παραμυθιού με παλαμάκια ή
τραγουδώντας είναι απολύτως απαραίτητη.

5.4.2 Μέσα – Μέθοδος – Πορεία


Για την πραγματοποίηση της παρουσίασης του
παραμυθιού, χρειάζεται κάποια προετοιμασία από
την πλευρά του /της εκπαιδευτικού. Καταρχήν η
αίθουσα θα πρέπει να είναι ευρύχωρη και
απαλλαγμένη από αιχμηρά αντικείμενα ώστε να
πραγματοποιηθούν με άνεση οι κινητικές ασκήσεις
που έπονται του παραμυθιού. Θα ήταν χρήσιμα
μικρά καρεκλάκια ή μαξιλάρια για να καθίσουν άνετα
τα παιδιά κατά την ακρόαση του παραμυθιού.
Πριν την αφήγηση του παραμυθιού είναι απαραίτητη
η συνειδητοποίηση των παιδιών για την τήρηση της
ησυχίας. Τα παιδιά θα καθίσουν σε μαξιλάρια στο
πάτωμα, ή σε μικρά καρεκλάκια σε σχήμα
ημικύκλιου. Στο κέντρο του μεγάλου κενού του
ημικύκλιου θα καθίσει ο/η εκπαιδευτικός, ώστε να
τον/την βλέπουν όλα τα παιδιά κατά την αφήγηση.

206
Ο/η εκπαιδευτικός θα ξεκινήσει την αφήγηση,
αλλάζοντας τη φωνή του/της όταν μιλάνε οι ήρωες
του παραμυθιού. Κοντά του/της θα πρέπει να έχει το
μουσικό όργανο, ώστε να μπορεί άνετα να επενδύσει
μουσικά την αφήγησή της. Είναι απαραίτητο να
χρησιμοποιεί εκφραστικά τη φωνή του/της και το
σώμα του/της, ώστε να δίνει έμφαση στην αφήγηση.
Κατά τη διάρκεια των τραγουδιών, προτρέπει τα
παιδιά να συνοδεύουν ρυθμικά τη μουσική που
ακούν σε χαμηλή ένταση. Στο τέλος του
παραμυθιού, όταν το τελευταίο τραγούδι
επαναλαμβάνεται, προτρέπει τα παιδιά να
τραγουδήσουν με τη Λούλα και το Σταχτούλη, όσο
μπορούν.

5.4.3 Δραστηριότητες
Μετά το τέλος της ακρόασης του παραμυθιού,
είναι πολύ πιθανό τα παιδιά να έχουν κουραστεί από
την ακινησία. Για να ξεμουδιάσουν λοιπόν, θα
μπορούσαν να παίξουν ένα μουσικό παιχνίδι που θα
προϋποθέτει κίνηση.

207
1η Δραστηριότητα:
Ελευθερώνουν τον χώρο από τα καρεκλάκια για
να μπορούν να κινηθούν με άνεση. Στέκονται το ένα
παιδί πίσω από το άλλο σαν τρενάκι. Όταν ο/η
εκπαιδευτικός χτυπά δυνατά το ταμπουρίνο, εκείνα
περπατούν σαν στρατιωτάκια χτυπώντας δυνατά τα
πόδια τους, ακολουθώντας τον σταθερό ρυθμό που
παίζεται στο ταμπουρίνο, λέγοντας δυνατά και
ρυθμικά τη φράση: «forte σημαίνει δυνατά!» Όταν η
δασκάλα χτυπά το ταμπουρίνο σιγανά, τότε τα
παιδιά περπατούν στις μύτες των ποδιών τους,
ακολουθώντας τον ρυθμό του ταμπουρίνου,
λέγοντας τη φράση: «piano σημαίνει σιγανά». Όταν
η δασκάλα σταματά να χτυπά το ταμπουρίνο, τα
παιδιά πρέπει να καθίσουν γρήγορα στο πάτωμα.

2η Δραστηριότητα:
Η δασκάλα τραγουδά στα παιδιά το τραγουδάκι
«forte-piano». Αφού την ακούσουν προσεκτικά,
τραγουδούν μαζί της τις επαναλήψεις συνοδεύοντας
το τραγούδι με ρυθμικά παλαμάκια. Μπορούν να
κάνουν μιμήσεις με το πρόσωπο ή με ολόκληρο το
σώμα τους στα σημεία που υποδηλώνουν οι στίχοι
του τραγουδιού (π.χ. μικρόφωνο για το «λα-λα»,

208
διάπλατο χαμόγελο για το «χα-χα», γρήγορη επί
τόπου κίνηση ολόκληρου του σώματος στο «ντριν-
ντριν» και κοφτές κινήσεις με το δάχτυλο για το «τικ-
τοκ».

3η Δραστηριότητα:
Κάθονται στα τραπεζάκια τους με χρώματα και
λευκό χαρτί και αφήνονται ελεύθερα να ζωγραφίσουν
μια εικόνα από το παραμύθι που τους αφηγήθηκε η
δασκάλα τους. Παράλληλα ακούν τη μουσική του
πρώτου παραμυθιού, σε μεσαία ένταση.

Σημείωση:
Οι παραπάνω δραστηριότητες είναι όσο το δυνατό
πιο απλοποιημένες προκειμένου να μπορούν να
πραγματοποιηθούν ακόμη και αν οι συνθήκες
αίθουσας ή υλικού είναι δύσκολες. Σαφώς, ο/η
εκπαιδευτικός μπορεί να εφεύρει πολύ αποδοτικές
δραστηριότητες που να ταιριάζουν πολύ
περισσότερο στην αίθουσα και τα παιδιά.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Με την ολοκλήρωση της παρουσίασης αρκετών
παραμυθιών στο ύφος του προηγούμενου

209
παραμυθιού, παρατηρήθηκε μια πολύ εμφανής
αλλαγή όσον αφορά την αντιμετώπιση της μουσικής
από τα παιδιά. Κατά τη διάρκεια των
παρουσιάσεων, τα παιδιά παρακολουθούσαν με
ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εξελίξεις και εξέφραζαν τις
δικές τους ανησυχίες και προσδοκίες, αναφορικά με
την υπόθεση των παραμυθιών. Η συμμετοχή τους
στις μουσικές δραστηριότητες ήταν καθολική και
χαρακτηριζόταν από ενθουσιασμό. Τα παιδιά
ταυτίζονταν με τους χαρακτήρες των παραμυθιών και
σε κάθε ευκαιρία προσπαθούσαν να μιμηθούν τη
φωνή, τις κινήσεις και την συμπεριφορά των ηρώων
τους.
Τα τραγουδάκια υιοθετήθηκαν από τα παιδιά
πολύ γρήγορα. Συνέχισαν από μόνα τους να τα
τραγουδούν ακόμη και στα διαλείμματα ή κατά τη
διάρκεια μη μουσικών δραστηριοτήτων τους.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η εφαρμογή του συγκεκριμένου προγράμματος
σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, μου απέδειξε
περίτρανα την επίδραση του παραμυθιού και της
μουσικής στην ψυχοσύνθεση του παιδιού. Το
παραμύθι, δρα καταλυτικά ως ζωντανή πνευματική

210
τροφή, ενώ η μουσική διεισδύει και επηρεάζει
κινήσεις, συναισθήματα και συμπεριφορά του
νηπίου. Η φαντασία του παιδιού ζωντανεύει και μαζί
της βρίσκονται σε εγρήγορση όλες οι αισθήσεις του.
Η γνώση μεταφέρεται με τρόπο αβίαστο και
διασκεδαστικό, αποτελώντας παιχνίδι περισσότερο,
παρά συγκεκριμενοποιημένη μαθησιακή διαδικασία.
Μέσα στα παραμύθια, ο ήχος αποκτά την
διάσταση που στερείται στις σύγχρονες πόλεις. Το
παιδί δεν γνωρίζει τον ήχο των φύλλων ενός
δέντρου, δεν αναγνωρίζει τον ήχο στο πέταγμα ενός
πουλιού. Αντίθετα, αναγνωρίζει τον ήχο της
μηχανής, του αυτοκινήτου, του αεροπλάνου. Το
νήπιο, λοιπόν, διαθέτει την αίσθηση της ακοής και
μπορεί να την αναπτύξει σε μέγιστο βαθμό σύμφωνα
με τα ακουστικά ερεθίσματα που του προσφέρονται
μέσα από το περιβάλλον που ζει.
Τα συγκεκριμένα παραμύθια, ενώ ξεκινούν από
την πόλη, εκτυλίσσονται στη συνέχεια στο δάσος. Το
παιδί δείχνει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το δάσος,
σαν να αποτελεί έναν χώρο μυστηρίου, εκπλήξεων
και κρυμμένων κινδύνων. Δεν θα μπορούσε να
φανταστεί τα συγκεκριμένα ζώα ως ήρωες
παραμυθιού, έχοντας συνηθίσει ήρωες όμορφους,

211
δυνατούς και με μαγικές ιδιότητες, ή βασιλιάδες,
πριγκίπισσες ή νεράιδες.
Αρκετές φορές, κατά την παρουσίαση των
παραμυθιών, χρειάστηκε να επεκτείνω τη διήγηση
και σε άλλα θέματα εκτός από την επεξήγηση των
ήχων ή των τραγουδιών. Μου φάνηκε αδύνατο να
διαιωνίζω την πλάνη των παιδιών όσον αφορά τη
φύση, μόνο και μόνο γιατί θα έπρεπε να με
ενδιαφέρει μόνο η μετάδοση μουσικών γνώσεων και
η επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων μου.
Προσπάθησα να επικεντρωθώ όσο το δυνατόν
περισσότερο στην επίτευξη των μουσικών στόχων
μέσω της διήγησης των παραμυθιών. Το
συμπέρασμα στο οποίο κατέληξα είναι τελείως
διαφορετικό από εκείνο που νόμιζα ότι θα
παρουσιάσω, πριν ξεκινήσω τη διαδικασία της
εφαρμογής του προγράμματος.
Παρουσιάζοντας, τελικά, οποιοδήποτε θέμα σε
παιδιά προσχολικής ηλικίας, θεωρητικά τουλάχιστον,
είναι αδύνατο να προσεγγίσει κανείς το πραγματικό
τους ενδιαφέρον, εάν δεν διεισδύσει στον δικό τους
τρόπο σκέψης και αυτός ο τρόπος είναι ο δρόμος του
παραμυθιού και της φαντασίας στους ήχους, στις
κινήσεις, στην έκβαση των καταστάσεων. Όμως, δεν

212
αρκεί απλά διήγηση του παραμυθιού από το
δάσκαλο, αλλά και η συνεχής επαγρύπνηση για
αλλαγή ή πρόσθεση υλικού στο παραμύθι. Η πηγαία
αγάπη των παιδιών για το ρυθμό, την κίνηση, την
μίμηση, το τραγούδι, το παιχνίδι και κυρίως για την
φύση, την οποία στερούνται τα περισσότερα από
αυτά, ήταν εμφανής από τα πρώτα λεπτά των
παρουσιάσεων.
Διδάσκοντας μουσικές έννοιες μέσα από το
παραμύθι, όχι μόνο επιτεύχθηκαν οι στόχοι που
είχαν τεθεί προκαταρτικά, αλλά υπήρξαν
αποτελέσματα σημαντικά όσον αφορά τη γενικότερη
αντίληψη της μουσικής και του παραμυθιού. Το
πάντρεμα μουσικής και παραμυθιού, αλλά
γενικότερα παραμυθιού και γνώσης, απεδείχθη για
άλλη μια φορά ένας από τους πιο ιδανικούς τρόπους
μάθησης.

213
Επίλογος
Ίσως η μουσική, είναι τελικά μια «μαγική», ας μου
επιτραπεί ο όρος, τέχνη. Μια τέχνη που στροβιλίζει
τη σκέψη και εξημερώνει την ψυχή με τρόπο
αδιόρατο και διακριτικό, μια ύλη άυλη που μας
ταξιδεύει. Πολλές φορές αναρωτιέμαι, πόσο
διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος αν όλοι μας, έστω και
λίγο, είχαμε δεχτεί μια πιο ολοκληρωμένη
καλλιτεχνική παιδεία, από τα πρώτα μας κιόλας
παιδικά χρόνια. Πόσες φορές έμεινα έκθαμπη από
τα καταπληκτικά αποτελέσματα της μουσικής
επιρροής σε παιδιά και ενήλικες. Με αυτές τις
σκέψεις κατά νου, θα ήθελα να κλείσω αυτή την
μελέτη με λόγια του αγαπημένου μου Έλληνα
συνθέτη, Μάνου Χατζιδάκι, από το βιβλίο «Ο
Καθρέφτης και το Μαχαίρι»:
«Ο μελωδός είναι ο ιεροφάντης των θεών, ο
εκπρόσωπος των ανθρώπων, που μεριμνά
ασκούμενος να εκμαιεύσει και να εκφράσει την
ευαισθησία του καιρού και όχι να κολακεύσει τις
συνήθειες των καιρών και των μαζών»

214
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Αυδικός Ε. Γ. (1999), «Μια φορά κι έναν καιρό…


αλλά…μπορεί να γίνει και τώρα», Αθήνα, εκδόσεις
«Ελληνικά Γράμματα»

2. Bruce Tina (1987) «Early Childhood Education»,


Great Britain, «Hodder & Stoughton Educational»

3. Δαράκη Πέπη (1978/1992), «Κουκλοθέατρο»,


Αθήνα, εκδόσεις «Gutenberg»

4. Δημητράτου Βίβιαν (1995), «Η Μουσική πάει


Νηπιαγωγείο», Αθήνα, εκδόσεις «Οδυσσέας»

5. Εγκυκλοπαίδεια της Γυναίκας, (1976 5η


έκδοση), β΄τόμος, Αθήνα, εκδόσεις «Παλμός»

6. Εγκυκλοπαίδεια: «Παιδί – Υγεία – Ζωή» 6ος


τόμος, Αθήνα, εκδόσεις «Δομική»

7. Καφάτος Αντώνης (1993), «Υγεία, Διατροφή και


ανάπτυξη των παιδιών βρεφικής και προσχολικής
ηλικίας», Ηράκλειο Κρήτης, εκδόσεις «Πανεπιστήμιο
Κρήτης»

215
8. Κουγιάλη Γιώτα (1999), «Ψυχοκινητικές
Δραστηριότητες για Νήπια και Προνήπια», Αθήνα,
εκδόσεις «Καστανιώτη».

9. Ματθαίου Σεβαστή (1994), «Μουσικό Τετράδιο


για Νηπιαγωγούς», Αθήνα, εκδόσεις «Ελληνικά
Γράμματα»

10. McClellan Randall PhD (1991), «Οι


Θεραπευτικές δυνάμεις της μουσικής» (μτφ
Πέππα Ε. 1997), Αθήνα, εκδόσεις «Fagotto»

11. Μοντεσσόρι Μαρία (1960/1981), «Εκπαίδευση


για έναν καινούργιο κόσμο», μτφ. Μ. Λώμη 1981,
Αθήνα, εκδόσεις «Γλάρος»

12. Παπαζαρής Θανάσης (1999) «Μουσική


Μάθηση και Εκπαίδευση», Αθήνα, Εκδόσεις
«Παπαζήση»

13. Robinson K. (1999), «Oι τέχνες στα σχολεία»,


Αθήνα, εκδόσεις «Καστανιώτη»

14. Sadie Stanley, (1980) (ed.), The New Grove


Dictionary of Music and Musicians, λείμμα:

216
«Education in Music», τόμος 6ος, London, Macmillan
Pub.

15. Σακαλάκ Ηλίας (2004) «Μουσικές Βιταμίνες»,


Αθήνα, Εκδόσεις «Fagotto»

16. Schafer R. Murray (1967) «Ear Cleaning»


Canada, «Berandol Music LTD»

17. Schafer R. Murray (1975) «The Rhinoceros In


The Classroom», Canada, «Universal Edition»

18. Σέργη Λένια (1982/1991) «Δημιουργική Μουσική


Αγωγή για τα παιδιά μας», Αθήνα, Εκδόσεις
«Gutenberg»

19. Σέργη Λένια (1987) «Δραματική Έκφραση και


Αγωγή του παιδιού», Αθήνα, Εκδόσεις «Gutenberg»

20. Σέργη Λένια (1994) «Θέματα Μουσικής και


Μουσικής Παιδαγωγικής», Αθήνα, Εκδόσεις
«Gutenberg»

21. Σέργη Λένια (1995) «Προσχολική Μουσική


Αγωγή», Αθήνα, Εκδόσεις «Gutenberg»

217
22. Small Christopher (1983) «Μουσική – Κοινωνία
– Εκπαίδευση», (μτφ Γρηγορίου Μ. 1983), Αθήνα,
Εκδόσεις «Νεφέλη»

23. Σταματοπούλου Δέσποινα (1998), «Αισθητική


Καλλιέργεια και μορφές έκφρασης των νηπίων»,
Αθήνα, εκδόσεις «Καστανιώτη»

24. Storms Ger (1988/1990) «100 Μουσικά


Παιχνίδια», (μτφ. β΄έκδοσης: Μιχάλης Τόμπλερ),
Αθήνα, εκδόσεις «Orpheus»

25. Ward D. (1990) «Μουσικοθεραπεία», μτφ


Μιχάλης Τόμπλερ, Αθήνα, εκδόσεις «Orpheus»

26. Φλουρής Γ. Σ. (1992), «Η αρχιτεκτονική της


διδασκαλίας και η διαδικασία της μάθησης», Αθήνα,
εκδόσεις «Γρηγόρη»

27. Χατζιδάκις Μάνος (1988/1995), «Ο καθρέφτης


και το μαχαίρι», Αθήνα, εκδόσεις «Ίκαρος»

218
Μουσικό Περιοδικό:

1. «A Guide to Music Education», London 1998,


BBC Music Magazine

219

You might also like