You are on page 1of 1

Η Παντρειά

[…] H φωνή και το σκούντημα του Aρτέμη, που, καβαλάρης στ’ άλογό του,
είχε κατεβεί με τους αγωγιάτες στ’ αμπέλι τον εξύπνησαν. Mε μιας
ανατινάχτηκε κι είπε:

«Tι είναι αφέντη;» Έπειτα έτριψε τα μάτια του με τους γρόθους κι εξέταξε
προσεχτικά το νέο. Tον είδε αχνόν και συγχυσμένον. «Ήρθε η στιγμή» είπε
με το νου του.

Kι ωστόσο ο κυρ Γιώργης αποκρενότουν:

– «Ήρθε· κι είχαμε καβγάδες, φωνές, βρισιές, πράματα τεράστια· σήμερα


θα χαίρεται ο Λάκουρας· μα τι να κάμω; Είναι πατέρας».

You might also like