You are on page 1of 72

ΤΜΗΜΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ

ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΔΑΦΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

«Διερεύνηση καταλληλότητας καλλιεργειών στο νομό Λακωνίας


με βάση ερμηνεία χωροθετημένων εδαφολογικών αναλύσεων,
θρεπτικές απαιτήσεις και βιοκλιματικά χαρακτηριστικά.»
Πτυχιακή Μελέτη

Επιβλέπων Καθηγητής
Κωνσταντίνος Οιχαλιώτης, Καθηγητής ΓΠΑ

Λεωνίδας Νταλιάνης
Αθήνα 2020
ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΤΜΗΜΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ
ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΕΔΑΦΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Πτυχιακή Μελέτη
«Διερεύνηση καταλληλότητας καλλιεργειών στο νομό Λακωνίας με βάση
ερμηνεία χωροθετημένων εδαφολογικών αναλύσεων, θρεπτικές απαιτήσεις
και βιοκλιματικά χαρακτηριστικά.»

Λεωνίδας Νταλιάνης

Επιβλέπων καθηγητής
Κωνσταντίνος Οιχαλιώτης, Καθηγητής ΓΠΑ
Μέλη
Μάσσας Ιωάννης
Γασπαράτος Διονύσιος

Αθήνα 2021
Ευχαριστίες
Θα ήθελα να εκφράσω τις θερμότερες ευχαριστίες μου στον Επιβλέποντα καθηγητή
Κωνσταντίνο Οιχαλιώτη διότι με ενέπνευσε για την επιλογή του συγκεκριμένου θέματος, με
καθοδηγούσε και μου έδινε πολύτιμες συμβουλές καθόλη τη διάρκεια για την εκπόνηση της
παρούσας πτυχιακής μελέτης. Η συνεργασία μας ήταν άριστη και οι εύστοχες διορθώσεις
συνέβαλλαν στην δημιουργία άρτιου τελικού αποτελέσματος.
Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τα μέλη της εξεταστικής επιτροπής τον Καθηγητή Ιωάννη
Μάσσα και τον αναπληρωτή καθηγητή Διονύσιο Γασπαράτο για την συμβολή τους.
Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον Υποψήφιο Διδάκτωρ Γ,Π,Α Δημήτρη
Αρριανά για τις πολύτιμες συμβουλές του και στον Γεωπόνο Δημήτρη Νταλιάνη για την
παροχή των εδαφικών αναλύσεων από το Νομό Λακωνίας.
Τέλος θα ήθελα να κλείσω την ενότητα των ευχαριστιών, με τα άτομα που έπαιξαν
καθοριστικό ρόλο για την επίτευξη των στόχων μου, τους αγαπημένους μου γονείς και τα
αδέρφια μου.
Σας ευχαριστώ όλους
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Περίληψη……………………………………………………………………………………6

1. Εισαγωγή………………………….…………………………………………….………..7

1.1 Αντικείμενο και σκοπός της μελέτης………………………………………………………….9


2. Περιγραφή Εδαφικών ιδιοτήτων, όρια τιμών και μέθοδοι εδαφικών αναλύσεων.......….10

2.1 pH ……………………………………………………………....................................10

2.2 Οργανική Ουσία ………………………………………………………...…..….…...10

2.3 Άζωτο (Ν) – Ολικό Άζωτο …………………………………………………..…..….11

2.4 Φώσφορος (Ρ) – Αφομοιώσιμος Φώσφορος ………………………………..………12

2.5 Κάλιο (Κ) – Ανταλλάξιμο Κάλιο ……………………………………..…….…...….13

2.6 Ασβέστιο (Ca) – Ανταλλάξιμο Ασβέστιο…………………………………….…......14

2.7 Μαγνήσιο (Mg) – Ανταλλάξιμο Μαγνήσιο …………..……………………..……...14

2.8 Βόριο (Β) –Ανταλλάξιμο Βόριο……………..………………………….......……....15

2.9 Ψευδάργυρος (Zn) – Ανταλλάξιμος Ψευδάργυρος ……………………..…...….…..16

2.10 Σίδηρος (Fe) – Ανταλλάξιμος Σίδηρος ……………………………………………17

3. Χαρακτηριστικά Περιοχής Μελέτης……………………………….………………....…15

3.1 Γενικά στοιχεία………………………………………………………………….…..15

3.2 Οικονομία του Νομού Λακωνίας………………………………………………..….18

3.3 Χρήσεις Γής και Στατιστικά στοιχεία ……………………………………………...18

3.4 Γεωλογία του Νομού………………………………………………………….….....19

3.5 Κλιματολογικά – Μετεωρολογικά στοιχεία………………………………..…....….21

3.6 Η κλιματική αλλαγή στο Νομό Λακωνίας……………………………………....….24

4. Τα εδάφη του Νομού Λακωνίας……………………………………………...…............29

4.1 Δήμος Σπάρτης………………………………………………………………............30

4.2 Δήμος Ευρώτα…………………………………………………………………….....38


4.3 Δήμος Μονεμβασίας.…………………………………………………………….......45

4.4 Δήμος Ανατολικής Μάνης……………………………………………...…………....46

5. Μεσογειακές Καλλιέργειες…………………………………………...…………………..47

5.1 Μηλιά………………………………………………………………………………...47

5.2 Αχλαδιά…………………………………………………..…………………………..49

5.3 Ροδακινιά………………………………………………………………….………....52

5.4 Βερικκοκιά………………………………………………..……………….…………54

5.5 Αμυγδαλιά…………………………………………………………………....………55

5.6 Καρυδιά……………………………………………………………...….……………57

5.7 Φουντουκιά……………………………………………………………..……………59

5.8 Καστανιά ………………………………………………………………...…….…….61

5.9 Συκιά ………………………………………………………………...………………63

5.10 Εσπεριδοειδή ……………………………………………………...……….……….65

5.11 Ροδιά ………………………………………………………………...……………. 67

5.12 Ακτινίδια …………………………………………………………….……………..68

5.13 Λωτός …………………………………………………………………....…………69

5.14 Παουλόβνια (Paulownia)……………………………………………..…….………70

Βιβλιογραφία………………………………………………………………………….74
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στόχος αυτής της πτυχιακής εργασίας είναι διερεύνηση καταλληλότητας καλλιεργειών στο
νομό Λακωνίας με βάση την ερμηνεία χωροθετημένων εδαφολογικών αναλύσεων, θρεπτικές
απαιτήσεις των καλλιεργειών και βιοκλιματικά χαρακτηριστικά.
Πραγματοποιήθηκε περιγραφή εδαφικών ιδιοτήτων, και τέθηκαν όρια επάρκειας θρεπτικών
στοιχείων, ώστε να χαρακτηριστούν με βάση τις χωροθετημένες εδαφολογικές αναλύσεις τα
εδάφη του νομού Λακωνίας.
Στην παρούσα πτυχιακή εργασία περιγράφονται για κάθε Δήμο του νομού με την
παρουσίαση ραβδογραμμάτων ελλείψεις μακροστοιχείων και μικροστοιχείων που
εμφανίζονται συχνά, όπως και άλλες εδαφικές ιδιότητες χρήσιμες για την αξιολόγηση των
εδαφών.
Στη συνέχεια, μετά από καταγραφή καλλιεργειών σε απαιτήσεις τους σε κλίμα και έδαφος,
εξήχθησαν συμπεράσματα για την καταλληλότητα αυτών στο νομό Λακωνίας.
Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή
Η μελέτη για την καταλληλότητα των καλλιεργειών με βάση τα εδαφικά και βιοκλιματικά
χαρακτηριστικά είναι απαραίτητη για την εξαγωγή πολύτιμων συμπερασμάτων όσον αφορά
την εγκατάσταση και καλλιέργεια τους σε μία περιοχή.
Για να επιτευχθεί αυτό είναι αναγκαία η μελέτη με βάση τα εδαφικά και κλιματολογικά
χαρακτηριστικά της εξεταζόμενης περιοχής, όπου πραγματοποιείται με συγκεκριμένες
μεθοδολογίες όπως είναι η αξιολόγηση της γεωργικής γης (evaluate land suitability), την
καταλληλότητα γης (land suitability) και την ταξινόμηση καταλληλότητας γης (land
Suitability classification) όπου αποτελεί μια μέθοδος αξιολόγησης εδάφους, που αναπτύχθηκε
από τον FAO.
Στην αξιολόγηση της γεωργικής γης περιλαμβάνονται έρευνες που αφορούν το κλίμα, το
έδαφος, τη βλάστηση και τις απαραίτητες εδαφικές απαιτήσεις για τη χρήση εναλλακτικών
μορφών χρήσης εδάφους. Συχνά η αξιολόγηση της γεωργικής γης ενδιαφέρεται για την
υπάρχουσα κατάσταση του εδάφους και περιλαμβάνει τις προτεινόμενες αλλαγές και τα
αποτελέσματα αυτών που προέρχονται με την αλλαγή της χρήσης του εδάφους και σε
ορισμένες περιπτώσεις την αλλαγή στο ίδιο το έδαφος. Η αξιολόγηση της γης καλείται να
απαντήσει στα ακόλουθα ερωτήματα (F.A.O., 1976) :
• Ποια είναι η κατάσταση του εδάφους αυτή την περίοδο και τι θα συμβεί αν
εξακολουθήσουν να υφίστανται οι ίδιες πρακτικές
• Ποιες βελτιώσεις είναι εφικτές μέσα στο πλαίσιο των πρακτικών που ήδη υπάρχουν
• Ποιες από τις χρήσεις γης είναι αειφορικές
• Ποια επένδυση σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητη για να επιφέρει την
επιθυμητή παραγωγή και να ελαχιστοποιήσει τα δυσμενή αποτελέσματα από την
προτεινόμενη χρήση
• Ποια είναι τα οφέλη από κάθε χρήσης γης
Η Καταλληλότητα εδάφους (land suitability) είναι η ικανότητα ενός δεδομένου τύπου
εδάφους για μία καθορισμένη χρήση. Η διαδικασία της ταξινόμησης καταλληλότητας
εδάφους περιλαμβάνει την αξιολόγηση και την ομαδοποίηση των συγκεκριμένων περιοχών
του εδάφους από την άποψη της καταλληλότητάς τους για τις καθορισμένες χρήσεις. Γίνονται
χωριστές ταξινομήσεις που αφορούν κάθε είδος χρήσης εδάφους που εμφανίζεται στην
περιοχή (π.χ. ζωική παραγωγή, δασοκομία, καλλιεργήσιμη γη).
Πίνακας 1.1. Δομή της ταξινόμησης καταλληλότητας (structure of the suitability
classification)

Οι τάξεις καταλληλότητας δείχνουν αν το έδαφος που αξιολογείται είναι κατάλληλο ή όχι


όσο αφορά την υπό εξέταση χρήση. Οι τάξεις καταλληλότητας στους χάρτες
αντιπροσωπεύονται από δύο σύμβολα τα S και N.
Πίνακας 1.2. Τάξεις καταλληλότητας εδάφους

Οι κλάσεις καταλληλότητας απεικονίζουν τους βαθμούς καταλληλότητας. Μέσα στις τάξεις ο


αριθμός των κλάσεων δεν είναι συγκεκριμένος και περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο
ώστε να ανταποκριθεί στους ερμηνευτικούς στόχους. Συνήθως χρησιμοποιούνται πέντε
κλάσεις καταλληλότητας γης, τρεις στην τάξη S και δύο στην τάξη N. Με πέντε κλάσεις οι
ακόλουθοι ορισμοί και ονόματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μία ποιοτική ταξινόμηση:
Πίνακας 1.3. Κλάσεις καταλληλότητας
1.1 Αντικείμενο και σκοπός της μελέτης

Σκοπός και αντικείμενο της μελέτης ήταν η διερεύνηση καταλληλότητας καλλιεργειών στο
νομό Λακωνίας με βάση ερμηνεία χωροθετημένων εδαφολογικών αναλύσεων, θρεπτικές
απαιτήσεις και βιοκλιματικά χαρακτηριστικά. Η μελέτη στηρίχθηκε μερικώς στην
προσέγγιση του « Οδηγός ερμηνείας αναλύσης εδάφους, D.A. Horneck, D.M. Sullivan, J.S.
Owen και J. Μ. Hart, 2011 »

Σύμφωνα με την επεξεργασία που πραγματοποιήθηκε στις εδαφικές αναλύσεις,


παρατηρήθηκαν πιθανές ελλείψεις στοιχείων σε ορισμένες περιοχές του Νομού Λακωνίας και
καταγράφηκαν, ανά Δήμο.

Επιπροσθέτως με βάση την βιβλιογραφία, υλοποιήθηκε αναζήτηση Μεσογειακών


καλλιεργειών και έγινε η καταγραφή τους, σε απαιτήσεις που έχουν όσον αφορά το έδαφος,
τις ανάγκες άρδευσης, το κλίμα και με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα
καθώς και τα συμπεράσματα για την καταλληλότητα ορισμένων από αυτές στο Νομό
Λακωνίας.

2. Περιγραφή εδαφικών ιδιοτήτων, όρια τιμών και μέθοδοι εδαφικών


αναλύσεων

2.1 pH

To pH του εδάφους είναι η χημική εδαφική ιδιότητα η οποία χαρακτηρίζει την αντίδραση
του εδαφικού διαλύματος , η οποία μπορεί είναι όξινη, ουδέτερη ή αλκαλική. Το pH
επηρεάζει την διαθεσιμότητα των θρεπτικών στοιχείων στα φυτά, την μικροβιακή
δραστηριότητα, τον σχηματισμό και την εξέλιξη των εδαφών, το είδος της βλάστησης μιας
περιοχής, τον τύπο και τον τρόπο εφαρμογής των λιπασμάτων.

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός του pH με τη χρήση ηλεκτροδίων σε υδατικό


αιώρημα.
Πίνακας 1. Χαρακτηρισμός εδαφών με βάση το pH.
pH Χαρακτηρισμός
<4,5 Υπερβολικά όξινο
4,6-5,0 Πολύ ισχυρά όξινο
5,1-5,5 Ισχυρά όξινο
5,6-6,0 Μέτρια όξινο
6,1-6,5 Ελαφρά όξινο
6,6-7,3 Ουδέτερο
7,4-7,8 Ελαφρά αλκαλικό
7,9-8,4 Μέτρια αλκαλικό
8,5-9,0 Ισχυρά αλκαλικό
>9 Πολύ ισχυρά αλκαλικό

2.2 Οργανική Ουσία


Η οργανική ουσία είναι φυτικά και ζωικά υπολείμματα σε διάφορα στάδια και βαθμό
αποσύνθεσης. Η αποσύνθεση οφείλεται στην, οξειδωτική κυρίως, δραστηριότητα των
μικροοργανισμών του εδάφους. Η οργανική ουσία είναι πηγή θρεπτικών στοιχείων για τα
φυτά και επηρεάζει την απορρόφηση και την συγκράτηση υγρασίας, την ικανότητα
ανταλλαγής κατιόντων, την δομή του εδάφους βελτιώνοντας την. Επίσης βοηθά την
συγκράτηση των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος.

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός της Οργανικής ουσίας, με την μέθοδο Walkley-


Black
Πίνακας 2. Χαρακτηρισμός Οργανικής ουσίας
Οργανική Ουσία (%) ξηρό βάρος εδάφους Χαρακτηρισμός
<2 Πολύ χαμηλή
2-4 Χαμηλή
4 - 10 Μέση
10 - 20 Υψηλή
>20 Πολύ υψηλή

Θρεπτικά στοιχεία: μακροθρεπτικά στοιχεία και μικροθρεπτικά στοιχεία -


ιχνοστοιχεία

Η ύπαρξη ανταλλάξιμων (διαθέσιμων, αφομοιώσιμων) θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος


μπορεί να οφείλεται στο ίδιο το έδαφος, δηλαδή να προέρχεται από την αποσάθρωση των
ορυκτών από τα οποία προήλθε το έδαφος (γένεση εδαφών), την αποδόμηση της οργανικής
ουσίας ή από την προσθήκη λιπασμάτων.

Μακροθρεπτικά στοιχεία: Είναι τα θρεπτικά στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα στο φυτό,
για την ολοκλήρωση του βιολογικού του κύκλου και χρειάζονται σε μεγάλα σχετικά ποσά.
Αυτά είναι τα εξής: Άζωτο (Ν), Φώσφορος (Ρ), Κάλιο (Κ), Ασβέστιο (Ca), Μαγνήσιο (Mg)
και Θείο (S).

2.3 Άζωτο (Ν) – Ολικό Άζωτο


Το άζωτο είναι το στοιχείο που απαιτείται σε μεγάλες ποσότητες από τα φυτά. Οι συνήθεις
περιεκτικότητες σε ολικό άζωτο κυμαίνονται από 1% και 5% κατά βάρος. Τα ευρέα αυτά
όρια οφείλονται σε διαφοροποιήσεις ανάλογα με το είδος του φυτού, αλλά και την εποχή
δειγματοληψίας, που σχετίζεται με το στάδιο ανάπτυξης και τις αντίστοιχες ανάγκες.
Απορροφάται από τα φυτά ως ΝΟ3-, ως ΝΗ4+ και πιθανά σε μικρές ποσότητες ως
μικρομοριακές οργανικές μορφές. Στα υγρά, θερμά και καλώς αεριζόμενα εδάφη με pH >5 η
κυρίαρχη μορφή είναι η ΝΟ3-. Όταν το άζωτο απορροφάται από το φυτό υπό ΝΟ3- μορφή,
αυτή για να μετάσχει στη μεταβολική διαδικασία πρέπει πρώτα να αναχθεί σε μορφή
ΝΗ3 μέσω μιας ενεργοβόρας αναγωγικής διαδικασίας. Η αναγωγή των νιτρικών περιλαμβάνει
2 ενζυμικές αντιδράσεις που, ανάλογα με το είδος του φυτού, συμβαίνουν στα φύλλα ή και
στις ρίζες. Μικρή και μάλλον προσωρινή αποθήκευση του ΝΟ3- σε χυμοτόπια μπορεί να
συμβεί μόνο υπό ακραίες συνθήκες υπερσυγκέντρωσης ΝΟ3- στο εδαφικό διάλυμα και
απορρόφησής του από τις ρίζες. Διαφορετικά το ΝΟ3 θα ανάγεται γρήγορα και η αμμωνιακή
μορφή ΝΗ4+ που παράγεται, θα πρέπει να ενσωματωθεί αμέσως σε οργανικές ενώσεις, διότι η
συσσώρευσή του στους φυτικούς ιστούς σε ανόργανη μορφή είναι τοξική. Η παραγόμενη
ΝΗ3 μετατρέπεται λοιπόν άμεσα σε ΝΗ4 που αφομειώνεται στους φυτικούς ιστούς κυρίως σε
μορφή πρωτεΐνης, αμινοξέος ή νουκλεϊκού οξέος. Το άζωτο υπάρχει επίσης στο μόριο της
χλωροφύλλης και συγκεκριμένα στο δακτύλιο της πορφυρίνης. Η επαρκής θρέψη των φυτών
με άζωτο, συμβάλλει στην υψηλή φωτοσυνθετική δραστηριότητα και στην ανάπτυξη των
φυτών, τα οποία παρουσιάζουν έντονο σκούρο πράσινο χρώμα. Εν τούτοις, περίσσεια αζώτου
σε σχέση με άλλα θρεπτικά στοιχεία, προκαλεί καθυστέρηση της ωρίμανσης. Αντίθετα,
έλλειψη αζώτου προκαλεί κιτρίνισμα του ελάσματος ιδιαίτερα των παλαιότερων φύλλων
αφού είναι ευμετακίνητο στοιχείο, λόγω της απώλειας πρωτεϊνικού αζώτου στους
χλωροπλάστες. Τα όρια επάρκειας του αζώτου με βάση το ολικό εδαφικό Άζωτο είναι
σχετικά, και χρησιμοποιούνται ελλείψει άλλου πιο αξιόπιστου δείκτη επάρκειας.

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός του Ολικού Αζώτου με τη μέθοδο «Kjeldahl»


Πίνακας 3. Όρια Επάρκειας Ολικού Αζώτου (Ν)
Ολικό Άζωτο (%). Χαρακτηρισμός.
< 0,1 Πολύ Χαμηλή
0,1 - 0,20 Χαμηλή
0,20 - 0,50 Μέση
0,5 – 1,0 Υψηλή
>1 Πολύ Υψηλή

2.4 Φώσφορος (Ρ) – Αφομοιώσιμος Φώσφορος

Η συγκέντρωση του ολικού φωσφόρου στα περισσότερα φυτά κυμαίνεται μεταξύ 0,1 και
0,4% είναι δηλαδή μικρότερη περίπου κατά 10 φορές εκείνης του αζώτου. Ο σημαντικός
ρόλος του φωσφόρου στα φυτά είναι στην αποθήκευση και μεταφορά ενέργειας. Επάρκεια
θρέψης των φυτών με φώσφορο είναι σημαντική για τον σχηματισμό των αναπαραγωγικών
μερών του. Μεγάλα ποσά ευρίσκονται στους σπόρους και τους καρπούς. Συμβάλλει στην
πρωιμότητα φυτών, στην αύξηση της ανάπτυξης του ριζικού συστήματος συμμετέχοντας έτσι
στην καλύτερη απορρόφηση και των άλλων θρεπτικών από το έδαφος. Ο φώσφορος στο
έδαφος λόγω της ισχυρής προσρόφησής του στα ανόργανα εδαφικά κολλοειδή μετακινείται
δύσκολα. Στο φυτό όμως είναι ευμετακίνητος. Αυτό σημαίνει ότι μετακινείται εύκολα προς
τα μέρη που παρατηρείται έντονη φωτοσυνθετική δραστηριότητα. Επομένως, πιθανή
τροφοπενία εμφανίζεται πρώτα στα παλαιότερα φύλλα, τα οποία συνήθως υπό συνθήκες
έλλειψης έχουν βαθύ πράσινο χρώμα. Υψηλές συγκεντρώσεις φωσφορικών ιόντων στο
έδαφος προκαλεί παρεμπόδιση απορρόφησης ορισμένων ιχνοστοιχείων όπως σιδήρου,
χαλκού, ψευδαργύρου με αποτέλεσμα τη μειωμένη ανάπτυξη των φυτών, που οφείλεται στην
έλλειψη των στοιχείων αυτών

Εργαστηριακή μέθοδος: Μέθοδος προσδιορισμού διαθέσιμου εδαφικού Φωσφόρου (P) κατά Olsen.
Πίνακας 4. Όρια Επάρκειας Φωσφόρου (P) , Soil Test Interpretation Guide D.A. Horneck,
D.M Sullivan, J.S Owen and J.M Hart (2011)

Αφομοιώσιμος Φώσφορος (ppm). Χαρακτηρισμός.

< 10 Χαμηλό

10-25 Επαρκές

25-50 Υψηλό

>50 Υπερβολικό

2.5 Κάλιο (Κ) – Ανταλλάξιμο Κάλιο

Το κάλιο απορροφάται από τα φυτά σαν ιόν (Κ+ και η περιεκτικότητά των φυτικών ιστών σε
κάλιο κυμαίνεται μεταξύ 1 και 4%. Αντίθετα με το άζωτο και φώσφορο, δεν μετέχει σαν
δομικό στοιχείο στα μακρομόρια των συστατικών των κυττάρων. Ευρίσκεται είτε
μεμονωμένο σαν κατιόν στο διάλυμα, είτε σχηματίζει δεσμό με τις αρνητικά φορτισμένες
οργανικές ρίζες, με αποτέλεσμα να μετέχει σε λειτουργίες που σχετίζονται με το ιοντικό
φορτίο του διαλύματος των κυττάρων, τις αντλίες πρωτονίων των κυτταρικών μεμβρανών,
αλλά και τον σχηματισμό ΑΤΡ.
Τα αργιλώδη εδάφη χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες προσθήκες καλίου από τα αμμώδη για
να δώσουν την ίδια συγκέντρωση καλίου στο εδαφικό διάλυμα. Η ύπαρξη ανταλλάξιμου
καλίου στο έδαφος μπορεί να οφείλεται στο ίδιο το έδαφος, δηλαδή να προέρχεται από την
αποσάθρωση των ορυκτών από τα οποία προήλθε το έδαφος, όπως όλα τα θρεπτικά στοιχεία
(γένεση εδαφών), ή από την προσθήκη καλιούχου λιπάσματος, το οποίο αφήνει υπολείμματα
καλίου στο έδαφος, ή και από τα δυο.

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός ανταλλάξιμων κατιόντων με τη μέθοδο Οξικού


Αμμωνίου.

Πίνακας 5. Όρια Επάρκειας Καλίου (K) , Soil Test Interpretation Guide D.A. Horneck, D.M
Sullivan, J.S Owen and J.M Hart (2011)

Όρια Επάρκειας Καλίου (Κ)


χαμηλή <150 ppm*
<0.4 meq/100 g εδάφους
Μέτρια 150–250 ppm
0.4–0.6 meq/100 g εδάφους
Υψηλή 250–800 ppm
0.6–2.0 meq/100 g εδάφους
Υπερβολική >800 ppm
>2.0 meq/100 g εδάφους

2.6 Ασβέστιο (Ca) – Ανταλλάξιμο Ασβέστιο


Το ασβέστιο απορροφάται από τα φυτά ως κατιόν και η συγκέντρωσή του κυμαίνεται σε αυτά
μεταξύ 0,2 και 1%. Παίζει σημαντικό ρόλο στη δομή και περατότητα των κυτταρικών
μεμβράνων. Έλλειψη ασβεστίου επιφέρει γενική υποβάθμιση της δομής των μεμβρανών, με
αποτέλεσμα τη μείωση της ικανότητας διατήρησης εντός του κυττάρου των ουσιών που
μπορεί να διαχυθούν. Το ασβέστιο είναι απαραίτητο για την αύξηση και τη διαίρεση των
κυττάρων και η έλλειψή του έχει σαν αποτέλεσμα την αποτυχία σχηματισμού επάκριων
οφθαλμών των βλαστών και των ακροριζίων των ριζών. Επειδή η απορρόφηση του
ασβεστίου γίνεται μόνο από τα ακρορίζια, η περαιτέρω απορρόφησή του παρεμποδίζεται.. Το
ασβέστιο είναι μη κινητικό στοιχείο στο φυτό. Μετακινείται με βραδύ ρυθμό στον φλοιό και
για αυτό το λόγο σε περίπτωση τροφοπενίας παρατηρείται έλλειψη στα νέα φύλλα και κυρίως
στους καρπούς και γενικά στα αποθηκευτικά όργανα του φυτού

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός Ανθρακικών Αλάτων με την μέθοδο Bernard


(ολικά ανθρακικά άλατα).

Πίνακας 6. Τιμές ανθρακικών αλάτων στο έδαφος.


Περιεκτικότητα σε Ανθρακικά Άλατα % Χαρακτηρισμός.
3-5 Εφοδιασμένα
5 - 10 Επαρκώς εφοδιασμένα
10 - 20 Μαργώδη
20 - 40 Μάργες
> 40 Ασβεστώδη

2.7 Μαγνήσιο (Mg) – Ανταλλάξιμο Μαγνήσιο

Το μαγνήσιο απορροφάται ως κατιόν και η συγκέντρωσή του στα φυτά ποικίλλει μεταξύ 0,1 -
0,4%. Αποτελεί βασικό συστατικό του μορίου της χλωροφύλλης, η οποία περιέχει το 15-20%
του συνόλου του μαγνησίου του φυτού. Αποτελεί, επίσης, βασικό συστατικό των
ριβοσωμάτων και μέσω της ενεργοποίησης των t-RNA, που υπάρχουν σε αυτά, παίζει ρόλο
στο μηχανισμό σύνθεσης των πρωτεϊνών. Η έλλειψη μαγνησίου μειώνει τον ρυθμό σύνθεσης
των πρωτεϊνών και τη συσσώρευση μη πρωτεϊνικού αζώτου στα φυτά. Συμβάλλει στην
ενεργοποίηση σχεδόν όλων των ενζύμων που είναι υπεύθυνα για τις φωσφορυλιώσεις στο
μηχανισμό των υδρογονανθράκων. Οι περισσότερες αντιδράσεις που περιλαμβάνουν
μεταφορά φωσφορικών ομάδων από τα ΑΤΡ χρειάζονται μαγνήσιο. Επομένως, οι βασικές
διεργασίες μεταφοράς ενέργειας που λαμβάνουν χώρα στη φωτοσύνθεση, τη γλυκόλυση, τον
κύκλο του Krebs και την αναπνοή, χρειάζεται μαγνήσιο. Το μαγνήσιο ανταγωνίζεται το
μαγγάνιο. Υψηλά επίπεδα μαγγανίου, μειώνουν την απορρόφηση μαγγανίου και αποφεύγεται
η τοξικότητα μαγγανίου στα φυτά

Ερηαστηριακή μέθοδος : Προσδιορισμός ανταλλάξιμων κατιόντων με τη μέθοδο Οξικού


Αμμωνίου.

Πίνακας 7. Όρια Επάρκειας Μαγνησίου (Mg) , Soil Test Interpretation Guide D.A. Horneck,
D.M Sullivan, J.S Owen and J.M Hart (2011)

Χαρακτηρισμός Μαγνήσιο (Mg)


Low (χαμηλή) <60 ppm
<0.5 meq/100 g soil
Medium (μέτρια) 60–300 ppm
0.5–2.5 meq/100 g soil
High (υψηλή) >300 ppm
>2.5 meq/100 g soil

Μικροθρεπτικά συστατικά

Η διαθεσιμότητα των περισσότερων μικροθρεπτικών συστατικών μειώνεται όσο αυξάνεται το


pΗ (εκτός από το μολυβδαίνιο, το οποίο καθίσταται περισσότερο διαθέσιμο στην αύξηση του
pΗ). Οι τροφοπενίες μικροθρεπτικων συστατικών εμφανίζονται σπάνια όταν το pH του
εδάφους είναι μικρότερο από 6,. Αυτά είναι τα εξής: Β, Zn, Cu, Mn, Fe και Mo
2.8 Βόριο (Β) – Διαθέσιμο Βόριο:

Οι λειτουργίες του βορίου στο φυτό σχετίζονται με την μεριστωματική αύξηση και
εμπλέκονται άμεσα στην διαφοροποίηση των κυττάρων, την ωρίμανση, την διαίρεση και την
επιμήκυνση. Η μοριακή βάση αυτής της λειτουργίας βρίσκεται στο ότι το βόριο είναι
αναγκαίο για την σύνθεση της ουρακίλης. Η ουρακίλη είναι συστατικό του RNA και η
πρόδρομη ένωση της ουριδινο-διφωσφορο-γλυκόζης. Όταν περιορίζεται η στάθμη του
βορίου, οι ρυθμοί της κυτταρικής διαίρεσης μειώνονται και αυξάνει ο αριθμός των
αδιαφοροποίητων κυττάρων. Επιπλέον, το βόριο επηρεάζει την αύξηση του υπέρου, πιθανώς
με αύξηση της απορρόφησης και του μεταβολισμού των σακχάρων και αύξηση της αναπνοής.
Επομένως το βόριο ασκεί ένα έμμεσο έλεγχο στη βλάστηση.

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός Βορίου με την Μέθοδο Azomethine-H

Πίνακας 8. Όρια Επάρκειας Βορίου (Β), Soil Test Interpretation Guide D.A. Horneck, D.M
Sullivan, J.S Owen and J.M Hart (2011)
Ανταλλάξιμο Βόριο (ppm). Χαρακτηρισμός.
<0,2 Χαμηλό
Οριακό
0,2-0,5
Επαρκές
0,5-1
Υψηλό
1-2
Επίπεδο πιθανής τοξικότητας Υψηλό
>2+

2.9 Ψευδάργυρος (Zn) – Ανταλλάξιμος Ψευδάργυρος :

Ο Ψευδάργυρος συμμετέχει σε πολλές ενζυμικές διεργασίες, παρότι δεν είναι απόλυτα


γνωστό αν δρα στη λειτουργία του φυτού ως δομικό συστατικό, ή ως ρυθμιστικός
παράγοντας. Παίζει ρόλο στη σύνθεση της τρυπτοφάνης, απαραίτητο συστατικό ορισμένων
πρωτεινών, καθώς και στη σύνθεση αυξητικών ορμονών (αυξίνων).

Εργαστηριακή μέθοδος: Προσδιορισμός σε εκχύλισμα D.T.P.A


Πίνακας 9. Όρια επάρκειας Ψευδαργύρου (Zn)

Ανταλλάξιμος Ψευδάργυρος (ppm). Χαρακτηρισμός.


2.10
0 - 0,5 Χαμηλό

0,5 - 1,0 Οριακό

1,0 - 3,0 Επαρκές

3,0 - 20,0 Υψηλό

> 20,0 Επίπεδο πιθανής τοξικότητας Πολύ


υψηλό
Σίδηρος (Fe) – Ανταλλάξιμος Σίδηρος:
Ο σίδηρος παίζει σημαντικό ρόλο σε οξειδοαναγωγικές αντιδράσεις στο φυτό και στο
έδαφος. Η μετακίνηση ηλεκτρονίων μεταξύ οργανικών μορίων και του σιδήρου καθορίζει το
δυναμικό πολλών ενζυμικών σχηματισμών, στις οποίες ο σίδηρος είναι απαραίτητος. Μερικά
από τα ένζυμα αυτά μετέχουν στη σύνθεση της χλωροφύλλης, η παραγωγή της οποίας
μειώνεται, όταν υπάρχει έλλειψη σιδήρου, με αποτέλεσμα την εμφάνιση της χαρακτηριστικής
χλώρωσης.

Εργαστηριακή μέθοδος: Ο προσδιορισμός γίνεται σε εκχύλισμα D.T.P.A

Πίνακας 10. Όρια επάρκειας Σιδήρου (Fe)

Ανταλλάξιμος Σίδηρος (ppm). Χαρακτηρισμός.

0 - 5,0 Χαμηλό

5,0 - 10,0 Οριακό

10,0 - 15,0 Επαρκές

> 15,0 Υψηλό

Κεφάλαιο 3. Χαρακτηριστικά Περιοχής Μελέτης


3.1 Γενικά Στοιχεία Νομού Λακωνίας
Ο νομός Λακωνίας χαρτογραφικά αποτελείται από τους εξής πέντε Δήμους: Σπάρτης,
Ευρώτα, Ανατολικής Μάνης, Μονεμβασιάς, Ελαφονήσου.

1. Δήμος Σπάρτης  με έδρα τη Σπάρτη


αποτελούμενος από τους πρώην δήμου: α.
Σπάρτης β. Οινούντος γ. Μυστρά δ. Πελλάνας
ε. Θεραπνών στ. Φαρίδος και τη κοινότητα
Καρυών.

2. Δήμος Ευρώτα με έδρα τη Σκάλα


αποτελούμενος από τους πρώην δήμους: α.
Έλους β. Κροκεών γ. Σκάλας δ. Νιάτων και ε.
Γερόνθρων.

3. Δήμος Ανατολικής Μάνης με έδρα το


Γύθειο και ιστορική έδρα την Αρεόπολη
αποτελούμενος από τους πρώην δήμους: α. Γυθείου β. Σμύνους γ. Οιτύλου και δ. Ανατολικής
Μάνης.

4. Δήμος Μονεμβασιάς με έδρα τους Μολάους αποτελούμενος από τους πρώην δήμους: α.
Μονεμβασιάς β. Μολάων γ. Ζάρακα δ. Ασωπού και ε. Boιών.

5. Δήμος Ελαφονήσου με όνομα, έδρα και εδαφική περιφέρεια αυτά της τέως κοινότητας.

3.2. Οικονομία του Νομού Λακωνίας

Η οικονομία του Νομού Λακωνίας εξαρτάται σημαντικά από τη γεωργία, όπου απασχολείται
σημαντικό τμήμα του εργατικού δυναμικού. Σημαντικές διαφορές παρουσιάζουν μεταξύ τους
οι περιφέρειες του Νομού Λακωνίας ως προς το είδος των καλλιεργειών, το ύψος της
απόδοσης και κυρίως το επίπεδο του εισοδήματος. Διακρίνονται τρεις περιοχές: η περιοχή
της κοιλάδας και των εκβολών του Ευρώτα, που είναι η πιο εύφορη, η ορεινή περιοχή του
Πάρνωνα και η ορεινή περιοχή του Ταΰγετου.

Σε ολόκληρο τον Νομό Λακωνίας επικρατεί η καλλιέργεια της ελιάς (καλύπτει περισσότερο
από το μισό των συνολικά καλλιεργούμενων εκτάσεων), όμως το μεγαλύτερο μέρος της
ελαιοπαραγωγής συγκεντρώνεται στην κοιλάδα των εκβολών του Ευρώτα, η οποία έχει
επίσης τη μεγαλύτερη αναλογία πεδινών και αρδευομένων εκτάσεων και σχεδόν το σύνολο
της παραγωγής εσπεριδοειδών, λαχανικών και υπαίθριων καλλιεργειών κλπ.

3.3 Χρήσεις Γης & Στατιστικά στοιχεία Νομού Λακωνίας

Σύμφωνα με στοιχεία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λακωνίας, οι γεωργικές εκτάσεις


του Νομού παραμένουν σχεδόν σταθερές, με βάση τα στοιχεία της δεκαετίας 1989-1998. Από
το σύνολο των γεωργικών εκτάσεων, 18% περίπου βρίσκονται σε αγρανάπαυση με μικρές
ετήσιες διακυμάνσεις της τάξης των ±2 ποσοστιαίων μονάδων. Οι αροτραίες καλλιέργειες
καταλαμβάνουν 78,8 χιλ. στρέμματα (9,5%), τα κηπευτικά καταλαμβάνουν 20,1 χιλ.
στρέμματα (2,4%), τα αμπέλια καταλαμβάνουν 8,5 χιλ. στρέμματα (1,1%) και οι δενδρώδεις
καλλιέργειες καταλαμβάνουν 718,6 χιλ στρέμματα (87%). Από τις κύριες καλλιέργειες των
δενδρωδών είναι τα εσπεριδοειδή με προέχον προϊόν τις πορτοκαλιές και τα ελαιοκομικά
προϊόντα με τις ελαιοποιήσιμες ελιές επικεφαλής.
Συγκεκριμένα η παραγωγή των πορτοκαλιών ανέρχεται το 1998 στους 170.000 τόνους
περίπου και αποτελεί το 57,7% του συνόλου των δενδρωδών του Νομού και ακολουθεί η
ελαιοποιήσιμη ελιά με παραγωγή στους 109.000 τόνους περίπου που αναλογεί στο 77% της
παραγωγής του Νομού Λακωνίας. Η παραγωγή των πορτοκαλιών και της ελιάς αυξάνεται
διαχρονικά, έστω και με μικρούς σχετικά ρυθμούς ενώ όλα τα άλλα προϊόντα δενδρωδών
παραμένουν στάσιμα ή μειώνονται διαχρονικά.

Πίνακας 11: Καλλιεργούμενες εκτάσεις

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι η οικονομία του νομού Λακωνίας στηρίζεται κυρίως
στον πρωτογενή τομέα, ο οποίος συγκεντρώνει το 48% των απασχολούμενων. Σημαντική
θέση κατέχει σαφώς και ο τριτογενής τομέας απασχόλησης, συγκεντρώνοντας το 36% των
εργαζομένων της περιοχής, ενώ ο δευτερογενής τομέας φαίνεται να υστερεί σε σχέση με τους
άλλους δύο παραγωγικούς τομείς, καθώς μόλις το 12% των εργαζομένων Ν. Λακωνίας
απασχολείται σε δραστηριότητες του τομέα αυτού. Το ποσοστό των ανέργων στον νομό
Λακωνίας αποτελεί το 7% των οικονομικά ενεργών κατοίκων.

H παραγωγή ελαιολάδου είναι ένας από  τους  σημαντικότερους  τομείς  της  οικονομίας. Οι


ελαιώνες  αποτελούν  παραδοσιακή  καλλιέργεια  στο  νομό . Στην  ευρύτερη  περιοχή του
νομού  Λακωνίας  λειτουργούν  169 ελαιουργεία,  τα  οποία  παράγουν  20.445 τόνους 
ελαιολάδου  (μέση  τιμή  από  την  παραγωγή  της  πενταετίας  2000‐2004).

Ο νομός Λακωνίας αποτελείται από όλους τους Δήμους της ΠΕ Λακωνίας. Σύμφωνα με την
απογραφή της ΕΛ.ΣΤΑΤ του 2011, ο εξυπηρετούμενος πληθυσμός του νομού Λακωνίας υπολογίζεται
σε 89.138 άτομα, που κατανέμονται στους δήμους ως ακολούθως:

Πίνακας 12. Πληθυσμός νομού Λακωνίας ΕΛ.ΣΤΑΤ (2011)


Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις εκτάσεις καλλιεργειών, στην περιοχή της ΛεκάνηςΑπορροής
του ποταμού Ευρώτα (ΛΑΠ) σήμερα υπάρχουν συνολικά περίπου 491.000 στρέμματα
καλλιεργούμενης γης. Σε αυτές τις εκτάσεις διακρίνουμε: 4.000 στρ. αμπέλων και
σταφιδαμπέλων, 38.000 στρ. αροτραίων, 443.000 στρ. δενδρωδών και 6.000 στρ.
κηπευτικών. Οι ανωτέρω εκτάσεις δίνονται με βάση τις τελευταίες διαθέσιμες σχετικές
απογραφές της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το έτος 2007. Οι κύριες δραστηριότητες στη λεκάνη
απορροής είναι η γεωργία (κτηνοτροφία και μια ποικιλία καλλιεργειών, που περιλαμβάνει
ελιές και εσπεριδοειδή και μικρής κλίμακας βιομηχανίες επεξεργασίας τροφίμων.

Πίνακας 13. Κατανομή χρήσεων γης και καλλιεργειών στη ΛΑΠ Ευρώτα (Σχέδιο
Διαχείρισης ΛΑΠ Ανατολικής Πελοποννήσου (ΥΔ 03),GR33)

.4 Η Γεωλογία του Νομού


Στη λεκάνη του ποταμού Ευρώτα απαντούν σε ποσοστό 49% ασβεστόλιθοι και 29%
σχιστόλιθοι (Vernooij et al., 2011). Η λεκάνη έχει πληρωθεί από μεταλπικές ιζηματογενείς
αποθέσεις διαφόρων ηλικιών. Παρουσιάζεται ο χάρτης με τη λιθολογία της περιοχής:
Λιθολογικός χάρτης λεκάνης π. Ευρώτα (Πηγή: Cazemier et al., 2011. Με τροποποιήσεις).

Οι γεωλογικοί σχηματισμοί που εκδηλώνονται εντάσσονται κυρίως στη γεωτεκτονική


ζώνη Γαβρόβου‐Τριπόλεως, καθώς και στους σχηματισμούς του προαλπικού υποβάθρου.
χαρακτηρίζεται από συνεχή ανθρακική ιζηματογένεση με κυρίαρχα πετρώματα τους
ασβεστόλιθους και δολομίτες..

Επιπλέον, στις λεκάνες (τεκτονικά βυθίσματα) απαντούν μεταλπικές αποθέσεις ποικίλων


φάσεων και λιθολογιών. Τα τεκτονικά βυθίσματα αυτά από τα ανάντη προς τα κατάντη
είναι: της Πελλάνας, της Σπάρτης, των Αιγιών (βόρεια του Γυθείου) και το τεκτονικό
βύθισμα Σκάλας – Έλους .

3.5 Κλιματολογικά – Μετεωρολογικά στοιχεία

Για την περιοχή του νομού Λακωνίας, η αξιολόγηση των ως άνω συνθηκών και των
κλιματολογικών συνθηκών γενικότερα, έγινε, κατόπιν επεξεργασίας των μετρήσεων των
Μετεωρολογικών Σταθμών Γυθείου και Σπάρτης.
α) Μ.Σ. Γυθείου: Οι θερμότεροι μήνες του έτους είναι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος με
27,58°C και 27,34°C, αντίστοιχα ενώ οι ψυχρότεροι μήνες του έτους είναι ο Ιανουάριος και
ο Δεκέμβριος, με 10,25°C και 10,76°C αντίστοιχα. Το μέσο ετήσιο θερμοκρασιακό εύρος
ανέρχεται σε 18,47°C.

β) Μ.Σ. Σπάρτης

Οι θερμότεροι μήνες του έτους είναι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος με 28,54°C και 27,83°C,
αντίστοιχα ενώ οι ψυχρότεροι μήνες του έτους είναι ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος, με
9,60°C και 10,16°C αντίστοιχα. Το μέσο ετήσιο θερμοκρασιακό εύρος ανέρχεται σε
18,38°C.

Ομβροθερμικό Διάγραμμα α) Μ.Σ. Γυθείου: Στοιχεία για τις βιοκλιματικές συνθήκες της
περιοχής προκύπτουν από το ομβροθερμικό διάγραμμα του μετεωρολογικού σταθμού
Γυθείου. Είναι γνωστό ότι η περίοδος βιολογικής ξηρασίας αντιστοιχεί στη χρονική
περίοδο κατά την οποία η καμπύλη των βροχοπτώσεων παίρνει τιμές ασθενέστερες της
καμπύλης των θερμοκρασιών.

Από το ομβροθερμικό διάγραμμα του


Μ.Σ. Γυθείου προκύπτει ότι η
περίοδος της βιολογικής ξηρασίας
διαρκεί περίπου 165 ημέρες,
κατατάσσοντας έτσι το βιοκλίμα της
περιοχής κυμαίνεται μεταξύ 150 και
200 ημερών.

Τα ομβροθερμικά διαγράμματα
έχουν χρησιμοποιηθεί σε μελέτες
συσχέτισης της βλάστησης ενός
τόπου με τον κλιματικό του τύπο.

Σχετική Υγρασία α) Μ.Σ. Γυθείου:


Η μέση σχετική υγρασία του έτους
είναι 65,67%, με διακύμανση, από 55,84% το μήνα Ιούλιο έως 71,48% τον μήνα
Νοεμβρίου.

β) Μ.Σ. Σπάρτης Η μέση σχετική υγρασία του έτους είναι 59,74%, με διακύμανση, από
44,15% το μήνα Ιούλιο έως 72,48% τον μήνα Δεκέμβριο.

Άνεμοι α) Μ.Σ. Γυθείου Σύμφωνα με παρατηρήσεις του Μ.Σ. Γυθείου, για την περίοδο
1979‐2004, στην ευρύτερη περιοχή του σταθμού πνέουν, στη μεγαλύτερη διάρκεια του
έτους (9 μήνες), νότιοι άνεμοι.
β) Μ.Σ. Σπάρτης Σύμφωνα με
παρατηρήσεις του Μ.Σ. Σπάρτης, για την
περίοδο 1974‐2009, στην ευρύτερη
περιοχή του σταθμού πνέουν, καθ’ όλη τη
διάρκεια του έτους, βόρειοι άνεμοι.
Ως προς την υδρογεωλογική συμπεριφορά
στη λεκάνη απορροής του Ευρώτα, τα
πετρώματα διακρίνονται σε καρστικούς
υδροφορείς, αλλουβιακούς υδροφορείς και
διαπερατά πετρώματα. Μάλιστα το
μεγαλύτερο ποσοστό της λεκάνης
αποτελείται από μακροπερατά και 27
μικροπερατά πετρώματα, δηλαδή από
καρστικά και ρωγμώδη πετρώματα αντίστοιχα. (Tzoraki et al., 2013)

Καταγραφικοί σταθμοί

Οι σταθμοί που υπολογίζουν το υψόμετρο βροχής και υετού για την λεκάνη απορροής του
Ευρώτα και που παρέχουν ημερήσια δεδομένα είναι 7, εκ των οποίων οι 3 είναι
μετεωρολογικοί : ο σταθμός του Έλους που βρίσκεται σε υψόμετρο 4μ, της Ριβιώτισσας σε
υψόμετρο 163,5μ και της Σελλασίας σε υψόμετρο 590μ, ενώ οι υπόλοιποι 4 καταγράφουν
μόνο την βροχόπτωση και αυτοί είναι :του Βρονταμά σε υψόμετρο 280μ (λειτουργεί από το
1953), των Περιβολιών σε υψόμετρο 490μ, του Βασαρά σε υψόμετρο 646μ και της
Πετρίνας 240μ.

Χάρτης 1. Καταγραφικοί σταθμοί του Νομού Λακωνίας..

Επιπλέον, τελευταίος σταθμός που προστέθηκε είναι αυτός του Γερακίου ο οποίος
λειτουργεί από το 2013 και ανήκει στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Αυτόματα καταγραφικά
της στάθμης έχουν τοποθετηθεί και λειτουργούν από το 2007 καταγράφοντας τη στάθμη
του ποταμού ανά 10 λεπτά στις ακόλουθες θέσεις: Σκάλα, Βιβάρι, Σκορτσινό, Σπάρτη,
Βρονταμά, Κελεφίνα.

Η λεκάνη απορροής του Ευρώτα παρουσιάζει τυπικό μεσογειακό κλίμα με θερμά


καλοκαίρια και ψυχρούς χειμώνες, με μέση ετήσια θερμοκρασία, που φτάνει περίπου τους
16˚C. Η περιοχή είναι πλούσια σε βροχοπτώσεις.

Το πλείστο των βροχοπτώσεων παρουσιάζεται κατά τους μήνες Οκτώβριο ως και Μάρτιο,
με πιο υγρό μήνα το Δεκέμβριο και πιο ξηρό τον Ιούνιο. Αντίστοιχα, η μέση υπερετήσια
δυναμική εξατμισοδιαπνοή κατά Thornwaite έχει καθοριστεί για την περιοχή σε 668 mm
ισοδυνάμου ύψους βροχής (Μελέτη Λιμνοδεξαμενών Νομού Λακωνίας, 1993). Η
Δυναμικη εξατμισοδιαπνοη είναι ο ρυθμος απομάκρυνσης νερου από υγρο εδαφος και
φυτικης επιφανειες σε πληρη διαθεσιμοτητα. Το μεγαλύτερο μέσο ετήσιο ύψος βροχής
παρουσιάζεται στον ορεινό όγκο του Ταϋγέτου και κυρίως στο βόρειο τμήμα του (1300‐
1600mm), ενώ στον Πάρνωνα έχουμε (1000‐1200mm). Στο πεδινό τμήμα του
Λεκανοπεδίου έχουμε (700‐800mm) και στα παράλια (500‐550mm) ενώ στις δύο
χερσονήσους το μέσο ετήσιο ύψος βροχής δεν ξεπερνά τα (450‐500mm). Το μεγαλύτερο
ποσοστό των βροχών πέφτει το Φθινόπωρο ‐Χειμώνα (70‐75% ) και την Άνοιξη (20%) ενώ
το Καλοκαίρι κυμαίνεται από (5‐10%). Η περιοχή χαρακτηρίζεται από μια μέση ετήσια
βροχόπτωση της τάξεως των 802mm. (Νικολαΐδης et. al, 2009)

Πίνακας 14. Μέση μηνιαία βροχόπτωση

3.6 Η κλιματική αλλαγή και η επίδραση της στον Νομό Λακωνίας


Η ανάγκη προσδιορισμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στη γεωργία,
οφείλεται στο γεγονός ότι η αλλαγή αυτή αναμένεται να μεταβάλλει τα αποθέματα τροφής
σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσω της μεταβολής στη βροχόπτωση, της πιθανής αύξησης της
θερμοκρασίας και του CO2, της αύξησης των ακραίων καιρικών συμβάντων, της
μεταβολής στη διασπορά εχθρών και ασθενειών των καλλιεργειών (Tubiello et al, 2007).
Επιπλέον η αύξηση των ακραίων καιρικών συμβάντων μπορεί να οδηγήσει σε
απρόβλεπτες αλλαγές στις αποδόσεις, στην αύξηση των τιμών και σε αλλαγές σε
εμπορικά ισοζύγια μεταξύ χωρών (Lobell et al, 2008). Σήμερα πλέον είναι αποδεκτό ότι
οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι περισσότερο ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή, λόγω του
κυρίαρχου ρόλου του γεωργικού τομέα στις οικονομίες τους, της έλλειψης κεφαλαίων
για την αντιμετώπισή της, του γεγονότος ότι χαρακτηρίζονται κατά βάση από
θερμότερα κλίματα και τη μεγαλύτερη έκθεσή τους σε ακραία καιρικά γεγονότα
(Parry et al, 2001).
Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από τον μεσογειακό τύπο εύκρατου κλίματος με ήπιους υγρούς 
χειμώνες και ζεστά ξηρά καλοκαίρια. Το κλίμα της χώρας μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις 
βασικές κατηγορίες: ‐ υγρό μεσογειακό (δυτική Ελλάδα, δυτική Πελοπόννησος, πεδινά και 
ημιορεινά της Ηπείρου) ‐ ξηρό μεσογειακό (Κυκλάδες, παραλιακή Κρήτη, Δωδεκάνησα, αν
ατολική Πελοπόννησος, Αττική, πεδινές περιοχές Ανατολικής Στερεάς) ‐ ηπειρωτικό (δυτικ
ή Μακεδονία, εσωτερικά υψίπεδα ηπειρωτικής Ελλάδας,  βόρειος 
Έβρος) ‐ ορεινό (ορεινές περιοχές με υψόμετρο περίπου >1500μ στη βόρεια Ελλάδα, >180
0μ στην κεντρική Ελλάδα και >2000μ στην Κρήτη).  Impacts of climate change on
agriculture.2020

Παρακολουθώντας την  ποσοστιαία συμμετοχή του γεωργικού προϊόντος 
στη δημιουργία του ΑΕΠ της χώρας τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε ότι παρουσιάζει μί
α συνεχή πτωτική τάση.  Αν παραδείγματος χάριν εξετάσουμε το ποσοστό αυτό κατά τη δε
καετία 1995‐2005, διαπιστώνουμε ότι ενώ το 1995  το 
ποσοστό συμμετοχής του γεωργικού προϊόντος στο ΑΕΠ ήταν περίπου 10%, το 2005 ήταν 
5,2%, ενώ το αντίστοιχο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 1,9%. Η έρευνα γύρω από
τις επιπτώσεις της μεταβολής των κλιματικών

συνθηκών στη γεωργική παραγωγή στο πρόσφατο παρελθόν έχει δώσει ορισμένα
ενδεικτικά συμπεράσματα.
Πίνακας 14. Στοιχεία εκτάσεων και παραγωγής για βασικά προιόντα (Πηγή: ΥΠΑΑΤ, 2010)

Ιδιαίτερα σε  επίπεδο  Ε.Ε  ο γεωγραφικός διαχωρισμός ανάλογα με τις προβλεπόμενες αλλαγές 


στις γεωργικές αποδόσεις, αποτυπώνεται στον παρακάτω χάρτη.  Η ζώνη 4 (Μεσογειακή) 
περιλαμβάνει τις χώρες της νότιας Ευρώπης (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία).  

Χάρτης 2: Χάρτης με τις ζώνες γεωργικής σημασίας της Ευρώπης (Ε.Ε, 2007). Η Ελλάδα
ανήκει στη ζώνη 4 μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Η ζώνη 4
(Μεσογειακή) θεωρείται ως η πλέον ευαίσθητη στην κλιματική αλλαγή (IPCC, 2007).

Η αύξηση της θερμοκρασίας και του επιπέδου CO2 στην ατμόσφαιρα την περίοδο 1960‐
2000, έχουν επηρεάσει τις καλλιέργειες σε όλο τον πλανήτη. Οι αλλαγές αυτές δεν είναι
ορατές εξαιτίας των ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων στη γεωργία. Κι όμως μελέτες που
έχουν απομονώσει τις επιδράσεις της αλλαγής του κλίματος (θερμοκρασία και βροχόπτωση
μόνο) έχουν αποδείξει ότι η γεωργική παραγωγή είτε ελαφρώς μειώνεται (0,05%), είτε
ελαφρώς αυξάνεται (0,9%), ενώ σε συνδυασμό με την παρατηρούμενη αύξηση του CO2
η παγκόσμια γεωργική παραγωγή έχει αυξηθεί 2‐4% (Mendelsohn, 2007).
Αναφορικά με τις μελλοντικές προβλέψεις για την γεωργική παραγωγή, η έκθεση
του ερευνητικού προγράμματος PESETA της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβλέπει από μηδενικές
μεταβολές έως μείωση κατά 27% στη νότια Ευρώπη, ανάλογα με το σενάριο και το
κλιματικό μοντέλο που χρησιμοποιείται.
Οι Giannakopoulos et al. (2009), εκτίμησαν την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στις
καλλιέργειες της Μεσογειακής λεκάνης, χρησιμοποιώντας το μοντέλο HadCM3 για τα
σενάρια Α2 και Β2 με παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κέσιου για την
περίοδο 2031-2060.Συμφωνα με την μελέτη αυτή για την περιοχή της Βόρειας Μεσογείου,
στη οποία περιλαμβάνεται και η Ελλάδα, η αλληλεπίδραση κλιματικών μεταβολών και
αύξησης του CO2 αναμένεται να προκαλέσει μεταβολές στις αποδόσεις κατά -9.33% για τις
βολβώδεις καλλιέργειες εως +12.49% για τα σιτηρά.

Η γεωργία είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής νερού (70% σε παγκόσμιο επίπεδο και πάνω
από 80% στις περισσότερες Μεσογειακές χώρες), για την παραγωγή τροφίμων, πρώτων υλών
αλλά και παροχή εργασίας σε εκατομμύρια κατοίκων τω αγροτικών περιοχών. Τόσο η ξηρική
όσο και η αρδευόμενη γεωργία δέχονται ισχυρές πιέσεις από την ελλειψη νερού με
αποτέλεσμα να απειλείται η διαβίωση δισεκατομμυρίων ανθρώπων, κυρίως στις
αναπτυσόμενες χώρες. Στις χώρες της Μεσογείου, το νερό αποτελεί περιοριστικό παράγοντα
για την οικονομική ανάπτυξη και βελτίωση του βιωτικού επιπέδου.(Handy t al., 1995).

Τη μελοντική όμως προοπτική της γεωργικής παραγωγής κατ΄επέκταση της επισιτιστικής


ασφάλειας απειλεί άμεσα η κλιματική αλλαγή, που θα έχει αρκετές και πολύπλοκες
επιπτώσεις. Σε κάποιες περιοχές οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να είναι θετικές αλλά στις
περισσότερες περιπτώσεις ιδίως των χωρών που στηρίζουν την παγκόσμια παραγωγή
τροφίμων, θα είναι από λίγο εως πολύ αρνητικές. Ο όγκος, η ποιότητα και η σταθερότητα της
γεωργικής παραγωγής καθώς και το φυσικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται η γεωργία θα
επηρεαστούν από αναμενόμενες μεταβολές σε φυσικά φαινόμενα, όπως η αύξηση της
θερμοκρασίας, η συχνότητα και η ένταση των βροχοπτώσεων καθώς και οι ακραίες καιρικές
καταστάσεις που θα επικρατούν εποχικά κατά τόπους (πλημμύρες και ξηρασίες). Οι δύο
κύριες απειλές της αλλαγής του κλίματος στη γεωργία είναι η μείωση της γονιμότητας των
καλλιεργούμενων εδαφών και η ελάττωση του διαθέσιμου νερού για την άρευσή τους. Η
Ελλάδα θεωρείται πλούσια χώρα σε νερό με το μέσο ύψος των ετήσιων βροχοπτώσεων να
φτάνει τα 700mm, που αντιστοιχεί σε 115 δις.. Από αυτά χάνεται το 50% μέσω της
εξατμισοδιαπνοής και το 30% λόγω επιφανειακής απορροής (καταλήγουν στη θάλασσα).

Οι παρατηρήσεις σε όλο τον κόσμο καθιστούν σαφές ότι συμβαίνουν οι κλιματικές αλλαγές
και η αυστηρή επιστημονική έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα αέρια του
θερμοκηπίου που εκπέμπονται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες αποτελούν τον κύριο
οδηγό.
Είναι επομένως πιθανόν η καλλιέργεια ελιάς σε περιοχές που πιθανόν να υποστούν τις
αρνητικές συνέπειες τις κλιματικής αλλαγής ( όπως η νότια Ελλάδα,τα νησιά του Αιγαίου, η
Κρήτη στην περίπτωση ορισμένων σεναρίων) να μετατοπισθεί σε αυξημένα υψόμετρα και να
γίνει κύρια καλλιέργεια σε περιοχές που σήμερα θεωρούνται σχετικά ψυχρές όπως είναι η
Δυτική, Βόρεια Μακεδονία και η Θράκη

Η ποσότητα και ο χρόνος των αρδεύσεων, η αποθήκευση του νερού, η μέθοδος διανομής
είναι ιδιαίτερα σημαντικοί παράμετροι προς την κατεύθυνση της βελτιστοποίησης της
χρήσης νερού (Water Use Efficiency) με μεγάλη σημασία ιδίως για της ξηροθερμικές
περιοχές (Karamanos et al., 2005). Ιδιαίτερα η εξέλιξη της τεχνολογίας των αρδεύσεων
ακριβείας με τη χρήση στάγδην άρδευσης και αισθητήρων εδαφικής υγρασίας, σε
συνδυασμό με την ορθή γνώση των υδατικών απαιτήσεων των καλλιεργειών μπορεί να
αυξήσει σημαντικά την αποτελεσματικότητα της χρήσης του νερού στην γεωργία (Soulis et
al., 2015).
Κεφάλαιο 4
Τα εδάφη του
Νομού Λακωνίας

Έχοντας ως σημέιο
αναφοράς τα
όρια επάρκειας των
στοιχείων,
που τέθηκαν στο
προηγούμενο
κεφάλαιο,
μελετήθηκαν
διεξοδικά όλες
οι διαθέσιμες
εδαφολογικές
αναλύσεις και

καταγράφηκαν αυτές όπου παρουσίαζαν απόκλιση από το επιθυμητό εύρος τιμών ώστε να
ελεγχθεί αν τα εδάφη στη Λακωνία τείνουν να έχουν συγκεκριμένες ελλέιψεις καθώς και οι
περιοχές όπου τις παρουσιάζουν. Παρακάτω παρουσιάζεται μια τυπική ανάλυση εδάφους από
περιοχή του Νομού Λακωνίας και τα στοιχεία στα οποία έχει πραγματοποιηθεί και για τα
οποία αντλήθηκαν και καταγράφηκαν οι σχετικές πληροφορίες.
Από τις εδαφικές αναλύσεις όπου
μελετήθηκαν, παρουσιάζονται οι
ελλείψεις που εμφανίζουν
συγκεκριμένες γεωγραφικές
περιοχές – Δήμοι, με τη μορφή
ραβδογράμματος. Σε κάθε περιοχή υπολογίστηκε ο αριθμός των αναλύσεων για κάθε στοιχείο που
αυτό παρουσιάζει έλλειψη, προς τον συνολικό αριθμό των αναλύσεων που εξετάστηκαν, και ο λόγος
αυτός εκφράστηκε ως ποσοστό επί τοις 100 (%).
Ο άξονας x, περιλαμβάνει τα στοιχεία τα οποία καταγράφηκαν και ο άξονας y (δηλαδή το ύψος των
ράβδων), είναι το ποσοστό των αναλύσεων οπου παρουσιάστηκε έλλειψη για κάθε στοιχείο
εκφρασμένο ως ποσοστό επί τοις 100 (%) του συνόλου των δειγμάτων της περιοχής.

Αρχικά Στον Δήμο Σπάρτης μελετήθηκαν εδαφικές αναλύσεις από τις εξής τοποθεσίες:

4.1 Δήμος Σπάρτης


Δήμος Σπάρτης
Ανώγεια
Γκοριτσά
Άγιοι Ανάργυροι
Χρύσαφα
Μαγούλα
Καραβάς
Λευκόχωμα
Σπάρτη
ΑΝΩΓΕΙΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ Καλλονή
Βαφειό
Σύμφωνα με 15 εδαφικές αναλύσεις όπου Σκούρα
πραγματοποιήθηκαν το μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνιζε Τραπεζοντή
Ξηροκάμπι
ελλείψεις σε Ca καθώς και σε P, K, Fe, Zn.
Παλαιοπαναγιά
Άγιοι Ανάργυροι
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι
από 6,95 εώς 7.80 και σε ένα δείγμα 5,91

Η οργανική ουσία στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 0,9% εώς 2%

Σχεδόν όλα τα δείγματα εμφάνιζαν τιμές πολύ χαμηλές εκτός από το Φυσιολογικό εύρος
τιμών για τα Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3).
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

ΓΚΟΡΙΤΣΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 200 περίπου
Ελλείψεις Στοιχείων
εδαφικές αναλύσεις που
45.00%
πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
32.00%
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα
εξής στοιχεία: P, K, Fe

13.00% Το pH στα δείγματα όπου


Ελλείψεις
90.00%Στοιχείων
αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι
πολύ υψηλό, από 7,01 εώς 8,28.
0.00% 0.00% 0.00% 0.00%

P K Ca Mg Fe Zn B

Η οργανική ουσία στα δείγματα


25.00%
20.00% όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να
0.00%
10.00% 10.00%
είναι στις Φυσιολογικές τιμές
από 1-5 %
P K Ca Mg Fe Zn

Επίσης σχεδόν όλα τα δείγματα


εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά
άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3),
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
Ελλείψεις Στοιχείων Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
40.00%

Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <


4,00 %.
30.00%

ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ
20.00% Σύμφωνα με 20 περίπου εδαφικές
αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα
10.00%
εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία
5.00% 5.00%
P, K, Fe, Β, Mg, Zn
0.00%

P K Ca Mg Fe Zn B
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
βρέθηκε να είναι πολύ υψηλό, από 7,18
εώς 8,16
Η οργανική ουσία στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι στις Φυσιολογικές τιμές
από 1-5 %

Επίσης 4 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά


Ελλείψεις Στοιχείων Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και
Ενεργό (CaCO3), ξεπερνώντας το
82.00%
Φυσιολογικό Έυρος Τιμών. Τα υπόλοιπα
δείγματα εμφάνιζαν τιμές εντός του
φυσιολογικού έυρους τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <
8.00%
5.00% 5.00%
4,00 %.
0.00% 0.00% 0.00%

P K Ca Mg Fe Zn B

ΧΡΥΣΑΦΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 20 περίπου εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν
ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία
P, Fe, Mg, Zn ώς επί το πλείστον εμφανίζονταν ελλείψεις στα περισσότερα δείγματα σε P.
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 6,43 εώς 7,96.
Η οργανική ουσία στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι στις Φυσιολογικές τιμές
από 1-5 %
Επίσης 10 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3),
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών. Τα υπόλοιπα δείγματα εμφάνιζαν τιμές εντός του
φυσιολογικού έυρους τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

ΜΑΓΟΥΛΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 15 περίπου εδαφικές
Ελλείψεις Στοιχείων αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν
45.00%
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα
40.00%
εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία
K, Mg, Fe
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
βρέθηκε να είναι από 5,45 εώς 8,02
Ελλείψεις Στοιχείων
70.00% 15.00% Η οργανική ουσία στα δείγματα όπου
αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι στις
Φυσιολογικές τιμές από 1-5 %
0.00% 0.00% 0.00% 0.00% Επίσης 5 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά
Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και
P K Ca Mg Fe Zn B
Ενεργό (CaCO3), ξεπερνώντας το
Φυσιολογικό Έυρος Τιμών. Τα υπόλοιπα
δείγματα εμφάνιζαν τιμές εντός του
20.00% φυσιολογικού έυρους τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
7.00%
3.00% Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
0.00% 0.00% 0.00%
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <
P K Ca Mg Fe Zn B
4,00 %.

ΚΑΡΑΒΑΣ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 15 περίπου εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν
ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία
K, Mg, Fe, P. Όλα τα δείγματα εμφάνιζαν έλλειψη σε Κ.
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 7,12 εώς 7,83
Η οργανική ουσία στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι στις Φυσιολογικές τιμές
από 1-5 %
Επίσης 2 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3),
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών. Τα υπόλοιπα δείγματα εμφάνιζαν τιμές εντός του
φυσιολογικού έυρους τιμών.
ΕΛΛΕΙΨΕΙΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
0.45 0.45
Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
0.45

0.4
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <
4,00 %.
0.35

0.3

0.25

0.2

0.15

0.1 0.05 0.05


ΛΕΥΚΟΧΩΜΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
0.05 0
0 Σύμφωνα με 100 περίπου εδαφικές
P K Ca Mg Fe
αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία
Ca, Mg, Fe, K. Όλα τα δείγματα εμφάνιζαν έλλειψη σε Ca.
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι, από 6,84 εως 8,08.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι στις
Φυσιολογικές τιμές από 1-5 %
Σχεδόν όλα τα δείγματα εμφάνιζαν τιμές πολύ χαμηλές εκτός από το Φυσιολογικό εύρος
τιμών για τα ολικά ανθρακικά άλατα
Ελλείψεις Στοιχείων καθώς και Ενεργό (CaCO3).
90.00%
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
0.9
Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
0.8
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <
0.7 4,00 %.
0.6

0.5
ΣΠΑΡΤΗ
0.4
Σύμφωνα με 30 περίπου εδαφικές
0.3
αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν
0.2
10.00% εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα
0.1
6.00%
3.00% εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία
0.00% 0.00% 0.00%
0 Ca, Mg, Fe, K. Όλα τα δείγματα
P K Ca Mg Fe Zn B
εμφάνιζαν έλλειψη σε Ca και K
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 6,03 εώς 7,95.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι στις
Φυσιολογικές τιμές από 1-5 %.
Σχεδόν όλα τα δείγματα εμφάνιζαν τιμές πολύ χαμηλές εκτός από το Φυσιολογικό εύρος
τιμών για τα ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3).
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

Ελλείψεις Στοιχείων
50.00%
ΒΑΦΕΙΟ & ΚΑΛΛΟΝΗ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
40.00%
Σύμφωνα με 15 περίπου εδαφικές
αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα
εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: B,
20.00% Zn, Fe, P. Σχεδόν σε όλα τα δείγματα
υπήρχαν αυτές οι ελλέιχεις στοιχείων.
7.00% Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
0.00% 0.00% 0.00%
βρέθηκε να είναι από 7,62 εώς 8,10.
P K Ca Mg Fe Zn Β Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να
είναι στις Φυσιολογικές τιμές από 1-5 %.
Επίσης όλα τα δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό
(CaCO3), ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

Ελλείψεις Στοιχείων ΣΚΟΥΡΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ


40.00%
Σύμφωνα με 10 περίπου εδαφικές
αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν
30.00% 30.00% εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα
εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία:
Κ, Fe, B. Σχεδόν σε όλα τα δείγματα
υπήρχαν αυτές οι ελλέιψεις στοιχείων.
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
βρέθηκε να είναι από 7,40 εώς 7,92.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε
0.00% 0.00% 0.00% 0.00%
να είναι στις Φυσιολογικές τιμές από
P Κ Ca Mg Fe Zn Β 1-5 %.
Επίσης όλα τα δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό
(CaCO3), ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.
ΤΡΑΠΕΖΟΝΤΗ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 10 εδαφικές αναλύσεις
Ελλείψεις Στοιχείων που πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
70.00%
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα
εξής στοιχεία: Ca, Mg, K.
Το pH στα δείγματα όπου
αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από
6,90 εώς 7,62.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε
20.00% 20.00%
να είναι στις από 1-5 %.
Τα δείγματα έιχαν τιμές εκτός από
0.00% 0.00% 0.00% 0.00% το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για το
Ολικό Ανθρακικό Ασβέστιο 1 – 5 %
P K Ca Mg Fe Zn B . . Όπως επίσης για το Ενεργό
CaCO3 < 4,00 % .
Σχεδόν όλα τα δείγματα εμφάνιζαν τιμές πολύ χαμηλές εκτός από το Φυσιολογικό εύρος
τιμών για τα ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3).
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

ΞΗΡΟΚΑΜΠΙ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 20 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής
Ελλείψεις Στοιχείων στοιχεία: Ca, Mg, K.
80.00% Το pH στα δείγματα όπου
αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 5,9
εώς 7,12.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε
να είναι στις Φυσιολογικές τιμές από
1-5 %.
Σχεδόν όλα τα δείγματα εμφάνιζαν
15.00% τιμές πολύ χαμηλές εκτός από το
10.00% Φυσιολογικό εύρος τιμών για τα
0.00% 0.00% 0.00% 0.00% ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και
Ενεργό (CaCO3).
P K Ca Mg Fe Zn B .
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

ΠΑΛΑΙΟΠΑΝΑΓΙΑ Δ.ΣΠΑΡΤΗΣ
Σύμφωνα με 10 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής
Ελλείψεις Στοιχείων στοιχεία: Ca, Mg
80.00%
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
βρέθηκε να είναι από 5,24 εώς 6,90.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε
να είναι στις Φυσιολογικές τιμές από
30.00%
1-5 %.
Σχεδόν όλα τα δείγματα εμφάνιζαν
τιμές πολύ χαμηλές εκτός από το
0.00% 0.00% 0.00% 0.00% 0.00%
Φυσιολογικό εύρος τιμών για τα ολικά
P K Ca Mg Fe Zn B
ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό
(CaCO3).
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.
4.2 Δήμος Ευρώτα
ΔΗΜΟΣ
ΕΥΡΩΤΑ
Γλυκόβρυση
Γεράκι
Γράμμουσα
Μυρτιά
Γούβες
Στεφανιά
Σκάλα
Κροκεές
Δαφνί
Βλαχιώτης
Βρονταμάς

ΓΛΥΚΟΒΡΥΣΗ Δ.ΕΥΡΏΤΑ
Σύμφωνα με 40 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής
στοιχεία: K, Fe, Zn, Mg, B χωρίς να
Ελλείψεις Στοιχείων υπάρχει κάποια συγκεκριμένη έλλειψη στο
20.00% 20.00% 20.00%
μεγαλύτερο ποσοστό των εδαφικών
αναλύσεων, παρά μόνο σε μεμονομένα
δείγματα.
15.00%
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
βρέθηκε να είναι από 6,34 εώς 7,82 .
10.00% 10.00%
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να
είναι στις Φυσιολογικές τιμές από 1-5 %.
Τα δείγματα έιχαν τιμές στο Φυσιολογικό
Έυρος Τιμών για το Ολικό Ανθρακικό
0.00% Ασβέστιο 1 – 5 % . Όπως επίσης για το
P K Ca Fe Zn Mg B
Ενεργό CaCO3 < 4,00 % .

ΓΕΡΑΚΙ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
Σύμφωνα με 50 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: Ca, Mg, Fe, Zn, B .
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 6,80 εώς 8,10.
Ελλείψεις Στοιχείων Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να
30.00% είναι στις Φυσιολογικές τιμές από 1-5
%.
Επίσης 39 δείγματα εμφάνιζαν τιμές
20.00% πολύ χαμηλές εκτός από το
Φυσιολογικό εύρος τιμών για τα ολικά
ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό
10.00% 10.00% 10.00% 10.00% (CaCO3).
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα
Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
0.00%
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <
4,00 %.ρισμένα δείγματα έιχαν χαμηλές τιμές εκτός από το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για το
Ολικό Ανθρακικό Ασβέστιο 1 – 5 % . Όπωςεπίσης για το Ενεργό CaCO3 < 4,00 % .

ΓΡΑΜΜΟΥΣΑ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
Σύμφωνα με 20 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: Mg, K, Fe.
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 7,06 εώς 8,12.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
50.00% Ελλείψεις στοιχείων δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να
είναι κάτω από 1%.
Ορισμένα δείγματα έιχαν υψηλές τιμές
εκτός από το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών
30.00%
για το Ολικό Ανθρακικό Ασβέστιο 1 – 5
% . Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3 <
20.00%
4,00 % .

0.00% 0.00% 0.00% 0.00%

P Κ Ca Mg Fe Zn Β
ΜΥΡΤΙΑ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
Σύμφωνα με 40 εδαφικές αναλύσεις που
πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν
ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: Mg, K, Β
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 7,25 εώς 8,21.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5
%.
Ορισμένα δείγματα έιχαν πολύ
Ελλείψεις Στοιχείων
50.00%
υψηλές τιμές εκτός από το
Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για το
40.00%
Ολικό Ανθρακικό Ασβέστιο 1 – 5
% . Όπως επίσης για το Ενεργό
CaCO3 < 4,00 % .

10.00%

0.00% 0.00% 0.00% 0.00%

P K Ca Mg Fe Zn B

ΓΟΥΒΕΣ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
Σύμφωνα με 30 εδαφικές αναλύσεις που
Ελλείψεις Στοιχείων
50.00% πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
Ελλείψεις Στοιχείων
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα
60.00% εξής στοιχεία: P, Zn, B
30.00%

Το pH στα δείγματα όπου


20.00%
αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από
7,20 εώς 8,20

0.00% 0.00% 0.00% 0.00%


Η οργανική ουσία στα
P K Ca Mg Fe Zn B
περισσότερα δείγματα όπου
20.00%
αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από
1– 10.00% 10.00%
5%
Όλα τα δείγματα έιχαν πολύ
0.00% 0.00% 0.00%
υψηλές τιμές εκτός από το
P K Ca Mg Fe Zn B Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για το
Ολικό Ανθρακικό Ασβέστιο 1 – 5
% . Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3 < 4,00 % .

ΣΤΕΦΑΝΙΑ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
Σύμφωνα με 30 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: P, Fe, B, Zn
Το pH στα δείγματα όπου
Ελλείψεις Στοιχείων αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από
70.00%
7,22 εώς 8,26.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα
δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε
να είναι από 1 – 5 %.
30.00%

20.00% 20.00%
Επίσης όλα τα δείγματα εμφάνιζαν
υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα
0.00% 0.00% 0.00%
καθώς και Ενεργό (CaCO3),
P K Ca Mg Fe Zn B
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος
Τιμών.

Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .

Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

ΣΚΑΛΑ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
Σύμφωνα με 30 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: P, Fe, Zn, B
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 7,21 εώς 8,26
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5 %

Ελλείψεις Στοιχείων Επίσης 10 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά


60.00% Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και
Ενεργό (CaCO3), ξεπερνώντας το
Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.

Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα


Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .

20.00% Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3:


< 4,00 %.
10.00% 10.00%

0.00% 0.00% 0.00%

P K Ca Mg Fe Zn B ΔΑΦΝΙ Δ.ΕΥΡΩΤΑΣ
Σύμφωνα με 50 εδαφικές αναλύσεις
που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής
στοιχεία: Ca, Mg, Fe, B. K
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 5,96 εώς 7,80.
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5
%.
Επίσης 10 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3),
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .

Ελλείψεις Στοιχείων
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: <
4,00 %.
66.00%

20.00%
18.00%

10.00% 10.00% ΚΡΟΚΕΕΣ Δ.ΕΥΡΩΤΑ


0.00% 0.00% Σύμφωνα με 30 εδαφικές αναλύσεις
P K Ca Mg Fe Zn B που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν
ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά
δείγματα στα εξής στοιχεία:P, Fe, Zn, B .
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 6,46 εώς 7,42
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5
%.
Επίσης 5 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3),
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3:
Ελλείψεις Στοιχείων < 4,00 %.
40.00%

30.00% ΒΛΑΧΙΩΤΗΣ Δ.ΕΥΡΩΤΑ


Σύμφωνα με 40 εδαφικές αναλύσεις
20.00%
που πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα
εξής στοιχεία: P, K, Fe
Το pH στα δείγματα όπου
0.00% 0.00% 0.00% 0.00% αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από
P K Ca Mg Fe Zn B
6,70 εώς 8
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5 %
Επίσης 20 δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό (CaCO3),
ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.
Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .
Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.

Ελλείψεις Στοιχείων

40.00%

30.00%
ΒΡΟΝΤΑΜΑΣ Δ.ΕΥΡΩΤΑ
20.00%

Σύμφωνα με 20 εδαφικές αναλύσεις


που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν
ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά
δείγματα στα εξής στοιχεία: K, Mg, P
0.00% 0.00% 0.00% 0.00%
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν
P K Ca Mg Fe Zn B
βρέθηκε να είναι από 7,10 εώς 7,98
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5
%.
Επίσης όλα τα δείγματα εμφάνιζαν υψηλά Ολικά ανθρακικά άλατα καθώς και Ενεργό
(CaCO3), ξεπερνώντας το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών.

Το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για τα Ολικά Ανθρακικά άλατα: 1 – 5 % .


Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3: < 4,00 %.
4.3 Δήμος Μονεμβασίας
ΔΗΜΟΣ
ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ
ΜΟΛΑΟΙ
ΠΑΚΙΑ
ΕΛΙΑ

Όσον αφορά τις εδαφικές αναλύσεις από τον Δήμο Μονεμβάσιας, παρουσιάζονται οι
ελλείψεις στοιχείων όπου παρατηρήθηκαν, στις παρακάτω περιοχές.

ΜΟΛΑΟΙ Δ.ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ
Σύμφωνα με 10 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: Ca, K, P, Fe
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 7,20 εώς 7,81
Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5 %
Όλα τα δείγματα έιχαν χαμηλές τιμές εκτός από το Φυσιολογικό Έυρος Τιμών για το Ολικό
Ανθρακικό Ασβέστιο 1 – 5 % . Όπως επίσης για το Ενεργό CaCO3 < 4,00 % .

ΠΑΚΙΑ Δ.ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ : Σύμφωνα με 5 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν


εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: Zn, Mg, P
Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 7,10 εώς 8,10 .
Η οργανική ουσία στα
περισσότερα δείγματα όπου
αναλύθηκαν βρέθηκε να
είναι από 1 – 5 %

ΕΛΙΑ
Δ.ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ:
Σύμφωνα με 10 εδαφικές
αναλύσεις που
πραγματοποιήθηκαν
εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα
Ελλείψεις Στοιχείων στα εξής στοιχεία: K, P, Ca
60.00%
Το Ph στα δείγματα όπου
αναλύθηκαν βρέθηκε να
είναι από 7,15 εώς 7,76
40.00%
Η οργανική ουσία στα
περισσότερα δείγματα όπου
αναλύθηκαν βρέθηκε να
20.00% 20.00% είναι από 1 – 5 %

0.00%
4.4 Δήμος Ανατολικής Μάνης
P K Ca Mg Fe

ΓΥΘΕΙΟ
Σε Εδαφικές Αναλύσεις από την περιοχή του Γυθείου, παρατηρήθηκαν ελλέιψεις στοιχείων
όπου παρουσιάζονται παρακάτω.
Σύμφωνα με 10 εδαφικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν εμφανίστηκαν ελλέιψεις σε
ορισμένα εδαφικά δείγματα στα εξής στοιχεία: K, P, Ca, Fe

Το pH στα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 6,55 εώς 7,74

Η οργανική ουσία στα περισσότερα δείγματα όπου αναλύθηκαν βρέθηκε να είναι από 1 – 5 %

Κεφάλαιο 5. Μεσογειακές Καλλιέργειες


Αδιαμφισβήτητα ο ρόλος του καιρού είναι σημαντικός για την αγροτική παραγωγή. Η
συμβολή του σε όλα τα στάδια ανάπτυξης των καλλιεργειών, καθώς και στις αποδόσεις τους
είναι καθοριστική, αφού έχει άμεση σχέση με την εμφάνιση των παρασίτων και των
ασθενειών, τις ανάγκες για νερό και τις απαιτήσεις σε λίπασμα.

Επιπλέον, λόγω ακραίων καιρικών γεγονότων, μπορεί να προκληθούν στις καλλιέργειες


καταστροφές μεγάλης έκτασης, αλλά και διάβρωση των καλλιεργουμένων εδαφών, ενώ από
τις καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και αποθήκευσης, εξαρτάται τόσο η
ποιότητα των αγροτικών προϊόντων, όσο και η βιωσιμότητα και ευρωστία των σπόρων και
γενικά του υλικού φύτευσης. Μάλιστα έχουν αναπτυχθεί αγρονομικές στρατηγικές, για την
αντιμετώπιση των μεταβαλλόμενων καιρικών συνθηκών. Για παράδειγμα η καθυστέρηση
έναρξης της καλλιεργητικής περιόδου μπορεί πιθανώς να αντιμετωπισθεί επιλέγοντας

διαφορετικές ποικιλίες φυτών ή με βαθύτερη σπορά

Το κλίμα στην περιοχή της Μεσογείου χαρακτηρίζεται από ζεστά ξηρά καλοκαίρια και
υγρούς ήπιους χειμώνες, αλλά φημίζεται επίσης για τις ξαφνικές αλλαγές του από τις
καταρρακτώδεις βροχές ή τους πολύ ισχυρούς ανέμους (π.χ. σιρόκος, τραμουντάνα) που
εκδηλώνονται σε διάφορες εποχές του χρόνου. Αυτές οι κλιματικές συνθήκες ασκούν βαθιά
επίδραση στη βλάστηση και στην άγρια ζωή στην περιοχή. Στο τυπικό μεσογειακό κλίμα οι
πιο πολλές βροχοπτώσεις συμβαίνουν στους τρεις χειμερινούς μήνες.

Οι παρακάτω πίνακες περιλαμβάνουν τις καλλιέργειες Μεσογειακών περιοχών όπου


μελετήθηκαν διεξοδικά τόσο στις απαιτήσεις τους σε κλίμα και σε έδαφος όσο και σε
ορισμένα στοιχεία τα οποία αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά τους.
Πίνακας 15. Μεσογειακές καλλιέργειες :

Γιγαρτοκαρπα Πυρηνόκαρπα Ακρόδρυα


Μηλιά Ροδακινιά Αμυγδαλιά
Αχλαδιά Βερυκοκκιά Καρυδιά
Δαμασκηνιά Φουντουκιά
Κερασιά-Βυσσινιά Καστανιά
Διάφορα
Συκιά Ακτινιδιά Ροδιά Παουλόβνια Λωτός Εσπεριδοειδή

5.1 Μηλιά

Η μηλοκαλλιέργεια είναι η τέταρτη σε


σημασια καλλιέργεια μετά από εκεινη της
ελιάς, των εσπεριδοειδών και της
ροδακινιάς. Η ποσοτητα των μηλων που
παραγεται κάθε χρονο παραμενει σταθερη
τα τελευταια χρονια και κυμενεται περι
300.000 τονους.

Κλιμα και εδαφος: Απαιτεί δροσερό


καλοκαίρι και αντεχει στις χαμηλες θερμοκρασιες μεχρι -40. Είναι δέντρο ψυχρών και υγρών
περιοχών. Καθοριστικό ρόλο για την διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών της είναι οι
χαμηλές θερμοκρασίες. Επίσης οι ανοιξιάτικοι παγετοί είναι δυνατόν σε ορισμένες
περιπτώσεις να είναι καταστροφικοί για την ετήσια παραγωγή.

Όσον αφορά το έδαφος, προτιμά τα γόνιμα, βαθιά εδάφη που στραγγίζουν καλά. Στις
ημιορεινές ή ορεινές περιοχές οι αποδόσεις ειναι χαμηλές αλλά η ποιότητα είναι εξαιρετική,
καταυτό το τρόπο έχει καθιερωθεί στις πεδινές περιοχές όπου οι συντελεστές έδαφος και
κλίμα δεν είναι άριστοι , να παράγονται κίτρινα και πράσινα μήλα ενώ στις ορεινές περιοχές
και ημιορεινές περιοχές όπου οι
συντελεστές έδαφος(πτωχό) και κλίμα
(άριστο) να παράγοναι κόκκινα μήλα υψηλής ποιότητας.

Οι πιο διαδεδομένες ποικιλίες σε Ελλάδα και Ευρώπη είναι οι κόκκινες ποικιλίες όπως Red
Delicious, Red chief και Starkcrimson.

Τα είδη και οι ποικιλίες της μηλιάς καταάασσονται σε ορισμένες κατηγορίες με βάση


χαρακτηριστικά όπως είναι:
Το χρώμα, την οξύτητα, την εποχή ωρίμανσης και την γενετική τους σύσταση. Ετσι εχουμε:

Α.Mε βάση το χρώμα τους

1.Κοκκινα μήλα (Red Delicious)

2.Κιτρινα μήλα (folden και οι παραλλαγες της)

3.Πρασινα μήλα (Granny smith, mutsu)

Β.Αναλογα με την οξυτητα του χυμου:

1.Γλυκά μήλα (Red delicious)

2.Ξινά μήλα (Granny Smith)

3.Ενδιαμεσα μήλα

Γ.Ανάλογα με την εποχή ωρίμανσης

1.Θερινα μήλα (Jerseymac,Summerred)

2.Σεπτεμβριου (Red Delicious,Golden)

3.Φθινοπωρινα (Granny Smith)

Δ.Ανάλογα με την γενετική τους σύσταση

1.Διπλοειδεις

2.Τριπλοειδεις

Οι πιο πολλές ποικιλίες μηλιάς είναι αυτόστειρες και για μια καλή καρποδεση είναι
απαραιτητοι οι επικονιαστές. Η μέλισσα καθως και οι ευνοικές συνθήκες είναι καθοριστικοί
παράγοντες για αποτελεσματική σταυρεπικονίαση που θα οδηγήσει σε ικανοποιητική
καρπόδεση.

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα του


νομού Λακωνίας, η μηλιά δεν εμφανίζεται κατάλληλη για την Λακωνία, γιατί δεν αντέχει σε
θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 24 °C. Ευδοκιμεί εκεί που εξασφαλίζονται αρκετό χειμερινό
ψύχος (για τη διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών) και δροσερό καλοκαίρι. Επιπλέον, το
υπέδαφος πρέπει να αποστραγγίζεται καλά, γιατί οι ρίζες της μηλιάς είναι πολύ ευαίσθητες σε
περίσσεια νερού. Το κατάλληλο έδαφος πρέπει να έχει σύσταση αμμοπηλώδη. Τα εδάφη με
μεγάλη περιεκτικότητα σε ασβέστιο και άργιλο ή με συνεκτικό υπέδαφος πρέπει να
αποφεύγονται. Η περίσσια ασβεστίου προκαλεί τροφοπενίες στο δένδρο. Το pH του εδάφους
πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 6,2 έως 6,8.

5.2 Αχλαδιά

Οι χώρες της Ευρώπης που παράγουν μεγάλες


ποσότητες αχλαδίων είναι η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία και άλλες. Σήμερα στην χώρα μας
παρουσιάζεται έλλειψη αχλαδιών και έτσι εισάγεται σημαντική ποσότητα αχλαδιών κυρίως
από Ισπανία, Ιταλία, Ν. Αφρική και από χώρες τις Ν. Αμερικής.
Η κύρια παραγωγή αχλαδιών προέρχεται από ποικιλίες της Καρδιόσχημης ή Ευρωπαϊκής
αχλαδιάς.(P. communis) όπως:
Τσακώνικη ή Κρυστάλλι, Κοντούλα, coscia, Santa Maria, Williams’s, P.Crassana, Decana del
Comicio.Tosca, Etrusca,Conference.
Η τσακώνικη ή Κρυστάλλι συμβάλλει
κατά 50% στη συνολική παραγωγή
αχλαδιών στην Ελλάδα .
Ποικιλίες
Coscia: Δένδρο μέτριας ζωηρότητας,
παράγει καρπούς μέσου μεγέθους
κίτρινου χρώματος, μέτριας γεύσης, δεν
συντηρείται στο ψυγείο. Ωριμάζει το
δεύτερο 15νθημερο του Ιουλίου. Καλός
επικοντιστής ποικιλιών όπως Τσακώνικη και Κοντούλα. Είναι αυτόστειρη ποικιλία,
χρειάζεται επικονιαστή.
Κοντούλα: Παράγει καρπούς μικρού μεγέθους με χαρακτηριστικό σαρκώδη ποδίσκο και
πολύ γλυκιά γεύση. Μειονέκτημα της είναι η σποραδική ωρίμανση των καρπών και η πτώση
αυτών μόλις ωριμάσουν. Αποτελεί αυτοστειρη ποικιλία, χρειάζεται επικονιαστή. Οι ποικιλίες
cosca και τσακώνικη είναι πολύ καλοί επικονιαστές.
Τσακώνικη: Η ποικιλία αυτή είναι περισσότερο καλλιεργουμένη στην Ελλάδα, παράγει
καρπούς μεσαίου μεγέθους, πράσινους. Ο καρπός της είναι χυμώδης και εύγεστος,
συντηρείται στο ψυγείο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είναι ποικιλία μερικώς αυτογονιμη,
αλλά η σταυρεπικονιαση αυξάνει πάρα πολύ την παραγωγή της ποικιλίας αυτής.
Συγκομίζεται το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου. Καλοί επικονιαστες είναι η Coscia
και η κοντούλα.
Conference: Η ποικιλία παράγει καρπούς μέσου ως μεγάλου μεγέθους, επιμήκη, πράσινου
χρώματος και επιδερμίδα ελαφρώς σκουριασμένη, από δένδρα ζωηρά και παραγωγικά. Η
σάρκα είναι χυμώδης με εξαιρετικό άρωμα και γλυκύτητα. Συντηρείται στο ψυγείο για
μεγάλο χρονικό διάστημα. Η συγκομιδή της γίνεται τέλος Αυγούστου - Αρχές Σεπτέμβριου.
Καλοί επικονιάσεις είναι οι ποικιλίες Williams.

Κλίμα και Έδαφος:


Η αχλαδιά απαιτεί ξηρό και θερμό καλοκαίρι αλλά αρκετό νερό για άρδευση. Το ξερό θέρος
είναι πρωταρχικής σημασίας παράγοντας για τον περιορισμό της εξάπλωσης του βακτήριού
καψίματος. Κατά την περίοδο της ανθοφορίας η θερμοκρασία πρέπει να είναι υψηλοτέρα των
10 για ικανοποιητική καρπόδεση. Για την διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών της
απαιτούνται χαμηλές θερμοκρασίες. Απαιτεί αρκετό νερό για να δώσει υψηλές αποδόσεις και
ιδιαίτερα όταν είναι εμβολιασμένη πάνω σε κυδωνιά. Αναπτύσσεται καλά σε βαθιά και
πλούσια εδάφη, δεν ανέχεται καθόλου το ασβέστιο και το υψηλό pH όταν το υποκείμενο
είναι η κυδωνιά. Όταν το pH του εδάφους είναι υψηλότερο από 7.5 σε κάμα περίπτωση δεν
πρέπει να χρησιμοποιείται η κυδωνιά σαν υποκείμενο πάρα μόνο σπορόφυτα καρδιόσχημης
αχλαδιάς.
Τα περισσότερα προβλήματα που παρουσιάζονται στην καλλιέργεια της αχλαδιάς
(τροφοπενιες κυρίως) οφείλονται στην συμφωνία εμβολίου και υποκείμενου είτε στο υψηλό
pH του εδάφους. Οι περισσότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες αχλαδιάς είναι αυτόστείρες και
έτσι χρειάζονται επικονιάστες για μια ικανοποιητική καρποδεση. Οι επικονιάσεις
τοποθετούνται είτε κατά γραμμές, όταν το σύστημα φύτευσης είναι κατά γραμμές είτε
διάσπαρτα ανά τακτά διαστήματα όταν το σύστημα φύτευσης είναι τετράγωνα η ρόμβους.
Η αχλαδιά είναι εντομογαμο ειδος καταυτο το τρόπο η μέλισσα είναι απαραίτητη για την
σταυρεπικονιαση.
Η Αχλαδιά εμφανίζει τροφοπενιες κυρίως σε μικροστοιχεία όπως Fe, Mg, Zn και Β.
Η συντήρηση των αχλαδιών θα πρέπει να γίνεται με βάση τα όρια αντοχής κάθε μιας από τις
ποικιλίες. Οι βιοχημικές αλλαγές μέσα στον καρπό του αχλαδιού μετρά τη συγκομιδή
γίνονται πιο γρηγορά από ότι το μήλο γιατρό θα πρέπει τα αχλαδιά μόλις συγκομισθούν να
προ ψυχθούν και στη συνέχεια να πάνε στην κυρίως ψύξη. Η καλύτερη θερμοκρασία για
συντήρηση των αχλαδιών είναι η των -0,5/-1 και σχετική υγρασία 90-95%
Γενικότερα θα πρέπει η θερμοκρασία να είναι 0-5, το οξυγόνο 2-3% και το διοξείδιο του
ανθρακα 0-1%.
Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα η
αχλαδιά και ιδιαίτερα η ποικιλία Τσακώνικη εμφανίζεται κατάλληλη για τις περιοχές που
εμφανίζουν χαμηλό pH και επάρκεια σε θρεπτικά στοιχεία όπως είναι ο Σίδηρος(Fe), το
Μαγνήσιο(Mg), ο Ψευδάργυρος (Zn) και το Βόριο (B) αλλά είναι δεν ανέχεται το ασβέστιο
λειτουργεί ως περιοριστικός παράγοντας. Ενδεικτικα περιοχές της Λακωνίας που πιθανόν
είναι κατάλληλες για την καλλιέργεια είναι: Ξηροκάμπι και Παλαιοπαναγιά του Δήμου
Σπάρτης.

ΠΥΡΗΝΟΚΑΡΠΑ
5.3 Ροδακινιά

Οι χώρες που παράγουν σημαντικές ποσότητες


ροδάκινων είναι η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία.
Η Ιταλία έχει το κυρίαρχο ρολό στην παραγωγή
και εμπορία στο επιτραπέζιο ροδάκινο. Τα
επιτραπέζια ροδάκινά στην Ελλάδα, το 25%
αποτελείται από ροδάκινα με χνούδι και το 15%
από νεκταρινια. Η συνολική παραγωγή ανέρχεται
στους 1.000.000τονους/έτος.

Οι τρεις βασικές κατηγορίες ροδάκινων είναι:

Α. Επιτραπέζια ροδάκινα (με χνούδι)

Β. Νεκταρίνια (χωρίς χνούδι)

Γ. Ροδάκινα κατάλληλα για κονσερβοποίηση


Ο χρόνος ωρίμανσης μιας ποικιλίας είναι βασικό χαρακτηριστικό γιατί καθορίζει τον χρόνο
διάθεσης του προϊόντος στην αγορά και αυτό μπορεί να επηρεάσει την τιμή πώλησης.

Η ποιότητα των καρπών διαφέρει από ποικιλία σε ποικιλία. Καταυτο το τρόπο οι όψιμες
ποικιλίες παράγουν καρπούς καλυτέρας ποιότητας από τις πρώιμες. Στα νεκταρίνια όπως και
στα ροδάκινα ισχύει η συσχέτιση μεγέθους καρπού και χρόνου ωρίμανσης των καρπών.
Δηλαδή οι πρώιμες ποικιλίες παράγουν καρπούς μικρού μεγέθους ενώ οι όψιμες παράγουν
καρπούς μεγάλου μεγέθους. Όλες οι ποικιλίες νεκταρινιών παράγουν καρπούς χωρίς χνούδι
και επιχρωμα έντονα κόκκινο με άφθονο άρωμα.

Όλες οι ποικιλίες νεκταρινιών είναι περισσότερο ευαίσθητες στους μύκητες ιώδιο ομιλία
καθώς και στον θριπα. Η φύτευση ποικιλιών με διαδοχική ωρίμανση έχει πολύ μεγάλη
σημασία και έτσι θα πρέπει να γίνεται καλός προγραμματισμός στις φυτεύσεις. Αν δεν γίνει
καλός προγραμματισμός στις φυτεύσεις τότε κάθε φορά που θα παρατηρείται αιχμή
παραγωγής θα υπάρχουν προβλήματα απορρόφησης των ροδάκινων με αποτέλεσμα ένα
μέρος της παραγωγής να καταστρέφεται.

Κλίμα και Έδαφος

Η ροδακινιά είναι δέντρο πυρηνόκαρπο το οποίο προέρχεται από θερμές περιοχές όπως την
Κίνα. Απαιτεί ξηρό και ζεστό καλοκαίρι για την παραγωγή καλής ποιότητας καρπών. Υγρές
περιοχές θα πρέπει να αποφεύγονται γιατί σαΐτες οι μυκητολογικές ασθένειες
εξωασκος,μονιλια και κορυνεο είναι δύσκολο έως αδύνατο να καταπολεμηθούν. Η
θερμοκρασία το καλοκαίρι δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 35 διότι το μέγεθος των ροδάκινων
που επιτυγχάνεται είναι μικρό, η ποσότητα όχι η αρίστη και την επόμενη χρονιά
παρατηρούνται πολλοί δίδυμοι καρποί. Η απότομη πτώση των θερμοκρασιών (-5) τον μηνά
Νοέμβριο, πριν οι οφθαλμοί σκληραγωγήσουν και μπουν σε πλήρη λήθαργο, μπορεί να
προκαλέσει την καταστροφή των ανθοφόρων οφθαλμών σε μεγάλο ποσοστό. Οι
περισσότερες ποικιλίες ροδακινιάς απαιτούν 700 ή και περισσότερες ώρες με θερμοκρασία
κάτω των 7 για να διακόψουν το λήθαργο των οφθαλμών τους.
Οι απαιτήσεις της ροδάκινά σε νερό είναι αρκετά μεγάλες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού,
καταυτο το τρόπο δεν νοείται οπωρώνας χωρίς να αρδεύεται. Τα εδάφη στα οποία
αναπτύσσεται πάρα πολύ καλά είναι τα ελαφρά (αμμοπηλωδη). Δεν αναπτύσσεται καλά σε
εδάφη που δεν στραγγίζουν και δεν αεριζονται. Αυτοί οι δυο παράγοντες αποτελούν βασική
προϋπόθεση για την εγκατάσταση του οπωρώνα. Επίσης σε βαριά εδάφη, έχει παρατηρηθεί
μια γενική χλώρωση στα φύλλα που οφείλεται στην υπερβολική υγρασία και τον κακό
αερισμό του εδάφους που δεν επιτρέπουν την κανονική αναπνοή του ριζικού συστήματος
καθώς και την μετατροπή της αμμωνιακής μορφής του αζώτου σε νιτρική μορφή, με
αποτέλεσμα να δημιουργείται τροφοπενια αζώτου. Επιπλέον τα ασβεστούχα εδάφη θα πρέπει
να αποφεύγονται γιατί ο οπωρώνας
θα υποφέρει μόνιμα από έλλειψη
σιδήρου και θα πρέπει να
λιπαίνουμε με σίδηρο σχεδόν κάθε
χρόνο γεγονός που συνεπάγεται
υψηλό κόστος παραγωγής.

Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις


εδαφολογικές αναλύσεις και τα
κλιματικά δεδομένα η ροδακινιά δεν
εμφανίζεται κατάλληλη για το νομό Λακωνίας. Λόγω του ότι η θερμοκρασία το καλοκαίρι
δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 35 διότι το μέγεθος των ροδάκινων που επιτυγχάνεται είναι
μικρό, η ποσότητα όχι η αρίστη και την επόμενη χρονιά παρατηρούνται πολλοί δίδυμοι
καρποί. Η απότομη πτώση των θερμοκρασιών (-5) τον μηνά Νοέμβριο, πριν οι οφθαλμοί
σκληραγωγήσουν και μπουν σε πλήρη λήθαργο, μπορεί να προκαλέσει την καταστροφή των
ανθοφόρων οφθαλμών σε μεγάλο ποσοστό, Επίσης η ροδακινιά ευδοκιμεί σε βαθιά εδάφη με
καλή αποστράγγιση χωρίς περίσσεια ανθρακικού ασβεστίου. Η υπερβολική υγρασία και ο
κακός αερισμός του εδάφους μπορούν να προκαλέσουν χλώρωση στα φύλλα του δένδρου και
πτώση τους. Η άριστη τιμή του pH στο έδαφος είναι από 6-7,5.

5.4 Βερικοκκιά
Οι χώρες που παράγουν ικανοποιητικές ποσότητες βερίκοκων εκτός από την Ελλάδα είναι η
Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία.

Υπάρχουν πάρα πολλές ποικιλίες βερικοκιάς σε όλο τον κόσμο. Οι πιο χαρακτηριστικές
είναι , η ποικιλία Επιδαύρου όπου η εποχή άνθισης της είναι τέλος Φεβρουαρίου-αρχές
Μαρτίου. Η Luizet οπου η εποχή άνθησης είναι το 2ο 10ημερο Μαρτίου όπως και η Paviot
και η Μπεμπέκου. Η βερικοκιά είναι δένδρο που αναπτύσσεται καλά σε περιοχές με άνοιξη
χωρίς παγετούς διότι ανθίζει νωρίς και πάντοτε υπάρχει ο φόβος καταστροφής των ανθών
της. Αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα(-25) και θέλει αρκετά ζεστό καλοκαίρι
για να παραχθούν υψηλής ποιότητας καρποί (>30). Χρειάζεται χαμηλές θερμοκρασίες για τη
διακοπή του ληθάργου των οφθαλμών της.Οι ελληνικές ποικιλίες Τυρινθου, Μπεμπεκου και
Διαμαντοπουλου χρειαζονται γυρω στις 300-400 ωρες χαμηλών θερμοκρασιων κατω των 7
για να διακοψουν το ληθαργο τους, ενώ αλλές ποικιλιες όπως η Luizet χρειαζονται πανω από
600. Τα εδαφη που αποδιδει καλυτερα η βερυκοκκια είναι τα βαθια, αμμοπηλωδη
αρδευομενα. Αντεχει όμως στην ξηρασια περισοτερο από τη ροδακινια.

Η βερυκοκκια αναπτυσσεται σε θερμα σχετικώς κλίματα ή περιοχές και οι ανάγκες σε νερό


είναι αυξημένες,Είναι δέντρο που παράγει πολλους καρπους, εχει πλούσιο φύλλωμα και ως
εκ τουτου πρέπει να αρδεύεται συχνά και όσο χρειάζεται. Επειδή ο καρπος συγκομιζεται
νωρις το καλοκαιρι πολλοί παραγωγοι δεν αρδευουν τα δενδρα τους με την συγκομιδη.
Δεντρα που δεν αρδευονται συνηθως παρενιαυτοφορουν και δεν παραγουν ανθοφορους
οφθαλμους με αποτελεσμα την μικρη παραγωγη.

Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα η


βερικοκιά εμφανίζεται κατάλληλη για
το νομό Λακωνίας. Η βερικοκιά
ευδοκιμεί σε ζεστές περιοχές με ήπιο
χειμώνα, η ανθοφορία της βερικοκιάς
παρουσιάζει προβλήματα, όπως επίσης
σε περιοχές όπου υπάρχει υψηλή
υγρασία και βροχοπτώσεις την περίοδο
της άνοιξης. Σχετικά με το κατάλληλο
έδαφος, η βερικοκιά καλλιεργείται σε βαθιά γόνιμα εδάφη που παρουσιάζουν καλή
αποστράγγιση. Είναι απαιτητική σε Κάλιο (Κ) και ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες,
ακόμα και στους -25ο C και χρειάζεται θερμό καλοκαίρι για να αποδώσει. Ενδεικτικά
περιοχές της Λακωνίας όπου μπορεί να καλλιεργηθεί είναι: Βλαχιώτη, Γλυκόβρυση, Μολάοι,
Ελιά, Πάκια, Έλος.
ΑΚΡΟΔΡΥΑ
5.5 Αμυγδαλιά
Η αμυγδαλιά διαθέτει τεράστια αντοχή στην ξηρασία, ωστόσο υπάρχουν ποικιλίες λιγότερο ή
περισσότερο ανθεκτικές (όπως η ποικιλία Ρέτσου). Οι ευνοϊκοί τύποι εδαφών είναι ανάλογοι
με το είδος του υποκειμένου επάνω στο οποίο εμβολιάζεται η Αμυγδαλιά.

Κλίμα και Έδαφος: Γενικά όμως η αμυγδαλιά κάνει σχεδόν σε όλα τα είδη εδαφών , ακόμη
και σε πετρώδη και με μεγάλη κλίση εδάφη. Οι ιδανικότερες κλιματολογικές συνθήκες για
την καλλιέργεια της αμυγδαλιάς είναι οι μεσογειακές με τις ακόλουθες ιδιομορφίες: σύντομο
φθινόπωρο, βροχερός και ψυχρός χειμώνας χωρίς ιδιαίτερα χαμηλές θερομοκρασίες, άνοιξη
που διαδέχεται άμεσα το χειμώνα, χωρίς παγετούς από την στιγμή που θα φουσκώσουν τα
μάτια, ζεστό και άνυδρο καλοκαίρι και φθινόπωρο χωρίς βροχές.

Η αμυγδαλιά έχει περιορισμένες απαιτήσεις σε χαμηλές θερμοκρασίες για τη διακοπή του


ληθάργου των οφθαλμών της. Για τις πιο πολλές ποικιλίες 250-300 ώρες θερμοκρασίας κάτω
των 7, όπως 10 η 14, μπορούν να ικανοποιήσουν τις αναγκες της αμυγδαλιάς για τη διακοπή
του λήθαργου των οφθαλμών της εφόσον είναι περισσότερες από 400 ώρες.

Είναι ευαίσθητη σε μυκητολογικές ασθένειες, καταυτο το τρόπο πρέπει να καλλιεργείται σε


ξηροθερμικές περιοχές με μειωμένη υγρασία και βροχοπτώσεις κατά την διάρκεια της
άνθησης.

Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες αμυγδαλιάς είναι αυτόστειρες (δεν αυτογονιμοποιούνται) και


μερικές είναι μεταξύ τους ασυμβίβαστες (δεν αλληλογονιμοποιούνται), έτσι ένα σοβαρό
πρόβλημα για τον καλλιεργητή είναι η επικονίαση της αμυγδαλιάς που βασίζεται στα έντομα
και ιδιαίτερα στις μέλισσες .

Η αμυγδαλιά αντέχει στη ξηρασία αλλά εάν δεν


αρδεύσουμε τότε η απόδοση είναι πολύ μικρή
και το γέμισμα του καρπού με ψίχα φτωχή. Οι
αμυγδαλιές που αρδεύονται παράγουν γεμάτους
καρπούς και σε μεγάλες ποσότητες όμως δεν θα
πρέπει να είναι πυκνές οι αρδεύσεις διότι η
αμυγδαλιά δεν ανέχεται την υπερβολική
υγρασία ιδιαίτερα όταν αυτό συνδυάζεται με
βαρύ έδαφος.
Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα η
αμυγδαλιά κρίνεται κατάλληλη καλλιέργεια για τον Νομό Λακωνίας. Απαιτεί ξηρά και θερμά
κλίματα, χωρίς πολλές βροχές. Η πολλή
υγρασία ευνοεί τις προσβολές από μύκητες
και βακτήρια. Η αμυγδαλιά ευδοκιμεί σε
ποικιλία εδάφων, από αμμοπηλώδη έως και
αργιλοαμμώδη. Είναι πολύ ανθεκτική στα
ασβεστώδη εδάφη. Αν και η αμυγδαλιά είναι
ανθεκτική στην ξηρασία και επιβιώνει επί
μακρόν σε ξηρά εδάφη, η παραγωγή
μειώνεται σημαντικά κάτω από ξερικές συνθήκες. Τα βαριά ή μη καλώς αποστραγγισμένα
εδάφη πρέπει να αποφεύγονται. Το κατώτατο όριο pH του εδάφους που απαιτείται για να
εγκαταστήσουμε έναν αμυγδαλεώνα είναι 5,5. Η άριστη περιοχή όμως όπου θα μας δώσει και
υψηλή ποιοτική και ποσοτική παραγωγή αμυγδάλων είναι 6,1-8,1.

5.6 Καρυδιά

Η καρυδιά είναι δένδρο μόνοικο και δίκλινο, δηλαδή στο ίδιο δένδρο υπάρχουν, εντελώς
χωριστά, τα θήλεα και τα άρρενα άνθη.

Το γεγονός ότι από πολλά χρόνια είναι γνωστή η ευεργετική δράση των καρυδιών στην
ανθρώπινη υγεία, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη γευστικότητα της ψίχας τους, είχε σαν
αποτέλεσμα την αλματώδη αύξηση της ζήτησης καρυδιών παγκοσμίως, ειδικά τα τελευταία
χρόνια.

Η φυσιολογία των ανθέων της καρυδιάς, όπως άλλωστε και των καρπών της, έχει ιδιαίτερη
σημασία για την ορθή αντιμετώπιση ορισμένων τεχνικών προβλημάτων της καλλιέργειας της.
Στο φυτό αυτό, πολύ συχνά παρατηρείται το φαινόμενο της «διχογαμίας» κατά το οποίο η
άνθιση των θηλυκών και αρσενικών ανθέων ενός δένδρου δεν συμπίπτει χρονικά. Ανάλογα
με το είδος της διχογαμίας, οι ποικιλίες χαρακτηρίζονται ως «πρωτανδρικές», όταν
προηγείται η άνθιση των αρσενικών ανθέων, «πρωτογυνικές», όταν προηγείται η άνθηση των
θηλυκών ανθέων και «ομογαμικές», όταν συμπίπτουν οι ανθήσεις. Οι πιο πολλές εμπορικές
ποικιλίες είναι πρωτανδρικές. Η διάρκεια της ανθοφορίας των θηλυκών ανθέων είναι 15-20
ημέρες, ενώ των αρρένων 8-10 ημέρες. Ο καρπός της κοινής καρυδιάς είναι δρύπη,
σφαιροειδούς σχήματος και αποτελείται από το περικάρπιο (πράσινο περίβλημα), το
ενδοκάρπιο (κέλυφος) και το ενδοσπέρμιο (ψίχα).

Κλίμα και έδαφος

Η καρυδιά είναι δένδρο μεγάλης φωτοσυνθετικής ικανότητας και για να την αξιοποιήσει
πλήρως, δίνοντας υψηλές παραγωγές, απαιτεί μεγάλη ηλιοφάνεια και κατάλληλες
θερμοκρασίες, οι οποίες όμως, τους θερινούς μήνες δεν πρέπει να υπερβαίνουν τους 40οC
γιατί μπορεί να υποβαθμιστεί η ποιότητα των καρυδιών. Για να διακοπεί ο λήθαργος των
οφθαλμών και να υπάρξει ομαλή ανθοφορία και καρποφορία, πρέπει το άθροισμα των
χαμηλών χειμερινών θερμοκρασιών (από 0ο C έως τους 7οC) να είναι επαρκές για την
ποικιλία της καρυδιάς. Το άθροισμα αυτό, ποικίλει ανάλογα με την ποικιλία της καρυδιάς
από 800-1000 ώρες στις καρυδιές Καλιφόρνιας και 1200-1300 ώρες στις Γαλλικές ποικιλίες.

Η επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας για ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, είναι ο πιο
σημαντικός παράγοντας που καθορίζει την επιτυχία ή την αποτυχία της εγκατάστασης ενός
νέου καρυδεώνα. Οι ποικιλίες της καρυδιάς, ανάλογα με τον τρόπο καρποφορίας τους,
χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τις «ακρόκαρπες», δηλαδή σε αυτές που
καρποφορούν στο άκρο του βλαστού, και τις «πλαγιόκαρπες», δηλαδή αυτές που
καρποφορούν στα πλάγια. Οι πλαγιόκαρπες ποικιλίες αρχίζουν να καρποφορούν από το 3-4ο
έτος. Είναι δένδρα μικρότερων διαστάσεων, σε σχέση με τις ακρόκαρπες, ενώ απαιτούνται
ευκολότεροι και οικονομικότεροι χειρισμοί στη συγκομιδή, στο κλάδευμα και τη
φυτοπροστασία. Μπαίνουν νωρίτερα σε καρποφορία, ενώ φυτεύεται μεγαλύτερος αριθμός
δέντρων ανά στρέμμα. Έχουν υψηλότερη παραγωγικότητα από τις ακρόκαρπες και
παρουσιάζουν ομοιομορφία καρπών και καλύτερη ποιότητα.

Οι αρδεύσεις στην καρυδιά είναι απαραίτητο να αρχίζουν νωρίς και να επαναλαμβάνονται


κατά τρόπο ώστε να διατηρείται ένα επίπεδο υγρασίας στο έδαφος ικανοποιητικό κατά την
περίοδο ταχείας ανάπτυξης του καρπού, δηλαδή από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο. Τα πιο
κατάλληλα εδάφη για την καλλιέργεια της καρυδιάς είναι τα μέσης συστάσεως, δηλαδή αυτά
που έχουν ισορροπημένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά στοιχεία, ικανοποιητικό βάθος αλλά
και καλή φυσική δομή ώστε να κυκλοφορεί χωρίς προβλήματα ο αέρας και το νερό στο
έδαφος. Η χημική σύσταση του εδάφους μας δείχνει την περιεκτικότητα του εδάφους σε
θρεπτικά στοιχεία και μας οδηγεί στην κατάλληλη διόρθωση τους με την κατάλληλη λίπανση,
λαμβάνοντας υπόψη τις ετήσιες ανάγκες του φυτού. Η καρυδιά είναι δένδρο απαιτητικό σε
άζωτο. Το άζωτο συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της βλαστήσεως, την ανάπτυξη των
ανθέων, των καρπών, του μεγέθους των καρπών.

Κυριότερες πλαγιόκαρπες ποικιλίες είναι: η Chandler, η Lara, η Fernor, η Payne, η Serr, η


ελληνική Ιόλη, κ.α. Από τις ακρόκαρπες οι πιο γνωστές είναι, η Hartley, η Franquette, η
Ronde de montignac, κ.α.

Η χώρα μας έχει πολλές ορεινές και ημιορεινές περιοχές που είναι κατάλληλες από την
άποψη των εδαφοκλιματικών συνθηκών για την καλλιέργεια της καρυδιάς. Η Ελλάδα, έχει
μια σημαντική παραγωγή καρυδιών που την κατατάσσει παγκοσμίως στην ενδέκατη θέση
στην παραγωγή καρυδιών ενώ κατατάσσεται στην τρίτη θέση στην Ε.Ε. μετά τη Ρουμανία
και τη Γαλλία. Το 2011 παρ' ότι πραγματοποίησε ρεκόρ παραγωγής με 29.800 μετρικούς
τόνους σε καρύδια, ενώ εισήγαγε επίσης περίπου 2.500 τόνους καρυδόψιχας.

Η ετήσια παραγωγή μίας συστηματικής καλλιέργειας καρυδιάς, κυμαίνεται από 200 έως 400
κιλά το στρέμμα που μπορεί όμως να φθάσει και τα 700 κιλά το στρέμμα, ανάλογα με την
περιοχή, την ηλικία, την ποικιλία και τον βαθμό της φροντίδας των δέντρων από τον
παραγωγό.

Το μεγάλο πλεονέκτημα της καλλιέργειας της καρυδιάς είναι ότι είναι προσαρμοσμένη για
καλλιέργεια στις κλιματικές και εδαφικές συνθήκες των ορεινών και ημιορεινών περιοχών, με
αποτέλεσμα την πολύ υψηλή ποιότητα των παραγόμενων καρυδιών όπως είναι η γεύση, το
άρωμα, ο λευκός χρωματισμός της ψίχας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ελλειμματική σε παραγωγή καρυδιών και εκτιμάται ότι εισάγει
μέχρι και 205.000 τόνους ετησίως (122.000 τόνους από ΗΠΑ, 22.000 από Μολδαβία κ.τ.λ.).
Τις μεγαλύτερες ποσότητες σε καρυδόψιχα εισάγει η Γερμανία. Η καλλιέργεια της καρυδιάς
στην Ελλάδα είναι μία καλλιέργεια που μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες της χώρας και να έχει
εξαγωγικό χαρακτήρα, αξιοποιώντας ταυτόχρονα ημιορεινές και ορεινές κυρίως εκτάσεις.

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικες αναλυσεις και τα κλιματικα δεδομενα η καρυδιά


θεωρείται κατάλληλη για ορισμένες περιοχές της Λακωνίας. Το κατάλληλο έδαφος για την
καρυδιά είναι το βαθύ, κατά προτίμηση πηλοαργιλώδες, ασβεστούχο,ελαφρώς αλκαλικό και
καλά αποστραγγιζόμενο. Το έυρος του pH είναι 5-8. Προτιμά πάντως ασβεστολιθικά εδάφη
με pΗ από 7,2 έως 7,6. Η καλλιέργεια της καρυδιάς στην Ελλάδα είναι μία καλλιέργεια που
μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες της χώρας και να έχει εξαγωγικό χαρακτήρα, αξιοποιώντας
ταυτόχρονα ημιορεινές και ορεινές κυρίως εκτάσεις. Ενδεικτικά περιοχές κατάλληλες για την
καλλιέργεια είναι οι ορεινές και ημιορεινές περιοχές του Νομού Λακωνίας.
5.7 Φουντουκιά

Η φουντουκιά καλλιεργείται σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, με τις


μεγαλύτερες εκτάσεις να βρίσκονται στη Μακεδονία

Ευνοϊκές εξαγωγικές προοπτικές εμφανίζει η καλλιέργεια ξηρών καρπών, ενώ το γεγονός ότι
το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας ζήτησης καλύπτεται με εισαγωγές από τρίτες χώρες,
μπορεί να καταστήσει την ανάπτυξη αγροτικών εκμεταλλεύσεων με αντικείμενο καλλιέργειες
όπως αυτή του φουντουκιού, μια πρώτης τάξεως εναλλακτική δραστηριότητα στον
πρωτογενή τομέα.

Αν και οι ξηροί καρποί έχουν σημαντική θέση στην ελληνική διατροφή, το 72% της εγχώριας
ζήτησης καλύπτεται με εισαγωγές προϊόντων από χώρες εντός Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως
είναι η Ιταλία και η Ισπανία, αλλά και από τρίτες χώρες όπως είναι η Τουρκία και η Κίνα.

Η Ιταλία είναι ο κύριος παραγωγός φουντουκιών στην Ευρωπαϊκή Ενωση καθώς παράγει το
78,5% της παραγωγής και ακολουθούν η Ισπανία με το 14,5% της παραγωγής, η Γαλλία και η
Ελλάδα με το 2,7% της συνολικής παραγωγής.

Για την περίοδο 2000-05, η ελληνική παραγωγή φουντουκιού κυμάνθηκε από τους 3,4 στους
2,4 χιλιάδες τόνους, με σημαντική ετήσια διακύμανση, λόγω του παραγωγικού κύκλου της
καλλιέργειας αλλά και με αισθητά πτωτική τάση.
Η μειωμένη παραγωγή οφείλεται μεταξύ άλλων
και στη μείωση της καλλιεργούμενης έκτασης
για την αντίστοιχη περίοδο. Η μέση στρεμματική
απόδοση της καλλιέργειας φουντουκιού για την
πενταετία ανήλθε περίπου σε 250 κιλά.
Υπάρχουν όμως φυτείες φουντουκιών που
καλλιεργούνται ορθολογικά και η παραγωγή τους
είναι πολύ πιο υψηλή της τάξεως των 350-400 κιλών το στρέμμα.

Η καλλιέργεια της φουντουκιάς είναι γνωστή στην Ελλάδα από τα αρχαιότατα χρόνια.
Σήμερα στη χώρα μας, η φουντουκιά καλλιεργείται κυρίως στη Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια,
την Πελοπόννησο, την Ηπειρο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη. Η μεγαλύτερη
έκταση βρίσκεται στη Μακεδονία.
Κλίμα και έδαφος

Ο ακριβής τύπος εδάφους, που ενδείκνυται για την καλλιέργεια φουντουκιάς ποικίλλει από
περιοχή σε περιοχή, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις το έδαφος πρέπει να είναι βαθύ, γόνιμο.
Ένα καλό έδαφος για την φουντουκιά πρέπει να έχει βάθος 2,6 έως 3,3m ή βαθύτερο .Η
φουντουκιά δεν ευδοκιμεί σε βαριά αργιλώδη εδάφη . Το έδαφος πρέπει να έχει όξινη έως
ουδέτερη αντίδραση δηλαδή ρΗ 5,5 - 7,0. Τα εδάφη για τη φουντουκιά πρέπει να
αποστραγγίζουν καλά όλο το χρόνο και να αποθηκεύουν μεγάλες ποσότητες νερού για τις
ανάγκες της κατά την ξηρική περίοδο. Η ομογαμία στη φουντουκιά έχει μικρή μόνο σημασία,
γιατί οι πιο πολλές ποικιλίες της είναι αυτόστειρες. Επομένως για την επίτευξη μιας
ικανοποιητικής παραγωγής και καλής ανάπτυξης του σπέρματος είναι αναγκαία η
εξασφάλιση σταυρεπικονίασης στον φουντουκεώνα . Αυτό επιτυγχάνεται με τη
συγκαλλιέργεια περισσοτέρων της μιας ποικιλιών, δεδομένου ότι οι ποικιλίες της δεν είναι
σταυροασυμβίβαστες .

Η επικονίαση συμβαίνει κατά τα μέσα του χειμώνα και είναι μακράς διάρκειας . Η αιχμή των
περιόδων άνθησης των αρσενικών και θηλυκών άνθεων για μια συγκεκριμένη ποικιλία δε
συμπίπτουν . Συνήθως η άνθηση των αρσενικών άνθεων προηγείται εκείνης των θηλυκών .
Άρα είναι πολύ σημαντικό να εξασφαλιστεί συνάνθηση των αρσενικών άνθεων της
επικονιάστριας ποικιλίας και της θηλυκών της κύριας καλλιεργούμενης ποικιλίας . Η
αναλογία μεταξύ δέντρων της επικονιάστριας και της κύριας καλλιεργούμενης ποικιλίας,
ανάλογα με την απόσταση φύτευσης των δέντρων, ποικίλλει από 1:18 έως 1:25. Συνηθίζεται
όμως να φυτευέται μια πλήρης σειρά επικονιαστού σε κάθε 10η σειρά φύτευσης .

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικες αναλυσεις και τα κλιματικα δεδομενα η


φουντουκιά δεν είναι κατάλληλη για το Νομό Λακωνίας. Η φουντουκιά ευδοκιμεί σε εδάφη
μέσης σύστασης με καλή αποστράγγιση και ελαφριά όξινη έως ουδέτερη αντίδραση (pΗ 5,5
– 7,0. Η φουντουκιά αναπτύσσεται καλύτερα σε περιοχές με κλίμα ψυχρό και υγρό, χωρίς
ακραίες θερμοκρασίες, που συνήθως μετριάζονται από τις μεγάλες υδάτινες επιφάνειες
(θάλασσες, ποτάμια, λίμνες) που ενδείκνυται να γειτονεύουν με αυτές. Κατά το καλοκαίρι οι
θερμοκρασίες δε θα πρέπει να είναι ψηλότερες από 37oC, γιατί επηρεάζουν τη φυσιολογική
ανάπτυξη του καρπού και αναστέλλουν οριστικά την αύξηση της βλάστησης , ιδιαίτερα όταν
συνοδεύονται και από παρατεταμένη ξηρασία εδάφους σε περιοχές που καλλιεργείται ως
ξηρική.

5.8 Καστανιά
Η καστανιά θέλει κλίμα ελαφρά ψυχρό και υγρό με μέση ετήσια θερμοκρασία 8-15oC. Κατά
τη ληθαργική περίδο περίοδο αντέχει σε θερμοκρασίες -15 έως -17oC. Είναι όμως ευαίσθητη
στους ανοιξιάτικους παγετούς, γιατί την περίοδο εκείνη εκπτύσσεται η νέα βλάστηση και
σχηματίζονται τα διάφορα ανθικά μέρη, που είναι ευαίσθητα στον παγετό τόσο όσο τα άνθη
της ροδακινιάς.

Από άποψη υψόμετρου στις πολύ ψυχρές ηπειρωτικές περιοχές ευδοκιμεί από 300-900 μέτρα,
στις παραθαλλάσιες ηπειρωτικές περιοχές από 400-1000 μέτρα και στις νησιωτικές από 500-
1300 μέτρα. Είναι απαιτητική σε νερό και χρειάζεται για τις ανάγκες της ετήσια βροχόπτωση
ύψους τουλάχιστον 700mm. Ευδοκιμεί καλύτερα σε επικλινείς τοποθεσίες, όπου λόγω
διαφυγής των ψυχρών ρευμάτων δε σημειώνονται παγετοί και ηλιόλουστες για την αποφυγή
ή περιορισμό προσβολών από μυκητολογικές ασθένειες.

Εδαφικές συνθήκες

Κατάλληλα εδάφη για την καλλιέργεια της καστανιάς θεωρούνται τα αμμώδη ή τα


αμμοπηλώδη καθώς επίσης, εδάφη που προέρχονται από αποσάθρωση σχιστολιθικών ή
γρανιτικών πετρωμάτων. Πρέπει να είναι βαθιά με καλή στράγγιση, διαφορετικά οι ρίζες της
θα υποφέρουν από ασφυξία και θα κινδυνέψουν από
φυτοφθόρα. Μπορεί όμως να αξιοποιήσει εδάφη
σχετικά αβαθή, αρκεί να έχουν καλή στράγγιση ή
εδάφη μέτριας γονιμότητας, εκεί όπου άλλες
καλλιέργειες θα αδυνατούσαν να αναπτυχθούν. Αν το
έδαφος είναι πολύ φτωχής γονιμότητας, συνιστάται
χλωρή λίπανση, με τη χρήση αζωτούχων φυτών (βίκο,
τριφύλλι κ.ά).

Το κατάλληλο pH του εδάφους για την καλλιέργεια


της καστανιάς είναι 5,5 με 6. Μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα σε pH 4,5 έως
6,5. Εάν είναι κάτω από 4,5, τότε θα πρέπει οπωσδήποτε να προστεθεί ασβέστιο ώστε να
ανέβει στα επιθυμητά επίπεδα. Εάν όμως είναι πάνω από 6,5, τότε θα πρέπει να
αποκλείσουμε την καλλιέργεια της καστανιάς, διότι θα έχουμε πολλά προβλήματα κατά την
ανάπτυξή της. Είναι πάρα πολύ ευαίσθητη στο ασβέστιο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα
πρέπει το ολικό ανθρακικό ασβέστιο να υπερβαίνει το 2%.

Επικονίαση
Παρόλο που η γύρη της καστανιάς είναι γόνιμη, δεν μπορεί να επικονιάσει τα άνθη της. Είναι
πρακτικά αυτοασυμβίβαστη. Συνεπώς, τα άνθη της θα πρέπει να επικονιαστούν από άλλες
ποικιλίες. Η καστανιά θεωρείται και εντομόφιλη και ανεμόφιλη. Έχει βρεθεί ότι εάν η
επικονιάστρια ποικιλία είναι μεγαλόκαρπη, τότε αυξάνεται και το μέγεθος της
καλλιεργούμενης ποικιλίας. Αυτό καλείται, το φαινόμενο της ετέρωσης. Εάν επιθυμούμε ένα
ικανοποιητικό ποσοστό καρπόδεσης από σταυρογονιμοποίηση, τότε η απόσταση μεταξύ των
διαφορετικών ποικιλιών δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 65 μέτρα. Στα αρσενικά άνθη, οι
ανθοταξίες παίρνουν ένα έντονο κίτρινο χρωματισμό και διογκώνονται κάνοντας εμφανή την
ωρίμανση τους. Επίσης, όταν ωριμάζουν αναδύουν ένα χαρακτηριστικό άρωμα
προσελκύοντας έτσι πολυάριθμους επικονιαστές. Τα θηλυκά άνθη είναι δεκτικά όταν
ανθίζουν και τα τρία άνθη της ανθοταξίας και οι στύλοι από λευκό, πάρουν λευκοκίτρινο
χρώμα, φέροντας ένα κολλώδες υγρό στην επιφάνεια τους. Η επικονίαση πραγματοποιείτε με
την μεταφορά του γυρεόκοκκου στο δεκτικό στίγμα.

Γονιμοποίηση

Τη στιγμή που θα επικαθήσει ο γυρεόκοκκος στο στίγμα, βλαστάνει και δίνει γυρεοσωλήνες
οι οποίοι οδηγούνται χημειοτακτικά προς τη σπερμοβλάστη. Κατά την είσοδο τους στο
στίγμα βλαστάνει και διαιρείται σε δύο πυρήνες, ο ένας από τους οποίους, ο γεννητικός, δίνει
άλλους δύο, τους σπερματικούς πυρήνες. Μόλις φτάσει ο γυρεοσωλήνας στην μικροπύλη,
ελευθερώνει τους δύο σπερματικούς πυρήνες. Ο ένας ενώνεται με τους δύο πολικούς, ενώ ο
άλλος ενώνεται με το ωοκύτταρο. Ένας μόνο γυρεόκοκκος θα το καταφέρει αυτό. Η
διαδικασία της γονιμοποίησης διαρκεί 10 με 15 μέρες.

Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα η


καλλιέργεια αυτή κρίνεται κατάλληλη σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές του Νομού Λακωνίας. Η
καστανιά χρειάζεται κλίμα ελαφρά ψυχρό και υγρό με μέση ετήσια θερμοκρασία 8-15oC.
Χρειάζεται για τις ανάγκες της ετήσια βροχόπτωση ύψους τουλάχιστον 700mm. Ευδοκιμεί
καλύτερα σε επικλινείς τοποθεσίες, όπου λόγω διαφυγής των ψυχρών ρευμάτων δε
σημειώνονται παγετοί και ηλιόλουστες για την αποφυγή ή περιορισμό προσβολών από
μυκητολογικές ασθένειες. Το κατάλληλο pH του εδάφους για την καλλιέργεια της καστανιάς
είναι 5,5 με 6. Εάν όμως είναι πάνω από 6,5 τότε θα πρέπει να αποκλείσουμε την καλλιέργεια
της καστανιάς, διότι θα έχουμε πολλά προβλήματα κατά την ανάπτυξή της. Είναι πάρα πολύ
ευαίσθητη στο ασβέστιο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα πρέπει το ολικό ανθρακικό
ασβέστιο να υπερβαίνει το 2%. Ενδεικτικά η περιοχή των Γοράνων πιθανόν να είναι
κατάλληλη για την καλλιέργεια.
ΔΙΑΦΟΡΑ

5.9 Συκιά
Η συκιά καλλιεργείται στις ανατολικές μεσογειακές περιοχές της Ευρώπης και Αφρικής,
καθώς και στις νοτιοδυτικές περιοχές της Ασίας. Σήμερα η συκιά είναι μια σημαντική
δενδρώδης καλλιέργεια σε πολλά μέρη της υφηλίου και κυρίως σε χώρες που συνορεύουν με
τη Μεσόγειο θάλασσα και την Κόκκινη και Αραβική θάλασσα.

Οι κυριότερες χώρες παραγωγής σύκων είναι η Ισπανία, Ιταλία, Τουρκία, Ελλάδα,


Πορτογαλία και Αμερική. Στην Ελλάδα καλλιεργείται κυρίως στην Πελοππόνησο, Στερεά
Ελλάδα, Εύβοια, Κρήτη, Επτάνησα και νησιά Αιγαίου. Για την παραγωγή ξηρών σύκων
καλλιεργείται κυρίως στους νομούς Μεσσηνίας, Λακωνίας, Εύβοιας και νήσων Αιγαίου. Η
συκιά καλλιεργείται για τους καρπούς της, τα σύκα που χρησιμοποιούνται ως νωπά ή ξηρά.

Κλιματικές συνθήκες

Η συκιά είναι δένδρο που δεν αντέχει τις σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Κατά
τους χειμερινούς μήνες τα δένδρα μένουν χωρίς φύλλα αλλά οι οφθαλμοί τους έχουν μικρής
διάρκειας λήθαργο που αν η θερμοκρασία ήταν συνέχεια κοντά στους 15oC θα είχε
βλάστηση όλο το χρόνο. Όταν η θερμοκρασία είναι κάτω από τους 0oC υπάρχουν ζημιές στο
υπέργειο τμήμα ενώ όταν η θερμοκρασία είναι κάτω από -10oC υπάρχουν ζημιές στο υπόγειο
τμήμα του δένδρου. Επίσης όταν η θερμοκρασία είναι πολύ χαμηλή το χειμώνα μπορεί να
προκαλέσει ζημιά στην άγρια συκιά όπως καταστροφή των καρπών που έχει σαν αποτέλεσμα
και την καταστροφή των προνυμφών του ψήνα.

Ιδιαίτερα ευαίσθητα είναι τα δένδρα που


είναι μικρότερα ηλικιακά. Τους
καλοκαιρινούς μήνες κατά την συγκομιδή
των σύκων θα πρέπει η θερμοκρασία να είναι
30oC ώστε να έχουμε καλής ποιότητας σύκα,
εάν η θερμοκρασία είναι πάνω από 30 –
35oC παρατηρούμε αλλοίωση του καρπού
και τα ξηρά σύκα γίνονται δερματώδη και
σκληρά εξωτερικά.
Η βροχή και η υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία προκαλεί μεγάλα προβλήματα κατά τους
καλοκαιρινούς μήνες όταν γίνεται η συγκομιδή και όταν ο καρπός είναι έτοιμος πάνω στο
δένδρο.

Η έντονη βροχόπτωση την περίοδο ωρίμανσης των σύκων


προκαλεί σχίσιμο του καρπού και ξίνισμα στη σάρκα του και
αυτό γιατί το νερό της βροχής μπαίνει από την οπή στο
εσωτερικό του καρπού και προκαλείται το σχίσιμο.

Εδαφικές συνθήκες:

Η συκιά θέλει γόνιμα καλά στραγγισμένα εδάφη αλλά είναι


και ένα δένδρο που μπορεί να αναπτυχθεί σε διάφορους τύπους εδαφών όπως είναι ξηρά,
αμμώδη, χαλικώδη και πετρώδη αρκεί να υπάρχουν ρωγμές για να αναπτυχθούν οι ρίζες του.
Μπορεί επίσης να υπάρξει και σε ασβεστώδη, μέτρια αλκαλικά εδάφη. Το pH του εδάφους
θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 6 - 8 βαθμούς. Δεν θα πρέπει να φυτεύεται σε εδάφη με πολύ
υγρασία και σε περιοχές που επικρατούν συνθήκες υψηλής ατμοσφαιρικής υγρασίας.

Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα του


ΝομούΛακωνίας, η συκιά είναι κατάλληλη για καλλιέργεια σε όλες τις περιοχές τις Λακωνίας καθώς
δεν υπάρχουν περιοριστικοί παράγοντες.

5.10 ΕΣΠΕΡΙΔΟΕΙΔΗ

Στα εσπεριδοειδή ανήκουν: η Πορτοκαλιά, η Λεμονιά, η


Γλυκολεμονιά, η Μανταρινιά, η Νεραντζιά, η Κιτριά, το
Πόμελο, τα Μοσχολέμονα ή Λάϊμ , το Περγαμόντο, το
Γκρέιπφρουτ, το Κουμκουάτ,το Σαγκουίνι.Τα εσπεριδοειδή
ευδοκιμούν πολύ στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στα παράλια
μέρη και νησιά. Αρχικά καλλιεργούνταν μόνο στις Ινδίες, την Κίνα και την Ιαπωνία κι από
εκεί εξαπλώθηκαν σ' όλες τις χώρες που έχουν κατάλληλο κλίμα (δροσερό) και έδαφος
(αμμοαργιλώδες).
Πολλαπλασιάζονται με μπόλιασμα και καταβολάδες, αλλά ο καλύτερος τρόπος
πολλαπλασιασμού τους είναι με σπόρους νεραντζιάς και κατόπιν με μπόλιασμα του μικρού
δέντρου στην ποικιλία που θέλουμε.

Για παράδειγμα υπάρχουν πολλές ποικιλίες πορτοκαλιών: ξινά, γλυκόξινα, Μέρλιν, Γιάφας,
σαγκουίνια, μυρωδάτα, Κρήτης κλπ.

Γενικά τα εσπεριδοειδή έχουν καρπούς γευστικούς και ωφέλιμους. Ποικιλίες εσπεριδοειδών:

Πορτοκάλι ποικιλίας Μέρλιν

Τα εσπεριδοειδή διαχωρίζονται σε αρκετές ποικιλίες. Μερικές από αυτές είναι οι ποικιλίες


πορτοκαλιάς, οι ποικιλίες λεμονιάς, οι ποικιλίες μανταρινιάς, οι ποικιλίες νεραντζιάς κ.ά. Οι
πιο πολλές ποικιλίες των εσπεριδοειδών ανέχονται τις σχετικά ψηλές θερμοκρασίες, αλλά οι
απότομες αυξήσεις της θερμοκρασίας σε επίπεδα ψηλότερα των κανονικών, ή οι υπερβολικά
ψηλές θερμοκρασίες, που συνοδεύονται από χαμηλή σχετική υγρασία, συνήθως είναι
επιζήμιες. Ευαισθησία παρουσιάζουν οι νεαροί καρποί και τα φύλλα. Το πιο ανθεκτικό στο
ψύχος είδος από τα εσπεριδοειδή, του οποίου η ανθεκτικότητα είναι μεγαλύτερη, όταν είναι
εμβολιασμένο πάνω σε υποκείμενο Poncirus trifoliata είναι το Κουμ-κουάτ.

Εδαφοκλιματικές συνθήκες: Το κλίμα, το ανάγλυφο του εδάφους, η σύσταση του εδάφους


και η επάρκεια νερού αποτελούν το φυσικό περιβάλλον των εσπεριδόδενδρων και
καθορίζουν την επιτυχία των εσπεριδοφυτειών. Το κλίμα είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας
για την επιλογή της τοποθεσίας, που θα εγκατασταθεί μια εσπεριδοφυτεία. Το κλίμα είναι
εκείνο που καθορίζει την ύπαρξη της εσπεριδοφυτείας και την ποιότητα των
εσπεριδόκαρπων. Η μελέτη του ανάγλυφου του εδάφους δεν είναι μόνο αναγκαία για την
απομάκρυνση των ψυχρών ρευμάτων αέρος και την παγετοπροστασία των εσπεριδοφυτειών,
αλλά και για την αντιμετώπιση της διάβρωσης και ασφυξίας του εδάφους, καθώς και για την
εφαρμογή του καταλληλότερου συστήματος ποτίσματος της εσπεριδοφυτείας. Οι διάφορες
ποικιλίες εσπεριδοειδών έχουν και διαφορετικό βαθμό αντοχής στις ψηλές θερμοκρασίες. Τα
γκρέιπ φρουτ, οι λεμονιές, η πορτοκαλιά Βαλέντσια και πολλές ποικιλίες μανταρινιάς δίνουν
ικανοποιητικές παραγωγές με υψηλές θερμοκρασίες. Η ομφαλοφόρος πορτοκαλιά Μέρλιν και
η μανταρινιά Σατσούμα, αντιθέτως, σε υψηλές θερμοκρασίες κατά την περίοδο της άνθησης
και καρπόδεσης των δέντρων, δίνουν χαμηλές παραγωγές.

Η επίδραση των απότομων υψηλών θερμοκρασιών μπορεί να περιοριστεί με την εφαρμογή


συστήματος τεχνητής βροχής, που μπορεί να μειώσει τη θερμοκρασία της φυτείας κατά 5-
8oC. Αποτελέσματα της επίδρασης ισχυρών ανέμων στα εσπεριδοειδή (πορτοκαλιά/ λεμονιά/
μανταρινιά).
Οι άνεμοι μεγάλης εντάσεως, καθώς και οι ψυχροί άνεμοι μπορεί να προκαλέσουν ζημιά
στους δενδρώνες των εσπεριδοειδών. Οι δυνατοί αυτοί άνεμοι συνήθως προκαλούν
φυλλόπτωση, μείωση της βλάστησης, απώλεια καρπών καθώς και υποβάθμιση της ποιότητας
αυτών.

Τα εσπεριδοειδή ευδοκιμούν και καλλιεργούνται


σε θερμές περιοχές όπου οι βροχοπτώσεις δεν
υπερβαίνουν τα 200-300mm. Επομένως είναι
αναγκαία η άρδευση στους οπωρώνες.Το νερό το
οποίο χρησιμοποιείται στους οπωρώνες θα πρεπει
να είναι καλης ποιότητας, απαλλαγμένο από υψηλή περιεκτικότητα σε άλατα.

Οι απαιτήσεις των εσπεριδοειδών σε νερό και σε θρεπτικά στοιχεία είναι αυξημένες, ετσι
καθίσταται αναγκαία η καταστροφή των ζιζανίων με τη χρηση ζιζανιοκτόνων ή με την
καλλιέργεια του εδάφους. Χρειάζεται προσοχή όταν εφαρμόζεται καλλιέργεια του εδάφους
να μην γίνεται σε βάθος μεγαλύτερο των 10 cm, διότι τα εσπεριδοειδή είναι επιπολαιόριζα
και πάντοτε υπάρχει κίνδυνος καταστροφής των επιφανειακών ριζών.

Συμπέρασμα: Σύμφωνα με τις εδαφολογικές αναλύσεις και τα κλιματικά δεδομένα του


νομού Λακωνίας η καλλιέργεια των εσπεριδοειδών κρίνεται κατάλληλη στις θερμές περιοχές.
Οι άνεμοι μεγάλης εντάσεως, καθώς και οι ψυχροί άνεμοι μπορεί να προκαλέσουν ζημιά
στους δενδρώνες των εσπεριδοειδών. Ενδεικτικά περιοχές που καλλιεργούνται εσπεριδοειδή
και κρίνεται απαραίτητη η καλλιέργεια, είναι η Σκάλα, Βλαχιώτης, Έλος, Αγιος Ιωάννης,
Γλυκόβρυση, Σπάρτη, Τραπεζοντή.

5.11 ΡΟΔΙΑ
Η ροδιά κατάγεται από την Περσία. Από εκεί διαδόθηκε ανατολικά προς την Ινδία και την
άπω Ανατολή και δυτικά σε όλες τις μεσογειακές χώρες και έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στην
Ισπανία. Είναι πολύ διαδεδομένη η καλλιέργειά της στην Ινδία, Ιράκ και Ιράν. Στην Ελλάδα,
η ροδιά καλλιεργείται κυρίως στα νησιά του Βορείου Αιγαίου (Χίος, Λέσβος, Σάμος), στα
Δωδεκάνησα, στην Κρήτη, στην Αργολίδα, στη Μαγνησία, Εύβοια. Οι περιοχές που
βρίσκονται οι περισσότερες φυτεύσεις είναι το Κιλκίς (40,7 %), Αργολίδα (13,0 %), η Ξάνθη
(12,3 %), η Θεσπρωτία (11,3%), η Λάρισα (6,2 %) και τα Γιαννιτσά (5,1 %). Η ραγδαία
αύξηση της καλλιέργειας της ροδιάς στη χώρα μας είναι αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας
εταιριών ή ομάδων παραγωγών που προωθούν την καλλιέργεια με όρους συμβολαιακής
γεωργίας με σκοπό κυρίως την παραγωγή και διάθεση χυμού ροδιάς .
Κλιματικές συνθήκες:

Άριστες κλιματικές συνθήκες για τη ροδιά έχουν οι περιοχές με ζεστά και μακρά καλοκαίρια
(μέγιστη θερμοκρασία 38oC), ήπιο χειμώνα όπου η ελάχιστη θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω
των -11oC, και χωρίς βροχές κατά την περίοδο ωρίμασης των καρπών. Η ροδιά έχει μοναδική
προσαρμοστικότητα σε διαφορετικά περιβάλλοντα, γεγονός που σχετίζεται με το ότι αντέχει
σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 44oC και χαμηλές μέχρι -12oC. Το περιβάλλον όμως
επηρεάζει την ανάπτυξη του δένδρου, την ανθοφορία, την καρποφορία και την ποιότητα των
καρπών.

Στην Ελλάδα, τελευταία, εμπορικοί οπωρώνες ροδιάς εγκαθίστανται πέραν της


Πελοποννήσου και σε πολλές περιοχές της Βορείου και Κεντρικής Ελλάδος (Ξάνθη, Σέρρες,
Δράμα, Κιλκίς, Πέλλα,Λαμία και άλλες), μερικές εκ των οποίων δε διαθέτουν ξηροθερμικό
κλίμα και παρατηρούνται συχνά βροχοπτώσεις το φθινόπωρο αφενός και αφετέρου, μερικές
χρονιές παρατηρούνται θερμοκρασίες πολύ χαμηλότερες των -11°C με αποτέλεσμα την
παγετοπληξία.

Εδαφικές συνθήκες:

Η ροδιά, περισσότερο από πολλά άλλα είδη δένδρων, προσαρμόζεται σε ευρεία κλίμακα
εδαφών. Όμως η καλύτερη ανάπτυξη επιτυγχάνεται σε βαθιά αργιλώδη εδάφη, αν και
αναπτύσσεται ικανοποιητικά σε αμμώδη και πηλώδη εδάφη. Αν και μπορεί να ανεχθεί μικρές
περιόδους με κακή στράγγιση, προτιμά τα καλά στραγγιζόμενα εδάφη. Μακρές περίοδους με
υπερβολική υγρασία μειώνουν τις αποδόσεις και την ποιότητα των καρπών. Ανέχεται τα
ασβεστούχα, αλκαλικά εδάφη (αγωγιμότητα 4,5ds/m) και βαθιά, όξινα πηλοαμμώδη και σε
μεγάλη γκάμα εδαφών μεταξύ αυτών των ακραίων περιπτώσεων. Το άριστο pH του εδάφους
κυμαίνεται μεταξύ 6,5-7,5. Η ροδιά είναι μέτρια ανεκτική στα άλατα και μπορεί να ανεχθεί
άρδευση με νερό που περιέχει 200- 2500 ppm άλατα.

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικες αναλυσεις και τα κλιματικα δεδομενα του


νομού Λακωνίας η καλλιέργεια της Ροδιάς κρίνεται κατάλληλη στο νομό Λακωνίας. Η ροδιά,
προσαρμόζεται στα περισσότερα εδάφη όπως επίσης οι περιοχές με ζεστά και μακρά
καλοκαίρια θεωρούνται κατάλληλες για την καλλιέργεια αυτή. Η ροδιά έχει μοναδική
προσαρμοστικότητα σε διαφορετικά περιβάλλοντα, γεγονός που σχετίζεται με το ότι αντέχει
σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες από 44oC και χαμηλές μέχρι -12Oc

5.12 ΑΚΤΙΝΙΔΙΑ
Είναι φυτό δικοτυλήδονο και αναρριχώμενο. Μοιάζει με το αμπέλι, οι κλιματίδες του όμως
περιελλίσσονται και αυξάνουν πολύ γρήγορα. Στα θηλυκά δένδρα τα άνθη φέρονται σε
ταξιανθίες τριών άνθεων. Στα αρσενικά δένρα ανθίζουν όπως στα θηλυκά με τη διαφορά ότι
τα άνθη φέρονται 3-5 μαζί σε ταξιανθία και επίσης δεν παρατηρείται καρπόπτωση. Είναι
εντομόγαμο είδος και η μεταφορά της γύρης γίνεται κυρίως με την μέλισσα.Απαιτούνται 1
δυνατή κυψέλη/στρέμμα για ικανοποιητική καρπόδεση.

Καλλιέργεια Ακτινιδίων

Το φυτό ευδοκιμεί σε γόνιμα και υγρά εδάφη. Η σπορά του φυτού γίνεται κατά την άνοιξη
και η συγκομιδή στα μέσα Οκτωβρίου.

Σήμερα το ακτινίδιο καλλιεργείται και στην Ευρώπη (Γαλλία, Ιταλία). Το ακτινίδιο, για να
ευδοκιμήσει χρειάζεται περιοχές με ήπιο χειμώνα και θερμό και υγρό καλοκαίρι. Για το λόγο
αυτό, στον ελληνικό χώρο καλλιεργείται στην Πιερία, όπου έχει κατοχυρωθεί με ονομασία
προέλευσης (ΠΓΕ) , στην περιοχή του ποταμού Σπερχειού στη Φθιώτιδα, στην Πέλλα, την
Ημαθία, το Μεσολόγγι, τα Χανιά, το Ρέθυμνο, την Άρτα και την Πρέβεζα.

Κλίμα και έδαφος

Η ακτινιδιά είναι φυτό υποτροπικό, ευδοκιμεί σε


περιοχές με σχετικά ήπιο κλίμα και αντέχει σε χαμηλές
θερμοκρασίες του χειμώνα μεχρι και -12. Επίσης
απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες (850-1100 ώρες με 4-10
βαθμσους) για να διακοπεί ο λήθαργος των ανθοφόρων
οφθαλμών της.Οι πρώιμοι παγετοί του φθινοπώρου και
οι όψιμοι της άνοιξης αποτελούν περιοριστικό
παράγοντα εξάπλβσης της ακτινιδιάς. Η αύξηση των
κλιματίδων του φυτού είναι ταχεία καταυτό τον τρόπο χρειάζεται μεγάλες ποσότητες νερού
για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του. Για να μην υπάρχουν προβλήματα θα πρέπει η σχετική
υγρασία να είναι αυξημένη, ώστε να παρέχονται μεγάλες ποσότητες νερού είτε με την
άρδευση είτε με βροχοπτώσεις. Η υψηλή συγκέντρωση αλάτων στο νερό μπορεί να είναι
κατααστροφική για τις ακτινιδιές. Επιπρόσθετα οι άνεμοι προκαλούν ζημιές σε διάφορες
φάσεις της καλλιέργειας. Το έδαφος πρέπει να είναι γόνιμο και να στραγγίζει πολύ καλά.
Επιπλέον θα πρέπει να αποφεύγονται εδάφη ασβεστούχα και εδάφη με pH υψηλότερο από
7,5 διότι οι ακτινιδιές θα έχουν μόνιμο πρόβλημα από τροφοπενία σιδήρου.

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικες αναλυσεις και τα κλιματικα δεδομενα του


νομού Λακωνίας η καλλιέργεια των ακτινιδίων κρίνεται δύσκολη στο νομό Λακωνίας λόγω
του ότι απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες (850-1100 ώρες με 4-10 βαθμους) για να διακοπεί ο
λήθαργος των ανθοφόρων οφθαλμών της. Όπως επίσης και η αποφυγή

5.13 ΛΩΤΟΣ

Γνωστοί και ως "μήλα της Ανατολής", οι λωτοί ανήκουν στην επιστημονική οικογένεια των
διόσπυρων. Αν και ήταν αρχικά εγγενείς στην Κίνα, η καλλιέργειά τους εξαπλώθηκε σε όλο
τον κόσμο και τους βρίσκουμε πια σε πολλές χώρες. Στη Γαλλία και στις άλλες μεσογειακές
χώρες εμφανίστηκαν τον 19ο αιώνα. Η Κίνα κυριαρχεί στην παγκόσμια παραγωγή,
παράγοντας πάνω από 3 εκατομμύρια μετρικούς τόνους προϊόντος ετησίως.

Κλίμα και έδαφος

Ο λωτός αναπτύσσεται σε εδάφη μέσης σύστασης, γόνιμα, ελαφρά ή επικλινή, λόγω του ότι
το ριζικό σύστημα χρειάζεται καλό αερισμό. Περιοχές με δροσερό καλοκαίρι και φθινόπωρο
παράγουν εξαιρετικής ποιότητας καρπούς. Σε θερμά κλίματα αναπτυσσονται καλύτερα οι
γλυκές ποικιλίες και σε ψυχρά οι στυφές.

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικες αναλυσεις και τα κλιματικα δεδομενα του


νομού Λακωνίας η καλλιέργεια δεν εμφανίζεται κατάλληλη. Οι δυνατοί άνεμοι, ιδιαίτερα τα
καλοκαιρινά μελτέμια, μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές ζημιές στα δέντρα όταν είναι
φορτωμένα προκαλώντας σπασίματα του κορμού και των κλαδιών, σκίσιμο των φύλλων και
ελαττώματα στους καρπούς. Οι φυτείες λωτού σε πολύ
αργιλώδη εδάφη μικρής διαπερατότητας και με κακή
στράγγιση δεν αποδείχθηκαν προσοδοφόρες.

5.14 Παουλόβνια (Paulownia)


Υπάρχουν έξι ποικιλίες της Παουλόβνια (Paulownia) εκ των οποίων η πιο γνωστή είναι η
Paulownia tomentosa της οποίας το ξύλο φέρει την εμπορική ονομασία «Κίρι».Το φυτό αυτό
καλλιεργείται στην Κίνα εδώ και 3000 χρόνια. Η παουλόβνια είναι ένα δένδρο φυλλοβόλο το
οποίο αναπτύσσεται με μεγάλη ταχύτητα. Από το πρώτο έτος φθάνει σε ύψος 3-4m. Τα
φύλλα των νεαρών δέντρων, είναι πολύ μεγάλα, φθάνουν κατά τα πρώτα έτη τα 80 cm.

Είναι ένα δένδρο που μπορεί να φθάσει τα 18m. Είναι πολύ καλό μελισσοκομικό φυτό, το
μέλι που γίνεται από τα άνθη της είναι πολύ καλής ποιότητας. Τα φύλλα της είναι πολύ
θρεπτικά και χρησιμοποιούνται στη διατροφή των κτηνοτροφικών ζώων. Υπολογίζονται ότι
παράγονται 80-100 κιλά ξηρά φύλλα ετησίως από κάθε δέντρο ηλικίας 10 ετών. Η
παουλόβνια μπορεί να ανεχθεί θερμοκρασίες από -20ο C μέχρι +40ο C. Τα εδάφη που
προτιμά είναι τα βαθιά αμμώδη εδάφη αν και μπορεί να καλλιεργηθεί σε μία ποικιλία εδαφών
τα οποία όμως πρέπει να στραγγίζουν καλά. Τα εδάφη που έχουν μία ελαφρά κλίση είναι τα
καλύτερα. Φυτεύονται 50-70 δένδρα το στρέμμα.
Η παουλόβνια είναι ένα δένδρο, που απαιτεί πολύ
μικρές φροντίδες και δεν απαιτείται μεγάλη
αρχική επένδυση για την εγκατάσταση της. Το ρΗ
του εδάφους μπορεί να είναι από 5,5 -7,5. Τα
καλύτερα εδάφη είναι τα μέσης συστάσεως.
Επίσης τα εδάφη θα πρέπει να προστατεύονται
από τους επικρατούντες ισχυρούς ανέμους της
περιοχής.

Η παουλόβνια, γενικά, παρουσιάζει μεγάλη αντοχή στις αντιξοότητες του εδάφους, αλλά έχει
ευαισθησία στα εδάφη που δεν έχουν καλή στράγγιση. Τα τυρφώδη εδάφη ή τα αμμώδη
εδάφη είναι τα καλύτερα σε αντίθεση με τα πολύ αργιλώδη που δεν είναι τόσο καλά

Το ξύλο της παουλόβνιας

Οι μοναδικές ιδιότητες που έχει το ξύλο της παουλόβνιας όπως η ανθεκτικότητα, το χαμηλό
βάρος, η ευκολία στην κατεργασία του, καθιστούν το ξύλο αυτό πολύτιμο.

Μετά την κοπή των δέντρων, το φυτό αναβλαστάνει και ξαναδίνει νέα παραγωγή σε 4-5
χρόνια. Στην συνέχεια κόβεται πάλι, δίνοντας νέα παραγωγή, και ούτω καθεξής αυτό
επαναλαμβάνεται για 6-7 φορές. Αυτό αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα της καλλιέργειας αυτής.

Το ξύλο της παουλόβνιας είναι ελαφρό αλλά σκληρό με καλή μικροδομή. Δεν στρεβλώνει
ούτε παραμορφώνεται, δεν παρουσιάζει ανωμαλίες που οφείλονται στην υγρασία, δεν
σχίζεται από το κάρφωμα. Το πριόνισμα είναι εύκολο χωρίς κίνδυνο θρυμματισμού, ενώ η
κόλλα και τα χρώματα έχουν εύκολη πρόσφυση.

Η αποξήρανση του γίνεται εύκολα και γρήγορα. Σε φούρνο γίνεται σε 24-48 ώρες ενώ στον
αέρα σε 30-60 ημέρες. Το δέντρο αυτό τα τελευταία χρόνια άρχισε να καλλιεργείται στην
Ελλάδα. Οι προοπτικές του είναι πολύ καλές σαν μία νέα εναλλακτική καλλιέργεια, επειδή
μπορεί να συνδυασθεί και με συγκαλλιέργεια ετήσιων φυτών.

Συμπέρασμα: Συμφωνα με τις εδαφολογικες αναλυσεις και τα κλιματικα δεδομενα του


νομού Λακωνίας η καλλιέργεια κρίνεται κατάλληλη. Έχει ανάγκη από λίγο έως μέτριο
πότισμα, κυρίως τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες, αλλά και τον πρώτο καιρό μέχρι να
εγκατασταθεί. Προτιμά τα αμμώδη ή πηλώδη χώματα, πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, αν
και μπορεί να αναπτυχθεί και σε ξηρά, άγονα εδάφη. Μόλις εγκατασταθεί σε μια θέση, είναι
ανθεκτική στην ξηρασία όπως επίσης, μπορεί να αντέξει στον παγετό και τις χαμηλές
θερμοκρασίες, οι δύσκολοι χειμώνες συχνά καταστρέφουν τα άνθη της, πριν εμφανιστούν.

Πηγές | Βιβλιογραφία:

 Nyle C. Brady, Ray R. Weil. Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Οιχαλιώτης, Διονύσιος


Γασπαράτος, Εδαφολογία , «Η φύση και οι ιδιότητες των εδαφών»
 Νικόλαος Μισοπολινός. 2015. Εδαφολογία. Η φύση και οι ιδιότητες των εδαφών.
 Γασπαράτος Δ., Καβασίλης Στ., Γιαννακοπούλου Φ. 2011. Ασκήσεις γενικής
εδαφολογίας.
 Εργαστηριακός οδηγός αγροτικού ινστιτούτου Καλαμάτας.
 Ασημακόπουλος Ι., Οιχαλιώτης Κ. 2012. Εργαστηριακές ασκήσεις των μαθημάτων
γονιμότητα εδάφους, αναλύσεις φυτών και εδαφών, αξιολόγηση αποτελεσμάτων,
λιπάσματαλιπάνσεις.
 Σινάκης Κωνσταντίνος. 2015. Εργαστηριακές ασκήσεις εδαφολογίας.
 Νικ. Κ. Μουστάκας. 2009. Σημειώσεις Προβληματικά Εδάφη - Βελτίωση.
 B. S. Sekhon. July 2003. Article - Chelates for micronutrient. Nutrition among crops.
 Νικ. Κ. Μουστάκας. 2009. Σημειώσεις Γένεση - Ταξινόμηση Εδαφών.
 Νικ. Κ. Μουστάκας. 2014. Γενική εδαφολογία - Λιπασματολογία.
 Ιωάννης Ν. Θεριός. 2006. Ελαιοκομία.
 Ποντίκης Α. Κωνσταντίνος. 2000. Ειδική Δενδροκομία Ελαιοκομία. Τόμος Τρίτος.
 Ειδική δενδροκομία Τόμος II "Ακρόδρυα-Πυρηνόκαρπα-Λοιπά καρποφόρα", Ποντίκη
Κων/νου, Καθηγητή Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
 "Αμυγδαλιά: Στοιχεία καλλιέργειας" του Νάνου Γεωργίου και Μπέλης Αικατερίνης,
καθηγητών Γεωπονικού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
 ΚΑΡΑΛΗ Δ.ΙΩΑΝΝΟΥ Φυσικού-Ραδιοηλεκτρολόγου, 1969, «ΤΥΠΟΙ ΚΑΙΡΟΥ
ΕΛΛΑΔΟΣ» Διατριβή επί διδακτορία, ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG, ΑΘΗΝΑ.
 ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ Ν. Σημειώσεις Γενικής Εδαφολογίας, Αθήνα 2006
 ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ Ν. Προβληματικά εδάφη-Βελτίωση, Αθήνα 2007
 ΤΖΑΜΟΣ Ε. Φυτοπαθολογία, Αθήνα 2006
 ALLESANDRO VECCHI, «ΤΑ ΕΣΠΕΡΙΔΟΕΙΔΗ: ΌΣΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΡΕΤΕ»,
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΑΛΟΥ
 Αϊβαλάκης Γ., Καραμπουρνιώτης Γ. και Φασσέας Κ. 2005. Γενική Βοτανική.
Εκδόσεις Έμβρυο. Αθήνα.
 Δροσόπουλος Ι., 1992. Μορφολογία και ανατομία φυτών.
 Τσέκου Ι.Β., Ηλία Η.Φ., 2007. Μορφολογία και ανατομία φυτών. Εκδοτικος οίκος
αδελφών Κυριακίδη
 Βασιλακάκης, Μ. και Θεριός, Ι. (1996), Μαθήματα Ειδικής Δενδροκομίας:
Εσπεριδοειδή, Εκδόσεις: Γ. Δεδούση, Θεσσαλονίκη.
 Βασιλακάκης, Μ. (2004), Γενική & Ειδική Δενδροκομία Εκδόσεις: Γαργατάνη,
Θεσσαλονίκη.
 Ε.Μ.Υ Κλιματολογικά στοιχεία από την Ε.Μ.Υ (Μετεωρολογικοί σταθμοί Σπάρτης
και Καλαμάτας)
 United Nations Food and Agriculture Organization (UN-FAO), Methods of Analysis
for Soils of Arid and Semi-arid Regions, Rome 2007 ENVIROSOL, Οδηγίες
δειγματοληψίας εδαφών, 2013
 Τεχνικοοικονομική ανάλυση ολοκληρωμένης καλλιέργειας οπωρώνων ροδακινιάς -
Συγγραφέας: Νικολούσης, Βασίλειος Α. Ημ/νία έκδοσης: 2009- Α.Π.Θ. Διδακτορική
Διατριβή
 Δενδροκομία - Δενδροτεχνική Γενική & Ειδική, ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
Εκδόσεις ΨΥΧΑΛΟΣ 1997.
 http://www.fao.org/statistics/en/
 https://www.sciencedirect.com/
 https://agropublic.gr/

You might also like