You are on page 1of 2

Work in translation: Αλμπέρ Καμύ, «Ο Ξένος» ,μετάφραση Νίκη

Καρακίτσου- Ντουζέ, Μαρία Κασαμπαλόγλου- Ρομπλέν, εκδόσεις


Καστανιώτη, Αθήνα 1997, σελ.51-52
1 Θέλησα να τελειώσω γρήγορα τη συνδιάλεξη γιατί ξέρω ότι στο
2 αφεντικό μου δεν πολυαρέσουν τα εξωτερικά τηλεφωνήματα. Όμως ο
3 Ρεμόν μου ζήτησε να περιμένω και μου είπε ότι θα μπορούσε να μου
4 μιλήσει και το βράδυ γι’ αυτή την πρόσκληση, ωστόσο ήθελε να με
5 προειδοποιήσει για κάτι άλλο. Όλη μέρα τον παρακολουθούσε μια
6 παρέα από Άραβες κι ανάμεσά τους βρισκόταν κι ο αδελφός της πρώην
7 ερωμένης του. «Αν τον δεις κοντά στο σπίτι απόψε, την ώρα που θα
8 γυρίζεις, ειδοποίησέ με.» Του είπα να μείνει ήσυχος.
9 Λίγο αργότερα με φώναξε το αφεντικό μου και προς στιγμήν
10 ανησύχησα γιατί νόμισα πως θα μου έλεγε να διαθέτω λιγότερη ώρα
11 για το τηλέφωνο και περισσότερη για τη δουλειά. Όμως δεν ήταν για
12 αυτό. Μου ανακοίνωσε πως θα μου μιλούσε για ένα σχέδιο, προς το
13 παρόν ακόμα αόριστο. Ήθελε απλώς τη γνώμη μου πάνω σ’ αυτό το
14 θέμα. Σκεφτόταν ν’ ανοίξει ένα γραφείο στο Παρίσι που θα
15 διεκπεραίωνε τις υποθέσεις του με τις μεγάλες εταιρείες επιτόπου κι
16 απευθείας, και ήθελε να ξέρει αν ήμουν διατεθειμένος να πάω εκεί.
17 Αυτό θα μου ΄δινε τη δυνατότητα να ζω στο Παρίσι κι επιπλέον να
18 ταξιδεύω για ένα διάστημα του χρόνου. «Είστε νέος και μου φαίνεται
19 πω αυτός ο τρόπος ζωής θα πρέπει να σας αρέσει.» Είπα πως ναι αλλά
20 και πως, κατά βάθος, το ίδιο μου έκανε. Με ρώτησε τότε αν μ’
21 ενδιέφερε κάποια αλλαγή στη ζωή μου. Απάντησα ότι δεν αλλάζεις
22 ποτέ ζωή, ότι κάθε ζωή έχει την αξία της κι ότι από τη δική μου εδώ δεν
23 είχα κανένα παράπονο. Έδειξε δυσαρεστημένος, μου είπε ότι δεν
24 απαντούσα ποτέ στα ίσια, ότι δεν είχα φιλοδοξίες κι ότι αυτό ήταν
25 ολέθριο για τις επιχειρήσεις. Ύστερα ξαναγύρισα στη δουλειά μου. Θα
26 προτιμούσα να μην τον είχα δυσαρεστήσει, αλλά δεν είχα κανένα λόγο
27 ν’ αλλάξω ζωή. Σαν το καλοσκεφτόμουν, δεν ήμουν δυστυχισμένος.
28 Όταν ήμουν φοιτητής, είχα πολλές φιλοδοξίες. Όταν όμως
29 υποχρεώθηκα να εγκαταλείψω τις σπουδές μου, κατάλαβα πολύ
30 γρήγορα ότι όλα αυτά δε σήμαιναν τίποτα στην ουσία.
Work in language A: Στρατής Μυριβήλης, «Ο Βασίλης ο Αρβανίτης» , εκδόσεις
Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2019, σελ.78-80
31
32 Φώναξε μία μέρα το Βασίλη στο γραφείο του, στην έδρα της
33 περιφέρειας και του έστησε στίβες τα μετζήτια πάνω στο τραπέζι, για να
34 μηνιάτικα που ‘χει να παίρνει. Κατόπι του αράδιασε σε ένα φύλλο χαρτί μια
35 κολόνα αριθμούς. Χτυπούσε παίζοντας ένα ασημένιο μολύβι πάνω στο
36 γραφείο και του ξηγούσε με πολλά λόγια και καμώματα. Το πως η Εταιρεία
37 έχει ζημιές από τους κοντραμπατζήδες, και τούτο και κείνο, λοιπόν
38 λιγοστεύει το μιστό τόσο το μήνα, σύμφωνοι; 
39 Ήταν ησυχία εκεί και μοναξιά, ο πρωινός ήλιος περπατούσε αργά
40 στο πάτωμα, ανάμεσα στα παλιά έπιπλα.
41 Ο Βασίλης καθότανε στην καρέκλα πλάι στο γραφείο. Μια κοίταζε τα
42 νούμερα μία κοίταζε τα μετζήτια. Άκουγε τον υπάλληλο να βαρταλαλεί τις
43 δικηγορίες του και δε μιλούσε. Μόνο έστριβε το μουστάκι.
44 - Αυτά είναι, πάρτα, του λέει ο Φράγκος, σαν τελείωσε. Και του
45 δείχνει με το μολυβάκι τις κολόνες τα μετζήτια. Τον βλέπει που κοιτάει
46 αμίλητος τα λεφτά.
47 - Δεν κατάλαβες; Ξαναλέει, κι ολοένα χτυπά στο τραπέζι τ΄ασημένιο
48 μολυβάκι.
49 Ο Βασίλης χαμογελά, τα δόντια του ασπρίζουν. 
50 - Κατάλαβα πως βάλθηκες να φας τα κόπια μου, του λέει. Να τα φας
51 το λοιπόν να χορτάσεις.
52 Σηκώνεται από την καρέκλα παίρνει μια χούφτα από τις ασημένιες
53 μονέδες. Ύστερα, του πατάει με δυο δάχτυλα τα μάγουλα, του ανοίγει το
54 στόμα και τα πατουκώνει μέσα με το δάχτυλο, να, να! και καλά να τα
55 καταπιεί τα μετζήτια.
56 Ψιλός ίδρως τον έκοψε τον λεβαντίνο. Γούρλωσε τα μάτια, έπιασε
57 να τρέμει, πήγε να σκάσει ο άνθρωπος.
58  Ο Βασίλης στέκεται και τον αγναντεύει, φοβερός μέσα στο κέφι του. 
59 - Μη λάχει και τα ξεράσεις, του λέει, ώσπου να περάσει μιας
60 τσιγαριάς ώρα, γιατί θα γυρίσω και θα σου κόψω τ’ αυτιά, πούστη!
61 Όχι! κάνει νόημα κατατρομαγμένος ο Μισέλ και τρέμουν τα κατωσάγονά του.

You might also like