You are on page 1of 19

Το νησί χωρίς όνομα

Λεβογιάννης Ηλίας
Τρίτο προσχέδιο
22/1/2023 - 20/5/2023

Το νησί χωρίς όνομα

1
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Ένα

Σε ένα παραδεισένιο βασίλειο, την Κορτάνη ζούσε και κυριαρχούσε ο βασιλιάς

Κάρλος. Η Κορτάνη ήταν μια φανταστική, όμορφη και εξωτική χώρα με πολλά όμορφα φυτά

και λουλούδια σπάνια, σχεδόν αδύνατον να βρεθούν σε άλλα βασίλεια — το χίλια

οκτακόσια ενενήντα—. Εκεί όλοι οι κάτοικοι δούλευαν για τον τσιγκούνη βασιλιά. Ο

βασιλιάς είχε και μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα καθώς κυριαρχούσε. Ένα πλεονέκτημα

ήταν πως σχεδόν όλοι οι κάτοικοι της Κορτάνης δούλευαν. Ένα μειονέκτημα είναι πως όσο

σκληρά κι αν δουλεύαν για αυτόν, δεν ανταμείβεταν ποτέ όπως τους αξίζει.

Ο βασιλιάς Κάρλος —είκοσι Μαρτίου— έπρεπε να αποχωρήσει από το βασίλειό του

για λίγες μέρες, για να κάνει μία σύσκεψη με κάποιους άλλους βασιλιάδες για το πως θα

μοιραστούν τα πλούτη που περιέχει ένας θησαυρός που ανακαλύφθηκε στην μέση του

ωκεανού που ενώνει τα βασιλιά τους. Όμως ο βασιλιάς ήταν διστακτικός , ένιωθε πως με το

βασίλειο του τον έδενε μια αόρατη κλωστή…

Ο βασιλιάς, μεταφέρθηκε στο πλοίο μέσα στην άμαξα του που ήταν χρυσή και

κόκκινη που οδηγούνταν από οκτώ άσπρα άλογα. Μεταφέρθηκε στο μεγάλο του ιδιωτικό

του δωμάτιο που είχε δύο μπάνια και τρία σαλόνια.

Όταν ήρθε η μέρα του ταξιδιού ο καιρός ήταν πολύ κακός, όμως αυτό δεν τον

εμπόδισε να κάνει το ταξίδι του. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού ο καιρός όλο και

χειροτέρευε. Πέντε ώρες ολόκληρες το πλοίο πάλευε με τα κύματα… Για μία στιγμή

σκέφτηκε να πει στον καπετάνιο του πλοίου να γυρίσουν πίσω, αλλά όσο σκεφτόταν τα

πλούτη που θα διεκδικούσε δεν τα παρατούσε. Έλεγε από μέσα του, ένα ατυχές γεγονός

είναι, δεν είχε χάσει την ψυχραιμία του και με πάθος συνέχισε το ταξίδι του… Όταν

2
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

βράδιασε ο καιρός ήταν καλύτερος ευτυχώς. Όλοι έπεσαν για ύπνο. Κατά τα μεσάνυχτα οι

φρουροί ξύπνησαν τον Κάρλος και ήταν πολύ αναστατωμένοι.

—Βασιλιά, βασιλιά!

—Συγγνώμη, γιατί με ξυπνήσατε μέσα στα άγρια μεσάνυχτα!

—Βασιλιά, το πλοίο βυθίζεται, έλα στην βάρκα μας να επιστρέψουμε πίσω στην Κορτάνη.

—Αφήστε με να πάρω τον γαλήνιο ύπνο μου! Τέρμα οι φθηνιάρικες πλάκες σας!

Οι στρατιώτες του βασιλιά είχαν μία βάρκα για περίπτωση ανάγκης. Έψαχναν πάρα

πολύ ώρα στην θάλασσα τον βασιλιά, αλλά μάταιες οι προσπάθειες τους γιατί ήταν σκοτάδι

και εν τέλει πίστεψαν ότι πνίγηκε…

Ο βασιλιάς είχε χάσει τις αισθήσεις του αλλά, δεν ήταν ακόμη νεκρός. Για καλή του

τύχη ένα μεγάλο κύμα τον παρέσυρε σε ένα απομακρυσμένο νησί.

Η Γουίλοου, μια δεκαεξάχρονη, λατρεύει το περιβάλλον. Της αρέσει να κάνει

εργασίες για το περιβάλλον και να το προστατεύει. Οι φίλοι της αγαπούν επίσης το

περιβάλλον. Όλοι κάνουν εργασίες, βίντεο, αφίσες και βίντεο για το περιβάλλον. Η Ράιλι, η

καλύτερή της φίλη, έχει έναν αδερφό Έλιοτ. Όλοι κάθε Σαββατοκύριακο πηγαίνουν για

αναδάσωση και δίνουν κατοικίδια σε ένα καταφύγιο ζώων. Ο Έλιοτ είναι χορτοφάγος,

επομένως τρώει μόνο λαχανικά και ζυμαρικά. Στον ελεύθερο χρόνο τους, εκτός από την

κατασκευή έργων για το περιβάλλον, σχεδιάζουν και ανεβάζουν βίντεο στο youtube.

Ζουν όλοι σε ένα χωριό. Το όνομα του χωριού είναι Λίλει. Είναι ένα όμορφο χωριό,

με πολλά αξιοθέατα. Είναι πολύ όμορφο το βράδυ, γιατί υπάρχουν πολλές πυγολαμπίδες

και πολλά χαριτωμένα φώτα.

Ένα καλοκαίρι, επρόκειτο να πάνε σε ένα νησί για διακοπές, πήραν το αεροπλάνο και

χάρηκαν πολύ για το ταξίδι τους. Στη μέση του ταξιδιού τους, το αεροπλάνο έπαθε ζημιά...

3
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Έπεσε από τον ουρανό και έπεσε στη θάλασσα. Το αεροπλάνο χάθηκε... Τα παιδιά είχαν

λιποθυμήσει...

Ξύπνησαν σε ένα νησί. Χάθηκαν και έμειναν μόνοι στο νησί. Δεν είχαν νερό και

φαγητό μαζί. Ήταν απομονωμένοι. Δεν είχαν τηλέφωνα μαζί. Ήμασταν μόνοι τους.

Ο βασιλιάς τα είχε χαμένα. Του πήρε λίγη ώρα να συνέλθει. Όταν συνήλθε λοιπόν,

κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Κορτάνη γιατί δεν υπήρχε ψυχή εκεί για

βοήθεια! Δεν ήξερε τι να κάνει χωρίς τους εργάτες του! Ήταν ένα τίποτα, σαν να μην έχει

ζωή πλεον. Ήταν απελπισμένος! Πεινούσε, διψούσε και κρύωνε…

Έπρεπε να κάνει κάτι, αλλά δεν ήξερε τι, αφού μέχρι χθες τα έβρισκε όλα έτοιμα.

Λίγες ώρες μετά ανακάλυψε έναν γέρο ναυαγό…

Ο γέρος ναυαγός είδε τον βασιλιά Κάρλος άρρωστο και του βρήκε λίγο φαγητό και

άναψε φωτιά να τον ζεστάνει. Όταν συνήλθε τον ρώτησε ποιος είναι και πώς βρέθηκε εκεί.

Ο Κάρλος του εξήγησε και ο γέρος ναυαγός του είπε ότι στη ζωή θα είσαι ευτυχισμένος,

μόνο αν κερδίσεις κάτι με την αξία σου. Ο βασιλιάς δεν μπορούσε να καταλάβει …

— Έλα να σου δείξω τι εννοώ...

— Για δείξε μου, να δω τι θα καταλάβεις…

— Πήγαινε και μάζεψε χοντρά ξύλα να ανάψουμε φωτιά.

Ο βασιλιάς έσκυψε και πήρε ένα ξυλαράκι από την άμμο.

— Ορίστε πήρα ένα!

— Μάλλον δεν με κατάλαβες φίλε μου… Πρέπει να πας να μαζέψεις πολλά ξύλα.

4
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

— Δεν πρόκειται να κουνήσω ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι… Σε διατάζω να βρεις νερό

φαγητό και ξύλα τώρα!

— Δεν θα σε βοηθήσω καθόλου, διάλεξε ή θα αρρωστήσεις άσχημα ή θα δουλέψεις.

Ο Κάρλος δεν έλεγε να κουνηθεί και ούτε έδωσε σημασία σε ότι είπε ο Γέρο -

Πλούτων. Η ώρα περνούσε… Ο βασιλιάς δεν άντεξε ήξερε ότι έπρεπε να κάνει κάτι.

— Το αποφάσισα! Θα μαζέψω ξύλα και τροφή εάν με βοηθήσεις.

— Έτσι σε θέλω! Και θα με θυμηθείς! Θα δεις που θα χαρείς στο τέλος.

Ο Κάρλος και ο Γέρο - Πλούτων μάζεψαν ξύλα και με δύο πέτρες ο Κάρλος άναψε

μόνος του φωτιά.

Ο καιρός περνούσε πολύ ευχάριστα ο Κάρλος και ο Γέρο - Πλούτων ερχόντουσαν πιο

κοντά. Ένιωθε πολύ περήφανος που έβρισκε μόνος του φαγητό, νερό και ξύλα. Και

αποφάσισαν να συνεργαστούν και να φτιάξουν μαζί μία καλύβα.

Μοίρασαν τις δουλειές… Ο Γέρο - Πλούτων μάζεψε μεγάλα χοντρά ξύλα και ο Κάρλος

τα έδεσε με χοντρές κλιματσίδες. Όταν έφτιαξαν την καλύβα ήταν πολύ υπερήφανοι, γιατί

μετά από πολύ καιρό, κοιμόντουσαν πλεον με ασφάλεια. Ο βασιλιάς Κάρλος και ο Γέρο -

Πλούτωνας τρέφονταν με καρπούς δέντρων, αλλά κυρίως με καρύδες .

Στον Κάρλος του έλειπε πολύ η Κορτάνη και είχε τύψεις για το πώς φερόταν στους

υπηκόους του.

Μετά από σχεδόν δύο εβδομάδες τα παιδιά έφτασαν στο νησί. Μόλις συνήλθαν,

ώρες αργότερα, περπάτησαν στην άμμο. Η Γουίλοου σκόνταψε πάνω σε κάτι. Ήταν ένα

σεντούκι! Μόλις ο Έλιοτ το άνοιξε, είδε έναν χάρτη. Έπρεπε να περάσουν έξω από ένα

5
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

δάσος. Ήταν πολύ ανατριχιαστικό. Είδαν μερικά τρομακτικά δέντρα και ένα ποτάμι. Το νερό

από το ποτάμι μεταμορφωνόταν σε λάσπη! Αν σε ρουφήξει η λάσπη, θα μεταμορφωθείς σε

ένα διαφορετικό μέρος στο νησί. Πήδηξαν μέσα και πήγαν στη σπηλιά που ήθελαν να είναι!

Το ταξίδι τους δεν ήταν πολύ δύσκολο. Όταν έφτασαν στη σπηλιά, αντίκρισαν μια άδεια

σποιλία. Δεν είδαν κάτι το παράξενο. Μόλις πήγαν να φύγουν κάποιος έκλεισε την έξοδο

—που ήταν και η είσοδος της σπηλιάς—. Τα παιδιά είχαν κλειστεί μέσα.

Ο βασιλιάς Κάρλος, που όταν είχε αρχίσει να γίνεται αυτόνομος, παρατήρησε κάτι

μεγάλο να κλείνει την σπηλιά, καθώς αναζητούσε νερό. Τότε έτρεξε για να τους βοηθήσει.

Προσπάθησε να τραβήξει την πέτρα αλλά μάταιες οι προσπάθειές του καθώς η πέτρα ήταν

πολύ μεγάλη και βαριά. Ο Κάρλος ανέβηκε στην πάνω μεριά της σπηλιάς. Τότε αντίκρισε μια

μικρή τρύπα. Χωρούσε να περάσει ένας άνθρωπος. Τότε, η Γουίλοου, ανέβηκε στους ώμους

του Έλιοτ και η Ράιλι στους ώμους της Γουίλοου. Η Ράιλι βγήκε από την σπηλιά, αλλά ήταν

τόσο μεγάλη η σπηλιά που δεν μπορούσαν να βγει η Γουίλοου και ο Έλιοτ. Η σπηλιά τότε

άρχισε να στενεύει, τότε οι δύο έφηβοι φώναξαν “βοήθεια”. Όταν η σπηλιά ήταν έτοιμη να

κλείσει και τα παιδιά είχαν αποφασίσει πως θα φύγουν από την ζωή, με έναν μαγικό τρόπο

μεταφέρθηκαν προς την πάνω μεριά της σπηλιάς. Ήταν πολύ χαρούμενοι που επέζησαν.

Όταν τους είδε ο Κάρλος έκανε μια γκριμάτσα. Δεν πίστευε στα μάτια του πως τρεις έφηβοι

είχαν φτάσει στο νησί. Τα παιδιά γνωρίστηκαν με τον Κάρλος…

6
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Δύο

Μία μέρα, όταν ο Κάρλος και ο Γέρο - Πλούτων πήγαιναν να ψαρέψουν, κάτι στην

θάλασσα τους τράβηξε την προσοχή. Όσο πλησίαζαν πιο κοντά του, άρχισαν να

καταλαβαίνουνε ότι ήταν ένα τεράστιο θαλάσσιο πλάσμα. Θαλάσσιο τέρας, φώναξε ο Γέρο -

Πλούτων. Το τέρας άπλωσε τα πλοκάμια του και τους άρπαξε. Πίστευαν πώς είναι το τέλος

τους, αλλά ξαφνικά μία πανέμορφη γοργόνα άρπαξε τον βασιλιά Κάρλος και τον άφησε

στην ακτή.

— Γειά σας κύριε, πως σας λένε; Εμένα με λένε Πρίσμα και είμαι η βασίλισσα των

γοργόνων!

— Με λένε Κάρλος, αλλά τώρα δεν έχουμε χρόνο για συζήτηση. Ο φίλος μου Γέρο -

Πλούτων κινδυνεύει! Μπορείς να με βοηθήσεις; Κάτι πρέπει να κάνουμε!

Ξαφνικά, η Πρίσμα σφύριξε και ένας τεράστιος στρατός από γοργόνες, ανέβηκε στην

επιφάνεια, άρπαξε τον Γέρο - Πλούτων και τον άφησαν στην ακτή. Ήταν άσχημα

τραυματισμένος, όμως οι γοργόνες τον γιάτρεψαν με τα μαγικά τους κοράλια. Το τέρας

εξαφανίστηκε, αλλά όλοι ξέρανε πως κάποτε θα επιστρέψει!

— Σε ευχαριστώ Πρίσμα!

— Σε ευχαριστώ πολύ και εγώ!

7
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

— Για εμένα αυτό ήταν πανεύκολο… Όποτε με ξαναχρειαστείτε απλά φωνάξτε << Πρίσμα

>>. Το καθήκον με καλεί! Αντίο!

Η Πρίσμα κατόπιν, πήδηξε στην θάλασσα, και επέστρεψε στο βασίλειό της.

Στην Κορτάνη, ο κόσμος ήταν χαρούμενος, καθώς ο βασιλιάς έλειπε πολύ καιρό και

δεν δούλευαν οι εργάτες. Όμως επειδή δεν δούλευαν για αυτό δεν πληρωνόντουσαν και

αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Κορτάνη και να πάνε να δουλέψουν σε άλλο βασίλειο

για άλλο βασιλιά.

Παράλληλα η Πρίσμα ξενάγησε τον Κάρλος και το Γέρο - Πλούτων στο βασίλειό της.

— Ουάου! Τι ωραίο βασίλειο, κάπως έτσι ήταν και το δικό μου…

— Μην στεναχωριέσαι, κάποτε θα επιστρεστέψεις κι όλοι θα επιστρέψεις και θα…

— Κατάλαβα, ούτε εσύ δεν έχεις επιχειρήματα να με πείσεις.

— Μπορεί για κάποιο λόγο να σε έφερε η μοίρα σε αυτή την κατάσταση.

— Καλά λες, Γέρο - Πλούτων. Βέβαια άμα θέλεις μπορούμε να σε βοηθήσουμε να

επιστρέψεις πίσω στην Κορτάνη…

— Γι ’ αυτό είναι οι φίλοι, για να βοηθάει ο ένας τον άλλον , εμείς είμαστε πρόθυμοι να σε

βοηθήσουμε.

—Σας ευχαριστώ πολύ αλλά… Δεν ξέρω άμα θέλω να επιστρέψω πίσω…

Μήνες αργότερα, ένα βροχερό απόγευμα, κάποιος έφτασε στο νησί. Ο Κάρλος το

παρατήρησε και αποφάσισε να τον παρακολουθήσει. Ο Κάρλος μοιράστηκε την καλύβα που

είχε φτιάξει με τον Γέρο - Πλούτων και με τα παιδιά.

Ο άνθρωπος που είχε φτάσει, φαινόταν κάπως αθώος αλλά ταυτόχρονα και

παράξενος…

8
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Ο άντρας αυτός κατάλαβε πως κάποιος τον παρακολουθούσε, γι αυτό φώναξε <<Εσύ

που με παρακολουθείς παραδώσου, αλλιώς θα μπλέξεις άσχημα μαζί μου >> Τότε ο Κάρλος

βγήκε από τον θάμνο που είχε κρυφτεί και …

— Παραδίνομαι …

— Έτσι σε θέλω …

— Πως σε λένε και πώς έφτασες σε αυτό το νησί;

— Δεν θα σου πω πως με λένε και πως έφτασα εδώ… Θέλω να ξέρεις πως κινδυνεύεται εσύ

και οι φίλοι σου, όσο ζούμε σε αυτό το νησί… Μην αποκαλύψεις σε κανέναν πως με είδες ,

γιατί αλλιώς θα σε σκοτώσω απόψε… Παρακολουθώ κάθε σου κίνηση! Κάρλος πρόσεχε.

Είπε ο μυστηριώδης άντρας και έφυγε… Ο Κάρλος τρομαγμένος σκεφτόταν για μέρες

αυτόν τον μυστηριώδης άντρα. Δεν ήξερε αν έπρεπε να πει στην Πρίσμα και στον Γέρο -

Πλούτων πως κάποιος τον παρακολουθεί.

Λίγες μέρες αργότερα στη μέση του δάσους φώναξε ο Κάρλος <<άμα με βλέπεις

φανερώσου>> ο άντρας δεν εμφανίστηκε. Ξανά φώναξε <<άμα με βλέπεις φανερώσου>>. Ο

άντρας δεν εμφανίστηκε. Ο Κάρλος νόμιζε πως είχε τρελαθεί .

Το βράδυ εκείνο, καθώς ο Γέρο - Πλούτων και ο Κάρλος κοιμόντουσαν, ο άντρας

μπήκε μέσα στην καλύβα, ο Κάρλος άκουσε τα βήματά του και ξύπνησε. Ο άντρας πήγαινε

να πνίξει τον Γέρο - Πλούτων. Τότε ο βασιλιάς φώναξε βοήθεια. Η Πρίσμα δεν μπόρεσε να

τον βοηθήσει καθώς η καλύβα ήταν μακριά από την θάλασσα. Όταν λοιπόν φώναξε ο

Κάρλος βοήθεια τότε οι τρεις έφηβοι επέστρεψαν στην καλύβα για να τον βοηθήσουν. Τα

παιδιά όταν έφτασαν έφτασαν γρήγορα καθώς ήταν εκεί κοντά. Τα παιδιά χτύπησαν τον

άντρα αυτόν σαν να ήταν όλα τους τα απωθημένα τους. Αφού τον χτύπησαν, τον πήραν και

τον πέταξαν στην θάλασσα. Όλοι τους ήταν χαρούμενοι που επέζησε ο Γέρο - Πλούτων.

9
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Το επόμενο πρωί, ο Κάρλος, τους μίλησε για αυτόν τον άντρα, αλλά κανένας δεν

γνώριζε πως ο άντρας αυτός ήταν αθάνατος και θα επέστρεφε στο κοντινό μέλλον να πάρει

εκδίκηση…

10
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Τρία

Λίγες μέρες μετά, η Πρίσμα, κάλεσε τον Κάρλος και τον Γέρο - Πλούτων στο βασίλειό

της για να φάνε το τελευταίο γεύμα της ημέρας. Ο Κάρλος τους αφηγήθηκε την ιστορία της

ζωής του…

Ο βασιλιά και η βασίλισσας της Κορτάνης είχαν έναν γιο. Ήθελε και αυτός από

μικρός να γίνει βασιλιάς. Ήταν μοναχοπαίδι… Δεν ήξερε να κάνει τίποτα μόνος του, καθώς

ήταν ο γιος του βασιλιά και όλα μια ζωή τα είχε έτοιμα. Όταν αυτός έγινε εικοσιοκτώ

χρονών, έγινε κάτι πολύ δυσάρεστο… Οι γονείς του αυτοκτόνησαν… Από τότε έγινε

βασιλιάς, όχι πως δεν ήθελε, αλλά ήταν πολύ μικρός για να μπορέσει να κυριαρχήσει ένα

ολόκληρο βασίλειο, δεν ήξερε πως να χειριστεί έναν τόσο μεγάλο τίτλο… Τα χρόνια ευτυχώς

περνούσαν γρήγορα. Έγινε τριάντα χρονών, τριάντα έξι, σαράντα δύο, ώσπου έγινε σαράντα

οκτώ… Στα σαράντα οκτώ του χρόνια, ένας θησαυρός βρέθηκε στην μέση του ωκεανού που

ενώνει τα βασίλιά τους… Ο βασιλιάς έπρεπε να φύγει για λίγες μέρες από το βασίλειο του,

για να κάνει μία σύσκεψη με άλλους βασιλιάδες για το πώς θα χωρίσουν τα πλούτη που

βρέθηκαν στο θησαυρό… Ο καιρός την ώρα του ταξιδιού ήταν πολύ κακός, με αποτέλεσμα

το πλοίο να βυθιστεί. Τον βασιλιά τον παρέσυρε ένα κύμα σε ένα μοναχικό νησί και με την

βοήθεια των φίλων του έγινε ανεξάρτητος.

Αυτή ήταν η ιστορία που ήθελα να σας πω… Μιλάει για την ζωή μου, είπε ο Κάρλος

και συνέχισε να τρώει το φαγητό του…

Ο Χειμώνας ήρθε, ο Κάρλος και ο Γέρο - Πλούτων ξύπνησαν… Ο καιρός ήταν πολύ

κακός… Ένας τυφώνας ξέσπασε τα μεσάνυχτα και ρούφηξε τα πάντα. Δέντρα, κλιματσίδες,

11
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

πέτρες, μπαμπού… Κατέστρεψε μέχρι και την καλύβα τους… Ο Κάρλος και ο Γέρο - Πλούτων

κοιμόντουσαν στην παραλία ξανά. Είχε πολύ κρύο. Τα ζώα είχαν εξαφανιστεί. Μέχρι και η

Πρίσμα και οι άλλες οι γοργόνες εξαφανίστηκαν.Ήταν μόνοι τους στο νησί…

Τα τρόφιμα ήταν ελάχιστα. Οι καρύδες ήταν ελάχιστες και οι καρποί επίσης. Μέχρι

και τα ψάρια πέθαναν από το κρύο. Ο Γέρο - Πλούτων ήταν βαριά άρρωστος για

εβδομάδες… Το κρύο όλο και χειροτέρευε… Ο Γέρο - Πλούτων ήταν στα τελευταία του… Ένα

μεσημέρι προς απόγευμα ο Γέρο - Πλούτων έκλεισε τα μάτια του, σταύρωσε τα χέρια του

και αποχαιρέτησε τον Κάρλο…

— Όχι , μην φύγεις , σε παρακαλώ!

— Ένα έχω να σου πω… Να προσέχεις τον εαυτό σου, ο θεός με καλεί , Αντίο! Είπε

ψιθυριστά ο Γέρο Πλούτων και ξεψύχησε…

— Αντίο, είπε ο Κάρλος αναστενάζοντας.

Όπως είπαμε και πριν, τα τρόφιμα ήτανε ελάχιστα. Τότε τα παιδιά αποφάσισαν να

φύγουν για να βρουν τρόφιμα. Η Γουίλοου όμως, δεν ήθελε, καθώς τότε θα έμενε μόνος

του ο Κάρλος. Αφού έφυγαν τα παιδιά —καθώς ήταν αδέλφια—. Ο Κάρλος ήταν μόνος του.

Όπως όλοι ξέρουμε η Πρίσμα καθώς ήταν χειμώνας δεν μπορούσε να βγει έξω στην

θάλασσα.

Ο Έλιοτ και η Ράιλι ταξίδευαν για ώρες… Έφτασαν σε ένα νησί, φαινόταν πολύ

φυσιολογικό. Έκαναν ένα διάλειμμα. Ήταν και οι δυό τους κουρασμένοι από εκείνο το

μεγάλο ταξίδι. Δεν ήταν μια μεγάλη περιπέτεια μέχρι τώρα… Μετά από ώρες αναζήτησης

12
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

για φαγητό, βρήκαν ένα μέρος γεμάτο μανιτάρια. Ο Έλιοτ δάγκωσε ένα και έπαθε

σαλμονέλα. Έπρεπε να προσέχουν κάθε κίνηση τους.

Οι μέρες περνούσαν και ο Έλιοτ ήταν καλύτερα. Ήταν πολύ προσεκτικοί σε όλα. Ένα

βράδυ, πήγαν σε ένα δάσος για να κοιμηθούν εκεί. Ξάπλωσαν σε ένα μέρος ενός δάσους

γεμάτο πυγολαμπίδες. Είπαν μερικές ιστορίες. Ξαφνικά, τότε είδαν φωτιά από την πίσω

πλευρά του νησιού, κι έτσι έτρεξαν στην άλλη πλευρά να δουν τι συμβαίνει. Είδαν πολλά

δέντρα να πέφτουν. Μερικά ζώα που βρίσκονταν κοντά πέθαναν… Δεν πίστευαν στα μάτια

τους. Η φωτιά γινόταν όλο και μεγαλύτερη κι έτσι ήξεραν ότι έπρεπε να φύγουν όσο πιο

γρήγορα μπορούσαν. Ήταν πολύ φοβισμένοι. Πήραν την βαρκούλα τους και ταξίδεψαν για

ώρες…

13
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Τέσσερα

Ο καιρός περνούσε, το καλοκαίρι ήρθε!

Η Πρίσμα, μόλις είδε καλό καιρό, πήδηξε, βγήκε στην ακτή και πήγε να βρει τον

Κάρλο… Ο Κάρλος εξαφανισμένος. Έψαξε σε όλο το νησί αλλά τίποτα. Μετά από πολλές

ώρες βράδιασε και τελικά τον βρήκε από την πίσω μεριά του νησιού. Τον βρήκε

ετοιμοθάνατο… Δεν μπορούσε ούτε να κουνηθεί… Η Πρίσμα τον πήρε και τον πήγε στο

παλάτι της. Ώρες μετά ο Κάρλος συνήλθε. Μόλις συνήλθε, η Πρίσμα τον ρώτησε πως έφτασε

σε εκείνη την κατάσταση. Αυτός της είπε πως τόσο καιρό που έλειπε, ο καιρός ήταν πολύ

κακός, με αποτέλεσμα να αρρωστήσει ο ίδιος και ο Γέρο - Πλούτων να πεθάνει… Μόλις

άκουσε το όνομα Γέρο - Πλούτων τον ρώτησε ποιος είναι…

— Δεν τον θυμάσαι ; (Είπε ο Κάρλος αναστενάζοντας)

— Όχι…

— Δεν έλειπες πολύ καιρό, πως γίνεται!

—Κάρλος τι είναι αυτά που λες, εγώ ποτέ δεν γνώρισα κάποιον που να τον λένε Γέρο -

Πλούτων.

— Αυτόν που έσωσαν οι γοργόνες από το τέρας;

— Εσένα μόνο σώσαμε!

— Αυτόν που προσκάλεσες στο δείπνο ;

— Μόνο εσένα κάλεσα! Κάρλε σύνελθε! Εγώ ποτέ δεν έχω δει αυτόν τον άνθρωπο!

— Αυτός που είχε φτάσει στο νησί πριν από εμένα ;

14
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

— Εσύ είσουν πρώτος.

— Μισό λεπτό… Εγώ που ήμουν πριν φτάσω στο νησί και τι έκανα; Πως έφτασα;

Ο Κάρλος άρχισε να ξεχνάει γεγονότα που του είχαν συμβεί στην ζωή του…

Ο Γέρο - Πλούτων , ήταν μια φαντασίωση του Κάρλος, καθώς όταν έφτασε στο νησί

ένιωθε πολύ μοναξιά, γι αυτό τον έπλασε στο μυαλό του…

Όταν η Πρίσμα τα έμαθε, φοβήθηκε πως ο Κάρλος θα τρελαθεί…

Μια κρύα μέρα, τα παιδιά είδαν μια μεγάλη γη. Δεν κατάλαβαν αν ήταν νησί ή χωριό.

Νόμιζαν ότι ήταν η Λίλει! Ήταν πολύ χαρούμενοι που έφτασαν εκεί. Χρειάστηκαν τρεις

μέρες για να φτάσουν εκεί. Τους πήρε τόσες μέρες, γιατί ο καιρός ήταν πολύ κακός και είχε

πολλά κύματα. Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος και φυσούσε. Τα τρία παιδιά, όταν έφτασαν

στο νησί, είδαν ένα χωριό που ήταν ίδιο με την Λίλει. Αλλά δεν ήταν. κατοικούνταν από

τέρατα! Δεν το ήξεραν. Πήγαν να δουν το σχολείο τους, το σπίτι τους, την οικογένειά τους,

αλλά όλα αυτά τα έκαναν το βράδυ, το βράδυ όλα τα τέρατα κοιμόντουσαν. Το επόμενο

πρωί, ξύπνησαν αργά για το σχολείο. Κατέβηκαν από τη βάρκα τους και άρχισαν να

περπατούν για το σχολείο. Τα ρούχα τους ήταν κομμένα και δεν φορούσαν παπούτσια.

Περπάτησαν εκεί και όταν έφτασαν στο σχολείο, είδαν τέρατα.Το μάθημά τους ήταν πώς να

τρώνε τους ανθρώπους! Όταν τους είδαν τα τέρατα, άρχισαν να τους ακολουθούν. Τα

παιδιά κατάλαβαν ότι τα τέρατα τα ακολουθούσαν. Άρχισαν λοιπόν να τρέχουν πιο

γρήγορα! Τα τέρατα άρχισαν επίσης να τρέχουν πιο γρήγορα! Ήταν απογοητευμένοι γιατί

ήξεραν ότι επρόκειτο να πεθάνουν. Προσπαθούν να μπουν γρήγορα στη βάρκα τους, πριν

πεθάνουν. Είπαν τα τελευταία τους λόγια, αλλά τα τέρατα είχαν χρόνο διαλείμματος, οπότε

δεν τα έφαγαν! Δεν πέθαναν! Πήραν τη βάρκα τους και άρχισαν πάλι να ταξιδεύουν.

15
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Πέντε

Το φθινόπωρο έφτασε, Ο Κάρλος ξεχνούσε όλο και περισσότερα γεγονότα που του

είχαν συμβεί στην ζωή του… Η Πρίσμα τον πήγε σε όλους τους γιατρούς που είχε στο παλάτι

της και έμαθε πως είχε μία σπάνια αρρώστια. Μέσα στην ημέρα τον Κάρλο τον έπιανε ρίγος

και τα χέρια του έτρεμαν. Τα μάτια του έκλειναν και λιποθυμούσε. Καθημερινά έπινε πολλά

βότανα αλλά αυτός δεν είχε μάθει τον λόγο.

Ο Έλιοτ επέστρεψε στο νησί… Μόνος του εκείνη την φορά. Η Ράιλι είχε πεθάνει. Δεν

ήξερε πως. Απλά ένα πρωί ξύπνησε και… Την βρήκε πεθαμένη… Όταν τον αντίκρυσε μόνο

του η Γουίλοου άρχισε να κλαίει, καθώς ήτανε η κολλητή της φίλη εδώ και επτά χρόνια.

Ήταν απογοητευμένη… Ο Κάρλος κρύωνε πολύ… τα πόδια και τα χέρια του τα ένιωθε

αδύναμα. Δεν μπορούσε να περπατήσει. Τότε έπεσε κάτω και λιποθύμησε.

Ώρες μετά μια ομάδα ανθρώπων έφτασε στο νησί. Ήταν οι κάτοικοι της Κορτάνης!

Κατευθείαν μόλις έφτασαν αντίκρυσαν τον Κάρλος… Τότε ένας φώναξε βασιλιά. Μετά από

ενάμιση χρόνο σχεδόν βρήκαν το νησί. Του έριξαν νερό και μετά από περίπου δύο ώρες

συνέλθει, τότε σηκώθηκε όρθιος…

Οι πολίτες νόμιζαν πως τους θυμόταν. Ελάχιστα θυμόταν πως κάποτε ήταν βασιλιάς.

Προσπάθησαν να του θυμίσουν περισσότερες πληροφορίες από το παρελθόν αλλά μάταιες

οι προσπάθειές τους… Τότε άρχισαν να τραγουδούν τον ύμνο του βασιλιά. Μόλις άρχισαν

να τον τραγουδούν, ο Κάρλος ένωνιωσε κάπως μαγικά… Ήταν το μαγικό χαπάκι του!

Ξαφνικά άρχισε να θυμάται τα πάντα. Από τότε θυμόταν τα πάντα εκτός από την ύπαρξη

16
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

του Γέρο - Πλούτων. Θυμήθηκε τους κατοίκους της Κορτάνης, τις ομορφιές της και τη ζωή

του, πριν φτάσει στο νησί.

Οι κάτοικοι της Κορτάνης έφτασαν μόνο για έναν λόγο στον νησί…. Θέλαν να τον

ειδοποιήσουν πως κάποιο άλλο βασίλειο φτάνει στο νησί για να το κατακτήσει, και πως

πρέπει με κάποιο τρόπο ο Κάρλος να το σώσει… Ένα άλλο βασίλειο έφτανε στο νησί καθώς

θέλαν να πάρουν πίσω την Γουίλοου τον Έλιοτ και την Ράιλι, αν και δεν ΄ήξεραν πως η Ράιλι

πέθανε…

Εκείνη τη στιγμή η ομάδα από τους κατοίκους της Κορτάνης άρχισαν να χτίζουν

καλύβες, όπλα. Αναζήτησαν τροφή και γύρω από το νησί έχτισαν έναν μεγάλο και γερό

φράχτη. Σιγά σιγά, όσο περνούσαν οι ώρες και άλλες ομάδες ανθρώπων κατοίκων της

Κορτάνης έφταναν στο νησί. Η Γουίλοου και ο Έλιοτ κρύφτηκαν σε ένα χαντάκι του νησιού

όπως τους είχε πει ο Κάρλος.

Γύρω από το φράχτη ο Κάρλος είχε βάλει περίπου πεντακόσιους εξήντα ανθρώπους

να φρουρούν το βράδυ. Μέχρι και οι γοργόνες είχαν πάει να τους βοηθήσουν. Περίπου δύο

εβδομάδες αργότερα, πλησίαζαν όλο και περισσότερο τα καράβια του άλλου βασιλείου.

Μερικές ώρες αργότερα το άλλο βασίλειο έφτασε στο νησί. Τότε ο Κάρλος φώναξε εχθροί.

Οι φρουροί άρχισαν να πυροβολούν τα εχθρικά καράβια. Η μάχη ήταν ατέλειωτη. Το άλλο

βασίλειο είχε χάσει πολύ στρατό. Πυροβολισμοί ακούγονταν όλη μέρα. Το άλλο βασίλειο

είχε μείνει με ελάχιστο στρατό χωρούσε μόνο μέσα σε ένα πλοίο. Ήταν γραφτό από την

αρχή πως θα νικούσε ο Κάρλος. Τα αμπάρια των εχθρών είχαν γεμίσει νερό. Το τελευταίο

πλοίων βούλιαξε…

Τότε η Πρίσμα, ο Κάρλος και ο στρατός άρχισαν να πανηγυρίζουν για ώρες! Ο Κάρλος

πήρε ξανά τον τίτλο του βασιλιά και η Πρίσμα της βασίλισσας... Όμως δεν μάθαμε ποτέ τι

απέγινε ο μυστηριώδης άντρας.

17
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

Μήνες πέρασαν και η ζωή του Κάρλος άρχισε ξανά να φτιάχνει. Ο Κάρλος

παντρεύτηκε την Πρίσμα και σε λίγους μήνες θα γεννιόταν το παιδί τους. Ήταν πολύ

χαρούμενοι και ευτυχισμένοι. Οι μάχες είχαν τελείωσει. Δεν τους χώριζε τίποτα από το

βασίλειο τους. Ο Κάρλος πάλι είχε βρει τον εαυτό του. Δεν βρήκαν κανένα άλλο εμπόδιο

μπροστά τους.

Στον γάμο του Κάρλος και της Πρίσμα ήταν όλοι οι εργάτες καλεσμένοι. Η τελετή

πραγματοποιήθηκε στο πιο ψηλό βουνό του νησιού, την ώρα της δύσης του ηλίου. Το ίδιο

βράδυ μετά από τον γάμο τους, ο Κάρλος είπε μια φράση που θα μείνει για πάντα στο

μυαλό της Πρίσμας… Σχεδόν όλοι οι εργάτες που δούλευαν στην Κορτάνη βρήκαν το νησί…

Μόνο ένα κενό υπήρχε μέσα του… Πως έχασε την Κορτάνη μέσα από τα χέρια του!

Κουρασμένος από όλα αυτά τα βάσανα που του είχαν συμβεί, μετά από καιρό ήταν έτοιμος

να αντιμετωπίσει τα πάντα και να προστατέψει την οικογένειά του.

Ήταν σίγουρος πως καινούργιες περιπέτειες όλο και πλησίαζαν πιο κοντά… Περίμενε

πως και πως την κόρη του και τις επόμενες χαρούμενες εμπειρίες που θα ζούσε!

Μετά από έναν χρόνο, η Γουίλοου και ο Έλιοτ παντρεύτηκαν επίσης καθώς

γνωρίζονταν χρόνια, η Γουίλοου δεν ήθελε να ξεχάσει την Ράιλι και αγαπούσε τον Έλιοτ από

τότε που χάθηκαν! Ξέρει κανείς όμως τι απέγινε πραγματικά η Ράιλι;

ΤΕΛΟΣ

18
Το νησί χωρίς όνομα — Τρίτο προσχέδιο

19

You might also like