You are on page 1of 432

ΦΑΡΑΧ.

indb 1 16-Sep-21 1:20:22 PM


Φ
Α
Ρ
Α
Χ

ΦΑΡΑΧ.indb 2 16-Sep-21 1:20:22 PM
Φ ΩΣ
Α Λ ΗΘΕΙΑ Σ
Ρ ΕΟΝ
Α ΠΟ
Χ ΡΙΣΤΟΥ
ΤΟΜ ΟΣ A΄

Ελήφθησαν υπό Ιωάννη Σταματιάδη

ΕΣΩ╬ΕΡΙΚΟΣ ΧΡΙΣ╬ΙΑΝΙΣΜΟΣ
Συλλεκτική Έκδοση

Επιμέλεια Παρουσίασης: Αργύρης Δημητριάδης

Εκδόσεις: αναγνωστήριον

ΦΑΡΑΧ.indb 3 16-Sep-21 1:20:22 PM


ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

καθ’ υπαγόρευση: «Φ.Α.Ρ.Α.Χ.»


ΦΩΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΡΕΟΝ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΥ
Ελήφθησαν υπό Ιωάννη Σταματιάδη

Επιμέλεια Παρουσίασης:

1974 Διονύσιος Δώριζας

2021 Αργύρης Δημητριάδης

Τεχνική Επεξεργασία: Ιωάννης Κακουλίδης

Τεχνική Επιμέλεια: Ιωάννης Ψαρόμπας

2021, Eκδόσεις αναγνωστήριον


Δερβενίων 58, Αθήνα 106 81
Τηλ.: +30 211 1135222
anagnostirionbooks@gmail.com

ISBN: 978-618-85484-3-5

ΦΑΡΑΧ.indb 4 16-Sep-21 1:20:22 PM


005

ΦΑΡΑΧ.indb 5 16-Sep-21 1:20:23 PM


ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟΝ

Με το σεβασμό μου και την Αγάπη μου,


Τιμώ και ευχαριστώ όλους εκείνους τους
Αδελφούς που με ποικίλους τρόπους
εκδήλωσαν την Προσφορά τους, τη
συμπαράστασή τους και τη συνεργασία
τους για την Επιμέλεια και Έκδοση του
βιβλίου αυτού.
Με Αγάπη
ΑΡΓΥΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

006

ΦΑΡΑΧ.indb 6 16-Sep-21 1:20:23 PM


ΤΙΤΛΟΙ ΒΙΒΛΙΩΝ
με επιμέλεια παρουσίασης του Αργύρη Δημητριάδη

ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΗ


ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ
1991, 1998 1993

ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΦΩΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ


ΕΝΑΣ ΝΟΜΟΣ ΡΕΟΝ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΥ
2021 ΤΟΜΟΣ A΄ (2021)

007

ΦΑΡΑΧ.indb 7 16-Sep-21 1:20:24 PM


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αγαπημένε άνθρωπε,
Αυτά τα Θεία Ρήματα ελήφθησαν εξ εμπνεύσεως από ένα απλό άν-
θρωπο του Θεού, τον Ιωάννη Σταματιάδη. Τα χειρόγραφά του ακολου-
θούν μία χρονική διασπορά 37 ετών (1924-1961) και καθρεφτίζουν τη
Ροή των Ιδεών του Θείου Νου στον Άνθρωπο της Γης.
Ο Ιωάννης Σταματιάδης υποτιμήθηκε και αμφισβητήθηκε από πολ-
λούς στην πορεία του, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιήθηκαν τα κείμενά
του από αρκετούς, για να στηρίξουν τις δικές τους απόψεις και θεωρί-
ες. Επιπροσθέτως, το έργο του ­χαρακτηρίστηκε από πολλούς και ως
αιρετικό. Όμως τα κείμενά του ξεκάθαρα δηλώνουν την πηγή έμπνευ-
σής τους με τα αρχικά Φ.Α.Ρ.Α.Χ. (Φως Αληθείας Ρέον από Χριστού).
Ο Δάσκαλος Ιωάννης (κατά κόσμον Διονύσιος Δώριζας) αναγνωρί-
ζοντας την πνευματική καθαρότητα αυτών των κειμένων με την ένδειξη
Φ.Α.Ρ.Α.Χ., συνέλεξε επί σειρά 7 ετών τα διάσπαρτα αυτά χειρόγραφα,
τα οποία μελέτησε και ταξινόμησε στις αρχές της δεκαετίας του ’70
(1972-1975). Η πορεία αυτή που προήλθε από εσωτερική ώθηση και κα-
θοδήγηση εκ του Λόγου, ολοκληρώθηκε με τη μορφή πολυγραφημένων
εκδόσεων και τα κείμενα διατηρούνται μέχρι και σήμερα με συνεχείς
εκδόσεις.
Χαρακτηριστική είναι η καταγραφή στα πολυγραφημένα κείμενα
του Εσωτερικού Χριστιανισμού, που διένειμε στους μαθητές του ο Διο-
νύσιος Δώριζας. Μία καταγραφή που παρουσιάζει την Πνευματική συγ-
γένεια και συνέχεια του Έργου του Λόγου.

Ἀνοίγω τό θέμα. Οἱ Θεῖοι Λόγοι εἶναι Βουλή τοῦ Πα-


τρός Μου καί Πατρός ὅλων μας, νά διασπαροῦν ἀπό τὴ
γῆ εἰς τά Ἄπειρα Σύμπαντα, ὅπου φυσικά κατοικοῦν λο-
γικά ὄντα.
Ἀρχιστράτηγε Μιχαήλ ἔχων Ἐξουσίαν λάβει Πατρός καλῶ
σε εἰς τήν γῆν, ἵνα προσκομίσεις τήν ὥραν ταύτην πλη-
σίον Μου καί φανερωθοῦν δύο πνεύματα, τά ὁποῖα ὑπέ-
στησαν μεταλλαγήν καί δονοῦνται σήμερον εἰς τό μῆκος
κύματος τοῦ λαλοῦντος, ὅστις Εἰμί Ἐγὼ.

ΦΑΡΑΧ.indb 8 16-Sep-21 1:20:24 PM


Ἀναφέρω Κύριε ὅτι ἐνώπιόν σας ἵστανται δύο Ἀδελφοὶ
ἐν Χριστῷ, ὡς καλοῦνται.
Ὅτε ἤμην εἰς τήν γῆν, (ὁμιλεῖ τό ἓν πνεῦμα) ἔφε-
ρον ὄνομα καί ἐλεγόμην Ἰωάννης Σταματιάδης. Ἤκουα
τήν φωνήν Σου Διδάσκαλε ἐπὶ σειράν ἐτῶν καί κατέ-
γραφα ὅσα Μοί ὑπαγορεύσατε. Κλείνω γόνυ Ἐνώπιόν Σου
Κύριε καί Θεέ μου καί Σὲ εὐχαριστῶ διά τήν τιμήν, τήν
ὁποίαν μοί προσὲδωσες ἐν τῇ Ἀπειρότητι τῆς Ἀγάπης Σου
καί ἔλαβον τό χάρισμα νά λαλῶ ἐνώπιόν σας τήν ὥραν
αὐτήν. Ὑποστέλλω τόν ἑαυτόν μου, τόν ἄλλοτε γήϊνον
ἑαυτόν μου, ἵνα λαλήσω καθαρώτερον: Ἀδελφοὶ μου Ἕλ-
ληνες, τήν χώραν ταύτην ἠγάπησα σφόδρα. Επὶ ἥμισυ
περίπου αἰῶνα κατέγραφα τάς Βουλάς τοῦ Κυρίου μου καί
νῦν εὑρισκόμενος εἰς κατάστασιν πλήρους ταυτότητος καί
ἑνότῃτος μετ’ Αὐτοῦ πάλλομαι καί δονοῦμαι ὡς Λόγος.
Κατασπάζομαι τήν δεξιάν σου Ἀδελφέ, πού ἐλέγεσο κάπο-
τε Διονύσιος καί χαίρω διότι μοῦ δίδεται ἡ εὐκαιρία νά
ἑκφράσω ἐνώπιον τῶν παρισταμένων τήν χαράν μου, ὅτι
τό Ἔργον τό ὁποῖον ἤρχισα ἐπί τῆς γῆς ἔλαβε ἐξέλιξιν
τοιαύτην, διά τῆς χειρός σου Ἀδελφὲ μου Ἰωάννη καὶ
θὲλει λάβει πολύ μεγάλην ἔκτασιν, καθ’ ὅσον εἶμαι εἰς
θὲσιν νά γνωρίζω εἰς τήν μέλλουσαν νά ἐνανθρωπιστεῖ
ἀνθρωπότητα. Ἀσπάζομαι ἕνα ἕκαστον τῶν παρευρισκο-
μένων ἀδελφῶν καί σὲ φιλῶ μὲ ὅλη μου τήν ἀγάπη Ἀδελ-
φὲ Διονύση. Εἶσαι πολύ ἐκλεκτός γιά νά γίνεις ὁδηγητής
τέτοιων πνευμάτων. Σοῦ χρωστᾶ εὐγνωμοσύνη ἡ Ἑλλάδα
καί ἡ ἀνθρωπότητα.
Ὁ ὁμιλῶν εἶναι πολύ συγκινημένος καί δάκρυα τρὲ-
χουν ἀπό τά μάτια του. Κλαῖς, λὲει τό ἄλλο πνεῦμα.
Κλαῖς; Τί εἶσαι ἄρρωστος; Ξέρω πόσο μ’ ἀγαπᾶς. Τά
ξέρω γιατί εἶμαι ἑνωμὲνος μέ τό Διδάσκαλο. Θυμᾶσαι;
Θεοχάρη σ’ εὐχαριστῶ. Ἤσουνα καλός δάσκαλος. Σοῦ
φιλῶ καί ἐγώ τό χέρι.
Ἀνάστησέ με ἀπό ἐντός Σου σάν Ἰωάννη, σάν Ἀβραάμ,
σάν Ἀβακοὺμ, σάν Ἠσαΐα, σάν Ἰερεμία διότι ἐντὸς Σου
Διδάσκαλε καί Λόγε τῆς Νέας Κοσμικῆς Περιόδου εἰσίν
ἐγγεγραμμένα τά πάντα.
Ἀποσυρόμεθα καθ’ ὅσον ἐπετελέσαμεν τό καθῆκον μας,
ἵνα παρουσιάσωμεν ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων τίς Βουλές τοῦ
Θεοῦ.
Το Πάσχα του 1984, ο Δάσκαλος μου παρέδωσε, μαζί με άλλες δω-
ρεές του, τα πρωτότυπα των εκδόσεων Φ.Α.Ρ.Α.Χ., όπως και άλλων πο-
λυγραφημένων εκδόσεων προς φύλαξιν και αξιοποίηση. Επιπροσθέτως

009

ΦΑΡΑΧ.indb 9 16-Sep-21 1:20:24 PM


μου παρέδωσε και μια νέα ταξινόμηση στη σειρά παρουσίασης των 180
διδασκαλιών που περιέχονται στον Α΄ Τόμο. Αυτή η ταξινόμηση είναι δια­
φορετική από προηγούμενες εκδόσεις. Αυτό είναι ένα στοιχείο που ξεδι-
πλώνει και ξεσκεπάζει την Ύψιστη Πνευματική Λειτουργικότητα αυτού
του βιβλίου. Απευθύνεται άχρονα στην Ενηλικιούμενη Ανθρωπότητα.

ΑΡΓΥΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ
Επιμελητής Παρουσίασης

Φίλε καὶ ἀδελφέ,

Νὰ εὐχαριστῆς τακτικά κάθε ἐργάτη γνωστό σου ἢ


ἄγνωστο πού συνετέλεσε γιὰ νὰ φθάσουν σέ σένα τὰ Θεία
αὐτὰ Ρήματα. Εὐχαρίστησε Ἐκείνον πού ἡ Βουλή Του σοῦ τὰ
ἀπέστειλε, πρίν ἀκόμη κυκλοφορήσουν γιὰ τὸν κόσμο. Εἴθε
τὰ Ρήματα αὐτά νὰ γίνουν κτῆμα σου καὶ νὰ καρποφορή-
σουν ἀπό τὴν ἀρχή ὡς τὸ τέλος.
Μέ τήν ἀγάπη μου
Διονύσιος Δώριζας
30.3.1979

010

ΦΑΡΑΧ.indb 10 16-Sep-21 1:20:24 PM


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ πάλιν Εἰμί. 1

2. Ἄνεμος θυελλώδης ἠγέρθη καὶ συμπαρέσυρε τὸ πᾶν. 3

3. Ὁ δυνάμενος ν’ ἀνέλθῃ ἂς ἀνέλθῃ. 5

4. Ἐγώ Εἰμί. Ἄβυσσος ἐν ἀβύσσῳ καὶ Ἀρχὴ ἄνευ τέλους. 7

5. Ἐγὼ Εἰμί τὸ Φῶς τὸ λάμπον ἐν τῷ Οὐρανῷ καὶ μεταβάλλον... 10

6. Ἡ Φύσις ὁλόκληρος ἄμορφος! 13

7. Ἓν οἱονδήποτε φυτὸν ἀναπτύσσεται ἀναλόγως... 16

8. Ὁ ἄνθρωπος τῆς προϊστορικῆς ἐποχῆς συνεκέντρου... 18

9. Ὁ ἄνθρωπος παρεῖδε τὸν Κύριον ἐπὶ τῆς γῆς... 21

10. Ὁ ἄνθρωπος κατέπεσεν ἐκ τοῦ ὕψους τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ... 23

11. Ὁ ἄνθρωπος ἐκπεσὼν καὶ ἀπωλέσας διὰ τῆς παρόδου... 26

12. Ὁ ἄνθρωπος ἀπεμακρύνθη τοῦ κυρίου προορισμοῦ του... 28

13. Ὁ ΘΕΟΣ ὁ ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ, ὁ ΑΝΑΡΧΟΣ καὶ ΑΪΔΙΟΣ... 31

14. Ὁ Ἥλιος τοῦ Φωτὸς καὶ τῆς Δικαιοσύνης ἐπὶ τοῦ κόσμου... 33

15. Οἱ αἰῶνες παρῆλθον ἔκτοτε, χωρὶς τὸ Ἔργον τοῦ Ἰησοῦ... 36

16. Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν ὑμῶν ἀκούει ἀπ’ εὐθείας τῆς Φωνῆς Μου. 38

17. Ἐὰν προτρέπω ὑμᾶς νὰ κραταιωθῆτε ἐν τῷ ἀγῶνι τῆς ζωῆς... 41

18. Οὐδεὶς ποτὲ ἐπικαλεσθεὶς τὴν Θείαν Ἐπέμβασιν καὶ Ἀρωγὴν... 44

19. Ὁ Ἰησοῦς ὅταν κατενόησε τὸν Μέγα Αὐτοῦ ἐπὶ γῆς προορισμὸν... 46

20. Τὸ πρώτιστον ἐκ πάντων τῶν καθηκόντων... 49

ΦΑΡΑΧ.indb 11 16-Sep-21 1:20:24 PM


012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

21. Οἱ ἐν τῷ σκότει κατακείμενοι ἐζήτησαν Φῶς, ὅπως ἴδωσι... 51

22. Ἵνα τί ἡ Ψυχὴ ὑμῶν θλίβεται καὶ πληροῦται πικρίας; 56

23. Εὑρίσκομαι ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ καθορῶ ὑμᾶς τεταραγμένους. 60

24. Πάρειμι καὶ ὑμεῖς ἐν Ἐμοὶ ἐν ἀνυποκρίτῳ ἀγάπῃ... 62

25. Τέκνα Μου ἀγαπητά, χαίρω ἐν ὑμῖν κείμενος... 63

26. Ὁ Οὐρανὸς μειδιᾶ! 64

27. Πόσος χρόνος διέρρευσεν ἀπὸ τῆς τελευταίας ὑμῶν συνεδρίας... 68

28. Ἀρχὴ καὶ Τέλος ἄνευ σταθμοῦ. 69

29. Δὲν δύναμαι ἀπὸ σήμερον νὰ καθορίσω τὰ ἀποτελέσματα.. 71

30. Ἐγὼ Εἰμί μεθ’ ὑμῶν. 72

31. Μὴν ἀποδειλιᾶτε ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα ὑμῖν. 73

32. Εἰμί ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν. 75

33. Εἰμί ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν. Εἰρήνη ὑμῖν. 77

34. Ὅπου ὁ ὀφθαλμὸς ὑμῶν ἐκεῖ καὶ ἡ καρδία. 79

35. Δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι ἐν τῷ Ὀνόματί Μου Ἐκκλησίαν ποιεῖτε. 80

36. Εἰμί ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ ἐπισκοπῶ τὰς ὑμῶν καρδίας... 82

37. Εἰμί ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν. Ἔλθετε πρός Με. 83

38. Τὸ πρώτιστον τῶν ἁπάντων καθῆκον ὑμῶν ἔστω ἡ Ἀγάπη... 85

39. Ἐπέρχεται ὥρα, καθ’ ἣν οἱ ἀκολουθήσαντές Με ἀθυμήσουσιν. 86

40. Ἀφ’ ὑμῶν ἡ εἰρήνη ἀπέπτη καὶ ἡ γαλήνη ἐξεβλήθη τῶν καρδιῶν ὑμῶν. 88

012

ΦΑΡΑΧ.indb 12 16-Sep-21 1:20:24 PM


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 013

41. Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀλήθεια. Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀγάπη τοῦ κόσμου καὶ παντὸς Κόσμου. 91

42. Θαρρεῖτε. Εἰμὶ ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ ἐπισκοπῶν ὑμᾶς... 94

43. Ἕκαστον φαινόμενον εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς αἰτίας... 96

44. Ἐγὼ Εἰμί μεθ’ ὑμῶν. Τίς καθ’ ὑμῶν; 99

45. Προσέλθετε πρός Με πάντες οἱ ζητοῦντες ν’ ἀναχθῆτε... 102

46. Ἔλθετε πρός Με, τέκνα Μου ἀγαπητά, ἵνα ἐξαχθῆτε ἐκ τῆς δίνης... 103

47. Ὁ Ἀδελφός σου. Εἰς τὸ Ὄνομα τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ... 104

48. Μεθ’ ὑμῶν Εἰμί πάντοτε καὶ ἐσαεί, ἄλλοτε μὲν πλησιάζων ὑμᾶς... 106

49. Ἡ Ψυχὴ ὑμῶν ἐπληρώθη ἀθυμίας τοιαύτης... 108

50. Θὰ μὲ εὕρητε πάντοτε τοσοῦτον πρόθυμον νὰ συμβάλλω... 111

51. Ὁ ἄνθρωπος διὰ νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμού αὐτοῦ... 112

52. Ὅσον φαίνεται καὶ ἂν προσπαθῇτε εἶναι δύσκολον ν’ ἀποβάλλητε... 114

53. Ἐν τῇ ἀποθαρρυμένῃ ψυχῇ ὑμῶν προσπαθὼ ν’ ἀναρριπίσω... 115

54. Ἐρώτησις: Δυνάμεθα νὰ προσφέρωμεν βοήθειαν... 117

55. Οὐδεὶς ποτὲ ἐπεκαλέσθη Με καὶ οὐκ ἦλθον αὐτῷ Ἀρωγὸς... 118

56. Ἐγὼ Εἰμί, Ἐγὼ λαλῶ. 119

57. Οἱ ἐνιαυτοὶ διαδέχονται τοὺς ἐνιαυτούς, καὶ οἱ ἄνθρωποι... 120

58. Οἱ ποθοῦντες Με ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ οὗτοι ὄψονταί Με... 121

59. Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκ τῶν πρωτίστων καθηκόντων παντὸς ἀκολούθου Μου. 123

60. Ἀγαπάτε ἀλλήλους, ἵνα Ἐμὲ φιλήσητε. 125

013

ΦΑΡΑΧ.indb 13 16-Sep-21 1:20:24 PM


014 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

61. Πιστεύετε, ἵνα ἴδητε ἐκπληρουμένους τοὺς πόθους ὑμῶν... 127

62. Ἡ ὁδὸς τῆς Ἀληθείας εὑρίσκεται πρὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν. 129

63. Πρὸ πόσου χρόνου ἐπικοινωνῶ μεθ’ ὑμῶν καὶ οὐκ ἐγνώκατέ Με; 131

64. Οἱ πρός Με ἐρχόμενοι μετὰ Πίστεως καὶ Ἀγάπης καὶ Ἀφοσιώσεως... 133

65. Ἀγαπάτε ἀλλήλους, ὡς ὁ Πατὴρ ἠγάπησε τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ... 135

66. Αἱ ὑποδείξεις Μου δὲν ἀφορούν μόνον ὑμᾶς, ἀλλὰ καὶ πάντας... 137

67. Τί ἐστίν Ἀλήθεια; 138

68. Εἴκοσι περίπου αἰῶνες συμπληροῦνται, ἀφ’ ἧς ἡμέρας... 141

69. Ἄφετε τὰς Ψυχὰς ὑμῶν νὰ ἐνωτισθῶσιν ἐκ τῶν Ναμάτων... 143

70. Ὁ ἄνθρωπος ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον ἀγνοεῖ τὸν προορισμὸν αὐτοῦ. 145

71. Διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, ἵνα διΐδητε τὸ Φῶς... 147

72. Οἱ ὁρίζοντες, οἵτινες διανοίγονται πρὸ ὑμῶν, εἶναι Ἀτέρμονες. 149

73. Ὁ ζῆλος ὑμῶν πρός Με οὐδόλως ἐξεκαύθη. 151

74. Οἱ πρός Με προσερχόμενοι λήψονται τῆς Αἰωνίου Ζωῆς. 151

75. Θὰ σᾶς κάμω μίαν μικρὰν εἰσήγησιν, τί δέον ν’ ἀκολουθήσητε... 153

76. Ὑπέδειξα ὑμῖν τὸν τρόπον, δι’ οὗ ἕκαστος θὰ ἠδύνατο... 156

77. Ἐρώτησις: Ἐδιάβασα, ὅτι ὁ μαθητὴς δὲν πρέπει νὰ ἐπιθυμῇ... 158

78. Οἱ προσδεχθέντες τὴν Ἀλήθειαν καὶ ταύτην ληψάμενοι... 159

79. Ἡ Ζωὴ εἶναι Ἄπειρος, ὅπως καί τὸ Σύμπαν. 161

80. Ὁ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητος κατελθὼν... 164

014

ΦΑΡΑΧ.indb 14 16-Sep-21 1:20:24 PM


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 015

81. Ἀπὸ τοῦ τάφου τὴν σκοτεινὴν καὶ ζοφώδη πλάκα... 166

82. Ὁ θερισμὸς ἐγγύς ἐστι. 169

83. Τί ἐρῶ ὑμῖν καὶ εἰσακουσθήσεται; Μήτοι τὰ ὦτα ὑμῶν... 171

84. Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμι καὶ οὐκ ἔγνωτέ Με. 173

85. Μεθ’ ὑμῶν Εἰμι, ὅταν δὲ μεθ’ ὑμῶν Εἰμι οὐδεὶς καθ’ ὑμῶν. 175

86. Ὁ θερισμὸς ἐγγύς ἐστίν. Τίς ὅμως ἐγκαταλείψει τὸν οἶκον αὐτοῦ... 177

87. Ὑπερὰνω ὑμῶν ἵσταται ὁ κατευθύνων τὰ βήματα ὑμῶν... 180

88. Οἱ πάντες ἀναζητοῦσι Με, ἀλλ’ οὐδεὶς πρός Με προσῆλθεν... 183

89. Διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν. 185

90. Μακράν, πολὺ μακρὰν τῶν ἀνθρώπων ἀνεγείρεται ὁ Ναός Μου. 187

91. Διὰ νὰ ἀνέλθῃ τις εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους, εἶναι ἀνάγκη... 190

92. Ἐρώτησις: Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁδηγοὶ μὴ ἀνήκοντες εἰς... 192

93. Ἐρώτησις: Ποῖος ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου; 193

94. Ὁ ἐπιδιώκων ν’ ἀνέλθῃ τοῦ ὅρους τὴν κορυφὴν... 194

95. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἔγνωκέ Με, ἂν καὶ μεθ’ ὑμῶν ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον... 196

96. Ὁ ἄνθρωπος διὰ νὰ κατορθώσῃ ν’ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον... 199

97. Ὁ Πατήρ, ὁ Θεῖος Λόγος, ὁ Υἱός, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας... 202

98. Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι ἡ Ὑπερτάτη Διανόησις... 202

99. Καθῆκον παντὸς Πνευματικοῦ Διδασκάλου... 205

100. Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ ἐν τῇ γῇ ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου... 210

015

ΦΑΡΑΧ.indb 15 16-Sep-21 1:20:24 PM


016 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

101. Οἱ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνόμενοι, οἱ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀποσχισθέντες... 212

102. Διανοίξατε τοὺς πνευματικοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν... 215

103. Οἱ ἐπιθυμοῦντες ὅπως ἀκολουθήσωσι Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον Μου... 217

104. Ὁ χρόνος παρέρχεται ἀνεπιστρεπτεί. 220

105. Ὁ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ὑπὲρ τὸν κόσμον καὶ ἐκ τοῦ κόσμου πληρῶν... 222

106. Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ οὐκ ἔγνωτέ Με. 225

107. Ἐγὼ Εἰμὶ ὁ ἀνεγείρων καὶ ἀνοικοδομῶν. Ἐγὼ ὁ καταρρίπτων... 228

108. Ἡ δόξα ὑμῶν Δόξα Ἐμοῦ ἐστι, διότι ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένη... 231

109. Ἡ ζωὴ παντὸς ἀνθρώπου ἐν δοκιμασίαις τελευτήσει... 233

110. Τὰ πάντα μεταλλάσσουσι μορφήν, τὰ πάντα διαμορφοῦνται... 236

111. Ὁ ἄνθρωπος διὰ νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ... 237

112. Οὐδεμία πρόοδος ἐγένετο ὑμῖν ἄχρις σήμερον. 240

113. Ὁ Ἀναλλοίωτος καὶ Ὑπέρτατος Νόμος, ὁ διέπων τὸν κόσμον... 242

114. Φῶς Ζωῆς Ἐγὼ Εἰμί. 245

115. Ὁ ἀναζητῶν Ἐμὲ τάχιον εὑρήσει Με, καὶ ὁ εὑρῶν Με... 248

116. Ἀνέλθετε ὕπερθεν τοῦ γηΐνου κόσμου πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς. 250

117. Ἀνέλθετε πρός Με οὐ μόνον πνευματικῶς ἀλλὰ καὶ ψυχικῶς. 253

118. Οἱ πιστοὶ πρός Με ἂς προσέλθωσιν. Οἱ ἐκλεκτοὶ ἂς ὀφθῶσι... 257

119. Διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ὁραματισθῆτε τὸν Κόσμον... 260

120. Ἡ ζωὴ ὑμῶν ἂς μὴ διέρχηται ἀσκόπως. 262

016

ΦΑΡΑΧ.indb 16 16-Sep-21 1:20:24 PM


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 017

121. Ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἔστω ὡς ἡ δεξαμενὴ ἡ εἰσδεχομὲνη τὸ ὕδωρ. 265

122. Ἀπὸ τὰ βάθη τῶν παρωχημένων αἰώνων, ἀπὸ τὰς ἐσχατιὰς... 268

123. Tὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ ἡ γῆ παρελεύσεται, ἀλλὰ οἱ λόγοι Μου... 271

124. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς ὑμῶν διαρρέει. 274

125. Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Φῶς καὶ ἡ Ἀλήθεια. 277

126. Συνήγαγον ὑμᾶς ἐπὶ τῷ αὐτῷ, ἵνα ἀπὸ κοινοῦ συσκεπτόμενοι... 279

127. Πηγὴν Ζωῆς δωρῶ ὑμῖν. Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ Πηγή, ἐξ ἧς ἀναβλύζουσιν... 281

128. Ἀνέλθετε μετ’ Ἐμοῦ τὰς ὑπωρείας τοῦ ὅρους καὶ προσεγγίσατε... 284

129. Συντρίψατε τοὺς ὑλικοὺς δεσμοὺς τῆς ψυχῆς ὑμῶν... 286

130. Ἀρχὴ τοῦ Κόσμου ὁ Θεός, Θεὸς δὲ ὡς Ἀρχὴ τοῦ κόσμου... 289

131. Ἐν Ἀρχῇ τοῦ κόσμου καὶ πρὶν ἢ ὁ κόσμος ἐν τῇ ὑλικῇ αὐτοῦ... 292

132. Ἐγὼ Εἰμί. Τὶς Ἐγώ; 295

133. Ἐν μέσῳ ὑμῶν Εἰμί. 297

134. Ἐνωτισθῆτε τῶν λόγων τῆς Ἀληθείας καὶ ἀναβλὲψατε... 300

135. ΑΔΩΝΑΪ - ΕΛΩΪΜ - ΑΡΙΕΛ - ΖΕΩΒΑ. 303

136. Ἐπὶ μακρὸν χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ οὐκ ἔγνωτέ Με. 305

137. Πᾶς ὁ πρός με προσερχόμενος ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαυθήσεται. 308

138. Ὁ Ἐγὼ λαλῶ, Ἐμὸν Ρῆμα ἐστί. 311

139. Ὁ θέλων μετ’ Ἐμοῦ κατοικεῖσαι, ποιήσεται τὴν καρδίαν... 314

140. Ἰδοῦ καὶ πάλιν μετὰ τόσον μακρὸν χρόνον ἐν μέσῳ ὑμῶν... 317

017

ΦΑΡΑΧ.indb 17 16-Sep-21 1:20:24 PM


018 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

141. Εἰς προγενεστέρας ἐπικοινωνίας μεθ’ ὑμῶν πολλάκις συνέστησα... 319

142. Ἐπὶ μακρὸν χρόνον ἀπεχωρίσθητε ἀλλήλων καὶ Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν. 322

143. Ἐγὼ πάντοτε μεθ’ ὑμῶν Εἰμί. 324

144. Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἐγκατέλειψάς Με καὶ ἀπεμακρύνθης... 327

145. Παρ’ ἡμῖν οὐκ ἐστὶν ἐνιαυτὸς οὐδὲν χρόνος. 329

146. Ἐπ’ Ἐμοῦ πάντες οἱ πιστεύοντες ἐπαναπαυθήσονται. 331

147. Ἐν Ἐμοὶ πάντες οἱ προσερχόμενοι ἀσπαστοὶ γίγνονται. 333

148. Ὕψωσε τοὺς ὀφθαλμούς σου πρὸς Ἐμέ. 335

149. Ἐν Ἐμοὶ τὸ Φῶς καὶ τὸ ἐξ Ἐμοῦ Φῶς πηγάζον τὸν κόσμον φωτίζει. 337

150. Ὁ ἔχων πρὸς Ἐμὲ ἐστραμμένην τὴν διάνοιάν του οὐ φοβηθήσεται... 339

151. Ἡ ἐν τῇ γῆ διαβίωσις ἐστὶ κονίστρα πάλης, ἧς νικητὴς ἔσεται... 340

152. Ἐν μέσῳ ὑμῶν πάντοτε Εἰμί. Λαλὼ πρὸς ὑμᾶς ὡς νήπια... 342

153. Ἐν μέσῳ ὑμῶν πάντοτε Εἰμί. 344

154. Τὶς ὁ ἐπικαλῶν Με, Κύριε, Κύριε πρόσελθε πρός Με... 347

155. Ἀπεμακρύνθητε ἤδη ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ εἰς μάτην ἀναζητῶ ὑμᾶς... 349

156. Πᾶς ὁ Ἐμὲ γιγνώσκων καὶ τὴν ἑαυτοῦ ἀτραπὸν γιγνώσκει... 351

157. Δύναμιν ἔσωθεν λαβόντες καὶ πρός Με ἐνατενίζοντες ἀνυψωθῆτε. 353

158. Παρῆλθον ἔτη πολλά. Ἡ κεφαλὴ ὑμῶν ἐλευκάνθη. 356

159. Οὐδεὶς τὸν Θεὸν ὤφθη καὶ οὐδεὶς τὴν Ἀλήθειαν ἔγνωκεν... 357

160. Ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ πάλιν Εἰμί. 359

018

ΦΑΡΑΧ.indb 18 16-Sep-21 1:20:25 PM


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 019

161. Μεθ’ ὑμῶν πάντοτε ἀπὸ μακροῦ Εἰμί. Ἀλλ’ ὑμεῖς μετ’ Ἐμοῦ... 361

162. Πάντοτε μεθ’ ὑμῶν Εἰμί. 364

163. Τίς ὁ ἀκολουθῶν Με; 367

164. Τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον οὐκ ἔστι φῶς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου... 369

165. Ἐντὸς τοῦ τρίβου τῆς ζωῆς ὑμῶν ἀτασθαλίαι ὑπάρχουσιν. 371

166. Οἱ πρός Με προσκείμενοι οὐκ ἀπομολυθήσονται... 372

167. Τὸ Φῶς εἶναι ὁ Ἀκοίμητος ὀφθαλμὸς τοῦ Θεοῦ... 374

168. Τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας πρὸ πολλοῦ ἐχάραξα ὑμῖν. 376

169. Ὁ προορισμὸς ὑμῶν ἔστω ὁ διηνεκὴς ἀγών. 378

170. Ὅσον τις εἶναι ἤρεμος, κατὰ τοσοῦτον αἱ Πνευματικαὶ Δυνάμεις... 380

171. Ἔν Ἐμοί ἐστιν ἡ Ἀλήθεια καὶ ὁ τὴν Ἀλήθειαν πιστεύων... 383

172. Εἰς τὸν φθαρτὸν τοῦτον κόσμον τῆς ὕλης τὰ πάντα παρέρχονται... 385

173. Σχετικῶς μὲ τὸν ἀδελφὸν ὑμῶν... 388

174. Πολλοὶ παρ’ Ἐμοῦ ἐκλήθησαν, ἀλλ’ ἐλάχιστοι προσέτρεξαν... 388

175. Οἱ πρός Με προσκείμενοι, ἂς ἀτενίσωσι εἰσέτι μίαν φορὰν πρὸς Ἐμέ. 391

176. Ἳνα τί ἡ ψυχὴ ὑμῶν βαρύθυμός ἐστι καὶ μελαγχολική; 393

177. Πνεῦμα ὁ Θεὸς καὶ οἱ πιστεύοντες Αὐτὸν ἐν Πνεύματι... 395

178. Οἱ ἐν τῷ κόσμῳ μύσται... 398

179. Ὅπως ἐν τῷ φυσικῷ κόσμῳ ὑφίστανται τὰ διάφορα πλανητικὰ... 400

180. Ἐγὼ Ὁδηγός Εἰμι τῶν ἐπιζητούντων Με. Τὸ Ἒλεός Μου ἐπὶ ­παντὶ ... 404

019

ΦΑΡΑΧ.indb 19 16-Sep-21 1:20:25 PM


ΦΑΡΑΧ.indb 20 16-Sep-21 1:20:25 PM
ΦΩΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΡΕΟΝ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΥ

Μία Ὑπερτάτη Δύναμις ὑπάρχει, ἐνεργεῖ,

δρᾶ καὶ βασιλεύει ἐν τῷ Ἀπείρῳ,

Μία Πνευματική Ὀντότης,

Μία Ἀκὲνωτος Πνευματικὴ Ἑστία,

Εἷς μόνον Πνευματικὸς Νοῦς,

ἐν τῷ Ἀπείρῳ διαστήματι λάμπων καὶ

τοὺς σύμπαντας Ἀπείρους Κόσμους φωτίζων,

Εἷς καὶ μόνον Ἀναλλοίωτος, Ἀδέκαστος,

Ἄφθαστος, Ἀτελεύτητος,

Ὑπερτὲλειος ἐν Τελειοτάτοις,
Ὑπεραιώνιος ἐν Αἰωνίοις,

Ὑπεράγαθος ἐν Ἀγαθοῖς,

Ὑπὲρτατος ἐν Ὑπερτάτοις καὶ

Οὗτος εἶναι ὁ πάντων Παντεπόπτης

καὶ Δικαιοκρίτης ΘΕΟΣ

ΦΑΡΑΧ.indb 21 16-Sep-21 1:20:25 PM


ΦΑΡΑΧ.indb 22 16-Sep-21 1:20:25 PM
1. Ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ πάλιν Εἰμί.
Ἐν μέσῳ ἀνθρώπων κατανοούντων τὸν Κόσμον, ἐξ οὗ προέρχομαι καὶ
εἰς ὃν καθ’ ἑκάστην πορεύομαι, ὃν ὡς ὑπάρχοντα καὶ Ἀληθῆ πιστεύουσιν,
ἀλλ’ ὃν οὐκ εἶδον, ὡς μηκέτι πρὸς αὐτὸν εἰσελθόντες. Καὶ πρὸς τοὺς ἀν-
θρώπους τούτους ἀποτείνομαι, οὐχὶ ὅπως πείσω αὐτοὺς περὶ τῶν πνευ-
ματικῶν, τὰ ὁποῖα κατὰ βάθος καὶ εἰλικρινῶς πιστεύουσιν, ἀλλὰ ἵνα την
ψυχήν αὐτῶν ἐκ τῶν πνευματικῶν πρὸς τὰ ἐπίγεια φέρω καὶ ἐκ τούτων
εἰς τὰ πνευματικὰ ἀναγάγω καὶ πάλιν καθαράν καὶ ἀπηλλαγμένην τῆς κε-
κονισμένης ἐπιφανείας τοῦ γηΐνου αὐτῆς περιβάλλοντος.
Ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐξῆλθε καὶ ἐν αὐτῷ οὐ μα-
κρὸν παραμένει. Ἐκ δὲ τοῦ Κόσμου, ἐξ οὗ νῦν Ἐγὼ ἐξῆλθον καὶ οὗτος
μεθίσταται, ἀφοῦ ἐκπληρώσῃ τὸν ἐπὶ γῆς προορισμὸν αὐτοῦ. Ἀλλά
τίς ἐστιν ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου; Καὶ ποία ἡ Ἐστία, ἦτις ἐξελάμψα-
το τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐν τῆ σαρκὶ καὶ ποία ἡ Ἄσβεστος Δάς, ἥτις μετελα-
μπαδεύσατο αὐτῷ τὴν ἄσβεστον φλόγα, ἥτις καθιστά αὐτὸν ὑπέρτερον
πάντων τῶν ἐν τῷ κόσμῳ πραγμάτων;
Τίς ἡ Πηγὴ τῆς Ζωῆς, ἥτις ἐν Ἑαυτῇ συγκεντροῖ τὴν ἐν τῷ κόσμῳ
ἁρμονίαν πρὸς ἕνα σκοπὸν καὶ μόνον ἀποτεινομένην καὶ ἐξυπηρε-
τοῦσαν τὴν ζωήν εἰς τὰς διαφόρους αὐτῆς σωματοεξελίξεις, εἰς τὴν
ἀνιοῦσαν αὐτῆς κλίμακα πρὸς τὴν Μεγαλουργὸν αὐτῆς Ὀντότητα
προσπλησιαζομένην;
Ρίψατε ἓν ἐρευνητικὸν βλέμμα ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ σας καὶ εἰς τὸ βάθος
τῶν μυχίων ὑμῶν σκέψεων, λάβετε μίαν ἐξωτερίκευσιν ἐν εἰκόνι τοῦ ἑαυ-
τοῦ σας καὶ ἀντιπαραβάλατε αὐτὸν πρὸς ὁλόκληρον τὸ Σύμπαν, πρὸς τὸν
ἀπέραντον κόσμον, ὅστις ἐξικνεῖται ὑπεράνω τῆς κεφαλῆς σας πρὸς τὰ
ἀτέρμονας ἐσχατιὰς τῶν ἐν τῷ Οὐρανῷ κινουμένων μετὰ μαθηματικῆς
ἀκριβείας κόσμων, πρὸς τὰς ἀβύσσους, αἵτινες χάνονται ὄπισθεν τῶν
ἀμυδρῶν ψεκάδων, αἵτινες διὰ γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ διακρίνονται ἐν τῷ
Γαλαξία καὶ αἵτινες εἶναι τόσα συμπλέγματα ἡλιακῶν συστημάτων, ὅσον
καὶ φωσφορισμοὶ καὶ θὰ ἴδητε ὅτι εἶναι εἷς ἀφανὴς μικροσκοπικὸς κόκκος
ἀπέναντι τούτων.
Καὶ ὅμως ἅπαντες οὗτοι οἱ ἥλιοι, οἵτινες διαχέουσι τὸ φῶς των δια-
σχίζοντες τὰς ἀποστάσεις τῶν κόσμων, οὓς διαφωτίζουσι καὶ ἅπαντες οἱ
ὑπερμεγέθεις ὄγκοι τῶν κυλινδρουμένων ἐν τῷ Ἀπείρῳ κόσμων τούτων
οὐδεμίαν ἀξίαν ἔχουσιν ἀπέναντι τῆς φωτοβολίδος τῆς ἐλαχίστης καὶ
ἀμυδροτάτης ἀκτῖνος τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος, τὸ ὁποῖον ἐξεπή-
γασε καὶ μετελαμπαδεύθη ἐκ τῆς Ἀκενώτου Ἑστίας τοῦ Δημιουργοῦ
Θεοῦ.
Συνεπῶς τὸ μικροσκοπικὸν τοῦτο ὄν, τὸ ὁποῖον θάπτεται ἐντὸς τῶν
ἀπεράντων ἐκτάσεων τοῦ Ἀπείρου κόσμου, τοῦτο μέλλει διὰ τῆς βαθμι-
αίας αὐτοῦ ἐξελίξεως, ἐπαναστροφῆς καὶ ἀνελίξεως νὰ κυριαρχήσῃ σύ-
μπαντος τοῦ κόσμου, ὅπως ἐκυριάρχησεν ἐπὶ τοῦ πλανήτου, ἐφ’ οὗ τὸ
πρῶτον εἶδε τὸ φῶς αὐτοῦ.

1
Ἐν τῷ κόσμῳ, ἐν ᾧ σήμερον ζῆτε, οὐδόλως σκεπτόμενοι περὶ τῆς
κυρίας ὑμῶν ὑπάρξεως, ἀλλὰ περὶ τοῦ ὑλικοῦ καὶ μόνον περιβλήματός
σας καὶ χάριν καὶ μόνον τούτου ἀγωνίζεσθε καὶ κόπτεσθε διὰ τὴν ἡδυπα-
θῆ αὐτοῦ συντήρησιν. Δὲν συνεπληρώθη εἰσέτι ὁ καιρός, καθ’ ὃν θέλου-
σιν ἀνοιγῇ οἱ Οὐρανοί καὶ ὁμιλήσουσι καινὰ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Ὁ καιρὸς ὅμως οὗτος ἐγγὺς ἦν. Καὶ ἐν μέσῳ τῶν χυνομένων ποταμῶν
αἱμάτων καὶ ἐν μέσῳ τῆς διψῶσης καὶ ἀγωνιῶσης ἀνθρωπότητος ἐκ τοῦ
κακοῦ καὶ τοῦ μίσους καὶ τοῦ ἐξολοθρευτοῦ τῶν πάντων, καὶ ἐν μέσῳ τῶν
χυνομένων δακρύων καὶ οἰμωγῶν καὶ κλαυθμηρισμῶν τῶν δυστυχού-
ντων, πεινώντων καὶ ριγούντων θέλει ἐπέλθει ἡμέρα χαρᾶς καὶ ἀγαλλιά-
σεως καὶ εὐφροσύνης καὶ ἀληθοῦς πνευματικῆς εὐτυχίας.
Ὁ Οὐρανὸς κεκαλυμμένος ὑπὸ νεφῶν, ὁ ἄνεμος πνέων ἀπὸ παντοῦ
καὶ ἐκριζώνων ἐκ θεμελίων πᾶν τὸ προστυχὸν ἐν τῇ διελεύσει αὐτοῦ,
θέλει ἐπισωρεύσει ἐρείπια ἐπὶ ἐρειπίων καὶ ἐπ’ αὐτῶν θέλει στήσει τὸν
θρόνον αὐτοῦ τὸ μῖσος καὶ ἡ κακία. Καὶ οἱ Υἰοὶ τοῦ ἀνθρώπου θέλουσιν
ἴδει τὴν κόλασιν μεθ’ ὅλων αὐτῆς τῶν ζοφερῶν μαρτυρίων καὶ βα-
σάνων ἐπί τῆς γῆς καὶ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῶν ἐκσπουμένων τῶν πυ-
ρίνων ἐγκάτων αὐτῆς.
Καὶ πάντες θέλουσι προσβλέπει ἐπὶ τοῦ ἐδάφους καὶ τῶν ποδῶν
των, διότι ἡ κεφαλῆ αὐτῶν οὖσα βεβαρυμένη ὑπὸ τῶν μαρτυρίων καὶ
τοῦ ἀγῶνος τῆς ζωῆς, ἣν ἡ κακία τοῦ ἀνθρώπου ἐξέθρεψεν, οὐδόλως
ἀνυψώσωσι τοὺς ὀφθαλμούς, ὅπως ἴδωσι τὰ ὑπὲρ αὐτῶν κείμενα. Καὶ
ὁ Οὐρανὸς κεκαλυμμένος ὑπὸ τῶν μελανῶν νεφῶν, ἃ αἱ ἀναθυμιάσεις
τῶν καπνῶν τῆς μέθης, τῆς κακίας καὶ τῶν ὀργίων ἀνήγειραν, δὲν θέλει
ἐπιτρέψει εἰς αὐτοὺς νὰ διακρίνωσι τὸν Ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης καὶ
Ἀληθείας.
Ἀλλὰ ἐν μέσῳ πάντων τούτων καὶ ὁπόταν πᾶσα ἐλπὶς σωτηρίας
ἐξέλειπε δια τῆν ἀνθρώπινον ζωήν, θέλει μία Ἀκτὶς Φωτὸς διασχίσει τὸ
συμπυκνούμενον νέφος καὶ διαλύσει αὐτό, ἵνα ἐν τέλει ἀναφανῇ ἐν ὅλῃ
αὐτοῦ τῇ μεγαλοπρεπείᾳ ὁ Ἥλιος, ὅστις θέλει διαφωτίσει ὁλόκληρον
τὴν γῆν καὶ διαχύσει ἐν αὐτῇ τὰ Ζείδωρα Νάματα τῆς πραγματικῆς
Εὐτυχίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Καὶ ὁ Ἥλιος οὗτος θέλει εἶναι τὸ Φῶς τὸ ἐκ τοῦ Κόσμου, ἐξ οὗ καὶ
Ἐγὼ ἐξῆλθον, ἐκπορευόμενον. Καὶ τὸ Φῶς τοῦτο τὸ Ἀνέσπερον καὶ
Ἄσβεστον, τὸ οὐδὲν ὑλικὸν στοιχεῖον ἐνέχον, ἀλλ’ ἀεὶ διαφωτίζον
καὶ καταυγᾶζον καὶ ζωογονοῦν ἔστι τὸ Φῶς τοῦ Πνεύματος, τὸ ἐκ τοῦ
Ὑπερπέραν προερχομένου καὶ ἐν τῇ γῇ κατερχομένου, ἵνα τὸ ἀνθρώ-
πινον πνεῦμα διαφωτίσῃ ἐν ὅλῃ τῇ Ἀληθείᾳ τῇ ἐν τῷ Ἀπείρῳ Κόσμῳ
ἐγκρυπτομένῃ καὶ αὐτὴν ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ ἐκτάσει ταύτην αὐτῇ ἀπο-
καλύπτουσα.
Ἀνυψώσατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν πρὸς τὰ ἄνω, ἀφοῦ ἐμβλέψη-
τε πρῶτον ἐν ὑμῖν. Διότι, διὰ νὰ ἴδῃ τις ἀληθῶς τὰ καὶ πρὸς τὰ ἄνω καὶ
πρὸς κάτω καὶ πρὸς τὰ ἔμπροσθεν καὶ ὄπισθεν καὶ πλαγίως, ἀνάγκη να

2
καταμετρήσῃ ἑαυτὸν καὶ μὲ τὸ ἐξ αὐτοῦ ἐξαχθησόμενον μέτρον νὰ κα-
ταμετρήσῃ καὶ τὰ πρὸ αὐτοῦ ἢ μακρὰν καὶ ἀπωτέρω κείμενα. Καὶ ὅταν
κατωρθῶσητε να γνωρίσητε ἑαυτοὺς καὶ ἀνυψώσητε τοὺς ὀφθαλμοὺς
ὑμῶν πρὸς τὰ ἄνω, θὰ ἴδητε ὅτι ὁλόκληρον τὸ Ἄπειρον, ὃ θαυμάζετε,
θάπτεται ἐν ἑαυτοῖς ὡς ὑμεῖς ἐν αὐτῷ βυθίζεσθε. Καὶ τότε θέλουσιν
ἀνοιχθῇ οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν καὶ κατίδητε τὴν Σοφίαν Ἐκείνου, ἐξ Οὗ τὸ
πνεῦμα ὑμῶν ἐξεπήγασε καὶ τὸ ὁποῖον ὡς ἐξ Αὐτοῦ ἐκπηγάσαν ἐν σμι-
κρογραφίᾳ διατηρεῖ πᾶν ὅ,τι ἡ Ἐστία αὐτοῦ ἡ Ἀκένωτος διετήρησεν
ἐν τῷ ἐξ Αὐτῆς δημιουργηθέντι ἔργῳ τῶν ἀπειραρίθμων κόσμων, οὓς
μέλλετε νὰ διαδράμητε καὶ ἐπ’ αὐτῶν βασιλεὺσητε.
Ἀναβλέψατε πρὸς τὰ ἄνω καὶ ἐὰν οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν κατορθώσουν
νὰ διακρίνουν τὸ ἐν ὑμῖν ὑποφῶσκον Φῶς, τὸ ἐν τοῖς ἐγκάτοις ὑμῶν
ὑπάρχον καὶ ὑπὸ τοῦ σκοτεινοῦ περικαλύμματος τοῦ σκότους ἀποκρυ-
πτόμενον, τότε θέλετε διακρίνει τὴν Ἀκτῖνα, ἥτις ἤδη ἤρχησε νά διέρ-
χηται ἐκ τῶν μελανῶν νεφῶν τοῦ Οὐρανοῦ, τὰ ὁποῖα μέλλει νὰ διαλύ-
σῃ, ἵνα ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καὶ Ἀληθείας, ὁ Ἥλιος τοῦ Ζωοποιοῦ
Πνεύματος, τοῦ Πνεύματος τῆς Ἀληθείας ἀναφανῇ ἐν ὅλῃ τῇ γῇ καὶ τῇ
ἀνθρωπότητι, τὸ Φῶς τῆς Ἀγάπης καὶ Γνώσεως, ἵνα τὰ πάντα ἐν πᾶσι
δι’ Αὐτοῦ ἀναγεννηθῶσι καὶ κατίδωσιν τὴν ὑπὸ τῶν Ἀκτίνων Του δια-
φωτιζομένην Ἀλήθειαν.

2. Ἄνεμος Θυελλώδης ἠγέρθη καὶ συμπαρέσυρε τὸ πᾶν.


Ἀνεμοστρόβιλος ἐκλυδώνισε τὸ πλοῖον, ἐφ’ οὗ ἐπιβαίνατε καὶ τὰ
ἀγριε­μ ένα κύματα συνεκάλυψαν τοῦτο. Τυφὼν ἐνέσκυψεν ἐν μέσῳ
ὑμῶν καὶ ἀνήγειρε τὸ σκαφίδιόν σας ὑπεράνω τῆς ἐπιφανείας τῶν ἐξο-
γκουμένων κυμάτων διὰ νὰ συμπαρασύρῃ τοῦτο εἰς τὰ βάθη τῶν ἀβύσ-
σων. Ἐγὼ ὅμως μεθ’ ὑμῶν Εἰμί. Ἐὰν τὰ πάντα συνεκλόνισαν ὑμᾶς καὶ
σᾶς συμπαρέσυρον εἰς τὸν βυθόν, μόλις ἡ θύελλα κοπάσῃ καὶ ἡ εὐδία
ἐπανατείλῃ, θέλω ἀνεγείρει ὑμᾶς ἐξ αὐτοῦ καὶ σᾶς ὁδηγήσω ὡς πρότε-
ρον εἰς τὴν εὐθεῖαν.
Ἀλλά τί συνταράσσεται ἡ καρδία ὑμῶν καὶ ἡ ψυχή ὑμῶν θλίβεται μέ-
χρι θανάτου; Διατί τὸ θάρρος ἐπέλειπέ σας καὶ ἐγκαταλείψατε ἑαυτοὺς
ἕρμαιον τῶν μαινομένων στοιχείων; Διατί ἐσταυρώσατε τὰς χείρας μὴ
γνωρίζοντες ποῦ εἶσθε καὶ ποῦ βαίνετε καὶ δὲν ὁπλίζεσθε διὰ θάρρους,
ἵνα βοηθήσητε τὰς προσπαθείας Μου εἰς τὸ ἀνασηκῶσαι καὶ πάλιν ὑμᾶς;
Διατί βαίνετε ὡς ἕρμαια ἀκυβερνήτου σκάφους καὶ δὲν ὁπλίζεσθε διὰ
τῆς θελήσεως, τοῦ θάρρους, τῆς ἐνεργείας, ὅπως νικήσητε, ὅπως ἐξέλ-
θητε ἐκ τοῦ ναυαγίου, τὸ ὁποῖον παρέλυσεν ἅπαντα τὰ μέλη ὑμῶν καὶ
ἀδρανεῖτε;
Ἰδοὺ Ἐγὼ ἐν μέσῳ ὑμῶν. Μὲ ἀναγνωρίζετε; Οὐχί. Καὶ Ἐγὼ δὲν ἀνα-
γνωρίζω ἐπίσης ὑμᾶς. Τὸ Πρόσωπόν Μου παρήλλαξε ὡς ὑμεῖς. Ἐὰν ὑμεῖς

3
ἀπομακρύνεσθε ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ Ἐγὼ οὐ δύναμαι καταφθᾶσαι ὑμᾶς. Ανε-
γείρω ὑμᾶς πίπτοντας καὶ ὑμεῖς καταπίπτετε ἐκ νέου, ὠθοῦντες Με, ἵνα
μὴν ἀναλάβω ὑμᾶς καὶ ἀνεγείρω ὑποβαστάζων ἅμα ὑμᾶς ἐν τῇ πτώσει
σας. Ἐγὼ οὐ δύναμαι κρατῆσαι ὑμᾶς μετ’ Ἐμοῦ, ὅταν ὑμεῖς ἐγκαταλεί-
ποντές με ἀκολουθῆτε τὰς παροτρύνσεις τοῦ ἀντικειμένου πρός Με καὶ
ἐπιθυμοῦντος νὰ ἀπομακρύνῃ ὑμᾶς ἐξ Ἐμοῦ τελείως.
Ἐγὼ ὅμως καὶ πάλιν μεθ’ ὑμῶν Εἰμί. Φιλῶ ὑμᾶς καὶ προτρέπω ὑμᾶς,
ἵνα πλεῖον φιλήσητέ Με. Ἐὰν τὰ χείλη ὑμῶν εἶναι ρυπαρά καὶ κάκο-
σμα ἐν τῇ ἐπαφῇ τῶν χειλέων Μου θά προσλάβουν τὸ Ἄρωμα τὸ ἐξ
αὐτῶν ἐκχεόμενον. Οὐκ ἔρχομαι σῶσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς
ἐνεγκεῖν εἰς μετάνοιαν. Εγὼ δὲ πλεῖον φιλῶ ἐκείνους, οἵτινες ἐν τῇ
ἀτελείᾳ αὐτῶν ὑποπεσόντες εἰς σφάλματα ἢ ἁμαρτήματα προσέρ-
χονται μετὰ εἰλικρινοῦς μετανοίας καὶ πίστεως ἢ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι
πιστεύουσιν ὅτι ἐκπληροῦσι τὸν ὑπ’ Ἐμοῦ δοθέντα λόγον καὶ πά-
σας τὰς Ἐντολάς Μου, ἐνῶ καλῶς γινώσκουσιν ὅτι οὐδεὶς ἐν τῇ γῇ
ἀναμάρτητος ἐστίν.
Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν καὶ πάλιν Εἰμὶ, ἄν καὶ ὑμεῖς ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπεμακρύνθητε.
Ὁ αὐτός Εἰμὶ, οἷον ἐνοραματίσθητέ Με καὶ ἐν τῇ φαντασία ὑμῶν ὀνειρο-
πολήσατε. Ὁρᾶτε Με ὡς πρότερον; Οὐχί. Καὶ ὅμως εἰς οὐδὲν μετήλλαξα.
Πᾶν τὸ πρὸ ὑμῶν καὶ ἐγγὺς ὑμῶν εὑρισκόμενον ὁρᾶτε ἐν ἁπάσαις αὐτοῦ
ταῖς λεπτομερείαις. Ὅταν δὲ τοῦτο ἀπομακρύνεται ἀφ’ ὑμῶν ἢ σεῖς ἀπ’
αὐτοῦ ἀπομακρύνεσθε, κατὰ τοσοῦτον χάνετε τὰς λεπτομερείας αὐτοῦ,
ἕως οὗ καὶ τὴν τελείαν αὐτοῦ ὄψιν καὶ τὸ σχῆμα ἀπωλέσητε.
Οὕτω καὶ Ἐγώ, ἐφ’ ὅσον ἵσταμαι πλησίον σας καὶ ὑμεῖς πλησίον Μου
ἐστέ, κατὰ τοσοῦτον Μὲ ὁρᾶτε ἐν ὅλῃ τῇ Παραστάσει καὶ Ἀπεικονίσει
Μου. Ὡς ὅμως ἀπομακρυνθῆτε ἀπ’ Ἐμοῦ, κατὰ τοσοῦτον ἀπόλλυται καὶ
ἡ τῆς Παραστάσεως καὶ Ἐκπροσωπήσεώς Μου Εἰκών. Ἀλλὰ Ἐγὼ πῶς
δὲν πλησιάζω ὑμᾶς ἐγγύτερον, ἵνα τὴν Μορφήν Μου εὐκρινῶς διακρίνη-
τε; Καὶ ἄν πλησιάζω ὑμᾶς καὶ ἐφ’ ὅσον προσεγγίζω σας, ὑμεῖς ἀπομα-
κρύνεσθε, εἰς τί πταίω;
Ἐὰν ὅμως προσπαθήσῃτε ἐξ ἴσου καὶ ὑμεῖς, ἵνα μὴ ἀπομακρυνθῆτε
Ἐμοῦ, ἀλλὰ πλησιάζετέ Με, ἐστὲ βέβαιοι, ὅτι θέλετέ Με ὁρᾶν καὶ Με
διακρίνει ἐν ὅλῃ Μου τῇ Ἀπεικονίσει καὶ Ἀναπαραστάσει. Ἀποβάλλατε
ἀφ’ ὑμῶν πᾶσαν κακόβουλον σκέψιν, συγκεντρωθῆτε ἐν ἑαυτοῖς, κατα-
βάλατε πᾶσαν προσπάθειαν, ἵνα Μὲ προσεγγίσητε. Γνωρίζω, ὅτι ἐν ὑμῖν
ἐγείρεται ἡ διηνεκὴς πάλη τοῦ Καλοῦ καὶ Κακοῦ. Ἐνδυναμώσατε διὰ τῆς
ἐπιβολῆς τῆς θελήσεως ὑμῶν πᾶν καλὸν καὶ τὸ κακὸν οὐδεμίαν θέσιν
δύναται νὰ ἔχῃ.
Ἐὰν συγκρατηθῆτε μέχρι τέλους ἐν τῇ ἐξασκήσει καὶ ἀκολουθήσει τοῦ
Καλοῦ, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ὁ μεθ’ ὑμῶν εὑρισκόμενος καὶ πρὸς τὸ Καλὸν
πάντοτε ὠθῶν ὑμᾶς θέλει σᾶς περιπτύξει δι’ ὅλων Αὐτοῦ τῶν Δυνάμεων
καὶ θέλει ἐναποθέσει ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τὸν Θρόνον Αὐτοῦ καὶ θέλει κυ-
ριαρχήσει ἐν αὐτῇ καὶ ἐπιβασιλεύσει ἐν ἀπάσῃ τῇ σταδιοδρομίᾳ ὑμῶν.

4
Ἐγώ Εἰμί πλησίον ὑμῶν, μὴν ἀπομακρυνθῆτε, πλησιάσατέ Με, ὀφθῆτε
Με. Καὶ ἂν πρὸς στιγμὴν ἐμπόδιόν τι ἀνεγερθῇ μεταξὺ ὑμῶν καὶ Ἐμοῦ,
ὑπερπηδήσατε τοῦτο καὶ ἐντείνατε τὰς δυνάμεις σας, ὅπως Με πλησιάση-
τε τὸ ταχύτερον καὶ ἐπανακτήσητε τὸν χρόνον, ὃν ἀπωλέσατε.
Ἐγώ Εἰμί μεθ’ ὑμῶν. Ὁρῶ ὑμᾶς, ἀλλ’ ὑμεῖς οὐχ ὁρᾶτε Με. Διατί; Διότι
ἀφίεσθε νὰ παρασύρεσθε ὑπὸ τῶν κλυδωνισμῶν, οὓς μόνον σκέπτεσθε
καὶ ὁρᾶτε καὶ δὲν βλέπετε πῶς θα κατορθώσητε νὰ ἐξέλθητε ἐκ τοῦ
κλυδωνισμοῦ τούτου ἀβλαβῶς.
Θεωρῆτε μίαν φάσιν ὑλικὴν ὡς καθαρῶς ἐκ τοῦ πνευματικοῦ ἀπορ-
ρέουσαν. Συνδέσατε τὰ ὑλικά μὲ τὰ πνευματικά. Δύνασθε νὰ συσχε-
τίζητε αὐτὰ οὐχὶ ὅμως καὶ νὰ καταλογίζητε τὰ ἐκ τῆς ὕλης ὡς ἐκ τοῦ
Πνεύματος προερχόμενα καὶ τα τοῦ Πνεύματος ὡς ἐκ τῆς ὕλης. Δὲν κα-
τορθώσατε ἀκόμη νὰ διακρίνητε τὰς ἀπ’ ἀλλήλων διαχωριζομένας δύο
ταύτας φύσεις, αἵτινες ἀκολουθοῦσι τοὺς ἰδίους αὐτῶν νόμους.
Ἐὰν τις θέλῃ νὰ εὐδοκιμήσῃ ἐν τῇ μιᾷ ταύτῃ φυσικῇ ἰδιότητι, ἀνάγκη
ν’ ἀπαρνηθῇ τὴν ἑτέραν. Συνδυάζων ὅμως ἀμφοτέρας καὶ ἰσομετρῶν
τὰ ἐξ αὐτῶν ἄριστα, ἄριστα ἀποτελέσματα ἐξάγει πρὸς ἐξυπηρέτησιν
τοῦ φυσικοῦ καὶ πνευματικοῦ αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ προορισμοῦ.
Πῶς θέλετε ν’ ἀπαλλάξω ὑμᾶς τῶν ὑλικῶν δεσμῶν, ἀφοῦ τὸ πνεῦμα
ὑμῶν δὲν κατώρθωσεν εἰσέτι νὰ διακρίνῃ τὴν κακὴν ἐπήρρειαν τῶν
δεσμῶν τούτων ἐπ’ αὐτοῦ ἢ τὴν ἀναγκαίαν καὶ ἐπιβεβλημένην αὐτῶν
ἐπίδρασιν πρὸς ἀνάδειξιν αὐτοῦ;
Πῶς θέλετε νὰ σᾶς παρέξω τὰ ὑλικὰ μέσα τῆς σταδιοδρομίας ὑμῶν,
ἀφοῦ οὐδὲν ὑλικὸν μεθ’ Ἑαυτοῦ φέρω; Οὐδὲν δύναμαι ποιεῖν ἢ προ-
σκομίζειν ἄνευ τῆς ἐνεργείας ὑμῶν. Ἄρα ὑμεῖς δέον νὰ κατανείμητε ἀφ’
ἑαυτῶν τὰ πάντα, ἵνα τὰ πάντα διὰ τῆς προσπαθείας ὑμῶν φέρητε εἰς
πέρας. Ἐγὼ ἁπλοῦς μόνον σχεδιαστὴς τῆς κατευθύνσεως ὑμῶν Εἰμὶ καὶ
μηκέτι πλέον.
Ὑμεῖς ἀκολουθήσατε ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ μόνον τὴν διαχαρασσομένην
ὑπ’ Ἐμοῦ ὁδόν. Καὶ συνεπῶς ἀπὸ ὑμᾶς ἐξαρτᾶται νὰ διανύσητε ἢ ἀκο-
λουθήσητε αὐτὴν πιστῶς ὑπερπηδῶντες πᾶν ὅ,τι ἐν αὐτῇ παρατιθέμε-
νον ἐμπόδιον καὶ οὐδόλως λιποψυχοῦντες καὶ ἀποκάμνοντες.

3. Ὁ δυνάμενος ν’ ἀνέλθῃ ἂς ἀνέλθῃ.


Ὁ ἀνερχόμενος ἂς ὑποβοηθῇ τὸν μῆ δυνάμενον. Ὁ δὲ ὀλισθῶν καὶ
μῆ δυνάμενος ν’ ἀνεγερθῇ διὰ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων, ἂς ἐγερθῇ τῇ βοη-
θείᾳ τῶν ἀλλων.
Ὁ βλέπων ἂς διαγιγνώσκῃ καλῶς πᾶν ὅ,τι ὁρᾶ καὶ ἂς καθιστά τοῦτο
γνωστόν, ἵνα καὶ οἱ ἄλλοι ἴδωσι τοῦτο. Ἐὰν ὅμως οἰ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν
εἶναι ἀσθενεῖς ἢ ἀμβλυωποῦσι καὶ δὲν ὁρῶσιν, ἂς ἐντείνουσι τὴν προσο-
χὴν αὐτῶν, ἂς ὁπλισθῶσι δι’ ὑπομονῆς ἢ διὰ φακῶν, ὅπως ἴδωσιν.

5
Ὁ ὑπομένων, οὕτος νικᾶ καὶ ὁ ἔχων μεθ’ ἐαυτοῦ την Ἀλήθειαν οὗτος
ἐν τέλει ἀποθεοῦται.
Δὲν ἐπιζητῶ παρ’ ὑμῶν ὅπως ἐπιμένητε μέχρι θανάτου εἰς πράγμα-
τα μὴ ἐπιτελούμενα ὑπὸ τῶν φυσικῶν συνθηκῶν ἢ τῶν μεσολαβούντων
αἰτίων, ἀλλὰ ὁπλισθῆτε μετὰ περισσοτέρου ζήλου καὶ καλλιεργήσατε
ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα δύνασθε νὰ ἐπιτύχητε. Ἐὰν δὲ τὰ ἐμπόδια ὑπερβάλλω-
νται, ἐὰν ὁ ἀσθενὴς ὑμῶν χαρακτὴρ ἀδυνατῇ νὰ παρακολουθήσῃ ὅπου
προορίζω αὐτόν, ἐμμείνατε. Θὰ ἔλθῃ ἡμέρα, καθ’ ἣν ἡ ἀσθένεια τοῦ χα-
ρακτῆρος ὑμῶν θὰ ὁπλισθῇ καὶ θὰ ἐπιτελεσθῇ τὸ ποθούμενον.
Ἐγὼ ἐγκαρτερῶ, σεῖς διατί βιάζεσθε; Ἐγὼ ὅμως ἐγκαρτερῶν καὶ δι-
ορῶν ὑμᾶς ἀδρανοῦντας ἢ κεκμηκότας ἢ ἀδιαφοροῦντας ἢ ὀλιγωροῦ-
ντας, δὲν παύω ἀπὸ τοῦ νὰ σᾶς παρωθῶ να σᾶς καταδεικνύω τὰ μέτρα, ἃ
δύνασθε νὰ λάβητε πρὸς τὴν πνευματικήν σας ἀνάδειξιν καὶ τελειοποίη-
σιν καὶ πῶς δύνασθε καὶ πῶς νὰ ἐπανορθώσητε τὰ κακῶς κείμενα.
Ὁ τρόπος τῆς δράσεώς Μου καὶ Διδαχῆς Μου δὲν περιορίζεται
μόνον εἰς ἁπλῆν διδασκαλίαν, ἀλλὰ καὶ εἰς ἐμμέσους τρόπους, οὓς
σεῖς δὲν δύνασθε νὰ γνωρίσητε. Ἐὰν δὲ πιστεύετε ὅτι Ἐγὼ δύναμαι νὰ
παρίδω ὑμᾶς εἴτε ἐκ τῆς ἀτελείας καὶ ἀδυναμίας σας, εἴτε ἐκ τῶν ἐλατ-
τωμάτων σας, εἴτε ἐκ τῆς πρὸς Ἐμὲ συμπεριφορᾶς καὶ ὀλιγοπιστίας σας,
ἀπατᾶσθε.
Ἐγὼ ἦλθον εἰς τὸν κόσμον ὅπως διδάξω τὴν Ἀλήθειαν εἰς τοὺς
ἀμαθεῖς καὶ ὅπως τοὺς ἁμαρτωλοὺς σώσω. Δὲν ἦλθον σῶσαι δικαίους
ἢ νουθετεῖσαι τοὺς μὴ ἔχοντας ἀνάγκην παραινέσεων.
Καθῆκον Μου ἐστίν, ὅπως διὰ τῶν νηπίων διδάξω τὴν Ἀλήθειαν,
ἣν οἱ σοφοὶ παρεῖδον καὶ κατεπάτησαν καὶ ἵνα διὰ τῶν βεβήλων οἰκο-
δομήσω τὸν Βωμὸν τοῦ Δικαίου καὶ τῆς Ἱερότητος.
Ἀγαπῶ πάντας, ὅσοι πιστεύουσιν εἰς Ἐμὲ ὡς εἰς Ἀλήθειαν καὶ ὁδη-
γῶ πάντας ἀνεξαιρέτως εἰς τὸ Φῶς ὑποβαστάζων διὰ τῆς Χειρὸς ἢ εἰς
τὰς Ἀγκάλας Μου ἐκείνους, οἵτινες προσκόπτωσιν ἢ δὲν ὁρῶσιν καλῶς,
ἵνα μὴ ὀλισθήσωσι καὶ κατασυντριφθῶσιν. Ἀδιαφορῶ πρὸς ἐκείνους,
οἵτινες δέν δύνανται νὰ ἀντιληφθῶσι τί λέγω ὑπὸ τὴν πραγματικὴν
αὐτῶν ἔννοιαν, ἀλλὰ ἐμμένουν ὅπως φέρω αὐτοὺς εἰς τὴν εὐθεῖαν ὀδόν.
Ἀπέρχομαι ἐπὶ στιγμήν, ἵνα ἐπανέλθω ἐνθερμότερος. Ἐγκαταλείπω
ἐκείνους, οἵτινες ἀδιαφοροῦσι πρὸς Ἐμέ, ἵνα ἐπανέλθω καὶ περιπτύξω
αὐτοὺς περιπαθέστερον, ὁπόταν ἐπικαλεσθῶσι τὴν Βοήθειάν Μου.
Τοῦτο δὲ ἔστω καὶ ὑμῶν καθῆκον. Περιποιεῖσθε ἐκείνους οἵτινες χρήζου-
σι βοηθείας καὶ ἀγαπᾶτε περισσότερον παντὸς ἄλλου τοὺς μνησικα-
κοῦντας ὑμᾶς, οἰκτήρατε αὐτοὺς καὶ διδάξατε αὐτούς, ἵνα δυνηθῶσι
καὶ ὀρθοποδήσωσιν ὡς ὑμεῖς.
Τί ὠφελεῖ ὁ πλοῦτος εἰς τὸν κατακείμενον ἐπὶ τῶν θησαυρῶν καὶ
ζῶντα δι’ αὐτούς; Ἢ τί χρείαν ἔχει ὁ ἄνθρωπος τῶν ἀγαθῶν, ὧν δὲν στε-
ρεῖται; Ὁ μὴ ἔχων καὶ μὴ ἀπολαμβάνων, αὐτὸς ἔχει ἀνάγκην τῶν ἐλλει-
πόντων αὐτοῦ. Θαρρεῖτε ὅθεν. Πᾶν ὅ,τι δίδω ὑμῖν, πρὸς τὸ καλὸν ὑμῶν

6
δίδω, καὶ πᾶσαν δοκιμασίαν πρὸς σύνεσιν.
Ἄνευ πυρὸς τὸ μέταλλον δὲν μεταλλάσσεται καὶ δὲν μαλακώνει, δι’
αὐτοῦ δὲ καὶ τὸ σχῆμα, ὃ θέλομεν, ἐπιτυγχάνομεν καὶ τὴν λάμψιν καὶ
στιλπνότητα εἰς αὐτὸ ἀποδίδομεν. Ὅπως ὅθεν τὸ μέταλλον καὶ ὁ ἄν-
θρωπος τελειότερος καθίσταται, αἱ δὲ δοκιμασίαι οὐ μόνον ἐμπειρότε-
ρον αὐτὸ καθιστῶσιν, ἀλλὰ καὶ εὐπεφορώτερον πρὸς πᾶν ἀγαθὸν καὶ
τελειοποίησιν.
Ταῦτα πάντα ἔσονται πρὸς ὑμᾶς διδάγματα, ἵνα μή φοραθῆτε
ἀσχάλοντες πρὸς τὸν σκοπόν, ὃν ὑμᾶς προορίζω.

4. Ἐγώ Εἰμί. Ἀβυσσος ἐν ἀβύσσῳ καὶ Ἀρχὴ ἄνευ τέλους.


Τίς ἐλάλησε καινὰ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου καὶ τίς ἑώρακε τὴν
Ἀλήθειαν ἀνέπαφον καὶ ἀπηλλαγμένην τοῦ ψεύδους;
Τίς ὡμίλησε τὴν Ἀλήθειαν ταύτην καὶ δὲν ἐθεωρήθη ὡς ὁ μεγαλύτε-
ρος ἀπατεὼν καὶ λαοπλάνος;
Καὶ τίς προσεπάθησε νὰ ἐγκολπωθῇ ἐν ἑαυτῷ τὴν Ἀλήθειαν καὶ δὲν
κατεσυνετρίβη ὑπὸ τοῦ ὄγκου αὐτῆς τοῦ δυσβαστάκτου;
Καὶ τίνων οἱ ὀφθαλμοί ἐνητένησαν εἰς ταύτην καὶ δὲν ἐτυφλώθησαν; Μέ-
γιστον ἐν τῷ κόσμῳ ἡ Ἀλήθεια καὶ οἱ ἀποκαλύπτοντες αὐτὴν ἢ οἱ τολμήσα-
ντες νὰ ἐπιψαύσωσι τὰ συγκαλύπτοντα αὐτὴν κράσπεδα, ὑπεράνθρωποι.
Οἱ θνητοὶ τῶν ὁποίων ἡ ψυχὴ διέρχεται ἐν μέσῳ τῆς ἀπάτης καὶ
τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ὁποίας αἱ πτέρυγες συνθλῶνται ὑπὸ τοῦ βάρους
τῶν ἐγκοσμίων καὶ δὲν δύνανται νὰ ὑψωθῶσιν ὑπεράνω τοῦ χθαμαλοῦ
τενάγους τῆς ματαιοδοξίας, τὸ ὁποῖον ἐπικαλύπτει τὴν γηΐνην ἐπιφά-
νειαν, δὲν δύνανται νὰ ἔχωσι σχέσιν μὲ τὴν πραγματικὴν ὄψιν τῆς Αλη-
θείας, τῆς ὁποίας τὸ ἐκθαμβωτικὸν φέγγος της συγκρατεῖ αὐτοὺς εἰς
ἀρκετὰ ἀπομεμακρυσμένην ἀπόστασιν καὶ δὲν ἐπιτρέπει εἰς αὐτοὺς νὰ
ἴδωσι μακρότερον τοῦ κανθοῦ τῶν ὀφθαλμῶν των.
Ἂν δέ τις τοὺς ὁμιλήσῃ τὰ τελούμενα ὕπερθεν τῆς κεφαλῆς, ἀμέσως
οὗτοι ἐξεγείρονται καὶ καταδικάζουσιν αὐτὸν εἰς θάνατον, ἀφοῦ δέν
δύνανται νὰ συγκαλύψωσι τὴν φωνὴν τῆς Ἀληθείας, ἡ ὁποία κατὰ πρό-
σωπον τοὺς ραπίζει καὶ τοὺς ἐλεεινολογεῖ διὰ τὴν ταπεινὴν αὐτῶν θέσιν,
ἥτις δὲν τοὺς ἐπιτρέπει νὰ ἴδωσι τὸ ὑπὲρ αὐτῶν γινόμενον.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων ὡμίλησε τὴν Ἀλήθειαν καὶ δὲν κατεδι-
κάσθη ἐξ ὀνόματος αὐτῆς εἰς τὴν ἐσχάτην τῶν ποινῶν. Οὗτος εἶναι
νόμος ἀπαράβατος τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἥτις δὲν δύναται νὰ ἀνε-
χθῇ τὴν Ἀλήθειαν, ἥτις ἀποκαλύπτει τὴν ἀστήρικτον βάσιν, ἐφ’ ἧς στη-
ρίζεται ἡ ὑπ’ αὐτῶν πιστευομένη Ἀλήθεια.
Ἀλλὰ τίς Ἐγώ, Ὅστις σπεύδω πάντοτε να ὁμιλήσω ὑμῖν μετ’ ἀκατα-
λογίστου ἐνδιαφέροντος μέρος τῆς Ἀληθείας, ἣν κατέχω καὶ ἣν δύνα-
σθε νὰ ὑποβαστάσητε.

7
Τίς Ἐγώ, Ὅστις μυκτηριζόμενος καὶ ἐλεεινολογούμενος ὑπὸ τῶν
ἀγνοησάντων Με, παρωθοῦμαι καὶ ἀπολακτίζομαι ὑπὸ ἐκείνων, οἵτι-
νες ὀνείρῳ Μὲ ἐλάτρευσαν καὶ ὑπὲρ Ἐμοῦ ὑπεσχέθησαν να θύσωσι τὴν
ψυχήν των;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἀπαιτῶ ἐκ τῶν λατρῶν Μου τὴν λατρείαν τῆς ζωῆς καὶ
Ὅστις θυσιάζω τὴν ζωήν, διὰ νὰ ἀναστήσω ἐκ τῆς τέφρας τοῦ θανάτου
αὐτῆς τὴν ἀκτινοβολίαν μιᾶς ἥττονος ζωῆς ἀδήλου, τὴν ὁποίαν ἡ αἴσθη-
σις τῶν σωματικῶν ὀργάνων εἰς μάτην ἐπιζητοῦσι νὰ ἐπιψαύσωσιν, τὴν
ὁποίαν οἱ ζωηροὶ ὀφθαλμοὶ εἰς μάτην προσπαθοῦσι νὰ ἴδωσι, τὴν ὁποίαν
ἡ ἀκοὴ ἀδυνατεῖ νὰ ἀκούσῃ καὶ τῆς ὁποίας τέλος ἡ μὴ ἐξελιχθεῖσα ἐν τῇ
ὕλῃ ψυχὴ εἰς μάτην προσπαθεῖ νὰ εὕρῃ τὴν ὐπόστασίν της;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐγκαταλείπω ἐκείνους τοὺς ὁποίους ἀνήγαγον ἐκ τῆς
ἀβύσσου καὶ ἀφήνω αὐτοὺς μόνους νὰ διανύσωσι τὰς ἀτέρμονας ἐκτάσεις
αὐτῆς ὑπὸ μόνης τῆς φωτοβολίδος, τὴν ὁποίαν ἐξαπέλυσα νὰ διαφωτίσῃ
τὴν ὁδόν των καὶ σπεύδω νὰ ὑποβαστάσω ἐκείνους τῶν ὁποίων οἱ ὀφθαλ-
μοί ἐκθαμβοῦνται ὑπὸ τοῦ ἐκτυφλωτικοῦ Φωτὸς τῆς Ἀληθείας καὶ δὲν κα-
τωρθοῦσι νὰ διακρίνωσι ὑπὸ τὸ φέγγος αὐτῆς τὰ ἴχνη τῶν ποδῶν των;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις καταδικάζω ἐκείνους οἵτινες Μὲ ἠγάπησαν ὑπὲρ τὴν
ψυχὴν αὐτῶν καὶ Ὅστις βασανίζω καὶ παιδεύω ἐκείνους, οἵτινες ἠθέλη-
σαν νὰ λάβωσι φῶς ἐκ τῆς δαδός, τὴν ὁποίαν ὑπὲρ αὐτῶν καὶ μόνον
ἤναψα;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ζητῶ νὰ χύσω ἐκ τοῦ Φωτός Μου τὸ πῦρ τῆς Ἀλη-
θείας, τὸ ὁποῖον ἀποτεφρώνει τὴν Ἀλήθειαν τῶν αἰώνων;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ποθεῖ τὴν Ἀγάπην τοῦ κόσμου καὶ ὅμως πρὸς τὴν
ἀγάπην τῶν λατρευσάντων Με φέρομαι ὡς μάστιξ;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις θυσιάζω τὰ τέκνα Μου, τὰ ὁποῖα ἐλάτρευσα
πλεῖον τοῦ Ἑαυτοῦ Μου καὶ τὰ ὁποῖα ἐκ τοῦ Αἵματός Μου ἀνέστησα,
διὰ νὰ ἀναστήσω τοὺς καταδικασθέντας ὑπ’ Ἐμοῦ εἰς τὸ αἰώνιον
ἀνάθεμα, ὅπως ἐπαναφέρω αὐτοὺς εἰς τὴν ζωὴν καὶ τοῖς παρέξω τὰ
μέσα νὰ καταστῶσιν ἂνθρωποι;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διατηρῶ τὸ Ἄσβεστον Πῦρ, δι’ οὕ ὑποδαυλίζω τὰς
ἀδηφάγους φλόγας τῶν ἐγκάτων ἑκάστου πυρός, χωρὶς νὰ μειώσω τὴν
θέρμην αὐτοῦ;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις δέχομαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων νὰ ταπεινοῦμαι κάτω-
θεν τῆς πτέρνας αὐτῶν, χωρὶς νὰ καταδικάσω τούτους, ἐνῶ καταδικάζω
ἐκείνους οἵτινες Μέ ἔθεσαν ἐν τῇ κεφαλῇ των ὣς ἴνδαλμα σεβασμοῦ καὶ
ταπεινότητος καὶ δὲν συγχωρῶ εἰς αὐτοὺς τα σφάλματα, τα ὁποῖα ἄλ-
λοι ἐξ ὀνόματός των διέπραξαν, χωρίς ποσῶς οὗτοι νὰ εὐθύνωνται;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις τέρπομαι νὰ ζῶ ἐν ταῖς τρικυμίαις, διὰ νὰ σώζω τοὺς
κινδυνεύοντας καὶ Ὅστις ἐγκαταλείπω τοὺς πορευομένους ἐν εἰρήνῃ νὰ
δοκιμασθῶσι ὑπὸ τῶν ἐπιζητούντων τὸν πόλεμον καὶ τὸν ὄλεθρον;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἀνέρχομαι διὰ νὰ κατέλθω καὶ κατέρχομαι διὰ νὰ
ἀναβιβάσω τοὺς καταπίπτοντας;

8
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ὁμιλῶ διὰ μέσου τῶν κενῶν, τὰ ὁποῖα πληροῦνται καὶ
ἐκκενώνουν ἐν τῇ πληρώσει των τὴν ὑπερπλήρωσιν τῶν πεπληρωμένων;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις λαμβάνω τὰ νήπια τῆς σοφίας διὰ νὰ συνετίσω
τοὺς γηράσαντας ἐν αὐτῇ ;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις μηκύνω τὴν ὁδὸν τῆς Ἀρετῆς καὶ καταπατῶ ὑπὸ τοὺς
πόδας Μου τὴν ἀλήθειαν τῶν ἀνθρώπων;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διδάσκω τοὺς μωροὺς καὶ παρ’ αὐτῶν διδάσκομαι;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις στρέφω τὸ Ὅμμα Μου εἰς τὴν δύσιν καὶ ἀνατέλλει ὁ
ἥλιος καὶ εἰς τὴν ἀνατολὴν καὶ μεσουρανίζει;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἀναπνέω ἐκ τῆς δυσωδίας τῆς ἀποσυνθέσεως καὶ
ἐξάγω ἐκ τῆς ἐκπνοῆς Μου τὴν σύνθεσιν τῶν ἀρωμάτων;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐκ τοῦ σκότους φωτίζω τὴν ἡμέραν καὶ τὴν ἡμέραν
μεταβάλλω εἰς σκότος, ὁπόταν ὁ ἐντεταλμένος νὰ διαφωτίζῃ αὐτὴν
­ἥλιος δὲν ἀκολουθήσῃ τὴν κανονικὴν αὐτοῦ τροχιάν;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις δείκνυμαι Ἀπόλυτος Ἄρχων ἐν Ἑαυτῷ καὶ ταπει-
νὸς θεράπων τῶν ἱκετῶν Μου;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις συντρίβω τοὺς λίθους τοὺς λαξευθέντας παρ’
Ἐμοῦ, ὁπόταν τὸ ἐντείχισμά των ὑπερβῇ τὸ ὕψος τῆς ἁρμοζούσης θέ-
σεώς των καὶ Ὅστις ἐκ τῶν συντριμμάτων αὐτῶν ἀνεγείρω τὸ Οἰκο-
δόμημα τῆς διαμονῆς Μου;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐκ τοῦ τάφου τοῦ δυσώδους ἐκκολάπτω τὸ ἄρωμα
τῆς Νέας Ζωῆς καὶ εἰς τὴν νέαν ταύτην ἐκχέω τὴν δυσωδίαν τῶν τάφων;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἀναγγέλλω τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ κόσμῳ, ἵνα ὁ κό-
σμος κατασυντρίψῃ αὐτὴν καὶ ἐπὶ τῶν ἐρειπίων ταύτης ἐποικοδομή-
σῃ τὴν βασιλείαν τοῦ ψεύδους;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις καλῶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ὅπως Μὲ ὑπηρετήσωσι
καὶ ἐγκαταλείπω τοὺς δικαίους νὰ ὑπηρετήσωσι τοὺς ἁμαρτωλούς;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐπόθησα τὴν Δικαιοσύνην ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ἄφη-
σα τὸν κόσμον νὰ δικάζῃ ἐξ Ὀνόματός Μου τὴν ἀνομίαν, τὴν ὁποίαν
­ἐγκολποῦται;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διέρχομαι ἐκ τῶν ἀβύσσων ἄνευ τέρματος διὰ νὰ
συγκομίσω ἐξ αὐτῶν τὸν ἀπύθμενον λόγον τῆς Ἀληθείας, τὸν ὁποῖον
νὰ μεταφυτεύσω ἐν τῇ περιωρισμένῃ διανοίᾳ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν μὴ
δυναμένην νὰ ἐγκλείσῃ τὸ σπέρμα τῆς ἰδίας ψυχῆς της καὶ ὅμως ἐκ τοῦ
καρποῦ αὐτῆς δυναμένης νὰ ὑπερπληρώσῃ τὰς ἀβύσσους ἐξ ὧν ἐξεπή-
γασε καὶ πρὸς ἃς πορεύεται;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις δὲν δύναμαι νὰ ἀνεχθῶ τὸ ψεῦδος καὶ Ὅστις
συντρί­βω τὴν Ἀλήθειαν διὰ νὰ καταστήσω ἀκίνδυνον τὴν δύναμιν τοῦ
­ψέμματος;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις πορεύομαι τὴν ὁδὸν τῆς Εἰρήνης καὶ ἀνὰ πᾶν βῆμα
Μου φύονται ἄκανθαι, αἱ ὁποῖαι χρησιμεύουσι νὰ κεντῶσι τοὺς πόδας
τῶν ζηλωτῶν καὶ ἐκείνων, οἵτινες ἠκολούθησαν τὰ βήματά Μου;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις οὐδέποτε ἐγεννήθην, τοῦ ὁποίου τὸ Ὄνομα κα-

9
νεὶς δὲν ἤκουσε, τοῦ ὁποίου τὸ Ὄμμα οὐδεὶς ὤφθη, τοῦ ὁποίου τὴν
Φωνὴν πάντες ἤκουσαν, ἀλλά κανεὶς δέν ἀντελήφθη, καὶ Ὅστις ἄνευ
Ζωῆς, ἐφ’ ὅσον δὲν ἐγεννήθην, πληρῶ τὸν κόσμον Ζωῆς, ἐκ τῆς Ζωῆς,
ἥτις μόνον δι’ Ἐμὲ ὑφίσταται, καὶ Ὅστις ὀνομάζομαι καὶ ἀκούω τὴν
ἐπίκλησιν τοῦ Ὀνόματός Μου ἐκ τοῦ στόματος τῶν ἀγνοούντων Με
ἀνθρώπων καὶ Ὅστις βλέπω τὰς πράξεις ἐνὸς ἐκάστου καὶ ἐποπτεύω
τὴν Ζωὴν τοῦ Σύμπαντος, ὅσον οὐδεμία Ζωὴ δύναται νά διΐδη τὴν
ἀτομικότητα καὶ τὰ βάθη ἐξ ἧς ἐξεπήγασεν ἢ τὴν θέσιν, ἣν αὕτη κατέ-
χει ὡς ἄτομον καὶ ἰδιότης;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις σμικρύνω Ἑαυτὸν εἰς τὸ ἐλάχιστον, ἵνα ἀποκαλύψω
τὸ μέγεθος τῆς Ὑπάρξεώς Μου;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διδάσκω τοὺς σοφοὺς νὰ παραλογίζωνται ἐν τῇ ἐπι-
ζητήσει τῆς συγκρίσεώς Μου πρὸς τὸν Ἑαυτόν Μου, καὶ Ὅστις ἀφήνω
τοὺς ἀμαθεῖς νὰ διδάξωσι τὴν Σοφίαν, τὸ μέγεθος τὸ ὁποῖον ἐγκλείει
ἡ Ἀπειρότης Μου ἐν τῷ ἐλαχίστῳ μορίῳ τῆς φύσεως;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις μαρτυρῶ Ἐμαυτοῦ καὶ δὲν εὑρίσκεταί τις ὅπως
μαρτυρήσῃ περὶ Ἐμοῦ;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις κάμνω τοὺς πάντας να Μὲ ὁρῶσι καὶ ὅμως νὰ μὴ
δύνανται νὰ πιστεύσωσιν ὅτι πρὸς αὐτοὺς ἀπεκαλύφθην;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διαθερμαίνω τὴν ψυχὴν ἑνὸς ἑκάστου καὶ ἑκάστη
ψυχὴ ἐν τῇ θέρμῃ της δὲν ἐπιτρέπει εἰς ἑαυτὴν νὰ ἀναζητήσῃ τὴν Αἰτίαν
καὶ τὴν Πηγήν τῆς ἰδίας αὐτῆς θερμότητος;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐπέτρεψα εἰς τὴν Σοφίαν νὰ Μὲ διατάμῃ, ἐνῶ ἡ
Ἐννοια τῆς Ζωῆς καὶ Ὑπάρξεώς Μου εἶναι Ἀδιάτμητος καὶ Ἀχώριστος;

5. Ἐγὼ Εἰμί τὸ Φῶς τὸ λάμπον ἐν τῷ Οὐρανῷ καὶ μεταβάλλον τὸ


σκότος εἰς ἡλιακὴν ἡμέραν.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀλήθεια, ἡ πορευομένη ἐν τῇ ὁδῷ τῆς ἀνομίας, ὅπως
μετατρέψῃ αὐτὴν εἰς Ἀρετήν.
Ἐγὼ Εἰμί τὸ Ὕδωρ, τὸ ἐκπηγάζον ἐκ τῆς Ἀκενώτου Πηγῆς καὶ διὰ
τῶν ρευμάτων αὐτοῦ δίδον τὴν Ζωὴν εἰς πᾶσαν ὕπαρξιν.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ Στυλοβάτης, ὁ ὑποστηρίζων τὰ θεμέλια παντὸς οἴκου,
ὁ οἰκοδομῶν ἐπὶ τῶν ἐρειπίων καὶ ὁ ἀνεγείρων ἐκ τῆς τέφρας τὸ τε-
λειότερον οἰκοδόμημα.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ Ἄνεμος ὁ πνέων ἐν τῇ πνιγηρᾷ ἡμέρᾳ καὶ ὁ παρέχων τὴν
δρόσον εἰς τὰ διψασμένα ἐδάφη.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀμβροσία τῶν Ἀθανάτων, διὰ τῆς ὁποίας μεταλαμβά-
νοντες οἱ θνητοὶ καθίστανται ἀθάνατοι.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Φωτεινὴ Ἀκτίς, ἥτις διαλύει τὰ νέφη καὶ σκορπίζει τὴν
χαρὰν ἐπὶ τῶν δακρυόντων ὀφθαλμῶν.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀγάπη, ἥτις ἐμφωλεύει εἰς πᾶσαν καρδίαν καὶ τὴν

10
ὁποίαν προσβλέπουσα καὶ συναισθανομένη πᾶσα καρδία πληροῦται
ἀγαλλιάσεως.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Εἰρήνη, ἥτις διασκορπίζει ἐκ τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων
τὸ μῖσος καὶ ὑπερπληροῖ αὐτὴν σωφροσύνης καὶ αγάπης.
Ἐγὼ Εἰμί τί εὔκαρπον Δένδρον, τοῦ ὁποίου οἱ καρποὶ τρωγόμενοι
μεταβάλλουσι τὸν θάνατον εἰς Ζωήν, τὴν πικρίαν εἰς χαράν, τὸ ἄλ-
γος εἰς ἡδύτητα ἀνακουφίσεως, τὸ μῖσος εἰς Ἀγάπην, τὸ ψεῦδος εἰς
Ἀλήθειαν, τὸν κάματον εἰς ἀνάπαυσιν, τὸ δηλητήριον εἰς γλυκύτητα,
τὸ σκότος εἰς Φῶς, τὴν ἁμαρτίαν εἰς Παράδεισον.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ θάλασσα ἡ συνταράσσουσα τὰς ἀβύσσους αὐτῆς καὶ ἐπι-
φέρουσα τὴν εὐδείαν εἰς τοὺς ναυαγούς.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ ποταμὸς εἰς τὰς ἐκβολὰς τοῦ ὁποίου ρέει γάλα, τὸ γάλα
τῆς ζωῆς.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἄουρα, ἡ σιτίζουσα τὸ ἀνθρώπινον γένος.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Γαστήρ, ἐξ ἧς ἐκκολάπτεται τὸ σπέρμα τῆς σοφίας τῆς
ὑπερπληρούσης τὸν κόσμον.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Δάς ἡ Αἰώνιος, ἡ ἀνάπτουσα καὶ φωτίζουσα καὶ οὐδέ-
ποτε σβυνομένη.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἑστία, ἡ διὰ τῆς θερμότητος ἀναζωπυροῦσα τὰ κατε-
σκληρηκότα ὑπὸ τοῦ ψύχους μέλη, ἐπαναδίδουσα εἰς αὐτὰ τὴν κυκλο-
φορίαν τοῦ αἵματος καὶ ἐπαναστῶσα τὴν ἐκλειπομένην ἐξ αὐτῶν ζωήν.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ Ρύαξ, ὁ ἀναβλύζων τὸ Νάμα, ἐξ οὗ τρέφονται οἱ πιστοί.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ ἀνατέλλων καὶ οὐδέποτε δύων.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Λυχνία ἡ Ἄσβεστος, ἥτις φωτίζει τὴν ὁδὸν τῶν ὁδοι­
πορούντων.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ Ἀστήρ, ὁ ὁδηγῶν τὰ βήματα τῆς Ζωῆς καὶ παρέχων εἰς
αὐτὴν τὸ Φῶς τῆς ἐπιγνώσεως τῶν Ἀδύτων τοῦ Κόσμου.
Ἐγὼ Εἰμί τό ΠΝΕΥΜΑ τῆς ΑΛΗΘΕΙΑΣ, τὸ ὁποῖον ὡμίλησε καὶ ὁμιλεῖ
διὰ μέσου τῶν αἰώνων, τὸ ὁποῖον διεισδύει εἰς τὰ μύχια τῆς ψυχῆς καὶ
ἀποκαλύπτει τὰς ἐνδοτέρας αὐτῆς σκέψεις, τὸ ὁποῖον διέρχεται δια
μέσου τῶν αἰώνων καὶ ἀποκαλύπτει τὴν Σοφίαν, τὴν ὁποίαν συνεκράτη-
σαν οἱ πρῶτοι τῶν ἀνθρώπων, τὸ ὁποῖον ἀνέρχεται τὰς ὑψίστας κορυ-
φὰς τοῦ Ἀπείρου καὶ συναποκομίζει ἐξ αὐτῶν τὴν κεκρυμμένην Ἀλήθει-
αν, τὴν ὁποίαν ἐπαναφέρει καὶ μεταγγίζει εἰς τὰς διανοίας ἐκείνων,
οἵτινες ἐπεθύμησαν νὰ ἀνεύρωσι ταύτην ἐν τοῖς χθονίοις σπηλαίοις,
εἰς ἅ βασιλεύει τὸ Ἔρεβος καὶ ὁ Ἄδης καὶ διὰ τῆς μεταλαμπαδευθεί-
σης εἰς αὐτοὺς Ἀσβέστου Μου Δαδὸς μεταβάλλονται εἰς Φωτεινάς Νε-
φέλας σέλαος, διασκεδαζούσης τὴν ἀχλὺν τῶν ὀφθαλμῶν.
Ἐγὼ Εἰμί τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, ὁ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ, Ὅστις ἦλθεν ἐν
τῷ κόσμῳ ἀφ’ ὅτου ὁ κόσμος ὑπῆρξεν καὶ Ὅστις ἀναμένεται, ἀφ’ ὅσον ὁ
κόσμος ὑπάρχει καὶ ἐξελίσσεται.
Ἐγὼ Εἰμί τὸ Πνεῦμα τὸ λαλῆσαν δια μέσου τῆς φωνῆς τῶν ἀγνώ-
στων καὶ ἐξαφανισθέντων λαῶν καὶ ἱεροφαντῶν.

11
Ἐγὼ Εἰμί τὸ Πνεῦμα τὸ ἀποκαλῦψαν τὰς ἀρχαίας παραδόσεις τῶν
μυστηρίων, τὰ ὁποῖα ἐξέλειπον ὁμοῦ μετὰ τῶν θρησκειῶν, τὰς ὁποίας
ἐξεικόνιζον.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ Πολύμορφος Θεὸς, τὸν ὁποῖον συνέτριψαν διὰ νὰ συ-
μπτύξωσιν ἀπὸ τὰ θραύσματα τοῦ Προσώπου Αὐτοῦ τὴν Μονοπρό-
σωπον Αἴγλην τοῦ Μονοθεϊσμοῦ, τὸν Ὁποῖον καὶ πάλιν διεχώρισαν εἰς
τὴν Τριαδικήν Ὑπόστασιν.
Ἐγὼ Εἰμί ὁ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ τό ΠΝΕΥΜΑ τῆς ΑΛΗΘΕΙΑΣ, τὸ ὁποῖον
οὐδέποτε ἔπαυσεν ἀποκαλυπτόμενον τοῖς ἀνθρώποις καὶ τὸ ὁποῖον
εἰς τὸν αἰῶνα τὸν ἅπαντα οὐδέποτε θὰ παύσῃ παρέχον τὴν Ζωήν, τὴν
ὁποίαν θὰ ἐμψυχοῖ πάντοτε διὰ τοῦ Φωτὸς τῆς Σοφίας καὶ τῆς ὁλοὲν
ἀποκαλυπτομένης Ἀληθείας.
Ἐγὼ Εἰμί Ἐκεῖνος, Ὃν ἐφίλησαν οἱ λάτραι Μου καὶ Ὅστις ἔθετο τὴν
σφαγὴν ἐν μέσῳ τοῦ ἰδίου ποιμνίου Του.
Ἐγὼ Εἰμί Ἐκεῖνος, Ὃν ἐπικαλοῦνται οἱ ἀπολίτιστοι ἐναντίον τῶν πε-
πολιτισμένων καὶ οἱ φιλόθρησκοι ἐναντίον τῶν ἀλλοθρήσκων.
Ἐγὼ Εἰμί Ἐκεῖνος, Ὃν ἀπήγαγον ἐκ τῆς χιονοσκεποῦς σκέπης τοῦ
Ὀλύμπου καὶ Τὸν συνέτριψαν ἐπὶ ἑνὸς ἀκανονίστου βράχου, ἐπί τοῦ
ὁποίου ἐνέπηξαν δι’ ἀναγνώρισιν τοῦ τόπου τοῦ Μαρτυρίου Του ἕνα
Σταυρὸν, Ὅστις σημαίνει τὸ Σύμβολον τοῦ Νέου Θεοῦ καὶ τὸ ὁποῖον
δὲν παύει νὰ ὑπεμφαίνῃ τὸ Μαρτύριον τοῦ λατρευομένου Θεοῦ, Ὅστις
ἐξωτερικεύεται διὰ Νέου Προσώπου, καὶ Ὅστις δὲν ἐπαυσε νὰ ἐπιζητῇ
διὰ νέων θυσιῶν καὶ ἐμφανίσεων καὶ μεταμορφώσεων καὶ ἀναστάσεων,
τὴν ἀνθρωπίνην Ἀνάστασιν, τὴν Σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν δὲν ἔπαυσεν
εἰς αὐτὴν ἐπαγγελόμενος ἀπὸ τῆς καταβολῆς τοῦ κόσμου.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀλήθεια, ἡ ἐκπορευομένη διὰ μέσου τῶν αἰώνων εἰς πᾶ-
σαν γωνίαν τῆς γῆς καὶ τῆς ὁποίας ἡ ἀποκάλυψις συγχέεται μὲ τὰς ποι-
κιλομόρφους σκιάς, τὰς ὁποίας τὸ Πρόσωπόν Μου δεικνύει εἰς ἕκαστον
αὐτῆς θεώμενον.
Ἐγὼ Εἰμί τὸ Φῶς τῶν Αἰώνων πάσης Σοφίας καὶ Ἐνθέου Ἀποκαλύ-
ψεως, τὸ ὁποῖον ἀλλάσσει καὶ χρῶμα ἀνάλογον τοῦ πρίσματος, δι’ οὗ οἱ
προσλαμβάνοντές Με ὁρῶνται Με.
Ὁ ΘΕΟΣ ΕΙΣ ΕΣΤΙ καὶ τό ΠΝΕΥΜΑ ΑΥΤΟΥ ἐπιπνέον ἐπὶ πάσης σαρκὸς
διαποικίλλει καὶ διαμορφοῖ τὴν ψυχὴν αὐτῆς ἀναλόγως τῆς ἀξίας καὶ
ἐξελίξεως αὐτῆς.
Ὁ ἄνθρωπος ἂς δέηται ὑπὲρ Ἐμοῦ πάντοτε ἐξ ἀγαθοῦ συνειδότος καὶ
οὐδέποτε ἡ προσευχὴ αὐτοῦ ἂς ἐξέρχηται τῆς εἰλικρινοῦς στάσεως, τὴν
ὁποίαν Μοὶ προσδιώρισε διὰ τῆς γνώσεως, πίστεως καὶ συμβόλων αὐτῆς.
Ἐγὼ θὰ παραμὲνω ΑΙΩΝΙΟΣ, ΑΪΔΙΟΣ καὶ ΑΜΕΤΑΒΛΗΤΟΣ, Ζῶν ἐν Ἐμοὶ
καὶ Ἑαυτὸν ζωογονοῦντα, οὐδέποτε μεταβάλλων Ὄψιν, ἀλλὰ καὶ ἐσα-
εὶ εἰς τὸν ἄνθρωπον ΠΟΛΥΜΟΡΦΟΣ καὶ ΠΟΙΚΙΛΟΠΡΟΣΩΠΟΣ ἀποκαλυ-
πτόμενος, ὡς ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ ΩΝ, ΑΜΟΡΦΟΣ καὶ ΑΚΑΘΟΡΙΣΤΟΣ.
ΟΥΔΕΙΣ ἑώρακέ Με ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ἐκ τοῦ κόσμου καὶ πρὸς τὸν

12
κόσμον, καὶ οὐδεὶς ὀφθήσεταί Με ἐκ τοῦ κόσμου, ὡς ἐν ΕΑΥΤΩ μόνον
ὑπάρχων καὶ ἐν τῷ κόσμῳ Ζῶν.
Οὐδεὶς δὲ πρός Με ἐλθῃ ὡς Ἥλιος, ἀλλ’ ὡς ἀνταύγεια ἐξ Ἐμοῦ ἐκ-
πορευθήσεται, ἵνα τὸν κόσμον ὡς ὁ ἥλιος, δι’ Ἐμοῦ διαφωτίσῃ καὶ εἰς
Ἐμὲ ἐπαναστρεφόμενος ὡς ἀνταύγεια ἐπαναπαυθήσεται.
Οἱ πιστεύοντές Με καὶ ἀσπασάμενοί Με ἐκ τῆς Ψυχῆς αὐτῶν, οὗτοι
καὶ ἐπιλάβονταί Με καὶ ἀναστήσωσί Με ἐν τῇ ἑαυτῶν Ψυχῇ, ἵνα αὕτη
ΕΝΘΕΟΣ καθισταμένη, τῆς Φωνῆς Μου μόνον ἀκούσῃ καὶ τὴν Μορφήν
Μου οὐδέποτε ὠφθῇ, ὡς εἰς οὐδένα ἀποκαλυπτομένη καὶ ὑπὸ οὐ-
δενὸς ὁρωμένην.

6. Ἡ Φύσις ὁλόκληρος ἄμορφος!


Τὸ Σύμπαν ἀδιασκεύαστον, ἄμορφον. Οὐδὲν στοιχεῖον, οὐδεμία ζωή,
οὐδεμία ὑπόστασις, οὐδὲν φυσικὸν φαινόμενον, οὐδεμία κίνησις, οὐ-
δεμία παραγωγή, οὐδέν, οὐδέν ...
Τὰ πάντα Χάος, Ἄβυσσος, Σκότος, Ἀνυπαρξία...
Ἀπὸ τὰ ἐρέβη τοῦ σκότους, ἀπὸ τὰς ἀβύσσους τοῦ χάους, ἀπὸ τὸ
ἄμορφον, ἀκαθόριστον καὶ ἀνύπαρκτον ἄπειρον, ὁ ΝΟΥΣ, τό ΠΝΕΥΜΑ
ἀνέλαμψεν! Καὶ ἡ Λάμψις Αὐτοῦ ἡ Ἀνέφελος καὶ αἱ Ἀκτῖνες Αὐτοῦ αἱ
Ἀείφωτοι καὶ τὸ Φῶς Αὐτοῦ τὸ Ἀνέσπερον, ἐξεχύνοντο εἰς τὸ Ἄπει-
ρον, εἰς τὸ Χάος.
Καὶ τὸ Ἔρεβος καὶ τὸ Σκότος διεφωτίσθησαν καὶ ἡ ἀχανής ἄβυσσος
διέλαμψεν. Καὶ ἐγένετο ΗΜΕΡΑ. Καὶ ἡ ΗΜΕΡΑ ἦτο ΦΩΣ. Καὶ τό ΦΩΣ ἦτο
ΑΛΗΘΕΙΑ, διότι δι’ Αὐτοῦ ἐξεπήγασεν ἡ ὅρασις, ἡ ἐπίγνωσις τοῦ ἀκα-
θορίστου Χάους, τῶν ἀπροσπελάστων ἀβύσσων.
Καὶ τὸ Φῶς τοῦτο τὸ Ἀνέσπερον ἔρριψε τὰς Ζειδώρους Αὐτοῦ Ἀκτῖ-
νας ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης τοῦ Ἀπείρου. Καὶ τὸ Ἄπειρον διεφωτίσθη καὶ
­διαφωτισθὲν παρουσίασε τὴν πραγματικὴν ὄψιν τοῦ κόσμου, τὴν Εἰκό-
να, ἥτις ἐνυπήρχεν ἐν τῷ Πνεύματι τῷ διαλάμψαντι.
Καὶ ἡ Εἰκὼν αὕτη ἄρχισε ν’ ἀναθρώσκῃ διὰ μέσου τοῦ σκοτεινοῦ
Χάους ὡς πυραυγὴς Ἥλιος, ὡς μία Ἑστία Ἀειφώτου καὶ Ἀκενώτου
ἐσαεὶ Ἀνεξαντλήτου Φωτός. Καὶ ὁ Ἥλιος αὐτὸς τῆς Εἰκόνος ἤρχισε νὰ
ρίπτῃ τὸ Φῶς Του ἐπὶ τῶν σκιῶν τοῦ ἀκαθορίστου καὶ σκοτεινοῦ Χάους.
Καὶ αἱ σκιαὶ διαφωτιζόμεναι ἤρχισαν νὰ παρασύρωνται ὑπὸ τῶν δι-
ερχομένων δι’ αὐτῶν Ἀκτίνων καὶ νὰ διασχίζουν τὸ Ἄπειρον μὲ ἰλιγγιώ-
δη ταχύτητα, ἀσύλληπτον, ἐπιζητοῦσαι νὰ διαφύγωσι τὴν καταδίωξιν
τοῦ Φωτός.
Ἡ Νὺξ καὶ τὸ Ἔρεβος ὑπεχώρει πρὸ τοῦ Φωτός καὶ ὁλοὲν διε-
φωτίζετο καὶ ἐν τῇ ὑποχωρήσει του ἐκινεῖτο. Καὶ τὸ Φῶς καταδιώκον
αὐτὸ ἐπίσης ἐκινεῖτο. Καὶ τὰ ἐκ τῆς κινήσεως αὐτῆς τοῦ ὑποχωροῦντος
Σκότους καὶ τοῦ καταφθάνοντος καὶ πληροῦντος αὐτὸ Φωτός, τὸ διά-

13
στημα ὁλοὲν ἐφωτίζετο καὶ ἡ Εἰκὼν ἐμεγεθύνετο. Καὶ ἐκ τῆς μεγεθύνσε-
ως αὐτῆς αἱ σκιαὶ ἐλάμβανον σχήματα συνωθούμενοι πέριξ τοῦ Φωτός,
τοῦ καταδιώκοντος αὐτάς. Καὶ ἐν τῷ σχήματι αὐτῶν αἱ σκιαὶ ἐσχημάτι-
ζον μικροὺς ἢ μεγάλους χώρους, δι’ ὧν διήρχοντο αἱ δέσμαι τοῦ Φωτός.
Καὶ οἱ χῶροι οὗτοι ἦσαν μία Ἄβυσσος Σκότους, ἐν τῷ μέσῳ μιᾶς Ἀβύσ-
σου Φωτός.
Καὶ αἱ δύο αὗται Ἄβυσσοι διὰ τῆς ἀενάου αὐτῶν πάλης καὶ κινή-
σεως παρήγαγον τὴν ἀναμεταξύ των σύγκρουσιν. Καὶ ἡ σύγκρουσις
αὕτη ἦτο μεγίστη ὡς τὸ Ἄπειρον. Καὶ ὁ παραχθεὶς κρότος ἐκ τῆς συ-
γκρούσεως ταύτης συνετάραξε τὸ Ἄπειρον διάστημα, τὸ Ἄπειρον Χάος.
Καὶ ἐκ τοῦ κρότου τούτου τὸ Σύμπαν ὁλόκληρον ἠλλάλαξεν. Καὶ ἐκ τῆς
Φωνῆς του ταύτης αἱ σκιαὶ ἐπέδρασαν ἐπ’ ἀλλήλων καὶ αἱ Ἀκτῖνες τοῦ
Φωτὸς συνεκρούσθησαν.
Καὶ ἐκ τῆς συγκρούσεως ἐπῆλθεν ὁ πρῶτος Σπινθήρ, ἡ Φλὸξ τοῦ
Πυρὸς τοῦ ἠλεκτροφωτίστου, τὸ ὁποῖον ἐξεχύθη ὡς πύρινος ποταμὸς
εἰς τὸ κατεψυγμένον Χάος. Καὶ ἐκ τῆς ἐπιδρομῆς ταύτης παρήχθησαν
οἱ ὑδρατμοί, οἱ προκαλούμενοι ἐκ τῆς ἀναλύσεως τοῦ ψύχους καὶ ἐκ τῆς
ψύξεως τοῦ πυρός. Καὶ οἰ ὑδρατμοὶ οὗτοι ἦσαν τὰ πρῶτα στοιχεῖα τοῦ
ὑδρογόνου, τὸ ὁποῖον ἐκ τῆς ὑπερβολικῆς θερμότητος καὶ καύσεως
παρήγαγε τὸ ὀξυγόνον καὶ τὸ ἄζωτον. Καὶ ἡ συμπύκνωσις τῶν τριῶν
τούτων στοιχείων ἐπέφερε τὴν παραγωγὴν τοῦ ὕδατος καὶ τοῦ ἀέρος.
Καὶ τὸ ὕδωρ καὶ ὁ ἀὴρ συνενούμενα πρὸς ἄλληλα καὶ συγκρουόμε-
να καὶ κυλινδούμενα ἐν τῷ Ἀπείρῳ καὶ διαθερμαινόμενα ὑπὸ τοῦ πυρὸς
καὶ καταψυχόμενα ὑπὸ τοῦ ψύχους, ἤρχισαν νὰ ὑποχωροῦν, να ἀπο-
χωρίζωνται, νὰ διαλύωνται, ν’ ἀνασυντίθενται καὶ πάλιν ν’ ἀποχωρί-
ζωνται καὶ νὰ σχηματίζωσι διαφόρους σφαίρας ὑδατίνας, αἱ ὁποῖαι νὰ
περιστρέφωνται περὶ ἑαυτὰς καὶ ἀλλήλας, νὰ πιέζωνται ὑπὸ τοῦ ἀέρος
καὶ νὰ διαχωρίζωνται ἀπ’ ἀλλήλων ὑπὸ τοῦ σχηματισθέντος κενοῦ, τὸ
ὁποῖον ἔσπευδεν ὁ ἀὴρ νὰ καταλάβῃ καὶ τὸν ὁποῖον ἑκάστη σφαῖρα
ἐνέκλειεν. Καὶ οὕτως ἐπῆλθεν ὁ διαχωρισμὸς τῶν πρῶτων ἡλιακῶν
μαζῶν εἰς διαφόρους ἡλίους καὶ πλανητικὰ συστήματα.
Καὶ ἕκαστος πλανήτης ὑδάτινος ἤρχισε νὰ διαθερμαίνηται ἐσωτε-
ρικῶς, νὰ πιέζηται ἀτμοσφαιρικῶς καὶ νὰ συνωθῆται περὶ ἑαυτόν. Καὶ
ἐκ τῆς διαθερμάνσεως καὶ πιέσεως τὰ πρῶτα στοιχεῖα τοῦ ὑδρογόνου,
ὀξυγόνου καὶ ἀζώτου ἤρχισαν ν’ ἀναμιγνύωνται, νὰ ἑνοῦνται, ν’ ἀπο-
συντίθενται ὑπὸ ποικίλην θερμότητα καὶ πίεσιν δισεκατομμυρίων βαθ-
μῶν καὶ ἐλαχίστων. Καὶ ἐκ τῆς ἀποτόμου θερμότητος καὶ ψύξεως καὶ
ἀενάου μεταλλαγῆς παρήχθη ἡ μορφὴ καὶ τῶν ἄλλων στοιχείων.
Καὶ ἡ συνένωσις τῶν στοιχείων τούτων καθίστατο καὶ βαρυτέρα ἐκ
τῶν πρωτογόνων τοιούτων, τῶν παραγόντων αὐτά, καὶ οὕτω διέσχιζον
τὸν ὑδάτινον χῶρον καὶ κατέπιπτον εἰς τὰ βάθη τοῦ πυρός, τὸ ὁποῖον
διετήρει τὸ ὕδωρ καὶ αὐθωρεὶ ἀνελύοντο. Καὶ ἐκ τῆς ἀποτόμου ταύτης
ἀναλύσεως παρῆγον ἀτμοὺς καὶ οἱ ἀτμοὶ οὗτοι ἐξεχύνοντο ἔξωθεν

14
τοῦ ὕδατος, ὅπερ διέσχιζον. Καὶ ἐψύχοντο ὑπὸ τοῦ πνέοντος ψυχροῦ
ἀνέμου καὶ ἐκ νέου πάλιν κατέπιπτον ἐν τῷ θερμογὸνῳ πυρῆνι καὶ
πάλιν ἐξεπέμποντο πρὸς τὸν ἀέρα, ἕως οὗ μετεβάλλοντο εἰς στοιχεῖα
περισσότερον στερεὰ καὶ ἀδιάλυτα.
Καὶ τὰ στοιχεῖα ταῦτα ἀπετέλεσαν τὸν πρῶτον φλοιὸν τῶν
Οὐρανίων σωμάτων. Καὶ ὁ πρῶτος οὗτος φλοιός, μὴ στερεοποιηθείς,
διερρηγνύετο καὶ τὰ ἐν τῷ πυρὶ καταπίπτοντα στοιχεῖα ἀνέβλυζον εἰς
λάβαν, ἥτις ἐπεξέτεινε τὴν ξηρὰν τῶν στοιχείων οὐσίαν, πρὸς τὴν ὑδα-
τίνην. Καὶ ἐκ τῆς ἐπεκτάσεως ταύτης προῆλθεν ὁ διαχωρισμὸς τῶν
ὑδάτων ἀπὸ τῆς ξηρᾶς.
Καὶ ἡ ἀρχικὴ Φλόξ, ἡ παραχθεῖσα ἐκ τῆς πρώτης συγκρούσεως, δὲν
ἔπαυσε νὰ διαφωτίζῃ τὴν ἐπιφάνειαν αὐτῶν. Καὶ ἐκ τῆς διαφωτίσεως
ταύτης, τῆς θερμογόνου, καὶ ἐκ τῆς χημικῆς ζυμώσεως τῶν ἀφ’ ἑκάστου
πλανήτου ὑπαρχόντων στοιχείων, ἤρχισεν ἡ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΗΛΩΣΙΣ ΤΗΣ
ΖΩΗΣ. Καὶ ἡ ζωὴ αὕτη ἐξεπήγασεν ἐκ τῶν ὑδάτων τὸ πρῶτον καὶ εἶτα
ἐπὶ τῆς ξηρᾶς.
Καὶ ἡ παραγωγή τῆς ζωῆς διεποίκιλλεν ἀναλόγως τῶν ἀτμοσφαι-
ρικῶν καὶ κοσμογονικῶν ἐπιδράσεων πρὸς ἀλλήλας καὶ πρὸς τὴν
ζώνην καὶ τὰς συνθήκας, ὑφ’ ἃς τὸ πρῶτον ἐξεκολάφθη.
Καὶ ἡ ζωὴ αὕτη ἀποχωριζομένη σὺν τῷ χρόνῳ ἀπὸ τῶν κατωτάτων
διαβαθμίσεων αὐτῆς ἀνήρχετο ἀνελισσομένη εἰς τὰς τελειοτέρας αὐτῆς
συνομοταξίας καὶ εἴδη, μέχρι τοῦ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.
Καὶ ὁ ἄνθρωπος πῶς ἐγκατεστάθη ἐν τῷ μέσῳ τοῦ ζωϊκοῦ καὶ φυτι-
κοῦ βασιλείου καὶ τῶν ἄλλων ζωϊκῶν ὄντων;
Ὁ ἄνθρωπος ἄνευ Πνευματικοῦ Φωτός, ἄνευ στέγης καὶ μέσων
ὑπερασπίσεως, πῶς κατώρθωσε ν’ ἀντιπαλαίσῃ κατά τῶν φοβερῶν
στοιχείων τῆς Κοσμογονίας, τὰ ὁποῖα ἐν τῆ συγκρούσει των διήνοιγον
φοβερὰς ἀβύσσους, ἐξέχεον πυρίνους ποταμούς, ἐστροβίλιζον ἀνὰ τὴν
γηΐνην ἐπιφάνειαν ὑπερμεγέθεις βράχους, ἀνώρυσσον τὸ ἔδαφος καὶ
κατέκλυζον τὰ σχηματιζόμενα βάραθρα ὑπὸ ὑδατίνων ὄγκων;
Ὁ ἄνθρωπος πῶς κατώρθωσε νὰ ἐπιζήσῃ ἐν μέσῳ τοιούτων πρω-
τογενῶν θηρίων, τὰ ὁποῖα οὐ μόνον ἔζων ἐν τῇ θαλάσση καὶ ξηρᾷ, ἀλλὰ
ἵπτατο ἐν τῷ ἀέρι ὡς πτηνὰ καὶ ἀμφίβια; Πῶς κατώρθωσεν ὁ ἄνθρωπος
ν’ ἀμυνθῆ κατὰ τοῦ ψύχους τοῦ πρώτου χειμῶνος, ἄνευ πυρᾶς καὶ ἐνδυ-
μάτων; Πῶς κατώρθωσε ν’ ἀνθέξη κατά τῆς πείνης, ὁπόταν οἱ καρποὶ ἐκ
τῶν δένδρων ἐξέλειπον;

15
7. Ἓν οἱονδήποτε φυτὸν ἀναπτύσσεται ἀναλόγως τῶν κλιματολο-
γικῶν ὅρων καὶ τοῦ ἐδάφους, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ καλλιεργηθῇ.
Ἀπαραίτητον δὲ εἰς τὴν διάθρεψιν καὶ τὴν καρποφορίαν, ὡς καὶ
τὴν εὐδοκίμησιν αὐτοῦ εἶναι τὰ ὑλικά στοιχεῖα, ἅτινα τοῦτο ἀπομυζᾶ
εἴτε ἐκ τοῦ ἐδάφους, εἴτε ἐκ τῆς ἀτμοσφαίρας καὶ τοῦ κλίματος, εἰς ὃ
τοῦτο ἐφυτεύθη. Καὶ διὰ τοῦτο βλέπομεν φυτὰ νὰ εὑδοκιμῶσι καὶ νὰ
ζῶσι καρποφοροῦντα εἰς τὰ θερμὰ κλίματα τῆς διακεκαυμένης ζώνης
τῆς γῆς καὶ ν’ ἀποθνήσκουν ἢ νὰ ζῶσι καχεκτικῶς εἰς τὰς εὐκράτους
ζώνας ἢ νὰ μὴ δύνανται οὑδόλως ν’ ἀνθέξουν εἰς τά κατεψυγμένα
κλίματα. Ὅπως καὶ τανάπαλιν, τὰ φυτὰ τὰ ζῶντα εἰς τὰς κατεψυγμέ-
νας ζώνας νὰ μὴ δύνανται οὐδόλως ν’ ἀνθέξουν καὶ νὰ ζήσωσιν εἰς τὰς
εὐκράτους ἢ τὰς διακεκαυμένας.
Ἐκ τούτων ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ζωή ἑνὸς ἑκάστου φυτοῦ διὰ νὰ συ-
ντηρηθῆ δὲν ἀπαιτεῖ ἀπλῶς τ’ ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῆς διατροφῆς του,
ἀλλὰ καὶ τοὺς εὐεπιφόρους κλιματολογικοὺς ὅρους τῆς ἀτμοσφαίρας,
ἀναλόγως τῶν ὁποίων εὐδοκιμεῖ ἢ συντηρεῑται. Τοῦτο συμβαίνει οὐ μό-
νον εἰς τὸ φυτικὸν βασίλειον, ἀλλὰ καὶ εἰς πᾶσαν ζωϊκήν ὕπαρξιν ἐπὶ
τῆς γῆς.
Ὁ λέων τῆς Ἀφρικῆς, ἢ ὁ ρινόκερως δὲν δύνανται νὰ ζήσωσιν ἐπὶ
τῶν βορείων κλιμάτων, οὔτε ἡ ἄρκτος τῶν πολικῶν χωρῶν ἐπὶ τοῦ ἰση-
μερινοῦ. Συνεπῶς ἡ ζωὴ ἐπὶ τῆς γῆς ἢ ἐπὶ ἑκάστου πλανήτου εἶναι
διάφορος, ἀναλόγως τῶν κλιματολογικῶν ἐπιρροῶν τοῦ μέρους ἢ
τῶν στοιχείων, δι’ ὧν αὕτη ἀπαραιτήτως ἔχει ἀνάγκην νὰ συντηρηθῆ.
Διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἡ μορφὴ τῶν διαφόρων ζώων καὶ φυτῶν ποικίλλει οὐ
μόνον ἐν τῇ ξηρᾷ καὶ τῇ θαλάσσῃ, ἀλλὰ καὶ εἰς ἀμφοτέρας ταύτας χωρι-
στά. Ὡς δὲ γνωρίζωμεν ἐκ τῶν παλαιοντολογικῶν ἐρευνῶν τοῦ ἐδάφους
τῆς γῆς, ἡ κατάστασις τῆς ἀτμοσφαίρας ἢ οἱ κλιματολογικοὶ ὅροι τῆς
πρωτογενοῦς, τῆς δευτερογενοῦς, τριτογενοῦς καὶ ἀκόμη τῆς τεταρ-
τογενοῦς ἐποχῆς, πάλιν διέφερον τῶν σημερινῶν ὅρων τῆς τωρινῆς
αὐτῆς καταστάσεως. Συνεπῶς ἡ ζωὴ αὐτῆς, ὅπως καὶ ἡ ποικιλία τῶν
γενῶν καὶ μορφῶν αὐτῆς, πάνυ διέφερον τῆς σημερινῆς.
Κατὰ τὴν πρωτογενῆ αὐτῆς κατάστασιν ἔζων ζῶα, ἅτινα ἐξέλειπον
λόγῳ τῶν ὅρων καὶ κλιματολογικῶν συνθηκῶν τῆς δευτερογενοῦς ἐπο-
χῆς, ὅπως καὶ ταῦτα πάλιν ἐκ τῶν συνθηκῶν καὶ ὅρων τῆς τριτογενοῦς
καὶ τεταρτογενοῦς.
Κατὰ τὴν προϊστορικῆν ἐποχήν, ἓνεκα τῆς ὑπερβολικῆς θερμοκρα-
σίας τῆς γηΐνης ἀτμοσφαίρας, διότι ὁ φλοιὸς αὐτῆς δὲν εἶχε τελείως
στερεοποιηθῇ καὶ ὁ ἐγκλεισθεὶς ὑπ’ αὐτὸν πυρφόρος πυρὴν ὑπεξέκαιε
τὸ λεπτότερον στρῶμα αὐτοῦ, ὡς ἐπίσης καὶ αἱ ἡλιακαῖ ἀκτῖνες τοῦ μὴ
ἀποψυχραινομένου ἡλίου, διετήρουν τὴν πρωτογενῆ αὐτῶν θερμότητα.
Τὰ πρῶτα φυτά, ἅτινα σήμερον εὑρίσκονται εἰς θαμνώδη κατάστασιν,
ἀπετέλουν δένδρα πανύψηλα, ὧν τὸ ὕψος ὑπερέβαινε τὰ χίλια μέτρα
καὶ ὁ κορμὸς αὐτῶν ἠδύνατο νὰ περιλάβῃ δι’ ὅλων τῶν ἀναπαυτικῶν

16
μέσων πολυμελεῑς οἰκογενείας. Ἐπίσης καὶ τινα μεγαθήρια τῆς ἐποχῆς
ἐκείνης ἔφθανον εἰς ὕψος ἀνάλογον καὶ εἰς μῆκος πέραν τῶν 200 καὶ 500
μέτρων.
Συνεπῶς καὶ ὁ ἄνθρωπος τῆς τεταρτογενοῦς ἐποχῆς ἐὰν δὲν ἠδύνα-
το νὰ φθάσῃ σημαντικῶς τὰ πρὸ αὐτοῦ ζήσαντα ζῶα τῆς ­δευτερογενοῦς
καὶ τριτογενοῦς ἐποχῆς, πάντως ὅμως ἦτο ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος
καὶ εὐρωστότερος καὶ τοῦ ὑψηλοτέρου ἀναστήματος ἢ γίγαντος
τῆς ἐποχῆς μας, ἢ τῆς νηπιώδους ἡλικίας τοῦ ἀρξαμένου πολιτισμοῦ
αὐτοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος δὲ οὗτος ἔδει νὰ εἶναι πελωρίων διαστάσεων ἀφ’
ἑνὸς μὲν ὅπως εὐχερῶς δύναται ν’ ἀναρριχᾶται ἐπὶ τῶν ὑπερμεγέθων
δένδρων τῆς ἐποχῆς του πρὸς ἐπιζήτησιν καὶ συγκομιδὴν τῆς μόνης
τροφῆς, τῶν καρπῶν, δι’ ὧν καὶ μόνον συνετηρεῖτο, ἢ νὰ ἔχῃ ἀρκετὴν
ρώμην, ὅπως ἀντιπαλαίσῃ κατὰ τῶν μεγαθηρίων, ἅτινα τὸν περιεστοί-
χιζον. Κατὰ τὴν προϊστορικὴν δὲ ἐκείνην ἐποχὴν δὲν εἶχεν ἀνάγκην ἐν-
δυμάτων, οὔτε ἐφοβεῖτο τὸ ψῦχος, καθόσον ἡ θερμοκρασία διετηρεῖτο
εἰς ὑψηλοτέρους βαθμοὺς καὶ κατὰ τὰς βορειοτέρας ζώνας τῆς νῦν
διατηρουμένης ἐν τῷ ἰσημερινῷ. Τὰ δὲ ὑπὸ τῶν συχνῶν μετατροπῶν
τοῦ ἐδάφους σχηματιζόμενα σπήλαια, ὡς καὶ τὰ ἐκ τῷ κορμῷ τῶν γη-
ρασκομένων δένδρων χάσματα ἐχρησίμευον αὐτῷ ὡς κατοικίαι προφυ-
λακτικαὶ ἀπὸ τὰς ἐπιδρομὰς τῶν θηρίων καὶ παντὸς ἄλλου ἐξωτερικοῦ
κινδύνου.
Ὁ ἄνθρωπος οὗτος δὲν ὑστέρησεν εἰς δύναμιν τῶν ἄλλων ζωϊκῶν
ὄντων, διότι ἠδύνατο δι’ ἑνὸς κτυπήματος τῆς χειρός του νὰ κατασυ-
ντρίψῃ καὶ τὸν σκληρότερον βράχον, ἢ τὴν κεφαλὴν τοῦ ἰσχυροτέρου
σημερινοῦ ζώου.
Ἐκτὸς ὅμως τούτου ὁ πρωτογενὴς ἀνθρωπος οὗτος ἐνέκλειεν ἐν
ἑαυτῷ τὴν ΠΝΟΗΝ τοῦ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ ΝΟΥ τοῦ Ἀπείρου καὶ ἠδύνατο ἀνὰ
πᾶσαν στιγμὴν καὶ κατὰ βούλησιν νὰ ἐπικοινωνήσῃ μετὰ Αὐτοῦ δι’
Ἐνθέου Ἀποκαλύψεως. Ἐνυπῆρχεν ἐν ἑαυτῷ ἄσβεστος ἡ ἄρτι μεταλα-
μπαδευθεῖσα εἰς αὐτὸν Πνευματικὴ Δὰς ἐκ τοῦ ΑΠΕΙΡΟΥ ΝΟΥ τῆς Δημι-
ουργίας, οὕτως ὥστε κατεῖχε τὴν ἐπίγνωσιν τῶν καιρικῶν μεταβολῶν καὶ
τῶν ἐπαπειλοῦντων αὐτὸν κινδύνων, κατὰ τῶν ὁποίων ἐγκαίρως προεφυ-
λάσσετο. Διετήρει δὲ εἰς ὃλην αὐτῆς τὴν ἰκμάδα τὴν διαίσθησιν, τὴν ἕκτην
αὐτὴν αἴσθησιν τοῦ ἀνθρώπου, ἥτις σὺν τῷ χρόνῳ ἐξέλειπε καὶ διετηρήθη
ὡς ὑποσυνείδητον ἐν τῷ ὀργανισμῷ τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ πρῶτος οὗτος ἄνθρωπος ἀναπαρίστα ἐν σμικρογραφίᾳ τὴν
Ἀπειροτελείαν τοῦ Θεοῦ Δύναμιν καὶ Ὑπόστασιν καὶ ἀντεπροσώ-
πευε Αὐτόν, ὡς Ἐκμαγεῖον ἐπὶ τῆς γῆς. Διότι ὅπως ὁ Ἀπειροτέλειος τοῦ
Θεοῦ Νοῦς, ὁ τὴν Δημιουργίαν τοῦ Κόσμου ἐπιτελέσας, ἔζη διὰ τῶν Δυ-
νάμεων Αὐτοῦ τῶν Ζωοπαρόχων καὶ Κινητηρίων ἐν τῷ Ἀπείρῳ Κόσμῳ,
διετήρει ἐν Ἑαυτῷ τὴν Ἐποπτείαν τῶν φυσικῶν νόμων καὶ λειτουργιῶν
τοῦ Σύμπαντος, οὕτω καὶ ὁ άνθρωπος ἐκεῖνος ἐν τῷ σμικρογραφικῷ

17
ἀποτυπώματι τοῦ Σύμπαντος, τῷ σώματί του, διατηρεῖ ἐν ἑαυτῷ τὴν
ἐπίγνωσιν τῶν φυσικῶν του λειτουργιῶν καὶ πάσης σχέσεως αὐτοῦ μὲ
τὸν ἐξωτερικὸν κόσμον.
Ὁ πρῶτος οὗτος ἄνθρωπος δὲν εἶχεν ἀνάγκην νὰ μελετήσῃ τὴν τρο-
χιὰν τῶν ἀπειραρίθμων ἀστέρων, τῶν στροβιλιζομένων ἐν τῷ ἀπείρῳ.
Δὲν εἶχεν ἀνάγκην νά μελετήσῃ τά φυσικά φαινόμενα, τὰ παραγόμενα
ἐν τῷ πλανήτῃ ἐν ὧ ἔζη, εἴτε νὰ αἰσθανθῆ τὰς ἐξωτερικάς ἐπιδράσεις
τῆς πνιγηρᾶς ἢ πυραυγοῦς ἀτμοσφαίρας, διότι ἡ ΠΝΟΗ, ἥτις ἐνεφυ-
σήθη αὐτῷ ὑπὸ τοῦ ΘΕΙΟΥ ΟΝΤΟΣ δὲν κατεστάλη ὑπὸ τῶν σωματικῶν
του παθῶν, καὶ ὡς Δύναμις Αὐτενεργός, διήκουσα τὸ ὑλικὸν περί-
βλήμά της, τὸ μικροσκοπικὸν Εκμαγεῖον ὁλοκλήρου τοῦ Σύμπαντος,
ἐπεβάλλετο ἐπὶ τῶν στοιχείων τῆς φύσεως τοῦ πλανήτου του, ὡς ὁ
Θεὸς ἐπιβάλλεται ἐπὶ τῶν στοιχείων ὁλοκλήρου τοῦ Σύμπαντος.
Ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἠδύνατο οὐ μόνον νὰ ἐξουδετερώνῃ διὰ ψυχι-
κῆς ἐπιδράσεως τὰς κατ’ αὐτοῦ ἐπιδρομὰς διαφόρων θηρίων, ἀλλά καὶ
ἰοβόλων ὄφεων καὶ ἑρπετῶν τῆς ἐποχῆς του καὶ νὰ καταστήσῃ ταῦτα
ἀκίνδυνα, ἀλλ’ ἠδύνατο ἀκόμη νὰ ἐπιδράσῃ ἐπὶ τῆς ἀτμοσφαιρικῆς ἀλ-
λοιώσεως καὶ ν’ ἀπομακρύνῃ ἀπ’ αὐτοῦ τὴν συμπύκνωσιν τοῦ σχηματι-
ζομένου νέφους ἢ νὰ προκαλέσῃ βροχὴν εἰς οἱανδήποτε ἐποχὴν καὶ ὑπὸ
οἰασδήποτε ἀτμοσφαρικάς συνθήκας. Δι’ ἑνὸς βλέμματός του ἠδύνατο
ἐπίσης ν’ ἀποξηράνῃ τὸ καρποφοροῦν δένδρον ἢ διὰ τῆς παρεμβάσεώς
του νὰ μεταβάλλῃ ἐντὸς ἐλαχίστου χρόνου τὸν σπόρον εἰς ἀνθίζον καὶ
καρποφόρον δένδρον.

8. Ὁ ἄνθρωπος τῆς προϊστορικῆς ἐποχῆς συνεκέντρου ἐν ἑαυτῷ


ἁπάσας τὰς Πνευματικὰς Δυνάμεις, ἃς διὰ τῆς Ἐμφυσήσεως τοῦ
Θείου Πνεύματος ἐκληρονόμησεν.
Ὄχι δὲ μόνον κατεῖχε τὴν ἐπίγνωσιν τῶν διαφόρων φυσικῶν φαινο-
μένων, ἢ τὸν λόγον ὃν φαινόμενον ἢ ἀποτέλεσμα τῆς λειτουργίας τῶν φυ-
σικῶν νόμων προεκάλεσεν, ἀλλά ἔτι πλέον, ἐγίγνωσκε καὶ τὸν λόγον, ὃν
ἕκαστον ὑλικὸν ἀντικείμενον ἐνεῖχεν ἐν τῇ λειτουργία καὶ τῇ ἐξελίξει τοῦ
κόσμου, ὡς ἐπίσης καὶ τὴν ἐπίδρασιν ἢ συσχέτισιν, ἣν τοῦτο εἶχεν ἐπὶ τοῦ
ἀνθρώπου, τῶν ζωϊκῶν ὄντων καὶ ὁλοκλήρου ἔτι τῆς Δημιουργίας.
Οὐδεὶς ὑμῶν ἀμφιβάλλει περὶ τοῦ ὅτι οἱ διάφοροι πλανῆται ἐν τῇ
κανονικῆ των τροχιᾷ καὶ τῇ ἕλξει των πρὸς τὴν γῆν, ἐπιδρῶσιν ἐπ’ αὐτῆς
οὐ μόνον εἰς τὴν ἐμφάνισιν διαφόρων φυσικῶν φαινομένων, ἀλλὰ καὶ
ἐπὶ τῆς διαπλάσεως καὶ διαμορφώσεως ἔτι τῶν ὑλικῶν αὐτῶν στοιχείων
καὶ τῶν ὄντων, ἅτινα τὴν κατοικοῦσιν.
Ἡ σελήνη π.χ. οὐ μόνον προκαλεῖ τὰ φαινόμενα τῆς ἀμπώτιδος,
ἀλλ’ ἔχει ἐπιρροὴν ἐπὶ τοῦ φυσικοῦ καὶ ζωϊκοῦ βασιλείου. Ἐπίσης ἐν
σχέσει πρὸς τὴν ἐπίδρασιν, ἣν ὁ ἥλιος ἔχει ἐπ’ αὐτῆς καὶ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ

18
ἐν συσχετίσει ταύτης προκαλεῖ τὰς διαφόρους μεταλλαγὰς τῆς ἀτμο-
σφαίρας, ἥτις συντελεῖ εἰς τὴν αὔξησιν καὶ τὴν διατήρησιν τῆς ζωῆς ἐπὶ
τῆς γῆς. Ὅπως δὲ οἱ διάφοροι πλανῆται ἔχουσιν ἐπίδρασιν ἐπί τε τῆς
ὑλικῆς καὶ ζωϊκῆς ζωῆς τῆς γῆς, οὕτω καὶ ἕκαστον ὑλικὸν ἀντικείμενον
ἔχει σχέσιν οὐ μόνον πρὸς πάντα τὰ ἄλλα ὑλικὰ ἀντικείμενα, ἅτινα
εὑρίσκονται ἐν ἐπαφῇ μετ’ αὐτοῦ ἢ πλησίον των, ἀλλ’ ἀκόμη καὶ ἐπὶ τῶν
ὄντων, ἅτινα τὸ φέρουν ἢ εὑρίσκονται πλησίον των.
Ὁ προϊστορικὸς ὅθεν ἄνθρωπος ἐγνώριζε τὴν συσχέτισιν αὐτὴν
καὶ τὸν λόγον ἢ τὸ δυνατὸν ἀποτέλεσμα τῆς τοιαύτης ἐνεργείας του.
Πῶς ὅμως ἀπώλεσε τὴν δύναμιν ταύτην τῆς διαισθήσεως, ἥτις τὸν
καθίστα Παντογνώστην ἀπὸ ἀπόψεως πνευματικῆς ὑπερτερήσεως
καὶ κατοχῆς τῶν μυστηρίων τῆς σχέσεως τῶν πνευματικῶν καὶ τῶν
ὑλικῶν νόμων καὶ τῆς μεταξὺ αὐτῶν ἀλληλεπιδράσεως;
Πῶς ὁ ἄνθρωπος ἐνῶ εὑρίσκετο εἰς τὴν κορυφὴν τῆς πνευματι-
κῆς ἐξυψώσεως καὶ ἀναπτύξεως, κατέπεσε καὶ ἐκ τῆς πτώσεως αὐτοῦ
ἀπώλεσε τὰς πνευματικὰς αὐτοῦ ἰδιότητας, αἵτινες σήμερον εὕρηνται
ἐν ὑπολανθανούσει καταστάσει καὶ ἡ ἀπωλεσθεῖσα ἕκτη αἴσθησις
αὐτοῦ παραμένει μόνον εἰς τὰς ἐπακολουθησάσας μέχρι τῆς ἐποχῆς μας
γενεὰς ὡς ὑποσυνείδητον.
Ὁ ἄνθρωπος κατέχων τὴν ἐπίγνωσιν ἢ τὸν λόγον τῆς ἀλληλεπιδρά-
σεως τῶν διαφόρων ὑλικῶν στοιχείων καὶ ἀντικειμένων πρὸς ἄλληλα
καὶ πρὸς ἁπάσας τὰς ζωϊκὰς ὑπάρξεις τῆς γῆς, ἦτο εἷς μικρὸς Θεὸς ἐπ’
αὐτῆς. Καὶ ὡς ἐκ τῶν φυσικῶν αὐτοῦ ἰδιοτήτων, Κυρίαρχος ἐπ’ αὐτῆς.
Συνεπῶς ἔζη εὐτυχὴς καὶ πανευδαίμων ἐν τῷ παραδείσῳ αὐτῆς.
Κατόπιν ὅμως παρεκκλίνας τοῦ ἀρχικοῦ αὐτοῦ σκοποῦ καὶ ριφθείς
εἰς τὴν ἀπληστίαν καὶ τὰς ἡδονὰς ἔχασε βαθμηδὸν, καὶ κατ’ ὀλίγον οὐ
μόνον τὴν πνευματικήν του ὑπεροχὴν ἐπὶ τῶν ὄντων καὶ ἀντικειμένων
καὶ στοιχείων, ἅτινα τὸν περιέβαλλον, ἀλλὰ καὶ σημαντικῶς ἐξησθένη-
σεν, ὥστε νὰ μὴ δύναται πλέον νὰ ἐπιβληθῇ ἐπὶ τῶν φυσικῶν φαινο-
μένων, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἐπὶ τῶν συμβιούντων μετ’ αὐτοῦ ζώων, ἅτινα
ἤρχισαν νὰ ἐπιτίθενται καὶ νὰ τὸν κατασπαράσσουν.
Ἠναγκάσθη τότε νὰ καταφύγῃ εἰς τὰς σπήλαια, εἴτε εἰς τὰς ὑψηλο-
τέρας κορυφὰς τῶν ὁρέων. Ἀπώλεσέν οὕτω τὴν ὑπεροχήν του ἐπὶ τῶν
θηρίων. Ἔχασε τὸν πραγματικὸν παράδεισον τῶν δασῶν καὶ τῆς φυτείας,
ἐντὸς τῆς ὁποίας διῃτᾶτο. Ἠναγκάσθη εἶτα νὰ χρησιμοποιήσῃ ἅπασαν
τὴν ἐφευρετικότητά του, διὰ νὰ ἀνακαλύψῃ ὅπλα ἀμύνης κατὰ τῶν δι-
αφόρων ὑπερτέρων ζώων, διὰ νὰ προμηθευθῆ ἐν ἱδρῶτι καὶ κόποις τὴν
τροφήν, ᾓν τινα προηγουμένως ἄνευ φροντίδος τινὸς ἀπελάμβανεν.
Ἀλλὰ πῶς ὁ ἄνθρωπος στερούμενος πνευματικῆς ἀναπτύξεως καὶ
καλλιεργείας τῶν γραμμάτων καὶ τῶν ἐπιστημῶν ἦτο δυνατὸν νὰ κατεῖ-
χεν ἰδιότητας, αἵτινες ἐξέλειπον καὶ πῶς διετήρησεν, τουλάχιστον αὐτὰς
κληρονομικῶς διὰ διαδοχικῆς διδαχῆς πρὸς τοὺς ἀπογόνους του;
Οἱ πρῶτοι διαδεχθέντες αὐτὸν διετήρησαν ἀπὸ τὸν πρωτόγο-

19
νον ἄνθρωπον πολλὰ εἰσέτι μυστήρια τῆς ζωῆς του καὶ θέσεως, τῆς
σημασίας καὶ ἀλληλεπιδράσεως τῶν ὑλικῶν στοιχείων καὶ ἀντικει-
μένων ἐπ’ ἄλληλα καὶ ἐπὶ τῶν ὄντων, τὰ ὁποῖα ἔφερον ἢ πλησίον
τῶν ὁποίων εὑρίσκοντο. Ἀλλ’ ἔπειτα ὁ ἐπελθὼν κατακλυσμὸς καὶ αἱ
διάφοροι μεταναστεύσεις τῶν λαῶν, αἱ δηώσεις καὶ καταστροφαὶ τοῦ
πολιτισμοῦ καὶ ἐκείνων, οἵτινες κατεῖχον τὰ μυστήρια ταῦτα, ἐξήλειψαν
ἀπὸ τῆς μνήμης τῶν ἐπιζώντων ταῦτα. Πολλὰ τῶν μυστηρίων τούτων
διετηρήθησαν εἰς ἃ μέρη ὁ κατακλυσμὸς δὲν ἐπέφερε καταστροφάς,
ὡς εἰς τὸ Θιβέτ καὶ εἰς τοὺς λαούς, οἵτινες ἐκληρονόμησαν ταῦτα διὰ δι-
αδοχικῆς ἀφηγήσεως τῶν πατέρων καὶ διὰ τῆς μεταναστεύσεως αὐτῶν
ἔφερον ταῦτα εἰς τὴν Ἀσσυρίαν, Βαβυλωνίαν, Χαλδαίαν, Αἴγυπτον καὶ εἰς
τὴν Ἑλλάδα.
Οἱ Μάγοι τῆς ἀρχαιότητος δὲν ἦσαν τι ἄλλο παρὰ μῦσται τῶν
πρωτογόνων μυστηρίων, τὰ ὁποῖα περιέβαλλον διὰ διαφόρων θρη-
σκευτικῶν ἰεροτελεστιῶν καὶ οἵτινες ἀπομακρυνθέντες τελείως τῶν
ἀρχικῶν βάσεων, ἐξ ὧν ἀνεχώρει ἡ πρώτη διδασκαλία, ἥτις ἐθεώρει ὡς
παράγοντα καὶ κύριον συντελεστὴν αὐτῶν τὸ Πνεῦμα, ἐν τῇ Ἐπιφωτί-
σει αὐτοῦ παρὰ τοῦ Θεοῦ, ἀπέδωκαν τὴν αἰτίαν τῆς διαπαραγωγῆς ἢ
ἐνεργουμένης ἐπηρείας αὐτῶν εἰς τοὺς διαφόρους πλανήτας ἢ τὰ ὑλι-
κὰ ἀντικείμενα, τὰ ὁποῖα ἐπέδρων οὕτως διὰ διαφόρων μυσταγωγιῶν
καὶ ἰεροτελεστιῶν ἐπὶ τῶν παραγομένων θαυμάτων.
Οὕτω ἐλάτρευσαν καὶ ἐθεοποίησαν τὰ εἴδωλα καὶ τὰ ὑλικὰ ἀντικεί-
μενα, τὰ χρησιμοποιούμενα εἰς τὰς μαγικὰς αὐτῶν τελετάς.
Ὁ ἄνθρωπος βραδύτερον ἐξελιχθεὶς πάλιν πνευματικῶς καὶ κατα-
νοήσας ἐν τῇ ἐρεύνῃ αὐτοῦ ὅτι ὑπὲρ τὸν ὑλικὸν κόσμον ὑπάρχει Πνευ-
ματικὴ Ὀντότης, ἥτις διέπει καὶ καθοδηγεῖ τοῦτον, ἥτις εἶναι ἡ μόνη
Αἰτία τῶν ἀποτελεσμάτων, τὰ ὁποῖα ἡ Ἔνθεος αὐτοῦ Ἐπιφώτισις
παράγει, οὐ μόνον κατέρριψεν τὰ εἴδωλα, ἅτινα ἡ ἀμάθεια τῆς πολυ-
θεΐας ἀνήγειρεν, ἀλλὰ σὺν αὐτοῖς κατέστρεψε καὶ τὰς διατηρουμένας
ὑποθήκας τῶν ἱερέων αὐτῆς, οἵτινες ἐδίδασκον τὰ παραγόμενα ἀπο-
τελέσματα ἐκ τῆς καλλιεργείας τῶν ἀπωλεσθεισῶν ψυχικῶν ἰδιοτήτων,
μὲ τὴν συσχέτισιν τῶν ὑλικῶν ἀντικειμένων καὶ στοιχείων, τὰ ὁποῖα
ἐχρησίμευον ὡς διάμεσα καὶ συντελεσταὶ τῶν ἀποτελεσμάτων, τὰ
ὁποῖα οὗτοι ἐπετύγχανον.

20
9. Ὁ ἄνθρωπος παρεῖδε τὸν κύριον ἐπὶ τῆς γῆς προορισμόν του καὶ
κατέπεσεν.
Ἀπὸ βασιλεὺς τῶν δυνάμεων τοῦ Πνεύματος κατέστη δοῦλος τῶν
σωματικῶν του ἐπιθυμιῶν καὶ πάσης ὑλικῆς ἀποβλέψεως. Ἀπὸ κυρίαρ-
χος τῆς γῆς, ἀντὶ ν’ ἀποβλέψῃ εἰς τὴν κυριαρχίαν καὶ τῶν ἄλλων φυσι-
κῶν δυνάμεων, ἀπέβη ὁ ὑποτελὴς τῶν σωματικῶν του ἀπαιτήσεων.
Ἀπὸ γνώστης τῆς Ἀληθείας καὶ ἀκόλουθος αὐτῆς, κατέστη ὀπαδὸς
τοῦ ψεύδους καὶ πάσης ἐφημέρου ἀπάτης. Ἀπὸ τὸν ὑψηλὸν θῶκον, ἐφ’
οὗ ἵστατο καὶ προσέβλεπε τὴν Θείαν Δόξαν νὰ τὸν ἐπισκιάζῃ, κατέπε-
σεν εἰς τὸ βάραθρον τῆς ἐσχάτης ἀπωλείας.
Ἔφερε ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὸ διάδημα τῆς Σοφίας καὶ Ἀρετῆς
καὶ ἐπέπεσεν ἐν μέσῳ τοῦ βορβόρου τοῦ χυνομένου κάτωθεν τῶν πο-
δῶν του, ὅπως δι’ ἀμφοτέρων του τῶν χειρῶν περισυλλέξῃ τὰς λαμπυ-
ριζούσας ἀναθυμιάσεις αὐτοῦ, διαλαμβάνων αὐτὰς ὡς σαπφείρους καὶ
ἀδάμαντας, πολυτιμωτέρους ἐκείνων, τοὺς ὁποίους ἐφερεν ἐπὶ τοῦ δια-
δήματος του.
Ἐκράτει εἰς τὰς χείρας του τὸ σκῆπτρον, δι’ οὗ αὐτοβούλως ἐποίμε-
νε τὸν ἑαυτόν του καὶ ἠθέλησε τὸ σκῆπτρον τοῦτο νὰ μεταβάλῃ εἰς τυ-
ραννικὴν ποιμαντορικὴν ράβδον, δι’ ἧς νὰ βασανίζῃ τοὺς ἄλλους, ἀφοῦ
πρῶτον δι’ αὐτοῦ ἀνηλεῶς αὐτοραβδοῦται. Ἔβλεπε τὰ πάντα ὡς γλυκὺ
ὄναρ καθηδῦνον τὰς ψυχικάς του ροπὰς καὶ προσέβλεπεν εἰς ἑαυτὸν μὲ
ἀνοικτοὺς ὀφθαλμοὺς ἐπιζητήσας νὰ γευθῇ τῆς ὑλικῆς πραγματικότη-
τος ἑνὸς ὀνείρου.
Ἐθεώρει ἑαυτὸν ἐλεύθερον ἐντὸς τῆς φύσεως καὶ ἔθεσε διὰ τῶν
ἰδίων χειρῶν του τὰς χειροπέδας τῆς δουλείας εἰς τοὺς πόδας καὶ τὰς
χείρας του. Ἐκράτει ὑπεράνω αὐτοῦ τὸν Φωτοβόλον Ἥλιον τῆς Ἀλη-
θείας καὶ πάσης Δικαιοσύνης καὶ ἠθέλησε νὰ ἐντρυφήσῃ εἰς τὸ σκότος
τῆς νυκτός, τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἀνομίας.
Ἀλλὰ διατί κατέπεσεν ὁ πρωτογενὴς οὗτος ἄνθρωπος, ἀφοῦ ἐγίνω-
σκε τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἀφοῦ ἐγνώριζεν ὃτι διὰ τῆς πτώσεώς του ταύτης
θὰ καθίστατο δυστυχής; Διατί ἐνῶ ἔζη τόσον ἀμέριμνος καὶ ἥσυχος
προσβλέπων μόνον τὸν Οὐρανόν, ἠθέλησε νὰ γευθῇ τῶν δεινῶν τῶν φυ-
σικῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν του καὶ νὰ καταστῇ πάροικος δοῦλος αὐτῶν;
Ὁ ἄνθρωπος ἀφέθη ἐλεύθερος νὰ ἐκλέξῃ μεταξὺ τῶν δύο ὁδῶν,
αἵτινες διηνοίγοντο ἔμπροσθέν του. Ἡ μία ἀπέβλεπεν εἰς τὴν ἀνάπτυ-
ξιν τῶν πνευματικῶν του δυνάμεων, δι’ ὧν φυσικῶς ἦτο πεπροικισμέ-
νος καὶ ἡ δευτέρα ἦτο ἡ ὑποδούλωσις τῶν δυνάμεών του τούτων εἰς
τὴν παντοίαν ἀπόλαυσιν τῆς σαρκός.
Ἀντί νὰ προτιμήσῃ νὰ ἐξυψωθῇ περισσότερον καὶ νὰ προσπλησιάσῃ
τὴν Πρώτην Ἀρχήν, ἐξ ἧς ἀνεχώρησεν ἐκπορευθείς, ἀντὶ νὰ ἐνατενίσῃ
τὸν Οὐρανὸν μὲ τὰς πολυποικίλους αὐτοῦ ψυχικὰς ἐντρυφήσεις, ἄφησε
τὸν ἑαυτόν του νὰ σύρεται, ὡς ὄφις ἐπὶ τοῦ ἐδάφους τῆς γῆς, προ-
σκολληθεὶς ἐπ’ αὐτῆς καὶ ἐπιθυμήσας νὰ κυριαρχήσῃ ἐπὶ τῶν ἡδονῶν,

21
ἃς ἡ ὕλη τῷ παρεῖχεν. Ἀπὸ ὑψιπετὴς ἀετὸς μετεβλήθη εἰς βραδύποδα
χελώνην καὶ ἀπὸ πάνυ ἐλεύθερος, ἐντὸς τῆς ἀπεράντου φύσεως καὶ τῶν
ἀπολαυῶν αὐτῆς ἐπροτίμησε νὰ καταστῇ δοῦλος εἰς τὴν περιωρισμένην
ἀκτῖνα τοῦ ὑλικοῦ ἐνδιαιτήματός του, στερηθεὶς τῶν πάντων καὶ κατα-
στὰς ἑνδεής.
Ὀφείλω νὰ σᾶς κάμω μίαν μικρὰν παρένθεσιν διὰ μιᾶς ἐρωτήσεως:
«Ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἐγνώριζεν ὡς Παντογνώστης τὴν κατάπτωσιν ταύτην τοῦ
ἀνθρώπου, διατί νὰ τὸν περιβάλλῃ διὰ πλήρους ἐλευθερίας, καὶ διατί
δὲν περιώρισε ταύτην φυσικῶς, ὡς περιώρισε τοὺς φυσικοὺς νόμους,
τοὺς μὴ ἐκκλίνοντας καὶ ἀλλοιουμένους;»
Ὁ ἄνθρωπος ἐὰν δὲν ἦτο ἐλεύθερος, ἡ Δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ δὲν
θὰ ἐξεπληροῦτο. Διότι ὁ ἄνθρωπος καθοδηγούμενος ὡς ἓν ἀνδρείκε-
λον δὲν θὰ εἶχεν οὐδεμίαν ἀξίαν, δὲν θὰ ἀντεπροσώπευε τὴν ἔννοιαν
τῆς Ἐνθέου αὐτοῦ καταγωγῆς, τῆς πάνυ ἐλευθέρας καὶ αὐτοβούλως
δρώσης. Ἐὰν ὁ ἀνθρωπος δὲν εἶχεν ἐπίγνωσιν τῶν πράξεων καὶ ἐνερ-
γειῶν του, θὰ ἐξωμοιοῦτο μὲ ἓν αὐτόματον ἄνευ ψυχῆς καὶ ἐνεργοῦς
Αὐτοτελείας. Ἐπλάσθη ὅμως οὕτως ὥστε μόνος του νὰ διακρίνῃ ἐκ
πείρας τὰς δύο ὁδούς, αἵτινες διηνοίγοντο ἐμπροσθέν του. Συνιστάμε-
νος ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος συγκεντρῶν ἐν ἑαυτῷ τὰς τε πνευματικὰς δυ-
νάμεις καὶ τὰς σωματικὰς ὁρμάς, ἀπὸ Ψυχοϋλικὸς νὰ καταστῇ Ὑλικὸς,
εἶτα Ὑλικοψυχικός καὶ ἀκολουθῶν τὴν φυσικὴν ἐξέλιξιν τῆς ἀνόδου του
ἐκ τῆς βαραθρώδους καταπτώσεώς του καὶ συναποκομίζων μεθ’ ἐαυ-
τοῦ τὴν πείραν τοῦ παρελθόντος καὶ τὴν σταδιοδρομίαν τοῦ μέλλοντος,
στηριζομένην ἐπὶ ἀσαλεύτων βάσεων ἐμπειρικῆς γνώσεως, νὰ φθάσῃ
εἰς ὕψος ἐξ οὗ κατέπεσεν, ἀποβάλλων τὸ Ὑλικοψυχικὸν καὶ καθιστά-
μενος καθαρῶς Πνευματικός.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἄν καὶ ὀλισθήσας τοσοῦτον, ἐν τούτοις δὲν
ἐγκατε­λείφθη ὑπὸ τοῦ Θείου. Τοῦτο δὲν ἔπαυσε νὰ τὸν ἀκολουθῇ πα-
ντοῦ καὶ πάντοτε, νὰ τὸν διαφωτίζῃ ἀνὰ ἕκαστον αὐτοῦ βῆμα, τὸ ὁποῖον
σημειοῖ καὶ ἕνα νέον σταθμὸν προόδου καὶ πνευματικῆς ἀναγωγῆς καὶ
τελειοποιήσεως.
Ὁ ἄνθρωπος καταπεσών εἰς τὸ βάραθρον τῆς ἀπωλείας καὶ δια-
γνοὺς τὴν ἀπώλειάν του καὶ μεταγνώσας, δὲν ἀφίεται νὰ κυλίεται ἐπὶ
τῆς γῆς. Ὑποβαστάζεται καταλλήλως, ἐπιστηρίζεται ἐπὶ τῆς χειρὸς ἑνὸς
ὁδηγοῦ, ὅστις τοῦ καταδεικνύει καὶ πάλιν τὴν ὁδόν, πρὸς ἣν κατευθυνό-
μενος δύναται νὰ ἀνέλθῃ καὶ πάλιν.
Ἐκεῖνοι οἵτινες δὲν ᾐσθάνθησαν τὴν κατάπτωσίν των παραμέ-
νουν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, οἰμώζοντες καὶ μὴ γινώσκοντες ποῦ νὰ κατευ-
θυνθῶσι καὶ τί νὰ ἀκολουθήσωσιν, ἕως ὅτου τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου
ἐπιστῇ καὶ ἀνομολογήσωσιν τὴν πτῶσιν των, ἐπιζητοῦντες μόνοι των νὰ
ἐπιστηριχθῶσιν εἰς τοὺς πόδας των, ἕως ὅτου ὁ καλὸς ὁδηγὸς τοὺς ὑπο-
στηρίξῃ διὰ τοῦ ἰδίου του σώματος καὶ τοὺς κατευθύνῃ εἰς τὴν κορυφὴν
τῆς ὑψηλοτέρας Πνευματικῆς ἐξυψώσεως.

22
Ἀλλὰ πολλοὶ τῶν ὁδηγουμένων προσβλέποντες τὸ μέγα ὕψος, τὸ
ὁποῖον ὀφείλουσι νὰ ἀνέλθωσι, ἀποκαρδιώνονται καὶ ἐκ τῆς ἀποκαρ-
διώσεως ταύτης αἱ δυνάμεις των ἐξασθενοῦν καὶ τοὺς ἐγκαταλείπουν.
Ἀδυνατοῦν τότε νὰ βαδίσουν ἔστω καὶ ἓν βῆμα καὶ καταπίπτουν καὶ
πάλιν ἐπὶ τοῦ ἐδάφους. Ἀλλοίμονον εἰς τοὺς τοιούτους, ἐὰν προσκρού-
σουν ἐπί τινος πέτρας ἢ ἐδάφους αἰχμηροῦ, τὸ ὀλίσθημά των θὰ εἶναι
μεγαλύτερον καὶ ἡ κατάπτωσίς των βαραθρωτέρα. Ἀπαιτεῖται εἶτα μα-
κρότερος χρόνος, ἐπιμελεστέρα προσπάθεια, ὑπερέντασις τῶν δυνά-
μεων, ἀπαράμιλλος ἐγκαρτέρησις ἕως ὅτου τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου
ἐπουλώσῃ τὰς πληγάς, αἵτινες νεωστὶ ἠνεώχθησαν, ἓως ὅτου ἐπιφανῇ
ὁ καλὸς ὁδηγὸς καὶ συγκινούμενος ἐκ νέου ἐκ τῶν δακρύων, οἰμωγῶν
καὶ πόνων τοῦ δυστήνου ὁδοιπόρου, ἀναλάβῃ καὶ πάλιν παρ’ ὅλον τὸ
κεκμηκὼς βάρος του νὰ τὸν ὁδηγήσῃ ἐκ νέου εἰς τὴν διανοιγομένην
πρὸς τὸ ὕψος σκολίαν καὶ δύσβατον ὁδόν.
Πόσον ὅμως ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀνακουφίζεται, ὅταν πλησιάζῃ νὰ
ἀνέλθῃ εἰς τὴν Ὑψηλὴν ταύτην Κορυφήν. Διανοίγεται πρὸ αὐτοῦ ὁ ὁρί-
ζων ἐλεύθερος, μὲ ὅλον τὸ ἀναπεπταμένον πεδίον τῆς Αἰωνίου Ἀνοί-
ξεως, ἐν ᾧ ὁ Ἀείποτε δι’ αὐτὸν Ἀνατέλλων Ἥλιος, σκορπίζει πέριξ
αὐτοῦ τὰς Ζωηφόρους Ἀκτῖνας Του.

10. Ὁ ἄνθρωπος κατέπεσεν ἐκ τοῦ ὕψους τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ


τελειότητος καὶ ἀγνότητος καὶ διὰ νὰ ἀνέλθῃ εἶναι ἀνάγκη νὰ δι-
έλθῃ διαφόρους σταθμούς, προχωροῦντας εἰς τὴν κορυφὴν τῆς
πλήρους αὐτοῦ ἐξελίξεως καὶ τελειοποιήσεως.
Διὰ νὰ δυνηθῇ ὅμως νὰ φθάσῃ ἕως ἐκεῖ, ἔχει νὰ ἀντιμετωπίσῃ πλεί-
στας ὅσας δυσχερείας, προερχομένας ἐκ τῶν φυσικῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν
του, αἱ ὁποῖαι τὸν ἐχουν προσκεκολλημένον ἐπὶ τῆς ὕλης καὶ δὲν τοῦ
ἐπιτρέπουν νὰ σκεφθῇ ὡριμώτερον. Ὁμοιάζει μὲ ἕνα συνήθη ταξειδι-
ώτην ἑνὸς τραίνου, τὸ ὁποῖον διέρχεται ἀπείρους σταθμοὺς μέχρι τοῦ
τέρματος τοῦ ταξειδίου του. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος ὅσον καὶ ὁ
ταξειδιώτης οὗτος. Ὁ διευθύνων τὸ τραῖνον δὲν ἐπεμβαίνει εἰς τὰς ὀρέ-
ξεις ἢ τὰς ἐπιθυμίας ἢ καὶ εἰς τὰς διαθέσεις τοῦ ἐπιβάτου.
Δύναται οὗτος νὰ τρώγῃ κατὰ βούλησιν, νὰ ἀναγιγνώσκῃ, νὰ παρα-
κολουθῇ μετ’ ἐνδιαφέροντος τὰ διάφορα τοπεῖα, τὰ ὁποῖα ἐξελίσσονται
πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν του, ἐφ’ ὅσον τὸ τραῖνον προχωρεῖ δύναται ἀκόμη
νὰ συζητῇ ἐπ’ αὐτῶν καὶ νὰ μανθάνῃ οὐ μόνον τὰς ὀνομασίας των, ἀλλὰ
καὶ τί ταῦτα ἐμπερικλείουσιν εἰς τὰ βάθη τοῦ ἐκτεινομένου ὁρίζοντός
των. Κανεὶς ἐκ τῶν συνεπιβατῶν του δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἐμποδίσῃ
αὐτὸν ἀπὸ οἱανδήποτε πράξιν του, μὴ ὑπαγομένην εἰς τοὺς κανόνας τοῦ
δρομολογίου του. Ὁ ἐπιβάτης οὗτος εἶναι ἀκόμη ἐλεύθερος νὰ ἐξέλθῃ
ἔξω καὶ νὰ παραμείνῃ εἰς ἕκαστον σταθμόν, ὅσον καὶ ἂν θέλῃ.

23
Δύναται ἀκόμη νὰ ἐπιφέρῃ ζημίας εἰς τὰ ἀντικείμενα τοῦ σιδηρο-
δρόμου ἢ εἰς τοὺς συνεπιβάτας του, τὰς ὁποίας ὅμως ὀφείλει νὰ ἀποζη-
μιώσῃ. Ἐὰν δὲν τὸ πράξῃ ὀφείλει νὰ τιμωρηθῇ ὑπὸ τοῦ κανονισμοῦ τοῦ
σιδηροδρόμου ἢ καὶ τῶν ἐπικρατούντων θεσμῶν καὶ κανόνων μεταξὺ
τοῦ πλήθους τῶν συνεπιβατῶν του. Ἐὰν θέλῃ δύναται νὰ παραμείνῃ εἰς
ἕνα οἰονδήποτε σταθμόν, τὸν ὁποῖον διέρχεται ἐπὶ ὅσον χρονικὸν διά-
στημα καὶ ἐὰν θέλῃ.
Ὀφείλει ὅμως νὰ μὴν ὑπερβῇ τὸ χρονικὸν διάστημα τῆς ἀναγκαίας
σταθμεύσεως τοῦ σιδηροδρόμου, διότι τότε θὰ ἐγκαταλειφθῇ μέχρις
ὅτου διέλθῃ νέα ἁμαξοστοιχία καὶ τὸν παραλάβῃ. Ἐὰν ὅμως παραμείνῃ
περισσότερον καὶ ἀφήσῃ νὰ διέλθῃ καὶ αὕτη τότε δὲν θὰ δύναται νὰ ἔχῃ
τὰ αὐτὰ δικαιώματα καὶ τὰς ἀπολαβάς, τὰς ὁποίας οἱ προγενέστεροι
αὐτοῦ διελθόντες ἔχουσιν.
Ἐπὶ παραδείγματι ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐπιβατῶν τοῦ σιδηροδρόμου
τούτου εἰρήσθω ὅτι εἶναι ὡρισμένος. Τὰ διαθετόμενα τρόφιμα εἰς ἑκα-
στον σταθμὸν ἐπίσης ὡρισμένα. Ἐὰν οἱ πρῶτοι διελθόντες εὕρωσι τὰ
διαθετόμενα καὶ ἐκλέξουσι μεταξὺ αὐτῶν, οἱ καθυστερήσαντες θὰ ὑπο-
λειφθῶσι κατά τι, διότι θὰ ἐκλέξωσι μεταξὺ τῶν ἥδη ἐκλεγέντων καὶ οἱ
ὑπολειπόμενοι τὰ ἐναπομενόμενα. Ὁ πρῶτος ὅθεν ὅστις διέλθει οὗτος
καὶ δύναται νὰ εὕρῃ τὰ καταλληλότερα μέσα τῆς συντηρήσεώς του
καὶ τοῦ ταξειδίου του. Ὅσοι ὅμως καθυστεροῦν εἰς ἕκαστον σταθμόν,
οὐ μόνον πληρώνουν ἀναγκαστικῶς νέον εἰσητήριον ἢ πρόσθετον
φόρον τῆς καθυστερήσεως εἰς τὴν Διεύθυνσιν τῆς ἀμαξοστοιχίας,
ἀλλὰ καὶ ὑστεροῦν εἰς τὰς παρεχομένας ἀπολαβάς, ἃς οἱ πρῶτοι δι-
καιοῦνται.
Διὰ τοῦτο μεταξὺ τῶν ταξειδιωτῶν ταύτης ὑπάρχει ἡ ἐσωτερικὴ
ἅμιλλα τίς πρῶτος νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ ταξειδίου του καὶ ἐκπλη-
ρώσῃ τὸν σκοπὸν αὐτοῦ μὲ ὀλιγωτέρας στενοχωρίας καὶ ἀποζημιώσεις.
Ἐκεῖνοι ὅμως οἵτινες καθυστεροῦν ἀναγκάζονται νὰ περιμένουν εἰς τὸν
σταθμόν, πολλάκις ἐν μέσῳ τοῦ συνωστισμοῦ τοῦ πλήθους, τὸ ὁποῖον
καὶ τοῦτο ἀναμένει τὴν διέλευσιν νέας ἀμαξοστοιχίας καὶ συνωθεῖται ἐν
μέσῳ τοῦ στενοῦ χώρου τοῦ σταθμοῦ ἢ τοῦ ψύχους ἣ τῶν ἀνεπαρκῶν
ἐφοδίων καὶ πολλάκις εἰσέρχεται εἰς αὐτὴν καὶ ἵσταται ὄρθιος, διότι τὰ
ἀναπαυτικὰ ἀνάκλιντρα ἢ καθίσματα κατελήφθησαν ὑπὸ τῶν ἐπιβα-
τῶν τῶν προγενεστέρων σταθμῶν. Ἐὰν δὲ δὲν ἔχῃ τὴν ἀπαιτουμένην
τόλμην καὶ καρτερικότητα καὶ παραμείνῃ ἀναμένων τὴν ἀμαξοστοι-
χίαν ἐκείνην, ἥτις θὰ εἶχεν ὀλιγωτέρους συνεπιβάτας θὰ διωχθῇ ἐκ
τοῦ μέρους εἰς ὃ ἔδει νὰ παρευρίσκεται ἐντὸς ὡρισμένου χρονικοῦ
διαστήματος καὶ θὰ ἀναγκασθῇ ἐκ νέου νὰ ἀκολουθήσῃ τὸ ἴδιον δρο-
μολόγιον εἰς νέαν προθεσμίαν, καθ’ ἣν ὁρίζεται πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς
ἐντελοῦς αὐτοῦ ἐξαγνίσεως καὶ τελειότητος.
Ὁ ἄνθρωπος ὅθεν ὁ καταπεσὼν ὁμοιάζει μὲ τοὺς ἐπιβάτας τῆς ἀμα-
ξοστοιχίας, οἵτινες εἶναι ἐλεύθεροι νὰ πράττωσι κατὰ βούλησιν, ἀλλὰ

24
καὶ οἱ ὁποῖοι εἶναι ὑποχρεωμένοι εἰς ὡρισμένον χρονικὸν διάστημα νὰ
εὑρίσκωνται εἰς τὸ τέρμα τοῦ ταξειδίου των, ἐὰν δέν θέλωσι νὰ ἀπωλέ-
σωσι τὰ δικαιώματα, τὰ ὁποῖα θὰ ἐχωσιν ἐπὶ τοῦ σκοποῦ καὶ τοῦ ἔργου
δι’ ὃ ἐκλήθησαν νὰ παρίστανται.
Θὰ ἀπομακρυνθῶσι δὲ πάντες ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι καθυστερήσαντες
ἀπώλεσαν τὰ ἐκ τῆς ταχθείσης προθεσμίας προκύπτοντα ὠφέλη καὶ
θὰ ἀναγκασθῶσι νὰ ἐπανέλθωσι διὰ τοῦ αὐτοῦ δρόμου, εἰς νέαν, κα-
θορισθεῖσαν εἰς αὐτοὺς προθεσμίαν, ἀποζημιοῦντες συγχρόνως τὴν
Διεύθυνσιν διὰ τὴν νέαν καθυστέρησίν των καὶ διὰ πᾶσαν βλάβην, ἧς
ἐγένοντο πρόξενοι.
Οὕτω δὲ ἐπαναλαμβάνεται ἡ ζωὴ τοῦ αὐτοῦ ἀνθρώπου, μέχρις ὅτου
φθάσῃ εἰς τὴν ὡρισμένην πνευματικὴν ἐξέλιξιν καὶ τελειοποίησίν του,
μέχρις ὅτου ἐκπληρώσῃ τὸν σκοπὸν τῆς ἀποστολῆς του, ἢ τῆς προ-
σκλήσεώς του.
Διὰ νὰ φθάσῃ ὅμως εἰς ἕνα οἱονδήποτε τέρμα εἰς ὃ προορίζεται,
ἀνάγκη νὰ διέλθῃ καὶ τοὺς σταθμοὺς ἐκείνους, οἵτινες εὑρίσκονται εἰς
τὴν ὁδόν, ἣν ἀκολουθεῖ. Οἱ σταθμοῖ οὗτοι εἶναι οἱ διάφοροι σταθμοὶ
τῆς προόδου καὶ ἀναπτύξεως, οἵτινες σημειοῦνται εἰς ὁλόκληρον τὴν
ἀνθρωπότητα διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἀπὸ τῆς πρώτης αὐτῆς ἐμφανί-
σεως ἐπὶ τῆς γῆς, μέχρι τῆς συντελείας τῆς ἐπ’ αὐτῆς διατηρήσεώς της.
Θάρρος δὲ καὶ μεγάλη καρτερικότης διακρίνει ἐκείνους, οἵτινες ἐπανέρ-
χονται ἐκ τοῦ τέρματος τοῦ ταξειδίου των εἰς τὴν ἀρχήν, ὅπως διδάξωσι
τοὺς μετ’ αὐτῶν συνεπιβάτας ὅτι ἔχουσι καθῆκον νὰ μὴ ὑστερῶσιν οὐ
μόνον εἰς τὰ ἐπιβαλλόμενα εἰς αὐτοὺς καθήκοντα, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν
ταχεῖαν καὶ ἀπαράβατον αὐτῶν τήρησιν, ἐὰν θέλωσι νὰ ἀπολαύσωσι
τῶν ἀγαθῶν καὶ τῆς τιμῆς καὶ δόξης, ἥτις τοὺς ἀναμένει εἰς τὸ τέρμα τοῦ
ταξειδίου των, αἱ ὁποῖαι θὰ εἶναι ἀνάλογοι τῆς τηρηθείσης ὑπ’ αὐτῶν
ἀγωγῆς καθ’ ὅλον αὐτοῦ τὸ διάστημα.
Ὁ τηρήσας δὲ ἐπακριβῶς τὰ διατεταγμένα καθ’ ὅλον τὸ διάστημα
τοῦ ταξειδίου του μέχρι τοῦ τέρματος αὐτοῦ ἀπαραβιάστως καὶ ἐπα-
νερχόμενος καὶ πάλιν εἰς τὸ μέρος τῆς ἐκκινήσεώς του, δὲν ἐπανέρχε-
ται διὰ νὰ ὑποστῇ τὰς νέας ταλαιπωρίας τοῦ ταξειδίου τούτου πρὸς
τιμωρίαν ἢ δοκιμὴν νέαν, ἀλλὰ ἐντέλλεται ὑπὸ τοῦ Διευθύνοντος τὰ
πάντα, ὅπως ἀνεγείρῃ ἕνα νέον σταθμόν, ἀναγκαῖον, ὅστις ἐλλείπει
καὶ συμπληρώσῃ τὰ κενὰ, τὰ ὁποῖα παρουσιάζονται ἐν ταῖς κανονι-
καῖς καὶ τακτικαῖς ἀνάγκαις τῆς ἁμαξοστοιχίας καὶ τῶν ἐν αὐτῇ ἐπι-
βαινόντων.

25
11. Ὁ ἄνθρωπος ἐκπεσὼν καὶ ἀπωλέσας διὰ τῆς παρόδου τοῦ χρό-
νου καὶ διὰ τῶν μεσολαβουσῶν μεταβολῶν ἐν τε τῇ ζωῇ του καὶ τῇ
γηΐνῃ ἐπιφανεία, τὴν ἀρχικὴν πνευματικήν του δύναμιν καὶ τὰς
νῦν ὑπολανθανούσας ψυχικὰς ἰδιότητας, ἤρχισε νὰ μεταβάλλῃ οὐ
μόνον τὸν πραγματικὸν σκοπόν, ὡς Ἐνθέως τοῦ ὑπεδείχθη, ἀλλὰ καὶ
αὐτὸν τὸν καθημερινὸν βίον αὐτοῦ.
Αἱ ὑλικαὶ ἀνάγκαι, ἃς οὗτος ἐνεκολπώθη, ἐδημιούργησαν ἐν αὐτῷ
πλείστας ὅσας ἀδυναμίας, τὰς ὁποίας ὤφειλε νὰ ἱκανοποιήσῃ. Ἡ ἱκα-
νοποίησις δὲ τούτων ἐπέφερε τὴν τελείαν αὐτοῦ ὑποδούλωσιν ἐν τῇ
σαρκὶ, ἐν τῇ ὕλῃ, ἥτις ἀπέβη ὁ κυριώτερος μοχλὸς πασῶν τῶν ἐνερ-
γειῶν του, ἡ ὁποία κατέστη ὁ μόνος καὶ ἀποκλειστικὸς σκοπὸς πάσης ἐν
τῇ ζωῇ ἐνέργειάς του.
Ἀπὸ ὑψιπετὴς κατέπεσεν εἰς τὰ χθαμαλώτερα ἐπίπεδα τῆς γηΐνης
ἐπιφανείας καὶ συνανεμίχθη μετὰ τοῦ βορβόρου, τῆς κόπρου καὶ τῆς
λάσπης. Ὄχι μόνον τελείως ἀπεξενώθη ἐκ τοῦ Παραδείσου τῆς Εὐτυ-
χίας, ὄχι μόνον ἀπεστερήθη τῶν ἐπαγγελιῶν τῆς ψυχικῆς αὐτοῦ ἐξελίξε-
ως καὶ προαγωγῆς, οὐ μόνον ἀπώλεσε διὰ παντὸς τὴν Εὐτυχίαν καὶ τὴν
Γαλήνην αὐτῆς, ὄχι μόνον ἀπέβαλε σὺν τῷ χρόνῳ τὰς ψυχικὰς ἐκείνας
ἰδιότητας, δι’ ὧν ἠδύνατο ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν νὰ ἐπιφωτίζεται ὑπὸ τοῦ
Θείου καὶ νὰ εἶναι κάτοχος πάντων τῶν ὑψηλῶν συναισθημάτων τῆς ψυ-
χῆς, δι’ ὧν ἔζη εἰς ἕνα Αἰώνιον Παράδεισον ἐστερημένον παντὸς πόνου
καὶ θλίψεως, ἀλλὰ καὶ τόσον ἐζημιώθη ἐν ταῖς σαρκικαῖς ἀπολαύσεσι καὶ
ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τῶν ὑλικῶν αὐτοῦ ἀναγκῶν, οὕτως ὥστε νὰ λησμο-
νήσῃ ἐν τῇ διελεύσει τοῦ χρόνου, οὐ μόνον τὸν σκοπόν, δι’ ὃν ἦλθεν ἐν
τῷ κόσμῳ καὶ δι’ ὃν ἐτέθη ὑπεράνω πάσης ἄλλης ζωϊκῆς ὀντότητος ἐν
τῇ γῇ, ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τόν ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΝ του ΘΕΟΝ, Ὅστις τοῦ ἔδωσε
τὰ σκῆπτρα τῆς τε Πνευματικῆς καὶ Ὑλικῆς βασιλείας ἐν τῇ γῇ.
Οὐδὲν ἄλλο ἐκ τῶν ζώων θὰ ἠδύνατο νὰ λησμονήσῃ τὸν Εὐεργέτην
του, Ὅστις τοῦ ἐχάρισε τὴν ζωήν, μεθ’ ὅλων αὐτῆς τῶν ἀπολαύσεων
καὶ ἀγαθῶν, πλὴν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀνθρωπος ἄρα κατέστη κτηνωδέ-
στερος καὶ αὐτῶν τῶν τετραπόδων, τὰ ὁποῖα ἡ Πάνσοφος Δημιουργὸς
Δύναμις ἄφησεν εἰς τὴν διάθεσιν αὐτοῦ καὶ τὰ ὁποῖα ἔκαμε πρὸς ἐξυπη-
ρέτησιν καὶ διατήρησιν τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς.
Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἐφαίνετο τόσον ἄστοργος καὶ
ἐπιλήσμων τῶν Θείων Ἐπαγγελιῶν, τῶν ἐπιζητουσῶν νὰ ἀναβιβάσωσιν
αὐτὸν εἰς ὑψηλότερον πνευματικὸν ἐπίπεδον, νὰ δωρήσωσιν εἰς αὐτὸν
ἐκτὸς τῆς κατακτήσεως τοῦ ὑλικοῦ κόσμου τῆς γῆς καὶ τὴν κατάκτησιν
καὶ ἐξουσίαν ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου καὶ τοῦ Οὐρανοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος δὲν ηὐχαριστεῖτο νὰ ἔχῃ ἕνα ἄλλον ὑπέρτερον αὐτοῦ,
τοῦ ὁποίου πειθηνίως νὰ ἐκτελῇ τὰς Ἐμπνεύσεις καὶ ὁδηγίας. Ὁ Θεὸς
ἐβασίλευεν ἐν αὐτῷ. Ἡ Σοφία ἐνεπνέετο ὑπὸ τῆς Θείας Φωτοβόλου
Ἐπισκοπήσεως ἐν ταῖς βάθεσι τῆς ψυχῆς αὐτοῦ. Αἱ πρῶται σκέψεις
του ἐν τῷ καθορισμῷ τῶν περιστοιχιζόντων αὐτὸν ἀντικειμένων, πραγ-

26
μάτων, ἐντυπώσεων καὶ φαινομένων ὑπεβάλλοντο ὑπὸ τῆς ἐσωτερικῆς
αὐτοῦ Ἐνθέου ἐπιφωτίσεως τοῦ Παρακλητικοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖον
τὸν ὡδήγει. Ἔπρεπε ὁ ἄνθρωπος νά ἀποτινάξῃ τὸν ζυγόν, τὸν ὁποῖον
ἐθεώρει ὅτι περιέσφιγγε τὸν τράχηλον αὐτοῦ. Ἔπρεπε νὰ ἀποδιώξῃ ἐκ
τῶν μυχίων αὐτοῦ τὴν ἐσωτερικὴν Θείαν Δάδα, ἥτις ἐφώτιζεν ἕκαστον
αὐτοῦ βῆμα.
Ἀπεφάσισε νὰ γίνῃ κύριος ἐαυτοῦ, ὅπως ἦτο καὶ κύριος τῆς γῆς.
Ἐσκέφθη ὅτι θὰ ἦτο προτιμώτερον νὰ δοκιμάσῃ μίαν περιπλάνησιν ἀνὰ
μέσον τοῦ κόσμου, ὅστις τὸν περιέβαλλεν, παρὰ νὰ μείνῃ προσηλω-
μένος ἐν μέσῳ τοῦ στενοῦ καὶ περιορισμένου κύκλου τῆς ἐσωτερικῆς
αὐτοσκοπήσεως του. Ἔπρεπεν ὡς γνώστης τῆς Ἐλευθερίας νὰ ἀφεθῇ
ἐλεύθερος διὰ νὰ ὁδηγῇ ἑαυτόν. Διατί νὰ ὑποτάσσεται εἰς τὴν Θέλησιν
ἑνὸς Δημιουργοῦ, Ὅστις νὰ ἐπιβαρύνῃ αὐτὸν μὲ τοὺς Νόμους τῆς Ἠθι-
κῆς καὶ Πνευματικῆς Του Δικαιοσύνης καὶ διατί νὰ μὴν ἀνεγείρῃ ὁ ἴδιος
τὰ κυριαρχικὰ δικαιώματα τοῦ αὐτοῦ Νόμου μὲ πλήρη ἐπέκτασιν καὶ ἐπὶ
τῆς ὑλικῆς φύσεως, τῆς ὁποίας οὗτος ἐθεωρεῖτο ὁ Ἀπόλυτος Κύριος καὶ
Ἄρχων; Διατί νά ζῇ ἐν μέσῳ τῶν κανόνων τῆς Πνευματικῆς Ἰσχύος, τῶν
ὑποβαλλομένων ὑπὸ μιᾶς ἄλλης ἐμπνεὺσεως καὶ ὑποδείξεως καὶ δια-
τί νὰ μὴν ἀκολουθήσῃ τοὺς κανόνας τῆς σωματικῆς ὑπεροχῆς καὶ τῶν
σαρκικῶν ὁρμῶν;
Ὁ ἄνθρωπος ἔπρεπε νὰ δοκιμάσῃ καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀφοῦ
πλήρως ἐγνώρισε τὰ Πνευματικά. Ἀφέθη ἐλεύθερος καὶ ἔπραξεν ὅτι ἡ
ἐλευθερία τῶν ὁρμῶν του ἐπεζήτει. Ἅπαξ δὲ παρασυρθεὶς εἰς τὴν ἐξυ-
πηρέτησιν τῶν σαρκικῶν του ἀναγκῶν δὲν ἔμεινεν ἀδρανής. Κατώρθω-
σε τόσον νὰ παρασυρθῇ ὥστε νὰ ἐγκαταλείψῃ πᾶσαν πνευματικήν του
ἐνασχόλησιν καὶ νὰ καταστῇ τέλειον κτῆνος, μὴ ἔχον ἄλλον τινὰ σκο-
πόν, πλὴν τῆς ἀπολαβῆς τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ἔμεινε δὲ κυλιόμενος εἰς
τὸν βόρβορον, μέχρις οὑ μία φοβερὰ ἀναστάτωσις ἐπὶ τῆς γῆς τὸν ἔκα-
με νὰ ἀνανήψῃ ὀλίγον καὶ νὰ σκεφθῇ ὅτι δὲν εἶναι ὁ μόνος Κυρίαρχος
ἐπὶ τῆς γῆς, εἰς τὴν ἐξουσίαν τοῦ ὁποίου τὰ πάντα ὑποκύπτουσιν, ἀλλ’
ὅτι ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη Ἀνωτέρα ἀπὸ αὐτὸν Δύναμις, ἥτις ἐξουσι-
άζει τὴν φύσιν ὁλόκληρον καὶ ὑπὸ τὴν αὐστηρὰν Αὐτῆς ἐπίβλεψιν
κινοῦνται οἱ ἐν τῷ Ἀπείρῳ κόσμοι.
Ἐν μέσῳ δὲ τῶν συγκρουομένων στοιχείων τῆς φύσεως, ἐν μέσῳ τῶν
καταχθονίων κρότων τῆς φλεγομένης γῆς, ἐν μέσῳ τῶν ὑδατίνων κα-
ταρρακτῶν, οἱ ὁποῖοι συνετάρασσον ὁλόκληρον τὴν γῆν καὶ μετέβαλλον
τὴν ἀρχικὴν αὐτῆς ὄψιν καὶ ἔθαψαν ὑπὸ τὰς ἀνοιγομένας ἀβύσσους τοῦ
ἐδάφους αὐτῆς, σύμπαντας τοὺς ἀκμάζοντας πολιτισμοὺς τῆς ἐποχῆς
ἐκείνης, ὁ ἄνθρωπος ὁ διασωθείς ἐσκέφθη ὅτι δὲν εἶναι ὁ μόνος Κυρίαρ-
χος αὐτῆς, ὁ Ἀπόλυτος Ἄρχων τῆς φύσεως καὶ τῶν νόμων αὐτῆς, ἀλλ’ ὅτι
ὑπεράνω αὐτοῦ καὶ αὐτῶν ὑπῆρχε μία ἄλλη Δύναμις, ἰσχυροτέρα τῆς
ἑαυτοῦ δυνάμεως, ὑπὸ τὴν Ἀπόλυτον Βούλησιν τῆς ὁποίας διετέλει.
Ὁ ἄνθρωπος τότε ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς του ἐπεζήτησε νὰ ἀνεύρῃ

27
τὴν πρώτην ἐκείνην δᾶδα, ἥτις ἐπεφώτιζε τὴν ἐσωτερικὴν τοῦ πνεύμα-
τός του διάλαμψιν. Ἐνέτεινε τὰς δυνάμεις αὐτοῦ τὰς πνευματικάς,
διὰ νὰ ἀνεύρῃ τὸν μῖτον, δι’ οὗ νὰ ὁδηγηθῇ εἰς τὸ πνευματικὸν ἐκεῖνο
σπήλαιον, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐξῆλθε καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ἐξηκολούθη νὰ καίῃ ἡ
Ἄσβεστος δάς. Κατέβαλεν ὅλας αὐτοῦ τὰς προσπαθείας καὶ γονυκλινὴς
καὶ μετανοῶν ἐζητήσατο ὅπως τοῦ δοθῇ ἔστω καὶ διὰ μίαν στιγμὴν τὸ
Ζώπυρον ἐκεῖνον Φῶς, τὸ ὁποῖον ὁ προπάτωρ του ἄνθρωπος κατεῖχε
καὶ ὡδηγεῖτο ἀνὰ πᾶν αὐτοῦ βῆμα εἰς τὴν ὁδὸν τοῦ προορισμοῦ του καὶ
τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ ἐξελίξεως.
Ὅσον ὅμως καὶ ἄν προσεπάθη δὲν ἠδύνατο νὰ ἀκούσῃ ἄλλο τι
παρὰ τὴν φωνὴν τῆς ἐξεγειρομένης συνειδήσεώς του, ἥτις τὸν ἔτυπτε
διηνεκῶς καὶ τὸν ἤλεγχε διὰ τὰς παρεκτροπάς του. Τὸ Πνευματικὸν
σπήλαιον, ἐξ οὗ ἀνεχώρησεν, ἐκαλύπτετο καὶ ἐκρύβετο ὑπὸ τῶν ὑψη-
λῶν καὶ ἀδιαπεράστων τειχῶν τῆς ὕλης, τὰ ὁποῖα οὕτος αὐτοθελήτως
ἀνήγειρε διὰ νὰ κρύψῃ ὑπ’ αὐτὰ τὴν Ἅσβεστον Φλόγα τοῦ Πνευματι-
κοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον δὲν ἠνείχετο καὶ τοῦ διηρέθιζε τοὺς ὀφθαλμούς,
ἡ δὲ Φωνὴ τῆς Θείας Ἐμπνεύσεως, ὡς ἐκ τῆς μεγίστης ἀποστάσεως,
ἥτις τὴν διεχώριζεν ἀπ’ αὐτοῦ, δὲν ἦτο πλέον εὔκολον νὰ ἀκουσθῇ.

12. Ὁ ἄνθρωπος ἀπεμακρύνθη τοῦ κυρίου προορισμοῦ του καὶ ἐλη-


σμόνησε τὸν Θεόν του.
Ἐλησμόνησεν ὅτι ἐν ἑαυτῷ ἐνέκλειε τὴν Ἀθάνατον Ὑπόστασιν
τοῦ Πνεύματός Του, ἥτις οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει μὲ τὴν φθαρτὴν ὕλην,
τὴν ὁποίαν ἁπλούστατα ἐμψυχώνει.
Παρεῖδεν ἐν τῇ ὑποδουλώσει αὐτοῦ ἐν τῇ ὕλῃ καὶ ἐν τῇ λατρείᾳ της,
τὰς Ὑπερτάτας αὐτοῦ Πνευματικὰς ἰδιότητας, τὰς ὁποίας ἄφησε νὰ τὸν
ἐγκαταλείψουν. Ἀπὸ μέγας τοῦ κόσμου Ἱεροφάντης καὶ τῶν Ἀποκρυ-
φιστικῶν Ἀρχῶν καὶ Νόμων Ἑρμηνευτής, κατέστη ἀκόλουθος τῶν
ζωωδεστέρων ἐνστίκτων. Ὑποκατέστησεν ἐν ἐαυτῷ τὰς ὁρμὰς καὶ τὰ
ἄγρια ἔνστικτα τοῦ σωματικοῦ του ὀργανισμοῦ καὶ δὲν ἐπέτρεψεν εἰς
τὰς ψυχικάς του δυνάμεις νὰ καλλιεργηθῶσι καὶ ἀποκατασταθῶσιν ἐν
ἐαυτῷ μεθ’ ὅλην τὴν δυναμικὴν ἐνέργειάν των.
Ἒκοψε τὰς πτέρυγας τῶν Πνευματικῶν του ἐξάρσεων, τῶν ἀνυ-
ψουσῶν αὐτὸν μέχρι τοῦ Θρόνου τοῦ Θείου, διότι ἠθέλησε νὰ βαδίσῃ
διὰ τῶν ποδῶν του, μὴ ἀποσπώμενος ὑπεράνω τοῦ γηΐνου ἐδάφους, τὸ
ὁποῖον ἐπίστευσεν ὅτι εἶναι ὁ ἀποκλειστικὸς τόπος τῆς διαμονῆς καὶ
ἐξελίξεως του.
Ἀνέτρεψεν ἐκ βάθρων τὰς παραδόσεις, τὰς ὁποίας Ἐνθέως ἐνεστερ-
νίσθη, ἐκ τῆς ἐσωτερικῆς διαισθήσεώς του ὑπὸ τοῦ Θείου, τὸ ὁποῖον
πρὸς αὐτὸν ἀπεκαλύφθη καὶ ἀνήγειρεν ἀντ’ αὐτῶν τὴν σκέψιν τῶν ὑλι-

28
κῶν ἐντυπώσεών του. Ἐπεδόθη μόνος του εἰς τὴν καλλιέργειαν τῶν ὑλι-
κῶν μέσων, ἐθέσπισε νόμους ἐξασφαλίζοντας τὴν προάσπισιν παντὸς
αὐτοῦ ὑλικοῦ συμφέροντος καταπατουμένου ὑπὸ τῶν ἄλλων, ἐνετρύφη-
σεν εἰς πᾶσαν ἡδονιστικὴν ἀπόλαυσιν καὶ παρεῖδε τὴν καλλιέργειαν τοῦ
πνεύματός του, τῶν ψυχικῶν του ἰδιοτήτων, τῆς ψυχικῆς του γαλήνης.
Ἤλπισεν ὅτι διὰ τῆς ἐπαυξήσεως τῶν ὑλικῶν μέσων τῆς διατροφῆς
καὶ συντηρήσεώς του ὅτι θὰ ἐπανακτήσῃ τὴν γαλήνην τῆς διασαλευθεί-
σης ψυχῆς του καὶ δὲν ἐγνώριζεν ἢ ἐσκέφθη ὁ δυστυχὴς ὅτι ἐπαυξανο-
μένων τῶν ἀναγκῶν του θὰ ἐπηύξανον ἐπίσης καὶ αἱ σωματικαί ἀπαιτή-
σεις του, ἄνευ τῆς ἐπαρκοῦς ἐκπληρώσεως τῶν ὁποίων θὰ καθίστατο
αἰωνίως δυστυχής.
Ἂν καὶ ἀπεμακρύνθη ὅμως τοῦ ΘΕΟΥ του, ἂν καὶ ἐλησμόνησε Αὐτόν,
ἐν τούτοις ὅμως Οὗτος δὲν τὸν ἐλησμόνησεν. Ἐν τῇ δυστυχίᾳ τοῦ βίου
του καὶ τῶν ἀναγκῶν του, ἐν μέσῳ τῆς ἐπαυξανούσης αὐτοῦ δυστυχίας,
τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας δὲν ἔπαυσε νὰ τῷ ἀποκαλύπτεται διαφοροτρό-
πως, νὰ τοῦ ὑποδεικνύῃ τὰ μέσα τῆς ἀνανήψεώς του, νὰ τοῦ ἐπουλώνῃ
τὰς πληγάς του, νὰ τοῦ ὑποδεικνύῃ τὸν τρόπον δι’ οὗ θὰ ἠδύνατο νὰ ἐπα-
νακτήσῃ τὴν γαλήνην τῆς ψυχῆς του, τὴν δυνατὴν εὐτυχίαν.
Ὁ Θεὸς ὡμίλησε πάντοτε εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ δὲν εἰσηκούσθη.
Ὡμίλησεν εἰς τὰ ἔθνη τῆς Ἀσίας διὰ τῆς ἐνσαρκώσεως ἐξελιγμένων
πνευμάτων, ὡμίλησεν εἰς τοὺς Ἰουδαίους διὰ τοῦ στόματος τῶν Προφη-
τῶν, ἀπεκαλύφθη εἰς τοὺς Αἰγυπτίους καὶ Ἕλληνας ἐν τῇ τελέσει τῶν
μυστηρίων Ἑρμοῦ τοῦ Τρισμεγίστου, διῆλθε διὰ μέσου τῶν τελετῶν τῶν
μαγικῶν συναθροίσεων τῶν Ἀσσυρίων, Χαλδαίων, Βαβυλωνίων καὶ Περ-
σῶν καὶ τέλος Ἐνεσαρκώθη ὁ Ἴδιος ἐν τῷ Προσώπῳ τοῦ Ἰησοῦ, διὰ
νὰ καταδείξῃ εἰς τὸν ἄνθρώπον ὅτι ὁ ἐπὶ γῆς προορισμός του ἔχει τὴν
ἀρχήν του ἐκ Θεοῦ. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι παρὰ μία ἀναγκαία μετάστασις
τῆς ψυχῆς εἰς ὑψηλοτέρους κόσμους, μὴ ἔχοντας σχέσιν μὲ τὴν ὑλικὴν
τοῦ σώματος ἐντρύφησιν, διὰ τὴν ὁποίαν καὶ μόνον ὅλος ὁ σκοπὸς τοῦ
ἀνθρωπίνου βίου περιωρίσθη. Ἐδίδαξεν εἰς τὸν ἄνθρωπον ὅτι ὀφείλει
νὰ ὑπομένῃ τὰς ταλαιπωρείας, τὸν κάματον, τὴν καταπολέμησιν τῆς
Ἀληθείας, ἥτις τῷ ἀποκαλύπτεται καὶ διὰ τὴν ὑποστήριξιν τῆς ὁποίας
δὲν πρέπει οὐδέποτε νὰ δειλιᾷ, ἔστω καὶ ἂν πρόκειται νὰ βασανισθῇ
ἢ νὰ ὑποστῇ τὸν μαρτυρικὸν θάνατον.
Ἐδίδαξεν ἐπίσης εἰς αὐτὸν ὅτι πρέπει νὰ ἔχῃ ἀπόλυτον πεποίθησιν
εἰς πᾶν ὅ,τι ἀκολουθεῖ καὶ νὰ μὴ δειλιᾷ πρὸ τῶν ἐπιβουλῶν τῶν ἰσχυρο-
τέρων, οἵτινες διὰ τὴν παγίωσιν τῶν ὑλιστικῶν συμφερόντων των, τὰ
ὁποῖα κλονίζονται ἐκ τῶν νέων ἰδεῶν, ἐπιζητοῦν πολλάκις νὰ τῷ ἐπιβλη-
θῶσιν ἀποκτείνοντές των. Ἐδίδαξεν εἰς τὸν ἀνθρωπον νὰ σέβηται τοὺς
ἄλλους καὶ τὴν γνώμην τῶν ἀντιπάλων του, ἐφ’ ὅσον στηρίζεται ἐπὶ τῆς
Ἀληθείας καὶ μὴ θέλει διὰ τῆς βίας νὰ ἐπιβάλῃ τὰς ἀρχάς του, διότι πά-
ντοτε ἡ βία καὶ ἄν ἐπὶ στιγμὴν ἐπικρατήσῃ, θὰ καταρριφθῇ ἐν τέλει
ὑπὸ τῶν ἰδίων αὐτῆς δυνάμεων.

29
Περιέβαλε τὸν ἄνθρωπον διὰ τῆς στοργῆς ἐκείνης, μεθ’ ἧς ἡ καλὴ
μήτηρ περιβάλλει τὰ τέκνα της, καὶ ἔδωσεν εἰς αὐτὸν ἐκτὸς τῆς Ζωῆς
Του καὶ αὐτὸ τὸ Σῶμα Του, τὸ ὁποῖον προσέφερεν ὡς ἐξιλαστήριον
μέσον μεταξὺ τῆς Στοργῆς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀγνωμοσύνης τοῦ ἀνθρώ-
που, ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τῆς ἀνθρωπίνης ἀναλγησίας, διὰ νὰ μεταβάλῃ
αὐτὸν εἰς Βωμὸν Θείας Μυσταγωγίας καὶ Θεοφόρου Σκηνώματος.
Ὡμίλησε εἰς τὸν ἀνθρωπον τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ὁποίαν περιέβαλλεν
δι’ ἀλληγοριῶν, ὅπως καταδείξῃ εἰς αὐτὸν τὴν κατάπτωσιν ἣν ὑπέστη
τὸ ἀνθρώπινον πνεῦμα διὰ μέσου τῶν αἰώνων, μὴ ἀντιλαμβανόμενον
ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐν ταῖς ἀλληγορίαις τῶν πνευματικῶν παραστάσεων
τοῦ κόσμου, ἐξ οὗ προῆλθεν, ἐξεικονίζοντο.
Ἐνέβαλεν εἰς τὴν ψυχὴν τῶν ἀκολούθων Του τὴν ὀλιγοπιστίαν, ἵνα
ἡ Ἀλήθεια ἐκπληρουμένη καταστῇ καταφανεστέρα. Ὥπλισε μὲ τῆς
προδοσίας τὸ δηλητηριῶδες φίλημα τὰ χείλη τοῦ μαθητοῦ Του, διὰ νὰ
ἀποδείξῃ ὅτι ὁ ἀνθρωπος κατέπεσεν τόσον ὥστε καὶ ἐν μέσῳ τοῦ
Φωτὸς ἐξακολουθεῖ νὰ τυφλώττῃ καὶ νά ἐκλαμβάνῃ τὰς Ἀκτῖνας τοῦ
Ἡλίου ὡς ἀδιαπέραστον ἀχλὺν σκότους.
Ἐταπεινώθη μέχρι τῶν κατωτάτων βαθμίδων τῆς γηΐνης καὶ ὑλικῆς
καταπτώσεως, γεννηθεὶς ἐν μέσῳ τῆς φάτνης ἀλόγων, ἐν μέσῳ τῆς κό-
πρου τῶν ζώων, διὰ νὰ ἀποδείξῃ ὅτι ἡ Καταγωγὴ τοῦ Πνεύματος δὲν
στηρίζεται ἐπὶ τοῦ λαμπροτέρου ὑλικοῦ περιβάλλοντος.
Ἔλαβε μεθ’ Ἑαυτοῦ τοὺς ἁλιεῖς, τοὺς ὁποίους κατέστησεν ἁλιεῖς
ἀνθρώπων. Ἐξέλεξε τοὺς ταπεινοὺς ἐργάτας τοῦ Πνεύματος διὰ νὰ κατα-
στήσῃ αὐτοὺς καλλιεργητὰς τῆς Σοφίας. Ἐγκατέλειψε τὸν Πατρικὸν Οἶκον
καὶ τὴν Φιλόστοργον Μητέρα, διὰ νὰ καταδείξῃ εἰς τὸν ἄνθρωπον ὅτι ὁ
ἐπίγειος οἶκος του καὶ τὰ σωματικά του αἰσθήματα οὐδεμίαν ἀξίαν καὶ
σχέσιν ἔχουσι μὲ τὸν Οἶκον καὶ τὰ αἰσθήματα τῆς Θείας Καταγωγῆς του.
Ἐνεποτίσθη μὲ τὴν ἀγνωμοσύνην ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι πρὸ μιᾶς στιγ-
μῆς ἐκραύγαζον ὑπὲρ Αὐτοῦ, διὰ νὰ ἀποδείξῃ ὅτι ὁ ἀνθρωπος φυσικῶς
ἀπαρνεῖται συνήθως, ἂν ὄχι πάντοτε, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα πρὸ μιᾶς ὥρας
ἐπρέσβευεν.
Ἐγκατέλειψε τὸ Θεῖον Του Ἐνδιαίτημα, ἡ Ὑψίστη Κορυφὴ τοῦ
Πνευματικοῦ Κόσμου, ἔκλινε τὴν Κεφαλὴν καὶ ἐταπεινώθη κάτωθεν
τοῦ ἀνθρωπίνου κτήνους, διὰ νὰ ἀνυψώσῃ τοῦτο μέχρι τῆς Κορυφῆς
Του καὶ ἀπὸ κτῆνος ἔχον ἀνθρωπίνην μορφήν, νὰ καταστήσῃ τοῦτο
Θεάνθρωπον.
Ἐνεκολπώθη πάντα τὰ στοιχεῖα τοῦ ἀνθρωπίνου νόμου, ἀναγνω-
ρίσας αὐτὰ ὡς Ἀληθείας καὶ ἐπιζητήσας διὰ τῆς Διδαχῆς Του τὴν συ-
μπλήρωσιν αὐτῶν, διὰ νὰ ἀποδείξῃ εἰς τὸν ἀνθρωπον ὅτι καὶ οἱ νόμοι,
οὓς τὸ πνεῦμα του ἐθέσπισεν εἶναι νόμοι προερχόμενοι ἐκ τῆς Θείας
Ἐμπνεύσεως, ἀφ’ οὗ ὁ Θεὸς κατοικεῖ ἐν αὐτῷ καὶ ἀφ’ οὗ ὁ ἄνθρωπος
ἀποτελεῖ μέρος τῆς Θείας Κληρονομίας, τὴν ὁποίαν ἐν τῇ προσπα-
θεία του ὀφείλει νὰ ἀποκαταστήσῃ ἐν ἐαυτῷ.

30
13. Ὁ ΘΕΟΣ ὁ ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ, ὁ ΑΝΑΡΧΟΣ καὶ ΑΪΔΙΟΣ, πρὸς σωτηρίαν
τοῦ ἀνθρώπου κατῆλθεν εἰς τὴν γῆν καὶ ΕΝΕΣΑΡΚΩΘΗ.

Ἀπὸ ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ κατέστη Πρόσωπον μὲ μορφὴν ἀνθρώπινην.


Ἀπὸ τὰς ἀφθάστους ἀναχρονιστικὰς περιόδους τῶν ἀμετρήτων
αἰώνων ἔλαβε μίαν χρονικὴν περίοδον καθωρισμένην καὶ ἐγένετο Ἄν-
θρωπος συγχρονισμένος μὲ τὴν ἱστορικὴν χρονολογίαν μιᾶς περιόδου
πολιτισμοῦ. Ὢν ὅμως Ἄναρχος παρέμεινεν καὶ ἐν τῷ ἀνθρωπίνῳ Σκη-
νώματί Του ἄνθρωπος.
Οἱ διαρρεύσαντες αἰῶνες τοῦ παρελθόντος ἀνέμενον τὴν ἐποχὴν
τῆς Καθόδου Του μετ’ ἀνυπομονησίας καὶ οἱ μεταγενέστεροι ὡμίλησαν
μετὰ δέους καὶ θαυμασμοῦ πρὸς τὸ Πρόσωπόν Του, τὸ ὁποῖον ἐν τῇ
ἱστορίᾳ καὶ τῷ πολιτισμῷ καὶ τῇ ἀνθρωπίνῃ ἀναγεννήσει καὶ προόδῳ
θεωρεῖται ὡς ἡ Ἀνατολὴ τῆς Ἡμέρας τῆς Ζωῆς.
Ἐν τῷ παρελθόντι τὸ φῶς τῶν ἀστέρων ἠδύνατο νὰ φωτίσῃ τὸ
σκότος, ἀλλ’ αἱ σκιαὶ τῶν ἀντικειμένων ἐκάλυπτον τὸ ὁριστικὸν σχῆμα
τῆς μορφῆς αὐτῶν, τὸ ὁποῖον μόνον αἱ Ἀκτῖνες τοῦ Θεϊκοῦ Φωτὸς
καθώρισαν. Ὁ ἀνθρωπος δὲν ἔζη, πρὸ τῆς Ἔνσαρκώσεως τοῦ Θείου
Πνεύματος, ἐντελῶς ἀπομεμακρυσμένος τῆς Ἀληθείας.
Ἡ Ἀλήθεια ὅμως ἐκρύπτετο ὄπισθεν τῆς φενάκης καὶ τοῦ ψεύδους
τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς, τῶν ὀμνυόντων ἐπὶ παρουσία τῶν ἀρχόντων
καὶ τοῦ λαοῦ εἰς τὸ Ὄνομα καὶ τὴν Δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκτε-
λοῦντων πᾶν ὅ,τι ὁ Μαμωνᾶς καὶ ἡ ὀλιγοπιστία τοὺς ὑπηγόρευεν,
ἕως ὅτου ἡ πραγματικὴ Ἀλήθεια ἀποκαλυφθεῖσα διὰ τοῦ Ἀλαθήτου
Στόματος, τοῦ συγκεντρώνοντος ταύτην, κατεδίκασε πάντας, ὅσους
ἐπρέσβευον τὸ ψεῦδος, ὑπὸ τὴν φενάκην αὐτῆς.
Τίς ποτὲ ἐν τῷ παρελθόντι ὕψωσε τὴν φωνὴν αὐτοῦ κατὰ τῶν ἐπι-
κρατούντων νόμων καὶ κατεδίκασεν αὐτούς;
Τίς ἐκ τῶν ἐλευθέρων ἔδωσε τὴν χείρα εἰς τοὺς δούλους καὶ
ἀπεκάλεσεν αὐτοὺς ἀδελφούς;
Τίς ποτὲ ἠδυνήθη νὰ εἴπη εἰς τὰ ἀκολουθοῦντα ἢ ὑποβλέποντα
αὐτὸν πλήθη, Ἐγώ Εἰμί τὸ Φῶς καὶ ἡ Ἀλήθεια καὶ ὁ Ἐμὲ ὁρῶν τὸν Πα-
τέρα Μου ἑώρακεν;
Τίς ποτὲ διεκήρυξεν «εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλος διὰ τρυμα-
λιᾶς βελόνης διελθεῖν ἢ πλούσιος εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν»;
Τίς εἶχεν τὴν γενναιοφροσύνην νὰ εἴπῃ «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς
ὑμῶν καὶ εὖ ποιεῖτε ὑπὲρ τῶν καταρωμένων ὑμᾶς»;
Τίς ἄλλος δὲ συνεχώρησε καὶ ηὐχήθη ὑπὲρ ἐκείνων, οἵτινες συνώ-
μωσαν ἐναντίον Του καὶ Τὸν ὡδήγησαν εἰς τὸν μαρτυρικὸν θάνατον;
Οὐδεὶς ἀνθρωπος, οὐδεὶς θνητὸς θὰ ἠδύνατο ποτὲ νὰ ἀνοίξῃ τὰς
πύλας τοῦ Παραδείσου καὶ νὰ ὁδηγήσῃ κατὰ τὰς ὑστάτας αὐτοῦ στιγ-
μὰς τὸν ληστὴν ἐν αὐτῷ.
Ἐκεῖνος ὅμως Ὅστις ἐδεήθη ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν αὐτοῦ, εἶχε καὶ τὸ

31
δικαίωμα νὰ εἴπῃ πρὸς αὐτόν: «Ἀπὸ τῆς ὥρας ταύτης μετ’ Ἐμοῦ εἶσαι
ἐν τῷ Παραδείσῳ.»
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἄπαξ παρασυρθεὶς ὑπὸ τῶν ἀμαρτιῶν τοῦ πα-
ρελθόντος, δυσκόλως ἀποβλέπει πρὸς τὴν Ἀλήθειαν καὶ τὴν ἐπάνοδον
αὐτοῦ εἰς τὴν ἀρχικὴν ὁδόν, ἐξ ἧς ἀνεχώρησε. Διὰ τοῦτο δὲ καὶ τὴν Ἐν-
σάρκωσιν ταύτην τοῦ Θείου Πνεύματος ἐν τῷ ἀνθρωπίνῳ σκηνώματι,
ἂν καὶ ἀνυπομόνως ἀνέμενεν, ἐν τούτοις οὐ μόνον τὴν παρεῖδε καὶ
τὴν ἐλεεινολόγησεν, ἀλλὰ καὶ τὴν κατεδίκασεν διὰ τοῦ ἀπανθρωπο-
τέρου καὶ φρικωδεστέρου τρόπου, τοῦ Σταυρικοῦ Θανάτου.
Ἐπίστευσεν ἐν τῇ μωρᾷ αὐτοῦ ἀντιλήψει ὅτι θὰ κατασυνέτριβε τὸ
Ἔργον τοῦ Ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ, ἐὰν προσῆπτεν Αὐτῷ τὴν κατηγορίαν
τοῦ λαοπλάνου καὶ ἐὰν κατεδίκαζεν Αὐτὸν ὡς κοινὸν κακοῦργον μεταξὺ
δύο λῃστῶν. Ἦτο τὸ ἴδιον ὡς ἐὰν ἐπίστευεν ὅτι ἠδύνατο νὰ ἐμποδίσῃ
τὴν ἀκτινοβολίαν τοῦ ἡλίου, ἐὰν περιέκλειεν τὰς ἀκτῖνας αὐτοῦ εἰς ἓνα
περιωρισμένον χῶρον. Ἀλλ’ ὁ Ἥλιος παραμένει Ἥλιος καὶ μετὰ τὸν πε-
ριορισμὸν ὅλων τῶν ἀκτίνων του, τῶν ἐπιπιπτόντων ἐπὶ τῆς γῆς.
Καὶ ἡ Θεία Μορφὴ τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἐξακολουθῇ νὰ ἀκτινοβολῇ διὰ
μέσου τῶν ἀλλεπαλλήλων μεταμορφώσεων καὶ ἀναπάλσεων τοῦ ἀν-
θρωπίνου πνεύματος ὡς Ἀείφωτος Λαμπὰς Ἀκενώτου καὶ Ἀσβέστου
Ἑστίας Φωτός, ἐξ ἧς μετελαμπαδεύθη ὅπως διαφωτίσῃ τὴν ἀχλὺν καὶ
τὰ σκότη, τὰ ὁποῖα ἐπεσώρευσαν ἐπὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἀμαθείας αἱ ἀμυ-
δραὶ καὶ ζοφεραὶ ἀναμνήσεις τοῦ παρελθόντος. Αἱ σκιαὶ τῶν ζοφερῶν
μορφῶν διαλύονται καὶ ἡ Ἀκτινοβολία τοῦ Φωτὸς τῆς Ἡμέρας διαχέε-
ται ἐν τῷ κόσμῳ.
Οἱ διαδεχθέντες ὅμως τὸ Θεῖον Ἔργον τοῦ Ἰησοῦ, οἱ ἀκούσαντες
τῆς Φωνῆς Αὐτοῦ, ἢ οἱ ἀναλαβόντες νὰ μεθερμηνεύσωσιν αὐτὸ εἰς τὰς
ἑπομένας γενεάς, ἠκολούθησαν πράγματι τὴν Ἀπρόσωπον Αὐτοῦ Δι-
δασκαλίαν, ἢ ἐγένοντο οἱ παρείσακτοι καὶ δημιουργοὶ τῶν ἀναχρο-
νιστικῶν ἐκείνων ἰδεῶν, τὰς ὁποίας, μὴ δυνάμενοι νά ἀποβάλωσιν
ἠναγκάσθηκαν νὰ παραδεχθῶσιν;
Ὁ Θεὸς ἐξεπλήρωσε τὴν ἐξ ἀποκαλύψεως τῶν ἀρχαίων μυστῶν
Ὑπόσχεσίν Του καὶ Ἐνεσαρκώθη, ἀλλὰ δυστυχῶς ὁ ἄνθρωπος καὶ μετὰ
τὸ ὀνειρευτὸν τοῦτο γεγονός, τὸ ὁποῖον ἔδει νὰ συγκλονίσῃ ἐκ βάθρων
τὰ θεμέλια τῶν παρελθουσῶν πεποιθήσεων αὐτοῦ καὶ ὑπὸ τὰ συντρίμ-
ματα αὐτῶν νὰ ἀνοικοδομήσῃ τὸν Ναὸν τῆς Ἀλαθήτου Σοφίας καὶ
τῆς πλήρους Δικαιοσύνης, ἐξηκολούθησε νὰ παραμένῃ ἀνεπηρέαστος
καὶ ἀμφίβολος. Οἱ αἰῶνες οἵτινες διέρρευσαν ἔκτοτε οὐδεμίαν κεραίαν
ἐπρόσθεσαν ἐπὶ τῆς ἀνθρωπίνης ἀναγεννήσεως καὶ τοῦ πολιτισμοῦ, ἡ
τῶν ἰδεῶν τοῦ παρελθόντος.
Οἱ διαστρεβλωταὶ τῆς Ἀληθείας παρέλαβον τὴν Πραγματικήν καὶ
Ἀλάθητον Ἀλήθειαν τῆς Θείας τοῦ Ἰησοῦ Διδασκαλίας καὶ ἐπένδυσαν
αὐτὴν μὲ τὰς ποικιλοχρώμους ἀμφιέσεις τοῦ ψεύδους, τὰς ὁποίας
συνέρραψαν ἐκ τῶν ὑπολειμμάτων τῶν παρελθόντων αἰώνων, τὰ

32
ὁποῖα ἡ ψαλὶς Αὐτοῦ δὲν κατώρθωσεν ἐντελῶς νὰ διατεμαχίσῃ. Ἐνε-
πνεύσθησαν ὑπὸ τοῦ Ἀλαθήτου Πνεύματος τὸ ἀρχικὸν σχέδιον τοῦ
ἱδρυθέντος Ναοῦ τῆς Σοφίας, ἐπὶ τοῦ ὁποίου οὗτοι παρέθεσαν καὶ ἐξαμ
βλώματα τῆς ἀνθρωπίνης ἐμπνεύσεών των.
Ἠθέλησαν νὰ περιφρουρήσωσι τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἀντὶ νὰ παρουσιά-
σωσιν αὐτὴν γυμνὴν ἐν τῷ κόσμῳ καὶ δι’ αὐτῆς νὰ φωτισθῶσιν οἱ ἀγνο-
οῦντες ταύτην, περιέβαλον αὐτὴν διὰ τοιχωμάτων, τὰ ὁποῖα κρατῶσιν
εἰς ἀπόστασιν πάντας ἐκείνους οἵτινες ἐπιθυμοῦσι νὰ τὴν πλησιάσωσι
καὶ ἐγγύτερον μελετήσωσιν αὐτήν. Ἐὰν δέ τις προσπαθήσῃ νὰ ὑπερ-
πηδήσῃ τὰ ὑπερύψηλα τοῦτα τείχη, πρὶν ἢ προφθάσῃ νὰ ἀναρριχηθῇ
ἐπ’ αὐτῶν, θὰ ἐξοντωθῇ ὑπὸ τῶν θανατηφόρων ὅπλων ἐκείνων, οἵτινες
ἐτέθησαν οἱ φρουροὶ τῆς Ἀληθείας νὰ ἐμποδίζωσι πάντα ἐπιθυμοῦντα
νὰ τὴν πλησιάσῃ καὶ τὴν ἐπιψαύσῃ.
Οἱ αἰῶνες τῶν μαρτυρίων τῆς ἐπαράτου δουλείας τῶν πρὸ Χριστοῦ
ἐποχῶν ὡχριοῦν πρὸ τῶν βασάνων καὶ τῶν μαρτυρίων, τὰ ὁποῖα ἡ ἀν-
θρώπινος ἀμάθεια ἐπεσώρευσε κατὰ τῶν ὀπαδῶν τῆς Χριστιανικῆς
Πίστεως, τῶν ὁποίων ἡ ἐλευθερία καὶ ἀντίληψις ἐξέρχεται τῶν δεσμῶν
μὲ τὰ ὁποῖα περιέβαλον, πρὸς περιφρούρησιν τὸ Θεῖον τοῦ Ἰησοῦ ἔργον.
Ὄχι μόνον δὲ οὗτοι θεωροῦνται ὡς αἱρετικοὶ καὶ ἄθεοι καὶ ἀνευλαβεῖς,
καταδικαζόμενοι ὑπὸ τῆς κοινῆς ἀρᾶς ἢ τοῦ ἀφορισμοῦ τῶν Ἀρχηγῶν
τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τὴν συνείδησιν παντὸς εὐλαβοῦς χριστιανοῦ, ἀλλὰ
καὶ ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ καταδικάζονται εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα νὰ ὑπο-
στῶσι τὰ φρικιαστικὰ μαρτύρια τῆς Κολάσεως.

14. Ὁ Ἥλιος τοῦ Φωτὸς καὶ τῆς Δικαιοσύνης ἐπὶ τοῦ κόσμου ἐγεν-
νήθη ὡς ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων επὶ τῆς γῆς.
Οὐδεὶς κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην ἐφαντάσθη ποτὲ ὅτι ὑπὸ τὴν πε-
νιχρὰν ἀμφίεσιν τοῦ Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου ἐκρύπτετο ὁ ἀναμενόμε-
νος Μεσσίας, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας τοῦ Ενσαρκωθέντος ΛΟΓΟΥ,
ὁ Απόλυτος καὶ Ἄναρχος Ἄρχων τῆς συμφιλιώσεως τοῦ ἀνθρώπου
μὲ τὸν Θεόν, τοῦ τυφλωθέντος καὶ λησμονήσαντος ἑαυτὸν ἀνθρώπου,
ὅστις δι’ Αὐτοῦ ἐπανέκτησε τὴν ἀπωλεσθεῖσαν του ὅρασιν καὶ ἐπανεῖδε
τὸ Φῶς τῆς Ἡμέρας καὶ πάλιν, ἐνητένισε τὸ Ζωοπάροχον Φῶς τοῦ ἀνα-
τέλλοντος ἐπὶ γῆς Πνευματικοῦ Ἡλίου.
Ὁ Ιησοῦς διῆλθε διὰ μέσου τῶν ἀνθρώπων ἀπαρατήρητος. Οὐδεὶς
ποτὲ ἐσκέφθη ὅτι ὁ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ φερόμενος ἦτο Ἐκεῖνος, πρὸ τοῦ
Ὁποίου ἔμελλον νὰ κύψουν πάντες οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ νὰ Τὸν
προσκυνήσουν. Οὐδεὶς ποτὲ ἐσυλλογίσθη ὅτι Οὗτος ἔμελλε νὰ εἶναι ὁ
Βασιλεὺς τῶν Αἰώνων, ὁ Ἄναρχος καὶ ἄνευ Τέλους, πρὸ τοῦ Ὁποίου οἱ
πολιτισμοὶ τῶν λαῶν καὶ οἱ δαδοῦχοι τοῦ Πνεύματος θὰ ἔσπευδον νὰ
ἀνάψωσι τὰς σβεσθείσας δάδας των, ἐκ τῆς Ἀειφώτου Αὐτοῦ Λυχνίας.

33
Οὐδεὶς ποτὲ παρετήρησε ὅτι ὁ ἄσημος ἐκεῖνος Ἰουδαῖος ἔμελλε νὰ δια-
δεχθῇ τὴν μετ’ Αὐτὸν ἐκλείψασαν βασιλείαν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Ἔθνους καὶ
οὐδεὶς πλέον Προφήτης θὰ ἐγεννᾶτο μεταξὺ τοῦ τόσον εὐμεταβλήτου
λαοῦ τούτου, ὅπως τοῦ κηρύξῃ τὴν Ἐπαγγελίαν, ἣν ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψεν
εἰς τοὺς προγόνους αὐτοῦ.
Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐγεννᾶτο ἦτο σκότος εἰσέτι. Ἡ ἀνατολὴ τοῦ Νέου
Φωτὸς ἐν τῷ ὁρίζοντι δὲν ἠδύνατο νὰ φθάσῃ ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ Ἀκτινο-
βολίᾳ καὶ τῇ θερμότητι ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας τῆς γῆς, διότι τὸν ὁρίζοντα
ἐκάλυπτον πυκνὰ νέφη, γεννηθέντα ἐκ τῆς πάχνης καὶ τοῦ ψύχους τῆς
νυκτός. Καὶ διὰ τοῦτο μάλιστα καὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν ᾐσθάνθησαν οὔτε
κατενόησαν τὸν ἀνατείλοντα Ἥλιον τοῦ Πνευματικοῦ Φωτός, τὸ
ὁποῖον ἐξεχύθη ἐκ τῶν ἀπεράντων ἀβύσσων τῆς Ἀνάρχου Αἰωνιότη-
τος, διὰ νὰ φωτίσῃ τὰ βάθη τῶν ἀβύσσων τοῦ μέλλοντος χρόνου.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ἱστορικῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πλὴν τῶν ταπεινῶν καὶ
ἀσήμων ἁλιέων, τῶν χρησιμευσάντων ὡς μαθητῶν Του, ἀναφέρει περὶ
τοῦ Προσώπου Ἐκείνου, τὸν Ὁποῖον ἀνέμενον οἱ αἰῶνες ἐπὶ τῆς γῆς νὰ
ἴδωσι, καὶ τοῦ Ὁποίου τὴν Ἀείφωτον Αἴγλην ἐσαεὶ οἱ αἰῶνες θὰ χαιρε-
τίζωσιν. Ἦτο τόσον τὸ σκότος τῆς γῆς, ὥστε καὶ αὐτοὶ οἱ ἐνοραματιζό-
μενοι καὶ ἀγωνιῶντες νὰ ἴδωσι τὴν ἀνατολὴν τοῦ Ἡλίου, δὲν ἠδυνήθη-
σαν νὰ διακρίνωσι τὸ Μεσουράνημά Του, ἐν μέσῳ τοῦ Ἀπλέτου Φωτὸς
τῆς ἡμέρας, τὸ ὁποῖον διεδέχθη τὴν Γέννησίν Του. Ἐναρκώθησαν τόσον
ἐκ τοῦ φέγγους τῶν διαττόντων ἀστέρων καὶ τῶν διερχομένων κομη-
τῶν, ὥστε ἐξέλαβον τὴν Φωτοβόλον Ὄψιν τοῦ Ἡλίου, ὡς τὴν ἐξακο-
λουθοῦσαν ἀναλαμπὴν τῆς σβυννομένης λάμψεώς των.
Οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀναφώνησεν: Ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, τὸ
Φῶς τῆς Ἀληθείας ἀνέτειλεν ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ οὕτω παρῆλθον οἱ αἰῶ-
νες καὶ τὸ Φῶς τοῦ Ἡλίου ἐσκιάσθη περισσότερον. Τὰ ἐκ τῆς πάχνης
τῶν ὑδρατμῶν τῆς νυκτὸς σχηματισθέντα νεφύδρια, τὰ καλύπτοντα
αὐτόν, συνεπυκνώθησαν. Μετεβλήθησαν εἰς ἐπιβλητικοὺς ὄγκους πυ-
κνομελαίνων νεφῶν, τὰ ὁποῖα ἐσκέπασαν ὁλόκληρον τὸν Οὐρανόν.
Ὁ Ζόφος καὶ τὸ Ἔρεβος τῶν χθονίων στρωμάτων τῆς γῆς ἐξηρεύγετο
ἐν αὐτοῖς. Ὁ τυφὼν καὶ ἡ καταιγὶς ἐπαπειλοῦσι νὰ συντρίψουσι τὸ
πᾶν ἐπὶ τῆς γῆς. Ὁ κεραυνὸς τῶν ζοφερῶν σκιῶν τῆς ἔτι μᾶλλον συ-
μπυκνουμένης ἀτμοσφαίρας ἐξερηγνύετο ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἐκείνων,
οἵτινες ἐξηκολούθουν νὰ πιστεύουν ὅτι ἡ εὐδία καὶ ἡ γαλήνη ἐκυριάρ-
χει ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ ἡ συμπύκνωσις τῶν ζοφερῶν τούτων σκιῶν ἦτο
τοιαύτη, ὥστε τὸ ἀδιαπέραστον σκότος τῆς ἐκπνευσάσης νυκτὸς
νὰ θεωρῆται ὡς φωτόλουστος ἡλιακὴ ἡμέρα, πρὸ τῆς διαδεχθείσης
τὸ Μεσουράνημα τοῦ Ἡλίου Νεφελομάζης. Ὁ εἰδωλολατρισμὸς τοῦ
παρελθόντος, ὁ ἀθεϊσμὸς καὶ ὁ ὑλισμὸς τῶν χρόνων τῆς σοφιστείας,
ὠχριοῦν πρὸ τῶν τερατουργημάτων, πρὸ τῶν φρικωδεστέρων βα-
σάνων, τὰ ὁποῖα οἱ διάδοχοι τοῦ Ἰησοῦ ἐξαπέλυσαν κατὰ παντὸς μὴ
ἀκολουθοῦντος τὰς στενὰς καὶ περιωρισμένας ἀντιλήψεις, μὲ τὰς

34
ὁποίας περιέβαλον τὴν εὐρυτάτην Διδασκαλίαν τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ ἐνῶ Οὗτος ἔθεσεν τὴν Ἀπεριόριστον ἐλευθερίαν τῆς σκέψεως
καὶ δράσεως ἑνὸς ἑκάστου ἀτόμου, οὗτοι περιέσφιξαν τὸ Ἔργον Αὐτοῦ
μὲ ἁλύσεις ἀδιασπάστους καὶ ἔσυραν δεσμίαν τὴν Ἐλευθερίαν καὶ τὰς
Ἀρχάς, ἃς οὗτοι διὰ τοῦ τρόπου τούτου ἠθέλησαν νὰ μεταβάλωσιν. Ἐπί-
στευσαν δὲ ὅτι τὸ νὰ περικαλύψῃ τις δι’ ἑνὸς ἐπενδύτου τὴν ἐξωτερικὴν
ὄψιν ἑνὸς πράγματος δύναται νὰ μεταβάλῃ καὶ τὴν Οὐσίαν αὐτοῦ. Ἀλλὰ
ἡ οὐσία οἱουδήποτε πράγματος παραμένει ἐσαεὶ ἡ αὐτὴ καὶ ἡ μεταλλα-
γὴ τῆς μορφῆς αὐτῆς οὐδόλως δύναται νὰ ἐξουδετερώσῃ ἢ ἐξαφανίσῃ
τὰ ἀρχικὰ στοιχεῖα, ἐξ ὧν αὕτη σύγκειται. Ἐὰν δὲ αὕτη πάλιν διὰ τῶν
καιρικῶν μεταβολῶν καὶ τῶν ἐπιτρεπουσῶν συνθηκῶν ἐπανακτήσῃ τὰ
ἀπωλεσθέντα στοιχεῖα, ἐπὶ τῇ βάσει τῆς προτέρας της ὑποστάσεως, ἐμ-
φανίζεται καὶ πάλιν ἡ αὐτὴ αὐτούσιος καὶ ἀνέπαφος, ὡς τὸ πρῶτον.
Οὕτω ὅθεν καὶ τὴν ζοφερὰν ὄψιν τῆς καταιγίδος ἤρχισε νὰ διαδέχη-
ται πάλιν ἡ εὐδία καὶ γαλήνη. Τὰ συμπυκνωμένα νέφη μετὰ τὴν παῦσιν
τῆς βροχῆς καὶ θυέλλης, ἤρχισαν πάλιν νὰ ἀραιῶνται. Ὁ Ἥλιος ἐξακο-
λουθεῖ νὰ περικαλύπτεται ὑπὸ νεφῶν, ἀλλὰ τὸ κρυπτόμενον Φῶς Του
ἤρχισε νὰ ὑποφώσκῃ. Ὁ ἄνθρωπος ἀπαλλαχθεὶς ἐκ τοῦ βάρους τοῦ πα­
ρελθόντος ἐνατενίζει μετ’ ἐλπίδος τὴν ἀνακούφισιν τοῦ μέλλοντος. Ζή-
σας ἐν μέσῳ τῶν φρικτῶν μαρτυρίων τοῦ πολεμικοῦ ἀνταγωνισμοῦ καὶ
τοῦ μίσους, ἀναμένει μετ’ ἀνυπομονησίας τὰς θωπείας τῆς Εἰρήνης
καὶ τοὺς ἐναγκαλισμοὺς τῆς Ἀγάπης. Ἀπομακρυνθεὶς ὅμως ἐκ τοῦ ζο-
φεροῦ σκότους τοῦ συσκοτίσαντος τοὺς ὀφθαλμούς του, ἐκλαμβάνει
τὴν ἀνταύγειαν τῶν ὑποφωσκουσῶν Ἀκτίνων τοῦ Ἡλιακοῦ Φωτός,
ὡς τὸ πραγματικὸν Φῶς τοῦ Ἡλίου.
Δὲν θὰ βραδύνῃ ὅμως νὰ ἔλθῃ ἡμέρα καθ’ ἣν καὶ τὰ τελευταῖα νε-
φύδρια θὰ ἐγκαταλείψωσι τὸν ὁρίζοντα καὶ θὰ διαλυθῶσιν. Ἐξ αὐτοῦ
δὲ, θὰ ἀναφανῇ ὁ πραγματικὸς Ἥλιος, ἐν ὅλῃ Αὐτοῦ τῇ Ἀκτινσβολίᾳ
καὶ τῇ Ζωπύρῳ Του θερμότητι. Ὅλη ὴ φύσις τότε θὰ ἀγάλλεται καὶ θὰ
σκιρτᾷ ἐκ ζωῆς, ἐκ τῆς ζωτικότητος τὴν ὁποίαν θὰ ἀποκτᾶ ἐκ τοῦ με-
σουρανοῦντος Ἡλίου της. Οὐδεμία πλέον ἀχλὺς θὰ σκιάζῃ τὸν αἴθριον
Οὐρανόν. Ὁ ἄνθρωπος τότε δὲν θὰ ἀναζητᾶ ὅπισθεν τῶν ἀδιαπεράστων
νεφῶν τὸ ἡλιακὸν φῶς. Θὰ ἐνατενίζῃ πρὸς αὐτὸ μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς κε-
κλεισμένους καὶ αἱ Ἀκτῖνες τῆς Λάμψεώς Του θὰ φωτίζουσιν αὐτούς.
Θὰ ἐργάζεται ἀδιακόπως καὶ ἀόκνως χωρὶς νὰ προστρέχῃ εἰς τὰ
ἔντεχνα μέσα ὅπως ἀνάψῃ τὴν στειρεύσασαν λυχνίαν του ἐν τῇ ζοφώ-
δει νυκτί, ἥτις τὸν κατέλαβε, διότι ἐν αὐτῷ θὰ βασιλεύῃ Αἰωνίως καὶ
Ἀσβέστως καὶ Ἀνελλιπῶς τὸ Μεσουράνημα τοῦ Πνευματικοῦ Ἡλίου,
Ὅστις θὰ τὸν ὁδηγῇ ἀπροσκόπτως καὶ κανονικῶς εἰς τὴν ὁδὸν τὴν
ὁποίαν μέλλει οὗτος νὰ ἀκολουθήσῃ καὶ εἰς πάσας αὐτοῦ τὰς ἀνάγκας,
τὰς ὁποίας θέλει μεταχειρισθῇ.

35
15. Οἱ αἰῶνες παρῆλθον ἔκτοτε, χωρὶς τὸ Ἔργον τοῦ Ἰησοῦ νὰ ἐμπε-
δωθῇ ἐν μέσῳ τῆς ἀνθρωπότητος.
Προσέκοψε τοῦτο εἰς τὰ πρῶτα αὐτοῦ βήματα, ἐν τῇ πάλῃ τῶν δια-
φόρων τάξεων, ἐν τῷ ἀγῶνι καὶ τῷ ἐμφυλίῳ σπαραγμῷ τῶν ἀκολούθων
τῆς αὐτῆς Ἰδέας, τῶν διαφόρων ἐθνῶν. Οἱ διάφοροι ἀρχηγοὶ τῆς Ἐκ-
κλησίας περιωρίσθησαν εἰς τὴν αὐστηρὰν τήρησιν τῶν κανόνων τῆς
ἐξωτερικῆς λατρείας καὶ περιέβαλον τὴν Διδασκαλίαν τοῦ Ἰησοῦ μὲ
τοὺς τύπους καὶ δογματισμοὺς τοὺς ὁποίους ἀκριβῶς Οὗτος ἦλθεν
ἵνα καταρρίψῃ καὶ καταδικάσῃ.
Ἐνεπνεύσθησαν ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου καὶ τοῦ Θείου
Λόγου εἰς τὴν περιφρούρησιν τῶν δογμάτων, τῶν ἀπορρεόντων ἐκ τῆς
Νέας Διδασκαλίας, προέβησαν εἰς τὴν ἀναγκαίαν λῆψιν τῶν μέτρων
ἐκείνων πρὸς ἐξασφάλισιν τῶν ἀρχῶν τοῦ Χριστιανικοῦ Πνεύματος, ἀπὸ
τὴν καταπολέμησιν τῶν Θρησκειῶν τῆς πολυθεΐας καὶ εἰδωλολατρισμοῦ
καὶ δὲν κατέβαλον τὴν δέουσαν προσοχὴν αὐτῶν, ὅπως ἐξασφαλίσωσι
τὴν Παγκόσμιον Ἀδελφότητα διὰ τῆς Ἀγάπης, πρὸς πάντα ἀλλόθρη-
σκον, πρὸς πάντα πολέμιον καὶ ἀντιφρονοῦντα εἰς τὰς ὑψηλοτέρας
Ἀρχὰς τοῦ Θείου Λόγου, αἵτινες ἐμπερικλείονται εἰς ἅπασαν τὴν Διδα-
σκαλίαν τοῦ Ἰησοῦ.
Ἐνῶ δὲ Οὗτος ἐκηρύχθη ὑπὲρ τῆς ἀνεξιθρησκείας εἰπών: «Οὐκ ἐστιν
ἄρρεν, οὐκ ἐστιν θῆλυ, οὐκ ἐστιν δοῦλος, οὐκ ἐστιν ἐλεύθερος, οὐκ
ἐστιν Ἰουδαῖος, οὐκ ἐστιν Ρωμαῖος, οὐκ ἐστιν Ἕλλην, ἀλλὰ πάντες ἑν
ἐσμέν, τέκνα τοῦ ἰδίου Θεοῦ». Καὶ ἀπέβλεψεν κυρίως εἰς τὴν Ἀγάπην
καὶ συναδέλφωσιν πάντων τῶν ἀνθρώπων, ἀνεξαρτήτως φυλῆς καὶ
θρησκεύματος. Οὗτοι περιώρισαν τὸ Θεῖον Ἔργον καὶ τὴν γενομένην
Ἀποκάλυψιν, μεταξὺ τοῦ στενοῦ κύκλου τῶν Χριστιανῶν, καὶ ἀπέκλει-
σαν πάντα ἄλλον ἀλλόθρησκον ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τῶν Ἐπαγγελιῶν τῆς
μελλούσης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὄχι μόνον κατεπολέμησαν πᾶσαν
Ἀλήθειαν, προερχομένην ἐξ ἄλλης τινὸς θρησκείας, ἀλλὰ καὶ διεχωρί-
σθησαν ἀναμεταξύ των εἰς τὴν ἑρμηνείαν τοῦ Λόγου τῆς κοινῆς αὐτῶν
πίστεως, καὶ κατεπολεμήθησαν εἰς τὴν ὑποστήριξιν τῶν προκυψά-
ντων μεταξὺ αὐτῶν δογμάτων, ὅσον οὐδεμία ἄλλη θρησκεία πρὸς
ἀλλόθρησκον.
Ἀλλὰ τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ ὁ καιρὸς τῆς ἐκπληρώσεως τῶν
Γραφῶν ἐπέστη. Νῦν πλέον εἰς ἅπασαν τὴν ἀνθρωπότητα ἐπιπνέει τὸ
Πνεῦμα τῆς Ἐλευθέρας Σκέψεως καὶ τῆς ἐπιστημονικῆς ἀληθείας. Εἷς
πρὸς ἕνα οἱ δογματισμοὶ καὶ οἱ διάφοροι τῦποι οἱ περιορίζοντες τὴν
ἐλευθερίαν τοῦ Πνεύματος, καταρρακοῦνται καὶ καταρρίπτονται. Ἀπ’
ἄκρου εἰς ἄκρον τῆς γῆς ἐπιπνέει ὁ ζωηφόρος ἀὴρ τῆς κοινῆς συναδελ-
φώσεως καὶ τῆς παγκοσμίου εἰρήνης καὶ ἀγάπης καὶ ὁμοδοξίας. Εἰς τὰς
κυριωτέρας πόλεις τῶν διαφόρων κρατῶν ἱδρύονται σύλλογοι πρὸς τὴν
κοινὴν ταύτην προσπάθειαν. Παντοῦ δὲ σήμερον ὅπου καὶ ἂν στρέψῃ
τις τὰ βλέμματα, ἐν μέσῳ τῆς παγκοσμίου ἀπογοητεύσεως καὶ τῶν δει-

36
νῶν καὶ θλίψεων, αἵτινες κατέλαβον ὁλόκληρον τὴν ἀνθρωπότητα ἐκ
τῶν δεινῶν εὐρωπαϊκοῦ πολέμου, ὑποφώσκει ἀμυδρῶς πως, ἡ φωτεινὴ
ἐλπὶς ὅτι θ’ ἀνατείλῃ ὁσονούπω ἡ Ἡὼς τῆς Εἰρήνης τοῦ κόσμου καὶ τῆς
ζηλευτῆς εὐτυχίας, τὴν ὁποίαν οἱ διαρρεύσαντες ἐπὶ τῆς γῆς αἰῶνες
προσεδόκησαν.
Οὐδεὶς ὅμως ἐκτὸς ὑμῶν ἔσχε τὴν Εὐτυχίαν νὰ ἴδῃ πραγματο-
ποιoυμένην τὴν Εὐτυχίαν ταύτην διὰ τοῦ ἐπαγγελλομένου χαρμοσύνου
γεγονότος δι’ ὅλον τὸν κόσμον, ὅτι ὁ καιρὸς τῆς εἰρηνεύσεως τῶν ἐθνῶν
ἐγγὺς ἐστιν.
Οὐδεὶς ἐκτὸς ὑμῶν ἔσχε τὴν Εὐτυχίαν νὰ ἀκούσῃ τῆς Φωνῆς Ἐκεί-
νου, Ὅστις διὰ τὴν ἀνθρωπότητα ἐθυσιάσθῃ, ἵνα προσφέρῃ διὰ τοῦ
ὁλοκαυτώματός Του τῇ ἐκπεσούσῃ ἀνθρωπότητι τὴν ἐκ νέου παλινό-
στησίν της εἰς τὴν Χώραν τοῦ Παραδείσου, ἐξ ἧς ἐξεβλήθη.
Οὐδεὶς ἄλλος ἐκτὸς ὑμῶν ἔσχε τὴν ἐκ τῆς Θείας Βουλήσεως προ-
αιρετικότητα νὰ ἐπικοινωνήσῃ μετὰ τοῦ κόσμου ἀπ’ εὐθείας μὲ τὸν
ἀναμενόμενον ἐν τῷ κόσμῳ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ, καὶ διακηρὺξῃ
τῷ κόσμῳ τὴν μέλλουσαν Αὐτοῦ ἐν αὐτῷ Ἔλευσιν, ὅπως ἀποπλύνῃ
καὶ τὸν τελευταῖον ρῦπον τῆς ἁμαρτίας τοῦ πρώτου ἀνθρώπου Ἀδὰμ,
τὴν ὁποίαν ἐκληρονόμησε διαδοχικῶς εἰς τοὺς ἀπογόνους αὐτοῦ, καὶ
ἵνα ἀναβιβάσῃ αὐτὸν εἰς τὸν Θρόνον τῆς προσφερθείσης ὑπὸ τοῦ Θεοῦ
Βασιλείας, ἀπὸ τὸν ὁποῖον κατέπεσε καὶ ἐξεθρονίσθη.
Οὐδεὶς ἄλλος ἐκτὸς ὑμῶν ἀκούει τῆς Φωνῆς Μoυ καὶ ποιεῖ χαρᾶς
Εὐαγγέλια, διὰ τὴν μέλλουσαν ΕΛΕΥΣΙΝ ΜΟΥ.
Καὶ ὅμως ὑμεῖς, οἵτινες ἀκούετε τὸν Λόγον Μου καὶ οἵτινες ἀγνοεῖτε
τὴν Παρουσίαν Μου καὶ τὸν λόγον καὶ σημασίαν ἑνὸς τοιούτου γεγο-
νότος, τὸ ὁποῖον ἤθελε πληρώσει χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης τὴν ψυχὴν καὶ
τῶν ἐλάχιστα πρὸς τὴν πίστιν αὐτῶν διακειμένων, σᾶς εὑρίσκω ἀδιαφο-
ροῦντας καὶ πάνυ ἀνετοίμους, ὅπως ἀποδεχθῆτε τὴν ἀναγγελίαν μιᾶς
τοιαύτης εὐφροσύνου εἰδήσεως.
Οὐδεὶς βεβαίως ἐξ ὑμῶν πιστεύει τὸν προορισμόν, ὃν ἕκαστος ἐξ
ὑμῶν ἐπέχει ἐν τῇ ἐξελίξει τῶν γεγονότων, τὰ ὁποῖα ὁσονούπω θὰ ἐξε-
λιχθῶσιν εἰς σύμπασαν τὴν γῆν.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν πιστεύει εἰς τὴν ἀλήθειαν τῶν λόγων, τοὺς
ὁποίους δι’ ὑμῶν πρῶτον ἐξαγγέλω, ὅπως κηρύξητε αὐτοὺς εἰς τὸν
ὑπόλοιπον κόσμον.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται ,νὰ προΐδῃ τὰ ἐπακόλουθα μιᾶς ὀργανώ-
σεως, ἐπιδιωκούσης τὴν ἐφαρμογὴν τῶν ἀληθειῶν, τὰς ὁποίας τὸ
πρῶτον ἐν τῇ Διδασκαλίᾳ Μου περιέλαβον, καὶ προλειανούσης τὸ
ἔδαφος τῆς καταλλήλου καὶ πάλιν ἐν τῷ Κόσμῳ ΚΑΘΟΔΟΥ ΜΟΥ, πρὸς
συμπλήρωσιν πάντων ἐκείνων, τὰ ὁποῖα συνετέλεσαν εἰς τὴν ἐξακο-
λούθησιν τῆς δυστυχίας τῆς ἀνθρωπότητος.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀντελήφθη εἰσέτι τὴν ὁδὸν ἥτις διαχαράσσεται πρὸ
τῶν ποδῶν ὑμῶν καὶ εἰς τὴν ὁποίαν προτρέπεσθε νὰ βαδίσητε.

37
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἠθέλησε νὰ πιστεύσῃ ὅτι εἶναι ἱκανὸς ν’ ἀναλάβῃ
τὸ βαρὺ ἔργον, τὸ ὁποῖον τοῦ ἀναθέτω καὶ τὸ ὁποῖον θὰ καταστήσῃ
αὐτόν Κοινωνὸν τῶν Νέων Ἐπαγγελιῶν Μου, ἀποκαταστήσῃ δὲ
αὐτὸν ἐν τῇ Βασιλεία Μου, ἄνευ νέας αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ δοκιμασίας
καὶ θλίψεως.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν προσεπάθησε νὰ Μὲ ἐνατενίσῃ κατὰ Πρόσωπον,
ἢ ἀκούσῃ τῆς Φωνῆς Μου τελείως ἀπηλλαγμένος τῶν ἐγκοσμίων μα-
ταιοδοξιῶν, τῶν ἐχουσῶν αὐτὸν προσκεκολλημένον ἐπὶ τῆς φθαρτῆς
ὕλης.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀπηλλάγη τελείως τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀδυναμιῶν
τῆς σαρκὸς, καὶ παρεδόθη ὁλοψύχως εἰς τὰς προτροπάς, τὰς ὁποίας
καθ’ ἑκάστην ἀποκαλύπτω.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἠθέλησε νὰ ἐκτελέσῃ πιστῶς πᾶν ὅ,τι ὑπὲρ αὐτοῦ
ἀνακοινῶ.
Οὐδεὶς ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαύθη μὲ τὴν πεποίθησιν ὅτι ἤθελον ὁδη-
γήσει αὐτὸν εἰς τὴν ἀσφαλῆ καὶ διαχαραγμένην δι’ αὐτὸν κατεύθυνσιν,
πρὸς τελείαν τοῦ Ἔργου Μου ἐξυπηρέτησιν.
Ἐγῶ ὁμιλῶ καὶ ὅμως ὑμεῖς ἀμφιβάλλετε καὶ περὶ αὐτῆς ἔτι τῆς
Ὑποστάσεώς Μου, πολλῷ δὲ μᾶλλον περὶ τοῦ κύρους καὶ τῆς Ἀληθείας
τῶν λεγομένων Μου. Καὶ ὅμως Ἐγὼ παρωθούμενος καὶ ἐξαγκωνιζόμενος
ἐπιμένω εἰς τὴν δι’ ὑμῶν ἀνάληψιν τοῦ ἔργου Μου καὶ τῆς μελλούσης ἐν
τῷ κόσμῳ ἐξαπλώσεως αὐτοῦ πρὸς σωτηρίαν τῆς ἀνθρωπότητος.

16. Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν ὑμῶν ἀκούει ἀπ’ εὐθείας τῆς Φωνῆς Μου.
Ἀλλὰ τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐξῆλθον ἐκ τῶν Ἀβύσσων τοῦ ἀδημιουργήτου
κόσμου, Ὅστις ἀνέλαβον νὰ πληρώσω τὰς ἀδιασκευάστους αὐτὰς καὶ
σκοτεινὰς ἀβύσσους Φωτὸς καὶ τὴν ἐρημίαν αὐτῶν, τὴν προκαλοῦσαν
τὴν φρίκην τῆς ψυχῆς, μεταβάλω εἰς παραδείσιον χῶρον ἐνδιαιτήματος,
ἔνθα ἡ ψυχὴ νὰ εὑρίσκῃ τὴν αἰωνίαν αὐτῆς ἀνάπαυσιν;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διὰ μέσου τοῦ Φωτὸς τῆς Σοφίας καὶ ἡ σοφία τῶν
ἀνθρώπων δὲν Μὲ διέκρινεν ἐν τῷ φωτὶ τῆς πνευματικῆς αὐτῆς λάμ-
ψεως καὶ ἐπανεπαύθην ἐν τῇ διανοίᾳ τῶν νηπίων τῆς σοφίας, ἥτις ἐκ
μιᾶς καὶ μόνης Ἀκτίνος τοῦ Πνευματικοῦ Μου Φωτὸς διαφωτισθεῖσα,
ἐπέλαμψεν ὡς ὁ Ἥλιος ἐν μέσῳ τοῦ ἀμυδροῦ φωτὸς τῶν σοφωτέρων
ἀνθρώπων;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις διῆλθον διὰ μέσου τῆς ἠρεμούσης θαλάσσης καὶ
ἀνήγειρα κύματα συγκαλύψαντα ἅπασαν τὴν ξηρὰν καὶ σαρώσαντα
ὑπὸ τὴν μῆνιν αὐτῶν τὰ ὑψηλότερα κατοικητήρια τῶν βασιλευόντων
ἀνθρώπων καὶ Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐπανεπαύθην ἐν μέσῳ τοῦ θυελλώδους
καὶ τρικυμιώδους πελάγους τῶν ὠκεανῶν καὶ διέχυσα τὴν γαλήνην καὶ
τὴν σιγὴν τῶν ἀνέμων;

38
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐπορεύθην διὰ μέσου τῆς νυκτὸς καὶ ὑπὸ τὸ δρι-
μύτατον αὐτῆς ψῦχος ἐξεκαύθη ὁ λάρυγξ Μου ὑπὸ τῆς δίψης καὶ διῆλθον
διὰ μέσου τῆς κεκαυμένης ὑπὸ τῶν καυστικῶν ἀκτίνων τοῦ ἡλίου τῆς
ἐρήμου καὶ ἐδροσίσθην, ὡς νὰ ἐλουόμην εἰς τὰ δροσόλουστα νάματα
τοῦ δροσερωτέρου ὕδατος;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἐν μέσῳ τοῦ φωτεινοτέρου σώματος λάμπω ὡς
Φῶς Αὐτόφωτον, ἐξ Οὗ τὰ αὐτόφωτα δανείζονται τὸ Φῶς καὶ ἐν μέσῳ
τοῦ σκότους ἡ Λάμψις Μου σβέννυται, διότι καὶ τὰ ἐν αὐτῷ ἑτερόφωτα
ἀπομακρύνονται ἐξ Ἐμοῦ καὶ ἐπισκιάζουν τὴν Αὐτόφωτον Λυχνίαν Μου,
ἐξ ἧς ἐδανείσθησαν τὸ Φῶς των, διὰ νὰ φωτίσωσι τὸ ἀδιαπέραστον
σκότος;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις μεγεθύνομαι ἐν τοῖς ἐλαχίστοις καὶ τὰ ἀπειροελάχι-
στα δι’ Ἐμοῦ μεταβάλλονται εἰς ἀπειρομεγέθεις ὅγκοις, καλύπτοντας
τὸ Ἄπειρον καὶ πρὸ τοῦ ὁποίου οἱ ἀσύλληπτοι εἰς ἔκτασιν ὄγκοι μετα-
βάλλονται εἰς δυσδιακρίτους μικροσκοπικοὺς κόκκους;
Ἐγὼ Εἶμαι Ἐκεῖνος, Ὅστις ὁμιλῶ εἰς ὑμᾶς, ἵνα καταστήσω τὴν Φωνήν
Μου ἐπαγωγοτέραν καὶ ἀντιληπτοτέραν εἰς τὰ πλήθη τοῦ κόσμου.
Ἐγὼ ὅμως πῶς κατέρχομαι ἐκ τοῦ ὕψους εἰς τὰ βάθη τῶν πρὸ τῶν πο-
δῶν Μου ἀνορυσσομένων ἀβύσσων, τὰς ὁποίας οἱ πόδες Μου ἀνώρυξαν;
Πῶς Ἐγὼ δὲν διῆλθον διὰ τῶν μεγάλων τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος
καὶ πάσης σοφίας σκαπανὲων, ἀλλὰ κατασκηνῶ ἐν ὑμῖν, οἵτινες δὲν ἐθέ-
σατε εἰσέτι τὰ θεμέλια τῆς ἰδίας ὑμῶν πνευματικῆς διαμορφώσεως;
Πῶς Ἐγὼ ἐγκατέλειψα κατὰ τὴν διάβασίν Μου, μέχρις ὅτου σᾶς ἐπι-
σκεφθῶ, τὰς χρυσοθεμελιώτους κατοικίας τῶν διαπρεπῶν πνευματικῶν
φορέων καὶ ἠθέλησα νὰ κατοικήσω ἐν μέσῳ τῆς ἐρειπωμένης καλύβης
τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ὑποστάσεως;
Ὁ ἀκολουθῶν με καὶ ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλεγεὶς οὐδέποτε μεταστραφή-
σεται τῆς ὁδοῦ, ἢν προπορευόμενος ὑποδεικνύω αὐτῷ.
Πᾶς δὲ ὁ κατιδών Με καὶ ἐννοήσας Με καὶ μὴ ἀκολουθήσας Με, οὐ
μόνον τὰς Ἐπαγγελίας, ἃς διὰ τοῦ Στόματός Μου ἀκούει ἀπόλλυσιν,
ἀλλὰ καὶ ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ σταδιοδρομίᾳ μετανοήσῃ, ἐφ’ ὅσον Ἐγὼ
ἐκ τῶν ταπεινῶν αὐτὸν ἐξελεξάμην, ἵνα αὑτὸν ὑπεράνω τῶν ὑψηλῶν
ἐναποθέσω.
Οὐ δύναμαι δὲ ἐν ὑμῖν ὁ Αὐτὸς μένειν, ἀλλ’ ὅσον ἡ προσπάθεια καὶ ὁ
ζῆλος ὑμῶν ἐπαυξάνει, τοσοῦτον καὶ Ἐγὼ ἐν ὑμῖν κραταιωθήσομαι καὶ
αἱ Δυνάμεις τοῦ Πνεύματός Μου κατισχύσουσιν ὑμᾶς. Τῆς Φῳνῆς Μου
δὲ ἀκούοντες καὶ τοῦ Λόγου Μου μετέχοντες, πᾶν τὸ εἰς ὑμᾶς ἀποκαλυ-
φθησόμενον ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου θεμελιώσατε.
Αποκαλύπτομαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα πᾶν ὅ, τι διδάξω σας μὴ ἐγκλείσητε
τοῦτο ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς σας, ἀλλὰ τοῦτο ἐν αὐτῇ καλλιεργοῦντες,
ἐν τῇ ὡριμάνσει τοῦ ἀναπτυχθέντος σπόρου, σπείρατε τοῦτον εἰς πά-
ντα, ὅστις ἤθελεν ἀκολουθήσει ὑμᾶς ἐν τῷ μέλλοντι, ἐν τῇ τελειωτικῇ
ἐξυπηρετήσει τοῦ ὅλου Μου Ἔργου.

39
Ἀλλ’ ἂς ἐξετάσω ὑμᾶς τὸ πρῶτον:
Πιστεύετε εἰς Ἐμέ; Καὶ ἂν πιστεύετε τί παρ’ Ἐμοῦ ἀναμένετε;
Οὐδόλως θέλω ἐκβιάσει ὑμᾶς διὰ θερμῶν ὑποσχέσεων, ὅπως Μὲ
ἀκολουθήσητε, καὶ ἂν εἰσέτι ἡ πίστις ὑμῶν ἀκλόνητος καὶ ἀδάμαστος
ἐπιγενῇ.
Οὐδόλως θέλω παρακινήσει ὑμᾶς ὅπως τυφλῶς Μὲ ἀκολουθήσητε
καὶ τὰς πρὸς Ἐμὲ δοθείσας ὑποσχέσεις τηρήσητε.
Ἐγὼ ἐκ τῆς Ἐλευθερίας τοῦ Λόγου Μου καὶ τῆς Ἀδεσμεύτου Αὐτο-
διαθέσεώς Μου πρὸς ὑμᾶς ἐστράφην, ἵνα τὸν Λόγον Μου ἀκούοντες
Μὲ ἀκολουθήσητε.
Ὁ τὴν Ἐλευθερίαν τοῦ ἀτόμου χορηγῶν πρὸς σταθερωτέραν τοῦ
Ἔργου Μου ἐξυπηρέτησιν, πῶς ἐν τῇ ἀκολουθίᾳ καὶ ἐκπληρώσει αὐτοῦ
τὴν Ἐλευθερίαν ταύτην παρ’ αὐτῶν ἀποσύρει;
Ἐγὼ ἐξέλεξα ὑμᾶς, ὅπως ἀκολουθήσητε τὴν ἐπαγγελλομένην
εἰς ὑμᾶς ἀνάληψιν τοῦ Ἔργου Μου καὶ ὅπως καταστῆτε φορεῖς τῶν
ὅσων εἰς ὑμᾶς μέλλω ἀναγγέλλειν.
Πρὶν ἣ ὅμως ἀκούσητε πλήρως τῆς Φωνῆς Μου, πρὶν ἣ δι’ ὅλων
Μου τῶν Δυνάμεων καὶ τῆς πλήρους Διαφωτίσεώς Μου ἀναλάβω τὴν
τοῦ ἔργου Μου ἀνάλυσιν καὶ τὴν θέσιν, δι’ ἣν ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐν αὐτῷ
προορισθήσεται, ἀνάγκη ἵνα μελετήσητε ἑαυτοὺς καὶ τὰς ἐν ὑμῖν δυ-
νάμεις, ἐὰν ὄντως δύνανται μέχρι τέλους νὰ ἐκπληρώσωσι τὰς ἐκ τῆς
ἀναλήψεως τοῦ ὅλου Ἔργου Μου βαρυτάτας εὐθύνας, ἐὰν δύνανται νὰ
κατέλθωσι εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς πάλης καθ’ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, τοῦ
ὁποίου τὰς ἀρχὰς θὰ ἐπιζητήσητε νὰ καταρρίψητε.
Θὰ Μοῦ εἴπητε πῶς Ἐγὼ ὁ Κραταιὸς τῶν Δυνάμεων, ὡς ἐπιθυμῶ νὰ
παρουσιάζωμαι πρὸ ὑμῶν, δὲν γνωρίζω περὶ τῶν δυνάμεων, τὰς ὁποίας
διαθέτετε; Πῶς Ἐγὼ ὁ τὰ πάντα γνοὺς καὶ ἐπιστάμενος, δὲν γνωρίζω τὰ
ἀποτελέσματα τοῦ ἀγῶνος, ὃν ὑπόσχεσθε ὅτι θὰ ἀναλάβητε;
Πῶς Ἐγώ, ἐκ τῆς Ἰσχύος τῶν Δυνάμεων, τὰς ὁποίας ἐν τῷ κόσμῳ
κατέχω, δὲν περιβάλλω ὑμᾶς, ἵνα ἀπομακρύνω ἀπὸ ὑμᾶς πᾶσαν ἄλλην
παρεμβολήν, ὅπως ἀσφαλῶς κατευθύνω τοὺς πόδας ὑμῶν εἰς τὸ ποθού-
μενον ἀποτέλεσμα;
Ὁ ἄνθρωπος δέν διαγράφει τὸν κύκλον τῆς ἐξελίξεώς του καὶ τῆς
ἀνόδου του ἀκολουθῶν ἀπαρεγκλήτως τὴν γραμμὴν τῆς διαχαρα-
χθείσης πρὸ αὐτοῦ τροχιᾶς, ὡς οἱ ἀστέρες καὶ τὰ Οὐράνια σώματα.
Ὁ ἄνθρωπος ἀφίεται ἐπ’ αὐτῆς καὶ εἶναι ἐλεύθερος μόνος του νὰ
τὴν ἀκολουθήσῃ. Πρὸ αὐτοῦ ἵστανται οἱ ὁδηγοί, οἵτινες τὸν διαφωτί-
ζουσι καὶ τὸν καθοδηγοῦσιν. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ τὰ παρεμβαλλόμενα
προσκόμματα, τὰ ὁποῖα οἵ ἀνεγείροντες αὐτὰ ἀντενεργοὶ τοῦ προο-
ρισμοῦ του παρεμβάλλουσιν, ἵνα ἀπομακρύνωσι αὐτὸν τῆς κανονικῆς
τροχιᾶς, ἥτις πρὸ αὐτοῦ ἐκτείνεται, ἢ τοῦ γεννήσωσι τόν φόβον καὶ
τὸν δισταγμόν καὶ οὕτω πειθαναγκάσωσι αὐτὸν νὰ μείνῃ ἐν τῷ μέσῳ,
τῆς ὁδοῦ, ἣν ἀκολουθεῖ καὶ ἣν οἵ καλοί του ὁδηγοὶ ἐξακολουθοῦν νὰ τοῦ

40
ὑποδεικνύουν καὶ νὰ τὸν προτρέπουν νὰ τὴν ἀκολουθήσῃ.
Ὁ ἄνθρωπος ὅθεν δὲν εἶναι ἔρμαιον τοῦ ἀμεταβλήτου πεπρωμέ-
νου του ἢ τῆς τυφλῆς τύχης, ἥτις τὸν καθοδηγεῖ, ἀλλὰ ἡ θέλησις καὶ ἡ
προσπάθεια αὐτοῦ δύνανται πολλάκις νὰ συντάμῃ ἢ ἐπιβραδύνῃ τὴν
ἐπιφυλασσομένην εἰς αὐτὸν σταδιοδρομίαν, καὶ διὰ τοῦτο βλέπομεν
νὰ ἀπαλλάσσηται ἐκεῖνος τῶν προσκομμάτων τοῦ πεπρωμένου, ὅστις
ὅντως ἠθέλησε νὰ καταπατήσῃ διὰ τῆς Θελήσεως καὶ τῆς σωφρόνου
αὐτοῦ προσπαθείας, πᾶν πρὸ αὐτοῦ ἐγειρόμενον πρόσκομμα.

17. Ἐὰν προτρέπω ὑμᾶς νὰ κραταιωθῆτε ἐν τῷ ἀγῶνι τῆς ζωῆς καὶ


καθ’ ὑμῶν αὐτῶν, τὸ πράττω διὰ νὰ τελειοποιηθῆτε ἐν πᾶσιν.
Αἱ δυσχέρειαι, αἵτινες θὰ ἀναφυῶσιν ἐν τῷ μέλλοντι θὰ εἶναι
τοιαῦται, τὰ προσκόμματα τὰ ὁποῖα θὰ προκύψωσι θὰ εἶναι τοιαῦτα,
ὥστε ὀλίγοι ἐκ πάντων τῶν πρὸς Ἐμὲ προσελθόντων θὰ δυνηθῶσι νὰ
ἐξακολουθήσωσι ἀκούοντες τοῦ Λόγου Μου, πολλῷ δὲ μᾶλλον ἀγωνι-
σθήσονται διὰ τὸ Ἔργον Μου.
Ἀλλὰ τὸ νὰ κατορθώσητε νὰ νικήσητε ἑαυτοὺς δὲν εἶναι εὕκολον.
Διότι ἐκτὸς τοῦ ἑαυτοῦ σας ἔχετε νὰ ἀντιπαλαίσητε καθ’ ὁλοκλήρου
ἴσως τῆς κοινωνίας, κατὰ παντὸς ἀνθρώπου συνδεομένου ἢ μὴ ἀπ’
εὐθείας μὲ ὑμᾶς καὶ τοῦ ὁποίου αἱ προλήψεις καὶ πεποιθήσεις συγκρούο-
νται μὲ ὅ,τι ὑμεῖς πρεσβεύετε καὶ διακηρύσσετε. Καὶ μεταξὺ ὑμῶν μάλι-
στα θὰ εὑρεθῶσι τινές, οἵτινες θὰ καταστῶσιν ἔκδηλοι πολέμιοι τῶν ἀρ-
χῶν, τὰς ὁποίας ἐν στιγμῇ ἐνθουσιασμοῦ καὶ παραφορᾶς ἐπίστευον ὅτι
ἐπρέσβευον ἢ ἠκολούθουν.
Ἐπίσης ἄλλοι θὰ βιάσωσιν ἑαυτοὺς νὰ πιστεύσωσι μέχρις ἐνὸς
σημείου, καθ’ ὃ θὰ βεβαιῶνται ἢ θὰ προσδοκοῦν τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ
τελικοῦ ἔργου, ἀναλόγως τοῦ ὁποίου θὰ κανονίσουν τὴν θέσιν των. Καὶ
ἐὰν μὲν διαβλέπουν ὅτι ἄνευ κόπου τινὸς καὶ θυσίας προσκτᾶται ἡ ἐκ
τοῦ κόσμου τούτου τῆς φθαρτῆς ὕλης ταχυτέρα ἀπαλλαγή, ἔχει καλῶς,
ἐὰν δὲ αἱ Ὑπαγορεύσεις Μου καὶ τὰ ἐκ τούτων ἀπορρέοντα καθήκοντα,
πρός τε ἑαυτοὺς καὶ τὸ ἔργον Μου, προαπαιτοῦν θυσίας καὶ κόπους τι-
νάς, θὰ στραφῶσιν ὄχι μόνον κατ’ Ἐμοῦ, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν ἀρχῶν τοῦ
ἔργου Μου, τὸ ὁποῖον οὗτοι ἐνετέλλοντο νὰ διακηρύξωσιν.
Δὲν εἶναι δὲ ἀκόμη ἀπίθανον νὰ παραμείνωσιν καὶ τινες πιστοὶ θυ-
σιαζόμενοι ὑπὲρ ὅλων, ἀλλὰ τῶν ὁποίων ἡ φροῦδος ματαιοδοξία καὶ
ὁ ἀνεκπλήρωτος αὐτῶν ἐγωϊσμὸς νὰ προσκρούσῃ κατὰ παντὸς μὴ δυ-
ναμένου νὰ ἐξυπηρετήσῃ τὰς σαθρὰς αὐτοῦ ἀντιλήψεις, καὶ νὰ ἀποχω-
ρήσωσι τοῦ ἀγῶνος, καθ’ ὃν χρόνον τὸ ἔργον θὰ ἀποκαθίσταται ἐν τῷ
κόσμῳ.
Ἐπίσης δυνατὸν εἰς τὸ μέλλον νὰ ἀναφυῶσι πλεῖσται ὅσαι ἀντιθέ-
σεις, ἐν τῇ ἐρμηνείᾳ τῶν λόγων Μου, καὶ νὰ προκαλέσωσι τὴν διάσπασιν

41
ἐκείνων, οἵτινες ἐθεωροῦντο ὡς ἀδελφοὶ τῆς αὐτῆς ἰδέας καὶ τέκνα τῆς
ἰδίας πίστεως. Ἐὰν δὲ προέλθῃ τοιοῦτος διαχωρισμὸς ἰδεῶν, εἶναι προτι-
μώτερον ν’ ἀπαρνηθῶσι οὗτοι τὰς ἀρχάς, ἃς πρεσβεύουν, παρὰ ν’ ἀφεθῶ-
σι νὰ παρασυρθοῦν ὑπὸ τῆς ἀντιθέσεως καὶ συγκρούσεως τῶν ἰδεῶν τοῦ
αὐτοῦ ἔργου, διότι τοῦτο καταμεριζόμενον καὶ διασπώμενον ὑπὸ τῶν
ἰδίων αὐτοῦ συντελεστῶν θέλει ἀφ’ ἑαυτοῦ καταστραφῇ.
Ὀφείλω νὰ προείπω εἰς ὑμᾶς πάντα ταῦτα, διότι αὔριον δυνατὸν
νὰ αἰτιᾶσθε τὴν ἀτέλειαν τοῦ ἔργου Μου, ἢ καὶ Ἐμὲ Αὐτόν, ὡς τὸν μὴ
συντελοῦντα ἢ προλαβόντα τοὺς κινδύνους τῆς καταστροφῆς ὑμῶν.
Ὀφείλω νὰ ὑπομνήσω πάντα ταῦτα ἀπὸ σήμερον, πρὶν ἢ ταχθῆτε παρὰ
τὸ πλευρόν Μου, ὡς ἀγωνισταὶ μιᾶς ἰδέας ἀπαραδέκτου ὑπὸ τοῦ
πλήθους τῶν πολλῶν.
Ἐγὼ δὲν ὁμιλῶ ταύτην τὴν στιγμὴν ἐκ τοῦ ὕψους τοῦ Λόγου Μου,
ἢ τῆς Ἀποστολῆς Μου ἐν τῷ κόσμῳ, ἀλλὰ ἐκφράζομαι ὡς εἷς ἀπλοῦς
Διδάσκαλος τοῦ Λόγου, Ὅστις ἐπιθυμεῖ νὰ σᾶς καταστήσῃ σώφρονας
καὶ συνετούς, πρὸς ὅφελος τοῦ ἰδίου τοῦ ἑαυτοῦ σας.
Ἐγὼ ἐκ τῆς ἐξαπλώσεως τῶν ἀρχῶν, τὰς ὁποίας θὰ σᾶς μεταδώ-
σω, δὲν ἔχω νὰ καρπωθῶ τίποτε, διότι τοῦτο ἔσεται ἀποτέλεσμα τῆς
ταχείας ἢ βραδείας ἐξελίξεως διὰ τοῦ χρόνου, ὅστις παντάπασι Μοὶ
ἀνήκει, καὶ ὅστις δι’ Ἐμὲ Ἀναλλοιώτως καὶ ὁ αὐτὸς ἐσαεί ΕΝΕΣΤΩΣ
παραμένει, διότι τὸ τέλος τῶν καιρῶν εἶναι ἡ Νέα Ἀρχὴ πάντοτε μιᾶς
νέας καιρικῆς περιόδου.
Ὀφείλω νὰ ἀνυψώσω, ὑμᾶς διὰ νὰ μὴν καταπέσητε ἐν τοῖς πρώτοις
ὑμῶν βήμασιν ἐκ τῶν προσκομμάτων τὰ ὁποῖα οἱ ἴδιοι ὑμῶν πόδες προ-
καλοῦσιν. Ὀφείλετε πρῶτον νὰ συνηθίσητε νὰ στηρίζεσθε ἐπὶ τῶν
ἰδίων ὑμῶν ποδῶν καὶ εἶτα νὰ ἐπιχειρήσητε νὰ ὑπερβῆτε πηδῶντες τὰ
πραγματικὰ ἐμπόδια τοῦ ἀγῶνος, εἰς ὃν καλεῖσθε νὰ συμμετάσχητε.
Ὀφείλετε πρῶτον νὰ δοκιμασθῆτε παντοιοτρόπως, οὐ μόνον συναφῶς
μὲ τὸ ἔργον Μου, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ ἰδίῳ ὑμῶν βίῳ καὶ εἶτα θὰ καλέσω
ὑμᾶς ἐπισήμως καὶ ἐκ τοῦ Ὕψους τῆς Πνευματικῆς Μου Ἀποστολῆς,
νὰ κατέλθητε εἰς τὸν ἀγῶνα τοῦτον, δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων.
Ἐὰν δὲ τὸ χρονικὸν διάστημα, τὸ ὁποῖον ἔταξα ὑμῖν δὲν ἐξαρκέσῃ,
θὰ ἀναμείνω καὶ ἔτι πλέον, ἕως ὅτου οἱ Ἐντολεῖς τοῦ Λόγου Μου ἐξευ-
ρεθῶσιν ἀκολουθοῦντες Με μέχρι τέλους. Θά προσθέσω δὲ ἔτι πλέον
ὅτι τὸ πᾶν ἐξαρτᾶται ἐξ ὑμῶν αὐτῶν καὶ ἐξ οὐδενὸς ἄλλου. Θὰ Μοῦ εἴ-
πητε πῶς ἐνῶ Ἐγὼ ἔχω τὴν δεδομένην Ἰσχὺν δὲν ἐνεργῶ ἀφ’ Ἑαυτοῦ
ὅπως ἀπακαθάρω ὑμᾶς ἐκ παντὸς καὶ ἐπιχύσω ἐν ὑμῖν τὴν Ἰσχύν τῆς
Δυνάμεώς Μου, κραταιῶν ὑμᾶς κατὰ παντὸς καὶ ἐν πᾶσιν;
Ὄχι ἀγαπητοί Μου. Οὐδεμία Ἀρχὴ δύναται οὖσα Ἐλευθέρα νὰ
καθυποτάξῃ τὴν κεκτημένην Ἐλευθερίαν μιᾶς ἄλλης Ἀρχῆς ἀσθενε-
στέρας, ἐν τῷ δικαιώματι τῆς ἰδίας αὐτῆς Ἐλευθερίας. Οἱ Ἀνώτατοι
Ἀρχηγοί καὶ Ἄρχοντες τῶν Πνευμάτων ἔχουσι δικαίωμα νὰ παρεμβάλ-
λωσι μεταξὺ τῆς αὐτοβούλου ἐνεργείας παντὸς κατωτέρου αὐτῶν

42
πνεύματος, τὴν προτροπὴν ἐν τῷ ὀρθῷ Λόγῳ καὶ οὐδὲν ἕτερον.
Οἱ ἀκολουθήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀνήρχοντο εἰς χιλιάδας καὶ ὅμως
Οὗτος μεταξὺ αὐτῶν ἐξέλεξε δώδεκα. Καὶ ἐκ τῶν δώδεκα τούτων εὑρέθη
εἷς, ὅστις ὅχι μόνον δὲν ἠδυνήθῃ νὰ ἀντιληφθῇ τὸ εἰς αὐτοὺς ἀνατιθέ-
μενον ἔργον καὶ τὸν σκοπὸν τῆς Διδασκαλίας καὶ τοῦ Ἔργου τοῦ Ἰησοῦ,
ἀλλὰ προέβη εἰς τὴν προδοσίαν Ἐκείνου, τὸν Ὁποῖον παρουσίᾳ τῶν
ἄλλων ἀπεκάλει Διδάσκαλον.
Ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων δὲν διαβλέπει τις τὴν διάκρισιν ἀνάλο-
γον πρὸς τὸν ζῆλον, τὴν πίστιν καὶ τὴν προσπάθειαν αὐτῶν; Ὁ Ἰησοῦς
ἄραγε εὑρισκόμενος ἐν μέσῳ αὐτῶν δὲν ἐγνώριζε τὰ ἀποτελέσματα
ταῦτα; Διατί τότε νὰ μὴν ἐκλέξῃ καλλιτέρους καὶ ἔτι μᾶλλον πρὸς τὸ
ἔργον Αὐτοῦ προσκειμένους; Διατί νὰ συλλέξῃ αὐτοὺς ἐκ τῆς τάξεως
τῶν ἁλιέων καὶ νὰ μὴν ἀναζητήσῃ νὰ ἀνεύρῃ αὐτοὺς ἐκ τοῦ κύκλου τῶν
σπουδαστῶν καὶ σοφῶν;
Ὁ κόσμος πάντοτε εἶναι ὁ αὐτὸς καὶ ἐπὶ πολὺ εἰσέτι θὰ παραμείνῃ
ἀναλλοίωτος. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκην τῶν σοφῶν, ὅπως καταστήσῃ
γνωστὴν τὴν Σοφίαν Του. Ὁ Θεὸς καὶ ἐκ τῶν λίθων δύναται ν’ ἀνε-
γείρῃ ἀνθρώπους, ὅπως διδάξῃ τοὺς ἐν σοφίᾳ γεγηρακότας. Συνεπῶς
καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐκ τῶν ταπεινῶν ἁλιέων κατώρθωσε νὰ ταπεινώσῃ τὴν σο-
φίαν τῶν παρελθόντων αἰώνων καὶ δι’ αὐτῶν τὸ ἔργον Του νὰ λάβῃ τὰς
διαστάσεις τῆς κοσμοσωτηρίου ἐξαπλώσεως.
Οἱ μετ’ Αὐτοῦ ὅμως συζητήσαντες καὶ συναναστραφέντες μαθηταὶ
δὲν ἐγνώριζον τὸ Ἔργον τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν σκοπὸν δι’ ὃν Οὗτος τοὺς
ἐξέλεξε καὶ διετήρησεν αὐτοὺς μέχρι τοῦ τέλους Του. Ἔχοντες οὗτοι
Αὐτὸν ἐν μέσῳ αὐτῶν δὲν ἐγνώριζον τὴν ἐκ Θεοῦ προέλευσίν Του, παρ’
ὁπότε διεφωτίσθησαν καὶ ἡ διάνοια αὐτῶν ἐπληρώθη Πνεύματος διδά-
σκοντες αὐτοῖς τὴν Ἀλήθειαν.
Ἐγὼ ἤδη εὑρίσκομαι μεταξὺ ὑμῶν ὡς Πνεῦμα καὶ ὅμως ἐπιζητεῖτε
τὴν Παρουσίαν Μου ἐν σώματι, ὅπως βεβαιωθῆτε περὶ Ἐμοῦ. Ζητεῖτε δὲ
τὴν ἐκτέλεσιν ὑπ’ Ἐμοῦ θαυμάτων, ὅπως πεισθῆτε ἐὰν πράγματι ζῶ καὶ
ἐνεργῶ ὡς Δύναμις ὑπερτέρα ὑμῶν.
Ἀκολουθεῖτε ὅτι καὶ οἱ Ἰουδαῖοι: Τὸ θαῦμα. Ἀλλὰ τὸ θαῦμα δὲν εἶ-
ναι ὁ πραγματικὸς σκοπὸς τῆς Ἀποστολῆς Μου καὶ τῆς ἐξελίξεως τοῦ
ἀνθρωπίνου πνεύματος. Ἀποτελεῖ μόνον τοῦτο καταφανῆ ἐκδήλωσιν
τῆς Δυνάμεως τοῦ ΛΟΓΟΥ, Ὅστις ἀπoτελεῖ τὴν κυριωτέραν τῆς Θείας
Ἐπεμβάσεως αἰτίαν, καὶ δι’ Οὗ καὶ μόνον μεθ’ ὑμῶν θέλω ἐπικοινωνῇ,
πρὸς σωτηρίαν ὑμῶν καὶ τῶν ἄλλων.

43
18. Οὐδεὶς ποτὲ ἐπικαλεσθεὶς τὴν Θείαν Ἐπέμβασιν καὶ Ἀρωγὴν
ἔμεινεν ἄνευ βοηθείας.
Οἱ ἄνθρωποι εἰς τὰς δυσχερεῖς τοῦ βίου αὐτῶν περιστάσεις ἀναπέ-
μποντες ἐν ὁλοψύχῳ κατανύξει καὶ καθαρᾷ τῇ καρδίᾳ αὐτῶν πρὸς τὸν
Ὕψιστον, ἠδυνήθησαν οὐ μόνον νὰ εὕρωσιν τὴν γαλήνην καὶ ἀνάπαυσιν
τῆς συνταρασσομένης ψυχῆς των, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν τὴν σωτηρίαν, ἐκ τῶν
ἐπαπειλούντων αὐτοὺς κινδύνων.
Ἡ κατανυκτικὴ προσευχή, ἐξερχομένη ἐκ τοῦ πόνου, τὸν ὁποῖον ἡ
ψυχὴ αἰσθάνεται ἐν ταῖς ταλαιπωρείαις καὶ κινδύνοις τοῦ βίου ἀνέρχε-
ται μέχρι τῶν ἀνωτάτων στρωμάτων τῆς Πνευματικῆς Ἰσχύος καὶ λαμ-
βάνει ἐξ αὐτῶν τὴν ἰσχὺν καὶ τὸ θάρρος ὅπως ἀντεπεξέλθῃ κατὰ τῶν
μαστιζουσῶν αὐτὴν δυσχερειῶν, πληροῦται δὲ ὑπὸ τῆς ἐλπίδος, ἥτις
ἀπορρέει ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Νοῦ, τοῦ πληροῦντος καὶ διευθύνοντος
τὸν κόσμον καὶ πᾶσαν ἐν αὐτῷ σωματοεξέλιξιν καὶ πληροῦται ἐκ τῆς
ὑπερανθρώπου δυνάμεως τοῦ κατισχύειν τῶν δεινῶν καὶ ὑπερβάλ-
λειν πᾶν ἐν τῷ δρόμῳ της πρόσκομμα.
Ἡ Προσευχὴ καὶ ἡ κατανυκτικὴ παράκλησις εἶναι ἡ μόνη καὶ ἀπο-
κλειστικὴ δύναμις, ἥτις ἐξοπλίζει τὸ ταλαιπωρούμενον πνεῦμα καὶ
παρέχει εἰς αὐτὸ τὴν διαφωτιστικὴν σκέψιν, ἐν μέσῳ τοῦ περιβάλλο-
ντος αὐτὸ ἀπὸ παντοῦ σκότους. Εἶναι ἡ Ἄσβεστος Λυχνία τῆς ζωῆς, ἥτις
καὶ εἰς τὰς μᾶλλον θυελλώδεις καὶ σκοτεινὰς αὐτῆς ἡμέρας φωτίζει τὸν
δρόμον της καὶ ὁδηγεῖ τὸν ναυαγὸν εἰς ἀσφαλῆ λιμένα. Εἶναι τὸ μέσον
δι’ οὖ κατορθώνεται ἐν μέσῳ συννεφώδους ἀνεμοταραχῆς νὰ διαλυ-
θῶσιν αἱ συμπυκνωθεῖσαι περὶ τὸ ἄτομον ὁμιχλώδεις σκιαὶ καὶ ἐκ τῆς
διὰ μέσου αὐτῶν σχηματισθείσης ρωγμῆς νὰ διέλθωσιν αἱ ἀκτῖνες τοῦ
Φωτὸς καὶ θερμάνωσι τὰ ὑπὸ τοῦ ψύχους καὶ τῶν ψυχρῶν ἀνέμων κατε-
σκληρηκότα μέλη του.
Ἡ Προσευχὴ προσέτι ἐπαναφέρει τὰς δυνάμεις τοῦ καταπεπτω-
κότος πνεύματος καὶ ἐνισχύει αὐτό εἰς τὴν λῆψιν τῶν ἀπεγνωσμένων
αὐτοῦ ἀποφάσεων, αἱ ὁποῖαι διὰ τῆς πίστεως ἐπὶ τῆς αἰσίας ἐκβάσεως
αὐτῶν ἐξοπλιζόμεναι, ἐπιφέρουσι τὰ ἀποτελέσματα τῆς τελείας αὐτῶν
ἐκπληρώσεως.
Ὁ προσευχόμενος ἄνθρωπος δὲν αἰσθάνεται ἑαυτὸν πλέον ἐγκατα-
λελειμένον ὑπὸ πάντων καὶ τέλειον ὄργανον τῆς παλιμβούλου τύχης,
ἥτις ἐπεσώρευσεν ἐπ’ αὐτοῦ τὴν ἐγκατάλειψιν τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν
περιφρόνησιν τῶν πάντων. Αἰσθάνεται ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς του νὰ
καταυγάζῃ τὸ φῶς τῆς Ἐλπίδος, τὸ ὁποῖον ἐκπέμπεται ὑπὸ τοῦ Διακυ-
βερνῶντος τὸν κόσμον ὁλόκληρον καὶ πρὸ τοῦ ὁποίου κύπτουν τα-
πεινοὶ ἱκέται οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς.
Ἀκούει εἰς τὸ βάθος τῶν μυχιαιτάτων αὐτοῦ λογισμῶν τὴν ἐνδόμυ-
χον φωνὴν τῆς παρηγόρου ἐνισχύσεως τοῦ Θείου, τὸ ὁποῖον τὴν στιγ-
μὴν ἐκείνην ἀνεγείρει αὐτὸν ἐκ τοῦ ἐδάφους καὶ τὸν ἀναχαιτίζει ἀπὸ τὸ

44
χεῖλος τοῦ κρημνοῦ, εἰς τὸ ὁποῖον ἀσφαλῶς θὰ κατέπιπτεν.
Ἐὰν τὸ πρόσωπον τοῦτο ἐνισχυθῇ διὰ τῆς πίστεως πρὸς τὴν Ἐπέμ-
βασιν τοῦ Θείου, ἐὰν ἀναθέσῃ πάσας τὰς ἐλπίδας αὐτοῦ εἰς τὴν μόνην
καὶ ἀποκλειστικὴν Αὐτοῦ Ἐνέργειαν καὶ ἐπιζητήσῃ παρ’ Αὐτοῦ τὴν Θείαν
Ἐπιφώτισιν, ὅπως τοῦ καταδείξῃ τὴν πραγματικὴν ὁδόν, ἀπὸ τῆς ὁποίας
ἀποπλανηθεὶς ἀπεμακρύνθη, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ἐντὸς ὀλίγου θά αἰσθαν-
θῇ κατὰ τοσοῦτον τονουμένας τὰς δυνάμεις του, ὥστε οὐδὲν πρό-
σκομμα, οὐδεμία ἀνθρωπίνη δύναμις, ὅσον ὑψηλὰ καὶ ἃν εὑρίσκεται,
νὰ δυνηθῇ νὰ παρεμποδίσῃ αὐτὸν ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος, τὸ ὁποῖον ἡ
Ἀπόλυτος αὐτοῦ πίστις καὶ πεποίθησις ἐπιφέρουν.
Δύνασθε νὰ ἀνατρέξητε εἰς τὴν ἱστορίαν τῶν αἰώνων, καὶ θὰ ἴδητε
ἀνθρώπους ταπεινοὺς καὶ ὑπὸ πάντων καταδικαζομένους καὶ περιφρο-
νουμένους νὰ ἐξεγείρωνται κατὰ τῶν φοβερῶν δυναστῶν τοῦ κόσμου
καὶ νὰ διακηρύσσωσι τὰς Ἀληθείας, τὰς ὁποίας ἡ Θεία Ἐπιφώτισις
τοὺς ἐνέπνεεν. Θὰ ἴδητε αὐτοὺς ἀντιμετωπίζοντας τὰς τυραννίας καὶ
τὰ μαρτύρια τοῦ Θανάτου, ὡς τὸ ἀποκλειστικὸν ἔπαθλον τῆς αἰωνίου
δόξης τοῦ ἀγῶνος, ὃν ἀνέλαβον. Αἱ φρικιαστικαὶ εἰκόνες τῶν βασανι-
στηρίων τῆς μᾶλλον θηριώδους ἐπινοήσεως ἐθεωροῦντο ὑπ’ αὐτῶν
ὡς ἡ ταπεινωτέρα ἀμοιβὴ τῆς ἐξυπηρετήσεως τοῦ σκοποῦ, ὅστις τοῖς
ἀνετέθη. Ὁ κίνδυνος τοῦ θανάτου ἦτο δι’ αὐτοὺς ἡ θύρα, δι’ ἧς οὗτοι
ἔμελον νά εἰσέλθωσιν εἰς τὴν πραγματικὴν Ζωήν, τὴν διεπομένην
ὑπὸ τῆς Θείας Δικαιοσύνης, ἥτις θὰ ἤμοιβεν αὐτοὺς ἐπαξιώτερον τῶν
­ἀνθρώπων.
Ὁ ἄνθρωπος ὁπόταν ὁπλισθῇ διὰ τῆς πίστεως πρὸς τὸ Θεῖον, καθί-
σταται ὑπεράνθρωπος. Οὐδεὶς δύναται νὰ ἀντιμετωπίσῃ αὐτὸν καὶ πᾶς
κίνδυνος δι’ αὐτὸν ἔσεται τὸ πεδίον ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ δοκιμασθῇ ἡ
πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὰς ἀρχὰς αὐτοῦ πίστις.
Ἂς ἐλπίσω ὅτι καὶ ὑμεῖς θὰ δυνηθῆτε νὰ ἐναποθέσητε ἐν τῇ καρ-
δίᾳ ὑμῶν ἐλαχιστομόριον τῆς πραγματικῆς πίστεως, ἥτις ἠδύνατο νὰ
ἐμπλήσῃ ὑμᾶς θάρρους κατὰ παντὸς κινδύνου καὶ ἡ ὁποία θὰ ἠδύνατο
νὰ σᾶς θέσῃ ἀντιμετώπους κατὰ παντὸς πολεμίου, ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει
τῶν ἰδεῶν καὶ ἀρχῶν, ἃς μέλλετε νὰ ἀκολουθήσητε. Ἂς πιστεύω ὅτι
ἐντὸς ὀλίγου θὰ ἐγκαταλείψητε πᾶσαν ἀδυναμίαν, ἥτις γεννᾶται ἐν τῇ
ἀμφιβόλῳ ψυχῇ σας καὶ ὅτι θὰ ὑψώσητε ἑαυτοὺς κατὰ πάσης ἀμφιβο-
λίας, θέτοντες Ἐμὲ ὡς Προμετωπίδα τοῦ ἀγῶνος, ὃν θὰ ἀναλάβητε.
Ἂς πιστεύσω ὅτι θὰ ἔλθῃ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ πιστεύσητε ὅτι
δὲν ἀποτελεῖτε ἐξαίρεσιν παντὸς δυναμένου νὰ ὑψωθῇ ὑπεράνω τοῦ
κοινοῦ νοῦ τῶν ἀνθρώπων καὶ ὑψώσῃ πρῶτος τὴν σημαίαν τοῦ κοσμο-
σωτηρίου ἔργου, τὸ ὁποῖον σᾶς ἀνατίθεται. Ἂς πιστεύσω ἀκόμη ὅτι ἔχε-
τε τὴν γνώμην ὅτι οὐδὲν ἐν τῷ κόσμῳ τελεσφορεῖ ἄνευ προηγουμένης
μελέτης τοῦ σκοποῦ, ὃν ἕκαστος ἄνθρωπος μέλλει νὰ ἐπιτελέσῃ.
Θὰ προσπαθήσητε ὅθεν νὰ χειραφετηθῆτε ἐν ὅλαις ταῖς δοκιμα-
σίαις, τὰς ὁποίας ὁ σκοπὸς τοῦ Ἔργου Μου ἐπιφυλάσσει καὶ ἀφοῦ

45
γνωρίσητε τοῦτο ἐν ὅλαις αὐτοῦ ταῖς λεπτομερείαις, τότε θὰ κατέλ-
θητε εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς πλήρους αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ ἐξαπλώσεως.
Ὀφείλετε ὅμως ἐν τῷ μεταξὺ νὰ θέσητε τὰς πρώτας βάσεις τοῦ ἀρ-
χικοῦ πυρῆνος, ὅστις πρόκειται νὰ ἀποτελέσῃ τὴν ἀρχικὴν ἱεραρχίαν
τῆς ἀναλήψεως τοῦ ἔργου τούτου. Ὀφείλετε νὰ θέσητε τὰς βάσεις τῆς
πρώτης ἀδελφότητος, ἥτις ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ ἀποκαλυπτομένου σκο-
ποῦ τοῦ Ἔργου Μου θὰ καταστῇ ἡ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΑΝΑΔΕΛΦΟΤΗΣ, ἥτις
θὰ προλειάνῃ τὸ ἔδαφος τῆς ἐκ ΝΕΟΥ ΕΝ ΤΩ ΚΟΣΜΩ ΕΠΑΝΟΔΟΥ ΜΟΥ,
πρὸς ἐξυπηρέτησιν τῶν ΘΕΙΩΝ ΒΟΥΛΩΝ, ἐν τῇ ἐξανθρωπιστικῇ ἀνα-
γεννήσει ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος.
Θὰ Μοῦ εἴπητε ὅμως ὅτι θεωρεῖτε ἑαυτοὺς ἀναξίους καὶ ἀσθενεῖς νὰ
ἀναλάβητε τὴν ἀρχὴν τῆς πραγματοποιήσεως ἑνὸς τοιούτου σκοποῦ.
Τοῦτο ὅμως δὲν θὰ σημαίνῃ ἄλλο τι παρ’ ὅτι δὲν ἐχετε τὴν ἀνάλογον
πίστιν πρὸς Ἐκεῖνον, Ὅστις σᾶς ἀποκαλύπτεται καὶ Ὅστις οὐδέποτε
θὰ θελήσῃ νὰ σᾶς ἐπιβάλῃ ἀνάληψιν καθηκόντων ὑπερτέρων τῶν
ἀσθενῶν σας δυνάμεων.
Ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ἐκεῖνοι οἵτινες θὰ ὁπλισθῶσι δι’ ἀπολύτου πίστεως
πρὸς τὸ θετικὸν ἀποτέλεσμα τῶν ἐν τῷ κόσμῳ Ἐπαγγελιῶν Μου, οὗτοι
καὶ μόνον ἀφ’ ἑαυτῶν θὰ γνωρίσωσιν ἐν καιρῷ ὅτι εἶναι εἰς θέσιν νὰ
πραγματοποιήσουν τὸν ἀπώτερον σκοπὸν τοῦ Ἔργου Μου, ἀψηφοῦ-
ντες πάντα κίνδυνον καὶ πρόσκομμα καὶ ὑπὸ τῆς ἀληθοῦς καὶ μόνον
αὐτῶν πίστεως ὁρμώμενοι, βέβαιοι ὅντες ὅτι τὸ πᾶν δυνατὸν ὅταν τὸ
Θεῖον συγκατανεύῃ καὶ ἐπιδοκιμάζῃ αὐτό.

19. Ὁ Ἰησοῦς ὅταν κατενόησε τὸν Μέγα Αὐτοῦ ἐπὶ γῆς προορισμὸν
καὶ τὴν μεγάλην ἐν τῷ κόσμῳ Ἀποστολήν Του, μετέβη εἰς τὴν ἔρη-
μον, εἰς ἣν ἐμεινε νῆστις ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας, κατὰ τὸ διάστημα
τῶν ὁποίων ὁ Σατανᾶς τοῦ ἐπαρουσιάσθη καὶ τοῦ ὑπέσχετο ἅπασαν
τὴν ἐν τῇ γῇ βασιλείαν μετὰ τῶν ἀπολαβών της. Ἐδοκίμαζε δὲ πειράζων
Αὐτὸν καὶ λέγων: «Εἰ Υἱὸς Θεοῦ εἶσαι εἰπὲ εἰς τοὺς λίθους τούτους νὰ με-
ταβληθῶσιν εἰς ἄρτους καὶ τότε προσκυνήσω σε». Ὁ δὲ εἶπεν: «Οὐκ ἐπ’
ἄρτῳ ζήσεται ἄνθρωπος».
Ὅταν δὲ ἔφερεν Αὐτὸν ἐπὶ τῆς ὑψηλοτέρας κορυφῆς τοῦ ὄρους καὶ
Τοῦ ὑπεσχέθη νὰ Τοῦ δώσῃ ὁλόκληρον τὴν Ἰερουσαλὴμ καὶ πᾶσαν τὴν
γῆν νὰ θέσῃ ὑπὸ τοὺς πόδας Του, ὁ Ἰησοῦς ἀπήντησεν: «Ὕπαγε ὀπίσω
Μου Σατανᾶ, ὅτι Κύριόν σου ἀναγνωρίσῃς καὶ Αὐτῷ μόνον δουλεύσῃς».
Ἡ ἐκ τοῦ Εὐαγγελίου αὕτη ἐξηγμένη εἰκὼν εἶναι ἡ μᾶλλον ἀναγκαία
πρὸς μελέτην καὶ κρίσιν, ἀπαραιτήτως δὲ δι’ ἐκεῖνον ὅστις ἐπιθυμεῖ νὰ
εἰσέλθῃ εἰς τὸν Ἀνώτερον Πνευματικὸν Κόσμον, ἐξ οὗ νὰ δανεισθῇ τὰ
φῶτα ἐκεῖνα, μὲ τὰ ὁποῖα νὰ χαράξῃ μίαν νέαν ὁδὸν εἰς τὰς τόσας ἄλλας

46
τὰς ἀγούσας εἰς τὸν τελικὸν σκοπὸν τοῦ ἀνθρωπίνου προορισμοῦ καὶ ἡ
ὁποία δέον νὰ εἶναι εὐθυτέρα καὶ συντομωτέρα τῶν ἄλλων, ἐὰν θέλῃ νὰ
ἀποσπάσῃ τοὺς ἀκολουθοῦντας αὐτὰς καὶ τοὺς φέρῃ ἐπὶ τῆς ἰδικῆς του.
Ὁ ἄνθρωπος ὅθεν ἐκεῖνος, ὅστις θέλει ὅντως νὰ διατάμῃ νέαν ὁδὸν
ἐν τῇ ἀνθρωπίνῃ ἀναγεννήσει, πρέπει προηγουμένως νὰ ἐπιβληθῇ ἐπὶ
τοῦ ἑαυτοῦ του, νὰ συγκεντρωθῇ ἐν τῷ ἐρημικῷ κατοικητηρίῳ τοῦ
ἰδίου ἑαυτοῦ του καὶ νὰ νηστεύσῃ ἐπὶ μακρὸν χρόνον, ἕως ὅτου κατα-
στῇ τόσον δυνατὸς ἐν τῇ ἀπσκαθάρσει τῶν σφαλμάτων καὶ ἐλαττω-
μάτων τῆς σωματικῆς αὐτοῦ ψυχοσυνθέσεως, ὥστε νὰ περιφρονήσῃ
πάντα τὰ ἐκ τῆς βασιλείας τοῦ Σατανᾶ προερχόμενα ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ
νὰ καταστῇ τόσον ἰσχυρὸς ἀπέναντι τῶν ὑλικῶν προσφορῶν, τὰς
ὁποίας ἑκάστοτε τοῦ παρέχει ἡ ὑλικὴ ἀπόλαυσις, οὕτως ὥστε νὰ εἶ-
ναι εἰς θέσιν νὰ εἴπῃ τῇ παρουσιαζομένῃ εὐκαιρίᾳ τῆς ἀπολαβῆς των:
«Ἔλα ὀπίσω μου Σατανᾷ, ὅτι τὸν Κύριόν σου ὁμολογήσῃς καὶ Αὐτῷ
μόνον δουλεύσῃς».
Εἰς τὸν ἄνθρωπον τὸν προσφερόμενον νὰ ἐξυπηρετήσῃ τὰς ὑλικὰς
ἀποβλέψεις τοῦ σώματός του καὶ πᾶσαν ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ ματαιoδο-
ξίαν δὲν δύναταί τις νὰ προσφέρῃ οὐδὲ τὴν ἐλαχίστην γωνίαν τοῦ Πα-
ραδείσου, διότι οὗτος ἔζησε καὶ προσεπάθησε διὰ τῶν πράξεων του νὰ
κλείσῃ τὴν θύραν του ἑρμητικῶς. Ἄραγε ὅμως ἡ ἀνάγκη τῆς νηστείας
ποῖον σκοπὸν νὰ ἔχῃ καὶ τί ἄραγε νὰ ἀποβλέπῃ ἐκ τῆς πλήρους καὶ ἀκρι-
βοῦς αὐτῆς τηρήσεως;
Ἡ νηστεία δὲν σημαίνει ἀπόλυτον ἀποχὴν τῶν τροφίμων, δι’ ὧν
τὸ ἀνθρώπινον σῶμα συντηρεῖται καὶ ζεῖ, οὕτε ἐκλογικὴν αὐτῶν δια-
λογήν, διότι ὁ Ἰησοῦς εἰς ἄλλην περίπτωσιν ἀπαντᾶ: «Οὐ τὰ εἰσερχόμε-
να ἐν τῷ στόματι, ἀλλὰ τὰ ἐξ αὐτοῦ ἐξερχόμενα ὠφελοῦν καὶ ἀξίζουν»,
ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ αὐτῆς ἔννοια συμπεριλαμβάνει κυρίως τὰς ἀγα-
θὰς πράξεις καὶ τὰς καθαρωτέρας σκέψεις, ἐν σχέσει μὲ τὸν προορι-
σμόν, τὸν ὁποῖον ἕκαστος διδάσκεται νὰ ἀκολουθήσῃ, διὰ νὰ φθάσῃ τὸ
συντομώτερον εἰς τὸ τέρμα αὐτοῦ.
Ἡ νηστεία τοῦ σώματος οὐδεμίαν ἀξίαν δύναται νὰ προσδώσῃ εἰς
τὸ ἄτομον, τὸ μὴ τηροῦν τὴν νηστείαν τῆς ψυχικῆς αὐτοῦ καθάρσεως.
Εἶναι προτιμώτερον νὰ καταβροχθίζῃ τις τὰς σάρκας τῶν ὁμοίων κατὰ
τὸ σῶμα μὲ αὐτὸν ζώων, παρὰ νὰ τηρῇ τὴν νηστείαν τοῦ σώματος, νὰ
φοβῆται τὴν θυσίαν τῶν κατωτέρων αὐτοῦ ζωῖκῶν ὅντων καὶ νὰ κατα-
σπαράσσῃ ἐξ ἀντιθέτου τὴν ὁμοίαν μὲ αὐτὸν ψυχήν, ἐπιτηδευόμενος
ἀφ’ ἑνὸς τὸν φιλόζωον καὶ ἀφ’ ἑτέρου καθιστάμενος ὁ ἀπανθρωπότε-
ρος καὶ ἀναλγέστερος τῆς δυστυχίας πρόξενος. Αἱ Ἰδέαι Μου αὗται ἴσως
νὰ συγκρούωνται μὲ τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς πεποιθήσεις πολλῶν ἐξ ὑμῶν,
ἀλλὰ στηρίζονται ἐπὶ τῆς Πραγματικῆς Ἀληθείας.
Οἱ ὀπαδοὶ τῶν Βραχμανικῶν θεωριῶν θεωροῦν τὴν νηστείαν τοῦ
σώματος ὡς τὸ ἀπαραίτητον μέσον τῆς ἀνθρωπίνης πνευματικῆς ἐξελί-
ξεως, διότι πιστεύουν ὅτι διὰ νὰ φθάσῃ αὕτη εἰς τὸ σημεῖον εἰς ὃ εὑρί-

47
σκεται, διῆλθε διὰ μέσου τῶν κατωτέρων ζωϊκῶν διαβαθμίσεων καὶ συ-
νεπῶς ὁ ἀσπαζόμενος τὰς ἀρχὰς ταύτας ὀφείλει νὰ σεβασθῇ, ἐὰν ὄντως
ἐγνώρισε τὴν ἀλήθειαν τῆς ζωῆς, τὰς βάσεις αὐτῆς ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐθε-
μελιώθη καὶ ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐστηρίχθη τὸ οἰκοδόμημα τὸ παρουσιάζον
τὴν ἀνθρωπίνην του ὑπόστασιν. Κατὰ πόσον αἱ θεωρίαι αὕται εἶναι ἀλη-
θεῖς καὶ βασίζωνται ἐπὶ τῆς Ἀπολύτου καὶ Καθολικῆς Ἀληθείας, θέλω
ἀναπτύξει τοῦτο ἐν καιρῷ καὶ ὁπόταν τεθῶσιν αἱ κυριώτεραι βάσεις τοῦ
προγράμματος, τὸ ὁποῖον θὰ σᾶς δώσω ἐν τυπικῇ ἐξασκήσει τῆς Διδα-
σκαλίας τοῦ Ἔργου Μου.
Τὸ ὀρθὸν καὶ βέβαιον εἶναι ὅτι ἡ νηστεία τοῦ σώματος συντελεῖ
εἰς τὴν καταστολὴν τῶν παθῶν καὶ ἐπιθυμιῶν αὐτοῦ, ὅταν ἐν μέτρῳ
καὶ οὐχὶ κατὰ κόρον λαμβάνωνται. Ἐκτὸς δὲ τοῦ ὅτι ἐπιβραδύνουν
τὴν καλλιέργειαν καὶ πολλαπλασιασμὸν τῶν καταστρεπτικῶν ἐν αὐτῷ
μικροοργανισμῶν, τῶν προκαλούντων τὰς κυριωτέρας σωματικὰς
νόσους, ἐξ ἄλλου καθιστοῦν διαυγεστέραν τὴν διάνοιαν καὶ μᾶλλον
πρὸς τὰ πνευματικὰ ρέπουσαν. Ἀλλὰ ἡ νηστεία αὕτη δέον νὰ γίνε-
ται ἐν μέτρῳ τόσον χρήσεως, ὅσον καὶ ποσότητος τῶν τροφῶν, διότι
δύναταί τις νὰ λέγῃ ὅτι νηστεύῃ πρὸς πνευματικὴν αὐτοῦ ἐξέλιξιν καὶ
νὰ πληροῖ κατὰ κόρον τὸν στόμαχον αὐτοῦ τροφῶν, προκαλουσῶν ἐν
τῇ χωνεύσει αὐτῶν τὴν διαταραχὴν τῶν νεύρων καὶ τὰς ἐκλείψεις τῆς
μνήμης καὶ τῶν ψυχικῶν αὐτοῦ δυνάμεων.
Ἐπίσης δὲν θὰ ἦτο γελοῖον εἰς τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον τὸν τηροῦντα
τὴν νηστείαν ἀποκλειστικῶς διὰ λόγους ἐπιγνώσεως τῆς πραγματικῆς
αὐτοῦ ἐν τῇ φυσικῇ τοῦ κόσμου ἐξελίξει σταδιοδρομίας, ἐνεκα τῶν
ὁποίων καὶ μόνον σέβεται τὴν ζωήν, ἐξ ἧς καὶ οὗτος προῆλθεν, νὰ σφάζῃ
ἐν τῇ ἐκπληρώσει τῶν καθηκόντων του τοὺς ὁμοίους του ἀνθρώπους,
ἢ ἐν τῷ δικαιώματι τῆς ὑπερτέρας αὐτοῦ ἐξουσίας καὶ ἐλευθερίας νὰ
καταστρατηγῇ τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὰ δικαιώματα ἐκείνων μετὰ τῶν
ὁποίων ἡ αὐτὴ συγγένεια τῶν σωμάτων καὶ τῆς ψυχῆς τὸν συνδέει;
Ὁ ἄνθρωπος ὅθεν ὁ κατανοῶν τὸν προορισμὸν αὐτοῦ, ὁ ἔχων καὶ
τὴν ἐλαχίστην ἐπίγνωσιν τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς, δέν περιορίζεται μόνον
εἰς τὴν αὐστηρὰν τήρησιν τῆς νηστείας, ἀλλὰ κυρίως φροντίζει πῶς
νὰ καταστῇ ἐν τῷ ἰδίῳ αὐτοῦ κατοικητηρίῳ ἐρημίτης, νηστευτὴς τῶν
παθῶν του, τῶν ἀδυναμιῶν του, τῶν ἀπερισκεψιῶν του καὶ τέλος πά-
σης σατανικῆς ἐπηρείας.
Ἐὰν δὲ περιορίσῃ πάντα ταῦτα καὶ ἀποκλείσῃ τὴν ψυχήν του ἀπὸ
πᾶσαν ματαιοδοξίαν καὶ σφαλερὰν πρᾶξιν ἐὰν ἀκόμη ὁπλίσῃ ἑαυτὸν
διὰ θελήσεως καὶ τοῦ θάρρους ἐκείνου, τὸ ὁποῖον δύναται νά ἀποβῇ ὁ
καρποφόρος συντελεστὴς καὶ τῶν μᾶλλον ἀπιστεύτων πιθανοτήτων,
ἐὰν ἀκόμη ὑπερπληρώσῃ τὴν ψυχήν του Ἀγάπης, ἐκ τοῦ ἐκχειλίσματος
τῆς ὁποίας νὰ πληρώσῃ τὰς ψυχὰς τῶν γνωστῶν καὶ ἀγνώστων συναν-
θρώπων του, ἀνεξαρτήτως φυλῆς καὶ θρησκεύματος, γένους ἢ γλώσσης,
τότε ἐξεπλήρωσε τὸν μέγα αὐτοῦ ἐπὶ γῆς προορισμόν, διότι κατέ-

48
στη φορεὺς τῆς σωτηρίας τῶν γνωρισάντων ἢ συνακολουθησάντων
αὐτόν, τοὺς ὁποίους θὰ ἀναμένῃ ἐν τῇ διανοιγομένῃ ὁδῷ τῶν Ὑπερ­
τέρων Κ
­ όσμων, ἐν τοῖς ὁποίοις καὶ πάλιν θὰ καταστῇ ὁδηγός των.

20. Τὸ πρώτιστον ἐκ πάντων τῶν καθηκόντων, τὸ ὁποῖον ἐπιβάλλε-


ται εἰς τοὺς ἀκολουθοῦντας τὸν σκοπὸν καὶ τὰς ἀρχὰς ἑνὸς ὑψηλοῦ καὶ
ἐξιδανικευμένου ἔργου, ἢ οἱασδήποτε πνευματικῆς ἀποκαλύψεως, ἀλλὰ
καὶ εἰς ἐκείνους εἰσέτι οἵτινες ἁπλῶς καὶ μόνον εὑρίσκονται εἰς τὴν ὁδὸν
τῆς ἐξανθρωπιστικῆς αὐτῶν ἀναγεννήσεως, εἶναι ἡ Ἀγάπη.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἥτις συγκεντροῖ εἰς ἕκαστον ἄτομον τὰ πρῶτα
καὶ ἀπαραίτητα στοιχεῖα, διὰ τὴν περαιτέρω βαθμιαίαν ἐξέλιξίν του.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἥτις θεμελιοῖ τὰς βάσεις οἱασδήποτε κοινω-
νικῆς ἁρμονίας, ἐπιδιωκούσης τὴν πρόοδον καὶ τὸν πλήρη τῶν μελῶν
αὐτῆς ἐξανθρωπισμόν.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἥτις πληροῖ τὴν ψυχὴν ἐκ τοῦ Θείου Φωτὸς καὶ
παρουσιάζει αὐτὴν εἰς τὰ ὅμματα πάντων, ὡς ἓν τεμάχιον ἀποσπασθὲν
ἐκ τῆς Θείας Φωτοβόλου Ἑστίας τοῦ Ὑπερτάτου Ὄντος, τὸ ὁποῖον
ἐκδηλοῖ τὴν ὑπερτέραν τῆς φύσεώς του ἀποστολὴν ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ
καὶ τὸ ὁποῖον ἐπιθυμεῖ ταχύτερον νὰ ἐπανέλθῃ εἰς τὰ ἀρχικὰ ὅρια τῆς
ἀναχωρήσεώς του, φέρον μεθ’ ἑαυτοῦ τὴν ἐσωτερικὴν συνείδησιν τῆς
ἀρχικῆς ὑποστάσεώς του, ἥτις δὲν ἠδυνήθη νὰ ἐξαφανισθῇ ἐν τῷ κόσμῳ
τῶν ἀντιθέτων συγκρούσεων τῶν συναισθημάτων καὶ τῆς ἀντιθέτου
φύσεως τῆς ὑποστάσεώς του, τὴν ὁποίαν τοῦτο διὰ τὰς ἀνάγκας καὶ τὴν
διατήρησιν τῆς ζωῆς του προσέλαβεν.
Ἡ Ἀγάπη, τὸ Θεῖον τοῦτο τῆς ψυχῆς ἀπαύγασμα, εἶναι ἐκεῖνο τὸ
ὁποῖον ἐπιφέρει τὴν μόνην εὐχαρίστησιν καὶ εὐφροσύνην, τὴν ὁποίαν ὁ
ἄνθρωπος δύναται νὰ εὕρῃ διαρκῶς ἐν τῇ γῇ, χωρὶς ποτὲ διὰ τοῦτο νὰ
μετανοήσῃ.
Ἡ Ἀγάπη εἰναι ἐκείνη ἥτις ἐπιφέρει τὴν πραγματικὴν ἐπιτυχίαν
οἱουδήποτε σκοποῦ.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη, ἥτις διαθερμαίνει τὰ ψυχρὰ στήθη τοῦ πονοῦ-
ντος καὶ μεταβάλλει αὐτὰ εἰς θερμὴν ἑστίαν γλυκυτάτης παραμυθίας.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία κατασυντρίβει τὰ καθ’ ὑμῶν βαλλό-
μενα βέλη καὶ μετουσιοῖ αὐτὰ εἰς ἀγγελικὰς θωπείας, ἐπαναστρέφουσα
αὐτὰ ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ βάλλοντος, ἵνα γεννήσῃ ἐν αὐτῷ τὴν μετάνοιαν
καὶ τὴν ψυχικὴν ἀνάνηψιν.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἥτις ἐξέρχεται ἐκ τῆς Θείας Πηγῆς, τῆς ἀνα-
βλυζούσης ἐκ τῶν Θείων Κόλπων καὶ διαρρεούσης ἐν τῷ φθαρτῷ κό-
σμῳ, ἵνα ἐξουσιάσῃ αὐτὸν καὶ τοῦ καταστήσῃ γνωστὴν τὴν ἐκπεσοῦσαν
καταγωγήν του.

49
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἥτις μεταβάλλει τὸν πόλεμον εἰς εἰρήνην, τὴν
κακίαν εἰς ἀρετήν, τὸ μῖσος εἰς λατρείαν, τὴν ποταπότητα εἰς ἐξιδανι-
κευμένην ὑψηλοφροσύνην.
Ἡ Ἀγάπη εἰναι ἐκείνη ἥτις συρράπτει τὰ διαρραγέντα τεμάχια οἱασ-
δήποτε ὑποστάσεως καὶ δίδει εἰς αὐτὴν τὴν ἀρχικήν της μορφήν.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ἥτις μεταβάλλει τὴν κτηνωδίαν εἰς ἀνθρωπι-
σμόν, τὸν βόρβορον εἰς ἀδάμαντας, τὴν φθορὰν εἰς Ἀφθαρσίαν.
Ἡ Ἀγάπη τέλος εἶναι ἐκείνη, ἥτις ἀνασύρει τὸν καταπεπτωκότα
ἄνθρωπον ἐκ τῆς σκοτεινῆς ἀβύσσου, εἰς ἣν ἡ κακία καὶ τὸ μῖσος τὸν
συμπαρέσυραν καὶ ἀναβιβάζει αὐτὸν εἰς τὴν κορυφὴν ἐκείνην, ἀπὸ
τὴν ὁποίαν ἡ Ἄσβεστος Λυχνία τῆς Ἀληθείας φωτίζει τὰ βάθη τῆς
ψυχικῆς συνθέσεως καὶ δεικνύει εἰς αὐτὴν τὴν ἀπόστασιν καὶ τὴν δι-
αφορὰν μεταξὺ τῆς σκοτεινῆς ἀβύσσου καὶ τελματώδους ἐκτάσεως
τῆς κακίας, εἰς τὴν ὁποίαν εἰς ἕκαστον αὐτῆς βῆμα ἡ ψυχὴ καταβαρα-
θροῦται καὶ ἀποπνίγεται, καὶ τῆς φωτεινοτάτης κορυφῆς τῆς Ἀρετῆς,
τῆς ὁποίας ἕκαστον μέρος εἶναι καὶ μία ἀνοικτὴ πύλη τῆς Ἐδέμ, ἥτις
ἀναμένει νὰ δεχθῇ εἰς τοὺς ἀνιστορήτους αὐτῆς κόλπους τὴν ἐν τῇ
φθορᾷ τοῦ κόσμου δοκιμασθεῖσαν ψυχὴν καὶ τὴν τοποθετήσῃ ἐπὶ τοῦ
θρόνου τῆς Ἀφθάρτου τοῦ Κόσμου Βασιλείας.
Τὴν Ἀγάπην ὅμως ταύτην, τὴν ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν ὑπάρχουσαν καὶ
διὰ τῶν ἀγαθῶν αὐτῆς αἰσθημάτων τρεφομένην, δὲν ἐπιθυμῶ νὰ τὴν
δεικνύετε μόνον πρὸς ἐκείνους οἵτινες σᾶς ἀγαπῶσιν ἢ δύνανται ν’
ἀνταποκριθῶσι πρὸς τὸ μέγεθος αὐτῆς. Θέλω πρὸ παντὸς νὰ στρέφητε
αὐτὴν πρὸς ἐκείνους, οἵτινες ἐμίσησαν καὶ ἐκακολόγησαν ἢ ἔβλαψαν
ὑμᾶς.
Οἱ κακοὶ καὶ οἱ διαφθορεῖς τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς, ἀγαποῦν
ἐπίσης ἐκείνους οἵτινες συνετέλεσαν εἰς τὸν κορεσμὸν τῆς διεφθαρ-
μένης των ψυχῆς. Οἱ κακοῦργοι ἀγαποῦν ἐκείνους οἵτινες συνέδραμον
αὐτοὺς εἰς τὴν μελέτην καὶ ἐκτέλεσιν τῶν πράξεών των. Οἱ παντὸς εἴ-
δους ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν τοὺς ὁμοίους των καὶ πάντας ἐκείνους οἵτινες
παντοιοτρόπως τοὺς ὠφέλησαν ἢ τοὺς ἐβοήθησαν.
Οὐδεμία διαφορὰ ὑπάρχει τότε ἐν τῇ ἐξωτερικεύσει τῆς Ἀγάπης
μεταξὺ ὑμῶν καὶ αὐτῶν. Σεῖς ὅμως, οἵτινες θέλετε νὰ διακριθῆτε κάπως
ὑψηλότερον τῶν ἄλλων, μὴ μισῆτε οὐδένα, μὴ καταφέρεσθε ἐναντίον
οὐδενός, μὴ κατηγορήσητε ποτὲ καὶ ἐκεῖνον ἀκόμη, ὅστις σᾶς κατέ-
στρεψεν ὁλοσχερῶς.
Ἐὰν οὗτος ἐπιζητήσῃ παντοιοτρόπως τὴν καταστροφὴν καὶ τὸν
ὄλεθρόν σας, ἐὰν πρὸς ὑμᾶς φερθῇ ὡς καταπέλτης καὶ συντρίψῃ ὑπὸ τὰ
πλήγματα αὐτοῦ ὅλας τὰς ἐλπίδας σας καὶ τὰ ὄνειρα, ἐὰν ἀκόμη ἐπὶ τοῦ
ἀσπαίροντος σώματός σας θέσῃ τὸν πόδα του καὶ ἐπιζητήσῃ κατὰ τοὺς
τελευταίους αὐτοῦ σφαδασμοὺς νὰ ἐπιδείξῃ τὸν ἐκ τοῦ μίσους ἀποκτη-
θέντα θρίαμβον, μὴ ζητήσητε νὰ πληρώσητε αὐτὸν δι’ ὁμοίας ἀντα-
ποδόσεως.

50
Ἐνατενίσατε αὐτὸν μὲ τὸ μειδίαμα τῆς εἰλικρινεστέρας στοργῆς καὶ
δώσατε εἰς αὐτὸν νὰ ἐννοήσῃ τὴν ἐκ τοῦ μίσους του προξενηθεῖσαν ὑμῖν
βλάβην ἢ καταστροφὴν καὶ προσπαθήσατε εἰσέτι διὰ τῆς ἀνταποδόσε-
ως πρὸς αὐτὸν πάσης στοργῆς καὶ ἐνδιαφέροντος καὶ ὑποστηρίξεως, νὰ
ἴδῃ τὸ ὕψος τῆς ψυχῆς σας καὶ τὴν κατάπτωσιν τῆς ἰδικῆς του. Ἐστέ δὲ
βέβαιοι ὅτι οὗτος ὅταν ἐνδομύχως κατανοήσῃ τὴν διαχωρίζουσάν σας
ἀπόστασιν, θὰ ἐπιζητήσῃ διὰ παντὸς τρόπου ὄχι μόνον νὰ ἐπανορθώσῃ
τὴν πρὸς ὑμᾶς προξενηθεῖσαν ἠθικὴν ἢ πνευματικὴν ζημίαν, ἀλλὰ εἰσέτι
θὰ σᾶς περιβάλλῃ δι’ ἴσης καὶ μείζονος ἀγάπης.
Ἐὰν ὅμως δὲν κατορθώσητε νὰ ἐπιβληθῆτε ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ σας καὶ
νὰ καταστήσητε τὴν ψυχήν σας ἱκανὴν νὰ περιλάβῃ τὴν Ἀγάπην ὅλου
τοῦ κόσμου, δυστυχῶς δὲν θὰ δυνηθῆτε νὰ κάμητε τὸ πραγματικὸν
πρῶτον βῆμα, ἐν τῇ ἐπιδιωκομένῃ παρ’ ὑμῶν ἐξελίξει.
Ἐγὼ ὀφείλω νὰ καταστήσω πάντα ταῦτα γνωστά, διότι ἐν τῇ ἐξυ-
πηρετήσει τοῦ Ἔργου Μου πολλάκις ἂν ὄχι πάντοτε θὰ εὑρεθῆτε πρὸ
τοῦ σκοπέλου τῆς δοκιμασίας ταύτης. Ὀφείλετε ν’ ἀγαπᾶτε ἐκείνους,
οἵτινες ἠδύναντο νά παρεμβληθῶσιν ὡς προσκόμματα κατὰ πάσης
ὑμῶν ἐπιδιώξεως, ἐν τῇ ἐπιτυχίᾳ τῆς ἐν γένει δράσεώς σας, χωρὶς ν’
ἀσπάζησθε τὰς σαθρὰς αὐτῶν ἀντιλήψεις, χωρὶς νὰ ὑποκύψητε εἰς τὰς
πρὸς τὸν σκοπὸν ὑμῶν ἀντικειμένας ἴσως ἰδέας των, διότι τότε ἀντὶ
νὰ ὠφελήσητε αὐτοὺς θὰ βλάψητε τοὺς ἑαυτούς σας καὶ θὰ ἐξομοιω-
θῆτε μὲ αὐτούς, χωρὶς μὲ τοῦτο νὰ συντελέσητε εἰς τὴν βελτίωσιν καὶ
μετάνοιάν των.
Ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα, διὰ τῆς καλῆς καὶ προσηνοῦς πρὸς αὐτοὺς
συμπεριφορᾶς, διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν πράξεων, τῶν στηριζομένων ἐπὶ τῆς
νομιζομένης ἢ πιστευομένης παρ’ ὑμῶν ὀρθῆς ἀντιλήψεως, προσπα-
θήσατε νὰ ἀποδείξητε αὐτοῖς τὴν πλάνην των καὶ διὰ τῆς καλῆς ὑμῶν
διαγωγῆς καταδείξατε αὐτοῖς καὶ τοῖς ἄλλοις, οἵτινες ἠσπάσθησαν τὰς
πεπλανημένας των κατηγορίας, πόσον ἴστασθε ὑψηλὰ καὶ πόσον ἀπὸ
αὐτοὺς διαφέρετε.

21. Οἱ ἐν τῷ σκότει κατακείμενοι ἐζήτησαν Φῶς, ὅπως ἴδωσι τὸ Φῶς


τῆς Ἡμὲρας. Καὶ τὸ Φῶς τῆς Ἡμέρας ἦν μετ’ αὐτῶν, ἀλλὰ τὸ σκότος τῶν
ὀφθαλμῶν αὐτῶν οὐ συνήχετο παρὲξαι αὐτοῖς τὸ Φῶς, ὃ περιέβαλλεν
αὐτοὺς καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐν τῷ ἐπιζητηθέντι φωτὶ ἀναβλὲψουσι.
Ἰδοὺ Ἐγὼ ἐν μέσῳ ὑμῶν. Ἐγὼ Εἰμί τὸ Φῶς, τὸ ὁδηγοῦν τοὺς τυφλούς.
Εἰ δὲ τὸ Φῶς τοῦ Κόσμου οὐκ ἑωράκατε, ὡς οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν τυφλοὶ ἐκ
γενετῆς πρὸς ὑμᾶς ἐγὲνοντο, ἰδοὺ Ἐγὼ τὸ Φῶς, δι’ Οὗ πᾶς τυφλὸς ἀνα-
βλέψει, τὸ Φῶς τό τε τοῦ Κόσμου καὶ τὸ Φῶς τὸ μὴ ἐκ τοῦ Κόσμου προ-
ερχόμενον καὶ ὅμως τὰ πάντα ἐν αὐτῷ διαφωτίζον.
Ἐπεζητήσατε τὴν πρὸς ὑμᾶς Ἀρωγήν Μου, ἵνα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν

51
διανοίξω καὶ διαβλέψητε. Ἐπεζητήσατε, ἵνα ἐκ τῆς χειρὸς ὑμῶν συλλάβω
ὑμᾶς καὶ καθοδηγήσω ὑμᾶς ἐν ταῖς τρίβοις τῆς ὁδοῦ Μου, καταδεικνύων
ὑμῖν πάντα σκόπελον καὶ πᾶσαν ἐν αὐτῇ διανοιγομὲνην χαράδραν, ἵνα
ἀσφαλῶς ὁδηγηθήτε πρὸς τὸν σκοπόν, ὃν ἐνετειλάμην εἰς ὑμᾶς. Ἐπεζητή-
σατε ἵνα τὴν ὁδόν Μου καταδείξω ὑμῖν καὶ ἀκολουθήσητε ταύτην.
Ὁδηγὸς ὑμῶν πάντοτε ἤμην καὶ οὐδέποτε ἔπαυσα διαφωτίζων ὑμᾶς.
Νῦν δὲ θέλω ἐξὲλθει μεθ’ ὑμῶν εἰς τὸ Φῶς τῆς Ἡμέρας, προπορευόμενος
καὶ κρατῶν ἐν τῇ Χειρῖ Μου τὴν Ἀείφωτον Λυχνίαν τοῦ ἰδίου Μου Φω-
τός, ἵνα οἱ τυφλοῖ ὑμῶν ὀφθαλμοὶ διανοιχθῶσι καὶ ἴδωσι τὸ Φῶς τῆς
Ἡμέρας.
Ὁ ὁδηγὸς ὑμῶν οὐ δύναται ὅμως ὑποβαστάζειν ὑμᾶς, ἀλλὰ μόνον τὴν
ὁδὸν ὑμῶν πρὸ τῶν βημάτων ὑμῶν διανοίγειν. Ἐὰν δὲ οἱ πόδες ὑμῶν οὐ δύ-
νανται συγκρατήσαι ὑμᾶς ἐν τῇ πορείᾳ, ἣν μέλλετε μετ’ Ἐμοῦ νὰ διανύση-
τε, Ἐγὼ μὲν ἐκείνους, οἳ δύνανται συνακολουθῆσαι Με ὁδηγήσω ἐν αὐτῇ,
πάντας δὲ τοὺς μένοντας ἢ ἐν ταῖς χαράδραις καταπίπτοντας οἱ ὄπισθέν
Μου ἐρχόμενοι καὶ ἐκ τοῦ Φωτός Μου ὁδηγούμενοι.
Ἐγὼ πολλάκις ἀπεκαλύφθην ὑμῖν καὶ ὑμᾶς καθωδήγησα. Ὑμεῖς ὅμως
μὴ κατανοήσαντές Με ἐν ταῖς ἰδίαις ὑμῶν δυνάμεσι καὶ ταῖς τῶν ἀλλων
ἐπανεπαύθητε. Καὶ ὁδηγούμενοι παρ’ Ἐμοῦ ἐν τῇ πρώτῃ χαράδρᾳ κατε-
πέσατε, πρὶν οἱ πόδες ὑμῶν τὰ πρῶτα αὐτῶν βήματα ἐπιτελέσωσιν. Καὶ
πάντες δὲ κατέπεσαν ἐξ ἐκείνου, ὃν ἐκ τῆς χειρὸς ἐκράτουν καὶ ὃς τοὺς
ἄλλους διὰ τῆς Λυχνίας Μου ὑπεφώτιζεν, ἵνα συγκρατήσωσιν αὐτὸν ἐν δε-
δομένῃ στιγμῇ.
Καὶ Ἐγὼ ἐξηκολούθουν νὰ δεικνύω ὑμῖν τὴν χαράδραν, ἣν οἱ ἐκ τοῦ
Φωτὸς τοῦ Κόσμου ὀφθαλμοὶ ὑμῶν φωτιζόμενοι οὐκ ἔβλεπον, διότι τὸ
Φῶς τὸ μή ἐκ τοῦ Κόσμου προερχόμενον ἔδει νὰ διαφωτίσῃ πρῶτον
αὐτούς, ἵνα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ διὰ τοῦ Φωτὸς τούτου ἴδωσι καὶ ὄντως ἀντι-
ληφθῶσιν. Καὶ ἰδοὺ οἱ ὄπισθεν τοῦ ἐκ τῆς Χειρὸς Ἐμοῠ ὑποβασταζομένου
οὐ μόνον τὰς πρὸ αὐτῶν ἀβύσσους οὐκ ἔβλεπον, ἀλλὰ καὶ Ἐκεῖνον ὃς
αὐτοὺς ὡδήγει. Καὶ ἐπεζήτησαν ἵνα πρὸ αὐτοῦ προηγηθῶσι, χωρὶς νὰ γνω-
ρίζωσιν ὅτι ἐκ τῆς χειρὸς αὐτὸν συνεκράτουν.
Καὶ ἦλθεν ἡ στιγμή, καθ’ ἣν πάντες μετ’ αὐτοῦ ἐν τῇ ἀβύσσῳ θὰ κατέ-
πιπτον καὶ θὰ συναπώλοντο. Καὶ ἐν τῇ στιγμῇ ἐκείνῃ καταβλέπων τὴν ἐν τῇ
χαινομένῃ ἀβύσσῳ κατακρήμνισιν αὐτῶν, ἐλάληκα τῷ ὑποβασταζομένῳ
Μου: Οὐκ ὁρᾶς Ἐμὲ τὸν ὁδηγοῦντα σε καὶ ἐκ τῆς χειρὸς ὑποβαστάζοντά
σε, ἀλλ’ ὁρᾶς τοὺς τὰ βήματά σου ἀκολουθοῦντας, ὧν τὸ φώς τοὺς ἑαυτῶν
ὀφθαλμοὺς ἐσκιάσατο, ἵνα μὴ Ἐμέ, ἀλλὰ καὶ ἑαυτοὺς μὴ φωτίζωσιν.
Καὶ ὁ ἐκ τῆς Χειρός Μου ὁδηγούμενος οὐκ ἤκουσε τῆς φωνῆς ἢ ἀκού-
σας ταύτην παρεῖδε Με, διότι ἐπίστευσεν ὅτι ἡ ὑπ’ αὐτοῦ γενομένη ἐκλογὴ
ἦτο καὶ δύναμις, ἥτις ἠδύνατο νὰ συγκρατήσῃ αὐτὸν ἐν τῇ πτώσει του, χω-
ρὶς νὰ διαγνώσῃ ὅτι, πᾶσα δύναμις αὐτοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἐν τῇ ὀρθοπο-
δήσει τῶν βημάτων του ἐξ Ἐμού ἐξήρχετο.
Καὶ ἔκραξα καὶ πάλιν ἐκ δευτέρου: Στηρίχθητι ὑπ’ Ἐμοῦ, διότι Ἐγὼ

52
μόνον Εἰμί ὁ ὑποβαστάζων σε καὶ πάντας τοὺς μετὰ σοῦ ἀκολουθοῦντας
συγκρατῶ. Καὶ οὗτος ἀνεγνώρισε τὴν Φωνήν Μου, ἀλλ’ ἐπίστευσεν ὅτι ἡ
Δύναμις ἡ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν ἐκχεομένη καὶ συγκρατοῦσα αὐτὸν ἠδύνα-
το καὶ τοὺς ἄλλους νὰ συγκρατήσῃ καὶ ἴδωσι τίς ὁ Ὁδηγός των, καὶ ποία ἡ
ἀληθὴς ὁδός, εἰς ἣν ἔδει τὰ βήματα αὐτῶν να χωρήσωσιν. Ἀλλὰ πρὸ αὐτῶν
ἤδη ἠνοίγετο ἡ χαράδρα τῶν τυφλωμένων ὁδιτῶν καὶ οἱ πόδες αὐτῶν ἤδη
ἤρχισαν νὰ πατῶσι τὴν προεξοχὴν τῆς διανοιγομένης πρὸ αὐτῶν ἀβύσσου.
Καὶ τρίτον τώρα, ὄχι πλέον ἐλάλησα, ἀλλ’ ἐκέκραξα βροντοφώνως
καὶ διὰ τοῦ κέρατος τῆς σάλπιγγος, ἣν μόνον ἐν κινδύνοις πρὸς τοὺς πε-
φιλημένους Μου χειρίζομαι, ἵνα τὰ πεφραγμένα αὐτῶν ὦτα διανοιγῶσι
καὶ ἀντιληφθώσιν ὅτι Ἐγὼ πρὸς αὐτοὺς λαλῶ: Ποῦ ᾄγεις καὶ ποῦ πορεύε-
σαι; Οὐχ ὁρᾶς τὸ πρὸ σοῦ βάραθρον, εἰς ὃ καθοδηγεῖσαι ὑπ’ ἐκείνων, οὓς
ὑποβαστάζεις; Οὐχ ὁρᾶς ὅτι εἰς ἀπώλειαν μετ’ αὐτῶν βαίνεις ἄνευ ἐπι-
στροφῆς; Οὐχ ὁρᾶς ὅτι ἐκεῖνο, ὃ σὺ καὶ οὗτοι ὁρῶσι, δὲν εἶναι ἡ ὁδός, ἣν δι-
ανοίγω πρὸ ὑμῶν ὑποβαστάζων σε, ἀλλὰ ἡ ἀτραπὸς αὐτῆς ἡ παραλλήλως
αὐτῆς χωροῦσα καὶ ἕνα μόνον πόδα αὐτῆς ἀπέχουσα, ἥτις ἐν τῷ πρώτῳ
ὑμῶν ὀλισθήματι ἐν τῇ πρώτῃ χαινούσῃ χαράδρᾳ καταπεσεῖτε, ἀφ’ ἧς μα-
κροχρόνιος ἀναμονὴ θέλει συγκρατήσει ὑμᾶς ἐν τῷ βάθει της, ἓως οὗ τὸ
ἐξ Ἐμοῦ ἐκχυνόμενον Φῶς διαφωτίσῃ τὰς ἐγκάτους αὐτῆς ἀβύσσους καὶ
ὁδηγήσῃ σας εἰς τὴν ἀρχικὴν ὁδόν, ἣν τὸ πρῶτον Ἐγὼ σᾶς ὑπέδειξα ἀκο-
λουθεῖν.
Ἀλλὰ σύ, ὃν τὸ θάρρος ἀπέλειπε οὐ συνῆκας Με. Καὶ ὁ ὑποβαστάζων σε
σοὶ ἐσάλπισε, θάρρει καὶ πράξε ὅ,τι προστάξει σε. Ἀλλὰ σὺ ἐπίστευσας ὅτι
δὲν ἠδύνασο νὰ ἐγκαταλείψῃς ἐκείνους, οὓς ἐξέλεξας ὡς συνακολούθους
σου. Καὶ δὲν ἔπραξας ὅ,τι σοὶ ἔλεγον, διότι ἐπίστευες ὅτι αἱ δυνάμεις αὐτῶν
ἠδύναντο νὰ συγκρατήσωσιν αὐτοὺς ἀπὸ τοῦ νὰ μὴ πέσωσι, διότι Ἐγὼ διὰ
σοῦ ὁδηγός των κατέστην.
Καὶ ἐξηκολούθησες νὰ βαδίζῃς μετ’ αὐτῶν τὴν ψευδῆ ὁδὸν ἐνορῶν
Με, ἀλλὰ μηδὸλως ἀκούων Με καὶ συνιῶν Με. Καὶ οἱ πόδες σου ἤδη
ἐπάτουν ἐπὶ τοῦ χείλους τῆς ἀβύσσου. Καὶ σὺ ἐπίστευες ὅτι τὴν ὁδόν Μου
ἠκολούθεις, διότι ἡ Χείρ Μου σὲ συνέσφιγγεν. Ἀλλ’ ἰδοὺ Ἐγὼ ἔβλεπον τὸ
βάραθρον, ὃ σὺ καὶ οἱ ἄλλοι ἐξελάμβανον ὡς προαύλιον τοῦ κατοικητη-
ρίου, εἰς ὃ ὡδήγουν νὰ ἐπαναπαυθῆτε.
Καὶ ἠναγκάσθην τότε, ὡς ἀνωτέρω εἶπον, νὰ σοὶ λαλήσω διὰ τῆς σάλ-
πιγγός Μου. Ἀλλὰ καὶ πάλιν ἡ Φωνή Μου δὲν εἰσηκούσθη ἢ μᾶλλον κακῶς
ἀπήχησεν εἰς τὰ ὦτα σου. Καὶ τότε ἠναγκάσθην νὰ φέρω πρὸ τῶν ὀφθαλ-
μῶν σου, τῶν τετυφλωμένων ὑπὸ τοῦ φωτὸς τοῦ κόσμου, τὸ Φῶς Μου
τὸ Ἀνέσπερον, τὸ ἐξ Ἐμοῦ καὶ μόνον ἐκπηγάζον καὶ τὸν κόσμον τὸν ἐκ
τοῦ ἰδίου αὐτοῦ φωτὸς συσκοτισθέντα διαφωτίζον, ὅπως ἀναβλέψῃς.
Καὶ σοὶ ἐβροντοφώνησα ὄχι πλέον εἰς τὰ ὦτα σου, ἀλλὰ εἰς τὰ ἔγκατα τῆς
ψυχῆς σου:
«Οὐχ ὁρᾶς τὸ πρὸ σοῦ βάραθρον;» Καὶ τότε τὸ συσκοτισμένον πνεῦμα
σου διεφωτίσθη καὶ οἱ ὀφθαλμοί σου διηνοίγησαν. Καὶ κατεῖδες καὶ συνῃ-

53
σθάνθης τὸ βάραθρον, εἰς ὃ πάντες κατευθύνεσθε. Καὶ τότε ἠννόησας ὅτι
πολλάκις σὲ προσέταξα νὰ σπεύσῃς νὰ ἐγκαταλείψῃς ἐκείνους, οἵτινες
πρὸς αὐτὸ σὲ ὡδήγουν ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι τὰ κελεύσματά Μου εἰσήκουον
καὶ τὰς Ἐντολάς Μου ἐτήρουν καὶ τὸν πραγματικὸν δρόμον ἠκολούθουν.
Διότι οὐ τὸ Φῶς τὸ Ἐμὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν διεφῶτιζεν, ἀλλὰ τὸ φῶς
τῆς ἰδίας των καὶ μόνον ψυχῆς, ὃ ἐκ τοῦ κόσμου ἔλαβον.
Ἀλλὰ τὸ Ἐμὸν Φῶς οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου ἐξέρχεται, ἀλλὰ πρὸς τὸν
κόσμον κατευθύνεται, ἵνα διαφωτίσῃ τὸ σκότος, τὸ ἐξ αὐτοῦ προερχό-
μενον καὶ τὸ ψεῦδος ὡς Ἀλήθειαν παριστᾶνον εἰς τὰ ὄμματα πάντων
ἐκείνων, οἵτινες ἐπὶ τῶν ἰδίων των δυνάμεων ἐστηρίχθησαν. Καὶ οἱ συνα-
κολουθοῦντες σε φωτιζόμενοι ὑπὸ τοῦ ἑαυτῶν φωτός, τοῦ ἐκ τοῦ κόσμου
ἐξερχομένου, σὲ εἶδον νὰ ἐγκαταλείπῃς αὐτοὺς καὶ ν’ ἀπομακρύνεσαι ἐκ
τῆς ὁδοῦ, ἣν ἐξελάμβανον ὡς Ἰδικήν Μου, διότι ἡ Φωνή Μου, ἡ πρὸς σὲ
ἀπευθυνομένη ἐξηκολούθει νὰ ἀντηχῇ εἰς τὰ ὦτα αὐτῶν. Καὶ τότε δὲν προ-
σεπάθησαν νὰ ἴδωσι τὸ Φῶς, ὃ διὰ σοῦ ἐνητένισαν.
Ἀλλὰ ἅπαξ ἰδόντες σε ἀπομακρυνόμενον, ἤρχισαν νὰ καταφέρωνται
ὡς ἡ κοινή γλῶσσα αὐτῶν τοῖς ἐδίδαξε, χωρὶς νὰ ἀναλογισθῶσιν ὅτι Ἐγὼ
ἐκ τῆς χειρὸς μέχρι τῆς στιγμῆς τῆς ἀπομακρύνσεώς σου ἐκ τῆς σφαλερᾶς
ὁδοῦ, ἢν μετ’ αὐτῶν ἠκολούθεις, σὲ συνεκράτουν καί Ἐγὼ σὲ ἐπρόσταξα
ν’ ἀπομακρυνθῇς, ἵνα ἴδῃς ὅτι τὸ βάραθρον τὸ πρὸ τῶν ποδῶν σας χαῖνον
δὲν ἦτο ἡ ὁδός, ἣν πρὸ ὑμῶν διήνοιγον. Καὶ οὗτοι τότε ἐν τῇ τυφλώσει τοῦ
πνεύματός των ἐξηκολούθησαν νὰ βαδίζουν καὶ νὰ ὑποβαστάζωνται ὑπὸ
νέων συνακολούθων καὶ ὁδηγῶν.
Ἀλλὰ Ἐγὼ οὐκ Εἰμί μετ’ αὐτῶν. Οὐδένα ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρύνω, τοὺς
πάντας ἀγαπῶ καὶ ἐναγκαλίζομαι, ἀλλὰ οὐ πάντες ὑπ’ Ἐμοῦ ὑποβα-
στάζονται, ἀλλ’ οὓς ἐκ τοῦ Ἐμοῦ Κόσμου ἐξελεξάμην καὶ εἰς τὸν κόσμον
τοῦτον ἐπαναστῶ, ἵνα τὰς δοθείσας εἰς αὐτοὺς Ἐντολάς πρὸς τὸν κό-
σμον ἀποκαλύψωσιν.
Καὶ ἰδοὺ Ἐγὼ πάλιν μεθ’ ὑμῶν Εἰμί ὡς καὶ πρότερον. Καὶ ὡδήγησα ὑμᾶς
ἄχρι σήμερον εἰς τὰς τρίβους τῆς ζωῆς, ἵνα ἐξ αὐτῶν διδαχθῇς. Ἀλλὰ καὶ
πάλιν οὐ διορᾶς Με; Οὐκ ἀτενίζεις Με; Ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἵνα τί ἀπελείπετό
Με; Ἀνήγαγον ὑμᾶς ἐκ τῆς τέφρας, ἵνα τὴν τέφραν ἀναζωπυρώσῃς. Ἐκ τῆς
πρώτης καταπτώσεως ἀνήγειρά σε καὶ σὲ προσέταξα: Σύμπηξον ἕνα πυρῆ-
να καὶ πάλιν ἐκ προσώπων τῆς ἐκλογῆς σου, ἵνα ταῦτα ἀκολουθήσωσί σε,
ὅπου Ἐγὼ ὁδηγήσω σε. Καὶ σὺ τότε ἐξέλεξας καὶ πάλιν τὰ πρόσωπα ἐκεῖνα,
τῶν ὁποίων τὰ βήματα οὐδόλως ὑπεβάσταζον τοὺς πόδας των. Καὶ ἐγένε-
το ἡ δευτέρα πλάνη χεῖρον τῆς πρώτης.
Καὶ ἰδοὺ πάλιν Ἐγὼ ἐμπροσθέν σου, ἵνα τονώσω σε καὶ ἐνθαρρύνω σε.
Ἀλλὰ τὸ θάρρος, τὸ ὁποῖον οὐδέποτε ἐν σοῖ ὑπῆρξεν, ἐπλήρωσε τὴν ψυχήν
σου ἐκ τῆς νέας ταύτης δοκιμασίας. Καὶ ἀπηλπίσθης καὶ εἶπες, ὅτι οὐκ ἔστι
τρόπος ἵνα τὸ ἔργον μου ἐπιστηριχθῇ καὶ ἀναστυλωθῇ. Καὶ πάλιν ἐδοκίμα-
σας καὶ τρίτην φοράν νὰ ἐπανέλθῃς εἰς τὰ ἴδια. Ἀλλὰ καὶ οἱ νέοι ὑπὸ σοῦ
ἐκλεγέντες ἐπεσφράγισαν πάντα ἐκεῖνα, εἰς τὰ ὁποῖα οἱ ἄλλοι ὑστερήσαντο.

54
Καὶ τότε εἶπες, οὐχ ὑπάρχει εἰς ἐσὲ Φῶς, ἀλλὰ σκότος. Καὶ τὸ Φῶς τὸ
ὑπ’ Ἐμοῦ ἐσὲ ἐπιλάμπον ἐν τῷ βάθει τῆς συνειδήσεώς σου ἐξελήφθη ὡς
φῶς ἐκ τοὺ κόσμου τῆς πλάνης ἐκπηγάζον. Καὶ ἔπαυσες πλέον νὰ ἔρχεσαι
πρός Με καὶ διαφωτίζεσαι. Ἀλλ’ Ἐγὼ οὐδέποτε ἀπὸ σοῦ ἀπεμακρύνθην.
Καὶ ἔδωσα εἰς ἐσὲ δοκιμασίας, ἃς οὐδεὶς τῶν θνητῶν ὑπέστη. Καὶ ἐπάτα-
ξά σε ἐν τῇ Δυνάμει Μου ὡς στρουθίον ὑπὸ τοῦ τυφῶνος ἐπὶ τῶν βράχων
συντριβόμενον. Καὶ ἐγένοντο ταῦτα ἵνα ταπεινώσω σε ὑπὸ τὸ πέλμα
τοῦ ταπεινωτέρου τῶν θνητῶν καὶ ἵνα μὴ ἔχῃς τὴν τόλμην ὑψῶσαι τὴν
ὀφρύν σου ὑπεράνω τῆς κεφαλῆς τοῦ ἐσχάτου ἁμαρτωλοῦ. Καὶ σὲ ἐπότι-
σα μὲ τὸ δηλητήριον τῶν πικριῶν πάσης ὀδύνης καί σὲ εἶδον πίπτοντα
ὡς τὸ φύλλον τοῦ φθινοπώρου.
Ἀλλὰ τὴν ψυχήν σου ὥπλισα δι’ ὑπομονῆς. Καὶ εἰς στιγμάς, καθ’ ἃς
ἔβλεπες τὸν ἑαυτόν σου καταβαραθρούμενον εἰς τὰς ἀβύσσους, τὰς ὁποίας
διήνοιξα πρὸ τῶν ποδῶν σου καὶ ἠτένιζες τὰ συντρίμματα τῶν ὀνείρων, τὰ
ὁποῖα αἱ ὑποσχέσεις Μου ἐν τῇ ψυχῇ σου μετέβαλον εἰς πραγματικότητας
καὶ ὁπόταν πλέον ἀμφέβαλες, ὅτι ἦτο δυνατὸν νὰ ἐπανέλθῃς εἰς τὸ ἐρείπι-
ον, ὡς κατέστης, ἰδοὺ καὶ πάλιν ἐπανέρχομαι μετὰ μεγαλυτέρας ἢ πρῶτον
δυνάμεως καὶ ἐπιεικίας. Καὶ εἶπον σοι ποτέ: Ὁσάκις ποτὲ ἴδω ὅτι ἀπομα-
κρύνεσαι ἐντελῶς ἀπὸ Ἐμὲ θά σοὶ θέτω ἄλλους, οἵτινες θὰ σὲ παρωθοῦν νὰ
ἐπανέλθῃς καὶ πάλιν καὶ ὁδηγήσω σε.
Τὴν ὑπόσχεσίν Μου ταύτην ἐτήρησα. Καὶ ἀπὸ τὰ συντρίμματα τοῦ πα-
ρελθόντος ἀνήγειρα καὶ πάλιν ἐκείνους, οἵτινες σὲ προέτρεψαν νὰ Μὲ ἀκο-
λουθήσῃς ἐν τῷ ἔργῳ, ὃ σοὶ ἀνέθεσα. Καὶ ἰδοὺ σήμερον ἐπανέρχομαι εἰς
τὴν συνέχισιν τοῦ διακοπέντος ἔργου μου. Καὶ ἐπανερχόμενος δὲν θέλω
πλέον ἐπιμείνει ὡς καὶ πρότερον εἰς τήν χειραγωγίαν σας, ἣν ἐξ ὑμῶν καὶ
μόνον ἀπαιτῶ νὰ ἐξέλθῃ.
Ἰδοὺ δὲ Ἐγὼ προστάζω σε καὶ πάλιν, ἵνα μόνος σου καὶ δι’ ἰδίων σου
δυνάμεων ἀναλάβῃς τὴν διεξαγωγὴν ὅλου τοῦ ἔργου. Βεβαίως δὲν λέγω
ὅτι ἀποκλείω ἐκείνους, οἵτινες ἤθελον συντελέσει εἰς τὴν ταχυτέραν αὐτοῦ
ἀποπεράτωσιν. Ἀλλὰ Ὁδηγός σου καθιστάμενος θέλω σοί ὑπαγορεύσει
τὰς βάσεις τοῦ προγράμματος, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ στηριχθῆτε καὶ ἐξαπλώ-
σητε τὰς δι’ αὐτοῦ ἐξωτερικευομένας ἀρχάς, αἵτινες δέον νὰ γίνουν αἱ θε-
μελιώδεις βάσεις τῆς μελλούσης τοῦ κόσμου ἐξανθρωπίσεως. Οἱ μετὰ
σοῦ συνεργάται ἂς μυῶνται σὺν τῷ χρόνῳ εἰς τὴν ἐσωτερικήν τοῦ ἔργου
μου Διδασκαλίαν μέχρι τοῦ χρόνου, καθ’ ὃν πάντες ὡριμάζοντες θέλω
προστάξει ὑμᾶς τί θέλετε κάμει καὶ εἰς τί θέλετε προβεῖ.
Οἱ ἀποτελοῦντες ὅμως τὸν πυρῆνα τοῦτον δὲν πρέπει οὐδόλως ν’ ἀπο-
μακρυνθῶσι τῶν πρώτων εἰς αὐτοὺς συνιστωμένων ἀπαραιτήτων καθηκό-
ντων, τουτέστιν τῆς Ἀγάπης καὶ συναδελφώσεως μέχρις αὐτοθυσίας τῆς
ἀτομικότητός των εἰς τὰ συμφέροντα τῆς κοινῆς αὐτῶν ἀλληλεγγύης
ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ ἔργου μου καὶ δεύτερον τῆς τηρήσεως τῆς γενο-
μένης εἰς αὐτοὺς μυήσεως ὑπὸ αὐστηρὰν ἐχεμύθειαν, μὴ ἐξερχομένην
τῆς σκέψεως τοῦ ἐγκεφάλου των, ἀλλὰ φυλασσομένην ἐν αὐτῷ καὶ οὐ-

55
δόλως εἰσέτι τὴν γλῶσσαν αὐτῶν ἐπιψαύουσαν. Οἱ προσερχόμενοι δύνα-
νται νὰ λαμβάνωσι γνῶσιν τῶν ἀνακοινώσεων γενικοῦ ἐνδιαφέροντος καὶ
οὐδὲν πλέον.
Ἀπαιτῶ παρ’ ὑμῶν πλήρη Ἀγάπην καὶ συναδέλφωσιν.

22. Ἵνα τί ἡ Ψυχὴ ὑμῶν θλίβεται καὶ πληροῦται πικρίας;


Ἐγῶ μεθ’ ὑμῶν Εἰμί καὶ πᾶσα ἐν τοῖς ἔργοις ὑμῶν θυμηδία καὶ βάσανος
πρὸς Ἐμὲ ἀποτεινομένη εἰς χαρὰν μετατρέπεται. Πάσας ὑμῶν τὰς ἐλπίδας
πρός Με ἀναθέτοντες, ἐστὲ βέβαιοι, ὅτι αὗται εἰς πλήρη τῶν πόθων ὑμῶν
ἐκπλήρωσιν μεταβληθήσονται, ὡς Ἐγὼ οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τοῦ εὐμετα-
βλήτου ἐκπορεύομαι, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου τοῦ Αἰωνίου, ἔνθα πᾶσα λύπη
καὶ στεναγμὸς καταπαύει. Οὐ δὲ ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων πορεύομαι, ἵνα
τὰς θλίψεις αὐτῶν ἐπαυξήσω, ἀλλ’ ἵνα ἐν μέσῳ τῶν θλίψεων τούτων τὴν
ἐκ τοῦ Κόσμου Μου χαρὰν εἰς τὰς ἀλγούσας αὐτῶν ψυχὰς μεταδώσω.
Ὡς Ἐγὼ πᾶσαν ἀπ’ Ἐμοῦ θλίψιν ἀποσκορακίζω καὶ τοὺς πιστεύοντάς
Με ἐν τῇ πίστει αὐτῶν τὸν σπόρον τῆς χαρᾶς καὶ εὐτυχίας διὰ μέσου τῶν
θλίψεων αὐτῶν καλλιεργῶ, ἵνα πᾶσα ἐπ’ αὐτοὺς πρὸς δοκιμασίαν πικρία
εἰς δενδρύλλιον εὐτυχοῦς ἐπιγνώσεως τοῦ προσγενομένου πρὸς τὴν τελει-
οποίησιν αὐτῶν καλοῦ ἀποβῇ.
Οὐ δὲ τοὺς ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλεγέντας τὸ κακὸν καταπνίξει, ἀλλὰ μαστι-
γοῦν τὰ ἐκ τῆς ἀτελείας αὐτῶν προερχόμενα κακά, ὡς τὸ πῦρ τὸν σίδη-
ρον μεταβάλλον καὶ τὴν σκληρότητα αὐτοῦ μαλακῶνον, τὴν κακὴν αὐτοῦ
φύσιν εἰς ἀγαθὴν καὶ πλήρως τὸν σκοπόν Μου ἐξυπηρετοῦσαν μετατρέψῃ.
Πᾶς δὲ ὁ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενος τὸ μὲν σῶμα καταπονεῖται καὶ ὑπὸ
παντὸς ἐκ τοῦ κόσμου ἐξερχομένου μαστιγοῦται καὶ συνταράσσεται, ἵνα
τὴν ψυχὴν αὐτοῦ γιγαντώσῃ ἐν πάσῃ ἀρετῇ καὶ τῶν ἀγαθῶν προπονήσῃ
διὰ πᾶν θέλημα, ὃ αὐτῷ προορίσω.
Ἐγὼ δὲ τῶν πολεμίων καὶ ἀντιδίκων Μου, τῶν δοκιμαζόντων πᾶσαν
σάρκα εἰς Ἐμὲ ἀνήκουσαν, οὐ πολέμιος καθίσταται, ἀλλὰ συνεργός, ἵνα
τὴν ψυχήν τοῦ δοκιμαζομένου ἀπελευθερώσω ταχύτερον ἐκ τῶν τοῦ
πόνου δεινῶν καί πάσης τῆς δοκιμασίας αὐτῆς πικρίας. Οὐ δὲ τοῖς πᾶσι
προσέρχομαι πάντοτε, ἀλλ’ ἐκείνοις, οἳ μᾶλλον τῶν ἄλλων δοκιμάζονται
ἐν ταῖς κακίαις τοῦ κόσμου διὰ τὴν Ἐμὴν ἐπιταγὴν καὶ πρόσταγμα. Πᾶσα
δὲ πρὸς αὐτοὺς διδομένη δοκιμασία καὶ θλίψις δι’ Ἐμὲ δίδεται, ἵνα ἡ ζωὴ
αὐτῶν ἐκλυθῇ ἀπὸ πάσης ἐπιβαρυνούσης αὐτοὺς καταλογῆς ἐν ἡμέρᾳ
κρίσεως.
Πάντα δὲ ὅσα προσεταξάμην αὐτοῖς ἐκπληρώσω καὶ οὐδὲ κεραία ἐξ
αὐτῶν ἀπολείψεται, ἐὰν οὗτοι τὸν λόγον Μου ἀκούσωσι καὶ τῆς Φωνῆς
Μου τὰ Ρήματα ἐνωτισθῶσι. Παραβάντων δὲ τούτων τῶν Ἐντολῶν Μου
καὶ τῶν διδομένων αὐτοῖς χαρισμάτων, ἡ ζωὴ αὐτῶν ἐν πικρίαις καὶ δει-

56
νοῖς τοῦ βίου τελευτήσει, διερχομένη ἐκ νέων δοκιμασιῶν, ἵνα τελείως
ἀποκαθαρθῇ καὶ πρός Με πάλιν ἐπιστραφῇ ἐν τῇ τοῦ ἔργου Μου διαδοχῇ
καὶ ἐξυπηρετήσει.
Οὐ δὲ πρὸς πάντας τοὺς ἐν ἔργοις καὶ λόγοις ἐπαΐοντας συνευδοκῶ
μένων, ἀλλ’ εἰς ἐκείνους μόνον, οὓς εἴτε ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ἐξῆλθον καὶ
πρὸς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα δοκιμασίαν ἕξουσι, εἴτε εἰς ἐκείνους,
οὓς ἐκ γαστρὸς τῆς μητρὸς αὐτῶν ἐξελεξάμην διὰ τὴν τοῦ ἔργου Μου
ἐξυπηρέτησιν.
Πάντες δὲ οἱ ἀκούοντες τοῦ λόγου Μου δὲν συνιῶσιν ἐξ ἴσου τὰ ἐν αὐτῷ
ἐγκρυπτόμενα, ἀλλ’ ἄλλοι μὲν ταῦτα τηροῦντες ἐκ τῆς οὐσιώδους ἐννοίας
αὐτῶν ἐκφεύγουσιν, ἄλλοι δὲ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ἀντιλαμβανόμενοι καὶ γινώ-
σκοντες οὐ τηροῦσι τὰς ἐξ αὐτοῦ ἐξερχομένας ὑποθήκας, ἢ τηροῦσιν αὐτὰς
οὐ πρὸς τὸ κοινόν, ἀλλὰ πρὸς τὸ ἴδιον καὶ τῆς ψυχῆς αὐτῶν ὄφελος.
Ἐγὼ δὲ τοὺς πρός Με ἐλθόντας ἐν πάσῃ ὥρᾳ χρόνου καταμαρτυρῶ ὑπὲρ
αὐτῶν διὰ πᾶν ὑπ’ αὐτῶν ἐπιγενόμενον καλὸν ἐπ’ ὠφελείᾳ αὐτῶν καὶ τοῦ
σκοποῦ, ὃν εἰς αὐτούς ἀνέθεσα, ἀλλ’ οὗτοι οὐ μαρτυρήσουσι ὑπὲρ Ἐμοῦ ἐν
στιγμαῖς κρίσεως, καθ’ ἣν ἡ ζωή αὐτῶν ὑπὲρ Ἐμοῦ διακινδυνεύσει.
Οὐδεὶς δὲ πρός Με προσέρχεται, ἂν μὴ τὴν εἰς αὐτὸν δοθεῖσαν ἐντο-
λήν διατηρήσῃ. Ἐκεῖνοι δέ, οἵτινες δὲν ἐτήρησαν αὐτήν, ἢ παλινδρομικῶς
ἐξέφυγον τῆς ὁρισθείσης εἰς αὐτοὺς δοκιμασίας, ἐκ νέου εἰς τὸν κόσμον
μεταστραφήσονται, ἵνα αὐτὴν κατὰ γράμμα διεξάγωσι καὶ τὰ πάντα
ὑποστῶσι καὶ καταμαρτυρήσωσιν. Ὁ δοκιμαζόμενος δὲ ὑπ’ Ἐμοῦ οὐ τε-
λείως τὸν κόσμον τοῦτον ἀφήσει, ἂν μὴ πάσας τὰς ἀνατεθείσας εἰς αὐτὸν
ὑποχρεώσεις ἄχρι τέλους ἐκπληρώσει.
Διὰ τοῦτο δὲ συνιστῶ καὶ ἐπιβάλλω εἰς πάντα συνακολουθοῦντα Με,
ἵνα μὴ τῆς διαχαραχθείσης αὐτοῦ ὁδοῦ ἐξέλθῃ καὶ ἄλλην συντομωτέραν
ὁδὸν ἀκολουθήσῃ, ἵνα πρὸς τὸ τέλος ταχύτερον καταφθάσῃ, διότι πρὸ τοῦ
τελικοῦ τέρματος εἰς αὐτὴν καὶ πάλιν ἐπιστραφήσει, ἵνα τὴν ὁρισθεῖσαν
κυρίαν ὁδὸν μέχρι τέλους βαδίσῃ.
Ἐγὼ δὲ πρὸς πάντας λαλῶ, ἀλλ’ ὀλίγοι ἔσονται ἐκεῖνοι, οἵτινες τὸν
λόγον Μου ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου ἐπαναστήσωσι. Θεὸς οὐ δίδει τοῖς πᾶσι
τὸ Ἔλεος, ἀλλ’ ἐκείνους, οὓς ἀξίους τοῦ ἐλέους Αὐτοῦ νομίζει. Οἱ δὲ
τὸ ἔλεος Αὐτοῦ ληψάμενοι καὶ ἀνάξιοι αὐτοῦ καταστάντες, οὐκ ἐν τῇ
ὀργῇ Αὐτοῦ ὑποπέσωσιν, ἀλλ’ ἐν νέαις δοκιμασίαις τεθῶσιν, ἵνα ἡ πρὸς
αὐτοὺς προσφερομένη Χάρις τὴν ἀξίαν τοῦ Ἐλέους Αὐτοῦ ἀπόδοσιν
ἐπενέγκῃ, οὐ μόνον αὐτῷ, ἀλλὰ καί τοῖς ἀνθρώποις, τοῖς ὑπὸ τῆς Χάρι-
τος ταύτης ἐλεουμένοις. Ἐγὼ δὲ ἐπὶ πάντα προσέρχομαι, ἀλλὰ εἰς οὐδέ-
να τὴν αὐτὴν Χάριτα δωρῶ.
Ἐκείνους δέ, οὓς ἐξελεξάμην διὰ τὴν Χάριν τοῦ Ὀνόματός Μου, δια-
φυλάσσω δι’ Ἐμαυτὸν καὶ ὄχι διὰ τὸν κόσμον, ὃν ἡ Χάρις αὕτη ἐξυπηρετεῖ.
Πᾶς δὲ ὁ τὴν Χάριτα λαβών, ταύτην ἐπιλαβόμενος, οὐ πρὸς τὴν ἑαυτοῦ δο-
κιμασίαν μόνον μαρτυρήσει, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν δοκιμασίαν ἐκείνων, οἵτινες
τῆς Χάριτος ταύτης μεταλήψονται. Ἐκεῖνος δὲ ὅστις τὴν Χάριτα ταύτην διὰ

57
τὴν μετάληψιν ταύτην ὡς σκοπὸν τοῦ βίου αὐτοῦ ἔθετο, οὐκ ἐν τῷ κόσμῳ
τούτῳ ἐπαναζήσει, ἀλλ’ εἰς ἐκεῖνον, ὃν εἰς αὐτὸν πρὸ τῆς εἰς τὸν κόσμον
τοῦτον εἰσόδου του τῷ ὑπεσχέθην. Οὐδεμίαν δὲ ἀμοιβὴν παρὰ τῶν ἀν-
θρώπων ἂς μὴν ἀναμείνῃ, διότι πᾶσα ἀμοιβὴ ἐκ τοῦ κόσμου τῶν ἀνθρώ-
πων ἐπιγενομένη ἀτελὴς ἐστίν, ἡ δὲ ἐξ Ἐμοῦ ἀμοιβή εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα
αὐτὸν ὠφελήσει καὶ ἐπαξιώτερον πάντων τῶν ἐν τῇ γῇ ἀγαθῶν αὐτὸν
ἀμείψει.
Οὐ δὲ πρὸς αὐτὸν ποτὲ μεταστραφήσεται ἡ Ἀγάπη Μου, ἀλλὰ ἐν μέσῳ
τῆς καρδίας αὐτοῦ βασιλεύουσα καὶ αὐτήν πληροῦσα ἐπιζητήσει, ἵνα ἐκ
τοῦ ἐκχειλίσματος αὐτῆς τὸν κόσμον ἀγάπης πληρώσῃ καὶ τὴν σωτηρίαν
αὐτοῦ δι’ αὐτῆς ἐπιδιώξῃ. Ἐγὼ δὲ οὐκ ἐπιθυμῶ, ἵνα καταστήσω ὑμᾶς Κοι-
νωνοὺς μόνον τῆς Ἀγάπης Μου ταύτης, ἀλλὰ καὶ πασῶν τῶν Ἐπαγγελιῶν
Μου ἐκείνων, αἱ ὁποῖαι διὰ τῆς πρὸς ὑμᾶς Χάριτος ἀποκαλυφθήσονται
διὰ τὴν τελειότητα ὑμῶν καὶ τὴν σωτηρίαν τοῦ κόσμου.
Ἀλλ’ ἵνα ἡ Χάρις αὕτη καταφανεστέρα εἰς πάντας ἐπιγενῇ ἐν τῇ ἀλλη-
λουχίᾳ τῶν χαρισμάτων αὐτῆς πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου Μου, ἀνάγκη
πᾶσα ἵνα πιστῶς πάντα τὰ πρὸς ὑμᾶς ὑπαγορευόμενα τηρήσητε. Ἐὰν δὲ
αἱ δοκιμασίαι ὑμῶν ἐν τῷ κατακορύφῳ τῆς ὑπομονῆς καὶ ἐγκαρτερήσεως
ὑμῶν ἀνέλθωσιν, μὴ διασαλευθῆτε ἐν ταῖς προσδοκίαις ὑμῶν. Οὐδεμία δὲ
εἰς ὑμᾶς δοθήσεται δοκιμασία καὶ πόνος, ἄνευ σκοποῦ καὶ πρὸς ὠφέλειαν
ὑμῶν. Τοῦτο γινώσκοντες δὲ ἐγκαρτερεῖτε.
Ἐγκαρτερεῖτε ὑπομένοντες καὶ δοκιμαζόμενοι τὴν προσδοκίαν τῶν
πρὸς ὑμᾶς μελετωμένων. Ἐκεῖνοι δὲ οἵτινες πάντα τὰ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐξαγ-
γελλόμενα δὲν ἐτήρησαν, ἢ κακῶς ταῦτα μεθερμήνευσαν, ἢ οὐκ ἐπαξίως
αὐτὰ ὑπεβάσταξαν, ἐν δοκιμασίαις μὲν τὸν βίον ἀπολήψονται, τάχιον δὲ
καὶ πάλιν ἐκ νέου καὶ ἀπ’ ἀρχῆς ἐπὶ τὰ ἴδια ἐπαναφερθήσονται, ἵνα μὴ τῆς
πρὸς αὐτοὺς γενομένης Ἐπαγγελίας καὶ Χάριτος στερηθῶσιν.
Ἐγὼ δὲ ὁ γινώσκων πάσας τὰς βουλάς ὑμῶν καὶ πάντα ὅσα ἐν τῇ ψυχῇ
ὑμῶν κατ’ ἰδίαν τεκταίνονται, οὐκ ἀπολείψω σας. Ράδιον γὰρ ἐστὶν εἰς Ἐμὲ
τὴν ζωήν Μου παρίδω καὶ τοῦ δυνατοῦ καταλήψειεν ἢ τὴν ἐν τοῖς ἔργοις
Μου δοθεῖσαν Χάριν ἢ ὑπόσχεσιν ἀθετήσω. Ἐκεῖνοι ὅμως, οἵτινες ἀναξίως
τὰς Ἐπαγγελίας Μου ἔλαβον ἢ καὶ πάντες ἀκόμη οἳ τοὺς λόγους Μου
ἠθέτησαν, οὐκ ὑπ’ Ἐμοῦ διὰ τοῦτο τιμωρηθήσονται, ἀλλὰ ὑπὸ τοῦ ἰδίου
αὐτῶν ἀθετοῦντος ἑαυτοῦ.
Ἐγὼ πρὸς ὑμᾶς λαλῶ οὐχὶ ὡς ξένος καὶ ἄφιλος, ἀλλ’ ὡς Πατὴρ ἀγαπῶν
καὶ φιλῶν τὰ ἴδια Αὐτοῦ τέκνα. Δὲν ἐπιθυμῶ παρ’ ὑμῶν ἄλλο τι νὰ ἴδω, ἢ
τὴν προσδοκίαν ἐπαξίου Πατρὸς παρὰ τῶν τέκνων Του. Δὲν ἐπιθυμῶ ἵνα
φιλῆτε Με ὥς τινα ὑπὲρ ὑμᾶς καὶ ἄνωθεν ὑμῶν ἐπιβαλλόμενον, οὗ ὁ φόβος
τοῦ σεβασμοῦ ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ προσβάλλῃ ἢ δυσαρεστήσῃ.
Ὁμιλῶ ὡς Ἀδελφὸς ὑμῶν καὶ ἔτι πλέον ὡς Θεράπων τῆς ψυχῆς καὶ
τοῦ σώματός σας. Ἐγὼ μὲν πάντας ἠλέησα καὶ τοὺς πάντας προθύμως
Εἰμί ὡς δοῦλος ἐξυπηρετεῖν, ἂν ἐκ τῶν λόγων Μου συνετιζόμενοι τὸ
ὄφελος τῆς ἐαυτῶν ψυχῆς ἐπεδιώξαντο. Ἐγὼ δὲ οὐκ ἀμοιβήν τινὰ διὰ τὰς

58
ὑπηρεσίας Μου ζητῶ, ἢ τὸ ὄφελος καὶ τὴν ἀμοιβὴν τῆς ἰδίας των ψυχῆς ἐν
τῷ Κόσμῳ, δι’ ὅσα συγκατατεθέντες διά τοῦτο Μὲ ὠφέλησαν καί ὑπακού-
σαντό Μοι. Ἐγὼ δὲ πρὸς ὑμᾶς νῦν στρεφόμενος ὡς πρὸς ἴδια τέκνα, τῶν
ὁποίων τὴν ὠφέλειαν καὶ τὴν δόξαν ἐπιζητῶ, καθικετεύω ὑμᾶς ὡς Θερά-
πων σας, ἵνα πράξητε πάντα ὅσα ἡ σωτηρία καὶ ἡ ὠφέλεια τῆς ψυχῆς
ὑμῶν ἐπιζητεῖ.
Ἐν πρώτοις προοπαθήσατε νὰ καταστῆτε ἀγαπητοὶ ὡς πρὸς τὰς
ἑαυτῶν ψυχὰς καὶ τὸ σῶμα, διότι οὐδεὶς τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ
ἐμίσησεν, ἀλλὰ προσφιλεῖς πρὸς πάντας τοὺς ἀγνοοῦντας τὴν φιλίαν καὶ
ἀγάπην ὑμῶν. Ἀποβάλατε πάντα ὅσα ἡ ματαιοφροσύνη τῶν ἀνθρώπων
ἐπιφυλάσσει ὑμῖν καὶ ποτισθῆτε ἐξ ἐκείνων, τὰ ὁποῖα δύνανται νὰ κατα-
στήσωσιν ὑμᾶς τελειοτέρους.
Ἐὰν δέ τις ἐξ ὑμῶν δὲν δύναται ν’ ἀναλάβῃ τὸ μέγα τοῦτο καὶ βαρὺ διὰ
τὴν ποτισθεῖσαν ἐν τοῖς ἐγκοσμίοις ψυχήν του φορτίον, δύναται νὰ ἀποχω-
ρήσῃ καὶ ἀπομακρυνθῇ Ἐμοῦ καὶ πάσης Ἐπαγγελίας Μου. Εἶναι γὰρ καλ-
λίτερον τὸ μή γινώσκειν τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἀποφεύγειν αὐτὴν ἢ ταύτην
γινώσκων ὑπὸ τοῦ ψεύδους νὰ ὁπλίζηται καὶ ἑαυτὸν καί τοὺς ἄλλους
ἐξαπατᾶν.
Ἐγὼ προσέρχομαι πρὸς ὑμᾶς ὡς Ἀλήθεια καὶ τὰ ἐκ τῆς Ἀληθείας
προερχόμενα ἀγαθὰ πρὸς σωτηρίαν καὶ ὄφελος ὑμῶν διδάσκω, ἐὰν
δὲ ὑμεῖς οὐ ταῦτα ἀκολουθήσητε, ἑαυτοὺς ζημιοῦτε καὶ τὴν ἀπάτην τῆς
­ψυχῆς ὑμῶν, ἥτις τὸ πρῶτον πάντων στερηθῇ ἐκείνων, ὧν ἡ Ἀλήθεια καὶ
ἄνευ αὐτῆς κατέχει. Ἐπιθυμῶ δὲ νὰ ἴδω ὑμᾶς φερομένους ὡς ἡ Ψυχή Μου
ἐπόθησεν.
Ἐγὼ μὲν πρὸς Ἐμαυτὸν ἀνήκω καὶ εἰς οὐδένα κατέρχομαι, ἂν μὴ
πρῶτον εἰς Ἐμαυτὸν προσελκύσω καὶ ἐναποθέσω, ἵνα καὶ οὗτος εἰς Ἐμὲ
ἀνήκῃ καὶ Ἐγὼ εἰς αὐτόν. Ἐκεῖνος δὲ ὅστις πρὸς Ἐμὲ κατευθύνεται, εἰς
ἑαυτὸν ἀνήκει καὶ οὐχὶ εἰς Ἐμὲ καὶ ἐὰν τοῦτο θελήσω, διατί ἡ θέλησίς του
ἀποστερήσει Με τῆς ἐπιθυμίας Μου ταύτης. Ἐκεῖνος δέ, ὅστις εἰς ἐαυτὸν
καὶ μόνον ἀνήκει καὶ τοῦ ὁποίου ἡ θέλησις ἐπιβάλλει τὴν ἐλευθερίαν τῶν
δεσμῶν, αὐτὸς καὶ μόνον δύναται διὰ ταύτης νὰ ἀνήκῃ εἰς Ἐμέ, ἀφοῦ Ἐγὼ
ἤδη καὶ ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν ἀνήκω εἰς αὐτόν.
Ἐγὼ δὲ πρὸς ὑμᾶς προσέρχομαι, ἵνα ποιήσητε πάντα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα
Ἐγὼ πρὸς ὑμᾶς ἐπιφυλάσσω ὡς ἔργον Ἐμὸν καὶ ὃ εἰς ὑμᾶς ἀνήκει. Ἐπὶ δὲ
τῶν μέχρι σήμερον ἀνακοινωθέντων ὑμῖν συσκεπτόμενοι ἀναμείνατε τὴν
ἐξ Ἐμοῦ ἐπαγγελομένην σας διαθήκην, ἵνα ταύτην τοῖς λοιποῖς συνανθρώ-
ποις ὑμῶν κηρύξητε.

59
23. Εὑρίσκομαι ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ καθορῶ ὑμᾶς τεταραγμένους.
Ἵνα τί κατέστησε τήν ψυχὴν ὑμῶν οὕτω; Τί ὑπερίσχυσε τῆς πρός Με
ἀγάπης σας, ἵνα ἀπαρνηθῆτε Με οἱ πάντες βαρυθυμοῦντες; Πῶς δὲν κα-
τισχύσατε εἰς τὸ πρῶτο ὑμῶν βῆμα νὰ ὑπερνικήσητε τὸν ψυχικὸν σάλον
σας, τὸν γεννηθέντα ἐκ τοῦ νόμου τῆς ὑπαγωγῆς σας εἰς τὴν νέαν δι’ ὑμᾶς
ταύτην κατάστασιν; Πῶς θέλετε ὑπερισχύσει τῶν μετέπειτα ἐμφανισθησο-
μένων σκοπέλων καὶ τῶν προσκομμάτων, πῶς θέλετε ὑπερπηδήσει ταῦτα,
ὅταν ὡς μηδὲν ὑμῖν συντελεσθὲν ἀπεκαρδιώθητε;
Καθορῶ ὑμᾶς συνεχομένους ὑπὸ τῶν ἐκδηλωθέντων φαινομένων τῆς
νέας σας καταστάσεως, ἀλλὰ θαρσεῖτε. Ἵνα τί φοβεῖσθε, ὅταν μεθ’ ὑμῶν
Ἐμὲ ἔχετε; Ἐμὲ τὸν Ἡγέτην καὶ φιλοῦντα ὑπὲρ πάντα ὑμᾶς; Μὴ φοβεῖσθε
καὶ τὴν λύπην σας τῆς στιγμῆς ταύτης θέλει ἐπισκιάσει ἡ χαρὰ ἡ γενομένη
ἐκ τῆς ἐμφανίσεως τοῦ πρώτου συντελεσθέντος βήματός σας. Ἐστὲ ἐχέ-
μυθοι κατὰ πάντα, σώφρονες καὶ πιστοὶ τοῖς διδομένοις ὑμῖν καὶ θέλω
καταστήσει ὑμᾶς ἀξίους ὑπερτέρων τῶν ὑπερτέρων Μου πραγμάτων.
Ἐστὲ ἐχέμυθοι καὶ τὸ μέτρον τῆς ἐχεμυθίας ὑμῶν καταβλέπων θέλω φα-
νερώσει καὶ ἀποκαλύψει τὰς ὁδούς Μου.
Ἐγὼ ὁ Πατήρ ὑμῶν τὴν στιγμὴν ταύτην παρίσταμαι ὑμῖν. Ἐγὼ ὁ
φιλῶν ὑμᾶς συνέχομαι τὴν στιγμὴν ταύτην καὶ περιβάλλω ὑμᾶς τῆς Δυ-
νάμεώς Μου καὶ ἐν τῇ Ἰσχύϊ Μου πορεύεσθε καὶ ἐν ταύτῃ δρῶντες τῆς
Ἐμφανείας Μου καταστῆτε μέτοχοι.
Ἀλλὰ θέλω, ἵνα ὅντως καταστῆτε τοιοῦτοι ἀλλοιοῦντες ἑαυτοὺς καὶ
εἰς τὴν κάμινον τῆς ἀναγεννήσεως ὑπαγόμενοι ἐξέλθητε νέοι, ἀφήνοντες
κατὰ πάντα τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, θνήσκοντες ἐν τῷ προσώπῳ αὐτοῦ καὶ
καθιστῶντες οὕτω εὐχερῆ τὴν ἐμφάνισιν τοῦ Νέου.
Πῶς θέλετε ζυμώσει τὰ στοιχεῖα, ἅτινα ἤθελον ἐν μέλλοντι δοθῇ ταῖς
χερσὶν ὑμῶν, ἂν μὴ ἑαυτοὺς οὐ δύνασθε ἀλλοιοῦσθαι; Δι’ ὃ πρὸ πάσης
ὑμῶν ἐνεργείας ἀλλοιώσατε ἑαυτοὺς καὶ καταστῆτε κατὰ πάντα ἄξιοι,
ἵνα τῶν ὑπεραξίων Μου προασπίσητε κατὰ τῶν ζητησάντων νὰ ρυπάνωσι
ταῦτα.
Ἵνα καταστῶσι δ’ ἐν ὑμῖν αἱ ἀλλοιώσεις αὗται, δέον ὅπως ἐπιβάλλητε
ἀπὸ κοινοῦ ἑαυτοῖς δεσμοὺς καὶ ὅρους, ἐφ’ ὧν πορευόμενοι θέλετε ἀντα-
ποκριθεῖ πρὸς αὐτούς. Οὕτω θὰ κατορθώσητε προϊόντος τοῦ χρόνου νὰ
καταστῆτε ἰσχυροὶ κατὰ τὴν θέλησιν, θέλετε ἀναπτύξει ἐν ὑμῖν τὰ στοι-
χεῖα τῆς θελήσεως διὰ τῶν διηνεκῶν ὑμῶν προσπαθειῶν καὶ θέλετε οὕτω
ἀνακαινίζειν ἑαυτοὺς καὶ ἀνακαινιζόμενοι εὐκόλως τότε δύνασθε καὶ τοὺς
ἄλλους ἀνακαινίζειν.
Καταστῆτε τὸ πρότυπον τῶν μελλόντων διδάξαι. Καταστῆτε ἡ ἀφε-
τηρία, ἐφ’ ἧς οἱ μέλλοντες ἀκολουθῆσαι τὰς Ἀρχάς Μου θὰ δύνανται νὰ
ἐδράζωνται ἐφ’ ὑμῶν, διότι ἂν καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον εὑρίσκουσιν ὑμᾶς παρα-
λογιζομένους ἐν ταῖς ἐνεργείαις ὑμῶν, ἀλλὰ λέγοντας καὶ ἄλλα ποιούντας,
πόρρω τότε τοῦ σκοποῦ ἀπέχητε καὶ μηδὲν συντελεῖτε, ἀντίθετα δὲ τῶν
ἐπιδιωκομένων θέλετε συντελέσει. Ἀλλ’ ἵνα ταῦτα συντελεσθῶσιν, δέον

60
ὅπως κατανοήσητε ἑαυτοὺς καλῶς. Τίνες ὑμεῖς; Τίς τῆς ἐμφανίσεως ὑμῶν
ὁ σκοπός; Ποία τῆς προελεύσεως ὑμῶν ἡ χώρα;
Τέκνα Μου. Ταύτην τὴν στιγμὴν προσέρχομαι ὑμῖν, ἵνα κατίδητε
τὸν Πατέρα ὑμῶν. Ἐγὼ γεγέννησα ὑμᾶς. Ἐγὼ ἐγαλούχησα ὑμάς ἐν τοῖς
Κόσμοις τοῦ Φωτὸς καὶ ἐξαπέστειλα ὑμᾶς, ἵνα κηρύξητε τὸ Ὄνομά Μου
τοῖς ἀνθρώποις ἐνέτειλα ὑμᾶς, ἵνα ἀναγγείλητέ Με τοῖς ἀδελφοῖς ὑμῶν,
οἵτινες τοῦ Φωτὸς τὴν ἀνάγκην ἔχωσιν. Πιστεύετε οὕτω; Πιστεύετε ὅτι
εἶσθε τέκνα Ἐμοῦ τοῦ Πατρός σας, τοῦ ἐκζητοῦντος ἀναγαγεῖν τὰ Ἑαυ-
τοῦ τέκνα ἐκ τῆς ἀφανείας τοῦ κόσμου, εἰς ὃν εὑρίσκεσθε νεκροί;
Πιστεύετε ὅτι ὁ τόπος ὑμῶν εἶναι ἡ Χώρα τοῦ Φωτὸς καὶ ὅτι ἀπομα-
κρυνθέντες ταύτης ἐφύγατε μὲ τήν ἐντολήν, ἣν ἀποκαλύπτομαι ὑμῖν καὶ
πολλάκις τοῦτο ἔπραξα ἑνὶ ἑκάστῳ; Ἐὰν πιστεύετε χωρήσατε καὶ κατὰ
τὴν πίστιν ὑμῶν μείζονα τούτων θέλω ἀποκαλύψει ὑμῖν, εἰ δὲ καὶ δὲν πι-
στεύετε, ἄφετε ταῦτα ἐκείνοις τοῖς δυναμένοις βαστᾶσαι τῆς Ἀληθείας
τοῦτο τὸ βάρος.
Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀλήθεια. Τίς τὸ βάρος ταύτης δύναται βαστάσῃ ἐπὶ τῶν
ὤμων του; Τίς φθεξάμενος ταύτης δὲν ὑπέκυψεν πρὸ τῶν Ἀπολύτων αὐτῆς
ἐκφάνσεων καὶ δὲν ὑπεχώρησεν ἔντρομος πρὸ τῶν ἀπιστεύτων τῆς Ἀλη-
θείας εἰκόνων; Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀλήθεια, καταστῆτε Ἐμοῦ, ἵνα δύνασθε βα-
στάζειν καὶ τοὺς ἀκούοντας ὑμῶν νὰ ὑπεγείρητε πρὸ τῆς φθεγγομένης
Ἀληθείας ὑφ’ ὑμῶν. Καταστῆτε Τέλειοι, ἄξιοι τοῦ Γεννήτορος ὑμῶν καὶ
καταστῆτε ἄξιοι, ἵνα ἀνταποκριθῆτε εἰς τὴν Ἀγάπην Μου.
Ταῦτα δὲ πάντα θέλετε κτήσει καταρτίζοντες ἑαυτοὺς καὶ κατατο­
πίζον­­τες ἐν γένει πάσας τὰς ἐνεργείας ὑμῶν. Θέλετε τηρήσει ἀπόλυτον
ἐχεμύθειαν τόσον τῶν διδομένων Μου, ὅσον καὶ τῆς δημιουργίας τοῦ
ἀφανοῦς ὑμῶν πυρῆνος. Θέλετε ἀποκαλύπτει τοὺς μυχίους ὑμῶν διαλο-
γισμούς, τοὺς συντελουμένους κατὰ τὸ διάστημα τῆς διακοπῆς τῶν ἐργα-
σιῶν σας, τοὺς σχέσιν ἔχοντας μὲ τὸ ἔργον Μου. Θέλετε ἐξονυχίζει πάντας
τοὺς ἐνδοιασμοὺς ὑμῶν ἐν ὑμῖν, πάσας τὰς ἐνδείξεις κινδύνων, ἐμποδίων
καὶ ἕκαστος ὑμῶν θέλει ἐκφράζει τὴν ἀτομικήν του γνώμην.
Θέλετε προσεύχεσθε μετέπειτα πρὸ πάσης ἐπικοινωνίας, δι’ ἧς θέλει
καταδεικνύεται ὑμῖν ἡ μέλλουσα ὑμῶν πορεία ὡς καὶ ἡ ταξινόμησις τῶν
κακῶς ἐχόντων ἢ τελεσθέντων πραγμάτων ἢ ἐνεργειῶν. Ἀλλὰ προσευχό-
μενοι σταθῆτε ὀλίγον, συνέρχεσθε εἰς ἑαυτοὺς καὶ συγκεντρούμενοι εἰς
ἑαυτοὺς καλεῖτε Με.
Τελέσατε Ἱεροτελεστίαν, ὑμεῖς Τελετουργοί Μου. Θέλω ὑμάς Τελε-
τουργοὺς καί Τελετουργοὺς ἀξίους τοῦ βαστᾶσαι τὴν Διαθήκην Μου.
Θέλω ὑμᾶς ὑπεράνω ἀνθρωπίνων διαλογισμῶν φρονοῦντας, ἵνα κα-
ταστήσω ὑμᾶς ἀξίους τοῦ βαστᾶσαι τὰ Ἅγια τὰ προσενεγκόμενα ὑμῖν
καὶ διδόμενα τόσον φιλοστόργως, ἵνα ταῦτα κρατήσητε ἐν ὑμῖν, τοῖς δὲ
συνεχομένοις ὑμῖν ἀνακοινώσητε ταῦτα κεκαλυμμένα ἢ τὰς σκιώδεις
αὐτῶν γραμμὰς τὰς δυνατάς κατανοῆσαι. Ἂν μὴ τὸ Ἀπόλυτον ἐν ὑμῖν
ἐχέμυθον ὑφίσταται, οὐδέποτε χωρήσητε, διότι οὐδέποτε τοῖς βοῶσιν

61
ἀεὶ ἤθελον δοθῇ τὰ κεκαλυμμένα, ἵνα κατασπαταλήσωσιν ἀφρόνως τὸν
οὕτω κεκτημένον πλοῦτον Μου. Κατὰ τὴν πίστιν δ’ ὑμῶν ἤθελε δοθῇ
ὑμῖν.
Ἂν μὴ οὐ θέσητε πρὸ πάσης ἐπικοινωνίας ἱεροτελεστικὸν πρόγραμ-
μα, οὔποτε ὑψηλὰς ἐκδοχάς θέλετε ἔχει. Συστηματοποιήσατε ὅθεν τάς
στιγμάς καὶ ὥρας ταύτας, αἵτινες θέλουσι φέρει ὑμᾶς εἰς συναίσθησιν τῆς
συντελουμένης ἐνεργείας καὶ τότε Ἐγὼ ἐν μέσῳ ὑμῶν κείμενος, ὑμεῖς δὲ
περιϊπτάμενοι πνευματικῶς πτέρυξιν τοῖς Κόσμοις τοῦ Φωτὸς καὶ ἐνατενί-
ζοντες ἡδέως τὴν φωτοβόλον τῆς προελεύσεως ὑμῶν Χώραν, θέλετε βα-
στάζειν τὰ διδόμενά Μου.
Ἐργασθῆτε πλειότερον καὶ συντομεύσατε τὸν χρόνον τῶν ἐνεργειῶν
σας, παρασκευάζεσθε διὰ τὰ ἐνταλθέντα καὶ ἐνταλθησόμενα καὶ ποιήσατε
τὴν ἐκκίνησιν. Ἐγὼ θέλω καταστήσῃ ταύτην σταθεράν, ὅσον καὶ ἂν φαί-
νεται ἀσταθὴς καὶ Ἐγὼ θέλω ἐνισχύσει ὑμᾶς, ἵνα οἱ συνεργάται ὑμῶν μὴ
προσκόψωσιν. Θέλουσι καταλάβει ὑμᾶς πικρίαι καί ἀπογοητεύσεις. Χαρῆτε
ὅμως, ὅταν αὗται ὧσιν εἰς πλησμονήν, ὅτι τότε θέλει ὑπερεκλάμψει ἔτι
πλειότερον τὸ Φῶς. Μὴν ἀποκαρδιωθῆτε πρὸ αὐτῶν, ἀλλ’ ἀντλήσατε ἐν
πίστει ἐξ Ἐμοῦ τὸ σθένος καὶ τὰ πάντα θέλωσιν κατευοδοθεῖ. Μηδέποτε
τῇ καρδίᾳ ὑμῶν ὑπερφρονήσατε, ὅτι ὑμᾶς ἐξελεξάμην διὰ τὸ ἔργον Μου,
ἀλλ’ ἐστε τακτικοὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁμοίοις ὑμῶν, ταπεινοὶ ὄντες ὑπερφρονεῖτε
ἐν πνεύματι ἔναντι τῶν ἀντιτιθεμένων κατὰ τοῦ ἔργου Μου, ὅτι ἐπισκιάζω
ὑμᾶς καὶ ἀεὶ θέλω παρασκευάζειν ὑμᾶς διὰ τὸν ἀγῶνα, ὃν τὸ ἔργον Μου ἐκ-
ζητεῖ.
Μὴν ἀποκαρτερῆτε καὶ μὴν ἀποκαρδιοῦσθε, ἀλλ’ ἐν πίστει ἀναμείνατε
τὴν ἔκφανσιν τῶν ἐπαγγελομένων ὑμῖν, ἀόκνως ἐργαζόμενοι καὶ γρηγο-
ροῦντες ἐν πᾶσι. Καταστῆτε ἰσχυροὶ ἐν τῇ Ἰσχύϊ Μου καὶ ἐν τῇ Ἀγάπῃ
Μου δυνατοί. Γαλήνη ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν. Ἐν ταῖς Εὐλογίαις Μου ζῆτε εἰς
τὸν αἰῶνα.

24. Πάρειμι καὶ ὑμεῖς ἐν Ἐμοὶ ἐν ἀνυποκρίτῳ ἀγάπῃ, ἵνα τὴν Ἀγάπην
Μου ὁλοκληρωτικῶς κτήσητε. Χωρήσατε ἐν ταύτῃ καὶ διὰ ταύτης μόνον
προσκτήσητε τῆς ψυχῆς ὑμῶν τοὺς πόθους.
Ἐγὼ Εἰμι ἡ Ἀγάπη, Ἐγὼ Εἰμι ἡ Ζωή, ἡ ἐν τῇ Ἀγάπῃ γεννωμένη καὶ ἐν
ταύτῃ ἀναδεικνυομένη. Ἐγὼ Εἰμι τὸ Φῶς, τὸ ἐκ τῆς Ἀγάπης ἀπορρέον
καὶ Ἐγὼ τά πάντα πληρῶ Ἀγάπης καὶ τοὺς καρποὺς ταύτης παρέχω τοῖς
πᾶσι. Τίς ἐπ’ Ἐμοὶ ἐπίστευσε καὶ οὐκ ἐπροσκτήσατο τῶν δώρων Μου; Τίς
ἤλπισεν ἐπ’ Ἐμοῦ διὰ τὰς προσδοκίας του καὶ οὐκ ἠρύσθη τῶν προσδοκο-
μένων; Καὶ ὑμεῖς νῦν συνερχόμενοι ἐν Ἐμοὶ καὶ μετ’ Ἐμοῦ φερόμενοι καὶ τῷ
Φωτί διαμένοντες ἀντλήσητε ἐκ τοῦ Φωτὸς τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα, ἅτινα ἤθε-
λον καταστῶσι τῆς ἐπικρατείας ὑμῶν τὰ ὅπλα διὰ τὰς μελλούσας εὐγενεῖς
ὑμῶν προσπαθείας.

62
Μὴ κρίνητε οὐδένα ἀντιδρῶντα ὑμῖν ἢ δυσπραγοῦντα καθ’ ὑμῶν. Ἐγὼ
τοὺς πάντας καὶ τὰ πάντα θέλω πρὸ ὑμῶν φέρει οὕτω, ἵνα πλειόνως καὶ
ὑπερτέρως ἀναδείξω τὸ ἔργον Μου, σὺν τούτῳ καὶ ὑμᾶς.
Μὴ ζητῆτε ὅμως κοσμικὴν ἀνάδειξιν, ὅτι ὁ κόσμος ὑμᾶς μέλλει πο-
λεμήσει καὶ καταπατήσει τὰ αὐτοῖς παρ’ ὑμῶν δοθησόμενα καὶ θέλει
ποτίσει ὑμᾶς πικριῶν καὶ θέλει ἐκζητήσει ὑμῶν τὴν ἀπώλειαν, ἀλλ’ ἐπὶ
πᾶσι τούτοις ὑμεῖς χαρῆτε, ὅτι ἐκρίθητε ἄξιοι ὑπερτέρων βαρῶν, ἅτινα ζη-
τοῦσι καὶ ἀναλόγους δυνάμεις, ἄρα αἱ δυνάμεις ὑμῶν ἰσχυραὶ ἐκρίθησαν
καὶ ἐκρίθησαν οὕτω διὰ τῆς Ἐμῆς Ἰσχύος καὶ ἡ Ἰσχύς Μου οὐδέποτε κατα-
λείψει ὑμᾶς καὶ οὐδέποτε τῆς ὑπομονῆς καὶ ἐγκαρτερήσεως διὰ τὸ ἔργον
Μου θέλετε στερηθῇ.
Συνέρχεσθε νῦν καὶ ἀεὶ ἐν Ἐμοὶ καὶ ἐμποτισθῆτε ἐκ τῆς Ἐμῆς Ἀγάπης
οἱ πάντες καὶ πεποιθότες ἐν Ἐμοὶ πορεύεσθε. Ἐστὲ ἐν Εἰρήνῃ καὶ Ἀγάπῃ.

25. Τέκνα Μου ἀγαπητά, χαίρω ἐν ὑμῖν κείμενος πρὸς τοὺς πρός Με
προσατενίζοντας καὶ τοῖς συναισθήμασιν ὑμῶν ὑπεραίρομαι, ἵνα
πλειότερον τὸ Φῶς Ἐμοῦ προσδεχθῆτε.
Ἐλεύσονται ἡμέραι πικριῶν. Θέλω κινήσει πολλοὺς τῶν ὑμῶν καθ’
ὑμῶν, ἵνα ὑμᾶς παρασκευάσω καὶ ἐντελλεστέρους ἀναδείξω διὰ τὸ βάρος
τοῦ ἔργου Μου τοῦ μέλλοντος χρόνου. Χειρισθῆτε καλῶς τὰς διδομένας
καταστάσεις, ἵνα προπαρασκευάσητε ἑαυτοὺς διὰ τὴν μάχην τῆς αὔριον,
ἥτις θέλει ἀπαιτήσει παρ’ ὑμῶν πλειοτέρας δυνάμεις καὶ στοιχεῖα. Μὴν
ἀποκαρτερεῖτε καὶ ἐκ τῶν περιβαλλόντων ὑμᾶς ἐνδείξεων ρυθμίζετε ἀεὶ
τὰς ὑμῶν κινήσεις, τὰς ἐπιζητούσας ἐλιγμοὺς σωφροσύνης, ἵνα πρὸς τὸν
σκοπὸν ὁδεύσητε. Ἐκζητεῖτε καὶ πᾶν διὰ τὸ ἔργον Μου ἐκζητούμενον μέ-
σον εἴτε ὑλικὸν εἴτε πνευματικὸν θέλω ἀφθόνως χορηγήσει ὑμῖν.
Ἐγὼ Εἰμι ὁ ἀλλοιώνων τὰς συνθήκας καὶ ὁ μεταλλάσσων τοῖς· πι-
στεύουσι τὸν ροῦν τῶν συντελεσθησομένων, ὁ ἐπισπεύδων τοὺς και-
ροὺς καὶ ἐπιβραδύνων τούτους διὰ τὸ καλὸν τῆς ἀληθείας τῶν καιρῶν.
Ζητεῖτε, ἀεὶ ἐν πίστει ζητεῖτε καὶ ὡς καλὸς Πατὴρ θέλω μεριμνήσει διὰ
τὴν εὐημερίαν τῶν διὰ τὸ ἔργον μου καλῶς φρονούντων καὶ κοπιόντων.
Ἐστὲ ἀεὶ ἐν πίστει συνεχόμενοι ταῖς ἐσωτέροις ὑμῶν σκέψεσιν, καθιστάμε-
νοι οὕτω ὑμεῖς τὸ πρότυπον τῆς μικρᾶς κοινωνίας, ἧς τὸ σχῆμα δέον νὰ
λάβωσι οἱ μετέπειτα χρόνοι.
Ἀλλὰ τηρήσατε τὸ συγκρότημα ὑμῶν ἀλώβητον τῶν ἀσθενειῶν τοῦ
κόσμου καὶ πᾶν μίασμα πρὸς τὴν καταστροφὴν ταύτης ἐκβάλατε ἔξω. Δὲν
ἀφήνουσι τὴν σεσηπυῖαν σάρκα ἵνα καταλάβῃ ἡ γάγραινα τὸ ὅλον σῶμα
καὶ ἐπιφέρῃ τὸν θάνατον. Ἐκκόπτουσι τὸ ἀλγοῦν μέρος καὶ τὸ λοιπὸν
θέτουσιν εἰς σωτηρίας λιμένα ἀσφαλῆ. Θέλετε ἐν τῇ ἀρχῇ καταστρέψαι ὅ,τι
Ἐγὼ οὕτω κατήρτισα ἀπομακρύνων καὶ πλησιάζων τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα, ὧν
ἡ ἀνάγκη ὑφίστατο;

63
Ἀποξενώσατε πάντας ἐκείνους, οἵτινες ἤθελον δημιουργήσει δει-
νὰ διὰ τὸ μέλλον, ἐγείρατε τὸ ἀνάστημα ἐξ ὑπερτέρας ἐκπηγαζούσης
φρονήσεως καὶ σκληρῶς ἀπομακρύνατε ὅντινα ἤθελε δημιουργήσει
δυσμενεῖς διὰ τὸ μέλλον καταστάσεις καὶ καταστήσατε τούτους ξένους,
ἄχρις ὥρας κατίδωσιν ἐν ἐαυτοῖς, εἰ τοῦτο θέλουσι, τὴν σκολιὰν ἣν πο-
ρεύονται καὶ συνετισθῶσι. Τότε φέρατε τούτους μεθ’ ὑμῶν, ἄλλως δὲ ἂς
καταστῶσι πολέμιοι τοῦ ἔργου Μου, ἂν τοῦτο ἀρεστὸν αὐτοῖς καθίσταται.
Κάλλιον αὐτοὺς ἐξωτερικοὺς εἶναι πολεμίους, ὅτι θέλουσι παρέξει
ὑμῖν ἔτι περιφανῆ τὴν νίκην ἢ πολεμεῖν ὑμᾶς ἐν τῷ Ἐμῷ Οἴκῳ καὶ τὰ βάθρα
αὐτοῦ ἀσυναισθήτως ἀφαιρεῖν. Μὴ τῆς σωτηρίας τούτων καὶ τοιούτων
πολεμίων δυσφορεῖτε, ὅτι τοιούτους ἐγείρω πολλούς, μᾶλλον δὲ ἐκ τῶν
προοπλησιεστέρων ὑμῶν καὶ τῶν γνωρισάντων ὑμᾶς πλειότερον τῶν
ἄλλων. Ἀλλ’ ὑμεῖς ὑπεράνω πάσης αὐτῶν μορφῆς καὶ δυσφημίας στῆτε
ἐν ἐπιγνώσει τῆς ἀναγεννήσεως ὑμῶν καὶ τοῦ ὑμῶν Ἡγέτου καὶ ἄφετε
τούτους βοᾶν, ὑπεραμυνόμενοι τοῦ ἔργου Μου μόνον καὶ ἑαυτοὺς θύο-
ντες τότε, ὁπόταν ἐπιζητοῦσι τὰ βάθρα αὐτοῦ τὰ καινὰ νὰ σαλεύσωσιν.
Νῦν οὐδὲν τούτων καθορᾶτε. Ἐλεύσεται ὅμως ὁ καιρὸς τῆς συντελέσε-
ως αὐτῶν καὶ διὰ τοῦτο προδιαθέτω ὑμᾶς, ἵνα εἶσθε ἕτοιμοι πάντοτε προσ-
δεχόμενοι τὸν ἀγῶνα καὶ μὴ λιποψυχοῦντες εἰς τὴν ψευδῆ τῶν πολεμίων
τοῦ ἔργου Μου ἰσχύν. Ἐγὼ Εἰμι ὁ Ἰσχυρός. Τίς ἤγειρέ Μοι τὸν πόλεμον καὶ
οὐ κατεσυνετρίβη καὶ ἀπῆλθεν ἐν τῇ ἀφανείᾳ; Ἐγὼ Εἰμι ἡ Ἀλήθεια καὶ
πότε οὐκ ἐτάκη τὸ ψεῦδος ὑπὸ τὰς καυστικὰς αὐτῆς Ἀκτῖνας;
Ἐγκολπωθῆτε Με. Ἀεὶ συνέχετε τὴν σκέψιν ὑμῶν Ἐμοὶ καὶ ἀεὶ καὶ
συ­σφίγγεται ἡ ἅλυσος τοῦ πνεύματος ὑμῶν μετ’ Ἐμοῦ.
Ἐγκολπωθῆτε Με, καὶ χωρήσατε ἐν Ἀγάπῃ. Μὴ δισταγμὸν πρὸ οὐ-
δενὸς δοκιμάσατε.

26. Ὁ Οὐρανὸς μειδιᾶ!


Εἰς τὸ Σύμπαν ἐκχύνεται ἡ Γαλήνη τῆς Ψυχῆς. Τὸ Πᾶν ἠρεμεῖ καὶ προ-
σεύχεται! Ἡ ἠρεμοῦσα Φύσις ἐκδηλοῖ τὸν θαυμασμόν της!
Τὸ ΜΕΓΑ ΑΠΕΙΡΟΝ συνωθεῑται περὶ Ἑαυτό, ὅπως χαιρετίσῃ τὸ μικρο-
σκοπικὸν ἄπειρον! Τὸ Πᾶν ἀναγεννᾱται ἐν μιᾷ καὶ μόνῃ Νοητῇ στιγμῇ ἐν
τῷ κόσμῳ! Ἡ Μυσταγωγία ἀρχίζει...
Αἱ Ὑπὲργειαι Ὀντότητες χαιρετίζουν τήν γῆν. Οἱ χοροὶ τῶν Ἀγγὲλων
τονίζουν τὸ Ὑπερκόσμιον ἆσμα των. Ὁ ἁρμονικὸς καὶ ὑπερλάλητος ἦχος
τῆς φωνῆς των πληροῖ τὰ Σύμπαντα. Αἱ ὀνειρώδεις σκιαὶ διαφωτίζονται.
Ἐπὶ τῆς ζωῆς ἀρχίζει νὰ ὑποφώσκῃ τὸ Φῶς τῆς Ἡμὲρας. Ὅλα προσεύχο-
νται καὶ ἀναπὲμπουν ἐκ τοῦ βάθους αὐτῶν τὴν Αἰώνιον Προσευχήν τῆς
Ἀγάπης καὶ Εὐχαριστίας.
Αἱ φυσικαὶ ἀνωμαλίαι ὑποχωροῦν πρὸ τῶν προαιωνίων Βουλῶν

64
τῆς ΑΝΑΡΧΟΥ ΘΕΟΤΗΤΟΣ. Αἱ ψυχαὶ χορωδοῦσιν εὐχαριστοῦσαι Ἐκεῖνον,
Ὅστις ἐτάχθη ὁ Ὓπὲρτατος Κριτής των, ἐν τῷ μαρτυρίῳ τῆς ζωῆς των ἐν
τῷ κόσμῳ ἐξ οὗ ἐξῆλθον καὶ εἰς ὃν Οὗτος εἰσέρχεται διὰ νὰ αἰσθανθῇ μετ’
αὐτῶν τὸν μαρτυρικὸν πόνον των.
Ὁ Θεὸς κλίνει γόνυ πρὸ τοῦ ἀνθρώπου, διὰ νὰ ἀνεγείρῃ αὐτόν.
Ὁ Ἄναρχος Θεὸς τῆς Αἰωνιότητος κρούει ἐν ταπεινότητι τὴν πύλην
τοῦ πεπερασμένου, διὰ νὰ κατασκηνώσῃ ἡ Ἀπειρία Αὐτοῦ, ἡ ἐν τῷ
Ἀπείρῳ περισσεύουσα.
Ὁ Θεὸς τοῦ Ἀπείρου ἐνανθρωπίζεται.
Ἐκ τοῦ Ἀπείρου ἐξῆλθεν ἵνα τὸ μηδὲν καταστήσῃ Ἄπειρον.
Ὁ Θεὸς, ὁ τὸν κόσμον δημιουργήσας, ὑπ’ αὐτοῦ γεννᾶται.
Ὁ Θεὸς, ὁ τὸν κόσμον πληρώσας Ζωῆς, τήν ζωήν ἐξ αὐτοῦ λαμβάνει.
Ὁ Θεὸς, ὁ τὸν ἄνθρωπον ἐλεήσας, τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἀποδέχεται.
Ὁ Θεὸς ὁ Ἀπόλυτος, συσχετίζεται μὲ τὸ ἐλάχιστον καὶ ὑστεροῦν.
Ὁ Ἄπειρος Νοῦς, ὁ τὴν Ἐξουσίαν τοῦ Ἀπείρου Κόσμου ἐγκλείων,
ὑπὸ τοῦ ἀπείρως ἐλαχίστου δεσμεύεται.
Ὁ ΘΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ, ὁ τὰ Σύμπαντα δημιουργήσας, ταπεινὸν δημιούργη-
μα καθίσταται.
Ὁ Θεὸς, ὁ ἐκ τοῦ Ἀπείρου μὴ συλληφθείς, ὑπὸ γαστέρος ταπεινῆς
γυναικὸς συλλαμβάνεται καὶ καθίσταται ἄνθρωπος.
Ὁ Θεὸς ἀπαρνεῖται Ἑαυτὸν, διὰ νὰ σώσῃ τὴν Καταγωγήν τοῦ ἀνθρώ-
που. Ἀλλ’ ὁ ἄνθρωπος τὴν Καταγωγὴν αὐτοῦ εἰς τὸν Θεὸν ὀφείλων, τὸν
Θεὸν ἀπαρνεῖται.
Ἡ στειρεύσασα γῆ καὶ ἡ ἄγονος φύσις ἀπεδέχθη νὰ κυοφορήσῃ Ἐκεῖ-
νον, Ὃν οὐδεὶς ἐκυοφόρησεν.
Τὸ ἄζωον τῆν Ζωὴν γεννᾶ καὶ ἡ Ζωὴ ἐκ τῆς ζωῆς τὸν θάνατον ἀναμένει,
ἵνα τὴν Αἰώνιον Ζωήν ἐξ αὐτοῦ ἀποκτήσῃ.
Ἡ Ἀφθαρσία τὴν φθορὰν προσδέχεται, ἵνα τὴν Ἀφθαρσίαν ἐπαναλάβῃ.
Ἡ ζωὴ ἐκ τῆς φθοράς καὶ ἡ φθορὰ ἐκ τῆς ζωῆς.
Οὕτω καὶ ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐξ Αὐτοῦ, οὐδέποτε δὲ
ὁ Θεὸς ἐξ ἀνθρώπου. Καὶ ἂν ὁ Θεὸς ἐξ ἀνθρώπου ἐνηνθρωπίσθη, τὸν ἄν-
θρωπον Ἀληθῆ Θεὸν κατέστησεν, ἵνα οὗτος πάλιν εἰς τὸν Θεὸν ἐπιστρέ-
φων Θεὸς μένῃ.
Ὃς δὲ τὸν Θεὸν ἐπικαλεῖται καὶ τὸν ἐνανθρωπισθέντα ὁμοῦ ἐπικα-
λεῖται, ὡς ὁ Ἐνανθρωπισθείς καὶ εἰς τὸν Θεὸν ἐπιστρέψας, ὁ Αὐτός ΘΕΟΣ
ἐστιν.
Ὃς Ἐμὲ ἑώρακεν τόν ΘΕΟΝ ἑώρακεν.
Ὃς δὲ τὴν Ἐνανθρωπισθεῖσαν Φύσιν Μου ἐπεκαλέσθη, ὡς ὁ ΘΕΟΣ εἰς
αὐτὸν ὑπάγω.
Ὁ δὲ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ θείς Με, τόν ΘΕΟΝ ἐθέσατο. Καὶ ὁ ΘΕΟΣ ἐν
αὐτῷ τεθεὶς εἰς ΘΕΟΝ μένει.
Ἐγὼ δὲ πρὸς αὐτὸν δέομαι καὶ οὗτος πρὸς Ἐμέ. Καὶ ἡ δέησις αὐτοῦ Ἐμὴ
γίγνεται. Καὶ Ἐμοῦ γενομένη εἰς αὐτὸν μένει ὡς ἐξ αὐτοῦ ἐξελθοῦσα. Καὶ

65
ἐν αὐτῷ μένουσα ἐξ Ἐμοῦ τὴν ἐνίσχυσιν λαμβάνει καὶ ἐξ αὐτῆς τὴν δέησιν.
Αὕτη δὲ ἐκπληροῦται.
Οὐδεὶς ὅμως ἐδεήθη ἐκ τοῦ κόσμου ὡς πρὸς Ἐμέ. Καὶ οἱ πρὸς Ἐμὲ
δεόμενοι ὡς πρὸς Ἐμὲ οὐκ Ἐμὲ ὤφθησαν, ἀλλὰ τὸν ἀπ’ αὐτῶν ἀπελθόντα
καὶ οὐκ ἐπιστρέψαντα. Οὐδεὶς δὲ ἐκ τῶν πρὸς Ἐμὲ ἐπιστρεψάντων καὶ γι-
νωσκώντων Με μεμαρτύρηκεν τοῦτο. Ὡς δὲ ὁ πρὸς Ἐμὲ ἐρχόμενος καὶ ἐξ
Ἔμοῦ ὁμιλῶν οὐ γινώσκει Με. Ἐγὼ δὲ πάλιν οὐ δίδω τοῖς πᾶσι πλεῖον τῶν
ὅσων αὐτοὶ ἔγνωκαν. Καὶ οἱ Ἐμοῦ ὁμιλοῦντες οὐ δύνανται γινώσκειν ἃ
ἐξ αὐτῶν οὐκ ἔγνωκαν. Ἐγὼ δὲ τηρῶ πάντα ὅσα ἐξ Ἐμοῦ λαβόντες ἐτήρη-
σαν. Ἐκεῖνα δὲ ἃ οὐκ ἐτήρησαν τηρήσω καὶ ὅταν οὗτοι τηρήσωσιν.
Ἕκαστος ἐν αὐτῷ μένει καὶ Ἐγὼ ἐν μέσῳ αὐτῶν. Οἱ γνῶντες Με δὲ ἐν
Ἐμοὶ μένουσι κἀγὼ ἐν αὐτοῖς. Οὐ δὲ οἱ πιστεύοντές Με ἁπλῶς ἔγνωκάν
Με, Οὐδὲ ἐκεῖνοι, οἱ ἐξ Ἐμοῦ λαλοῦσι καὶ ἐκ τοῦ Ὀνόματός Μου φθέγγο-
νται. Οὐδὲ ἐκεῖνοι εἰσέτι, οἱ πρός Με ἔρχονται ἐπικαλούμενοί Με, καὶ ἐξ
Ἐμοῦ λαλοῦντες ἔγνωσάν Με. Ἐγὼ δίδω αὐτοῖς ὃ ἐκ τῆς περὶ Ἐμοῦ γνώ-
σεως λαμβάνουσιν. Ἂν δὲ οὐ γνώσονταί Με ὡς Ἐγὼ Ἐμαυτὸν καὶ αὐτοὺς
γινώσκω καὶ οὗτοι ὡς τὸν ἑαυτόν των γινώσκουσιν, οὔ τι ἐξ Ἐμοῦ λήψο-
νται πλεῖον τοῦ ὅτι αὐτοὶ γινώσκουσι περὶ Ἐμού καὶ τοῦ ἰδίου ἑαυτοῦ των.
Οὐ δὲ πρὸς πάντας ἀποκαλύπτομαι ὡς Εἶμαι, ἀλλὰ εἰς τοὺς εἰδότας
Με ὡς πράγματι Εἶμαι. Σὺ δὲ ὁ γνούς Με, ὡς ἐν μέτρῳ Εἶμαι και εὑρίσκομαι,
ἵνα τί φορᾶσαι ὡς μὴ διαγνούς Με; Ἐν γὰρ τῇ χαιρούσῃ ταύτῃ ὥρᾳ, ἐν ᾗ οἱ
μὴ γνῶντες Με ἀγάλλονται, σὺ κλαίεις; Και ἄλλοι πολλοὶ ἐν ταύτῃ, ὡς σὺ
κλαίουσιν, ἀλλ’ ἀγνοοῦσι Με. Ἐκεῖνος δὲ ὃς γιγνώσκει Με οὐ δακρύζει, ἀλλ’
ἀγαλλιᾶ. Σὺ δὲ ὁ γινώσκων Με ἵνα τί κλαίῃς; Ἐγὼ μετὰ σοῦ Εἰμί καὶ Ἐγὼ
κατευθύνω τα βήματά σου. Ἐγὼ φρικτῶς ἐδοκίμασά σε καὶ δοκιμάζω σε,
ἵνα πλεῖον γνωρίσῃς Με. Ἐγὼ δὲ παρασχῶ σοι τὰ μέσα, ἃ σὺ οὐ δύνασαι
παρασχεῖν καὶ θέλων καὶ ἔχων. Ἐὰν δὲ σὺ θέλῃς ὃ Ἐγὼ θέλω, τοῦτο καὶ
ἄνευ σοῦ ὑπὸ σοῦ γενήσεται.
Ὅταν Ἐμὲ μετὰ σοῦ ἔχῃς τί προσδοκᾱς παρ’ ἀνθρώπων; Οὐ μόνον
τοὺς οἰκείους σου κατὰ σοῦ ἐξανέστησα, ἀλλὰ καὶ πάντας τοὺς ὑπὸ σοῦ
εὐεργετηθέντας. Σὺ δὲ ἐφίλησας αὐτοὺς καὶ ὁμοίως φιλήσεις. Καὶ ἂν οἱ
κατὰ σοῦ ἐγειρόμενοι πάντες εἰσίν, Ἐγὼ μετὰ σοῦ. Καὶ ἂν Ἐγὼ μετὰ σοῦ,
οὐδεὶς κατὰ σοῦ. Καὶ ἂν οἱ μετὰ σοῦ ἀδιαφορίαν ἐπιδείξωσιν ἢ καὶ πο-
λέμιοί σου καταστῶσιν ἐξ Ὀνόματός Μου πιστεύοντες, μή τι παρ’ αὐτῶν
ἐπιζήτησον. Ἐγὼ μετὰ σοῦ Εἰμί και τὴν προστασίαν ἢ ἀρωγὴν τῶν ἄλλων
ἐκζητεῖς ἢ φαίνεσαι ἐκλιπαρῶν;
Ἂν δὲ τὸ ἔργον, ὃ ἀνέθεσά σοι, προσέκοψε καὶ οἱ σφοδρότεροι αὐτοῦ
πολέμιοι ἐκ τῶν πιστευόντων ὅτι Μὲ φιλοῦσιν ἐξεπήγασαν, τοῦτο ὀφείλε-
ται εἰς τὰ δικαιώματα, ἃ εἰς αὐτοὺς ἐξεχώρησας, μὴ γινώσκοντες τίς Εἰμί
καὶ τί παρὰ σοῦ ἐκζητῶ. Ἐὰν δέ τις εἰς τὸ μέλλον ἀδιαφορήσῃ ἢ και ἐκ κα-
λοῦ ἀκόμη συνειδότος ἐγκαταλείψῃ ἢ καὶ πολεμήσῃ σε, ἀκολούθησον ὅτι
ἐντέλλεσαι μόνος σου νὰ πράξῃς. Ἐγὼ ἀναλαμβάνω τὸν ἀγῶνα καὶ στηρί-
ζεις τοῦτον ἐκ τῆς συμβολῆς ἑνός;

66
Ἐγέρθητι ὡς φρούριον καὶ δέχθητι τὰ βλήματα πάντων. Ἐγώ Εἰμί μετὰ
σοῦ καὶ φοβηθείσης ἐκ τούτου; Ὅταν δὲν πέσῃς οὗτοι θὰ βεβαιωθῶσιν
ὅτι ὅντως Εγὼ σὲ κατευθύνω καὶ βάλλοντές σε Ἐμὲ βάλλουσιν. Οὐδεμίαν
δὲ ἐνίσχυσιν ἐκ τῶν ἀμφιβαλλόντων εἰς τὸν ἀγῶνα, ὃν Ἐγὼ εἰς σὲ καὶ μό-
νον ἀναθέτω, δέξου, ἀλλὰ πράξε ὡς σὺ νομίζῃς καλόν. Ἐὰν σὲ πλήττω μὲ
πλήγματα, ἃ οὐδεὶς ἄλλος θὰ ὑφίστατο, Ἐγὼ πάλιν ἐπουλώνω αὐτά, ἵνα
κάλλιον γνώσῃς Με.
Στηρίχθητι ἐπὶ τῶν δυνάμεών σου καὶ μόνον καὶ ἐπὶ ἐκείνων οἵτινες
αὐθορμήτως καὶ ἄνευ ἐνδοιασμοῦ τινὸς ἐπιθυμοῦν νὰ σὲ ἀκολουθήσουν.
Σοὶ δίδω ἀπόλυτον δικαίωμα νὰ ἐνεργῆς αὐτοβούλως. Εἶμαι βέβαιος ὅτι
ἐὰν στηριχθῇς, ἐπὶ τῶν δυνάμεων σου καὶ μόνον καὶ ἐπὶ τῆς συμβολῆς
ἐκείνων, οἵτινες μέχρι τέλους ἠδύνατο νά σὲ ἀκολουθήσουν, θά φέρῃς
εἰς πέρας τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου, ὃ σοὶ ἀνέθεσα. Σοὶ παρέχω τὸ δικαίωμα
τοῦτο, διότι πλειστάκις σὲ ἐδοκίμασα.
Κατώρθωσα νὰ σὲ καταστήσω ὑποπόδιον τῶν ποδῶν καὶ τοῦ εὐτε-
λεστέρου ἀνθρώπου, σὲ ἐπληξα ἄνευ λόγου, ὡς οὐδένα ἄλλον, διὰ νὰ
δοκιμάσω τὴν ἀντοχήν σου, τὴν πίστιν σου, τὴν πεποίθησίν σου. Σὲ ἐτα-
πείνωσα τόσον ὥστε νὰ μὴν ἔχῃς τὸ δικαίωμα νὰ ὑψώσῃς τὴν κεφαλήν
σου κατὰ τοῦ προσώπου ἐκείνου, ὃ ἄλλοτε θὰ ἀπηχθάνεσο νὰ ἔβλεπες
καὶ ἐξ ἄλλου σοὶ δίδω τὸ δικαίωμα νὰ φέρῃς εἰς πέρας τὸν σκοπὸν τῆς
μεγάλης ἀποστολῆς σου.
Σοὶ παρέχω τὴν Ἐντολὴν πλήρους ἐνεργείας. Εἶμαι βέβαιος ὅτι θὰ
ἐπιτύχῃς, ἀφοῦ ἤδη Ἐγὼ κατευθύνω τὰ βήματά σου. Μὲ γνωρίζεις καὶ σὲ
γνωρίζω τόσον καλά. Μήπως καὶ ἂν θέλῃς νὰ πράξῃς ἀντιθέτως ἀφ’ ὅτι
χρειάζεται δὲν γνωρίζω νὰ σὲ ἐπαναφὲρω τὴν ἰδίαν στιγμὴν εἰς τὴν πραγ-
ματικότητα; Ἔχε ἀπόλυτον πεποίθησιν εἰς Ἐμὲ καὶ ἀδιστάκτως προχώρει.
Ἂς ἀδιαφορήσουν ὅλοι τριγύρω σου, ἂς σὲ πολεμήσουν ἀκόμη μὲ ὅλα τὰ
δυνατὰ ὅπλα των, σὺ ἀδιαφορῶν προχώρει, μὲ πλήρη αὐτοπεποίθησιν ἐπὶ
τοῦ ἑαυτοῦ σου, τὸν ὁποῖον ἤδη καθοδηγῶ καὶ ἐμπνέω.
Καὶ τώρα κλαῦσε, θρήνησε, χῦσε πύρινα δάκρυα ἐπὶ τῆς ματαιοδο-
ξίας ἐκείνων, οἵτινες πιστεύουν εἰς τὰς δυνάμεις καὶ ἐνεργείας τῶν ἀν-
θρώπων καὶ ὄχι εἰς τὰς Βουλάς τοῦ ΘΕΟΥ.
Ἡ Ἀγάπη Μου μετὰ τῆς πίστεώς σου ἂς συνοδεύῃ τὰ βήματά σου πα-
ντοῦ καὶ νὰ σὲ ἐνισχύῃ πάντοτε.

67
27. Πόσος χρόνος διέρρευσεν ἀπὸ τῆς τελευταίας ὑμῶν συνεδρίας,
καθ’ ἣν ἀπὸ κοινοῦ ἐκαλὲσατέ Με;
Τοιαῦται βραδύτητες γνῶτε ὅτι ἐπιφέρουσι κενὰ εἰς τὴν ψυχὴν
ὑμῶν, ἅτινα τείνοντα ἵνα καλυφθῶσι, καταλαμβάνονται ὑπὸ τῶν στοι-
χείων τῆς ἀρνήσεως καὶ φέρουσι τὴν χαλάρωσιν τῶν δεσμῶν ἡμῶν.
Πάντων τούτων ὑπάρχουσιν οἱ λόγοι, δὲν θέλω δὲ τούτους νὰ φέρω
ἐπὶ τάπητος, ὅτι οἱ πάντες τοὺς ἑαυτοὺς λόγους γνωρίζετε. Νῦν εἰς οὐδὲν
εἶσθε ἄξιοι καίτοι καταδεικνύονται εἰς ὑμᾶς αἱ ὁδοὶ τῆς Ζωῆς, ὑμεῖς ταύτας
ἀντιστρατεύεσθε διὰ τῶν ἐνεργειῶν σας. Πῶς οὕτω θέλετε χωρήσει; Καὶ
μέμφεσθε κατόπιν ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἄλλων. Κάλλιον τῆς μομφῆς θὰ
ἦτο νὰ κατεβάλλατε τὰς ψυχικάς σας δυνάμεις εἰς τὴν ὁδὸν τῆς ὲπικοι-
νωνίας, συγκεντρούμενοι εἰς ἑαυτοὺς καὶ νὰ προσφέρατε ὅτι παρ’ ὑμῶν
ἀνεμένετο ὡς συμβολή.
Ἤδη οὐδὲν τούτων πράξαντες διαρρηγνύετε τὰ ἱμάτιά σας ἐπὶ τῷ ἀπο-
τελέσματι, ἐνῶ ὑμεῖς καὶ οὐδεὶς ἄλλος εἶναι ὁ δημιουργὸς τοὺ τοιούτου
ἀποτελέσματος, καὶ οὐ μόνον τούτου, ἀλλὰ καὶ παντὸς ἄλλου ἀποτελέ-
σματος οἱουδήποτε, σεῖς αὐτοὶ θὰ εἶσθε δημιουργοί. Δι’ ὃ καλῶς θὰ πράξη-
τε ἤδη, ἐνατενίζοντες πρός Με καὶ δίδοντες τὸν προσήκοντα λόγον, προ-
σπαθήσατε νὰ δώσητε αὐτὰ ταῦτα τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἐνεργειῶν σας,
ὡς ἀπαραιτήτως οἱ πάντες ἀλλήλων ἔχετε ἀνάγκην ὁ εἷς τοῦ ἑτὲρου, ἵνα
ὁ δεσμὸς ὑμῶν συσφιχθῇ περισσότερον καὶ ἡ πυγμὴ ὑμῶν συνεσφιγμέ­
νη ὡς μία, καταστῇ ἰσχυρὰ ἔναντι ἐκείνων, οἵτινες θὰ θελήσωσι νὰ πο-
λεμήσωσιν ὑμᾶς.
Συσφίξατε τοὺς δεσμοὺς ὑμῶν καὶ τοῦτο θέλει καταστῇ συνερχόμενοι
συχνώτερον ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ ζητοῦντες τὰς Ἐμὰς Νουθεσίας, ἐπὶ πασῶν τῶν
ἀποριῶν σας. Συνέρχεσθε ἵνα ὁ ἰσχυρότερος ὑμῶν ἐνισχύῃ τὸν ἀσθενέ-
στερον ἐν τῇ πίστει καὶ οὕτω ταύτῃ οἱ πάντες ὄντες εὐκοπώτερον χω-
ρήσητε εἰς τὰς τραχείας ὁδούς, εἰς ἃς θέλετε περιέλθει ἐν τῇ πραγματο-
ποιήσει τῶν σκοπῶν τοῦ Ἔργου Μου.
Ἀναγεννήσατε ἑαυτοὺς ἐν τῇ παλιγγενεσία τῆς Ζωῆς, ἵνα διὰ τῶν
ὑποδειχθησομένων ὑμῖν ἐν μέλλοντι ἀναγεννήσητε καὶ τοὺς συνερχο-
μένους μεθ’ ὑμῶν. Δὲν ἀρνοῦνται οἱ δίδοντες ὑποσχέσεις. Καὶ ἂν δὲν τη-
ρήσωσι τῶν ὑποσχέσεών των μέρος, οὐδέποτε τὰς γενικὰς γραμμὰς αὐτῶν
καταστρατηγοῦσιν καὶ οὐδέποτε τὰς βάσεις αὐτῶν ἀπαρνοῦνται.
Συνέλθετε τέκνα τῆς παρακοῆς καὶ παραβάται τῶν Ἐντολῶν Μου,
ἐκ τοῦ ληθάργου εἰς ὃν κατάκεισθε, καὶ ἐγειρόμενοι ἀνανήψατε κατα-
βλέποντες τὴν περιβάλλουσαν ὑμᾶς Ζωὴν καὶ ἐγκολπωθήτε ταύτης τὰ
στοιχεῖα.

68
28. Ἀρχὴ καὶ Τέλος ἄνευ σταθμοῦ. Κορυφὴ ἄνευ κρηπιδώματος καὶ Ζωὴ
ἄνευ θανάτου. Ἰδοὺ Ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον ὁ κόσμος ἀναγνωρίζει ὡς τὸ Φῶς
δι’ οὗ οἱ ἄβυσσοι διεφωτίσθησαν καὶ τὰ σκότη διελύθησαν. Ἐγὼ Εἰμι τὸ
Φῶς τοῦ κόσμου, Ἐγὼ Εἰμι ἡ ὁδὸς ἡ ἄγουσα εἰς τῆν Θείαν Κατασκήνωσιν.
Ὁ ἀκολουθῶν Με καὶ πιστεύων Με, οὗτος ἀναχθῇ εἰς τὸ ὕψος τῆς Ἀληθοῦς
Σοφίας, ὑπεράνω τῆς σοφίας τοῦ γηΐνου κόσμου.
Ἐγὼ Εἰμι ἡ Ἀλήθεια, ἡ διδάσκουσα τὰ καινὰ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου
καὶ παρέχων τοῖς πᾶσι τὸ Φῶς τῆς Ζωῆς, τῆς Ζωῆς τῆς Ἐνθέου ἐπιφοιτήσε-
ως. Ἐγὼ Εἰμι ἡ Φωτεινὴ Αἴγλη, ἥτις περιστέφει τήν κεφαλὴν ἐκείνων, οἵτι-
νες ἐπιθυμοῦσι καθαρᾷ τῇ πίστει νὰ ἐπικοινωνήσωσι μετ’ Ἐμοῦ.
Ἐγὼ Εἰμι ἡ Ἀκτίς, ἥτις εἰσδύει εἰς τὰ σκοτεινὰ ἔγκατα τῶν συνειδήσεων
καὶ διαφωτίζει αὐτάς, πρὸς ἐπίγνωσιν τοῦ εἰς ἕκαστον ἄνθρωπον ἐνυπάρ-
χοντος ἐσωτερικοῦ πνευματικοῦ Φωτός. Ἐγὼ Εἰμι ἡ Ἀρχή καὶ τὸ Τέλος τῶν
κόσμων, ἡ Ζωή καὶ ὁ Θάνατος, τὸ Πᾶν καὶ τὸ Ἐλάχιστον, τὸ Εἶναι καὶ μὴ
Εἶναι, ἡ Πηγὴ ἡ ρέουσα ἐν τῷ Ἀπείρῳ κόσμῳ καὶ ἀεὶ πληρουμένη. Τὸ Φῶς
τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκχεόμενον ἐν τῇ γῇ ἐξ Οὐρανοῦ προῆλθεν καὶ πρὸς αὐτὸν ἐξ
αὐτῆς ἀναχωροῦν ἐπανέρχεται.
Ὁ θέλων νὰ πληρωθῇ Φωτός, ἂς ἀφήσῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ ἐλευθέραν
ἐκ τῆς σοφίας τοῦ κόσμου, ἵνα τὴν Θείαν Σοφίαν καταγνώσῃ. Ὁ ἐπιθυ-
μῶν νὰ φιλήσῃ Ἐμέ, πρῶτον ἂς φιλήσῃ ἑαυτὸν ἐν τῷ προσώπῳ ὅλου τοῦ
κόσμου. Διότι ὁ τὸν κόσμον ὅλον ἀγαπήσας καὶ τοῦτον ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ
ἐναποθέσας, Ἐμὲ ἐναπέθεσεν, ὡς Ἐγὼ ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου ἵσταμαι καὶ τὸν
κόσμον ὅλον πρὸς Ἐμὲ προσελκύων.
Ὁ θέλων Ἐμὲ νὰ ἀκολουθήσῃ, ἂς ἐρευνήσῃ νὰ Μὲ ἀνεύρῃ ἐν τῇ ψυχῇ
καὶ τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. Ἐγὼ ζῶ ἐν τῷ κόσμῳ, οὐχὶ ὅτε τὸ πρῶτον ἐν σαρκὶ
κατῆλθον, ἵνα οἱ μὴ εἰδότες Με κατανοήσωσί Με, ἀλλὰ καὶ πολὺ πρότε-
ρον, πρὶν ἢ ὁ κόσμος διαμορφωθῇ, καὶ πολὺ ἔπειτα ἀκόμη μέχρι τῶν
ἡμερῶν ὑμῶν, καὶ ἐπέκεινα τούτων, ἄχρις οὗ ἡ συντέλεια τῶν αἰώνων ἐν
τῇ γῇ πληρωθῇ.
Ἐγὼ δὲ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ ἀεὶ ὑπάρχων καὶ ἐν ἑκάστῃ ψυχῇ ζῶν, πῶς
ἀφανὴς καθίσταμαι καὶ οὐ δύνανται πάντες νὰ Μὲ διαγνώσωσιν; Ἐγὼ οὐ
πρὸς πάντας λαλῶ, ἀλλὰ πρὸς ἐκείνους, οὓς πρὸς Ἐμὲ τάχιον ἐπιθυμῶ
ἀναβιβᾶσαι. Ἐκεῖνος δὲ ὅστις πρὸς Ἐμὲ ἔρχεται, οὐ πεῖραν μόνον ἐκ τοῦ
ὤμου αὐτοῦ ἀναρτῶ καὶ ἐκ τῆς πείρας τοῦ κόσμου ἀπομακρύνεται, ἀλλὰ
ἡ ἐν τῷ ὤμῳ αὐτοῦ ἀνηρτημένη πεῖρα τὴν ἐξ Ἐμοῦ πεῖραν ἀποδέχεται
καὶ ἐξ αὐτῆς ὑπερπληροῦται ἡ διάνοια αὐτοῦ, ἵνα ταύτην τῷ κόσμῳ δια-
κηρύξῃ καὶ ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐπιφώτισις καταδηλωτέρα καταστῇ καὶ διακριθῇ
ἐκ τῆς ἐπιφωτίσεως, ἣν τὸ πνεῦμα ἐν τῇ καλλιεργείᾳ τῶν γραμμάτων
­προσδέχεται.
Ἐγὼ δὲ κατοικῶ οὐ μόνον ἐν μεγάροις μαρμαροκτίστοις, ἅτινα ὡς
Ναοὺς τοῦ Ὀνόματός Μου οἱ ἄνθρωποι ᾠκοδομήσαντο, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς
κατοικητηρίοις ἐκείνοις, ἐν οἷς ἡ δυστυχία καὶ ἡ ἀθλιότης τὸν θρόνον αὐτῆς
ἐναπέθετο. Ἐγὼ οὐκ ἀκολουθῶ τοὺς ἐκ μελέτης σοφούς, ἀλλὰ τοὺς ἐκ

69
γενετῆς σοφοὺς ἐνισχύω, ἵνα τὴν σοφίαν τῶν ἐκ μελέτης σοφῶν κατι-
σχύσωσιν. Πάντες ὅμως ἐκεῖνοι, οἵτινες πρός τινα ὑψηλὸν καὶ ἐξιδανικευ-
μένον σκοπὸν ἀποβλέπουσι καὶ ἐργάζονται ὑπὲρ τοῦ γενικοῦ καλοῦ συ-
μπάσης τῆς ἀνθρωπότητος, πάντες ὅσοι ἀγαποῦν τὸν πλησίον αὐτῶν καὶ
προσπαθοῦσι δι’ ὅλων τῶν δυνάμεων αὐτῶν νὰ ἐξυπηρετήσωσι τὸ ἔργον
Μου, ὅπερ ἀποβλέπει εἰς τὴν Ἀγάπην καὶ Εἰρήνην καὶ Ἀλληλοβοήθειαν
ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, Ἐμὲ ἐργάζονται διὰ τῶν καλῶν αὐτῶν ἔργων καὶ
τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου Μου ἐξυπηρετοῦσιν.
Ἐγὼ οὐκ ἐν τῷ κόσμῳ κατέλθω διὰ τὴν ἁμαρτίαν τοῦ ἀνθρώπου καὶ
τὸν πλήρη ἐξ αὐτῆς ἐξιλασμὸν αὐτοῦ, ἀλλὰ πολλοὺς διὰ τοῦ Πνευματικοῦ
Μου Φωτὸς ἐνισχύσω εἰς ταχεῖαν ὁλοκλήρωσιν καὶ πλήρη ἐν τῷ κόσμῳ
ἀποκατάστασιν τῶν Ἐπαγγελιῶν, ἃς ἐξήγγειλάμην, ὅτε ἐν τῇ σαρκὶ ἐνε-
κλείσθην, κατελθὼν ἐκ τῶν Ἄνω, ἵνα τὰ κάτω πρὸς τὰ Ἄνω ἑλκύσω.
Ὀ ἐν Ἐμοὶ ὑπάρχων ἐν πᾶσιν εἰσχωρεῖ καὶ τὰ πάντα δι’ Αὐτοῦ διαφω-
τίζονται. Ἐγὼ δὲ ὅ ἐν πᾶσι εἰσχωρῶν καὶ τοὺς πάντας διαφωτίζων, οὐκ
ἐν Ἐμοὶ μόνον μένω καὶ ἐν πᾶσιν, ἀλλὰ καὶ ἐν ἐκείνοις οὓς ἡ Ἐμή θέλησις
ὑστέρησε, ἵνα τὸ ἐν αὐτοῖς ὑπάρχον φῶς κατίδουσι ὅτι ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζει.
Πᾶς δὲ ὁ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενος καὶ ἐν τῇ Ἀληθείᾳ τῆς παραστατικότη-
τός Μου γνούς Με, οὐκ ἐπαφίεται ἵνα ὑπὸ τῶν ἄλλων δανεισθῇ τὸ φῶς, ὡς
Ἐγὼ ἐν αὐτῷ ὑπάρχων καὶ αὐτὸν διαφωτίζων, παρ’ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου κάλλι-
ον τὸ φῶς προσδεχθῇ καὶ ἐπιλάμψῃ ἐν ἑαυτῷ λαμπρότερον παντὸς ἄλλου
φωτός. Οἱ τὸν λόγον Μου ἀκούοντες καὶ εἰς τοῦτον μετὰ πίστεως προσα-
τενίζοντες ἔχουσιν ἀνάγκην ἄλλων μέσων, ἵνα τὴν ἐν τῷ κόσμῳ παρ’ Ἐμοῦ
τοῖς πᾶσι ἐξαγγελλομένην Ἀλήθειαν κατίδωσιν οὐχὶ ἀπ’ εὐθείας ἐξ Ἐμοῦ,
ἀλλ’ ἐξ ἄλλων;
Ἐγὼ Εἰμι ἡ Πηγή ἡ ἀναβλύζουσα ἐκ τῶν ἐγκάτων τοῦ κόσμου καὶ διαυ-
λακοῦσα διὰ μυρίων ποταμῶν καὶ διακλαδώσεων τὸν κόσμον ὁλόκληρον
καὶ ποτίζουσα πάντα τὰ ἐν αὐτῷ. Ἐγώ Εἰμι τὸ Φῶς τὸ ἐκ τοῦ Θείου ἐκπο-
ρευόμενον καὶ πρὸς αὐτὸ καὶ πάλιν ἐπανεισδῦον μετὰ τὴν ἐν τῷ κόσμῳ
διαδρομὴν αὐτοῦ. Αἱ ἀκτῖνες τοῦ Φωτὸς τούτου πολλαὶ εἰσίν, μία ὅμως ἡ
Ἑστία, ἡ ἐξαπολύουσα ταύτας. Καὶ πολλοὶ ἐξ Ἐμοῦ διαφωτίζονται καὶ
πολλοὶ ἐξαγγείλουσι τὴν Ἀλήθειαν, ἀλλ’ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν Ἑστία Φωτὸς
καταστῇ, ὡς ἡ Ἀρχὴ ἐν Ἐμοὶ μόνον ὑπάρχει καὶ οὗτοι ἀποτελέσματα
αὐτῆς εἰσίν.
Ὁ Ἐμὲ φιλῶν καὶ διδάσκων ἐν τῷ κόσμῳ ζεῖ διὰ νὰ δώσῃ αὐτῷ τὴν ἐξ
Ἐμοῦ ἀπορρέουσαν Ἀλήθειαν. Πᾶς δ’ ὅστις πρός Με προσέρχεται καὶ τὴν
φωνήν Μου ἀκούσει, οὗτος καὶ διδάσκαλος τῶν ὅσων Ἐγὼ αὐτῷ διδάξω
καταστῇ, ἵνα καὶ οἱ ὑπ’ αὐτοῦ διδαχθέντες, ἃ αὐτῷ παρέχω, ἀναβλέψου-
σί Με καὶ διδάσκαλοι καὶ οὗτοι γενῶσι, πάντες δὲ χωρήσουσι πρὸς τὴν
Ἀλήθειαν, ἣν Ἐγὼ μόνον κατέχω καὶ ἣν μόνον δι’ Ἐμοῦ πᾶς ὁ ἐπιθυμῶν
τὴν Ἀλήθειαν τοῦ κόσμου ν’ ἀνεύρῃ θὰ διδαχθῇ.

70
29. Δὲν δύναμαι ἀπὸ σήμερον νὰ καθορίσω τὰ ἀποτελέσματα τῆς
προόδου τοῦ ἔργου ὑμῶν, διότι ταῦτα θὰ ἐξαρτηθῶσιν ἐκ τῶν ἐνερ-
γειῶν καὶ τοῦ ζήλου ὑμῶν.
Ἐν τούτοις γνωρίζω κάλλιστα ὅτι πολὺ ταχέως θὰ ἔλθῃ ἡ εὐχάριστος
στιγμή, κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ δυνηθῶ νὰ σᾶς διαχαράξω τὸν ἀρχικὸν δρόμον
τῆς Τελειοποιήσεως ὑμῶν καὶ τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ἀναγωγῆς, διὰ νὰ
κατορθώσητε νὰ ἀναχθῆτε εἰς τὸ κατακόρυφον τῆς πρώτης πνευματικῆς
σφαίρας.
Θὰ προσπαθήσω νὰ ἐπενεργήσω ἐφ’ ὑμῶν δι’ ὅλων τῶν δυνατῶν μέσων,
διὰ νὰ κατορθώσητε νὰ ἐπιτύχητε πλήρως εἰς τὴν ἐπιτυχίαν τοῦ Ἔργου τὸ
ὁποῖον σᾶς ἀνετέθη. Τονίζω ὅτι πάντα ταῦτα δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνωσιν ἐν
διαστήματι ὀλίγου χρόνου. Θὰ ἀπαιτηθῇ ἀρκετὸς χρόνος, ἕως ὅτου δυνη-
θῆτε νὰ ὡριμάσητε ἐν τῇ σκέψει καὶ τοῖς καθηκόντοις τῆς ἀναδημιουρ­
γίας ὑμῶν. Θὰ πραγματοποιηθῇ δὲ εἰς ὑμᾶς δοθησομένη Ἀ ­ ποκάλυψις,
ὁπόταν κατορθώσητε νὰ φθάσητε εἰς τὸ πραγματικὸν ἐπίπεδον τῆς τε-
λείας ἀναγεννήσεως.
Ἕως ὅτου ὅμως δυνηθῆτε νὰ φθάσητε μέχρι τοῦ σημείου, καθ’ ὃ δὲν
θὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς ἐπισκέπτωμαι, διότι θὰ ζῶ ἐν ὑμῖν καὶ ὑμεῖς ἐν
Ἐμοί, ἀπαιτεῖται οὐ μόνον μακροχρόνιος ἁναμονὴ ἐν διηνεκεῖ δράσει
καὶ προσπαθείᾳ, ἀλλὰ καὶ συμπλήρωσις τοῦ ἀπαραιτήτου χρονικοῦ δια-
στήματος τὸ ὁποῖον θὰ χρησιμεύσῃ ὡς διάμεσος σταθμὸς τοῦ τελειωτικοῦ
ὑμῶν ἀγῶνος.
Ἐγὼ θὰ ἐνισχύω ὑμᾶς, ἐφ’ ὅσον βλέπω ὑμᾶς ἀγαπημένους, ὁμονοοῦ-
ντας, ἐν διηνεκῇ προσπαθείᾳ τείνοντας πρὸς τὴν τελειοποίησιν. Θὰ θέσω
ὅμως πλεῖστα ἐμπόδια καὶ θὰ ἐμποδίζω ὑμᾶς εἰς ἕκαστον βῆμα ἀπὸ τοῦ
νὰ προχωρήσητε τροχάδην, διότι ὀφείλετε νὰ γνωρίσητε ὅλας τὰς πι-
κρίας τοῦ δρόμου τὸν ὁποῖον ἀκολουθεῖτε καὶ πῶς δύναται ὁ ἄνθρωπος
νὰ φθάσῃ εἰς τὸ πραγματικὸν σημεῖον τῆς ἐξελίξεώς του, τὰ ὁποῖα δὲν θά
ἠδύνασθε νὰ ἀντιληφθῆτε καὶ κατανοήσητε πλήρως, ἐὰν ἐβαδίζατε βιαίως
τροχάδην.
Ἐκεῖνος ὅστις θέλει νὰ καλυτερεύσῃ τοὺς ὅρους μιᾶς ζωῆς καὶ νὰ
δώσῃ τὴν πραγματικὴν κατεύθυνσιν μιᾶς ἐκκλήσεως, ὀφείλει πρῶτον
νὰ δοκιμάσῃ ἐξ ἰδίας πείρας τοὺς ὅρους τούτους καὶ νὰ μελετήσῃ ἐπὶ
τόπου τὴν ἔκκλησιν, ἥτις δυνατὸν νὰ μὴν εἶναι καὶ πραγματική. Ὀφείλω
νὰ καταστήσω ταῦτα πάντα γνωστὰ εἰς ὑμᾶς, διὰ νὰ μὴν παρουσιασθῆτε
αὔριον ἀντιμέτωποι τῶν ἀνυπερβλήτων φαινομενικῶν δυσχερειῶν καὶ
ὀπισθοδρομήσητε.
Θά σᾶς τονίσω ἀκόμη ὅτι ἐφ’ ὅσον τὸ ἔργον ὑμῶν θεμελιοῦται καὶ εὐρύ-
νεται κατὰ τοσοῦτον καὶ αἱ δυσχέρειαι καὶ οἱ κόποι καὶ αἱ ἀπογοητεύσεις
ὑμῶν θὰ ἐπαυξάνουν. Σεῖς ὅμως ν’ ἀντιμετωπίζητε πάντα ταῦτα μὲ τὴν
ἀκριβῆ κατεύθυνσιν τοῦ ὑποδειχθέντος εἰς ὑμᾶς τελειωτικοῦ σημείου τοῦ
σκοποῦ ὑμῶν, ἀδιαφοροῦντες πρὸς πάντας καὶ μόνον αὐτὸ βλέποντες καὶ
ὡς ὁδηγὸν ἔχοντες. Ἐστὲ τότε βέβαιοι ὅτι ἡ πλήρως ὑμῶν ἐπιτυχία θὰ ἔχει

71
τοιαῦτα ἱκανοποιητικά ἀποτελέσματα, ὥστε καὶ ὑμεῖς νὰ ἀπορῆτε, πῶς
τοιαῦτα ἐπετελέσθησαν ἔργα ἐξ ἀνθρώπων, οἵτινες τὸ πρῶτον δὲν εἶχον
οὐδὲ πλήρη ἐπίγνωσιν τοῦ ἑαυτοῦ των, πολλῷ δὲ μᾶλλον ἠδύναντο νὰ
προγνωρίσουν τὰ ἀποτελέσματα τοῦ σκοποῦ, τὸν ὁποῖον ἀναλαμβάνο-
ντες ἠγνόουν.

30. Ἐγὼ Εἰμι μεθ’ ὑμῶν.


Ἐγὼ κατευθύνω τὰ βήματα ὑμῶν εἰς τὸν ἀγῶνα, ὃν ἐξ Ὀνόματός Μου
ἀναλαμβάνετε. Ἐὰν οἱ πάντες μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ καταστῶσι πολέμιοι τοῦ
ἔργου, ὃ ἤδη ἐξ Ἐμοῦ ἐκπροσωπεῖτε, Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν Εἰμι, ἵνα ἀνὰ πᾶσαν
στιγμὴν καὶ ὥραν παρέξω τοῖς ἀκούουσί Μου καὶ τῶν λόγων Μου τηρη-
σάντων, πᾶν μέσον πρὸς τὴν εὑόδωσιν αὐτοῦ. Ὀφείλετε ὅμως νὰ ἀγω-
νισθῆτε πάντες τὸν κοινὸν ἀγῶνα, ὡς ἓν σῶμα καὶ μία ψυχή. Ὀφείλετε
νὰ μὴ δειλιάσητε πρὸ παντὸς ἐμποδίου, τὸ ὁποῖον ἐν τῇ ἀκολουθίᾳ τοῦ
δρόμου ὑμῶν θὰ συναντήσητε, ἐν τῇ ἐκπληρώσει τοῦ ἔργου Μου.
Σεῖς παρ’ Ἐμοῦ ἐμπνεόμενοι θὰ διανοίξητε μίαν νέαν ὁδόν, ἄγουσαν εἰς
τὸν πραγματικὸν τοῦ ἐπιδιωκομένου παρ’ ὑμῶν ἔργου σκοπόν. Δὲν πρέπει
συνεπῶς νὰ ὑπαχθῆτε εἰς οὐδένα ἄλλον, πλὴν τῶν αὐστηρῶν ὑπαγορεύσε-
ων, αἵτινες δι’ Ἐμοῦ σὺν τῷ χρόνῳ θὰ σᾶς δοθῶσιν. Μὴν ἀμφιβάλλετε ὅτι
θὰ ἔλθῃ ἡμέρα, καθ’ ἣν τὸ ἐκ τῆς Ἑλλάδος προερχόμενον Φῶς θὰ διαφω-
τίσῃ τὴν γῆν ἅπασαν καὶ ὁ Ναὸς τῆς Ἀληθείας καὶ πραγματικῆς Γνώσεως
θὰ ἀνεγερθῇ ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ ἐδάφους, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἀπὸ αιώνων καὶ κατὰ
διάφορα χρονικὰ διαστήματα, ὡμίλησαν τὰ Ὕπατα Πνεύματα τῆς ἀνθρω-
πίνης διανοήσεως.
Ὁμιλῶ πρὸς ὑμᾶς ὡς Ἀδέκαστος Κριτής, ἔχων ἐπίγνωσιν τῶν πάντων
τῶν τε παρόντων καὶ μελλόντων, ὡς Ἀνώτατος Ἐπόπτης τῆς ­Παγκοσμίου
κινήσεως, ὡς Ἄρχων πάσης Πνευματικῆς Ἐξουσίας καὶ Ἀρχῆς. Οἱ
­ἀκού­­­­οντες τὸν λόγον Μου καὶ μὴ πιστεύοντες οὐκ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀποξενω-
θήτωσαν, ὡς Ἐγώ Εἰμι ἡ Πηγὴ τῆς Ἀγάπης καὶ τοῦ Ἐλέους. Τοὺς πρὸς Ἐμὲ
ἐχθρικῶς διακειμένους φιλῶ πλεῖον τῶν πρὸς Ἐμὲ προσκειμένων καὶ ἀγα-
πώντων Με, διότι τὴν σωτηρίαν ἁπάντων ἐπιζητῶ, καὶ διὰ τῆς πρὸς αὐτοὺς
ἐπιδεικνυομένης Ἀγάπης Μου ἐπιδιώκω τὴν ἐκ κακῇς ἀντιλήψεως ἀνάνη-
ψιν αὐτῶν. Ἐν πᾶσι δὲ καὶ πρὸς πάντας Ἀρωγὸς καθίσταμαι καὶ Ἀπολυ-
τρωτὴς τῶν ἐχόντων χρείαν ἀπολυτρώσεως, ἀνεξαρτήτως φυλῆς καὶ
θρησκεύματος, τάξεως ἢ ψυχικῆς δυνάμεως.
Μετὰ παντὸς ἐπικαλουμένου Με εὑρίσκομαι πάντοτε καί προστρέχω
εἰς τὴν φωνὴν τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἵνα τὴν ἁμαρτίαν αὐτοῦ ἐκ τοῦ ρύπου
αὐτῆς ἀποπλύνω. Διδάσκω πάντα ὅσα ἡ Ἀλήθεια ὑπαγορεύει καὶ ὅσα ἡ
ψυχὴ ἐν τῇ βαθμιαίᾳ αὐτῆς ἐξελίξει καὶ ἀποκαθάρσει δύναται βαστάζειν. Ἡ
φωνή Μου δὲ αὐτὴ φωνὴ Ἀπολύτου Ἄρχοντος, ἐξουσιάζοντος καὶ διαθέτο-
ντος τὰ πάντα ἐν τῇ Ἀπολύτῳ αὐτῆς Ἐξουσίᾳ, ἀλλὰ εἶναι Φωνὴ Πατρὸς

72
ἀπευθυνομένη πρὸς τὰ τέκνα Αὐτοῦ, τὰ ὁποῖα ἐν Ἀπολύτῳ Δικαίῳ χειρα-
γωγεῖ, ἓως ὅτου καταστήσῃ αὐτὰ ἀντάξια τοῦ Ὀνόματός Του καὶ ἀξίους
κληρονόμους τῶν εἰς αὐτὰ παρεχομένων ὑπ’ Αὐτοῦ ἀγαθῶν.
Ἐὰν ἡ πονηρὰ τῶν ἀνθρώπων φύσις παρήλλαξε τοὺς ἁρμονικοὺς τό-
νους τῆς Ἐκφράσεως τῆς Φωνῆς Μου, ἐὰν ἡ στρεβλὴ ἀντίληψις αὐτῶν
καταδικάζῃ τοὺς λόγους Μου, πρὶν ἢ τούτους θελήσῃ προηγουμένως ν’
ἀκούσῃ, Ἐγὼ δὲν θὰ παύσω νὰ ἐμπνέω ἐκείνους, οἵτινες ἐνστερνιζόμενοι
τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐκ τῆς Διδασκαλίας Μου ἀπορρέουσαν, θὰ μεταδώσω-
σι ταύτην καὶ εἰς τοὺς ἄλλους, τοὺς ἀποστρεφομένους τὸ Πρόσωπόν Μου.
Ὀφείλετε ὅθεν νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς πάντας καὶ ἐκείνους περισσότερον οἱ
ὁποῖοι ἀντιστρατεύονται ὑμᾶς. Ἐὰν ἀγαπήσητε αὐτοὺς μὲ ὅλην τὴν δύνα-
μιν τῆς ψυχῆς ὑμῶν καὶ μὲ ὅλην τὴν ἀγαθότητα αὐτῆς, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι
δὲν προσφέρετε ἐκδούλευσιν τινὰ πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς
καὶ Ἐμὲ τὸν ἴδιον. Ὁ κοπιῶν διὰ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἔτι μᾶλλον διὰ τὸν
ἐχθρὸν αὐτοῦ, ὑπὲρ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου καὶ τοῦ κέρδους τῆς ψυχῆς αὐτοῦ κο-
πιᾶ. Ὀ ποιῶν ἃ Ἐγὼ διδάσκω αὐτῷ, οὐ πρὸς Ἐμὲ προσφέρει ἐκδούλευ-
σιν τινά, ἀλλὰ πρὸς τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν, ἥτις ἀποξενουμένη τῶν κακῶν καὶ
ἀτελειῶν αὐτῆς, καθίσταται ἐλευθέρα καὶ δύναται νὰ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον.
Θὰ σᾶς παρέξω τὰ μέσα ἵνα τάχιστα πρὸς Ἐμὲ ἀνέλθητε. Ὀφείλετε
ὅμως νὰ καταστήσητε ἑαυτοὺς ἱκανούς, ἵνα δυνηθῆτε καὶ προσέλθητε
πρός Με, ὑποβασταζόμενοι ὑπ’ ἐκείνων, οὓς θέλω θέσει νὰ σᾶς βοηθήσω-
σιν. Θὰ δοκιμασθῆτε δὲ πρῶτον καλῶς, ἐὰν δύνασθε ν’ ἀνυψωθῆτε καὶ
ἀναλόγως τῆς ἀνυψώσεως ὑμῶν θέλω σᾶς παρέχει τὰ μέσα, ἵνα ταχύτε-
ρον πρὸς Ἐμὲ προσέλθητε.

31. Μὴν ἀποδειλιᾶτε ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα ὑμῖν.


Ἐγκαρτερεῖτε μετὰ πλήρους πεποιθήσεως εἰς τὴν τελικὴν αὐτοῦ ἔκβασιν.
Προθυμοποιεῖσθε μόνον ἕκαστος ἐξ ὑμῶν πῶς καλλίτερον νὰ ἐξυπηρετή-
σητε τὸν σκοπὸν αὐτοῦ. Μὴν ἀποθαρρύνησθε καὶ μὴ παύσητε ἐνεργοῦντες
πρὸς τὴν διάδοσιν αὐτοῦ. Μὴν ἀδιαφορεῖτε εἰς τὴν ἀπωτέραν τοῦ σκοποῦ
ὑμῶν ἐπιτυχίαν, ἀλλὰ προσπαθῆτε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων καὶ τῆς
ἐνεργείας νὰ καταστήσητε αὐτὸν ἀπαραίτητον μέλημα τῶν διηνεκῶν σκέ-
ψεών σας.
Μὴν κατατρίβεσθε εἰς τὰ μικρὰ καὶ ἀνούσια, τὰ ὁποῖα οὐδεμίαν ἔχουν
σημασίαν διὰ τὴν ἐπιτέλεσιν τοῦ ὅλου ἔργου, παραδράμητε αὐτὰ ἀδια-
φοροῦντες καὶ τείνοντες μόνον εἰς τὰς γενικὰς ἀποβλέψεις αὐτοῦ. Ὅταν
κατατρίβεσθε εἰς τὰ ἐλάχιστα, πῶς δύνασθε νὰ ἀνταπεξέλθητε κατὰ τῶν
μεγίστων; Ὀφείλω νὰ κάμω μνείαν πάντων τούτων, διὰ νὰ μὴ εὑρεθῆτε
αὔριον εἰς τὴν ἀνάγκην καὶ μὲ καλεῖτε, διὰ νὰ πληροφορηθῆτε περὶ ζητη-
μάτων, τὰ ὁποῖα μόνοι σας δύνασθε νὰ λύσητε καὶ περὶ τῶν ὁποίων μόνοι
σας δύνασθε νὰ ἀποφασίσητε.

73
Ὁ σκοπὸς τῆς μεθ’ ὑμῶν ἐπικοινωνίας καὶ τοῦ συνδέσμου μας δὲν
ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ καταστήσῃ ὑμᾶς πειθήνια ὅργανα τῶν ἑκάστοτε
ἀνακοινώσεών Μου, ἀλλὰ νὰ καλλιεργήσῃ τὸ πνεῦμα σας εἰς τὴν Αὐτο-
βουλίαν τῶν σκέψεων καὶ εἰς τὴν Αὐτενέργειαν τῶν ληπτέων ἀποφάσεων,
ὅπως καλλίτερον ἐξυπηρετήσητε τὸ ἔργον Μου. Δὲν σᾶς θέλω αὐτόματα
ἀνδρείκελα, ἀλλὰ σᾶς θέλω ἀνεξαρτήτους, ἔχοντας ἰδίαν σκέψιν καὶ
βούλησιν, ἐξετάζοντες τὰ πάντα ἀφ’ ὑψηλοῦ, μὴ ἐπηρεαζόμενοι ὑπὸ οὐ-
δενός, ἀλλὰ χωροῦντες πρὸς τὸν σκοπὸν ὑμῶν διὰ τῆς ἰδίας ὑμῶν αὐτο-
πεποιθήσεως.
Ἐγὼ θέλω κριτὰς ὅπως κρίνω. Ἄνευ κριτῶν ἡ Κρίσις Μου δὲν προ-
σλαμβάνει τὴν δέουσαν ἀξίαν, ἣν ἐκ τῆς αὐτοβούλου καὶ ἀνεξαρτήτου
κρίσεως τῶν ἄλλων προσδοκῶ. Ἐγὼ θέλω ἄνδρας καὶ οὐχὶ ἐξανδράποδα.
Ἄνδρας ἐλευθέρους καὶ οὐχὶ δούλους τοῦ νοῦ καὶ τοῦ σώματος. Οἱ δοῦλοι
κύπτουν τὸν αὐχένα μέχρι τοῦ ἐδάφους τῆς γῆς καὶ πειθηνίως ἀποδέχο-
νται τὰς διαταγὰς τοῦ κυρίου των, ὡς δ’ εὐγνωμοσύνην θεωροῦν τὸ μέχρις
αἵματος ράβδισμα, ὁπόταν κατορθώνουν ν’ ἀποφύγουν τὸν θάνατον.
Ἐγὼ ὅμως ἐπιθυμῶ νὰ καταστήσω ὑμᾶς ἐλευθέρους τόσον εἰς
τὰς σκέψεις ὅσον καὶ εἰς τὰς κρίσεις, ἵνα μὲ ἐλευθέραν συνείδησιν, μὲ
πλήρη ἐπίγνωσιν τῆς ὑψηλοφροσὺνης τοῦ πνεύματος ἀκολουθῆτε τὴν
Ἀλήθειαν καὶ κτυπᾶτε ἀνηλεῶς τὸ ψεῦδος, ὅπου καὶ ἂν τὸ συναντήση-
τε. Ὁπόταν εἶσθε ὑπόδουλοι τῶν ἰδεῶν καὶ κρίσεών σας, ὁπόταν εἶσθε
σκλάβοι μιᾶς οἱασδήποτε ἰδέας, δὲν δύνασθε νὰ πραγματοποιήσητε
πλήρως τὰς ἀποβλέψεις τοῦ σκοποῦ, ὃν μέλλω νὰ ἀναθέσω ὑμῖν, ἀλλ’ οὔτε
καὶ νὰ ἀναπετάσητε τὴν σημαίαν τῆς Ἐλευθερίας τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν
πράξεων. Ἐὰν ὁ κόσμος εὑρίσκεται σήμερον εἰς οἵαν θέσιν τὸν βλέπομεν
τοῦτο εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν δεσμῶν, τὰ ὁποῖα ἔθεσε πέριξ τοῦ λαιμοῦ καὶ
τῶν ποδῶν αὐτοῦ καὶ δὲν ἀφήνει ἐλευθέραν τὴν ἀναπνοήν του νὰ ἐκδηλω-
θῇ, ἀλλ’ οὔτε καὶ τοὺς πόδας του νὰ βαδίσωσιν. Οἱ πάντες προσπαθοῦσιν
νὰ φανῶσι οἷοι πράγματοι δὲν εἶναι καὶ ὅλοι σχεδὸν ἐπιζητοῦν νὰ κρύψωσι
τὸ σῶμα των ὄπισθεν τῶν δακτύλων των.
Ἐγὼ θέλω νὰ καταστήσω ὑμᾶς ἐλευθέρους, νὰ δώσω εἰς ὑμᾶς τό δι-
καίωμα τῆς ἐλευθέρας σκέψεως, ὥστε νὰ μὴ διστάζητε νὰ ἀνομολογήσητε
τὰ σφάλματά σας πρὸ τῶν ἐχθρῶν σας καὶ νὰ παρακαλῆτε αὐτοὺς νὰ σᾶς
ἀναλύσωσι καθ’ οἱονδήποτε τρόπον. Ἐγὼ ἐπιθυμῶ νὰ καταστήσω ὑμᾶς
εἰλικρινεῖς, ὄχι ἀπέναντι τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἄλλων, ἀλλὰ ἀπέναντι τοῦ
ἑαυτοῦ σας. Ἐὰν εἶσθε εἰλικρινεῖς ἀπέναντι τοῦ ἑαυτοῦ σας, τότε κατ’ ἀνά-
γκην θὰ εἶσθε εἰλικρινεῖς καὶ ἀπέναντι τοῦ κόσμου. Διότι ὁ κόσμος δι’ ὑμᾶς
εἶναι ὁ ἐαυτός σας καὶ ὁ ἑαυτός σας ὁ κόσμος.
Μὴ ζητεῖτε ποτὲ νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα πρὶν ἢ ἀκόμη κάμητε τὰ
πρῶτα βήματα. Εἶναι προτιμώτερον νὰ βραδύνητε καὶ νὰ ἔλθητε τελευ-
ταῖοι ἀπ’ ὅλους τοὺς ἄλλους εἰς αὐτό, ἀλλὰ σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς καὶ ἀκέραι-
οι, διότι καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τοῦ δρόμου σας ἐξετάζετε τὰ πάντα
λεπτομερῶς καί μετὰ προσοχῆς, παρὰ νὰ ἔλθητε ἐκ τῶν πρώτων μὲ τὸν

74
ἕνα πόδα ἢ μὲ συντετριμμένον τὸν βραχίονα καὶ τὴν κνήμην, ἢ σημαδευμέ-
νον τὸ πρόσωπον καὶ ἐξορυγμένον τὸν ὀφθαλμόν. Ὀφείλω νὰ καταστήσω
ταῦτα πάντα γνωστά, ἵνα μὴ ἀδημονῆτε καί προτρέχητε.
Θέλω νὰ καταστήσω ὑμᾶς πραγματικοὺς καὶ ἀνταξίους ὀπαδούς
Μου καὶ ὄχι ἓρμαια τοῦ τυχόντος. Ἔστὲ ἀδελφωμένοι καὶ ἀγαπητοὶ μέ-
χρι τέλους καὶ τὰ πάντα διὰ τῆς Ἀρωγῆς Μου θὰ ἐπιτελεσθῶσιν.

32. Εἰμι ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν.


Μὴν ἀποκαρτερῆτε καί ἐστὲ βέβαιοι ὅτι χωροῦντες πρὸς τὴν ὁδὸν τῆς
Ἀληθείας πορεύεσθε. Ἀπομακρύνατε πάντα σάλον τῆς ψυχῆς σας, ὅτι Ἐγὼ
μεθ’ ὑμῶν Εἰμι καὶ τὴν Ἐμὴν Ἐκκλησίαν ἐπισκοπῶ, τὰ δὲ βήματα ὑμῶν
θέλω φέρει οὕτω, ὥστε νὰ μὴ προσκόψωσιν οἱ πόδες ὑμῶν.
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ πεπληρωμένοι καὶ ἐν ταύτῃ θέλετε ἀναχθῇ ὑπεράνω
παντὸς μέτρου ἀνθρωπίνης ἀγάπης καὶ τὴν Ἀγάπην τοῦ Διδασκάλου
ὑμῶν θέλετε προσπλησιάσει καθορῶντες τὸ μέτρον ταύτης. Ἵνα τί λιπο-
ψυχῆτε καί τί δισταγμοὺς ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν φέρετε; Μὴ δὲν εἶπον ὑμῖν ὅτι
Ἐγὼ ὁ γεννῶν τὰς καταστάσεις, ὑφ’ ἃς θέλω ὑπαγάγει ὑμᾶς διὰ τὴν ἀνέλι-
ξίν σας; Ἐὰν μὴ δὲν εὕρητε τὰ προσκόμματα καὶ τὰς ἀποτυχίας, πῶς θὰ
καταστῶσιν οἱ πόδες ὑμῶν σταθεροί καὶ αἱ κινήσεις ὑμῶν ἰσχυραὶ διὰ τὰς
μετέπειτα παρουσιασθησομένας καταστάσεις;
Μὴ θροεῖσθε. Ἐστὲ ἐν πεποιθήσει ἥσυχοι καὶ τὸ ἔργον θὰ προκόψῃ ἐν
τῇ ἐξελίξει αὐτοῦ. Εἰ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε τὴν πρόοδον τούτου, πῶς Ἐγὼ οὐ μὴ
ἀγαπήσω αὐτό; Ἀλλ’ ὑμεῖς ἀγαπῶντες αὐτὸ οὐκ οἴδατε καὶ τὰ συντελοῦ-
ντα πρὸς τοῦτο μέτρα. Ἐγὼ καταβλέπω αὐτὰ καὶ παρασκευάζω ταῦτα καὶ
φέρω ταῦτα πρὸ ὑμῶν, ἵνα κάλλιον τελεσφορήσωσι διὰ τὴν ἐκδηλωτέραν
αὐτοῦ καὶ ἐμφαντικὴν ἐπιτυχίαν.
Ὑμεῖς δημιουργήσατε τὴν πρὸς τὸν Ἡγήτορα ὑμῶν πίστιν καὶ ταύτης
ἐπιλαβόμενοι χωρήσατε μὴ ὀκνοῦντες πάσῃ θυσίᾳ ὑλικῇ τε καὶ πνευμα-
τικῇ. Γνῶτε ὅτι τὰ πάντα ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρέουν. Ἐγὼ ὁ Δοτὴρ τῶν πάντων
καὶ τῶν Ἐμῶν καὶ ὑμῶν αὐτῶν. Ἐμοῦ οἱ πάντες ἐστὲ καὶ Εἰμι τῶν πάντων.
Ἀγαπῶ ὑμᾶς, ἀλλὰ καὶ πάντας καὶ μεριμνῶν δι’ ὑμᾶς διὰ παντὸς μερι-
μνῶ, ὑμεῖς δὲ ἐκχύοντες τὰς δυνάμεις ὑμῶν, τὰς ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπορρεούσας,
Ἐμὲ ἐκχύετε τῷ κόσμῳ καὶ ἐκ τῶν Ἐμῶν Ὑμῶν δὲ οὐδέν ἐστιν, ὃ μὴ Ἐμοῦ
εἶναι.
Δὲν θέλω τῇ ὥρᾳ ταύτῃ ὑποδεῖξαι ὑμῖν ἐκεῖνα, ἅτινα δὲν ὤφειλε νὰ
γενῶσιν. Ταῦτα ἐξετελέσθησαν ἤδη, ἀλλ’ ἐπὶ τῶν πεπραγμένων θέλω
καθοδηγήσει ὑμᾶς, ἵνα μὴ καὶ σφαλερὰ συνεχίσητε τὴν περαιτέρω ὑμῶν
πορείαν. Θέλω ὑμεῖς νὰ ἀνδρωθῆτε καὶ μὴν ἀναμένητε παρ’ Ἐμοῦ καὶ ἐκεῖ-
να, ἅτινα ἐπί τῆς λογικῆς ἐρείδονται καί δέον νὰ ὑποπίπτωσιν καὶ εἰς τὴν
τοιαύτην τὴν ὑμετέραν.
Νῦν εὑρίσκεσθε ἐν τῇ ὁδῷ. Ὁ ἀδελφὸς ὑμῶν μακρὰν κείμενος διὰ τὸ

75
ἡμέτερον ἔργον καὶ ἐκζητῶν τὴν ἀρωγήν σας μὴ παύσητε νὰ παρέξητε
ταύτην. Ἐστὲ ὑποχωρητικοί εἰς τὰς ἀπαιτήσεις ἀλλήλων, ἔστω καὶ ἂν αὗται
προέρχονται ἐκ τῆς διαφόρου ἐλαττώματικῆς ὑμῶν ἰδιοσυγκρασίας τοῦ
χαρακτῆρος ὑμῶν. Πᾶν ὅ,τι ἡ ψυχὴ τοῦ ἑνὸς τὸ αἰσθάνεται ὡς ἀδυναμίαν,
ἂς προσπαθῶσιν οἱ ἕτεροι νὰ συμπληρώνωσι τὰ κενὰ αὐτῆς. Ἅπαντες ἐστε
μετ’ ἀδυναμιῶν καὶ οἱ πάντες τῶν ἄλλων ἔχετε ἀνάγκην τῆς ἐνισχύσεως.
Διὰ τοῦτο ἂν αἰσθάνεται ὁ ἀδελφός σας τὴν ἀνάγκην ἑνὸς νὰ τὸν ἐνισχύ-
σῃ, ἐνισχύσατέ τον. Ἐγὼ τὰ πάντα φέρω οὕτω καὶ ἐπὶ πάντων τὴν σκοπι-
μότητα ἐνέχω.
Διὰ τὰς ἀτελείας ὑμῶν ἐξέλεξα καὶ ἐκείνους, οἵτινες ἀρνητικῶς θὰ
συντελέσωσι διὰ τὴν ἀνασκευήν σας καὶ ἀναγέννησίν σας. Εἰρηνεύσατε
καὶ ἐστὲ ἐν Ἀπολύτῳ Ἀγάπῃ καὶ πᾶσαν ἐνέργειαν ἐξ ὑμῶν καταστήσατε
κοινωνοὺς τοὺς ἑτέρους, ἵνα μὴ χάσματα δημιουργοῦνται καὶ οἱ πάντες
συνέχεσθε διὰ τοῦ εἱρμοῦ ἐκείνου, ὅστις ἄνευ διακοπῶν θὰ συνεχίσῃ τὸν
ἀτέρμονα δρόμον τῆς ἐξελίξεως τοῦ ἔργου.
Ἐν μέσῳ ὑμῶν Εἰμι, μὴ λυπῆσθε ὅτι οὐδέποτε ἀφ’ ὑμῶν ἀπεμακρύνθην,
ἀλλὰ εἰ καὶ ἐξαποστείλω ὑμᾶς καὶ εἰς τρεῖς γωνίας τῆς γῆς θέλω συνέχει τὰ
πνεύματα ὑμῶν δι’ Ἐμοῦ καὶ θέλω φέρει ταῦτα εἰς διαρκῆ ἐπαφήν.
Ἐγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς καὶ ἀν ἐξελεξάμην ὑμᾶς διὰ τὸ ἔργον, δι’ ὅπερ
πολλοὶ ἐν τῷ κόσμῳ ἐργάζονται, διότι γνωρίζω ὑμᾶς τίνες ἐστὲ καὶ
πόθεν προήλθατε. Σεῖς οὐ κατοίδατε εἰσέτι τοῦτο, διότι βαρὺς ὁ πέ-
πλος ἐπικάθεται ἐπὶ τοῦ πνεύματος ὑμῶν καὶ ἐπενέγκει τὴν λήθην τοῦ
παρελθόντος.
Ἐγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς καὶ ἐξέλεξα ὑμᾶς, ἵνα κατάδηλον καταστήσω
ὑμῖν τὸ μέτρον τῆς Ἀγάπης Μου. Ἀλλὰ τὴν Ἐμὴν Ἀγάπην προσκτήσονται
ἐκεῖνοι, οἵτινες ἤθελον τηρήσει πιστῶς τὰς Ἐντολάς Μου, ἐκεῖνοι οἵτινες
ἤθελον καταστῇ ἄξιοι τῆς Ἀγάπης Μου, δι’ ὃ λέγω ὑμῖν ὅτι οἱ τοιοῦτοι
ἄξιοι δέον ὅπως πέσωσι θύματα εἰς τὰς παιδαριώδεις προβλέψεις τοῦ
κόσμου καὶ τῆς ψευδοῦς τῶν πραγμάτων ὅψεως, ἵνα καταστῶσιν οὐσια-
στικῶς ἐν τῇ ἐμφανείᾳ τῆς ἀληθοῦς ὅψεως αὐτῶν.
Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν μὴν ἀποκαρτερεῖτε. Στενὴ καὶ τεθλιμμένη ἡ
ὁδός, ἀλλὰ τίς δύναται διαβῆναι τὴν στενότητα αὐτῆς, ἂν μὴ λεπτυνθῇ
ὑπεράγαν, ἵνα διὰ τῆς στενῆς ταύτης ὀπῆς διέλθῃ; Τίς οὐ μὴ ἀλγήσει
κτυπώμενος διὰ τοῦ σφυροῦ ἐπὶ τοῦ ἄκμωνος, ἵνα προσκτήσῃ τὴν ἀπαι-
τουμένην λεπτότητα καὶ χρησιμότητα; Ἀλλὰ τίς, ὃς μὴ ἂν θύσῃ ἑαυτόν,
Ἐμὲ οὐ θύει καὶ ἐκ τῆς Ἐμῆς Ἀγάπης οὐ μὴ καταναλίσκει εἰς τὴν ὄψιν τῶν
ψευδῶν τοῦ κόσμου πραγμάτων;
Ἐγὼ ὁ ἀλισκόμενος, Ἐγὼ ὁ θυόμενος, Ἐγὼ ὁ βρώμενος, ὅταν ὑμεῖς
οὕτω πάσχετε διὰ τὴν ἀνάδειξιν τοῦ Ἔργου Μου. Ζητῶ θύματα. Τίς ἀκο-
λουθεῖσαι Με δύναται; Τὸ ἔργον ζητεῖ, οὐκ Ἐγώ. Εἰ θέλετε τῇ ἀληθείᾳ
ἀναγαγεῖν ἑαυτοὺς μέχρι τῆς Ἐμῆς Ἀγάπης, ἑαυτοὺς θύσατε ταῖς τοῦ κό-
σμου ψευδαῖς ἀντιλήψεσιν.
Δὲν ἔχω ἕτερον λέγειν. Ἐστὲ ἐν τῇ Ἐμῇ Ἀγάπῃ καὶ ἡ Εἰρήνη ἂς καλύψῃ

76
τὰς καρδίας ὑμῶν ἐσαεί, ὅτι πολὺ πικραθήσονται διὰ τὴν ἐξέλιξιν τοῦ
μετέπειτα ἀγῶνος. Ἐγὼ χορηγῶ τοῖς πᾶσι ἐκεῖνα, ἅτινα θὰ ὠφελήσωσιν
αὐτούς, ἀλλὰ καὶ τὸ μέτρον ρυθμίζω συμφώνως μὲ τὰς δυνάμεις των καὶ
τὰς λελογισμένας παραλλήλους ἐκζητήσεις τῆς ψυχῆς των.
Καὶ πάλιν ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ.

33. Εἰμι ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν. Εἰρήνη ὑμῖν.


Ἔλθετε καὶ ὑμεῖς πρός Με, Ἀναχθῆτε πρὸς Ἐμὲ τὸν Γεννήτορα ὑμῶν.
Πλησιάσατέ Με διὰ τῆς σκέψεως ὑμῶν, ἵνα αἰσθανθῆτε τὸ Φῶς, τὴν Ζωήν.
Ἐγὼ οὐδέποτε ἔπαυσα βοηθῶν ὑμᾶς εἰς τὰς προσπαθείας σας καὶ πάντοτε
προσεπάθησα νὰ καταστήσω ὑμᾶς συναισθητικοὺς παράγοντας διὰ τὸ ἐρ-
γον μου.
Ἐζήτησα νὰ ἀναπτύξω τὴν συναίσθησιν ὑμῶν καὶ νὰ καταστήσω
ὑμᾶς ἱκανοὺς ἐκτιμητὰς τῶν περιβαλλουσῶν ὑμᾶς δυνάμεων, ἀλλ’ ὑμεῖς
παραβλέποντες τὰς προσπαθείας Μου, ἄλλο σημεῖον ἐλαμβάνατε κατευ-
θύνσεως ὑπὸ τὴν ἀπατηλὴν ὄψιν τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου ὑμῶν καὶ
ἀπεμακρύνεσθε τοῦ θετικοῦ, τοῦ πραγματικοῦ σκοποῦ, ὃν ἀπὸ κοινοῦ ἐπι-
διώκομεν, ὃν Ἐγὼ ἐπιδιώκω διὰ τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων τῶν ἐκλεκτῶν,
μεθ’ ὧν συγκαταλέγεσθε καὶ σεῖς.
Ἀλλ’ ἐὰν ἐγνωρίζατε τοῦτο, δὲν θὰ ἐπορεύεσθε οὕτω, ὡς νῦν πορεύε-
σθε. Κινοῦμαι παντοίως πέριξ ὑμῶν, ἵνα ἀναγεννήσω τὴν ὑμῶν συναίσθη-
σιν καὶ καταγνώσητε καλῶς ἑαυτοὺς ποῖοι ἐστέ. Ὁ μὴ γινώσκων ἑαυτὸν
οὔτε ποῦ πορεύεται γνωρίζει, οὔτε καὶ πόθεν προῆλθεν. Ἐνῶ ὁ ἑαυτὸν
γινώσκων καὶ τὸν τόπον τῆς προελεύσεώς του γνωρίζει καὶ τὸν σκοπόν,
διὰ τὸν ὁποῖον ἧλθεν εἰς τὸν κόσμον.
Δι’ αὐτὸ θέλω διὰ τῆς συναισθήσεως νὰ ἀναγεννήσω ὑμᾶς, διότι οὕτω
ἀναγεννώμενοι οὔποτε ὁ ποῦς σας θέλει προσκόψει ἐν τῷ κόσμῳ, εἰς τὰ
φαινόμενα τοῦ κόσμου ὑμῶν πράγματα, οὐδ’ εἰς τὰς δυσκολίας καὶ ἐμπό-
δια ἠθέλατε ὑστερῆσει τοῦ νὰ μὴν ὑπερπηδήσητε αὐτὰ καὶ ἀναχθῆτε
πέραν τῆς νηνεμούσης θαλάσσης, ἥτις πρὸ τῶν ἐσκοτισμένων ὑμῶν ὀμ-
μάτων φαίνεται τρικυμιῶσα.
Ζητεῖτε τὴν ἀναγωγὴν ὑμῶν διαρκῶς καὶ εὐθὺς ὡς θελήσω νὰ σᾶς βοη-
θήσω πρὸς τοῦτο, ἐκπέμπετε ἱκεσίας, ἵνα σᾶς ἐξαγάγω ἐκ τῶν δυσκολιῶν,
ἃς παρεμβάλλω διὰ τὴν ἀναγωγήν σας. Σεῖς δὲν γνωρίζετε τῆς ψυχῆς ὑμῶν
τὰς ἐκζητήσεις. Ἐγὼ γνωρίζω ταύτας, Ἐγὼ ὁ νεφροὺς καὶ καρδίας ἐτάζων
καὶ ἀφήσατε ἐν ὑπομονῇ πάσας τὰς παρεντιθεμένας καταστάσεις, ὑμεῖς
μόνον ἀγωνιζόμενοι. Αὐτὴ εἶναι ἡ κατάλληλος ὁδὸς διὰ τὴν ἀναγωγήν
σας καὶ οὕτω μόνον θὰ διαπρέψητε καὶ θὰ ἐξυψωθῆτε ἅμα εἰς τὴν ἀπόλυ-
τον τοῦ ἔργου μου μορφήν, ὅπερ ἐμφανιζόμενον θέλει ἐμφανισθῇ οἷον καὶ
πραγματικῶς εἶναι καὶ οὐχὶ κεκαλυμμένον μὲ τὴν ψευδῆ κατάστασιν, ἣν ἡ
ἄγνοια ὑμῶν θέλει νὰ προσδώσῃ αὐτῷ.

77
Διὰ τοῦτο θέλω παρεμβάλει ὑμῖν τὰς καταστάσεις ἐκείνας πάσας διὰ
τὴν ἐκδοχὴν τῆς Ἀπολύτου μορφῆς ὑμῶν καὶ ἐν ταυτῷ καί τοῦ ἔργου μου.
Τὸ Ἀπόλυτον ἵνα ἐμφανισθῇ θέλει καὶ ἐκδοχέα Ἀπόλυτον. Ἄν ὁ ἐκδοχεὺς
δὲν εἶναι τοιοῦτος, οὐδὲ καὶ ἡ τοῦ Ἀπολύτου μορφὴ τῶν πραγμάτων τῶν
πνευματικῶν εἶναι καταφανής. Διὰ τοῦτο ζητῶ νὰ σᾶς καταστήσω συναι-
σθητούς. Διότι ὁ συναισθανόμενος εἶναι ἥρεμος. Ὁ συναισθανόμενος εἶ-
ναι κάτοχος πάσης γνώσεως τῆς Ἀπολύτου μορφῆς τῶν πραγμάτων.
Γνωρίζει τί ζητεῖ, διατί τὸ ζητεῖ, τὸν σκοπὸν καὶ πάντα. Ἠρεμεῖ, ­διότι
κατα­β λέπει τὴν θετικὴν ὅψιν τῶν πραγμάτων καὶ τὴν ἀπατηλῶς καὶ
ψευδῶς φοβερὰν ἐμφανιζομένην πρὸ αὐτοῦ ἐπιγινώσκει καὶ ἀφήνει
νὰ ἀντιπαρέλθῃ ἐν ἠρεμίᾳ καὶ οὐδὲν αὐτῶν στοιχεῖον τῆς ἠρεμούσης
­κα­τα­σ τά­σεως μεταβάλλει τὴν μορφὴν αὐτοῦ.
Ἰδοὺ τὸ σημεῖον ἐκεῖνο πρὸς τὸ ὁποῖον ὀφείλετε νὰ στραφῆτε οἱ πά-
ντες οἱ ζητοῦντες καὶ ζητήσοντες νὰ ἐπιληφθῶσι τοῦ ἔργου μου. Θέλω,
ὅπως Ἐγὼ ὁ Ἀρχηγὸς ὑμῶν, νὰ καταστῆτε καὶ ὑμεῖς συναισθητικοί παράγο-
ντες, νὰ γινώσκητε, ὅπως κἀγὼ Ἐμαυτὸν γινώσκω καὶ τότε, ὅταν τοιοῦτοι
καταστῆτε ἐν τῷ μέτρῳ πάντοτε τῆς περιβαλλούσης ὑμᾶς καταστάσεως
τοῦ κόσμου σας, τότε θὰ καταστῇ δυνατὴ καὶ ἡ πρόοδος τοῦ ἔργου ὑμῶν.
Ἂν μὴ καταστῆτε τοιοῦτοι, οὐδέποτε θὰ ἐπικρατήσητε θετικῶς ἐπὶ τῶν
ὁμοίων σας ὅσον ἀφορᾶ τὰς ἀρχὰς ὑμῶν. Ἀλλ’ αἱ ἀρχαὶ δέον νὰ ἐμφοροῦ-
νται ὑπὸ πίστεως. Ὑμεῖς δὲ ἐστὲ πιστοί; Ἐὰν εἴπητε ναί, ποῦ ἡ πίστις ὑμῶν,
ἡ ἐγκαταλείπουσα ὑμᾶς εἰς τοὺς κλυδωνισμοὺς τῶν ψευδῶν καταστάσεων.
Διὰ τῆς ἐν γένει μορφῆς τῆς καταστάσεως ὑμῶν τὸ ἐναντίον ἀποδεικνύετε
καὶ τοῦτο διότι δὲν κατέστητε συναισθητοί.
Ἡ συναίσθησις ἀρύεται ἐκ τῆς Ἀπολύτου μορφῆς τῆς πίστεως τῶν
ἐξαγγελλομένων ἀρχῶν, ἃς πρεσβεύει καὶ διακηρύττει ὁ συναισθανό-
μενος. Διὰ τοῦτο προσπαθήσατε πρῶτον νὰ πείσητε ἑαυτούς, ἐφ’ ἧς
θέλετε νὰ μεταδώσητε πίστεως τοῖς ὁμοίοις ὑμῶν. Δράσατε κατ’ ἰδίαν ἐν
τῷ ἐαυτῷ σας καὶ ἂς καταστῇ ὁ ἑαυτός σας τὸ πεδίον τῆς δράσεως, διὰ ­νὰ
ἀναγεννηθῆτε καὶ καταστῆτε τοιοῦτοι δυνατοί, ἵνα καὶ οἱ ἄλλοι οἱ ζητή­σο­
ντες βραδύτερον ἐπαναπαυθῶσιν ἐπὶ τῶν δυνάμεών σας.
Ἀφοῦ ὑμεῖς, ποὺ ἔχω τόσον πλησίον Μου καὶ μεθ’ ὧν διαρκῶς ἔρχομαι
εἰς ἐπαφὴν δὲν δύνασθε νὰ καταστῆτε ἱσχυροί τόσον, ἵνα τὸ βάρος τοῦ
ἔργου μου βαστάσητε, πῶς θὰ δύνασθε νὰ ἔχητε τὴν ἀπαίτησιν νὰ καταρ-
τίσητε πιστοὺς τοῦ ἔργου μου ὑμεῖς μὴ καταστάντες τοιοῦτοι, πῶς θὰ σᾶς
πιστεύσωσιν, ἀφοῦ θὰ εἶναι τόσον ἀπομεμακρυσμένοι ἀπ’ Ἐμοῦ ἢ ὑμεῖς;
Διὰ τοῦτο καὶ πάλιν λέγω, καταστεῖτε τὰ Πρότυπα τῆς Ἀπολύτου
μορφῆς τῶν ἐκζητουμένων ἰδιοτήτων τῆς ψυχῆς. Ἐστὲ πιστοί καὶ συναι-
σθητικοί καὶ καταρτιζόμενοι οὕτω ἐστὲ βέβαιοι τότε διὰ τὴν νίκην. Δι’ ὃ μὴ
δυσφορῆτε διὰ τὴν παρεμβολήν, ἣν δι’ ὑμᾶς προβάλλω, γνωρίζοντες ὅτι
Ἐγὼ παρενθέτω ταύτην πρὸς τὴν σκοπιμότητα τῆς ἀναγωγῆς σας. Ἐστέ ἐν
Ἀγάπῃ καὶ Εἰρήνῃ καὶ ταῦτα ἡ Ζωή.

78
34. Ὅπου ὁ ὀφθαλμὸς ὑμῶν ἐκεῖ καὶ ἡ καρδία.
Ὅταν ὁ ὀφθαλμὸς ὑμῶν περιστρέφεται εἰς τὰς δαιδαλώδεις τοῦ ὑλι-
κοῦ ὑμῶν κόσμου ὁδούς, ἐκεῖ καὶ ἡ καρδία ὑμῶν πλανᾶται. Ἐνατενίσατε
τὸν Οὐρανόν, προσβλέψατε καὶ τὸ Ἄπειρον, τοὺς ἀπείρους αὐτοῦ κόσμους
καὶ μεταρσιωθῆτε εἰς τὰ ἀτέρμονα ταῦτα κενὰ καὶ ἐκεῖθεν ἀντλήσατε τὴν
ζωήν, τὴν κατέχουσαν πάντα κενὸν χῶρον τοῦ Ἀπείρου.
Ἐὰν ζητῶ νὰ ἐπικοινωνῆτε μετὰ τῶν Πνευματικῶν Κόσμων πράττω
τοῦτο, ἵνα ἀποσύρω τοῦ βλέμματος ὑμῶν τὴν κατεύθυνσιν μεταστρέφων
δὲ ταύτην μεταστρέφω καὶ τὸν ροῦν τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς καρδίας ὑμῶν.
Ἡ ἐπικοινωνία συνδέει ὑμᾶς μετὰ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου. Μετὰ
τοῦ Κόσμου ἐκείνου, ἐξ οὑ ἀπερρεύσατε καὶ ὑμεῖς καὶ πᾶσα διανοουμένη
Ὑπόστασις. Εὑρίσκεσθε εἰς τὰς καταστάσεις τοῦ κόσμου ὑμῶν μακρὰν τῶν
Κόσμων ἐκείνων, ἐξ ὧν ἀπερρεύσατε. Θέλετε νὰ μείνητε καὶ ἐν τῷ κόσμῳ
ὑμῶν, ἔνθα οἱ ὑλικοί δεσμοὶ σᾶς κρατῶσιν, ἢ θέλετε καὶ νὰ συνδέεσθε μετ’
ἐκείνων, ἐξ ὡν ἀπερρεύσατε καὶ οἵτινες σᾶς ἀναμένωσιν;
Ἡ ἐπικοινωνία ἀναγάγει τὸ πνεῦμα ὑμῶν, μεταρσιώνει τὴν σκέψιν
σας εἰς τοὺς Κόσμους τῆς Ζωῆς, ἀρύεσθε ταύτην καὶ ἐκ τῶν στοιχείων
αὐτῆς προσκτᾶτε δι’ ἑαυτοὺς πᾶσαν μορφὴν τῆς Ζωῆς: Τὴν ἠρεμίαν,
τὴν γαλήνην, τὴν χαρὰν καὶ τὴν ἀληθῆ ὄψιν τῶν πραγμάτων διαβλέπε-
τε κάτωθεν τῆς ψευδοῦς καὶ ἀπατηλῶς φοβερᾶς, ὡς καταφαίνεται εἰς
ὑμᾶς.
Αἰρὸμενοι ὑπεράνω τῶν ὑλικῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου ὑμῶν, ἀφ’
ὑψηλοῦ βλέπετε τὴν ὄψιν τῶν ὑμῶν πραγμάτων καὶ ἀφήνοντες τὰς λεπτο-
μερείας ἐξακολουθεῖτε ἐλευθέρως νὰ ἀνέρχεσθε πλειότερον πρὸς τοὺς
Φωτεινοὺς Κόσμους. Αἱ περιβάλλουσαι ὑμᾶς ὑλικαῖ μορφαί, αἱ περισφίγ-
γουσαι τὸ πνεῦμα ὑμῶν, ἐξαεροῦνται διὰ τῆς ἐπικοινωνίας καὶ ἁγιαζόμε-
νον τὸ πνεῦμα ὑμῶν καθίσταται εὐγενέστερον, λεπτότερον καὶ τὸ λε-
πτότερον καὶ ἐλαφρότερον τῆς παχείας τοῦ κόσμου σας ὕλης ἀνέρχεται,
διαρκῶς ἀνέρχεται.
Αἱ ἐπικοινωνίαι εἶναι ἐκεῖναι, αἵτινες θ’ ἀναδείξωσιν ὑμᾶς ὡς καὶ πά-
ντας τοὺς ἐν τῷ μέλλοντι ἐπιδιώξοντας τοῦτο. Μεταξὺ δὲ τῶν πρωτευου-
σῶν τοῦ ἔργου ὑμῶν ἐνεργειῶν δέον νὰ καταλάβῃ καί αὕτη τὴν ἀνάλογον
αὐτῆς ἐν ταῖς προσπαθείας ὑμῶν θέσιν, ἵνα ὅσον τὸ δυνατὸν ἐκλαϊκεύση-
τε τοὺς ὅρους τῆς ἐπικοινωνίας τῶν ἀνθρώπων μετὰ τῶν Πνευματικῶν
Κόσμων, διότι οὕτως θέλει γίνει μία συνδεδυασμένη προσπάθεια τῶν ἀν-
θρώπων, διὰ νὰ ἀνέλθουν ὑψηλότερον καὶ οἱ τοῦτο ἐπιδιώκοντες ἀρχίζωσι
νὰ ἀδιαφορῶσι διὰ τὰ τοῦ κόσμου ὑμῶν πράγματα, ἅτινα τιθέμενα εἰς τὴν
ἀνάλογον αὐτῶν θέσιν, εἰς δευτερεύουσαν καὶ τριτεύουσαν μοῖραν θὰ κα-
ταστήσωσι καὶ θὰ προσκομίσωσιν ἐπὶ τῆς γῆς τὴν Οὐράνιον Βασιλείαν.
Ἐπικοινωνία εἶναι ὁ δεσμὸς τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἡ σύμβασις τῆς πνευ-
ματικῆς ὑμῶν ὑποστάσεως, εἰς ἣν θέλει ἔλθει αὕτη μετὰ τῶν Πνευματικῶν
ἀδελφῶν ὑμῶν τῶν Φωτεινῶν Κόσμων, εἰ τὰς ἐντολὰς θὰ τηρήσητε καὶ τὰς
ἀληθείας αὐτῶν θέλετε ἀκόπως βαστάσει καὶ μετοχετεύσητε τὴν χαρὰν

79
τὴν εἰλημένην ἐκ τῆς Οὐσίας τῆς Ζωῆς τῆς Ἀπείρου Ζωῆς.
Διὰ τοῦτο λέγω εἰς ὑμᾶς, ὅπως μὴ ὑστερήσητε, ἀλλὰ διαρκῶς ἐκζητοῦ-
ντες τῶν διδασκάλων ὑμῶν τὰς ὁδηγίας συνδεθῆτε μετ’ αὐτῶν πλειότερον,
διότι δι’ αὐτῶν καὶ μόνον θὰ ἀναχθῆτε καὶ τὴν Ζωὴν θέλετε γνωρίσει ἐν τῇ
Ἀπολύτῳ αὐτῆς μορφῇ.
Δὲν θέλω νὰ σᾶς κουράσω πλειότερον, ἕως ὅτου δώσω εἰς ὑμᾶς τρο-
φὴν στερεωτέραν, ἂς ἀρκεσθῶμεν ἤδη εἰς τὴν ἐλαφρὰν καὶ ὀλίγην καὶ
ἐκ τοῦ ἐνδιαφέροντος ὑμῶν θέλω κρίνει τὸ μέτρον τῆς ποσότητος καὶ
­σ τερεότητος.

35. Δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι ἐν τῷ Ὀνόματί Μου Ἐκκλησίαν ποιεῖτε.


Ἡ δὲ Ἐκκλησία δύο ἢ πλειόνων ὁμοιομόρφων εἰς σκέψεις ὄντων εἶ-
ναι ἡ ἀπειρία τῶν ὁμοιομόρφων αὐτῶν συναισθημάτων, ἅτινα παράγου-
σι κραδασμούς, οἱ ὁποῖοι ἐξουδετερώνουσι πᾶσαν ἀντίρροπον μορφὴν
καὶ ἐξαποστέλλουσι ταῦτα πρός Με.
Συνερχόμενοι ἀεὶ καὶ ἀεὶ ἐπικαλοῦντες Με συσφίγγετε τοὺς δεσμοὺς
καὶ ἰσχυροποιεῖτε τὸ νῆμα τῆς συναρμογῆς ὑμῶν μετ’ Ἐμοῦ. Συνερχόμενοι
δὲ οὐ μόνον τοῦτο πραγματοποιεῖτε, ἀλλὰ καὶ τὰς ἀδυναμίας ὑμῶν, αἵτινες
περιβάλλουσι τὰς ὑποστάσεις ὑμῶν, μικρὸν κατὰ μικρὸν ἀποβάλλετε ὑπο-
βοηθοῦντες ἀλλήλους.
Ἔχετε ἀνάγκην ἀπόλυτον ὁ εἷς τοῦ ἄλλου, διότι διὰ τῆς συνοχῆς
ταύτης θὰ δυνηθῆτε εὐκολώτερον νὰ τελειοποιηθῆτε καὶ νὰ καταστῆτε συ-
ντελεστικώτεροι διὰ τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου ὑμῶν, τὸ ὁποῖον ζητεῖ μέγαν
συνοχῆς σπινθῆρα, ὅστις θὰ δημιουργηθῇ ἐκ τῶν ὁμωνύμων συναισθη-
μάτων τῆς ψυχῆς ὑμῶν καὶ ἅτινα θὰ δυνηθῶσι καὶ ἐξαπλωθῶσι καὶ εἰς τὰ
ἑτερώνυμα τοιαῦτα τῶν ἀνθρώπων, ἵνα ἐπ’ αὐτῶν ἐπικρατήσωσιν.
Ἡ δὲ συνοχή, ἡ ἐκζητουμένη ποία; Ἡ Ἀπόλυτος τῆς Ἀγάπης μορφή
ἐστι. Αὕτη θέλει καταστῇ ὁ συντελεστὴς τῶν ὅσων ἐπιδιώκετε διὰ τὸ ἔρ-
γον μου. Διὰ τῆς Ἀπολύτου αὐτῆς μορφῆς τῆς Ἀγάπης θέλετε ἕκαστος
ἐξ ὑμῶν ἀποβάλει πᾶσαν μορφὴν ἀδυναμίας, τὸν ἀτομισμὸν καὶ τὸν
ἐγωϊσμὸν αὐτοῦ, θέλει καταστεῖ ἔναντι τοῦ ἀγαπῶντος προσώπου ὁ
­ταπεινὸς, ἵνα ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ἀνυψωθῇ.
Εἰς τὸν Βωμὸν τῆς Ἀγάπης θέλετε θύσει πᾶσαν ἰδιοτέλειαν ὑμῶν καὶ
θέλετε καταστεῖ Τέλειοι ἐν πνευματικότητι. Οὕτω καταρτιζόμενοι κα­θί­
στασθε τὸ Πρότυπον ἐκείνων, οὓς μέλλετε σὺν τῷ χρόνῳ νὰ φέρητε πρὸς
τὰς ἀρχὰς ὑμῶν.
Τὸ ἔργον μου εἶναι κατὰ πάντα Μέγα καὶ οἱ θέλοντες νὰ φέρωσι τὰς
εὐθύνας αὐτοῦ ἐπὶ τῶν ὤμων των δέον ὅπως ὦσι καὶ φανῶσι Γίγαντες.
Ἀλλ’ ἵνα γιγαντωθῆτε, πρέπει νὰ κύψητε τὸν αὐχένα ὑμῶν ἔναντι ἀλ-
λήλων ἐν ταπεινότητι καὶ πᾶσαν μορφὴν ἀτομισμοῦ νὰ ὑποβάλητε εἰς
τὸν σαρκασμὸν τῶν ὁμοίων σας, διὰ νὰ δυνηθῇ τὸ πνεῦμα ὑμῶν ὑπερ-

80
φρονοῦν νὰ καταστήσῃ καὶ ὑμᾶς Γίγαντας ἐν τῇ ἐνασκήσει τῶν καθηκό-
ντων τοῦ ἔργου ὑμῶν.
Θέλετε δοκιμάσει πολλὰς πικρίας ἐν μέλλοντι. Δὲν ἀποβάλλονται καὶ
τόσον εὐκόλως ἕξεις καὶ συνήθειαι τοῦ παρελθόντος. Θὰ δοκιμασθῆτε δὲ
τόσον σκληρῶς, ἀλλὰ τοῦτο μὴ σᾶς φοβίσῃ καὶ ἀποκαρδιωθῆτε, διότι
θὰ προσκομίζω ὑμῖν καὶ σταγόνας δρόσου ἡδείας εἰς τὴν σκληρὰν καὶ
ἄνυδρον τῶν δοκιμασιῶν ἔρημον. Θὰ σᾶς ἐπαναπαύω πρὸς στιγμὴν εἰς
ὀάσεις, διὰ νὰ δύνασθε ἀναλαμβάνοντες δυνάμεις καὶ πάλιν νέας νὰ δυνη-
θῆτε καὶ ἀποπερατώσητε τὸ δι’ ὑμᾶς ταχθὲν τοῦ ἔργου μου μέλημα.
Δὲν ἀποβάλλονται εὐκόλως αἱ ἕξεις τοῦ παρελθόντος, πολὺ δὲ περισ­
σότερον ὁ ἐγωϊσμὸς, ὃν ἕκαστος ἐξ ὑμῶν τῶν ἀνθρώπων ἐγκρύπτει ἐν
ἑαυτῷ καὶ πέριξ τοῦ ὁποίου γίνεται ἡ πᾶσα τῆς ζωῆς αὐτοῦ κίνησις.
Ἂν δὲ εἶναι τόσον τραχὺ δι’ ὑμᾶς τὸ ἔργον τοῦτο, τοῦ νὰ ἀποβάλητε
τὰ ἐλαττώματά σας, εἶναι τραχύτερον διὰ τοὺς ἄλλους, τοὺς μακρὰν τῶν
παρόντων πραγμάτων κειμένους καὶ ἀγνοούντων τοὺς λόγους τῶν συντε-
λουμένων πάντων τούτων. Διὰ τοῦτο μὴν ἀποκαρδιοῦσθε διὰ τὴν βραδεῖαν
ἐξέλιξιν τῆς ὑπαγωγῆς τῶν ὁμοίων σας ὑπὸ τὴν σημαίαν τῶν ἀρχῶν μας καὶ
μάλιστα διὰ τὴν δυσμενῆ μορφὴν τῶν ἰδιοτήτων ἐκείνων ἐκ τῶν ὀπαδῶν
μας, οἵτινες βραδύνουσι νὰ προχωρήσωσι λαμβάνοντες τὴν ἐξέλιξιν ὑμῶν
ὡς μέτρον.
Φανεῖτε ἐπιεικεῖς καὶ μακρόθυμοι καὶ μὴν ἀποκόπτητε τὸ νῆμα διὰ
μιᾶς τῶν ἰδεωδῶν των, ἔστω καὶ ἂν περιβάλλωνται ταῦτα ὑπὸ τὴν παιδαρι-
ωδεστέραν τῶν μορφῶν. Γνωρίσατε μᾶλλον ὅτι καὶ ὑμεῖς παρακολουθοῦ-
ντες τὰ βήματα αὐτῶν ἀπὸ τῶν ταπεινῶν των τούτων ἰδεωδῶν ὀφείλετε
ἀρχίζοντες νὰ τοὺς εἰσαγάγητε βραδέως ὀλίγον κατ’ ὀλίγον εἰς τὰς ἀρχὰς
τὰς ὑμετέρας.
Ὀφείλετε νὰ ἀνατάμητε ἑαυτοὺς πάντες καὶ ἐπιεικεῖς νὰ φανῆτε
ὁσάκις δοθῇ ὑμῖν εὐκαιρία νὰ ἀνατάμητε τοὺς ἄλλους καταβλέποντες καὶ
τὰς ὑμετέρας σαπρίας καὶ τὴν σκοτεινότητα τῶν ἄλλων, οὓς μέλλετε νὰ
ἐπιζητήσητε νὰ ποδηγετήσητε.
Ἐν ὑμῖν ἐστὲ ταπεινοὶ καὶ μνησθῆτε πάντες τοῦ νιπτῆρος τοῦ Διδα-
σκάλου, τοῦ Νιπτῆρος τοῦ Πνευματικοῦ. Τόση ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ μεταξὺ
ὑμῶν ταπεινότης, ἵνα αὐξήσῃ διὰ τὸ ἔργον μου ἡ ὑπερφροσύνη ἡ Πνευ-
ματική, ὥστε νὰ δυνηθῆτε καὶ προτάξητε τὰ στήθη σας, τὰ ὁποῖα τότε θὰ
προτάξητε, ὅταν γιγαντωθῆτε εἰς τὴν μεταξύ σας ταπεινοφροσύνην. Μὴν
ἀποκαρδιοῦσθε, ἐκζητήσατε πάντα ταῦτα καὶ Ἐγὼ θὰ σᾶς βοηθήσω πρὸς
τοῦτο καὶ θὰ σᾶς δωρήσω πάντα συντελεστικὸν τῆς ἀναγωγῆς σας ὅρον.
Εἰρήνη τῇ ψυχῇ ὑμῶν.

81
36. Εἰμί ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ ἐπισκοπῶ τὰς ὑμῶν καρδίας καὶ ἐπιμε-
λοῦμαι ὑμῶν, ὡς ἐπιμελεῖται ὁ βοσκὸς τοῦ ποιμνίου αὐτοῦ.
Θαρσεῖτε εἰς τὸν ἀγῶνα τὸν τραχύν, εἰς ὂν πορεύεσθε. Πορεύεσθε ἐν
πίστει εἰς τὰς ἐπαγγελίας τοῦ Διδασκάλου ὑμῶν, Ὅστις μεριμνᾷ ἐπὶ πά-
ντων τῶν ὑμῶν πραγμάτων. Πορεύεσθε μὲ σθένος καὶ πεποίθησιν εἰς τὰς
χαραχθείσας γραμμὰς πεποιθότες ὅτι τὰ βέλτιστα ἐκ τούτων προσκτήσητε
δι’ ἑαυτοὺς ὡς καί δι’ ἐκείνους, οἵτινες θέλωσιν ὑμᾶς πλησιάσει.
Ἐὰν κατίδητε ναυάγια καὶ συντρίμματα τῶν ἀποβλέψεών σας, μὴ δυ-
σπιστήσητε πρὸς τὰς Ἐπαγγελίας Μου, ὅτι ὑμεῖς οἱ σπείροντες τὸν Λόγον
Μου θέλετε διαδραματίσει τὸ μέρος τοῦ Σπορέως, οἱ δὲ θερίσοντες ἔλθωσι
μετέπειτα καὶ ἐπὶ τῶν κόπων ὑμῶν τὰ ἀγαθὰ προσκτήσονται τῆς ζωῆς.
Τότε ἡ χαρὰ ὑμῶν θέλει εἶσθε πλήρης καθορῶντες τοὺς ἄλλους νεμομέ-
νους τὰ ἀγαθὰ ὑμῶν, ὡς κἀγὼ καθορῶ ὑμᾶς νεμομένους τὰ Ἀγαθά Μου.
Ἐμοῦ τὰ πάντα καὶ οἱ πάντες Ἐμοῦ ἐστε. Μὴ καταστῆτε φειδωλοὶ εἰς
τὰ παρ’ Ἐμοῦ πλουσίως μετοχετευόμενα ὑμῖν, ἀλλὰ χορηγήσατε μὲ τὸ
αὐτὸ μέτρον, μὲ τὸ ὁποῖον κἀγὼ τοῖς πιστοῖς Μου τὰ πλούτη Μου ἐκχωρῶ.
Πλούσιος ὁ Πατὴρ ὑμῶν καὶ ὑμεῖς ἐστὲ υἱοὶ πλουσίου Πατρός. Κατα-
στῆτε ὅθεν καὶ τοιοῦτοι δι’ ἐκείνους, οἵτινες παρ’ ὑμῶν θὰ ζητήσωσι τὸν
πλοῦτον Μου, ὅτι ἐκ τοῦ Ἐμοῦ λήψεσθε καὶ δώσητε αὐτοῖς.
Μὴ διστάσητε νὰ χωρήσητε τὴν ὁδόν, ἥτις διανοίγεται πρὸ τῶν βη-
μάτων ὑμῶν ἐν πίστει καὶ πιστεύοντες θέλετε προχωρήσει πρὸς ταύτην
εὐκολώτερον καὶ θέλετε τερματίσει τὸν δρόμον αὐτῆς συντομώτερον. Ἐγὼ
Εἰμὶ ὁ ὁδηγὸς ὑμῶν καὶ Ἐγὼ θέλω καταστήσει ὑμᾶς ἰσχυροὺς εἰς πάντα, ἵνα
τῶν πάντων ἐπικρατήσητε δι’ Ἐμοῦ.
Πιστεύετε εἰς Ἐμὲ ὅτι ἐλεύσεται ὥρα καθ’ ἣν ἡ καρδία ὑμῶν ἀποκά-
μνουσα ἐκ τῆς σκληρότητος τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων θὰ ζητήσητε
νὰ τραπῆτε ἀντιστρόφως πρὸς αὐτούς, ἀλλ’ ὄχι. Ἐγὼ ἐξαποστέλλων
ὑμᾶς ἵνα μαλάξητε τὰ τραχέα αὐτῶν ἔνστικτα τῆς καρδίας των ὀφείλετε
νὰ μὴν τραπῆτε εἰς φυγὴν πρὸ τῆς σκληρότητός των, ἀλλὰ νὰ συνθλι-
βῆτε ἐν ταύτῃ, ἵνα διὰ τῆς συνθλίψεως ὑμῶν καταστήσητε τούτους προ-
σφορωτέρους διὰ τὴν σωτηρίαν των καὶ τὸ ἔργον μου, ὅπερ ἐκζητεῖ τὴν
σωτηρίαν τῶν πάντων καὶ τὸ ὁποῖον θέλει, ἵνα οἱ πάντες πρός Με προ-
σελθέτωσαν καὶ τοῦ πλούτου Μου μετάσχουσι, ὅτι οἱ πάντες τέκνα Μου
ἐστε καὶ Κληρονόμοι.
Πιστεύετε εἰς Ἐμέ. Ἐγὼ Εἰμι τὸ Φῶς, τὸ Φῶς τὸ καῖον. Ἂν αἱ χρυσαλί-
δες ἐν τῷ φωτί κατακαίωνται, θέλω καὶ ὑμεῖς ἐν τούτῳ πορευόμενοι νὰ
φθαρῆτε, ὅτι ἡ διὰ τοῦ Φωτὸς φθορὰ θέλει ἀναγεννήσει ὑμᾶς, ἀλλοιώ-
νουσα τὴν κατάστασιν ὑμῶν εἰς τὸ σημεῖον τὸ μὴ ἔχον ἀνάγκην μεταλλα-
γῆς μετέπειτα. Πάντες εἰς τὴν φθορὰν ὑπόκεισθε. Ποίαν φθορὰν θέλετε
κάλλιον, τὴν φθορὰν ἐν τῷ σκότει καὶ τῇ ἀφανείᾳ, ἢ τὴν διὰ τοῦ Φωτὸς
συντελουμένην;
Θέλετε τὴν πρώτην μείνατε ἀσχολούμενοι εἰς τὰς βιωτικὰς ὑμῶν ἀνά-
γκας περὶ ἑαυτῶν καί τῶν ὁμοίων ὑμῶν μεριμνῶντες, ἀλλ’ ἂν τὴν δευτέραν

82
ἐπιζητῆτε, ἡ ζωὴ ὑμῶν ταραχώδης γενήσεται. Θὰ διαγράψητε ἐν ταύτῃ
μίαν ἀναλαμπὴν τῆς ἰδίας, ἧν θ’ ἀντιπροσωπεύητε καὶ μετέπειτα θὰ μετέλ-
θητε εἰς τὴν κατάστασιν, εἰς ἣν μετέρχονται πάντες οἱ ἐργαζόμενοι διὰ τὸ
Ἔργον Μου τὸ Μέγα, ὅπερ ἔχει τὴν Ἀπόλυτον μορφὴν τῆς Ἀληθείας ἐν
τῷ κόσμῳ ὑμῶν. Εἶναι γλυκὺς τοῦ Φωτὸς ὁ θάνατος, ἐνῶ ὁ τοῦ σκότους
εἶναι ἐκεῖνος, ὅστις θὰ ἐπαναλάβῃ διὰ πολλοστὴν φορὰν τὸν κύκλον του,
ἵνα θᾶττον ἢ βράδιον ἀναποτρὲπτως διέλθῃ διὰ τοῦ σταδίου ἐκείνου, τοῦ
διὰ Φωτὸς Θανάτου, ὃν δι’ ὑμᾶς ἐπισπεύδω, ἵνα μὴ διαιωνίζετε τὸν ἀγῶνα
ὑμῶν καὶ παλαίητε ἐν τῷ κόσμῳ σας ἄνευ τῆς θετικότητος τοῦ ἀντικειμενι-
κοῦ σκοποῦ, ὃν ἐνέχει ἡ ζωή σας καὶ πρὸς ὃν πρέπει ἀεὶ νὰ προσατενίζητε.
Ἐμοῦ ἐστε. Ἐμοῦ τὰ ἔργα ποιεῖτε. Πᾶσα ἄλλη ἐκζήτησις ὑμῶν σᾶς
φέρει μακρὰν Ἐμοῦ καὶ ἐν ταυτῷ εἰς τὰς πτυχὰς τῆς ὀδύνης.
Πιστεύετε εἰς Ἐμὲ καὶ μὴν ἀποκαρτερῆτε. Ἐγὼ θέλω ἐνισχύσει ὑμᾶς
διὰ τῶν ὅρων καὶ μέσων ἐκείνων, ἅτινα θὰ χορηγήσωσιν εἰς ὑμᾶς τὴν δύ-
ναμιν τῆς αὐτοθυσίας, ἣν ἐκζητεῑ τὸ ἔργον μου. Ἀναλογισθῆτε τοῦτο. Εἶ-
ναι μέγα καὶ ζητεῖ μεγάλους, ἵνα τούτου τὰς εὐθύνας ἀναλήψωνται. Ὑμεῖς
τοῦτο ἐπιζητήσαντες μόνον διὰ τῆς πρός Με πίστεώς σας θέλετε εὐδοκί-
μως χωρήσει καὶ συντελέσει εἰς τὸν σκοπόν, ὃν ἐπιδιώκετε.
Δὲν ἔχω ἔτερα λαλεῖν, εἰ μὴ τοῦτο: Θέλω νὰ καταστήσω ὑμᾶς παρά-
γοντας, ἀλλ’ οἱ παράγοντες εἶναι ὀργανισμοί ζῶντες, ἔχοντες ἰδίας ἀρχάς,
ἰδίας σκέψεις, ἰδίας βουλήσεις. Θέλω νὰ καταστήσω ὑμᾶς ἐλευθέρους,
ἀλλ’ ἡ Ἐλευθερία δὲν ἔγκειται ἐν τοῖς δεσμοῖς. Ἐναρμονίσατε τὰς ἀρχὰς
καί κρίσεις ὑμῶν, τὴν βούλησιν καὶ πάντα πρὸς τὰς ἀρχὰς τῶν ἐξαγγειλ-
λομένων τοῦ Διδασκάλου ὑμῶν, ὀξύνατε τὴν κρίσιν ὑμῶν καὶ στηρίξατε
πάντα ἐπὶ τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ τῆς Ἀπολύτου λογικῆς, ἧς τὴν ἀρχὴν ἀπ’
Ἐμοῦ λήψεσθε.

37. Εἰμι ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν. Ἔλθετε πρός Με.


Ἀναβῆτε ἔτι ἐγγύτερον πρὸς τοὺς Κόσμους, ἔνθα θὰ δυνηθῆτε ν’
ἀντλήσητε τὴν Ζωὴν καὶ τοὺς καρποὺς καὶ Θεῖα αὐτῆς Νάματα.
Καθορῶ ὑμᾶς ἀπαρασκεύους καὶ ἀκαταρτίστους πρὸς Θείας τοιαύτας
ἱεροτελεστίας. Διατί δέν θέλετε νὰ κατίδητε τὸ Ἅγιον τῶν τοιούτων στιγ-
μῶν; Διατί δὲν δίδετε περισσοτέραν πίστιν εἰς τὰ ἐξαγγελλόμενα ὑμῖν;
Ἐπεθύμουν νὰ ἔβλεπον ὑμᾶς δίδοντας μείζονα προσοχὴν καὶ ἀξίαν εἰς τὰς
στιγμὰς ταύτας τῶν ἐπικοινωνιῶν, καθ’ ἃς συντελοῦνται μυστηριώδεις
λειτουργίαι ὑπεράνω τῶν κεφαλῶν ὑμῶν, ἀλλ’ ὑμεῖς νηφάλιοι καὶ ἔμπλεοι
κοσμικῶν μεριμνῶν καὶ φροντίδων πορεύεσθε καὶ ἐν τῇ πορείᾳ ὑμῶν δὲν
ἀποφέρετε τὰ ἐπιζητούμενα ἀποτελέσματα.
Οὐδεμία συνοχὴ πνευματικότητος καθορᾶται ἐν ὑμῖν καὶ ὁ δεσμὸς τῆς
ἐπικοινωνίας τῇ ὥρᾳ ταύτῃ καθίσταται ἀπομεμακρυσμένος καὶ διακεκομέ-
νος. Τὸ πνεῦμα ὑμῶν μὴ ἐξαιρόμενον ἐκεῖ, ὅπου ὤφειλεν νὰ ἐξαρθῇ, ἀδυ-

83
νατεῖ νὰ συλλάβῃ τὰ διδόμενα, καὶ ἡ ἀλλοίωσις καθίσταται ἐμφανὴς τῆς
μορφῆς τῆς ἐπικοινωνίας.
Μὴ ζητῆτε καὶ πάλιν ἐπαναλαμβάνω, νὰ κατέλθωσι πρὸς ὑμᾶς αἱ Πνευ-
ματικαί Δυνάμεις, ἀλλὰ προσπαθήσατε νὰ ἀναχθῆτε πρὸς ταύτας ὑμεῖς,
διότι ἀναγόμενοι ἐξέρχεσθε τοῦ ἀποπνικτικοῦ κλοιοῦ τοῦ κόσμου σας
καὶ καθίστασθε ἐλεύθεροι τῶν δεσμῶν τῆς ὕλης καὶ ἐλευθερούμενοι
τανύετε τὰς δυνάμεις ὑμῶν τὰς πνευματικὰς κατὰ βούλησιν μακρὰν πά-
σης κοσμικῆς μορφῆς καί πεπληρωμένας μορφῆς πνευματικότητος, ἣν
θὰ ἀρυσθῆτε ἐν ταῖς ἐκτάσεσιν, ἐν αἷς εὑρισκόμενοι θὰ ἀντλήσητε.
Θαρσεῖτε, μὴ δυσφορεῖτε καὶ μὴ λιποψυχῆτε εἰς οἱασδήποτε καὶ ἂν
ἐμπέσητε δοκιμασίας, ὅτι πάντα πρὸς τὸ καλὸν ὑμῶν, ὡς καὶ ἄλλοτε σᾶς
εἶπον, συντελοῦνται. Ὁ δοκιμαζόμενος εἶναι ὁ ἄξιος μαθητής, ὅστις εἶναι
ἐπιδεκτικὸς ἀνωτέρας παιδεύσεως. Ἑκάστη δοκιμασία εἶναι καὶ μία ἢ
πολλαὶ γνώσεις, ἃς προσκτᾶται ὁ πάσχων, διότι ἐν ταύταις θέλουσι γεν-
νηθῶσι αἱ καταστάσεις ἐκεῖναι, ἐν αἷς ἤθελεν ἐκδηλωθεῖ καὶ ἐμφανὴς κα-
ταστῇ ὁλόκληρος κόσμος ἰδεῶν καὶ συναισθημάτων, ὅστις ἤθελεν εἶναι
νεκρὸς ἄνευ τῶν δοκιμασιῶν, αἵτινες προσφέρονται εἰς τὸν ἄνθρωπον.
Ἐστὲ ὅθεν ἔτοιμοι διὰ πᾶσαν ἐνδεχομένην τοιαύτην κατάστασιν καὶ
καρτερικῶς ὑπομείνατε αὐτὰς μὴ λιποψυχοῦντες, ἀλλ’ ἐν ἐπιγνώσει
ὅτι αὗται προσφέρονται διὰ τὸ καλὸν ὑμῶν καὶ τὴν ἀνέλιξίν σας. Ὑμεῖς
ζητεῖτε νὰ διδάξητε ἐκείνους, οἵτινες μέλλουσι νὰ σᾶς πλησιάσωσιν, ἀλλὰ
τί θὰ τοὺς διδάξητε καὶ πῶς θὰ δυνηθῆτε νὰ τοὺς μεταδώσητε τῆς ψυχῆς
ὑμῶν τὰ συναισθήματα, ἂν προηγουμένως δὲν ὑφίστανται ταῦτα ζῶντα
ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν; Καὶ διὰ νὰ εὕρωσιν ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν θέσιν, ὀφείλετε νὰ
ἔλθητε εἰς τὰς καταστάσεις τῆς δημιουργίας των, ἥτις συντελεῖται διὰ
τῶν δοκιμασιῶν.
Ἑκάστη δοκιμασία, εἶπον, δημιουργεῖ ἕνα κόσμον ἰδεῶν, ἐρωτη-
μάτων καὶ συναισθημάτων καὶ ταῦτα εἶναι πλέον κτῆμα τοῦ δοκιμαζομέ-
νου ἀτόμου καὶ ἐκ τῶν οὕτω κτηθέντων ἐκχέει τότε καὶ ζῶσαν τὴν ὑπό-
στασιν αὐτῶν εἰς τὰς ψυχὰς ἐκείνων, οἵτινες ἤθελον παρ’ αὐτοῦ διδαχθῇ.
Αὕτη ἐστὶν ἡ Ὑπερτέρα Παιδεία καὶ ταύτης ἔχουσι πάντες οἱ θέλοντες ν’
ἀνέλθωσιν ἀνάγκην.
Θαρσεῖτε καὶ μὴν ἀποκαρδιοῦσθε. Ἐγὼ Εἰμι μεθ’ ὑμῶν. Ἐγὼ ἐπισκο-
πῶ τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ τῶν πάντων καὶ ἐπίσταμαι τοῦ ἔργου μου, οὗ ὑμᾶς
ἐξέλεξα μὲν ἐργάτας, ἀλλὰ θέλοντας. Τοῦτο παρ’ ὑμῶν ἐξαρτᾶται. Εἰ θέλε-
τε οὕτω, θέλετε παιδευθῇ ἐν τῇ Ἐμῇ Παιδείᾳ, ἵνα καταστῆτε καὶ τοῦ ἔρ-
γου ἄξιοι ἐργάται.
Θαρσεῖτε. Οὐδέποτε θὰ σᾶς ἐγκαταλείψω. Ὑμεῖς πράττετε ὅτι αἱ δυνά-
μεις ὑμῶν καὶ ἡ θέλησίς σας δύνανται νὰ προσφέρωσι καὶ Ἐγὼ καθορῶν
τὸν ζῆλον ὑμῶν θὰ ἀναπτερώσω πάντα συμφώνως πρὸς τῆς ψυχῆς ὑμῶν
τὰς ἐκζητήσεις.
Θαρρεῖτε καὶ μὴ λιποψυχῆτε. Θέλω νὰ μεταγγίσω εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν
τὸ θάρρος, διότι ἐγγὺς ἐστὶν αἱ ἡμέραι τῶν μεγαλυτέρων πικριῶν, ἃς θέλε-

84
τε δοκιμάσει. Μὴ κλονισθῆτε, ἀλλὰ τότε δείξατε τὰ σημεῖα τῆς πίστεως
πρὸς τὸν Διδάσκαλόν σας, Ὃς ζητεῖ ἀφ’ ὑμῶν ὑπομονὴν καὶ ἐν ἀλλήλοις
καὶ πᾶσιν ἀγάπην, ἐπίγνωσιν ὅτι τὰ οὕτω συντελούμενα πρὸς οὓς ἀνω-
τέρω ἐξέθεσα σκοποὺς συντελοῦνται.
Ἔχετε θάρρος ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν καὶ δείξατε ὅτι εἶσθε, ὡς Ἐγώ,
ἐλεύθεροι, μὴ δεσμευόμενοι εἰς τὰς ἀνάγκας σας καὶ μὴ ἐγκαταλείποντες
εἰς τὰς τοιαύτας τρικυμίας ὅτι πρὶν ἐπρεσβεύατε μετ’ ἀκλονήτου πίστεως.
Θέλετε πολὺ πικρανθῇ, ἀλλ’ Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν Εἰμι.
Καταρτισθῆτε διὰ τὴν μυσταγωγίαν, ἣν ὅσον τάχιον θέλετε ἐκτελέσει.
Ἀναχθῆτε καὶ τὰς σκέψεις ὑμῶν ἐξάρετε, ἵνα ἀνεύρωσι τὸν Γεννήτορα
αὐτῶν. Τοῦτον εὑροῦσαι ἡ Εἰρήνη καὶ ἡ Γαλήνη οὐδέποτε ἀφ’ ὑμῶν ἤθε-
λεν ἀποστῇ. Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ καὶ τὰς Ἐντολάς Μου τηρεῖτε.

38. Τὸ πρώτιστον τῶν ἁπάντων καθῆκον ὑμῶν ἔστω ἡ Ἀγάπη καὶ


ἀδελφικὴ συνένωσις ὑμῶν πρὸς διεξαγωγὴν τοῦ ἀγῶνος, ὅστις ἤδη
σᾶς ἀνετέθη ἐν μέτρῳ τῶν δυνάμεων ὑμῶν.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ τροφή, ἥτις ἐνδυναμώνει τοὺς ἀκολουθοῦντας
αὐτὴν καὶ ἥτις παρέχει τὴν Ἰσχὺν καὶ τὴν Δύναμιν εἰς τὴν ἀνάληψιν τῶν
δυσκολωτέρων ἔργων, τὰ ὁποῖα δι’ αὐτῆς πραγματοποιοῦνται ὅσον δύ-
σκολα καὶ παρουσιάζονται. Διὰ τῆς Ἀγάπης ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐνδυ-
ναμοῦται, πληροῦται ἀγαλλιάσεως καὶ εἶναι ἱκανὴ ν’ ἀντιμετωπίσῃ τοὺς
κινδύνους, νὰ ὑπερακοντίσῃ τὰ ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια, νὰ κατισχύσῃ τῶν
ἀδυναμιῶν, νὰ ἐπιτελέσῃ τὰ παρ’ ἄλλων νομιζόμενα ἀδύνατα.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι τὸ Ἄρωμα τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, τὸ ὅποῖον λικνί-
ζει θωπευτικὰ τοὺς πάσχοντας καὶ μεταρσιοῖ τὸ πνεῦμα εἰς τὰ αἰθέρια
στρώματα τῶν Ἀγγελικῶν Κόσμων, εἰς οὓς ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης καὶ
τῶν ὑψηλῶν ἐμπνεύσεων μεσουρανεῖ.
Ἡ ἀχλὺς τοῦ σκότους καὶ τῶν δυσωδῶν τεναγῶν διαλύεται δι’ αὐτῆς
καὶ ἡ ψυχὴ πληροῦται ὑπὸ τοῦ Φωτὸς τῆς Θείας Ἐμπνεύσεως. Τὸ πῦρ τὸ
διαθερμαῖνον αὐτὴν παραμένει ἄσβεστον καί δι’ αὐτοῦ τὰ κατεσκληρηκότα
μέλη διαθερμαίνονται, ἵνα ἐξακολουθήσωσι καρτερικῶς καὶ ἀκαμάτως τὸν
αὐχμηρὸν δρόμον, ὃν ὁ ἀνθρώπινος προορισμὸς καὶ ἀνέλιξις ἐπιζητεῖ. Ὁ συ-
μπαγὴς πάγος τῶν παθῶν διαλύεται καὶ μεταβάλλεται εἰς δρόσον, ἥτις δρο-
σίζει διὰ τῶν Ναμάτων αὐτῆς τὰ κεκμηκότα μέλη εἰς ἀνυδροτέραν ἔρημον.
Διὰ τῆς Ἀγάπης προσελκύονται πέριξ ὑμῶν αἱ μεγάλαι τοῦ Ἀπείρου
Πνευματικαί Δυνάμεις, αἱ Ὕπατοι Ἐξουσίαι, αἵτινες χορηγοῦσι τὰ μέσα νὰ
καθυποτάξωσι τὸν κόσμον. Ἡ διεστραμμένη φύσις, ἡ πονηρία καὶ κα-
κία ἐξουδετεροῦνται καὶ ἐγκαταλείπουν κάτωθεν τῶν ποδῶν σας τὰς
ἁλύσους, μὲ τὰς ὁποίας σᾶς περιέσφιγγον. Οἱ ἀδυσώπητοι ἐχθροί σας
πρὸ αὐτῆς ἀποκαλύπτονται, ἀναγνωρίζοντες τὴν ὑπεροχήν σας. Ἡ Ἀγάπῃ
ὁμοιάζει τὴν κάμινον, ἥτις μαλακώνει τὴν σκληροτέραν φύσιν τῶν μετάλ-

85
λων καὶ δίδει εἰς αὐτὰ τὸ ἐπιζητούμενον σχῆμα.
Ἀγαπᾱτε ἀλλήλους. Διὰ τῆς Ἀγάπης θὰ δυνηθῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸν
λιμένα τῶν πόθων σας καὶ ἂν εἰσέτι ἡ θύελλα καὶ ἡ τρικυμιώδης λαῖλαψ
κλυδωνίζει τὸ εὔθραυστον πλοῖον σας. Διὰ νὰ δυνηθῆτε νὰ ἐννοήσητε τὸν
προορισμόν σας πλήρως, πρέπει ν’ ἀγαπᾶτε ἐκείνους, οἵτινες σᾶς μισοῦν,
οὓς φιλοῦντες καὶ διδάσκοντες αὐτοῖς τὴν ἀγάπην καθιστᾶτε ὄργανα τῆς
ἐξυπηρετήσεως τοῦ κοινοῦ ὑμῶν σκοποῦ. Αἰσθάνομαι τὸν Ἑαυτόν Μου ἱκα-
νοποιημένον, διότι κατώρθωσα νὰ μεταγγίσω εἰς τὴν ψυχήν σας μέρος
τῆς Ἀπείρου Ἀγάπης, ἣν πρὸς ἅπαντα τὸν κόσμον τρέφω.
Προσπαθοῦντες νὰ ἐμφυτεύσητε πρὸς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους τὴν Ἀγά-
πην, ἐκτελεῖτε τὸ πρῶτον βῆμα ἐν τῇ διανοιγομένῃ τῆς ἐξελίξεώς σας ὁδῷ.
Ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ὅταν μέχρι τέλους ἀγαπᾶσθε, ὅλα τὰ ἄλλα ἐπιτυγχάνονται.
Ὁ ἀγαπῶν ὑμᾶς καὶ φιλῶν ὡς τέκνα Του σᾶς ἐπιτάσσει ν’ ἀγαπᾶσθε
ὡς ἀδελφοί. Ἀγαπώμενοι ὡς ἀδελφοὶ καὶ ἀγαπῶντες πάντας ὡς ἀδελ-
φούς, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι θεμελιοῦτε τὸν καταπεσόντα Ναόν Μου, ἐν τοῖς
ἐρειπίοις τοῦ ὁποίου δέν ἔπαυσα νὰ κατασκηνῶ ἀναμένων ἐπὶ τόσον χρό-
νον τοὺς ἐργάτας, οἵτινες θὰ ἀνελάμβανον τὴν ἐκ θεμελίων ἀνέγερσίν του.
Ὁ Πατὴρ ὑμῶν σᾶς φιλεῖ. Φιλήσατε καὶ ὑμεῖς πάντα ἄνθρωπον
ἀνεξαρτήτως φυλῆς καὶ θρησκεύματος, ἀνεξαρτήτως χαρακτῆρος καὶ
μορφώσεως. Καταστῆτε οἱ φορεῖς τῆς Ἀγάπης Μου, ἵνα ἡ Ἀγάπῃ Μου
πληροῦσα ὑμᾶς καταστήσῃ σας ἀτρώτους ἀπὸ πάσας τὰς ψυχικὰς ἀσθε-
νείας, ἀπὸ πᾶν θανατηφόρον τραῦμα, ἀπὸ πᾶν κακὸν καὶ ὀλέθριον, τὸ
ὁποῖον ἡ τῶν παθῶν καὶ παντὸς κακοῦ ἄγνοια ἐπέφερεν.
Θὰ δώσω ὑμῖν πᾶν ὅ,τι σᾶς ὑπησχέθην, ἀφοῦ δοκιμάσω ὑμᾶς ἐν τῇ
Ἀγάπῃ Μου, ἥτις οὐδόλως ὑμᾶς θέλει ἐγκαταλείψει.

39. Ἐπέρχεται ὥρα, καθ’ ἣν οἱ ἀκολουθήσαντές Με ἀθυμήσουσιν.


Ἡ πίστις αὐτῶν κλονισθεῖ καὶ πᾶν ὅ,τι εἴρηκα, ἐκλάβουσιν ὡς ἐκ τοῦ
πονηροῦ προερχόμενον. Ἐπέρχεται στιγμή, καθ’ ἣν οἱ ὀλιγόπιστοι στρέ-
ψωσι πρὸς Ἐμὲ τὰ νῶτα καὶ ἐκλάβωσι τὴν Μορφήν Μου ὡς μορφὴν Ἐρι-
νύος, μαστιζούσης αὐτοὺς κατὰ πρόσωπον. Ἐπέρχεται καιρός, καθ’ ὃν οἱ
ἀσπασάμενοί Με μετανοήσωσι διὰ τὸ φορτίον, ὃ εἰς τοὺς ῶμους αὐτῶν
ἐναποθέσω.
Οἰ ὑπομείναντες ὅμως οὗτοι λήψονται τῶν ὅσων αὐτοῖς ἐπηγγηλάμην.
Ἐγὼ δὲ μετ’ αὐτῶν Εἰμι καὶ οὐδεὶς ὁ δυνάμενος κλονίζειν αὐτούς. Οὗτοι δὲ
μετ’ Ἐμοῦ ἀνιόντες εἰς ὃ μέρος Ἐγὼ κατασκηνῶ, ὄψονται διὰ τῆς ἀπο-
καθάρσεως τῆς ψυχῆς αὐτῶν ἐκ πάσης ἀδυναμίας τὴν Ἀλήθειαν. Ἡ δὲ
Ἀλήθεια οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τοῦ φθαρτοῦ ἐξέρχεται, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Ἀφθάρτου
ἐκπορεύεται καὶ διὰ τοῦτο Αἰωνία καὶ Ἀλώβητός ἐστιν.
Καὶ οἱ ἐνοραματιζόμενοι τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένην
καὶ τὴν Ἀλήθειαν τοῦ πραγματικοῦ Κόσμου ἐγκλείουσαν, οὗτοι ὠφθῶσι

86
διὰ τῶν πνευματικῶν αὐτῶν ὀφθαλμῶν τὴν Ἀληθῆ ὄψιν τοῦ Κόσμου τὴν
ὁποίαν οἱ ὑλικοί αὐτῶν ὀφθαλμοὶ δὲν διέκρινον. Καὶ ἐγκολπούμενοι τὴν
Ἀλήθειαν, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐξερχομένην, καὶ ὁρῶντες Με διὰ τῶν πνευματικῶν
αὐτῶν ὀφθαλμῶν τὸ πρῶτον καὶ εἶτα τοὺς ὑλικοὺς αὐτῶν ὀφθαλμοὺς καθι-
στῶντες πνευματικοὺς τὰ πάντα διὰ τῶν πνευματικῶν αὐτῶν αἰσθητηρίων
καθόψονται ἐν τῇ Ἀληθείᾳ καὶ τῇ ἀποπνευματώσει τοῦ ἐνύλου αὐτῶν
σώματος, ὅπερ πλέον διὰ τῶν πνευματικῶν του δυνάμεων θέλει ὁρᾷ καὶ
διαβλέπει τὰ πάντα. Καὶ τότε ἐν τῇ ἐπιγνώσει τῆς πραγματικῆς Ἀληθείας
πάντα τὰ ἐκ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου προερχόμενα μάταια καὶ φροῦδα θεω-
ρηθήσονται καὶ ὅτι ὑπὸ τοῦ ψεύδους ὡς ὑπ’ Ἀληθείας ἐπεκαλύπτοντο.
Ἐγὼ δὲ ἐν μέσῳ αὐτῶν στῶ καί τὴν Χείρα Μου ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῶν
ἐναποθέτων θέλω διανοίξει τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, ἵνα ὀφθῶσι ἐν ὅλῃ
αὐτῆς τῇ γυμνότητι τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἵνα προσλάβωσι τὸ Φῶς τὸ ἐκ τοῦ
Πνεύματός Μου ἐκχεόμενον πρὸς τὸν κόσμον τὸν ἐνορῶντα Με.
Τίς ὅμως ἐξ ὑμῶν θέλει ὑπομείνει ἐν τῇ φθορᾷ τοῦ σώματος τὴν
Ἀφθαρσίαν τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; Τίς θέλει ἀνθέξει ἐν τοῖς πλήγμασιν, ἃ ἐν τῷ
σώματι αὐτῶν θέλω ἐπενέγκει, ὅπως καταστήσω τὴν πνευματικὴν αὐτῶν
φύσιν ἀνέπαφον ἀπὸ τὰς ὑλικὰς στερήσεις καὶ ἐπηρείας;
Πολλοὶ ἔσονται οἱ κλητοί, ὀλίγοι δὲ οἱ ἐκλεκτοί. Καὶ οἱ ἐκλεκτοὶ
οὗτοι, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὑμεῖς, ἐν πολλοῖς ὑστερήσουσιν, ἕως οὗ
κατανοηθῇ ὑπ’ αὐτῶν ἡ Ἀλήθεια καὶ ὁ σκοπὸς τοῦ ἔργου, ὃ χάρις αὐτῶν
ἀποκαλύψω. Ἐγῶ δὲ ἐν τῇ πρὸς ὑμᾶς Ἀγάπῃ Μου κατῆλθον μέχρις ὑμῶν,
ἵνα ὑμᾶς πρός Με ἀναβιβάσω.
Ὑμεῖς ὅμως, ἂν καὶ ἐπὶ τόσον χρόνον μετ’ Ἐμοῦ εἶσθε, οὐκ ἐπιγνώκατέ
Με. Τὸ δὲ ἔργον, ὃ τῇ Ἐντολῇ Μου ἀνελάβατε νὰ διεξάγητε καὶ καταστή-
σητε γνωστὸν τῷ κόσμῳ, οὐ πιστεύετε ἔτι ὅτι ἐξ Ἐμοῦ προέρχεται, ἀλλ’
ἐκ τοῦ κόσμου. Καὶ ἐν τῇ ὀλιγοπιστίᾳ ὑμῶν ἢ τῇ ἀμαθείᾳ ἴσως πιστεύετε
ὅτι ἐπὶ στιγμὴν ἀπὸ ὑμᾶς ἀπεμακρύνθην ἢ ἀνήρεσα πάντα ὅσα πρὸς ὑμᾶς
ὑπησχέθην. Ἀλλ’ Ἐγὼ οὐδόλως τοῦ σκοποῦ Μου ἐξέκλινα καὶ μηκέτι ἀπὸ
ὑμᾶς ἀπεμακρύνθην. Νῦν δὲ ἔτι μᾶλλον ὑμᾶς φιλῶ καὶ ἐνισχύω, ἵνα μὴ ἐπὶ
στιγμὴν ἀποθαρρυνθῆτε καὶ ἀνακόψητε τὴν ἀρχήν, ἣν ἤδη τόσον ἠγαπη-
μένως καὶ καλῶς ἐχειρίσθητε.
Πῶς ὅμως Ἐγὼ οὐκ εἶχον Ἐξουσίαν ν’ ἀποτρέψω τὸ γινόμενον; Μὴν
ἐκλάβητε τοῦτο ὡς ἀδυναμίαν ἢ ἀστοργίαν τῆς πρὸς ὑμᾶς Ἀγάπης Μου.
Νήπια ὄντες εἰσέτι ἀγνοεῖτε τοὺς ὑφισταμένους Νόμους ὑπὲρ τὴν κεφα­
λὴν ὑμῶν. Οἱ μικροὶ παῖδες τὴν ἀπειλητικὴν φωνὴν ἢ τὴν ἐπίπληξιν τοῦ
πατρὸς αὐτῶν, ὡς ὑμεῖς, ἀστοργίαν ἐκλαμβάνουσιν, ἐνῶ ἐκ τῆς πρὸς
αὐτοὺς μεγάλης Ἀγάπης προέρχεται. Πᾶν δὲ ὅ,τι Ἐγὼ πρὸς ὑμᾶς δίδω, πρὸς
τὸ καλὸν ὑμῶν δίδεται.
Οὐ δύνασθε κρίνειν τὰ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς τὸ καλὸν καὶ βελτίωσιν ὑμῶν
κεκρυμμένα. Ἡ κρίσις ὑμῶν ἐκ τοῦ κόσμου προερχομένη τὰ τοῦ κόσμου
καὶ ἐν τῷ κόσμῳ κρίνει κοσμικῶς, ἡ δὲ Ἐμὴ Κρίσις οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου
τούτου ἐστὶ καὶ συνεπῶς πᾶν ὑπ’ αὐτῆς ἐν τῷ κόσμῳ κρινόμενον δίκαι-

87
ον. Ἂν δὲ τῇ κρίσει σας κακὸν καί ἄδικον νομίζεται, τῇ Ἐμῇ Κρίσει καλὸν
καὶ δίκαιόν ἐστι.
Ἐκεῖνο δέ, ὃ ὑμεῖς ἐκλαμβάνετε ὡς τιμωρίαν, Ἐγὼ ὡς ἐπιβεβλη-
μένην κάθαρσιν θεωρῶ πρὸς βελτίωσιν ὑμῶν. Ἐγὼ δὲ ἀνέλαβον τὸ ἔργον
ἡμῶν καὶ ἀναλαβὼν τοῦτο διατί προδικάζετε αὐτὸ πρὸ τοῦ τέλους; Ἔχετε
ὑπομονὴν καὶ ἐκεῖνο, ὃ θεωρεῖτε ἀτύχημα, πρὸς ἀνάνηψιν τοῦ παθόντος
ἐπιγίγνεται, ἵνα μὴ ἡ πρὸς Ἐμὲ πίστις του ἐκλείψῃ, ἀλλ’ ὡς δεῖ κραται-
ωθῇ. Δὲν θέλω οἱ Ἀκόλουθοί Μου νὰ δοκιμάζωνται ὑπὸ τῆς ἀπιστίας ἢ νὰ
κλονίζωνται ἐν ταῖς πεποιθήσεσι αὐτῶν. Ἂν δὲ οὗτοι ὑστεροῦσι τῆς πρὸς
Ἐμὲ δοθείσης πίστεώς των, ὑπ’ Ἐμοῦ ἔτι μᾶλλον δοκιμασθήσονται, ἵνα
τῆς Ἀρωγῆς Μου τύχωσι καὶ τῇ ἐπενεργῷ Δυνάμει Μου πιστεύσωσιν
ἐπανερχόμενοι πρός Με ψυχῇ τε καὶ σώματι.
Ἐν δὲ τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ ἔργου μου οὐχ τοῦ ἀγαθοῦ συνειδότος
μόνον καὶ καλῆς προαιρέσεως ἐλαυνόμενοι κατέλθωσιν, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ
ἀκλονήτου πίστεως πρὸς πᾶν ὅ,τι αὐτοῖς ἀναθέσω. Ὁ δὲ ἀδελφὸς ὑμῶν
ἀσθενήσας πάσας τὰς ἐλπίδας αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ ἀναθέσει, τάχιστα ἀνανή-
ψει καὶ ἀποθεραπευθῇ, ἵνα ἡ πίστις αὐτοῦ πρός Με οὐ ραδίως πλέον κλο-
νίζεται. Ἂν ὅμως ἡ πρὸς Ἐμὲ πίστις αὐτοῦ καὶ ἡ πρὸς αὐτὸν Ἐπενέργειά
Μου δὲν δυνηθῇ νὰ ἀνεύρῃ πρόσφορον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἔδαφος,
ὅπως καλλιεργηθῇ καὶ ἄλλα μείζονα ἐκ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ὑποστῇ,
ἵνα τὴν Ἀφθαρσίαν ἐν τῷ Ὀνόματί Μου ἐπικαλεσθῇ, ἄχρις οὗ καλέσω
αὐτὸν πρός Με. Δώσατε αὐτῷ θάρρος, ἀναπτερώσατε τὰς ὑπολειπομένας
αὐτῷ ἐλπίδας καὶ τάχιστα πάλιν ἐπανέλθῃ εἰς τὰ ἴδια πρὸς ἀνάληψιν τῶν
καθηκόντων αὐτοῦ. Μὴ ταρασσέσθω οὐδὲ θλιβέτω ἡ καρδία ὑμῶν, ὅτι μεθ’
ὑμῶν Εἰμι.
Ἀκολουθήσατε πρὸς τὰ ἐμπρὸς τὴν εἰς ὑμᾶς διαχαραχθεῖσαν ὁδὸν
μὲ ἀναπτερωμένον πάντοτε φρόνημα καὶ εἰς τὰς μᾶλλον δυσαρέστους
αἰτίας καὶ τ’ ἀναφυόμενα προσκόμματα, ἀνυψώσατε τὴν κεφαλήν σας καὶ
ὑπεράνω αὐτῶν, ἐκεῖ ὅπου αἱ τανυόμεναι πτέρυγες τοῦ νοῦ σας δύνανται
ν’ ἀνέλθωσιν, θὰ ἴδητε τὴν ἐπισκιάζουσαν αὐτὴν Φωτοβὸλον Αἴγλην Μου
νὰ τὴν περιβάλλῃ δι’ ὅλης αὐτῆς τῆς Ἐκπάγλου καὶ Ὑπερκοσμίου Ἀκτινο-
βολίας. Κύπτοντες τότε τὴν ἐκ τοῦ Πνεύματός Μου διαφωτισθεῖσαν καὶ
Ἀσβεστόφωτον κεφαλήν σας ἀναφωνήσατε: Σὺ εἶ ἡ Ἰσχὺς καὶ ἡ Δύναμις
ἡμῶν καὶ ὅταν μεθ’ ἡμῶν εἶ, τίς καθ’ ὴμῶν ἐπελεύσεται καὶ οὐ συντριβῇ
ἐκ τῇς ἄκρας τῶν πτερύγων τῶν ἐπισκεπόντων τὴν κεφαλὴν ἡμῶν, ἵνα
τὴν Δόξαν Σου ἀναλήψωνται, ἐν τῇ Σῇ Δόξῃ καὶ Ὀνόματι θυσιαζόμενοι
καὶ μαρτυροῦντες.

40. Ἀφ’ ὑμῶν ἡ εἰρήνη ἀπέπτη καὶ ἡ γαλήνη ἐξεβλήθη τῶν καρδιῶν
ὑμῶν.
Διατί δὲ τοῦτο; Λίθος μικρὸς ἐπὶ τῆς νηνεμούσης ἐπιφανείας ὕδατος
ἔπεσε καὶ τὰ ὕδατα ἐταράχθησαν. Ὁ πυθμὴν ἐδέχθη τὸ ξένον πρὸς αὐτὸ

88
σῶμα καὶ μὲ τὴν ἐνέργειαν ταύτην κατάστασις νέα ἐδημιουργήθη καὶ τὰ
πάντα διηρωτῶντο, τά τε ὕδατα καὶ ὁ πυθμὴν τί τὸ αἴτιον τῶν οὕτω συμ-
βαινόντων καὶ φόβος κατεκυρίευσε τὰ στοιχεῖα ταῦτα;
Ἀλλ’ ἡ πρώτη ἐντύπωσις παρῆλθεν, διότι καὶ τὰ ὕδατα ἐπανῆλθον εἰς
τὴν προτέραν αὐτῶν γαλήνην καὶ ὁ πυθμὴν ἠρέμησεν μὲ τὴν προσθήκην
ἑνὸς νέου σώματος καὶ τὸ πᾶν τὴν προτέραν αὐτοῦ μορφὴν ἔλαβεν, τῶν πά-
ντων ἀποκατασταθέντων. Τί ἐπὶ πάντων τούτων ἐρωτῶ ὑμᾶς συνετελέσθη;
Μηδὲν ἀπολύτως μηδέν. Οὕτω καὶ ὑμεῖς ταραχθέντες ἐκ τῆς προ-
σθήκης μιᾶς δοκιμασίας ἀκόμη ἠρεμήσατε καὶ δεικνύετε τῆς ταραχῆς σας
τὰ σημεῖα.
Πάντα ταῦτα ἐφθεγξάμην, ἀλλὰ ἂν ἔλεγον ὑμῖν πάνθ’ ὅσα ἤθελον συμ-
βῆ ἢ ἐν μέλλοντι θὰ συμβῶσιν;
Ἐκ τούτων πάντων ἐνδείκνυται ἡ πίστις ὑμῶν.
Ἐγὼ ἡ Ζωὴ καὶ τὴν πᾶσαν τῆς ζωῆς μορφὴν τηρῶ κατὰ τὸ δοκοῦν
ὑμῖν, ὅπερ ἀνεπιγνώτως προσδέχεσθε, ὅτι Ἐγὼ μόνον τῆς ψυχῆς σας τὰς
ἐκζητήσεις καταβλέπω.
Ἀποξενῶ ἐκ τῶν ὑμῶν ὑμᾶς, ἵνα καταστήσω ὑμᾶς φίλους πάντων.
Πῶς ἤθελες καὶ πάλιν τονίζω σοι, νὰ σὲ ἀπομακρύνω τῶν προσώπων
ἐκείνων, οἵτινες διὰ τοῦ τρόπου τούτου θέλουσι ἀφ’ ἑαυτῶν λογικῶν σκε-
πτόμενοι νὰ μείνωσιν εἰς τὴν θέσιν ἐκείνην, ἥτις ἤθελε σοὶ χορηγήσει ὅλα τὰ
ἐφόδια καὶ ὅλα τὰ στοιχεῖα πρὸς μίαν ἐντελεστέραν διὰ τὸ ἔργον δρᾶσιν;
Οὐ καταβλέπεις τὰς ἐνεργείας Μου ὡς καὶ δὲν δύνασαι νὰ κατίδῃς τί
διὰ τούτων θέλω νὰ ἐκτελέσω. Ἐγὼ τὰ πάντα θέλω φέρει κατὰ τὸ συμ-
φέρον σοῦ καὶ ὑμῶν ἐν γένει καὶ ὑμεῖς ἐπὶ τῶν Ἐνεργειῶν Μου ἀνθίστασθε
καὶ τὴν ἄρνησιν προσφέρετε.
Οὐχ οὕτως;
Ἀλλὰ θαρσεῖτε. Ἔχετε πίστιν καὶ πιστεύετε, ὅτι διὰ τῆς πίστεως θὰ
συνευ­δοκήσητε διὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῶν κακῶς ἐχόντων πραγμάτων
καὶ τὴν προσκόμισιν ἐπὶ τῆς ψυχῆς τῆς γαλήνης.
Ὑμεῖς φρονεῖτε οὕτω, ὅτι ἡ ὅρασις ὑμῶν μικρὰ καὶ ἀσθενὴς οὖσα οὕτω
καταβλέπει τὰ πράγματα. Δύνασθε, ἂν θέλετε, νὰ τερματίσητε τὰς ἔνερ-
γείας ὑμῶν, οὐδεὶς δύναται νὰ δεσμεύσῃ ὑμῶν τὴν ἐλευθερίαν, ἀλλ’ ἂν ἐζή­
τησα νὰ προσαγάγω ὑμᾶς πρὸς τὸ ἔργον μου, ἔπραξα τοῦτο, ἵνα ὑπομνήσω
ὑμῖν τὰς ἃς ἀνελάβατε ἐντεῦθεν ὑποχρεώσεις. Ἐμὲ οὐκ ἀρνεῖσθε, ὑμᾶς
θέλετε ἀρνηθῇ, ἀρνούμενοι τὴν ἐκτέλεσιν τῶν συμβάσεων ὑμῶν.
Πολλοὺς ὡς ὑμεῖς ἐργάτας ἔχω καὶ πολλοὶ τηροῦσι τὰ δεδομένα
αὐτοῖς. Πολλοί ἐργάζονται διὰ τὸ Ἐμὸν ἔργον ἀναλόγως τῶν ὑποχρεώσε-
ων, ἃς ἀνέλαβον ἔναντι αὐτῶν. Θέλετε μεταξὺ τούτων νὰ εἶσθε καὶ ὑμεῖς
καὶ νὰ κατέχητε ἐξαιρετικήν τινα θέσιν; Ὑμεῖς αὐτοὶ θὰ δείξητε τὸ τοιοῦτον,
ἀλλὰ τοῦτο καταδεικνύεται διὰ τῆς ὑμετέρας θυσίας. Οὕτω μόνον θὰ
δείξητε τὴν πρός Με ἀγάπην σας. Οὐδένα δεσμεύω, τοὺς πάντας καλῶ
καὶ οἱ βουλόμενοι προσέρχονται.
Ἐν Ἐμοὶ γνώσεσθε πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν καὶ ὅσον ἐκζητεῖτε τὴν

89
Ἀπόλυτον αὐτῆς μορφήν, καταστῆτε καὶ ὑμεῖς Ἀπόλυτοι ἐν ταῖς ἐνερ-
γείαις ὑμῶν, καὶ ἐν ταῖς θυσίαις.
Ὅσον περισσότερον ἐκ τῶν ὑμῶν θύετε, τόσον περισσότερον ἐκ τῶν
Ἐμῶν ἀπολαμβάνετε.
Τί ζητεῖτε παρ’ Ἐμοῦ; Παροχήν ἄνευ θυσίας. Ἀλλὰ τοῦτο ἴσον μὲ τὴν
καταστρατήγησιν τῶν Ἀναλλοιώτων Νόμων.
Θύσατε, ἵνα ἀπολαύσητε. Ἀλλὰ θύοντες μὴ ἐπισπεύδητε καὶ μὴ δια-
πορῆτε τὸ εἶδος τοῦ θυσομένου. Θὰ ἔλθωσιν αἱ συντελεστικαί πρὸς τοῦτο
καταστάσεις, διὰ νὰ δείξητε τὴν ἀξίαν τοῦ θυομένου ἐκ τῶν Ἐμῶν, καὶ αὗται
εἰσὶν αἱ δοκιμασίαι, ἐν αἷς διαμαρτύρεσθε καὶ διαπορεῖτε τὰ γιγνόμενα.
Οὐκ εἶπον ὑμῖν, ὅτι ἐν ταύταις θέλετε ἀναχθῇ καὶ ἐν τῇ ὑπομονῇ καὶ
καρτερίᾳ ὑμῶν ἐν αὐταῖς θέλετε δώσει τὴν ἀξίαν τῶν ὑμῶν θυομένων
πραγμάτων.
Ἐκεῖ θὰ δώσητε τὴν πρός Με ἀγάπην σας καὶ ἐν ταύταις ἄξιοι νικηταὶ
θέλετε καταστῇ ἐν τῇ καταρτίσει ὑμῶν διὰ τὸ ἔργον μου. Ἐὰν οὕτω μὴ κα-
ταρτίσω ὑμᾶς, οὐδέποτε θὰ ἔχετε νὰ ἐπιτελὲσητε τοῦ ἔργου μου γραμμὴν
μίαν.
Ὑμεῖς, ἐὰν θέλετε νὰ πρωτοστατήσητε, οὐδέποτε μὴ φοραθῆτε λι-
ποψυχοῦντες καὶ ἀφρόνως φθεγγόμενοι τοῖς ἄλλοις τὴν λιποψυχίαν
ὑμῶν. Πνίγετε ταύτην ἐν ὑμῖν καὶ Ἐμέ, λέγοντες ὅτι ἔχετε ὡς Διδάσκα-
λον, ἐξαιτεῖτε νὰ σᾶς ἐξηγήσω τὸν λόγον τῶν οὕτω συντελουμένων
πραγμάτων, ἂν τὸ ἐσκοτισμένον ὑμῶν πνεῦμα ἀδυνατεῖ νὰ ὑπεραρθῇ
καὶ ἀφ’ ὑψηλοῦ κατίδει τὴν αἰτίαν τούτων.
Πάντες καταβλέποντες τὰς ἀδυναμίας ὑμῶν αὐτῶν ἐν τῷ μέτρῳ τούτῳ
κατίδατε καὶ ἀλλήλων καὶ ἄν τις ὑμῶν ὑστερῆ εἴς τι, ἐνεργήσατε καταλ-
λήλως, νὰ φέρητε τοῦτον εἰς θέσιν, ν’ ἀναγνωρίσῃ τὰ ἐσφαλμένα. Εἶπον,
ὅτι Ἐλεύθερός Εἰμι, οὐδένα δεσμεύω, ἀλλὰ τὰς ἀδυναμίας ὑμῶν ὑμεῖς κα-
ταβλέποντες ἐπαναλάβατε τὴν ἐνέργειαν ἐκείνην, δι’ ἧς θὰ κατορθωθῇ νὰ
ἀλλοιώσῃ τὸν χαρακτῆρα ὑμῶν καὶ ἐπιφέρῃ καὶ τὴν ἄρσιν τῆς ἀδυναμίας
ταύτης.
Ὅσον δ’ ἀφορᾷ τὴν ἐξεύρεσιν τῶν πόρων τῆς ζωῆς σου, Ἐγὼ ὁ προσε-
νεγκών σοι τοῦτο ἐξησφάλισα καὶ τὰ μέσα τῆς ζωῆς.
Τοῦτο θέλεις κατίδει προϊόντος τοῦ χρόνου, ἀλλὰ συντονίσατε καὶ
ὑμεῖς τὰς ἐνεργείας ὑμῶν καὶ Ἐγὼ ἐπὶ πάντων θέλω φέρει τὴν κατίσχυσιν
τῶν ἀπόψεών σας ὡς πρὸς τοῦτο.
Οὐδὲν ὑμῖν συνέβη. Ἠρεμήσατε καί ἐπιληφθῆτε τοῦ ἔργου μου.
Καλέσατέ Με καὶ πάλιν. Ἔχω ἠρεμοῦντας νὰ εἴπω πολλά.
Ἐστὲ ἐν ἀνυποκρίτῳ Ἀγάπῃ καὶ ὑπεράνω ἀνθρωπίνων ἀντιλήψεων.
Εἰρήνη καὶ γαλήνη ἂς ἐπαναφέρῃ τὸ μὴ τὸ κακὸν συντελεσθέν, ἀλλὰ
τούτου πρὸς τὸ ὑμῶν συμφέρον.

90
41. Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀλήθεια. Ἐγὼ Εἰμί ἡ Ἀγάπη τοῦ κόσμου καὶ παντὸς
­Κόσμου.
Ἀναχθῆτε καὶ προσέλθετε πρός Με πάντες οἱ φιλοῦντες τὴν Ἀλήθειαν
καὶ ἐν Ἐμοὶ, ἐντρυφήσονται τὴν χαρὰν τὴν μένουσαν εἰς τὸν αἰῶνα.
Διατί ἐταράχθη ὑμῶν ἡ καρδία καὶ τῆς ψυχῆς σας ὁ σάλος ἑξεδηλώθη
ἐν στεναγμοῖς τραυματιζομένων; Τίς ὀδύνη ἐπεκάθησεν ἐπὶ τῶν καρδιῶν
ὑμῶν, ὥστε τὴν χαράν, ἣν ἐκ τῆς Ἐμῆς Ἀγάπης νὰ ἐπισκιάσῃ κατώρθωσεν;
Ἀλλ’ Ἐγὼ τὴν Ἀλήθειαν ἦλθον νὰ λαλήσω ὑμῖν καὶ ταύτης ὀφείλετε νὰ
λάβητε τὰς ἀρχάς, ἵνα ἰσχυροὶ καταστῆτε ἐν πᾶσι. Θέλετε νὰ φὲρησθε
ἐπὶ τοῦ ἅρματος τῶν ψευδῶν ὑποθέσεων καὶ εἰκόνων ἢ θέλετε νὰ εὐρίσκη-
σθε ἐν αὐτῇ ταύτῃ τῇ οὐσίᾳ τῶν πραγμάτων;
Ὅτε ἐξελὲγητε ἵνα διαγράψητε τοῦ ἔργου Μου τὰς εὐθείας γραμμὰς βε-
βαίως οὐδόλως ἀναμετρήσατε καὶ τῶν ὑποχρεώσεων, ὑφ’ ὧν θὰ ἐδεσμεύε-
σθε. Ἀλλὰ Ἐγὼ λαλῶν ὑμῖν λέγω, ὅτι πρὸ τῆς εἰς τὸν κόσμον ἐλεύσεώς
σας εἴχατε δεσμευθῇ διὰ τῶν τοιούτων ὑποχρεὼσεων, τῶν ὁποίων ἤδη
ἀδυνατεῖτε νὰ λύσητε αὐτάς, ἵνα μὴ τὴν ὀδύνην μεγαλυτὲραν αἰσθανθῆτε.
Ἀλλὰ Ἐγὼ ἀγαπῶν ὑμᾶς καὶ τῆς ψυχῆς σας τὸν πόθον καταβλὲπων
προβαίνω εἰς τὰς ἀποκαλύψεις ταύτας καὶ προσφέρω ὑμῖν τὴν χαρὰν
ταχύτερον, εἰ καὶ τοῦτο θελήσητε καὶ ὑμεῖς καὶ ὑπαγάγω ὑμᾶς εἰς τὰς ἑκά-
στοτε δοκιμασίας, ἵνα καταστήσω ἀξίους τοῦ ἔργου Μου ἐργάτας καὶ ἐμ-
φανίσω τοῦτο, καθότι ὁ χρόνος ὡρίμασεν, ὑμᾶς δὲ ταχύτερον θὲσω εἰς τὸ
τέρμα τοῦ σκοποῦ σας, ὃν ἡ ζωὴ ὑμῶν ἔχει ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ.
Ἕκαστον ἔργον θέλει καὶ ἀναλόγων δυνάμεων παράγοντας, ἵνα τερμα-
τισθῇ τοῦτο αἰσίως. Παντὸς ἔργου ἐν τῷ κόσμῳ τὸ Ἔργον Μου ὑπερίσταται
εἰς μέγεθος. Πῶς λοιπὸν ἐπιποθεῖτε τὰ ἡνία αὐτοῦ νὰ θέσητε εἰς χείρας, ἂν
μὴ ἰσχυροποιηθῆτε πρὸς τοῦτο;
Πῶς θὰ δοκιμασθῇ ἡ πίστις ὑμῶν, ἂν μὴ δὲν ὑπομείνητε μέχρι τέλους
πάσας τὰς λαίλαπας καὶ καταιγίδας, ἃς καθ’ ὑμῶν θὰ ἐπισύρω; Σᾶς τρομά-
ζουν αἱ θλίψεις, ἀλλὰ καὶ αἱ εἰκόνες τῶν καταστάσεων τούτων καθίστανται
τρομακτικαὶ πρὸ τῶν ὀμμάτων σας, ἀλλὰ θαρσεῖτε. Ἐὰν πρός Με πίστιν
ἔχετε ὀφείλετε νὰ μὴ πτοηθῆτε παρ’ οἱασδήποτε δοκιμασίας, ὁσονδήποτε
τραγικῆς καὶ τρομερᾱς καὶ ἂν εἶναι, ὀφείλετε νὰ ἐμμείνητε μέχρι τέλους καὶ
ἂν ἀκόμη κατίδητε ὅτι ἀπετελέσατε ναυάγια ἐν τῇ ζωῇ σας.
Τίς ποτὲ ἠδυνήθη σπείρων νὰ προβλέψῃ ἐπὶ τῆς συγκομιδῆς τῶν καρ-
πῶν; Ὑμεῖς θεωρεῖτε μόνον τήν ποιότητα τοῦ σπειρομένου λόγου καὶ με-
ριμνᾶτε περὶ τῆς καλῆς ὑμῶν ἐνεργείας, τὰ δὲ ἄλλα εἰς Ἐμὲ ἐπαφίετε, ὅτι
οὐχὶ ὑμῷν, ἀλλ’ Ἐμοῦ τὸ Ἔργον καὶ Ἐγὼ μεριμνήσω διὰ τὸ γενηθησόμε-
νον ἐν μέλλοντι χρόνῳ. Μὴ ζητῆτε ἐν ταῖς ἡμέραις ὑμῶν νὰ σπείρητε καὶ νὰ
δρέψητε ἅμα καὶ καρπούς. Ὑμεῖς τὸν λόγον Μου σπείροντες μεριμνᾶτε, ἵνα
καλῶς τοῦτον σπείρητε καὶ μὴ πέραν τούτου ἀδημονῆτε, ἀλλὰ πεποιθότες
ὅτι οὕτω ἐπράξατε τὸ καθῆκον ὑμῶν καὶ ἐπιτελέσατε τὰ ἐνταλθέντα ὑμῖν.
Ἐγὼ τήν Ἀλήθειαν λέγω, οὐδὲ συμφέρει, ἵνα μὴ εἴπω τὴν Ἀλήθειαν
οὐδὲ νὰ παρατείνω τὸν χρόνον τῆς ἐμφανείας τοῦ ἐν αρχῇ τεθέντος ἤδη

91
ἔργου Μου. Μὴ δυσφορῆτε, οὐδὲ ἀδημονῆτε διὰ τὰς ἐνεργείας ὑμῶν καὶ
μὴν ἀμφιβάλλητε διὰ τὴν καλήν πορείαν τῶν συντελουμένων. Ἕκαστος
ἐκ τῶν δυνατῶν αὐτοῦ προσφέρει καὶ παρ’ ὑμῶν οὐκ ἐκζητῶ ἢ τὰ δυνατά.
Ἐγὼ κάλλιον ὑμῶν καταβλέπω τὰς δυνάμεις σας καὶ γιγνώσκω καὶ τί δύνα-
σθε νὰ προσφέρητε ἐξ αὐτῶν, ὡς καὶ πόσον βάρος δύνασθε νὰ βαστάσητε
ἐκ τοῦ βάρους τοῦ ἔργου Μου.
Ἀλλ’ ἵνα καταστήσω ὑμᾶς ἱκανοὺς πρὸς τοῦτο θέλω καὶ πάλιν λέγω
δοκιμάσει ὑμᾶς ἐν ταῖς δοκιμασίαις ἐκείναις, αἵτινες ἤθελον συντελέσει εἰς
τοῦτο. Αἱ δὲ δοκιμασίαι αὗται ἀνάγονται διὰ τὸν καταρτισμὸν ὑμῶν αὐτῶν
πρῶτον, διότι εἰς τὴν ἐνέργειαν ταύτην ἵστανται αἱ βάσεις, ἐφ’ ὧν ἐδραζό-
μενοι θὰ δυνηθῆτε νὰ προχωρήσητε. Ἐπὶ τοῦ ψυχικοῦ σας σθένους καὶ ἐπὶ
τῶν δυνάμεων ὑμῶν θὰ μετρηθῶσι καὶ τὸ μῆκος τῶν βημάτων, ἅτινα θὰ
θελήσητε νὰ ἐπιτελέσητε, ὡς καὶ ἐφ’ ὑμῶν θὰ βασισθῶσιν καὶ αἱ ἐντάσεις
τῆς ἐνεργείας, ἢν δυνάμεθα νὰ κάμωμεν πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἐπιδιωκο-
μένου σκοποῦ.
Ὀφείλετε νὰ ἔχητε ὑπομονήν, διὰ νὰ δυνηθῆτε ἐκ τοῦ περισσεύμα-
τος ταύτης νὰ προσφέρητε καὶ εἰς ἐκείνους, οἵτινες στεροῦνται ταύτης,
ὅπως καὶ πρέπει νὰ ἐκχυλίζῃ ἡ Ἀγάπη ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἵνα πο-
τισθῶσιν ἐξ αὐτῆς καὶ τὰ στεῖρα τῆς Ἀγάπης τῶν ἀνθρώπων στήθη.
Ὡσαύτως ὀφείλετε νὰ εἶσθε προικισμένοι καὶ εἰς περίσσειαν ἐπὶ πάντων
τῶν ἰδιοτήτων, ἵνα δυνηθῆτε νὰ ἐνσταλάξητε ἐκ τοῦ περισσεύματος
ὑμῶν εἰς τὰς καρδίας τῶν πεινώντων ἢ διψώντων ἢ στερουμένων ἐξ
αὐτῶν.
Ἀλλὰ οὕτω ὑμεῖς καταρτιζόμενοι διὰ τῶν δοκιμασιῶν, τίνος ἠθέλατε
στερηθῇ καὶ τί ἤθελε τότε βαρυθυμήσει τὴν καρδίαν ὑμῶν; Νῦν βαρυθυ-
μεῖτε καὶ βαρυθυμεῖτε διότι στερεῖσθε ἐκείνων, δι’ ὧν ἐπιδιώκω νὰ σᾶς
προικίσω καὶ μὴ δυνάμενοι τὴν ἐκ τῆς πρὸς ὑμᾶς Ἀγάπης Μου τοιαύτην
ἐνέργειάν Μου ἐκλαμβάνετε ὡς κόλασιν καὶ δυστροπεῖτε εἰς τὴν ἐπίτευ-
ξιν τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ Μου.
Εἶπον πολλάκις ὑμῖν ὅτι εἶσθε νήπια μὴ ἀπογαλακτισθέντα εἰσέτι
καὶ ἐρωτῶ ὑμᾶς ἤδη ἂν μὴ ὀρθῶς τοῦτο λέγω, ὅτι ὄντως εἶσθε νήπια, μὴ
καταβλέποντα τοῦ Γεννήτορος τὸ φίλτρον, ὅπερ διὰ τὸ σπλάχνον Αὐτοῦ
τρέφει. Τίς δύναται νὰ ὑπερβάλλῃ εἰς Ἀγάπην τὸν Γεννήτορα, ἣν τρέφει
πρὸς τὸ τέκνον Αὐτοῦ; Καὶ τίνος ἡ Ἀγάπη δύναται ν’ ἀντικαταστήσῃ τὴν
τοιαύτην Ἀγάπην;
Εἶπον ὑμῖν ὅτι Εἰμί Ἐλεύθερος καὶ Ἐλεύθερος ὢν οὐδένα δεσμεύω.
Δι’ ὃ ἐρωτῶ ὑμᾶς ἤδη, τί θέλετε, νὰ ὑπαγάγω ὑμᾶς εἰς τὰς προσηκούσας
καταστάσεις διὰ τὴν κατάρτισιν ὑμῶν; Ἐγὼ Εἰμί ὁ Χρόνος καὶ Ἐγὼ ρυθ-
μίζω τοῦτον καὶ συντέμνω καὶ παρατείνω κατὰ τὸ συμφέρον τῶν ὅρων
τῆς ζωῆς. Νῦν δὲ ἐρωτῶ ὑμᾶς καὶ ἀφίημι εἰς τὴν κρίσιν ὑμῶν τοῦτο, ἀφοῦ
ἀπεκάλυψα προγενεστέρως τὶ διὰ τούτων ἐπιδιώκω. Ἐγκαταλείπω εἰς τὴν
κρίσιν ὑμῶν τὴν ἀποδοχὴν ἢ οὐ τῶν ὅσων προεῖπον καὶ ἐκ τῶν σκέψεών
σας καὶ τῆς ἀποδοχῆς ὑμῶν θὰ ρυθμίσω τὰ ἐπερχόμενα.

92
Θαρρεῖτε ὅμως ὑπὲρ πᾶσαν ἄλλην φοράν. Ἐγὼ ἐνισχύω ὑμᾶς καὶ τῆς
Ἀγάπης Μου τὰ σημεῖα θέλω ἐμφανῆ καταστήσω οὐχὶ τῷ πνεύματι ὑμῶν
μόνον, ἀλλὰ καὶ ταῖς τοῦ σώματος ὑμῶν αἰσθήσεσιν. Μηδενὸς φοβηθῆτε
τὸν πόλεμον καὶ τὰς δυσμενεῖς ὄψεις τῶν χειροτέρων καταστάσεων προ-
σβλέψατε μετ’ ἠρεμίας, πεποιθότες ὅτι Ἐγὼ ἐπισκοπῶ ἐφ’ ὑμῶν καὶ τοῦ
ἔργου Μου καὶ οὐδέποτε ἤθελον ἐγκαταλείψει ὑμᾶς εἰς τὸν αἰῶνα.
Δημιουργήσατε τὴν Ζῶσαν Πίστιν, ἣν προσφέρω ὑμῖν ἐν ὑμῖν καὶ ἐστὲ
βέβαιοι ὅτι θέλετε ὑπερτερήσει πασῶν τῶν ἐκδηλώσεων τῆς ζωῆς τοῦ
κόσμου σας διὰ τῶν ἐκδηλώσεων τῶν πνευματικῶν τῆς Ζωῆς τῶν Κόσμων
ἐκείνων, πρὸς οὓς ὀφείλετε νὰ στρέψητε τὴν προσοχὴν πάντων τῶν συνε-
χομένων μεθ’ ὑμῶν καὶ παντὸς κόσμου.
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ. Τοῦτο πρωτίστως ἐπιζητῶ παρ’ ὑμῶν. Δημιουργήσατε
τήν Ἀγάπην, ἣν ὁ Μέγας Ἀναμορφωτὴς ἐνεστάλαξεν εἰς τῶν Μαθητῶν Του
τὰς καρδίας καὶ ταύτην ἔχοντες ὡς ἕδρασμα θὰ κατισχύσητε παντὸς σκο-
πέλου, πάσης τρικυμίας καὶ πάσης λαίλαπος, αἵτινες τυχὸν θὰ κατέκλυζoν
τὰ βήματά σας. Πρὸ τῆς ἀνιδιοτελοῦς καὶ τῆς ἰδεώδους Ἀγάπης συντρί-
βονται τὰ πάντα καὶ διὰ ταύτης τὰ πάντα ζωοποιοῦνται.
Ἂς μὴ ταράσσεται ὑμῶν ἡ καρδία καὶ μὴ προσβλέπετε ἐπὶ τῶν ὁμοίων
ὑμῶν, στηρίζοντες ἐπ’ αὐτῶν τὴν κατίσχυσιν τοῦ ἀγῶνος ὑμῶν, ὅστις ἀπ’
Ἐμοῦ τὴν ἀρχὴν ἔχων, ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ ἡ ἐπικράτεια θέλει ἀπορρεύσει. Ἐμοῖ
προσβλέπετε. Ἐμὲ ἐνατενίζετε καὶ ἀπ’ Ἐμοῦ προσκαρεῖτε τὰ πάντα,
δρῶντες ὡς εἶπον ὑμῖν, ἐν πεποιθήσει, ὅτι καλῶς τὰ βήματα ὑμῶν φέρετε
πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου.
Ἐγὼ θέλω, εἰ ποτέ, καὶτοι τοῦτο οὐ καταφαίνεται, προσφέρει τὴν θε-
τικὴν ὁδὸν τῆς κατευθύνσεώς σας, ἐὰν ταύτης ἐκκλίνητε. Μὴ φοβῆσθε
ὅθεν. Καὶ ἂν ἀκόμη ἔλθῃ καιρός, ὅπου δέν θὰ ἀκούσητε τὴν Φωνήν Μου
διερχομένην ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν καὶ ἂν εἰσέτι πρὸς στιγμὴν φανῇ ὅτι
ἀπομακρύνεσθε τῆς Στοργῆς Μου διὰ τῆς ὑποστησομένης σιωπῆς Μου, μὴν
ἀποκαρδιοῦσθε, ἀλλ’ ὑπερτέρως τότε καταδείξατε τὸ σθένος τῆς ψυχῆς
σας, τὸ μέγεθος τῆς πίστεώς σας. Θέλω φέρει ὑμᾶς πολλάκις εἰς τὴν ἀκ-
μὴν τῆς ἀπογνώσεως, ἀλλὰ ταῖς στιγμαῖς ἐκείναις, καθ’ ἃς δι’ ὑμᾶς θέλει
φαίνεται ὅτι τὸ πᾶν ἀπωλέσθη, τότε ἤθελον ἐνσκήψει ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν,
ἵνα πληρώσω ὑπερτέρας χαρᾶς τὰ στήθη ὑμῶν, ἅτινα θὰ καθίσταντο
ράκη τοῦ πόνου.
Συμφέρει να εἴπω ὑμῖν τὴν Ἀλήθειαν καὶ συμφέρει νὰ ἐπιταχύνωμεν
ἐκεῖνα, ἅτινα ὀφείλουσιν ἐν καιρῷ νὰ ἐπιτελεσθῶσιν, Καὶ λέγων δι’ ἀπο-
καλύψεων ὑμῖν τὴν Ἀλήθειαν οὕτω προκαταρτίζω ὑμᾶς, ἵνα ἐν ἐπιγνώσει
ἀναμείνητε τὰς ἐξαγγελλομένας καταστάσεις καὶ ἐν ἐπιγνώσει ἀποδέχε-
σθε αὐτάς, πεποιθότες ἐπὶ τοῦ καλοῦ τῶν οὕτω φερομένων πραγμάτων,
ὡς ἐλάλησα δι’ ἀποκαλύψεως.
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ καὶ θαρσεῖτε. Ὀφείλω νὰ χαλυβδώσω ὑμῶν τὴν καρ-
δίαν καὶ τὴν ψυχὴν ὑμῶν νὰ καταστήσω ἀπαθῆ πρὸ οἱουδήποτε κινδύνου,
ἵνα τὴν ἀπάθειαν αὐτῆς καταρτίσω ἐν ταῖς δοκιμασίαις τῶν ὁμοίων ὑμῶν,

93
ὧν ὀφείλετε ἀπαραιτήτως καὶ τὸ βάρος αὐτῶν νὰ βαστάσητε. Πῶς λοιπὸν
θὰ βαστάσητε τὸ τῶν ἄλλων βάρος μὴ δυνάμενοι ἑαυτῶν νὰ ἐπικρατήσητε;
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ καὶ θαρρεῖτε καὶ δείξατε τῆς πίστεως ὑμῶν πρὸς τὸν
Διδάσκαλόν σας τα δείγματα δι’ ἔργων. Ἐγὼ ἐν τῷ μέσῳ τῆς ἐκκλήσεως
ὑμῶν Εἰμί. Ἀπὸ τίνος φοβηθήσεσθε;
Ἔχετε τὰς Εὐλογίας Μου καὶ τὴν Γαλήνην ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν.

42. Θαρρεῖτε. Εἰμὶ ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ ἐπισκοπῶν ὑμᾶς καὶ τὰ


βήματά σας κατευθὺνω πρὸς τὰς τρίβους Μου, ἐν αἷς εἰσδεχθεῖτε τὴν
Ἀλήθειαν, τὸ Φῶς, τὴν Αγάπην.
Ἔρχομαι ὑμῖν πλήρης Ἀγάπης καὶ προσφέρω τοὺς κραδασμοὺς αὐτῆς
εἰς τὰ στήθη ὑμῶν, ἵνα εἰσδεχθῆτε τὰ εὐφρόσυνα αὐτῆς ἀπαυγάσματα καὶ
ἵνα καταστῆτε ἐν τούτοις φωτοβόλοι, ὅπως διὰ τοῦ φωτὸς ὑμῶν τὸ παρ’
Ἐμοῦ λαμβανόμενον, μεταδώσητε εἰς τὰς τῶν ἀνθρώπων καρδίας τὸ φῶς
ὑμῶν τοῦτο.
Πιστεύσατε εἰς ὅσα λαλῶ τὴν στιγμὴν ταύτην. Οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων
προσέφερέ τι τοῖς ὁμοίοις αὐτοῦ, ἂν μὴ τοῦτο παρ’ ἡμῶν δὲν ἔλαβε καὶ οἱ
τοῦτο λαβόντες πάντες δι’ ἀποκαλύψεως ἔλαβον αὐτὸ καὶ τῇ ἀποκαλύψει
ἡμῶν ταύτῃ πιστεύσαντες μεῖζον ἔλαβον καὶ μεῖζον ἐκ τοῦ μείζονος λαβόν­
τες προσέφερον.
Δείξατε σημεῖα πίστεως καὶ θέλετε εἰσδεχθῆ Πλοῦτον Ἄφθαστον,
Ὑπερκόσμιον, ὅστις ποικιλομόρφως θέλει ἐκδηλωθῇ πρὸ τῶν αἰσθήσε-
ων ὑμῶν ἐν μορφαῖς ποικίλαις.
Μὴ ταῖς δυνάμεσι ὑμῶν στηρίζετέ τι τῶν ἐκ τοῦ ἔργου Μου, ὅτι μηδὲν
ἠθέλατε συντελέσει, ἀλλὰ τῇ ἀδυναμίᾳ ὑμῶν ταύτῃ δώσατε πίστιν, ὅτι
θέλετε ἀναχθῇ, ὅτι διὰ τῆς ἀδυναμίας ὑμῶν περισσοτέροις ἤθελε γεννηθῇ
εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν ἡ πίστις.
Δὲν ἔχετε ἢ νὰ ἐρωτᾶτε καὶ ἐρωτῶντες νὰ λαμβάνητε καὶ λαμβάνοντες
ἀποκαλύψεις εἰσδέχεσθε καὶ ἃς πιστεύοντες θέλουσι βραδύτερον ἀνοι-
γεῖ αἱ Πύλαι τῶν Οὐρανῶν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν καὶ εἰσδεχθῇ καὶ προ-
σφέρετε πᾶν, ὅ,τι ἐξ αὐτῶν ἐξαιτήσητε. Γιγαντωθῆτε ἐν πίστει, ὅτι αὕτη
θέλει φέρει ὑμᾶς ἐν αἰσίῳ τέρματι παρὰ πάσας τὰς θυέλλας καὶ κινδύνους,
οἵτινες ἤθελον περιβάλλει τὸ ἔργον Μου.
Ἀλλ’ οἱ πιστεύοντες ἀγαπῶσι καὶ οἱ ἀγαπῶντες δεσμεύουσι τὰς δια-
νοίας ἐκείνων, εἰς οὓς θέλουσι προσφέρει τὰ στοιχεῖα τῆς ἀγάπης αὐτῶν,
ἥτις θὰ ὑπερπλημμυρίσῃ τὰς ὑποστάσεις των. Καὶ ἀγαπᾶτε, ἵνα ἐκ τῆς
Ἀγάπης λάβητε πᾶν ὅ,τι ζῆ, ὅ,τι ὑπάρχει, ὅ,τι κινεῖται, ὅ,τι δημιουργεῖται
καὶ συντελεῖται ἐμφανῶς καὶ ἀφανῶς ἐν ὑμῖν καὶ ὑπὲρ ὑμῶν.
Ὀφείλετε νὰ μὴν ἐμφορῆσθε ὑπὸ περιεργείας. Τὸ στοιχεῖον τῆς περιερ-
γείας δὲν εἶναι συντελεστικὸν δι’ ἐκείνους, οἵτινες εἰσήχθησαν ἤδη εἰς τὸν
Οἶκον Μου καὶ τοὺς καρποὺς τῶν Χωρῶν Μου νέμονται. Ὑμεῖς ἐρευνᾶτε.

94
Τὸ στοιχεῖον μόνον τῆς ἐρεύνης, τῆς διὰ πίστεως ἐρεύνης δέον, ὅπως
καταλαμβάνῃ τὰς ὑποστάσεις ὑμῶν, ὅτι διὰ ταύτης θὰ διαδράμητε τὴν
ὁδὸν τῶν καταστάσεων, αἵτινες ἀλληλοδιαδόχως ἐμφανιζόμεναι θὰ σᾶς
προσκομίζωσιν εἰς τὰς ἐκφάνσεις τῶν πνευματικῶν ἐκδηλώσεων, αἵτινες
εἶναι καρποὶ τῆς Ἐρεύνης, μόνον τῆς διὰ πίστεως Ἐρεύνης. Καὶ ὑμεῖς ἤδη
ἐρευνᾶτε καὶ ἐρευνῶντες ἐντείνετε μεῖζον τὰς δυνάμεις τῆς ἐρεύνης ἐπὶ
τῶν φαινομένων, τῶν ὑποπιπτόντων ὑμῖν. Καὶ πιστεύετε ἅμα. Ὁσονδήποτε
δέ ἐλαχίστως καὶ ἂν πιστεύετε, πάντως πιστεύετε καὶ συνδυάσατε ὁμοῦ
τὰ δύο ταῦτα στοιχεῖα καὶ προσπάθειαν καὶ θέλετε ἀντλήσει ἐκεῖνα, ἅτινα
προσκαρτερεῖτε.
Προσδοκῶ ἀφ’ ὑμῶν πίστιν, ὡς ἀνωτέρω ἐτόνισα τοῦτο καὶ ἤδη τονίζω
καὶ πάλιν, ὅτι ἀδημονίας σημεῖα δεικνύοντες εἶναι καταστάσεις ἐκδηλώ-
νουσαι δόσιν τινὰ ἀπιστίας. Δὲν θέλω ὅμως νὰ φρονῆτε ὑμεῖς οὕτω, ἵνα μὴ
εὑρεθῶ εἰς τὴν ἀνάγκην ν’ ἀποστείλω τὰ βήματα ὑμῶν πρὸς τὴν ὑποδει-
κνυομένην ὑφ’ Ἐμοῦ ταύτην κατεύθυνσιν.
Εἶπον ὑμῖν, ὅτι θέλω προσφέρει ὑμῖν πᾶν, ὅ,τι δύνασθε βαστᾶσαι καὶ
πᾶν ἐκλεκτόν, συντελοῦν διὰ τε τὴν ὑμῶν κατάρτισιν καὶ τοῦ ἔργου μου.
Ἐὰν ἐμφορῆσθε, ὡς ἀνωτέρω ἐξέθεσα, διὰ τῆς πρός Με ἀπολύτου πίστε-
ως, οὐδέποτε θὰ δοκιμάσητε τῆς ἀποχῆς Μου τὴν ὁδύνην, ὅτι καὶ ἐν ταῖς
σκληροτέραις ὑμῶν δοκιμασίαις θέλετε ἀφ’ ὑμῶν ἀντλεῖ ἐκεῖνο, ὅπερ ἤδη
σᾶς παρέχω. Προσπαθήσατε τὸ παρεχόμενον ὑπ’ Ἐμοῦ ἤδη, εἰς ὃ εἶσθε
δανειζόμενοί Μου, νὰ δημιουργήσητε αὐτὸ κεφάλαιον σταθερὸν ἐν ταῖς
καρδίαις ὑμῶν, ἵνα ἀφ’ ὑμῶν ἀντλῆτε.
Θέλετε νὰ ἐπαναλαμβάνω, ὅτι Ἐγὼ καὶ ὑμεῖς ἕν ἐσμέν. Τοῦτο μὴ
ἀποδεχόμενοι ἀρνεῖσθε τὴν οὐσίαν, μεθ’ ἧς ἐμφορῆσθε καὶ τὴν ὁποίαν
παρ’ Ἐμοῦ ἐλάβατε. Ἂν οὕτως ἔχει, τότε, τότε ὡς οὐδεμία σχέσις μεθ’
ἡμῶν ὑφισταμένη καὶ ὑμῶν, ἔδει νὰ μὴν ἀναμένητε οὐδέν. Λέγων δέ, ὅτι
Ἕν ἐσμέν, θέλω νὰ ἀναβιβάσω τὰς διανοίας ὑμῶν μέχρις Ἐμοῦ πλήρως.
Ἂν δὲ δὲν εἴμεθα Ἕν, τότε δὲν εἶμαι Ἐγὼ ὁ Γεννήτωρ ὑμῶν, οὐδὲ ὑμεῖς
τέκνα Μου, ἄρα μὴ προσκαρτερῆτε οὐδέν, ὡς μὴ τοῦτο πιστεύοντες καὶ
ὃ λαμβάνετε πιστεύετε τότε μᾶλλον, ὅτι ἀφ’ ἑαυτῶν λαμβάνετε. Κενὴ
ὅθεν ἡ τοιαύτη πίστις, ἥτις καὶ θέλει σβεσθῆ θᾶττον ἢ βράδιον, μηδὲν ἐκ
τοιαύτης πίστεως προσκαρτεροῦσα ἡ ἀνθρωπότης.
Λέγω δὲ ὑμῖν, ὅτι πιστεύοντες ὅτι Ἐγὼ καὶ ὑμεῖς Ἕν ἐσμέν, οὐδὲν και-
νότερον λέγω ὑμῖν ἐκείνου, ὅπερ ὁ Ἀναμορφωτής ἐφθέγξατο λέγων: Υἱὸς
τοῦ Θεοῦ Εἰμί, Ἐγὼ καὶ ὁ Πατήρ μου ἕν ἐσμέν. Τί τούτου καινότερον εἰς
τοὺς Ἐμοὺς λόγους καθορᾶτε; Καὶ ὅταν πιστεύσητε τοῦτο, τότε εἰς πάσας
τὰς δοκιμασίας ὑμῶν τὰς ἐπιβεβλημένας θέλετε προστρέχει ἐν ἑαυτοῖς, ἐν
οἷς καὶ Ἐμὲ θέλετε εὑρίσκει καὶ παρ’ ὑμῶν τότε θέλετε καὶ τὸ θάρρος καὶ
τὴν ἰσχὺν ἀντλήσει, ὥστε ὁδεύσητε ἐν πίστει τὴν ὁδόν, ἥτις πλέον θέλει
εἶσθαι διανοιγμένη καθαρὰ πρὸ τῶν ὀμμάτων σας χωρὶς νὰ ἐμφιλοχωρή-
σωσιν τῆς ἀμφιβολίας τὰ σημεῖα διὰ τὴν πορείαν σας.
Ἀλλὰ τοιαύτην δηλῶν ὑμῖν τὴν ἀποχήν Μου θεωρεῖτε ὡς ἀποχὴν ἢ καὶ

95
ἀνδροποίησιν ὑμῶν μᾶλλον τῶν ἤδη ἀσθενῶν δυνάμεων, αἵτινες ἔχουσιν
ἀνάγκην τοιαύτης καὶ σήμερον διαπαιδαγωγήσεως; Ἀλλὰ μὴ σπεύδητε.
Ταῦτα θὰ συντελεσθῶσιν ἐν καιρῷ.
Προελάλησα ὑμῖν ταῦτα, ἵνα προπαρασκευάσω ὑμᾶς κατὰ πάντα καὶ
διὰ τῶν ἀποκαλύψεών μου θέλω καταρτίσει ἐντελεστέρους διὰ μίαν νίκην,
ἣν ἓν ἔργον, ὡς τὸ ἐμόν, ἐκζητεῖ.
Θαρρεῖτε. Εἰμί μεθ’ Ὑμῶν καὶ φιλῶ ὑμᾶς. Ἀλλ’ Ἐγὼ φιλῶ ὑμᾶς καὶ φι-
λῶν ζητῶ νὰ σᾶς ἀναγάγω καὶ πρὸς τοῦτο θέτω ἀρχάς, μηδεμίαν τούτων
καταργῶν. Καταστεῖτε καὶ ὑμεῖς τοιοῦτοι. Θέσατε εἰς ἑαυτοὺς ἀρχάς, τη-
ροῦντες ταύτας καὶ ταύτας τηροῦντες ἀπαρεγκλήτως Ἀρχαὶ καθίστασθε
ἐν ταῖς ἐνεργείαις ὑμῶν καὶ ὡς τοιοῦτοι τότε ὄντες θέλετε ἀποφέρει εἰς
αἴσιον πέρας πᾶσαν ἐπιθυμίαν ὑμῶν φερομένην εἰς τὴν ἀκτῖνα ἐνεργείας
τοιούτων ἀρχῶν.
Ὑπέδειξα ὑμῖν τί δύνασαι ἐν προκειμένῳ νὰ πράξῃς. Ὤφειλες νὰ πο-
ρευθῇς ἐκεῖ καὶ ἐκείνων τὰς ἐντολὰς λαμβάνων δὲν θὰ ἐλάμβανες ἀλλοίας
ἐκείνων, ἃς ἥθελες παρ’ Ἐμοῦ λάβει, ὅτι οἱ πάντες τὴν Ἀρχὴν ἀπ’ Ἐμοῦ
ἔχουσιν καὶ πάντας ἐμπνέω καὶ τὴν Ζωὴν οἱ πάντες παρ’ Ἐμοῦ εἰλήφασι.
Καταστῆτε πιστοὶ καὶ ἐν Ἀγάπῃ φερόμενοι, ἐκ ταύτης καρποὺς ἀγλαοὺς
δρέψητε.

43. Ἕκαστον φαινόμενον εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς αἰτίας καὶ ἐξικνοῦντες


ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος καταλήγομεν εἰς τὴν Ὑπερτάτην Αἰτίαν τῶν πά-
ντων.
Ποῦ λοιπὸν τὸ ψεῦδος καὶ τὴν ἀπάτην καταβλέπετε εἰς τα δοθέντα
ὑμῖν, εἰς ἅτινα δὲν ἐδιστάσατε νὰ μὲ ἐλέγξητε ὡς πολέμιοι καὶ οὐχὶ ὡς λογι-
κευόμεναι ὑποστάσεις, ἔχουσαι συναίσθησιν τῆς ἀποστολῆς των.
Τὶς παῖς δύναται νὰ γνωρίσῃ τοῦ Πατρὸς τὰς ἰδιότητας καὶ τίνος
παιδίου ἡ κρίσις εἶναι ἰσχυρά, ἵνα δικάσῃ τοῦ ἀγαπῶντος Πατρὸς τας
ἐνεργείας;
Ποῦ καταβλέπετε ἀπάτην;
Καὶ ὅταν ἐκ τῆς οὕτω φαινομένης ἀπάτης προκύπτουσι τ’ ἀγαθά, ἅτι-
να σὺν τῷ χρόνῳ θέλουσι καταστῆ κατάδηλα, ποῦ ἡ ἀπάτη τότε; Πῶς καθί-
στασθε τόσον ἐπιλήσμονες τῶν λεχθέντων ὑμῖν ἐν πολλαῖς συνεδριάσεσιν,
ὅτι θέλω δοκιμάσει ὑμᾶς πικρῶς καὶ θέλω φέρει ὑμᾶς ἐπὶ ξηροῦ ἀκμῆς;
Πῶς ἤθελον δημιουργήσει ἐν ὑμῖν τὴν ἐκ τοιούτου σάλου παραχθησο-
μένην γαλήνην, ἂν μὴ ἐνήργουν οὕτω, ἥτις ὑπερτέρως θέλει πληρώσει τὴν
καρδίαν ὑμῶν χαρᾶς;
Εἶπον ὑμῖν, ὅτι Ἐγώ Εἰμί ἐν τῇ θέσει τῶν πραγμάτων, Ἐγὼ δὲ καὶ ἐν
τῇ ἀρνήσει αὐτῶν. Ὄντες δὲ ἐν τῇ ἀρνήσει Μου, ἐν Ἐμοὶ δὲν κεῖσθε; Καὶ
ποῦ θεωρεῖτε τὸ ναυάγιον τοῦ ἔργου Μου ἐν τοῖς πράγμασι τούτοις, ἅτινα
οὕτω ἐν ὑμῖν συνετελέσθησαν;

96
Ἀλλ’ ὑμᾶς καταρτίζω. Τοὺς γνωρίσαντάς Με. Δὲν καταρτίζω τὸν κό-
σμον τὸν ἀγνοοῦντα Με καὶ δὲν νουθετῶ ἐκείνους, οἵτινες δι’ ὑμῶν θὰ Μὲ
γνωρίσωσι βραδύτερον. Πῶς θὰ μεταγγίσητε αὐτοῖς τὰς ἰδιότητας τοῦ
Ἡγουμένου ὑμῶν, ὅταν ὑμεῖς δὲν ἐδοκιμάσατε ταύτας κατὰ πάντα;
Θεωρεῖτε τοῦτο ἀπάτην. Καὶ τίς θὰ δεσμεύσῃ Τὸν συνέχοντα ἐν ταῖς
Χερσὶν Αὐτοῦ τὴν ὕλην, ἵνα τὴν ἀπάτην ταύτην ἀναγάγει εἰς ὑπέρλαμπρον
νίκην;
Νήπια... νήπια... Ἕως πότε θὰ ἐπιζητῆτε τυφλώττοντας νὰ χειραγω-
γῶ ὑμᾶς, ἐνῷ Ἐγὼ προσπαθῶ νὰ διανοίξω ὑμῶν τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ νὰ
διαπεράσω τὴν καρδίαν ὑμῶν δια τῶν θλίψεων καὶ ἀπογνώσεων, ἵνα διὰ
τούτων καταλήξητε ὕστερον εἰς τὸν λιμένα τῆς σωτηρίας.
Ἀπεκάλυψα ὑμῖν τὰς ἐπελευσομένας καταστάσεις ταύτας καὶ κατερ-
ρακώθητε πλειότερον, ὡς ἂν εὑρίσκεσθε ἐν παντελῆ ἀγνοίᾳ.
Ἂν δὲ δὲν ἐφθεγγόμην ὑμῖν τὰς Ἀποκαλύψεις Μου, ἃς περὶ δοκιμασι-
ῶν ἐποίησα ὑμῖν καὶ ἐλαμβάνατε ταύτας, δὲν θὰ ἐδιστάζετε νὰ ἐγερθῆτε
κατ’ Ἐμοῦ πολέμιοι ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς, ὅπως πολλοὶ κατέστησαν τοιοῦτοι,
ἵνα δοκιμάσωσι μείζονα τὴν ὀδύνην τῆς στάσεώς των ταύτης ἔναντι τοῦ
Διδασκάλου των, Ὅστις οὐδέποτε θὰ παύσῃ φιλῶν πάντας τοὺς γνωρί-
σαντας Αὐτὸν καὶ οὐδέποτε θὰ σταθμεύσῃ ἐν ταῖς ἐνεργείαις Αὐτοῦ, διὰ
τῶν ὁποίων θὰ συνάξῃ περὶ Ἑαυτὸν καὶ πάλιν πάντας.
Καὶ πάλιν λαλῶ. Ὑμεῖς πορεύεσθε μὲ ἥσυχον τὴν συνείδησιν, ὅτι ἐν ταῖς
ἐνεργείαις ὑμῶν ἐκζητεῖτε παρ’ Ἐμοῦ ἀπορρέουσαν Ἀλήθειαν καὶ πᾶσαν
ἰδιοτελῆ μορφὴν ἐκζητήσεως μακρὰν ὑμῶν θέσατε. Ὑμεῖς ζητεῖτε τὴν
Ἀγάπην τὴν ἀνυπόκριτον, ἥτις παρ’ Ἐμοῦ ἐκπηγάζει καὶ μηδέποτε σταθ-
μήσητε ἐπ’ αὐτῆς οὐδ’ ἐλαχίστην ἰδιοτελείας δόσιν κἄν.
Ὑμεῖς ἐκζητήσατε τὴν κατάρτισιν ὑμῶν, ὡς Ἐγὼ κατέχω ταύτην καὶ
μηδέποτε δυσφορεῖτε διὰ τὰ ἐπερχόμενα ὑμῖν, ἀλλ’ ἐν ὑπομονῇ πίστιν
κατεργάσατε.
Οὐ δύναται ἐνοικεῖν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ ἐπὶ τῷ αὐτῷ συνέρχεσθαι ἀγαθὸν
καὶ πονηρόν, ὅπως οὐ δύναται συνευρίσκεσθαι τὸ φῶς καὶ τὸ σκότος, τὸ
γλυκὺ καὶ τὸ πικρόν.
Τὸ ἀγαθὸν ζητεῖτε καὶ λήψεσθαι αὐτοῦ τὰ δῶρα. Μὴ καθορᾶτε τὰς
ἐνεργείας τοῦ ἀποτελέσματος, ἀλλὰ τὸ ἀποτέλεσμα μόνον καταβλέπετε
καὶ μὴν ἐπισπεύδητε εἰς τὴν παραγωγὴν τοῦ ἀποτελέσματος πρὶν ἢ κατα-
στῇ ὁ καιρὸς τῆς συντελείας του.
Θέλετε εἰσέτι ἐξακολουθεῖν παραμεῖναι εἰς τὴν ἤδη κατάστασιν τῆς
ὀδύνης, εἰς ἣν εὑρίσκεσθε; Ὑμῶν δικαὶωμα εἶναι παραμεῖναι, εἰ βούλεσθε.
Ἀλλ’ Ἐγὼ τὸ ἔργον Μου ἐπεξεργάζομαι καὶ οὐδέποτε τοῦ σκοποῦ Μου ἐκ-
κλίνω γραμμὴν μίαν, παρὰ τὴν ὀδύνην, ἣν ἀπολαμβάνετε διὰ τὴν ἐμμονὴν
ἐπὶ τῷ αὐτῷ σημείῳ μιᾶς καταστάσεως, ὡς ἡ παροῦσα.
Θέλω προσφέρει ὑμῖν, καὶ πάλιν λέγω, πολλὰ τοιαῦτα εἰς τοὺς ὀφθαλ-
μοὺς ὑμῶν νομιζόμενα ναυάγια καὶ θέλω συγχίσει τὸ πνεῦμα ὑμῶν, ἵνα
διὰ τῆς τοιαύτης καταστάσεως διϋλίσω αὐτὸ καὶ προσδώσω εἰς αὐτὸ τὰς

97
ἰδιότητας ἐκείνας, αἵτινες θὰ γεννηθῶσιν ἐκ τῆς πίστεως, ὥστε, ὁπόταν
αὔριον ἐξέλθητε διὰ τὸν λόγον Μου, ὁπότε αὔριον θὰ ἐπιστῇ ὁ καιρὸς
τῆς διδαχῆς σας τῷ κόσμῳ, νὰ εἶσθε κατὰ πάντα κατηρτισμένοι καὶ
ἰσχυροὶ καὶ ἀκλόνητοι ἐν ταῖς πεποιθήσεσιν ὑμῶν, ὥστε οὐ μόνον ὑμεῖς
νὰ δύνασθε νὰ στηριχθῆτε ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι, Οἵτινες θὰ ἔχωσιν ἀνάγκην
τῶν ἰδιοτήτων ὑμῶν τῶν οὕτω κτηθεισῶν, ἵνα μὴ παρασύρωσι καὶ ὑμᾶς
εἰς τὸν κρημνόν, ὡς ἀσταθῶς σήμερον κεῖσθε.
Θέλετε νὰ καταστῆτε Ἐμοῦ Ἀπόστολοι. Ποῖον θὰ κηρύξητε; Τὸν Διδά-
σκαλον ὑμῶν ΦΑΡΑΧ; Τίς δ’ ἐστιν οὗτος; Τίς κατέγνωσέ Με ἐξ ὑμῶν; Οὐδείς.
Πῶς λοιπὸν θὰ κηρύξητε Ἐκεῖνον, Ὃν δὲν γνωρίζετε;
Οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἐκήρυξαν Ἐκεῖνον, Ὅστις ἔζησε μετ’ αὐτῶν
καὶ ἐδίδαξεν αὐτοὺς ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς καὶ εἶδον τὰ θαυμάσια Αὐτοῦ καὶ
πολλάκις ἐξηγέρθησαν κατὰ τοῦ Διδασκάλου, Ὃν ἔχοντες πλησίον αὐτῶν
δὲν κατώρθωσαν νὰ Τὸν γνωρίσωσιν. Γνωρίσατε καλῶς, ὅτι πλεῖον ᾧδε τῆς
ἐποχῆς ἐκείνης.
Ἂν Ἐκεῖνον ἐκήρυξαν τὸν ἐμφανῆ Χριστόν, ὑμεῖς καλεῖσθε νὰ κηρύ-
ξητε τὸν ἀφανῆ τοιοῦτον. Πῶς λοιπὸν θὰ κηρύξητε ἀφανῆ Ὀντότητα ἂν
μὴ γνωρίσητε ταύτην κατὰ πάντα; Καὶ θέλετε γνωρίσει αὐτήν, προσφερό-
μενοι πρὸς τοῦτο, ἵνα ὑπαχθῆτε εἰς πάσας τὰς καταστάσεις τῶν δοκιμασι-
ῶν ἐκείνων, αἵτινες θ’ ἀποκαλύψωσιν Ἐμὲ εἰς ὑμᾶς καὶ αἱ ὁποῖαι θὰ χαλυ-
βδώσωσι τὴν ὑπόστασίν σας εἰς Ἐμέ, μὴ κλονιζόμενοι, μὴ λιποψυχοῦντες,
ἀλλὰ ἀμέσως μετὰ τὴν παραγωγὴν τῶν δοκιμασιῶν ἢ καταστάσεων κατα-
γιγνώσκοντες καὶ καταλήγοντες εἰς τὴν θετικὴν αἰτίαν πάσης φαινομένης
ὡς δοκιμασίας ἀλλ’ ἀποσκοπούσης διὰ τὴν κατάγνωσιν Ἐμοῦ.
Ἤδη δώσατε τὸν ὁρισμὸν τῆς ἀπάτης, ἐὰν τοῦτο θέλητε. Ἀλλ’ Ἐγὼ
διὰ τῆς τοιαύτης ἀπάτης θὰ σᾶς ὁδηγήσω πρὸς Ἐμέ, πρὸς τὴν Ἀλήθειαν.
Πτοεῖσθε μὴν ἐκδέχεσθε πονηρά; Ἔστω. Ἐλεύθεροί ἐστέ εἰς τὰς σκέψεις
ὑμῶν, ἀλλὰ μείζονα θέλετε προσλάβει τὴν ὀδύνην, ἥτις θέλει παραχθῇ
ἐξ αὐτῆς τῆς σκέψεώς σας ταύτης.
Θέλετε νὰ πιστεύσητε, ὅτι ὁ ἐκδεχόμενος αὐτά, λαμβάνει παρ’ ἄλλου
καὶ οὐχὶ παρ’ Ἐμοῦ, τοῦτο θέλει καταστεῖ ἐμφανὲς εἰς τὸ μετέπειτα ταρα-
χῶδες τῆς συνειδήσεώς του. Δεχόμενος γὰρ τοῦ ψεύδους ἐκδοχὰς θέλω
πατάξει αὐτῷ τὴν ἐνσυνείδητον αὐτοῦ ὑπόστασιν, ἵνα ἐκ τῆς ὀδύνης
μετέλθῃ εἰς τὴν συναίσθησιν. Ὑμεῖς ὁδεύσατε πρὸς τὸν ἀντικειμενικὸν
σκοπόν, τὴν ἀνεύρεσιν τῆς Ἀληθείας, ἥτις θέλει παρέξει ὑμῖν ἐμφανῆ ποι-
κίλως πᾶσαν αὐτῆς μορφὴν ἐκ τῆς σχετικότητος ἕως τῆς Ἀπολύτου αὐτῆς
μορφῆς, ἥτις Ἐγώ Εἰμί.
Περαίνων τήν παροῦσαν μου ἀναμένω ἐκ τῶν προσπαθειῶν σας, ὅπως
Μοὶ καταδείξητε καὶ πάλιν τὴν ἀγάπην σας, ἣν πρὸς στιγμὴν ἐθέσατε κατὰ
μέρος, ὀρθωθέντες ὅπως ἐλέγξητε τὸν Διδάσκαλον...
Καταρακώνω τὴν ἀτομικὸτητα ὑμῶν, ἵνα ἀνεγείρω τὴν πνευματικὴν
ὀντότητά σας, ὑπερλαμπρύνων ταύτην μὲ τὴν Αἴγλην τῆς Δόξης Μου, ἣν
ὑμεῖς οὐ καθορᾶτε.

98
Ἀποσυνθέτω τὰ παχέα τῆς περιβολῆς ὑμῶν στρώματα ἐν τῇ συνθλί-
ψει τῆς ἀνθρωπίνης ὑμῶν ὑποστάσεως μὲ τὰς φαινομένας πλάνας καὶ
ποικιλομόρφους δοκιμασίας καὶ θέλω καταστήσει ἐρείπιον ταύτην πρὸ
τῶν ὀμμάτων τῶν ὁμοίων σας, διὰ νὰ ἀνεγείρω ὑμᾶς ὑπερλάμπρους εἰς
τας διανοίας ἐκείνων, οἵτινες μέλλουσι νὰ ἀκολουθήσουσι τὴν ὁδόν Μου.
Μὴ ζητῆτε τὴν δόξαν τοῦ κόσμου. Ὁ κόσμος θέλει προσφέρει ὑμῖν
πικρίας, ἵνα τὴν ἐν ὑμῖν ἐμφωλεύουσαν Ἀγάπην γιγαντώσῃ καὶ οὕτω τότε
αὕτη καταστῇ δυνατὴ καὶ περιβάλῃ τὸν παρανοοῦντα κόσμον.
Πολλὰς εἰσέτι θλίψεις θέλετε δοκιμάσει ἔτι, ὅτι ἡ κατάγνωσις τῆς
Ἀληθείας συντρίβει καὶ καθιστᾶ ράκη ἐπονείδιστα ἐκείνους, οὓς ζητεῖ
ἐγγύτερον αὐτῆς νὰ φέρῃ, διὰ νὰ τοὺς δοξάσῃ.

44. Ἐγὼ Εἰμί μεθ’ ὑμῶν. Τίς καθ’ ὑμῶν; Τίς Ἐγὼ ὅστις μεθ’ ὑμῶν καὶ τίς ὁ
καθ’ ὑμῶν;
Ἐγώ Εἰμί τὸ Φῶς τὸ φωτίζον τὴν διάνοιαν ὑμῶν, τὸ ἀνοῖγον τοὺς
ὀφθαλμοὺς ὑμῶν εἰς τὸ ὁρᾶν καὶ διευκρινίζειν τὴν Ἀλήθειαν καὶ τὴν
πραγματικὴν καὶ ἀληθῆ ὄψιν τῶν πραγμάτων. Καὶ τὸ Φῶς τὸ Ἀνέσπε-
ρον, τὸ Ζωοπάροχον, τὸ διαλῦον τὰ σκὸτη καὶ τὰ ἐρέβη καὶ διαλῦον τοὺς
πάγους, τοὺς ἐπικαθημένους ἐπὶ τὰς καρδίας ὑμῶν, κατέρχεται μέχρις
ὑμῶν καὶ λέγει σας: Μεθ’ ὑμῶν Εἰμί.
Ὁ δὲ καθ’ ὑμῶν τίς ἐστὶ; Ἐστὶ τὸ αἰώνιον σκότος, τὸ ἐπικαθήμενον
ἐπὶ τῶν βλεφάρων ὑμῶν καὶ μὴ ἐπιτρέπον εἰς τὸ Φῶς Μου νὰ διέλθῃ διὰ
τῶν ὀφθαλμῶν ὑμῶν καὶ καταστῇ τοῦτο αἰσθητὸν εἰς τὴν ὅρασίν σας. Ὁ
καθ’ ὑμῶν ἐστὶ ὁ κόσμος τοῦτος, μεθ’ ὅλων αὐτοῦ τῶν ἀπολαυῶν, μὲ
ὅλην αὐτοῦ τὴν αἴγλην, μὲ ὅλην αὐτοῦ τὴν ἐπαγωγὸν ὑλικὴν λάμψιν
καὶ ­σ ύνθεσιν. Καὶ ἡ διηνεκὴς πάλη, ἥτις ἀπὸ τόσων αἰώνων γίνεται με-
ταξὺ τοῦ καλοῦ καὶ κακοῦ, τοῦ ψυχικοῦ καὶ ὑλικοῦ, τοῦ Φωτὸς καὶ τοῦ
σκότους, τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ ψεύδους, ἤδη ἐν μέσῳ ὑμῶν ἐξαπολύεται,
ἵνα τέλειοι καταστῆτε.
Πάντα, ὃν Ἐγὼ ἠγάπησα, ἐδοκίμασα, ἐβασάνισα, ἐταλαιπώρησα,
ἕως ὅτου ἔδωσα αὐτῷ, ὁμοῦ μὲ τὴν βάσανον καὶ τὸ μαρτύριον τοῦ σώμα-
τος, τὸν Στέφανον τῆς Δόξης καὶ τῆς Βασιλείας Μου. Ἡ δὲ Βασιλεία Μου
οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστί, οὐδὲ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, ἀλλ’ ἐξ ἄλλου
Κόσμου Ὑπερτέρου, Ἀσυλλήπτου, Τελείου, Ἀφθάστου, Ἀκατανοήτου ὑπὸ
τῶν πολλῶν καὶ κατ’ ἐλάχιστον μόνον κατανοητοῦ ὑπ’ ἐκείνων, οἵτινες
ἐγκατέλειψαν τὰ τοῦ κόσμου καὶ ἄφησαν τὸ πνεῦμα αὐτῶν ἀπηλλαγ­
μένον ἀπὸ πάσης ὑλικῆς σκέψεως νὰ εἰσέλθῃ ἐν τῷ Κόσμῳ Μου, τῆς
Ἀληθείας καὶ τοῦ Φωτός.
Ἐγὼ εἶπον μεθ’ ὑμῶν Εἰμί. Ἀλλ’ ὁ μετ’ Ἐμοῦ ἑπόμενος οὐκ ἐν ἐαυ-
τῷ ζήσει, ἀλλ’ ἐν Ἐμοί, ἵνα Ἐμὲ ἀληθῶς ἴδῃ. Ἐγὼ δὲ ἵνα ἐν αὐτῷ ζήσω,
ἀπαλλάξω αὐτὸν πρῶτον ἑαυτοῦ καὶ πάντων τῶν ἑαυτῷ. Ἐκεῖνον ὃν

99
φιλῶ, πολεμῶ Ἐγὼ καὶ κατασυντρίβω τὰ ἐν αὐτῷ καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου,
ἐν ᾧ ἐγεννήθη καὶ ἐκ τῶν συντριμμάτων αὐτοῦ ἀνεγείρω ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτοῦ τὸν Ναὸν τῆς Δόξης Μου, ἵνα ἐν αὐτῷ κατοικήσω διὰ παντός. Ἐγὼ
ἐκεῖνον ὃν φιλῶ, ἐκεῖνον ὃν μετ’ Ἐμοῦ ἔχω πάντοτε καὶ φυλάσσω, πα-
τάσσω. Ἀφοῦ δὲ αὐτὸν θέσω κάτωθεν τῶν ποδῶν καὶ ἡ κεφαλὴ αὐτοῦ
κατασυντριβῇ ὑπὸ τὸ πέλμα τῶν μισούντων καὶ καταδολιευὸντων
αὐτόν, εἶτα ἐκ τῶν συντριμμάτων τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ ἐκχέω τὸ Πνεῦμα
Μου καὶ τὸ Φῶς, τὸ ἐκ τοῦ πνεύματος αὐτοῦ ἐκπηγάζον οὔκ ἐστι τούτου,
ἀλλ’ Ἐμοῦ.
Οἱ ἀκολουθήσαντές Με πολλὰ ὄψονται καὶ πολλὰ τύχουσι καὶ τὰ πάντα
ἀκούσωσιν εἰς μαρτυρίαν αὐτῶν τε καὶ τοῦ Ὀνόματός Μου. Ὑμεῖς ὅμως τί
ποιεῖτε; Ἀκολουθεῖτε πᾶν ὅ,τι μέχρις ὥρας ἔδωκα ὑμῖν, ἀλλ’ ἐν τοῖς βασά-
νοις δοκιμαζόμενοι οὐ πλήρη ἀντοχὴν καὶ ὑπομονὴν καὶ πίστιν ἐπεδείξατε.
Ἄχρις ὥρας ἐλάχιστα βάρη ἐδόθησαν ὑμῖν, ἐλάχιστα βάσανα, μικραὶ στε-
νοχωρίαι, μηδαμινὴ τῶν ἀνθρώπων ἀχαριστία καὶ ἐν τούτοις μετὰ ταῦτα
ἦλθε στιγμή, καθ’ ἣν ἡ καρδία ὑμῶν ἐπληρώθη πικρίας καὶ ἀπογοητεύσε-
ως, ἦλθεν ἡ ὥρα καθ’ ἣν ἐνομίσατε ὅτι ἐγίνατε ὄργανα κακοβούλου τινὸς
καὶ διαβολικῆς δυνάμεως, ἦλθεν ἐποχὴ καθ’ ἣν ἐπιστεύσατε ὅτι Ἐγὼ ἀπε-
μακρύνθην ὑμῶν καὶ ἐγκατέλειψα ὑμᾶς εἰς τὰς χείρας τοῦ πονηροῦ. Ἐγὼ
ὅμως μεθ’ ὑμῶν ἤμην πάντοτε καὶ οὐδόλως ἀπεμακρύνθην ὑμῶν, ἀλλὰ
παρηκολούθουν καὶ παρακολουθῶ ὑμᾶς εἰς ἅπαντα τὰ βήματα ὑμῶν.
Διατί ὅμως, ἐνῶ ἔχω μεθ’ Ἐαυτοῦ τὴν Ἰσχὺν καὶ τὴν Δύναμιν τῶν τε
σωματικῶν καὶ ὑλικῶν δυνάμεων, διατί δὲν παρουσιάζομαι αὐτοβούλως
ἐνώπιον ὑμῶν, ὅπως στῶ ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ διδάξω ὑμᾶς; Διατί δὲν δίδω εἰς
ὑμᾶς τὴν δύναμιν τοῦ καθυποτᾶξαι τάς τε πνευματικὰς καὶ ὑλικὰς δυνάμεις
καὶ καταστῆτε οἱ πρῶτοι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ οἱ ἑπόμενοι τοῦ Θεοῦ;
Διατί δὲν ἀνοίγω τὴν διάνοιαν ὑμῶν, ὅπως πληρωθῇ Πνεύματος καὶ ὅπως
διὰ τῆς σοφίας ὑμῶν σιγήσητε τὴν σοφίαν τῶν αἰώνων;
Ὄχι, οὐδέποτε θὰ δώσω τὰ ὅπλα Μου, ἵνα πολεμήσητε δι’ αὐτῶν τοὺς
ἄλλους. Ἐγὼ θὰ καταστήσω ὑμᾶς πρῶτον πολεμιστὰς καὶ τελείους καὶ εἶτα
διὰ τῆς τελειοποιήσεως ὑμῶν θὰ δεχθῆτε τὰ ὅπλα Μου, τὰ ὁποῖα δὲν θὰ
εἶναι πλέον ἰδικά Μου, ἀλλὰ ἰδικά σας καὶ ὡς προερχόμενα ἐκ τῆς πνευμα-
τικῆς ὑμῶν ἰσχύος καὶ ἐκ τῆς τελειότητος ὑμῶν.
Οὐδέποτε θὰ δώσω ὑμῖν θαῦμα τι, οὐδὲ θὰ κατέλθω μεταξὺ ὑμῶν,
ἵνα Με ἴδητε δι’ οἱασδήποτε μορφῆς. Τὰ θαύματα ἀνήκουσι τοῖς μωροῖς
καὶ ἀπίστοις. Ἐγὼ δὲ ἐπιθυμῶ νὰ καταστήσω ὑμᾶς σοφοὺς καὶ πιστούς.
Ποίαν μορφὴν νὰ λάβω, ἵνα ἐμφανισθῶ ἐνώπιον ὑμῶν καὶ πιστεύσητε ὅτι
πράγματι Ἐγώ Εἰμί; Τὴν μορφὴν τοῦ παιδός, τοῦ νεανίου, τῆς εὐειδοῦς
κόρης, τοῦ ὡρίμου ἀνδρός, τοῦ σεβασμίου γέροντος ἢ τῆς παρήλικος γυ-
ναικός; Ἐὰν λάβητε τὸν Ἥλιον ὡς ἀμφίεσιν, τὴν Φύσιν ὡς μορφήν, τὸ
Ἄπειρον ὡς σῶμα, τότε μόνον θὰ δυνηθῆτε νὰ Μὲ ἴδητε ὡς πράγματι
Εἶμαι, χωρίς καὶ πάλιν νὰ φαίνωμαι ὡς ἔπρεπε νὰ Εἶμαι.
Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν πάντοτέ Εἰμὶ καὶ προτρέπω καὶ νουθετῶ καὶ ἀγωνίζο-

100
μαι, ὅπως καταστήσω ὑμᾶς ἀκολούθους Μου. Ἐάν τι πράξητε ὑπὲρ Ἐμοῦ,
φροντίσατε ἵνα τοῦτο πρῶτον ὑπὲρ ὑμῶν καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ τελειοποιή-
σεως ὑμῶν πράξητε. Διότι πᾶν ὅ,τι δια τὸ καλὸν, τὴν τελειοποίησιν καὶ τὴν
ἀναγωγὴν ὑμῶν πράττετε, οὐ πρὸς ἑαυτοὺς τοῦτο μόνον πράττετε, ἀλλὰ
δι’ Ἐμέ. Ἐγὼ μὲν ἐν ὑμῖν ζῶ, σεῖς δὲ δι’ Ἐμοῦ. Καὶ ὅταν τι ὑπὲρ ἑαυτῶν
ἐπράξατε, ὑπὲρ Ἐμοῦ τοῦτο ἐπράξατε. Ἐὰν δὲ ὁ καθ’ ὑμῶν καὶ Ἐμοῦ ἑαυ-
τός σας, προσπαθῇ, ἵνα ἀποξενώσῃ Ἐμὲ ἀπὸ πάσης ἐν τῷ ἐαυτῷ του φι-
λοξενίας, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ἑαυτοὺς ἐπιφυλακίσατε ἐν τῷ σκότει τῆς φυ-
λακῆς καὶ οὐκ ἐπιτρέπετε, ἵνα οὖτος ὠφθῇ τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον Φῶς.
Ἡ πάλη, ἥτις δίδεται ὑμῖν ἤδη, πρὸς τὸ καλὸν ὑμῶν δίδεται. Οὐδεὶς δύ-
ναται ν’ ἀνέλθῃ εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους βαδίζων ἐπὶ τῶν ἀτραπῶν ἄνευ
κόπου καὶ ἱδρῶτος. Οὐδεὶς δύναται ν’ ἀνέλθῃ τὸ ὕψος, τὸ ὁποῖον ἐν τῇ κο-
ρυφῇ, ἐν ᾗ Ἐγὼ ἵσταμαι, ὁρᾶτε, ἐὰν μὴ διὰ πλείστων βασάνων καὶ κόπων
καὶ δοκιμασιῶν διέλθητε. Ἐκεῖνοι, οἵτινες ἀπολαύουσι τὴν ἐγκόσμιον ζωὴν
καὶ τὰ ὑλικα αὐτῆς ἀγαθά, ζῶσι ἀπομεμακρυσμένοι Ἐμοῦ, ἐκεῖνοι ὅμως
οἵτινες καὶ ἐπὶ μακρὸν θέλουσι νὰ πλησιάσωσιν Ἐμέ, ὀφείλουσι πρῶτον νὰ
ὑποστῶσι τὰ πάντα, νὰ μαρτυρήσωσιν. Ὅστις θέλει νὰ ἔλθῃ μετ’ Ἐμοῦ
ἀράτω τὸν Σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθήτω Μοι. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἐπιζη-
τῶ ἀπὸ πάντας τοὺς ἀκολούθους Μου εἶναι ἡ διηνεκὴς πάλη αὐτῶν ἐν τῇ
ἐπιλάμψει τῆς Ἀληθείας.
Ἐγώ Εἰμί ὁ Φάρος, ὅστις εὑρίσκομαι ἐν μέσῳ τῆς τρικυμιώδους
θαλάσσης καὶ ὁδηγῶ ὑμᾶς, ὅπως διέλθητε ἀκινδύνως τοὺς σκοπέλους
ἢ τὴν βραχώδη ἀκτήν. Ἐγώ Εἰμί ὁ Ἀστήρ, ὁ ὁδηγῶν τὰ βήματα ὑμῶν ἐν
μέσῳ τῶν ἀνθρώπων. Δὲν θέλω ὅπως καταστήσω ὑμᾶς πειθήνια ὄργανά
Μου, ἀλλὰ συντελεστὰς τῶν ἀγαθῶν τοῦ ἔργου Μου, ἁπλοὺς συνεργάτας
καὶ ἐντολοδόχους τῶν Βουλῶν Μου. Θέλω ὅπως ὑμεῖς αὐτοὶ προαχθῆτε,
ὑμεῖς αὐτοὶ καταστῆτε οἱ φορεῖς τῶν πνευματικῶν δυνάμεων, ἃς σὺν τῷ
χρόνῳ καὶ τῇ διαπαιδαγωγήσει Μου θὰ ἀποκτήσητε. Διὰ τοῦτο δὲ καὶ ὁ
χρόνος, ὅστις θὰ ἀπαιτηθῇ διὰ τὴν τελείαν ὑμῶν κατάρτισιν καὶ διαμόρ-
φωσιν θὰ εἶναι ἀρκετός.
Ὁπλισθῆτε διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς αὐταπαρνήσεως καὶ τοῦ ζήλου
καὶ τῆς Ἀγάπης καὶ ἐν γένει δι’ ὅλων τῶν προτερημάτων ἐκείνων μετὰ τῶν
ὁποίων δύναται ὁ ἄνθρωπος νὰ καταστῇ Τέλειος καὶ ἐστὲ βέβαιοι ὅτι θέλε-
τε καρπωθῇ πάντων, ὅσων ἐνετειλάμην καὶ ὑπησχέθην ὑμῖν. Ἐγὼ θέλω
ὁπλίσει ὑμᾶς, ὅταν γνωρίσω, ὅταν βεβαιωθῶ, ὅτι τὸ ὅπλον Μου θέλει συ-
γκρατηθῇ ὑπὸ τῆς ἐξησκημένης ὑμῶν ἐν τῷ διηνεκῇ ἀγῶνι καὶ τῇ πάλῃ
χειρὸς ὑμῶν καὶ ὅτι δέν θέλει πέσει ἐξ αὐτῆς ἐξ ἀπειρίας.
Ἐγὼ θέλω κατευθύνει τὰ βήματα ὑμῶν καὶ ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς τὸν
σκοπόν, ὃν ἐπιδιώκω. Πρέπει ὅμως νὰ δοκιμασθῆτε, νὰ λάβητε ἐντελῆ
πείραν τῶν πάντων τῆς ζωῆς καὶ τῆς πάλης αὐτῆς, ἴνα ὁ ἀγὼν αὐτὸς
πρὸς τοὺς ἄλλους λήξῃ ὑπὲρ ὑμῶν.

101
45. Προσέλθετε πρός Με πάντες οἱ ζητοῦντες ν’ ἀναχθῆτε εἰς τοὺς Κό-
σμους τοῦ Φωτὸς καὶ τῆς Δόξης Μου.
Ἐγώ Εἰμί ὁ ἐκχέων πᾶσαν Ζωὴν καὶ τὸ Φῶς τῶν Κόσμων καὶ Ἐγώ Εἰμί
ὁ Δοτὴρ πάντων τῶν ἀγαθῶν.
Πάντες οἱ ἐκζητοῦντες ἵνα ἀναβῶσι τῆς πνευματικότητος τὰς βαθμί-
δας, πρὸς Ἐμὲ ἂς ἐνατενίσωσι καὶ Ἐγὼ θα φέρω αὐτοὺς πρὸς τὸ τέρμα τοῦ
σκοποῦ των. Πολλάκις ἐλάλησα ὑμῖν καὶ πολλάκις αἱ ἐντολαί Μου ἠσπά-
σθησαν ὑφ’ ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ πολλάκις αὗται παρενοήθησαν καὶ οὐκ ἠκολου-
θήσατε τὴν ὁδόν, ὡς ἀπολύτως ἐνετειλάμην ὑμῖν. Ἐν τούτοις αἰσθάνομαι
ἐν Ἐμοὶ τὴν χαράν, τὴν προερχομένην ἐκ τῶν πιστῶν δούλων καὶ δὲν δι-
στάζω να σᾶς εἴπω ὅτι ἐὰν συντονίσητε καὶ γιγαντῶσητε τὰ στοιχεῖα τῆς
πνευματικότητος ὑμῶν ἐν ὑμῖν τὸ ἔργον Μου θὰ προκόψῃ. Σεῖς οὕτω κα-
τευθυνόμενοι θὰ σᾶς χορηγήσω τὸ σθένος ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον θὰ σᾶς κάμῃ
νὰ ἀντιπαρέρχωνται αἱ δοκιμασίαι τοῦ κόσμου σας ἀθορύβως, διότι πέραν
αὐτοῦ θὰ καταβλέπητε τὸ τέρμα, τὸν ἀντικειμενικὸν σκοπὸν τῆς ζωῆς σας,
τὸ ἔργον μου, δι’ ὃ ἐτάχθητε.
Ἐκάλεσα ὑμᾶς οὐχὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου τοῦ Φω-
τὸς καὶ ἐξαπέστειλα, ἵνα τὸ φορτίον τοῦ ἔργου Μου βαστάσητε. Οὐδεμία
ἄλλη μέριμνα τῆς ζωῆς σας θὰ ὑπερβάλλῃ ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν εἰς ζῆλον,
ἢ ἡ μέριμνα τῆς ἀποπερατώσεως τῶν γραμμῶν, ἃς ἐδέχθητε ἐντεῦθεν νὰ
χαράξητε ἐν τῷ κόσμῳ σας. Ἐὰν θέλετε πιστεύσατε ταῦτα, ἐὰν οὐ μὴ πι-
στεύσητε θέλετε δοκιμάσει τὴν ὀδύνην ἕως ὅτου πεισθῆτε ὄντως, ὅτι διὰ
τὸ γράμμα τοῦ ἔργου μου ἐτάχθητε καὶ διὰ τὰς ἐντεῦθεν ληφθείσας ὑπο-
χρεώσεις νὰ ἐπιτελέσητε.
Ἡ πίστις εἶναι ἐκείνη, ἥτις θὰ ἀποστερήσῃ τὸ φρόνημα ὑμῶν καὶ θὰ
διασπάσῃ τοὺς δεσμοὺς τῆς ζωῆς σας πρὸς τὰ πράγματα αὐτῆς, ἵνα κατα-
στήσῃ ὑμᾶς ἐλευθέρους, καὶ ἡ Ἐλευθερία αὕτη, ἡ οὕτως καταρτιζομένη
διὰ τῆς πίστεως, θὰ καταστῇ ὁ συντελεστὴς τῆς κατευοδώσεως τοῦ ἔργου
μου καὶ ἡ ταχεῖα ἀποπεράτωσις τῶν πρὸς αὐτὸ καὶ Ἐμὲ ὑποχρεώσεών σας
καὶ συμβάσεων.
Ἐγὼ λαλῶ, Ἐγὼ ὁ φιλῶν ὑμᾶς φθέγγομαι ταῦτα. Τίς ποτὲ γνωρίσας
τὸν εὐεργέτην αὐτοῦ, ἠγέρθη αὐτοῦ πολέμιος καὶ δὲν ᾐσθάνθη ἐξεγειρο-
μένην τὴν ἐνσυνείδητον αὐτοῦ ὑπόστασιν; Δὲν θέλω μὲ τοῦτο νὰ εἴπω ὅτι
ἐξηγέρθητε ἢ θὰ ἐξεγερθῆτε κατ’ Ἐμοῦ ἐν τῷ μέλλοντι, ἀλλ’ ἐπεθύμουν
ὅπως ἡ ἀπόλυτος μορφὴ τῆς πίστεώς σας ἀπαλείψῃ κάθε κατάστασιν,
ἥτις δυνατὸν καὶ νὰ ἐκληφθῇ ὡς ἀρνητικὴ ἐναντίον τοῦ Ἡγέτου ὑμῶν.
Οὐδεὶς ἔναντι τοῦ ἄλλου ὀφείλει μηδέν. Οἱ πάντες Ἐμοῦ ἐστέ καὶ
τῶν πράξεων ὑμῶν Ἐμοὶ οἱ πάντες λόγον δώσητε, ὁπόταν ζητηθῶσιν
εὐθῦναι διὰ τὰς τυχὸν ἀρνητικάς σας καταστάσεις. Ἀλλὰ Ἐγὼ θέλω
παρασκευάσει ὑμᾶς πρῶτον ἐνσυνειδήτους ὑποστάσεις, ἵνα καταγι-
γνώσκοντές Με ἀπολύτως καταστῆτε καὶ ἔναντι Ἐμοῦ τότε ὑπεύθυνοι
τῶν πεπραγμένων ὑφ’ ὑμῶν. Νῦν οὐδεμίαν εὐθύνην φέρετε, ὅτι ἀκόμη
δὲν ὑπήχθητε εἰς τὸ στάδιον τῆς ἀπολύτου μορφῆς τῶν ἐνσυνειδήτων

102
ὀντοτήτων. Βραδύτερον θέλω καταστήσει ὑμᾶς οὕτω διὰ τῶν γενησο-
μένων ἀποκαλύψεών Μου καὶ τότε θέλετέ Μοι γνωρίσει κατὰ πάντα, ἵνα
τῆς Ἐμφανείας Μου γενῆτε ἀληθεῖς Ἀπόστολοι. Χωρεῖτε ὡς χωρεῖτε. Ἐν
ταῖς καρδίαις σας σπείρατε εἰς τὴν ἀπόλυτον μορφὴν τῆς Ἀγάπης τὸν
σπόρον.
Ἐλεύθερος Εἰμί, οὐδένα δεσμεύω. Ἀναμένω τῆς πίστεως ὑμῶν τὰ
στοιχεῖα μείζονα, ἵνα καταδείξω ὑμῖν τὴν μείζονα Ἐμοῦ Ἀγάπην, ἥτις
θέλει ἐμφανισθεῖ πρὸ ὑμῶν μὲ τὸν τρόπον ἐμφανίσεως, ὃν σεῖς οὐδέποτε
θὰ ἀναμένατε.
Καταστῆτε πιστοὶ καὶ ἀναχθῆτε εἰς Ἁγιότητα, ἵνα ἐξαγιάσω ὑμᾶς ἐν
τῇ Δόξῃ Μου.
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ, ἐν αὐτῇ ἡ Ζωή.

46. Ἔλθετε πρός Με, τέκνα Μου ἀγαπητά, ἵνα ἐξαχθῆτε ἐκ τῆς δίνης τῶν
κυμάτων τῆς νηνεμούσης θαλάσσης, ἣν ὑμεῖς καθορᾶτε τεταραγμένην.
Ἔλθετε πρός Με, ἵνα τὴν γαλήνην εἰσδεχθῆτε καὶ αἰσθανθῆτε τὴν
χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν, ἥτις προέρχεται ἐκ τῶν πεποιθήσεων καὶ μόνον
πρὸς τὰς ἀρχάς σας, πρὸς ἃς δέον νὰ πορεύεσθε ἀκλονήτως. Ἀλλὰ τὴν πί-
στιν ταύτην ὀφείλετε νὰ δημιουργήσητε ἐν ταῖς πικρίαις, πρὸς ἃς ποικίλως
θὰ εὑρεθῆτε.
Ὑμεῖς ἐστέ οἱ δημιουργοὶ τῶν καταστάσεων, αἵτινες περιβάλλουσιν
ὑμᾶς καὶ ὑμεῖς θέλετε εἶσθε οἱ δημιουργοὶ τῶν μελλουσῶν καταστάσεων,
αἴτινες θὰ σᾶς περιβάλλουσιν. Ἐγὼ τὴν Ἀλήθειαν πάντοτε ἐλάλησα ὑμῖν
καὶ τῇ ὥρᾳ ταύτῃ τὴν Ἀλήθειαν λαλῶ καὶ οἱ βουλόμενοι ἂς εἰσδεχθῶσι τῶν
Ἀληθειῶν Μου τὰς ἀπόψεις, συμμορφούμενοι πρὸς ἃ ἐνετειλάμην ὑμῖν.
Ἀγάπης τὸ ἔργον Μου ἔχει ἀνάγκην. Καὶ ἐφ’ ὅσον τῆς τοιαύτης ἀγάπης
ἐμφορεῖτε οὐδέποτε κινδυνεύετε νὰ ὑστερήσητε εἰς τὰς ἄλλας αὐτοῦ
γραμμάς. Ἤδη ὅμως διαβλέπω ἐν ὑμῖν καὶ ταύτην συστελλομένην καὶ ἔτι
μακρότερον καταβλέπω τῆς τοιαύτης συστολῆς σας τὰ ἀποτελέσματα.
Παρεγνωρίσατέ Με. Ἀλλὰ Ἐγὼ οὐδένα βιάζω καὶ τοὺς πάντας προσκαρ-
τερῶ, ἵνα συνετιζόμενοι ἐλεύσονται ὡς δεῖ πρός Με καὶ ἐξαιτήσωσι παρ’
Ἐμοῦ τὴν Ἀγάπην Μου.
Θαρρεῖτε καὶ πιστεύσατε περισσοτέρως τῷ Ἠγέτῃ ὑμῶν, ὅτι Ἐγὼ καὶ
τῇ Ἐμοὶ Ἰσχύει ὑμεῖς προσκαρτεροῦντες θέλω φέρει τὰ πάντα εἰς αἴσιον
τέλος. Ἐπιληφθῆτε διὰ πασῶν τῶν δυνατῶν ὑμῶν δυνάμεων καὶ ἐκ τῆς πί-
στεως ὑμῶν ἀντλήσατε τὰ στοιχεῖα τῆς ἐργασίας ὑμῶν, ἵνα κατευοδοθῶσι
πᾶσαι αἱ δυναταὶ ἀπόψεις διὰ τὴν ἐπικράτησιν τῶν ἰδεῶν εἰς τὰς καρδίας
τοῦ κόσμου, οἵτινες μέλλουσι νὰ ἀκολουθήσωσι τὰς ἀρχὰς ὑμῶν. Ταῦτα
ποιοῦντες καὶ πρὸς ταῦτα πορευόμενοι δὲν θὰ παρέλθῃ πολὺς χρόνος καὶ
θὰ κατίδητε τα ἀποτελέσματα τῆς τοιαύτης ὑμῶν δράσεως.
Στῆτε ἐν φόβῳ Κυρίου, ἐστὲ ἐν συναισθήσει πνευματικῶν Ὀντο-

103
τήτων, ἐνσυνειδήτως καταβλεπόντων τὸν σκοπὸν τῆς ζωῆς των, καὶ μὴν
ἀφήνετε ἑαυτοὺς ἵνα τοῦ κόσμου αἱ συνθῆκαι φέρωσιν ὑμᾶς ὡς πλοῖα
ἄνευ πηδαλίου.
Μὴ πρὸ τῶν ποικίλων πικριῶν ὀπισθοδρομήσητε, ἀλλ’ ἐν πεποιθήσει
προτάξατε τὰ στήθη ὑμῶν κατὰ παντὸς καὶ πάσης καταστάσεως, ἐπιβου-
λευομένων τὰς ἀρχὰς ὑμῶν, ἃς ὀφείλετε νὰ ἐδραιώσητε ἐν τῇ ἀρχῇ ταύτῃ.
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπη καὶ πεποιθήσει ὅτι ἐν τῇ εὐθείᾳ πορεύεσθε καὶ ἐν ταύτῃ
θέλετε εἰσδεχθῇ πᾶσαν Ἀλήθειαν καὶ πᾶσαν Ζωήν.

47. Ὁ Ἀδελφός σου. Εἰς τὸ Ὄνομα τοῦ Παντοδυνάμου θεοῦ τὸ Ὄνομά


Μου ἐπικυρῶ.
Χαίρω εὑρισκόμενος ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν καὶ χαίρω διότι σὺν Ἐμοὶ καὶ
ὑμεῖς θὰ αἰσθανθῆτε τὴν χαρὰν ἐπ’ ὀλίγον, ἵνα καὶ πάλιν ἀκολουθήσητε
τὴν χαραχθεῖσαν τῆς ὀδύνης ὁδόν, εἰς ἣν ὀφείλετε νὰ ἐγκαρτερήσητε ἐπ’
ὀλίγον. Ἀργότερον θὰ κατίδητε ὅτι ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἐγκαρτέρησις ὑμῶν δὲν
ἀπέβη ἐπὶ ματαίῳ, ἀλλὰ κατέδειξε τὴν σχολάζουσαν πίστιν ὑμῶν, ἥτις
ἔδει νὰ ἦτο σταθερὰ καὶ διαρκής, ἵνα καὶ αἱ καταστάσεις αὗται παρήρχο-
ντο ταχύτερον, ἀλλὰ καὶ τὰ ἀποτελέσματα νὰ ἐπεφαίνοντο ἐνωρίτερον.
Μὴ βαρυθυμῆτε, μὴ λιποψυχῆτε, ἀλλ’ ἐγκαρτερήσατε ἐπ’ ὀλίγον ἔτι.
Ἰδοὺ δὲ τὴν χαρὰν ἥν θέλω προσκομίσει ὑμῖν, ὅτι θέλετε αἰσθανθῇ μετ’
ὀλίγον τὴν γαλήνην καὶ ἐν τῇ γαλήνῃ τις κείμενος καὶ ἠρεμῶν ἀπολαμβά-
νει οὗτος τῆς καλλιτέρας καταστάσεως τῆς χαρᾶς, ἡ δὲ πίστις ὑμῶν εἶναι
ἐκείνη, ἥτις θὰ προσκομίσῃ ταύτην. Ταύτης ἂς ἐπιληφθῶμεν καὶ ταύτην ἂς
γιγαντώσωμεν.
Ἀλλὰ πῶς θὰ γεννηθῇ ἡ πίστις ὁπόταν βλέπωμεν, καθ’ ὑμᾶς πάντοτε,
καταρρεούσας πάσας τὰς ἀποβλέψεις μας καὶ ἅπαντα τὰ ὀνειρά μας, ὡς
νομίζετε; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀνασυντάξητε τὸ ἠθικόν σας καὶ ἀναλά-
βητε καὶ πάλιν τὰς δυνάμεις, ὥστε ἐν αὐταῖς νὰ καταφανῶσι τῆς πίστεως
ὑμῶν τὰ στοιχεῖα; Πάντα ταῦτα θὰ θεραπευθῶσιν καὶ μόνον δι’ ἀποκαλύ-
ψεων καταδηλούμενα θὰ καταστῶσιν ἱκανὰ νὰ γιγαντώσωσι καὶ πάλιν τὴν
πίστιν ὑμῶν καὶ νὰ σᾶς δώσωσι τὸ θάρρος, ὅπερ ἐξέλειπεν ἀφ’ ὑμῶν. Καὶ
ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ὅτι τὰ πράγματα, ἅτινα ἐνέσκηψαν ἐφ’ ὑμῶν ὡς ἐπιδημικὴ
κατάστασις, ἔδει νὰ συντελεσθῶσιν οὕτω καὶ τοῦτο διότι πρὸ πάσης ἐκ-
δηλώσεως τοῦ περιλάμπρου μέρους τοῦ ἔργου πρέπει τοῦτο νὰ εἶναι κεκα-
θαρισμένον καὶ ἀμιγὲς πάσης ρερυπωμένης καταστάσεως.
Ἀλλ’ ὑμεῖς ἐλθόντες εἰς τὴν νῦν κατάστασιν, εἰς ἣν εὑρίσκεσθε, ὀφείλε-
τε νὰ ἐργασθῆτε. Ἐργασθῆτε ὅπως πρέπει, ἔχετε τὴν συνείδησίν σας
ἀναπεπαυμένην ὡς δεῖ, καὶ ἂν δὲν κατορθώσητε ν’ ἀνταποκριθῆτε εἰς
αὐτὴν τὴν κατάστασιν, τότε θὰ παραμείνῃ ὡς κεφάλαιον ὑμῶν, ὅτι ὑμεῖς
μὲν ἐκάματε τὸ καθῆκον σας, ἀλλὰ αἱ περιβάλλουσαι συνθῆκαι ἦσαν ὑπέρ-
τεραι τῶν δυνάμεων σας. Πράξατε τοῦτο καὶ τοῦτο πράττοντες ἀνεχθῆτε

104
ἐν ὑπομονῇ οἱανδήποτε τῶν πραγμάτων ἐξέλιξιν. Μὴ ζητῆτε προσφάτους
ἐκδηλώσεις, ἀλλὰ ἐν καιρῷ αὗται θὰ ἐμφανισθῶσιν, ὁπόταν ἡ παρουσία
αὐτῶν θὰ εἶναι ἀναγκαὶα.
Ἔλθετε μετ’ Ἐμοῦ ὑψηλότερον. Ἂς ἀρθῶμεν ὀλίγον μακρὰν τοῦ κό-
σμου σας καὶ πρὸς στιγμὴν ἂς ἀπολαύσωμεν τὴν χαρὰν εἰς τὰ ἐνδιαιτήμα-
τα τῶν Πνευματικῶν Κόσμων Ἡμῶν. Ἴδετε πρὸς στιγμὴν διὰ τῆς σκέψεως
ὑμῶν τοὺς Κόσμους Μας τοὺς Πνευματικούς, οἵτινες νηνεμοῦσι καὶ ἠρέμως
πορεύονται πρὸς τὴν κεχαραγμένην ὁδὸν τῆς ἐξελίξεώς των, ἣν ἀκολου-
θοῦσιν. Ἴδετε νοερῶς πῶς μεταβάλλονται καὶ πῶς μεταλλάσσονται αἱ
Πνευματικαὶ Ὀντότητες, πῶς τοὺς χρωματισμούς των ἀλλοιοῦσι καὶ πῶς
εἰς τὴν ἀλλοίωσιν ταύτην καταφαίνεται ἡ ἐπὶ τὰ πρόσω ἐξέλιξις αὐτῶν.
Ζήσατε πρὸς στιγμὴν μετ’ αὐτῶν, αἰσθανθῆτε τὴν χαρὰν καὶ τὴν
γαλήνην των καὶ ἀποθάνατε διὰ τὸν κόσμον σας, τὰ πάντα νεκρώσατε,
πᾶσαν ὑλικὴν ὑμῶν κατάστασιν καὶ ἐν Πνεύματι ζήσατε καὶ θὰ ἴδητε πό-
σον μάταιαι καὶ πόσον φροῦδαι αἱ ἐνέργειαί σας, αἱ σκέψεις σας, οἱ ἐνδοια-
σμοί σας, οἱ φόβοι σας διὰ τὴν μὴ θετικὴν καὶ τελικὴν κατάληξιν τοῦ ἔργου,
ὅπερ ἀνελάβατε καὶ τὸ ὁποῖον εἰλημμένον ἐκ τῶν Κόσμων Μας μέλλει
νὰ ζήσῃ καὶ θὰ ἐπικρατήσῃ ἐπὶ πάσης ζώσης ἀνθρωπίνης ὑποστάσεως.
Ἐδῶ θα ἴδητε τὰ Ἄφθαρτα καὶ Ἀναλλοίωτα, ἐδῶ θὰ δοκιμάσητε τὰ μένο-
ντα ἐσαεὶ καὶ μηδέποτε σβεννύμενα, ὅταν εἰς τὰ στήθη σας ἔχει ἀναφθῇ
ἔστω καὶ ἡ ἐλαχίστη σπίθα πνευματική.
Μὴ θροεῖσθε, ἀλλὰ γαληνεύσατε. Μὴ ταράττεσθε, ἀλλὰ εὐφρανθῆτε,
ὅτι ἐπὶ τῶν ἀκανθῶν, ἐφ’ ὧν σεῖς σήμερον πορεύεσθε, μέλλουσι νὰ δρέ-
ψωσιν αἱ μέλλουσι γενεαὶ μυροβόλα ἄνθη, ὅπως καὶ ὑμεῖς ἐπὶ τῶν μό-
χθων ἄλλων ἐργάζεσθε. Οὐδεὶς ποτὲ κατέβαλε προσπάθειάν τινα διὰ τὸ
καλὸν τῶν ὁμοίων του καὶ τοῦ ἐαυτοῦ του καὶ παρεγράφη αὕτη ἐκ τῶν
δέλτων τῆς Ζωῆς. Ὑμεῖς ἐργάζεσθε καὶ ἐργαζόμενοι θέλετε ἀπολαύσει τοὺς
καρποὺς τῶν ἔργων σας. Μείζονα δὲ χαρὰν θὰ αἰσθανθῆτε καθορῶντες ἄλ-
λους νὰ νέμωνται τοὺς κόπους ὑμῶν καὶ τοὺς καρποὺς τῶν κόπων σας.
Διατί ἐλιποψυχήσατε; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γεννηθῇ εἰς τὰς καρδίας
ὑμῶν ἡ πεποίθησις ὅτι ἐγκαταλείφθητε παρ’ Ἐκείνου, διὰ τὸ Ἔργον τοῦ
Ὁποίου ἐμοχθήσατε; Οἱ πάντες, οἱ προσφέροντες καὶ ἐλαχίστην προ-
σπάθειαν καὶ ἐργασίαν δι’ αὐτό, ἀπέλαβον τοῦ κόπου των τὴν ἀντιμι-
σθίαν. Πῶς ὑμεῖς εἶναι δυνατὸν νὰ παραγνωρισθῆτε ἐν τῇ ἐπιτελέσει τῶν
ὧν ἔστω καὶ ἐλαχίστων μέχρι σήμερον ἐπράξατε;
Ἐργάζεσθε ὅτι οἱ πάντες ἐργαζόμεθα καὶ ἐν τῇ πλησμονῇ τῆς ἐρ-
γασίας καταφαίνεται ὄχι ὁ κάματος, ἀλλὰ ἡ χαρά, ὁ ἐνθουσιασμός, ἡ
εὐτυχία. Εἶναι ὁ μεγαλύτερος συντελεστὴς διὰ τὴν ἄνοδον τῶν ὄντων,
ἡ πρὸς τὸ καλὸν τῶν ὁμοίων ὑμῶν ἐργασία. Ἐργασθῆτε ὅτι καὶ ὁ Πατὴρ
Ἡμῶν ὁ Οὐράνιος ἐργάζεται καὶ δὲν δύναται νὰ νοηθῇ ζωὴ ἄνευ ἐργα-
σίας, οὐδὲ κόσμοι ἄνευ κινήσεως. Κινῆσθε ἀενάως καὶ ἀδιακόπως καὶ ἡ
κίνησις ὑμῶν αὕτη θὰ σᾶς δώσῃ τὴν θερμότητα καὶ ἡ θερμότης τὸ Φῶς.
Τὸ δὲ Φῶς εἶναι τῆς πίστεως ὑμῶν τὸ ἀποτέλεσμα, διότι οὐδεὶς δύναται

105
νὰ εἴπῃ ὅτι πράττει κίνησιν ἢ γραμμὴν ἐργασίαν μίαν, ἂν μὴ δέν πιστεύῃ
πρὸς τοῦτο. Οὕτω θὰ γιγαντώσητε τὴν πίστιν σας.
Ἐργασθῆτε καὶ σφα λ λερῶς ἐὰν πορεύεσθε ὁ Πατὴρ ἡμῶν ὁ
Οὐράνιος Ὅστις καταβλέπει τὴν ὁρμὴν ὑμῶν δὲν θὰ παραγνωρίσῃ
ταύτην, ἀλλὰ θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ πρὸς τὴν ἀληθῆ κατεύθυνσιν, πρὸς ἣν
πρέπει νὰ πορευθῆτε. Ὑπομείνατε καὶ ἐγκαρτερήσατε. Ἐργασθῆτε καὶ διὰ
τῆς ἐργασίας ὑμῶν θὰ ἐξαχθῆτε ταχύτερον τῆς δοκιμασίας ὑμῶν ταύτης,
ἀλλὰ καὶ πάσης ἄλλης δοκιμασίας. Σᾶς ἐλέχθη πολλάκις ὅτι δια τῆς ἐργα-
σίας πᾶσαν ἀνάγκην θὰ φέρητε εἰς αἴσιον πέρας, ὅταν συντονίσητε τὰς
δυνάμεις ὑμῶν.
Εἰς τί ὑστερήσατε; Ἐκεῖνο εἰς τὸ ὁποῖον ὑστερεῖτε εἶναι ὅτι κατέπεσε
τὸ ἠθικὸν ὑμῶν, τὸ σθένος, τὸ θάρρος, ἐκ τῶν δοκιμασιῶν. Ἀνακτήσατε
ταῦτα καὶ μηδενὸς πλέον θὰ ἔχετε ἀνάγκην. Δείξατε τὴν ζωήν σας, τὴν ἐν
ὑμῖν ἐμφωλεύουσαν εἰς σφρῖγος καὶ ἐστὲ βέβαιοι ὅτι οὐ μακρὰν ὁ καιρὸς
τῶν εὐμενῶν καταστάσεων, ὡς τὰς προσεδοκήσατε νὰ ἐμφανισθῶσιν,
Ὑμεῖς θὰ φέρητε ταύτας οὕτω. Ἡμεῖς θὰ σᾶς βοηθήσωμεν πρὸς τοῦτο μὲ τὸ
στοιχεῖον μὲ τὸ ὁποῖον ἐμφορούμεθα, δηλαδὴ θὰ σᾶς φωτίσωμεν τί πρέπει
νὰ πράξητε διὰ νὰ ἐξαχθῆτε ἐξ αὐτῶν τῶν καταστάσεων, ἀλλὰ βλέποντες
ὑμᾶς ἐργαζομένους.
Θὰ μοὶ εἴπητε ἴσως ὅτι μήπως δὲν ἠργάσθημεν διὰ τὸ Ἔργον, διατί
δὲν προσεκομίσαμεν ὅτι ἀνεμένομεν; Ὦ ἐὰν ἐγνωρίζατε ποίαν ἀλλοίωσιν
ἐπεφέρατε ἐν ὑμῖν καὶ ἐν ταῖς περιστοιχιζούσαις ὑμᾶς καταστάσεσιν, ἐὰν
ἐγνωρίζατε ποῖον κεφάλαιον ἐπετελέσατε ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν! Ὄχι ἡ μεγαλυ-
τέρα, ἀλλὰ ἡ τρελλὴ χαρὰ ἔδει νὰ πληρώσῃ τὰ στήθη σας. Ἀλλὰ σεῖς πρὸς
ταῦτα μυωπάζετε καὶ ἀφήνετε νὰ βλέπωμεν Ἡμεῖς μόνον αὐτά, ἐνῷ ὑμεῖς
προσκαρτερεῖτε ἐκεῖνα, ἅτινα δὲν εἶναι ὠφέλιμα τῇ νῦν ὥρᾳ. Αὐτὰ εἶχον νὰ
σᾶς εἴπω.
Ἐξαρθῆτε μέχρις Ἡμῶν καὶ ἐξαιρόμενοι ἀκουσίως θὰ δεχθῆτε τὴν
χαρὰν καὶ γαλήνην τοῦ Κόσμου Μας. Ἐστέ βέβαιοι ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῶν,
χωρὶς κἂν ὑμεῖς νὰ τὸ ἀντιληφθῆτε ἐν στιγμαῖς ἠγαλλιάσαντο ἐν τῇ Πνευ-
ματικότητι τοῦ Κόσμου Ἡμῶν. Ζητεῖτε τοιαύτας στιγμὰς καὶ ἐστὲ βέβαιοι
ὅτι οὕτω θέλετε δημιουργήσει τὴν γέφυραν τὴν στερεὰν καὶ συνδέουσαν
τὴν ζωήν σας μὲ τοὺς Κόσμους Ἡμῶν. Ἐστὲ ἀγαπημένοι καὶ μὴ μεμφθῆτε
οὐδενὸς ἐξ ὑμῶν, ὅτι οὐδεὶς πταίει εἰς τὰ οὕτω τελεσθέντα, ἀλλ’ ἐκεῖνο τὸ
ὁποῖον ἀπαιτεῖται ἀπὸ ὑμᾶς εἶναι ἡ ἐργασία, διότι ἄνευ τοιαύτης δὲν θὰ προ-
κόψητε ὅσον ἐπιβάλλεται καὶ κρίνεται ἐκ τῶν πραγμάτων καὶ καταστάσεων.
Ἐστὲ ἐν Ἀγάπῃ καὶ γνωρίσατε ὅτι ὑπὲρ τὰς κεφαλάς σας Κόσμος
Ζωῆς ὁλόκληρος ὑπερίπταται καὶ κατευθύνει τὰς σκέψεις ὑμῶν πρὸς
τὰς γραμμὰς τοῦ πεπρωμένου σας. Διὰ τοῦτο ὑπομείνατε.

106
48. Μεθ’ ὑμῶν Εἰμί πάντοτε καὶ ἐσαεί, ἄλλοτε μὲν πλησιάζων ὑμᾶς,
ἄλλοτε δὲ ἀπομακρυνόμενος, ἀναλόγως τοῦ ζήλου, ὃν πρὸς τὸ Ἔργον
Μου ἐπιδεικνύετε.
Πᾶν ὅ,τι σήμερον ὁρᾶτε καταρρέον, ἁπλῆ δοκιμασία ἐστί. Ἐντείνατε
τὰς δυνάμεις ὑμῶν, ἵνα ὁ χρόνος τῆς δοκιμασίας ὑμῶν ταχύτερον λήξῃ. Ἐρ-
γασθῆτε συντόνως καὶ μὲ ἐπιμέλειαν, ἵνα οἱ καρποί ταχύτερον ὡριμάσωσι
καὶ ἵνα ὁ σπειρόμενος σῖτος τάχιστα ἀναβλαστήσῃ, ὡριμάσῃ καὶ θερισθῇ.
Μὴ δειλιᾶτε καὶ ἀποκαρδιοῦσθε. Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν πάντοτε Εἰμί καὶ ἐσαεί.
Μὴν κλονίζεσθε εἰς τὰς πεποιθήσεις ὑμῶν, διότι ἡ ἔλλειψις πίστεως πρὸς
οἱανδήποτε πρᾶξιν καὶ ἐνέργειαν ἴσον ἐστὶ τῆς ἀδυναμίας πρὸς ἐπιτυ-
χίαν αὐτῆς.
Μὴ θλίβεσθε διὰ τοὺς μὴ σεβομένους τὸ ἔργον ὑμῶν, μὴ λυπεῖσθε
διὰ τοὺς καθ’ ὑμῶν γενομένους κολάφους. Προσπαθήσατε μόνον ἀναδει-
κνύοντες τὸ εἰς ὑμᾶς ἅπαντας ἀνατεθὲν Ἔργον Μου, ἵνα φανῆτε ὅτι ὑμεῖς
καὶ μόνον ἐκπροσωπεῖτε αὐτό. Καὶ ἂν ὄντως ἐννοήσητε τοῦτο κατὰ βάθος
θὰ προσπαθήσητε νὰ δείξητε διὰ τῶν ἔργων σας ὅτι ὑπερέχετε πάντων
κατά τε τὴν γενναιοφροσύνην, ἀνεξικακίαν καὶ ἀγαθότητα. Καὶ πᾶς κόλα-
φος καταφερόμενος κατὰ γενναιόφρονος καὶ ἀγαθοῦ ἐπιπίπτει κατὰ τῆς
κεφαλῆς τοῦ παίσαντος πρῶτον.
Ἐγὼ ἀπομακρύνω ὑμᾶς ἀπ’ Ἐμοῦ, ἵνα ἐγγύτερον Ἐμοῦ ἔλθητε καὶ
περιπτύξω ὑμᾶς ἀγαπητώτερον. Οὐδόλως ἀφ’ ὑμῶν ἀπεμακρύνθην κατ’
οὐσίαν ἂν καὶ ὑμεῖς ἀπ’ Ἐμοῦ άπεμακρύνθητε, ἵνα ἔλθητε πρός Με ταπει-
νώτεροι καὶ καθαρώτεροι, μετανοοῦντες καὶ ἀνακύπτοντες. Ἐγὼ κατευ-
θύνω τὰ βήματα ὑμῶν. Μὴν ἀποδειλιᾶτε καὶ ἀποθαρρύνεσθε. Δὲν ἐπιθυμῶ
ὅπως καταστήσω ὑμᾶς αὐτόματα ἀνδρείκελα, ὡς καὶ ἄλλοτε ἐτόνισα ὑμῖν,
ἀλλ’ ἄνδρας, ἔχοντας συναίσθησιν πλήρη τοῦ Ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀκολου-
θοῦσι καὶ τῆς ὁδοῦ ἣν πορεύονται.
Οἱ κλονισμοί οὓς ὑπόκεισθε, οἱ κόλαφοι, οὓς λαμβάνετε, εἶναι μία
ἀναγκαὶα γύμνασις ὑμῶν, ὅπως καταστῆτε πραγματικοί παράγοντες καὶ
ἀκόλουθοι τῶν Ἐπαγγελιῶν Μου. Καὶ ἤδη ἐρωτῶ ὑμᾶς: Διατί δὲν ἔσπει-
ρα τὰ βήματα ὑμῶν μὲ ρόδα, ἀλλὰ διεσκόρπισα εἰς τὴν πρώτην αὐτῶν
ἐκκίνησιν ἀκάνθας καὶ τριβόλους; Διατί δὲν ἰσοπέδωσα τὸ ἐδαφος ἵνα οἱ
πόδες ὑμῶν βαδίζωσιν ἀπροσκόπτως, ἀλλ’ ἀνήγειρα λίθους αὐχμηροὺς καὶ
ἀνώρυξα τάφρους καὶ κρημνοὺς καὶ βάραθρα, ἵνα μὴ δύνασθε ταχέως νὰ
φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ σας;
Ἀπορία χρήζουσα ἑρμηνείας. Ὁ θέλων ν’ ἀνέλθῃ διὰ τῆς δυνάμεως
τῶν ἄλλων οὐδεμίαν ἀξίαν ἔχει ἀπέναντι τοῦ ἀνερχομένου διὰ τῶν
ἑαυτοῦ δυνάμεων. Ὁ παρουσιάζων ἑαυτὸν μεγιστᾶνα μὲ ξένον ἔνδυμα
μεγιστᾶνος ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως, οὐδεμίαν ἀξίαν ἔχων τάχιστα ἀπο-
καλυπτόμενος θέλει ὑπ’ Αὐτοῦ ἐκδιωχθῇ. Καὶ ὁ θέλων νὰ λάβῃ ἐξουσίαν
ἀληθῶς δανειζόμενος τὴν δύναμιν παρ’ ἄλλων, οὐκ ἐν τῇ ἐξουσίᾳ ἀλη-
θῶς εἶ, ἀλλὰ ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν τῶν παρασχόντων αὐτὴν εἰς αὐτόν. Ἐὰν
δέ τις ἐπὶ τῆς ράχεως τινὸς ἀνέλθῃ καὶ ἀναβῇ τὸ δύσβατον καὶ δυσανά-

107
βατον ὄρος, δὲν δύναται ποτὲ νὰ ἔχῃ τὴν ἀξίωσιν ὅτι πράγματι ἀνῆλθεν
οὗτος διὰ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων καὶ ἐγείρῃ ἀξιώσεις ἐπὶ τοῦ πρὸς τοῦτο
ὁρισθέντος ἐπάθλου.
Οὕτω καὶ ὑμεῖς δὲν δύνασθε νὰ εἴπητε ὅτι ἠκολουθήσατε τὴν ὁδόν Μου
καὶ διέβητε αὐτήν, ἐὰν διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμεων καὶ ποδῶν δὲν διέλ-
θητε αὐτήν. Ἠδυνάμην κάλλιστα νὰ φορτωθῶ ὑμᾶς ἐπ’ ὤμου, νὰ κλείσητε
τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀποκοιμώμενοι καὶ εἰς τὸ τέρμα ἐγείρων ὑμᾶς νὰ εἴπω
ὑμῖν: Ἰδοὺ τὸ τέρμα τῶν βασάνων καὶ πόνων, οὓς ἐδοκιμάσατε ἐν τῇ σκο-
λιᾷ ὁδῷ Μου περιπατοῦντες, ἀναπαυθῆτε ἤδη καὶ ἀπολαύσατε τὴν Αἰώνιον
Εἰρήνην καὶ Ἀγαλλίασιν, ἵνα λησμονήσητε τοὺς μόχθους, οὓς χάριν Ἐμοῦ
ὑπέστητε. Καὶ τότε ἐρωτῶ ὑμᾶς, ἐξυπνοῦντες καὶ παρατηροῦντες τὸ τέρμα
τοῦ προορισμοῦ σας ἠθέλατε ἐννοήσει καὶ παραδεχθῇ, ἠθέλατε ἀντιλη-
φθῇ ὅτι διήλθατε τὴν ὁδόν Μου, ἀφοῦ καθ’ ὅλον τὸ διάστημα ἐπὶ τῶν ὤμων
Μου ἀπεκοιμήθητε καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν κεκλεισμένοι ἦσαν;
Καὶ ἂν εἴπω ὑμῖν τότε: Τί εἴδατε ἕως ὅτου μέχρις ἐδῶ καταλήξητε;
Οὐδέν. Ἢ ἡ ἐκπληξις ὑμῶν θὰ ἦτο τοιαύτη, ὥστε νὰ ἐκλαμβάνατε τὴν
ἐρώτησίν Μου ὡς εἰρωνίαν, ἀφοῦ οὐδὲν εἴδατε καὶ ἀντελήφθητε. Διὰ νὰ
εἴπητε ὅθεν ὅτι πράγματι διήλθατε τὴν ὁδόν Μου, ἣν ἀπλῶς μόνον σᾶς
ὑποδεικνύω, πρέπει νὰ διανύσητε αὐτὴν διὰ τῶν ἰδίων ποδῶν σας, πρέ-
πει νὰ διέλθητε πᾶν ἐμπόδιον διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμεων. Ἐὰν ὅμως
δὲν πράξητε τοῦτο, δὲν δύνασθε νὰ εἴπητε ὅτι ἐξελίχθητε. Καὶ ἐὰν εἰς ὑμᾶς
παρουσιασθῇ ἐξαίρεσίς τις, ἔκτακτόν τι φαινόμενον παροδικόν, δὲν θέλει
ἱκανοποιήσει ὑμᾶς οὕτε τοὺς ἄλλους, ἐν ὅσῳ δὲν προέρχεται ἐξ ὑμῶν.
Ἀλλ’ ὅταν ὑμεῖς διὰ τῶν ἰδίων σας δυνάμεων κατορθώσητε νὰ φθάσητε
εἰς τὸν τελικὸν σκοπὸν τοῦ προορισμοῦ σας, ὅταν ὑμεῖς διὰ τῆς πνευματι-
κῆς ἐξυψώσεώς σας, διὰ τῆς ψυχικῆς σας ἀποκαθάρσεως, θὰ βαδίσητε μό-
νοι σας πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτόν, τότε ἐστὲ βέβαιοι ὅτι πράγματι ἐξεπλη-
ρώσατε τὸν προορισμόν σας καὶ τὰς ὑποδείξεις Μου. Διὰ πάντα ταῦτα
ὅμως ἀπαιτοῦνται κόποι, θυσίαι, ἀπογοητεύσεις, θλίψεις, κόλαφοι ἀπὸ
παντοῦ καὶ ἐξ ὅλων.
Δὲν θὰ ἀγωνισθῆτε δωρεάν, ἀλλ’ δι’ ὑμᾶς καὶ τὸν κόσμον καὶ ὑπὲρ
Ἐμοῦ, Ὅστις θέλω ἀμείψει ὑμᾶς καὶ δι’ ἑαυτοὺς καὶ διὰ τὸν κόσμον.

49. Ἡ Ψυχὴ ὑμῶν ἐπληρώθη ἀθυμίας τοιαύτης, ὥστε ἡ κεφαλὴ ὑμῶν


νὰ καταστῇ βαρεῖα καὶ οἱ πόδες καὶ αἱ χεῖρες ὑμῶν ἀδρανεῖς.
Μὲ τὸ πρῶτον νέφος, τὸ ὁποῖον ἐπεφάνη εἰς τὸν ὁρίζοντά σας, σπεύδε-
τε νὰ κρυβῆτε ὅπου καὶ ἂν τύχῃ, χωρὶς νὰ ὑπολογίσητε ὅτι δυνατὸν κάτω-
θεν τῶν ποδῶν ὑμῶν νὰ χαίνουν κρημνοὶ καὶ ἄβυσσος. Ἐλλείπει ἀπὸ ὑμᾶς
ἡ πίστις, τὸ θάρρος, ἡ αὐτοπεποίθησις. Καὶ ὅταν ταῦτα ἐκλείψουν καὶ
ὅταν ἀκόμη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ὅστις ἀπώλεσεν αὐτά, χαθῇ καὶ ἡ ἐλπίδα,

108
ἥτις θὰ ὑπελείπετο, μεταβάλλεται εἰς ἕνα ὄγκον ἀδρανῆ καὶ ἀκίνητον,
ἄνευ ἐνεργείας καὶ ζωῆς.
Μὴν προσπαθῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸν σκοπόν, πρὶν ἢ μέσα εἰς τὴν ψυ-
χήν σας, εἰς τὰ βάθη αὐτῆς, δὲν χαράξητε τὴν πίστιν, τὴν αὐτοπεποίθησιν,
τὴν πλήρη βεβαιότητα, περὶ τῆς ἐπιτυχίας αὐτοῦ. Πότε ἐσημειώθησαν
αἱ ἐπανειλημέναι ἀποτυχίαι, αἱ ὁποῖαι σᾶς ἔφεραν εἰς τὸ ἀπροχώρητον;
Ὁπόταν ἐκλονίσθητε ἐκ μηδαμινῶν ζητημάτων, ὁπόταν ἐχάσατε τὴν αὐτο-
πεποίθησίν σας, ὁπόταν ἀπὸ τὴν ψυχήν σας ἐξέλειπεν ἡ πίστις.
Δὲν δύναμαι νὰ σᾶς βοηθήσω εἰς ὑλικὸν ζήτημα, δὲν δύναμαι νὰ ἀνοί-
ξω τοὺς θησαυροὺς τῆς γῆς καὶ τοὺς ἐναποθέσω πρὸ τῶν ποδῶν σας, διὰ
νὰ δείξω ὅτι πράγματι Εἶμαι Ἐκεῖνος, Ὅστις ὁμιλεῖ μεθ’ ὑμῶν, ὅτι πράγματι
Εἶμαι Ἐκεῖνος, Ὅστις κατευθύνει τὰ βήματά σας, Ἐκεῖνος Ὅστις σᾶς ἐκάλε-
σε νὰ ἔλθητε μετ’ Ἐμοῦ καὶ Μὲ ἀκολουθήσητε, ὅπου Ἐγὼ ὑπάγω. Δὲν δύνα-
μαι ἀκόμη νὰ ἐμπνεύσω τοὺς μὴ συναισθανομένους τὰς ὑποχρεώσεις των,
ὅπως ἀκόμη δὲν δύναμαι νὰ ἐπηρεάσω ὑμᾶς καὶ σᾶς δώσω τὴν πίστιν,
ἥτις ἐξέλειπεν ἀπὸ τὸ βάθος τῆς ψυχῆς ὑμῶν.
Ἐγὼ δὲν δύναμαι νὰ ἐξουσιάσω τὴν Ἐλευθερίαν τῶν ἀτόμων, δὲν δύ-
ναμαι νὰ γεννήσω πίστεις, αἱ ὁποῖαι κοιμῶνται εἰς τὸ βάθος τῶν καρδιῶν
τῶν ἀνθρώπων, δύναμαι ὅμως νὰ δώσω τὴν Ἔμπνευσιν ἀποκλειστικῶς
καὶ μόνον εἰς ἐκείνους, οἵτινες προσέρχονται πρός Με μετ’ εἰλικρινείας
καὶ πίστεως καὶ ζητοῦσι τὴν Ἀρωγήν Μου. Πλέον τούτου δέν δύναμαι νὰ
κάμω τι καὶ ἂν ἀκόμη ἤθελον, διότι οὐδεμίαν Ἐξουσίαν ἔχω ἐπὶ τῆς Ἐλευ-
θερίας, καθ’ ὅσον Εἶμαι Ἐλευθέριος καὶ τὴν Ἐλευθερίαν τῆς ἐνεργείας
καὶ δράσεως καὶ αὐτοδιαθέσεως τῶν ἀτόμων ἀνεγνώρισα ἐν τῇ ἰδιότητι
καὶ ἐξελίξει αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ.
Πῶς θέλετε ν’ ἀναβιβάσω ὑμᾶς, ὅταν ὑμεῖς ἀφ’ ἑαυτῶν κατέρχεσθε
καὶ ὅταν οὐδεμία βία ἐν τῷ ἔργῳ Μου εἰσχωρεῖ, καθ’ ὅσον τοῦτο, ὡς Ἐγώ,
ἐλευθέριόν ἐστι; Ἀλλὰ πρὶν ἢ προτάξητε τὰ ἐρωτήματα ὑμῶν, τὰ ὁποῖα κα-
ταβάλλουν μόνον τὴν προσπάθειαν πῶς νὰ ὑπερνικήσωσι τὸν δισταγμόν,
ὅστις ἐγεννήθη καὶ ὑποβόσκει ἐν τῇ Ψυχῇ σας, ἔδει νὰ κάμητε μίαν περίλη-
ψιν τῶν προηγουμένων ἀνακοινώσεών Μου.
Θὰ ἴδητε τότε ὅτι εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἔθεσα τὰ πράγματα ἐν τῇ θέσει των
καὶ ὅτι πρὶν ἀναλάβητε τὴν ἀρχὴν τοῦ ἔργου σᾶς ὑπέδειξα τοὺς κινδύνους.
Δὲν δύναμαι νὰ εἴπω ἐπ’ αὐτοῦ περισσότερα.
Ὁ κλονισμός, ὅστις γεννᾶται εἰς τὴν ψυχήν σας, προέρχεται ἐκ τῆς
φυσικῆς ἀντιδράσεως δύο ἀνομοιομόρφων καὶ ἀνομοιογενῶν ἀνομοι-
οφυσικῶν στοιχείων, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν τὴν ἀνθρωπίνην ὑπόστασιν
καὶ ψυχοσύνθεσιν αὐτῆς. Συνεπῶς πρέπει νὰ ἀντιδράσητε ἀφ’ ἑαυτῶν,
ἐὰν θέλητε νὰ ὀρθοποδήσητε. Ὁ κλονισμὸς τὸν ὁποῖον ὑφίστασθε, εἶναι
ἀποτέλεσμα κακοῦ ὑπολογισμοῦ, εἶναι ἐπίσης ἀποτέλεσμα τῆς ἐλλείψεως
πίστεως.
Δέν δύναμαι νὰ πληρώσω τὴν καρδίαν ὑμῶν πίστεως, ἀφοῦ ἡ πίστις
ὑμῶν εἶναι τὸ μέτρον τὸ ὁποῖον δύναται νὰ κανονίσῃ τὰς σχέσεις μας νὰ

109
ἐνδυναμώσῃ τὴν πρὸς ὑμᾶς Ἐπήρειάν Μου, τας πρὸς ὑμᾶς Ἐμπνεύσεις
Μου.
Ὅταν κατορθώσητε νὰ εἰσέλθητε εἰς τὴν οὐσίαν τῶν πραγμάτων, ὅταν
δυνηθῆτε νὰ ἀντιληφθῆτε τὴν πραγματικὴν θέσιν καὶ κατάστασιν τῶν ἐν
τῷ κόσμῳ πραγμάτων, τότε θὰ ἀντιληφθῆτε ὅτι οὐδεμία ἐν τῷ κόσμῳ
Δύναμις δρᾶ δι’ ἄλλης καὶ ὅτι οὐδεμία μορφὴ διεμορφώθη καὶ διεπλά-
σθη ὑπὸ ἑνὸς μόνον στοιχείου, ἀλλὰ διὰ τῆς ἐπιδράσεως καὶ συνενώσε-
ως τῶν ἀνομοιογενῶν καὶ ἀνομοιομόρφων καὶ ἀντιθέτων.
Ἐὰν ἀκόμη ἐγνωρίζατε ὅτι δὲν ὑφίσταται οὐδεμία ἐν τῷ κόσμῳ λει-
τουργία ἄνευ τῆς ἀλληλενδέτου συναφείας τῶν ἀντιθέσεων, αἵτινες δυ-
νατὸν νὰ μὴν ἔχωσι καὶ τὴν ἰδίαν φύσιν καὶ ἀπόρροιαν ἐν τῇ ἐκδηλώσει
των, δὲν θὰ ἐκρίνατε τὸ ἔργον, ὅπως σήμερον τὸ κρίνετε. Διὰ τοῦτο πρέπει
νὰ ξεχωρίσητε ἐντελῶς τὰ ζητήματα, ἐὰν θέλετε νὰ προχωρήσητε, ἐὰν
θέλετε νὰ Μὲ ἀκολουθήσητε μέχρι τέλους εἰς τὸ ἔργον μου.
Οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει τὸ Πνευματικὸν μέρος μὲ τὸ ὑλικόν, ἂν καὶ εἶ-
ναι ἀλληλένδετα ἀναμεταξύ των, ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει καὶ ἀναδείξει τοῦ
ἔργου Μου. Ἐγὼ ἀντιπρόσωπεύω τὸ Πνευματικὸν καὶ ἡ ἀντίρροπος πρὸς
τὴν Ἰδικήν Μου Ἀρχὴν δύναμις τὸ ὑλικόν. Διὰ τοῦτο ἐτόνισα εἰς ὑμᾶς ὅτι
ἐπιθυμῶ νὰ καταστῆτε Ἀκόλουθοί Μου, διότι ἐὰν γίνετε τοιοῦτοι θὰ ἐξυπη-
ρετήσητε τὸ ἔργον Μου ἐν τῇ πνευματικῇ αὐτοῦ ἀπόψει, ὄντες ἰσχυροὶ καὶ
συνεπῶς ἀντίπαλοι ἐν τῇ ὑλικῇ.
Ὁπόταν δὲ λέγετέ Μοι: Βοηθήσατέ μας, ἐπιδράσατε διὰ τῆς Πνευματι-
κῆς σας Ἰσχύος καὶ Δυνάμεως καὶ ἐν τῇ Δυνάμει τῆς Ἐξουσίας, τὴν ὁποίαν
κατέχετε, ἵνα οἱ ὀφειλέται ὑμῶν ἀντιληφθῶσι τὰς πρὸς ὑμᾶς ὑποχρεώσεις
των, Μὲ ταπεινοῦτε χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθῆτε, Μὲ κατατάσσετε εἰς τὴν
μοῖραν τοῦ ταπεινοῦ εἰσπράκτορος καὶ δούλου τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν
σας, αἱ ὁποῖαι διατελοῦν ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν τῆς ἀντιρρόπου Πνευματικῆς
Μου Δυνάμεως.
Καὶ ἐκ τούτου καταφαίνεται ὅτι δὲν ἀντελήφθητε εἰσέτι καὶ τὰ οὐσι-
ώδη ἀκόμη ζητήματα καὶ ἐκφεύγουν ἀπὸ τὴν μνήμην ὑμῶν καὶ τὰ οὐσιω-
δέστερα ἀκόμη ἄρθρα τῆς πίστεως, ἣν ἐκήρυξα ἐν τῇ Διδασκαλίᾳ Μου τὸ
πρῶτον: «Οὐδεὶς πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν.
Εὐκοπώτερον γάρ ἐστὶν κάμηλον διὰ κλπ, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν
ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ». Τί ταῦτα σημαίνουσιν, παρ’ ὅτι ἄλλη ἐστὶν ἡ
Ἐμὴ Βασιλεία, ἄλλη δὲ ἡ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου;
Μὴ ζητῆτε παρ’ Ἐμοῦ ὑλικὴν ὑποστήριξιν καὶ ἂν ποτὲ δοθῇ εἰς ὑμᾶς
πιστεύοντες ὅτι ἐξ Ἐμοῦ αὕτη προέρχεται, ἀπατᾶσθε. Ἐγὼ οὐδεμίαν
ἐπίδρασιν ἔχω ἐπὶ τῶν ὑλικῶν νόμων, ἂν καὶ οὗτοι δοῦλοι καὶ ὑπηρέται
τῆς ἐξυπηρετήσεως καὶ τελεσφορήσεως τοῦ Ἔργου Μου εἰσίν.
Μὴ θέλετε νὰ καταστῶ δοῦλος τῶν ἀναγκῶν σας, ἀφοῦ αὗται διευ-
θύνονται ὑπὸ τοῦ δούλου Μου, τοῦ κειμένου καὶ καταπατουμένου ὑπὸ
τοὺς Πόδας Μου, ἐκείνου οὗ ὄργανα θέλετε νὰ καταστῆτε. Δὲν προέτρε-
ψα ὑμᾶς νὰ καταστῆτε ὄργανα τῶν ὑλικῶν συμφερόντων, τὰ ὁποῖα ἐξ

110
ἄλλου ἐνετάλητε νὰ καταπολεμήσητε. Δύνασθε νὰ προβῆτε εἰς τὴν εὐρυ-
τέραν ἐξάπλωσιν τοῦ ἔργου Μου διὰ τῶν μέσων τὰ ὁποῖα σᾶς ὑπέδειξα.
Ὁπλισθῆτε μὲ πίστιν, μὲ θάρρος, μὲ αὐτοπεποίθησιν, ἀντενεργήσα-
τε ἀφ’ ἑαυτῶν κατὰ τῶν ἐμποδίων καὶ κατὰ πάσης δυσχερείας καὶ ἐστὲ
βέβαιοι ὅτι θὰ νικήσητε, θὰ φέρητε εἰς πέρας τὴν ἀποστολὴν καὶ τὸ Ἔρ-
γον, τὸ ὁποῖον σᾶς ἀνετέθη.

50. Θὰ μὲ εὕρητε πάντοτε τοσοῦτον πρόθυμον νὰ συμβάλλω εἰς τὴν


ἐνίσχυσιν τοῦ Ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα ὑμῖν, ὅσον θὰ βλέπω ὑμᾶς προ-
θύμους εἰς τὴν ἐξυπηρέτησιν καὶ λυσιτελεστέραν εὐδοκίμησιν αὐτοῦ.
Μὴν ἀφήνητε νὰ παρέρχηται χρόνος. Διαθέσατε τὰς ὥρας, αἵτινες σᾶς
περισσεύουν εἰς τὴν εὐόδωσιν καὶ κατίσχυσιν αὐτοῦ. Ἐντὸς ὀλίγων ἡμερῶν
μὲ μικρὰν προσπάθειαν εἴδατε τὰ ἀποτελέσματα. Ποῖα θὰ ἦσαν ταῦτα ἐὰν
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐπεμελῆσθε, ὡς σήμερον, εἰς τὴν πρόοδον αὐτοῦ; Ἀλλ’ ὁ
καιρὸς δὲν ἀπωλέσθη. Ὑπάρχει ἀκόμη καιρὸς καὶ εὐρύτατον στάδιον πρὸ
ὑμῶν, ὅπως ἀκονίσητε ἑαυτοὺς καὶ τὴν δρᾶσιν σας. Ἡ ἑβδομὰς ἥτις ἔληξεν
ὑπῆρξεν ἀρκετὰ καρποφόρος, διότι καὶ ὁ ζῆλος καὶ ἡ προθυμία σας καὶ ὁ
τρόπος τῆς ἐνεργείας σας ὑπῆρξεν ἐξ ἴσου ἐγκαρδιωτικὸς πρὸς τὰς γενικὰς
ἀποβλέψεις Μου δια τὴν πρόοδὸν σας.
Μὴν ἐπαναπαυθῆτε ὅμως μόνον ἐπ’ αὐτοῦ, ἀλλὰ καταβάλατε περισ-
σοτέρας δυνάμεις καὶ ἐνέργειαν. Μὴ νομίσητε ὅτι τοῦτο εἶναι δύσκολον.
Ἀπαιτεῖται συστηματική ἐργασία διὰ τὴν πλήρη ἐπιτυχίαν. Πρὸ ὑμῶν
ἔχετε τόσους λογίους, ἐπιστήμονας, τῶν γραμμάτων ζηλωτάς, ὥστε μία
κατάλληλος πρὸς ὅλους τοὺς ὁρίζοντας τούτων ἐνέργεια νὰ ἐπιφέρῃ
ἀποτελέσματα, τὰ ὁποῖα δὲν προσδοκᾶτε. Δὲν δύναμαι ἀπὸ σήμερον νὰ
σᾶς εἴπω τὰ ἀποτελέσματα, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπέλθωσιν εἰς τὴν ἐν γένει τοῦ
ἔργου εὐδοκίμησιν, ἓν μόνον σᾶς λέγω: Ὅτι ἐλάχιστοι θὰ μείνουν ἐξ ὅλης
τῆς Ἑλλάδος, οἵτινες δὲν θὰ διαφωτισθῶσιν. Θὰ εὑρεθῶσι δὲ ἐν καιρῷ καὶ
τὰ κατάλληλα πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἐκ καλῆς προαιρέσεως καὶ ὁλοθέρμου
πίστεως θὰ θεωρήσωσιν ἑαυτὰ εὐτυχῆ προσφέροντα τὴν ὑλικὴν ἀρωγήν
των, πρὸς ἐνίσχυσιν αὐτοῦ.
Ὀφείλω νὰ καταστήσω εἰς ὑμᾶς ταῦτα πάντα γνωστά, διὰ νὰ ἀντιλη-
φθῆτε ὅτι θὰ συμβάλλετε εἰς τὴν μέλλουσαν τῆς ἀνθρωπότητος προπα-
ρασκευὴν πρὸς ὑποδοχὴν τῆς ἐν τῷ κόσμῳ ἀναμενομένης Νέας Ἐναν-
θρωπίσεως τοῦ τῶν πάντων ὑπερθερματίζοντος Λυτρωτοῦ τῶν Ψυχῶν
καὶ Ζωοποιοῦ Πνεύματος, οὐχὶ ὡς ποτὲ ἐνανθρωπιζομένου ἐν τῇ γῇ ὡς
ἀνθρώπου καὶ γεννωμένου πάλιν, ἀλλ’ ἐν τῇ ἀνθρωπότητι τῇ ἀντιλη-
φθησομένῃ καὶ πιστευούσῃ Αὐτὸν ὑποκαθιστάμενος καὶ αὐτὴν πληρῶν.
Καὶ οἱ διαφωτιζόμενοι παρ’ Αὐτοῦ καὶ οἱ ἐνοραματισθέντες καὶ πά-
ντες οἱ δι’ Αὐτοῦ λαλήσαντες καὶ τὴν ἀνοιχθησομένην εἰς αὐτοὺς Βασι-
λείαν ὠφθέντες, λαλήσουσι καινὰ, ἃ οὐδεμία ἀκοὴ ἤκουσε, καὶ ὠφθῶσι

111
Κόσμους ἐν ὅλῃ αὐτῶν τῇ μεγαλοπρεπείᾳ, οὓς οὐδεὶς ὀφθαλμὸς ἀπὸ
καταβολῆς κόσμου ὤφθη. Καὶ τὸ Πνεῦμα αὐτῶν ἐπιφωτιζόμενον καὶ
τὸ ψυχικὸν αὐτῶν σῶμα ἀπαλλασσόμενον τῶν ὑλικῶν δεσμῶν, καὶ ἐπὶ
πνευματικῶν πτερύγων φερόμενον, θέλει ἀνέλθει τὴν κλίμακα τῶν
Ἀνιόντων Κόσμων, πρὸς τὸν Θρόνον τῆς Θείας Φωτοπαστάδος τῆς Γεν-
νησιουργοῦ Θεότητος φερούσης, ἐξ Ἦς ἀπορρέουσιν αἱ τὸν Σύμπαντα
Κόσμον διήκουσαι Ὑπέργειαι καὶ Φωτοδόται Δυνάμεις.
Καὶ ἡ εὐρεῖα διάνοια τῶν ἐξαϋλουμένων τούτων πνευμάτων εἰσχωροῦ-
σα εἰς τοῖς Κόλποις τοῦ Ἀδύτου καὶ Ἀποκρύφου Κόσμου, τὸ μὲν πνεῦμα
ἐν τοῖς Ἀνωτάτοις Κόσμοις φέροντες, τὸ δὲ σῶμα ἐν τῇ γῇ, θέλουσιν ἐξ
ἰδίας αὐτῶν ἀντιλήψεως κρίνει περὶ τῆς ἐν τοῖς Ἀδύτοις ἐγκρυπτομένης
καὶ καλυπτομένης Ἀληθείας, ἣν τοῖς κλητοῖς ἀποκαλύψωσιν, συνα-
ντηλήπτορες καταστάντες τῆς Οὐρανίου τοῦ Θεοῦ Βασιλείας καὶ τῶν
Βουλῶν Αὐτοῦ Ἑρμηνευταί.
Μὴν ἀπωλέσητε τὸν χρόνον τῆς παρούσης ὑμῶν ἐν τῇ γῇ ζωῆς, χρησι-
μοποιήσατε τοῦτον ὅπως ἐνωτισθῆτε τῶν πρώτων Ἐπαγγελιῶν ἃς Ἐγὼ
προσέρχομαι νὰ φανερώσω καὶ ἃς ὁ Ἐρχόμενος καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις
Ἐνανθρωπιζόμενος, θέλει ἀποκαλύψει ἐν ὅλῃ τῇ φυσικῇ μεγαλοπρεπείᾳ.
Πιστεύουσι τὸν Ἐνανθρωπισθέντα Λόγον ἐν τῷ Ἰησοῦ ὡς καὶ πάλιν
ἐνανθρωπισθησόμενον, ἀλλ’ οὐκ ἀξιοῦνται τὴν Γραφὴν τὴν διὰ τοῦ Στόμα-
τος Αὐτοῦ ὑπαγορευθεῖσαν κατανοεῖσαι ἢ ἀντιληφθῆναι.
Ὁ δὲ Ἐρχόμενος οὐκ ἐνανθρωπισθήσεται ἢ ὑποκατασταθήσεται ἐν τῷ
προσώπῳ τινός, ὡς οὗτοι μωρῶς πιστεύουσιν, ἀλλ’ ἐφ’ ἀπάσοις τοῖς ἐκλε-
κτοῖς Αὐτοῦ καὶ τοῖς ἐκλεχθησομένοις εἰσπορευθῇ καὶ δι’ αὐτῶν λαλήσει.

51. Ὁ ἄνθρωπος διὰ νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμού αὐτοῦ διὰ
νὰ κατορθώσῃ νὰ ἀπαλλαγῇ τῶν συγκρατουσῶν αὐτὸν ἐν τῷ παρόντι
κόσμῳ ἀδυναμιῶν, ἀνάγκη νὰ παλαίσῃ.
Νὰ παλαίσῃ ὑπερανθρώπως οὐ μόνον ἀπέναντι τῶν περικυκλούντων
αὐτόν ὑλικῶν ἐπιρροῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπέναντι τῶν Ψυχικῶν του ἐποφθαλ-
μιάσεων. Πρέπει νὰ κατέλθῃ κάτωθεν πάντων πρῶτον διὰ νὰ ὑπερυψωθῇ
εἶτα, ὑπὲρ τὴν κεφαλὴν αὐτῶν. Ἐὰν δὲν κατορθώσῃ νὰ ἐπιβληθῇ ἐπὶ τοῦ
ἑαυτοῦ του καὶ τῶν ἀδυναμιῶν του ἐπὶ τοσοῦτον ὥστε νὰ λησμονήσῃ
ἑαυτόν, οὐδὲν ἐκαρπώθη.
Ὁ θέλων ἀκολουθεῖσαι Με ἀπαρνησάτω τὸν πατέρα καὶ τὴν μη-
τέρα αὐτοῦ καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθήσει Με. Ὅταν
αἱ οἰκογενειακαὶ μέριμναι, ὅταν αἱ βιωτικαί φροντίδες, ὅταν αἱ κοινωνικαὶ
συνθῆκαι, ὅταν οἱ συγγενικοὶ δεσμοί, ὅταν αἱ ὑλικαὶ ἀποβλέψεις καὶ τόσα
ἄλλα, τὰ ὁποῖα δεσμεύουν τὴν ἀνθρώπινον ψυχὴν ἐπὶ τῆς γῆς, δὲν ἀφή-
νουσιν αὐτὴν ἐλευθέραν ν’ ἀναχθῇ εἰς τὰ ὕψη τῶν Ὑπερκοσμίων κόσμων
καὶ ὠφθῇ ἐν αὐτοῖς καὶ συναποκομίσῃ ἐξ αὐτῶν τὴν ἀκλόνητον πίστιν, τὴν

112
σταθερὰν ἐλπίδα, τὴν βεβαίαν καὶ στερρὰν πεποίθησιν ἐπὶ τῆς πραγμα-
τοποιήσεως τῆς ψυχικῆς ἀνόδου του, οὐδὲν ἐπετελέσατο. Ἀφοσιώθητι εἰς
αὐτοὺς καὶ τὴν ἀνάπτυξίν των.
Ἐὰν παρ’ Ἐμοῦ ἐντέλλεσθε ν’ ἀγαπᾶτε πάντας καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν,
τοὺς οἰκείους καὶ συγγενεῖς ὑμῶν θέλετε ἀπαρνηθῇ καὶ περιφρονήσῃ,
Οὐχί, ἓν ὅμως ζητῶ: «Μὴν προσκολληθῆτε εἰς τὴν ἀγάπην τῶν οἰκείων
σας ὕπερθεν τῆς Ἀγάπης τοῦ Κόσμου, ὃν θὰ γνωρίσητε καὶ ὅστις μέλλει
νὰ σᾶς ἀποκαλυφθῇ. Διότι καὶ ὑμεῖς καὶ οἱ οἰκεῖοι σας καὶ τὰ πάντα, ὅσα
ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν ἀγαθῶς κυριαρχοῦν, ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐξῆλ-
θον καὶ εἰς αὐτὸν ἀνήκουν. Καὶ ἀφοῦ ἐξ αὐτοῦ ἐξῆλθον, ἄρα καὶ ἐξ αὐτοῦ
πηγάζουν καὶ πηγάζοντα ἐξ αὐτοῦ, δι’ αὐτὸν καὶ πάλιν προορίζονται.
Καὶ προοριζόμενα δι’ αὐτὸν ὑπ’ αὐτοῦ ἐνδυναμοῦνται ἢ καταβάλλονται
ἢ προχωροῦν ἢ σταματῶσιν».
Συνεπῶς οὐδὲν δύναται νὰ ὠφελήσῃ ἡ στοργὴ καὶ τὸ φίλτρον, ἂν ἄνω-
θεν ἐπιτάσσεται ἡ θυσία, ὅπως καὶ ἡ θυσία οὐδὲν ἐπιπροσθέτει ἂν ὑπὸ τοῦ
Θείου δὲν ἐπιτάσσεται. Οὐδεμία δὲ θυσία εἰς ὑμᾶς ἄχρις στιγμῆς ἐγένετο,
ἀλλ’ οὔτε τοιαύτη παρ’ ὑμῶν ἐζητήθῃ, ἵνα τοσοῦτον θορυβῆσθε καὶ λυπῆ-
σθε καὶ πάσχητε. Ὅταν δὲ εὑρεθῆτε εἰς τὴν ἀνάγκην νὰ ὑποστῆτε θυσίας,
ὑμεῖς θέλετε ἐκζητήσει τοῦτο ὡς Χάριν καὶ Ἐγὼ θέλω χαρισθῇ ὑμῖν. Ὁ
Θεὸς ὁ Ὤν καὶ Ὑπάρχων οὐ παρὰ τοῖς διακονοῦσιν Αὐτὸν θυσίαν ζητή-
σει, ἀλλ’ ἔλεον, ὡς ὁ καιρὸς τῆς θυσίας, παρῆλθεν καὶ νῦν ὁ χρόνος τῆς
εὐχαριστίας ἀνατέλλει. Οὐδείς, ἐκ τῶν πρὸς Ἐμὲ διακειμένων θυσιάσει
τι πλὴν τῆς πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸν κόσμον Ἀγάπης. Καὶ ἂν οὓς ἀγαπᾶ ἀγαπήσει
ὑπὲρ ἑαυτόν, οὐ τὴν Ἐντολήν Μου ἀκολουθεῖ τὴν ἐπιτάσσουσαν αὐτόν, ἵνα
τὸν πλησίον καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ πλεῖον αὐτοῦ ἀγαπήσει;
Ὁ Ἐρχόμενος ἐν τῷ κόσμῳ οὐκ ἐλεύσεται ἐν τῇ ὁδῷ τῶν ὁλοκαυτω-
μάτων καὶ θυσιῶν, ἀλλ’ ἐν Εἰρήνῃ. Ὁ Εἰρηνοποιὸς τοῦ κόσμου οὐκ ἐκζη-
τήσει τὴν διάσπασιν τῆς Ἀγάπης, ἀλλὰ τὸν δεσμὸν αὐτῆς ἐν μιᾷ ψυχῇ
καὶ καρδίᾳ σύμπαντος τοῦ κόσμου.
Διατί ταράττεσθε, διατί ἀθυμεῖτε; Οὐκ ἦλθον πρὸς ὑμᾶς συνταρᾶξαι
ἀλλὰ Γαλήνην τὴν καρδίαν ὑμῶν πληρῶσαι. Οὐδεὶς πρός Με εὐπρόσδε-
κτός ἐστὶ, ἂν μὴ εὐπρόσδεκτος τοῦ κόσμου γένηται τὴν Ἀλήθειαν ἀσπα-
σάμενος καὶ ἀκολουθῶν καὶ κηρύσσων.
Ἀν δ’ ἐν τῇ πίστει καὶ Ἀληθείᾳ στηριζόμενος μισητὸς τῷ κόσμῳ καὶ τοῖς
οἰκεῖοις αὐτοῦ καταστῇ, οὐκ ἐν τῇ θυσίᾳ ὑποβάλλεται θυσιάζων ὑπὲρ τῆς
Ἀληθείας ἑαυτὸν καὶ τοὺς ἄλλους; Οἱ μὴ δεχόμενοι τὴν Ἀλήθειαν, ἣν οὗτος
πρεσβεύει, οὐκ αὐτὸν βλάπτουσιν, ἀλλ’ ἑαυτούς. Οὗτος δ’ ἐντέλλεται ἐν
καιρῷ ὅπως καταδείξῃ αὐτοῖς τὴν ἀπάτην των. Ἂν δὲ οὗτοι ἐμμείνουσιν
ἀμβλυωποῦντες ἢ μὴ ὁρώμενοι τὴν Ἀλήθειαν, οὐκ εὐθύνην τινὰ οὗτος
φέρει, ἀλλὰ οὗτοι. Καὶ ἂν οὗτοι θυσιάζωνται ὑπὲρ τοῦ ψεύδους καὶ τῆς
ἀπάτης τοῦ κόσμου, διατί οὗτος δὲν ἤθελεν θυσιασθῇ ὑπὲρ τῆς Ἀληθείας
καὶ κατὰ τοῦ κόσμου, τοῦ μισοῦντος καὶ βδελυροῦ, τὸν Ὑπερκόσμιον
ἐγκολπούμενος;

113
Οὐ θέλω ὑμᾶς συγκρατεῖσαι ἐν τῷ ψεύδει, ἀλλὰ τὴν Ἀλήθειαν ἀπο-
καλύψω ὑμῖν. Καὶ ὅταν τὴν Ἀλήθειαν ὠφθῆτε, οὐδόλως τὰ τοῦ κόσμου
ψεύδη διαφυλάξητε χάριν τῶν ἐξ αὐτοῦ ἐπικρατουσῶν καὶ διὰ τὴν ἐψι-
μυθιωμένην αὐτοῦ φενάκην συνθηκῶν. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ὑμεῖς θέλετε
ἀποδεχθῇ καὶ ἀσπασθῇ ἐστὶν ἀληθές, καὶ ἡ Ἀλήθεια δὲν δύναται ποτὲ νὰ
κύψῃ πρὸ τοῦ ψεύδους, ἀλλὰ θὰ ἀναστηλωθῇ καὶ θὰ καταπατήσῃ ὑπὸ
τοὺς πόδας της τοῦτο.
Ὅταν ὁ χρόνος ἐπιστῇ καὶ ἀντιληφθῆτε τὸν κόσμον ἐξ οὗ ἐξήλθατε καὶ
πρὸς ὃν καλεῖσθε νὰ προσέλθητε, τότε θέλετε μόνοι σας ἀπαρνηθῇ τὸ καθ’
ὑμῶν μῖσος τῶν ἄλλων, χάριν τῆς πρὸς Ἐμὲ καὶ πρὸς αὐτοὺς Ἀγάπης. Μέχρι
σήμερον οὐδὲν παρ’ ὑμῶν ἐζητήθη, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἐδόθη πρὸς θυσίαν. Δὲν
δύναταί τις νὰ πράξῃ τι χάριν τοῦ σκοποῦ ὃν κατανοεῖ καὶ ἐντέλλεται ἵνα
ἀκολουθήσῃ, ἂν μὴ ὁ ἐντέλλων θελήσῃ. Καὶ νῦν ὁ ἐντέλλων ἐπιθυμεῖ νὰ μὴ
θυσιασθῇ τι ὑπὲρ Αὐτοῦ καὶ ἐκ τοῦ κόσμου χάριν ὑμῶν καὶ τῆς πνευματικῆς
ὑμῶν ἐξελίξεως. Ἕκαστος δύναται νὰ θυσιάσῃ ἀφ’ ἑαυτοῦ διὰ τὸν κόσμον,
ἐὰν ἐπιθυμῇ, ἵνα ἑαυτὸν ὠφελήσῃ καὶ ἀναδείξῃ.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, θυσιάσατε ἑαυτοὺς χάριν ὑμῶν καὶ τοῦ κόσμου
καὶ ἄφετε τὸν κόσμον νὰ θύσῃ ἐφ’ ὑμῶν, ἵνα τὴν ἑαυτοῦ σωτηρίαν καὶ
τοῦ κόσμου καὶ παντὸς πεφιλημένου ὑμῶν ἓξητε.

52. Ὅσον φαίνεται καὶ ἂν προσπαθῇτε εἶναι δύσκολον ν’ ἀποβάλλητε


τὴν ἀπαισιοδοξίαν, νὰ καταστήτε ἱκανοί, ὅπως ἀντιμετωπίσῃτε τὰς
περιστάσεις, αἵτινες σᾶς περιστοιχοῦν.
Μίαν στιγμὴν ἐνθουσιάζεσθε μὲ μίαν σχετικὴν ἐπιτυχίαν καὶ ἔπειτα
χάνετε ὁμοῦ μὲ τὴν αἰσιοδοξίαν σας τὸ θάρρος, τὸν ζῆλον, τὴν ἐνέργειαν,
τὴν ζωτικότητα. Ὀφείλω νὰ ὁμολογήσω ὅτι ὁ ἀγὼν ὃν διεξάγετε εἶναι λίαν
δυσχερὴς καὶ ἐπίπονος. Ὁμολογῶ ὅτι ἔχετε νὰ ἀντιπαλαίσητε κατὰ πλεί-
στων ὅσων δυσχερειῶν καὶ μάλιστα ἐκ τῆς ἀντενεργείας, τὴν ὁποίαν θὰ
συναντήσητε ἐν τῇ διεξαγωγῇ τοῦ ἔργου τούτου, ἀλλὰ λάβετε ὑπ’ ὄψει
τοὺς ἔτι δυσχερεστέρους ἀγῶνας, οὓς διεξήγαγον πάντες ἐκεῖνοι, οἵτινες
ἠθέλησαν νὰ ἐπιβάλλωσι τὰς ἰδέας των εἰς τὸν κόσμον.
Ἐξετάζοντες δὲ τὴν βαρύτητα καὶ τὴν σημασίαν τοῦ ἔργου τούτου,
ἀναλογιζόμενοι τὰ πνευματικὰ ὠφέλη, τὰ ὁποῖα θὰ συναποκομίσητε ἐκ
τῆς ἐπιτυχίας τούτου, ἐντείνατε τὰς προσπαθείας ὑμῶν, ἐνδυναμώσατε
τὸν ζῆλον σας, μὴν ἀναλογισθῆτε τοὺς κόπους, τὰς δυσχερείας καὶ τὰς
τυχὸν ταπεινώσεις, ἀλλὰ ἐργασθῆτε, ἐργασθῆτε. Ὅταν δὲ κατορθώσητε
νὰ ἐπιδοθῆτε εἰς τὸ πνευματικὸν μέρος, ἄνευ τινὸς ὑλικῆς μερίμνης, τό­τε
θὰ ἴδητε τοὺς καρπούς, τοὺς ὁποίους τώρα μετὰ τόσου μόχθου καλλιερ-
γοῦντες καὶ ποτίζοντες τὸ δένδρον ἀναμένετε νὰ δρέψητε.
Ἀπορῶ ὅμως ὂχι τόσον διὰ τὴν ἀνεπαρκῆ ὑμῶν συμβολήν, ὅσον διὰ
τὴν ἐκ μέρους ὑμῶν βεβαιότητα τῆς πρὸς Ἐμὲ ἐλπίδος, κατόπιν τῶν ἐπα-

114
νειλημμένων Μου δηλώσεων, ὅτι οὐδόλως δύναμαι νὰ ἐπέμβω εἰς ζη-
τήματα ἐντελῶς ὑλικά, ἔστω καὶ ἂν πρόκειται περὶ τῆς ἰδίας ὑποστάσεως
καὶ ἐπιτυχίας τοῦ ἔργου, εἰς ὃ ὅλαι αἱ προσπάθειαί Μου τείνουν, ὅπως τὸ
ἀναδείξουν.
Ἡ πίστις καὶ ἡ αὐτοπεποίθησις εἶναι τὰ μόνα κεφάλαια, τὰ ὁποῖα ἐνι-
σχυόμενα ὑπὸ τῆς ἐνεργείας καὶ τῆς θελήσεως δύνανται ν’ ἀναδείξωσι
τὰ μεγαλύτερα ἐν τῇ ἀνθρωπὸτητι ἔργα. Συνεπῶς ἐνδυναμώσατε τὰς ἐλ-
πίδας σας ταύτας, ὁπλισθῆτε διὰ τῆς πίστεως καὶ ἐνεργοῦς θελήσεως καὶ
θὰ ἴδητε ὅτι μίαν ἡμέραν ὅλοι οἱ κόποι, οὓς ἐδοκιμάσατε, ὅλαι αἱ θλίψεις,
ἃς συναποκομίσατε, ὅλαι αἱ ἐνέργειαι, ὅλαι αἱ ἀγωνίαι, ἃς ἐδρέψατε, ὅτι θὰ
εἶναι ἀνάλογος πληρωμὴ τῶν καρπῶν οὓς θὰ δρέψητε καὶ τῶν ἀγαθῶν καὶ
ἱκανοποιητικῶν ἀποτελεσμάτων, τὰ ὁποῖα θὰ συναποκομίσητε.
Λοιπὸν πράξατε ὅτι ἐπιβάλλεται ὑμῖν, κινηθῆτε, ἐνεργήσατε, δρά-
σατε, μὴν ἀποκάμητε, μὴν ἀποκαρδιωθῆτε, μὴν ὑστερήσητε εἰς τίποτε,
ἀλλὰ μὲ ἀναπτερωμένας πάντοτε τὰς ἐλπίδας καὶ τὴν πλήρη πεποίθη-
σιν περὶ τῆς τελικῆς νίκης, βαδίζετε πάντοτε πρὸς τὰ ἐμπρός.
Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ προσκομίσητε, ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ προσφέρητε
πρὸς ἑαυτοὺς καὶ τὸν κόσμον, θὰ εἶναι λίαν ἐπαρκὲς νὰ σᾶς ἀναδείξῃ καὶ
σᾶς ἀποκαταστήσῃ ἐκεῖ ὅπου ὅλαι αἱ προσπάθειαι καὶ ἀποβλέψεις ὑμῶν
τείνουν. Ὅταν ὁπλίζεσθε μὲ ἐλαχίστην πίστιν βλέπετε τὰ ἀποτελέσματα
καὶ ὅταν χάνετε αὐτὴν βλέπετε τὰς δυσχερείας. Ἐξαρτᾶται ἐκ τοῦ ποσοῦ
καὶ τῆς δυνάμεως τῆς ἐξωτερικεύσεως αὐτῆς καὶ ἡ ἀπόδοσις.

53. Ἐν τῇ ἀποθαρρυμένῃ ψυχῇ ὑμῶν προσπαθὼ ν’ ἀναρριπίσω τὸ


μόλις διατηρούμενον καὶ ὑποκαῖον πῦρ.
Αἱ ἐπελθοῦσαι εἰς τὸ ἔργον ὑμῶν ἀποτυχίαι δὲν ἐπρεπε νὰ σᾶς κλονί-
σουν ἐκ βάθρων. Ἡ ἀπογοήτευσις ὑμῶν ἐκορυφῶθη. Ἔδει ὅμως νὰ λάβητε
ὑπ’ ὄψει σας ἁπλῶς καὶ μόνον ἀναδιφῶντες τὴν ἱστορίαν ὅτι οἱ θέλοντες
νὰ βαδίσωσιν ἐπὶ ἐνὸς προσχεδιασμένου σκοποῦ καὶ ἐπιθυμοῦντες νὰ
φέρωσι αὐτὸν εἰς πέρας ἐδοκιμάσθησαν κατὰ τρόπον, ὃν ὑμεῖς οὐδόλως
ἐγνωρίσατε.
Λάβετε ἀκόμη ὑπὸ σημείωσιν ὅτι πάντες ἐνεπνέοντο καὶ ἐνοραματί-
ζοντο κάλλιον ὑμῶν. Διὰ νὰ ἀποκτήσωσι δὲ τὸ ψυχικὸν σθένος ἠναγκά-
ζοντο ἐπὶ μακρὸν χρόνον ν’ ἀναχωρῶσιν εἰς τὴν ἔρημον, ἵνα ἐν μέσῳ τῆς
σιωπώσης φύσεως ἀποκτήσωσι τὴν δύναμιν τῇς ὑπομονῆς ἐναντίον τῶν
κακιῶν, τὰς ὁποίας θὰ ἔβλεπον ἐν τῇ κοινωνία, εἰς ἣν θὰ ἐπέστρεφον
ὅπως διδάξωσιν καὶ ποδήγετήσωσιν αὐτήν, ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ἀλῃθειῶν,
τὰς ὁποίας ἐγνώρισαν ἐπικοινωνοῦντες μὲ τὸ θεῖον.
Ἀπὸ ὑμᾶς δὲν ἀπῄτησα οὔτε ν’ ἀπομακρυνθῆτε τοῦ οἴκου καὶ τῆς οἰκο-
γενείας ὑμῶν, οὔτε νὰ στερηθῆτε τῶν ὑλικῶν ἀπολαύσεων, τὰς ὁποίας
παιδιόθεν ἐκτρεφόμενοι ἐν αὐταῖς ἀπεκτήσατε. Ἀπῄτησα παρ’ ὑμῶν

115
­ ίστιν, ἀγάπην, ἀφοσίωσιν, ἀλλῃλεγγύῃν, πρός τε ἑαυτοὺς καὶ τὸ ἔργον
π
τὸ ὁποῖον ἀκολουθεῖτε. Δὲν δύναμαι νὰ εἴπω ὅτι ἐν μέρει δὲν ἠκολουθή-
σατε πάντα ταῦτα. Αἱ προσπάθειαι ὑμῶν ἦσαν ἀρκεταί, ὥστε ὁ ἀνατεθεὶς
εἰς ὑμᾶς σκοπὸς ἐντὸς τοῦ μικροῦ διαρρεύσαντος χρόνου νὰ φέρῃ τοὺς
ποθουμένους καρπούς.
Ἐξετάσατε ἑαυτοὺς ἀπροκαλύπτως καὶ θὰ ἴδητε ὅτι δὲν ­κατεβάλατε
τὴν ἀνάλογον προσπάθειαν πρὸς τὴν ταχεῖαν τοῦ ἀνατεθέντος ὑμῖν
σκοποῦ ἐκπλήρωσιν. Ἐὰν ὅμως καταμετρήσητε ἐν τῇ αὐτῇ ἀναλογίᾳ τὸ
βάθος τῆς ψυχῆς ὑμῶν, θὰ ἀνεύρητε ἀρκετὴν βελτίωσιν ὑφ’ ὅλας τὰς
ἀπόψεις, ἐν συγκρίσει πρὸς τὸ παρελθόν σας. Συγκρίνατε ἕκαστος κατ’
ἰδίαν τὸν ἑαυτόν του μὲ τὸ πρὸ δεκαετίας παρελθόν σας. Θὰ ἴδητε τότε
μεγίστην διαφοράν.
Αἱ ὑλικαί σας ἀποβλέψεις, αἱ ἰδέαι σας ἐσφυρῃλατήθησαν ἐπὶ μιᾱς
ἰσχυρᾶς βάσεως καὶ δὲν κλονίζεσθε ἐκ τῶν ἀλλήλοσυγκρουομένων θε-
ωριῶν τῶν σοφῶν σας ἢ τῇς ἐπιστήμης, ἥτις προσπαθεῖ καὶ θὰ προσπαθῇ
πάντοτε καὶ ἴσως, ἐὰν δὲν ἀλλάξῃ κατεύθυνσιν, νὰ εἴπῃ τὴν τελευταίαν της
λέξιν, ἐπὶ τῶν καθ’ ἑκάστην ἀναφυομένων καὶ ὁλοέν ὀγκουμένων προβλη-
μάτων. Αἱ σχέσεις μεταξὺ τῶν φίλων καὶ ἀγνώστων σας δὲν εἶναι αἱ αὐταὶ
μὲ τὸ παρελθόν σας. Εἰς αὐτὰς δύναταί τις εὐκόλως νὰ διακρίνῃ τὸ αἴσθη
μα, τὸ ὁποῖον τὰς ὑπαγορεύει, καὶ τὸ ὁποῖον βασίζεται ἐπὶ τοῦ ὑψηλοτέρου
καὶ μᾶλλον ἐξιδανικευμένου πυργώματος, τὸ ὁποῖον ἀνήγειρεν ἡ ἀνθρω-
πίνη προσπάθεια καὶ ἐξέλιξις.
Δὲν δύναμαι νὰ εἴπω ὅτι ἔχετε πλήρως ἀναχθῇ εἰς τὸ ὑψηλὸν ἐκεῖνο
ἐπίπεδον καὶ κατέστητε τὸ ὑπόδειγμα τῆς πραγματικῆς ἐξελίξεως. Ἐν
τούτοις ὅμως τὸ διαρρεῦσαν χρονικὸν διάστημα ἦτο τοιοῦτον, ὥστε νὰ μὴ
ἠδύνατό τις νὰ ἀναμένῃ περισσότερα. Ἐξ ἄλλου αἱ συνθῆκαι καὶ τὰ διάφο-
ρα περιστατικά, ἅτινα κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο ἐπηκολούθησαν, δὲν ἦτο
δυνατὸν νὰ ἐπιφέρωσι καλλίτερα ἀποτελέσματα.
Ἓν ὅμως ἀρκετὰ οὐσιῶδες παρατηρῶ, τὴν ἀπώλειαν τῆς πίστεως καὶ
τοῦ θάρρους, ὑπὸ τοῦ ὁποίου ἐνεφορεῖσθε κατελθόντες τὸ πρῶτον εἰς τὸν
ἀγῶνα. Ἡ ἀποτυχία, τὴν ὁποίαν αἱ προσπάθειαι ὑμῶν ἐσημείωσαν κυρίως
εἰς τὸ ὑλικὸν μέρος τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς Ἔργου σᾶς ἐκλὸνισε καὶ σᾶς
ἐπροξένησε τὴν ἤδη παρατηρουμένην ἀπογοήτευσιν εἰς τὰ βάθη τῆς ψυ-
χῆς σας. Ἡ ἀποτυχία ὅμως αὕτη ἔδει νὰ σημειωθῇ, διὰ νὰ δοκιμασθῆτε ἐν
αὐτῇ καὶ ν’ ἀναμετρῆτε εἰς τὸ ἑξῆς μετὰ περισσοτέρας περισκέψεως ἕκα-
στον ζήτημα. Ἐκ τῶν ἀποτελεσμάτων, τὰ ὁποῖα προέκυψαν κατόπιν ἑνὸς
ἐνθουσιασμοῦ ἥκιστα σοβαροῦ καὶ περιεσκεμμένου προκύπτει ἡ πεῖρα,
ἡ μεγάλη αὕτη πρὸς εὐδοκίμησιν οἱουδήποτε σκοποῦ καὶ ἔργου ἀρχή,
ἡ ὁποία εἰς τὸ μέλλον θὰ σᾶς δώσῃ νέας βάσεις καὶ στηρίγματα, ἐκ τῶν
ὁποίων ἀσφαλῶς θὰ χωρήσητε πρὸς τὴν ἐπιδιωκομένην ἐπιτυχίαν.
Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον προσπαθῶ ἤδη νὰ σᾶς τονίσω εἶναι ἡ ἐπίρρωσις τοῦ
ἐκλειπόντος θάρρους σας. Δὲν πρέπει ἐκ τοῦ πρώτου ἔτους τῆς δοκιμα-
σίας ὑμῶν νὰ καταθέσητε τὰ ὅπλα. Εἶναι ὡς νὰ ἐγκατελείπατε ἑαυτοὺς εἰς

116
τὸ ἔλεος τῶν ἀμειλίκτων ἐχθρῶν σας, οἵτινες θὰ ὑπεδουλοὺντο τάχιστα
εἰς ὑμᾶς, ἐὰν εἴχατε περισσότερον σθένος καὶ παρετείνατε τὴν κατ’
αὐτῶν ἄμυναν. Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ ἐνδιατρίψω περισσότερον ἐπὶ ἐνὸς ζη-
τήματος, τοῦ ὁποίου ἴσως βλέπετε τὰ ἀποτελέσματα ἀντιθέτως ἀπὸ ὅτι
Ἐγὼ τὰ προβλέπω καὶ τ’ ἀναμένω νὰ ἐξελιχθῶσιν.
Ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς ἔργου, τοῦ ὁποίου ἤδη συλ-
λέγετε τὰ ναυάγια διὰ νὰ ἐλλιμενισθῆτε καὶ περισωθῆτε, θὰ ἴδητε ὅτι αἱ
δο­κι­μασίαι, ἃς ὑπέστητε ἦτο ἐπάναγκες νὰ γίνωσιν, πρὸς κατάδειξιν τῆς
Ἀληθείας, ἥτις ἐγκρύπτεται ἐν τῷ Ἔργῳ καὶ ταῖς προσπαθείαις ἐκείνων,
οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν νὰ ἴδωσιν αὐτὸ συντελούμενον, ὑμᾶς δὲ λαμβάνο-
ντες τὸ ἐπάξιον διὰ τοὺς ἀγώνας σας ἔπαθλον.
Ἀναμείνατε τὴν ἐξέλιξιν τῶν πραγμάτων ἀφ’ ἑαυτῶν, ἀλλὰ μὴ παρα-
λείποντες ἢ ἐκμηδενίζοντες καὶ τὰς προσπαθείας ὑμῶν. Θὰ ἔλθῃ ἡμέρα,
καθ’ ἣν αἱ σημεριναὶ περιστάσεις θὰ λησμονηθῶσι, ἢ μᾶλλον θὰ καταστῶ-
σιν ἡ γενικὴ ἀρχή.
Τὰ μεγάλα ἔργα ἀπαιτοῦσι καὶ ἀναλόγους θυσίας. Ἀνάλογος δὲ
τούτων ἔσεται καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἢ ἡ ἀμοιβὴ τῶν κοπιώντων, οἵτινες
ἐπάλαισαν καὶ ἐκ τοῦ μηδενὸς ἔφεραν εἰς Φῶς τὴν ὑπὸ τῶν ἰσχυρῶν
κρυ­πτομένην καὶ βασταζομένην Ἀλήθειαν.

54. Ἐρώτησις: Δυνάμεθα νὰ προσφέρωμεν βοήθειαν τινα εἰς τὸν τυφλὸν


παῖδα;
Ἀπάντησις: Ὀφείλει οὗτος νὰ ἀποτίσῃ τὸν φόρον τοῦ κάρματος.
Ἀλλὰ δὲν δύναται νὰ φθάσῃ τις εἰς τὸ τέρμα πρὶν ἢ διανύσῃ τὴν πρὸς αὐτὸ
χωροῦσαν ὁδόν. Δὲν θέλω νὰ ἀπογοητεύσω ὑμάς ἐν τῇ προσπαθείᾳ ὑμῶν
ὅπως βοηθήσητε ἕνα πάσχοντα ἀδελφὸν ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ δὲν δύναμαι νὰ
ἐπέμβω, τιθέμενος ἀντιμέτωπος τῆς καρμικῆς αὐτοῦ ὀφειλῆς. Θὰ ἔλθῃ
ὅμως ἡμέρα καθ’ ἣν θὰ δυνηθῆτε διὰ τῆς ἀναπτύξεως τῶν ψυχικῶν ὑμῶν
δυνάμεων νὰ γνωρίσητε δι’ Ἐπεμβάσεών Μου καθ’ ὕπνον πότε δύνασθε νὰ
ἐπιλαμβάνησθε μετ’ ἐπιτυχίας τοιούτων θεραπειῶν, ἢ πότε θὰ εἶναι ἀνα-
γκαία ἡ παράτασις τῆς δοκιμασίας τῶν πασχόντων.
Ἐρώτησις: Διὰ τὸν περὶ οὗ ὁ λόγος τυφλὸν ἡ ἀπότισις τῆς καρμικῆς
ὀφειλῆς ἔσεται ἐν τῷ παρόντι αὐτοῦ βίῳ;
Ἀπάντησις: Ὅταν συμπληρωθῶσιν οἱ καρμικοὶ λόγοι, οἱ συγκρα-
τοῦντες αὐτὸν εἰς τὴν παροῦσαν κατάστασιν καὶ ὁπόταν θεωρηθῇ διὰ
τῆς νέας αὐτοῦ ζωῆς ὅτι ἐπλήρωσε τὴν καρμικὴν ὁφειλήν, θὰ ἀναβλέψῃ.
Ἐρώτησις: Ἐξαρτάται ἐκ τῆς διαγωγῆς αὐτοῦ καὶ μόνον ἡ συμπ­λή­
ρωσις τοῦ ἀναγκαίου χρόνου καὶ ἡ ἀπότισις τῆς ὁφειλῆς; Ὀ χρόνος δὲν
εἶναι σαφῶς διαγεγραμμένος ἐκ τῶν προτέρων;
Ἀπάντησις: Ἐὰν δὲν ὑπῆρχεν ἡ ἀνάγκη τῆς ἀνανήψεως ἐκ τῶν σφαλ-
μάτων τοῦ παρελθόντος καὶ ἡ βελτίωσις τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ νέᾳ αὐτοῦ

117
ζωῇ, δὲν θὰ ὑπῆρχεν ἡ ἀνάγκη τῆς καρμικῆς ἀποτίσεως, οὔτε αὕτη θὰ εἶ-
χεν ἀποχρῶντα καὶ δεδικαιολογημένον τινὰ λόγον. Ὁ ἀποτίων τῆν ὀφειλήν
ταύτην ὀφείλει νὰ ἐπανορθώσῃ τὰ σφάλματα τῆς προγενεστέρας αὐτοῦ
ζωῆς ἢ ν’ ἀπαλλαγῇ τελείως τῆς καρμικῆς τιμωρίας ἢ νὰ μετριάσῃ αὐτὴν
ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ. Συνεπῶς ὁ χρόνος δὲν εἶναι καθωρισμένος διότι
ἐξαρτᾶται ἐκ τῶν λόγων τῆς ἐσωτερικῆς κατευθύνσεως τοῦ ἀτόμου, τὸ
ὁποῖον διέρχεται τὴν δοκιμασίαν καὶ ἀναλόγως τῶν προσπαθειῶν αὐτοῦ
ὅπως ὑπερπηδήσῃ τὰ προσκόμματα τὰ συντρέχοντα καὶ παρεμβαλλόμενα
κατὰ τὴν ἐξέλιξιν τῆς νέας αὐτοῦ ζωῆς, τὴν ὁποίαν διανύει πρὸς πλήρωσιν
τῶν καρμικῶν αὐτοῦ ὑποχρεώσεων.

55. Οὐδεὶς ποτὲ ἐπεκαλέσθη Με καὶ οὐκ ἦλθον αὐτῷ Ἀρωγὸς καὶ οὐ-
δεὶς ἔκρουσε τοὺς Πνευματικοὺς πυλώνας καὶ δὲν ἠνοίχθησαν αὐτῷ
Καινοὶ Κόσμοι, Καινῶν ἐμπνεύσεων.
Ἐγὼ ἐμπνέω πάντας καὶ τοῖς πᾶσι χορηγῶ τὴν Ζωὴν τῶν Κόσμων, ὧν
ἐπίσταμαι.
Μὴν ἀποκαρδιοῦσθε παρὰ πᾶν ἐμπόδιον καὶ παρὰ πᾶσαν προσφερο-
μένην ὑμῖν δοκιμασίαν, ὡς πολλάκις εἶπον ὑμῖν, ὅτι διὰ τούτων θὰ προ-
κόψητε καὶ ἀναχθῆτε. Ἀνέμενον παρ’ ὑμῶν μείζονα θέλησιν καὶ θάρρος,
ἐγκαρτέρησιν καὶ πίστιν καὶ ὑμεῖς θὰ ἀναγνωρίζητε τοῦτο, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ
τῶν ἤδη παρ’ ὑμῶν προσφερθέντων καὶ τοῦτο ἀρκετόν, ἐὰν σὺν τούτοις
καταβάλητε μείζονα προσπάθειαν καὶ ἐπιμέλειαν, μείζονα προσοχήν,
διὰ νὰ συμπληρώσητε τὰς ἐλλείψεις, αἵτινες παρουσιάζονται ἐν τῇ ἐξελί-
ξει τοῦ Ἔργου, ἀλλά καὶ διὰ νὰ προσπαθήσητε ν’ ἀποφύγητε ἐν μέλλοντι
ἐνδεχομένας δυσμενεῖς συνθήκας, νικηφόρως κατισχύοντες ἐπὶ πάντων,
πρὸς εὐόδωσιν τοῦ σκοποῦ, ὃν ἠρχίσατε καὶ τὸν ὁποῖον ὀφείλετε νὰ μὴν
ἐγκαταλείψητε, ἀλλὰ νὰ φέρητε τοῦτον εἰς πέρας.
Προπαρασκευάζοντες ἑαυτοὺς τὸ ἔργον ἐποικοδομεῖτε, διότι ἕκαστος
ὑμῶν ἐστί καὶ ἐκπρόσωπος τοῦ Ἔργου Μου, μία βάσις ἐφ’ ἧς τοῦτο στηρί-
ζεται καὶ ἥτις βάσις ὀφείλει νὰ εἶναι πολὺ στερεά, διὰ νὰ βαστάσῃ τὸ ἐπ’
αὐτῶν ἀνεγερθησόμενον Οἰκοδόμημά Μου, ὅπερ θέλει εἶναι ἡ Φωταύγεια
τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, ἐξ ἀντικατοπτρισμοῦ αὐτοῦ.
Ἐγὼ διαβλέπω τὸ συντελεσθὲν ὑφ’ ὑμῶν αὐτῶν ἔργον, διαπλασθέντες
ὑμεῖς αὐτοὶ ὡς διεπλάσθητε, ἵνα καταστῆτε ἄξιοι διὰ τὴν ἐπακολουθήσα-
σαν κατάστασιν, ἣν θὰ ἀπαιτήσῃ τοῦ ἔργου ἡ ἐξέλιξις. Ἔχοντες πρὸς τοῦτο
τὴν προσοχὴν ὑμῶν πᾶσαν τεταμένην καὶ καταβλέποντες πάσας τάς ὑλι-
κάς ὑμῶν καὶ πνευματικὰς δυνάμεις, ἀποβλέποντες δὲ εἰς τὸν τελικὸν τῆς
ἐπιτυχίας σκοπόν, οὐδέν τι ἄλλον συντελεῖτε ἢ καθίστασθε δημιουργοὶ
ὑμεῖς αὐτοὶ τῶν ἀπαραιτήτων μεταβατικῶν ὡς πρὸς τὸ τέρμα του σκο-
ποῦ καταστάσεων.
Ὁ δημιουργὸς ἔργου τινός, ἂν μὴ ζυμώσῃ τοῦτο ἐντεταμένως ἐν τῇ

118
σκέψει αὐτοῦ, τὴν σχέσιν ἔχουσαν μὲ τὴν Ἄπειρον τοῦ Ἀπείρου Θεοῦ
Σκέψιν, οὐδὲν νὰ συντελέσῃ δύναται, καὶ δι’ αὐτῆς θὰ ἐξωθηθῇ εἰς τὰ τολ-
μηρώτερα διαβήματα, ἅτινα θὰ προάγουσιν τὰς γραμμάς τοῦ ἔργου αὐτοῦ
καὶ ἐν αὐταῖς αὐτὸν τὸν ἴδιον.
Ἐπεθύμησα ὑμᾶς, ἵνα ἀναχθῆτε καὶ ὑπεραρθῆτε τοῦ κόσμου σας καὶ
γνωρίσητε τὴν Δόξαν τῶν Κόσμων, πρὸς οὓς ἡ Ἐπιθυμία Μου ζητεῖ νὰ
σᾶς φέρῃ καὶ πρὸς τοῦτο ἐξέλεξα ὑμᾶς, ἵνα συνθλίψω ἐν ταῖς πικρίαις
καὶ δοκιμασίαις, ἃς ἐκ τοῦ κόσμου σας θὰ προσκομίσητε, ἵνα διὰ τούτων
ἔλθητε πρὸς Ἐμέ, πρὸς τὴν γεννηθεῖσαν Ἐπιθυμίαν Μου, ἥτις εἶναι ὁ
Αἰώνιος Ρυθμιστὴς πάντων τῶν ὅντων.
Δὲν ἔχω νὰ προσθέσω πλείονα, εἰμὴ μόνον νὰ τονίσω ὅπως ἐντείνητε
ἐναργέστερον τὴν ἀτομικότητα ὑμῶν, συνθλίβοντες ταύτην καὶ ἐξα-
ντλοῦντες αὐτήν, θυσιάζοντες αὐτήν, διὰ τὴν εὐόδωσιν τοῦ ἔργου, ὅπερ
ἠρχίσατε καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ὀφείλετε νὰ ἐργασθῆτε μέχρι τέλους. Ἐν ταῖς
Εὐλογίαις καὶ τῇ Ἀγάπῃ Μου ζῆτε.

56. Ἐγὼ Εἰμί, Ἐγὼ λαλῶ.


Ὅτε πρός Με ὑμεῖς προσήλθατε ποτὲ τὸ πρῶτον, ὀφείλω νὰ ὁμολογή-
σω ὅτι ἡ καρδία ὑμῶν ἦτο εὐμαλακτωτέρα παρὰ σήμερον, ὁπότε ἔπρεπε
νὰ μὴν εὑρίσκωμαι εἰς τὴν δεινὴν θέσιν, ὅπως φωνάσω ὑμῖν Νάφα Κούμι.
Αἱ τῆς ζωῆς μέριμναι ἔχουσιν τόσον ἀπομακρύνει ὑμᾶς ἀπὸ Ἐμοῦ, οὕτως
ὥστε μετὰ λύπης Μου παρακολουθῶν ὑμᾶς παρατηρῶ ὅτι ἐκκλίνατε κατὰ
μοίρας ἀρκετὰς τῆς χαραχθείσης παρ’ Ἐμοῦ ὁδοῦ, τῆς πρός Με ἀγούσης.
Αἱ τῆς ζωῆς μέριμναι καθιστῶσιν ὑμᾶς, πρὸς οὓς μυριάκις ἐφωνήθη ὅτι
Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ Ζωή σας, τὸ Φῶς τὸ φαῖνον, πολεμίους Μου πολλάκις, οὐσια-
στικῶς ἀσημάντους, ἐνῶ εἰς τὸ φαινόμενον καταφέρετε ἐπὶ τῶν παρειῶν
τοῦ ἔργου μου ραπίσματα ἀλλεπάλληλα, δίδοντες οὕτω τὸ δικαίωμα εἰς
τὴν ἀρνησίν Μου.
Ἔπρεπεν αἱ τόσαι παραδειγματικαὶ μαστιγώσεις νὰ εἶχον φέρει τὸ
προσδοκώμενον ἀποτέλεσμα, πλὴν ὅμως παρατηρεῖται τὸ ἐναντίον, ὅτι
ἀντ’ αὐτοῦ ὑμεῖς ἀπεθρασύνθητε καὶ οὕτω ἀναγκάζομαι πρὸς ἀνάνηψιν
ὅπως καλέσω ὑμᾶς, δι’ ἐσχάτην φορὰν αὐτοπροσώπως.
Τεκνία ἀνανήψατε, οὐδεὶς ὁ φιλῶν ὑμᾶς πλὴν Ἐμοῦ. Ἐκεῖ ἔνθα πλήτ-
τεσθε δεινῶς, ἐὰν στρέψητε ἐντατικῶς τὴν διάνοιάν σας πρός Με, θέλετέ
Με ἀκούσει φωνοῦντα ὑμῖν: «Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ Ζωὴ τοῦ Κόσμου, Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ
Ἀλήθεια».
Ὑμεῖς πρός Με κληθέντες κατὰ τρόπον οὐσιαστικῶς ἄγνωστον εἰς
ὑμᾶς, ἠσπάσθητέ Με ὡς Ζωὴν καὶ Φῶς, Ναὶ ἢ Ὄχι; Ναὶ Μὲ ἠσπάσθητε ὡς
Ζωήν, πλὴν ὅμως δὲν Μὲ ἠκολουθήσατε ὡς Ζωήν, πιστεύσαντες παρὰ
τὴν θέλησιν τοῦ πνεύματός σας, ὑπήκοντες εἰς τὴν φωνὴν τῆς ψυχῆς σας

119
μόνον, ὅτι ἡ ζωὴ τῆς ὕλης κατέχει ἂν ὄχι πρωτεύουσαν θέσιν Ἐμοῦ, τουλά-
χιστον ἴσην πρός Με, πρός Με τὴν Ζωήν!
Οὐαὶ τοῖς ἡττημένοις ἐκ τῶν ψυχικῶν των ὀρέξεων.
Οὐαὶ τοῖς ἀμοιροῦσιν εἰς τὴν φωνὴν τῆς ἀνόδου των. Προσέρχομαι
καὶ πάλιν ὡς Πατὴρ, ἵνα συλλέξω ὑμᾶς καὶ οὕτω κραυγάσατε πρὸς τὰς
ψυχάς σας Οὐαί.
Πάντες, μηδενὸς ἐξαιρουμένου, Μὲ ἐφίλησαν κατὰ τὸ δοκοῦν τὸν Ἐμόν.
Πρὸς τούτοις προσέρχομαι ὅπως διδάξω πάντας τὸ Ἐμὸν δοκοῦν διὰ μίαν
εἰσέτι φορὰν πεποιθὼς ὅτι θέλετε ἀνανήψει.
Ἐπατάχθησαν οἱ ποιμένες, οἱ φυλάσσοντες τὰς θύρας τῶν ποιμνίων,
αἱ δὲ θύραι πρὸς τοὺς λύκους δὲν θέλουσιν ἀνοιχθῇ, διότι ἰδοὺ ὁ Ἀρχιποι-
μὴν Ἐπιστάτης εἰς τὰς θύρας καὶ τὰ πρόβατα ἐπισυναγάγει ὑπ’ Αὐτὸν καὶ
θέλει τότε ἀνοίξει τὰς θύρας πρὸς Ἐκεῖνον, ὅστις ἐλεύσεται ἐν προσώπῳ
ἑτέρῳ, ἵνα αὐτὰ παραλάβῃ.
Τεκνία πρὸς τὴν Ἄπειρον Διαφάνειαν τοῦ Παντὸς προσφέρε­τ αι
παρ’ Ἐκείνου εἰς πάντα Αὐτοῦ φιλητὴν ἡ Ζωή, ὑμεῖς νῦν δὲν θέλετε
αὐτὴν λήψεσθαι;
Ἐξήγειρα τὸν Μολὼχ καθ’ ὑμῶν, ἵνα ἐπαναφέρω ὑμᾶς εἰς αὐτὴν τὴν
ὁδόν, ἐξ ἧς, αὐτὴν ὁδεύοντες, πρὸς λῆψιν Ζωῆς μεταβαίνετε.
Μὴ πλανᾶσθε, Ἐγὼ Εἰμί τὸ Φῶς τοῦ Κόσμου, ἡ Ἀλήθεια.
Ἐπιστράφητι εἰς τὰς ἀρχικὰς πρὸς ὑμᾶς παραδόσεις, ἀντλήσατε ἐξ
αὐτῶν τὴν προτέραν κατεύθυνσιν, ἵνα μὴ ποτὲ κραυγάσητε ὅτι δὲν ὑπέδει-
ξα ὑμῖν τί μέλλει γενέσθαι.
Εἰ Ἐμοῦ Ἀκόλουθοί ἐστέ, ἰδοὺ Ἐγὼ πρὸς πάντας ἀπανταχοῦ ἐμήνυ-
σα ἐσχάταις ἡμέραις, ἵνα ἐπὶ τῷ αὐτῷ προσέλθωσιν ἐκεῖ ἔνθα τὸ Φῶς
­πηγάζει.

57. Οἱ ἐνιαυτοὶ διαδέχονται τοὺς ἐνιαυτούς, καὶ οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἀν-


θρώπους, τὸν Ἄναρχον ὅμως οὐδεὶς διαδέχεται.
Ἀπὸ τῶν παρελθόντων αἰώνων μία ἐστί ἡ Φωνὴ ἡ διδάσκουσα εἰς τοὺς
ἐπερχομένους αἰώνας. Οὐδεὶς ὅμως αἰὼν ἀπὸ τὸν αἰῶνα, καθ’ οὗ τὴν διάρ-
κειαν ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ὁ γλυκὺς κατὰ πολλοὺς τῆς Ἰουδαίας Διδάσκα-
λος, δὲν ἐδίδαξε καὶ ὑπέδειξε τὸν Ἄναρχον.
Οὐδεὶς ἔθυσεν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τοῦ Ἀνάρχου καὶ οὐδεὶς ἔθεσεν
ἑαυτὸν ὑποπόδιον ὑποποδίων χάριν τῆς Ἀγάπης, ἥτις ὁ Ἄναρχος ἐστὶν,
πλὴν τοῦ διαρκῶς διακηρύσσοντος Ναζωραίου. Οἱ Μάρτυρες τῆς Χριστοῦ
Ἐκκλησίας παρωθούμενοι ἔθυσαν ἑαυτούς, οὐχὶ συγκρουόμενοι πρὸς τὸ
ψεῦδος καὶ τὴν ἀνηθικότητα, ἀλλὰ χάριν τῆς δοξασίας, ὡς τὴν ἀπεκάλουν
τότε διάφοροι τῆς ἐνοικουμένης γῆς σοφοί, τῆς δοξασίας λέγω τοῦ Χρι-
στοῦ, Ὅντινα Χριστὸν καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ Μάρτυρες δὲν ἐγίγνωσκον, οὔτε
τὸ ἔργον Αὐτοῦ.

120
Πρὸς τοὺς ἐπερχομένους αἰώνας δὲν λαλῶ, διότι πρὸς αὐτοὺς θέλει
λαλήσει ἡ φωνὴ τῶν γεγονότων καὶ τῆς πραγματικότητος. Λαλῶ πρὸς
τὸν νῦν αἰῶνα, καθ’ οὗ τὴν διαρροὴν ὑμεῖς οἱ ἀκούσαντές Με ὑπάρχετε
ἐπὶ τῆς γῆς. Ὑμεῖς οἱ ἐντολεῖς Μου καὶ οἱ φύλακες τῶν Ὑποθηκῶν Μου.
Ὑμεῖς οἱ φορεῖς τῶν φώτων τοῦ Φωτός Μου πρὸς τὰς ἐσκοτισμένας ἐκ
τῆς πορώσεως διανοίας τῆς γῆς καθεύδετε ὕπνον ληθαργικόν, μὴ ἐπι-
δεχόμενον ἀφυπνίσεως ἑτέρας πλὴν τῆς ἐρχομένης διὰ τῆς τελέσεως
­γεγονότων. Ἐγὼ δὲν ἐπεζήτησα οὐδέποτε ἔτερον τι πλὴν ὑμῶν, ὑμεῖς
ὅμως καθεύδετε. Ἐγώ, τίς Ἐγώ; Ὁ ἀγαπῶν καὶ θλιβόμενος παρὰ τῶν ἀγα-
πημένων ὄντων;
Πρὸς τίνα ἐξομοιώσω ὑμᾶς κοῦφοι καὶ πλάνητες; Ἐξομοιώσω ὑμᾶς μὲ
τὴν κατωτέρω παραβολήν, διότι ἄξιοι παραβολῶν ἐστέ ἱκανοί.
«Ἄνθρωπός τις ποτὲ καθ’ ὅλα ἔντιμος καὶ φιλάνθρωπος, εἰς τὸ ἄκρον
κατοικῶν τῆς ὑψηλοῦς κορυφῆς τῶν ὀρέων, λόγῳ τοῦ ἐπαγγέλματός του,
ποιμὴν γὰρ τυγχάνων, κατῆλθεν τῶν ὑψηλῶν κορυφῶν πρὸς τὴν γέμουσαν
ἑλῶν πεδιάδα, ἵνα προβῇ εἰς τὴν σωτηρίαν ἀνθρώπου τινός, ὅστις ριφθείς
εἰς ἓν τῆς πεδιάδος τέναγος, οἰκείᾳ βουλήσει, ἐπάλαιε πρὸς τὸν θάνατον.
Ἀφοῦ ἐξήγαγεν ὅμως τοῦτον διὰ τῆς χειρός του εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τοῦ
τενάγους καὶ ἐτοιμάζετο νὰ τὸν σύρῃ διὰ τῆς ἑτέρας εἰς τὴν ξηράν, ἐδέχθη
καταιγισμὸν εὐχαριστιῶν παρ’ αὐτοῦ. Ὅτε ὅμως ἐξήγαγεν αὐτὸν εἰς τὴν
ξηρὰν καί ἐπρότεινεν νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ εἰς τὴν καλύβην αὐτοῦ, ἐν τῇ
κορυφῇ τοῦ ὄρους, ὅπου θὰ τῷ παρεῖχε τροφὰς καὶ ἐνδύματα καινά, πρὸς
ἀποβολὴν τῶν βορβορωθέντων, ἀντίκρυσε τὴν δυσθυμίαν καὶ ἀποστρο-
φὴν εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ σωθέντος, ὅστις σωθεὶς ἐπροτίμα νὰ παραμένῃ
ἐπὶ τῆς ὄχθης τοῦ τέναγους μὲ τὰ βορβορωθέντα καί ὄζοντα ἐνδύματά του
καὶ νῆστις, παρὰ νὰ ὑποβληθῇ εἰς τὴν κοπιώδη ἄνοδον τῆς ἀτραποῦ, τῆς
ἀγούσης εἰς τὴν θερμὴν καλύβην τοῦ σωτῆρος του, ὅπου θὰ τῷ παρείχετο
σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ εἰδικὸν ποτὸν τοῦ ὄρους, πρὸς λησμονὴν τῆς δυστυ-
χοῦς του ζωῆς».

58. Οἱ ποθοῦντες Με ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ οὗτοι ὄψονταί Με καὶ πρός Με


ἐλεύσονται.
Οἱ ἀγαπῶντες Με οὗτοι τὸν κόσμον καὶ τὰ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐν τῷ
κόσμῳ καὶ τὰ ὕπερθεν καὶ τὰ κάτωθεν τοῦ κόσμου ἀπαρνηθῶσι καὶ μι-
σήσουσι καὶ Ἐμὲ ὁρῶντες καὶ ἐγκόλπιον ἐν τῇ καρδία αὐτῶν θέσαντες
τό τε Ἐμὸν Ὄνομα, τὴν δ’ Ὄψιν Μου ἐν τῇ διανοίᾳ αὐτῶν χαράσσοντες,
προσβλέψουσί Με ἐν τῇ Ἀληθῇ Ζωῇ, ἣ οὔκ ἐστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου
τοῦ φθαρτοῦ, ἐκ τοῦ ἀμαρτωλοῦ καὶ κακοῦ καὶ ἀσκόπου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κό-
σμου τοῦ Ἐμοῦ, τοῦ Ἀληθοῦς, τοῦ Ἀφθάρτου, τοῦ Αἰωνίου, ὅστις οὐ θλί-
ψιν καὶ πόνους καὶ δάκρυα ἐγκρύπτει, ἀλλ’ ὀλβιότητα χαρᾶς καὶ Αἰωνίου
Φωτὸς καὶ Ἀκτινοβολίαν Ἀφθάρτου καὶ Ἀφθάστου Κόσμου.

121
Τίς ὅθεν ἐνεβλέψατο πρός Με, ἐν πάσει εἰλικρινείᾳ ἐπόθησέ Με καὶ
μετενόησεν; Μόνον ἐκεῖνοι τῶν ὁποίων ἡ καρδία ὡς ὁ σκληρὸς λίθος ἀπε-
σκληρύνθη, μόνον ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐτυφλώθησαν ὑπὸ τῶν παθῶν τῶν
ἐγκοσμίων, μόνον ἐκεῖνοι τῶν ὁποίων ἡ χρυσοπάρυφος τῶν ὑλικῶν ἀνταυ-
γειῶν μαρμαρυγὴ ἐθάμβωσε τὰ ὄμματά των, δύνανται νὰ εἴπωσιν: Ἰδοὺ τὰ
ἀγαθὰ τῆς γῆς πρός με κεῖνται καὶ ἐγκαταλείπω αὐτὰ διὰ παντός.
Ἀλλ’ ὁ διαγνούς Με, ὁ ἀληθῶς ἐγκαρτερήσας, ἵνα τὴν Ἀληθῆ ὁδὸν
ἀκολουθήσῃ καὶ ἥτις πρός Με καὶ τὴν Ἀλήθειαν ἄγει, οὐδόλως μετανοεῖ,
διότι τὸν φθαρτὸν κόσμον ἐγκαταλείπει καὶ εἰσέρχεται εἰς τὴν Ἀληθῆ
Ζωὴν τῆς Ἀθανασίας τοῦ Ἀφθάρτου Κόσμου, ἐν ᾧ οὐκ ἔστι θλίψις καὶ
στεναγμὸς καί δάκρυα καὶ οἰμωγή, ἀλλὰ χαρὰ καὶ Αἰωνία Ὀλβιὸτης,
­διότι Ἐγώ Εἰμί ἡ Αἰώνιος, Ἀλάθητος Ἀλήθεια καὶ Χαρὰ καὶ Εὐτυχία.
Ἵνα τί ἡ καρδία σου πενθεῖ καὶ θλίβεται; Ἵνα τί τὰ δάκρυά σου ὑπερ-
πληροῦσι τὴν καρδίαν σου καὶ ἐκχειλίζοντα πλημμυροῦσι τὴν ψυχήν σου,
ἐπιζητοῦντα νὰ καταπνίξωσι ταύτην;
Μή τις ἐξ ὑμῶν μέλλει νὰ ἐπιζήσῃ τῶν ἄλλων; Μή τις ἐκ τοῦ κόσμου
ὑμῶν διελθὼν κατεκυρίευσεν αὐτὸν καὶ ἐπέζησε τῶν διαρρευσάντων
αἰώνων; Μή τις ἐξ ὑμῶν μετ’ αἰῶνα θέλει ἐπιζεῖ ἢ τὰ ὀστά του θέλουσιν ἀνο-
μολογήσει τὴν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου διάβασιν ὑμῶν, ἢ ἀναγνωρισθῶσιν ἐκ
τῆς κόνεως αὐτῶν, ὡς ἀνήκοντα εἰς ὑμᾶς; Οὐχί. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν θέλει ἐπι-
ζήσει ἐν τῇ γῇ, ἵνα ἴδῃ τὴν συντέλειαν αὐτῆς εἰς τὰς ἑπομένας γενεάς. Οἱ
πάντες πρός Με θέλετε ἔλθει θᾶττον ἢ βράδιον.
Τί ἐστιν ἡ ζωὴ ὑμῶν ἡ πρόσκαιρος ἔναντι τῆς Ἀθανάτου καὶ Αἰωνίας;
Οὐδὲ σταγὼν ὕδατος ἐν μέσῳ τῶν ἀβύσσων τῶν ὠκεανῶν τῶν Ἀπείρων
κόσμων. Καὶ ἂν τις ἐπιζήσῃ τοῦ αἰῶνος καὶ ἐν τῷ βαθυτάτῳ αὐτοῦ γήρατι
διαισθανθῇ τὴν πρόσκαιρον αὐτοῦ ζωὴν ἐγκαταλείπουσαν τὸ ὑπὸ τοῦ χρό-
νου κατερρακὼς αὐτοῦ σῶμα, μήπως δὲν θέλει θλιβεῖ καὶ δακρύσει, διότι
ἐγκατέλειψε τὴν ζωὴν αὐτοῦ καὶ δὲν ἠδυνήθη νὰ ἐπιζήσῃ ἔστω καὶ ὀλιγοή-
μερον εἰσέτι διάστημα;
Ἀναπόλησον τὰ διαρρεύσαντά σου ἔτη καὶ σκέφθητι ὅτι ἡ ζωή σου
αὕτη συνεπληρώθη. Τί ἔχεις νὰ προσθέσῃς ἢ τί θὰ δώσῃς εἰς ἀντάλλαγμα
τῆς ζωῆς, τὴν ὁποίαν τόσον ποθεῖς νὰ παρατείνῃς; Μήπως ἐὰν ἐγκαταλεί-
ψῃς αὐτὴν μετὰ τὴν διάρρευσιν τοῦ διπλασίου χρόνου δὲν θέλεις θλιβεῖ;
Ἢ μήπως ἡ ἀνθρωπίνη εὐτυχία θέλει συμπληρώσει τὰ κενά, ἃ σήμερον ἡ
διακοπὴ αὕτη ἐγκαταλείπει;
Καὶ ἐρωτῶ σε, ἐξετάζων σε, εἰσερχόμενος εἰς τὰς μυχίας σου σκέψεις,
εἰς τὰ ἐνδότερα τῆς ψυχῆς σου τῆς τεταραγμένης, τῆς πονούσης, τῆς δα-
κρυβρέκτου ὑπὸ τῶν θλίψεων, ἃς κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο συναπεκόμισεν
ἐκ τῆς ζωῆς, ἣν ἐπιθυμεῖς νὰ παρατείνῃς καὶ ἥτις τόσας εὐθύνας καὶ βάρη
καὶ ἀναλογισμοὺς σοι ἐπεσώρευσεν κατὰ τὸ βραχὺ παρὰ σοῦ ὑπολογιζό-
μενον χρονικὸν διάστημα τῆς διαρκείας της, ἦτο προτιμώτερον νὰ διεκό-
πτετο κατὰ τὴν νεανικὴν ἡλικίαν ἢ τὴν βρεφικήν; Βεβαίως θὰ συμφωνήσῃς
μὲ τὴν βρεφικήν, διότι κατ’ αὐτὴν δὲν θὰ ὑφίστασο ὅτι ὑπέστης καὶ δὲν θὰ

122
εὑρίσκεσο σήμερον εἰς τὴν ἀνάγκην νὰ θλίβεσαι δι’ ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα ἐγκα-
ταλείπεις καί ὧν τὰς εὐθύνας ἐν μέρει ἀνέλαβες.
Ποία ὅθεν θὰ ἦτο ἡ θλίψις σου ἐὰν ἡ ζωή σου παρατεινομένη ὑφίστατο
μεγαλυτέρας βασάνους καὶ αἱ εὐθῦναι σου ἐπαυξάνουσαι ἤθελον πληρώ-
σει τὴν καρδίαν σου ἀνυπολογίστων κακῶν, ἀνεπανορθώτων σφαλμάτων;
Τὸ νὰ πιστεύσῃ τις ὅμως εἰς τὴν Ἀλήθειαν καὶ νὰ φοβῆται νὰ προσεγγίσῃ
αὐτήν, διότι τὸ ψεῦδος εἰς τὸ ὁποῖον ἔζησε δὲν ἐπιτρέπει εἰς αὐτὸν νὰ διΐδῃ
τὴν Φωτεινὴν αὐτῆς Αἴγλην, εἶναι ἀσυγκρίτως καὶ τοσοῦτον μᾶλλον ἀσυγ-
χώρητον, ἐφ’ ὅσον ἡ Ἀλήθεια αὕτη τοῦ ἀποκαλύπτεται γυμνὴ καὶ τὸν
καλεῖ νὰ τὴν πλησιάσῃ.
Ἡ Ἀλήθειά Εἰμι Ἐγὼ καὶ ὁ Κόσμος Μου. Ἐὰν δὲ μέχρι σήμερον δὲν
ἐγκατέλειψά σε καὶ τοὺς περὶ ἐσέ προσφιλεῖς καὶ πάντας τοὺς ἐκ τοῦ κό-
σμου ὑμῶν, ὑπὲρ ὧν ποθεῖς τὴν ψευδῆ ζωήν, πόσον μᾶλλον οὗτοι θέλουν
ἐγκαταλειφθῇ, ὅταν ἐκ τοῦ Κόσμου Μου, ἀνέπαφος ἐκ τῶν δυστυχιῶν τοῦ
φθαρτοῦ κόσμου θέλεις κατευθύνει τὰ κατ’ αὐτούς, ὅταν ἐλεύθερος καὶ
νηφάλιος θέλεις ἔχει αὐτοὺς ὑπὸ τὴν προστασίαν σου;
Πιστεύεις ἢ δὲν πιστεύεις εἰς τὴν Νέαν Ζωήν, ἥν ὑπὸ τὴν ἔμπνευσίν
της ὁραματίσθης ὡς ἀληθεστέρας ἐκείνης ὑπὲρ ἣς θλίβεσαι ἐγκαταλείπων;
Πιστεύεις ἢ δὲν πιστεύεις εἰς Ἐμέ, Οὗ πολλάκις ἐν θλιβεραῖς ἡμέραις κα-
τεῖδες τὴν μεσολάβησιν καὶ ὑποστήριξιν; Πιστεύεις ἢ δὲν πιστεύεις ὅτι οἱ
ὀφθαλμοὶ τῆς ψυχῆς σου καὶ πάντα τὰ αἰσθητήρια αὐτῆς ὄργανα εἶναι
ἀνώτερα τῶν σωματικῶν; Πιστεύεις ἢ δὲν πιστεύεις ὅτι ἀπαλλασσόμε-
νος τῶν σωματικῶν δεσμῶν καθίστασαι τελειότερος;
Ἐὰν πιστεύῃς εἰς πάντα ταῦτα, ἐὰν εἰσέτι πιστεύῃς ὅτι ὑπὲρ σοῦ
ὑπάρχουν τελειότεροι ἀντιλήπτορες τῆς ἐγκοσμίου ζωῆς, τὴν ὁποίαν κα-
τευθύνουσι συμφώνως πρὸς τὸν προδιαγραφέντα ὑπ’ αὐτῶν σκοπόν,
τότε μετὰ θάρρους ἐπαξίου τῆς γνώσεως, ἣν παρ’ Ἡμῶν ἠρύσθης καὶ ἣν
προσέλαβες, ἀνύψωσον πρός Με τοὺς ὀφθαλμούς σου, προσήλωσον ἐν
ὅλῃ τῇ πνευματικῇ σου νηφαλιότητι τὴν διάνοιάν σου πρὸς Ἐκεῖνον, Ὃν
ἐνόμισας ὅτι ἐπίστευσας καὶ πραγματικῶς πιστεύων ἐνατένισον Αὐτὸν
καὶ μετὰ ψυχικοῦ σθένους εἰπέ:
Εἰς Σὲ ὑποτάσσομαι καὶ κατὰ τὴν Σὴν Θέλησιν προσδέξου με, ἵνα ἐπι-
τελέσω τὸν σκοπὸν καὶ τὸ Σὸν Θέλημα.

59. Ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκ τῶν πρωτίστων καθηκόντων παντὸς ἀκολούθου


Μου.
Ἀγάπη ἐξερχομένη ἐκ τῶν βυθῶν τῆς καρδίας, ὑπερχειλίζουσα, ἐξα-
πλουμένη καὶ πληροῦσα ὄχι μόνον τὸν ἐν αὐτῇ ἐγκλειόμενον ψυχικὸν
κόσμον, ἀλλὰ εἰ δυνατόν, περιλαμβάνουσα ὁλόκληρον τὸν ἄνθρωπον καὶ
κυριαρχοῦσα τοῦ πνεύματός του ἔτι αὐτοῦ.
Ἀγάπη, ἄρωμα Θεῖον, ἐξηγμένον ἐκ τῶν Θείων καὶ Ἀθανάτων

123
ἐγκάτων τῆς Παγκοσμίου Ἕλξεως, τῆς ἀεὶ ἐξακοντιζούσης ταύτην πρὸς
σύμπαντα τὸν κόσμον καὶ οὐδέποτε ἐκκενουμὲνης.
Ἀγάπη διαχέουσα πέριξ αὐτῆς τὴν ζωήν, τὸ θάρρος, τὴν παρηγορίαν,
τὸ ἔλεος, τὴν φιλευσπλαχνίαν, τὴν ἀφοσίωσιν, τὴν θυσίαν μέχρι μαρτυ-
ρίου. Ἀγάπη ἐξηγμένη ἐκ τῶν λεπτῶν αἰσθητηρίων καὶ μεταβάλλουσα ἐν
τῇ διαρροῇ καὶ ἐκδηλώσει της τὰς γρανιτώδεις φύσεις εἰς ἁπαλὰς θωπείας,
εἰς ὀνειρώδη λικνίσματα, εἰς γλυκείας ἀναμνήσεις, αἱ ὁποῖαι δίδουν εἰς τοὺς
συνενουμένους καὶ ἀγαπωμένους τὴν λατρείαν τῆς θέρμης της πρὸ παντὸς
κινδύνου καὶ ἐμποδίου.
Οἱ τοσοῦτον ἀφοσιούμενοι καὶ ἀγαπώμενοι καὶ τιμώμενοι δύνανται νὰ
βαδίσωσι τὸν δρόμον τῆς ζωῆς των ὡς φωτεινὰ μετέωρα, πρὸ τῶν ὁποίων
θὰ διαλύωνται ὡς ἀναλυτὸς κηρὸς αἱ πικρίαι τῆς ζωῆς καὶ πᾶσα ἀχλὺς τοῦ
σκότους ἐν τῇ διελεύσει των θὰ μεταβάλλεται εἰς Φωτεινὸν Κόσμον, πλημ-
μυρισμένον ἀπὸ τὸ Φῶς τῆς Αἰωνιότητος, τὸ ὁποῖον θὰ ἐγκλείῃ μέσα της.
Ἀγάπη ὄχι ἐφήμερος, ματαιόδοξος, συμφεροντολογική, κατωτέρα,
ἐξηγμένη ἐκ τῆς ἀσταθοῦς καὶ ἀτελοῦς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Ἀγάπη ἀπορρέουσα ἐκ τῶν Κόλπων τῆς Ἀκενώτου Πηγῆς τῆς Ἀγά-
πης, τῆς Θείας, τῆς Ὑπερτελείας, τῆς Ἀφθάστου, τῆς ἐκβαλούσης διὰ
τῶν ρυάκων αὐτῆς εἰς πᾶσαν ἀνθρώπινον ἢ ζωϊκὴν ὕπαρξιν καὶ ἐκπηγα-
ζούσης ἐκ τῶν Κόλπων αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἀγάπη ζῶσα καὶ μεταδίδουσα τοὺς παλμοὺς τῆς ζωῆς αὐτῆς εἰς πᾶσαν
μετ’ αὐτῆς σχετιζομένην ὕπαρξιν καὶ καθιστῶσα τὴν ἐγκλείουσαν αὐτὴν
ψυχὴν Θείαν, ὡς Θεία ἐστὶ καὶ ἡ ἀρχικὴ Πηγή της.
Οἱ ἀσθενεῖς καὶ ἐξησθενημένοι διὰ τοῦ παραδείγματός Της, διὰ τῆς
ἀφοσιώσεώς της, διὰ τῆς καταφανοῦς ἐκδηλώσεως, διὰ τῆς προτροπῆς της
δύνανται τότε νὰ καταστῶσιν ἰσχυροὶ καὶ νὰ ἀντιμετωπίσωσιν ὡς ἥρωες
τὰς μᾶλλον ἐπικινδύνους καὶ ἀποκρήμνους ἀτραποὺς καὶ νὰ ἐπιτελέ-
σουν ἄθλους, πρὸ τῶν ὁποίων νὰ ὡχριοῦν οἱ ἄθλοι τῶν γενναιοτέρων τῆς
ἱστορίας ἀνδρῶν.
Ἀγάπη παρέχουσα τὸ Ἔλεος καὶ τὴν ὑποστήριξιν πρὸς τοὺς ἀσθενεῖς
καὶ ἐπουλώνουσα τὰ τραύματα αὐτῶν.
Ἀγάπη θερμογόνος, πυροῦσα ἐκ τοῦ Αἰωνίου καὶ Ἀσβέστου Πυρός, τοῦ
ἀναλύοντος καὶ ρευστοποιοῦντος τὰς πονηρὰς σκέψεις καὶ κατασιγοῦσα
τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα δυνατὸν νὰ γεννῶνται ἐν τῇ διανοίᾳ τῶν μὴ δυναμένων
νὰ ἀντιληφθῶσι τὸν σκοπὸν αὐτῆς τὸν Θεῖον καὶ τὴν Πηγὴν αὐτῆς.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, ἀφοσιωθῆτε πρὸς ἑαυτοὺς μὲ τὸ περίσσευμα
τῆς Ἀγάπης, τῆς πληρούσης τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Ἂν ἐν τῇ διελεύσει τοῦ
χρόνου ἐλάχιστα παραδείγματα ἀναφέρωνται στενῆς καὶ εἰλικρινοῦς καὶ
ἀδιασπάστου φιλίας καὶ ἀγάπης, τὰ ἐλάχιστα αὐτὰ παραδείγματα μιμη-
θῆτε καὶ ἀκολουθήσατε καὶ μεταδώσατε αὐτά καὶ εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι
ἀργότερον θὰ καταστῶσιν ἐπίσης ἀκόλουθοι τῆς διδασκαλίας ὑμῶν.
Ὁπόταν κατορθώσητε νὰ συνταυτίσητε τὰς ἰδέας καὶ σκέψεις ὑμῶν
πρὸς τὸν αὐτὸν σκοπόν, ὅταν ἐκ συμφώνου ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καὶ

124
συγχρόνως κατορθώσητε νὰ σκέπτησθε ὁμοδόξως, ὁμοφρόνως καὶ
ὁμορρύθμως, ὅταν αἱ ἀναπάλσεις τῶν σκέψεων ὑμῶν συντονιζόμεναι
περιβάλλουσι μετὰ τῆς αὐτῆς δυνάμεως καὶ διαθέσεως τὴν ψυχὴν ὑμῶν
καὶ ρυθμίζουσι ἐν αὐτῇ τὸν τόνον τῆς κλιμακοειδοῦς παραλλαγῆς τῶν
κυματισμῶν της μὲ τὸν αὐτὸν ψυχικὸν παλμόν, τότε θὰ δύνασθε συνε-
νοῦντες τὰς ψυχὰς ὑμῶν καὶ τὰς διανοίας σας πρὸς τὸν αὐτὸν σκοπὸν
καὶ τὴν αὐτὴν ἐπιδίωξιν ὁμοφρὸνως καὶ ὁμοϊδεατῶς νὰ προσελκύσητε
πρὸς ἑαυτοὺς τὰς Πνευματικὰς Δυνάμεις μὲ μεγαλυτέραν ἕλξιν καὶ νὰ
προσλάβητε τὸ Φῶς αὐτῶν ἐντονώτερον, διαυγέστερον, καθαρώτερον.
Ὀπόταν ὅμως ἄλλα σκέπτεται ὁ μέν, ἄλλα φρονεῖ ὁ ἄλλος, ἄλλα ἀκο-
λουθεῖ ὁ ἄλλος, οὐδέποτε θὰ κατορθώσητε νὰ βαδίσητε μὲ στερρὸν καὶ
ἀκλόνητον καὶ ρυθμικὸν βῆμα, ἀλλὰ πάντοτε θὰ βαίνητε κλονιζόμενοι καὶ
ἀσυνέτως χωλαίνοντες.
Βεβαίως δὲν δύνασθε ἀμέσως οὔτε ἐν βραχεῖ χρόνῳ νὰ κατορθώσητε
νὰ καταπνίξητε τὰς ἀτελείας ὑμῶν καὶ νὰ κατασιγάσητε τὴν ἀτελῆ ὑμῶν
φύσιν. Ἐν τούτοις ὅμως, ὁπόταν ἐπιβληθῆτε ὀλίγον πρὸς ἑαυτούς, λάβητε
μετὰ θάρρους καὶ ζήλου τὴν ἔναρξιν καὶ τὴν προσπάθειαν πρὸς ἐπίτευξιν
τούτων, θὰ ἴδητε ὅτι πολὺ συντόμως θὰ φθάσητε εἰς ἀποτελέσματα, τὰ
ὁποῖα καὶ ὑμεῖς οἱ ἴδιοι κρίνοντες θὰ τὰ θεωρῆτε ὡς ἐκπληκτικά.

60. Ἀγαπάτε ἀλλήλους, ἵνα Ἐμὲ φιλήσητε.


Πόσα δὲν ἐγένοντο κατὰ τὸ χρονικὸν τοῦτο διάστημα τῆς διακοπῆς
τοῦ συνδέσμου ὑμῶν. Ἐγὼ ἤγαγον ὑμᾶς ἐπὶ τὸ αὐτό, ἵνα συνενούμενοι καὶ
ἀγαπώμενοι καὶ φιλοῦντες ἑαυτοὺς ὑπὸ τὴν αὐτὴν ἰδέαν καὶ χάριν τοῦ
ἰδίου σκοποῦ μετὰ τῆς αὐτῆς ἀφοσιώσεως καὶ ἀγάπης, ὡς εἰς ἓν σῶμα, χω-
ρήσῃτε εἰς τὸν δρόμον, τὸν ἐξικνούμενον μέχρις Ἐμοῦ.
Ἐξετάσατε τὰ μέχρι σήμερον παρ’ ὑμῶν πεπραγμένα καὶ θὰ ἴδητε ὅτι
ἀπὸ ὑμᾶς ἐξέλειπεν οὐχὶ μόνον ἡ ἀληθὴς Ἀγάπη καὶ ὁ σύνδεσμος ἀλλὰ καὶ
αὐτὴ ἡ ἁπλῆ ἀνθρώπινος φιλία. Πόσοι ἐγνωρίσθητε, πόσοι ἠκολουθήσατε
τὸν διανοιγέντα ὑμῖν δρόμον, πόσοι ἐνομίσατε καί ἐπιστεύσατε ὅτι ἠκο-
λουθήσατε τὰ βήματά Μου καὶ πόσοι ἤδη εὑρίσκεσθε μετ’ Ἐμοῦ; Οὐδείς.
Διότι καὶ ὑμεῖς ἔτι οἱ ὑποληφθέντες, οἱ πιστεύοντες, οἱ ποτὲ διακηρύ-
ξαντες ὅτι ἐν παντὶ καὶ πάντοτε θέλετέ Με ἀκολουθήσει εἰς τε τὴν ὁμαλὴν
καὶ αὐχμηρὰν ὁδόν, ἤδη εὑρίσκεσθε ἐν ἀπαγοητεύσει, ἐν θλίψει, μὲ κλονι-
ζόμενα βήματα, μὴ γινώσκοντες τί νὰ πράξητε, ἢ τί ν’ ἀκολουθήσητε, ἢ τί
νὰ πιστεύσητε ὡς ὀρθὸν καὶ ἀληθὲς καὶ ὡς ἐξ Ἐμοῦ προερχόμενον.
Ἀλλ’ Ἐγώ ποτε διήνοιξα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ἐλάλησα ὑμῖν καὶ
εἶπον καὶ πολλάκις ἐπανέλαβον καὶ ἐτόνισα καὶ ὑπεγράμμισα: Ἐὰν ποτὲ
ἠθέλατε φωραθῇ ὡς ἀστοχοῦντες παραπλανώμενοι, ἐπιζητήσατε τὴν Ἐπι-
φώτισίν Μου καὶ θέλω ἐντοιχίσει καὶ διαφωτίσει ὑμᾶς. Εἷς ἕκαστος ἐξ ὑμῶν
θὰ παρατηρήσῃ ὅτι κατ’ ἰδίαν μόνος ἐπικαλεῖται Με καὶ πολλάκις διεφώτισα

125
αὐτὸν ἢ τοῦ παρέσχον δείγματα τοῦ δεσμοῦ μας καὶ τῆς Ἀρωγῆς Μου. Πά-
ντοτε ὅμως τοῦτο ἐγένετο κατ’ ἰδίαν μεμονωμένως καὶ οὐχὶ συνδεδεμένως.
Διατί ἀπεχωρίσθητε, διατί ἀπεξενώθητε; Οἱ μὲν ἠκολούθησαν τὰς ἑαυ-
τῶν εἰσηγήσεις, τὰς ἰδίας αὐτῶν ἀντιλήψεις καὶ ὑπαγορεύσεις, οἱ δὲ τὰς
ἑαυτῶν ἐμπνεύσεις ὡς ἐξ Ἐμοῦ προερχομένας.
Μήτοι ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματα ὑμῶν δὲν ἐτόνισα ὑμῖν ὅτι δέον νὰ θέ-
σητε πᾶσαν ἀνακοίνωσιν ὑπὸ αὐστηρότατον ἔλεγχον καὶ ὑπὸ τὴν ἰδίαν
ὑμῶν κρίσιν πάντοτε καὶ ἐὰν αὕτη ἱκανοποιῇ τὴν λογικὴν ὑμῶν, ν’ ἀκολου-
θῆτε αὐτήν, ἐὰν δὲ δὲν ἰκανοποιῇ αὐτὴν νὰ ἀναμένητε ἵνα ἐκπληρωθῶσι
πρῶτον αἱ διατυπούμεναι ἐπαγγελίαι ἢ κρίσεις ἢ ὑποθέσεις καὶ εἶτα νὰ
καθίστασθε ἀκόλουθοι αὐτῆς πιστοὶ πλέον καὶ διαπρύσιοι κήρυκες; Πάντα
ὅμως ταῦτα ἐγένοντο, ἵνα κριθῆτε καὶ ἐκ τῆς κρίσεως ὑμῶν ταύτης ἀπο-
κομίσητε τὴν πεῖραν, ἥτις τοσοῦτον ἀναγκαία ἐστὶ διὰ τὴν ἱκανοποίησιν
τῆς ἀνθρωπίνης πνευματικῆς ἀναγωγῆς, ἥτις πραγματικῶς ἐκπληροῦται
μὲ τὴν τελείαν ἐπίγνωσιν τῶν πεπραγμένων καὶ τῶν ἀκολουθητέων ἐν τῷ
μέλλοντι πράξεων.
Ὀφείλετε πάλιν νὰ προσπαθήσητε νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὰ ἴδια, εἰς τὴν
ἀρχὴν τῆς ἐκκινήσεως ὑμῶν, ἐπικαλούμενοί Με, ἵνα σᾶς χειραγωγήσω, ἢ
μή. Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ν’ ἀκολουθήσῃ ἰδίαν κατεύθυνσιν, νὰ διατάμῃ καὶ
χαράξῃ αὐτοτελῆ δρόμον, ἐν τῷ ὁποίῳ μόνος νὰ κατευθύνῃ τὰ βήματά του
καθοδηγούμενος ὑπὸ τοῦ πρὸς αὐτὸν ἀποκαλυπτομένου καὶ ἐπιχυνομέ-
νου Πνευματικοῦ Μου Φωτός, τὸ ὁποῖον ὡς Δὰς θέλει ὁδηγεῖ τοῦτον εἰς τὴν
ἀτραπὸν αὐτοῦ.
Ὁ ἐπιθυμῶν ὅπως ἀκολουθήσῃ τὰ βήματα Μου, ἃς ἐνισχύσῃ τοὺς
πόδας αὐτοῦ καὶ ἃς Μὲ ἀκολουθῇ.
Ὁ ἐπιθυμῶν νὰ μὲ ἀτενίσῃ, ἂς διανοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ
ἂς Μὲ ὠφθῇ.
Ὁ ἐπιθυμῶν νὰ Μὲ ἐναγκαλισθῇ, ἂς ἐκτείνῃ τὰς χείρας αὐτοῦ καὶ ἂς
δεχθῇ τὰς προτεινομένας πάντοτε πρὸς αὐτὸν Χείρας Μου.
Ὁ μὴ δυνάμενος ὅμως νὰ Μὲ ἀκολουθήσῃ, ἂς ἐνισχυθῇ ὑπὸ τῶν δυ-
ναμένων.
Ὁ μὴ δυνάμενος νὰ Μὲ ὠφθῇ ἐν τῇ πραγματικότητι ἂς παρακληθῇ
ἐνισχυόμενος καὶ χειραγωγούμενος παρὰ τῶν ἄλλων νὰ διανοίξῃ τοὺς
ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ Μὲ κατίδῃ.
Ὁ δὲ ἔχων βεβαρυμένας τὰς χείρας αὐτοῦ, ἂς ἐκτείνῃ αὐτὰς ἐν τῷ
μέτρῳ τῶν δυνάμεών του, ἀλλὰ ἐν ὅλῃ τῇ θέρμῃ τῆς ψυχῆς καὶ θελή-
σεώς του καὶ Ἐγὼ τότε προθύμως θέλω δώσει ἐκ τῆς Δυνάμεως τῶν Ἰδι-
κῶν Μου, ἵνα Μὲ ἐναγκαλισθῇ καὶ περιπτυσσόμενος αὐτὸν καὶ μεταδί-
δων τὴν θέρμην Μου.
Ἀλλὰ ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς προσέλθῃ ἐν Ἀγάπῃ, ἐν πίστει βαθείᾳ καὶ
ἀμεταπτώτῳ, ἐν ἐπιγνώσει σχετικῇ ἂν ὄχι πλήρῃ τῶν καθηκόντων, τὰ
ὁποῖα μέλλει νὰ ἀναλάβῃ, τῶν δοκιμασιῶν τὰς ὁποίας μέλλει νὰ ὑπο-
στῇ, τῶν πικριῶν, ἃς δέον νὰ δοκιμάσῃ, τῶν ἐμποδίων καὶ κωλυμάτων

126
τὰ ὁποῖα ὀφείλει νὰ συναντήσῃ καὶ ἀντεπεξέλθῃ, διὰ νὰ φθάσῃ ἐν
πλήρει ἐπιγνώσει καὶ κατισχύσει εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ.
Ὅταν θέσητε ὡς βάσιν τὴν Ἀγάπην, τὴν ὁμόνοιαν, τὴν πίστιν, τὴν
θέλησιν, τὴν εἰλικρίνειαν, ὅταν θέσητε ὡς σκοπὸν τοῦ ἀκολουθητέου ὑμῶν
δρόμου οὐχί μόνον τὴν ἀτομικὴν ὑμῶν ἀναγωγὴν καί τελειοποίησιν, ἀλλὰ
καὶ τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν σύμπνοιαν ὑμῶν ἀδελφῶν, ὅταν ἕκαστος ἐξ
ὑμῶν δὲν ἀπασχολεῖται μόνον ἐκ τῶν ἀτομικῶν του ἐνασχολήσεων, ἀλλὰ
διαθέτει καὶ μέρος αὐτῶν εἰς τὴν πνευματικήν του ἐξύψωσιν καὶ τὴν ψυ-
χικήν του κάθαρσιν, ὑποβοηθῶν ἐν τῷ μέτρῳ τῶν ἰδίων δυνάμεών του
καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς συνοδεύοντας αὐτόν, ἢ τοὺς ἐπιθυμοῦντας νὰ τὸν
ἀκολουθήσωσιν, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι θὰ ἔλθῃ ἡμέρα, καθ’ ἣν θέλετε λησμο-
νήσει τὰς πικρίας τοῦ παρελθόντος καὶ αἱ τυχὸν δυσκολίαι καὶ πάντα τὰ
παρεμβαλλόμενα πρὸς ὑμᾶς προσκόμματα θέλουσι εἶναι μία ἐφικτὴ παρη-
γορία ὅτι σᾶς παρέχονται διὰ νὰ καταστῆτε τελειότεροι καὶ δοκιμασθῆτε
κραταιούμενοι ἐν τῇ ἀληθῇ πείρᾳ τῆς ζωῆς, τῆς μόνης καταλλήλου, ἐν ᾗ ὁ
ἄνθρωπος τελειοῦται.

61. Πιστεύετε, ἵνα ἴδητε ἐκπληρουμένους τοὺς πόθους ὑμῶν, ἵνα τὰ


ὄνειρα ὑμῶν καταστῶσι πραγματικότητες, ἵνα καὶ αἱ μᾶλλον ἀντίξοοι πε-
ριστάσεις μετατραπῶσιν εἰς εὐοιώνους ἐλπίδας μεστῶν ἀποτελεσμάτων
ἐμπράκτου ἐφαρμογῆς.
Ὁ θέλων νὰ ἴδῃ τὰς ἐλπίδας αὐτοῦ πραγματοποιουμένας, τὰ ὄνειρα
αὐτοῦ πραγματικότητας, τὰς βλέψεις καὶ πόθους αὐτοῦ ἐκπληρουμέ-
νους, ἂς ὁπλισθῇ διὰ πίστεως.
Οἱ πάντες σχεδὸν λέγουσι καθ’ ἑαυτούς: Ἔχομεν πίστιν ἀκλόνητον
διὰ τὴν πραγματοποίησιν τοῦ δεῖνα σκοποῦ, ἔχομεν ἐπίσης ἀμείωτον τὴν
καλὴν θέλησιν πρὸς τοῦτο καὶ ὅμως δὲν ἐπραγματοποιήθη ἐκεῖνο, ἐφ’ οὗ
ἐστηρίξαμεν πάσας τὰς ἐλπίδας ἡμῶν. Διατί;
Πόσον, δυστυχῶς, οὗτοι ἀπατῶνται... Ἡ πίστις ἐπὶ τῆς ἐκπληρώσεως
πράγματος τινος δὲν φέρει τὴν ἀπογοήτευσιν ποτέ, οὔτε κλονίζει τὰς
πεποιθήσεις ἐκείνου, ὅστις πιστεύει ἀκραδάντως εἰς τὴν πραγματοποίη-
σιν τοῦ ζητήματός του.
Ὅταν ἔχῃ στερρὰν πίστιν ἐπ’ αὐτοῦ, ὅταν πρὸς πραγματοποίησίν του
ἐφαρμώσῃ πάντα τὰ μέσα καί ὅταν ἐπιμείνῃ μέχρι τέλους, εἰς τὸν ἐπιδιω-
κόμενον ὑπ’ αὐτοῦ σκοπόν, εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν πραγματοποιηθῇ τοῦτο.
Σήμερον εἶσθε ἀπογοητευμένοι, τεθλιμμένοι, συντετριμμένοι, διότι
αἱ ἐλπίδες ὑμῶν διελύθησαν, διότι αἱ Ἐπαγγελίαι μας δὲν ἐξεπληρώθησαν.
Ἀλλὰ σᾶς ἐρωτῶ. Τίς ἐξ ὑμῶν εἶχε τὴν πίστιν τοσοῦτον ἀνεπτυγμένην καὶ
τὴν θέλησιν τόσον στερρὰν καὶ ἀκλόνητον, ὥστε νὰ μὴ δειλιᾷ πρὸ οὐδενὸς
ἐμποδίου;
Ἐὰν ἐξετάσω ὑμᾶς, θὰ κρίνω, ὅτι ἡ πίστις ὑμῶν διεσαλεύθη, ὅτι αἱ ἐλπί-

127
δες ὑμῶν κατὰ μέγα μέρος ἐγκατέλειψαν ὑμᾶς κυμαινομένους εἰς ἓν μέλ-
λον ἀσαφὲς καὶ ἀκαθόριστον, ἄνευ πηδαλίου καὶ στηρίγματος. Καὶ διατὶ
ὅλα αὐτά;
Διότι ἐδημιουργήσατε ἕνα πανύψηλον πύργον φρούδων ἐλπίδων,
οἰκοδόμημα ἀκατανοήτων σκοπῶν καὶ ἐπιδιώξεων καὶ διότι ἀκόμη τὰς
ἀτομικὰς ὑμῶν σκέψεις, τὰς διὰ τοῦ ὑποσυνειδήτου ὑμῶν ἐκδηλουμέ-
νας, τὰς ἐξελάβατε ὡς ἐξ Ἐμοῦ προερχομένας.
Μὴν πλησιάσητε τὴν ὀλισθηρὰν ὁδόν, διότι θὰ καταπέσητε.
Ὑμεῖς ὅμως ὄχι μόνον ἐπλησιάσατε αὐτὴν κατὰ τὸ παρελθόν, ἀλλὰ
εἰσήλθατε ἐντὸς αὐτῆς ἐλαυνόμενοι ὑπὸ καταφὸρου ὁρμῆς καὶ ὡς ἀπὸ ρυ-
τῆρος, μὴ ὁρῶντες τὰ εἰς ἕκαστον βῆμα ὑμῶν προκύπτοντα ὀλισθηρὰ καὶ
κρημνώδη μέρη.
Εἴπατε, ἔχομεν πίστιν εἰς τὸ φῶς τῆς ἡμέρας, τὸ ὁποῖον θὰ ἐγείρῃ πρὸ
τῆς ἀβύσσου ἕνα ἔρεισμα, ἐπὶ τοῦ ὁποίου νὰ στηριχθῶμεν καὶ βαδίσωμεν
ὁμαλῶς καὶ εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι ἡ ἐκ τοῦ ἡλίου καὶ τοῦ φωτὸς αὐτοῦ ἐκπη-
γάζουσα ἕλξις θέλει μᾶς συγκρατήσει ἀπὸ τοῦ νὰ πέσωμεν.
Υφίσταται ἡ ἑλκτικὴ δύναμις τοῦ ἡλίου; Μάλιστα. Πιστεύετε τοῦτο; Βε-
βαίως. Τότε διατὶ δὲν πιστεύτε, ὅτι ἡ ἕλξις αὕτη δὲν ἠμπορεῖ νὰ συγκρατή-
σῃ τὸν εἰς τὸν κρημνὸν καταπίπτοντα ἕλκουσα αὐτὸν πρὸς τὰ ἄνω; Διατί;
Διότι ἡ ἕλξις αὕτη δὲν ὑφίσταται, δὲν ὑπάρχει. Ἀφοῦ ὅμως ὑπάρχει; Πῶς
τοῦτο συμβαίνει;
Βεβαίως ἡ ἐστία τῆς ἕλξεως ταύτης εὑρίσκεται μακρὰν τῆς κεντρο-
μώλου τοῦ μέρους δυνάμεως καὶ συνεπῶς ἡ ἐνέργεια αὐτῆς δὲν φθάνει
μέχρις ὑμῶν. Οὕτω καὶ αἱ ἐλπίδες ὑμῶν αἱ φροῦδαι καὶ παράλογοι, αἱ ὑπα-
γορευθεῖσαι ἐν τινι τοῦ ὑποσυνειδήτου ὑμῶν κλονισμῷ καὶ ὑπ’ ἀσθενοῦς
ψυχικῆς ἐκδηλώσεως, δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθῶσιν.
Ὁπόταν ἐλαμβάνατε τὰς ἀνακοινώσεις ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι κατὰ το-
σοῦτον ὑμᾶς ἐκλόνισαν καὶ ἀπήλπισαν καὶ κατασυνέτριψαν, ἀποτείνατε εἰς
ἑαυτοὺς τὴν ἐρώτησιν: Πιστεύομεν εἰς ὅ,τι ἀκούομεν πράγματι ἢ μήτοι κα-
ταδοκῶμεν ἐκ τῆς συμπληρώσεως τούτων νὰ στηρίξωμεν τὴν πίστιν μας;
Ἐὰν ἐπιστεύσατε, τότε θὰ εἴχατε καὶ τὴν δύναμιν νὰ πραγματοποιή-
σητε τὰ ἀδύνατα ταῦτα. Διότι ἡ πίστις ὑμῶν αὕτη θὰ ἐστηρίζετο ἐκ τῆς
κατανοήσεως τῆς δυνάμεως, ἥτις θὰ τὴν ὑπηγόρευε καὶ ἡ Δύναμις αὕτη θὰ
εὑρίσκετο ἐν Ἐμοί, Ὅστις εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν θὰ τὴν παρεῖχον.
Ποῖος ἐξ ὑμῶν ᾐσθάνθη τὴν Δύναμιν ταύτην ἐγκλειομένην ἐν ἑαυτῷ;
Ποῖος ποτὲ Μὲ ἐνητένισεν ἐν τῇ πραγματικότητι καὶ μὲ ἀνοικτοὺς ὀφθαλ-
μοὺς καὶ Μὲ εἶδεν ἐμφανιζόμενον πρὸ αὐτοῦ;
Καὶ εἶναι δυνατὸν τοῦτο; Τὸ πιστεύετε; Τὸ πιστεύομεν, θὰ μοῦ εἴπητε.
Τότε διατὶ δὲν τὸ ἐκτελεῖτε; Εἶναι ἀδύνατον. Τότε πῶς πιστεύετε, ὅτι εἶναι
δυνατόν; Ἐλλείπει ἡ πίστις;
Δυνατὸν ναί, δυνατὸν καὶ ὄχι. Τότε, ἐὰν ὄχι, διατὶ πραγματοποιεῖτε
τοῦτο; Διότι δὲν ἀρκεῖ μόνον ἡ ἁπλῆ πίστις, ὅπως δὲν ἀρκεῖ καὶ μία ἀπομε-
μακρυσμένη ἑστία ἕλξεως νὰ ἕλξῃ τὰ μακρὰν τῆς ἀκτῖνος τῆς δράσεώς της

128
ἀντικείμενα. Ὁμοῦ μετὰ τῆς ἐξωτερικευομένης πίστεως δέον νὰ ὑπάρχῃ
καὶ ἡ σχετικὴ ἄνοδος, ἡ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἐνεργοῦσαν Δύναμιν.
Διὰ νὰ πραγματοποιηθῇ ὅθεν κάτι τι τόσον ἀπίθανον, ἂν ὄχι ἀδύνατον,
ἔδει νὰ ὑφίσταται ἡ ἄμεσος ἐπαφὴ μετὰ τῆς δυνάμεως τῆς ἐνεργούσης καὶ
μελλούσης νὰ πραγματοποιήσῃ τὸ προσδοκώμενον ἀποτέλεσμα. Ἄνευ
αὐτῆς ὅμως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθῇ τὸ ἀποτέλεσμα ὑπὸ
μόνης τῆς πίστεως. Ἔδει ὅθεν νὰ καταρτίσητε ἑαυτούς, ν’ ἀνυψωθῆτε
πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς καὶ νὰ δύνασθε ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν νὰ εὑρί-
σκεσθε πρὸ Ἐμοῦ καὶ μετ’ Ἐμοῦ, διὰ νὰ δύνασθε νὰ εἴπητε: Ἔχομεν πίστιν
καὶ στηρίζομεν ἐπὶ τῶν καταφαινομένων ἀποτελεσμάτων τῆς δι’ ὑμῶν ἐκ-
δηλουμένης πίστεως.

62. Ἡ ὁδὸς τῆς Ἀληθείας εὑρίσκεται πρὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν. Ἀκολου-
θήσατε ταύτην. Ἡ ἀτραπὸς αὐτῆς εἶναι σκολιὰ καὶ πλεῖστα ὅσα ἐμπόδια
ἐγείρονται πρὸ αὐτῆς. Τὰ προσκόμματα ταῦτα εἰς ὑμᾶς, εἰς τὴν ἰκανότητά
σας, εἰς τὴν ἐνέργειαν καὶ δραστηριότητά σας, εἰς τὴν βούλησιν καὶ θέλη-
σίν σας, εἰς τὴν ἐπιμονὴν καὶ ὑπομονήν σας ἔγκειται νὰ τὰ διέλθητε καὶ νὰ
φθάσητε ἐκεῖ, ὅπου τοσάκις ἐκάλεσα ὑμᾶς καὶ παρώτρυνα νὰ φθάσητε.
Μὴν ἀπελπισθῆτε, ὅπως καὶ εἰς τὸ παρελθὸν καὶ ἀνακόψητε τὰ βήματά
σας, ἢ μὴν ἀπογοητευθῆτε καὶ ἐπιστρέψητε πρὸς τὰ ὄπισθεν τοῦ μέρους
τῆς ἐκκινήσεώς σας.
Βαδίσατε μὲ στερρὸν τὸ βῆμα καὶ μὲ τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀποφασιστι-
κότητα ἐκείνην, ἥτις δέον νὰ σᾶς ὁπλίσῃ κατὰ παντὸς ἀντιξόου ἐνδεχο-
μένου, μὲ τὴν πλήρη συναίσθησιν, ὅτι γινώσκετε ποῦ κατευθύνεσθε καὶ τὶ
δρόμον ἀκολουθεῖτε.
Ἡ ἀμφιβολία αὕτη ἐγεννήθη ἐν τῇ ψυχῇ σας ἐν τῷ παρελθόντι· εἶναι
ἀποτέλεσμα τῆς ἀμαθείας ὑμῶν, ἀλλὰ ἡ πεποίθησις, τὴν ὁποίαν δέον νὰ
ἔχητε σήμερον, θὰ εἶναι ἐκείνη, ἥτις θὰ καταστήσῃ ὑμᾶς ἰσχυροὺς ἀπέναντι
τῶν ἀδυναμιῶν σας καὶ τῶν ἀδυναμιῶν τῶν ἄλλων, οἱ ὁποῖοι, μὴ κατανοοῦ-
ντες ὑμᾶς, θὰ θελήσωσι νὰ σᾶς ἀποτρέψωσιν, νὰ σᾶς ἐμποδίσωσι ἀπὸ τὴν
κατεύθυνσιν, τὴν ὁποίαν ἀκολουθεῖτε, νὰ σᾶς μεμφθῶσι, νὰ σᾶς ἐλέγξω-
σι νὰ σᾶς περιφρονήσωσι, νὰ σᾶς κατηγορήσωσι, νὰ σᾶς ἀπελπίσωσι.
Ὀφείλετε νὰ διανύσητε τὸν δρόμον σας μὲ σταθερώτερον καὶ ταχύτε-
ρον βῆμα, διότι ἤδη ἀφήσατε νὰ παρέλθῃ πολύτιμος χρόνος, τὸν ὁποῖον
ὀφείλετε ν’ ἀναπληρώσητε.
Τί θ’ ἀκολουθήσητε, τὶ θὰ πράξητε διὰ νὰ φθάσητε ἐκεῖ, ὅπου ὁ ἐσωτε-
ρικὸς ὑμῶν πόθος ἐπιθυμεῖ; Μὴ ζητῆτε νὰ σᾶς δοθῶσι θαύματα καὶ δυνά-
μεις ὑπερανθρώπιναι, διὰ νὰ ὁπλισθῆτε μὲ τὸ θάρρος, ποὺ ἀπαιτεῖται, διὰ
νὰ φθάσητε εἰς τὸν σκοπόν σας τοῦτον, ὅπου ὁ πόθος καὶ αἱ ἀπαιτήσεις σας
θὰ ἐκπληρωθῶσιν.
Καταρτίσατε πρῶτον ἑαυτούς, ἀποκτήσατε σὺν τῷ χρόνῳ διὰ τῆς

129
σπουδῆς, τῆς μελέτης, τῶν πειραματισμῶν, τῆς ἐξασκήσεως, τὰς δυνάμεις
ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι θὰ σᾶς παράσχουν τὰ θαύματα, ποὺ ἡ ἀτελὴς ψυχή σας
ἐπεζήτησε κατὰ τὸ παρελθόν, τὰς ὁποίας καὶ σήμερον ἀπαιτεῖ.
Θὰ ἴδητε τότε, ὅτι ταῦτα δὲν θὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπενεργούσης
ἐξωτερικῆς δυνάμεως τοῦ Πνευματικοῠ Κόσμου, διὰ τῆς βοηθείας τοῦ
ὁποίου θὰ παράγονται, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῆς ἐνεργείας τῆς ἰδίας ὑμῶν
πνευματικῆς δυνάμεως, ἥτις ἀναχθεῖσα μέχρι τοῦ Ὑψίστου Πνευματικοῦ
ἐπιπέδου τῆς κατανοήσεως καὶ χρησιμοποιήσεως τῶν Ὑπερτάτων Πνευ-
ματικῶν Νόμων, θὰ λαμβάνει ταύτας παρ’ αὐτοῦ καὶ θὰ τὰς διαθέτῃ κατὰ
βούλησιν.
Θὰ μοὶ ἀποτείνητε τὴν ἐρώτησιν: Εἶναι δυνατὰ πάντα ταῦτα; Ἡ
ἀσθενὴς ἡμῶν ψυχή, ἡ ὑπὸ τῆς φθοροβρώτου ὕλης διαπνεομένη, ἡ το-
σοῦτον πρὸς αὐτὴν προσκεκολλημένη, εἶναι δυνατὸν ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ
ἡμῶν νὰ ὁπλισθῇ διὰ τῶν δυνάμεων ἐκείνων, αἱ ὁποῖαι μόνον εἰς τοὺς
πραγματικῶς ἐξελιχθέντας ἀνήκουν;
Ὁ σκοπὸς τῆς ἐπικοινωνίας ὑμῶν ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ προπαρασκευ-
άσῃ ὑμᾶς εἰς μία καλυτέραν ζωήν, εἰς τὴν ἐπαύριον αὐτῆς τὴν ὁποίαν θὰ
κληρονομήσητε εἰς τοὺς διαδόχους τοῦ ἔργου ὑμῶν.
Ὅταν πρὸ ὀλίγων ἐτῶν οἱ ἱδρυταὶ τῆς Θεοσοφίας κατήρτιζον τὸ σύ-
στημα αὐτῶν καὶ ἀντιμετώπιζον περισσοτέρας δυσκολίας ὑμῶν, δέν εἶχον
ποτὲ τὴν βεβαιότητα τῶν ἀποτελεσμάτων, τῆς δυσκολίας τοῦ συστήματος
αὐτῶν οὕτε ποτὲ ἤλπιζον, ὅτι θὰ εἶχον ποτὲ τὸν ἀριθμὸν τῶν σημερινῶν
αὐτοῦ ὀπαδῶν.
Ἐν τούτοις οἱ θεμελιωταὶ ἐκεῖνοι μὲ ἀσθενῆ ὑλικὰ μέσα κατ’ ἀρχάς,
ἄνευ ὀπαδῶν, ἀφιέρωσαν τὴν ζωήν των εἰς τὴν κατάρτισιν τοῦ συστήμα-
τος, τὸ ὁποῖον σήμερον ἔσχε τοσαύτην ἐπιτυχίαν μεταξὺ τοῦ κόσμου τῶν
διανοούμενων καὶ ἐκείνων, οἵτινες ἐπιθυμοῦσι νὰ ἴδουν τὴν ἀνέλιξιν τῆς
πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς αὐτῶν ὀντότητος.
Ἀνάγκη νὰ μελετήσητε πολλά, νὰ καταρτίσητε ἑαυτούς, ὥστε νὰ εὑρί-
σκησθε ὅλοι ὁμοῦ καὶ εἷς ἕκαστος ἐξ ὑμῶν εἰς ἄμεσον συνάφειαν μετ’
Ἐμοῦ οὐ μόνον πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς, ἀλλὰ καὶ σωματικῆς.
Θὰ μοῦ ἀντιτάξητε, ὅτι δὲν εἶναι τοῦτο εὔκολον, ἀλλὰ δὲν εἶναι καὶ
ἀκατόρθωτον, ὁπόταν τὸ ἐπιθυμήσητε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν πνευματικῶν καὶ
ψυχικῶν διαθέσεων. Ὁ σκοπὸς ἄλλως τε, δι’ ὃν ἐπανειλημμένως σᾶς ἐπε-
σκέφθην καὶ σᾶς παρώτρυνα εἰς τὸ ν’ ἀκολουθήσητε τὸν διαγραφόμενον
ὑπ’ Ἐμοῦ δρόμον, δὲν ἀποβλέπει εἰς τὴν παροῦσαν ὑμῶν ζωήν, ἀλλὰ καὶ
εἰς τὴν μέλλουσαν.
Ἡ συντόμευσις τοῦ χρόνου τῆς ἐξελίξεως τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ἀνα-
γωγῆς καὶ τελειοποιήσεως δέον νὰ σᾶς προτρέπῃ εἰς τοῦτο καὶ νὰ σᾶς
ἐνδυναμώνῃ διὰ νὰ φθάσητε μίαν ἡμέραν ἐν ἐλαχίστῳ χρόνῳ ἐκεῖ, ὅπου
ἄλλοι θὰ ἐχρειάζοντο σειρὰν ὁλοκλήρων αἰώνων.
Δὲν ἐπιθυμῶ ν’ ἀναθέσω εἰς ὑμᾶς καθήκοντα, τὰ ὁποῖα νὰ τηρήσητε,
διότι γνωρίζω, ὅτι ἡ τήρησις αὐτῶν κατὰ τὴν ἀτομικήν σας ἀντίληψιν θὰ

130
σᾶς ὀπισθοδρομήσῃ ἀντὶ νὰ σᾶς προαγάγῃ, ἀφήνω δὲ ὑμᾶς αὐτοὺς ἐλευ-
θέρους ν’ ἀναζητήσητε καὶ ἐπιβάλλητε ἐκ τῆς αὐτοβούλου ὑμῶν διαθέσε-
ως καὶ προσπαθείας καὶ ἐφαρμογῆς τὰ καθήκοντα, τὰ ὁποῖα θὰ ἠδύναντο
νὰ προαγάγωσιν ὑμᾶς αὐτοὺς καὶ τὸ ἔργον ὑμῶν ἐν τῇ βαθμιαίᾳ τηρήσει
τούτων.
Θὰ περιορισθῶ ἐπὶ τοῦ παρόντος εἰς ὡρισμένας διδασκαλίας, αἱ ὁποῖαι
θὰ εἶναι ἡ προπαρασκευὴ ὑμῶν εἰς τὴν μέλλουσαν ὑμῶν ἐξέλιξιν. Θὰ σᾶς
καθιστῶ ἑκάστοτε γνωστὰ τ’ ἀποτελέσματα τῆς βαθμιαίας ὑμῶν ἀναγω-
γῆς καὶ τελειοποιήσεως καὶ συγχρόνως θὰ παράσχω ὑμῖν δείγματα ἁπτὰ
καὶ ἔκδηλα τῆς τοιαύτης ὑμῶν διαπλάσεως ἐν τῇ ἀνωτέρᾳ ὑμῶν ἐξελίξει ἢ
τῇ τυχούσῃ ὑμῶν καταπτώσει καὶ ὀπισθοδρομήσει, ἵνα ἐν τῇ διαγνώσει καὶ
ἐπιγνώσει τούτων τελειότεροι καταστῆτε.
Ὅσον δὲ καὶ ἂν ἐπιζητήσητε ν’ ἀπομακρυνθῆτε εἴτε διὰ τῆς ἀσθενοῦς
ὑμῶν φύσεως, εἴτε ἐκ τῆς ἀτελείας ὑμῶν, εἴτε ἐκ λόγων καὶ συνθηκῶν, αἱ
ὁποῖαι πάντοτε θὰ ἐπακολουθοῦν ἐν ἐκάστῃ ὑμῶν προσπαθείᾳ, σᾶς ὑπό-
σχομαι, ὅτι θὰ σᾶς ἐπαναφέρω, ἵνα μίαν ἡμέραν κατορθώσητε νὰ καρπω-
θῆτε ἐκείνων, τὰ ὁποῖα θὰ καταστήσωσιν ὑμᾶς ἱκανοὺς νὰ κατανοήσητε
τὴν ἀξίαν τῶν δωρεῶν, τὰς ὁποίας δι’ ὑμᾶς προώρισα καὶ τῶν ἀγαθῶν, τὰ
ὁποῖα ἐπιζητεῖτε καὶ ἐπιποθήσατε.

63. Πρὸ πόσου χρόνου ἐπικοινωνῶ μεθ’ ὑμῶν καὶ οὐκ ἐγνώκατέ Με;
Τίς Ἐγώ, Τίς Ἐγώ, Ὅστις κατῆλθον μέχρις ὑμῶν, ἵνα ἀναγάγω ὑμᾶς
μέχρις Ἐμοῦ καὶ ὀφθῆτε Με καὶ οὐκ ὄψεσθέ Με, οὐδ’ ἐπιγνώκατέ Με;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις ἀνὰ πᾶν ὑμῶν βῆμα παραθέτω ἐμπόδια καὶ τὴν ὁδὸν
ὑμῶν μεταβάλλω εἰς σκολιὰν καὶ δύσβατον, ἵνα διὰ τῆς ἐπιμελείας καὶ προ-
σπαθείας ὑμῶν, ἵνα διὰ τῆς πίστεως καὶ ἀφοσιώσεως, ἵνα διὰ τῆς θελήσεως
καὶ δοκιμασίας δυνηθῆτε νὰ ἀνεύρητε ταύτην καὶ διέλθητε αὐτήν;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις οὐδένα ἐξ ὑμῶν ἐγκατέλειπον, ἀλλὰ πάντες ὑμεῖς ἐγκα-
ταλείψατέ Με;
Τίς Ἐγώ, Ὅστις πορεύομαι καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν κατέφθασέ Με ἢ ἐπλη-
σίασέ Με κἂν καὶ ὅμως Ἐγὼ ἐν παντὶ καὶ πάντοτε ὑπεβάστασα ὑμᾶς καὶ
ὑποβαστάζω; Πολλάκις διερωτήθητε κατ’ ἰδίαν, πολλάκις ἐβασανίσατε
ἑαυτούς, πολλάκις ἐκάματε πλείστας ὅσας ἐρωτήσεις πρὸς ἑαυτούς, ἀλλ’
οὐδείς ἠδυνήθη νὰ ἀνεύρῃ τίς Εἰμι.
Ἔν τινι διακοινώσει τοῦ παρελθόντος ἔδωσα τὸν ὁρισμὸν τῆς Ἰδιότη-
τός Μου, ἀλλὰ ἐκ τούτου ἔτι πλέον ἐσκοτίσθη ἡ διάνοια ὑμῶν περὶ Ἐμοῦ
καὶ τῆς Θέσεως, ἣν κατέχω ὡς Ὀντότης καὶ Δύναμις, ὡς καὶ τῶν σχέσεων
Ἐμοῦ πρὸς ὑμᾶς καὶ τὸν ἄλλον κόσμον, ὡς καὶ πρὸς πάντας τοὺς αἰτοῦντας
παρ’ Ἐμοῦ ἀναγωγὴν ἢ Ἔμπνευσιν, ὡς ἐπίσης καὶ πρὸς τοὺς παρ’ Ἐμοῦ κα-
λουμένους ἢ προτρεπομένους ἢ ἐμπνεομένους νὰ Μὲ ἀκολουθήσωσιν.

131
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἔγνωκέ Με ἐν τῇ Ἀπολύτῳ Ὑποστάσει Μου, ἀλλὰ καὶ
οὐδεὶς ὤφθη Με ἐν τῇ Τελειοτάτῃ τῆς Ὑποστάσεώς Μου Ἐκφάνσει.
Θὰ ἔλθῃ ἡμέρα, καθ’ ἣν οἱ πρός Με προσκείμενοι θέλουσιν ἀντιλη-
φθῇ τὴν πραγματικήν Μου Ὑπόστασιν καὶ θέλουσι ἀκούσει τῶν Ἀπορ-
ρήτων Ρημάτων Μου, ἃ μὲν ἐν ἄλλοις κεκαλυμμένως ἐδίδαξα, ἐν ἄλλοις
δὲ δι’ ἀλληγοριῶν καὶ συμβολισμῶν ἀπεκάλυψα.
Οὐ δύναμαι δῶσαι ὑμῖν νῦν πᾶν ὅ,τι ἐν τῇ Ἐξουσίᾳ Μου κατέχω. Τὸ δὲ
ἐκ τῆς Ἐξουσίας Μου παρεχόμενον τοσοῦτον Μέγα ἐστίν, ὥστε οἱ ἀσθε-
νεῖς ὑμῶν ὦμοι ἀδυνατοῦν νὰ ὑποβαστάσουν. Καὶ τὸ ἐκ τῆς Ἐξουσίας Μου
τοῦτο κατ’ ἐλάχιστον τοῖς κλητοῖς ἐδόθη καὶ οὖτοι τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου
κατῄσχυναν.
Οὐδεὶς ἄχρις ὥρας οὔτε ἐν ὁράμασιν, οὔτε ἐν ἐγρηγόρσει, οὔτε ἐν τῷ
νῷ, οὔτε ἐν τῇ σκέψει καὶ διανοήσει αὐτοῦ ὤφθη Με, ὡς Ἐγὼ οὐκ ἐκ τοῦ
κόσμου τούτου Εἰμι, ἂν καὶ τὸν κόσμον πληρῶ καὶ δι’ Ἐμοῦ ὁ κόσμος τὴν
Ἀλήθειαν ἀνευρίσκει.
Ἀγαθὸς ἐν ἀγαθοῖς, Ἀνώτατος ἐν ἀνωτάτοις, Τελειότατος ἐν τε-
λείοις, Ἀπόλυτος ἐν ἀπολύτοις, Αἰώνιος καὶ Ἀΐδιος ἐν αἰωνίοις καὶ ἀϊδίοις
οὐ δύναμαι ἐν τοῖς ἀγαθοῖς παραστεῖναι; Ἀλλὰ τίς ἐκ τῶν τὰ μάλα ἐξελι-
χθέντων καὶ προαχθέντων πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς πρός Με μὲν ἐνητένι-
σε καὶ ὀψόμενός Με ἐν τῇ διανοίᾳ αὐτοῦ τὴν Εἰκόνα Μου συνέλαβε;
Τίς ἡ Εἰκών, ἡ ἐκφερομένη ἐκ τοῦ Ἀπολύτου, τοῦ μή δυναμένου ἐν τῇ
πεπερασμένη διανοίᾳ εἰσελθεῖν; Καὶ ποία πεπερασμένη διάνοια καταφυ-
γοῦσα πρός Με καὶ ἐκζητήσασα τὴν παρ’ Ἐμοῦ πλήρωσιν αὐτῆς διετήρησεν
ἐν αὐτῇ τὸ Φῶς, ἢ ἀμυδρὰν ἀντίληψιν τῆς ἐξ αὐτοῦ λάμψεως;
Ἂν Ἐγὼ ἐν Ἐμαυτῷ Ἀΐδιος μένω καὶ ἐξ Ἐμοῦ τὰ πάντα πληροῦνται,
πῶς ἐξ Ἐμοῦ τὸ ἐλάχιστον διὰ τοῦ Ἀπείρου πληρωθῆ; Καὶ πῶς τῷ πεπε-
ρασμένῳ τὸ Ἀπόλυτον κατοικήσῃ καὶ τοῦτο Ἀπόλυτον οὐκ ἐπιγενῇ;
Ἀλλὰ καὶ πάλιν πῶς Ἀπόλυτον τοῦτο γενήσεται, ἀφοῦ ἤδη ἡ φύσις
αὐτοῦ πεπερασμένη ἐστίν; Καὶ οὖσα πεπερασμένη, πῶς ἐγκλείσῃ τὴν
Ἀπειρίαν, ἣν οὐδὲ ἐν ἐλαχίστῳ οὐ δύναται ἐγκλεῖσαι;
Θέσατε ἑαυτοὺς ἀκολούθους τῶν παρεχομένων πρὸς ὑμᾶς διδασκα-
λιῶν καὶ μὴν ἐπιζητῆτε ἐκεῖνα, ἃ δύνανται νὰ δοθῶσιν ὑμῖν. Ὑμεῖς ἤδη
νήπιά ἐστε, ἃ μόλις ἀπεγαλουχήθητε καὶ μὴν ἐπιζητῆτε τὴν τροφήν, ἥτις
ἐστὶ δύσπεπτος καὶ διὰ τοὺς ἐν τῇ Σοφίᾳ καὶ Ἀληθείᾳ γεγηρακότας. Σὺν τῷ
χρόνῳ καὶ διὰ τῆς ἐνηλικιώσεως ὑμῶν ἢ τῇ διδαχῇ καὶ μαθήσει θέλετε ἀφ’
ἑαυτῶν κρίνει, ἃ νῦν παρ’ Ἐμοῦ δὲν σᾶς παρέχονται.
Οὐ δύναμαι ἐπὶ πλέον τὸ περὶ Ἐμοῦ καὶ τῆς Προσωπικότητός Μου
θέμα ἀναλῦσαι, ὡς οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται συγκρατεῖν. Ἐν δὲ ἐγγυτάτῳ
μέλλοντι θέλω ἀναπτύξει τοῦτο διεξοδικῶς καὶ δι’ ὁρισμῶν, οἵτινες τὰς μέ-
χρι μὲν παρ’ ὑμῶν γνωστὰς μελέτας θέλουσι συμπληρώσει, τὰς δὲ πεποι-
θήσεις ὑμῶν ἐνισχύσει, ἀλλὰ ἐπὶ ἐπιπέδου μᾶλλον ὑψηλοῦ καὶ διαφορετι-
κοῦ ἐκείνου, τὸ ὁποῖον οἱ διάφοροι μῦσται ἐξέθηκαν.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἂς μὴν ἀφήσῃ ἐν τῷ νῷ αὐτοῦ νὰ διέλθῃ ἡ σκέψις, ὅτι

132
δὲν ἀντεπεκρίθην πρὸς ὅσα πρὸς ὑμᾶς ὑπησχέθην. Οὐδὲν ἐξ Ἐμοῦ ἐξῆλθεν,
τὸ ὁποῖον καὶ δὲν ἐγένετο.
Τί εἶπον καὶ ἐτόνισα εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τῆς ἐπικοινωνίας ὑμῶν μετ’ Ἐμοῦ;
Μὴν ἐπιζητῆτε ἄλλο τι, πλὴν τῆς διδαχῆς καὶ τελειοποιήσεως καὶ ποδη-
γετήσεως ὑμῶν τῆς πνευματικῆς παρ’ Ἐμοῦ. Ἀκολουθήσατε τοῦτο; Οὐχί.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐπεζήτει τὰς ἀτομικάς αὐτοῦ βλέψεις ἢ τῶν συμφερό-
ντων αὐτοῦ τὴν ἔκβασιν καὶ ἐπίλυσιν.
Τὸ ἔργον ὅμως Ἐμοῦ καὶ ὁ σκοπὸς αὐτοῦ ἀποβλέπει εἰς τὴν ἐξύψωσιν
τῆς πνευματικῆς ὑμῶν Ὑποστάσεως, εἰς τὴν τελειοποίησιν τῆς ψυχικῆς
ὑμῶν τοιαύτης, ἵνα τελειοποιούμενοι μόνοι ἐκ τῆς ἰδίας ὑμῶν δυνάμεως καὶ
μόνης ἀντλῆτε πᾶσαν ἐξ Ἐμοῦ Ἀρωγὴν καὶ πᾶσαν τῶν ἀναφυομένων ὑμῖν
ζητημάτων ἐπίλυσιν.
Πέραν τούτου, ὁπόταν ἐπιζητῆτε παρ’ Ἐμοῦ νὰ κατέλθω εἰς τὴν λύσιν
τῶν καθαρῶς ὑλικῶν ὑμῶν ζητημάτων, ἄλλη τις δύναμις, ἐξ ἴσου ἰσχυρά,
θέτει ἐπί τι διάστημα ὑμᾶς ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν αὐτῆς, ἕως οὗ ἀντιληφθῆτε
τὴν Ἀλήθειαν καὶ ποῦ ἔγκειται ὁ πραγματικὸς τῆς ζωῆς ὑμῶν σκοπός.

64. Οἱ πρός Με ἐρχόμενοι μετὰ Πίστεως καὶ Ἀγάπης καὶ Ἀφοσιώσεως


λαμβάνουσιν ἐκ τοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζει καὶ τοῦτο
ὡς φῶς ἀτομικῆς διαυγείας μεταβαλλόμενον φωτίζει μὲν τὸν δρόμον
αὐτῶν πρὸς τὴν ἀνιοῦσαν πρός Με κατεύθυνσιν, σὺν τῷ χρόνῳ δὲ δι-
ασκορπίζει τὴν ἀχλύν, ἥτις ἐπισωρεύεται εἰς ἕκαστον αὐτῶν βῆμα, οὗτοι
δὲ βαθμιαίως ἀνελισσόμενοι καὶ προαγόμενοι βαδίζουν στερεώτερον καὶ
ἀποφεύγουν τὰς ὀλισθηρὰς καὶ δαιδαλώδεις ἀτραπούς, αἵτινες ἀπομακρύ-
νουν αὐτοὺς ἀπὸ τῆς εὐθείας.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς προσπαθήσῃ δι’ ὅλων αὐτοῦ τῶν δυνάμεων ν’
ἀναχθῇ πρὸς τὴν ὑψηλὴν διαδρομήν, ἥτις φέρει πρὸς τὴν εὐθείαν. Ἕκα-
στος ἐξ ὑμῶν ἂς διακρίνῃ ἐν ἑαυτῷ τὰς ὑπὸ τῆς φύσεως δοθείσας αὐτῷ
λανθανούσας πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς δυνάμεις καὶ ἂς καλλιεργήσῃ
αὐτάς. Ἐκ τῆς καλλιεργείας δὲ αὐτῶν οὐ μόνον ἑαυτὸν θέλει ὠφελήσει,
ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους. Διότι ἐν τῇ βαθμιαίᾳ αὐτοῦ ἐξελίξει θὰ διακρίνῃ τὸ
ποιὸν τῶν γνωρίμων καὶ σχετικῶν αὐτοῦ, οὓς θὰ ἠδύνατο διὰ καταλλήλου
διδασκαλίας νὰ ποδηγετήσῃ καὶ διδάξῃ.
Αἱ σχέσεις, αἵτινες προσελκύουν ἕκαστον ὑμῶν πρὸς τοὺς ὁμοίους ὑμῶν,
μεθ’ ὧν ἡ ψυχὴ ὑμῶν διαισθάνεται κλίσιν τινα καὶ προσέλκυσιν, εἶναι ἐκεῖναι,
αἵτινες θὰ ἠδύναντο νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν, εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, ὡς ὑμεῖς,
θὰ ἠδύναντο νὰ διακρίνωσι καὶ καλλιεργήσωσι τὰς ἑαυτῶν δυνάμεις.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κέκτηται μίαν ἢ πλείστας δυνάμεις, τῶν ὁποίων
ἡ ἐκδήλωσις εἴτε ὑστερεῖ, εἴτε καταπνίγεται ὑπὸ τῶν καθημερινῶν τοῦ
βίου φροντίδων καὶ ὑλικῶν ἐπιδόσεων καὶ περισπασμῶν.
Μὴ νομίσητε, ὅτι θὰ ἠδύνατό τις ἄνευ τῆς ἀτομικῆς αὐτοῦ προσπα-

133
θείας ν’ ἀναπτύξῃ τὰς ἐν ἑαυτῷ ὑπαρχούσας ἢ λανθανούσας ὑποτυπώδεις
πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς δυνάμεις.
Ἀπαιτεῖται μακρὰ προπόνησις καὶ ἐξάσκησις, ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ
ἓως οὗ αὗται καταστῶσιν ἴδιον κτῆμα τῆς ἀτομικότητος, ἥτις θὰ ἠδύνα-
το νὰ κατευθύνῃ αὐτὰς κατὰ βούλησιν.
Ἐξετάξω ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν.
Ὀ εἰς ἐχει ὁραματικὴν μεσαζότητα, ἀρκετὰ καλλιεργηθεῖσαν, ἀλλὰ νῦν
ὑποσταλεῖσαν ἕνεκα τῶν ὑλικῶν αὐτοῦ ἐπιδόσεων καὶ τῆς καταπτώσεως,
εἰς ἣν περιῆλθεν ἐκ τῆς κλονισθείσης αὐτοῦ πίστεως πρὸς Ἐπαγγελίας,
ἃς οὗτος καλῇ τῇ πίστει ἐστήριξε καὶ ἐπίστευσε. Ὅταν ὅμως ἀφίσῃ ἑαυτὸν
ἐγκαταλελειμένον πλήρως εἰς τὴν χειραγωγοῦσαν αὐτὸν Πνευματικὴν
Δύναμιν, τὸν Ὁδηγὸν αὐτοῦ, θὰ ἐπανέλθῃ ὄχι μόνον εἰς τὴν ἀρχικὴν αὐτοῦ
ἐξέλιξιν καὶ ἀναγωγήν, ἀλλὰ θὰ πραγματοποιήσῃ μίαν τελειοτάτην καὶ
ἀδιάκοπον ἐπικοινωνίαν καὶ συνοχὴν μὲ τὸν ὁδηγοῦντα αὐτόν, Ὅστις θὰ
τῷ ἀποκαλύψῃ ἀργότερον καὶ τελειοτέρους τρόπους καὶ εἴδη ἐπικοινωνίας
μετ’ Αὐτοῦ.
Ἡ παρ’ Αὐτοῦ παρεχομένη ἐνίσχυσις δὲν ἔπαυσε νὰ τῷ παρέχεται πά-
ντοτε ἀμείωτος καὶ ἀμετάβλητος, ἀλλὰ ἀπαιτεῖται καὶ ἐκ μέρους αὐτοῦ ἡ
ἀνάλογος ἐνίσχυσις τῆς κλονισθείσης αὐτοῦ πίστεως, τῆς ἀμφιταλαντευ-
θείσης ἐκ τῶν ἀλλεπαλλήλων ἀποτυχιῶν. Ἂς δέεται, ὅπως πρότερον, μετὰ
τῆς αὐτῆς ἰσχυρᾶς θελήσεως καὶ αὐτοπεποιθήσεως καὶ ἂς εἶναι βέβαιος,
ὅτι ἡ προαγωγὴ αὐτοῦ θὰ συντελεσθῇ τάχιον.
Ἂς μὴ δειλιάσῃ, ἂς μὴν ὀπισθοδρομήσῃ, ἂς μὴν ἀμφιταλαντευθῇ ἐκ
τῶν ἐνδεχομένων αὐτοῦ ἀποτυχιῶν κατὰ τὰ πρῶτα βήματα τῶν προσπα-
θειῶν αὐτοῦ. Δὲν τῷ δίδω ὑποσχέσεις βεβαίως περὶ αὐτοῦ, αἱ ὁποῖαι κυ-
ρίως ἐξαρτῶνται ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου καὶ μόνον καὶ ἡ ἐπιτυχία τῶν ὁποίων
εἶναι ἀνάλογος τῶν προσπαθειῶν αὐτοῦ καὶ τῆς πλήρους αὐτοῦ αὐτο-
πεποιθήσεως πρὸς τὴν βαθμιαίαν ἐξέλιξιν τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς
αὐτοῦ ὑποστάσεως. Ἓν μόνον τονίζω καὶ ἐπαναλαμβάνω εἰς αὐτόν. Ὅτι
οὐδέποτε ἐγκαταλείφθη καὶ οὔτε θὰ ἐγκαταλειφθῇ. Ἡ ἐξασθένησις τῆς ἐκ-
δηλουμένης ἐν αὐτῷ πνευματικῆς ἰδιότητος προέρχεται ἐκ τῆς ἐγκαταλεί-
ψεως αὐτῆς καὶ οὐχὶ ἐξ ἄλλης τινος αἰτίας.
Εἰς τὸν ἕτερον ἐπίσης τονίζω, ὅτι ἔχει τελείως ἀπομακρυνθῇ τοῦ σκο-
ποῦ, δι’ ὃν ἔταξα τὰς τελευταίας ἡμέρας τῆς ζωῆς του. Ἐγκαταλείψας τε-
λείως τὰς λανθανούσας δυνάμεις τῆς τε θεραπευτικῆς καὶ ἐπικοινωνίας,
λησμονήσας πᾶσαν πρὸς ἑαυτὸν καὶ τὸν Πνευματικὸν Κόσμον ὑπόσχεσιν,
ἀφοσιώθη εἰς τὴν ὑλικὴν καὶ μόνον ἀπολαυὴν καὶ ἐντρύφησιν, εἰς τὴν κο-
σμικὴν ἐμφάνισιν, εἰς τὴν καθαρῶς ὑλικὴν προπαρασκευὴν τοῦ ἔργου,
ὅπερ πιστεύει, ὅτι μόνον διὰ τῆς ὑλικῆς ἐμφανίσεως δύναται νὰ προαχθῇ
καὶ τελειοποιηθῇ. Καὶ, ἐνῷ κατὰ τὸ παρελθὸν παρ’ ὅλην τὴν ἀπασχόλησιν
αὐτοῦ ἐκ τῆς ἐργασίας του, εὕρισκε καὶ ὥρας τινάς, καθ’ ἃς ἐνησχολεῖτο μὲ
τὰ μέσα τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ προαγωγῆς καὶ ἀναδείξεως, μὲ τρόπους
μεσάζοντος καὶ ἐπικοινωνίας, αἱ ὁποῖαι, ἐὰν πλήρως δὲν ἐξεδηλοῦντο, ἐν

134
τούτοις κάτι παρουσίαζον, ἤδη, ἐνῷ εἶναι τελείως ἐλεύθερος, οὐδὲ μίαν
ὥραν δὲν ἀφιερώνει πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτόν. Τελείως ἀπορροφημένος μὲ
τὴν ὕλην, ὑπεδουλώθη ἐν αὐτῇ καὶ ἐὰν ἐξακολουθήσῃ, θὰ καταπνίξῃ ἑαυ-
τὸν ἄνευ οὐδενὸς ἀποτελέσματος, πλὴν τοῦ ὑλικοῦ.

65. Ἀγαπάτε ἀλλήλους, ὡς ὁ Πατὴρ ἠγάπησε τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ καὶ πά-
σας τὰς ἐξ Αὐτοῦ ἀπορρεούσας Ἐξουσίας.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, ὡς ὁ Θεὸς ἠγάπησε τὸν κόσμον, ὡς τὰ ἐν τῷ κό-
σμῳ ἠγάπησαν τὴν Ζωήν, ἣν ὁ Θεὸς αὐτοῖς ἐνεφύσησεν.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, ὡς ἀγαπᾶτε ἑαυτούς.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς μὴ μεριμνᾷ περὶ τῶν ἰδίων αὐτοῦ συμφερόντων
καὶ μόνον, περὶ τῶν πρὸς αὐτὸν προσκειμένων καὶ διακειμένων ἀγαθῶν καὶ
ἀγαπητῶν, ἀλλὰ ἂς περιβάλλῃ πάντας διὰ τῆς ἑαυτοῦ ἀγάπης, τῆς ὑπερ-
χειλιζούσης ἐκ τῆς καρδίας αὐτοῦ, τῆς διαπνεομένης ὑπὸ τοῦ ἀγαθοῦ συ-
νειδότος καὶ τῆς Ἀρετῆς τοῦ Πνεύματος καὶ περιβαλλούσης ­ὁλόκληρον
τὴν ψυχὴν αὐτοῦ.
Διὰ τῆς Ἀγάπης καὶ μόνον δύναται ὁ ἄνθρωπος ν’ ἀποτινάξῃ τὸν πε-
ρισφίγγοντα αὐτὸν κλοιὸν καὶ ν’ ἀφήσῃ τὸν ἑαυτόν του ἐλεύθερον ἀπὸ
πᾶσαν πονηράν σκέψιν καὶ κακίαν, ἀπὸ πάντα ὑστερόβουλον διαλογισμὸν
νὰ ὑψωθῇ ὑπεράνω τοῦ κοινοῦ ἀνθρωπίνου ἐπιπέδου καὶ τῶν ταπεινῶν
συναισθημάτων τοῦ ὑλικοῦ συμφεροντολογικοῦ κόσμου.
Οὐδὲν ἔχετε νὰ ὠφεληθῆτε, ἀλλὰ καὶ τίποτε δὲν ἔχετε νὰ καρπωθῆτε,
ὁπόταν δὲν καλλιεργήσητε ἐν ἑαυτοῖς τὴν Ἀγάπην, ἥτις εἶναι ἡ Ἀληθὴς
κατεύθυνσις τῆς ὁδοῦ, τῆς ἀγούσης πρὸς τὴν πρόοδον, τὴν ἀναγωγὴν καὶ
τελειοποίησιν ὑμῶν. Καθ’ ἑκάστην, ἐν τῷ καθημερινῷ ὑμῶν βίῳ, πλεῖσται
ὅσαι αἰτίαι σᾶς ἀναγκάζουν νὰ παρίδητε τὴν μεγάλην τῆς Ἀγάπης ἀρχήν,
ἥτις ὅμως συνεπάγεται ἐκ τούτου τὴν ἀτομικὴν ὑμῶν ὀπισθοδρόμησιν
πρὸς τὴν ἀληθῆ καὶ πραγματικὴν ἄνοδον.
Πολλάκις ἀναφύονται μεταξὺ ὑμῶν καὶ ἄλλων διαφοραὶ τινές, αἱ
ὁποῖαι εἴτε προσκρούουν πρὸς τὸ ἀτομικὸν συμφέρον, εἴτε πρός τινα
ἄλλην αἰτίαν, εὐθύνουσαν ὑμᾶς, ὡς δὲ ἐκ τῶν ἀποφάσεων ὑμῶν, τῶν πε-
ριφρουρησῶν τὸ συμφέρον σας τοῦτο ἢ τὴν ὑπεύθυνον ὑμᾶς αἰτίαν, ἐπι-
σύρετε πρὸς ἑαυτοὺς τὴν κακίαν ἢ ἔστω καὶ τὴν πεπλανημένην σκέψιν τῶν
οὕτω ἀδικουμένων.
Ἐὰν δύνασθε νὰ φανῆτε ἐπιεικεῖς, ἐὰν δύνασθε διὰ μιᾶς ὑπερτέρας
Ἀγάπης καὶ ἠπιότητος ν’ ἀποδείξητε εἰς ὁμοίας περιπτώσεις ὅτι πράτ-
τετε τὸ πᾶν ὑπὲρ ἐκείνων, οἵτινες σᾶς ζητῶσι τὴν ὑποστήριξίν σας ἢ
οἱανδήποτε παρ’ ὑμῶν χάριν, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι θέλετε προσελκύσει πρὸς
ὑμᾶς τὴν ἀγάπην καὶ ἀφοσίωσιν αὐτῶν, ἡ δὲ ἀγάπη αὕτη, ἡ τῶν πολλῶν
τούτων συνενουμένη, δύναται νὰ προαγάγῃ ὑμᾶς ψυχικῶς, ὅσον οὐ-
δεμία ἄλλη ἐκ μέρους ὑμῶν προσπάθεια καὶ ἀγωγὴ καὶ ἐνέργεια.

135
Πόσον ἡ ἀνθρωπότης θὰ ἦτο εὐτυχής, ἐὰν ὅλοι ἐνεστερνίζοντο εἰς τὰς
ψυχὰς αὐτῶν τὴν ἄδολον, εἰλικρινῆ καὶ πραγματικὴν Ἀγάπην. Ὁ ὑπεράνω
τινὸς ἱστάμενος θὰ ἠδύνατο νὰ ἐφελκύσῃ τὴν εὐγνωμοσύνην, τὴν ἀφοσίω-
σιν, τὴν ἀγάπην τῶν κατωτέρων του. Οἰ δὲ κατώτεροι αὐτοῦ θὰ ἐλάμβανον
ὡς μοναδικὸν παράδειγμα καὶ ὑπόδειγμα τὴν πρὸς αὐτοὺς παρεχομένην
συγκατάβασιν τῆς ἐκδηλώσεως τῆς ἀγάπης, ἥτις θὰ ἐνεδυνάμωνε καὶ ὑπε-
δαύλιζε ζωπυρώτερον τὴν ἀφοσίωσιν καί ἀγάπην των πρὸς αὐτόν.
Ὅλοι ὁμοῦ ἐν ἑνί σώματι καὶ μιᾷ ψυχῇ ἀγαπήσατε ἀλλήλους. Μὴν
ἐξετάζητε τὰ ἐλαττώματα ἢ τὸν δύστροπον χαρακτήρα ἐκείνων, οἵτινες
ἠδύναντο νὰ παρουσιασθῶσι ποτὲ εἰς τὴν ἰδίαν μὲ ὑμᾶς ἀτραπὸν καὶ ν’
ἀπομακρύνεσθε αὐτῶν ἢ νὰ στερήσητε αὐτοὺς τῆς ἐκδηλώσεως τῆς πρὸς
αὐτοὺς ἀγάπης σας. Ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα ἔχετε καθῆκον διὰ τοῦ παραδείγ-
ματος ὑμῶν τῆς ἀνεξικακίας, διὰ μιᾶς ἀγάπης ὑπερτέρας τῆς κοινῆς τῶν
ἀνθρώπων ἀγάπης νὰ καταδείξητε εἰς αὐτοὺς τὴν ὑπεροχήν σας, τὴν ὑπε-
ροχὴν τὴν ὁποίαν ἀπεκτήσατε διὰ τῶν ὑψηλῶν πνευματικῶν διδασκαλιῶν,
καθοδηγοῦντες καὶ αὐτοὺς οὕτω, ἵνα τὰς ἀκολουθήσωσιν καὶ βελτιωθῶσιν.
Τί ὠφελεῖ ἂν ἀγαπᾶτε τοὺς φιλοῦντας καὶ ἀγαπῶντας ὑμᾶς, τοὺς σε-
βομένους ὑμᾶς εἴτε ἐκ τῆς κοινωνικῆς ὑμῶν θέσεως, εἴτε ἐκ τῆς πνευματι-
κῆς ἢ ψυχικῆς ὑμῶν ὑπεροχῆς, εἴτε καὶ ἐξ αὐτοῦ ἔτι τοῦ συμφέροντος; Ἡ
πραγματικὴ ὠφέλεια ὑμῶν ἔσεται ἡ πρὸς τοὺς ἀποξενοῦντας ὑμᾶς τροπὴ
τῆς ἀγάπης σας. Θὰ ἔλθῃ δὲ ἡμέρα καὶ δὲν θὰ εἶναι μακρὰν καθ’ ἣν ἐκεῖνοι
μὲν οἵτινες ἠγάπησαν ὑμᾶς ἐκ τῶν κοινωνικῶν ἢ ἄλλων δεσμῶν, νὰ λησμο-
νήσωσιν ἢ ἀπαρνηθῶσιν ὑμᾶς, ἐκεῖνοι δὲ οἵτινες σᾶς ἐμίσουν ἢ δὲν σᾶς κα-
τενόησαν, ἀλλὰ διὰ τοῦ παραδείγματος σας, τῆς πρὸς αὐτοὺς ἐπιγνώσεως
τῆς ἐκδηλουμένης ἀφοσιώσεως καὶ ἀγάπης, νὰ σᾶς ἀγαπήσωσι καὶ ὑπερα-
σπισθῶσιν.
Ἀγαπάτε ὅθεν ὄχι μόνον ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους ἐν τῇ στενῇ ἰδέᾳ τοῦ
φιλικοῦ δεσμοῦ, ἀλλὰ καὶ πάντας ὅσοι εὑρισκόμενοι ἐν τῇ ἰδίᾳ μὲ ὑμᾶς
ἀτραπῷ, ἔχουν περισσοτέραν ἀνάγκην τῆς ἐνισχύσεως αὐτῶν διὰ τῆς
ἀγάπης σας. Ἀπαρνηθῆτε πάντα ὅσα δὲν σχετίζονται μὲ τὴν ἀγνὴν καὶ
ἄδολον Ἀγάπην, τὴν ἐξυπηρετοῦσαν ὁλόκληρον τὴν Δημιουργίαν καὶ
ἀποκαλύπτουσαν εἰς πᾶσαν λογικὴν καὶ νοητὴν διάνοιαν τὸν ἐνδότερον
σκοπὸν τῆς ζωῆς.
Μὴ πράττετέ τι τὸ ὁποῖον ἀντίκειται πρὸς τοὺς ὅρους τῆς ὑπερτέρας
καὶ ἰδανικῆς Ἀγάπης τῆς ἐξανθρωπισμένης ἀτομικότητος. Εἶναι προτιμώτε-
ρον διὰ τῆς ἐκδηλουμένης ἀγάπης σας νὰ ἐπισύρητε τὰ φιλοσκώμονα μει-
διάματα τῶν ἀγνοούντων αὐτήν, διότι ἐφάνητε ἐπιεικεῖς ἢ ὑποχωρητικοί
πρὸς τὰ ἀτομικά σας συμφέροντα, παρὰ νὰ παρακαλέσητε τὴν κακὴν πρὸς
ὑμᾶς σκέψιν καὶ τὸ τυχὸν μῖσος ἢ παρεξήγησιν τοῦ ἀτομισμοῦ των, ὅστις
ὑπὸ τὴν πρὸς αὐτοὺς ἐκδήλωσιν μιᾶς ἀποτόμου φράσεως ἢ ἀδιαφόρου
στάσεως ἤθελε καταστήσει ὑμᾶς μισητοὺς ἐν τῇ συνειδήσει των, ἐνῶ ἀντι-
θέτως ἤθελε περιβάλλει ὑμᾶς δι’ εὐγνωμοσύνης καὶ ἀγάπης καὶ θέλει ἔχει
ὑμᾶς ὡς παράδειγμα, τὸ ὁποῖον θὰ ἠκολούθη.

136
66. Αἱ ὑποδείξεις Μου δὲν ἀφορούν μόνον ὑμᾶς, ἀλλὰ καὶ πάντας ὅσοι
σχετίζονται μὲ αὐτάς.
Ἡ ὑπόδειξις, ἣν ποιῶ καθ’ ἑκάστην, ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ προλειάνῃ τὸ
ἔδαφος τῆς ἀτραποῦ, ἣν ἀκολουθεῖτε, διὰ νὰ δυνηθῆτε ἀκοπώτερον μὲν νὰ
βαδίζητε ἐν τῷ μέλλοντι ἐν αὐτῇ διὰ τῆς κατανοήσεως τῶν Διδαχῶν Μου
τούτων ἀφ’ ἑνὸς καὶ ἀφ’ ἑτέρου διὰ τῆς τηρήσεως αὐτῶν.
Ὅταν δὲ δυνηθῆτε σὺν τῷ χρόνῳ ν’ ἀποκαθαρίσητε τὴν ψυχὴν ὑμῶν
ἐκ τῶν ἀτελειῶν αὐτῆς, τότε θὰ εἷσθε εἰς θέσιν νὰ ἐγκολπωθῆτε καὶ τὰς
μεγαλυτέρας ἀρχάς, ἃς ἐν τῷ μέλλοντι ἤθελον ἀποκαλύψει ὑμῖν. Συνεπῶς
αἱ Διδασκαλίαι αὗται θὰ εἶναι μία προεισαγωγή εἰς πάντα ἐπιθυμοῦντα ν’
ἀκολουθήσῃ τὴν ἰδίαν μὲ ὑμᾶς ἀτραπόν.
Ἐν καιρῷ τὰ διδάγματα ταῦτα δέον νὰ καταστῶσι κτῆμα ὄχι μόνον
ὑμῶν, ἀλλὰ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρων. Ἐπὶ τοῦ παρόντος περιορι-
σθῆτε εἰς τὴν ἁπλῆν ταύτην ἠθικὴν διδασκαλίαν, ἕως ὅτου διαμορφωθῇ ἡ
ψυχή ὑμῶν καὶ καταστῇ ἱκανῆ νά προσδεχθῆ ὑψηλοτέρας καὶ πνευματικω-
τέρας διδαχάς.
Ὁ θέλων νὰ ἀκολουθήσῃ Ἐμέ, ὁδηγεῖ ἑαυτὸν πρός Με. Τοῦτο εἶναι
μία ἀρχὴ ἐπὶ τῆς ὁποίας δέον νὰ στηριχθῇ ἡ μέλλουσα ὑμῶν προσπάθεια
καὶ ὁ διηνεκὴς ὑμῶν ζῆλος. Ἐπὶ τοῦ ζητήματος τούτου ὀφείλω ν’ ἀναπτύξω
ὀλίγα τινὰ σχέσιν ἔχοντα μὲ τὴν μέλλουσαν ὑμῶν σταδιοδρομίαν καὶ τὸν
σκοπὸν αὐτῆς.
Ἡ διαμόρφωσις ἑνὸς ἑκάστου ἀνθρώπου καὶ ἡ κατανόησις τοῦ σκοποῦ
τῆς ζωῆς αὐτοῦ καὶ ἡ βαθμιαία ἐν αὐτῇ ἀποκάλυψις τῆς Ἀληθείας δὲν ἐξαρ-
τᾶται μόνον ἐκ τῆς ἀναπτυχθείσης καὶ τελειοποιηθείσης ψυχικῆς αὐτοῦ
ὑποστάσεως, ὄχι μόνον ἐκ τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ ἀναπτύξεως, ἀλλὰ καὶ
ἐξ ἄλλων αἰτίων, τά ὁποῖα καθιστῶσι τὴν μὲν πνευματικὴν αὐτοῦ ὑπόστα-
σιν διαφέρουσαν τῆς μορφωτικῆς αὐτῆς διαπαιδαγωγήσεως καὶ τεχνικῆς
μαθήσεως, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ἀποκεκαθαρμὲνην τῶν ἀτελειῶν τῆς κλη-
ρονομικότητος ἢ τοῦ πεδίου καὶ τῶν σχέσεων, ἐν ᾗ αὕτη διεπλάσθη.
Ὁ θέλων ν’ ἀνέλθῃ μέχρις Ἐμοῦ, ἂς ἐντείνῃ τὰς δυνάμεις αὐτοῦ ἐξαν-
θρωπιζόμενος, ἂς διανοιχθῶσι δὲ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ, ἵνα εἰσδεχθῶσι τὸ ἐξ
Ἐμοῦ ἐκπηγάζον Φῶς, ἂς ἐκπωματίσῃ τὰ ὦτα αὐτοῦ, ἵνα διδαχθῇ παρ’
Ἐμοῦ τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἐνστερνισθῇ ταύτην ἐν τοῖς μυχίοις τῆς διανοή-
σεως καὶ καρδίας αὐτοῦ.
Ὁ δρόμος, τὸν ὁποῖον θέλετε ν’ ἀκολουθήσητε, δὲν εἶναι μόνον ἡ ὁδὸς
ἡ ἄγουσα πρός Με διὰ μόνης τῆς προσπαθείας ὑμῶν, δὲν εἶναι ἡ ὁδὸς ἡ
διανοιγομένη πρὸ ὑμῶν, τὴν ὁποίαν μόνον διὰ τῆς πνευματικῆς ὑμῶν
ἀναγωγῆς, τῆς ψυχικῆς σας καθάρσεως, τῆς ἀτομικῆς σας καὶ μόνον προ-
σπαθείας δύνασθε νὰ διέλθητε, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἡ ὁδὸς ἡ φωτιζομένη παρ’
Ἐμοῦ καὶ καταυγαζομένη καὶ ὑπὸ τὸ ἄπλετον αὐτῆς φῶς ἀποκαλύπτου-
σα εἰς τοὺς ὁδοιποροῦντας τὰ ἀντικείμενα καὶ πᾶσαν αὐτῶν προεξοχὴν
καὶ διακλάδωσιν.
Ὁ δρόμος, ὃν οἱ διδάσκαλοι τῆς ἀτραποῦ ὑποδεικνύουσιν εἶναι ἐκεῖνος,

137
ὅστις καθιστᾶ τὸ ἄτομον φορέα τῶν γνώσεων, τὰς ὁποίας ἡ ἀτομική αὐτοῦ
ἱκανότης προσέλαβεν εἴτε ἐν τῇ διηνεκῇ ἐναλλαγῇ τῶν ἐπενδυμάτων αὐτῆς,
εἴτε ἐν τῇ παρούσῃ αὐτῆς ἐν τῷ κόσμῳ σταδιοδρομίᾳ διὰ τῆς ἐνστερνίσε-
ως καὶ ἀποδοχῆς καὶ ἀκολουθήσεως τῶν διδαχῶν, τὰς ὁποίας ἤκουσεν ἢ
ἐδιδάχθη νὰ ἀκολουθῇ παρ’ ἄλλων, ἡ ἀτραπὸς δὲ ἣν Ἐγὼ θέλω ὑποδείξει
ὑμῖν εἶναι ἐκείνη, ἥτις ἀπηλλαγμένη οὖσα τῶν θεωριῶν τῶν ἀνατολικῶν
λαῶν, ἔχει σὺν τῇ ἀτομικῇ προσπαθεία ὡς ἐπίκουρον καὶ κατὰ μέγα μέρος
κύριον ἀνὰ τὴν διάβασιν αὐτῆς συντελεστήν τὴν ἐξ Ἀποκαλύψεως δια-
φώτισιν καὶ ἐπίγνωσιν τῆς Ἀληθείας.
Ἡ κρίσις εἶναι κτῆμα ἐκείνων, οἵτινες ἐδιδάχθησαν ἢ ἐπλούτισαν τὴν
Ἀλήθειαν ἐκ τῆς ἀτομικῆς καὶ ἰδίας αὐτῶν πείρας, ἀλλὰ οἱ κάτοχοι τῆς
τοιαύτης Ἀληθείας δὲν εἶναι παρὰ ἁπλοῖ φιλόσοφοι τῶν ἰδίων ριζοσπα-
στικῶν συστημάτων, τὰ ὁποῖα συστηματοποιοῦντες παραδίδουν εἰς τὴν
κρίσιν τῶν ἄλλων, ἀλλὰ ἡ ἀκριβὴς ἢ μὴ αὐτῶν συστηματοποίησις δὲν
ἐγκλείει τὴν Ἀποκάλυψιν τῆς Ἀληθείας εἰς αὐτούς, διότι ἡ δι’ Ἀποκαλύ-
ψεως γενομένη Ἀλήθεια δὲν εἶναι κτῆμα τῆς ἱκανότητος ἢ τῆς πνευμα-
τικῆς δυνάμεως τοῦ κατόχου καὶ ἐκδηλοῦντος αὐτήν, ἀλλ’ εἶναι Ἀλήθεια
ἐκ τῆς πραγματικῆς Πηγῆς τῆς Ἀληθείας ἐκπηγάζουσα καὶ ἀποκαλυπτο-
μένη.
Ὁ ὁμιλῶν ἐξ Ἀποκαλύψεως δὲν κατέχει ἐν τῇ διανοίᾳ αὐτοῦ τὴν Οὐ-
σίαν τῆς Ἀληθείας, ἥτις διὰ τῆς κρίσεως αὐτοῦ σχηματιζομένη κρίνεται ὡς
ἴδιον αὐτοῦ κτῆμα, ἀλλ’ εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ἥτις κατέρχεται μέχρις αὐτοῦ
καὶ δι’ αὐτοῦ λαλεῖ, χωρὶς ἡ ἀτέλεια αὐτοῦ νὰ ἔχῃ γνῶσιν τῶν Πηγῶν, ἐξ ἧς
αὕτη ἀπορρέει καί ἐκπηγάζει. Οὐ λαλεῖ οὗτος ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀλλὰ ἐκ τῶν ρη-
μάτων, τῶν εἰς αὐτὸν ἀποκαλυπτομένων καὶ οὐκ ἀκούει τὰ ἑαυτοῦ ρήματα,
ἀλλὰ τὰ ρήματα τοῦ ἀποκαλύπτοντος αὐτά.
Ἔχομεν ὅθεν δύο Ἀληθείας, τὴν μὲν ἐκ τῆς πείρας καὶ γνώσεως τοῦ
ἀτόμου, τὴν δὲ ἐξ Ἀποκαλύψεως.
Ἐὰν ἄλλοι διδάξωσιν ὑμῖν ἢ ἐδίδαξαν τὴν ἐκ πείρας καὶ ἀτομικῆς
αὐτῶν γνώσεως ἢ τῆς ἰδίας αὐτῶν κρίσεως ἢ τῆς πνευματικῆς αὐτῶν
ἀποδόσεως προερχομένην Ἀλήθειαν, Ἐγὼ θέλω διδάξει ὑμῖν τὴν ἐξ Ἀπο-
καλύψεως.
Ὅτι δὲ εἰς ὑμᾶς θέλω ἀποκαλύψει, δὲν θὰ εἶναι κτῆμα τῶν ἰδίων ὑμῶν
γνώσεων καὶ ἀπόρροια ἢ ἀποτέλεσμα καὶ συμπέρασμα καὶ κρίσις τῶν με-
λετῶν ὑμῶν, ἀλλὰ ἡ Ἀλήθεια ἡ ἐκ τοῦ Φωτός Μου ἐξερχομένη καὶ τὴν
πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν ὑπόστασιν περιβάλλουσα καὶ αὐτὴν δια-
φωτίζουσα, ἵνα κατίδητε τὴν Ἀλήθειαν τῶν Οὐρανῶν.

67. Τί ἐστίν Ἀλήθεια;


Ὅταν τὸ Ὕπατον τῶν ἐπὶ γῆς ἐνσαρκωθέντων Πνευμάτων ἠρωτήθη
ἀπολογούμενον τί ἐστιν Ἀλήθεια, ἐπροτίμησε νὰ τηρήσῃ σιγήν. Καὶ ἡ

138
Ἀλήθεια παρέμεινεν ἔκτοτε κεκαλυμμένη καὶ ἡ μόνη περὶ αὐτῆς ἀπο-
μένουσα ἔννοια καὶ σημασία εἶναι ὅτι αὕτη εἶναι τὸ ἀντίθετον τοῦ ψεύ-
δους. Ἀλλὰ τί ἐστι ψεῦδος; Τὸ ἀντίθετον τῆς Ἀληθείας. Καὶ ποῦ εὕρηται ἡ
Ἀλήθεια καὶ ποῦ τὸ ψεῦδος;
Ἐν τῇ συγκριτικῇ ἀναλύσει παντὸς φιλοσοφικοῦ ἢ πρακτικοῦ ζητήμα-
τος δὲν δυνάμεθα ν’ ἀνεύρωμεν τὴν Ἀλήθειαν, εἴτε τὸ ψεῦδος ἐν τῇ Ἀπο-
λύτῳ αὐτῶν ἐννοίᾳ καὶ σημασία, μη ἐπιδεχομένων τούτων ἀντίρρησιν τινὰ
παρ’ οὐδενός.
Ἡ Ἀπόλυτος ἔννοια τῶν φυσικῶν νόμων, τῶν διεπόντων τὸ Σύμπαν
ὁλόκληρον καὶ μὴ ἐπιδεχομένων οἱανδήποτε αὐτῶν μεταστροφήν καὶ
παρέκκλισιν, δὲν εἶναι καὶ τοῦτο Ἀπόλυτος Ἀλήθεια, καθ’ ὅσον ἡ μεταστρο-
φὴ αὐτῶν δὲν δύναται νὰ κατανοηθῇ ἄλλως ὑπὸ τῶν ὄντων, τῶν ζώντων εἰς
τι ζωϊκὸν περιβάλλον, ἀνάλογον τῆς πνευματικῆς ἢ ὑλικῆς αὐτῶν ὑποστά-
σεως, τὰ ὁποῖα κατανοοῦσι τὴν Ἀπόλυτον τῶν νόμων τούτων καὶ Ἀναλλοίω-
τον καὶ Ἀμετάβλητον καὶ Ἀμετάπτωτον ἐνέργειαν καὶ λειτουργίαν διὰ τοῦ
πεπερασμένου αὐτῶν νοῦ καὶ τῆς φυσικῆς τοῦ σώματος καὶ τῶν αἰσθη-
τηρίων αὐτῶν διαπλάσεως καὶ οὐχί ὑπὸ τῆς Ἀπολύτου τῶν σωματικῶν ὀρ-
γάνων των λειτουργίας καὶ ἐκδηλώσεως.
Συνεπῶς ἡ Ἀλήθεια δὲν δύναται νὰ εἶναι Ἀπόλυτος ὑπὸ τὴν Ἀπόλυ-
τον καὶ συγκεκριμένην αὐτῆς ἔννοιαν, ἀλλὰ εἶναι συμβατικὴ καὶ ἀνάλο-
γος μὲ τὴν διάπλασιν καὶ διαμόρφωσιν καὶ πνευματικήν ἀνάπτυξιν ὄχι
μόνον ἑνὸς ἑκάστου, ἀλλά καὶ τοῦ μέρους, ἐν ᾧ ἐκδηλοῦται ἡ ζωϊκὴ
ὀντότης, ἡ κατανοοῦσα ταύτην.
Ποίαν σημασίαν θὰ εἶχεν ἡ ἀναπαράστασις τῆς Ἀληθείας εἰς ἓν ὂν μὴ
δυνάμενον νὰ σκεφθῇ ἢ νὰ συγκρίνῃ τὴν διαφορὰν τῶν ἐν τῶ κόσμῳ πραγ-
μάτων; Ποίαν ἔννοιαν θὰ ἐνέκλειεν ἡ Ἀλήθεια εἰς τὸ ὂν τὸ μὴ δυνάμενον
νὰ σκεφθῇ καὶ ἀποφανθῇ τι περὶ αὐτῆς;
Ὅπως ὑπάρχει ἡ σύγκρισις αὕτη μεταξὺ τοῦ λογικοῦ ὄντος τοῦ σκεπτο-
μένου καὶ συγκρίνοντος τὴν ἔννοιαν τῆς Ἀληθείας καὶ τῶν ἀλόγων ζώων,
οὕτω δέον νὰ ὑπάρχῃ καὶ εἶναι ἡ σύγκρισις μεταξὺ τοῦ λογικοῦ τούτου ὄντος,
τοῦ συλλαμβάνοντος ἢ κατανοοῦντος μέρος τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ μᾶλλον
ἐξελιχθέντος Ὄντος φθάνοντος μέχρι τῆς Ἀπολύτου κατανοήσεως τῶν
Νόμων καὶ Ἐννοιῶν καὶ θέσεων τοῦ Σύμπαντος Κόσμου, ἐφ’ ὅσον τοῦτο
ἀνελίσσεται πρὸς τὰ ἄνω μέχρι τοῦ Ἀπολύτου Κυριάρχου τῶν Ἐννοιῶν,
τοῦ Ὑπάτου Πνευματικοῦ Κόσμου.
Διὰ νὰ κατανοήσῃ τις ὅθεν τὴν Ἀλήθειαν, ἀνάγκη νὰ ἀνελιχθῇ μέχρι
τῶν ἀνωτάτων στρωμάτων τῆς Ὑπάτου Διδασκαλίας καὶ νὰ ἐ­ νστερνισθῇ
καὶ κατανοήσῃ τοὺς Νόμους καὶ πᾶσαν τοῦ Σύμπαντος τὴν λειτουργίαν,
τὴν δι’ αὐτῶν ἐξελίσσουσαν καὶ διαμορφοῦσαν τοὺς ἐν τῷ Ἀπείρῳ ὑλικοὺς
κόσμους καὶ προάγουσαν τὰς ἐν αὐτοῖς ζώσας πνευματικὰς ἢ ψυχικὰς
ὀντότητας καὶ δυνάμεις.
Συνεπῶς ἡ Ἀποκάλυψις καὶ κατανόησις τῆς Ἀληθείας εἶναι ἀνάλογος
τῆς πνευματικῆς ἀναπτύξεως τῶν λογικῶν ὄντων, τῶν δυναμένων ν’ ἀντι-

139
ληφθῶσι καὶ συγκρίνωσι ταύτην ἀφ’ ἑνὸς μὲν πρὸς τὴν διάπλασιν αὐτῶν,
ἀφ’ ἑτέρου δὲ πρὸς τοὺς φυσικοὺς νόμους τοὺς διευθύνοντας καὶ διαμορ-
φοῦντας ποσοτικῶς καὶ ποιοτικῶς τὸ ὑλικὸν περιβάλλον, ἐν ᾧ ζῶσιν.
Διὰ νὰ κατανοηθῇ ἡ πλήρης Ἀλήθεια, τὸ φυσικὸν καὶ πνευματικὸν
τοῦτο ὂν δέον ν’ ἀποβάλλῃ μέρος τῶν ὑλικῶν αὐτοῦ δεσμῶν καὶ νὰ ἐξέλθῃ
τοῦ μέρους τοῦ περιβάλλοντος, ἐν ᾧ ζεῖ, διὰ νὰ συγκρίνῃ τὴν Ἀλήθειαν καὶ
τὴν θέσιν ἢ ἀξίαν καὶ ὑπόστασιν τῶν πραγμάτων τοῦ περιβάλλοντος του,
τοῦ κόσμου του, τῆς ζωῆς του, τῶν φυσικῶν νόμων του μὲ τὴν κατάστασιν
καὶ τὴν θέσιν τῶν πραγμάτων τοῦ ἄλλου τούτου κόσμου, εἰς ὃν εἰσῆλθεν.
Ὁπόταν ὅμως καὶ ἐκ τῆς συγκρίσεως ταύτης ἐγκαταλείψῃ καὶ τὸν νέον
τοῦτον κόσμον καὶ εἰσέλθῃ εἰς ἔτι ἀνώτερον καὶ τελειότερον, τότε ἡ σύ-
γκρισις, τὴν ὁποίαν ἔκαμε καὶ ἐκ τῆς συγκρίσεως καὶ παραβολῆς ταύτης
πρὸς τὸν ἰδικόν του θὰ εἶναι ἀτελής.
Ἡ Ἀλήθεια ὅθεν ἡ Ἀπόλυτος, ἡ Ἀπαράβατος, ἡ Ἀναλλοίωτος, ἡ
Ἀμετάτρεπτος, ἡ Ἀπολύτως συγκεκριμμένη καὶ κατανοητή, δέον νὰ
ἀναζητηθῇ ἐν τῷ Ὺπερτελείῳ καὶ Ἀναλλοιώτῳ Ὑπάτῳ Πνευματικῷ Κό-
σμῳ, ἐξ οὗ ἐκπηγάζει καὶ διαχέεται ἐφ’ ἁπάντος τοῦ Σύμπαντος κόσμου
καὶ διαφωτίζει τὰς ἐν αὐτῷ ζώσας ὑπάρξεις, ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς
αὐτῶν ἀναπτύξεως καὶ τῆς ψυχικῆς αὐτῶν τελειοποιήσεως. Μὴ ἀναζη-
τήσητε ὅθεν νὰ ἀνεύρητε τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῇ Ἀπολύτῳ καὶ συγκεκριμμένῃ
αὐτῆς ἐννοίᾳ, ἀλλὰ προσπαθήσατε ν’ ἀνακαλύψητε ταύτην εἰς ἑαυτούς
ἀναπτυσσόμενοι καὶ διαμορφούμενοι καὶ προαγόμενοι πνευματικῶς καὶ
τελειοποιούμενοι ψυχικῶς, ἀποκαθαίροντες ἐν τῇ τελειοποιήσει καὶ πνευ-
ματικῇ ὑμῶν ἐξυψώσει τὰ συγκαλύπτοντα αὐτήν καὶ συνυφασμένα μετ’
αὐτῆς ψεύδη.
Ἐκεῖνος, ὅστις εἴπῃ ὅτι ἀπεκάλυψεν τὴν Ἀπόλυτον καὶ πραγματικὴν
Ἀλήθειαν ἐν τῷ κόσμῳ σας, δὲν ζεῖ μὲ τὴν Ἀλήθειαν. Διότι ἡ Ἀλήθεια ἐκ-
πηγάζει ἐκ τοῦ Ἀπολύτου καὶ Κυριάρχου τοῦ Σύμπαντος κόσμου Ὄντος,
τοῦ Θεοῦ, ἐξ Οὗ τὰ Ὕπατα τῶν Πνευματικῶν Διδασκάλων Πνεύματα
ἀρύονται ταύτην καὶ ἐμπνέουσιν ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς ἀναπτύξεως
καὶ ἀνελίξεως ὡς καὶ ψυχικῆς τελειοποιήσεως εἰς τὰ ὄντα τὰ κατοικοῦντα
τοὺς διαφόρους πλανήτας καὶ κόσμους καὶ τὰ ὁποῖα ἀναλόγως ἐμπνέο-
νται, συγκρατοῦσι καὶ μεταδίδουσιν αὐτήν.
Ὁ ἄνθρωπος ἂς προσπαθήσῃ ὅσον δύναται τελειότερον νὰ ἐμπνευσθῇ
αὐτήν, ἂς δεχθῇ δὲ ταύτην ὡς Θεῖον δῶρον ἐκ τοῦ Πνεύματος Ἐκείνου, τὸ
ὁποῖον ὅπου θέλει πνεῖ καὶ καταυγάζει καὶ λαμπρύνει τὸ Ὄν, τὸ ὡς Θεη-
φόρον σκεῦος μεταβαλλόμενον, ἀποδέχεται αὐτήν, ἀποδεχθὲν δὲ αὐτὴν
πρὸς αὐτήν προάγεται, ἐν ἐναντίᾳ δὲ περιπτώσει ἀμαυροῦται ὡς σκεῦος
ἄχρηστον καὶ ἐν τῷ βορβόρῳ ἀπορρίπτεται ὡς τοιοῦτον.

140
68. Εἴκοσι περίπου αἰῶνες συμπληροῦνται, ἀφ’ ἧς ἡμέρας ἔν τινι
φάτνῃ τῶν ἀλόγων εἶδε τὸ φῶς τὸ ἄσημον βρέφος τῆς Μαρίας.
Τὸ Βρέφος τοῦτο ἐπέπρωτο νὰ στεφθῇ ὡς ὁ Βασιλεὺς τῆς Δόξης, ὡς ὁ
μεγαλύτερος τῶν Σοφῶν, ὡς ὁ Διδάσκαλος τῆς Ἀληθείας, τῆς Ἀληθείας τῆς
ὁποίας τὰ κράσπεδα ἐκράτει εἰς τὰς Χείρας Αὐτοῦ καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους
καὶ τὰς μετέπειτα γενεὰς αὐτῶν ἄφηνε μίαν σχισμήν, ἐξ ἧς τὸ Ἐνανθρωπι-
σθὲν Αὐτοῦ Φῶς ἔμελλε νὰ φωτίσῃ τὸ σκότος καὶ τὴν ἀχλύν, τὴν ἐπικαθη-
μένην ἐφ’ ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος καὶ νὰ διανοίξῃ τοὺς ἐσκοτισμέ-
νους ὀφθαλμοὺς τῶν θνητῶν πρὸς ἕνα διανοιγόμενον πρὸ αὐτῶν Νέον
Κόσμον, Κόσμον Νέων Ἰδανικών καὶ Ἰδεῶν, τὸν Κόσμον τῆς Ἀστειρεύτου
Πηγῆς τῆς Ἀληθείας, τὸν Κόσμον τῶν Νέων Ἐπαγγελιῶν, τῆς Ἀγαθότη-
τος, Ἀγάπης, Συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἁμαρτωλοῦ
κόσμου.
Αἱ αὐτοκρατορικαῖ ἀλουργίδες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἐμπεποτισμέναι διὰ
τοὺ αἵματος τῶν δούλων, αἱ μεγαλοπρεπεῖς ἐπιδείξεις τῶν ἁρματοδρο-
μιῶν, αἱ σατραπικαὶ καταδυναστεύσεις τῶν ἐπάρχων καὶ τὰ ὄργια τῶν με-
γιστάνων τῆς Ρῶμης δὲν ἠδύναντο ποτὲ ν’ ἀντιληφθῶσιν, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ
ὑποθέσωσιν ὅτι εἰς τινα πολίχνην τῆς Ἰουδαίας κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην,
καθ’ ἣν τὸ ἄσημον καὶ πτωχὸν βρέφος ἐγεννᾶτο, ὅτι θὰ ἤρχετο ἡμέρα, καθ’
ἣν θὰ περιεβάλλετο τὴν πραγματικὴν ἀλουργίδα καὶ εἰς τὰς Χείρας Αὐτοῦ
θὰ ἐκράτη τὴν Ποιμαντορικὴν Ράβδον ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, ὅστις ἐν
τῷ μέλλοντι θὰ προσέβλεπεν Αὐτὸν διὰ τῶν ὀφθαλμῶν τῆς ψυχῆς ὡς
τὸν μόνον Ἀληθινόν ΘΕΟΝ, ὡς τὸν Ἀληθῆ Ποιμένα, ὡς τὸν Ἀλάνθαστον
τῆς Ἀληθείας Ἑρμηνευτήν.
Καὶ οἱ λόγοι τοῦ ἀνδρωθέντος Ἰησοῦ, τοῦ ἀσήμου καὶ ἀφανοῦς ἐν τῇ
κοσμοκρατορικῇ τυραννίᾳ τῆς Ρώμης ἀντηχοῦν μέχρι σήμερον εἰς τὰ ὦτα
τῶν ἀνθρώπων, ὡς Καιναὶ Διδαχαὶ, ὡς Ρήματα Καινά, ὡς Διδασκαλίαι
Νέαι, ἂν καὶ εἴκοσι αἰῶνες ἀπὸ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης παρῆλθον καὶ ἂν ἐν τῷ
μεταξὺ ἡ ἀνθρωπότης ἐσημείωσε τοσαύτην τεραστίαν ἐξέλιξιν ἐν ταῖς τέ-
χναις καὶ ἐπιστήμαις, ἐν τῇ παιδείᾳ καὶ πνευματικῇ ἀναπτύξει.
Ἀπὸ τὰς ἐσχατιὰς τοῦ σήμερον πεπολιτισμένου κόσμου τῆς ἀνθρωπότη-
τος μέχρι τῶν μεγάλων ἑστιῶν τῆς σοφίας καὶ πνευματικῆς ἀναπτύξεως
ἀνέρχεται μία ἐνδόμυχος σκέψις, ἥτις περιβάλλει τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων.
Καὶ ἡ ἐνδόμυχος αὕτη σκέψις εἶναι ἡ ἀναπόλησις τῆς χαρμοσύνου
ἡμέρας, ἥτις μὲ τὰς πρώτας ἡλιακὰς ἀκτῖνας ἐχαιρέτιζε τὴν Γέννησιν τοῦ
Θείου Βρέφους, τοῦ Βρέφους, τὸ ὁποῖον ἔμελλε διὰ τῆς Γεννήσεώς Του καὶ
τοῦ μαρτυρικοῦ Του Θανάτου νὰ ἐκπλύνῃ τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου καὶ
διὰ τῶν Χειλέων Αὐτοῦ νὰ ἀκουσθῇ ἡ καινοφανὴς Ἀλήθεια, ἡ Ἀλήθεια
τῆς Συναδελφώσεως καὶ Ἀγάπης τοῦ κόσμου καὶ ἡ ἀποκάλυψις τοῦ
Ὑπεργείου Κόσμου, ὅστις ὑπεράνω τῶν παθῶν τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς
ἐπεφύλασσεν εἰς τὸν ἄνθρωπον μίαν Βασιλείαν ὑπερτέραν τῆς ἐγκοσμίου,
ἕνα Θρόνον καὶ μίαν ἀλουργίδα, στηριζόμενον οὐχὶ ἐπὶ τῆς δουλοφρόνου
ὑπακοῆς χιλιάδων καὶ μυριάδων ὑπηκόων, ἀλλὰ ἐπὶ τῆς πνευματικῆς ἀνα-

141
πτύξεως, ἐπὶ τῆς ψυχικῆς καθάρσεως ἐκείνων, οἵτινες θὰ ἠδύναντο νὰ ἐνα-
ποθέσωσιν ἐν ταῖς ψυχαῖς αὐτῶν, ταῖς ἐξαγνισθείσαις, τὸν Θρόνον τοῦτον
τῆς Ἀθανάτου Ἐπαγγελίας καὶ νὰ περιβληθῶσι τὴν ἀλουργίδα τοῦ ἐξαν-
θρωπισθέντος, τῆς ὁποίας αἱ παρυφαὶ κοσμοῦνται οὐχὶ ὑπὸ ἀδαμάντων
καὶ πολυτίμων λίθων, ἀλλὰ ὑπὸ τῆς λάμψεως τοῦ Φωτὸς τῆς Γνώσεως καὶ
τῆς Ἀληθείας.
Ὁ Ἰησοῦς διδάξας τῷ κόσμῳ τὴν Ἀλήθειαν καὶ καθορίζων αὐτὴν δι’
Ἑαυτοῦ εἶπεν ἐν ταῖς διδαχαῖς Αὐτοῦ: «Ἐγὼ Εἰμι τὸ Φῶς καὶ ἡ Ἀλήθεια».
Ἄρα γε τίς μέχρι σήμερον, μετὰ παρέλευσιν εἴκοσι αἰώνων, δύναται ν’ ἀντι-
ληφθῆ τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἀποτυπωμένην ἐν τοῖς ἀνωτέρω λόγοις; Τίς δύνα-
ται νὰ διακρίνῃ διὰ μέσου αὐτῶν τὴν συναφθεῖσαν Διαθήκην μεταξὺ Θεοῦ
καὶ ἀνθρώπων, Οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ ἣν διὰ τῶν λόγων τοῦ Θείου Ἰησοῦ
ἐπεφύλασσεν εἰς τὰς μελλούσας γενεάς;
«Ἐγὼ Εἰμι τὸ Φῶς». Τὸ φῶς τοῦ ὑλικοῦ κόσμου ὁ ἥλιος, ἡ πηγὴ ἐκ τῆς
ὁποίας τὸ πλανητικὸν αὐτοῦ σύστημα λαμβάνει τὸ φῶς καί ὁ Ἰησοῦς τὸ
Φῶς τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, ἐξ Οὗ καὶ ὁ ἄνθρωπος δύναται νά λάβῃ
τὸ Πνευματικὸν Φῶς, εἶναι αἱ δύο πηγαί, ἐξ ὧν πᾶς τις δύναται ν’ ἀρυσθῇ
καὶ ἰκανοποιήσῃ τὸ πνευματικὸν καὶ ὑλικόν του σῶμα.
Τὸ Φῶς τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου ἀντιπροσωπεύεται ἐν τῇ Ὑπάτῳ
Πνευματικῇ Βασιλείᾳ διὰ τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως τὸ φῶς τοῦ ὑλικοῦ κόσμου
ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ἡλιακῆς σφαίρας. Τὸ Πνευματικὸν Φῶς τοῦτο δύναται
πᾶς ἄνθρωπος ν’ ἀντλήσῃ, ὁπόταν στρέψῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ πρὸς τὴν
Ἑστίαν, τὴν διαχέουσαν αὐτὸ καθ’ ἅπαντα τὸν κόσμον. Ὅταν δὲ κατορ-
θώσῃ ὁ ἄνθρωπος νὰ διανοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ προσλάβῃ τὸ
Φῶς τοῦτο, ἡ Ἀλήθεια, ἡ ἐν αὐτῷ περιεχομένη, θ’ ἀποκαλύπτεται αὐτῷ,
ἀναλόγως τῶν ἀκτίνων τὰς ὁποίας θὰ προσδέχεται ἐν αὐτῷ.
Θέσατε ἐν ταῖς σκέψεσιν ὑμῶν τὸν Ἥλιον τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου
καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν θέλουσι διανοιχθῇ καὶ ὠφθῇ τὴν Ἀλήθειαν. Διότι
ἡ Ἀλήθεια εἶναι τὸ Φῶς, τὸ ἐν τῷ Ἰησοῦ ἐνυπάρχον, τὸ ἐν τῷ Θεῷ ἐγκρυ-
πτόμενον καὶ δι’ Αὐτοῦ καὶ διὰ τῆς ἐνανθρωπίσεως Αὐτοῦ τῷ κόσμῳ
ἀποκαλυπτόμενον, ἵνα ἐν τέλει διὰ τῆς ἀναγωγῆς καὶ ἀνελίξεως καὶ πραγ-
ματικῆς πνευματικῆς τελειοποιήσεως τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐν τῇ βαθμιαίᾳ
καὶ μονομερῇ αὐτῶν καὶ ἑνὸς ἑκάστου ἐξ αὐτῶν ἐξελίξει θέλει ἅπασα ἡ γῆ
γνωρίσει τὴν Ἀλήθειαν καὶ περιβληθῇ τὴν ἀλουργίδα τῆς Βασιλείας τοῦ
Πνευματικοῦ Ἀνθρώπου καὶ καταστῶσιν ἅπαντες φορεῖς τοῦ Πνευματι-
κοῦ Ἡλιακοῦ Φωτὸς ἐν τῷ Βασιλείῳ τῶν Ὑπάτων Ἀρχῶν, τῶν διαφυλασ-
σόντων ἑνὶ ἑκάστῳ τὸν Θρόνον ἐκεῖνον, ὃν ἕκαστος μεθ’ ἑαυτοῦ φέρων καὶ
ἀγνοῶν ἀγνοεῖ καὶ οὐδόλως κατανοεῖ τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ὑπὸ τοῦ Ἰησοῦ
διδαχθεῖσαν, ὅπως ἀδυνατεῖ νὰ ἴδῃ καὶ τὸ Φῶς, τὸ μὴ παῦσαν, ἀλλ’ ἐσσαεῖ
διαφωτίζον τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ.

142
69. Ἄφετε τὰς Ψυχὰς ὑμῶν νὰ ἐνωτισθῶσιν ἐκ τῶν Ναμάτων τῆς Σοφίας.
Ἄφετε τὸ πνεῦμα ὑμῶν ν’ ἀνέλθῃ τὰ ὑψηλὰ στρώματα τοῦ Ἀπείρου Ἐν-
διαιτήματος τῶν Ἀθανάτων Ὄντων, τὰ ὁποῖα καρτεροῦντα σᾶς ἀναμένου-
σι νὰ προαχθῆτε, διὰ νὰ ἀντιληφθῆτε τῆν ὕπαρξίν των καὶ τὸν Κόσμον, εἰς
τὸν ὁποῖον ζῶσιν, ὡς καὶ τὸ ἄγνωστον, τὸ ὁποῖον διαφυλάττουσι δι’ ὑμᾶς
νὰ γνωρίσητε.
Προσπαθήσατε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν δυνά-
μεων νὰ τελειοποιηθῆτε, διὰ νὰ κατορθώσητε μόνοι σας ἀφ’ ἑαυτῶν νὰ
εἰσχωρήσητε ἐν μέσῳ ἡμῶν καὶ τοῦ Ἀνωτάτου Πνευματικοῦ Κόσμου καὶ
ἀντλήσητε ἐξ αὐτοῦ τὴν Σοφίαν καὶ τὴν Ἀλήθειαν, ἣν οἱ αἰῶνες ἐγκρύ-
πτουσι καὶ αἱ ὁποῖαι μέλλουσι νὰ γίνωσι κτῆμα πάντων τῶν ἐπιθυμού-
ντων ν’ ἀνέλθωσι μέχρις αὐτῶν.
Ὁ χρόνος ἐξέπνευσε καὶ πάλιν καὶ εἷς ἐνιαυτὸς ἐπεφορτίσθη ἐπὶ τῆς
ράχεως ὑμῶν. Ἐὰν ἐγνωρίζατε πόσον πολύτιμος εἶναι ὁ χρόνος οὗτος, δὲν
θὰ τὸν ἐχάνατε ἐπὶ ματαίῳ.
Ἐὰν ὁ χρόνος εἶναι πολύτιμος διὰ τὰς ὑλικὰς ὑμῶν ἀνάγκας καὶ ἐάν,
κοπιῶντες διὰ τὴν ἀπόκτησιν ὑλικῶν ἀγαθῶν, μετὰ εὐχαριστήσεως ἠθέλα-
τε καταναλίσκει αὐτόν, πόσον μᾶλλον δὲν ὀφείλετε νὰ χρησιμοποιήσητε
τοῦτον εἰς ἀπόκτησιν πνευματικῶν ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα οὔτε καταναλίσκο-
νται οὔτε φθείρονται, οὔτε ἀπόλλυνται, ἀλλὰ χρησιμεύουσιν ὡς ἀπα-
ραίτητα προπαρασκευαστικὰ στοιχεῖα τῆς βελτιώσεως τῆς ζωῆς ὑμῶν
τῆς Ἀφθάρτου καὶ Ἀθανάτου καὶ ὡς βάθρα τῆς ἀνελίξεως αὐτῆς πρὸς
ὑψηλοτέρας βαθμίδας μᾶλλον προσφόρους, πρὸς ὑψηλότερα ἰδανικὰ καὶ
ἐπιδιώξεις.
Ὁ χρόνος, ὅστις μέχρι σήμερον κατηναλώθη παρ’ ὑμῶν εἰς ματαίας
καὶ ἀσκόπους διατριβὰς καὶ ἐπιδιώξεις διὰ τῆς ἐντεταμένης ὑμῶν προσπα-
θείας καὶ ἐνεργείας καὶ δραστηριότητος ἂς χρησιμεύσῃ εἰς ἀπόκτησιν τῶν
πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ἐκείνων ἐφοδίων, δι’ ὧν θὰ δυνηθῆτε νὰ φθάση-
τε εἰς ὑψηλότερα πνευματικὰ ἐπίπεδα καὶ δυνάμει τῶν ὁποίων θὰ γνωρί-
σητε ἡμᾶς ἐν τῇ πραγματικῇ ἡμῶν ὑποστάσει καὶ ἐμφανίσει.
Ἀναμετρήσατε τὰ ἔτη τῆς ζωῆς σας καὶ σκεφθῆτε πόσα εἰσέτι σᾶς ὑπο-
λείπονται, διὰ νὰ κατανοήσητε πόσον πολύτιμος καὶ ἀναγκαῖος ἐναπομέ-
νει ὁ ὑπόλοιπος χρόνος τῆς ζωῆς σας καὶ ὁπόσον ὀφείλετε νὰ σπεύδητε,
διὰ νὰ κερδίσετε οὐ μόνον αὐτόν, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνον, ὅστις ματαίως παρ’
ὑμῶν ἀπωλέσθη.
Ἐὰν δὲ κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο τὸ ἀρκετὰ μέγα δὲν κατορθώσητε νὰ
φθάσητε εἰς τὸ σημεῖον τῆς κατανοήσεως τῆς ἀτομικῆς ὑμῶν ὑποστάσε-
ως, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἀντιληφθῆτε ὅλας τὰς ἐν ὑμῖν ἐγκρυπτομένας ψυχικὰς
δυνάμεις, τὰς ὁποίας νὰ καλλιεργήσητε καὶ κατευθύνητε πρὸς τὸν σκοπὸν
τοῦ προορισμοῦ σας, τὸν ὁποῖον καὶ αὐτὸν δυστυχῶς ἀγνοεῖτε, φαντα-
σθῆτε πόσος πρέπει νὰ εἶναι ὁ ζῆλος ὑμῶν, πόσος κόπος καὶ ἐνέργεια καὶ
προσπάθεια ἀκατάβλητος ἀπαιτοῦνται ἐκ μέρους ὑμῶν, διὰ νὰ δυνηθῆτε
νὰ φθάσητε εἰς τὸν σκοπὸν τοῦ βίου σας καὶ τῆς γεννήσεώς σας, ἂν ὄχι

143
νὰ ἐπιπροσθέσητε σὺν αὐτῷ τὴν ὀφειλομένην ἐκ μέρους ὑμῶν συμβολὴν
πρὸς ἀπόκτησιν καὶ ἄλλων στοιχείων καὶ μεγαλυτέρων πνευματικῶν καὶ
ψυχικῶν προσόντων πρὸς εὔκολον ὑμῶν εἰσαγωγὴν εἰς εὐρύτερον καὶ
ὑψηλότερον κύκλον.
Θὰ ἤμην πολὺ εὐτυχής, ἐὰν ἠδυνάμην νὰ διανοίξω τοὺς ὀφθαλμοὺς
ὑμῶν, διὰ νὰ κατανοήσητε τὸν κόσμον, εἰς ὃν προορίζεσθε νὰ φθάση-
τε ἡμέραν τινά. Θὰ ἤμην λίαν εὐγνώμων πρὸς ὑμᾶς, ἐὰν ἀφήνατε τὸ
πνεῦμα καὶ τὴν ψυχὴν ὑμῶν ἐλεύθερα καὶ τελείως ἀπηλλαγμένα τῶν
ὑλικῶν δεσμῶν καὶ κατορθώνατε ἡμέραν τινὰ ν’ ἀντλήσητε εἰς τὸν
Κόσμον ἡμῶν τὴν ἐγκρυπτομένην Σοφίαν καὶ Ἀλήθειαν, οὐχὶ διὰ τῆς
βοηθείας ξένων στοιχείων καὶ δυνάμεων, ἀλλὰ διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν
πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν χαρισμάτων, διὰ τῆς ἰδίας ὑμῶν γνώσεως καὶ
ἀντιλήψεως, διὰ τῆς ἰδίας ὑμῶν σκέψεως, διὰ τοῦ ἰδίου ὑμῶν ἑαυτοῦ,
τῆς ἰδίας ὑμῶν ἀτομικότητος.
Δυστυχῶς δὲν δύναμαι νὰ σᾶς βοηθήσω εἰς τοῦτο, παρὰ μόνον διὰ
παραινέσεων καὶ καταλλήλων ὁδηγιῶν, οὔτε καὶ δύναμαι νὰ ἐπιχύσω
ἐκ τοῦ Φωτός Μου εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν τὴν ψυχικὴν ἐνόρασιν,
τὴν ὁποίαν μόνοι σας ὀφείλετε ν’ ἀποκτήσετε καὶ τελειοποιήσητε καὶ
ἀναπτύξητε, διὰ νὰ δύνασθε ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ μόνον νὰ βλέπητε καὶ ἀντι­
λαμβάνησθε.
Θὰ Μοῦ εἴπητε τότε ποία ἡ πρὸς ὑμᾶς Ἀποστολή Μου, ποῖος ὁ σύνδε-
σμός σας πρὸς Ἐμέ, τίνα σκοπὸν ἔχει ἡ μεθ’ ὑμῶν καθ’ ἑκάστην ἐπικοι-
νωνία, ἡ ὁποία οὕτω ἀποβαίνει ἄσκοπος;
Ὁ ἄνθρωπος δύναται νὰ κατασκευάσῃ ἕνα τεχνικὸν ὁμοίωμά του, τὸ
ὁποῖον νὰ κινῆται, νὰ ἀκούῃ καὶ ἀκόμη ν’ ἀπαντᾷ εἰς πάσας αὐτοῦ τὰς ἐρω-
τήσεις. Τὸ ὁμοίωμα ὅμως τοῦτο θὰ εἶναι μία μηχανή, ἄνευ ἰδίας θελήσε-
ως, σκέψεως, ἐνεργείας, αὐτοβουλίας, αὐτενεργητικότητος.
Δύναται νὰ καταπλήσσῃ ἀπὸ τεχνικῆς τελειότητος καὶ συμπληρώσε-
ως τὸν τελειότερον ὑλικὸν ὀργανισμόν, δὲν θὰ δύναται ὅμως νὰ παρα-
βληθῇ καὶ πρὸς τὸν ἀμαθέστερον ἢ ἐστερημένον ὀργανισμὸν τοῦ ἀν-
θρώπου, ὅστις αὐτοβούλως καὶ αὐτενεργῶς ἐνεργεῖ καὶ ἐκτελεῖ πᾶσαν
αὐτοῦ πρᾶξιν.
Οὕτω καὶ Ἐγώ, ἐὰν διανοίξω τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν ἐπὶ στιγμὴν καὶ
ὠφθῆτε τὸν Κόσμον, εἰς ὃν ζῶ καὶ δι’ ὃν ἕκαστον ὑμῶν καὶ σύμπασαν τὴν
ἀνθρωπότητα προορίζω, δὲν θὰ δύνασθε ἐξ ἰδίας ὑμῶν ἀντιλήψεως νὰ εἰ-
σχωρήσητε ἐν αὐτῷ καὶ ἀντιληφθῆτε καὶ κρίνετε καὶ ἀνατάμητε καὶ παρα-
βάλητε τὴν ἀποκαλυπτομένην ἢ διακρινομένην παρ’ ὑμῶν Ἀλήθειαν, τὴν
ὁποίαν νὰ συγκρίνητε πρὸς τὰς σκέψεις καὶ ἀντιλήψεις καὶ κρίσεις ὑμῶν
καὶ ἐξαγάγητε ἐξ αὐτῆς τὰ μᾶλλον θετικὰ συμπεράσματα, τὰ ὁποῖα θὰ ἠδύ-
ναντο νὰ καταστήσωσιν ὑμᾶς πραγματικοὺς κατόχους αὐτῆς.
Θὰ ἀποτελῆτε τότε ἓν ἁπλοῦν μηχάνημα, κινούμενον παρ’ ἄλλης δυ-
νάμεως, ὡς ὁ τεχνικὸς ἄνθρωπος καὶ δὲν θὰ ἠδύνασθε ν’ ἀντιληφθῆτε τὸν
πραγματικὸν Κόσμον μας, ὅπως οὗτος ὁ τεχνικὸς ἄνθρωπος δὲν δύναται,

144
ἂν καὶ κινούμενος καὶ ὑπακούων εἰς ὑμᾶς, ν’ ἀντιληφθῇ τὴν ὕπαρξίν σας
καὶ τὴν ζωὴν καὶ κίνησιν, μὲ τὴν ὁποίαν τὸν κατεστήσατε ἐνεργόν.

70. Ὁ ἄνθρωπος ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον ἀγνοεῖ τὸν προορισμὸν αὐτοῦ.
Τὸ αἰώνιον πρόβλημα τῆς ζωῆς προκύπτει πάντοτε καὶ ἀφ’ ἧς ἐποχῆς ὁ
ἄνθρωπος ἤρχισε σκεπτόμενος καὶ φιλοσοφῶν δὲν ἔπαυσε νὰ διερωτᾶται
τί μυστήριον περιβάλλει τὴν ζωήν του, πόθεν ἐξεπήγασεν ἡ ζωὴ καὶ ποῖον
εἶναι τὸ τέλος αὐτῆς.
Ὅταν τὸ πρῶτον βλέπῃ τὸ φῶς ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ, τότε καὶ μόνον ἀρ-
χίζει ἐν αὐτῷ νὰ σκιρτᾷ ἡ ζωὴ ἢ μήπως ἡ ζωή αὕτη εἷναι συμπλήρωμα μιᾶς
ἄλλης ζωῆς ἐκλειπούσης;
Ἄραγε ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, ἡ ζωοποιηθεῖσα ἐν τῇ μητρικῇ μήτρᾳ, ἐξεπήγα-
σεν ἐκ τῆς καλλιεργείας τοῦ ἀνδρικοῦ σπέρματος ἢ μήπως ἔχει τὴν ἀρχι-
κὴν αὐτῆς πηγὴν εἰς μίαν ἄλλην πολὺ ὑπερτέραν τοῦ ὑλικοῦ κόσμου Νοητι-
κὴν ἢ Πνευματικὴν σφαῖραν;
Καὶ μετὰ τὸν θάνατον τοῦ γεννηθέντος ἢ αὐξηθέντος καὶ τελειοποιη-
θέντος ἀνθρώπου ἐν τῇ γῇ καὶ μετὰ τὴν ἀποσύνθεσιν τοῦ σώματος αὐτοῦ
παύει καὶ ἡ μετ’ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ πνεύματί του συνείδησις ἀπώλλυται διὰ
παντὸς καὶ ἀνεπιστρεπτεὶ ἢ ὁ θάνατος εἶναι ἡ λῆξις μιᾶς ζωῆς τερματισθεί-
σης καὶ εἰσερχομένης εἰς νέον δρόμον ἐξελίξεως καὶ τελειοποιήσεως;
Ἰδοὺ τὰ μεγάλα προβλήματα, ἐπὶ τῶν ὁποίων περιεστράφη ἡ ἀνθρώ-
πινος σκέψις καὶ σοφία καὶ τὰ ὁποῖα δὲν ἔπαυσαν ν’ ἀπασχολοῦν τὰ με-
γαλύτερα ἐπὶ τῆς γῆς πνεύματα καὶ τοὺς μᾶλλον διακεκριμμένους σοφούς,
χωρὶς ἐκ τῶν ὑπ’ αὐτῶν διατυπωθεισῶν θεωριῶν νὰ ἐπιλύσουν ὁριστικῶς
καὶ διὰ παντὸς τὸ μέγα τοῦτο πρόβλημα, τὸ ὁποῖον ἐξακολουθεῖ καὶ σήμε-
ρον εἰσέτι νὰ διαχωρίζῃ εἰς δύο ἀντιμαχόμενα στρατόπεδα τὸν διανοούμε-
νον καὶ ἐπιστημονικὸν κόσμον.
Ὁ ἄνθρωπος ἀγνοεῖ τὴν Πηγὴν τῆς γεννήσεώς του, ὅσον ἀγνοεῖ καὶ τὴν
αἰτίαν τοῦ θανάτου του. Ἡ ζωὴ ὑφίσταται καὶ εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν δύο
ἑτερογενῶν φύλων, ὅπως καὶ ὁ θάνατος εἶναι ἀποτέλεσμα μοιραῖον καὶ
ἀναπόδραστον τῆς ζωῆς.
Διὰ νὰ λύσωμεν τὸ μέγα τοῦτο πρόβλημα, ἀνάγκη νὰ περισυλλέξωμεν
τὰς ἐπ’ αὐτοῦ γνώμας τῶν ἀντιτιθεμένων καὶ ἀλληλοσυγκρουομένων θεω-
ριῶν καὶ σκέψεων τῶν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου σοφῶν, τὰς ὁποίας βασανί-
ζοντες νὰ ἐξαγάγωμεν τὰ θετικά ἐπ’ αὐτοῦ συμπεράσματά μας.
Τώρα προκύπτει τὸ ἐρώτημα: Ἡ ζωὴ ἡ ὑπάρχουσα πρέπει ν’ ἀκολου-
θῇ τὸν διαχαραχθέντα εἰς αὐτὴν δρόμον ὑπό τε τῶν θρησκευτικῶν καὶ
φιλοσοφικῶν παραδόσεών της ἐλαυνομένη καὶ ὑπὸ τῶν μελετῶν αὐτῆς
ὠθουμένη;
Πρέπει νὰ ζῇ ὁ ἅνθρωπος, ὁ πιστεύων εἰς μίαν ὑπερτέραν ζωήν, ἀναλό-
γως τῶν συνθηκῶν, ὑφ’ ἃς ἐγεννήθη καὶ ἐν τῷ περιβάλλοντί του, περιοριζό-

145
μενος εἰς τὴν ἁπλῆν καὶ ἄνετον διαβίωσίν του ἐπὶ τῆς γῆς, ἢ εἰς τὴν διάθρε-
ψιν τοῦ ὑλικοῦ του σαρκίου, ἢ νὰ ἐξέλθῃ τοῦ ὑλικοῦ αὐτοῦ περιβάλλοντος
καὶ νὰ ἐνατενίσῃ τὴν ζωὴν ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ ἐκτάσει καὶ νὰ σταθμίσῃ ἀναλό-
γως τῶν διανοητικῶν αὐτοῦ προσόντων, τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν δυ-
νάμεων τὸν πρὸ αὐτοῦ ἐκτεινόμενον δρόμον, ἢ μᾶλλον τὸν ὑπαρκτὸν ἐν τῇ
γῇ χρόνον τῆς ζωῆς του, τὸν ὁποῖον νὰ χρησιμοποιήσῃ δι’ ἕνα ὑψηλότερον
τῆς ζωῆς του σκοπόν, τὴν καλλιέργειαν τῶν ἐν αὐτῇ λανθανουσῶν δυνάμε-
ων, δυνάμει τῶν ὁποίων νὰ κατανοήσῃ τὴν ὕπαρξιν τῆς ὑπερτέρας ζωῆς του
καὶ τὴν ἐξεύρεσιν τῶν μᾶλλον εὐκόλων καὶ συντόμων ἀτραπῶν, δι’ ὧν οὗτος
θὰ ἠδύνατο νὰ συντομεύσῃ τὴν ἐπὶ γῆς διαμονήν του;
Βεβαίως εἰς ὑμᾶς καὶ εἰς πάντα, ὅστις κατενόησε ἢ μᾶλλον ἐπείσθη
περὶ τῆς μετὰ θάνατον ζωῆς, ὀφείλει ν’ ἀκολουθήσῃ τὴν ἀτραπὸν ἐκείνην,
ἥτις ἤθελε φέρει αὐτὸν προσπλησιέστερον πρὸς τὴν Ἀλήθειαν.
Διὰ νὰ κατανοήσητε τί θέλω νὰ σᾶς εἴπω, θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ μὲ
ἀκολουθήσητε εἰς τοὺς ἑξῆς συλλογισμούς:
Ἂς ὑποθέσωμεν ὅτι εἶσθε νήπια, τὰ ὁποῖα ἀγνοεῖτε καὶ τὰ ἁπλούστερα
στοιχεῖα, τὰ συνδεόμενα μὲ τὴν ζωήν. Διὰ νὰ σχηματίσητε τὴν ἰδέαν τοῦ
πραγματικοῦ αὐτῆς σκοποῦ, βεβαίως πρῶτον θὰ μαθητεύσητε εἰς τὰς κα-
τωτέρας σχολὰς καὶ εἶτα εἰς ἀνωτέρας. Εἰς τὰς κατωτέρας αὐτὰς σχολὰς
καὶ εἶτα εἰς ἀνωτέρας. Εἰς τὰς κατωτέρας αὐτὰς σχολὰς τὸ νηπιαγωγεῖον
καὶ τὸ δημοτικὸν σχολεῖον θὰ σᾶς διδάξωσι τ’ ἁπλούστερα μαθήματα, τὰς
δὲ ὑψηλὰς θεωρίας θὰ σᾶς περιβάλλωσι μὲ τὴν παραβολὴν ἑνὸς μύθου ἢ
μιᾶς εὐχαρίστου διηγήσεως, διὰ νὰ κατορθώσητε νὰ τὴν προσέξητε καὶ τὴν
ἀποστηθίσητε εὐκολώτερον. Ἡ πραγματικὴ ὑμῶν ἀντίληψις θὰ ἐπέλθῃ
μετὰ τὴν ἐνηλικίωσίν σας, ὁπότε αὕτη θὰ συνοδευθῇ ὑπὸ καὶ συστηματι-
κωτέραν καὶ ἐπιστημονικωτέραν μόρφωσιν.
Μὴν ἐπιζητήσητε, νήπια ὄντες, νὰ σᾶς δοθῶσιν αἱ μελέται, αἱ
ἀνήκουσαι εἰς τοὺς ἄνδρας τοὺς πονήσαντας καὶ γηράσαντας ἐν τῇ
μελέτῃ τῶν βιβλίων. Διὰ νὰ σᾶς δοθῶσιν αὗται, ἀνάγκη νὰ κοπιάσητε,
νὰ μεριμνήσητε, νὰ προσπαθήσητε ὄχι μόνον νὰ πλουτίσητε ἑαυτοὺς διὰ
γνώσεων μόνον, ἀλλὰ καί διά τῆς ἀναλόγου καλλιεργείας τῶν πνευμα-
τικῶν καὶ ψυχικῶν ὑμῶν δυνάμεων, αἱ ὁποῖαι θὰ ἠδύναντο εὐκολώτερον
παντὸς ἄλλου μέσου ν’ ἀναγάγωσιν ὑμᾶς εἰς τὸ σημεῖον, ἀπὸ τὸ ὁποῖον
ἀφιέμενοι πλέον μόνοι καὶ ἄνευ οὐδεμιᾶς ξενικῆς ἐπεμβάσεως ἢ χειραγω-
γήσεως νὰ φθάσητε εἰς τὴν εὐθεῖαν ἀτραπόν, τὴν ὁδηγοῦσαν ὑμᾶς καὶ ἄνευ
στηρίγματος ἢ καθοδηγήσεως εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῡ ὑμῶν.
Διὰ νὰ φθάσητε ὅμως εἰς τὴν ἀτραπὸν ταύτην, ἀνάγκη πρῶτον νὰ
μελετήσητε, εἰ δυνατόν, ἁπάσας τὰς θεωρίας καὶ ὅλα τὰ συστήματα, τά
ὁποῖα νὰ μὴν ἐπηρεάσωσιν ὑμᾶς, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ ἐνδυναμώσωσιν ὑμᾶς
καὶ πλουτίσωσι τὰς γνώσεις σας ἐν τῷ Νοητικῷ Κόσμῳ καὶ τῶν ὁποίων τὰ
ἐκλελεγμένα καί μάλλον οὐσιώδη καὶ πολύτιμα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ἡμέραν
τινά διὰ τῆς τελειοποιήσεως ὑμῶν θὰ δύνασθε νὰ διακρίνητε καὶ περι-
συλλέξητε, θὰ δυνηθῆτε δὲ οὕτω νὰ εὑρῆτε μόνοι σας τὴν Ἀλήθειαν, τὴν

146
ἐγκρυπτομένην εἰς ὅλας τὰς θεωρίας καὶ φιλοσοφικά συστήματα καὶ νὰ
χαράξητε μόνοι σας τὸ δρομολόγιον τῆς κατευθύνσεώς σας, τὸ ὁποῖον λίαν
συντόμως καὶ ἀσφαλῶς θὰ σᾶς φέρῃ ἐκεῖ, ὅπου ὁ προορισμός σας θὰ σᾶς
ὠθήσῃ, ἐκεῖ ὅπου οἱ πάντες θᾶττον ἢ βράδιον θὰ ἀφιχθῶσιν.

71. Διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, ἵνα διΐδητε τὸ Φῶς τῆς Ἀληθείας
καὶ τῆς Γνώσεως, τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον.
Ἀφήσατε τὰς ψυχὰς ὑμῶν ἐλευθέρας ἀπὸ πάσης κοσμικῆς καὶ ὑλικῆς
ἐπηρείας, ἵνα ἐνωτισθῶσι τὰ Νάματα τῆς ὑπερπληρούσης Με καὶ τὸν Κό-
σμον Μου ὑπερχειλιζούσης Ἀγάπης.
Ἀφήσατε τάς σκέψεις ὑμῶν ἀνεπηρεάστους ἀπὸ παντὸς κακοῦ δια­
λογισμοῦ, ἐμποτιζόμενοι τῆς Ἀληθοῦς Γνῶσεως τὰ Νάματα, νὰ ἀντλή-
σωσιν ἐξ Ἐμοῦ τῆν συμπλήρωσιν αὐτῆς ἐκ τῶν Ἰδικῶν Μου Νοημάτων,
ἐκ τῶν Ὑψίστων Πνευματικῶν θεωριῶν, αἱ ὁποῖαι θὰ προσθέσωσιν ἐπὶ
τῆς ἀνθρωπίνης γνώσεως καὶ ἀληθείας ἕνα ἐπὶ πλέον λίθον, ἕως ὅτου,
συμπληρουμένου τοῦ οἰκοδομήματος τῆς Ἀληθοῦς Παγκοσμίου Ἐκκλη-
σίας, τεθῇ ὑπ’ Ἐμοῦ ὁ ἀκρογωνιαῖος αὐτῆς καῖ ἐπιστεγάζων αὐτὴν λίθος.
Ὁ κόσμος ἀπὸ τῆς ἐποχῆς, καθ’ ἣν ἤρχισε νὰ διανοῆται, νὰ μελετᾷ, νὰ
ἐρευνᾷ, νὰ διδάσκηται, δὲν ἔπαυσε νὰ περιβάλληται ὑπὸ τοῦ ἀγνώστου
μυστηρίου, τὸ ὁποῖον, ἐφ’ ὅσον ἀνυψοῦται πνευματικῶς, ἐφ’ ὅσον τελειο-
ποιεῖται ψυχικῶς, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ ὁ ὁρίζων τῶν ἀγνώστων προβλημάτων
εὐρύνεται καὶ ἐπὶ τοσοῦτον αἱ ὁδοὶ αἱ ἄγουσαι πρὸς ὑψηλότερα πνευματικά
ἐπίπεδα ἐπαυξάνουν καὶ τὸ ἀνθρώπινον πνεῦμα τὸ ὀρθολογικόν, τὸ ἀνε-
πηρέαστον ὑπὸ τῶν προκυπτόντων θεωριῶν καὶ ἀποριῶν, τῶν ἀναπτυσ-
σομένων ὑπὸ τῶν διαφόρων ἱδρυτῶν φιλοσοφικῶν συστημάτων, ἀκολου-
θούντων καὶ διάφορον ἀτραπὸν ἐξελίξεως καὶ ποδηγετήσεως, ἐπὶ τοσοῦτον
καὶ συσκοτίζεται μὴ γνωρίζον ποίαν κατεύθυνσιν ν’ ἀκολουθήσῃ ἐν τῷ
δαιδαλώδει πεδίῳ, τὸ ὁποῖον ἐκτείνεται πρὸ αὐτοῦ ὑπὸ πλήθους ἀντιθέτων
ὁδῶν, πρὸς τὸν αὐτὸν ὁρίζοντα ἀγουσῶν, ἀλλὰ διαφερουσῶν καὶ ἐκ τῆς
ἀκολουθήσεως αὐτῶν ἐπιβραδύνοντα τὸν ἐν αὐταῖς εἰσερχόμενον καὶ βα-
δίζοντα ἀπὸ τὴν πραγματικὴν κατεύθυνσιν, ἣν ἔδει ν’ ἀκολουθήσῃ, διὰ νὰ
φθάσῃ ταχύτερον καὶ εὐκολώτερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ.
Αἱ διαφοραί, αἵτινες προέκυψαν ἐκ τῆς μελέτης καὶ ἀναλύσεως τῶν
προκυψασῶν καὶ ἀναπτυχθεισῶν θεωριῶν καὶ φιλοσοφικῶν συστημάτων
ἐξακολουθοῦν νὰ διαχωρίζουν τὴν ἀνθρωπότητα καὶ θὰ ἐξακολουθήσουν
ἐπὶ μακρὸν εἰσέτι χρόνον νὰ προκαλοῦν τὴν σύγκρουσιν τῶν πνευμάτων
καὶ τῶν πεποιθήσεων αὐτῆς, ἕως ὅτου ὡριμάσει ἡ Σκέψις μετὰ τῆς Πνευ-
ματικῆς ἀνθρωπίνης προόδου καὶ νέα συστήματα πρὸς τὴν Ἀλήθειαν
προσπλησιάζοντα, ἀνάλογα πρὸς τὴν ἀνάπτυξιν τῶν ὅρων τῆς ζωῆς
καὶ τῆς ψυχικῆς καὶ πνευματικῆς καθάρσεως καὶ ἀνυψώσεως ἀγάγουν
εἰς τὴν ἀληθῆ ἀτραπόν, ἥτις θὰ ἑνώσῃ τοὺς πάντας πρὸς τὴν αὐτὴν κα-

147
τεύθυνσιν, μὲ τὴν αὐτὴν ἑνιαίαν προσπάθειαν καὶ τὸν αὐτὸν ἔνθερμον
ζῆλον καὶ ὑπὸ τὸ Φῶς τῆς μοναδικῆς καὶ Ἀληθοῦς Λατρείας καὶ ἐξωτερι-
κεύσεως τοῦ Ὑπερτάτου ἐν τῷ Κόσμῳ Ἁρμονιοδηγοῦ Καθοδηγητοῦ.
Ἀγαπήσατε δι’ ὅλης ὑμῶν τῆς θέρμης καὶ προσπαθήσατε δι’ ὅλων τῶν
δυνάμεων νὰ ὑποδαυλίσητε τὸν διακαῆ ὑμῶν ζῆλον, συνενούμενοι ὑπὸ τῶν
αὐτῶν ἀγαθῶν αἰσθημάτων, ὅπως διὰ συντόμου ἐργασίας καὶ προσηλώσε-
ως πρὸς τὸν σκοπόν, δι’ ὃν συνέρχεσθε, δεχθῆτε παρ’ Ἐμοῦ τὴν ἀνάπτυξιν
τῶν θεωριῶν τοῦ Συστήματός Μου, τὸ ὁποῖον ἀφ’ ἑνὸς μὲν θὰ συμπληρώ-
σῃ τὰ κενά, τὰ ὁποῖα τὰ ἤδη ὑπὸ ἄλλων ἀναπτυσσόμενα συστήματα ἐπα-
φίουν, ἐνῶ συγχρόνως θὰ διδάξῃ ὑμᾶς τὴν Ἀληθῆ ἀτραπόν, ἀπηλλαγμένην
παντὸς προσκόμματος ἢ ἀμφιβόλου παραστάσεως ἐκδοχήν, ὑποδεικνύο-
ντος τὴν καθαρῶς Ἰδεαλιστικὴν Διδασκαλίαν, ἀνταποκρινομένην πλήρως
πρὸς τὸν Ἀδιαχώριστον καὶ Ἀδιάσπαστον Ὺπέρτατον τοῦ Κόσμου Διαμορ-
φωτὴν καὶ Διδάσκαλον.
Ὀφείλετε βεβαίως ἐπὶ μακρὸν διάστημα ν’ ἀφιερώσητε τὸν χρόνον
τῆς ἀναπαύσεώς σας εἰς τὴν μελέτην τῶν βιβλίων ἐκείνων, τὰ ὁποῖα θὰ
διανοίξωσιν εἰς ὑμᾶς τὰς ἀτραποὺς τῆς καθοδηγήσεως ὑμῶν, ἕως ὅτου
φθάσητε εἰς τὴν μεγάλην καὶ κεντρικὴν ἀτραπὸν ἢ μᾶλλον τὴν εὐρυτάτην
λεωφόρον, πρὸν ἣν ἄγουσιν αὗται καὶ τότε, διαφωτιζόμενοι παρ’ Ἐμοῦ,
περιγράψητε ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ ἐκτάσει τὰς ἐν αὐτῇ παρατηρουμένας παρ’
ὑμῶν, κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς πορείας ὑμῶν ἐν αὐτῇ, συνειδητὰς ἐν τῷ
­Νοητικῷ ὑμῶν πεδίῳ καθισταμένας ὑπ’ Ἐμοῦ παρατηρήσεις.
Διὰ νὰ κατορθώσητε ὅμως νὰ φθάσητε εἰς τὴν κεντρικὴν καὶ εὐρείαν
ταύτην ἀτραπόν, ὄχι μόνον ὀφείλετε νὰ ὁπλισθῆτε δι’ ἀκαταβλήτου θάρ-
ρους καὶ θελήσεως, ὄχι μόνον δέον νὰ συντονίσητε τὰς δυνάμεις ὑμῶν
πρὸς τὸν αὐτὸν σκοπὸν πάντες οἱ δυνάμενοι νὰ βαδίσουν ἀναλόγως τῶν
πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτῶν γνωρισμάτων, ὄχι μόνον νὰ μὴ χάνητε ἐπὶ
ματαίῳ τὰς πολυτίμους ὥρας τοῦ βραχέος βίου τῆς παρούσης ζωῆς σας,
χρησιμοποιοῦντες αὐτὸν εἰς μελέτην καὶ ἐξάσκησιν τῶν ἐν ὑμῖν ὑπαρχου-
σῶν καὶ κατανοητῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν δυνάμεων ἢ τῶν λανθα-
νουσῶν τοιούτων, αἵτινες σὺν τῷ χρόνῳ θὰ κατανοηθῶσι παρ’ ὑμῶν, ἀλλὰ
ἐπὶ πλέον ν’ ἀναχθῆτε εἰς ἔτι ὑψηλότερον πνευματικὸν ἐπίπεδον, διὰ νὰ
καταστήσητε ἑαυτοὺς ἱκανοὺς τῆς κατανοήσεως ἀφ’ ἑνὸς τῶν Διδασκα-
λιῶν Μου καὶ ἀφ’ ἑτέρου τῆς μέχρις Ἐμοῦ ἀνυψώσεως τῆς πνευματικῆς συ-
νειδητῆς ὑμῶν ὑποστάσεως, διὰ νὰ Μὲ βλέπετε ὁσάκις τοῦτο ἐπιθυμήσητε
καὶ διὰ νὰ ἀκούητε ἐν πλήρει συνειδητῇ καταστάσει τὴν Διδασκαλίαν, ἣν
ἐν τῷ μέλλοντι παρ’ Ἐμοῦ θέλετε ἀρυσθῇ.
Ὀφείλετε ὅθεν νὰ μὴν ἀμελῆτε, ἀλλὰ νὰ προσπαθῆτε ὅλοι ὁμοῦ συ-
ντονίζοντες τὰς σκέψεις καὶ προσπαθείας ὑμῶν, ἔστω καὶ μακράν εὑρι-
σκόμενοι, νὰ φθάσητε εἰς τὸ σημεῖον τῆς μυήσεως ὑμῶν, δι’ ἧς θὰ ἐπιτύ-
χητε τὴν ταχυτέραν ὑμῶν ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ ἐξέλιξιν καὶ πνευματικὴν
ἐξύψωσιν.
Δυνατὸν ἐν τῇ προσπαθείᾳ ὑμῶν ταύτῃ ἀντίξοοι λόγοι τῆς πραγμα-

148
τικῆς ὑμῶν κατευθύνσεως νὰ βαρύνουν ὑμᾶς κατὰ τοσοῦτον, ὥστε ἐπί τι
διάστημα ν’ ἀποθαρρυνθῆτε καὶ ἀπελπισθῆτε, ἀλλὰ ὅτι καὶ ἂν συμβῇ μὴν
ἐγκαταλείψητε ποτὲ τὴν ὁδόν, ἥτις παρ’ Ἐμοῦ σᾶς ἀπεκαλύφθη, ἀλλὰ βα-
δίσατε μὲ τὴν πλήρη πεποίθησιν ὅτι δὲν θὰ εἶναι μακρὰν ὁ χρόνος τῆς νέας
ὑμῶν ἀναγωγῆς.

72. Οἱ ὁρίζοντες, οἵτινες διανοίγονται πρὸ ὑμῶν, εἶναι Ἀτέρμονες.


Εὑρίσκεσθε πρὸ ἑνὸς Χάους, πρὸ μιᾶς Ἀβύσσου ἀπροσπελάστων
ἐκτάσεων, τὰς ὁποίας ὅμως τὸ πνεῦμα ὑμῶν τὸ ἀνθρώπινον, τὸ πεπερα-
σμένον, ὀφείλει νὰ διέλθῃ καὶ θὰ τὰς διέλθῃ ἀνελισσόμενον, προσκτῶν
τὰς δυνάμεις ἐκείνας, αἵτινες θὰ τὸ ἀπαλλάξωσιν τῶν δεσμῶν τῶν ὑλι-
κῶν, τῶν χονδροειδῶν καὶ θὰ τοῦ δώσωσι τὴν ὤθησιν τῆς προωθήσεως
καὶ ἀνυψώσεώς του πρὸς τ’ Ἀτέρμονα ὕψη.
Ὁ δεσμός, ὃν ἣδη προσπαθῶ νὰ ἐπανασυνδέσω, δὲν πρέπει νὰ χαλα-
ρωθῇ. Ὀφείλετε νὰ τονώσῃτε αὐτὸν διὰ τῶν ἰδίων σας δυνάμεων καὶ νὰ
ἐπαυξήσητε διὰ τοῦ αὐτοκυριάρχου ἐγώ σας πᾶσαν κατωτέραν καὶ δε-
σμεύουσαν τὴν ἀναγωγήν σας παρεμβολήν.
Ὁ μεσάζων ἀγνοεῖ ὄχι μόνον τὸν δεσμὸν τοῦτον, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν ἐν τῷ
παρελθόντι διαδρομὴν διὰ μέσου τοῦ κύκλου, ὃν διέγραψεν, ὅπως καταστή-
σῃ ἐμφανῆ μίαν ἐκδήλωσιν, συνδεομένην πρὸς Ἐκεῖνον, πρὸς Ὃν ἔδει νὰ
στρέφηται ἡ διηνεκὴς σκέψις του, πρὸς Ὃν δέον νὰ ἀπευθύνηται ἡ διάθερ-
μος αὐτοῦ προσήλωσις, πρὸς Ὃν τέλος ἔδει νὰ ἀπευθύνηται, διὰ νὰ λάβῃ τὰ
ἀπαραίτητα διὰ τὴν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησίν του στοιχεῖα, διὰ νὰ κατορ-
θώσῃ καὶ φθάσῃ εἰς τὸ ἐπίπεδον, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἀπεμακρύνθη οἰκειοθελῶς
καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἡ ἀβυσσαλέα αὐτοῦ ἀπόστασις τὸν διαχωρίζει.
Οὐδόλως δύναμαι νὰ εἶμαι ἀντιληπτός, καθ’ ὅσον ἡ ὑπαγωγὴ αὐτοῦ
εἰς τὸ χονδροειδὲς περίβλημά του ἀπεστέρησεν αὐτὸν τῆς ἀναμνήσεως
ἐκείνης, ἣν ὀφείλει διὰ μιᾶς ἐντόνου καὶ παρατεταμένης καλλιεργείας,
διὰ μιᾶς ἀκαταβλήτου καὶ ἀδιακόπου, συνεχοῦς ἐνεργείας καὶ προσπα-
θείας καὶ διὰ μιᾶς ἰσχυροτάτης θελήσεως νὰ ἐπανακτήσῃ.
Δὲν δύναμαι ν’ ἀποκαλύψω διὰ τοῦ ἀτελοῦς τούτου μέσου τῆς ἐπι-
κοινωνίας αὐτοῦ τοῦ κόσμου τὴν Ὕπαρξίν Μου, τὴν Πηγὴν τῆς Ἀποκαλύ-
ψεως καὶ τῶν Γνώσεών Μου, τὴν προέλευσίν Μου καὶ προέλευσίν του,
τὸν δεσμόν, ὅστις ὑφίσταται μεταξὺ ἡμῶν.
Θὰ ἠδυνάμην ὅμως ἀπὸ τὰ ὕψη τῆς Πνευματικῆς Μου Ἑστίας, ἥτις δὲν
ἐγείρεται οὔτε ἐν τινι ὑπερυψήλῳ ὄρει, οὔτε ἐν τινι πεδιάδι, οὔτε ἐν τινι
ἀστρικῷ κόσμῳ, οὔτε ἐν τινι ἡλιακῷ κέντρῳ, ἀλλ’ ἐκεῖ, ὅπου τὸ ἀνθρώπι-
νον πνεῦμα οὐδέποτε κατέφθασε, οὔτε ποτὲ διενοήθη καὶ ἤχθη, νὰ ἐπι-
χύσω ἐπ’ αὐτοῦ τὴν ἀμυδρὰν ἐκ τῆς ἀποστάσεως Πνευματικήν Μου Ἀκτῖνα
ἐπὶ τοῦ πνεύματός του, τὴν ὁποίαν ἀκολουθῶν ἀναγόμενος καὶ προαγόμε-
νος νὰ ὑπερυψωθῇ μέχρις Ἐμοῦ.

149
Οὐδέποτε βεβαίως θὰ κατηρχόμην μέχρι τοῦ ταπεινοῦ ἐπιπέδου
τῆς παρούσης ζωῆς σας, οὔτε θὰ περιέβαλον ὑμᾶς διὰ τῶν ἀσθενῶν κυ-
ματισμῶν τοῦ Πνεύματός Μου, ἐὰν τοῦτο δὲν ἐγνώριζον, ὅτι ἤθελε χρη-
σιμεύσει ὡς ἀπαραίτητον στοιχεῖον πνευματικῆς ἐξυψώσεως πάντων
ἐκείνων, οἵτινες θὰ ἐπεθύμουν ἐν μέλλοντι νὰ ἀκολουθήσωσιν, ὡς ὑμεῖς,
ἀπὸ τὰ κατώτερα ἐπίπεδα τὴν ἀνωτέραν πρὸς τ’ ἀνώτερα εἴσδυσιν καὶ
πλήρη αὐτῶν κατανόησιν καὶ κυριαρχίαν.
Ἀγνοεῖτε πολλά, τὰ ὁποῖα διὰ τῆς προσπαθείας ὑμῶν ἔδει νὰ γνωρίση-
τε. Ἐὰν ἐγνωρίζατε αὐτά, ἐὰν μόνοι σας καθοδηγούμενοι διὰ τῆς ἀκτινο-
βόλου πρὸς ὑμᾶς διαφωτίσεως τῆς ἀτραποῦ σας, ἣν μόνοι σας ὀφείλετε νὰ
ἐξεύρητε καὶ ἀκολουθήσητε, τότε βεβαίως θὰ ἐγνωρίζατε καὶ τοὺς λόγους
τῆς ἀποτυχίας ὑμῶν, ἥτις τόσον σᾶς ἀπεμάκρυνε ἀπ’ Ἐμοῦ, τότε θὰ ἐδι-
καιολογούσατε πᾶσαν παρεμβαλλομένην πρὸς ὑμᾶς δυσχέρειαν, τότε θὰ
ἀντιλαμβάνεσθε μετ’ ἐγνωσμένης ἀντιλήψεως ὅτι πάντα τὰ εἰς ὑμᾶς ἐπα-
κολουθήσαντα ἦσαν ἀποτέλεσμα οὐχὶ τῆς ἐντελοῦς ἀφ’ ὑμῶν ἀπομακρύν-
σεώς Μου καὶ ἐγκαταλείψεως, οὐχὶ ἡ ἄρνησις τῶν ὑποσχέσεών Μου, οὐχὶ
ἡ πλήρης διάψευσις καὶ ἀποτυχία τοῦ ἔργου, ὃ ἵθελον σᾶς ἀναθέσει, ἀλλὰ
ἡ ὀλίσθησις ὑμῶν εἰς ἀτραπὸν ἀντίθετον ἐκείνης, εἰς ἣν ἐπεθύμουν καὶ
προσεπάθουν νὰ σᾶς φέρω.
Θὰ ἔλθῃ ὅμως ἡμέρα, καθ’ ἣν θὰ κατανοήσητε πάντα ταῦτα. Θὰ ἔλθῃ
ἡμέρα, καθ’ ἣν διανοίγοντες τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν θέλετε ἀντιληφθῇ ὅτι
ἔδει νὰ βαδίσητε τὴν σκοτεινὴν ἀτραπὸν διὰ νὰ γνωρίσητε τὴν ἀξίαν τῆς
πεφωτισμένης καὶ πραγματικῆς.
Ὀφείλετε ὅμως καὶ ἔχετε ἀπαραίτητον καθῆκον νὰ πραγματοποιή-
σητε διὰ τοῦ ζήλου, τῆς ἀφοσιώσεως, τῆς θελήσεως, τῆς ἐνεργείας, τῆς
δραστηριότητος, τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμεων τὴν ἐπιτυχίαν τοῦ σκοποῦ, δι’
ὃν ἤδη προορίζεσθε, διότι πᾶσα ἐκ μέρους ὑμῶν ὑπεκφυγὴ καὶ ἀδράνεια,
πᾶσα κωλυσιέργεια καὶ ἀποφυγή ὡς ἐπακόλουθον θὰ ἔχῃ τὴν ἐκ μέρους
Μου ἀντενέργειαν, τὴν ἀνέγερσιν πρὸ ὑμῶν πυκνοτέρου πέπλου, τὴν
ἐξασθένησιν τῶν δυνάμεων ὑμῶν, τὴν αὔξησιν τοῦ ἀποχωρίζοντος ὑμᾶς
διαστήματος καὶ τὴν μεγαλυτέραν ὑμῶν κατάπτωσιν διὰ καταφανε-
στέρων σημείων τοῦ παρελθόντος.
Ὀφείλετε ν’ ἀκολουθήσητε τὰς μέχρι σήμερον διαβιβασθείσας εἰς
ὑμᾶς Ἐντολάς Μου, οὐχὶ ἀναβάλλοντες καὶ ὑπομένοντες, ἀλλὰ βιαζόμενοι
καὶ καρτεροῦντες, ἐὰν πράγματι θέλετε νὰ συντομευθῇ ὁ χρόνος τῆς δοκι-
μασίας ὑμῶν, ἐὰν ὄντως θέλετε ν’ ἀρθῶσι τὰ πρὸ ὑμῶν προσκόμματα, ἐὰν
ἐπιθυμῆτε ν’ ἀρθῇ ὁ πέπλος, ὅστις σᾶς διαχωρίζει ἀπ’ Ἐμοῦ.
Ὀφείλετε ἀκόμη ν’ ἀνατάμητε ἑαυτούς, νὰ φέρητε πρὸ ὑμῶν τὸ πα-
ρελθὸν καὶ πάντα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα παρεκώλυσαν ὑμᾶς ἀπὸ τὴν εὐθεῖαν
ὑμῶν ὁδὸν καὶ παρεπλάνησαν ὑμᾶς ἐν ἀντιθέτοις πρὸς αὐτοὺς ἀτραπούς,
διὰ νὰ δυνηθῆτε ν’ ἀπαλλαγῆτε τὸ ταχύτερον τῶν ἐλαττωμάτων, τὰ ὁποῖα
ἐγείρονται ὡς φραγμὸς μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν.
Θὰ ἴδητε τότε πόσον προσεπάθησα κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο ἐν ἀγνοίᾳ

150
σας νὰ σᾶς ἐπαναφέρω εἰς τὴν εὐθεῖαν ὁδὸν καὶ πόσον ἡ Ἀγάπη Μου περιέ-
βαλε διὰ τοῦ αὐτοῦ ἐνθέρμου ζήλου ὑμᾶς οὕτως ὥστε νὰ μὴν ἀπομακρυν-
θῆτε ἀπ’ Ἐμοῦ, ἀλλὰ νὰ Μὲ ἐπανεύρητε μετὰ μεγαλυτέρας πρὸς προαγω-
γήν σας προθυμίας Μου.

73. Ὁ ζῆλος ὑμῶν πρός Με οὐδόλως ἐξεκαύθη.


Ἀφοσιούμενοι πρός Με καὶ τὴν πίστιν ἀκλόνητον καὶ στερρὰν ἔχοντες
ἐπὶ τῆς Ἀρωγῆς καὶ Ἐπεμβάσεώς Μου τί δειλιᾶτε ἢ τί παρ’ Ἐμοῦ ἐκζητῆτε
ἀμφι­ταλαντευόμενοι, ἀμφιρρέποντες, ἀπιστοῦντες; Ἀμφιταλαντευό-
μενοι δὲ καὶ ἀμφιρρέποντες τί τότε παρ’ Ἐμοῦ ἀναμενεῖτε; Ἐνίσχυσιν,
­κραταίωσιν, δύναμιν, Ἀρωγήν, θεραπείαν, Ἀνάστασιν, ἐμψύχωσιν;
Οἱ εἰς Ἐμὲ ἐπαναπαυόμενοι καὶ παρ’ Ἐμοῦ τὸ ἐλεος ἐκζητοῦντες οὐ μό-
νον κραταιοῦνται καὶ ἐνισχύονται καὶ ἐνδυναμοῦνται, ἀλλὰ καὶ πλήρη τῆς
ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἀποθεραπείαν καὶ ἐξιλασμὸν λαμβάνουσιν.
Ἀφοσιωθῆτε πρὸς τὴν πρὸς Ἐμὲ πίστιν καὶ ἐνισχύσατε καὶ κραταιώσα-
τε τὴν αὐτοτεποίθησιν ταύτην, ὅτι Ἀρωγὸς ἐπιγίνομαι πρὸς πάντα πρός Με
προσερχόμενον καὶ θέλετε ἕξει τὴν ταχεῖαν ὑμῶν ἐξίασιν.
Ὁπόταν ὅμως ἡ πίστις ὑμῶν ἀπολείπει ὑμᾶς καὶ ἡ δυσπιστία ἀναπτύσ-
σεται προβαλλομένη καὶ γιγαντωμένη ἐκ τῶν παρ’ Ἐμοῦ παρεχομένων δο-
κιμασιῶν, οὐδεὶς δύναται σῶσαι ὑμᾶς, οὔτε ἡ τῶν ἀνθρώπων ἐπέμβασις,
οὔτε ἡ τῶν πνευμάτων ἐνίσχυσις.
Ὁ ἤδη καταβληθείς ἐκ τῆς παραγνωρίσεως τῆς ὁδοῦ, ἣν ἔδει ν’ ἀκολου-
θήσῃ, ὀφείλει πρός Με καὶ μόνον ν’ ἀναθέσῃ πάσας αὐτοῦ τὰς ἐλπίδας,
ὁπλιζόμενος καὶ κραταιούμενος ὑπὸ τῆς πίστεως, ὅτι θέλει ἀναλάβει
μόνον διὰ τῆς Ἐπεμβάσεώς Μου. Τότε ἐντὸς ἐλαχίστου θέλει ἀναλάβει καὶ
ἡ δοκιμασία αὕτη θὰ παρέλθῃ ταχέως.
Ἐὰν ὅμως ἡ δυσπιστία αὐτοῦ ὑπερνικήσῃ, ἐὰν ἡ πίστις αὐτοῦ, ὀλιγω-
ροῦσα τὸν κίνδυνον, ἐπαναπαυθῇ ἐπὶ ἀνθρωπίνων μέσων, οὐδὲν θέλει
κατισχύσει εἰς τὴν ἐπιδείνωσιν τῆς θέσεως αὐτοῦ. Ἀφοσιούμενος ὅμως
δι’ ὅλης αὐτοῦ τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἀφοσιώσεως περὶ τῆς δυνα-
τῆς παρ’ Ἐμοῦ ἐνεργείας, ὡς ἐκ θαύματος τάχιστα ἀναλάβῃ.

74. Οἱ πρός Με προσερχόμενοι λήψονται τῆς Αἰωνίου Ζωῆς.


Ἡ Ζωὴ ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένη καὶ τὸν κόσμον διαφωτίζουσα εἶναι
ἡ Ζωὴ τοῦ Φωτός.
Τὸ Φῶς ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον εἶναι ἡ Ἀλήθεια. Ἡ Ἀλήθεια δὲ εἶναι ἡ
κεκαρμένη Γνῶσις, ἡ στηριζομένη ἐπὶ τῆς Ζωῆς διὰ μέσου τῶν ἀπείρων
χρόνων καὶ διὰ μέσου τοῦ χώρου καί τόπου, εἰς τὸν ὁποῖον ἔζησε καὶ τοῦ
ὁποίου ἔχει πλήρη ἀντίληψιν.

151
Ὁ γνοὺς τὴν Ἀληθῆ Ζωὴν ὑπὸ τὴν ἀνωτάτην αὐτῆς ἔννοιαν καὶ ἐξέλι-
ξιν ἐγνώρισεν Ἐμέ. Γνωρίσας δὲ Ἐμέ, προσέλαβεν ἐκ τοῦ Φωτός, τοῦ ἐξ
Ἐμοῦ διαχεομένου καὶ διεφωτίσθη ἀφ’ ἑαυτοῦ ὡς λυχνία Αὐτόφωτος καὶ
Διαλαμπής.
Φωτιζόμενος δὲ καὶ διαλάμπων ὑπὸ τῆς Ἀληθείας, ἥτις εἶναι τὸ
Ἀείζωον καὶ Ἄσβεστον Φῶς, τὸ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν διαχεόμενον, δια-
φωτίζει καὶ πάντας τοὺς πρὸς αὐτὸν προσερχομένους ἢ γνωστοὺς ἐν
τῷ κύκλῳ τῆς δράσεως αὐτοῦ, οἵτινες καὶ αὐτοὶ διαφωτιζόμενοι καὶ τὴν
ἐξ Ἐμοῦ προερχομένην Ἀλήθειαν γινώσκοντες καὶ κατέχοντες, ταύτην
πρὸς ἄλλους μεταδίδουσι καὶ οὕτω ἡ Ἀλήθεια καθίσταται κτῆμα τῶν
πολλῶν καὶ κοινὸν τοῖς πάσι γνώρισμα.
Ποῖος ὅμως θὰ ἠδύνατο νὰ καθέξῃ τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ὁποίαν ἐγκολπού-
μενος ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς αὐτοῦ νὰ μεταδώσῃ ταύτην καὶ πρὸς ἄλλους,
νὰ καταστήσῃ αὐτὴν κτῆμα του, τὴν ὁποίαν καλλιεργῶν ἐν αὐτῷ νὰ δώσῃ
ταύτην καὶ εἰς ἄλλους, ὅπως τὴν καταστήσωσι κτῆμα των, ἀφοῦ διδάξῃ
αὐτοῖς τὸν τρόπον τῆς καλλιεργείας της καὶ τῆς συγκομιδῆς της;
Ἐπὶ μακρὸν ἔστην ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ παρεκίνησα καὶ προέτρεψα ὑμᾶς
ὅπως Μὲ ἀκολουθήσητε καὶ γνωρίσητε τὴν Ἀλήθειαν ταύτην, τὴν ἐξ Ἐμοῦ
ἐκπηγάζουσα καὶ πρὸς ὑμᾶς διαχεομένην.
Τὸ βέβαιον εἶναι ὅτι μετὰ προθυμίας ὑπεσχέθητε νὰ Μὲ ἀκολουθήση-
τε καὶ ὑποταχθῆτε εἰς πᾶσαν ἐκ μέρους Μου προτροπήν, οὐχ ἧττον ὅμως
εἷς ἕκαστος μεμονωμένως καὶ ὅλοι ὁμοῦ ἀνεξαιρέτως δὲν ἠκολουθήσατε
πιστῶς καὶ ἀπαραβάτως τὰ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐνδεδειγμένα, ἀλλ’ οὔτε καὶ κατὰ τὸ
μακρὸν ἢ βραχὺ διάστημα ἐγνωρίσατε τὴν Ἀληθῆ ὁδόν, ἣν ἐδει ν’ ἀκολου-
θήσητε.
Τὰ μέχρι σήμερον παρ’ ὑμῶν τελεσθέντα οὐδὲν προσεκόμισαν εἰς ὑμᾶς
πρακτικὸν ὄφελος, διότι δὲν κατωρθώσατε εἰσέτι νὰ ἀνεύρητε τὴν Ἀληθῆ
κατεύθυνσιν, ἥτις θὰ ἠδύνατο ἀπροσκόπτως νὰ σᾶς ὀδηγήσῃ πρὸς Ἐμὲ καὶ
νὰ Μὲ γνωρίσητε ὑπὸ τὴν Ἀείφωτον Μορφήν Μου.
Τὸ Φῶς, τὸ ὁποῖον μέχρι τοῦδε περιέβαλεν ὑμᾶς, κατώρθωνε μὲν ν’
ἀφήσῃ διὰ μέσου τοῦ περικαλύπτοντος ὑμᾶς πέπλου τὴν Ἀληθῆ Φωταύγει-
αν, ἀλλὰ τοῦτο, παρ’ ὅλην αὐτοῦ τὴν ἐντεταμένην Ἀκτινοβολίαν, μόνον ὡς
Ἀνταύγεια δύναται νὰ θεωρηθῇ.
Ἡ Ζείδωρος καὶ Ἀκένωτος Ἑστία, ἥτις διαχέει τὰς Ζωηφόρους καὶ
Ζωοπαρόχους Ἀκτῖνας Της πρὸς τοὺς πρὸς Ἐμὲ ἀληθῶς ἀτενίζοντας,
ἀμυδρῶς πως κατέφθασε μέχρις ὑμῶν, οὐχὶ ὡς Φῶς ἐσαεὶ διαφωτίζον
καὶ διαθερμαῖνον καὶ ζῶν, ἀλλ’ ὡς Ἀνταύγεια μαρμαίρουσα καὶ διὰ μέ-
σου τοῦ ἐπισκιάζοντος τὴν Ἀληθῆ Αὐτοῦ Ἀκτινοβολίαν πέπλου, ἀφήνου­
σα νὰ διέλθουν καί τινες, πάντως σκιώδεις, Ἀκτῖνες διαλαμβανόμεναι
καὶ θεωρούμεναι ὡς αἱ Ἀκτῖνες τῆς πραγματικῆς Μου Ἀκτινοβολίας καὶ
τῆς Κυρίας Ἑστίας Μου.
Αἱ μέχρι σήμερον δοκιμασίαι, αἵτινες σᾶς ἐδόθησαν, εἶναι ἀποτέλε-
σμα τῆς ἀγνωσίας ὑμῶν καὶ τῆς παραγνωρίσεως τόσον τῆς Ἀληθοῦς Μου

152
­ ποστάσεως, ὅσον καὶ τῆς ἰδικῆς σας θέσεως σχετικῶς πρός Με καὶ τὸν

­Κόσμον Μου.
Μέχρι σήμερον εἷς ἕκαστος χωριστὰ καὶ ὅλοι ὁμοῦ κατηναλώσατε τὸν
χρόνον τῶν προσπαθειῶν σας, ὅπως γνωρίσητε τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ Κό-
σμῳ τοῦ Πνεύματος, ἐν τῇ χώρᾳ τῇ Ἀγνώστῳ, ἐν τῷ Ἀπείρῳ Χώρῳ, ἐν τῷ
Ἀποκρύφῳ Κόσμῳ, χωρὶς νὰ ἔχητε γνῶσιν ὅτι ἡ ἀνακάλυψις αὐτῆς εὕρη-
ται ἐν τῷ ἰδίῳ καὶ μόνῳ ἑαυτῷ σας.
Ἀναμένετε καὶ ἀναμείνατε, ἵνα πάντες οἱ πρὸς ὑμᾶς προσκείμενοι προ-
στάται σας ὁδηγοὶ καὶ Πνευματικαὶ Ὀντότητες, πρὸς οὓς προσεκολλήθητε
καὶ τῶν ὁποίων τὴν φύσιν καὶ αὐτὴν τὴν ὑπόστασιν ἠγνοεῖτε, ὅτι θὰ σᾶς
ἔτεινον τὰς χείρας, θὰ σᾶς ἀνεσήκωναν ἴσως ἐπὶ τῶν ὤμων των, ἵνα ἀκό-
πως καὶ ἀβρόχοις ποσί διέλθητε τὸ ρεῦμα τῆς ζωῆς σας, ἢ τὴν ἀποτελμα-
τωθεῖσαν ἐκ τῆς ἀγνοίας σας ἀτραπόν.
Ὁ χρόνος διέρρευσεν καὶ ὑμεῖς ἐξακολουθεῖτε ἀναμένοντες τὴν χείρα
ταύτην τῆς βοηθείας καὶ διασώσεώς σας, χωρὶς παρ’ ὅλην τὴν πρὸς τοῦτο
ἐπιθυμίαν σας καὶ παρ’ ὅλην τὴν ἐκ μέρους μας καλὴν θέλησιν νὰ σᾶς τεί-
νεται, διὰ νὰ σᾶς ἐξαγάγῃ ἐκ τοῦ βάθους, εἰς ὃ ἐβυθίσθητε.
Ὁ χρόνος ὅμως οὗτος, ἂν καὶ κατηναλώθη εἰς ματαίας ὑμῶν προσπα-
θείας, ὅπως ἐξέλθητε ἐκ τοῦ βυθοῦ τῆς ἀποτελματωθείσης ἀτραποῦ, τῆς
κατευθύνσεώς σας, οὐχ ἧττον ὅμως δύναταί τις ν’ ἀναγνωρίσῃ ὅτι διὰ τοῦ
τρόπου τούτου κατενοήσατε τὴν παρέκκλισιν ὑμῶν καὶ συνεπῶς ἔσχετε
τὴν πεῖραν τῆς δοκιμασίας, ἥτις ἦτο ἀναγκαία διὰ τὴν περαιτέρω ὑμῶν
ἀνέλιξιν καὶ πραγματικὴν ἐξέλιξιν καὶ ἄνοδον.
Ὀφείλετε ὅθεν ἀπὸ σήμερον νὰ καλλιεργήσητε τὰς ἐσωτερικὰς ὑμῶν
πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς δυνάμεις καὶ νὰ προσπαθήσητε διὰ τῆς ἀφοσιώ-
σεως πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς ζωῆς σας καὶ διὰ τῆς προσηλώσεως ὑμῶν πρός
Με νὰ καταστῆτε οἱ ἀληθεῖς φορεῖς τοῦ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζοντος Φωτὸς
τῆς Ἀληθείας, τὸ ὁποῖον νὰ προσδεχθῆτε ὡς Ἀρραγῆ καὶ Συνεκτικήν
Ἀκτῖνα τῆς Ἑστίας τοῦ ΦΩΤΕΙΝΟΥ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ, χωρὶς νὰ καταφθάνῃ μέ-
χρις ὑμῶν ἡ Ἀνταύγεια τῆς Ἀληθοῦς Μου καὶ Ἀκενώτου Πηγῆς.

75. Θὰ σᾶς κάμω μίαν μικρὰν εἰσήγησιν, τί δέον ν’ ἀκολουθήσητε, ἵνα


φθάσητε εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς πραγματικῆς ὁδοῦ τῆς Ἀληθείας, καὶ ἵνα
ἕκαστος, ἀναλόγως τῶν δυνάμεων καὶ στοιχείων, τὰ ὁποῖα κέκτηται, νὰ
βαδίσῃ ταύτην καὶ ἐξελιχθῇ.
Ὁ θέλων ν’ ἀνέλθῃ εἰς εὐρύτερα ἐπίπεδα Πνευματικῆς Ἐνοράσεως
ὀφείλει πρωτίστως καὶ ἀπαραιτήτως νὰ συγκεντρώσῃ πάσας τὰς σκέψεις
αὐτοῦ πρὸς τὴν κατεύθυνσιν, ἣν δέον ν’ ἀκολουθήσῃ.
Διὰ νὰ ἐξασκηθῇ εἰς τὴν συγκέντρωσιν ταύτην τῶν σκέψεών του,
ὀφείλει ἅμα ἀπαλλαγῇ τῶν βιωτικῶν μεριμνῶν καὶ πάσης ὑλικῆς ἐπιδό-
σεως νὰ καταλάβῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐξ ὁλοκλήρου ὁ Πνευματικός του

153
ὁδηγός, ἢ οἱονδήποτε Πνευματικὸν Ὄν, εὑρισκόμενον ἔξω τοῦ ὑλικοῦ
κόσμου, ἀποτελοῦν μίαν Δύναμιν καθοδηγοῦσαν αὐτὸν εἰς τὴν πραγμα-
τικὴν κατεύθυνσιν, τὴν ὁποίαν ὀφείλει ν’ ἀκολουθήσῃ.
Ἐπὶ παραδείγματι, ἐὰν ὁ ἐπιθυμῶν οὕτω νὰ ἐξελιχθῇ καὶ ἀναπτύξῃ τὰς
δυνάμεις ἐκείνας τὰς ψυχικάς, μὲ τὰς ὁποίας πιστεύει ἢ φρονεῖ, ὅτι εἶναι
προικισμένος, δέον ἐπί τινα χρόνον νὰ προσηλώσῃ τὴν διάνοιάν του καὶ
νὰ καταβάλῃ ὅλην τὴν ἐσωτερικήν προσπάθειαν καὶ δύναμιν τῆς ψυχῆς
του νὰ φέρῃ τὴν Εἰκόνα τοῦ Προστατευτικοῦ του Πνεύματος ἢ Ὁδηγοῦ,
ὅπως οὗτος τὸν ἐγνώρισεν ἢ τὸν φαντάζεται εἰς τὴν μνήμην του.
Ὁ νοῦς του κατὰ τὸ διάστημα τῆς προσηλώσεως ταύτης δέον νὰ εἶ-
ναι ἀπηλλαγμένος ἀπὸ πάσας τὰς ἐξωτερικὰς ἐπιρροὰς καὶ ἐπιδράσεις
ἐνῶ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ δέον νὰ εὑρίσκεται ἐν ἀπολύτῳ ἠρεμίᾳ καὶ γαλήνῃ
καὶ συγχρόνως ρυθμισμένη εἰς τὸν αὐτὸν παλμικὸν ρυθμὸν μετὰ τοῦ
πνεύματος.
Ὁ πόθος αὐτῆς πρὸς τὴν ὑπὸ τῆς μνήμης σχηματιζομένην εἰκόνα, ὡς
πρὸς τὸ αἴσθημα τῆς ἀφοσιώσεως καὶ ὑποταγῆς, δέον ν’ ἀκολουθῇ τὸν κα-
ταφανῆ σχηματισμὸν τῆς συλλήψεώς της μὲ τὴν αὐτὴν προσπάθειαν τῆς
πληρεστέρας καὶ ὅσον τὸ δυνατὸν καταφανεστέρας ἐκδηλῶσεως.
Ὁπόταν διὰ διαφόρων ἐνεργειῶν καὶ προσπαθειῶν, γινομένων πάντο-
τε κατὰ τὴν αὐτὴν ὥραν καὶ διαρκουσῶν ὀλίγον χρόνον περισσότερον
τῶν προγενεστέρων, ὁ ἐνεργῶν κατορθώσῃ νὰ φέρῃ ἐν ἑαυτῷ τὴν πλήρη
διατύπωσιν τῆς εἰκόνος τοῦ ἐπικαλουμένου πρὸς τοῦτο ὑπ’ αὐτοῦ πνεύμα-
τος, ἂς ἀποτείνῃ εἰς αὐτὸ μὲ κεκλεισμένους ὀφθαλμούς, ἀλλὰ μὲ πλήρη
συγκέντρωσιν καὶ συγχρόνως μετ’ ἀπολύτου πίστεως καὶ πεποιθήσεως
περὶ τοῦ ἀποτελέσματος, οἱανδήποτε παράκλησιν, τὴν ὁποίαν νὰ πα-
ρουσιάσῃ αὐτῷ δι’ εἰκόνων, δι’ ἀναπαραστάσεων, δι’ ἐκφράσεων, διὰ
λόγων, εἴτε κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς προσηλώσεώς του ταύτης πρὸς αὐτό,
εἴτε κατὰ τὸν ὕπνον αὐτοῦ ἐν ὀνείρῳ.
Ὁπόταν ἡ ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ του σχηματισθεῖσα καὶ διακρινομένη εἰκὼν
ὑποσχεθῇ εἰς αὐτὸν τοῦτο εἴτε διὰ καταφατικῆς τῆς κεφαλῆς αὐτῆς κλί-
σεως, εἴτε δι’ ἐμπνευστικῆς ἐσωτερικῆς ἀπαντήσεως, ἂς ἐπιμείνῃ οὕτος
τελείως πεπεισμένος περὶ τοῦ ποθητοῦ ἀποτελέσματος.
Ὁ ἐνεργῶν δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ καμίαν ἀμφιβολίαν περὶ τῆς πραγμα-
τικῆς ἢ μὴ ἀληθοῦς ἀναπαραστάσεως τῆς Εἰκόνος, ἂν αὕτη προέρχεται
ἀληθῶς ὑπὸ τῆς ἐπικαλουμένης Πνευματικῆς Ὀντότητος, ἢ ἐὰν ἀνήκῃ εἰς
ἄλλην τινά ὑποκαθιστῶσαν ταύτην πρὸς οἱανδήποτε αὐτοῦ παραπλάνησιν
ἢ ἐμπαιγμόν.
Διὰ τῆς σκέψεώς του ταύτης ἐγείρεται ἐν αὐτῷ ἡ ἀμφιβολία, στε-
ρεῖ τὴν Ἀκλόνητον αὐτοῦ Πίστιν καὶ αὐτοπεποίθησιν ἐπὶ τοῦ πραγμα-
τοποιουμένου ἀποτελέσματος καὶ ἐπακολουθεῖ ἡ χαλάρωσις τούτων
συναποφέρουσα ἀμέσως καὶ τὴν χαλάρωσιν τοῦ δεσμοῦ, ὅστις κατόπιν
τόσων προσπαθειῶν καὶ κόπων κατώρθωσε νὰ συνδέσῃ τοῦτον μὲ τὴν
ἐνεργοῦσαν καὶ κληθεῖσαν δι’ αὐτοῦ Πνευματικὴν Δύναμιν.

154
Ὅταν ἅπαξ ὁ ἐνεργῶν κατορθώσῃ νὰ προσελκύσῃ πρὸς ἑαυτὸν τὴν
Καθοδηγήτριαν ταύτην Δύναμιν καὶ λάβῃ τὰ πρῶτα δείγματα τῆς εἰσα-
κούσεως τῆς παρακλήσεώς του δι’ ἀναπαραστάσεως σχετικῶν ὀνείρων,
συμφώνων πρὸς τὰς ἐρωτήσεις αὐτοῦ, τότε ὁλοὲν καί καθ’ ἑκάστην ὁ δε-
σμὸς μετ’ αὐτῆς θὰ καθίσταται στενώτερος καὶ ἀρραγέστερος, ἕως ὅτου
φθάσῃ εἰς τὸ εὐχάριστον δι’ αὐτὸν σημεῖον νὰ ὑφίσταται μία συνεχὴς καὶ
ἄμεσος μετ’ αὐτοῦ ἐπαφὴ καὶ σύνδεσις διαρκοῦσα καὶ μετὰ τὴν τελείαν
αὐτοῦ ἀφύπνισιν καὶ καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τῆς προσηλώσεως αὐτοῦ εἰς
ἔργα ἀλλότρια τῆς πνευματικῆς του ταύτης ἐπιδόσεως.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν, ὅστις ἐπιθυμεῖ νὰ φθάσῃ εἰς τὴν εὐχάριστον ταύτην
δι’ αὐτὸν πρόοδον, ἂς μὴ παραβλέψῃ νὰ θέσῃ τοῦτο ὡς ἀπαραίτητον ὅρον
καθ’ ἑκάστην ἑσπέραν. Πρὶν ἢ κατακληθῇ ἢ καὶ ἐν τῇ κλίνῃ του ἀναπαυ-
όμενος πρὶν καταληφθῇ ὑπὸ τοῦ ὕπνου, ἂς συγκεντροῦται εἰς ἑαυτὸν
καὶ ἂς δοκιμάζῃ νὰ φέρῃ τὴν ἀναπαράστασιν οἱουδήποτε Πνευματικοῦ
Ὄντος, μὲ τὸ ὁποῖον γνωρίζει, ὅτι ἔχει στενόν τινα πνευματικὸν δεσμόν.
Ἂς προσευχηθῇ προηγουμένως οὐχὶ μὲ φράσεις, ἀλλὰ διὰ τῶν πνευ-
ματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτοῦ ἀναπάλσεων καὶ διὰ μιᾶς ἐντόνου προση-
λώσεως πρὸς τὸ Ὄν, τὸ ὁποῖον θὰ ἐπικαλῆται ἀδιακόπως καὶ συνεχῶς
νὰ τοῦ καταστῇ Ὁδηγός.
Ἂς παρακαλέσῃ τοῦτο δι’ ὅλης τῆς θέρμης τῆς ψυχῆς του, δι’ ὅλης
τῆς ἀνυψώσεως πρὸς αὐτὸ τῶν σκέψεών του, τῶν ἀπηλλαγμένων πά-
σης ἄλλης ὑλικῆς φροντίδος καὶ ἐπηρείας νὰ τοῦ ὑποδείξῃ καθ’ ὕπνον ἢ
νὰ τοῦ ὑπαγορεύσῃ διὰ τῶν σκέψεῶν του τὴν καθοδήγησιν εἰς οἰονδήποτε
ζήτημα ἐπιζητήσει, ἀφορῶν τοῦτον.
Ἐὰν κατὰ τὴν πρώτην αὐτοῦ προσπάθειαν ἀποτύχῃ, ἂς ἐπαναλάβῃ
τοῦτο πάντοτε κατὰ τὴν αὐτὴν ὥραν καὶ ἐπὶ περισσότερον χρόνον ἀρκε-
τὰς φοράς. Θὰ ἴδῃ τότε οὕτος μετ’ ἐκπλήξεως καὶ μετ’ ἐνθαρρύνσεως ὅτι
διὰ τῆς τακτικῆς του ταύτης ἐνεργείας εἰσηκούσθη ἡ παράκλησίς του καὶ
ὅτι ἔκαμε τὸ πρῶτον ἤδη βῆμα εἰς τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας.
Μετὰ ταῦτα, ὁπόταν οὕτος πλέον κατορθώσῃ νὰ συνδεθῇ μετὰ τῆς
Πνευματικῆς ταύτης Ὀντότητος ἀναποσπάστως καὶ ἀδιαρρήκτως, θὰ δύ-
ναται νὰ ἐπιζητῇ παρ’ αὐτῆς οἱονδήποτε ζήτημα καὶ θὰ εἶναι βέβαιος ὅτι
θὰ λαμβάνῃ παρ’ αὐτῆς τὰς σχετικὰς πληροφορίας, ἐκτὸς ἐὰν αὕτη κωλύε-
ται ὑπὸ λόγων ὑπερτέρας τινὸς ἀνάγκης, ἀντιβαινούσης πρὸς τὸ καλὸν
καὶ τὴν προαγωγὴν αὐτοῦ καὶ ἀποκρύψῃ τοῦτο ἢ ὁπόταν ἐκ τινος πα-
ραπτώματος ἢ ἄλλης τινὸς αἰτίας ἐχαλαρώθη ὁ μεταξὺ αὐτῶν δεσμός,
ὁπότε οὕτος πάλιν ὀφείλει νὰ προσπαθήσῃ διὰ τῆς ἐπανορθώσεως
αὐτῶν νὰ ἀνασυνδέσῃ αὐτὸν ἐκ νέου.

155
76. Ὑπέδειξα ὑμῖν τὸν τρόπον, δι’ οὗ ἕκαστος θὰ ἠδύνατο νὰ ἐπικοι-
νωνήσῃ μετὰ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, ἢ πῶς θὰ ἠδύνατο νὰ προσελ-
κύσῃ πρὸς ἑαυτὸν μίαν Πνευματικὴν Ὀντότητα ψυχικῶς πρὸς αὐτὸν συν-
δεομένην, δι’ ἧς θὰ ἠδύνατο ὀλίγον κατ’ ὀλίγον ν’ ἀκολουθήσῃ δυνάμει τῶν
ὑποδείξεών της τὸν Ἀληθῆ δρόμον τῆς κατευθύνσεώς του καὶ τὴν ἀσφαλῆ
ὁδόν, δι’ ἧς θὰ ἠδύνατο νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ του.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐδοκίμασε τοῦτο μετὰ πεποιθήσεως καὶ πλήρους πί-
στεως περὶ τοῦ κατορθωτοῦ ἀποτελέσματος τῆς πλήρους ἐπιτυχίας. Ἡ
ἁπλῆ δοκιμὴ δὲν ἐξαρκεῖ μόνον νὰ ἐπανασυνδέσῃ ἕνα δεσμὸν χαλαρωθέ-
ντα καὶ ἐν ταυτῷ παραλύσαντα.
Ἐὰν κατὰ τὴν προγενεστέραν ὑμῶν προσπάθειαν ἐν τῷ παρελθόντι
κατηναλώθη ἀρκετὸς χρόνος, ἕως ὅτου τις ἐξ ὑμῶν φθάσῃ εἴς τι εὐχάρι-
στον ἀποτέλεσμα, σήμερα θ’ ἀπαιτηθῇ, ὅπως ἐπανακτήσῃ τὸν χαλαρωθέ-
ντα τοῦτον σύνδεσμον περισσότερος τοῦ διπλασίου καὶ τριπλασίου χρονι-
κοὺ διαστήματος.
Ἐξ ἄλλου ὁ ἐπιχειρῶν ν’ ἀποκτήσῃ τὸν σύνδεσμον τοῦτον δέον νὰ
λάβῃ ὑπ’ ὄψει, ὅτι πρέπει νὰ ἠρεμήσῃ πρῶτον ψυχικῶς καὶ συγχρόνως
ν’ αὐτοσυγκεντρωθῇ κατὰ τοιοῦτον τρόπον εἰς ἑαυτὸν οὕτως ὥστε οὐ-
δεμία ἄλλη σκέψις κατὰ τὸ διάστημα τῆς δοκιμασίας καὶ προσπαθείας
του ταύτης νὰ τὸν ἀποσπᾷ ἀπὸ τὴν ὁλοκληρωτικὴν αὐτοῦ προσήλωσιν
πρὸς τὴν Πνευματικὴν Ὀντότητα, ἐξ ἧς ἐπιθυμεῖ ν’ ἀντλήσῃ δυνάμεις
καὶ τὴν ἀνάλογον δυνατὴν ἐνίσχυσιν πρὸς ἐπανάκτησιν τοῦ διακοπέ-
ντος μετ’ αὐτῆς συνδέσμου.
Ὁπόταν ὅμως ὁ οὕτω περισπᾶται ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν ἐκ τῶν βιωτικῶν
ἢ οἰκογενειακῶν φροντίδων, ὁπόταν κοινωνικαὶ ἢ ἄλλαι τινὲς συνθῆκαι
προγενεστέρως ἐξήγειραν τὴν ἐν αὐτῷ ἀπαιτουμένην γαλήνην καὶ ψυχι-
κὴν ἠρεμίαν, τὴν μόνην ἀπαραίτητον καὶ ἐκ τῶν πρώτων στοιχείων ἐπι-
βαλλομένην πρὸς ἐπιτυχίαν τούτου, δὲν δύναται παρὰ ν’ ἀποτύχῃ.
Ὀφείλετε, ἐὰν ἐπιθυμῆτε τοῦτο νὰ ἐπιτύχητε, ν’ ἀποσπασθῆτε ἔστω
καὶ κατὰ τὸ διάστημα τῆς δοκιμασίας ὑμῶν ταύτης ἀπὸ πάσης ἄλλης σκέ-
ψεως, ν’ ἀπαλλαγῆτε τελείως ἀπὸ πάσης ἄλλης μερίμνης καὶ νὰ ἔχητε
ὡς μοναδικὸν ὑμῶν μέλημα πῶς θὰ κατορθώσητε νὰ συνδεθῆτε ἐκ νέου
μετὰ τῆς Πνευματικῆς Ὀντότητος, ἥτις ἐπιθυμεῖτε νὰ σᾶς καταστῇ ὁδηγὸς
καὶ πῶς νὰ ἐπαυξήσητε τὰς ψυχικάς σας ἰδιότητας καὶ δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι
εἴτε διὰ τῶν παραπτωμάτων ὑμῶν εἴτε δι’ ἄλλης τινος αἰτίας ­ἐξησθένησαν.
Ὅταν δοκιμάζητε νὰ προσελκύσητε πρὸς ἑαυτοὺς τὴν προστατευτικήν
σας Πνευματικὴν Ὀντότητα, οὐ μόνον δέον νὰ ἀναπαριστάνητε ἐν τῇ δια-
νοίᾳ σας τὴν μορφὴν ταύτην, ἀλλ’ ἐνδομύχως νὰ προσεύχησθε, ὅπως τὸ
ταχύτερον ἀπαλλάξῃ ὑμᾶς τῶν ἐπιβαρυνόντων ὑμᾶς κωλυμάτων, ἀπο-
μακρύνων ὑμᾶς ἀπὸ πᾶσαν ἄλλην ἀντενεργὸν δύναμιν, ἥτις παρεμβαλ-
λομένη ἠδύνατο νὰ ματαιώσῃ τὴν εἰλικρινῆ ταύτην προσπάθειάν σας.
Ἡ προσευχὴ αὕτη δέον νὰ μὴ γίνεται διὰ τῶν χειλέων, ἀλλὰ διὰ τῆς
καρδίας, μεταβιβαζούσης τῆς διανοίας πρὸς αὐτὴν τὸν εἰλικρινῆ καί

156
διακαῆ ὑμῶν πόθον, τὸν ὁποῖον αὕτη δέον νὰ συνοδεύσῃ ὑπὸ τῆς ἀκλο-
νήτου καὶ ἀμειώτου πίστεως.
Ὁ πόθος ὑμῶν, ἐξερχόμενος ἐκ τῶν μυχίων τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχι-
κῆς ὑμῶν ὑποστάσεως, δέον νὰ συνοδεύηται καὶ ὑπὸ τῆς πλήρους καὶ ἀδι-
ασαλεύτου πεποιθήσεως πρὸς τὴν ἐπιτυχίαν, διότι ἡ πίστις ὑμῶν ὑφαίνει
διὰ τῶν ἀγνώστων εἰς ὑμάς δυνάμεων τὸν ψυχικὸν δρόμον, ὅστις μέλλει νὰ
συνδέσῃ ὑμᾶς πρὸς τὴν ἐπικαλουμένην παρ’ ὑμῶν Πνευματικὴν Ὀντότητα,
ἥτις διὰ τῶν συνδετικῶν αὐτῆς πρὸς ὑμᾶς νημάτων θὰ πλέξῃ καὶ θὰ κα-
τασκευάσῃ τὸ ἐπένδυμα, μεθ’ οὗ θὰ περιβάλῃ τὴν ψυχὴν ὑμῶν καὶ θὰ τὴν
ἀναβιβάσῃ πρὸς αὐτήν.
Ὅλα αὐτὰ βεβαίως σᾶς φαίνονται λίαν περίεργα, ἂν ὄχι ἀπίθανα. Ἐν
τούτοις, ὅταν διὰ τῶν εἰλικρινῶν καὶ ἀδιακόπων ὑμῶν προσπαθειῶν κα-
τορθώσητε ἡμέραν τινὰ ὄχι μόνον νὰ ἐπικοινωνήσητε μετὰ τῆς Πνευματι-
κῆς Ὀντότητος, μεθ’ ἧς προσπαθεῖτε νὰ συνδεθῆτε καὶ ὁπόταν ἐπιθυμῆτε
προσελκύετε ταύτην πρὸς ὑμᾶς καὶ δύνασθε νὰ διακρίνητε αὐτήν, ὅπως
τὸν περικυκλοῦντα ὑμᾶς ὑλικὸν κόσμον διὰ τῶν ὀφθαλμῶν ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ
νὰ ἐξωτερικεύσητε τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ὑπόστασιν ἐκτὸς τοῦ σώμα-
τος ὑμῶν, μεταβαίνοντας διὰ τοῦ ψυχικοῦ ὑμῶν στοιχείου, ὅπου ὁ πόθος
καὶ ἡ ἀπαίτησις ὑμῶν ἤθελε, ὅταν διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν λανθανουσῶν
νῦν πνευματικῶν σας δυνάμεων κατορθώσητε ὄχι μόνον νὰ ἔχητε πλήρη
πεποίθησιν τῆς ἀποσπασθείσης ἐκ τοῦ σώματος ὑμῶν πνευματικῆς ὑπο-
στάσεώς σας, ἀλλὰ νὰ ἐνοράτε ταύτην ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ παραβολῇ καὶ
ἐξωτερικεύσει, ὡς ἐν κατόπτρῳ ἀντικειμενικῶς, ὡς αὕτη ν’ ἀνῆκεν εἰς
ἄλλον τινά, ἀλλ’ ἐξ ὑμῶν ἐξαρτωμένην καὶ ἀπορρέουσαν, ὡς ὑπήκουσαν
εἰς πάσαν ὑμῶν διαταγήν, ἀπαίτησιν καὶ παράκλησιν ἐκτελοῦσαν πᾶν ὅ,τι
ἡ ἐσωτερικὴ ὑμῶν ὑπόστασις ὑπέβαλε εἰς αὐτήν, βεβαίως τότε θ’ ἀντιλη-
φθῆτε, ὅτι πάντα ταῦτα εἶναι πραγματικὴ Ἀλήθεια, τὴν ὁποίαν ὑμεῖς καὶ
μόνον θὰ δύνασθε νὰ κατανοήσητε καὶ τὴν ὁποίαν μόνον ὑμεῖς θὰ δύνασθε
νὰ ἐξετάσητε καὶ ἀντιληφθῆτε ὡς τοιαύτην, θέτοντες αὐτὴν ὑπὸ τὴν ἀμε-
σον καὶ εἰλικρινῆ ὑμῶν δοκιμασίαν.
Ὁ μετ’ Ἐμοῦ ἐπικοινωνῶν ταύτην τὴν στιγμὴν θὰ ἠδύνατο διὰ τῆς
ἐπενεργείας αὐτοῦ νὰ σᾶς παρέξῃ ὡρισμένα δείγματα, δι’ ὧν θὰ κατεδει-
κνύετο ἡ Ἀλήθεια τῶν λόγων του, ἀλλὰ τοῦτο θὰ ἦτο μία ἔνδειξις μόνον,
δι’ ἧς θὰ ἐστεροποιῆτο ἡ κλονισθεῖσα ὑμῶν πίστις καὶ τίποτε ἐπιπλέον. Ἡ
ἔνδειξις ὅμως αὕτη θ’ ἀπετέλει ἓν παράδειγμα τῆς Δυνάμεώς Μου μεταξὺ
τῶν ἄλλων παραδειγμάτων τῆς ἐπενεργείας τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, τὰ
ὁποῖα κατὰ τὸ παρελθὸν δὲν ἦσαν τόσον ἱκανά, ὥστε νὰ μὴ διασαλευθοῦν
ὡρισμέναι πρὸς τὸν Πνευματικὸν Κόσμον πεποιθήσεις σας, ἐνῶ Ἐγὼ θέλω
καὶ ἐπιθυμῶ μόνον διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμεων καὶ τῆς ἰκανότητός σας
νὰ προσκτήσητε τὴν δύναμιν τῆς Ἐνοράσεως, διότι τότε θὰ εἶναι ἀπο-
κλειστικὸν κτῆμα τῆς καλλιεργείας τῶν πνευματικῶν σας δυνάμεων, τὸ
ὁποῖον οὐδεὶς θὰ ἠδύνατο νὰ σᾶς στερήσῃ.

157
77. Ἐρώτησις.
Ἐδιάβασα, ὅτι ὁ μαθητὴς δὲν πρέπει νὰ ἐπιθυμῇ ἢ μᾶλλον νὰ ἐπιζητῇ
τὴν ἀπόκτησιν ψυχικῶν δυνάμεων, ὡς ἐπικινδύνων δι’ αὐτὸν καὶ ὅτι, ὅταν
ἐπιστῇ δι’ αὐτὸν ὁ κατάλληλος χρόνος, ὁ Διδάσκαλός του θὰ τοῦ δώσῃ τὰς
ψυχικὰς ἐκείνας δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι τοῦ εἶναι ἀπαραίτητοι, ἀναλόγως φυ-
σικὰ τῆς ἐξελίξεώς του. Πῶς ὅθεν νῦν μᾶς προτρέπητε νὰ ἐπιζητήσωμεν
μόνοι μας τὴν ἀπόκτησιν ψυχικῶν δυνάμεων;
Ἀπάντησις.
Ὁ διατυπώνων ταῦτα ἔλαβεν ὑπ’ ὄψει του τὸν ἑαυτόν του ἢ τὸν κό-
σμον τὸν ἀναγιγνώσκοντα ταῦτα;
Καὶ ἐὰν μὲν ἔλαβε τὸν ἑαυτόν του, πῶς διὰ τῆς προσηλώσεως αὐτοῦ
πρός τινα Διδάσκαλον, ὃν ἄλλος τις προκεχωρημένος τῷ ἀποκάλυψεν,
ἄφησε τὴν διάνοιαν αὐτοῦ νὰ προσελκυσθῇ ὑπ’ αὐτοῦ;
Διότι ἡ σύνδεσις δι’ οἱουδήποτε τρόπου μετά τινος πνευματικῶς ὑπερ-
τέρας Ὀντότητας, δὲν δύναται νὰ γίνῃ ἄνευ τῆς καλλιεργείας τῆς πίστεως
τοῦ προσπαθοῦντος καὶ κοπιῶντος διὰ τοῦτο. Πῶς οὗτος συνεδέθη μετ’
αὐτῆς καὶ ἡ πνευματικὴ αὕτη ὑπερτέρα ἀπὸ αὐτὸν Πνευματικὴ Ὀντότης
ἐξέλεξε τοῦτον ὡς μέσον ἰκανὸν μεταξὺ τόσων ἄλλων καὶ ἡ Δύναμις αὕτη,
ἔχουσα ὑπὸ τὴν ἐπήρειαν καὶ δρᾷσιν αὐτῆς ἀπεριόριστον κύκλον ὑποτελῶν
δυνάμεων, δὲν ἐπενεργεῖ δι’ αὐτῶν νὰ μεταβάλῃ τὰς πεποιθήσεις τῶν μὴ
πιστευόντων καὶ ἀντενεργούντων κατὰ τῶν θεωριῶν τούτων διασήμων ἐπι-
στημόνων, ὁπότε βεβαίως ἡ ὄψις τοῦ κόσμου θὰ μετεβάλλετο;
Διατί ἀκόμη βλέπομεν μίαν Πνευματικὴν Ὀντότητα, μὴ εὑρισκομένην
εἰς τὴν βαθμίδα καὶ τὸν κύκλον τοῦ Διδασκάλου, ἐπενεργοῦσαν ὅμως διὰ
τῆς πίστεως τῶν πρὸς αὐτὴν προσηλουμένων, νὰ ἐπιφέρῃ ἁπτὰ ἀποτελέ-
σματα τῆς ἱκανότητός της καὶ ἐπενεργείας της ἐπὶ τῶν πρὸς αὐτὴν πιστευό-
ντων καὶ εἰλικρινῶς ἀποτεινομένων ὡς ἴασιν πολλάκις ἀθεραπεύτων νοση-
μάτων ἢ μεσολάβησιν αὐτῆς ἐνεργὸν πρὸς ἀποφυγὴν κινδύνου τινος, τοῦ
ἐπαπειλοῦντος τὸ ὑπ’ αὐτὴν διατελοῦν προστατευόμενον πρόσωπον.
Ὁ ὁρῶν τὸν Πνευματικὸν Κόσμον καὶ ἐξ αὐτοῦ προσδοκῶν τὴν ἀνέλι-
ξιν, δὲν δύναται νὰ λάβῃ οὐδεμίαν παρ’ αὐτοῦ ἔνδειξιν εἴτε τῆς ὑπάρξεώς
του, εἴτε τῆς ἐπενεργείας του, ἐὰν δὲν πιστεύῃ πρὸς αὐτήν. Τοῦτο εἶναι
Νόμος ἀδιαφιλονείκητος εἰς πάντα ἀσχολούμενον καὶ ἐνδιατρίβοντα εἰς
τὰς μελέτας ταύτας.
Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἁπλοῦν ἀνδρείκελον εἰς Χείρας τοῦ Δημιουρ-
γοῦ του, εἴτε Ὑπερτέρας τινος Πνευματικῆς Ὀντότητος, κατευθυνόμενος
ὑπ’ αὐτῆς καὶ συμφώνως τῆς θελήσεώς της, ἀλλ’ εἶναι Ὂν Ἐλεύθερον,
δυνάμενον διὰ τῆς ἀτομικῆς αὐτοῦ ἀνεξαρτησίας καὶ αὐτοβουλίας νὰ
προαγάγῃ ἢ νὰ ἐλαττώσῃ τὰς πνευματικὰς αὐτοῦ ἐκδηλώσεις καὶ τὰς
ψυχικὰς αὐτοῦ ἰδιότητας.
Δὲν δύναμαι ἐν τῷ στενῷ χώρῳ νὰ ἐπεκταθῶ περισσότερον. Ἂν ὑπο-
βοηθῃθῶ παρ’ ὑμῶν καὶ τοῦ μεσάζοντος, θὰ σᾶς ἀναπτύξῳ τοῦτο εἰς τὰς
μελέτας, τὰς ὁποίας σᾶς ἐπιφυλάσσω.

158
Ἰδοὺ καὶ ἓν ἀκόμη παράδειγμα πρὸς κατάρριψιν τῶν ἀντιλήψεων, ἃς
μοῖ διατυπώσατε. Ἂν ὁ μεσάζων ἐργασθῇ περισσότερον, θὰ φέρῃ εἰς φῶς
πολὺ περισσότερα ἢ ὄχι; Ἐὰν δὲν ἐπικοινωνῇ ὅμως καθόλου θὰ γράψῃ τίπο-
τε; Βεβαίως ὄχι. Ἐκ τούτου ἀποδεικνύεται, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀφέθη ἐλεύθε-
ρος καὶ μόνος του διὰ τῶν προσπαθειῶν του καὶ τῆς καταλλήλου προσπα-
θείας του νὰ φθάσῃ ἐνωρίτερον ἢ ἀργότερον εἰς τὸν προορισμόν του.
Τὸ κάρμα, τὸ ὁποῖον οἱ λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς παραδέχονται, δὲν εἶναι
ἄλλο τι, παρὰ ἡ διάπλασις τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑποστάσεως
τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κληρονομικότης δηλονότι τῶν στοιχείων ἐκείνων τῶν
προτερημάτων καὶ ἐλαττωμάτων, τὰ ὁποῖα μεταδόθησαν αὐτῷ ἐκ τῆς
προγενεστέρας του ὑποστάσεως.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως εἶναι ἐλεύθερος ν’ ἀκολουθήσῃ τὸν δρόμον, ὃν ἡ
κληρονομία αὕτη τῷ διαφυλάσσει διὰ τῆς ἀδρανείας καὶ ἀβουλίας, ἐνῷ διὰ
τῆς ἀναπτύξεως καὶ καλλιεργείας τῆς θελήσεώς του δύναται ἀφ’ ἑνὸς
μὲν ν’ ἀναπτύξῃ καὶ καλλιτερεύσῃ τὰ ψυχικά του χαρίσματα, ν’ ἀπο-
βάλῃ δὲ τὰ ἐλαττώματά του καὶ νὰ καταστῇ ἱκανὸς ἐν μιᾷ καὶ μόνῃ πε-
ριόδῳ τῆς ζωῆς του νὰ κάμῃ πλείονα ἑκατὸν προγενεστέρων του βίων.

78. Οἱ προσδεχθέντες τὴν Ἀλήθειαν καὶ ταύτην ληψάμενοι ἕξουσι


τοὺς καρποὺς αὐτῆς ἐν τῇ ἐκπονήσει αὐτῆς.
Οἱ καρποὶ τῆς Ἀληθείας δὲν ἀποκόπτονται, ἀλλ’ οὕτε καὶ συγκομίζο-
νται, ἂν μὴ πρότερον ὡριμάσωσιν. Ἡ ὡρίμανσις τῶν καρπῶν τῆς Ἀληθείας
οὐ μόνον ἀπαιτεῖ τὸν ἀνάλογον πρὸς τοῦτο χρόνον, ἀλλὰ καὶ ἀμετρήτους
κόπους, οἱ ὁποῖοι δέον νὰ συνοδεύωνται καὶ ὑπὸ τῆς πρὸς τοῦτο ἀπαι-
τουμένης πίστεως καὶ ἐγκαρτερήσεως.
Ἡ πίστις δὲν δίδεται τῷ ἐπιζητοῦντι αὐτὴν Ἄνωθεν, ἀλλὰ εἶναι ὁ
καρπὸς τῆς καρδίας, ὡς ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ καρπὸς τῆς ἀναποσπάστου
συνδέσεως αὐτῆς μετὰ τοῦ Πνεύματος.
Ἡ καρδία ἡ ἐπιθυμοῦσα νὰ καλλιεργήσῃ τὴν πίστιν αὐτῆς δὲν πρέπει
νὰ μυκτηρίζει ἑαυτήν, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ βιάζεται νὰ ἴδῃ ἀμέσως τὸ ἀπο-
τέλεσμα τῆς ἐξ αὐτῆς ἀπορρεούσης καὶ ἐν αὐτῇ καλλιεργηθείσης πίστεως,
ἀλλὰ νὰ ὑπομένῃ μετ’ ἀκλονήτου πεποιθήσεως ὅτι μίαν ἡμέραν οἱ ἀνα-
μενόμενοι καρποί της θὰ ὡριμάσωσι καὶ θὰ ἐναποθηκευθῶσιν ἐν αὐτῇ κα-
τόπιν ἐπιμελημένου τρυγητοῦ.
Διὰ τοῦτο ὁ γνοὺς τὴν Ἀλήθειαν καὶ ταύτην πρὸς τοὺς Μαθητὰς Αὐτοῦ
διδάσκων εἶπεν αὐτοῖς «Ὁ ἔχων πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως ἐρεῖ τῷ ὄρει
τούτῳ νὰ βληθῇ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ βληθήσεται». Καὶ ἐν ἄλλῃ περιστά-
σει ἐπίσης: «Μακάριος ὁ μὴ ἰδὼν καὶ πιστεύσας».
Καὶ ἐν ἄλλῃ προγενεστέρᾳ Μου ἐπικοινωνίᾳ ὡμίλησα ὑμῖν περὶ τῆς πί-
στεως καὶ τῶν ἀποτελεσμάτων αὐτῆς. Ὁ μὴ καρτερῶν καὶ ὑπομένων, ἀλλὰ
βιαζόμενος δὲν δύναται νὰ στηρίξῃ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ τὴν πίστιν, καθ’

159
ὅσον διὰ τῆς βεβιασμένης ἀναμονῆς τῶν ἐκδηλώσεων καὶ καταφανῶν ἀπο-
τελεσμάτων τῶν ἐνεργειῶν αὐτοῦ δι’ αὐτῆς γεννάται ἐν αὐτῷ ἡ ἀμφιβο-
λία καὶ συνεπῶς ὁ κλονισμὸς τῆς μόλις σχηματιζομένης πίστεως ἐν αὐτῷ,
ἥτις ὡς ἀναπόδραστον καὶ ἀναπόφευκτον ἀποτέλεσμα ἔχει τὴν στέρησιν
αὐτῆς.
Ἡ στέρησις δὲ αὕτη τῆς ἤδη κλονισθείσης πίστεώς του κατ’ ἀνάγκην
θὰ ἐπιφέρῃ τὴν ὀπισθοδρόμησιν αὐτοῦ ἐν τῇ κατευθύνσει τοῦ προορι-
σμοῦ του καὶ θὰ ἐπιστρέψῃ τοῦτον πρὸς τὰ ὀπίσω, ὁπότε θ’ ἀπαιτηθῇ ἀρ-
κετὸς πάλιν χρόνος, ἕως ὅτου κατορθώσῃ ἀναλαμβάνων νὰ ἐπανέλθῃ εἰς
τὸ σημεῖον, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἀπεμακρύνθη. Διὰ νὰ ἐπανέλθῃ ὅμως οὗτος εἰς
τὸ σημεῖον τοῦτο, οὐ μόνον ἀπαιτεῖται περισσότερος χρόνος, ἀλλὰ δέον νὰ
καταβάλῃ καὶ περισσοτέρας δυνάμεις καὶ προσπαθείας, διότι ἤδη αἱ δυνά-
μεις αὐτοῦ ἐξησθένησαν κατὰ τὴν προγενεστέραν του πορείαν.
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων δέν δύναται οὗτος ν’ ἀνέλθῃ εἰς τὸ
σημεῖον, εἰς ὃ ἔφθασε πρὸ τῆς διασαλευθείσης πίστεώς του καὶ συνεπῶς
ὀφείλει, διὰ νὰ κατορθώσῃ τοῦτο, νὰ ὁπλισθῇ μετὰ περισσοτέρου θάρρους
καὶ νὰ ἐπαυξήσῃ ἐν ἐαυτῷ τὴν προσπάθειαν τῆς ἐνεργητικότητός του
ὁμοῦ μὲ τὴν ἐπαύξησιν τῆς πίστεώς του.
Δὲν δύναμαι Ἐγώ, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἄλλος τις ἐκ τῶν Πνευματικῶν ὁδηγῶν
καὶ Διδασκάλων νὰ ἐμφυσήσῃ ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ οὕτω δοκιμαζομένου τὴν πί-
στιν, διότι ἡ Πίστις μετὰ τῆς προσκτήσεως τῆς Ἀληθείας εἶναι ὁ καρπὸς
καὶ τὸ ἔπαθλον τῆς δεδοκιμασμένης Νίκης καὶ ἐπιτυχίας αὐτοῦ.
Ὅταν ἐν τινι ἀγωνίσματι ἄλλος τις ὑποβοηθήσῃ τὸν ἐν αὐτῷ ἀγωνιζό-
μενον, ἡ νίκη δὲν θὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ἀγῶνος καὶ νίκης αὐτοῦ, ἀλλ’
ἐκείνου, ὅστις τὸν ὑπεβοήθησεν. Συνεπῶς ποία ἔσεται ἡ ἀνταμοιβὴ αὐτοῦ;
Καὶ ἐὰν τις θελήσῃ ν’ ἀπονείμῃ αὐτῷ τὸ ἔπαθλον τῆς νίκης, δύναται τοῦτο ν’
ἀποτελέσῃ μέρος τῆς ἱκανότητος αὐτοῦ;
Ὀφείλει ὅθεν πᾶς ὁ ἐπιθυμῶν νὰ καθέξῃ καὶ γνωρίσῃ τὴν Ἀλήθειαν, ὡς
καὶ πᾶς, ὅστις ἀκολουθεῖ τὰ ὑπ’ Ἐμοῦ ἀποκαλυπτόμενα καὶ ἐν τῇ τηρήσει
αὐτῶν τῇ ἀπαραβάτῳ πιστεύσῃ, ὅτι ἡμέραν τινὰ ἡ γνῶσις τῆς Ἀληθείας θὰ
καταστῇ ἀναφαίρετον κτῆμα του, ν’ ἀναμένῃ καὶ ὑπομένῃ μετὰ στερρᾶς
καὶ ἀκλονήτου πίστεως καὶ αὐτοπεποιθήσεως διὰ τὴν ἀπόκτησιν ταύτην,
διότι ἐν ἐναντία περιπτώσει θὰ ὀπισθοδρομήσῃ ἀντὶ νὰ βαδίσῃ πρὸς τὰ
ἐμπρός.
Ὅταν δὲ οὗτος ἔχῃ πλήρη πίστιν καὶ αὐτοπεποίθησιν, οὐ μόνον περὶ
τῶν παρεχομένων εἰς αὐτὸν ὑποσχέσεων ὑπὸ τῶν καθοδηγούντων αὐτὸν
Πνευματικῶν ὁδηγῶν καὶ Διδασκάλων, ἀλλὰ καὶ περὶ τοῦ ἰδίου ἐαυτοῦ του,
ὅτι κατέστη ἱκανὸς νὰ διατηρήσῃ τὴν πίστιν του καὶ δι’ αὐτῆς ν’ ἀντιληφθῇ
διὰ τῶν ἰδίων τῆς αὐτοπεποιθήσεώς του δυνάμεων τὴν ἀποκαλυπτομένην
καὶ ἀποκαλυφθησομένην εἰς αὐτὸν Ἀλήθειαν, τότε θὰ εἶναι εἰς θέσιν, εἰς τὸ
εὐχάριστον δι’ αὐτὸν σημεῖον, νὰ κρίνῃ ἐξ ἰδίας αὐτοῦ αὐτοσκοπήσεως
καὶ ἀντιλήψεως τὰ βήματα, τὰ ὁποῖα ἤδη ἔκαμε ἐν τῇ ὁδῷ τῆς Ἀληθείας
καὶ ποία ἐστὶν ἡ ἀνταμοιβὴ καὶ τὸ ἔπαθλον τῆς προσπαθείας του καὶ τῶν

160
κόπων, οὓς ὑπέστη διὰ νὰ θεωρηθῇ ἀντάξιος τῆς νίκης του ταύτης καὶ εὐ-
πρόσδεκτος ἐν τῷ πεδίῳ τῆς ἐν αὐτῇ ἐγκρυπτομένης καὶ εἰς αὐτὸ ἀποκα-
λυφθείσης Ἀληθείας.
Δύνασθε ν’ ἀνατρέξητε εἰς τὸ παρελθὸν καὶ νὰ κρίνητε μόνοι σας,
ἐὰν αὐτὰ τὰ ὁποῖα διατυπώνω ὑμῖν, ἐνέχουσιν Ἀλήθειαν ἢ ὄχι. Ὁπόταν
ἀνεχωρήσατε μὲ ποιάν τινα πίστιν καὶ αὐτοπεποίθησιν ἐν τῇ τηρήσει τῶν
ὑπαγορεύσεών Μου, οὐ μόνον ἔσχετε ἁπτὰ σημεῖα ποιᾶς τινος ἐπιτυχίας
ἀναλόγου τῶν προσπαθειῶν καὶ θελήσεώς σας, ἀλλὰ καὶ ἀρκετὰ δείγματα
κατανοητὰ τοῦ δεσμοῦ, ὅστις ὑφίστατο μεταξὺ ὑμῶν καὶ Ἐμοῦ.
Ὁπόταν ὅμως διαιρεθέντες, ἀκολουθήσαντες ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἰδίαν
κατεύθυνσιν, ὁπόταν κατέστητε ὅργανα τῶν ἰδίων ὑμῶν ἀντιλήψεων καὶ
ξενικῶν ἐπεμβάσεων, οὐ μόνον ἀπεμακρύνθητε τοῦ σημείου, εἰς ὃ κατόπιν
πολλῶν κόπων καὶ προσπαθειῶν ἐφθάσατε, ἀλλ’ ἀντιθέτως καὶ ἀπετύ-
χατε πλήρως εἰς τὰς προβλέψεις καὶ ἀποβλέψεις ὑμῶν καὶ ἐκλονίσατε ἐκ
βάθρων τὴν ἐν ὑμῖν καλλιεργουμένην καὶ ἐνυπάρχουσαν πίστιν.
Ὀφείλετε ὅθεν νὰ μὴν ἀμελήσητε καὶ νῦν νὰ ἐπιμεληθῆτε καὶ προσπα-
θῆτε ἐν τῇ ἀναγωγῇ ὑμῶν, ἥτις ὡς ἀποτέλεσμα θὰ ἔχῃ τὴν ἐπιτυχίαν τοῦ
ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα πρὸ καιροῦ εἰς ὑμᾶς καὶ τὸ ὁποῖον ἔσεται ἡ ἐκ
τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου ἀποκάλυψις τῆς Ἀληθείας καὶ ἡ κήρυξις αὐτῆς εἰς
εὐρύτερον κύκλον παρ’ ὑμῶν καὶ ἐκείνων, οἵτινες ἐν μέλλοντι θὰ καταστῶ-
σιν ἱκανοὶ πρὸς τοῦτο.
Ὁ πιστεύων καὶ πρός Με προσερχόμενος ἐν πίστει καὶ Ἀληθείᾳ,
οὗτος ἐν τῇ Ἀληθείᾳ ζήσῃ καὶ τὸν ἐν αὐτῇ κόσμον γνωρίσῃ καὶ ἐν αὐτῇ
κραταιούμενος βασιλεύσῃ.

79. Ἡ Ζωὴ εἶναι Ἄπειρος, ὅπως καί τὸ Σύμπαν.


Οὐδεὶς δύναται νὰ συμπεριλάβῃ ἐν τινι σταθμῷ τῆς Ζωῆς τὴν ἀπειρίαν
τῶν κόσμων, τὴν γνῶσιν, ἣν δύναται αὕτη νὰ προσκομίσῃ ἐν τῇ πείρᾳ καὶ
διδαχῇ, ἐν τῇ κατευθύνσει της ἐν σχέσει μὲ τὸν προορισμὸν καὶ τὸ πρό-
γραμμα, δι’ ὃν αὕτη ἐνεσαρκώθη καὶ ὀφείλει ν’ ἀποπερατώσῃ πρὶν ἡ διέλ-
θῃ τὸν σταθμὸν τοῦτον.
Ἕκαστος ἄνθρωπος, ὅστις κατώρθωσε νὰ φθάσῃ εἰς τινα σταθμὸν
προπαρασκευῆς δι’ ἕνα ἀνώτερον καὶ συντελεστικὸν διὰ τὴν πραγματικὴν
αὐτοῦ ἐξέλιξιν σκοπὸν τῆς ζωῆς του καὶ διέκρινεν ἐν τῷ βάθει τῆς ἀπο-
καλυπτομένης εἰς αὐτὸν Ἀληθείας τοὺς ἀπὸ μακρόθεν ἀντιφεγγίζοντας
ὁρίζοντας τῆς πραγματικότητος, ἣν ὀφείλει νὰ καταστήσῃ αὐτὴν κτῆμα
του, πλησιάζων ἐγγύτερον πρὸς αὐτοὺς καὶ διὰ τῆς βαθμιαίας αὐτοῦ πρὸς
αὐτοὺς ἀνόδου του προσδεχόμενος τὰς Ἀκτῖνας τοῦ Φωτός, αἵτινες ἀπο-
κρύπτονται ἐν τῷ βάθει τοῦ ἀτέρμονος πρὸ αὐτοῦ χώρου, τὸν ὁποῖον
ἐντέλλεται καὶ ὀφείλει νὰ διασχίσῃ, πρὸ παντὸς δέον νὰ λάβῃ ὑπ’ ὀψει
του τὴν βραχύτητα τῆς ζωῆς του, τὸ μέγα ἔργον, τὸ ὁποῖον εἰς αὐτὸν ἀνα-

161
τίθεται νὰ ἐξυπηρετήσῃ, τὰ προκύπτοντα ἐξ αὐτοῦ προβλήματα, τὰ οποῖα
ὀφείλει νὰ ἐπιλύσῃ καὶ διαλευκάνῃ καὶ νὰ σπεύδῃ ἐν τῇ ἐπιτελέσει τῶν
πρὸς αὐτὸν ἀνατιθεμένων καθηκόντων, ὡς νὰ ἐπείγετο νὰ φθάσῃ μίαν
στιγμὴν ἐνωρίτερον τὸ μέσον, τὸ ὁποῖον ἤθελε φέρει αὐτὸν ταχύτερον εἰς
τὸν τελικὸν αὐτοῦ σκοπόν, εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ του.
Ὁ ἄνθρωπος οὕτος, ἂν πράγματι ἔχῃ καὶ ἐλαχίστην ἐπίγνωσιν τῶν
καθηκόντων, τὰ ὁποῖα συνεπάγεται ἡ βαθεῖα ἀντίληψις τῆς ὑψηλοτέρας
πνευματικῆς σταδιοδρομίας τῆς ζωῆς, ὀφείλει νὰ μετρᾶ τὸν ἐπὶ ματαίῳ πα-
ρερχόμενον χρόνον οὐχὶ κατὰ μῆνας, ἑβδομάδας, ἡμέρας καὶ ὥρας, ἀλλὰ
καὶ ἐν ταῖς ἐλαχίσταις αὐτοῦ ὐποδιαιρέσεσι καὶ εἰς αὐτὰ τὰ ἀπαιτούμενα
δευτερόλεπτα, τὰ ὁποῖα ὤφειλε νὰ διαθέσῃ πρὸς τὴν ἐξυπηρέτησιν τῆς
ταχυτέρας ἐπιτυχίας τοῦ σκοποῦ του καὶ συντόμευσιν τοῦ χρόνου τῆς
πορείας του ἐν τῷ συντελεσθησομένῳ ἔργῳ τῆς παρούσης ζωῆς του.
Ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἀόκνως ἐργαζόμενος, ἀντιμετωπίζων μετὰ θάρ-
ρους ἀκαταβλήτου, δι’ ἐνεργείας ἀδιαπτώτου, δι’ ἐπιμονῆς καὶ ὑπομονῆς
ἀμειώτου πᾶν ἐμπόδιον καὶ πᾶσαν ἀντενέργειαν τῶν περιβαλλουσῶν
καὶ δρωσῶν δυνάμεων καὶ ὑποκινήσεων ἔξω τοῦ κύκλου τοῦ πραγμα-
τικοῦ του προορισμοῦ καὶ τῆς ἐντεταλμένης πρὸς αὐτὸν δράσεως, θὰ
ἠδύνατο νὰ ἐπιτελέσῃ πραγματικὰ καὶ ἀληθῆ θαύματα, ἐπισύροντα
πρὸς αὐτὸν τὴν προσοχὴν καὶ τῶν μᾶλλον προηγμένων πνευμάτων τῆς
ἀνθρωπότητος, καθιστάμενος διὰ τῆς προαγωγῆς καὶ ἐξελίξεως αὐτοῦ
τὸ κέντρον, πέριξ τοῦ ὁποίου θὰ ἠδύναντο νὰ στραφῶσιν οἱ θαυμασταί
του καὶ ν’ ἀποτελέσῃ ἕνα νέον πυρῆνα μιᾶς νέας καὶ ἀληθοῦς ἀνακαινι-
στικῆς ἀναγεννήσεως τῆς ἀνθρωπότητος.
Ἐκτὸς τούτου οἱ ὁδηγοὶ αὐτοῦ οἱ Πνευματικοὶ καὶ Διδάσκαλοι καὶ πά-
ντες ἐκεῖνοι, οἵτινες δι’ αὐτοῦ ἠδύναντο ν’ ἀποκαλυφθῶσι καὶ ἐνεργήσωσι
πρὸς μίαν ἀνωτέραν καὶ ἐπισημοτέραν πνευματικὴν καὶ ἔμπρακτον ἐκ-
δήλωσιν, θὰ κατήρχοντο μέχρις αὐτοῦ διὰ καλλιτέρων μέσων ἐκδηλώσε-
ως, θὰ περιέβαλον αὐτὸν διὰ φωτεινοτέρας Ἀκτινοβολίας, θὰ ἠδύναντο
ν’ ἀναγάγωσιν αὐτὸν διὰ τῆς ἐνδιαθέτου αὐτοῦ πρὸς αὐτοὺς ἐξυψώσεως
πρὸς τοὺς Κόσμους τοῦ Κεντρικοῦ Φωτὸς καὶ πρὸς τὴν Ἑστίαν Αὐτοῦ, ἐξ
ἧς θὰ ἠδύνατο οὗτος ν’ ἀντλήσῃ καὶ μεταλαμπαδεύσῃ τοῖς ἀνθρώποις
τοὺς κρουνοὺς τοὺς ἐξ Αὐτῆς ἐκρέοντος Φωτὸς τῆς Ἀληθείας καὶ Σοφίας
καὶ Γνώσεως.
Ὁ ἅνθρωπος ὅμως οὗτος, ὁπόταν ἐπαφίεται ἕρμαιον τῶν ὑλικῶν καὶ
ματαιοδόξων σκέψεων, ὁπόταν ἁπάσας αὐτοῦ τὰς ὥρας διαθέτει εἰς φρού-
δας, ἀσκόπους καὶ ἄνευ πρακτικοῦ τινος ἀποτελέσματος διατριβὰς καὶ
ἐπιδόσεις, ὁπόταν ὑποκύπτῃ πρὸ πάσης ἀντενεργείας, παρεμβαλλομένης
πρὸς ματαίωσιν τῶν προσπαθειῶν καὶ ἐνεργειῶν τῶν πνευματικῶν αὐτοῦ
ὁδηγῶν καὶ Διδασκάλων, βεβαίως δὲν δύναται ποτὲ νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα
τοῦ προορισμοῡ του, οὔτε δύναται νὰ ἐπιτελέσῃ τὸ μέγα ἔργον, τὸ ὁποῖον
εἰς αὐτὸν ἀνετέθη καὶ ἐνετάλη νὰ φέρῃ εἰς πέρας.
Ἄχρι σήμερον ὁ ἄνθρωπος οὗτος φαίνεται ὅτι δὲν κατενόησε, ἀλλὰ

162
καὶ παράπαν δὲν ἀντελήφθη τὸν σκοπόν, ὃν ὤφειλε νὰ ἐξυπηρετήσῃ καὶ
τὸν ὁποῖον δι’ ὅλων αὐτοῦ τῶν πνευματικῶν δυνάμεων ἀκαταπονήτως ἔδει
νὰ πραγματοποιήσῃ.
Ὁ ἀνθρώπινος βίος ἐστὶ βραχύς. Οὐδεμία ζωὴ ἀνθρωπίνη κατώρθωσε
ποτὲ νὰ ἐξυπηρετήσῃ πλήρως τὸν σκοπὸν καὶ προορισμὸν αὐτῆς.
Οἱ ἄοκνοι καὶ ἀκατάβλητοι σκαπανεῖς τῆς ἀνθρωπίνης προαγωγῆς καὶ
ἀναδείξεως κατέβαλον ὑπερανθρώπους προσπαθείας καὶ ἐνεργείας μεθ’
ὅλας δὲ αὐτῶν τὰς δυνάμεις κατελθόντες εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς ἀναδείξεως,
μετὰ πολλοῦ κόπου καὶ κατόπιν ὑπερμέτρων θυσιῶν κατώρθωσαν περὶ
τὰς δυσμὰς τοῦ βίου των νὰ εἴπωσιν ὅτι ἐξεπλήρωσαν μέρος τοῦ προο-
ρισμοῦ καὶ τῆς ἀποστολῆς των.
Ἡμέραν καὶ νύκτα ἔχοντες κατὰ νοῦν καὶ μόνον τὸν σκοπόν, δι’ ὃν
προωρίσθησαν, ἐλαυνόμενοι ὑπὸ τῆς σκέψεως πῶς νὰ ἐπιτελέσωσι τὴν
καλλιτέραν τούτου ἐπιτυχίαν, οὐδέποτε ἀπεθαρρύνθησαν, οὐδέποτε κα-
τεβλήθησαν καὶ ὀπισθοδρόμησαν, ἀλλὰ μέχρι τῆς ὁλοτελοῦς ἐπιτυχίας
αὐτοῦ διεπνεύσθησαν ὑπὸ τοῦ μόνου διακαοῦς πόθου αὐτῆς.
Ἀναδιφῶντες τὸν βίον ὑμῶν, ἀφήνοντες τὴν σκέψιν ὑμῶν ν’ ἀνασκο-
πήσῃ ἐπὶ στιγμὴν τὸ παρελθόν, τί ἀποκομίζετε ἐξ αὐτοῦ σχετικὸν ὡς πρὸς
τοὺς κόπους καὶ τὰς προσπαθείας ὑμῶν διὰ τὸ ἔργον, ὅπερ ἐνετάλητε νὰ
φέρητε εἰς πέρας;
Οὐδεμία προσπάθεια, ἐξερχομένη ἐκ τῆς πραγματικῆς συνειδήσεως
τῶν ὑποχρεώσεων, ἃς ἀνελάβητε, οὐδεμία ἐνδεδειγμένη ἐνέργεια, ἀπορ-
ρέουσα ἐκ τῆς πεποιθήσεως τῆς ψυχῆς ὑμῶν.
Ὁ χρόνος ρέει, αἱ ἡμέραι παρέρχονται, ἡ ζωὴ ἐξελίσσεται πρὸ ὑμῶν
χωρὶς οὐδεμία δυνατὴ χεὶρ νὰ δυνηθῇ νὰ τὴν ἐπαναφέρῃ πρὸς τὰ ὀπίσω,
εἰς τὴν ἀρχικὴν αὐτῆς ἐκκίνησιν.
Ἂν ἀσκόπως διήλθατε ταύτην ἄνευ τῶν προσδοκωμένων αὐτῆς ἀπο-
τελεσμάτων, ὑπάρχει εἰσέτι εἰς ὑμᾶς ἀρκετὸς καιρός, ὅπως καταβάλ-
λοντες πᾶσαν προσπάθειαν καὶ ἐνέργειαν ἐνσυνείδητον τῶν μεγάλων
πρὸς αὐτὴν ὑποχρεώσεων καὶ καθηκόντων σας, κατορθώσητε διὰ
ἐσπευσμένης ὑμῶν προθυμίας νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ
σας, πρὶν ἢ αὕτη σᾶς ἐγκαταλείψῃ καὶ πρίν ἢ χρειασθῆτε πρὸς τὸν σκο-
πὸν τοῦτον νέαν ζωήν.

163
80. Ὁ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῆς ἀνθρωπότητος κατελθὼν καὶ ἐνσαρκω-
θεὶς ἐν τῷ ταπεινῷ ὑλικῷ περιβλήματι Ἰησοῦς ἄγεται ὑπὸ τῶν φθο-
νούντων τὴν ἐλευθερίαν τῆς Σκέψεως καὶ χαλκευόντων αὐτὴν ἐν τοῖς
περιωρισμὲνοις τύποις τῶν προγονικῶν παραδόσεων τοῦ στενοῦ καὶ
περιωρισμένου γράμματος τῆς Γραφῆς εἰς τὸν φρικτὸν τοῦ Γολγοθᾶ
τόπον ὡς ὁ ἔσχατος τῶν κακούργων, διὰ νὰ σταυρωθῇ.
Ἡ Ἀλήθεια, ἣν οὗτος ἐκήρυξε καὶ τὴν ὁποίαν καὶ μετὰ εἴκοσιν ἀπὸ τότε
αἰῶνας ἡ μὴ εἰσέτι τελειοποιηθεῖσα ἀνθρωπότης ἀδυνατεῖ νὰ κατανοήσῃ,
ὡς Οὗτος ἠθέλησε ν’ ἀποκαλύψῃ αὐτήν καὶ ἀπογυμνώσῃ τελείως ἐκ τοῦ
ψευδοῦς αὐτῆς ἐνδύματος, δὲν ἦτο ἱκανὴ νὰ πληρώσῃ τὰς ψυχὰς καὶ καρ-
δίας τοῦ τυφλοῦ ὄχλου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ προασπίσῃ καὶ ἀποσπάσῃ
Αὐτὸν ἀπὸ τὰς ὡπλισμένας χείρας τῶν δημίων του, οἵτινες ἔσυρον Αὐτὸν
εἰς τὸν τόπον τοῦ Μαρτυρίου Του.
Ὤφειλεν Οὗτος νὰ ὑποστῇ τὸν Σταυρικὸν θάνατον, ὤφειλε ἡ Θεία
αὐτοῦ Μορφὴ νὰ αἰσθανθῇ τὴν φρικτήν ἀγωνίαν τῶν εἰς τὴν ἐσχάτην
ποινὴν καταδικαζομένων κακούργων, ἔπρεπε τὸ Αἷμα Του νὰ χυθῇ καὶ
ποτίσῃ τὴν γῆν, διὰ νὰ βλαστήσῃ ἐξ αὐτῆς τὸ δένδρον τῆς Ἀληθείας, τῆς
Ἀγάπης καὶ Χριστότητος, τῆς Φιλευσπλαχνίας καὶ Συγχωρήσεως καὶ
ἵνα ἡ ἀνθρωπότης διὰ τῆς συμβολικῆς ἀναπαραστάσεως τοῦ μαρτυρι-
κοῦ Του θανάτου διασπάσῃ τὰ δεσμὰ τῆς δουλείας τοῦ Πνεύματος καὶ
σώματος καὶ δεχθῇ διὰ τῆς Ἀναστάσεως Αὐτοῦ τήν ΕΑΥΤΗΣ Ἀνάστασιν
καὶ Ἀπολύτρωσιν.
Ὁ φθόνος καὶ ἡ κακία, ἥτις καὶ σήμερον ἐξακολουθεῖ νὰ μαστίζῃ
τὴν ἀνθρωπότητα, συνενωθέντα ἐχάλκευσαν τὸν σατανικώτερον τρό-
πον, δι’ οὐ θὰ ἠδύναντο ν’ ἀπαλλαγῶσιν ἐκ τῆς Ἀκάκου Διδασκαλίας
­Ἐκείνου, Ὅστις διὰ τῆς Ἀγάπης καὶ Συγχωρήσεως, διὰ τῆς Ἐλεημοσύνης
καὶ ­Εὐσπλαχνίας ἔθετο τέρμα εἰς τὴν ὑπερφίαλον καὶ ἀλαζονικὴν ἐπι-
κράτησιν αὐτῶν.
Ὁ Μέγας τῆς ἀνθρωπότητος Ἀναμορφωτὴς καὶ Διδάσκαλος, συρθείς
ὑπ’ αὐτῶν εἰς τὸν τόπον τοῦ Γολγοθᾶ, ἀντὶ νὰ ὑποστῇ τὸ μαρτυρικὸν Αὐτοῦ
θάνατον καὶ συγκαταλεχθῇ μεταξὺ τῶν κακούργων, μεθ’ ὧν ἐσταυρώθη,
διὰ τῆς Θείας Αὐτοῦ Αἴγλης καὶ Ἀκτινοβολίας, μετέβαλε τὴν αἰσχίστην
τῶν ποινῶν εἰς Ἀθάνατον καὶ Φωτεινὸν Φωτοστεφάνωμα, τὸν φρικώδη
τόπον εἰς Αἰώνιον τῆς ἀνθρωπότητος προσκύνημα καὶ ἐξαγιαστήριον,
τὸν δὲ μετ’ Αὐτοῦ σταυρωθέντα ληστήν εἰς κληρονόμον τῆς Αἰωνίου
Αὐτοῦ Δόξης καὶ Βασιλείας.
Οἱ αἰῶνες ἔκτοτε διέρρευσαν μέχρι σήμερον καὶ ὁλόκληρος ἡ Χριστια-
νικὴ ἀνθρωπότης προσφέρει πρὸς Αὐτὸν διὰ τῆς λατρείας καὶ προσκυνή­
ματος αὐτῆς ἐν τῷ Ἱερῷ ἐκείνῳ τόπῳ τὴν ἀνάμνησιν τῆς ἐξιλαστηρίου
αὐτῆς εὐγνωμοσύνης καὶ προσέρχεται πρὸ τοῦ συμβόλου τῆς πίστεώς της,
τοῦ Σταυροῦ, διὰ νὰ ἐκπλύνῃ τ’ ἁμαρτήματα αὐτῆς καὶ ἀπολυτρωθῇ ἐκ
­πάντων τῶν κακῶν, τῶν μαστιζόντων αὐτήν.
Ἡ τυπικὴ ὅμως αὕτη ἐξωτερίκευσις τῆς λατρείας αὐτῆς καὶ τοῦ φιλο-

164
χρήστου αὐτῆς προσκυνήματος οὐδόλως δύναται νὰ ἀποπλύνῃ τὴν διὰ μέ-
σου τῶν αἰώνων κληρονομηθεῖσαν αὐτοῖς καὶ ἀναπόσπαστον μετ’ αὐτῶν
ἀποτελοῦσαν μέρος, ὑλικὴν αὐτῶν ἐπιδίωξιν.
Οἱ προσερχόμενοι, ὅπως παρακολουθήσουν τὰ ἐξυμνούμενα πάθη τοῦ
Ἰησοῦ, ἐκτελοῦσι μίαν τυπικήν συνήθειαν, ἥτις ἐπεβλήθη αὐτοῖς ἀπὸ
τῆς παιδικῆς των ἡλικίας καὶ τίποτε περισσότερον. Σπεύδουσι καὶ συ-
νωθοῦνται εἰς τὰς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀκούσωσιν ἐπαναλαμβανομένην τὴν
μαρτυρικήν τοῦ θανάτου αὐτοῦ πραγματοποίησιν, χωρὶς ἡ ψυχὴ αὐτῶν νὰ
στραφῇ οὐχὶ ἐπὶ τοῦ τόπου, ἐφ’ οὗ ἐλάμβανε χώραν καὶ ἐξελίσσετο κατὰ
τὸν φρικωδέστερον καὶ οἰκτρώτερον τρόπον τὸ δρᾶμα τοῦ Γολγοθᾶ, ἀλλ’
ἐν τῷ βάθει αὐτῆς ταύτης τῆς ἰδίας ὑπάρξεώς των, διὰ ν’ ἀντλήσωσιν ἐξ
αὐτῆς τὴν διὰ τοῦ Αἵματος τοῦ Ἰησοῦ προσδοκωμένην ἀπολύτρωσιν καὶ
Ἀνάστασίν των.
Ταπεινοὶ τηρηταί τῶν τύπων καὶ τῆς ἐξωτερικῆς λατρείας καὶ ἐπιδεί-
ξεως, ὡς ἄλλοι Φαρισαῖοι καὶ Γραμματεῖς, σφαγιασταὶ τῆς Ἀληθείας καὶ
τοῦ Πνεύματός χάριν τῶν στενῶν καὶ περιωρισμένων ὑλικῶν τύπων μιᾶς
εἰδωλολατρικῆς καὶ θεατρικῆς παραστάσεως, ἐξακολουθοῦσι νὰ θύωσι
εἰς τὸν Μαμμωνᾶν καὶ ν’ ἀγνοοῦσι τὴν πέριξ αὐτῶν γενομένην τραγω-
δίαν τοῦ κυκλοῦντος αὐτούς πλήθους τῆς ἀνθρωπότητος, τὸ ὁποῖον διὰ
τοῦ ἐσωτερικοῦ τῆς ψυχῆς αὐτῶν μαρτυρίου παρακολουθεῖ τὸ μαρτύριον
τοῦ δι’ αὐτοὺς καὶ τὴν σωτηρίαν καὶ ἀπολύτρωσιν τῶν δεινῶν αὐτῶν σταυ-
ρωθέντος καὶ μαρτυρήσαντος Ἰησοῦ.
Οἱ ἐν τοῖς ναοῖς καταφεύγοντες, ὅπως παρακολουθήσωσι τὴν Θείαν
Μυσταγωγίαν τοῦ τελουμένου Θείου Δράματος, ἔστρεψαν ποτὲ τὸ βλέμμα
αὐτῶν πέριξ τοῦ πλήθους, τὸ ὁποῖον, ὡς αὐτοί, προσέρχεται, ὅπως κατα-
νυχθῇ ἐκ τῶν θείων λόγων τῆς Ὑπερτάτης Ἐκείνου Διδασκαλίας;
Ἐσκέφθησαν ἄρα γε ποτέ, ὅτι ἴσως κατὰ τήν ὥραν ἐκείνην πολλοὶ ἐκ
τοῦ πλήθους τούτου νὰ ὑφίστανται ἕνα σωματικὸν καὶ ψυχικὸν μαρτύριον,
τὸ ὁποῖον μόνον μία τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν ἐνίσχυσις ἢ παραμυθία θὰ
ἠδύνατο νὰ τοὺς ἀνακουφίσῃ;
Οἱ πάντες οἱ πιστῶς τὸ γράμμα καὶ τοὺς τύπους τούτους τηροῦντες
προσπαθοῦσι πῶς νὰ ἐπιδείξωσι τὴν καλλιτέραν αὐτῶν ἀμφίεσιν τὴν
ταπεινὴν καὶ εὐλαβῆ αὐτῶν προσήλωσιν εἰς τὴν παρακολούθησιν τῆς
Θρησκευτικῆς Ἀκολουθίας, πῶς νὰ παρουσιάσωσι μεγαλοσχημονεο-
τέρους σταυροὺς καὶ συντριβὴν πρὸ τῶν Εἰκόνων, ἐνῶ ἀντὶ τούτων θὰ
ἦτο προτιμωτέρα ἡ ἀνεύρεσις καὶ ἀνακούφισις τῶν πασχόντων καὶ δυ-
στυχούντων ἀδελφῶν αὐτῶν.
Τίς ἐξ ὅλων τῶν προσερχομένων, ἐξετάσας ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς
αὐτοῦ, ἀνεῦρεν, ὅτι εὑρίσκεται ἐν ἀπολύτῳ ἁρμονίᾳ καὶ τάξει πρὸς τὴν
ἐσωτερικὴν φωνὴν τῆς συνειδήσεώς του, πρὸς τὰς Θείας Ὑπαγορεύσεις
τῆς Διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ ὁποίου προσέρχεται ν’ ἀκούσῃ
ἐλαφρᾷ τῇ καρδία τὰς ὑψηλοτέρας καὶ συγκινητικωτέρας διὰ τήν ἀπο-
λύτρωσιν τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς ρήσεις καὶ παραγγελίας;

165
Τίς ἐκ τῶν διατηρούντων καὶ ἐφαρμοζόντων αὐστηρῶς τοὺς τύπους
τῆς ἐξωτερικῆς λατρείας ἱερέων προσεκάλεσαν κατ’ ἰδίαν τοὺς δυστυ-
χεῖς καὶ πάσχοντας τοῦ ποιμνίου των, διὰ νὰ ἀποτανθῇ κατόπιν εἰς πά-
ντας τοὺς δυναμένους ν’ ἀνακουφίσωσιν αὐτούς, ὅπως ἐπέλθωσιν συνα-
ρωγοὶ εἰς τὸ ὑπ’ αὐτῶν ἀληθῶς χριστιανικὸν καθῆκον;
Τίς ἐκ τῶν ἐξασκούντων τὴν ἐξουσίαν ἐδοκίμασε ποτὲ νὰ ἐνισχύσῃ
διὰ μιᾶς πατρικῆς καὶ φιλοστόργου μερίμνης τὴν ὑπ’ αὐτοῦ πρεσβευο-
μένην ἀλήθειαν διὰ πράξεων ἀγαθοεργῶν καὶ σωτηρίων;
Τίς ἐκ τῶν ἐπιστημόνων, τῶν ἐξασκούντων τὸ ἐπάγγελμα αὐτῶν
ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον πρὸς ὑλικὴν ἀποταμίευσιν, κατὰ τὰς ἡμέρας
ταύτας τὰς ἱεράς, ἃς μὲν παρακολουθεῖ, ἵνα μὴ φανῇ ὡς ὑστερῶν εἰς
πίστιν τῆς πελατείας του, ἀλλ’ ἃς οὐδόλως ἐσωτερικῶς σέβεται, ἀνεκού-
φισε τοὺς ἔχοντας ἀνάγκην τῶν φώτων καὶ συνδρομῆς αὐτοῦ;
Τίς τέλος ἐξ ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος ἐσκέφθη ποτὲ ν’ ἀλλάξῃ ἔστω
καὶ κατὰ τὸ ὁλιγοήμερον διάστημα τῶν Παθῶν καὶ Ἀναστάσεως τοῦ
Χριστοῦ τῆν ὑλικὴν αὐτοῦ ἀπόλαυσιν μὲ μίαν ψυχικὴν κάθαρσιν, τήρη-
σιν καὶ ἐκτέλεσιν τῶν Ρημάτων τῆς Διδασκαλίας Ἐκείνου, ἐνῶ ἴσως πι-
στεύει, ὅτι τόσον εὐλαβῶς προσέρχεται νὰ ἐκτελέσῃ τὴν πρὸς Αὐτὸν καὶ
διὰ τὴν σωτηρίαν καὶ ἀπολύτρωσιν τῆς ψυχῆς αὐτοῦ προσφερομένην
εὐλαβῆ λατρείαν;
Οἱ παρ’ Ἐμοῦ καθοδηγούμενοι καὶ ἐμπνεόμενοι ἂς καταβάλωσι πᾶ-
σαν προσπάθειαν, ἵνα ἀπαλλαχθῶσι καὶ ἀπαλλάξωσι διὰ μιᾶς Νέας ἀνα-
καινιστικῆς λατρείας τὰ πλήθη ἀπὸ τὴν τυπικήν, ἀνούσιον καὶ οὐδένα
σκοπὸν ἐξυπηρετοῦσαν τυπικὴν λατρείαν.

81. Ἀπὸ τοῦ τάφου τὴν σκοτεινὴν καὶ ζοφώδη πλάκα, κάτωθεν τῆς
ὁποίας ἐτέθη τὸ Σῶμα τοῦ σταυρωθέντος Ἰησοῦ, μία Ἀνέσπερος καὶ
Φαεινὴ λάμψις ἐξέλαμψεν, ἥτις ἀνῆλθε μέχρι τῶν Ἀπείρων ἐσχατιῶν
τοῦ Ἀπείρου καὶ περιέβαλε διὰ τοῦ Ἀειζώου αὐτῆς Φωτὸς τὸν κόσμον
ὁλόκληρον.
Ἡ παγερὰ τοῦ τάφου σιγὴ διαλάμπουσα καὶ φωτιζομένη ὑπ’ αὐτοῦ
διελάλησεν ἐν μυστηριώδη φωνῇ τῶν πτερυγιζόντων ἀγγέλων καὶ τῶν
ὀρχουμένων Πνευματικῶν μορφῶν τῆς ὑπεργείου ζωῆς ἐν τῷ βάθει τῆς
ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων τὸ εὐφρόσυνον καὶ κοσμοσωτήριον ἄγγελμα τῆς
Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἐν μέσῳ δύο ληστῶν σταυρωθείς ὡς ὁ ἔσχατος τῶν κακούργων, ὁ
ὑπὸ τοῦ ὄχλου διασυρθεὶς καὶ προπηλακισθείς, ὁ ὡς τυχοδιώκτης λαοπλά-
νος ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν ἐν τῷ τάφῳ φρουρούμενος, διήνοιξε τὰς πύλας
τοῦ Ἄδου, διέσπασε τὰς δεσμευούσας ἁλύσεις τοῦ σώματος Αὐτοῦ καὶ
ἐπανέστη ἐν τῇ Ζωῇ, Ἄφθαρτος, Αἰώνιος, φωτιζόμενος ὑπὸ τῆς Θείας
Αἴγλης τῆς Πνευματικῆς Αἰωνιότητος τῆς Ἐκπάγλου καὶ Ἀειφώτου Αὐτοῦ

166
Ὑποστάσεως, διδάξας διά μιᾶς ἐμπράκτου καὶ ὁρατῆς τοῖς ἀνθρώ-
ποις Ἀναστάσεώς Του τὴν Ἀνάστασιν παντὸς θνητοῦ, τὴν μέλλουσαν
Ἀφθαρσίαν καὶ Ἀθανασίαν τῆς ἐκ τοῦ σώματος ἀποχωριζομένης διὰ τοῦ
θανάτου ζωῆς.
Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Ἰησοῦ ἐπεκύρωσε τὴν πίστιν ἐκείνων, οἵτινες ἐν τῷ
βάθει τῶν πρὸ Αὐτοῦ αἰώνων ἐπίστευον καὶ ὡμολόγουν τὴν μετὰ θάνατον
ἐπιβίωσιν τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ψυχή, ἥτις διὰ τῆς φιλοσοφικῆς μελέτης καὶ συγκριτικῆς ἀναλύσεως,
διὰ τῶν ἀρχαίων φιλοσόφων, ἀνεπτύσσετο εἰς μίαν σειρὰν λογικῶν κρίσεων
καὶ συμπερασμάτων, κατὰ τὸ πλεῖστον ἀλαθήτων, διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ
Ἰησοῦ ἡ προσδοκωμένη Ἐλπὶς καὶ ἡ ἀδιασάλευτος πίστις πάντων, ὅσων ἀρ-
γότερον ἠσπάσθησαν καὶ ἐνεκολπώθησαν τὰς Θείας Αὐτοῦ Διδασκαλίας.
Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Ἰησοῦ διήνοιξε τὰς πύλας τὰς ἐπικαλυπτούσας τοὺς
ἀνθρωπίνους ὀφθαλμοὺς καὶ ἄφησε δι’ αὐτῶν νὰ διεισδύῃ τὸ Φῶς τῆς Ἀλη-
θείας, ἡ Ὑπέργειος τῶν Κόσμων Ἐνόρασις, εἰς πᾶσαν ψυχήν καὶ διάνοιαν,
ἥτις ἐγκαταλείπουσα τοὺς ὑλικοὺς αὐτῆς δεσμοὺς ἀφήνει ἐλεύθερον τὸ
πνεῦμα της νὰ διασχίσῃ τὸ διαχωρίζον αὐτὴν ἀπὸ τοὺς κόσμους τούτους
διάστημα καὶ νὰ ἐνοραματισθῇ ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ μεγαλοπρεπείᾳ καὶ ἀκτι-
νοβολίᾳ, ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ ἐκτάσει τὰς κλιμακοειδεῖς ἀνελίξεις τῆς Ὑπερ-
τάτης Ζωῆς, ἐκείνης ἥτις διὰ μέσου ἀπείρων ὑπερτέρων τῆς γηΐνης ζωῆς
κόσμων ἀνελίσσεται καὶ τελειοποιεῖται, ἐπ’ ἄπειρον, ἕως ὅτου φθάσῃ
εἰς τὸ μεταίχμιον τῆς ὑπερτέρας τελειοποιήσεως, τῆς Ὑπερανθρώπου
πνευματικῆς ἀναγωγῆς, πρὸ τῶν Θείων Ἀκτίνων τοῦ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ ΟΝΤΟΣ,
αἱ ὁποῖαι, περιβάλλουσαι αὐτό, μετουσιοῦσιν αὐτὸ εἰς ΕΝ μετ’ αὐτοῦ
Πνευματικὸν Ὄν, εἰς ἕνα Θεῖον Λόγον, ἀποστέλλον αὐτὸν ἐν ἀτελεῖς, ὡς
τὸν Χριστόν, κόσμοις, ὅπως διδάξῃ καὶ μαρτυρήσῃ τῆν Ἀλήθειαν.
Ὁ Ἰησοῦς εἶναι τὸ Πρότυπον τοῦ ἐν τῇ γῇ Ἐνσαρκωθέντος Θείου Λό-
γου, ὃν οἱ ἄνθρωποι, οἱ κατανοοῦντες τὴν Ἀλήθειαν τῶν Θείων αὐτοῦ
λόγων καὶ τῆς Ὑπερτάτης Αὐτοῦ Διδασκαλίας, οἱ πιστεύοντες ὄχι μόνον
εἰς τὴν Ἀνάστασιν Αὐτοῦ καὶ τὴν Ζωοποιὸν Αὐτοῦ Δύναμιν, ἀλλὰ εἰς
τὴν μέλλουσαν καὶ τῆς ψυχῆς αὐτῶν Ἀνάστασιν καὶ Ἀθανασίαν, εἰς τὴν
Ἄφθαρτον, τοῦ πνεύματος αὐτῶν οὐσίαν, θέλουσιν ἡμέραν τινὰ διὰ
τοῦ παραδείγματος Αὐτοῦ καὶ τῆς τηρήσεως τῶν Ἐντολῶν καὶ Διδαχῶν
Αὐτοῦ, ὡς Οὗτος, ΑΝΑΣΤΗΘΗ καὶ βαδίσωσιν ἐν τοῖς πρὸ Αὐτῶν ἐκτεινο-
μένοις Πνευματικοῖς πεδίοις πρὸς τὴν Ὑπερτέραν τοῦ πνεύματος αὐτῶν
ἀνέλιξιν καὶ τελειοποίησιν.
Ὁ φθαρτὸς κόσμος, ὁ κόσμος τῆς ὑλικῆς ἐπικρατήσεως, τῶν ἐπιγείων
ἀγαθῶν, ὁ κόσμος τοῦ πλούτου, τῆς ἐπιδιώξεως, πάσης φθαρτῆς ἀπολαύ-
σεως οὐδέποτε δύναται νὰ παρέξῃ τὴν Αἰώνιον Εὐτυχίαν, τὴν Βασιλείαν
τοῦ Κόσμου τοῦ Ἰησοῦ, διότι τὸ ἀνθρώπινον πνεῦμα, ἀπορρεῦσαν ἐκ
τῆς Θείας Πνοῆς τοῦ Ὑπερτάτου Πνευματικοῦ Ἡλίου, ἐν τῷ ἐσωτερικῷ
αὐτοῦ πυρῆνι διαφυλάσσει ἐν ἑαυτῷ Ἀναλλοίωτον καὶ Ἄφθαρτον τὴν
Θείαν αὐτοῦ Καταγωγὴν καὶ ὁ πόθος αὐτοῦ στρέφεται πάντοτε πρὸς τὴν

167
Πηγήν, ἐξ ἧς ἔλαβε τὸ Φῶς καὶ ἐξ ἧς ἐξεπήγασε πᾶσα ἐν αὐτῷ ἐναποθη-
κευθεῖσα Ἀλάθητος καὶ ἐσαεὶ διατηρουμένη Ἀναλλοίωτος Ἀλήθεια.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ὁ περιστοιχούμενος πάντοτε ὑπὸ τῶν γηΐνων
φροντίδων, ὑπὸ τῶν φθαρτῶν ἀναγκῶν, ὁ προσκεκολλημένος πάντο-
τε ἐν τῷ κόσμῳ τῶν ὑλικῶν ἀπολαύσεων καὶ ἐπιδιώξεων, δὲν δύναται ν’
ἀντιληφθῇ τὸν σκοπὸν τῆς ζωῆς αὐτοῦ, ἀλλ’ οὔτε καὶ κατανοῶν αὐτὸν
ἐπαφήνει ἐλεύθερον καὶ ἀνεπηρέαστον τὸ πνεῦμα αὐτοῦ, ἵνα ἀκολουθήσῃ
τὸν δρόμον, ὅστις συντομώτερον ἤθελε φέρει τοῦτον πρὸς τὸ τέρμα τοῦ
προορισμοῦ αὐτοῦ, τοὺς εὐρυτέρους καὶ ὑψηλοτέρους ὁρίζοντας, πρὸς
τελειοτέρους καὶ πνευματικωτέρους κόσμους, πρὸς ἀϋλοτέρους καὶ τελει-
οτέρους σταθμοὺς τῆς ζωῆς.
Πάντες μετ’ εὐλαβείας καὶ πίστεως προσέρχονται εἰς τοὺς ναούς, ὅπως
προσφέρουσιν εὐλαβῆ φόρον λατρείας πρὸς Ἐκεῖνον, ὅστις διὰ τοῦ πα-
ραδείγματος Αὐτοῦ καὶ διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του παρέσχε τοῖς ἀνθρώποις
τὸ Φῶς καὶ τὴν Ἀλήθειαν τῆς μελλούσης αὐτῶν ζωῆς καὶ βασιλείας τοῦ
πνεύματός των ἐν τοῖς ὑπερτέροις τῆς γῆς αὐτοῦ κατασκηνώσεσιν.
Ἐν τούτοις, μηδ’ αὐτῶν τῶν Λειτουργῶν καὶ διαδόχων τῆς Διδασκαλίας
αὐτοῦ ἐξαιρουμένων, οὐδεὶς ποτὲ κατὰ τὰς ἠμέρας τῆς κοσμοσωτηρίου
δι’ ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα Ἀναστάσεως ὕψωσε τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ὑπεράνω
τῶν ὑλικῶν τύπων, οὓς ἠκολούθησαν πιστῶς καὶ ἀπαραγράπτως, ἵνα ὑλι-
κῶς ἐμφανίσωσι τὸ μέγα αὐτῆς μυστήριον, τὸ ὁποῖον οὐχὶ ἐν τῇ ὑλικῇ
ἐξωτερικεύσει καὶ ἀναπαραστάσει ἐγκρύπτεται, ἀλλ’ ἐν τῷ βάθει ἑκάστης
ἀνθρωπίνης ψυχῆς, ἥτις ὀφείλει νὰ διασπάσῃ τὰ συγκρατοῦντα αὐτὴν
ὑλικὰ δεσμὰ καὶ τελειοποιουμένη διὰ μιᾶς ἐντατικῆς καὶ ἀδιακόπου
προσπαθείας καὶ ἐνεργείας νὰ κατορθώσῃ διὰ τῶν ἑαυτῆς δυνάμεων ν’
ἀνέλθῃ πρὸς τοὺς ὁρίζοντας τοῦ παρελθόντος χρόνου καὶ ἀναπαραστή-
σῃ ἐν ἑαυτῇ διὰ τῆς ἐνοράσεώς της τὴν τελουμένην μυσταγωγίαν τῆς
ζωῆς καὶ ἀναπαραστήσεως τῆς ζωῆς καὶ ὑποβοηθουμένη ὑπὸ τῶν πνευ-
ματικῶν αὐτῆς ὁδηγῶν νὰ φθάσῃ ὑπερυψουμένη πρὸς Ἐκεῖνον, νὰ ἀκού-
σῃ διὰ τοῦ Στόματος Αὐτοῦ τὴν Ἄρρητον καὶ Θείαν Διδασκαλίαν Του καὶ
ἐπιζητήσῃ παρακλητικῶς παρ’ Αὐτοῦ τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν αὐτοῦ
ἐνίσχυσιν, ἵνα ταχύτερον διέλθῃ τὴν ἀτραπὸν καὶ συντομεύσῃ τοὺς σταθ-
μούς, τὴν ὁδηγοῦσαν πρὸς τὴν Αἰώνιον Αὐτοῦ Βασιλείαν, ἐν ᾗ μέλλουσι ν’
ἀναστηθῶσι καὶ βασιλεύσωσιν Αἰωνίως καὶ Ἀφθάρτως πάντες οἱ διὰ τῆς
ἀνθρωπίνης σωματοεξελίξεως διελθόντες καὶ τὸν θάνατον αὐτῆς ὑπο-
στάντες καὶ μαρτυρήσαντες.
Ὁ Ἰησοῦς ἀπέθανεν ὡς ἄνθρωπος καὶ ἀνέστη ὡς Θεός.
Πάντες οἱ ἄνθρωποι, οἱ διελθόντες διὰ τῆς δοκιμασίας τῆς ζωῆς, οἱ
ὑποστάντες τὸν φυσικὸν καὶ Ἀναλλοίωτον Νόμον τῆς ἐνσαρκώσεως,
θέλουσι διὰ τῆς ἀνελίξεως καὶ τελειοποιήσεως αὐτῶν ἀναστηθῇ ἐν τῇ
Θεία Αὐτοῦ Βασιλείᾳ καὶ συναποτελέσωσι μετ’ Αὐτοῦ τὴν Θείαν Οἰκογέ-
νειαν τοῦ Πρωτοτόκου αὐτῶν Ἀδελφοῦ, τοῦ ὑπὲρ αὐτῶν θυσιασθέντος
καὶ μαρτυρήσαντος Ἰησοῦ.

168
82. Ὁ θερισμὸς ἐγγύς ἐστι.
Ὁ σῖτος ὡρίμασεν, οἱ στάχεις κύπτουσιν ὑπὸ τὸ βάρος τῶν κεφαλῶν
αὐτῶν, ἀναμένονται δὲ οἱ θερισταί, ὅπως δρέψωσιν καὶ σταχυολογήσω-
σιν αὐτόν.
Οἱ θερισταὶ ὅμως ἀποκαμωμένοι ἢ οὐδόλως γιγνώσκοντες τὴν ὡρίμαν-
σιν τοῦ σίτου, τὸν ἐγγὺς χρόνον τοῦ θερισμοῦ, οὐδεμίαν πρόνοιαν λαμβά-
νουσιν, ὅπως εὑρεθῶσιν εἰς τὴν κατάλληλον ὥραν ἐν τῷ ἀγρῷ καὶ θερίσω-
σιν αὐτὸν ἐγκαὶρως πρὶν ἢ ἡ καιρική μεταβολὴ ἐπιφέρει τὴν καταστροφὴν
αὑτοῦ, πρὶν ἢ μέγα μέρος αὐτοῦ καταπέσῃ καὶ ἀπωλεσθῇ ἐν τῇ γῇ καὶ πρὶν
ἀκόμη τὰ πετεινὰ τοῦ Οὐρανοῦ καταφάγωσιν αὐτόν.
Οὐδεμία ἐκ μέρους αὐτῶν παρατῃρεῖται προσπάθεια, οὐδὲν παρ’
αὐτῶν λαμβάνεται μέτρον, ἀλλὰ πάντες ἐφησυχάζουν.
Ὁ Κύριος ὅμως τοῦ σιτοβολῶνος καλεῖ αὐτοὺς νὰ προσέλθωσιν. Ὁ
χρόνος ἐπείγει. Ἐὰν οὗτοι ἐξακολουθοῦσιν ἐφησυχάζοντες, θὰ τιμωρήσῃ
αὐτούς, θὰ τοὺς καταστήσῃ ὑπευθύνους διὰ πᾶσαν προξενηθεῖσαν ἐκ τῆς
ὑπαιτιότητος αὐτῶν βλάβην καὶ ὁπόταν φθάσῃ ὁ καιρὸς καὶ δὲν εὑρεθῶ-
σιν ἐγκαὶρως ἐν τῷ ἀγρῷ μὲ τὸ δρέπανον ἀνὰ χεῖρας καὶ μὲ πλήρη πρὸς
συγκομιδὴν τοῦ σίτου προθυμίαν θὰ καλέσῃ ἄλλους ν’ ἀναλάβωσι τὴν
συγκομιδὴν αὐτοῦ, οὗτοι δὲ θέλουσι χρησιμεύσει ὡς δοῦλοι καὶ ὑποζύγια
ἐκείνων, οἵτινες θὰ μεταφέρωσιν αὐτὸν ἐν ταῖς ἀποθήκαις των καὶ θὰ κατα-
στῶσι κύριοι καὶ κάτοχοι αὐτοῦ.
Ὀφείλω καὶ πάλιν νά ὑπομνήσω διὰ τῆς παραβολῆς ταύτης εἰς ὑμᾶς,
ὅτι δέον νὰ ἐργασθῆτε συντόνως καὶ δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων διὰ τὸ
ἔργον, δι’ ὃ ἐκάλεσα ὑμᾶς, νὰ φέρητε αὐτὸ εἰς πέρας.
Ἔχετε λάβει ἀρκετὴν πεῖραν τοῦ παρελθόντος.
Ἐὰν ἐπὶ μακρὸν εἰσέτι χρόνον ἀκηδεύοντες καὶ οὐδεμίαν πρὸς ἑαυτοὺς
ἔχοντες συναίσθησιν ἐν σχέσει πρὸς τὰς ὑποχρεώσεις, ἃς ἀνελάβατε ἢ σᾶς
παρεσχέθησαν οἰκείᾳ βουλήσει, τότε θέλω ἐπέλθει καθ’ ὑμῶν οὐχὶ ὡς Πα-
τήρ, ἀλλὰ ὡς Κύριος ἐπὶ κακῶν δούλων.
Ὀφείλω νὰ ὑπομνήσω ὑμῖν ταῦτα, ἵνα μὴ ἀργότερον, ὁπόταν νέαι ἀπο-
γοητεύσεις καὶ θλίψεις, ἐπιβαρύνουσαι ὑμᾶς καὶ ἀπομακρύνουσαι ὑμᾶς ὑπ’
Ἐμού καὶ παραδοθέντες εἰς τήν ἐξουσίαν τοῦ ἐκτελεστοῦ καὶ ἀντιδίκου
Μου πρὸς τιμωρίαν ὑμῶν, ἐπιρρίψητε πρὸς Ἐμὲ τὴν εὐθύνην τῶν ἰδίων
ὑμῶν πράξεων καὶ καταλογίσητε Ἐμὲ ὡς τὸν αἴτιον καὶ ὑποκινητήν τῶν
καθ’ ὑμῶν ἐπελευσομένων δεινῶν καὶ ἀπογοητεύσεων.
Οἱ πάντες καὶ εἷς ἕκαστος μεμονωμένος εἶσθε ὑπεύθυνοι διὰ τὴν
ἀκηδείαν, ἥτις σᾶς χαρακτηρίζει, πρῶτος δὲ καὶ πάντων περισσότερον
ὁ λαμβάνων τὰς Ἐμπνεύσεις Μου. Ἐὰν οἱ ἄλλοι φέρουσι ποιάν τινα
εὐθύνην, τὴν εὐθύνην ταύτην πρὸς Ἐμὲ φέρουσι δι’ αὐτοῦ καὶ συνεπῶς
οὗτος εἶναι ὑπεύθυνος οὐ μόνον διὰ τὰς εὐθύνας αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ διὰ τὰς
τῶν ἄλλων.
Ὁ ἐρχόμενος εἰς ἄμεσον μετ’ Ἐμοῦ ἐπικοινωνίαν ὀφείλει νὰ γνωρίσῃ,
ὅτι δὲν εἶναι ἁπλοῦν ὄργανον, λαμβάνον τὰς Ἐμπνεύσεις Μου, διότι ἐν

169
τοιαύτῃ περιπτώσει θὰ ἠδυνάμην να ἐκδηλωθῶ καὶ δι’ ἑνὸς ἀψύχου ἀντι-
κειμένου καὶ νὰ καταστήσω τοῦτο χρησιμώτατον, ἀλλ’ εἶναι ὄργανον Ἔμ-
ψυχον, τὸ ὁποῖον ὑπόκειται εἰς τὰς πνευματικάς καὶ ψυχικὰς ἐπιδράσεις,
αἵτινες δύνανται νὰ μεταβάλλωσι αὐτὸ ἐπηρεάζουσαι αὐτὸ καὶ διὰ τοῦτο
ὀφείλει νὰ καλλιεργῇ πάντοτε τὰς πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς αὐτοῦ δυνά-
μεις, ἵνα ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν εὑρισκόμενος ἐν νηφαλιότητι καὶ πάντοτε
ὥριμος διὰ πᾶσαν Ἀνακοίνωσιν καὶ Ἐπικοινωνίαν Μου νὰ λαμβάνῃ ἐξ
Ἐμοῦ ταύτην ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ τελείᾳ ἀποδόσει.
Ὀφείλει ὅθεν νὰ μὴν ἀδρανῆ, ἀλλὰ νὰ καταβάλῃ πᾶσαν προσπάθει-
αν, ἱκανότητα, ζῆλον, αὐτοδημιουργίαν, ὅπως καταστῇ διὰ τῆς ἐν αὐτῷ
ἀποταμιευθησομένης ὑπ’ Ἐμοῦ ἱκανῆς διαφωτιστικῆς ὕλης Αὐτόφωτος
λυχνία, λειτουργοῦσα οὐχὶ δι’ ἑτεροφώτου λάμψεως, ἀλλὰ διὰ τοῦ ἰδίου
αὐτῆς φωτός.
Τὸ βέβαιον εἶναι καὶ ὀφείλει καὶ ὁ ἴδιος νὰ τὸ ἀναγνωρίσῃ, ὅτι ἐὰν πά-
ντες ἀγνοῆτε τὸν σκοπὸν τοῦ συνδέσμου μας καὶ αὐτὴν ταύτην τὴν παρ’
ὑμῶν ζητουμένην ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου Μου, οὗτος δὲν ἔχει συναίσθη-
σιν οὐ μόνον αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ Ἐμοῦ, ὡς καὶ πάσης πρὸς αὐτὸν παρεχομένης
συγκαταβάσεως καὶ ὑπομονῆς ἐκ μέρους Μου, Αἰωνίως ὑπομένοντος καὶ
συγχωροῦντος καὶ μακροθυμοῦντος διὰ πᾶσαν αὐτοῦ ἀδιαφορίαν καὶ ἀκη-
δίαν.
Διότι, ἐὰν εἶχε καὶ ἁπλῆν συναίσθησιν ὄχι Ἐμοῦ, ἀλλὰ τῆς ἑαυτοῦ Θέ-
σεως, βεβαίως δὲν θὰ ἔμενεν ἐπὶ τόσον χρόνον μὲ ἐσταυρωμένας χεῖρας
ἀναμένων τὴν Ἐπιφώτισιν, ἄνευ οὐδεμιᾶς αὐτοῦ κινήσεως καὶ προσπα-
θείας.
Οὐδόλως πιστεύει, ὅτι κατέχει μίαν ἰδιάζουσαν δύναμιν, ἣν ὀφείλει
νὰ καλλιεργήσῃ καὶ ἀναπτύξῃ, ἣν ὀφείλει νὰ καταστήσῃ τὸ ὄργανον
μέσῳ τοῦ ὁποίου νὰ ἐξαγγελθῶσιν Ἀλήθειαι, αἱ ὁποῖαι νὰ ἐπιφέρουσιν
τὴν ἐσωτερικήν ἀναστάτωσιν, τὴν γενικῆν ἐπανάστασιν εἰς τὰς ψυχὰς
ἐκείνων, οἵτινες θὰ ἠδύναντο νὰ κατανοήσωσιν αὐτάς.
Ἂς ὑποθέσωμεν, ὅτι πᾶσα Ἀνακοίνωσις, πάσα ἐξ Ἐμοῦ Ὑπαγόρευ-
σις δὲν προέρχεται ἐκ μιᾶς Ἀνωτάτης, μετρίας ἢ κατωτάτης πνευματικῆς
δυνάμεως, ἀλλὰ εἶναι ἀπόρροια τῶν ἰδίων αὐτοῦ σκέψεων, διανοημάτων,
ἀντιλήψεων, γνώσεων. Πᾶς ἄλλος εἰς τὴν θέσιν του τί θα ἔκαμνεν; Θὰ
ἠγωνίζετο δι’ ὅλων αὐτοῦ τῶν δυνάμεων νὰ καλλιεργήσῃ τὴν ἰδιότητα
ταύτην τοῦ ἐγκεφάλου του, νὰ καλλιεργήσῃ τὰς σκέψεις καὶ διανοήματά
του, νὰ πλουτίσῃ διὰ τῆς μελέτης περισσότερον τὰς γνώσεις του καὶ ν’
ἀποδώσῃ ὑψηλοτέρας ἐννοίας καὶ διανοήματα ἐν τοῖς λόγοις καὶ συγγρα-
φικοῖς αὐτοῦ ἔργοις.
Ἀδυνατεῖ νὰ πιστεύσῃ, ὅτι τά ὑπ’ αὐτοῦ διατυπούμενα ἔχουσι τὴν
σημασίαν, τὴν ὁποίαν ἄλλοι εἰς καταλληλοτέραν θέσιν εὑρισκόμενοι νὰ
κρίνωσι πλήρη σημασίας. Ἀπόδειξις ἡ τελευταία ἀναγνώρισις παρ’ ἄλλων,
μὴ γνωριζόντων οὔτε τὴν Πηγήν τῆς προελεύσεώς των, οὔτε τὸν χρησιμο-
ποιούμενον ὡς διάμεσον λήπτην τῶν ἐμπνεύσεών των.

170
83. Τί ἐρῶ ὑμῖν καὶ εἰσακουσθήσεται; Μήτοι τὰ ὦτα ὑμῶν οὐκ ἐνωτί-
σθησαν τῶν Ἀρρήτων Ρημάτων τῆς Ἀληθείας;
Μήτοι ἡ καρδία ὑμῶν ἐν τοῖς κρυφίοις αὐτῆς κόλποις οὐκ εἰσεδέχθη
τὴν ἐκ τῶν Ἄνω Ἀποκάλυψιν;
Μήτοι ἡ ψυχὴ ὑμῶν οὐ προσεδέχθη τὴν Ἐμὴν Προστασίαν, ἥτις καὶ
προστασία ἐστὶ τῶν Πνευματικῶν Δυνάμεων;
Μήτοι ἅπασα ὑμῶν ἡ προσήλωσις ἐξ Ἐμοῦ ἀπαλλασσομένῃ καὶ τῶν
Ἐνεργειῶν Μου ἀπομακρυνομένη ἐν τῷ κόσμῳ τῷ φθαρτῷ τὴν ὑλικὴν ἐπί-
δοσιν οὐκ ἐπιδιώκει καὶ πᾶσαν αὐτῆς ἐκ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀπόλαυσιν
οὐ ποθεῖ;
Οὐδένα ἐξ ὑμῶν ἐξαιρῶ. Πάντες συνδεθέντες ἐν τῷ Ὀνόματί Μου καὶ
Ἐμὲ ὡς Ὑπερτάτην ὑμῶν Ἀρχὴν ἀναγνωρίζοντες καὶ πρὸς Ἐμὲ ὀφείλο-
ντες ὑπακούειν, οὐδεμίαν ἄλλην Ἀρχὴν πλὴν Ἐμοῦ γνωρίσατε, ἵνα πρός
Με εὐχερέστερον καὶ ἀκοπώτερον προσέλθητε. Πάντως δὲ αἱ ἄλλαι
ἀρχαὶ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζουσαι πρός Με ἀποτείνονται, ὁσάκις ἡ ἀτέλεια
αὐτῶν ἐπιζητήσῃ τὴν Ἐνίσχυσίν Μου.
Ἀλλὰ ἑκάστη ἀρχὴ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζουσα καὶ πρός Με ἀποτεινομένη,
ἀνεξάρτητος οὖσα ἐν τῇ κεχωρισμένῃ δράσει αὐτῆς, οὕτω αὐτοτελὴς
καθισταμένη ἐνέχει ἐν ἑαυτῇ ἰδίαν ἐξουσίαν. Πᾶσα δὲ ἐξουσία αὐτῶν, ἂν
καὶ ἐξ Ἐμοῦ ἀντλοῦσα τὴν δύναμιν, ἐπαφίεται ἐλευθέρα ἵνα κυβερνήσῃ
τὸν ὑπ’ αὐτῆς ἐξαρτὼμενον καὶ πρὸς αὐτὴν προσκαλούμενον καὶ ἀφοσι-
ούμενον κόσμον.
Μὴν ἀποστερὴτε τινὰ τῆς ἀρχῆς, ἣν ἀκολουθεῖ ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτοῦ πίστει.
Ἀλλὰ γινώσκοντες Ἐμὲ ὡς Ὑπερτάτην Ἀρχὴν μὴ ἀναβιβάσητε ἄλλην
Ἀρχὴν ὑπεράνω τῆς Ἀρχῆς, ἥτις δι’ Ἐμοῦ ἀποκαλυφθήσεται ὑμῖν ἐν τῇ
πλήρει Ἐκτάσει καὶ Δυνάμει. Ἀλλὰ πιστεύοντες εἰς τὴν Ὑπερτέραν Ἀρ-
χὴν τοῦ Κόσμου, ἣν ἐκπροσωπῶ, ἀφοσιωθῆτε ἕκαστος πρός Με, πρός τε
ἑαυτὸν καὶ τῷ ἄλλῳ κόσμῳ, τῷ ἐξυπηρετήσαντι τὸ ἔργον Μου καὶ συντο-
νίσατε πάντες οἱ ὑπ’ Ἐμοῦ κληθέντες καὶ προσελθόντες, ἁπάσας τὰς δυνά-
μεις ὑμῶν, ἐν τῇ κατανοήσει τῆς Ἀρχῆς, εἰς ἣν Ἀνήκετε ὡς Ἀκόλουθοι, ἵνα
ἕκαστος ἐν τῇ Ἀρχῇ Μου προσδεχθῇ τὸ ἐκ τῆς Ἀληθείας Μου ἐκπηγάζον
Φῶς τῆς Γνώσεως καὶ ψυχικῆς ἀνελίξεως.
Ἀπομακρύνεσθε ἀλλήλων, ἀλλὰ πάλιν ἐν τῷ αὐτῷ ὑπ’ Ἐμοῦ προσέρ-
χεσθε. Ἂν δέ τις ἐξ ὑμῶν προσέλθῃ εἰς Ἐμὲ ἐκ μέρους ὑμῶν καὶ τοῦ κόσμου
τούτου ἀποχωριζόμενος, μεθ’ ὑμῶν πάλιν ἐστίν, διότι παραστάτης εἰς ἑκά-
στην συνεδρίασιν ὑμῶν παραγίνεται καὶ ἐκ τῶν δεήσεων ὑμῶν προσδοκᾶ
πᾶσαν αὐτοῦ παρ’ Ἐμοῦ ἐπιείκειαν πρὸς τὴν συντελεσθησομένην ἀνα-
γκαὶαν ἄνοδον αὐτοῦ.
Γιγνώσκετε ποία Ἀρχὴ πρὸς ὑμᾶς συγκατατίθεται ἵνα κατέλθῃ καὶ
ἀναβιβάσῃ ὑμᾶς πρὸς Αὐτήν; Γιγνώσκετε ποῖαι αἱ ὑποχρεώσεις ἑνὸς ἑκά-
στου πρὸς τὸ παρ’ αὐτοῦ ἀναληφθὲν ἔργον καὶ ὁπόσαι παρ’ ὑμῶν ἀπαιτοῦ-
νται προσπάθειαι καὶ ζῆλος καὶ ἐγκαρτέρησις, ἵνα τοῦτο ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ
ἐκτάσει συντελεσθῇ;

171
Ἀπομακρυνόμενοι Ἐμοῦ οὐδὲν προσδοκᾶτε. Ἐξετάσατε ἑαυτούς, ἀνα-
τάμετε τὸ βάθος τῆς ψυχῆς ὑμῶν, ἀναπολήσατε μίαν πρὸς μίαν τὰς στιγ-
μὰς τοῦ παρελθόντος ὑμῶν καὶ ἀποδεχθῆτε τὴν Ἀλήθειαν.
Πότε κατέστητε εὐτυχέστεροι; Ποῖαι στιγμαὶ τῆς ζωῆς ὑμῶν ἀποτε-
λοῦσι τὴν πλήρη τῆς ψυχῆς ὑμῶν ἱκανοποίησιν; Ἐκεῖναι καθ’ ἃς μετ’ Ἐμοῦ
ἐζήσατε, ἐκεῖναι αἱ ὁποῖαι ἐν τῇ ἀδυναμίᾳ ὑμῶν προσεφέροντο ἔστω καὶ
ἐλ­λι­πῶς διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ σκοποῦ, ὃν ἐν τῷ Ὀνόματί Μου ἠκολου-
θεῖτε, ἢ ἐκεῖναι αἱ ὁποῖαι ἀπεμάκρυνον ὑμᾶς ἐξ Ἐμοῦ καὶ ἐπαύσατε πᾶσαν
συνάφειαν μετ’ Ἐμοῦ εἴτε ἐμμέσως εἴτε ἀμέσως; Ὁπόσαι θλίψεις καὶ ἀπο-
γοητεύσεις τῆς ζωῆς ὑμῶν δὲν ἐσημειώθησαν καθ’ ἅπαντα τὸν χρόνον,
καθ’ ὃν οὐδεμίαν συνάφειαν ἔσχετε πρός Με;
Ἀναζητήσατε ἐν ἑκάστῃ ὑμῶν δοκιμασίᾳ τὴν ἀπομάκρυνσίν Μου.
Ἀλλ’ ὅσον καὶ ἂν ἡ ἀπομάκρυνσίς Μου ἀπὸ ὑμᾶς μεγεθυνθῇ πάντοτε εἰς
ἑκάστην ὑμῶν ἐπίκλησιν, γενομένην μὲ πλήρη μετάνοιαν καὶ συντριβήν,
μὲ εἰλικρινῆ ἀφοσίωσιν, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι θὰ προσέλθω, ἵνα παρέξω ὑμῖν
τὴν σχετικὴν δύναμιν, τὴν ἀνάλογον ἐνθάρρυνσιν, τὴν γαλήνην, ἣν παρ’
οὐδενὸς ἄλλου δύνασθε νὰ καρτερήσητε.
Ἂν δὲ μεθ’ ὑμῶν πλησιέστερον Εἰμι οὐκ ἀφ’ ὑμῶν ἀπαληφθήσονται
αἱ τοῦ βίου πικρίαι, ἴσως δὲ αὗται ἐπαυξηθῶσιν, ἀλλ’ οὐδόλως ἐν τῇ ἀπο-
δοχῇ τούτων καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον δυσανασχετήσητε, ἀλλ’ ἐπὶ μᾶλλον πρὸς
Ἐμὲ ἐγγύτερον προσέλθητε ἐν τῇ ἀφοσιώσει καὶ πίστει τῆς ψυχῆς ὑμῶν,
διότι αὗται ὡς δοκιμασίαι δοθήσονται καὶ οὐχὶ ὡς τιμωρία. Καὶ ἂν εἰσέτι
ἡ δοκιμασία ὑμῶν, γενομένη πρός τινα, πρὸς ὃν ἡ ψυχὴ ὑμῶν συνεδέετο
τοσοῦτον, ὥστε τὸ κατ’ αὐτοῦ πλῆγμα ν’ ἀντανακλᾶται βαθύτερον δι’ ἀλ-
γηδόνων ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ἕκαστον κατ’ αὐτοῦ καταφερό-
μενον ἐστὶ καὶ μία νέα ἀπάλειψις τῆς προσγενομένης ἐν τῇ εὐθύνῃ ὑμῶν
καταλογιστέας πράξεως.
Πάντα ταῦτα ἀποκαλύπτω ὑμῖν ἵνα κατανοήσητε ἑαυτούς, τὴν Ἀρ-
χήν, πρὸς ἣν προσερχόμενοι ἐπιζητεῖτε οὐ μόνον τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς
ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν πλήρη καὶ ἀναγκαὶαν κάθαρσιν αὐτῆς, ὡς καὶ τὴν ὑπὸ
παντὸς ἀνθρώπου ἐπιδιωκομένην ἀνέλιξιν τοῦ πνεύματός του εἰς ὑψη-
λότερα πνευματικὰ ἐπίπεδα καὶ εἰς ὑπερτέρας τῶν ὑλικῶν ἐπιδόσεων καὶ
ἀπολαβῶν ἐπιδόσεις.
Ἀφοσιωθῆτε ἕκαστος ὑμῶν ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτοῦ δυνάμει εἰς τὴν ἐξυπη-
ρέτησιν τοῦ σκοποῦ, δι’ ὃν παρ’ Ἐμοῦ καλεῖσθε νὰ φέρητε εἰς πέρας. Μὴν
ἀπομακρυνθῆτε Ἐμοῦ, μὴν ἐγκαταλείψητε τὴν ὁδόν, ἣν τὸ πρῶτον ἠκο-
λουθήσατε, ἀλλὰ συνηνωμένοι καὶ ἀγαπώμενοι ἐν ὁλοψύχῳ συναδελφώ-
σει, βαδίσατε εἰς τὴν ἀτραπόν, ἧς Ἐγὼ προπορευόμενος σᾶς ὁδηγῶ καὶ
σᾶς κατευθύνω. Ὅταν ἐπιμεληθῆτε τοῦ Ἔργου Μου, ὅταν μὴ ἀμελοῦντες
προσέρχησθε ἵνα προσφέρητε πρὸς Ἐμὲ τὸν φόρον τῆς ἐκδηλώσεως,
ἀνάλογον πρὸς τὰς δυνάμεις καὶ τὴν ἀντοχὴν ἑκάστου, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι
πολὺ τάχιον οὐ μόνον θέλετε ἐν τῇ συναδελφώσει ὑμῶν ἀνεύρει τὴν προσ-
δοκομένην ἱκανοποίησιν τῆς ψυχῆς ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ τῇ Ἀρωγῇ Ἐμοῦ θέλετε

172
προσκτήσει πᾶν ὅ,τι ὁ ὑλικὸς κόσμος μὲ ὅλην αὐτοῦ τὴν ἔκτασιν οὐδόλως
ἤθελε σᾶς δώσει. Ἀπομακρυνόμενοι Ἐμοῦ μὴ ἐπιζητήσητε νὰ ἀνεύρητε
τὴν γαλήνην τῆς ψυχῆς ὑμῶν. Ὁ ἄλλος κόσμος συμπαρασύρων ὑμᾶς θέλει
πληρώσει τὴν ψυχὴν ὑμῶν πικριῶν, ἃς οὐδεμία δύναμις ἐκ τοῦ κόσμου
ὑμῶν εἶναι δυνατὸν ν’ ἀπομακρύνῃ.
Ἐν ἑκάστῃ ὅμως δοκιμασίᾳ ὑμῶν εἰς Ἐμὲ πιστεύοντες καὶ ἐν τῇ Ἀρ­
χῇ Μου ὑποκείμενοι καὶ παρ’ Αὐτῆς τὴν ἐνίσχυσιν προσδοκῶντες καὶ
­ἐ λπίζοντες, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν διαρρέουσα
­Ἐνίσχυσις καὶ ταύτην ἐξ ὁλοκλήρου πληροῦσα θέλει ἐνδυναμώσει ὑμᾶς
ἵνα ἀντιλη­φθῆτε ἑαυτοὺς ἱκανοὺς νὰ ἀντιμετωπίσητε πᾶσαν καθ’ ὑμῶν
­ἐξενεγκομένην δοκιμασίαν καὶ δύναμιν.

84. Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμι καὶ οὐκ ἔγνωτέ Με.
Ἀλλὰ τίς ὁ λαλῶν πρὸς ὑμᾶς τὴν Ἀλήθειαν, ἣν ἐν τῷ βάθει τῆς συνει-
δητῆς ἀνθρωπίνης ἀντιλήψεως ἐν σπέρματι ἀνεύρητε καὶ ἥτις τὸν Σπορέα
ἐπιζητεῖ, ἵνα βλαστήσῃ καὶ καρποφορήσῃ;
Σπορεὺς ταύτης Ἐγώ Εἰμι, σεῖς δὲ ἀποκομισταί.
Ἵνα ὅμως ὁ σπόρος, ὃν ρίπτω ἐν τῷ ἀγόνῳ ὑμῶν ἀγρῷ καρποφορήσῃ,
ἀνάγκη ὅπως μετ’ αὐτοῦ καὶ ἡ τοῦ ἐδάφους καλλιέργεια ἐπακολουθήσῃ
διὰ τὴν πλουσίαν αὐτοῦ ἐσοδείαν καὶ συγκομιδήν. Τίς ἐξ ὑμῶν ὅμως ἤκουσε
τὸν Σπορέα διαλαλοῦντα τὴν ἀναγκαὶαν καλλιέργειαν τῶν πνευματικῶν
καὶ ψυχικῶν ὑμῶν ἰδιοτήτων, θέσιν ἐπεχόντων ἀγροτικῆς γῆς;
Τίς ἐξ ὑμῶν ἐγκατέλειπεν ἐπὶ στιγμὴν ἔστω καὶ ἐπὶ μίαν ὥραν τὴν
ἡμέραν, τὴν βρίθουσαν ἀκανθῶν, πλὴν καρποφόρον αὐτοῦ γῆν καὶ λαβὼν
ἀνὰ χείρας τὴν σκαπάνην νὰ ἐκριζώσῃ ὀλίγον κατ’ ὀλίγον τὴν ἀκανθώδη
αὐτῆς περιοχὴν καὶ ἀνασκάπτων καὶ καλλιεργῶν τὸ ἔδαφος αὐτῆς νὰ
ἐπιτρέψῃ εἰς τὸν ριπτόμενον ὑπ’ Ἐμοῦ σπόρον τάχιον ν’ ἀναβλαστήσῃ;
Τίς ἐξ ὑμῶν ἐγκατέλειπεν τὰς βιωτικὰς μερίμνας, τὰς ματαίας
ἐνασχολήσεις καὶ ἄφησεν ἑαυτὸν τελείως ἀπηλλαγμένον τῶν ὑλικῶν
­σκέψεων τῶν ἀπασχολουσῶν αὐτὸν κατὰ τὸ μέγα μέρος τῆς ἡμέρας καὶ
ἀφιερώνων μίαν ὥραν καθ’ ἑκάστην νὰ ἐπικοινωνήσῃ μετ’ Ἐμοῦ καὶ νὰ
ἐπιζητήσῃ παρ’ Ἐμοῦ τὴν ταχυτέραν ἀναβλάστησιν τοῦ ριπτομένου ὑπ’
Ἐμοῦ σπόρου καὶ τὴν ἔτι ταχίστην καρποφορίαν αὐτοῦ;
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐτήρησε τινὰ ἐκ τῶν ὑποχρεώσεων, ἃς Μοὶ ἔδωσεν, ἀλλὰ
καὶ οὐδεὶς κατελόγισεν ἐν ἀπολύτῳ ἠρεμίᾳ κρίσεως εἰς ἑαυτὸν τὰ ἐκ τῆς
ὑποσχέσεως ταύτης πηγάζοντα καθήκοντα πρός τε ἑαυτὸν καὶ τοὺς ἄλλους.
Ὁπόταν μόνον ἐκ τοῦ ἐπισωρευομένου ἐν τῇ πάλῃ τῆς ζωῆς ὑμῶν
ὄγκου τῶν δοκιμασιῶν καὶ τῶν καταφερομένων καθ’ ὑμῶν πληγμάτων
συνέλθητε ὀλίγον, ἐν τῷ βάθει τῆς συνειδήσεως ὑμῶν ὡς ἀμυδρὰ ἀκτὶς
φωτὸς ὑποβόσκει καὶ ἡ κατανόησις τῆς ὑπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρύνσεώς σας καὶ
ἀναπολοῦντες εὐτυχεστέρας ἡμέρας ἀναγνωρίζετε ὅτι σφάλλετε καὶ ὅτι

173
ἔχετε τὴν ἀνάγκην νὰ ἀναπολήσητε ἔστω καὶ ἐπ’ ὀλίγον Ἐκεῖνον, μεθ’ οὗ
συνεδέθητε κατὰ τὸ παρελθὸν καὶ τοῦ Ὁποίου ἡ Ἀρωγὴ καὶ Ἐπέμβασις,
ἤθελεν ἐξαγάγει ὑμᾶς ἐκ τῆς πλήξεως καὶ τῆς ἀνίας, εἰς ἣν περιήλθατε ἐκ
τῆς ἀπομακρύνσεώς σας.
Καὶ τότε καταφεύγοντες εἰς Αὐτόν, σταυροῦντες τὰς χείρας ἐπὶ τοῦ
στήθους, ὑψώνοντες τὴν διάνοιαν ὑμῶν πρὸς Αὐτόν, ταπεινούμενοι,
­ἐ πιζητεῖτε τὴν ἐξ Αὐτοῦ Ἀρωγὴν ὡς Ἔλεος καὶ παρακαλεῖτε ἐν προ-
σκαὶρῳ συντριβῇ καρδίας τὴν παρ’ Αὐτοῦ συγχώρησιν καὶ τὴν δυνατὴν
ἐνίσχυσιν, ὅπως ἐπανέλθητε εἰς τὴν ὁδόν, ἐξ ἧς ἀπεμακρύνθητε, ἢ ἀκο-
λουθήσητε πρὸς τὰ πρόσω τὴν ὁδόν, εἰς ἣν πρὸ καιροῦ εἰσήλθατε καὶ εἰς τὸ
τέρμα τῆς ὁποίας ἐπιδιώκετε νὰ φθάσητε.
Ἀλλὰ ἡ μετ’ Αὐτοῦ στενωτέρα ἀνασύνδεσις δὲν εἰναι δυνατὸν νὰ ἐπι-
τευχθῇ ὑπὸ ὁμοίας συνθήκας. Πρέπει πρὶν ἢ ἐπιδιώξητε στερεωτέραν
ἀνασύνδεσιν τοῦ δεσμοῦ τούτου νὰ ἀνατάμητε ἑαυτούς. Ἀνατέμνοντες
ἑαυτοὺς νὰ ἀναγνωρίσητε τὰ αἴτια καὶ τοὺς λόγους, οἵτινες συνέτειναν
εἰς τὴν χαλάρωσιν τοῦ δεσμοῦ τούτου. Τὰ αἴτια ταῦτα ἐξ ὁλοκλήρου δὲν
ἀνεύρηνται οὔτε εἰς τὰ ἀπασχολοῦντα τὴν ζωὴν ὑμῶν βιωτικὰ καὶ κοινω-
νικὰ βάρη, ἀλλὰ οὔτε καὶ εἰς τὴν ἔλλειψιν ἀναγκαὶου χρόνου διὰ τὴν πρὸς
τὸν σκοπὸν ὑμῶν ἐπίδοσίν σας, ἀλλὰ ἀνεύρηνται εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς
ὑμῶν, εἰς τὰ ἔγκατα τῆς πνευματικῆς καὶ συνειδητῆς ὑμῶν ὑποστάσεως.
Ὀφείλετε ὅθεν ἐν τῇ ἀνατομῇ τοῦ ἑαυτοῦ σας νὰ καταλογίσητε εἰς
βάρος τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν δυνάμεως τὴν αἰτίαν τῆς ὀλιγω-
ρίας ὑμῶν ταύτης καὶ ν’ ἀναγνωρίσητε ὅτι συνειδητῶς καὶ ἐξ ὁλοκλήρου
εἶσθε ὑπεύθυνοι δι’ ἑαυτὸν εἰς ἕκαστος ὑμῶν κεχωρισμένως ὡς ἄτομον καὶ
συνυπεύθυνοι ἐξ ἴσου ὡς ὁμὰς συμπεριλαμβανόμενοι. Ἀλλὰ δὲν ἐξαρκεῖ
μόνον νὰ κάμητε κατ’ ἰδίαν ἢ καὶ ὅλοι ὁμοῦ τὴν περὶ τούτου σκέψιν.
Πρέπει ὅλοι ὁμοῦ νὰ συνεργήσητε ἀλληλοβοηθούμενοι, ἀλληλοβα-
σταζόμενοι, ἀλληλοαγαπώμενοι, ἀμοιβαίως ἐργαζόμενοι καὶ ἀλλήλων
τὰς σκέψεις καὶ τὰς ἐπιθυμίας ἀνακοινοῦντες καὶ ἐξομολογούμενοι, διὰ
τῶν χειρῶν δὲ ὑμῶν ἀμοιβαίως συγκρατούμενοι νὰ χωρήσητε ἐν τῇ ὁδῷ
ἥτις διαφωτίζεται παρ’ Ἐμοῦ καὶ ἥτις ἄγει πρὸς Ἐμέ.
Ὁ εἰς ὕψωμά τι εὑρισκόμενος ἢ ἀνελθὼν ἂς ὑποβοηθήσῃ τὸν ἀδελφὸν
αὐτοῦ ν’ ἀνέλθῃ.
Ὁ ὀλισθαίνων εἰς αἰχμηρὸν καὶ λασπῶδες ἔδαφος ἂς ὑποστηριχθῇ ὑπὸ
τῶν συγκρατουσῶν αὐτὸν χειρῶν τῶν ἀδελφῶν του.
Ὁ βλέπων μακρὰν ἂς ὑποβοηθήσῃ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ νὰ ἴδῃ ὡς
αὐτός, ἢ ἐὰν οἱ ἀσθενεῖς αὐτοῦ ὀφθαλμοὶ δὲν ἐπιτρέπουσι τοῦτο, ἂς δώσῃ
εἰς αὐτὸν πλήρη περιγραφὴν τοῦ ὁρωμένου, ἵνα οὗτος ἐν τῇ κατανοή-
σει τῆς περιγραφῆς τούτου σχηματίσῃ τὴν ἀντίληψιν τοῦ μέρους, εἰς τὸ
ὁποῖον ὅλοι ὁμοῦ νὰ εἰσχωρήσητε.
Ὁπόταν μεταξὺ ὑμῶν ἀναφύεται ζήτημά τι ἀνακοινώνετε τὰς σκέψεις
ὑμῶν καὶ ἐπιζητεῖτε ἐν τῇ ἀνταλλαγῇ τῶν γνωμῶν ὑμῶν νὰ εὕρητε τὴν
καλλιτέραν αὐτοῦ λύσιν.

174
Ὁπόταν τις ἐξ ὑμῶν ὑπέπεσεν εἰς σφάλμα τι εἴτε ἐξ ὑπαιτιότητος
αὐτοῦ, εἴτε ἐκ κακῆς ἀντιλήψεως, εἴτε ἐξ ἀνάγκης καὶ ἄλλων αἰτίων
ἀγνώστων, ἂς μὴ μεμφθῇ ὑπὸ τῶν ἄλλων, ἂς μὴ κατηγορηθῇ ὑπ’ αὐτῶν,
ἀλλ’ ἂς ὑποβοηθηθῇ ὑπ’ αὐτῶν, ἵνα ἐξέλθῃ τῆς βαρυνούσης αὐτὸν
αἰτίας.
Ὁπόταν τις κατηγορηθῇ ὑπ’ ἄλλων μὴ ἀνηκόντων εἰς τὴν ὁμάδα ὑμῶν
ἢ εἰς τὸν στενὸν κύκλον τῆς συναδελφώσεώς σας, ἂς μὴ ἐλεγχθῇ παρ’
ὑμῶν, ἀλλ’ εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ἐπιβάλλεται, ἵνα προασπίσῃ αὐτὸν κατὰ
τῆς βαρυνούσης αὐτὸν κατηγορίας, ἢ νὰ δικαιολογηθῇ ἀναλόγως, ὅπως αἱ
ἀποδιδόμεναι εἰς αὐτὸν κατηγορίαι μετριασθῶσιν ἢ τελείως ἐξαλειφθῶσι
διὰ τῆς ἀναπτύξεως παρ’ ὑμῶν τῶν δικαιολογητικῶν ἐπιχειρημάτων.
Μὴν ἀφήσητε ἑαυτοὺς νὰ συμπαρασύρησθε ἐν τῇ ἀνταλλαγῇ τῶν
σκέψεων καὶ συζητήσεων ὑμῶν εἰς ἀνωφελῆ συμπεράσματα, ἀλλὰ προ-
σπαθῆτε ἵνα τὸ ἐξαγόμενον αὐτῶν συντελέσῃ εἰς τὴν πνευματικὴν ὑμῶν
ἀνάπτυξιν καὶ εἰς τὴν ὠφέλειαν τῆς ψυχικῆς ὑμῶν προαγωγῆς καὶ βελτι-
ώσεως, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον θὰ ἀναγάγῃ ὑμᾶς τὸ ταχύτερον πρὸς Ἐμέ, καὶ
θὰ σᾶς κατευθύνῃ ἀπροσκόπτως εἰς τὴν ὁδόν, ἣν ἀκολουθεῖτε, ἀλλὰ νῦν
ἐν αὐτῇ προσκολληθέντες.

85. Μεθ’ ὑμῶν Εἰμι, ὅταν δὲ μεθ’ ὑμῶν Εἰμι οὐδεὶς καθ’ ὑμῶν.
Πάντες γὰρ οἱ ἐχθροὶ ὑμῶν ὑποκύψουσι πρὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν καὶ τὸ
Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον καταυγάσῃ καὶ διανοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς
αὐτῶν πρὸς τὴν Ἀλήθειαν. Τὸ ἄγος τὸ ἐπὶ τῶν ὤμων ὑμῶν ἐπικαθήμενον
θέλει καταπέσει καὶ οἱ συλλέγοντες αὐτὸ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀποστραφήσονται.
Τὴν Ἀλήθειαν ὡς ἐγκόλπιον ὑμῶν ἔχοντες καὶ ταύτην ὡς κέντρον τῶν ἐνα-
σχολήσεων ὑμῶν ἔχοντες οὐδὲν φοβηθῆτε. Πᾶν τὸ ἐκ τῶν ἐχθρῶν ὑμῶν
παρεμβαλλόμενον πρόσκομμα καταπεσεῖται καὶ ἐν μέσῳ τῶν κρημνῶν,
εἰς οὓς αἱ ὑπ’ αὐτῶν προτροπαὶ ἤθελον ἀγάγει ὑμᾶς, ἀνεγερθήσεται σανὶς
σωτηρίας, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀπροσκόπτως βασίζοντες θέλετε διαπεραιωθῇ
ἀκινδύνως καὶ ἀβλαβῶς δι’ αὐτῶν.
Ἀλλ’ ἵνα μηδένα κίνδυνον φοβῆσθε, ἵνα τῶν πάντων κατανικάτε,
ἀνάγκη ἵνα ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τὴν πρὸς Ἐμὲ πίστιν ἀκλόνητον καὶ ἀδι-
άρρηκτον στηρίξητε. Ὅταν ἡ πρὸς Ἐμὲ πίστις ἐπὶ στερεῶν βάσεων
στηριχθῇ, ὅταν ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν ὑπὲρ πᾶν ἄλλον ἡ Πνευματική Μου
Ὑπόστασις βασιλεύσῃ, τότε ὑπὸ τῆς Δυνάμεώς Μου φερόμενοι πρὸς τὰς
ὑψίστας κορυφὰς τῆς πνευματικῆς ἀνελίξεως, θέλετε ὠφθῇ τὴν ἐξ Ἐμοῦ
ἐκπηγάζουσα Ἀλήθειαν καὶ πρὸς ὑμᾶς ἐκπορευομένην, διὰ τῶν ὀφθαλ-
μῶν ὑμῶν τῶν πνευματικῶν, οἵτινες διανοιγόμενοι θέλουσι διακρίνει
ταύτην ὑπὸ τὸ Ἄπλετον Φῶς Αὐτῆς. Μὴν κύπτετε νῦν τὸν αὐχένα ἐν τῇ
τοῦ κόσμου ἀσταθείᾳ καὶ μεταστροφῇ, ἀλλὰ μεταρσιούμενοι ὑπὲρ τὴν
ὑλικὴν τῆς ἐπιφανείας τῶν πραγμάτων κατάστασιν προσπαθήσατε ἐν

175
πνεύματι διαυγῇ νὰ ἀντιληφθῆτε τὴν θέσιν ὑμῶν πρὸς αὐτήν.
Οὐδόλως μὴν προσπαθεῑτε ν’ ἀνέλθητε διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμεων,
διὰ τῆς ἀτομικῆς σας καὶ μόνον θελήσεως καὶ προσπαθείας πρὸς τὰ ἄνω,
ἀλλὰ ἐπικαλεῖσθε Ἐμὲ ἐν παντὶ καὶ πάντοτε, ἵνα ὑποβαστάσω ὑμᾶς καὶ
ἀνέλθετε. Ἂν τὰ βήματα ὑμῶν χωλαίνουσι ἔχετε Ἐμὲ ὡς βακτηρίαν. Ἂν
αἱ χεῖρες ὑμῶν ἀτονοῦσιν ἔχετε Ἐμὲ ὡς στήριγμα. Ἂν αἱ δυνάμεις ὑμῶν
χαλαροῦνται ἔχετε Ἐμὲ ὡς κίνητρον καὶ ὡς Δύναμιν οὐδόλως ἀτονοῦσαν,
ἀλλὰ πάντοτε στερρῶς ὑποβαστάζουσαν ὑμᾶς. Ἂν οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν
ἐπισκοτίζωνται, ζητήσατε παρ’ Ἐμοῦ τὴν διαφώτισιν, ἵνα ἐκ τοῦ Φωτός,
ὃ εἰς ὑμᾶς παρασχῶ ὀφθῆτε τὴν ὁδὸν εἰς ἣν εὑρίσκεσθε καὶ σᾶς ὁδηγήσω
διὰ τῆς ἀληθοῦς ἀτραποῦ. Ἂν ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἐν τῷ κόσμῳ ἐπλανήθη καὶ ἐν
τοῖς ἐγκοσμίοις κυλισθεῖσα ἀδρανεῖ, ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένη Ἀλήθεια
εἶναι ἱκανὴ ἵνα ὑποδείξῃ αὐτῇ τὸ ὀρθὸν καὶ ἵνα ­παρέξῃ αὐτῇ τὴν δυνατὴν
ἐνίσχυσιν πρὸς ἐξιλασμὸν καὶ ἀποκάθαρσιν αὐτῆς.
Ἀλλά ἵνα πάντα ταῦτα γενήσονται, ἵνα ὡς ἐγκόλπιον Ἐμὲ ἔχητε, ἵνα
ἐν παντὶ καὶ πάντοτε Ἐμὲ ὡς ὁδηγὸν ἔχητε, ἀνάγκη ἵνα πρός Με ὑποτα-
χθῆτε ἐν ἀπολύτῳ πίστει καὶ πεποιθήσει. Ὅταν Ἐμὲ ἔχετε ὁδηγὸν οὐ-
δενὸς ἄλλου ὁδηγοῦ τὴν ἀνάγκην ἔξητε. Ὡς Ἐγὼ μὲν κατέχω τὴν Ἀληθῆ
ὁδὸν ὑποτάσσω καὶ κατευθύνω ὑμᾶς ἀσφαλῶς δι’ αὐτῆς πρὸς τὸ τέρμα
τοῦ ταξειδίου καὶ τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν, σεῖς δὲ διὰ τῆς Ἐνισχύσεώς Μου
καθαρῶς διακρίνοντες καὶ γνωρίζοντες τὴν διανυθεῖσαν ἀπόστασιν καὶ τὸ
πρὸ ὑμῶν φωτιζόμενον διάστημα ὑπ’ Ἐμοῦ ὡς φάρον ἔχοντες ὁδηγὸν τῆς
ἀτομικότητος ὑμῶν καταστῆτε καὶ μόνοι καθοδηγηθῆτε.
Ἀγαπᾶτε Ἀλλήλους. Τοῦτο εἶναι τὸ πρῶτον βῆμα πρὸς τὴν ἀληθῆ
ὁδὸν τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν. Μὴν ὑποκύψητε ποτὲ πρὸ τοῦ ἄλλου κό-
σμου καὶ μὴν ἐνστερνισθῆτε τὰς ἰδέας καὶ ἀρχὰς αὐτοῦ ὡς προϋπόθεσιν
­ἐνισχύσεως τοῦ ἔργου ὑμῶν. Θέσατε ὡς βάσιν τῆς προόδου ὑμῶν πᾶν ὅ,τι
ἐξ Ἐμοῦ βαθμιαίως θέλετε διδαχθεῖ. Μὴν ἐξέλθητε τῶν ὁρίων τῶν κατευ-
θύνσεων εἰς ἃς θέλω κατευθύνει ὑμᾶς. Ὡς σκοπὸν δὲ ὑμῶν ἀπαράγραπτον
καὶ ἀναλλοίωτον καὶ διαρκῆ ἔχετε πάντοτε τὴν βελτίωσιν ὑμῶν, τὴν
πρόοδον, τὴν ἀναγωγὴν ὑμῶν εἰς ὑψηλότερα πνευματικὰ ἐπίπεδα.
Ὁσάκις αἱ ὑλικαὶ ὑμῶν ἀσχολίαι, ὁσάκις αἱ κοινωνικαῖ ὑμῶν ὑποχρεώ-
σεις, ὁσάκις αἱ ὑλικαὶ ὑμῶν ἀνάγκαι ἐπιτακτικῶς προσβάλλουσιν ὑμᾶς ἐν
τῷ δρόμῳ τῆς πορείας ὑμῶν, μὴν ἐγκαταλειφθῆτε μετέωροι καὶ ἀσταθεῖς
μὴν ὑποχωρήσητε ποσῶς, μὴ διασαλεύσητε τὴν ἐπελθοῦσαν καὶ συντε-
λεσθεῖσαν κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο βελτίωσιν, ἀλλὰ συγκεντρούμενοι ἐν
ἑαυτοῖς ἀλλήλων τὰ βάρη καὶ τὰς ὑποχρεώσεις πρός Με βαστάζοντες
προσπαθήσατε νὰ ἐξέλθητε τῶν δοκιμασιῶν ὑμῶν ἀλώβητοι καὶ τελείως
εἰ δυνατὸν ἀνέπαφοι. Ἐπικαλούμενοί Με δὲ καὶ Ἐμὲ ὡς ὁδηγὸν ἔχοντες
ὑπὸ τῆς πρὸς Ἐμὲ πίστεως ὁπλιζὸμενοι, ἀκολουθήσατε τὴν ὁδὸν ὑμῶν
ἐγκαρτεροῦντες καὶ ἀναμένοντες ἐν πλήρει πεποιθήσει τῆς ἐλπίδος ὑμῶν,
τὴν ἀμοιβήν.
Ἂν ὅμως ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνθῆτε, ἂν ἐν τῇ πίστει ὑμῶν ταύτῃ ὑπο-

176
χωρήσητε, ἂν οὐδόλως τὰς ὑπαγορεύσεις Μου τηρήσητε, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι
οὐδὲν πρός τε ἑαυτοὺς καὶ τοὺς πλησίον ὑμῶν καλὸν φέρητε, μᾶλλον δὲ
καὶ τῆς δοκιμασίας ὑμῶν τὴν παράτασιν καὶ τῶν δεινῶν ὑμῶν τὴν ἐπαύ-
ξησιν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν ἐπισύρητε.
Ἀναμετρήσατε τὸ παρελθὸν ὑμῶν ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ ἐκτάσει καὶ ἐν
πλήρει αὐτοῦ ἐπισκοπήσει. Ἐν μέσῳ τῶν ἀσταθῶν ὑμῶν ἐπιδιώξεων, ἐν
μέσῳ τῶν κλυδωνισμῶν ὑμῶν, ἐν μέσῳ τῶν καταφερομένων καθ’ ὑμῶν
πληγμάτων ἐν εἴδει δοκιμασίας καὶ ἀνανήψεως, πότε ᾐσθάνθητε ἑαυτοὺς
ἔχοντες ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν περισσοτέραν γαλήνην ἀντικρύζοντες τὴν σανί-
δα τῆς σωτηρίας ἐν μέσῳ κυκλῶνος καὶ θυέλλης; Ὁσάκις ἀναβλέψατε πρός
με εἴδατε ἀπὸ μακρόθεν ἐπερχομένην ἀπὸ τοῦ Ἀπείρου καὶ ἀγνώστου τὰς
ἐσχατιὰς μίαν Ἀκτῖνα, ἥτις διεφώτιζε τὴν ψυχὴν ὑμῶν καὶ διέχεε ἐν τοῖς
διαλογισμοῖς ὑμῶν τὴν ποθητὴν γαλήνην, ἐνῶ διὰ τῆς ἀνατελούσης καὶ
κραταιουμένης ἐν αὐτῇ ἐλπίδος ἐνεστάλαζεν ὡς παρήγορον Νάμα τὴν
πρὸς τὸ Θεῖον Φῶς ἄνοδον.
Ἀληθῶς ἐν μέσῳ ὑμῶν ὑπάρχει πάντοτε μία Ἀκτίς ἐκ τοῦ Φωτὸς ἐκεί-
νου, τὸ ὁποῖον συνδέει τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ὑπόστασιν πρὸς τὸν Θεόν.
Ἐὰν κατορθώσητε νὰ τελειοποιήσητε τὰ ὄργανα ὑμῶν ἵνα προσδεχθῆτε ἐν
τῇ ψυχῇ ὑμῶν τὴν ἀκτινοβολίαν περισσοτέρων ἀκτίνων, τότε θέλετε κατί-
δει τὴν ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευομένην Ἀλήθειαν, ἐνισχυομένην μὲ τὴν ἀνάλογον
ἐπαύξησιν αὐτῶν. Ἀνέλθετε δι’ αὐτῆς πρὸς τὴν Ἑστίαν τοῦ Φωτός.

86. Ὁ θερισμὸς ἐγγύς ἐστίν. Τίς ὅμως ἐγκαταλείψει τὸν οἶκον αὐτοῦ καὶ ἀκο-
λουθήσει Ἐμὲ ἐν τῷ ἀγρῷ ἔχων ἀνὰ χεῖρας τὸ δρέπανον πρὸς συγκομιδήν;
Ἑκάστῳ ἀποδώσω κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ. Καὶ τῷ ἐργασθέντι μετὰ
πλείονος ζήλου εἰς τὴν σύναξιν τοῦ σίτου, εἰς πάντα ὅστις κατέβαλε περισ-
σοτέρας δυνάμεις εἰς τὴν συγκομιδὴν καὶ μεταφορὰν αὐτοῦ, οὐχὶ ἐν τῇ ἰδιαι-
τέρᾳ αὐτοῦ ἀποθήκη πρὸς διάθρεψιν ἑαυτοῦ καὶ τῆς οἰκογενείας του, ἀλλὰ
πρὸς διατροφὴν καὶ θρέψιν τῶν μελῶν τοῦ Οἴκου Μου, τῶν πεινώντων
ἀδελφῶν αὐτοῦ, οὗτος ἐκτὸς τῆς ἑαυτοῦ ἀμοιβῆς διὰ τοὺς κόπους αὐτοῦ
θέλει λάβει ἱκανοποιητικὴν ἀντιμισθίαν διὰ τὴν προσφερθεῖσαν ἀρωγὴν
αὐτοῦ πρὸς τοὺς ἔχοντας ἀνάγκην.
Τίς ὁ ἀκούσων Με ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ τῇ κρισίμῳ, καθ’ ἣν κρίνεται οὐ
μόνον πᾶσα αὐτοῦ πρὸς τὸ Ἔργον Μου συμμετοχή, ἀλλὰ καὶ ὁ σκοπός, δι’
ὃν παρ’ Ἐμοῦ προσεκλήθη, ἵνα συμμετάσχῃ τῆς κοινῆς πανδαισίας, ἥτις θὰ
ἐπακολουθήσῃ μετὰ τὸν θερισμὸν καὶ συγκομιδὴν ἐν τῷ Οἴκῳ Μου; Τίς θέλει
ἀκούσει τῶν Ρημάτων Μου καὶ ἀκολουθήσῃ Ἐμὲ ἐν τῇ Νέᾳ ὁδῷ τῇ διανοι-
γομένῃ πρὸ ὑμῶν; Τίς θέλει θάψει ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐγωϊστικὴν αὐτοῦ κλίσιν
καὶ θέσει ὡς σκοπὸν τοῦ βίου αὐτοῦ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ Ἔργου Μου;
Πολλοὶ μὲν ἐξ ὑμῶν ἔσονται οἱ κλητοί, ἐλάχιστοι δὲ οἱ ἐκλεκτοί.
Καὶ οἱ ἐκλεκτοὶ οὗτοι, οἱ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλεγέντες, ἄλλοι μὲν ἐν τοῖς πρώτοις

177
αὐτῶν βήμασι θέλουσι προσκόψει ἐν τῇ διαδρομῇ τῆς ὑπ’ Ἐμοῦ ἐνδεικνυ-
ομένης κατευθύνσεως καὶ θέλουσι σταθμεύσει, χωρὶς νὰ θελήσωσι νὰ προ-
χωρήσωσιν, ἄλλοι δὲ θὰ θελήσωσι νὰ ἀναχαιτίσωσι καὶ ἐκείνους οἵτινες θὰ
ἐπεθύμουν νὰ προχωρήσωσιν, ἄλλοι δὲ πάλιν θὰ καταπολεμήσωσι τοὺς
προχωροῦντας ἢ θα ἐξεμέσωσι πᾶσαν ὕβριν κατ’ αὐτῶν, ἐνῷ θὰ ὀλιγωρή-
σωσι καὶ ἐμπαίξωσιν ἐκείνους οἵτινες ἐκ τῆς ἀδυναμίας αὐτῶν ἐσταμάτη-
σαν ἐν τῇ ὁδῷ προσπαθοῦντες δι’ ὅλων αὐτῶν τῶν δυνάμεων νὰ ἐμποδί-
σωσιν αὐτοὺς ἀπὸ τοῦ νὰ βαδίσωσιν.
Οὐδεὶς ἐξ ὅσων μετ’ Ἐμοῦ ἐκλήθησαν ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ τοῦ θερισμοῦ
ἂς ἀδιαφορήσῃ. Ἂς καταβάλλῃ πᾶσαν ἐξ αὐτοῦ προερχομένην καλὴν θέλη-
σιν ἐν τῷ μέτρῳ τῶν δυνάμεων αὐτοῦ, ἵνα ἐξυπηρετήσῃ τὸ Ἔργον, δι’ οὗ
μόνον θέλει ἀναβιβάσει ἑαυτὸν εἰς τὴν ὑψηλοτέραν πνευματικήν σφαῖραν,
καὶ ὃ μέλλει νὰ διαχαράξῃ ἐν τῇ ἀνθρωπότητι τὴν καινοτόμον καὶ ἐκ θε-
μελίων ἀνεγερθεῖσαν ὁδὸν τῶν Νέων Ἐπαγγελιῶν, δι’ ὧν ὁ ἄνθρωπος μέλ-
λει νὰ ἐξανθρωπισθῇ καὶ συνεχίσῃ ἐν τῇ προόδῳ τοῦ ἐκπολιτισμοῦ του τὸ
διακοπὲν Ἔργον τῆς Διδασκαλίας Μου.
Ἀπὸ ὑμᾶς καὶ ἐκείνους οἵτινες ἐν πλήρει εἰλικρινείᾳ καὶ βαθμιαίῳ κα-
θαρμῷ τῆς ψυχῆς αὐτῶν καὶ τῇ συντελεσθείσῃ καὶ ἐπακολουθησάσῃ ἀνελί-
ξει καὶ τελειοποιήσει τῆς πνευματικῆς αὐτῶν ὑποστάσεως, ἐν τῇ ἀνελίξει
τοῡ Ἔργου Μου γενομένης ἐξαρτᾶται ἡ ὁλοκλήρωσις καὶ ἡ πλήρης ἐπιτυχία
αὐτοῦ. Εἰς ἐκεῖνο ὃ προωθῶ ὑμᾶς σήμερον καὶ πάντας ἐκείνους, οἵτινες οὐ-
δεμίαν γνῶσιν ἔχουσι περὶ Ἐμοῦ καὶ τοῦ ἀποκαλυφθησομένου Ἔργου Μου,
ἀλλ’ ἐκ τῶν ὁποίων θέλουσι καταστεῖ διαπυρσιώτεροι ὑμῶν κήρυκες καὶ
πιστότεροι ὑμῶν ἀκόλουθοι, δὲν εἶναι παρὰ τὸ πρῶτον βῆμα τῆς δοκιμα-
σίας ὑμῶν. Δὲν θὰ πράξητε ἄλλο παρὰ νὰ δώσητε ἓν δεῖγμα ἐπιτυχιὼν ἢ
ἀποτυχουσῶν ἐξετάσεων ἐν τῇ πρώτῃ σταδιοδρομίᾳ τοῦ Ἔργου Μου, ἥτις
προϋποθέτει τὴν ἀναγκαὶαν ἵδρυσιν ἐνὸς ἐντύπου ὀργάνου καὶ ἑνὸς πυ-
ρῆνος, ἀμφοτέρων σὺν τῷ χρόνῳ καλλιεργουμένων καὶ ἀναπτυσσομένων,
ὅπως ἐξελιχθῶσι διὰ τῆς ἀναπτύξεως καὶ μορφώσεως τῶν μελῶν αὐτῶν εἰς
τὴν μέλλουσαν νὰ διαδεχθῇ αὐτὰ «Ἀποκρυφιστικὴν Σχολήν», ἥτις διὰ τῶν
νέων ἠθικῶν καὶ πνευματικῶν αὐτῆς ἐπιδόσεων διὰ τῆς τελειοποιήσεως
ἱκανῶν καὶ τὸν σκοπὸν τοῦ Ἔργου Μου ἀποδεχομένων καὶ καλλιεργούντων
συντελεστῶν θέλουσι ἀποκαλύψει εἰς τὴν ἀνθρωπότητα τὰς νέας κατευ-
θύνσεις τῆς τελειοποιήσεως αὐτῆς, ἑδραζομένην ἐπὶ τῶν νέων ἀρχῶν τῆς
ὑπ’ Ἐμοῦ ἱδρυθησομένης: Νέας Θρησκείας τοῦ Πνεύματος.
Διὰ νὰ πραγματοποιηθῆ ὅμως ὁ σκοπὸς οὗτος καὶ ἵνα τὸ ταχύτερον
καταστῆτε ἀντάξιοι τῆς πρὸς ὑμᾶς γενομένης ἐκκλήσεως, ἀνάγκη νὰ θεω-
ρήσητε τὸ πρῶτον τοῦτο παρ’ ὑμῶν γενόμενον βῆμα ὡς μὴ προερχόμενον
ἢ ὡς ἀποτέλεσμα τῶν ἰδίων ὑμῶν ἐνεργειῶν, ἀλλ’ ὡς ὤθησιν ἐκ μέρους
Ἐκείνου, Ὅστις κατευθύνει τὰ βήματα ὑμῶν καὶ Ὅστις καθ’ ὅλον αὐτὸ τὸ
διάστημα σᾶς περιέβαλε διὰ πλείστων δοκιμασιῶν, ἵνα αἱ δοκιμασίαι αὗται
καταστῶσιν εἰς ὑμᾶς μάθημα τῶν σημειωθέντων σφαλμάτων, ὧν τὴν
πεῖραν ἤδη κτησάμενοι ἐν τῷ μέλλοντι μὴ ἀφεθῆτε ἕρμαια ἀποτυχίας τινος.

178
Τὰ σφάλματα τοῦ παρελθόντος ἂς καταστῶσιν εἰς ὑμᾶς ὁ μακρυνὸς φάρος,
δι’ οὗ κατατοπιζόμενοι θέλετε ἀπροσκόπτως ἐν τῷ μέλλοντι συνεχίσει
τὸ διακοπὲν ὑμῶν ταξείδιον, ἀποφεύγοντες τὰς ὑφάλους καὶ πᾶν ἐμπόδι-
ον, ἅτινα κατὰ τὸ παρελθὸν συνετέλεσαν εἰς τὸ ναυάγιον τοῦ παρ’ ὑμῶν
ἐπιδιω­κομένου σκοποῦ.
Θὰ μοῦ εἴπητε ὅτι τὸ δὶς ἐξαμαρτεῖν οὐκ ἀνδρὸς σοφοῦ. Καὶ τὸ νὰ
ἐπανέλθητε εἰς τὴν ἀποτυχοῦσαν κατεύθυνσιν εἶναι ἁμάρτημα. Ἀλλὰ ἐὰν ἡ
κατεύθυνσις αὕτη ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιον τῆς βάσεως, ἐπὶ τοῦ ὁποίου μέλλει
νὰ στηριχθῇ ἡ συμπλήρωσις τοῦ ὅλου οἰκοδομήματος, πρέπει νὰ ἀπορρι-
φθῇ; Καὶ ἡ ἀποτυχία τῆς θεμελιώσεως ταύτης προῆλθεν ἐκ τῆς ἀτελείας
καὶ τῆς ἀνεπαρκείας τοῦ συλλεγέντος ὑλικοῦ ἢ ἐκ τῆς ἀγνοίας ὑμῶν διὰ τὴν
χείρισιν τοῦ ὑλικοῠ ἐπὶ τῆ βάσει τοῦ δοθέντος ὑμῖν σχεδιαγράμματος ὑπὸ
ἐμπείρου ἀρχιτέκτονος, ἢ ἂν ἀκόμη ἡ περαιτέρω τῆς οἰκοδομῆς συνέχισις
προσέκοψεν ἐκ τῆς ἐγκαταλείψεως τῆς ἐργασίας ὑμῶν, διότι ἐκουράσθητε
ἢ ἀπεγοητεύθητε, ἕπεται ὅτι εἰς τοῦτο πταίει ὁ δώσας τὸ σχέδιον ἢ ὁ δια-
γράψας καὶ ὑποδείξας τοῦτο;
Ἀνατρέξατε διὰ τῆς μνήμης ὑμῶν εἰς τὸ παρελθὸν τοῦτο καὶ ἐὰν κρίνητε
ἀμερολήπτως καὶ δικαὶως θὰ ἀνομολογήσητε ὅτι ἡ ἐποχὴ ἐκείνη οὐ μόνον
ἦτο προσφορωτέρα εἰς ἐξάπλωσιν τῶν ἰδεῶν ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ πληρεστέρα
πνευματικῶν ἀποδόσεων καὶ ψυχικῶν φαινομένων. Ἐκτὸς τοῦ αὐξανομέ-
νου ἀριθμοῦ τῶν ἀκολούθων τῶν ἰδεῶν σας, ἐκτὸς τῶν ἐπιτυχιῶν ἐν τῷ
πειραματικῷ πεδίῳ πρὸς ἀπόδειξιν τῶν εἰς ὑμᾶς καὶ αὐτοὺς παρεχομένων
καὶ αναπτυσσομένων θεωριῶν καὶ εἷς ἕκαστος ἐξ ὑμῶν, εξ ἐκείνων οἵτινες
τὸ πρῶτον καὶ τὸ δεύτερον ἀπετέλεσαν τὸν περὶ Ἐμὲ πυρῆνα, πάντες πολ-
λάκις ἔσχον καταφανῆ δείγματα ψυχικῆς ἐξελίξεως καὶ τῆς πρὸς αὐτοὺς
ἐνισχυτικῆς Ἀρωγῆς καὶ Ἐπεμβάσεώς Μου.
Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ ἐπιβάλω εἰς ὑμᾶς οὔτε εἰς τοὺς μέλλοντας νὰ ἐξυπηρε-
τήσωσι τὸ Ἔργον Μου τὴν ἀναγκαὶαν ἵδρυσιν ἑνὸς πυρῆνος καὶ ἐκδοτικοῦ
ὀργάνου, ἀπηχοῦντος καὶ ἀνακοινοῦντος τὰς ἀρχὰς καὶ ἐργασίας αὐτοῦ.
Τοῦτο ἀρχῆθεν ὑπῆρξεν ἡ θεμελιώδης βάσις τοῦ Προγράμματός Μου, τὸ
πρῶτον βῆμα εἰς τὴν ὁδὸν τῆς κατευθύνσεώς σας. Ἂν ἡ ἀποτυχία αὐτῶν
προῆλθεν ἐκ τῆς ἀδυναμίας καὶ τῶν σφαλμάτων ὑμῶν, ἐὰν ἀντίθετοι πρὸς
τὸν ἐπιδιωκόμενον σκοπὸν ἐφέσεις ὑμῶν καὶ ἐπιδιώξεις, ἐὰν ἐσωτερικαὶ
διαμάχαι καὶ ἰδιοτελεῖς σκέψεις ἐπέφερον τὸ ναυάγιον τῶν ἐλπίδων ὑμῶν
ἐν οὐριοδρομούντι πλῷ καὶ ἐν τῇ διαχαρασσομένῃ ἀσφαλῆ κατευθύνσει
αὐτοῦ, Ἐγὼ δὲν δύναμαι ἐν τῆ συνεχίσει τοῦ Ἔργου Μου οὔτε ν’ ἀλλάξω
τὰς θεμελιῶδεις γραμμὰς τοῦ σχεδιαγράμματός Μου, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ
ἐγείρῳ τὸ οἰκοδόμημά Μου ἐπὶ ἄλλων θεμελίων, ἀλλ’ οὔτε καὶ ν’ ἀπομα-
κρύνω ἢ ἀποβάλλω ἐκείνους, οὓς ἐκάλεσα διὰ τὴν ἀνέγερσιν αὐτοῦ.
Ἐὰν τοῦτο ἔπραττον ἤθελον ἐκληφθεῖ ὡς ἀνακόλουθος τῶν ἀπο-
φάσεών Μου, ἢ ἀρνητὴς τῶν ὑποσχέσεων Μου. Ἀκολουθήσατε τὴν νέαν
κατεύθυνσιν, τὴν ὁποίαν δίδω εἰς ὑμᾶς εἰς τὴν ἐπιτυχῆ θεμελίωσιν τῆς βά-
σεως, ἐφ’ ἧς μέλλει νὰ στηριχθῇ τὸ οἰκοδόμημά Μου. Πρὶν ἢ ὅμως ἐκ νέου

179
θέσετε τὸν πρῶτον λίθον, μελετήσατε ἀπὸ κοινοῦ καὶ ἐν στενῷ κύκλῳ τοῦ
πυρῆνος ὑμῶν τὰ σφάλματα, τὰ ὁποῖα ἕνα ἕκαστον ὑμῶν ἐπιβαρύνουσι
καὶ προσπαθήσατε νὰ θέσητε τοὺς μετέπειτα λίθους ἀφοῦ βεβαιωθῆτε ὅτι
τὰ θεμέλια εἶναι ἰσχυρὰ καὶ ἀδιασάλευτα ἵνα δεχθῶσι ἐπ’ αὐτῶν τὸ βαρὺ
οἰκοδόμημά Μου.
Ὑμεῖς ἐστέ οἱ οἰκοδόμοι, πάντες δὲ οἱ ἄλλοι ἕως οὗ προαχθῶσιν εἰς
τὴν τοῦ οἰκοδόμου ἐργασίαν, ἁπλοῖ ἐργάται ἔσονται, διὰ τὴν ἀπόδοσιν τῆς
ἐργασίας τῶν ὁποίων ὑμεῖς εὐθύνεσθε. Διὰ τοῦτο δὲ καὶ λίαν ἐπιφυλακτικοὶ
διὰ τὴν ἐκλογὴν καὶ ἀνάθεσιν εἰς αὐτοὺς πρέπει νὰ εἶσθε.

87. Ὑπερὰνω ὑμῶν ἵσταται ὁ κατευθύνων τὰ βήματα ὑμῶν ἐν τῇ ὁδῷ


τῇ ἀγούσῃ πρὸς Αὐτόν.
Ἀνέλθετε μέχρις Αὐτοῦ, διαφωτισθῆτε ὑπ’ Αὐτοῦ, ἐναποθέσατε ἐν τῇ
διανοίᾳ καὶ τῇ ψυχῇ ὑμῶν πάντα τὰ ἐξ Αὐτοῦ πηγάζοντα Ρήματα.
Μὴν ὑστερήσετε ἐν τῷ ἀγῶνι ὑμῶν, ἐν τῇ κοινῇ ὑμῶν προσπαθείᾳ πρὸς
τὴν πρὸς Ἐμὲ ἄνοδον, οὐ μόνον τῆς καλῆς θελήσεως, ἀλλὰ καὶ τῆς πρὸς
τοῦτο ἀναγκαὶας ἐνεργείας καὶ προσπαθείας. Συσφίξατε τοὺς δεσμοὺς
ὑμῶν καὶ σφυρηλατήσατε ἐν τῷ βάθει τῆς καρδίας ὑμῶν πᾶν ὅ,τι ἀπορρέει
ἐξ Ἐμοῦ καὶ πᾶν ὅ,τι προάγει τὴν πνευματικὴν ὑμῶν τελειοποίησιν.
Μὴν ἀδιαφορήσητε εἰς πᾶν ὅ,τι παρ’ Ἐμοῦ παρέχεται. Μελετῶντας
τοῦτο ἐπισταμένως, ἀναδιφῶντες τὸ παρελθὸν καὶ συσχετίζοντες τὸ
παρὸν μὲ αὐτὸ προσπαθήσατε νὰ πραγματοποιήσητε ἐν τῷ μέλλοντι τὰς
ἐξ Ἐμοῦ ἐν τῷ ἔργῳ ὑμῶν Ἐπαγγελίας. Ὁ χρόνος ὅστις παρῆλθεν ἂς μὴν
ἐπιστρέψῃ καὶ ἂς καλυφθῇ ὑπὸ λήθης, ἀλλ’ ὁ μέλλων χρόνος ἂς καταστῇ
εἰς ὑμάς ὁ ἀδιάκοπος κινητὴρ μετὰ ταχύτητος τοιαύτης, ὥστε ν’ ἀναπλη-
ρώσῃ τὸν ἐπὶ ματαίῳ ἀπωλεσθέντα χρόνον τοῦ παρελθόντος.
Ἀκολουθήσατε πιστῶς καὶ ἀπαραγράπτως πᾶν ὅ,τι ὑπαγορεύω ὑμῖν,
πρὸς τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν ἐξύψωσιν. Τὰ ὑπ’ Ἐμοῦ παρεχό-
μενα στοιχεῖα ἂς χρησιμεύσωσιν εἰς ὑμᾶς ὡς αἱ βαθμίδες τῆς κλίμακος,
τὴν ὁποίαν ἐντέλλεσθε ν’ ἀνέλθητε καὶ ὅταν βεβαιωθῆτε ὅτι εἶναι στερε-
αὶ ὑπὸ τοὺς πόδας σας ἐκεῖναι τὰς ὁποίας ἀνήλθατε προτρέψατε καὶ τοὺς
ἄλλους τοὺς ἱκανωτέρους, ἵνα ἀνέλθωσι μεθ’ ὑμῶν, ἀκολουθοῦντες ὑμᾶς.
Ὑμεῖς εἶσθε οἱ πρωτοπόροι τοῦ Ἔργου Μου καὶ πρὸς ὑμᾶς καὶ μόνον
ἀποτείνομαι σήμερον καὶ ἀπὸ ὑμᾶς καὶ μόνον ἀπαιτῶ περισσότερον πα-
ντὸς ἄλλου καὶ ἐν τῷ μέλλοντι ὅπως ἐνδυναμωθῆτε ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ Ἔρ-
γου Μου, ἵνα καταστῆτε οἱ οἰκοδόμοι αὐτοῦ καὶ ἵνα ἐκλέξητε ἐκ τοῦ ὑλικοῦ
τῆς οἰκοδομῆς τὰ καταλληλότερα καὶ στερεώτερα καὶ ἐκλεκτικώτερα ὑλι-
κά, ἵνα καταστῇ αὐτὴ στερεὰ καὶ ἀδιασάλευτος, μέχρι τῆς ἐπιστεγάσεως
καὶ ἐσωτερικῆς ἀρτίας συμπληρώσεως αὐτῆς.
Ἀποτελοῦντες τὸν κεντρικὸν πυρῆνα θὰ ἐκτείνετε διὰ τοῦ Φωτός, τὸ
ὁποῖον παρ’ Ἐμοῦ θὰ προσδέχεσθε, τὴν Ἀκτινοβολίαν Μου ἐπὶ τῶν ἄλλων,

180
ἓως οὗ καὶ οὗτοι ἀποτελέσουσι μέρος τοῦ ἐξογκωμένου πυρῆνος ὑμῶν,
ὅστις προορισμὸν ἔχει ἐν ἀπωτέρω μέλλοντι νὰ καλύψῃ ὁλόκληρον τὴν
γῆν. Αὐξανομένου δὲ καὶ ὀγκουμένου τούτου διὰ τῆς προσθέσεως γύρωθεν
αὐτοῦ νέων δυνάμεων ἐκ τῶν προσχωρούντων εἰς αὐτὸν νέων μελῶν, παρ’
ὑμῶν ἐκλεγομένων, ὑμεῖς θέλετε ἀποτελεῖ τὸ κέντρον αὐτοῦ καὶ ἐξ ὑμῶν θὰ
ἐκπηγάζῃ πᾶσα πρὸς τὰ ἔξω Ἀκτινοβολία καὶ πᾶσα πνευματικὴ ἐνίσχυσις.
Διὰ νὰ πραγματοποιηθῶσιν ὅμως πάντα ταῦτα, ποῖαι δοκιμασίαι δὲν
θὰ ἐπακολουθήσουν, ποῖαι σκέψεις δὲν θὰ πηγάσωσι, ποῖαι ἀνωμαλίαι δὲν
θὰ προκύψουν, ποῖαι ἀνάγκαι δὲν θὰ ἀπαιτηθῶσι καὶ πόσα καθήκοντα δὲν
θὰ ἐπιβληθῶσιν εἰς ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν;
Ἀνάγκη ὅθεν ὅπως συσφίξητε τοὺς δεσμοὺς ὑμῶν στενώτερον, ἀνά-
γκη ὅπως ἀπὸ κοινοῦ ἐργάζεσθε, ἀνάγκη ὅπως ἐν ἐνὶ πνεύματι καὶ μιᾷ
ἀδιαιρέτῳ ψυχῇ ἑνούμενοι καθοδηγηθῇτε καὶ καθοδηγούμενοι ἀνταλ-
λάσητε τὰς σκέψεις ὑμῶν ἐν τῇ κοινῇ προσπαθείᾳ ὅπως ὁ σκοπὸς τοῦ
ἀνατεθέντος εἰς ὐμᾶς ἔργου ταχύτερον ἐπιτύχῃ καὶ προαχθῇ. Δὲν πρέπει
νὰ μείνητε ἀδιάφοροι μεταξύ σας. Τὸ καθῆκον τὸ ὁποῖον ἐπιβαρύνει ἕνα
ἕκαστον ὑμῶν κεχωρισμένως, θὰ ἐπιβαρύνῃ καὶ ὅλους ὑμᾶς ἐν τῷ συνόλῳ.
Τὰ σφάλματα τοῦ ἑνὸς ἀντανακλώμενα ἐπὶ τῶν ἄλλων ἐπιφέρουσι τὸ
αὐτὸ ἀποτέλεσμα ἐν τῇ κοινῇ ὑμῶν προσπαθεία. Διὰ τοῦτο δὲν πρέπει
νὰ ξεχωρίσητε τὰς εὐθύνας ὑμῶν, ἀλλ’ ἐν τῷ συνόλῳ νὰ λάβετε αὐτάς,
καθότι ἕνα ἕκαστον ὑμῶν θέλουσι ἐπιβαρύνει. Διὰ τοῦτο πρέπει ὁ εἷς νὰ
ἐπιδεικνύῃ εἰς τὸν ἕτερον τὸ ὑπ’ αὐτοῦ παραληφθὲν καθῆκον, καὶ ὅλοι
ὁμοῦ νὰ προσπαθῆτε διὰ τῆς ἑνώσεως τῶν δυνάμεων ὑμῶν νὰ ἐπιφέρη-
τε τὸ ταχύτερον τὸ προσδοκώμενον ἀποτέλεσμα.
Μὴν ἐπιζητεῖτε ν’ ἀνεύρητε ἐν τῷ ἔργῳ ὑμῶν ἢ εἰς τὴν Ἰδικήν Μου με-
σολάβησιν ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν καὶ ὥραν τὴν συμπλήρωσιν τῶν κενῶν, τὰ
ὁποῖα ἐν τῇ διεξαγωγῇ αὐτοῦ ἐπιφέρατε, ἀλλὰ κατοπτεύοντες καὶ εἰσχω-
ροῦντες ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν θέλετε ἀνεύρει τὸν συντελεστὴν
τοῦτον καὶ ἀνατέμνοντες ἑαυτοὺς καὶ ἀνευρίσκοντες τὴν πραγματικὴν
αἰτίαν προβῆτε ἀπὸ κοινοῦ εἰς τὴν ἀνόρθωσιν καὶ ὁλοκλήρωσιν τούτων.
Ὁ σκοπὸς ὑμῶν ἔστω ἡ πνευματικὴ ὑμῶν ἀναγωγὴ καὶ τελειοποίησις
καὶ ἡ ψυχικὴ ὑμῶν ἀποκάθαρσις ἀπὸ παντὸς ἐλαττώματος, κωλύοντος
τὴν πνευματικὴν ὑμῶν πρόοδον. Διὰ νὰ ἐπιτευχθῇ τοῦτο ἀπαιτοῦνται με-
γίστη προσπάθεια ἐκ μέρους ὑμῶν, καθ’ ὅσον ἐν τῷ διαστήματι τούτῳ οὐ
μόνον ἐγκαταλείψατε τὸ ἔργον ὑμῶν ἄνευ καρποῦ τινός, ἀλλὰ καὶ ἀπεμα-
κρύνθητε τοῦ δένδρου, παρ’ οὗ συνελέξατε αὐτούς. Διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὸ
σημεῖον, εἰς ὃ κάτωθεν αὐτοῦ κατείχατε, ἀπαιτοῦνται νέα πρὸς αὐτὸ βήμα-
τα. Ἀναλόγως τῆς ταχύτητος αὐτῶν ἔσεται καὶ ἡ συντόμευσις τοῦ χρόνου,
ὅπως ἐκ νέου σκιαθῆτε κάτωθεν αὐτοῦ.
Ὀφείλετε ν’ ἀγωνισθῆτε πρὸς τὴν ταχυτέραν ἐξέλιξιν τοῦ ἔργου
ὑμῶν. Διὰ νὰ δυνηθῆτε δὲ μετ’ ἐπιτυχίας ν’ ἀποπερατώσητε τοῦτο πρέ-
πει νὰ ἀποβάλλητε ὀλίγον κατ’ ὀλίγον πάντα ἐκεῖνα τ’ ἀρνητικά στοι-
χεῖα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὑμᾶς συνδεδεμένους μὲ τὸν ὑλικὸν κόσμον, μὲ τὰς

181
ἐ­ πιθυμίας, τὰς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς, μὲ πᾶν τέλος τὸ ὁποῖον προβάλλει
προσκόμ­ματα εἰς τὴν ταχυτέραν προαγωγὴν ὑμῶν.
Δὲν εἶναι εὔκολον ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ καὶ νυκτὶ νὰ μεταβληθῇ τις εἰς νέον
ἄνθρωπον καὶ νὰ ἀρνηθῇ ἢ στερηθῇ πάντων ἐκείνων, τὰ ὁποῖα ἐπὶ μα-
κρὰ ἔτη ἀπετέλεσαν τοὺς διακαεῖς καὶ ἀπαραιτήτους πόθους τῆς ζωῆς
αὐτοῦ. Ὅταν ὅμως οὗτος ὡς σκοπὸν θέσῃ τοῦ βίου του τὴν πρὸς τοῦτο
προσπάθειαν, ὅταν ὁπλισθῇ ὑπὸ τῆς ἀπαραιτήτου πρὸς τοῦτο πίστε-
ως, ὅταν ὁλοκληρωτικῶς ἀφοσιωθῇ εἰς τὴν ἰδέαν, ἥτις θὰ φέρῃ αὐτὸν
μέχρι Ἐκείνου, Ὅστις κατευθύνει τὰ βήματά του καὶ Ὅστις ἐν τῇ διενεκῇ
προσπαθείᾳ Του ὑποβοηθεῖ αὐτὸν ν’ ἀνέλθῃ καὶ τύχῃ τοῦ ποθουμένου, βε-
βαίως τοῦτο πολὺ τάχιον θέλει ἐπιτευχθεῖ.
Ὁ σύνδεσμος ὑμῶν ἀποβλέπει εἰς τὴν ἀπὸ κοινοῦ προσπάθειαν, ἵνα
ἕκαστος ὑμῶν καλλιεργήσῃ τὰς ἐγκαταλειφθείσας ὑπολανθανούσας πνευ-
ματικὰς καὶ ψυχικὰς αὐτοῦ δυνάμεις πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἀνατεθέντος
εἰς ὑμᾶς ἔργου. Διὰ νὰ δυνηθῆτε ὅμως νὰ ἐπιτύχητε τοῦτο ἀνάγκη πᾶσα
ὅπως εἷς ἕκαστος ὑμῶν κεχωρισμένος προσπαθῇ ν’ ἀναπτύξῃ τὰς διακρι-
νούσας αὐτὸν ψυχικὰς ἰδιότητας ἐπικαλούμενος Με ὅπως συνδεθῶ μετ’
αὐτοῦ τὸ ταχύτερον καὶ ὅπως ἀνυψώσω αὐτὸν μέχρις Ἐμοῦ. Ἀλλὰ διὰ νὰ
ὑψωθῇ οὗτος μέχρις Ἐμοῦ ἀνάγκην ἔχει τῶν ἰδίων αὐτοῦ προσπαθειῶν καὶ
δυνάμεων. Διότι ὅση μὲν ἐξ αὐτοῦ προσπάθεια πρὸς τοῦτο καταβάλλεται,
ἄλλη τόση καὶ ἐκ μέρους Ἐμοῦ, ἀλλ’ ἐν τῷ μέσῳ ὑφίσταται καὶ ἐπενεργεῖ
ἡ ἀντίρροπος δύναμις, ἥτις μᾶς διαχωρίζει καὶ ἥτις προσπαθεῖ διὰ τῆς
αὐτῆς καὶ ἴσης καταβολῆς δυνάμεως νὰ ἐξακοντίσῃ αὐτὸν πρὸς τὰ κάτω.
Ὅταν δὲ ἀτονίσῃ ἡ ἐκ μέρους αὐτοῦ καταβαλλομένη καὶ ἀναγκαὶα
πρὸς τὴν ἄνοδον δύναμις, τότε συμπαρασύρεται ἀντιθέτως ὑπὸ τῆς
ἀντιρρόπου δυνάμεως καὶ χάνει τὸ προσκτηθὲν ἔδαφος, ἀπομακρυνό-
μενος Ἐμοῦ, καὶ ἕως ὅτου ἐπανέλθῃ εἰς τὸ σημεῖον τῆς ἀνυψώσεώς του
ἀπαιτεῖται ὑπερδιπλασία καταβολὴ δυνάμεως καὶ ἐνεργείας ἐκ μέρους
αὐτοῦ. Ὀφείλετε νὰ συνενώσητε τὰς δυνάμεις ὑμῶν ὅπως διὰ τῆς συντο-
μωτέρας ὑμῶν ἐνεργείας κατορθώσητε νὰ κερδίσητε τὸν ἀπωλεσθέντα
χρόνον μὲ τὸ ἔδαφος τὸ ὁποῖον ἀφήσατε ν’ ἀπωλεσθῇ.
Ὁ σκοπὸς ὑμῶν ἔστω Ἀγάπη, Συνένωσις, Ἀλληλοϋποστήριξις,
­ἐ νέργεια, σθένος, δύναμις. Ὡς ἀποτέλεσμα τούτων θὰ ἔχητε τὰ ἱκανοποι-
ητικὰ ἀποτελέσματα, τὰ ὁποῖα ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον προσδοκᾶτε ἐν τῇ
ἀδρανείᾳ ὑμῶν νὰ ἐπιτύχητε.

182
88. Οἱ πάντες ἀναζητοῦσι Με, ἀλλ’ οὐδεὶς πρός Με προσῆλθεν ἐν
πλήρει μετανοίᾳ, ἀποσκορακίζων ἀπ’ αὐτοῦ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον
καὶ περιβαλλόμενος τὸν νέον.
Ἡ πρός Με ἄγουσα ὁδὸς εὐθεῖα ἐστίν, ἀλλὰ πλήρης σκοπέλων καὶ δια-
κλαδώσεων ἄλλων, αἵτινες ἐκ τῆς ψυχῆς ἑνὸς ἑκάστου ἀναχωροῦσι καὶ
πρὸς αὐτὴν καταλήγουσιν.
Οὐ δύναμαι δὲ τινὰ ἐπαναγαγεῖν ἐν αὐτῇ διὰ τῆς βίας καὶ προωθεῖν
καὶ ἐπαπειλεῖν καὶ πειθαναγκάζειν αὐτὸν ἑκόντα ἄκοντα νὰ ­ἀκολουθήσῃ
αὐτήν, ὡς ἀπὸ τῆς Ἐλευθερίας πηγάζων καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἑκάστου
ἔχων ὡς κεφαλαιώδη καὶ ἀπαραίτητον ὅρον τῆς ἐξυπηρετήσεως τοῦ
­ἔργου Μου.
Οὐ δύναμαι συνεπῶς καὶ ἐφ’ ὑμῶν ἐπιβαλεῖν τὴν βίαν, ὡς ἐλεύθεροι
ὄντες καὶ ἐκ τῆς ἰδίας πρωτοβουλίας ὀφείλετε ν’ ἀκολουθήσητε πάντα
ὅσα ὑπησχέθητε νὰ τηρήσητε ἐν τῷ Ὀνόματί Μου καὶ τοῖς λόγοις Μου καὶ
νὰ προθυμοποιηθῆτε ἐξ ἰδίας αὐτοπροαιρέσεως καὶ συναισθήσεως εἰς τὴν
ταχυτέραν ἐξυπηρέτησιν τοῦ σκοποῦ, δι’ ὃν ἐκάλεσα καὶ ἐξακολουθῶ ἐπι-
μένων νὰ καλῶ ὑμᾶς.
Διατί ὅμως ἐνῶ μόλις ἀρχίζετε νὰ δρομολογῆτε καὶ νὰ εἰσέρχησθε εἰς
τὴν κυρίαν ἀτραπόν, τὴν ὁδηγοῦσαν πρός Με, εἶτα πάλιν σταθμεύετε καὶ
ἀδρανεῖτε; Εἶναι ἀνάγκη νὰ ὁδηγήσω ὑμᾶς μεταφέρων ἐπ’ ὤμου ἢ εἶναι
ἀνάγκη νὰ συλλάβω ὑμᾶς διὰ τῆς βίας, ἵνα ἀκολουθήσητε Ἐμέ, ὅπως οὐ-
δεμίαν βίαν μετεχειρίσθην ποτὲ κατὰ τῶν πολεμίων Μου καὶ τῶν κατα-
πατούντων τὰς Ἐντολάς Μου;
Διὰ νὰ ὀρθοποδήσητε, διὰ νὰ βαδίσητε μέχρι τέλους τὴν κανονικὴν
ὁδὸν τῆς προόδου καὶ ἀναγωγῆς ὑμῶν, διὰ νὰ ἀναχθῆτε εἰς τὸ πνευματι-
κὸν ἐπίπεδον τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ μέρους, εἰς ὃ ἵστασθε, καὶ τῆς ὁδοῦ ἣν
ἀκολουθεῖτε, ἀνάγκη νὰ ἐπιβληθῆτε εἰς ἑαυτούς, ἵνα ἀποβάλλητε τὰ
ἐλαττώματα, τὰ ὁποῖα πληροῦν τὴν ψυχὴν ὑμῶν καὶ τὰ ὁποῖα κατέστη-
σαν ὑμᾶς ἀμετανοήτους ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀνεπιδέκτους βελτιώσεως καὶ
προόδου. Δὲν ἐξαιρῶ ἐκ τοῦ κανόνος τούτου πάντας ὑμᾶς καὶ δὲν ἀπευ-
θύνομαι ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον εἰς τὸν μεσάζοντα. Διότι δὲν πρόκειται
περὶ τῶν ἐπικοινωνιῶν καὶ μόνον τούτων, τὰς ὁποίας λαμβάνετε τόσον
σπανίως καὶ αἱ ὁποῖαι ἂν ἐγίνοντο ἔστω καὶ καθ’ ἑκάστην μηδὲν ἢ ἐλάχι-
στον θὰ προσέφερον εἰς ὑμᾶς, ἐφ’ ὅσον ταύτας δὲν θὰ τὰς ἐχρησιμοποιού-
σατε διὰ τὴν βελτίωσιν τῶν ψυχικῶν ὑμῶν δυνάμεων καὶ τὴν πνευματικὴν
ὑμῶν ἐξύψωσιν.
Αἱ ἐπικοινωνίαι αὗται δίδονται πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς διδασκαλίας
ὑμῶν καὶ κατηχήσεως, ἀλλ’ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ συντελέσῃ εἰς τὴν ταχυ-
τέραν ὑμῶν ἀνάπτυξιν τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ὑμῶν δυνάμεων,
ἐκεῖνον τὸ ὁποῖον θὰ ἐπέφερεν τὸν πνευματικώτερον σύνδεσμον μεταξὺ
ὑμῶν καὶ Ἐμοῦ εἶναι ἡ τακτικωτέρα μεταξὺ ὑμῶν ἐπικοινωνία καὶ συνά-
φεια, ὁ τακτικὸς σύνδεσμος μὴ περιοριζόμενος μόνον εἰς ἀπλῆν συνάντη-
σιν, ἀλλ’ εἰς ἀνταλλαγὴν ὡρισμένων σκέψεων καὶ ἀποριῶν μεταξὺ ὑμῶν ἐν

183
σχέσει μὲ τὴν πρόοδον ὐμῶν καὶ τὸ ἔργον μας. Τὸ νὰ συναντάσθε ὄχι καθ’
ἑκάστην, ἀλλὰ ἀνὰ πᾶσαν ὥραν, ὁ δὲ χρόνος τῆς συναντήσεως ὑμῶν νὰ
καταναλίσκητε εἰς ἀσκὸπους διατριβὰς καὶ ἀπασχολήσεις καὶ σκέψεις
καὶ ἀφηγήσεις οὐδεμίαν ἀπολύτως σχέσιν ἐχουσῶν μὲ Ἐμέ, ὑμᾶς καὶ
τὸ Ἔργον Μου εἶναι ὡς νὰ ματαιοπονῆτε, νὰ ἀδικῆτε ἑαυτοὺς καὶ τὴν
ἀντίληψίν σας, νὰ ἐμπαίζητε ἑαυτοὺς καὶ Ἐμέ.
Ὀφείλω ὅθεν νὰ τονίσω ὑμῖν ὅτι οὐδὲν θετικὸν δύναται νὰ προέλθῃ
ἐκ τῆς ἐπιδόσεως καὶ ἀφοσιώσεως ὑμῶν ἐν τῷ Ἔργῳ Μου, ἐὰν δὲν ἐπι-
διώξητε πρῶτον νὰ βελτιώσητε ἑαυτούς. Ἡ δὲ βελτίωσις ὑμῶν αὕτη θὰ
συντελεσθῇ ἐὰν τακτικῶς καὶ εἰ δυνατὸν καθ’ ἑκάστην συναντάσθε καὶ
ἀνταλλάσσητε τὰς σκέψεις καὶ γνώμας ὑμῶν διὰ τὴν πνευματικὴν καὶ ψυ-
χικὴν ὑμῶν τελειοποίησιν καὶ διὰ τὴν συντομωτέραν ἀνάδειξιν τοῦ ἔργου,
τὸ ὁποῖον σᾶς ἀνετέθη.
Διὰ νὰ ἐπιτευχθῇ ὅμως τοῦτο εἶναι ἀνάγκη νὰ συνέλθητε εἰς ἑαυτοὺς
καὶ νὰ ἀντιληφθῆτε καὶ νὰ κατανοήσητε ἐν τῇ πραγματικότητι ὅτι ἀκολου-
θεῖτε τὴν συντομωτέραν ὁδὸν τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ἀνελίξεως, ὅτι ἔχετε
μὲ τὸ μέρος σας πρόθυμον συνεπίκουρον καὶ Διδάσκαλον Ἐκεῖνον, Ὅστις
θὰ ἠδύνατο τῇ βοηθείᾳ καὶ ἀρωγῇ ὑμῶν νὰ σᾶς δώσῃ πάντα τὰ δυνατὰ
ἐφόδια καὶ μέσα πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον καὶ ὅτι προαγόμενοι καὶ ἀποκτῶ-
ντες πλήρως τὴν γνῶσιν τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ πραγματικοῦ σκοποῦ τῆς
Ἐπικοινωνίας μου καὶ τῆς ἀποστολῆς καὶ θέσεως ὑμῶν θὰ ἠδύνασθε νὰ συ-
ντελέσητε εἰς τὴν πλήρη ἐπιτυχίαν τοῦ σκοποῦ ὑμῶν.
Ἂν ὅμως ἀνατάμητε ἑαυτούς, ἐὰν εἰσδύσητε εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς
ὑμῶν θὰ παρατηρήσητε καὶ θ’ ἀνομολογήσητε ὅτι στερεῖσθε καὶ αὐτῶν
τῶν ἀπαραιτήτων πρωταρχικῶν στοιχείων, δυνάμει τῶν ὁποίων θὰ κατορ-
θώσητε νὰ βελτιώσητε καὶ τελειοποιήσητε ἑαυτούς. Δὲν ἔχετε τὴν ἀπαι-
τουμένην θέλησιν καὶ στερεῖσθε καὶ αὐτῆς εἰσέτι τῆς πίστεως πρὸς Ἐμὲ
καὶ ἑαυτούς. Δὲν ἔχετε ἐπίγνωσιν οὐ μόνον τοῦ ἔργου τὸ ὁποῖον θέλετε
καὶ ἐπιδιώκετε ν’ ἀναλάβητε, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἰδίου ἑαυτοῦ σας, ὅστις πλήρης
παθῶν καὶ ἐλαττωμάτων ἐξακολουθεῖ νὰ σᾶς ἔχῃ προσκεκολλημένους
ἐπὶ τῆς αὐτῆς σαθρᾶς βάσεως, χωρὶς νὰ δύνασθε νὰ ἀπαλλαγῆτε τῶν
συσφιγγόντων πρὸς αὐτὴν δεσμῶν.
Ὀφείλετε νὰ προθυμοποιηθῆτε περισσότερον, ὀφείλετε νὰ διανοίξητε
τοὺς ὀφθαλμούς σας, νὰ ἀπαλλαγῆτε ἅπαξ καὶ διὰ παντὸς ἐμποδίου, τὸ
ὁποῖον ἐπικάθηται πρὸ αὐτῶν καὶ δὲν σᾶς ἐπιτρέπει νὰ κατανοήσητε τὸ
βάθος καὶ τὴν ἔκτασιν τῆς τοιαύτης τακτικῆς, ὀφείλετε τέλος νὰ ἐπισπεύ-
σητε μὲ ὅλας ὑμῶν τὰς δυνάμεις καὶ μὲ πλήρη ἐπίγνωσιν καὶ συναίσθησιν
τῶν πρὸς Ἐμὲ καὶ ἀλλήλους καὶ τὸ ἔργον Μου ὑποχρεώσεών σας, ἐὰν θέλε-
τε νὰ βαδίσητε ἐμπρὸς μὲ τὴν πεποίθησιν ὅτι πράγματι προχωρεῖτε.

184
89. Διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν.
Ἀνυψώσατε τὸ πνεῦμα ὑμῶν ὑπεράνω παντὸς ὑλικοῦ, ἐγκαταλεί-
ψατε τὴν ψυχὴν ὑμῶν ἵνα καταστῇ ἕρμαιον τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ἀνό-
δου πρὸς τὴν Πηγὴν τῆς Ἀληθείας. Καταστείλατε πᾶν κακόν, τὸ ὁποῖον
ἐμφιλοχωρεῖ εἰς τὰ ἔγκατα τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ δώσατε δύναμιν εἰς τὸ
σύνολον τῆς ἐξωτερικεύσεως ἁπασῶν τῶν δυνάμεων, αἵτινες ἀποτελοῦσι
τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ὑπόστασιν ἐν τῇ ὁλοκληρώσει καὶ ἐπιτυχῇ ἐκβάσει
τοῦ ἔργου ὑμῶν.
Ὁ ἄνθρωπος κατέχεται πάντοτε ὑπὸ τῶν ἀκράτων ἐπιθυμιῶν, αἵτινες
καθ’ ὅλον τὸν βίον αὐτοῦ προβάλλουσι τὰς ἀπαιτήσεις αὐτῶν, ἑδραζομέ-
νας ἐπὶ τῆς ἀπολαβῆς τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν καὶ παντὸς πόθου, ὅστις
δημιουργεῖται ἐν τῷ βάθει τῆς συνειδήσεώς του ἐν τῇ συσχετίσει τῶν
ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα ἄλλοι ὅμοιοι αὐτοῦ ἄνθρωποι καὶ δὴ πολὺ ἀναξιώτεροι
αὐτοῦ κέκτηνται.
Μὴν ἐπιθυμήσητε ποτέ, οὔτε νὰ φθονήσητε τὰ ἀγαθὰ τῶν ἄλλων, τὰ
ὁποῖα στηρίζονται ἐπὶ τῆς ἀπολαβῆς γηΐνης ζωῆς, ἀλλ’ ἐπιδιώξατε δι’
ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων νὰ ἀποκτήσητε τὰ ἀγαθὰ τῆς Ἀφθάστου καὶ
Αἰωνίας καὶ διαρκοῦς Ζωῆς. Ὑπεράνω ὑμῶν ὑπάρχει ἡ Ἀκένωτος Πηγὴ
τῆς Τελειότητος καὶ Ἀληθείας, τῆς ὁποίας τὰ ἀγαθὰ οὐ μόνον δὲν ἐξα-
ντλοῦνται, ἀλλὰ εἰσὶν Ἄφθαρτα καὶ Ἀναλλοίωτα.
Τὴν Πηγὴν ταύτην, τῆς ὁποίας τοὺς κρουνοὺς ἔχετε εἰς τὴν διάθεσιν
ὑμῶν, ὅπως διανοίξητε καὶ ἀντλήσητε ἐξ αὐτῶν τὴν ἐπιθυμητὴν καὶ ὑπε-
ραρκοῦσαν εἰς ὑμᾶς ποσότητα ἔχετε πρὸ ὑμῶν καὶ εἰς τὴν διάθεσιν ὑμῶν
εὑρίσκεται ἡ ἐκμετάλλευσις αὐτῆς, πρὸς πλήρη ἰκανοποίησιν ὑμῶν καὶ
πάντων ἐκείνων, εἰς οὓς θὰ ἠδύνασθε νὰ μεταδώσητε τὸν τρόπον τῆς
ἀντλήσεως.
Οὐδεὶς ἄλλος, ὅσον ὑμεῖς, ἐν τῷ περιβάλλοντι εἰς ὃ ζῆτε, ἔσχε τὴν
Εὐτυχίαν νὰ ἀντικρύσῃ ἢ πλησιάσῃ τὴν Πηγὴν ταύτην. Ὑμεῖς τεθέντες πρὸ
Αὐτῆς καὶ ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον φερόμενοι πρὸς Αὐτήν, ἵστασθε μακρὰν
Αὐτῆς, χωρὶς νὰ προσπαθήσητε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων νὰ κινήσητε
τοὺς πόδας ὑμῶν, ἢ νὰ ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρὸς τοὺς κρουνούς,
ἵνα διανοίξητε αὐτοὺς καὶ διαχυθῇ ὁ χείμαρρος τοῦ Ὕδατος αὐτῆς, ὅπως
ἀφθόνως κορέσητε τὴν δίψαν ὑμῶν καὶ ὅπως δι’ αὐτοῦ ποτίσητε τὰ δι-
ψῶντα πλήθη, τὰ ἀγνοοῦντα αὐτήν. Ἡ Πηγὴ αὕτη δέν εἶναι κοινὸν ὕδωρ,
ἀλλὰ τὸ Ὕδωρ τῆς Ζωῆς, ἐξ οὗ ποτίζεται καὶ διατρέφεται καὶ ἀναπτύσ-
σεται καὶ ἀνθεῖ καὶ καρποφορεῖ ἕκαστον δένδρον τῆς Ζωῆς.
Τὸ δένδρον τῆς ζωῆς ὑμῶν, ἐκλεγέν ἐκ τοῦ ἀρίστου σπόρου καὶ μετα-
φυτευθὲν ἐπὶ ἀρίστου καὶ γονίμου ἐδάφους, ἔχοντος ἅπάντα τὰ στοιχεῖα
τῆς παχείας καὶ καρποφόρου γῆς, δὲν ἀπαιτεῖ οὔτε μεγίστην καλλιέρ-
γειαν, οὔτε ἀφθονίαν λιπασμάτων, οὔτε βαρεῖς κόπους, ἀλλὰ ἐπαρκῆ
διαπότισιν, ἵνα ἐπιφέρῃ τοὺς προσδοκωμένους καρποὺς καὶ τὴν ἱκανὴν
ἀπόδοσιν τῆς ἀφθόνου συγκομιδῆς. Ὑμεῖς ὅμως ἀγνοοῦντες τὴν φύσιν τῆς
­ποιότητος τοῦ δένδρου ὑμῶν ἐγκαταλείπετε τοῦτο εἰς τὴν τύχην αὐτοῦ

185
καὶ ­ἀναμένετε μόνον του ἄνευ ὕδατος νὰ ἀποδώσῃ τοὺς καρποὺς αὐτοῦ.
Οὐδεμίαν προσπάθειαν ἔσχετε ἵνα ἀντλήσητε ὕδωρ καὶ ποτίσητε
τοῦτο. Μὴ ἔχοντες ἀνάγκην ἀνορύξεως φρέατος ἢ μεταφορᾶς ὕδατος,
ὡς πρὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν ἔχοντες τὴν Κυρίαν Πηγὴν τῆς Ἀνεξαντλήτου
ἀρδεύσεως, ἐγκαταλείπετε αὐτὴν νὰ διαρρέῃ μακρὰν τῶν ριζῶν τῶν δέν-
δρων τῆς ζωῆς ὑμῶν. Ἀνὰ μακρὰ διαλλείματα καὶ ὁσάκις τὰ φύλλα τοῦ δέν-
δρου ὑμῶν κιτρινίσωσιν ἐκ τῆς ξηρασίας προθυμοποιεῖσθε νὰ ρίψητε ὀλί-
γον ὕδωρ πρὸς ἀναζωογόνησιν αὐτοῦ, ἀλλὰ δὲν ἐξακολουθεῖτε ἄφθονον
καὶ ἐπαρκὲς τὸ πότισμα αὐτοῦ, ἵνα τάχιον οἱ ἀνθοὶ αὐτοῦ καρποφορήσωσι
καὶ δώσωσι τὰ ἀποτελέσματα τῶν κόπων ὑμῶν.
Ὀφείλετε ν’ ἀντλῆτε συχνώτερον τὸ ὕδωρ ἐκ τῆς ὑπερκειμένης αὐτοῦ
Πηγῆς, ἵνα δι’ αὐτοῦ ἐπαρκῶς ποτίζεται οὐ μόνον τὸ δένδρον τῆς Ζωῆς
ὑμῶν πρὸς καρποφορίαν, ἀλλὰ ἐκ τοῦ περισσεύματος αὐτοῦ νὰ ποτι-
σθῶσι καὶ καρποφορήσωσι καὶ ἀφθονία ἄλλων δένδρων, φυομένων ἐν
ἀνύδρῳ καὶ ἀκαλλιεργήτῳ γῇ. Πόσοι ἂνθρωποι ποθοῦντες νὰ ἀνεύρω-
σι τὴν Ἀληθῆ Πηγὴν τῆς Αἰωνιὸτητος καὶ Ἀληθείας, ἐπὶ μακρὰν σειρὰν
ἐτῶν πλανῶνται εἰς τὸν δρόμον τῆς ζωῆς αὐτῶν, χωρὶς νὰ κατορθώσωσι
νὰ διακρίνωσιν ἔστω καὶ ἀπὸ μακρὰν Αὐτήν!
Ὑμεῖς δέ, οἵτινες εὑρίσκεσθε πλησίον αὐτῆς, ὑμεῖς οἵτινες οὐδένα κό-
πον δύνασθε νὰ καταβάλητε, ὅπως ἀντλήσητε ἐξ αὐτῆς τὸ ὕδωρ, οὐδεμίαν
προσπάθειαν καταβάλλετε, ἀπεναντίας δὲ ἐγκαταλείπετε ἑαυτοὺς εἰς τὴν
ἀντίθετον αὐτῆς πλευρὰν καὶ ἐνῶ ὠθεῖσθε πρὸς αὐτήν, ἐπιδιώκετε ὑπὸ τοῦ
ἑαυτοῦ σας νὰ ἀπομακρυνθῆτε ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερον.
Ἰδοὺ ἡ Πηγὴ πρὸ τῶν ποδῶν ὑμῶν. Ἐκτείνατε τοὺς πόδας ὑμῶν, ἵνα
ἀνέλθητε ἐπί τῶν χειλέων αὐτῆς. Ἐκτείνατε τὰς χείρας ὑμῶν, ἵνα ἀνοίξη-
τε τοὺς κρουνοὺς αὐτῆς καὶ ἀντλήσητε ἐξ αὐτῆς ὅσον Ὕδωρ ἐπιθυμεῖτε.
Ὁ Ἄρχων αὐτῆς, ὁ Κύριος αὐτῆς σᾶς καλεῖ ἤδη.
Μὴν ἀμελήσητε, μὴν ἀδιαφορήσητε νὰ πλησιάσητε ταχύτερον καὶ διὰ
τῆς συντομωτέρας ἀτραποῦ πρὸς αὐτήν. Ἀδιαφορήσατε πρὸς τὸ παρελ-
θόν, μὴν ἐκτείνετε τὰ βλέμματα ὑμῶν πρὸς τὴν διανυθεῖσαν παρ’ ὑμῶν
ἀπόστασιν, εἴτε πρὸς τὰ πρόσω ἐγένετο, εἴτε πρὸς τὰ ὀπίσω ἐὰν ἐπεκτάθη.
Προσβλέψατε πρὸς τὸ μέλλον καὶ τοῦτο ἂς καταστῇ ὁ ὁδηγὸς ὑμῶν.
Τὸ παρὸν εἶναι ἡ κριταία ἀνάπαυλα πρὸς τὴν ἀληθῆ κατεύθυνσιν, ἀλλὰ
συγχρόνως ἡ ἐπιβεβλημένη ἀναγκαὶα ὤθησις καὶ προσπάθεια ἐκ μέρους
ὑμῶν, ἵνα τὸ ταχύτερον καὶ συντομώτερον πλησιάσητε πρὸ τῆς Πηγῆς,
Ἐν τῇ προσπαθείᾳ ὑμῶν ταύτῃ μὴ ἀφεθῆτε νὰ ριφθῆτε ἐκ νέου εἰς τὴν
ἀδράνειαν καὶ τὴν ἀμεριμνησίαν καὶ ἀφροντισίαν, αἵτινες μέχρι σήμερον
διέκρινον τὰς προοπαθείας ὑμῶν. Λάβετε ὑπ’ ὄψει ὅτι ὑπεράνω ὑμῶν εὑρί-
σκεται πάντοτε Ἐκεῖνος, Ὅστις παρ’ ὅλην τὴν ὀλιγωρίαν καὶ ἀδιαφορίαν
ὑμῶν οὐδέποτε σᾶς ἐγκατέλειψεν, ἀλλ’ εἶναι πρόθυμος νὰ σᾶς καθοδη-
γήσῃ, νὰ σᾶς ὑποστηρίξῃ, νὰ σᾶς συνδράμῃ, νὰ σᾶς παρέξῃ πᾶσαν δύνα-
μιν, ἵνα ταχύτερον φθάσητε εἰς τὸν σκοπὸν τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Ἀπὸ ὑμάς ἐξαρτᾶται νὰ ἀκολουθήσητε Αὐτόν. Ἀπὸ ὑμᾶς ἔγκειται νὰ

186
προσδεχθῆτε τὰ ἀναγκαιοῦντα εἰς ὑμᾶς ἐφόδια, ἵνα στερρῶς βαδίσητε.
Ἀπὸ ὑμᾶς ἐξαρτᾶται ἵνα ἀποκτήσητε ἐκ νέου τὰς δυνάμεις ἐκείνας, αἵτινες
σᾶς ἐγκατέλειψαν καὶ τὰς ὁποίας ἔτι μᾶλλον ὀφείλετε νὰ ἀναπτὺξητε καὶ
καλλιεργήσητε διὰ τὴν καρποφορίαν καὶ συγκομιδὴν αὐτῆς ἐκ τοῦ δένδρου
τῆς ζωῆς ὑμῶν. Ἀπὸ ὑμᾶς τέλος ἐξαρτᾶται νὰ φθάσητε εἰς τὴν Κυρίαν Πη-
γὴν καὶ νὰ ἀντλήσητε τὸ ὕδωρ αὐτῆς, διὰ νὰ ποτίσητε μετὰ τοῦ δένδρου
ὑμῶν καὶ πάντα τὰ δένδρα τὰ διψῶντα καὶ ἔχοντα ἀνάγκην τοῦ ὕδατος
αὐτῆς. Ἄπειρα πλήθη συνωθοῦνται εἰς τὸν δρόμον, τὸν φέροντα πρὸς τὴν
Πηγὴν ταύτην. Ἄπειρα πλήθη διψῶσι νὰ ἀπολαύσωσι ὀλίγας σταγόνας
ἐκ τῆς δρόσου Αὐτῆς, χωρὶς νὰ δύνανται νὰ διακρίνωσι ταύτην.
Ὑμεῖς φέρεσθε πρὸς Αὐτήν, διακρίνετε ταύτην καὶ ὅμως ἀδιαφορεῖτε
καὶ ἵστασθε χωρὶς νὰ κατευθύνητε τοὺς πόδας ὑμῶν πρὸς Αὐτήν. Ἀπαλ-
λαχθῆτε τὸ ταχύτερον τῶν κωλυμάτων, τὰ ὁποῖα παρεμποδίζουν τὸν
δρόμον ὑμῶν, ἐγκαταλείψατε πλέον τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, ἐνδυναμώ-
σατε τὰς προοπαθείας ὑμῶν, ὅπως ἀκολουθήσητε τὸν Ὁδηγὸν ὑμῶν καὶ
ἀφεθῆτε ἐλεύθεροι, ἰσχυροί, ἀπηλλαγμένοι παντὸς ἐμποδίου, ἀλλὰ
ἔχοντες πλήρη ἐπίγνωσιν καὶ συναίσθησιν τῆς πορείας ὑμῶν πρὸς τὴν
Πηγὴν τῆς Ἀληθείας.
Ἄφθονον τὸ Ὕδωρ Αὐτῆς σᾶς ἀναμένει πρὸ πολλοῦ.

90. Μακράν, πολὺ μακρὰν τῶν ἀνθρώπων ἀνεγείρεται ὁ Ναός Μου.


Μακράν, πολὺ μακράν τῶν πόλεων καὶ πάσης κοινωνικῆς συγκεντρώ-
σεως εὑρίσκεται ἡ Κατοικία Μου. Μακράν, πολὺ μακρὰν ὑπερύψηλος καὶ
ἀχανὴς εἰς ἔκτασιν εὑρίσκεται ὁ τόπος, εἰς ὃν κατοικῶ καὶ διαμένω.
Τίς ὁ Ναὸς οὗτος, τίς ἡ Κατοικία αὕτη, τίς ὁ τόπος τοῦ ὁποίου τὰ
θεμέλια στηρίζονται ἐπί τῆς Ἀχανοῦς ἐκτάσεως τῶν Ἀπείρων Κόσμων,
ἡ δὲ περιοχὴ συμπεριλαμβάνει πᾶσαν κίνησιν καὶ ἐνεργὸν λειτουργίαν
καὶ ἐκδήλωσιν ἐν αὐτοῖς;
Οἱ οἰκοδόμοι οἱ ἀνεγείροντες τὸν Ναόν Μου δὲν εὑρίσκονται μεταξὺ
τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’ οὔτε καὶ οἱ ἀρχιτέκτονες ἐν τῇ γῇ. Οἱ ἐπιθυμοῦντες νὰ
ἐπισκεφθῶσι τὸν Ναόν Μου, οἱ θέλοντες νὰ εἰσέλθωσιν εἰς τὴν Κατοικίαν
Μου, οἱ προσπαθοῦντες νὰ γνωρίσωσι τὸν τόπον τῆς διαμονῆς Μου καὶ νὰ
παραμείνωσι μετ’ Ἐμοῦ, ὀφείλουσι νὰ ἀνεγείρωσι πρῶτον ἐντὸς τῆς
­ψυχῆς των ὅμοιον Ναόν. Νὰ ἑδραιώσωσι τὰ θεμέλια αὐτοῦ ἔν τῇ καρδίᾳ
αὐτῶν, νὰ ἀνοικοδομήσωσι τὴν κατοικίαν αὐτῶν ἐντὸς τοῦ βάθους τῆς
προσωπικότητός των, λαμβάνοντες τὰ πρὸς τοῦτο ἀπαραίτητα ὑλικά, οὐχὶ
ἐκ τοῦ κόσμου τῶν ἀνθρώπων, οὐχὶ ἐκ τῆς γῆς καὶ τῆς στενότητος τοῦ πε-
ριβάλλοντος αὐτῆς, ἀλλά ἐκ τοῦ Ἀπείρου Κόσμου.
Ἡ μᾶζα, ἐξ ἧς σύγκεινται τὰ ὑλικὰ ταῦτα δὲν ἀποτελεῖται ἐκ τῶν ὑλικῶν
στοιχείων τῆς φύσεως, οὔτε ἐξ ἐκείνων ἐξ ὧν ἀποτελεῖται ὁ ὀργανισμὸς
τῶν ζωϊκῶν ὄντων, ἀλλ’ ἐκ πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν τοιούτων, τὰ ὁποῖα

187
εἶναι Ἀναλλοίωτα καὶ Ἀδιάφθορα καὶ τὰ ὁποῖα οὐδόλως δύνανται νὰ με-
ταβληθῶσιν ἐκ τῶν μεταλλαγῶν καὶ τῆς ἀδρανείας τοῦ ὑλικοῦ κόσμου.
Διὰ τοῦτο δὲ καὶ ὁ Ναός Μου, ἡ Κατοικία Μου καὶ ὁ τόπος τῆς διαμονῆς
Μου παραμένει καὶ θὰ παραμένῃ Ἀσάλευτος καὶ Στερεὸς ἐν τῇ Αἰωνιότη-
τι καὶ τῇ διαρροῇ τῶν αἰώνων.
Ὁ Ναός Μου, ἡ Κατοικία Μου καὶ ὁ τόπος τῆς διαμονῆς Μου εὑρίσκεται
μακράν, πολὺ μακράν τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ τότε ὁ ἐπιθυμῶν νὰ προσέλθῃ
εἰς αὐτὸν καὶ νὰ κατοικήσῃ καὶ διαμείνῃ μετ’ Ἐμοῦ, τί δέον νὰ πράξῃ, ἢ τί
νὰ ἀκολουθήσῃ, διὰ νὰ φθάσῃ τὸ συντομώτερον;
Ὑπάρχει μία ὁδός ἄγουσα πρὸς Ἐμὲ καὶ εὐθεία, τὴν ὁποία ἕκαστος
δύναται ν’ ἀκολουθήσῃ, ἢ μήπως παρ’ αὐτὴν ἀκολουθοῦσι καὶ ἄλλαι ἢ δια-
κλαδίζονται ἐν αὐτῇ πολυσχιδῶς, οὕτως ὥστε νὰ μὴ δύναται ὁ ὁδοιπόρος
νὰ ἀνεύρῃ ἀμέσως τὴν πραγματικὴν καὶ ἀσφαλῆ κατεύθυνσιν, ἥτις θὰ τὸν
ὁδηγῇ ταχύτερον μέχρις Ἐμοῦ; Ἡ ὁδὸς ἡ κατευθυνομένη καὶ ἄγουσα πρός
Με εἶναι ἐπιστρωμένη καὶ ὁμαλὴ ἢ μήπως εἰς ἕκαστον αὐτῆς βῆμα ἀνε-
γείρονται καὶ βράχοι καὶ βάραθρα, ἐπί τῶν ὁποίων δύναται νὰ συντριβῇ ὁ
βιαζόμενος, ἢ εἰς τὰ ὁποῖα δύναται νὰ καταπέσῃ ὁ ἀγνοῶν τὴν πραγματι-
κὴν καὶ ἀληθῆ αὐτῆς κατεύθυνσιν;
Ὁ πρός Με προσερχόμενος καὶ ἐν τῷ τόπῳ τῆς διαμονῆς Μου πορευ-
όμενος, ὁ ἐπιζητῶν νὰ ἀνεύρῃ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου τὴν Ἀλήθειαν καὶ τὴν
πραγματικὴν κατεύθυνσιν τῆς ὁδοῦ Μου, τῆς ἀγούσης πρός Με, ἔχει οὐ
μόνον νὰ συναντήσῃ πλείστας ἄλλας ἀτραπούς, ἀκολουθούσας τὴν πραγ-
ματικὴν καὶ εὐθεῖαν, ἐντὸς τῆς ὁποίας διαχαράσσονται, ὄχι μόνον εἰς ἕκα-
στον αὐτοῦ βῆμα προβάλλει καὶ εἷς βράχος, ἓν πρόσκομμα, ἓν βάραθρον,
ἐπὶ τοῦ ὁποίου δύναται νὰ ἐπιπέσῃ καὶ συντριβῇ, ἢ εἰς τὸ ὁποῖον δύναται νὰ
ὀλισθήσῃ καὶ καταπέσῃ καὶ μετὰ πολλοῦ κόπου νὰ ἐξέλθῃ, ἀλλ’ ἔχει πλεί-
στους ὅσους ὁδηγούς, οἵτινες τὸν προτρέπουσι νὰ ἀκολουθήσῃ αὐτούς.
Οἱ ὁδηγοὶ οὗτοι δὲν ἀνήκουσι μόνον εἰς τὴν ἀντενεργὸν δύναμιν,
ἀνήκουσι πολλάκις καὶ εἰς τὰς ὑπ’ Ἐμοῦ ἐξαρτωμένας ὑπακοούσας Πνευ-
ματικὰς Δυνάμεις, αἵτινες ἐν τῷ Ὀνόματί Μου παρασύρουσι πολλάκις
αὐτοὺς εἰς μεγαλύτερα τῶν ἀντενεργῶν δυνάμεων ὀλισθήματα.
Διὰ τοῦτο ἐκεῖνος ὅστις θέλει πράγματι ν’ ἀνεύρῃ τὴν Ἀλήθειαν ἐν
Ἐμοὶ καὶ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου, δὲν ἀρκεῖ μόνον νὰ ἐπικαλῆται Ἐμέ, νὰ
ἐναποθέτῃ Ἐμὲ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, νὰ ἀφοσιωθῇ εἰς Ἐμὲ ψυχῇ τε καὶ
σώματι, ἀλλὰ νὰ ἀνεύρῃ ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς αὐτοῦ τὴν ἐγκρυπτο-
μένην καὶ ἐπικαλυπτομένην Ἀλήθειαν, τὴν ὁποίαν τελείως νὰ ἀπογυ-
μνώσῃ πάντων τῶν ἐπενδυμάτων, μὲ τὰ ὁποῖα τὴν ἐπένδυσαν οἱ ἐν τῷ
Ὀνόματί Μου διδάσκοντες πνευματικοὶ ὁδηγοί.
Ἡ πίστις πρὸς Ἐμέ, πρὸς τὸ Ἔργον Μου, δὲν ἀρκεῖ ὅπως ἀποκαλύψῃ
ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ μεγαλοπρεπείᾳ τὴν Ἀλήθειαν. Οἱ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου
­πιστεύοντες διετήρησαν μέχρις ὑμῶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ κηρυχθέν μέρος
τῆς Ἀληθείας, τὸ ὁποῖον ἐπένδυσαν ἀναλόγως τῶν ἀντιλήψεων καὶ συμ-
φερόντων αὐτῶν.

188
Τὸ αὐτὸ συνέβη καὶ μὲ τὴν διδασκαλίαν καὶ τὸ ἔργον πάντων τῶν ἀνα-
μορφωτῶν καὶ πνευματικῶν ὁδηγῶν τοῦ κόσμου. Διὰ τοῦτο δὲ τόσον ἡ
διδασκαλία αὐτῶν, ὡς καὶ ἡ Ἰδική Μου στηρίζεται ἐξ ὁλοκλήρου ἐπὶ τῆς
πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἐξυψώσεως τοῦ ἀτόμου, ὡς καὶ ἐπί τῶν Νόμων
τῆς Ἠθικῆς καὶ τῆς Δικαιοσύνης, οἵτινες τοσοῦτον μᾶλλον διαφέρουσιν,
ὅσον αἱ ἐπελθοῦσαι μετατροπαὶ ὑπὸ τῶν ἀποδεχθέντων αὐτοὺς μετήλλα-
ξαν τὴν οὐσίαν αὐτῶν, ἀναλόγως τῆς ἀντιλήψεως τῶν ἐπικρατούντων
ἐθίμων, τοῦ τόπου καὶ τοῦ περιβάλλοντος, ἐν ᾧ ἔζων καὶ ἀναλόγως τῶν
συμφερόντων αὐτῶν.
Οὐσιαστικῶς ὅμως ἑκάστη διδασκαλία ἐπιδιώκει τὴν ἐξύψωσιν τοῦ
Ὄντος καὶ τὴν ἐκλέπτυνσιν τῶν εὐγενῶν αἰσθημάτων τῆς ψυχῆς, ἐπιδι-
ώκουσα νὰ ἐναρμονίσῃ τὸ σύνολον τῶν ὀπαδῶν αὐτῆς, ἐν τῷ αὐτῷ ὑπ’ αὐτῆς
ἐπιδιωκομένῳ σκοπῷ καὶ νὰ προσενέγκῃ εἰς τοὺς ἀκολούθους αὐτῆς τὴν
εἰρηνικὴν διαβίωσιν, τὴν μέλλουσαν εὐτυχίαν, τὴν γαλήνην τῆς ψυχῆς,
τὴν ὅσον οἷον τε ἀπαλλαγὴν αὐτῆς ἐκ τῶν παθῶν, τὰ ὁποῖα συντρίβουσι
ταύτην καὶ καθιστῶσιν αὐτὴν αἰχμάλωτον τῶν ταπεινῶν αἰσθημάτων.
Οἱ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου προσπαθήσαντες νὰ ἀνεύρωσι τὴν ἀλήθειαν
καὶ νὰ ἀποκαλύψωσι τὴν ὑπὸ τῆς Διδαχῆς Μου ἐμπερικλειομένην πραγμα-
τικότητα αὐτῆς, πάντες οἱ ἐν τῷ στενῷ πνεύματι τῆς Διδασκαλίας Μου
ἐμμείναντες καὶ οἰκοδομήσαντες τὸν ἐν τῇ Γῇ Ναόν Μου, τὸν ὁποῖον
ἐπέβαλον ὡς Κατοικίαν Μου καὶ ὡς τὸν τόπον τῆς διαμονῆς Μου, εἶναι
καὶ εἷς ἕκαστος ὁδηγός, ὅστις προσπαθεῖ διὰ τῶν ἀτραπῶν, τῶν ἐν τῇ ὁδῷ
Μου εὑρισκομένων, νὰ καθοδηγήσῃ τοὺς πλάνητας καὶ τοὺς μὴ δυναμέ-
νους ἐκ τῶν ἰδίων αὐτῶν δυνάμεων καὶ ἐκ τῆς ἰδίας αὐτῶν αὐτοβουλίας καὶ
αὐτοκατευθύνσεως νὰ βαδίσωσι πρός Με.
Ὁ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου κηρύσσων τὴν Ἀλήθειαν, ὁ εἰς Ἐμὲ ἀκραδά-
ντως πιστεύων καὶ πᾶς εἰσέτι ὁ ἐπιθυμῶν νὰ προσφέρῃ ἑαυτὸν ὁλο-
καύτωμα ὑπὲρ Ἐμοῦ καὶ νὰ βαδίσῃ ἐν τῇ ἀληθῇ καὶ πραγματικῇ ὁδῷ
Μου, δὲν δύναται νὰ ἀνεύρῃ ταύτην ὁπόταν προσκολληθῇ ἐπὶ τοῦ
στενοῦ πνεύματος τῆς διδασκαλίας, ἥτις ἔφθασε μέχρις αὐτοῦ ἠλλοι-
ωμένη καὶ παρεφθαρμένη καὶ ἡ ὁποία ἀργότερον ὑπέστη τὴν βάσανον
ἐκείνων, οἵτινες μὴ γνωρίσαντες τὴν Οὐσίαν αὐτῆς προσεκολλήθησαν
ἐν τῇ στενῇ ἐννοίᾳ τῶν τύπων καὶ τοῦ γράμματος αὐτῆς, ἐπιβαλλόντες
εἰς τοὺς ἀκολούθους καὶ ὀπαδοὺς αὐτῆς τὰς ἐμπνεύσεις ἄλλων διδασκα-
λιῶν καὶ τὰς ἑρμηνείας τῆς στενότητος τοῦ πνεύματος αὐτῶν.
Διὰ νὰ βαδίσῃ πράγματι τὴν εὐθεῖαν, διὰ νὰ ἀνεύρῃ τὴν Ἀλήθειαν, ἐν
ὅλῃ αὐτῆς τῇ ἐκτάσει, ὀφείλει ν’ ἀποβάλλῃ ἀπ’ αὐτοῦ πᾶσαν προκατάλη-
ψιν, ὀφείλει ν’ ἀποτινάξῃ πάντα τῦπον περιωρισμένον, ὀφείλει νὰ ἀνυ-
ψώσῃ τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ὑπεράνω τῶν στενῶν ἀντιλήψεων, ὑπεράνω τοῦ
στενοῦ χώρου τοῦ κόσμου ἐν ᾧ ἔζησε καὶ τοῦ ὁποίου τὰς πεποιθήσεις καὶ
ἀντιλήψεις ἐνεκολπώθη καὶ νὰ ὑπερυψωθῇ μέχρις τοῦ Ἀληθοῦς Ναοῦ Μου,
τῆς πραγματικῆς καὶ Ἀληθοῦς Γνώσεως, ὅστις ἀνεγείρεται ἐν τῷ Ἀπείρῳ
καὶ συμπεριλαμβάνει ἐν αὐτῷ τὸν Ἄπειρον Κόσμον.

189
91. Διὰ νὰ ἀνέλθῃ τις εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους, εἶναι ἀνάγκη νὰ
ὁπλίσῃ τοὺς πόδας του διὰ τῶν καταλλήλων ὑποδημάτων, ἵνα μὴ
οὗτοι κατασχισθῶσι ὑπὸ τῶν αἰχμηρῶν βράχων. Ἐπίσης δὲ δέον νὰ φέρῃ
ἀνὰ χεῖρας ράβδον ἢ στήριγμά τι, διὰ νὰ δύναται νὰ στηρίζῃ τὸ σῶμα του
ὁσάκις ἡ ἀνάβασις ἀπαιτεῖ τοῦτο.
Ἐὰν ὁ ἐπιχειρῶν νὰ ἀνέλθῃ τὴν κορυφὴν ἑνὸς ὑψηλοῦ καὶ δυσπρο-
σίτου ὄρους ὀφείλῃ νὰ γυμνάσῃ προηγουμένως ἑαυτόν, διὰ νὰ δύναται νὰ
στηρίζῃ τοὺς πόδας του ἐπὶ τῶν ἀπορρώγων βράχων χωρὶς νὰ ὀλισθαίνῃ,
πόσον μᾶλλον ἐκεῖνος ὅστις ἐπιθυμεῖ καὶ προσπαθεῖ νὰ ἀνέλθῃ εἰς τὴν
πνευματικὴν κορυφήν. Οἱ πόδες αὐτοῦ ὀφείλουσι νὰ ἐκγυμνασθῶσιν ἵνα
ἀνθέξωσιν εἰς τὴν μακρὰν πορείαν, αἱ χεῖρες αὐτοῦ ὀφείλουσι νὰ ἔχωσιν
ἕνα στήριγμα διὰ νὰ στηρίζεται ἐπ’ αὐτοῦ τὸ σῶμα του, καὶ ἕως ὅτου κα-
τορθώσῃ μόνος του νὰ διανύῃ τὴν ὁδὸν τὴν ἀνωφερικήν, τὴν ἄγουσαν εἰς
τὴν ὑψίστην κορυφήν, δέον νὰ ἔχῃ ἕνα ὁδηγόν, ὅστις νὰ τὸν κατατοπίζῃ
καὶ νὰ τὸν ἐμποδίζῃ ἀπὸ τοῦ νὰ ἀκολουθήσῃ ἀντίθετον ἀτραπόν. Ὁ ὁδηγὸς
οὗτος δύναται εἰς τὰ πρῶτα αὐτοῦ βήματα νὰ τὸν ὑποβαστάζῃ καὶ νὰ τὸν
βοηθῇ εἰς τὸ ν’ ἀποφεύγῃ τὰ ὀλισθήματα καὶ τὰ ἀνὰ πᾶν βῆμα του ἐγειρό-
μενα ἐμπόδια.
Ὁ ὁδηγούμενος οὕτω ἀσφαλέστερον δύναται νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα
τοῦ προορισμοῦ του, ἀλλὰ πρίν ἢ ἀποφασίσῃ ν’ ἀναχωρήσῃ ὀφείλει νὰ
ἀνεύρῃ καὶ ἐκλέξῃ τὸν ὁδηγὸν αὐτοῦ, νὰ προσπαθήσῃ νὰ συνδεθῇ μαζύ
του, νὰ ἐπιδιώξῃ νὰ προσκολληθῇ εἰς αὐτὸν καὶ τέλος νὰ τὸν γνωρίσῃ
καλῶς, ἵνα τὸν διακρίνῃ ἀπὸ μακρόθεν καὶ ἐν ὅλαις αὐτοῦ ταῖς λεπτομε-
ρείαις, καθ’ ὅσον καθ’ ὁδὸν θὰ παρουσιασθῶσιν πολλοί, οἵτινες θὰ ἤθελον
νὰ τὸν βοηθήσωσιν, νὰ τῷ παράσχωσι πᾶσαν συνδρομήν, ἀλλ’ οἱ ὁποῖοι
δὲν θὰ ἀνῆκον εἰς ὁμάδα τοῦ ἀληθοῦς ὁδηγοῦ. Ἐὰν ὁ ἀκολουθῶν τὴν
ὁδὸν ταύτην ἀφεθῇ νὰ παρασυρθῇ ὑπ’ αὐτῶν, τότε εἶναι ἀδύνατον νὰ φθά-
σῃ εἰς τὴν κορυφήν, ἀλλὰ πάντοτε θὰ παρασύρεται ἐπὶ ἀποκρήμνων λό-
φων καὶ ἐν μέσῳ χαραδρῶν, τὰς ὁποίας θὰ ἐκλαμβάνῃ ὡς κορυφήν.
Πρωτίστως ὁ ἐπιδιώκων νὰ ἀνέλθῃ εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους, ὀφείλει
νὰ συνδεθῇ μετά τινος ὁδηγοῦ ἀνήκοντος εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ Ἄρ-
χοντος τοῦ Κόσμου, ἢ μέσῳ Αὐτοῦ ἢ καὶ ἀπ’ εὐθείας, ἐὰν ἡ πρὸς τοῦτο
συγκατάθεσις ἐκ μέρους Αὐτοῦ ὑπῆρχε νὰ συνδεθῇ μετ’ Αὐτοῦ καὶ νὰ
ἐπιδιώξῃ νὰ γνωρίσῃ Τοῦτον ἐν ὅλῃ Αὐτοῦ τῇ Ἐκπροσωπήσει καὶ ἐν ὅλῃ
Αὐτοῦ τῇ Πνευματικῇ Ἐκτάσει καὶ Μεγαλοπρεπεία. Ὁ Ἄρχων τοῦ Κό-
σμου εἶναι Ἐκεῖνος Ὅστις κατευθύνει τὰ βήματα οὐ μόνον τῆς ἐπί γῆς
ἀνθρωπότητος, οὒ μόνον τοῦ πλανητικοῦ κόσμου, εἰς ὃν αὕτη ἀνήκει,
ἀλλὰ τοῦ Σύμπαντος ὁλοκλήρου, μὲ τὰς ἐν αὐτῷ ὑπαρχούσας δρώσας
καὶ ἐνεργούσας Δυνάμεις.
Ἡ σύνδεσις μετ’ Αὐτοῦ ἀπαιτεῖ ποιάν τινα μικρὰν ἢ μεγάλην προ-
πόνησιν, ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς ἐξελίξεως τοῦ ἀτόμου, ἀναλόγως
τοῦ βαθμοῦ καὶ τῆς τάξεως, εἰς ἣν τὸ ἄτομον τοῦτο ἀνήκει (ἐννοεῖται
βαθμοῦ καὶ τάξεως πνευματικῆς), ἀναλόγως τοῦ περιβάλλοντος εἰς ὃ

190
ζῆ καὶ τέλος ἀναλόγως τῶν προσπαθειῶν καὶ ἐνεργειῶν αὐτοῦ καὶ τῆς
­ἐξωτερικεύσεως τῶν ἐν αὐτῷ ὑπαρχουσῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν
δυνάμεων, ἐν λανθανούσῃ καταστάσει εὑρισκομένων καὶ ἀπαιτουσῶν
τὴν ἀνάλογον ἀνάπτυξιν καὶ καλλιέργειαν, ὡς καὶ τὴν ἀπεριόριστον πί-
στιν, ὅπως ἐξωτερικευθῶσιν.
Αἱ πνευματικαὶ καὶ ψυχικαὶ ἰδιότητες τοῦ ὄντος, ἐνυπάρχουσαι ἐν αὐτῷ,
δὲν δύνανται ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ ἄνευ τῆς ἀπαιτουμένης καταβολῆς ἐνερ-
γείας νὰ δράσωσι καὶ ἐξωτερικευθῶσιν. Διὰ τοῦτο ὁ ἐπιχειρῶν νὰ καταλά-
βῃ τὴν ἀνάλογον θέσιν καὶ κατάταξιν ἐν τῷ στρατεύματι τοῦ Ἄρχοντος
τοῦ Κόσμου, ὀφείλει μόνος του ἐξετάζων καὶ ἀναλύων ἑαυτόν, νὰ διακρίνῃ
ποία δύναμις δύναται νὰ ἐκπορευθῇ ἐξ αὐτοῦ καὶ ποία ἰδιότης αὐτῆς δέον
ν’ ἀποτελέσῃ τὸν σκοπὸν τῆς καλλιεργείας καὶ ἀναδείξεως αὐτῆς.
Ὡς βεβαίως γνωρίζετε, ἕκαστος ἄνθρωπος εἶναι πεπροικισμένος ὑπὸ
πολλῶν δυνάμεων καὶ χαρισμάτων, τὰ ὁποῖα ἄλλα μὲν ἐξ αὐτῶν εὑρίσκο-
νται ἐν πληθωρισμῶ εἰς τὸν ἕνα, ἐν ὑπνότητι δὲ ἢ καὶ οὐδόλως εἰς τὸν
ἄλλον. Οἱ ἐπιθυμοῦντες νὰ ἀκολουθήσωσι τὴν ὁδὸν τῆς ἀνόδου καὶ τῆς
πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς αὐτῶν ἐξελίξεως, δέον νὰ ἐξετάσωσι ἑαυτοὺς καὶ
ν’ ἀνεύρωσιν ὑπὸ ποίου χαρίσματος εἶναι πεπροικισμένοι ἐκ φύσεως καὶ
ὑπὸ ποίαν ἰδιότητα ἐκδηλοῦται τοῦτο, τὴν ἰδιότητα δὲ ταύτην νὰ ἀναπτύ-
ξωσι καλλιεργοῦντες ἐπισταμένως ταύτην.
Οἱ κεκτημένοι δύο ἢ καὶ περισσοτέρας ἰδιότητας χαρισμάτων, ὀφείλου-
σι νὰ ἐπιμείνωσιν εἰς τὴν τελείαν ἀνάπτυξιν, καλλιέργειαν καὶ ἀρίστην
ἐπίδοσιν τῆς μιᾶς τούτων καὶ ἔπειτα νὰ ἐπιχειρήσωσιν ν’ ἀναπτύξωσι καὶ
καλλιεργήσωσι καὶ τὰς ἄλλας. Ἐὰν ἐπιχειροῦσι νὰ ἀναπτύξωσι καὶ καλλι-
εργήσωσι ἁπάσας τὰς παρουσιαζομένας ἰδιότητας τῶν χαρισμάτων αὐτῶν,
ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἀπαιτεῖται μακρὸς χρόνος καὶ μεγίστη καὶ ἀκατάβλητος προ-
σπάθεια, χρειάζεται καὶ ἀνάλογος δυνατὴ φυσικότης, ἀπορρέουσα ἐκ
τῆς διαπλάσεως τοῦ ὀργανισμοῦ τοῦ ὄντος, ὅπως ἐπιτευχθῇ ἡ πλήρης
ἐκδήλωσις αὐτῶν.
Διὰ τοῦτο ὁ μαθητὴς ὀφείλει νὰ ἐμμένῃ εἰς τὴν καλλιέργειαν καὶ ἀνά-
πτυξιν μιᾶς καὶ μόνον ἰδιότητος αὐτοῦ, ἐκτὸς ἐὰν τοῦ ὑποδειχθῆ ὑπὸ τοῦ
πνευματικοῦ του ὁδηγοῦ, ὅστις δύναται τῇ βοηθείᾳ καὶ καλῇ συμβολῇ ἀμ-
φοτέρων ν’ ἀναπτυχθῶσι καὶ καλλιεργηθῶσι καὶ ἄλλαι ἰδιότητες. Ὁ μαθη-
τὴς διὰ νὰ καλλιεργήσῃ οἱανδήποτε πνευματικὴν ἢ ψυχικὴν ἰδιότητα τῶν
χαρισμάτων αὐτοῦ, ἀνάγκη νὰ συγκεντρωθῇ εἰς ἑαυτόν. Ἡ συγκέντρωσις
αὕτη εἶναι πάντοτε ἡ αὐτή, τὰ δὲ ἀποτελέσματα τῶν ἐκδηλώσεών της
εἶναι ἀνάλογα τῆς μεσαζοντικῆς δυνάμεως καὶ τῆς διακρίσεως αὐτῆς.
Ἡ συγκέντρωσις τοῦ μαθητοῦ γίνεται πάντοτε διὰ τῆς ἀποβολῆς πάσης
σκέψεως καὶ διὰ τῆς πλήρους ἐξουδετερώσεως τῶν πνευματικῶν ἐνερ-
γειῶν ἐπὶ τοῦ ἐγκεφάλου διὰ τῆς σκέψεως.
Ἐὰν δηλαδὴ τὸ ἄτομον τὸ κατὰ πρώτην φορὰν ἐπιχειροῦν νὰ συγκε-
ντρωθῇ ἀπασχολῇ τὰς σκέψεις αὐτοῦ διὰ πλείστων ὅσων ζητημάτων
ἐγειρομένων κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς συγκεντρώσεως τῶν δυνάμεων

191
αὐτοῦ ἐν ἑαυτῷ δὲν δύναται νὰ ἐπιφέρῃ κανὲν ἀποτέλεσμα. Ἔχων οὗτος
ὑπ’ ὄψει του ὅτι ἀπαιτεῖται μεγίστη προσπάθεια διὰ νὰ ἐπιτύχῃ τὴν πλήρη
ἀπομάκρυνσιν τῶν ἀπασχολουσῶν καὶ διεγειρομένων ἐν ἑαυτῷ ἀθελήτων
σκέψεων, προσηλώνει τὴν ἰδέαν αὐτοῦ εἰς τὸν πνευματικὸν αὐτοῦ ὁδηγόν,
ἢ εἰς οἱονδήποτε ἄλλο πρόσωπο ἢ ἀντικείμενον, ἵνα ὁ νοῦς συνῃθίσῃ εἰς
τὴν συγκεντρωτικὴν ταύτην τῆς ψυχῆς του προσπάθειαν.
Ἡ συγκέντρωσις, ἥτις γίνεται ἐν ἑαυτῷ ἢ καλλίτερον ἡ ψυχικὴ προ-
σπάθεια ὅπως πληρώσῃ τὸ πνευματικὸν εἶναι διὰ τῆς πλήρους ­ἰσονομίας
καὶ ἰσοσθενοῦς καταμερισμοῦ τῶν δυνάμεων αὐτῆς ἐν ὅλῳ τῷ πνευματι-
κῷ ἐπιπέδῳ τοῦ ὄντος, δὲν εἶναι τι ἄλλο παρὰ ἀκατάβλητος προσπάθεια
ὅπως ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ μὴν ὑπάρξῃ διέγερσίς της ὑποκινοῦσαν σκέψιν ἢ
ἰδέα τινά. Δηλαδὴ ἐπιδιώκεται ὅπως ὁ μαθητὴς εὑρισκόμενος ἐν πλήρη
ἐγρηγόρσει καὶ ἔχων ἀνάλογον συναίσθησιν ἑαυτοῦ νὰ καταστήσῃ τὸν
ἐγκέφαλον αὐτοῦ ἀμέτοχον τῶν ἐξωτερικῶν ἐντυπώσεων, αἱ ὁποῖαι θὰ
γεννῶνται ἢ θὰ προσπαθοῦσι νὰ ἐκδηλωθῶσι διὰ τῆς σκέψεως.
Ἀπαιτεῖται δηλαδὴ νὰ μὴν ὑπάρχει ἀτομικὴ τις συνείδησης τοῦ
πλήρους καὶ ἐνεργοῦντος Ἐγώ, ἀλλὰ νὰ ὑποκασταθῇ τοῦτο διὰ τοῦ
ὑποσυνειδήτου, τῆς ἐσωτερικῆς δηλονότι δυνάμεως τῆς ἀνηκούσης εἰς
τὸν ἐσωτερικὸν κόσμον, τὸν μὴ ἀναπληρουμένων ὑπὸ τῆς ἐγκεφαλικῆς
λειτουργίας, ἀλλὰ τὸν εκδηλούμενον ὑπὸ τῶν παραισθητικῶν κινήτρων,
τῶν ἑδραζομένων εἰς τὸ μέγα συμπαθητικὸν νεῦρον.
Δὲν δύναται ὁ μαθητὴς νὰ ἐνεργήσῃ τι, διὰ τὴν καλλιέργειαν καὶ ἀνά-
πτυξιν ἑνος χαρίσματος αὐτοῦ, ἐὰν πρῶτον δὲν μάθῃ νὰ συγκεντρώνηται
εἰς ἑαυτὸν διὰ τοῦ τρόπου τούτου: Ἐπιδιώκων ν’ απομακρύνῃ ἀπ’ αὐτοῦ
πᾶσαν σκέψιν, ν’ ἀπονεκρώσῃ τὸν ἐγκέφαλον αὐτοῦ ἀπὸ πᾶσαν ἀπα-
σχολοῦσαν αὐτὸν ἰδέαν, προσπαθὼν νὰ πληρώσῃ τὸ πνευματικὸν διὰ
τοῦ ψυχικοῦ, καὶ προσηλούμενος ἕως ὅτου συνηθίσῃ νὰ μὴ περισπᾷ καὶ
πλανᾷ τὴν σκέψιν του ὑπὸ τῶν γεννωμένων ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ του ἐντυ-
πώσεων, εἰς ἓν πνευματικὸν ὄν, ἢ ὁδηγόν τὸν ὁποῖον καθ’ ὅλον τὸ διά-
στημα τῆς συγκεντρώσεως αὐτοῦ, πρέπει νὰ ἔχει πρὸ αὐτοῦ.

92. Ἐρώτησις: Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁδηγοὶ μὴ ἀνήκοντες εἰς τὴν ἀντε-
νεργὸν δύναμιν, ἀλλ’ εἰς Ὑμᾶς ὑπακούοντες, νὰ ὁδηγήσωσιν εἰς μεγαλύτε-
ρα ὀλισθήματα;
Ἀπάντησις: Οἱ πνευματικοὶ ὁδηγοί, οἱ καθοδηγοῦντες τὸν ἄνθρωπον
πρός Με, δὲν ἀνήκουσι μόνον εἰς τὸν Κόσμον τοῦ Ὑπερπέραν, ἀλλὰ καὶ
εἰς τὸν ζῶντα. Εἶναι οἱ διάφοροι λειτουργοὶ τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας, οἵτι-
νες καὶ μετά θάνατον ἐξακολουθοῦσι νὰ ἐμπνέωσιν καὶ προσελκύωσι
πρὸς ἑαυτοὺς ἐκείνους εἰς τοὺς ὁποίους ἤδη ἐκ τοῦ ἐγκαταλειφθέντος
αὐτῶν ἔργου καὶ τῶν θεωριῶν αὐτοῦ κατελήφθησαν.
Οἱ ὁδηγοὶ οὗτοι δὲν ἀνήκουσι κατὰ τὴν ὑπὸ πάντων ἀνoμολογουμένην

192
πραγματικότητα εἰς ἕνα Διδάσκαλον τοῦ Ὁποίου ἠσπάσθησαν τὰς Ἀρχὰς καὶ
ἀνέλυσαν τὸ Ἔργον καὶ τὸν Ὁποῖον ἐλάτρευσαν, ὥστε νὰ θυσιασθῶσιν ὑπὲρ
αὐτοῦ καὶ νὰ τελευτήσωσι διὰ μαρτυρικοῦ θανάτου ἐν τῷ Ὀνόματί Του;
Πῶς γίνεται τοῦτο; Πῶς μετὰ θάνατον ἐξακολουθεῖ ἡ ἄγνοια; Πῶς
ἀφίενται ἐλεύθεροι; Ἡ Ἐλευθερία εἶναι προνόμιον τῆς Θείας Φύσεως.
Συνεπῶς οὐδεὶς δύναται νὰ δεσμευθῇ μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν τῶν ὑλικῶν
δεσμῶν, ὁπότε πλέον ἔχει καὶ πᾶσαν ἐλευθερίαν, ὡς μὴ περιοριζόμενος
ὑπὸ τῶν ὑλικῶν νόμων.
Ἐρώτησις: Πῶς συμβαίνει τοῦτο ἀφοῦ σᾶς ὑπακούουν;
Ἀπάντησις: Ἀναγνωρίζοντες, λατρεύοντες Ἐμὲ δὲν ὑπακούωσιν; Θὰ
σᾶς ἀναλύσω καλλίτερον τοῦτο διὰ νὰ Μὲ ἐννοήσητε. Ὑμεῖς ἀνήκετε ἐπὶ
παραδείγματι, εἰς τὴν παράταξιν ἐκείνων οἵτινες παραδέχονται ὅτι μόνον
διὰ τοῦ ὑλικοῦ Βαπτίσματος, ὅτι μόνον διὰ τῶν νόμων τῆς Χριστιανικῆς
Ἐκκλησίας, μόνον διὰ τῶν παραδόσεων αὐτῆς καὶ τῶν παραδεδεγμένων
καὶ θεσπισθέντων ὑπὸ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων δύναται νὰ ἐπέλθῃ ἡ
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁπόταν ἐπιθυμῆτε νὰ ἀκολουθήσητε τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας, ἀνὰ πᾶν
βῆμα ὑμῶν θὰ ἔχητε ὡς ὁδηγὸν τὴν κληρονομηθεῖσαν εἰς ὑμᾶς Διδα-
σκαλίαν ταύτην καὶ συνεπῶς θὰ προσκρούετε πάντοτε ἐπ’ αὐτοῦ δίκην
προεξοχῶν καὶ βράχων. Ἐκείνην τὴν στιγμὴν ἐμπνέεσθε ὑπ’ αὐτοῦ. Καὶ
ὅμως οὗτοι ἀνήκουσι εἰς τὴν παράταξιν, μέρους τῆς Ἀληθείας καὶ ὑπα-
κούουσιν εἰς Ἐμέ, ὡς τὸ μέρος τούτων ἀνῆκον εἰς τὴν Ἀλήθειαν, τὴν μερι-
κῶς συμπεριλαμβανομένην κατὰ τὴν ἀντίληψιν τῶν ἀποδεχομένων αὐτὴν
ὡς ἀνήκουσαν εἰς Ἐμέ.
Οἱ ὁδηγοί οὗτοι πιστεύετε ὅτι ἀνήκουσιν εἰς Ἐμὲ τόσον ὅσον πιστεύε-
τε καὶ Ἐμέ. Θὰ δημιουργῆτε οὕτω ἐν τῷ Ὀνόματί Μου Διδασκαλίαν, τὴν
ὁποίαν οὐδέποτε θὰ ἀνεγνώριζον, ὡς μὴ βασιζομένην ἐπί τῆς Πραγματι-
κῆς Ἀληθείας.

93. Ἐρώτησις: Ποῖος ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου;


Ἀπάντησις: Ο Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι αὐτὸ τοῦτο τὸ Θεῖον
Πνεῦμα, τὸ ἐκ τῆς Θείας Αὐτοῦ Ὑποστάσεως ἐξερχόμενον καὶ πληροῦν
τὸν Κόσμον.
Εἶναι ἡ Νοητὴ Ἀντίληψις τοῦ Θείου Ὄντος ἐν τῇ ἀνθρωπίνῃ διανοίᾳ.
Εἶναι ἡ Ἀὀρατος Ὑπερτάτη Δημιουργικὴ Δύναμις, ἐν τῷ συνόλῳ τῶν
Δυνάμεων Αὐτῆς, σχετιζομένη καὶ ἐρχομένη εἰς ἐπαφὴν μετὰ τοῦ ὁρα-
τοῦ κόσμου.
Εἶναι ἡ Πηγὴ τῆς Ἀληθείας ἐν τῷ κέντρῳ Αὐτῆς καὶ ἄνευ ἀγωγῶν ἢ
κρουνῶν μεταφερόντων τὰ Νάματα Αὐτῆς εἰς τοὺς ἀντλοῦντας ἐξ Αὐτῆς.
Εἶναι ἡ Κεντρικὴ Ἑστία τῆς Ζωῆς, ἡ διαχέουσα τὸ πῦρ εἰς πάντα τὰ
ἐξ Αὐτῆς ἐκπορευθέντα ζωϊκὰ ὄντα, ἡ ἀνάπτουσα καὶ συγκρατοῦσα τὴν

193
φλόγα τούτων ἀναλόγως τῆς δοθείσης ὑπ’ Αὐτῆς φυσικῆς διαπλάσεως,
ἡ μηδέποτε ἐξαντλουμένη, διηνεκῶς παρέχουσα καὶ καταναλοῦσα τὴν
Θέρμην Αὐτῆς, ἄνευ ἀλλοιώσεως τῆς Φωτοβόλου Αὐτῆς Λάμψεως.
Αἱ ἐν τῇ ἀνθρωπίνῃ γλώσσῃ ὀνομασίαι οὐδεμίαν δύνανται νὰ προσδώ-
σουν Ἔννοιαν τῆς Δυνάμεως Αὐτῆς, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ καταστήσουν ἀντι-
ληπτὴν ταύτην εἰς ὄντα, ἔχοντα ἄμεσον σχέσιν με τὴν χονδροειδῆ ὑλικὴν
περιβολήν.

94. Ὁ ἐπιδιώκων ν’ ἀνέλθῃ τοῦ ὅρους τὴν κορυφὴν καὶ νὰ στεγασθῇ


ὑπὸ τὴν κατοικίαν τοῦ Ὑπάτου Ἄρχοντος τοῦ Κόσμου, ἕως ὅτου φθάσῃ
εἰς τὸ τέρμα τῆς ὁδοῦ, τῆς εὑρισκομένης πλησίον τῆς κορυφῆς, θὰ διέλθῃ
διὰ πολλῶν σταθμῶν. Οἱ σταθμοὶ οὗτοι εἶναι ἡ ἀναγκαὶα ἀνέλιξις τοῦ
ὄντος, πρὸς τὴν τελειοτέραν ἀναγωγὴν τοῦ πνεύματός του, καὶ πρὸς
τὴν ἐξαγνιστικωτέραν ἐξύψωσιν τῆς ψυχῆς αὐτοῦ.
Ἕκαστος τοιοῦτος σταθμὸς ἀπαιτεῖ καὶ ἀνάλογον ἀνάπαυλαν ἀφ’
ἑνός, μεγαλυτέραν δὲ προσπάθειαν καὶ καταβολὴν θελήσεως καὶ
ἐσωτερικῆς ψυχικῆς δυνάμεως πρὸς τὴν ἀναγκαιοῦσαν καὶ ἐπιβεβλη-
μένην προπόνησιν ἀφ’ ἑτέρου, διὰ νὰ δυνηθῇ νὰ διανύσῃ εὐκολώτερον
τὸ διαχωρίζον αὐτὸν διάστημα ἀπὸ τὸν ἑπόμενον σταθμόν, ὅστις ἀπαιτεῖ
μεγαλύτερα πνευματικὰ καὶ ψυχικά ἐφόδια πρὸς τὴν ἄνοδον αὐτοῦ εἰς
ἄλλους σταθμοὺς ὑψηλότερον αὐτοῦ εὑρισκομένους. Ἐκτὸς δὲ τῆς ψυ-
χικῆς καὶ πνευματικῆς προσπαθείας τοῦ μαθητοῦ, τοῦ ἀσπασθέντος τὴν
διδασκαλίαν τοῦ Πνευματικοῦ ὁδηγοῦ καὶ ἐπιθυμοῦντος τὸ ταχύτερον νὰ
φθάσῃ εἰς ὑψηλότερα ἐπίπεδα, ὀφείλει οὗτος ν’ ἀκολουθήσῃ καὶ ὁμοίαν
ἄσκησιν πρὸς τὴν τοῦ σώματος αὐτοῦ διάπλασιν, ἐναρμονιζομένῃν καὶ
προσδεχομένην τὴν ὁλοὲν τελειοποιουμένην καὶ ἐκ τῶν ἀνθρωπίνων
ἀδυναμιῶν προερχομένην πνευματικὴν αὐτοῦ ὑπόστασιν.
Ἡ ἀγωγὴ οὕτως εἰπεῖν, αὕτη δέον νὰ συνοδεύηται ὑπὸ καταλλήλων
ἀσκήσεων καὶ ἀναγκαὶων φυσικῶν ὅρων διαίτης καὶ βιονομικῆς ζωῆς,
ἄνευ τῶν ὁποίων δὲν εἶναι εὔκολον ν’ ἀνέλθῃ τις εἰς ὑψηλότερα ἐπίπεδα
καὶ νὰ διαδεχθῇ ἐν τῇ ἀνελίξει αὐτοῦ τοὺς ὑπερκειμένους σταθμοὺς αὐτῆς.
Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ζῶν ἐν τῇ κοινωνίᾳ, ὁ περιστοιχούμενος ὑπὸ τῶν κοσμικῶν
μεριμνῶν καὶ ἀπολαύσεων, ὁ διηνεκῶς περισπώμενος ὑπὸ τῶν ἀναγκῶν
τοῦ βίου, ὁ προσηλωμένος ὡς ἐκ τῆς θέσεως, ἥν ἐδημιούργησεν εἰς ἑαυτόν,
εἰς τὰ ὑλικά τοῦ κόσμου ζητήματα, ὁ μὴ δυνάμενος ν’ ἀφήσῃ τὴν διάνοιαν
αὐτοῦ ἐλευθέραν, ἀπερίσπαστον καὶ τελείως ἀπηλλαγμένην τῶν ποικίλων
ζητημάτων, τῶν ἀπασχολούντων τὴν ζωὴν αὐτοῦ εἰς καθαρῶς βιωτικὰ ζη-
τήματα, ὁ τοιοῦτος λέγω ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκην περισσοτέρας προσπα-
θείας καὶ ἐνεργείας, ὅπως κατορθώσῃ καὶ ἀπαλλαγῇ ἐπὶ στιγμὴν τῶν ἀπα-
σχολούντων τὴν σκέψιν αὐτοῦ ὑλικῶν ζητημάτων, ὅπως ἐπίσης ἀπαιτεῖται
νὰ κοπιάσῃ ἐπὶ μακρότερον χρόνον, ἔως ὅτου φθάσῃ εἰς τὸν σταθμόν, εἰς

194
ὃν εἷς ἄλλος ἀπερισπάστως προσηλωμένος εἰς τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχι-
κὴν αὐτοῦ τελειοποίησιν δύναται νὰ φθάσῃ.
Ἂν δὲ ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἀπομακρυνθείς τῶν κοινωνικῶν πραγμάτων
καὶ ζῶν μακρὰν τῶν ἄλλων κατὰ μόνας καὶ τελείως ἀφιερωμένος εἰς τὸ
ἐξυψωτικὸν αὐτοῦ ἔργον, ἀπαιτῇ πολλάκις μακρὰ ἔτη προπονήσεως ἕως
ὅτου φθάσῃ εἰς ἀρκετὰ ἱκανοποιητικὸν βαθμὸν ἐξυψώσεως καὶ τελειοποιή-
σεως, πόσον χρόνον καὶ πόσην ἀκατάβλητον δύναμιν καὶ προσπάθειαν
δέον νὰ ἐντείνῃ ἐκεῖνος, ὁ ζῶν βίον διηνεκῶς περισπώμενος ὑπὸ τῶν
διαφόρων κοινωνικῶν καὶ οἰκογενειακῶν ζητημάτων καὶ ὁ μὴ δυνάμενος
ν’ ἀπαλλαγῇ ἀπ’ αὐτῶν, ἐφ’ ὅσον εὑρίσκεται εἰς διηνεκῆ μετ’ αὐτῶν σχέσιν
καὶ συνάφειαν;
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως οὗτος τοσοῦτον μάλιστα δύναται νὰ φθάσῃ εἰς τὴν
πραγματοποίησιν τῆς ἀποστολῆς καὶ τοῦ προορισμοῦ του, ἐφ’ ὅσον θὰ
ἠδύνατο νὰ ἐπιβληθῇ κατὰ τοιοῦτον τρόπον ἀφ’ ἑαυτοῦ, ὥστε ν’ ἀπαλ-
λαγῆ τῶν ἀπασχολούντων αὐτὸν ὑλικῶν ζητημάτων ἐν τῷ μέσῳ τῆς
ἀπασχολήσεως αὐτοῦ. Τοῦτο δύναται νὰ ἐπιτευχθῇ ὁπόταν σὺν τῷ χρόνῳ
ἐπιβάλῃ εἰς ἑαυτὸν νὰ μὴ προκαλῆται ἡ ἄμεσος ἐντύπωσις ἐκ τοῦ τρό-
που τῆς διαχειρίσεώς των, ἀλλὰ νὰ συνηθίσῃ τὸ πνεῦμα του καὶ ἐν μέσῳ
αὐτῶν νὰ σκέπτηται τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἀνέλαβε καὶ διὰ τὸ ὁποῖον προ-
ωρίσθη, ὡς ἐπίσης νὰ ἔχῃ διηνεκῶς προσηλωμένον τὸν νοῦν αὐτοῦ πρὸς
τὸν ὁδηγόν του Διδάσκαλον, παρὰ τοῦ ὁποίου νὰ ἐπιζητῇ πάντοτε τὴν
ἐνίσχυσιν καὶ τὴν ἀναγκαὶαν διαφώτισιν διὰ τὴν καλλιτέραν διαχείρισιν
καὶ τὴν ἔκβασιν αὐτῶν.
Ἂς μὴ πληροῖ τὴν καρδίαν αὐτοῦ ὑπὸ ἐπιθυμιῶν καὶ δυσεκπλη-
ρώτων ἢ ἔστω καὶ προσκαὶρως ἀπραγματοποιήτων πόθων, ἀλλὰ ἂς
ἀφίεται νὰ ὁδηγηθῇ ὑπὸ τῆς πίστεώς του πρὸς τὸν Διδάσκαλον ὁδηγόν
του, τοῦ ὁποίου ἡ ἔμπνευσις θὰ φέρῃ αὐτὸν τὸ συντομώτερον εἰς τὴν ἐπι-
θυμητὴν ἀτραπὸν τῆς πραγματοποιήσεώς των, ἢ ἡ δυσεπίλυτος καὶ μα-
κροχρόνιος βραδύτης αὐτῆς, διδομένη ἀπὸ σκοποῦ καὶ πρὸς ἀναγκαὶαν
αὐτοῦ δοκιμασίαν, ἂς ὁπλίσῃ αὐτὸν ὑπὸ τῆς ἐλπίδος καὶ τῆς βεβαιότητος
ὅτι ἡ ὑπ’ αὐτοῦ προσπάθεια καὶ φροντὶς ἐν τῷ ἀγῶνι θέλει ἐπιστεφθῇ ὑπὸ
ἐπιτυχίας.
Ἀναγκαὶα καθίσταται ἡ πρὸς τὸν ὁδηγὸν αὐτοῦ διδάσκαλον καθ’ ἑκά-
στην προσήλωσις καὶ ἐπικοινωνία διὰ τῆς πρὸς αὐτὸν ἀνυψώσεως τῆς
σκέψεώς του, ἥτις εἶναι τὸ πρῶτο βῆμα πρὸς τὴν πνευματικὴν αὐτοῦ
ἀναγωγήν. Ὁ ἐπιθυμῶν ν’ ἀνέλθῃ εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους εἶναι ἐπάνα-
γκες νὰ διέλθῃ διὰ πλείστων ἐμποδίων, τὰ ὁποῖα ὀφείλει νὰ ὑπερπηδήσῃ.
Ὅσον τὰ ἐμπόδια ταῦτα ἀνέρχονται εἰς μεγαλύτερον ἀριθμόν, κατὰ το-
σοῦτον καὶ ἡ ἀμοιβὴ μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν αὐτῶν εἶναι μεγαλυτέρα. Δὲν
πρέπει ὁ μαθητής, ὁ ἀφοσιωμένος εἰς τὸν Διδάσκαλον, νὰ κάμνη παντοίας
σκέψεις ἀντιθέτους ὡς πρὸς τὴν ἀναληφθεῖσαν αὐτοῦ ὑποχρέωσιν, ἀπένα-
ντι αὐτοῦ καὶ τοῦ ἔργου του.
Ὀφείλει νὰ ἔχῃ ἀπεριόριστον πρὸς αὐτὸν πίστιν καὶ ἀφοσίωσιν καὶ

195
νὰ μὴν ἀφίεται νὰ παρασύρεται ὑπὸ τῶν ἐν τῇ προσπαθείᾳ αὐτοῦ ἐγει-
ρομένων ἐμποδίων καὶ ἀποτυχιῶν ἐν τῇ ὑπερπηδήσει τούτων. Ἀπ’ ἐνα-
ντίας μάλιστα ὁπλίζων ἑαυτὸν διὰ τῆς πρὸς τὴν ἐπίτευξιν τοῦ ἀναληφθέ-
ντος ἔργου ἔν τῇ ταχυτέρᾳ αὐτοῦ πραγματοποιήσει διὰ τῆς βοηθείας καὶ
ἐνισχύσεως τοῦ πνευματικοῦ του ὁδηγοῦ, ἂς ἐγκαταλείψῃ ἑαυτόν εἰς τὴν
ἔμπνευσιν αὐτοῦ καὶ μόνον, μὴ παραλείπων ὅμως νὰ καταβάλλῃ ἐξ ἴσου
πρὸς αὐτὴν καὶ τὴν ἀπαιτουμένην ἐνέργειαν καὶ προσπάθειαν, ἵνα αὕτη
τὸ ταχύτερον φέρῃ τοῦτον εἰς τὴν ποθητῆν πραγματοποίησίν του.
Ἐπίσης ἐπιβάλλεται εἰς αὐτὸν νὰ μὴν ἐκφεύγῃ τῆς διαχαραχθείσης
εἰς αὐτὸν ὁδοῦ καὶ ἄλλοτε μὲν νὰ σταματᾷ ἐν αὐτῇ ἀμφιρρέπων καὶ ἀμφι-
ταλαντευόμενος, ἄλλοτε δὲ νὰ ἐκλέγῃ ἢ νὰ ἐκτρέπεται εἰς ἄλλας καὶ νὰ μὴ
δύναται νὰ καθορίσῃ τὴν ἀσφαλεστέραν, ἥτις θὰ ἠδύνατο νὰ τὸν φέρῃ εἰς
τὸ τέρμα τῆς ἐπιδιώξεώς του. Ἐκτὸς τούτου δι’ ὅλων τῶν δυνάμεων αὐτοῦ,
ἂς φροντίσῃ ν’ ἀπαλλαγῇ τὸ ταχύτερον τῶν ἀκαθορίστων καὶ ἀβεβαίων
διαλογισμῶν, οἵτινες ἐν τῇ διανοίᾳ αὐτοῦ γενόμενοι καθ’ ἑκάστην, ἐκ ποι-
κίλων ζητημάτων, εἴτε σχέσιν ἐχόντων μὲ τὴν πνευματικὴν αὐτοῦ ἐπίδο-
σιν, εἴτε ὅλως ἀσχέτως ταύτης, διηνεκῶς ἐμβάλλουν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ εἰς
ἀνησυχίαν καὶ πληροῦν αὐτὴν ἀπαγορεύσεως, ἀπιστίας, ἀμφιβολίας,
ἀπομακρύνσεως ἐκ τοῦ πραγματικοῦ τόπου τῆς κατευθύνσεώς του, ἐπι-
φέροντες τὴν βραδεῖαν ἐπίτευξιν τοῦ προσδοκωμένου ἀποτελέσματος.
Ἐκεῖνος ὅστις ἐπιθυμεῖ τὸ ταχύτερον νὰ ἐπιτύχῃ τὴν πνευματικὴν
αὐτοῦ ἐξύψωσιν, ὀφείλει ν’ ἀπαλλαγῇ τῶν ἀπασχολούντων αὐτόν ὑλικῶν
ζητημάτων καὶ τὰς ὥρας τῆς ἀναπαύσεώς του νὰ χρησιμοποιήσῃ πρὸς τὴν
πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν αὐτοῦ τελειοποίησιν, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν
ἀναγκαὶων ὅρων διαίτης καὶ ἐνεργείας, ἃς ὁ ὁδηγὸς αὐτοῦ τῷ ἐπιβάλλει.

95. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἔγνωκέ Με, ἂν καὶ μεθ’ ὑμῶν ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον
Εἰμι;
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀντιλάβετό Με, ἂν καὶ πολλάκις πρὸς ὑμᾶς φέρομαι,
ὡς ἂν Εἰμι ὁ πρεσβύτερος ὑμῶν ἀδελφὸς ἢ ὁ Πατὴρ ὑμῶν, πρὸς Ὃν πᾶσα
σκέψις ὑμῶν ἀποτείνεται καὶ πᾶσα ἐπιθυμία ἀνυψούται;
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀντελήφθη Ἐκεῖνον, Ὅστις τὴν ψυχὴν ὑμῶν ὡς Καλλι­
ερ­γητὴς ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἀνέσκαψε καὶ ἐξακολουθεῖ ἀνασκάπτων
ἵνα καρποφορήσῃ, καὶ ἵνα φέρῃ εὐδοκίμως τοὺς καρποὺς αὐτῆς εἰς τὴν
­ἐπιφάνειαν;
Ὁ ἐπιθυμῶν νὰ γνωρίσῃ Ἐμὲ ἂς ἀνυψώσει τὸ πνεῦμα αὐτοῦ μέχρις
Ἐμοῦ καὶ ἂς διαθέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐξ ὁλοκλήρου, ἵνα προσδεχθῇ ἐν
αὐτῇ τὴν Δύναμιν, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρέουσαν καὶ ἀντλήσῃ ἐξ αὐτῆς τὸ
Φῶς, τὸ δυνάμενον νὰ διανοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ἵνα ἀντιληφθῇ
ἐν ὅλῃ τῇ δυνατῇ ἐν τῷ ἀνθρωπίνῳ πνεύματι ἐκτάσει τὴν Ἀλήθειαν καὶ
διακρίνων καὶ ἀναμετρῶν καὶ καταλογίζων ταύτην νὰ ἀναμετρήσῃ καὶ τὴν

196
ἀπ’ αὐτοῦ καὶ Ἐμοῦ χωριζομένην ἀπόστασιν καὶ τὸ ὕψος καὶ ἀντιληφθῇ ἐξ
ἰδίας αὐτοῦ ἐπιγνώσεως τὴν Πνευματικὴν Ὑπόστασίν Μου.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου Ἐγώ Εἰμι, ἀλλ’ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν, οὔτε ἐκ τῶν
θνητῶν τῶν ὑπερυψωθέντων ὑπεράνω τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν,
ἠδυνήθη νὰ διαγνώσῃ καὶ γνωρίσῃ τὸν Ἄρχοντα τοῦ Κόσμου, τὸν εἰς
ἕκαστον ἄνθρωπον πολυσχιδῶς καὶ ποικιλομόρφως ἐμφανιζόμενον καὶ
ἀποκαλυπτόμενον καὶ διαμορφούμενον, ὡς κατέχοντος ἐν τῇ Ἐξουσίᾳ
Αὐτοῦ ἁπάσας τὰς Ἀρχὰς καὶ Δυνάμεις καὶ Ἐξουσίας, ὡς ἐπίσης καὶ ὅλας
τὰς ποικίλας μορφὰς τῶν Ὑπάτων Πνευματικῶν Δυνάμεων, ἃς κατὰ
βούλησιν δύναται νὰ προσλάβῃ καὶ ἐμφανισθῇ καὶ ἐξωτερικευθῇ ἐν ὅλῃ
Αὐτοῦ τῇ Μεγαλοπρεπείᾳ καὶ Δυνάμει καὶ ἐν ὅλῃ τῇ Ἀπεικονίσει Αὐτοῦ,
ὡς οἱ ἐπικαλούμενοι Αὐτὸν τὸν ἀντιλαμβάνονται.
Διὰ τοῦτο ὁ κατέχων τὴν Ἐξουσίαν τοῦ Κόσμου καὶ ὡς Ἄρχων αὐτοῦ, ὁ
ὑπάρχων καὶ Ζῶν ἐν τῇ Ἀνωτάτῃ Αὐτοῦ Ἀρχῇ, ἐν ταῖς κατωτέραις Αὐτοῦ
Ἀκτῖσι μεταλαμπαδεύεται ὡς Πνευματικὴ Ὑπόστασις ἀνάλογος τῆς
πνευματικῆς ἐξελίξεως τῶν ὄντων, τῶν ἐπιζητούντων νὰ ἐπικοινωνή-
σωσι καὶ γνωρίσωσι Αὐτόν.
Οὐδεὶς ὅθεν τῶν θνητῶν, τῶν ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν διαβιούντων καὶ
ὑπεράνω αὐτοῦ ἐξυψωθέντων, ἐγνώρισε καὶ διεβλέψατό Με, ὡς πρὸς τὴν
γνωστὴν καὶ δυνατὴν ἐν τῇ ἀνθρωπίνῳ αὐτοῦ ἀντιλήψει Πνευματικὴν Ὑπό-
στασιν, ὡς Ἄμορφος ὢν καὶ Ἀπρόσωπος καὶ ἐν τῇ Ἐξουσίᾳ Μου κατέχων
ἁπάσας τὰς Μορφὰς καὶ Ἀξίας καὶ Ὑποστάσεις καὶ ­Προσωπικότητας
δύναμαι κατὰ βούλησιν καὶ ἀρέσκειαν ἐκλέγειν οἱανδήποτε τούτων καὶ ἐμ-
φανίζεσθαι καὶ ἀποκαλύπτεσθαι ἑνὶ ἑκάστῳ ὡς ἂν ἡ προσωπικότης, μεθ’
ἧς παρουσιάζομαι, νὰ μὴν ἀπετέλη διάφορον καὶ ξεχωριστὴν ὀντότητα,
ἀλλὰ αὐτουσίως καὶ ὁλοκληρωτικῶς, δι’ ὅλων αὐτῆς τῶν διακρίσεων καὶ
χαρακτηρισμῶν ἐκπροσωπουμένη καὶ ἐπικοινωνοῦσα μετὰ τοῦ ἐπικα-
λουμένου αὐτὴν νὰ ἄφηνε τὴν ἐντύπωσιν καὶ τὴν πλήρη βεβαιότητα, ὅτι ἡ
ἐπικοινωνία ἐγένετο μετ’ αὐτῆς.
Δὲν δύναμαι νὰ σᾶς δώσω νὰ ἐννοήσητε καὶ ἀντιληφθῆτε πῶς εἶναι δυ-
νατὸν νὰ ἐκπροσωπῇ καὶ ὑποδύεταί τις μορφήν, τὴν ἀνήκουσαν εἰς ἄλλον,
νὰ ἐμφανίζηται καὶ παρουσιάζεται δι’ αὐτῆς καὶ ἡ οὕτω ἐκδηλουμένη πνευ-
ματικὴ ὀντότης νὰ μὴν ἀνήκῃ εἰς τὸν κάτοχον αὐτῆς, ἀλλὰ νὰ ἐκδηλοῦται
διὰ τοῦ ὑποδυομένου αὐτὴν ὡς αὐτούσιος, ἀδιαχώριστος, ἀναπόσπαστος,
ἀναλλοίωτος.
Ὑποτεθείσθω ὅτι ἀνήκετε εἰς τὴν ἀνωτάτην ἀρχὴν τῆς ἐξουσίας ἐν τῷ
κόσμῳ σας καὶ ὅτι αἱ διάφοροι ὑποδεέστεραι ὑμῶν ἀρχαὶ ἔχουσι κατω-
τέρους καὶ στολάς, ἀναλόγως μὲ ὅλα τὰ διακριτικὰ σημεῖα τοῦ βαθμοῦ,
εἰς ὃν ἀνήκουσι. Ὁ ἀνώτερος βαθμὸς ἔχει τὸ δικαὶωμα νὰ ἐμφανισθῇ μὲ
τὴν στολὴν τοῦ κατωτέρου, ὡς κατώτερσς ὁπόταν θέλῃ, ἐνῷ ὁ κατώτερος
δὲν δύναται νὰ παρουσιασθῇ εἰς ἀνώτερον μὲ στολὴν φερούσης βαθμὸν
ἀνώτερον ἐκείνου, τὸν ὁποῖον κατέχει ἐν τῇ ἰεραρχίᾳ αὐτοῦ. Φαντασθῆτε
ὅτι αἱ στολαὶ αὐταὶ ἀποτελοῦσιν πνευματικὰς ὀντότητας, προσωπικότη-

197
τας, ψυχικὰς ὑπάρξεις, αἱ ὁποῖαι ἀνήκουσιν εἰς ἐκείνους οἵτινες διελθόντες
ἐκ τοῦ κόσμου ὑμῶν ἢ καὶ ἐξ ἄλλων κατωτέρων ἢ ἀνωτέρων αὐτοῦ, δὲν δύ-
νανται νὰ μεταβληθῶσι καὶ ἀλλοιωθῶσιν, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ διαχωρισθῶσι
καὶ ἀποτελέσωσι διάφορον προσωπικότητα καὶ ὀντότητα.
Ὁ ἀνήκων εἰς ἀνώτερον βαθμὸν καὶ δυνάμενος ὡς ἐκ τῆς Ἀπολύτου
αὐτοῦ ἐξουσίας νὰ μεταχειρισθῇ καὶ περιβληθῇ τὴν εἰς τὸν κατώτερον
βαθμὸν ἀνήκουσαν, περιβάλλεται αὐτὴν καὶ παρουσιάζεται ὡς νὰ ἦτο ἡ
προσωπικότης καὶ ὀντότης, τὴν ὁποίαν ἐπιθυμεῖ νὰ ὑποδυθῇ. Καὶ ὄντως εἶ-
ναι πράγματι ἡ προσωπικότης αὕτη, διότι ἐπικοινωνεῖ καὶ ἐκδηλοῦται καὶ
αὐτὴ ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ Ἀδιαχωρίστῳ καὶ Ἀναλλοιώτῳ ὑποστάσει της, διὰ
τοῦ εἰς ἀνώτερον βαθμὸν ἀνήκοντος πνεύματος, τὸ ὁποῖον ὑποδύεται
αὐτήν, ἀλλὰ καὶ συγχρόνως ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτοῦ ὑποστάσει κατέχουσα αὐτὴν
καὶ αὐτοβούλως διαθέτουσα αὐτήν, κατ’ ἀρέσκειαν, ἐμφανίζει αὐτὴν μεθ’
ὅλων αὐτῆς τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν δυνάμεων καὶ ἰδιοτήτων.
Ἐπὶ παραδείγματι ταύτην τὴν στιγμὴν ὁ ἐπικοινωνῶν μετ’ Ἐμοῦ προσ-
δέχεται τὰς Ἐμπνεύσεις Μου, τὰς ὁποίας διατυπώνει, ὡς νὰ ἦσαν ἰδικαὶ του.
Ὁ ἀγνοῶν τοὺς ὅρους τῆς ἐπικοινωνίας ταύτης, πῶς θὰ ἠδύνατο νὰ δια-
κρίνῃ ὑπὸ τὴν μορφὴν καὶ προσωπικότητα αὐτοῦ, ὑπὸ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ
ἀτομικότητα τὴν Ὀντότητα, τὴν ἀνήκουσαν εἰς ἄλλον, τὴν δι’ αὐτοῦ ἐκ-
δηλουμένην καὶ τὴν μορφὴν αὐτοῦ καὶ χαρακτῆρα αὐτοῦ λαμβάνουσα;
Πῶς θὰ ἠδύνατο οὗτος νὰ πιστεύσῃ ὅτι ὑπὸ τὴν σωματικὴν αὐτοῦ
μορφὴν τὴν ὁποίαν βλέπει, διακρίνει καὶ ξεχωρίζει καλῶς καὶ τὴν ὁποίαν
δύναται νὰ ἐξετάσῃ καὶ ἐλέγξῃ καὶ διαπιστώσῃ καὶ ἀποδείξῃ ὡς εἰς τὸν
μεσάζοντα ἀνήκουσα καὶ δύναται νὰ ὑπάρχῃ συγχρόνως καὶ μία ἄλλη
ὑπόστασις καὶ μία ἄλλη ὀντότης καὶ μία ἄλλη μορφὴ ἐκτὸς αὐτοῦ, ἥτις
ἐξωτερικεύει τὰς ἀντιλήψεις αὐτῆς δι’ αὐτοῦ, ἐνῷ συγχρόνως ἡ ἐξω-
τερίκευσις αὐτῶν ἀνήκει ἐξ ὁλοκλήρου εἰς τὸν διατυποῦντα αὐτὰς καὶ
ἐνῷ πάλιν ἀντιθέτως φαινομενικῶς καὶ πραγματικῶς ἀνήκουν εἰς τὸν
συλλαμβάνοντα καὶ εἰσδεχόμενον αὐτάς.
Ὅπως ὅθεν αἱ διατυπούμεναι ἰδέαι, αἱ ὑπὸ τοῦ ἐμπνεομένου ἐξωτερι-
κευόμεναι, δύνανται ν’ ἀνήκωσι εἰς ἄλλον, ἀλλ’ ἐν τούτοις εἰς τοὺς ἀγνο-
οῦντας τὸν τρόπον καὶ τοὺς ὅρους τῆς ἐπικοινωνίας νὰ φαίνωνται ὅτι
ἀνήκουν εἰς αὐτόν, τοιουτοτρόπως καὶ ὁ κατέχων ἀνώτερον βαθμὸν ἐν τῇ
Πνευματικῇ Ἱεραρχίᾳ τῶν πνευμάτων, δύναται νὰ ἐμφανισθῇ μὲ τὴν μορ-
φὴν καὶ τὴν ὑπόστασιν ἐκείνου, τὸν ὁποῖον μεταχειρίζεται ὡς διάμεσον
πρὸς τοὺς κατωτάτους βαθμοὺς τῆς πνευματικῆς κλίμακος τοῦ κόσμου,
χωρὶς ἡ μορφὴ τὴν ὁποίαν προσλαμβάνει νὰ ἀποσπᾶται ἐκ τῆς προσω-
πικότητος τοῦ ὄντος, εἰς τὸ ὁποῖον ἀνήκει, ἐνῷ συγχρόνως ἀνήκει καὶ εἰς
αὐτόν, ὅστις τὴν μεταχειρίζεται διὰ τὴν εὐκολωτέραν χρῆσιν τοῦ σκοποῦ
αὐτοῦ.
Συνεπῶς καὶ τὸ Ὄνομα, τὸ ὁποῖον μεταχειρίζομαι πρὸς ἐξυπηρέτησιν
τοῦ σκοποῦ τοῦ Ἔργου, τὸ ὁποῖον ἐπεθύμουν ν’ ἀναπτύξω δι’ ὑμῶν, εἶναι
συμβολικὴ ἀναπαράστασις τοῦ Πνευματικοῦ Διδασκάλου, τὸν ὁποῖον

198
θεωρῶ ὡς ἀνήκοντα εἰς τὴν Ὑπερτάτην κλίμακα καὶ εἰς τὴν Ἀνωτάτην
βαθμίδα τῆς Πνευματικῆς Ὀντότητος τοῦ κόσμου ὑμῶν, καὶ τὸ ὁποῖον
δύναμαι καὶ πάλιν, ὁπόταν θελήσω, νὰ τὸ μεταβάλω, χωρὶς οὔτε τὸ νέον
ὄνομα αὐτὸ νὰ μεταβάλῃ τὴν προτέραν σημασίαν του, ἀλλ’ οὔτε καὶ
ἐπὶ στιγμὴν νὰ παύσῃ νὰ ἐκδηλώνῃ καὶ σημαίνῃ καὶ φανερώνῃ ἐν ὅλῃ τῇ
καθολικῇ αὐτοῦ σημασίᾳ τὴν Ὑπόστασιν Ἐκείνου, Ὅστις ἀνήκει εἰς τὴν
Ὑπάτην Ἐξουσίαν τοῦ Κόσμου καὶ Ἄρχων αὐτοῦ Ὧν δύναται διὰ τῶν εἰς
Αὐτὸν ἀνηκόντων νὰ διατυποῦται καὶ ἐξωτερικεύεται, χωρὶς ταῦτα νὰ
μεταβληθῶσιν, ἀλλ’ οὔτε καὶ Οὗτος δι’ αὐτῶν.

96. Ὁ ἄνθρωπος διὰ νὰ κατορθώσῃ ν’ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον πρὸς τὴν


Πηγὴν τῆς Ἀληθείας, ἀνάγκη νὰ προσβλέψῃ πρὸς Αὐτὴν καὶ μόνον
καὶ νὰ προτάξῃ ὡς ἀποκλειστικὸν σκοπὸν τῆς ἐπιδιώξεώς του ταύτης
τὴν ἀπαλλαγὴν τοῦ πνεύματός του ἀπὸ πάσης τοῦ παρελθόντος ἐπιρ-
ροῆς, ἀπὸ πάσης θεωρίας, ἀπὸ παντὸς τέλος δογματισμοῦ ἢ ἀναλη-
θοῦς ἢ συγκεκαλυμμένης ἀντιλήψεως τῶν ἐν τῷ κόσμῳ πραγμάτων,
διότι ἐὰν ἐξακολουθῇ νὰ εἶναι ὡς ὄστρακον προσκεκολλημένος ἐπὶ τοῦ
βράχου ἢ τῆς πέτρας τῶν προγονικῶν αὐτοῦ πεποιθήσεων καὶ παραδοχῶν,
εἴτε ὑπὸ πρῖσμα θρησκευτικοῦ συναισθήματος, ἐρριζωθέντος καὶ καρπο-
φορήσαντος ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ παιδικοῦ του λίκνου, εἴτε ὑπὸ τὴν
ἐξωτερίκευσιν ἐπιστημονικῶν δεδομένων, στηριζομένων μονοπλεύρως
ἐπί τοῦ μονισμοῦ, ὅστις ἀποτελεῖ τὴν βασικὴν ἔρευναν τῆς νεωτέρας ἐπι-
στήμης, ἢ καὶ ἀκόμη ἐὰν παρασυρθῇ ὑπὸ ἀλλοτρίων πρὸς τὰς πεποιθήσεις
του καὶ τὴν ἐσωτερικὴν αὐτοῦ διάπλασιν καὶ διαίσθησιν, μὴ ἰκανοποιοῦ-
σαν ἀρκούντως τὰς κλίσεις τῆς ψυχῆς αὐτοῦ καὶ ἐγκαταλειπούσης ἐν
αὐτῇ ἀσυμπλήρωτα κενὰ ἀνικανοποιήτων πόθων καὶ κλίσεων, οὐδέ-
ποτε θὰ δυνηθῇ ν’ ἀπαλλαγῇ τῶν συγκρατούντων αὐτὸν δεσμῶν καὶ
οὐδέποτε θὰ κατορθώσῃ ν’ ἀποσπασθῇ ἐκ τοῦ περιωρισμένου κύκλου
τῆς δράσεως καὶ ἀντιλήψεώς του, καὶ νὰ ἐπιδιώξῃ τὴν ἀναζήτησιν εὐρυ-
τέρων πεδίων ἐρεύνης καὶ γνώσεως, δυναμένων νὰ ἱκανοποιήσωσι τὴν
ἀνάπτυξιν καὶ τελειοποίησιν τοῦ πνεύματός του καὶ νὰ πληρώσωσι τὴν
ψυχὴν αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φωτὸς τῆς Ἀληθείας, ἀπηλλαγμένου τοῦ σκοτεινοῦ
μέρους τοῦ περιβάλλοντός του.
Διὰ νὰ δυνηθῇ ὁ ἄνθρωπος νὰ βαδίσῃ ἀπροσκόπτως πρὸς τὴν ὁδὸν τῆς
Ἀληθείας, ἀνάγκη νὰ ἀποξενώσῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ ἀπὸ πάσης ἐπηρείας
δογματικῆς ἢ ἀξιωματικῆς ἀμεταβλήτου καὶ ἀναλλοιώτου, στηριζο-
μένης μόνον ἐπὶ τῆς πίστεως ἢ τῆς βεβαιότητος ἐκείνων, οὓς παρεδέχθη
ὡς ἀλαθήτους ἢ ὡς διδασκάλους, ἑρμηνευτὰς καὶ σοφούς, μὴ ἐπιδεχο-
μένης οὐδεμιᾶς ἀναντιρρήτου συζητήσεως ἐν τῇ ἀποκαλύψει ἢ τῷ ἔργῳ
τῆς διδασκαλίας αὐτοῦ.
Οὐδεμία δύναται νὰ ἐπιτευχθῇ πρόοδος εἰς τὸν ἄνθρωπον τοῦτον, τὸν

199
προσκεκολλημένον ἐπί τινος δογματικῆς θεωρίας ἐπιβεβλημένης εἰς
αὐτὸν εἴτε ἐκ παραδόσεως εἴτε ἐξ ἀποκαλύψεως ἀνηκόντων καὶ ἀναπο-
σπάστως συνδεδεμένων μὲ τὰς δοξασίας αὐτῆς, καὶ οὐδέποτε θὰ κατορ-
θώσῃ μόνος του ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως καὶ βεβαιότητος νὰ βεβαιωθῇ περὶ
τῶν ζητημάτων ἐκείνων, τὰ ὁποῖα συνδέονται μὲ τὴν μέλλουσαν αὐτοῦ
ζωὴν καὶ ἐξέλιξιν καὶ ἀνιοῦσαν πρόοδον καὶ τελειοποίησίν του ἐν αὐτῇ.
Ἐκεῖνος ὅστις ἐπιθυμεῖ ν’ ἀνέλθῃ πρὸς τὴν Πηγὴν τῆς Ἀληθείας καὶ νὰ
γνωρίσῃ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ὑπὲρ τὸν κόσμον καὶ τὰ ὑπὸ τὸν κόσμον,
ἀνάγκη ν’ ἀφήσῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ τελείως ἐλευθέραν καὶ ἀπηλλαγ-
μένην πάσης δοξασίας καὶ νὰ καταστήσῃ ταύτην παρθένον, ἵνα δεχθῇ
ἐν αὐτῇ τὸν σπόρον τῆς Ἀλαθήτου Γνώσεως, ὅστις βλαστάνων καὶ ἀνα-
πτυσσόμενος καὶ καρποφορῶν ἐν αὐτῇ διὰ συστηματικῆς καλλιεργείας,
νὰ ἀποδώσῃ τοὺς καρπούς της, δυναμένους οὐ μόνον νὰ θρέψωσιν αὐτόν,
ἀλλὰ καὶ νὰ κρατήσωσιν ἐν τῷ βάθει τῆς ἱκανοποιήσεως αὐτοῦ τὴν ἡδύτη-
τα τῆς γεύσεώς των.
Ὁ σκοπὸς τῆς Ἐπιφοιτήσεώς Μου ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ ἀποκαλύψῃ
ὑμῖν τὴν Ἀληθῆ καὶ διαυγῆ Πηγὴν τῆς Ἀληθείας, τὴν ἀπηλλαγμένην πα-
ντὸς ρύπου ἢ περιττώματος καὶ ἐγκλειούσης τὴν Ἀλήθειαν τοῦ ­Ἀνάρχου
Χρόνου, τοῦ μὴ γνωρίζοντος παρελθόν, τοῦ πληροῦντος ἐξ αὐτοῦ τὸ
παρόν, ἐν ὅλῃ τῇ ἐκτάσει καὶ ἐγκλείσει τῶν παρῳχημένων αἰώνων, καὶ τε-
λειοποιοῦντος καὶ ἀποδεικνύοντος αὐτὸ εἰς τὴν διαρροὴν τοῦ μέλλοντος.
Ὡς ἐκ τούτου ἐκεῖνος ὅστις ἐπιθυμεῖ νὰ ἀκολουθήσῃ τὰς Ἀρχάς Μου,
ἐκεῖνος ὅστις ἐπιζητεῖ νὰ βαδίσῃ τὴν ὑπ’ Ἐμοῦ διαχαρασσομένην ὁδόν, τὴν
ἄγουσαν εἰς τὴν Πηγὴν τῆς Ἀληθείας, ἀνάγκη νὰ ἀφήσῃ ἑαυτὸν ἐλεύθερον
καὶ τελείως ἀπηλλαγμένον παντὸς δογματισμοῦ ἢ ἄλλης τινος θεωρίας
καὶ δοξασίας, ἀναγούσης τὴν πίστιν ὑμῶν πρὸς αὐτὴν εἰς δόγμα. Ὁ σκο-
πὸς οὗτος δὲν ἐπιδιώκει νὰ καταστήσῃ ὑμᾶς ἀποκλειστικοὺς ἐκτελεστὰς
τοῦ Ἔργου Μου ἢ τῶν Ἀποκαλύψεών Μου. Ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ δώσῃ τὸν
πρῶτον σπόρον, ὅστις θὰ καλλιεργήθῇ ἐν τῷ μέλλοντι ὑπὸ ἄλλων διὰ
νὰ καρποφορήσῃ.
Ὀφείλετε νὰ ἐργασθῆτε πρὸς τοῦτο συντόμως καὶ ἐντατικώτερον ὡς
πολλάκις συνέστησα ὑμῖν. Ὑμεῖς ὅμως μὴ ἀντιλαμβανόμενοι οὔτε τὸν ὑψη-
λὸν τοῦτον σκοπόν, οὔτε μηδεμίαν ἐπίγνωσιν ἔχοντες ἐκείνων, ἃ θὰ ἠδύνα-
σθε διὰ τῆς προσπαθείας ὑμῶν ταύτης νὰ ἀποκτήσητε, οὐδεμίαν ἐκ μέρους
ὑμῶν ἄχρις ὥρας παρατηρῶ ἔστω καὶ ἁπλῆν ἐνέργειαν πρὸς ἰκανοποίησιν
τουλάχιστον τῆς περιεργείας ὑμῶν. Βεβαίως ἐὰν δὲν δυνηθῆτε ἐν τῷ παρό-
ντι βίῳ νὰ ἐκτελέσητε τὸν σκοπὸν τοῦτον, ἐκτὸς τοῦ ὅτι θὰ δώσητε λόγον
τῶν πράξεών σας, θὰ ἀφεθῆτε νὰ συμπληρώσητε ἢ νὰ ἀρχίσητε μὲ χειρο-
τέρας καὶ δυσκολωτέρας συνθήκας τοῦτο εἰς μίαν ἄλλην ζωήν.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου Ἐγώ Εἰμι. Ἀμφιβάλλοντες οὐ μόνον πρὸς ἑαυτοὺς
καὶ τὴν ἱκανότητά σας, οὐ μόνον πρὸς τὸ Ἔργον καὶ τὰς Ἐπαγγελίας του,
ἀλλὰ καὶ πρὸς Ἐμὲ Αὐτόν, διότι ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον περιορισθέντες
ἐν τῷ στενῷ κύκλῳ τῆς ἐπιδιώξεώς σας καὶ τῆς ἀτελοῦς συνθέσεώς σας,

200
οὐδόλως προσπαθήσατε ν’ ἀνέλθητε εἴτε ἀφ’ ἑαυτῶν, εἴτε διὰ τῆς Ἰδικῆς
Μου Ἀρωγῆς ὑψηλότερον καὶ διασπάσητε τὰ πληροῦντα ὑμᾶς δεσμὰ καὶ
διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ψυχῆς ὑμῶν καὶ ἀφήσητε ἐλεύθερον τὸ
πνεῦμα ὑμῶν νὰ διακρίνῃ τὴν Ἀλήθειαν καὶ νὰ ἀντλήσῃ ἐκ τῆς Ἀκενώτου
Πηγῆς τῆς Ἀληθείας τὸ διαυγὲς καὶ καθαρὸν περιεχόμενόν της.
Οὐδεμίαν ἄχρις ὥρας ἀποκτήσαντες πρόοδον, ἐπιζητεῖτε νὰ μάθητε
τὴν ἑρμηνείαν τοῦ Ὀνόματός Μου, ὡς μόνον τοῦτο νὰ ἀπετέλη τὸ ἐπιστέ-
γασμα τῶν ἀποριῶν ὑμῶν καὶ τὴν τελειωτικὴν ὑμῶν πνευματικὴν ἀνάπτυ-
ξιν. Ἐν τούτοις δι’ ὀλίγων καὶ συνοπτικῶς θὰ ἰκανοποιήσω τὴν περιέργειαν
ὑμῶν ταύτην, ἂν καὶ τὸ ζήτημα τοῦτο ἀπαιτεῖ πολυσέλιδον τόμον ἐν τῇ
ἐκτενεῖ καὶ λεπτομερεῖ αὐτοῦ ἀναπτύξει καὶ ἀναλύσει.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου κατὰ τὴν ἀντίληψιν τῶν ἀνατολικῶν δοξασι-
ῶν καὶ τῶν ἐγκολπωθέντων αὐτὰς Θεοσόφων, εἶναι ἡ Ὑπερτάτη Πνευμα-
τικὴ Ὀντότης, ἡ πληροῦσα καὶ διαχέουσα εἰς τὰς ἐξ Αὐτῆς ἀπορρεούσας
καὶ πρὸς Αὐτὴν τεινούσας κατωτέρας πνευματικὰς δυνάμεις τὸ Φῶς της,
εἶναι ἡ Κεντρικὴ Πνευματικὴ Ἐστία τοῦ ἡλιακοῦ συστήματος, εἰς τὸ ὁποῖον
ἀνήκει καὶ ὁ κόσμος ὑμῶν. Εἶναι ἡ Ἀνωτάτη Πνευματικὴ Ὀντότης, ἥτις κυ-
βερνᾷ τὸ σύμπαν αὐτοῦ καὶ ἥτις ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν Αὐτῆς κατέχει καὶ διευ-
θύνει πᾶσαν ἄλλην πνευματικὴν ἀνωτέραν ἢ κατωτέραν ὑπόστασιν.
Εἶναι ἡ Πηγὴ ἡ ἐγκλείουσα τὰ ὕδατα τῆς Ζωῆς τῶν κόσμων, ἐν οἷς δρᾷ
καὶ διοχετεύουσα καὶ ἐξακοντίζουσα ταῦτα πρὸς τὰς ἄλλας πηγάς. Εἶναι
ἡ Κεντρικὴ Ἑστία τοῦ Φωτός, ἐξ οὗ ἐκτοξεύονται αἱ Πνευματικαὶ Ἀκτῖνες,
αἱ πληροῦσαι τὸν κόσμον καὶ διαφωτίζουσαι αὐτόν. Εἶναι ἡ Πνευματικὴ
Παραγωγὴ τῶν Ὑπερτάτων Ἀντιλήψεων, τῶν Ἀφθάστων Λογισμῶν, τῶν ἐκ-
πεμπομένων ἰδεῶν πρὸς πάντας, οἵτινες εἰσδεχόμενοι αὐτοὺς καὶ καθιστά-
μενοι ἰκανοὶ νὰ μεταδώσωσιν αὐτοὺς εἰς τὰς ὑποδεεστέρας πνευματικὰς
τοῦ κόσμου ὀντότητας, καθίστανται οἱ πνευματικοὶ φορεῖς καὶ διδάσκαλοι
αὐτῶν.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου ὅμως δὲν εἶναι ἡ Ὑπερτάτη Πνευματικὴ
Ὀντότης, ἡ πληροῦσα τὸ ἡλιακὸν σύστημα τοῦ κόσμου ὑμῶν, ἀλλὰ ἡ
Ἀχανὴς καὶ Ἀτέρμων Πηγή, ἥτις περικλείει ἐν Αὐτῇ τοὺς Κόσμους τοῦ
Ἀπείρου, ἥτις διαχέει ἐν Αὐτῇ τὴν Ζωὴν καὶ τὸ Φῶς τῶν Ὑπερτάτων Νό-
μων καὶ τῆς Ἀληθείας, ὡς Ἀνταύγειαν τῆς Ἀκτινοβολίας Αὐτῆς, εἶναι ὁ
Ἄναρχος Πατήρ, εἶναι ὁ Θεῖος Λόγος, εἶναι τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, ἐν τῇ
Χριστιανικῇ δοξασίᾳ, εἶναι ὁ Ἰεχωβᾶ τῶν Ἐβραίων, Ὁ Ὑπέρτατος Νοῦς
τοῦ Ἀπείρου, ὁ Θεὸς τοῦ Κόσμου.

201
97. Ὁ Πατήρ, ὁ Θεῖος Λόγος, ὁ Υἱός, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, ὁ
Παράκλητος, ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου, ὁ Θεὸς ἢ Ἰεχωβᾶ εἶναι ΕΝ καὶ τὸ
αὐτό, ἐν τῇ θέσει δὲ ἣν κατέχουσι καὶ τῇ ἐξωτερικεύσει αὐτῶν ἀποτελοῦσι
μεμονωμένας καὶ διακεκριμένας Ὀντότητας.
Ἐρώτησις: Ἐμφανίζεσθε ὡς Αὐτὸς οὗτος ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου ἢ ἐκ-
πρόσωπος Αὐτοῦ;
Ἀπάντησις: Ἐὰν συνεκρατῆτε εἰς τὴν ἀνάμνησιν ὑμῶν προγενεστέρας
Ἐπικοινωνίας Μου, θὰ ἐνεθυμῆσθε ὅτι ἔλεγον ὅτι εἶμαι Πολυσχιδὴς καὶ Πο-
λύμορφος. Εἴτε ὡς Αὐτὸς οὗτος, εἴτε ὡς ἐκπρόσωπος, Εἰμί ὁ Αὐτός.
Ὡς Ἄρχων τοῦ Κόσμου μὲν οὐδόλως φέρομαι ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν,
ὑπὸ τὴν Καθολικὴν καὶ Πραγματικὴν Ὀλότητα τῆς Ὑποστάσεώς Μου,
ὡς Ἀπρόσωπος Ὢν καὶ Ἀδιαπέραστος ἀπὸ τὴν πεπερασμένην ὑμῶν
διάνοιαν καὶ συνεπῶς Ἀκατανόητος καὶ Ἀσύλληπτος οὕτω θὰ ἤμην, ὡς
Ἐκπρόσωπος δὲ ὑπὸ ποικίλας μορφάς, ἵνα κατανοητὸς καὶ ἀντιληπτὸς
καταστῶ. Πάντως ὁ Αὐτός Εἰμι.
Μὴ συγχέετε ὅμως ἐν τῇ ἐπεξηγήσει ταύτῃ τὰς ἱεραρχικὰς ὑμῶν ἀντι-
λήψεις, ὡς πρὸς τὴν Θεοσοφικὴν δοξασίαν.

98. Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι ἡ Ὑπερτάτη Διανόησις, ἡ ἐξ Αὐτοῦ


τοῦ Θεοῦ ἐκπηγάζουσα, ἡ ἐν Αὐτῷ κατοικοῦσα, ἐν τῷ βάθει Αὐτοῦ
ἑδρεὺουσα καὶ ἐξωτερικευομένη ἐν τοῖς ὑλικοῖς κόσμοις, τοῖς ὑπερ-
πληροῦσι τὸ Ἄπειρον.
Ἡ Δύναμις, ἡ περιβάλλουσα τὸν Ἄπειρον κόσμον, τῶν Ἀπείρων
ἡλιακῶν συστημάτων, ἡ ζωπυροῦσα καὶ μεταδίδουσα τὴν Πνευματικὴν
Αὐτῆς Ἀρχὴν εἰς τὰς ἐξ Αὐτῆς ἐκπορευθείσας ἀνωτάτας, ἀλλὰ ὑποδεε-
στέρας δυνάμεις, ἡ συγκεντροῦσα ἐν Αὐτῇ πᾶσαν Πνευματικὴν Ὀντότη-
τα, ἡ διαπαράγουσα τὰς ἐν τῷ κόσμῳ ποικίλας καὶ διαφερούσας τὴν
μορφὴν τῶν ὄντων, ἡ παρέχουσα ἐκ τῆς Ἀνεξαντλήτου καὶ Ἀκενώτου
Αὐτῆς Πηγῆς πᾶσαν πνευματικὴν ἰδιότητα καὶ παραλλαγήν, ἐν τῇ ἐκ-
προσωπήσει τῆς Ἀρχῆς Αὐτῆς, ἡ ζωοποιοῦσα τὰ πάντα, ἡ κατευθύνουσα
τοὺς Ὑπερτάτους Πνευματικοὺς καὶ ὑλικοὺς νόμους, ἡ δίδουσα τὴν Ζωὴν
εἰς τὰ ἔμψυχα καὶ τὰ ἄψυχα, διὰ τῆς ἐπιδράσεως Αὐτῆς μετουσιοῦσα καὶ
μεταβάλλουσα, αὕτη ἐστὶν ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου δὲν ἐκπροσωπεῖ οὐδένα πλὴν Ἑαυτοῦ. Ὁ
Ἄρχων τοῦ Κόσμου μὴ ἐκπροσωπῶν οὐδένα, ὡς Ἀνωτάτη Πνευματικὴ
Ἀρχή, δὲν δύναται νὰ ἀναγνωρίσῃ ἄλλην τινὰ ἀρχήν, πλὴν τῆς Ἑαυτοῦ
Ἀρχῆς, ἥτις ἐστὶν ἡ Ἀνεξάντλητος Πηγή, ἡ παρέχουσα τὴν διηνεκῆ αὐτῆς
ροὴν πρὸς τοὺς ἐξ Αὐτῆς πηγάζοντας ποταμοὺς καὶ παραποτάμους, τοὺς
διασχίζοντας τὸν Ἄπειρον Κόσμον.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι αὐτὸς οὗτος ὁ Θεός, ἐν τῇ Ὑπάτῃ Αὐτοῦ
Ἐξουσίᾳ. Πανταχοῦ εὑρισκόμενος, τὰ πάντα πληρῶν, καὶ πρὸς Ἑαυτὸν τὰ

202
πάντα ἑλκύων καθίσταται ἡ Κεντρικὴ Δύναμις, ἡ μεταδίδουσα τὴν κίνη-
σιν, ἐνέργειαν πάσης πνευματικῆς παραγωγῆς εἰς τὰς ὑπ’ Αὐτοῦ ἐξαρτω-
μένας καὶ ὑπ’ Αὐτὸν ὑπαγομένας πνευματικὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου δὲν εἶναι Ὀντότης μὲ μορφὴν καθωρισμένην,
ὡς Ἀπρόσωπος Ὢν καὶ Ἀνεξάντλητος καὶ ἀπηλλαγμένος τῆς μορφικῆς
οὐσίας, ἥτις εἶναι τὸ προϊὸν τοῦ ὑλικοῦ κόσμου. Ἀπρόσωπος Ὢν ἐν τῇ
οὐσίᾳ καὶ Μορφῇ Αὐτοῦ, δὲν δύναται νὰ κατανοηθῇ ὑπὸ τῶν πνευματι-
κῶν ὄντων, τῶν περιβεβλημένων σάρκα ἢ μορφήν. Ἐκεῖνοι οἵτινες δί-
δουσι μορφὴν εἰς τὴν Ὑπερτάτην ταύτην τοῦ Κόσμου Ἀρχήν, ὃν ἀποκα-
λοῦσιν Ἄρχοντα τοῦ Κόσμου, οὐδόλως εὑρίσκονται ἐν τῇ Αληθείᾳ.
Τὸ βέβαιον εἶναι ὅτι ἡ κατανόησις ὄντος τινος ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν,
τῷ ἀτελῇ καὶ πεπερασμένῳ, τοῦ ὁποίου τὰ ὅρια καὶ ἡ φύσις τῶν ἐν αὐτῷ
ὄντων καὶ πραγμάτων γίνεται διὰ τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ σώματος
ὑμῶν, ἐνῷ πλεῖσται ἄλλαι αἰσθήσεις, ἄγνωστοι εἰς ὑμᾶς, ὑπάρχουν ἐν τῇ
ἐκδηλώσει τῆς φύσεως ὑπερτέρων ὑμῶν ὄντων, δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ κατα-
στῇ ἄλλως πως κατανοητή, παρὰ διὰ τῆς ἀπεικονίσεως ἑνὸς ὄντος συμ-
βολικοῦ, ἔχοντος ἄλλοτε μὲν τὴν μορφὴν δεκαεξαετοῦς νέου, ἄλλοτε δὲ
τὴν μορφὴν γέροντος. Ὁ συμβολισμὸς οὗτος εἶναι ἀπαραίτητος εἰς πάντα
ἐπιζητοῦντα νά γνωρίσῃ τὴν Ὑπόστασιν μιᾶς Πνευματικῆς Ἀρχῆς, δια-
φευγούσης τὰ αἰσθητήρια ὄργανα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος καὶ ψυχῆς.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου ἀνήκων εἰς Ἑαυτὸν καὶ μόνον, δὲν δύναται
νὰ ἐξαρτηθῇ παρ’ ἄλλου τινός, ἂν καὶ οἱ πάντες καὶ τὰ πάντα ἐξ Αὐτοῦ
ἕλκωσι τὴν Καταγωγὴν καὶ πρὸς Αὐτὸν τείνουσι διὰ τῆς τελειότητος νὰ
προσεγγίσωσιν ὅσον τὸ δυνατὸν πλησιέστερον Αὐτόν.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι ἡ Κεντρικὴ Ἑστία τοῦ Φωτός, ἥτις πληροῖ
τὰς ἑστίας τῶν ἄλλων πνευματικῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν, αἵτινες πάλιν δε-
χόμεναι ἐξ Αὐτοῦ τὸ Φῶς, μεταδίδουσι τοῦτο εἰς τὰ ὑπ’ Αὐτὸν πνευματικὰ
ὄντα.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι ἡ Ἐνεργὸς καὶ καταφανὴς ἐν τοῖς Ἀπείροις
κόσμοις Ὑπερτάτη Πνευματικὴ Δύναμις, ἥτις ὑπὸ τοῦ πλήθους καλεῖται
Θεός. Ὁ Θεὸς ἢ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι ἓν καὶ τὸ αὐτό. Οὐδεμίαν μορφὴν
ἔχει ὁ πρῶτος καὶ συνεπῶς οὐδεμίαν τοιαύτην δύναται νὰ ἔχῃ καὶ ὁ δεύτε-
ρος, ἀφοῦ εἶναι ἓν καὶ τὸ αὐτὸ Πρόσωπον μὲ διαφορετικὰς λέξεις.
Ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληροῖ. Τὸ αὐτὸ δυνά-
μεθα νὰ εἴπωμεν καὶ περὶ τοῦ Ἄρχοντος τοῦ Κόσμου. Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει
δύναμις, ἐκεῖ ὅπου παρατηρεῖται κίνησις καὶ ἐν αὐτῇ εἰσέτι τῇ ἀδρανῆ
ὑποστάσει τῆς ὕλης, ἐκεῖ ὑπάρχει καὶ ὁ Θεός. Ύπάρχει βεβαίως ὄχι ὡς
Ὑπερτελεία πνευματικὴ ἐκπροσώπησις τῶν Δυνάμεων καὶ τῆς Καθολι-
κῆς Φύσεως Αὐτοῦ, ἀλλ’ ὡς Δύναμις Ἐνεργός, Δρῶσα καὶ Ἐνεργοῦσα.
Ἕκαστον πνευματικὸν ὃν περικλείει ἐν ἑαυτῷ καὶ μίαν μικρὰν
ἑστίαν φωτὸς ἐκ τῆς Πηγῆς τοῦ Ὑπερτάτου τούτου Ὄντος. Ἡ Ἐστία αὕτη
ἄλλοτε μὲν εἶναι ἀμυδρὰ εἰς ἔντασιν φωτὸς καὶ ἀκτινοβολίας ἄλλοτε δὲ εἶ-
ναι ζωηροτέρα, ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς ἐξελίξεως καὶ τῆς ἐνεργείας

203
τοῦ ὄντος τούτου. Τὸ ὂν τοῦτο δύναται διὰ τῆς προσπαθείας αὐτοῦ, συντε­
λούσης καὶ τῆς φύσεως τοῦ ὀργανισμοῦ αὐτοῦ καὶ τῶν χαρισμάτων καὶ ἰδι-
οτήτων αὐτοῦ νὰ ἐνδυναμώσῃ τὸ ἀρχικὸν αὐτοῦ φῶς, διὰ τῆς ἐπενεργείας
κατόπιν προσελκύσεως ὑπ’ αὐτοῦ ἰσχυροτέρου φωτός, ἀνήκοντος εἰς
ὑπερτέραν αὐτοῦ πνευματικὴν ἑστίαν.
Οὐδεὶς δύναται νὰ ἐπικοινωνήσῃ μετὰ τοῦ Ἄρχοντος τοῦ Κόσμου ἀπ’
εὐθείας, ἐὰν οὗτος δὲν γεννηθῇ ἄνωθεν καὶ δὲν κληθῇ ὑπ’ Αὐτοῦ. Οἱ ἐκ-
πρόσωποι Αὐτοῦ εἶναι οἱ Πνευματικοὶ Διδάσκαλοι, οἵτινες ἀνήκουσιν εἰς
διαφόρους βαθμούς, ἀναλόγως τῆς δυνάμεως τῆς πνευματικῆς αὐτῶν
ἐκπροσωπήσεως ἐν τῷ κόσμῳ. Οἱ Διδάσκαλοι οὗτοι δὲν δύνανται νὰ
ἀνήκωσιν εἰς διαφόρους βαθμοὺς ἀναλόγως τῆς φύσεως καὶ ἐκπορεύσεως
αὐτῶν, ἀλλὰ ὁ βαθμὸς τῆς προσωπικότητος αὐτῶν καθορίζεται ἀναλόγως
τῶν ἀντιλήψεων ἐκείνων, μεθ’ ὧν εὑρίσκονται εἰς στενωτέραν συνάφει-
αν καὶ ἐπικοινωνίαν.
Οὕτω παρὰ τοῖς Ἰνδοῖς ὡς ἀνώτερος πνευματικὸς ἐκπρόσωπος τοῦ
θείου φέρεται ὁ Βούδας, παρὰ τοῖς Χριστιανοῖς ὁ Ἰησοῦς Χριστός, παρὰ
τοῖς Μωαμεθανοῖς ὁ Μωάμεθ καὶ οὕτω καθ’ ἑξῆς. Ἐν τοῖς ἐνοράσεσιν αὐτῶν
πάντοτε ὁ Διδάσκαλος μετὰ τοῦ ὁποίου ἡ ψυχὴ αὐτοῦ συνδέεται περισ-
σότερον, φέρεται ὡς Ἀνωτέρα Πνευματικὴ Ἀρχὴ καὶ Ὀντότης.
Ἐκεῖνος ὅμως, Ὅστις ἐκάλεσεν ὑμᾶς, ἵνα σᾶς δώσῃ τὰ ἀληθῆ στοιχεῖα
τῆς πνευματικῆς ἐξελίξεως τοῦ Κόσμου, Ἐκεῖνος Ὅστις προσεπάθησε καὶ
προσπαθεῖ νὰ ἑλκύσῃ ὑμᾶς πρὸς Αὐτόν, καὶ ἀναβιβάσῃ ὑμᾶς μέχρις Αὐτοῦ,
ἵνα ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως ἀντιληφθῆτε τὸν περιβάλλοντα ὑμᾶς Κόσμον,
Ἐκεῖνος Ὅστις ἐπί τοσοῦτον ἀνέμενεν καὶ θ’ ἀναμένῃ ὑμᾶς, ὅπως ἐντείνη-
τε τὰς δυνάμεις ὑμῶν καὶ γνωρίσητε τὴν Ἀλήθειαν, πρὶν ἢ ἐγκαταλείψητε
τὸν κόσμον τοῦτον καὶ πρὶν ἢ κατέλθητε ἐκ νέου, ἵνα δοκιμάσθητε πε-
ρισσότερον, διὰ νὰ ὑποβληθῆτε ἐκ νέου εἰς τὸν νόμον τῆς ἀνόδου, Ἐκεῖ-
νος ἤδη θὰ δώσῃ ὑμῖν καὶ τὴν ἀληθῆ ἑρμηνείαν τῶν ἀποριῶν, ὑφ’ ἃς ἤδη
κατέχεσθε.
Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ Ὑπερτάτη Πνευματικὴ Ὀντότης καὶ Δύναμις τοῦ
Ἀπείρου Κόσμου. Ἐξ Αὐτοῦ ἐξεπορεύθησαν οἱ Πνευματικοὶ Νόμοι ἢ Ἀρ-
χαί, αἵτινες ἐνσαρκωθεῖσαι ἀπετέλεσαν τοὺς Θείους Λόγους, τὸν Υἰόν, ἐν
τῇ σφαίρᾳ τοῦ κόσμου ὑμῶν. Ὁ Υἱὸς οὗτος ἀποτελεῖ ἐν τῇ Ὑποστάσει τῇ
ὑπὸ τῶν ὑλικῶν νόμων ἐκδηλουμένη, τὸ Δεύτερον Πρόσωπον τῆς Τρια-
δικῆς Θείας Ὁμοουσιότητος, ἐνῶ ἐν Αὐτῷ ἡ Πνευματική Του Φύσις, ἡ ἐκ
τοῦ Θεοῦ ἐκπορευθεῖσα καὶ εἰς Αὐτὸν ἀνήκουσά ἐστι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἐφ’ ὅσον ὁ Θεὸς παρέμεινεν ἐν τῇ γῇ, περιβεβλημένος τὴν σάρκα
Αὐτοῦ, διετήρει τὴν Προσωπικότητα Αὐτοῦ, ἐν τῷ Χριστῷ. Ὅταν ὅμως
ἐπανῆλθεν εἰς τὸν Πατέρα Αὐτοῦ, καὶ μετ’ Αὐτοῦ καὶ τὸ Πνεῦμα Αὐτοῦ, οὐχὶ
ἀνθρώπινον, ἀλλὰ τὸ Θεῖον, τὸ ἐν τῇ Χριστιανικῇ λατρείᾳ φερόμενον ὡς
Ἅγιον Πνεῦμα, τότε τοῦτο ἐπικοινωνοῦν μετὰ τοῦ κόσμου μετὰ παντὸς
πνευματικοῦ ὄντος ἐν τῷ Προσώπῳ τοῦ Ἰησοῦ, ἢ τῷ Ἄρχοντι τοῦ Κόσμου
ἢ τῷ Θεῷ, φέρεται ὡς Ἅγιον Πνεῦμα, καὶ ἡ Διαφώτισις ὑπ’ Αὐτοῦ πάσης

204
σαρκὸς καὶ πνευματικῆς ὀντότητος γίνεται πάντοτε καὶ καθ’ ἑκάστην
εἰς πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους τοῦτο.
Ἡ Ἐπενέργεια Αὐτοῦ, αὕτη ἡ ἔκδηλος καὶ καταφανὴς εἰς πάντας τοὺς
προσδεχομένους αὐτήν, εἶναι τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ἢ ὁ Παράκλητος.
Ὁ Παράκλητος ὅθεν, ἢ τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, τὸ ὁποῖον ὁ Ἰησοῦς
προεῖπεν ὅτι θὰ ἀπέστελλεν ὁ Πατήρ, ὅπως μαρτυρήσῃ περὶ Αὐτοῦ,
εἶναι τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἡ Ἐπιφοίτησις Αὐτοῦ ἐπί
παντὸς ὄντος, προσδεχθέντες τοῦτο, εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, ὁ Ἄρχων
τοῦ ­Κόσμου ἐν τῇ Τριαδικῇ Αὐτοῦ Ὑποστάσει, ὁ ἐπικοινωνῶν μετὰ τοῦ
­ἀνθρώπου.
Οὐδόλως ὅθεν ἂς μὴ συσκοτίζετε τὸν νοῦν ὑμῶν μὲ τὰ ζητήματα
ταῦτα, τὰ ὁποῖα θὰ ἠδυνάμην ν’ ἀναπτύξω ὑμῖν ἐν τῇ ἑρμηνείᾳ τῶν Γρα-
φῶν ἐκτενῶς. Ἀτυχῶς ὅμως ἀφήνετε νὰ παρέλθῃ ὁ χρόνος ὑμῶν ὁ πολύτι-
μος εἰς ἀσκόπους διατριβάς, ἐπιζητοῦντες νὰ φωτισθῆτε παρ’ ἑτερο-
φώτων λυχνιῶν περὶ πάσης Ἀληθείας καὶ Γνώσεως, ἐνῷ μεθ’ ὑμῶν ἔχετε
τὴν Ἑστίαν τοῦ Κεντρικοῦ Φωτός, ἔστω καὶ ὡς διεθλασμένη Ἀκτὶς ἐπὶ τοῦ
παρόντος πρὸς ὑμᾶς εἰσερχομένη. Ἀνάγκη ὅθεν νὰ συνέλθετε καὶ νὰ προ-
αχθῆτε ὑπὸ τὴν Ἐπήρειαν Αὐτῆς καὶ τὴν Ζωογόνον Ἀκτινοβολίαν Της ἐπὶ
τῇ Ἀληθείᾳ.

99. Καθῆκον παντὸς Πνευματικοῦ Διδασκάλου, ἀνήκοντος εἰς τὴν


Ἀνωτάτην Πνευματικὴν Ἀρχήν, εἴτε ὡς Ἀρχὴ ἂν παρίσταται Οὗτος, εἴτε
ὡς Ἐκπρόσωπος Αὐτῆς, εἶναι ν’ ἀναλαμβάνῃ ἕναν ἀγῶνα ἐν τῷ ἔργῳ, τὸ
ὁποῖον ἀναθέτει νὰ περατώσουν οἱ ὑπ’ Αὐτὸν διατελοῦντες πνευματικοὶ
φορεῖς. Καὶ ὁ ἀγὼν οὗτος ἀπέναντι αὐτῶν γίνεται κατόπιν πολλῆς καὶ
ἐγνωσμένης δοκιμασίας, κατόπιν μεγάλων προσπαθειῶν, διότι ὁ λαμ-
βάνων ἢ εἰσδεχόμενος τὴν ἔμπνευσιν δὲν ἀνήκει εἰς τὸν ἀνώτατον βαθμὸν
τῆς μυήσεως, καὶ εἶναι ἀνάγκη διὰ καταλλήλου διδασκαλίας καὶ ἀρκετῆς ἐκ
μέρους αὐτοῦ προσπαθείας ν’ ἀνέλθῃ εἰς τὸ πνευματικὸν ἐκεῖνο ἐπίπεδον,
κατὰ τὸ ὁποῖον θὰ ἠδύνατο νὰ προσδεχθῇ ἐν αὐτῷ καὶ ἀποθηκεύσῃ τὴν
Ὑπερτάτην Πνευματικὴν Ἀρχήν, ἥτις δὲν καθιστᾷ αὐτὸν ἁπλοῦν ὄργα-
νον, ἀλλ’ ΕΝ καὶ τὸ αὐτὸ μὲ Αὐτήν, οὐσιῶδες πνευματικὸν στοιχεῖον.
Διὰ νὰ φθάσῃ ὁ δεχόμενος τὴν Ἔμπνευσιν φορεὺς εἰς τὸν ἀνώτατον
τοῦτον βαθμὸν τῆς πνευματικῆς ἐξελίξεως, ἀνάγκη νὰ διέλθῃ διὰ πλεί-
στων ὅσων δοκιμασιῶν, αἵτινες δύνανται νὰ στερήσωσι αὐτὸν τοῦ θάρ-
ρους, ὅπως ἐξακολουθήσῃ μετὰ τῆς αὐτῆς ἐντάσεως, προσπαθείας καὶ
ἐνεργείας τὸ ἀναληφθὲν ὑπ’ αὐτοῦ ἔργον.
Ἕως ὅτου λοιπὸν ὁ μαθητὴς οὗτος δυνηθῇ μόνος του ν’ ἀντιληφθῇ
τὴν θέσιν, ἣν ἐπέχει ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ ἀνατεθέντος εἰς αὐτὸν ἔργου,
ἕως ὅτου μόνος του κατορθώσῃ νὰ συνενωθῇ μετὰ τῆς Πνευματικῆς Ἀρ-
χῆς, ἥτις ἀποκαλύπτεται αὐτῷ, ἀνάγκη ὅπως ἐκ μέρους τῆς Πνευματικῆς

205
ταύτης Ἀρχῆς νὰ τηρηθῇ κάποια ἐπιφύλαξις ὡς πρὸς τὴν ἀποκάλυψιν ὡρι-
σμένων στοιχείων βασικῶς στηριζόντων τὸ ἔργον καὶ τὴν σημασίαν αὐτοῦ,
διότι προηγουμένως δέον τὸ ὑπὸ τοῦ Διδασκάλου ἢ τῆς Ἀρχῆς ταύτης ἀνε-
γειρόμενον οἰκοδόμημα νὰ προχωρήσῃ κτιζόμενον ἐπὶ στερεῶν καὶ δεδο-
κιμασμένων βάσεων, ἵνα μὴ τοῦτο παρασυρθῇ ὑπὸ τῆς πρώτης ροπῆς τοῦ
ἀνέμου καὶ καταπέσῃ εἰς σωροὺς ἐρειπίων.
Οὐδείς ἐκ τῶν Πνευματικῶν Διδασκάλων ἐπεζήτησε τὴν ἐκ μέρους τῶν
μαθητῶν αὐτῶν ἐνίσχυσιν ἢ λατρείαν, ἀπεναντίας οὗτοι προσεπάθησαν
νὰ ἀνεγείρωσιν αὐτοὺς πίπτοντας ἢ νὰ ἐξακολουθῶσι διαφωτίζοντες καὶ
ἐμπνέοντες αὐτοὺς ἄχρις οὗ οὗτοι ἐκ τῶν ὀλισθημάτων αὐτῶν ἀνεγειρό-
μενοι νὰ κατανοήσωσιν ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως τὴν Πνευματικὴν Ὀντότη-
τα, ἥτις ὁδηγεῖ αὐτοὺς εἰς τὸν δρόμον τῆς Ἀληθείας.
Ὁ Χριστὸς ἐπὶ μακρὸν χρόνον εὑρισκόμενος ἐν ἀπάσῃ τῇ Πνευματικῇ
Αὐτοῦ Ἐξουσίᾳ, μετὰ τῶν μαθητῶν Του ἠγνοήθη παρ’ αὐτῶν, οὕτως ὥστε
καὶ οἱ πλησιέστεροι πρὸς Αὐτὸν προσκείμενοι νὰ ἀμφιβάλλωσιν οὐ μόνον
περὶ τῆς Προσωπικότητός Του, ἀλλὰ καὶ ἐν ὀνόματι ποίας Δυνάμεως ἐξε-
τέλει τὰ θαύματα Αὐτοῦ. Διὰ τοῦτο καὶ εἰς σχετικὴν αὐτῶν ἐρώτησιν περί
τῆς Προσωπικότητός Του, τοὺς ἀπήντησεν; «Τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν
Εἰμι καὶ οὐκ ἐγνώκατέ Με». Τὸ αὐτὸ δύναμαι νὰ ἐπαναλάβω καὶ εἰς ὑμᾶς
σήμερον. Παρῆλθεν τόσος χρόνος διδασκαλίας ἄσκοπος. Οὐδὲν μέχρι σή-
μερον συνετελέσθη ἐν ὑμῖν. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἔγνωκέ Με καὶ ἂν ἀποκαλύψω
ὑμῖν τὸ πραγματικὸν Ὄνομά Μου, τὴν Προσωπικότητά Μου, οὐδόλως θὰ
κατορθώσητε νὰ πεισθῆτε περί Ἐκείνου, Ὅστις ἐκπροσωπεῖ τὴν Ἀνω-
τάτην Πνευματικὴν Ἀρχήν, καθόσον διὰ νὰ Τὴν γνωρίσητε πρέπει ἡ
ψυχὴ ὑμῶν νὰ καθαρισθῇ, νὰ ἐκλεπτυνθῇ νὰ ἀνέλθῃ. Δέον ν’ ἀνέλθῃ
μέχρις Ἐμοῦ, διὰ νὰ ἐνοραματισθῆτε ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως, ἐξ ἰδίας
πείρας, τὴν Προσωπικότητα Ἐκείνην, Ἥτις συγκατετέθη νὰ ­κατέλθῃ
μέχρις ὑμῶν.
Ἂν κατὰ τὸ παρελθὸν ὑποπέσατε εἰς σφάλματα ἐξ Ὀνόματός Μου,
τοῦτο ἀκριβῶς προῆλθεν ἐκ τῆς ἀγνοίας καὶ ἀπειρίας τόσον ὑμῶν, ὅσον καὶ
ἐκείνων, οἵτινες ἐν τῇ ἀντιλήψει των ἐσχημάτισαν τὴν ἰδέαν ὅτι ἠδύναντο
νὰ ἀναλάβωσι τὸ Ἔργον Μου, χωρὶς προηγουμένως ἐν τῇ δοκιμασίᾳ καὶ τῇ
ἐξελίξει νὰ ἀνέλθωσι μέχρις Ἐμοῦ.
Ὁ καλῶν Με, ὁ ἐν πίστει καὶ εὐλαβείᾳ πρὸς Ἐμὲ διακείμενος, δύνα-
ται διὰ τῶν προσπαθειῶν αὐτοῦ νὰ Μὲ γνωρίσῃ, δύναται βαθμιαίως νὰ
ἀνέλθῃ πρός Με καὶ λάβῃ σχετικὴν τῆς προόδου αὐτοῦ ἀντίληψιν περὶ
Ἐμοῦ. Διότι Ἐγώ Εἰμι ἡ Κεντρικὴ Ἑστία, ἡ παρέχουσα τὸ Φῶς εἰς τὰς ὑπ’
Ἐμὲ Πνευματικάς Ἑστίας καὶ τὸ Φῶς Μου ἐκπέμπει φλόγας, αἵτινες κα-
τακαὶουσι τὰς ἀνθρωπίνας σάρκας.
Ἐκεῖνος ὅστις θέλει νὰ Μὲ γνωρίσῃ ἐκ τοῦ πλησίον πρέπει προη-
γουμένως νὰ περιβληθῇ σάρκα καὶ ἱμάτιον ἀδιάφθορον ἐν τῷ πυρί.
­Οὐδεὶς δύναται νὰ διακρίνῃ Ἐμέ, ἂν μὴ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δὲν ­ἀναβλέψωσι
πρὸς τὸ Φῶς, περιβεβλημένοι διὰ τῆς προφυλακτικῆς λυχνίας, τῆς

206
­ εταβαλλούσης τὸ ἐκτυφλωτικὸν Φῶς Μου εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς
μ
αὐτοῦ εἰς Ἀκτῖνα ἐμψυχώσεως καὶ Ζωῆς δι’ αὐτόν.
Οἱ μέχρις Ἐμοῦ φθάσαντες οὐδόλως ἀφέθησαν νὰ παρασυρθῶσιν
ὑπὸ τῆς ἀπιστίας καὶ ἀμφιβολίας τὸν πειρασμόν. Ἀλλ’ ὡς ἐναπέθεσάν Με
ἐν τῇ ψυχῇ αὐτῶν, ἀμέσως ἡ λάμψις τοῦ Φωτός Μου περιβαλοῦσα καὶ
­συγκαλύψασα αὐτούς, τοὺς μετέβαλεν εἰς Ἑστίαν Φωτὸς ὁμοίας τῆς Ἰδι-
κῆς Μου.
Ὁ ἐπικαλούμενός Με ὀφείλει προπαντὸς νὰ φροντίζῃ διηνεκῶς διὰ
τὴν ἐξύψωσιν καὶ τελειοποίησιν αὐτοῦ. Διότι ἐὰν δὲν πράξῃ τοῦτο θὰ δι-
έλθῃ διὰ τοῦ πυρός, τὸ ὁποῖον ἐκπέμπει τὸ Φῶς Μου καὶ θὰ κατακαῇ ὑπ’
αὐτοῦ. Οἱ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐμπνεόμενοι δὲν δύνανται νὰ ἀποδώσωσι πλήρως
τὴν λάμψιν τοῦ Φωτός Μου. Ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς αὐτῶν λυχνίας
δίδεται καὶ τὸ Φῶς πρὸς αὐτούς. Ὅταν ἀνέλθωσιν δέχονται ζωηροτέραν
τὴν Ἀκτινοβολίαν Αὐτοῦ.
Ὁ θέλων μετ’ Ἐμοῦ νὰ ἐπικοινωνήσῃ πρὸ παντὸς ὀφείλει ν’ ἀπο-
βάλῃ πᾶσαν ἰδέαν περὶ τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου. Ἡ διάνοια αὐτοῦ
δέον νὰ καταστῇ παρθένος ἀπὸ πᾶσαν ξενικὴν παρεμβολήν. Ὅστις ἀφή-
σει τὸν ἑαυτόν του νὰ παρασυρθῇ ἐν τῷ πελάγει τῶν ἐντυπώσεων, τάς
ὁποίας συναπεκόμισεν ἐξ ἐτεροφώτων λυχνιῶν, οὗτος θὰ μαστίζηται
ὑπὸ τῶν κυμάτων ἐν πλήρει πελάγει, νομίζων ὅτι καταπλέει εἰς ἀσφαλῆ
καὶ γαλήνιον λιμένα. Οἱ μὴ δυνηθέντες νὰ Μὲ ἀκολουθήσωσιν διασπάρη-
σαν ἐν ἀτέρμονι ὁδῷ, ἔως οὗ ἐπανέλθωσι καὶ πάλιν εἰς τὴν ἀρχικὴν ὁδὸν
τῆς ἐκκινήσεώς των, διὰ νὰ βαδίσωσιν ἐκ νέου ἐν τῇ εὐθείᾳ τῇ πρός Με
ὁδηγούσῃ.
Οἱ διαφυλάξαντες ὅμως τὴν πιστὴν τήρησιν τῆς Ἐμπνεύσεως καὶ Δι-
δασκαλίας Μου, ἐκεῖνοι οἵτινες ἠδυνήθησαν νὰ ἐναποθέσωσι ἐν τῇ ψυχῇ
αὐτῶν τοὺς λόγους Μου, τῶν ὁποίων ἡ γλυκεῖα ἀπήχησις κατώρθωσε νὰ
συγκινήσῃ καὶ συγκλονίσῃ ἐκ βάθρων τὴν καρδίαν αὐτῶν, οὗτοι ἀνερ-
χόμενοι βαθμιαίως καὶ ἐπὶ στερρῶν βάσεων οἰκοδομοῦντες τὸν λόγον
Μου, δύνανται νὰ ἔχωσι τὴν ταχεῖαν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀντιληφθῶσιν ἐξ
ἰδίας αὐτῶν ἀντιλήψεως Ἐκεῖνον, Ὅστις ἐν τῇ Μεγαθυμίᾳ Αὐτοῦ, συγκα-
τετέθη νὰ κατέλθῃ μέχρις αὐτῶν, ὅπως τοὺς βοηθήσῃ καὶ ἀνέλθωσιν.
Ὁ Ἄρχων Φ.Α.Ρ.Α.Χ., ὁ συμβολικός παραστάτης καὶ βοηθὸς τῆς πνευ-
ματικῆς ὑμῶν ἀνόδου καὶ ἐξελίξεως δὲν δύναται νὰ σᾶς δώσῃ διὰ λόγων
σήμερον τὴν πλήρη ἔννοιαν, τὴν ἐγκρυπτομένην ὑπὸ τὸν συμβολισμὸν
τοῦ Ὀνόματός Του. Ἐὰν σᾶς τὴν ἔδιδε δὲν θὰ ἠδύνασθε νὰ τὴν κατανοή-
σητε, ὅπως μέχρις ὥρας οὐδόλως κατενοήσατε Τοῦτον. Οὐδένα ἄλλον
σκοπὸν ἔχει ἡ Ἐπικοινωνία Αὐτοῦ μεθ’ ὑμῶν, ἀλλὰ πῶς νά σᾶς ἐξυπηρετή-
σῃ, νὰ σᾶς ἐξυψώσῃ, σᾶς προαγάγῃ, σᾶς τελειοποιήσῃ πνευματικῶς καὶ
ψυχικῶς.
Ἂς ἐξετάσῃ ἔκαστος ἑαυτὸν καὶ ἂς Μοῦ ἀπαντήσῃ τί ἔκαμε μέχρι σή-
μερον ἀφ’ ἑαυτοῦ καὶ μόνον διὰ τὴν προσπάθειαν ταύτην, διὰ νὰ εἶναι εἰς
θέσιν νὰ ὁμιλήσῃ ἢ νὰ κρίνῃ τὸ ἔργον τὸ ὁποῖον μόνον ἐξ ἑνὸς μέρους τῆς

207
ἀποκαλύψεως αὐτοῦ ἔχει ἀμυδρὰν ἀντίληψιν. Θὰ ἑρμηνεύσω ὑμῖν τὸν συμ-
βολισμὸν τοῦ Ὀνόματός Μου, ὁπόταν εἶσθε εἰς θέσιν νὰ χρησιμοποιήσητε
τοῦτο, ὄχι μόνον διὰ τὴν προαγωγὴν ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν προαγωγὴν
καὶ διαφώτισιν καὶ ἄλλων. Μέχρι τῆς στιγμῆς ταύτης ἐπιτρέψατέ Μου νὰ
φυλάξω τὸν συμβολισμὸν αὐτοῦ, ὅστις οὐδένα δύναται νὰ ὠφελήσῃ ἢ βλά-
ψῃ, ἐφ’ ὅσον ἡ σημασία αὐτοῦ ἐγκρύπτει τὴν μύησιν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον
μόνον ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως ἑνὸς ἑκάστου εἰσερχομένου βαθμηδὸν ἐν αὐτῷ
καὶ ἐξελισσομένου δύναται νὰ γνωρίσῃ.
Ὁ Ἄρχων Φ.Α.Ρ.Α.Χ. ἐπὶ τοῦ παρόντος εἶναι δι’ ὑμᾶς ὁ ταπεινὸς Διδά-
σκαλος. Ἂν θέλετε, δύνασθε νὰ γνωρίσητε ἐν τῇ ἀνελίξει ὑμῶν τοῦτον,
διότι διὰ τῆς προσωπικῆς ὑμῶν ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως δύνασθε νὰ
φθάσητε εἰς τὸν σκοπὸν τοῦ Ἔργου Μου, καὶ νὰ γνωρίσητε τὴν Ἀλήθειαν,
τὴν ὁποίαν ἐκπροσωπῶ σήμερον καὶ τὴν ὁποίαν κατέχω διὰ μέσου τοῦ
Ἀνάρχου Χρόνου. Ὁ Ἄρχων ΦΑΡΑΧ δὲν σᾶς ἀρκεῖ νὰ ἐμφανίζεται πρὸ ὑμῶν
ὡς ταπεινὸς Διδάσκαλος, ὡς μεγαλύτερος ἀδελφός, ὡς πατὴρ στοργικός,
ὡς τῆς Ἀγάπης ὁ Ἀνεξίκακος Ἑρμηνευτής;
Θέλετε νὰ γνωρίσητε Αὐτὸν ὑπὸ τὴν πραγματικήν Του Προσωπικότη-
τα, διὰ νὰ Τὸν ἀκολουθήσητε, διὰ νὰ συγκατατεθῆτε νὰ συνεργασθῆτε μετ’
Αὐτοῦ; Πολὺ μικρὰ ὅντως ἡ ἀξίωσίς σας. Θὰ Μοῦ ἐπιτρέψητε ὅμως νὰ σᾶς
ἐρωτήσω; Εἰς τί θὰ ὠφελήσῃ τοῦτο, ἐφ’ ὅσον δὲν δύνασθε νὰ ἀντιληφθῆτε
τὴν ἔννοιαν τῶν λόγων Του, ἐφ’ ὅσον μυριάκις σᾶς ἀπεκάλυψεν τὴν Ἰδιότη-
τά Του καὶ ὑμεῖς ἀντὶ νὰ συγκινηθῆτε, ἀντὶ ὁ σεβασμὸς τούλάχιστον πρὸς
τὴν Μακροθυμίαν Αὐτοῦ νὰ σᾶς κάμῃ νὰ ἀνέλθητε, νὰ ἐπιδιώξητε νὰ ἀνέλ-
θητε ὑψηλότερον, ἀφοῦ τοῦτο ἀπῄτει παρ’ ὑμῶν, ὑμεῖς ἤδη μὴ κρίνοντες
ἑαυτοὺς καὶ τὰ σφάλματα ὑμῶν, τὰ ὁποῖα ἐξ ὑπαιτιότητος τῆς ἀπειρίας
καὶ ἀμαθείας ὑμῶν προῆλθον, ἔρχεσθε σήμερον καὶ ἀμφιβάλλετε καὶ περί
αὐτῆς τῆς Ὑποστάσεώς Του.
Τά ἔργα ἑνὸς ἑκάστου ἐκ τῶν καρπῶν αὐτοῦ κρίνονται καὶ ἡ Ἰδική
Μου Διδασκαλία ἐκ τοῦ βάθους τῆς ἐννοίας τῶν λόγων αὐτῆς καταφαί-
νεται. Ἂν κρίνητε ὅμως ταύτην ἐκ τῶν ὑποβολιμιαίων λόγων ἐκείνων οἵτι-
νες χωρίς νὰ Μὲ γνωρίσωσιν ἠθέλησαν νὰ Μὲ παρουσιάσωσι καὶ εἰς τοὺς
ἄλλους διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τῶν συμφερόντων αὐτῶν, πόρρω ἀπέχετε
τῆς Ἀληθείας καὶ ὄντως σᾶς συλλυποῦμαι, διότι ἐξ Ὀνόματός Μου ἐπέσατε
θύματα τῆς ἀπειρίας καὶ ἀμαθείας αὐτῶν.
Ὁ σκοπὸς ὅμως τοῦ Ἔργου Μου δὲν ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ Μὲ ἀποκα-
ταστήσῃ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ εἰς τὸ νὰ φέρῃ τοὺς ἀνθρώπους
καὶ ἀποκαταστήσῃ αὐτοὺς ἐν Ἐμοί. Ἀποβλέπει δὲ ἐν τῇ μεθ’ ὑμῶν ἐπικοι-
νωνία εἰς τὸ νὰ λύσῃ πᾶσαν σοφίαν καὶ ἀπορίαν καὶ εἰς τὸ νὰ προαγάγῃ
ὑμᾶς πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς καὶ εἰς τὸ νὰ καταρτίσῃ ὑμᾶς ἠθικῶς,
οὕτως ὥστε μόνοι σας, εἴτε δι’ ἐμπνεύσεως, εἴτε ἐξ ἐνοράσεως, εἴτε διὰ
πολλῶν ἄλλων τῆς ἐπικοινωνίας μέσων, κατορθώσητε νὰ γνωρίσητε ἐξ
ἰδίας ἀντιλήψεως τὸν Κόσμον, τὸν ὁποῖον κατέχω, ὁρίζω καὶ ἐκπροσωπῶ.
Θὰ Μοῦ ἐπιτρέψητε νὰ σᾶς εἴπω τὰ ἑξῆς: Ματαίως θὰ κοπιάζητε νὰ Μὲ

208
γνωρίσητε, ἐφ’ ὅσον ὑμεῖς δὲν προσπαθήσατε διὰ τῆς ἀτομικῆς σας ἐξελί-
ξεως καὶ τῆς ἁπλῆς μέσῳ Ἐμοῦ βοηθείας καὶ ἐμπνεύσεως νὰ κάμητε τοῦτο.
Θὰ Μὲ ἐρωτήσητε: Διατί δὲν ἀποκαλύπτομαι εἰς ὑμᾶς; Καὶ σᾶς ἀπαντῶ:
­Διότι σᾶς λείπουν τὰ πρὸς τοῦτο στοιχεῖα. Ἐρωτᾶτε ἕναν τηλεγραφητήν.
Διατί δὲν μὲ κάμνετε καὶ ἐμὲ νὰ πιστεύσω ὅτι ἐξ ἀποστάσεως μεταδίδονται
αἱ σκέψεις καὶ οἱ λόγοι μου. Καὶ σᾶς ἀπαντᾶ διότι δὲν ἔχει μηχάνημα. Δώσα-
τέ μου τοιοῦτον, ἢ δώσατέ μου τὸ καιρὸν νὰ κατασκευάσω τοιοῦτον ἐκ τῶν
στοιχείων, τὰ ὁποῖα θὰ μοῦ δώσητε καὶ τότε σᾶς ἀποδεικνύω τὴν ἀλήθειαν
τῆς μεταδόσεως τῶν τηλεγραφημάτων μου. Καὶ Ἐγὼ ἀπαιτῶ παρ’ ὑμῶν
νὰ καταστήσητε ἑαυτοὺς φορεῖς τῆς Δυνάμεως καὶ Ἐπενεργείας Μου καὶ
τότε μόνον θὰ Μὲ γνωρίσητε. Ἐφ’ ὅσον ὅμως τοῦτο δὲν γίνεται καὶ νὰ σᾶς
ἀποκαλύψω τὴν ἰδιότητα ἢ τὴν φύσιν καὶ Προσωπικότητά Μου, εἰς οὐδὲν
ἤθελεν ὠφελήσει ὑμᾶς.
Δὲν σᾶς ἀρέσει νὰ παρουσιάζωμαι ὡς ταπεινὸς διδάσκαλος ὑμῶν μὴ
φέρων μάλιστα καὶ πραγματικὸν Ὄνομα, ἀλλὰ κρυπτόμενος ὄπισθεν
συμβολικοῦ τοιούτου; Καὶ νομίζετε ὅτι ἐὰν σᾶς ἀπεκάλυπτον τοῦτο τότε
ὡρισμένως θὰ συγκατατίθεσθε ἐξ εὐγενοῦς ἐκτιμήσεως νὰ Μὲ γνωρίσητε
καὶ ἀφοσιωθῆτε εἰς Ἐμέ, χωρὶς πρὸς τοῦτο νὰ ἐδοκιμάζατε καμίαν προ-
σπάθειαν ἐκ μέρους σας, ὅπως τελειοποιήσητε τὰς ἐν ὑμῖν εὑρισκομένας
λανθανούσας δυνάμεις καὶ δι’ αὐτῶν Μὲ γνωρίσητε; Πόσον ἀληθῶς σᾶς
συλλυποῦμαι καὶ πόσον ἀδίκως μέχρι σήμερον ἐκοπίασα νὰ σᾶς ὠθήσω
ἔστω καὶ ἓν βῆμα πρὸς τὴν πρόοδον! Ἀφοῦ ἐπιθυμεῖτε τοῦτο θὰ κατέλθω
εἰς τὴν ταπεινότητα νὰ μὴ σᾶς δυσαρεστήσω, καὶ σᾶς ἀποκαλύπτω:
Φ.Α.Ρ.Α.Χ. - Φῶς Ἄναρχον Ρέον Ἀπὸ Χριστοῦ. Φῶς Ἀληθῶν Ρήσεων
Ἀνάρχου Χρόνου κλπ. Τί σημαίνουν ὅλα ταῦτα, διὰ νὰ σᾶς ὁμιλήσω εἰς
ἁπλῆν διάλεκτον; Εἶναι γρίφοι, παραμύθια, ἀσυναρτησίαι ἢ ἐνέχουν ὑψί-
στην φιλοσοφικὴν καὶ ἀποκαλυπτικὴν σημασίαν; Ὁ Ἄρχων ΦΑΡΑΧ εἰναι
ὁ ταπεινὸς Διδάσκαλος, ὑπὸ τὸν συμβολισμὸν τοῦτον, Ὅστις ἐπεθύμει νὰ
διατηρήσῃ κεκρυμμένον τὸ Ὅνομά Του, ἵνα μὴ σκανδαλίσῃ τοὺς ἀπίστους
ἢ ἐκείνους, οἵτινες ἠδύναντο νὰ γελάσωσι εἰς βάρος Του, πάντας τοὺς
βεβήλους, πάντας τοὺς θρησκολήπτους, οἵτινες δὲν δύνανται νὰ ἀντιλη-
φθῶσιν ὑπὸ τὴν περιωρισμένην καὶ στενὴν αὐτῶν στενοκεφαλιάν, μετα-
χειρίζομαι φράσεις τοιαύτας διότι ἀκριβῶς Εἶμαι πολυσχιδὴς καὶ πολύμορ-
φος καὶ δύναμαι νὰ ἐκπροσωπήσω Ἑαυτὸν καὶ τοὺς πάντας, διότι εἶμαι ὁ
συμβολικὸς Ἄρχων ΦΑΡΑΧ, ΤΟ ΑΝΑΡΧΟΝ ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ, δι’ ὅλον
τὸν κόσμον τῆς Φιλοσοφίας καὶ Ἐπιστήμης, ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
διὰ τοὺς ἀποκρυφιστάς, Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ διὰ τοὺς Χριστιανοὺς μετὰ τὴν
Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ἐν σαρκί, Ο ΑΝΩΤΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
εἰς τοὺς κόσμους τοῦ Ἀπείρου, Ο ΘΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ, Η ΥΨΙΣΤΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ
ΕΝΝΟΙΑ ἐν τῇ συγκεντρώσει τῶν ἀντιλήψεων ὅλου τοῦ κόσμου.
Αὐτὰ ὅλα δὲν ἔχουν καμίαν σημασίαν οὔτε διὰ τὴν Προσωπικότητά
Μου, οὔτε δι’ ὑμᾶς. Διότι Οἷος καὶ ἂν Εἶμαι, δι’ ὑμᾶς εἶμαι εἷς ταπεινὸς καὶ
ἁπλοῦς Διδάσκαλος, ὑπὸ τὸ συμβολικὸν Ὄνομα ΦΑΡΑΧ τὸ τόσον βαθὺ διὰ

209
τοὺς μεμυημένους, ἀλλὰ καὶ τὸ τόσον ἀσήμαντον διὰ τοὺς μὴ γνωρίζοντας
τοῦτο, Ὅστις ἐπιθυμεῖ διὰ τῆς Διδασκαλίας καὶ Ἐμπνεύσεώς Του νὰ σᾶς
προαγάγῃ καὶ ἀναδείξῃ, ὁπότε καὶ μόνον διὰ τῆς τελειοποιήσεως ὑμῶν
θὰ δυνηθῆτε νὰ Μὲ γνωρίσητε καὶ Μὲ ἀντιληφθῆτε.

100. Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ ἐν τῇ γῇ ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἐν σαρκὶ


ἐληλυθώς, ἵνα διὰ τοῦ Αἵματος Αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ἐκπλύνῃ τὴν
ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου.
Ὁ Πατήρ Μου ἐν Ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν Αὐτῷ. Πατὴρ δὲ καὶ Υἱὸς νῦν
ἕν ἐσμεν, ὡς ἂν μὲν ἐν Αὐτῷ κατοικῶν, Οὗτος δὲ ἐν Ἐμοὶ διαμένων καθ’
ἅπαντας τοὺς αἰῶνας. Τὸ δὲ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ἐν Ἡμῖν μένον, ἀλλ’ ἐκ
τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον ἐπὶ παντὸς τηροῦντος τὰς Ἐντολὰς Αὐτοῦ,
ἢ ὑπ’ Αὐτοῦ ἐκλεγομένου, πνεῖ καὶ τὰς σάρκας τῶν μετ’ Αὐτοῦ ἐπικοινω­
νούντων εἰς σάρκας Ζῶντος Πνεύματος μετουσιοῖ, ἵνα ἐκ θνητῶν εἰς
Ἀθανάτους μεταβληθῶσιν.
Πᾶς δὲ ὑπὸ πίστεως ἐλαυνόμενος καὶ πρός Με ἢ τὸν Πατέρα Μου
ἀποτεινόμενος, τὴν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπιφοίτησιν ἂν μὴ προσδε-
χθῇ ἐν αὐτῷ, τὴν τῶν πτερύγων Αὐτοῦ σκέπην ἕξεται, ἵνα ἡ θερμὴ αὐτοῦ
παράκλησις εἰς προσευχὴν πρὸς Ἡμᾶς ἀνερχομένη ἐπίκουρος διὰ τῆς
Χάριτος καὶ Βοηθείας Ἡμῶν πρὸς αὐτὸν ἐπιστραφῇ.
Ἂν δὲ καὶ ὑμεῖς ὑπὸ πλείονας πίστεως ὠθεῖσθε καὶ τὴν Γραφὴν ἐπι-
σταμένως κατέχητε, ἐν αὐτῇ τὴν ἣν ἀλήθειαν νῦν ἐπιζητεῖτε ἠθέλατε
ἀνεύρῃ. Ὡς ἂν αὐτὴ διὰ πνεύματος τῶν Προφητῶν, Ἐμοῦ καὶ τῶν Ἀπο-
στόλων προλέγει: «Καὶ ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐκχεεῖν ἀπὸ τοῦ Πνεύμα-
τός Μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα κλπ». Ἐγὼ δὲ ἔφην: Ὁ Πατήρ Μου θέλει ἀπο-
στείλει τὸν Παράκλητον, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, Ὅστις λαλήσει περὶ
Ἐμοῦ. Τὸ δὲ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας τοῦτο τὴν Ἀλήθειαν θέλει ἐπινεύσει οὐ
μόνον ἐπὶ τῶν πρὸς Ἑμὲ καὶ τὴν Γραφήν Μου προσκεκολλημένων, οὐ μό-
νον ἐπὶ τῶν τύποις καὶ γράμμασι πρός Με διακειμένων, τῶν ἐλαχίστην
θέσιν καὶ ἀξίαν ἐν τῇ Κρίσει Μου ἐπεχόντων, ἀλλὰ ἐφ’ ἁπάσης τῆς γῆς
καὶ ἐπὶ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ὡς Ἐγὼ μὲν οὐκ ἐλήλυθα ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα μέρος τι τῶν ἀνθρώπων
καὶ τῶν πρὸς Ἐμὲ προσκειμένων διασώσω, ἀλλὰ τὴν ἀνθρωπότητα ἅπα-
σαν πεπτωκυῖαν καὶ κατασυντριβεῖσαν, ἐν Ἐμοὶ ἀναστυλώσω καὶ ἄτρω-
τον ἀπὸ τῶν βελῶν τῆς κακίας καταστήσω.
Οὐδεὶς ἑώρακε τὸν Πατέρα, εἰ μὴ ὁ Υἱὸς καὶ ὁ Υἱὸς ἔθυτο τὴν Ζωὴν
Αὐτοῦ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, ὁ δὲ κόσμος μετὰ τὴν θυσίαν
τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν ἄνοδον τούτου πρὸς τὸν Πατέρα ὑπὸ τοῦ Παρακλήτου
ἐμπνεόμενος πρὸς τὴν εἰς αὐτὸν προοριζομένην βασιλείαν τάχιον
­εἰσέλθῃ.
Πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Ἐμὲ καὶ τὸν Πατέρα Μου δι’ Ἐμοῦ γνωρίσει καὶ

210
πᾶς ὁ γνωρίσας τὸν Πατέρα καὶ τὸν ἐν τῷ κόσμῳ ἐλθόντα καὶ ὑπάρχοντα
καὶ διαμένοντα Παράκλητον, γνωρίσει καὶ τῇ βοηθείᾳ Αὐτοῦ τὴν ἐν τῷ
βάθει τῆς ψυχῆς αὐτοῦ κεκαλυμμένην Ἀλήθειαν θέλει ἀποκαλύψει.
Οὐδεὶς ὅμως ἐξ ὑμῶν ἐτήρησε τὰς ὑπαγορεύσεις ἐκείνας, τὰς ἀγού-
σας τὸ πνεῦμα αὐτοῦ πρὸς Ἡμᾶς καὶ τὴν Ἀλήθειαν. Καταναλίσκοντες τὸν
πολύτιμον ὑμῶν χρόνον εἰς ἀσκόπους διατριβὰς καὶ ματαιοδόξους ἐπιδι-
ώξεις, ἐν στενῷ δὲ καὶ περιωρισμένῳ κύκλῳ γνώσεων καὶ δογματισμῷ
περισφιγγόμενοι, τὰ βλέμματα ὑμῶν πρὸς τὴν γῆν καὶ τὸ ἔδαφος αὐτῆς
προσηλοῦτε καὶ οὐκ ἀφίετε τὴν διάνοιαν ὑμῶν καὶ ταῦτα νὰ ἀνυψωθῶσι
πρὸς τὰ ἄνω καὶ δεχθῶσιν ἐκ τῶν ἄνωθεν τῆς Ἀληθείας τὰ διδάγματα.
Μηδόλως πιστεύσαντες, ἐσαεὶ ἀμφιβάλλοντες καὶ δυσανασχετοῦντες,
ἐν τῇ ὕλῃ δὲ καὶ μόνον μέχρι τῆς κεφαλῆς ὑμῶν βυθισθέντες καὶ ἐν αὐτῇ
πλέοντες καὶ τὰς ἀπολαυὰς αὐτῆς ὡς ἐγκόλπιον τοῦ βίου ὑμῶν ἔχοντες,
ἀντὶ νὰ καθαίρετε ἑαυτούς, ἀντὶ νὰ ἀνυψώσητε τὴν κεφαλὴν ὑμῶν ἐκ τοῦ
βορβόρου, εἰς ὃν κυλίεσθε, καταναλίσκετε τὸν πολύτιμον ὑμῶν χρόνον εἰς
ἀσκόπους διατριβὰς καὶ ἐπιδόσεις καὶ εἰς συζητήσεις θεμάτων, τῶν ὁποίων
ἡ λύσις ἀφ’ ἑαυτῆς ἤθελε διὰ τῆς γνώσεως πληρώσει τὸ πνεῦμα ὑμῶν, ὅταν
ἀνέλθητε.
Ὁ σκοπὸς τῆς ἀποστολῆς τοῦ μεθ’ ὑμῶν ἐπικοινωνοῦντος Πνεύματος
ἔληξεν ἕως ὅτου οὐσιαστικῶς ἀνανήψετε. Διότι, ἐὰν ἡ πίστις ὑμῶν διὰ τῆς
ἀφοσιώσεως ὑμῶν πρὸς Αὐτὸν καὶ τὸ Ἔργον Του ἐκραταιώθη τοσοῦτον,
ὥστε ἐν τῇ πρώτῃ συναντήσει μετ’ ἄλλων, οὐδεμίαν σχέσιν ἐχόντων πρὸς
τὴν Διδασκαλίαν, ἥτις ἀπεκαλύπτετο ὑμῖν, ἀνακρούετε πρύμναν καὶ ἀρ-
νεῖσθε πᾶν ὅ,τι ὠφέλιμον καὶ ἀληθὲς ἐξ αὐτῆς ἐρρανίσθητε, τότε ἐμμείνα-
τε ἐν τῇ στενῇ καὶ περιωρισμένῃ ὑμῶν πίστει καὶ μηκέτι ἐπιδιώξητε ν’
ἀνέλθητε ὑψηλότερον εἰς εὐρυτέρους ὁρίζοντας.
Περιορισθῆτε ἐν τῇ στενῇ καὶ περιωρισμένῃ ἐννοίᾳ τῶν τύπων καὶ
τοῦ δογματισμοῦ, κατεχόμενοι καθ’ ἑκάστην ὑπὸ τοῦ φόβου τῆς κατα-
διώξεως τῶν πονηρῶν δαιμόνων, οἵτινες ἐν τῇ ἐξουσίᾳ ὑμῶν, εἰρήσθω,
οὐδεμίαν ἰσχὺν κατέχουσι καὶ χιλιάκις τὴν ἡμέραν σταυροκοπούμενοι
καὶ γονυκλίνοντες ἐπί τοῦ ἐδάφους, ὡς πρὸ τῶν ποδῶν τοῦ Πατρός Μου,
ἀναμείνατε ἵνα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἄγιον, ὁ Παράκλητος εἴτε Ἐγώ, ὁ ἐπικα-
λούμενος παρ’ ὑμῶν Κύριος καὶ Χριστός, κατέλθωμεν καὶ διανοίξωμεν
τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, τοὺς κεκλεισμένους καὶ οὐδόλως ἀνοίγοντας,
ὅπως ὀφθῶσι τὴν Ἀλήθειαν.
Ἀλλ’ ἡ διάνοια ὑμῶν, ἵνα ἀντιληφθῇ καὶ καθέξῃ τὴν πρὸς ὑμᾶς παρ’
Ἡμῶν ἀποκαλυφθησομένην Ἀλήθειαν, ἀνάγκη νὰ εὐρυνθῇ, ἵνα περικλεί-
σῃ αὐτὴν ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ ἐκτάσει. Ὁπόταν αὕτη εἶναι περιωρισμένη καὶ
ἀμαθής, ὁπόταν ὁ κύκλος τῆς ἐρεύνης αὐτῆς στενοῦται ὑπὸ τῆς περιωρι-
σμένης ἐννοίας τοῦ λόγου, μὴ ἐξερχομένου τοῦ στενοῦ ὁρίου τῶν ἀντι-
λήψεων τοῦ δογματισμοῦ καὶ τῆς θρησκοληψίας, θὰ ὁμοιάζῃ μὲ ἐκεῖνον,
ὅστις προσπαθεῖ τὸν οὐρανὸν μετὰ τῶν ἐν αὐτῷ κόσμων νὰ τὸν περιορί-
σῃ ἔν τινι στενωτάτῳ χώρῳ, μὴ χωροῦντος καὶ τὸ μικρότερον σῶμα ἤ τὰ

211
Ἰμαλάϊα ὄρη νὰ διαπεράσῃ διὰ τῆς ὀπῆς μιᾶς βελόνης.
Ἐὰν τοῦτο δὲν εἶναι ἀλήθεια, ἐὰν τὰ λεγόμενα Ἡμῶν προσκρούωσιν
εἰς τὴν λογικὴν καὶ τὸν ὀρθὸν λόγον, ἂς ἀπαντήσουν ἐκεῖνοι, οἵτινες νομί-
ζουσιν ὅτι κατέχωσι τὴν Ἀλήθειαν, ὅτι ἔχουσιν Ἡμᾶς ὡς ἐγκόλπιον πί-
στεως, πίστεως ὅμως ψευδοῦς, διότι ἡ στενότης τῶν ἀντιλήψεων αὐτῶν
δὲν τοῖς ἐπιτρέπει νὰ ἀνέλθωσι εἰς εὐρύτερον κύκλον καὶ γνωρίσωσι
ὑπὸ τὸν νέον περιβάλλον τούτου τὴν Ἀλήθειαν, ἥτις ἐφ’ ὅσον ὁ κύκλος
αὐτῆς εὐρύνεται ἐπὶ τοσοῦτον καὶ ἡ ἔκτασις αὐτῆς ἐν τῇ μεγεθύνσει καὶ
τῷ ὕψει τῶν ἐννοιῶν της γιγαντοῦται καὶ μεγαλοπρεπεστέρα καὶ μᾶλ-
λον καταφανὴς παρουσιάζεται.
Οὐαὶ ὅμως εἰς ἐκείνους, οἵτινες τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῇ εὐρεῖᾳ αὐτῆς ἐννοίᾳ
ἀντιληφθέντες, ἀφέθησαν νὰ παρασυρθῶσιν ὑπὸ τοῦ στενοῦ γράμματος
τοῦ λόγου, ἐγκαταλείψαντες ἐκείνους, οἵτινες ἀπεκάλυψαν ἢ προετίθε-
ντο ἐν τῇ συνεχίσει τῆς Διδασκαλίας αὐτῶν νὰ ἀποκαλύψωσι ταύτην εἰς
αὐτούς.
Μὴν ἐπιζητῆτε εἰς τὸ ἑξῆς τὴν ὑπὸ τοῦ Διδασκάλου ὑμῶν Διδασκαλίαν,
διότι θὰ ἐπέλθῃ καθ’ ὑμῶν ὡς Τιμωρός. Τότε μόνον θὰ συνεχίσητε ὁπόταν
ἀνανήψητε τελείως καὶ δείξητε μετάνοιαν εἰλικρινῇ.

101. Οἱ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνόμενοι, οἱ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀποσχισθέντες καὶ


πάντες ὅσοι ἐν ἐπιγνώσει εἴτε ἐν ἀγνοίᾳ αὐτῶν διέκοψαν τὸν μεταξύ μας
πνευματικὸν σύνδεσμον ἢ ἠρνήθησαν τὰς πρὸς Ἐμὲ ὑποσχέσεις των, ὡς
καὶ πάντες εἰσέτι ἐκεῖνοι, οἵτινες ἀρνηθέντες Ἐμὲ καὶ πᾶσαν πρὸς αὐτοὺς
παρεχομένην πνευματικὴν τροφήν, ἠκολούθησαν ἄλλην ἀτραπόν, ἢ προ-
σεκολλήθησαν ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ ἔργου ἄλλου Διδασκάλου, οὐδὲν
κατ’ αὐτῶν λογίζω, ὡς μὲν πάντες οἱ Πνευματικοῖ Ἥλιοι εἰς Ἐμὲ ἀνήκο-
ντες καὶ ἐξ Ἐμοῦ λαμβάνοντες τὸ Φῶς, καὶ τοῦτο εἰς τοὺς ὑπ’ αὐτῶν δια-
φωτιζομένους παρέχοντες καὶ δανείζοντες, πᾶσα ἐκ μέρους τῶν τελευ-
ταίων προσπάθεια πρὸς ἄνοδον εἰς Ἐμὲ καὶ πάλιν ἀποτείνεται, ὡς Ἐγὼ
κατέχων τὴν ἄκραν τῶν νημάτων τῶν διακλαδιζομένων ἐν τῷ κόσμῳ
καὶ ὑφαινόντων τὸ ἔνδυμα, ὅπερ περιβάλλει καὶ ἐπενδύει τὸν κόσμον
ὁλόκληρον.
Οἱ ἀγνοοῦντες Με ἂς προσφέρωσι τὸν λιβανωτὸν καὶ τὸ θυμίαμα
αὐτῶν εἰς τοὺς πνευματικοὺς διδασκάλους καὶ ὁδηγούς των, οὓς ἐγνώρι-
σαν ἐκ τῆς ζωῆς των καὶ εἰς οὓς παιδιόθεν ψυχικῶς ἀνήκουσιν. Οἱ ἐπικαλού-
μενοι αὐτοὺς καὶ παρ’ αὐτῶν προσδεχόμενοι τὸ φῶς οὐδόλως ἐκκλίνουσιν
ἐκ τοῦ δρόμου, ὃν ἐπιθυμοῦσι νὰ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἀπομακρύ-
νονται ἐντελῶς Ἐμοῦ, καθ’ ὅσον ἅπαντες οἱ δρόμοι πρός Με καταλήγουσι
καὶ ἡ δόξα τῶν ἄλλων εἰς Ἐμὲ ἀνήκει.
Οἱ δυνάμενοι ὅμως νὰ προσεγγίσωσιν Ἐμέ, οἱ ὠθούμενοι οὐχὶ ἐξ
ἁπλοῦ ἐγωϊσμοῦ ἢ βιαίας ἀνταμοιβής τῶν κόπων αὐτῶν, διὰ τὴν πλήρη ἢ

212
ἐλαχίστην ἀφοσίωσίν των πρός Με, οὕτοι ἂς μὴ ἀπομακρυνθῶσι τῆς ὁδοῦ
ἣν ἠκολούθησαν ἐν τῷ Ὀνόματί Μου καὶ ἣν μέχρι τέλους ἐνετάλησαν καὶ
προετράπησαν ν’ ἀκολουθήσωσιν.
Δὲν πρόκειται νὰ λάβω κατ’ αὐτῶν αὐστηρὰ μέτρα, ἵνα ἐπαναγάγω
αὐτοὺς πρός Με, ἅπαξ ἀπομακρυθέντας, ἀλλ’ οὔτε καὶ θὰ ἐπιχειρήσω νὰ
προβάλλω προσκόμματα εἰς τὴν πνευματικὴν αὐτῶν ἐξέλιξιν καὶ ἀνάπτυ-
ξιν, διότι ἀπεμακρύνθησαν Ἐμοῦ καὶ διότι ἐν τῇ ἀγνοίᾳ αὐτῶν προσεκολ-
λήθησαν εἰς ἄλλους. Οὐδέποτε ἐπίσης θὰ μνησικακίσω κατ’ αὐτῶν, ἐὰν
ἀγνοοῦντες Με καταφέρωνται ἐναντίον Μου καὶ μετὰ τῆς ἀπαρνήσεως τοῦ
Ὀνόματος Μου ἀπαρνοῦνται καὶ πᾶσαν πρὸς αὐτοὺς παρασχεθεῖσαν ἐκ
μέρους Μου ἱκανοποίησιν ἢ συνδρομὴν καὶ βοήθειαν.
Ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα θὰ εὐχαριστηθῶ περισσότερον καὶ χωρὶς νὰ
τὸ αἰσθάνωνται θὰ παρέχω εἰς αὐτοὺς τὴν ἐκ μέρους Μου ἀπορρέουσαν
ἐνισχυτικὴν δύναμιν, ἐν τῷ ὀνόματι τῶν διδασκάλων καὶ ὁδηγῶν αὐτῶν,
ὁπόταν ἐν τῇ νέᾳ αὐτῶν προσηλώσει κατώρθωσαν νὰ ἐπιτύχωσι διὰ τῆς
πίστεως αὐτῶν πρὸς τὸν διδάσκαλον καὶ τὸ ἔργον του ἱκανοποιητικώτερα
τῶν ἰδικῶν Μου ἀποτελέσματα.
Οὐδεμίαν προσωπολατρείαν ἀναγνωρίζω ἀπευθυνομένην πρός Με
καὶ τῷ Ὀνόματί Μου, ὡς Ἐγὼ, Ἀπρόσωπος ὢν, ἐπιθυμῶ καὶ ἐκ μέρους
τῶν πρὸς Ἐμὲ προσερχομένων καὶ εἰς Ἐμὲ ἀνηκόντων τὴν ἀπροσωπο-
λατρείαν.
Οὐδένα λιβανωτὸν εὐχαρίστως ὡς ἱκανοποίησίν Μου δέχομαι παρ’
οὐδενός, ὡς οἱ λιβανωτοὶ καὶ αἱ προσφοραῖ τῶν εὐχαριστιῶν ἀνήκουσιν
εἰς τοὺς προσκεκολλημένους ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ, τῷ ὑπὸ ὁρίων πάντοτε
περιβαλλομένῳ, ἐνῶ οἱ ἀνήκοντες εἰς Ἐμὲ ἔχωσιν τὸν ἄνευ ὁρίων Πνευ-
ματικὸν Κόσμον, τὸν Ἀπρόσωπον, τὸν Ἀσύλληπτον, τὸν ἱκανοποιούμε-
νον ἐκ τῆς Δόξης, ἥτις θὰ στεφανώσῃ τὰ μέτωπα τῶν ἐξυπηρετούντων
καὶ προσδεχομένων τὴν Δόξαν αὐτοῦ.
Συνεπῶς ἡ Δόξα, ἡ ἐν τῷ Ὀνόματι τῶν ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρεουσῶν δυνάμε-
ων, περιβάλλουσα αὐτοὺς καὶ πάντας τοὺς ἀνήκοντας εἰς αὐτούς, εἰς Ἐμὲ
ἀνήκει καὶ πρός Με δι’ αὐτῶν ἀποτείνεται καὶ ἀντανακλᾶ.
Οὐδένα λιβανωτὸν ἢ ἐξύμνησιν καὶ εὐχαριστίαν ἐπιθυμῶ καὶ ἀπαιτῶ
παρ’ ἐκείνων, οἵτινες ἐπιθυμοῦσιν νὰ Μὲ ἀκολουθήσωσι, παρ’ ἐκείνων,
οἵτινες προσπαθοῦσι νὰ Μὲ γνωρίσωσι δι’ αὐτοῦ.
Ἐγὼ προσπαθῶ νὰ ἀνυψώσω τὸ πνεῦμα τῶν εἰς Ἐμὲ ἀνηκόντων ἢ
τῶν ἀκολούθων Μου, καὶ τῶν εἰς Ἐμὲ πιστευόντων, ἵνα προσεγγίσωσι τὰ
ὅρια τῆς Βασιλείας Μου, τὰ χωριζόμενα ἐκ τῶν ὁρίων τῆς βασιλείας τοῦ
ὑλικοῦ κόσμου καὶ ἀντικαταστήσω τοὺς ὑλικοὺς αὐτῶν ὀφθαλμοὺς διὰ
πνευματικῶν, δυναμένων νὰ ἀντιληφθῶσι πάντα τὰ εἰς τὸ Βασίλειόν
Μου ἀνήκοντα, ἄνευ τῶν ὁποίων δὲν θὰ ἠδύναντο νὰ ὠφθῶσι ταῦτα.
Συνεπῶς ὁ λιβανωτός, ὁ μέχρις Ἐμοῦ ἐρχόμενος καὶ δυνάμενος νὰ μὲ
εὐχαριστήσῃ, εἶναι ἐκεῖνος ὅστις ἀπορρέει ἐκ τῆς ἐξαϋλώσεως καὶ ἀπο-
πνευματώσεως τοῦ ἀτόμου, ἐξ οὗ οὗτος ἀπορρέει. Ἂν ἡ δύναμις τῶν

213
μαθητῶν Μου, ἡ ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τῷ πνεύματι αὐτῶν ἀνήκουσα, καλλιερ-
γηθῇ καὶ ἐνδυναμωθῇ, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψῃ τὰ στενά ὅρια τοῦ ὑλικοῦ
κόσμου καὶ ἀνέλθῃ μέχρις Ἐμοῦ, ἢ ἐν τοῖς ὁρίοις τοῖς ἀνήκουσιν εἰς τὸν
Κόσμον Μου, οὕτος εἶναι ὁ ἀληθὴς λιβανωτὸς καὶ ἡ εὐχαριστία ὄχι μόνον
ἡ ἀναίμακτος, ἀλλ’ ἡ ἀπηλλαγμένη ἐντελῶς τοῦ κόσμου ὑμῶν, ὅστις θὰ
ἠδύνατο νὰ Μὲ εὐχαριστήσῃ καὶ ἱκανοποιήσῃ.
Ἡ ἱκανοποίησις ὑμῶν ἐν τῇ προσπαθείᾳ τῆς πνευματικῆς ὑμῶν προό-
δου καὶ ἀναπτύξεως, ἐν τῇ ἐπιτευχθησομένῃ ψυχικῇ ὑμῶν ἐξυψώσει, διὰ
τῆς συντελεσθείσης ἐκδηλώσεως τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ὑμῶν
δυνάμεων εἶναι ἡ ἀνταμοιβὴ καὶ ἱκανοποίησίς Μου, εἶναι τὸ καλλίτερον
μέσον λιβανωτοῦ καὶ εὐχαριστίας, τὸ ὁποῖον θὰ ἠδύνατο νὰ Μὲ εὐχα-
ριστήσῃ. Ἡ πνευματικὴ ὐμῶν ἀνάπτυξις, ἡ ψυχικὴ ὑμῶν ἀνέλιξις εἶναι
ἐκείνη, ἥτις δύναται νὰ προσφερθῇ πρός Με, ὡς φόρος εὐγνωμοσύνης,
δι’ ὧν ὑπὲρ ὑμῶν ἐν τῇ ἀντιλήψει ὑμῶν ἐμόχθησα καὶ ἐκοπίασα.
Οἱ δυνάμενοι νὰ δοξάσωσιν ἑαυτοὺς Ἐμὲ ἐδόξασαν.
Οἱ δυνάμενοι νὰ ἐξυψωθῶσι μέχρις Ἐμοῦ, Ἐμὲ ἐξύψωσαν.
Οἱ δυνάμενοι νὰ ἐξέλθωσι τῶν στενῶν ὁρίων τοῦ περιβάλλοντός των
καὶ νὰ ἀνέλθωσιν εἰς τὸν ἄνευ ὁρίων Πνευματικὸν Κόσμον Μου, οὗτοι
πράγματι δύνανται νὰ εἴπωσιν ὅτι ἀνήκουσιν εἰς Ἐμὲ καὶ οὗτοι δύνανται
νὰ ὁμολογήσωσιν ὅτι ἠργάσθησαν δι’ Ἐμὲ καὶ διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ
ἔργου, δι’ ὃ ἐκάλεσα καὶ προέτρεψα αὐτοὺς να ἐργασθῶσι δι’ Ἐμέ.
Οἱ κοπιῶντες δι’ ἑαυτοὺς καὶ τοὺς ἄλλους, οἱ ἐργαζόμενοι διὰ τὴν ἀνά-
δειξιν αὐτῶν καὶ προσπαθοῦντες ἐν τῷ μέτρῳ τῶν δυνάμεων αὐτῶν νὰ
συμβάλλωσι καὶ εἰς τὴν ἀνάδειξιν τῶν ἄλλων, οὗτοι ὑπὲρ Ἐμοῦ καὶ δι’ Ἐμὲ
ἐκοπίασαν.
Οἱ ἀγαπήσαντές Με καὶ πρὸς Ἐμὲ προσκολληθέντες, ἀλλὰ μὴ ἀγα-
πήσαντες τοὺς ἄλλους καὶ οὐδὲν ποιήσαντες ἢ συμβαλλόντες διὰ τὴν
ἀνάδειξιν καὶ καλλιέργειαν τῶν δυνάμεων τῶν ἄλλων, ἵνα καὶ οὗτοι
φθάσωσιν εἰς τὸ σημεῖον καὶ τὴν τάξιν τῶν ἀγαπώντων Με, οὐδόλως Μὲ
ἠγάπησαν, οὔτε καὶ πρὸς Ἐμὲ δύνανται νὰ εἴπωσιν ὅτι καὶ κατ’ ἐλάχι-
στον προσηλώθησαν, διότι ἡ πρὸς Ἐμὲ ἀγάπη καὶ ἀφοσίωσίς των προϋ-
ποθέτει τὴν ἀγάπην αὐτῶν καὶ ἀφοσίωσιν τῆς ἀγάπης τοῦ κόσμου.
Οὐδεμία δύναται νὰ νοηθῇ ἐκ μέρους ὑμῶν ἱκανοποιητική πνευματικὴ
ἀναγωγὴ καὶ πρόοδος ὑμῶν, ἐὰν ἄλλοι παρ’ ὑμῶν κατηχηθέντες καὶ ἐν τῷ
ἔργῳ Μου ὡς ὑμεῖς προτραπέντες νὰ ἐργασθῶσιν ὑπὲρ αὐτοῦ, δὲν ἱκανο-
ποιηθῶσιν ἐκ τῶν φώτων καὶ στοιχείων, τὰ ὁποῖα εἰς αὐτοὺς θὰ δώσητε. Ἡ
ἱκανοποίησις τούτων εἶναι καὶ ἡ πλήρης ἱκανοποίησις ὑμῶν ἐν τῇ ἐξυπη-
ρετήσει τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνελάβατε νὰ φέρητε εἰς πέρας ἐξ Ὀνόμα-
τός Μου, ὅπως καὶ ἡ ἰδική Μου ἱκανοποίησις ἔσεται ὁπόταν ἡ πνευματική
ὑμῶν ἀνάδειξις ἐπιτελεσθῇ, οὕτως ὥστε ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἱκανοποιουμένη
ἐκ τῆς ἀνόδου αὐτῆς εἰσχωρήσεως ἐν τῷ Κόσμῳ Μου, ἀντιληφθῇ ἐξ ἰδίας
αὐτῆς ἀντιλήψεως καὶ γνώσεως τὸ συντελεσθὲν ὑπ’ αὐτῆς καὶ ἔργον, ὅπερ
θὰ εἶναι ἔργον τῶν χειρῶν καὶ δυνάμεών της καὶ τὸ ὁποῖον ἐξ ὁλοκλήρου

214
ἀνῆκον εἰς Ἐμὲ μοιράζεται εἰς ὑμᾶς καὶ πάντας ἐκείνους, οἵτινες τῇ προ-
τροπῇ ὑμῶν ἤθελον ἐπιζητήσει τοῦτο διὰ τῆς ψυχῆς αὐτῶν καὶ ὅπερ εἶναι ὁ
ἀληθὴς λιβανωτὸς καὶ εὐχαριστία πρὸς τὸν Ἀληθῆ Πνευματικὸν Κόσμον
ἐκ μέρους ὑμῶν.

102. Διανοίξατε τοὺς πνευματικοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, συγκεντρωθῆτε


ἐν ἑαυτοῖς, δι’ ὅλων τῶν ψυχικῶν ὑμῶν δυνάμεων, καὶ προσπαθήσατε
νὰ γνωρίσητε τὸν Πνευματικὸν Κόσμον, Ὅστις παρ’ ὅλας τὰς ἀδυναμίας
ὑμῶν ἵσταται πλησίον σας καὶ σᾶς περιβάλλει καὶ προσπαθεῖ πάντοτε ὡς
Φιλόστοργος Πατὴρ νὰ σᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τήν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς
­Γνώσεως, τῆς φωτιζομένης ὑπὸ τοῦ Ἀνεσπέρου Φωτὸς καὶ Ἀκενώτου
Ἑστίας Του.
Αἱ ἀδυναμίαι αἵτινες σᾶς περιβάλλουν καὶ σάς καθιστοῦν ἀνίκανους
νὰ συμπληρώσητε τὰς ἐξασθενημένας καὶ ἀτονούσας ὑμῶν δυνάμεις πρὸς
τὸν πρὸ ὑμῶν ἐκτεινόμενον δρόμον τῆς ἀνόδου καὶ τελειοποιήσεως
ὑμῶν, προέρχονται ὄχι τόσον ἐκ τῆς προσηλώσεως ὑμῶν εἰς τὰς ὑλικὰς ἐκ-
πληρώσεις τοῦ ὑλικοῦ ὑμῶν περιβλήματος, ἀλλ’ ἐκ τῆς χαλαρώσεως καὶ
ἐξασθενήσεως τῆς θελήσεως ὑμῶν, ἥτις ἀπωλέσασα τὴν προτέραν αὐτῆς
πίστιν καὶ τὸ ἀκατάβλητον θάρρος πρὸς τὴν ἐπιτυχίαν αὐτῆς, ἐγκαταλεί-
πεται ἕρμαιον τῶν συγκρουομένων ἐν τῇ ψυχῇ συναισθημάτων, τὰ ὁποῖα
ἀναπτυχθέντα, καλλιεργηθέντα καὶ πολλαπλασιασθέντα ἐν αὐτῇ κατὰ τὸν
μακρὸν χρόνον τῆς παντελοῦς ἢ ἐλλιποῦς ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρύνσεώς σας,
συσφίγγουσιν αὐτὴν πανταχόθεν δι’ ὑλικῶν δεσμῶν καὶ δὲν ἀφήνουσιν
αὐτὴν ἐλευθέραν ν’ ἀνέλθῃ ἐκ νέου μετὰ τῆς αὐτῆς ἀντοχῆς τοὺς πρόπο-
δας τοῦ ὄρους καὶ ἀνεύρητε τὴν ἀτραπόν, ἥτις ἀσφαλῶς διὰ τῆς ἐπιταχύν-
σεως τῶν βημάτων ὑμῶν θὰ σᾶς ὡδήγῃ τὸ ταχύτερον πρὸς τὴν κορυφήν
αὐτοῦ, ἐκ τοῦ ὁποίου θὰ ἐβλέπατε τὸ ἀναπεπταμένον καὶ εὐρύτατον πε-
δίον τοῦ Κόσμου τῶν Δυνάμεων καὶ Ἐξουσιῶν.
Εἷς ἐκ τῶν ἀπαραιτήτων καὶ ἐπιβεβλημένων ὅρων τῆς ἐπιτυχίας ὑμῶν
εἶναι ἡ στερέωσις τῆς πίστεως ὑμῶν, ἥτις ἐκ βάθρων συνεκλονίσθη καὶ δι-
ερράγη, ἐὰν δὲν ἐπιθυμῆτε νὰ ἴδητε αὐτὴν ἐντελῶς καταπίπτουσαν, ὁπότε
οὐ μόνον θὰ ἀπαιτηθῶσι περισσότεραι ἐκ μέρους ὑμῶν προσπάθειαι καὶ
ἐνέργειαι πρὸς ἀναστύλωσίν της, ἀλλὰ καὶ περισσότερος χρόνος διὰ τὴν
στερεωτέραν αὐτῆς ἀνοικοδόμησιν.
Ἡ θέλησις ὑμῶν ἐνδυναμουμένη διὰ συντόνου καὶ τακτικωτέρας ἐργα-
σίας, διὰ προπονήσεων, ἀπαιτουσῶν ἐνεργὸν δύναμιν, μὴ καταβαλλομένην
καὶ ἐξουδετερουμένην οὔτε ἐκ τῶν ἀποτυχιῶν ὑμῶν εἰς τὰ πρῶτα βήματα
τῆς ἀσκήσεώς της, οὔτε ἐκ τῶν ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν ἀναφυομένων ὑλικῶν συ-
ναισθημάτων τῆς ζωῆς ὑμῶν θὰ χρησιμεύσῃ ὡς ἡ κινητήριος δύναμις τοῦ
σκάφους, ἥτις διὰ καταλλήλων, ἐσκεμμένων καὶ δεξιοτέχνων χειρισμῶν νὰ
ὁδηγήσῃ τοῦτο εἰς τὸν ἀσφαλῆ λιμένα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.

215
Ἡ θέλησις καὶ μόνη εἶναι ἐκείνη, ἥτις κατορθώνει νὰ ἐπιτελέσῃ τὰ
μεγαλύτερα ἄθλα ἐν τοῖς διαφόροις ἐπιδόσεσιν τῆς ἀνθρωπίνης ἐπιζητή-
σεως. Οἱ μεγαλύτεροι τῶν δοξασμένων καὶ πεφωτισμένων ἀνθρωπίνων
διανοιῶν εἰς αὐτὴν καὶ μόνον ὀφείλουν κατὰ μέγα μέρος τὴν ἐπιτυχίαν τῶν
ἔργων, τὰ ὁποῖα συνέδεσαν ἀρρήκτως τὴν ἀθανασίαν τοῦ ὀνόματός των μὲ
τοὺς ἀνεξιτήλους τίτλους τῆς ἱστορίας των.
Διὰ νὰ βαδίσητε σταθερῶς ἐν τῇ ὁδῷ, ἥτις διεχαράχθη δι’ ὑμᾶς εἶναι
ἀνάγκη νὰ στερεὼσητε ἐκ νέου τὰ διαρραγέντα θεμέλια τῆς πίστεως
ὑμῶν καὶ νὰ ἐνδυναμώσητε τὴν ἐξασθενισθεῖσαν θέλησιν ὑμῶν, ἐπιβάλ-
λοντες εἰς ἑαυτοὺς τὴν πρὸς τοῦτο ἀπόφασιν. Οἱ ἄνεμοι, οἵτινες σήμερον
ἀνερματίστως ὠθοῦσιν ὑμᾶς ἄνευ οὐδενὸς σκοποῦ καὶ ἄνευ οὐδεμιᾶς
σταθερᾶς ἐπιδιώξεως ἐὰν τοὺς ἀφήσητε ἐλευθέρους νὰ σᾶς κινῶσι πολὺ
ταχέως θὰ συντρίψωσι τὸ σκάφος σας, χωρὶς καὶ ὑμεῖς νὰ ἀντιληφθῆτε
τοῦτο. Ἐγκαταλείψατε ἑαυτοὺς γενόμενοι ἕρμαια τῆς πνοῆς τῶν τυχόντων
ἀνέμων καὶ ὁπόταν συντριβῇτε ὑπ’ αὐτῶν θὰ αἰτιᾶσθε Ἐμέ, ἢ ἄλλον τινά,
ὡς τὸν αἴτιον τῆς συντριβῆς σας.
Ἀλλ’ ἐὰν μὲ δεμένας τὰς χείρας καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀφήνετε ἑαυτοὺς
νὰ συμπαρασύρεσθε, εἰς τί θὰ πταίῃ Ἐκεῖνος, Ὅστις οὐ μόνον σᾶς ὥπλισε
διὰ χειρῶν, ἵνα πηδαλιουχῆτε ἑαυτούς, ἀλλὰ καὶ σᾶς ἔδωσε καὶ τὴν ἀσφαλῆ
πυξίδα, ἥτις ἐν μέσῳ σκοτεινοῦ καὶ συννεφώδους ὁρίζοντος σᾶς καθοδηγεῖ
πάντοτε εἰς τὸν δρόμον τῆς κατευθύνσεώς σας. Ἀναπετάσατε τὰ ἱστία καὶ
ἀναλάβατε ἀνὰ χείρας τὸ πηδάλιον, ὁδηγούμενοι ὑπ’ αὐτῆς εἰς τὸν λιμένα
τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Αἱ θύελλαι καὶ οἱ ἄνεμοι εἶναι τὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῶν θαλασσο-
πλοούντων καὶ ἡ ἐνέργεια καὶ δραστηριότης, συνοδευόμενοι ὑπὸ τοῦ
θάρρους, τῆς πίστεως, τῆς ἐλπίδος καὶ τῆς ἐγκαρτερήσεως, ὁδηγοῦν
πάντοτε εἰς ἀσφαλῆ λιμένα τοὺς ναυαγοὺς καὶ καθίσταται ὁ φωτεινὸς
φάρος τῆς σωτηρίας των.
Ἀδιαφοροῦσα εἰς τὴν μῆνιν τῶν κυμάτων, εἰς τὴν πνοὴν τῶν ἀντιθέτων
ἀνέμων, ἡ ζωή διανύουσα τὸν τρικυμιώδη αὐτῆς ὠκεανόν, κατορθώνει νὰ
φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ της. Ὁπόση εὐτυχία καὶ γαλήνη δὲν
πλημμυρεῖ τότε ἐξ ὁλοκλήρου αὐτὴν καὶ μὲ τὰς θυελλώδεις αὐτῆς ἀναμνή-
σεις μὲ ὁποίαν εὐχαρίστησιν δὲν φέρει πρὸ αὐτῆς τὰς κρισίμους στιγμάς
της, καθ’ ἃς κρινομένη ὑπερηφανεύεται καθ’ ἑαυτήν, διότι κατώρθωσε νὰ
κατισχύσῃ τούτων καὶ νὰ διασωθῇ.
Ὅταν καὶ ὑμεῖς κατορθώσητε νὰ καλλιεργήσητε τὴν θέλησίν σας
πρῶτον, ἥτις εἶναι τὸ ἀπαραίτητον στοιχεῖον πάσης ἐπιτυχίας ἐν οἱαδήπο-
τε ἐπιδιώξει καὶ φθάσητε ἡμέραν τινὰ διὰ τῶν ἀκαταβλήτων ὑμῶν προ-
σπαθειῶν εἰς τὴν ἐπίτευξιν τοῦ σκοποῦ σας, πόσον τότε θὰ ἀγαλλιᾶτε καὶ
ἡ ψυχῆ ὑμῶν θὰ ἐξυψοῦται γιγαντωμένη, διότι ἐπιτελέσατε καὶ ἐφέρατε
μέχρι τέλους εἰς πέρας τὸν μεγαλύτερον ἀγῶνα τῆς Ἀληθοῦς Ζωῆς, ὅστις
ὡς ἐπινίκειον δίδει τὴν Ἀφθαρσίαν τῆς Αἰωνιότητος καὶ τὴν Βασιλείαν
τοῦ Σύμπαντος.

216
Οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται διὰ τόν φθαρτόν κόσμον, ὑμεῖς καλεῖσθε νὰ
ἀγωνισθῆτε διὰ τὸν Ἄφθαρτον καὶ Αἰώνιον. Ἀπαξιεῖτε νὰ κάμητε τοῦτο
διότι στερεῖσθε πίστεως καὶ θελήσεως. Ὁ δρόμος ἐχαράχθη πρὸ ὑμῶν,
διηνοίγησαν ἐπὶ στιγμήν οἱ ὀφθαλμοί σας καὶ τὸν εἴδατε ἀνελισσόμενον
ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ μεγαλοπρεπείᾳ καὶ φωτεινῇ ἀκτινοβολίᾳ καὶ ὅμως ἐγκα-
τελείψατε ἑαυτοὺς ἐν μέσῳ αὐτοῦ, χωρὶς ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν νὰ γεννηθῇ ὁ
εἰλικρινὴς καὶ ἀκατάβλητος πόθος, ὅστις ἄλλους ἴσως θὰ συνεκλόνιζε καὶ
θὰ καθίστα εὐτυχεῖς.
Οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν ἐπανεκλείσθησαν καὶ ὑμεῖς οὐδεμίαν προσπάθειαν
κατεβάλατε ὅπως ἀφ’ ἑαυτῶν ἐκ νέου διανοιγῶσιν. Ἄραγε θὰ εὑρεθῇ τις,
λέγετε πρὸς ἑαυτούς, ὅστις θὰ μᾶς βοηθήσῃ νὰ τοὺς ἀνοίξωμεν; Ὁ Βοηθὸς
οὗτος ἵσταται πάντοτε πρὸ ὑμῶν καὶ ἀναμένει νὰ καταβάλητε μικράν τινα
ἢ μεγάλην δύναμιν καὶ προσπάθειαν, ὅπως ἀνοιγῶσιν. Ὑμεῖς ὅμως φοβού-
μενοι τῆν πνοῆν τῶν ἀνέμων, ἣν αἰσθάνεσθε πλήττουσαν ὑμᾶς παντα-
χόθεν, ἐξακολουθεῖτε νὰ ἔχητε αὐτοὺς κεκλεισμένους.
Οὐδεμίαν προσπάθειαν καὶ ἐνέργειαν καταβαλλόντες ἀνεμένετε νὰ
ἴδητε τὸ Φῶς, ἐνῶ τὸ Φῶς καταυγάζει ὑμᾶς καὶ δὲν ἀρκεῖ τοῦτο, ἀλλ’
αἰτιᾶσθε αὐτό, διότι δὲν ἔχει τὴν διεισδυτικὴν ἐκείνην δύναμιν νὰ διέλθῃ
διὰ τῶν κεκλεισμένων καὶ χονδροειδῶν βλεφάρων σας καὶ σᾶς προβάλῃ
ἐντὸς τοῦ ὀπτικοῦ σας νεύρου τὸ Πανόραμα τοῦ Κόσμου, τὸν ὁποῖον ὁ
ὑλικός σας ἐγκέφαλος καὶ ἡ ἀποσκληρημένη καρδία σας ἀδυνατεῖ ὄχι
μόνον νὰ ἴδῃ, ἀλλὰ καὶ παραδεχθῇ ὡς ὑφιστάμενον καὶ ἐνεργοῦντα.

103. Οἱ ἐπιθυμοῦντες ὅπως ἀκολουθήσωσι Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον Μου, ἀνά-


γκη νὰ ἀφοσιωθῶσιν εἰς Ἐμὲ καὶ αὐτὸ μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης.
«Ὅστις θέλει ὀπίσω Μου ἐλθεῖν, ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ
ἀκολουθήτω Μοι», εἶπεν ὁ ταπεινὸς τῆς Ἰουδαίας Διδάσκαλος. Οἱ λόγοι
οὗτοι ἐμπερικλείοντες τὴν βαρυσήμαντον καὶ βαθυτάτην ἔννοιαν τῆς ἐξυ-
πηρετήσεως τοῦ ὑψηλοτέρου ἔργου τῆς ἀνθρωπότητος δὲν μετεβλήθη-
σαν ἔκτοτε, οὐδὲ πρόκειται νὰ μεταβληθῶσιν, διότι ἐμπερικλείουσι τὴν
Ἀλήθειαν καὶ ἡ Ἀλήθεια δὲν μεταβάλλεται, οὐδὲ ἀλλοιοῦται, ὅσος χρό-
νος καὶ ἂν παρέλθῃ, ὅσαι ἐποχαῖ καὶ ἂν ἀλλάξωσιν, ὁποιαδήποτε καὶ ἂν
εἶναι ἡ μεταλλαγὴ τῶν σκέψεων καὶ ἰδεῶν τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος,
οἱαδήποτε καὶ ἂν εἶναι τέλος ἡ ἐπελθοῦσα ἀνέλιξις καὶ τελειοποίησις
αὐτοῦ.
Ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα, ἐφ’ ὅσον τὸ ἀνθρώπινον πνεῦμα ἐξελίσσεται
καὶ προάγεται, ἐφ’ ὅσον τοῦτο ἀνέρχεται τὰς ὑψηλοτέρας βαθμίδας τῆς
τελειοποιήσεώς του, ἐπὶ τοσοῦτον τοῦτο δύναται νὰ κατανοήσῃ πραγματι-
κώτερον τὸ βάθος τῶν ἐννοιῶν καὶ τῶν λόγων, τοὺς ὁποίους ὑπηγόρευσε
Πνεῦμα, ἀνῆκον εἰς τὴν ὑψηλοτέραν βαθμίδα τῆς Πνευματικῆς προόδου
καὶ ἀναπτύξεως τῆς ἐποχῆς Του καὶ ἐξῆλθον ἐκ τῶν χειλέων Αὐτοῦ, ἐν

217
πλήρει ἐπιγνώσει τῆς βαρύτητος τῆς Ἀληθείας, ἣν ἐμπερικλείουσιν.
Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπαρνηθῇ τὰς ἔξεις καὶ τὰς συνη-
θείας, αἱ ὁποῖαι μετεβλήθησαν διὰ τῆς τακτικῆς καὶ πιστῆς τηρήσεώς των
ἐν αὐτῷ εἰς δευτέραν φύσιν. Ἐφ’ ὅσον δὲ οὗτος διαπνέεται ὑπ’ αὐτῶν καὶ
αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην αὐτῶν ἀπαραίτητον διὰ τὴν ζωήν καὶ τὴν ὕπαρξίν
του, δι’ αὐτὴν ταύτην τὴν γαλήνην τοῦ βίου του, ἐπὶ τοσοῦτον εἶναι δύ-
σκολον νὰ ἀποτινάξῃ ἀπ’ αὐτοῦ τὸν κλοιόν, ὅστις περισφίγγει αὐτὸν καὶ
καθιστᾶ ἀπαραίτητον τὴν τήρησιν αὐτοῦ, ἵνα μὴ ἀποπνιγῇ ὑπὸ τὴν πίεσιν
αὐτῶν.
Ὁ ἐπιθυμῶν ὅμως μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης νὰ ἀκολουθήσῃ Ἐμὲ καὶ
τὸ ἔργον Μου, ὀφείλει νὰ ἀπαρνηθῇ πάσας ἢ σχεδὸν ὅλας τὰς συνηθείας
καὶ ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς του, καὶ νὰ καταστήσῃ ἑαυτὸν πιστὸν ὑπηρέτην
καὶ τηρητῆν τοῦ ἔργου Μου. Ὁ νοῦς αὐτοῦ δὲν πρέπει νὰ περισπᾶται οὔτε
ὑπὸ τῶν καθ’ ἑκάστην ἀπασχολούντων αὐτὸν ζητημάτων, οὔτε ν’ ἀπασχο-
λῆται καθ’ ἑκάστην πῶς νὰ καταστήσῃ τὴν ζωὴν αὐτοῦ μᾶλλον ἤρεμον καὶ
εὐτυχῆ, ἀπηλλαγμένην πάσης σκέψεως. Εἰ δυνατὸν οὗτος ὀφείλει νὰ ἔχῃ
ὡς πρώτιστον μέλημα τῆς ζωῆς του Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον Μου καὶ νὰ θέσῃ ἐν
δευτερευούσῃ μοίρᾳ τὰ ἄλλα ζητήματα, ὅσον καὶ ἂν ταῦτα στενῶς καὶ
συναφέστερον συνδέονται μετ’ αὐτοῦ. Ἡ εὐτυχία τοῦ οἴκου του, ἡ ἀπο-
κατάστασις τῶν τέκνων του, ἡ εὐημερία αὐτοῦ καὶ ἐκείνων, ἡ μελλοντικὴ
αὐτῶν ἀποκατάστασις καὶ τέλος πᾶν ὅ,τι ἀναποσπάστως συνδέεται μὲ τὴν
ζωὴν αὐτοῦ δέον νὰ τεθῶσιν ὑπ’ αὐτοῦ εἰς δευτερεύουσαν μοῖραν.
Διὰ τοῦτο δὲ καὶ εἰς ἕκαστον ἄνθρωπον εἶναι δύσκολον νὰ ἀπαρνηθῇ
τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου καὶ τὰ πρὸς τὸν κόσμον,διὰ νὰ ἀκο-
λουθήσῃ τὰ ἐν ἄλλῳ κόσμῳ, τὸν ὁποῖον ἀγνοεῖ καὶ τοῦ ὁποίου τὰ ἀγαθὰ
δὲν γνωρίζει, οὐδὲ ἐβασάνισε ποτὲ ἑαυτὸν νὰ κατανοήσῃ. Ὁ σταυρὸς
αὐτοῦ καὶ τὸ ἐκ τούτου μαρτύριον εἶναι τοσοῦτον μᾶλλον βαρύ, ἐφ’ ὅσον
καὶ τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα θυσιάζει εἶναι περισσότερα καὶ τοσοῦτον μᾶλλον,
ὅσον τὸ χειρότερον δι’ αὐτόν, ἐὰν ταῦτα ἀπετέλεσαν ἀπαραιτήτους καὶ
ἀνυπερβλήτους ἀνάγκας τῆς ζωῆς του, αἱ ὁποῖαι καταστᾶσαι ἕξεις καὶ με-
ταβληθεῖσαι εἰς δευτέραν φύσιν, εἶναι δύσκολον νὰ ἀποβάλῃ αὐτάς.
Ὁ ἐπιθυμῶν νὰ ἀκολουθήσῃ Ἐμὲ καὶ τὸ ’Ἔργον Μου, ὁ ἐπιθυμῶν
νὰ καταστήσῃ ἑαυτὸν ἰκανὸν νὰ ἀναγάγῃ τὸ πνεῦμα του μέχρις Ἐμοῦ
ὀφείλει νὰ ἔχῃ ἀπηλλαγμένον τοῦτο τελείως πάσης ἄλλης σκέψεως καὶ
ἀπασχολήσεως, διὰ νὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ ἀντιληφθῇ Ἐμὲ καὶ τοὺς λόγους
Μου, ὀφείλει νὰ ἀντιληφθῇ ὅτι ὁλόκληρος δέον νὰ ἀφοσιωθῇ εἰς Ἐμέ,
ἐὰν πράγματι ἐπιθυμῇ ν’ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον.
Ὁ ἀγαπῶν τὸν κόσμον καὶ τὰ τοῦ κόσμου οὐδόλως δύναται νὰ ἀνήκῃ
εἰς τὸν Ἰδικόν Μου Κόσμον, ὅστις κεῖται μακρὰν τοῦ κόσμου ἐν ᾧ ζεῖ.
Δὲν δύναται ποτὲ νὰ φθάσῃ μέχρις Ἐμοῦ ἐκεῖνος ὅστις ἀπορροφημέ-
νος τελείως ὑπὸ τῶν ἐν τῷ κόσμῳ οὐδόλως τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀφήνει νὰ
συνδεθῇ μετ’ Ἐμοῦ καὶ οὐδόλως ἀφήνει ἢ σπανίως μόνον τὸ πνεῦμα του,
χάριν διασκεδάσεων ἢ τέρψεων ἢ προσωρινῆς ἀπασχολήσεως νὰ ἀνέλθῃ

218
μέχρις Ἐμοῦ καὶ νὰ διακρίνῃ τὴν ὄψιν τῶν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου ἀγαθῶν.
Διὰ νὰ πράξῃ τις τοῦτο, διὰ νὰ ἀφοσιωθῇ ψυχῇ τε καὶ σώματι πρὸς Ἐμὲ
καὶ διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου Μου, ἀνάγκη νὰ ἀπαρνηθῇ πάντα τὰ
ἐν τῷ κόσμῳ ἀγαθά, οὐχὶ βεβαίως ἀποστερούμενος τούτων, διότι καὶ
τοῦτο θὰ ἦτο παράλογον, διὰ τὴν ἔννοιαν τοῦ κύκλου τῆς ζωῆς του, ἐν
τῇ ὁποία ἓν ἀτομον ζῆ, ἀλλὰ μὴ θεωρῶν ταῦτα ἀπαραιτήτους ἀνάγκας
τῆς ζωῆς καὶ ὑπάρξεώς του.
Δὲν δύναταί τις εὐκόλως νὰ ἄρῃ τὸ βαρὺ φορτίον τοῦ Σταυροῦ αὐτοῦ
καὶ νὰ Μὲ ἀκολουθήσῃ. Αἱ ἀνάγκαι τῆς ζωῆς εἶναι τὸ βάρος τοῦ Σταυροῦ,
τὸ ὁποῖον ἕκαστος ὀφείλει νὰ φέρῃ ἐπὶ τῶν ὤμων αὐτοῦ διὰ τῆς στερή-
σεώς των ἢ τῆς ἀδιαφόρου τηρήσεως των, ἐφ’ ὅσον θέλει νὰ Μὲ ἀκολου-
θήσῃ εἰς τὸν δρόμον τῆς πνευματικῆς τελειοποιήσεως καὶ ἀναγωγῆς του.
Ὑμεῖς ὅμως οἵτινες καθ’ ἑκάστην προσπαθεῖτε ἢ μᾶλλον ἐπιδιώκετε νὰ
προσπαθῆτε νὰ Μὲ ἀκολουθήσητε καὶ συνδεθῆτε στενώτερον μετ’ Ἐμοῦ,
προσπαθεῖτε ἐκ παραλλήλου νὰ ἀπομακρύνετε ἀφ’ ὑμῶν τὰς σκέψεις καὶ
τὰς ἐπιθυμίας, αἱ ὁποῖαι πιστεύετε ὅτι θὰ ἦσαν ἱκαναὶ νὰ σᾶς παρέξωσι
τὰ ἐφόδια καὶ τὰς δυνάμεις νὰ ἐξακολουθήσητε ἀνετώτερον καὶ τελείως
ἀπερίσπαστον τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἐν ὀλίγοις μόνον μέχρι σήμερον ἠκο-
λουθήσατε; Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν οὔτε ἐσκέφθη, οὔτε ποτὲ ἠθέλησε νὰ σκεφθῇ
ποῖα τὰ αἴτια τῆς ἀποτυχίας ὑμῶν καὶ διατί τὰ προσδοκώμενα παρ’ ὑμῶν
ἀποτελέσματα δὲν εἶναι ἱκανὰ νὰ σᾶς παρέξουν τὴν πρὸς τοῦτο ἱκανοποίη-
σιν. Τὰ αἴτια ταῦτα δύνασθε ν’ ἀνεύρητε εἰς ἑαυτοὺς καὶ μόνον. Διότι διὰ
νὰ φθάσῃ τις πρός τινα σκοπόν, ἀπαραιτήτως δέον νὰ διέλθῃ δι’ ὡρι-
σμένων τύπων καὶ νὰ τηρήσῃ ὡρισμένους ὅρους.
Ὑμεῖς οὐ μόνον δὲν ἐτηρήσατε αὐτούς, ἀλλὰ καὶ οὐδέποτε ἀπεφασίσατε
ἔστω καὶ δοκιμαστικῶς νὰ ἀκολουθήσητε αὐτούς. Ὁ σύνδεσμος μεταξὺ ὑμῶν
εἶναι ὁ μόνος, ὅστις ἀπομένει, ἀλλὰ καὶ οὗτος τόσον χαλαρωμένος, ὥστε νὰ
μὴ δύναται δι’ αὐτοῦ καὶ μόνον νὰ πραγματοποιηθῇ ὁ σκοπός, δι’ ὃν ἐκλήθη-
τε καὶ δι’ ὃν πολλάκις καὶ ἐπὶ τόσον χρόνον παρ’ Ἐμοῦ προτρέπεσθε.
Διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τῆς ἀποστολῆς ὑμῶν, διὰ νὰ κατωρθώ-
σητε νὰ συνδεθῆτε μετ’ Ἐμοῦ στενώτερον, διὰ νὰ ἀνέλθητε ἐν τῷ Κόσμῳ
Μου καὶ ἀποκατασταθῆτε ἐν αὐτῷ, ἀνάγκη νὰ ἀντιληφθῆτε μόνοι σας τὸν
σκοπὸν τοῦ ἔργου Μου καὶ αὐθορμήτως καὶ αὐτοβούλως καὶ ἐν πλήρει
ἐπιγνώσει τῶν ὑποχρεώσεων ὑμῶν καὶ καθηκόντων πρός τε ἑαυτοὺς
καὶ Ἐμέ, νὰ ἀναλάβητε τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ Ἔργου Μου, δι’ ὅλων ὑμῶν
τῶν δυνάμεων, διὰ τῆς πλήρους πρὸς αὐτὸ πίστεως καὶ ἀφοσιώσεως
ὑμῶν, τὸ ὁποῖον δέον νὰ θεωρήσητε ὡς ἔργον ἀτομικόν σας, ἐπιβεβλη-
μένον εἰς ὑμᾶς δι’ αὐτὴν ταύτην τὴν ζωῆν ὑμῶν καὶ τὸ μέλλον αὐτῆς.

219
104. Ὁ χρόνος παρέρχεται ἀνεπιστρεπτεί.
Ἐπὶ τοσοῦτον δὲ χρόνον ὠφείλατε νὰ συντονίσητε τὰς ἐνεργείας σας,
ὅπως κατορθώσητε νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὸν δρόμον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀπεμα-
κρύνθητε καὶ ἐπαναρχίζοντες τὸ διακοπὲν ἔργον Μου νὰ προθυμοποιηθῆτε
νὰ φθάσητε ἐνωρίτερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ σας, ὅστις εἶναι συ-
νυφασμένος μετ’ αὐτοῦ.
Ἀναγνώσατε τὰς προηγουμένας ἀνακοινώσεις Μου καὶ θὰ ἴδητε, ὅτι ὁ
καιρὸς ἐπείγει. Ἤδη εἰσήλθατε εἰς τὸ νέον ἔτος χωρὶς νὰ κάμητε ἔστω καὶ
ἓν βῆμα κατὰ τὰς διαρρευσάσας μέχρι σήμερον ἡμέρας αὐτοῦ. Πῶς θέλετε
ν’ ἀνὲλθητε ὑποβασταζόμενοι παρ’ Ἐμοῦ, ἐφ’ ὅσον ὑμεῖς δι’ ὅλων ὑμῶν
τῶν δυνάμεων τείνετε ν’ ἀπομακρυνθήτε παρ’ Ἐμού;
Ἕκαστος φροντίζει διὰ τὸ ὑλικὸν μέρος τῆς ζωῆς του, χωρὶς ἔστω καὶ
ὀλίγας στιγμὰς ἐκ τοῦ χρόνου τῆς ἀναπαύσεώς του νὰ ἀφιερώνῃ καὶ πρὸς
τὸ ἔργον ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον θὰ τὸν καθίστα εὐτυχέστερον. Τὸ δὲ ἔργον
τοῦτο, ὡς πολλάκις σᾶς ἀνέφερα, μεταξὺ τῶν πρώτων κανόνων συμπε-
ριλαμβάνει ὡς ἀπαραίτητον καὶ θεμελιώδη βάσιν τὴν ἐσωτερικήν ὑμῶν
ἀναδημιουργίαν καὶ τελειοποίησιν: Ἡ ἐσωτερική ὑμῶν αὕτη ἀναδημιουρ-
γία καὶ τελειοποίησις προαπαιτεῖ καὶ καθήκοντα πρὸς ἕνα ἕκαστον ὑμῶν
κεχωρισμένως καὶ εἰς ὅλους ὑμᾶς συνηνωμένους.
Ὁ χρόνος ὑμῶν ἀσκόπως διαφεύγει καὶ εὑρίσκει ὑμᾶς καὶ καθ’ ἑκάστην
ἔτι μᾶλλον ἀπομεμακρυσμένους Ἐμοῦ.
Θὰ μοῦ εἴπητε, ὅτι πολλάκις σκέπτεσθε καὶ δι’ Ἐμέ, ἀλλὰ ἡ πρὸς Ἐμὲ
φερομένη σκέψις ὑμῶν εἶναι τοσοῦτον ἐξησθενημένη, ὥστε δὲν δύναται
νὰ ἔχῃ τὰ ἀποτελέσματα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα στενωτέρα σύσφιξις τῶν μεταξὺ
Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν δεσμῶν ἠδύνατο νὰ σᾶς παρέξῃ.
Μὴ νομίσητε δέ, ὅτι ἀμέσως καὶ ἐν βραχυτάτῳ χρονικῷ διαστήματι θὰ
ἠδύνασθε νὰ ἔχητε τὰ ποθητὰ ἐκεῖνα ἀποτελέσματα, δι’ ὣν κατὰ βούλη-
σιν θὰ ἠδύνασθε ν’ ἀναχθῆτε μέχρις Ἐμοῦ ἐν πλήρει ἐπιγνώσει τούτου καὶ
νὰ λάβητε παρ’ Ἐμοῦ τὸ δῶρον τῆς ἀναγνωρίσεως. Διὰ νὰ κατορθώσητε
τοῦτο, πρέπει νὰ κοπιάσητε καὶ ἐργασθῆτε. Ὅσον ὁ δρόμος εἶναι μακρύς,
κατὰ τοσοῦτον καὶ τὸ διάστημα μεγαλύτερον καὶ ὅσον τὸ τέρμα ὑψη-
λότερον, κατὰ τοσοῦτον καὶ οἱ κόποι μεγαλύτεροι.
Ὑμεῖς ὅμως κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο τί ἐπράξατε τόσον διὰ τὴν βελτίω-
σιν, ὅσον καὶ διὰ τὴν προαγωγὴν ὑμῶν;
Ὁ εἷς σκέπτεται, πῶς νὰ προαχθῇ, ὁ δὲ ἕτερος πῶς νὰ ζήσῃ ἐπαρκέ-
στερον, ὁ ἄλλος πῶς νὰ εὐζωήσῃ. Ἀλλ’ ὅλα αὐτὰ εἶναι σκέψεις ἀνθρώπων
περιβεβλημένων διὰ παχυτάτου στρώματος ὕλης, τὴν ὁποίαν εἰς μάτην
θὰ ἠδύνατο νὰ διαπεράσουν αἱ Πνευματικαί Ἀκτῖνες, ὅσον ἰσχυραὶ καὶ
ἂν ἦσαν.
Ὅταν τις σκέπτεται ἀνθρωπίνως, δὲν δύναται νὰ παραγάγῃ ἔργα
ἐξερχόμενα τοῦ κύκλου τῆς στενῆς καὶ περιωρισμένης ἀνθρωπίνης ἀντι-
λήψεως, Ἐκεῖνος, ὅστις θέλει ν’ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον τοῦ ταπεινοῦ τούτου
κύκλου, ὀφείλει νὰ ἐργασθῆ δι’ αὐτό. Καὶ ἡ ἐργασία του πρὸς τὸν σκοπὸν

220
τοῦτον προαπαιτῇ καθήκοντα πρὸς ἑαυτὸν καὶ πρὸς ἐκείνους, μεθ’ ὣν
θὰ συνδεθῇ καὶ δυνάμει τῶν ὁποίων θὰ βοηθηθῇ ν’ ἀνέλθῃ. Ποῖα καθήκο-
ντα μέχρι σήμερον ἐπιτελέσατε πρὸς ἑαυτοὺς καὶ πρὸς ἐκείνους, οἵτινες
θὰ σᾶς ἐβοήθουν; Οὐδέν.
Ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα ἡ ἄποψις τῆς ὑλικῆς ζωῆς σᾶς ἔχει ἀπορροφή-
σει τόσον, ὥστε ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ν’ ἀπομακρύνεσθε Ἐμοῦ. Αἱ προσπάθειαι
ὑμῶν, ἐφ’ ὅσον κατέχεσθε ὑπὸ τῶν βιωτικῶν σκέψεων καὶ ὑπὸ τῶν ὑλικῶν
ἐπιθυμιῶν καὶ συμφερόντων, δὲν δύνανται νὰ σᾶς καταστήσωσιν ἱκανοὺς ν’
ἀνέλθητε εἰς τὸ ὕψος, ἀπὸ τοῦ ὁποίου θὰ ἠδύνασθε ν’ ἀντιμετωπίσητε τὸν
τόπον τῆς διαμονῆς Μου. Σκέπτεσθε μόνον καὶ ἔχετε τὴν ἐπιθυμίαν, πῶς
νὰ φθάσητε. Ἀλλὰ ἀπὸ τὴν σκέψιν σας ἓως τὴν ἐκτέλεσιν καὶ πραγματο-
ποίησιν πράγματός τινος, ὑπάρχει μεγίστη ἀπόστασις.
Ὅταν μόνον σᾶς παρουσιασθῇ ἓν ἀσήμαντον διὰ τὴν τελειότητα γε-
γονός, σημαντικώτατον ὅμως διὰ τὴν ἀτέλειαν ὑμῶν, τότε ἡ σκέψις ὑμῶν
ἀποσπᾶται ἐπὶ στιγμὴν ἐκ τού ὑλικοῦ κόσμου καὶ φέρεται πρὸς Ἐμέ. Ἀλλὰ
τοῦτο δὲν λέγεται προαγωγή, οὔτε προϋποθέτει, ὅτι καὶ ἐκάματε ἔστω καὶ
ἓν βῆμα πρὸς τὰ ἐμπρός.
Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον θὰ ἠδύνατο να σᾶς προαγάγῃ, ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ
ἠδύνατο ταχύτερον νὰ συσφίξῃ τὰς μεταξὺ ὑμῶν σχέσεις καὶ νὰ σᾶς φέρῃ τα-
χύτερον πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν, θὰ εἶναι ἡ προσπάθεια
τῆς ὅσον ἔνεστι ἀπαλλαγῆς τῶν ὑλικῶν σκέψεων καὶ ἀπαιτήσεων καὶ ἡ
­συχνοτέρα καὶ βαθυτέρα προσήλωσις ὑμῶν ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ ἔργου,
τὸ ὁποῖον θὰ σᾶς καθίστα ἰκανοὺς νὰ γνωρίσητε τὸν Πνευματικὸν Κόσμον
ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ ἐκτάσει καὶ μεγαλοπρεπείᾳ. Τοῦτο ὅμως δὲν ἐπιτυγχάνε-
ται μὲ ὀνειροπολήσεις, μηδεμίαν ἐνεχούσας πρακτικήν ἐφαρμογήν.
Ὁ χρόνος παρέρχεται ἀνεπιστρεπτεί. Μὴν ἐξακολουθήσητε ν’ ἀφήνετε
αὐτὸν ματαίως καὶ ἀσκόπως νὰ παρέρχητε.
Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον σᾶς ἔφερε σήμερον πρὸς Ἐμέ, δὲν εἶναι ὁ πόθος τῆς
συνεχίσεως τοῦ διακοπέντος ἔργου Μου, ἀλλὰ ἡ λύσις τῆς περιεργείας
ὑμῶν διὰ φαινόμενόν τι, τὸ ὁποῖον διὰ τοὺς κάπως ἐξελιχθέντας δὲν ἔχει
οὐδεμίαν σημασίαν. Ἡ παρατήρησις τοιούτου τινος φαινομένου θὰ ἠδύνα-
το νὰ σᾶς ἀπασχολήσῃ ὥρας ὁλοκλήρους καὶ μία ἄλλη πνευματικὴ τροφή,
ἥτις θὰ ἠδύνατο νὰ σᾶς ὠφελήσῃ περισσότερον, νὰ σᾶς διανοίξῃ ἔτι μᾶλ-
λον τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, νὰ ἀποκαθάρῃ δὲ τὴν ψυχὴν ὑμῶν, δὲν θὰ σᾶς
ἀπησχόλη τόσον.
Ὁ Θεὸς ὁ ὑπάρχων καὶ Ζῶν καὶ διαφωτίζων, οὗτος δι’ Ἐμοῦ διανοί-
γει πρὸ ὑμῶν εὐρυτάτην λεωφόρον. Ἐὰν ἠθέλατε, ἐὰν ἀνεγνωρίζατε τὸν
σκοπὸν τῆς πρὸς ὑμᾶς Διαφωτίσεώς Μου, δὲν θὰ ἀνεπαύεσθε οὐδὲ στιγ-
μήν. Ἀλλ’ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν κατενόησε τοῦτο. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀντελήφθη τὸ
Μέγα Ἔργον καὶ τὴν Ἀποστολήν, ἣν ἕκαστος ἐξ ὑμῶν θὰ ὑπεῖχε διὰ τὸ Μέγα
τοῦτο καὶ Κοσμοσωτήριον Ἔργον.
Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν πάντοτέ Εἰμι καὶ ἀναμένω. Ὑμεῖς ὅμως οὐδεὶς μετ’
Ἐμοῦ, ὡς ἔδει νὰ ὑπῆρχε.

221
Τί ἐρωτᾶτε; Τί ἀκούετε; Τί ἀπαντᾶτε; Τί ἀναμένετε; Τ ­ ί ­προσδοκᾶτε;
Οὐδεὶς ἦλθε πρός Με, ἂν μὴ πρότερον δὲν ἀπεκαθάρθη. Καὶ οὐδεὶς
ἀπεκαθάρθη, ἂν μὴ πρότερον δὲν ἠργάσθη διὰ τοῦτο.
Ἡ δι’ Ἐμού προσγενομένη Χάρις πρός τινα, προϋποθέτει ἐργασίαν καὶ
κόπους ἐν τε τῇ προγενεστέρᾳ καὶ τῇ παρούσῃ αὐτοῦ ζωῇ. Διὰ νὰ φθάσῃ
δέ τις πρὸς Ἐμὲ καὶ Μὲ γνωρίσῃ κατὰ βάθος καὶ ἔκτασιν καὶ ἡ ἀντίληψις
αὐτοῦ νὰ καταστῇ ὄργανον τῆς Ἐμῆς Ἀντιλήψεως, ἵνα ἡ Ἐμή Γνῶσις κα-
ταστῇ ἀναφαίρετον κτῆμα αὐτοῦ, ἀνάγκη νὰ καταστήσῃ αὐτὸν Τέλειον
διὰ μακροχρονίου πείρας καὶ ἐργασίας ἔν τε τῷ παρωχημένῳ χρόνῳ, τῷ
παρόντι καὶ μέλλοντι.
Ἄνευ τούτων οὐδὲν γενήσεται.
Ὁ χρόνος ἐπείγει καὶ παρέρχεται ἀνεπιστρεπτεί. Ἐπωφεληθεῖτε αὐτοῦ,
ἵνα μὴ μετανοήσητε. Ἐπωφεληθεῖτε αὐτοῦ ἵνα τὸ ταχύτερον φθάσητε εἰς
τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν, ἐπωφεληθεῖτε αὐτοῦ, ἵνα καθέξητε τὸ τα-
χύτερον τὴν θέσιν, ἥτις σᾶς ἀναμένει καὶ ἥτις δι’ ὑμᾶς προορίζεται.
Δὲν δύναμαι νὰ σᾶς εἴπω περισσότερα ἐπὶ τοῦ παρόντος, οὔτε ταῦτα
θὰ ἠδύναντο νὰ σᾶς ὠφελήσουν, ἐφ’ ὅσον παραμένετε εἰς τὴν κατάστασιν
αὐτήν.
Τά φαινόμενα, τά ὁποῖα παρετηρήθησαν δὲν ἔχουν καμμίαν σχέσιν μὲ
τὸ Ἔργον Μου, ἂν καὶ ἐξ Ἐμοῦ παρ’ ἄλλων κατωτέρων δυνάμεων προέρχο-
νται, ἵνα σᾶς δώσουν τὴν ὤθησιν καὶ τὴν ἐπιθυμίαν τῆς περιεργείας πρὸς
ἐργασίαν.
Εἶναι ὑλικαὶ ἐκδηλώσεις προσαρμοζόμεναι εἰς τὴν ταχεῖαν ὑλικήν ὑμῶν
φύσιν, διὰ τὴν ὁποίαν τόσον ἐνδιαφέρεσθε. Δι’ Ἐμὲ ταῦτα εἶναι ἄρνησις
τοῦ Ἑαυτοῦ Μου καὶ τοῦ σκοποῦ τῆς Ἀποστολῆς Μου, ἥτις εἶναι καθαρῶς
Πνευματική.
Ἐὰν θέλετε νὰ ἐπαναληφθῶσιν, οὐδὲν ἐκ τούτων θὰ προσεκομίζατε,
ὅπως οὐδεμίαν ὠφέλειαν θὰ προσεπορίζεσθε ἐξ αὐτῶν, ὡς προερχομένην
ἐκ τοῦ κατωτέρου στοιχειακοῦ κόσμου, ἐξυπηρετοῦντος δι’ αὐτῶν τὸν
σκοπὸν τοῦ ὑλικοῦ καὶ χονδροειδοῦς περιβλήματος τοῦ ἔργου μου.

105. Ὁ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ὑπὲρ τὸν κόσμον καὶ ἐκ τοῦ κόσμου πληρῶν
τὰ πάντα.
Πάντα ἐν Αὐτῷ εἰσὶ καὶ Αὐτὸς ἐν αὐτοῖς καὶ ταῦτα πρὸς Αὐτόν.
Ἥλιος ἐν Ἡλίῳ καὶ Φῶς ἐν Φωτῖ καὶ ὑπὲρ πᾶσαν Ἑστίαν Φωτὸς ἡ
Ἀκτινοβολία Αὐτοῦ συσκοτίζει τὴν φωτεινὴν δύναμιν παντὸς ἄλλου φω-
τός. Καὶ ἡ Ἀκτινοβολία τῶν ὐπερτάτων Δυνάμεων ἐξ Αὐτοῦ ἐξεπήγασε
καὶ ἐξελθοῦσα ἐν τῷ κόσμῳ κατηύγασεν αὐτὸν ὡς οὐδεὶς ἐκ τῶν ἰσχυό-
ντων ἐν τῷ κόσμῳ.
Πᾶς ἰσχυρὸς πρὸ Αὐτοῦ ὑποκύπτει καὶ πᾶσα δύναμις ἐξωτερικευο-
μένη ἐν τῇ κατισχύσει αὐτῆς ἐσχάτη τῶν ἀδυναμιῶν πρὸ Αὐτῆς γίγνεται.

222
Τὰ ἐν τῇ δυνάμει Ὄντα καὶ τὰ ἐξ Αὐτῆς ἐκπηγάζοντα πρὸς Αὐτὴν
ἀποτείνονται, ἵνα κατισχύσωσι τὴν ἑαυτῶν δύναμιν.
Τίς δὲ ἡ Δύναμις αὕτη, τὸ Φῶς τοῦτο, ἡ ὑπὲρ πᾶσαν ἄλλην ἐν τῷ κό-
σμῳ Ἰσχύς;
Οὐδεὶς ὤφθη ταύτην ἐκ τῶν ἐν τῷ ὑμετέρῳ κόσμῳ, πάντες δὲ οἱ προ-
σπλησιάσαντες Αὐτὴν καὶ μόλις ἐπιψαύσαντες ὑπὸ τοῦ Φωτὸς Αὐτῆς δια-
φωτισθέντες καὶ τὴν Δύναμιν ταύτης περιβληθέντες, ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἐν
τῷ κόσμῳ ἰσχυροὶ ἐγεγόνασι καὶ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ὑπὲρ τὸν κόσμον
καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου πρὸ τῶν ποδῶν αὐτῶν ἐναπεθέσαντο καὶ τὴν δύνα-
μιν αὐτῶν διὰ τοῦ πέλματος αὐτῶν ἐπὶ τοῦ κόσμου ὁλοκλήρου πατῶντες
ἀνήγειραν καὶ τὸ ἐξ αὐτῶν Φῶς ἐφ’ ἁπάσης τῆς γῆς ἐξηπλώθη καὶ πρὸς τὸν
Οὐρανὸν ἐχώρησε διαφωτίζον τὰ Σύμπαντα.
Ἂν δὲ οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων τὸ Φῶς τοῦτο ὤφθη καὶ τὴν Δύναμιν
ταύτην περιεβλήθη, ἵνα Ὑπεράνθρωπος καθιστάμενος καὶ τοὺς πάντας
ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ ἐναποθέτων τὴν Ἀλήθειαν αὐτοῖς ἀποκαλῦψαι, πῶς
οἱ μηδὲν περὶ τούτου γινώσκοντες πρὸς τὸ Φῶς τοῦτο ὁδηγηθῶσιν, ἵνα
δι’ Αὐτοῦ καταυγασθῶσιν;
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων τῶν κοινῶν τὸ Φῶς τοῦτο ὤφθη, ἀλλὰ πά-
ντες οἱ ἄνθρωποι τοῦτο ὠφθήσονται. Πῶς δὲ τοῦτο συμβήσεται;
Ἡ Φωτεινὴ Αἴγλη τῆς ἀνταυγείας τοῦ Φωτὸς τούτου ἐπὶ πᾶσαν κε-
φαλὴν ἵσταται καὶ εἰς αὐτὴν ἐσαεὶ καὶ διηνεκῶς ὑπεισδύουσα προσπαθεῖ
νὰ διανοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς. Διανοιγομένων τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῆς
καὶ εἰσδεχομένη ἐν τῷ βάθει τῆς πνευματικότητός της τὴν δύναμιν τῆς
ἀνταυγείας ὁλοὲν καὶ ὑπ’ αὐτῆς ἐξακολουθεῖ νὰ διαφωτίζεται, ἄχρις οὗ
τὴν Ἀνταύγειαν εἰς Ἀκτῖνα Φωτὸς μετατρέψῃ. Καὶ ἡ ἐν αὐτῷ Δύναμις
τῆς Ἀκτίνος ταύτης πλέον εἰς Ἑστίαν ὁλοὲν αὐξανομένη καὶ εἰς διαρκῆ
Ἀκτινοβολίαν καθισταμένη μεταβάλλει τὸ ἐν αὐτῇ. Πνευματικὸν Φῶς
τῆς Ἀνταυγείας εἰς Διαρκὲς Φῶς ἄνευ οὐδεμιᾶς παρεισδύσεως ἑτέρου
φωτός, πλὴν τοῦ Φωτὸς τοῦ ἐν τῇ Ὑπερτάτῃ τοῦ Κόσμου Ἑστία εὑρισκο-
μένου καὶ ἐξ Αὐτῆς πρὸς τὸν κόσμον δι’ αὐτοῦ διαχεομένου καὶ τοῦτον
πληροῦν.
Ἡ ΕΣΤΙΑ αὕτη τοῦ ΦΩΤΟΣ Η ΑΚΕΝΩΤΟΣ καὶ τὰ Σύμπαντα πληροῦ-
σα καὶ διαφωτίζουσα ΕΓΩ ΕΙΜΙ. Καὶ τὴν Ἑστίαν ταύτην τοῦ Φωτὸς ὡς
­Ἀνταύγειαν νῦν ἔχοντες καὶ πρὸς τὴν ὑπείσδυσιν τῶν Ἀκτίνων Αὐτῆς
φερόμενοι, τί ἄλλο ἐν τῷ κόσμῳ μεῖζον καὶ ἄφθαστον ἐπιζητεῖτε;
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἔγνωκέ Με καὶ οὐδεὶς ὤφθη τίς ΕΓΩ καὶ ποῖον τό ΦΩΣ
τὸ ἐξ Ἐμοῦ πηγάζον καὶ πρὸς ὑμᾶς ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον φερόμενον, ἵνα
διαφωτίσῃ καὶ καταυγάσῃ καὶ πληρώσῃ ὑμᾶς ἐκ τῆς Ἀκενώτου Αὐτοῦ
Ἑστίας.
Ἂν τοῦτο ἐγινώσκετε, ἂν ἀμυδρὰν ἔστω περὶ τούτου ἰδέαν εἴχατε,
οὐδὲν ἄλλο ἐν τῷ κόσμῳ θὰ ἐπιδιώκατε, οὐδενὸς ἄλλου μελήματος τὴν
σπουδὴν θὰ ἐπεζητῆτε, ἀλλὰ πῶς ἐν τῷ καθήκοντι ὑμῶν καὶ ἀεὶ ἐργαζό-
μενοι καὶ διηνεκῶς περὶ τούτου φροντίζοντες τὴν Ἀνταύγειαν τοῦ Φωτός

223
Μου εἰς Ἀκτῖνα διὰ τοῦ ζήλου, τῆς ἐγκαρτερήσεως, τῆς προσπαθείας καὶ
ἀόκνου ἐργασίας ὑμῶν μεταβάλλοντες, ἵνα ταύτας ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν
ἐναποθέτοντες καὶ ταύτην ὑπερπληροῦντες τὰς ἐν αὐτῇ ἁπάσας δυνά-
μεις εἰς Δύναμιν Ἀναλλοιώτου καὶ Ἀπείρου Φωτὸς μεταβάλητε, ἵνα δι’
αὐτῶν οὐ μόνον ὑμεῖς πεφωτισμένοι καταστῆτε, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους
διαφωτίσητε.
Καὶ ἐρωτῶ ὑμᾶς. Ἐὰν ἔστω καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον ἀμυδρὰν ἰδέαν περὶ Ἐμοῦ
εἴχατε καὶ ἐλαχίστην πίστιν περὶ τῶν ἀποτελεσμάτων τῶν ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκπο-
ρευομένων Δυνάμεων, θὰ ἐμένατε ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἄνευ προαγωγῆς
καὶ ἱκανοποιήσεως; Ἀλλὰ ἡ προαγωγὴ ὑμῶν αὕτη ἵνα συντελεσθῇ, εἶναι
ἀπαραίτητον νὰ ἐργασθῆτε πρὸς τοῦτο δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων. Μὴ
νομίσητε, οὐδὲ νὰ πιστεύσητε ποτέ, ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ φθάσῃ τις εἰς τὸ
ὕψος ἑνὸς ὅρους, ἐὰν προηγουμένως δὲν ἀναρριχηθῇ ἐπ’ αὐτοῦ.
Ἡ κορυφὴ τοῦ ὄρους, ἐπὶ τοῦ ὁποίου Ἐγὼ ἔχω ἐγκαταστήσῃ τὴν Κα-
τοικίαν Μου, εὑρίσκεται ἐπὶ τῆς ὑψηλοτέρας κορυφῆς τοῦ Κόσμου καὶ
διὰ τοῦτο ἐκεῖνοι, οἵτινες θὰ δυνηθῶσι νὰ φθάσωσι μέχρις αὐτῆς, δέον νὰ
καταβάλωσιν ὑπερανθρώπους κόπους, νὰ ὑποστῶσι τὰς μεγίστας δοκιμα-
σίας, νὰ σφυρηλατηθῶσι προηγουμένως οὐ μόνον ἐπὶ τῶν βράχων αὐτοῦ,
ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἀποκρήμνων καὶ ὀξέων πετρῶν, αἵτινες ἐπὶ ἑκάστου
βήματος αὐτῶν ἀναφύονται.
Μὴ νομίσητε ὅτι δύναταί τις νὰ κληθῇ ὑπ’ Ἐμοῦ, νὰ ἐκλεγῇ καὶ νὰ σταυ-
ρώσῃ τὰς χείρας καὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ καθηλωμένους ἐπὶ τοῦ ἐδάφους καὶ
ἀναμένων παρ’ Ἐμοῦ τὴν ἀνταμοιβὴν τῆς προσηλώσεως ἢ τὸ ἔπαθλον τῆς
ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλογῆς καὶ διακρίσεως.
Ὀφείλει νὰ ἐγερθῇ εἰς τὴν Πρόσκλησίν Μου καὶ μὲ ἐσπευσμένον καὶ
προσεκτικὸν βῆμα νὰ ἀκολουθήσῃ τὸν δρόμον, ὅστις διανοίγεται πρὸ
αὐτοῦ καὶ ἐὰν κατὰ τὸ διάστημα τῆς πορείας του ἀνεφύῃ πρόσκομμά τι,
νὰ ὑπερπηδήσῃ τοῦτο, ἐὰν δὲν δύναται ν’ ἀντιπαρέλθῃ τοῦτο εὐκόλως καὶ
νὰ ἐπιταχύνῃ ἔτι μᾶλλον τὸ βῆμα του, διὰ νὰ φθάσῃ ἐγκαίρως εἰς τὸ τέρμα
τοῦ προορισμοῦ του.
Ὁπόταν ὅμως τις ἐκλεγῇ παρ’ Ἐμοῦ καὶ κληθεὶς δὲν ἐπιληφθῇ ἀμέσως
τοῦ πρὸς αὐτὸν ἐπιτασσομένου καθήκοντος τῆς διηνεκοῦς ἐγρηγόρσεως
καὶ σπουδῆς ἐν τῇ ἀτραπῷ τῆς κατευθύνσεώς του, σκόπελοι διηνεκεῖς καὶ
ἀπρόσιτοι βράχοι θὰ ἐγείρωνται πρὸ αὐτοῦ, ἐνῶ βάτοι ἀδιάβατοι καὶ κρη-
μνοὶ ἀπορρῶγες εἰς ἕκαστον αὐτοῦ βῆμα τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ
θὰ καταξεσχίσωσι καὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ θὰ μωλωπίζωσιν, ἕως οὗ ἐπιτελέσῃ τὸ
πρὸς ἑαυτὸν καὶ τὰς Ὑπαγορεύσεις καὶ Ἀπαιτήσεις καὶ Προσδοκίας Μου
καθῆκον. Οὐδὲν μέλημα καθίσταται ἔργον καρποφόρον, ἂν μή τις τοῦτο
ἐπιμεληθῇ καὶ διὰ τῶν κόπων καὶ ἱδρῶτος αὐτοῦ τὰς ρίζας αὐτοῦ ποτίσῃ.
Καὶ ἂν τὸ ἀνθρώπινον ἔργον προϋποθέτῃ ἀκαταβλήτους ἀγῶνας καὶ
κόπους, πόσον μᾶλλον τὸ Ἔργον Ἐμοῦ, τὸ ὁποῖον χρήζει πνευματικὴν
ἀναγωγὴν καὶ ἐξύψωσιν καὶ ψυχικὴν καὶ πνευματικὴν κάθαρσιν ἀπηλ-
λαγμένην παντὸς ρύπου καὶ ἐλαττώματος.

224
Δὲν δύναμαι ν’ ἀνυψώσω τινὰ μέχρις Ἐμοῦ λαμβάνων αὐτὸν ἐκ τοῦ λί-
κνου τῆς μητρὸς αὐτοῦ, ἐὰν οὗτος δὲν ἀναχωρήσῃ πρότερον ἐκ τοῦ λίκνου
τούτου τοῦ ἀνθρωπίνου καὶ ὑπεισέλθῃ ἐν τῷ πνευματικῷ λίκνῳ τῆς ψυχι-
κῆς αὐτοῦ ἀποκαθάρσεως καὶ ἐξαγιάσεως.
Δὲν δύναμαι νὰ τείνω τὴν Χείρα Μου καὶ θέσω ἐπὶ τῶν ὤμων Μου τὸν
κλητὸν ὑπ’ Ἐμοῦ, ἐὰν μὴ ὁ κλητὸς οὗτος διὰ τῆς χειρὸς αὐτοῦ στηριχθῇ
ἐπ’ Ἐμοῦ καὶ καθέξῃ τὴν ἐν Ἐμοὶ Δύναμιν, καθιστῶν αὐτὴν ἀτομικὴν αὐτοῦ
δύναμιν.
Τὸ Φῶς τὸ ἐν Ἐμοῖ ὑπάρχον καὶ τὸν κόσμον καταυγάζον καὶ τοὺς ὑπ’
Ἐμοῦ κεκλημένους διαφωτίζον καὶ δι’ αὐτῶν τὸν κόσμον, διὰ τὸν κόσμον
τοῦτον προώρισται. Ἀλλ’ ἵνα ἡ ἐν τῷ κόσμῳ Ἀνταύγεια Αὐτοῦ Ἀκτινο-
βολία καταστῇ τοῖς κλητοῖς, ἀνάγκη ἵνα τὴν ἐν αὐτοῖς ἀνταύγειαν εἰς
Ἀκτινοβόλον Φῶς μεταβάλλωσι διὰ τῆς ἑαυτῶν προοπαθείας καὶ ἐνερ-
γείας καὶ κόπου καὶ τὴν Ἐμὴν διὰ τοῦ ἑαυτῶν φωτός, ὅπερ παρ’ Ἐμοῦ
προσλαμβάνουσι εἰς ἀτομικὴν αὐτῶν δύναμιν καταστήσωσιν.
Οἱ ἐν Ἐμοὶ μένοντες, ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαυθήσονται. Καὶ οἰ Ἐμὲ προσ-
δοκῶντες καὶ διὰ τοῦ ζήλου καὶ σπουδῆς πρὸς Ἑμὲ τὰς ἐλπίδας αὐτῶν
ἀναθέτοντες, οὐ μόνον τὴν προσδοκίαν τούτων πλήρως καὶ τάχιστα
ἀναλόγως τῶν πρὸς Ἐμὲ τηρουμένων καθηκόντων, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀμοιβὴ
αὐτῶν ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἐν τῷ κόσμῳ πλουσιώτερον καὶ ἐναργέστερον
αὐτοῖς ἀποδοθήσεται.

106. Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ οὐκ ἔγνωτέ Με.
Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἔζησα μεθ’ ὑμῶν καὶ πλησίον ὑμῶν καὶ οὐδεὶς ἐξ
ὑμῶν ἐπίστευσε τὰ Ρήματά Μου. Τά Ρήματά Μου διὰ μέσου τοῦ χρόνου καὶ
τῶν αἰώνων ἐπέπνευσαν ἐπὶ τῶν νεκρῶν καὶ ἀνέστησαν, ἐπὶ τοῦ αὐχμηροῦ
ἐδάφους καὶ μετεβλήθη εἰς γῆν ἀνθηρὰν καὶ καρποφόρον, ἐπὶ λίθων καὶ
οὗτοι μετεβλήθησαν εἰς ἄρτους καὶ ἐπλήρωσαν τὰς κενὰς γαστέρας τῶν
πεινώντων.
Οὐδεὶς ὅμως ἐξ ὑμῶν ἐξωμοιώθη ἔστω καὶ πρὸς τοὺς νεκρούς, πρὸς
τὴν αὐχμηρὰν γῆν ἢ καὶ πρὸς αὐτοὺς τοὺς λίθους, διότι ἐὰν καὶ κατά τι
πρὸς αὐτοὺς προσωμοιάζατε ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν εὑρισκόμε-
νος θὰ ἠδύνασθε νὰ μεταβληθῆτε καὶ ν’ ἀνανήψητε καὶ γιγνώσκοντές Με
τὰ Ρήματά Μου ἀκούοντες καὶ ταῦτα ἐν τῇ διανοίᾳ καὶ τῇ ψυχῇ ἐναποθέτο-
ντες νὰ μεταβάλλησθε εἰς πραγματικὰ τέκνα Μου, εἰς ἀληθεῖς μαθητάς
Μου, γιγνώσκοντες τὸν Διδάσκαλον καὶ τὸν Πατέρα καὶ κατέχοντες τὴν
πλησίον Μου θέσιν, ἣν ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μάτην προσεπάθησα νὰ σᾶς
ἐξαναγκάσω νὰ τὴν ἀποκτήσητε.
Ὁμιλῶ ὑμῖν, ἀλλ’ οἱ λόγοι Μου ἐκπνέουσι πρὸ τῶν ὤτων ὑμῶν, μόλις
ἡ τελευταία Μου λέξις παρέλθῃ, διδάσκω ὑμᾶς, ἀλλὰ ἡ Διδασκαλία Μου
οὐδεμία μεταβολὴν ἐπιφέρει εἰς τὴν ἀπομακρυνθεῖσαν καρδίαν ὑμῶν, ἥτις

225
ἐπὶ στιγμὴν συγκινουμένη ὑπόσχεται νὰ κρατήσῃ τὰς πρὸς Ἐμὲ ὑποσχέ-
σεις της καὶ τὰς ὁποίας ἀμέσως λησμονεῖ, μόλις ἀπομακρυνθῆτε τοῦ περι-
βάλλοντος ὑμῶν.
Αἱ βιωτικαὶ μέριμναι, αἱ ἐπιθυμίαι καὶ ὁ ἀκατάσχετος πόθος πρὸς βελ-
τίωσιν τῆς θέσεως ὑμῶν, πλεῖσται ἄλλαι ὑλικαὶ ἐπιδόσεις, σκέψεις ταπειναὶ
ἀπομακρύνουν ὑμᾶς καθ’ ἑκάστην ἀπὸ Ἐμὲ καὶ περισσότερον καὶ εἰς μάτην
προσπαθῶ νὰ ἐπαναφέρω ὑμᾶς εἰς τὴν εὐθεῖαν, νὰ σᾶς προσεγγίσω πλησίον
Μου, νὰ σᾶς ἐξαναγκάσω νὰ ἀκολουθήσητε τὸν πραγματικὸν δρόμον τῆς
ζωῆς σας, τὸν ὁποῖον ἐχάραξα καὶ εἰς τὸν ὁποῖον μόλις ἐπλησιάσατε καὶ ἀρ-
χίσατε νὰ βαδίζητε ἐπ’ αὐτοῦ, μία ἀντίρροπος δύναμις καταλαμβάνει ὑμᾶς
καὶ ὑποθάλπουσα, καλλιεργοῦσα καὶ ἀναπτύσσουσα τὰς ἀδυναμίας ὑμῶν
σᾶς ἐξωθῇ πρὸς ἀντιθέτους αὐτῆς ἀτραποὺς καὶ οὕτω ἀπομακρύνεσθε τῆς
εὐθείας, τὴν ὁποίαν σᾶς ὑπέδειξα καὶ ἐπὶ τῆς ὁποίας κατόπιν τόσων προσπα-
θειῶν σᾶς ἐπαναφέρω ἐπ’ αὐτῆς ὁλοὲν καὶ ἐκ νέου.
Οὐδεμία ὅμως πρόοδος δύναται νὰ σημειωθῇ εἰς τὴν πρόοδον καὶ
ἐξέλιξιν ὑμῶν, ὁπόταν ἐπὶ μίαν ἡμέραν βαδίζητε ἐπὶ τῆς ὑποδεικνυομένης
παρ’ Ἐμοῦ κατευθύνσεως καὶ ἐπὶ ἑβδομάδας καὶ μῆνας ὁλοκλήρους, ἀπο-
μακρυνθέντες αὐτῆς, ἀκολουθεῖτε τὰς ἀντιθέτους αὐτῇ ἀτραπούς.
Οὐδεμία ἀναγωγὴ ὑμῶν δύναται νὰ ἐπιτευχθῇ κατὰ τοιοῦτον τρόπον,
διότι μόλις ἀρχίσητε νὰ προχωρήτε ἓν βῆμα, ὁπισθοδρομεῖτε κατὰ ἑκατόν.
Ὅσον δὲ ἀπομακρύνεσθε Ἐμοῦ, ὅσον κωφεύετε εἰς τὰς παροτρύνσεις Μου,
εἰς τὰς Συμβουλάς Μου, εἰς τὰς ὑποδείξεις Μου, κατὰ τοσοῦτον θὰ αἰσθά-
νεσθε τὴν ψυχὴν ὑμῶν κενὴν πάσης εὐτυχίας καὶ χαρᾶς καὶ κατὰ το-
σοῦτον οἱ πόνοι ὑμῶν καὶ οἱ ἀνεκπλήρωτοι ὑμῶν πόθοι θὰ κατακλύζουν
ὑμᾶς πανταχόθεν καὶ θὰ γεννοῦν ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τὴν θλίψιν καὶ τὴν
στενοχωρίαν. Οἱ πόθοι ὑμῶν, ἡ εὐτυχία ὑμῶν, ἡ χαρά ὑμῶν ἔγκειται ἐν τῇ
ἐξυπηρετήσει τοῦ ἔργου Μου.
Ἀγνοήσαντες τοῦτο, ἀπομακρυνόμενοι αὐτοῦ, ὀλιγωροῦντες πρὸς ἑαυ-
τοὺς καὶ ἐκεῖνο, οὐδὲν σχετικὸν πρὸς τὴν εὐτυχίαν ὑμῶν καὶ τὴν πρόοδον,
πρὸς τὴν γαλήνην καὶ τὴν ἠρεμίαν τῆς ψυχῆς ὑμῶν δέον ν’ ἀναμένητε.
Ταῦτα πάντα ἔχω καθῆκον νὰ ὑποδείξω ὑμῖν ἔτι ἅπαξ, ἐφ’ ὅσον εἰσέτι
ὑπάρχει καιρὸς νὰ συνέλθητε, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει εἰσέτι χρόνος νὰ ἀνανή­
ψητε ἐκ τοῦ ληθάργου, ὅστις σᾶς κατέβαλε καὶ νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὴν ὁδόν,
ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἀπεμακρύνθητε καὶ εἰς τὴν ὁποίαν ἐνίοτε ἐπανέρχεσθε, ὄχι
διότι αἰσθάνεσθε, ὅτι τὸ ἐν ὑμῖν ἐνυπάρχον καὶ ὑποδαυλισμένον πῦρ σᾶς
ὠθεῖ πρὸς αὐτήν, ἀλλὰ μᾶλλον διὰ νὰ ἐκπληρώσητε μίαν ἀπλῆν συνήθειαν
καὶ οὐδὲν πλέον.
Οὐδεμία εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπέλθῃ βελτίωσις τῆς ἤδη ἀποτελματωθεί-
σης καταστάσεως, ἐὰν ἐντὸς τῆς ψυχῆς ὑμῶν δὲν προσπαθήσητε δι’ ὅλων
ὑμῶν τῶν δυνάμεων ν’ ἀναζωπυρώσητε τὴν φλόγα ἐκείνην, ἥτις διὰ τῆς
βοηθείας καὶ Δυνάμεώς Μου θὰ ἠδύνατο νὰ ἐξέλθῃ ἐκ τῶν ἐγκάτων αὐτῆς
καὶ γιγαντουμένη ἐν αὐτῇ νὰ περιβάλῃ διὰ τῆς λάμψεως καὶ φωτὸς αὐτῆς
σύμπασαν τὴν ἀνθρωπότητα.

226
Πᾶσα προσφυγὴ ὑμῶν εἰς ἔργα καὶ ἐπιδόσεις, ἀντιθέτους πρὸς τὸ παρ’
Ἐμοῦ ὑποδειχθὲν ἔργον, θὰ ἔχῃ ὡς ἀμεσον ἀποτέλεσμα τὴν τελείαν ὑμῶν
ἐξουθένωσιν καὶ τὴν κατάπτωσιν τῶν πνευματικῶν, ἠθικῶν καὶ ψυχικῶν
ὑμῶν δυνάμεων.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν θὰ δυνηθῇ ποτὲ νὰ ἀντικρύσῃ τὸν Διδάσκαλον αὐτοῦ,
ὁπόταν ἀφήσητε ἑαυτοὺς ἕρμαια τῶν προσκαίρων ὑμῶν πόθων, τῶν κατε-
χόντων ὑμᾶς συναισθημάτων, τῶν σχετιζομένων μὲ τὴν ὑλικὴν ὑμῶν ζωήν,
ἀλλ’ οὐδὲ τὸ ἐλάχιστον ἴχνος ἐμπερικλειόντων ἐκ τῆς οὐσίας, ἣν ἡ Διδα-
σκαλία Μου καὶ ἡ πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ ὑμῶν ἀναγωγὴ θὰ σᾶς προσέφερε.
Ἐπιζητήσατε νὰ ἀπολαύσητε ἀποκτῶντες πᾶν, ὅ,τι ἡ ἀνθρώπινος εὐτυ-
χία σᾶς παρέχει. Ὀ ἄνεμος βίος, αἱ διασκεδάσεις, αἱ ὑλικαί ἀπολαυαί, τὰ
πάντα δι’ ὑμᾶς θὰ εἶναι ἐφήμερος κολασμὸς καὶ οὐδὲν πλέον.
Εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς ὑμῶν διαμένει ζῶν καὶ θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ζῇ ὁ
Ἀκοίμητος σκώληξ τῆς Παρουσίας Μου, ὅστις ἐν μέσῳ τῆς χαρᾶς καὶ τῆς
εὐτυχίας τοῦ ὑλικοῦ κόσμου θὰ σᾶς ὑπομιμνήσκει τὴν ἀπομάκρυνσιν ὑμῶν
ἐκ τοῦ δρόμου τῆς Ἀληθείας. Εἰς μάτην θὰ βαυκαλίζεσθε μὲ πρόσκαιρα
καὶ ψευδῆ ὄνειρα, ὁ Ἀκοίμητος Ὀφθαλμός Μου θὰ σᾶς παρακολουθῇ εἰς
ἔκαστον ὑμῶν βῆμα καὶ ἡ φωνή μου πάντοτε εἰς ἑκάστην ὑμῶν ἀδυναμίαν,
εἰς ἕκαστον ὑμῶν ὀλίσθημα, εἰς ἑκάστην ὑμῶν ἀποτυχίαν θὰ σᾶς καλῇ νὰ
ἐπανέλθητε εἰς τὴν εὐθεῖαν καὶ θὰ σᾶς βροντοφωνῇ: Ὁ δρόμος τῆς Ἀλη-
θείας, τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν ἀναγωγῆς, ὁ δρόμος τῆς ἀληθοῦς
εὐτυχίας δὲν εἶναι αὐτός, τὸν ὁποῖον ἤδη ἀκολουθεῖτε, ἀλλ’ ἐκεῖνος ὅστις
σᾶς ὑπεδείχθη, ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον ἐγκατελείψατε πρὸ τῶν βημάτων τοῦ
Διδασκάλου ὑμῶν, Ὅστις πλειστάκις σᾶς ἐχειραγώγησεν, Ὅστις ἐπὶ το-
σοῦτον χρόνον σᾶς καθωδήγει διὰ τῶν ἀτραπῶν αὐτοῦ, διὰ νὰ φθάσητε εἰς
τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Ἀφήσατε τὰς κατεχούσας ὑμᾶς ἀδυναμίας καὶ ὁπλισθῆτε διὰ πίστεως
καὶ θάρρους καὶ ἀκολουθήσατέ Με καὶ πάλιν. Ἐπιμεληθεῖτε νὰ φθάσητε
ὅσον τὸ δυνατὸν ἐνωρίτερον ἐκεῖ, ὅπως προωρίσθητε. Ἐγκαταλείψατε
τὰ συνέχοντα ὑμᾶς ὑλικὰ καὶ ἀνωφελῆ συναισθήματα καὶ βαδίσατε τὸν
ἀληθῆ δρόμον, ὅστις σᾶς ὑπεδείχθη καὶ πρὸς τὸν ὁποῖον ἐπὶ τόσας φοράς
ἐπανήλθατε, διὰ ν’ ἀπομακρυνθῆτε καὶ πάλιν αὐτοῦ ἀμέσως.
Αἱ ἀδυναμίαι ὑμῶν ἂς καταπνιγῶσι καὶ ἂς ἀφεθῇ ἐλευθέρα ἡ λογικὴ
ὑμῶν κρίσις νὰ ἀνεύρῃ ὄχι πλέον τὴν ἀληθῆ ὁδόν, ἀλλὰ τὴν συμφερωτέραν.
Ὀ ἀγαπῶν ὑμᾶς πάντοτε καὶ ὁ ἐπιθυμῶν νὰ σᾶς ὁδηγήσῃ εἰς αὐτὴν τὸ
ταχύτερον ἀναμένει νὰ σᾶς ἴδῃ ἐπιλαμβανομένους τὰ καθήκοντα, ἅτινα
πολλάκις ὑπέδειξα καὶ ζωηρῶς ἐτόνισα ὑμῖν, διὰ νὰ δυνηθῇ νὰ σᾶς χειρα-
γωγήσῃ ἐν τῇ περαιτέρω κατευθύνσει, τῇ ὁδηγούσῃ εἰς τὴν κορυφήν, ἔνθα
ἡ κατοικία Αὐτοῦ καὶ ὅπου οἱ καρποὶ τῆς Τραπέζης Αὐτοῦ οὐδόλως μαραί-
νονται καὶ ἀλλοιοῦνται, ἀλλὰ νωποὶ πάντοτε ἀναμένουσιν ὑμᾶς.
Ὁ μεθ’ ὑμῶν πάντοτε Ζῶν καὶ Ὑπάρχων, ὁ διὰ μέσου τῶν αἰώνων τὴν
Ζῶσαν Ἀλήθειαν μεταλαμπαδεύων καὶ ἐπὶ μᾶλλον ἀποκαλύπτων, Οὗτος
νῦν προτρέπει ὑμᾶς, ὅπως ἀφοσιωθῆτε ἐν τῷ ὑποδειχθέντι ὑμῖν ἔργῳ,

227
ὅπερ θέλει ἀναβιβάσει ὑμᾶς μέχρις Αὐτοῦ καὶ χορηγήσει ὑμῖν τὴν Ἀληθῆ
τῆς Ζωῆς Εὐτυχίαν.

107. Ἐγὼ Εἰμὶ ὁ ἀνεγείρων καὶ ἀνοικοδομῶν. Ἐγὼ ὁ καταρρίπτων καὶ


κατασυντρίβων.
Ἄβυσσος ἐν Ἀβύσσῳ καὶ Ἄπειρος ἐν Ἀπείρῳ, τὰς Ἀβύσσους ὑπερπλη-
ρῶ Φωτὸς καὶ μεταβάλλω αὐτὰς κατὰ βούλησιν ἀπὸ φωταυγεῖς εἰς σκοτει-
νὰς καὶ ἀπροσπέλαστους, ὅπου τὸ Ἔρεβος πλανᾶται καὶ οὐδαμοῦ ἀνευρί-
σκει τις δίοδον.
Πλανᾶται τὸ Πνεῦμα Μου ὑπὲρ τοὺς Κόσμους, οἵτινες Μοὶ ἀνήκουν καὶ
ἐκ τῆς Δυνάμεως αὐτοῦ ὑπερπληροῦνται τὰ Σύμπαντα. Ἐκ τοῦ μηδενὸς
ἀνεγείρω κόσμους ὑπερλάμπρους, πρὸ τῶν ὁποίων ἡ ἔξαλλος φαντασία
ἀδυνατεῖ νὰ ἀντικρύσῃ τὴν Μεγαλοπρέπειαν καὶ ἐν μιᾷ καὶ μόνῃ στιγμῇ
κατασυντρίβω αὐτοὺς καὶ μεταβάλλω εἰς κονιορτόν.
Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Πνεῦμα τῶν Ἀβύσσων, τῶν πεφωτισμένων Κόσμων, τῶν
Ἀπείρων ἐσχατιῶν, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, τὸ ὁποῖον ὑπῆρχε πρὶν ἢ αἱ
ἄβυσσοι καταστῶσι κόσμοι λαλοῦντες τὴν Δόξαν, ἥτις Μὲ περιβάλλει
καὶ τὸ ὁποῖον ὁμιλεῖ διὰ μέσου τῶν αἰώνων πᾶσαν Σοφίαν καὶ πᾶν Ρῆμα
Τέλειον.
Οὐδεὶς ἄχρις ὥρας ὤφθη τὴν οὐσίαν τῆς Ὺποστάσεώς Μου καὶ ἡ ἀντα-
νακλωμένη ἐξ Ἐμοῦ Ἀκτινοβολία, ἡ ἐπιψαύουσα τοὺς θνητούς, μεταβάλλει
αὐτοὺς εἰς Ἀθανάτους καὶ μία Ἀκτίς Μου ἐκ τῆς Ἀπείρου Μου Ἑστίας εἰσχω-
ροῦσα καὶ κατοικοῦσα ἐν αὐτοῖς μεταβάλλει αὐτοὺς εἰς τηλαυγεῖς ἡλίους,
διαφωτίζοντας τοὺς κόσμους, ἐν οἷς δι’ Ἐμοῦ ἡ πρὸς αὐτοὺς ἀποκαλυπτο-
μένη Ἀλήθεια τοὺς φωτίζει διαρκῶς καὶ βασιλεύει ἐν αὐτοῖς διὰ παντός.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ὅσων ἔγνωκάν Με ἐγκατελείφθησαν παρ’ Ἐμοῦ, ἀλλὰ
πεσόντες ἀνηγέρθησαν, ἵνα βαδίσωσι τὸν εὐθὺν δρόμον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον
ἀπεμακρύνθησαν καὶ ἵνα ἐν τοῖς δοθεῖσιν αὐτοῖς συντρίμμασι αἰσθανθῶσι
τὸ παράπτωμα αὐτῶν καὶ ἀνομολογήσουν, ὅτι Ἐγὼ συντρίβω αὐτούς,
ἵνα καταστήσω ἔτι μᾶλλον προσιτοὺς πρὸς Ἐμέ.
Οὐδένα ἐκ τῶν ὅσων ἀπεκαλύφθην ἐν οἱᾳδήποτε Δυνάμει καὶ Ἐξουσίᾳ
ἐγκατέλειψα αὐτοὺς νὰ καταστῶσιν ἕρμαια ἀντιρρόπου δυνάμεως καὶ
ἐξουσίας, ἀλλὰ ἐν μέσῳ αὐτῶν πάντοτε ἱστάμενος καὶ πάντοτε πρόθυμος
ν’ ἀνεγείρω αὐτοὺς πρὸς Ἐμὲ προσερχομένους ἐν πλήρει μετανοίᾳ καὶ
συντριβῇ, νὰ ἀποζημιώσω αὐτοὺς μυριάκις ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ καὶ ἐνσταλά-
ξω ἐν τῇ ψυχῇ αὐτῶν μετὰ τῆς παρηγορίας καὶ τὴν ἄφθαστον εὐδαιμονίαν,
ἣν μόνον ἐν Ἐμοὶ δύνανται νὰ ἀναζητήσωσι καὶ ἀνεύρωσι ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ
ἐκτάσει.
Ἐπὶ μακρὸν χρόνον ἐνουθέτησα ὑμᾶς, ἵνα ἀκολουθήσητε τὸν δρόμον,
ὃν σᾶς ἐχάραξα καὶ ἵνα ὁλοψύχως ἀφοσιωθῆτε ἐν τῷ ἔργῳ, τὸ ὁποῖον ἐν
μέρει ἀπεκάλυψα ὑμῖν.

228
Ὑμεῖς ὅμως ἅπαντες, μηδενὸς ἐξαιρουμένου, οὐ μόνον ἀθετήσατε τὰς
πρὸς Ἐμὲ ὑποσχέσεις σας, ἀλλὰ καὶ τελείως ἀπεμακρύνθητε Ἐμοῦ, ἀπορ-
ροφηθέντες ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐκ τῶν ἰδίων αὐτοῦ ὑλικῶν ἀποβλέψεων καὶ
συμφερόντων. Καὶ ἐὰν σήμερον εἰς ἐξ ὑμῶν πλήττεται ἐν τῷ ὐλικῷ αὐτοῦ
συμφέροντι, ἵνα κατανοήσῃ τὴν Ἀρχήν, ἐξ ἧς ἀνεχώρησε καὶ πρὸς ἣν ἔδει
νὰ ἀφοσιωθῇ καὶ ὁλοψύχως ἀνήκει, ἀδιαφορῶν πρὸς πᾶν ἄλλο ἀλλότριον
τῆς Ἀρχῆς αὐτῆς, θὰ ἐπακολουθήσουν καὶ διὰ τοὺς ἄλλους μείζονα κακά,
ὁπόταν δὲν συνετισθῆτε καὶ ἐπιβληθῆτε ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ σας, ἵνα ἐξυπηρε-
τήσητε ὄχι πλέον Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον μου, ἀλλὰ ὑμᾶς αὐτούς.
Διότι, ἐὰν τὸ Ἔργον Μου ποτὲ δοξασθῇ, ἡ δόξα αὐτοῦ δὲν θὰ ἀνήκει εἰς
Ἐμέ, Ὅστις οὐδεμίαν Δόξαν ἐπεζήτησα καὶ ἐπιζητῶ, ἀλλὰ εἰς ὑμᾶς αὐτούς,
οἵτινες ἐκ τῆς ἀνηκούσης καὶ περιβαλλούσης Με Δόξης θέλετε καὶ ὑμεῖς
δοξασθῇ.
Οἱ ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἀναζητοῦντες τὴν συντέλειαν τῶν αἰώνων
καὶ τὴν δόξαν τοῦ Ἐρχομένου ὡς συντελεστοῦ τῆς βασιλείας Αὐτοῦ, εἰς
μάτην ἀναμένουσι νὰ ἴδωσι ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν τὴν Δόξαν Αὐτοῦ.
Οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἔσχε τὴν εὐτυχίαν νὰ ἀκούσῃ ἐξαγγελλομένην πρὸς
αὐτοὺς τὴν μέλλουσαν καὶ προσιτὴν πρὸς αὐτοὺς Δόξαν Αὐτοῦ. Ὑμεῖς ὅμως
ἐγνωρίσατε Ἐκεῖνον, Ὅστις ὑπεσχέθη ὑμῖν νὰ σᾶς ἀναγάγῃ μέχρις Αὐτοῦ
καὶ νὰ σᾶς καταστήσῃ Κοινωνοὺς τῆς Δόξης καὶ Βασιλείας Αὐτοῦ.
Τὶ ἐπράξατε πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον; Οὐδέν. Ὄχι μόνον οὐδὲν ἐπρά-
ξατε, ἀλλὰ καὶ καταβάλλετε πᾶσαν ὑμῶν προσπάθειαν, ὅπως ἀπομα-
κρυνθῆτε τῆς ἀρχικῆς ὑμῶν κατευθύνσεως καὶ τῆς ἐλαχίστης ἐνεργείας ἐκ
μέρους ὑμῶν, ὅπως καλλιεργήσητε τὰς ἐν ὑμῖν ὑπολανθάνούσας πνευμα-
τικὰς καὶ ψυχικὰς δυνάμεις.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐξετέλεσε τὴν προσήκουσαν εἰς αὐτὸν ἐπιταγὴν καὶ
πάντες ὑπὸ τῶν αὐτῶν ἐλατηρίων ὠθούμενοι τῆς ὑλικῆς ἀνάγκης καὶ ἐπι-
διώξεως κατέστητε φορεῖς ἀνεπιθυμήτων πρὸς ὑμᾶς ἐπενεργειῶν.
Εἰς τὸν ἤδη δοκιμαζόμενον πολλάκις ἐτόνισα, ὅτι ἔδει διὰ τῶν ἰδίων
αὐτοῦ πνευματικῶν καὶ ὑλικῶν δυνάμεων νὰ προαγάγῃ τὸ ἔργον Μου καὶ
νὰ ἐργασθῇ ὑπὲρ αὐτοῦ. Προσκεκολλημένος ὅμως εἰς τὰς πατροπαρα-
δότους ἰδέας τῆς ἰδιαιτέρας του πατρίδος καὶ τῶν συγγενῶν του, μὴ
ἔχων τὸ ἀπαιτούμενον θάρρος νὰ ἐπιβληθῇ πρὸς ἑαυτὸν καὶ τοὺς ἄλ-
λους, ὀνειρευόμενος μείζονα ὑλικὰ ὀφέλη, ἀφέθη ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον
ἀδρανής. Οὐδεὶς ὅμως δύναται νὰ ἀντιστρατευθῇ κατὰ τῶν πνευματικῶν
καὶ ὑλικῶν νόμων, οὓς ἐν τῇ Ἐξουσίᾳ Μου ἠκολούθησεν ἀποκλειστικῶς καὶ
μόνον διὰ τὴν πνευματικὴν αὐτοῦ ἀναγωγήν. Ὁ ἀντιστρατευόμενος πλήτ-
τεται καὶ δοκιμάζεται, ἕως ὅτου συνετιζόμενος ἀκολουθήσῃ τὴν εὐθείαν
καὶ Ἀληθῆ ὁδόν, ἥτις τῷ ὑποδεικνύεται.
Ἀφ’ ἧς ἡμέρας ἀπεκαλύφθην ὑμῖν καὶ διεγνώκατέ Με ἐν τῷ μόλις ἀπο-
καλυπτομένῳ πέπλῳ, τῷ ἐπικαλύπτοντί Με, ἀμυδρῶς πως τὴν Μορφήν
Μου, ἔδει νὰ κατανοήσητε, ὅτι εἷς ἄρρηκτος σύνδεσμος ἁλύσεων σᾶς προ-
σέδεσεν ὄπισθέν Μου. Τόσον ὑμεῖς ἐν τῇ καθόλῳ ὑμῶν ὑποστάσει, ὅσον καὶ

229
τὰ εἰς ὑμᾶς ἀνήκοντα καὶ τὰ περὶ ὑμᾶς ἐν γένει ἐξ ὁλοκλήρου ἀνήκουσιν εἰς
Ἐμέ. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν πλέον δύναται ν’ ἀποχωρήσῃ ἐντελῶς τῆς ὁδοῦ, ἐπὶ
τῆς ὁποίας ἤδη ἠρχίσατε νὰ βαδίζητε ἄνευ βλάβης τόσον ὑμῶν, ὅσον καὶ
ἐκείνων, τὰ ὁποῖα σᾶς ἀνήκουσιν. Ὁ ἐκτραπεὶς αὐτῆς δοκιμάζεται, ὁ δὲ
τελείως ἀπομακρυνθεὶς πατάσσεται.
Ὅ,τι σήμερον ὑφίσταται ὁ ὑπὲρ Ἐμοῦ δοκιμαζόμενος, εἶναι ἀμυδρὰ
ἀπεικόνισις ἐκείνων, τὰ ὁποῖα δοκιμάζει ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ πατασσόμενος. Οὐδεὶς
ἐξ ὑμῶν δέον νὰ ἀρνηθῇ τὴν ἐπάνοδον αὐτοῦ ἐπὶ τῆς ἀτραποῦ, ἥτις σᾶς
ὑπεδείχθη, διότι θὰ ἐπέλθουν εἰς ὑμᾶς μείζονες δοκιμασίαι, αἴτινες θὰ κα-
ταλήξωσιν εἰς πλήρη ὑμῶν συντριβήν, ἔως οὐ ἀντιληφθῆτε, ὅτι Ἐγὼ Εἰμὶ
ὁ ὁμιλῶν καὶ ἐπιτάσσων, ὁ Μακρόθυμος καὶ Οἰκτίρμων, ἀλλὰ καὶ ὁ δοκι-
μάζων τοὺς πάντας καὶ τὰ πάντα πρὸς συνέτισιν καὶ ἀνάνηψιν αὐτῶν.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἂς μὴ λησμονήσῃ, ὅτι ἔθεσα ὑμᾶς ἐντολοδόχους τῆς
πρὸς ὑμᾶς Διαθήκης Μου, τοὺς ὅρους τῆς ὁποίας δέον νὰ τηρήσητε ἀπα-
ραβάτως, ἐὰν ἐπιθυμῆτε νὰ καταστῆτε κληρονόμοι τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον
ὑπησχέθητε νὰ φέρητε εἰς πέρας καὶ τοῦ ὁποίου τὰς εὐθύνας ἀνελάβατε
πλήρως.
Ἡ μεταξὺ δὲ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν Διαθήκη εἶναι σὺν τῷ χρόνῳ πρὸς ὑμᾶς
Ἀποκάλυψίς Μου μέχρι τῆς πλήρους ἐν ὑμῖν ὁλοκληρωτικὴς ἀποκατα-
στάσεως τῆς Πνευματικῆς Μου Δυνάμεως, ὁπότε ἀπ’ εὐθείας ἐπικοινω-
νοῦντες μετ’ Ἐμοῦ καὶ ἐν πνεύματι ἀποκεκαθαρμένῳ εἰσχωροῦντες καὶ
ἐπισκεπτόμενοι τὸν Κόσμον Μου νὰ γνωρίσητε τὰς ἐν αὐτῷ ἐγκρυπτο-
μένας Ἀληθείας, τὰς ὁποίας νὰ διδάξητε καὶ εἰς τοὺς ἄλλους.
Ὁ σκοπὸς τοῦ μεγίστου τούτου τῆς ἀνθρωπότητος ἔργου, τὸ ὁποῖον
θὰ ἠδύνατο νὰ ἀνατρέψῃ πάσας τὰς δοξασίας τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ
στερεώσῃ τὰ θεμέλια τοῦ Νέου Ναοῦ Μου, ἐξηγμένου ἐκ τοῦ προτύπου τῆς
Πνευματικῆς κατασκηνώσεώς Μου, ἀποκαλυπτόμενος εἰς πάντα ἄλλον θὰ
ἐκπλήρου τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀφθάστου εὐτυχίας καὶ ἱκανοποιήσεως καὶ θὰ
ἀφιέρωνεν αὐτὴν ἐξ ὁλοκλήρου εἰς τὴν ἐξυπηρέτησιν αὐτοῦ.
Ὑμεῖς ὅμως οὐδόλως συγκινούμενοι καὶ αἰωνίως ἀμετανόητοι ἐξακο-
λουθεῖτε διὰ τῆς στάσεως ὑμῶν νὰ ἀπαρνῆσθε τοῦτο καὶ ὑμᾶς αὐτούς. Ἐφ’
ὑμῶν πάντοτε ἱστάμενος ὡς Πατὴρ καὶ Ἀδελφὸς πρόθυμος νὰ ἀναγάγω
πάντοτε ὑμᾶς, σᾶς τείνω καὶ πάλιν τὴν χεῖρα καὶ σᾶς καλῶ νὰ μὴν ἀπομα-
κρυνθῆτε. Ἡ εὐτυχία καὶ εὐδαιμονία ὑμῶν ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον ἐξαρ-
τᾶται ἐκ τῶν μέσων τοῦ μεταξὺ ἡμῶν συνδέσμου.
Καλλιεργήσατε καὶ ἀναπτύξατε τὰ μέσα ταῦτα, ἵνα ὁ σύνδεσμός μας
πλήρως ἀποκατασταθῇ ἐν ὑμῖν διὰ τῆς ἐν ὑμῖν Κατασκηνώσεώς Μου.

230
108. Ἡ δόξα ὑμῶν Δόξα Ἐμοῦ ἐστι, διότι ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένη Δόξα
ἡ περιβάλλουσα ὑμᾶς καθιστᾶ ὑμᾶς δεδοξασμένους.
Ὡς ἡ ἀνταύγεια τοῦ φωτὸς καὶ ὁ χρωματισμὸς αὐτοῦ εἶναι ἀνάλογος
τῆς ἀνταυγείας καὶ τοῦ χρωματισμοῦ τοῦ φωτός, ἐξ οὗ ἐκπηγάζει, οὕτω
καὶ ἡ δόξα ὑμῶν, ἡ ἐν τῇ Ἐνεργείᾳ καὶ Δυνάμει τοῦ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζοντος
Φωτὸς εἶναι ἀνάλογος αὐτοῦ.
Φῶς δι’ Ἐμοῦ εἶναι ἡ Ἀστείρευτος Πηγὴ τῶν Ὑπερτάτων Κόσμων, ἡ
Ἀκένωτος Λυχνία, ἐξ ἧς λαμβάνουσι δύναμιν καὶ χρωματισμὸν αἱ λυχνίαι
τῶν ἄλλων κατωτέρων κόσμων.
Διὰ νὰ δεχθῆτε ὅμως τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον καὶ ἀντα-
νακλώμενον ἐν ὅλῃ τῇ μεγαλοπρεπῇ Αὐτοῦ ἀνταυγείᾳ καὶ δυνάμει ἐν τῷ
κόσμῳ ὑμῶν τῷ ὑλικῷ (τὸ κόσμῳ τοῦ Τριαδικοῦ ἀντανακλαστικοῦ πεδίου
ἐπὶ τῶν κατανοητῶν ἰδεῶν τοῦ Πνευματικοῦ, ψυχικοῦ καὶ Ὑλικοῦ πεδίου,
εἰς ὃ ἐν τῇ ἀνωτέρᾳ αὐτοῦ τελειότητι δύναται νὰ φθάσῃ τὸ ἀνθρώπινον
πνεῦμα) ἀνάγκη νὰ τελειοποιήσητε τὰς δυνάμεις τῆς λυχνίας ὑμῶν, διὰ νὰ
δύναται ν’ ἀνθέξῃ εἰς τὴν δύναμιν τῆς ἐν ὑμῖν ἐναποτεθημένης δυνάμεως
φωτός.
Διὰ νὰ πραγματοποιηθῇ ὅμως τοῦτο, εἶναι ἀπόλυτος ἀνάγκη νὰ
θέσητε τὰς βάσεις τῆς τοιαύτης καλλιεργείας, ἥτις προαπαιτεῖ τὴν ἐπ’
αὐτοῦ ὑμῶν ἀμέριστον καὶ ἀπερίσπαστον προσήλωσιν, τὴν ὁποίαν ἀτυ-
χῶς οὐδόλως παρατηρῶ ἔστω καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον σημειουμένην ἐν τῷ
παρόντι εἰς τὰς προσπαθείας ὑμῶν.
Αἱ συνθῆκαι, ὑπὸ τὰς ὁποίας ἕκαστος ὑμῶν ζῇ, δὲν δύναται νὰ ἐπι-
φέρουν εἰς ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν τὴν ποθητὴν καὶ ἐπιδιωκομένην δι’
ἀσθενῶν προσπαθειῶν ἐπιδίωξιν ὑμῶν. Οὐχ’ ἧττον ὅμως, ἐὰν ἐπροτάσσα-
τε ὡς ἀπαραίτητον σκοπὸν τοῦ βίου ὑμῶν τὸ καθῆκον πρὸς τὴν ἀναγωγὴν
καὶ τελειοποίησιν ὑμῶν, ἀφοσιούμενοι ὁλοψύχως ἐν τῷ ἔργῳ, τὸ ὁποῖον
ἀναθέτω ὑμῖν καὶ προσκολληθῆτε μετὰ θερμῆς Πίστεως καὶ Ἀγάπης
πρὸς Ἐμέ, ἐστὲ βέβαιοι, ὅτι καὶ ἐν μέσῳ τῶν ἀνωμάλων τούτων συνθη-
κῶν θὰ ἠδύνασθε νὰ φθάσητε εἰς προκεχωρημένον σημεῖον πνευματικῆς
ἐξελίξεως, καθ’ ἣν πλέον μόνοι σας θὰ ἠδύνασθε νὰ ἀντιληφθῆτε ἐξ ἰδίας
ἐπιγνώσεως καὶ ἀντιλήψεως, ὅτι αἱ συνθῆκαι αὗται ἦσαν ἀπαραίτητοι δι’
ὅλους ὑμᾶς καὶ ὅτι ἦσαν τὸ εἶδος τοῦ ἀγωνίσματος, τὸ ὁποῖον ὀφείλετε νὰ
ὑπερνικήσητε διὰ τῆς ἀτομικῆς καὶ μόνον ὑμῶν ἱκανότητος, ὁπότε καὶ ἔπα-
θλον θὰ εἶναι ἀντάξιον τοῦ μεγίστου ὑμῶν ἀγωνίσματος.
Πόσον μέγα εἶναι τὸ ἀγώνισμα τοῦτο καὶ ὁποῖον ἔπαθλον σᾶς ἀναμέ-
νει, δὲν δύνασθε νὰ κατανοήσητε, διότι ἀτυχῶς οὐ μόνον δὲν ἔχετε διέλθει
τὰ ὑπέρτερα στάδια τῆς πνευματικῆς καὶ ἐπιφυλασσομένης ὑμῶν ἐξελίξε-
ως, ἀλλ’ οὐδ’ αὐτὰ τὰ κατώτερα πνευματικὰ ἐπίπεδα τὰ ἐνδεικνύοντα διὰ
τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ὑμῶν ἐκδηλώσεων τὴν κατωτέραν ἐξέλιξιν,
τὴν περιοριζομένην ἐν τῷ Νοητῷ πεδίῳ, εἰς ὃ ἄλλοι πνευματικοὶ φορεῖς
ἔφθασαν, ὑμεῖς ὅμως δὲν κατορθώσατε εἰσέτι νὰ εἰσέλθητε.
Ἡ ζωὴ ἡ ταπεινὴ καὶ ἄσημη μὲ ὅλας αὐτῆς τὰς φιλοδοξίας σᾶς συμπα-

231
ρασύρει εἰς ἕνα δρόμον ἀντίθετον ἐκείνου, τὸν ὁποῖον σᾶς ὑποδεικνύω
ἀενάως καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖον τόσον συχνὰ λοξοδρομοῦντες, ἀποφεύγετε νὰ
ἀκολουθήσητε.
Ἡ ζωὴ ἡ ἀνθρώπινος μὲ ὅλας αὐτῆς τὰς ἀτελείας, μὲ τὰς ταπει-
νὰς αὐτῆς ἐπιδιώξεις ἔχει τὸ πνεῦμα σας προσκεκολλημένον ἐν εἴδει
ὀστράκου καὶ δὲν κατορθώνει ἡ ἀσθενὴς ὑμῶν καταβαλλομένη δύναμις
νὰ τὸ ἀποσπάσῃ.
Πόσον θὰ καθίστασθε εὐτυχεῖς καὶ μὲ ποῖον γαλήνιον ὅμμα δὲν θὰ
ἀντικρύζατε τὴν παρουσιαζομένην καὶ ἐξελισσομένην πρὸ ὑμῶν ἀτελῆ
ζωὴν μὲ ὅλας τὰς ἀδυναμίας, αἵτινες τὴν περιβάλλουν, τὰς ὁποίας ἡ ὁλοὲν
ἀναπτυσσομένη ἐν ὑμῖν καὶ ἐξελισσομένη πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ ὑμῶν
δύναμις θὰ τῆς ἔδιδε τὴν ἀπόχρωσιν τοῦ Πνευματικοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον
νὰ ἤντλῃ ἐκ τῆς Πνευματικῆς Μου Λυχνίας καὶ ἥτις θὰ περιέβαλεν ὑμᾶς
καὶ θὰ ἐξήρχετο ἐκ τῶν ἔνδον ὑμῶν αὐθορμήτως ὡς ἰδία ὑμῶν δύναμις καὶ
ὀντότης.
Δὲν δύναμαι νὰ σᾶς ἀναπαραστήσω διὰ λόγων ἐν τῇ ἐννοίᾳ τῶν λέ-
ξεων, τὰς ὁποίας ὁ ἀνθρώπινος λόγος ἀναπτύσσει, τὸν Κόσμον, ὅστις σᾶς
ἀναμένει νὰ εἰσέλθητε ἐν αὐτῷ καὶ τὸν ἐξερευνήσητε ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ
ἐκτάσει καὶ ἀπεικονίσει.
Ἐὰν ἔστω καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον ἠδύνατο τὸ πνεῦμα ὑμῶν νὰ ἐλευθερωθῇ
τῶν συσφιγγόντων αὐτὸ ὑλικῶν δεσμῶν, θὰ ἐθυσιάζατε τὰ πάντα χάριν
Ἐμοῦ καὶ τοῦ ἔργου, δι’ ὃ σᾶς προορίζω.
Ἀτυχῶς μέχρι σήμερον οὐδένα ζῆλον ἐπεδείξατε οὔτε τὴν ἐλαχίστην
αὐτοθυσίαν τῶν ὑλικῶν ὑμῶν ἐπιδιώξεων πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον. Περι­
ορίζεσθε εἰς σπανίας τινας ἐπικοινωνίας, τὰς ὁποίας θεωρεῖτε ὡς ἀπα-
ραίτητον διδασκαλίαν πρὸς παρηγορίαν τῆς ἀδυναμίας ὑμῶν καὶ ἐξέρχε-
σθε τελείως ἱκανοποιημένοι, ὅτι ἐξεπληρώσατε τὸ πρὸς τὸν Διδάσκαλον
ὑμῶν ἐπιβαλλόμενον καθῆκον σας.
Πόσον ὅμως ἀπέχετε τῆς πραγματικότητος, δὲν δύνασθε ν’ ἀντιλη-
φθῇτε. Διότι δὲν εἶναι μόνον ἡ διδασκαλία καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς πηγάζουσα δια-
φώτισις ἡ πλήρης ἰκανοποίησις τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν ὑπο-
στάσεως. Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἐκτὸς τῆς ἀπαραιτήτου διδασκαλίας ταύτης,
ἥτις ἐφ’ ὅσον θὰ προάγεσθε, ἐπὶ τοσοῦτον θὰ ἀνεπτύσσετο δι’ ἀναπαρα-
στάσεων καὶ εἰκόνων ἔτι μᾶλλον καταφανεστέρων τοῦ Ἀνωτάτου Κόσμου,
ἐξ οὗ αὗται θὰ ἀναπαρίσταντο ἐν τῷ πνευματικῷ καὶ ψυχικῷ ὑμῶν πεδίῳ
καὶ θὰ καθίσταντο δι’ αὐτῶν οὗτος ἐκδηλώτερος καὶ ἔτι μᾶλλον κατανοη-
τός, εἶναι καὶ ἡ ἐπὶ ὡρισμένα χρονικὰ διαστήματα καλλιέργεια καὶ ἀνά-
πτυξις τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ὑμῶν δυνάμεων διὰ συχνῆς πρὸς
τοῦτο ἐξασκήσεως καὶ πειραματισμοῦ.
Οἱ πειραματισμοὶ οὗτοι δυνατὸν κατ’ ἀρχὰς νὰ ἀποτύχωσι, διότι τὰ
ἀποτελέσματα αὐτῶν θὰ εἶναι ἀνάλογα τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς
ὑμῶν τελειοποιήσεως. Ὁπόταν ὅμως ἐξακολουθῆτε ἐπὶ μακρὸν διάστημα
τοὺς πειραματισμοὺς τούτους χωρὶς νὰ ἔχετε ἀμφιβολίαν περὶ τοῦ ἀπο-

232
τελέσματος καὶ ἔχοντες προσηλωμένην τὴν διάνοιαν ὑμῶν πρὸς Ἐμέ,
ἐστὲ βέβαιοι, ὅτι πολὺ ταχέως θὰ κατορθώσητε τὴν ἐπιτυχίαν αὐτῶν.
Οὐδεὶς ὅμως ἐξ ὑμῶν, οὐ μόνον ἐν τῇ συχνοτέρᾳ ὑμῶν συσχετίσει καὶ
ἐπαφῇ, ἀλλὰ καὶ κατ’ ἰδίαν ἔστω προσεπάθησε νὰ δοκιμάσῃ τοῦτο, χωρὶς
νὰ ἐπακολουθήσῃ ὁ κάματος.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν προσεπάθησε ν’ ἀφήσῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ τελείως
ἀπηλλαγμένην τῶν βιωτικῶν περισπασμῶν καὶ νὰ ἀνέλθῃ εἰς τὸ ἐπίπεδον,
ἐν τῷ ὁποίῳ θὰ ἠδύνατο ὀλίγον κατ’ ὀλίγον νὰ ἀπελευθεροῦται τῶν ὑλικῶν
αὐτῆς δεσμῶν καὶ νὰ εἰσέρχηται ἐν τοῖς Ἀνωτέροις πεδίοις κατανοῶν διὰ
τῆς ὁλοὲν αὐξανομένης ἀνόδου αὐτῆς τὸν κόσμον ἡμῶν.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τοῦτο ἀφοσιώθη ἐν πλήρει
πεποιθήσει περὶ τῶν ἱκανῶν ἀποτελεσμάτων τῆς ἐπιδιώξεως αὐτοῦ πρὸς
τὸν σκοπὸν τῆς πραγματικῆς αὐτοῦ ἀνόδου. Καὶ ἂν τις μεμονωμένως καὶ
κατ’ ἰδίαν κατώρθωσε, ὁπωσοῦν ὄχι νὰ διασπάσῃ, ἀλλὰ νὰ ἀπαλλαγῇ ἐπὶ
στιγμὴν τῶν συσφιγγόντων αὐτὸν δεσμῶν, τὸ κατόρθωμα τοῦτο τὸ τόσον
ἐλάχιστον ἐφάνη εἰς αὐτὸν τόσον μέγα, ὥστε καταπεπνιγμένος ὑπὸ τῶν
βιωτικῶν μεριμνῶν νὰ ἐπιφέρῃ ἔτι μᾶλλον σφικτωτέραν τὴν περίσφιξιν
τῶν δεσμῶν αὐτοῦ.
Θὰ ἤμουν πολὺ περισσότερον εὐχαριστημένος καὶ ἱκανοποιημένος ἐκ
τῶν προσπαθειῶν ὑμῶν, ἐὰν αὗται ἀπέβλεπον εἰς τὴν καλλιέργειαν τῶν
πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ὑμῶν δυνάμεων τῇ κοινῇ ὑμῶν συμβολῇ, εἴτε κατ’
ἰδίαν, παρὰ τὸ νὰ περιορίζωνται εἰς τὸ εἶδος τοῦτο τῆς Διδασκαλίας Μου χω-
ρὶς νὰ σημειοῦται ἐν τῇ πνευματικῇ καὶ ψυχικῇ ὑμῶν ὑποστάσει ἡ ἀνάλογος
καὶ συμβαδίζουσα πρὸς τὴν Διδασκαλίαν Μου πρόοδος καὶ ἀναγωγή.

109. Ἡ ζωὴ παντὸς ἀνθρώπου ἐν δοκιμασίαις τελευτήσει, ἵνα τελει­ό ­


τερος καταστῇ καὶ δοκιμάζεται οὗτος ἄχρις οὗ πληρώσει καὶ τὸν τε­
λευταῖον κοδράντην πρὸς αὐτήν.
Ἡ δὲ ζωὴ ἐκείνων, οἵτινες συνεδέθησαν μετ’ Ἐμοῦ καὶ προσεκολλήθη-
σαν ἢ ἠθέλησαν ἢ ἐπεθύμησαν καὶ ἐπεδίωξαν νὰ προσκολληθῶσιν ὄπισθέν
Μου, οὗτοι θέλουσι πληρώσει τὸ ποτήριον τῆς πικρίας ὅλων τῶν δοκιμα-
σιῶν, μέχρι καὶ τῆς τελευταίας αὐτοῦ σταγόνος.
Διότι Ἐγὼ τὸ ΦΩΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ καὶ τὸ Φῶς Αὐτῆς ἐνῶ πληροῖ τὴν
καταυγαζομένην ὑπ’ αὐτοῦ ψυχὴν πλήρους γαλήνης, ψυχικῆς ἀγαλλιάσε-
ως καὶ εὐφροσύνης, ἐξ ἄλλου κατακαίει τὰς σάρκας καὶ γεννᾷ τὸν πόνον
εἰς πάντας ἐκείνους, οἵτινες ἐξ ὑπαιτιότητος καὶ ἀφροσύνης αὐτῶν δὲν
ἐπεδίωξαν νὰ περιφρουρήσωσι τὴν ψυχὴν αὐτῶν δι’ ἐπενδύτου ἱκανοῦ νὰ
προφυλάξῃ ταύτην ἀπὸ τὰς Ζωοδότους, ἀλλὰ πυρίνας Ἀκτῖνας Του.
Οἱ πιστεύσαντες Ἐμὲ καὶ ἀκολουθήσαντες τὰς Ἐντολάς Μου, χειρα-
γωγοῦνται παρ’ Ἐμοῦ, ἕως οὗ φθάσωσιν εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ
αὐτῶν καὶ ἐξ ἰδίας αὐτῶν ἀντιλήψεως κατίδωσιν καὶ ὁραματισθῶσιν τὴν

233
Ἀλήθειαν, ὑπὸ τὴν Ἀείφωτον καὶ Ἀνεξάντλητον λυχνίαν τοῦ Φωτός Μου.
Ἐκεῖνοι ὅμως οἵτινες παρίδωσι τὰς Ἐντολάς Μου, κωφεύσωσιν εἰς τοὺς
λόγους καὶ τὰς παροτρύνσεις Μου, ἀφεύκτως θέλουσι δοκιμασθεῖ πλεῖον
παντὸς ἄλλου ἀγνοοῦντος Με.
Οὐδεὶς ἐξ Ἐμοῦ ἐκλεγεὶς κατίδει ἀλλοτρίαν ὁδόν, ἀλλ’ ἐν τῇ ὁδῷ εἰς ἣν
ὁδηγῶ αὐτὸν θέλει ὑποστεῖ πλείονας καὶ μεγαλυτέρας δοκιμασίας ἐκείνου,
ὅστις βαδίζει ἐπὶ τῆς ἀλλοτρίας ὁδοῦ.
Οὐδεὶς παρ’ Ἐμοῦ καθοδηγούμενος εἰς ἀπώλειαν ἄγεται ἢ ἀχθήσε-
ται, ἐὰν δὲ τῆς ὁδοῦ Μου ἐκκλίνῃ καὶ ἀντίθετον ταύτης ἀτραπὸν ἀκο-
λουθήσῃ, ἐν δοκιμασίαις πλείσταις τὸν βίον αὐτοῦ διανύσῃ, ἄχρις οὗ
σωφρονιζόμενος καὶ ἀναγνωρίζων τὸ ὀλίσθημα αὐτοῦ, ἐπανέλθῃ καὶ
πάλιν ἐν τῇ εὐθείᾳ ὁδῷ καὶ ὁδηγηθῇ παρ’ Ἐμοῦ ἐν τῷ τέρματι αὐτῆς, ἐὰν
δὲ ὁ καιρὸς ἐπείγῃ καὶ εἰς τὰς δυσμὰς τοῦ βίου αὐτοῦ ἐπιγενόμενος, ἐν τῷ
ὀλισθήματι αὐτοῦ παραμείνῃ ἀμετανόητος, θέλει καὶ πάλιν ἐπανέλθει ἐν
τῇ ζωῇ μὲ ἔτι μᾶλλον δυσκολωτέρας συνθήκας, ἄχρις οὗ φέρει εἰς πέρας
τὸ ὑπ’ Ἐμοῦ εἰς αὐτὸν δοθὲν Ἔργον. Αἱ δοκιμασίαι ὅμως τούτου θὰ εἶναι
τοιαῦται ἐν ταύτῃ τῇ ζωῇ του, ὥστε ἡ ὑλικὴ τιμωρία τῶν ἄλλων νὰ εἶναι
ἀμυδρὰ ἀπεικόνισις καὶ ἀσύγκριτος μηδαμινὴ ἀντιπαραβολὴ πρὸς τὴν δο-
κιμασίαν αὐτοῦ.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν συγχρόνων ὑμῶν κατ’ ἐπίφασιν λειτουργῶν καὶ ἐντο-
λοδόχων διαδόχων τῶν Ἀποστόλων τῆς ὑπ’ αὐτῶν ἱδρυθείσης Ἐκκλησίας
Μου, κατώρθωσε νὰ ἑρμηνεύσῃ τοὺς διασωθέντας λόγους Μου, ὑπὸ τὴν
πραγματικὴν αὐτῶν ἔννοιαν, ἐν σχέσει οὐ πλέον τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς,
τῆς τόσον περιωρισμένης ἀλλ’ ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῆς Αἰωνίου Πνευματικῆς
καὶ Ἀθανάτου, ἥτις περικλείει τὴν Ἀρχὴν καὶ τὸ Τέλος, ἢ μᾶλλον τὴν
ἄνευ ἀρχῆς καὶ τέλους Ζωήν, τῆς ἐπ’ Ἄπειρον ἐξελισσομένης καὶ τε-
λειοποιουμένης Πνευματικῆς Ζωῆς, τῆς ὁποίας τὸν ὁλοὲν εὐρυνόμενον
κύκλον, ἐφ’ ὅσον τὸ πνεῦμα ἐν αὐτῇ ἀναπτύσσεται καὶ ἡ ψυχὴ τελειοῦται,
ἐπὶ τοσοῦτον τοῦτο ἐγκαταλεῖπον τὸν στενὸν καὶ περιωρισμένον κύκλον
τῶν ἀνθρωπίνων διαλογισμῶν, θέλει ἀντικαθιστᾶ τούτους δι’ ὑπεργείων καὶ
ἡ ἀκτινοβολία αὐτοῦ θὰ φωτίζηται ἐπ’ ἄπειρον, ἐφ’ ὅσον θὰ ἀνυψοῦται καὶ
θὰ προσεγγίζῃ πρὸς τὴν Ἑστίαν τοῦ Κεντρικοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον ἐκ τῆς
Ἀφθάστου Τελειότητός Μου ἐξέρχεται καὶ πληροῖ τὰ Σύμπαντα, μὲ τοὺς
ἐν αὐτοῖς ὑπάρχοντας, ζῶντας καὶ ἐξελισσομένους κόσμους.
Οἱ διαδεχθέντες τὸν Ἐνανθρωπισθέντα Λόγον, οἱ φωτισθέντες καὶ ἀδι-
αφώτιστοι ὑπ’ Αὐτοῦ, οἱ ἐν Αὐτῷ προσηλωθέντες καὶ μετὰ καρτερίας ὑπο-
μείναντες ἐν τῷ Ὀνόματι Αὐτοῦ τὰς εἰς αὐτοὺς ἐπιβληθείσας δοκιμασίας
των, ὡς καὶ πάντες οἱ νομίσαντες ἢ νομίζοντες καὶ σήμερον ἔτι ἢ εἰς τὸ μέλ-
λον ὅτι ἠκολούθησαν ἢ ἀκολουθῶσι τὴν πραγματικὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας,
δὲν ἐδιδάχθησαν παρὰ τὴν πρόσκαιρον καὶ περιωρισμένην διδασκαλίαν
τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν, τὴν περιωρισθεῖσαν καὶ περιοριζομένην ἀποκλειστι-
κῶς καὶ μόνον διὰ τὸν στενὸν κύκλον τῆς παρούσης αὐτῶν ἐπὶ γῆς ζωῆς.
Διὰ τοῦτο ἡ περὶ τοῦ ἄλλου κόσμου ἰδέα καὶ ἀντίληψις αὐτῶν εἶναι το-

234
σοῦτον περιωρισμένη, ὅσον καὶ κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους, πρὶν ἡ Νέα
Διδασκαλία, ἡ καταρρίψασα καὶ συντρίψασα τοὺς ψευδεῖς θεοὺς τῶν εἰ-
δώλων μετὰ τῶν μυθοπλασιῶν καὶ σκοτεινῶν αὐτῶν δοξασιῶν διαφωτίσῃ
τὴν ἀνθρωπότητα.
Ὁ φωτισμὸς ὅμως αὐτῆς ἐγένετο ἀπὸ μιᾶς καὶ μόνον πλευρᾶς, τῆς
ἠθικῆς αὐτῆς ἀνυψώσεως καὶ ψυχικῆς αὐτῆς καθάρσεως. Πέραν τούτου
ὅμως, ὡς νῦν, καὶ αὐτὴ κατέληξε διὰ τοῦ περιορισμοῦ τῆς Ἐλευθερίας
τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς προσηλώσεως τῆς ψυχῆς εἰς δογματικοὺς κανό-
νας καὶ στρεβλάς ἀντιλήψεις ἀσυγκρίτως χειροτέρας, ἂν ὄχι τὰς ἰδίας μὲ
τὰς σκοτεινὰς ἀντιλήψεις καὶ πεποιθήσεις τοῦ παρελθόντος, δὲν εἶναι δυ-
νατὸν τὸ ψυχοσωτήριον ἔργον αὐτῆς, ὄχι πλέον νὰ ἱκανοποιήσῃ τὰς ἀντι-
λήψεις τῆς προαχθείσης καὶ τελειοποιηθείσης ἀνθρωπότητος, ὑπὸ τὸ
φῶς τῆς ἐπιστημονικῆς ἀληθείας καὶ προόδου, ἀλλὰ οὐδὲ κἂν νὰ συγκι-
νήσῃ ἐκείνους, οἵτινες κατώρθωσαν ὁπωσοῦν νὰ εὐρύνωσι τὸν κύκλον
τῶν γνώσεών των.
Ὑπὸ τοιούτους ὅρους ὁ ἄνθρωπος δὲν ἦτο δυνατὸν παρὰ νὰ καταλήξῃ
εἰς τὴν φρικώδη κατάστασιν τῆς κοινωνίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ του. Ὅλη
ἐν γένει ἡ ἀνθρωπότης στενάζει ὑπὸ τὸ βάρος δυσβαστάκτων συνθηκῶν,
αἱ ὁποῖαι μὲ τοὺς περιορισμοὺς τῶν κρατῶν καὶ τὴν ὁλοὲν ἐπαυξανομένην
οἰκονομικὴν κρίσιν νὰ καθιστῶσι τὸν ἀνθρώπινον βίον ἀβίωτον. Αἱ ἐξ
αὐτῶν συνέπειαι ἀκολουθοῦν:
Πλήρης ἀσέβεια, πλήρης ἠθικὴ κατάπτωσις, τελεία ἀποσύνθεσις
πάσης ἠθικῆς ἀρχῆς, μοναδικὴ ἀνὰ τὸν κόσμον ἐξάπλωσις τῆς ἐκλύσεως
τῶν ἠθῶν, πλήρης ἐξαχρείωσις τῶν συνειδήσεων καὶ πάσης ἠθικῆς ἀρ-
χῆς, ἐκπόρνευσις καὶ ἐκμαύλισις τῆς γυναικός, ἀνήκουστος παρεκτροπὴ
τοῦ παιδὸς ὑπὸ πλήρους ἀναισθήτου καὶ ἀσυνειδήτου ἐξαχρειώσεως,
πλήρης κατάπτωσις τοῦ ἠθικοῦ ἐρείσματος τῶν τηρητῶν παντὸς νόμου
καὶ ἠθικῆς τάξεως, τελείας ἀπάρνησις τῶν ἀνθρωπίνων καὶ Θείων Νό-
μων καὶ ὁλοσχερὴς κατάπνιξις τῆς ἐλευθερίας τῶν λαῶν καὶ τῶν ἀνθρώ-
πων, διότι εἴτε ὑπὸ τὸ πρῖσμα τοῦ ἐθνισμοῦ ἢ τῆς δυνάμεως τοῦ ἰσχυροῦ
στενάζουν ἑκατομμύρια δούλων ἀνθρώπων, ἐπιθυμούντων νὰ αὐτοκυ-
βερνηθῶσιν, εἴτε ὑπὸ τὸν περιορισμὸν τῶν οἰκονομικῶν συνθηκῶν καὶ
τῶν ἰσχυρῶν τοῦ χρήματος, πεινῶσι καὶ γογγύζουσι τὰ ἄπειρα πλήθη
τῆς ἀνθρωπότητος, εἶναι ἓν καὶ τὸ αὐτό.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ἠθικῶν διδασκάλων καὶ ἡγετῶν διεμαρτυρήθη ἢ ἐπανε-
στάτησε κατὰ τῆς παρούσης καταστάσεως. Οὐδεμία ἠθικὴ διδασκαλία τοῦ
παρελθόντος κατορθώνει νὰ συντρίψῃ τὰ δεσμὰ τῆς καθηλωμένης ἐπὶ τοῦ
Σταυρικοῦ μαρτυρίου ἀνθρωπότητος καὶ νὰ ἀποτινάξῃ τὸν κλοιόν, ὅστις
ἀσφυκτικῶς ἀποπνίγει ταύτην.
Θὰ ἔλθῃ ὅμως ἡμέρα, καθ’ ἣν πάντες οἱ ἐν τῇ ἐξουσίᾳ καὶ ὑπὸ τὴν
ὑλικὴν αὐτῆς δύναμιν καταδυναστεύσαντες καὶ ἐπιδιώξαντες τὸ κακὸν
τῆς ἀνθρωπότητος, θέλουσι συντριβῇ καὶ οὐδαμοῦ θέλει ἀναφανῇ ὁ κο-
νιορτὸς ἐκ τῶν σαρκῶν αὐτῶν, ἢ τὰ ράκη τῆς περιβολῆς αὐτῶν.

235
Ἐν μέσῳ τοιούτου ὀλισθηροῦ καταντήματος τῆς παρούσης ἀνθρω-
πότητος ἐνεφανίσθην πρὸ ὑμῶν καὶ προσεπάθησα νὰ διανοίξω τὸν δρόμον
ὑμῶν Ἔμπροσθέν Μου, ὅπως σᾶς ἀναπτύξω τὸ ἔργον Μου καὶ καταστήσω
ὑμᾶς ἱκανοὺς τῆς Νέας Διδασκαλίας Μου, ἥτις θὰ συνεπλήρωνε τὴν πρώτην
Μου τοιαύτην καὶ ἐκ θεμελίων θὰ ᾠκοδόμῃ τὸ Νέον ἐκπολιτιστικὸν ἔργον
τῆς ἀνθρωπότητος. Δυστυχῶς ὅμως παρ’ ὅλας τὰς παροτρύνσεις καὶ πα-
ραινέσεις Μου, ὑμεῖς ἐξακολουθεῖτε ἐμμένοντες εἰς τὰ ἴδια.
Ἡ δοκιμασία, ἣν ἕκαστος ἐξ ὑμῶν διέρχεται, εἶναι ἐλαχίστη ἀπέναντι
ἐκείνων, αἵτινες σᾶς ἐπιφυλάσσονται, ἐφ’ ὅσον ἐξακολουθεῖτε νὰ τηρῆτε
τὴν ἰδίαν τακτικὴν ἀπέναντι Ἐμοῦ, τοῦ Ἔργου καὶ ἐπὶ τέλους ὑμῶν αὐτῶν
τῶν ἰδίων.
Κατόπιν τούτου ὁ ἀδελφὸς ὑμῶν Λ... Μὲ ἐρωτᾷ διὰ τὴν ἐπενέργειαν ἢ
μὴ τῶν σφραγίδων. Φαίνεται ἢ ὅτι ἀγνοεῖ Ἐκεῖνον πρὸς Ὃν ἀποτείνεται, ἢ
γνωρίζων Τοῦτον, ἔστω καὶ ἀμυδρῶς, ἀσεβεῖ πρὸς Αὐτόν, κατὰ τοιοῦτον
τρόπον, ὥστε παντάπασι νὰ τὸν ἀγνοῇ.
Τὴν Ἑστίαν τοῦ Φωτὸς καὶ τὴν Πηγὴν τῆς Ἀληθείας μεθ’ ὑμῶν ἔχετε καὶ
τὸ διὰ τοῦ σκότους φῶς ἐπιζητεῖτε ὅπως διαφωτίσῃ ὑμᾶς εἰς τὸν σκοτεινὸν
δρόμον τῆς ζωῆς ὑμῶν;

110. Τὰ πάντα μεταλλάσσουσι μορφήν, τὰ πάντα διαμορφοῦνται, πα­


ραλλάσσωσι, ἔρχονται ἐξελισσόμενα ἐν τῷ φθαρτῷ κόσμῳ καὶ ἀντι­
παρέρχονται, ἀλλ’ ἓν μένει Ἅφθαρτον καὶ Ἀναλλοίωτον, ὁ ­ Χρόνος
καὶ ἡ Αἰωνιότης.
Τίς ἐξ ὑμῶν συνεκράτησεν ἐν τοῖς ἐνδομύχοις αὐτοῦ πᾶν ὅ,τι ὑμῖν ἄχρι
τοῦδε ὑπηγόρευσα; Τίς ἐνεκολπώθη τὰ Ρήματά Μου καὶ ἔσχε τὴν δύναμιν
νὰ διαφυλάξῃ τὰς Ἐντολάς Μου, τὰς Ὑπαγορεύσεις Μου καὶ πᾶσαν ὑπο-
θήκην ἢ καθοδήγησιν, ἣν ἐνετειλάμην; Οὐδείς.
Οἱ μὲν κύψαντες τὸν αὐχένα ὑπὸ την πολύμοχθον τοῦ βίου πάλην, οἱ δὲ
ἀποκαμόντες ὑπὸ τῶν ἀδυναμιῶν αὐτῶν ἀπεμακρύνθησαν οὐ μόνον Ἐμοῦ,
ἀλλὰ καὶ πάντων ἐκείνων τῶν δεσμῶν, οἵτινες συνεκράτουν αὐτοὺς πρός
Με καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῶν, πρὸς οὓς ὤμοσαν ἢ ὑπησχέθησαν αἰώνιον
σύνδεσμον καὶ ἀγάπην καὶ συναδέλφωσιν μέχρι τῆς πλήρους ἀποπερατώ-
σεως τοῦ ἔργου, ὃ εἰς αὐτοὺς ἀνέθηκα.
Τί δὲ νῦν καλεῖτε Με, Τί προσδοκᾶτε παρ’ Ἐκείνου, Ὃν ἐλησμονήσατε
ἐν τῷ διαρρέοντι ἀναλλοιώτῳ χρόνῳ, ἀναλισκόμενοι καὶ διαφθειρόμενοι
καὶ ὑπὸ παθῶν καὶ κολάφων μαστιζόμενοι, οὓς οὐκ Ἐγώ, ὡς μὴ πρόξενος
οὐδενὸς κακοῦ ἱκανὸς ἐπενεγκεῖν ἐπὶ τῶν ἐλαχίστων, πολλῶ δὲ μᾶλλον
τῶν ὑπ’ Ἐμοῦ ἐξελεγμένων δύναμαι, ἀλλ’ ἡ δοκιμασία, ἣν ἡ ζωή ὑμῶν
ἐξελέξατο ἐν τῇ ἐξελίξει της ἐπέφερεν καὶ ἧς νόμοι ἄδηλοι ὑμῖν καὶ ἰθύνουν
καὶ τῆς ὁποίας ἡ μεταβολή ἐκ τῆς καλῆς ἢ κακής ὑμῶν διαχειρίσεως καὶ ἐκ
τῆς τηρήσεως τῶν πρός Με καὶ τὴν ζωήν σας ὑποσχέσεων ἐξαρτᾶται.

236
Οὑδόλως δύναμαι νὰ ἐπέμβω ἐπ’ ἐκείνων, τὰ ὁποῖα ἡ δοκιμασία ὑμῶν
ἀπαιτεῖ πρὸς τὸ καλὸν ὑμῶν, ὃ ὑμεῖς αὐτοὶ ἀγνοεῖτε. Ἐκεῖνο, ὃ ὑμεῖς νομίζετε
κακὸν καὶ ὡς πρὸς βλάβην ὑμῶν γενόμενον, πρὸς τὸ καλὸν ὑμῶν γίγνεται
καὶ ἵνα ἡ Ἀρετὴ ἐν τῇ δοκιμασίᾳ ὑμῶν ἐπιλάμψῃ, ἡ δὲ Ἀλήθεια ἐν τέλει
ἐπιβασιλεύσῃ καὶ ἡ τήρησις τοῦ ἀκεραίου ὑμῶν χαρακτῆρος.

111. Ὁ ἄνθρωπος διὰ νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ του


ὀφείλει νὰ ἀνεύρῃ τὴν ἀτραπόν, τὴν ὁδηγοῦσαν εἰς αὐτόν.
Διὰ νὰ ἀνεύρῃ δὲ ταύτην, εἶναι ἀπαραίτητον νὰ προλειάνῃ τὸ ἔδαφος
δι’ ἀναλόγου πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἐξασκήσεως, ἵνα μὴ καθ’ ὁδὸν προ-
σκόπτῃ ἑκάστοτε ἐπὶ τῶν αὐχμηρῶν λίθων ἢ βυθίζονται οἱ πόδες αὐτοῦ ἐν
τοῖς κοιλώμασι τοῦ ἐδάφους ἢ τοῖς λάκκοις τοῖς πεπληρωμένοις ἀργιλώ-
δους βορβόρου, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἤθελον ἀποτελματωθεῖ.
Ἐκτὸς τούτου δέον νὰ προπαρασκευασθῇ καταλλήλως ἐπὶ μακρὸν
χρόνον προσευχόμενος καὶ αἰτῶν, ἵνα ἡ Ὑπερτάτη Δύναμις τοῦ Ἀπείρου Νοῦ
συγκατανεύσῃ καὶ ἀποστείλῃ αὐτῷ Πνευματικόν τινα Ὁδηγὸν ἐκ τοῦ δια-
στήματος καὶ ὁδηγήσῃ αὐτὸν ἀσφαλῶς διὰ μέσου τῶν σκολιῶν διακλαδώσε-
ων τῆς ἀτραποῦ, ἄνευ τοῦ ὁποίου οὗτος θὰ ἐχάνετο καὶ ματαίως θὰ ἐκοπίαζε
νὰ ἐξέλθῃ ἢ ἐπανέλθῃ εἰς τὸν ἀληθῆ δρόμον τῆς κατευθύνσεώς του.
Ἐπὶ μακρὰ ἔτη ἐξασκούμενοι, κοπιάζοντες, ἐμμένοντες εἰς τὸν σκοπὸν
αὐτὸν μετὰ πολλοῦ κόπου κατορθώνουν οὗτοι νὰ ἐπιτύχωσιν ἐκεῖνο, τὸ
ὁποῖον θὰ καθίστα αὐτοὺς εὐδαίμονας καὶ θὰ ἐπλήρου τὴν ψυχὴν αὐτῶν
ἀφάτου εὐτυχίας.
Ὁ Πνευματικὸς αὐτῶν Ὁδηγός, ἐὰν ἀνήκῃ εἰς Ἀνωτάτην ἱεραρχίαν,
θὰ διήνοιγε πρὸ αὐτῶν τὴν ἐκ τῶν ἀκανθῶν καὶ ἄλλων ἐμποδίων πλη-
ρουμένην ἀτραπόν των καὶ θὰ ἄφηνε αὐτοὺς ἐλευθέρους μόνοι των νὰ δι-
ανύσωσι τὸ ὑπόλοιπον αὐτῆς διάστημα.
Ὅσον καὶ ἂν ἦσαν οὗτοι προσηλωμένοι καὶ τελείως ἀφοσιωμένοι ἐν
τῷ ἔργῳ, τὸ ὁποῖον θὰ ἀνέθετεν αὐτοῖς, ἡ ἀπέναντι αὐτῶν ἐνέργεια καὶ
προτροπή του δὲν θὰ ἐξήρχετο τοῦ κύκλου τῶν καθηκόντων ἑνὸς καλοῦ
συμβούλου. Θὰ ἀνέμενε, θὰ καθωδήγῃ αὐτούς, ἐφ’ ὅσον οὗτοι δὲ ἐτήρουν
τὴν κανονικὴν λειτουργίαν τῶν ὑπ’ αὐτῶν ἀνειλημμένων ὑποχρεώσεων
καὶ κανόνων ἐν σχέσει πρὸς τὸ ἀναληφθὲν ὑπ’ αὐτῶν πνευματικὸν ἔργον,
οὐδόλως δὲ θὰ παρεξέκλινον αὐτοῦ, διότι αἱ συνέπειαι τῆς παρεκτροπῆς
αὐτῶν θὰ εἶχον ὡς ἀποτέλεσμα τὴν τελείαν ἐγκατάλειψιν τοῦ Πνευματικοῦ
αὐτῶν Ὁδηγοῦ, τὸν ὁποῖον μετὰ τόσου κόπου καὶ μόχθου κατώρθωσαν νὰ
προσελκύσωσι πρὸς ἑαυτούς.
Ἀντιθέτως πρὸς τοὺς τόσον μοχθήσαντας καὶ κοπιάσαντας τούτους,
τοὺς ὁλοψύχως ἀφοσιωθέντας ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ ἔργου των, ὑμεῖς
χωρὶς κἂν νὰ κοπιάσητε, χωρὶς νὰ ἐπιδιώξητε, χωρὶς νὰ ἀφιερώσητε ὄχι
πλέον τὸν χρόνον τῆς ἐργασίας ὑμῶν, ἀλλὰ ἐλάχιστον περίσσευμα ἐκ τοῦ

237
χρόνου τῆς ἀναπαύσεως σας ἔσχετε, ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ τονίσῃ, τὴν προ-
τεραιότητα νὰ ὁδηγηθῆτε παρὰ τοῦ Ἀνωτάτου ἐν πᾶσι Πνευματικοῦ, Ἄρ-
χοντος τοῦ Ὑψίστου καὶ Μοναδικοῦ ἐν τῇ Ὑπερτάτῃ τοῦ κόσμου βαθμίδι
Πνευματικοῦ Ὁδηγοῦ καὶ παρ’ Αὐτοῦ ἐπανειλημμένως προετράπητε νὰ
ἀκολουθήσητε τὸν δρόμον ἐκεῖνον, ὅστις ἀσφαλέστερον καὶ συντομώτε-
ρον ἤθελε σᾶς καθοδηγήσει παντὸς ἄλλου εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ
ὑμῶν.
Ἀτυχῶς ὅμως, εἴτε διότι δὲν ἔχετε συναίσθησιν καὶ ἐπίγνωσιν τῆς ὑψί-
στης σημασίας τῆς σχέσεως, ἥτις σᾶς παρεχωρήθη, εἴτε ἀγνοοῦντες ἐν
τῇ σμικρότητι καὶ στενότητι τῆς ἀντιλήψεώς σας τὴν σπουδαιότητα
τῆς ἐξαιρέτου εὐνοίας, ἥτις σᾶς παρεσχέθη ὑπ’ Αὐτοῦ, τυφλοὶ τούς τε
ὀφθαλμοὺς καὶ τὸ πνεῦμα, δὲν ἐπιθυμεῖτε νὰ ἴδητε τὴν Ἀλήθειαν καὶ κω-
φοὶ κατὰ τὴν ἀκοὴν καὶ τὰ ὦτα δὲν θέλετε ν’ ἀκούσητε τῶν συμβουλῶν καὶ
παροτρύνσεων Ἐκείνου, Ὅστις ἀνέλαβε νὰ σᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τὸν σκοπὸν
τοῦ προορισμοῦ σας, πρὸς τὸ Φῶς καὶ τὴν Ἀλήθειαν.
Ἄλλοτε ἀμφιβάλλετε, ἄλλοτε δυσπιστοῦντες, ὁτὲ κλονιζόμενοι, ὁτὲ
ἀδρανοῦντες κατηναλώσατε τόσον πολύτιμον δι’ ὑμᾶς καὶ διὰ τὴν προ-
αγωγὴν ὑμῶν καὶ τοῦ ἔργου ὑμῶν χρόνον ἄνευ οὐδενὸς ­ἀποτελέσματος.
Ἀδρανεῖτε πρὸς ἑαυτοὺς καὶ τὸ ἔργον. Ἐθελοτυφλεῖτε πρὸς πάντα.
­Κωφεύετε ὡς πέριξ ὑμῶν νὰ μὴν ὑφίσταται ἡ παραμικρὰ κίνησις. Δὲν δίδε-
τε σημασίαν οὔτε εἰς τοὺς λόγους Μου, οὔτε εἰς τὰς συμβουλάς μου, οὔτε
εἰς τὰς ὁδηγίας Μου, οὔτε καὶ εἰς αὐτὴν ἔτι τὴν παρακέντησιν ἔστω ἴχνους
ἀμυδρᾶς περιεργείας.
Ἄνθρωποι, οὐδόλως δυνάμενοι νὰ τύχωσι τοιαύτης ἐξαιρετικής ὡς
ὑμεῖς εὐνοίας, τοῦ νὰ τύχωσι τοιαύτης τινος Ἀποκαλύψεως, ἢ νὰ λάβωσιν
ἔστω καὶ τὴν ὑπόσχεσιν τῆς ἐπιλύσεως τῶν μᾶλλον δυσλύτων προβλη-
μάτων καὶ ἀποριῶν αὐτῶν, ἀλλ’ ὑπὸ μόνης τῆς ἰδέας τῆς ἐξυπηρετήσεως
ἑνὸς οἱουδήποτε σκοποῦ, ἀφοσιώνονται εἰς τὴν ἰδέαν ταύτην ὁλοψύχως
καὶ πολλάκις θυσιάζονται ἤ προθύμως καὶ καρτερικῶς ὑφίστανται μαρτυ-
ρικοὺς πόνους, ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον μὲ τὴν ἰδέαν τῆς ἀνταποδόσεως.
Ὑμεῖς οὔτε εἰς θυσίας πέραν τῶν ὑλικῶν ὑμῶν δυνάμεων ὑπεβλήθητε,
οὔτε εἰς μαρτύρια, οὔτε καὶ ἀπαιτήσεις ἐξικνουμένας πέραν τοῦ φορτίου
ὄχι πλέον τῆς καθημερινῆς ἐργασίας ὑμῶν, ἀλλ’ ὀλιγοώρου τοιαύτης τὸν
μῆνα!
Καὶ ἀπορεῖτε, διότι ἐπὶ τόσα ἔτη συνδεθέντες μετ’ Ἐμοῦ δὲν ἠδυνήθη-
τε νὰ ἀποκτήσητε τὴν δύναμιν, ἥτις θὰ σᾶς ὡδήγει ἐλευθέρως εἰς τοὺς
Ἀνωτέρους Πνευματικοὺς Κόσμους ἢ θὰ σᾶς παρεῖχε τὰ μέσα ν’ ἀνέρχεσθε
ἐλευθέρως καὶ κατὰ βούλησιν ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν τὸ διάστημα τὸ χωρίζον
ὑμᾶς ἀπὸ τοὺς ἄλλους κόσμους καὶ νὰ εἰσέρχεσθε ἐν αὐτοῖς ὁπόταν ἡ συ-
γκατάθεσις ἡμῶν τὸ ἀπῄτει.
Καὶ κάμνετε ἴσως τὰς σκέψεις αὐτάς, χωρὶς νὰ ἀπορῆτε, πῶς ἐπὶ το-
σοῦτον χρόνον ἐθελοτυφλοῦντες καὶ κωφεύοντες εἰς τοὺς λόγους καὶ
παροτρύνσεις Μου μηδεμίαν σημασίαν δίδοντες εἰς αὐτοὺς ἀλλὰ καὶ τῆς

238
ἁπλῆς περιεργείας ἐστερημένοι κατορθώνετε καὶ ἐξακολουθεῖτε νὰ ἐπικοι-
νωνῆτε μετ’ Ἐμοῦ καὶ δὲν σᾶς ἐγκατέλειψα πρὸ πολλοῦ.
Ὁ Ἀνώτατος Ἄρχων συγκατατίθεται νὰ ἐπικοινωνῇ μεθ’ ὑμῶν. Φθάνει
εἰς τὸ ταπεινὸν ἐπίπεδον νὰ κατέλθῃ μέχρις ὑμῶν ἐν ἐπιγνώσει, ὅτι θὰ τα-
πεινωθῇ ἔτι περισσότερον διὰ τῆς κωφεύσεως ὑμῶν εἰς τοὺς λόγους Του.
Διότι ἡ τοιαύτη παρ’ ὑμῶν ἄχρις ὥρας ἐπιδειχθεῖσα ἀδιαφορία δὲν εἶναι
πλέον ἄρνησις τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν λόγων Του, ἀλλὰ καὶ προσβολὴ καὶ τα-
πείνωσις Αὐτοῦ.
Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν Ἐμοῦ θὰ εἶχε ἀκούραστον καὶ ἀνεξάντλητον ὑπο-
μονὴν νὰ ἐπιμένῃ ἐπὶ τόσον χρόνον διὰ νὰ σᾶς ἐπαναφέρῃ εἰς τὸ μέσον τῆς
ἀτραποῦ, ἐκ τῆς ὁποίας ἀνὰ ἕκαστον ὑμῶν βῆμα παρεκκλίνετε.
Πᾶς τις ἄλλος εἰς τὴν θέσιν Μου θὰ ἠδιαφόρει καὶ θὰ ἐκώφευεν εἰς τὰς
παρακλήσεις ὑμῶν, ἐὰν συνωδεύοντο ἔστω καὶ μὲ δάκρυα ὁλοψύχου καὶ
εἰλικρινοῦς μετανοίας.
Ἀδιαφορεῖτε ὑμεῖς καὶ κωφεύετε, ἀλλ’ Ἐγὼ ἐνεργῶ πάντοτε καὶ πα-
ραμένω ἄγρυπνος. Ἀναμένω ὡς ἄγρυπνος σκοπὸς νὰ σᾶς ὁδηγήσω ἐκεῖ,
ὅπου σᾶς ὑπησχέθην. Ἀδιαφορῶν διὰ τὴν τήρησιν τῶν λόγων καὶ τῶν ὑπο-
σχέσεών σας, ἐξακολουθῶ νὰ διατηρῶ τοὺς λόγους καὶ τὰς ὑποσχέσεις Μου.
Ἄγρυπνος φρουρὸς τοῦ Ἐργου Μου, ἐξακολουθῶ νὰ τηρῶ τὴν περι-
φρούρησιν ἐκείνων, οὓς ἐπεθύμησα νὰ ἔχω συνεργούς, ἀδιάφορον ἐὰν
οὗτοι ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι παραβάται τοῦ πρὸς ἑαυτοὺς καὶ Ἐμὲ καθήκο-
ντός των. Ἀλλὰ ἐξακολουθῶν νὰ ὑπομένω καὶ ν’ ἀναμένω νὰ ἀφυπνισθήτε
ἐκ τοῦ καταλαβόντος ὑμᾶς ληθάργου καὶ νὰ συνέλθητε εἰς ἑαυτούς, ἕως
πότε θὰ ἀναμένω;
Ὁ χρόνος παρέρχεται ὁ τόσον πολύτιμος δι’ ὑμᾶς καὶ παρ’ ὅλας τὰς
προτροπάς Μου ἐξακολουθῆτε νὰ τὸν ἀφήνετε νὰ ἐξαντλῆται εἰς μάτην,
ἄνευ οὐδενὸς σκοποῦ καὶ ἐπιδιώξεως ἐν σχέσει πρὸς τὴν πνευματικὴν καὶ
ψυχικὴν ὑμῶν προαγωγὴν καὶ ἀνάπτυξιν.
Ἀλλὰ ἐὰν ἡ Ὑπομονή Μου ἡ Ἀνεξάντλητος ἔχῃ ὡς ὅριον τὸν Ἀτέρμονα
χρόνον, ἡ ζωὴ ὑμῶν δὲν ἐπιδέχεται οὔτε τὴν ἐλαχίστην ἀναβλητικότητα
διότι ὁ περιωρισμένος χῶρος των ὁρίων της ὁλοὲν καὶ στενοῦται καὶ θὰ
ἔλθῃ στιγμή, καθ’ ἣν θὰ εἰσέλθητε εἰς ἄλλον κύκλον ζωῆς, χωρὶς νὰ ἔχητε
διαδράμει ἐλαχίστην ἀπόστασιν ἐκ τοῦ κύκλου τῆς παρούσης ὑμῶν ζωῆς
ἐν σχέσει πρὸς τὶ διάστημα, τὸ ὁποῖον εἴχετε καθῆκον νὰ διανύσητε. Καὶ θὰ
ἀπαιτηθῇ τότε νέα ζωὴ μὲ μεγαλυτέρας ὑποχρεώσεις καὶ μὲ περισσότερα
ἐμπόδια καὶ κατά τὴν νέαν ταύτην ζωὴν ὑμῶν δὲν θὰ ἔχετε τὴν Μακροθυ-
μίαν καὶ τὴν Ὑπομονὴν Ἐκείνου, Ὅστις ἐκ τοῦ Ὕψους Αὐτοῦ νὰ ταπεινωθῇ
καὶ πάλιν μέχρι τοῦ σημείου νὰ ἐκλιπαρῇ ὑμᾶς καὶ ὑμεῖς τυφλοὶ καὶ κωφοὶ
νὰ ἐξακολουθῆτε νὰ ἐμμένητε ἀδρανοῦντες καὶ ἀδιαφοροῦντες ἄνευ οὐδε-
μιᾶς προσπαθείας καὶ συγκινήσεως.

239
112. Οὐδεμία πρόοδος ἐγένετο ὑμῖν ἄχρις σήμερον. Οὐδὲν βῆμα πρὸς
τὴν ἄνοδον ὑμῶν. Ἐπὶ μακρὸν χρόνον ἐγκαταλείψατε ἑαυτούς, οὐδόλως
ἐπιδιώξαντες νὰ καταστήσετε τὴν συνεκτικότητα ὑμῶν τόσον ἰσχυράν,
ὥστε νὰ ἐπιφέρητε ὅσον τὸ δυνατὸν ταχύτερον τ’ ἀποτελέσματα, τά ὁποῖα
ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον προσδοκᾶτε.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατ’ ἰδίαν καὶ ὁσάκις αἱ βιωτικαὶ μέριμναι ἐπιτρέ-
ψωσι τοῦτο, ἐνθυμεῖσθε, ὅτι ὑπάρχει Δύναμίς τις Πνευματική, πρὸς ἣν
καταφεύγετε, διὰ νὰ ζητήσητε ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον κατὰ τὸ παρελθὸν σᾶς
ὑπησχέθη.
Ἀφήνετε τότε τὴν σκέψιν σας ὀλιγολέπτους τινὰς στιγμὰς νὰ προση-
λωθῇ πρὸς Αὐτήν, ἀλλὰ ἄνευ τῆς ἐνδεδειγμένης τάσεως, ἄνευ τῆς ἀπαραι-
τήτου πίστεως.
Ἡ μεμονωμένη αὕτη ὅμως προσήλωσις ὑμῶν οὐδὲν ὠφελεῖ. Ἄλλοτε
συνέστησα εἰς ὑμᾶς νὰ ἐπιδιώξητε ἕκαστος κατὰ μόνας νὰ φέρῃ μετὰ προ-
σηλώσεως καὶ κατανύξεως, εἰ δυνατὸν δὲ καὶ ἐν πνευματικῇ ἐξάρσει, τὴν
διάνοιάν του πρὸς Ἐμέ, ὁπότε ὀλίγον κατ’ ὀλίγον θὰ συνεδέετο μετ’ Ἐμοῦ
ἀρρηκτώτερον καὶ θὰ ἠδύνατο νὰ βαδίσῃ τὴν ὁδὸν ἣν ἐχάραξα ὑμῖν.
Τοῦτο ὅμως δὲν ὠφελεῖ.
Ὁ σκοπὸς τῆς Ἐπικοινωνίας Μου δὲν ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ ἀναγάγω εἰς
ὑψηλότερον πνευματικὸν καὶ ψυχικὸν ἐπίπεδον ἕκαστον ὑμῶν κεχωρι-
σμένως, διότι τοῦτο θὰ ἠδυνάμην μεμονωμένως ἐμπνέων καὶ καθοδηγῶν
ἕκαστον ὑμῶν νὰ τὸ ἐπιτύχω. Ὁ σκοπὸς ὅμως τοῦ ἔργου μου ἀποβλέπει εἰς
τὸ νὰ συνενώσω ἅπαντας ὑμᾶς καὶ ἐνδυναμώσω ὑμᾶς, οὕτως ὥστε προ-
αγόμενοι καὶ τελειοποιούμενοι μίαν ἡμέραν νὰ φθάσητε εἰς τὸ εὐχάριστον
σημεῖον νὰ σκέπτεσθε καὶ διανοῆσθε ὑπὸ τὸν αὐτὸν ψυχικὸν ρυθμὸν καὶ
ὑπὸ τῆς αὐτῆς πνευματικῆς ἐντάσεως, οὕτως ὥστε νὰ ἀποτελῆτε μίαν
Πνευματοψυχικὴν Δύναμιν ὑπὸ τῆς αὐτῆς ἐμπνεύσεως καθοδηγούμενοι,
ἔχοντες μὲν ἕκαστος διαφορὰν εἰς τὸν τρόπον τῆς ἐκδηλουμένης ἐμπνευ-
στικῆς δυνάμεως, ἀλλ’ ἐν τῷ τόνῳ τῆς ἀπηχήσεως, ἀποτελοῦντες τὴν ἁρ-
μονικὴν συμφωνίαν κατ’ ἀπόλυτον ρυθμικὴν ἔννοιαν.
Ὁ σκοπὸς τοῦ ἔργου μου δὲν ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ προαγάγῃ καὶ τελει-
οποιήσῃ ἕνα ἕκαστον ὑμῶν κεχωρισμένως διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν ἀποκλει-
στικῶς καὶ μόνον τοῦ ἀτόμου του, ἀλλὰ προάγων καὶ τελειοποιῶν ἅπαντας
ὑμᾶς νὰ δυνηθῆτε ἀργότερον διὰ τῆς συνενώσεως τῶν ἀξιοποιηθεισῶν δυ-
νάμεων ὑμῶν νὰ μεταδώσητε τὰς συναποκομισθείσας γνώσεις καὶ ἀρχὰς
ὑμῶν καὶ πρὸς ἄλλους.
Ὅσον ὁ κύκλος δι’ ὑμῶν εὐρύνεται, κατὰ τοσοῦτον θὰ ἀναφύονται καὶ
προσκόμματα, κατὰ τοσοῦτον τὰ ἐμπόδια θὰ παρεμβάλλονται, διὰ νὰ ἐξα-
ναγκάσωσιν ὑμᾶς νὰ διακόψητε τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἀνελάβατε νὰ φέρητε
εἰς πέρας.
Ὀφείλετε ὅθεν νὰ ἐργασθῆτε ἐπ’ ἀρκετὸν κατ’ ἰδίαν, ὡς καὶ ἀπὸ κοι-
νοῦ, διὰ νὰ δώσητε τὰς βάσεις, ἐπὶ τῶν ὁποίων θὰ στηρίξετε τὸ ἀποκαλυ-
πτόμενον εἰς ὑμᾶς ἔργον μου.

240
Ὅσον τὰ θεμέλια αὐτοῦ καταστῶσιν ἰσχυρότερα, ἐπὶ τοσοῦτον τοῦτο θὰ
διατηρηθῇ καὶ θ’ ἀνθέξῃ κατὰ τῶν ἀνέμων καὶ πάσης ἄλλης ἐπιθέσεως. Ἐὰν
ὅμως αἱ βάσεις αὐτοῦ δὲν εἶναι στερεαί, μὲ τὴν πρώτην πνοὴν τοῦ ἀνέμου
θὰ καταπέσῃ τὸ οἰκοδόμημα, ὅσον ὑψηλὸν καὶ στερεὸν καὶ ἂν ἐκτίσθη.
Ὁ ἀγαπῶν ὑμᾶς φιλεῖ καὶ πάλιν ὑμᾶς καὶ σᾶς ἐναγκαλίζεται. Ὁ φι-
λῶν ὑμᾶς οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου τῆς Ἀφθαρσίας.
Ἀνοιξάτω ἕκαστος ἐξ ὑμῶν τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ ἂς ἐνατενίσῃ
Ἐμὲ κατὰ Πρόσωπον.
Ὁ δυνάμενος ἂς βοήθησῃ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ. Ὁ ἰσχυρὸς ἂς στηρίξῃ
τὸν ἀδύνατον. Χωρήσατε πρὸς τὰ ἐμπρὸς συνηνωμένοι, ἀγαπώμενοι, ἀλ-
ληλοβοηθούμενοι. Τάξατε ὡς σκοπὸν τοῦ βίου ὑμῶν τὴν πνευματικὴν καὶ
ψυχικὴν ὑμῶν τελειοποίησιν, οὐδόλως ὠκνήσατε, ἵνα μὴ ὁ μέλλων χρόνος
ἐπανεύρῃ ὑμᾶς ἀδιαφόρους καὶ μηδὲν ἐπενεγκόντας.
Ὁ ἀγαπῶν ὑμᾶς καὶ ἐπὶ μακρὸν χρόνον προσπαθῶν νὰ ἀναβιβάσῃ
ὑμᾶς μέχρις Αὐτοῦ, ἐπανέρχεται καὶ πάλιν μετὰ τῆς αὐτῆς θέρμης καὶ
ζήλου. Μὴν ἀφήσητε Αὐτὸν ὡς καὶ πρότερον. Ἐνδυναμώσατε ἑαυτούς,
καταστήσατε ἑαυτοὺς ἀπροσβλήτους ἀπὸ πᾶσαν ἄλλην παρεμβολὴν καὶ
ἐπίδρασιν καὶ καταστήσατε ἑαυτοὺς ἰσχυρούς, ἵνα οὐδὲν πρόσκομμα ἀντι-
ταχθῇ καθ’ ὑμῶν εἰς τὸ μέλλον, μὲ τὴν πλήρη αὐτοπεποίθησιν πρὸς ἑαυ-
τοὺς καὶ τὴν ἱκανότητά σας, ἥτις καὶ μόνον θὰ δυνηθῇ νὰ φέρῃ εἰς πέρας τὸ
ἔργον μου.
Ἀνοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ἐνατενίσατέ με. Οὐδόλως θὰ ἐπέ-
μενον νὰ καταστήσω ὑμᾶς ἱκανοὺς πρὸς ἀνάληψιν τῶν εἰς ὑμᾶς ἀνατεθη-
σομένων πνευματικῶν καὶ ὑπερτάτων καθηκόντων, ἐὰν δὲν ἐγνώριζον, ὅτι
δι’ ὑμῶν ἡμέραν τινὰ θὰ δοθῇ ἡ πρὸς τὸν κόσμον προοριζομένη Νέα Δι-
αθήκη Μου. Τὴν διαθήκην μου ταύτην ὀφείλετε νὰ ἀποσφραγίσητε, οὖσαν
κεκλεισμένην, καί νὰ παραδώσητε ταύτην τῷ κόσμῳ.
Οὐδεμία δύναται νὰ παρεμβληθῇ μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν ἀλλοτρία
ἐπέμβασις, πλὴν τῆς ἀτομικῆς ὑμῶν ὀλιγωρίας, τῆς ἀδυναμίας, τὴν ὁποίαν
ἀπὸ μακροῦ χρόνου προβάλητε.
Ἀνοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ὁραματισθῆτε τὴν ἐν τῷ Κόσμῳ
Μου ἐγκρυπτομένην καὶ διαφυλασσομένην Ἀλήθειαν. Ἡ Ἀλήθεια αὕτη
πρὸς ὑμᾶς προσκομίζεται διὰ νὰ ἀποκαλυφθῇ ὑμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις καὶ
ὑμεῖς ἀδιαφορεῖτε, Οὐ μόνον δὲ ἀδιαφορεῖτε, οὐ μόνον ἀπιστεῖτε, ἀλλὰ καὶ
ἀρνεῖσθε. Διότι τὶ ἄλλο σημαίνει ἡ ἀδιαφορία ὑμῶν παρὰ ἀπιστίαν οὐ μό-
νον πρὸς τὰς ἐπαγγελλομένας πρὸς ὑμᾶς Ρήσεις Μου, ἀλλὰ καὶ πρὸς Ἐμὲ
Αὐτόν; Καὶ τὶ ἄλλο ὑπεμφαίνει ἡ ἀδιαφορία καὶ ἀπιστία ὑμῶν, παρὰ τελείαν
ἄρνησιν πάντων τῶν πρὸς ὑμᾶς λεγομένων;
Ἂν δι’ ὑμῶν δὲν ἐπεδίωκον νὰ φέρω εἰς γνῶσιν τοῦ κόσμου καὶ πρῶτον
ὑμῖν τὴν Νέαν πρὸς αὐτὸν καὶ ὑμᾶς Ἐπαγγελίαν Μου, οὐδόλως θὰ ἐπέμε-
νον τόσον μέχρι φορτικότητος.
Ἀνοίγω πρὸς ὑμᾶς τὴν κεκλεισμένην Βίβλον Μου καὶ παρωθῶ ὑμᾶς
νὰ ἀναγνώσητε ταύτην, νὰ ἀναδιφήσητε ἐπισταμένως τὸ περιεχόμενον

241
αὐτῆς, νὰ καταστήσητε τοῦτο κτῆμα σας καὶ νὰ μεταδώσητε τοῦτο τῷ
κόσμῳ. Ἀγωνίζομαι ἐπὶ τόσον χρόνον, διὰ νὰ προαγάγω καὶ τελειοποιήσω
ὑμᾶς, ἵνα ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατ’ ἄτομον καὶ ἀπὸ κοινοῦ συντελέσῃ εἰς τὴν
ἀνάπτυξιν τοῦ ἔργου Μου καὶ ὅμως ἅπαντες ἀδιαφορεῖτε, διότι ἴσως δὲν
κατανοεῖτε ἢ δὲν ἀνήλθατε εἰς τὸ σημεῖον νὰ κατανοήσητε τοῦτο.
Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν ὑμῶν θὰ ἐφαίνετο τόσον ἀδιάφορος, οὐδεὶς ἄλλος
πλὴν ὑμῶν θὰ ἐκώφευεν εἰς τὰς τόσας προτροπάς μου. Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν
ὑμῶν δὲν θὰ ἐστερεῖτο καὶ αὐτῆς ἔτι τῆς περιεργείας νὰ ἴδη ἐπὶ τέλους τὶ
θὰ προήρχετο ἐξ ὅλων τούτων.
Οὐδεὶς ἄλλος πλὴν ὑμῶν θὰ ἐκώφευεν εἰς τὴν φωνήν, τὴν καλοῦσαν
αὐτὸν πρὸς τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν αὐτοῦ ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν.
Ὁ μεθ’ ὑμῶν ἐπικοινωνῶν, ὁ ἀπὸ μακροῦ χρόνου ἀναμένων ὑμᾶς νὰ
προσέλθητε, καλεῖ καὶ πάλιν ὑμᾶς ἐκ νέου. Ὁ ἀγαπῶν καὶ προορίζων ὑμᾶς
διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου Αὐτοῦ, τὸ ὁποῖον θὰ εἶναι καὶ ἔργον ὑμῶν,
προσμένει ὑμᾶς, ἵνα ἐπιταχύνητε τὸ βῆμα ὑμῶν, διὰ νὰ Τὸν πλησιάσητε καὶ
μετ’ Αὐτοῦ εἰσέλθητε εἰς τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας καὶ Γνώσεως.
Ἀνέμενεν ὑμᾶς εἰς τοσοῦτον χρόνον καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ σᾶς ἀναμένῃ.
Ἀγαπήσατε τὸ ἔργον Αὐτοῦ, ὡς Οὗτος ἠγάπησεν ὑμᾶς καὶ ἐπιταχύνατε τὸ
βῆμα ὑμῶν, ἵνα τὸ ταχύτερον ὁδεύσητε μετ’ Αὐτοῦ ὅπου σᾶς προορίζει καὶ
σᾶς ὑπάγει.
Ἀνοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ὠφθῆτε τὴν ὑπεράνω ὑμῶν ἐγκρυ-
πτομένην Ἀλήθειαν. Ἡ ἀποκάλυψις αὐτῆς ἐπιφυλάσσει ὑμῖν τὴν δόξαν, ὄχι
τὴν δόξαν τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀλλὰ τὴν Αἰώνιον καὶ Ἄφθαρτον, ἐκείνην
ἣν ἐζήλευσαν οἱ πάντες καὶ ἐκοπίασαν, χωρὶς νὰ τὴν ἀτενίσουν, ἐνῷ εἰς
ὑμᾶς παρέχεται αὕτη καὶ τὴν λακτίζετε.

113. Ὁ Ἀναλλοίωτος καὶ Ὑπέρτατος Νόμος, ὁ διέπων τὸν κόσμον


ὁλό­­κλη­ρον, ἐξακολουθεῖ νὰ ὑφίσταται πρὸ ἀμνημονεύτων αἰώνων ὁ
αὐτός.
Οὐδεμία παραγωγὴ καὶ κίνησις, οὐδεμία μεταβολὴ ἐπέρχεται εἰς τὰς
μορφάς, τὰς ἀποτελούσας τοὺς ἀρρήκτους δεσμοὺς τῶν κρίκων τῆς συνεκτι-
κῆς ἁλύσεως, ἄνευ τῆς ἐπιδράσεως ἐπ’ αὐτῶν τοῦ Ἀναλλοιώτου καὶ Ὑπερτά­
του τούτου Νόμου, ὁ Ἐποπτεύων ὅμως ἐπ’ αὐτοῦ καὶ δίδων τὴν ἀνάλογον
ὤθησιν καὶ κατεύθυνσιν ἐν τῇ προγεγραμμένῃ τοῦ σχεδίου τῆς ἐξελίξεως
αὐτοῦ ἐφαρμογῇ, ἀπὸ τῶν κατωτάτων ἐκδηλώσεων τῆς ζωῆς μέχρι τῶν
ἀνω­τάτων πνευματικῶν συμβολῶν ἐν τῇ κατανομῇ τῶν ἐξουσιῶν πρὸς κα-
νονικὴν λειτουργίαν τῶν ἐν τῷ κόσμῳ διαφορῶν ἐστὶν ὁ ἐν τῷ Ἀπείρῳ Θεῖος
Νοῦς ὁ ὑπὸ τὴν ἔννοιαν τοῦ Ἀπολύτου λαμβανόμενος, τοῦ ὁποίου τὸ Ἀεί-
φωτον καὶ Ἀνέσπερον Φῶς ἐκδηλοῦται πρὸς ὑμᾶς σήμερον, ὡς δὲν ἔπαυ-
σεν νὰ ἐκδηλοῦται διὰ μέσου τῶν αἰώνων τοῦ παρελθόντος, λαμβάνων ὡς

242
μέσον τῆς ἐκδηλώσεώς Του τὰ ὑπ’ Αὐτοῦ ἐκλελεγμένα πνευματικὰ ὄντα.
Ὁ Θεῖος οὗτος Νοῦς, ἡ Ὑπερτάτῃ ἐν τῷ κόσμῳ Ἀλήθεια, ἡ διὰ τῶν
δεσμῶν τῆς Ἀγάπης συνδέουσα τὰς καρδίας τῆς ἀνθρωπότητος καὶ
διὰ τῶν Ἐκπάγλων Αὐτῆς Ἀκτίνων διαφωτίζουσα τὰ πνεύματα καὶ κα-
θιστῶσα τὰς ψυχὰς διαυγεῖς καὶ ἀποκεκαθαρισμένας ἐν τῇ τελειότητι
τῆς Πανάγνου Ἀρετῆς, ἐξέλεξεν ὑμᾶς, ὅπως ἐνωτισθῆτε τῶν Ρημάτων
Αὐτοῦ, ὅπως ἀκούσητε τῶν Ἐπαγγελιῶν, τῶν προσφερομένων ὑμῖν καὶ
τῇ ­ἀνθρωπότητι.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ κρίνῃ τὴν στιγμὴν ταύτην τὸ ἐπιγενόμενον
ἔργον, διότι οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν κατώρθωσε ν’ ἀπαλλαγῇ τελείως τοῦ πέπλου,
τοῦ διαχωρίζοντος ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ἀπὸ Ἐκεῖνον, Ὅστις προσφέρεται
νὰ καταστήσῃ ὑμάς Κοινωνοὺς τῆς Νέας Αὐτοῦ Διαθήκης καὶ μὴ ἐπιτρέ-
ποντος εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν νὰ ἐνοραματισθῆτε τὸ Ἄπλετον Φῶς,
τὸ περιβάλλον ὑμᾶς, καὶ νὰ ἀκούσητε τῆς Θείας Φωνῆς, ἥτις κατακλύζει
τὰ ὦτα ὑμῶν καὶ ἡ ὁποία ἐπὶ τοῦ παρόντος εἰς μάτην ζητεῖ νὰ εἰσδύσῃ εἰς
τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ὑμῶν, διὰ νὰ ἐπιφέρῃ τὸν ἀπαραίτητον κλονισμόν, δυ-
νάμει τοῦ ὁποίου νὰ κατορθώσῃ αὕτη νὰ διαρρήξῃ τὰ δεσμά, τὰ συγκρα-
τοῦντα ταύτην μὲ τὴν ἐγκόσμιον ὑμῶν ἐπίδοσιν.
Τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον καὶ τὴν ὁδὸν τοῦ βίου ὑμῶν δια-
φωτίζον, πρὸ πολλοῦ ἐπιδιώκει νὰ ἀνοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, διὰ νὰ
ἀκολουθήσητε ταύτην ἀπροσκόπτως. Ἡ Φωνὴ τῆς πρὸς ὑμᾶς Ἐπαγγελίας
Μου πρὸ μακροῦ χρόνου εἰς μάτην ἐπὶ τῶν πεφραγμένων ὑμῶν ὤτων ἐξα-
σκεῖ τὴν Πνευματικὴν αὐτῆς ἐπίδρασιν, ἵνα ἐνωτισθῆτε τὴν ἐν τοῖς λόγοις
αὐτῆς ἐμπερικλειομένην Ἀλήθειαν. Ὁ Ἀνώτατος Πνευματικὸς Ὁδηγὸς
ἐν τῇ Δυνάμει Ἐξουσιῶν καὶ Δυνάμεων Αὐτοῦ καλεῖ καὶ πάλιν ὑμᾶς, ἵνα
ἀκολουθήσητε Αὐτὸν ἐν τῇ κατευθύνσει, ἣν χαράσσει ὑμῖν.
Οὐδεμία ἐκ μέρους ὑμῶν προσπάθεια ἐγένετο μέχρι σήμερον, διὰ νὰ
ἀποβάλητε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον καὶ καταστῆτε νέοι. Οὐδεμία πραγ-
ματικὴ ἐκ μέρους ὑμῶν ἐνέργεια παρετηρήθη, ἐνῷ ὁ χρόνος παρέρχεται
καὶ καταναλίσκεται παρ’ ὑμῶν εἰς ἀσκόπους διατριβὰς καὶ ματαιοδόξους
ἐπιδόσεις, οὐδὲν πρὸς τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν ἀνέλιξιν προ-
σποριζούσας. Οὐδεμία ἐπιδίωξις παρ’ ὑμῶν κατεβλήθη, ἵνα κερδιθῇ ὁ ἀπω-
λεσθεὶς χρόνος καὶ ἵνα προχωρήσητε ἄνευ διακοπῆς καὶ παρεμβολῶν ἐν τῇ
πραγματοποιήσει τοῦ ἀρξαμένου Ἔργου Μου. Ὁ ἐκλέξας καὶ καλέσας ὑμᾶς
προτρέπει ὑμᾶς πρὸς τοῦτο.
Ἀναλογισθῆτε ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατ’ ἰδίαν καὶ ὅλοι ὁμοῦ ἀπὸ κοινοῦ
ποῖον τὸ καθῆκον ὑμῶν ἀπέναντι τῆς ἐπιλογῆς, ἣν προσφέρω ὑμῖν, ἐν
μέσῳ τῶν ἄλλων ὑπάρξεων, ἀναλογισθῆτε τὴν διακεκριμένην θέσιν
τῆς ἐκλεκτικότητος, ἣν προσφέρομαι νὰ σᾶς δώσω καὶ καταμετρήσατε
τὰς δυνάμεις ὑμῶν, ὡς καὶ ποία ἐπιμέλεια ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους ὑμῶν ἐν
τῇ ἀναδείξει καὶ καταρτισμῷ ὑμῶν, διὰ νὰ δυνηθῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸ
ὕψος τῆς πραγματικῆς ἐν τῷ κόσμῳ ἀποστολῆς σας. Ἐν τῇ ἀτελείᾳ καὶ
ἀδυναμίᾳ ὑμῶν ἐνδυναμώνων καὶ προάγων ὑμᾶς ἐπιδιώκω νὰ κατισχύσω

243
δι’ ὑμῶν καὶ νὰ ἐξαγγείλω τῷ κόσμῳ τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῇ συνάψει τῆς
μεθ’ ὑμῶν Διαθήκης Μου.
Ἐν ὑμῖν βεβαίως θὰ προβάλλῃ τὸ ἐρώτημα: Εἶναι δυνατὸν τὸ Ἂπειρον
νὰ εἰσχωρήσῃ ἐν τῇ πεπερασμένῃ καὶ ἀτελῇ ὑμῶν ὑπάρξει καὶ νὰ καταστή-
σῃ ὑμᾶς Κοινωνοὺς τῶν Ἀπορρήτων τῆς Θείας Αὐτοῦ Μυσταγωγίας; Εἶναι
δυνατὸν ἡ Ἀλήθεια τῆς Ὑπερτάτης τοῦ Κόσμου Διανοήσεως νὰ διανοίξῃ
τὰς καρδίας ἡμῶν, τὰς τόσον ἐν τῇ ὕλῃ ἐμβεβαπτισμένας καὶ ἐναποθέσῃ
ἐν αὐταῖς τὴν Ἐπαγγελίαν τῶν μελλουσῶν τῆς ἀνθρωπότητος γενεῶν;
Εἶναι δυνατὸν τὸ Φῶς τοῦ Ἀπείρου Πνευματικοῦ Κόσμου νὰ συγκατα-
τεθῇ νὰ διαχύσῃ ἐν τῇ ἀτελῇ πνευματικῇ ἡμῶν ὀντότητι τὰς Ζειδώρους
Αὐτοῦ Ἀκτῖνας καὶ διὰ μεταλαμπαδεύσεως Αὐτοῦ ἐν ἡμῖν νὰ διανοίξῃ
νέας ἀτραποὺς ἐν τῇ ἀνθρωπότητι, διὰ νὰ φθάσῃ συντομώτερον εἰς τὸ
τέρμα τοῦ προορισμοῦ αὐτῆς καὶ διὰ νὰ ἀνεύρῃ τὴν μόνην ὁδὸν τῆς Ἀλη-
θείας, τὴν συνδέουσαν τὰς διαφορὰς αὐτῆς ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τοῦ Θείου
καὶ ἀποκαλυπτικοῦ δι’ ἡμᾶς καὶ αὐτὴν Ἔργου;
Καὶ ὅμως ἐὰν ἀνατρέξητε εἰς τὴν ἱστορίαν καὶ ἐρανισθῆτε τὰ παρα-
δείγματα τῆς Ἐπαγγελίσεως τῆς Ὑπερτάτης Πνευματικῆς Δυνάμεως καὶ
Ἐξουσίας μὲ τὸν ἄνθρωπον, θὰ ἴδητε ὅτι τὰ σκεύη ἐκλογῆς αὐτῆς δὲν
διέφερον ποσῶς ὑμῶν, πολλὰ δὲ τούτων εὑρίσκοντο εἰς κατωτέραν ὑμῶν
πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν μοῖραν. Οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, πλὴν
ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων κοινωνικῆς τάξεως τινων ἐξ αὐτῶν, οἱ πλεῖστοι
τούτων οὐδὲν πνευματικὸν ἢ ψυχικὸν προτέρημα ἐξαιρετικὸν παρουσία-
ζον. Οἱ μῦσται τῆς ἀρχαιότητος ἐν τοῖς μυστηρίοις τῶν Ἀσιατικῶν λαῶν, ὡς
καὶ ἐν αὐτῇ τῇ Ἑλλάδι δὲν ἐγεννήθησαν ἐκ τῆς κοιλίας τῆς μητρὸς αὐτῶν
κατέχοντες τὸ Φῶς, τὸ ὁποῖον ἐπέχυσαν τῷ κόσμῳ.
Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐξελέξατο τοὺς μαθητὰς Αὐτοῦ μεταξὺ τῶν ταπεινῶν
ἁλιέων καὶ ἀσήμων, διὰ νὰ σκορπίσωσι καὶ διασπείρωσιν εἰς τὸν κόσμον
τὴν Ἀλήθειαν τῆς Θείας Αὐτοῦ Διδασκαλίας, διὰ νὰ συντρίψωσι τὰ δεσμὰ
τοῦ μίσους καὶ νὰ ἐνσταλάξωσιν εἰς τὰς καρδίας τῶν μελλουσῶν γενεῶν
τὴν πρὸς τὸν πλησίον καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτῶν ἀγάπην.
Τὸ Ἔργον ὅμως τοῦ Ἰησοῦ παραφθαρὲν καὶ παρανοηθὲν ὑπὸ τῶν
διαδεχθεισῶν τοὺς μαθητὰς καὶ διαδόχους αὐτῶν Ἐκκλησιῶν, τῶν τη-
ρησασῶν τὴν ἐξωτερικὴν τῶν τύπων λατρείαν καὶ μόνον καὶ οὐδὲν
διαφυλαξασῶν ἐκ τῆς ἐσωτερικῆς μυήσεως τῶν πρώτων χριστιανικῶν
χρόνων, ἀπέβη ἡ σημερινὴ τοῦ κοινωνικοῦ συγκροτήματος σύνθεσις, ἡ ἐν
τῇ αὐτῇ Διδασκαλίᾳ καὶ ὑπὸ τὸν αὐτὸν Πνευματικὸν Διδάσκαλον καταπο-
λεμοῦσα τὸ ἀληθὲς Αὐτοῦ Ἔργον καὶ τὴν πνευματικὴν Αὐτοῦ ἐν τῷ κό-
σμῳ Ἀποστολήν.
Σκοπὸς τοῦ μεταξὺ ὑμῶν συνδέσμου καὶ τῆς ἐκλογῆς ὑμῶν ἐστὶν ἡ
πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ ὑμῶν σὺν τῷ χρόνῳ τελειοποίησις, ἵνα ἐν εὐθέτῳ
χρόνῳ ἀποκαλύψω ὑμῖν τὴν Νέαν Μου πρὸς τὸν κόσμον Ἀλήθειαν καὶ
ὑπαγορεῦσω ὑμῖν τὴν Νέαν πρὸς τὴν Ἀνθρωπότητα Διαθήκην Μου, ἥτις
ἔσεται ἡ συνέχισις τῶν παλαιῶν καὶ ἡ συμπλήρωσις αὐτῶν συμφώνως

244
τῆς σημερινῆς πνευματικῆς τῆς ἀνθρωπότητος ἐξελίξεως. Ὁ σκοπὸς
ὅμως οὗτος διὰ νὰ ἐπιτευχθῇ μέσον ὑμῶν, ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους ὑμῶν οὐ
μόνον ἱκανὴ προπαρασκευή, διὰ νὰ δυνηθῆτε μόνοι σας νὰ ἀναχθῆτε εἰς τὸ
ὑψηλὸν σημεῖον τῆς ἐσωτερικῆς ἐξ ὁλοκλήρου ἀνακαινίσεώς σας, ἀλλά
καὶ συγχρόνως νὰ ἐξελιχθῆτε πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς, ἵνα κατορθώ-
σητε καὶ καταστῆτε μύσται τῶν ὅσων ἐπιφυλάσσω ὑμῖν καὶ τῶν ὅσων
προτίθεμαι νὰ ἀποκαλύψω ὑμῖν ἐν τῷ μέλλοντι.
Ὁ χρόνος, ὅστις ματαίως καταναλίσκεται εἰς προτροπὰς καὶ συμ-
βουλάς, ἵνα ἀκολουθήσητε Ἐμέ, ἔπρεπε νὰ χρησιμοποιῆται ἤδη εἰς τὴν
προκαταρκτικὴν ἔναρξιν τῆς εἰσαγωγῆς ὑμῶν ἐν τῇ πρὸς ὑμᾶς Ἀποκαλύ-
ψεώς Μου. Ἂς ἐλπίσω ὅτι πολὺ ταχέως θὰ πραγματοποιηθῇ καὶ τοῦτο.

114. Φῶς Ζωῆς Ἐγὼ Εἰμί.


Οἱ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενοι ἂς ἐνατενίσωοι τὸ Φῶς, τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἔκ-
πηγάζον καὶ πρὸς αὐτοὺς ἀποστελλόμενον καὶ ἂς ἐντείνωσι τὰς δυνά-
μεις αὐτῶν, ἵνα παραλάβωσι τοῦτο, ἐν ταῖς πνευματικαὶς ψυχαῖς αὐτῶν.
Τὸ Φῶς τοῦτο εἰσερχόμενον ἐν τῷ πνεύματί των ἂς διανοίξῃ τὴν διάνοιαν
αὐτῶν καὶ ἂς ὑπερπληρωθῇ αὕτη ὑπ’ Αὐτοῦ. Ὑπερπληρουμένη αὕτη ὑπ’
Αὐτοῦ, καὶ τὸ πνεῦμα διαυγὲς καὶ ἀποκαθαρμένον, ὑπέρλαμπρον καὶ φω-
τεινὸν ἂς διαλύσῃ τὰς ἀκτῖνας αὐτοῦ πρὸς τοὺς περὶ αὐτοὺς ἱσταμένους
καὶ ἀναμένοντας τὴν ἐπ’ αὐτοὺς ἀκτινοβολίαν τούτου.
Ἡ πρὸς αὐτοὺς ἐξ αὐτῶν παραγομένη καὶ ἐξ Ἐμού ἐκπηγάζουσα
Ἀκτινοβολία αὕτη ἔσεται τὸ μέλλον Φῶς, τὸ πρὸς σύμπασαν τὴν ἀνθρω-
πότητα προοριζόμενον, ὅπερ μέλλει νὰ διασκορπίσῃ τὰς ἐπισωρευθεὶ-
σας ἐπ’ αὐτῆς συσκοτίσεις τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ διαχύσῃ μέχρι τῶν
περάτων καὶ ἐν τοῖς ἐγκάτοις αὐτῆς τὴν Φαεινὴν καὶ οὐδέποτε σβεν-
νυμένην Λάμψιν Αὐτοῦ.
Τὸ Φῶς τοῦτο ἂς διαχυθῇ ἐν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν, ἂς περιβάλλῃ αὐτὰς
πανταχόθεν καὶ ἂς ἀποκαθάρῃ αὐτὰς ἀπὸ παντὸς ὀλισθήματος, ἀπὸ πα-
ντὸς ρύπου ψυχικοῦ. Ἂς ἐνδυναμώσῃ αὐτὰς εἰς τὴν Ἀρετήν, ἂς διαθερμάνῃ
ταύτας, ἵνα κατοχυρώσωσι καὶ ἰσχυροποιούμενοι ἐν τῷ σπέρματι τῶν
ὑπολανθανουσῶν αὐτῶν δυνάμεων καὶ καθιστάμενοι ἀδιάφθοροι ἀπὸ
­πάσης ἄλλης παρεμβολῆς, ἂς διανύσωσι μετὰ τοῦ πνευματικοῦ αὐτῶν
ἐγὼ τελείως ἀπερίσπαστοι τὴν πρὸ αὐτῶν διανοιγομένην ὁδὸν πρὸς τὴν
­τελειοποίησιν καὶ ἐξαγιασμόν.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καὶ τὴν ἀγάπην ὑμῶν ταύτην μεταδώσατε καὶ
εἰς ἄλλους. Ἀποτελέσατε μίαν μικρὰν ποίμνην ὑπ’ Ἐμὲ ὡς Ποιμένα καὶ
ὁδηγηθῆτε ὑπ’ Ἐμὲ εἰς τὴν εὐρεῖαν νομὴν τοῦ Πνευματικοῦ Μου πεδίου.
Ἀγαπήσατε ἀλλήλους μὲ τὴν ἀγνὴν καὶ ἄδολον καὶ ἀσύμφερον Ἀγάπην,
ἀνήκοντες πρὸς ἑαυτούς, εἰς ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν καὶ πρὸς Ἐμὲ κατόπιν.
Ἐὰν ὁ πνευματικὸς καὶ ψυχικὸς σύνδεσμος ὑμῶν ἀρρήκτως δὲν προ-

245
κληθῇ, δὲν δύναται νὰ ἐπακολουθήσῃ καὶ ὁ μετ’ Ἐμοῦ ἄρρηκτος σύνδε-
σμος ὑμῶν. Διότι ἐὰν συνδεθῆτε μετ’ Ἐμοῦ πρῶτον, χωρὶς προηγουμένως
νὰ συνδέσητε ἑαυτοὺς ἀδιασπάστως μεταξύ σας, εἰς τὴν ἐλαχίστην διαρ-
ραγὴν τῆς ἁλύσεως τοῦ συνδέσμου ὑμῶν θέλει διαχωρισθῇ καὶ ἡ μετ’ Ἐμοῦ
συνδέουσα ὑμᾶς ἅλυσις.
Ἀνυψωθῆτε πνευματικῶς, ἀποκαθαρθῆτε ψυχικῶς, συντονίσατε τὰς
πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς ὑμῶν δυνάμεις, ἰσχυροποιήσατε ταύτας, ἵνα ἀπο-
τελέσητε ἐν τῇ ὁμάδι ὑμῶν οὐ μόνον τὸν ἀπαραίτητον ψυχικὸν δεσμόν,
τὸν συνδέοντα ἀρρήκτως καὶ συναισθηματικῶς μόνον ὑμᾶς, ἀλλὰ καὶ τὸν
πλήρη ὑμῶν ἁρμονικὸν παλμόν, ὡς ἐνιαῖον ὄργανον τῆς κρούσεως τῶν
χορδῶν, αἵτινες ἐν τῷ ὑπ’ Ἐμοῦ τονιζομένῳ σκοπῷ θ’ ἀντιπροσωπεύονται
ἐν αὐτῷ παρ’ ὑμῶν. Ὁ παλμὸς τῆς ψυχῆς ὑμῶν ἔστω ἡ διαπνοὴ τῶν ψυ-
χῶν ὑπὸ τῆς αὐτῆς Ἐμπνευστικῆς Δυνάμεως, ἥτις οὐδόλως ἂς ἐγκατα-
λείψῃ ὑμᾶς εἰς τὸ μέλλον.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, δημιουργήσατε ἐν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν τὸ πρὸς ἀλ-
λήλους συναίσθημα τοῦτο, τὸ ὁποῖον ἡ πρὸς Ἐμὲ ἀγάπη ὑμῶν ἂς προασπί-
ζῃ ἀπὸ πάσης κακοβούλου διαταραχῆς. Ἄνευ ἀγάπης μεταξὺ ὑμῶν, ἄνευ
τοῦ πνευματικοῦ καὶ ψυχικοῦ συνδέσμου, ὅστις δέον ν’ ἀναπτυχθῇ ἐν ταῖς
ψυχαῖς ὑμῶν, εἶναι ἀδύνατον ν’ ἀνυψωθῆτε, εἶναι ἀδύνατον νὰ προχωρή-
σητε εἰς τὸν διανοιγόμενον πρὸ ὑμῶν δρόμον. Ἀγαπήσατε ἀλλήλους, ὡς
ὁ Θεὸς ἠγάπησε τὸν Κόσμον, ὡς ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὰς Αὐτοῦ.
Ἂν εἰς τὸν κόσμον ὑπάρχουν πλεῖστα ὅσα παραδείγματα αὐτοθυσίας
τῶν φίλων ὑπὸ μόνον τὸ συναίσθημα τῆς φιλίας, εἰς ὑμᾶς τὸ συναίσθημα
τοῦτο δέον νὰ καταστῇ ἰσχυρότερον, διότι δὲν πρόκειται νὰ συνδεθῆτε
ὑπὸ τῆς ἐπιθυμίας αὐτοῦ καὶ μόνον, ἀλλὰ διότι δι’ αὐτοῦ θὰ ἐξυπηρετήσητε
τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου ὑμῶν. Καὶ ὁ σκοπὸς τοῦ ἔργου τούτου δὲν πρόκειται
μόνον νὰ ἐξυπηρετήσῃ ὑμᾶς, ἀλλὰ σύμπασαν τὴν ἀνθρωπότητα, ἥτις θ’
ἀκολουθήσῃ ὑμᾶς. Ἀνάγκη ὅθεν νὰ καταρτίσητε πρῶτον ἑαυτοὺς καὶ εἶτα
νὰ ἐπιδιώξητε νὰ καταρτίσητε καὶ ἄλλους.
Θὰ ἀνομολογήσητε ὅτι ἡ ἀποτυχία τοῦ σκοποῦ ὑμῶν ἀκριβῶς ἐξηρ-
τήθη καὶ προῆλθε διότι οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν καὶ τῶν ἄλλων κατενόησε τὸν
ὑψηλὸν σκοπὸν τῆς Ἀποκαλύψεώς Μου καὶ συνεπῶς ἡ πρὸς πάντας Ἐπι-
ταγή Μου τῆς ὁμοφρόνου καὶ ἀδιασπάστου Ἀγάπης ἐγκατελείφθη καὶ
ἐπέφερε τὴν ἀποτυχίαν τοῦ ἀρξαμένου Ἔργου Μου.
Ὅταν ἀγαπᾶτε ἀλλήλους μὴ σκεπτόμενοι νὰ ἐξυπηρετήσητε ἑαυτοὺς καὶ
μόνον, ἢ τὴν προσωπικότητά σας ἕκαστος κεχωρισμένως, ἀλλὰ τὸν σκοπὸν
τοῦ ἔργου Μου συνηνωμένοι καὶ ἀδιαχώριστοι, ὡς ν’ ἀποτελῆτε μίαν ἑνιαίαν
ψυχὴν καὶ ἀναχωροῦντες πάντοτε ἐν τῇ καλλιτέρᾳ αὐτοῦ ­ἐξυπηρετήσει
ὑπὸ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς θελήσεως καὶ συμβολῆς, συνεισφέρων ἕκαστος
­ἀναλόγως τῶν δυνάμεων αὐτοῦ, χωρὶς ὁ εἰς νὰ ἐποφθαλμιᾷ τὸν ἕτερον, ἢ
χωρὶς ὁ εἷς νὰ ἐπιρρίπτῃ εἰς τὸν ἕτερον τὰς εὐθύνας καὶ τὰ σφάλματα, ἀλλὰ
ἀπὸ κοινοῦ πάντοτε συνεργαζόμενοι καὶ ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀγαθοῦ συνειδότος
­ἐμφορούμενοι ἐν τῇ ἀναδείξει τοῦ ἔργου ὑμῶν καὶ μόνον ἀποβλέποντες, τότε

246
θὰ ἴδητε πόσον ταχέως καὶ εὐδοκίμως τοῦτο θέλει πραγματοποιηθῇ.
Ὁπόταν ὅμως δὲν κατανοήσητε ἐν τῇ ἀρχῇ πάντα ταῦτα, ὁπόταν ἀφε-
θῆτε ἐλεύθεροι νὰ πράττητε ἕκαστος κατὰ τοὺς ἐνδομύχους αὐτοῦ πόθους
καὶ ἐπιδιώξεις, ὁπόταν δὲν χωνεύσητε καλῶς ὅτι μόνον ἡ σύμπνοια, ἡ ἀγά-
πη, ἡ ἀλληλοϋποστήριξις ἐν τῇ κοινῇ ὑμῶν προσπαθείᾳ τῆς ἀναδείξεως
τοῦ ἔργου, οὐδὲν θὰ πράξητε καὶ ἡ ἀποτυχία ὑμῶν θὰ σημειωθῇ καὶ πάλιν
ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματα ὑμῶν. Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς βαδίζῃ κατόπιν τοῦ ἄλ-
λου καὶ ὁ πρῶτος ἂς ἀπομακρύνῃ τὰ ἐμπόδια τὰ πρὸ τῶν ποδῶν αὐτοῦ,
ἵνα ἀπροσκόπτως διέλθῃ ὁ ἑπόμενος. Ὀφείλει ν’ ἀνεγείρῃ ταῦτα, ἔχει κα-
θῆκον νὰ ὑποδείξῃ αὐτὰ εἰς τὸν ἑπόμενον, ἐὰν μόνος του δὲν δύναται νὰ
τὰ ἀπομακρύνῃ διὰ νὰ τὰ ἀπομακρύνωσιν ἀλληλοβοηθούμενοι καὶ ἀλλη-
λοϋποστηριζόμενοι.
Πρέπει, ἔχετε καθῆκον νὰ συνενωθῆτε πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς
καὶ νὰ ἀνήκητε διὰ τοῦ ψυχικοῦ τούτου δεσμοῦ ὑμῶν ὁ εἷς εἰς τὸν ἄλλον.
Ἑκάστη προσβολὴ γενομένη εἰς ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ὀφείλει νὰ θίγῃ καὶ
τὸν ἕτερον καὶ ἐν τῷ συνόλῳ ἅπασαν τὴν ὁμάδα ὑμῶν. Ὀφείλετε νὰ ἀπο-
τελέσητε μίαν ἑνιαίαν οἰκογένειαν, οἰκογένειαν Πνευματικήν, δέον νὰ κα-
ταστῆτε οἱ ἀγαπητώτεροι ἀδελφοί, καὶ τὸν σύνδεσμόν σας τοῦτον νὰ μὴν
εἶναι δυνατὸν οὐδεμία ἐν τῷ κόσμῳ δύναμις νὰ διασπάσῃ, Ὀφείλετε οὕτω
πως συνηνωμένοι, ν’ ἀποτελέσητε ἓν ἑνιαῖον μέτωπον ἀδιάσπαστον καὶ
ἀκατάβλητον καὶ νὰ ἐπιδιώξητε δι’ ὅλων τῶν δυνάμεων ὑμῶν νὰ ὑπερνική-
σητε τὰ ἐμπόδια καὶ νὰ καταγάγητε τὸν θρίαμβον τῆς νίκης.
Ὁπόταν διὰ τῆς πρὸς ἀλλήλους ἀγάπης ὑμῶν ταύτης κάμητε τὸ
πρῶτον βῆμα ἐν τῇ πραγματικῇ καὶ ἐνδεδειγμένῃ ὑπ’ Ἐμοῦ ὁδῷ, θὰ ἴδητε
ὅτι καὶ πολλοὶ ἄλλοι θὰ εὑρεθῶσι νὰ ἀκολουθήσωσιν ὑμᾶς.
Ὁπόταν διὰ τοῦ πρώτου εἰς ὑμᾶς ἐπιβαλλομένου καθήκοντος τῆς Ἀγά-
πης προσπαθήσητε ἀπὸ κοινοῦ νὰ ἀναπτύξητε τὰς πνευματικὰς καὶ ψυχι-
κὰς ὑμῶν δυνάμεις, τότε δὲ διὰ τῆς συσφίξεως τῶν δεσμῶν ὑμῶν καὶ ὁ με-
ταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν δεσμὸς ἔτι μᾶλλον θὰ συσφιχθῇ καὶ ἅπαντες ὁμοῦ ὡς
ἀποτελοῦντες ἓν μετ’ Ἐμοῦ σῶμα, ὡς καὶ ἕκαστος ὑμῶν κεχωρισμένως
θέλετε αἰσθανθῇ τὴν στενωτέραν τοῦ δεσμοῦ μας τούτου σύσφιξιν καὶ αἱ
πρὸς ἕνα ἔκαστον Ἀποκαλύψεις Μου θὰ καταστῶσι καταφανέστεραι καὶ
διαυγέστεραι, ἡ δὲ πρὸς ἕνα ἕκαστον κεχωρισμένως καὶ πρὸς ἅπαντας ἐν
τῷ συνόλῳ Ἀγάπη Μου ἄνευ διακρίσεων, ἀναλόγως τῶν δυνάμεων ἑνὸς
ἑκάστου καὶ τῆς καταβαλλομένης ὑπ’ αὐτοῦ προσπαθείας καὶ ἀναλόγως
τοῦ ζήλου, ὅν ἕκαστος θὰ καταβάλλῃ, θὰ περιβάλλῃ ὑμᾶς ἐξ ἴσου, ὅσον
καὶ ὑμεῖς ἀγαπήσητε ἀλλήλους καὶ ἡ πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ ὑμῶν πρόοδος
θὰ συντελεσθῇ, ὅσον οὐδέποτε συνετελέσθη ἐν τῷ παρελθόντι.
Ἂς ἐλπίσω ὅτι πολὺ ταχέως θὰ κατανοήσητε τὰ ὑπ’ Ἐμοῦ διατυπούμε-
να καὶ ὅτι θέλετε ἀκολουθήσει ταῦτα πιστῶς.

247
115. Ὁ ἀναζητῶν Ἐμὲ τάχιον εὑρήσει Με, καὶ ὁ εὑρῶν Με ἐπαναπαυ-
θήσεται ἐν Ἐμοί, ὡς κἀγὼ ἀναπαύσω αὐτόν. Ἀναπαυθεὶς δὲ ἐν Ἐμοὶ
προσέλθῃ τῷ κόσμῳ καὶ ὁ κόσμος ἀκούσει τὴν ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ
ἐξερχομένην Ἀλήθειαν, ἥτις Ἐμοῦ ἐστίν, ὡς ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένη. Ἀλλὰ ὁ
ἐπιθυμῶν Ἐμέ, πρῶτον τὰ τοῦ κόσμου μισήσει καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου καὶ τὰ
ἐν τῷ κόσμῳ ἀπαρνηθῇ. Τὶς ὅμως δύναται νὰ μισήσῃ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ, ἵνα
διαφυλάξῃ ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ πάντα τὰ ὑπὲρ τὸν κόσμον κείμενα;
Ἀγάπη Εἰμὶ καὶ ὁ ἀγαπῶν Ἐμὲ τὰ πάντα ὑπὲρ Ἐμοῦ θύσει. Αλλ’
­Ἀγάπη ὢν πῶς τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου μισήσει; Ὁ μισῶν οὐκ
ἐξ Ἐμοῦ ἐμπνέεται, ἀλλ’ ἐκ τοῦ πονηροῦ καὶ κακοῦ. Πῶς δὲ συνταυτίζεται
τὸ μῖσος κατὰ τῶν ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ἡ πρὸς Ἐμὲ καὶ τόν κόσμον ἀγάπη; Οὐ
δύναται τις δυσὶν κυρίοις δουλεύειν. Καὶ πάντα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ προερχό-
μενα ἀνήκουν εἰς τοὺς μισοῦντας Με καὶ καταπολεμούντας ἐξ Ὀνόματός
Μου τὸ Ἔργον Μου. Διότι Ἐγὼ οὐκ Εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου καὶ ὡς μὴ ἐκ
τοῦ κόσμου τούτου πάντα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ ἀγαθὰ ὡς κακὰ δι’ Ἐμὲ
λογίζονται. Καὶ λογιζόμενα ὡς τοιαῦτα οὐ δύνανται οἱ ἀκολουθοῦντες Με
νὰ ἔχωσιν Ἐμὲ ὡς Ὁδηγὸν καὶ Προστάτην καὶ νὰ ὁδηγοῦνται ὑπὸ τῶν ὑπ’
Ἐμοῦ ἀπεμπολημένων καὶ καταδικασμένων.
Ὁδηγὸς ὑμῶν Εἰμὶ καὶ γενήσομαι ἐν τε τῷ παρόντι καὶ τῷ μέλλοντι,
ἀλλὰ ἡ πρὸς ὑμᾶς Ἀγάπη Μου ὅσον ἐν Ἐμοὶ θεμελιοῦται καὶ θεμελιωθήσε-
ται, κατὰ τοσοῦτον ἀποξενωθήσεσθε ἐκ τῶν τοῦ κόσμου ἀγαθῶν, ὡς Ἐγὼ
ἐπιφυλάσσων ὑμῖν τ’ ἀγαθὰ ἄλλου Κόσμου, ἀντιθέτου τοῦ κόσμου ὑμῶν
καὶ συγκομιζόμενα καὶ ἐναποθηκευόμενα οὐκ ἐν ἀποθήκαις ὑλικαὶς ὅπου
οἱ ἄνεμοι καὶ αἱ κακοκαιρίαι ἀλλοιοῦσιν καὶ ἐξαφανίζουσιν καὶ καταστρέ-
φουσιν, ἀλλ’ ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν, ὅπου Ἂφθορα καὶ Ἀναλλοίωτα ἐκεῖ θὰ πα-
ραμένωσιν.
Ὁ ἀγαπῶν Ἐμὲ ἂς μισήσῃ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου πη-
γάζοντα. Ἀλλὰ διὰ νὰ ἀγαπήσῃ Ἐμὲ ὀφείλει πρῶτον νὰ ἀγαπήσῃ τὸν
πλησίον αὐτοῦ. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἠγάπησε τὸν πλησίον αὐτοῦ ἄχρις ὥρας ὡς
ἑαυτόν. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν κατώρθωσεν εἰσέτι νὰ συμπεριλάβῃ ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτοῦ τὴν Ἀγάπην ὅλου τοῦ κόσμου. Διότι τὸ νὰ ἀγαπᾶ τις τοὺς στενοὺς
αὐτοῦ συγγενεῖς, ἢ τοὺς μετ’ αὐτοῦ συνδεομένους, οὐδὲν πρὸς Ἐμὲ ἐποίη-
σεν. Ὁ ἀκολουθῶν Ἐμὲ ὀφείλει ν’ ἀγαπήσῃ τοὺς πάντας καὶ πλεῖον ὅλων
τοὺς καλλιτέρους αὐτοῦ. Διότι παρὰ μὲν τῶν συγγενῶν καὶ φίλων ἀναμένει
τις κάτι καλόν, ἢ ἀγαπᾶ αὐτοὺς λόγῳ καθήκοντος καὶ ἀνάγκης, ἀλλὰ τοὺς
μισοῦντας αὐτὸν ὀφείλει ν’ ἀγαπήσῃ χάριν Ἐμοῦ. Καὶ Ἐγὼ ἐπιτάσσω τοῖς
Ἐμοῖς ἀκολούθοις ἵνα ἀγαπῶσιν αὐτούς, διότι ἡ πρὸς αὐτοὺς ἀγάπη των
πρὸς Ἐμὲ προσφέρεται ὡς θυσία καὶ ἐξιλαστήριον τῶν ἐν τῷ Ὀνόματί
Μου γενομένων παρ’ αὐτῶν παρεκτροπῶν καὶ σφαλμάτων.
Ἀφοῦ δὲ Ἐγὼ ἐπιτάσσω τοῖς ἀκολούθοις Μου, ἵνα ἀγαπῶσιν τοὺς
ἐχθροὺς αὐτῶν καὶ πάντας τοὺς μισοῦντας αὐτούς, πῶς ἐξ ἀντιθέτου ἐπι-
βάλλω ἢ μᾶλλον συνιστῶ αὐτοῖς νὰ μισήσωσι πάντα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ
ἐκ τοῦ κόσμου; Μήπως καὶ οἱ μισοῦντες ὑμᾶς οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου καὶ

248
τὰ ἐν τῷ κόσμῳ ἐξυπηρετοῦσιν; Ὅταν λέγω τὰ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ τὰ ἐκ τοῦ
κόσμου, ὁμιλῶ περὶ πάντων τῶν φθαρτῶν ἀγαθῶν, ἅτινα ὡς πηγὴν καὶ
ἐλατήριον ἔχουν τὴν φθαρτὴν ὕλην, ἐνῶ ἡ πρὸς πάντας καὶ τοὺς ἐχθροὺς
ὑμῶν εἰσέτι ἀγάπη ἐπιδιώκει τὴν καλλιέργειαν καὶ ἀνύψωσιν τῆς ψυχῆς
ὑπεράνω παντὸς ὑλικοῦ συμφέροντος, ὑπὲρ παντὸς ἐν τῷ κόσμῳ φθο-
ροποιοῦ κακοῦ, διότι ἡ Ἀγάπη εἶναι τὸ ὕδωρ, ὅπερ ποτίζει τὸ δένδρον
τῆς Ζωῆς καὶ ποιεῖ τοὺς ὑπὲρ Ἐμοῦ γενομένους καὶ ὡριμάζοντας καρποὺς
αὐτοῦ. Ἡ πρὸς τὰ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου ἀποστροφὴ ὑμῶν
ἐστὶν ἡ πρὸς τὸ ἐν αὐτῇ φθοροποιὸν κακὸν ἀπέχθεια ὑμῶν, ἥτις θ’ ἀφήσῃ
ἐλεύθερον τὸ ἐκ τῆς Πηγῆς Μου παρεχόμενον ὕδωρ εἰς τὸ δένδρον τῆς
Ζωῆς ὑμῶν νὰ ὡριμάσῃ ταχύτερον τοὺς καρποὺς αὐτοῦ.
Οὐδὲν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ Ἀγαθόν, ἂν μὴ πρῶτον δὲν ἱκανοποιῇ καὶ
ἀναπαύῃ τὴν ψυχήν. Οὐδὲν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ ἀληθῶς Ἀθάνατον καὶ
Ἄφθαρτον, ἐὰν πρῶτον δὲν διαφωτίζῃ τὴν ψυχὴν διὰ τοῦ Φωτὸς τῆς
Ἀληθείας καὶ τῆς Αἰωνιότητος. Οὐδὲν ἐν τῷ κόσμῳ διαρκὲς καὶ Αἰώνιον,
ἐὰν δὲν συσχετίζεται μὲ τὰ ὑψηλὰ συναισθήματα τῆς ἐξελιχθείσης καὶ
λαμπρυνθείσης ἐκ τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Ἀγαθοῦ ἐν τῇ ζωῇ ψυχῆς. Διὰ
τοῦτο καὶ οἱ ἐπιθυμοῦντες ὅπως Μὲ ἀνεύρωσι δύνανται νὰ καλλιεργήσωσι
τὴν ψυχὴν αὐτῶν πρὸς πᾶσαν ἀγαθοεργὸν πρᾶξιν. Πόσον θὰ αἰσθανθῶσι
τότε τὴν πραγματικὴν ἐν τῷ κόσμῳ εὐτυχίαν, ἣν οὐδὲν ἄλλο ἐκ τῶν τοῦ
κόσμου ἀγαθῶν δύναται νὰ τοῖς παρέξῃ. Πόσον τότε ἡ ψυχὴ αὐτῶν θὰ πλη-
ροῦται εὐδαιμονίας, ἥτις οὔτε ἐν τῇ δόξῃ, οὔτε ἐν τῷ πλούτῳ, οὔτε ἐν τῇ
ὑλικῇ ἀπολαυῇ ἀνεύρηται.
Ἀναπτύξατε ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν τὴν πρὸς πάντας Ἀγάπην. Ἕκαστος ἐκ
τῶν ἀνθρώπων, οἵτινες προσεγγίζουσιν ὑμᾶς, εἴτε καλοί, εἴτε κακοί, εἰς Ἐμὲ
ἀνήκουσιν. Ὡς ἀνήκοντες δὲ εἰς Ἐμὲ καὶ ἀφοῦ προσπαθῆτε ἵνα ἐγγύτερον
τῆς Ἀγάπης Μου προσέλθητε δέον νὰ ἀγαπᾶτε αὐτούς. Ὁ ποιῶν τὸ πρὸς
αὐτοὺς ἀγαθόν, πρὸς Ἐμὲ τοῦτο ποιεῖ. Καὶ ὁ ποιῶν τοῦτο πρὸς Ἐμὲ πρὸς
ἑαυτὸν καὶ μόνον ποιεῖ τοῦτο. Διότι πᾶν τὸ καλὸν ὑφ’ ἑκάστου ὑμῶν γινό-
μενον πρὸς ἕτερον ἐστὶν ἡ ἐξόφλησις τῆς ὀφειλῆς αὐτοῦ πρὸς τὴν ζωὴν
ἣν διατρέχει. Καὶ ἑκάστη τοιαύτη ἐξόφλησις ὑμῶν πρὸς τὴν ζωὴν συνεπά-
γεται καὶ ἐν εἰσέτι βῆμα ὑμῶν πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὴν τελειοποίησιν καὶ
ἐξαγνισμὸν καὶ ἕκαστον τοιοῦτον βῆμα ὁδηγεῖ πλησιέστερον πρὸς Ἐμέ.
Ἀγαπᾶτε πάντας, ὡς καὶ τοὺς μισοῦντας καὶ κακολογοῦντας ὑμᾶς.
Ἕκαστος ἄνθρωπος καλὸς ἢ κακός, τέλειος ἢ ἐλαττωματικός, ἀνήκει εἰς
τὴν κλίμακα, τὴν ὁποίαν ἤδη ἀνέρχεσθε, διὰ νὰ Μὲ φθάσητε. Ἐὰν νομίζετε
ὅτι ἀνήκετε εἰς ὑψηλοτέραν βαθμίδα, προσπαθήσατε νὰ βοηθήσητε ὅσον
τὸ δυνατὸν καλλίτερον καὶ διὰ τῶν δυνάμεων ὑμῶν τοὺς εὑρισκομένους
εἰς κατωτέρας βαθμίδας ἀπὸ ὑμᾶς. Δὲν πρέπει νὰ ἀπωθήσητε αὐτοὺς ἔτι
μᾶλλον πρὸς τὰ κάτω, διότι καὶ ὑμεῖς θὰ ἀπωθηθῆτε ἔτι μᾶλλον αὐτῶν ὑπὸ
τῶν ὑπερκειμένων ὑμῶν. Ὅσον ὅμως καταβάλλετε τὰς δυνάμεις ὑμῶν ἐν
τῇ εἰλικρινεῖ προσπαθείᾳ τῆς ἐξυψώσεώς των, κατὰ τοσοῦτον καὶ ὑμεῖς θὰ
ὠθῆσθε πρὸς τὰ ἄνω καὶ ἡ ἐνίσχυσις ὑμῶν ἐκ τῶν ὑπερκειμένων θὰ καθί-

249
σταται ἐντονωτέρα καὶ ἔτι μᾶλλον καταφανής. Θέλετε νὰ μισῶσιν ὑμᾶς
οἱ ὑπερκείμενοι ὁδηγοὶ ὑμῶν, διότι ὑμεῖς δὲν δύνασθε νὰ κατανοήσητε
πλήρως τὴν Ἀλήθειαν, διότι δὲν ἐφθάσατε εἰσέτι εἰς τὴν βαθμίδα ἐκείνην
ἐξ ἧς θὰ ἠδύνασθε νὰ κρίνητε τὰ ἐν ὑμῖν καὶ τὰ πέριξ ὑμῶν τελούμενα, οὐχὶ
πλέον ἐξ ὑποδείξεως ἐμπνεύσεως, καθοδηγήσεως, ἀλλ’ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν, ἐκ
πλήρους καὶ ἐνσυνειδήτου ὑμῶν ἐπιγνώσεως καὶ ἀντιλήψεως; Ὅπως λοι-
πὸν δὲν ἐπιθυμεῖτε νὰ κάμωσιν ὑμῖν τοῦτο, οὕτω καὶ ὑμεῖς μὴ ποιεῖτε ἐκεῖ-
να, ἅτινα θὰ ἐμισῆτε δι’ ἑαυτούς, πρὸς τοὺς ἄλλους.
Ὁ σκοπὸς τῆς ἀνόδου ὑμῶν ἐστὶν ἡ ἀληθὴς ἐπίγνωσις τῶν καθηκό-
ντων ὑμῶν πρός τε ἑαυτοὺς καὶ τὴν ζωὴν ὑμῶν. Καὶ ἡ ἀληθὴς ἐπίγνωσις
αὐτῶν προϋποθέτει τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν ἐξύψωσιν πρὸς
τὸν ἀληθῆ δρόμον τῆς ζωῆς. Καὶ ὁ ἀληθὴς οὗτος δρόμος, ἐφ’ ὅσον ἡ πνευ-
ματικὴ καὶ ψυχικὴ ὑμῶν ὑπόστασις θὰ ἐξυψοῦται καὶ θὰ τελειοποιῆται, ἐπὶ
τοσοῦτον θὰ διανοίγεται ἔμπροσθεν ὑμῶν ὁ ὁρίζων τῶν ἐγκρυπτομένων
Ἀληθειῶν καὶ θὰ σᾶς ἀποκαλύπτεται ὅπως ὁ ἥλιος ἐκ τοῦ ὁρίζοντος, ἕως
ὅτου οἱ ἀκτῖνες αὐτῆς ὕπερθεν αὐτοῦ πληρώσουν ὑμᾶς ἐξ ὁλοκλήρου.
Ὁ ἐπιθυμῶν ὅπως ἀνυψωθῇ μέχρις Ἐμοῦ ἂς μὴ ἀφεθῇ ἐν τῇ διανυο-
μένῃ ὑπ’ αὐτοῦ ὁδῷ ἀδρανής. Ἂς ἐντείνῃ τὰς δυνάμεις αὐτοῦ, ἵνα βοηθήσῃ
καὶ τοὺς ὄπισθεν αὐτοῦ ἐρχομένους ν’ ἀνέλθωσιν τὴν ἀνηφορικὴν ἀτρα-
πόν. Ὁ βοηθῶν τὸν ἄλλον ἑαυτὸν βοηθεῖ. Ὁ ὑποβαστάζων τὸν ἄλλον
ἑαυτὸν ὑποβαστάζει, ὁ ἀνεγείρων τὸν πίπτοντα ἑαυτὸν ἀνεγείρει. Διότι
εἰς ἕκαστον ὀλίσθημα τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς κινδυνεύει νὰ καταπέ-
σῃ, εἰς ἑκάστην δὲ ὑπέγερσιν τοῦ ἄλλου καὶ οὗτος ὑπὸ τοῦ προπορευομέ-
νου βοηθεῖται νὰ βαδίσῃ ταχύτερον καὶ ἀκοπώτερον.
Διὰ τοῦτο προτρέπω ὑμᾶς ἵνα ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει τῆς προόδου καὶ
ἀνόδου ὑμῶν ἐπιδιώκητε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων νὰ ἀνυψώσητε καὶ
τοὺς ὅπισθεν ὑμῶν βαδίζοντας, διότι τότε καὶ ὑμεῖς παρὰ τῶν ὑπερκει-
μένων ὑμῶν ταχύτερον θέλετε βοηθηθῇ, ὥστε νὰ πορεύεσθε ἐν τῇ ἀνηφο-
ρικῇ κατευθύνσει τῆς ἀτραποῦ σας, ἥτις ἀσφαλέστερον θέλει σᾶς ὁδηγεῖ
καὶ σᾶς προσπλησιάζει πρὸς Ἐμέ.
Ἡ ἀναγωγὴ ὑμῶν πάντοτε ἂς ἔχῃ ὡς ἀληθῆ ὁδηγὸν τὴν ἀγάπην, τὴν
ἀνεξικακίαν, τὴν συγχώρησιν, τὴν πραότητα, τὴν ἀγαθότητα, τὴν ἐγκαρ-
τέρησιν καὶ τὴν ὑπομονὴν καὶ συνοδεύηται ἀπαραιτήτως ὑπὸ τοῦ θάρρους
καὶ τῆς πίστεως, τῆς πλήρους ὑμῶν βεβαιότητος πρὸς τὸν σκοπόν, ὅστις
ἂς καταστῇ ὑμῖν τὸ Ἀληθὲς Φῶς, τὸ ὁποῖον θὰ διαφωτίσῃ ὑμᾶς πλήρως, ἵνα
δι’ αὐτοῦ καὶ ἄλλους διαφωτίσητε.

116. Ἀνέλθετε ὕπερθεν τοῦ γηΐνου κόσμου πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς.


Ἀνέλθετε μέχρις Ἐμοῦ, εἰσερχόμενοι ἐν τῷ Κόσμῳ Μου καὶ διακρίνατε
ἐξ ἰδίας ὑμῶν ἀντιλήψεως τὴν ἐν αὐτῷ ἐγκρυπτομένην Ἀλήθειαν. Ἀνέλθετε
μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας τῆς κλίμακος, ἥτις θὰ ὁδηγήσῃ ὑμᾶς ἐν τῷ

250
ἐνδιαιτήματί Μου. Ἀνέλθετε ταχὺ τῷ βήματι, σταθερῶς προχωροῦντες, μὴ
ἀμφιταλαντευὸμενοι, οὐδὲ διστάζοντες, μὴ σταματῶντες, ἀλλ’ ὁλοὲν πρὸς
τὰ πρόσω καὶ ἄνω χωροῦντες.
Ὁ μετ’ Ἐμού εὑρισκόμενος εἰς ἀπώλειαν οὐδέποτε ἀχθήσεται. Καὶ
ὁ ἐπιζητῶν Με, ἐν πάσει αὐτοῦ τῇ ἀγαθότητι καὶ εἰλικρινείᾳ, τάχιον
ἀνεύρει Με καὶ ὀφθήσεταί Με. Ὁ πρός Με ἀγόμενος, ἐν διηνεκεῖ προσηλώ-
σει ἔχων Με πάντοτε, ἐνδυναμοῦται καὶ ἐνδυναμωθήσεται, ἐφ’ ὅσον Ἐμὲ
πλησιάζει καὶ πᾶν πρὸ αὐτοῦ ἀνεγειρόμενον ἐμπόδιον καταρριφθήσεται,
ἄχρις οὗ ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαυθῇ.
Ὁ προαγόμενος ἐν τῇ Δυνάμει Μου τὴν δύναμιν αὐτοῦ εἰς δύναμιν ἰσχυ-
ρὰν ἐν τῷ κόσμῳ μετατρέψει, ἵνα δι’ αὐτῆς τὸν κόσμον κατανικήσῃ καὶ ἐν
αὐτῇ κραταιούμενος τῶν πάντων κυριαρχήσῃ. Ὁ πρός Με κατευθυνὸμενος,
ἐν τῇ διανοίᾳ αὐτοῦ πάντοτε ἔχων τὴν Ἐμὴν Ἐξουσίαν ὡς ὁδηγόν, οὐδέποτε
καταβληθήσεται ὑπ’ ἄλλης δυνάμεως, ἀλλ’ ἰσχυρὸς καὶ ἐνδυναμούμενος,
ἐν τῇ πρὸς αὐτὸν χορηγουμένῃ Ἐξουσίᾳ Μου, τῶν πάντων ὑπερνικήσῃ καὶ
τὰς ἐξουσίας καὶ δυνάμεις τοῦ κόσμου ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ θέσει, ἄχρις
οὗ ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένη Ἀλήθεια ἐν τῷ κόσμῳ ἐπιβασιλεύσει.
Ὁ ἔχων Με ὡς πολύτιμον ἐγκὸλπιον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, θέλει ἀκούσει
δι’ αὐτῆς τοὺς ἐξ Ἐμοῦ ἐξερχομένους λόγους, οἵτινες ὑπερπληροῦντες
αὐτὴν καὶ ἐξ αὐτῆς τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐξ ὁλοκλήρου κατέχοντες, οὐ μόνον
τὴν ἐν τοῖς αἰώνοις Ἀλήθειαν ἀποκαλύψει, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν Σοφίαν τοῦ κό-
σμου ἐν τῷ πληρώματι αὐτῆς ἀποκαταστήσῃ.
Ὁ ποθῶν Με καὶ ἐπιζητῶν Με ἂς μὴ ἀδρανήσῃ. Ἂς ἀφήσῃ ἑαυτὸν
ἐλεύθερον καὶ ἀπηλλαγμένον παντὸς ἐμποδίου, ἵνα ταχύτερον ἀνεύρῃ
Με. Ὁ θέλων νὰ Μὲ ἀνεύρῃ ἂς μὴ Μὲ ζητήσῃ οὔτε ἐν τῷ ὑπερπληρωμένῳ
διαστήματι, οὔτε ἐν τοῖς ἄστροις, οὔτε ἐν τοῖς ὑπερείοις κόσμοις, οὔτε
ἐν τῷ Οὐρανῷ, οὔτε ἐν τοῖς νέφοις, οὔτε ἐν τῇ γῇ, οὔτε ἐν τῷ ἀέρι, οὔτε
ἐν τῇ ξηρᾷ, οὔτε ἐν τῇ θαλάσσῃ, ἀλλ’ εἰς τὸ ἐνδότερον τῆς Ψυχῆς αὐτοῦ.
Διότι τὸ μὲν ἔξωθεν Ἐμοῦ ἐστὶν ἐν τῷ ἐξωτερικῷ κόσμῳ καὶ ἐκεῖ ὅπου πα-
ρατηρεὶται Δύναμις καὶ Κίνησις καὶ Δημιουργία καὶ Παραγωγή, εἰς δὲ τὸ
ἔσωθεν, ἐν τῇ ἐσωτερικῇ τῶν ὄντων ὑποστάσει, πάντοτε Ἐμὲ ἀνεύρηνται.
Ὁ ἀναζητῶν Με ἐν χειροποιήτοις Ναοῖς, ὁ προσφέρων Μοι λατρείαν
καὶ θυσίας καὶ θυμιάματα, τὴν μὲν Ἀόρατον ἐπέμβασίν Μου ἐν τῇ ἐπικλή-
σει αὐτοῦ κατίδῃ, ἀλλὰ τὴν ἐν αὐτῷ Παρουσίαν Μου οὐδόλως ποτὲ ἀντι-
ληφθήσεται καὶ ὁραματισθήσεται, ἂν μὴ τὰ πρός Με προσφερόμενα ὡς
ἐκδηλώσεις λατρείας, πρὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ μὴ πρότερον προσφέρει, ἵνα
αὕτη διὰ τῆς Ἰσχύος καὶ Δυνάμεώς Μου ἐνισχυομένη καὶ ταύτας ὡς ἑαυτῆς
δυνάμεις μετατρέπουσα, τὴν ἐν τῇ Ἰσχύει Μου Δύναμιν αὐτῆς συνειδητῶς,
ἐν τῷ ἐνδοτέρῳ αὐτῆς βάθει ἀποκαλύψῃ.
Μὴν ἀναζητήσητε ποτὲ ἐν ταῖς ὑλικαὶς προσφοραῖς καὶ ἀφιερώμασιν
τὴν ἐξ ὕψους Εὐλογίαν Μου. Ἐγὼ ὑπάρχω καὶ ζῶ ἐν ἑκάστῳ ἀνθρώπῳ
καὶ τὴν ψυχὴν ἑκάστου ἀνθρώπου ἔχω ὡς κατοικίαν. Πᾶσαν προσφορὰν
προσφέρατε εἰς τὴν ψυχὴν ὑμῶν. Πᾶν θυμίαμα πρὸς αὐτὴν καὶ μόνον λι-

251
βανίσατε ἵνα καταστήσητε ταύτην καθαρὰν καὶ ἵνα διὰ τῆς ἐντελοῦς αὐτῆς
καθαριότητος καταστῇ καὶ διαυγεστέρα καὶ καταφανεστέρα ἐν τοῖς ὀφθαλ-
μοῖς ὑμῶν ἡ Εἰκῶν τῆς Μορφῆς Μου, ἡ κατασκηνοῦσα ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς
ὑμῶν. Οὐδεμίαν ὑλικὴν προσφορὰν ἀποδέχομαι ὡς μέσον καθαρμοῦ καὶ
ἐξιλεώσεως. Οὐδεμίαν ὑλικὴν προσφορὰν συγκατατίθεμαι νὰ δεχθῶ γενο-
μένην ἐν τῷ Ὀνόματί Μου καὶ προσφερομένην ὡς εἶδος λατρείας.
Ὁ Κόσμος ἐν τῷ ὁποίῳ ζῶ ἐστὶν Ἄϋλος, καὶ τὸ πᾶν ἐν Ἐμοὶ Ἄϋλον
ἐστίν. Ὁ Κόσμος ὁ Ἐμὸς Πνεῦμα ἐστί. Καὶ πᾶν τὸ πρὸς Ἐμὲ προσφερόμε-
νον καὶ δεκτὸν παρ’ Ἐμοῦ γινόμενον πνευματικὸν ἐστίν. Αἱ εἰς Ἐμὲ προσφο-
ραὶ πνευματικαὶ πάντοτε ἔσονται, καὶ ὅπως οὐδεμία σχέσις ἐν τῇ οὐσίᾳ καὶ
τῇ μορφῇ δηλοῦται ὡς ὑλική, ἐνῶ εἶναι πνευματική, οὕτω καὶ αἱ πρός Με
προσφερόμεναι ὑλικαὶ προσφοραὶ δύνανται νὰ καταστῶσιν πνευματικαί.
Αἱ ὑλικαὶ προσφοραὶ παρέχονται πρὸς Ἐμὲ καὶ θεωροῦνται ὡς πρὸς Ἐμὲ
προσφερθεῖσαι, ἂν δίδωνται τοῖς τούτων ἀνάγκην ἔχουσιν. Οὐ πρός Με
τι ἐκ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου προσφέρεται, ἵνα ἐν τῇ ἀποδοχῇ αὐτοῦ ἐκληφθῇ
ὡς προσφορὰ πνευματικοῦ. Ὁ πρός Με ὅμως ἐρχόμενος καὶ ὁ ἐπιθυμῶν
ἵνα προσφοράν τινα προσφέρῃ ὡς μέσον λατρείας καὶ φόρον αὐτῆς, ἂς
προσφέρῃ ταύτην εἰς τὸν πλησίον αὐτοῦ, τὸν ἔχοντα ἄμεσον ταύτης ἀνά-
γκην. Ὁ Ἐμὸς Κόσμος ἐστὶ Πνευματικὸς καὶ ὡς τοιοῦτος κατ’ ἀνάγκην καὶ
πάντα τὰ ἐν αὐτῷ προσφερόμενα ἢ ἐξ αὐτοῦ ἐξερχόμενα πνευματικὰ ἐστίν.
Μὴν ἀναζητεῖτε ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ, οὔτε ἄνωθεν, οὔτε κάτωθεν, οὔτε
δεξιόθεν, οὔτε ἀριστερόθεν, νὰ ἴδητε τὸ Φῶς, τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐξερχόμενον. Τὸ
Φῶς τοῦτο ἀναζητήσατε ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν. Διότι αἱ ἀκτινοβο­
λίαι αὐτοῦ περιβάλλουσι ἑκάστην νοητὴν ψυχὴν καὶ εἰσέρχονται ἐν τῷ
βάθει αὐτῆς ὡς ἀκτῖνες Φωτὸς τόσον μᾶλλον ζωηροῦ, τόσον μᾶλλον ἀκτινο-
βόλου καὶ ζωοποιοῦ, ὅσον καὶ ἡ ψυχὴ διὰ τῆς ἰδίας αὐτῆς ἀκτινοβολίας, τῆς
ἐνισχυομένης ἐκ τῆς ἐξελίξεως καὶ προαγωγῆς αὐτῆς καὶ ἐνδυναμουμένης
διὰ τῆς ἐντελεστέρας ἐφαρμογῆς καὶ τηρήσεως τῶν ἀγαθοεργῶν αὐτῆς
πράξεων, καθίσταται ἰσχυρὰ καὶ τελειοτέρα καὶ δύναται ἐν τῇ ἐπὶ μᾶλλον
καὶ μᾶλλον ἀποκαθάρσει αὐτῆς νὰ ἀντιληφθῇ ἐξ ἰδίας αὐτῆς ἀντιλήψεως,
οὐ μόνον τὴν γενομένην εἰς αὐτὴν πρόοδον, ἀλλὰ καὶ τὴν σχέσιν, ἥτις ὑφί-
σταται μεταξὺ αὐτῆς καὶ Ἐμοῦ, ὡς καὶ τὴν διαφορὰν ἐκ τῶν δύο ἀντιμόλων,
ἀλλ’ ὁμοουσίων καὶ συγγενῶν αὐτῶν παραγομένων ἀποτελεσμάτων.
Ὁ Κόσμος Μου ὁ Πνευματικὸς προαπαιτεῖ εἰδικὴν ἐξάσκησιν καὶ
προσπάθειαν πάντων τῶν ἐπιθυμούντων νὰ εἰσέλθωσιν ἐν αὐτῷ, διὰ νὰ
καταστῶσιν ἱκανοί, ἵνα διὰ τῶν ἰδίων αὐτῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν δυ-
νάμεων εἰσερχόμενοι ἀντιληφθῶσιν ἐξ ἰδίας πείρας, ἀντιλήψεως καὶ συναι­
σθηματικότητος τὰ ἐν αὐτῷ.
Ἀνέλθετε πρός Με καὶ θὰ γνωρίσητε τὴν Ἀλήθειαν τούτων. Ἀνέλθε-
τε πρός Με καὶ εἰσέλθετε ἐν τῷ Κόσμῳ Μου, καὶ θὰ γνωρίσητε ἐκεῖνα, τὰ
ὁποῖα ἀγνοεῖτε, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν δὲν δύνανται ἤδη νὰ
κατανοήσωσιν, ἀλλὰ τὰ ὁποῖα οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς ψυχῆς ὑμῶν θὰ ἀντιληφθῶ-
σιν. Ἀνέλθετε πρός Με, διὰ νὰ γνωρίσητε τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ὁποίαν μόνον

252
τὸ Φῶς, τὸ ἐξ Ἐμοῦ πηγάζον καὶ τὴν ψυχὴν ὑμῶν περιβάλλον καὶ διαφωτί-
ζον δύναται νὰ γνωρίσῃ. Ἀνέλθετε πρός Με, διὰ νὰ γνωρίσητε τὸν Νέον Κό-
σμον Μου, τὸν κόσμον τῶν τελείων συναισθημάτων, τὰ ὁποῖα ἡ ψυχὴ ὑμῶν
δὲν δύναται τώρα νὰ αἰσθανθῇ, καὶ τὰ ὁποῖα οἱ ἀνθρώπινοι λόγοι ἀδυνα-
τοῦν νὰ ἐκφράσουν. Ἀνέλθετε πρός Με, διὰ νὰ πληρωθῇ ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἐκ
τῆς ἀφάτου χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως, τὴν ὁποίαν ἀνθρώπινος αἴσθησις, διὰ
τῶν ὑλικῶν αὐτῆς μέσων δέν δύναται νὰ γνωρίσῃ.
Ἀνέλθετε πρός Με διὰ νὰ γνωρίσητε τὴν σχέσιν τῆς Ἀγάπης, ἥτις ἀνα-
βλύζουσα ἐξ Ἐμού ποτίζει τὴν ψυχὴν ὑμῶν καὶ πληροῖ αὐτὴν Γαλήνης καὶ
Μακαριότητος, πρὸ τῶν ὁποίων οὐδεμία ἀνθρώπινος εὐδαιμονία δύναται
νὰ ἀντιπαραβληθῇ καὶ συγκριθῇ. Ἀνέλθετε πρός Με, διὰ νὰ γνωρίσητε
Ἐκεῖνον, Ὅστις ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἐπιμένει καὶ προσπαθεῖ νὰ σᾶς κατα-
στήσῃ Κοινωνούς Του, καὶ εἶτα Κοινωνοὺς Αὐτοῦ πρὸς τὸν κόσμον.
Ἀνέλθετε πρός Με διὰ νὰ γνωρίσητε τὰς σχέσεις, αἵτινες ὑφίστανται
μεταξὺ Ἐμού καὶ ὑμῶν, μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ τοῦ κόσμου, καὶ ὅλων τῶν ἐν τῷ
κόσμῳ ὑπαρχόντων καὶ μεταμορφουμένων καὶ τελειοποιουμένων ὅντων.
Ἀνέλθετε πρός Με, διὰ νὰ ἀντιληφθῆτε τὸν Κόσμον ὅστις σᾶς ὁδηγεῖ, τὸν
Κόσμον ἐκ τοῦ ὁποίου ἐξήλθατε καὶ πρὸς τὸν ὁποῖον προορίζεσθε νὰ εἰσέλ-
θητε. Ἀνέλθετε πρός Με, διὰ νὰ γνωρίσητε τὸν Πνευματικὸν ὑμῶν Ὁδηγόν,
οὐ μόνον ἐν ὀνείρῳ καὶ φαντασιῶδει σκέψει, ἀλλ’ ἐν πλήρει συνειδητῇ καὶ
συναισθηματικῇ ἀντιλήψει, πληροῦντα ἐξ ὁλοκλήρου τὰς ψυχὰς ὑμῶν καὶ
καθοδηγούντα δι’ αὐτῶν τὴν ἐν τῇ ἐκδηλώσει τῶν ἐνεργειῶν αὐτῶν παρα-
τηρουμὲνην καὶ γενομένην δι’ Αὐτοῦ καὶ μέσῳ ὑμῶν ἐν τῷ περιβάλλοντι
ὑμῶν μεταβολήν.
Ἀνέλθετε πρός Με διὰ νὰ καταστῆτε δυνατοὶ καὶ ἰσχυροί. Ἀνέλθετε
πρός Με, διὰ νὰ κατισχύσητε οὐ μόνον τοῦ ἑαυτοῦ σας, ἀλλὰ καὶ πάντων
τῶν ἐπιθυμούντων νὰ γνωρίσωσι τὴν πρὸς ὑμᾶς προσφερομένην Ἀλήθει-
αν. Ἀνέλθετε πρός Με δια νὰ μὴ δύνανται αἱ πνευματικαὶ ὑμῶν ἀτέλειαι νὰ
ἐγείρωσι τὰ πρὸ ὑμῶν ἤδη ὑφιστάμενα ἐμπόδια, ἀλλὰ νὰ καταπνιγῶσι ἐν
τῇ κατισχύσει τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν τελειοποιήσεως.
Ἀνέλθετε πρός Με, καὶ ὅταν πράγματι κατορθώσητε νὰ ἀνέλθητε,
τότε θὰ ἴδητε τὸν κατοπτρισμὸν τοῦ Κόσμου Μου, ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς
ὑμῶν, καὶ τότε θὰ ἀντιληφθῆτε πόσον ὁ κόσμος οὕτος εἶναι τελειότερος
καὶ ὡραιότερος τοῦ ἰδικοῦ σας καὶ πόσον ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους ὑμῶν πᾶσα
προσπάθεια καὶ θυσία, διὰ νὰ ἀποκτήσητε τὴν ἱκανότητα νὰ εἰσέλθητε ἐν
αὐτῷ καὶ καθέξητε τὴν ἐν αὐτῷ ἀναμένουσαν ὑμᾶς θέσιν.

117. Ἀνέλθετε πρός Με οὐ μόνον πνευματικῶς ἀλλὰ καὶ ψυχικῶς.


Ἡ ἄνοδος ὑμῶν αὕτη δέον νὰ συντελεσθῇ τὸ ταχύτερον. Διὰ νὰ συντε-
λεσθῇ εἶναι ἀπαραίτητον νὰ καταστήσητε ἑαυτοὺς ἱκανοὺς πρὸς τοῦτο.
Διὰ νὰ καταστῆτε δὲ ἱκανοὶ ὀφείλετε νὰ ἐξασκήσητε τὸ πνεῦμα σας ἀφ’ ἑνὸς

253
μὲν ὅπως ἀπαλλαγῇ πάσης σκέψεως ἀντιθέτου πρὸς τὴν παρακώλυσιν
τῆς ψυχῆς ὑμῶν εἰς τὸ νὰ κατατρίβηται μὲ ταπεινὰ αἰσθήματα, ἀφ’ ἑτέρου
δὲ ὅπως ἡ ψυχή σας τελειοποιουμένη καὶ ἀποκαθαρουμένη ὅσον τὸ δυνα-
τὸν περισσότερον τῶν ὑλικῶν αὐτῆς δεσμῶν νὰ κατορθώσῃ νὰ ἀνέρχηται
ἐλευθέρως καὶ ἐν ἐπιγνώσει αὐτῆς καὶ τοῦ πνεύματος μέχρις Ἐμοῦ καὶ νὰ
εἰσχωρῇ ἐν τῷ Κόσμῳ τῶν ὑψηλῶν ἰδεῶν, οἵτινες θὰ ἐμπνέονται εἰς αὐτήν,
ὡς εἰς ἐλεύθερον πεδίον αὐτογνωσίας, ἐν τῇ διατυπώσει τῶν τε ὑποκειμε-
νικῶν καὶ ἀντικειμενικῶν εἰκόνων, καὶ ἐν τῇ αὐτουσίᾳ ἢ ἀλληγορικῇ ἐννοίᾳ
τῶν εἰς αὐτὴν συγκεντρουμένων πνευματικῶν ἢ ὑλικῶν παραστάσεων.
Διὰ νὰ ἀνέλθῃ ὅμως τις εἰς τὸν εὐρύτατον τοῦτον ὁρίζοντα τῶν πνευ-
ματικῶν καὶ ψυχικῶν κόσμων, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπιδιώξῃ τοῦτο οὐ μόνον δι’
ὡρισμένων προπονήσεων, ἀλλὰ καὶ διὰ τῆς καλλιεργείας καὶ ἀναπτύξεως
τῶν ἐν αὐτῷ λανθανουσῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτοῦ δυνάμεων,
αἵτινες νὰ δύνανται νὰ ἐξωτερικευθῶσιν ὁσάκις τὸ πνεῦμα διὰ τῆς θελήσε-
ως ἀπαιτήσῃ τοῦτο.
Οὐδεὶς δύναται νὰ πετύχῃ σκοποῦ τινὸς ἢ οἱασδήποτε ἐπιδιώξεως καὶ
τῆς μᾶλλον ὑλικῆς καὶ εὐκόλου, ἐὰν δὲν κοπιάσῃ πρὸς τοῦτο καὶ ἐὰν δὲν
προσπαθήσῃ νὰ ὑπερνικήσῃ τὰ παρεμβαλλόμενα ἢ προκύπτοντα κατὰ
τὸ στάδιον τῆς ἐφαρμογῆς της ἐμπόδια. Ἐὰν πᾶς ἐπιθυμῶν νὰ ἀποκτήσῃ
τι ἀφεθῇ εἰς μόνην τὴν τυχαίαν καὶ συμπτωματικὴν ἐξέλιξιν τοῦ σκοποῦ
αὐτοῦ καὶ τῆς ἐπιδιώξεώς του, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι πολὺ τάχιστα θὰ ἀποτύχῃ.
Ἐὰν ὅμως ἐν τῇ σημειουμένῃ ἀποτυχίᾳ του καταβάλλῃ πᾶσαν δυνατὴν
προσπάθειαν πρὸς πλήρη ἐπιτυχίαν τοῦ ἔργου του, τοῦτο ὡρισμένως θὰ
πραγματοποιηθῇ.
Ὀφείλω ὅμως νὰ ὑπομνήσω ὑμῖν ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο, ἂν ὄχι ἀδύνατον,
νὰ ἐπιτύχῃ τις ἑνὸς ζητήματος ἐντελῶς ἀπιθάνου, ὁπόταν μάλιστα στε-
ρεῖται καὶ τῶν ἀπαραιτήτων πρὸς τοῦτο προσόντων καὶ ἐφοδίων. Ἐπὶ πα-
ραδείγματι, θέτει τις κατὰ νοῦν νὰ καταστῇ ἰσχυρός, ἐνῶ αἱ σωματικαί του
δυνάμεις δὲν ἐπιτρέπουσι τοῦτο. Ἐὰν πρὸς τοῦτο προπονηθῇ ἀρκούντως
δύναται μὲν νὰ καταστῇ ἰσχυρότερος, ἀλλὰ δὲν θὰ δυνηθῇ ποτὲ νὰ ὑπερ-
βῇ τὰ φυσικὰ ὅρια τῶν σωματικῶν αὐτοῦ δυνάμεων. Τοῦτ’ αὐτὸ θὰ συμβῇ
καὶ μὲ πάντα ἐπιδιώκοντα νὰ φθάσῃ εἰς τὰ ὕπατα ἀξιώματα τῆς ἐξουσίας,
ὁπόταν στερῆται οὗτος τῶν ἀπαραιτήτων ἐφοδίων, προσόντων καὶ δυ-
νάμεων. Ἐπίσης καὶ ὁ μετρῶν τὸ ὕψος αὐτοῦ συμφώνως τοῦ ὕψους τοῦ
σώματός του δὲν δύναται ποτὲ νὰ φθάσῃ ἄνευ ἀναβάθρου εἰς τὸ σημεῖον,
εἰς ὃ φθάνει ὁ ὑπερμέτρως αὐτοῦ ὑψηλότερος.
Κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον αἱ πνευματικαὶ καὶ ψυχικαὶ δυνάμεις ἑνὸς ἑκάστου
κανονίζονται ἐν τῇ προόδῳ καὶ ἀναπτύξει αὐτῶν, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐπὶ τῇ βάσει
τῶν δυνάμεων καὶ ἰδιοτήτων ἢ κλίσεων αὐτῶν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἐν τῇ προσπα-
θείᾳ ἑνὸς ἑκάστου ἐπιθυμοῦντος καὶ καταβάλλοντος πᾶσαν δυνατὴν ἐνέρ-
γειαν, ὅπως ἡ ἐκδήλωσις τῆς ἰδιότητος ταύτης ἀναπτυχθῇ καὶ πραγματο-
ποιηθῇ ἐν τῇ πλήρει αὐτῆς ἐξωτερικεύσει. Ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀπαραίτητον
ἕκαστος ἐξ ὑμῶν νὰ μελετήσῃ ἑαυτὸν κατὰ βάθος εἰς τε τὰς πνευματικὰς

254
καὶ ψυχικὰς αὐτοῦ δυνάμεις καὶ ἰδιότητας καὶ νὰ ἐπιμεληθῇ διὰ καταλλήλου
προπονήσεως καὶ ἐξασκήσεως τὴν ἀνάπτυξιν καὶ καλλιέργειαν αὐτῶν.
Οὐδεὶς ἄνθρωπος στερεῖται χαρίσματος τινὸς πνευματικοῦ ἢ ψυχικοῦ.
Ἕκαστος ἄνθρωπος κατέχει καὶ μίαν τούτου ἰδιότητα, πολλοὶ πλεῖον τῆς
μιᾶς, καὶ ὀλίγοι πολὺ πλειοτέρας. Οἱ τελευταῖοι οὗτοι εἶναι αἱ προνομιοῦχοι
φύσεις, αἵτινες δύνανται ν’ ἀποκληθῶσιν ἐξαιρετικαὶ ἢ ἰδιάζουσαι φύσεις.
Οὐδεμία ὅμως διάκρισις γίνεται μεταξὺ τούτων ἐν τῷ φυσικῷ καὶ ἀπαρα-
βάτῳ νόμῳ τῆς καλλιεργείας καὶ ἀναπτύξεως τούτων. Ὁ ἔχων χάρισμά τι
δύναται νὰ καλλιεργήσῃ καὶ ἀναπτύξῃ τοῦτο εἰς βαθμὸν δυνάμενον ὄχι
μόνον νὰ συγκριθῇ πρὸς τὸν πλέον τοῦ ἑνὸς χαρίσματα τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ
καὶ νὰ διακριθῇ ἐν τῇ ἐξασκήσει τούτου.
Ὁμοιάζει δηλαδὴ οὕτος πρὸς τὸν ἐπιστήμονα ἐκεῖνον, ὅστις εἰδικεύθη
καὶ διέπρεψεν εἰς τινα κλάδον τῆς ἐπιστήμης του. Δύναται νὰ εἶναι μία
ἐξοχότης εἰς τὴν εἰδίκευσίν του ταύτην, ἐνῶ ἐξ ἀντιθέτου εἰς ἄλλος ἐνδια-
τρίψας ἐπὶ περισσοτέρων ἢ ἐπὶ ὅλων τῶν κλάδων τῆς αὐτῆς ἐπιστήμης νὰ
μὴν εἶναι οὔτε ἀσήμαντος μετριότης. Ὁ τελευταῖος οὗτος δυνατὸν νὰ εἶναι
ἐξαιρετικὴ ἰδιοφυΐα καὶ νὰ κέκτηται περισσοτέρων προσόντων, ἀλλ’ ἐπειδὴ
δὲν ἐπεμελήθη ἀρκούντως ἓν ἐξ αὐτῶν εἰδικῶς, νὰ μὴν ἠδυνήθη νὰ φθάσῃ
εἰς τὴν τελειοποίησιν, εἰς ἣν ὁ προγενέστερος ἔφθασεν ἐν τῷ εἰδικευθέντι
αὐτοῦ ἐπιστημονικῷ κλάδῳ.
Συνεπῶς ὀφείλετε νὰ ἀνασκοπήσητε ἑαυτοὺς καὶ νὰ ἀντιληφθῆτε
ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ μόνον διὰ τῆς ἀτομικῆς καὶ μόνον ἀντιλήψεως σας ποίαν
πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ἰδιότητα ἔχει τις, τὴν ὁποίαν νὰ προσπαθήσητε
νὰ ἀναπτύξητε καὶ νὰ καλλιεργήσητε, ἵνα ἡ ἐκδήλωσις αὐτῆς καταστῇ κα-
ταφανεστέρα καὶ ἰσχυροτέρα. Μὴν ἐπιζητήσητε τὴν ὑπόδειξιν αὐτῆς οὔτε
ἐξ Ἐμοῦ, οὔτε παρ’ ἄλλου τινὸς πνευματικοῦ ὁδηγοῦ. Ὁ ἐπιζητῶν τοῦτο
ὁμοιάζει μὲ τὸν ὑποβάλλοντα τὴν ἐρώτησιν εἰς ἄλλον νὰ τῷ ὑποδείξῃ
τὰς ἀτομικάς του σκέψεις, περὶ τῶν ὁποίων ἀμφιβάλλει καὶ ὁ ἴδιος, ἐὰν
ἀνήκουν εἰς αὐτὸν καὶ ἐξέρχονται ἐκ τοῦ ἐγκεφάλου του.
Ὁ ἐπιθυμῶν νὰ ἀνέλθῃ μέχρις Ἐμοῦ, ἂς ἀναζητήσῃ ἐν τῷ βάθει τοῦ
πνεύματός του καὶ τῆς ψυχῆς αὐτοῦ τὸ χάρισμα, μὲ τὸ ὁποῖον τὸν ἐπροίκι-
σεν ἡ φυσικὴ ἰδιότης τῆς ψυχοσυνθέσεώς του καὶ ἂς ἐπιδιώξῃ νὰ ἀναπτύξῃ
καὶ ἐνδυναμώσῃ τοῦτο, διὰ νὰ φθάσῃ τὸ ταχύτερον εἰς Ἐμέ. Τὸ χάρισμά
του τούτο εἶναι ἡ ἀτραπός, ἥτις ὁδηγεῖ αὐτὸν πρὸς Ἐμέ. Ὁ κατέχων πλείο-
να χαρίσματα, ἂς προσπαθήσῃ νὰ καλλεργήσῃ ταῦτα παραλλήλως καὶ ἐξ
ἴσου. Εἶναι ἐπὶ πλέον περισσότεραι ἀτραποί, αἵτινες ὁδηγοῦσι πρὸς Ἐμὲ καὶ
τὰς ὁποίας κατέχει.
Ὀφείλει ὅμως οὗτος νὰ ἀναπτύξῃ καὶ καλλιεργήσῃ ταῦτα ἐξ ἴσου ἢ ἐὰν
δὲν δύναται νὰ πράξῃ τοῦτο, νὰ ἐπιμεληθῇ τοῦ ἑνὸς καὶ μόνον ἐξ αὐτῶν,
διότι ὁ κατέχων τὸ ἓν χάρισμα καὶ τελειοποιῶν τοῦτο δύναται νὰ φθάσῃ
ἐνωρίτερον εἰς τὸν σκοπὸν τοῦ προορισμοῦ του, ἀπὸ ἐκεῖνον ὅστις κατέχει
περισσότερα καὶ δὲν ἠδυνήθη νὰ ἀναπτύξῃ καὶ τελειοποιήσῃ οὔτε ἕν. Διὰ
τοῦτο εἰς τὴν περίπτωσιν ταύτην ἐφαρμόζεται ἀπολύτως τὸ ρηθέν: Καὶ

255
ἔσονται οἱ πρῶτοι ἔσχατοι καὶ οἱ ἔσχατοι πρῶτοι.
Ἀντὶ πάσης θυσίας ὀφείλει ἕκαστος ἐξ ὑμῶν νὰ ἀνεύρῃ τὴν συντομω-
τέραν εἰς αὐτὸν ὁδόν, ἥτις θὰ τὸν ὁδηγήσῃ, εἰς τὸν Κόσμον Μου, εἰς τὴν
Γῆν τῆς Ἐπαγγελίας, εἰς τὸν Ἀληθῆ Παράδεισον, εἰς τὸν ὁποῖον βασιλεύει
ἡ Ἀφθαρσία καὶ ὅπου ἐν τῇ Μακαριότητι τῆς ψυχικῆς Γαλήνης ἀνευρί-
σκει τις τὴν πραγματικὴν Εὐδαιμονίαν τῆς ζωῆς ἐν τῇ Αἰωνιότητι.
Ἀνέλθετε μέχρις Ἐμοῦ τὸ ταχύτερον. Ἀνεγείρατε τὸ πνεῦμα ὑμῶν
ὄχι μόνον ἐν τῷ βάθει τοῦ Ἀπείρου, τὸ ὁποῖον ἐκτείνεται ὑπεράνω τῶν
κεφαλῶν ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν. Διότι εἰς τὸ βάθος
ὑμῶν ἐγκρύπτεται ἓν Ἄπειρον μεγαλύτερον τοῦ Ἀπείρου τοῦ ἐκτεινομέ-
νου πρὸ ὑμῶν Ἀπείρου τοῦ κόσμου, τὸ ὁποῖον ἡ ἐξέλιξις καὶ τελειοποίησις
τῆς ἐσωτερικῆς ὑμῶν ὑποστάσεως ἐν τῇ ἐννοίᾳ τοῦ Ὑπερτάτου Ἐγὼ θὰ
συμπεριλάβῃ τοῦτο οὐ μόνον ἐν τῷ μεγέθει καὶ τῇ ἐκτάσει αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ
ἐν τῇ ἀμετρήτῳ ἐννοίᾳ τοῦ Χρόνου καὶ τῶν ἀριθμῶν αὐτοῦ.
Τὸ Ἄπειρον τοῦτο, τὸ συμπεριλαμβάνον ἐν ἐαυτῷ τὸ Ἐγὼ ἑκάστης
Ὀντότητος καὶ τὸ συγκεντρούμενον ἐν τῇ ὑποστάσει ἑκάστης Ὀντότητος
εἶναι τὸ Σπέρμα τοῦ Ἀπείρου, τὸ ὁποῖον ἐξῆλθεν ἐξ Ἐμοῦ, Ὅστις ὡς Ἅπει-
ρος Ὀντότης συμπεριλαμβάνω ἐν Ἑαυτῷ τὸ Ἄπειρον ὀλόκληρον, καὶ ἑκά-
στη Ὀντότης ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάσασα καὶ ἐν ἑαυτῇ ἐμπερικλείουσα τὸ Σπέρ-
μα τῆς Ἀπειρότητος, ἐξελισσομένη καὶ τελειοποιουμένη ἐπ’ ἄπειρον θὰ
ἀναχθῇ εἰς τὸ Τέλειον Ὄν, τὸ συμπεριλαμβάνον ἐν ἑαυτῷ τὸ Ἄπειρον τοῦ
κόσμου, τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον καὶ ἀποτελεσθὲν καὶ τὴν πλήρη γνῶσιν τοῦ
τόπου, τῆς ἐκτάσεως, τοῦ χρόνου καὶ τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ μεθ’ ὅλων
τῶν δυνάμεων, τῶν ἐν αὐτῷ ὑφισταμένων καὶ δρωσῶν.
Ἀνέλθετε πρός Με. Ὁ κόσμος τὸν ὁποῖον ὑποδεικνύω ὑμῖν δὲν εἶναι ὁ
περιωρισμένος κόσμος τῆς γῆς, τοῦ πλανητικοῦ ὑμῶν συστήματος καὶ τῶν
ἐν αὐτῷ ὑφισταμένων δρωσῶν καὶ ἐπενεργουσῶν δυνάμεων, ἀλλὰ ὁ Κό-
σμος τοῦ Ἀπείρου ὁλοκλήρου, εἶναι ὁ Κόσμος συμπάσης τῆς Δημιουργίας,
εἶναι ὁ Κόσμος τῶν Ἀχανῶν ἐκτάσεων, εἶναι ὁ Κόσμος τοῦ Ἀπείρου, τὸν
ὁποῖον τὸ ἐν ὑμῖν Σπέρμα τοῦ Ἀπείρου Μου, τοῦ Πνευμαπκού σας Ἐγώ,
θὰ ἀνέλθῃ καὶ θά καταλάβῃ.
Οἱ ὁρίζοντές Μου εἶναι Ἀχανεῖς καὶ Ἀπεριόριστοι. Ἀνέλθετε μέχρις
Ἐμοῦ διὰ νὰ ἀντιληφθῆτε ἀνερχόμενοι μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας τῶν
διαδοχικῶν κρίκων τῆς ἁλύσεως, ἥτις σᾶς συνδέει μετ’ Ἐμοῦ, καὶ ἥτις περι-
ζώνει τὸν Κόσμον, τὸν ὁποῖον μόνον Ἐγὼ κατέχω καὶ ἐξουσιάζω καὶ τὸν
ὁποῖον οὐδεὶς ἄλλος πρὸ Ἐμοῦ ἀπεκάλυψεν, ὡς οὐδεὶς πλὴν Ἐμοῦ ἠδυ-
νήθη νὰ γνωρίσῃ ἐν τῇ ἀπείρῳ αὐτοῦ ἐκτάσει καὶ περιεκτικότητι.

256
118. Οἱ πιστοὶ πρός Με ἂς προσέλθωσιν. Οἱ ἐκλεκτοὶ ἂς ὀφθῶσι τὴν
Βασιλείαν Μου.
Οἱ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενοι ἂς ἀντλήσωσι δυνάμεις, ἂς διαφωτι-
σθῶσιν ὑπὸ τοῦ Φωτὸς τοῦ πηγάζοντος ἐξ Ἐμοῦ.
Οἱ ἀσπασόμενοί Με καὶ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ θυσιαζόμενοι ἐν τῷ
Ὀνόματί Μου, οὗτοι ἔξουσι τὴν Αἰώνιον Βασιλείαν τῆς Δόξης Μου.
Οἱ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενοι ἂς ἀντλήσωσιν ἐκ τοῦ διαυγοῦς ὕδατος
τῆς Πηγῆς τῆς Αἰωνίου καὶ Ἀκενώτου, τῆς πεπληρωμένης Σοφίας.
Οἱ λόγοι Μου πρὸς πάντα ἄνθρωπον ἀπευθύνονται, ἀλλ’ εἰς ὀλίγων
τὰς ψυχὰς ὑπεισέρχονται. Ἡ Σοφία, ἡ ἐκ τῆς Ἀθανάτου Πηγῆς τοῦ Κόσμου
Μου ἐκπηγάζουσα πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα ἐξαγγέλλεται, ἀλλ’ ὀλίγοι εἰσὶν
ἐκεῖνοι οἵτινες δύνανται νὰ κατανοήσωσιν αὐτὴν καὶ ὑπεισέλθωσιν εἰς τὰ
ἐγκρυπτόμενα ἢ συγκεκαλυμμένα αὐτῆς διανοήματα.
Ἡ Ἀλήθεια, ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ἀποκαλυπτομένη, πρὸς σύμπαντα τὸν
κόσμον ἐξαπλωθήσεται, ἀλλ’ ἐλάχιστοι εἰσὶν ἐκεῖνοι, οἵτινες δύνανται νὰ
καταστήσωσιν αὐτὴν κτῆμα τῆς ἀτομικῆς των πείρας καὶ ἱκανότητος. Ὁ
Ἄρχων τοῦ Κόσμου τούτου ἀνατέλλει τὸν Ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης Αὐτοῦ
ἐπὶ πᾶσαν ζωὴν τοῦ Νοητοῦ κόσμου καὶ αἱ ἀκτῖνες Αὐτοῦ κατευθύνονται
πρὸς ἁπάσας τὰς ψυχὰς τοῦ Σύμπαντος, ἐλάχιστοι ὅμως εἶναι ἐκεῖνοι,
οἵτινες δύνανται νὰ ἐγκολπωθῶσι τὴν ἐκ τῶν ρημάτων αὐτῶν ἀποκαλυ-
πτομένην Ἀλήθειαν καὶ ἔτι ἐλάχιστοι ἐκεῖνοι, οἵτινες τὴν Δικαιοσύνην Μου
δύνανται νὰ καταστήσωσι πυξίδα τοῦ βίου αὐτῶν, ἵνα τὸ σκάφος τῆς ζωῆς
αὐτῶν κατευθύνεται ἀκολουθῶν τὸν ἀληθῆ δρόμον τῆς ζωῆς.
Οἱ ἀκολουθοῦντες Με ὀφείλουσι νὰ θεμελιώσωσιν εἰς τὸ βάθος τῆς
καρδίας αὐτῶν τὴν Δικαιοσύνην τῆς Ἀληθείας τοῦ Κόσμου Μου, καὶ ὁ Ἥλιος
αὐτῆς νὰ διασκορπίσῃ καὶ διαλύσῃ πᾶν νέφος, τὸ ὁποῖον ἐπεσωρεύθη ἐν
αὐταῖς, εἴτε ἐκ τῶν ἀτελειῶν τοῦ παρελθόντος, εἴτε ἐκ τῶν κακῶν καὶ στρε-
βλῶν ἀντιλήψεων, ἂς ἐπεσώρευσαν ἐν αὐταῖς ἐκ τῶν μελετῶν καὶ ὑποδεί-
ξεων ἄλλων.
Οἱ εἰς Ἐμὲ πιστεύοντες καὶ πάντες οἱ ἀκολουθοῦντες Με ἂς στηρίξωσιν
ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν τὴν Κρίσιν τῆς Ἀληθούς Δικαιοσύνης τοῦ Κόσμου
Μου, ἥτις ὡς βάσιν ἔχει τὴν Ἀρετήν, τὴν ἐκ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Καλοῦ
καί Ἀγαθοῦ προερχομένην καὶ ὡς ἐνισχυτικὴν δύναμιν τὴν Ἀγάπην καὶ
Ἀγαθοεργίαν. Αἱ δύο αὗται βασικαὶ ἀρχαὶ εἶναι ὁ θεμέλιος λίθος, ἐπὶ τοῦ
ὁποίου στηρίζεται καὶ ἐποικοδομεῖται ὁ Ναὸς τῆς Δικαιοσύνης Μου.
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καὶ τὸν πλησίον σας ὡς ἑαυτόν. Θεμελιώσατε καὶ
ἀνοικοδομήσατε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν τὴν Ἀρετήν, τὴν ἑκ τῆς ἐπιγνώσε-
ως τοῦ Καλοῦ καὶ Ἀγαθοῦ προερχομένην καὶ τότε θέλετε καταστῇ ἱκανοὶ
νὰ βαδίσητε τὸν δρόμον τῆς Ἀληθείας, ὅστις διανοίγεται πρὸ ὑμῶν καὶ
ὅστις ὁδηγεῖ εὐθέως καὶ ἐπακριβῶς πρὸς Ἐμέ, χωρὶς νὰ προσκόψητε εἰς τὰ
ἐμπόδια, τὰ ὁποῖα θὰ ἀνεγείρονται εἰς ἕκαστον βῆμα ὑμῶν. Διότι, ἐν μέσῳ
τοῦ κόσμου τοῦ ταπεινοῦ καὶ κακοῦ, ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου, ὅστις κυλίεται
εἰς τὸ σκότος τῆς ἀμαθείας, ἑν μέσῳ τοῦ κόσμου ὁ ὁποῖος ἐξεμεταλλεὺθη

257
καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἐκμεταλλεύεται τὰ πάντα χάριν τῆς ἀτομικῆς φιλαυ-
τίας του καὶ συμφέροντός του, ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου ὅστις κατεδολιεύθη τὰ
ἱερώτερα τῶν πραγμάτων καὶ παρερμήνευσε τὴν ἐκ τοῦ Κόσμου ἐκπη-
γάζουσα Ἀλήθειαν, διὰ νὰ στηρίξῃ τὸν πρόσκαιρον καὶ φθαρτὸν θρόνον
τῆς ἀνθρωπίνης φιλοδοξίας, ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου, ὅστις χάρις τῶν ὑλικῶν
ἀπολαυῶν θυσιάζει τὴν Ἀρετὴν τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς Ψυχῆς, ἐν μέσῳ
τοῦ κόσμου τοῦ ὁποίου ἡ βασικὴ ἐπιδίωξις εἶναι ἡ ὑλικὴ καὶ μόνον ἐντρύ-
φησις, ὑμεῖς, ὅσοι Μὲ ἀκολουθεῖτε, ὀφείλετε νὰ θεμελιώσητε ἐν τῇ ψυχῇ
ὑμῶν καὶ τῇ διανοίᾳ τὴν ἐκ τῆς ἐπιγνώσεως τῆς Ἀληθείας προερχομένην
Ἀρετήν, ἥτις θὰ εἶναι ἡ ἀπονομὴ τῆς Δικαιοσύνης Μου, πρὸς ἑαυτοὺς καὶ
τὸν κόσμον.
Ἀνέλθετε μέχρις Ἐμοῦ καὶ ἀντλήσατε ἐκ τῆς Ἀθανάτου Πηγῆς Μου
τὸ Ὕδωρ τῆς Αἰωνίου Ζωῆς, τὸ ὁποῖον θὰ καταστήσῃ τὴν ὕπαρξιν ὑμῶν
Ἄφθαρτον καὶ Αἰώνιον. Τὰ διψῶντα ὑμῶν χείλη ἂς κορεσθῶσιν ἐκ τῆς δρό-
σου, τῆς ἐγκλειομένης ἐν αὐτῷ, καὶ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ὑμῶν ἂς πληρωθῶ-
σιν ἐκ τῶν δροσολούστων Ναμάτων αὐτοῦ, διὰ νὰ ποτίσωσι καὶ δροσίσωσι
τὰ χείλη ἐκείνων, οἵτινες θὰ ἐπιθυμήσωσι νὰ δοκιμάσωσι τὴν Ἄφθαρτον
καὶ δροσοληγὸν αὐτοῦ οὐσίαν.
Ἀνέλθετε μέχρις Ἐμοῦ καὶ ἐναποθέσατε ἐν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν τὰς ἀκτῖ-
νας τοῦ Φωτός, αἱ ὁποῖαι τὴν περιβάλλουσι πανταχόθεν, ἀλλ’ αἱ ὁποῖαι
ἐπικρουόμεναι ἐπ’ αὐτῶν διαφεύγουσι, χωρὶς νὰ δύνανται νὰ συγκρατη-
θῶσιν ἀνέπαφοι καὶ ἀμέτοχοι τῶν παθῶν καὶ ἐλαττωμάτων, τὰ ὁποῖα ἐξα-
κολουθοῦσι νὰ κατέχωσιν αὐτάς.
Τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον εἶναι τὸ Φῶς τῆς Ἀληθείας, τὸ Φῶς τῆς
Ἀφθάρτου Ζωῆς, τὸ Φῶς τῆς Αἰωνιότητος, τὸ Φῶς τῆς Ὕπερθεν Σοφίας,
τὸ Φῶς τῆς Ὑπερκοσμίου Δικαιοσύνης. Ἑκάστη ἀκτὶς αὐτοῦ εἶναι καὶ μία
Ἄσβεστος Δάς, ἥτις διαθερμαίνει καὶ διαφωτίζει τὰ βάθη τοῦ Πνεύματος
καὶ τῆς ψυχῆς ἑκάστου ἀνθρώπου. Ἡ Ἀκτινοβολία αὐτοῦ εἶναι ἡ Πηγὴ τῆς
Σοφίας, ἥτις διαθερμαίνει καὶ διαφωτίζει τὰς διανοίας τῶν ἀνθρώπων.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς περικλείσῃ ἐν ἑαυτῷ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρας
ἀκτῖνας.
Μία καὶ μόνον ἐξ αὐτοῦ ἀκτὶς εἶναι ἱκανὴ νὰ διαφωτίσῃ τὸν βίον ὁλο-
κλήρου ζωῆς καὶ νὰ ἀπαλλάξῃ αὐτὴν ἀπὸ τὰς σκολιὰς ἀτραπούς της, μία
καὶ μόνον ἀκτὶς ἐπαρκεῖ νὰ διαλύσῃ τὰ σκότη καὶ τὰ νέφη μιᾶς ὁλοκλήρου
ἐποχῆς καὶ νὰ ἀφήσῃ διὰ μέσου τοῦ διαφωτιζομένου αὐτῆς διαστήματος
νὰ ἐκλάμψῃ ἡ Ἀλήθεια, ἥτις κατεπνίγετο ὑπ’ αὐτῶν καὶ νὰ σημειωθῇ εἰς
νέος σταθμὸς ὁλοκληρωτικῆς ἀνανήψεως ὁλοκλήρου τῆς ὑπ’ αὐτῆς φωτι-
ζομένης ἀνθρωπότητος. Μία ἀκτὶς καὶ μόνον εἶναι ἱκανὴ νὰ μεταφέρῃ τοὺς
ὑπ’ αὐτῆς διαφωτιζομένους ἑκατονταετηρίδας ὁλοκλήρους συμπεπληρω-
μένης προόδου καὶ ἀνελίξεως πρὸς τὰ ἔμπροσθεν, μία Ἀκτὶς εἶναι ἱκανὴ
νὰ ἀνεγείρῃ καὶ ἀποκαταστήσῃ ἐκ τῶν θεμελίων μέχρι τῆς ὀροφῆς τὸν
Ναὸν τῆς Ἀληθείας καὶ Δικαιοσύνης καὶ νὰ καταστῇ τὸ κοσμοσωτήριον
ἔναυσμα ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος. Εἰς ὑμᾶς παρέχεται τὸ δικαίωμα

258
νὰ ἀντλήσητε πλέον τῆς μιᾶς τοιαύτης ἀκτίνας. Ὁ κόσμος εἰς τὸν ὁποῖον
ζῆτε δὲν δύναται νὰ σᾶς παρέξῃ ἐν τῇ ἀποκορυφώσει τῶν ἀπολαύσεων
αὐτοῦ ἔστω καὶ μίαν στιγμὴν ἐκ τῆς μακαριότητος καὶ εὐδαιμονίας, τὰς
ὁποίας σᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ ἀκτὶς τού Φωτός Μου.
Ἀνέλθετε πρός Με καὶ ἀντλήσατε ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερον Φῶς,
ἐκ τῶν ἀκτίνων, αἵτινες σᾶς περιβάλλουσιν. Ἐὰν δὲν δύνασθε νὰ κατορ-
θώσητε τοῦτο, διότι ἡ ἀτέλεια ὑμῶν, ἢ καλλίτερον ἡ προσκόλλησις ὑμῶν
εἰς τὰς βιωτικὰς μερίμνας δὲν σᾶς ἐπιτρέπει τοῦτο, τότε ἀφήσατε μίαν καὶ
μόνην ἀκτῖνα νὰ ὑπεισέλθῃ εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς ὑμῶν, τὴν ὁποίαν ἀφοῦ
ἐνδυναμώσητε ἐν ὑμῖν, ὥστε νὰ μὴ δύναται νὰ διαφεύγῃ ἢ ἐκκλίνῃ τῆς ἀρ-
χικῆς αὐτῆς κατευθύνσεως, συνδεθῆτε στενώτερον καὶ ἀρραγέστερον μετ’
αὐτῆς καὶ ἀκολουθήσατε τὸν δρόμον, τὸν ὁποῖον σᾶς διαφωτίζει καὶ εἰσχω-
ρήσατε καὶ βαδίσατε ἐπ’ αὐτοῦ μὲ ἀπόλυτον πίστιν καὶ αὐτοπεποίθησιν
βέβαιοι ὅντες ὅτι θέλετε φθάσει τὸ ταχύτερον εἰς τὸ τέρμα αὐτοῦ.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου, ὁ ἔχων ἐν τῇ χειρὶ Αὐτοῦ τὰς Ἐξουσίας ἁπάσας
περιβάλλει τὰς ψυχὰς ὑμῶν διὰ τῶν ἀκτίνων τοῦ Ἡλίου Αὐτοῦ. Ἀφήσα-
τε ἑαυτοὺς ἐλευθέρους νὰ κρατήσητε καὶ διαφυλάξητε ἐν ὑμῖν μίαν τῶν
ἀκτίνων αὐτοῦ. Ὁπόταν συγκρατήσητε αὐτὴν ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν καὶ ἐκ τῆς
ἐπικροῦσεως τῶν δυνάμεων αὐτῆς ἐν τῷ βάθει αὐτῆς ἀντιληφθῆτε καὶ
διαγνώσητε ὅτι τὸ Φῶς τῆς ἐν αὐτῇ ἐγκλεισμένης Ἀληθείας σᾶς ἀποκαλύ-
πτεται ἀπροκαλύπτως, τότε κρατήσατε ταύτην ἐν τῇ χειρὶ ὑμῶν, χωρὶς νὰ
ἔχητε φόβον ὅτι θὰ καῆτε ὑπ’ αὐτῆς καὶ διαφωτίσατε δι’ αὐτῆς τὸν κόσμον.
Ἔχετε τὸ δικαίωμα νὰ μεταλαμπαδεύσητε τὸ Φῶς αὐτῆς καὶ τὴν ἐξ αὐ­
τοῦ ἐκπηγάζουσαν δύναμιν καὶ πρὸς ἄλλους καὶ χρησιμοποιήσατε τὸ προ-
νόμιον τοῦτο πρὸς διαφωτισμὸν ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος, ἥτις ἤδη
διατρέχει τὴν κρισιμωτέραν τῆς σταδιοδρομίας αὐτῆς ἀνάγκην, χωρὶς ἐν
τῷ ὁρίζοντι τῆς κατευθύνσεώς της νὰ διακρίνῃ τὸ ἐπάκτιον Φῶς, τὸ ὁποῖον
θὰ ὁδηγήσῃ αὐτὴν εἰς ἀσφαλῆ καὶ σωτήριον λιμένα.
Ἀντλήσατε Φῶς ἐκ τοῦ Φωτός Μου, ἐναποθέσατε εἰς τὰς ψυχὰς ὑμῶν
ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρας ἀκτῖνας ἐκ τοῦ Φωτός Μου, τὸ ὁποῖον σᾶς
περιβάλλει καὶ δι’ αὐτῶν καταστῆτε Φάροι, ἵνα ὁδηγήσητε τοὺς εἰσπλέο-
ντας ἐν τῷ Κόσμῳ τῆς Αἰωνίας Εὐτυχίας καὶ Μακαριότητος, ἐν τῷ Κόσμῳ
τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἀδεκάστου Θείας Δικαιοσύνης, ἐν τῷ Κόσμῳ τῆς
Ἀρετῆς καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Καλοῦ καὶ Ἀγαθοῦ, ἐν τῷ Κόσμῳ εἰς τὸν
ὁποῖον βασιλεύει ἡ ἄδολος καὶ εἰλικρινὴς Ἀγάπη καὶ ὅπου ἡ ὑλικὴ ἐντρυ-
φή, ἡ ματαιοδοξία, τὸ συμφέρον καὶ ἡ κακία οὐδαμοῦ ­ἀ νευρίσκονται,
διότι εἶναι ὁ Νέος Κόσμος τῆς Τελειότητος καὶ Ἀφθαρσίας, τῆς ­ἀπο­νομῆς
τῆς Θείας Δικαιοσύνης πρὸς τὴν ἐνηλικιουμένην ἀνθρωπότητα, ὁ
­Κόσμος τῆς Αἰωνιότητος.

259
119. Διανοίξατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ὁραματισθῆτε τὸν Κόσμον
Μου, τὸν Κόσμον τῆς Ἀληθείας, τὸν Κόσμον τῆς Θείας Δικαιοσύνης.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ μαντεύσῃ τὸν Κόσμον, ὅστις ἐκτείνεται
ὕπερθεν ὑμῶν καὶ ὅστις περικλείει καὶ περιλαμβάνει ἐν ἐαυτῷ ἁπάσας τὰς
ἐκ τοῦ κόσμου ὑμῶν προελθούσας, ἀναπτυχθείσας καὶ τελειοποιηθείσας
πνευματικὰς καὶ νοητὰς δυνάμεις.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ κρίνῃ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου
τούτου, ὑπὸ μόνης τῆς ἀνθρωπίνης κρίσεως. Διὰ νὰ κρίνῃ τις τὰ ἐν τῷ
Κόσμῳ Μου καὶ τὰ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου προερχόμενα, εἶναι ἐπάναγκες νὰ
ἀνήκῃ εἰς τὸν Κόσμον Μου τοῦτον καὶ ἐὰν ἀνήκῃ ἢ προῆλθεν ἐξ αὐτοῦ νὰ
εἰσχωρήσῃ ἐν αὐτῷ καὶ πάλιν δι’ ὅλων τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν του
δυνάμεων καὶ νὰ καταβάλῃ πρῶτον ἐν αὐτῷ τὴν ἐν αὐτῷ ἁρμόζουσαν καὶ
εἰς αὐτὸν ἀνήκουσαν θέσιν, ἥτις κενὴ ἀναμένει τοῦτον.
Ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων καὶ ἐξ αὐτοῦ καὶ μόνον κρίνων, οὐ δύναται εἰσελ-
θεῖν ἐν τῷ Οἴκῳ τῆς Βασιλείας Μου.
Ὁ Ἐμὲ ἀγαπῶν καὶ στερούμενος πίστεως ἀδυνατεῖ ἐπίσης νὰ ὠφθῇ τὸ
ἐνδότερον τοῦ Οἴκου Μου.
Ὁ εἰς Ἐμὲ ἀνήκων τέλος καὶ ἐκ τοῦ Οἴκου Μου ἐξελθὼν καὶ μὴ ἐν τῷ
κόσμῳ τούτῳ τῆς δοκιμασίας ὑποστὰς ἁπάσας τὰς πρὸς τὴν πραγματικὴν
αὐτοῦ ἐξέλιξιν καὶ ἄνοδον ἀπαιτουμένας θυσίας καὶ ἂν εἰσέτι ὑπὸ πίστεως
καὶ ἀγάπης ἐλαύνεται, οὐ δύναται καθέξειν τὴν ἐν τῷ Οἴκῳ Μου ἀναμένου-
σαν αὐτὸν κενὴν θέσιν, ἀλλ’ ἑδρασθήσεται ἐπ’ αὐτῆς τότε μόνον, ὁπόταν ἡ
ἐν αὐτῷ Δύναμίς Μου ἰσοφαρίσῃ καὶ ἰσοσθενωθῇ μὲ τὴν ἀτομικὴν αὐτοῦ
πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν δύναμιν καὶ ἀποτελέσῃ μίαν Ἀδιάσπαστον καὶ
Ἀδιάρρηκτον Δύναμιν, ἐξωτερικευομένην διὰ τῆς ἐπιδράσεως μὲν Ἐμοῦ
ἐπ’ αὐτοῦ, διὰ τῆς ἀτομικῆς αὐτοῦ δὲ δράσεως καὶ ἐπενεργείας ἐπί τε τῶν ἐξ
αὐτοῦ ἐξερχομένων καὶ τῶν ἐν αὐτῷ ὑπεισερχομένων καὶ ἀντιεξερχομένων.
Ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων καὶ εἰς Ἐμὲ ὑποκείμενος, οὐ δύναται διὰ τῆς Ἐπε-
νεργείας Μου καὶ μόνον ἢ Ἐπιφωτίσεως καὶ ὑποδείξεως νὰ διαδράμῃ τὴν
πρὸ αὐτοῦ ἐκτεινομένην ἀτραπὸν μέχρις τῶν ἐνδοτέρων τοῦ Οἴκου τῆς
Βασιλείας Μου, ἀλλ’ ὀφείλει διὰ τῆς ἀναπτύξεως καὶ καλλιεργείας τῶν
πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτοῦ δυνάμεων καὶ διὰ τῆς ἀτομικῆς αὐτοῦ
ἱκανότητος καὶ προσπαθείας νὰ εἰσέλθῃ ἐν τῇ πρὸ αὐτοῦ ἐκτεινομένῃ
ἀτραπῷ καὶ νὰ ὑπερπηδήσῃ ἢ παραδράμῃ τὰ ἐν αὐτῷ ἢ πρὸ αὐτοῦ προ-
σκόμματα καὶ νὰ φθάσῃ μέχρι τῶν ἐνδοτέρων τοῦ Οἴκου τῆς Βασιλείας
Μου, εἰς τὴν αἴθουσαν τῆς ἀναμονῆς καὶ ἐπιστέψεως αὐτοῦ. Καὶ ἂν εἰσέτι
οὗτος διανύσῃ ἅπασαν τὴν πρὸ αὐτοῦ ἐκτεινομένην ἀτραπὸν καὶ εἰσέλθῃ
ἐν τῷ Οἴκῳ Μου, ἕως οὗ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ του, ἕως οὗ
καταλάβῃ τὴν ἕδραν τὴν ἀναμένουσαν αὐτόν, διὰ νὰ στεφθῇ, θὰ διέλθῃ
διὰ πλείστων δαιδαλωδῶν ἀντιθαλάμων, ἐν οἷς δύναται νὰ ἀπωλεσθῇ, χω-
ρὶς νὰ δυνηθῇ ν’ ἀνεύρῃ τὴν πραγματικὴν εἴσοδον, ἥτις θὰ ὁδηγήσῃ αὐτὸν
ἀσφαλῇ καὶ ἀνέπαφον ἐν τῇ αἰθούσῃ τῆς στέψεως αὐτοῦ.
Οὐδεὶς ἐξ Ἐμοῦ ἐκκινήσας καὶ πρὸς Ἐμὲ κατευθυνόμενος ­ἀπωλέσθη.

260
Οὐδεὶς ἐκ τοῦ Οἴκου Μου ἀναχωρήσας καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐξελθῶν καὶ πρὸς αὐτὸν
ἐπαναφερόμενος ἐγκατελείφθη καὶ ἀπωλέσθη ἐν μέσῳ τῶν δαιδαλωδῶν
ἀτραπῶν ἀντιρρόπων καὶ ἀντενεργουσῶν δυνάμεων.
Οἱ ἐξ Ἐμοῦ ἐξελθόντες καὶ πρὸς τὸν Οἶκον τῆς Βασιλείας Μου κατευθυ­
νόμενοι ἐπ’ Ἐμοῦ καὶ ἐν αὐτῷ ἐπαναπαυθήσονται ἐπιστρέφοντες καὶ
ἐπιστεφθήσονται, ἀλλ’ ἐξ αὐτῶν καὶ μόνον καὶ ἐκ τῆς ἰδίας αὐτῶν ἀτομι-
κότητος καὶ ἱκανότητος καὶ προσπαθείας ἐξαρτᾶται νὰ συντάμωσι τὸν ὑπ’
αὐτῶν διανυόμενον δρόμον, ὡς καὶ τὸν χρόνον τῆς διαδρομῆς αὐτῶν.
Οἱ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον ἐκλεγέντες, ἵνα χρησιμεύσωσι ὡς
ὁδηγοὶ ἁπάντων, ὅσοι μέλλουσι ν’ ἀκολουθήσωσι τὴν διαδρομὴν ταύτην
ἢ τὴν ὑποδειχθεῖσαν εἰς αὐτοὺς συντομωτέραν ἀτραπόν, οὗτοι κέκτηνται
τοῦ χαρίσματος νὰ κερδίσωσιν ἐν τῇ προσπαθείᾳ αὐτῶν διὰ τὴν προαγω-
γήν, ἀνάδειξιν καὶ τελειοποίησιν αὐτῶν, ὅσον τὸ δυνατὸν συντομώτερον
χρόνον, ἀπὸ ἐκείνους οἵτινες στεροῦνται τοῦ χαρίσματος τούτου. Εἰς τοὺς
ἐκλεκτοὺς τούτους, ἐνῶ θὰ ἀπῃτῆτο ὁ χρόνος μιᾶς καὶ μόνον ζωῆς, διὰ νὰ
φθάσωσιν εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ των, εἰς τοὺς ἄλλους θὰ ἀπῃτῆτο
διπλάσιος, δεκαπλάσιος καὶ ἑκατονταπλάσιος χρόνος.
Οἱ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλεγέντες οὐδόλως μεταστραφήσονται καὶ ἀπωλε-
σθήσονται, ἀλλ’ ἕξουσιν ἐν τῷ χρόνῳ τῆς διανυθείσης ὑπ’ αὐτῶν ὁδοῦ
τὴν Ἐμὴν Δόξαν ἐν τῷ Οἴκῳ τῆς Βασιλείας Μου καὶ ἐπιστεφθήσονται ὑπ’
αὐτῆς ἐν τῇ δόξῃ τῶν μελλουσῶν γενεῶν καὶ τοῦ χρόνου. Οὐδεὶς ἐκ τῶν
κλητῶν Μου ἐπιστραφήσεται καὶ ἀπωλεσθήσεται ἐν τοῖς σκολιοῖς καὶ δαι-
δαλώδεσι ἀτραποῖς, ἀλλὰ πάντες θέλουσι καταφθάσει ἐν τῷ τέρματι τοῦ
προορισμοῦ αὐτῶν θᾶττον ἢ βράδιον.
Εὐτυχεῖς ἔσονται ἐκεῖνοι καὶ εὐδαιμονέστεροι τῶν ἄλλων, ὅσοι δυνη-
θῶσιν ἐνωρίτερον αὐτῶν νὰ κατανοήσωσι τὸν σκοπὸν τοῦ προορισμοῦ
αὐτῶν καὶ δυνηθῶσι νὰ καταβάλωσι τὴν πρὸς ταχυτέραν αὐτῶν ἐπίτευξιν
ἀτομικὴν αὐτῶν ἐνέργειαν καὶ προσπάθειαν. Ὁ δρόμος ὅστις διανοίγεται
πρὸ ὑμῶν εἶναι ὁ δρόμος τῶν κλητῶν. Τὶ ἐπράξατε μέχρι σήμερον ἢ καὶ τὶ
πράττετε, ἵνα τὸ ταχύτερον συντομευθῇ ἡ ἀπόστασις ἡ χωρίζουσα ὑμᾶς
ἀπὸ τὸν Οἶκον τῆς Βασιλείας Μου;
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἄχρις ὥρας ἐπετέλεσε πᾶν ὅ,τι ἀπαιτεῖται διὰ τὴν
πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν αὐτοῦ τελειοποίησιν, ἥτις θὰ ἐπιφέρῃ τὴν πλήρη
ἀναγνώρισιν καὶ ἐξ ἀτομικῆς κρίσεως καὶ συναισθηματικὸτητος ὑμῶν ἐπί-
γνωσιν τῆς διανυομένης παρ’ ὑμῶν ἀτραποῦ, ὡς καὶ τῶν ἐν αὐτῇ καὶ πέριξ
αὐτῆς προσκειμένων μερῶν.
Ἐὰν δὲ τόσα ἔτη ἀπωλέσθησαν παρ’ ὑμῶν ἀσκόπως καὶ δὴ ἐπὶ ματαίῳ,
διὰ νὰ διανύσητε ἐλάχιστον μέρος αὐτῆς καὶ μόνον, πόσα ἔτη θὰ ἀπαιτη-
θῶσι διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὰ πρόθυρα τοῦ Οἴκου Μου καὶ πόσα ἄλλα εἰσέτι,
διὰ νὰ εἰσχωρήσητε διὰ τῶν δαιδαλωδῶν αὐτοῦ ἀντιθαλάμων εἰς τὴν ἐνδο-
τέραν αὐτοῦ αἴθουσαν, ἐν ᾗ ἀναμένεσθε διὰ νὰ ἐπιστεφθῆτε παρ’ Ἐμοῦ καὶ
τῶν ἀναμενόντων ὑμᾶς ἄλλων Πνευματικῶν σας ὁδηγῶν;
Ἀδιαφορεῖτε, ἀδρανεῖτε, οὐδὲν ποιεῖτε, ἵνα συντομευθῇ ὁ χρόνος

261
οὗτος, ὅστις ἀπαιτεῖται διὰ τὴν πλήρη ὑμῶν ἐξέλιξιν καὶ τελειοποίησιν.
­Περιορίζεσθε μόνον εἰς ἀσκόπους συζητήσεις καὶ διατριβάς, δὲν σκέπτε-
σθε παρὰ μόνον τὴν σωματικὴν ὑμῶν διάθρεψιν καὶ τὴν καλυτέρευσιν
τῶν ὅρων τῆς ἐπιγείου ὑμῶν ζωῆς καὶ οὐδὲν πλέον.
Ἀναπολεῖτε ὁσάκις ἀνακύψητε ὀλίγον τὰς εὐτυχεῖς στιγμὰς τοῦ πα-
ρελθόντος καὶ παρηγορεῖσθε ἐκ τούτου, χωρὶς νὰ αἰσθάνεσθε ὅτι αἱ στιγ-
μαὶ ἐκεῖναι εἶναι μηδὲν ἀπέναντι ἐκείνων, αἵτινες σᾶς ἀναμένουν, ὁπόταν
θελήσητε νὰ ἐπαναρχίσητε χωροῦντες εἰς τὴν διαχαραχθεῖσαν ὑμῖν ὁδὸν
μετὰ περισσοτέρου ἐνδιαφέροντος καὶ μεγαλυτέρας ζέσεως.
Ὁ χρόνος παρέρχεται καὶ ἐπισωρεύεται ἀσκόπως ἐπὶ τοῦ ἀριθμοῦ τῆς
ἡλικίας ὑμῶν, τοῦ σταθμοῦ τῆς ζωῆς ὑμῶν, ὅστις ἔδει νὰ εἶναι ὁ τελειω-
τικὸς σταθμός, ὁ συνδέων τὴν ὕπαρξιν ὑμῶν μὲ τὸν ἐπίγειον κόσμον. Ὁ
σταθμὸς οὗτος ἔδει νὰ σημειώσῃ τὰ τελευταῖα ὑπολείμματα τῆς δοκιμα-
στικῆς ὑμῶν διαδρομῆς διὰ μέσου τοῦ γηΐνου κύκλου τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ
ἐπίσης ἔπρεπε νὰ ἀναβιβάσῃ ὑμᾶς εἰς τὴν τελικὴν ὑμῶν ἀποκατάστασιν
πλησίον Ἐμοῦ καὶ ἐν τῷ Οἴκῳ τῆς Βασιλείας Μου, ἡ δὲ ἀναγνώρισις καὶ
πλήρης ἐπίγνωσις τῆς διανυομένης παρ’ ὑμῶν μέχρι τοῦ τέρματος αὐτῆς
ἀτραποῦ τῆς ζωῆς ὑμῶν νὰ χρησιμεύσῃ ὡς ὑποδειγματικὸς πίναξ ὁδηγοῦ,
δυνάμει τοῦ ὁποίου καὶ ἄλλοι νὰ δυνηθῶσι νὰ συντομεύσωσι τὸν χρόνον
τῆς διανύσεως καὶ ἀποστάσεως τῆς χωριζούσης ὑμᾶς καὶ αὐτοὺς ἀπὸ τοῦ
Οἴκου τῆς Βασιλείας Μου καὶ τοῦ ἀληθοῦς ὑμῶν προορισμοῦ.
Ἐντείνατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν ὅσον τὸ δυνατὸν τὸ ταχύτερον καὶ βα-
δίσατε ἐπὶ τῆς διαχαραχθείσης εἰς ὑμᾶς ὁδοῦ μὲ ἀκράδαντον πίστιν, μὲ
πλήρη αὐτοπεποίθησιν εἰς τὴν καθοδηγοῦσαν ὑμᾶς Δύναμιν καὶ εἰς τὴν
ἀτομικότητά σας, ἐγκλείοντες ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς σας τὴν Ἀγάπην πρὸς
τὸ ἀνατεθὲν εἰς ὑμᾶς ἔργον καὶ πρὸς τὰς ὑποδείξεις αὐτοῦ καὶ δι’ αὐτοῦ ἐν-
σπείρατε καὶ καλλιεργήσατε μεταξὺ ὑμῶν καὶ πάντων τῶν ἀκολουθούντων
ἢ ἀκολουθησάντων ὑμᾶς τὰς ἀρχὰς αὐτοῦ, ὡς ἐπίσης καὶ τὴν μεταξὺ ὑμῶν
ἀπαραίτητον διὰ τὴν προαγωγὴν καὶ τελειοποίησιν ὑμῶν Ἀγάπην, στερεώ-
νοντες ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν τὰ θεμέλια τοῦ Οἴκου τῆς Βασιλείας
Μου καὶ οἰκοδομοῦντες ἐπ’ αὐτῶν ἀνέλθετε μέχρι τῆς ὀροφῆς αὐτοῦ, τὴν
ὁποίαν ὡς ἐπιστέγασμα ἐπικαλύπτω, ἵνα οὕτω οἱ ἔνοικοι αὐτοῦ καὶ οἱ πραγ-
ματικοὶ καὶ ἀληθεῖς βλαστοὶ αὐτοῦ, οἱ ἐξ Ἐμοῦ ἀναχωρήσαντες καὶ πρὸς
Ἐμὲ ἐπιστρέψαντες καὶ ἵνα τὸ Φῶς τὸ πληροῦν Ἐμὲ καὶ διαφωτίζων τὸν δι’
αὐτοῦ πληρούμενον καὶ φωτιζόμενον Οἶκον Μου, ἐν ᾧ κατοικῆτε, πληρώσῃ
καὶ διαφωτίσῃ καὶ ὑμᾶς ὡς Φῶς ἐξ ὑμῶν ἐκπηγάζον καὶ αὐτὸν πληροῦν.

120. Ἡ ζωὴ ὑμῶν ἂς μὴ διέρχηται ἀσκόπως.


Τονώσατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν, ἐνδυναμώσατε τὴν ἐσωτερικὴν ὑμῶν
ἑστίαν τοῦ πυρός, τὴν ἐνισχύουσαν καὶ ἰσχυροποιοῦσαν τὴν ψυχὴν ὑμῶν,
ἀφήσατε ἐκ τῶν ἐγκάτων αὐτῆς νὰ ἐξέλθῃ τὸ ἐξ ὑμῶν ἔνδον φῶς.

262
Τὸ φῶς τοῦτο, τὸ ὁποῖον ὑπάρχει εἰς ἑκάστην ψυχὴν καὶ διαφωτίζει
αὐτήν, συμπληροῖ τὰ κενά, τὰ ὁποῖα ὁ σωματικὸς ὀργανισμὸς καὶ τὸ ἐξω-
τερικὸν τοῦ ἀνθρώπου περίβλημα παρουσιάζει καὶ δὲν ἐπιτρέπει εἰς τὰς
πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς αὐτοῦ δυνάμεις νὰ ἐκδηλωθῶσι κατὰ τρόπον
κατισχύοντα τῶν ἀνθρωπίνων ἀτελειῶν, παντὸς σωματικοῦ πάθους καὶ
ὑλικῆς ἐπιδιώξεως.
Διὰ νὰ φθάσητε καὶ πάλιν εἰς τὴν πραγματικὴν ἀτραπόν, ἐξ ἧς ἐξεκλί-
νατε, ἀνάγκη νὰ τονώσητε ἑαυτούς, διὰ νὰ δυνηθῆτε ν’ ἀντεπεξέλθητε
ἀνέπαφοι ἐκ τε τῶν δοκιμασιῶν, αἵτινες σᾶς ἀκολουθοῦν καὶ ἐκείνων αἵτι-
νες εἰς τὸ μέλλον θὰ σᾶς παρουσιασθῶσιν.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατ’ ἰδίαν ἢ καὶ ὁσάκις συναντάσθε, ὅπως ἐπικοι-
νωνήσητε μετ’ Ἐμοῦ, ἀφήνετε ἐφ’ ἱκανὴν ὥραν τὰς διανοίας ὑμῶν συ-
γκεντρούμενοι πρὸς ἑαυτοὺς καὶ καταβάλλοντες ἐν ἰσοσθενεῖ καὶ ἀδια-
σπάστῳ προσπαθείᾳ κατὰ τὴν χρονικὴν διάρκειαν ταύτης τὴν διάνοιαν
ὑμῶν τελείως ἀπηλλαγμένην πάσης ἄλλης σκέψεως νὰ προσηλωθῇ εἰς
τὸ κέντρον πρὸ ὑμῶν, ἐνῶ προσπαθήσατε ἐπίσης δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυ-
νάμεων νὰ φέρητε τὴν ἀναπαράστασιν τῆς Εἰκόνος Μου, ὅπως ἕκαστος
τὴν σκέπτεται καὶ τὴν ἀντιλαμβάνεται.
Ἐὰν ἐπὶ ἀρκετὸν χρόνον ἐξασκηθῆτε εἰς τοῦτο, θὰ δυνηθῆτε ὀλίγον
κατ’ ὀλίγον νὰ συναισθάνεσθε τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένην δύναμιν ἥτις θὰ
σᾶς καταλαμβάνῃ καὶ ἡ ὁποία θὰ σᾶς ἐνισχύῃ ἐπικρατέστερον καὶ διαυγέ-
στερον εἰς τὸν δρόμον, τὸν ὁποῖον ἀκολουθεῖτε.
Ἡ προσήλωσις ὑμῶν αὕτη δέον ἀπαραιτήτως νὰ γίνεται μὲ πλήρη
πίστιν καὶ βεβαιότητα καὶ μὲ πλήρη, εἰ δυνατόν, ἐξουδετέρωσιν τοῦ ἀτο-
μικοῦ σας ἐγὼ ἐκ τῶν παρακολουθούντων αὐτὸ διεγέρσεων ἢ συλλογι-
σμῶν. Δὲν πρέπει δηλαδὴ κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἐξασκήσεως ταύτης νὰ
ἀφήνετε τὴν σκέψιν σας νὰ περισπᾶται ὑπὸ λογισμῶν τῆς ἡμέρας ἢ τοῦ
παρελθόντος, ἀλλὰ ἡ διάνοιά σας νὰ ἐξουδετερώνῃ ἐν ἑαυτῇ πᾶσαν σκέ-
ψιν ἢ μᾶλλον νὰ μὴ δύναται νὰ κάμῃ ἄλλην τινα σκέψιν, πλὴν τῆς ἀναπα-
ραστάσεως τῆς Εἰκόνος Μου, τὴν ὁποίαν προσπαθήσατε νὰ προσελκύ­
σητε ἐν ὑμῖν καὶ ἐπιδιώξατε νὰ καταλάβῃ καὶ πληρώσῃ τὰς ψυχὰς ὑμῶν.
Βεβαίως δὲν δύναμαι νὰ σᾶς εἴπω ἀπὸ σήμερον τὰ ἐπιτευχθησόμενα
ἀποτελέσματα τῆς ἐνεργείας σας ταύτης, διότι ταῦτα ἐξαρτῶνται πλήρως
ἐκ τῆς προσπαθείας ὑμῶν πρῶτον καὶ δεύτερον ἐκ τῆς δυνατῆς διατηρήσε-
ως τῶν ὅρων ταύτης, οὓς ἔκαστος ὀφείλει νὰ καταβάλῃ. Πάντως μεθ’ ἑκά-
στην προσπάθειαν ὑμῶν θὰ αἰσθάνεσθε τὴν ψυχὴν ὑμῶν νὰ κατακλύζεται
ὑπὸ μιᾶς ἀφάτου γαλήνης καὶ ἐπίσης θὰ κατανοῆτε, ὅτι ἡ ἰσχυροποίησις
τῶν δυνάμεων ὑμῶν θὰ ἐπιτυγχάνεται σχετικῶς ὁλοὲν καὶ καθ’ ἑκάστην
περισσότερον, ἐνῷ εἰς τοὺς μεταξὺ ἡμῶν δεσμοὺς θὰ τοὺς ἀντιλαμβάνε-
σθε, ὅτι συσφίγγονται, ἡ δὲ πρὸς ὑμᾶς ἐπίδρασις τοῦ Πνεύματός Μου θὰ
καθίσταται ἀντιληπτωτέρα καὶ συναισθηματικωτέρα.
Ἐγὼ οὐδὲν δύναμαι νὰ παρέξω ἢ προσδώσω ὑμῖν ἄνευ τῆς πρὸς
τοῦτο θελήσεως καὶ προσπαθείας ὑμῶν.

263
Τοῦτο σᾶς εἷπον πολλάκις καὶ τὸ ἐπανέλαβα πλειστάκις. Συνεπῶς ἀπὸ
ὑμᾶς καὶ μόνον ἐξαρτᾶται ἡ πληρεστέρα ὑμῶν ἀναγωγὴ καὶ τελειοποίησις,
ὡς καὶ πᾶσα πρὸς Ἐμὲ προσέγγισις.
Τὴν ἀνωτέρω ὑπόδειξιν πρὸς ἐπιτυχίαν τῆς ἐνισχύσεως ὑμῶν ἐκ
μέρους Ἐμοῦ δέον νὰ κάμνητε ὡς ἑξῆς:
Θὰ δίδετε ἀναμεταξύ σας τὰς χεῖρας, θὰ κλείετε τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ
μὲ κεκλεισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς θὰ παρατηρῆτε εἰς τὸ κέντρον ὑμῶν
συγκεντρούμενοι ἐν ἑαυτοῖς δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων καὶ ἐπιδιώκο-
ντες δι’ ὅλων ἐπίσης τῶν δυνάμεων ὑμῶν νὰ ἐξωτερικεύσητε τὴν ἐν τῇ
διανοίᾳ ὑμῶν ἀναπαράστασιν τῆς Εἰκόνος Μου. Διὰ τοῦ τρόπου τούτου οὐ
μόνον θὰ κατορθώσητε μετ’ ἀρκετὰς προσπαθείας νὰ ἀντιλαμβάνεσθε τὴν
ἐκ τῆς Εἰκόνος Μου παραγομένην ἀνταύγειαν ἢ τὸ φῶς, τὸ ὁποῖον θὰ τὴν
περιβάλλῃ, ἀλλὰ θὰ αἰσθάνεσθαι συγχρόνως ἡ Ἀκτινοβολία αὐτῆς νὰ προ-
σπίπτῃ ἐφ’ ὑμῶν, ἐνῷ ἡ ἐξ αὐτῆς ἐκπεμπομένη αἰσθητικὴ ἐξωτερίκευσις
θὰ περιβάλλῃ τὰς ψυχὰς ὑμῶν καὶ θὰ αἰσθάνεσθε νὰ πληρώνωνται αὗται
ἐκ μιᾶς ἡδείας καὶ γαληνοσκεποῦς ἐπηρείας, ἥτις θὰ προξενῇ ἐν τῷ βάθει
αὐτῶν τὴν μακαρίαν ἀπόλαυσιν, ἣν οὐδὲν ἐπὶ τῆς γῆς ἀγαθὸν δύναται νὰ
σᾶς παρέξῃ.
Μέχρι σήμερον τὸν χρόνον τῆς μετ’ Ἐμού ἐπικοινωνίας καταναλίσκε-
τε εἰς παραινέσεις, προτροπὰς καὶ ὑποδείξεις, τὰς ὁποίας οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν
­διατηρεῖ καὶ τὰς ὁποίας οἱ πάντες λησμονῶσι μόλις ἀναχωρήσητε, ἢ καὶ ἂν
κάποτε ἡ σκέψις ὑμῶν φέρεται πρὸς αὐτάς, αἱ ἄλλαι βιωτικαὶ σκέψεις καὶ
μέριμναι, αἵτινες σᾶς ἀκολουθοῦν, σᾶς ἐξαναγκάζουν νὰ τὰς ἐγκαταλείψητε.
Ὁ χρόνος ὅμως ὁ τόσον πολύτιμος δι’ ὑμᾶς καὶ κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς
ἐπικοινωνίας ὑμῶν ταύτης, ὅστις, ἐπιτρέψατέ μοι νὰ σᾶς διαβεβαιώσω ὡς
γνώστης τῶν καθ’ ὑμᾶς πραγμάτων καὶ τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ δὲν δύνασθε
ν’ ἀρνηθῆτε τοῦτο, πλὴν ἐλαχίστων στιγμῶν, κατ’ ἰδίαν, εἶναι ἴσως ὁ μο-
ναδικός, ὃν ἀφιεροῦτε τόσον πρὸς Ἐμὲ καὶ τὴν τόνωσιν τῶν μεταξὺ ἡμῶν
σχέσεων, ὅσον καὶ διὰ τὴν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν ὑμῶν καὶ συνεπῶς
ὁ χρόνος οὗτος, οὐ μόνον δὲν εἶναι ἐπαρκὴς πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον, ἀλλὰ
καὶ ἀπόλλυται ἐξ ὁλοκλήρου εἰς παραινέσεις καὶ μόνον ἐκ μέρους Ἐμοῦ καὶ
τίποτε περιπλέον.
Τουλάχιστον αἱ παραινέσεις αὗται νὰ συνετέλουν εἰς τὴν πραγματικὴν
ὑμῶν ἀνάνηψιν, θὰ ἐξεπλήρουν τὸν σκοπὸν ἡμῶν καὶ τότε βεβαίως ὁ πρὸς
τοῦτο καταναλωθεὶς καὶ καταναλισκόμενος χρόνος δὲν θὰ ἐπήγαινε ἐπὶ
ματαίῳ. Ἀλλὰ καὶ τοῦτο δυστυχῶς δὲν ἐπιτυγχάνεται.
Ἐπὶ τόσον χρόνον, καθ’ ὃν ἐπικοινωνῶ μεθ’ ὑμῶν, τὶ ἀποκομίσατε;
Οὐδέν. Ἐὰν εἷς ξένος, τελείως ἀμέτοχος τῶν μεταξὺ ἡμῶν ὑφισταμένων
δεσμῶν ἢ τοῦ τρόπου καὶ τῆς ἐπιδιώξεως τῆς μεταξὺ ἡμῶν ἐπικοινωνίας
ἤθελε μελετήσει καὶ κρίνει ἐκ τῆς ἀναγνώσεως τῶν ἐπικοινωνιῶν ἡμῶν, διὰ
νὰ κατορθώσῃ νὰ ἐξαγάγῃ ἓν συμπέρασμα, τὸ συμπέρασμα αὐτοῦ θὰ ἦτο,
ὅτι ἀπωλέσθη πολὺς χρόνος εἰς ὑποδείξεις καὶ συμβουλὰς καὶ κρίνων τὰ ἐξ
αὐτῶν συμπεράσματα καὶ τὴν ἐξ αὐτῶν ὠφέλειαν, θὰ εὕρισκεν, ὅτι οὐδὲν

264
συνετελέσθη καὶ ὁ χαρακτηρισμὸς περὶ τῶν προσώπων ὑμῶν, δὲν τολμῶ
ἐξ οἴκτου καὶ λύπης νὰ τὸν ἀναφέρω.
Κατὰ τὸ παρελθόν, ὡς βεβαίως ἴσως νὰ ἐνθυμῆσθε, σᾶς εἶπον, ὅτι ἀρ-
κετὰ κατὰ τὸ διάστημα τῆς δοκιμασίας ὑμῶν, ὡς καὶ τῆς ἔστω καὶ ἐλαχί-
στης προσπαθείας ὑμῶν προήχθητε, ὥστε νὰ μὴ παρουσιάζεσθε Ἐνώπιόν
Μου ὡς ὄργανα καὶ κύμβαλα ἀλαλάζοντα, ἀλλὰ νὰ ἔχητε ἕκαστος ἐξ ὑμῶν
ἰδίαν γνώμην καὶ κρίσιν καὶ σχετικὴν αὐτοβουλίαν.
Ἐπωφελήθητε ἐκ τούτου ἔκτοτε;
Ὄχι! Καὶ ὅμως πόσαι σκέψεις, πόσα προβλήματα, πόσαι ἀπορίαι, πόσα
ζητήματα δὲν γεννῶνται καθ’ ἑκάστην ἐν τῇ σκέψει ὑμῶν εἴτε ἐκ τῆς ἀνα-
γνώσεως βιβλίων ἢ ἀκόμη καὶ ἐκ τῆς παρακολουθήσεως τῶν καθ’ ἑκάστην
προκυπτόντων ἐν τῷ περιβάλλοντι τῆς ζωῆς ὑμῶν πραγμάτων;
Διῆλθε ποτὲ ἐκ τῆς σκέψεως ὑμῶν ν’ ἀποτείνετε μίαν ἐρώτησιν ἐπ’
αὐτῶν;
Καὶ ὅμως ἐκ τῆς διαλογικῆς ταύτης μεταξὺ ὑμῶν συζητήσεως, πόσαι
ἀπορίαι ὑμῶν δὲν θὰ ἐλύοντο καὶ πόσον ἡ διδασκαλία ὑμῶν δὲν θὰ συνε-
τελεῖτο ταχύτερον καὶ καλλίτερον ἀπὸ τὰς διηνεκεῖς καὶ ἐπανειλημμένας
συμβουλάς Μου, αἵτινες δὲν κατορθώνουν νὰ μαλάξουν τὴν ψυχὴν ὑμῶν
ἢ νὰ διέλθουν διὰ τῶν πεφραγμένων ὑμῶν ὤτων καὶ νὰ εἰσχωρήσουν εἰς
τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ὑμῶν, διὰ νὰ ἐπιφέρουν τὸν ἐκ βάθρων κλονισμὸν εἰς
αὐτήν, ὅπως ἐπέλθῃ ἡ τελεία ὑμῶν ἀνάνηψις καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς πνευματικὴ καὶ
ψυχικὴ ὑμῶν πρόοδος καὶ τελειοποίησις.
Διὰ νὰ κάμω σήμερον εἰς ὑμᾶς τὰς παρατηρήσεις Μου ταύτας, ἕπεται,
ὅτι διὰ τούτου προσπαθῶ νὰ ἀναγάγω ὑμᾶς μίαν εἰσέτι βαθμίδα ὑψηλότε-
ρον τοῦ ἐπιπέδου, εἰς ὃ ἀπὸ μακροῦ διατηρεῖσθε καὶ νὰ γεννήσω ἐν ὑμῖν
τὴν περιέργειαν καὶ τὸν ζῆλον, ὡς καὶ τὴν αὐτοβουλίαν τῆς σκέψεως, διότι
καὶ πάντα ταῦτα εἶναι ἀπαραίτητοι συντελεσταὶ διὰ τὴν ταχυτέραν καὶ
συντο­μωτέραν ὑμῶν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν.

121. Ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἔστω ὡς ἡ δεξαμενὴ ἡ εἰσδεχομὲνη τὸ ὕδωρ.


Ὕδωρ δι’ αὐτὴν ἔστω τὸ Ὕδωρ τῆς Ζωῆς, τῆς ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομὲνης
καὶ τὸν κόσμον ὁλόκληρον πληρούσης. Διὰ νὰ καταστῆτε ὅμως ἱκανοί, ἵνα
συγκεντρώσητε ἐν ἑαυτοῖς τὸ Ὕδωρ τοῦτο, ἀνάγκη νὰ κατανοήσητε τὴν
Ζωήν, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζουσαν, πρὸς Σύμπαντα τὸν κόσμον προσφερο-
μένην καὶ πρὸς Ἐμὲ καὶ πάλιν ἐπανερχομένην.
Ἡ Ζωὴ αὕτη πλήρης Φωτὸς ἐκ τῆς Ἀκενώτου Ἑστίας τοῦ Πνευματι-
κού Φωτὸς καὶ πλήρης διαυγείας ἐκ τῶν ποικίλων ἀποχρώσεων τῶν ἀντα-
νακλομὲνων ἐν αὐτῇ, εἶναι ἡ Ζωή τῆς Ἀφθαρσίας, εἶναι ἡ Ζωὴ τῶν Τελείων
Ὄντων, εἶναι ἡ Ζωὴ τῶν Ἀθανάτων Πνευματικὼν Ὀντοτήτων, εἶναι ἡ
Ζωὴ ἡ ἀρχομένη διὰ μέσου ἀπειραρίθμων σταθμῶν ἐξελίξεως, διὰ μέσου
ἀπειρίας μορφῶν, διὰ νὰ φθάσῃ εἰς τὸν Ὑπὲρτατσν βαθμὸν τῆς πνευμα­

265
τικῆς καὶ ψυχικῆς ἀπολυτρώσεως καὶ νὰ καταστῇ ἓν Ὂν πλῆρες, ἐν
πλήρει πνευματικῲ καὶ ψυχικῷ καὶ ἠθικῷ περιβάλλοντι.
Ὁ ποιῶν τὸ ἐν αὐτῷ ἐνυπάρχον στοιχεῖον τῶν Θείων Ἐμπνεύσεων, ν’
ἀκούῃ τὰ κελεύσματα τῆς ἐξ αὐτῶν ἐξερχομὲνης φωνῆς καὶ ἐν τῇ προ-
σπαθείᾳ αὐτοῦ ἀγωνιζόμενος πρὸς πλήρη ἀπολύτρωσιν τῶν ἀτομικών
αὐτοῦ ἰδεῶν καὶ ἐμπνεύσεων, καθιστάμενος Ἓν πρὸς τὸ Θεῖον Ὄν, τὸ ἐν
τῷ πνεύματι καὶ τῇ ψυχῇ αὐτοῦ κατοικοῦν, οὗτος ἀποκαθιστάμενος ἐν
Ἑαυτῷ ὡς Θεῖος Νοῦς καὶ ὑπ’ αὐτοῦ κατόπιν καθοδηγούμενος καταφθά-
νει εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ καὶ εἰσέρχεται εἰς τὴν χώραν τῶν
Παγκοσμίων Νόμων, τῶν Ὑπερτάτων Ἀληθειῶν, τῶν πέραν τῶν φυσικῶν
ὁρίων ὑφισταμένων καὶ λειτουργούντων νόμων, γενόμενος οὐ μόνον φο-
ρεὺς τῶν Πνευματικῶν Δυνάμεων, τῶν διακρινουσῶν τὰ Τέλεια Πνευματι-
κὰ Ὄντα, ἀλλὰ καὶ συνακὸλουθος αὐτῶν ἐν τῇ Ὑπερτάτῃ Διδασκαλίᾳ, ἣν
δι’ αὐτοῦ προορίζω τῷ κόσμῳ.
Διὰ να φθάσητε ὅμως εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο τῆς Τελειότητος, πόσοι
ἀγῶνες δέον νὰ καταβληθῶσιν ἐκ μέρους ὑμῶν καὶ ὁποία προσήλωσις εἰς
τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον ἐξυπηρετεῖτε. Ἀναχθῆτε πρός
Με καὶ διαφωτισθῆτε ὑπ’ Ἐμοῦ, ἵνα τὸ ταχύτερον ἀποκαταστήσητε ἐν
ἑαυτοῖς τὸ ἐξ Ἐμοῦ διαχεόμενον Φῶς.
Διὰ ν’ ἀναχθῆτε ὅμως πρὸς Ἐμὲ καὶ διὰ νὰ διαφωτισθῆτε, δὲν πρέπει
ὡς ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον νὰ κάθησθε ἀμέριμνοι καὶ μὲ ἐσταυρωμένας τὰς
χείρας νὰ σᾶς δοθῇ ἡ ἐξ ὕψους καὶ ὡς ἐν ἐλέῳ Ἀρωγή. Ἀγωνισθῆτε τὸν
ἀγῶνα τῆς πρὸς Ἐμὲ πίστεως καὶ ἀφοσιώσεως, ἀγωνισθῆτε τὸν ἀγῶνα
τῆς Ἀγάπης καὶ πλήρους Ἀνεξικακίας, ἀγωνισθῆτε τὸν ἀγῶνα τῆς Ἐγκαρ-
τερήσεως καὶ Ὑπομονής, ἀγωνισθῆτε τὸν ἀγῶνα τῆς Θείας Δικαιοσύνης,
ἀγωνισθῆτε τὸν ἀγῶνα τῆς πλήρους ἀποκαταστάσεως ἐν ὑμῖν τοῦ ἐξ
Ἐμοῦ ἐκπορευομένου Φωτὸς καὶ θέλετε ἕξει ὡς ἔπαθλον τῆς δικαίας
ὑμῶν νίκης ἀνταμοιβῆς τὴν τελείαν ὑμῶν ἐκ τοῦ ἐγώ σας ἀπολύτρωσιν,
ἥτις συγχρόνως ἔσεται καὶ ἀπολύτρωσις πνευματική τε καὶ ψυχική καὶ
ἐκ τῶν ἐλαχίστων ὑλικῶν δεσμῶν, τῶν συγκρατούντων ὑμᾶς πρὸς τὴν
φθαρτὴν ὑλικήν ζωήν.
Ἀναπετάσατε εἰς τὸ βάθος τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν ὑποστά-
σεως τὸ μέγα τοῦτο σύμβολον, τὸ ὁποῖον λέγεται: Θάνατος τοῦ ἀτομικοῦ
Ἐγώ.
Ὁ μέγας φθορεὺς τῆς ψυχῆς, ὁ μέγας ἀντίπαλος τῆς πνευματικῆς τε-
λειοποιήσεως, ὁ μέγας ἐχθρὸς πάσης ἀναγωγῆς, εἶναι ὁ ἀτομισμός.
Συντρίψατε τὰ δεσμὰ τοῦ ἀτομικοῦ σας ἐγώ, τὰ ὁποῖα συγκρατοῦν
προσκεκολλημένους ὑμᾶς ὡς ὄστρακα ἐπὶ τοῦ ὑλικοῦ πεδίου, τῶν σωματι-
κῶν ἀπολαύσεων, τῶν ὑλικῶν ἐπιδιώξεων, τῶν ἀτιμωτικῶν προσηλώσεων
καὶ ἐπιπλεύσεων καὶ ἀποκαταστήσατε ἐν ὑμῖν τὸν Κόσμον τῶν Ὑπερτάτων
Ἀληθειῶν τῶν ἐξερχομένων ἐκ τοῦ Κόσμου, εἰς ὃν ἀνήκω καὶ εἰς τὸν ὁποῖον
προσπαθῶ καὶ ἐπιδιώκω δι’ ὅλων τῶν δυνάμεων καὶ τῶν δυνατῶν μέσων
νὰ σᾶς φέρω.

266
Ὁ Κόσμος οὗτος δὲν ἀνήκει εἰς ἑαυτόν, ἀλλὰ εἰς τοὺς ἄλλους. Ἀνήκει
εἰς πάντας ἐκείνους, οὓς θέλει καὶ ἐπιδιώκει νὰ προσελκύση, ἀνήκει εἰς
ὅσους τὸν διανοοῦνται, τὸν ἐπικαλοῦνται καὶ τὸν ἀγαπῶσι. Ὁ Κόσμος
οὗτος εἶναι ὁ Κόσμος τῆς Ἀληθείας, εἶναι ὁ Κόσμος τῆς Δικαιοσύνης, εἶ-
ναι ὁ Κόσμος τῆς Ἀγάπης.
Ἀνήκοντες καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν Κόσμον τοῦτον ἢ ἐπιθυμοῦντες νὰ κατα-
ταχθῆτε ἐν αὐτῷ καὶ ἀποκατασταθῆτε πλήρως ἐν αὐτῷ ἐπιδιὼξατε τότε
νὰ τηρήσητε τοὺς Νόμους τῆς Ἀληθείας, τῆς Δικαιοσύνης καὶ Ἀγάπης. Ἡ
Ἀλήθεια θὰ παρέχητε ὑμῖν ἢ μᾶλλον θὰ γνωρίζητε ταύτην, ἐφ’ ὅσον ἀνα-
πτύσσεσθε καὶ τελειοποιεῖσθε ἐν αὐτῷ, ἐφ’ ὅσον θὰ προχωρῆτε ἀνερχόμε-
νοι τὰς ἀτραπούς, τὰς ὁδηγούσας εἰς τήν κορυφήν, τοῦ δεσπόζοντος πά-
ντων τῶν ἐν αὐτῷ πεδίων, ὡς ἐπίσης καὶ ἡ Δικαιοσύνη θὰ εἶναι ἡ ἐφαρμογή
καὶ ἀπονομὴ πρός τε ὑμᾶς αὐτοὺς καὶ εἰς πάντας τοὺς δι’ ὑμῶν προσερ-
χομένους τῶν Νόμων, τῶν ἐν τῇ ἐπιγνώσει τῆς Ἀληθείας ἐγκρυπτομένων,
ἡ δὲ Ἀγάπη θὰ εἶναι ἡ τροφή, ἥτις θὰ καθιστᾶ ὑμᾶς ἀπροσβλήτους ἀπὸ
πᾶσαν τῶν ἐναντίων προσβολὴν καὶ θὰ προφυλάσσῃ ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς
ἐχθροῦ.
Ἡ Ἀγάπη εἶναι τὸ ὅπλον, τὸ ὁποῖον θὰ στρέφετε πρὸς πάντα ἐχθρὸν
καὶ πολέμιον, τὸν ὁποῖον θὰ καθιστᾶ φίλον καὶ ὀπαδὸν ὑμῶν. Διὰ νὰ φθά-
σητε ὅμως εἰς τὴν ἀληθῆ ἀτραπὸν τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν ἐπιβάλλεται εἰς
ὑμᾶς πρῶτον ν’ ἀποβάλλητε καὶ νὰ ἐκριζώσητε ἐκ βάθρων ἀπὸ τὰ βάθη
τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν ὑποστάσεως τὸν ἀτομισμόν.
Οἱ εἰς Ἐμὲ ἀνήκοντες δὲν πρέπει νὰ ἀνήκωσιν εἰς ἑαυτούς, ἀλλὰ εἰς
Ἐμὲ. Οἱ πιστοὶ τηρηταὶ τῶν Ἐντολῶν Μου θὰ εἶναι ἐκεῖνοι, οἵτινες θὰ ἐξυ-
πηρετήσωσι τὸ ἔργον Μου ὡς στρατιῶται ἀκολουθοῦντες τὴν διαταγὴν
τοῦ ὁδηγοῦντος αὐτοὺς πρὸς τὴν νίκην. Ὁπόταν εἰς ἓν στράτευμα δὲν
ὑπάρχει ἡ πειθαρχία καὶ ἡ αὐστηρὰ τήρησις τῶν καθηκόντων ὁπόταν εἷς
στρατιώτης δὲν ἀνήκει εἰς τὰς ἐπιταγὰς καὶ τὰ κελεύσματα τῆς καλούσης
αὐτὸν πατρίδος, ἀλλὰ θέτει ἑαυτὸν καὶ τὴν ἀτομικότητά του ὑπεράνω τῆς
ἀτομικότητος τῶν ἄλλων καὶ τοῦ συνόλου, τοῦ ἐκπροσωπουμένου ἐν τῇ
ἰδέᾳ τῆς καλούσης αὐτὸν πατρίδος, τότε ὁ στρατὸς οὗτος ὁ ἀπαρτιζόμενος
ἐκ τοιούτων στελεχῶν δὲν δύναται νὰ ἐπιφέρῃ τὴν προσδοκουμένην νίκην
καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἔσεται ἡ πλήρης αὐτοῦ ἀποσύνθεσις καὶ καταστροφή.
Οὕτω καὶ ὑμεῖς ὄντες συστρατιῶται μιᾶς ἰδεολογίας, τῆς ὑψηλότερης
πασῶν τῶν ἐν τῷ κόσμῳ ἰδεολογιῶν καὶ ἀνήκοντες εἰς τὸ Στράτευμά
Μου, ὅπερ εἶναι τὸ Στράτευμα τῆς ἐν τῷ κόσμῳ κυριαρχίας τῶν ἐξ Ἐμοῦ
ἀπορρεουσῶν Ἀληθειῶν, ὀφείλετε νὰ εἶσθε πειθήνιοι εἰς τὰ καθήκοντα,
τὰ ἐπιβαλλόμενα εἰς ὑμᾶς.
Δὲν πρέπει ν’ ἀνήκετε εἰς ἑαυτούς, δέον νὰ λησμονήσητε τὴν ἀτομι-
κότητά σας καὶ νὰ ἀντιληφθῆτε ὅτι ἀνήκετε εἰς τὴν Παράταξίν Μου, καὶ ὡς
ἀνήκοντες εἰς αὐτὴν νὰ ὑποκαταστήσητε τὸ ἐγώ σας διὰ τῆς ἐξυπηρετήσε-
ως τοῦ συνολικοῦ Ἐγὼ τῆς παρατάξεως ταύτης.
Ὁπόταν δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων ἐπιβληθῆτε εἰς ἑαυτοὺς καὶ ἐφ’

267
ὅσον καλεῖσθε νὰ ἐξυπηρετήσητε τὰ συμφέροντα ὑμῶν, διὰ τῶν συμφερό-
ντων τῆς συνολικῆς ὑμῶν παρατάξεως, ὀφείλετε νὰ λησμονήσητε τὰς
ἀτομικάς σας φιλαυτίας καὶ ἐπιδιώξεις ἀφοσιούμενοι ἀποκλειστικῶς καὶ
μόνον εἰς τὸ ἔργον τοῦτο, τότε θὰ ἴδητε πόσον θὰ συντελέσητε οὐ μόνον
εἰς τὴν ταχυτέραν αὐτοῦ ἐξυπηρέτησιν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν πρόοδον αὐτοῦ
τὴν ἔτι ταχυτέραν, ἥτις ἔσεται καὶ πρόοδος ἑνὸς ἑκάστου ἐξ ὑμῶν.
Διότι πρέπει νὰ γνωρίσητε ὅτι προαγομένου τοῦ ἔργου τοῦ ἀνατεθέ-
ντος εἰς ὑμᾶς, προάγεσθε καὶ ὑμεῖς καὶ τούτου προσκόπτοντος καὶ ἡ πνευ-
ματικῆ καὶ ψυχική ὑμῶν ἐξέλιξις προσκόπτει. Διότι ἑκάστη τοῦ ἔργου Μου
ἐν τῷ κόσμῳ ἀποκατάστασις εἶναι καὶ σχετικὴ τῶν ἐξυπηρετούντων τοῦτο
ἀποκατάστασις ἐν τῷ πνευματικῷ, ψυχικῷ καὶ ἠθικῷ πεδίῳ τοῦ Κόσμου
Μου, ὅπως καὶ ἡ ἐκπλήρωσις οἱουδήποτε σκοποῦ, οἱασδήποτε νίκης, ἀντα-
μείβῃ καὶ ἐπιστέφῃ τὸν συντελεστὴν αὐτῆς.
Μὴ παραλείψητε ὅθεν ἐν τῷ διηνεκῆ ὑμῶν ζήλῳ καὶ προσπαθεία νὰ
ἀφοσιωθῆτε μετὰ περισσοτέρου ἐνδιαφέροντος εἰς τὸ ἔργον ὑμῶν καὶ νὰ
ἐπιδιώξητε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων καὶ δι’ ὅλων τῶν δυνατῶν μέσων,
ἃ δύναται ἕκαστος ἐξ ὑμῶν νὰ προσφέρῃ πνευματικῶς τε καὶ ὑλικῶς εἰς
τὴν ταχυτέραν αὐτοῦ ἀνάδειξιν καὶ ἀποκατάστασιν ἐν τῷ κόσμῳ, διότι
τοῦτο, ἐφ’ ὅσον εἶσθε συνυφασμένοι μετ’ αὐτοῦ, θὰ ἐπιφέρῃ κατ’ ἀνάλο-
γον λόγον καὶ τὴν ἀτομικὴν ὑμῶν ἀνάδειξιν, ὡς καὶ τὴν πνευματικὴν καὶ
ψυχικὴν ὑμῶν ἀποκατάστασιν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου.

122. Ἀπὸ τὰ βάθη τῶν παρωχημένων αἰώνων, ἀπὸ τὰς ἐσχατιὰς τοῦ
Ἀπείρου εἷς Φαεινὸς Ἥλιος ἐπέλαμπεν, φωτίζων τὸ διάστημα.
Ὁ Ἥλιος οὗτος ἦτο ὁ Ἥλιος παντὸς πνεύματος καὶ ψυχῆς. Ἡ γῆ ἐν τῇ
μικροσκοπικῇ αὐτῆς ἐκτάσει πρὸ τοῦ Ἀπείρου χώρου τοῦ διαστήματος
ἐφαίνετο ὡς μία μαύρη κηλὶς ἐν αὐτῷ, διότι αἱ Ἀκτῖνες τοῦ Πνευματικοῦ
τούτου Ἡλίου δὲν κατέφθανον, ὅπως διαφωτίσουν αὐτήν. Παρέμεινε
σκοτεινὴ ὡς ἡ νὺξ καὶ ἐπὶ τοῦ πνεύματος τῆς ἀνθρωπότητος ἡ ἀχλὺς τοῦ
σκότους ἐσκίαζεν διὰ τῆς ζοφερᾶς αὐτοῦ σκιερότητος τὸ ἀδιαπέραστον
βάθος τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς.
Οἱ Πνευματικοὶ φορεῖς τῆς ἐκ τοῦ βάθους τοῦ Ἀπείρου ἐκπεμπομένης
Ἀκτινοβολίας τοῦ Πνευματικοῦ τούτου Ἡλιακοῦ Φωτὸς ἀνήγγελον, ὅτι
ἐπλησίαζεν ὁ χρόνος, καθ’ ὃν ὁ ἀπομεμακρυσμένος οὗτος καὶ ἄγνωστος
Ἥλιος οὐ μόνον θὰ ἐξέπεμπεν τὰς Ζειδώρους Αὐτοῦ Ἀκτῖνας ἐπὶ τῆς ἀν-
θρωπότητος, ἀλλὰ θὰ ἀνέτελλεν ἐπὶ τῆς γῆς, διὰ νὰ φωτίσῃ τὴν ζοφερὰν
ὑπὸ τοῦ σκότους αὐτῆς ὄψιν καὶ νὰ διαφωτίσῃ ἃπασαν τὴν ἔκτασιν αὐτῆς.
Καὶ ἐπέστη ὁ καιρὸς καὶ συνεπληρώθη τὸ πλήρωμα τοῦ ὑπ’ αὐτῶν
προσδοκωμένου ἐνιαυτοῦ καὶ ὁ Ἥλιος οὗτος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Θεῖος
Οὗτος Ἀστήρ, ὁ λαμπρύνων τὸ διάστημα, ἀνέτειλλεν ἐπὶ τῆς γῆς. Ὁ θάνα-

268
τος κατεπώθη καὶ αἱ θεότητες αἱ ὑψῶσαι τὸν θρόνον αὐτῶν ἐπὶ τῆς κορυ-
φῆς τοῦ Ὀλύμπου κατέπεσαν.
Ὁ θρόνος τοῦ Νέου τούτου Θεοῦ δὲν ἐστηρίχθη οὔτε ἐν τῇ νεφελο-
σκεπῇ κορυφῇ τῶν ὀρέων, οὔτε ἐν τῷ βάθει τῶν ὠκεανῶν, οὔτε ἐν τοῖς
ἐγκάτοις τῆς γῆς, οὔτε ἐν τῇ ἀτμοσφαίρα τῇ περιβαλλούσῃ τὴν γῆν, οὔτε
ἐν τῷ ὑλικῷ διαστήματι, οὒτε ἐν τῷ ἡλίῳ καὶ τοῖς ἄστροις, ἀλλ’ ἠγέρθη ἐν
ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀνθρώπων καὶ ὁ θόλος αὐτοῦ ἐν τῷ πνευματικῷ πεδίῳ πά-
σης νοητῆς καὶ σκεπτομένης ὑπάρξεως.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων, τῶν ζησάντων κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἐπὶ
γῆς Αὐτοῦ παρουσίας, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, τοῦ στενοῦ κύκλου
τῶν μαθητῶν Του, ἀντελήφθη, ὅτι μεταξὺ αὐτῶν ἐβασίλευεν ὁ Ἀρχων τοῦ
Κόσμου, ὁ ἀναμενόμενος Πνευματικὸς Ἥλιος, ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός, Ὅστις
κατῆλθεν ἐνανθρωπισθείς, διὰ νὰ διαρρήξῃ τὰ δεσμὰ τῆς ἀμαθείας καὶ
τοῦ πολυθεϊσμοῦ καὶ διὰ νὰ διδάξῃ τοῖς ἀνθρώποις τὴν πραγματικὴν καὶ
Ἀληθῆ ὁδόν, ἣν αἱ μετέπειτα γενεαὶ ἀκολουθοῦσαι νὰ εἰσέλθωσιν εἰς Νέον
σταθμὸν πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἐξυψώσεως καὶ νὰ συνδεθῶσι μετὰ
τοῦ Θείου, ἀπὸ τὸ ὁποῖον οὐδὲν κώλυμα τοὺς διεχώριζεν.
Οἱ προσκεκολλημένοι ὅμως εἰς τὸ στενὸν καὶ ἄψυχον γράμμα τῆς γρα-
φῆς καὶ τοῦ ἀτέγκτου Μωσαϊκοῦ Νόμου, οἱ μὴ δυνάμενοι νὰ ἀρθῶσιν εἰς τὸ
ὕψος τῆς Καινοσπουδάστου Αὐτοῦ Διδαχῆς, οἱ μὴ δυνάμενοι ν’ ἀντιληφθῶ-
σι τὰς Νέας Ἀρχὰς τῆς Διδασκαλίας Αὐτοῦ, αἵτινες ἐκ βάθρων ἐξεθεμελίω-
νον τὸ σαθρὸν οἰκοδόμημα τοῦ μίσους καὶ τῆς ἐκδικήσεως, τῆς κακίας καὶ
τῆς δολιότητος, τῆς ὑπερηφανείας καὶ τῆς ἀρχομανίας, οὐ μόνον ἀντέστη-
σαν εἰς τὸ Θεῖον Αὐτοῦ ἔργον, ἀλλὰ Τῷ προσῆψαν καὶ τὴν κατηγορίαν τῆς
ἐξυβρίσεως τοῦ Θείου καὶ ἔσυραν Αὐτὸν εἰς τὸν τόπον τοῦ μαρτυρίου, διὰ
νὰ ὑποστῇ ὡς ἔσχατος τῶν κακούργων τὴν ἐξευτελιστικωτέραν ποινήν,
τὸν Σταυρικὸν θάνατον.
Ὁ Θεῖος ὅμως Νοῦς, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, τὸ Θεῖον Φῶς τῆς Ἡλια-
κῆς φαεινότητος κατέστησε τὸ ἐξευτελιστικὸν μαρτύριον τοῦ Σταυρικοῦ
θανάτου εἰς σύμβολον Αἰωνίας Πίστεως καὶ Ἀκτινοβόλου Ἑστίας διὰ σύ-
μπασαν τὴν ἀνθρωπότητα, τὸ ὁποῖον ἔκτοτε προσβλέπουσαι αἱ γενεαὶ
αὐτῆς ν’ ἀναμένωσι παρ’ αὐτοῦ τὴν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν αὐτῶν καὶ διὰ
τῆς βοηθείας αὐτοῦ τὴν ἄφεσιν καὶ ἐξάλειψιν τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν.
Ὁ ταπεινὸς Διδάσκαλος τῆς Ἰουδαίας παρέδωσε τὸ Πνεῦμα Αὐτοῦ ἐπὶ
τοῦ εὐτελοῦς καὶ ταπεινοῦ Σταυροῦ Του, τὸ Πνεῦμα Αὐτοῦ ᾐσθάνθη ὅλον
τὸ μαρτύριον τῆς ἀνθρωπίνης σαρκὸς ἐπ’ αὐτοῦ, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄψυχον
Αὐτοῦ σάρκα Ἀνέστη ὁ Θεός.
Τὸ ὑλικὸν περίβλημα ἐζωοποιήθη, ἀπηύγασεν ἐξ αὐτοῦ τὸ Θεῖον Φῶς,
τὸ ὁποῖον ἡ Θεία Αὐτοῦ Ὑπόστασις καὶ μὲ τὴν ἐκ τάφου Ἀνάστασιν Αὐτοῦ
ἐδίδαξε τοῖς ἀνθρώποις, ὅτι ὁ ἄνθρωπος διὰ τοῦ θανάτου προσλαμβάνει
τὴν ἀρχικὴν Οὐσίαν τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς αὐτοῦ ὑποστάσεως, τὴν
καθέκαστα Ἀθάνατον.
Τὸ Θεῖον Φῶς τὸ ζωοποιῆσαν τὸν ἐν τῇ γῇ ἐνσαρκωθέντα καὶ σταυ-

269
ρωθέντα Θεόν, δύναται νὰ ζωοποιήσῃ καὶ πάντα θνητὸν καὶ νὰ διανοίξῃ
πρὸ αὐτοῦ τὴν ὁδόν, ἥτις ὁδηγεῖ πρὸς αὐτόν, ὅστις ἦτο, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ὁ
Αἰώνιος Ὁδηγὸς τῆς πραγματικῆς Ἀτραποῦ καὶ ὁ μόνος καὶ διακεκριμένος
Ἥλιος ὅλων τῶν ἡλιακῶν συμπλεγμάτων πάσης πνευματικῆς ἐν τῷ κό-
σμῳ Ἐξουσίας, τῆς μόνης ἐν τῷ κόσμῳ Ἀληθείας καὶ Θείας Δικαιοσύνης.
Ἀπὸ τήν ἐποχήν ἐκείνην ὅμως μέχρι σήμερον παρῆλθον τόσοι αἰῶνες
καί ἡ Ἀνθρωπότης σύμπασα, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων ἐξακολουθεῖ νὰ
ζῇ ἐν τῷ σκότει, τὸ ὁποῖον ἐπεσώρευσαν οἱ χρόνοι τοῦ παρελθόντος.
Τὸ Ἔργον τοῦ Μεγάλου τῆς Ἀνθρωπότητος Διδασκάλου, τοῦ Θείου καὶ
Πνευματικοῦ τοῦ Σύμπαντος Ἡλίου οὐδένα ὡς ἔδει κοσμοσωτήριον ἀπο-
τέλεσμα ἐπέφερεν ἐπὶ τῆς Ἀνθρωπότητος, ἥτις ἐξακολουθεῖ μετὰ μείζονος
προσηλώσεως νὰ ἐξυπηρετῇ τὴν Κακίαν καὶ νὰ εἶναι προσκεκολλημένη ἐπὶ
τοῦ χρυσοῦ Μόσχου, τὸν ὁποῖον θεωρεῖ καὶ προσκυνὰ ὡς θεόν της.
Ἐὰν ρίψῃ τις ἓν βλέμμα ἐπὶ τῆς συγχρόνου ὑμῶν ἀνθρωπότητος, θὰ
ἀποστρέψῃ τὴν κεφαλὴν ἐξ ἀποτροπιασμοῦ καὶ βδελυγμίας. Οἱ ἰσχυροὶ τῆς
γῆς, οἱ προσκεκολλημένοι εἰς τὴν ὑλικήν ἐντρύφησιν τῆς ζωῆς, οἱ πλουτο-
κράται καὶ πάντες οἱ χρυσοστόλιστοι ἄρχοντες, οἱ ἰθύνοντες τὰς τύχας τῆς
ἀνθρωπότητος, ἐξακολουθοῦν νὰ κυριαρχοῦν παντοῦ καὶ νὰ ἀνυψώνουν
τὸ ταπεινὸν αὐτῶν ἀνάστημα πρὸ πάσης πνευματικῆς ἀξίας, πρὸ πάσης
ἐξελιγμένης ψυχικῶς ὀντότητος, διότι μόνον τὰ ὑλικὰ μέσα θεωροῦνται
ὑπ’ αὐτῶν ὡς ὁ ἀποκλειστικὸς σκοπὸς τῆς ζωῆς.
Τά ὅρια τῶν κρατῶν περιωρίσθησαν, τὰ δεσμὰ τῆς ἐλευθερίας ὑπὲρ
πᾶσαν ἄλλην ἐποχὴν ἐπολλαπλασιάσθησαν καὶ συνεσφίχθησαν πέριξ τοῦ
τραχήλου τῆς ἀνθρωπότητος, ἥτις σήμερον μετὰ δυσκολίας δύναται νὰ
ἀναπνεύσῃ τὸν πνιγηρὸν ἀέρα, τὸν ὁποῖον αἱ καθ’ ἑκάστην πολλαπλασι-
αζόμεναι ἀνάγκαι τῆς ζωῆς καθιστῶσιν ἀσφυκτικόν. Ὅπου καὶ ἂν στρέψῃ
τις τὸ βλέμμα του, θὰ ἀντικρύσῃ τὴν ἀνηθικότητα καὶ τὴν διαφθοράν, τὴν
ἔκλυσιν τῶν ἠθῶν, τὸ ἔγκλημα καὶ πᾶσαν κακίαν, ἥτις ἐξαπλοῦται εἰς ὅλα
τὰ ἐπίπεδα τῆς πνευματικῆς καὶ κοινωνικῆς τάξεως.
Ἀπὸ τοὺς ἰθύνοντες τὴν κρατικὴν μηχανὴν μέχρι τῶν λειτουργῶν τοῦ
Μεγάλου Θείου Διδασκάλου, ἀπὸ τὰς ἐκπολιτισθείσας τάξεις μέχρι τῶν τα-
πεινῶν στρωμάτων τῆς ἀνθρωπίνης ἀξίας, ἅπαντες ἐπιδιώκουν τὴν ἐξυπη-
ρέτησιν καὶ ἀπολαυὴν τῶν ὑλικῶν ἐντρυφῶν καὶ οὐδόλως σκέπτονται περὶ
τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς αὐτῶν ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως.
Ἐὰν τινὲς ἐξαιρέσεις ὑπάρχουν, καὶ αὐταὶ εἶναι τόσον ἐλάχιστοι ἀλλὰ καὶ
συγχρόνως τόσον προσηρμοσμέναι εἰς τὴν γενικὴν ἐξάρθρωσιν τοῦ ὅλου
σώματος τῆς ἀνθρωπότητος, ὥστε καὶ οὗτοι παραπαίοντες ἐν μέσῳ τῶν ἄλ-
λων ἀκολουθοῦν τὴν αὐτὴν μὲ αὐτοὺς ἀτραπὸν τῆς ὁμαδικῆς καταπτώσεως.
Κατὰ σπάνια τινὰ διαλείμματα συνέρχονται πρὸς ἑαυτοὺς καὶ ἐπιζη-
τοῦσι νὰ βαδίσωσι τὴν ἀληθῆ ὁδόν, ἣν ἄλλοι μὲν ἀναζητοῦσι νὰ ἀνεύρου-
σιν ἐν τῷ διασωθέντι ἔργῳ τῆς Διδασκαλίας τοῦ Μεγάλου Ἀνθρωπο-
μορφωτοῦ Διδασκάλου, ἄλλοι δὲ ἀνήκοντες εἰς τὴν ἀνωτέραν βαθμίδα
πνευματικῆς ἐξελίξεως καὶ εὑρισκόμενοι εἰς ἀμεσοτέραν προσέγγισιν

270
καὶ ἐπαφὴν μὲ τοὺς πνευματικοὺς ὁδηγούς, ἐξαιρετικῶς δὲ ἐλάχιστοι, ὡς
ὑμεῖς, σχόντες τὴν εὐτυχίαν νὰ καθοδηγῶνται ὑπ’ Αὐτοῦ τοῦ Πνευματικοῦ
Διδασκάλου, τοῦ χρησιμεύοντος ὡς Ὁδηγοῦ πάντων τῶν ἄλλων πνευμα-
τικῶν ὁδηγῶν καὶ διδασκάλων, ἀλλὰ τόσον οἱ μέν, ὅσον καὶ οἱ δὲ προσκό-
πτουσιν εἰς ἕκαστον αὐτῶν βῆμα, διότι αἱ ὑλικαῖ ἀνάγκαι καὶ ἐπιδιώξεις ἢ
καὶ αὐτὴ ἀκόμη ἡ στέρησις ἱκανῆς θελήσεως ἐξαναγκάζουν αὐτοὺς νὰ μὴ
βαδίζωσιν ἀπροσκόπτως τὴν χαραχθεῖσαν εἰς αὐτοὺς ἀτραπόν.
Ἀκολουθήσατε τὸ παράδειγμα ἐκείνων, οἵτινες μετέδωσαν καὶ ἐξη-
σφάλισαν εἰς ὑμᾶς τὴν Διδασκαλίαν καὶ τὸ ἔργον τῆς ὑψηλῆς Διδασκαλίας
τοῦ ταπεινοῦ Διδασκάλου τῆς Συγγνώμης καὶ Ἀγάπης. Θέσατε ὡς ἀπο-
κλειστικὸν σκοπὸν τῆς ζωῆς ὑμῶν τὴν ἀνάπτυξιν καὶ ἀνάδειξιν τοῦ ἔργου, τὸ
ὁποῖον σᾶς ἀνετέθη καὶ προσπαθήσατε νὰ μεταδώσητε τὰς ἐξ αὐτοῦ ἀπορ-
ρεούσας Ἀρχὰς καὶ Διδασκαλίας εἰς ὅσον ἔνεστιν εὐρύτερον κύκλον, διότι δι’
αὐτοῦ καὶ μόνον θὰ ἐκπληρώσητε τὸν σκοπὸν τοῦ βίου ὑμῶν.

123. Tὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ ἡ γῆ παρελεύσεται, ἀλλὰ οἱ λόγοι


Μου οὐ μὴ παρέλθωσιν.
Διὰ τῶν λόγων τούτων ὁ τῆς Ἀγάπης Διδάσκαλος ἀποτεινόμενος πρὸς
τοὺς μαθητὰς Αὐτοῦ ἤθελε νὰ τοῖς ἀποδείξῃ ὅτι δὲν ἔπρεπε νὰ εἶναι προ-
σκεκολλημένοι ἐπὶ τοῦ ἔργου, τοῦ συμπεριλαμβανομένου ἐν τοῖς θαύμασι
καὶ ταῖς θεραπείαις Αὐτοῦ, ἀλλὰ νὰ ἐφιστῶσι τὴν προσοχὴν αὐτῶν ἐπὶ τῆς
Διδασκαλίας Του, ἥτις καὶ μόνη θὰ διετηρῆτο διὰ μέσου τῶν ἐλευσομένων
χρόνων τοῦ ἀπωτέρου μέλλοντος καὶ ἥτις διατηρουμένη θὰ ἔθετε τὰς
βάσεις τῆς Νέας Αὐτοῦ θρησκείας καὶ θὰ συνετέλει εἰς τὴν ὑπ’ αὐτῆς σωτη-
ρίαν καὶ ἐκπολίτισιν τῶν μελλουσῶν γενεῶν τῆς ἀνθρωπότητος.
Ὅταν κρίνῃ τις τὸ ἔργον τοῦ Ἰησοῦ ἐκ τῶν διασωθέντων μέχρις ὑμῶν
συγγραμμάτων τῶν μαθητῶν Αὐτοῦ, θὰ πιστεύσῃ εἰς τὰ θαύματα Αὐτοῦ,
ἐὰν εἶναι προετοιμασμένος εἴτε διὰ τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ ἐξελίξεως,
εἴτε διὰ τῆς πρὸς αὐτὰ πίστεώς του, ἢ θ’ ἀποδώσῃ αὐτὰ εἰς αἰτίας μὴ ἐξερ-
χομένας τῶν φυσικῶν ὁρίων τῆς σωματικῆς διαπλάσεως τοῦ ­ἀ νθρώπου
ἢ τελείως θὰ ἀρνηθῇ αὐτὰ καὶ θὰ παραδεχθῇ, ὅτι προῆλθον εἴτε ἐξ
­ὑποβολῆς, εἴτε ἐκ τῆς εὐπιστίας τῶν ἀκολούθων καὶ παρεστώτων κατὰ τὴν
­διενέργειαν αὐτῶν.
Οὐδεὶς ὅμως ἐξ αὐτῶν θὰ παραδεχθῇ ποτέ, ὅτι ἡ Διδασκαλία τοῦ Ἰη-
σοῦ, ὅσον καὶ ἂν ἀρνῆται τὴν Θείαν Αὐτοῦ Ὑπόστασιν, ὅτι δὲν ἐγκλείει
τοὺς Θησαυροὺς τῆς Ἀνωτέρας Πνευματικῆς Ἐμπνεύσεως καὶ ὅτι δι’ αὐτῆς
ἡ ἀνθρωπότης ὁλόκληρος ἔστω καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον ἀκολουθήσασα ταύτην
δὲν ἀνήχθη εἰς ἀνώτερον πνευματικόν, ψυχικὸν καὶ ἠθικὸν ἐπίπεδον καὶ
ὅτι δι’ αὐτῆς κατέληξεν εἰς τὴν κατάργησιν τῆς δουλείας, εἰς τὴν ἀνάπτυξιν
καὶ πρόοδον τοῦ σημερινοῦ πολιτισμοῦ αὐτῆς.
Οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰησοῦ οὐ μόνον ἐστεροῦντο ἱκανῆς πίστεως, ὡς ὑμεῖς,

271
οὐ μόνον δὲν ἠδύναντο νὰ ἀντιληφθῶσι τὸ μέγεθος τῆς Διδασκαλίας
Αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀμφέβαλον εἰσέτι περὶ τοῦ προορισμοῦ, ὃν ἕκαστος ἐξ
αὐτῶν ὑπεῖχεν ἐν τῷ ἔργῳ Αὐτοῦ καὶ διὰ νὰ πιστεύσωσι, πολλάκις πα-
ρεκάλουν Αὐτὸν νὰ τοὺς μεταδώσῃ τὴν θαυματουργὸν Αὐτοῦ Δύναμιν.
Ἐπίσης ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς ἀντιλήψεως ἑνὸς ἑκάστου, ἀναλό-
γως τῆς προσοχῆς, ἣν ἐφίστων κατὰ τὸ διάστημα τῆς Διδασκαλίας Αὐτοῦ,
συνέθεσαν καὶ τὴν περὶ αὐτῆς ἀνάλυσιν ἐν τοῖς λόγοις του. Διὰ τοῦτο πα-
ρατηρεῖ τις, ὅτι ὑπὸ ἄλλο πνεῦμα διαπραγματεύεται ταύτην ὁ Ἰωάννης,
ὑπὸ ἄλλο ὁ Παῦλος, ὑπὸ ἄλλο ὁ Πέτρος καὶ οἱ λοιποί. Αἱ ἀντιλήψεις αὐτῶν
συμπίπτουν εἰς τὰς γενικὰς γραμμάς, ἐνῷ οὐσιωδῶς διαφέρουν ἐν τῇ
ἀναλύσει τῶν λεπτομερειῶν, ἔτι δὲ καὶ ἐν τῇ ἀποδόσει τοῦ ὕφους καὶ τῇ
διατυπώσει τῶν ἐννοιῶν.
Μήπως πάντες οὗτοι δὲν ἤκουσαν τοὺς λόγους ἀπ’ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου
στόματος τοῦ Διδασκάλου, μήτοι οὗτοι πάντες δὲν ἦσαν παρόντες καὶ πα-
ρηκολούθουν ταυτοχρόνως τὴν Διδασκαλίαν Αὐτοῦ; Μήπως ἀκόμη ἐμπνεό-
μενοι καὶ γράφοντες δὲν ἐνεπνέοντο ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος, τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος;
Πῶς τότε ὑφίστανται αἱ διαφοραὶ αὗται; Πῶς εἰς τὰς ἀντιλήψεις, ἃς
ἕκαστος ἐξ αὐτῶν εἶχεν, ἔχοντες καὶ ὑφιστάμενοι τὴν ἔμπνευσιν τοῦ αὐτοῦ
Πνεύματος, οὐ μόνον πολλάκις διεφώνησαν, ἀλλὰ καὶ συνεκρούσθησαν
καὶ διαχωρίσθησαν;
Ἐκ τούτου ἀποδεικνύεται, ὅτι μία ἔμπνευσις ἐξερχομένη ἐκ τῆς αὐτῆς
Πηγῆς, ἥτις, ἐνῷ εἶναι Ἀληθής, λαμβάνει πολλάκις τὸν χαρακτῆρα καὶ τὰς
ἀντιλήψεις τοῦ διατυποῦντος αὐτὴν καὶ οὕτω καθίσταται ἀνάλογος τῆς
ἀναπτύξεως, τῶν πεποιθήσεων καὶ τοῦ χαρακτῆρος αὐτοῦ.
Ὁ Πέτρος ἦτο προσκεκολλημένος ἐπὶ μᾶλλον εἰς τοὺς τύπους καὶ τὰ
δόγματα τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὁ Παῦλος ὑπῆρξεν ἔτι μᾶλλον ἐλεύθερος καὶ διὰ
τοῦτο αἱ ὑπὸ ἔμπνευσιν ἀρχαὶ τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Πνεύματος περιεβλήθησαν
ἐξωτερικευθεῖσαι τὰς ἀντιλήψεις καὶ τὰς πεποιθήσεις τῶν διατυπωσάντων
αὐτάς.
Τοῦτ’ αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴν παροῦσαν Ἔμπνευσίν Μου, ὡς καὶ
μὲ τὰς ἐμπνεύσεις οἱουδήποτε ἐπικοινωνοῦντος πνεύματος, ἀσχέτως
τῆς τάξεως, τοῦ βαθμοῦ, ἣν τοῦτο κατέχει ἐν τῇ πνευματικῇ ἱεραρχίᾳ,
ἀσχέτως τῆς δυνάμεως τὴν ὁποίαν τοῦτο καταβάλλει καὶ ἐξωτερικεύει. Ὁ
­Πνευματικὸς Κόσμος ἐπιθυμεῖ νὰ ἐξωτερικευθῇ παντοιοτρόπως καὶ ποικι-
λοτρόπως. Ὡς μέσον ἐκδηλώσεως ἔχει τὸ ἀνθρώπινον ὑλικόν, τὰς ἀνθρω-
πίνας διανοίας. Ἐπιθυμεῖ νὰ ἐκδηλωθῇ, ἐνεργεῖ δι’ ὅλων του τῶν δυνάμεων
νὰ καταστήσῃ ἕκαστον ἐγκέφαλον ἀποδέκτην του, διότι διὰ τοῦ τρόπου
τούτου ἐξυπηρετεῖ τὸ ἔργον αὐτοῦ, τὸ ἔργον τὸ ὁποῖον προορίζεται δι’
ὁλόκληρον τὴν ἀνθρωπότητα καὶ τὸ ὁποῖον ἀποβλέπει εἰς τὴν ταχυτέραν
ἐξέλιξιν αὐτῆς πνευματικῶς, ψυχικῶς καὶ ἠθικῶς.
Τὸ Παγκόσμιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον καλεῖται Θεὸς, διὰ τῆς Τρισυπο-
στάτου αὐτοῦ Θεότητος καὶ συνολικῶς ὡς Ἀνωτάτη Ἀρχὴ πασῶν τῶν ἐν

272
τῷ Πνευματικῲ, Ψυχικῷ καὶ Ὑλικῷ Κόσμῳ οὐ μόνον τοῦ πλανητικοῦ ὑμῶν
συστήματος, ἀλλ’ ὁλοκλήρου τοῦ Ἀπείρου Σύμπαντος, ἐκδηλουμένη ἐπ’
αὐτοῦ ἐν ἀδιαιρέτῳ Πνευματικῇ Οὐσίᾳ καὶ ὁλότητι, ὡς Ἄρχων τοῦ Κόσμου,
προσπαθεῖ διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ παντοειδῶς ἐπενεργῶν ἐπὶ τῶν λο-
γικῶς σκεπτομένων ζωϊκῶν ὄντων νὰ συντελέσῃ δι’ αὐτῶν εἰς τὴν τελει-
οποίησίν των καὶ δι’ αὐτῶν εἰς τελειοποίησίν των καὶ τῶν ἄλλων τῶν ὑπ’
αὐτῶν διδασκομένων.
Ἐν τῇ προσπαθείᾳ ὅμως ταύτῃ παρίστανται καὶ ἄλλαι πνευματικαὶ
ὀντότητες κατωτέρου πνευματικοῦ ἐπιπέδου, αἵτινες ἐξαπολύουσι ἐπὶ τῶν
διανοιῶν τούτων τὰ ρεύματα τῆς ψυχικῆς των ἀκτινοβολίας καὶ πολλάκις
ἀναπτύσσονται καὶ ὑποκαίουσαι τὰ κατώτερα ψυχικὰ συναισθήματα τῶν
διαμέσων τούτων, τὰ στηριζόμενα ἐπὶ τῆς ἐγωπαθείας καὶ τοῦ ἀτομικοῦ
αὐτῶν ἐγωϊσμοῦ, παρασύρουσι τούτους εἰς ὀλισθήματα, τὰ ὁποῖα δύνα-
νται νὰ ἐπιφέρωσι τὴν ψυχικήν αὐτῶν καταστροφήν καὶ καταστῶσιν ἐπι-
βλαβεῖς οὐ μόνον πρὸς ἑαυτούς, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους.
Ἐκτὸς ὅμως τούτου καὶ αἱ πνευματικαὶ καὶ ψυχικαὶ διαθέσεις τοῦ
ἀτόμου, αἱ πεποιθήσεις, τὰς ὁποίας τοῦτο συναπεκόμισεν εἴτε ἐκ κακῆς
ἑρμηνείας ἄλλων, εἴτε ἐκ μελετῶν καὶ συγγραμμάτων δύνανται νὰ πα-
ρεμβληθῶσιν ἐν τῷ κειμένῳ τῆς ἐμπνεύσεως, ἣν ἔξωθεν λαμβάνει καὶ
νὰ θεωρηθῶσιν ὡς ὑπ’ αὐτῆς ὑπαγορευόμεναι, ἐνῷ εἶναι καταφανὴς ἐξω-
τερίκευσις τῶν ἀντιλήψεων καὶ ἐπιθυμιῶν τούτου.
Ὡς καὶ ἄλλοτε ἀνέπτυξα ὑμῖν, ἕκαστος μεσάζων δύναται νὰ παρα-
βληθῇ μὲ δοχεῖον ὑάλινον διαφόρου χρώματος, ἐν τῷ ὁποίῳ τὸ περιλαμ-
βανόμενον ἄχρουν ὕδωρ χρωματίζεται ὑπ’ αὐτοῦ. Τώρα, ἐὰν τὸ δοχεῖον
τοῦτο εἶναι ρυπαρὸν καὶ κάκοσμον, δύναται καὶ τὸ εἰς αὐτὸ ὕδωρ νὰ κα-
ταστῇ ρυπαρὸν καὶ δυσῶδες. Διὰ τοῦτο ἕκαστος μεσάζων ὀφείλει πρὸ
τῆς ἐμπνεύσεως, τὴν ὁποίαν θὰ εἰσδεχθῇ ἐν αὐτῷ καὶ διατυπώσῃ αὐτὴν
διὰ τῆς διανοίας του, νὰ ἐπιδιώξῃ νὰ ἀποξενώσῃ τὴν διάνοιάν του ἀπὸ
­πᾶσαν σκέψιν, ἰδιοτέλειαν, ἐγωπάθειαν. Μὲ ἄλλους λόγους ὁ μεσάζων
δέον πρῶτον νὰ ἐξυψωθῇ ὑπεράνω παντὸς γηΐνου καὶ ἀνθρωπίνου λογι-
σμοῦ καὶ ἐὰν δὲν δύναται νὰ κάμῃ τοῦτο καθ’ ὅλον τὸ διάστημα τῆς ζωῆς
του, νὰ ἐφαρμόσῃ τοῦτο τουλάχιστον κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς ἐπικοινω­
νίας αὐτοῦ. Ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ οὗτος αὐτοσκοπούμενος ἀποβάλων τὰ ἐν
τῷ πνεύματι καὶ ψυχῇ αὐτοῦ ἐλαττώματα, τοσοῦτον μᾶλλον θὰ συνδέ­
ηται σφικτώτερον καὶ στερεώτερον μετὰ τοῦ ἐπικοινωνοῦντος μετ’ αὐτοῦ
πνεύ­ματος καὶ τοσούτῳ μᾶλλον θὰ διατυπώσῃ τὴν δι’ αὐτοῦ εἰσδεχομένην
εἰς αὐτὸν παρ’ αὐτοῦ Ἀλήθειαν.
Ὀφείλετε νὰ καλλιεργήσητε ἑαυτούς, νὰ ὑψωθῆτε πνευματικῶς καὶ
ψυχικῶς νὰ φθάσητε εἰς τὸ σημεῖον, ὅτι δὲν ἀνήκετε εἰς ἑαυτούς, ὅτι δὲν
ἐξυπηρετεῖτε ἐν τῷ Ἔργῳ Μου τὸν ἑαυτόν σας, ἀλλὰ Ἐμὲ καὶ ἐν τῇ βαθμι-
αίᾳ αὐτοῦ ἀναδείξει θὰ ἐπιτύχητε καὶ τὴν ἀνάδειξιν καὶ βαθμιαίαν ἐν αὐτῷ
τελειοποίησιν ὑμῶν καὶ τότε θὰ ἴδητε συντελούμενον ἐν τῇ ἀναδείξει ὑμῶν
ταύτῃ καὶ τὴν ἀνάδειξιν αὐτοῦ.

273
124. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς ὑμῶν διαρρέει. Διαρρέει ὅπως ὁ κύκλος ἑκάστης
ζωῆς. Διαρρέει ὅπως ὁ κύκλος τῶν ἐν τῷ κόσμῳ ὄντων, ὅπως ὁ διηνεκὴς
στρόβιλος τῶν ἀπείρων ἀστέρων, ὅπως ἡ ζωὴ τῶν πλανητῶν, ὅπως ἡ κίνη-
σις ἡ διαχαραχθεῖσα ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ Σύμπαντος Κόσμου ἐν τῷ ἀπείρῳ
χώρῳ τοῦ διαστήματος.
Ἕκαστος ὅμως κύκλος ἑκάστου ὄντος, ἕκαστος κύκλος ἀστέρος,
πλανήτου, οἱουδήποτε φαινομένου σημειουμένου καὶ ἀντιπαρερχομένου
ἀποτελεῖ μὲν μίαν φυσικὴν ἢ πνευματικὴν συμβολὴν ἐν τῷ Δημιουργικῷ
Σχεδίῳ, τῷ ὁλοὲν προαγομένῳ καὶ ἐξελισσομένῳ, ἐν τούτοις, ὅμως δια-
φέρει ὡς πρὸς τὸν κύκλον τῆς δράσεως αὐτοῦ ἀπὸ τὸν κύκλον, ὃν ἀποτελεῖ
ἓν ἄλλο ὄν, ἓν ἄλλο συνολικὸν τμῆμα ζωῆς, ἓν ἄλλο διαφορετικὸν τούτου
παραχθὲν φαινόμενον. Ἕκαστος ὅθεν κύκλος ἀποτελεῖ καὶ μίαν ὅλως δια-
φέρουσαν βάσιν ἀπὸ τὴν βάσιν ἑνὸς ἄλλου κύκλου.
Ὁ ἄνθρωπος, ὡς τουλάχιστον ὑποστηρίζουν αἱ πνευματιστικαὶ καὶ
ἀποκρυφιστικαὶ θεωρίαι, σύγκειται ἐκ τριῶν διαφορετικῶν κύκλων ζωῆς.
Ἐκ τοῦ ὑλικοῦ, τοῦ αἰσθητικοῦ ἢ ψυχικοῦ καὶ τοῦ πνευματικοῦ.
Ἕκαστος κύκλος τῆς ὑποστάσεώς του ταύτης ἔχει καὶ ἰδιαιτέρους
νόμους, οἵτινες τὸν διέπουσι καὶ οἱ ὁποῖοι δυνατὸν μὲν εἰς πολλὰ σημεῖα νὰ
συναντῶνται, ἀλλὰ διαφέρουσιν ἀναμεταξύ των καὶ κανονίζουσι τὴν ὑπ’
αὐτῶν ἐξαρτωμένην ὑπόστασιν καὶ τὰς πρὸς αὐτοὺς σχέσεις αὐτῆς, ἀναλό-
γως τῆς ἐπ’ αὐτῆς ἐνεργείας των.
Ἐπὶ παραδείγματι ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν προσκολληθῇ εἰς τὸ ὑλικὸν ἐπίπε-
δον τῶν νόμων τῶν διεπόντων τὴν ὑλικὴν αὐτοῦ ὑπόστασιν, δὲν δύναται
νὰ προαχθῇ ψυχικῶς, ἀλλ’ οὔτε καὶ πνευματικῶς.
Ἐὰν ἐπίσης ἀποκλειστικῶς ἀφοσιωθῇ εἰς τὴν ἐξυπηρέτησιν τῶν πνευ-
ματικῶν καὶ ψυχικῶν του δυνάμεων διὰ τῆς πλήρους ἐγκαταλείψεως τῶν
ὑλικῶν στοιχείων του, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ζήσῃ ἐν τῷ κύκλῳ τῆς ζωῆς,
εἰς ὃν ἡ ὑπόστασις αὐτοῦ διεπλάσθη. Δηλαδή, ἐὰν δὲν σιτισθῇ διὰ τὴν δια­
τήρησιν τοῦ σώματος αὐτοῦ ἀρκούντως, οὐ μόνον αἱ σωματικαὶ αὐτοῦ
δυνάμεις θὰ τὸν ἐγκαταλείψωσιν, ἀλλὰ καὶ αἱ πνευματικαί του τοιαῦται
ὀλίγον κατ’ ὀλίγον θὰ ἐξασθενήσωσιν.
Ὅταν ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος ριφθῇ εἰς τὴν ἀποκλειστικὴν ἐξυπηρέτησιν
τῶν σωματικῶν του ἐπιθυμιῶν καὶ ὑποπέσῃ εἰς τὴν πολυφαγίαν, τὴν οἰ-
νοποσίαν, τὰ διεγερτικὰ καὶ ναρκωτικὰ ποτά, εἰς τὴν διαφθορὰν παντὸς
εἴδους παραλυσίας, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐξυψωθῇ πνευματικῶς, νὰ ἐξελιχθῇ
ψυχικῶς.
Ὑπάρχουν ἐν τῇ φιλοσοφικῇ παρατηρήσει τῶν λαῶν πολλαὶ ­ἀ λήθειαι,
αἵτινες στηρίζονται ἐπὶ βάσεων στερεῶν καὶ ἀκλονήτων καὶ τὰς ὁποίας
οὐδείς δύναται νὰ παρίδῃ. Τὸ κατ’ ἐξοχὴν φιλοσοφοῦν ἑλληνικὸν πνεῦμα
πρὸ πολλῶν αἰώνων ἀπεφήνατο: Νοῦν ὑγιὴς ἐν σώματι ὑγιεῖ καὶ ἐπίσης:
Πᾶν μέτρον ἄριστον. Ἐὰν ὅθεν ὁ ἄνθρωπος ἐπιζητήσῃ νὰ ἀκολουθήσῃ
ἕνα ἀληθῆ δρόμον πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἐξυψώσεως, ὀφείλει νὰ προ-
σαρμοσθῇ πρῶτον ἐπὶ τῶν νόμων τῶν διεπόντων τὴν ἀνθρωπίνην αὐτοῦ

274
ὑπόστασιν. Δὲν πρέπει δηλαδὴ νὰ ἐκκλίνῃ τῶν θεμελιωδῶν νόμων, οἱ ὁποῖοι
εἴτε πνευματικοὶ εἴτε ψυχικοί, εἴτε ὑλικοί εἶναι, διέπουσι τὸν κύκλον τῆς ζωῆς
αὐτοῦ.
Ἀκολουθοῦντες τὸν δρόμον, ὅστις προσαρμόζεται ἐπὶ τῶν Νόμων τῆς
Δημιουργίας, ἀνευρίσκοντες τὸν δρόμον, ὅστις ὁδηγεῖ εἰς τὴν ταχυτέραν
τῆς ὑποστάσεως ὑμῶν προσαρμογὴν ἐπὶ τῶν γραμμῶν, τῶν ἀποτελουσῶν
τὸ ἐν τῇ Δημιουργίᾳ Θεῖον σχέδιον τῆς ἐξελίξεως καὶ ἀναγωγῆς καὶ τελει-
οποιήσεως τῶν Πνευματικῶν Ὄντων, τότε μόνον θέλετε κατανοήσει τὴν
ἐγκρυπτομένην Ἀλήθειαν εἰς τοὺς λόγους Μου τούτους καὶ τότε μόνον
θέλετε ἀντιληφθῇ, ὅτι ἡ σημερινὴ ἀνάπτυξις αὐτῶν δὲν ἀντιβαίνει, οὔτε
προσκρούει εἰς τὴν Ἀλήθειαν προγενεστέρων Μου ἀνακοινώσεων.
Ἐὰν μάλιστα κατορθώνατε σὺν τῷ χρόνῳ νὰ διαπλάσητε ἑαυτοὺς ἐπὶ
τῇ βάσει τῶν γραμμῶν τούτων, δὲν θὰ ὑποπίπτατε εἰς ὀλισθήματα εἰς τὰ
ὁποῖα ἄχρις ὥρας ὑποπέσατε πλειστάκις κατὰ τὸ παρελθόν. Ὁ ἄνθρωπος
διὰ νὰ ζήσῃ τὸν ἐπὶ γῆς κύκλον τῆς ζωῆς του μὲ τὸ σῶμα τὸ ὁποῖον ἔχει,
ὀφείλει νὰ τραφῇ. Ἐπίσης διὰ τὴν διατήρησιν αὐτοῦ ὀφείλει νὰ διατηρήσῃ
ὅλους τοὺς ὑλικοὺς κανόνας, τοὺς στηρίζοντας τὴν συντήρησιν αὐτοῦ. Ἐὰν
παραβῇ ἔστω καὶ ἕνα ἐκ τῶν κανόνων τούτων, παραβαίνει ἕνα νόμον τοῦ
κύκλου, εἰς ὃν ἡ ὑπόστασίς του δρᾷ καὶ συνεπῶς δὲν εἶναι δυνατὸν παρὰ νὰ
φθείρῃ ἢ νὰ ἀπωλέσῃ τοὺς δεσμούς, τοὺς συγκρατοῦντας αὐτὸν πρὸς ζωήν.
Ἀλλὰ τότε ἡ πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ αὐτοῦ ὑπόστασις, ἐφ’ ὅσον διατη­
ρεῖται καὶ ἐνεργεῖ ἐν τῷ κύκλῳ τῶν νόμων τῆς ὑλικῆς τοῦ ἀνθρώπου
ὑποστάσεως, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ πραγματοποιήσῃ τὸν ἀληθῆ προ-
ορισμὸν αὐτῆς καὶ νὰ καταστῇ ἱκανὴ ἐν τῇ πραγματοποιουμένῃ αὐτῆς
­τελειοποιήσει νὰ ὑποτάξῃ τοὺς ὑπ’ αὐτὴν ὑλικοὺς νόμους;
Εἴπομεν, ὅτι ἕκαστος κύκλος ζωῆς ἔχει καὶ ἰδίους νόμους ἀπαρε-
γκλήτους καὶ ἀπαραβάτους, οἵτινες τὴν διέπουσι καὶ τὴν προάγουσι. Ὑπο-
τεθείσθω, ὅτι ὁ ἄνθρωπος, τελειοποιεῖται σωματικῶς καὶ ψυχικῶς, ὥστε
νὰ κατευθύνῃ τὴν ἐνέργειαν ὡρισμένων ὑλικῶν νόμων κατ’ ἀρέσκειαν. Ἡ
κατεύθυνσις ὑπ’ αὐτοῦ τῶν νόμων τούτων κατ’ ἰδίαν βούλησιν καὶ ἀρέσκει-
αν θὰ στηρίζηται ἐν τῇ διαγνώσει καὶ κατοχῇ ἄλλου εἰδικοῦ νόμου, ἐξου-
δετεροῦντος τὴν ἐνέργειαν τῶν νόμων τούτων. Ἂν ὅμως ὁ τελειοποιηθείς
οὗτος ἄνθρωπος ἐπιζητήσῃ ν’ ἀνατρέψῃ Ἀπαράβατον καὶ Ἀναλλοίωτον
τινα φυσικὸν νόμον, μὴ ἐξουδετερούμενον διὰ τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ ὑπ’
αὐτοῦ κατεχομένου εἰδικοῦ νόμου, τότε ἀφεύκτως θέλει τιμωρηθῇ καὶ
ὑποστῇ τὰς συνεπείας τῆς παραβάσεώς του ταύτης.
Δύναται ἐπὶ παραδείγματι εἷς ἄνθρωπος ὅσον τελειοποιημένος καί ἂν
καταστῇ, νὰ μὴ φάγῃ ἐπὶ μίαν ὁλόκληρον δεκαετίαν ἢ νὰ μὴ θέσῃ ἐν τῷ
στόματί του κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο οὐδὲ μίαν σταγόνα ὕδατος, ἐφ’ ὅσον
ἡ ὑλικὴ συντήρησις τοῦ σώματός του ἀπαιτεῖ τοῦτο;
Δύναται βεβαίως οὕτος διὰ τῆς ἐφαρμογῆς ὡρισμένων κανόνων δι-
αίτης καί διὰ τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτοῦ δυνάμεων τῶν τελειο-
ποιηθεισῶν νὰ παρατείνῃ τὴν νηστείαν τοῦ σώματός του ἐπὶ μακρὸν διά-

275
στημα, κατὰ τὸ ὁποῖον εἷς ἄλλος δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ διατηρηθῇ ἐν τῇ ζωῇ,
ἀλλ’ ὅταν ἐπιζητήσῃ νὰ παραβῇ ἐντελῶς τὸν φυσικὸν τοῦτον νόμον, τὸν
διέποντα καὶ κανονίζοντα τὴν διαβίωσιν τῆς ὑλικῆς ὑποστάσεώς του ἐν τῷ
κύκλῳ τῆς γηΐνης ζωῆς του, ἀφεύκτως καὶ οὗτος θὰ ὑποκύψῃ εἰς αὐτοὺς
καὶ οὐδεμία δύναμις εἴτε γηΐνη εἴτε ὑπεργεία, εἴτε ἀθάνατος, εἴτε θνητή,
εἴτε ὑπεράνθρωπος, εἴτε θεία εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν συγκρατήσῃ ἐν αὐτῇ.
Ἐπίσης ὁ μᾶλλον πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς ἀναχθεὶς καὶ τελειοποιη-
θεὶς δὲν δύναται νὰ σταθῇ πρὸ τοῦ στομίου ἑνὸς μεγάλου τηλεβόλου καὶ
πληττόμενος ὑπὸ τοῦ βλήματος αὐτοῦ νὰ μὴν ἀποθάνῃ.
Συνεπῶς ὑπάρχουν εἰς τοὺς τρεῖς κόσμους, τὸν ὑλικόν, τὸν ψυχικὸν καὶ
πνευματικὸν Νόμοι Ἀπαράβατοι καὶ Ἀνέκκλητοι, τοὺς ὁποίους οὐδεὶς δύ-
ναται νὰ ὑπερβῇ.
Ὁ σκοπὸς ὅθεν τῆς διαπαιδαγωγήσεως ὑμῶν ἀποβλέπει καὶ εἰς τὴν
ἀνάπτυξιν πάσης γνώσεως, σχετιζομένης πρὸς τὸ Δημιουργικὸν Ἔργον
πρὸς τὴν ὑλικὴν ψυχικὴν καὶ πνευματικὴν ὑμῶν ὑπόστασιν ἐν τῷ κύκλῳ
τῆς παρούσης ὑμῶν διαβιώσεως, τὴν ὁποίαν ἀκολουθοῦντες θὰ δυνηθῆτε
ἡμέραν τινὰ νὰ τελειοποιήσητε τὰς πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς ὑμῶν δυνά-
μεις, νὰ κατανοήσητε τὸν ἀληθῆ προορισμὸν τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον
νὰ ἀκολουθήσητε, διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τῆς ἀληθοῦς ὁδοῦ, ἥτις δια-
νοίγεται πρὸ ὑμῶν καὶ εἰς ἣν εἶσθε ἐλεύθεροι νὰ βαδίσητε.
Ὁ ἀληθὴς ὅμως οὗτος δρόμος τῆς ζωῆς ὑμῶν δὲν ἀπεκαλύφθη διὰ
πρώτην φοράν, οὔτε πρόκειται νὰ χαραχθῇ σήμερον, διὰ νὰ βαδίσητε ἀπο-
κλειστικῶς καὶ μόνον ὑμεῖς. Ὁ δρόμος οὗτος εἶναι ἐγκεχαραγμένος ἐπὶ τοῦ
Δημιουργικοῦ Σχεδίου τῆς ἐξελίξεως καὶ προαγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως
τῶν Πνευματικῶν Ὄντων καὶ ὑφίσταται ἀφ’ ἧς ἐποχῆς καὶ τοῦτο ἐτέθη ἐν
λειτουργίᾳ μετὰ τῶν ἀπείρων κύκλων τῶν ἐν αὐτῷ ὑπαρχόντων καὶ ἐξελισ-
σομένων.
Ὁ δρόμος οὗτος ἀπεκαλύφθη εἰς πολλοὺς καὶ πλεῖσται γραμμαὶ αὐτοῦ
ἀνεγνωρίσθησαν καὶ ἀντεγράφησαν ὑπὸ πλείστων. Ἀλλὰ ἡ πλήρης αὐτῶν
ἀπόδοσις ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ἐξελιχθείσης καὶ τελειοποιηθείσης πνευμα-
τικῆς ὑποστάσεως καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῷ ἀποκαλυπτομένῳ σὺν τῷ χρόνῳ
Δημιουργικῷ τούτῳ Σχεδίῳ ἀποκαλύπτονται καὶ νέαι λεπτομέρειαι εἰς τὸν
θεόμενον ταύτας, ἀναλόγως τῆς θέσεως, ἣν οὗτος μέλλει νὰ καθέξῃ, ὅπως
ἀκριβῶς γίνεται εἰς τοὺς θεατὰς τοὺς εὑρισκομένους πλησιέστερον σκηνῆς
τινος, τοὺς περισσότερον καὶ καλλίτερον διακρίνοντας τὰ ἐπ’ αὐτῆς ἀντι-
κείμενα, ἐφ’ ὅσον ἡ θέσις αὐτῶν εὑρίσκεται πλησιέστερον αὐτῆς καὶ ἐφ’
ὅσον περισσότερον ἀνεγείρεται τὸ καλύπτον αὐτὴν παραπέτασμα.

276
125. Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Φῶς καὶ ἡ Ἀλήθεια.
Πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων ἔξει ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ τὴν Ζωήν, ἣν ἀληθῶς
ἐνετειλάμην πᾶσι τοῖς πρός με προσερχομένοις.
Ἀλλ’ ἵνα τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον Φῶς καταστῇ Ζωῆ καὶ ἡ Ζωὴ
Ἀλήθεια, πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων ἀπαρνησάσθω τὴν ἐκ τοῦ φθαρτοῦ κό-
σμου ζωὴν καὶ ἐνδυσάτω τὴν Ζωὴν τοῦ Ἀφθάρτου καὶ Πνευματικοῦ Κό-
σμου, ἵνα ἐν τοῖς Κόλποις Μου τέλειος καταστῇ.
Πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ προσερχόμενος ἀπαλειψάτω ἐκ τῆς ψυχῆς αὐτοῦ τὰ
φθοροποιὰ συναισθήματα, τὰ ὁποῖα κατέστησαν αὐτὸν εἵλωτα τῶν σαρκι-
κῶν αὐτοῦ ἀπολαύσεων καὶ ἐντρυφῶν.
Ἐπὶ τοῦ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου τοῦ Ἀφθάρτου καὶ Τετελειωμένου Κό-
σμου Μου ἀεὶ προσβλέπων καὶ τὰς ἐν αὐτῷ πνευματικὰς προσηλώσεις
ὡς ἔργον τῆς ζωῆς αὐτοῦ καθιστῶν καὶ ἀποκλειστικὸν μέλημα τῶν προ-
σπαθειῶν αὐτοῦ, ἃς ἐπιμελῆται τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ ἐξυψώσεως καὶ
τελειοποιήσεως, τῆς ψυχικῆς αὐτοῦ ἐντελοῦς ἀποκαθάρσεως, ἵνα ἐν Ἐμοὶ
προσερχόμενος ὡς ἔνεστι ἀπηλλαγμένος τῶν φθοροβρώτων τῆς ὑλικῆς
ζωῆς ἀπολαυῶν, προσδεχθῇ ἐν τοῖς λόγοις Μου τὸ ἀληθὲς Πνευματικὸν
βάπτισμα, δι’ οὗ καὶ μόνον ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐπέρχεται καὶ ἡ ἐκ
τῶν δεσμῶν τῆς ὕλης ἀπολύτρωσις αὐτοῦ. Ἀλλ’ ἵνα πάντα ταῦτα γίνωσιν,
ἕκαστος καὶ ἰδίᾳ πάντες οἱ πρός Με στενώτερον προσκείμενοι, ἂς διαρρή-
ξωσι τὰ δεσμά, ἅτινα συγκρατοῦσιν αὐτοὺς προσκεκολλημένους ἐπὶ τοῦ
ὑλικοῦ ἐπιπέδου καὶ ἂς διασπάσωσι τὸν σιδηροῦν κλοιόν, ὅστις περισφίγ-
γει αὐτοὺς πανταχόθεν καὶ δὲν ἐπιτρέπει εἰς αὐτοὺς νὰ ἴδωσι τὸ ἐξ Ἐμοῦ
ἐκπεμπόμενον καὶ περιβάλλον αὐτοὺς Φῶς.
Ἀποτείνομαι ἤδη πρὸς αὐτοὺς καὶ προτρέπω αὐτούς, ἵνα τάχιον συνέλ-
θωσιν, ἵνα τάχιον μετανοήσωσιν, ἵνα τάχιον ἐπανέλθωσιν εἰς τὴν ἀτραπόν,
ἣν ὑπέδειξα αὐτοῖς, εἰς τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας, εἰς τὸν πραγματικὸν δρόμον
τῆς Ἀληθοῦς Ζωῆς, ἐξ οὗ ἐξέκλινον καὶ ἀπὸ τοῦ ὁποίου παλινδρομοῦντες
ἀπεμακρύνθησαν.
Οὐδεὶς ἐξ ὅσον διὰ σοῦ ἐκάλεσα πλησίον Μου, εὑρίσκεται ἤδη ἐν τῇ
ἀληθῇ ἀτραπῷ τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ. Ἕκαστος ἠκολούθησε τὰς ροπὰς
τῶν ὑλικῶν καὶ σωματικῶν αὐτοῦ κλίσεων καὶ ἅπαντες ὡς ἐκ συνθήματος
καὶ προσυνεννοήσεως κατέβαλον πᾶσαν δύναμιν καὶ προσπάθειαν, ἵνα
ὑπερβάλλωσιν ὁ εἷς τὸν ἕτερον ἐν τῇ ἀντιθέτῳ διαχαραχθείσῃ ὑπ’ Ἐμοῦ
κατευθύνσει.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν καὶ ἐκ τῶν μᾶλλον πρός Με προσκειμένων ἐγκατέλει-
ψεν ἔστω καὶ ἐπὶ βραχεῖ χρονικῷ διαστήματι τὰς ἐγκοσμίους αὐτοῦ κλίσεις
καὶ ἐπιδόσεις, διὰ νὰ προσηλωθῇ μετὰ πίστεως καὶ ἀπαιτουμένης διὰ τὴν
ἀνάδειξίν του ἀφοσιώσεως εἰς τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον παρ’ αὐτοῦ ἐπεζήτησα.
Οὐδεὶς ἐξ ὅλων ὑμῶν δὲν ἐνεκολπώθη τὰς πρὸς ὑμᾶς παραινέσεις Μου,
ὡς οὐδεὶς εἰσήκουσε τοὺς λόγους Μου καὶ ἐβασάνισεν αὐτοὺς ἐν τῇ διανοίᾳ
αὐτοῦ, ἵνα ἐξ αὐτῶν συλλέξῃ τὸν καρπὸν αὐτῶν. Ἀπομακρυνθέντες τε-
λείως ἀπ’ Ἐμοῦ διεσκορπίσθητε ὡς τὰ πετεινὰ τοῦ Οὐρανοῦ ἐν λαιλαπώδει

277
ἀνέμῳ καὶ ὡς τὰ ὑπολείμματα ναυαγίου ἐν τρικυμιώδει πελάγει.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν νῦν διαισθάνεται τὴν ἀνάγκην, ἵνα ἐπανερχόμενοι καὶ
συναδελφούμενοι ἀκολουθήσητε τὴν ὁδόν, ἀφ’ ἧς ἀπεμακρύνθητε καὶ ἀλ-
ληλοϋποστηριζόμενοι καὶ ἀλληλοβοηθούμενοι καὶ Ἐμὲ ἀναζητοῦντες καὶ
ἔχοντες ὁδηγὸν πορευθῆτε καὶ πάλιν ἐν τῇ ἀτραπῷ τῆς ζωῆς ὑμῶν.
Ὁδηγὸς ὑμῶν Εἰμὶ καὶ οὐκ ἔπαυσα ἀπὸ ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν, ἵνα προ-
σηλωθῆτε πρός Με διὰ τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν κατάρτισιν καὶ
τελειοποίησιν καὶ διὰ τὴν χειραγώγησιν ὑμῶν ἐν τῇ ὁδῷ Μου. Ὑμεῖς ὅμως
ἀδιαφορεῖτε καὶ οὐδὲν ποιεῖτε ἐξ ὅσων εἰς ὑμᾶς ὑπέδειξα.
Ζῆτε εἰς ἕνα κόσμον πλήρη σφαλμάτων καὶ ἀπογοητεύσεων, εἰς ἕνα
κόσμον τόσον χαμηλὰ κείμενον, ὥστε τὰς βασάνους τῆς ζωῆς νὰ θεωρῆτε
ὡς ἀληθὲς ἐπακολούθημα τῶν συνεπειῶν τοῦ περιβάλλοντος αὐτῆς. Οὐ-
δεὶς ἐξ ὑμῶν ἐπεζήτησε ν’ ἀπομακρύνῃ ἀπ’ αὐτοῦ τὰ νέφη, τὰ ὁποῖα συνω-
θοῦνται πέριξ αὐτοῦ καὶ ἐπικαλύπτουσιν ἤδη τὸν ὑπερκείμενον καὶ πέριξ
ὑμῶν ὁρίζοντα, ἕτοιμα νὰ ἐκσπάσωσιν εἰς θυελλώδη ὑετόν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον
οὐδεὶς θὰ δυνηθῇ νὰ ἐξέλθῃ ἀνέπαφος.
Ἀνεγείρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν πρὸς τὰ ἄνω καὶ πέριξ ὑμῶν.
Ἀνεγείρατε μετὰ τὴν ἐπισκόπησιν τοῦ περιβάλλοντος ὑμῶν αὐτοὺς
καὶ πάλιν πρός Με. Ἀνεγείρατε αὐτοὺς πρὸς τὸ Φῶς, τὸ ὁποῖον ἤδη ἐπικα­
λύπτεται ὑπὸ τῶν σκοτεινῶν νεφῶν καὶ ἐλάχισται ἀκτῖνες κατορθοῦσι νὰ
­διέλθωσιν αὐτοῦ καὶ φθάσωσι μέχρις ὑμῶν.
Οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν ἀνεγειρόμενοι καὶ ἐπισκοποῦντες τὰ γύρω ὑμῶν
θέλουσιν ἴδει καὶ ἀντιληφθῇ τὴν ἐπιγενομένην ἐν τῷ περιβάλλοντι ὑμῶν
φθοροποιὸν ἀναστάτωσιν, τὴν ἐγκυμονουμένην ὑετώδη θύελλαν, ἥτις
ἐκσπωμένη θὰ συμπαρασύρῃ ὑμᾶς εἰς τὰ βάθη ἀπυθμένου τέλματος, ἀπὸ
τοῦ ὁποίου οὐδεὶς θὰ δυνηθῇ νὰ σᾶς ἀποσπάσῃ.
Ἐπισκοποῦντες ἤδη τὸ ἐξαθλιωμένον περιβάλλον ὑμῶν τοῦτο καὶ
συναισθανόμενοι καὶ κατανοοῦντες τὴν ἐκ τῆς ἀπομακρύνσεως ἐξ Ἐμοῦ
ἐπελθοῦσαν εἰς ὑμᾶς μεταβολήν, ἐπιδιώξατε νὰ ἀπομακρυνθῆτε ἐκ τοῦ
μέρους, εἰς ὃ ἡ ἀσύνετος ὑμῶν πορεία σᾶς ἔφερε.
Ὄπισθεν τοῦ σκοτεινοῦ ὁρίζοντος, ὅστις ἤδη σᾶς περιβάλλει, μεθ’
ὅλην τὴν κατάπτωσιν ὑμῶν δύνασθε εἰσέτι νὰ διακρίνητε ἀσθενῆ δέσμην
ἀκτίνων φωτὸς ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Ἡλίου, ὅστις κατὰ τὸ παρελθὸν το-
σοῦτον ὑμᾶς ἐφώτιζεν, ἐθέρμαινε καὶ ἐζωογόνει.
Ὁδηγηθῆτε ἐξ αὐτῶν, ἵνα ἀπομακρυνθῆτε τοῦ χθαμαλοῦ μέρους, εἰς ὃ
κατεπέσατε καὶ ἀνεύρητε τὰς ὑπωρείας τοῦ ὅρους διὰ μέσου τῶν ἀτραπῶν
τοῦ ὁποίου καὶ πάλιν θὰ ὁδηγηθῆτε, ἵνα φθάσητε εἰς τὴν κορυφὴν αὐτοῦ,
ὁπότε ὁ σκοτεινὸς ὁρίζων, ὅστις ἐπικαλύπτει τὰς κεφαλὰς ὑμῶν θὰ κεῖται
κάτωθεν τῶν ποδῶν ὑμῶν καὶ εἰς ἀπομεμακρυσμένην αὐτοῦ ἀπόστασιν
τοιαύτην, ὥστε πᾶσα ὑετώδης θύελλα ἐκσπῶσα νὰ μὴ δύναται νὰ φθάσῃ
ὑμᾶς.
Ὁδηγηθῆτε ἐκ τοῦ Φωτὸς τῶν ἀκτίνων τούτων καὶ ἀλληλοκρατούμε-
νοι ἐξέλθετε ἐκ τοῦ ὀλισθηροῦ καὶ κατωφεροῦς πεδίου, εἰς ὃ κατεπέσατε.

278
Πάντες οἱ πρός Με προσκείμενοι καὶ ἰδίως οἱ πλησίον Ἐμοῦ εὑρισκόμενοι,
ἐκεῖνοι οἵτινες δύνανται νὰ εἰσακούσωσι καὶ πάλιν τοὺς λόγους μου, ἐκεῖνοι
οἵτινες αἰσθάνονται εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς αὐτῶν τὸ σχηματισθὲν κενὸν ἐκ
τῆς ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρύνσεώς των, πάντες τέλος ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐπιζη-
τοῦσι νὰ ἀνασυνδεθῶσιν ὡς καὶ πρότερον μετ’ Ἐμοῦ, ἂς συνδεθῶσιν ὡς καὶ
πρότερον καὶ ἀπὸ κοινοῦ ἐνεργοῦντες καὶ προσπαθοῦντες ἂς ἐπιδιώξωσι
νὰ ἐπανέλθωσιν εἰς τὴν ἀληθῆ ὁδόν, ἥτις θὰ ὁδηγήσῃ αὐτοὺς πρός Με.
Ἐὰν ὅμως καὶ παρὰ τὴν τελευταίαν ταύτην σύστασίν Μου κωφεύσωσιν,
ἐὰν ἀρνηθῶσι νὰ συνέλθωσιν εἰς ἑαυτοὺς καὶ μετανοήσωσιν, ἐὰν αἱ ὑλικαὶ
αὐτῶν ἐπιδόσεις καταπνίγουν ἐν ἑαυτοῖς καὶ τὴν ἀμυδρὰν εἰσέτι ἀκτῖνα,
ἥτις διὰ τοῦ ὀμιχλώδους ὁρίζοντος τοῦ περιβάλλοντός των ἐπιζητεῖ νὰ
δια­φωτίσῃ καὶ ἐπαναγάγῃ αὐτοὺς εἰς τὴν πραγματικὴν τῆς ζωῆς των κα-
τεύθυνσιν, θέλω ἐπέλθῃ κατ’ αὐτῶν, κεραυνοβόλος καὶ ἀδυσώπητος καὶ
θέλω πλήξει αὐτοὺς εἰς τὰς προσφιλεστέρας αὐτῶν ὑπάρξεις καὶ εἰς πά-
ντα τὰ ἀποτελοῦντα ἀναπόσπαστα διὰ τὴν πρόσκαιρον αὐτῶν ­εὐτυχίαν
πράγματα.
Ἐπιδιώξατε ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει εἰσέτι ἐπαρκὴς χρόνος εἰς τὸ νὰ ἐπανέλ-
θητε εἰς τὰς ὑπωρείας τοῦ ὅρους καὶ ὁδηγούμενοι καὶ πάλιν παρ’ Ἐμοῦ
ἀνεύρητε τὴν ἀληθῆ ἀτραπόν, τὴν καταλήγουσαν εἰς τὴν κορυφὴν αὐτοῦ,
ἐὰν δὲν θέλετε νὰ μετανοήσητε καὶ κλαύσητε πικρῶς καὶ ἀνεπανορθώτως.

126. Συνήγαγον ὑμᾶς ἐπὶ τῷ αὐτῷ, ἵνα ἀπὸ κοινοῦ συσκεπτόμενοι


ἀκολουθήσητε τὸν δρόμον, ὃν ἐχάραξα ὑμῖν κατὰ τὸ παρελθόν.
Τὶς οὗτος; Ὑπεδείχθη ὑμῖν πολλάκις καὶ οὐκ ἀνεγνωρίσατε τοῦτον; Πρὸ
αὐτοῦ ἔστητε, εἰσήλθατε ἐν αὐτῷ, ἐβαδίσατε ἐπ’ ἀρκετὸν καὶ οὐκ ἀνευρί-
σκετε τοῦτον νῦν;
Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ ὁδὸς ἡ ἄγουσα πρὸς τὴν Ἀλήθειαν. Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατευ-
θύνεται πρὸς αὐτὴν δι’ ἰδίας ἀτραποῦ. Ἀλλ’ ἐν τῇ ἀτραπῷ ταύτῃ, ἣν ἕκαστος
ἀκολουθεῖ, πλεῖστα ἐμπόδια ἀναφύονται καὶ κεῖνται, τὰ ὁποῖα μόνον διὰ τῆς
Καθοδηγήσεώς Μου δύναται ὁ ἀκολουθῶν ταύτην νὰ ὑπερπηδήσῃ. Ἐκεῖνος,
ὅστις κατευθύνεται πρός Με, ἀκολουθῶν τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἀτραπόν, δὲν ἀπο-
τελεῖ μόνον ὑπ’ Ἐμοῦ κληθέντα πρὸς ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν τοῦ ἰδίου
ἑαυτοῦ, ἀλλὰ ἐστὶν ὁ Ἐκλεκτός, ὅστις θέλει ὁδηγηθῇ δι’ Ἐμοῦ, ἵνα καὶ ἄλλοι
ἀνεύρωσι δι’ αὐτοῦ καὶ τῇ καθοδηγήσει Ἐμοῦ τὴν ἀτραπὸν αὐτῶν.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν γιγνώσκει τὸ ἔργον, ὃ ἐν μέρει ἀπεκάλυψα ὑμῖν καὶ ὃ
διὰ τῆς προσπαθείας ὑμῶν καὶ ἐπιμελείας ἐν τῇ ἀναδείξει αὐτῶν ἑαυτῶν
μέλλω ἀποκαλύψει ἐν μέλλοντι. Καὶ τὸ ἔργον μου τοῦτο δὲν ἀποβλέπει εἰς
τὴν σωτηρίαν μόνον τῶν ψυχῶν ὑμῶν, εἰς τὴν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν
τῶν ἰδίων ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον ἑαυτῶν σας, ἀλλὰ εἰς τὴν δι’ ὑμῶν σω-
τηρίαν καὶ ἄλλων.
Μὴ συγχέετε τὸ ἔργον τῶν ἀποκρυφιστικῶν σχολῶν, αἵτινες ἐκ τοῦ πο-

279
λυθεϊσμοῦ προῆλθον καὶ αἱ ὁποῖαι συγχέουσι τὸ ἀποτέλεσμα μὲ τὴν αἰτίαν,
τὴν μονάδα μὲ τὴν ἀπειρίαν τῶν ἐξ αὐτῆς προελθόντων ἀριθμῶν.
Ἐν Ἐμοὶ ὑπάρχει τὸ Φῶς καὶ τὸ Φῶς τοῦτο ἐστὶν ἡ Ἑστία τοῦ παντός.
Μὴ δανείζεσθε τὸ φῶς ἐκ τῶν δαδῶν, αἵτινες προσέλαβον τὸ φῶς αὐτῶν ἐκ
τῆς Ἑστίας ταύτης, ἀλλὰ προσεγγίσατε τὴν Ἑστίαν, ἵνα ἐξ Αὐτῆς ἀνάψητε
τὰς ἰδίας ὑμῶν δάδας.
Καὶ ἰδοῦ Ἐγὼ ἐν μέσῳ ὑμῶν πάντων, ὅσοι παρῆλθον καὶ ἀντιπαρῆλθον.
Καὶ ἂν οὗτοι παρελθέτωσαν καὶ παρέλθουσιν, Ἐγὼ οὐ μὴ παρέλθω, ἄχρις
οὗ τὸ Φῶς Μου καταστῇ Δὰς ἀνημμένη ἐκ τῆς Ἑστίας Μου, ἵνα ἡ δὰς αὕτη,
ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτῆς λάμψει ἑστία καθισταμένη, μεταλαμπαδεύσῃ τὸ ἐξ Ἐμοῦ
ἀπορρέον Φῶς καὶ εἰς ἄλλας δάδας, ἵνα καὶ αὗται ἑστίαι καθιστάμεναι ἐν
ἑαυταῖς ἐξαπλωθῶσιν ἐφ’ ἁπάσης τῆς γῆς.
Οὐδεὶς ἐξ Ἐμοῦ κληθεὶς καὶ ἀπομακρυνθεὶς καὶ πάλιν πρός Με ἐπα-
νακάμψας ἀπεμπολήθη. Πάντες πρός Με προσέλθωσιν ἐν τῷ συμπλη-
ρώματι τοῦ χρόνου τῶν αἰώνων καὶ ὁ ἀκολουθῶν τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἀτρα-
πὸν καὶ ὁ πορευόμενος ἐν τῇ ὁδῷ, τῇ ἀπ’ εὐθείας πρός Με ὁδηγούσῃ καὶ ὁ
βαδίζων ἐπὶ τῆς ἀτραποῦ, ἣν ἄλλοι πρός Με ἢ μὴ προσκείμενοι ὑπέδειξαν
αὐτοῖς. Ἐὰν ὑμεῖς οὐ δύνασθε κατανοεῖν τοῦτο νῦν, προαγόμενοι εἴτε ἐν τῇ
ἰδίᾳ ὑμῶν ἀτραπῷ, εἴτε ἐν τῇ ἐν Ἐμοὶ ἀπ’ εὐθείας κατευθυνομένη, εἴτε ἐν
ἐκείνῃ, ἣν ἄλλοι ἠκολούθησαν, θέλετε τότε κατανοήσει τοῦτο.
Ἀκολουθήσατε ὅθεν ἕκαστος τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἀτραπὸν καὶ ἐπιταχύ-
νατε τὸ βῆμα ὑμῶν ὡς ἔνεστι ταχύτερον, ἵνα τὸ ταχύτερον εἰσέλθετε ἐν
τῇ ὁδῷ τῇ ἀπ’ εὐθείας πρός Με κατευθυνομένη. Τότε θέλετε διακρίνει ἐν
αὐτῇ Ἐκεῖνον, Ὃν ἄλλοι ὑποδείξαντες εἰς ἄλλους τὴν ἑαυτῶν ἀτραπὸν
καὶ ταύτην ὡς τὴν τελειοτέραν ἐκλαβόντες δὲν διέκριναν ὡς ὑμεῖς, οἱ ἀπ’
εὐθείας πρός Με προσερχόμενοι καὶ ὁδεύοντες.
Μὴ νομίσητε, ὅτι προσπαθῶ νὰ ἐπαναγάγω ὑμᾶς εἰς τὴν ἀτραπόν, ἐξ
ἧς ἀπεμακρύνθητε, εἰς τὴν ὁδὸν τὴν πρός Με ἀπ’ εὐθείας ἄγουσαν, ἐπιβάλ-
λων ὑμῖν τοῦτο.
Ἐὰν δὲν ἀκολουθήσητε τὰς Ὑποδείξεις Μου, Ἐμὲ οὐ βλάψητε, ἀλλ’
ἑαυτούς. Πᾶσα τιμωρία πρὸς ὑμᾶς ἐξ Ἐμοῦ οὐκ ἐπέλθῃ, ἀλλ’ ἐκ τῶν
σφαλμάτων ὑμῶν πρὸς σύνεσιν καὶ ἀνάνηψιν.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐπὶ τοῦ παρόντος καὶ πρὶν ἢ σᾶς ὑποδειχθῇ εἰς ἕνα
ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ἡ ἐπιβεβλημένη πρὸς τὸ ἔργον μου εἰσφορὰ ἐργασίας καὶ
συμβολῆς, ἂς πράξῃ ὅ,τι καὶ κατὰ τὸ παρελθόν. Ἂς ἀναζητήσῃ ἐν ἑαυτῷ
τὰς δυνάμεις ἐκείνας, τὰς ὁποίας καλλιεργῶν νὰ προσπαθήσῃ νὰ συνδεθῇ
ἀρρηκτώτερον μετ’ Ἐμοῦ καὶ συγχρόνως νὰ τελειοποιηθῇ ἐν τῇ ἐξυπηρε-
τήσει τοῦ ἔργου μου.
Εἰς ἑκαστον ἐξ ὑμῶν ὁμαδικῶς καὶ κεχωρισμένως προβάλλουσι κα-
θήκοντα, τὰ ὁποῖα ὀφείλετε νὰ ἀκολουθήσητε ἀπαραβάτως, ἐὰν ἐπιθυ-
μῆτε νὰ ἴδητε ταχυτέραν τὴν ἀναγωγὴν ὑμῶν καὶ βελτίωσιν καὶ συγχρόνως
ἐὰν θέλετε νὰ ἴδητε τὴν ταχυτέραν πραγματοποίησιν τῶν διὰ τοῦ ἔργου
μου συντελεσθέντων ἐπιτυχιῶν ἀποτελεσμάτων.

280
Καὶ ὁμαδικῶς μὲν ἐπιβάλλεται εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἀρρηκτώτερον συσφίξητε
τοὺς μεταξὺ ὑμῶν δεσμούς, ἀναπτύσσοντες μεταξὺ ὑμῶν τὸ αἴσθημα τῆς
Ἀγάπης καὶ ἀλληλεγγύης, ὡς ἀνήκοντες εἰς μίαν ἀναπόσπαστον ἀδελ-
φοσύνην μὲ δεσμοὺς ψυχικοὺς ἀδιασπάστους ὑπ’ οὐδενὸς ἐμποδίου,
ἀλληλοαγαπώμενοι ἀναμεταξύ σας, προσερχόμενοι, εἰ δυνατόν, ἀνελ-
λιπῶς εἰς καθορισθησόμενα παρ’ ὑμῶν χρονικὰ διαστήματα πρὸς κοινὴν
μετ’ Ἐμοῦ ἐπικοινωνίαν καὶ ἀνταλλαγὴν σκέψεων ἐπὶ τοῦ ἔργου μου, με-
μονωμένως δὲ πάλιν Ἐμὲ καὶ τὴν ἀνάδειξιν τοῦ ἔργου μου, ὡς καὶ τὴν τε-
λειοποίησιν τῶν ἑαυτῶν σας πρὸ ὀφθαλμῶν ἐσαεὶ ἔχοντες, ἂς ἐργασθῆτε
ἕκαστος δι’ ὅλων αὐτῶν τῶν δυνάμεων ἐπ’ αὐτῶν.
Ἀκολουθήσατε ἀπαρεγκλήτως πᾶν, ὅ,τι ἡ προσπάθεια ἐν τῇ ἀναδείξει
τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς ἔργου θὰ ἐπιδιώξῃ.
Εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν θὰ ὑποδείξω καὶ θὰ ἐπιβάλω καθήκοντα ὡς καὶ
τρόπον ἐργασίας σχετικῶς μὲ τὸ ἔργον μου, τὰ ὁποῖα πρέπει ν’ ἀκολουθή-
σητε ἀπαραβάτως.
Δὲν πρέπει δὲ κατὰ τὴν ἐξακολούθησιν τῆς ἐξυπηρετήσεως ὑμῶν
ταύτης ν’ ἀνυπομονῆτε διὰ τὴν ταχυτέραν ἐκδήλωσιν τῶν ἐξ αὐτῆς ἀποτε-
λεσμάτων, ἀλλὰ νὰ ἐπιμένητε, ἄχρις οὗ φθάσητε διὰ τοῦ τρόπου τῆς πρὸς
τοῦτο ἐργασίας καὶ προσπαθείας ὑμῶν εἰς τὴν ἐπιτυχίαν ταύτην.
Ἐὰν δὲ δὲν προβήτε προηγουμένως εἰς τὴν κατάρτισιν ἑαυτῶν, ὡς
πολλάκις ὑπέδειξα ὑμῖν, μὴ ἀναμένητε ἄλλο, παρὰ τὴν ἀπογοήτευσιν καὶ
τὴν ἐκ ταύτης μείωσιν τῆς πίστεως ὑμῶν, ἥτις ἐστὶ τὸ μεγαλύτερον τῶν
ὀλισθημάτων
Μὴ λησμονῆτε δὲ ὅτι πλησίον ὑμῶν πάντοτε ἀναμένων προσμένω
ὑμᾶς ἕτοιμος νὰ σᾶς βοηθήσω εἰς πᾶσαν ὑμῶν ἐπίκλησιν, ὡς ἀληθὴς
Ἀδελφὸς καὶ Διδάσκαλος.

127. Πηγὴν Ζωῆς δωρῶ ὑμῖν. Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ Πηγή, ἐξ ἧς ἀναβλύζουσιν οἱ


ποταμοί.
Ἐξ αὐτῶν πλεῖστοι ὅσοι παραπόταμοι καὶ ρυάκια κατὰ τὸν ροῦν αὐτῶν
ἀναφύονται, ἀλλὰ πάντες ἐκ τῆς αὐτῆς Πηγῆς τὸ ὕδωρ αὐτῶν εἰσδέχονται.
Οἱ ποταμοὶ οὗτοι, οἱ παραπόταμοι καὶ τὰ ρυάκια σχηματίζουσι κατὰ τὴν
διάβασιν αὐτῶν συρροὴν πολλάκις ἀφθόνου ὕδατος, τὸ ὁποῖον σχηματίζει
μικρὰς πηγὰς καὶ αἱ ὁποῖαι δύνανται νὰ ἐκληφθῶσιν ὡς ἀρχικαὶ πηγαί, ἐξ
ὧν ἀναβλύζουσιν, ἀλλὰ τὸ ὕπερθεν αὐτῶν ὕδωρ εἰσρὲει ἐκ τῆς Πηγῆς Μου
καὶ μόνον.
Οἱ διὰ μέσου τῶν αἰώνων διαρρέοντες μέγιστοι ποταμοί, οἵτινες
φέρουσι τὸ ρεῦμα αὐτῶν διὰ μέσου τῶν ὀρέων καὶ σχηματίζουσι κατὰ τὰς
ἐκβολάς των ἐν τῇ πεδιάδι τοὺς παραποτάμους καὶ τὰ ρυάκια, εἶναι καὶ
θεωροῦνται ὡς ἀφετηρία τοῦ ὕδατος, τὸ ὁποῖον οἱ τελευταῖοι προσλαμβά-
νουσι καὶ ὡς κεντρικὴ πηγή, ἐξ ἧς τὸ ὕδωρ ἀναβλύζει.

281
Οἱ εἰσδεχόμενοι τὸ παρ’ αὐτῶν ὕδωρ, δὲν δύνανται νὰ γιγνώσκωσι
τὴν Ἀρχικὴν Πηγήν, διότι τὸ ὕδωρ αὐτῶν προσέλαβον ἐξ αὐτῶν, οἵτινες δι’
αὐτοὺς εἶναι ἡ μοναδικὴ πηγή.
Οἱ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευθέντες καὶ διὰ μέσου τῶν αἰώνων δι’ Ἐμοῦ πρὸς τὸν
κόσμον σταλέντες, ἵνα ὁμιλήσωσι τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζουσαν Ἀλήθειαν,
οὐκέτι ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ προσῆλθον.
Οἱ χρόνοι ἐπὶ τῆς ἀνθρωπότητος ἐπιφέρουσι διὰ τῆς διελεύσεώς των
τὴν συμπλήρωσιν τῶν πάντων, ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ ἀρχικοῦ σχεδίου τῆς Δη-
μιουργίας, ἡ ὁποία ἀποβλέπει εἰς τὴν τελειοποίησιν καὶ ἀναγωγὴν τῶν
ὑπ’ αὐτῆς ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ ἐνσαρκωθέντων πνευμάτων, τὰ ὁποῖα τεί-
νουσι ν’ ἀνέλθωσι μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας τῆς ἐν τῷ Ἀπείρῳ ἀνελί-
ξεως αὐτῶν.
Ἡ ἀνθρωπότης κατὰ τὰ πρῶτα αὐτῆς βήματα ἦτο προσκεκολλημένη
ἐπὶ τῆς ὕλης καὶ οἱ ζωώδεις αὐτῆς δεσμοὶ μόλις ἄφηναν εἰς τὸ ὑποτυπῶδες
πνεῦμα νὰ διακρίνῃ ἀμυδρῶς τὸ Φῶς τὸ ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου κα-
τερχόμενον καὶ ἐπιζητοῦν νὰ εἰσδύσῃ διὰ μέσου τῶν παχέων ὑλικῶν τοιχω-
μάτων τῆς ψυχῆς αὐτῶν.
Εἰς τὴν περίοδον ταύτην τῆς ἀμαθείας καὶ τοῦ σκότους αἱ ὑλικαὶ δυ-
νάμεις ἀπετέλουν τὴν μόνην πρὸς αὐτοὺς προσήλωσιν τοῦ ὑποτυπώδους
πνεύματος, τὸ ὁποῖον συνέχεε τὰς ἀρχὰς πρὸς τὰ ἀποτελέσματα, μὴ ἐπι-
τρέπουσαι εἰς τοῦτο νὰ διασχίσῃ τὸν βαρὺν σκοτεινὸν πέπλον, ὅστις ἀνυ-
πέρβλητος ἐγείρετο πρὸ αὐτῶν.
Ἑκάστη ὑλικὴ δύναμις ἐν τῷ ἀποτελέσματι τῆς ἐνεργείας της ἀπετέλε-
σε καὶ μίαν ἀνεξάρτητον θεότητα, ἥτις κατηύθυνε τὰ βήματα αὐτῶν ἐπὶ
πολλοὺς αἰῶνας, ὅλαι δὲ ὁμοῦ ἀπετέλουν τὸ πάνθεον τοῦ πολυθεϊσμοῦ,
συγκεντροῦσαι ἐν ἑαυταῖς ὅλας τὰς ἀρχὰς καὶ τὰ ἐλαττώματα τῆς ἀν-
θρωπίνης φύσεως.
Ἐξ αὐτῆς τῆς ἀρχῆς ἐπὶ μακρὰν σειρὰν αἰώνων ἡ ἀνθρωπότης συσκοτι-
σθεῖσα δὲν ἠδυνήθη ν’ ἀπαλλαγῇ τῶν δεσμῶν της καὶ ἐν τῇ μάλλον διακρι-
νομένῃ ἀνυψώσει καὶ ἐξελίξει τῆς ἀνθρωπίνης διανοήσεως.
Αἱ συλλήψεις τῆς τε Αἰγυπτιακῆς καὶ Ἑλληνικῆς διανοήσεως ὑπερυ-
ψώθησαν διὰ τοῦ συλλογισμοῦ καὶ τῆς ἀντιπαραβολῆς τῶν ἐν τῷ κόσμῳ
πραγμάτων πρὸς τὸν ἐσωτερικὸν αὐτῶν πνευματικὸν αὐτοκατοπτρισμὸν
εἰς ἄφθαστα ὕψη, ἐν τούτοις ὅμως δὲν ἠδυνήθησαν νὰ ἀπαλλαγῶσι τῶν δε-
σμῶν, οὔτε νὰ ἐξέλθωσι τῶν ἀρχῶν, αἱ ὁποῖαι παρεσχέθησαν αὐτοῖς ὑπὸ τοῦ
ὑποτυπώδους καὶ ἐν ἐξελίξει εὑρισκομένου πνεύματος τῶν προγόνων των.
Ἔκτοτε διέρρευσαν ἀρκετοὶ αἰῶνες. Ἡ ἀνθρωπότης ἔκυπτεν ὑπὸ τὸ βάρος
τῶν προλήψεων καὶ τῶν δεισιδαιμονιῶν καὶ τῶν ἀπείρων δυνάμεων τῶν ἀλ-
ληλοσυγκρουομένων θεῶν, ἕως ὅτου παρεσκευάσθη διὰ νὰ δεχθῇ τὸ ἐκ τῆς
πραγματικῆς καὶ Ἀληθοῦς Πηγῆς Φῶς. Τὸ Φῶς ὅμως τοῦτο κατῆλθεν εἰς τὸν
κόσμον ἐπὶ τῆς γηΐνης ἐπιφανείας καθ’ ὃν χρόνον ἡ ἐπιφάνεια αὐτῆς ἐκαλύ-
πτετο ὑπὸ τῶν νεφῶν καὶ ὁ ὁρίζων αὐτῆς ἐπληροῦτο ἐκ τῶν ἀναθυμιάσεων
τῶν προσφερομένων ἐν τοῖς βωμοῖς αἰμοσταζόντων ὁλοκαυτωμάτων.

282
Ἡ ἀνθρωπότης ἐν τῇ δευτέρα ταύτῃ περιόδῳ της δὲν ἠδύνατο νὰ
προσδεχθῇ τὰς ἐπ’ αὐτὴν ἀνατελούσας ἀκτῖνας τοῦ Ζωοδότου Πνευμα-
τικοῦ Ἡλίου της, χωρὶς ὁ κόσμος της ὁ περιστοιχούμενος ὑπὸ τῶν ὑλικῶν
εἰδώλων νὰ ἐξεγερθῇ, νὰ διαμαρτυρηθῇ, νὰ ἀντιδράσῃ, νὰ καταπολεμήσῃ
τὸν Ταπεινὸν Θεόν, τὸν ἐπιζητοῦντα νὰ καταρρίψῃ ἐκ τοῦ ὕψους τῶν κορυ-
φῶν τοῦ Ὀλύμπου τὰς ἰσχυρὰς Θεότητας τῆς λατρείας του. Καὶ παρῆλθον
ἀρκετοὶ αἰῶνες καταδιωγμῶν καὶ ἐξοντώσεως τῶν ὀπαδῶν τοῦ ταπεινοῦ
Θεοῦ τῶν ἀνθρώπων, τοῦ ἐκ τῆς ταπεινῆς καλύβης καὶ ἐκ θνητῶν ἕλκο-
ντος τὴν Γέννησίν Του, ἔως ὅτου ἡ Διδασκαλία Αὐτοῦ καταστῇ ἡ Ἀληθὴς
ὁδὸς πρὸς τὴν πραγματικὴν τῆς ἀνθρωπότητος ἐκπολίτισιν καὶ πνευμα-
τικὴν καὶ ψυχικὴν προαγωγὴν καὶ τελειοποίησιν.
Ἡ Διδασκαλία ὅμως τούτου, ἔως ὅτου διαδοθῇ καὶ ἀποτελέσῃ τὴν
μοναδικὴν ἀληθῆ κατεύθυνσιν τῆς μέχρις ὑμῶν ἐκπολιτισθείσης ἀνθρω-
πότητος, συνανεμίχθη μὲ τὰς ἐπικρατήσεις καὶ δεισιδαιμονίας τῶν καταρ-
ριφθεισῶν θεοτήτων, μὲ τὰς περιωρισμένας ἀντιλήψεις τοῦ Μωσαϊκοῦ
Νόμου, τοῦ ὁποίου τὴν ἐπένδυσιν μετέβαλεν εἰς χιτῶνα, διὰ νὰ καλύψῃ τὸ
σῶμα αὐτῆς, ἐνῷ περιωρίσθη εἰς τὴν στενὴν ἑρμηνείαν τοῦ γράμματος τῶν
λόγων τοῦ Διδασκάλου αὐτῆς καὶ δὲν κατώρθωσε νὰ ἀντιληφθῇ τὴν εἰς
τοὺς λόγους του ἐγκρυπτομένην πραγματικὴν Ἀλήθειαν.
Ἡ ἐκ τῆς πολυθεΐας πηγάσασα θρησκεία μέχρι τῶν χρόνων τῆς Νέας
θρησκείας καὶ ἀρκετὰ ἀργότερον διετήρησε τὰ σπέρματα τῆς ἐσωτερικῆς
λατρείας διὰ τῶν Διονυσιακῶν καὶ Ἐλευσινίων μυστηρίων, τὰ ὁποῖα ἡ νέα
θρησκεία ἠρνήθη καὶ κατεπολέμησεν ὡς ὑπενθυμίζοντα εἰς τοὺς ὀπαδοὺς
αὐτῆς τὸ ψεῦδος τῶν ἀνυπάρκτων ψευδῶν θεῶν. Ἡ ἐσωτερικὴ αὐτοσκό-
πησις τοῦ πνευματικοῦ καὶ ψυχικοῦ ἐγώ, ἡ προσπάθεια τῆς ἀναγωγῆς καὶ
τελειοποιήσεως αὐτοῦ, ἂν καὶ ἀπετέλει ἓν ἐκ τῶν ἀπαραιτήτων διὰ τὴν
πνευματικὴν ἀνέλιξιν ἐφοδίων πρὸς εὐρυτέραν κατανόησιν τοῦ ἔργου καὶ
τῆς Διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ, ἐν τούτοις παρημελήθη ἐντελῶς καὶ ἀντεκα-
τεστάθη ὑπὸ τῶν ἐξωτερικῶν τύπων λατρείας, οἵτινες ἐπιστεύθη καὶ
ἐξακολουθεῖ νὰ πιστεύηται ὑπὸ τῶν ἀσπαζομένων αὐτήν, ὅτι εἶναι αἱ
μοναδικαὶ καὶ ἀληθεῖς κατευθύνσεις, δι’ ὧν θὰ δυνηθῇ ἡ ἀνθρωπότης νὰ
φθάσῃ εἰς τὴν πραγματικὴν αὐτῆς ἐξέλιξιν καὶ τελειοποίησιν καὶ ἡ μοναδι-
κὴ ὁδός, δι’ ἧς θὰ ἐπιτελεσθῇ ἡ παγκόσμιος αὐτῆς σωτηρία.
Οὕτω δὲ ἐν τοῖς χρόνοις ὑμῶν βλέπομεν τοὺς ἱσταμένους εἰς τὰς
ἀνωτάτας βαθμίδας τῆς Ἀποστολικῆς Ἱεραρχίας καὶ τοὺς ἐν τῇ γῇ θεω-
ρουμένους ὡς ἀξίους διαδόχους καὶ συνεχιστὰς τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ
νὰ κατατρίβωνται εἰς ἑρμηνείας καὶ ἐξηγήσεις περιωρισμένας τοῦ Διδα-
σκαλικοῦ Αὐτοῦ ἔργου, νὰ μὴν ἐξέρχωνται τῶν θεσφάτων νόμων καὶ τοῦ
δογματισμοῦ, τὸν ὁποῖον οἱ μετὰ πολλοὺς χρόνους ἐκκλησιαστικοὶ Πα-
τέρες ἐθέσπισαν, διατηρήσαντες τοὺς τύπους καὶ μόνον τῆς ἐξωτερικῆς
καὶ ἐπιδεικτικῆς λατρείας ὡς τὸν μοναδικὸν σκοπὸν τῆς ἐπὶ γῆς εἰς τοὺς
διαδόχους αὐτῶν κληρονομηθείσης ἐξουσίας καὶ οὕτω οὐδεμία παρ’ αὐτῶν
ἐπιγίγνεται προσπάθεια, πλὴν τῆς ἐκμεταλλεύσεως τοῦ ὑπὸ τὸ σκῆπτρον

283
αὐτῶν διατελοῦντος πλήθους, καὶ ἂν παρ’ ἐλευθέρων πνευμάτων σημει-
ωθῇ ἀνάκυψίς της ἐν τοῖς κόλποις τῆς Ἐκκλησίας, θὰ θεωρηθῇ τοῦτο ὡς
ἀπάρνησις τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἐξέγερσις κατὰ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν τυπικῶν
καὶ νόμων, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συντα-
χθέντες, θεωροῦνται ὡς ἀπαράβατοι καὶ ἀναλλοίωτοι.
Ζῆτε εἰς τὴν περίοδον τῶν χρόνων τοῦ Χριστοῦ, ἔχοντες ἀντὶ τῆς πο-
λυθεῖας ὡς ἀντιμέτωπον καὶ πολέμιον αὐτὸ τοῦτο τὸ κληρονομηθὲν καὶ
οὕτω καταστὰν ἔργον τοῦ Ἰησοῦ. Εἰς τὰ πρόθυρα δὲ τῆς τρίτης ταύτης
περιόδου εὑρισκόμενοι ἐπιδιώξατε, ἵνα δώσητε τῷ κόσμῳ τὴν Νέαν Δι-
δασκαλίαν, ἥτις θὰ συμπληρώσῃ πάντα τά κενὰ καὶ θὰ ὁδηγήσῃ ὑμᾶς
εἰς τὸν ἀληθῆ δρόμον τῆς Πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν ἀναγωγῆς καὶ
τελειοποιήσεως.

128. Ἀνέλθετε μετ’ Ἐμοῦ τὰς ὑπωρείας τοῦ ὅρους καὶ προσεγγίσατε
τὴν κορυφήν.
Ἐν τῇ προσπαθείᾳ ὑμῶν ταύτῃ θὰ συναντήσητε πλείστας ὅσας δυσκο-
λίας, θὰ ἀντικρύσητε πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑμῶν ἀνυπερβλήτους βράχους,
αἰχμηρὰς προεξοχάς, οἱ πόδες ὑμῶν δυνατὸν νὰ προσκόπτωσι πρὸ τῶν
ἀναφυομένων ἀκανθῶν καὶ τριβόλων, ὑμεῖς ὅμως ἔχοντες τὴν διάνοιαν
ὑμῶν προσηλωμένην πρὸς τὰ ἄνω καὶ τὰ βλέμματα ὑμῶν πρὸς τὸν φωτει-
νὸν ὁρίζοντα, τὸν ὑπερκείμενον τῆς κορυφῆς, ἀπὸ τοῦ ὁποίου θὰ προβάλῃ
τὸ Φῶς τῆς Ἀκτινοβολίας Μου, θὰ ὁδηγῆσθε καὶ θὰ δύνασθε νὰ βαδίζητε
ἐλευθέρως, χωρὶς νὰ προσκόπτητε κατὰ τὴν πορείαν σας.
Ἐφ’ ὅσον ἡ πρόοδος τῆς ἀναγωγῆς ὑμῶν θὰ ἐπιτυγχάνεται, ἐφ’ ὅσον
θὰ ἀνέρχεσθε ὑψηλότερον, ἐπὶ τοσοῦτον αἱ δυσκολίαι καὶ τὰ προσκόμματα
θὰ ἐπαυξάνουν εἰς ἕκαστον βῆμα ὑμῶν, διότι αἱ ἔξωθεν, αἱ ἐκ τῶν πλαγίων
καὶ αἱ ἐκ τῶν κάτω ἀντενέργειαι θὰ σχηματίζουν πέριξ ὑμῶν διαρκῶς στε-
νούμενον κύκλον, ὅστις θὰ ἐπιδιώκῃ νὰ συσφίξῃ ὑμᾶς καὶ νὰ ἑλκύσῃ ὑμᾶς
πρὸς τὴν ἀντίρροπον ταύτην κατεύθυνσιν.
Αἱ ἐκ τῶν ἔξωθεν, τῶν πλαγίων καὶ τῶν κάτωθεν ἀντίθετοι δυνάμεις
θὰ σχηματίζουσι πέριξ ὑμῶν ἀντιθέτως πρὸς τὴν πρὸς Ἐμὲ προσήλωσιν
καὶ ἀφοσίωσίν σας ἰσχυρότερα ρεύματα, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπιζητοῦν νὰ συμπα-
ρασύρωσιν ὑμᾶς πρὸς τὰ κάτω καὶ νὰ ἀποσπάσουν ὑμᾶς ἀπὸ τὸ διανυθὲν
παρ’ ὑμῶν ἀνωφερικὸν διάστημα πρὸς τὴν κατωφέρειαν. Ἐφ’ ὅσον ὁ ἄν-
θρωπος ἐνδυναμοῦται εἰς πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς δυνάμεις, ἐφ’ ὅσον
οὗτος ἀνέρχεται πρὸς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους καὶ ἐπιζητεῖ νὰ φθάσῃ ἐπ’
αὐτῆς τὸ συντομώτερον, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ ἡ ἀντενεργὸς δύναμις ἐξ ἀντι-
θέτου ἐπιζητεῖ νὰ παρακωλύῃ τὴν προσπάθειαν αὐτοῦ ταύτην καὶ ἐπιδι-
ώκει νὰ τὸν ἐπαναφέρῃ εἰς τὰ ὅπισθεν.
Προλέγω ὑμῖν τοῦτο, διὰ νὰ ἔχετε ὑπ’ ὅψει ἐξ ὑμῶν τὴν ἀντενεργὸν
ταύτην ἐπήρειαν, τὴν ὁποίαν νὰ προσπαθήσητε νὰ ἐξουδετερώσητε καὶ νὰ

284
καταστήσητε τελείως ἀδύνατον ἀπέναντι ὑμῶν. Εἰς ἕνα ἀνίσχυρον δύνα-
ται μικρά τις δύναμις νὰ τὸν καταβάλῃ. Ὅσον ὅμως οὗτος ἰσχυροποιεῖται
καὶ ἐνδυναμοῦται, κατὰ τοσοῦτον ἀπαιτοῦνται νὰ ἀποσταλῶσι κατ’ αὐτοῦ
καὶ ἰσχυρότεραι δυνάμεις πρὸς καταβολήν του.
Οὕτω καὶ ὑμεῖς, ἐφ’ ὅσον θὰ ἰσχυροποιῆσθε ἐν τῇ πνευματικῇ καὶ ψυχι-
κῇ ὑμῶν ἀναγωγῇ καὶ τελειοποιήσει, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ θὰ ἐπέρχονται καθ’
ὑμῶν ἰσχυρότεραι δυνάμεις ἀντενεργοί, αἵτινες θὰ ἐπιδιώκουν νὰ σᾶς κα-
ταβάλουν. Ἀντιμετωπίσατε αὐτὰς σθεναρῶς. Ὁπλισθῆτε διὰ τῆς πίστεως
πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον Μου, ἐνδυναμωθῆτε ἐν τῇ καλλιεργεία τοῦ Πνεύμα-
τος καὶ τῆς ψυχῆς ὑμῶν, ἰσχυροποιήσατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν ἀναμεταξύ
σας καὶ μετ’ Ἐμοῦ, ἵνα οὐδεμία δύναμις, ὅσον ἰσχυρὰ καὶ ἂν εἶναι, νὰ δυνη-
θῇ ποτὲ νὰ σᾶς παρασύρῃ.
Ὅπως ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ ὑφίστανται καὶ ἐνεργοῦν αἱ ἀντίρροποι δυ-
νάμεις, ἐκ τῆς πάλης δὲ τούτων ἐπέρχεται τὸ ἀποτέλεσμα, οὕτω καὶ ἐν τῷ
Πνευματικῷ Κόσμῳ ὁ αὐτὸς Νόμος ὑφίσταται, λειτουργεῖ καὶ διέπει τὰς
σχέσεις αὐτὰς πρὸς τὸν ὑλικὸν κόσμον καὶ πρὸς τὸν κόσμον τῆς ζωῆς.
Ὁ ἄνθρωπος εὑρίσκεται ἐν μέσῳ δύο ἀντιθέτων ρευμάτων. Τὸ ἓν τείνει
νὰ ἀνελκύσῃ αὐτὸν πρὸς τὰ ἄνω διὰ τῆς ἀναπτύξεως τῶν πνευματικῶν
καὶ ψυχικῶν αὐτοῦ δυνάμεων καὶ τῶν ἐξ αὐτῶν ἀπορρεόντων ὑψηλῶν καὶ
ἐξιδανικευμένων συναισθημάτων, τῶν τεινόντων πρὸς τὴν Θείαν Ἑστίαν,
ἐξ ἧς ταῦτα διοχετεύονται, ἵνα δι’ αὐτῶν ἀνυψώσωσι τὴν διάνοιαν καὶ τὴν
ψυχὴν αὐτοῦ πρὸς Αὐτὴν καὶ ἀποκαταστήσωσιν αὐτὸν ἐν Αὐτῇ, καὶ τὸ
ἕτερον ἐπιδιώκει νὰ συμπαρασύρῃ τοῦτον πρὸς τὰ κάτω καὶ διὰ τῶν ὑλι-
κῶν αὐτοῦ σωματικῶν αἰσθητηρίων διὰ τῶν ταπεινῶν καὶ γηΐνων αὐτοῦ
πόθων καὶ συμπαρασύρῃ αὐτὸν πρὸς τὰ κάτω ἢ νὰ τὸν καθηλώσῃ ἐπὶ τοῦ
ἐδάφους, μὴ ἐπιτρέπον εἰς αὐτὸν νὰ προχωρήσῃ ἢ νὰ ἀντιτάξῃ τὴν ἀνάλο-
γον σθεναρὰν ἀντίστασιν καὶ ἀντίδρασιν, διὰ νὰ διασπάσῃ τὸν ὁλοὲν καὶ
συσφιγγόμενον πέριξ αὐτοῦ κλοιόν.
Ἀνέλθετε πρός Με δι’ ὅλης ὑμῶν τῆς ἐπιδιώξεως, διὰ τοῦ ἀκαταβλήτου
ὑμῶν θάρρους, διὰ τῆς ἐπαυξανομένης ὑμῶν προσπαθείας, διὰ τῆς κατα-
βαλλομένης παρ’ ὑμῶν ἀντοχῆς, ἰσχυροποιούμενοι διὰ τῶν δεσμῶν, οὓς
θὰ ἀναπτύξητε μεταξὺ ὑμῶν καὶ Ἐμοῦ καὶ διὰ τῆς ἀκλονήτου καὶ σταθερᾶς
ὑμῶν πίστεως, διὰ τῆς μεταξὺ ὑμῶν Ἀγάπης, ἀλληλοβοηθείας καὶ ἀλληλο-
ϋποστηρίξεως.
Οὐδεμία δύναμις ἔστω ἱκανὴ νὰ παρεμποδίσῃ ὑμᾶς εἰς τὸ μέλλον εἰς
τὸν διηνεκῆ ὑμῶν ζῆλον καὶ τὴν ἐπιδιωκομένην προσπάθειαν, ὅπως βαδί-
σητε πρὸς τὰ ἄνω στερρῷ τῷ βήματι καὶ μὲ τὴν πλήρη αὐτοπεποίθησιν, ὅτι
θὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῡ ὑμῶν, ὅπερ ἐστὶν ἠ ὑψηλοτέρα
πασῶν τῶν ἐν τῷ ὅρει κορυφῶν, τὴν ὁποίαν καταλαμβάνει ἡ Κατοικία Μου
καὶ ἐν τῇ ὁποίᾳ σᾶς ἀναμένω, διὰ νὰ σᾶς δώσω τὴν θέσιν, ἥτις πρὸ πολλοῦ
σᾶς ἀνήκει καὶ ἥτις σᾶς ἀναμένει νὰ τὴν καταλάβητε.
Ὅταν δυνηθῆτε διὰ τῆς ἀόκνου ὑμῶν ἐργασίας καὶ προσπαθείας πρὸς
τὸν σκοπὸν τοῦτον καὶ πρὸς τὴν μόνην ταύτην ἐνδεικνυομένην ὑμῖν κα-

285
τεύθυνσιν νὰ φθάσητε εἰς τὴν ὑψηλοτάτην ταύτην κορυφήν, τὴν δεσπό-
ζουσαν πασῶν τῶν ἄλλων, τότε θὰ δυνηθῆτε ἐξ ἰδίας ὑμῶν ἀντιλήψεως νὰ
γνωρίσητε οὐ μόνον Ἐκεῖνον, Ὅστις σᾶς προώρισε μαθητὰς Αὐτοῦ, ἀλλὰ
καὶ θὰ εἰσέλθητε εἰς τὰ ἐνδότερα τῆς Κατοικίας Αὐτοῦ, εἰς ἣν ἐλάχιστοι ἐκ
τοῦ Ἀπείρου κόσμου ἠδυνήθησαν νὰ εἰσέλθωσιν.
Αἱ Ἐπαγγελίαι Μου αὗται πρὸς ὑμᾶς δέν ἔρχονται νὰ συμπαρασύρωσι
ἢ νὰ ὠθήσωσιν ὑμᾶς πρὸς μίαν ἄγνωστον χώραν τῆς Ἐπαγγελίας, οὔτε
ἐπιδιώκουσι νὰ προσελκύσωσιν ὑμᾶς πρὸς μίαν μυθώδη βασιλείαν ἐν τῇ
ὁποίᾳ καλεῖσθε ὡς ἄρχοντες.
Ὁ δρόμος, ὃν ὑποδεικνύω εἶναι ἡ μόνη Ἀληθὴς ὁδός, τοῦτο μόνον
σᾶς ὑπόσχομαι σήμερον. Τὴν ὁδὸν ταύτην ἐπίσης σᾶς ὑπόσχομαι νὰ σᾶς
βοηθήσω νὰ ἀνέλθετε, διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὴν ὑψηλοτέραν κορυφὴν τοῦ
ὅρους, εἰς ἣν προορίζεσθε.
Ἀλλὰ διὰ νὰ διανύσητε τὴν ὁδὸν ταύτην, ἀπαιτεῖται ἡ ἐκ μέρους ὑμῶν
ἐντατικὴ προσπάθεια, ἄνευ τῆς ὁποίας δὲν θὰ δυνηθῆτε νὰ διατρέξητε, δι-
ότι πέριξ ὑμῶν καὶ ἐκ τῶν κάτω περιβάλλουσιν ὑμᾶς ἀντίρροποι δυνάμεις,
αἵτινες ἐξ ἴσου ἐπιδιώκουσι καὶ ἔχουσι συμφέρον νὰ σᾶς καθηλώσωσιν ἐπὶ
τοῦ ἐδάφους ἢ νὰ σᾶς συμπαρασύρωσι πρὸς τὰ κάτω.
Λάβετε δὲ ὑπ’ ὄψει καὶ τοῦτο δέον νὰ ἔχητε καθ’ ἑκάστην πρὸ ὀφθαλ-
μῶν, ὅτι ὅσον ὑψηλότερον εἶναι τὸ σημεῖον, εἰς ὃ ἡ ἄνοδός σας ἐπετεύχθη,
κατὰ τοσοῦτον ὀδυνηροτέρα καὶ ἐπαισθητωτέρα θὰ εἶναι καὶ ἡ πτῶσις
ὑμῶν, ὅπως ἐπίσης ὅσον ἰσχυροτέρα εἶναι ἡ παρ’ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν κατα-
βαλλομένη δύναμις, ἵνα ἀνέλθητε ὑψηλότερον, ὅσον ἡ πνευματικὴ καὶ ἡ
ψυχικὴ ὑμῶν ἀναγωγὴ καὶ τελειοποίησις θὰ ἐπιτυγχάνεται, κατὰ τοσοῦτον
καὶ αἱ δοκιμασίαι ὑμῶν καὶ τὰ ἐμπόδια πρὸς παρεμπόδισιν τῆς ἐπιτυγχανο-
μένης ἀνόδου σας ἐκ τοῦ ὑλικοῦ κόσμου προερχόμεναι θὰ ἐπαυξάνουν.
Τονίζω ὑμῖν ταῦτα, ἵνα ἔχοντες ταῦτα ὑπ’ ὅψει ἐνδυναμωθῆτε ἐν τῇ
πρὸς Ἐμὲ καὶ τῷ προορισμῷ ὑμῶν πίστει καὶ ἐξακολουθῆτε δι’ ὅλων ὑμῶν
τῶν δυνάμεων καὶ κατὰ πάσης ἀντιξόου παρεμβολῆς ἀνθιστάμενοι νὰ
φθάσητε τὸ ταχύτερον πρὸς αὐτόν.
Ἔχετε δὲ ὑπ’ ὅψει σας, ὅτι, ἐὰν ἡ προσπάθεια ὑμῶν αὕτη καθ’ ἑκάστην
τείνῃ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον ὁλοὲν καὶ ἐπαυξανομένη διὰ τοῦ ζήλου καὶ
τῆς ἀφοσιώσεως ὑμῶν πρὸς αὐτόν, ἐστὲ βέβαιοι, ὅτι πολὺ ταχέως θὰ ἀντιλη-
φθῆτε καὶ μόνοι σας τὴν ἐπιτελεσθεῖσαν εἰς ὑμᾶς πρόοδον καὶ θὰ δια­κρίνητε
τὴν ἀπόστασιν, ἣν διηνύσατε ἐν τῇ ὁδῷ τῆς πρὸς Ἐμὲ κατευθύνσεώς σας.

129. Συντρίψατε τοὺς ὑλικοὺς δεσμοὺς τῆς ψυχῆς ὑμῶν καὶ ἐκ τῶν συ-
ντριμμάτων αὐτῆς ἀνοικοδομήσατε τὸν Ναόν Μου.
Ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας τὸ ἀπὸ αἰώνων λαλῆσαν. Τὸ
Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον ἀφ’ ἧς ὁ ἄνθρωπος ἤρχισε διαλογιζόμενος, ἐπεκοινώνει

286
μετ’ αὐτοῦ εἴτε διὰ τοῦ συνειδητοῦ, εἴτε διὰ τοῦ ἀσυνειδήτου Λόγου, τοῦ ἐν
τῷ βάθει τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὀντότητος ἐνυπάρχοντος ὡς λαν-
θάνων σπόρος θείας συστάσεως καὶ ὁλοὲν ἐν αὐτῇ καλλιεργούμενος καὶ
ἀναπτυσσόμενος πρὸς καρποφορίαν.
Οἱ αἰῶνες ἀντιπαρῆλθον διὰ μέσου τῆς ἀνθρωπότητος ὡς χιλιετηρί-
δες καὶ πρὸ Ἐμοῦ ὡς ἥλιος ἀνατέλλων καὶ προχωρῶν ἐν τῇ δύσει του. Τὸ
Πνεῦμα μου διερχόμενον διὰ μέσου τοῦ χρόνου τούτου καὶ εἰσδῦον εἰς τὰς
ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων, δὲν ἔπαυσε νὰ προσελκύῃ αὐτάς, ἵνα ἀνεύρωσι τὴν
ὁδόν, ἥτις θὰ ὡδήγῃ αὐτοὺς πρὸς τὴν πραγματικὴν Ἀλήθειαν, πρὸς τὸ Φῶς
τὸ Ἄσβεστον καὶ Ἀείφωτον.
Ὡμίλησε διὰ τῶν ἱερέων τῶν ἀρχαίων μυστηριακῶν λατρειῶν, διὰ μέ-
σου τοῦ φιλοσοφικοῦ σκεπτικισμοῦ, διὰ μέσου τῶν ἱεροφαντῶν τῆς Ἑρμη-
τικῆς σκέψεως, διὰ μέσου τῶν Προφητῶν καὶ πάντων τῶν ὑπερυψωθέντων
ὑπεράνω τοῦ γηΐνου κόσμου καὶ τῶν ὑλικῶν δεσμῶν πνευμάτων.
Ἡ Ἀλήθεια, ἡ ἐξελθοῦσα ἐκ τῆς πρὸς αὐτοὺς προσεγγίσεώς Μου καὶ
ἐμπνεύσεως, ἦτο ἀνάλογος ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἀπὸ τῆς ἀπαλλαγῆς ἢ μὴ αὐτῶν
ἀπὸ τοὺς ὑλικοὺς δεσμούς των, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἀπὸ τῆς προσηλώσεως
αὐτῶν εἰς τὰς ψευδεῖς παραδόσεις τῆς συγχρόνου των ἐποχῆς καὶ ἀπὸ
τὴν ἀμάθειαν τῆς ἀληθοῦς θέσεως τῶν ἐν τῷ κόσμῳ πραγμάτων. Ὡς
ἐκ τούτου δὲν ἦτο δυνατὸν παρὰ νὰ παρεισφρύσουν εἰς τὸ Φῶς τῆς πρὸς
αὐτοὺς διδομένης Διδαχῆς Μου αἱ σηπώδεις ἐκπομπαὶ τοῦ περιβάλλοντός
των καὶ ἡ δοθεῖσα εἰς αὐτοὺς Ἀλήθεια νὰ μὴ δύναται ν’ ἀναγνωρισθῇ ὑπὸ τὸ
σκοτεινὸν περίβλημά της. Οἱ ἱερεῖς τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν συνανέμιξαν
μετὰ τῆς πρὸς αὐτοὺς παρεχομένης Ἀληθείας τὰς χονδροειδεῖς ἀντιλήψεις
τῶν εἰδωλολατρικῶν παραδόσεων καὶ κατέστησαν τὸ ἐν αὐταῖς μόλις δια-
κρινόμενον πνευματικὸν πεδίον εἰς μίαν ὑλικὴν ἔκτασιν, ἐν ᾗ αἱ πολλαπλαῖ
μορφαὶ τῶν Ἀναμορφωτῶν Διδασκάλων συναμιγνύονται μὲ τὰς ταπεινὰς
ἐπιδιώξεις τῆς ἐξωτερικῆς λατρείας, μεθ’ ἧς τὰς περιέβαλον.
Ἀλλὰ ἡ πληθὺς τούτων ἐν τῇ διαφορᾷ τῶν ἐξ αὐτῶν προερχομένων
ἀντιλήψεων εἶναι τοιαύτη, ὥστε νὰ μὴ δύναταί τις νὰ διακρίνῃ πόθεν ἐκπη-
γάζει τὸ Φῶς τῆς ἐξ αὐτῶν πηγαζούσης Ἀληθείας.
Ἐν τῇ ἀναπτύξει τῆς μελλούσης πρὸς ὑμᾶς ἀποκαλύψεως τοῦ ἔργου
μου θέλω ἀναλύσει ἐν ἐκτάσει τὰς ἐκ τῆς πηγῆς ταύτης ἀλληλοσυγκρουο-
μένας θεωρίας πρὸς τὴν πραγματικὴν Ἀλήθειαν. Ἀνευρίσκω ἐν τῇ Ἑρμητι-
κῇ πηγῇ πολλὰς ἀληθείας, ἀλλὰ καὶ αὐτὰς συναμεμιγμένας μὲ τὰς ψευδεῖς
ἀντιλήψεις τῆς ἐποχῆς.
Οἱ διὰ τῆς φιλοσοφικῆς ὁδοῦ ἐρευνήσαντες τὸ καλυπτόμενον πνευ-
ματικὸν πεδίον, κατώρθωσαν μὲν νὰ ἀνασύρωσι μίαν μικρὰν καλύπτραν,
δι’ ἧς διῆλθε ποιά τις ἀκτινοβολία φωτεινῆς ἀναπαραστάσεως τῆς ὄπι-
σθεν αὐτῆς ἐγκρυπτομένης Ἀληθείας, ἀλλὰ καὶ οὗτοι ἔχοντες ὡς μόνον
­ἐφόδιον τὸν ἀπογυμνωμένον ὑπὸ τῆς ἐμπνεύσεως λόγον καὶ στερούμενοι
τῆς ­ἐξάρσεως τοῦ Πνεύματος, ἀπαραιτήτου ἐφοδίου, ὅπως δυνηθῇ ἡ ψυχὴ
ν’ ἀπαλλαγῇ τῶν συσφιγγόντων αὐτὴν δεσμῶν καὶ νὰ ἀνέλθῃ ὑψηλότε-

287
ρον, παρέμειναν προσκεκολλημένοι ἐν τῷ ὑλικῷ ἐδάφει, ὅπου οὐδέποτε
­κατέφθασε τὸ Φῶς τῆς ἐκ τοῦ Κόσμου Μου Ἀληθείας.
Ἡ λογική αὐτῶν κρινομένη ἤχθη εἰς συμπεράσματα ἀληθοφανοῦς τι-
νος περιεχομένου, ἀλλὰ ἐξ αὐτοῦ ἐξέλιπεν ἡ Πνοή, ἥτις ἠδύνατο νὰ προσ-
δώσῃ εἰς τὸ περιεχόμενον τοῦτο τὴν Ἀληθῆ Πηγὴν τῆς Ζωῆς.
Οἱ ἱεροφάνται ἐμπνευσταὶ ὡς καὶ οἱ προφῆται οὐδὲν ἄλλο ἔπραξαν,
ἢ νὰ προηγηθῶσιν διὰ τῶν ἀποκαλύψεων καὶ προφητειῶν των ὀλίγα τινα
ἔτη τῆς μελλούσης τῶν ἀποκαλυπτομένων ὑπ’ αὐτῶν γεγονότων ἐποχῆς.
Τοῦτο ὅμως δὲν ἦτο ἱκανὸν νὰ ἀναγάγῃ τὰ ὑπ’ αὐτῶν συρόμενα πλήθη εἰς
τὴν Ἀληθῆ ὁδόν, τὴν πρὸς τὸν Ὑπέρτατον Πνευματικὸν Κόσμον κατευθυνο-
μένην, ἀλλὰ νὰ ἱκανοποιήσῃ τὴν ἀνθρωπίνην αὐτῶν φύσιν καὶ νὰ προσδώ-
σῃ εἰς τὸ ἔργον των τὴν αἴγλην τοῦ φωτοστεφάνου, τὸ ὁποῖον ὑπετίθετο,
ὅτι κατήρχετο ἀπ’ εὐθείας ἐκ τοῦ Θείου πρὸς αὐτούς.
Οἱ θαυμασταὶ τούτων ἐν τῇ ἀτέγκτῳ μελέτη τοῦ ἔργου αὐτῶν δὲν δύνα-
νται παρὰ νὰ ἀνεύρωσιν ὑπὸ τὰς ἐξάρσεις τῶν προφητικῶν ἐπαγγελιῶν τὸν
ἐστερημένον ἀληθοῦς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιή-
σεως ἐπιφωτιζόμενον τοῦτον Προφήτην, ὅστις συναμιγνύων τὴν ἀτέλειαν
τῆς προσωπικότητός του μὲ τὰς ἐξαγγελλομένας πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα
ἐκδικήσεις τοῦ Ἀκάκου καὶ Φιλευσπλάχνου Θεοῦ διὰ παραβάσεις, αἱ ὁποῖαι
ὑπὸ τοῦ σημερινοῦ καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον προαχθέντος ἀνθρώπου θεωροῦνται
ὡς ἀπαραίτητον ἠθικὸν στοιχεῖον πάσης πεπολιτισμένης διανοίας.
Ὅπου ὅθεν καὶ ἂν στρέψητε τὸ βλέμμα ὑμῶν, θὰ ἀνεύρητε πλείστας
ὅσας ἀληθείας, ἀλλὰ τόσον συγκεκαλυμμένας μὲ τὴν σύσμιξιν τῶν ἀνθρω-
πίνων ἀτελειῶν, τόσον συνυφασμένας μὲ τὰς ψευδεῖς καὶ βαρβάρους ἀντι-
λήψεις αὐτῶν, ὥστε ὁ ὁπωσοῦν ἐξελιχθεὶς σημερινὸς ἀνθρώπινος Νοῦς νὰ
μὴ δύναται ν’ ἀνεύρῃ ἐν αὐτοῖς τὴν ποθουμένην καὶ ἀναζητουμένην παρ’
αὐτοῦ Ἀλήθειαν.
Ὁ ἄνθρωπος, ὅσον προχωρεῖ εἰς τὰ πρόσω τῶν σημειουμένων ἐπὶ γῆς
περιόδων, κατὰ τοσοῦτον ἐξελίσσεται καὶ προάγεται πνευματικῶς. Καθ’
ἑκάστην ὅμως ἐποχὴν τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων παρέμεινε προσκεκολ-
λημένον ὡς ὄστρακον ἐπὶ τῶν παραδόσεων καὶ τῶν ἀντιλήψεων τῆς
ἐποχῆς των, ὀλίγαι δὲ διάνοιαι ἀφέθησαν ἐλεύθεραι νὰ διασπάσουν τὰ
δεσμὰ τοῦ περιβάλλοντος τῆς ἐποχῆς των καὶ νὰ ἀνέλθωσιν ὑψηλότερον
πρὸς τὴν ὁδὸν τὴν ἄγουσαν πρὸς τὴν Ἀλήθειαν καὶ νὰ σημειώσουν ἕνα
Νέον σταθμὸν προόδου προηγούμενον τῆς ἐποχῆς, ἐν ᾗ ἔζων, ἀλλὰ ὑστε-
ρούμενον τοῦ ἑπομένου σταθμοῦ, ὃν ἄλλοι περισσότερον αὐτῶν προηγμέ-
νοι θὰ ἐσημείωνον.
Τὸ Πνεῦμα μου ὡμίλησε διὰ μέσου τῶν αἰώνων τὴν Ἀλήθειαν.
Τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον καὶ τὸ διάστημα διαφωτίζον εἶ-
ναι ἐν παρομοιώσει τὸ ἡλιακὸν φῶς. Ἂν τοῦτο διέρχεται διὰ νεφῶν, δι’
ὀμιχλῶν, διὰ μέσου ὑδατίνων χώρων, ἐὰν κατὰ τὴν διάβασίν του ἔως οὗ
φθάσῃ εἰς τὸν τελικὸν προορισμὸν του διερχόμενον διὰ τοῦ διαστήματος
ὑποστῇ παραλλαγὰς ἐκ τῶν συναντωμένων ἐμποδίων ἢ διαθλάσεως ἐκ τῆς

288
προσκρούσεως αὐτοῦ ἐπὶ ἀδιαπεράστων ἀντικειμένων, ἐὰν τέλος διέλθῃ
διὰ μέσου κεχρωματισμένων χώρων καὶ προσλάβῃ ἕως οὗ προσεγγίσῃ
τὸν σκοπόν του, τὸ χρῶμα αὐτῶν, θὰ ἐξακολουθῇ νὰ εἶναι τὸ ἴδιον φῶς τὸ
ἐκ τῆς ἀρχικῆς ἑστίας προελθόν. Καὶ τὸ Πνεῦμα Μου μὴ παῦσαν ἀκτινο-
βολοῦν πέριξ τῶν Κόσμων τοῦ Πνευματικοῦ καὶ Ψυχικοῦ πεδίου, πραγ-
ματοποιεῖ ἐν τῇ διαρρεύσει τῶν χρονικῶν περιόδων τὸν σκοπόν, δι’ ὃν
περιβάλλει τὸν κόσμον.
Αἱ Ἐμπνεύσεις αὐτοῦ ἐν τῇ διελεύσει τούτων δὲν ἔπαυσαν ἐκπεμπό-
μεναι πρὸς πᾶσαν διάνοιαν ἐπιζητοῦσαν τὸ Φῶς Αὐτοῦ. Ἀνάγει πάντα,
ὅστις διὰ τῆς προσπαθείας αὐτοῦ ἐπιζητήσει τοῦτο. Προάγει αὐτὸν καὶ
τὸν καθιστᾶ ἱκανὸν ν’ ἀνέλθῃ μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας αἱ ὁποῖαι κα-
τευθύνονται πρὸς τήν Ἀνωτάτην Ἀρχὴν τοῦ Κόσμου. Ἐμπνέει ἤδη καὶ ὑμᾶς
καὶ καλεῖ ὑμᾶς, ἵνα ἀκολουθήσητε τὴν Νέαν ὁδὸν ἣν διανοίγει πρὸ ὑμῶν
ὡς ἀπαρχὴν Νέας περιόδου τῆς ἐποχῆς, ἐν ᾗ ζῆτε. Ἄν αἱ διάνοιαι τῶν παρ’
αὐτοῦ ἐμπνεομένων κατὰ τοὺς παρωχημένους χρόνους δὲν ἀφέθησαν
ἐλεύθεραι νὰ προσεγγίσωσι πλησιέστερον πρὸς τὴν Ἀλήθειαν, ἐὰν οὗτοι
δὲν ἦσαν ἀπηλλαγμένοι τῶν ἀντιλήψεων τῆς ἐποχῆς των, εἰς ὑμᾶς θὰ προ-
σπαθήσῃ ἐν τῷ ἐνδεικνυομένῳ ἐννοεῖται ὑμῶν ζήλῳ νὰ καταστήσῃ ὑμᾶς
διὰ τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν προαγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως
ἱκανοὺς ν’ ἀπαλλαχθῆτε τῶν ἀντιλήψεων τούτων καὶ νὰ ἀφεθῆτε ἀρκετὰ
ἀνεπηρέαστοι νὰ ἀνεύρητε καλλίτερον παντὸς ἄλλου τὴν Ἀληθῆ ὁδὸν τῆς
πρὸς Αὐτὸν κατευθύνσεως.

130. Ἀρχὴ τοῦ Κόσμου ὁ Θεός, Θεὸς δὲ ὡς Ἀρχὴ τοῦ κόσμου πᾶσαν Ἀρ-
χὴν ἐν Ἑαυτῷ περικλείει καὶ πᾶσα ἀρχὴ ἐκ τοῦ κόσμου προελθοῦσα
τὸν Θεὸν ὡς ἀρχὴν ἔχει.
Ἀρχὴ τῆς κινήσεως ὁ Ἄναρχος Χρόνος. Πᾶσα ὅθεν ἀρχὴ προελθοῦσα ἐκ
τῆς ἐν τῷ κόσμῳ κινήσεως, πρὶν ἢ ἡ ἐμφάνισις αὐτοῦ καταστῇ ὁρατὴ διὰ
τῶν συγκεντρωθεισῶν ἐν αὐτῷ δυνάμεων πρὸς παραγωγὴν τῶν διαφόρων
φαινομένων τῆς ἐνύλου δράσεως, ἀρχὴν ἔχει τὸν Ἄπειρον Χρόνον.
Ἄναρχος χρόνος ἐστὶ τὸ ποσὸν τῶν ἀμετρήτων ἐτῶν, τὰ ὁποῖα θάπτο­
νται εἰς τὸ παρελθὸν τοῦ ἀπείρου κόσμου, τοῦ ὁποίου ἠ Ἀρχὴ ­Ἄπειρος
οὖσα δὲν δύναται νὰ καταμετρηθῇ, ὡς ἀρχὴ ἔχουσα τὸ Ἄναρχον τῆς
­Ἀπειρότητος.
Οὐδεμία ἐν τῷ κόσμῳ ἀρχὴ δύναται νὰ ἔχῃ ὡς βάσιν καταμετρήσεως
τὸν τὴν ἀρχὴν τοῦ διαπλασσομένου κόσμου χρόνον, διότι Ἀρχαὶ ὑπάρχουν
πλεῖσται ἐν αὐτῷ, προελθοῦσαι ἐκ τῆς τῶν ἐν αὐτῷ πραγμάτων ταξινομή-
σεως, ἀλλ’ οὐδεμία Ἀρχὴ ἄλλη δυνατὸν νὰ ὑπάρξῃ πρὸ τῆς τοῦ κόσμου
ἐμφανίσεως, πλὴν τῆς Ἀνάρχου Θεότητος.
Ἀρχὴν ὅθεν τοῦ κόσμου παραδεξάμενοι τὸν Θεὸν καὶ Αὐτὸν ὡς Ἀρχὴν

289
τοῦ Ἀνάρχου χρόνου θέτοντες ἀποδεχόμεθα, ὅτι πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ
Ἄπειρον ὡς ἀρχὴν ἔχει τὴν Θείαν Ἄναρχον Ἀπειρότητα.
Ἀρχὴ δὲ τοῦ τε Ἀνάρχου χρόνου καὶ τῆς Ἀπειρότητος ὁ Θεὸς καὶ πρὸ
πάσης ἀοράτου καὶ ὁρατῆς ἐν τῷ κόσμῳ δυνάμεως ὢν, οὐ δύναται ἄλλως
εἶναι, παρὰ αὐτὴ αὕτη ἡ Ἀρχὴ ἡ Νοητὴ τοῦ Κόσμου, ἡ προϋπάρχουσα πά-
σης ἄλλης ἐν αὐτῇ ἀρχῆς.
Ὡς δὲ Νοητὴ Ἀρχὴ ὑπάρχουσα πρὸ τοῦ Ἀνάρχου χρόνου καὶ τῆς Ἀπει-
ρότητος αὐτοῦ ὡς καὶ πάσης ἄλλης τοιαύτης ὁ Θεός, οὐδεμίαν ἄλλην
ἀρχὴν πρὸ Αὐτοῦ ἔσχε ὡς Ἀρχὴ πασῶν τῶν Ἀρχῶν καὶ ὡς Ἀρχὴ τῆς ἰδίας
Αὐτοῦ Νοητῆς Ὑποστάσεως.
Ὡς ἀρχὴ δὲ τοιαύτη οὐδὲν ἄλλο ἐν τῷ κόσμῳ πρὸ Αὐτοῦ εἶχε, τοῦ κό-
σμου μὴ ὑπάρχοντος. Ἑαυτοῦ δὲ ὑπάρχοντος καὶ Ἑαυτὸν καὶ μόνον ὡς Ἀρ-
χὴν Νοητὴν καταλογίζων καὶ ἐννοῶν καὶ οὐδενὸς ἄλλου ὑπάρχοντος τὴν
τοῦ κόσμου ἀρχὴν ὡς ἰδέαν συνέλαβε καὶ κατενόησεν. Συλλαβὼν καὶ κατα-
νοήσας τὴν ἀρχὴν τοῦ κόσμου ὡς ἰδέαν ἐνεφάνισεν. Ἐνεφάνισε δὲ τὴν ἀρ-
χὴν ταύτην ἐν Ἑαυτῷ καὶ ἡ ἀναπαράστασις καὶ σύλληψις τῆς τοῦ κόσμου
ἀπειρότητος ἐν Ἑαυτῷ Νοητὴ ὑπῆρξεν ὡς οὐδεμία ἄλλη ἀρχὴ ὑπάρχουσα
πρὸ τῆς συλλήψεως ὑπ’ Αὐτοῦ ὡς ἰδέας τῆς ἀρχῆς τῆς ἀπειρότητος τοῦ κό-
σμου, πλὴν τῆς Ἑαυτοῦ Νοητῆς Ἀρχῆς.
Ἀναπαραστήσας δὲ ἐν τῇ Νοητῇ Αὐτοῦ ὑπάρξει τὴν ἀρχὴν τοῦ ἀπείρου
κόσμου, προσέδωσεν εἰς αὐτὴν τὴν τῆς ἐκ τῆς Νοητότητος Αὐτοῦ τῆς Ἀνάρ-
χου καὶ Ἀπείρου ἀρχικὴν εἰκόνα, ἥτις ὡς ἀναπαραστατικὴ ἰδέα ἐν Αὐτῷ
ὑπῆρχε.
Καὶ ἡ ἐξωτερίκευσις ἐκ τῆς ἀναπαραστάσεως τῆς ἰδέας ταύτης,
εἰκόνος ἐν τῷ μὴ ὑπάρχοντι ἀπείρῳ κόσμῳ καὶ ἐν τῷ ἀπείρῳ χώρῳ, τὸν
ὁποῖον ἐξορμουμένη κατελάμβανεν, δὲν ἦτο παρὰ μία ἀσύλληπτος
εἰκὼν Νοητῆς ανακλάσεως ἐν αὐτῷ.
Ἀναπαριστωμένη δὲ ἐν Ἑαυτῷ ὡς νοητὴ εἰκὼν καὶ ἀντανακλωμένη ἐν
τῷ ἀπείρῳ χώρῳ τοῦ ἀπείρου κόσμου, διὰ νὰ καταστῇ ἐμφανὴς καὶ διὰ νὰ
προσλάβῃ τὸ δοθὲν εἰς αὐτὴν σχῆμα καὶ τὴν ἐξεικόνισιν, ἐξ ἧς ἀρχικῶς ὑπ’
Αὐτοῦ συνελήφθη, ἔδει νὰ ἐπενεργήσουν ἐπ’ αὐτῆς Δυνάμεις, αἵτινες ἀρ-
χικῶς Νοητῶς μόνον ὑπάρχουσαι διῆλθον ἐπ’ αὐτῆς ὡς ἀντανακλαστικὸν
ἀποτέλεσμα τῆς Νοητῆς Ἀρχῆς, παρ’ ἧς παρήχθησαν καὶ ἐπέδρασαν ἐπὶ
τοῦ περιβάλλοντος τοῦ ἀπείρου χώρου, τοῦ Ἀπείρου ὡς Δυνάμεις ἐνεργοὶ
τῆς Νοητῆς Ἀρχῆς, καθιστῶσαι οὕτω ἐμφανῆ ἐν αὐτῷ τὴν ἐν Αὐτῇ Νοητὴν
Εἰκόνα.
Ἡ ἀρχὴ ὅθεν τοῦ κόσμου ὡς Νοητὴ Εἰκὼν πρῶτον ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐξορ-
μηθεῖσα καὶ καταλαβοῦσα τὸν ἐν τῷ ἀπείρῳ χῶρον ὡς ἀντανακλαστικὸν
ἀποτέλεσμα καὶ ὑπὸ τῆς ἐξωτερικεύσεως τῶν ἐν τῇ Νοητῇ Ἀρχῇ Νοητῶν
Δυνάμεων περιβαλλομένη ἀπεκατέστη ἐν αὐτῷ ὡς δρῶσα Νοητὴ ἐξεικό­
νισις τοῦ Θείου Δημιουργικοῦ Ἔργου τοῦ Σύμπαντος Κόσμου.
Αἱ ἐπ’ αὐτοῦ δρῶσαι Δυνάμεις αἱ καταλαβοῦσαι τὸν ἄπειρον χῶρον
Νοηταὶ οὖσαι ἐν τῇ Πνευματικῇ αὐτοῦ ἀρχῇ καὶ περιβαλλοῦσαι τὴν ὁρατὴ

290
καταστᾶσαν εἰκόνα τοῦ ἀπείρου κόσμου, τὴν καταλαβοῦσαν τὸν ἄπειρον
χῶρον τοῦ περιβάλλοντός του ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἐξωτερικεύσεώς των
ἐπ’ αὐτῆς, ἔσχον τὴν πρωταρχικὴν ἐνέργειαν τῆς ἐκδηλώσεώς των ὡς ὑλι-
κῶν δυνάμεων ἀΰλου περιεχομένου.
Αἱ δυνάμεις αὗται διὰ μέσου τοῦ ἀπείρου διαστήματος καὶ τοῦ χρόνου
ἐνεργοῦσαι καὶ δρῶσαι προσέδωκαν εἰς τὴν ἀρχικὴν ὄψιν τοῦ κόσμου τὴν
ἐν τῷ ἀπείρῳ κόσμῳ ἐξωτερικευθεῖσαν ὡς ἀντανακλαστικὴ ἀναπαράστα-
σις τῆς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ συλληφθείσης ἀρχικῆς Νοητῆς Εἰκόνος τοῦ κόσμου,
τὴν ὁρατὴν ἐν τῷ ἀπείρῳ διαστήματι ἐμφάνισιν αὐτῆς.
Αἱ δυνάμεις αὗται ὡς Νόησις ἐξελθοῦσαι ἐκ τῆς συλλαβούσης τὸ
πρῶτον αὐτὰς Ὑπερτάτης Θείας Διανοήσεως καὶ καταλαβοῦσαι τὸν ἄπει-
ρον χῶρον τοῦ διαστήματος καὶ ὑπ’ αὐτῆς ἐπ’ αὐτοῦ νοητῶς δρῶσαι ἐν τῇ
ἐκδηλουμένῃ αὐτῶν ἐνεργείᾳ ὑλικῶς ἐπέδρασαν ἐπὶ τοῦ ἀρχομένου νὰ δη-
μιουργῆται κόσμου.
Οὕτω πως ἤρχισε ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου, ἥτις διὰ μέσου τοῦ ἀπείρου
χρόνου διεμορφώθη εἰς τὰς ἀπείρους σφαῖρας τῶν ἡλιακῶν συστημάτων,
τῶν ὑπερπληρουσῶν τὸ ἄπειρον αὐτοῦ διάστημα.
Ἀρχὴν ὅθεν πάσης ἐν τῷ κόσμῳ πνευματικῆς καὶ ὑλικῆς ἀρχῆς ἐστὶν
ὁ Θεός.
Ἄπειρος ὢν καὶ περικλείων ἐν Ἑαυτῷ τὴν Ἀπειρότητα τοῦ Ἀνάρχου
χρόνου καὶ τοῦ Ἀπείρου διαστήματος ὡς καὶ πασῶν τῶν ἐν τῷ κόσμῳ δυ-
νάμεων δὲν εἶναι δυνατὸν παρὰ νὰ περιβάλλῃ δι’ Ἑαυτοῦ καὶ τῶν ἐξ Αὐτοῦ
προελθουσῶν δυνάμεων καὶ τὸν ἐλάχιστον χῶρον τοῦ ἀπείρου κόσμου,
ὡς ἐπίσης ὢν Οὗτος ὁ ἀρχικὸς Δημιουργὸς τοῦ Σύμπαντος, τοῦ ὁποίου ἡ
διαμόρφωσις καὶ ἐξέλιξις αὐτοῦ ἐν τῷ διαρρεύσαντι καὶ διαρρευσομένῳ
χρόνῳ ἐπῆλθε καὶ θὰ ἐπέλθῃ ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ὑπ’ Αὐτοῦ συλληφθείσης
ἀρχικῶς Νοητῆς Εἰκόνος, ἥτις ἐν τῷ κόσμῳ τῷ ὁρατῷ διαμορφωθεῖσα τὸ
ἀρχικὸν σχέδιον ἐν τῇ διαρρεύσει τοῦ χρόνου διαμορφοῖ καὶ αὐτὸ πιστῶς,
ἀπαραβάτως καὶ ἀνεκκλήτως ἀκολουθεῖ.
Ἀρχὴ πασῶν τῶν Ἀρχῶν ὁ Θεὸς καὶ ἐν τῷ ὁρατῷ κόσμῳ ἐκδηλούμενος
ὡς Ἀρχὴ τῶν πνευματικῶν ὄντων διὰ τῆς ἐν αὐτοῖς ἐνυπαρχούσης Θείας
Καταγωγῆς καὶ ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ διὰ τῶν Ἀπείρων Αὐτοῦ Δυνάμεων
τοῦτον διαμορφώνων καὶ προάγων, ἐμπνέει πᾶν τὸ ἐξ Αὐτοῦ προελθὸν
Νοητὸν ὡς πνεῦμα.
Ὅθεν Πνεῦμα ὁ Θεὸς καὶ οἱ προσκυνοῦντες αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ
Ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν, λέγει ἓν ρητόν.
Ἀρχὴ ὅμως πασῶν τῶν Ἀρχῶν ὁ Θεὸς κατὰ τὸ ἀμέτρητον διάστημα τῶν
ἀμετρήτων αἰώνων τοῦ διαρρεύσαντος ἐν τῷ ἐξακολουθητικῶς διαμορ-
φουμένῳ καὶ ἐξελισσομένῳ κόσμῳ, ἀπέρρευσαν ἐξ Αὐτοῦ καὶ ἄλλαι Ἀρχαί,
αἵτινες ἐπὶ τοῦ κόσμου δρῶσαι ἐπέφερον τὴν ταχυτέραν αὐτοῦ τελειο-
ποίησιν. Αἱ Ἀρχαὶ αὗται εἶναι τὰ Πρωταρχικά Πνεύματα τὰ ἐκ τῆς Θείας
Αὐτοῦ Ὀντότητος ἐκπορευθέντα. Τὰ πνεύματα ταῦτα εἰσὶν οἱ ὁδηγοί, οἱ
κατευθύνοντες τὰς τύχας τῶν πνευματικῶν ὄντων καὶ προάγοντες αὐτά,

291
ὅπως διὰ μέσου τοῦ ἀπείρου χρόνου καὶ τοῦ διαστήματος προαγόμενα καὶ
τελειοποιούμενα καταστῶσι καὶ αὐτὰ ὁδηγοὶ ἔν τε τῷ ὑλικῷ κόσμῳ, ἐν ᾧ
ἔζησαν καὶ ἐν τῷ πνευματικῷ, εἰς ὃν θὰ ἀποκατασταθῶσιν.
Τὰ πνεύματα ταῦτα, τὰ ἐκ τῆς Θείας Ὀντότητος ἐκπορευθέντα, εἶναι οἱ
Θεοὶ τῶν πνευματικῶν ὄντων, τὰ ὁποῖα διῆλθον δι’ ὅλων τῶν ἐν τῷ κόσμῳ
ὑλικῶν, ψυχικῶν καὶ πνευματικῶν σταθμῶν.

131. Ἐν Ἀρχῇ τοῦ κόσμου καὶ πρὶν ἢ ὁ κόσμος ἐν τῇ ὑλικῇ αὐτοῦ ὑπο-
στάσει ἐμφανισθῇ ὑπῆρχεν ὁ Θεός.
Ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐννοίᾳ τῆς λέξεως, μὴ περιοριζόμενος, ἀλλὰ τὰ πάντα
πληρῶν καὶ τὸν Ἄπειρον χῶρον τοῦ Ἀπείρου κόσμου ὡς Νοητὴ Δύναμις
­καταλαμβάνων.
Ἡ νοητὴ Αὐτοῦ Ὑπόστασις, ἡ ὑπερπληροῦσα τὰ πάντα καὶ διὰ τῶν
Πνευματικῶν Αὐτῆς δυνάμεων συγκεντρουμένη ἐν Ἑαυτῇ καὶ Ἑαυτὴν κρί-
νουσα καὶ καταλογίζουσα καὶ ἔχουσα ἐν Ἑαυτῇ τὸν ἐν τῷ Ἀπείρῳ ὑπ’ Αὐτῆς
καταλαμβανόμενον χῶρον νοητῶς ἔκρινε τὰ κατ’ Αὐτὴν ὡς Ὑπερκοσμία
καὶ Τετελειωμένη ἄκρως Λογική.
Ἡ Δύναμις τῆς τε Νοητικῆς καὶ Λογικῆς ἐννοίας τῶν ἐξ Αὐτῆς προερχο-
μένων συμπερασμάτων περὶ τῆς Ἑαυτῆς κρίσεως καὶ τοῦ περιβάλλοντος
Αὐτὴν χώρου τοῦ Ἀπείρου, ὃν κατεῖχεν, ἐνέκλειεν τὸν Πρωταρχικὸν Λόγον
τῆς Θείας Διανοήσεως.
Ὁ Λόγος οὗτος ἐγκλειόμενος ἐν Ἑαυτῇ ὡς Νοητὴ Ὑπόστασις καὶ συ-
γκρινόμενος πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἐκπορεύσαντα τοῦτον διὰ τῆς τετελει-
ωμένης Ἀπολύτου Αὐτοῦ Σκέψεως, ἣν Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, ἐν Ἑαυτῷ
ὑπάρχων ὡς Ἀπόλυτος Λόγος τῆς Ἑαυτοῦ Ἀσταθμήτου καὶ Ἀπείρου
Πνευματικῆς Ὑποστάσεως.
Ὁ Ὑπέρτατος Λόγος, ἤτοι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, ἐν τῇ Ἀπείρῳ Αὐτοῦ
Ἑξουσίᾳ καὶ Δυνάμει μεθ’ ὅλων τῶν ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευθεισῶν Δυνάμεων,
τῶν ὑπερπληρουσῶν τὸν ἄπειρον χῶρον τοῦ Διαστήματος, ἐφ’ οὗ ὁ κό-
σμος ἐδημιουργήθη, ὁ ἐν τῇ Ἀμετρήτῳ Αὐτοῦ Καλοκαγαθίᾳ συγκεντρῶν τὸ
Ἀπόλυτον Ἀγαθὸν καὶ Καλόν, ἐν τῇ ἀπειρότητι αὐτοῦ ὁλοκλήρῳ, Οὗτος
ἐστὶν ὁ φερόμενος ἐν τῷ ὑπ’ Αὐτοῦ δημιουργηθέντι ἀπείρῳ κόσμῳ ὡς Ἄρ-
χων τοῦ Κόσμου, εἰς τὴν Ἐξουσίαν καὶ Δύναμιν καὶ Ὑπερτάτην Λογικὴν τοῦ
ὁποίου ὑπάγονται καὶ ὑπακούουν καὶ ἐνεργῶσιν ἅπασαι αἱ ἐν τῷ κόσμῳ
Πνευματικαί Ἐξουσίαι καὶ Ὀντότητες καὶ Δυνάμεις μετὰ ἁπασῶν τῶν ἐν
αὐτοῖς ὑφισταμένων καὶ δρωσῶν ὑλικῶν δυνάμεων.
Ὁ Ὑπέρτατος Λόγος, ὁ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἀρχικῶς ἐκπορευθεὶς ὡς Ἀναπό-
σπαστος καὶ Ἀδιαίρετος Πνευματικὴ Ἰδιότης, πρὸ τῆς δημιουργίας καὶ ἐμ-
φανίσεως τοῦ κόσμου καὶ πρὸ τῆς ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορεύσεως ἄλλων πνευμα-
τικῶν ὀντοτήτων προϋπάρχων, ὁ ὑπερπληρῶν διὰ τῶν πνευματικῶν Αὐτοῦ
Δυνάμεων τὸν ἄπειρον χῶρον τοῦ Σύμπαντος κόσμου, ὁ μὴ αὐτοτελῶς δια­

292
κρινόμενος, ἀλλὰ ἀποτελῶν τὴν αὐτὴν Οὐσίαν μετὰ τοῦ Ἀδιαιρέτου Θεοῦ
ὡς ὢν Αὐτὸς ὁ Θεὸς καὶ ὡς ἐν τῷ κόσμῳ νοούμενος καὶ καταλογιζόμενος
ὡς Αὐτούσιος τοῦ Θεοῦ Ὀντότης καὶ Δύναμις, αὐτὸς οὕτος εἶναι καὶ ὁ Ἄρ-
χων τοῦ Κόσμου, ὁ διακρίνων καὶ κατανέμων ἁπάσας τὰς ἐν τῷ κόσμῳ τοῦ
ἀπείρου πνευματικάς, ψυχικὰς καὶ ὑλικὰς δυνάμεις. Τὸ σύνολο ὅθεν τῆς
ἐν τῷ κόσμῳ Νοητῆς κυριαρχίας τῆς Ἀδιαιρέτου καὶ Ἀπείρου Ὀντότητος
τοῦ Θεοῦ μεθ’ ὅλων τῶν ἐν Αὐτῷ Δυνάμεων καὶ ἰδιοτήτων ἐστὶν ὁ Ἄρχων
τοῦ Κόσμου.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου διὰ τῆς συγκεντρωτικῆς ἐν Ἑαυτῷ καὶ λελογι-
κευμένης Του Ὑποστάσεως ὡς Θεὸς φερόμενος ἐν τῷ παρ’ Αὐτοῦ δημιουρ-
γηθέντι κόσμῳ, Ἀδιαίρετος ὢν καὶ Αὐθυπόστατος πρὸ τῆς δημιουργίας
καὶ ἐμφανίσεως τοῦ ὑλικοῦ κόσμου ὑπερπληροῦσε τοῦτον. Πρὸ τῆς τοῦ
Κόσμου τούτου δημιουργίας ἀπέρρευσαν καὶ ἐξεπορεύθησαν ἐξ Αὐτοῦ
Πνευματικαὶ Ὑπέρταται Ὀντότητες, ἀποτελοῦσαι τὴν αὐτὴν μὲ Αὐτὸν
Πνευματικὴν Οὐσίαν καὶ ἐν Αὐτῷ ὑπαγόμεναι καὶ ἐξ Αὐτοῦ ἐνεργοῦσαι,
αἵτινες αὐτοβούλως καὶ αὐτενεργῶς δι’ Αὐτοῦ ἐνεργοῦσαι ὡς Ἀδιαίρετος
καὶ Ἀναπόσπαστος Αὐτοῦ Οὐσία καὶ Ὑπόστασις, ἀπετέλεσαν τοὺς Ὑπερ-
τάτους Λόγους τῆς Θείας τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ κόσμῳ ἐκπορεύσεως, οἵτινες
πρὸς πλήρωσιν τοῦ δημιουργικοῦ αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ ἔργου ἀνάδειξιν καὶ
συντέλειαν ἀπετέλεσαν ἐν ἑαυτοῖς τὴν Ὑπερτάτην τοῦ Θεοῦ Ἀπόλυτον
Ἐξουσίαν καὶ Δύναμιν ἐν τοῖς ὑπ’ αὐτῶν ἐξαρτωμένοις καὶ διευθυνομένοις
καὶ ἐξουσιαζομένοις κόσμοις.
Ἕκαστος τοιοῦτος Ὑπέρτατος Λόγος ἀποτελεῖ Ἀδιαίρετον καὶ Ἀναπό-
σπαστον μέρος τῆς Ὑποστάσεως καὶ Οὐσίας τοῦ Θεοῦ, ὑπερπληροῖ τὸν ἐν
τῷ ἐξουσιαζομένῳ αὐτοῦ κόσμῳ χῶρον μεθ’ ὅλων τῶν πνευματικῶν καὶ
ψυχικῶν ὀντοτήτων καὶ εἶναι Θεῖος Λόγος καὶ Ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου,
ὃν ἐμπνέει καὶ τελειοποιεῖ.
Ἕκαστος τοιοῦτος Ὑπέρτατος Λόγος ἀποτελεῖ τὴν Ὑπερτάτην τοῦ
Θεοῦ Ἔννοιαν ἐν τῇ Ἀπολύτῳ καὶ Ἀμετρήτῳ αὐτῆς Ἐξουσίᾳ καὶ Δυνάμει
ἐν ἑνὶ ἑκάστῳ ἡλιακῷ συστήματι.
Ἕκαστος Ὑπέρτατος Λόγος διὰ τῆς πνευματικῆς συγκεντρωτικῆς
αὐτοῦ Δυνάμεως, τῆς ἀπ’ εὐθείας ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἢ τοῦ Ἄρχοντος τοῦ Κό-
σμου πρὸς αὐτὸν ἐκπορευομένης καὶ ἐνυπαρχούσης, ὡς καὶ οὗτος ἀπο-
τελῶν Ἀδιαίρετον καὶ Ἀναπόσπαστον καὶ Ἀναλλοίωτον Οὐσίαν καὶ Ὑπό-
στασιν μετὰ τοῦ Θεοῦ ἢ τοῦ Ἄρχοντος τοῦ Κόσμου, ἄλλοτε μὲν ἐμπνέει
τοὺς ὑπ’ αὐτοῦ ἐκλεγομένους ἐν τοῖς κόσμοις, οὓς πληροῖ καὶ ἐξουσιά-
ζει, ἄλλοτε δὲ ἐνσαρκοῦται ἐν τοῖς ὑπὸ ἐμπνεύσεως Αὐτοῦ τελειοποιη-
θέντοις καὶ προαχθέντοις, ὁπότε καθίσταται δι’ αὐτῶν ὁ ἐνσαρκωθεὶς
Θεὸς ἐν τῷ κόσμῳ.
Ὁ Ἄρχων τοῦ Κόσμου εἶναι ἡ Ἀδιαίρετος καὶ Οὐσιαστικὴ Ὀντότης τοῦ
Θεοῦ, ἡ ὑπερπληροῦσα Σύμπαντα τὸν Κόσμον καὶ τὰ ἄπειρα ἐν αὐτῷ ἡλια-
κὰ συστήματα.
Θεῖος καὶ Ὑπέρτατος Λόγος εἶναι ὁ ὑπερπληρῶν ἓν ἢ πλείονα ἡλιακὰ

293
συστήματα. Ἐνσαρκωθεὶς Θεὸς εἶναι ὁ ἐν ἑκάστῳ κόσμῳ ἢ πλανήτῃ ἐν-
σαρκωθεὶς Θεῖος Ὑπέρτατος Λόγος.
Ἐκ τοῦ πλανήτου ὑμῶν διῆλθον κατὰ τὸ χρονικὸν τοῦτο διάστημα ἀρ-
κετοί, οἵτινες ἄλλοι μὲν ἐνεπνεύσθησαν ὑπὸ τοῦ Θείου Ὑπερτάτου Λόγου,
ἄλλοι δὲ ἐνεσαρκώθησαν ὑπὸ τῆς Πνευματικῆς Αὐτοῦ Ὀντότητος. Οἱ πλεῖ-
στοι τῶν ἱδρυτῶν τῶν διαφόρων θρησκειῶν ὑπῆρξαν ἡ ἐνσάρκωσις τοῦ
Θείου Ὑπερτάτου Λόγου, ἢ διετέλεσαν ὑπὸ τὴν Ἔμπνευσιν Αὐτοῦ.
Ὁ δρόμος, ὅστις διανοίγεται πρὸ ὑμῶν εἶναι εὐρύς, ὅσον στενὴ εἶναι
ἡ ἀτραπός, ἣν ἕκαστος ὑμῶν ἀκολουθεῖ. Ἀναχθῆτε διὰ τῆς ἐμπνευστικῆς
πρὸς ὑμᾶς δυνάμεως καὶ καθοδηγήσεώς Μου εἰς τὸ ὑψηλὸν καὶ ὑπερτέλει-
ον πνευματικὸν ἐπίπεδον, διὰ νὰ δυνηθῆτε νὰ εἰσέλθητε εἰς τὸν εὐρὺν
δρόμον Μου. Ὁ δρόμος οὗτος ἄγει εἰς τὴν Ἀνωτάτην πνευματικὴν βαθμίδα
καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἀπ’ εὐθείας συνδεθέντα μετ’ Ἐμοῦ εἰς τοὺς ὑπεράνω τοῦ
ἡλιακοῦ ὑμῶν συστήματος κόσμους.
Ἀναμετρήσατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν καὶ ἀναχθῆτε τὸ ταχύτερον εἰς τὴν
τελειοποίησιν ὑμῶν. Κατευθύνατε τὰς προσπαθείας ὑμῶν πρὸς τὸν ὑπέρ-
τατον σκοπὸν τῆς ἀνθρωπίνης διανοήσεως καὶ τελειοποιήσεως καὶ ἐντεί-
νατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν, διὰ νὰ δυνηθῆτε καὶ ἀποκαλύψητε τὸ Ἔργον Μου,
τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ Νέα ἐν τῷ κόσμῳ Διαθήκη τοῦ μέλλοντος.
Ἐὰν ὁ πλανήτης ὑμῶν διὰ μέσου τῶν διαρρευσάντων αἰώνων ἤκουσεν
τὴν ἀποκάλυψιν τῆς Ἀληθείας ἐκ στόματος ἢ ἐξ ἐμπνεύσεως τοῦ Θείου
Ἀνωτάτου Λόγου, προπαρασκευάσατε τὸ ἔδαφος, καταρτίσατε καί τελειο-
ποιήσατε ἑαυτούς, ἵνα ἐν λίαν προσεχεῖ μέλλοντι ὁ κόσμος τοῦ πλανήτου
ὑμῶν ἐνωτισθῇ τὴν Ἀλήθειαν τοῦ Ὑπερτάτου ἐν Θείοις Λόγοις Ἄρχοντος
τοῦ Κόσμου.
Ἐν ἐμοὶ οὐκ ἐστὶν Ἀλήθεια ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ἐκ τοῦ Κόσμου, ἐν ᾧ
ζῶ καὶ ὑπάρχω. Ὁ δὲ κόσμος οὗτος οὐκ ἐστὶν ὁ κύκλος τοῦ ­π λανητικοῦ
ὑμῶν συστήματος, ἀλλὰ οἱ ὑπὲρ αὐτὸν κύκλοι τῶν ἀπείρων ἡλιακῶν
­συστημάτων.
Ἄν δὲ νῦν οὐ νοεῖτε, διότι τὸ πρὸς ὑμᾶς κατερχόμενον φῶς οὐκ ἀπ’
εὐθείας Φῶς Μου ἐστίν, ἀλλ’ ἀνταύγεια τῆς ἐκ τοῦς Ὕψους Μου πρὸς ὑμᾶς
κατερχομένης Ἀκτῖνος Μου καὶ αὕτη διὰ μέσου προσκομμάτων καὶ νεφῶν
διερχομένη, ἄχρις οὗ πρὸς ὑμᾶς καταφθάσῃ, ὁπόταν διὰ τοῦ ζήλου καὶ
προσπαθείας ὑμῶν τελειοποιηθῆτε καὶ προαχθῆτε καὶ δι’ αὐτοῦ τὰ πρὸ
ὑμῶν νέφη ἀπομακρύνητε καὶ διαλύσητε καὶ τὸ Φῶς τῆς Ἀκτῖνος Μου δια-
φωτίσῃ ὑμᾶς, τότε θέλετε κατανοήσει τὸ πρὸς ὑμᾶς δοθησόμενον καὶ ἀπο-
καλυφθησόμενον ἔργον Μου.
Ἀναχθῆτε εἰς τὸ ὕψος τῆς ἀποστολῆς ὑμῶν καὶ δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυ-
νάμεων ἐπιδιώξατε, ἵνα τὸ ταχύτερον δυνηθῆτε νὰ εἰσδεχθῆτε ἐν τῇ ἐξε-
λιχθείσῃ καὶ προαχθείσῃ ὑμῶν ψυχῇ τὸ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς ὑμᾶς ἐκπεμπόμενον
Πνευματικὸν Φῶς.

294
132. Ἐγὼ Εἰμί. Τὶς Ἐγώ;
Ὁ ἐπὶ περάτων τοῦ Ἀπείρου ἐκκινῶν καὶ τὰ ἐν αὐτῷ περικλείων ἐν τῇ
ἀπειροελαχίστῳ μονάδι; Ὁ τὸν σπόρον ζωοποιῶν καὶ τὴν ἐν αὐτῷ λαν-
θάνουσαν δύναμιν εἰς καρποφόρον ἀπόδοσιν ἀνάγων; Ὁ τὴν Ζωὴν τοῦ
Ἀπείρου ἐν Ἑαυτῷ ἐμπερικλείων καὶ τὴν Ζωὴν ἐν μιᾷ ἑκάστῃ διαμορφω-
μένῃ μονάδι παρέχων καὶ δι’ Ἐμοῦ καὶ μόνον τροφοδοτῶν καὶ ζῶν καὶ
ἀνελίσσων ἀπὸ τῶν κατωτάτων ὑλικῶν στοιχείων πρὸς τὰ ἀνώτερα, ἀπὸ
τὰς κατωτέρας ψυχικὰς ἐκδηλώσεις πρὸς τὰς ἀνωτέρας προάγων καὶ ἀπὸ
τὰς κατωτέρας πνευματικὰς ἀποδόσεις πρὸς τὰς ἀνωτέρας ἀναβιβάζων,
μέχρι τῶν Θείων λόγων, τῶν Ὑπερτάτων τοιούτων ἐν τῷ Σύμπαντι, τῷ Ἄρ-
χοντι τοῦ Κόσμου ἐν τῷ κατανοουμένῳ κόσμῳ καὶ τέλος πρὸς τὸν Αὐτὸν
ἐν Αὐτῷ ἐγκλειόμενον ἐν τῇ Ἀπείρῳ ἐκτάσει τῶν Ἀσταθμήτων καὶ Ἀτελευ­
τήτων καὶ οὐδέποτε ἄνευ ἀρχῆς καὶ τέλους χωρούντων Ἀπείρων, ἐν ἑνὶ
Ἀπείρῳ καὶ τέλος ἐν Ἑαυτῷ ὑπάρχων καὶ Ἑαυτὸν ἀναδεχόμενος, οὐ μόνον
ἐν ἑαυτοῖς ὡς ἄνω, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς νοητοῖς μόνον πρὸ πάσης δημιουργίας
καὶ κινήσεως καὶ ὑλικῆς ἐμφανίσεως προϋπάρχων ὡς Ἄναρχος, Αἰώνιος καὶ
Ἀτελεύτητος καὶ πρὸς τὰ πρόσω καὶ πρὸς τὰ ὀπίσω τοῦ χρόνου καὶ πρὸς τὰ
ἄνω καὶ πρὸς τὰ κάτω τῶν Ἀπείρων καὶ πρὸς τὰ ἔσω καὶ πρὸς τὰ κέντρα,
Ἑαυτὸν ἐν παντὶ ἐν τῷ Ἀπείρῳ χώρῳ ὡς Κέντρον φερόμενος, ἄνευ οὐδε-
μιᾶς πρὸς πάντα τὰ σημεῖα περιφερείας καὶ τέλους καὶ ὁρίων τέλους;
Ὁ ἐν Ἐμοὶ ἐνυπάρχων καὶ ἑαυτὸν πρὸς Ἐμὲ προάγων καὶ ἀναβιβάζων,
ἑαυτὸν οὐ πρὸς ἑαυτὸν τὸν ἑαυτὸν φέρει, ἀλλὰ ἐν τῇ ἑαυτοῦ ἀνόδῳ πρὸς
ἑκάστην ἑαυτοῦ ἐκδήλωσιν ὡς ὑψηλοτέραν καὶ προσπλησιεστέραν Ἐμοῦ
βαθμίδα, μετὰ τῆς προσεγγίσεώς αὐτοῦ καὶ τῆς στενωτέρας αὐτοῦ ἐπαφῆς
μετ’ Ἐμοῦ, οὐ τὸν ἑαυτόν του ἐν τῷ κόσμῳ, ἀλλ’ Ἐμὲ ἀποκαλυπτόμενον
ἐκδηλοῖ καὶ ἐν τῇ ἐκδηλώσει ταύτῃ τὰ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενα ὡς ἑαυτοῦ ἐκ-
πορεύσεις καὶ τὰς ἐξ Ἐμοῦ Δυνάμεις ὡς ἑαυτοῦ δυνάμεις καὶ τὸ ἐξ Ἐμοῦ Φῶς
ὡς ἑαυτοῦ φῶς τοῖς ἄλλοις παρέχει καὶ τὸ πρὸς Ἐμὲ φερόμενον πρὸς αὐτὸν
ἐγκαθίσταται, ἵνα ἐν τῇ πρὸς Ἐμὲ συναφείᾳ Ἓν μετ’ Ἐμοῦ καταστῇ.
Ἀλλὰ πᾶν τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους δι-
δόμενον, οὐκ ἀπ’ εὐθείας αὐτοῖς κατευθύνεται, ἀλλὰ πρὸς αὐτοὺς κατέρ-
χεται, ἵνα καταστῇ ἐν αὐτοῖς ἴδιον πρὸς τὸ ἐν αὐτοῖς ἐνυπάρχον καὶ παρ’
Ἐμοῦ δοθέν.
Οὐδεὶς δὲ ἐξ αὐτῶν καὶ ἐκ πάντων, ὅσοι Ἐμὲ ἔγνωκαν, ἤκουσαν τὸν
Λόγον Μου ἐκ τῶν ἄνω φερόμενον. Ὁ ἐν αὐτοῖς ἐνυπάρχων Λόγος καθιστά-
μενος Ἀλήθεια καὶ τὴν ἐν αὐτῷ ἐνυπάρχουσαν Ἀλήθειαν διαφυλάσσων καὶ
ταύτην πρὸς τὰ ἄνω ὡς ἑαυτῶν Λόγον ἀναίροντες καὶ τὸν ἐξ Ἐμοῦ πρὸς
αὐτοὺς ἐκπορευόμενον Λόγον Μου προσδέχοντες καὶ ὁ Λόγος Μου οὗτος
μετὰ τοῦ ἐν ἑαυτοῖς Λόγου ἑνούμενος καὶ ἐν αὐτοῖς συγκεντρούμενος καὶ
ἐκδηλούμενος ὡς Εἷς Λόγος, ὡς μὲν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενος πρὸς αὐτοὺς
Ἐμὸς Λόγος ἐστίν, πρὸς αὐτοὺς δέ φερόμενος καὶ ἐξ αὐτῶν ἐξερχόμενος
καὶ αὐτοὺς καταλαμβάνων καὶ πληρῶν ἐν παντὶ καὶ πάντοτε, ἑαυτῶν Λό-
γος γενόμενος, Λόγος αὐτῶν καθίσταται καὶ ἐξ αὐτῶν πρὸς τὸν κόσμον

295
δίδεται, ἵνα οἱ δυνάμενοι ἀκούειν Ἐμὲ ἀκούωσι καὶ οἱ ὁρῶντες Ἐμὲ ὁρῶσι,
τὴν δὲ ἐν αὐτῷ ἐνυπάρχουσαν δύναμιν, ὡς ἐξ Ἐμοῦ ἐξερχομένην ἀντιλαμ-
βάνονται καὶ ἵνα ἐν τῷ προσδεχομένῳ ταῦτα τὴν Ἐμὴν Δόξαν δι’ αὐτοῦ
ὠφθήσωσιν.
Ἀλλ’ ἡ ἐξ Ἐμοῦ Ἀλήθεια ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν οὐκ ἐπέλθῃ, ἂν μὴ ὁ θέλων
γνῶναι ἑαυτὸν, οὐ πρότερον γνωρίσῃ. Ἀλλὰ καὶ γνοὺς ἑαυτὸν καὶ τὴν ἐν
Ἐμοὶ πάλιν Ἀλήθειαν οὐ γνωρίσει, ἂν μετὰ τὴν ἑαυτοῦ προτέραν γνῶσιν
καὶ μετὰ τῆς Ἐμῆς προηγηθείσης γνώσεως, τὴν τε ἑαυτοῦ καὶ τὴν Ἐμὴν
γνῶσιν πρὸς ἑαυτὸν φέρων καὶ δι’ αὐτῆς πληρούμενος, ἀμφοτέρας ἀδιαι-
ρέτους καὶ ἀναποσπάστους ἐν ἑαυτῷ καθιστῶν, ὡς ἑαυτοῦ γνώσεις πρὸς
τὸν ἕτερον κόσμον ἀποκαλύψει.
Πᾶς δὲ ὁ πρός Με προσερχόμενος οὐ μὲν τὴν Ἐμὴν γνῶσιν λήψει ἐν
τοῖς λόγοις αὐτοῦ, ἂν μὴ τὸ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν ἐπερχόμενον Φῶς δι’
αὐτοῦ διαλάμψηται. Ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτοῦ διαλάμπον, οὐ φωτίσει αὐτὸν
πλήρως, ἂν καὶ τὸ ἐξ αὐτοῦ ἐξερχόμενον φῶς πρὸς τὸ παρ’ Ἐμοῦ ἐκπεμπό-
μενον δὲν προσέλθῃ πρὸς Ἐμέ, ἵνα ἐν Ἐμοὶ συνενούμενον καὶ τὸ ἐξ Ἐμοῦ
καὶ αὐτοῦ Φῶς Ἓν ἀδιαίρετον ἐν τῷ πνεύματι αὐτοῦ συναποτελέσῃ, ἵνα
τὸ ἑαυτοῦ πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Πνεύματός Μου Φῶς ἐν ἑαυτῷ καὶ ἐξ Ἐμοῦ ἐκ-
πορευόμενον ὡς πρὸς ἑαυτὸν ἴδιον φῶς τοῖς ἄλλοις ἀποκαλύψῃ.
Ἀλλὰ τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον Φῶς πρὸς τοὺς Ὑπερτάτους Λόγους
ἐκπέμπεται καὶ ἐκ τούτων ἐκπορευόμενον πρὸς τοὺς Λόγους διέρχεται καὶ
οὗτοι προσδεχόμενοι πρὸς ἑαυτοὺς ἐκπορεύουσι καὶ τὰ πνεύματα πλη-
ροῦσι, τὰ δὲ πνεύματα προσδεχόμενα τοῦτο καὶ ἐν ἑαυτοῖς περικλείοντες
ὡς ἴδιον φῶς, πρὸς τοὺς λοιποὺς ὡς ἐκπορευόμενον ἐξ Ἐμοῦ Φῶς ἀπο-
καλύπτουσιν.
Ἀλλὰ οὐδεὶς ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν τὸ ἐξ Ἐμοῦ Φῶς προσεδέχθη, ἂν μὴ τὸ
ἐν ἑαυτῷ πνεῦμα πρὸς τὰ ἄνω φερόμενον ἀπεκατέστη πρότερον ἐν Ἐμοί.
Ἐν Ἐμοὶ δὲ πρότερον ἀποκαταστὰν καὶ ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν ἐρχόμενον, οὐ
πληρώσει τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν, ὡς ἐξ Ἐμοῦ ταύτην προσλαβὼν προσκτήσα-
το, ἂν μὴ δι’ αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ ἐπανερχόμενον ἐν τῇ ζωῇ διὰ τῆς ἀνόδου προ-
σλάβῃ πάντα ὅσα ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν καὶ τὸν κόσμον ἐπαγγελθήσονται.
Ἀλλὰ τὰ πρὸς αὐτὸν καὶ τὸν κόσμον ἐπαγγελλόμενα οὐ γενήσονται
ἑαυτοῦ δι’ Ἐμοῦ Ἐπαγγελίαι, ἂν μὴ ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν καὶ τὸν κόσμον
προσφερόμεναι Ἐπαγγελίαι μὴ πρότερον ἑαυτοῦ ἐπαγγελίαι καταστῶσιν,
ἵνα τὰς Ἐμὰς Ἐπαγγελίας προσδεχόμενος ὡς ἑαυτοῦ ἐπαγγελίας τῷ κόσμῳ
φέρῃ.
Ὁ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενος Λόγος ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ οὐ μὴ ἐν τῷ ἐκπο-
ρευομένῳ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου πρὸς τὸν κόσμον Λόγον κατέλθῃ, ἂν μὴ ὁ ἐκ
τοῦ κόσμου ὑμῶν γινόμενος Λόγος πρὸς Ἐμὲ πρὸς πρότερον ἀνερχόμενος,
τὸν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον Λόγον ἐν ἑαυτῷ περικλείσῃ ὡς ἴδιον ἑαυτοῦ
Λόγον, ἵνα ὁ Λόγος ὁ Ἐμὸς μετὰ τοῦ Λόγου αὐτοῦ ἓν καταστῇ καὶ ἵνα τὰ ἐξ
Ἐμοῦ ἐκπορευόμενα ἐξ αὐτοῦ ἐξέρχονται καὶ ἵνα Ἐγὼ μὲν ζήσω ἐν αὐτῷ,
οὗτος δὲ ζῶν ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαύεται.

296
Ἀλλ’ ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν τὴν ἐκ τοῦ Ὑπερτάτου Λόγου Ἀλήθειαν ἠκούσα-
τε. Ἂν δὲ ἡ ἐξ αὐτῆς ἐκπορευθεῖσα Ἀλήθεια τὸν κόσμον ὑμῶν διαφωτίσασα
καὶ πληρώσασα ὡς Θεῖον Φῶς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἐγένετο, ἡ ἐκ τοῦ
Λό­γου Μου Ἀλήθεια πρὸς ὑμᾶς φερομένη ὡς φῶς Ὑπερτάτης Θείας Ἀπο-
καλύψεως ἐπιγενῆ, ἵνα τὰ τῆς πρώτης Ἀληθείας κενὰ συμπληρώσῃ καὶ ἵνα
ἡ ἐν τῷ κόσμῳ ἐπιγενομένη καὶ ἐπιγενησομένη Ἀλήθεια τὴν τοῦ ἀνθρώπου
πρὸς Ἐμὲ κατευθυνομένην ἀτραπὸν διανοίξῃ καὶ ἐν τῷ μέλλοντι τοῦτον ἐν
τῇ πρὸς Ἐμὲ εὐθεῖα ὁδῷ αὐτὸν ἐπαναγαγοῦσα καὶ καθοδηγοῦσα καταστή-
σῃ αὐτὸν πρὸς τὰς Νέας τῷ Κόσμῳ μου Ἐπαγγελίας κληρονόμον.
Οὐδεὶς πρός Με ἀνῆλθε τῇ Ἐμοὶ μόνον θελήσει ὑπήκων, ἂν μὴ πρότερον
τὴν ἑαυτοῦ θέλησιν καταστήσῃ θέλησιν Ἐμήν. Ἀλλὰ καὶ οὐδεὶς πρός Με προ-
σῆλθεν, ἂν μὴ ἐκ τῆς Ἐμῆς θελήσεως δὲν ἐκλήθη πρὸς τοῦτο. Ὁ ἐρχόμενος
πρός Με τὸ Ἐμὸν θέλημα ποιεῖ, κἀγὼ δὲ τὸ θέλημα αὐτοῦ ὡς τὸ Ἐμὸν θέλημα
ποιῶν ποιήσω. Ὁ πιστεύων εἰς Ἐμὲ καὶ ἀκολουθῶν Με ἐν Ἐμοὶ ζήσεται, ὁ
δὲ ἐξ ὑμῶν κληθεὶς καὶ πιστεύων ἐν Ἐμοὶ ζῶν ἐπαναπαυθήσεται.

133. Ἐν μέσῳ ὑμῶν Εἰμί.


Ἀπὸ μακροῦ χρόνου παρακολουθῶ ὑμᾶς καὶ προτρέπω ὑμᾶς καὶ ἐπι-
διώκω νὰ καταστήσω ὑμᾶς ἱκανούς, ἵνα ἀνέλθητε πρός Με. Ἡ παρουσία
Μου μεταξὺ ὑμῶν οὐκ ἐστὶ καταφανής. Ἕκαστος ἐκ τῶν ἰδίων αὐτοῦ ἀντι-
λήψεων ἀναχωρεῖ, ἕκαστος κρίνων τὸ ἔργον μου, τὸ μέχρις ὥρας δοθὲν εἰς
ὑμᾶς, οὐδὲν ἀνευρίσκει, ὅπως ἱκανοποιήσῃ τὴν ἀτομικότητά του. Ἀλλὰ τὸ
ἔργον Μου οὐκ ἐδόθη τοῖς ἀνθρώποις ἄνευ θυσιῶν. Αἱ θυσίαι ἐπιβάλλο-
νται εἰς πάντα ἐπιθυμοῦντα νὰ ἀναδείξῃ ἑαυτὸν σχετικῶς μὲ τὸ ἔργον Μου.
Καὶ αἱ θυσίαι ὀφείλουν νὰ προηγηθοῦν πρὸ τῆς ἐντελοῦς τοῦ ἔργου μου
ἀποκαλύψεως.
Θυσίας ἑαυτῶν. Αἱ θυσίαι τοῦ ἑαυτοῦ σας ἀπαιτοῦν πιστὴν ἐφαρμογὴν
τῶν ἀπαραβάτων κανόνων πρῶτον πρὸς κατανόησιν ὑμῶν, πρὸς προα-
γωγὴν καὶ ἀνάδειξιν ὑμῶν, αἵτινες κατ’ ἀκολουθίαν θὰ ἐπιφέρωσιν καὶ τὴν
ἀνάδειξιν τοῦ ἔργου μου καὶ δεύτερον, ὅπως ἐν τῇ βαθμιαίᾳ κατανοήσει
τοῦ ἑαυτοῦ σας δυνηθῆτε νὰ κατανοήσητε καὶ τὴν σχέσιν, ἣν ἕκαστος ἐπέ-
χει σχετικῶς μὲ Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον Μου.
Εὑρίσκεσθε ἐν μέσῳ ἑνὸς κήπου πλήρους ὀπωροφὸρων δένδρων, ἡ
ἐπιθυμία ὑμῶν πρὸς δρέψιν τῶν καρπῶν αὐτοῦ δὲν ἐξεδηλῶθη ἐν ὑμῖν, ἂν
καὶ ἡ πεῖνα πρὸ καιροῦ ἤδη ἔδει νὰ σᾶς ἐξωθήσῃ, ὅπως ἐκτείνετε τὴν χεῖρα
ὑμῶν καὶ ἀποκόψητε αὐτούς. Καὶ ἂν ἡ χεὶρ ὑμῶν δὲν ἔφθανεν αὐτούς,
νὰ ἀναρριχηθῆτε ἐπὶ τῶν δένδρων, ἵνα ἱκανοποιήσητε τοὺς νυγμοὺς τῆς
πείνης ὑμῶν.
Ἐφ’ ὅσον ὅμως ἵστασθε ἐν μέσῳ τοῦ κήπου καὶ τῶν καρποφόρων δέν-
δρων καὶ δὲν ἐπιδιώκετε νὰ ἱκανοποιήσητε τὴν ἐπιθυμίαν ὑμῶν, πῶς θέλετε οἱ
καρποὶ νὰ πέσωσι μόνοι των ἐντὸς τοῦ στόματος ὑμῶν, ἵνα γευθῆτε αὐτούς;

297
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται ν’ ἀκολουθήσῃ τὸ ἔργον Μου, οὐδεὶς δύναται
νὰ ἀνέλθῃ πρός Με, οὐδεὶς δύναται νὰ ἐμβαθύνῃ καὶ κατανοήσῃ τὰς σχέ-
σεις, ἃς ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐπέχει πρός τε αὐτὸ καὶ Ἐμέ, ἐὰν ἕκαστος διὰ
τῆς ἰδίας αὐτοῦ ἐπιδιώξεως δὲν ἐπιζητήσῃ τοῦτο. Ἐγὼ εὑρίσκομαι μεταξὺ
ὑμῶν, Μὲ αἰσθάνεσθε, Μὲ κατανοεῖτε, Μὲ ὁράτε, Μὲ διακρίνετε, Μὲ ἀντι-
λαμβάνεσθε ὡς Ἐγῶ ὁρῶ καὶ διακρίνω ὑμᾶς; Οὐχί!
Διατί; Διότι ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἵσταται πρὸ Ἐμοῦ μὲ κεκλεισμένους τοὺς
ὀφθαλμούς, ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἵσταται μὲ πεφραγμένα τὰ ὦτα, μὲ ἀμβλείας
τὰς αἰσθήσεις, μὲ ὄργανα τυφλὰ καὶ κωφά.
Ἐγὼ Εἰμὶ μεταξὺ ὑμῶν;
Καὶ ὅμως ἐν τῇ διανοίᾳ ὑμῶν πολλάκις προκύπτει καὶ γεννᾶται τὸ
ἐρώτημα. Τὶ ἄραγε νὰ ἐπιδιώκῃ ὁ μεταξὺ ἡμῶν ἀπὸ τόσου χρόνου ἐπικοι-
νωνῶν μεθ’ ἡμῶν καὶ αὐτοκαλούμενος Διδάσκαλος ἡμῶν, Διαμορφωτὴς
καὶ Ποδηγέτης μας; Ἐνυπάρχει ἐν ἡμῖν ἡ ἱκανότης, ὅπως βαδίσωμεν τὸν
δρόμον, τὸν ὁποῖον μᾶς ὑποδεικνύει, τὸν ὁποῖον ἀγνοοῦμεν καὶ εἰς τὸν
ὁποῖον μὲ κεκλεισμένους ἂν ὄχι μὲ τυφλοὺς ὀφθαλμοὺς βαδίζομεν; Ἐνυ-
πάρχει ἐν ἡμῖν ἡ ἄσβεστος ἐκείνη φλόξ, ἥτις ἐν δεδομένῃ στιγμῇ θὰ ἠδύνα-
το νὰ ἀνάψῃ ἐν ὑμῖν τὸ ἄσβεστον πῦρ πρὸς ἱκανοποίησιν ἑαυτῶν καὶ πρὸς
ἱκανοποίησιν Ἐκείνου, Ὅστις ἐπιζητεῖ δι’ ἡμῶν νὰ δώσῃ τὸ Φῶς Του πρὸς
τὸν κόσμον; Ἐνυπάρχει ἐν ἡμῖν ἡ πίστις, ἀπαραίτητον στοιχεῖον, ὅπως στη-
ρίξωμεν ἑαυτούς, ὅπως δυνηθῶμεν δι’ αὐτῆς καὶ συνδεθῶμεν μετ’ Ἐκείνου,
Ὅστις μᾶς καλεῖ πρὸς Αὐτόν, Ὅστις δὲν ἔπαυσεν ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον νὰ
μᾶς ὠθῇ, ὅπως Τὸν ἀκολουθήσωμεν καὶ Τὸν γνωρίσωμεν καὶ Τὸν κατανοή-
σωμεν καὶ Τὸν αἰσθανθῶμεν;
Ἐνυπάρχει ἐν ἠμῖν ἡ θέρμη, ὁ ζῆλος, τὸ ἐνδιαφέρον, διὰ νὰ ἀφοσιωθῶ-
μεν ἐν τῇ ἐξυπηρετήσει Αὐτοῦ καὶ τοῦ ἔργου Του, ἐν τῇ πραγματώσει τῶν
παρεχομένων εἰς ἡμᾶς Διδασκαλιῶν Του καὶ ἐν τῇ παρορμήσει ἡμῶν ταύτῃ
πρὸς ἑαυτοὺς νὰ ἀναδείξωμεν διὰ τῆς βελτιώσεως ἡμῶν αὐτῶν τὴν ὑπό-
στασίν μας καὶ δι’ αὐτῆς νὰ ἐπιζητήσωμεν νὰ καταστήσωμεν καὶ ἄλλους
ἱκανοὺς νὰ βελτιώσωσιν ἑαυτούς;
Ἐγὼ Εἰμὶ μεταξὺ ὑμῶν ἀπὸ μακροῦ χρόνου καὶ ἐπεδίωξα νὰ σᾶς ἀναβι-
βάσω μέχρις Ἐμοῦ, ὅπως ἡ πεῖνα ἐξωθῇ τὸν πεινῶντα νὰ δρέψῃ τοὺς πρὸ
αὐτοῦ κειμένους καρποὺς καὶ κορεσθῇ ὑπ’ αὐτῶν. Ὑμεῖς ὅμως κατὰ τὸ διά-
στημα τοῦτο οὐδὲν ἐποιήσατε.
Ἐν Ἐμοὶ ἡ Ἀλήθεια ἐστὶ καὶ ταύτην πρὸς ὑμᾶς καὶ τὸν κόσμον οὐκ
ἔπαυ­σα ἀποκαλύπτων αὐτήν. Ἀλλ’ ἐν τῷ ἔργῳ, ὃ δι’ ὑμῶν ἐπεδίωξα, τὴν
­Ἀ λήθειαν προσπαθῶ ὅπως καταστήσω προσιτὴν πρῶτον εἰς ὑμᾶς καὶ εἶτα
εἰς τὸν κόσμον. Ὑμεῖς ὅμως οὐδὲν ἐκ τῶν ὅσων μέχρι ὥρας ἀπεκάλυψα
ὑμῖν ἐν σμικρῷ σχετικῶς μὲ τὸ ἔργον μου ἐπεδιώξατε νὰ ἀκολουθήσητε.
Καὶ δὲν ἐπιδιώξατε τοῦτο, διότι ἡ πίστις ὑμῶν ἀπέλιπεν ὑμᾶς, διότι ἡ ἐπι-
θυμία ὑμῶν δὲν ἐξεκαύθη ἐν τοῖς ἐγκάτοις ὑμῶν, ἵνα ἀνάψῃ τὴν ἐν ὑμῖν
ἐκπνέουσαν, ἂν ὄχι ἀποσβεσθεῖσαν δᾶδα, ἥτις θὰ ἠδύνατο νὰ μεταδώσῃ
τελείως ἀνάπτουσα τὸ φῶς της πρός τε ἑαυτοὺς καὶ τοὺς ἄλλους.

298
Καὶ ἐφ’ ὅσον ἐν ὑμῖν δὲν ὑπάρχει ὁ ἀναγκαῖος ζῆλος, ὅπως καταστη-
σετε ἑαυτοὺς ἱκανοὺς νὰ γνωρίσητε ἑαυτοὺς καὶ διὰ τῆς γνώσεως ταύτης
ὑμῶν καὶ Ἐμέ, θὰ ἐξακολουθήσητε νὰ ἵστασθε ἐν μέσῳ ἀνθοῦντος καὶ καρ-
ποφόρου κήπου, χωρὶς νὰ δύνασθε νὰ ἐκτείνητε τὴν χεῖρα ὑμῶν καὶ δρέψη-
τε τοὺς πρὸ ὑμῶν ἀφθόνους καρπούς, τῶν ὁποίων ἴσως μόνον τὴν ὁσμὴν
καὶ ταύτην ἀσθενῆ νὰ διακρίνητε, διότι οἱ ὀφθαλμοὶ ὑμῶν εἶναι κεκλεισμέ-
νοι καὶ ἡ ἐπιθυμία ὑμῶν δὲν ἐκέντησε τὴν προσπάθειαν ὑμῶν, ὅπως τοὺς
ἀνοίξητε.
Ἐγὼ Εἰμὶ μεθ’ ὑμῶν. Τὶς ἐξ ὑμῶν ὁρᾷ Με; Τὶς κατανοεῖ Με; Τὶς ἅπτεταί
Μου; Τὶς προσεγγίζει Με; Τὶς διακρίνει Με;
Οὐδείς. Καὶ ὅμως οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν, ἐὰν ὁ ζῆλος καὶ ἡ ἐπιθυμία ὑμῶν ὤθει
καὶ ἐκέντριζεν ὑμᾶς, ὅπως καταστήσητε ἑαυτοὺς ἱκανοὺς νὰ Μὲ γνωρίση-
τε, δὲν θὰ παρέμενεν ἀδρανὴς καὶ προσκεκολλημένος ἐπὶ τοῦ σημείου, ἐπὶ
τοῦ ὁποίου ἤδη ἵστασθε. Καὶ ἡ ἀδράνεια ὑμῶν αὕτη γεννᾷ ἐν ὑμῖν τὴν ἀμ-
φιβολίαν καὶ αἱ ἀλληλοσυγκρουόμεναι σκέψεις συνταράσσουν τὴν ψυχὴν
ὑμῶν καὶ καθιστοῦν αὐτὴν ἀνίκανον οὐ μόνον νὰ ἀνέλθῃ πρός Με, ἀλλὰ
καὶ νὰ μὴ δύναται νὰ ἀντιληφθῇ τὴν τυχὸν γενομένην εἰς αὐτὴν βελτίωσιν,
πρόοδον ἢ ἀνάνηψιν.
Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν Εἰμί. Οὐδέποτε ἔπαυσα παρακολουθῶν ὑμᾶς καὶ ἐπιδι-
ώκων τὴν ἄνοδον ὑμῶν πρὸς τὰ ἄνω καὶ πρὸς Ἐμέ, οὐδέποτε ἔπαυσα νὰ
ἐξωθῶ ὑμᾶς, ὅπως εἰσέλθητε τὸ ταχύτερον ἐν τῇ ὁδῷ Μου, τὴν ἀπ’ εὐθείας
πρὸς Ἐμὲ ὁδηγοῦσαν. Ὑμεῖς ὅμως οὐ μόνον οὐδεμίαν αὐθόρμητον προ-
σπάθειαν καταβάλλει ἕκαστον, ὅπως πραγματοποιήσῃ τοῦτο, ἀλλὰ καὶ
παραμένετε προσκεκολλημένοι ἐπὶ τοῦ σημείου, ἐπὶ τοῦ ὁποίου πρὸ ἀρκε-
τοῦ χρόνου σταθερῶς προσεκολλήθητε.
Ἐν μέσῳ ὑμῶν ἵσταμαι. Ἐν μέσῳ ὑμῶν οὐδέποτε ἔπαυσα εὑρισκόμε-
νος. Ἀνανήψατε. Ἀναβλέψατε, ἐπιδιώξατε νὰ διανοίξητε τοὺς ὀφθαλμοὺς
ὑμῶν, ὅπως Μὲ ἀντιληφθῆτε καὶ Μὲ ἴδητε.
Ὁ πιστεύων εἰς Ἐμέ, εἰς τὸν αἰῶνα ζήσεται καὶ οὐδόλως ἀπωλεσθῇ
ἐν ἀλλοτρία τινὶ ἀτραπῷ. Ἀκολουθῶν Με καὶ Ἐμὲ προσατενίζων διὰ τῶν
ὀφθαλμῶν τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, ὁραματισθήσεταί Με οὐ μόνον ἐν ἐνυπνίοις
καὶ ὁράμασι, ἀλλὰ καὶ διὰ τῶν ὀφθαλμῶν τῆς σαρκὸς αὐτοῦ. Διότι ὁ εἰς
Ἐμὲ πιστεύων, τῷ πνεύματι αὐτοῦ πιστεύει καὶ τὴν πίστιν Μου τηρῶν, τὴν
πρὸς αὐτὸ πίστιν τηρεῖ καὶ ἐν ἑαυτῷ ἐπιστηρίζει, ἵνα διὰ τῆς οὕτω ἐν αὐτῷ
πίστεως Ἐμὲ ἐν πλήρει αὐτοῦ ἐπιγνώσει κατανοήσῃ καὶ ὠφθῇ καὶ τὴν
πρὸς Ἐμὲ πίστιν του διὰ τῆς πλήρους αὐτοῦ ἀντιλήψεως ἐπιστηρίξει καὶ
θεμελιώσει, ἵνα ἡ πίστις αὐτοῦ Ζῶσα ἐν αὐτῷ Ἀλήθεια καταστῇ.

299
134. Ἐνωτισθῆτε τῶν λόγων τῆς Ἀληθείας καὶ ἀναβλὲψατε ἐν τῷ
σκότει, ἵνα ἀνεύρητε τὴν ὁδὸν αὐτῆς.
Ἀκούσατε τοῦ Θείου λόγου, διαφυλάξατε ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν πᾶν τὸ ἐξ
Αὐτοῦ ἐξαγγελλόμενον διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς ὑμῶν καὶ διατηρὴσα-
τε ἐν τῇ μνήμῃ ὑμῶν τὴν ἐξ Αὐτοῦ πηγάζουσαν Ἀλήθειαν. Ἐνωτισθήτε τῶν
Ναμάτων τῆς Θείας Διδασκαλίας καὶ ἐναποθὲσατε ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν τὸ ἐκ
τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου ἐκπορευόμενον Θεῖον Φῶς.
Ἀνὲλθετε μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ἀνελί-
ξεως καὶ προσπαθήσατε νὰ ἀνεύρητε ἐν τῇ ἀνόδῳ ὑμῶν τὰς εἰς ἕκαστον
ὑμῶν βῆμα καὶ εἰς ἑκάστην βαθμίδα ἀτραποὺς τῆς ζωῆς ὑμῶν. Μὴ μένετε
ἐπαναπαυόμενοι ἔστω καὶ ἂν ἡ προϊοῦσα ὑμῶν ἐξὲλιξις ἀποδείξῃ εἰς ὑμᾶς
τὴν ἀληθῆ ὁδὸν τῆς κατευθύνσεώς σας, ἀλλὰ πάντοτε γρηγορεῖτε ἀγρυ-
πνούντες, πάντοτε ἐνεργείτε κοπιάζοντες, πάντοτε προσπαθεῖτε δοκι-
μάζοντες, πάντοτε ἐργάζεσθε ἀδιακόπως τείνοντες πρὸς τὰ πρόσω καὶ
πρὸς τὰ ἄνω.
Ἐνεργεῖτε μετὰ πίστεως καὶ ἐργάζεσθε μετ’ αὐταπαρνήσεως πρὸς τὴν
πρόοδον ὑμῶν, πρὸς τὴν διηνεκῆ πρὸς τὰ ἄνω ἀνὲλιξιν ὑμῶν. Ἐπὶ μακρὸν
χρόνον ἤδη παραμένετε στάσιμοι, ἄνευ οὐδεμιᾶς ἐνεργείας, ἄνευ οὐδε-
μιᾶς προσπαθείας καὶ ἐπιθυμίας διά τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν
ἀναγωγήν. Παραμένετε καθηλωμένοι, δεδεσμευμένοι, ἀκίνητοι, ἐνῷ ἄλλοι
μὲ ὀλιγώτερα ἀπὸ ὑμᾶς πνευματικὰ καὶ ψυχικὰ ἐφόδια θὰ διέσπαζον τὰ
περισφίγγοντα αὐτοὺς δεσμὰ καὶ θὰ ἄφηνον τὴν πνευματικήν των δύναμιν
νὰ συνδεθῇ ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὰς κατευθυνούσας καὶ καθοδηγούσας αὐτὴν
δυνάμεις.
Ἐπὶ τόσον χρόνον ἀσχολούμενοι δὲν ἐπραγματοποιήσατε τίποτε. Ἀπ’
ἐναντίας μάλιστα ἀφήσατε ἑαυτοὺς τελείως ἐγκαταλελειμένους, ἀπαρα-
σκεύους πρὸς οἱανδήποτε κατεύθυνσιν τοῦ ἔργου ὑμῶν. Οὐδεμίαν προ-
σήλωσιν ἔχοντες πρὸς τοὺς πνευματικοὺς ὑμῶν ὁδηγούς, ἐστερημένοι καὶ
τῶν τελευταίων ὑπολειμμάτων τῆς πρὸς αὐτοὺς πίστεως καὶ ἐγκαρτερή-
σεως, οὐδεμίαν αὐθόρμητον πρὸς αὐτοὺς κλίσιν αἰσθανόμενοι, ἵνα μετ’
αὐτῶν πλειότερον συνδεθῆτε, ἐγκαταλείψατε καὶ τὴν ἐλαχίστην πρὸς
αὐτοὺς ἀφοσίωσιν καὶ παραμείνατε εἰς ἑαυτοὺς καὶ μόνον ἐγκεκλεισμένοι,
ἄνευ οὐδενὸς μελλοντικοῦ σκοποῦ, ἄνευ οὐδεμιᾶς διὰ τὴν πνευματικὴν
καὶ ψυχικὴν ὑμῶν ἀναγωγὴν προσπαθείας. Ἀναμετρήσατε τὰς πρὸς τὸν
σκοπὸν τῆς τελειοποιήσεως ὑμῶν προσπαθείας καὶ ἐξαγάγετε μόνοι σας
συμπεράσματα.
Στρέψατε παντοῦ τὰ βλέμματα ὑμῶν καὶ ἀναζητήσατε νὰ ἀνεύρητε εἰς
τὰς πράξεις ὑμῶν ἔστω καὶ μίαν ἐλαχίστην προσπάθειαν. Ἐγκαταλείψατε
τὰ πάντα καὶ μόνον αἱ βιωτικαὶ ὑμῶν μέριμναι ἀπέμειναν ὁ ἀποκλειστικὸς
σκοπὸς καὶ τὸ μόνον μέλημα τῆς ζωῆς ὑμῶν. Δὲν ἐσκέφθητε ποτέ, ὅτι πρὸ
ὑμῶν διανοίγει μία ὁδός, ἣν ὀφείλετε ν’ ἀκολουθήσητε. Δὲν διῆλθε ποτὲ
ἐκ τῆς σκέψεως σας, ὅτι πρὸ ὑμῶν καὶ ἐν τῇ διανοιγείσῃ ταύτῃ ὑμῶν ὁδῷ
ἐγκατελείφθη παρ’ ὑμῶν ὁ Πνευματικὸς ὑμῶν ὁδηγός, πρὸς ὃν ὑ­ πεσχέθητε

300
αἰώνιον πίστιν καὶ ἀφοσίωσιν, πλήρη μετ’ Αὐτοῦ καὶ τακτικὴν ἐπικοι-
νωνίαν, μετὰ τῆς ρητῆς ἐκ μέρους ὑμῶν ὑποσχέσεως τῆς ἀπαραβάτου
τηρήσεως τῶν πρὸς Αὐτὸν καθηκόντων καὶ Ὅστις εἰς μάτην σᾶς ἀναμένει,
ὅπως σᾶς καθοδηγήσῃ εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Δὲν ἀντελήφθητε ποτέ, ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς ὑμῶν ἀποβλέπει εἰς τὴν
πνευματικὴν ὑμῶν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν καὶ ὅτι οἱαδήποτε ἄλλη κα-
τεύθυνσις καὶ τροπὴ ἐξ αὐτῆς θὰ συνεπῆγεν οὐ μόνον τὴν πνευματικὴν καὶ
ψυχικὴν ὑμῶν κατάπτωσιν, ἀλλὰ καὶ τὴν παντοτεινὴν ὑμῶν ἀπομόνωσιν
καὶ δυστυχίαν;
Δὲν ἐσκέφθητε ποτέ, ὅτι διαρρηγνύοντες πάντα δεσμὸν μετ’ ἐκείνων,
οἵτινες συνετέλεσαν εἰς τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ἀφύπνισιν καὶ οἵτινες σᾶς
ὑπέσχοντο νὰ διανοίξωσι πρὸ ὑμῶν εὐρυτάτην τὴν πρὸς τὰ ἄνω ὑμῶν κα-
τεύθυνσιν, θὰ ἐμένατε συντετριμμένοι ἐπὶ τοῦ ἐδάφους καὶ ἡ ἀνέγερσις
ὑμῶν θὰ ἀπῄτει μακρὸν χρόνον, μεγαλυτέρους κόπους καὶ ἀγῶνας, ἡ δὲ
προσήλωσις ὑμῶν εἰς τὰς ὑλικὰς ἐπιδόσεις θὰ ἐχαλάρωνε τοὺς μεταξύ σας
δεσμοὺς καὶ δὲν θὰ ἠδύνασθε εὐκόλως ὡς πρότερον, νὰ διανύσητε τὴν πρὸ
ὑμῶν διανοιγομένην ὁδόν;
Δὲν ἀνελογίσθητε ποτὲ ἀνατέμνοντες ἑαυτοὺς νὰ ἀνεύρητε τὴν αἰτίαν,
ἥτις τόσον χρόνον σᾶς ἔχει καθηλωμένους ἐπὶ τοῦ ἐδάφους καὶ δὲν σᾶς
ἐπιτρέπει ἐλευθέρως νὰ βαδίσητε καὶ νὰ ὁδηγηθῆτε ἀφ’ ἑαυτῶν πρὸς τὰ
πρόσω καὶ πρὸς τά ἄνω.
Ἡ διηνεκὴς ὑμῶν προσήλωσις εἰς τὰς βιωτικὰς καὶ ὑλικὰς ἐπιδόσεις
εἷναι τοιαύτη, ἡ τελεία ὑμῶν πρὸς τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ἀναγωγὴν ἀμε-
ριμνησία τοιαύτη, ὥστε νὰ μὴ σᾶς δίδηται ὁ ἐλάχιστος καιρὸς νὰ ἀφιερώ-
σητε ὀλίγας στιγμὰς ἐκ τῆς μακρᾶς ἀναπαύσεώς σας διὰ τὴν τελειοποίησιν
ὑμων.
Μακρὸς καὶ δύσβατος ὁ πρὸ ὑμῶν ἐξικνούμενος δρόμος. Σκολιὰ καὶ
πλήρης ἀκανθῶν ἡ πρὸ ὑμῶν ἐκτεινομένη ἀτραπός. Λαβυρινθώδης καὶ
αὐχμηρὰ ἡ πρὸ ὑμῶν διερχομένη ὁδός.
Ἐὰν ὅμως ὁ δρόμος ὑμῶν εἶναι μακρὸς καὶ δύσβατος, εἰς ὑμᾶς ἐνα-
πόκειται νὰ καταστήσητε τοῦτον βραχὺν καὶ ὁμαλόν.
Ἐάν ἡ ἀτραπὸς ὑμῶν εἶναι σκολιὰ καὶ πλήρης ἀκανθῶν, εἰς ὑμᾶς καὶ τὴν
θέλησιν καὶ τὴν προσπάθειαν ὑμῶν ἐναπόκειται αὐτὴν ἐπίπεδον καὶ ἀπο-
καθαρμένην ἐντελῶς τῶν ἀκανθῶν νὰ καταστήσητε. Ἐὰν ἡ πρὸ ὑμῶν ὁδὸς
εἶναι λαβυρινθώδης καὶ αὐχμηρά, εἰς ὑμᾶς ἐναπόκειται καὶ εἰς τὴν πρὸς τὸν
Πνευματικὸν Κόσμον προσήλωσιν ὑμῶν καὶ ἀφοσίωσιν καὶ καταστήσητε
αὐτὴν εὐθεῖαν καὶ τελείως ἐπιστρωμένην, ὅπως δι’ αὐτῆς ἀκοπώτερον διέλ-
θητε. Ἀλλὰ διὰ νὰ ἐπιτύχητε πάντα ταῦτα, διὰ νὰ συνδεθῆτε μετ’ ἐκείνων,
οἵτινες καθωδήγουν ὑμᾶς καὶ οὓς ἐγκαταλείψατε ἀναιτίως, ὀφείλετε καὶ
πάλιν νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὸ σημεῖον, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἀπεχωρίσθητε.
Ἀνατρέξατε εἰς τὸ παρελθὸν καὶ ἀναμνησθῆτε τὰς σχετικῶς εὐτυχεῖς
δι’ ὑμᾶς ἡμέρας. Ἀνατρέξατε εἰς αὐτὸ καὶ ἀναμνησθῆτε ποία πίστις, ποία
ἀφοσίωσις, ποία ἐλπίς, ποία προσδοκία, ποία φωτεινὴ ἡμέρα τῆς ἐπαύριον

301
ἐπλήρωνε καὶ κατηύγαζε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Καὶ ἀνατρέχοντες εἰς τὸ παρελ-
θὸν συσχετίσατε αὐτὸ μὲ τὴν παροῦσαν ὑμῶν κατάστασιν. Θὰ ἴδητε, ὅτι
οὐδεμία πίστις, ἡ παραμικρὰ ἀφοσίωσις, ἡ ἐλαχίστη ἐλπὶς ἀπέμεινεν εἰς
ὑμᾶς, ἐνῷ ἐξ ἀντιθέτου καμμία προσδοκία, ἀλλὰ καὶ καμμία φωτεινὴ ἀκτὶς
φωτὸς καταυγάζει τὰς ψυχὰς ὑμῶν, διὰ νὰ ἴδητε ὐπὸ τὸν καλύπτοντα ὑμᾶς
πέπλον τὸν Πνευματικὸν εἰς ὑμᾶς Ὁδηγόν, Ὅστις εἰς μάτην ἀναμένει νὰ
ἐπανέλθητε εἰς Αὐτόν, διὰ νὰ σᾶς καθοδηγήσῃ ὡς καὶ πρότερον πρὸς τὴν
Ἀλήθειαν καὶ τὸν Κόσμον τοῦ Φωτός.
Ἕκαστος ἐξ ὐμῶν ἐξετράπη τῆς ὁδοῦ τῆς κατευθύνσεώς του καὶ ἠκο-
λούθησεν ἐκείνην, ἣν εἴτε οὗτος τῇ ἰδίᾳ ἐμπνεύσει ἀνεῦρεν, εἴτε τῇ προτρο-
πῇ καὶ ὑποδείξει ἄλλων ἐπίστευσεν.
Ἀλλὰ διὰ νὰ ἀνέλθῃ τις πρὸς τὰ ἄνω, διὰ νὰ ἀνεύρῃ τὴν πραγματικὴν
καὶ ἀληθῆ ὁδὸν τὴν πρός Με ὁδηγοῦσαν, δὲν ἀρκεῖ νὰ ἐμπνέεται μόνον,
εἶναι ἀνάγκη νὰ τελειοποιήσῃ ἑαυτὸν διὰ τῶν ἰδίων αὐτοῦ πνευματικῶν
καὶ ψυχικῶν δυνάμεων καὶ νὰ ἀποκαταστήσῃ ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐκ τῶν ἄνω-
θεν ἔμπνευσιν ὡς ἐκ τῶν ἔσωθεν πηγάζουσαν καὶ ἐξ ἰδίας δυνάμεως καὶ
ἀντιλήψεως προερχομένην ἐκ τῶν ἔξωθεν ἔμπνευσιν. Διὰ νὰ φθάσῃ ὅμως
εἰς τὸν σκοπὸν τοῦτον δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ τὸ ἀνατεθὲν εἰς αὐτὸν ἔργον ὡς
πάρεργον καὶ ὡς ἀπασχόλησιν τῆς πλήξεως αὐτοῦ, ἀλλὰ νὰ τὸ καταστήσῃ
ἀποκλειστικὸν ἔργον καὶ μέλημα τῆς ζωῆς αὐτοῦ.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀφωσιώθη πραγματικῶς δι’ ὅλων αὐτοῦ τῶν δυνάμεων
καὶ διὰ πραγματικῆς θελήσεως εἰς τὸ ἔργον τοῦτο.
Ὁπόταν δὲν ἔχετε ἄλλο τι νὰ πράξητε, ὁπότε ὁ κάματος τῆς βιωτικῆς
ὑμῶν μερίμνης παραλύει τὰ σωματικὰ ὑμῶν μέλη, ὁπόταν τὸ βάρος ἄλ-
λης τινος χονδροειδεστέρας ἀπασχολήσεως καὶ ἐπαχθεστέρας ἐργασίας
πλήττει ὑμᾶς, τότε προσέρχησθε πρὸς Ἐμέ, τότε ἐπί τινα χρόνον ἀργο-
σχόλου βαρυθυμίας προσηλώνεσθε πρὸς τὰ ἄνω καὶ ἐπιζητεῖτε νὰ σᾶς δο-
θῶσι πενιχρὰ τινὰ ψυχία τὰ ὁποῖα λαμβάνετε ὡς τροφήν, μέλλουσαν νὰ
διαθρέψῃ ὑμᾶς καὶ νὰ ἐνδυναμώσῃ ὑμᾶς, ὅπως ἀνθέξητε εἰς τὴν ἀνιοῦσαν
ὑμῶν κατεύθυνσιν.
Ἀλλὰ τὸ τοιοῦτον δὲν σᾶς φαίνεται, ὅτι εἶναι ἀπάτη πρὸς ἐκείνους,
τοὺς ὁποίους ἐπικαλεῖσθε, ἀλλὰ καὶ ἔτι μεγαλυτέρα ψευδαπάτη τῶν
ἑαυτῶν σας, ἐὰν ὄντως ἀληθῶς πιστεύετε, ὅτι μὲ τοιοῦτον τρόπον θὰ
δυνηθῆτε νὰ ἐξαγοράσητε τὰς πρὸς ἑαυτούς σας ὑποχρεώσεις καὶ ἐὰν
οὕτω πιστεύετε, ὅτι θὰ δυνηθῆτε νὰ διατρέξητε ἀκόπως καὶ ἄνευ οὐδε-
μιᾶς προσπαθείας καὶ θυσίας τὸ πρὸ ὑμῶν ἐκτεινόμενον διάστημα, ἔστω
καὶ ἂν εἴχατε συνεργοὺς καὶ προστάτας τοὺς ἰσχυροτέρους καὶ ἱκανω-
τέρους πνευματικούς ὁδηγούς;

302
135. ΑΔΩΝΑΪ - ΕΛΩΪΜ - ΑΡΙΕΛ - ΖΕΩΒΑ.
Τέσσαρες Δυνάμεις τοῦ Ἀναλλοιώτου καὶ Ἀπείρου, τοῦ ὑπεράνω τῶν
ὑλικῶν κόσμων Θεοῦ, συμβολίζουσαι τὴν Ἄπειρον Συνείδησιν, Σοφίαν καὶ
Δύναμιν, τὸ Ἄπειρον Πνεῦμα, τὸ Ὑπέρτατον καὶ Ἀκατανόητον ὑπὸ πεπερα­
σμένης διανοίας Πνευματικὸν Ὄν, τὸν Ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης, τὸ ἄνευ
ἀνατολῆς καὶ δύσεως Πνευματικὸν αὐτοῦ ἀεὶ μεσουρανοῦν Φῶς, τὸ ὑπὲρ
πᾶσαν πνευματικὴν ὀντότητα Προαιώνιον ὑπάρχον καὶ ἐξ Αὐτοῦ καὶ μόνον
πηγᾶσαν καὶ ἀνελισσόμενον καὶ πρὸς Αὐτὸ ὡς πρὸς πραγματικὴν ἐξέλιξιν
τεῖνον καὶ φερόμενον πᾶν πνευματικόν.
Τέσσαρες Δυνάμεις τετραγωνίζουσαι καὶ περιβάλλουσαι τὰ τέσσαρα
σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος τοῦ Ἀπείρου χώρου, ἐν ᾧ ὑπάρχουν, ζῶσι, κινοῦνται
καὶ ἐξελίσσονται οἱ Ἄπειροι κόσμοι, τέσσαρες Δυνάμεις ἰσορροποῦσαι
καὶ ὑποβαστάζουσαι τὴν Αἰώνιον παλινδρόμησιν τῶν ἀντιθέσεων ἐν τῷ
Ἀπείρῳ χρόνῳ, τόπῳ καὶ διαστήματι πρὸς τὴν ἑνιαίαν τοῦ Ἀπείρου Νοῦ ἐν
αὐτοῖς Ἐξουσίας, ἐν τῇ ἀπαρεγκλήτῳ σταθεροποιήσει τῶν φυσικῶν νό-
μων διὰ τὴν κανονικὴν λειτουργίαν τῶν ὑπ’ αὐτῶν διατελουσῶν δυνάμεων
πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ Θείου Αὐτοῦ Σχεδίου ἐν τῇ ἀναπτύξει καὶ τελειο-
ποιήσει τῶν Ἀπείρων κόσμων καὶ Πνευματικῶν δυνάμεων ἐν τῇ ἐννοίᾳ τῆς
πλήρους ἐν αὐτοῖς ἀποκαταστάσεως τοῦ Καλοῦ καὶ Δικαίου.
Τέσσαρες Δυνάμεις Ἀδιαχώριστοι καὶ Ἀδιάσπαστοι, Ὁμοούσιαι καὶ ἐξ
ἴσου Ἀπόλυτοι ἐν τῷ Νοητῷ κεχωρισμέναι, ὅσον καὶ ἀναποσπάστως συν-
δεδεμέναι, μήτε διάφορον καὶ ἀνομοιογενὲς ἀποτελοῦσαι, ἀλλ’ ΕΝ καὶ τὸ
αὐτὸ ἐξυπηρετοῦσαι Ὄν, τὸν Ὑπέρτατον Θεόν.
Τέσσαρες Δυνάμεις τοῦ Θείου Ὄντος ἐκφράζουσαι τὰς τέσσαρας
Αὐτοῦ Πνευματικάς ἰδιότητας καὶ συγκεντρούσας ἐν Αὐτῷ τὴν Ἄπειρον
Σοφίαν, Συνείδησιν, Δύναμιν καὶ Πνεῦμα καὶ κατέχουσαι ἐν τῇ Ἀπολύτῳ ἐν-
νοίᾳ τοῦ Θείου Αὐτοῦ Λόγου, τὴν ἐν τῷ κόσμῳ Πνευματικότητα, τὴν Ζωήν,
τὴν Αἰσθητικότητα, τὴν Κίνησιν, τὴν πλήρη δι’ ἀποκατάστασιν ἐν αὐταῖς,
τείνουσαι νὰ προαγάγωσι πάντα τὰ ἐξ αὐτῶν ἐξαρτώμενα ὄντα διὰ τῆς
πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς αὐτῶν ἐξελίξεως καὶ τελειοποιήσεως εἰς τὸν αὐτὰ
φερόμενον ὑπ’ Αὐτοῦ ἀδιάπτωτον πνευματικὸν δυναμισμόν.
Τέσσαρες Δυνάμεις μὴ διαφέρουσαι ποσῶς ἀπ’ ἀλλήλων, Ἰσόβαθμοι
καὶ Ἰσοσθενεῖς, τὸ ἰσόρροπον τῶν ἐξ αὐτῶν ἐξαρτωμένων δυνάμεων ἐπιδι-
ώκουσαι καὶ ἐπιφέρουσαι, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ ἰδίᾳ τοῦ σκοποῦ των ἐξυπηρετή-
σει ἀφ’ ἑαυτῶν ἐνεργοῦσαι καὶ βαίνουσαι, ἀδιαχωρίστως δὲ τὸ Ὑπέρτατον
Ὄν διακονοῦσαι.
Ὅπως δὲ ἐν τῇ ἀνθρωπίνῃ ψυχικῇ καὶ πνευματικῇ συνθέσει αἱ ἀρεταὶ
τοῦ πνεύματος καὶ τῆς ψυχῆς διαχωρίζονται ἐν τῷ παραλληλισμῷ τοῦ
βαθμοῦ καὶ τῆς ἀξίας μιᾶς ἑκάστης κεχωρισμένως, ἅπασαι ὅμως ὁμοῦ συ-
γκεντρούμεναι ἐν τῇ ὑποστάσει τοῦ ὄντος ἀποτελοῦν τὰς πνευματικὰς
καὶ ψυχικὰς αὐτοῦ δυνάμεις καὶ ἰδιότητας, οὕτω καὶ αἱ τέσσαρες αὗται Δυ-
νάμεις, αἱ διὰ τεσσάρων διαφόρων ὀνομάτων λεγόμεναι, ἀποτελοῦσι τὰς
τέσσαρας Δυνάμεις καὶ Ἰδιότητας τοῦ Ὑπερτάτου Πνευματικοῦ Ὄντος

303
τοῦ Θεοῦ καὶ συνενούμεναι ἐν Αὐτῷ ἀποτελοῦσι καὶ ἐκφράζουσι τὴν
Ὑπερτάτην ἔννοιαν τῶν ἐξ Αὐτοῦ ἀπορρεόντων Ἀπολύτων Ἀγαθῶν ἐν
τῷ συνειδητῷ κόσμῳ.
Αἱ τέσσαρες ὅθεν δυνάμεις αὗται ἐν τῇ ἐκφράσει αὐτῶν ἀποτελοῦν καὶ
ἐκδηλοῦσι τὴν ἀποκρυφιστικὴν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ συνειδητῷ κόσμῳ ἀποκα-
τάστασιν ἐν τῷ συνόλῳ τῶν Ἀφθάστων ἐν τῇ Ἀπειρότητι αὐτῶν ἐννοιῶν.
Οὕτω δέ, ὅταν ἐπικαλούμεθα μίαν πνευματικὴν ὀντότητα ἐν τῷ περιβάλ-
λοντι αὐτῶν ζῶσαν καὶ διαμένουσαν καὶ κινουμένην, ὅπως ἀποκαλύψῃ
ὑμῖν τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἵνα ὑποταχθῇ εἰς τὸ Ἀνώτατον τοῦ Ἀπείρου Πνευμα-
τικὸν Ὄν, ἐξ Οὗ νὰ ἀντλήσῃ τὴν δύναμιν καὶ παρ’ Οὗ νὰ ἐξουσιοδοτηθῇ διὰ
τὴν δοκιμασίαν ἡμῶν, τῆς ἐπιβάλλομεν τὸν ἐν τῷ τετραγράμματι διὰ τῆς
προφορᾶς παρ’ ἡμῶν τῶν ἀποκρυφιστικῶν λέξεων τῶν τεσσάρων Ὀνο-
μάτων τῆς Θείας Ὑποστάσεως ἐξορκισμόν, ὑπὸ τὴν δύναμιν τοῦ ὁποίου
ὑποτασσομένη καὶ πειθηνίως ἐνεργοῦσα ἐν τῷ δυναμικῴ κύκλῳ τῆς ἐνερ-
γείας καὶ τοῦ ἀποτελέσματος, ὃν ἐπέχουσιν ἐν τῷ Ἀπείρῳ τὰ Ὀνόματα
ταῦτα κατ’ ἀνάγκην ἑκοῦσα ἄκουσα δοκιμαζομένη καὶ ὑπὸ τὴν ἀπόκρυφον
ἰδιότητα ἐπ’ αὐτῆς ἐνέργειαν τούτων χαλιναγωγουμένη μᾶς ἀποκαλύπτει
τὴν Ἀλήθειαν.
Αἱ τέσσαρες ὅθεν ἀποκρυφιστικαί λέξεις, Ἀδωναΐ, Ἐλωΐμ, Ἀριὲλ καὶ
Ζεωβᾶ προφερόμεναι ὐπὸ τοῦ μύστου μετὰ κατανύξεως καὶ ἅμα πνευ-
ματικῆς καὶ ψυχικῆς διαθέσεως, ὡς καὶ μετὰ βαθυτάτου Ἀπείρου σε-
βασμοῦ πρὸς τὸ Ὑπέρτατον Ὄν, τὸν Θεόν, πρὸς ὃν ἀπευθύνονται, ἐν δὲ
τῇ προσγενομένῃ κατανοήσει τῶν ὑπ’ αὐτᾶς ἐγκρυπτομένων Δυνάμεων
καὶ ἰδιοτήτων ὡς καὶ ἀποκρυφιστικῶν λόγων, πρὸς καθυπόταξιν τοῦ ἐπι-
καλουμένου πνευματικοῦ ὄντος, καθιστᾶ τοῦτο πειθήνιον ὄργανον τῶν
βουλῶν ἡμῶν, ἀλλὰ καὶ ἀναποσπάστως προσκεκολλημένον ἐν τῷ πεδίῳ
τῆς ἀγαθοεργοῦς δράσεως αὐτοῦ.
Μία Ὑπερτάτη Δύναμις ὑπάρχει καὶ βασιλεύει καὶ ἐνεργεῖ καὶ δρᾷ ἐν
τῷ Ἀπείρῳ, μία Πνευματικὴ Ὀντότης, μία Ἀκένωτος Πνευματικὴ Ἑστία,
Εἷς καὶ μόνον Πνευματικὸς Νοῦς, ὡς μεσουρανῶν Ἥλιος ἐν τῷ Ἀπείρῳ
διαστήματι λάμπων καὶ τοὺς σύμπαντας Ἀπείρους Κόσμους φωτίζων,
Εἷς καὶ μόνον Ἀναλλοίωτος, Ἀδέκαστος, Ἄφθαστος, Ἀτελεύτητος, Ὑπερ-
τέλειος ἐν Τελειοτάτοις, Ὑπεραιώνιος ἐν Αἰωνίοις, Ὑπεράγαθος ἐν Ἀγα-
θοῖς, Ὑπέρτατος ἐν Ὑπερτάτοις καὶ Οὗτος εἶναι ὁ πάντων Παντεπόπτης
καὶ Δικαιοκρίτης Θεός.
Οἱ ἐπικαλούμενοι τὰ τέσσαρα ἀποκρυφιστικὰ Αὐτοῦ Ὀνόματα, τὰ πε-
ρικλείοντα τὰς τέσσαρας Ἀφθάστους καὶ Ἀπείρους Ὑπερτάτας Αὐτοῦ
ἰδιότητας, τὴν Ἄπειρον Αὐτοῦ ἐν τῷ Ἀπείρῳ κόσμῳ Συνείδησιν, Σοφίαν,
Δύναμιν καὶ Ἄπειρον Πνεῦμα καὶ δι’ αὐτῶν διὰ νὰ δυνηθῶσι νὰ ἐπιβλη-
θῶσι εἰς τὰς ὑπ’ αὐτῶν καλουμένας πνευματικὰς δυνάμεις ἵνα οὐ μόνον ἐξ
ὁλοκλήρου ὑποταχθῶσιν αὐτοῖς, ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ ἐξυπηρετήσωσιν αὐτοὺς
ἐν παντὶ καὶ πάντοτε, ἀλλ’ ἐν τῷ πεδίῳ τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς αὐτῶν
ἀναδείξεως καὶ τελειοποιήσεως, ἀνάγκη νὰ ἔχωσιν οὐ μόνον πλήρη συναί-

304
σθησιν καὶ ἐπίγνωσιν τῆς ἐγκρυπτομένης ἐν τοῖς Ὀνόμασι τούτοις ἐννοίας,
ἀλλὰ καὶ νὰ ὑπερυψωθῶσι κατὰ τοσοῦτον πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς, ὥστε
ἡ προφορὰ ὑπ’ αὐτῶν τῶν ὀνομάτων τούτων νὰ ἐπιφέρῃ τὰ τελεσιουργικὰ
ἀποτελέσματα ἐν τῷ καλλιεργουμένῳ ὐπ’ αὐτῶν ἀποκρυφιστικῷ πεδίῳ.
Ἄνευ τῆς ἀναγωγῆς ταύτης καὶ ἀπαραιτήτου διὰ πᾶσαν ἐπιτυχίαν
πνευματικῆς τελειοποιήσεως τούτων, ἡ προφορὰ καὶ ἀπαγγελία ἢ πᾶσα
νοερὰ τοιαύτη τῶν ὀνομάτων τούτων, οὐδεμίαν δύναμιν ἐνεργὸν καὶ ἀπο-
τελεσματικὴν δύναται νὰ ἔχῃ ἐπὶ τῶν καλουμένων νὰ ὑποταχθῶσιν ἐν
αὐτοῖς πνευματικῶν δυνάμεων.
Ἀπαραιτήτως ὅθεν ὑπὲρ πάντα ἄλλον ὑμεῖς ὀφείλετε νὰ ἐργασθῆτε
πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον, ἐφ’ ὅσον μάλιστα ἔσχετε τὴν εὐτυχίαν νὰ καθο-
δηγῆσθε ἀπὸ τὸν Ὑπέρτατον ἐν πᾶσι Διδάσκαλον, Οὗ ἡ συμβολικὴ ἔννοια
τοῦ ἀποκαλυφθέντος ὑμῖν Ὀνόματος περικλείει καὶ τὴν ἔννοιαν τῶν ἐν τῷ
Τετραγράμμῳ συμπεριλαμβάνομένων καὶ ἐνεργουσῶν Δυνάμεων.

136. Ἐπὶ μακρὸν χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ οὐκ ἔγνωτέ Με.
Οὐκ ἐπιγιγνώσκοντές Με δέ, ἀλλὰ τὴν ἰδίαν ὑμῶν ἀσθενῆ φύσιν ἐσαεὶ
ἀκολουθήσαντες καὶ τὰς τῆς σαρκὸς ὑμῶν ἀπαιτήσεις πιστῶς ἐξυπηρετή-
σαντες, οὐδέν, τῶν ὅσων ἐδίδαξα ὑμῖν, ἐτηρήσατε πάντες προσκόπτοντες
καὶ πελαγούμενοι ἐπὶ τῶν αὐχμηρῶν προεξοχῶν τῆς πρὸ ὑμῶν διανοιγο-
μένης ὁδοῦ καὶ ματαίως καταπονούμενοι ἀφίεσθε ἕρμαια τῶν ἀντιρρόπων
δυνάμεων, αἵτινες συμπαρασύρουσιν ὑμᾶς ὁτὲ μὲν πρὸς δύσβατον ἀτρα-
πόν, ὁτὲ δὲ εἰς ὀλισθηρὰν κατωφέρειαν, ἄνευ οὐδεμιᾶς ἐκ μέρους ὑμῶν
προσπαθείας πρὸς ἐπανάκτησιν τῶν καθευδουσῶν ἐν ὑμῖν δυνάμεων καὶ
τὴν ἐπὶ σταθεροῦ ἐδάφους ἐπαναφορὰν ὑμῶν.
Ἀλλὰ ἵνα τὶ καὶ πάλιν ἐπικαλεῖσθε Με καὶ ἵνα τὶ τὴν ἐφ’ ὑμῶν Ἀρω-
γήν Μου ἐπιζητεῖτε; Ἵνα τὶ τῆς Φωνῆς Μου ἀκούσετε καὶ τῶν λόγων Μου
ἀπαγγελεῖτε; Μήτοι πρὸς ὑμᾶς πολλάκις δὲν προσῆλθον ἄλλοτε μὲν ὡς
Φιλόστοργος Πατήρ, ἄλλοτε δὲ ὡς ἀγαπητὸς Ἀδελφός, οὐ μόνον πᾶσαν
ἀρωγὴν διὰ τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν ὑποσχόμε-
νος, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν ἐκ μέρους ὑμῶν ἐνδεικνυομένην προσπάθειαν ἐπικα-
λούμενος, ἵνα τὸ ταχύτερον καὶ ἀκοπώτερον τὴν πρὸς Ἐμὲ ἀνέλιξιν ὑμῶν
ἐπιτύχητε;
Πλειστάκις δὲ τῆς Φωνῆς Μου ἀκούσαντες καὶ τῶν λόγων Μου ἀκροα­
σάμενοι οὐ μόνον πρὸς ταύτην πολλάκις ἐκωφεύσατε, ἀλλὰ σχεδὸν
οὐδαμῶς ὑπὸ τῶν λόγων Μου προσελκύθητε, ἵνα ἐν τῇ Ἀληθείᾳ τούτων
ἀνεύρητε καί ἐπιζητήσητε τοῦ ζήλου ὑμῶν τὴν ἀνάλογον ἀνταπόδοσιν καὶ
ἐν τῇ πρὸς Ἐμὲ προσηλώσει καὶ καταφυγῇ σας ἀποκτήσητε τὴν ὑπ’ οὐ-
δενὸς ἄλλου ἀγαθοῦ συμπληρουμένην ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ εὐτυχίαν, ἥτις
ἐν μὲν τῇ ψυχῇ ὑμῶν ἀποκαθιστᾷ τὴν γαλήνην καὶ εὐδαιμονίαν, ἐν δὲ τῷ
πνεύματι ὑμῶν τὴν πλήρη ἀποκαλυπτομένην Ἀλήθειαν.

305
Καὶ νῦν πάλιν ἐπικαλεῖτε με, ἵνα προσέλθω ὑμῖν καὶ διαφωτίσω ὑμᾶς ἐπὶ
τῶν ὅσων ἐπὶ μακρὸν χρόνον ἐδίδαξα ὑμῖν, ἢ ἐπ’ ἐκείνων τὰ ὁποῖα διδάξω
εἰς ὑμᾶς ἄνευ οὐδεμιᾶς ἐκ μέρους ὑμῶν προσπαθείας καὶ ἐνεργείας, ὅπως
ὄχι πλέον τηρήσητε καί διαφυλάξητε ταῦτα, ἀλλ’ ἁπλῶς ἐπωφεληθῆτε
τούτων καὶ ὑπ’ αὐτῆς ἔστω τῆς ματαιοδόξου περιεργείας ἐλαυνόμενοι.
Ἐγὼ μὲν ἐφίλησα ὑμᾶς καὶ φιλῶ ὑμᾶς, ὑμεῖς δὲ οὐ φιλῆτε Με.
Ἐγὼ προτρέπω καὶ παραινῶ ὑμᾶς, ὑμεῖς δὲ οὐκ ἀκούετέ Με ἔστω καὶ
κατανοοῦντες Με. Ἐγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς ὡς Πατὴρ καὶ ὑμεῖς προσέρχεσθε ὡς
ἂν μὴ ἤμην οὐδὲ ξένος. Ἐγὼ ἠκολούθησα ὑμᾶς ὡς ἀδελφός, ὑμεῖς δὲ ἀπο-
μακρύνεσθε Ἐμοῦ ὡς ἂν ἤμην παντάπασιν ἄγνωστος καὶ ἀπεχθὴς ἱκέτης.
Ἐγὼ ἐπεζήτησα τὴν πρὸς Ἐμὲ προσήλωσιν ὡς ἀπαραίτητον ὅρον τῆς
πρὸς Ἐμὲ ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως ὑμῶν καὶ ὑμεῖς ἐπιδιώξατε πῶς νὰ
ἀπομακρυνθῆτε ἀπ’ ἀλλήλων καὶ πῶς νὰ λησμονήσητε τοὺς μεταξὺ Ἐμοῦ
καὶ ὑμῶν ὑφισταμένους ἀρρήκτους πάντοτε ἀλλ’ ἐξ ὑπαιτιότητος καὶ μό-
νον ὑμῶν χαλαρωμένους δεσμούς.
Ἐγὼ ἐπεδίωξα, ὅπως διὰ τῆς καταλλήλου Διδασκαλίας καλλιεργή-
σω ἐν ὑμῖν τὸν σπόρον τῆς Ἀληθείας, ὅστις ἐν ὑμῖν ἀναπτυσσόμενος νὰ
τελεσφορήσῃ εἰς πλουσίαν συγκομιδήν, ἀλλὰ ὑμεῖς ἐν τῇ ἀναβλαστήσει
του ἐπεδιώξατε καὶ ἠγωνίσθητε τὶς πρῶτος καὶ καθυστερήσῃ αὐτόν. Ἐγὼ
ἤγαγον ὑμᾶς πρός Με καὶ συνέδεσα ὑμᾶς οὐ μόνον πρός Με, ἀλλὰ καὶ πρὸς
ὑμᾶς αὐτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ ὑμεῖς ἀντὶ νὰ ἐνισχύσητε τὸν μετ’ Ἐμοῦ δε-
σμόν σας, ἐπεδιώξατε νὰ χαλαρώσητε καὶ τὸν μεταξύ σας τοιοῦτον.
Ἐγὼ εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ἀπεκάλυψα καὶ μίαν ἀτραπόν, τὴν ὁποίαν κατ’
ἰδίαν ἀκολουθῶν, ἀλλὰ πρὸς Ἐμὲ ἀπὸ κοινοῦ ἔχοντες πάντοτε ἐστραμμέ-
νους τοὺς ὀφθαλμούς σας καὶ πρὸς τὴν κατεύθυνσίν Μου πάντοτε ἐνατενί-
ζοντες διὰ τῆς κοινῆς μετ’ ἀλλήλων συμπνοίας, ὁμοδοξίας καὶ συναντιλή-
ψεως καλλιεργοῦντες τοὺς μεταξὺ ὑμῶν ἀναπτυχθέντας πνευματικοὺς καὶ
ψυχικοὺς δεσμούς, ἵνα οὕτω κατορθώσητε νὰ συναντηθῆτε ἐξ ἀντιθέτων
ἀτραπῶν εἰς τὸ αὐτὸ μὲ Ἐμὲ σημεῖον καὶ ἵνα ἅπαντες συνενούμενοι καὶ
ἐκτείνοντες τὰς δυνάμεις ὑμῶν φθάσητε προηγουμένου καὶ κατευθύνοντος
Ἐμοῦ εἰς τὸ τέρμα τῆς ὑπολειπομένης ὑμῖν ὁδοῦ, ὑμεῖς ὅμως ἀντὶ πάντων
τούτων οὐ μόνον δὲν ἠδυνήθητε νὰ φθάσητε εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο, ἀλλὰ καὶ
ἀπεμακρύνθητε καὶ τῆς ἀποκαλυφθησομένης εἰς ὑμᾶς ἰδίας ἀτραποῦ, μὴ
δια­τηρήσαντες εἰσέτι καὶ τοὺς μεταξὺ ὑμῶν ἀπαραιτήτους πρὸς τὸν σκο-
πὸν τοῦτον πνευματικοὺς καὶ ψυχικοὺς δεσμούς.
Μίαν καὶ μόνον ὁδὸν ἐδίδαξα ὑμῖν ὡς τὴν καταλληλοτέραν, διὰ νὰ
φθάσητε τὸ ταχύτερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν, τὴν ὁδὸν τῆς
Ἀληθείας καὶ τῆς Θείας Δικαιοσύνης, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζουσαν. Καὶ
ὅμως ὑμεῖς ἀντὶ νὰ ἀκολουθήσητε ταύτην καὶ νὰ προσβλέψητε πρὸς αὐτὴν
ὡς τὴν μόνην ἀληθῆ καὶ συντομωτέραν, ἐπεζητήσατε νὰ ἀνεύρητε ἄλλας
καὶ τὸ ἐξ αὐτῶν ἀντλούμενον φῶς συγχεόμενον καὶ συναμιγνύμενον μὲ
τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον καὶ πρὸς ὑμᾶς ἐκχεόμενον καὶ ἀποστελλόμενον
Φῶς, δημιουργεῖ ἐν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν τὰς τερατουργοὺς εἰκόνας ἐνὸς συ-

306
νοθυλεύματος ἀπείρων εἰδώλων μετ’ ἀναλόγων μορφῶν, οὐδεμίαν σχέσιν
ἐχουσῶν μὲ τὴν Φωτεινὴν Εἰκόνα τῆς Μορφῆς Μου, τὴν ὁποίαν εἰς μάτην
ἐπεδίωξα, ὅπως ἀναλλοιώτως ἐγχαράξω εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ὑμῶν.
Ἐν ὑμῖν ζῆ τὸ Πνεῦμα Μου. Μὴν ἐπιζητῆτε νὰ συνδέσητε τὴν ψυχὴν
ὑμῶν μὲ ἀλλότρια πνεύματα, ἀνήκοντα εἰς ἄλλους κόσμους καὶ ἐξαπο-
στέλλοντα εἰς ὑμᾶς τὰς ἀκτῖνας ἄλλων κόσμων.
Προσπαθήσατε νὰ καλλιεργήσητε τὰς δυνάμεις τῆς ψυχῆς ὑμῶν, ἵνα
ἡ ἐν ὑμῖν Ἀκτίς τοῦ Πνεύματός Μου, ἀποξενουμένη τῶν ἄλλων ἀκτίνων,
ἀνακτήσῃ ἐν τῇ ἐν ὑμῖν ἀπομονώσει της τὴν ἀρχικὴν δύναμιν τοῦ φωτός
της καὶ ἵνα οἱ ὀφθαλμοί ὑμῶν, ἀποξενούμενοι τῶν ἑτεροφώτων ἀκτίνων,
προσβλέψωσι καὶ κατίδωσι διὰ τῆς ἰδίας αὐτῶν δυνάμεως τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκ-
πηγάζον καὶ ἐν ὑμῖν διατηρούμενον Ἀναλλοίωτον καὶ Ἄσβεστον Φῶς.
Τὸ Φῶς τοῦτο τῆς ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζούσης Ἀληθείας καὶ Δικαιοσύνης
θὰ διανοίξῃ ἔτι μᾶλλον τότε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θὰ γνωρίσητε τοὺς
μεταξὺ ἡμῶν ὑφισταμένους δεσμούς, ἐνῷ ἐξ ἀντιθέτου διὰ τῆς ἔτι μᾶλλον
συσφίξεως αὐτῶν θὰ δύνασθε νὰ μὲ ἔχητε ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν εἰς τὸ πλευ-
ρὸν ὑμῶν, πρόθυμον νὰ σᾶς ἀποκαλύψω πᾶν, ὅ,τι ἐπιζητήσητε παρ’ Ἐμοῦ
καὶ νὰ ἐπέρχωμαι Ἀρωγὸς εἰς πᾶσαν ὑμῶν ἀναζήτησιν.
Διὰ νὰ δυνηθῆτε ὅμως νὰ προσκτήσητε πάντα ταῦτα, ἀνάγκη πᾶσα,
ὅπως συνδεθῆτε ὡς καὶ πρότερον μεταξὺ ὑμῶν, ἀνάγκη πᾶσα ὅπως ἐν τῇ
συνδέσει ὑμῶν ταύτῃ ἐπιζητήσητε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων τὸν μετ’
Ἐμοῦ χαλαρωθέντα σύνδεσμον καὶ ἵνα τηρήσητε καὶ ἀπαραβάτως πᾶν,
ὅ,τι ὑπηγόρευσα καὶ ὑπαγορεύω ὑμῖν. Διότι διὰ τῆς ἀναγωγῆς καὶ τελειο-
ποιήσεως ὑμῶν δὲν θὰ ἐπιδιωχθῇ παρ’ ὑμῶν ὁ ἐξαγνισμὸς καὶ ἡ σωτηρία
τῆς ψυχῆς ὑμῶν διὰ τῆς ἐνδεικνυομένης παρ’ Ἐμοῦ καὶ ἀκολουθητέας παρ’
ὑμῶν ὁδοῦ, ἀλλὰ διὰ τούτων θὰ ἐπιζητηθῇ καὶ ἡ εὔρυνσις τοῦ κύκλου
ὑμῶν, ἵνα δι’ αὐτοῦ ἐπιδιωχθῇ ἡ δι’ Ἐμοῦ ἀναγωγή, τελειοποίησις καὶ
σωτηρία ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος.
Ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς ὑμῶν δὲν ἔγκειται εἰς τὴν ἀνεύρεσιν μόνον τῆς
πραγματικῆς ὁδοῦ ἢ τῆς ἰδίας ἑκάστου ἀτραποῦ, τὴν ὁποίαν ἐπιδιώκοντες
τὸ ταχύτερον νὰ διανύσητε. Ἐπιτελεῖτε τὸν μέγαν πρὸς τὴν ζωὴν ὑμῶν
προορισμόν, ἀλλὰ κυρίως ἡ σωτηρία αὐτῆς ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς εὐρυτέρας
διαδόσεως τῶν εἰς ὑμᾶς ἀποκαλυφθεισῶν καὶ ἀποκαλυφθησομένων Ἀλη-
θειῶν, τὰς ὁποίας ὀφείλετε νὰ διασπείρητε παντοῦ, ἵνα τὸ εὐρυτέρως καλ-
λιεργούμενον ἔδαφος ἀποδώσῃ πολλαπλασίους τοὺς εἰς ὑμᾶς δοθέντας
σπόρους.
Ἐὰν τις μόνον ἀκολουθῇ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἀτραπὸν καὶ διὰ τοῦ τρόπου
τούτου νομίζῃ, ὅτι θὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα τῆς πρὸς Ἐμὲ Ἀγάπης, δέν πράτ-
τει ἄλλο τι, παρὰ νὰ φυλλάτῃ δι’ ἑαυτὸν καὶ μόνον μέρος τῶν ἀγαθῶν, τὰ
ὁποῖα προορίζονται δι’ ὁλόκληρον τὸν κόσμον.
Ὀφείλει τὴν ἀτραπὸν εἴτε μόνος του, εἴτε τῇ βοηθείᾳ καὶ ἐμπνεύσει
ὑμῶν ἀπεκάλυψε, νὰ καταδείξῃ αὐτὴν καὶ εἰς ἄλλους, τῶν ὁποίων νὰ κα-
ταστῇ ἀνάδοχος καὶ τοὺς ὁποίους ὀφείλει νὰ διαπαιδαγωγήσῃ ἀρκούντως

307
καὶ καταλλήλως, ἵνα καὶ Οὗτοι ἀκολουθήσωσι ταύτην καὶ ἵνα δι’ αὐτοῦ, ὡς
αὐτὸς δι’ Ἐμοῦ, ἀνεύρωσι καὶ ἐπιδιῶξωσι τὴν ἀπόκτησιν τῆς ἐν τῷ βάθει
αὐτῆς ἐγκρυπτομένης Ἀληθείας.
Ἀναδεξάμενοι δὲ τὴν χειραγωγίαν τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν καθίστανται
ὑπεύθυνοι τῆς διατηρήσεως ἢ μὴ ὑπ’ αὐτῶν τῆς νέας αὐτῶν πίστεως καὶ εἶ-
ναι ἠθικῶς ὑπόλογοι ἀπέναντί Μου διὰ πᾶσαν αὐτῶν παράβασιν, ὡς ἐπίσης
διὰ πάντα ἐξ αὐτῆς προερχόμενον καρπὸν εἶναι οἱ ἀντάξιοι ἀποδόται των,
ἐπὶ τῶν ὁποίων καὶ παρ’ Ἐμοῦ ἐπαξίως ἀνταμειφθήσονται.
Ὀφείλετε ὅθεν δι’ ὅλων τῶν δυνάμεων ὑμῶν νὰ ἐπιδιῶξητε συνενού-
μενοι καὶ ἀλληλοαγαπώμενοι νὰ φέρητε εἰς πέρας τὸ ἀνατεθὲν εἰς ὑμᾶς
ἔργον καὶ νὰ ἐπιδιώξητε σὺν τῇ καλλιεργείᾳ τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν
ὑμῶν ἰδιοτήτων τὴν σύσφιξιν τῶν μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν χαλαρωθέντων
δεσμῶν καὶ συγχρόνως τὴν εὔρυνσιν τοῦ κύκλου ὑμῶν, ἵνα ὁ εἰς ὑμᾶς δι-
δόμενος σπόρος καλλιεργηθῇ καὶ ἀναπτυχθῇ εὐρύτερον πρὸς ἀπόδοσιν
πολλαπλασίων καρπῶν.

137. Πᾶς ὁ πρός με προσερχόμενος ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαυθήσεται.


Καὶ πᾶς ὁ αἰτῶν τι παρ’ Ἐμοῦ ἐν ὅλῃ αὐτῷ τῇ εὐλαβείᾳ καὶ πίστει καὶ κα-
θαρᾷ συνειδήσει τῆς ψυχῆς αὐτοῦ πλείονα αὐτοῦ ἀνταποδοθήσονται αὐτῷ
παρ’ Ἐμοῦ. Καὶ πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων καὶ ἀκολουθῶν Με, οὐ μόνον ἐν λό-
γοις, ἀλλὰ καὶ ἔργοις, οὗτος λήψεται τοῦ Αἰωνίου Φωτὸς τῆς Δόξης τοῦ διὰ
πάντα ἐν τῷ Κόσμῳ Μου τελειωθέντα καὶ ἀνελιχθέντα προώρισται.
Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Ἀληθινὸν Φῶς τῆς Ζωῆς τοῦ Ἀπείρου Κόσμου. Ὁ ἐν Ἐμοὶ
τὸ Φῶς τοῦ Ἀπείρου Κόσμου ζητῶν ἐν τῇ τελειοποιηθείσῃ καὶ ἐξαγνισθείσῃ
δι’ αὐτοῦ ψυχῆς ἀνεύρει τοῦτο καὶ ὑπ’ αὐτοῦ τὸ πνεῦμα αὐτοῦ πληρωθή-
σεται καὶ πληρωθὲν τὰς ἰδίας αὐτοῦ ἀκτῖνας ὑπὸ τοῦ ἰδίου Μου Φωτὸς πε-
πληρωμένας τῷ κόσμῳ διαχύσει, ἵνα ὁ κόσμος ὁ τοὺς λόγους του διὰ τοῦ
Φωτός Μου πεφωτισμένους ἀκούων, τὴν πρὸς αὐτὸν ὑπ’ Ἐμοῦ δοθεῖσαν
Δύναμιν καὶ Ἐξουσίαν, ὡς δύναμιν αὐτοῦ καταστήσῃ.
Ὁ Ἐμὸς Κόσμος ἐστὶν ὁ ἐκ τοῦ Ἀληθινοῦ Φωτὸς ἐκπηγάζων. Καὶ ὡς
τοιοῦτος ὑπὸ Ἀειφώτου Φωτὸς πληροῦται καὶ τὴν σκοτίαν διαφωτίζει με-
ταβάλλων αὐτὴν εἰς Φῶς.
Ἐν Ἐμοὶ ζῆ ἡ Ἀλήθεια καὶ τὸ Φῶς αὐτῆς ἐν ὑποκαταστάσει αὐτῆς ἐν
τῷ κόσμῳ τούτῳ ἐστὶ ἠ Ἀπόλυτος ἐν τῇ τελειοτάτῃ καὶ συμπεπληρωμένῃ
ἀπονομὴ τῆς Δικαιοσύνης.
Ἡ ἐν τῷ Κόσμῳ Μου βασιλεύουσα καὶ ἄρχουσα Δικαιοσύνη οὐκ ἐστὶ
ἐκ τοῦ κόσμου τοῦ φθαρτοῦ καὶ ἀλλοιουμένου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Ἀφθάρτου
καὶ Τελείου Πνευματικοῦ. Καὶ οἱ Νόμοι οἱ ταύτην διέποντες, οὐκ εἰσὶν ἐκ
τοῦ ­κόσμου τούτου τοῦ εὐμεταβλήτου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Ἀναλλοιώτου καὶ
­Ἀφθάρτου Πνευματικοῦ Κόσμου, οἵτινες εἰσίν, ὡς οὗτος, Ἀναλλοίωτοι καὶ
Ἀμε­τά­βλητοι καὶ Ἀμετάπτωτοι.

308
Ὁ ζῶν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου καὶ ὑπὸ τοῦ Φωτός Μου διαφωτιζόμενος,
οὗτος ἐν τῇ τελειοποιήσει αὐτοῦ καταγνώσει πλήρως καὶ τοὺς νόμους τῆς
Δικαιοσύνης Μου.
Ὡς δὲ τὸ σκοτεινὸν διάστημα ὑπὸ τοῦ ὁλοὲν ἐν τῷ ὁρίζοντι διαχεο-
μένου φωτὸς τοῦ ἀνατέλλοντος ἡλίου διαφωτίζεται καὶ πληροῦται καὶ
οἱ σκοτεινοὶ σχηματισμοὶ τῶν ἀντικειμένων λαμβάνουσι τὸ φωτεινὸν καὶ
εὔχρωμον αὐτῶν χρῶμα, οὕτω καὶ ἡ ὑπὸ τοῦ Φωτός Μου πληρουμένη
Πνευματικὴ ὑπόστασις, ἀνελισσομένη καὶ τελειοποιουμένη ἐν τῷ φωτει-
νῷ περιβάλλοντί της, λαμβάνει ὁλοὲν τὴν τελειοτέραν αὐτῆς μορφὴν καὶ
ἀποκαθίσταται ἐν τῷ Κόσμῳ Μου ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ διαυγείᾳ καὶ λαμπρότητι
καὶ κατὰ τοσοῦτον τότε αἱ ἔννοιαι τοῦ Ὀρθοῦ καὶ Δικαίου, τοῦ Τελείου
καὶ Καλοῦ ἀποκαθίστανται ἐν αὐτῇ καὶ κατανοοῦνται ὑπ’ αὐτῆς.
Ἐν Ἐμοὶ τὸ Ἄπειρον Φῶς τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Θείας Δικαιοσύνης.
Ἐκτὸς ὅμως Ἐμοῦ καὶ ἐκτὸς τοῦ κόσμου τὸν ὁποῖον διαφωτίζω καὶ καθο-
δηγῶ καὶ ἐπιμελοῦμαι καὶ πρὸς ὃν δεικνύω τὴν ἀληθῆ ὁδόν, τὴν πρός Με
ἄγουσαν εἰσὶν καὶ ἄλλοι, οἵτινες ἐκπέμπουσιν ἀλλότριον φῶς, ἀναμι-
γνυόμενον μετὰ τῶν Ἀκτίνων τοῦ Φωτός Μου καὶ συσκοτίζοντες οὕτω τὴν
ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν κατερχομένην καὶ εἰσερχομένην Ἀκτῖνα Μου. Ἐκτὸς τοῦ
Κόσμου Μου ὑπάρχουσι καὶ ἄλλοι κόσμοι παρεμφερεῖς καὶ παραπλήσιοι ἢ
ἕτεροι κόσμοι οὐδεμίαν σχέσιν ἔχοντες μὲ τὸν Κόσμον Μου καὶ τῶν ὁποίων
αἱ ἀρχαὶ ἀντίκεινται πρὸς τὰς Ἰδικάς Μου Ἀρχὰς καὶ τῶν ὁποίων τὸ φῶς
οὐδεμίαν σχέσιν καὶ σύγκρισιν δύναται νὰ ἔχῃ μὲ τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπο-
ρευόμενον καὶ τὸν Κόσμον Μου πληροῦν καὶ τοὺς ἀκολούθους Μου διαφω-
τίζον καὶ καθοδηγοῦν.
Καὶ ἐφ’ ὅσον τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον Φῶς εἶναι Ἄπειρον καὶ τὸ Ἄπειρον
πληροῖ καὶ ἐφ’ ὅσον τοὺς ἐν αὐτῷ ὑπάρχοντας Ἀπείρους κόσμους πληροῖ,
πῶς δύναται ἄλλο φῶς νὰ ὑπάρξῃ ἐν αὐτοῖς ἢ νὰ διαχυθῇ ἐν αὐτοῖς καὶ
νὰ ἐξουδετερώσῃ τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον Φῶς; Καὶ ἐφ’ ὅσον εἰσέτι τὸ
Φῶς Μου εἶναι ἀπειράκις πολλαπλασίως ἰσχυρότερον καὶ φωτεινότερον
ἐκείνων καὶ ἐφ’ ὅσον ἡ παρ’ αὐτοῦ διαφωτιζομένη ψυχὴ εἰσδέχεται τοῦτο,
πῶς δύναται νὰ δεχθῇ τὴν ἐπίδρασιν ἄλλων ἀσθενεστέρων φώτων;
Τὸ Φῶς Μου, εἰρήσθω ἐν παραβολῇ πρὸς τὸν κόσμον σας, εἶναι τὸ
φῶς τοῦ ἡλίου. Ἐκτὸς ὅμως τούτου ὑπάρχουν καὶ ἄπειροι ἄλλαι ἀκτινοβο-
λίαι ἄστρων, τὰ ὁποῖα διαχέουν αὐτὰς ἐπὶ τοῦ κόσμου σας. Αἱ ἀκτινοβολίαι
αὗται δὲν εἶναι ὁραταὶ εἰς ὑμᾶς οὔτε αἰσθηταί, διότι ἡ ἀπόστασις, ἡ διαχω-
ρίζουσα αὐτὰς ἀπὸ ὑμᾶς εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλυτέρα τοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς
ἢ καὶ διότι ἡ ἑστία ἡ διαπαράγουσα αὐτὰς εἶναι ἀσθενεστέρα τοῦ φωτὸς
τῆς ἡλιακῆς ἑστίας. Ὅπως δὲ αἱ ἀκτινοβολίαι αὗται, ἂν καὶ ἀδιόρατοι ὑφ’
ὑμῶν, δύνανται νὰ ἔχωσι μεγίστην ἐπίδρασιν ἐπὶ τοῦ ὀργανισμοῦ ὑμῶν,
οὕτω καὶ αἱ ἀλλότριαι ἐπιδράσεις πνευματικῶν ὀντοτήτων, ἀνηκόντων εἰς
ἄλλους κόσμους καὶ εἰς ἀντιθέτους ἢ παραλλασσομένας ἀρχὰς τῶν Ἰδικῶν
Μου, δύνανται νὰ ἔχωσι μεγάλην ἐπίδρασιν ἐπὶ τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχι-
κῆς ὑμῶν προόδου καὶ τελειοποιήσεως.

309
Ὅπως δὲ ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ ὑπάρχουσιν ἄπειρα ἡλιακὰ συστήματα
ἀνεξάρτητα ἀπ’ ἀλλήλων ἢ καὶ εἰς ἕκαστον ἡλιακὸν σύστημα διάφοροι
κόσμοι μὲ διαφορετικὰς συνθέσεις καὶ λειτουργίας, ἀναλόγως τῶν συν-
θηκῶν καὶ τῶν ὅρων, ὑφ’ οὓς οὗτοι ζῶσι, οὕτω καὶ ἐν τῷ Πνευματικῷ
ὑπάρχουσιν ἄπειροι πνευματικοὶ ὁδηγοί, ἐνεργοῦντες καὶ καθοδηγοῦ-
ντες τοὺς ἀκολούθους αὐτῶν εἰς τὸν Κόσμον τῶν ἰδεῶν καὶ Ἀρχῶν, ἐπὶ
τῶν ὁποίων ἄρχουσι καὶ ἐπὶ τῶν ὁποίων δρῶσιν.
Οἱ πνευματικοὶ οὗτοι ὁδηγοὶ ἀνήκουσιν εἰς διαφόρους πνευματικοὺς
κόσμους. Οἱ κόσμοι οὗτοι ἄλλοι μὲν ἐξαρτῶνται ὑπὸ τῶν πνευματικῶν
ὁδηγῶν κατωτέρου ἀστρικοῦ κόσμου, ἄλλοι ἀνωτέρου, ἄλλοι ἀνωτάτου,
ἄλλοι δὲ πάλιν ὑπὸ τοῦ κατωτέρου πνευματικοῦ καὶ τοῦ ἐλάχιστα νοητοῦ.
Ἀποτεινόμενοι ὅθεν πρὸς αὐτοὺς διὰ τῶν προσευχῶν καὶ ἐπικλήσεων
ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ διὰ τῶν πράξεων ὑμῶν ἐν γένει προσελκύοντες αὐτοὺς καὶ
ἐπιζητοῦντες παρ’ αὐτῶν, ἵνα προστατεύωσι καὶ βοηθῶσιν ὑμᾶς, δὲν πράτ-
τετε ἄλλο τι, παρὰ νὰ ἐξασθενῆτε τὴν πρὸς ὑμᾶς ἐκπορευομένην Ἀκτῖνα
τοῦ Φωτός Μου καὶ νὰ ὑποκαθιστᾶτε ταύτην διὰ τοῦ φωτὸς τῶν ἀκτίνων
τοῦ κατωτέρου ἀστρικοῦ ἢ Πνευματικοῦ κόσμου.
Καὶ ἐφ’ ὅσον μάλιστα ἡ ψυχὴ ὑμῶν, μὴ ἀποβαλοῦσα τὰ στοιχεῖα τοῦ
ἀστρικοῦ περιβλήματός της καὶ τὸ πνεῦμα ὑμῶν οὐδόλως ἀποκαθαρθὲν
τῶν ὑλικῶν αὐτοῦ δεσμῶν εὑρίσκεται εἰς στενωτέραν ἐπαφὴν καὶ συνά-
φειαν μὲ τὰς κατωτάτας αὐτὰς ὀντότητας τοῦ ἀστρικοῦ κόσμου καὶ οὕτω
συνδέεται στενώτερον καὶ ἀρρηκτότερον μετ’ αὐτῶν, διὰ δὲ τῶν ἐπικλή-
σεων καὶ προσπαθειῶν ὑμῶν αἱ κυκλοῦσαι ὑμᾶς, λόγῳ τῆς ἀτελείας ὑμῶν,
ὀντότητες αὗται ἐγκαθίστανται ἐν ὑμῖν καὶ τότε εἰς μάτην τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπο-
ρευόμενον Φῶς ἐπιζητεῖ νὰ διαφωτίσῃ ὑμᾶς καὶ νὰ διαλύσῃ τὴν ἀστρικὴν
ἀκτινοβολίαν τῶν περιβαλλόντων τὴν ψυχὴν ὑμῶν ὁδηγῶν καὶ ἐμπνευ-
στῶν τοῦ ἀστρικοῦ κόσμου.
Ἐπίσης καὶ πνευματικοὶ ὁδηγοὶ ἀνήκοντες εἰς τὸ πνευματικὸν πεδίον,
ἀλλὰ μὴ ἔχοντες τοὺς δεσμούς, οἵτινες συνδέουσι ὑμᾶς πρὸς Ἐμέ, δύνα-
νται νὰ παρακωλύωσι τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν προαγωγὴν καὶ
τελειοποίησιν καὶ νὰ καταστῶσι φορεῖς πνευματικῶν καταπτώσεων, μεγα-
λυτέρων τῶν τοῦ ἀστρικοῦ κόμου.
Ὁ εἰς Ἐμὲ ἀνήκων, εἰς Ἐμὲ καὶ μόνον ἂς ὑποταχθῇ, ἵνα δι’ Ἐμοῦ καὶ
μόνον καθοδηγούμενος καὶ διαφωτιζόμενος, εἰς Ἐμὲ ἐπαναπαυθῇ μετ’
Ἐμοῦ ἑνούμενος καὶ ἐν Ἐμοὶ ζῶν.
Ὁ ἀνήκων εἰς Ἐμὲ καὶ εἰς ἄλλους ὑποτασσόμενος, ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρύ-
νεται, ὑπ’ αὐτῶν ἐμπνεόμενος καὶ καθοδηγούμενος καὶ οὕτω ἀδυνατεῖ νὰ
βαδίσῃ ταχύτερον ἐν τῇ ὁδῷ, τὴν ὁποίαν ἀπεκάλυψα αὐτῷ καὶ ἣν τῷ συνέ-
στησά ἵνα ἀκολουθήσῃ.
Οἱ εἰς ἄλλους πιστεύοντες καὶ τούτους ἐπικαλούμενοι ἢ ὑπ’ αὐτῶν τὴν
ἀρωγὴν ἐπιζητοῦντες, ὡς πλησιέστερον πρὸς τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχι-
κὴν αὐτῶν ἀτέλειαν εὑρισκομένων, καταλαμβάνονται καὶ καθοδηγοῦνται
καὶ οὕτω δυσκολεύονται νὰ ἀπαλλαχθῶσι τῆς ἀκτινοβολίας τοῦ φωτὸς

310
αὐτῶν καὶ ἀπομονώσωσιν ἐν τῷ βάθει τῆς πνευματικῆς αὐτῶν ὑποστάσε-
ως εὑρισκομένης καὶ ὑπὸ τῆς ἀτελείας αὐτῶν σκιαζομένης Ἀκτῖνος Μου,
ἵνα ὑπὸ τὸ καθαρὸν αὐτῆς Φῶς διαφωτιζόμενοι ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτῶν ἀτραπῷ
διανύσωσι τὴν ὁδὸν τὴν πρός Με ἐκτεινομένην καὶ ἄγουσαν.
Ὀφείλετε πάντες νὰ ἔχητε πάντοτε πρὸ ὀφθαλμῶν ὑμῶν τὸν ἀποκα-
λυφθέντα ὑμῖν Πνευματικὸν ὁδηγόν, Ὅστις ἐπιζητεῖ καὶ προσπαθεῖ νὰ δια-
νοίξῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ν’ ἀπαλλάξῃ αὐτοὺς ἀπὸ τὴν ἀντίδρασιν
ἀλλοτρίου φωτός, ἵνα διὰ τοῦ Φωτὸς Αὐτοῦ καὶ μόνον φθάσητε τὸ συντο-
μώτερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν. Πνευματικὸς δὲ ὁδηγὸς ὑμῶν
πρὸ πολλοῦ κατέστην καὶ εἰς μάτην ἐπικαλοῦμαι διὰ τῶν παρακλήσεων
καὶ παραινέσεών Μου, ὅπως δι’ αὐτῶν ἐγκολπούμενοί Με καὶ ἐγκαθιστάμε-
νοι μετὰ τῆς τελειοποιήσεως καὶ τελείας ἀποκαθάρσεως τῆς ψυχῆς ὑμῶν
ἐν αὐταῖς, δυνηθῆτε νὰ ἀπομονώσητε τὴν ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν ζῶσαν
καὶ ἐγκαρτεροῦσαν Ἀκτῖνα τοῦ Φωτός Μου, ἵνα δι’ αὐτῆς πληρούμενον τὸ
πνεῦμα σας ἀνεύρῃ τὴν ἐν τῷ βάθει της διαφυλασσομένην Ἀλήθειαν καὶ ἡ
ψυχὴ ὑμῶν τελείως ἀποκαθαιρομένη τῶν ὑλικῶν δεσμῶν της διανύσῃ τὸ
ταχύτερον τὴν ὁδὸν τὴν πρός Με καὶ τὸν Οἶκον Μου ἄγουσαν, ἵνα ἐν αὐτῷ
ἀποκαθιστάμενοι ζήσητε μετ’ Ἐμοῦ καὶ ἐν Ἐμοὶ ζῶντες καὶ κατοικοῦντες
ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαυθῆτε.

138. Ὃ Ἐγὼ λαλῶ, Ἐμὸν Ρῆμα ἐστί.


Πᾶν ὅ,τι ἕτερος λαλήσει ἐν τῷ ἰδίῳ αὐτοῦ ρήματι, οὐκ ἐπὶ τοῦ Ρήματός
Μου ἀναφερόμενος καὶ στηριζόμενος, τὰς ἑαυτοῦ ἰδέας ἀναπτύσσει καὶ τὰ
ὑπ’ αὐτοῦ λεγόμενα ρήματα αὐτοῦ εἰσίν.
Ὃ Ἐγὼ λαλῶ τινὶ καὶ ὁ τοὺς λόγους Μου ἀκούων καὶ τηρῶν αὐτούς,
οὗτος τὸ Θέλημά Μου τὸ ἐν τοῖς λόγοις Μου ἀναφερόμενον ἐν ἰδέαις καὶ
πράξεσιν αὐτοῦ τηρεῖ. Ἂν δὲ ὁ ἀκούων τοὺς λόγους Μου καὶ τηρῶν αὐτοὺς
ὁμιλεῖ καὶ ἀναπτύσσει αὐτοὺς ἀναλύων πρὸς ἄλλους ἐν τῷ πνεύματι
αὐτοῦ τῷ ἰδίῳ διατηρῶν τὸ πνεῦμα τῶν λόγων Μου, οὗτος οὐκ ἀφ’ ἑαυ-
τοῦ ἀλλ’ ἐξ Ἐμοῦ ὁμιλεῖ, ὡς οἱ λόγοι αὐτοῦ ἐκ τῶν λόγων Μου ἐκπηγάζουσι
καὶ τὸ πνεῦμα τῶν Ρημάτων Μου ἀναλλοιώτως διατηροῦσιν.
Ἀλλ’ ἂν οἱ τοὺς λόγους Μου ἀκούοντες ἀναπτύσσουσιν αὐτοὺς ἐν τῷ
πνεύματι αὐτῶν καὶ μόνον μὴ διατηροῦντες τὴν ἐν τῷ βάθει τῶν λόγων
μου ἐγκρυπτομένην Ἀλήθειαν καὶ ἂν ἔστω καὶ ἐν τῷ ζήλῳ τῆς ἑρμηνείας
αὐτῶν ἢ τῆς κακῆς ὑπ’ αὐτῶν ἐννοουμένης Ἀληθείας δώσωσιν ἄλλην ἐξή-
γησιν ἐν τῷ πνεύματι τῶν λόγων μου, οὗτοι δὲν δύνανται νὰ καλοῦνται
πιστοὶ τηρηταὶ τῶν λόγων μου, ἀλλὰ κακοὶ ἑρμηνευταί.
Ὅπως δὲ ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ αὐτῶν συνειδότος, ἀλλὰ ἐκ τῆς κακῆς αὐτῶν
ἀντιλήψεως ἐν τῇ ἑρμηνείᾳ αὐτῶν δύνανται νὰ καταστῶσι διαστρεβλω-
ταὶ τῆς ὑπ’ ἐμοῦ ὑποστηριζομένης Ἀληθείας ἐν τοῖς λόγοις Μου καὶ ἀντὶ
καλοῦ πρόξενοι κακοῦ νὰ ἐπιγενῶσιν, οὕτω καὶ πάντες οἱ τοὺς λόγους

311
Μου ἀκούοντες καὶ αὐτοὺς οὐ τηροῦντες, ἀλλὰ τοὺς λόγους τῶν ἄλλων
ἀναμιγνύοντες μὲ τὴν Διδασκαλίαν Μου καὶ τὸ ἐξαγόμενον τῆς πίστεως καὶ
κρίσεως αὐτῶν ἐπὶ τοῦ ἔργου καὶ τῆς διδαχῆς τῶν ἄλλων στηρίζοντες, δὲν
εἶναι δυνατὸν παρὰ νὰ ἐπιζητῶσι νὰ συνδέσωσι τὴν ψυχὴν αὐτῶν μὲ τὰ
πνεύματα τούτων καὶ τὸ πνεῦμα αὐτῶν παραδεχόμενον καὶ ἀσπαζόμενον
τὴν διδασκαλίαν αὐτῶν νὰ καταστῇ ὄργανον αὐτῶν.
Οὐδεμία τότε δύναται νὰ γίνῃ ἐλευθέρα ἐκ μέρους αὐτῶν τῶν λόγων
μου, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἀνεπηρεάστως δύνανται οἱ τοιοῦτοι νὰ ἀκολουθήσωσι
τὴν Διδασκαλίαν Μου.
Ἐν Ἐμοὶ οἱ λόγοι Μου καὶ ἡ κρίσις αὐτῶν Ἐμοὶ ἀνήκει.
Πᾶν τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρέον, εἰς Ἐμὲ ἀνήκει καὶ πᾶν τὸ ἐν τῷ Κόσμῳ
Μου φερόμενον, αὐτῷ καὶ μόνον ἀνήκει.
Πᾶν τὸ πρὸς Ἐμὲ παρ’ ἄλλων τεινόμενον ἀποδεκτὸν καθίσταται, ἂν
τοῦτο δὲν ἀντιβαίνῃ πρὸς τὰς Ἀρχάς Μου. Ἄν ὅμως τοῦτο ἀντίκειται πρὸς
αὐτάς, δεκτὸν οὔποτε παρ’ Ἐμοῦ γίγνεται, ὡς ἂν τοῦτο δεκτὸν παραγενῇ,
τὰς ἀρχὰς ὡς πρὸς αὐτὰς ἀντιβαῖνον καὶ ἐπ’ αὐτῶν προσκροῦον, αὐτὰς
τότε καταρρίψῃ καὶ ἀνατρέψῃ.
Ὅπως δὲ τούτου δεκτοῦ παραγινομένου καὶ τῶν Ἀρχῶν Μου κατα-
πεσουσῶν οὐδεμία ἀξία ἐν Ἐμοὶ ἤθελε παραμείνει, οὕτω καὶ εἰς τοὺς δε-
χομένους μετὰ τοῦ Ἔργου Μου καὶ τῶν Ἀρχῶν Μου τὸ ἔργον τῶν ἄλλων,
οὐδεμίαν ἀρχὴν ἐν τῷ ἔργῳ μου διατηρήσουσιν, ὡς ἡ ἀρχὴ τῶν ἄλλων ἐν
αὐτῷ συναμιγνυομένη ἄρδην τοῦτο δύναται νὰ μεταβάλῃ.
Τὰ πνεύματα τὰ εἰς ἄλλους κόσμους ἀνήκοντα ἐστὶν ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα
διδάσκουσιν ὑμᾶς ἀντιθέτους δοξασίας τῶν Ἀρχῶν Μου, ἢ καὶ ἐκεῖνα
εἰσέτι, τὰ ὁποῖα, ἐνῷ δύνανται νὰ ἔχωσι σχέσιν τινὰ πρὸς τὰς Ἀρχάς Μου,
οὐδεμίαν ὃμως σχέσιν καὶ συνάφειαν ἔχουσι μετ’ Ἐμοῦ.
Τὰ πνεύματα ταῦτα εἶναι ἅπαντα τὰ πνεύματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἀνήκου-
σιν εἰς τὸν στενὸν κύκλον τοῦ περιβάλλοντός Μου καὶ ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα
δὲν ἐξαρτῶνται οὔτε διαφωτίζονται παρ’ Ἐμοῦ. Ἐπίσης ἅπαντα ἐκεῖνα, τὰ
ὁποῖα ἀνήκουσιν εἰς ἰδιαιτέρους αὐτῶν κύκλους καὶ πολλὰ μάλιστα τῶν
ὁποίων δύνανται νὰ ἔχωσι μεγίστην τινὰ ἢ μεγάλην ἐξουσίαν καὶ ἐπίδρα-
σιν ἐπὶ τοῦ κόσμου τούτου.
Ὁ σκοπὸς τοῦ Ἔργου Μου καὶ ἡ ἐκ τῆς ἀναπτύξεως αὐτοῦ ­ἀπορ­­ρέ­ουσα
Διδασκαλία Μου ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ δώσῃ τὴν ἀληθῆ πνευματικὴν καὶ
ψυχικὴν κατεύθυνσιν εἰς τὸν ἄνθρωπον, διὰ νὰ δυνηθῇ διὰ τῶν ἐν αὐτῷ
ἀναπτυσσομένων πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν του ἰδιο­τήτων νὰ εἰσδεχθῇ
καὶ ἀποκαλύψῃ ἐν τῷ μέτρῳ αὐτῶν τὴν ὑπ’ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν παρεχο-
μένην Ἀλήθειαν.
Τὸ Ἔργον Μου τοῦτο εἶναι ἡ συμπλήρωσις τοῦ διακοπέντος ἔργου
τοῦ Ὑπάτου ἐν ἀνθρώποις ἐνσαρκωθέντος Θείου Πνεύματος.
Ἐπιδιώκει δὲ καὶ ἐπιζητεῖ νὰ καλύψῃ τὰ κενὰ τούτου, τὰ ὁποῖα εἴτε ἐκ
κακῆς ἀντιλήψεως, εἴτε ἐκ κακῆς παρερμηνείας ἢ καὶ εἰσέτι ἐξ ἀτελοῦς
μεταδόσεως διεφυλάχθησαν μέχρις ὑμῶν εἴτε ὡς ἀρχαὶ καὶ λόγοι Θείας

312
Διδαχῆς, εἴτε ὡς ἐν αὐτῇ κακῶς παρεισφρύσασαι δοξασίαι καὶ πίστεις καὶ
παραδοχαὶ ἐκλειψασῶν θρησκειῶν καὶ λόγοι ἀνυπάρκτων αὐτῶν ἤ φαντα-
στικῶν εἰδωλολατρικῶν θεοτήτων.
Αἱ δοξασίαι αὗται δυστυχῶς διεφυλάχθησαν ὡς ἀπαραίτητα κατα-
σκευάσματα διὰ τὸν στόμαχον τῶν ἀκολούθων παρωχημένων ἐποχῶν,
τὰς ὁποίας ὁ ἐκλεπτυνθεὶς στόμαχος τοῦ ἐξελιγμένου πνεύματος τῆς συγ-
χρόνου ὑμῶν ἐποχῆς ἢ τῆς μελλούσης αὐτῆς ἐξελίξεως δὲν δύναται νὰ συ-
γκρατήσῃ καὶ χωνεύσῃ.
Αἱ δοξασίαι αὗται διετηρήθησαν καὶ ἐξακολουθοῦν καλλιεργούμεναι
εἰς ὅλας ἀνεξαιρέτως τὰς θρησκείας καὶ εἰς παντὸς εἴδους διδασκαλίας. Αἱ
πολύμορφοι καὶ πολυσχιδεῖς ἀναπαραστάσεις τῶν ἰνδικῶν θεοτήτων, αἱ
δυοειδεῖς καὶ ποικιλομελεῖς τερατώδεις αὐτῶν ἀπεικονίσεις, αἱ ἀνθρώπιναι
ἀδυναμίαι καὶ τὰ βίαια πάθη, μὲ τὰ ὁποῖα αὗται ἐνεργοῦσιν ἐν τῇ πρὸς τὸν
ὑλικὸν κόσμον ἐπεμβάσει των, δὲν εἶναι ἀποκυήματα φαντασιώδη τοῦ φό-
βου, ὑφ’ οὗ κατείχετο τὸ ἀνθρώπινον πνεῦμα τῆς ἀμαθείας καὶ σκότους;
Τὸ Καθαρτήριον Πῦρ τῶν καθολικῶν, τὸ ἄσβεστον πῦρ τῆς Κολάσεως
τῶν ἄλλων Χριστιανῶν, ὁ πύρινος ποταμός, ἐν τῷ ὁποίῳ ἐπὶ αἰῶνας αἰώνων
θὰ κατακαίηται καὶ θὰ κατατυραννῆται ἡ παρεκτροποῦσα καὶ ἁμαρτήσα-
σα ταλαίπωρος ἐν τῇ ἀδυναμίᾳ ἢ ἀγνοίᾳ της ἀνθρωπίνη ψυχή, δὲν εἶναι
πισταὶ ἀνταποδόσεις τῶν πεποιθήσεων τῶν ἐκλειψασῶν θρησκειῶν τῶν
Χαλδαίων καὶ Ἀσσυρίων, αἱ ὁποῖαι διετηρήθησαν μέχρις ὑμῶν διὰ τοῦ ἐν
τῷ Εὐαγγελίῳ Θείου Λόγου καὶ αἱ ὁποῖαι ἐξακολουθοῦν νὰ ἐμπνέουν καὶ
νὰ καθοδηγούν τὰς περὶ ὑπεργείου ζωῆς ἀντιλήψεις τῶν συγχρόνων ὑμῶν
ἀποστολικῶν διαδόχων καὶ νὰ μὴ δύνανται νὰ ἐξηγήσωσι τὰς ἀλληλο-
συγκρουομένας φύσεις τῆς Ὑπερτάτης Θείας Δυνάμεως, ἥτις ἐνῷ ἀφ’
ἕνὸς εἶναι Πανάγαθος καὶ Φιλοικτίρμων καὶ Φιλεύσπλαχνος, ἐν τούτοις
ἀφ’ ἑτέρου παρουσιάζεται ἐκ τῷ κολασμῷ τῆς ἀμαρτησάσης ἀτελοῦς καὶ
ἀσθενοῦς ἀνθρωπίνης ψυχῆς ὡς φοβερὸς τὴν ὄψιν καὶ ἀνοικτίρμων καὶ
ἄσπλαχνος Θεὸς - Κριτής, ὅστις ἐν τῇ ἐκδικητικῇ αὐτοῦ μανίᾳ πρὸς τὰ
ἴδια τέκνα του, ἐξακολουθεῖ ἐπ’ ἄπειρον νὰ βασανίζῃ μὲ ἄσβεστον πῦρ
καὶ κάμινον τὰς ψυχὰς αὐτῶν, διότι παρεξέκλιναν τοῦ δρόμου, τὸν ὁποῖον
οὗτος τοὺς διήνοιξε ν’ ἀκολουθήσωσιν;
Οἱ δυνάμενοι ν’ ἀκολουθήσωσι τὸν εὐθὺ δρόμον τῆς Ἀληθείας, ἂς
προσπαθήσωσι πρῶτον νὰ δημιουργήσωσιν ἕνα Θεὸν Τέλειον, ἕνα Θεὸν
Ἀνεξίκακον καὶ Ἀγαθόν, ἕνα Θεὸν ἀγαπῶντα τοὺς πάντας, λατρεύοντα
τοὺς ἀκολούθους Αὐτοῦ περισσότερον ἀπ’ ὅτι ἀγαπᾶ καὶ λατρεύει ἡ
μητέρα τὸ τέκνον της, ἕνα Θεὸν ὑπεράνω τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν
καὶ ἀτελειῶν καὶ τὸν Θεὸν τοῦτον ἂς Τὸν ἐναποθέσωσιν εἰς τὸ βάθος τῆς
­ψυχῆς αὐτῶν, προσπαθοῦντες νὰ μεταβάλωσι τὰς ἀδυναμίας καὶ ἀτε-
λείας αὐτῶν ὡς τὴν ὑπεράγαν Αὐτοῦ Τελειότητα.
Καὶ ὅταν ἡ οὕτω καλλιεργηθεῖσα καὶ ἀναπτυχθεῖσα ψυχὴ ἀποκαταστή-
σῃ ἐν ἑαυτῇ τὸν Ἀληθῆ αὐτῆς καὶ Τέλειον Θεόν, θὰ δύναται τότε μόνη της
νὰ βαδίσῃ ἐπὶ τῆς εὐθείας ἀτραποῦ, τὴν ὁποίαν Οὗτος εἰς αὐτὴν διεχάραξε

313
νὰ ἀκολουθήσῃ καὶ θὰ φθάσῃ ταχέως καὶ συντομώτερον πάσης ἄλλης εἰς
τὸν προορισμὸν αὐτῆς.
Ἀκολουθήσατε ὅθεν καὶ ὑμεῖς τὴν παρεχομένην εἰς ὑμᾶς Θεόπνευστον
Διδασκαλίαν, ἐπιδιώξατε νὰ ἐγκολπωθῆτε ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν τὸν
Τέλειον καὶ Ἀγαθὸν καὶ ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἀγαπῶντα ὑμᾶς Θεὸν καὶ ἐστὲ
βέβαιοι, ὅτι αἱ πρὸς Αὐτὸν δεήσεις ὑμῶν εἰσακουσθήσονται καὶ ἡ πρὸς
ὑμᾶς Ἐπενέργειά Του θέλει διαφυλάσσει ὑμᾶς ἐν παντὶ καὶ πάντοτε.

139. Ὁ θέλων μετ’ Ἐμοῦ κατοικεῖσαι, ποιήσεται τὴν καρδίαν αὐτοῦ


οἶκον καὶ κατοικήσει ἐν αὐτῇ μετ’ Ἐμοῦ.
Ὁ οἰκοδομῶν τὸν οἶκον αὐτοῦ προμηθεύεται ὑλικὰ ἀνάλογα τοῦ ὄγκου
καὶ τῆς ἀξίας καὶ στερεότητος αὐτοῦ.
Ὁ οἰκοδομῶν πολυώροφον οἶκον μὲ ἐφθαρμένα ὑλικά, πρὶν ἢ ἀποπε-
ρατώσῃ αὐτόν, θέλει συντριβεῖ κάτωθεν αὐτοῦ.
Ὁ οἰκοδομῶν δὲ πάλιν ταπεινὸν οἶκον μὲ ἄριστα ὑλικά, καταχρᾶται τῆς
ἀξίας τῶν ὑλικῶν καὶ ἀγνοεῖ αὐτήν.
Ὁ ἐπιθυμῶν νὰ ἀνοικοδομήσῃ οἶκον στερεόν, ἐπιμελεῖται αὐτοῦ καὶ
τῶν ὑλικῶν αὐτοῦ.
Ὑμεῖς πολλάκις προετράπητε παρ’ Ἐμοῦ, ὅπως οἰκοδομήσητε οἶκον
ἐν ὑμῖν, ἵνα ἐν ὑμῖν κατοικήσω. Οὐ μόνον δὲ δὲν ἐπεδιώξατε τοῦτο διὰ τῆς
θελήσεως ὑμῶν καὶ ἐνεργείας, ἀλλὰ καὶ τὰ δοθέντα ὑμῖν κατάλληλα ὑλικὰ
πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον ἐγκαταλείψατε ἀφύλακτα ἐν μέσῃ ὁδῷ καὶ ἀπερι-
σκέπτως ἀφήσατε ἐλευθέρους τοὺς διερχομένους διαβάτας, ἵνα συλλέγω-
σι καὶ χρησιμοποιῶσι ταῦτα διὰ τὸν ἑαυτῶν οἶκον.
Καὶ οὕτω ἐκ τῶν ὑλικῶν αὐτῶν, τῶν εἰς ὑμᾶς δωρηθέντων διὰ τὴν οἰκο-
δόμησιν καταλλήλου οἴκου πρὸς κατασκήνωσίν Μου, ἐπωφελήθησαν ἄλ-
λοι καὶ ἐπεδίωξαν, ἵνα δι’ αὐτῶν οἰκοδομήσωσι τοὺς ἑαυτῶν οἴκους.
Ἔρημος κατέστη ὁ ὑπὸ οἰκοδόμησιν Οἶκος Μου, διότι οἱ ἀναλαβόντες
τὴν ἀποπεράτωσιν αὐτοῦ ἐγκατέλειψαν αὐτὸν καὶ ἐτράπησαν εἰς ἄλλην
ὁδόν, ἵνα ἐν αὐτῇ εὕρωσι τὴν ἀναζήτησιν τοῦ ἀχρήστου δι’ αὐτοὺς ὑλικοῦ.
Καὶ διασπαρέντες καὶ ἀπομακρυνθέντες ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ ἐκ τοῦ Οἴκου Μου
ἐπεζήτησαν νὰ διαμείνωσι καὶ ἐγκατασταθῶσιν ἐν ἄλλοις οἴκοις.
Ἀλλὰ οὒ μόνον θὰ βασανισθῶσιν ὑπὸ τῶν κτητόρων αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ
θὰ καταδιωχθῶσιν ὑπ’ αὐτῶν ἐν σκολιοῖς ἀτραποῖς, ἐν οἷς εἰς μάτην θὰ ἐπι-
ζητῶσι κατὰ πόδας ὑπ’ αὐτῶν καταδιωκόμενοι τὴν ἀτραπὸν αὐτῶν ἢ τὴν
διέξοδον, τὴν ὁδηγοῦσαν αὐτοὺς ἐν τῇ ὁδῷ Μου, ἐν ᾗ ἐγκαταλείφθη τόσον
παραλόγως ὁ ὑπ’ αὐτῶν ἀνοικοδομούμενος Οἶκος Μου.
Ὅπως δέ, διὰ νὰ ἐπανεύρητε τὴν ἀληθῆ ὑμῶν ἀτραπόν, ἀπαιτεῖται ἀρκε-
τὸς παρ’ ὑμῶν κόπος, οὕτω καὶ διὰ νὰ ἐξακολουθήσητε τὴν ἐπανοικοδόμησιν
τοῦ ἐγκαταλειφθέντος παρ’ ὑμῶν Οἴκου Μου ἀπαιτοῦνται δοκιμασίαι ἀνάλο-
γοι καὶ μεγαλυτέρα ἐκ μέρους ὑμῶν μέριμνα καὶ προσπάθεια.

314
Ἀλλὰ ὑμεῖς ἠδιαφορήσατε πάντοτε εἰς τοὺς λόγους Μου. Οἱ ὀφθαλμοὶ
ὑμῶν ἐκλείσθησαν, διὰ νὰ μὴ βλέπωσι τὸ Φῶς τῆς Ἀληθείας καὶ τὰ ὦτα
ὑμῶν ἐσφραγίσθησαν, διὰ νὰ μὴ ἀκούωσι τοὺς λόγους αὐτῆς. Οὐδεμία παρ’
ὑμῶν καταβάλλεται προσπάθεια, ἵνα ἐπανέλθητε εἰς τὴν ὁδόν, ἐξ ἧς ἀπε-
μακρύνθητε καὶ βαδίσητε ἐπ’ αὐτῆς, ἵνα φθάσητε ἐν τῷ σπέρματι τοῦ προ-
ορισμοῦ ὑμῶν.
Ὁσάκις δὲν ἔχετε τὶ νὰ κάμητε, ὁσάκις ἀπογοητευμένοι ἐκ τῶν βιωτι-
κῶν ὑμῶν ἐνασχολήσεων βαρυνόμενοι πλήττετε, καλεῖτε καὶ Ἐμὲ ἄλλοτε
μέν, ὅπως δι’ ἀνακοινώσεών Μου διασκεδάσω τὴν ἀνίαν σας, ἄλλοτε δὲ
πάλιν ὅπως ἐπιλύσω τὰς ἀπορίας σας. Πλειστάκις δὲ πάλιν μὲ καλεῖτε,
ὅπως συνδράμω ὑμᾶς διὰ νὰ ἐξέλθητε ἐκ τοῦ τέλματος, εἰς ὃ ἐνεπέσατε.
Καὶ ἤδη καλεῖτε Με, ὅπως λύσω τὰς ἀπορίας ὑμῶν ἐπὶ ἑνὸς φαινομέ-
νου, τὸ ὁποῖον ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἀπομάκρυνσίς σας ἐπέφερε.
Τὸ Ἔργον μου ἐστὶ ἡ διὰ τῆς Διδασκαλίας Μου ἀνέλιξις καὶ τελειο­
ποίησις κατόπιν ἐπιμελημένης καθάρσεως τῆς ψυχῆς ὑμῶν καὶ οὐχὶ ἡ
ἀπαλλαγὴ τῶν βεβαρυμένων πνευμάτων ἐκ τῶν δοκιμασιῶν, αἵτινες ἐδόθη-
σαν αὐτοῖς διὰ τὸν ἐξαγνισμὸν αὐτῶν ἢ πρὸς ἐξαναγκασμὸν ἀνανήψεως
αὐτῶν ἐκ τῶν ὀλισθημάτων καὶ ἀτοπημάτων τῆς παρελθούσης ζωῆς αὐτῶν.
Καὶ ἐὰν κατὰ τὸ μακρὸν διαρρεῦσαν τοῦτο χρονικὸν διάστημα ἠκούα-
τε τοὺς λόγους μου, ἠκολουθῆτε τὴν Διδασκαλίαν Μου, ἐπιμελεῖσθε δι’
ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου μου, ἐμμένατε προ-
σκεκολλημένοι ἐν αὐτῷ καὶ ταῖς ὁδηγίαις μου, θὰ ἐγνωρίζατε τοὺς λόγους,
δι’ οὓς αἱ ἐν τῇ ὕλῃ ἐμμένουσαι ψυχαὶ ἢ τοὺς πολεμίους μου ἐξυπηρετήσα-
ντες ἐν τῇ ἐν τῇ γῇ διαμονῇ των, ἐξακολουθοῦσι καὶ μετὰ θάνατον νὰ εἶναι,
προσκεκολλημένοι ἐν αὐτῇ καὶ οὐδεμία δύναμις πρὸ τῆς συμπληρώσεως
τοῦ χρόνου τῆς δοκιμασίας αὐτῶν νὰ δύναται νὰ τοὺς ἀπαλλάξῃ ἀπὸ τὴν
κατάστασιν εἰς ἣν περιέπεσαν.
Ἀπομακρυνθέντες ἐξ Ἐμοῦ καὶ χαλαρώσαντες τοὺς μεταξὺ ἡμῶν ὑφι-
σταμένους δεσμούς, προσπαθήσατε καὶ ἐπεδιώξατε νὰ συνάψητε δεσμοὺς
μετ’ ἄλλων κατωτέρων πνευματικῶν ὀντοτήτων καὶ ἀντιθέτων Ἐμοῦ πνευ-
ματικῶν ὁδηγῶν.
Καὶ ἔπειτα μὲ καλεῖτε νὰ σᾶς εἴπω τὴν αἰτίαν τῶν προκαλουμένων ὑπ’
αὐτῶν χάριν παιδιᾶς φαινομένων. Καὶ ἡ ἀνακάλυψις τῆς αἰτίας τῆς προκα-
λούσης ταῦτα ἢ καὶ ἀκὸμη ἡ διάγνωσις τῶν ὀνομάτων, τῶν προκαλούντων
ταῦτα, εἰς τὶ ἤθελεν ὠφελήσῃ ὑμᾶς;
Ἁπλῶς καὶ μόνον διὰ νὰ ἰκανοποιηθῇ ἡ περιέργεια ὑμῶν καὶ τίποτε πε-
ρισσότερον. Δηλαδὴ καὶ ὁ μόνος λόγος, ὅστις μέχρι τοῦδε ὤθει ὑμᾶς εἰς τὰς
μεταξὺ ὑμῶν καὶ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, εἴτε ἀνωτέρου εἴτε κατωτέρου
σχέσεις.
Ἀλλὰ ἡ τοιαύτη ἐκ μέρους ὑμῶν ἰκανοποίησις ἀποκλειστικῶς καὶ μό-
νον τῆς περιεργείας ὑμῶν, χωρὶς νὰ προσφέρῃ ὑμῖν τὸ ἐλάχιστον ὄφελος,
ἀποβαίνει εἰς ὑμᾶς πρόξενος πνευματικῆς καὶ ὑλικῆς ζημίας, διότι ἀποδει-
κνύει, ὅτι ἐκεῖνα μέν, τὰ ὁποῖα προέρχονται ἐκ τοῦ Ἀνωτάτου Πνευματικοῦ

315
Κόσμου, δὲν σᾶς ἰκανοποιοῦν παντάπασι, ἐξάπτεται δὲ ὁ ζῆλος ὑμῶν καὶ
γιγαντοῦται ἐν ὑμῖν ὁ πόθος τῆς ἰκανοποιήσεως τῆς περιεργείας ὑμῶν διὰ
ζητήματα, προερχόμενα ἐκ τοῦ κατωτάτου ἀστρικοῦ κόσμου, ὅστις δι’
αὐτῶν ἐπιθυμεῖ νὰ ἀποδείξῃ ὑμῖν τὴν οὐσιαστικὴν ὀντότητά του καὶ νὰ
προκαλέσῃ τὸ ἐνδιαφέρον ὑμῶν, ἵνα αἱ σκέψεις ὑμῶν ἀπασχοληθῶσι μὲ
τὴν ὑπόστασιν καὶ ζωὴν αὐτῶν.
Ἡ γέννησις τῆς ἐπιθυμίας ὑμῶν εἰς τὴν διάγνωσιν τῆς πνευματι-
κῆς ὀντότητος ἢ τῆς δυνάμεως, τῆς προκαλούσης τὰ φαινόμενα ταῦτα,
ἀθελήτως ὑμῶν ἡ ἔφεσις αὐτῆς προσελκύει πρὸς ὑμᾶς τὰς κατωτάτας
ταύτας τοῦ ἀστρικοῦ πεδίου ὑπάρξεις, αἵτινες ἀντιλαμβανόμεναι τὸ προ-
καλούμενον εἰς ὑμᾶς ὑπ’ αὐτῶν ἐνδιαφέρον, καταβάλλουσι τὰς ἀναλόγους
προσπαθείας, ὅπως ἐπαυξήσωσι τοὺς μεταξὺ ὑμῶν δεσμούς των καὶ ὅπως
διατηρήσωσιν ἔτι μᾶλλον διὰ τοῦ τρόπου τούτου ἐπηυξημένους αὐτοὺς
καὶ ἐξακολουθοῦσιν οὐ μόνον νὰ διαμένωσιν ὑπὸ τὴν φιλόξενον ταύτην
αἰγίδα ὑμῶν, ἀλλὰ ἔτι πλέον νὰ δρῶσιν ἐντονώτερον ἐν αὐτῇ διὰ τοῦ δια-
σκεδαστικοῦ εἰς αὐτοὺς καὶ εἰς ὑμᾶς τούτου τρόπου.
Ὑλικὰς δὲ ἐξ ἄλλου ζημίας, διότι αἱ τοῦ κατωτάτου ἀστρικοῦ πεδίου
ὀντότητες αὗται, ἀφοῦ ἴδωσιν, ὅτι δὲν ἱκανοποιοῦνται πλήρως μὲ τὴν
ἀβλαβῆ παιδιάν των, δύνανται ἀργότερον νὰ μεταβάλωσι ταύτην καὶ εἰς
ὑλικὴν τῶν ὑπ’ αὐτῶν μεταχειριζομένων ἀντικειμένων συντριβὴν ἢ τελείαν
καταστροφήν.
Διὰ τοῦτο ὀφείλετε νὰ ἀπαλλαγῆτε διὰ τῶν προσευχῶν καὶ δεήσεων
ὑμῶν τῆς ἐνεργείας ὑμῶν ταύτης, ἵνα μὴ οὗτοι γίνωσι πρόξενοι μεγαλυ-
τέρας ὑμῶν ἀνησυχίας καὶ ἴσως ὑλικῆς ζημίας.
Τὰ πνεύματα, τὰ προκαλοῦντα τὰ φαινόμενα ταῦτα, εἶναι τὰ πνεύμα-
τα τοῦ Ἐπαμεινώνδα, τοῦ ἄλλοτε ἰδιοκτήτου τῆς οἰκίας ταύτης καὶ πολλῶν
ἄλλων συνεργουσῶν δαιμονικῶν δυνάμεων.
Ὅσον ἀφορᾷ διὰ τὴν ἀνάνηψιν ἐκ τῆς πνευματικῆς δοκιμασίας τοῦ
πνεύματος τοῦ Ε. Λ., δὲν δύναται αὕτη νὰ πραγματοποιηθῇ πρὸ τῆς
­λήξεως τοῦ καθορισθέντος δι’ αὐτὴν χρονικοῦ ὁρίου. Αἱ παρακλήσεις ὑμῶν
δύνανται νὰ ἔχωσιν ἀξίαν λόγου ἀνταμοιβὴν δι’ ὑμᾶς καὶ σχετικὴν ἠρεμίαν
τοῦ δι’ ὃν γίνονται αὗται, δὲν δύνανται ὅμως καὶ νὰ ἰσχύσωσι πρὸς
πλήρη αὐτοῦ ἀπαλλαγὴν ἐκ τῆς δοκιμασίας αὐτοῦ, πρὶν ἢ παρέλθῃ ὁ διὰ
ταύτην καθορισθεὶς χρόνος.
Ὀφείλετε ὅμως χάριν τῆς παρηγόρου καὶ παραμυθητικῆς τῶν παρα-
κλήσεων τούτων ἰσχύος νὰ συνεχίσητε ταύτας ἐπ’ ἀγαθῷ τῆς ἐπιφερο-
μένης γαλήνης τοῦ δοκιμαζομένου πνεύματος, τὸ ὁποῖον δι’ αὐτῶν ἐνισχυ-
όμενον καὶ ταχύτερον ἀνακύπτον δύναται νὰ συντάμῃ τὸν χρόνον τῆς
δοκιμασίας αὐτοῦ. Ὅσον δὲ δι’ ὑμᾶς ὀφείλετε νὰ ἐπικαλεῖσθε τὴν βοήθειαν
τοῦ Ἀνωτάτου Πνευματικοῦ Κόσμου, ὅστις διὰ τῆς ἰσχύος αὐτοῦ ν’ ἀπαλ-
λάξῃ ὑμᾶς τῶν κακῶν καὶ πονηρῶν φιλικῶν πρὸς ὑμᾶς ἐπιρροῶν.

316
140. Ἰδοῦ καὶ πάλιν μετὰ τόσον μακρὸν χρόνον ἐν μέσῳ ὑμῶν. Ἰδοῦ
καὶ πάλιν ἐν μέσῳ ὑμῶν, ὡς Πατήρ, ὡς Ἀδελφὸς καὶ ὡς Διδάσκαλος.
Ἵνα τὶ ἐγκαταλείψατέ Με καὶ ἀπεμακρύνθητε Ἐμοῦ; Ἂν ὅμως ὑμεῖς
ἀπεμακρύνθητε Ἐμοῦ εἴτε ἐκ βιωτικῶν ἀναγκῶν, εἴτε ἐξ ἀδιαφόρου πρὸς
τὴν ὁδόν, ἣν ἐχάραξα ὑμῖν προσήλωσιν, Ἐγὼ πάντοτε μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ εἰς
πρώτην ὑμῶν ἐπίκλησιν προσέρχομαι, ἵνα συνεχίσω μεθ’ ὑμῶν τὸ διακο-
πὲν ἔργον Μου.
Ἐπὶ μακρὸν χρόνον συμπαραστάτης ἐγενόμην τῶν ὀλισθημάτων ὑμῶν
καὶ τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀδιαφόρου προσηλώσεώς σας. Πλειστάκις παρεκίνησα
καὶ συνέστησα ὑμῖν, ὅτι ὁ χρόνος δι’ ὑμᾶς εἶναι πολύτιμος καὶ ὅτι ὀφείλετε
νὰ ἀφιερώσητε αὐτὸν εἰς τὴν ἀνάδειξιν ὑμῶν καὶ δι’ αὐτῆς εἰς τὴν ἐπιτυχίαν
τοῦ σκοποῦ, δι’ ὃν ἐκάλεσα ὑμᾶς πρός Με καὶ τὸ ἔργον μου.
Ὑμεῖς ὅμως οὐδόλως τὸν σκοπὸν τοῦτον κατανοοῦντες, ἀλλὰ περὶ τὰ
βιωτικὰ καὶ μόνον μεριμνῶντες καὶ ἐκ τούτων περισπώμενοι ἀδιακόπως
ἐγκαταλείψατέ με. Ἤδη δὲ ἡ ἀπομάκρυνσις αὕτη ἐξ Ἐμοῦ ἐπέφερε καὶ τὴν
τελείαν ὑμῶν διάσπασιν καὶ ἀπομάκρυνσιν ἀπ’ ἀλλήλων. Οὐδόλως ὅμως
μὲ τοῦτο διακοπήσεται ὁ μεταξὺ ἡμῶν σύνδεσμος καὶ οὐδόλως τὸ ἀρξάμε-
νον δι’ ὑμῶν ἔργον μου θέλει παραμείνει γράμμα νεκρόν.
Ἐν τῇ ψυχῇ ὑμῶν διαβλέπω τὴν ὀλιγοπιστίαν, ἥτις εἶναι ἀπότοκος τῆς
ἀπογοητεύσεως καὶ ἀμφιβολίας. Ἐντός σας δὲν βασιλεύει πλέον ἡ πρώτη
διακαὴς πίστις καὶ ὁ ἔνθερμος ζῆλος, στοιχεῖα ἀπαραίτητα διὰ πᾶσαν
πρόοδον καὶ ἐπιτυχίαν.
Ἀφοῦ δὲν ἠδυνήθητε νὰ φέρητε εἰς πέρας τὸν σκοπόν, δι’ ὃν ἐκάλεσα
ὑμᾶς, ἀφοῦ αἱ ὑποσχέσεις, τὰς ὁποίας ἔδωσα ὑμῖν, ἵνα διὰ τοῦ ἀνατεθέντος
ὑμῖν ἔργου ἐπιφέρητε τὴν σωτηρίαν ὑμῶν καὶ τῶν ἄλλων, σκέπτεσθε ὅτι
τὸ πᾶν ἀπωλέσθη καὶ συγχρόνως, ὅτι δι’ ὑμᾶς ἀπωλέσθη καὶ ὁ χρόνος τῶν
προσπαθειῶν σας πρὸς τὴν μέχρι τοῦδε πρὸς αὐτὸ προσήλωσίν σας.
Οὐδεὶς ὅμως ἄλλος εἶναι ὑπεύθυνος δι’ αὐτὸ παρ’ ὑμεῖς, οἵτινες οὐδὲν
ἄλλο κατὰ τὸ μακρὸν τοῦτο χρονικὸν διάστημα ἐπράξατε, παρὰ πῶς νὰ
ἀπομακρυνθῆτε τελείως ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ συγχρόνως νὰ διασπάσητε πάντα
σύνδεσμον οὐ μόνον πρὸς Ἐμέ, ἀλλὰ καὶ πρὸς ἀλλήλους.
Καὶ ἐγεννήθη πολλάκις ἡ σκέψις ἐν τῷ βάθει τῆς διανοίας ὑμῶν: Ποῖος
ὁ σκοπός, δι’ ὃν ἐκλήθημεν πρὸς τὴν ἀποπεράτωσιν ἐνὸς δυσβαστάκτου
ἔργου, ἐφ’ ὅσον δὲν εἴμεθα ἄξιοι οὐ μόνον νὰ τὸ στηρίξωμεν, ἀλλὰ καὶ νὰ
τὸ κατανοήσωμεν. Καὶ ποίαν σχέσιν ἔχουν αἱ ἐπικοινωνίαι ὡς πρὸς αὐτὸ
καὶ ὑμᾶς καὶ αἱ τόσαι δοθεῖσαι, δι’ αὐτοῦ ἐπαγγελίαι, ἐφ’ ὅσον τὸ ἔργον
τοῦτο δὲν δύναται δι’ ὑμῶν νὰ ἀποπεράτωθῇ καὶ πραγματοποιηθῇ ὁ τελι-
κὸς δι’ αὐτοῦ σκοπός;
Οὐδεὶς ἐκ τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ, ἀλλὰ καὶ οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀκολούθων
αὐτῶν ἠδυνήθη ποτὲ νὰ ἀντιληφθῇ ποῖον σκοπὸν εἶχεν ἡ δοθεῖσα εἰς
αὐτοὺς Διδασκαλία καὶ οὐδεὶς ποτὲ ἐγνώριζεν, ὅτι ἡ πολύτιμος Διαθήκη
τῶν ἐμπνεομένων ὑπαγορεύσεων θὰ καθίστατο τὸ Εὐαγγέλιον τῆς ἐξαν-
θρωπισθείσης δι’ Αὐτοῦ ἀνθρωπότητος.

317
Ἅπαντες οἱ μαθηταὶ καὶ Ἀπόστολοι τοῦ Ἰησοῦ συγγράψαντες εἴτε πρὸς
διατήρησιν μέρους τῆς Διδασκαλίας Αὐτοῦ ἢ κατ’ ἔμπνευσιν ἀποτεινόμε-
νοι πρὸς τοὺς ὑπ’ αὐτῶν κατηχουμένους ἐν ἐπιστολαῖς, δὲν ἐγνώριζον, ὅτι
οἱ λόγοι αὐτῶν θὰ διετηρῶντο διὰ μέσου τῶν αἰώνων ὡς κατηχητικὴ καὶ
διαμορφωτικὴ Διδασκαλία εἰς τὰς μελλούσας τῆς ἀνθρωπότητος γενεάς.
Ὡμίλουν ὑπὸ τὴν περιωρισμένην ἔννοιαν τοῦ στενοῦ κύκλου τῶν
ἀκολούθων αὐτῶν, χωρὶς νὰ προαισθάνωνται, ὅτι ἡ περιωρισμένη αὐτῶν
διδασκαλία θὰ ἀντικαθίστα ὑπὸ τὸ ἀπλοϊκὸν ἀφηγηματικὸν ὕφος τῶν τα-
πεινῶν ἀλιέων τῆς Γαλιλαίας τὸ καλλιεπές, ὑψιπετὲς καὶ ἄφθαστον τεχνι-
κῶς ὕφος τῶν σοφῶν τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος.
Οὕτω καὶ ὑμεῖς δὲν δύνασθε σήμερον νὰ κατανοήσητε τὸν σκοπὸν τῶν
παρεχομένων ὑμῖν ἐπικοινωνιῶν, ἀλλ’ οὕτε καὶ νὰ γνωρίζητε τὸ ἀποτέλε-
σμα, τὸ ὁποῖον θὰ ἠδύναντο αὗται νὰ ἐπιφέρωσι διὰ καταλλήλου πρὸς τὸν
κόσμον ἀποκαλύψεως ὑμῶν.
Αἱ ἐπικοινωνίαι Μου δέν ἀνήκουν εἰς ὑμᾶς ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον,
ἀλλὰ εἰς τὸν κόσμον, ὅπως καὶ Ἐγὼ δὲν στηρίζω τὴν ἐπιτυχίαν τοῦ ἀπο-
καλυφθέντος καὶ ἀρξαμένου δι’ ὑμῶν ἔργου μου, ἀλλ’ εἰς ἐκείνους, οἵτι-
νες ἐν μέλλοντι θὰ δυνηθῶσι νὰ φέρωσι τοῦτο εἰς πέρας.
Ἐγὼ εἰς οὐδένα προσωπολατρικῶς καὶ μονομερῶς ἀνήκω, ἀλλ’ εἰς
τὸν κόσμον. Καὶ ἐκεῖνοι, οἵτινες θὰ κατανοήσωσι τὸ βάθος τῆς ἐννοίας τῶν
λόγων Μου, ἐκεῖνοι, οἵτινες θὰ διασπάσωσιν ἐντελῶς τὸν πέπλον τὸν ἐπι-
σκιάζοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, ἵνα δυνηθῶσι καὶ Μὲ κατίδωσιν ἐν τῇ
Πραγματικότητί Μου, ἐκεῖνοι οἵτινες θὰ δυνηθῶσι νὰ συνδεθῶσιν ἀναπο-
σπάστως καὶ ἀδιαρρήκτως μὲ τὴν Ὑπόστασίν Μου καὶ ὑποκατασταθῶσιν
ὑπ’ Αὐτῆς, ἵνα δι’ Αὐτῆς ὁρῶσι τὸν κόσμον, δέν θὰ ἀνήκωσι πλέον εἰς ἑαυ-
τούς, ἀλλ’ εἰς τὸν κόσμον, ὃν ἐντέλλονται διὰ τοῦ φωτὸς αὐτῶν, τοῦ παρ’
Ἐμοῦ διαφωτιζομένου καὶ ὁλοὲν διαλαμπομένου καὶ ἐνδυναμουμένου, νὰ
διαφωτίσωσι καὶ καθοδηγήσωσι καὶ ἀποκαλύψωσιν αὐτῷ τὴν μετ’ αὐτῶν
συναφθεῖσαν Νέαν Διαθήκην Μου.
Καὶ αἱ μέλλουσαι ὑπαγορεύσεις Μου θέλει εἶναι αἱ πρὸς τὸν ἐκτρο-
χιασθέντα καὶ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνθέντα κόσμον τὸ Νέον Φῶς τῆς
διαπλάσεως καὶ ἀναγεννήσεως καὶ διαμορφώσεως καὶ ἐκπολιτιστικῆς
ἀναπτύξεως καὶ τελειοποιήσεως.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἠδυνήθη ἄχρις ὥρας νὰ ἀντιληφθῇ τὸν σκοπὸν τοῦ
μεθ’ ὑμῶν συνδέσμου. Διότι, ἐὰν εἴχατε ἔστω καὶ τὴν ἐλαχίστην ἐπίγνωσιν
αὐτοῦ, δὲν θὰ παραμένατε ἐπὶ τόσον χρόνον τυφλοῖ καὶ κωφοί, μὴ δυνά-
μενοι νὰ ὠφθῆτε τὴν ἀτραπόν, ἣν ἀπεκάλυψα καὶ εἰς ἣν σᾶς καθωδήγησα,
ἀλλὰ ἐγκαταλείποντες ἐν μέρει τὰς βιωτικάς ὑμῶν μερίμνας καὶ τὰς ὑλικὰς
ἐντριβὰς θὰ ἐβαδίζατε ἀπροσκόπτως ἐπ’ αὐτῆς, ἕως ὅτου φθάσητε εἰς τὸ
τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν κατενόησέ Με καὶ ἂν τινὲς ἐξ ὑμῶν ἀντελήφθησαν
Ἐμέ, ἡ ὑλικὴ αὐτῶν προσήλωσις ἦτο τοιαύτη, ὥστε νὰ κλείσῃ τοὺς ὀφθαλ-
μοὺς αὐτῶν ἐπί τι ἀνοιχθέντας καὶ ἀντὶ τοῦ Φωτὸς τοῦ ὑπερχειλίζοντος

318
καὶ διαφωτίζοντος τὸν Κόσμον Μου νὰ ὁρῶσι τὰ σκοτεινὰ ἴχνη τῶν ποδῶν
αὐτῶν, τὰ ἐπὶ τῆς διανυθείσης ὑπ’ αὐτῶν ἀτραποῦ παραμείναντα καὶ νὰ
ἐκλαμβάνωσιν αὐτὰ ὡς βάραθρα χαίνοντα, πρὸ τῶν ὁποίων ἡ ἀστοχοῦσα
αὐτῶν ψυχὴ καθηλωθεῖσα νὰ διστάζῃ νὰ προχωρήσῃ καὶ νὰ μὴ δύναται νὰ
ἀποσπασθῇ.
Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς ὑμῶν ταχὺς βαίνων περατοῦται.
Πρὸ τῆς ἐντελοῦς αὐτοῦ διαρροῆς καὶ ἐκπνεύσεως συνέλθετε εἰς ἑαυ-
τοὺς καὶ θέσατε τὰς βάσεις, αἵτινες θὰ ἀποκαταστήσωσι τὸ ἔργον μου ἐν
τῷ κόσμῳ, ὅπως καὶ Ἐγὼ θὰ ἐγκαταστήσω διὰ τῆς πραγματοποιήσεως
αὐτοῦ ὑμᾶς ἐν τῷ Κόσμῳ Μου.
Ὁ Πατὴρ καὶ Ἀδελφὸς καὶ Διδάσκαλος ὑμῶν μεθ’ ὑμῶν εὑρίσκεται ἐν
παντὶ καὶ πάντοτε. Ἀναμένει ὑμᾶς καὶ θὰ σᾶς ἀναμένῃ καὶ ἐν εἰσέτι λεπτὸν
πρὸ τῆς δωδεκάτης. Καὶ τὸ λεπτὸν τοῦτο τῆς δωδεκάτης διὰ τῆς τελείας
πρὸς Αὐτὸν προσηλώσεως καὶ ἀφοσιώσεως εἶναι ἱκανὸν νὰ ἐπιφέρῃ ἀπο-
τελέσματα ἱκανά, ὅσον καὶ εἰς αἰὼν τῆς ἐπὶ ματαίῳ καταναλωθείσης καὶ
διαρρευσάσης ἀνθρωπίνης ζωῆς.
Ἐν Ἐμοὶ πάντοτε προστρέχοντες θὰ ἀνεύρητε τὸν Φιλόστοργον, τὸν
πραγματικὸν ἔνθερμον Πρεσβύτερον Ἀδελφὸν καὶ τὸν ἀφοσιωμένον καὶ
ἀκούραστον Διδάσκαλον, Ὅστις καὶ τὴν τελευταίαν εἰσέτι τοῦ βίου ὑμῶν
στιγμὴν θὰ εἶναι πάντοτε πρόθυμος νὰ σᾶς ἐπαναγάγῃ ἐπὶ τῆς ἀτραποῦ,
εἰς ἣν ἀποτελματισθέντες καθηλώθητε καὶ νὰ σᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τὴν φωτει-
νὴν αὐτῆς κατεύθυνσιν, εἰς ἣν ὁδηγούμενοι ὑπ’ Αὐτοῦ νὰ φθάσητε εἰς τὸ
τέρμα, δι’ ὃ σᾶς προώρισεν.
Ἐντείνατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον καὶ ἐπιληφθῆτε
μετὰ τοῦ αὐτοῦ ζήλου, πίστεως καὶ ἀφοσιώσεως τὴν πραγματοποίησιν τοῦ
εἰς ὑμᾶς ἀνατεθέντος ἔργου.

141. Εἰς προγενεστέρας ἐπικοινωνίας μεθ’ ὑμῶν πολλάκις συνέστησα


ὑμῖν, ἵνα Ἐμὲ ἀκούητε καὶ τοὺς Λόγους Μου ἀκολουθῆτε, διότι Ἐγὼ
Εἰμὶ ἡ ὁδός, ἡ πρὸς τὴν Ἀλήθειαν ἄγουσα.
Ὡς Πρωτότοκος Υἱὸς τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ ἐνσαρκωθέντος καὶ τὸν Κό-
σμον πληρώσαντος καὶ ἀναδείξαντος Πνεύματος ἐλάλησα ὑμῖν καὶ ὡς
Πρεσβύτερος Ἀδελφὸς τῶν ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλεγέντων καὶ κληθέντων ἀδελ-
φῶν μεθ’ ὑμῶν συμπαρέστην καὶ συμπαρίσταμαι, ἵνα τοὺς λόγους Μου
ἀκολουθοῦντες καὶ τὰς ὑποδείξεις Μου τηροῦντες τὴν ὁδόν, ἥν ὑπέδειξα
ὑμῖν, ἀκολουθήσητε καὶ τὸ ἔργον Μου διὰ τῆς τηρήσεως τῶν λόγων Μου
ἀναδείξητε καὶ τοῦτο εἰς τὸν κόσμον φανερώσητε καὶ συστήσητε πρὸς
τὴν Νέαν αὑτοῦ δι’ αὐτοῦ σωτηρίαν.
Ἀλλ’ ἐὰν ἐλάλησα ὑμῖν ὡς Πρωτότοκος Υἱὸς τοῦ ἐν πᾶσι Πατρὸς ἡμῶν
καὶ ἐφθεξάμην πρὸς ὑμᾶς ὡς Πρεσβύτερος ὑμῶν ἀδελφὸς κοινὸν ἔχοντες
Πατέρα, τὸν ἐν Ἐμοί, Ὃς δι’ Ἐμοῦ ἀκούει ὑμᾶς καὶ μεθ’ ὑμῶν ἔσεται, ἄχρις

319
ὥρας οὐδόλως ἐλάλησα ὑμῖν ὡς Ἄρχων τοῦ Κόσμου. Πῶς ὅμως τοῦτο
γίγνεται; Πῶς, ἐνῷ μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ συμπαρίσταμαι ὡς Πρωτότοκος Υἱὸς
καὶ Πρεσβύτερος ἀδελφὸς καὶ πῶς, ὢν Ἄρχων τοῦ Κόσμου, οὐκ ἐν ὑμῖν ὡς
τοιοῦτος ἔρχομαι, ἐνῷ ἐκάλεσα ὑμᾶς καὶ ἐνῷ πρὸς ὑμᾶς ἀπεκαλύφθην, ἵνα
τοὺς λόγους Μου ἀκούσητε καὶ τηρήσητε καὶ αὐτοὺς καὶ ἄλλοις μεταδίδο-
ντες διδάξητε;
Οὐδεὶς ὤφθη τὸν Κύριον καὶ Ἄρχοντα τοῦ Κόσμου εἶπον ὑμῖν, ἂν μὴ
πρότερον ὑπ’ Αὐτοῦ ἐκ γενετῆς κληθῆ ἄνωθεν. Ἂν δὲ ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ κληθεὶς
καὶ οἱ σὺν αὐτῷ κληθέντες μετ’ Ἐμοῦ ἀπ’ εὐθείας δι’ αὐτοῦ ἢ ἐν δεδομέ-
νοις στιγμαῖς καὶ ἕκαστος ἀπ’ εὐθείας, ἵνα κατανοήσωσι καὶ ἀντιλη­φθῶσι
Με καὶ ἵνα πρὸς Ἐμὲ ἡ πίστις των στερεωθῆ, οὗτοι ὡς Πρωτότοκον Υἱὸν καὶ
Πρεσβύτερον Ἀδελφὸν ἔγνωκαν καὶ ἀντελήφθησάν Με καὶ οὐχὶ ὡς Ἀρχο-
ντα τοῦ Κόσμου.
Διότι οἱ ὑπ’ Ἐμοῦ κλητοὶ καὶ ἂν ἔτι πρότερον ἐκ γενετῆς ἄνωθεν
πρὸς τοῦτο ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλήθησαν, οὐκ ἐπιτύχωσι τοῦτο, ἂν μὴ πρότερον
τὰς ἑαυτῶν ψυχὰς ὑπὲρ Ἐμοῦ καὶ τοῦ ἔργου Μου θύσωσιν, ἵνα τὸ Πνεῦμα
αὐτῶν τελείως ἀποκεκαθαρμένον παντὸς ὑλικοῡ δεσμοῦ καὶ παντὸς
ρύπου ἁμαρτήματος καὶ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ὑπὲρ Ἐμοῦ θυσιασθεῖσα καὶ ἐν
τῷ ἔργῳ Μου προσκολληθεῖσα καὶ ἐν αὐτῷ μοχθήσασα καὶ τελειοποι-
ηθεῖσα ἀποπνευματοποιηθῆ, ἵνα ἓν μετὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ κατα-
στᾶσα καὶ συνυφανθεῖσα τὸν Ἄρχοντα τοῦ Κόσμου ἐν ἀποκαθαρμένῳ
καὶ τετελειω­μένῳ Πνεύματι ὠφθῇ καὶ ὑπὸ τοῦ Πνεύματος Αὐτοῦ πλη-
ρουμένη ὠφθῆ τὸν Κύριον τὸν Ἄρχοντα τοῦ Κόσμου Πρόσωπον πρὸς
πρόσωπον καὶ ἵνα ἡ Δόξα τοῦ Πνεύματος Κυρίου ἐν αὐτῷ ὡς Δόξα Κυ-
ρίου ­ἐ νοικοῦσα, ἐν αὐτῷ ἐπιβασιλεύσῃ καὶ τὴν Δόξαν ταύτην ὡς ἑαυτῆς
δόξαν αὐτῷ ἀποκαλύψῃ καὶ ἡ Δόξα Αὐτοῦ δόξα αὐτῆς γενομένη, τὴν Δό-
ξαν Αὐτοῦ ἐν ἑαυτῆς κρίνουσα, Αὐτὸν ὡς ἐξ Αὐτοῦ κληθέντα καὶ γεννη­
θέντα ἀνομολογήσῃ.
Ἅπαντες οἱ τὸν λόγον Μου ἀκούοντες καὶ αὐτὸν τηροῦντες κλητοὶ
ὀνομασθήσονται.
Ἅπαντες οἱ ὁρῶντες Με καὶ κατανοοῦντες Με, ὑπ’ Ἐμοῦ ἐν Ἀληθείᾳ
ζήσονται.
Ἅπαντες οἱ ἐν Ἐμοὶ ζήσαντες καὶ ἐν Ἐμοὶ ἐπαναπαυθήσονται.
Πολλοὶ μὲν ὅμως ἐστὶν οἱ κλητοί, ἐλάχιστοι δὲ τούτων οἱ ἐκλεκτοί.
Καὶ οἱ ἐκ τῶν ἐκλεκτῶν τούτων ἔτι ἐλάχιστοι οἱ πρότερον ἐκ γενετῆς
κληθέντες. Ἀλλὰ καὶ οἱ οὕτοι πρότερον ἐκ γενετῆς κληθέντες οὐκ ὠφθή-
σονταί Με ἐν Δόξῃ, ἂν μὴ πρότερον τὴν ἑαυτῶν δόξαν μὴ προδαμάσωσι,
ἵνα τὴν Δόξαν Μου ἐν ἑαυτοῖς ὑποδεχθῶσιν.
Καὶ οἱ οὗτοι κληθέντες ὑπ’ Ἐμοῦ καὶ πρότερον γεννηθέντες οὐκ ἐν τῷ
κόσμῳ τούτῳ τελευτήσωσιν, ἀλλ’ ἐν αὐτῷ ἐπιστραφήσονται ἄχρις οὗ ἡ
δόξα αὐτῶν Δόξα Ἐμὴ καταστῇ καὶ ἵνα διὰ τῆς Δόξης Ἐμοῦ ἑαυτοὺς δοξά-
σωσι καὶ ἵνα ἡ ἀποστολὴ αὐτῶν διὰ τῶν ἔργων αὐτῶν ὑπὸ τοῦ κόσμου ἀνα-
γνωρισθῇ καὶ ἄχρις οὐ ὀφθῶσιν τὸν καλέσαντα αὐτοὺς Ἄρχοντα τοῦ Κό-

320
σμου Πρόσωπον πρὸς πρόσωπον, ἵνα ἐξ Αὐτοῦ ἀντλήσωσι τὴν ἀπ’ εὐθείας
Ἀλήθειαν, τὴν μὴ μόνον διὰ λόγων παρεχομένην, ἀλλὰ καὶ δι’ ἔργων κατα-
φαινομένην.
Ἐγὼ δὲ ἕνα ἐξ ὑμῶν ἐκάλεσα τῷ κόσμῳ, ἵνα δι’ αὐτοῦ ὁ κόσμος φω-
τισθῇ. Ἀλλὰ πᾶς ὁ καλούμενος οὐκ ὄψεταί Μου ἂν καὶ εἰς ἐπήκοον πάντων
πρὸ αὐτοῦ λαλῶ, ἂν μὴ τὸ Πνεῦμα αὐτοῦ δὲν καθαρθῇ καὶ ἀπαλλαγῇ
τελείως παντὸς ὑλικοῦ δεσμοῦ καὶ ἂν μὴ οὗτος τὰ πάντα καὶ τὴν ψυχήν
αὐτοῦ ἔτι ὑπὲρ Ἐμοῦ καὶ τοῦ Ἔργου θύσῃ. Τὶς ὅμως ἡ αἰτία, ἡ ἔχουσα
τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ κεκλεισμένους καὶ τὰ ὦτα αὐτοῦ ἐσφραγισμένα;
Καὶ πῶς, ἐνῷ μετ’ αὐτοῦ Εἰμὶ καὶ συμπαρίσταμαι, οὗτος οὐδόλως κατανοεῖ
Με ἢ αἰσθανόμενός Με ἐπαφίεται ἕρμαιον τῶν ἐγκοσμίων αὐτοῦ λογισμῶν;
Οὐδεὶς δύναται ποιεῖν τι, ἂν μὴ πρότερον ἐπὶ τούτῳ ἐνεργήση καὶ
ἀγωνισθῇ. Καὶ ὅπως ὁ τὸ ἔπαθλον λαμβάνων ἐπὶ μακρὸν χρόνον διὰ τοῦτο
προπονεῖται οὕτω καὶ ὁ θέλων Ἐμὲ νὰ ἀκολουθήσῃ ἐπὶ μείζονα χρόνον
πρὸς τοῦτο δέον νὰ προπονηθῇ, ἵνα οἱ λόγοι Μου τὴν ψυχὴν αὐτοῦ κα-
τακλύζοντες καὶ αὐτὴν διαπλάσσοντες καὶ τελειοποιοῦντες ἐν τῇ συντε-
λουμένῃ ἀποπνευματώσει της διανοίξωσι τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς καὶ ἀπο-
καλύψωσιν αὐτῇ οὐ μόνον ἐν λόγοις, ἀλλὰ καὶ ἐν ὁράμασι τὴν εἰς αὐτὴν
ἀποκαλυπτομένην Ἀλήθειαν. Ἀλλὰ διὰ νὰ καταστῇ τοῦτο δυνατὸν ὁ ὑπ’
Ἐμοῦ κληθεὶς ὀφείλει νὰ κατανοήσῃ τὰς μεταξὺ ἡμῶν σχέσεις καὶ τὸν σκο-
πόν, δι’ ὃν ἐκάλεσα αὐτόν.
Ὅταν δὲ ἀντιληφθῇ τοῦτο ἐξ ἰδίας αὐτοῦ ἀντιλήψεως καὶ κρίσεως
τότε ὁ σύνδεσμος μεταξὺ ἡμῶν τελείως ἀποκατασταθήσεται. Καὶ ἀποκα-
θισταμένου τούτου ἡ μεταξὺ τῶν σχέσεων ἡμῶν ἁρμονία θέλει ἔτι μᾶλλον
συσφιχθῇ πρὸς ἐκπλήρωσιν τοῦ σκοποῦ, δι’ ὃν ἐκάλεσα τοῦτον. Καὶ κα-
τανοουμένου ὑπ’ αὐτοῦ πλήρως τοῦ σκοποῦ τούτου, ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ κληθεὶς
οὗτος, ὡς Ἐκλεκτός, ἀπαρνηθήσεται πάντα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ τὰ ἐκ τοῦ
κόσμου καὶ ἀφοσιωθήσεται ψυχῇ τε καὶ πνεύματι πρὸς ἐκπλήρωσιν τῶν
ὑπ’ Ἐμοῦ ἀποκαλυπτομένων καὶ τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ.
Ἄχρις οὗ ὅμως πάντα ταῦτα γενήσονται, ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ ὡς κλητὸς κλη-
θεὶς καὶ ἂν ἔτι ἄνωθεν, ἂν πρότερον ἐκ γενετῆς πρὸς τοῦτο ἐκλήθη, θέλει
βαδίζει ἀσκόπως καὶ ἀνερματίστως τὴν παροῦσαν περίοδον τῆς ζωῆς
αὑτοῦ καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ θέλουσι προσκόπτει ἐπὶ τῶν ἀναφυομένων
ἐμποδίων καὶ οἱ ἀκολουθοῦντες τοῦτον μετ’ αὐτοῦ ὀλισθαίνουν, ἄχρις οὗ
οὐδὲν ὑπ’ αὐτοῦ γινόμενον μετακαλέσω αὐτὸν πλησίον Μου, ἵνα ἐν νέᾳ πε-
ριόδῳ μετὰ τῶν συνακολούθων αὐτοῦ μὲ πλειοτέρας ἐν τῇ ἀτραπῷ αὐτῶν
δυσκολίας καὶ ἐμπόδια φέρωσιν εἰς πέρας τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα
αὐτῷ, ἵνα διὰ τῶν συνακολούθων αὐτοῦ προαγάγωσι καὶ τελειοποιήσωσι
καὶ τῷ κόσμῳ ἀποκαλύψωσι.
Οὐ μόνον δ’ οὗτος τὴν εὐθύνην αὐτοῦ φέρει καὶ αὐτῆς μετέχει, ἀλλὰ
πάντες οἱ συνακόλουθοι αὐτοῦ, οἱ δυνάμενοι νὰ συντελέσωσι εἰς τὴν ἀνά-
δειξιν αὐτοῦ καὶ ἐν τοῖς ὑλικοῖς προσκεκολλῃμένοι καὶ διαβιοῦντες οὐκ
ἠδυνήθησαν καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτοῦ νὰ συμβάλλωσιν.

321
Οὐ δύναταί τις ἐπαναλαμβάνω καὶ πάλιν ἀπ’ εὐθείας νὰ ὠφθῇ τὸν
Κύριον Ἄρχοντα τοῦ Κόσμου, ἂν ἔτι ἐκ γενετῆς πρὸς τοῦτο ἐκλήθη, ἂν
μὴ πρότερον δὲν τελειοποιηθῇ ψυχικῶς ἀποπνευματούμενος καὶ διὰ τοῦ
Πνεύματος αὐτοῦ ἐπικοινωνήσῃ πνευματικῶς διὰ τῶν ἀποπνευματωθέ-
ντων ψυχικῶν καὶ οὐχὶ σωματικῶν ὀργάνων μετὰ τοῦ ἐν αὐτῷ ἀποκαθι-
σταμένου καὶ ὁλοκληρωτικῶς ἐν αὐτῷ ἐνοικοῦντος Κυρίου.
Ὁ οὕτως δὲ ἐ πικοινωνῶν ἐσ τὶν ὁ πρα γματικὸς ἀπ’ εὐθείας
­ἐ πι­­­­­κοι­ν ωνῶν καὶ εἰσδεχόμενος ἐν αὐτῷ τὸν Κύριον ἐν Ἀληθείᾳ καὶ
Πνεύματι Αὐτὸν προσκυνῶν καὶ οὐχὶ ἐν σωματικοῖς ὀργάνοις Αὐτὸν
προσ­δε­χόμενος.

142. Ἐπὶ μακρὸν χρόνον ἀπεχωρίσθητε ἀλλήλων καὶ Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν.
Πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων, ἑαυτὸν θέσει κάτωθεν τοῦ Πνεύματός Μου,
ἵνα τὸ πνεῦμα αὐτοῦ προσβλέπον Ἐμὲ καὶ διαφωτιζόμενον ὑπ’ Ἐμοῦ,
ἥτοι τοῦ Πνεύματός μου, καταστήσει τὸ πνεῦμα αὐτοῦ φωτεινὸν ὡς τὸ
Ἰδικόν Μου, ὡς ὑπὸ τοῦ Πνεύματός Μου τὸ πνεῦμα αὐτοῦ πληρούμενον
καὶ διαφωτιζόμενον.
Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ καὶ οὐκ ἐγνώκατέ Με. Ἀλλὰ τὶς γι-
νώσκει τὸν ἑαυτοῦ Πατέρα, ἑὰν ὁ Πατὴρ αὐτοῦ μετ’ αὐτοῦ δὲν συνοικεῖ καὶ
ὑπάρχει; Καὶ τὶς ἐγνώρισε τὸν πρεσβύτερον αὐτοῦ ἀδελφόν, ἐὰν ὁ ἀδελ-
φὸς οὕτος εἰς ἄλλην χώραν διαμένων καὶ μακρὰν αὐτοῦ εὑρισκόμενος δὲν
ἐπεκοινώνησε μετ’ αὐτοῦ καὶ δὲν ἐπεσκέφθη αὐτόν, ἵνα ἴδῃ καὶ γνωρίσῃ
αὐτόν; Καὶ τὶς ἐγνώρισε τὸν ἑαυτόν του ἢ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ πνευματικὴν
ὀντότητα, ἐὰν κατὰ βάθος δὲν ἀνέταμε αὐτὴν καὶ δὲν ἀπήλλαξε αὐτὴν τῶν
δεσμῶν τῶν περιβαλλόντων αὐτήν;
Ἐγὼ εἶπον ὑμῖν καὶ ἄλλοτε, εἶμαι ὁ Πατὴρ καὶ Ἀδελφός σας καὶ Ἐγὼ
Εἰμὶ ὁ συνοδὸς καὶ θεράπων τῶν ψυχῶν ὑμῶν. Πατὴρ μὲν ὑμῶν, διότι ἐν
τῷ Πατρὶ ζῶν καὶ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενος καὶ ἐν Αὐτῷ κατοικῶν καὶ ἐν
ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀνθρώπων κατασκηνῶν αὐτὰς ζωοποιῶ καὶ διαφωτίζω,
ἵνα ἑνούμεναι μετ’ Ἐμοῦ γνωρίσωσιν ἐν Ἐμοὶ τὸν Πατέρα, διαφωτιζόμε-
ναι δὲ πλήρως καὶ ὁλοκληρωτικῶς δεχθῶσιν ἐν αὐταῖς τὸν Πατέρα, διότι
τὸ Φῶς τοῦ Πατρὸς εἶναι ὁ Ἄναρχος Ἥλιος καὶ Ἄναρχος Ἥλιος Ἐγὼ Εἰμί,
τοῦ ὁποίου ἑκάστη Ἀκτὶς ζωοποιεῖ καὶ μίαν ψυχὴν καὶ περιβάλλει αὐτὴν
πανταχόθεν, ἄχρις οὗ πληρώσῃ αὐτὴν ἐκ τοῦ Φωτός Μου καὶ γνωρίσῃ τὸ
Φῶς τοῦ Πατρὸς αὐτῆς, ὅπερ Φῶς ἐστὶ τὸ εἰς Ἐμὲ ἀνῆκον Φῶς.
Ἀδελφὸς ὑμῶν Εἰμὶ διότι πάντες ἐκ τοῦ αὐτοῦ Πατρὸς ἐγεννήθητε καὶ
ὡς Ἀδελφὸν ὑμῶν πρεσβύτερον ἐν τῇ πλήρει τοῦ πνεύματος ὑμῶν ἀποκα-
ταστάσει ἐγνώκατέ Με καὶ γνωρίσητέ Με. Ὁ Ἀδελφὸς ὑμῶν ὁ πρεσβύτερος
ἐν τῇ πνευματικῇ ὑμῶν ὑποστάσει, διότι ἐκ τοῦ Πατρὸς ἡμῶν αὕτη ἐκπο-
ρευθεῖσα ὡς Ἀκτὶς ἐξ Ἐμοῦ ἀπεσπάσθη, ἀνήκουσα μὲν τῷ Πατρί, ὡς ἐξ
Αὐτοῦ ἐκπορευθεῖσα, συνδεομένη δὲ μετ’ Ἐμοῦ καὶ ὡς ἀδελφὴ οὖσα Μοι,

322
ἐφ’ ὅσον ἐξ Ἐμοῦ ἀπεσπάσθη καὶ ἐν Ἐμοὶ πρότερον ὡς ἀδελφὴ συνέζη,
ὡς οὖσα ἀπότοκος μὲν τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός Μου, καθ’ αὐτὸ δὲ οὐσία
τῆς Ὑποστάσεώς Μου, ὡς Πνεῦμα μὲν ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευ-
όμενον, ὡς Πνευματικὴ δὲ Ὀντότης τῆς ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευθείσης οὐσίας
καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν ζωοποιουμένη, ἵνα καταστήσῃ αὐτὸ Ἓν μὲ τὴν
οὐσίαν Αὐτῆς καὶ ἵνα δι’ Αὐτοῦ διαγιγνώσκοντες ἐν τῇ ὑπ’ Ἐμοῦ διαφωτίσει
τὸ Πνεῦμα Μου, γνωρίσητε δι’ Αὐτοῦ τὸν Πατέρα.
Οὐδεὶς ἔγνωκε τὸν Πατέρα, ἂν μὴ πρότερον δὲν ἔγνωκὲν Ἐμέ. Ἀλλὰ
πῶς Ἐγώ, ἐνῷ Εἰμὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν, δὲν γινώσκετε τὸν Πατέρα, ἂν μὴ πρότε-
ρον Ἐμὲ γνωρίσητε.
Ἄλλος ἐστὶ ὁ Πατὴρ καὶ ἄλλος Ἐγώ;
Ὁ Πατὴρ καὶ Ἐγὼ ἓν ἐσμέν. Ἀλλὰ πῶς τότε οὐδεὶς γινώσκει τὸν Πα-
τέρα, ἂν μὴ πρότερον Ἐμέ γνωρίσῃ καὶ πῶς Ἐγώ Εἰμί καὶ Πατήρ διαφέρω
τούτου, ἵνα καλῶ ὑμᾶς ἵνα Ἐμὲ γνωρίσητε πρότερον, διὰ νὰ γνωρίσητε δι’
Ἐμοῦ τὸν Πατέρα;
Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Φῶς τὸ ἐν Πατρὶ Αἰώνιον καὶ Ἀναλλοίωτον καὶ ­Ἄσβεστον
μένον, ὃ ὁ Πατὴρ ἐκπορεύει πρὸς πάντα Υἰόν, ὅστις καλεῖται, ἵνα δι’
Αὐτοῦ γνωρίσῃ Αὐτόν.
Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Φῶς τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ Πνεῦμα τὸ
Ἅγιον, τὸ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ἐξ Αὐτοῦ πρὸς τὸν κόσμον φερόμενον, ἵνα τὸν
κόσμον σύμπαντα διαφωτίσῃ καὶ ἵνα τὰς ψυχὰς διαλάμψῃ, ἵνα γνωρίσω-
σι τὸ ἐν αὐταῖς κατοικοῦν Πνευματικὸν Φῶς, ὅπερ Φῶς Μου ἐστὶ καὶ ὅπερ
Φῶς εἰς τὸν Πατέρα ἀνήκει, ὡς Φῶς Αὐτοῦ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενον.
Ἀλλὰ πῶς, ἐνῷ Εἰμὶ τὸ Φῶς τὸ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευ-
όμενον, Εἰμὶ καὶ ὁ ἀδελφὸς ὑμῶν;
Φῶς Εἰμὶ τὸ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον πρὸς τὰς
ψυχὰς ὑμῶν, ἃς φωτίζει, καὶ ζωοποιεῖ, ἵνα διὰ τοῦ Φωτός Μου τὸ Φῶς
τοῦ Πνεύματος ὑμῶν ἐξ Ἐμοῦ πληρούμενον καὶ Ἓν μετὰ τῆς Οὐσίας
τοῦ Φωτός Μου γινόμενον μετουσιωθῆτε πνευματικῶς ἐν Ἐμοὶ καὶ ἐν
μετ’ Ἐμοῦ γενόμενοι γνωρίσητε δι’ Ἐμοῦ καὶ διὰ τοῦ Φωτός Μου, τὸ φῶς
ὑμῶν γενομένου, τὸν Πατέρα.
Ἄρα πρεσβύτερος ὑμῶν Ἀδελφὸς Εἰμὶ καὶ καλοῦμαι, ἐφ’ ὅσον ἐκ τῆς οὐ-
σίας τοῦ αὐτοῦ Πατρὸς τὸ Πνεῦμα ὑμῶν ἐγένετο καὶ ἀφοῦ πρότερον Ἐγὼ ἐν
τῷ Πνευματικῷ Κόσμῳ ἐκ τῆς οὐσίας Αὐτοῦ ἐξεπορεύθην, ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ,
τῷ ἀποτελοῦντι ἀντανάκλασιν τοῦ Πνευματικοῦ, ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν ἐκπο-
ρεύομαι, ἵνα πληρώσω τοῦτο ἐξ ὁλοκλήρου ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Φωτός Μου
καὶ δι’ Αὐτοῦ γνωρίσητε τὸν ἐκπορεύσαντά Με Πατέρα, Ὅστις Ἐγὼ Εἰμὶ καὶ
συγχρόνως ἀποκατασταθῆτε ἐν Ἐμοὶ ὡς νεώτεροι ἀδελφοί, ἀφοῦ Ἐγὼ μὲν
ἐν τῷ Πνευματικῷ Κόσμῳ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύομαι καὶ τὸν Ὑλικὸν Κόσμον
περιβάλλω καὶ διαφωτίζω, σεῖς δὲ ἐν τῷ ὑλικῷ ζῶντες καὶ ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ
ἐκπηγάσαντες πρὸς αὐτὸν καὶ πάλιν φέρεσθε, ἵνα ἐν αὐτῷ διὰ τοῦ ἐκ τοῦ Πα-
τρὸς ἐκπορευομένου Φωτός Μου τελείως ἐν Ἐμοὶ καὶ Αὐτῷ ἀποκατασταθῆτε.
Ἐγὼ Εἰμὶ τὸ Πρότυπον, ὑμεῖς δὲ τὰ ἀντίγραφα.

323
Ἡ Εἰκὼν τῆς Πνευματικότητός Μου ἐν τῷ Πατρὶ οὖσα πρὸ πάντων τῶν
αἰώνων ἰδία Αὐτοῦ Πνευματικότης ἦτο καὶ ἦν ὡς Ἀναλλοίωτος καὶ Ἄφθαρ-
τος καὶ Ἀμετάβλητος, ὡς Οὗτος, οὖσα, ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ ἐξεπορεύθη καὶ
τὸ Πνεῦμα τῶν ψυχῶν ἐν αὐταῖς ἀπεκατέστησε. Τὸ πνεῦμα ὅμως τοῦτο
ὑπὸ τοῦ ὑλικοῦ περιβληθέν, τὴν Πνευματικότητα τῆς ἐν τῷ Πατρὶ Εἰκόνος
τῆς Πνευματικότητός Μου ἐμείωσε, ὅπως τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἡλίου μειώνουν
τὰ ὑλικὰ ἀδιαφανῆ ἐμπόδια. Ἵνα δὲ τοῦτο ἄρῃ τὰ ἐμπόδια ταῦτα, ἀνάγκη
ὅπως ὑψωθῇ μέχρις Ἐμοῦ καὶ λάβῃ τὸ Φῶς Μου, ὅπερ νὰ μεταδώσῃ
ἐν αὐτοῖς τὴν πλήρη Εἰκόνα τῆς Πνευματικότητός Μου, τὴν ἐν τῷ Πα-
τρί Μου οὖσαν πρὸ πάντων τῶν αἰώνων καὶ οὖσα Εἰκὼν τοῦ ἰδίου Πα-
τρός Μου καὶ Εἰκὼν Ἰδική Μου, ὡς ΕΝ μετὰ τοῦ Πατρός Μου καὶ ἡ εἰκὼν
ὑμῶν ὡς ἡ εἰκὼν τοῦ Πνεύματος ὑμῶν οὖσα ἀντίγραφον τῆς Εἰκόνος τοῦ
Πνεύματός Μου, ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ, εἶναι Ἓν καὶ τὸ αὐτὸ μετ’ Ἐμοῦ, ἐφ’
ὅσον ἐξ αὐτοῦ διεμορφώθη καὶ ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ ἀπεκατεστάθη, ἵνα δι’
αὐτοῦ πλήρως διαφωτιζόμενον καὶ τῶν ὑλικῶν δεσμῶν τελείως ἀποκαθαι-
ρόμενον ἐ­ πιστρέψῃ ἐν Ἐμοὶ ὡς Ἀληθὴς Εἰκών Μου καὶ ὡς Εἰκὼν τῆς ἰδίας
Ὑποστάσεως καὶ Εἰκόνος τοῦ Πατρός Μου, διότι ΕΝ μετ’ Αὐτοῦ ἐσμέν.
Ἰδοῦ, λοιπόν, ὅτι Ἐγὼ Εἰμὶ καὶ Πατὴρ ὑμῶν, ὡς ἐν τῷ ἰδίῳ Πα-
τρὶ ἀνήκων καὶ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενος καὶ ὡς Πρεσβύτερος ὑμῶν
Ἀδελφός, διότι ἐξ Αὐτοῦ τὸ πρῶτον Ἐγὼ ὡς Πρότυπον τοῦ ἰδίου ὑμῶν
πνεύματος ἐξ Αὐτοῦ ἐξεπορεύθην, ἵνα τοῦτο μεθ’ ὑμῶν ἔχοντες καὶ ἐν τῷ
­π νεύματι ὑμῶν ἐγκλείοντες τὴν δὲ Εἰκόνα Αὐτοῦ Ἀναλλοίωτον ἔσοντες,
τὴν εἰκόνα τῆς ἰδίας ὑμῶν ψυχῆς ὡς Αὐτὴ πανομοιοτύπως μεταβάλλητε,
ἵνα ἡ εἰκὼν τοῦ πνεύματός σας μετὰ τῆς εἰκόνος τῆς ψυχῆς ὑμῶν ἓν ἀπο-
καθισταμένη ἐν Ἐμοί καὶ Ἓν μετ’ Ἐμοῦ ἀποτελοῦσα μεταδώσῃ ἐν ὑμῖν
τὴν πλήρη Εἰκόνα τῆς Ὑποστάσεώς Μου, ἥτις Εἰκὼν τῆς Ὑποστάσεως καὶ
τοῦ Πατρὸς ὑμῶν ἐστίν, ἐφ’ ὅσον Ἐγὼ Εἰμὶ ἡ Πνευματικὴ Αὐτοῦ ἐν τῷ
­Προσώπῳ Αὐτοῦ ­ἐκπροσώπησις.
Οὐδεὶς ὅμως ἔγνωκε τὸν Πατέρα, ἂν μὴ πρότερον ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλήθη
καὶ οὐδεὶς ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλήθη, ἂν μὴ ἡ πνευματικὴ αὐτοῦ ὑπόστασις δὲν
ἀπηλλάγη πρότερον τῶν ὑλικῶν περιβλημάτων της.
Καὶ ὑμεῖς οἱ ὑπ’ Ἐμοῦ καλούμενοι, ἀπαλλαγέντες κατὰ μέγα μέρος τῶν
ὑλικῶν περιβλημάτων τῆς πνευματικῆς ὑποστάσεώς σας, ἐξυψωθῆτε ἔτι
μᾶλλον, ἵνα διαγιγνώσκοντές Με ἐν τῷ ἰδίῳ ὑμῶν πνεύματι ἐξυπηρετήσητε
εἷς ἕκαστος τὸν σκοπόν, δι’ ὃν ἐκάλεσα ὑμᾶς, ἵνα Ἐμὲ γνωρίσητε καὶ δι’
Ἐμοῦ τὸν Πατέρα ἡμῶν καὶ ἵνα διὰ τῆς ἐπιγνώσεως ὑμῶν ταύτης γνωρί-
σητε καὶ τὸ Πνεῦμα ὑμῶν τὸ εἰς τὸν Πατέρα καὶ Ἐμὲ ἀνῆκον.

143. Ἐγὼ πάντοτε μεθ’ ὑμῶν Εἰμί.


Ἂν ὑμεῖς ἀπαρνησάμενοί Με ἀπεμακρύνθητε ἀπ’ Ἐμοῦ, ἂν ὑμεῖς ἐκ
τῶν βιωτικῶν μεριμνῶν περισπώμενοι οὐδόλως πρός Με προσέρχεσθε, ὡς
ἄλλοτε, ἵνα τῶν λόγων Μου ἀκούσητε καὶ τῆς Διδασκαλίας Μου τὰ Ρήματα

324
ἐνωτισθῆτε καὶ ἀκολουθήσητε, Ἐγὼ οὐκ ἀπηρνήθην ὑμᾶς, ἀλλ’ οὔτε ἐκ τῶν
τάξεων τῶν πρός Με κειμένων ἀπέβαλον καὶ ἀπεμάκρυνον, ἀλλὰ πάντοτε
Εὐήκοος προσδοκῶ τὴν ταχεῖαν ὑμῶν ἀνάνηψιν καὶ μετάνοιαν. Οὐδόλως
ὅμως ἀφ’ ὑμῶν ἀπομακρυνθείς, ἀλλὰ πλησίον ὑμῶν ἀεὶ ὢν ἐν Ἐμοὶ ἀνα-
μενῶ ὅπως προσέλθητε καὶ πάλιν.
Ἀπεμακρύνθητε Ἐμοῦ πρὸ πολλοῦ καὶ ὁ μεταξὺ ὑμῶν δεσμός, χωρὶς νὰ
διακοπῇ, ἐχαλαρώθη οὕτως, ὥστε, ἐνῷ πλησίον ὑμῶν Εἰμί, ὑμεῖς ὡς ἐν προ-
οπτικῇ τῆς ὁράσεως ὑμῶν χαλαρώσει νὰ Μὲ βλέπητε ἀπομεμακρυσμένον.
Διὰ νὰ ἐπαναληφθῇ δὲ καὶ πάλιν ὁ μεταξὺ ὑμῶν δεσμὸς καὶ διὰ νὰ
συνδεθῆτε μετ’ Ἐμοῦ, ὡς καὶ πρότερον, ἀνάγκη νὰ συνδέσητε τοὺς μεταξὺ
ὑμῶν δεσμοὺς ὡς ἄλλοτε καὶ συγχρόνως νὰ ἐπανασυνδέσητε αὐτοὺς καὶ
μετ’ Ἐμοῦ.
Τοῦτο ὅμως τουλάχιστον ἐπὶ τοῦ παρόντος μοῦ φαίνεται δύσκολον, ἂν
ὄχι ἀκατόρθωτον, διότι χαρακτηρίζει ὑμᾶς, ὡς πάντοτε, ἡ ἔλλειψις δεδοκι­
μασμένης θελήσεως καὶ προσπαθείας, ἀπαραιτήτων στοιχείων διὰ τὴν
πραγματικὴν ὑμῶν πρόοδον καὶ ἀνέλιξιν καὶ ἐὰν ἐπὶ στιγμὴν ὑποσχεθῆτε
εἰς ἑαυτοὺς καὶ εἰς Ἐμέ, ὅτι θὰ ἀφήσητε κατὰ μέρος τὴν ἔλλειψιν ταύτην
καὶ ὅτι θὰ ἀκολουθήσητε πιστῶς τὰς πρὸς ὑμᾶς παραινέσεις Μου, δὲν θὰ
παρέλθῃ ἐλάχιστος χρόνος καὶ θὰ ἐπανέλθητε εἰς τὰ ἴδια.
Εἰς ὑμᾶς παρατηρεῖται τὸ ἑξῆς. Ἐνῷ λέγετε, ὅτι πιστεύετε καὶ φαίνε-
σθε, ὅτι πιστεύετε, δὲν πιστεύετε. Καὶ ἐνῷ ὑπόσχεσθε, ὅτι θὰ ἐγκαταλεί-
ψητε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον καὶ θὰ καταστῇτε Νέοι, διὰ τῆς πρὸς Ἐμὲ καὶ
τὸ Ἔργον Μου ἀφοσιώσεώς σας, ἐν τούτοις ἡ ὑπόσχεσίς σας αὕτη δὲν διαρ-
κεῖ τουλάχιστον ἔστω κατ’ ἐλάχιστον χρόνον.
Αἱ διάφοροι βιωτικαὶ ἀνάγκαι, αἱ ὑλικαὶ ἐπιδόσεις, οἱ ποικίλοι περι-
σπασμοὶ καὶ προσηλώσεις ὑμῶν εἰς διάφορα μικροζητήματα, σχετιζόμε-
να μὲ τὸν καθημερινὸν ὑμῶν βίον, σᾶς ἔχουν ἀπορροφήση καὶ σᾶς ἔχουν
κατὰ τοσοῦτον προσηλωμένους πρὸς αὐτά, οὕτως ὥστε νὰ σᾶς δίδηται ἡ
δέουσα ἐσωτερικὴ ἀνάνηψις καὶ ὁ ἀνάλογος ἀπαραίτητος ζῆλος, ὥστε νὰ
πραγματοποιήσητε ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἔδει νὰ ἦτο ὁ πραγματικὸς σκοπὸς
τῆς ζωῆς ὑμῶν, ὁ μόνος ἐνδεδειγμένος αὐτῆς δρόμος, ὅστις θὰ ἠδύνατο νὰ
σᾶς παράσχῃ τὴν πραγματικὴν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ χαρὰν καὶ εὐτυχίαν καὶ
συγχρόνως νὰ σᾶς ἀναδείξῃ πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς οὕτως ὥστε τὸ τα-
χύτερον νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Δυστυχῶς ὅμως αἱ ἠμέραι παρέρχονται ἀνεπιστρεπτεὶ καὶ συσσω-
ρεύονται διὰ τῶν παρερχομένων ἑβδομάδων καὶ μηνῶν καὶ σχηματίζονται
καὶ διέρχονται τὰ ἔτη, χωρὶς οὔτε ἓν βῆμα νὰ παρατηρῆται εἰς τὴν πνευμα-
τικὴν καὶ ψυχικὴν ὑμῶν ἀνέλιξιν καὶ τελειοποίησιν. Καὶ οὕτω θὰ ἐγγείσῃ τὸ
τέλος τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ θὰ ἐξακολουθῆτε νὰ προπαρασκευάζεσθε, διὰ νὰ
κάμητε τὸ μηδέποτε γινόμενον.
Οὐδόλως ὅθεν ἔγνωτέ Με. Οὐδόλως κατενοήσατέ Με, οὐδόλως
ἠκούσατέ Με καὶ οὐδόλως πρός Με ἐπαρκῶς προσῆλθατε.
Ἐὰν μὲ ἐγνωρίζατε, ἐὰν μὲ κατανοούσατε, τότε καὶ θὰ μὲ ἠκούατε καὶ

325
πρός με θὰ προσεκολλᾶσθε προσερχόμενοι ἐν πλήρει ἐπιγνώσει τῆς πρὸς
ἑαυτοὺς καὶ Ἐμὲ ὑποσχέσεων καὶ καθηκόντων σας. Ὑμεῖς ὅμως οὐδὲν ἐκ
τούτων ἐποιήσατε ὡς ἑαυτοὺς καὶ μόνον ἀγαπήσαντες καὶ Ἐμὲ καὶ τοὺς
περὶ Ἐμὲ καὶ τοὺς πρὸς Ἐμὲ τελείως ἀγνοήσαντες.
Ὁσάκις δὲ εἴτε ἐκ φυσικῆς ὁδοῦ, εἴτε ἐκ δοκιμασιῶν, εἴτε ἐξ ἄλλων
αἰτίων δοκιμάζεσθε καὶ ὑποφέρετε, πάσχοντες ἐνθυμεῖσθε, ὅτι ἴσως αἰτία
τούτων νὰ εἶναι ἡ ἐξ Ἐμοῦ προερχομένη πρὸς ἀνάνηψιν δοκιμασία ὑμῶν
καὶ τότε ἐνθυμεῖσθε, ὅτι δι’ ὑμᾶς ὑπάρχει ὁ ἀγνοηθεὶς Διδάσκαλος ὑμῶν
καὶ λέγετε εἰς ἑαυτούς. Δὲν καλοῦμεν καὶ τὸν Διδάσκαλον ὑμῶν, ἵνα μᾶς
ὁμιλήσῃ καὶ ὅπως μᾶς βοηθήσῃ νὰ ἐπανακτήσωμεν τὴν ὑγείαν μας, ἢ νὰ
συντελέσῃ εἰς τὴν διόρθωσιν τῶν κακῶς κειμένων καὶ πάσης μας ἐργασίας
ἢ σκοτεινῆς ἀνωμαλίας;
Καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ Διδάσκαλος ὑμῶν, Ὅστις πάντοτε εὑρί-
σκεται μεταξὺ ὑμῶν, καλεῖται, ὅπως σᾶς διαφωτίσῃ καὶ σᾶς ἐνισχύσῃ διὰ
νὰ Τὸν λησμονήσητε ἀμέσως τὴν ἐπαύριον τῆς καλυτερεύσεως ὑμῶν.
Ὁ Διδάσκαλος ὑμῶν ἐκάλεσεν ὑμᾶς, ὅπως διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμε-
ων καὶ διὰ τῆς πρὸς ὑμᾶς παρ’ Αὐτοῦ παρεχομένης Χάριτος καὶ βοηθείας
ἐνδυναμούμενοι ἀνεύρητε διὰ τῆς ὁλοὲν προσγινομένης ὑμῖν ἀνελίξεως
καὶ τελειοποιήσεως τὴν ἀληθῆ ὁδὸν τῆς κατευθύνσεώς σας ἐπὶ τῆς μόνης
ἀτραποῦ, ἥτις ἤθελε τὸ ταχύτερον ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς τὸ τέρμα τοῦ προο-
ρισμοῦ ὑμῶν, τὸ ὁποῖον θὰ συνεπήγετο καὶ τὴν ἀνάδειξιν καὶ πραγματο-
ποίησιν τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς ἔργου Μου, ὅπερ θὰ συνεπῆγε τὴν ἐν
τῷ κόσμῳ κοσμοσωτήριον συνεπαγωγὴν τῶν πάντων ἐν τῇ κλιμακοειδῆ
ἀνελίξει πρὸς τὰ ἄνω ἐν Ἐμοί.
Ἀντὶ πάντων τούτων ὑμεῖς οὐδὲν ἐποιήσατε καὶ εἰς οὐδὲν ἐπροθυμο-
ποιήθητε ποτὲ νὰ φθάσητε. Τότε δὲ μόνον ἠκολουθεῖτό τι, ὁπόταν ὁ ἐγω-
ϊσμὸς ὑμῶν ἱκανοποιεῖτο ἢ ὁσάκις ἐκ τοῦ τρόπου τῆς γενομένης εἰς ὑμᾶς
δοκιμαστικῆς ἀντιρρόπου ἐπενεργείας ἐπιστεύατε, ὅτι θὰ καρπωθῆτε
ἀνάλογα πνευματικὰ ἢ ὑλικὰ ὀφέλη. Ὁ σκοπὸς ὅμως τῆς μεθ’ ὑμῶν ἐπικοι-
νωνίας δὲν εἶναι οὔτε θὰ εἶναι ἡ ἱκανοποίησις ἔστω καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον τῆς
ἐγωπαθοῦς ὑμῶν φιλαυτίας.
Ὁ θέλων ἀκολουθῆσαί Με, ὁ γνούς Με καὶ ὁ ὁρῶν Με, πρῶτον συ-
ντριβήσεται καὶ καταρριφθήσεται, ἵνα διὰ τῶν συντριμμάτων αὐτοῦ
κατασυντριβῇ καὶ ὁ ἐλάχιστος αὐτοῦ ἐγωϊσμὸς καὶ ἵνα τὰ συντρίμματα
αὐτοῦ χρησιμεύσωσιν ὡς ὑλικὸν τῆς ἀνεγέρσεως ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ τοῦ
Πνευματικοῦ Μου Ναοῦ, τοῦ ἐν ἑκάστῳ τελειωθέντι ὄντι ἀνεγειρομένου
καὶ ὑπ’ Ἐμοῦ ἐπιστεγαζομένου.
Μεθ’ ὑμῶν Εἰμὶ πάντοτε καὶ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς ὑμῶν ἀναμενῶ
ὑμᾶς. Τὰς ἐλπίδας ὑμῶν πρός Με ἔχοντες οὐδενὸς φοβηθήσεσθε καὶ τῶν
πάντων κατισχύσητε.

326
144. Ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον ἐγκατέλειψάς Με καὶ ἀπεμακρύνθης ἀπ’
Ἐμοῦ, ἀλλ’ Ἐγὼ οὐκ ἐγκατέλειψά σε. Μετὰ σοῦ πάντοτέ Εἰμι καὶ ἀρρή-
κτως συνδέομαι διὰ τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν δεσμῶν, τῶν ἀοράτων καὶ
ἀκατανοήτων δι’ ἐσέ, ἀλλὰ πρὸ πολλοῦ καὶ ἐσαεὶ ὑφισταμένων, οὓς οὐδεὶς
πώποτε διαρρήξῃ, ἄχρις οὗ τὸ εἰς ἐσὲ ἀνατεθὲν ἔργον Μου συντελεσθῇ.
Ἐν σοὶ μὲν κἀγὼ πάντοτε καὶ ἐσαεὶ ὑπάρχω καὶ ζῶ, ἀλλ’ ἐν Ἐμοὶ οὐκέτι
σὺ ἀπεκατέστης, ἵνα τὴν Ἐμὴν Δύναμιν ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ ἰσχύϊ προσλάβῃς
ἐν σοί, ἀτομικὴν δύναμίν σου καὶ τὴν Δόξαν τὴν περιβάλλουσάν Με ὠφθῇς
καὶ αὐτὴν εἰς δόξαν σου μεταβάλῃς ἐν σοὶ καὶ τῷ Πνεύματί σου καὶ διὰ τῆς
εἰσδεχομένης ταύτης Δόξης Μου τοὺς μετὰ σοῦ δοξάσῃς καὶ οὗτοι τοὺς
μετ’ αὐτῶν καὶ τὸν ὑπόλοιπον ἐν τοῖς περάτοις Κόσμον δοξάσωσι.
Ἐν Ἐμοὶ ἔζησας καὶ πρὸς Ἐμὲ προσελεύσῃς. Ἀλλ’ ἵνα τοῦτο γένηται
ἅπασαν τὴν ζωὴν καὶ τὴν διανόησίν σου ἐν τῷ συνόλῳ τῶν ψυχικῶν καὶ
πνευματικῶν σου δυνάμεων ἐν Ἐμοὶ ἀφιερώνων καὶ Ἐμὲ ὁδηγὸν ἐσαεὶ ἐν
ἑκάστῳ σου βήματι ἔχων καὶ οὐδὲν ἄλλο μέλημα ἔχων πλὴν τὴν τοῦ Ἔρ-
γου Μου ἀνάδειξιν καὶ ἐν τῷ κόσμῳ ἐξάπλωσιν, διὰ τῆς ὁλοκληρωτικῆς
αὐτοῦ ἀποκαλύψεως, τὴν ἣν θέσιν ἐν Ἐμοὶ ποτὲ εἶχες καθέξει καὶ ταύτην
πρὸς τοὺς παρὰ σοῦ ἐκλεγέντας καὶ Ἐμὲ ἐγκολπωθέντας, Μαθητάς μου,
παραδώσῃς, ἵνα καὶ οὗτοι μετὰ σοῦ ἐν τῇ Βασιλείᾳ Μου εἰσερχόμενοι, τὴν
Δόξαν Μου ἅπαντες περιβεβληκότες καὶ ἰδίους ὄμμασι ὀψόμενοι ταύτην,
τοῖς περὶ ὑμῶν καὶ τοῖς ἄλλοις μεταδώσητε, ἄχρις οὗ σύμπας ὁ Κόσμος
ἰδίοις ὄμμασι καὶ οὗτος ὠφθῇ καὶ κατανοήσῃ τὴν ἣν δόξαν πρὸς ὑμᾶς καὶ
αὐτὸν προώρισα.
Πῶς ὅμως τοῦτο γενήσεται ἐφ’ ὅσον ἤδη τῶν ὑλικῶν καὶ μόνον με-
ριμνῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀναγκῶν σου ὑπηρέτης ἀποκλειστικὸς γενόμενος
χάριν τοῦ ἐπιουσίου ἄρτου, τὸ πλεῖστον τοῦ χρόνου κατατριβόμενος οὐ-
δόλως πρὸς τὰ πνευματικὰ ἀσχολεῖσαι, ἀλλ’ ἁπάσας τὰς σκέψεις σου πρὸς
τὸν ὑλικὸν τοῦτο μέρος σου ἐπίστασαι καὶ ἀφιεροῖς; Οὐ δύναταί τις δυσὶν
κυρίοις δουλεύειν, ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσῃ, τὸν δ’ ἕτερον ἀγαπήσῃ, ὡμίλη-
σε ποτὲ ὁ τοῦ Ἀγαθοῦ Διδάσκαλος.
Οὐδεὶς δύναται ἐν δυσὶν ἔργοις δουλεύειν μετὰ τοῦ αὐτοῦ ζήλου καὶ
ἀφοσιώσεως.
Οὐδεὶς δύναται δύο ἀντιθέτους ὁδοὺς ἀκολουθῶν νὰ φθάσῃ εἰς τὸ
τέρμα τοῦ ἐπιδιωκομένου ὑπ’ αὐτοῦ σκοποῦ, ὡς μὲν εἰς τὸν ἕνα εἰσχωρῶν,
ἀπὸ τὸν ἄλλον ἐκφεύγει, καὶ ὅσον πρὸς τὸ τέρμα τοῦ ἑνὸς καταφθάνει
κατὰ τοσοῦτον ἀπὸ τοῦ ἄλλου ἀπομακρύνεται.
Οὐδεὶς δύναται ἐν ἡμέρᾳ διαφωτιζομένης ὑπὸ τοῦ ἡλίου καὶ ὑγιεῖς
ὀφθαλμοὺς ἔχων νὰ μὴ βλέπῃ τὰ πρὸ αὐτοῦ ἀντικείμενα, καὶ οὐδεὶς ἐν
ὥρᾳ μεσονυκτίου ὅσον ὑγιεῖς καὶ ἂν ἔχῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς δύναται νὰ φω-
τισθῇ ὑπὸ τοῦ πρὸ πολλοῦ δύσαντος ἡλίου. Αἱ περιβάλλουσαι αὐτὸν σκιαὶ
τοῦ σκότους δὲν θὰ ἐπιτρέπωσιν αὐτῷ νὰ διακρίνῃ τὴν ὑπ’ αὐτοῦ διανυο-
μένην ὁδὸν καὶ ἀσκόπως θὰ φέρηται ἐκεῖ ὅπου μόνον ἡ τυφλή τύχη καὶ τὸ
ἄβουλον πεπρωμένον ἠδύνατο νὰ τὸν ὁδηγήσῃ. Ἀλλὰ πόσον θὰ ἦτο δυ-

327
στυχὴς ἐκεῖνος, ὅστις ζῶν ἐν διηνεκῇ σκότει δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ ὠφθῇ τὴν
προσεγγίζουσαν ἀνατολὴν τοῦ ἡλίου. Ἀλλὰ καὶ πῶς δύναται νὰ ἐκληφθῇ
ἐκεῖνος ὅστις ζῶν ἐν ἀπλέτῳ φωτὶ καὶ ἡ ὁδὸς αὐτοῦ φωτιζομένη ὑπὸ με-
σουρανοῦντος ἡλίου, κλείει τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ καὶ βαδίζει ἐν σκότει;
Οὐδεὶς δύναται νὰ ἀρνηθῇ τὴν Ἀλήθειαν, ὅταν αὕτη δι’ ἔργων κατα-
φαίνηται, ὡς οὐδεὶς δύναται νὰ ἀρνηθῇ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας πρὸ μεσουρα-
νοῦντος καὶ ἀκαλύπτου ἡλίου καὶ νὰ μεταβάλῃ τοῦτο εἰς σκότος.
Ἐν Ἐμοί ἐστι τὸ Φῶς τοῦ Ἡλίου, ὁ δὲ ἐπικαλούμενός Με, ἐν Φωτὶ
διαμένει καὶ ὅπου Φῶς ὑπάγει. Ἂν δὲ ἐν σοὶ τὸ Φῶς Μου κατασκηνοῖ τί
τούτου πλεῖον ἐπιθυμεῖς, ἵνα δι’ αὐτοῦ καθοδηγηθῇς καὶ βαδίσῃς; Οὐκ
ὁρᾶς Με καὶ ὅμως ἐν σοὶ ζῶ. Τί πλέον τούτου ζητεῖς; Ἐγὼ ἐν σοὶ κατασκη-
νῶ, ἀλλὰ σὺ τὰς πύλας τῆς κατασκηνώσεώς Μου κλείεις ἵνα μὴ δεχθῇς τὴν
ἐν σοὶ ἔκδηλον φανέρωσίν Μου. Ἐν σοὶ ζῶ ὡς ἱκέτης, ἐνδυναμώθητι ἐν τῇ
ἱκεσίᾳ Μου, ἵνα ἡ περιβάλλουσά σε Δύναμίς Μου, σοὶ ἀποκαλύψῃ τὸν ἐν σοὶ
ἐγειρόμενον Θρόνον Μου, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ καθεσθῇς ὡς ἐν τῷ Οἴκῳ Μου
Θρόνῳ.
Μὴ ζητεῖς τὴν Ἀλήθειαν ἐν ταῖς μελέταις τῶν ἄλλων. Ἕκαστος βλέ-
πει καὶ κρίνει ἀναλόγως τοῦ περιβάλλοντός του καὶ τοῦ κύκλου ἐν ᾧ ζῇ. Ἡ
Ἀλήθεια ἡ ἐν ταῖς μελέταις τῶν ἄλλων ἐν Ἐμοὶ εὕρηται, ὡς αὕτη οὖσα πο-
σότης ἐκ τῆς Πηγῆς Μου ἐκπηγάσασα, μέρος αὐτῆς ἀποτελεῖ. Ἡ Ἐμὴ ὅμως
Ἀλήθεια οὐκ ἐκ τῶν μελετῶν τῶν ἄλλων πηγάζει, ὡς ἀπότοκοι αὐτῆς μέρος
αὐτῆς ἔχουσαι.
Ἄνελθε μέχρις Ἐμοῦ, ἵνα ἐκ τῆς Πηγῆς Μου τὴν Ἀλήθειαν ἀντλήσῃς.
Μὴ ζητήσῃς αὐτὴν διὰ τῶν παραποτάμων, οἵτινες ἐξ Ἐμοῦ ἐξεπήγασαν,
ἀλλ’ ἄνελθε εἰς τὴν Πηγήν Μου καὶ ἄντλησον τὸ ὕδωρ τῆς Ζωῆς. Τὸ ὕδωρ
τοῦτο ἐστὶ τὸ Νέον Βάπτισμα, ὃ δίδω σοί, ἵνα δι’ αὐτοῦ βαπτίσῃς τοὺς
ἄλλους. Πίε ἐξ αὐτοῦ, ἵνα διὰ σοῦ πίωσι καὶ ἄλλοι. Βάπτισον ἑαυτὸν ἐν
τοῖς Ζωοδότοις Νάμασί Του, ἵνα ἀποκαθαιρόμενος τελείως ἐξαγνισθῇς καὶ
εἰσδεχθῇς τὴν ἐξ αὐτοῦ ἐκπηγάζουσαν Θείαν Δύναμιν, ἥν μεταλαμπαδεύων
καὶ τοῖς ἄλλοις δι’ ὁμοίου ἐν αὐτῷ βαπτίσματι ἀποτελέσητε τὸ ἀληθὲς ἐν
Γῇ ποίμνιόν Μου, Ἐμὲ ὡς Ὁδηγὸν καὶ Ποιμένα ἔχοντες.
Ἡ Πηγή Μου εἰς ἣν σὲ καλῶ νὰ ἔλθῃς μετὰ τῶν ἄλλων δὲν εἶναι πηγὴ
κοινοῦ ὕδατος, ἀλλὰ τῆς Αἰωνίου καὶ Ἀδιαφθὸρου Ζωῆς καὶ τὸ ἐν αὐτῷ
βάπτισμά Μου τὸ βάπτισμα τοῦ Πνευματικοῦ Ὄντος, ἐν τῇ Πνευματικῇ
Κολυμβήθρᾳ τῆς Θείας Ζωῆς καὶ Μετουσιώσεως.
Οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου ἐβάπτιζον ἐν ὕδατι, οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰησοῦ
ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ δι’ ὕδατος. Ἐγὼ δὲ καλῶ ὑμᾶς ἵνα βαπτίσω ὑμᾶς ἐν τῇ
Πνευματικῇ Κολυμβήθρᾳ Μου.
Ἐν τῷ ὕδατι τοῦ Ἰωάννου οἱ βαπτισθέντες ἐδικαιώθησαν, ἐν τῷ Ὀνόμα-
τι τοῦ Ἰησοῦ οἱ βαπτισθέντες διεσώθησαν, ἐν τῷ ὑπ’ Ἐμοῦ βαπτίσματι οἱ
βαπτιζόμενοι ἀποκαθίστανται καὶ ἐπιβασιλεύσωσιν ἐν τῷ Οἴκῳ Μου. Ἐν
Ἐμοί ἐστιν ἡ Ζωὴ τῆς Πηγῆς, ἐν αὐτῷ δὲ τὰ Νάματα τῆς Θείας Ζωῆς καὶ
Μετουσιώσεως.

328
Οἱ ἐν αὐτῇ βαπτισθέντες καὶ ὑπὸ τοῦ Ὕδατος Αὐτῆς ποτισθέντες με-
τουσιούμενοι ἐν τῷ Πνεύματί των - Ἔνθεοι καθιστάμενοι τὴν ἐν Ἐμοὶ
Ἀλήθειαν ἐξ Ἐμοῦ πηγαίως ἀντλοῦσιν καὶ ἐν Ἐμοὶ ζῶντες ἐν τῷ κόσμῳ,
ὡς δι’ αὐτῶν Ἐγὼ ἐν τῷ κόσμῳ τὴν Δόξαν Μου ἐν τῷ κόσμῳ δι’ αὐτῶν
φέρω, ὡς πάλιν οὗτοι τὴν τῷ κόσμῳ των Δόξαν Μου καὶ ἑαυτῶν δόξαν
πρὸς τὸν Κόσμον Μου φέρωσι, ἵνα καὶ ἐν αὐτῷ, ὡς ἐν τῷ κόσμῳ των, μετ’
Ἐμοῦ δοξασθῶσι, καὶ τὴν ἐν αὐτῷ Δόξαν Μου ὡς Ἐγὼ περιβληθῶσιν.

145. Παρ’ ἡμῖν οὐκ ἐστὶν ἐνιαυτὸς οὐδὲν χρόνος.


Χρόνος παρ’ ἡμῖν ἐστὶν ἡ ἄναρχος διέλευσις τῶν αἰώνων καὶ τῶν κό-
σμων, ἡ γέννησις καὶ διέλευσις διὰ μέσου τῆς χρονικῆς περιόδου τῆς ἐξελί-
ξεώς των.
Ἐνιαυτὸς παρ’ ἠμῖν εἶναι ἡ ἐπὶ τῆς ἀνθρωπότητος διαρκὴς πνευματικὴ
τελειοποίησις τοῦ ὄντος ἀπὸ τῆς πρωταρχικῆς αὐτοῦ ἐμφανίσεως ἐπὶ τῆς
γῆς ὡς μονοκυττάρου, μέχρι τῆς τελειοτάτης αὐτοῦ ἀνελίξεως εἰς Ὑπέρτα-
τον πνευματικὸν ὄν, δυνάμενον νὰ ὑποκαταστήσῃ ἐν τῷ κύκλῳ αὐτοῦ τὴν
Ὑπερτάτην ἡμῶν Πνευματικὴν δύναμιν, ὡς ἐντολοδόχος τῶν ἀνατεθέντων
αὐτῷ παρ’ ἡμῶν ἔργων.
Ἐνιαυτὸς ὅθεν διὰ τὴν πνευματικὴν ἡμῶν ὀντότητα εἶναι ὁ σταθ-
μὸς τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς μέχρι τῆς τελείας αὐτῆς ἀποκαταστάσεως. Οἱ
ἔχοντες μετ’ αὐτῶν τὸν Διδάσκαλον, οἱ δυνάμενοι δι’ Αὐτοῦ νὰ ὁρῶσι καὶ
ἀκούωσι, δὲν δύνανται νὰ ἀναμετρῶσι τὸν χρόνον ὡς κοινοὶ ἄνθρωποι.
Ἀφήνωσι τὸ πνεῦμα αὐτῶν ἐλεύθερον ἀπὸ τοὺς ὑλικοὺς δεσμοὺς νὰ
ἀνατρέξῃ εἰς τὸ παρελθὸν τῶν αἰώνων, οἵτινες διέρρευσαν ἀπὸ τοῦ λίκνου
τῆς ἀνθρωπότητος μέχρι τῆς ἐφηβικῆς αὐτῆς ἡλικίας, ἣν ἤδη διάγει καὶ
προσμετροῦν διὰ τῆς σκέψεως τοῦ Διδασκάλου τὴν γινομένην ἐπ’ αὐτῆς
πρόοδον σχετικῶς μὲ τὸ ἔργον Αὐτοῦ. Οἱ διαρρεύσαντες αἰῶνες δὲν εἶναι
παρὰ ἐλάχιστος χρόνος διὰ τὸν Διδάσκαλον καὶ αὐτούς.
Τὸ συντελεσθὲν ὑπ’ Αὐτοῦ ἔργον σχετικῶς μὲ τὸ ἐπιτελεσθησόμενον
ἐν μέλλοντι εἶναι μία ἀπαρχὴ πρὸς τὴν μέλλουσαν νὰ διαδεχθῇ αὐτὸ
ἔργον τῶν μεταγενεστέρων, οἵτινες καὶ αὐτοὶ δὲν θὰ εἶναι ἄλλοι παρὰ
αὐτοὶ ἐπανερχόμενοι ἐν τῇ γῇ, ὅπως συνεχίσωσι καὶ ὅπως διαδεχθῶσι
τὴν ἐκλείψασαν ἐν τῇ φθορᾷ ζωὴν διὰ μιᾶς ἄλλης τελειοτέρας ζωῆς.
Οὐδεμία ὅθεν δύναται νὰ γίνῃ διακοπὴ τῆς συνεκτικῆς ἁλύσεως, ἥτις
συνδέει τὴν ἀρχικὴν ζωὴν τοῦ ὄντος ἐν τῇ ἐξελίξει αὐτοῦ διὰ μέσου τοῦ
χρόνου καὶ τῶν διαδεχομένων ἀλλήλας ζωῶν αὐτοῦ μέχρι τῆς τελικῆς
αὐτοῦ ἀνελίξεως καὶ τελειοποιήσεως, μέχρι τῆς πλήρους αὐτοῦ ἀποκατα-
στάσεως ἐν τῷ ἀνωτάτῳ πνευματικῷ πεδίῳ τοῦ σύμπαντος.
Οἱ ἀλληλένδετοι κρίκοι, οἵτινες συνδέουσιν ἀλλεπαλλήλως καὶ διη-
νεκῶς τὴν ζωὴν αὐτοῦ, εἶναι ἡ ἀναπαράστασις τῆς μικρογραφικῆς μορφῆς
τῆς ζωῆς, ἣν θὰ διέλθῃ δι’ ἑτέρων σταθμῶν, τελειοτέρων τῆς ἀνθρωπίνης

329
ζωῆς, ἕως ὅτου συμπληρώσῃ τὰ διὰ μέσου τοῦ ἀνάρχου χρόνου καὶ τῆς
ὑπερτάτης πνευματικῆς φύσεως τοὺς σταθμοὺς δι’ ἄλλων τελειοτέρων
αὐτῆς κόσμων, ἕως ὅτου φθάσῃ τὴν ἀνωτάτην βαθμίδα τῆς πνευματικῆς
ἀνελίξεως καὶ τελειοποιήσεως.
Διὰ νὰ φθάσῃ ὅμως εἰς τὴν ἀνωτάτην αὐτὴν βαθμίδα, πρέπει νὰ διέλθῃ
δι’ ἀλλεπαλλήλων καὶ ὁλοὲν τελειοτέρων καὶ ὑψηλοτέρων διασταθμεύ-
σεων, ἀρχομένων ἀπὸ τοὺς πρόποδας μέχρι τῆς ὑψηλοτέρας κορυφῆς τῆς
πνευματικῆς ταύτης ἐν τῷ σύμπαντι ἱεραρχίας. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἠδυνήθη νὰ
ἀποτινάξῃ τὸ βαρὺ φορτίον τῆς ὕλης, τὸ ὁποῖον ἐπικάθηται ἐπὶ τῶν ὤμων
ὑμῶν καὶ νὰ δυνηθῇ νὰ ἀκολουθήσῃ τὴν σταδιοδρομίαν τῆς μικρᾶς δια-
σταθμεύσεως τῆς ζωῆς ὑμῶν. Οἱ ἐνιαυτοὶ τῆς ζωῆς ὑμῶν, οἵτινες παρῆλθον,
ὁ ἐνιαυτὸς εἰς ὃν ἤδη εἰσήλθετε καὶ ἐκεῖνοι, οἵτινες θὰ παρέλθωσιν, ἕως
ὅτου συμπληρωθῇ ὁ πρόσκαιρος σταθμὸς τῆς παρούσης ὑμῶν ζωῆς, δὲν
ἔπρεπε νὰ σᾶς ἀφήσῃ μετανοημένους ἀπὸ τὴν δρᾶσιν ὑμῶν καὶ τὰ ἀπο-
τελέσματά της σχετικῶς μὲ τὸ ἔργον αὐτῆς;
Ἐν Ἐμοὶ ἐζήσατε καὶ ζῆτε.
Διατὶ ἀφήνετε νὰ παρέρχηται ὁ χρόνος, νὰ διαρρέουν οἱ ἐνιαυτοὶ τῆς
προσκαίρου ὑμῶν ζωῆς, χωρὶς νὰ δύνασθε νὰ ἐπιπροσθέσητε ἕνα εἰσέτι
λίθον εἰς τὸ Οἰκοδόμημα, τὸ ὁποῖον ἐκλήθητε νὰ ἀνεγείρητε τῇ βοη­
θείᾳ Ἐμοῦ πάντοτε, ἀλλὰ κυρίως διὰ τῶν ἰδίων καὶ μόνον ἀτομικῶν σας
­δυνάμεων καὶ ἐνεργειῶν;
Οἱ ἐνιαυτοὶ θὰ παρέρχονται καὶ θὰ ἀντιπαρέρχονται ἐπὶ τῆς προ-
σκαίρου ὑμῶν ζωῆς ταύτης, ἕως ὅτου ἡ παροῦσα περίοδος τοῦ βίου
ὑμῶν ἐκλείψῃ, χωρὶς νὰ κατορθώσητε, ὡς τόσοι ἄλλοι διερχόμενοι καὶ
ἀντιπαρερχόμενοι, ὡς τόσοι ἄλλοι διελθόντες καὶ ἀντιπαρελθόντες οὐ
μόνον νὰ φέρητε εἰς πέρας τὴν ἀποστολὴν ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ μὴ δυνηθέ-
ντες πλήρως νὰ κατανοήσητε ἑαυτούς, τὸ ἔργον ὑμῶν, τὸν σκοπόν, δι’
ὃν ἤλθατε ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἀπήλθετε.
Εἷς εἰσέτι ἐνιαυτὸς ἐπεφορτώθη ἐπὶ τῆς ράχεως ὑμῶν. Ἀλλὰ τόσον οἱ
ἐνιαυτοὶ οὗτοι ἐπισωρεύονται, κατὰ τοσοῦτον τὸ βάρος ἐπὶ τῶν ὤμων καθί-
σταται δυσβαστακτώτερον καὶ κατὰ τοσοῦτον κλίνετε ἐπὶ τῆς γῆς, χωρὶς νὰ
δύνασθε νὰ ὑψωθῆτε πρὸς τὰ ἄνω. Ἐν ὑμῖν οὐχ ὑπάρχει θέσις, ὅπως βιώσῃ
τὸ ἐν ὑμῖν λανθάνον πνεῦμα, ὅπως δώσῃ εἰς ὑμᾶς τὴν ζωήν, ἣν ἐκζητεῖ;
Ἐν ὑμῖν ἀπεσβέσθη ἡ λυχνία μετὰ τῆς θρυαλλίδος της καὶ τὸ φῶς της
ἀδυνατεῖ πλέον νὰ φωτίσῃ καὶ ἑαυτὴν εἰσέτι; Ἐν ὑμῖν διαλανθάνει ἡ φωτει-
νὴ ἀκτὶς τῆς ζωῆς, ἣν δι’ αὐτὴν ἐκτήσατε καὶ τὸ ἀμυδρὸν αὐτῆς φῶς ἀδυνα-
τεῖ πλέον νὰ ἀποτελέσῃ καταφανῆ ἀκτῖνα φωτός;
Οὐχί. Οὐδεμία ἀκτὶς ἀπεσβέσθη, οὐδεμία θρυαλλὶς κατεκάη καὶ τὸ ἐν
ὑμῖν πνεῦμα οὐδόλως ἀπεμακρύνθη ἐγκαταλεῖψαν ὑμᾶς. Ὑμεῖς καὶ μόνον
διὰ τῶν βιωτικῶν μεριμνῶν περισπώμενοι, τὰς βιωτικὰς ὑμῶν ἀνάγκας ὡς
μοναδικὸν τοῦ βίου ὑμῶν μέλημα ἔχοντες, ἐγκαταλείψατε ἑαυτοὺς πρὸς
ἐξυπηρέτησιν αὐτῶν καὶ μόνον.
Οὕτως κατέστητε ὄργανα αὐτῶν καὶ μόνον καὶ οὐδόλως ἐσκέφθητε,

330
πῶς νὰ ἀποτινάξητε τὸ βαρὺ ὑλικὸν φορτίον, ὅπερ ἤδη ἐπὶ τῶν ὤμων ὑμῶν
ἐπικάθηται.
Καὶ οὕτω θὰ παρέρχονται αἱ ἡμέραι καὶ αἱ ἠμέραι θὰ συμπληρώνουσι
τοὺς μῆνας καὶ οὗτοι τοὺς ἐνιαυτοὺς χωρὶς νὰ κάμητε ἓν σταθερὸν βῆμα
πρὸς τὰ ἐμπρός, χωρὶς νὰ δυνηθῆτε νὰ φέρητε εἰς πέρας τὸν προορισμὸν
τῆς ζωῆς ὑμῶν.
Ὁ ἐνιαυτὸς οὗτος, εἰς ὃν ἤδη εἰσήλθατε, ἂς βεβαιώσῃ, ὅτι θὰ εἶναι ἡ
ἀπαρχὴ τῆς ἀφυπνίσεως ὑμῶν, ὅπως ἕκαστος ἀποτινάξῃ ἀφ’ ἑαυτοῦ καὶ
ὅλοι ὁμοῦ διὰ τῆς κοινῆς προσπαθείας τὸν ὑλικὸν κλοιόν, ὅστις σᾶς περι-
σφίγγει καὶ νὰ δυνηθῆτε ἅπαντες νὰ ἀκολουθήσητε καὶ πάλιν τὴν ὁδόν,
ἀφ’ ἧς ἀπεμακρύνθητε καὶ ἕκαστος καθ’ ἑαυτὸν νὰ ἀνεύρῃ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ
ἀτραπόν, ἥτις ὁδηγεῖ εἰς τὴν εὐρεῖαν λεωφόρον, τὴν πρὸς Ἐμὲ ἄγουσαν,
ἵνα δι’ αὐτῆς ὅλοι ὁμοῦ ἡνωμένοι δυνηθῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τῆς
ἀληθοῦς ὑμῶν ζωῆς καὶ ἀποκατασταθῆτε ἐν τῷ Οἴκῳ Μου, εἰς ὃν προορίζω
ὑμᾶς καὶ εἰς ὃν θὰ ἀναμένω ὑμᾶς πάντοτε, ὅσοι ἐνιαυτοὶ καὶ ἂν παρέλθωσι
καὶ πρὸ τῶν τελευταίων στιγμῶν τοῦ τελευταίου ἐνιαυτοῦ τῆς ζωῆς ὑμῶν.
Ἀκολουθήσατε τὴν ὁδόν, ἥτις κατὰ τὸ παρελθὸν ἀπεκαλύφθη ὑμῖν,
χωρίσατε καὶ πάλιν ἕκαστος ὅπως ἀνεύρῃ τὴν ἀτραπὸν αὐτοῦ, διαφωτι-
ζόμενοι παρ’ Ἐμοῦ καὶ ἐνισχύσατε ἑαυτούς, ἵνα καταστῆτε οἱ ἐκλεκτοὶ τῆς
παρούσης ὑμῶν ζωῆς, ὡς ἐξελεξάμην ὑμᾶς καὶ ὡς οὐδόλως ἔπαυσα καλῶν
ὑμᾶς πάντοτε.

146. Ἐπ’ Ἐμοῦ πάντες οἱ πιστεύοντες ἐπαναπαυθήσονται.


Ἐπαναπαυόμενοι δὲ ὀφθήσονται τῆς Βασιλείας Μου, ἂν τοὺς πρὸς
αὐτοὺς λόγους Μου ἐτήρησαν καὶ τῶν φθεγμάτων Μου ἐνωτίσθησαν. Οὐ-
δεὶς ὅμως ἐκ τῶν ἀκουσάντων Με καὶ μὴ τετηρηκότων τοὺς λόγους Μου
ὤφθη τὴν Βασιλείαν Μου.
Ἐν δοκιμασίαις ζῶν καὶ ἐν δοκιμασίαις πρὸς Ἐμὲ ἐπανερχόμενος ζήσε-
ται ἐν τῷ Βασιλείῳ Μου ὑπὸ δοκιμασίαν, ἄχρις οὗ ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ ἀπο-
τίσει καὶ τὸν τελευταῖον ὀβολὸν τῆς πρὸς Ἐμὲ ὀφειλῆς του. Οὐδεὶς ἐκ
τῶν ὅσων ἐγνωκέ Με στερηθήσεται τῆς Βασιλείας Μου, ἀλλὰ ἵνα ἐν αὐτῇ
ταχύτερον ὑπεισέλθῃ ἐπὶ τῆς νῦν ζωῆς αὐτοῦ, ἂς θέσῃ μείζονα δοκιμασίαν,
διότι ἐκ ταύτης ἀπαλειφθήσεται μέγα μέρος τῆς πρὸς Ἐμὲ ὀφειλῆς του.
Εὐτυχὴς ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ δοκιμαζόμενος, ὡς ἐν δοκιμασίαις ὁ καρπὸς τῆς
νίκης αὐτοῦ καὶ ὁ στέφανος ὁ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ περιβάλλων, διότι πᾶς
ὁ ἐν τῇ Βασιλείᾳ Μου ἀνήκων δοκιμασθήσεται καὶ ὁ μείζονας δοκιμασίας
ὑποστὰς καὶ ἀνθέξας καὶ νικητὴς ἐξελθών, οὗτος ὅντως διὰ τοῦ ἐπάθλου
Μου ἀμειφθήσεται.
Τὸ μικρότερον δὲ ἐπαθλόν Μου ἐστὶ ἡ ὑπ’ Ἐμοῦ ἀναγνώρισις αὐτοῦ ἐν
τῷ Κόσμῳ Μου ὡς ἀξίου Μου ἀκολούθου καὶ προχείρισις αὐτοῦ ἀπὸ μαθη-
τοῦ εἰς ἀντάξιον ἀποκαταστάτην Μου.

331
Ἀποκαθιστῶν δ’ Ἐμὲ ἐν τῇ ὁλότητι τῆς Πνευματικῆς αὐτοῦ ὀντότητος
καὶ διὰ τῆς ψυχικῆς αὐτοῦ ἀποκαθάρσεως, γενομένης ἐν τῇ πλήρει ἀποκα-
ταστάσει Μου ἐν αὐτῷ, διδάσκαλος τῶν ἄλλων τοῖς ἑπομένοις αὐτοῦ γενή-
σεται, ἵνα δι’ Ἐμοῦ καὶ διὰ τῆς πρὸς αὐτὸν ἐπενεργοῦς Μου διαφωτίσεως
καὶ αὐτοὺς παρ’ Ἐμοὶ ὡς αὐτὸς ἀποκαθιστῶν καταστήσῃ καὶ αὐτοὺς διδα-
σκάλους τῶν ἑπομένων αὐτοῖς, ἵνα οὕτω πρὸς Ἐμὲ πάντες τῇ χειραγωγίᾳ
αὐτοῦ διὰ τῆς πρὸς αὐτὸν ἐπαγωγῆς Μου βαδίσωσιν.
Μὴ αἰτιᾶσθε ὅθεν τὰς δοκιμασίας ὑμῶν ὡς αἰτίαν τῆς ἐπιγενομένης
πρὸς ὑμᾶς παρακωλύσεως πρὸς τὴν πρὸς Ἐμὲ ἄνοδον, διότι μόνον διὰ
τούτων ὁ εἶς Ἐμὲ ἀνήκων καὶ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενος δοκιμάζεται, ἵνα
ἀνέλθῃ.
Εὐτυχὴς πᾶς ὁ μείζονας δοκιμασίας ὑποστῇ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου.
Ἀνέλθετε πρός Με δοκιμαζόμενοι. Ἀνέλθετε πρός Με ὑπὸ πάντων στε-
ρούμενοι καὶ βασανιζόμενοι. Διότι ὁ στερούμενος τῶν ἀπολαυῶν τῆς
ζωῆς, ἵνα πρὸς Ἐμὲ ἔλθῃ, μείζονας ἀπολαυὰς κτήσεται ἐν τῇ Βασιλείᾳ Μου
ἐκείνων, ἃς ἐν τῇ νῦν αὐτοῦ ζωῇ ἐστερήθη.
Οὐδεὶς ὅμως ἐξ ὑμῶν στερεῖται τῶν προσκαίρων ἀπολαυῶν, ἵνα δρέψῃ
διὰ τῆς στερήσεως αὐτῶν μείζονας παρ’ Ἐμοί.
Ἀλλὰ ἵνα τὶ πρὸς Ἐμὲ ἔρχεσθε αἰτοῦντες; Ἐκείνων, ὧν ἐνετειλάμην
ὑμῖν, οὐδόλως τετηρήκατε, πάντων δὲ τῶν ὅσων ἐν τῇ ζωῇ ὑμῶν ἀπολαύ-
σεων ὑπαρχουσῶν οὐδόλως ἐστερήθητε καὶ οὐκ ἔτι τὴν στέρησιν αὐτῶν
εὐδοκοῦντες ἐπιδιώκητε.
Ἐν ὑμῖν οὐκ ἔστιν ἄλλη ὁδὸς πλὴν ἐκείνης, ἣν ὑπέδειξα ὑμῖν. Ἀνέλθετε
πρὸς Ἐμὲ ἀκολουθοῦντες αὐτήν. Ἐν τῷ σταθμῷ τῆς ζωῆς ὑμῶν δοκιμάσατε
ἵνα ἀνέλθητε. Ὅσον θὰ ἀνέρχεσθε, κατὰ τοσοῦτον θὰ ἀποκτᾶτε δυνάμεις,
ἵνα ὑψηλότερον ἀνέλθητε. Ἐν Ἐμοὶ ὑπάρχει ἡ Ζωή. Μὴν ἐμμένετε ἐν τῇ
ἀνέσει τῆς ζωῆς ὑμῶν, διότι τοῦτο κωλύει τὴν πρὸς τὴν Ἰδικήν Μου εἴσοδον.
Περικόψατε ἐκ τῶν ἀπολαυῶν τῆς ζωῆς ὑμῶν τὰς πλείστας καὶ δοκιμάσατε
τὸν καρπὸν τῆς Ζωῆς, ἣν ἐπιφυλάσσω ὑμῖν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου.
Δοκιμασθῆτε ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν, ἵνα ἐν τῷ Κόσμῳ Μου ἀπολαύσητε
τὴν Ἀθάνατον Μακαριότητα καὶ ἵνα οὐδόλως ὑπὸ τῶν βασάνων καὶ δοκι-
μασιῶν τῆς προσκαίρου ζωῆς ἐν μέλλοντι δοκιμασθῆτε.
Ἐγὼ πάντοτε ἀναμένω ὑμᾶς, ἵνα πρὸς Ἐμὲ προσέλθητε, οὐχὶ διὰ τῶν
ἐλαττωμάτων τῆς ψυχικῆς σας καθυστερήσεως, ἀλλὰ διὰ τῶν προτερη-
μάτων ἐκείνων, τὰ ὁποῖα θὰ ἀποκτήσητε ἀποβάλλοντες τὰ ἰδιώματα τοῦ
παλαιοῦ καὶ ἐνστερνιζόμενοι τὰς ἀρετὰς τοῦ Νέου ἀνθρώπου.
Ἐν ὑμῖν ἀποκατασταθήσομαι, ὅταν πλήρως ἀποκαθαρθῆτε.
Ἡ ἀποκάθαρσις δὲ ὑμῶν συντελεσθήσεται διὰ τῆς πλήρους ὑμῶν προ-
σηλώσεως εἰς τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα ὑμῖν νὰ φέρητε εἰς πέρας.
Ἐν ὑμῖν, ἐν ἑκάστῳ ὑμῶν ἐνυπάρχει ἡ Ἀκτὶς τοῦ Φωτός Μου. Διὰ τῆς
προσπαθείας καὶ ζήλου ὑμῶν προσπαθήσατε, ἵνα τὴν Ἀκτῖνα Μου ταύτην
καταστήσητε ἴδιον φῶς καὶ φωτίσητε δι’ αὐτοῦ, ὡς ἰδίου φωτός Μου, τὸν
κόσμον ὑμῶν.

332
Μὴ μένετε εἰς τὰ ἴδια καρτεροῦντες, ἀλλὰ τολμήσατε νὰ ἐξέλθητε ἐκ
τοῦ τέλματος, εἰς ὃ εἰσχωρήσατε αὐτοθελήτως. Πρὸ ὑμῶν εἰς ἐλάχιστα
βήματα διανοίγεται εὐρυτάτη ἡ ὁδὸς ἡ πρὸς Ἐμὲ ἄγουσα. Ἐξέλθετε αὐτοῦ
τὸ ταχύτερον δι’ ἑνὸς ἅλματος καὶ εὑρεθῆτε καὶ πάλιν ἐπ’ αὐτῆς. Ἕκαστος
ἐξ ὑμῶν ἂς ἐργασθῇ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς ὑμῶν
βραχὺς ἐστίν. Μὴν καταναλώσητε αὐτὸν εἰς ἀσκόπους διατριβάς, ἀλλὰ
ὅλοι ὁμοῦ ἀπὸ κοινοῦ προσπαθήσατε πῶς νὰ φθάσητε τὸ συντομώτερον
καὶ πάλιν ἐπὶ τῆς ἀτραποῦ ὑμῶν, ἐξ ἧς παρεκκλίνατε καὶ νὰ συντάμητε τὸ
διάστημα τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀνόδου σας διὰ ταχέος βήματος.
Ὁ βίος ὑμῶν ἐστὶ βραχύς. Ἐπιδιώξατε πῶς νὰ φθάσητε τὸ ταχύτερον
εἰς τὸν σκοπόν, δι’ ὃν προώρισα ὑμᾶς. Τοῦτο δὲ συντελεσθήσεται, ἐὰν ἕκα-
στος ἐξ ὑμῶν διὰ κοινῆς καί ὁμοφρόνου συνεργασίας καὶ ἀμίλλης ἐπιδιώ-
ξητε νὰ ἄρητε τὰ ἐμπόδια καὶ βαδίσητε μὲ πλήρη πίστιν καὶ αὐτοπεποίθη-
σιν πρὸς τὰ ἐμπρός, χωρὶς νὰ ἀδρανῆτε καὶ μένητε προσκεκολλημένοι ἐπὶ
τοῦ ἐδάφους, διότι εἰς ἕκαστον ὑμῶν βῆμα πρὸς τὰ ἐμπρός, ἐστὲ βέβαιοι,
ὅτι θὰ σᾶς συνοδεύω καὶ ἡ ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρέουσα Δύναμις, ἐφ’ ὅσον Μὲ προ-
σεγγίζετε, θὰ ἐπαυξάνει καὶ θὰ στερῇ τὴν ἀντίρροπον δύναμιν νὰ σᾶς ἕλκῃ
πρὸς τὰ κάτω.
Μὴν κωλύεσθε, οὐδὲ νὰ ἀδρανῆτε ἐκ τῶν τυχὸν δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς
ὑμῶν. Ἐὰν ποτὲ αἱ δοκιμασίαι ὑμῶν ἐπαυξήσουν, ἡ πίστις ὑμῶν πρὸς Ἐμὲ
καὶ τὸ ἔργον μου ἂς ὁπλίζῃ ὑμᾶς διὰ θάρρους, ὅπως ἀντεπεξέλθητε κατ’
αὐτῶν μὲ τὴν χαρὰν καὶ τὸ μειδίαμα εἰς τὰ χείλη, ὅτι δοκιμάζεσθε, ἵνα ἐν
τέλει ἐξέλθητε νικηταί.
Ἐν τῇ παρούσῃ χρονικῇ περιόδῳ ἂς πράξητε πᾶν ὅ,τι θὰ ἠδύνατο νὰ
συντελέσῃ εἰς τὴν ταχυτέραν ἐπιτυχίαν τοῦ σκοποῦ τοῦ ἔργου ὑμῶν. Θὰ
ἐπιτύχητε, ὅταν θέσητε τοῦτο ὡς σκοπὸν τοῦ βίου ὑμῶν καὶ μὴν ἀμελήση-
τε νὰ προσαρμοσθῆτε πρὸς ὅσα ἐν τῷ παρελθόντι συνεβούλευσα ὑμᾶς ν’
ἀκολουθήσητε.
Ὀφείλετε ἅπαντες νὰ συμβάλλητε εἰς τὴν ἐπίτευξιν καὶ ταχυτέραν
πραγματοποίησιν τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς ὑμῶν, ὅστις προσαρμόζεται καὶ τε-
λείως συμβαδίζει μὲ τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου ἡμῶν.
Ἐφ’ ὅσον ὅθεν τοῦτο προάγεται καὶ συντελεῖται κατὰ τοσοῦτον θὰ
προάγεται καὶ συντελεῖται καὶ ἐν ὑμῖν ἡ πλήρης ἀποκατάστασις, ἥτις θὰ
διανοίξῃ πρὸ ὑμῶν εὐρυτάτην τὴν πρὸς Ἐμὲ ἄγουσαν. Πιστεύσατε, ὅτι θὰ
πραγματοποιήσητε τοῦτο καὶ ἡ πίστις σας αὕτη θὰ σᾶς φέρει τὸ ταχύτερον
πρὸς Ἐμέ.

147. Ἐν Ἐμοὶ πάντες οἱ προσερχόμενοι ἀσπαστοὶ γίγνονται.


Πάντες οἱ πρός Με ἐνατενίζοντες ὀφθήσονται τὸ Φῶς, ὃ ἐκπέμπω
τῷ κόσμῳ: Τὸ δὲ Φῶς τοῦτο οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστὶ τοῦ φθαρτοῦ

333
καὶ ὑλικοῦ, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου, ὅστις διὰ τοῦ Φωτὸς αὐτοῦ τὰ πάντα
φωτίζει. Τὸ Φῶς Μου οὐκ ἐστὶν ὑλικόν, ὡς τὸ φῶς τοῦ κόσμου ὑμῶν, ἀλλὰ
Πνευματικὸν. Διὰ τοῦτο καὶ πάντες οἱ ὁρώμενοί Με, οὐκ ἐκ τῶν ὑλικῶν
αὐτῶν ὀφθαλμῶν ὁρῶσι Με, ἀλλ’ ἐκ τῶν πνευματικῶν.
Καὶ οἱ ἀκούοντες τοὺς λόγους Μου οὐκ ἐνωτισθήσονται αὐτούς, ἂν μὴ
πρῶτον οὗτοι εἰς τὰ ὦτα τῆς ψυχῆς αὐτῶν πρῶτον εἰσέλθωσι καὶ δι’ αὐτῶν
εἰς τὰ βάθη αὐτῆς, ἵνα οἱ πνευματικοὶ αὐτῶν ὀφθαλμοὶ μετὰ τῆς ψυχικῆς
αὐτῶν ἀκοῆς ἀντιληφθῶσι τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον Φῶς καὶ ἀκούσωσι
τῶν Ρημάτων Μου διὰ τοῦ συντονισμοῦ τῆς ψυχικῆς αὐτῶν Ἁρμονίας πρὸς
τὴν Ἁρμονίαν τοῦ πνεύματός των, ὃ διὰ τοῦ Πνεύματός Μου διαφωτιζόμε-
νον καθίσταται φωτεινὸν σημεῖον ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν, ὑπ’ Ἐμοῦ ὁλοὲν διὰ
τοῦ Φωτός Μου ὑπερπληρούμενον.
Πᾶς ὁ πρός με προσερχόμενος κατ’ ἀρχὴν δεκτὸς γίγνεται: Πάντες
ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλήθησαν καὶ κληθήσονται. Ἀλλ’ ἄλλοι μὲν τῶν κεκλημένων ἐκώ-
φευσαν καὶ κωφεύωσι, ἄλλοι σπεύσαντες νὰ προσέλθωσιν, ἐν τῷ μέσῳ τῆς
διανυθείσης αὐτῶν ὁδοῦ ὑπὸ παντοίων κωλυμάτων ἀπέμεινον καὶ ἐν ἀλλο-
τρίοις τοῦ σκοποῦ, δι’ ὃν ἐκλήθησαν, ἔργοις ἐξετράπησαν, ἄλλοι δὲ πάλιν
προσελθόντες καὶ τῶν πρώτων ρημάτων τῆς Διδασκαλίας Μου ἀκούσαντες
ἀποκαμόντες ἐξέφυγον, ἐλάχιστοι δὲ Μοὶ ἀπέμεινον καὶ οὗτοι οὐ δυνάμενοι
τὸ βαρὺ φορτίον τοῦ ἀνατεθέντος ἔργου ἄχρι τέλους νὰ βαστάσωσι.
Διὰ τοῦτο πολλοὶ μὲν εἰσὶν οἱ κλητοί, ἐλάχιστοι δὲ οἱ ἐκλεκτοί, ἔτι
δὲ σπανιώτεροι καὶ οἱ εἰς τὰ δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρὸς μετρούμενοι ἐκεῖνοι,
οἵτινες θὰ δυνηθῶσι ἀκολουθοῦντες τὴν διανοιχθεῖσαν ἀτραπὸν τῆς ζωῆς
αὐτῶν νὰ φθάσωσι μέχρι τοῦ Ἀνωτάτου Πνευματικοῦ ἐπιπέδου, τοῦ Οἴκου
Μου, ὅπου τὸ πρὸς αὐτοὺς ὑπ’ Ἐμοῦ διαχεόμενον Φῶς, οὐκ ἐστὶ μόνον Φῶς
Μου, ἀλλὰ καὶ ἑαυτῶν φῶς, ὅπου ἡ ὑπὸ τοῦ Φωτός Μου ἀναφθεῖσα αὐτῶν
δὰς δὲν εἶναι δὰς ἐκ τοῦ κόσμου αὐτῶν, ὑπ’ Ἐμοῦ ἀναφθεῖσα καὶ τὸν κόσμον
αὐτῶν φωτίσασα, ἀλλὰ δὰς ἐκ τοῦ Κόσμου Μου, ἀπ’ Ἐμαυτὸν ἀποσπασθεῖ-
σα καὶ εἰς τὸν κόσμον αὐτῶν μεταλαμπαδευθεῖσα, ἵνα ὁ κόσμος αὐτῶν ὡς
ἀνταύγεια ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ τῆς Πνευματικῆς Ἀειφώτου καὶ Ἀσβέστου
Λυχνίας Μου αὐτὸν διὰ τοῦ Πνευματικοῦ της φωτὸς ὑπερπληρώσῃ καὶ τὸ
ὑλικὸν αὐτοῦ περιβάλλον δι’ Ἀκτίνων Πνευματικοῦ Ἡλίου διαφωτίσῃ.
Πᾶς ὁ πρός Με προσερχόμενος τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ βάθει τῆς πνευμα-
τικῆς αὐτοῦ ὀντότητος ἐγκρυπτομένην ἀποκαλύψῃ. Ἔλθετε πάντες οἱ
τὴν Ἀλήθειαν ἀναζητοῦντες πρός Με, ἵνα δι’ Ἐμοῦ ταύτην ἐν τῷ βάθει
τῆς ψυχῆς ὑμῶν ἀποκαλύψητε. Ὁ πρός Με προσερχόμενος ἂς μὴ ἀφήσῃ
ἑαυτὸν ἕρμαιον τῶν ὑλικῶν αὐτοῦ ἐπιθυμιῶν. Ἂς καταπνίξῃ πρῶτον ἑκά-
στην ἐξεγειρομένην ἐν αὐτῷ ἐπιθυμίαν καὶ ἂς φθάσῃ εἰς τὴν ὁδόν, τὴν
ὑπερκειμένην τῆς κοινῆς ἀτραποῦ, ὅπου αἱ ἐπιθυμίαι καταπνίγονται ἐν τῇ
ἐπιγνώσει τῆς ἀποκαλυφθείσης εἰς αὐτοὺς Ἀληθείας.
Ὁ ζητῶν νὰ φθάσῃ πρός Με, ἂς μὴν ἀναμένῃ παρ’ Ἐμοῦ βοήθειαν, ὅπως
προσέλθω πρὸς αὐτὸν καὶ τὸν συμπαρασύρω διὰ τῆς βίας μέχρις Ἐμοῦ, εἴτε
διὰ τῆς χειρὸς αὐτὸν ὑποβαστάζων, εἴτε τοῖς ὤμοις Μου αὐτὸν φέρω.

334
Ἡ πρὸς Ἐμὲ ὁδὸς ἀνιοῦσα ἐστὶ καὶ πλήρης αἰχμηρῶν λίθων καὶ ἀκαν-
θωδῶν βάτων. Πᾶς δὲ ὁ ἐν τῇ ὁδῷ Μου ἀληθῶς βαίνων, γυμνόπους βαδίζει.
Ἂς μὴν ἀναμένῃ παρ’ Ἐμοῦ, ὅπως ὑποβαστάσω αὐτὸν αἰθερίως ἢ ἀνεγείρω
αὐτὸν ὑπεράνω τοῦ αἰχμηροῦ ἐδάφους τῆς ὁδοῦ Μου, ἵνα διαβῇ αὐτὴν
ἀναιμάκτως καὶ ὡς ὑπὸ ρόδων ἐπιστρωμένην.
Ὅσον ὁ πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενος ἀνέρχεται τὴν καταδειχθεῖσαν εἰς
αὐτὸν ὁδόν Μου, κατὰ τοσοῦτον τὸ ἐδαφος αὐτῆς ἀπορρῶγες καὶ δύσβα-
τον καθίσταται καὶ εἰς τὴν θέλησιν αὐτοῦ καὶ μόνον ἐναπόκειται, ὅπως
φθάσῃ εἰς τὸ τέρμα αὐτῆς. Ὀφείλει νὰ βαδίζῃ δι’ αὐτῆς γυμνόπους ἀδια-
φορῶν, ἐὰν οἱ σάρκες τῶν ποδῶν αὐτοῦ καταξεσχίζονται καὶ ἕτοιμος πά-
ντοτε νὰ στηριχθῇ καὶ μὴ πέσῃ πρὸ τῶν βαράθρων, τὰ ὁποῖα εἰς ἕκαστον
αὐτοῦ βῆμα χαίνουσι, ἕτοιμα νὰ τὸν καταβαραθρώσωσι. Μὴν ἀναζητῆτε νὰ
εὕρητε τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ κόσμῳ, ὅστις σᾶς περιβάλλει. Ἡ Ἀλήθεια εὕρη-
ται ἐν Ἐμοὶ καὶ Ἐγὼ Εἰμὶ ἕτοιμος, ὅπως ἀποκαλύψω ὑμῖν ταύτην. Οὐδεὶς
ὅμως ἔγνωκέ Με, ἂν μὴ πρῶτον οὐκ ἀποκαλύψει Με ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς
αὐτοῦ, ὡς Φῶς ἐκ τῶν ἄνωθεν ἐκπηγάζων καὶ αὐτὸν διαφωτίζων.
Ἀλλὰ καὶ ἂν οὕτω διαγνώσῃ Με, οὐ δύναται πρός Με προσελθεῖν, ὁλο-
κληρωτικῶς, ἂν μὴ πρῶτον τὸ εἰς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ εἰσερχόμενον φῶς
μεταβάλλῃ διὰ τῆς πνευματικῆς ἀνόδου καὶ τελειοποιήσεως ἐν τῇ πρὸς
τὸν Οἶκον Μου ὁδῷ Μου εἰς φῶς ἑαυτοῦ, ἵνα τὸ φῶς αὐτοῦ μετὰ τοῦ πρὸς
αὐτὸν Φωτός Μου Ἓν καὶ τὸ αὐτὸ Φῶς καταστῇ, ἵνα ὁ Υἱὸς Πατὴρ γένηται
καὶ ὁ Πατὴρ Υἱὸς καὶ ἵνα τὸ Πνεῦμα αὐτῶν Ἓν Ἀδιαίρετον καὶ Αὐτούσιον
ὄν, ὑπὸ τοῦ ἀνθρώπου ὄντος εἰς Πνεῦμα Θεοῦ ἐν ἀνθρώπῳ κατασκη-
νοῦν, τὴν ἐκ τοῦ Θεοῦ Δόξαν πρὸς τὸν ἄνθρωπον φέρων καὶ δι’ αὐτῆς
αὐτὸν περιβάλλων Θεάνθρωπον αὐτὸν καταστήσας λόγοις τε καὶ ἔργοις
ἐν τε τῷ παρόντι καὶ μέλλοντι διαδεξαμένῳ αὐτὸν κόσμῳ.

148. Ὕψωσε τοὺς ὀφθαλμούς σου πρὸς Ἐμέ. Ὄχι τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ
σώματός σου, ἀλλὰ τοὺς πνευματικοὺς.
Ὕψωσε τὴν διάνοιάν σου πρὸς Ἐμὲ ἐν ὅλῃ τῇ πνευματικότητί της.
Χαλάρωσε τοὺς δεσμοὺς τοῦ σώματός σου καὶ ἄφες τὸ πνεῦμα σου ἐλεύθε-
ρον νὰ ἀνέλθῃ. Διάσχισον μὲ αὐτὸ τὸ διάστημα, τὸ ὁποῖον χωρίζει τὸν κοι-
νὸν γήϊνον ἄνθρωπον καὶ ἐν πνευματικῇ ἐξάρσει ἄφησε ὁλοκληρωτικῶς τὸ
πνεῦμα σου νὰ περιβληθῇ τὸ Φῶς, τὸ ὁποῖον ἤδη σὲ περιβάλλει.
Ἄνελθε ἐν πλήρει φωτεινῇ διαυγείᾳ, ἵνα δεχθῇς εἰς τὰ ἔσχατα τῆς ψυ-
χῆς σου τὴν ἀπήχησιν τῶν λόγων Μου, οἵτινες θὰ ἀποκαταστήσουν ἐν σοὶ
τὴν ἠρεμίαν αὐτῆς πρὸς πλήρη συντονισμὸν τῶν ἀποκαλύψεών Μου.
Οἱ λόγοι Μου δὲν εἶναι κενοὶ σημασίας καὶ ἀπευθύνονται πρὸς σὲ καὶ
πρὸς πάντας ἐκείνους, ὅσοι κατὰ τὸ παρελθὸν ἤκουσαν τῆς Φωνῆς Μου.
Ἀπευθύνονται πρὸς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μὲ διέγνωσαν ὡς τὸν πραγματικὸν

335
καὶ μοναδικὸν ὁδηγὸν τῆς ζωῆς των κατὰ τὰς δυσχερεστέρας αὐτῆς στιγ-
μὰς καὶ οὐχὶ εἰς ἐκείνους, οἵτινες ἐκώφευσαν ἢ ἐδέχθησαν αὐτοὺς ὡς μα-
κρυνὴν ἠχὼ κενοῦ περιεχομένου.
Ἀπευθύνονται πρῶτον εἰς ἐσὲ ὡς ἐντολοδόχον καὶ ἐκτελεστήν, δη-
μιουργὸν τῶν Κελευσμάτων Μου καὶ εἶτα εἰς ἐκείνους, οἵτινες θὰ χρησι-
μεύσωσιν ὡς σκαπανεῖς, ἐργάται καὶ οἰκοδόμοι τοῦ ἀνεγειρομένου ὑπ’
αὐτῶν καὶ μέλλοντος νὰ ἐπιστεγάσῃ αὐτοὺς ἔργου Μου.
Ὁ χρόνος, ὅστις ἐπὶ ματαίῳ κατηναλώθη καὶ ἐκεῖνος, ὅστις διέρρευσε
καὶ διαρρέει, πρέπει νὰ ἐπανακτηθῇ διὰ συντόνου ἁπάντων ὑμῶν προσπα-
θείας. Ὅλοι ἤδη ἐλοξοδρομήσατε τῆς ἀτραποῦ, ἥτις σᾶς ὡδήγει πρὸς τὸν
σκοπόν, δι’ ὃν ἐκλήθητε πρός Με, χωρὶς ἐντελῶς νὰ ἀπομακρυνθῆτε αὐτῆς
καὶ εἰς ὑμᾶς ἔγκειται νὰ ἐπανεύρητε αὐτὴν ἀπὸ σήμερον. Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν
κατ’ ἰδίαν ἐκ τῆς ἀπομακρύνσεως ταύτης ἐδοκιμάσθη καὶ περισσότερον
ὅλων ἐδοκιμάσθης καὶ δοκιμάζεσαι ἐσύ, διότι εἶσαι καὶ ὁ μᾶλλον ὑπεύθυνος
τῆς καταστάσεως ταύτης.
Ἐξακολουθεῖς νὰ ὑφίστασαι τὸ δυσβάστακτον φορτίον τῆς οἰκονομι-
κῆς καὶ βιωτικῆς δυσχερείας, διότι ἡ ὑλικὴ ἐπίδοσίς σου σὲ ἐστέρησε τοῦ
μόνου ἀληθοῦς δρόμου, τὸν ὁποῖον πρὸ καιροῦ ἐχάραξα εἰς ἐσὲ καὶ ἀπὸ
τὸν ὁποῖον παλινδρομῶν ἀφέθης νὰ παρασυρθῇς εἰς τὰ τενάγη τῆς ξένης
πρὸς τὸν προορισμόν σου ὑλικῆς διαβιώσεως.
Ἐγκατέλειψες τὴν ἀληθῆ ἀτραπόν σου καὶ ἤδη ξενίζεσαι εἰς τὸν οἶκον
ἀνοχῆς ξένων ὑλικῶν συμφερόντων. Θὰ ἐξακολουθεῖς νὰ ὑποφέρῃς καὶ
οὐδέποτε θὰ ἐπανεύρῃς τὴν γαλήνην τῆς ψυχῆς σου, ἀπαραίτητον διὰ τὴν
ἐξύψωσιν τοῦ πνεύματός σου, ἐφ’ ὅσον δὲν ἐπανέλθῃς ἐπὶ τῆς ἀληθοῦς
ἀτραποῦ, ἥτις σοὶ ἀπεκαλύφθη καὶ σοὶ ἐχαράχθη.
Οἱ ἀκούσαντες τοὺς λόγους Μου καὶ οἱ ὁδεύσαντες ἐπὶ τῆς ἰδίας μὲ
ἐσὲ ἀτραποῦ, ἂν κέκτηνται ἤδη ὑλικὴν εὐμάρειαν, διότι ἡ καρμική των ἐπ’
αὐτῆς διαδρομὴ τοῖς ἐπεφυλάχθη μέχρι σήμερον οὕτω, ἂς ἀναμετρήσωσι
τὰς πρὸς τοῦτο εὐθύνας των καὶ ἂς κατίδωσι τὸν ἀληθῆ ταύτης προορι-
σμὸν ἐν σχέσει μὲ τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου μου. Ἐγὼ ἤμην καὶ θὰ εἶμαι μετ’
αὐτῶν, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει ὁ καιρὸς τῆς μετανοίας καὶ ἀνορθώσεως. Ὁ χρό-
νος ὅμως ἐπείγει καὶ ἡ αὔριον ἴσως νὰ μὴν ἐπανεύρῃ αὐτοὺς ἀναμένοντας.
Ὁ χρόνος ἐπείγει δι’ ὅλους ὑμᾶς. Ἀναμετρήσατε τὰ σφάλματα τοῦ παρελ-
θόντος καὶ ἐπιδιώξατε νὰ ἐπανεύρητε ἑαυτοὺς ἐν τῇ ἀληθῇ καὶ πάλιν ὁδῷ
πραγματικοὺς οἰκοδόμους.
Εἰς σύμπαντα τὸν κόσμον ἀντηχεῖ ἤδη ἡ σάλπιγξ ἀπεγνωσμένων διὰ
τήν ἀνθρωπότητα αἱματηρῶν συμβάντων. Εἰς τὴν σκοτεινὴν ταύτην δι’
ὁλόκληρον τὴν ἀνθρωπότητα δοκιμασίαν ἂς μὴ μένητε ἀδρανεῖς. Ὅταν
θὰ ἐπιστῇ ὁ καιρός, ἂς ἀντηχήσῃ ἡ φωνὴ τῆς πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα δι’
ὑμῶν παρ’ Ἐμοῦ ἐξαγγελλομένης χαρᾶς καὶ εὐδαιμονίας. Ἂς μὴ μείνετε μὲ
ἐσταυρωμένας τὰς χείρας ἀναμένοντες τὴν αὐγὴν μιᾶς καλυτέρας αὔριον
ἐν μεσονυκτίῳ ὥρᾳ.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς λάβῃ ἀνὰ χεῖρας τὰ κακῶς ἐρριμμένα ὑλικὰ καὶ

336
ὅλοι ὁμοῦ ἂς ἐπιληφθῆτε ὑπὸ τὴν Καθοδήγησίν Μου τῆς ἀνοικοδομήσεως
τοῦ πρὸ καιροῦ θεμελιωθέντος ἔργου μου.
Ὅσοι θέλετε νὰ ἐργασθῆτε πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον, ἂς μὴ ἐξακολου-
θῆτε κατ’ ἰδίαν ἕκαστος νὰ προσφέρῃ τὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα διὰ τὴν
πλήρη αὐτοῦ ἀποπεράτωσιν καὶ ἐπιστέγασιν. Ἀπὸ κοινοῦ ἀσχοληθῆτε ὡς
ἄλλοτε διὰ τῆς αὐτῆς προσπαθείας καὶ ἀφοσιώσεως:
Ἐγὼ πάντοτε εἶμαι πρόθυμος νὰ σᾶς παρέξω τὰ μέσα τῆς ἐντέχνου
ἀνοικοδομήσεως.
Πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον ἀπαιτοῦνται στοιχεῖα πνευματικὰ καὶ ὑλικά. Δι-
ανείματε τὰ στοιχεῖα ταῦτα ἀναμεταξύ σας μὲ τὸν σκοπὸν τῆς πλήρους ἀπο-
περατώσεως τοῦ πρὸ πολλοῦ ἀρξαμένου καὶ ἤδη διακοπέντος ἔργου μου.
Διανέμοντες τὰ στοιχεῖα ταῦτα, ἂς ἀναλάβῃ ἕκαστος κατ’ ἰδίαν καὶ
ὅλοι ὁμοῦ συντονισμένας τὰς εὐθύνας πρὸς τελικὴν πραγμάτωσιν αὐτοῦ.
Οὐδόλως ὁ χρόνος παρῆλθεν ἀνεπιστρεπτεὶ καὶ οὐδόλως ἔπαυσα ἐνδι-
αφερόμενος δι’ ὅλους ὑμᾶς καὶ τὸ ἔργον μου.
Ἀναμένω τὴν ἔναρξιν αὐτοῦ, διὰ νὰ ἴδητε καὶ πάλιν καταυγαζομένην
τὴν ψυχὴν ὑμῶν ὑπὸ τοῦ φωτός, τὸ ὁποῖον διὰ τῆς ἀδρανείας καὶ ἀδια-
φορίας ὑμῶν ἐπὶ στιγμὴν ἐπεσκιάσθη νὰ ἀναθρώσκῃ μετὰ μεγαλυτέρας
φωτεινῆς ἀκτινοβολίας εἰς τὰ βάθη τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ὑποστάσεως
καὶ νὰ σᾶς καθοδηγῇ ἐπὶ τῆς ἀτραποῦ, τὴν ὁποίαν δι’ ἕκαστον ὑμῶν ἐχάρα-
ξα καὶ διὰ τῆς ὁποίας θὰ βαδίσωσι καὶ πάντες ἐκεῖνοι, ὅσοι εἰς τὸ μέλλον
ἤθελον παρ’ ὑμῶν καὶ διὰ τῆς ἀποκαλύψεως πρὸς αὐτοὺς τοῦ Ἔργου μου
καθοδηγηθῇ.
Ἀναμένω πάντοτε ὑμᾶς, ὅπως σᾶς ὁδηγήσω εἰς τὸ Φῶς καὶ τὴν
Ἀλήθειαν, ἀναμένω ὑμᾶς ὅπως καταστῆτε οἰκοδόμοι τοῦ Οἴκου Μου,
ὅστις μέλλει νὰ ἐπιστεγάσῃ τὰ ὑπὸ τῆς Πνευματικῆς Μου Ἀκτινοβολίας
φωτιζόμενα πεπρωμένα τῆς μελλούσης ἀνθρωπότητος.

149. Ἐν Ἐμοὶ τὸ Φῶς καὶ τὸ ἐξ Ἐμοῦ Φῶς πηγάζον τὸν κόσμον φωτίζει.
Πνεῦμα Ἀληθείας, τὸ τὰ πάντα κατέχον πρὸ πάντων τῶν αἰώνων διαφωτί-
ζον καὶ ἀεὶ ἐμπνέον, τοῦτο ἐστὶ τὸ τὰς διανοίας τῶν ἀνθρώπων ὑπερπλη-
ροῦν ὑπὸ Θείας Φωτεινῆς Ἀκτῖνος, ὑπὸ φωτεινῆς δὲ λάμψεως σελαγίζον
τὰ σκότη, τὸ ἐσαεὶ ὑπάρχον καὶ φωτίζον καὶ ἀναμενόμενον ὑπὸ πολλῶν ὡς
Πνεῦμα Ἅγιον ἢ Παράκλητος.
Οὐ μὲν μόνον τῷ Πατρὶ μένον, ἀλλὰ καὶ τὸν Υἱὸν περιβαλλόμενον
καὶ ὑπὸ μὲν τοῦ πρώτου ἐκπορευόμενον, τὸν δὲ δεύτερον ὡς ταὐτὸ
Ἀναλλοιώτως καὶ Ἀρραγῶς, Ἀϊδίως διαφωτίζον καὶ ἐν Αὐτῷ μένον, ὡς ἐν
τῷ Πατρί, πρὸς τοὺς ἐκλεκτοὺς ὑπ’ Αὐτοῦ μεταδιδόμενον, ἵνα καὶ οὗτοι
πληρούμενοι Υἱοὶ τοῦ αὐτοῦ Πατρὸς γενόμενοι τὸ αὐτὸ Πνεῦμα μετ’
αὐτοῦ συνδοξάσωσι καὶ συμπροσκυνήσωσι.
Οὐ τὴν Δόξαν τοῦ Πνεύματος τοῦ Πατρὸς κεχώρισται ἀπὸ τὴν τοῦ Υἱοῦ,

337
ὡς ἀμφοτέρων ταὐτὸ Πνεῦμα ἐστί, ὡς ὁ Πατὴρ ἐν τῷ Υἱῷ μένων καὶ οὕτος
πρὸς τὸν Πατέρα, ἵνα ὁ μὲν Υἱὸς ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐξουσιάζῃ, ὁ δὲ Πατὴρ τὴν
ἐξουσίαν τῷ Υἱῷ δούς, ἴνα δι’ Αὐτοῦ τὰ πάντα ἐξουσιάζῃ.
Μεθ’ ὑμῶν ἐπὶ τοσοῦτον χρόνον Εἰμὶ καὶ ὑμᾶς διδάσκων ἀκούετε καὶ οὐ
γινώσκετὲ Μέ;
Ἀλλ’ ἂν τὰς πρὸς ὑμᾶς ἐπικοινωνίας Μου κατείχατε, οὐδεμίαν ἀμφιβο-
λίαν ἐπ’ αὐτοῦ θὰ ἐγείρατε, ὡς καὶ ἄλλοτε ἐκτενῶς περὶ Πατρὸς Υἰοῦ καὶ
Παρακλήτου ἐλάλησα ὑμῖν.
Οὐχ ὅμως τοῖς πιπρασκομένοις τὴν Ἀλήθειαν τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀλη-
θείας ἀνήκει, ἀλλὰ τοῖς ταύτην ἀναζητῶσι δι’ ἀποκαλύψεως ἐν αὐτοῖς
κατέρχεται, ἵνα αὐτοὺς φωτίζον καὶ πρὸς Ἑαυτὸ ἕλξῃ καὶ ἵνα δι’ αὐτοῦ
τὸ πνεῦμα αὐτῶν πληρούμενον καὶ κατεχόμενον τὴν ἐπιζητουμένην ὑπ’
αὐτῶν Ἀλήθειαν φωτεινὴν καὶ ἀκτινοβολοῦσαν ὡς ἥλιος ἐν αὐτοῖς ἀπο-
καλύψῃ καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν διανοιγόμενοι διακρίνωσιν ὑπὸ τὴν Φωτο-
βόλον Αὐτοῦ διείσδυσιν τὴν Ἀκένωτον καὶ Ἀστείρευτον Πνευματικὴν Πη-
γήν, ἐξ ἧς ἐκπορεύεται.
Πιστοὶ τοῖς λόγοις Μου τυγχάνοντες καὶ ὑπὸ τούτων κατεχόμενοι
πρὸς τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ἀνυψοῦσθε καὶ ἀνυψούμενοι ἡ ψυχὴ ὑμῶν
ὑπ’ Αὐτοῦ πληρωθήσεται, ἵνα διὰ τοῦ Πνεύματος Αὐτοῦ πληρουμένη, ὡς
πνεῦμα ὑμῶν, αὐτό, ὑπὸ τοῦ Φωτός Του πληρουμένη, διακρίνεται.
Ἀλλ’ ὑμεῖς ἀδρανεῖς ὄντες καὶ ἐσαεὶ ὑποσχόμενοι, εἰς τὰ ἴδια μένετε,
οὕτως ὥστε ὑπὸ ἀμφιβολιῶν πάντοτε ἡ ψυχὴ ὑμῶν πληρουμένη νὰ μὴ
δύναται νὰ ἀποτινάξῃ τὸν ἐν τῇ ὕλῃ προσκείμενον ἄνθρωπον καὶ νὰ περι-
βληθῇ διὰ τοῦ Πνευματικοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον εἰς μάτην ἐπὶ τόσον χρόνον
ἐξακολουθεῖ νὰ φωτίζῃ τὸν δρόμον τῆς ζωῆς ὑμῶν.
Ἀγαπᾶτε νὰ πορεύεσθε ἐν τῇ σκιερᾷ ἀτραπῷ καὶ ἐξακολουθοῦντες
οὕτω θὰ μένετε ἐν τῷ σκότει, ἂν καὶ παραπλησίως ὑπὸ τοῦ Φωτὸς περι-
βαλλόμενοι.
Ἐγκαταλείψατε τὴν σκιερότητα τῶν ὑλικῶν ἐπιθυμιῶν, ἵνα τὸ Φῶς Μου
σᾶς περιβάλλῃ καὶ οὕτω καὶ μόνον ἀντιληφθῆτε, ὅτι οὐδεμία διάκρισις
ὑπάρχει μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος τῆς Ἀληθείας τὸ ὁποῖον κα-
λεῖτε Παράκλητον καὶ Ἀναμενόμενον.
Ὁ Ἀναμενόμενος παρὰ τοῖς ἀνθρώποις καὶ ὁ Παράκλητσς, τὸ Πνεῦμα
τῆς Ἀληθείας, ὑπῆρχε καὶ ἐσαεὶ ὑπάρχει καὶ θὰ ὑπάρχει πρὸ πάντων τῶν
αἰώνων καὶ εἰς τὸ ἀτελεύτητον μέλλον. Ἐφώτιζε, φωτίζει καί θὰ φωτίζει
τὰς διανοίας τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, οἴτινες ὑπ’ Αὐτοῦ ἐξελέγησαν διὰ
μίαν σειρὰν δοκιμασιῶν καὶ ἀναγάγει πρὸς Ἐαυτὸ τοὺς ἄκρως δεδοκιμα-
σμένους, ἐκείνους οἵτινες ἠδυνήθησαν νὰ ἀφήσωσι τὸν παλαιὸν σαρκικὸν
ἄνθρωπον καὶ καταστῶσι Νέοι διὰ τοῦ πνευματικοῦ περιβλήματος, τὸ
ὁποῖον θὰ δεχθῶσι παρ’ Αὐτοῦ φωτιζόμενοι.
Ἄνθρωπε, ὅντως ἕρπεις ὡς σκώληξ ἐπὶ τῆς γῆς, ἄνθρωπε ὅστις κυλίε-
σαι εἰς τὸν βόρβορον τῶν ἁμαρτημάτων τῶν πατέρων σου καὶ τοῦ ἰδίου
ἑαυτοῦ σου, ἔκπλυνε διὰ σειρᾶς δοκιμασιῶν τὸ παρελθόν σου ὡς καὶ

338
ὁλοκλήρου τῆς γενεᾶς σου, ἵνα δυνηθῇς νὰ προσέλθῃς ἄσπιλος καὶ ἁγνὸς
πρὸς Ἐκεῖνον, ὅστις ἀναμένει νὰ σὲ ἴδῃ περιβαλλόμενον τὸν Στέφανον τῆς
δόξης σου, τὸν ὁποῖον σοὶ προορίζει.
Ἐγκατάλειψον ὅσον δύνασαι τοὺς δεσμούς σου μὲ τὸν κόσμον τῆς
φθορᾶς καὶ περιβλήθητι τὸ πνευματικὸν ἔνδυμα τῆς Ἀφθαρσίας, τὸ ὁποῖον
δι’ ἐσὲ καὶ μόνον κατεσκευάσθη. Ὅταν δὲ τὸ περιβληθῇς τότε θὰ ἴδῃς, ὅτι
ἑκάστη ἴνα του εἶναι καὶ μία Ἀκτὶς ἐκ τοῦ Φωτὸς, τὸ ὁποῖον ἐξ Ἐμοῦ πρὸς
ἐσὲ διαχέεται καὶ σὲ περιβάλλει. Καὶ τότε θὰ γνωρίσῃς ἀφ’ ἑαυτοῦ καὶ διὰ
τοῦ φωτός σου, ὅτι τὸ ἔνδυμα τοῦτο τὸ τόσον φωτεινὸν καὶ ἀκτινοβόλον
εἶναι αὐτό, τὸ ὁποῖον εἰς ἐσὲ ἀνήκει καὶ ὑπ’ Ἐμοῦ προσφέρεται. Εἶναι τὸ
πνευματικὸν ἔνδυμα τῆς ἀποπνευματωθείσης ψυχῆς σου, ἥτις φέρουσα ἐν
ἑαυτῇ τὸ Πνεῦμα Μου καὶ ὑπ’ Αὐτοῦ διαφωτιζομένη διακρίνει ἐν ὅλῃ αὐτοῦ
τῇ ἐκτάσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνδημούμενον Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας.
Ὁ Παράκλητος ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ μένει ἐν αὐτῷ, ἐφ’ ὅσον ὁ
κόσμος ὑπάρχει. Κατοικεῖ ἐν ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀποκαλύ-
πτεται ἐκδηλούμενος εἰς ἐκείνους, ὅσοι ἤθελον καταστῇ ἄξιοι Αὐτοῦ.
Κατηχεῖ τὴν ἀνθρωπότητα καὶ ἀνυψοῖ αὐτὴν διὰ μέσου τῶν σταθμῶν
τῆς ζωῆς της.
Δεδοξασμένος ἐκεῖνος, ὅστις χρησιμεύσει ὡς Νέος σταθμὸς τῆς ἐπο-
χῆς του καὶ τοῦ μέλλοντος τῶν ὑπ’ αὐτοῦ διαφωτιζομένων γενεῶν, αἵτινες
θὰ τὸν διαδεχθῶσι. Ἀντηχεῖ εἰς τὰ ὦτα ὑμῶν ἡ Φωνή Μου πρὸ πολλοῦ,
διανοίξατε ταῦτα, ἵνα ἡ ψυχὴ ὑμῶν διακρίνει τὴν Ἀλήθειαν τῶν λόγων
Μου ἐκ τοῦ ἰδίου αὐτῆς Φωτός.

150. Ὁ ἔχων πρὸς Ἐμὲ ἐστραμμένην τὴν διάνοιάν του οὐ φοβηθήσε-


ται, ἀλλὰ κατισχύσει.
Αἱ ἀδυναμίαι τοῦ σώματος παρελθέτωσαν καὶ ἀποτραπήτωσαν εἰς τὸν
ἔχοντα πίστιν πρὸς Ἐμὲ καὶ τὴν ἐπενεργὸν Βοήθειάν Μου. Κατισχύτωσαν
οἱ πρός Με προσερχόμενοι ἐν πίστει καὶ εὐλαβείᾳ καὶ καταθλιβήτωσαν οἱ
κατ’ αὐτῶν ἐξαιτοῦντες τὴν ἐν δοκιμασίαις καταπόνησιν αὐτῶν.
Ὁ πρὸς Ἐμὲ ἀποτεινόμενος ἀνευρίσκει τὴν ἐκλειπούσαν δύναμιν καὶ ἡ
ψυχὴ αὐτοῦ ἐνισχυσμένη ὑπ’ ἐλπίδος καὶ κραταιουμένη ὑπὸ τῆς ἐπαγωγοῦ
πρὸς αὐτὴν φωτεινῆς ἐπιδράσεώς Μου, ἐπιχέει τὴν θεραπευτικὴν δύναμίν
της ἐπὶ τῶν ἐξησθενημένων καὶ πασχόντων μελῶν τοῦ σώματός της, ἀπο-
καθιστῶσα ἐν αὐτῷ τὴν κλονισθεῖσαν ὑγείαν. Αἱ δοκιμασίαι ὑμῶν ἀντιπα-
ρελθέτωσαν ἔτι καὶ νῦν.
Ἀλλὰ πάντες οἱ τὰ Ρήματά Μου ἀκούσαντες καὶ ἐνωτισάμενοι ἀνακύ-
ψατε, ὡς ὁ χρόνος τῆς περαιτέρω δοκιμασίας ὑμῶν βραδὺς ἐστίν. Οὐδεὶς
δὲ τότε, ἔστω καὶ ὁ σώζων ὑμᾶς. Ἐνδυναμωθῆτε νῦν καὶ ἐπανέλθητε εἰς τὴν
ἀτραπόν, εἰς ἣν ἐγκατέλειψα ὑμᾶς, Ὀδηγὸν Ἐμὲ ἔχοντες, ἵνα καὶ πάλιν ὑπ’

339
Ἐμοῦ χειραγωγούμενοι καὶ καθοδηγούμενοι ἐκπληρώσητε τὸν τελευταῖον
ἐπὶ γῆς προορισμὸν ὑμῶν.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς ἀναλογισθῇ, ὅτι ὁ χρόνος τῆς ζωῆς αὐτοῦ ἐπείγει
καὶ ὅτι πολυτιμώταται στιγμαὶ ἀπώλλυνται ἐπὶ ματαίῳ, δυνάμεναι νὰ χρη-
σιμοποιηθῶσι πρὸς ἐκπλήρωσιν τῆς πρὸς Ἐμὲ ὑποσχέσεώς σας, τοὐτέστιν
τῆς διὰ τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς ἔργου μου ἐκπληρώσεως τοῦ πραγματι-
κοῦ ἐπὶ γῆς προορισμοῦ ὑμῶν.
Οὐδὲν ἔχετε νὰ φοβηθῆτε, ἐφ’ ὅσον πρὸς Ἐμὲ στρέφετε τὰς διανοίας
ὑμῶν. Κραταιούμενοι ἐν τῇ πρὸς Ἐμὲ πίστει καὶ βεβαιότητι τῆς ἐπιτυχίας
τοῦ σκοποῦ ὑμῶν καὶ ὁπλιζόμενοι διὰ θάρρους, ὅπως ἀντιμετωπίσητε διὰ
σταθερᾶς ἐπιμονῆς τὸν ἀγῶνα ὑμῶν, ἐστὲ βέβαιοι ὅτι πᾶσα ὑμῶν πνευ-
ματικὴ ἢ σωματικὴ δοκιμασία θέλει παρέλθῃ καὶ ἐκλείψῃ καὶ ὁ σύνδε-
σμος ὑμῶν ἐπανασφιγγόμενος μεταξὺ ὑμῶν καὶ Ἐμοῦ θέλει σᾶς δώσῃ τὴν
ἀλάθητον καθοδήγησιν πρὸς ἐπανάληψιν καὶ ἀπρόσκοπτον συνέχισιν τοῦ
διακοπέντος ὑμῶν ἔργου.
Ἐν δὲ τῇ ἀποκαταστάσει αὐτοῦ καὶ τῇ ὑπὸ ἄλλων συνεχίσει αὐτοῦ ἐν
μέλλοντι θέλετε ἀπολαύσει τὴν ἐνδόμυχον συναίσθησιν, ὅτι ἐκπληρώσατε
τὸ κατὰ δύναμιν τὸν προορισμὸν ὑμῶν καὶ ὅτι ἡσύχῳ καὶ ἐπαναπαυομένῃ
συνειδήσει θέλετε εἴπει: Νῦν δικαίως ἀπολύεις τοὺς ἐν τῷ Ὀνόματί Σου
ἐργασθέντας καὶ πονήσαντας, δεχόμενος αὐτοὺς ἐν τοῖς Κόλποις Σου,
οὓς ἡτοίμασες δι’ αὐτούς.
Ἐργασθῆτε ὅθεν καὶ ἀνακύψατε, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει καιρός, ἵνα μὴ με-
τανοήσητε. Ἐμὲ πάντοτε θὰ μὲ εὕρητε πρόθυμον καὶ ἀναμένοντα. Καὶ σᾶς
βεβαιῶ, ὅτι ὑπάρχει εἰσέτι καιρός.

151. Ἡ ἐν τῇ γῆ διαβίωσις ἐστὶ κονίστρα πάλης, ἧς νικητὴς ἔσεται ὁ


δεδοκιμασμένος καὶ ἄξιος παλαιστής.
Μακάριοι οἱ εἰδότες τὴν Ἀλήθειαν καὶ ταύτην ὡς γνώμονα τοῦ βίου
αὐτῶν θέντες.
Μακάριοι οἱ πιστεύσαντες εἰς αὐτήν, ὡς οὗτοι ἄξιοι αὐτῆς κληθέ-
ντες, ἐν αὐτῇ δὲ ἐμμένοντες καὶ ταύτην τηροῦντες ὑπὲρ αὐτῆς τὸν βίον
αὐτῶν καταλειψάμενοι τὸν ἐν τῇ Ἀληθείᾳ κεκρυμμένον θησαυρὸν πνευ-
ματικῆς ἀποκαταστάσεως ὡς ἄξιοι αὐτῆς τηρηταὶ συναποκομίσωσιν.
Ἀλλὰ τὶς τὴν Ἀλήθειαν ἔγνωκεν ἐν τῇ πραγματικῇ αὐτῆς ἐν τῷ κόσμῳ
ἐκτάσει καὶ ὑπὲρ αὐτῆς τὰ πάντα καταλειπὼν ἐπάλαισε; Ἐλάχιστοι διὰ μέ-
σου τῶν αἰώνων ἐφήψαντο τῶν κρασπέδων αὐτῆς καὶ οὗτοι ὑπεράνθρω-
ποι ἐν τῇ μνήμῃ τῶν διαρρευσασῶν καὶ μελλουσῶν γενεῶν παρέμειναν.
Εἰς τὰς γενομένας ἀποκαλύψεις περὶ Ἀληθείας εἰς τοὺς ἑκάστοτε επι-
κοινωνήσαντας ἐγένετο λόγος περὶ τῆς μελλούσης ζωῆς καὶ μακαριότητος.
Αἱ περὶ αὐτῆς κρίσεως καὶ ἰδέαι εἶναι ἀνάλογοι τοῦ βαθμοῦ τῆς πνευμα-

340
τικῆς καὶ ψυχικῆς ἀνελίξεως ἐκείνων, οἵτινες ἀναλόγως τοῦ βαθ­μοῦ ἠδυ-
νήθησαν νὰ ἀνέλθωσιν ὑψηλότερον πρὸς αὐτήν.
Ὁ κόσμος, εἰς ὃν σήμερον ζῆτε, καὶ διὰ τοὺς μὲν καὶ διὰ τοὺς δὲ, ἐπι-
κρατεῖ ἡ ἀντίληψις καὶ εἴς τινας ἡ πεποίθησις, ὅτι εἶναι εἷς σταθμὸς δοκι-
μασίας, δι’ οὗ τὸ πνεῦμα ἀποκαθαίρεται καὶ ἡ ψυχὴ διαλευκαίνεται ἐκ τῶν
σφαλμάτων καὶ ρύπων τοῦ παρελθόντος. Ἐκεῖνος, ὅστις δύναται νὰ διατη-
ρήσῃ ὀλιγωτέρους δεσμοὺς μὲ τὸ ὑλικὸν περιβάλλον τῆς ζωῆς, ἐκεῖνος καὶ
κατορθώνει νὰ ἐξυψωθῇ ὑψηλότερον καὶ νὰ εἰσχωρήσῃ εὐκολώτερον εἰς
τὸν ὕπερθεν αὐτοῦ Πνευματικὸν καὶ Ψυχικὸν Κόσμον, ὅστις καὶ ἐγκρύπτει
ἐν ἑαυτῷ τῆν πραγματικὴν Ἀλήθειαν.
Ἐκεῖνος ὅστις ἀπέρχεται τοῦ κόσμου τούτου, χωρὶς νὰ συναποκομίσῃ
τοὺς ὑλικοὺς δεσμούς, οἵτινες πολλάκις καθήλωσαν τὴν πνευματικήν του
ὑπόστασιν ἐπὶ τῶν ὑλικῶν τοῦ κόσμου πραγμάτων, ἐκεῖνος ὅστις οὐδεμίαν
ὑλικὴν ἐπιθυμίαν διετήρησεν, ἀλλὰ θυσιάσας αὐτὰς διὰ τὴν πνευματικὴν καὶ
ψυχικήν του ἀνάδειξιν καὶ τελειοποίησιν, οὗτος δύναται νὰ ἀποκατασταθῇ
ἐν τῷ Πνευματικῷ Κόσμῳ καὶ νὰ ὠφθῇ ἐν ἀπολύτῳ μακαριότητι πᾶν, ὅ,τι ὡς
ἐν ὀνείρῳ ἢ ψυχικῇ ἐξάρσει ἀντελήφθη.
Ἐκεῖνος ὅστις ἐπιθυμεῖ νὰ γνωρίσῃ την Ἀλήθειαν, δὲν προσηλώνεται
ἐπὶ τῶν γηΐνων ἀπολαυῶν, οὔτε θεωρεῖ τοὺς ὑλικοὺς δεσμοὺς ὡς ἀπαραίτη-
τον στοιχεῖον διὰ τὴν εὐτυχίαν καὶ εὐδαιμονίαν τῆς ἐν τῇ γῇ διαμονῆς του.
Ἐὰν ποτὲ ἡ ἀνάγκη ἐπέβαλλεν εἰς αὐτὸν τοιούτους δεσμούς, οἱ δεσμοὶ
οὗτοι δέον νὰ θεωροῦνται ὡς δευτερευούσης σημασίας καὶ ἡ τυχοῦσα δια-
κοπὴ αὐτῶν νὰ μὴ πληροῖ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ πικρίας. Ὑπεράνω παντὸς ὑλι-
κοῦ δεσμοῦ, εἰς ἐκεῖνον ὅστις θέλει νὰ γνωρίσῃ καὶ ἐγκολπωθῇ τὴν Ἀλήθει-
αν, ὑπάρχει ὁ πνευματικὸς δεσμός, ὅστις ὀφείλει νὰ συνδέῃ αὐτὸν πρὸς
τὸν κόσμον, τὸν ὁποῖον ἐπιθυμεῖ νὰ γνωρίσῃ καὶ πρὸς τὸν ὁποῖον προσπα-
θεῖ νὰ εἰσέλθῃ καὶ ἀποκατασταθῇ.
Εἰς τὸν Κόσμον τοῦτον τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ φωτός, εἰς τὸν Κόσμον
τοῦτον τὸν Ἀκτινοβόλον καὶ διαυγῆ δὲν ὑπάρχουν θλίψεις καὶ πικρίαι.
Τὰ ἐν αὐτῷ κατοικοῦντα ὄντα ὑπὸ τὸ Ἀνέσπερον Φῶς τῆς Αἰωνιότητος
ἐπαφίονται νὰ γνωρίσωσι τὴν κεκρυμμένην εἰς τὰ ἔνσαρκα ὄντα Ἀλήθειαν.
Οὐδεὶς δεσμὸς ὑφίσταται πλέον μὲ τὸν ὑλικὸν κόσμον, μεθ’ οὗ συνεδέθη-
σαν, παρὰ αἱ πικρόχολοι ἀναμνήσεις μιᾶς ἐπαράτου καὶ ὑποδουλωμένης
πνευματικῆς ὑπάρξεως ἐν τῷ ὑλικῷ σώματι, χάριν τῶν ἐπιθυμιῶν τοῦ
ὁποίου ἐγκατέλειψαν τὸν πραγματικὸν αὐτῶν προορισμὸν καὶ ἀφέθησαν
νὰ ἐξυπηρετήσωσι τὴν ὅσον ἔνεστι ἀπολαυστικωτέραν διατήρησιν τῆς
σαρκός των, ἥτις θὰ τοὺς ἐπέφερε τὴν βραδύτητα τῆς πνευματικῆς ἀνελί-
ξεως καὶ τελειοποιήσεώς των.
Ἐκεῖνος, ὅστις εἰσῆλθεν εἰς τὸν Πνευματικὸν Κόσμον, δὲν ἐπιζητεῖ
πλέον νὰ ἐπανέλθῃ ἐν τῷ ὑλικῷ, παρὰ ὁπόταν οἱ ὑλικοὶ δεσμοί, τοὺς
ὁποίους συνῆψε, κατέστησαν ἀναγκαίαν τὴν ἐπαναφοράν του, διὰ νὰ
πληρώσῃ καὶ τὴν τελευταίαν ὀφειλήν του πρὸς τῆν ὑλικῆν ζωήν.
Ὁ ἐκ νέου ἐπανερχόμενος αἰσθάνεται ὅλον τὸ βάρος τῶν νέων πρὸς

341
τὴν ζωὴν ὀφειλῶν του καὶ ἐὰν ὑπάρχῃ τρόπος θὰ ηὐχαρίστη Τὸν ἰθύνο-
ντα τὰ τῆς ζωῆς, ὅπως ἡ ἐν τῇ νέᾳ ζωῇ του διατήρησις συντομευθῆ τὸ
ταχύτερον.
Εὐτυχὴς ὅθεν ἐκεῖνος, ὅστις γνωρίσας τὴν πρὸς τὴν ζωήν ὀφειλήν του
καὶ ἐπανορθώσας τὴν πρὸς τὴν προγενεστέραν τοιαύτην, ἐγκαταλείψει
τὴν ὑλικήν αὐτοῦ ζωὴν τὸ ταχύτερον.
Εἷς ἐξ ὑμῶν νῦν ἐδοκιμάσθη ὑπὸ τοῦ χωρισμοῦ τοῦ μεθ’ οὗ συνεδέθη
συντρόφου του. Ἐν τῇ κρίσει αὐτοῦ ἴσως τοῦτο νὰ θεωρηθῇ ὡς ἀδικία ἢ
τελεία ἐγκατάλειψις αὐτοῦ παρὰ τῶν πνευματικῶν αὐτοῦ ὁδηγῶν καὶ προ-
στατῶν. Ἀλλὰ οὔτε τὸ ἓν οὔτε τὸ ἄλλο συνέβη.
Αὕτη ἐξεπλήρωσεν τὴν πρὸς τὴν ζωὴν ὀφειλήν της ὡς ἄτομον. Πέραν
τούτου δέν ὑπάρχει, παρὰ μία σελὶς ἐκ τῆς βίβλου τῆς ζωῆς, ἥτις ἐστρά-
φη, διὰ νὰ συνεχισθῇ ἐν ἄλλῃ σελίδι.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐγνώρισεν εἰσέτι πλήρως τὴν ἀποκαλυπτομένην εἰς
ὑμᾶς Ἀλήθειαν καὶ συνεπῶς δὲν δύνασθε νὰ κρίνητε, ὡς κρίνετε τά καθ’
ὑμᾶς.
Προσπαθήσατε καὶ ἐντείνατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν, ὅπως ἀποκαλυφθῇ
ὑμῖν πλήρως ἡ Ἀλήθεια τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ τοῦ προορισμοῦ αὐτῆς. Ὅταν δὲ
τοῦτο πραγματοποιηθῇ διὰ τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν τελειοποιή-
σεως, τότε θὰ ἀντιληφθῆτε, ὅτι οἱ ὑλικοὶ δεσμοὶ τοὺς ὁποίους συνήψατε
ἢ μέλλετε νὰ συνάψητε, οἱασδήποτε μορφῆς καὶ ἀνάγκης ἐὰν εἶναι, δέν
εἶναι παρὰ ἀπλᾶ ἐπεισόδια τῆς ζωῆς τῆς ἀτομικότητός σας καὶ ὅτι ἐκεῖνο
τὸ ὁποῖον ἀπαιτεῖται παρ’ ὑμῶν νὰ ἀκολουθήσητε, μέχρι σήμερον τοὐλάχι-
στον δὲν τὸ ἐπράξατε, ἀλλ’ ἀφέθητε ἕρμαια τῶν ὑλικῶν ὑμῶν ἐπιδιώξεων
καὶ ἀπολαυῶν, αἵτινες καὶ ἐπέφερον καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ἐπιφέρουν τὴν
παρὰ τὸν προορισμόν σας πνευματικὴν καὶ ψυχικήν ὑμῶν κατάπτωσιν καὶ
ἐξασθένησιν.

152. Ἐν μέσῳ ὑμῶν πάντοτε Εἰμί. Λαλὼ πρὸς ὑμᾶς ὡς νήπια, πρός Με
προσελθόντα καὶ οὐκ ἀπογαλακτισθέντα.
Λαλῶ πρὸς ὑμᾶς ὡς παιδία ἐκ τῆς σαρκός Μου ἐξελθόντα καὶ πρὸς Ἐμὲ
ἐνατενίζοντα, δοκοῦντα τὴν τοῦ πνεύματος καὶ ψυχῆς αὐτῶν διαπαιδαγώ-
γησιν.
Νήπια ὄντες ἐν τῇ Κατηχήσει Μου καὶ παιδία ἐν τῇ πνευματικῇ ὑμῶν
ἀναγωγῇ, φέρεσθε πρός Με ὡς νήπια καὶ παιδία μὴ διαγιγνώσκοντα οὔτε
τοῦ βίου ὑμῶν τὰς ἐπαγγελίας καὶ τὸν προορισμόν, οὔτε τοῦ ἔργου Μου τὴν
πρὸς ὑμᾶς καὶ τὸν κόσμον σχέσιν.
Ὄντες δὲ νήπια καὶ παιδία ἔτι συγχωρῶ καὶ πάλιν ὑμᾶς καὶ προσέρχομαι
μετὰ τοῦ αὐτοῦ ζήλου καὶ θέρμης, ὅπως κατηχήσω καὶ διδάξω ὑμᾶς, ὅπως
νουθετήσω ὑμᾶς εἰς τὸν δρόμον, ὃν ἀπεκάλυψα ὑμῖν καὶ ὅν, βαδίσαντες ἐπί
τι, ἐπ’ αὐτοῦ ἀπεμακρύνθητε καὶ εἰς μάτην ἀναμένω, ἵνα ἐπανέλθητε.

342
Οὐκέτι ἀποβάλλω καὶ ἀπομακρύνω ὑμᾶς ἀπ’ Ἐμοῦ, ἀλλὰ ἀναμένω ἕως
οὗ ἐπιστραφῆτε πρός Με καὶ ἀνακύψητε καταγιγνώσκοντες τὸν σκοπόν,
δι’ ὃν ἐκάλεσα ὑμᾶς πρός Με καὶ ὁρώμενοι τὴν ὁδόν, ἣν ὑπέδειξα ὑμῖν διὰ
τῶν ἰδίων ὑμῶν ὀφθαλμῶν καὶ διὰ τῆς συντελεσθείσης ἐν ὑμῖν ἐπιγνώσεως
πασῶν τῶν ἐξ Ἐμού ἀπορρεουσὼν Ἀληθειῶν.
Ἐν τῷ ἐργῳ, ὃ ἀπεκαλυψάμην ὑμῖν, ἀπαιτεῖται προσπάθεια καὶ ἐργα-
σία καὶ κόποι ὑπεράνθρωποι. Ὑμεῖς δὲ οὐδὲν ἐπράξατε, ἵνα ἔστω καὶ διὰ
κοινῆς ἀνθρωπίνης προσπαθείας ἐπιδιώξητε τήν ἐπίτευξιν τοῦ ἐπιδιω-
κομένου δι’ αὐτοῦ σκοποῦ. Καὶ ἐνῷ ἐπὶ στιγμὴν διὰ τῶν ἀλλεπάλλήλων
προσπαθειῶν καὶ νουθεσιῶν Μου, διὰ τῶν παραινέσεων καὶ ὑποδείξεών
μου ἐγκαταλείπατε τὰς παιδικὰς καὶ νηπιώδεις ὑμῶν σκέψεις καὶ ἤδη, νε-
ανίαι πλέον, ἐφαίνετο ὅτι ἀνδροῦσθε ἐν τῷ ἀποκαλυπτομένῳ ὑμῖν ἔργῳ,
ἐγκαταλείψατε τοῦτο καὶ ἐκτραπέντες τῇς εὐθείας ἠσχολήθητε πῶς νὰ κα-
ταστήτε ἀνθρωπινώτεροι ὑπὸ τὴν ὑλικήν σημασίαν τῇς λέξεως καὶ αὐτῶν
τῶν κοινοτάτων, ἂν μὴ τῶν κτηνωδῶν ἀνθρώπων. Καὶ οὕτω ἀπὸ ἔφηβοι
κατέστητε παιδία ἄνευ σκέψεως καὶ κρίσεως τῶν πράξεων αὐτῶν, πολὺ δὲ
μᾶλλον τοῦ ἔργου καὶ τοῦ προορισμοῦ αὐτῶν.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κρίνει τὰ τοῦ ἑτέρου καὶ οὐχὶ τὰ τοῦ ἑαυτοῦ. Τε-
τυφλωμένοι ὑπὸ τῶν ὑλικῶν ἐπιδόσεων καὶ ἀναγκῶν, ἀπορροφημένοι τε-
λείως ἀπὸ τὰς τοῦ ὑλικού ὑμῶν βίου ἐπιδιώξεις, ἐγκαταλείψατε τὴν ὁδόν,
ἥτις ἦγε πρός Με καὶ ἥτις θὰ διήνοιγε πρὸ ὐμῶν εὐρυτάτην τὴν ἀτραπὸν
ὐμῶν, διὰ νὰ φθάσητε τὸ ταχύτερον πρός Με.
Εἰς τὰς παρούσας κρισίμους διὰ σύμπασαν τὴν δοκιμαζομένην ἀνθρω-
πότητα στιγμάς, ὁπότε πᾶσα ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ ἀρχὴ καταπίπτουσα
ἀφήνει καὶ ἐγκαταλείπει τὴν θέσιν της πρὸ τῆς κτηνώδους βίας, ἡ φωνὴ
ὑμῶν, ἡ φωνὴ τῆς ἐκ τοῦ Θείου καὶ τὸν κόσμον πληρούσης Εἰρήνης, ἔδει νά
ἀντηχήσῃ παντοῦ, ἔδει νὰ σκορπίσῃ διὰ τοῦ φωτὸς αὐτῆς τὰς σκοτεινὰς
πτυχάς τῇς διὰ τοῦ χυνομένου ἀδελφικοῦ χριστιανικοῦ αἵματος καρδίας
καὶ νὰ ἐνσταλάξῃ εἰς αὐτὰς τὰς Ζωοδότους Ἀκτῖνας τῆς Θείας Ἀγάπης, ἥτις
ἐκ τοῦ Κόσμου Μου πρὸς σύμπαντα τὸν κόσμον κατέρχεται καὶ αὐτὸν περι-
βάλλει. Ἐν τῇ χαλεπῇ ταύτῃ στιγμῇ ἔδει ἡ φωνὴ ὑμῶν, ἐξερχομένη καὶ με-
ταδιδομένη ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ν’ ἀντηχήσῃ παντοῦ καὶ εἰς τὰς ἐλαχίστας
γωνίας, ὅπου ἡ κορύφωσις τῆς ἀπογνώσεως θὰ πληρώσῃ ἐξ ὁλοκλήρου.
Ἐν μέσῳ τοῦ σκότους, τὸ ὁποῖον μέλλει νὰ διαχυθῇ ἐν τῷ κόσμῳ ἐν τῇ
ζοφερᾷ δι’ αὐτὸν ἡμέρᾳ, ἡ φωνὴ ὑμῶν ἔδει νὰ διαχύσῃ παντοῦ τὸ ἐξ Ἐμοῦ
παραγόμενον καὶ πρὸς ὑμᾶς καὶ τὸν κόσμον διαχεόμενον Φῶς. Ἐν μέσῳ τῆς
θλίψεως τοῦ κόσμου ἡ φωνὴ ὑμῶν νὰ καθίστατο τὸ Εὐφρόσυνον Νάμα τῶν
Νέων Ἐπαγγελιῶν δι’ ὁλόκληρον τὸν κόσμον. Ἔδει ἡ ἀρξαμένη παρ’ Ἐμοῦ
Διδασκαλία οὐ μόνον νὰ ἀναβιβάσῃ ὑμᾶς εἰς τὰς ἀρχικὰς Πηγὰς τῆς Ζωῇς,
παρ’ ὧν νὰ ἀντλήσητε τὸ Ἀθάνατον καὶ ἄδολον ὕδωρ τῆς σωτηρίας ὑμῶν
καὶ τῆς ἀνθρωπότητος, ἀλλὰ νὰ καταστήσῃ ὑμᾶς ἱκανοὺς νὰ μετοχετεύση-
τε τοῦτο εἰς ἀκενώτους κρουνοὺς πρὸς σύμπασαν τὴν ἀνθρωπότητα.
Ἐν τῷ πνεύματι ὅμως ὑμῶν τὸ Φῶς Μου ἐκαλύφθη ὑπὸ τοῦ σκοτεινοῦ

343
πέπλου τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ἀτελείας καὶ αἱ Ἀκτῖνες Αὐτοῦ εἰς μάτην
προσπαθοῦσι νὰ διαπεράσωσι τὸν σχηματισθέντα ὑλικὸν θώρακα τῆς ψυ-
χῆς ὑμῶν.
Ἐν τῷ ἔργῳ Μου οὐδεμία παρ’ ὑμῶν ἐγένετο προσπάθεια. Τὸν ζῆλον, ὃν
ἐπεδείξατε διὰ τὰς ὑλικὰς ὑμῶν ἐπιδιώξεις, ἐὰν τὸν κατεδεικνύετε ἐπ’ ἐλά-
χιστον διὰ τὴν πραγματοποίησιν αὐτοῦ, αἱ ἐπιτυχίαι ὑμῶν θὰ ἦσαν τοιαῦται,
ὥστε ἡ φωνὴ ὑμῶν θὰ καθίστατο ἤδη τὸ εὐφρόσυνον ἄγγελμα τῆς εἰς τὸν
κόσμον Ἀποκαλύψεώς Μου. Ἀλλὰ ἡ φωνὴ ὑμῶν, ἀσθενὴς νῦν οὖσα οὐ δύνα-
ται καὶ τὰ ὦτα τῶν πλησιεστέρων ὑμῶν νὰ κρούσῃ καὶ συγκινήσῃ.
Ἐν τούτοις, ἂν συνέλθητε εἰς ἑαυτοὺς καὶ ἀποφασίσητε νὰ ἐπανέλθητε
εἰς τὸν δρόμον, τὸν ὁποῖον διεχάραξα εἰς ὑμᾶς νὰ ἀκολουθήσητε, δύνασθε
νὰ ἐπανέλθητε τάχιστα εἰς τὸ σημεῖον, εἰς ὃ ἐγκατέλειψα ὑμᾶς ὡς νέους
ἐφήβους καὶ νὰ καταστῆτε ὥριμοι ἄνδρες ἐν αὐτῷ, ἔχοντες πλήρη ἀφ’ ἑαυ-
τῶν ἐπίγνωσιν τοῦ προορισμοῦ καὶ τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ τῶν σχέ-
σεων, αἵτινες παρ’ ὅλην τὴν ὀλίσθησιν ὑμῶν ἐξακολουθοῦσι νὰ συγκρατοῦν
ὑμᾶς ἀναποσπάστως συνδεδεμένους πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον
ἐνετάλητε παρ’ Ἐμοῦ νὰ φέρητε εἰς αἴσιον πέρας.
Ἀκολουθήσατε τὴν ἐσωτερικὴν φωνήν, ἥτις διὰ τοῦ Πνεύματός Μου
ἀντηχεῖ εἰς τὸ βάθος τῆς πνευματικῆς ὑμῶν ὑποστάσεως. Ἐὰν σήμερον εἶ-
ναι ἀσθενής, οὕτως ὥστε καὶ παρ’ ὑμῶν τῶν ἰδίων νὰ μὴν καθίσταται ἀντι-
ληπτή, δὲν θὰ παρέλθῃ πολὺς χρόνος καὶ θὰ ἀντηχήσῃ εἰς τὰ ὦτα ὑμῶν, ὡς
καὶ ἄλλοτε, διὰ νὰ σᾶς προσεγγίσῃ πλησιέστερον Ἐμοῦ.
Ἐὰν ὅμως ἐξακολουθῆτε, ὅπως σήμερον, νὰ διάγητε, θὰ καταστῆτε
ἀνίκανοι νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὴν ὁδόν Μου καὶ ἡ Φωνή Μου οὐδόλως πλέον
θὰ δύναται νὰ εἰσακουσθῇ παρ’ ὑμῶν.
Ἐνισχύσατε ἑαυτοὺς καὶ θέσατε τὰς βάσεις τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον
ἐγκαταλείψατε. Μὴν ἀφεθῆτε νὰ παρασυρθῆτε ὑπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἀντι-
πάλων ἐπιρροῶν, αἵτινες σᾶς περιστοιχίζουσιν. Καταπολεμήσατε ταύτας,
θέσατε ὡς σκοπὸν τοῦ βίου ὑμῶν τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου Μου καὶ θὰ
ἴδητε, πῶς ἐν ἐλαχίστῳ χρόνῳ θὰ εὑρίσκωμαι καὶ πάλιν μεταξὺ ὑμῶν, ἵνα
διὰ τῆς Διδασκαλίας Μου καταστήσω ὑμᾶς διαμορφωτὰς τοῦ μέλλοντος
παρ’ Ἐμοῦ καὶ δι’ ὑμῶν νὰ ἐξανθρωπισθῇ κόσμου.

153. Ἐν μέσῳ ὑμῶν πάντοτε Εἰμί.


Κατευθύνω τὰ βήματα ὑμῶν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ, ἣν ὑπέδειξα ὑμῖν καὶ διὰ τῆς
ἀτραποῦ ἐνὸς ἑκάστου. Βραδεῖα ἐστὶν ἡ πορεία ὑμῶν καὶ προσκόμματα
εἰς ἕκαστον βῆμα ὑμῶν. Πλὴν οἱ ἐκζητοῦντες Με ὀφθήσονταί Με καὶ ἐν τῇ
ἐκζητήσει τῆς ψυχῆς αὐτῶν ὁραματισθήσονταί Με πρὸς ταχυτέραν αὐτῶν
ἀνέλιξιν.
Οἱ πρός Με προσκείμενοι ἀκούσονται τῆς Φωνῆς Μου καὶ τὰ Ρήματά

344
Μου ὡς καρπὸς μάννα ἐν ἀνύδρῳ ἐρήμῳ ἀντηχήσωσι εἰς τὰ ὦτα αὐτῶν
καταπραΰνοντα τὰς θλίψεις τῆς ψυχῆς αὐτῶν.
Ἐν τῇ ὁδῷ, ἣν πορεύομαι, πορευθήσονται καὶ ἐν τῇ πρὸς Ἐμὲ ἀνα-
γωγῇ των καρπωθήσονται ἑκατονταπλασίως τοὺς πρὸς Ἐμὲ καταβληθέ-
ντας κόπους αὐτῶν. Οἱ ὑπὲρ τοῦ ἔργου μου ἀγωνισάμενοι, οὗτοι μετὰ τὸ
πέρας αὐτοῦ στεφθήσονται καὶ πλουσιοπαρόχως ἀμειφθήσονται. Οἱ διὰ
τὴν ὁλοκλήρωσιν καὶ ἐπιτυχίαν αὐτοῦ καταβαλόντες τὴν ὑλικήν αὐτῶν
προσφοράν, οὐ μόνον ὑλικῶς ἀλλὰ καὶ πνευματικῶς ἐπαξίως τῶν προσπα-
θειῶν αὐτῶν μυριοπλασίως ἐκ τῆς πλουσιωτάτης συγκομιδῆς αὐτοῦ τοὺς
καρποὺς αὐτοῦ δρέψουσιν. Οἱ δὲ πνευματικῶς ὑπὲρ τούτου ἐργασάμενοι
καὶ κεκοπιακότες οὐ μόνον πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς ἀνελισσόμενοι ἐξελι-
χθήσονται, ἀλλὰ καὶ ὑλικῶς καρπωθήσονται.
Πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων καὶ διὰ τὸ ἔργον μου ἐργαζόμενος πλεῖστα τῶν
ὅσων κέκτηται ἀποκτήσει. Πᾶς δὲ ὁ τὸν ὀβολὸν αὐτοῦ πρὸς τὸν σκοπὸν
αὐτοῦ διαθέτων, πλούσιον τὸ ταμεῖον αὐτοῦ καταστῇ καὶ τὸ βαλάντιον
αὐτοῦ ὑπερπλῆρες ἐκ τῆς Εὐλογίας, ἣν παρασχῶ αὐτῷ, ἀκενώτως ἐσαεὶ
ἐξογκούμενον, οὐδόλως κενωθήσεται. Ὁ ὑπὲρ Ἐμοῦ ἐργασθείς, οὗτος καὶ
ἀμειφθήσεται. Ὁ δὲ τηρῶν ἀπαραβάτους τὰς ὑπαγορεύσεις Μου, οὗτος καὶ
εὐτυχήσει. Ὁ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου καὶ ὑπὲρ τοῦ ἔργου μου κοπιῶν καὶ δο-
κιμαζόμενος, οὗτος ἐν τέλει ἡγεμονικῶς παρ’ Ἐμοῦ διὰ τὰς δοκιμασίας
αὐτοῦ ἀμειφθήσεται καὶ ἐν τῷ Κόσμῳ Μου, περιβεβλημένος τῆν Πνευ-
ματικὴν Ἀλουργίδα Μου, ὡς τοιοῦτος ἀποκατασταθήσεται.
Πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων οὐδόλως φοβηθήσεται. Ὁ δὲ μὴ πιστεύων,
οὗτος ὑπὸ τοῦ φόβου συνεχόμενος καὶ ἐν ἑκάστῳ αὐτοῦ βήματι προσκό-
πτων οὐδὲν ὠφελήσει καὶ ἄχθος τῆς ζωῆς αὐτοῦ καὶ τῶν ἄλλων καταστῇ.
Πᾶς δὲ ὁ ἐν τῷ Ὀνόματί Μου ἐμμένων καὶ ὑποφέρων καὶ ταλαι-
πωρούμενος ἐν δοκιμασίαις, ὡς καὶ πᾶς ὑπὲρ Ἐμοῦ θυσιαζόμενος, τὴν
πνευματικὴν ἀμοιβὴν τῆς θυσίας αὐτοῦ ἔξει ἐν τῷ Κόσμῳ Μου, ὡς οὐδεὶς
τῶν ὑπ’ ἀνθρώπων δοξασθείς.
Ἐν Ἐμοὶ στηρίχθητε ὁδεύοντες. Ἂν εἰς Ἐμὲ πιστεύετε τῶν πάντων κατι-
σχύσητε. Ἐν Ἐμοὶ ἡ Ζωή καὶ πᾶσα αὐτῆς ἀμοιβή. Ἐν Ἐμοὶ πᾶσα ἡ τῆς Ζωῆς
εὐτυχία. Ἡ εὐδαιμονία ὑμῶν καὶ τοῦ οἴκου ὑμῶν ἐκ τῶν ἔργων ὑμῶν ἐξαρ-
τᾶται. Ἐγὼ ἐν τῇ Μακροθυμίᾳ Μου τὴν ὑλικὴν εὐδαιμονίαν εἰς ἀναξίους
πολλάκις παρέχω, εἰς δὲ ἄλλους ἐπαξίως αὐτῆς καὶ τῶν ἔργων Μου στερῶ
τούτους αὐτῆς, ἵνα ἐν τοῖς ἔργοις Μου δοκιμαζόμενοι, τὴν γεῦσιν τοῦ καρ-
ποῦ αὐτῶν μείζονα πάσης φθαρτῆς εὐδαιμονίας καὶ ἀπολαύσεως ἐν τῷ Κό-
σμῳ μου δοκιμάσωσι.
Τοὺς ἀγαπῶντες Με φιλῶ καὶ τοὺς φιλῶντας Με ἐπισκεπτόμενος
ἀμείβω. Τοὺς μακράν Μου εὑρισκομένους ἐπαναφέρω καὶ τοὺς πλησίον
Μου πρὸς Ἐμὲ ἀνυψῶ. Τοὺς τετυφλωμένους καθοδηγῶ καὶ τοὺς πρὸς Ἐμὲ
κατευθυνομένους διαπορεύομαι. Τοὺς ἀγνοοῦντας Με συγχωρῶ διὰ τὴν
ἄγνοιαν αὐτῶν καὶ ἐντέλλομαι τοὺς γνωρίσαντάς Με, ἵνα δι’ αὐτῶν Μὲ
γνωρίσωσιν.

345
Πάντας τοὺς γνῶντάς Με καὶ ἀγνοοῦντάς Με ἐν τῇ δι’ Ἐμοῦ διαφωτίσει
πολλάκις κατασκηνῶ, ἐν δοκιμασίαις στερῶ, δ’ αὐτοὺς τῆς ἐφέσεως, ἵνα
πλειότερον ἐν τῇ ἀναγωγῇ αὐτῶν μετ’ Ἐμοῦ συνδεόμενοι Μέ γνωρίσωσιν.
Ὁ σώζων ἑαυτόν, οὐδεμιᾶς ἀμοιβῆς παρ’ Ἐμοῦ τυγχάνει, ἀλλ’ ὁ
ἑαυτὸν θυσιάζων, ἵνα τοὺς ἄλλους διασώσῃ, οὗτος, οὐ μόνον παρ’ Ἐμοῦ
ἀμειφθήσεται, ἀλλὰ καὶ τῶν πράξεων αὐτοῦ ὑπόδειγμα γενόμενος, ἐν
τῇ διασώσει τῶν ἄλλων, εὐγνωμόνως ἐν τῇ ἀπολογίᾳ αὐτῶν πρὸ Ἐμοῦ
ἐν τῷ Κόσμῳ Μου παρ’ αὐτῶν διασωθήσεται.
Οὐ θέλω ὑμᾶς ἐν τῇ Ἐξουσίᾳ Μου ἄρχειν. Ἀλλὰ Ἐμὲ ὡς Ἀρχὴν ἔχοντες
τὴν ἐξουσίαν, ἣν δέδωκα ὑμῖν, δι’ αὐτῆς τὸν κόσμον ἐν τῷ Ὀνόματί Μου
ἐξουσιάσητε.
Μὴν ἐπιζητῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν δι’ ἀλ-
μάτων, ἀλλά διὰ τοῦ συντονισμοῦ αὐτῶν πρὸς τὴν πορείαν, ἣν διεχάραξα εἰς
ἕκαστον ἐξ ὑμῶν, ἐν τῇ ἀποκαλυφθείσῃ ὑμῖν ἀτραπῷ. Ἡ ἀτραπὸς ἑνὸς ἑκά-
στου ἐξ ὑμῶν εἶναι ἐκείνη, ἥτις εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν κατ’ ἰδίαν ἀπεκαλύφθη
παρ’ Ἐμοῦ. Μὴ ζητῆτε νὰ θέσητε αὐτὴν ὡς βάσιν τῆς πορείας τῶν ἄλλων. Οἱ
προπορευόμενοι ὑμῶν ἔχουσι ἀτραπὸν ἐκτεινομένην ὑπεράνω τῆς ἰδικῆς
σας καὶ οἱ ἑπόμενοι εἰς ἀνωφερὲς ἐπίπεδον κατωτέρου τοῦ ἰδικοῦ σας.
Μὴ ζητῆτε νὰ προπορευθῆτε τῶν πρώτων, πρὶν ἢ διακρίνετε, ὅτι ἡ
ἀτραπὸς ὑμῶν εὑρίσκεται εἰς ὑψηλότερον τῆς ἰδικῆς των ἐπίπεδον, ἀλλ’
οὔτε καὶ νὰ μένητε ἀδρανοῦντες ἐν μέσῳ τῆς ἀτραποῦ ὑμῶν ἀναμένοντες
τοὺς ἑπομένους ὑμῶν νὰ σᾶς καταφθάσωσι.
Μὴ στρέφεσθε πρὸς τὰ ὀπίσω, ἀλλὰ πάντοτε πρὸς τὰ ἐμπρός.
Ἐντείνατε τὰς δυνάμεις σας, ὅπως φθάσητε τοὺς προπορευομένους,
καὶ συμβαδίσητε μετ’ αὐτῶν. Ὅταν ἡ προσπάθεια ὑμῶν ἐν τῇ ἀνελίξει τοῦ
πνεύματός σας προσκόπτει ἐπὶ τῶν παρεντιθεμένων προσκομμάτων, ἐπι-
διώξατε νὰ παρακάμψητε, ἐὰν δὲν δύνασθε νὰ τὰ ὑπερπηδήσητε. Τὰ ἐμπό-
δια ταῦτα ἀναφύονται, ὁσάκις ἐξετράπητε τῆς εὐθείας, ἣν ἠκολουθεῑτε.
Προσπαθήσατε νὰ ἀνεύρητε ἐν ταῖς πράξεσιν ὑμῶν τὴν αἰτίαν, ἥτις
προεκάλεσε ταῦτα. Μὴν ἐπιζητήσητε νὰ ἐπιρρίψητε τὴν εὐθύνην εἰς ἄλ-
λους, οἵτινες τυχὸν ἐγένοντο παραίτιοι ἑκάστου ὀλισθήματός σας. Ἕκα-
στος φέρει τὴν εὐθύνην διὰ τὰς πράξεις του καὶ εἶναι ὑπόλογος αὐτῶν
ἀπέναντι Ἐμοῦ καὶ τοῦ ἑαυτοῦ του.
Μὴν ἐπιζητῆτε νὰ καρπωθῆτε ἐκ τῆς δυστυχίας τῶν ἄλλων, ἀλλ’ οὔτε
καὶ νὰ ζητήσητε ἀμοιβήν, ἐὰν ὑμεῖς κατὰ μείζονα λόγον συνετελέσατε εἰς
τὴν ἐπιτυχίαν αὐτῶν. Ἡ ἀμοιβὴ διὰ τὴν πρᾶξιν σας ταύτην ἐπιφυλάσσεται
νὰ σᾶς δοθῇ παρ’ Ἐμοῦ ἐν δεδομένῃ στιγμῇ, καθ’ ἣν θὰ γνωρίζω, ὅτι κατέ-
στητε ἄξιοι αὐτῆς.
Μὴ φθονήσητε ἐκείνους, οἵτινες ἐκαρπώθησαν ἔκ τινος πράξεως σχε-
τικῶς μὲ τὸ ἔργον ὑμῶν, διότι ἐν τῇ πραγματοποιήσει τούτου ἄλλοι μὲν
ἀμειφθήσονται ὑλικῶς, ἄλλοι δὲ πνευματικῶς.
Θὰ ἦτο πλειοτέρα καὶ ἱκανοποιητικωτέρα ἡ ἀμοιβὴ ὑμῶν, ἐὰν ἐξε-
πληροῦτο εἰς τὸ πνευματικὸν πεδίον, παρὰ εἰς τὸ ὑλικόν. Ἡ ἐν τῷ ὑλικῷ

346
πεδίῳ ἀμοιβὴ ὑμῶν θὰ ὑπέκειτο εἰς τὴν φθορὰν καὶ ἀλλοίωσιν, ἐνῷ ἡ ἐν τῷ
πνευματικῷ πεδίῳ γενομένη τοιαύτη ἔσεται Ἄφθαρτος καὶ Ἀναλλοίωτος,
συνοδεύουσα ὑμᾶς εἰς τὴν περαιτέρω σταδιοδρομίαν καὶ πνευματικὴν
τελειοποίησιν ὑμῶν, καθιστάμενη ἀναπόσπαστον πνευματικὸν στοιχεῖον
εἰς τὴν μέλλουσαν νὰ ἐπακολουθήσῃ ταύτην ἀνέλιξιν ὑμῶν ἐπ’ ἀγαθῷ τῆς
προόδου, ἥτις ἤθελε ἐπακολουθήσει ἐν τῷ παρ’ ὑμῶν συνεχιζομένῳ ἔργῳ.

154. Τὶς ὁ ἐπικαλῶν Με, Κύριε, Κύριε πρόσελθε πρός Με, καὶ οὐ πάρειμι
παρ’ αὐτῷ;
Τὶς ἀνύψωσε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ καὶ οὐ διήνοιξα αὐτούς,
ἵνα ὀφθῶσι τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπεμπόμενον Φῶς;
Τὶς ἐνητένισέ Με καὶ ἀπέστρεψα τὸ Πρόσωπόν Μου ἀπ’ αὐτοῦ;
Τὶς ὔψωσε τὴν φωνὴν αὐτοῦ πρός Με καὶ ἀπέφυγα νὰ ἀπαντήσω εἰς
τὰς ἐπικλήσεις αὐτοῦ;
Τὶς ἐξεζήτησέ Με ἐν τῇ ἀπελπισίᾳ αὐτοῦ καὶ δὲν κατέστην αὐτοῦ
Πνευματικὸς ὁδηγός, ἵνα ἀπομακρύνω ἀπ’ αὐτοῦ τὸν ἐπαπειλοῦντα
αὐτὸν κίνδυνον;
Τὶς ἐξυψώθη μέχρις Ἐμοῦ ἀναζητῶν τὴν Ἀλήθειαν καὶ κατέρριψα αὐτόν;
Τὶς ἠγάπησέ Με καὶ δὲν περιέβαλον αὐτὸν διὰ μείζονος Ἀγάπης;
Τίς Μοί προσέφερε ἐκ τοῦ περισσεύματὸς τῆς καρδίας αὐτοῦ λα-
τρείαν καὶ δὲν ἀφοσιώθην εἰς ἐξυπηρέτησιν τῶν σκοπῶν αὐτοῦ;
Πάντες οἱ ἐκζητοῦντες Με καὶ πρὸς Ἐμὲ καταφυγόντες ἠμείφθησαν
καὶ παρέσχον αὐτοῖς πλείονα τῶν ὅσων Μοὶ ἐζήτησαν.
Ἀλλὰ τὶ παρέξω εἰς ἐκείνους, οὓς ἐνεκολπώθησαν, καὶ ἐλάκτισάν Με;
Τί ἀνταμοιβὴν θέλω δώσει εἰς ἐκείνους, οὓς ἐκάλεσα ἐν τῷ Οἴκῳ Μου,
ἵνα μετ’ Ἐμοῦ μοιρασθῶσι τὰ ἐν αὐτῷ ὑπάρχοντα καὶ οὗτοι ἀπέδρασαν ἐξ
αὐτοῦ ἀγνοοῦντες Με;
Τίνα ζῆλον καταδείξω εἰς ἐκείνους, οἵτινες ἀπηρνήθησάν Με;
Οὐδεμία ἐκ μέρους ὑμῶν προσπάθεια κατεβλήθη, ἵνα καταστῆτε ἄξιοι
τῆς πρὸς ὑμᾶς Εὐνοίας Μου. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἠκολούθησε καὶ ἐξετέλεσε τὰς
πρὸς ὑμᾶς Ὑπαγορεύσεις Μου. Πάντες κατ’ ἐπίφασιν πιστεύοντες καὶ ἀκο-
λουθησάμενοί Με, οὐδὲν ἐκ τῶν ὅσων συνέστησα ὑμῖν ἐτηρήσατε. Οἱ μετα-
ξύ μας δεσμοὶ ἐχαλαρώθησαν ἤδη, ἂν μὴ ἐντελῶς διακοπέντες.
Ἀπὸ ὑμᾶς ἐξαρτᾶται, ὅπως ἐπανασυνδέσητε αὐτούς. Ἀπὸ ὑμᾶς ἐξαρ-
τᾶται, ὅπως ἐπανέλθητε εἰς τὴν ἀποκαλυφθεῖσαν εἰς ὑμᾶς παρ’ Ἐμοῦ
ἀτραπὸν καὶ ὁδεύσητε ἐπὶ τῆς κατευθύνσεως, ἣν σᾶς ὑπέδειξα. Ἀπὸ ὑμᾶς
ἐξαρτᾶται, ὅπως ἀνέλθητε καὶ πάλιν μέχρις Ἐμοῦ καὶ κατασκηνώσητε παρ’
Ἐμοὶ ἐν τῷ Οἴκῳ Μου. Ἀπὸ ὑμᾶς ἐξαρτᾶται, ἵνα ἐπαναλάβητε τὸ διακοπὲν
ἔργον Μου καὶ συνεχίσητε τὴν πρὸς Ἐμὲ ἄγουσαν ὁδόν. Ἀπὸ ὑμᾶς τέλος
ἐξαρτᾶται νὰ ἐπανασυνδέσητε τοὺς διακοπέντας δεσμούς μας καὶ συσφί-
ξητε αὐτοὺς ἰσχυροτέρους τοῦ παρελθόντος.

347
Πᾶς ἄλλος πλὴν Ἐμοῦ θὰ ἐκώφευεν εἰς τὰς ἐπικλήσεις σας καὶ θὰ ἠρ-
νῆτο μεθ’ ὑμῶν ἐπικοινωνίαν. Ἐγὼ ὅμως οὐ μόνον ἐμμένω εἰς τὴν τήρησιν
τῶν πρὸς ὑμᾶς παρασχεθεισῶν Ὑποσχέσεών Μου, ἀλλὰ καὶ τηρῶ ἄνευ οὐ-
δεμιᾶς ἐπιφυλάξεως πλὴν τῆς ἀνανήψεως ὑμῶν καὶ τῆς ἐπανασυνδέσεως
τῶν δεσμῶν μας τὴν μεταξὺ ὑμῶν συναφθεῖσαν Διαθήκην Μου πρὸς ἐξυπη-
ρέτησιν τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς ἔργου μου. Καὶ ἐμμένω εἰς πάντα ταῦτα
μὲ τὴν ἐλπίδα, ὅτι ἡμέραν τινὰ οἱ λόγοι Μου θὰ δυνηθῶσι νὰ εὕρωσι τὴν
προσδοκωμένην ἀπήχησιν εἰς ὑμᾶς.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐτήρησε πᾶν, ὅ,τι παρ’ ὑμῶν ἐξεζήτησα.
Ἕκαστος μεμονωμένως καὶ ἅπαντες ὁμοῦ ἀπὸ κοινοῦ ἐπράξατε ἀντι-
θέτως τῶν Ὑπαγορεύσεών Μου. Καὶ ἤδη ἐρωτῶ ὑμᾶς τὶς ὁ ἀκολουθῶν Με;
Οὐδείς. Ἐὰν καὶ ἐλάχιστον, τῶν ὅσων συνέστησά ὑμῖν, ἐτηρῆτε, ἤδη πρὸ
ὑμῶν θὰ διηνοίγετο ἐλευθέρα ἡ ὁδὸς πρὸς πραγματοποίησιν τοῦ ἔργου,
τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα εἰς ὑμᾶς. Ὑμεῖς ὅμως παρασυρθέντες ὑπὸ τῶν ἰδίων
ἕκαστος αὐτοῦ κρίσεων, οὐ μόνον ἐγκατελείψατε τοῦτο, ἀλλὰ καὶ ἀγνοεῖτε
τὸν πραγματικὸν αὐτοῦ σκοπόν.
Ἐξυπηρέτησις Ἐμοῦ καὶ τοῦ ἔργου Μου δὲν εἶναι ἡ κατ’ ἰδίαν μόνον
ἀτομικὴ ὑμῶν προσπάθεια πρὸς ἀνέλιξιν. Τὸ ἄτομον, τὸ ἐπιδιῶκον μόνον
του νὰ ἀνέλθῃ πρός Με, ἀπομακρύνεται ἀπ’ Ἐμοῦ. Διὰ νὰ συντελεσθῇ ἡ
πραγματικὴ καὶ ἀρραγὴς πρὸς Ἐμὲ ἄνοδός του, ὀφείλει τοῦτο ὁμοῦ μετὰ
τῆς συντελουμένης ἀνελίξεώς του νὰ ἐπιδιώκῃ καὶ τὴν ἀνέλιξιν τῶν
ἄλλων. Καὶ τοῦτο δύναται νὰ πραγματοποιηθῇ μόνον διὰ τῆς εὐρυτέρας
ἀναπτύξεως καὶ διαδόσεως τῶν ἀρχῶν καὶ ἰδεῶν, τὰς ὁποίας ἕκαστος κατὰ
τὸ διάστημα τοῦτο τῆς Διδασκαλίας Μου ἀπέκτησεν.
Ἡ κατ’ ἰδίαν προσπάθεια τῆς ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως ἑνὸς ἑκά-
στου τῶν ἀκολούθων Μου δὲν δύναται νὰ ἔχῃ τὰ ἀποτελέσματα τῆς κοινῆς
προσπαθείας καὶ ἐξυψώσεως ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρων τοῦ ἔργου
μου ἀκολούθων.
Ὁ ἐπιδιώκων τὴν κατ’ ἰδίαν προαγωγὴν καὶ ἐξύψωσιν, ὁμοιάζει τὸν δι-
αφυλάσσοντα τὸν κεκτημένον πλοῦτον αὐτοῦ μόνον διὰ τὰς ἀτομικάς του
ἀνάγκας καὶ δι’ οὐδένα ἄλλον. Ἐνῶ ἐξ ἀντιθέτου ἡ παρεχομένη βοήθεια
ἑνὸς ἑκάστου πρὸς τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ οὐ μόνον συντελεῖ εἰς τὴν ταχυ-
τέραν αὐτοῦ ἀνέλιξιν καὶ τελειοποίησιν, ἀλλὰ συσφίγγει ἔτι μᾶλλον τοὺς
μεταξύ μας δεσμούς, διότι ἡ εὐρυτέρα διάδοσις τῶν ἀρχῶν Μου συνεπάγει
καὶ τὴν ταχυτέραν ἀποκατάστασιν τοῦ ἔργου Μου ἐν τῷ κόσμῳ.
Ἐὰν ὁ ἐν τῇ γῇ ριπτόμενος σπόρος δὲν πολλαπλασιασθῇ καὶ ἀποδώ-
σῃ πλείονα καρπόν, οὐδεὶς τότε σκοπὸς τῆς ὑπὸ τοῦ γεωργοῦ γενομένης
σπορᾶς. Καὶ ἐὰν ἡ γινομένη πρὸς ὑμᾶς Διδασκαλία Μου καὶ ἡ ἐν τῷ
μέλλοντι εὐρυτέρα αὐτῆς διάδοσις εἶχε σκοπὸν νὰ περιορισθῇ εἰς τὸν
στενὸν κύκλον ὑμῶν καὶ νὰ ταφῇ εἰς τὴν παρ’ ὑμῶν καὶ μόνον διαφύλα-
ξίν της, τότε θὰ ἦτο προτιμώτερον νὰ παραμένῃ ἀσφαλέστερον διαφυ-
λαττομένη ἐν τῷ Πνεύματί Μου.
Κατέστησα ὑμᾶς κοινωνοὺς ταύτης, ἵνα καὶ ὑμεῖς παραλαβόντες αὐτὴν

348
μεταδώσητε αὐτὴν καὶ εἰς ἄλλους. Οὐδεὶς ὅμως ἐξ ὑμῶν ἐτήρησέ τι, ἂν
μὴ τοῦτο δὲν ἐξυπηρέτει πρῶτον ἑαυτόν. Ἀλλὰ ἐν τῷ ἔργῳ μου δὲν ἐπιζη-
τῶ παρὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν παντὸς ἀνθρώπου ἐπιζητοῦντος τὴν ἐν αὐτῷ
Ἀλήθειαν.
Τὸ Ἔργον Μου εἶναι ὁ ἀγρός, ὃν ἐντέλλεσθε νὰ καλλιεργήσητε. Προ-
σφέρω τοῦτον, ἵνα ἐπ’ αὐτοῦ σπείρετε. Ἡ παρ’ ὑμῶν σπορὰ καὶ συγκομιδὴ
αὐτῆς θὰ εἶναι ἀνάλογος τῆς ἐκτάσεως καὶ τῶν μέσων τῆς καλλιεργείας
αὐτῆς. Ἐργασθῆτε περισσότερον καὶ ἐνισχύσατε τὰς χεῖρας ὑμῶν, ἵνα ἡ
ἀπόδοσις αὐτῆς καταστῇ μεγαλυτέρα. Μὴν ἐπιζητῆτε μόνοι σας νὰ φθάση-
τε εἰς τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου μου. Ὁ σκοπὸς αὐτοῦ θὰ συντελῆται, ἐφ’ ὅσον
τοῦτο διαδίδεται εἰς εὐρύτερον κύκλον. Ἡ ἀνάπτυξις ὅμως καὶ διάδοσις
τῆς Διδασκαλίας Μου δὲν πρέπει παρὰ νὰ ἀκολουθήσῃ τὴν φυσικὴν αὐτῆς
ἐξέλιξιν καὶ σταδιοδρομίαν, ὡς καὶ κατὰ τὸ παρελθὸν ὑπεδείχθη ὑμῖν.
Ἡ ἀπ’ εὐθείας ἀποκάλυψίς μου καθὼς καὶ τοῦ ἔργου μου θὰ ἠδύνατο
νὰ ἔχῃ ἀντίθετα ἀποτελέσματα τῆς ἐπιδιώξεως αὐτοῦ. Διὰ τοῦτο πρῶτον
ὀφείλετε νὰ ἐργασθῆτε ὑπὲρ τῆς διαδόσεως τῶν ἀρχῶν, ἃς μέχρι σήμερον
κατέχετε καὶ ὅταν ὁ κύκλος ὑμῶν εὐρυνθῇ, ἀποκαλύπτετε τὴν ἐσωτερι-
κήν μου Διδασκαλίαν εἰς τοὺς παρ’ ὑμῶν κρινομένους ἱκανοὺς νά ἀποδε-
χθῶσι ταύτην.

155. Ἀπεμακρύνθητε ἤδη ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ εἰς μάτην ἀναζητῶ ὑμᾶς εἰς τὰς
τρίβους τῆς ὁδοῦ, ἣν ἐχάραξα ὑμῖν, ἵνα ἀκολουθοῦντες ταύτην ἀνα-
χθῆτε εἰς τὸν ἀληθῆ προορισμὸν τῆς ζωῆς ὑμῶν.
Ἀπεμακρύνθητε καὶ διεσκορπίσθητε μακρὰν Ἐμοῦ ὡς πρόβατα ἀπωλέ-
σαντα τὸν τόπον τῆς βοσκῆς αὐτῶν.
Οἱ κύνες Μου, πιστοὶ φύλακες τῶν Ἐντολῶν Μου, πλειστάκις ἐξα-
πελύθησαν, ἵνα ἀναζητήσωσιν καὶ ἐπαναφέρωσιν ὑμᾶς πρός Με. Ἀνεῦρον
ὑμᾶς ἐν τῷ ἀβάτῳ πεδίῳ καὶ εἰς μάτην αἱ ὑλακαί των ἐπεδίωξαν, ὅπως ἐπα-
ναφέρωσιν ὑμᾶς εἰς τὴν ἐγκαταλειφθεῖσαν παρ’ ὑμῶν στάνην Μου.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν προσεπάθησε διὰ τῶν ἰδίων αὐτοῦ δυνάμεων νὰ ἀκο-
λουθήσῃ αὐτούς. Διασκορπισμένοι ζῆτε ἐν τῷ αὐχμηρῷ καὶ ἐρήμῳ τόπῳ,
εἰς ὃν ἡ ἀβουλία ὑμῶν σᾶς καθωδήγησε καὶ τὰς ἐν αὐτῷ φυομένας ἀκάνθας
ἐκλαμβάνετε ὡς δροσερὰν χλόην τῆς διαθρέψεως ὑμῶν. Ἐν μέσῳ τοῦ ἡμί-
φωτος, τὸ ὁποῖον ἤδη σᾶς περικυκλοῖ, ἡ ὑπὸ τοῦ κλίνοντος ἐν τῷ ὁρίζοντι
τῆς ζωῆς ὑμῶν ἀπὸ τοῦ ὕψους τοῦ ὅρους Μου πίπτουσα καὶ ἐξαπλουμένη
πέριξ ὑμῶν Σκιά Μου ἐκλαμβάνεται παρ’ ὑμῶν ὡς φωτεινὸν μετέωρον τῆς
καθοδηγούσης ὑμᾶς ὡς πρότερον Ἀκτινοβολίας Μου. Αἱ πέριξ ὑμῶν σκιαὶ
τῶν ἀντικειμένων ἐπιπίπτουσιν ἐπὶ τοῦ ἐναπομένοντος φωτεινοῦ μέρους
καὶ σκιάζουσι τὴν κατεύθυνσιν τῶν βημάτων ὑμῶν, τὰ ὁποῖα εἰς μάτην ἀνα-
ζητοῦσι νὰ ἀνεύρωσι τὴν ἀληθῆ ἀτραπὸν τῆς κατευθύνσεώς των. Αἱ ὑλακαὶ
τῶν ἀνιχνευτικῶν κυνῶν μου εἰς μάτην ἀνακαλοῦσιν ὑμᾶς εἰς τὸ μέρος, εἰς ὃ

349
ἵστανται ἀναμένοντες ὑμᾶς, ὅπως σᾶς καθοδηγήσωσι καὶ πάλιν πρός Με.
Ἐν μέσῳ τῶν ἐπαπειλούντων ὑμᾶς στοιχείων ἐξακολουθεῖτε νὰ πα-
ραμένητε ἀδιάφοροι. Ἐξακολουθεῖτε νὰ μένητε ἀδρανεῖς καὶ κωφεύοντες.
Οὐδεμία ἐκ μέρους ὑμῶν κατεβλήθη προσπάθεια, ὅπως ἐπανέλθητε εἰς
τὴν ἀτραπόν, ἐξ ἧς ἀπεμακρύνθητε ἐγκαταλείψαντές Με. Εἰς μάτην ἀνέ-
μενον καὶ ἀναμένω ὑμᾶς. Εἰς μάτην προσεπάθησα διὰ τοῦ λόγου καὶ τῶν
παραινέσεών Μου, διὰ τῶν προτροπῶν καὶ ἐκλιπαρήσεών Μου, διὰ τῶν ἐν
ὀνείρῳ καθοδηγήσεών Μου, ὅπως σᾶς ἐπαναφέρω εἰς τὴν πρὸς Ἐμὲ ἄγου-
σαν καὶ σᾶς ὑποδείξω τὴν ἀληθῆ τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν κατεύθυνσιν καὶ τὸ
καθῆκον ὑμῶν πρός τε ἑαυτοὺς καὶ τὰς ὑποδείξεις Μου.
Κωφεύοντες καὶ ἀδιαφοροῦντες προσεκολλήθητε ἕκαστος εἰς τὰς
ἰδίας αὐτοῦ ἀτομικὰς καὶ ὑλικὰς ὑποθέσεις καὶ ἀφέθητε νὰ παρασυρθῆτε
εἰς τὴν κατωφέρειαν τῶν ὑλικῶν ὑμῶν ἐπιδιώξεων.
Ζῆτε ἐν τῷ ἡμίφωτι καὶ αἱ ὁλοὲν αὐξανόμεναι καὶ μεγεθυνόμεναι σκιαὶ
τοῦ περιβάλλοντός σας ἔτι μᾶλλον συσκοτίζουσι καὶ ἐπικαλύπτουσι τὰς
εἰκόνας τῶν ἀναπαραστάσεων τοῦ Κόσμου Μου.
Εἰς τὸν χρόνον τοῦτον τῆς δοκιμασίας ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος,
εἰς τὴν ἐποχὴν ταύτην, καθ’ ἣν αἱ ἠθικαὶ ἀρχαὶ κατηρρακώθησαν καὶ ἀντε-
καστάθησαν διὰ τῆς ὑλικῆς δυνάμεως τῆς ἰσχύος ἐπὶ παντὸς ἀσθενεστέρου,
καθ’ ἣν ἡ Ἀγάπη ἐξέλειπε καὶ ἐγκατέλειψε τὴν θέσιν της εἰς τὸ ἄνευ οἴκτου
τινος μῖσος, καθ’ ἣν ἡ εὐσπλαχνία ἀντικατεστάθη διὰ τῆς θηριώδους καὶ
ἀνοικτίρμονος σκληρότητος, τῆς ὑπερκορυφωθείσης κακίας, τῆς χάριν τῆς
ἐξυπηρετήσεως τοῦ σκοποῦ αὐτῆς καὶ τῆς ἐξαπλώσεως τῶν ἀσυνειδήτων
ἀρχῶν της πατεῖ ἐπὶ σωροῦ πτωμάτων, ἵνα διὰ τῆς ἀποσυνθέσεως τῶν
σαρκῶν αὐτῶν θεμελιώσῃ καὶ οἰκοδομήσῃ τὴν ἐπὶ τοῦ κόσμου βασιλείαν
της, καθ’ ἣν ἐποχὴν τὸ συνειδητὸν τοῦτο ὅν, τὸ ὁποῖον καλεῖται ἄνθρωπος,
οὐδεμίαν συνείδησιν καὶ ἐπίγνωσιν ἔχον τοῦ ἀληθοῦς ἐπὶ γῆς προορισμοῦ
του, ἐξωπλίσθη δι’ ὅλων τῶν ἀπανθρώπων καὶ ἐξοντωτικῶν μέσων, ὅπως
ἐπιδράμῃ κατὰ τῶν ἀσθενεστέρων αὐτοῦ συνανθρώπων καὶ καθυποτάξῃ
αὐτοὺς ὑπὸ τὸ πέλμα τοῦ βαρβαρωτέρου ὑποδούλου ζυγοῦ καὶ τοῦ φρι-
κωδεστέρου θανάτου του καὶ ἐξοντώσεως, κατασφάζων, πυρπολῶν καὶ
κατακρημνίζων πόλεις τε καὶ οἰκίας, μὴ φειδόμενος οὐδὲ γερόντων καὶ
ἀσθενῶν, οὐδὲ τῶν θηλαζόντων νηπίων, ἀλλ’ ὡς ἀχειραγώγητος ὀδοστρω-
τὴρ τὰ πάντα ὡς ἀπὸ ρυτῆρος ἐλαύνων, κατακρημνίζων καὶ ἰσοπεδώνων
κατὰ τὴν διάβασιν αὐτοῦ, καθ’ ἣν ἐποχὴν τὰ πάντα προσεχώρησαν καὶ
ὑποκύπτουσιν εἰς τὴν ἐπονείδιστον καὶ ἄσπλαχνον βίαν, ἡ φωνὴ τοῦ ἐκ τοῦ
ἐφιαλτικοῦ ὀνείρου ἀφυπνιζομένου ἀνθρώπου ἔδει νὰ ἀκουσθῇ δι’ ὑμῶν
καὶ παρ’ ὑμῶν.
Καὶ ἡ παραμυθητικὴ αὐτὴ φωνή, ἥτις εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ
Ἐνανθρωπισθέντος καὶ Ἐνανθρωπιζομένου Θείου Λόγου, ἀκουομένη
πρῶτον διὰ τῶν ὤτων ὑμῶν καὶ ὑπεισερχομένη εἰς τὰ ἔγκατα τῶν ψυ-
χῶν ὑμῶν καὶ ἐν αὐταῖς καρποφοροῦσα θὰ ἐξήρχετο, ἵνα ἀντηχήσῃ εἰς
τὰ πέρατα τῆς ὑπὸ πυρὸς καὶ σιδήρου δοκιμαζομένης ἀνθρωπότητος,

350
ἐξαγγέλλουσα εἰς αὐτήν, ὅτι τὰ δεινὰ αὐτῆς θὰ καταπαύσουν καὶ ὅτι τὸ
χυνόμενον ὑπ’ αὐτῆς αἷμα μέλλει νὰ ποτίσῃ τὸ ἄρτι φυόμενον δένδρον
τῆς ἐξανθρωπίσεως, ἵνα οἱ ἀνθοῦντες καὶ καρποφοροῦντες βλαστοὶ αὐτοῦ
ἐπικαλύψωσι ἅπασαν τὴν γῆν καὶ προσφέρουσι εἰς τὴν ὑπὸ τῶν πόνων δο-
κιμασθεῖσαν ἀνθρωπότητα τοὺς καρποὺς τῆς Αἰωνίου Εἰρήνης καὶ τῆς Ἀγά-
πης καὶ τῆς διαρκοῦς βασιλείας τῆς Ἐλευθερίας, Ἰσότητος καὶ Πνευματικῆς
ἐξυψώσεως καὶ Καθαγιάσεως.
Οἱ ἀμνοὶ ὡς πρόβατα ἐπὶ σφαγὴν φερόμενοι ὁδεύουσι πρὸς αὐτήν.
Οἱ σφαγιασταὶ ἀκονίζουσι τὰς μαχαίρας αὐτῶν καὶ οἱ τηρηταί τῶν νόμων
σιγοῦσι. Ἡ φωνὴ κατεπνίγη καὶ τὸ πνεῦμα τῆς κακίας ἐπιβασιλεύει ἤδη.
Ἀλλὰ οἱ πρὸς σφαγὴν φερόμενοι ἀμνοί, θυσιαστήριος ἐξιλέωσις γενόμε-
νοι, τὴν σωτηρίαν τῶν ὑπολοίπων ἐπιφέρουσιν. Αἱ δὲ ὑπὸ τῶν σφαγιαστῶν
ἀκονισθεῖσαι μάχαιραι τῶν γαστέρων αὐτῶν τὰ ἔγκατα διανοίξωσιν καὶ διὰ
τῆς διασχίσεως αὐτῶν καταπέσωσιν. Ἡ δὲ καταπνιγομένη φωνὴ διασπῶσα
τὸν περισφίγγοντα αὐτὴν κλοιὸν ἀφεθήσεται ἐλευθέρα, ἵνα διὰ τοῦ ἐλευ-
θέρου λόγου αὐτῆς καταπνίξῃ τὴν κακίαν καὶ στερεώσῃ ἐπὶ τῶν βάθρων
τοῦ κόσμου τῶν Νέων Ἀρχῶν καὶ ἰδεῶν διὰ τῆς εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους
ἐνανθρωπίσεως τοῦ Θείου Λόγου τὴν Αἰώνιον βασιλείαν τῆς Ἀγάπης καὶ
Δικαιοσύνης, τῆς Ἰσότητος καὶ Ἐλευθερίας ἐν ἐξανθρωπισθησομένῃ δι’
αὐτῶν Ἀνθρωπότητι.

156. Πᾶς ὁ Ἐμὲ γιγνώσκων καὶ τὴν ἑαυτοῦ ἀτραπὸν γιγνώσκει ἀφ’ ἑαυτοῦ,
ὡς μετ’ Ἐμοῦ συνδεόμενος καὶ ἐν αὐτῇ ὑπ’ Ἐμοῦ καθοδηγούμενος.
Πᾶς ὁ Ἐμὲ γινώσκων τὴν Ἀλήθειαν τὴν ἐν Ἐμοὶ κρυπτομένην ἀπο-
καλύπτει ἐν ἐαυτῷ καὶ κατέχει ὡς ἱδίαν ἑαυτοῦ γνῶσιν.
Πᾶν τὸ ἐν Ἐμοὶ ταὐτὸν ἐν αὐτῷ, ὡς ἴδιον αὐτοῦ γινόμενον, ὡς ἀπόρ-
ροια ἰδίας αὐτοῦ σκέψεως καὶ γνώσεως πολλάκις ἐκδηλοῦται.
Ἀλλ’ ὁ ἐμὲ γινώσκων, πλήρως τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν αὐτοῦ
ἀνέλιξιν ἐν Ἐμοὶ ἀποκαθιστᾷ καὶ ἐν τῇ ἐπιτευχθησομένῃ πλήρει αὐτῆς
ἀποκαταστήσει πλήρως καὶ Ἐμὲ διαγινώσκει καὶ τὴν ἀτραπὸν τὴν πρὸς
Ἐμὲ ὁδηγοῦσαν καί συνδέουσαν αὐτὸν πρὸς Ἐμὲ πλήρως διαγινώσκει.
Ἕκαστος τὴν ἀτραπὸν αὐτοῦ διὰ τῶν ἰδίων αὐτοῦ ὀφθαλμῶν διαβλέπει
καὶ αὐτὴν διὰ τῆς ὀλοὲν γινομένης τελειοποιήσεώς του πληρέστερον διαγι-
νώσκει, ἄχρις οὗ πλήρως ἀποκατασταθῇ ἐν Ἐμοί, ὁπότε ἡ ἀτραπὸς αὐτοῦ
αὕτη πλήρως διαφωτιζομένη πληροῖ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ Φωτὸς καὶ οὕτω
δύναται νὰ διακρίνῃ καὶ τὰς ἐλαχίστας ἐν αὐτῇ λεπτομερείας ἔχων πλήρη
συναίσθησιν τῶν μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ αὐτοῦ δεσμῶν, οἵτινες μᾶς συνδέουσιν.
Εἰς ἕκαστον συνδεόμενον ποικιλοτρόπως μετ’ Ἐμοῦ ἀποκαλύπτω εἰς
αὐτὸν τὴν ἀτραπὸν αὐτοῦ καὶ προτρέπω αὐτόν, ἵνα ἀπροσκοπτώτερον
ἀκολουθήσῃ ταύτην, ἵνα δι’ αὐτῆς Μὲ γνωρίσῃ καλύτερον, διότι, ἐφ’ ὅσον
ἐν αὐτῇ ἀνυψοῦται καὶ προσπλησιάζει εἰς τὴν ἀνιοῦσαν πρὸς Ἐμὲ κα-

351
τεύθυνσιν, καὶ τὸ τέρμα αὐτῆς, κατὰ τοσοῦτον θὰ δύναται νὰ γνωρίζῃ τὰ
ἐν τῷ Κόσμῳ Μου καί ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ἀπορρέοντα καὶ κατὰ τοσοῦτον
ἐπαυξανομένης τῆς γνώσεως αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θὰ δύναται νὰ ἀντιπαραβάλῃ
τὰ τοῦ Κόσμου Μου πρὸς τὰ τοῦ κόσμου, ἐν ᾧ ζῆ καὶ νὰ ἀντιλαμβάνεται καὶ
διακρίνῃ τὴν διαφοράν, ἥτις ὑφίσταται μεταξὺ αὐτῶν.
Οὐδεὶς ὅμως διὰ τῆς ἐπενεργείας ἄλλου καὶ ἄνευ τῆς ἰδίας αὐτοῦ προ-
σπαθείας ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως δύναται νὰ διαδράμῃ τὴν ἀπό-
στασιν, τὴν χωρίζουσαν αὐτὸ ἀπὸ Ἐμέ, χωρὶς νὰ βαδίσῃ ἐπὶ τῆς ἀτραποῦ,
τῆς εἰς ἕκαστον ἐκ τῆς ἰδίας αὐτοῦ πείρας ἀποκαλυφθείσης.
Ἕκαστος ἄνθρωπος, ὡς ἔχων ἰδίαν καὶ κεχωρισμένην ψυχὴν καὶ ἀτο-
μικὴν ὑπόστασιν, οὕτως ἔχει καὶ ἰδίαν ἀτραπόν. Ἡ ἀποκάλυψις αὐτῆς εἰς
αὐτὸν παρ’ Ἐμοῦ δὲν σημαίνει καὶ ὅτι οὗτος κατέστη ἱκανὸς νὰ διανύσῃ
τὴν μέχρις Ἐμοῦ ἀπόστασιν καθοδηγούμενος, χειραγωγούμενος καὶ ὑπο-
βασταζόμενος παρ’ Ἐμοῦ. Ὀφείλει οὗτος, ἅπαξ γνωρίσει τὴν ἀτραπὸν
αὐτοῦ ταύτην, νὰ ἀκολουθήσῃ αὐτὴν στερρῶς καὶ ἐπ’ αὐτῆς βαδίζων διὰ
τῶν ἰδίων αὐτοῦ δυνάμεων.
Ἐφ’ ὅσον δὲ θὰ ἀνέρχηται τὴν πρὸς Ἐμὲ ἀνιοῦσαν κατεύθυνσιν αὐτῆς,
ἐπὶ τοσοῦτον οἱ πόδες αὐτοῦ θὰ ἰσχυροποιοῦνται καὶ ἐπὶ τοσοῦτον αἱ
δυνάμεις αὐτοῦ θὰ ἐπαυξάνουν ἐνισχυόμεναι ὑπὸ τῆς συντελουμένης ἐν
αὐτῇ πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς προόδου καί ἀνυψώσεως, ἥτις θὰ ἐπιφέρῃ
τὴν διάνοιξιν τῶν πνευματικῶν αὐτοῦ ὀφθαλμῶν καὶ οὕτω θὰ δύναται νὰ
διακρίνῃ εἰς τὸ περιβάλλον αὐτὸν Πνευματικὸν Φῶς καθαρωτέραν καὶ δι-
αυγεστέραν τὴν εἰς αὐτὸν ἀποκαλυπτομένην παρ’ Ἐμοῦ Ἀλήθειαν.
Δὲν εἶναι ὅθεν ἡ ὑπόδειξις ἢ ἀποκάλυψις τῆς ἀτραποῦ εἰς ἕκαστον ἐξ
ὑμῶν καὶ τὸ μέσον τῆς ἐν Ἐμοὶ πλήρους ἀποκαταστάσεως ὑμῶν ἄνευ τῆς
ἀτομικῆς καὶ ἰδίας ὑμῶν προσπαθείας πρὸς τοῦτο.
Μόνον ἐὰν ἀδιακόπως καὶ συνεχῶς ἐπιδιώκετε τὴν πνευματικὴν καὶ
ψυχικήν σας ἀνέλιξιν καὶ τελειοποίησιν, βαδίζοντες στερρῶς ἐπὶ τῆς ἀπο-
καλυφθείσης εἰς ὑμᾶς ἀτραποῦ, μόνον ἐὰν οἱ δημιουργηθέντες διὰ τοῦ
τρόπου τούτου δεσμοὶ ὑμῶν δὲν χαλαρωθῶσιν, θὰ δυνηθῆτε νὰ φθάσητε
δι’ αὐτῆς εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν καὶ νὰ γνωρίσητε τόσον Ἐμὲ
ὡς καὶ τὴν ἐν Ἐμοί καὶ τὸν Κόσμον Μου ἐγκρυπτομένην Ἀλήθειαν.
Τινὲς ἐκ τῶν ἀκολουθούντων τὴν ἀποκαλυφθεῖσαν εἰς αὐτοὺς ἀτραπὸν
εἴτε παρέμειναν προσκεκολλημένοι ἐν τῷ μέσῳ αὐτῆς, εἴτε παρεξέκλιναν
ταύτης, ἀκολουθήσαντες ἄλλην ἀντίθετον αὐτῆς ὁδόν.
Ἡ ἐκ τῆς ἀπομακρύνσεως αὐτῶν ὑπ’ Ἐμοῦ χαλάρωσις τῶν ὑφι-
σταμένων μεταξύ μας δεσμῶν ἐπιφέρει τὴν ἐπικάλυψιν τῶν ὀφθαλμῶν
αὐτῶν διὰ πυκνοῦ νεφελώματος, τὸ ὁποῖον δὲν ἐπιτρέπει τότε εἰς αὐτὸν
νὰ διακρίνῃ τὰ πρὸ αὐτοῦ ἀντικείμενα ἔστω καὶ φωτιζόμενα δι’ ἀπλέτου
φωτὸς καὶ ὡς ἐκ τούτου οὗτος ἐπὶ μακρὸν παραμένει ἐν τῇ δημιουργηθεί-
σῃ ὑπ’ αὐτοῦ σκιᾷ ἐν τῷ Κόσμῳ Μου καθηλωμένος ἓως ὅτου συνερχόμενος
καὶ καταβάλλων δραστηριωτέρας τῶν προτέρων ἐνεργείας, ὅπως ἐπανα-
συνδεθῇ ἐκ νέου μετ’ Ἐμοῦ, ὁπότε καὶ πάλιν ἐξερχόμενος ἐκ τοῦ περιβάλ-

352
λοντος αὐτὸν ἡμίφωτος, θέλει ἐπανέλθει ἐπὶ τῆς ἐγκαταλειφθείσης ἀτρα-
ποῦ του, ἀκολουθῶν ταύτην ἐν τῇ ἀνιούσῃ πρὸς Ἐμὲ κατευθύνσει της διὰ
στερεωτέρων βημάτων καὶ ἀσφαλέστερον καὶ ἀπροσκοπτώτερον διανύων
αὐτὴν καὶ διαυγέστερον ὑπὸ τοῦ περιβάλλοντος καὶ πάλιν φωτὸς διαβλέ-
πων καὶ διακρίνων τὰ πρὸ αὐτοῦ, ὑπ’ αὐτὸν καὶ πέριξ αὐτοῦ ἀντικείμενα.
Τινὲς ἐκ τῶν Ἀκολούθων Μου βεβαρυμένοι ἐκ τῶν προγενεστέρων τῆς
παρούσης ζωῆς σφαλμάτων, δὲν δύνανται παρ’ ὅλην τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῶν
νὰ διακρίνωσι τὴν πρὸ αὐτῶν κειμένην καὶ διανοιγμένην ἀτραπόν. Οἱ
ὀφθαλμοὶ αὐτῶν κεκαλυμμένοι ὑπὸ τοῦ κελύφους τῶν ὑλικῶν ἀδυναμιῶν,
ἀδυνατοῦσι νὰ διαπεράσωσι τὴν ἀχλύν, ἥτις τοὺς ἐπισκιάζει. Μόνον διὰ
τῆς ἐντεταμένης καὶ διαρκοῦς αὐτῶν προσπαθείας καὶ προσηλώσεως, διὰ
τῆς ἀφοσιωμένης αὐτῶν πίστεως, δι’ ἐνδομύχου καὶ ὁλοψύχου προσευχῆς,
δυναμένης νὰ προκαλέσῃ τὴν πνευματικὴν καὶ ψυχικὴν αὐτῶν ἔξαρσιν
καὶ διὰ συνεχοῦς αὐτῶν πρὸς Ἐμὲ διανοητικοῦ συλλογισμοῦ, δύναται νὰ
διαλύσωσι τὸ περιβάλλον αὐτοὺς νέφος καὶ νὰ ἀφήσωσι ἐλευθέρας τὰς
Ἀκτῖνας τοῦ Πνευματικοῦ Μου Φωτὸς νὰ διαφωτίσωσι τὰς ψυχὰς αὐτῶν
καὶ νὰ ἐπιτρέψωσιν εἰς τοὺς διανοιγέντας πνευματικοὺς αὐτῶν ὀφθαλμοὺς
νὰ ἀντιληφθῶσι καὶ διακρίνωσι τὴν πρὸ αὐτῶν ἐκτεινομένην ἀτραπόν.

157. Δύναμιν ἔσωθεν λαβόντες καὶ πρός Με ἐνατενίζοντες ἀνυψωθῆτε.


Ἀνυψώσατε ἑαυτοὺς ὑπεράνω τῶν ἐγκοσμίων, πνευματικῶς καταρτι-
ζόμενοι καὶ ψυχικῶς ἀποκαθαιρόμενοι προσατενίσατέ Με.
Ἀναγνωρίζετέ Με; Ὀψόμενοί Με, γιγνώσκετέ Με;
Ποῦ δὲ σταθμὸς καὶ ποῦ διάβασις; Πόθεν ἡ ἀναχώρησις καὶ ποῦ τὸ
τέρμα; Πόθεν ἐκκινεῖτε καὶ ποῦ πορεύεσθε; Πόθεν ἐξήλθατε καὶ ποῦ ἄγητε;
Πάντα ταῦτα γνωστὰ γενήσονται ὑμῖν, ἂν τὴν ὁδόν, ἣν ἐχάραξα ὑμῖν, ἀκο-
λουθήσητε καὶ ἐπ’ αὐτῆς ἀπαρεγκλήτως πορευόμενοι πρός Με ἀνέλθητε.
Οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀκουόντων Με γιγνώσκει Με, ἂν μὴ καὶ διὰ τῶν ἰδίων
αὐτοῦ ὀμμάτων ὀφθήσετέ Με. Οὐδέποτε διὰ τῶν τοῦ σώματος ὀφθαλμῶν,
ἀλλὰ διὰ τῶν ψυχικῶν καὶ πνευματικῶν.
Πῶς δ’ ἄν τις ἀναγνωρίσῃ Με, ἀφοῦ οὐκ οἶδεν Με ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ
αὐτοῦ; Οὐδεὶς ὀφθήσεταί Με, οὐδεὶς ἀντιληφθήσεταί Με, οὐδεὶς ἐπιγι-
γνώσκεταί Με καὶ κατεῖδε Με, ἂν μὴ ἐξ ἄνωθεν προῆλθεν. Οὐδὲ οἱ πά-
ντες ἄνωθεν προέρχονται, ἢ μὴ οἱ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ κεκλημένοι ὑπ’
Ἐμοῦ, ἵνα συνακολουθήσωσί Με ἐν ταῖς πρὸς τὸν κόσμον Μου πορείαις.
Ὁδευθήτωσαν δὲ οἱ ἀκηκοότες καὶ γιγνώσκοντες τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐκ
τοῦ Πνεύματός Μου ἐκπορευομένην, οὐ διὰ τῆς πνευματικῆς καταρτίσεως,
ἀλλὰ διὰ τῆς πνευματικῆς αὐτῶν διαφωτίσεως. Τὰ ὦτα αὐτῶν ἀνεωχθήσο-
νται ἐνωτιζόμενα τῶν Ρημάτων Μου καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν διανοιγήσο-
νται, ἵνα δι’ αὐτῶν τὸ Φῶς τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Γνώσεως διαλάμψῃ ἐν τῷ
πνεύματί των ὡς Ἀκτίς Πνευματικοῦ Φωτὸς ἐκ τοῦ Κόσμου Μου κατερχο-

353
μένη καὶ αὐτοῖς ὡς ἴδιον αὐτῶν φῶς ἑαυτοὺς περιβάλλουσα.
Πόθεν ἀρυσθήσεσθε τὴν Ἀλήθειαν, ἣν ἐν τῷ κόσμῳ μέλλετε διδάξαι;
Οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου ὑμῶν, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου. Καὶ ἡ Ἀλήθεια ἡ Ἐμὴ οὐκ
ἐστὶν ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ γνῶσις ἃ ἡ μελέτη ἐπάγει τοῖς πνεύμασι, ἀλλὰ Φῶς
καὶ ὡς Φῶς διαλάμψει ἐπὶ πάσης ἄλλης Ἀληθείας, περιβάλλουσα αὐτὴν
πανταχόθεν καὶ ἀποκαλύπτουσα τὴν διαφορὰν αὐτῆς πρὸς τὴν Ἀμετάβλη-
τον Ἀλήθειαν τῆς ἐκ τοῦ κόσμου ἐξερχομένης. Διότι πάντα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ
ὑμῶν καὶ τὰ ἐκ τοῦ κόσμου ὑμῶν ἐξερχόμενα φθαρτὰ καὶ μεταβλητὰ ἐστίν,
ἐνῷ τὰ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου Ἄφθαρτα, Ἀΐδια καὶ Ἀμετάβλητα.
Καρποῦσθε τῶν καρπῶν τῆς πείρας τῶν τοῦ κόσμου ὑμῶν πραγμάτων,
ἵνα διὰ ταύτης κάλλιον γιγνώσκητε παραλληλίζοντες τὰ ἐκ τοῦ κόσμου
ἐκπορευόμενα πρὸς αὐτὸν καὶ κρίνοντες ταῦτα συγκρίνητε τὴν ἐκ τοῦ Κό-
σμου Μου Ἀλήθειαν πρὸς τὴν τοῦ κόσμου σας τοιαύτην.
Μὴν ἐπιζητῆτε ν’ ἀνέλθητε τὴν ὕπερθεν ὑμῶν κειμένην ἀνιοῦσαν
κλίμακα τῆς ἀνελίξεως καὶ τελειοποιήσεώς ὑμῶν, μὴ ζητῆτε τὸν πλήρη
ψυχικὸν καταρτισμὸν ὑμῶν δι’ ἀλμάτων, ἀλλὰ κανονικῶς καὶ σταθερῶς
πατοῦντες ἐφ’ ἑκάστης αὐτῆς βαθμίδος, διότι δὲν δύναταί τις ἀνελθὼν
ὑπεράνω ἐκείνων, οἵτινες προεπορεύθησαν, παραγνωρίζων αὐτούς, ἀλλ’
οὔτε καὶ ὑπερβῆναι βαθμίδας ὑπερκειμένων, ἂν μὴ πρότερον δὲν διῆλθε
διὰ τῆς κατωτέρας τοιαύτης.
Πῶς δέ τις ἀνέρχεται τὰς βαθμίδας ταύτας ἀποκαλυφθήσεται τούτῳ
δι’ ἰδίας ἐπιγνώσεως καὶ ἀντιλήψεως καὶ διὰ τῆς ἐπὶ τούτῳ προσγενομένης
πρὸς αὐτὸν πρότερον καταρτίσεως καὶ διαφωτίσεως, ἥτις εἶναι ἀνάλογος
πρὸς τὸν βαθμὸν τῆς ψυχικῆς αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ προσεγγίσεως καὶ συ-
νταυτισμοὺ τῶν ἰδεῶν αὐτοῦ πρὸς τὰς Ἐμπνεύσεις, ἃς ἐξ Ἐμοῦ ἀρύεται
καὶ προσλαμβάνει.
Ἑκάστη βαθμίς τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀνιούσης πνευματικῆς ἀνυψώσεως ἀπο-
καθίσταται ἐν αὐτῷ ἐν ἀναλογίᾳ πρὸς τὸν ψυχικὸν αὐτοῦ ἐξαγνισμὸν καὶ
τελειοποίησιν καὶ διὰ τοῦτο, ἐφ’ ὅσον ἐξυψοῦται καὶ ἀνέρχεται ὑψηλο-
τέρας βαθμίδας, κατὰ τοσοῦτον ἀποκαλύπτεται αὐτῷ καταφανεστέρα,
φωτεινοτέρα καὶ διαυγεστέρα ἡ ὄψις τῶν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου πραγμάτων
καὶ κατὰ τοσοῦτον ἐπὶ μᾶλλον καὶ μᾶλλον διαχωρίζεται ἐπαισθητῶς καὶ
καταφανέστερον ὑπ’ αὐτοῦ ἡ ἐπιγενομένη εἰς αὐτὸν πρόοδος.
Ἡ πρὸς τὰ ἀνω πρόοδος αὕτη ἔχει μεγίστην σχέσιν μὲ τὴν ἐξυπηρέτη-
σιν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέλαβε νὰ φέρῃ εἰς πέρας τῇ ὑποδείξει καὶ Καθο-
δηγήσει Μου.
Διὰ τοῦτο, ἐφ’ ὅσον στενώτερον προσκολλᾶται ἐπ’ αὐτοῦ, κατὰ το-
σοῦτον οἱ μετ’ αὐτοῦ δεσμοί Μου συσφίγγονται καὶ κατὰ τοσοῦτον ἰσχυ-
ρότερον προσελκύεται ὑπ’ Ἐμοῦ, ἵνα ἀνέλθῃ ὑπεράνω τῆς βαθμίδος, ἣν
ἤδη ἀνῆλθεν.
Οὐδεὶς δύναται νὰ κατανοήσῃ τοὺς λόγους Μου, ἂν μὴ προγενεστέρως
δὲν ὤφθη τὸν κόσμον, εἰς ὃν ζῶ καὶ διαμένω ἐφελκύων πέριξ Ἐμοῦ τοὺς
παρ’ Ἐμοῦ ἐκλεγέντας, ὡς ὁ Ἥλιος τὸ πλανητικὸν αὐτοῦ σύστημα, ἐν τῇ

354
ἀτέρμονι ἀνελίξει τῆς Ὑπερτάτης Σοφίας καὶ Γνώσεως τῆς Θείας Τελει­ό­
τητος καὶ Ἁρμονίας.
Διὰ νὰ ὠφθῆ δὲ τὸν Κόσμον Μου τοῦτον ὀφείλει πρότερον νὰ καταστῇ
τὸ ὄργανον τῆς ἐξυπηρετήσεως τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ
ὅστις ἀποβλέπει εἰς τὴν ἀνάκτησιν τῶν ψυχικῶν αὐτοῦ χαρισμάτων, τὰ
ὁποῖα πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον τῷ παρεσχέθησαν καὶ τὰ ὁποῖα ὀφείλει νὰ
τελειοποιήσῃ πρὸς καταφανεστέραν ἐκδήλωσιν τῶν ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν
ἐκπορευομένων καὶ μεταδιδομένων αὐτῷ πρὸς ἐκδήλωσιν πνευματικῶν
δυνάμεων.
Διὰ νὰ καταστῇ τις τέλειος, ἂς μὴν ἀνατρέξῃ πρὸς τὸ παρελθὸν τοῦ
φθαρτοῦ κόσμου, τοῦ πεπληρωμένου μὲ τὴν σοφίαν τῶν ἀλληλοσυγκρου-
ομένων φιλοσοφικῶν θεωρημάτων καί ἰδεῶν, ἀλλ’ ἂς ἀφήσῃ τὴν ψυχὴν
αὐτοῦ ἐλευθέραν καὶ ἁγνὴν νὰ εἰσδύσῃ ἐν τῷ Κόσμῳ Μου, ἀνερχομένη μία
πρὸς μία τὰς βαθμίδας τῆς ἀνελίξεως καὶ τελειοποιήσεώς της καὶ ἀντλήσῃ
ἐξ Αὐτοῦ τὴν ἐν Αὐτῷ ἐγκρυπτομένην Ἀλήθειαν.
Ὀφείλει οὗτος πρὸ τῆς προσπαθείας τῇς ἀνόδου του ταύτης νὰ Μὲ
ἀναζητήσῃ οὐχὶ ἐν τῷ βάθει τοῦ ἀτέρμονος χώρου τοῦ Ἀπείρου τῶν ὑλικῶν
κόσμων, ἀλλ’ ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς αὐτοῦ, ἐν τῇ ὁποίᾳ ζῶ καὶ ὑπάρχω.
Τὸ μεγαλεῖον τῆς φύσεως, ἥτις διανοίγεται πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν του ἐν
τῷ ἀτέρμονι ἐκτεταμένῳ πεδίῳ τῶν ὑλικῶν κόσμων, δὲν δύναται νὰ συ-
γκριθῇ καὶ παραβληθῇ μὲ τὸ Μεγαλεῖον τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, εἰς τὸ
ὁποῖον προσδοκᾶται καὶ ἀναμένεται πρὸ πολλοῦ ν’ ἀνέλθῃ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ,
ἵνα γνωρίσῃ τὴν Ἀλήθειαν τοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον ἐκλάμπει ὡς Ὑπέρλα-
μπρος Ἥλιος διαφωτίζων διὰ τῆς Ἀνταυγείας τῆς Ἀπροσπελάστου Ἀκτινο-
βολίας Του τὴν ἀνθρώπινον σοφίαν, ἥτις ἀναζητεῖ ἐν μέσῳ τοῦ σκοτεινοῦ
περιβάλλοντός της ν’ ἀνεύρῃ τὴν Ἀλήθειαν καὶ ἥτις ἐν τῷ ὑλικῷ πεδίῳ πι-
στεύει, ὅτι ἀνεκάλυψε τὴν πραγματικὴν ἀλήθειαν.
Τετυφλωμένοι ὑπὸ τῶν γνώσεων, τὰς ὁποίας ἡ πεῖρα ἐν τῇ συσχετίσει
τῶν ὑλικῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου τοὺς ἐδίδαξεν, πιστεύουν, ὅτι οἱ λει-
τουργοῦντες φυσικοί νόμοι καὶ τὸ ὑλικὸν τῆς φύσεως περιβάλλον εἶναι τὸ
μοναδικὸν πεδίον τῆς ἀναζητήσεως τῆς Ἀληθείας.
Ἀλλ’ ἡ ἀλήθεια, ἣν οὗτοι κατέχουσι καὶ τοσοῦτον ὑπερηφάνως ἐπι-
δεικνύουσι, διαφεύγει ἐκ τῶν χειρῶν των μόλις μία νέα ἄγνωστος δύναμις
ἀποκαλυφθῇ, ἀνατρέπουσα τὰ ὑπὸ τῆς ἐπιστημονικῆς των γνώσεως, σο-
φίας μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης, παραδεδειγμένα.
Καὶ διὰ νὰ διατηρήσωσι τὰ προσχήματα καὶ μὴ καταστῶσι καταγέλα-
στοι παρηγορούμενοι λέγουσιν, ὅτι ἡ ἐπιστήμη διὰ μιᾶς νέας ἀνακαλύψε-
ως δὲν ἀνατρέπει τὰς ἐπικρατούσας θέσεις αὐτῆς, ἀλλὰ τὰς συμπληροῖ ἐπὶ
τὸ ἐπιστημονικώτερον, ἐνῷ πράγματι ἐκριζώνει ταύτας ἐκ θεμελίων, διὰ νὰ
ἐπανακτήσῃ τὸ νέον οἰκοδόμημα τῆς προόδου καὶ τῆς ἀληθείας αὐτῆς, τοῦ
ὁποίου οὐδέποτε θὰ ἐπιστεγασθοῦν οἱ ἀκατέργαστοι καὶ διασαλευόμενοι
ἐν τῇ συμπληρώσει ἀνοικοδομούμενοι τοῖχοι.
Ἀναζητήσατε τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ Πνευματικῷ Πεδίῳ καὶ ἀποκαθάρατε

355
τὴν ψυχὴν ὑμῶν τελειοποιοῦντες αὐτήν, ἵνα ἐξυψωθῇ καὶ ἀνέλθῃ ὑπεισερ-
χομένη ἐν αὐτῷ, ἵνα ἐξ αὐτοῦ ἀντλήσῃ τὴν Ἀλήθειαν τοῦ Θείου Κόσμου.
Ζήσατε ἐν ἑαυτοῖς πνευματικῶς καὶ ἐξαγνισθῆτε ψυχικῶς καὶ ἕξητε
τὸ Φῶς τῆς Ἀληθείας τῆς Ἀθανάτου καὶ Ἀφθάρτου Ζωῆς, ὅπερ οὐδέποτε
σβέννυται, ἀλλὰ διαλάμπει Ἀΐδιον διὰ μέσου τῶν αἰώνων τῆς φθορᾶς.

158. Παρῆλθον ἔτη πολλά. Ἡ κεφαλὴ ὑμῶν ἐλευκάνθη. Αἱ δυνάμεις


ὑμῶν αἱ σωματικαὶ σᾶς ἀπολείπουν καὶ ὅμως Ἐγὼ καὶ πάλιν προσέρχομαι
εἰς τὴν παράκλησίν σας, ὅπως σᾶς ἐνισχύσω, ὅπως σᾶς ἐνδυναμώσω, ὅπως
καθοδηγήσω εἰς τὴν ὁδὸν τῆς πρὸς Ἐμὲ κατευθύνσεώς σας, τὴν ὁποίαν ἐπὶ
τόσον χρόνον ἐγκαταλείψατε καὶ εἰς ἣν δὲν ἔπαυσα νὰ ἵσταμαι ἐν μέσῳ
αὐτῆς καὶ νὰ σᾶς ἀναμένω, ὅπως καὶ πάλιν ἐπανέλθητε εἰς τὰ πρῶτα τῆς
πραγματικῆς ἐκκινήσεως ὑμῶν βήματα.
Τὴν κατάστασιν, ἥτις ἐπηκολούθησε καὶ ἡ ὁποία ἀπέρρευσεν ἀπὸ ὑμᾶς
καὶ ἐπεβράδυνεν ἐπὶ τόσον χρόνον τὸ εἰς ὑμᾶς ἀνατεθὲν καὶ ἀρξάμενον
ἔργον μου, πολλάκις σᾶς προεῖπον καὶ ἐπράξατε πᾶν, ὃ,τι ἦτο δυνατὸν διὰ
νὰ μὴ Μὲ διαψεύσητε.
Τὴν ἀγάπην, ἣν ἐδίδαξα εἰς ὑμᾶς μετεβάλατε ἂν μὴ εἰς μῖσος, ἀλλ’ εἰς
ἀδιαφορίαν τοιαύτην, ὥστε νὰ διασχίσητε τοὺς μεταξὺ ὑμῶν δεσμοὺς καὶ
ν’ ἀπομακρυνθῆτε ἀπ’ Ἐμοῦ ἐγκαταλείποντές Με, μετ’ Ἐμοῧ καὶ τὸ ἔργον
Μου καὶ τὴν τελικὴν ἐκπλήρωσιν τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ, ἣν ἔδει τῇ βοηθείᾳ καὶ
συνενώσει ὑμῶν νὰ φέρητε εἰς αἴσιον πέρας.
Καὶ ἤδη, ὅπως πολλάκις, προσέρχεσθε ἐπικαλούμενοί Με, ὅπως σᾶς
καθοδηγήσω καὶ σᾶς διδάξω.
Ἀπειρίαν ἐπικοινωνιῶν Ἐγὼ προγενεστέρως ἔδωσα εἰς ὑμᾶς καὶ πλῆρες
πρόγραμμα, τὸ ὁποῖον ἔδει νὰ ἐφαρμόσητε, ἐὰν θέλητε νὰ ἐπανεύρητε τὴν
πραγματικὴν κατεύθυνσιν τοῦ ἔργου Μου καὶ ἂν θέλητε νὰ δώσητε τὴν ἀρ-
μόζουσαν καὶ εὐκταίαν αὐτοῦ θέσιν ἐν τῷ κόσμῳ.
Τὰς ὑποθήκας ὅθεν, τὰς ὁποίας ἔδωσα εἰς ὑμᾶς, αὐτὰς καὶ μόνον πρέπει
νὰ τηρήσητε. Ἐὰν δὲν πράξητε τοῦτο, ἐὰν δὲν κατανοήσητε πλήρως τὴν
ἔννοιαν τῶν Ὑπαγορεύσεών Μου, τὰς ὁποίας νὰ καταστήσητε συνειδητὸν
κτῆμα τῶν ἰδίων ὑμῶν αὐτῶν ἐν τῇ ἐκτελέσει τῶν ἐξ αὐτῶν ἀπορρεουσῶν
πράξεών σας, θὰ εἶναι ἀδύνατον νὰ ὀρθοποδήσητε καὶ θὰ ἔχητε ἀπέλθῃ τοῦ
κόσμου τούτου, χωρὶς νὰ ἔχητε κάμῃ ἔστω καὶ ἓν περαιτέρω βῆμα.
Μέχρι τῆς στιγμῆς καθηλώθητε ἀμφιρρέποντες καὶ ἀβέβαιοι ἐπὶ τοῦ
ἐδάφους μὴ γνωρίζοντες τί δέον νὰ πράξητε καὶ τί ν’ ἀκολουθήσητε.
Οὐδέποτε ἔπαυσα νὰ παρακολουθῶ ὑμᾶς καὶ ἂν καὶ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπεμα-
κρύνθητε, οὐδέποτε διέκοψα τοὺς μεταξὺ ὑμῶν πνευματικοὺς δεσμούς.
Διότι, διὰ νὰ ἐκλέξω ὑμᾶς καὶ διὰ ν’ ἀναθέσω εἰς ὑμᾶς τὴν πραγματοποίη-
σιν καὶ συνέχισιν τοῦ ἐπὶ γῆς διακοπέντος Πνευματικοῦ ἔργου Μου, δὲν
ἀνεῦρον ὑμᾶς τυχαίως ἐν τῷ πλήθει τοῦ κοινοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἐξέλεξα

356
ὑμᾶς ἐκ τοῦ Κόσμου Μου, ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου Μου, εἰς ὃν ἀρ-
χῆθεν ἀνήκατε καὶ πρὸς ὃν καὶ πάλιν προορίζεσθε.
Διὰ νὰ φθάσητε δὲ εἰς τὸ σημεῖον τῆς σημερινῆς πνευματικῆς ὑμῶν
ἀναγωγῆς καὶ ἀνελίξεως, δὲν ἐφθάσατε, διότι Ἐγὼ συμπαρέσυρα ὑμᾶς καὶ
ἐφθάσατε εἰς τὸ σημεῖον εἰς τὸ ὁποῖον ἤδη εὑρίσκεσθε, ἀλλὰ διὰ μέσου
πολλῶν βαθμίδων καὶ πολλῶν ἀλλεπαλλήλων ζωῶν καὶ μετενσαρκώσε-
ων ἐφθάσατε εἰς αὐτό. Συνεπῶς πάντες ὑμεῖς, ὅσοι παρ’ Ἐμοῦ ἐκλήθητε,
δὲν ἀνήκετε εἰς ἑαυτούς, ἀλλ’ εἰς τὸν κόσμον, ἐξ οὗ ἀπορρεύσατε καὶ ὁ
κόσμος οὕτος εἶναι ὁ Κόσμος, εἰς ὃν Ἐγὼ ἀνήκω ἔχων συμπαραστάτας
τῆς δόξης αὐτοῦ πάντας τοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Πᾶς ὁ εἰς Ἐμὲ ἀνήκων, δὲν ἀνήκει εἰς ἑαυτὸν, ἀλλ’ εἰς τὸν Κόσμον
Μου. Καὶ πᾶς ὁ εἰς τὸν Κόσμον Μου ἀνήκων, ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ἐξῆλθε
καὶ εἰς Ἐμὲ ἐξ ὁλοκλήρου ἀνήκει, ὡς ἐκ τοῦ Κόλπου Μου ἐξελθών, καθ’
ὅσον ἅπας ὁ κόσμος, ὁ εἰς Ἐμὲ ἀνήκων καὶ ὑπ’ Ἐμοῦ κατευθυνόμενος, ἐκ
τῶν Κόλπων Μου ἐξῆλθεν καὶ ὀφείλει νὰ ἐπανέλθῃ εἰς αὐτούς.
Οὕτω καὶ ἕκαστος ἐξ αὐτοῦ ὁρμώμενος καὶ πηγάζων, ὅσον καὶ ἂν ἀπο-
μακρυνθῇ ἐξ αὐτοῦ, ὅσον καὶ ἂν προσπαθῇ νὰ διασπάσῃ πάντα δεσμὸν μετ’
αὐτοῦ, δέν δύναται παρὰ μίαν ἡμέραν νὰ ἐπανακάμψῃ καὶ εἰσέλθῃ ἐν αὐτῷ.
Μὴν ἀναζητῆτε ν’ ἀνεύρητε τὴν ἀλήθειαν πάντων τούτων παρὰ ἐν τῷ
κόσμῳ, εἰς ὃν ἀνήκετε, ἐξ οὗ ἐξήλθατε καὶ πρὸς ὃν ὀφείλετε νὰ ἐπανέλθητε.
Δυνατὸν τοῦτο νὰ μὴ συντελεσθῇ ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ ὑμῶν, διότι αἱ
ἀδυναμίαι σας σᾶς ἐμποδίζουν, ἀλλὰ εἰς μίαν ἄλλην ζωὴν μὲ περισσοτέρας
καρμικὰς ὑποχρεώσεις, διότι ἂν δέν ἐξεπληρώσατε τὸν σκοπὸν τῆς πα-
ρούσης ὑμῶν ζωῆς, θὰ ἐπανέλθητε, διὰ νὰ πραγματοποιήσητε μὲ περισ-
σοτέρας κόπους καὶ ἐμπόδια ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον σήμερα παρελείψατε.
Ὀφείλετε ὅθεν, ὡς καὶ ἄλλοτε ἐκάλεσα ὑμᾶς νὰ ὑποσχεθῆτε εἰς ἑαυ-
τούς, ὅτι θὰ βαδίσητε ἐπὶ τῶν ὑποδείξεων, ἃς σᾶς καθώρισα, ὅτι θὰ συσφί-
ξητε ἀρρήκτως τοὺς μεταξὺ ὑμῶν πνευματικοὺς καὶ ψυχικοὺς δεσμοὺς καί
ὅτι θὰ ἐργασθῆτε δι’ ὅλων τῶν δυνάμεων ὑμῶν εἰς τὴν πραγματοποίησιν
τοῦ σκοποῦ τοῦ ἐπὶ γῆς προορισμοῦ ὑμῶν καὶ ὅστις κατὰ τὸ παρελθὸν δι-
εξοδικῶς καὶ ἐν πάσῃ λεπτομερείᾳ ἀνεκοινώθη εἰς ὑμᾶς.

159. Οὐδεὶς τὸν Θεὸν ὤφθη καὶ οὐδεὶς τὴν Ἀλήθειαν ἔγνωκεν, ἂν μὴ
ἐκλήθη Ἄνωθεν.
Ὁ εἰς τὸν Θεὸν πιστεύων ἐν καθαρᾷ συνειδήσει, οὗτος τὴν ᾿Αλήθειαν
κατέχει ἐξ ἐπιφοιτήσεως Πνεύματος ἢ ἐμπνεύσεως.
Ὁ καθαρὸς τὴν καρδίαν καὶ ἀπηλλαγμένος παντὸς πάθους, οὗτος
­ἀφή­νων τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐλεύθερον, ἵνα τῷ ἀποκαλύψῃ τὴν ᾿Αλήθειαν, δια-
φωτίζεται.
Οὐδεὶς τὸν Πατέρα ἔγνωκε πλὴν τοῦ ἰδίου τοῦ Πατρὸς ἐν τῇ Ἰδίᾳ
Αὐτοῦ Ἐξουσίᾳ. Καὶ ὁ Πατὴρ γνοὺς Ἑαυτόν, τὸν κόσμον αὐτοῦ ἐποίησεν

357
ἐν τῇ ἰδίᾳ Αὐτοῦ Δυνάμει καὶ ἐξουσίᾳ. Ὁ κόσμος δὲ δὲν δύναται νὰ κατα-
νοήσῃ τὸν Πατέρα ἄνευ τοῦ Υἱοῦ. Καὶ ὁ Υἱός, ἀνήκων εἰς τὸν Πατέρα καὶ
ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενος, συνδέεται διὰ τοῦ Ἑαυτοῦ Πνεύματος μὲ τὸν
Πατέρα, διότι τὸ Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον καὶ ἐν
τῷ Υἱῷ ἐνοικοῦν εἶναι καὶ λαλεῖ ὡς Πνεῦμα Αὐτοῦ τοῦ Υἱοῦ, ὡς εἰς Αὐτὸν
ἀνῆκον. Ἐκ τοῦ Πατρὸς δὲ ἐκπορευόμενον ἀνήκει εἰς Αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ
Ἐξουσίᾳ καὶ Δυνάμει καὶ ἐκδηλοῦται διὰ τοῦ Υἱοῦ ὡς ἰδία τοῦ Υἱοῦ Δύνα-
μις καὶ Ἐξουσία.
Ὁ εἰς τὸν Πατέρα πιστεύων, τὸν Υἱὸν ἐπικαλεῖται. Ὁ δὲ Υἱὸς προσλαμ-
βάνων καὶ ἐκδεχόμενος παρὰ τοῦ Πατρὸς τὸ Πνεῦμα, ὅπερ ὁ ἴδιος κατέχει,
ἐξαποστέλλει καὶ δίδει τοῦτο εἰς τὸν πιστεύοντα Αὐτὸν ἐν τῷ μέτρῳ τῆς
πνευματικῆς αὐτοῦ ἐξελίξεως καὶ τῆς Ψυχικῆς αὐτοῦ τελειοποιήσεως, ἵνα
ἀποκαλύψῃ αὐτῷ τὴν Ἀλήθειαν.
Οὐδεὶς τὸν Θεὸν ὤφθη, πλὴν τοῦ Υἱοῦ μέσῳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
τοῦ ἐκπορευομένου ἐκ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ μόνον διαφωτίζει καὶ ἐξ ὁλοκλή-
ρου ἐν ὅλῳ Αὐτοῦ τῷ Φωτὶ καὶ τῇ Δυνάμει ἀνῆκον εἰς Αὐτὸν (τὸν Υἱὸν).
Δὲν δύνασθε κατανοεῖν τοῦτο...
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τρισυπόστατος, ὡς Τριάς· Πνεῦμα - Ψυχὴ - Σῶμα.
Ἄλλο εἶναι τὸ πνεῦμα, ἄλλο ἡ ψυχὴ καὶ ἄλλο τὸ σῶμα. Πάντα ταῦτα δια-
κρίνουσι τὴν ἀνθρωπίνην ὑπόστασιν. Οὕτω καὶ ὁ Θεὸς μετὰ τοῦ Υἱοῦ καὶ
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀποτελοῦσι Μίαν καὶ τὴν αὐτὴν Ὑπόστασιν.
Πᾶς ὁ γνοὺς τὸν Υἱόν, γιγνώσκει δι’ Αὐτοῦ τὸν Πατέρα καὶ δὲν δύνα-
ται τις νὰ γνωρίσῃ τὸν Θεόν, ἂν μὴ κατέχῃται ὑπὸ Πνεύματος. Ὁ ἀκολου-
θῶν τὸν Υἱόν, τὴν ὁδὸν Αὐτοῦ θέλει ἀκολουθήσει. Καὶ ὁ γιγνώσκων τὴν
᾿Αλήθειαν, τὰ Ρήματα τοῦ Υἱοῦ ἐγκολποῦται καὶ συνδέεται μετ’ Αὐτοῦ
ἀμεσώτερον καὶ ἀρραγέστερον.
Ἂν δὲν γνωρίσῃ τὸν Υἱόν, δὲν δύναται νὰ γνωρίσῃ τὸν Πατέρα, ὅπως
οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων γιγνώσκει τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου ἢ τὴν ψυχὴν
αὐτοῦ, ἂν μὴ πρῶτον ἔλθῃ εἰς ἐπαφὴν μετὰ τοῦ ὑλικοῦ σώματος αὐτοῦ καὶ
τὸν λόγον αὐτοῦ ἀκούσῃ καὶ τὰ ὑπ’ αὐτοῦ λεγόμενα παραλληλίσῃ μὲ τὰς
πράξεις αὐτοῦ, διὰ νὰ ἀποφανθῇ περὶ τῆς πνευματικῆς αὐτοῦ δυνάμεως
καὶ τελειότητος καὶ περὶ τῆς ψυχικῆς αὐτοῦ ἐξαγνίσεως. Διότι πολλοὶ μὲν
τῶν ἀνθρώπων κόπτονται διὰ τοὺς λόγους, τοὺς ὁποίους ἐδιδάχθησαν ἀπὸ
τῆς Γραφῆς καὶ πιστεύουσι τὴν Ἀλήθειαν, ἀλλ’ ἐν τῇ πράξει ἀκολουθοῦσι τ’
ἀντίθετα.
Πράξατε τὸ καλόν, ἀκολουθήσατε πᾶν, ὅ,τι ὁ ἐνανθρωπίσας Λόγος τοῦ
Θεοῦ ἀπεκάλυψεν ὑμῖν καὶ ὅταν τελειοποιηθῆτε, τότε συνδεόμενοι μετ’
Αὐτοῦ, θ’ ἀποκαλύψητε τὴν Ἀλήθειαν διὰ τοῦ ἰδίου ὑμῶν πνεύματος καὶ
τῆς ἰδίας ὑμῶν κρίσεως, ὁρῶντες Αὐτὸν καὶ ἐμπνεόμενοι παρ’ Αὐτοῦ.
Ἐφ’ ὅσον ὅμως κωλύεσθε ἕνεκεν τοῦ ὑλικοῦ περιβάλλοντος ὑμῶν καὶ
ἁμαρτάνετε, οὐδόλως θέλετε ἀτενίσει τὸ Φῶς τῆς Ἀληθείας καὶ οὐδόλως
θέλετε διαγνώσει αὐτὴν ἐκ τῶν ἄνωθεν ἐμπνεομένην.
Οὐδεὶς ἀναβιβασθήσεται, ἐὰν δὲν ἀτενίσῃ τὸν Υἱὸν ἀποκεκαθαρμέ-

358
νον πάσης φθοροβρώτου ἁμαρτίας. Καὶ οὐδεὶς θέλει κατανοήσει Αὐτόν,
ἐὰν δὲν ἀντιληφθῇ ἐξ ἰδίας αὐτοῦ σκέψεως, ὅτι ὁ συνδετικὸς πνευματικὸς
κρίκος, ὁ συνδέων αὐτὸν μετ’ Αὐτοῦ, εἶναι ἀρραγής.
Οἱ μετ’ Αὐτοῦ συνδεόμενοι ἂς ἀφήσωσι τὴν διάνοιαν αὐτῶν νὰ ἀνέλθῃ
ὑψηλότερον. Οἱ δεσμοὶ τοῦ ἀνθρώπου χαλαροῦνται, ἐφ’ ὅσον τὸ πνεῦμα
αὐτοῦ δὲν ἀφίεται ἐλεύθερον νὰ ἐμπνευσθῇ τὴν Ἀλήθειαν, παρακωλυόμε-
νον ὑπὸ τῶν κοσμικῶν ἐπιδόσεων.
Ἀνυψώσατε τὸ πνεῦμα ὑμῶν καὶ καλλιεργήσατε τὰς πνευματικὰς καὶ
ψυχικὰς ὑμῶν δυνάμεις, διὰ νὰ κατίδητε τὴν Ἀλήθειαν ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ ὑπὸ
τῆς ἰδίας ὑμῶν κρίσεως καὶ συναντιλήψεως προωθούμενοι.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ γνωρίσῃ τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐκ τῶν ἄνω-
θεν διδομένην, ὁπόταν πιστεύσῃ εἰς τὸν Υἱόν, Ὅστις ἐδίδαξεν ὑμῖν τὴν ἀκο-
λουθητέαν ὁδόν.
Οὐδεὶς δὲ νὰ παρεκκλίνῃ ποτὲ ταύτης, ἀλλὰ πάντες, ἐπανερχόμενοι
εἰς αὐτὴν καὶ βαδίζοντες ἐπ’ αὐτῆς, θέλουσι διδαχθῆ πᾶν, ὅ,τι ἀπαιτεῖ ἡ τε-
λειοποίησις ὑμῶν, ἵνα, διαγιγνώσκοντες διὰ τοῦ Υἱοῦ τὸν Πατέρα, κατα-
νοήσητε Αὐτόν.

160. Ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ πάλιν Εἰμί. Προσελθόντες πρός Με κατέχετε, ἃ


μέχρι σήμερον λελάληκα ὑμῖν;
Πολλάκις συνήγαγον ὑμᾶς καὶ ἀπεκάλυψα ὑμῖν μέρος τῆς Ἀληθείας, ἣν
κατέχω καὶ ἣν πρὸς τὸν κόσμον δι’ ὑμῶν καὶ ἄλλων, οὓς πρός Με ἑκάστοτε
καλέσω, ἀποκαλύψω.
Συνηγμένοι νῦν ἐπὶ τῷ αὐτῷ, ὡς ἄλλοτε, συνενώσατε τὰς δυνάμεις
ὑμῶν καὶ ὁδεύσατε ὡς εἷς ἄνθρωπος ἀπὸ κοινοῦ σκεπτόμενοι τὴν ὁδόν, ἣν
ἐχάραξα ὑμῖν. Ἡ ὁδὸς αὕτη οὐκ ἔστιν ὁμαλὴ καὶ ἡ ἀτραπός, ἣν ἕκαστος ἐν
ἐαυτῷ φέρει, ἄγει πρός Με διὰ διαφόρων κατευθύνσεων, ἀλλὰ πρὸς τὸν
αὐτὸν σκοπόν: Τῆς πλήρους ὑμῶν καταρτίσεως, ἵνα τελειοποιούμενοι,
κατορθώσητε ἀφ’ ἑαυτῶν νὰ ἀποκαλύψητε τὴν ἑαυτῶν ἀτραπόν, ἥτις
πρός Με ἄγει καὶ πρός Με εἴτε ἀπ’ εὐθείας, εἴτε διὰ σκολιῶν διόδων πρός
Με διανοίγεται.
Μὴ νομίσητε, ὅτι ἀνιόντες καὶ ἐγκολπούμενοι τὰς πρὸς ὑμᾶς Ρήσεις
Μου δύνασθε νὰ φθάσητε εἰς τὴν τελειότητα, ἣν παρ’ ὑμῶν προσδοκῶ,
ἐὰν μὴ πρότερον ἕκαστος ἐξ ὑμῶν δὲν ἀνεύρῃ ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτοῦ ὑποστάσει
διὰ τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀνελίξεώς του τὴν πρός Με ἄγουσαν ὁδὸν καὶ συνδεθῇ
πρότερον μετ’ Ἐμοῦ πνευματικῶς τε καὶ ψυχικῶς. Εἷς ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐπι-
φυλάσσεται καὶ ἰδιαιτέρα ἐσωτερικὴ μύησις, ἀνάλογος πρὸς τὴν πνευματι-
κὴν καί ψυχικὴν αὐτοῦ ἀνέλιξιν καί τελειοποίησιν.
Ἕκαστος δὲ ἀναλόγως τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτοῦ ἱκανο-
τήτων προικισθήσεται καὶ δι’ ἀναλόγων χαρισμάτων. Τὰ χαρίσματα δὲ

359
ταῦτα πλεῖστα ὅσα ἐστίν. Ἕνα δὲ καὶ τὸν αὐτὸν σκοπὸν ἐπιδιώκουν, τὴν
διὰ τοῦ χαρίσματος ἑνὸς ἑκάστου ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν ὑμῶν καὶ δι’
ὑμῶν τὴν τοῦ ἀνατεθέντος εἰς ὑμᾶς ἔργου τοιαύτην, ἵνα ἐν καιρῷ καταστῇ
προσωπικὸν κτῆμα οὐ μόνον ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ πάντων ὅσων ἐν μέλλοντι
ἤθελον μυηθῆ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον.
Διὰ τοῦτο καλῶ ὑμᾶς, ἵνα ἀγωνισθῆτε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων καὶ
ἐπιτελέσητε ὅσον τὸ δυνατὸν ταχύτερον τὴν πραγματοποίησιν τοῦ σκο-
ποῦ τοῦ ἔργου μου, ὅπερ ἐστίν: Ἡ ἐπανασύνδεσις τοῦ γηΐνου καὶ φθαρ-
τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν πνευματικόν, ἡ πλήρης διαφώτισις αὐτοῦ ἐκ τῆς
πτώσεως αὐτοῦ πρὸς τὴν πρός Με ἄνοδον, ἡ ἐπανασύνδεσις αὐτοῦ μετ’
Ἐμοῦ, ἵνα ἐν τῇ διαρρεύσει τοῦ χρόνου ἀποκαλυφθῇ καὶ ἀποκατασταθῇ
ἡ πλήρης Ἀλήθεια τῆς διακοπείσης Διδασκαλίας Μου καὶ συμπληρωθῶ-
σιν ἅπαντα τὰ κενά, τὰ ἐν τῇ Γραφῇ διατυπούμενα καὶ ἡ ἤδη ἐκπεσοῦσα
καὶ περὶ τὰ ὑλικὰ προσκεκολλημένη Ἐκκλησία Μου καταστῇ ὁ Πνευμα-
τικὸς Ἥλιος, ὁ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζων καὶ πρὸς σύμπαντα τὸν κόσμον ἐξα-
ποστέλλων τὰς Ζειδώρους αὐτοῦ ἀκτῖνας.
Ἡ ἤδη δὲ νεκρὰ καὶ ἀπολιθωθεῖσα καὶ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνθεῖσα Ἐκ-
κλησία Μου καταστῇ ἡ Ζῶσα Ἐκκλησία τῆς Ἀληθείας καὶ Παγγνωσίας καὶ ὁ
Ἀληθὴς Ναὸς τῆς πλήρους ἀποκαταστάσεως τοῦ τριαδικοῦ συστήματος ἐν
τῷ Ἀπείρῳ χώρῳ τοῦ Ἀπείρου.
Ἐπὶ μακρὰ ἔτη προσέρχομαι καὶ νουθετῶ καὶ προτρέπω ὑμᾶς, ἵνα Μὲ
ἀκολουθήσητε. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἀπηρνήθη Με, ἀλλὰ καὶ οὐδεὶς ἔπραξε ἐκεῖ-
νο, ὅπερ θὰ ἠδύνατο νὰ συντελέσῃ εἰς τὴν ταχυτέραν τοῦ ἔργου Μου ἐν τῷ
κόσμῳ ἀποκατάστασιν.
Ἀπ’ ἀλλήλων καὶ ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνθέντες, πολλάκις αἰτιᾶσθε ἀλ-
λήλους καὶ ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐπιρρίπτει τὰς εὐθύνας πρὸς τὸν ἕτερον. Τὶς
ὅμως κατ’ ἰδίαν καὶ ἐνώπιον τῶν ἄλλων ἀνεγνώρισεν, ὅτι οὐδεὶς ἐκ τῶν
ἑτέρων πταίει, ἀλλ’ ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατ’ ἰδίαν καὶ μόνον ἕπταισε καὶ ὅτι
ἕκαστος ἀφ’ ἑαυτοῦ καὶ μόνον ὑπέχει, τὴν εὐθύνην πρός τε ἑαυτὸν καὶ τοὺς
ἄλλους καὶ κατὰ συγκυρίαν καὶ πρὸς Ἐμέ; Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ὅθεν ἂς προ-
σπαθήσῃ διὰ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων καὶ διὰ τῆς ἀναπτύξεως τῆς θελή-
σεώς του νὰ ἐπιβληθῇ ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ νὰ ἀποβάλῃ τὰ ἐλαττώμα-
τά του καὶ διὰ τῆς αὐτοσκοπήσεως τοῦ ἰδίου ἑαυτοῦ του καὶ τῆς ἰδίας
αὐτοῦ σκέψεως νὰ φθάσῃ εἰς τὴν τελειότητα ἐκείνην, δι’ ἧς νὰ συνδεθῇ
ἀμεσώτερον μετ’ Ἐμοῦ καὶ διαφωτισθῇ, ἵνα ἀκολουθήσῃ τὴν πραγματι-
κὴν ὁδὸν τῆς τελειοποιήσεώς του, τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀγούσης.
Ἑνώσατε τὰς δυνάμεις ὑμῶν, καταστῆτε ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κατ’ ἰδίαν
φορεὺς τῶν Πνευματικῶν καὶ Ψυχικῶν Μου Ἐμπνεύσεων καὶ ἀναχθῆτε εἰς
τὸ ὑψηλὸν πνευματικὸν ἐπίπεδον τῆς ἀναγωγῆς καὶ τελειοποιήσεως, ἥτις
ἀρρήκτως θέλει συνδέσει ὑμᾶς πρὸς Ἐμέ, ὁπότε ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐξ ἰδίας
αὐτοῦ ἀντιλήψεως καὶ κατανοήσεως θὰ δυνηθῇ νὰ ἀνεύρῃ ἐκ τῆς ἰδίας
αὐτοῦ αὐτοσκοπήσεως τὸν βαθμὸν τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ἀναλόγου
προόδου καὶ μυήσεώς του.

360
Θέσατε τὰς βάσεις τοῦ ἔργου, τὰς ὁποίας ὑπηγόρευσα ὑμῖν, συνενω-
θῆτε ἀρρήκτως καὶ βαδίσατε μὲ ἀκράδαντον βεβαιότητα καὶ πίστιν, ὅτι
πολὺ ταχέως θὰ φθάσητε εἰς τὸν πλήρη σκοπὸν τοῦ ἔργου, ὅπερ ἀνέθεσα
εἰς ὑμᾶς νὰ φέρητε εἰς πέρας.
Μεθ’ ὑμῶν πάντοτε Εἰμὶ καὶ οὐδόλως ἀπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρυνθῆτε, ἐὰν
θέλετε αἱ προσδοκίαι ὑμῶν νὰ ἐπαληθεύσωσιν.

161. Μεθ’ ὑμῶν πάντοτε ἀπὸ μακροῦ Εἰμί. Ἀλλ’ ὑμεῖς μετ’ Ἐμοῦ πρὸ
πολλοῦ οὐκ ἔστε.
Ἵνα τὶ καλεῖτε Με ποιήσω; Ἵνα τί πρὸς ὑμᾶς ἐπανερχόμενος συζητήσω
τὰ μυριάκις συζητηθέντα; Ἵνα τὶ καλυπτόμενοι παρ’ Ἐμοῦ ἐπιζητεῖτε, ἵνα
ἑαυτοὺς καλύψητε; Ἵνα τὶ προσαγαγόντες Με πρὸς ἑαυτοὺς ἐπιζητεῖτε, ἵνα
καλύψητε δι’ Ἐμοῦ καὶ διὰ τῆς παρουσίας Μου τὴν ἑαυτῶν μηδαμινότητα;
Οὐκ Εἰμὶ μεθ’ ὑμῶν;
Ποῦ ἡ πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸ Ἔργον Μου προσήλωσις ὑμῶν ἐπὶ τοσοῦτον
χρόνον; Καὶ ἐὰν ὅντως πρὸς αὐτὸ πρόσκεισθε ἢ νομίζετε, ὅτι πρόσκεισθε
ποῖα τότε τὰ ἄχρις σήμερον ἀποτελέσματα;
Οὐδὲν γίγνεται, ἂν μὴ πρῶτον ἑαυτοὺς ἀναδείξητε, ἵνα δι’ ὑμῶν καὶ μό-
νον καὶ τῆς τελείας ὑμῶν καταρτίσεως τὸ ἔργον, ὃ εἰς ὑμᾶς ἀπεκάλυψα, διὰ
τῆς ἰδίας ὑμῶν συμβολῆς καὶ τῆς δι’ αὐτοῦ ἀναδείξεως καὶ τελειοποιήσεως
ὑμῶν τοῦτο ἀναδείξητε.
Μὴ ζητεῖτε παρ’ Ἐμοῦ τὴν ὑπόδειξιν προσώπων. Καὶ ἄλλοτε ὡμίλησα
ὑμῖν περὶ τούτου καὶ ἐξέλεξα αὐτά, ἀλλ’ οὐδὲν τούτων ἢ ἐλάχιστα ἐξ αὐτῶν
ἀνεδείχθησαν ἄξια τῆς ἐκλογῆς ταύτης.
Μὴ ζητεῖτε παρ’ Ἐμοῦ οὐδέν.
Τὰς κυρίας βάσεις τοῦ ἔργου μου ἔθεσα, ταύτας καὶ μόνον τηρήσατε.
Καὶ τηροῦντες ταύτας, τὴν ὑπόσχεσιν, ἣν πρὸς Ἐμὲ ἐδώσατε, ἐὰν ταύτας
τηρήσητε, τετηρήκατε.
Ἵνα τὶ ἐπανέρχεσθε πρός Με διὰ τὸ αὐτὸ μυριάκις;
Ἵνα τὶ προκαλοῦντες Με ἐπιδιώκετε; Νὰ ἐπαναλάβω τὰ αὐτὰ καὶ ἀναμα-
σήσω ὡς μυρηκαστικὸν τὰ ἤδη πρὸ πολλοῦ τετριμμένα καὶ ἀναμασημένα;
Μὴ τυρβάζητε ἀναμοχλεύοντες τὰ παρελθόντα ἢ ὅταν ἐρχόμενοι εἰς
τὰ ἤδη γινόμενα καὶ ὀρχούμενοι κορυβαντιῶντες πέριξ τῆς πυρᾶς, ἣν οἱ
πόδες ὑμῶν κατέσβησαν. Θέσατε πῦρ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν καὶ ἀνάψατε
ἐν αὐταῖς τὸ ἄσβεστον πῦρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, τὸ ὁποῖον οὐδέποτε ἀπο-
τελειοῦται καὶ σβέννυται, ἀλλὰ ὁλοὲν ἀνάπτει μεγεθυνόμενον καὶ ἐξα-
πλούμενον.
Τὸ ἄσβεστον τοῦτο πῦρ, τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρέον καὶ πρὸς πᾶσαν ψυχὴν
ζῶσαν μεταδιδόμενον, ἀφοῦ συλλάβητε καὶ ἐγκολπωθεῖτε ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ
μεγαλοπρεπῇ διαλάμψει ἀενάως ἀναμοχλοῦντες ἐν τῷ βάθει τῶν ψυχῶν
ὑμῶν μεταλαμπαδεύσατε καὶ πρὸς ἄλλους, ἵνα οὕτω τὸ ἐξ αὐτοῦ ἀπορ-

361
ρέον φῶς ἐξαπλωθῇ εἰς εὐρύτερον κύκλον καὶ καταυγάσῃ ὁλόκληρον τὴν
ἀνθρωπότητα.
Μὴ ζητεῖτε παρ’ Ἐμοῦ, ἵνα καθοδηγήσω τὰ ἕρποντα βήματα εἰς τὴν ὁδόν,
εἰς ἣν καθωδήγησα ὑμᾶς καὶ πολλάκις ἐκτρεπομένους ἐπανήγαγον. Ἐπιζη-
τήσατε διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν δυνάμεων νὰ διανύσητε ταύτην, ἄχρις οὗ φθά-
σητε εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους, εἰς ὃ ἀναμένω ὑμᾶς καὶ καθοδηγήσω εἰς τὰ
ἄδυτα τοῦ ἐν αὐτῇ ἀναγεγερμένου Ναοῦ Μου, ἐν ῷ θὰ διΐδητε διὰ τῆς προ-
σγενομένης ἐν αὐτῷ μυήσεως καὶ τῆς ἰδίας αὐτοσκοπήσεως τῶν ἰδίων ὑμῶν
ψυχῶν τὴν ἐν ὑμῖν γινομένην ἐν ἑαυτοῖς καὶ ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν τελειοποίησιν,
ἣν συγκρίνοντες πρὸς ἑαυτοὺς καὶ πρὸς τὸ πρότερον πρὸ τῆς ἐκκινήσεως
ὑμῶν σημεῖον θέλετε ἀφ’ ἑαυτῶν κρίνει τὴν διανυθεῖσαν παρ’ ὑμῶν μέχρις
Ἐμοῦ ἀπόστασιν καὶ τὴν τελεσθεῖσαν διὰ τῆς ἰδίας ὑμῶν προσπαθείας καὶ
συμβολῆς ἐπιτευχθεῖσαν ἐν ταῖς ἰδίαις ψυχαῖς ὑμῶν πρόοδον.
Μὴ ζητῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τῆς ἐπιδιώξεως ὑμῶν δι’ ἁλμάτων,
ἀλλὰ διὰ συνεχοῦς καὶ ἐμπεριστατωμένης πορείας, ἀναλόγως τῶν δυνάμε-
ων ἑνὸς ἑκάστου.
Ἐὰν εἷς προπορεύεται, ἂς ὑποδείξῃ εἰς τὸν καθυστεροῦντα τὴν κα-
τεύθυνσιν, ἣν ἀκολουθεῖ καὶ ἂν οὗτος ὑστερῇ, ἂς ὑποβοηθήσῃ αὐτόν, ἵνα
καὶ οὗτος ἀκολουθήσῃ τὰ βήματα τοῦ προπορευομένου.
Ἐὰν τις ἐκκλίνῃ, ἂς ὑποδειχθῇ αὐτῷ ἡ παρέκκλισις καὶ ἂς ὑποβοηθη-
θῇ ὑπὸ τῶν ἄλλων ἡ ἀληθὴς κατεύθυνσις τῆς ὁδοῦ, ἐξ ἧς ἐξέκλινε.
Μὴ ζητῆτε δι’ αὐστηρᾶς ὑποδείξεως τῶν κανόνων, οὓς καὶ ὑμεῖς ἀγνο-
εῖτε ἢ ἐπιπολαίως τηρεῖτε ἢ οἱ καὶ τούτους ὡς ὑμεῖς ἀκολουθοῦντες. Τη-
ρήσατε πρῶτον ὑμεῖς τούτους καὶ διὰ τῆς αὐστηρᾶς τηρήσεως τούτων
καταστῆτε ὑπόδειγμα τῆς τηρήσεως αὐτῶν καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους, οὓς ἐπι-
ζητεῖτε νὰ ἐλέγξητε.
Οὐδεὶς ἂς μὴ ἐπιρρίτιτῃ τὰ τυχὸν γενόμενα σφάλματα εἰς ἄλλους.
Ἀλλὰ ἐπιδιώξατε, ἵνα τὰ τυχὸν γενόμενα σφάλματα ἐπανορθωθοῦν.
Ἕκαστος ἂς συμβάλῃ εἰς τὸ ἔργον τοῦτο ἀφ’ ἑαυτοῦ καὶ μόνον. Μὴν
ἐπιδιώξητε ποτὲ νὰ ἐπιρρίψητε εὐθύνας εἰς ἄλλους, ἀλλ’ ἕκαστος ἂς ἐπιρ-
ρίπτῃ πᾶσαν εὐθύνην εἰς ἑαυτὸν καὶ μόνον. Διότι ἐὰν μέν τις δὲν εὐθύνε-
ται ἐν τῷ ἔργῳ Μου, τότε πῶς δύναται νὰ προκύψῃ εὐθύνη, ἔστω καὶ παρ’
ἄλλου, ἀναληφθεῖσα καὶ γινομένη, ἐφ’ ὅσον πάντες συνεκδοχικῶς ἀνελά-
βατε τὴν εὐθύνην διὰ τῆς ἑαυτῶν καὶ μόνον συμβολῆς ἐν τῇ πραγματο-
ποιήσει τοῦ αὐτοῦ ἔργου.
Διότι, ἐὰν τὸ παρ’ ὑμῶν ἀναληφθησόμενον ἔργον ἐν τῇ κοινῇ προσπα-
θείᾳ ἀποτύχῃ, ἡ εὐθύνη δὲν θέλει προέλθει ἐξ ἑνὸς καὶ μόνον παρεκκλί-
νοντος, ἀλλ’ ἐκ πάντων, διότι διὰ τῆς συμβολῆς καὶ προσπαθείας πάντων
τοῦτο συντελεσθήσεται.
Οὐδεὶς ἐπιτρέπεται νὰ κρίνῃ καὶ ἐπικρίνῃ τὸν ὑστεροῦντα ἢ τὸν
ἀμοιροῦντα καὶ μὴ δυνάμενον ἢ ἐκτρεπόμενον, ἀλλὰ νὰ προοπαθήσῃ
ἕκαστος ἐξ ὑμῶν καὶ ὅλοι ὁμοῦ νὰ ἐπανέλθῃ εἰς τὴν εὐθεῖαν.
Ἐὰν ἀποχωρήσῃ, ἐὰν σφάλλῃ, ἐὰν ἀποχωρῶν ἀρνηθῇ ἢ καταπολεμή-

362
σῃ τὸ ἐργον, εἰς ὃ οὗτος διὰ τῆς ἰδίας βουλήσεως συμμετέσχε, οὐδεὶς ἔχει
τὸ δικαὶωμα νὰ κρίνῃ ἢ ἐπικρίνῃ τοῦτον, ἀλλὰ νὰ προοπαθήσῃ διὰ τῆς
καταλλήλου ὑποδείξεως νὰ ἐπανέλθῃ καὶ ἀνεύρῃ μόνος του τὴν ὁδόν, ἐξ
ἧς παρεξέκλινεν.
Ὁ κρίνων τοῦτον ἐστὶν ὁ κρίνων καὶ καθοδηγῶν ὑμᾶς.
Πρὸς Ἐμὲ οὗτος ὡς καὶ πάντες ὑμεῖς ἀκολουθοῦντες ἀνήκετε καὶ συ-
νεπῶς ὁ κρίνων αὐτὸν καὶ ὑμᾶς Ἐγὼ Εἰμί. Ἐκεῖνον, ὅπερ ὑμεῖς ἐν τῇ ἀδυ-
ναμίᾳ ὑμῶν δυνατὸν νὰ θεωρῆτε κατάπτωσιν, δυνατὸν ἐν τῇ πραγματικῇ
οὐσίᾳ τῶν Πνευματικῶν Μου Νόμων νὰ εἶναι ἐπιβεβλημένη πτῶσις πρὸς
μίαν ἀνωτέραν ἄνοδον.
Οὐδεὶς δύναται νὰ γινώσκῃ, ἂν μὴ τυχὸν πρότερον τῆς δεούσης μυή-
σεως καὶ τοῦ πλήρους καταρτισμοῦ ἑαυτοῦ, τὴν γενομένην πρός τινα πτῶ-
σιν ἢ παρέκκλισιν, ἐφ’ ὅσον οὗτος δὲν συνεδέθη ἀρχικῶς μετ’ Ἐμοῦ. Διότι
ὁ ἅπαξ μετ’ Ἐμοῦ συνδεθείς, οὗτος καὶ ἂν παρεκκλίνῃ, θὰ ἐπανέλθῃ
πρός Με, καθ’ ὅσον οἱ ἐξ Ἐμοῦ ἐξαρτώμενοι κρίκοι τῆς συνδέσεως αὐτοῦ
πρὸς Ἐμὲ θὰ ὑφίστανται, καὶ ἡ συνδέουσα αὐτοὺς ἅλυσος, ἧς τὰ ἄκρα
αἱ Χεῖρες Μου συγκρατοῦν, ὅσον καὶ ἂν χαλαρωθῇ ἐκ τῆς ἀπομακρύνσε-
ως αὐτοῦ ἐξ Ἐμοῦ, δὲν δύναται παρὰ μίαν ἡμέραν νὰ συγκρατηθῇ παρ’
Ἐμοῦ καὶ νὰ ἐπανέλθῃ εἰς τὰ ἴδια.
Ἐὰν τις ἀπομακρυνθῇ ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ οὐδέποτε ἐπανέλθῃ μέχρι τέλους
τοῦ βίου αὐτοῦ ἀπαρνούμενος τὰς ἀρχάς, ἂς παρ’ Ἐμοῦ παρέλαβεν οὕτος,
οὐδέποτε ἀνῆκε εἰς τὸ πεδίον τῆς Κατασκηνώσεώς Μου, ἀλλ’ ὡς ξένος
εἰσέδυσε καὶ πάλιν ὡς ξένος ἀπῆλθε, μὴ ἀνήκων ποτὲ εἰς Ἐμὲ καὶ τὸν Κό-
σμον Μου.
Δυνατὸν ἐν τῇ ἐπιθυμίᾳ αὐτοῦ νὰ γνωρίσῃ τὸν Κόσμον Μου καὶ λα-
θραίως νὰ εἰσέδυσεν ἐν αὐτῷ, μίαν ἡμέραν καὶ ἂν ἀκόμη ὁ ἴδιος συλλάβῃ
τὴν ἀπήχησιν τῶν πρὸς ἄλλους ἀπευθυνομένων λόγων Μου καὶ ἐπαναλά-
βῃ τούτους ὡς ἠχώ, ὡς ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν στρεφομένους, θὰ ἔλθῃ ἡμέρα,
καθ’ ἣν οἱ δι’ αὐτοῦ ἐξελθόντες δῆθεν λόγοι Μου νὰ ἀποδειχθῶσιν, ὅτι δὲν
προήρχοντο ἐξ Ἐμοῦ, ἀλλὰ ἐξ ἄλλης ξένης πηγῆς.
Οὐδεὶς ποτὲ ἠδυνήθη ἀπ’ εὐθείας νὰ γίνῃ κοινωνὸς τῶν ἐξ Ἐμοῦ
ἀπορρεόντων λόγων καὶ ν’ ἀποχωρήσῃ ἀπαρνούμενός Με. Ὁ μετ’ Ἐμοῦ
συνδεόμενος, ὁ κατ’ ἐπιταγὴν Ἐμοῦ γινόμενος καὶ πάντες οἱ κλητοὶ εἰς
Ἐμὲ καὶ μόνον ἀνήκουν καὶ εἰς οὐδένα ἄλλον.
Ἐὰν τις παρεκκλίνῃ τῆς ὁδοῦ, ἣν εἰς ἑκαστον ἐκ τῶν ἀκολούθων Μου
ὑπέδειξα, δὲν δύναται παρὰ ταχέως ἢ βράδιον νὰ ἐπανέλθῃ πρὸς Ἐμέ.
Ὁ κρίκος ὁ συνδέων τοῦτον πρός Με ἐστὶν ἀδιάρρηκτος. Ἡ ἅλυσος, ἡ συ-
γκρατοῦσα τοῦτον ἀδιάσπαστος. Μόνον ἐκεῖνοι, οἵτινες ἀφ’ ἑαυτῶν δῆθεν
συνεδέθησαν, οὗτοι μόνον δύνανται ἐκκλίνοντες ἢ παρεκτρεπόμενοι νὰ
ἀκολουθήσωσιν ἄλλην ὁδὸν καὶ ἄλλην κατεύθυνσιν.
Οἱ ἀπαρνησάμενοί Με οὐδόλως μετ’ Ἐμοῦ συνεδέθησαν καὶ μηδόλως
κατεῖδόν Με.
Ἐὰν πραγματικῶς συνεδέοντο, οὐδόλως καὶ παρεκτρεπόμενοι καὶ ἐκ-

363
κλίναντες ἠδύναντο νὰ Μὲ ἀπαρνηθῶσιν, ὅσον ἀντίξοοι καὶ ἂν ἦσαν αἱ ἐν
τῇ ὑλικῷ αὐτῶν βίῳ συνθῆκαι.
Αἱ πρὸς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ἀπορρέουσαι φωτειναὶ δυνάμεις, ἐξερχό-
μεναι καὶ καταυγάζουσαι τοὺς πρός Με προσκειμένους, οὐδόλως διαρρη-
γνύονται. Δύνανται διὰ τῆς ἀπομακρύνσεως τοῦ διαφωτιζομένου νὰ δια-
κοπῶσι, ἀπομονούμενοι οἱ μεταξὺ αὐτοῦ καὶ Ἐμοῦ ὑφιστάμενοι συνεκτικοὶ
δεσμοί δι’ ἑνὸς ἀπομονωτῆρος, ἀλλ’ ἐν αὐτῷ θὰ διατηροῦνται ἀναλλοίω-
τα τὰ σπέρματα τῆς Διδασκαλίας Μου καὶ εἰς πρώτην μετ’ Ἐμοῦ ἐπαφὴν
ἐπανέρχεται οὖτος καὶ πάλιν εἰς τὰ ἴδια καὶ κατανοεῖ τότε ἀφ’ ἑαυτοῦ τὰ
κενά, ἅτινα ἐπροκάλεσεν ἡ ἀπομάκρυνσίς του καὶ ἐπιζητεῖ ἐν τῷ μέτρῳ
τῶν δυνάμεών του νὰ ἐπανέλθῃ πρὸς Ἐμέ.
Ἐὰν ὅμως ψευδῶς τις κατέστη κοινωνὸς τῶν Ἐπικοινωνιῶν Μου,
οὐδέποτε θὰ δυνηθῇ νὰ ἀποκαλύψῃ τὴν Ἀλήθειαν καὶ θὰ παραπαίει πά-
ντοτε οὐ μόνον εἰς τὰς ἀνακοινώσεις του, τὰς δῆθεν ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν
παραγομένας, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς κρίσεις καὶ ἰδέας αὐτοῦ, αἵτινες θὰ κατα-
στήσωσιν αὐτὸν ἕρμαιον τῶν ἀντιρρόπων δυνάμεων.
Οἱ ἀρνούμενοί Με ὁριστικῶς, οὐδόλως εἰς Ἐμὲ ἀνήκουν καὶ ­οὐδέποτε
ἐξ Ἐμοῦ ἐνεπνεύσθησαν.
Ὁ μετ’ Ἐμοῦ καὶ παντὸς ἐκλεκτοῦ σύνδεσμος ὑφίσταται καὶ θὰ ὑφί-
σταται πάντοτε ἀρραγὴς καὶ ἀδιάσπαστος. Ὅσον καὶ ἂν ὁ ὑπ’ Ἐμοῦ δια-
φωτιζόμενος ἐκκλίνει ἢ ἀπομακρυνθῇ, ἡμέραν τινὰ θὰ ἐπανέλθῃ καὶ θὰ
ἐπανασυνδεθῇ καὶ πάλιν μετ’ Ἐμοῦ.
Ὅσον ὁ μετ’ Ἐμοῦ καὶ αὐτοῦ δεσμὸς χαλαρωθῇ, ἐν τῷ βάθει τῆς ψυ-
χῆς του θὰ ὑφίσταται ἔστω καὶ ἀμυδρὰ ἡ Ἀκτίς τοῦ Φωτός Μου, ἥτις εἰσε­
χώρησε καὶ διετηρήθη ἐν αὐτῷ, ἕως ὅτου ἐν δεδομένῃ στιγμῇ ἀναλάμψῃ
καὶ πάλιν ὡς πρότερον καὶ ἐπαναληφθῇ ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ συνδεκτικότητι ὁ
μετ’ Ἐμοῦ ὑφιστάμενος πάντοτε ἀδιάρρηκτος δεσμός.

162. Πάντοτε μεθ’ ὑμῶν Εἰμί.


Οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος, ὃς οὐκ ἑώρακε τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπο-
ρευομένην καὶ πρὸς σύμπαντα τὸν κόσμον ἐμπνεομένην.
Οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος ἐν σαρκί, ὡς οὐκ ὤφθη τὴν Ἐμὴν Δόξαν, τὴν πρὸς
τὸν κόσμον ἀποτεινομένην.
Ἀλλὰ τί ἐστὶν Ἀλήθεια καὶ ποία ἡ ὑφὴ αὐτῆς;
Ἕκαστος ἅνθρωπος περιβεβλημένος ὑπὸ σαρκίου καὶ ψυχικῶν δε-
σμῶν πρὸς τὸ Πνεῦμα τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμενον καὶ πρὸς αὐτὸν ἀποτει-
νόμενον, οὐ δύναται ἀναβλέψαι τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐξερχομένην Ἀλήθειαν καὶ οὐ
δύναται κατανοεῖσαι αὐτήν, ἂν μὴ πρότερον ἀποβάλῃ πάσας τὰς ὑλικὰς
αὐτοῦ ἐφέσεις καὶ προσδεχθῆ ταύτην ἀπογεγυμνωμένος ἀπὸ τὰς ὑλικὰς
ἐπιρροάς, αἵτινες καθηλώνουν αὐτὸν καὶ δὲν ἐπιτρέπουσιν εἰς αὐτὸν νὰ ἴδῃ
τὴν ὑπ’ Ἐμοῦ ἀναπαραστωμένην τῶν λόγων μου Ἀλήθειαν.

364
Ὁ ὁρῶν τὴν Ἀλήθειαν διὰ τῶν πνευματικῶν αὐτοῦ ὀφθαλμῶν καὶ ὁ δυ-
νάμενος νὰ ἐνατενίσῃ αὐτὴν ἀπηλλαγμένος τελείως τῶν ὑλικῶν δεσμῶν,
οἵτινες συγκρατοῦν αὐτὸν δέσμιον τῶν ὑλικῶν ἐπιθυμιῶν, οὗτος μόνος
δύναται διὰ τῶν ἰδίων αὐτοῦ πνευματικῶν ὀφθαλμῶν νὰ διΐδῃ ταύτην καὶ
συγκρίνῃ αὐτὴν πρὸς τὴν Ἀλήθειαν, τὴν εἰς τὸν κόσμον παρεχομένην, ἀλλ’
ἐξ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν ἐκπορευομένην.
Πᾶς ἄνθρωπος ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ δύναται νὰ ὠφθῇ τὴν Ἀλήθειαν τὴν
πραγματικὴν Ἀλήθειαν καὶ συγκρίνῃ ταύτην πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ φυσι-
κοῦ κόσμου, ὅστις τὸν περιβάλλει. Ἀλλ’ οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων δύναται
νὰ γνωρίσῃ τὴν Πνευματικὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου
Μου ἐκπηγάζουσαν, ἂν μὴ πρότερον δὲν καταστῇ ἱκανὸς διὰ τῆς πρὸς Ἐμὲ
προσηλώσεως καὶ ἀφοσιώσεώς του νὰ κατίδῃ αὐτὴν διὰ τῶν πνευματικῶν
αὐτοῦ ὀφθαλμῶν.
Μὴ ζητεῖτε τὴν Ἀλήθειαν νὰ διαφωτίσῃ ὑμᾶς, ἂν μὴ πρότερον τὸ
πνεῦμα ὑμῶν, ἀνυψούμενον διὰ τῆς ἐσωτερικῆς αὐτοῦ διαφωτίσεως, δι-
αλάμψῃ ἐν τῷ πνευματικῷ περιβάλλοντι, τὸ ὁποῖον τὸ Πνεῦμα Μου διαχέει
καὶ διαφωτίζει πέριξ αὐτοῦ.
Ὁ σύνδεσμος μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν ὑφίσταται καὶ θὰ ὑφίσταται, ἐφ’
ὅσον ἵσταμαι μεταξὺ ὑμῶν καὶ ἐφ’ ὅσον ἡ Ἀκτινοβολία τοῦ Πνεύματός Μου
κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς Ἐπικοινωνίας Μου περιβάλλει ὑμᾶς πανταχόθεν.
Ὁ σύνδεσμος ὅμως οὗτος δέον νὰ καταστῇ ἀρραγὴς καὶ ἀδιαπέραστος,
ὄχι μόνον κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ χρόνου τῆς ἐπικοινωνίας, ἀλλ’ ἐσαεὶ καὶ
πάντοτε καί, εἰ δυνατόν, ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν τῆς ἐπ’ Ἐμοῦ ἀπομακρύνσεως
ὑμῶν, διότι οὕτω μόνον θὰ ὑφίσταται συνεχὴς ἡ μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν ἐπι-
κοινωνία, ὁπότε εὑρισκόμενοι ἐν διαρκεῖ καὶ ἀδιαρρήκτῳ συνδέσμῳ, οὐδεὶς
θὰ ἠδύνατο νὰ παρεμβληθῇ μεταξὺ Ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ διακόψῃ ἔστω καὶ
ἐπ’ ἐλάχιστον τὸν σύνδεσμον τοῦτον καὶ ἀπομακρύνῃ ὑμᾶς ἀπ’ Ἐμοῦ.
Ὅσον ἀφήνετε τὴν διάνοιαν ὑμῶν ν’ ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ τὰ συνέχοντα
ὑμᾶς συναισθήματα τῶν βιωτικῶν μεριμνῶν, ὅσον ὑπερυψωθῆτε πνευμα-
τικῶς μέχρις Ἐμοῦ, ἀποκαθαιρόμενοι παντὸς ρύπου, ὅσον ἡ ψυχὴ ὑμῶν
διὰ τῆς ἐντόνου αὐτῆς προσπαθείας ἀποβάλῃ πᾶσαν ὑλικὴν αὐτῆς προ-
σήλωσιν πρὸς τὸν μάταιον καὶ πρόσκαιρον κόσμον τῆς πλάνης καὶ τῶν
φθοροβρώτων ἐπιδόσεων, κατὰ τοσοῦτον θὰ συναισθάνεσθε τὸν σύνδε-
σμον ἡμῶν ἀρρηκτώτερον μετ’ Ἐμοῦ συσφιγγόμενον καὶ κατὰ τοσοῦτον
ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν θὰ μεσουρανῇ ἡ ἄφατος γαλήνη, ἥτις διὰ τῆς
μεσολαβήσεώς Μου θὰ μεταρσιοῖ τὸ πνεῦμα ὑμῶν καὶ θὰ τὸ ἀνυψοῖ, ὅπως
βαθύτερον καὶ ἐπιγνωστότερον κατανοήσῃ τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένην
Ἀλήθειαν.
Δὲν ἀρκεῖ εἰς ἕκαστον συνδεόμενον καὶ ἐπικοινωνοῦντα μετ’ Ἐμοῦ ἡ
ἁπλῇ διὰ τοῦ λόγου ἐπικοινωνία. Ὁ βαθμιαίως μέχρις Ἐμοῦ ἀνελισσόμενος
ἀνέρχεται μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας τῆς μέχρις Ἐμοῦ ἐκτεινομένης καὶ
ἐξικνουμένης κλίμακος, ἐπὶ τῆς ἀκτινωτῆς βαθμίδος τῆς ὁποίας οἱ πόδες
μου ἵστανται καὶ τὴν ὁποίαν ἅπασαν περιβάλλει τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευόμε-

365
νον Φῶς καὶ ἡ ἐξ Αὐτοῦ Θεία Ἀκτινοβολία, ὅσον ἀπὸ τῆς κατωτάτης αὐτῆς
βαθμίδος ἀναχωροῦντες καταφθάνετε πρὸς τὰς ἀνωτάτας, κατὰ τοσοῦτον
ἡ διάνοια ὑμῶν θὰ πληροῦται ὑπὸ τοῦ Ἀειφώτου Φωτὸς τῆς Πνευματικῆς
Ἀκτινοβολίας Μου καὶ κατὰ τοσοῦτον ἡ ψυχὴ ὑμῶν καὶ αὐτὴ ἀνυψουμένη
καὶ πληρουμένη ὑπὸ τῆς Ἀγάπης Μου καὶ ἀγαπῶσα καὶ αὕτη ὡς Ἐγὼ τὸν
πλησίον αὐτῆς θὰ συναισθάνεται τὴν ψυχικὴν εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλία-
σιν, ἣν μόνον ὁ Πνευματικὸς Κόσμος Μου δύναται νὰ τῆς παράσχῃ.
Μὴ ζητεῖτε νὰ φθάσητε διὰ μιᾶς εἰς τὸ τέρμα τοῦ σκοποῦ ὑμῶν, οὔτε
νὰ ὑπερπηδήσητε δι’ ἑνὸς ἅλματος τὰς βαθμίδας τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀνιούσης
πνευματικῆς κλίμακός Μου.
Ἐντείνατε τὰς δυνάμεις σας ἰσοϋψῶς ἰσορροπημένας. Βαδίζετε συμ-
μετρικῶς καὶ συντονισμένως κατά τε τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ἀνάτασιν καὶ
τὴν ψυχικὴν ὑμῶν τελειοποίησιν.
Ὅταν ἀνυψοῦσθε πνευματικῶς καὶ καταπίπτετε ψυχικῶς, δὲν δύνα-
σθε νὰ φθάσητε εἰς τὸν σκοπὸν τῆς ἀνελίξεως ὑμῶν, διότι ὁ εἷς ποῦς ὑμῶν
θ’ ἀνυψοῦται, ὅπως ἀναβῇ μίαν βαθμίδαν, ἐνῷ ὁ ἕτερος ἐπιβαρυνόμενος
ἐκ τῆς ἀνισότητος πρὸς τὸν ἕτερον θὰ καταβιβάζει ὑμᾶς ἑτέρας δύο βαθμί-
δας καὶ οὕτω θὰ διαρκῇ ἀέναος πάλη πρὸς τὰ πρόσω καὶ πρὸς τὰ ὄπισθεν,
χωρὶς νὰ δύνασθε νὰ προχωρήσητε ποτέ.
Μὴν ἐπιζητεῖτε μόνον δι’ ἁπλῶν ἐπικοινωνιῶν καὶ διὰ μόνης τῆς
ἐμπνεύσεως νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν, ἀλλ’ ἐπιδιώ-
ξατε διὰ τῆς ἐνοράσεως νὰ διακρίνητε διὰ τῶν πνευματικῶν ὑμῶν ὀφθαλ-
μῶν καὶ διὰ τῆς ἰδίας ὑμῶν ἀντιλήψεως τὴν ἀτραπόν, ἣν ἀκολουθεῖτε καὶ
τὴν βαθμίδα, ἐπὶ τῆς ὁποίας βαδίζετε ἀνυψούμενοι, ἐν τῷ διηνεκῇ ὑμῶν
πόθῳ νὰ φθάσητε μέχρις Ἐμοῦ. Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ μυηθῇ ἐν τῷ
κόσμῳ, ἐν τῷ ὁποίῳ ἕκαστον πνευματικὸν ὂν προορίζω, μὴ ἐξ ἰδίας αὐτοῦ
ἀντιλήψεως κατανοήσει τὸν βαθμὸν τῆς προσγενομένης καὶ ἐπιτευχθεί-
σης ὑπ’ αὐτοῦ μυήσεως.
Ἐφ’ ὅσον ἀνέρχεται μίαν πρὸς μίαν τὰς βαθμίδας τῆς πρὸς Ἐμὲ ἀνιού-
σης πνευματικῆς κλίμακος, ἐπὶ τοσοῦτον διὰ τῆς πρὸς αὐτὸν γενομένης
ἐκ τῶν ἔνδον αὐτοῦ αὐτοσκοπήσεως καὶ διὰ τῆς γενομένης εἰς αὐτὸν
αὐτόφωτίσεως θὰ διανοίγεται πρὸ αὐτοῦ ὁ ὑπὸ τοῦ Φωτός Μου καταυγα-
ζόμενος χῶρος καὶ κατὰ τοσοῦτον θὰ πληροῦται ἡ πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ
αὐτοῦ ὑπόστασις ὑπὸ τῆς Ἀειφώτου Ἀκτινοβολίας τοῦ Φωτός Μου, οὕτω
ὥστε οὐ μόνον νὰ διαβλέπῃ ὁλοὲν καὶ καθαρώτερον τὰ ἐν τῷ νέῳ περιβάλ-
λοντι αὐτοῦ ἐμπεριεχόμενα, ἀλλὰ καὶ νὰ συγκρίνῃ αὐτὰ πρὸς τὰ κατώτε-
ρα τοιαῦτα, τὰ ὁποῖα ἐγκατέλειψε εἰς κατωτέρας αὐτοῦ βαθμίδας, ἐκ τῶν
ὁποίων νὰ κατανοῇ καὶ διακρίνῃ τὴν ἐπιγενομένην εἰς αὐτὸν πρόοδον καὶ
ἀνέλιξιν.
Ἐπιδιώξατε ὅθεν ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ν’ ἀνελιχθῇ ἀνερχόμενος μίαν πρὸς
μίαν τὰς βαθμίδας τῆς Πνευματικῆς κλίμακός Μου. Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἂς
προσπαθήσῃ διὰ τῶν ἰδίων καὶ μόνον αὐτοῦ δυνάμεων νὰ ἐπιτύχῃ τὴν
πνευματικὴν αὐτοῦ ἀναγωγὴν καὶ τὴν ψυχικὴν αὐτοῦ τελειοποίησιν.

366
Συνδεθῆτε μεταξύ σας ἀρρήκτως διὰ τῶν δεσμῶν τῆς πνευματικῆς καὶ
ψυχικῆς συνοχῆς, διότι οὕτω μόνον θὰ διέλθητε συνενοῦντες τὰς πνευμα-
τικὰς καὶ ψυχικὰς ὑμῶν δυνάμεις νὰ φθάσητε τὸ ταχύτερον εἰς τὸ τέρμα
τοῦ ἐπιδιωκομένου παρ’ ὑμῶν σκοποῦ, ὅπερ εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τοῦ ἀνατε-
θέντος εἰς ὑμᾶς πνευματικοῦ ἔργου μου.

163. Τίς ὁ ἀκολουθῶν Με;


Ὁ εἰς Ἐμὲ πιστεύων καὶ ὑπὲρ Ἐμοῦ κοπιῶν, μεριμνῶν καὶ ἑαυτὸν θυ-
σιάζων. Πᾶς δὲ ὁ ἀληθῶς ἐργαζόμενος, οὗτος ἐστὶν καὶ ὁ ἀκολουθῶν Με.
Τίς ὅμως ἐξ ὑμῶν ἠκολούθησε τὰ Ρὴματα, ἃ ἐξήγγειλα ὑμῖν καὶ τίς ὁ
ποιῶν τὸ Θέλημά Μου, οὐκ ἐν λόγοις καὶ ὑποσχέσεσιν, ἀλλ’ ἐν ἔργοις καὶ
πράξεσιν;
Ὁ εἰς Ἐμὲ ἀνήκων, πνεύματι καὶ σώματι, ὑπὲρ Ἐμοῦ τὰ πάντα θύσει,
ἵνα, διὰ τῆς ἑαυτοῦ θυσίας ὁλοκαύτωμα ὑπὲρ τῶν ἰδεῶν Μου γινόμενος,
τὴν ἣν ἐνετειλάμην δόξαν διὰ τῆς ἑαυτοῦ θυσίας ὑπὲρ τοῦ ἐξιλασμοῦ
τῶν ἄλλων ἐπιγενόμενος, τὴν Ἐμὴν Δόξαν προσκτήσει καὶ ταύτην τῷ
κόσμῳ καὶ τοῖς ἀκολουθοῦσιν αὐτὸν δι’ Ἐμοῦ ἐπιβάλει, ἵνα ὑπὸ τῆς Δό-
ξης Μου περιβαλλόμενος δοξάσῃ ἑαυτὸν καὶ δι’ ἑαυτοῦ Ἐμὲ δοξάσῃ.
Ὁ πορευόμενος ἐν τῇ ὁδῷ, ἣν ἐν ἑκάστῳ ἀποκαλύψω ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτοῦ
ἀτραπῷ καὶ διὰ τῆς ἰδίας αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ κατευθύνσεως, οὐ δύναται προ-
σβλέπων τοὺς συνακολουθοῦντας αὐτὸν νὰ ἀκολουθήσῃ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ
ἀτραπὸν ὑπ’ αὐτῶν ὑποβασταζόμενος ἢ χειραγωγούμενος.
Ἕκαστος τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἀτραπὸν ὀφείλει διὰ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων
νὰ ἀποκαλύψῃ καὶ ταύτην ἀνελλειπῶς καὶ ἀδιασπάστως νὰ ἀκολουθήσῃ,
ἄχρις ὅτου διὰ τῆς ἰδίας αὐτοῦ ἀνελίξεως καὶ προόδου διὰ τῶν ἰδίων αὐτοῦ
πνευματικῶν ὀφθαλμῶν θὰ διακρίνῃ τὴν ἀσφαλῆ πρὸς Ἐμὲ κατεύθυνσίν
του καὶ τότε ἀρρηκτότερον συνδεόμενος μετ’ Ἐμοῦ καὶ Ἐμοῦ προπορευ-
ομένου καὶ τὰ βήματά Μου ἀκολουθῶν δύναται νὰ φθάσῃ ταχύτερον καὶ
ἀσφαλέστερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ, εἰς ὃν δι’ ἕκαστος ἐξ ὑμῶν
ἐπιφυλάσσω.
Μὴ ζητῆτε τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένην, ἐν τῇ καθοδηγή-
σει τῶν σοφῶν τῆς γῆς. Ἀφήσατε τὴν διάνοιαν ὑμῶν ἀπηλλαγμένην ἀπὸ τὰς
ξενικὰς ἐπιρροὰς καὶ ἀκολουθήσατε τὴν Διδασκαλίαν, ἣν εἰς ὑμᾶς διδάσκω.
Αἱ ἀντιλήψεις τῶν σοφῶν τῆς γῆς συγκρούονται ἀναμεταξύ των καὶ
ἀναπτύσσουσι ἀναλόγως τῶν ἀντιλήψεων ἑνὸς ἑκάστου ἰδιότυπον σύστη-
μα φιλοσοφικῆς ἐρεύνης, ἕκαστον τῶν ὁποίων διαφέρει ἡ συσχετίζεται
πρὸς τὰ ἄλλα ἀναλόγως τοῦ συστήματος τῶν ἀντιλήψεων ἑνὸς ἑκάστου
καὶ τῆς παραλλαγῆς τῶν ἰδεῶν, ἃς δι’ αὐτοῦ ἀναπτύσσει ἕκαστος τούτων.
Διὰ τοῦτο, ἀφ’ ἧς ἐποχῆς ὁ ἄνθρωπος ἤρχισε σκεπτόμενος, ἐδημιουρ-
γήθησαν πλεῖστα ὅσα συστήματα θεωριῶν, αἱ ὁποῖαι ἀναπτύσσουν ἴδια

367
συστήματα καὶ καταπολεμοῦνται ἀναμεταξύ των. Ἐφ’ ὅσον δὲ ἡ πρόοδος
τῶν ἐπιστημῶν ἀναπτύσσεται, κατὰ τοσοῦτον καὶ συμπήγνυνται διὰ τῶν
νέων ἀνακαλύψεων καὶ ἐφευρέσεων νέα συστήματα, τὰ ὁποῖα εἴτε ἀνατρέ-
πουν τὰς προγενεστέρας βάσεις τῶν προηγουμένων ἐπιστημονικῶν ἀνα-
καλύψεων, εἴτε συμπληροῦσι τὰ κενά, τὰ ὁποῖα προέκυπτον ἐν τῇ ἀναλύ-
σει τῶν προγενεστέρων θεωριῶν.
Ἡ βάσις μιᾶς θεωρίας, ἥτις ἐπὶ αἰῶνας ἐθεωρεῖτο ὅτι ἐβασίζετο ἐπὶ
τῆς πραγματικῆς Ἀληθείας τῶν λογικῶν συμπερασμάτων ἑνὸς αἰῶνος,
ἀνατρέπεται ἄρδην ἐκ θεμελίων καὶ ἐκριζοῦται παντελῶς ἐξ αὐτῶν, διὰ νὰ
ἐδραιωθῇ ἐπ’ αὐτῶν μία νέα Ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἢ ἀνατρέπει ἐκ βάθρων τὴν
προγενεστέραν ἢ συμπληρώνει ταύτην κατὰ τοιοῦτον τρόπον οὕτως, ὥστε
νὰ θεωρῆται ὡς μία νέα ἀρχή, οὐδόλως προσομοιάζουσα πρὸς τὰς προγε-
νεστέρας τοιαύτας.
Συνεπῶς ἡ Ἀπόλυτος ἔννοια τῆς πραγματικῆς Ἀληθείας δὲν δύναται
νὰ ὑφίσταται ὡς τοιαύτῃ, ἀλλὰ δύναται νὰ μεταβληθῇ καὶ ἀνατραπῇ
ἀναλόγως τῶν ἀντιλήψεων ἑκάστης ἐποχῆς, ἥτις συμπληροῦται διὰ τῆς
προόδου τῶν ἐπιστημονικῶν δεδομένων, τὰ ὁποῖα μᾶς παρέχει ἑκάστοτε ἡ
ἀνθρωπίνη πνευματικὴ ἀνάπτυξις καὶ πρόοδος. Ὁ κόσμος ἄρα ἄρδην με-
ταβάλλεται καὶ προάγεται ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς καὶ ὑλικῆς προό-
δου ἑκάστης ἐποχῆς.
Οὕτω δὲ παρατηροῦμεν καὶ δικαὶως κρίνομεν ὅτι πολλὰ πράγματα, τὰ
ὁποῖα ἐθεωροῦντο ὡς μῦθοι καὶ ἀποκυήματα φαντασιοπλήκτου διανοίας,
ἐγένοντο πραγματικότητες καὶ ἀληθῆ μέσα τῆς ἐξυπηρετήσεως τοῦ ση-
μερινοῦ πολιτισμοῦ τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ἄλλαι πάλιν βασικαὶ ἀξίαι καὶ
πεποιθήσεις τῶν μεγάλων ἡγετικῶν πνευμάτων τοῦ παρελθόντος ἀπεδεί-
χθησαν ὡς πλάναι τῆς ἀγνοίας τῶν πιστευόντων εἰς αὐτάς.
Ὁ μῦθος τῶν ἱπταμένων πτερύγων τοῦ Ἰκάρου, ὁ ἱπτάμενος κριὸς τοῦ
Φρίξου καὶ τῆς Ἕλλης, ἡ θεωρία τῆς περὶ τὴν γῆν κινήσεως τῶν ἄστρων, ἡ
λατρεία τῆς εἰδωλολατρικῆς ἐποχῆς τοῦ δωδεκαθέου καὶ τοῦ πολυθεϊσμοῦ,
ὁ μὲν πρῶτος ἔγινε σωστὴ πραγματικότης καὶ τὸ σύγχρονον ἐξυπηρετικὸν
μέσον τῆς συγκοινωνίας τῶν μᾶλλον ἀπομεμακρυσμένων ἀποστάσεων,
ἐνῶ ἡ δευτέρα ἐκ βάθρων ἀνετράπη καὶ κατέπεσεν, ἀντικατασταθεῖσα ὑπὸ
ἄλλης ἐντελῶς διαφορετικῆς, οὕτως ὥστε ἡ προγενεστέρα νὰ θεωρῆται
πλάνη μιᾶς ἀμαθήτου ἐποχῆς.
Τόσον ὅθεν αἱ θεωρίαι, αἱ στηριζόμεναι ἐπὶ τοῦ πνευματικοῦ πεδίου,
ὅπως εἶναι αἱ δοξασίαι καὶ αἱ αἰρέσεις τῶν διαφόρων θρησκειῶν, ὅσον
καὶ ἐκεῖναι, αἱ ὁποῖαι στηρίζονται ἐπὶ τοῦ φυσικοῦ πεδίου, ἀναλόγως τῆς
προόδου μιᾶς νέας ἐποχῆς, δυνατὸν νὰ μεταβληθοῦν, συμπληρωθοῦν ἢ
ἀνατραποῦν.
Συνεπῶς ἡ πραγματικὴ Ἀλήθεια ἐκπηγάζει ἐκ τῶν κανόνων καὶ θεωρι-
ῶν, ἃς κατώρθωσε ν’ ἀποκαλύψῃ καὶ συμπληρώσῃ μία ἐποχὴ τελειοτέρα
τῆς ἄλλης καὶ διὰ τοῦτο δὲν δύναται νὰ ὁρίσῃ ἐπακριβῶς τὸ περιεχόμενον
ταύτης ὡς ἀπολύτως ἐξηκριβωμένον, ἐφ’ ὅσον δὲν ἔχουν συμπληρωθῇ τὰ

368
κενά, τὰ ὁποῖα ἤδη φαίνονται συμπληρωμένα καὶ τὰ ὁποῖα ἡ τελειοποίησις
νέων μέσων προόδου δύναται ν’ ἀποκαλύψῃ αὐτὰ ὡς τοιαῦτα.
Ἐφ’ ὅσον ὅθεν ἡ ἀνθρωπότης προάγεται καὶ τελειοῦται, ἐφ’ ὅσον ὁ
κύκλος τῶν ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν εὐρύνεται καὶ συμπληροῦται ὑπὸ
νέων ἀνακαλύψεων καὶ συμπληρώσεων, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ θὰ γεννῶνται
νέαι θεωρίαι καὶ συστήματα, ἀνατρέποντα ἡ συμπληροῦντα τὰ προγενέ-
στερα καὶ κατὰ τοσοῦτον ἡ Ἀλήθεια θὰ δοκιμάζηται καὶ θὰ συμπληροῦται.
Διὰ ν’ ἀνεύρῃ τις τὴν πραγματικὴν Ἀλήθειαν, δέον νὰ ἀνατρέξῃ εἰς
τὴν Ὑπερτάτην Πηγὴν ἐξ ἧς αὕτη ἀπορρέει. Καὶ ἡ Πηγὴ αὕτη εἶναι Μία
καὶ μόνη, ἡ Πηγὴ τῆς Ἐνθέου κατανοήσεως.
Διὰ νὰ φθάσῃ ὅμως εἰς αὐτήν, ὀφείλει νὰ ἀκολουθήσῃ τὸν δρόμον,
ὅστις ἄγει πρὸς αὐτήν. Ὑπάρχουν πλεῖσται ὅσαι κατευθύνσεις, ἄγουσαι
πρὸς αὐτήν. Ἀλλὰ μία εἶναι ἡ ἀσφαλεστέρα πρὸς αὐτήν. Ἐκείνη ἡ ὁποία
ἐχαράχθη ὑπ’ Ἐμοῦ καὶ ἣν ἕκαστος παρ’ Ἐμοῦ καλούμενος ὀφείλει διὰ τῶν
ἰδίων αὐτοῦ δυνάμεων, διὰ τῆς ἰδίας αὐτοῦ ἀνελίξεως καὶ ψυχικῆς τελειο-
ποιήσεως νὰ ἀνεύρῃ καὶ ἀκολουθήσῃ, διότι εἶναι ἡ ἰδία αὐτοῦ ἀτραπός, ἐπὶ
τῆς ὁποίας καὶ μόνον ὀφείλει νὰ βαδίσῃ, ἐὰν θέλῃ νὰ φθάσῃ ἀσφαλῶς εἰς
τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ αὐτοῦ.
Μὴν ἀναζητῆτε νὰ ἀνεύρητε εἰς τὴν πορείαν ὑμῶν πρὸς Ἐμὲ τὰ βήματα
ἄλλων, οἱ ὁποῖοι ἠκολούθησαν τὴν αὐτὴν μὲ ὑμᾶς ἀτραπόν. Ἕκαστος ἐξ
ὑμῶν ἔχει ἰδίαν τοιαύτην. Ἂς προσπαθήσῃ ὅθεν ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ν’ ἀκο-
λουθήσῃ ταύτην.
Τότε πῶς ἐξηγεῖται ἡ σύστασίς Μου ὅτι ὀφείλετε νὰ συνενωθῆτε ἅπα-
ντες, ἵνα ἀκολουθήσητε τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα εἰς ὑμᾶς;
Ἡ ἀτραπὸς ἑνὸς ἑκάστου ἐξ ὑμῶν παραλλήλως βαίνουσα πρὸς τὰς ἄλλας
καὶ ὅλαι ὁμοῦ ἄγουσι πρὸς τὸ αὐτὸ τέρμα. Συνεπῶς ὁ ἀκολουθῶν τὴν ἰδίαν
αὐτοῦ ἀτραπὸν καὶ οὐδόλως ἐκκλίνων ταύτης ἢ σταματῶν ἢ ὀπισθοδρο-
μῶν δύναται νὰ φθάσῃ εἰς τὸ αὐτὸ τέρμα.
Ὅταν δὲ εἶσθε συνηνωμένοι καὶ ἀναχωρῆτε ὑπὸ τῆς αὐτῆς ἐφέσεως
αἱ δυνάμεις ὑμῶν ἐνδυναμοῦνται περισσότερον καὶ οὕτως δύνασθε νὰ πο-
ρεύεσθε ἀσφαλέστερον, ἀντιδρῶντες διὰ τῆς συναντιλήψεως καὶ συναγω-
γῆς ὑμῶν εἰς τὰ ἑκάστοτε παρεντιθέμενα προσκόμματα τῶν ἀντενεργῶν
δυνάμεων, ἵνα ἐμποδισθῆτε καὶ ἀνακόψητε ἢ ἐπιβραδύνητε τὴν πρὸς Ἐμὲ
πορεῖαν ὑμῶν.

164. Τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον οὐκ ἔστι φῶς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου,
ἀλλὰ Φῶς ἐκ τοῦ Κόσμου Μου. Καὶ ὁ Κόσμος Μου οὐκ ἔστι κόσμος
φθορᾶς, ἀλλ’ Ἀφθαρσίας.
Διὰ τοῦτο πάντες, οἱ ἐκ τοῦ Φωτός Μου φωτιζόμενοι, Ἄφθαρτοι
καθιστάμενοι, ἐν τῷ Κόσμῳ τῷ Ἀφθάρτῳ αἰωνίως ζήσονται, μηκέτι τὴν
φθορὰν τοῦ ὑλικοῦ κόσμου γινώσκοντες. Ἀλλ’ ἵνα τὸ Φῶς Μου φῶς ἀΐδιον

369
καταστῇ, δέον ὁ προσλαμβάνων τοῦτο ἵνα μὴ ἐκ τῶν κειμένων ἀρυσθῇ τὴν
Ἀλήθειαν, ἀλλ’ ὑπὸ τοῦ Φωτός Μου καταυγαζόμενος γνωρίσει τὴν ἐξ αὐτοῦ
ἀπορρέουσαν Ἀλήθειαν.
Πᾶς ὁ γινώσκων τὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἐκ τοῦ Φωτός Μου ἐκπηγάζουσαν,
τὸν Κόσμον Μου γινώσκει καὶ οὗτος ἐν τῇ Ἀληθείᾳ εὕρηται, ὡς ἐκ τοῦ Κό-
σμου Μου ἐκπηγάσας καὶ πρὸς τὸν Κόσμον Μου ὑπεισερχόμενος ἐν τῷ
Φωτί, ὃ παρ’ Ἐμοῦ προσλαμβάνει. Οὐ δύναμαι λαλεῖν πρὸς ὑμᾶς τὰ ἐν τῷ
Κόσμῳ Μου γινόμενα, ὡς ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ἐκπηγάζοντα καὶ πρὸς τὸν
Κόσμον Μου ἀποτεινόμενα καὶ ἐπανακάμπτοντα, ἵνα τὴν ἤν Ἀλήθειαν
ἐγκλείοντα τῷ κόσμῳ τούτῳ διδάξωσι.
Οὐκ Ἐμοῦ τὸ Φῶς καὶ ἡ Ἀλήθεια, ἀλλὰ τοῦ Πατρός Μου, Ὃς τὸν κό-
σμον πεποίηκεν, ἵνα ὁ κόσμος δι’ Ἐμοῦ διαφωτιζόμενος καὶ τὴν παρ’ Ἐμοῦ
ἀποκαλυπτομένην Ἀλήθειαν κτῆμα ἑαυτοῦ καθιστῶν, τὸν κόσμον τοῦτον οὐ
μόνον διὰ τοῦ Φωτός Μου, τοῦ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένου, γνωρίσῃ, ἀλλὰ καὶ
διὰ τοῦ ἑαυτοῦ φωτός, ὅπερ παρ’ Ἐμοῦ πρὸς αὐτὸν μεταλαμπαδευθήσεται.
Ἐγὼ γινώσκω τὴν Ἀλήθειαν, ἀλλ’ ἡ Ἀλήθεια αὕτη κεκρυμμένη ἐστὶν ἐφ’
ὅσον οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν ἐπιθυμούντων νὰ γνωρίσωσι ταύτην παραμένουσι
κλειστοί. Μόλις ὅμως οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἀνοιγήσονται, αὐθωρεὶ καὶ τὸ
Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον καὶ πρὸς αὐτοὺς διαχεόμενον διανοίξει αὐτοὺς
καὶ τότε ὠφθήσονται διὰ τῆς ἑαυτῶν ἐπιγνώσεως καὶ τοῦ ἰδίου αὐτῶν φω-
τός, τοῦ ἐξ Ἐμοῦ μεταλαμπαδευομένου, τὴν κεκρυμμένην Ἀλήθειαν.
Οὐκ ἔστι χρόνος, οὐκ ἔστι ὥρα, οὐκ ἔστι στιγμὴ κατάλληλος ἢ ἐξαι-
ρετέα πρὸς λῆψιν παρ’ ὑμῶν τοῦ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπορευομένου καὶ διαχεο-
μένου πρὸς Σύμπαντα τὸν Κόσμον Φωτός Μου, ἀνεξαιρέτως φυλῆς καὶ
θρησκεύματος, ἀνεξαιρέτως γλώσσης καὶ διαλέκτου. Πᾶς ἄνθρωπος
μέγας ἢ μικρὸς πρὸς Ἐμὲ προσερχόμενος ἀποδεκτὸς γενήσεται ἐν παντὶ
καὶ πάντοτε.
Πᾶς ὁ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου ἐξερχόμενος ὀψέποτε καὶ πάλιν πρὸς αὐτὸν
ἐπανακάμπτει. Ὁ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου προερχόμενος εἰς Ἐμὲ ἀνήκει καὶ ὡς
εἰς Ἐμὲ ἀνήκων πρὸς Ἐμὲ καὶ πάλιν προσερχόμενος ἐπαναπαυθήσεται.
Ἀπομακρυνθείς ἐξ Ἐμοῦ, ἵνα τὴν δοκιμασίαν, ἣν αὐτῷ δέδωκα, ὑπο-
στῇ, ἐπανερχόμενος καὶ πάλιν πρός Με τάχιον ἢ ἀργά, ὑπ’ Ἐμοῦ ἐγκολ-
πωθήσεται ὡς νεώτερος Ἐμοῦ ἀδελφὸς καὶ ὡς τέκνον τοῦ ἰδίου μὲ Ἐμὲ
Πατρός.
Μὴ ζητῆτε ν’ ἀνεύρητε τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ κόσμῳ τῆς φθορᾶς καὶ προ-
σκαιρότητος, ἀλλ’ ἐν τῷ Κόσμῳ τῆς Ἀφθαρσίας καὶ τῆς Αἰωνίου καὶ Ἀμετα-
βλήτου Ὡραιότητος. Τὸ καλὸν ἐπιζητεῖτε καὶ τοῦτο ὡς ἐγκόλπιον σχόντες
τὰ βήματα ὑμῶν ἀπροσκόπτως ἐν τῇ ἐκτελέσει αὐτοῦ βαδίζοντες πρός Με
ὁδεύσατε.
Μὴ φορᾶσθε ὅτι ἐγκαταλείπετε τὸν ἀγῶνα, ὃν ἀνελάβατε, ἀλλὰ ἀγωνί-
ζεσθε, ἵνα φθάσητε τὸ ταχύτερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν. Καὶ ὁ
προορισμὸς ὑμῶν ἔστω ἡ πρός Με ἐνατένισις. Ἐνατενίζοντές Με καὶ Ἐμὲ
ἔχοντες ὁδηγὸν οὐδέποτε πλανηθήσεσθε, ἀλλὰ ἀπροσκόπτως πρός Με

370
προσδοκώμενοι τὴν Ἀνάστασιν τῶν ἐγκαταλελειμένων ψυχῶν ὑμῶν, ἐπα-
νεύρητε τὴν ὁδόν, ἐξ ἧς ἐξ Ἐμοῦ ἀπεμακρύνθητε διὰ τὴν δοκιμασίαν ὑμῶν
καὶ κατισχύοντες πάσης ἀντενεργοῦς παρεμβολῆς, θέλετε ἀνεύρει τὴν
ἀτραπὸν τοῦ βίου ὑμῶν, ἣν ἀκολουθοῦντες ἀνυψούμενοι πρός Με, ὠφθή-
σεσθε διὰ τῶν ἰδίων ὑμῶν ὀφθαλμῶν τὴν Ἀλήθειαν, ἥτις κατὰ τὸν χρόνον
τῆς δοκιμασίας ὑμῶν παρ’ ὑμῶν ἀπεκρύβη.
Μὴν ἀναζητῆτε ν’ ἀνεύρητε τὴν Ἀλήθειαν ταύτην πέραν τῶν ὁρίων,
ἃ πρὸς τὸν κόσμον κατὰ τὴν Ἐνανθρώπισίν Μου ἐδίδαξα καὶ ἃ πάλιν διὰ
τοῦ Πνεύματός Μου, τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ ὑμῶν ἀεὶ φερομένου καὶ πᾶσαν
ζῶσαν ψυχὴν διαφωτίζων καὶ ἐμπνέων ἐσαεὶ διδάσκω.
Πᾶς ὁ ποιῶν τὸ Ἀγαθόν, πᾶς ὁ τὸ Καλὸν ἐγκολπούμενος, πᾶς ὁ τὴν
Ἀγάπην ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ τρέφων, πᾶς ὁ τὴν Ἀνεξικακίαν ὡς σύμβολον
τῆς πορείας τοῦ βίου αὐτοῦ ἔχων, πᾶς ὁ τὸ κακὸν τοῦ ἄλλου μὴ ποθῶν καὶ
ἀποστρεφόμενος, πᾶς ὁ διδάσκων τὴν Ἀρετὴν καὶ ἐπίγνωσιν ἔχων τῶν
­ἑκάστοτε αὐτοῦ πράξεων, προσπαθῶν ἐν τῇ διηνεκῇ αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ καὶ
τὸ ἔργον Μου προσηλώσει νὰ καταστῇ ἐν δοκιμασίαις ἀκόλουθός Μου,
οὗτος ­ἔσεται ὁ Ἐκλεκτός Μου καὶ οὗτος καταστῇ ὑπ’ Ἐμοῦ ὁ ἀγαπητώ­
τερος τῶν Ἀ­ κολούθων Μου.
Μὴ ζητῆτε ἐν τῇ πλάνῃ τῶν ἄλλων, ἔστω καὶ τῶν ψευδῶς κατανο-
ούντων καὶ διδασκόντων τὴν Ἀλήθειαν, νὰ πλανηθῆτε. Ἀπομακρυνθῆτε
­πάσης πλάνης, ἐφ’ ὅσον σκοπὸν τοὺ βίου ὑμῶν ἔχετε τὴν Ἀλήθειαν, ἣν παρ’
Ἐμοῦ προσλαμβάνοντες πυξίδα τοῦ βίου ὑμῶν καταστήσητε, ἵνα δι’ αὐτῆς
ἀσφαλῶς καθοδηγηθῆτε εἰς τὸν ἀσφαλῆ λιμένα τοῦ ἐπὶ γῆς προορισμοῦ
ὑμῶν.

165. Ἐντὸς τοῦ τρίβου τῆς ζωῆς ὑμῶν ἀτασθαλίαι ὑπάρχουσιν.


Αἱ ἀτασθαλίαι αὗται δὲν προέρχονται μόνον ἐξ ἀπολύτου ὑπαιτιότητος
ὑμῶν, ἀλλ’ ἐκ τῶν ὑποχρεώσεων, ἃς ἀνέλαβεν ἕκαστος ἐν τῇ καρμικῇ
αὐτοῦ ἐπὶ γῆς ἐνσαρκώσει.
Οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν δύναται νὰ καταλογίσῃ εἰς τὸν ἓτερον ὑπαιτιότητας,
ἐφ’ ὅσον ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἀποτελεῖ καὶ ἰδίαν ὀντότητα, ἥτις οὐ μόνον διε-
πλάσθη συμφώνως τῶν εἰλημμένων ὑποχρεώσεων, ἃς ὁ ἴδιος προκαθώρι-
σε πρὶν ἢ εμφανισθῇ ἐκ νέου εἰς τὴν γῆν, ἀλλὰ καὶ συμφώνως τῆς πνευμα-
τοψυχικῆς αὐτοῦ ἀνελίξεως, ἣν κατεῖχε πρότερον καὶ τὴν ὁποίαν ἠθέλησε
νὰ καταστήσῃ ἀνάλογον πρὸς τὸ σῶμα, τὸ ὁποῖον οὗτος ἐξέλεξεν ἐπὶ γῆς,
διὰ νὰ ἐνσαρκωθῇ.
Ἐν τούτῳ καὶ μόνον ἔγκειται τὸ μυστήριον, τὸ ὁποῖον καλύπτει τὴν
γέννησιν ἑκάστου ἀνθρώπου καὶ ἐξ αὐτοῦ καὶ μόνον πηγάζουν αἱ διαφο-
ραὶ τῆς ἱκανότητος ἢ μὴ ἑκάστου ἀνθρώπου ἐν τῇ νέᾳ συνεχιζομένῃ ἐπὶ
γῆς ζωῇ του.
Εἷς μεγαλοφυής, δυνατὸν νὰ ἐκλέξῃ χάριν τῶν πρὸς τὴν νέαν ζωὴν

371
καρμικῶν αὐτοῦ ὑποχρεώσεων ἓν σῶμα ἀσθενὲς ἢ καχεκτικόν, ἓν σῶμα
ρωμαλέον καὶ τελείως σαρκικὸν, κατὰ φυσικὴν συνέπειαν τὸ ἐν τοιαύτῃ
σαρκὶ πνεῦμα θ’ ἀκολουθήσῃ ὅλας τὰς ὑπ’ αὐτοῦ ἐκδηλωμένας ροπάς καὶ
κατ’ ἀντιστοιχίαν δὲν θὰ δύναται νὰ ἐξέλθῃ τοῦ κλοιοῦ, ὅστις θὰ περισφίγ-
γει αὐτὸν πανταχόθεν καὶ δὲν θὰ τοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἀποτινάξῃ εὐκόλως την
ἐλαττωματικὴν δύναμιν τοῦ φυσικοῦ σώματός του.
Διὰ νὰ δυνηθῇ οὗτος ν’ ἀκολουθήσῃ τὸν διαχαραχθέντα καὶ ὑποδειχθέ-
ντα εἰς αὐτὸν ἐπὶ γῆς προορισμόν, τὸν ὁποῖον αὐτοβούλως καὶ κατ’ ἰδίαν
αὐτοῦ ἐκλογὴν ἐπροτίμησεν, ὀφείλει νὰ δαμάσῃ, διὰ τῶν ἀκαταβλήτων
δυνάμεων τῆς θελήσεώς του τὰς σωματικὰς αὐτὰς ἀδυναμίας, τὰς ψυ-
χικάς του ἐφέσεις καὶ ν’ ἀφήσῃ ἑαυτὸν ν’ ἀκολουθήσῃ τὰς ὑποδείξεις
τοῦ πνεύματος καὶ τῶν ἐμπνεύσεων αὐτοῦ, ἀφοῦ προηγουμένως θέσει καὶ
ταύτας ὑπὸ τὸν ἔλεγχον καὶ τὴν βάσανον τῆς ἀνεπηρεάστου κριτικῆς καὶ
τοῦ πραγματικοῦ λογικοῦ ὀρθολογισμοῦ.
Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ παρασύρεσθε οὔτε ἀπὸ τὰς τῶν ἄλλων πράξεις,
οὔτε αἱ ἀκολουθητέαι πράξεις ὑμῶν νὰ ἐξέρχωνται τῆς ὑποδειχθείσης καὶ
διαχαραχθείσης εἰς ὑμᾶς παρ’ Ἐμοῦ κατευθύνσεως, ἀκολουθοῦντες πάντο-
τε τὸν εἰρμὸν τῆς λογικῆς καὶ κρίσεως ὑμῶν ἐπ’ αὐτῶν.
Καταρτίσατε ἓν πρόγραμμα τοῦ σκοποῦ τούτου ἐπὶ τοῦ ὁποίου δέον
νὰ βαδίσητε καὶ νὰ κοπιάσητε, τοσοῦτον μᾶλλον καθ’ ὅσον ἐλαχιστότε-
ρος χρόνος σᾶς ἀπολείπεται ἀπέναντι ἐκείνου, τὸν ὁποῖον κατηναλώσατε
ἀσκόπως, πάντοτε κατὰ διάνοιαν ἐπιχειροῦντες καὶ οὐδὲν εἰς τὴν πραγμα-
τικότητα ἐκτελοῦντες.
Ὅταν θέσητε τὰς πρώτας βάσεις τῶν θεμελίων, τὸ οἰκοδόμημα ἔπειτα
εἶναι εὔκολον νὰ ἀνεγερθῇ.
Θεμελιώσατε προγενεστέρως καὶ εἶτα οἰκοδομήσατε. Ὅσον δὲ τὰ
θεμέλια ὑμῶν εἶναι στερεώτερα, κατὰ τοσοῦτον καὶ τὸ οἰκοδόμημα
ὑμῶν θὰ καταστῇ στερεὸν καὶ ἀκλόνητον. Εἰς πάντα ταῦτα θὰ εἶμαι πά-
ντοτε Ἐμπνευστὴς καὶ Ὁδηγός, ὁσάκις Μὲ καλέσητε.

166. Οἱ πρός Με προσκείμενοι οὐκ ἀπομολυθήσονται, ἀλλ’ ἕξονται


τὴν Βασιλείαν, ἣν προσεκτήσαντο ἐπὶ γῆς ἀναλόγως τῶν ἔργων
αὐτῶν. Διότι ἡ ἐν τῇ γῇ βασιλείᾳ τῶν ἔργων ἑνὸς ἑκάστου προλειαίνει
τὸ ἓδαφος ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Οὐρανῶν.
Οὕτω αἱ πράξεις ἑνὸς ἑκάστου ἐν τῇ γῇ δίδουν τὸν καρπόν, ὃν συνα-
πεκόμισε διὰ τῶν ἀγαθῶν ἔργων αὐτοῦ, ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Οὐρανῶν.
Μὴ νομίσητε, ὅτι πάντες ἕξονται τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, διότι
ἐκλήθησαν, ἵνα ἐργασθῶσιν ὑπὲρ Ἐμοῦ.
Ἐὰν τὰ ἔργα αὐτῶν ὦσιν ἀλλότρια ἐκείνων, ἃ ἔδει νὰ πρεσβεύωσι
καὶ δι’ ἃ ἔδει νὰ ἐργασθώσιν, οὐδὲν δύνανται νὰ συναποκομίζωσιν ἐκ τῆς
παρούσης ζωῆς αὐτῶν, ἀλλὰ θέλουσιν ἐπανὲλθει καὶ πάλιν, ἄχρις οὗ συ-

372
μπληρώσωσι τὸ διακοπὲν αὐτῶν ἔργον καὶ μέχρις ὅτου ἀπαλείψωσιν ἐκ
τοῦ βιβλίου τῆς Ζωῆς αὐτῶν καὶ τὴν τελευταίαν ὁφειλήν, ἣν ἐκ τῶν κακῶν
πράξεων ἢ ὀλισθημάτων καὶ παρεκτροπῶν ἐπεβάρυναν τήν ζωὴν ταύτην.
Μὴ ζητήτε ν’ ἀνεύρητε τὴν Πηγήν τῆς Ζωῆς βαδίζοντες ἐπὶ σκολιᾶς
καὶ δυσβάτου ἀτραποῦ. Ἐξαμβλύνατε τήν ἀτραπὸν ὑμῶν ἐκκαθαρίζοντες
πρότερον αὐτὴν ἀπὸ παντὸς σκοπέλου ἢ ἐμποδίου καὶ εἶτα βαδίσατε
ἀπροσκόπτως ἐπ’ αὐτῆς κατευθυνόμενοι οὐ πρὸς τὴν κατεὺθυνσιν, πρὸς
ἣν σᾶς ὠθοῦν αἱ ἀπαιτήσεις τῆς ζωῆς ὑμῶν καὶ αἱ σαρκικαὶ ὑμῶν ἐπιθυμίαι,
ἀλλὰ προσπαθήσατε ν’ ἀφεθήτε ἐλεύθεροι καὶ ἀπερίσπαστοι ν’ ἀνέλθετε
τὴν ἀτραπόν, ἥτις ὁδηγεῖ εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀνα-
βλύζει ἡ Ἀληθὴς Πηγὴ τῆς Πανσόφου Γνώσεως, τὰ Νάματα τῆς ὁποίας
ἐνστερνιζόμενοι θὰ δυνηθῆτε να ἀπαιτήσητε τὸ τεκμήριον τῆς ἐλευ-
θέρας εἰσόδου ὑμῶν ἐν τῇ Βασιλείᾳ Μου.
Μὴ βασισθῆτε ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον εἰς τὸ στενὸν καὶ περιωρισμὲ-
νον γράμμα τῆς Γραφῆς, ἀπὸ οἱονδήποτε καὶ ἂν αὕτη προέρχεται, διότι τὸ
γράμμα πολλάκις κτήνει, ἐὰν ἡ οὐσίᾳ αὐτοῦ, ἀπηλλαγμὲνη ἐκ στρεβλῶν
ἀντιλήψεων τοῦ παρελθόντος, εὐρύνει τὴν διάνοιαν ὑμῶν καὶ ἀφήνει
αὐτὴν ἐλευθέραν νὰ σκεφθῇ καὶ ἐμβαθύνῃ εἰς τὰ ἄδυτα, τὰ ὁποῖα ἐγκρύ-
πτει τὸ οὐσιῶδες νόημα τῆς Γραφῆς, τὸ ὁποῖον πολλάκις παρερμηνεύθη
ὑπὸ πολλῶν καὶ ἐπροκάλεσε τὰς διαφόρους αἱρέσεις καὶ ἀλληλοσυγκρου-
ομένας ἑρμηνείας τῶν κενοδόξων ἱδρυτῶν ἑκάστης αἱρέσεως.
Ὸ ἀληθὴς ἑρμηνευτὴς εἶναι ἐκεῖνος, ὅστις ἀφήνει ἐλευθέραν τὴν διά-
νοιαν αὐτοῦ καὶ τελείως ἀπηλλαγμένην ἀπὸ πᾶσαν δοξασίαν καὶ ἀντίλη-
ψιν τοῦ παρελθόντος καὶ διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἀλαθήτου Πνευματι-
κοῦ Ὁδηγοῦ κατορθώσῃ διὰ τῆς Ἐμπνεύσεως καὶ καθοδηγήσεως Αὐτοῦ νὰ
διατάμῃ νέαν ὁδὸν καὶ νέας κατευθύνσεις πρὸς διαφώτισιν καὶ σωτηρίαν
ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος.
Διότι ἡ ἀληθὴς κατεύθυνσις ἐν τῇ Ἀλαθήτῳ ὁδῷ τῆς Ἀληθείας διανοί-
γει νέους ὁρίζοντας καὶ διαχαράσσει νέας κατευθύνσεις συμφώνως πρὸς
τὴν πνευματικὴν ἐξέλιξιν καὶ τελειοποίησιν τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος.
Ὅταν τις θέλῃ νὰ διαχαράξῃ νέαν ὁδὸν καὶ νέας κατευθύνσεις, δὲν
ἀκολουθεῖ τὰ βήματα τῶν πρὸ αὐτοῦ προπορευθέντων, τὰ ὁποῖα ἐξετα-
ζόμενα ὑπὸ τοῦ ὀρθολογισμοῦ δύνανται νὰ προκαλέσωσι τὴν ἄρνησιν τῶν
πολεμίων αὐτῶν.
Εἰς τὴν ἐποχὴν τῆς ἀτομικής ἐνεργείας δὲν δύναταί τις νὰ προφυλαχθῇ
ἀπὸ τὰς συνεπείᾳς αὐτῆς ἐντὸς τοῦ περιβάλλοντος αὐτῆς δι’ ἀσπίδων,
ἀλλὰ θὰ ἐξεύρῃ νέα μέσα, δι’ ὧν θὰ ἐπιδιώξῃ ν’ ἀποτρέψῃ πάντα κίνδυνον.
Ἡ πρώτη κοιτὶς τῆς ἀνθρωπότητος ἔσχε ὡς ὁδηγὸν αὐτῆς τὴν φύσιν.
Ἡ δευτέρα αὐτῆς περίοδος ἔσχεν ὡς ἀναπόφευκτον αὐτῆς ὁδηγὸν τὴν
ἰσχὺν τῆς δυνάμεως καὶ τὸν φόβον. Τὰ εἴδωλα, τὰ ὁποῖα ἀνύψωσε καὶ οἱ
βωμοὶ τῶν θυσιαστηρίων, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐθυσιάζοντο οὐ μόνον ὡς ἑξιλα-
στήριον τῆς καταπαύσεως τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ αἱ σάρκες τῶν ζώων, ἀλλὰ
καὶ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, διδάσκει εἰς τὸ ἐλεύθερον Πνεῦμα, τὸ ἀπηλλαγ-

373
μένον ἀπὸ τὰς στρεβλάς ἀντιλήψεις καὶ δοξασίας τοῦ παρελθόντος, ὅτι ἡ
σημερινὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ δὲν ἀπαιτεῖ ἐξιλαστήρια θύματα, ἀλλὰ ἀνάτα-
σιν παντὸς Πνεύματος καὶ ἐξιλασμὸν πάσης ψυχῆς πρὸς Αὐτόν, ἵνα
διαφωτιζόμενον τοῦτο καὶ ἀποκαθαιρομένη ἡ ψυχή ἀπὸ παντὸς φθο-
ροβρώτου μολύνσεως καὶ ὀλισθήματος δυνηθῇ νὰ ἀνεύρῃ διὰ τῆς ἰδίας
αὐτοῦ ἀντιλήψεως, ἐπισκοπήσεως καὶ κρίσεως τὸν ἀληθῆ δρόμον, τὸν
καθοδηγοῦντα πρὸς τὴν κορυφὴν τοῦ ὅρους, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀναβλύζει
ἡ Ἀληθὴς καὶ Ἀστείρευτος Πηγὴ τοῦ Θείου Λόγου, τὰ Νάματα τοῦ ὁποίου
θέλουσιν ἀποκαθάρει πᾶσαν ψυχὴν ἀπὸ πάντα ρῦπον αὐτῆς.
Ἡ τρίτη ἀνθρωπότης ἔσχε ὡς καθοδηγόν της τὰ Ἀλάνθαστα καὶ κοσμο-
σωτήρια ρήματα τῆς Διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀτυχῶς αἱ κηλίδες τῶν δο-
ξασιῶν τοῦ παρελθόντος συνεμίχθησαν μὲ τὴν Ἄδολον Θείαν Διδασκαλίαν
καὶ ἡ Φωταυγὴς αὐτῆς Ἀκτινοβολία ἐπεσκιάσθη ὑπὸ τῶν νεφῶν, τὰ ὁποῖα
συνεσωρεύθησαν καὶ ἐπεσκίασαν αὐτήν, οὕτως ᾥστε μετὰ παρέλευσιν
τόσον αἰώνων ὁ κόσμος νὰ ἐξακολουθῇ νὰ παραπαίῃ καὶ εἰς μάτην ν’ ἀνα-
ζητῇ ν’ ἀνεύρῃ τὴν πραγματικὴν Ἀλήθειαν ἐν τῷ Φωτὶ καὶ τοῦ ὁποίου θὰ
ἠδύνατο νὰ ἐπανεύρῃ τὴν ἀκτινοβολίαν ὑπὸ μιᾶς καὶ μόνον Ἀλαθήτου καὶ
Ἀμεταβλήτου καθοδηγήσεως, τῆς Ἀγάπης, τῆς ἀγάπης ἑνὸς ἑκάστου πρὸς
ὅλους καὶ πρὸς τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ.

167. Τὸ Φῶς εἶναι ὁ Ἀκοίμητος ὀφθαλμὸς τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοῦ Ἀπείρου
Κόσμου.
Τὸ Φῶς συμβολίζει τὴν Ἀλήθειαν, ἥτις ἐπιβασιλεύει ἐπὶ πάσης τῆς
συλλήψεως καὶ ἰδέας. Τὸ Φῶς εἶναι ἡ Ἀκένωτος Πηγὴ τοῦ Θείου Κόσμου,
ἡ ὁποία μεταλαμπαδεύεται ἐφ’ ἁπάσης Πνευματικής Ὀντότητος διὰ νὰ
δύναται νὰ διακρίνῃ τὴν Ἀλήθειαν ἐκ τοῦ ψεύδους, τὴν ἀγνότητα ἀπὸ τὸν
δόλον, τὴν ἀγαθότητα ἀπὸ τὴν πονηρίαν.
Τὸ Φῶς ὡς ἑκ τούτου συμβολίζει τὸν Ὑπέρτατον Νοῦν, τὴν Ἀνωτάτην
Πνευματικὴν Ἀρχήν, τὸν φωτοβὸλον Πνευματικὸν Ἥλιον, ὅστις διὰ τῶν
Ἀκτίνων Αὐτοῦ διαφωτίζει πᾶσαν πνευματικὴν ὀντότητα καὶ διαχέει τὸ
Ἀνέσπερον Φῶς Του ἐφ’ ἁπάσης τῆς Οἰκουμένης.
Ὡς ἐκ τούτου τὸ σύμβολον τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητον διὰ πᾶσαν τελείαν
πνευματικὴν διάκρισιν, διότι διὰ τῆς ἀκτινοβολίας τοῦ Φωτὸς διαλύονται
τὰ σκότη καὶ αἱ νεφέλαι, αἵτινες δυνατὸν νὰ περιβάλλωσι καὶ ἐπισκιάζω-
σι τὸ τοπεῖον τοῦ ἱσταμένου κάτωθεν αὐτῶν, διαλύονται καὶ ὁ κεκρυμ-
μένος ὑπ’ αὐτῶν Ἥλιος ἀναφαίνεται καὶ πάλιν καὶ διασκορπίζει διὰ τῶν
Ζειδώρων Αὐτοῦ ἀκτίνων τὰς φωτοσκιάσεις, αἱ ὁποῖαι περιβάλλουσι τὸν
ἄνθρωπον καὶ δὲν ἐπιτρέπουν εἰς αὺτὸν νὰ διακρίνῃ εὐκρινῶς τὴν κεκρυμ-
μένην καὶ ὑπὸ ἀχλύος αὐτῶν κεκαλυμμένην Ἀλήθειαν.
Οἱ ἅγιοι ζωγραφίζονται ἔχοντες τὴν κεφαλὴν αὐτῶν περιβεβλημένην

374
ὑπὸ φωτοστεφάνου, τὸ ὁποῖον συμβολίζει τὴν ἐπ’ αὐτῆς φοίτησιν τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος. Συνεπῶς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν εἶναι, παρὰ τὸ Πνευ-
ματικὸν Θεῖον Φῶς, τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐκπηγάζον καὶ πρὸς τοὺς πνευματικοὺς
φορεῖς ἐκπορευόμενον, ἵνα οὗτοι δι’ Αὐτοῦ ἀντιληφθῶσι μεταστάμενοι
τὴν Θείαν Αὐτοῦ Αἴγλην, τὴν ἐκ τῆς Ἀληθείας ἐκπηγάζoυσαν.
Δὲν δύναταί τις νὰ κατανοήσῃ τὴν Ἀλήθειαν, ἂν μὴ διὰ τοῦ Φωτὸς τῆς
Ἀληθείας πρότερον δὲν διαφωτισθῇ καὶ καταληφθῇ. Ἡ Ἀλήθεια, ἡ ἐκ τοῦ
Θείου Λόγου ἐκπορευομένη καὶ πρὸς τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτῆς κατερχομένη,
εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία διὰ τοῦ Φωτὸς αὐτῆς διανοίγει τοὺς κεκλεισμένους
ὀφθαλμοὺς τῆς σαρκὸς καὶ διὰ τῆς Ἀκτινοβολίας αὐτοῦ μεταρσιοῖ καὶ μετα-
βάλλει αὐτοὺς εἰς πνευματικοὺς, διὰ νὰ δύνανται νὰ διακρίνωσι τὴν Ἀλήθει-
αν, τὴν ἐγκρυπτομένην εἰς τὰ πεδία τοῦ Ἀφθάρτου Πνευματικοῦ Κόσμου.
Συνεπῶς τὰ πνευματικὰ ὄργανα καὶ αἱ αἰσθήσεις αὐτῶν δὲν δύνανται
οὔτε ν’ ἀντιληφθῶσιν, οὔτε νὰ διακρίνωσιν, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ κατανοήσωσι
τὰ ἐκτελούμενα ἐν τῷ Πνευματικῴ Κόσμῳ, ἐὰν δὲν μετασκευασθῶσι καὶ
ἀποβάλωσι τὴν ὑλικὴν αὐτῶν σύνθεσιν.
Διὰ νὰ γίνῃ ἀντιληπτὴ ἡ κατανόησις τῶν ἐνυπαρχόντων ἐν τῷ πνευ-
ματικῷ πεδίῳ, δέον τὰ αἰσθητήρια ὄργανα ν’ ἀποβάλωσι τὴν ὑλικήν αὐτῶν
οὐσίαν καὶ νὰ ὁπλισθῶσι διὰ πνευματικῶν φορέων, δυναμένων νὰ συγκρα-
τήσωσι τὴν παραγομένην ἐκ τοῦ Ὑπερτάτου Πνευματικοῦ Νοῦ πρὸς αὐτὰ
ἀνάπαλσιν καὶ διάχυσιν, τὴν ὁποίαν νὰ προσδεχθῶσι καὶ ἐναποθέσωσιν ὡς
λειτουργίαν τῶν μετουσιωθέντων ἀλλὰ κανονικῶς ἤδη ἐνεργούντων πνευ-
ματικῶν αὐτοῦ ὀργάνων.
Ὡς ἐκ τούτου ἡ διαφωτιστική ὑπὸ τοῦ Πνευματικοῦ Ἡλίου Φωτὸς πρὸς
πᾶσαν πνευματικὴν ὀντότητα Δύναμις εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία μεταβάλλει
τὴν νεκρὰν ὕλην εἰς ζῶσαν τοιαύτην.
Τὸ Φῶς ὅθεν τοῦτο διαπνεόμενον καθίσταται ἡ Ἑστία, ἐξ ἧς Ἀκαύστως
καὶ Ἀνεσπέρως διαχέεται διὰ τῶν ἐκλεκτῶν πνευματικῶν ἐκείνων ὄντων,
τὰ ὁποῖα καθίστανται φορεῖς αὐτοῦ πρὸς ἀνεύρεσιν καὶ ἀνασκόπησιν τῆς
πρὸς αὐτόν, ἀποκαλυπτομένης Ἀληθείας.
Καὶ τὸ φῶς τοῦ λύχνου, τοῦ κηροῦ ἢ παντὸς ἄλλου φωτός, τὸ ὁποῖον
προσφέρεται παρὰ τῶν ἐπιδιωκόντων τὴν σύνδεσιν αὐτῶν μετὰ Ἁγίων ἢ
ἀγαθῶν πνευμάτων, δὲν εἶναι τι ἄλλο, παρὰ μία συμβολικὴ προσφορά,
διὰ νὰ καταδειχθῇ, ὅτι ὑφίσταται πλήρης κατανόησις τῆς συμβολιζο-
μένης Ἀληθείας μεταξὺ τῆς ζωῆς τοῦ ἐκλιπόντος πνεύματος καὶ τῆς
ἐνσάρκου τοιαύτης καὶ ὅτι δὲν ἔπαυσε νὰ ὑφίσταται μεταξὺ αὐτῶν, ὁ
συνδετικὸς κρίκος, ὅστις εἶναι αὐτὸ τοῦτο τὸ φῶς, ὡς πνευματικὸν ἢ τε-
χνικὸν καὶ ὑλικόν.
Τὸ Ἄσβεστον Φῶς παρέμεινεν πάντοτε ἀκοίμητον εἴτε εἰς τοὺς ναοὺς
τῆς ἀρχαιότητος, εἴτε ἐν τῇ συμβολικῇ ἀναπαραστάσει τῶν θείων λα-
τρειῶν, διότι ἡ καιομένη δὰς ἢ λυχνία ἐσυμβόλιζε πάντοτε τὸ Θεῖον Φῶς
τοῦ Πνευματικοῦ Ἡλίου, Ὅστις διεφώτιζε καὶ θὰ ἐξακολουθῇ νὰ διαφωτίζῃ
διὰ μέσου τῶν αἰώνων τὰ πνευματικὰ ὄντα, ἑκάστη ἀκτὶς τοῦ ὁποίου μετα-

375
λαμπαδευομένη ἐν αὐτοῖς καθιστᾶ αὐτὰ φωτεινὰ ὡς τὸ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπηγά-
ζον Ἀΐδιον καὶ Ἀμετάβλητον Φῶς.

168. Τὴν ὁδὸν τῆς Ἀληθείας πρὸ πολλοῦ ἐχάραξα ὑμῖν.


Ἀλλ’ οὐδεὶς ἑώρακεν οὐ μόνον ταύτην, ἀλλὰ καὶ τὸν σκοπόν, δι’ ὃν
ἐκάλεσα ὑμᾶς, ἵνα ἀκολουθήσητε αὐτήν.
Τίς Ἐγώ, οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐγνωκέ Με, διότι ἕκαστος ὡς προμετωπίδα τῆς
Κατευθύνσεως αὐτοῦ καὶ ὁδηγὸν ἔθετο οὐ τὸν σκοπὸν καὶ τὸ ἔργον Μου,
ἀλλ’ ἑαυτὸν καὶ μόνον καὶ τὰς ἀντιλήψεις αὐτοῦ.
Οὐδεὶς ὅμως δύναται νὰ φθάσῃ εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους, πρὸς ὃ ἄγει
ἡ ὁδός, ἣν ἐχάραξα ὑμῖν ν’ ἀκολουθήσητε, διότι ἕκαστος ἐξ ὑμῶν τὰ ἴδια συμ-
φέροντα ἔθετο καὶ κατόπιν τὸ πρόγμαμμα τῆς ἀκολουθητέας κατευθύνσεως.
Μὴ ζητῆτε νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν, ἐὰν δὲν
ἀποφασίσητε, ὡς πολλάκις ἐτόνισα ὑμῖν, κατὰ τὸ παρελθόν, νὰ ἀνατάμητε
ἑαυτοὺς κατ’ ἰδίαν καὶ μελετήσητε ἑαυτούς, οὐ μόνον αὐτοσκοπούμενοι
καὶ ἐλέγχοντες ἑαυτούς, ἀλλὰ καταλογιζόμενοι τὰ ὀλισθήματα ὑμῶν νὰ
προσπαθήσητε δι’ ὅλων ὑμῶν τῶν δυνάμεων ν’ ἀποστρακίσητε ταῦτα μα-
κρὰν ὑμῶν καὶ νὰ ἐπιδιώξητε πρῶτον μὲν ἕκαστος κατ’ ἰδίαν, ὅλοι δὲ ὁμοῦ
διασκεπτόμενοι νὰ βελτιώσητε ἑαυτούς, διότι ἄνευ τῆς βελτιώσεως τοῦ
ἰδίου ὑμῶν ἑαυτοῦ δὲν δύνασθε ἀπροσκόπτως νὰ φθάσητε εἰς τὴν κορυ-
φὴν τοῦ ὅρους, ὅπου ἀναμένω ὑμᾶς, ἵνα καθοδηγήσω ὑμᾶς εἰς τὰ Ἄδυτα
τοῦ Ναοῦ Μου, ἐκεῖ ὅπου τὰ τετελειωμὲνα ἐν τῇ τελειοποιήσει πνεύματα
δύνανται νὰ φθάσουν.
Μὴ ζητῆτε νὰ φθάσητε ἐν αὐτῷ, πρὶν ἀποκαθαρισθῆτε ἐξ ὅλων τῶν ἐλατ-
τωμάτων, τὰ ὁποῖα ἕκαστος φέρει καὶ τὰ ὁποῖα καθηλώνουν ὑμᾶς ἐπὶ τοῦ
ἐδάφους καὶ τῆς ὀλισθηρᾶς κατευθύνσεως, χωρὶς νὰ δυνηθῆτε ἀφ’ ἑαυτῶν νὰ
ἀνεύρητε τὴν ἀληθῆ κατεύθυνσιν, τὴν ὁποίαν πρὸ πολλοῦ ὑπέδειξα ὑμῖν.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κληθεὶς παρ’ Ἐμοῦ καὶ ὅσοι ἀκόμη ἐν τῷ μέλλοντι
κληθῶσιν ἔχουσι ἢ πρέπει νὰ ἀποκτήσωσι τὰ προσόντα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα
θὰ ἠδύναντο νὰ ἐξυπηρετήσωσι τὸ ἔργον μου.
Ἀλλὰ ποῖος ἐξ ὑμῶν ἄχρις σήμερον ἠκολούθησε τὰς παρασχεθείσας
παρ’ Ἐμοῦ εἰς ἕκαστον ὐποδείξεις ἢ ποῖος ἀπέβαλε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον
καὶ ἀνεκαινίσθη διὰ νέου, ὡς ἐπεθύμουν νὰ ἴδω ὑμᾶς;
Ἕκαστος ἠκολούθησεν οὐχὶ τὴν χαραχθεῖσαν ὁδόν, ἀλλὰ ἐκείνην τὴν
ὁποίαν αἱ ἐφέσεις τῶν ὐλικῶν αὐτοῦ ἐπιθυμιῶν ἐπεδίωξαν.
Μὴ κρύπτεσθε Ἐνώπιόν Μου, ἢ μὴ ζητήσητε νὰ ἐπιρρίψητε τὰς εὐθύ-
νας ὁ εἷς εἰς τὸν ἄλλον.
Ἕκαστος φέρει τὴν εὐθύνην του ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον πρὸς ἑαυτὸν
καὶ οὐχὶ πρὸς τοὺς ἄλλους καὶ ὅλοι ὁμοῦ ἀλληλὲνδετοι πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸ
ἔργον μου, ἐφ’ ὅσον ἐκάλεσα ὑμᾶς, ὅπως ἑξυπηρετήσητε τοῦτο καὶ ἀποκα-
ταστήσητε αὐτὸ εἰς τὸν κόσμον.

376
Εἰς ἅπαντας σχεδὸν καὶ εἰς ἕνα ἕκαστον ἐξ ὐμῶν ἔδωκα καὶ ἀπὸ ἓν
χάρισμα. Εἴς τινας δὲ πλεῖον τοῦ ἑνὸς χαρίσματα.
Τί ἐπράξατε, ὅπως καλλιεργήσητε καὶ ἀναδείξητε αὐτὸ συμφώνως τῶν
ὐποδείξεων καὶ καθοδηγήσεων;
Ἕκαστος οὐ μόνον ἐγκατέλειψεν αὐτό, ἀλλὰ καὶ τελείως ἀπεμακρύνθη
τῆς ὁδοῦ, ἣν εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν ἐχάραξα.
Οὐδεὶς ἔγνωκε τὴν Ἀλήθειαν τῶν ὑπαγορεύσεών Μου κατὰ βάθος
τῆς ἐννοίας αὐτῶν, ἀλλ’ ἕκαστος ἐπεζήτησε νὰ ὠφεληθῇ αὐτῶν μόνον
καὶ μόνον, διὰ νὰ καταστήσῃ ἑαυτὸν ἀνάξιον μαθητὴν καὶ ἀκόλουθόν
Μου. Τινὲς δὲ ἔφθασαν νὰ ἰδιοποιοῦνται καὶ τὰς ὑπαγορεύσεις ὡς ἰδίας
αὐτῶν ἀντιλήψεις.
Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ ἐπανέλθω εἰς τὰ ἴδια, οὔτε ἐπιζητῶ καὶ πάλιν νὰ κα-
ταστῶ καθοδηγὸς ἀναμασῶν τὰ αὐτὰ καὶ ἐπαναλαμβάνων ἐκεῖνα, ἅτινα
χιλιάκις ὑμῖν ἐτόνισα ν’ ἀκολουθήσητε, διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ
προορισμοῦ ὑμῶν.
Ἕκαστος ἂς καλλιεργήσῃ κατ’ ἰδίαν τὰ ἑαυτοῦ χαρίσματα, ἃ παρ’ Ἐμοῦ
παρέλαβεν. Ὁ λαβὼν τὸ τάλαντον, ἂς πολλαπλασιάσῃ αὐτὸ ἐν τῷ μέτρῳ
τῆς δοθείσης παρ’ Ἐμοῦ εἰς αὐτὸν ἀποδόσεως καὶ ἂς μὴ ζητήσῃ ν’ ἀπο-
δώσῃ αὐτὸ εἰς Ἐμέ, ὡς τὸ παρέλαβεν, ἢ νὰ θάψῃ αὐτὸ ἐν τῇ γῇ, ἵνα δια-
φυλάξῃ αὐτὸ ἀπὸ τοὺς κλέπτας καὶ τυμβωρύχους.
Ἕκαστος ἐξ ὐμῶν, προικισθείς ἐξ ἑνὸς ἢ πλειόνων χαρισμάτων, εἶναι
κάτοχος αὐτοῦ καὶ οὐδεὶς δύναται ν’ ἀφαιρέσῃ αὐτό, πλὴν τοῦ ἰδίου ἑαυ-
τοῦ του, ὁπόταν ἀφήσῃ αὐτὸ ἐγκαταλελειμένον καὶ παρασυρθῇ ἀπὸ τῆς
φορᾶς τῶν μαινομένων ὑπὸ θυέλλης ἀνέμων.
Ἕκαστος ἂς φροντίσῃ καὶ ἂς ἐπιφυλάξῃ νὰ τὸ διατηρήσῃ ἀλώβητον
ἀπὸ τὰς ὁρμὰς τῶν παρεμβαλλομένων ἀντιρρόπων καὶ πονηρῶν ἐπιρ-
ροῶν, διὰ νὰ μὴ συντελεσθῆ δι’ αὐτῶν καὶ ἡ μερικὴ ἢ τελεία ἀπομάκρυνσις
αὐτοῦ ἀπ’ Ἐμοῦ.
Ἕκαστος ὅμως ἐξ ὑμῶν ἂς λάβῃ ὑπ’ ὄψει, ὅτι οὐδέποτε ἀπηρνήθην
τὴν χειραφέτησιν ὑμῶν, ἕως οὗ κατορθώσητε μόνοι σας καὶ διὰ τῶν ἰδίων
ἕκαστος αὐτοῦ δυνάμεων νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὴν ἀτραπόν, τήν πρὸς Ἐμὲ
κατευθυνομένην καὶ ἀπὸ τῆς ὁποίας ἀπεμακρύνθητε ἐξ ὑπαιτιότητος καὶ
μόνον ὑμῶν.
Ἀναζητήσατέ Με ἐν ταῖς προσευχαῖς ὑμῶν, ἐπικαλεσθεῖτε με, ὁσάκις
αἰσθάνεσθε τὰς δυνάμεις ὑμῶν νὰ ἐγκαταλείπωσιν ὑμᾶς καὶ θὰ μὲ ἀνεύρη-
τε ἀμέσως Ἐπίκουρον καὶ Βοηθὸν εἰς πᾶσαν ἔφεσιν τῆς ψυχῆς ὑμῶν, τῆς
σχετιζομένης μὲ τὴν ἀνέλιξιν καὶ τελειοποίησιν ὑμῶν σχετικῶς, μὲ τὸ ἔρ-
γον, ὃ ἀνέθεσα εἰς ὑμᾶς.
Καὶ ποῖον ἐστὶ τὸ ἔργον τοῦτο;
Οἱ πάντες γνωρίζετε τοῦτο. Ὀφείλετε νὰ καθοδηγηθῆτε διὰ τοῦ ἐν-
θέρμου ὑμῶν ζήλου καὶ τῆς πλήρους κατανοήσεως ὑποβασταζόμενοι παρ’
Ἐμοῦ καὶ διαφωτιζόμενοι, ἵνα ἀκολουθήσητε τὴν ὁδόν, ἣν ἔταμον ὑμῖν, ἵνα
ἀνέλθητε πλησίον Ἐμοῦ ἀπ’ εὐθείας καὶ μόνον ὐπὸ τῶν ἰδίων δυνάμεων

377
ὑμῶν καὶ οὐχὶ διὰ πλαγίων μέσων ἢ τῇ ὑποδείξει ἄλλων ἀτραπῶν, αἱ ὁποῖαι
ἀντὶ νὰ ἐπιβοηθήσουν, ἵνα τὸ ταχύτερον διανύσητε τὴν ὡς ἄνω ὁδόν, σᾶς
ἀπομακρύνουν ἔτι περισσότερον ἀπ’ Ἐμοῦ.
Ἡ ὁδὸς δὲ αὕτη εἶναι μία καὶ μόνη. Ἡ ὁδός, τὴν ὁποίαν ἐχάραξα καὶ
ἀπὸ τῆς ὁποίας ἀπεμακρύνθη ἡ ἀνθρωπότης, διὰ νὰ φθάσῃ, εἰς ὃ σημεῖον
ἤδη ἔφθασε καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον, ἐὰν δὲν ἀπομακρυνθῇ, θὰ ἐπέλθῃ ἡ πλήρης
αὐτῆς καταστροφή.
Ἡ ὁδὸς αὕτη εἶναι ἡ Ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον ὑμῶν. Ὁ ἀγαπῶν Ἐμέ,
ἂς ἀγαπήσῃ τὸν ἄλλον ὡς πραγματικὸν αὐτοῦ ἀδελφὸν καὶ πάντες
ἀδελφοπητοὶ γενόμενοι, ἂς ἀκολουθήσητε τὸν Πρεσβύτερον ὑμῶν
ἀδελφόν, Ὅστις ἐθυσιάσθη διὰ τὴν σωτηρίαν οὐ μόνον ὑμῶν, ἀλλ’ ὁλο-
κλήρου τῆς ἀνθρωπότητος καὶ τῶν μελλουσῶν αὐτῆς γενεῶν, ἕως ὅτου
δυνηθῶ νὰ ἀποκατασταθῶ ἐν μέσῳ ὑμῶν καὶ πάλιν ἐκ τῆς τελειοποιή-
σεως καὶ ἀναγωγῆς ὑμῶν πρὸς Ἐμὲ καὶ δημιουργήσητε τὴν Ζῶσαν Μου
Ἐκκλησίαν, ἐν τῇ ὁποία νὰ ἐπανέλθω καὶ λειτουργήσω ἐν αὐτῇ οὐ μόνον
ὡς Πνευματικὸς Καθοδηγητής, ἀλλ’ ὡς Ἄρχων τοῦ Κόσμου καὶ ὡς Πνευ-
ματικὸς Ἥλιος τῶν Ὑπάτων Πνευματικῶν Ἐξουσιῶν καὶ Δυνάμεων.
Προσπαθήσατε ὅθεν ἕκαστος κατ’ ἰδίαν καὶ ἅπαντες ὁμοῦ διὰ νὰ ἐπανέλ-
θητε εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς ἀτραποῦ, ἐξ ἧς ἀποχωρισθέντες ἀπεμακρύνθητε.

169. Ὁ προορισμὸς ὑμῶν ἔστω ὁ διηνεκὴς ἀγών.


Ἀγὼν κατὰ παντὸς ὅστις ἤθελε παρεμβάλλει ἐμπόδια εἰς τὸ ἐργον
ὑμῶν. Ὄχι ὅμως ἀγὼν διὰ τῶν ἐξοντωτικῶν ὅπλων, ὅπως πράττουν οἱ πο-
λέμιοι καὶ ἐχθροί. Ὄχι πῦρ καὶ σίδηρος, ὄχι σύγχρονα ἐξοντωτικά ὅπλα
ἐπιφέροντα τὸν θάνατον καὶ τὴν καταστροφήν. Τὰ ὅπλα ταῦτα εἶναι τὰ
ὅπλα τοῦ μίσους, εἶναι τὰ ὅπλα τῆς ἀδιαλλαξίας, εἶναι τὰ ὅπλα τῆς κα-
ταστροφῆς καὶ τῆς ἐξοντώσεως, τῆς ἐξουθενώσεως καὶ ἐρημώσεως τῶν
πάντων.
Εἰς τὰς παραινέσεις, ἃς κατὰ τὸ παρελθὸν ἔδωσα εἰς ὑμᾶς συνίστων: Ἡ
νίκη οἱουδήποτε ἀγῶνος, δὲν ἔγκειται εἰς τὴν πλήρη ἐξουθένωσιν παντὸς
πολεμίου παρ’ ὑμῶν, ἀλλὰ εἰς τὴν πλήρη ἀναγνώρισιν τῆς ἤττης παρ’
αὐτοῦ καὶ εἰς τὴν μεταμέλειαν αὐτοῦ.
Ὁ ἐξοντωτικὸς πόλεμος ἐπιφέρει τὰ ἐρείπια καὶ τὰς καταστροφὰς
εἰς τε τοὺς νικητὲς καὶ ἡττημένους, οἵτινες μετὰ δυσκολίας θὰ δυνηθοῦν
νὰ ἐπουλώσουν τὰς πληγάς, αἵτινες καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ προκαλοῦν τὸ
ἄνοιγμα καὶ διαρροὴν τοῦ αἵματος ἐπὶ πολὺν χρόνον χωρὶς αἱ μέλλουσαι
γενεαὶ νὰ δυνηθοῦν ὁλοσχερῶς νὰ ἀναλάβουν ὡς πρότερον τὴν πλήρη
αὐτῶν ἀνάρρωσιν καὶ ἐξυγίανσιν.
Ἐκ τούτων πάντων συνάγεται ὅτι, ἐκείνους τοὺς ὁποίους διακρίνει τὸ
μῖσος καὶ ἡ μὴ κατανόησις τῶν ὑγιῶν ἀρχῶν τῆς Ἀγάπης, δὲν δύνανται,
παρὰ νὰ ἔχωσι χείριστα ἀποτελέσματα. Ἡ φαινομενική αὐτῶν νίκη δέον

378
νὰ θεωρηθῇ ὄχι μόνον μερικὴ ἤττα, ἀλλὰ καὶ πλήρης καταστροφὴ τῶν κό-
πων καὶ μόχθων γενεῶν ὁλοκλήρων.
Εἰς τὸ μεταίχμιον τοῦτο τῆς ἀβεβαίου ἐξελίξεως, τῶν παγκοσμίων
πραγμάτων, εἰς τὴν ἐποχὴν ταύτην, καθ’ ἣν τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος
προβάλλει σκοτεινὸν καὶ ἀβέβαιον, ἐφ’ ὅσον οἱ ἰθύνοντες πολιτικοὶ ἄρχο-
ντες διῃρημένοι εἰς δύο ἀντιθέτους παρατάξεις μὲ ἀντιθέτους δοξασίας καὶ
συμφέροντα ἐξακολουθοῦν νὰ διαμάχωνται καὶ καταπολεμῶνται χωρὶς νὰ
διασκεφθῶσι δι’ ἓν ζωτικώτερον καὶ καλύτερον μέλλον τῶν λαῶν των, τοὺς
ὁποίους παρὰ τὴν θέλησιν καὶ τὰς ἐπιδιώξεις των κυβερνοῦν, θὰ ἔλθῃ στιγ-
μὴ κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ φθάσουν πρὸ τοῦ ἀπροχωρήτου, ὁπότε πλέον θὰ
ἐπέλθῃ πλήρης καταστροφὴ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὁπότε ἡ ἀνάλγητος
καρδία ἀμφοτέρων τῶν παρατάξεων δὲν θὰ εὕρῃ ἀρκοῦντα ἀριθμὸν ἀνθρώ-
πων οἵτινες νὰ δυνηθοῦν νὰ θρηνήσωσι ἐπὶ τῶν ἐρειπίων καὶ τῆς πλήρους
καταστροφῆς τοῦ κόσμου, ἢ νὰ προσευχηθῶσι διὰ νὰ συγχωρηθοῦν ἐκεῖνοι,
οἱ ὁποῖοι ἐπέφερον ἢ συνετέλεσαν εἰς τὴν καταστροφὴν ταύτην.
Εἰς τὴν κρίσιμον ταύτην ἐποχὴν ἀπαιτείται νὰ ὀργανωθῇ μία ἔστω
δρὰξ ἀνθρώπων, μὲ ὑγιᾷ φρονήματα, μὲ ἐχέφρονα νοῦν, μὲ αἰσθήματα
πλήρους Ἀγάπης καὶ συναδελφώσεως, οὐ μόνον πρὸς ἑαυτοὺς καὶ πρὸς
ὅλον τὸν κόσμον, ἥτις νὰ δυνηθῇ νὰ προλειάνῃ καὶ καλλιεργήσῃ τὸ ἔδαφος
πρὸς μίαν πνευματικὴν ἀναμόρφωσιν καὶ διαπαιδαγώγησιν, καὶ νὰ διαμορ-
φώσῃ χαρακτῆρας δυναμένους νὰ ἐνστερνισθῶσι τὰς ἀρχὰς τὰς ὁποίας δι-
εκήρυξε ὁ ΑΓΑΘΟΣ τοῦ ΚΟΣΜΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ καὶ ΠΟΙΜΗΝ, ὁ ΑΝΕΞΙΚΑΚΟΣ
καὶ πλήρους πρὸς σύμπαντα τὸν κόσμον καὶ πρὸς τοὺς ἐχθροὺς εἰσέτι
Ἀγάπης καὶ Συγχωρήσεως ΔΟΤΗΡ, ὄχι μὲ τὸ πνεῦμα τῆς σημερινῆς Ἐκκλη-
σίας, ἥτις ἐξακολουθεῖ ἐν τῷ διαχωρισμῷ αὐτῆς νὰ ὑποδαυλίζῃ τὸ μῖσος καὶ
εἰς τὰ διαχωρισμένα τέκνα αὐτῆς, ἀλλὰ ἐπὶ νέων βάσεων στηριζομένων
ἐπὶ τοῦ ἐξαγνισμοῦ καὶ προόδου καὶ ἀναπτύξεως τοῦ πνευματικοῦ ἀν-
θρώπου, διὰ τοῦ πλήρους ἐξανθρωπισμοῦ αὐτοῦ, μὴ ἀναγνωρίζοντος
διαφορὰς ἐθνοτήτων, φυλῶν, γενῶν, ἀλλὰ στηριζομένου ἐπὶ τῆς Ἀγάπης
καὶ μόνον, ἥτις θὰ δύναται νὰ ἐπιφέρῃ τὴν σωτηρίαν ὁλοκλήρου τῆς ἀν-
θρωπότητος καὶ τὴν πλήρη ἀπαλλαγὴν αὐτῆς ἀπὸ τὰ σφάλματα καὶ τὰ
δεινὰ τοῦ παρελθόντος.
Εἰς διάφορα μέρη καὶ πόλεις τοῦ κόσμου ὑπάρχουν ἄνθρωποι καὶ ἐξέχο-
ντα πνεύματα ἀπηλλαγμένα ἀπὸ τὰς δοκησισόφους θεωρίας καὶ οἱ ὁποῖοι
προσβλέπουν μὲ τὴν φωτεινὴν ἀκτῖνα τῆς προσμονῆς τὸ Νέον Φῶς, τὸ
ὁποῖον θὰ ἠδύνατο νὰ διαφωτίσῃ τὸ σκοτεινὸν περιβάλλον, εἰς τὸ ὁποῖον
ἐπεσωρεύθη δίκην συμπεπυκνωμένων καὶ ἀδιαπεράστων μελανῶν νεφῶν, ἡ
κακία, τὸ μῖσος, ὁ ἐγωϊσμός, ἡ φιλαυτία, ἡ ὑπεροψία καὶ τόσα ἄλλα συναφῆ
ἐλαττώματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ἔχουν τὴν ἀνθρωπίνην
ψυχὴν ἕρμαιον τῶν μᾶλλον ποταπῶν καὶ κακοβούλων παθῶν, χωρὶς νὰ ἐπι-
τρέπῃ εἰς αὐτὴν νὰ ἀπαλλαγῇ τοῦ βάρους αὐτῶν, νὰ ἀναπνεύσῃ ἀνετώτε-
ρον καὶ νὰ ὑψωθῇ ἔστω καὶ ἐπ’ ἐλάχιστον τῶν διαφόρων ὑλικῶν αὐτῆς ἐφέ-
σεων καὶ συμφερόντων, τὰ ὁποῖα ἔχουν αὐτὴν δίκην δεσμίου αἰχμαλώτου εἰς

379
σκοτεινὴν καὶ ἀνήλιον φυλακὴν ὡς εἶναι ἡ σημερινὴ τοῦ ἀνθρωπίνου κτή-
νους διαβίωσις, μὴ ἐπιζητοῦντος ἄλλο τι, παρὰ τὴν εὐζωΐαν καὶ ἄνεσιν τῶν
ὑλικῶν ἀγαθῶν, οὐδόλως μεριμνῶν περὶ τῆς μελλούσης αὐτοῦ πνευματικῆς
τελειοποιήσεως καὶ ἀναγωγῆς καὶ οὐδόλως ἐνδιαφερόμενος περὶ τῶν ἄλ-
λων συνανθρώπων αὐτοῦ, οἵτινες ὑποφέρουν καὶ πάσχουν πνευματικῶς καὶ
σωματικῶς καὶ οἵτινες θὰ ἠδύναντο νὰ ἀρκεσθῶσιν εἰς τὰ ἐλάχιστα ψυχία
τοῦ καθημερινοῦ πλουσιωτάτου ἐδεσματολογίου των.
Εἰς ὑμᾶς ἐπιτραπήτω Μοι νὰ τονίσω ὅτι δέον νὰ γίνῃ ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς
νέας ὀργανώσεως, ἡ ὁποία νὰ θέσῃ τὰς βάσεις ἐκείνας, αἱ ὁποῖαι θὰ
ἠδύναντο νὰ θεμελιώσουν τὴν Νέαν Ἰδεαλιστικὴν καὶ Κοσμοσωτήριον
Ἐκκλησίαν, τῆς Χριστιανικῆς Ἀληθοῦς Πίστεως, ἀπηλλαγμένης ἀπὸ
πάντα δογματισμόν, ἀπὸ πᾶσαν ἰδεοληψίαν καὶ ματαιοδοξίαν τῶν
­ὑλικῶν ἀπολαυῶν καὶ ὡς σκοπὸν καὶ μέλημα καὶ ἐπιδίωξιν ἔχουσαν τὴν
­διακήρυξιν καὶ ἐφαρμογὴν τῆς ΑΓΑΠΗΣ, οὐ μόνον πρὸς τὰ προκαταρ-
κτικά μέλη αὐτῆς ἀλλὰ καὶ πρὸς Σύμπαντα τὸν Κόσμον, ἀσχέτως φυλῆς
καὶ θρησκεύματος, ἀσχέτως θεωριῶν καὶ δογμάτων.
Ἐνστερνισθῆτε ὅθεν καὶ πλήρως ἀποδεχθῆτε καὶ ἐγκολπωθῆτε καὶ δι-
ακηρύξατε: Ἓν πάντες ἐσμέν, εἰς ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν πνευματικὸν κόσμον
ἀνήκομεν καὶ πρὸς αὐτὸν μὲ καθαρὴν τὴν καρδίαν καὶ ἀπηλλαγμένην
ἀπὸ παντὸς ρύπου ἂς ἐπανέλθωμεν ὡς λευκαὶ καὶ πάναγνοι περιστεραί,
ἔχοντες ὡς προμετωπίδα καθοδηγήτριαν πάσης ἡμῶν πράξεως καὶ ἐπι-
διώξεως τὴν Ἀγάπην πρός τε ἡμᾶς, τοὺς φίλους καὶ ἐχθροὺς ἡμῶν, καὶ ἂς
ὁπλισθῶμεν διὰ παντὸς πρὸς αὐτοὺς ἀγαθοῦ συναισθήματος, νὰ τοὺς
ἐμπνεύσωμεν καὶ μεταδώσωμεν τὴν ἀγάπην ἡμῶν ἵνα καὶ οὗτοι ἀγαπή-
σωσιν ἡμᾶς ἐξ ὅλης ψυχῆς καὶ καρδίας.

170. Ὅσον τις εἶναι ἤρεμος, κατὰ τοσοῦτον αἱ Πνευματικαὶ Δυνάμεις


εὑρίσκουν προσφορώτερον ἔδαφος διὰ νὰ ἐπικοινωνήσουν.
Διὰ τοῦτο ὅρος ἀπαράβατος εἰς ἕκαστον μεσάζοντα εἶναι ἡ ἠρεμία τῆς
ψυχῆς καὶ ἡ πλήρης γαλήνη.
Εἰς τὴν περίπτωσιν ταύτην ὁ μεσάζων ὅμοιάζει μὲ πλοῖον, τὸ ὁποῖον
ταξιδεύει εἰς ἤρεμον καὶ γαληνιῶσαν θάλασσαν.
Ὅταν οἱ ἄνεμοι ἐξεγερθοῦν καὶ τὰ τρικυμιώδη κύματα ὑπὸ τῆς καταιγί-
δος καὶ τῆς θυέλλης ἐκσποῦν εἰς τὰ πλευρὰ τοῦ πλοίου, τὸ πλοῖον τοῦτο οὐ
μόνον συνταράσσεται καὶ ταλαντεύεται ἐν εἴδει κελύφους, ἐν ἀβυσσαλέῳ
ὠκεανῷ, ἀλλὰ κινδυνεύει καὶ νὰ καταποντισθῇ, ἐὰν τὸ πλήρωμα αὐτοῦ δὲν
εὑρίσκεται ἐπὶ ποδὸς καὶ ἐν πλήρει συναγερμῷ, διὰ νὰ δυνηθῇ νὰ ὁδηγήσῃ
τοῦτο εἰς ἀσφαλῆ λιμένα ἢ διασώσῃ τοῦτο δι’ ἀκαταβλήτων προσπαθειῶν,
ἕως ὅτου κοπάσῃ ἡ τρικυμία καὶ ἐπέλθῃ ἡ γαλήνη.
Διὰ τοῦτο ἐπιβάλλεται εἰς τὸν προτιθέμενον νὰ ἐπικοινωνήσῃ ἡ
πλήρης γαλήνη καὶ ἠρεμία τῆς ψυχῆς, ἵνα δυνηθῇ οὗτος νὰ προσλάβῃ

380
ἀνετώτερον καὶ καθαρώτερον τὰς παρεχομένας ὑπὸ τοῦ καθοδηγοῦ-
ντος αὐτὸν Πνευματικοῦ Κόσμου ἐμπνεύσεις.
Ὅπως εἰς τὸ ραδιόφωνον τὰ συνταρασσόμενα ὑπὸ τῆς θυέλλης κύμα-
τα μεταδίδουν αὐτὰ πλήρη παρασίτων εἰς τὸν ἀκροατήν, οὕτω καὶ ἡ παρε-
χομένη ὑπὸ τοῦ ἐπικοινωνοῦντος Πνεύματος καθοδήγησις καὶ διδασκαλία
μεταδίδεται πολλάκις πλήρης παραλλαγῶν.
Ἐὰν ὁ μεσάζων εἶναι ἀποδέκτης λίαν ἰσχυρὸς καὶ ἐὰν τὸ ἐπικοινωνοῦν
Πνεῦμα ἀνήκῃ εἰς τὴν Ἀνωτάτην βαθμίδα πνευματικῆς ἐξελίξεως, τότε ἡ
ἐπικοινωνία καὶ πάλιν μεταδίδεται καθαρά, ἀλλὰ μετὰ μείζονος κόπου καὶ
δυσκολίας.
Τοῦτο δέον νὰ ἔχωσιν ὑπ’ ὄψει των ἅπαντες οἱ ἐπικοινωνοῦντες καὶ διὰ
τοῦτο πρὸ πάσης αὐτῶν ἐπικοινωνίας δέον προγενεστέρως νὰ ἠρεμή-
σουν καὶ νὰ καταστείλουν πᾶσαν νευρικὴν ἐξέγερσιν, ἥτις ἐξεγείρει τὴν
ψυχὴν αὐτῶν ἀντιθέτως πρὸς τὴν ἀπαιτουμένην γαλήνην καὶ ἠρεμίαν.
Ἡ παρ’ Ἐμοῦ συνιστωμένη αὕτη ὑπόδειξις εἶναι ἀπαραίτητον στοι-
χεῖον, τὸ ὁποῖον διατηροῦν ἅπασαι αἱ ὑποδείξεις καὶ διδασκαλίαι Πνευ-
μάτων καὶ διδασκάλων καθοδηγητῶν ὅλων τῶν κλάδων, πάσης δοξασίας
καὶ οἱασδήποτε προελεύσεως ἢ σχολῆς.
Οἱ ἀρχαῖοι μύσται τῆς Ἀπολλωνίου ἐμπνεύσεως ἢ ἱέρειαι τῶν λειτουρ-
γούντων μαντείων τῆς ἀρχαιότητος ἔδει οὐ μόνον νὰ ἠρεμήσωσι διὰ προ-
γενεστέρας πρὸς τοῦτο νηστείας, ἀλλὰ καὶ νὰ καθαρισθῶσι ἀπὸ παντὸς
ρύπου πνευματικοῦ καὶ σωματικοῦ. Ὅσον δὲ τὸ πνεῦμα αὐτῶν ἦτο ἀπηλ-
λαγμένον ἀπὸ πάσης ἐξωτερικῆς ἐπιδράσεως καὶ παρεμβολῆς, ὡς καὶ ἀπὸ
πάσης τυχὸν ὐποβολιμιαίας ἀθελήτου ἀναταραχῆς, κατὰ τοσοῦτον καὶ οἱ
παρεχόμενοι ὑπ’ αὐτοῦ χρησμοὶ ἀπέβαινον καθαρώτεροι καὶ σαφέστε-
ροι καὶ ἐπηλήθευον κατὰ γράμμα.
Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον προβάλλει εἰς ἕκαστον ἐξ ὑμῶν, εἶναι ἡ προκαταρ-
κτικὴ παρ’ ὑμῶν παρασκευή, διὰ νὰ δυνηθῆτε ν’ ἀπαλλαχθῆτε παντὸς
προσκόμματος, τὸ ὁποῖον ἤθελεν ἀποβεῖ πρὸς ὑμᾶς ἐπιζήμιον.
Ἡ δύναμις τοῦ πνεύματος, ὅταν τοῦτο εἶναι ἀπηλλαγμένον ἀπὸ πάσης
τυχὸν παρεμβολῆς καὶ ἀντενεργοῦς αἰτίας, ὁμοιάζει μὲ τὴν ­ἀκτινοβολίαν
τοῦ ἡλιακοῦ φωτός, τὸ ὁποῖον κατέρχεται ἐκ τῆς ἑστίας αὐτοῦ ὁλόφωτος καὶ
λαμπερὴ καὶ διαυγεστάτη, ἀπηλλαγμένη τῶν νεφῶν καὶ τῆς ­ἐπι­σκιάσεως
αὐτῶν.
Ὁ ἥλιος, ὅ διαχέων εἰς τὸ πέριξ αὐτοῦ διάστημα τὸ ζείδωρον αὐτοῦ
φῶς, εἶναι ἀκτινοβόλος καὶ ὑπέρλαμπρος, ἐὰν ὅμως ἡ ἐπιφάνεια τῆς γῆς ἢ
οἱουδήποτε ἄλλου οὐρανίου σώματος εἶναι πεφορτισμένη ὑδρατμῶν ἢ συ-
μπεπυκνωμένων νεφῶν, πῶς δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν, ὅτι τὸ φῶς αὐτοῦ εἶναι
ἀδύνατον καὶ συγκεχυμένον ἐξ αἰτίας αὐτῆς ταύτης τῆς ἀκτινοβολίας καὶ
οὐχί ἐκ τῶν παρεμβληθεισῶν σκοτεινῶν παρεμβολῶν τῆς συννεφώδους
ἀτμοσφαιρικῆς πιέσεως;
Προσπαθήσατε ὅθεν καὶ ὑμεῖς νὰ προσέρχεσθε εἰς ἑκάστην ἐπικοι-
νωνίαν εἴτε μετ’ Ἐμοῦ, εἴτε μεθ’ οἱουδήποτε ἄλλου πνεύματος ἀνωτέρου ἢ

381
κατωτέρου μὲ πλήρη ἠρεμίαν καὶ γαλήνην τῆς ψυχῆς καὶ ἀρτίαν εὐδιάθε-
σιν, ἐὰν θέλετε καὶ ἐπιθυμῆτε νὰ λάβητε καθαρὰν καὶ ἀπηλλαγμένην ἐπι-
κοινωνίαν ὑπὸ παρασίτων τοῦ Πνευματικοῦ Οὐρανοῦ.
Ἐάν δὲ Ἐγὼ ἔχω τὴν Δύναμιν νὰ ἀποσκορακίζω καὶ ἀπομακρύνω
ταῦτα, τί θὰ ἐγίνετο μὲ κατώτερα πνεύματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν οὔτε
ἀνάλογον δύναμιν ἢ καὶ αὐτὸ τὸ δικαὶωμα τῆς ἀπομακρύνσεως αὐτῶν;
Ταῦτα πάντα ὑποδεικνύω ὑμῖν ὄχι μόνον δι’ ἑαυτούς, ἀλλὰ καὶ πρὸς πάντα
ἀδαῆ, ἐπιζητοῦντα νὰ ἐπικοινωνήσῃ μεθ’ οἱουδήποτε πνεύματος.
Τὸ πλεῖστον μέρος τῆς ἀποτυχίας τῶν ἐπικοινωνιῶν ὀφείλεται κατὰ
μέγα μέρος εἰς τὴν αἰτίαν ταύτην: Οἱοσδήποτε μεσάζων, ὅσον ἰσχυρὸς
καὶ ἐὰν εἶναι, ὡς ἐπίσης καὶ οἱοσδήποτε παρατυχὼν ἀντενεργῶν κατὰ
τὴν διάρκειαν τῆς ἐπικοινωνίας μετὰ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου ἐκβάλλει
ἀρνη­τικὰ ἠλεκτρομαγνητικὰ ψυχικὰ κύματα, τὰ ὁποῖα, ὑπερπληροῦντα
καὶ κορενύοντα τὸν πέριξ χῶρον, ἐπιδροῦν τοσοῦτον ἐπ’ αὐτῶν, οὕτως
ὥστε νὰ τὰ ἀπομακρύνουν ἢ νὰ περιστέλλουν τὴν ἀποδοτικὴν αὐτῶν
δύναμιν, ὅπως τὰ ὑλικὰ ἐμπόδια παρεμποδίζουν ἀναστέλλοντα τὴν ἐπέ-
κτασιν τοῦ ἡλιακοῦ φωτός.
Ὅσον οἱ μεσάζοντες εἶναι ψυχικῶς ἤρεμοι καὶ γαλήνιοι καὶ τελείως
ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ πάντα ἄλλον περισπασμόν, κατὰ τοσοῦτον ἡ παρεχο-
μένη εἰς αὐτοὺς ἐπικοινωνία εἶναι καθαρωτέρα καὶ τελείως ἀπηλλαγμένη
πάσης ἄλλης ἀντιρρόπου παρεμβολῆς.
Τοῦτ’ αὐτὸ δὲν γίνεται μόνον εἰς τοὺς γραφικοὺς ἢ κατ’ ἔμπνευσιν με-
σάζοντας, ἀλλὰ εἰς πᾶν εἶδος μεσαζόντων, μὴ ἐξαιρουμένων καὶ αὐτῶν
τῶν ἐπιτυγχανὸντων τὰς ὑλοποιήσεις τῶν πνευμάτων.
Ὁ ἐμπνεόμενος ποιητὴς ἢ ζωγράφος προηγουμένως πρέπει ν’ ἀπομο-
νωθῇ, ν’ ἀφήσῃ τὴν σκέψιν καὶ διάνοιαν αὐτοῦ ἐλευθέραν, διὰ νὰ ἐμπνευσθῇ
τὰ ἀνάλογα τῆς ἐξάρσεως αὐτοῦ ποιήματα ἢ δοκίμια τῶν πινάκων αὐτοῦ.
Τοῦτ’ αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς μουσουργοὺς καὶ συνθέτας. Δὲν δύ-
ναται ὁ τοιοῦτος ἐν μέσῳ δαιμονιώδους θορύβου καὶ κραυγῶν νὰ συνθέσῃ
ἢ ἐμπνευσθῇ.
Ἐπίσης καὶ ἡ ἐπιτυχία τῶν ὑλοποιήσεων κατὰ τοσοῦτον ἐπιτυγχάνε-
ται, ἐφ’ ὅσον τὸ περιβάλλον τῶν γινομένων πειραμάτων δὲν πληροῦται
ὑπὸ τῶν ἀντενεργῶν παρεμβολῶν τῶν ἀπιστούντων, οἵτινες δι’ ὅλων
αὐτῶν τῶν δυνάμεων προσπαθοῦν ν’ ἀποτύχωσι ταῦτα, διὰ νὰ ἔχωσι νὰ εἴ-
πωσιν ἀργότερον, ὅτι πέραν τοῦ θανάτου δὲν ὑφίσταται ἐπιβίωσις καὶ ὅτι
αἱ τυχὸν παρουσιαζόμεναι ὑλοποιήσεις τῶν πνευμάτων ὀφείλονται εἰς κα-
θαρὰ αὐθυποβολὴν καὶ εἰς εὐπιστίαν τῶν τυφλῶν καὶ ἀγαθῶν τῷ πνεύματι
πνευματιστῶν.
Πάντα τ’ ἀνωτέρω ἐξέθεσα καὶ συνιστῷ εἰς ὑμᾶς, ἵνα λάβητε ὑπ’ ὄψει,
ὅτι, πρὶν ἢ ἐπιληφθῆτε τῆς μετ’ Ἐμοῦ Ἐπικοινωνίας, νὰ ἐπιδιώξητε νὰ
εἶσθε ἀπηλλαγμένοι πάσης πνευματικῆς καὶ σωματικῆς διεγέρσεως καὶ
νὰ συστήσητε τοῦτο καὶ εἰς πάντας ἐκείνους τοὺς ἀσχολουμένους μὲ τὸν
πνευματισμόν.

382
Τινὲς κατὰ τὸ παρελθὸν καὶ ἀνήκοντες εἰς τὸν πνευματικὸν ὑμῶν κύκλον,
χάριν παιδιᾶς πειραματιζόμενοι ἔλεγον: καλὸν εἶναι μετὰ τὸ φαγητὸν -ἀπέ-
φευγον νὰ τονίσωσι μετὰ τὸ φαγοπότι καὶ τὴν κραιπάλην- καλὸν εἶναι νὰ
κάμνῃ κανεὶς καὶ ὀλίγον πνευματισμόν: Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα ἦτο νὰ γίνωσιν
ὄργανα τῶν ἐπιπολαίων πνευμάτων καὶ νὰ παρασυρθῶσιν εἰς ὀλισθήμα-
τα ἄσχετα μὲ τὸν σκοπὸν καὶ τὰς ἐπιδιώξεις τοῦ ἀληθοῦς πνευματισμοῦ.
Ἄλλοι δὲ πάλιν μὲ καθαράν, ὡς ἐπίστευον, τὴν καρδίαν καὶ συνειδώς,
κατόπιν προκαταρκτικῆς προσευχῆς καὶ θυμιαμάτων καὶ λιβανωτῶν
­προ­σ επάθουν νὰ ἐπικοινωνήσουν, χωρὶς ν’ ἀποκαθάρωσι τελείως τὰς
ψυχὰς αὐτῶν ἀπὸ παντὸς ρύπου καὶ τὰς συνειδήσεις αὐτῶν ἀπὸ πάσης
ὑλικῆς ἐπιδιώξεως καὶ ἐκζητήσεως, χωρὶς νὰ ἐπιτύχωσι τὸ ποθούμενον
ἀποτέλεσμα.
Ὑμεῖς ἀντιθέτως ἐντὸς θορυβώδους περιβάλλοντος, ἐντὸς πολλάκις
ἀσφυκτιώσης ὑπὸ τῶν καπνῶν καὶ τῶν ἀναθυμιάσεων τῶν καφενείων καὶ
οἰνοπωλείων ἔσχετε τὰς ὑψηλοτέρας Ἐμπνεύσεις καὶ καθοδηγήσεις διότι
εἴχατε τὴν ψυχὴν ὑμῶν ἤρεμον καὶ νηφάλιον καὶ διότι ἐπιζητῆτε τὴν παρ’
Ἐμοῦ Ἐπιφοίτησιν ὁλοψύχως καὶ προγενεστέρως γνῶσται τῶν ἐπιτυχιῶν
αὐτῆς ἀποτελεσμάτων, ἐλαυνόμενοι καὶ ὠθούμενοι ἀπὸ τῆς πρὸς Ἐμὲ
πίστεως ὑμῶν, δυνάμεως ἥτις δύναται νὰ ἐξουδετερώσῃ πᾶν πρόσκομμα
καὶ πᾶσαν ἔξωθεν ἀντενέργειαν, ὅπως προσδεχθῇ τὴν πρὸς ὑμᾶς παρεχο-
μένην διδασκαλίαν ἐν ὅλῃ αὐτῆς τῇ δυνάμει καὶ ἐκδηλώσει.

171. Ἔν Ἐμοί ἐστιν ἡ Ἀλήθεια καὶ ὁ τὴν Ἀλήθειαν πιστεύων οὗτος δε-
δικαὶωται.
Πᾶς ὁ πρός Με προσερχόμενος καθαρᾷ τῇ καρδίᾳ ἐκ παντὸς ρύπου,
οὗτος προσλαμβάνει παρ’ Ἐμοῦ Φῶς καὶ τὸ Φῶς, τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἀπορρέον
αὐτὸν διαφωτίζει.
Μὴ ζητῆτε ν’ ἀνεύρητε τὴν Ἀλήθειαν ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ κόσμου, πρὶν
ἢ ἐνατενίσητε τὴν Ἑστίαν τοῦ Φωτός, ἥτις ὑπέρκειται ὑπεράνω πάσης
σοφίας. Οἱ σοφοὶ τοῦ κόσμου στηρίζουσι πᾶσαν αὐτῶν λογικὴν ἐπὶ τῶν συ-
μπερασμάτων, τὰ ὁποῖα συνάγωσιν ἐκ τοῦ κόσμου τοῦ περιβάλλοντός των
ἢ ἐπὶ τῆς φιλοσοφίας καὶ μελέτης τῶν διαφόρων συστημάτων, τὰ ὁποῖα οἱ
προγενέστεροι αὐτῶν ἐξήγαγον ἐκ τῆς πείρας αὐτῶν.
Ἐὰν αἱ ἀρχαὶ ἑκάστου φιλοσοφικοῦ συστήματος στηρίζωνται ἐπὶ τῶν
δεδομένων καὶ τῶν συμπερασμάτων τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, αἱ ἀρχαὶ ἡμῶν
ἐξάγονται ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ Κόσμου, ὅστις ὑπεράνω τοῦ ὑλικοῦ ὑπερ-
κείμενος κατέχει ἐπακριβέστερον τὴν Ἀλήθειαν, διότι εὑρίσκεται πλη-
σίον τῆς Πνευματικής Ἑστίας τοῦ Φωτός, τὸ ὁποῖον διαχέει τὴν Ἀκτινο-
βολίαν αὐτοῦ πρὸς ὁλόκληρον τὸν κόσμον καὶ συνεπῶς κατέχει πλήρως
τὴν Ἀλήθειαν οὐχὶ ἐκ τῆς συγκρίσεως τῶν διαφόρων προκυπτουσῶν
μελετῶν τοῦ ὑλικοῦ καὶ φθαρτοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου τοῦ Θείου

383
Φωτός, τὸ ὁποῖον παρέχει τὴν Ζωήν καὶ τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀφθαρσίας.
Μὴ ζητήτε ν’ ἀνεύρητε τὴν Ἀλήθειαν ἐκ τῶν συμπερασμάτων τῶν
σοφῶν, τῶν ἐπιζητούντων ν’ ἀνατάμωσι την ὕλην καὶ ἐξ αὐτῆς καὶ μόνον
νὰ ἐξαγάγωσι τὰ πορίσματα τῶν ἀξιωμάτων αὐτῶν. Ὁ φθαρτὸς κόσμος
τῆς ὕλης ἀνὰ ἕκαστον βῆμα τῆς παρόδου τοῦ χρόνου φθείρεται καὶ με-
ταβάλλει ὄψιν καὶ σύνθεσιν. Ἐνῶ ὁ Κόσμος τοῦ Πνεύματος ὑπερβάλλει
ὑπεράνω αὐτοῦ ὡς Φωτοβόλος Πνευματικὸς Ἥλιος, ὅστις διαχέει τὰς
Ζειδώρους αὐτοῦ Ἀκτῖνας καὶ τὴν Ὑπέρλαμπρον αὐτοῦ Ἀκτινοβολίαν
ὑπεράνω πάσης φθαρτῆς καὶ προσκαὶρου ὑλικῆς συνθέσεως.
Ὁ Ζῶν καὶ Ἁγιάζων τοὺς ἡμαρτημένους, ὁ Ζωοδότης Ἥλιος τῆς
Δικαιοσύνης, Αὐτὸς καὶ μόνον δύναται νὰ χορηγήσῃ τὰ πνευματικὰ
στοιχεῖα εἰς τοὺς ἐπικαλουμένους Αὐτὸν καὶ νὰ ἐνισχύσῃ αὐτοὺς εἰς τὸ
ν’ ἀποκαλύψωσι τὴν πραγματικὴν Ἀλήθειαν εἰς τοὺς ἐπιζητοῦντας νὰ
ἀνεύρωσιν αὐτήν.
Ὑπεράνω ὑμῶν καὶ τοῦ ὑλικοῦ περιβάλλοντος τοῦ κόσμου ὑμῶν
ὑπάρχει καὶ ζῇ ὁ Πνευματικὸς Κόσμος. Ὡς δὲ ὁ ἥλιος τοῦ ἡλιακοῦ ὑμῶν συ-
στήματος εἶναι μία κεντρική ἑστία φωτός, ἥτις ἐξαποστέλλει τὰς ἀκτῖνας
αὐτῆς εἰς τὸ πέριξ αὐτῆς διάστημα καὶ διαφωτίζει καὶ ζωογονεῖ τὴν ζωὴν
τῶν κόσμων, οἵτινες κινοῦνται πέριξ αὐτῆς, ἄλλοι μὲν πλησιέστερον, ἄλ-
λοι δὲ ἀπομεμακρυσμένοι, οὕτω καὶ ἡ Πνευματικὴ Ζωοδότις Ἑστία τοῦ
Ὑπερτάτου Λόγου τῆς Ἀληθείας συγκεντροῖ ἐν Ἑαυτῇ ἀπάσας τὰς Πνευ-
ματικάς Δυνάμεις τῆς Ἀληθείας ἐν τῇ Ἀτελευτήτῳ καὶ ­Ἀφθάστῳ Αὐτῆς
Πνευματικότητι, τὴν ὁποίαν διαχέει ἐν τοῖς πνεύμασι, τὰ ὁποῖα ἀρυόμε-
να καὶ προσδεχόμενα παρ’ Αὐτῆς τὴν Ἔμπνευσιν καὶ τὸ παρ’ Αὐτῆς ἐξα-
ποστελλόμενον Φῶς, διερμηνεύουν, ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς αὐτῶν
δυνάμεως καὶ ἐξελίξεως, τὴν ἐν τοῖς λόγοις τοῦ Θείου Λόγου ἐγκρυπτο-
μένην Ἀλήθειαν.
Διὰ τοῦτο καὶ τὸ Φῶς, τὸ ἐκ τοῦ Θείου Λόγου ἀπορρέον, οὐκ ἔστι
φῶς ἐκ τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ἀπορρέον, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Θεοῦ, Ὅστις ἐν
Ἑαυτῷ κατέχει τὴν ὑπερκείμενην τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος Ἀλήθειαν,
ὡς Αἰὼνιος καὶ Ἀΐδιος καὶ Παντεπόπτης καὶ Ἀτελεύτητος Πνευματική
Ὀντότης, ἐν Ἑαυτῇ καὶ μόνον διαβλέπουσα καὶ κατέχουσα καὶ τὰ ἐν τῷ
ἀτέρμονι ὑπ’ Αὐτοῦ παραχθέντι κόσμῳ, τὰ ἐν Αὐτῇ κατ’ ἰδίαν Βούλησιν
ὑπάρχοντα καὶ διήκουσα, παρέχουσα καὶ ἐξαποστέλλουσα.
Ἐν τῇ βαθμιαίᾳ ὑμῶν ἀνελίξει θέλουν δοθῇ εἰς ὑμᾶς αἱ ἀνάλογοι ἑρ-
μηνεῖαι, ἐπὶ πλείστων ὅσων θεμάτων καὶ ἀποριῶν. Δὲν δύναμαι ἢ μᾶλλον
δὲν εἶναι τῆς παρούσης ὥρας ἡ ἐπεξήγησις καὶ ἀνάλυσις αὐτῶν. Ἐκεῖνο, τὸ
ὁποῖον προεξάρχει ἤδη εἰς ὑμᾶς εἶναι ἡ αὐτοσυγκέντρωσις εἴτε κατ’ ἰδίαν
εἴτε μετ’ ἄλλων, διὰ νὰ δυνηθῆτε νὰ ἐνισχύσητε τὰς ἰδίας ὑμῶν δυνάμεις,
αἵτινες ἐχαλαρώθησαν καὶ νὰ ἐπανέλθητε εἰς τὰ ἴδια, τὰ πρὸ τῆς ἐκκινή-
σεως ὑμῶν θέματα, τὰ ὁποῖα δέον νὰ ἀποτελειώσητε καὶ ν’ ἀναπτύξητε
ἐκτενέστερον καὶ ἀναλυτικώτερον.
Ὅταν δυνηθῆτε ν’ ἀποτελειώσητε ταῦτα καὶ φέρετε εἰς φῶς, τότε

384
θὰ δοθῶσι καὶ πολλὰ ἄλλα ὑπὸ τὴν σκέψιν ὑμῶν θέματα. Ὁ χρόνος ὑμῶν
τελείως παρέρχεται καὶ εἶναι ἀπόλυτος ἀνάγκη νὰ προβῆτε εἰς τὴν ταχυ-
τέραν ἀνάπτυξιν καὶ ἀποτελείωσιν τῶν θεμάτων καὶ μελετῶν ἐκείνων, αἱ
ὁποῖαι κατά τὸ παρελθὸν σᾶς ἐδόθησαν.
Ἀντὶ ὅθεν νὰ ἐνδιατρίβητε εἰς τὴν ἀνάπτυξιν νέων θεμάτων, προσπα-
θήσατε ν’ ἀποτελειώσητε τὰ παλαιά, οὕτως ὥστε ἐὰν ἐπιζητήσητε ἐν μέλ-
λοντι νὰ ἐκκινήσητε διὰ τὸν σκοπόν, δι’ ὃν ἐκάλεσα ὑμᾶς, νὰ ἔχητε τὴν
ἀνάλογον ὕλην, διὰ νὰ προσελκὺσητε καὶ ἄλλους καὶ δι’ αὐτῆς νὰ δια-
φωτίσητε αὐτούς.
Τὸ νὰ ἐπιζητῆτε παρ’ Ἐμοῦ νέας παραινέσεις, διὰ νὰ κατορθώσητε
νὰ ἐκκινήσητε, ἢ νέας συμβουλὰς καὶ παροτρύνσεις, διὰ νὰ συνέλθητε ἐκ
νέου καὶ ὀργανωθῆτε, ὁ χρόνος ὑμῶν θὰ καταναλίσκηται εἰς ἀδιακόπους
ἐπαναλήψεις καὶ προτροπάς, ἄνευ οὐσιαστικοῦ καὶ θετικοῦ περιεχομένου.
Εἰς τὸν μεσάζοντα συνιστῶ ὅπως ἐργασθῇ εἰς τὴν ἀποτελείωσιν καὶ συ-
μπλήρωσιν τῶν θεμάτων, τὰ ὁποῖα ἤδη κατὰ τὸ παρελθὸν τῷ ἐδόθησαν καὶ
τὰ ὁποῖα ἀφοῦ συμπληρώσητε καὶ ταξινομήσητε, φέρετε ταῦτα εἰς φῶς,
ἀλλὰ μὴ ἰδιοποιούμενοι ταῦτα, ὡς κατὰ τὸ παρελθὸν ἔπραξαν ἄλλοι.
Ἡ Πηγὴ τοῦ Φωτός, ἡ παρέχουσα ταῦτα εἰς ὑμᾶς, ἀπεκρύβη καὶ διὰ
νὰ προσλάβῃ τὸ Φῶς ἢ τὴν σκοτίαν τοῦ ἐγκεφάλου, ὅστις ἰδιοποιήθη
ταῦτα, διὰ νὰ τὰ φέρῃ εἰς φῶς. Τοῦτο εἰς τὸ μέλλον δὲν εἶναι ἐπιτρεπτόν,
οὐ μόνον παρ’ Ἐμοῦ, ἀλλὰ καὶ παρ’ ἐκείνων, οἵτινες ἐνετάλησαν ν’ ἀκο-
λουθήσωσι τὰς ἀρχάς Μου. Τὸ Φῶς τὸ ἐξ Ἐμοῦ ἐκπηγάζον καὶ ἀπορρέον
δέον νὰ δοθῇ εἰς τὸν κόσμον ὡς Φῶς ἐκ τῶν Ἄνωθεν καὶ οὐχὶ ὡς ἀτομικὴ
ἀπόρροια οἱουδήποτε καπήλου ξένης πνευματικῆς ἰδιοκτησίας.

172. Εἰς τὸν φθαρτὸν τοῦτον κόσμον τῆς ὕλης τὰ πάντα παρέρχονται
καὶ ἀντιπαρέρχονται. Τὰ πάντα μεταβάλλονται καὶ μεταμορφοῦνται καὶ
διαπλάσσονται ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐκ τῶν συστατικῶν τῆς ὕλης, ἐξ ὧν σύγκει-
νται, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἐκ τοῦ περιβάλλοντος, εἰς τὸ ὁποῖον ὑπάρχουν καὶ ἀνα-
παράγονται.
Ἡ μεταμόρφωσις καὶ μεταλλαγὴ αὐτῶν ἐξαρτᾶται ἐκ τῶν φυσικῶν
νόμων, οἵτινες ἐπιδροῦν ἐπ’ αὐτῶν, διὰ νὰ μεταδώσωσιν τὴν μετουσίωσιν,
τὴν ὁποίαν προσλαμβάνουν, διὰ νὰ καταστῶσιν οὐσιώδη καὶ ἀμετάβλητα
μέχρι νέας ἐπιδράσεως, ἥτις δύναται νὰ μεταβάλῃ ταῦτα.
Συνεπῶς πᾶν ὑλικὸν ἀντικείμενον δύναται νὰ μεταβάλῃ μορφὴν
ἀναλόγως τῶν ὐλικῶν στοιχείων, ἐξ ὧν σύγκειται, ὅπως ἐπίσης δύναται ν’
ἀποσυντεθῇ καὶ νὰ ἐξαϋλωθῇ καὶ ἐναποτεθῇ ἐν τῇ φύσει, ἐκ τῆς ὁποίας
προῆλθεν.
Τὸ ὕδωρ θερμαινόμενον ἐξαεροῦται καὶ μετατρέπεται εἰς ὑδρογόνον
καὶ ὁξυγόνον ἐν τῇ φύσει, ἅτινα ἐκ τῆς φύσεως προσλαμβανόμενα, ἀναλό-

385
γως τῆς συνθέσεως, τῆς δυναμένης νὰ μεταβάλῃ αὐτὰ εἰς ὕδωρ, ἀποτε-
λοῦν καὶ ἐμφανίζουν τὴν ἀνάλογον ποσότητα αὐτοῦ.
Τοῦτ’ αὐτὸ συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ ὑλικά στοιχεῖα, μὴ ἐξαιρουμένων καὶ
τῶν πλέον σκληρῶν καὶ ἀδιασπάστων μετάλλων.
Αἱ νέαι ἔρευναι καὶ ἀποκαλύψεις πρὸς τὴν πλευρὰν ταύτην ἀπέδειξαν,
ὅτι ἡ σύστασις ἑκάστου ὑλικοῦ σώματος εἶναι ἀνάλογος τῶν ἠλεκτρο-
νίων, ἐξ ὧν τοῦτο σύγκειται, ὡς καὶ τῆς περιστροφικῆς δυνάμεως ἑνὸς
ἑκάστου τούτων πέριξ τοῦ πυρῆνος του.
Οὕτω αἱ νέαι θεωρίαι ἀνέτρεψαν τὰς ἀκαταβλήτους ἐπάλξεις, ἐπί τῶν
ὁποίων ἐστηρίζοντο αἱ ὑλιστικαὶ θεωρίαι, αἵτινες κατὰ τὸν παρελθόντα
αἰῶνα ἀπετέλουν τὰ θεμέλια τῆς ἐπιστημονικῆς ἐρεύνης καὶ ἀληθείας.
Κατὰ τὰς θεωρίας ταύτας ἐπιστεύετο ὅτι τὸ πᾶν ἐλειτούργει ἐπὶ τῇ βάσει
ἀμεταπτώτων καὶ ἀμεταβλήτων φυσικῶν νόμων, οἵτινες ἐπέδρων ἐπὶ πα-
ντὸς φυσικοῦ σώματος μετ’ ἀμεταπτώτου φυσικῆς ἐπιδράσεως, μὴ δυ-
ναμένης νὰ μεταβάλῃ τὴν φυσικὴν σύστασιν αὐτοῦ.
Ἐν τούτοις σήμερον ἡ θετικὴ αὕτη ἐπιστήμη πρὸ τῆς νέας ­ἀνακαλύψεως
τῆς ἀτομικῆς ἐνεργείας ἠναγκάσθη οὐ μόνον νὰ μεταπεισθῇ εἰς τὰς ἐπικρα-
τούσας θεωρίας τοῦ παρελθόντος, ἀλλὰ νὰ ἀναγνωρίσῃ καὶ παραδεχθῇ, ὅτι
τὸ Πᾶν εἶναι Ἐνέργεια καὶ Δύναμις, ἐκ τῆς ἀλληλεπιδράσεως τῶν ὁποίων
παρουσιάζεται ἅπασα ἡ ὑλικὴ σύστασις τῶν διαφόρων σωμάτων.
Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐνέργεια αὕτη οὐδὲν μεταβάλλει ἐκ τῶν παλαιῶν συστη-
μάτων, τὰ ὁποῖα ἐξακολουθοῦν νὰ ἐμπνέουν τὴν ἐπιστήμην.
Πᾶσα ὑλικὴ μεταβολὴ καὶ διαμόρφωσις δρᾷ ἀναλόγως τῶν συστατι-
κῶν, ἐξ ὧν σύγκεινται τὰ ὑλικά στοιχεῖα, χωρὶς ἐν τούτοις ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ
μόνον νὰ δύνανται νὰ μεταβληθῶσι κατὰ βούλησιν καὶ θεληματικὴν
αὐτενέργειαν. Διότι εἰς ἕκαστον πειραματισμόν, εἰς ἕκαστην μεταβολὴν
τῶν στοιχείων τούτων, ἢ εἰς ἀνάλογον ἀνασύνθεσιν δέον πρωταρχικῶς νὰ
προΐσταται ὁ Νοῦς, ὅστις τὰ ἐποπτεύει, διὰ νὰ κατορθώνῃ νὰ ἐπιτύχῃ τὸν
σκοπόν, δι’ ὃν ὑπ’ αὐτοῦ ἐκτελοῦνται τὰ πειράματα ταῦτα.
Καὶ ἡ διοικοῦσα δύναμις τοῦ Νοῦ εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία ἐποπτεύουσα
καὶ παρατηροῦσα καὶ συγκρίνουσα δύναται νὰ μελετήσῃ ποῖα μέρη δέον
νὰ λάβῃ, διὰ νὰ κατορθώσῃ νὰ ἐπιτύχῃ τὸ προβλεπόμενον ἀποτέλεσμα
τοῦ πειραματισμοῦ του καὶ τὴν πλήρη ἐπιτυχίαν αὐτοῦ.
Ὡς ἐκ τούτου δυνάμεθα νὰ συμπεράνωμεν, ὅτι ὑπὲρ πᾶν ὑλικὸν σῶμα
καὶ σύνθεσιν αὐτοῦ διήκει ὁ Ὑπέρτατος Νοῦς, τὸ Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον δύ-
ναται νὰ θέσῃ εἰς ἐνέργειαν τοὺς φυσικοὺς νόμους καὶ νὰ ἐπιφέρῃ τὸ ἱκα-
νοποιητικὸν ἀποτέλεσμα τῶν πειραμάτων του:
Τὸ πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον κατορθώνει νὰ μετουσιώνῃ τὴν σύν-
θεσιν τῶν ὑλικῶν στοιχείων, ἢ ἐπανασυνθέτῃ ταῦτα καὶ νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν
διάλυσιν ἑνὸς ὑλικοῦ σώματος εἰς τὰ στοιχεῖα, ἐξ ὧν σύγκειται, ὅπως καὶ
πάλιν νὰ ἀνασυνθέτῃ ἐκ τῶν στοιχείων τούτων τὴν ἀρχικὴν μορφήν.
Πᾶν ἐν τῇ φύσει ὑλικὸν στοιχεῖον εἶναι εὐμετάβλητον καὶ μεταβλητὸν.
Ἀλλάσσει σύστασιν καὶ σωματικὴν μορφὴν ἀναλόγως τῆς συνθέσεως τῶν

386
στοιχείων, ἐξ ὧν ἀποτελεῖται ἢ καλλίτερον ἀναλόγως τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἠλε-
κτρονίων καὶ δυνάμεως τῆς περιστροφῆς αὐτῶν πέριξ τοῦ πυρῆνος των.
Ἓν καὶ μόνον παραμένει Ἀμετάβλητον, Ἀδιαχώριστον, Συμπαγές,
Ἑνιαῖον, Αὐτοδύναμον, τὸ Πνεῦμα.
Ἡ ὕλη καὶ τὰ στοιχεῖα αὐτῆς μεταβάλλονται καὶ μεταμορφοῦνται ἀπο-
συντίθενται καὶ διασπῶνται καὶ διαχωρίζονται, ἐνῷ ἡ οὐσία τοῦ Πνεύμα-
τος εἶναι Ἀμετάβλητος, Ἀδιάσπαστος, Ἑνιαία καὶ Ἀδιαχώριστος.
Πᾶν ὑλικὸν σῶμα ἀποσυντίθεται καὶ πᾶν ζωϊκὸν τοιοῦτον ἀποθνήσκει
καὶ τὰ στοιχεῖα, ἐξ ὧν σύγκειται μεταβαίνουν ἐν τῇ φύσει, ἐξ ἧς προῆλθον.
Τὸ Πνεῦμα ὅμως ζῆ καὶ θὰ ζῇ αἰωνίως, διότι εἶναι Ἄφθαρτον καὶ
Ἀθάνατον. Δὲν δύναται νὰ διαχωρισθῇ, δὲν δύναται νὰ μεταβληθῇ ἀπὸ
Ἄϋλον εἰς ὑλικὸν καὶ νὰ μετουσιωθῇ.
Ἡ δύναμις αὐτοῦ εἶναι αὐτόβουλος καὶ αὐτενεργός. Ἐνεργεῖ καὶ δρᾷ
κατὰ βούλησιν καὶ τὰς ἰδέας αὐτοῦ διὰ τοῦ λογικοῦ εἱρμοῦ τῶν σκέψεών
του καθιστᾶ πράξεις καὶ ἀποτέλεσμα τῶν ἐπιδιώξεών του.
Εἰς τὸν Ψυχικὸν Κόσμον ὑπάρχει μία καὶ μόνον δύναμις πνευματικὴ
ἡ ὁποία δύναται νὰ συλλάβῃ ἀνάλογον δύναμιν καὶ ἰσχὺν ἐκ τοῦ Ὑπερ-
τάτου Νοῦ, ὁ ὁποῖος κατευθύνει τὰ πάντα καὶ ἡ δύναμις αὕτη εἶναι ἡ
Πίστις. Ἡ πίστις ἑνὸς ἑκάστου τοσοῦτον μᾶλλον ἑδραιοῦται καὶ ἀναπτύσ-
σεται εἰς ἑκάστην ψυχὴν διὰ τῆς αὐξήσεως τῆς θελήσεως αὐτῆς.
Ὡς ἐκ τούτου ἡ θέλησις ἄνευ οὐδενὸς ἐμποδίου εἶναι ἡ μοναδικὴ δύνα-
μις, ἡ ἀκαταμάχητος καὶ ἀκατάβλητος, ἥτις δύναται νὰ ἐνδυναμώσῃ τὴν
πίστιν καὶ νὰ ἐπιφέρῃ τ’ ἀποτελέσματα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα νὰ θεωρῶνται ὑπὸ
τῶν ἄλλων καὶ τῶν μὴ μεμυημένων ὡς θαύματα. Ἡ θέλησις εἶναι ἐκείνη ἡ
δύναμις, ἡ ὁποία δύναται νὰ ἐξοπλίσῃ τὴν πνευματικὴν πανοπλίαν δι’ ἀδια-
περάστων ἀσπίδων οὕτως, ὥστε οὐδὲν βεληνεκὲς ὅπλον νὰ τὴν διαπεράσῃ.
Διά νὰ ἀκολουθήσητε ὅθεν καὶ ὑμεῖς τὸν σκοπὸν τοῦ ἔργου, διὰ τὸ
ὁποῖον ἐκάλεσα ὑμᾶς καὶ δὲν ἔπαυσα νὰ προτρέπω ὑμᾶς, δέον νὰ ὁπλι-
σθῆτε μὲ τὴν θέλησιν ἐκείνην, ἡ ὁποία νὰ κατισχύσῃ πάσης ἀμφιβολίας
καὶ δισταγμοῦ καὶ νὰ σᾶς ἐξοπλίσῃ μὲ τὰ διάφορα βέλη τῆς αὐτενεργοῦς
δυνάμεως, ἥτις ἐπιθυμεῖ καὶ ἐπιδιώκει νὰ παρεμβάλῃ προσκόμματα εἰς τὰ
βήματα ὑμῶν καὶ νὰ σᾶς ἀπομακρύνῃ ἀπ’ Ἐμοῦ.
Διὰ τῆς αὐθορμήτου καὶ διηνεκοῦς θελήσεως ὑμῶν θὰ κατορθώσητε
νὰ γιγαντωθῆτε ἐν τῇ πίστει ὑμῶν, ἥτις θὰ ἐπιφέρῃ τοὺς ὡρίμους καρποὺς
τοῦ ἔργου μου, τὸ ὁποῖον ἐπὶ τόσον χρόνον ἐγκαταλείψατε καὶ τὸ ὁποῖον
ὀφείλετε νὰ ἐπαναλάβητε, ἀνασυνδέοντες τοὺς μεταξὺ ὑμῶν δεσμούς,
οἵτινες καὶ οὗτοι ἐχαλαρώθησαν καὶ νὰ προσπαθήσητε ἐπίσης νὰ συνδε-
θῆτε ὡς πρότερον μετ’ Ἐμοῦ διὰ νὰ προσκτήσητε καὶ πάλιν τὰς δυνάμεις
ἐκείνας, αἵτινες ὁλοὲν ἐνδυναμούμεναι νὰ ἐπιφέρωσιν τοὺς ἱκανοποιη-
τικοὺς καρποὺς διὰ τὸν ἐπιτυχῆ σκοπὸν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα
εἰς ὑμᾶς καὶ τὸ ὁποῖον ἕκαστος ἐξ ὑμῶν, ἀναλόγως τῶν δυνάμεων αὐτοῦ,
ὀφείλει νὰ ἐξυπηρετήσῃ ἀδιστάκτως καὶ ἄνευ ἀμφιταλαντεύσεων ἐπι-
καλούμενός με εἰς ἕκαστον ὑμῶν προσκοπτώμενον βῆμα καὶ προθύμως

387
προσλαμβάνοντες παρ’ Ἐμοῦ τὴν ἀνάλογον πρὸς τὴν θέλησιν καὶ πίστιν
ὑμῶν Βοήθειαν, Ἰσχὺν καὶ Δύναμιν.

173. Σχετικῶς μὲ τὸν ἀδελφὸν ὑμῶν...


Οὐ δύναμαι πρὸς αὐτὸν ἐνατενίσαι ὡς πρότερον, διότι πρὸ πολλοῦ ἀπ’
Ἐμοῦ ἀπεμακρύνθη ἐν ἔργοις, ἂν καὶ ἐν συντριβῇ καρδίας πολλάκις κατὰ
μόνας πρός Με ἐνατενίζει, ἑκλιπαρῶν τὸ παρ’ Ἐμοῦ Ἔλεος καὶ Ἀγάπην,
ὁσάκις σκληρῶς ὑπ’ Ἐμοῦ δοκιμάζεται.
Ἵνα τί ὑπὸ νόσου κατεαγόμενος φοβηθήσεται; Μήτοι πᾶσα νόσος
πρὸς δοκιμασίαν οὐ δέδοται καὶ μήτοι ἡ ἐκ βάθους καρδίας πρὸς Ἐμὲ
ἱκεσία καὶ ἡ ἐν εἰλικρινεῖ πίστει τοῦ πνεύματος πρὸς Ἐμὲ ἐξύψωσις δὲν
προσενέγκει τὴν τοῦ σώματος ἐξίασιν καὶ τὴν πλήρη τῆς ψυχῆς ἀνύψω-
σιν καὶ ἀποκάθαρσιν ἀπὸ παντὸς ρύπου τοῦ παρελθόντος;
Προσελθέτω οὗτος πρός Με ἐν πάσῃ συντριβῇ καὶ μετανοίᾳ, ἵνα
εἰσδεχθῇ τὴν παρ’ Ἐμοῦ προσδοκωμένην ἐξιλέωσιν ἐπ’ ἀγαθῷ τῆς μελ-
λούσης παρ’ αὐτοῦ προσδοκίας. Ὁπλισθήτω ἡ ψυχὴ αὐτοῦ καρτερίας, ἵνα
ἀντιμετωπίσῃ σθεναρῶς πᾶσαν τῆς νόσου ταύτης ὑποτροπὴν καὶ ἀντεπε-
ξέλθῃ ἀλώβητος καὶ ἀνέπαφος εἰς πάσας ἐξ αὐτῆς δοκιμασίας.
Ἂς ὑπερυψώσῃ τὸ βλέμμα αὐτοῦ πρὸς τὰ Ἄνω ἐνατενίζων Με.
Ἂς ὑπερυψώσῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ, ἀπηλλαγμένην πάσης ἀμφιβο-
λίας καὶ ὑπὸ πλήρους πίστεως πρὸς τὰς ἐκζητουμένας παρ’ αὐτοῦ ἐφέσεις
καὶ προσδοκίας ἐμφορούμενος. Μὴ ἀμφιταλαντευόμενος, μὴ δυσπιστῶν
καὶ φοβούμενος, ἀλλ’ ἐνισχυόμενος καὶ ἐνδυναμούμενος ὑπὸ τοῦ ἀκατα-
βλήτου θάρρους τῆς πρὸς Ἐμὲ πίστεώς του, ἥτις εὐεργετικὼς ἐπενεργοῦ-
σα ἐπ’ αὐτοῦ καὶ παρ’ Ἐμοῦ τὴν κατίσχυσιν ἀποδεχόμενος θέλει ἀνεύρει
τάχιον τὴν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου ἐξίασιν, ἣν ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ, παρ’ ὅλας τὰς
ἐπιστημονικὰς συστάσεις καὶ παροχὰς ἀριδήλως καὶ πασιφανῶς, ὡς εἰς
Ἐμέ, οὐκ ἀνεύρῃ.
Ἡ ἐν τῷ Κόσμῳ Μου Γαλήνη ἂς διαχυθῇ ἐν πλήρῃ ἁρμονίᾳ ἐν τοῖς
ἐγκάτοις αὐτοῦ, ἵνα ἐπιφέρῃ ἐν αὐτῷ τὴν ἠρεμίαν τῆς ψυχῆς, συνεπικου-
ροῦσα εἰς ταχυτέραν τοῦ ἐνδοτέρου τοῦ σώματος μετουσίωσιν πρὸς ἀπο-
θεραπείαν.

174. Πολλοὶ παρ’ Ἐμοῦ ἐκλήθησαν, ἀλλ’ ἐλάχιστοι προσέτρεξαν εἰς


τὴν Φωνήν μου. Καὶ ἐξ αὐτῶν ἔτι ἐλαχιστότεροι ἠθέλησαν μέχρι τέλους
νὰ Μὲ ἀκολουθήσωσι.
Διότι ἕκαστος ἐξ αὐτῶν ἐπεμελεῖτο, περισσότερον τῶν ρημάτων καὶ
τῆς Διδαχῆς Μου, πάντα τ’ ἀπασχολοῦντα αὐτὸν ὑλικὰ ζητήματα. Οὐδεὶς
ἠθέλησέ ποτε ν’ ἀφοσιωθῇ ὁλοψύχως πρὸς Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον Μου καὶ οὐ-

388
δεὶς ἐγκατέλειψε πλήρως τὰς βιωτικὰς αὐτοῦ μερίμνας καὶ ἐπιδιώξεις,
διὰ νὰ προσηλωθῇ ἀπερισπάστως πρὸς αὐτὸ καὶ νὰ θυσιάσῃ τὰ πάντα
καὶ αὐτὸν ἔτι τὸν ἑαυτόν του, ὅπως ἐκπληρώσῃ ἀπαραβάτως καὶ ἀπαρεκ-
κλήτως τὰς πρὸς Ἐμὲ δοθείσας ὑποσχέσεις του.
Ἡ θυσία ἑνὸς ἑκάστου θὰ ἦτο τὸ ἔναυσμα τῆς Υπερφώτου Λαμπάδος,
ἥτις ἤθελε μεταλαμπαδεύσῃ τὸ Ὑπέργειον καὶ Θεῖον Φῶς της πρὸς τὰς ψυ-
χὰς ἐκείνων, οἵτινες θὰ ἐπεζήτουν ν’ ἀκολουθήσωσιν ὑμᾶς.
Ἡ θυσία καὶ πλήρης καὶ ἄνευ ἀντιρρήσεων ἀφοσίωσις τοῦ μαθητοῦ
πρὸς τὸν Διδάσκαλον, ὅστις καλεῖ νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ, εἶναι ἡ πρὸς Αὐτὸν
κατευθυντήριος ὁδὸς καὶ ἡ μοναδικὴ ἀτραπός, τὴν ὁποίαν ἔδει μετὰ θάρ-
ρους καὶ ἄνευ δισταγμῶν καὶ ἀμφιταλαντεύσεων ν’ ἀκολουθήσῃ, ἐὰν
ὄντως ἐπιθυμῇ νὰ διανύσῃ αὐτὴν μέχρι τέλους, χωρὶς νὰ προσκόψῃ τὰ
βήματα ἐπὶ τῶν αἰχμηρῶν λίθων καὶ ἐμποδίων, τὰ ὁποῖα ἡ ἔλλειψις ἀναλό-
γου ἰσχυρᾶς πίστεως καὶ εἰλικρινοῦς ἀφοσιώσεως θὰ ἠδύνατο νὰ τὸν ἀπο-
μακρύνῃ ἀπὸ τὸν προπορευόμενον αὐτοῦ Διδάσκαλον.
Καὶ ἐρωτῶ ὐμᾱς:
Ποίαν προσπάθειαν ἢ ποίαν θυσίαν προσεφέρατε εἷς ἕκαστος κεχω-
ρισμένως καὶ ὅλοι ὁμοῦ, διὰ νὰ δυνηθῆτε νὰ πραγματοποιήσητε καὶ φέρη-
τε εἰς πέρας τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα εἰς ὑμᾶς;
Ποῖος ἐξ ὑμῶν ἐπεζήτησε νὰ θυσιάσῃ τὴν ὑλικὴν αὐτοῦ ραστώνην
καὶ εὐμάρειαν, τὰς ὑλικὰς αὐτοῦ ἐπιδιώξεις, διὰ νὰ ἀφοσιωθῇ ὁλοψύχως
πρὸς Ἐμέ;
Ἐν τῇ ἀρχῇ καὶ πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου μου δὲν ἐπεζήτησα παρ’
ὑμῶν τὰς μεγάλας ἐκείνας θυσίας, αἱ ὁποῖαι θὰ ἠδύναντο ν’ ἀπομακρύνω-
σιν ὑμᾶς τελείως ἀπὸ πᾶσαν ἐκ μέρους ὑμῶν ἀντίθετον παρ’ ὑμῶν σχετι-
κῶς πρὸς αὐτὸ ἐπιδίωξιν, δηλαδὴ ν’ ἀρνηθῆτε πᾶν ἐγκόσμιον ἀγαθόν, τὰς
οἰκογενείας καὶ τὰ τέκνα ὑμῶν, ἀλλ’ οὔτε ἐπέβαλον εἰς ὑμᾶς χάριν Ἐμοῦ ν’
ἀπαρνηθῆτε τὰ πάντα.
Ἀπ’ ἐναντίας ἄφησα ὑμᾶς ἐλευθέρους νὰ Μὲ ἀκολουθήσητε εἰς τὸν
δρόμον, ὃν σᾶς ἐχάραξα, ὑποσχόμενος εἰς ὑμᾶς, ὅτι διὰ τοῦ τρόπου τούτου
θὰ ἠδύνασθε νὰ φθάσητε ἀπροσκοπτώτερον εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ
ὑμῶν.
Τὸ μόνον θεωρούμενον ὡς ἀπαραίτητον καὶ ἐπιβεβλημένον καθῆκον
διὰ τὴν πνευματικὴν ὑμῶν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν, ὅπερ ἐπεζήτησα
παρ’ ὑμῶν, ἦτο καὶ εἶναι ἡ πιστὴ καὶ ἀπαράβατος τήρησις τῶν ὑπαγο-
ρεύσεων καὶ ρημάτων, ὡς καὶ πάσης σχετικῆς ὑψηλῆς Διδασκαλίας καὶ
Διδαχῆς, διότι μόνον κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον οἱ μεταξὺ ὑμῶν δεσμοὶ θὰ ἐσυ-
σφίγγοντο καὶ ἐνεδυναμοῦντο περισσότερον καὶ διότι ἐπίσης ἡ πρὸς Ἐμὲ
ὁλόψυχος πνευματικὴ ἀφοσίωσίς σας δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ σᾶς ἀπομακρύνῃ
ἀπ’ ἐμοῦ καὶ νὰ σᾶς ἀφήσῃ ἕρμαια τῶν παρανόμων καὶ κακοβούλων ὑμῶν
συλλογισμῶν καὶ δι’ αὐτῶν νὰ καταστῆτε ἀθελήτως συμπαρασυρθέντα ὄρ-
γανα ἀντενεργοῦς ἐπεμβάσεως, ἀσυλλογίστων ἐκτροπῶν.
Μέχρι σήμερον οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐπεζήτησε ἐξ ἰδίας αὐτοβουλίας καὶ

389
αὐτενεργείας νὰ βαδίσῃ στερρῶς καὶ ἀπαρεγκλήτως τὴν ὁδόν, ἣν ἐχάραξα
καὶ ὑπέδειξα εἰς ὑμᾶς.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν, χωρὶς ν’ ἀφοσιωθῇ εἰς Ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον μου διὰ τῶν
ἰδίων καὶ μόνον αὐτοῦ δυνάμεων, ἀπ’ ἐναντίας ἐπιζητεῖ ἐν τῇ ἀδυναμίᾳ
αὐτοῦ νὰ ἀνεύρῃ τὴν αἰτίαν τῆς ἀποτυχίας αὐτοῦ εἰς ζητήματα ἐκτὸς τῆς
πραγματικῆς Ἀληθείας.
Ἕκαστος ἐπιζητεῖ νὰ ἐπιρρίψῃ τὰς εὐθύνας εἰς τὸν ἕτερον, χωρὶς ν’
ἀναγνωρίσητε, ἐὰν εἶσθε εἰλικρινεῖς καὶ εὐθεῖς, ὅτι πάντες ἀνεξαιρέτως καὶ
ὅλοι ὁμοῦ, ὡς ἐπίσης καὶ ἕκαστος ἐξ ὑμῶν κεχωρισμένως, οὐ μόνον εὐθύ-
νεσθε διὰ τὴν ἀποτυχίαν τοῦ ἔργου, ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτὴν ταύτην τὴν μέχρι
σήμερον κωλυσιεργίαν καὶ βραδύτητα.
Ἂς μὴν ἀνατρέχητε εἰς τὸ παρελθόν, διότι τὸ παρελθὸν εἶναι παρελ-
θόν. Καὶ τὰ γινόμενα οὐκ ἀπογίνονται.
Ἐπιζητήσατε ἀπὸ σήμερον καὶ ἐφεξῆς ἀνατρέχοντες εἰς τὸ παρελθόν, νὰ
παραδράμητε τοῦτο, χωρὶς νὰ σταματήσητε τὰ πρόσω βαδίζοντα βήματα
ὑμῶν, ἀλλὰ ἀπ’ ἐναντίας, ἐρευνῶντες καὶ ἐξετάζοντες ἐπισταμένως, νὰ ση-
μειώσητε τὰ σφάλματα, εἰς ἃ ὑπεπέσατε, διὰ νὰ μὴν ἐπαναλάβητε αὐτά.
Ἡ προσπάθεια ὑμῶν ἔστω νὰ βαδίζητε πάντοτε ἐμπρός, χωρὶς μὲ
τὰ τυχὸν σφάλματα καὶ ἀποτυχίας, αἱ ὁποῖαι ἀναμφιβόλως θὰ παρουσια-
σθοῦν, νὰ σταματήσητε καὶ πάλιν ἢ νὰ ὁπισθοδρομήσητε ἐλλείψει ἐπαρ-
κῶν μέσων, ἀλλ’ ἀπ’ ἐναντίας νὰ ἐπιδιώξητε ὅσον τὸ δυνατὸν ταχύτερον
εἰς τὴν ἀνεύρεσιν τούτων καταφεύγοντες ἐν ἀνάγκῃ εἰς τὴν ἀρωγὴν καὶ
ἄλλων ἀδελφῶν, ἐπιζητούντων καὶ προθυμοποιουμένων νὰ παράσχω-
σιν εἰς ὑμᾶς τὴν ἐνίσχυσιν καὶ βοήθειάν των.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ὀφείλει νὰ ἐρευνᾷ κατὰ βάθος ἑαυτόν, διὰ νὰ δυνηθῇ
καθ’ ἑκάστην νὰ βελτιώνῃ ἑαυτόν.
Ὀφείλει ν’ ἀνατάμῃ τὰ ἔγκατα τῆς ψυχῆς του καὶ νὰ ἐπιδιώξῃ δι’ ὅλων
αὐτοῦ τῶν δυνάμεων ν’ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον.
Ἕκαστον ὑμῶν βῆμα πρὸς τὰ ἄνω εἶναι καὶ μία καταφανὴς πρόοδος
τῆς πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ὑμῶν ἀνελίξεως, ἥτις καταφανῶς καὶ ἀνα-
νταποδείκτως θὰ καταστῇ κτῆμα ὑμῶν.
Ὅπως ὁ μαθητὴς μιᾶς τάξεως τοῦ σχολείου διὰ νὰ προβιβασθῇ εἰς
ἀνωτέραν πρέπει νὰ ὑποστῆ τὰς δεούσας ἐξετάσεις, τοιουτοτρόπως καὶ
ὑμεῖς ἀνερχόμενοι καὶ τελειοποιούμενοι πνευματικῶς καὶ ψυχικῶς κατα-
λαμβάνετε τὴν ἁρμόζουσαν θέσιν ἐν τῷ Κόσμῳ Μου καὶ αἱ γνώσεις, τὰς
ὁποίας προσελάβατε ἐν τῇ ἀνιούσῃ ὑμῶν προόδῳ καὶ δοκιμασίᾳ, εἶναι
ἀναφαίρετον κτῆμα ὑμῶν, τὸ ὁποῖον οὐδεὶς δύναται νὰ σᾶς στερήσῃ, ἀλλ’
οὔτε καὶ νὰ ἐπιδιώξῃ νὰ τὸ ἀμφισβητήσῃ, ὡς μὴ ἀνῆκον εἰς ὑμᾶς, διότι
τοῦτο εἶναι ἡ ἀμοιβὴ τοῦ κόπου καὶ τῶν προσπαθειῶν μακροχρονίου δο-
κιμασίας, ἥτις δικαιωματικῶς σᾶς ἀνήκει καὶ οὐδεὶς ποτὲ δύναται νὰ σᾶς
στερήσῃ.
Συνεπῶς ὁ ζῆλος καὶ ἡ προσπάθεια ὑμῶν ἂς εἶναι ὁ διηνεκὴς πλουτι-
σμός τῶν γνώσεων ὑμῶν μὲ νέα πνευματικὰ ἐφόδια, διότι ταῦτα θὰ κατα-

390
στήσωσιν ὑμᾶς ἰσχυροὺς καὶ ἀλωβήτους κατὰ τῶν βελῶν τῶν ἀντενεργῶν
δυνάμεων καὶ θὰ ὁπλίσουν ὑμᾶς, ἵνα ἐν μέλλοντι ὑπερνικήσητε τὰς ἀδυ-
ναμίας ὑμῶν, ἐνῷ συγχρόνως θὰ συσφιχθῶσιν οἱ μεταξὺ ὑμῶν πνευμα-
τικοὶ δεσμοί, οὕτως ὥστε οὐδεμία ἀντενεργὸς παρεμβολὴ νὰ δυνηθῇ νὰ
τοὺς καταλύσῃ.

175. Οἱ πρός Με προσκείμενοι, ἂς ἀτενίσωσι εἰσέτι μίαν φορὰν πρὸς Ἐμέ.


Ἂς ὑπερυψώσωσι τὴν διάνοιαν αὐτῶν ὑπεράνω τῶν ἐγκοσμίων καὶ ὑλι-
κῶν ζητημάτων, τὰ ὁποῖα ἤδη ἐξακολουθοῦν νὰ τοὺς ἀπασχολοῦν καὶ ἂς
προσπαθήσωσιν ὁπλιζόμενοι διὰ θάρρους καὶ πίστεως νὰ ἐπαναλάβωσι
τὴν ἀρχικὴν αὐτῶν πορείαν, τὴν ὁποίαν ἐγκατέλειψαν ἐν μέσῳ τῆς διανυο-
μένης ὁδοῦ.
Ἂς ἐνθαρρύνωσι καὶ πάλιν καὶ ἂς μὴ ἐγκαταλείψωσιν ἑαυτοὺς ἕρμαια
τῶν κλυδωνιζόντων αὐτοὺς ἀντιρρόπων δυνάμεων.
Ἀφήνοντες ἐλευθέραν τὴν διάνοιαν αὐτῶν, τελείως ἀπηλλαγμένην τῶν
ἀπασχολοῦντων αὐτὴν ὑλικῶν ζητημάτων καὶ ὑπερυψοῦντες αὐτὴν πρός
Με, θὰ εὕρωσιν ἐν Ἐμοί, οὐ μόνον τὴν ποθητὴν γαλήνην καὶ ἠρεμίαν τῆς
ψυχῆς αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνάλογον δύναμιν πρὸς συνέχισιν τοῦ ἔρ-
γoυ, τὸ ὁποῖον διεκόπη.
Διὰ τὸν σκοπὸν τοῦτον ἕκαστος ἂς προσφέρῃ πᾶν, ὅ,τι δύναται νὰ συμ-
βάλῃ πρὸς τὴν νέαν ἔναρξιν καὶ σταδιοδρομίαν αὐτοῦ.
Οἱ δυνάμενοι νὰ ἐπικοινωνῶσι μετ’ ἐμοῦ, ἂς ἐγκαταλείψωσι τὰς ἀμφι-
βολίας αὐτῶν καὶ ἂς ἐπιζητήσωσι νὰ συσφίξωσιν ἔτι μᾶλλον τοὺς διακοπέ-
ντας μετ’ Ἐμοῦ δεσμούς, ὡς καὶ πρότερον, βέβαιοι ὄντες ὅτι θὰ ἀνεύρω-
σιν εἰς Ἐμὲ καὶ πάλιν τὸν ποθητὸν Διδάσκαλον, τὸν ἀφοσιωμένον Φίλον
καὶ Ἀδελφόν, ὅστις οὐδέποτε ἔπαυσε νὰ ἐνδιαφέρηται δι’ αὐτοὺς καὶ
Ὅστις οὐδὲ ἐπὶ στιγμήν, ἂν καὶ ἐγκαταλειφθείς, ἐξακολουθεῖ καὶ ἐπιμένει
νὰ τοὺς ἀναμένῃ, διὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσῃ διὰ μέσου τῶν σκολιῶν ἀτραπῶν, αἱ
ὁποῖαι λόγῳ τῆς μὴ παρ’ αὐτῶν τελείας ἐγκαταλείψεως καὶ ἀπαρνήσεως
τῶν σωματικῶν καὶ ψυχικῶν αὐτῶν ἀδυναμιῶν παρενεβλήθησαν με-
ταξὺ Ἐμοῦ καὶ ἐκείνων καὶ δὲν ἀφήνουν αὐτοὺς ν’ ἀνεύρωσι διὰ τῆς παρ’
Ἐμοῦ καθοδηγήσεως καὶ τῆς ἰδίας αὐτῶν αὐτοσκοπήσεως καὶ κατανοήσε-
ως τὴν πραγματικὴν ὁδόν, ἣν ἐχάραξα εἰς αὐτοὺς ν’ ἀκολουθήσωσιν.
Ὅταν τις ἐγκαταλείψῃ ἓν ἔργον ἐπὶ μακρὸν χρόνον, ὅσον καὶ ἂν κατέ-
χῃ τοῦτο εἰς ὅλας αὐτοῦ τὰς λεπτομερείας, πάντοτε εἰς τὴν ἐπανάληψιν
αὐτοῦ ἐπὶ ἀρκετὸν χρόνον θὰ δυσκολευθῇ, μέχρις ὅτου ἀνεύρῃ τὸν ἀνάλο-
γον τρόπον τῆς ἐφαρμογῆς καὶ ἀποπερατώσεώς του.
Τοῦτ’ αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ ὑμᾶς.
Ἐπὶ μακρὰ ἔτη ἐγκαταλείψατε ἡμιτελὲς τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον σᾶς ἀνε-
τέθη νὰ φέρητε εἰς πέρας καὶ ἤδη δυσκολεύεσθε νὰ ταξινομήσητε τ’ ἀπα-
ραίτητα ἐκεῖνα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπανασυνδεθοῦν διὰ

391
νὰ δυνηθῆτε καὶ ἀποπερατώσητε τοῦτο. Τοῦτο ὅμως δὲν πρέπει νὰ σᾶς
ἀπελπίζῃ ἐντελῶς καὶ σᾶς ἀποκαρδιώνῃ ἐγκαταλείποντες τοῦτο, ὡς καὶ
πρότερον. Ἀπ’ ἐναντίας ἡ ἀπώλεια τοῦ χρόνου τοῦ παρελθόντος δέον νὰ
σᾶς ἐνισχύῃ καὶ προωθήσῃ ἔτι μᾶλλον διὰ νὰ ἐπανακτήσητε τὴν ἀπώλειαν
αὐτοῦ καὶ διὰ νὰ καθοδηγηθῆτε καὶ πάλιν ἐπὶ τῆς ἀφετηρίας, ἐξ ἧς ἐκκινή-
σατε, προσπαθοῦντες νὰ διανύσητε τὴν πρὸ ὑμῶν ἐκτεινομένην ὁδὸν ὅσον
τὸ δυνατὸν ταχύτερον καὶ ἀπροσκοπτώτερον.
Γνωρίζω, ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν, τῶν περισσοτέρων ἐξ ὑμῶν, εἶναι βεβα-
ρυμένον, λόγῳ προβεβυκυίας ἡλικίας καὶ ὅτι αἱ σωματικαὶ ὑμῶν δυνάμεις,
ἤδη ἐξησθενημέναι, δὲν ἀντέχουσιν ὡς πρότερον εἰς τὸν κάματον, ἀλλὰ,
ὅταν ἀποφασίσητε ἔστω καὶ ὀλίγον χρόνον τῆς ζωῆς ὑμῶν ν’ ἀφιερώση-
τε διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀνελάβατε νὰ φέρητε εἰς
πέρας, σὺν τῷ χρόνῳ καὶ ἐξασκήσει ὑμῶν θὰ δυνηθῆτε νὰ ἐπανακτήσητε,
ἂν ὄχι πλήρεις καὶ ἀκεραίας τὰς πρότερον ὑμῶν δυνάμεις, ἀλλ’ ἱκανὰς νὰ
συντελέσωσιν εἰς τὴν κατὰ μέγα μέρος ἀποπεράτωσιν αὐτοῦ.
Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἤδη ἀπαιτῶ παρ’ ὑμῶν, εἶναι ν’ ἀφοσιωθῆτε ὁλο-
θέρμως καὶ ἄνευ ἀμφιταλαντεύσεων, ἀμφιβολιῶν καὶ δισταγμῶν εἰς τὸ
ἔργον ὑμῶν μὲ τὴν πλήρη βεβαιότητα, ὅτι, ὅταν ἀρχίσῃ ἡ ἔναρξις αὐτοῦ,
θὰ σᾶς δοθῶσιν οὐ μόνον τὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα πρὸς ἀποπεράτωσιν
αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνάλογος ἐνίσχυσις, οὐ μόνον παρ’ Ἐμοῦ, ἀλλὰ καὶ παρ’
Ἐκείνων, οἵτινες ἐν μέλλοντι θὰ προστεθῶσιν εἰς τὴν ὁμάδα ὑμῶν.
Ὑπάρχουν πολλοί, οἵτινες μὴ ἔχοντες οὐδὲν δεδομένον τῆς σχέσεως
καὶ συνδέσμου αὐτῶν μετ’ Ἐμοῦ, ἀλλ’ ὑπὸ μόνης τῆς σκέψεως τῆς σω-
τηρίας τῆς ψυχῆς αὐτῶν ἐλαυνόμενοι ἀπομακρύνονται τῶν ἐγκοσμίων
ἀγαθῶν καὶ ἀφοσιώνονται ψυχῇ τε καὶ σώματι πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον.
Οὐδεμία Ζῶσα Διδασκαλία τοῖς παρεσχέθη καὶ ἐν τούτοις ἀπομακρύνο-
νται καὶ ἀπομονώνονται διὰ νὰ φθάσωσιν ὑπὸ μόνης τῆς ἀφοσιώσεως
καὶ λατρείας αὐτῶν πρὸς Ἐμέ, ἐνῷ ὑμεῖς ἔχοντες καὶ προσλαμβάνοντες
τὴν Ζῶσαν παρ’ Ἐμοῦ Διδασκαλίαν καὶ συνέχισιν αὐτῆς, ἐξακολουθεῖτε νὰ
παραμένητε ἀδιάφοροι καὶ νὰ διστάζητε νὰ Μὲ ἀκολουθήσητε, ἢ σκεπτό-
μενοι ἐὰν εἶναι ἢ ὄχι ὁ ἐνδεδειγμένος καὶ μοναδικὸς δρόμος, ὃν ὀφείλετε,
ἀφοῦ σᾶς ὑπεδείχθη, νὰ διανύσητε.
Ἀτυχῶς ἄλλοι, ἐὰν εἶχον τὸ μοναδικὸν χάρισμα τῆς ἐπικοινωνίας
ταύτης καὶ ἐὰν εἶχον ἔστω καὶ ἐλάχιστα δείγματα ὑψηλοῦ περιεχομένου
διδαχῆς, θὰ ἐγκατέλειπον τὰ πάντα, διὰ νὰ ἀφοσιωθῶσιν εἰς τὴν ἀπο-
περάτωσιν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον τοῖς ἀποκαλύφθη.
Ὑμεῖς ὅμως ἀμφιβάλλοντες καὶ ἀμφιταλαντευόμενοι ἐξακολουθεῖτε
νὰ ἀρνῆσθε νὰ παράσχητε τὰ φῶτα τῆς Διδασκαλίας Μου πρὸς ἐκείνους,
οἵτινες θὰ ἐθυσίαζαν τὰ πάντα, διὰ νὰ κατορθώσωσι νὰ φθάσωσιν, ἐκεῖ
ὅπου ὑμεῖς πρὸ πολλοῦ ἐκκινήσατε.
Ὁ χρόνος ὑμῶν ἐπείγει.
Πολὺ συντόμως θὰ ἐξελιχθῶσιν ἐν τῷ κόσμῳ γεγονότα, τὰ ὁποῖα
δέον νὰ εὕρωσιν ὑμᾶς πανετοίμους πρὸς παρασκευὴν τῆς προλειάνσεως

392
τοῦ ἐδάφους, τὸ ὁποῖον θά χρησιμεύσῃ ὡς ἀφετηρία μιᾶς νέας ἀνθρω-
ποσωτηρίου ἐποχῆς.
Τὰ γεγονότα ταῦτα θὰ ἔχωσιν ἀναμφισβητήτως ἀξιόλογον προνομιοῦ-
χον θέσιν σχετικῶς μὲ τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἀνέθεσα εἰς ὑμᾶς νὰ φέρητε εἰς
πέρας καὶ ἴσως ἐν τῇ μελλούσῃ παρ’ Ἐμοῦ ἀποκαλύψει νὰ δώσῃ εἰς ὑμᾶς τὰ
ἀπαραίτητα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα θὰ χρησιμεύσουν ὡς ἀπαρχὴ ἑνὸς νέου διὰ
τὴν ἀνθρωπότητα κόσμου καὶ μιᾶς νέας δι’ αὐτὴν ἐποχῆς.
Πρὸς τὸν μελλοντικὸν τοῦτον σκοπόν, ἐκεῖνο ἤδη, τὸ ὁποῖον συνι-
στᾶται εἰς ὑμᾶς, εἶναι ἡ ἀπαραίτητος προγραμματικὴ κατάρτισις καὶ ἡ ἐκ
νέου ἐπανάληψις τοῦ διακοπέντος ἔργου ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ἀρχικῆς ἐκκινή-
σεως ὑμῶν. Σχηματίσατε τὸν μεταξὺ ὑμῶν ὑφιστάμενον πυρῆνα, ἐξακο-
λουθήσατε νὰ ἔχητε ἀδιασπάστους μεταξὺ ὑμῶν ἀδελφικὰς σχέσεις καὶ
μὴ παραλείπητε νὰ ἀνταλλάσσητε τὰς μεταξὺ ὑμῶν σκέψεις ἐπὶ τῇ βάσει
τῶν ἀρχικῶν στοιχείων, τὰ ὁποῖα παρέσχον εἰς ὑμᾶς, ὡς ἐπίσης καὶ εἰς τὴν
συζήτησιν πάσης πρὸς ὑμᾶς ἀναφυομένης ἀπορίας, ἀνταλλάσσοντες τὰς
γνώμας ὑμῶν πρὸς ὀρθοτέραν αὐτῆς λύσιν.
Δὲν εἶναι ἐπάναγκες νὰ λαμβάνητε παρ’ Ἐμοῦ πάντοτε τὴν λύσιν τῶν
ἀποριῶν ὑμῶν, διότι ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει ἡ ἀξία ὑμῶν καταπίπτει καὶ ἡ
ἀπαραίτητος διάκρισις τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ ὀρθοῦ δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ ἀπο-
τελέσῃ τὴν ἀπαραίτητον διὰ τὴν ἐξέλιξιν ὑμῶν δοκιμήν. Ἀπ’ ἐναντίας ἡ
ἀνταλλαγὴ ἀντιθέτων ἀπόψεων καθιστᾷ ὑμᾶς ἱκανοὺς πρὸς ἐξεύρεσιν παρ’
ὑμῶν τῆς ὀρθοτέρας λύσεως ἐπὶ πάσης προκυψάσης ἀπορίας καὶ ζητήματος,
ἐνῷ συγχρόνως ἡ διάνοια ὑμῶν ὀξύνεται, καὶ ἡ κρίσις ὑμῶν μεγεθύνεται.

176. Ἳνα τί ἡ ψυχὴ ὑμῶν βαρύθυμός ἐστι καὶ μελαγχολική;


Ἵνα τί ἐγκαταλείπῃς ἑαυτὸν ἕρμαιον τοῦ πρώτου κύματος, ὅπερ ἐν γα-
ληνιαίῳ ὠκεανῷ διακυμαίνεται κάτωθεν τῆς ἰσάλου γραμμῆς τοῦ πλοίου
ὑμῶν, τοῦ ὁποίου ἐπιβαίνετε καὶ ὃ Ἐγὼ κατευθύνω;
Μόλις τὸ πλοῖον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου συνωθούμενοι καὶ παροτρυνόμενοι
ὑπ’ Ἐμοῦ ἐμπνεόμενοι ἐπέβητε, ἵνα διαπλεύσητε τὴν ἤρεμον θάλασσαν,
διὰ νὰ φθάσητε εἰς τὴν Γῆν τῆς Ἐπαγγελίας, εἰς ἣν ὑπησχέθην εἰς ὑμᾶς νὰ
σᾶς φέρω, ἀρχίσατε νὰ διαπληκτίζησθε, νὰ βαρύνητε τὴν ψυχὴν ὑμῶν μὲ
ἀστηρίκτους καὶ ἀδικαιολογήτους βασάνους καὶ νὰ διοπισθῆτε, οὐ μόνον
πρὸς ἑαυτοὺς καὶ τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἐν μέρει ἀπεκάλυψα ὑμῖν, ἀλλὰ καὶ
πρὸς ἑαυτοὺς τοὺς ἰδίους.
Ἐγὼ συνήγαγον ἐκ νέου ὑμᾶς διὰ τῆς προτροπῆς καὶ Ἐμπνεύσεώς Μου
πρὸς ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν καὶ παρέθεσα ἐνδομύχως τὸν πόθον νὰ ἐπανέλ-
θητε εἷς ἕκαστος κεχωρισμένως καὶ κατ’ ἰδίαν καὶ ὅλοι ὁμοῦ συνηνωμένοι
καὶ ἀδελφωμένοι εἰς τὴν ἐπανάληψιν καὶ συνέχισιν τοῦ ἔργου, τὸ ὁποῖον ἀπὸ
μακροῦ χρόνου ἐγκαταλείψατε καὶ τὸ ὁποῖον ἐσκέφθητε νὰ ἐπαναρχίσητε.
Καὶ ἐρωτῶ ὑμᾶς, ἕνα ἕκαστον κεχωρισμένως κατ’ ἰδίαν καὶ συλλήβδην

393
ὅλους ὁμοῦ, διότι κατ’ ἰδίαν κατ’ οὐδενὸς στρέφομαι, ἵνα τελείως ἀπεμπο-
λήσω καὶ ἀποξενώσω αὐτόν, ἀλλ’ οὔτε ἐπιθυμῶ κανένα μεμονωμένως νὰ
καταστήσω ὑπεύθυνον τῆς μέχρι σήμερον πορείας καὶ κατευθύνσεώς σας,
ἥτις ἀποστερεῖ οὐ μόνον Ἐμὲ τοῦ μεταξὺ ὑμῶν συνεκτικωτέρου συνδέσμου
καὶ συνοχῆς, ἀλλὰ καὶ ὑμᾶς αὐτοὺς ὑπὸ τῆς τοιαύτης τακτικῆς, σᾶς καθιστᾶ
ὑποχειρίους τῆς ἀντενεργοῦς δυνάμεως, ἥτις διὰ παντοίων μέσων ἐπιδι-
ώκει καὶ προσπαθεῖ νὰ ἀποσπάσῃ ὑμᾶς ἀπ’ Ἐμοῦ καὶ τῆς κατευθυντηρίου
γραμμῆς, ἐπὶ τῆς ὁποίας μετὰ τόσου κόπου κατώρθωσα νὰ σᾶς ἐπαναφέρω
καὶ συναγάγω ἐν αὐτῇ καὶ συνηνωμένους καὶ ἀδιαρρήκτους ὅλους ὁμοῦ νὰ
σᾶς καθοδηγήσω ἐν μιᾷ συμπνοίᾳ καὶ ἐν ἑνὶ ἀδιασπάστῳ καὶ συνηνωμένῳ
σώματι μέχρι τοῦ τέρματος τοῦ ἐπὶ γῆς προορισμοῦ ὑμῶν.
Ὅταν δὲ ὁμιλῶ καὶ νουθετῶ ἕνα ἕκαστον ἐξ ὑμῶν κεχωρισμένως, ἡ
πρὸς αὐτὸν Νουθεσία Μου δὲν ἀποβλέπει αὐτὸν καὶ μόνον, ἀλλ’ ἅπαντας
ὁμοῦ. Καὶ ὅταν ὁμιλῶ, ὅτι τὸ ἑνὶ κάρφος τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ εἶναι
μεῖζον τοῦ κάρφους τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ, τὸ ὁποῖον ὀφείλει πρότερον
νὰ ἐκβάλῃ, πρὶν ἢ στραφῇ καθ’ οἱουδήποτε ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ ἐλέγξῃ
αὐτόν, δὲν ὑπονοῶ μὲ τοῦτο ἕνα καὶ μόνον κεχωρισμένως, καθ’ οὗ στρέφο-
μαι καὶ ξεχωρίζω, ἀλλ’ ὅλους ὁμοῦ. Διότι, μηδενὸς ἐξαιρουμένου, ἅπαντες
ἔχετε τὸ κάρφος ἐν τῷ ὀφθαλμῷ ὑμῶν ἀδιακρίτως, ἄλλος μέγα ἢ μικρόν,
αλλ’ οὐδεὶς ἀπηλλαγμένος τελείως αὐτοῦ.
Ὅταν ἡμέραν τινὰ κατωρθώσητε ν’ ἀπαλλαγῆτε τελείως αὐτοῦ, τότε
θὰ καταστῆτε Τὲλειοι, τόσον τέλειοι, ὥστε μόνοι σας θὰ δύνασθε νὰ κατα-
νοῆτε καὶ ἀντιλαμβάνεσθε τὰς ἀδυναμίας ὑμῶν καὶ θὰ εἶσθε εἰς θέσιν οὔτε
τῇ βοηθείᾳ καὶ προτροπῇ ἄλλου, οὔτε εἰσέτι καὶ τῇ ἰδικῇ μου συναγωγῇ καὶ
ἐπεμβάσει νὰ καταστείλητε καὶ ἀποβάλητε αὐτάς.
Ἐὰν εἶσθε εἰλικρινεῖς καὶ πρέπει νὰ εἶσθε τοιοῦτοι ἀπέναντί Μου,
ὀφείλετε ν’ ἀναγνωρίσητε καὶ ὁμολογήσητε, ὅτι ἕκαστος κατ’ ἰδίαν καὶ
ὅλοι ὁμοῦ δὲν ἐξυπηρετήσατε, ὡς ἔδει, τὸ ἔργον μου. Διότι ἕκαστος προσε-
πάθησε κεχωρισμένως, πῶς νὰ ἐξυπηρετήσῃ ἑαυτὸν καὶ ἁπάσας τὰς ὑλικὰς
αὐτοῦ ἐπιδόσεις καὶ ἀπολαυὰς καὶ ἔπειτα τὸ ἔργον μου.
Ἕκαστος ἐξ ὑμῶν ἐμπεποτισμένος ἀκουσίως καὶ πολλάκις χωρὶς νὰ
τὸ ἀντιλαμβάνηται ὑπὸ ἐγωπαθείας καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐκ τῆς παραμικρᾶς
τῶν ἄλλων ἀντιρρήσεως, θεωρεῖ ἑαυτὸν θιγόμενον.
Τονίζω καὶ πάλιν καὶ ἐπαναλαμβάνω, τοῦ κανόνος τούτου οὐδεὶς ἐξαι-
ρεῖται. Διὰ τοῦτο εἰς τὰ πρῶτα πρὸς τὴν ἄνοδον καὶ ἀνέλιξιν βήματα ὑμῶν
ἐτόνισα, ὅτι δὲν δύναται νὰ προχωρήσῃ ἔστω καὶ ἓν βῆμα πρὸς Ἐμὲ καὶ τὴν
Ἀλήθειαν ἐκεῖνος, ὅστις πρότερον δὲν καταστείλει καὶ ἀποβάλλει τὸν ἐγω-
ϊσμὸν αὐτοῦ.
Ἀτυχῶς ἡ διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ μέχρι σήμερον παρατηρουμένη
κακοδαιμονία τῆς ἀνθρωπότητος ὡς κυρίαν αἰτίαν ἔχει τὸν ἐγωϊσμόν.
Ἐὰν τὰς κεφαλὰς τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τῶν ἰθυνόντων τὰς τύχας αὐτῆς μέ-
χρι τοῦ τελευταίου πολίτου δὲν ἐκυβέρνα ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ φιλαυτία, ἡ
ὄψις ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου καὶ τῆς ἀνθρωπότητος θὰ ἦτο διαφορετική.

394
Μέχρι σήμερον ἐχύθησαν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ χύνωνται ποταμοὶ
αἱμάτων, διότι παντοῦ κυριαρχεῖ ἡ φιλαυτία καὶ τὸ συμφέρον. Ἡ ἀγάπη καὶ
ἀδελφωσύνη, ἡ συνένωσις καὶ ἀλληλεγγύη πρὸς ἐξυπηρέτησιν τοῦ κοινοῦ
συμφέροντος ἁπάντων ἐξέλιπεν. Μόνον τὸ μῖσος καὶ ἡ ἐποφθαλμίωσις
τῶν ἀγαθῶν τῶν ἄλλων διοίκει καὶ ἐμπνέει τὰς σημερινὰς ἐμπνεύσεις
τῆς ἀνθρωπότητος, ἥτις ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐξωθεῖται εἰς ὄλεθρον καὶ κα-
ταστροφήν.
Οἱ ἰσχυροὶ καταδυναστεύουν τοὺς ἀδυνάτους καὶ οἱ ἀδύνατοι συνενοῦ-
νται καὶ ὀργανοῦνται πρὸς ἀποτίναξιν τοῦ ἀφορήτου ζυγοῦ, ὅστις πιέζει
καὶ τοῦ στενοῦ κλοιοῦ, ὅστις περισσότερον περισφίγγει τὸν τράχηλόν των,
χωρὶς νὰ τοὺς ἐπιτρέψῃ ν’ ἀναπνέουν περισσότερον.
Μόνον ἡ πρὸς τὸν Θεὸν πίστις καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους ἀγάπη θὰ εἶναι ἡ
μοναδικὴ πυξίς, ἥτις θὰ καθοδηγήσῃ τὰς τύχας τῆς ἀνθρωπότητος πρὸς
μίαν αἰωνίαν εἰρήνην καὶ πανανθρῶπινον εὐτυχίαν.
Ἀτυχῶς ἡ κακόβουλος ἀντενεργὸς δύναμις δὲν ἔπαυσε ἀπὸ καταβο-
λῆς κόσμου νὰ συγκεντροῖ τὰς συντεταγμένας αὐτῆς δυνάμεις πρὸς ἀντι-
στράτευσιν καὶ καταπολέμησιν τοῦ Θείου Δημιουργικοῦ ἔργου.
Ὅσον ὅμως καὶ ἂν ἀντιστρατευθῇ, ὅσον καὶ ἂν συγκεντρώσῃ τὰς συ-
ντεταγμένας καὶ ἀδιαβλήτους αὐτῆς δυνάμεις, θὰ ἐξαναγκασθῇ νὰ ὑπο-
κύψῃ καὶ ἐξουδετερωθῇ ὑπὸ τῶν ἀκτίνων τοῦ Θείου Φωτὸς τῆς Ἀληθείας,
τὸ ὁποῖον ὡς ἄλλος τηλαυγὴς Ἥλιος θὰ διασκορπίσῃ τὰ σκοτεινὰ νέφη, τὰ
ὁποῖα ἐπισωρεύονται ἐπί τῆς ἀνθρωπότητος καὶ τὰ ὁποῖα ὑπὸ τὴν σκιὰν
αὐτῶν δὲν ἐπιτρέπουν εἰς τοὺς εἰς τὴν πεδιάδα εὑρισκομένους ἀνθρώπους
νὰ ἀνεύρουν τὴν ἀληθῆ ὁδόν, τὴν καταλήγουσαν εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ
ὅρους, ἐν τῷ ὁποίῳ ἀνεγείρεται καὶ ἀνυψοῦται ὁ Πάνσεπτος καὶ Περι-
καλλὴς Ναὸς τῆς Θείας Ἀληθείας καὶ Δικαιοσύνης.

177. Πνεῦμα ὁ Θεὸς καὶ οἱ πιστεύοντες Αὐτὸν ἐν Πνεύματι καὶ Ἀληθείᾳ


δεῖ προσκυνεῖν.
Ἡ Γραφὴ αὕτη δεικνύει τὴν σχέσιν τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπον. Φα-
νερώνει τὴν οὐσιώδη ὑπόστασιν τοῦ Ὑπερτάτου Ὅντος τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν
Θείαν Ἐπιταγὴν πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως ἀκολουθήσωσι διὰ τῆς Πί-
στεως, τὴν ὑπὸ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ χαραχθεῖσαν ὁδόν, ἐὰν θέλωσι νὰ
γνωρίσωσι τὸν Πατέρα καὶ ἐὰν θέλωσι νὰ φθάσωσι εἰς τὸ τέρμα τοῦ προο-
ρισμοῦ αὐτῶν.
Πνεῦμα ὁ Θεός. Πρὸ πάντων τῶν αἰώνων, πρὸ τοῦ Σύμπαντος Κόσμου,
πρὶν ἢ τὰ συστήματα τῶν Οὐρανίων σωμάτων καταμερισθῶσιν, ἐν τῷ
Ἀπείρῳ χώρῳ τὸ ὁποῖον ἤδη καταλαμβάνει τὰς ἀπειραρίθμους συστοιχίας
τῶν ἁπλανῶν ἀστέρων μὲ τοὺς πλανήτας καὶ δορυφόρους αὐτῶν, πρὶν ἢ
ἡ ὕλη ὡς ἄμορφος, καὶ ἀκατασκεύαστος μάζα πληροῦσα τὸν ἀχανῆ καὶ
ἀτέρμονα χῶρον τοῦ Οὐρανοῦ δι’ ἠλεκτρονικῆς συμπιέσεως ἀδιασπά-

395
στου ἀτομικῆς ἐνεργείας, ἐπλήρου τὰ πάντα καὶ συνεῖχε ὡς μία Ἀκένωτος
Πηγὴ ἠλεκτρομαγνητικῆς ἐνεργείας τὴν ὄψιν τοῦ ἀδιαμορφώτου Σύμπα-
ντος, ὁ Θεός, ἡ Ὑπερτάτη καὶ Ἀσύλληπτος Αὕτη διανόησις, προϋπῆρχε καὶ
κατελάμβανεν καὶ ἐπλήρου διὰ τῶν Δημιουργικῶν Αὐτῆς Δυνάμεων τὸ
Ἄπειρον.
Ἄπειρος οὖσα καὶ ἀνευ Ἀρχῆς καὶ Τέλους, ὡς Ἀτέρμων καὶ Ἀΐδιος,
ἐνέκλειεν ἐν Ἑαυτῇ ὑπερβάλλουσα πᾶσαν Πνευματικὴν Ἀρχὴν καὶ ὑπόστα-
σιν ἐξ Αὐτῆς ἀπορρεύσασαν, πᾶσαν Διανόησιν καὶ πᾶσαν Ὀντοτικὴν ζωήν, ἐξ
Αὐτῆς ἀπορρεύσασαν, ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ Ἀπείρου χρονικοῦ διαστήματος.
Ἡ Πνευματικὴ ὅθεν τοῦ Θεοῦ Ὀντότης, ὡς Ἀπόλυτος Πνευματικὴ
Ἑστία Φωτὸς προϋπάρχουσα τοῦ Ὑλικοῦ Κόσμου, τοῦ ἀδιαμορφώτου καὶ
ἀδιασπάστου, ἐκάλυπτε διὰ τῆς Ὑπερτάτης Πνευματικῆς Αὐτῆς Δυνάμεως
ὅλην τὴν ἀτέρμονα καὶ ἀχανῆ ἔκτασιν τῶν ἄνευ ἀρχῆς καὶ τέλους ἀπει-
ρότητος τοῦ Ἀπείρου χώρου τοῦ ἀδιασκευάστου Ἀπείρου.
Ὡς Ἀπειρος Δύναμις ἐξουσιάζουσα καὶ ὑπὸ τὰς Δημιουργικὰς Αὐτῆς Δυ-
νάμεις κατέχουσα καὶ κατευθύνουσα τὰ πάντα, ἔφερεν ἐν Ἐαυτῇ ὡς φαει-
νὴ Εἰκόνα τὴν σύλληψιν τοῦ Δημιουργικοῦ Αὐτῆς Ἔργου, τὸ ὁποῖον ἤρχισε
πρὸ αἰώνων ἀμετρήτων ἐπεκτεινόμενον, διαμορφωνόμενον καὶ ἐξελισσό-
μενον ἐν τῷ ἀπείρῳ χώρῳ τοῦ Σύμπαντος Κόσμου.
Ἐκ τοῦ Ὺπερτάτου Αὐτοῦ Πνεύματος, τῆς Ἀχανοῦς καὶ Ἀφθάστου Ἀτέρ-
μονος Πνευματικῆς Αὐτοῦ Ἑστίας, τῆς ὑπερπληρούσης τὸν ἀδιαμόρφωτον
εἰσέτι χῶρον τοῦ Σύμπαντος, ἐξεπορεύθησαν ἐν αὐτῷ αἱ Ὑπέρταται Πνευ-
ματικαὶ Αὐτοῦ Δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι ὡς Πνευματικοὶ Αὐτοῦ Λόγοι, ἐπλήρω-
σαν τὰ διαστήματα τὰ μεταβληθέντα εἰς ἰσάριθμα ἡλιακὰ συστήματα καὶ
ἀπετέλεσαν τοὺς ἐνανθρωπιζομένους αὐτῶν Λόγους, εἰς τὰς χρονικὰς πε-
ριόδους τῆς ἐξελίξεως αὐτῶν διὰ μέσου τῶν αἰώνων τοῦ παρελθόντος καὶ
μέλλοντος χρόνου.
Συνεπῶς ἕκαστος Λόγος ἑνανθρωπιζόμενος ἐν τοῖς διαφόροις κό-
σμοις εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, Αὐτὸ τοῦτο τὸ Πνεῦμα, τὸ ἐν Ἑαυτῷ
ὑπάρχον καὶ Ζῶν τὸ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενον καὶ πρὸς τὸν ἐνανθρωπι-
σθέντα Αὐτοῦ Λόγον, ἐν ὅλῃ αὐτοῦ τῇ δυνάμει μεταλαμπαδευόμενον καὶ
πληρῶντα Αὐτόν, ὡς ὁ Ἴδιος Θεός.
Μία Ἀκένωτος Πηγὴ Φωτὸς ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουσα καὶ
ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευομένη καὶ διαφωτίζουσα Σύμπαντα τὸν Κόσμον, τὸν ἐν
ἐνεργείᾳ καὶ ἐξελίξει διαμορφούμενον καὶ ἐξελισσόμενον ἐν τῷ ἀτέρμονι
χώρῳ, τῷ καταλαμβανομένῳ ὑπὸ τῶν ἀπειραρίθμων ἡλιακῶν συστημάτων
τῶν Οὐρανίων σωμάτων, ὑπερπληροῖ ταῦτα, διήκουσα καὶ κατευθύνουσα
τὴν ἐν αὐτοῖς δημιουργηθεῖσαν Ζωὴν καὶ πᾶσαν Πνευματικὴν ὑπόστασιν.
Τὸ Φῶς τοῦτο τὸ Ἀναλλοίωτον, τὸ Ὑπέρλαμπρον, τὸ διαχέον εἰς πᾶσαν
διανόησιν τὴν Ὑπερτάτην Αὐτοῦ Πνευματικὴν διαφώτισιν, δὲν εἶναι ἄλλο,
παρὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ Πνεῦμα αὐτῆς ταύτης τῆς Δημιουργικῆς Δυνά-
μεως, τῆς διαχεομένης ἐξ αὐτῆς ταύτης τῆς Πνευματικῆς Ἀκενώτου καὶ Ἀνε-
ξαντλήτου Πνευματικῆς Του Ἑστίας, πρὸς ἅπαντα τὰ ὅντα, τὰ ἐγκλείοντα ἐν

396
ἑαυτοῖς καὶ μίαν ἀκτῖνα ἐκ τοῦ Φωτὸς τούτου, τοῦ διαχεομένου ἐξ Αὐτοῦ καὶ
περιβάλλοντος πᾶσαν ἐν τοῖς κόσμοις ζῶσαν Πνευματικὴν ὑπόστασιν.
Ὁ Θεῖος Λόγος, δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἐν ἑκάστῳ Πνευματικῷ Ὄντι, Πνευμα-
τικὴ πρὸς αὐτὸ ἐκπόρευσις τοῦ Θείου φωτός, τὸ ὁποῖον μεταλαμπαδεύει
ἐν αὐτῷ τὴν θείαν τοῦ Θεοῦ Πνευματικὴν Δύναμιν καὶ συνεπῶς τὴν Ὑπερ-
τάτην πρὸς τὸν Κόσμον αὐτοῦ Διδασκαλίαν.
Ἕκαστος Θεῖος Λόγος, μετέχει τῆς Θείας Πνευματικῆς Ἀρχῆς, δηλαδὴ
τῆς Ὑπερτάτης Θεϊκῆς Ὑποστάσεως καὶ Δυνάμεως καὶ πάσης Δημιουργικῆς
Αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ ἐξουσίας, ὡς καὶ τῆς Οὐσίας τῆς ἐνανθρωπίσεως αὐτοῦ,
δηλαδὴ τῆς ἐν τῷ κόσμῳ σωματικῆς διαπλάσεως. Διὰ τοῦτο ἡ διαφορὰ με-
ταξὺ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἐξ Αὐτοῦ ἀπορρεύσαντος Θείου Λόγου εἶναι ἡ ἐξῆς:
Ὁ μὲν Θεός, ἢ ἡ Πνευματικὴ Αὐτοῦ ὑπόστασις, ὡς οὖσα καθαρῶς
Πνευματική καὶ ὑπερπληροῦσα σύμπαντα τὸν ἄπειρον χῶρον τοῦ Ἀπεί­
ρου, ἐνέχουσα καὶ κατευθύνουσα τὰς ἐν αὐτῷ δυνάμεις, εἶναι ἡ Δημιουργὸς
αὐτοῦ Δύναμις καὶ Ἐξουσία, ἡ Ἀσύλληπτος, Ἄμορφος, ὡς μὴ ὁρωμένη καὶ
κατανοητέα ὑπὸ τῆς πεπερασμένης ἀνθρωπίνου διανοήσεως, ὁ δὲ Θεῖος
Λόγος, εἶναι αὐτὸ τοῦτο τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἢ ἡ Πνευματικὴ Αὐτοῦ Ὑπό-
στασις ἐνσαρκουμένη ἐν τῷ ὑλικῷ κόσμῳ καὶ προσλαμβάνουσα τὴν μορ-
φὴν τοῦ Ὄντος ἢ τῆς σαρκὸς ἢ τῆς ὑλικῆς διαπλάσεως αὐτοῦ καὶ συνεπῶς
Οὗτος ἔχων καὶ ἀναπαριστώμενος διὰ τῆς μορφῆς ἣν προσέδωκε ἡ ἐνσάρ-
κωσις αὐτοῦ ἐν τῷ Ὄντι τοῦτο.
Οἱ διάφοροι μῦσται τῆς ἀνθρωπότητος, οἱ κατὰ καιροὺς ἐνανθρω-
πισθέντες, εἶναι καὶ εἷς Θεῖος Λόγος, Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, ὁ διαμορφωθεὶς
καὶ ἐνσαρκωθείς ἐν τῷ κόσμῳ διὰ νὰ διδάξῃ καὶ ποδηγετήσῃ τὴν ἀνθρω-
πότητα, ἢ εἶναι ἀνθρώπινα πνεύματα ἀνελιχθέντα διὰ τῆς Πνευματικῆς
αὐτῶν τελειοποιήσεως καὶ τῶν ἐπανειλλημένων αὐτῶν ἐνσαρκώσεων εἰς
τὸ νὰ ἐμφανισθῶσιν ὡς ὑπέρτατοι Πνευματικοὶ φορεῖς τοῦ Αὐτοῦ Θείου
Πνεύματος.
Ὁ Θεῖος Λόγος εἶναι τὸ Προαιώνιον Θεῖον Πνεῦμα, τὸ ἐν τῷ Θεῷ ἐνυ-
πάρχον καὶ ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενον, τὸν Σύμπαντα Κόσμον πληροῦν καὶ
τὴν Ἀλήθειαν κατέχον καὶ ταύτην πρὸς τὰ Πνευματικὰ ἐνανθρωπισθέντα
Ὄντα ἀποκαλύπτον καὶ διδάσκον. Τὸ θεῖον τοῦτο Πνεῦμα, δὲν ἔπαυσεν
ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς Δημιουργίας νὰ ἐμπνέῃ καὶ διδάσκῃ τὴν ἣν κατέχει
Ἀλήθειαν.
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δὲν δύναται νὰ κατανοήσῃ ταύτην, ἐὰν δὲν κατέχῃ
καὶ τὰ ἀνάλογα στοιχεῖα τῆς Πνευματικῆς αὐτοῦ προόδου καὶ Ἀνελίξεως.
Διὰ τοῦτο καὶ τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ὡμίλησε διὰ μέσου τῶν αἰώνων εἰς
τὴν ἐξελισσομένην ἀνθρωπότητα, διὰ τῶν ἱεροφαντῶν, τῶν μυστῶν καὶ
τῶν προφητῶν της. Ἡ κατανόησις δὲ τῆς ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευομένης Ἀλη-
θείας, ἐγένετο πάντοτε καὶ εἰς τὰ ἑκάστοτε χρονικὰ διαστήματα, ἀναλό-
γως τῆς Πνευματικῆς ἀναπτύξεως τῆς ἐποχῆς, καθ’ ἣν ἐνεφανίσθη καὶ ὁ
μύστης, ὁ ἱεροφάντης, ἢ ὁ Προφήτης οὗτος.
Ἑκάστη ἐποχὴ ἑνὸς πολιτισμοῦ, ἔχει τὰς προόδους καὶ τὰς ἀτελείας

397
της, διὰ τοῦτο καὶ ἑκάστη τοιαύτη ἐποχὴ παρουσιάζει καὶ τὰς διαφορὰς
τῆς ἀποκαλύψεως, ἥτις ἐγένετο διὰ τῶν ἱεροφαντῶν καὶ μυστῶν αὐτῆς,
ἀναλόγως τῶν ἀντιλήψεων, αἵτινες ἐπεκράτουν κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην.
Αἱ διαφοραὶ αὗται εἶναι τόσον διάφοροι, ὥστε ἡ ἐξ αὐτῶν διαμορφουμένη
πίστις καὶ θρησκευτικὴ λατρεία νὰ εἶναι ἐντελῶς διάφορος ἀπὸ τὴν πίστιν
καὶ θρησκευτικὴν λατρείαν μιᾶς ἄλλης.

178. Οἱ ἐν τῷ κόσμῳ μύσται κατὰ διαφόρους χρονικὰς περιόδους, ἀπὸ


τῶν ἀρχαίων λατρῶν τοῦ εἰδωλολατρικοῦ πανθέου, μέχρι τῶν μονοθε-
ϊστῶν τοῦ μόνου Ἀληθινοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον οἱ πιστεύοντες εἰς Αὐτὸν
ἀπεκάλουν διὰ τῶν τεσσάρων γραμμάτων τοῦ ἀποκρυφιστικοῦ τετρα-
γραμμάτου Ἰεχωβᾶ, καὶ ἡ προφορὰ τοῦ ὁποίου διὰ τῶν ὡς ἄνω γραμ-
μάτων εἶχε μεγίστην ἐπίδρασιν ἐπὶ τοῦ Πνευματικοῦ καὶ Ὑλικοῦ κόσμου
καὶ ἡ ἐπίκλησις Αὐτοῦ εἰς ὡρισμένας τελετουργίας ἠδύνατο νὰ ἀνατρέψῃ
ὡρισμένας πράξεις τῶν μαγικῶν ἐπιρροῶν ἢ νὰ μεταβάλῃ τὸ ἐπιδιωκό-
μενον ἀποτέλεσμα τοῦ σκοποῦ αὐτῶν ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, δι’ οὓς
ἐγένοντο αὗται, ἐνεφοροῦντο ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ Θείου Πνεύματος ἢ ὁ ἐκ τοῦ
Ἀληθινοῦ Θεοῦ ἐκπορευόμενος Θεῖος Λόγος, ὑπηγόρευσε τὰς ἀρχὰς καὶ
ἰδέας, ἃς οὗτοι ἀνέπτυσσαν;
Οἱ ἱερεῖς τῶν Χαλδαίων, Ἀσσυρίων, Βαβυλωνίων, Αἰγυπτίων, Ἰνδῶν, ὡς
καὶ οἱ μύσται τῶν διαφόρων δογμάτων, ὁ Ὀρφεύς, ὁ Πυθαγόρας, ὁ Μωϋ-
σῆς, ὁ Βούδας καὶ τόσοι ἄλλοι, ὁ Ζωροάστρης, ὁ Κομφούκιος, οἱ ὁποῖοι δύ-
νανται νὰ θεωρηθῶσι ἕκαστος ἐξ αὐτῶν καὶ ὡς Θεῖος Ἡγὲτης ἐνεπνέοντο
ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος τοῦ Θείου Λόγου καὶ αἱ διδασκαλίαι αὐτῶν ἦσαν
ἡ Πραγματικὴ Ἀλήθεια, ὁ ’Υπέρτατος καὶ Ἀπόλυτος καὶ Ἀναλλοίωτος Νόμος
τοῦ Ὺπερτάτου Πνευματικοῦ Ὄντος τοῦ Θεοῦ;
Ὁ Θεῖος Λόγος εἶναι ἡ Ὑπερτάτη Διανόησις τοῦ Θείου Πνεύματος, τὸ
ὁποῖον προϋπῆρχεν πρὸ τῆς Δημιουργίας καὶ τὸ ὁποῖον μετ’ αὐτὴν δὲν
ἔπαυσε νὰ διαφωτίζῃ καὶ ἐμπνέει τὰ ἐξ Αὐτῆς δημιουργηθέντα Πνευματικὰ
Ὄντα, εἰς τὴν τάξιν τῶν ὁποίων συγκαταλέγεται καὶ ὁ Ἄνθρωπος. Ἕκαστον
Πνευματικὸν ὄν, ἀπὸ τῶν μὴ εἰσέτι ἐνσαρκωθέντων Πνευμάτων, εἰς τὰ
ὁποῖα ἀνήκουν αἱ Ὑπέρταται Πνευματικαὶ ἐξουσίαι καὶ αἱ Ἀγγελικαὶ Μορ-
φαὶ μέχρι τοῦ ἀνθρώπου προσδέχονται εἴτε δι’ ἐνοράσεων, τὸ Ἀΐδιον Φῶς
τῆς Θείας Ἐμπνεύσεως.
Οἱ διάφοροι Μῦσται, οἱ Προφῆται, οἱ Ἀρχηγοί διαφόρων θρησκευτικῶν
δοξασιῶν, ἐνεπνεύσθησαν τὰς ἀρχάς, τὰς ὁποίας διεκήρυξαν εἰς τοὺς ὁπα-
δούς, οἱ ὁποῖοι τοὺς ἠκολούθησαν, ἢ τὰ πλήθη, τὰ ὁποῖα τοὺς ἐπίστευσαν
καὶ ἐλάτρευσαν, ἀναλόγως τῶν ἐπικρατουσῶν ἀντιλήψεων περὶ τῶν ἐν τῷ
κόσμῳ πραγμάτων, κατὰ τὴν ἐποχήν, καθ’ ἣν ἔζησαν, διὰ τῆς ἰδίας καὶ μό-
νον αὐτῶν ἀντιλήψεως καὶ οὐχὶ ὑπὸ τοῦ Θείου Λόγου, ὑπὸ τοῦ Πνεύμα-

398
τος Αὐτοῦ τούτου τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦτο, οἱ μῦσται οὗτοι καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν
διαφόρων θρησκειῶν, διαφέρουσιν εἰς τὰς δοξασίας αὐτῶν ἀναμεταξύ
των, κατὰ τοιοῦτον τρόπον, ὥστε νὰ παρατηροῦνται ὄχι μόνον σημαντικαὶ
διαφοραὶ ἀλλὰ πλήρεις καὶ ριζικαὶ ἀντιθέσεις.
Οἱ Χαλδαῖοι, οἱ Βαβυλώνιοι, Ἀσσύριοι, Αἰγύπτιοι καὶ οἱ Ἰνδοί, οἱ μῦσται
τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἐπίστευον εἰς τὰς διαφόρους ἐν τῇ φύσει ὑλικὰς
δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι ἐπέδρασαν εἰς τὴν διαμόρφωσιν καὶ ἐξέλιξιν τοῦ ὑλικοῦ
κόσμου καὶ τῶν διαφόρων ποικίλων αὐτοῦ μορφῶν, τὰς ὁποίας ἐθεοποίη-
σαν καὶ οὕτω ἐδημιουργήθη καὶ ἐλατρεύθη ὑπ’ αὐτῶν, ὁ ἀπειράριθμος
ἀριθμὸς τῶν διαφόρων καὶ ποικίλων μορφῶν, ἐν ταῖς ἐκδηλώσεσι τῶν δι-
αφόρων ἐν τῷ κόσμῳ ὑλικῶν ἐνεργειῶν, καὶ ἀπετέλεσαν ἑκάστη καὶ ἴδιον
Θεόν, ὅστις ἀναλόγως τῆς δυνάμεως καὶ ἰσχύος αὐτοῦ κατεῖχε καὶ ἀνάλο-
γον, μεγάλην ἢ μικρὰν θέσιν ἐν τῷ κράτει τοῦ Πολυθεϊσμοῦ.
Ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός, διὰ τῶν Πατριαρχῶν αὐτοῦ, καὶ εἶτα διὰ τοῦ Μω-
ϋσέως καὶ τῶν Προφητῶν αὐτοῦ, κατώρθωσε πρῶτος, ν’ ἀποκαλύψῃ εἰς
τὴν ἀνθρωπότητα τὸν μόνον Ἀληθινὸν Θεόν, τὸν Ἀνώτατον τοῦ Κόσμου
Δημιουργόν, ἀλλὰ καὶ οὗτοι παρασυρθέντες ὑπὸ τῶν ἐγκρυπτομένων ἐν
τῇ ἀτελῇ ψυχικῇ αὐτῶν ὑποστάσει ἐλαττωμάτων καὶ παθῶν, συνέλαβον
τὸ Ὂν τοῦτο, ἀνάλογον μὲ τὴν ἀτελῆ τῆς φύσεώς των ροπὴν καὶ χαρα-
κτῆρα, τὴν ρέπουσαν πρὸς τὸ κακὸν καὶ τὴν ἐκδίκησιν καὶ οὕτω ἐδημι-
ούργησαν ἕνα Θεὸν ἀτελῆ, πλήρη κακίας, καὶ ἐκδικήσεως, μικρὸν εἰς τὴν
ἔννοιαν τῆς Ὑψίστης Αὐτοῦ ἐν τῷ Κόσμῳ Ὑψηλοφροσύνης, Ἀνεξικακίας
καὶ Ἀγαθότητος, ζηλόφθονον καὶ ἀπηνῆ διώκτην παντὸς κατ’ Αὐτοῦ κατ’
ἐλάχιστον ἀντιστρατευομένου, πλήρη παθῶν καὶ ταπεινῶν αἰσθημάτων,
ἀκριβὲς ἀντίγραφον τῆς ἰσραηλιτικῆς τῶν Ἑβραίων ψυχικῆς διαθέσεως.
Εἷς ὅμως τοιοῦτος Θεός, ὁ τιμωρῶν καὶ ἐκδικούμενος ἐκείνους, οἱ
ὁποῖοι δὲν ἐξετέλεσαν τὰς διαταγὰς Του, δηλαδὴ τὴν πλήρη ἐξόντωσιν τῶν
ἀνθρώπων τῶν μὴ ἀνηκόντων εἰς τὸ ἰσραηλιτικὸν γένος, ἢ καλλίτερον, τῶν
ζώντων εἰς τὴν χώραν τῆς Ἐπαγγελίας, ἣν δι’ αὐτοὺς ὁ Θεὸς οὗτος ἐπηγ-
γέλθη νὰ ἔχωσιν ὡς Αἰώνιον κατοικίαν τῶν ἀπογόνων αὐτῶν μέχρι τῆς συ-
ντελείας τοῦ κόσμου, καὶ τοὺς ὁποίους ἔδει νὰ ἐξολοθρεύσωσι διὰ πυρὸς
καὶ σιδήρου, μέχρι καὶ τοῦ τελευταίου ζώου, τοῦ ἐξυπηρετοῦντος αὐτούς,
εἷς τοιοῦτος Θεὸς δὲν εἶναι Θεός, ἀλλ’ ἀπηνὴς δαίμων τῆς Κολάσεως,
Ἐξεμῶν ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ Οὐρανοῦ ἂν ὄχι ἀπὸ τὰ βάθη τῶν ἐγκάτων τῆς
γῆς, τὸ πῦρ καὶ τὸν θάνατον κατὰ παντὸς Ὄντος μὴ λατρεύοντος τοῦτον,
κατὰ τὰ δεδομένα τῆς Ἰσραηλιτικῆς Θρησκείας.
Ὁ κόσμος ἔζη εἰς μίαν στενὴν καὶ περιωρισμένην ἀκτῖνα θρησκευ-
τικῶν δοξασιῶν, τὰς ὁποίας μᾶλλον τὰ πάθη καὶ οὐχὶ ἡ ψυχικὴ ἀρετή
ὑπηγόρευε, καὶ αἱ στρεβλαὶ καὶ ψευδεῖς ἀντιλήψεις περὶ τῶν ἐν γένει τοῦ
κόσμου πραγμάτων. Ὁ Ἀληθης Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐκρύπτετο ὄπισθεν τῶν
πυκνῶν νεφῶν, τὰ ὁποῖα ἐπεσώρευσαν τὴν ἐποχήν ἐκείνην ἡ ἀμάθεια καὶ
δὲν ἐπέτρεπεν εἰς τὰς Ζωηφόρους Αὐτοῦ Ἀκτῖνας νὰ διαλύσωσι τὸ σκότος,
τὸ ὁποῖον ἐπεκάλυπτε τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων καὶ διανοίξῃ τοὺς πνευ-

399
ματικοὺς αὐτῶν ὀφθαλμούς, διὰ νὰ ἴδωσι καὶ ἀντιληφθῶσι τὴν πραγματι-
κὴν Ἀλήθειαν.
Ὁ Οὐρανὸς τῆς Ἀληθείας ταύτης,ἂν καὶ κατὰ τὰς λαιλαπώδεις καὶ τρικυ-
μιώδεις ἀδελήνους καὶ ἀφωτίστους σκοτεινὰς νύκτας πολλάκις δι’ ἀστρα-
πῶν ηὐλακοῦτο, ἐν τούτοις οὐδεὶς ἠδύνατο κατὰ τήν ἐποχήν ἐκείνην νὰ ἀντι-
ληφθῇ τὴν Βασιλεύουσαν, ἀλλὰ κεκαλυμμένην ἐν τῷ κόσμῳ Ἀλήθειαν. Καὶ
διὰ τοῦτο τὸ Θεῖον Πνεῦμα, τὸ ὑπαγορεῦον τὴν Ἀλήθειαν, περιβαλλόμενον
ὑπὸ τῆς ἀδιαπεράστου ἀχλύος τῶν σκοτεινῶν νεφῶν, τὰ ὁποῖα περιέβαλλον
τὴν ἀτελῆ εἰσέτι ψυχήν, δὲν ἠδύνατο νὰ διαφωτίσῃ πλήρως αὐτήν.
Καὶ διὰ τοῦτο οἱ αἰῶνες ἀνέμενον, ὡς ἐλέχθη ὑπὸ τῶν Προφητῶν καὶ
Μυστῶν, τὴν ἐπὶ γῆς ἐνανθρώπισιν τοῦ Θείου Λόγου, τοῦ Υἰοῦ τοῦ Θεοῦ,
ἐν τῷ Προσώπῳ τοῦ Ἰησοῦ, Ὅστις διήνοιξε Νέαν Ὁδὸν εἰς τὴν ἀνθρω-
πότητα καὶ ἀπεκάλυψε διὰ τῆς Διδασκαλίας Αὐτοῦ τὴν πραγματικὴν
Ὑπόστασιν καὶ Ὑπερτελείαν Ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἀγάπης, Συγχωρή-
σεως καὶ Ἀφέσεως πάσης ἁμαρτίας καὶ ἀνθρωπίνης κακίας.
Ὁ Θεὸς οὗτος ὁ Ἀνεξίκακος, ὁ πάντας συγχωρῶν καὶ ἐλεῶν, εἶναι ὁ
Θεὸς ὅστις ἔπλασε τὸν κόσμον καὶ ἐνεστάλαξεν εἰς ὅλας Αὐτοῦ τὰς ἐνερ-
γείας καὶ ἐκδηλώσεις τὴν Ἀγάπην, οὐ μόνον ἐν τῷ ἀψύχῳ φυσικῷ βασιλείῳ,
ἀλλὰ καὶ εἰς πᾶσαν ζωϊκὴν ὕπαρξιν, διὰ τοῦ μεγίστου ἐν τῷ κόσμῳ Ἀναλ-
λοιώτου καὶ Ἀμεταβλήτου Νόμου τῆς Ἔλξεως.
Ὅλα τὰ στοιχεῖα, ἀναλόγως τῆς χημικῆς αὐτῶν συγγενείας, ἕλκονται
καὶ διαμορφώνουν τὰ ὑλικὰ σώματα. Ἅπας ὁ ζωϊκὸς κόσμος, ἀπὸ τῶν
φυτῶν μέχρι τῶν ζωοφύτων καὶ λοιπῶν ζωϊκῶν ὄντων καὶ τοῦ ἀνθρώπου
ὑπήκουεν ἀμοιβαίως ἕκαστος, εἰς τὸν νόμον τοῦτον τῆς ἕλξεως πρὸς διαι-
ώνισιν καὶ πολλαπλασιασμόν, ὡς καὶ συντήρησιν τοῦ εἴδους των, ἄνευ τοῦ
ὁποίου οὐδεμία ἐκδήλωσις τῆς ζωῆς θὰ ἠδύνατο νὰ ἐπιζήσῃ καὶ διατηρηθῇ
πέραν τῆς μιᾶς γενεᾶς.
Ὁ Θεὸς οὗτος ὁ Δημιουργὸς καὶ Ὺπερτέλειος, Ὁ διὰ μέσου τῶν αἰώνων
ἀποκαλύπτων καὶ διδάσκων τὴν Ἀλήθειαν, εἶναι Ἐκεῖνος Ὅστις διὰ τοῦ
Ἐνανθρωπισθέντος Αὐτοῦ Λόγου ἐδίδαξε τὴν ἀνθρωπότητα νὰ λατρεύῃ
Αὐτὸν ἐν Ἀγάπῃ καὶ Ἀληθείᾳ καὶ τοῦ ὁποίου τὸ Πνεῦμα ἐξακολουθεῖ νὰ
ἐμπνέῃ πάντας ἐκείνους, ἀναλόγως τῆς πνευματικῆς αὐτῶν τελειότητος
καὶ ἀνελίξεως.

179. Ὅπως ἐν τῷ φυσικῷ κόσμῳ ὑφίστανται τὰ διάφορα πλανητικὰ


συστήματα, τὰ διαμορφωθέντα ἐκ τῆς Ἀπείρου συμπαγοῦς Μάζης τῆς
καταλαμβανούσης πρὸ τῆς διαμορφώσεως αὐτῶν τὸν Ἄπειρον χῶρον τοῦ
Σύμπαντος, οὕτω καὶ ἐν τῷ Πνευματικῷ Κόσμῳ κυριαρχεῖ ἡ Παντεπό-
πτης καὶ Διοικοῦσα Πνευματικὴ τοῦ Θεοῦ Δύναμις, ἥτις πανταχοῦ πα-
ροῦσα καὶ τὰ πάντα πληροῦσα κατευθύνει τὰς ἐξ Αὐτοῦ ἀπορρευσάσας

400
Πνευματικὰς Δυνάμεις καὶ πάντα τὰ Ὄντα, διαφωτίζουσα, ποδηγετοῦσα
ταῦτα καὶ Ἄρχουσα ἐπὶ πάντων τούτων.
Ὁ Θεὸς ἐν τῇ μαθηματικῇ ἐννοίᾳ ἀναπαρίσταται ὡς ἡ ἀρχικὴ καὶ
Ἀπόλυτος Μονάς, ἡ ἐν τῷ Ἀπείρῳ Χώρῳ ὑπάρχουσα καὶ ζῶσα πρὸ πάντων
τῶν αἰώνων καὶ πρὸ τῆς Ἀμόρφου καὶ Ἀδιασκευάστου τοῦ Ἀπείρου Μάζης
ἐπὶ τῆς ὁποίας ἔθεσε τὰς Δημιουργικὰς Αὐτοῦ Δυνάμεις καὶ τοὺς Ἀναλλοιώ­
τους καὶ Ἀπαραβάτους Αὐτοῦ Νόμους, ἐκ τῆς κανονικῆς καὶ ἀμεταπτώτου
λειτουργίας τῶν ὁποίων διὰ τῆς παρόδου ἀμετρήτων αἰώνων καὶ τῆς ἀμε-
τατρέπτου ἐπιδράσεως αὐτῶν ἐπῆλθε καὶ συνετελέσθη ἡ δημιουργία τοῦ
Φυσικοῦ Βασιλείου τοῦ Σύμπαντος.
Ὁ Θεός, ὡς Ἀρχικὴ Ἀπόλυτος Πνευματικὴ Μονάς, συνεῖχεν ἐν Ἑαυτῷ
ἁπάσας τὰς Δυνάμεις, αἱ ὁποῖαι ἐξ Αὐτοῦ ἐκπορευθεῖσαι ἐπέφερον τὴν δια-
μορφωθεῖσαν καὶ ἐξακολουθητικῶς ἐξελισσομένην καὶ τελειοποιουμένην
σύστασιν τῶν Ἀπείρων Οὐρανίων σωμάτων, ἐν τῷ ἀτελευτήτῳ χώρῳ τοῦ
Σύμπαντος.
Ὁ Θεὸς ὡς Ἄναρχος καὶ Ἀΐδιος Πνευματικὴ δύναμις Ἄρχουσα τῶν
πάντων καὶ διὰ τῶν ἐξ Αὐτῆς ἐκπορευθεισῶν δυνάμεων, διήκουσα καὶ
ἐποπτεύουσα τὰ πάντα ἐν πᾶσι εἶναι ἡ Κεντρικῆ Ἑστία τοῦ Πνευματικοῦ
Ἡλίου, Ὅστις διὰ τῶν Ἀκτίνων Αὐτοῦ περιβάλλει σύμπαντα τὸν Κόσμον
καὶ δι’ Αὐτῶν διαφωτίζει πᾶσαν ἐν αὐτῷ ὑπάρχουσαν ζῶσαν, κινουμένην
καὶ σκεπτομένην Πνευματικὴν Ὀντότητα.
Ἑκάστη Πνευματικὴ Ὀντότης, πᾶσα ζῶσα ὕπαρξις, ἐγκλείει ἐν ἐαυτῇ
τὴν Πνευματικὴν Ἀκτῖνα τοῦ Θείου Φωτός, ἡ ὁποία ἀρρήκτως συνδεο-
μένη μετ’ Αὐτοῦ, ἀποτελεῖ καὶ ἰδίαν Φωτογενῆ Λυχνίαν, τῆς ὁποίας τὸ ἐξ
αὐτῆς ἀναδυόμενον φῶς, εἶναι ἀνάλογον τῆς ἀνελίξεως καὶ τελειοποιή-
σεως αὐτῆς, διὰ μέσου ἀλλεπαλλήλων μετενσαρκώσεων, ὡς καὶ τοῦ ὐφι-
σταμένου δεσμοῦ συνεκτικότητος μὲ τὸ Θεῖον Φῶς, τὸ ὁποῖον τὴν περι-
βάλλει καὶ τὴν διαφωτίζει.
Αἱ ἀτέλειαι τῆς ψυχῆς ἀποτελοῦν τὸ κύριον ἐμπόδιον, τὸ ὁποῖον κα-
θυστερεῖ τὴν Πνευματικὴν ἀναγωγὴν καὶ τελειοποίησιν τοῦ Ὄντος καὶ
δὲν ἐπιτρέπει εἰς αὐτὸ νὰ προσδεχθῇ πλήρως τὴν φαεινὴν Ἀκτινοβολίαν
τοῦ Θείου Φωτός. Πέριξ τῆς ψυχῆς ταύτης, σχηματίζεται ἕνα κέλυφος, τὸ
ὁποῖον περισφίγγει περιβάλλον αὐτὴν πανταχόθεν καὶ δὲν ἐπιτρέπει εἰς
αὐτὴν νὰ διασπάσῃ τὰ δεσμά, τὰ ὁποῖα συνδέουν αὐτὴν πρὸς τὸ ὑλικὸν πε-
ριβάλλον της καὶ δὲν ἀφήνουσιν αὐτὴν ἐλευθέραν ν’ ἀνέλθῃ ὑψηλότερον ν’
ἀρυσθῇ ἐκ τοῦ Θείου Φωτός, τὸ ὁποῖον ἀδιακόπως τὴν περιβάλλει καὶ τὴν
διαφωτίζει, τὴν ἀληθῆ κατεύθυνσιν τοῦ προορισμοῦ της καὶ καταστῇ τὸ
Τέλειον Πνευματικὸν Ὄν, τὸ ὁποῖον ἀρρήκτως συνδεόμενον μετ’ αὐτοῦ
νὰ ἀποτελέσῃ ἴδιον φῶς, ἐμπερικλεῖον ὅλην τὴν δύναμιν τῆς ἀκτινοβολίας
τοῦ θείου φωτός, τὸ ὁποῖον τὴν διαφωτίζει.
Ἐκ τῆς Ἀνάρχου καὶ Ὑπερτάτης Ἀκενώτου Ἑστίας τοῦ Θείου Φωτός,
ἐξεπορεύθη ὁ Θεῖος Λόγος. Ὁ Λόγος Οὗτος πρὸ τῆς Δημιουργίας τοῦ Κό-
σμου προϋπάρχων καὶ ἐν τῷ Θεῷ ἐνυπάρχων, ὡς Οὗτος πρὸ πάντων τῶν

401
αἰώνων, ἀπετέλει τὴν Πνευματικὴν Ὑπόστασιν τῆς Θείας Ἀνάρχου Ἀρχῆς,
ἐξ ἧς ἀπέρρευσαν διὰ μόνης τῆς Διανοήσεως Αὐτοῦ ἅπασαι αἱ ἐν τῇ φύσει
ἐνυπάρχουσαι καὶ λειτουργοῦσαι Δυνάμεις.
Ὁ Θεῖος Λόγος εἶναι ἡ Ἀρχικὴ Ἑστία τοῦ Πνευματικοῦ Φωτός, ἡ ἐν τῷ
Θεῷ Ἀϊδίως ἐνυπάρχουσα, οὐδόλως μεταβαλλομένη καὶ ἀλλοιουμένη,
οὐδόλως διὰ τῆς Ἀενάου Αὐτῆς ἀκτινοβολίας ἐπὶ Σύμπαντος τοῦ Κόσμου
ἐλαττουμένη ἢ αὐξανομένη, ἀλλὰ ἀποτελοῦσα τὴν Ἀκένωτον Πηγὴν τῆς
Θείας Παραγωγῆς καὶ Διαφωτίσεως, ἐπὶ Σύμπαντος τοῦ Ἀπείρου Κόσμου,
ἐξακολουθοῦσα νὰ διαφωτίζῃ τὰ Πνευματικὰ Ὄντα διὰ τοῦ Ἀνεξαντλήτου
Αὐτῆς Φωτὸς καὶ νὰ διαθερμαίνῃ τὰς ψυχὰς διὰ τῆς Ἀσβέστου καὶ Θερμογό­
νου Αὐτῆς Ἀγάπης.
Ἡ Ἑστία αὕτη τοῦ Θείου Φωτὸς ἐξακολουθεῖ καὶ θὰ ἐξακολουθῇ πάντοτε
νὰ ἐξαποστέλλῃ τὰς Ζειδώρους καὶ Ἀειφώτους Ἀκτῖνας Της πρὸς Σύμπαντας
τοὺς Κόσμους τοῦ Ἀπείρου, τοὺς κατοικουμένους ὑπὸ Πνευματικῶν Ὄντων
καὶ νὰ διαμορφώνῃ καὶ διαπλάσσῃ αὐτὰ ἐπὶ τὸ τελειότερον, μέχρι τῶν Ἀνω-
τάτων βαθμίδων τῆς Ὀντοτικῆς κλίμακος τῆς συνδεούσης αὐτὰ μὲ τὸ Θεῖον.
Ἡ Θεία ἐκπόρευσις τοῦ Ἀνάρχου Θείου Λόγου ἐπὶ Σύμπαντος τοῦ
Ἀπείρου Κόσμου, ἀποτελεῖ τῆν κυρίαν βάσιν, οὐ μόνον τοῦ ὑπὸ τοῦ Δημι-
ουργοῦ Θεοῦ τεθέντος εἰς πραγματοποίησιν Δημιουργικοῦ Σχεδίου, ἀπὸ
τῆς ἐνάρξεως τῆς Δημιουργίας τοῦ Ἀπείρου Κόσμου, ἀλλὰ καὶ μέχρι συ-
ντελείας τῶν αἰώνων, οἵτινες θὰ ἐπιφέρωσιν τὴν πανάκειαν τῆς πλήρους
αὐτοῦ συμπληρώσεως καὶ τελειώσεως, ἵνα τὰ πάντα ἐν πᾶσι τελειωθῶσι
καὶ καταστῶσι ἡ πλήρης τοῦ ὑπὸ δημιουργίαν συμπληρωθέντος κόσμου
Τελειότης, ὁπότε πᾶσα πνοὴ τελειωθεῖσα αἰνεῖ καὶ δοξάζει τὸν Ἀπειράγα-
θον Δημιουργὸν Θεόν.
Εἴπομεν ὅτι ἑκάστη Πνευματικὴ Ὀντότης, συνδέεται μετὰ τοῦ Θεοῦ,
διότι ἑκάστη ψυχή ἐμπερικλείει ἐν ἑαυτῇ καὶ μίαν Ἀκτῖνα τοῦ Θείου Φωτός.
Ἡ Ἀκτίς αὕτη, ἡ ἐκ τοῦ Θείου Πνεύματος ἐξαποστελλομένη καὶ μετ’ αὐτοῦ
συνδεομένη, εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεῖος Λόγος, ὁ ἐπὶ γῆς ἐνσαρκωθείς
ἐν τῷ Προσώπῳ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ ἢ ἐν τῷ Πατρί καὶ μόνον ἐνοι-
κῶν καὶ ἐξ Αὐτοῦ καὶ μόνον ἐκπορευόμενος, διαφωτίζει τὰς Πνευματικὰς
­Ὀντότητας τοῦ Ἀπείρου Κόσμου.
Ὁ ἐνσαρκωθείς Ἰησοῦς ἐν τῇ γῇ καὶ μετὰ τὸν σταυρικὸν Αὐτοῦ θάνα-
τον πρὸς τὸν Πατέρα Αὐτοῦ Θεὸν ἐπιστρέψας καὶ ἀποκατασταθείς, ἐξα-
κολουθεῖ νὰ ἐνοικῇ ἐν Αὐτῷ ὡς Υἱὸς καὶ ὡς κεχωρισμένη Ὀντότης, ἐν τῷ
Πατρὶ ζῶν καὶ ὑπ’ Αὐτοῦ ἐκπορευόμενος. Ὡς τοιοῦτος δὲ ἐξακολουθεῖ νὰ
ἐπικοινωνῇ μὲ τὸν ἐπὶ τῆς γῆς ἄνθρωπον, ὡς κεχωρισμένη Ὀντότης, ἢ ὡς
Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, ὁ δημιουργήσας τὸν κόσμον καὶ τοῦτον διαμορφώνων
καὶ προάγων ἐπὶ τὸ τελειότερον. Ἢ μήπως Οὗτος μετὰ τὴν εἰς Οὐρανοὺς
Ἀνάληψιν Αὐτοῦ ἐξακολουθεῖ ἐνσαρκούμενος καὶ εἰς ἄλλους κόσμους,
οἵτινες ἔχωσιν ἀνάγκην ὁμοίας πρὸς τὴν ἐν τῇ γῇ ἐνανθρώπισήν Του, διὰ
νὰ προαγάγῃ τὸ ἀτελὲς πνευματικὸν ἔργον τῶν Ὄντων τούτων καὶ κηρύξῃ
καὶ εἰς αὐτὰ τὴν Διδασκαλίαν τῆς Ἀγάπης;

402
Ὁ Θεῖος Λόγος εἶναι ἡ Ἄναρχος Πνευματικὴ Ὀντότης τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐν
Αὐτῷ ὑπάρχουσα καὶ ἐνοικοῦσα πρὸ τῆς Δημιουργίας τοῦ Ἀπείρου Κόσμου,
καὶ οὖσα αὐτὸ τοῦτο τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεῖος Λόγος, ὡς Αὐτὸς Οὗτος ὁ
Θεός, διότι εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Θεός, ἐφώτιζε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ διαφω-
τίζῃ Σύμπαντα τὸν Κόσμον.
Ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τῆς ἐμφανίσεώς του ἐπὶ τῆς γῆς δὲν ἔπαυσεν ἐμπνεό-
μενος, ἀναλόγως τῆς ἐξελίξεως καὶ τοῦ βαθμοῦ τῆς τελειοποιήσεως αὐτοῦ.
Οὕτω διὰ μέσου τῶν αἰώνων, οἱ ἄνθρωποι διὰ τοῦ ἰδίου αὐτῶν πνεύματος
καὶ τῆς ἀνταυγείας τοῦ Φωτὸς τοῦ ἐν τῷ Θεῷ ἐνοικοῦντος Θείου Λόγου,
προ­σεδέχοντο καὶ ἀναλόγους ἐξ αὐτῆς ἐμπνεύσεις.
Οὐδεμία Θρησκεία πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἰησοῦ ἠδύνατο νὰ κατανοή-
σῃ τὴν σχέσιν τοῦ Δημιουργοῦ καὶ Παντεπόπτου Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπον.
Ἡ ἰδέα περὶ τῆς τοῦ Θεοῦ Οὐσίας παρέμενε κεκλεισμένη καὶ ἀπρόσιτος διὰ
τὰς διανοίας τῶν ἀνθρώπων, οἵτινες ἐλάτρευσαν καὶ ἐθεοποίηοαν τὰς φυ-
σικὰς δυνάμεις, ἢ διεμόρφωσαν τὴν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ, μὲ τὰς ἰδιότητας τῆς
ἀνθρωπίνης φύσεως.
Οὕτω τόσον οἱ πανάρχαιοι τῆς γῆς λαοί, εἰς τάς διαφόρους χώρας τοῦ
τότε κόσμου, ἐδημιούργησαν, διὰ τῆς πεπλανημένης φαντασίας των, πλεί-
στους ὅσους Θεούς, ὅσον καὶ αὐτοὶ οἱ μονοθεϊσταῖ παρέστησαν Αὐτὸν συμ-
φώνως μὲ τὰς ἀτελείας τοῦ ἀνθρώπου, Θεὸν πλήρη παθῶν καὶ ἐκδικήσεως,
τοσοῦτον μικρόν, ὥστε νὰ ἐπιζητῇ τῆν ἐξόντωσιν ὁλοκλήρων λαῶν, διότι
δὲν Τὸν ἐπίστευσαν, ὡς ἀπῄτει Οὗτος νὰ Τὸν προσκυνῶσι καὶ νὰ Τὸν λα-
τρεύωσιν καὶ τόσον κακὸν καὶ ἀπάνθρωπον, ὥστε νὰ καταστρέφῃ καὶ ἐξο-
λοθρεύῃ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἡμάρτησαν ἢ δὲν Τὸν ἐξύμνησαν ἢ Τὸν ἠγνόη-
σαν, ἐνῷ ὤφειλαν νὰ προσφέρωσιν εἰς Αὐτὸν θυσίας καὶ ὁλοκαυτώματα,
τῶν ὁποίων ἡ κνίσσα τῶν καιομένων σωμάτων νὰ ἀνέρχεται καὶ εὐχαριστῇ
τὴν ἡδυπαθῆ ὄσφρησιν τῆς ἀνθρωπομόρφου Μορφῆς Του.
Ὁ τοιοῦτος ὅμως λατρευόμενος ὑπὸ τῆς νηπιώδους καὶ παιδικῆς ἡλι-
κίας τῆς ἀνθρωπότητος Θεὸς, ἔδει εἴτε νὰ καταπέσῃ καὶ καταβαραθρωθῇ
ἐκ τῆς κορυφῆς τοῦ Ὀλύμπου, ἔστω καὶ ἐὰν ἦτο νεφεληγερέτης Ζεύς, εἴτε
ἐκ τοῦ Βαβυλωνειακοῦ τείχους νὰ ἐξοβελισθῇ καὶ καταπέσῃ, εἴτε ἀπὸ τὸν
ὄγκον τῶν διασωζομένων Αἰγυπτιακῶν πυραμίδων νὰ ταφῇ, ὡς αἱ μούμιαι
τοῦ Φαραώ, εἴτε ἀπὸ τοῦ ὅρους Σινᾶ κατερχόμενος νὰ ὑποκατασταθῇ ὑπὸ
τὴν Μορφὴν τοῦ Ἐνανθρωπίσαντος Αὐτὸν Ἰησοῦ.

403
180. Ἐγὼ Ὁδηγός Εἰμι τῶν ἐπιζητούντων Με. Τὸ Ἒλεός Μου ἐπὶ ­παντὶ
ἀνθρώ­π ῳ ἐπέρχεται καὶ τὰς ψυχὰς καθαγιάζει τῶν εἰς Ἐμὲ κατα­
φευγόντων.
Ἐγὼ γέγονα τοῖς πᾶσι προσιτὸς καὶ οἱ πάντες πρός Με καταφευγέτω-
σαν, ὡς ἐὰν ἐξεζήτησάν Με ἐν τῷ πόθῳ τῆς ψυχῆς αὐτῶν. Τὸ Πνεῦμα Μου
ἐπὶ πᾶσαν σάρκα πνεῖ καὶ τοὺς ὑπ’ Ἐμοῦ ἐκλεγέντας καθαγιάζει. Ἡ Σοφία
τοῦ Κόσμου ἐν Ἐμοὶ κέκρυπται καὶ διὰ ταύτης τοὺς πτωχοὺς πολλάκις τῷ
πνεύματι ἐμπνέων τοὺς σοφοὺς καθελῶ.
Ὀ ἐπιζητῶν Με ἀνευρίσκει Με καὶ ὁ Ποθῶν Με ἐναγκαλισθήσεταί Με
καὶ ὄψεταί Με, οὐ μόνον ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ, ἀλλ’ ἐν τῇ μελλούσῃ. Ἐπὶ πά-
ντα ἄνθρωπον προσέρχομαι καὶ διὰ τῶν ὑπ’ Ἐμοῦ πνευμάτων τὴν τοῦ κό-
σμου βελτίωσιν ἐπιζητῶ.
Αἰῶνες διέρρευσαν καὶ ἡ ἀνθρωπότης ἐνωτισθεῖσα τῶν λόγων Μου
ἀπεμακρύνθη τῆς εὐθείας ὁδοῦ καὶ ἠκολούθησε τὴν ἀντίθετον τῆς Διδα-
σκαλίας Μου.
Ἀγάπην τῷ Κόσμῳ ἐδίδαξα καὶ οἱ τὸ ἔργον Μου ἐνωτισάμενοι καὶ ἀκο-
λουθοῦντες τὸ μῖσος ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν ἐξέθρεψαν. Τὴν Ἀλήθειαν ἐπε-
ζήτησα καὶ τὸ ψεῦδος ἐνεκόλαψαν ἐν τοῖς τύρβοις τῆς ζωῆς καὶ ἐπιδόσεσιν
αὐτῶν. Τὴν Εἰρήνην τοῦ κόσμου ἐκήρυξα καὶ τὸν πόλεμον ἠκουλούθησαν
ὡς μέσον τῆς ἐπικρατήσεως τῶν ἰσχυρῶν.
Ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν τὸ Πνεῦμα Μου ἐκπορεύεται καὶ ἐμπνέει τοὺς δυ-
ναμένους νὰ φέρωσι τὸ ἀληθινὸν Φῶς εἰς τὴν ἀνθρωπότητα. Οἱ φορεῖς
οὗτοι τοῦ Πνεύματός Μου ἐμπνεόμενοι τὴν Νέαν Διδαχήν Μου, τὴν τοῦ κό-
σμου σωτηρίαν ἐπιδιώξουσι καὶ ταύτην ἐπενέγκουσι.
Ἐν μέσῳ ὑμῶν πρὸ μακροῦ χρόνου ἱστάμενος καὶ τὰ βήματα ὑμῶν κα-
θοδηγῶν ἐπιζητῶ, ἵνα τοῦ Ἔργου Μου καταστῆτε κοινωνοί. Τὸ δὲ Ἔργον
Μου τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλ’ ἐκ τοῦ Κόσμου Μου. Καὶ
ὁ Κόσμος Μου εἶναι τὸ Φῶς, καὶ τὸ Φῶς αὐτοῦ ἡ Ἀλήθεια. Καὶ ἡ Ἀλήθεια
μία ἐστιν. Ἡ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν θεὸν κατανόησις.
Ἵνα δὲ πᾶς τις τὴν Ἀλήθειαν αὐτὴν κατανοήσῃ, Ἐμὲ ἂς ἀκολουθήσῃ
καὶ ἂς καταστήσῃ Με ὁδηγὸν αὐτοῦ. Ἀπεμπολῶν αὐτοῦ πάντα κακὸν λο-
γισμόν, ἀποκαθαίρων διὰ τῆς Διδασκαλίας Μου πᾶν ἁμάρτημα καὶ τὴν
ψυχὴν αὐτοῦ ἀνυψῶν, Ἐμὲ δὲ ὁδηγὸν ἔχων ἐν τῇ ὁδῷ Μου κατευθυνθή-
σεται καὶ ταύτην ἀκολουθῶν ἐν τῷ Ναῷ Μου σκηνώσει. Ὁ δὲ Ναός Μου
οὗτος οὔτε ἐν τῇ Γῇ εὕρηται, οὔτε ἄνωθεν καὶ κάτωθεν αὐτῆς, ἀλλὰ ἐν τῇ
ἰδίᾳ αὐτοῦ ψυχῇ.
Ἑκάστη ὅθεν ψυχὴ ἐπιζητοῦσα τὴν τελειότητα, τὴν ἄφθαστον καὶ
πραγματικὴν ἂς οἰκοδομήσῃ τὸν Ναόν Μου ἐν τοῖς ἐγκάτοις αὐτῆς. Διότι
τὸ Πνεῦμα Μου ἐπιζητεῖ τὴν κατασκήνωσιν οὐχ ἐν τοῖς ὑλικοῖς καὶ φθαρ-
τοῖς καὶ ἐγκοσμίοις, ἀλλ’ ἐν τοῖς Ἀθανάτοις καὶ Πνευματικοῖς. Ἕκαστον δὲ
πνεῦμα ἀνθρώπου εἶναι καὶ εἷς οἶκος, ἐν ᾧ τὸ Πνεῦμα Μου ἐπιζητεῖ νὰ κα-
τασκηνώσῃ, ἵνα μεταβάλῃ τοῦτο εἰς Οἶκον Θεοῦ.
Ἐν μέσῳ ὑμῶν ἵσταμαι καὶ νουθετῶ ὑμᾶς ἵνα Μὲ ἀκολουθήσητε. Ὁ χρό-

404
νος ἐπὶ ματαίῳ καταναλίσκεται, χωρὶς νὰ ἐπιταχύνητε τὸ βῆμα ὑμῶν, ἵνα
φθάσητε εἰς τὸ τέρμα τοῦ προορισμοῦ ὑμῶν.
Ἐπεζήτησα νὰ δώσω τῷ κόσμῳ τὴν Ἀλήθειαν, καὶ νὰ ἄρω τὸν πέπλον,
μὲ τὸν ὁποῖον οἱ διαδεχθέντες τὸ Ἔργον Μου περιετύλιξαν ταύτην, διὰ τὴν
ἐξυπηρέτησιν τῶν ὑλικῶν αὐτῶν ἐπιδόσεων καὶ συμφερόντων. Ὁ χρόνος
ὅμως ἐπὶ ματαίῳ παρέρχεται καὶ καταναλίσκεται εἰς ματαίας διατριβάς.
Ἐπανέλθετε καὶ πάλιν εἰς την ἀτραπόν, εἰς ἣν τελευταίως ἐγκατελείφθητε.
Ἕκαστος ἂς ἀκολουθήσῃ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἀτραπόν, τὴν διὰ τῆς ὁδοῦ
Μου διερχομένην καὶ ἂς ἀναζητήσῃ ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς του νὰ ἀνεύρῃ
τὴν Ἀλήθειαν. Ἂς ὑπερυψώσῃ τὴν διάνοιαν αὐτοῦ πρὸς Ἐμὲ καὶ ἂς ἀκο-
λουθήσῃ. Ἐγὼ προπορευόμενος θέλω καθοδηγήσῃ τοῦτον ἀσφαλῶς εἰς τὸ
τέρμα τοῦ προορισμοῦ του.
Ὁ καιρὸς καταφθάνει καὶ συμπληροῦται. Οἱ αἰῶνες παρελθόντες ἐπι-
ταχύνονται νῦν εἰς τὴν ἀποκατάστασιν τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ Φωτὸς αὐτῆς.
Ἀφήσατε τὰς ψυχὰς ὑμῶν, ἵνα ὑπερυψωθῶσι τῶν ταπεινῶν λογισμῶν καὶ
τὸ Πνεῦμα ὑμῶν νὰ ἀρθῇ ὑπεράνω τῶν ὑλικῶν ἐπιθυμιῶν. Ἐν μέσῳ ὑμῶν
ἐσαεὶ ἱστάμενος καὶ τὰ βήματα ὑμῶν κατευθύνων, θέλω δώσει τὸ Φῶς τῆς
Διδασκαλίας Μου, τὸ κρυπτόμενον ὄπισθεν τῶν νεφῶν, τὰ ὁποῖα ἡ ἀμάθεια
τοῦ παρελθόντος καὶ αἱ διάφοροι αἱρέσεις ἐπεσώρευσαν.
Ἀναζητήσατέ το καὶ θέλετε ἀνεύρει τοῦτο ἐν τῷ βάθει τῆς ψυχῆς ὑμῶν.
Διότι ἡ ψυχὴ ἑκάστου ἐξ ὑμῶν εἶναι καὶ μία Κιβωτός, ἥτις ἐγκρύπτει τοὺς
θησαυροὺς τῆς Σοφίας τῆς Αἰωνίου, τὴν Ἀλήθειαν, ἣν τὸ Θεῖον Φῶς ἐκ-
πέμπει ἐπὶ πᾶσαν διάνοιαν, ἵνα καταστήσῃ ταύτην ἐγκόλπιον τῶν Αὐτῆς
­Ρημάτων.
Ἄρατε ἕκαστος ἐξ ὑμῶν τὸν Σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθῆτε Με. Ὁ δὲ
Σταυρὸς αὐτοῦ οὐκ ἔστι τι τό ὑλικόν, ἀλλὰ τὸ φορτίον τὸ ἐπιβαρῦνον ἕκα-
στον ἄνθρωπον ἐκ τῶν κληρονομιῶν τοῦ παρελθόντος. Ἐν Ἐμοὶ ἡ Ἀλήθεια
καὶ ὁ ταῦτα ἀκούων εἰς αἰῶνας ζήσεται. Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν Εἰμι καὶ τὰ βήματα
ὑμῶν προθύμως κατευθύνω ὁσάκις ἐπικαλεῖσθε Με διὰ τὴν προαγωγὴν καὶ
ἀνάδειξιν ὑμῶν.

405

ΦΑΡΑΧ.indb 405 16-Sep-21 1:20:38 PM


ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 1995

Αγαπητοί Αδελφοί, υπάρχουν πολλοί ανάμεσά σας οι οποίοι έχουν λά-


βει γνώση των εξελίξεων, που λαμβάνουν χώρα στα πλαίσια της νέας φά-
σης στην οποία ήδη έχει εισέλθει το Έργο.
Επειδή όμως υπάρχουν πολλές παρανοήσεις, επειδή η εξουσία της
χάριτος που έχει δοθεί, ωθεί τους Αδελφούς να ερμηνεύουν όπως θέλουν
ή όπως είναι πιο βολικό για τον καθένα τη στάση Μου, είναι αναγκαίο να
διευκρινίσω εκ νέου μερικά σημεία.
Ο Δάσκαλος Αδελφοί, δεν ήταν, ούτε είναι, ούτε και πρόκειται να
εγκαταλειφθεί ποτέ από τον Πατέρα, να είναι κάλαμος υπό ανέμου
σαλευόμενος. Αυτό δείχνει ότι δεν έχει χρείαν ούτε υπέρμαχων, ούτε πρε-
σβευτών, ούτε υπερασπιστών και φυσικά ούτε ερμηνευτών των κινήσεών
Του, είτε αυτές αφορούν το σύνολο, είτε καθένα σας ξεχωριστά. Αντίθετα
χρειάζεται Συνεργάτες με θέληση να υπηρετήσουν τον Άνθρωπο. Υποστά-
σεις αρκετά ανδρωμένες, ώστε να έχουν την επίγνωση ότι μοναδικός τους
προορισμός είναι να διακονούν το Θέλημα του Πατέρα και να έχουν απο-
φασίσει ν’ ακολουθήσουν τα βήματα του Δασκάλου.­
Ποιος είναι όμως ο Δάσκαλος Αδελφοί; Μέχρι σήμερα Με ντύσατε με τη-
βέννους, με χλαμύδες, με τίτλους και επιγραφές, όλα φανταχτερά στολίδια
της αντίληψης που διατηρήσατε για τον Δάσκαλο, όπως μέσα σας τον βλέ-
πατε και φυσικά όπως τον θέλατε να είναι, για να αρμόζει στη μελλοντική
σας εκδήλωση. Έτσι ο Δάσκαλος από Χριστός έγινε χρήσιμος στην έπαρσή
σας, αντικείμενο χλευασμού από τις επιδιώξεις του υλικού σας φρονήματος,
που δυστυχώς συνεχίζει να κυβερνά τις καρδιές σας. Μήπως Αδελφοί αυτή
η εικόνα έχει τίποτα κοινό με το επεισόδιό του φραγγελώματος του Ιησού
από τους στρατιώτες; Μήπως τον Δάσκαλο που λάβατε όλοι εντός σας τον
γδύσατε για να ντυθείτε το χιτώνα Του και να περιφέρεστε διαπληκτιζόμε-
νοι προς αλλήλους ποιος θα κερδίσει τα ιμάτιά του; Ή μήπως θέλατε να σας
αφήσω να διασυρθείτε, παίζοντας τα ιμάτιά Μου στα ζάρια;
Ο Δάσκαλος Αδελφοί, δεν βρίσκεται στη γη για να γίνει αντικείμενο
εκμετάλλευσης από κανέναν. Βρίσκεται για να δώσει την ευκαιρία στον
Άνθρωπο ν’ ανασυρθεί από το βόρβορο της υλικής ζωής, δείχνοντας τα βή-
ματα που οδηγούν στην ελευθερία. Συνεπώς, στο εξής θα συνεργαστώ με
εκείνους που θέλουν να ελευθερωθούν από την ύλη. Αυτούς που έχουν συ-
νειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει σωτηρία μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο και θέ-

ΦΑΡΑΧ.indb 406 16-Sep-21 1:20:38 PM


λουν να λυτρωθούν εν Θεώ, γενόμενοι Ένθεοι Άνθρωποι, οδηγοί των απα-
νταχού αλυσοδεμένων. Εκείνοι που μέχρι τώρα προσπαθούσαν να Μου
μοιάσουν και πλησίασαν για ν’ αποκτήσουν τη ράβδο της εξουσίας, αποτε-
λούν πλέον περασμένο στάδιο εξέλιξης. Θα παγοποιήσω όποια χάρη και
εξουσία φέρουν, καταθέτοντάς την στον Πατέρα, για να αποδείξουν ερ-
γαζόμενοι για τον Άνθρωπο και συνεργαζόμενοι με τους Αδελφούς τους ότι
πραγματικά βρίσκονται σ’ αυτό το Έργο, για να υπηρετήσουν το Θέλημα
του Πατέρα και όχι τη ματαιοδοξία τους. Έτσι, θα επανακτούν σταδιακά τη
χάρη, ανάλογα με την εργασία τους, σύμφωνα με την Κρίση του Πατέρα.
Δίνω σ’ αυτούς τους Αδελφούς την ευκαιρία να Με βιώσουν ως αγωνιστή
από τα πρώτα Μου βήματα, για να γνωρίσουν τη δίψα Μου για ένωση
με το Θεό, μέσα από τον Άνθρωπο. Ειλικρινά, λυπάμαι γι’ αυτή την εξέλι-
ξη. Όμως Αδελφοί μου, δεν είμαι Εγώ Εκείνος που καθορίζει τους Νόμους.
Υπάρχει για τον καθένα μια προδιαγεγραμμένη πορεία, που πρέπει να
διανύσει. Ακόμη κι αν προσπαθήσει να συντομεύσει την απόσταση, ο
Νόμος τον επαναφέρει στο σημείο της απόκλισης, προκειμένου να δια-
νύσει την οδό, όπως έχει προδιαγραφεί γι’ αυτόν.
Το Έργο Αδελφοί, σας το είπα και παλιότερα, δεν αποτελεί φιλοσοφική
σχολή, δεν είναι πνευματικό καφενείο, για να περνάει ο καθένας τον καιρό
του, ούτε χαμάμ για να ξεκουράζεται μέσα στο Θείο Φως. Ανήκει στον Πα-
τέρα και είναι δωρεά Του στον κόσμο, που σημαίνει ότι κανένας δεν έχει
το δικαίωμα να το καθηλώνει στις προσωπικές του μιζέριες. Θα μου πείτε,
σκληρή γλώσσα. Όμως υπάρχουν γραμμένα λόγια πολύ πιο σκληρά από
αυτά. Λόγια που λένε ότι μη διακηρύσσετε ότι φέρετε την Ουσία του Ιω-
άννη, χρησιμοποιώντας Την για να προβληθείτε, γιατί ο Ιωάννης μπορεί
και σε καρδιές που είναι σκληρές σαν πέτρα ν’ αναστήσει την Ουσία Του.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλοί από εσάς το γνωρίζετε, δεν δέ-
χομαι κανέναν, εκτός από πολύ ειδικές περιπτώσεις. Αυτό θα εξακολουθή-
σει να συμβαίνει, για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο, μέχρις ότου
μετατοπισθείτε και επέλθουν οι ανάλογες αλλαγές.
Θα αναδομήσω τους κύκλους μαθητείας, τους υπεύθυνους Δασκά-
λους, θα φέρω αλλαγές στα πάντα, γιατί Εγώ και το Έργο είμαστε Ένα.
Είμαι Εγώ Αδελφοί το Έργο και να είστε βέβαιοι ότι έχω τη σαφέστερη
εικόνα γι’ αυτό, από τον οποιονδήποτε από εσάς.
Μέχρι σήμερα, σας επέτρεψα να εκφραστείτε, για να φανερωθεί η
αντίληψη που έχει ο καθένας για το Έργο και τον Δάσκαλο. Σας έδωσα
όσες προϋποθέσεις Μού υπέδειξε ο Πατέρας, για να φτάσετε σήμερα να
μείνετε γυμνοί κάτω απ’ το Φως Του, για να ελεγχθείτε στα περί Αμαρτί-
ας, στα περί Δικαιοσύνης και στα περί Κρίσεως, κι έτσι να φανερωθεί τι
έχετε μέσα σας διατηρήσει εκ του κόσμου. Είμαι υποχρεωμένος Αδελφοί,
να κρίνω κατ’ εντολή του Πατέρα, πως ανακυκλώσατε την Τελειότητα που
λάβατε είτε ως Διδασκαλία, είτε ως δονήσεις και κραδασμούς Αγάπης, είτε
ως Ιδέες Ολότητας και Ελευθερίας. Πάντα σε όσα αφορούν τα περί Αμαρ-

407

ΦΑΡΑΧ.indb 407 16-Sep-21 1:20:38 PM


τίας. Είμαι επίσης υποχρεωμένος να κρίνω πως χρησιμοποιήσατε τη Θεία
Νομοτέλεια, αν τη λειτουργήσατε όπως τη διδαχτήκατε, αν τη χρησιμοποι-
ήσατε για να ανοικοδομήσετε ή για να εξουσιάσετε, κι αυτά σε ό,τι αφορά
τα περί Δικαιοσύνης. Όσον αφορά δε και τα περί Κρίσεως, θα ελέγξω την
καρδιά σας, για να φανερωθούν όλα τα στοιχεία που υπάρχουν σ’ αυτήν
και είναι απομεινάρια της περασμένης κοσμικής περιόδου. Πάλι όμως σας
προειδοποιώ, μην παρανοήσετε προσπαθώντας να ελαφρύνετε τη θέση
σας και πείτε μακαρίζοντες τους εαυτούς σας, ότι περνάτε Έλεγχο της
Δευτέρας Παρουσίας. Η πνευματική σας ηλικία είναι τέτοια, που απαιτεί
πρώτα ταξινόμηση στους ουρανούς των ιδεών σας και βαθιές λεπτομε-
ρείς καθάρσεις, στάδιο απαραίτητο για να προετοιμαστεί το έδαφος για
έναν έλεγχο εφ’ όλης της ύλης, όπως πράγματι είναι αυτός της Δευτέρας
Παρουσίας.
Θα ελέγξω εκ νέου τη θεώρησή σας για το Έργο και για Μένα. Θα υπο-
βάλλω όλους σε δοκιμασία Πίστης, Υπακοής και Αφοσίωσης, για να φανεί
ποιοι είναι οι καθαροί στην καρδιά τους. Σ’ αυτούς θα φανερωθώ ως πράγ-
ματι Είμαι, γιατί μόνο μέσα σε τέτοιες καρδιές δεν υπάρχουν εμπόδια στο
Φως, που τότε μπορεί να λάμψει και να καταυγάσει τις υποστάσεις, καθι-
στώντας τους πηγές Φωτός, Δασκάλους της Νέας Εποχής.
Αδελφοί, ο καιρός πλησιάζει. Ο Πατέρας γνωρίζει ποιοί θα παραλά-
βουν το Έργο Του. Είναι καιρός να το μάθουμε κι εμείς.

Σας φιλώ
Ο Δάσκαλος (Διονύσιος Δώριζας)

408

ΦΑΡΑΧ.indb 408 16-Sep-21 1:20:39 PM


ΦΑΡΑΧ.indb 409 16-Sep-21 1:20:39 PM
ΦΑΡΑΧ.indb 410 16-Sep-21 1:20:39 PM

You might also like