You are on page 1of 5

Η ιεραρχία των νόμων: Ένα

σύστημα με πολλά
ερωτηματικά
Από Μαρίνα Κισσούδη 13 Δεκεμβρίου 2022
     
Πηγή: logiosermis.net

Ένα κράτος, όπως το ελληνικό, αδιαμφισβήτητα εκδίδει πλειάδα


νόμων από τον χρόνο ιδρύσεως του έως και σήμερα. Άλλοι νόμοι
τροποποιούνται και άλλοι καταργούνται, είτε σιωπηρώς μέσω της
εισαγωγής νεότερων νόμων, που αντιτίθενται στο περιεχόμενο των
παλαιότερων, είτε ρητώς με την έκδοση κάποιου ισοδύναμου
τουλάχιστον νόμου. Αυτό ακριβώς το ζήτημα της ιεραρχίας είναι που
προκαλεί σύγχυση στους απλούς πολίτες και που έχει αναλυθεί
αμέτρητες φορές από τους νομικούς θεωρητικούς. “Τι είναι νόμος;”,
“Πως τροποποιείται;”, “Ποιος από τους δύο υπερέχει;” είναι μερικά
από τα ερωτήματα, που απασχολούν τους Έλληνες πολίτες και
ιδιαίτερα τους νέους, σχετικά με την ιεραρχία των νόμων.

Για να γίνει κατανοητή, ωστόσο, η ιεραρχία των νόμων στο πλαίσιο


του ελληνικού κράτους θα πρέπει να οριστούν οι έννοιες του
“κανόνα δικαίου” και της “έννομης τάξης”. Κανόνας δικαίου είναι
κάθε πρόταση που ρυθμίζει υποχρεωτικά ορισμένη συμπεριφορά
προσώπων, συνυπαρχόντων σε μία κοινωνία, υπό την απειλή
κάποιας κύρωσης. Ο όρος “έννομη τάξη” είναι, σύμφωνα με τη
νομική επιστήμη, το σύνολο των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν
την οργάνωση ενός λαού σε κράτος. Στη διαμόρφωση της εκάστοτε
εθνικής έννομης τάξης σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι ηθικές,
πολιτικές και οικονομικές ιδέες, καθώς και τα ιστορικά ή κοινωνικά
δεδομένα της εποχής. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θα μπορούσε να
λεχθεί ότι η έννομη τάξη είναι μία έννοια σταδιακά μεταβαλλόμενη
στον χρόνο, η οποία ουσιαστικά διαμορφώνεται από τους ίδιους της
τους πολίτες.

Παρακάτω θα αναλυθεί διεξοδικά το σύστημα διάκρισης και


ιεραρχίας των κανόνων δικαίου κυρίως με βάση το απλό σύστημα,
το οποίο διακρίνει τους νόμους σε συνταγματικούς, τυπικούς και
ουσιαστικούς. Εντούτοις, θα συνδυαστεί εν μέρει και με το
αναλυτικό σύστημα περί νόμων εφάπαξ, αυξημένης τυπικής ισχύος,
εκτελεστικών, οργανωτικών κτλ.

Σημαντικό θα ήταν να αναφερθεί ότι το ίδιο το ελληνικό δίκαιο, όπως


και κάθε άλλο, ρυθμίζει την παραγωγή των κανόνων του μέσω ενός
Συντάγματος. Επομένως, το Σύνταγμα θα μπορούσε να
χαρακτηριστεί η βάση ολόκληρης της έννομης τάξης με την ανώτερη
τυπική ισχύ, αποτελώντας ταυτόχρονα το θεμέλιο ή την
προϋπόθεση ισχύος όλων των υπολοίπων κανόνων δικαίου.

Πιο συγκεκριμένα, το Σύνταγμα καθορίζει:

1.τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας των κρατικών οργάνων,

2.τις αρμοδιότητες του κάθε οργάνου,

3.την ιεραρχία μεταξύ τους και

4.επομένως την ιεραρχία των πράξεων που αυτά εκδίδουν.

Τα όργανα που κατέχουν την αμέσως επόμενη θέση στην ιεραρχία


προβλέπονται από τα Συντάγματα και ονομάζονται “νομοθετικά”, οι
δε πράξεις τους επίσης “νομοθετικές”. Το ισχύον Σύνταγμα του
ελληνικού κράτους, που τέθηκε σε ισχύ το 1975, προβλέπει ένα και
μόνο νομοθετικό όργανο, τη Βουλή. Ουσιαστικά διαθέτει το τεκμήριο
της νομοθετικής αρμοδιότητας. Οι πράξεις που εκδίδει
χαρακτηρίζονται ως “νόμοι” και μάλιστα “τυπικοί”, διότι ο όρος
“νόμος” εξατομικευμένα σημαίνει κανόνας δικαίου με γενικό και
αφηρημένο περιεχόμενο επικαλυπτόμενος με κανονιστικότητα,
δηλαδή τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη
τηρήσεώς του. Η γενικότητα έγκειται στο γεγονός ότι αποδέκτες της
ρύθμισης που εισάγεται είναι ένας αόριστος αριθμός προσώπων,
ενώ η αφαιρετικότητα στο γεγονός ότι η ρύθμιση θα ισχύει για έναν
αόριστο αριθμό περιπτώσεων.

Επομένως, γίνεται αντιληπτό ότι “νόμους” με την ευρεία έννοια


έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν και άλλα όργανα, μη νομοθετικά,
όπως για παράδειγμα η Διοίκηση μέσω κάποιας κανονιστικής
πράξης. Σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για “ουσιαστικούς
νόμους”. Ωστόσο, “τυπικοί” χαρακτηρίζονται οι νόμοι που τίθενται
αποκλειστικά και μόνο από τη Βουλή, ακριβώς επειδή η διαδικασία
που ακολουθείται είναι αυτή που προβλέπει το Σύνταγμα για την
έκδοση τους από το κατεξοχήν νομοθετικό όργανο. Η τυπική
διαδικασία, λοιπόν, της θέσπισης νόμων προβλέπεται στο Άρθρο
42 παρ. 1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το Άρθρο 76 παρ. 2
όσον αφορά την ψήφισή του από τη Βουλή.

Πηγή: mve.gr
Αξιοσημείωτη θα ήταν η διευκρίνηση πως υπάρχουν και μερικοί
τυπικοί νόμοι, οι λεγόμενοι “νόμοι αυξημένης τυπικής ισχύος”, που
ισοδυναμούν με το Σύνταγμα ως προς την ισχύ τους και δεν
τροποποιούνται με μεταγενέστερο τυπικό νόμο (βλ. Άρθρο 107
παρ. 1 Σ). Το ίδιο ισχύει και για τους “εφάπαξ νόμους”, που
εκδίδονται μόνο μία φορά μέσα σε τακτή προθεσμία από τη θέση
του Συντάγματος σε ισχύ (βλ. Άρθρο 107 παρ. 2 Σ). Παράλληλα, το
Σύνταγμα προβλέπει την έκδοση νόμων, που συμβάλλουν στην
εξειδίκευσή ή τη συμπλήρωση του με σκοπό την καλύτερη
εφαρμογή του κανονιστικού του περιεχομένου. Οι νόμοι αυτοί
ονομάζονται “εκτελεστικοί”, είναι προαιρετικοί, αλλά ακόμα κι αν
έχουν εκδοθεί είναι δυνατόν στην συνέχεια να καταργηθούν χωρίς
να αντικατασταθούν.

Ειδικότερη κατηγορία των “εκτελεστικών νόμων” είναι οι


“οργανωτικοί” ή αλλιώς “οργανικοί”. Η έκδοσή τους προβλέπεται και
πάλι από το Σύνταγμα, αλλά στην προκειμένη περίπτωση με
ορισμένο σκοπό: τη ρύθμιση του τρόπου συγκρότησης και
λειτουργίας των άμεσων οργάνων του κράτους, δηλαδή των
οργάνων που προβλέπει το Σύνταγμα. Για παράδειγμά, “οργανικό
νόμο” αποτελεί ο Κανονισμός της Βουλής. Η ιδιαιτερότητά τους
έγκειται στο ότι αυτοί δεν μπορούν να καταργηθούν χωρίς να
αντικατασταθούν, σε αντίθεση με τους απλούς εκτελεστικούς
νόμους, διότι χωρίς την ύπαρξή τους αδρανοποιούνται οι
συνταγματικές διατάξεις (π.χ. Άρθρο 76 παρ. 4 Σ).

Μία άλλη κατηγορία πράξεων είναι οι “διοικητικές”, οι οποίες


νομιμοποιούνται είτε επειδή προβλέπονται από το ίδιο το Σύνταγμα
(π.χ. Άρθρο 44 παρ. 1 περί πράξεων νομοθετικού
περιεχομένου, Άρθρο 48 παρ. 2 περί αναγκαστικών νόμων), είτε
επειδή η Βουλή με εξουσιοδότηση της, τής έχει παραχωρήσει τη
νομοθετική αρμοδιότητα για ορισμένο ζήτημα. Σκοπός τους και στις
δύο περιπτώσεις εν ολίγοις είναι η γρηγορότερη και
αποτελεσματικότερη θέσπιση κανόνων δικαίου και ειδικότερα για τη
δεύτερη περίπτωση η μείωση του φόρτου εργασίας της Βουλής,
όποτε κρίνεται απαραίτητο. Έτσι, έχουν διαμορφωθεί διάφορα είδη
διοικητικών πράξεων, όπως τα προεδρικά διατάγματα, κανονιστικές
και ατομικές – αντίστοιχα – πράξεις της Διοίκησης. Σαφώς οι
διοικητικές πράξεις βρίσκονται χαμηλότερα στην ιεραρχία από τους
τυπικούς νόμους και το Σύνταγμα.
Πηγή:
https://docplayer.gr/docs-images/45/10595107/images/page_6.jpg
Το νόημα αυτής της διάκρισης των κανόνων δικαίου συνίσταται στο
γεγονός ότι ένας κατώτερος σε τυπική ισχύ νόμος δεν μπορεί να
τροποποιήσει ή να καταργήσει ανώτερο του, σεβόμενος το
Σύνταγμα και την αρχή του κράτους-δικαίου. Συνεπώς, πρέπει
αναγκαστικά να είναι τουλάχιστον ισοδύναμος με τον νόμο που
πρόκειται να καταργηθεί ή τροποποιηθεί. Για παράδειγμα, δεν
μπορεί με διάταξη τυπικού νόμου να τροποποιηθεί διάταξη του
Συντάγματος.

Η ιεραρχία των νόμων και γενικότερα της έννομης τάξης μπορεί να


φαντάζει περίπλοκη στα μάτια των απλών πολιτών, ωστόσο χωρίς
αυτήν δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτελεσματικά και κυρίως
συνταγματικά το ελληνικό κράτος. Η ιεραρχία αυτή αποτελεί
αναπόσπαστο κομμάτι της δημοκρατικής αρχής, διατηρώντας τις
ισορροπίες μεταξύ των οργάνων του κράτους. Σαφώς
χωρούν τροποποιήσεις στις διαδικασίες θέσπισης κανόνων δικαίου,
μολονότι ο κορμός της νομοθέτησης είναι άρτιος ως προς την
ιεραρχία τους. Άρα, στόχος τόσο των πολιτών όσο και των κρατικών
οργάνων θα πρέπει πάντα να είναι η εξέλιξη των ρυθμών
νομοθέτησης σε έναν κόσμο που διαρκώς εξελίσσεται και εμφανίζει
νέες ανάγκες.

You might also like