You are on page 1of 2

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

ΣΥΝΑΝΑΓΝΩΣΗ «+ 13.12.1943», Γ. ΙΩΑΝΝΟΥ – «ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ», Θ. ΒΑΛΤΙΝΟΥ


«+13.12.1943», ΙΩΑΝΝΟΥ
1. Ποια στοιχεία του αφηγήματος μας καθοδηγούν για τον προσδιορισμό του χώρου;
2. Να αναφέρετε τον Ιστορικό χρόνο, τον χρόνο της ιστορίας, τον χρόνο της αφήγησης, το θέμα καθώς και
τον στόχο του Συγγραφέα.
3. Να επισημάνετε υπαινιγμούς που αναφέρονται στη στάση των ανθρώπων κατά την κατοχή και κατά τη
σύγχρονη (με το χρόνο συγγραφής του διηγήματος) περίοδο και να εξετάσετε τον ρόλο που παίζουν
μέσα σε όλο το διήγημα.
4. Το πεζογράφημα αποτελείται από δυο ενότητες. Ποια περιστατικά από την κάθε ενότητα καθορίζουν
τη στάση του συγγραφέα; Ποια είναι αυτή; Να βρείτε τις λέξεις και τις φράσεις που την αποδίδουν.
5. Στο πεζογράφημα δίνονται έμμεσα αρκετές πληροφορίες για την περίοδο της κατοχής αλλά και τα
αμέσως μετακατοχικά χρόνια. Να τις επισημάνετε και να ανασυνθέσετε την κατάσταση που
απεικονίζουν.
6. Απόσπασμα: «Πήραν να κατηφορίζουν........ Γι' αυτό ξεκίνησα για το πιο λαϊκό καφενείο, και στο
δρόμο συνέχεια έλεγα: Θεέ μου, μη μ' αφήνεις ούτε καλημέρα να 'χω πια με τέτοια, δήθεν
εξευγενισμένα υποκείμενα». Να αναγνωρίσετε τους δύο κόσμους που συγκρίνονται στο πιο πάνω
απόσπασμα. Ποια η δική σας κριτική στάση στη σύγκρουση των δυο κόσμων;
7. Κύριο χαρακτηριστικό των πεζογραφημάτων του Γ. Ιωάννου είναι η προσωπική εξομολόγηση, που
ταυτίζεται όμως με τα βάσανα και τις λαχτάρες μιας ολόκληρης ομάδας ανθρώπων, που δίνονται με
έναν έντονο ρεαλισμό. Πώς τεκμηριώνεται μέσα από το απόσπασμα ο προσωπικός εξομολογητικός
τόνος του συγγραφέα και πώς φαίνεται ο έντονος ρεαλισμός του;
8. «[...] Τότε που πρωτοζύγωσα... Κι όμως η κάποια διαφορά είναι που με καίει».
Α. .Στο πιο πάνω απόσπασμα ο αφηγητής πιστεύει πως το δεκαεξάχρονο παιδί «έχει αγιάσει». Ποια
στοιχεία του αποσπάσματος επιβεβαιώνουν την πεποίθησή του αυτή;
Β. Με ποια συμπεριφορά και ποιες σκέψεις ο αφηγητής υποδηλώνει τη δική του αναξιότητα απέναντι
στο παιδί;
9. […] Ι. Μονάχα όταν βρέθηκε το κρανίο, άκουσα τον αδελφό να λέει βραχνά: η χαριστική βολή. Ήταν μια
μικρή τρύπα λίγο πιο πάνω απ’ το μέτωπο. Είχα γίνει πια ένα με το χώμα, έτσι ένιωθα. Τώρα σκέφτομαι
πως έπρεπε να προσκυνήσω, αν και είμαι τόσο ανάξιος. Κοίταζα συνεχώς ένα βραχάκι κοντά μου και τις
λειχήνες του. Αυτό σίγουρα θα ήταν και τότε εδώ, και το παιδί θα το είδε· ίσως και να το ζήλεψε.
Μπορεί να ήταν και κείνο το αρκετά μεγάλο δέντρο, αν και δεν αποκλείεται να έχει μεγαλώσει πιο
γρήγορα, εφόσον βρήκε άφθονο λίπασμα από τόσο αίμα και τόσες εκατοντάδες κορμιά. Καλά θα ήταν
να μπορούσε να μεταμορφώνεται ο άνθρωπος, όταν πέφτει σε μεγάλο κίνδυνο, ή ν’ ανοίγει η γη και να
τον κρύβει. Εγώ τουλάχιστο έτσι παρακαλούσα, όταν βρέθηκα σε κάτι τιποτένιους κινδύνους, που είναι
ντροπή και να τους σκέφτομαι ακόμα. Πάντως, θυμούμαι πως εκείνες τις στιγμές λάτρευα και πρόσεχα,
όσο ποτέ, τα άψυχα, αλλά και τα έντομα και τα φυτά και τα πουλιά. Σ’ αυτό ακριβώς στηρίζομαι και
πιστεύω πως έτσι θα’ νιωσε κι αυτός εκείνη την ώρα. Εξάλλου ήταν της ηλικίας μου. Δεν είναι δυνατό
να διαφέρω και τόσο πολύ από τους άλλους. Άνθρωπος είμαι και εγώ. Κι όμως η κάποια διαφορά είναι
που με καίει.
[…] ΙΙ. Όμως ένα μπουλούκι εντόπιοι τουρίστες φάνηκε να μπαίνει μέσα στον ιερό περίβολο. Στάθηκαν
γύρω απ’ το ελεεινό για μια τέτοια θυσία κενοτάφιο. Φαίνονταν απ’ τους μορφωμένους και δεν μπορώ
να πω πως η στάση τους δεν ήταν σεμνή. Κατέθεσαν μάλιστα ένα καλοκαμωμένο δάφνινο στεφάνι και
κατόπι κράτησαν ένα λεπτό σιγή. Κάποιος τους άρχισε να διαβάζει από ένα χαρτί το ιστορικό της
εκτελέσεως των 1200 ανθρώπων. Ήταν τόσο ψυχρή η περιγραφή, ώστε αμέσως υπέθεσα πως σίγουρα
θα τα είχε ξεσηκώσει απ’ την τελευταία εγκυκλοπαίδεια. Ύστερα σκόρπισαν μιλώντας δυνατά ή
χαχανίζοντας. Πολλοί ήρθαν τριγύρω μας. Και φυσικά αμέσως άρχισαν τις ερωτήσεις, ιδίως οι γυναίκες.
Το παλικάρι με την αξίνα απαντούσε, πιέζοντας ολοφάνερα τον εαυτό του. Φαινόταν καθαρά πως
θεωρούσαν σχεδόν ευτυχία τους και σπουδαίο συμπλήρωμα στις συγκινήσεις της εκδρομής την
ανακομιδή, που πέτυχαν πάνω στην ώρα.
[…] ΙΙΙ. Έμεινα ξοπίσω και με πήρε το παράπονο. Δεν ήμουν γνωστός τους ή συγγενής τους για να με
πάρουν μαζί τους, όπως θα ήθελα. Εγώ τα’ χω καταφέρει να χωρώ και να ταιριάζω μονάχα με κάτι
τέτοιους σαν αυτούς του πούλμαν. Γι’ αυτό ξεκίνησα για το πιο λαϊκό καφενείο, και στο δρόμο συνέχεια
έλεγα: Θεέ μου, μη μ’ αφήνεις ούτε καλημέρα να’ χω πια με τέτοια, δήθεν εξευγενισμένα, υποκείμενα.
α) Στο πρώτο από τα πιο πάνω αποσπάσματα, ο συγγραφέας σε εξομολογητικό τόνο συγκρίνει τον
εαυτό του με το δεκαεξάχρονο αγόρι. Ποια είναι τα συναισθήματά του και μέσα από ποιες σκέψεις
οδηγείται σ’ αυτά; (να γίνει αναφορά σε τέσσερα σημεία)
β) Το κείμενο κινείται σε δύο χρονικά επίπεδα. Ποια είναι αυτά και με ποια γεγονότα συνδέονται;

«ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ», Θ. ΒΑΛΤΙΝΟΣ
1. Να επισημάνετε την ηθελημένη βράχυνση της αφήγησης καθώς και την πύκνωση του χρόνου στο
διήγημα του Βαλτινού.
2. Να εντοπίσετε τα στοιχεία που τεκμηριώνουν τους άξονες συνανάγνωσης των δύο κειμένων: Ηρωισμός
vs αντιηρωική εποχή. Στη συνέχεια να καταγράψετε τις αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιούν οι
δύο συγγραφείς για να αναδείξουν τον στόχο τους.
3. Προσδιορίστε το είδος της αφήγησης στα δύο διηγήματα και παρουσιάστε συγκριτικά τη στάση του
αφηγητή απέναντι στην ανακομιδή των οστών στο «+13-12-43» και απέναντι στον Παναγιώτη στο
διήγημα «Ο Παναγιώτης».
4. Υποστηρίζεται ότι η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Γιώργος Ιωάννου χαρακτηρίζεται από λιτότητα,
συνεχείς υπαινιγμούς, ελλειπτικές εκφράσεις και αποσιωπήσεις. Τεκμηριώστε τη θέση αυτή με
αναφορές σε χωρία από το κείμενο. Γιατί νομίζετε ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί αυτά τα μέσα; Η
άποψη αυτή μπορεί να ισχύσει και για τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Θανάσης Βαλτινός στο διήγημα
«Ο Παναγιώτης»; Τεκμηριώστε την απάντησή σας με στοιχεία από τα κείμενα.
5. Να συγκρίνετε το ύφος των δύο διηγημάτων, «+13-12-43», Γ. Ιωάννου και «Ο Παναγιώτης», Θ.
Βαλτινού.

You might also like