You are on page 1of 7

Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Τμήμα : Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης (2ο Εξάμηνο)

Ονοματεπώνυμο : Γόμπου Τσαμπίκα

Τίτλος μαθήματος : Εισαγάγει στις Βασικές έννοιες της Παιδαγωγικής


και της Παιδαγωγικής των Μέσων

Όνομα διδάσκοντος : Λοΐζος Σοφός

Τίτλος Εργασίας : Κοινωνιοκεντρικός τύπος 

Εισαγωγή

Στην παιδαγωγική επιστήμη υπάρχουν τρεις προσεγγίσεις οι οποίες


επικεντρώνονται στον δάσκαλο , στον μαθητή και η σχετικά πιο πρόσφατη
αναφέρεται στην κοινωνία και πιο συγκεκριμένα στον ρολό που μπορεί να παίξει το
σχολειό στην κοινωνική ζωή των μαθητών.

Στόχος της κοινωνιο-κεντρικής προσέγγισης είναι να προβάλει τις ιδεολογίες


της εκπαίδευσης και να τις συνδέσει με τον κοινωνικό της χαρακτήρα ώστε να
δημιουργήσει χειραφετημένους και συναισθηματικά ανεπτυγμένους πολίτες .

Σημαντικός θεωρείται ο ρόλος του δασκάλου οποίος αποτελεί τον κεντρικό


άξονα που αξιοποιεί τις γνώσεις του στην εκπαίδευση των μαθητών με τέτοιο τρόπο
ώστε να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες των παιδιών χωρίς να προσπαθήσει να τις
παραμορφώσει ανάλογα με αυτό που επιτάσσουν οι αναχρονιστικοί κοινωνικοί
θεσμοί και να οδηγηθούμε στην κοινωνική ανασυγκρότηση.

1
Κύριο θέμα

Ιστορικό – θεωρητικό πλαίσιο προσέγγισης


Η παραδοσιακή διδακτική η οποία επικεντρώνεται στο τρίγωνο μεταξύ των
εκπαιδευτικών , των μαθητών και των διδακτικών αντικειμένων απασχόλησε την
παιδαγωγική επιστήμη μέχρι τα μέσα του 20 αιώνα υποβαθμίζοντας την κοινωνική
διάσταση της εκπαίδευσης. Ωστόσο από τις τελευταίες δεκαετίες του 20 αιώνα μέσα
από τη κριτική Παιδαγωγική δίνεται έμφαση στον κοινωνικό ρόλο που καλείται να
παίξει το σχολειό. Κατά την κοινωνιο-κεντρική προσέγγιση το σχολείο θα πρέπει να
είναι σε θέση που να ικανοποιεί την ανάγκες της κοινωνίας και συμβάλλει με θετικό
τρόπο στην κοινωνική συνοχή καθώς μια κοινωνία δεν απαρτίζεται μόνο από
οικονομικούς ή πολιτικούς παράγοντες αλλά και μορφωτικούς που παίζουν
καθοριστικό ρόλο στον τρόπο σκέψης αλλά και στις στάσεις των ατόμων. Παρόλα
αυτά γεννιούνται θεμελιώδη ερωτήματα όπως κατά πόσον έχουν όλοι τις ίδιες
ανάγκες προς την εκπαίδευση ή διαφοροποιούνται αναλόγως με την κοινωνική τάξη?
και αν αυτό επαληθεύεται ποιας τάξης οι ανάγκες θα ικανοποιηθούν? Στα παραπάνω
ερωτήματα εάν δεν δοθεί κάποια πειστική και ικανοποιητική απάντηση όλοι θα
κλίνουν στην άποψη πως η εκπαίδευση ικανοποιεί τις απαιτήσεις των ισχυρών. Με
βάση τα παραπάνω ερωτήματα διαφοροποιήθηκαν και οι εκπαιδευτικοί που είναι
οπαδοί της κοινωνιο-κεντρικής εκπαίδευσης σε αυτούς που κοινωνιο-κεντρική
προσέγγιση, το σχολείο θα πρέπει να είναι σε θέση που να ικανοποιεί την ανάγκες της
κοινωνίας και συμβάλλει με θετικό τρόπο στην κοινωνική συνοχή καθώς μια
κοινωνία δεν απαρτίζεται μόνο από οικονομικούς ή πολιτικούς παράγοντες αλλά και
μορφωτικούς που παίζουν καθοριστικό ρόλο στον τρόπο σκέψης αλλά και στις
στάσεις των ατόμων. Ωστόσο η ανασυγκροτιστικη εκδοχή της κοινωνιο-
κεντρικής προσέγγισης επιδιώκει να υιοθετηθεί από τους εκπαιδευτικού
μια τακτική η οποία να προβάλλει αξίες και πρότυπα όχι απαραίτητα
επιστημονικά ή πολιτιστικά ,να μην στηρίζει και ευνοεί τους λίγους εις
βάρος των πολλών αντιθέτως να οικοδομήσουν μια εκπαίδευση όπου οι
μαθητές να έχουν ευρυγωνιο πνεύμα και να είναι ικανοί να μπορούν να
ξεχωρίσουν τα κοινωνικά και περιβαλλοντολογικά προβλήματα τα οποία
είναι αποτέλεσμα της συνεχούς εκμετάλλευσης της ισχυρής τάξης εις
βάρος των άλλων και να τα οδηγήσουν στον αλληλοσεβασμό τόσο ως προς
τον συνάνθρωπο όσο και προς το περιβάλλον. Βασική παράμετρος όλων
όσων υπερασπίζονται την κοινωνιο-πολιτική άποψη της εκπαίδευσης είναι
πως θεωρούν ότι η δημοκρατία θα πρέπει να εδραιωθεί όχι μόνο στον
πολίτικο τομέα αλλά και στον εκπαιδευτικό έτσι ώστε ο καθένας έχει την
δυνατότητα να αναπτύξει προς όφελος του κοινωνικού συνόλου όλες τις
δυνατότητες που διαθέτει ως άτομο. Η συμμετοχή των πολιτών στις
διαδικασίες για την ανοικοδόμηση μιας δημοκρατικότερης κοινωνίας εκτός
του ότι αποτελεί προσδοκία όλων μας προϋποθέτει την ανάπτυξη βασικών
ικανοτήτων που απαιτούνται γι’αυτόν τον σκοπό. Το σχολείο θεωρείται
από τους περισσότερους η μικρογραφία της κοινωνίας μας καθώς
λειτουργούν (σε μικρή βέβαια κλίμακα) όλοι οι μηχανισμοί εξουσίας που
απαρτίζουν μια κοινωνία . Οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι είναι εκφραστές της
κοινωνιο-κεντρικής προσέγγισης θα πρέπει να αναζητήσουν τρόπους περά
από αυτούς που πρεσβεύει το παραδοσιακό σχολείο και να μπορέσει να τον
εντάξει σε ένα εξαρτημένο παραγωγικό και οικονομικό σύστημα. Για να

2
μην μείνουν μόνο στην θεωρία των λεγομένων τους αλλά να κάνουν πράξη
όλα όσα ασπάζονται είναι αναγκαίο να ζητούν από όλους τους μαθητές να
συμμετέχουν στις δραστηριότητες της κοινωνίας μέσα από την βιωματική
εμπειρία που διαθέτουν ώστε να συμβάλλουν στην όποια αποκατάσταση
της κοινωνικής αδικίας. Στον αντίποδα τάσσονται όλοι εκείνοι οι
παιδαγωγοί η οποίοι θεωρούν πως η κοινωνική συμμετοχή που πολλές
φορές οδηγεί σε κοινωνικές και ψυχολογικές διαμάχες μεταξύ των ατόμων
καθώς προϋποθέτει ωριμότητα στον τρόπο σκέψης ,τις γνώσεις αλλά και
τις δεξιότητες τις οποίες οι μαθητές με γνώμονα το νεαρό της ηλικίας τους
δεν έχουν αποκτήσει ακόμη. Για να μπορέσει λοιπόν το σχολείο να
συνδυάσει όλες τις παραπάνω απόψεις που θέλουν τον μαθητή να
σκέπτεται με ωριμότητα και να αποκτήσει δεξιότητες , να είναι ψυχικά
ισορροπημένος αλλά ταυτόχρονα να συμμετάσχει στις κοινωνικές δράσεις
θα πρέπει να εφαρμοστούν τα εξής:
α) Να δίνονται στους μαθητές διάφορες εργασίες ώστε να αναγράφονται τα
κοινωνικά προβλήματα που βιώνουν και ταυτόχρονα το ίδιο το σχολείο να
προσπαθήσει να επιλύσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές
στο σχολικό περιβάλλον.
β) Να διδάξει στους μαθητές την κοινωνική ισότητα απέναντι σε όλους
τους ανθρώπους ανεξαρτήτου χρώματος η κοινωνικής θέσης.
γ) Να προβάλλει την αξιόλογη σημασία της συλλογικής αντίδρασης καθώς
μόνο όταν είναι ενωμένες πολλές φωνές μπορούμε να οδηγηθούμε σε
σημαντικές κοινωνικές αλλαγές.
Έχει παρατηρηθεί ότι η παιδοκεντρική με την κοινωνιο-κεντρική
προσέγγιση έχει κοινές παραμέτρους παρόλα αυτά την θεωρούν ανεπαρκής.
Η διάφορα έγκειται στο γεγονός πως παιδοκεντρικός δάσκαλος θεωρεί τις
οποιασδήποτε μορφής διακρίσεις (είτε πολιτιστικές είτε κοινωνικές κτλ)
ότι μπορούν να επιδράσουν κυρίως αρνητικά στην διαμόρφωση της
προσωπικότητας των παιδιών γιαυτο τον λόγο ο εκπαιδευτικός προσπαθεί
με κάθε τρόπο να προστατεύσει τους μαθητές του από αυτή την ψυχική
φθορά. Σε αντίθεση με την στάση του κοινωνικο-κεντρικού εκπαιδευτικού
που δεν στέκεται μονό στην ψυχική ισορροπία και στην διαμόρφωση της
ταυτότητας των παιδιών που δημιουργούν οι οποιεσδήποτε διακρίσεις αλλά
προχωράει να ένα στάδιο παραπέρα και προσπαθεί με κάθε τρόπο να βρει
και να ανατρέψει τις κοινωνικές συνθήκες που ευθύνονται.
Πολλοί θεωρητικοί και εκπρόσωποι της Νέας Κοινωνιολογίας αισιοδοξούν
πως η εκπαίδευση έχει τις δυνατότητες να συμβάλλει σε πολύ μεγάλο
βαθμό στην αλλαγή της κοινωνίες καθώς έχει την δύναμη να διαμορφώνει
συνειδήσεις υπέρ της κοινωνικής αναδιάρθρωσης. Βέβαια οι δυο
προσεγγίσεις δεν συγκλίνουν μόνο σε κάποια σημεία αλλά παρουσιάζουν
και κάποιες αποκλείσεις.
Σε αντίθεση με την παιδοκεντρική προσέγγιση η οποία έχει ως πυρήνα την
παιδική ηλικία, τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες που έχουν τα παιδιά
καθώς και ότι κινούνται γύρω από αυτή, η κοινωνιο-κεντρική προσέγγιση
αντιμετωπίζει το παιδί ως μελλοντικό ενήλικα και προσπαθεί να το
προετοιμάσει ώστε να είναι ικανό να συμμετέχει στην λειτουργία της

3
κοινωνίας και κυρίως να είναι σε θέση να αναγνωρίζει την κοινωνική
αδικία και να μην επιτρέπει κάθε είδους εκμετάλλευση εις βάρος όχι μόνο
του ίδιοι αλλά και των υπολοίπων παιδιών.
Μια ακόμα σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δυο προσεγγίσεις είναι ότι η
κοινωνιο-κεντρική προσέγγιση αναζητά μεθοδικές συγκύριες να μπορέσει
να βοηθήσει τους μαθητές που προέρχονται από κατώτερα κοινωνικά
στρώματα να αναδυθούν μέσα από την εκπαίδευση και να μπορέσουν να
ξεπεράσουν τις όποιες δυσκολίες που είναι κοινωνικο κατάλοιπο της θέσης
τους καθώς η μόρφωση για πολλές δέκατες θεωρούνταν προνόμιο των
λίγων και ισχυρών. Είναι επομένως κοινώς αποδεκτό ότι το σχολείο
διαμορφώνει άξιες και ιδανικά που συμβάλλουν στην κοινωνική και
ατομική ανάπτυξη που τελικός στόχος είναι να κατευθύνει τους μαθητές
στην κοινωνική αλλαγή. Για να μπορέσει λοιπόν το σχολείο να
διαδραματίσει καθοριστικό ρολό στην κοινωνικοποίηση των παιδιών είναι
απαραίτητη η αναδιαμόρφωση του Αναλυτικού Προγράμματος με κύριο
γνώμονα την μελέτη των κοινωνικών φαινομένων-προβλημάτων και την
εμπλοκή των μαθητών στην επίλυση τους.

Κοινωνικός ρόλος της εκπαίδευσης


Προτεραιότητα δίνεται στον κοινωνικο ρόλο της εκπαίδευσης όπου
θεωρείται ότι μπορεί να μεταβάλλει αμετάβλητες αντιλήψεις και πρακτικές
καθώς πρεσβεύει πως οι κοινωνία και οι θεσμοί που την απαρτίζουν
δραστηριοποιούνται ως προς το συμφέρον των ολίγων και εις βάρος των
ασθενέστερων. Γι’αυτο το λόγο έρχεται πάλι στο προσκήνιο το σχολείο
καθώς βασικός του ρόλος εκτός φυσικά από την μετάδοση των γνώσεων να
προβάλλει στους μαθητές ορισμένες αδικίες που γίνονται μέσα στο σχολικό
περιβάλλον ώστε να μπορέσουν να προβληματιστούν και να
συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της αλλαγής στην κοινωνία.
Καλλιεργείται το αίσθημα αλληλοσεβασμού, τις βασικές γνώσεις,
δεξιότητες για να μπορέσουν να κατανοήσουν τον κόσμο αναδεικνύοντας
τις κοινωνικές αδικίες αλλά και να μπορέσει να μεταλαμπαδεύσει στους
μαθητές κοινωνικές και νοητικές γνώσεις είναι να αποκτήσουν ωριμότητα
στην κριτική σκέψη και να αναλαμβάνουν με υπευθυνότητα τις επιλογές
τους.

Τα ιδεώδη και οι σκοποί της εκπαίδευσης


Είναι λοιπόν απόλυτα λογικό τα ιδεώδη και οι σκοποί της
εκπαίδευσης κατά την κοινωνικο-κεντρική προσέγγιση και συνδέονται
άμεσα με τον κοινωνικο της ρόλο. Ένας ανεξάρτητος πολίτης είναι συνετός
και ισορροπημένος στην ψυχή και στο πνεύμα και έχει το σθένος να
αντιμετωπίζει με ευαισθησία τις ταξικές και κοινωνικές ανισότητες όπως
είναι για παράδειγμα ισότητα των δυο φύλων ή το ευαίσθητο θέμα των
προσφύγων. Ο σκοπός που θέλει να επιτύχει είναι η απελευθέρωση από τις
ξεπερασμένες, πανάρχαιες δεσμεύσεις και να οδηγηθούν στην
αναδιοργάνωση της κοινωνίας με τελικό προορισμό να δημιουργηθεί ένα

4
σχολειό που να αφουγκράζεται την κοινωνία και να αγκαλιάζει όλους τους
πολίτες.

Ο κοινωνικός ρόλος του δάσκαλου


Σημαντικός άξονας αυτής της κοινωνικής μεταστροφής είναι ο ρόλος
του δασκάλου κυρίως λόγω της επιστημονικής του κατάρτισης έχει την
αξίωση να μπορεί να χρησιμοποιήσει την εκπαίδευση προς όφελος του
κοινωνικού συνόλου. Η διδασκαλία του παύει να είναι δασκαλοκεντρική
και επιλέγει άλλες μορφές μάθησης που καθιστούν τους μαθητές πιο
ενεργητικούς στην διαδικασία διερεύνησης προβληματικών κοινωνικών
καταστάσεων. Βασικός στόχος του δασκάλου είναι να καλλιεργήσει στους
μαθητές τεχνογνωσίας και συμπεριφορές και ιδανικά ώστε να διευκολύνουν
στην ανεξαρτητοποίηση των ατόμων και στην δημιουργία μιας κοινωνίας η
οποία θα ενδιαφέρεται για το καλό ολοκλήρου του κοινωνικού συνόλου.
Δηλαδή ο δάσκαλος μπορεί να αναγνωρίσει τις δυνατότητες που έχουν τα
παιδιά είτε είναι πνευματικές είτε είναι ψυχικές χωρίς να αποβλέπει να τα
φθείρει μορφοποιώντας τα σύμφωνα με αυτά που επιτάσσουν οι
ξεπερασμένοι κοινωνικοί θεσμοί αλλά τα αγκαλιάζει και να μπορεί να
αφουγκράζεται τους προβληματισμούς που έχουν , να διευρύνει τον
πνευματικό τους ορίζοντα βρίσκοντας λύσεις που προβάλλονται σε ένα
υγιές και κοινωνικά ισορροπημένο περιβάλλον.

Το πλαίσιο των Δάσκαλο-μαθητικών και Δια-μαθητικών Σχέσεων


Η ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ δασκάλου-μαθητή ή των σχέσεων
των μαθητών μεταξύ τους δεν παρουσιάζουν καμία ομοιότητα με τις
πρακτικές που ακολουθεί το παραδοσιακό σχολείο. Στην συγκεκριμένη
περίπτωση προβάλλουν την ισότητα των ρόλων όσον αναφορά το θέμα των
σχέσεων, το ομαδικό πνεύμα και την αυτό-διαχείριση στην συμπεριφορά
των ατόμων. Ο εκπαιδευτικός απομακρύνει τους ρόλους και της εξουσίες
από τους μανθάνοντες και περιμένει από αυτούς να το μεταχειριστούν με
συναίσθηση ευθύνης και αποτελεσματικότητα στην κάθε μικρό-ομάδα που
απαρτίζουν οι μαθητές. Και σε αυτό το σημείο ο ρόλος του εκπαιδευτικού
είναι καταλυτικός κυρίως μέσω συζήτησης και του διαλόγου με τους
μαθητές θίγοντας κοινωνικά προβλήματα και με αυτόν τον τρόπο η μάθηση
αποκτά νόημα για τον κάθε μαθητή ξεχωριστά ανάλογα με τα βιώματα του.

Ο μαθητής ως αναπτυσσόμενο πρόσωπο


Η κοινωνιο-κεντρική προσέγγιση θεωρεί ότι οι ικανότητες μάθησης
αλλά και η δυνατότητες εξέλιξης των παιδιών είναι αλληλένδετες με την
αμοιβαία επίδραση που του ασκεί το περιβάλλον του. Επομένως οι
εσωτερικές ικανότητες των παιδιών σχετίζονται άμεσα με το περιβάλλον
που ζουν. Για παράδειγμα τα παιδιά τα οποία εκπηγάζουν από ένα
ανεπτυγμένο περιβάλλον μπορούν να εξελιχτούν στο μέγιστο βαθμό σε
αντίθεση με εκείνα που ζουν σε ένα περιβάλλον πολιτισμικά στερημένο τα
5
οποία παρουσιάζουν ελλείψεις στο σχολείο και στην ζωή τους. Η κοινωνιο-
κεντρική προσέγγιση δεν στοχεύει στο παρόν ,απασχολούμενη
αποκλειστικά με την παιδική ηλικία και τους προβληματισμούς γύρω από
αυτή αλλά αντιθέτως επεκτείνεται στην ενήλικη πλευρά της ζωής των
μαθητών ωριμάζοντας τους πνευματικά και ψυχικά για να μπορέσουν
αργότερα να αποτελέσουν το μέσον (ως ανεξάρτητοι πολίτες) ώστε να
επιτευχτεί ο στόχος της που δεν είναι άλλος από την κοινωνική
αναδιοργάνωση και την κοινωνική συνοχή. Θα λέγαμε λοιπόν ότι
πρωταρχικό ενδιαφέρον της είναι το κοινωνικο σύνολο και μετά
ενδιαφέρεται για τον κάθε πολίτη ξεχωριστά.

Η σχολική γνώση

Η σχολική γνώση που ενδιαφέρει περισσότερο την κοινωνιο-κεντρική


προσέγγιση ,το περιεχόμενο της σχολικής γνώσης καθώς επίσης και η κατανόηση των
αντιλήψεων, των συμπεριφορών και την τετριμμένη συμπεριφορά που ενισχύουν την
κοινωνική αναπαραγωγή. Γιαυτο και επεκτείνεται δημιουργώντας ένα πρόγραμμα το
οποίο συνδέει κοινωνικά, πολιτιστικά, περιβαλλοντολογικά κτλ θέματα που τα
συγκλίνει όχι μόνο στο θεωρητικό επίπεδο αλλά στην ενεργή κοινωνική δράση των
μαθητών και αποσκοπεί στην επίλυσης τους. Με ένα πρόγραμμα το οποίο θα
στηρίζεται στην συστηματική μελέτη με την μορφή εργασίας από τους μαθητές των
προβλημάτων που απασχολούν την κοινωνία οδηγούνται στην ανάπτυξη της
σχολικής γνώσης ως αποτέλεσμα φυσικής ακολουθίας και αβίαστα. Οι γνώσεις που
δεν εξελίσσονται προς όφελος της κοινωνίας δεν αποτελεί προτεραιότητα της. Οι
μανθάνοντες δεν έχουν την δυνατότητα να παρέμβουν στην αναπροσαρμογή της
κοινωνίας λογω ηλικίας έτσι περιορίζονται να γνωρίσουν και να κατανοήσουν τα
κοινωνικά προβλήματα έτσι ώστε ως ενήλικες να λειτουργούν ορθά.

Συμπέρασμα

Η παραδοσιακή διδακτική η οποία επικεντρώνεται στο τρίγωνο μεταξύ των


εκπαιδευτικών , των μαθητών και των διδακτικών αντικειμένων υποβαθμίζοντας την
κοινωνική διάσταση της εκπαίδευσης. Στη κοινωνιο-κεντρική προσέγγιση το σχολείο
θα πρέπει να είναι σε θέση που να ικανοποιεί την ανάγκες της κοινωνίας και
συμβάλλει με θετικό τρόπο στην κοινωνική συνοχή καθώς μια κοινωνία δεν
απαρτίζεται μόνο από οικονομικούς ή πολιτικούς παράγοντες αλλά και μορφωτικούς
οι οποίοι έχουν καθοριστικό ρόλο στον τρόπο σκέψης αλλά και στις στάσεις των
ατόμων παρότι υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν ότι το σχολείο εξυπηρετεί τα
συμφέροντα της ισχυρής τάξης. Η εκδοχή της κοινωνιο-κεντρικής προσέγγισης
επιδιώκει από τους εκπαιδευτικού να υιοθετήσουν μια τακτική η οποία να
προβάλλει αξίες και πρότυπα που να μην είναι απαραίτητα επιστημονικά ή
πολιτιστικά ,να μην στηρίζει και ευνοεί τους λίγους εις βάρος των πολλών
αντιθέτως να οικοδομήσουν μια εκπαίδευση όπου οι μαθητές να έχουν

6
ευρυγωνιο πνεύμα και να είναι μελλοντικά ικανοί ,ενεργητικοί πολίτες, Για
να μην μείνει μόνο στην θεωρία να ζητούν από όλους τους μαθητές να
συμμετέχουν στις δραστηριότητες της κοινωνίας ώστε να συμβάλλουν στην
όποια αποκατάσταση της κοινωνικής αδικίας. Ο σκοπός που θέλει να
επιτύχει είναι η απελευθέρωση από τις ξεπερασμένες, πανάρχαιες
δεσμεύσεις και να οδηγηθούν στην αναδιοργάνωση της κοινωνίας.
Σημαντικός άξονας αυτής της κοινωνικής μεταστροφής είναι ο ρόλος του
δασκάλου λόγω της επιστημονικής του κατάρτισης έχει την αξίωση να
μπορεί να χρησιμοποιήσει την εκπαίδευση προς όφελος του κοινωνικού
συνόλου. Βασικός στόχος του δασκάλου είναι να καλλιεργήσει στους
μαθητές τεχνογνωσίας και συμπεριφορές και ιδανικά ώστε να διευκολύνουν
στην ανεξαρτητοποίηση των ατόμων και στην δημιουργία μιας κοινωνίας η
οποία θα ενδιαφέρεται για το καλό ολοκλήρου του κοινωνικού συνόλου.
Τέλος ως αναφορά τη σχολική γνώση που ενδιαφέρει περισσότερο την κοινωνιο-
κεντρική προσέγγιση ,το περιεχόμενο της σχολικής γνώσης καθώς επίσης και η
κατανόηση των αντιλήψεων, των συμπεριφορών και την τετριμμένη συμπεριφορά
που ενισχύουν την κοινωνική αναπαραγωγή διότι το πρωταρχικό ενδιαφέρον της
είναι το κοινωνικο σύνολο και μετά ο κάθε πολίτης ξεχωριστά.

Βιβλιογραφία

Ματσαγγούρας, Στ. Χ. (Επιμ.). (2009). Εισαγωγή στις Επιστήμες της Παιδαγωγικής:


Εναλλακτικές προσεγγίσεις, διδακτικές προεκτάσεις. Αθήνα: Gutenberg.

https://www.politeianet.gr/books/9789600112818-matsaggouras-ilias-gutenberg-
eisagogistis-epistimes-tis-paidagogikis-186638

You might also like