You are on page 1of 46

«H 

Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου


1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη
Μιχαηλίδη»

ΛΟΥΙΖΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ- ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΤΗΣ
ΚΥΠΡΟΥ
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821
εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Ο μύθος της Μεγάλης Ιδέας και του αλυτρωτισμού θα συντηρηθεί διαχρονικά μέσα από έναν
διάλογο της νεοελληνικής ποίησης της Κύπρου με την ιστορία.
 Με κεντρική δεσπόζουσα τις ιστορικές και πολιτικές περιπέτειες του ΄Εθνους, την
Επανάσταση του 1821, την Ένωση της Κρήτης και των Επτανήσων, την προσάρτηση της
Θεσσαλίας, την εθνική χρεωκοπία του 1893, την τραυματική εμπειρία του ατυχούς πολέμου
του 1897, το κίνημα στο Γουδί (1909), τους Βαλκανικούς πολέμους και τη Μικρασιατική
καταστροφή, η ποιητική παραγωγή της Κύπρου δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει
διαφορετικά.
 Ήδη η Μεγάλη Ιδέα είχε εξαπλωθεί και κυριαρχήσει ως προοπτική, στα τέλη του 19ου και
αρχές 20ού αιώνα, ως ρομαντική ιδέα και πολιτικο-ιστορική θέση και άποψη, πυροδοτώντας
πατριωτικές εξάρσεις.  
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)”
του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Η “Μεγάλη Ιδέα” γεννήθηκε «κατά τη


διάρκεια […] των διαβουλεύσεων για το
πρώτο Σύνταγμα το 1844 [όταν] διατυπώθηκε
το αίτημα του ελληνικού αλυτρωτισμού.

 “Ελλάδα, σύμφωνα με τη σχετική διατύπωση,


δεν ήταν μόνο το βασίλειο που έφερε αυτό το
όνομα, αλλά περιελάμβανε επίσης και όλες
τις ελληνόφωνες κοινότητες της οθωμανικής
αυτοκρατορίας.”»
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821
εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

'Ολοι οι 'Ελληνες, όχι μόνον αυτοί που έζησαν στην Κύπρο,


αλλά και αυτοί που έζησαν σε άλλους ελληνικούς ιστορικούς
τόπους έτρεφαν πάντοτε ένα αλυτρωτικό αίσθημα και
διατύπωναν το αίτημα της συνένωσης του ελληνισμού κάτω
από μια ενιαία κρατική κάλυψη. Μάλιστα οι όποιες εδαφικές
επανακτήσεις του έθνους διαμόρφωναν το πλαίσιο, ώστε οι
προσδοκίες να φαίνονταν πλέον εφικτές.
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η
9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)” του
Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Σε αυτό συνέβαλε και η επικρατούσα ιδέα της


εδραίωσης του κράτους - έθνους που είχε ως
στόχο την επέκταση των συνόρων του.

 Ο Ψυχάρης θα διατυπώσει την κεντρομόλο ιδέα


αυτής της τάσης:
«Ένα έθνος, για να γίνει έθνος, θέλει δυο πράματα.
να μεγαλώσουν τα σύνορά του και να κάμει
φιλολογία δική του».
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου
1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη
Μιχαηλίδη»

 Το ενωτικό ζήτημα στην Κύπρο ήταν η ίδια η


“Μεγάλη Ιδέα”. «Όταν στις 23 του Σεπτέμβρη
1828, στη Διάσκεψη των Πρεσβευτών που έγινε
στον Πόρο, ο Καποδίστριας ανέφερε στο
Μνημόνιό του ότι η Κύπρος ανήκε “στο σύνολο
που πρέπει να νοείται με τον όρο Ελλάς» μαζί
με τα άλλα νησιά των οποίων η «ιστορία και τα
μνημεία της αρχαιότητας, όλα εν ενί λόγω
επιμαρτυρούσιν ότι είναι της Ελλάδος
διαμερίσματα”, εξέφραζε, για πρώτη φορά, σε
διεθνές επίπεδο ένα αίτημα της αφυπνισθείσας
εθνικής συνείδησης.»
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)”
του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ως υφυπουργός των


αποικιών, το 1907, σε μια επίσκεψή του στην
Κύπρο είχε διακηρύξει:

«Νομίζω ότι είναι απολύτως φυσικόν, εφόσον ο


κυπριακός λαός είναι ελληνικής καταγωγής, να
αποβλέπει εις την ένωσίν του μετά της χώρας
εκείνης, η οποία δύναται να του ονομασθεί
μητρική, όπως εις ένα περιπόθητον θερμόν
ιδανικόν. Το αίσθημα τούτο είναι μια απόδειξις της
πατριωτικής αφοσιώσεως, την οποίαν τόσο
ευγενώς δεικνύει ο ελληνικός λαός…».
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η
9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία
(Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Το τετράστιχο της
ρωμιοσύνης από το
ποίημα του Βασίλη
Μιχαηλίδη:

 «Η 9η Ιουλίου του 1821


εν Λευκωσία (Κύπρου)»
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η
9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία
(Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Η προτομή του Βασίλη


Μιχαηλίδη (1849-1917)
 Προτού ακόμη ο Φώτης
Κόντογλου αναφέρει τον όρο «η
πονεμένη ρωμιοσύνη» και πριν ο
Αργύρης Εφταλιώτης γράψει την
«Ιστορία της Ρωμιοσύνης» και
προτού ο Γιάννης Ρίτσος
συνθέσει τη «Ρωμιοσύνη» του
αλλά μετά τον Κωστή Παλαμά,
ο Βασίλης Μιχαηλίδης, το 1895,
έχοντας του ίδιους οραματισμούς
με τους ελλαδίτες ομότεχνούς
του, δίνει διαστάσεις μυθικές
στον όρο ρωμιοσύνη:
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821
εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Το παραπάνω τετράστιχο, από το επικό έργο του διαλεκτικού ποιητή, «Η 9η


Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)» (1895), αποτελεί συχνά σημείο
αναφοράς και κοινό λογοτεχνικό τόπο.

 Σε αυτό το ποίημα, προβάλλεται έντονα το μεσσιανικό στοιχείο και


αναδεικνύεται η ρωμιοσύνη ως προϋπόθεση της συνέχειας της ύπαρξης του
κόσμου, όχι μόνο ως μεγαλόπνοος οραματισμός αλλά και ως πεποίθηση που
κινητοποίησε την έμπνευσή του Β. Μιχαηλίδη.
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821
εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

 Ο Β. Μιχαηλίδης, ποιητής-οδηγός, θα στηρίξει την ποιητική του


δόξα στη ρωμιοσύνη και τα εθνικά ιδεώδη, μέσα από το ποίημά του
«Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)».

 Πρόκειται για ένα επικό έργο στο οποίο συνείρονται ιστορικές


μνήμες και αφηγήσεις δασκάλων, ενώ η χριστιανοσύνη και η
εκκλησία προβάλλονται ως ενοποιητικό στοιχείο του Ελληνισμού.
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η 9η Ιουλίου 1821
εν Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

«Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)» είναι ένα επικολυρικό,


πυκνό ποίημα του οποίου το δραματικό στοιχείο διαπερνά τους
διαλόγους, χάρη στους οποίους αναπτύσσεται κυρίως η δράση και είναι
ένα ποίημα το οποίο συνδέεται με τα δίκαια του κυπριακού ελληνισμού.
Με τραγικό και επικό τρόπο καταγράφεται το δράμα της ιστορικής
εκείνης μέρας, της 9ης Ιουλίου 1821, στη Λευκωσία, την οποίαν
επεσήμανε, με εξαιρετικά ευρηματικό τρόπο, η λογοτεχνία.
«H Μεγάλη Ιδέα, η Ρωμιοσύνη και “Η
9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία
(Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

Οι εικόνες, που
αναδεικνύονται μέσα από
αυτό, φέρνουν στο φως τη
σφαγή του Αρχιεπισκόπου
Κυπριανού, των επισκόπων,
των προεστών και των
άλλων προυχόντων, τους
οποίους oι Τούρκοι
απαγχόνισαν ή έσφαξαν, για
να καταστείλουν κάθε
προσπάθεια ξεσηκωμού
στην Κύπρο, παράλληλου με
αυτόν της Ελλάδας.  
 Χωροχρονικά η αφηγούμενη ιστορία του ποιήματος τοποθετείται στη
Λευκωσία, τη νύκτα της 8ης Ιουλίου και συνεχίζεται την 9η Ιουλίου 1821, μέχρι
το σούρουπο.
 Μυθοπλαστικά στοιχεία διανθίζουν την αληθινή, στη βάση της, ιστορία,
εφόσον απηχεί, ως γνωστόν, πραγματικά ιστορικά γεγονότα. Πέραν του
γεγονότος του απαγχονισμού του Κυπριανού και της σφαγής των αρχιερέων,
φαίνεται ότι ο Βασίλης Μιχαηλίδης στηρίζεται σε γραπτές και προφορικές
πηγές.
Αφηγηματολογία

 Πρόκειται για ένα πολυφωνικό ποίημα σε τριτοπρόσωπη, κυρίως,


αφήγηση ενός παντογνώστη εξωδιηγητικού-ετεροδιηγητικού
αφηγητή, δηλαδή ενός αφηγητή πρώτου βαθμού που διηγείται μιαν
ιστορία από την οποία απουσιάζει.
 Κατά τον Genette και τον Todorov δεν υπάρχει αφήγηση χωρίς
αφηγητή, όπως δεν υπάρχει εκφώνημα χωρίς εκφώνηση που να το
παράγει.
Αφηγητής/αφήγημα

 Σημειώνει ο Τοντόροφ:
 «Ο αφηγητής είναι αυτός που ενσαρκώνει τις αρχές σύμφωνα με τις οποίες
γίνονται οι αξιολογικές κρίσεις· αυτός είναι που επιλέγει, αποκρύβει ή
αποκαλύπτει τις σκέψεις των προσώπων, κάνοντάς μας έτσι να
συμμεριζόμαστε την αντίληψή του για την “ψυχολογία”· αυτός είναι που
επιλέγει ανάμεσα στον ευθύ λόγο και στον μετατιθέμενο λόγο, ανάμεσα στη
χρονολογική τάξη και στις ανατροπές του χρόνου.»
 Καθώς λοιπόν το αφήγημα είναι μια μορφή λόγου, ως τέτοιο, εκφέρεται από
κάποιον που αφήνει μέσα στο κείμενο ίχνη λίγο πολύ διακριτά.
Εξωδιηγητικός/ετεροδιηγητικός αφηγητής

 Ο εξωδιηγητικός αφηγητής τοποθετείται έξω από την ιστορία που


διηγείται. Συνήθως αγνοούμε την ταυτότητά του, ενώ μπορούμε να
ανιχνεύσουμε την παρουσία του μέσα στο κείμενο με χρονικές
κυρίως ενδείξεις.
  
 Ο ετεροδιηγητικός αφηγητής είναι εκείνος ο οποίος δεν μετέχει
καθόλου ο ίδιος σαν πρόσωπο στην ιστορία που αφηγείται.
Αρχιεπίσκοπος/
Κκιόρογλου

Κεντρικό πρόσωπο είναι ο ήρωας - σύμβολο της


ρωμιοσύνης, ο Αρχιεπισκοπος Κυπριανός, ο οποίος,
με αυταπάρνηση, γενναιότητα και αυτοθυσία, δεν
ανταποκρίνεται στις προειδοποιήσεις του καλού
τουρκοκύπριου Κκιόρογλου.
Η στιγμή της σύλληψης του
Αρχιεπισκόπου Κυπριανού
“Η 9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία (“Η 9η Ιουλίου 1821 εν
Λευκωσία (Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»
Κύπρου)” του Βασίλη Μιχαηλίδη»

H απάντηση του Κυπριανού στον τουρκοκύπριο αγά,


λόγος μνημειακός, αναδεικνύει τον Αρχιεπίσκοπο
ως Εθνάρχη.

 Στην απάντηση του ήρωα αποκαλύπτεται ένας


ηρωικός εθνάρχης που θυσιάζεται, για να μην
προδώσει το ποίμνιό του αλλά και την εθνική του
αξιοπρέπεια:
 
 «Δεν φεύκω Κκιόρογλου, γιατί, αν φύω, ο φευκός
μου/’εννά γενεί θανατικόν εις τους Ρωμιούς του
τόπου·/να βάλω την συρτοθηλιάν εις τον λαιμόν του
κόσμου;/Παρά το γαίμαν τους πολλούς εν’ κάλλιον
’νου ’πισκόπου» (στ. 47-50).
 Η ατμόσφαιρα είναι ήρεμη και γεμάτη κατάνυξη. Το ποίημα
διακρίνεται για τον πλούτο των εκφραστικών μέσων και των
λαμπρών ποιητικών εικόνων.

 Οι παραστατικές εικόνες, που αφορούν τον ρόλο της φωτιάς και


των ανέμων, αλλά και οι αντιθέσεις του ποιήματος αποτελούν
κυρίαρχο στοιχείο της ρητορικής και αφηγηματικής δομής του.
Από τη μια πλευρά, ο δίσημος ρόλος που διαδραματίζει ο Αρχιεπίσκοπος
διευκολύνει την εξέλιξη της πλοκής, από την άλλη πλευρά, αυτός ο ρόλος είναι
συμβολικός δεδομένου ότι:
 «το γαίμαν (=αίμα) που σονώννεται (=χύνεται) ’που ’μάς, τους δεσποτάες,/έν’
λάιν (=λάδι) εις την λαμπρατζιάν (=φωτιά) π’ αφταίννει (=ανάβει) να σας
κάψει.» (στ. 429-430)
 Η φωτιά, η «λαμπρατζιάν π’ αφταίννει» προέρχεται από το αίμα των
ηρωομαρτύρων, το οποίο θα μετουσιωθεί σε λάδι, θα φουντώσει περισσότερο τη
φωτιά και θα ξεσηκώσει τον λαό ενάντια στον τούρκο κατακτητή.
Φυσικά φαινόμενα: άνεμος

Ο
 σκηνικός χώρος του επικού αυτού ποιήματος, με τη συνδρομή των εξωτερικών
επεμβάσεων και συγκεκριμένα των φυσικών φαινομένων, σηματοδοτεί και αποτυπώνει
τις αντιδράσεις και την ιστορική αγωνία του λαού. Οι άνεμοι συνιστούν σημάδι
αισιοδοξίας και μεσσιανικό στοιχείο:
 

«Αντάν αρτζέψαν (=άρχισαν) οι κρυφοί ανέμοι τζ’εφυσούσαν,/τζ’ αρκίνησεν εις την

Τουρτζιάν να κρυφοσυννεφκιάζει/τζαι ’που τες τέσσερις μερκές (=μεριές) τα νέφη
εκουβαλούσαν,/ώστι να κάμουν τον τζαιρόν ν’ αρτζεύκει να στοιβάζει,/είσεν, σγοιάν
(=σαν) είχαν ούλοι τους, τζ’ η Τζύπρου το κρυφόν της,/μες στους ανέμους τους
κρυφούς είσεν (=είχε) το μερτικόν της». (στ. 1-6)
 

Ο ρόλος των ανέμων: συμβολισμός

 Οι άνεμοι έχουν βαρύτητα. σηκώνουν όλο το βάρος του καημού και ο


λειτουργικός ρόλος που τους έχει ανατεθεί, ποιητική αδεία, υπογραμμίζει τη
δυναμικότητα και κινητικότητα που παρατηρείται στην τουρκοκρατούμενη
Κύπρο του 1821.
  
 Όλα δείχνουν, μυστικά και υπόγεια, ότι οι Κύπριοι ετοιμάζονται για τον μεγάλο
ξεσηκωμό και αυτό βέβαια δημιουργεί στους Τούρκους ανησυχίες και
προβληματισμούς.
Αντιθέσεις

 Η επιτυχημένη αντίθεση των φυσικών φαινομένων και εν προκειμένω των


ανέμων στην Κύπρο και την Τουρκία αντίστοιχα, καταγράφεται με
αριστοτεχνικό τρόπο, και προοιωνίζεται τη διεκπεραίωση του ιστορικού
προορισμού.
  
 Ενώ στην Κύπρο οι άνεμοι φυσούν και, συνακόλουθα, διαλύουν τα σύννεφα,
στην Τουρκία συννεφιάζει από τον φόβο του ξεσηκωμού του κυπριακού λαού.
 Ο άνεμος είναι το ορμητικό και ανεξέλεγκτο στοιχείο της φύσης, που,
μεταφορικά και συμβολικά, στο ευεργετικό πέρασμά του, συμπαρασύρει και
ξεσηκώνει ανθρώπους, που ασφυκτιούν, που θέλουν την ελευθερία τους.
  
 Σε ό, τι αφορά την Κύπρο, είναι άνεμος ούριος που δημιουργεί τις προϋποθέσεις
για ιστορικές αλλαγές και ανακατατάξεις.
 Ο ποιητής βρισκόταν στο απώγειο της έμπνευσής του όταν έγραψε αυτό το
ποίημα. Ο στείρος πατριωτισμός των πρωτολείων του μορφοποιείται ως
ποιητική ουσίας.
  
 Ο Αντώνης Ιντιάνος γράφει ότι η «Ενάτη Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)»
είναι ένα διαχρονικό ποίημα το οποίο συνιστά την «κυπριακή εκατόμβη του
1821».
Συνομιλία του Β. Μιχαηλίδη με κορυφαίες
δημιουργίες

 Οι κορυφαίες στιγμές της ποίησης του Β. Μιχαηλίδη (που είναι κυρίως αυτές
στο κυπριακό ιδίωμα) προϋποθέτουν δημιουργικό διάλογο με τους αρχαίους
τραγικούς, τη βυζαντινή υμνογραφία, το ακριτικό και μεσαιωνικό δημοτικό
τραγούδι (ιδιαίτερα τον κύκλο της «Αροδαφνούσας»), τα αναγεννησιακά
ποιήματα της Κύπρου, την κρητική ποίηση της ακμής, τον Ερωτόκριτο και
την Αρετούσα αλλά και την Ερωφίλη, τον Ρήγα Βελενστινλή, τον Διονύσιο
Σολωμό και τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.»
Β. Μιχαηλίδης-Αρ. Βαλαωρίτης

 Πρώτος ο αλεξανδρινός ποιητής Γλαύκος Αλιθέρσης είχε κάνει αναφορά στην


πιθανή σχέση του προοιμίου της «Κυρά - Φροσύνης» του Βαλαωρίτη και της
«Ενάτης Ιουλίου.....» του Μιχαηλίδη.

 Η σχέση των δύο ποιημάτων μπορεί να εντοπιστεί σε θέματα ανάλογης


εικονοποιίας αλλά και σε θέματα οργάνωσης του στίχου και ποιητικής τεχνικής,
όπως είναι π.χ.:
Συγκλίσεις ανάμεσα στους δύο ποιητές

 -Η σχέση των δύο ποιημάτων μπορεί να εντοπιστεί σε θέματα ανάλογης


εικονοποιίας αλλά και σε θέματα οργάνωσης του στίχου και ποιητικής τεχνικής.

 -Ο Βαλαωρίτης πολέμησε για την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, και
ήταν φυσικό να είναι αφενός ποιητικός πρόγονος και αφετέρου εθνικό πρότυπο
του Μιχαηλίδη.

  
«Η 9η Ιουλίου…», «Διάκος», «Φωτεινός»,
«Κυρά Φροσύνη»

 -Το συναπάντημα και αντάμωμα του κύπριου ποιητή με το λευκαδίτη ποιητή είναι γεγονός.
Η φωνή του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού ήρθε αντάμα με τη φωνή του Διάκου, του Φωτεινού
και της Κυρά - Φροσύνης και έγινε ένα, για να θυμίζει πάντα τους στίχους του δημοτικού
τραγουδιού:
 «εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ απεθάνω»
 -Οι δυο ποιητές επεξεργάστηκαν ένα θέμα με ιστορικό υπόβαθρο και με κοινή
συντεταγμένη τη ρωμιοσύνη.
 -«η ακαταμάχητος καρτερία του γένους εν ταις συμφοραίς» (Βαλαωρίτης),
 -«η ρωμιοσύνη εν να χαθεί όντες ο κόσμος λείψει» (Μιχαηλίδης).
«Τούρκοι»/ «Τούρτζοι οι Τζυπριώτες»

 Επιστρέφουμε στο ποίημα.

 Ο Β. Μιχαηλίδης σαφέστατα διαχωρίζει και αντιδιαστέλλει τους


Τουρκοκύπριους από τους Τούρκους. Όταν π.χ. χρησιμοποιεί τη λέξη «Τούρκοι»
εννοεί τους Τούρκους της Τουρκίας, ενώ για τους Τουρκοκύπριους χρησιμοποιεί
την περίφραση: «Τούρτζοι οι Τζυπριώτες».
Κκιόρογλου/χορός
Τουρκοκυπρίων

 Πέρα από το γεγονός ότι δύο βασικά επεισόδια του


ποιήματος, το πρώτο και το έκτο, αναπτύσσουν την
προσπάθεια ενός τουρκοκύπριου άρχοντα Κκιόρογλου να
προειδοποιήσει καταρχάς, και ύστερα να σώσει τον
Κυπριανό, έχουμε και τον ανώνυμο, σιωπηλό αλλά
σκεπτικό χορό των Τουρκοκυπρίων, ο οποίος
αντιπαρατίθεται και εναντιώνεται στην αγριότητα του
εκπροσώπου του Διβανιού στην Κύπρο, του Μουσελίμ Αγά,
ο οποίος αποτελεί τον επώνυμο πρωταγωνιστή αρκετών
επεισοδίων του έργου.
 Ο χορός αυτός όχι μόνο δεν φαίνεται να συμμερίζεται τη
βαρβαρότητα που επιδεικνύει ο Μουσελίμ Αγάς, αλλά
εμφανίζεται σχεδόν αλληλέγγυος στην τραγική μοίρα των
Ελληνοκύπριων συνοίκων τους:
 «Εφαίνουνταν περίλυποι οι Τούρτζοι οι Τζυπριώτες,
 γιατί ήτουν ούλοι τους βριχτοί (=σιωπηλοί) τζαι σγοιαν
δκιαλοϊσμένοι.» (στ. 521-522)
 Τους διακατέχουν δηλαδή ανάλογα συναισθήματα με εκείνα
του καλού Κκιόρογλου αλλά και του γιου του, ύστερα από την
αποτυχημένη προσπάθειά τους να πείσουν τον Κυπριανό να
φύγει από την Κύπρο, για να σώσει τη ζωή του.
Ο βοσκός Δημήτρης από τη Μαλούντα

 Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του μακροσκελέστατου


διαλόγου που αφορά την ευρηματική συνομιλία του μουσελλίμ αγά
με τον αφελή βοσκό, ομολογουμένως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και
λειτουργικά απαραίτητη για την εφαρμογή των δόλιων σχεδίων του
πρώτου, ώστε να στήσει και να επικυρώσει το κατηγορητήριο, μέσα
από εκφοβισμούς, εκβιασμούς, πλάνες υποσχέσεις και
διαβεβαιώσεις, όπως θα φανεί στην έκβαση του ποιήματος, όταν ο
Δημήτρης θα αποκεφαλιστεί.
 Στοιχειοθετεί, συνεπώς, δομικό στοιχείο για την εξέλιξη της
πλοκής αφού η ψευδομαρτυρία, προϊόν εκβιασμού, και η
συνακόλουθη υπογραφή του θα προσφέρουν το άλλοθι στον
οθωμανό διοικητή, για να ολοκληρώσει τις άνομες πράξεις του.
 Ο βοσκός από τη Μαλούντα οδηγείται σε αθέλητη συνενοχή, διότι,
με την κατάθεσή του, επικυρώνει την κατασκευασμένη
ενοχοποίηση - καταδίκη της ηγεσίας της Εκκλησίας.
 Ενώ, όμως, οι χρονικές δομές της επικολυρικής αφήγησης
εναρμονίζονται με τη διαδοχική ακολουθία των γεγονότων, σε ένα
σημείο διαπιστώνεται στοχευμένη χρονική ασυνέπεια που άπτεται
του σημασιακού περιεχομένου του κειμένου. Επιχειρείται και
επιτυγχάνεται, τελικά, από την πλευρά του μουσελλίμ αγά –για
ευνόητους λόγους– χρονική παραβίαση, οδηγώντας σε διασάλευση
της χρονολογικής διάταξης που διαφαίνεται μέσα από τις χρονικές
αναφορές του κειμένου.
 Το ρήμα και η λέξη-κλειδί, εν προκειμένω, είναι τα «εδειλίνωσεν» και «δείλις»,
αντίστοιχα, που εμπεριέχονται στους ακόλουθους στίχους:
  
 432 «χαζίριν εδειλίνωσεν τζαι πάει να νυχτώσει»
  
 511 «Αρκήσαμεν, ανούτε πκιον, να πάμεντε, τζ’ εν’ δείλις·»,
  
 θα πει ο Κιουτσούκ Μεχμέτ, ενώ κατ’ ουσίαν είναι ακόμη μεσημέρι.
 Η καταστρατήγηση της ώρας μέσω της χρονικής μετατόπισης του αρχετυπικού μεσημεριού σε
δείλις επιρρωνύεται, επιπλέον, αφενός, με τους στίχους:
  
 537 «τζ’ ετρέξασιν τα ’δρώματα απού το πρόσωπόν του.
 538 απού του ήλιου την πολλήν την καψερήν την αύραν.»
  
 αφετέρου, με τη φωνή του χότζα –δηλωτική της συγκεκριμένης ώρας της ημέρας– όταν όλα πια
έχουν τελειώσει:
  
 549 «Ακούστην εις τον μιναρέν δείλις, τζ’ εποσπαστήκαν».
 Σημειολογικά η φωνή-ο ήχος του μουεζίνη συνιστά εύστοχη αφηγηματική επιλογή, προκειμένου
να αποκαλυφθεί η πρόθεση του μουσελλίμ αγά να επισπεύσει τις διαδικασίες και, κατ’
επέκταση, επιτελεί σημαντική λειτουργία αφηγηματικής χρονικής τάξης.
 Η εσκεμμένη παραβίαση της ώρας συνδέεται, λοιπόν, με την επιτάχυνση της διαδικασίας των
εκτελέσεων του Αρχιεπισκόπου και των λοιπών εκκλησιαστικών ηγετών, υπαινισσόμενη τη
συνήθη τακτική των Τούρκων να αντιβαίνουν τους κανόνες ηθικής και δικαίου,
καταμαρτυρώντας την τουρκική αυθαιρεσία στο πλαίσιο της οποίας ακόμα και οι φυσικοί/ηθικοί
νόμοι καταστρατηγούνται.
 Θα το δούμε να εφαρμόζεται και στους καταληκτήριους στίχους, όταν ο μουσελλίμ αγάς
αρνείται στους ιερείς να παραλάβουν τα νεκρά σώματα, ώστε να τα θάψουν: «Φύετε, τζ’ ’έν σας
δκιω τωρά κανέναν για το μνήμαν,/θέλω να μείνουν ’τζεί χαμαί άθαφτοι τρεις ημέρες!» (στ.
559-560). Η απόφασή του αυτή είναι δηλωτική της ύβρεως.
 Η υπερβολική, και με άγριες διαθέσεις, σπουδή  του μουσελλίμ αγά να θανατώσει
τον αρχιεπίσκοπο και τους άλλους αρχιερείς πηγάζει από την πλήρη επίγνωση του
άδικου της πράξης, μέσω της χρήσης ενός κατασκευασμένου κατηγορητηρίου.
 Η μισαλλοδοξία του Αγά είναι χαρακτηριστική:
  
 «Έχω στον νουν μου, ’πίσκοπε, να σφάξω, να κρεμμάσω,/τζ’, αν ημπορώ, ’που
τους Ρωμιούς την Τζύπρουν να παστρέψω·/τζ’ ακόμα, αν ημπόρεια τον κόσμον να
γυρίσω,/ήθεν να σφάξω τους Ρωμιούς, ψυσήν να μέν αφήσω» (στ. 173-176).
  
 Παράλληλα η βιασύνη του να επισπεύσει τις άνομες και
φρικιαστικές πράξεις του, προδίδει φόβο και ανησυχία,
συναισθήματα τα οποία αναπαρίστανται, αριστοτεχνικά, από το
μοτίβο των ανέμων [στ. 1-6].
 Συνιστά, επιπλέον, ένα γεγονός που έρχεται σε αντιδιαστολή με τα
λεγόμενά του ότι δε φοβάται έναν πιθανό ελληνικό ξεσηκωμό.
 Η βροντερή και συνάμα μελωδική φωνή του χότζα αποτελεί, εκτός
από κάλεσμα για προσευχή, ένα χρονικό ορόσημο στην
καθημερινότητα των κατοίκων.
 Στη συγκεκριμένη περίπτωση επιλέγεται και ως επίλογος της
ολοκλήρωσης της καταδίκης και του απαγχονισμού του
αρχιεπισκόπου, όχι μόνο για να δοθεί ένας χρονικός προσδιορισμός
αλλά, κυρίως, γιατί το άκουσμά της σηματοδοτεί την επιστροφή στην
«ομαλότητα» και την «αποκατάσταση της τάξης» που είχαν
διασαλευτεί εξαιτίας των τραγικών συμβάντων.
 Η μνεία στη φωνή που δονεί τον αέρα έχει δίσημη έννοια:
 Αφενός, διατρανώνει τη διατήρηση της οθωμανικής κυριαρχίας και απαλείφει -
ή τουλάχιστον αυτό φιλοδοξεί- κάθε ελπίδα για αμφισβήτησή της,
υπενθυμίζοντας στους σκλαβωμένους Έλληνες της Κύπρου τη δεινή θέση στην
οποία βρίσκονται και το χρέος για υποταγή, καθώς και τη ματαιότητα κάθε
πιθανής εξέγερσης.
 Αφετέρου, αποτελεί, ως ηχητικό ερέθισμα, ένα μελωδικό στοιχείο που εντείνει
και κορυφώνει τον τραγικό χαρακτήρα των γεγονότων που διαδραματίστηκαν,
«εξυψώνοντας» τη γενναία στάση και το μαρτυρικό τέλος των μαρτύρων-
ηρώων.
 Αντί μιας καταληκτήριας αποτίμησης, παρατίθεται μία συνομιλία ανάμεσα στους
προεστούς, τους ιερείς και τον μουσελλίμ αγά, που ενισχύει τη δραματική ένταση,
ενώ τα πάντα παραμένουν ρευστά:
  
 556 «Δώσ’ μας τους δεσποτάδες
 557 τζαι τον Δημήτρην για θαφκειόν, να μέν μεινουν, τζ’ εν’ κρίμαν.»
 558 Τζ’ είπεν με κάμποσους θυμούς τζαι κάμποσες φοβέρες:
 559 «Φύετε, τζ’ ’έν σας δκιω τωρά κανέναν για το μνήμαν,
 560 θέλω να μείνουν ’τζεί χαμαί άθαφτοι τρεις ημέρες!»
Επίλογος

 Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποίημα τελειώνει με μια στιχομυθία και όχι, όπως θα
περίμενε κανείς, με μιαν επιλογική επίστεψη, που θα λειτουργούσε αντισυμμετρικά
με την αφηγηματική εισαγωγή.

 Παρά το ανορθόδοξο αυτό κλείσιμο, ο ποιητής κατορθώνει να αναγάγει το μερικό,


δηλαδή τη διαταγή να μείνουν άταφοι οι νεκροί για παραδειγματισμό, σε γενική
αρχή, στα καθόλου, που είναι η Ύβρις εναντίον του κοινού περί δικαίου αισθήματος,
ώστε να μείνει μετέωρη η οργή των νεκρών, ένα ατίναχτο αστροπελέκι στον αέρα».
  
  

You might also like